Μελέτες και πονήματα

178

description

 

Transcript of Μελέτες και πονήματα

Page 1: Μελέτες και πονήματα
Page 2: Μελέτες και πονήματα
Page 3: Μελέτες και πονήματα
Page 4: Μελέτες και πονήματα

Παύλος Αγγελόπουλος

Φιλολογικές Μελέτες και Πονήματα

Page 5: Μελέτες και πονήματα
Page 6: Μελέτες και πονήματα

Παύλος Αγγελόπουλος

Φιλολογικές Μελέτες και Πονήματα

Αθήνα 2014

Page 7: Μελέτες και πονήματα

Copyright: Παύλος Αγγελόπουλος 2014 Επιμέλεια: Πέτρος Τσαπίλης Τυπογραφική επιμέλεια/Εξώφυλλο: Εκδόσεις Ανατολικός

Όλα τα έργα των Εκδόσεων Ανατολικός προστατεύονται από τους νόμους προστασίας πνευματικών δικαιωμάτων. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή των έργων (ή τμημάτων αυτών) με οποιονδήποτε τρόπο, χωρίς γραπτή άδεια του εκδότη ή/και του συγγραφέα.

Εκδόσεις Ανατολικός Λέκκα 23-25, Αθήνα Τ.: 210. 3827910/210. 6776303 www.anatolikos.gr

ISBΝ: 978-960-8429-00-0

Page 8: Μελέτες και πονήματα

Ευχαριστίες

Ευχαριστίες στο Κλεοπατρί, στο Μαράκι, στον αδερφό μου

Πέτρο, στον φίλο Γιάννη Γούνη και στη Θεοδώρα Πολύχρου για

τη συνεχή, ανιδιοτελή και σταθερή συμπαράστασή τους. Ίσως οι

εργασίες μου να μην είχαν ολοκληρωθεί και δημοσιευθεί χωρίς

την ενθάρρυνση του Ξ. Α. Κοκόλη, του Γ. Κεχαγιόγλου και άλ-

λων, τα ονόματα των οποίων μνημονεύονται στις σελίδες που

ακολουθούν και στην κατάλληλη θέση. Ξεχωριστή σημασία για

τον γράφοντα είχε και ο καλός λόγος του Mario Vitti. Ευχαριστίες

οφείλω και στους υπεύθυνους ύλης των περιοδικών Διαβάζω,

Αντί, Πόρφυρας, Big Bang, Φιλολογική και Μικροφιλολογικά: στον

Ηρακλή Παπαλέξη, την ΄Αντεια Φρατζή, τον Περικλή Παγκράτη,

τον φίλο Γιώργο Γούλα, τον Αναστάσιο Στέφο και τον παλαιό

συμφοιτητή και φίλο Λευτέρη Παπαλεοντίου. Τέλος, επιβάλλεται

να ευχαριστήσω και όλους εκείνους που συνέβαλαν στην επιμέ-

λεια και άρτια εμφάνιση και αυτής εδώ της έντυπης και

ηλεκτρονικής έκδοσης.

Page 9: Μελέτες και πονήματα
Page 10: Μελέτες και πονήματα

9

Περιεχόμενα

1. Οι διακριτικοί αφηγητές, η μοίρα και ο ρεαλισμός στα

Λόγια της Πλώρης (1899) του Α. Καρκαβίτσα, 13-24

2. Αφηγηματικοί όροι στα Λόγια της Πλώρης του Α.

Καρκαβίτσα, 25-36

3. Για τους αντιήρωες του Α. Καρκαβίτσα και τη μαύρη

αφανή κλωστή, 37-40

4. Η ανθολόγηση των έργων του Καρκαβίτσα στη

δευτεροβάθμια εκπαίδευση, 41-53

5. Το αναγνωστικό κοινό και η αξιολόγηση των έργων

του Α. Καρκαβίτσα, 54-100

6. Τα χαμένα χειρόγραφα του Δ. Σολωμού, 101-108

Page 11: Μελέτες και πονήματα

10

7. Το Α΄ Σχεδίασμα των Ελεύθερων Πολιορκισμένων (ένα

παρέμβλητο τραγούδι στη Γυναίκα της Ζάκυθος):

Χρηστική έκδοση, 109-117

8. Η συλλογή με τα «αρχαία» διηγήματα του Κ. Θεοτόκη,

118-125

9. Σημειώσεις για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας στη

δευτεροβάθμια εκπαίδευση, 126-174

Πρώτες δημοσιεύσεις, 175-176

Page 12: Μελέτες και πονήματα

11

“The lawyer knows or thinks he knows what is right

and what is wrong; the scientist knows what is true and

what is false; the physician knows what is health and

what is disease; only the poor humanist is floundering,

uncertain of himself and his calling instead of proudly

asserting the life of the mind which is the life of

reason.”

René Wellek

Page 13: Μελέτες και πονήματα
Page 14: Μελέτες και πονήματα

13

Οι διακριτικοί αφηγητές, η μοίρα και ο ρεαλισμός

στα Λόγια της Πλώρης (1899)

του Αντρέα Καρκαβίτσα

«Η κριτική ασχολείται με το περιεχόμενο αλήθειας ενός

έργου τέχνης, ο σχολιασμός με το θέμα του. Η σχέση

ανάμεσα στα δύο καθορίζεται από τον βασικό νόμο της

λογοτεχνίας, σύμφωνα με τον οποίο το περιεχόμενο

αλήθειας του έργου είναι τόσο πιο έγκυρο όσο λιγότερο

εντυπωσιακά και περισσότερο ενδόμυχα είναι δεμένο με

το θέμα του. […] μόνο τώρα μπορεί ο κριτικός να

υποβάλει το βασικό ερώτημα όλης της κριτικής –δηλαδή,

αν το λαμπρό περιεχόμενο αλήθειας ενός έργου οφεί-

λεται στο θέμα του ή αν η επιβίωση του θέματος οφείλε-

ται στο περιεχόμενο αλήθειας. Γιατί καθώς αυτά χωρί-

ζονται στο έργο, αποφασίζουν για την αθανασία του».

Βάλτερ Μπένγιαμιν

Page 15: Μελέτες και πονήματα

14

(Από το βιβλίο της Χάννα ΄Αρεντ, Άνθρωποι σε

ζοφερούς καιρούς, μετάφραση Βασίλης Τομανάς,

Σκόπελος, Νησίδες 1998, 47-48.)

Ο τίτλος

Ο λόγος εκφέρεται από δεξιοτέχνη αφηγητή και

απευθύνεται σε ένα συγκεκριμένο ακροατήριο: το

πλήρωμα του καραβιού. Αυτός είναι ο δεσπόζων

τρόπος αφήγησης που ονοματίζει μάλιστα τη συλλογή:

Λόγια της Πλώρης. Για τον τίτλο της συλλογής μας

πληροφορεί ο ίδιος ο Καρκαβίτσας στα 1893, στο

προλογικό σημείωμα του μυθολογήματος «Η τέντα των

ναυτικών» (= η πρώτη μορφή του «Ο Κάτω Κόσμος»):

«Η πλώρη του ‘Αθήναι’ μας -όπως κάθε καραβιού

πλώρη- είναι η κατοικία και αυλή των ναυτών και

θερμαστάδων. Το καλοκαίρι απάνου στο κατάστρωμα,

το χειμώνα κάτου στα γιατάκια τους, δεξιά οι ναύτες,

αριστερά οι θερμαστάδες, ξοδεύουν την ακριβή ώρα

της ανάπαυσής τους μπαλώνοντας τα ρούχα τους,

βράζοντας τον καφέ ή το τσάι τους και λέγοντας

Page 16: Μελέτες και πονήματα

15

παραμύθια ή ανέκδοτα του τόπου τους, όταν δε

βαρυροχαλίζουν παραδομένοι στου ύπνου τη σιδερένια

αγκαλιά. Τα παραμύθια και τα ανέκδοτά τους αυτά

είναι διάφορα, γιατί διάφοροι είναι και οι τόποι απ’

όπου αυτοί κατάγονται. Άλλος είναι από τις Κυκλάδες,

άλλος από το Γαλαξείδι, άλλος από την Εύβοια και

άλλος απ’ αλλού. Εγώ επήγαινα συχνά και τους

εσυντρόφευα. Ανάμεσα στα τυραννισμένα εκείνα κορ-

μιά που αντικατέστησαν στους κόπους και στα βάσανα

τα δούλα πληρώματα των αρχαίων νηών και τους

σκλάβους των γαλερών, στις όψεις εκείνες τις ηλιο-

ψημένες, στα χέρια τα πετρωμένα και τα αγαθά παιδιά-

τικά τους βλέμματα, εύρισκα εγώ τον εαυτό μου

ολάκερο. Τα απλά τους λόγια πολλές φορές μ’ εσυγκί-

νησαν. τα χοντρά αστεία κ’ η ελευθεροστομία τους

πολλές φορές μ’ εχαροποίησαν. τα δυστυχήματά τους

κ’ οι αγώνες τους πολλές φορές μ’ έφεραν σε θέση να

καταραστώ την ανθρωπότητα. Όσα άκουσα εκεί, εδώ

μέσα θα τα ρίξω. Ίσως κανένας από τους αναγνώστες

μου θέλει να συγκινηθεί, άλλος να γελάσει. άλλος και

να καταραστεί τον αίτιο των παθημάτων μας.

Page 17: Μελέτες και πονήματα

16

Βρίσκεται τόση ποικιλία σ’ αυτόν τον παλιόκο-

σμο!…».1

Ο Καρκαβίτσας εργάστηκε ως γιατρός στο εμπορικό

ατμόπλοιο «Αθήναι» από 18.5.1892-29.12.1894.2

Ο παλιόκοσμος

Ο παλιόκοσμος στα Λόγια της Πλώρης εκπροσωπείται

κυρίως από καπετάνιους. εξαίρεση αποτελεί ο ναύτης

Γεράσιμος ο Κεφαλλονίτης στα «Πειράγματα». Χωρίς

να είμαι εξαντλητικός: Στη «Θάλασσα», το πρώτο

διήγημα της συλλογής, συναντούμε τον καπετάν Καλι-

γέρη: «Κάλλιο σκλάβος στ’ Αλιτζέρι - παρά με τον Καλι-

γέρη, έλεγαν για να δείξουν την απονιά του». Στη «Δι-

καιοσύνη της Θάλασσας» ο καπετάνιος του ‘Σωτήρα’

δεν προστρέχει σε βοήθεια στη γαλαξειδιώτικη γολέτα

του καπετάν Καρέλη. Στο «Βιοπαλαιστή» ο καπετάν

Σταμάτης Τραγούδας αναδεικνύεται σε ηθικό αυτουργό

της αυτοκτονίας του ανεψιού-ναύτη. Τελευταίο τρα-

νταχτό παράδειγμα, ο Πέτρος ο Πίπιζας, καπετάνιος κι

αυτός στους «Σφουγγαράδες»:

Page 18: Μελέτες και πονήματα

17

«Διαβολόσπορε!… Δούλευε, το Σταυρό σου!… Μέσα, το

Θεό σου, κεραταϊμ-κερατά! Αμή!… τα κατοστάρικα

ήξερες να τα πετάς σαν παλιόπανα στους βιολιτζήδες!»

Η ταξική κακοποίηση του απλού ναύτη σε όλο της το

μεγαλείο. Το κείμενο του Καρκαβίτσα φωνή διαμαρ-

τυρίας, αλλά και αντιπαράθεσης στις Νησιώτικες Ιστο-

ρίες του Αργύρη Εφταλιώτη (1894), λίγα χρόνια πριν

δημοσιευμένες.3

Απότομη προσγείωση στην Ιστορία

Όπως πρόσεξε ο Γιώργος Βαλέτας (1963) «…ο Καρκα-

βίτσας, αντίθετα με τους άλλους συγκαιρινούς του δημο-

τικιστές λογοτέχνες, που ακολουθούσαν τον Βενιζέλο,

σαν εκπρόσωπο των προοδευτικών τάσεων στην Ελ-

λάδα, σαν φορέα αναγέννησης του τόπου, παρουσίασε το

φαινόμενο μιας άκρας αντινομίας: να είναι προο-

δευτικός, αλλά να μάχεται στις γραμμές των παλαιο-

κομματικών».4

Page 19: Μελέτες και πονήματα

18

Η ιδεολογική αυτή αντινομία εμφανίζεται ανάγλυφα

και στα Λόγια της Πλώρης. Ο Μεγαλοϊδεατισμός του

είναι κάτι παραπάνω από έκδηλος σε ορισμένα κείμενα

της συλλογής, όπως λ.χ. στα μυθολογήματα5 «Οι

φρεγάδες», «Ο εκδικητής», «Θείον όραμα». Η ήττα,

ωστόσο, του 1897 φαίνεται να τον προσγειώνει απότο-

μα στην κοινωνική πραγματικότητα και στην Ιστορία.

Απόδειξη αποτελούν οι χρονολογίες γραφής των

αφηγημάτων της συλλογής.6 Όλα τα μυθολογήματα

της συλλογής γράφονται πριν από το 1897. Αντίθετα,

οκτώ από τα έντεκα διηγήματα γράφονται μετά το

1897.

Όταν η τεχνική εναρμονίζεται και υπηρετεί τη λογοτε-

χνική έκθεση του θέματος.

Ο Τοντόρωφ στην Ποιητική (1973) του αναφέρεται σε

ορισμένα αξιολογικά κριτήρια, όπως στην πολυφω-

νική-διαλογική αφήγηση που πρότεινε ο Μπαχτίν, στην

οπτική «μαζί» του Πουιγιόν, για να καταλήξει πως οι

κρίσεις αυτές είναι πάντα προσωπικές, εφόσον περιορί-

Page 20: Μελέτες και πονήματα

19

ζονται στη γνώση της δομής μόνο ενός έργου και δεν

λαμβάνουν υπόψη τη γνώση για το «γούστο» ή την

«ευαισθησία» των αναγνωστών κάθε εποχής.7

Όταν, ωστόσο, ένα κείμενο εξακολουθεί να διαβάζεται

εδώ και εκατό χρόνια, και κάποια κείμενα ακόμα μας

συγκινούν, όσο ατελής κι αν είναι η αξιολογική κρίση,

άλλο τόσο επιτακτική γίνεται η προσπάθεια να απα-

ντήσουμε στο ερώτημα «γιατί». Βασικό εργαλείο

θεωρώ το νόμο του Βάλτερ Μπένγιαμιν που προτάσσω

στην εργασία μου: «Το περιεχόμενο αλήθειας του έργου

είναι τόσο πιο έγκυρο όσο λιγότερο εντυπωσιακά και

περισσότερο ενδόμυχα είναι δεμένο με το θέμα του».

Ο Καρκαβίτσας πετυχαίνει το στόχο αυτό σε ορισμένα

μόνο διηγήματα, όπου χρησιμοποιεί διακριτικό αφηγη-

τή, δηλαδή κάποιον πρωτοπρόσωπο αφηγητή-αυτόπτη

μάρτυρα, μέλος του πληρώματος του καραβιού. Ο

διακριτικός αφηγητής δεν παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο

στην ιστορία, ούτε φυσικά ταυτίζεται με τον ήρωα.

Τέτοιους αφηγητές-αυτόπτες μάρτυρες συναντούμε στη

«Δικαιοσύνη της Θάλασσας», στην «Καπετάνισσα»,

στον «Κακότυχο», στην «Κακοσημαδιά» και με λιγό-

Page 21: Μελέτες και πονήματα

20

τερο επιτυχή τρόπο στα «Ναυάγια». Ο συγγραφέας,

βέβαια, χρησιμοποιεί μια ποικιλία αφηγητών: ενδο-

διηγητικούς αφηγητές μέσα σε τριτοπρόσωπη ή πρωτο-

πρόσωπη αφήγηση ή/και «δραματικούς απολόγους»8,

όπως στη «Θάλασσα» και στο «Γιούσουρι», όπου ο

αφηγητής ταυτίζεται με τον ήρωα που διεκτραγωδεί τις

περιπέτειές του.

Γιατί όμως ο καλά κρυμμένος διακριτικός αφηγητής

υπηρετεί καλύτερα τη λογοτεχνική έκθεση του θέμα-

τος; Το βασικό θέμα της συλλογής το δηλώνει ο ίδιος

ο Καρκαβίτσας στον Πρόλογό του: «Τον ποντοπλάνητο

ναύτη, την ανήσυχη θάλασσα και τη Μοίρα, αόρατη και

όμως πραγματική και παντοδύναμη, πάσχω να τους

σμίξω στο βιβλίο μου μέσα όπως είναι αχώριστοι και

στο ταξιδιάρικο ξύλο»9. Πράγματι, στα δέκα από τα

έντεκα διηγήματα10 έχουμε κάποιου είδους καταστρο-

φή (ναυάγιο, φόνος, αυτοκτονία, απώλεια περιουσίας,

διάλυση γάμου). Ο σχεδόν αόρατος διακριτικός αφηγη-

τής ταιριάζει απόλυτα σ’ αυτή τη θεματική. Η παντοδυ-

ναμία της Μοίρας γίνεται τόσο πιο έκδηλη όσο πιο

Page 22: Μελέτες και πονήματα

21

αδύναμη είναι η «φωνούλα» του διασωθέντος (από το

ναυάγιο) αφηγητή.

Από την προφορική λαϊκή λογοτεχνία στην αστική

πρόσληψη της γραπτής επεξεργασίας της.

Όσο ζούσε ο συγγραφέας, το έργο επανεκδόθηκε μόνο

μία φορά στα 1918-1919. Ίσως ο στόχος να ήταν, αρχι-

κά, ο «εκλαογραφισμός της λογοτεχνίας»11. Σύμφωνα

με το Γιώργο Βελουδή όμως: «Το μεγάλο κύμα της

αποθέωσης και της εκμετάλλευσης της ‘λαϊκής λογο-

τεχνίας’ από τον ‘μη λαό’ στα χρόνια 1880-1914 συνέ-

πεσε με το λυτρωτικό-επεκτατικό κίνημα του ελληνικού

αστισμού, που κορυφώθηκε στους Βαλκανικούς Πολέ-

μους (1912-1913) και στόχευε στην επιστράτευση του

‘λαού’ στην ‘κοινή’, ‘εθνική πολιτική’»12. Από την άλ-

λη, όμως, εμφανίζονται στο έργο του Καρκαβίτσα και

‘ήρωες’, όπως ο πρωταγωνιστής-αφηγητής στο «Γιού-

σουρι» που «δε θαλασσοδέρνονται παρά για το καρ-

βέλι».

Page 23: Μελέτες και πονήματα

22

Σημειώσεις

1. Α. Καρκαβίτσα, Άπαντα. Φιλολογική παρουσίαση-επι-

μέλεια: Στράτος Χωραφάς. Αθ.: Καππόπουλος 1973, τ. Α΄,

18 και τ. Δ΄, 476.

2. Νίκος Α. Τσούρας, Διαβάζω(306)/1993,41.

3. Το ζήτημα της συγκριτικής γραμματολογικής διερεύ-

νησης παραμένει ανοιχτό και προς άλλες κατευθύνσεις. Για

τη σχέση με τη λαϊκή παράδοση: Επαμεινώνδας Γ. Μπα-

λούμης, Α. Καρκαβίτσας: Ο ανατόμος της λαϊκής κοινό-

τητας. Αθ.: Ελληνικά Γράμματα 1999.

4. Γιώργος Βαλέτας, «Ανέκδοτα πολιτικοσατιρικά ποιήματα

του Καρκαβίτσα και ο αδιάλλαχτος αντιβενιζελισμός του»:

Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά 1963, 48. Το δημοσίευμα

εντόπισε ο φίλος Βασίλης Αγγελόπουλος.

5. Για τη διάκριση μυθολογήματα-διηγήματα και την αφη-

γηματική αλυσίδα που σχηματίζουν: Ξ.Α. Κοκόλης (1984)

στη μελέτη μου για τους «Αφηγηματικούς Όρους στα Λόγια

της Πλώρης», Διαβάζω (371)/1997, 34-38.

6. Άλλη μια οφειλή στον Ξ.Α. Κοκόλη που αναζήτησε και

γενναιόδωρα μου παραχώρησε τις χρονολογίες γραφής των

αφηγημάτων που περιέχονται στα Λόγια της Πλώρης: 1893

Page 24: Μελέτες και πονήματα

23

«Καβομαλιάς», «Ο Κάτω Κόσμος»/ 1894: «Οι φρεγάδες»,

«Το βασιλόπουλο», «Γέρακας», «Κακοσημαδιά», «Το

γιούσουρι», «Η δικαιοσύνη της θάλασσας»/ 1895 «Θείον

όραμα», «Η Γοργόνα», «Οι κουρσάροι»/ 1896 «Ο εκδικη-

τής»/ 1897 «Πειράγματα»/ 1898 «Η θάλασσα», «Οι

σφουγγαράδες», «Η καπετάνισσα», «Κακότυχος», «Βιοπα-

λαιστής», «Τελώνια»/ 1899 «Ναυάγια».

7. Τσβετάν Τοντόρωφ, Ποιητική, μετάφραση: Αγγέλα Κα-

στρινάκη. Αθ.: Γνώση 1989, 112-120. Χρήσιμη για το

ζήτημα της αξιολόγησης των λογοτεχνικών έργων και η

μελέτη της Barbara Hernstein Smith, «Value/Evaluation»

στον τόμο: Frank Lentricchia και Thomas McLaughlin

(επιμ.), Critical Terms for Literary Study, The University of

Chicago Press 1990, 177-185.

8. Για τον δραματικό απόλογο: Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, Η

λειτουργική μηχανή της ποίησης, μνήμη και λήθη. Πανε-

πιστήμιο Κύπρου 1996, 20-25 και Γιάννης Δάλλας, «Ο

Κρητικός του Σολωμού», Πόρφυρας (88)/1998, 168-172.

9. Α. Καρκαβίτσα, Άπαντα, Εισαγωγή-επιμέλεια: Νίκη Σιδε-

ρίδου. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος 1973, τ. Β΄, 439.

10. Τα διηγήματα αυτά είναι: «Η θάλασσα», «Η δικαιοσύνη

της θάλασσας», «Βιοπαλαιστής», «Οι σφουγγαράδες», «Η

Page 25: Μελέτες και πονήματα

24

καπετάνισσα», «Κακότυχος», «Πειράγματα», «Κακοση-

μαδιά», «Ναυάγια», «Τελώνια». Μόνο στο «Γιούσουρι» δεν

συναντούμε κάποια καταστροφή. Εκεί ο αφηγητής-πρωτα-

γωνιστής αυτοειρωνεύεται γέρος πια, για την ανεπιτυχή

απόπειρα μυθοκτονίας, την εποχή που ήταν νέος, να κόψει

το δέντρο του βυθού (δηλαδή το γιούσουρι του Βόλου).

11. Για τον όρο «εκλαογραφισμός της λογοτεχνίας»: ΄Αλκη

Κυριακίδου-Νέστορος, Η θεωρία της ελληνικής λαογραφίας,

Αθ. 1978, 84.

12. Γιώργος Βελουδής, Ψηφίδες για μια θεωρία της λογο-

τεχνίας, Αθ.: Γνώση 1992, 57.

Η εργασία μου οφείλει πολλά στη συνδρομή του Ξ.Α.

Κοκόλη. Συνέβαλαν όμως και ο φίλος Βασίλης Αγγελόπουλος

και οι μαθητές μου στο Γυμνάσιο Παλαιοχώρας (1997-1998).

(Ευγνωμοσύνη οφείλω -για τη στήριξη που μου παρείχαν στη

θητεία μου στο Ναυτικό- στους γιατρούς Βαγγέλη Συκουτρή

και Αρκάδη Ρουσάκη.)

Page 26: Μελέτες και πονήματα

25

Αφηγηματικοί όροι στα Λόγια της Πλώρης

του Αντρέα Καρκαβίτσα*

Η συλλογή Λόγια της Πλώρης του Καρκαβίτσα περιέχει

είκοσι αφηγήματα. Τη σειρά των είκοσι αυτών αφηγη-

μάτων την έδωσε ο ίδιος ο Καρκαβίτσας. Το βιβλίο

εκδόθηκε όσο ζούσε ο συγγραφέας, πρώτη φορά στα

1899 και δεύτερη στα 1918-1919. Έκτοτε έχουμε επα-

νεκδόσεις που ακολουθούν πιστά τη σειρά της α΄ και β΄

έκδοσης.

Η Σιδερίδου στην έκδοση των Απάντων του Καρκα-

βίτσα, σημειώνει στην «Εισαγωγή» της ότι ο συγγρα-

φέας δεν ακολούθησε στη συλλογή τη χρονική σειρά

γραφής των διηγημάτων, δεν προέβη σε κριτικό ξεκα-

θάρισμα και τη συλλογή δεν τη διακρίνει «ειδολογική

τάξη».1

Πράγματι, τα αφηγήματα δεν παρατάσσονται στον

τόμο σύμφωνα με τη χρονολογία γραφής ή δημοσίευ-

Page 27: Μελέτες και πονήματα

26

σής τους και δεν ανήκουν όλα στο ίδιο είδος. Αυτό ση-

μαίνει, όπως θα δείξω παρακάτω, ότι δεν είναι όλα

διηγήματα, μολονότι ο ίδιος ο Καρκαβίτσας έχει βάλει

τον υπότιτλο «θαλασσινά διηγήματα».

Εκείνο που δεν καταλαβαίνω είναι γιατί η Σιδερίδου

συμπεραίνει ότι ο Καρκαβίτσας δεν προέβη σε «κριτι-

κό ξεκαθάρισμα», εφόσον η ίδια μας πληροφορεί ότι ο

Καρκαβίτσας προχώρησε σε αλλαγές2, που τις υπαγό-

ρευσε η έκδοση των πεζογραφημάτων του στον ίδιο

τόμο.

Είναι επίσης βέβαιο ότι ο Καρκαβίτσας απέκλεισε από

τη συλλογή, για άγνωστους ή δυσδιάκριτους λόγους,

διηγήματα που θα μπορούσε λόγω κοινής θεματικής να

τα συμπεριλάβει. Ένα παράδειγμα αποτελεί το διήγημα

«Στα πέλαγα» που πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημ.

Εστία στα 1898, αλλά ο Καρκαβίτσας το εκδίδει στην

τελευταία του συλλογή, στα Διηγήματα του Γυλιού

(1922), όπου εμφανίζεται με τον τίτλο «Πάσχα στα

πέλαγα».

Page 28: Μελέτες και πονήματα

27

Αν και η Σιδερίδου παρατηρεί ότι τα Λόγια της Πλώρης

δεν έχουν ειδολογική τάξη, ωστόσο, όπως υποστήριξε

στις προφορικές παραδόσεις του ο Ξ.Α. Κοκόλης στα

1984, η συλλογή έχει μια συγκεκριμένη άρθρωση.

(Από εδώ και πέρα οι παρατηρήσεις εκείνες του Κοκό-

λη σημειώνονται με το όνομά του σε παρένθεση). Για

να μπορεί ο αναγνώστης να παρακολουθήσει ευχε-

ρέστερα όσα θα ακολουθήσουν, πρέπει σ’ αυτό το ση-

μείο να παραθέσω τη σειρά με την οποία παρουσιά-

ζονται στη συλλογή τα αφηγήματα:

1. Η θάλασσα

2. Οι φρεγάδες

3. Η δικαιοσύνη της θάλασσας

4. Το βασιλόπουλο

5. Βιοπαλαιστής

6. Ο εκδικητής

7. Οι σφουγγαράδες

8. Καβομαλιάς

Page 29: Μελέτες και πονήματα

28

9. Η καπετάνισσα

10. Θείον όραμα

11. Κακότυχος

12. Ο Κάτω Κόσμος

13. Πειράγματα

14. Γέρακας

15. Κακοσημαδιά

16. Η Γοργόνα

17. Ναυάγια

18. Οι κουρσάροι

19. Τελώνια

20. Το γιούσουρι

Όσα αφηγήματα αντιστοιχούν σε μονό αριθμό είναι

διηγήματα. Η πλοκή δηλαδή αυτών των αφηγημάτων

είναι επινόηση του συγγραφέα. Αντίθετα, όσα αντι-

στοιχούν σε ζυγό αριθμό, είναι μυθολογήματα3, αφη-

Page 30: Μελέτες και πονήματα

29

γήματα με λογοτεχνικά επεξεργασμένο μύθο, εκτός

από το τελευταίο, «Το γιούσουρι», που ανήκει στην κα-

τηγορία των διηγημάτων (Κοκόλης).

Στα καθαυτό διηγήματα η εύρεση και η διάταξη των

αφηγηματικών συστατικών ανήκουν στο συγγραφέα.

Αντίθετα στα μυθολογήματα η εύρεση, ο μύθος, δεν

είναι του συγγραφέα, αλλά ούτε και η διάταξη, η πλο-

κή, είναι ολότελα δική του. Το μόνο που κάνει ο

συγγραφέας είναι μια λεπτή λεκτική και υφολογική

επεξεργασία γνωστών λαϊκών μύθων.

Στα μυθολογήματα ο Καρκαβίτσας ακολουθεί πιστά το

μύθο, δραματοποιώντας τον. Επίσης προσθέτει ένα

πλαίσιο αναπλάθοντας τη διαδικασία της προφορικής

αφήγησης μέσα στο καράβι. Το τσούρμο του καραβιού

στον «Καβομαλιά» είναι το ίδιο με το τσούρμο στα

διηγήματα «Η δικαιοσύνη της θάλασσας», «Πειράγμα-

τα» και στο μυθολόγημα «Θείον όραμα». στο κοινό

τσούρμο, για τα τέσσερα αφηγήματα που προανέφερα,

άλλοτε πρωταγωνιστικό και άλλοτε δευτεραγωνιστικό

ρόλο παίζουν ο Κώστας ο θερμαστής και ο Μπάρμπα-

Γιώργος ο ναύκληρος (Κοκόλης).

Page 31: Μελέτες και πονήματα

30

Το αφηγηματικό πλαίσιο με το οποίο περιβάλλει ο

Καρκαβίτσας τους μύθους εξυπηρετεί δύο βασικούς

στόχους: α) την αναπαράσταση της αφηγηματικής

διαδικασίας μέσα στο καράβι4 και β) την εναρμόνιση

των μυθολογημάτων με την υπόλοιπη συλλογή. γι’

αυτόν εξάλλου το λόγο ο Καρκαβίτσας επιλέγει πρό-

σωπα που τα συναντούμε και σε άλλα μέρη της συλ-

λογής.

Τα διηγήματα, σε αντίθεση με τα μυθολογήματα, είναι

εξιστορήσεις αληθοφανών συμβάντων.

Όταν λοιπόν η Σιδερίδου (1973) παρατηρεί ότι η

συλλογή Λόγια της Πλώρης δεν έχει ειδολογική τάξη,

υποθέτω πως αναφέρεται στην έλλειψη ομοιομορφίας

που παρουσιάζει η συλλογή. Παρατηρεί δηλαδή ότι η

συλλογή διηγημάτων δεν περιέχει μόνο διηγήματα. Ο

Ξ.Α. Κοκόλης (1984) παρατηρεί την άρθρωση της

συλλογής, την εναλλαγή δύο διαφορετικών ειδών,

διηγημάτων και μυθολογημάτων, και την παράβαση

αυτού του κανόνα της εναλλαγής στο τελευταίο

αφήγημα της συλλογής. Αυτού του είδους τη συλλογή

διηγημάτων, συλλογή με σταδιακή ενοποίηση εκ

Page 32: Μελέτες και πονήματα

31

μέρους του συγγραφέα, ο F. L. Ingram (1971) ονόμασε

κύκλο διηγημάτων και υποστήριξε πως αποτελεί

αυτόνομο λογοτεχνικό είδος5.

Ο κοινός αφηγητής

Σε τρία αφηγήματα της συλλογής -«Η θάλασσα»,

«Καβομαλιάς», «Το γιούσουρι»- συναντούμε κοινό

αφηγητή (Κοκόλης). Ο αφηγητής ονομάζεται Γιάννης

(Γκάμαρος στο «Γιούσουρι», Χούρχουλας στον «Κα-

βομαλιά», Γιάννης σκέτα στη «Θάλασσα»). Ο αφη-

γητής είναι κοινός σ’ αυτά τα τρία αφηγήματα όχι μόνο

λόγω συνωνυμίας, αλλά και γι’ άλλους λόγους:

α) Οι Γιάννηδες του πρώτου και του τελευταίου διη-

γήματος («Η θάλασσα», «Το γιούσουρι») δεν είναι μό-

νον αφηγητές, αλλά και πρωταγωνιστές. Ο Καρκα-

βίτσας αποφεύγει σε όλα τα υπόλοιπα αφηγήματα τη

σύμπτωση αφηγητή-πρωταγωνιστή.

β) Για τον Γιάννη του «Καβομαλιά» συνηγορεί για το

ρόλο του ως δεξιοτέχνη αφηγητή ένα εκτενές αυτο-

Page 33: Μελέτες και πονήματα

32

σχόλιο του συγγραφέα6, το οποίο μάλιστα οδηγεί στο

συμπέρασμα ότι αυτός ο τύπος του αφηγητή -ο

Γιάννης- είναι ένα αφηγηματικό ego του Καρκαβίτσα.

Ένα alter ego είναι ο Κώστας ο θερμαστής (Κοκόλης).

Το αφηγηματικό πλαίσιο

Τα διηγήματα της συλλογής, (όσα αντιστοιχούν σε

μονούς αριθμούς και το Νο 20), είναι όλα αφηγήματα

καταστροφής, εκτός από το πρώτο («Η θάλασσα») και

το τελευταίο («Το γιούσουρι»). Τα δύο αυτά διηγήματα

μαζί με τον Πρόλογο7 λειτουργούν ως ένα ενοποιητικό

αφηγηματικό πλαίσιο.

Ο χώρος και ο χρόνος

Ο χώρος είναι κοινός σ’ όλη τη συλλογή. Εκτείνεται

από τη Μαύρη Θάλασσα ως την Άσπρη Θάλασσα (=

Μεσόγειο). Τοπογραφικοί δείκτες τα φημισμένα λιμά-

νια της εποχής 1830-1893. Κέντρο ακτινοβολίας τα

νησιά του Αιγαίου απ’ όπου κατάγονται όλοι σχεδόν οι

Page 34: Μελέτες και πονήματα

33

ήρωες. Η μόνη χρονολογία εντός του βιβλίου εντο-

πίζεται στους «Σφουγγαράδες»: 1876. Η χρονολογία

αυτή θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια μέση χρονική,

αν υποθέσουμε πως όλα τα διηγήματα έχουν κοινή

χρονική τοποθέτηση ανάμεσα στα 1830 (τέλος του

Αγώνα) και 1893 (αρχή γραφής των διηγημάτων). Όσο

για τα μυθολογήματα βρισκόμαστε στη χρονική

ασάφεια του μύθου, που καλύπτει τόσο τη διαχρονία

όσο και τη συγχρονία.

Στα Λόγια της Πλώρης ο βιολογικός χρόνος απωθείται

διπλά: είτε από το χρόνο της δοκιμασίας και της

καταστροφής είτε από το χρόνο του μύθου.

Ο τίτλος

Για τον τίτλο της συλλογής μάς πληροφορεί ο ίδιος ο

Καρκαβίτσας στα 1893 πως, όσο ήταν γιατρός στο

ατμόπλοιο «Αθήναι», καθόταν συχνά στην πλώρη του

καραβιού με τους ναύτες και τους θερμαστάδες κι

άκουγε προσεκτικά τα λόγια τους.8

Page 35: Μελέτες και πονήματα

34

Σημειώσεις

1. Α. Καρκαβίτσα, Άπαντα. Εισαγωγή-επιμέλεια: Νίκη

Σιδερίδου. Αθ.: Ζαχαρόπουλος 1973, τ. Α΄, 5.

2. ό.π.

3. Την ειδολογική διαπλοκή στα Λόγια της Πλώρης παρα-

τηρούν η Σιδερίδου (Αντρέας Καρκαβίτσας: Μελέτη. Αθ.:

1959, 202), η οποία διακρίνει έξι διηγήματα «κατά παρά-

δοσιν» («Οι φρεγάδες», «Το βασιλόπουλο», «Καβομαλιάς»,

«Θείον όραμα», «Ο Κάτω κόσμος», «Η Γοργόνα»), ο Peter

Mackridge που διακρίνει διηγήματα με περιπέτειες

θαλασσινών και αφηγήσεις λαϊκών παραδόσεων («The tex-

tualisation of place in Greek Fiction, 1883-1903», Journal of

Mediterranean Studies (2)/1992, 158) και η ΄Ερη Σταυ-

ροπούλου που εντοπίζει εννιά διηγήματα «κατά παράδοση»

και επισημαίνει ότι «τα μισά περίπου [διηγήματα βρί-

σκονται] σε σχεδόν κανονική εναλλαγή με τα υπόλοιπα»

(«Α. Καρκαβίτσας». Στην ανθολογία: Η Παλαιότερη Πεζο-

γραφία μας: 1880-1900, τ. 8. Αθ.: Σοκόλης, 202-σημ.35. Τα

αφηγήματα που θεωρεί «κατά παράδοση»: «Οι φρεγάδες»,

«Το βασιλόπουλο», «Ο εκδικητής», «Καβομαλιάς», «Ο

Κάτω κόσμος», «Κακοσημαδιά», «Η Γοργόνα», «Τελώνια»

και «Το γιούσουρι»). Οι Σιδερίδου, Mackridge, Σταυρο-

Page 36: Μελέτες και πονήματα

35

πούλου και Κοκόλης συγκλίνουν στο ίδιο γενικό συμπέ-

ρασμα, μολονότι αποκλίνουν στο ποια είναι μυθολογήματα

ή διηγήματα κατά παράδοση και ποια όχι. (Στον Mackridge

η παρατήρησή του είναι γενική.)

4. Για το αφηγηματικό πλαίσιο στη νεοελληνική πεζογραφία

και τη λειτουργία του: Δ. Τζιόβας, Μετά την Αισθητική. Αθ.:

Γνώση 1987, 87 κ.ε.

5. Forrest L. Ingram, Representative Short Story Cycles of

the Twentieth Century, Paris 1971, σελ. 13-45 και 200-203.

Η συλλογή Λόγια της Πλώρης δεν διακρίνεται μόνο από

θεματική ενότητα, ήρωες και αφηγητές που επανεμ-

φανίζονται, αλλά και από κοινές αφηγηματικές ακολουθίες,

όπως συμβαίνει σε έξι διηγήματα: «Η θάλασσα», «Η

δικαιοσύνη της θάλασσας», «Η καπετάνισσα», «Κακό-

τυχος», «Ναυάγια» και «Τελώνια», όπου παρατηρείται η

ίδια ακριβώς ακολουθία: διατάραξη των καιρικών συνθηκών

-απόπειρα αποτροπής της συμφοράς με θρησκευτικές ή

δεισιδαιμονικές τελετουργικές πράξεις- ναυάγιο. Μια προ-

σεκτικότερη ανάγνωση των κειμένων της συλλογής ίσως

αποκάλυπτε και άλλες κοινές αφηγηματικές ακολουθίες.

Page 37: Μελέτες και πονήματα

36

6. Το αυτοσχόλιο είναι από «Ο Γιαννός ο Χούρχουλας είχε

τη μανία να διηγείται» έως «Κ’ ήθελε μόνο να τον ακούει το

πλήρωμα»: Α. Καρκαβίτσα, Άπαντα, ό.π., τ. Β΄, 500-501.

7. Ο Πρόλογος εμφανίζεται μόνο στην α΄ έκδοση, του 1899:

Α. Καρκαβίτσα, Άπαντα, ό.π., τ. Β΄, 439.

8. Α. Καρκαβίτσα, Άπαντα. Φιλολογική παρουσίαση-επιμέ-

λεια: Στράτος Χωραφάς. Αθ.: Καππόπουλος 1973, τ. Α΄, 18

και τ. Δ΄, 476.

* Ευχαριστίες οφείλω στον Ξ.Α. Κοκόλη που μου

παραχώρησε το δικαίωμα χρήσης των ερευνητικών

πορισμάτων του για τα Λόγια της Πλώρης και για τις

συμβουλές του το 1996, όταν ξανάγραψα την εργασία μου

για να τη δημοσιεύσω. Στη Λ. Τσιριμώκου που διάβασε

προσεκτικά την πρώτη μορφή της εργασίας μου και τη

διόρθωσε σε αρκετά σημεία το 1987-1988.

Page 38: Μελέτες και πονήματα

37

Για τους αντιήρωες του Αν. Καρκαβίτσα

και τη μαύρη αφανή κλωστή

Στην πεζογραφία του Καρκαβίτσα το θέμα της

κοινωνικής ένταξης είναι κεντρικό. Πολλοί «ήρωές»

του ανήκουν στο περιθώριο ή σε μια γκρίζα περιοχή,

όπου αγωνίζονται για τη φυσική, την οικονομική την

κοινωνική τους επιβίωση και συνθλίβονται στην προ-

σπάθειά τους να ευτυχήσουν μέσα σε μια κοινωνία

όπου κυβερνά η κερδοσκοπία, η τοκογλυφία, το

πολιτικό «πελατειακό» σύστημα, η έλλειψη δικτύων

κοινωνικής προστασίας1. Στην γκρίζα περιοχή της

κοινωνίας ανήκουν και όλοι οι ναυτικοί «ήρωές» του

(Λόγια της Πλώρης). Σύμφωνα με τον Dawkins, δεν

ήταν εύκολο να συναναστραφείς έλληνες νησιώτες στα

1904, αν ανήκες σε άλλον κοινωνικό χώρο. «Ήταν

άνθρωποι έξυπνοι, σβέλτοι, προοδευτικοί, δραστήριοι,

αλλά με μικρή επαφή με το σύγχρονο κόσμο»2.

Page 39: Μελέτες και πονήματα

38

Η καταγγελία του πολιτικού «προστατευτικού» συ-

στήματος αποτελεί το κεντρικό θέμα στα διηγήματα «Ο

αποσπασματάρχης», «Ηρώων τέκνα», «Ο Κυρίαρχος».

Ο Ζητιάνος (γρ. 1895-1896) ξεχωρίζει επίσης, γιατί

παρουσιάζει έναν περιθωριακό να εκμεταλλεύεται μια

μικρή κοινότητα αγροτών που τους έχει παραλύσει η

αμάθεια και η δεισιδαιμονία από τη μια, το αγροτικό

ζήτημα και η στάση υποτέλειας προς τους Τούρκους

από την άλλη. Αξίζει, όμως, να σημειωθεί ότι στην

Αθήνα του 1890 η επαιτεία, η απάτη και η εγκλη-

ματικότητα βρίσκονταν σε έξαρση3. Όλα αυτά, βέβαια,

πηγάζουν και από τους στόχους του νατουραλισμού,

στο πλαίσιο του οποίου κινείται μεγάλο μέρος της

λογοτεχνικής πεζογραφίας του Καρκαβίτσα.

Το διήγημα, ωστόσο, που ξεχωρίζει για τον αντιήρωά

του είναι «Το μαγεμένο κουτί», γιατί μπορεί να δια-

βαστεί και ως αυτοαναφορικό κείμενο, όπου ο συγγρα-

φέας υπερασπίζεται την τέχνη του. Οι φήμες θέλουν ο

μπαρμπα-Παναγιώτης να έχει πάρει την εφεύρεση από

τον Αράπη του παραμυθιού, όπως άλλωστε οι περισ-

σότεροι κριτικοί και μελετητές του Καρκαβίτσα ήθελαν

Page 40: Μελέτες και πονήματα

39

τα κείμενά του γέννημα–θρέμμα της λαογραφίας. Σ’

αυτό το διήγημα ο «ήρωας» κατάδικος μπάρμπα

Παναγιώτης έχει εφεύρει ένα θαυμαστό μηχανισμό.

τέσσερα νευρόσπαστα σ’ ένα κουτί χορεύουν στους

ήχους του μπουζουκιού του: «Πώς το κατόρθωσε δική

του δουλειά. Φτάνει που το κατόρθωσε». Στον πυρήνα

έμπνευσης του διηγήματος, στο ταξιδιωτικό «Νυκτε-

ρινή διασκέδασις», πληροφορούμαστε την πραγματική

ιστορία: «επενόησε και κατήρτισε τον νευροσπαστικόν

του χορόν, τον οποίον υπέβαλε εις τους τόνους του

μπουζουκίου του όχι διά τροπαρίων της Σολωμονικής,

αλλά διά της μαύρης αφανούς κλωστής, συνδεούσης

την κρούουσαν χείρα μετά του μηχανήματος των

νευροσπάστων»4.

Page 41: Μελέτες και πονήματα

40

Σημειώσεις

1. Αντιήρωες συναντούμε στα: «Ο Αφωρισμένος», «Ο

τυφλός μοναχός», «Η μητρυιά», «Το μαγεμένο κουτί», «Ο

εβυθός», «Πειράγματα», «Η Πατρίδα», «Νέοι θεοί», Τρεις

κι ο Χάρος», για να επιμείνω μόνο σε κάποια όπου είναι

πολύ έντονη η παρουσία τους.

2. Λουκάτος, Δημήτριος (1997): «Παραμυθάδες στα πλη-

ρώματα των ελληνικών πλοίων». Μετάφραση από τα

γαλλικά: Ελένη Τσιάλτα. Στον τόμο: Κούλα Κουλουμπή-

Παπαπετροπούλου (επιμ.), Η Τέχνη της Αφήγησης. Αθήνα:

Πατάκης, σελ.37.

3. Gallant, Thomas W. (2001): Modern Greece. London:

Arnold, σελ. 111-112.

4. Άπαντα Καρκαβίτσα, τ. 3ος, με επιμ. Ν. Σιδερίδου (1973).

Αθήνα: Ζαχαρόπουλος, σελ. 1587. Το «Νυκτερινή διασκέ-

δασις» δημοσιεύτηκε το 1889. «Το μαγεμένο κουτί»

εμφανίζεται στη συλλογή Διηγήματα του Γυλιού (1922).

Page 42: Μελέτες και πονήματα

41

Η ανθολόγηση έργων του Καρκαβίτσα

στην (Ελλαδική) Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση

(1913 –2003)

(Μια πρώτη παρουσίαση των κυριότερων ευρημάτων

της βιβλιογραφικής έρευνας.*)

Το ιστορικό πλαίσιο της ανθολόγησης του Καρκαβίτσα

στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση

Αξίζει να σημειωθεί ότι στα 1908-1911 στο Ανώτερο

Παρθεναγωγείο Βόλου ο Αλέξανδρος Δελμούζος διδά-

σκει, μεταξύ άλλων, αρκετά διηγήματα του Καρκα-

βίτσα. Το 1913 για πρώτη φορά κείμενο του Καρκα-

βίτσα περιλαμβάνεται στα ΝΑ (= Νεοελληνικά Αναγνώ-

σματα) του Ν. Μπέρτου. Έκτοτε κείμενά του θα περι-

ληφθούν σε όλες τις σειρές ΝΑ και ΚΝΛ (= Κειμένων

Νεοελληνικής Λογοτεχνίας) όσες κυκλοφόρησαν στα

σχολεία. Σύμφωνα με τη Λίνα Κουντουρά οι σειρές

αυτές είναι εννιά: α) 1884-1909, β) 1909-1912, γ)

Page 43: Μελέτες και πονήματα

42

1913-1917, δ) 1917-1929, ε) 1930-1938, στ) 1938/39-

1950, ζ) 1950-1956, η) 1956-1976 και θ) 1977/1983-

2001.

Το 1923 το μάθημα των Νέων Ελληνικών

αναβαθμίζεται σε «ιδιαιτέρως βαθμολογούμενον» και

στα 1927-1928 πρωτεύον (μαζί με τα Αρχαία Ελληνικά

και τα Μαθηματικά). Τα ΝΑ επεκτείνονται στη Γ΄ και

Δ΄ γυμνασίου. Στα γραπτά διαγωνίσματα ωστόσο οι

μαθητές εξετάζονταν μόνο στην έκθεση. Στα 1930-

1931 τα ΝΑ επεκτείνονται σε όλες τις τάξεις του

γυμνασίου, δηλαδή του σημερινού γυμνασίου και λυ-

κείου. Ο νόμος 5045/1931 -συντάκτης ο Μίλτος Κου-

ντουράς- προβλέπει ίδρυση βιβλιοθήκης σε κάθε σχο-

λείο, διδακτικά βιβλία, βοηθήματα, ελεύθερα αναγνώ-

σματα. Ο Ζητιάνος του Καρκαβίτσα προτείνεται για

τους μαθητές της Δ΄ γυμνασίου [= Α΄ λυκείου].

Ανανεωτικό πνεύμα παρατηρείται στα ΝΑ της μεταρ-

ρύθμισης του 1929, ενώ από το 1935 αρχίζει η οπισθο-

δρόμηση που θα ενταθεί με τον Ν. 770 του 1937. Από

τότε ανοίγει και επίσημα ο δρόμος στις διασκευές. Τις

πιο ακραίες επεμβάσεις στα κείμενα του Καρκαβίτσα

Page 44: Μελέτες και πονήματα

43

τις συναντούμε στα σχολικά ανθολόγια της δικτατορίας

του Μεταξά. Κείμενα γραμμένα στη δημοτική, «Η

θυσία» και «Πάσχα στα πέλαγα», διασκευάζονται και

μεταφέρονται στην καθαρεύουσα: «Πώς εσώθη το

Μεσολόγγιον» και «Πάσχα εις το πέλαγος».

Το 1964 θεσπίζεται να εξετάζονται οι μαθητές σε ολό-

κληρα λογοτεχνικά κείμενα στις εισιτήριες εξετάσεις

στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα. Αυτό, ωστόσο,

ίσχυσε μόνο στις εξετάσεις του καλοκαιριού του 1966,

με ξεχωριστό βιβλίο, όπου μεταξύ άλλων συμπερι-

λήφθηκαν και τα διηγήματα «Ναυάγια» και «Το γιού-

σουρι» του Καρκαβίτσα. Η σειρά ΝΑ του 1956 χρησι-

μοποιήθηκε και στη διάρκεια της δικτατορίας (1967-

1974).

Το 1977 κυκλοφόρησε νέα σειρά με τίτλο Κείμενα Νεο-

ελληνικής Λογοτεχνίας (= ΚΝΛ) στην Α΄ και Β΄ γυμνα-

σίου. Το τελευταίο βιβλίο αυτής της σειράς, τα ΚΝΛ

της Γ΄ λυκείου, κυκλοφόρησε το 1984 (σχολική χρο-

νιά 1983-84). Παρέμειναν σε χρήση ως τη σχολική

χρονιά 2000-2001, για να κυκλοφορήσουν αναθεω-

ρημένα την επόμενη χρονιά. Στην αναθεώρηση αυτή

Page 45: Μελέτες και πονήματα

44

δεν σημειώνεται καμιά αλλαγή στην ανθολόγηση του

Καρκαβίτσα. Αν στα ανθολογημένα κείμενα του Καρ-

καβίτσα στα ανθολόγια του γυμνασίου εξακολουθεί η

μέθοδος των λογοκριτικών επεμβάσεων, δεν ισχύει το

ίδιο στα «Ναυάγια» και «Τα τυφλοπόντικα» που

ανθολογούνται στα ΚΝΛ του λυκείου. Στο τελευταίο

μάλιστα διήγημα (που δεν είχε ανθολογηθεί ξανά)

διακρίνουμε μια τάση ανανέωσης, εφόσον ο λόγος της

κοινωνικής και πολιτικής καταγγελίας, κατά κανόνα

εξοβελισμένος από το σχολείο, βρίσκει το ομόλογό του

στη λογοτεχνική έκφραση.

Το 2006 η σειρά των ΚΝΛ του γυμνασίου αντικατα-

στάθηκε με νέα σειρά, στην οποία ανθολογούνται δύο

κείμενα του Καρκαβίτσα: «Το μνήμα της μάνας» (Α΄

γυμνασίου) και ένα απόσπασμα από τον Ζητιάνο (Γ΄

γυμνασίου).

Επιλογή Βιβλιογραφίας

Βαρελάς Λάμπρος, «Τα νέα ΚΝΛ στη μέση εκπαίδευση»,

Φιλόλογος 112/2003, 325-331.

Γληνός Δημήτρης, Άπαντα, τ. Β΄ (1910-1914). Εκδοτική φροντίδα,

εισαγωγή, σημειώσεις Φίλιππος Ηλιού, Θεμέλιο 1983.

Page 46: Μελέτες και πονήματα

45

Δελμούζος Αλέξανδρος, Το Κρυφό Σκολειό (1908-1911). Γαλλικό

Ινστιτούτο 1950.

Κουντουρά Λίνα, Η Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στα

Εγχειρίδια της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (1884-1983): η

πρόσληψη και η αναπλαισίωσή της στη διάρκεια ενός αιώνα.

Διδακτορική Διατριβή. Θεσσαλονίκη, Α.Π.Θ., Φιλοσοφική Σχολή,

Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής 2002.

Κουντουράς Μίλτος, Κλείστε τα Σχολειά. (Εκπαιδευτικά Άπαντα) τ.

Α΄, επιμέλεια – σχόλια Αλέξης Δημαράς, Γνώση 1985

Τα πορίσματα της βιβλιογραφικής έρευνας

Tην περίοδο 1913-2003 ανθολογήθηκαν συνολικά 57

κείμενα του Καρκαβίτσα, από τα οποία κάποια

ανθολογήθηκαν περισσότερες φορές από μία. Το

σύνολο των ανθολογημένων κειμένων, είτε πρόκειται

για «παρθενική» ανθολόγηση είτε για την επανάληψη

μιας προγενέστερης ανθολόγησης, φτάνει τα 145. (Στις

μετρήσεις αυτές δεν περιλαμβάνονται οι ανατυπώσεις

των σχολικών ανθολογιών.)

Οι ανθολόγοι προτίμησαν κυρίως την Α΄ και Β΄ γυμνα-

σίου ως ηλικίες κατάλληλες για τη γνωριμία των μαθη-

Page 47: Μελέτες και πονήματα

46

τών με τη λογοτεχνία του Καρκαβίτσα. (58 βιβλιο-

γραφικές καταγραφές σε σύνολο 145), και τη Δ΄ γυμνα-

σίου (= σημερινή Α΄ λυκείου. 23 καταγραφές). Τα δέκα

κείμενα που ανθολογήθηκαν περισσότερο -κάποια με

διαφορετικό τίτλο (δίνεται σε αγκύλες), σε αποσπα-

σματική μορφή και αρκετές φορές παραποιημένα- είναι

τα εξής (σε παρένθεση δίνεται, αριθμητικά, η συχνό-

τητα ανθολόγησης):

«Η θάλασσα» (11, από τα Λόγια της Πλώρης)

«Η θυσία» [= «Πώς εσώθη το Μεσολόγγιον»] (11, από

τις Παλιές Αγάπες).

«Ο εκδικητής» [= «Η Τράπεζα της Αγια-Σοφιάς»] (9,

από τα Λόγια της Πλώρης).

«Οι σφουγγαράδες» (8, από τα Λόγια της Πλώρης)

«Η Γοργόνα» (8, από τα Λόγια της Πλώρης)

«Ανάστασις Βλάχων» [απόσπασμα του «Ο Αφωρι-

σμένος»] (8, από τα Διηγήματα)

Page 48: Μελέτες και πονήματα

47

«Ναυάγια» (7 από τα Λόγια της Πλώρης)

«Το γιούσουρι» (6 από τα Λόγια της Πλώρης)

«Θείον όραμα» (5, από τα Λόγια της Πλώρης)

«Σπαθόγιαννος» (5, από τα Διηγήματα και τα Διηγή-

ματα για τα Παληκάρια μας)

Αυτά τα 10 κείμενα καλύπτουν, ποσοτικά, περισσότερη

από τη μισή ανθολογημένη ύλη των έργων του

Καρκαβίτσα (78 βιβλιογραφικές καταγραφές σε

σύνολο 145). Τα κείμενα σε δημοτική είναι ασφαλώς

τα περισσότερα.

Αν ερευνήσουμε το ζήτημα των ειδολογικών

προτιμήσεων, παρατηρούμε την προτίμηση στο

διήγημα (114 βιβλιογραφικές καταγραφές σε σύνολο

145), αν και δεν λείπουν τα ιστορικά, οι περιγραφές, οι

επιστολές, οι μύθοι με ζώα. Αξιοσημείωτο είναι ότι

χρησιμοποιήθηκαν ελάχιστα, έστω και αποσπασματικά,

η Λυγερή και ο Ζητιάνος, και ποτέ ο Αρχαιολόγος: είναι

Page 49: Μελέτες και πονήματα

48

σαφές ότι οι ανθολόγοι θεώρησαν τα κείμενα αυτά

«δύσκολα» για τους μαθητές.

Δεν ανθολογήθηκαν ποτέ πολιτικά και κοινωνικά άρ-

θρα του, αλλά και τα σημαντικότερα ταξιδιωτικά του.

Οι αποκλεισμοί έχουν φανερές αιτίες: έντονη κοινω-

νική κριτική, ριζοσπαστικές απόψεις για το γλωσσικό

ζήτημα και τον πολιτισμό. Το αποτέλεσμα είναι να

δίνεται μια εικόνα της πεζογραφίας του Καρκαβίτσα

λειψή, εν μέρει παραπλανητική και, όπου έχουμε απο-

σπάσματα ή επεμβάσεις στα κείμενα, σαφώς παρα-

ποιημένη.

* Πληροφορίες για κείμενα του Καρκαβίτσα που ανθολογήθηκαν

πριν από το 1938 (1913-1937) δίνουν: η Νίκη Σιδερίδου (1973)

στον 4ο τόμο των Απάντων του Καρκαβίτσα (βλ. εκεί στη

«Βιβλιογραφία», σελ. 22-24). για το διάστημα 1938-1992, οι

Κιούσης και Σπανός στο αφιέρωμα στον Καρκαβίτσα του περ.

Διαβάζω, (306/3.3.1993, σελ. 67-73). Οι έρευνες αυτές

συμπληρώνονται, πάλι ελλιπώς, από τις εργασίες του Τόγια (1988

και 1990) και της Κουμπάρου-Χανιώτη (2000). Σημαντική αποδεί-

χθηκε, τέλος, η παράλληλη υπό δημοσίευση έρευνα (τώρα δημο-

σιευμένη, βλ. εδώ στις «Βιβλιογραφικές Αναφορές») του

Page 50: Μελέτες και πονήματα

49

Λάμπρου Βαρελά για το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, εφόσον

κάλυψε και τα κενά της δικής μου έρευνας. Πέρα από τις

φιλολογικές μαρτυρίες στάθηκε αναγκαίο να ερευνήσω σχολικά

ανθολόγια λογοτεχνίας στη βιβλιοθήκη του Ινστιτούτου Νεο-

ελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη), στο

Α.Π.Θ.. στις βιβλιοθήκες του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, της Σχο-

λής Μωραΐτη, του Ε.Λ.Ι.Α. και της Γενναδείου (Αθήνα)

Να ευχαριστήσω, κι από αυτή τη θέση, για την

επιστημονική συνδρομή τους τον Λάμπρο Βαρελά, τον

Γιώργο Κεχαγιόγλου, τον Ξενοφώντα Κοκόλη, τη Λίνα

Κουντουρά και την Ελένη Χοντολίδου.

Βιβλιογραφικές Αναφορές

Βαρελάς, Λάμπρος: Η νεοελληνική και μεταφρασμένη

λογοτεχνία στην ελλαδική δευτεροβάθμια εκπαίδευση (1884-

2001). Συνοπτική ιστορική θεώρηση και αποδελτίωση των

διδακτικών εγχειριδίων. Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας,

Θεσσαλονίκη 2007

Καρκαβίτσας, Α. (1973), Άπαντα τ. 1-4, επιμ. Νίκη

Σιδερίδου. Πρόλογος: Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος. Αθήνα:

Ζαχαρόπουλος.

Page 51: Μελέτες και πονήματα

50

Κιούσης Στ. και Σπανός Γιώργος Ι (1993): «Η θέση του Α.

Καρκαβίτσα στη Μέση Εκπαίδευση». Διαβάζω

306/(3.3.1993), 67-73.

Κουμπάρου-Χανιώτη, Χρυσάνθη (2000α): Τα σχολικά

εγχειρίδια των Νεοελληνικών Αναγνωσμάτων στη Μέση

Εκπαίδευση και η ιδεολογία τους (1917-1977). Αδημοσίευτη

διδακτορική διατριβή. Αθήνα: Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα

Φιλοσοφίας Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας.

Κουμπάρου-Χανιώτη, Χρυσάνθη (2000β): «Τα σχολικά

εγχειρίδια των Νεοελληνικών Αναγνωσμάτων». Φιλολογική

73, 59-64.

Σιδερίδου, Νίκη (1973): «Εισαγωγή», βλ. Α. Καρκαβίτσα,

Άπαντα τ. 1, 1-294 (ξεχωριστή σελιδαρίθμηση) και

«Βιβλιογραφία Α. Καρκαβίτσα», ό.π., τ. 4 στο τέλος, 1-63

(πάλι με ξεχωριστή σελιδαρίθμηση).

Τόγιας, Βασίλειος (1988, 1990): Το μάθημα των Νέων

Ελληνικών στη Μέση Εκπαίδευση: Ιστορική θεώρηση (1833-

1967), τ. Α΄- Β΄. Επιμ. Μαρία Κοκόλη. Θεσσαλονίκη: ΑΠΘ,

Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μανόλη

Τριανταφυλλίδη].

Page 52: Μελέτες και πονήματα

51

Συμπλήρωμα 1: Κείμενα του Καρκαβίτσα που ανθολογήθηκαν

στα σχολικά ανθολόγια λογοτεχνίας της δευτεροβάθμιας

εκπαίδευσης

Λόγια της Πλώρης: Η θάλασσα, Οι φρεγάδες, Ο εκδικητής, Η

Γοργόνα, Θείον Όραμα, Οι σφουγγαράδες, Κακοσημαδιά, Ναυά-

για, Το γιούσουρι.

Παλιές Αγάπες: Η γυναίκα, Το πάλαιμα, Η μάνα, Η κακή αδερφή,

Η θυσία, Τα τυφλοπόντικα, Η πατρίδα.

Διηγήματα: Ανάστασις Βλάχων [απόσπ. Ο Αφωρισμένος], Το

λαγκάδι του Μπάστα [απόσπ. Ο Αφωρισμένος], Σμάλτω [απόσπ.

Η φλογέρα του], Νέοι θεοί, Σπαθόγιαννος.

Διηγήματα για τα παληκάρια μας: Σπαθόγιαννος, Ο τυφλός

μοναχός, Η Χρυσαυγή, Η Ασήμω.

Διηγήματα του Γυλιού: Ο Κουρδοκέφαλος, Οι Καλικάντζαροι,

Πάσχα στα πέλαγα, Αγαθών αφθονία [= Ο Κλεφτοκοτά].

Ανέκδοτα: Το τιμόνι, Ο χαλασμός [= Η Μεγαχώρα].

Η Λυγερή (αποσπάσματα): Αγώνες Ιππικοί εν Ηλεία , Η οικία του

Καινούργιου

Ο Ζητιάνος (αποσπάσματα): Στα Τέμπη, Τα βότανα

Αναγνωστικό Γ΄ δημοτικού: Φιλοκτήτης, Δαίδαλος και ΄Ικαρος.

Page 53: Μελέτες και πονήματα

52

Αναγνωστικό Δ΄ δημοτικού [= Η Πατρίδα μας]: Το ναυτόπουλο [=

Για την προίκα της αδερφής] (, Αυτοθυσία μάνας [= Το μνήμα της

μάνας]. (τα δύο παραπάνω κείμενα είναι «παιδικά» διηγήματα). Ο

κρασοπούλος, Ο κότσυφας, Οι πονηριές της σουπιάς. (τα τρία

τελευταία κείμενα είναι μύθοι ζώων, επεξεργασμένοι λογο-

τεχνικά).

Αναγνωστικό Ε΄ δημοτικού: Με το σιδηρόδρομο.

Ιστορικά: Σταματάκης Ασφακιανός, Σουλιώτικη Απάθεια, Η

πατρίς του Ρήγα, Η νεότης του Αθανασίου Διάκου, Του Γκούγκα

το άθλον, Καπετάν Αγγελής Λιμνιώτης.

Άλλα: Τα καρτέρια (2), Αι Φυλακαί του Ναυπλίου: Ο Μιλτιάδης

(Α΄ Μέρος), Εκδρομή στους Δελφούς (2) [= Οι Δελφοί]

(ταξιδιωτικά), 3 επιστολές προς K. Dietrich [8.1.1897, 10.1.1898

και 21.5.1905], Η ανατολή του ηλίου από της κορυφής του

Κισσάβου (περιγραφή), Χριστούγεννα στο σταθμό του Ζυγού

(περιγραφή – ταξιδιωτικό)

Συμπλήρωμα 2: Διηγήματα του Α. Καρκαβίτσα που δεν

ανθολογήθηκαν ποτέ στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση

Στην καταγραφή αυτή απουσιάζουν τα διηγήματα από τα

Αναγνωστικά του Δημοτικού ή άλλα παιδικά αναγνώσματα. Δεν

ανθολογήθηκαν τα 45 από τα 75. Στην ανθολόγησή του στα ΝΑ

Page 54: Μελέτες και πονήματα

53

και στα ΚΝΛ, προτιμήθηκε ένα 40% (= 30 διηγήματα). (Ο

«Σπαθόγιαννος» μετρήθηκε καταχρηστικά δύο φορές, εφόσον

εμφανίζεται σε δύο συλλογές διηγημάτων.)

Λόγια της Πλώρης (ΛΠ): Η δικαιοσύνη της θάλασσας, Το

βασιλόπουλο, Βιοπαλαιστής, Καβομαλιάς, Η Καπετάνισσα,

Κακότυχος, Ο Κάτω Κόσμος, Πειράγματα, Γέρακας, Οι

κουρσάροι, Τελώνια. [11 από τα 20]

Παλιές Αγάπες (ΠΑ): Ο Εβυθός, Τα δύο σκέλεθρα, Κρυφός

Καημός, Η Μητρυιά, Ο Αποσπασματάρχης, Η Σμυρνιά, Ηρώων

Τέκνα, Θεός Αθάνατος. [8 από τα 15]

Διηγήματα (Δ): Γιάννος και Μάρω, Ημέραι της Γριάς. [2 από τα 6]

Διηγήματα για τα παληκάρια μας (ΔΠ): Ο λοχίας της Κούτρας, Ο

καπετάν Βέργας. [2 από τα 6]

Διηγήματα του Γυλιού (ΔΓ): Ευέλπιδες, Άρης φιλάνθρωπος,

Ακαμάτης Άγιος, Φραγκαβίλλα, Τζακ, Το σύγνεφο, Εύα, Το

μαγεμένο κουτί, Το Ζούδιο, Το Τάμμα. [10 από τα 14]

Ανέκδοτα: Το παιδί του χωριού, Τρεις κι ο Χάρος, Ο Κυρίαρχος,

Διαβόλοι στο γιαλό, Το τσαλαπάτημα, Κακιά νύμφη, Η γριά με τη

ρόκα της, Καθένας στη δουλειά του. [8 από τα 10]

Διηγήματα του Αρχαιολόγου: Πόθος και πόνος, Το Κόνισμα, Το

στοιχειό του σπιτιού της, Στις δόξες. [4 από τα 4]

Page 55: Μελέτες και πονήματα

54

Το αναγνωστικό κοινό και η αξιολόγηση των έργων

του Α. Καρκαβίτσα

(θεσμοί, μηχανισμοί και κριτήρια)

Μνήμη Ξ. Α. Κοκόλη

Σε ένα σύγχρονο Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στο

λήμμα «αξιολόγηση» διαβάζουμε ότι «η αξιολόγηση

συνιστά μια διαδικασία στην οποία εμπλέκονται -άμε-

σα ή έμμεσα, συνειδητά ή ασυνείδητα- όλοι όσοι έχουν

κάποια επαφή με τη λογοτεχνία, από τον πιο ανυπο-

ψίαστο αναγνώστη ως τον πλέον καταρτισμένο μελε-

τητή. Ακόμα και η επιλογή ενός συγκεκριμένου μέσου

αναγνώστη να διαβάσει ένα συγκεκριμένο βιβλίο αντί

για οποιοδήποτε άλλο είναι μια μορφή αξιολόγησης.»1

Στην εποχή μας έχει επικρατήσει η άποψη ότι «η αποτί-

μηση ενός λογοτεχνικού έργου δεν είναι ποτέ τελεσί-

δικη».2 «Όπως και η ίδια η λογοτεχνία, η αισθητική

αξία είναι μια κατηγορία λίγο πολύ σχετική, ασταθής

και ιστορικά εξαρτημένη. Άλλωστε ‘‘αξιολογώ ένα

Page 56: Μελέτες και πονήματα

55

έργο’’ σημαίνει ‘‘εκφράζω -έστω και έμμεσα- την

άποψή μου για την ίδια τη λογοτεχνία στο σύνολό

της’’».3 Το ζήτημα που συνδέεται άμεσα και ακολουθεί

είναι το ζήτημα των κριτηρίων. Τα αξιολογικά κριτήρια

ενός λογοτεχνικού έργου δεν είναι μόνον ενδοκει-

μενικά και αισθητικά. Ποικίλοι εξωλογοτεχνικοί παρά-

γοντες εμπλέκονται στη διαδικασία αξιολόγησης ενός

έργου. από τη μορφή της γλώσσας και την ιδεολογία

έως τους μηχανισμούς διακίνησης των κειμένων και

θεσμούς, όπως η εκπαίδευση. Η λογοτεχνική αξία

επομένως βρίσκεται στις σχέσεις που αναπτύσσονται

μεταξύ ενός έργου και των αναγνωστών του.

Η κλίμακα μορφών αξιολόγησης της B. Hernstein-Smith

Η θεωρητικός της λογοτεχνίας που αντιμετώπισε πιο

συστηματικά το ζήτημα της αξιολόγησης των λογο-

τεχνικών έργων είναι η B. Hernstein-Smith. Σε μια

σύντομη αλλά περιεκτική μελέτη της κατέγραψε μια

κλίμακα μορφών αξιολόγησης: α) Η αξιολόγηση ενός

έργου γίνεται αρχικά από τον ίδιο τον συγγραφέα. Η

Page 57: Μελέτες και πονήματα

56

αξιολόγηση αυτή εκφράζεται και αποτυπώνεται με την

αποδοχή ή την απόρριψη ή την αναθεώρηση του έργου

του από έκδοση σε έκδοση. β) Οι καλυμμένες μη

λεκτικές αξιολογήσεις από το αναγνωστικό κοινό,

όταν, για παράδειγμα, κάποιος επιλέγει ένα κείμενο

δείχνοντας την προτίμησή του ή όταν το ξαναδιαβάζει.

γ) Έμμεσες αξιολογήσεις από πρόσωπα ή θεσμούς,

όπως η έκδοση και η επανέκδοση ενός έργου, η

μετάφρασή του, η άντληση παραθεμάτων από αυτό, η

μεταφορά του στον κινηματογράφο κλπ. δ) Οι ρητές

κρίσεις σε ανεπίσημο κοινωνικό πλαίσιο. ε) Οι περισ-

σότερο εξειδικευμένες θεσμικές αξιολογήσεις των λο-

γίων, των εκπαιδευτικών, των ακαδημαϊκών ή λογο-

τεχνικών κριτικών. Σ’ αυτή τη δραστηριότητα αξιολό-

γησης ανήκουν ακόμη και τα λογοτεχνικά βραβεία, η

συγκρότηση ανθολογιών, το ακαδημαϊκό πρόγραμμα

σπουδών κ.ά.4 Αξίζει να τονίσει κανείς και τη σωστή

επισήμανσή της ότι περισσότερη δύναμη διαθέτουν

εκείνες οι κρίσεις που ανήκουν στον θεσμοποιημένο

λόγο της τελευταίας κατηγορίας, δηλαδή των λογίων,

των εκπαιδευτικών, των ακαδημαϊκών και λογοτεχνι-

κών κριτικών.

Page 58: Μελέτες και πονήματα

57

Η Hernstein-Smith διατύπωσε την άποψη ότι όσο

περισσότερες λειτουργίες επιτελεί ένα λογοτεχνικό

έργο τόσο περισσότερες πιθανότητες έχει να επιβιώσει.

Ορισμένες από αυτές τις λειτουργίες είναι να αποτελεί

κιβωτό των αξιών της κοινότητας και άρα της κοινο-

τικής ταυτότητας στην οποία εντάσσεται, να διαθέτει

εικόνες, αρχέτυπα, λογοτεχνικούς τόπους, χαρακτήρες,

ρητά, τα οποία να μπορούν να ανταποκρίνονται και να

βρίσκουν εφαρμογή σε νέες καταστάσεις, να αποτελεί

υπόδειγμα ύφους και του είδους στο οποίο ανήκει, να

ενεργοποιεί την παραγωγή νέων κειμένων στις επό-

μενες γενιές. Με αυτούς τους τρόπους τα έργα του

λογοτεχνικού κανόνα όχι απλώς επιβιώνουν, αλλά

σχηματίζουν και δημιουργούν πολιτισμό.5 Η «δοκιμα-

σία στον χρόνο» ωστόσο, όπως συνηθίζουμε να την

ονομάζουμε, δεν είναι ένας απρόσωπος και αμερόλη-

πτος μηχανισμός, εφόσον όλοι οι πολιτισμικοί θεσμοί

οι οποίοι αποφασίζουν (σχολεία, βιβλιοθήκες, εκδοτι-

κοί οίκοι, περιοδικά, επιτροπές λογοτεχνικών βραβεί-

ων, λογοκρισία κ.ο.κ.) συγκροτούνται από πρόσωπα

και ως εκ τούτου η αξιολόγηση αφορά και τους ίδιους

τους κριτές και αποκαλύπτει πολλά και για τους ίδιους,

Page 59: Μελέτες και πονήματα

58

την ιδιοσυγκρασία τους, τη μόρφωση, την ιδεολογία

τους.

Αρκούν τόσα για τη θεωρητική κάλυψη του ζητήματος.

Καιρός να περάσουμε στην εφαρμογή, στην περίπτωση

του Καρκαβίτσα. Έκρινα απαραίτητο να αρχίσω αυτή

την περιδιάβαση διερευνώντας το αναγνωστικό κοινό.6

Το αναγνωστικό κοινό του Καρκαβίτσα

Για το αναγνωστικό κοινό του Καρκαβίτσα γνωρίζουμε

πως τα έργα του τα εκδομένα σε βιβλία είχαν πολύ

περιορισμένη απήχηση και ότι δεν ανήκαν ούτε στην

παιδική λογοτεχνία, όπως λ.χ. ο Λουκής Λάρας του

Δημητρίου Βικέλα7 ούτε στη λαϊκή λογοτεχνία ή

παραλογοτεχνία της εποχής του.8 Όπως φαίνεται, όσο ο

Καρκαβίτσας έγραφε στην καθαρεύουσα ήταν περισ-

σότερο αποδεκτός στο αναγνωστικό κοινό της εποχής

του κι αυτό ακριβώς τεκμηριώνεται και από τα περιο-

δικά και τις εφημερίδες που φιλοξενούσαν κείμενά του.

Είναι γνωστό ότι τα πρώτα του διηγήματα και τη Λυγε-

ρή τα έγραψε στην καθαρεύουσα ενώ η μεταστροφή

Page 60: Μελέτες και πονήματα

59

του στη δημοτική έγινε μετά το 1892, έχοντας παρα-

κινηθεί κι αυτός από Το Ταξίδι μου του Ψυχάρη. Το

χρονικό διάστημα 1888 – 1896 ο Καρκαβίτσας δημο-

σιεύει σε έντυπα, όπως το περιοδικό και η εφημερίδα

Εστία, τα οποία απευθύνονται σε ευρύ αναγνωστικό

κοινό. Στο περιοδικό Εστία, μάλιστα, κατέχει αυτή την

περίοδο από ποσοτική άποψη την πρώτη θέση με

τριάντα τρία πεζογραφήματα.9 Αντίθετα, γνώριζε το

1903, όταν άρχισε να αρθρογραφεί στον Νουμά, ότι το

συγκεκριμένο έντυπο, ακριβώς λόγω της αποκλει-

στικής χρήσης της δημοτικής γλώσσας, δεν θα μπο-

ρούσε να βρει αξιόλογη ανταπόκριση στο ανα-

γνωστικό κοινό.10

Στη συνέχεια θα δούμε ότι στη διάδοση του έργου του

Καρκαβίτσα σημαντικό ρόλο έπαιξε η ανθολόγησή του

στα εγχειρίδια των νέων ελληνικών της δευτε-

ροβάθμιας εκπαίδευσης.

Page 61: Μελέτες και πονήματα

60

Η ανθολόγηση του Καρκαβίτσα στη δευτεροβάθμια

εκπαίδευση

Σύμφωνα με τον J. Guillory, η εκπαίδευση παίζει

σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του λογοτεχνικού

κανόνα ήδη από την αρχαιότητα.11 Τα σχολικά

εγχειρίδια όπου ανθολογείται η νεοελληνική γραμ-

ματεία και λογοτεχνία μεταφέρουν στις νέες γενιές τον

λογοτεχνικό κανόνα, όπως αυτός έχει διαμορφωθεί

κυρίως σε συγκεκριμένες ιστορίες της λογοτεχνίας.

Όπως σωστά έδειξε η Λ. Κουντουρά, μπορούμε να

διακρίνουμε τρία βασικά στάδια στις αλλεπάλληλες

σειρές Νεοελληνικών Αναγνωσμάτων (στο εξής: ΝΑ)

και Κειμένων Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (στο εξής:

ΚΝΛ) που έχουν χρησιμοποιηθεί στη δευτεροβάθμια

εκπαίδευση με κριτήριο τη διάδοση του λογοτεχνικού

δημοτικισμού: α) 1913-1938 στάδιο πρόσληψης του

λογοτεχνικού δημοτικισμού, όπου αξιοποιείται κυρίως

το κριτικό έργο του Κ. Παλαμά και οι λογοτεχνικές

ιστορίες του Η. Βουτιερίδη (1924) και του Άρ. Κα-

μπάνη (1925), β) 1938-1976 στάδιο αμφισβήτησής του

και γ) 1976 έως τις ημέρες μας, το στάδιο της αποδοχής

Page 62: Μελέτες και πονήματα

61

του. Σ’ αυτό το τελευταίο χρονικό διάστημα χρη-

σιμοποιούνται ως πηγές κυρίως οι ιστορίες λογοτεχνίας

των Κ.Θ. Δημαρά (1948) και Λ. Πολίτη (1968, 1978).12

Από μια άλλη έρευνα πληροφορούμαστε ότι ο Καρκα-

βίτσας, την περίοδο 1884-1936/37, ήταν ο περισσότερο

ανθολογημένος πεζογράφος, με δεύτερο τον Βιζυηνό,

και τρίτος στην αμέσως επόμενη περίοδο των ΝΑ,

1938-1977/79, πίσω από τους Παπαδιαμάντη και Ξενό-

πουλο.13 Για όλο αυτό το χρονικό διάστημα (1884-

1977) είναι ο πεζογράφος με τη μεγαλύτερη παρουσία

σε εγχειρίδια (σε 90) και ακολουθεί ο Παπαδιαμάντης

(σε 79). Επίσης, έρχεται δεύτερος, πάντα στους

πεζογράφους, στην ποσότητα των ανθολογημένων

κειμένων (58), με πρώτο τον Νιρβάνα (59).14 Την

περίοδο από το 1977 ως το 2006, βλέπουμε να ανθο-

λογούνται λιγότερα κείμενα του Καρκαβίτσα στη

Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Σύμφωνα με δικές μου

μετρήσεις, στην πεζογραφία παρατηρούμε μια ξεκά-

θαρη προτίμηση στη γενιά του 1930, αν εξαιρέσουμε

τον Καζαντζάκη, που έρχεται πρώτος με εννιά κείμενα.

Ακολουθούν ο Θεοτοκάς με οκτώ, ο Μυριβήλης και ο

Page 63: Μελέτες και πονήματα

62

Τερζάκης με επτά. Από τους παλαιό-τερους πεζο-

γράφους: ο Ξενόπουλος και ο Παπα-διαμάντης με έξι,

ο Καρκαβίτσας με πέντε. Ο μόνος ασφαλής τρόπος

ωστόσο να βγάλει κανείς έγκυρα συμπεράσματα θα

ήταν να συγκεντρώσει τα Βιβλία Ύλης όλων των σχο-

λείων και να δει τι προτίμησαν να διδάξουν όλα αυτά

τα χρόνια οι διδάσκοντες. Κι αυτό γιατί τα ΚΝΛ σχε-

διάστηκαν έτσι ώστε η ύλη τους να είναι πολλαπλάσια

από εκείνη που μπορεί να διδαχθεί.

Το πρόβλημα αυτό εν μέρει αίρεται από μια έρευνα της

Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων (2010) για το σχολικό

έτος 1991-1992. Αν θεωρήσουμε λοιπόν τη χρονιά

αυτή «τυπική» και ότι όλες τις προηγούμενες και τις

επόμενες χρονιές διδάχτηκαν περίπου τα ίδια (για το

διάστημα 1977-2006), τότε οι παραπάνω μετρήσεις

μου, που προέκυψαν από το εύρος της ανθολόγησης,

περίπου επιβεβαιώνονται και από τις προτιμήσεις των

διδασκόντων. Ο Καρκαβίτσας παρατηρούμε ότι έχει

υποχωρήσει στη δέκατη θέση15, μεταξύ των πεζογρά-

φων, και πράγματι η γενιά του 1930 διδάσκεται περισ-

σότερο (Μυριβήλης, Τερζάκης, Βενέζης, Θεοτοκάς),

Page 64: Μελέτες και πονήματα

63

όπως επίσης και οι Καζαντζάκης και Χατζής. Από τους

παλαιότερους προηγούνται οι Παπαδιαμάντης, Ξενό-

πουλος , αλλά και ο Μακρυγιάννης. Στην έρευνα δεν

υπολογίστηκε το εγχειρίδιο της Νεοελληνικής Λογοτε-

χνίας το οποίο διδάσκεται στη θεωρητική κατεύθυνση

στη Γ΄ Λυκείου από το 1999. Εκεί ανθολογείται κεί-

μενο τόσο του Παπαδιαμάντη όσο και του Βιζυηνού,

όχι όμως και του Καρκαβίτσα. Τέλος, ισχνή είναι η

ανθολόγηση του Καρκαβίτσα στη νέα σειρά ΚΝΛ μόνο

για το Γυμνάσιο από το έτος 2006-2007.

Προκύπτουν δύο ερωτήματα: α) πού οφείλεται η

πλούσια ανθολόγηση του Καρκαβίτσα την περίοδο

1913-1977; και β) πού οφείλεται η μείωση του

ενδιαφέροντος από το 1977 έως σήμερα; Είναι γεγονός

ότι ο Καρκαβίτσας ήταν ένας από τους σημαντικό-

τερους πεζογράφους του λογοτεχνικού δημοτικισμού.

Ήταν όμως κι ένας μαχητικός εκπρόσωπος του εκπαι-

δευτικού δημοτικισμού, εφόσον συνέβαλε στην εκπαι-

δευτική μεταρρύθμιση του 1917 συντάσσοντας τρία

αναγνωστικά του δημοτικού.16 Οι συντάκτες των ΝΑ

στην πλειοψηφία τους ήταν ενταγμένοι στο κίνημα του

Page 65: Μελέτες και πονήματα

64

δημοτικισμού.17 Επομένως δεν ήταν καθόλου τυχαίο

που προτίμησαν κείμενα ενός πρωτοπόρου στον αγώνα

για την καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας, όπως ήταν

ο Καρκαβίτσας. Ακόμη και οι ηγέτες του εκπαιδευ-

τικού δημοτικισμού, όπως οι Αλ. Δελμούζος18, Μ.

Κουντουράς19 και Μ. Τριανταφυλλίδης20, συνέβαλαν

στην καθιέρωσή του. Όσον αφορά τώρα στο δεύτερο

ερώτημα, η φθίνουσα ανθολόγησή του μετά το 1977

ερμηνεύεται εύκολα από την εισαγωγή στα ανθολόγια,

για πρώτη φορά τότε, της γενιάς του 1930, αλλά και

από την ανάδειξη του Βιζυηνού και του Παπαδιαμάντη

ως σημαντικότερων συγγραφέων, κάτι που εύκολα

φαίνεται και από την ανθολόγησή τους στο εγχειρίδιο

για την Γ΄ Λυκείου, της θεωρητικής κατεύθυνσης, το

1999, αλλά και από τη θέση της ακαδημαϊκής κριτικής,

όπως θα δείξω στη συνέχεια.

Ανακεφαλαιώνοντας, αλλά διερευνώντας και άλλες

πτυχές του ζητήματος της ανθολόγησης του Καρκα-

βίτσα στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, καταγράφω εδώ

την έντονη παρουσία κειμένων του σε καθαρεύουσα

στα σχολικά εγχειρίδια την περίοδο 1913-1950 και την

Page 66: Μελέτες και πονήματα

65

πλήρη απουσία τους από το 1956 και έπειτα, μολονότι

η καθαρεύουσα θεσμοθετείται συνταγματικά επίσημη

γλώσσα του κράτους το 1952. Αυτό δείχνει ότι ο

Καρκαβίτσας έχει οριστικά αναδειχθεί ως συγγραφέας

της δημοτικής, ότι το ευρύτερο αναγνωστικό κοινό έχει

πλέον αγκαλιάσει και εκτιμήσει τη δημοτική στην

πεζογραφία και ότι τα λογοτεχνικά κείμενα του

Καρκαβίτσα στη δημοτική έχουν αναγνωριστεί ως

καλύτερα και αρτιότερα από τα κείμενά του τα

γραμμένα στην καθαρεύουσα. Αν ρίξουμε μια ματιά

στον κατάλογο των ανθολογημένων έργων του, θα

παρατηρήσουμε ότι τα κείμενα που ανθολογήθηκαν

περισσότερο ήταν ορισμένα διηγήματά του από τη

συλλογή Λόγια της Πλώρης21. Τελικά δίνεται η εντύπω-

ση ότι ο Καρκαβίτσας ήταν κατεξοχήν διηγημα-

τογράφος, με αριστούργημά του τη συλλογή Λόγια της

Πλώρης, εικόνα ωστόσο που δεν συμφωνεί με τις αξιο-

λογήσεις της λογοτεχνικής και κυρίως της ακαδη-

μαϊκής κριτικής.

Page 67: Μελέτες και πονήματα

66

Η ετυμηγορία του εκδοτικού μηχανισμού

Πριν όμως περάσουμε στις πιο εξειδικευμένες θεσμικές

αξιολογήσεις, κρίνεται απαραίτητο να σταθούμε για

λίγο σε μιαν έμμεση μορφή αξιολόγησης, η οποία

ωστόσο είναι καίρια και αποφασιστικής σημασίας για

την τύχη οποιουδήποτε έργου, στον εκδοτικό μηχα-

νισμό. Ο ίδιος ο Καρκαβίτσας, όπως είδαμε, φρόντισε

για την έκδοση σχεδόν όλων των μυθοπλαστικών

έργων του, άρα και ο ίδιος τα αξιολογούσε ως σπου-

δαιότερα από τα μη μυθοπλαστικά του, προχώρησε

μάλιστα και στην αναθεώρηση και επανέκδοση των πιο

σημαντικών. Η «επιδιόρθωση» αυτή, όπως την ονό-

μαζε, χρονολογείται στα τελευταία χρόνια της ζωής του

(1918-1921).22 Από τις πληροφορίες που μας δίνει ο Π.

Μαστροδημήτρης από τον εκδοτικό οίκο «Εστία», που

διαχειριζόταν και τα πνευματικά δικαιώματα ως το

197223, παρατηρούμε τη μείωση του ενδιαφέροντος τη

δεκαπενταετία 1925-1950 και την επακόλουθη σχετική

αύξησή του μετά το 1950. Με το πέρας της πεντη-

κονταετίας από το θάνατο του συγγραφέα και τη λήξη

των πνευματικών δικαιωμάτων, κυκλοφορούν το 1973

Page 68: Μελέτες και πονήματα

67

τέσσερις σειρές Απάντων24 και στην εποχή μας διαπι-

στώνουμε ότι Ο Ζητιάνος και η συλλογή Λόγια της

Πλώρης εκδίδονται και ως παιδικά/εφηβικά αναγνώ-

σματα.25 Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σ’ αυτό συνέβαλε

η πλούσια ανθολόγησή τους στα εγχειρίδια της δευτε-

ροβάθμιας εκπαίδευσης. Το συμπέρασμα που προκύ-

πτει είναι ότι και αυτός ο μηχανισμός αξιολόγησης

έκρινε θετικά και ευνόησε τη διάδοση των έργων του

Καρκαβίτσα.

Ο κρίσιμος ρόλος της λογοτεχνικής και ακαδημαϊκής

κριτικής

Αν και η B. Hernstein-Smith, όπως προανέφερα στην

αρχή αυτής της εργασίας, θεωρεί ισοδύναμους τον

θεσμό της εκπαίδευσης και τον θεσμό της λογοτεχνικής

και ακαδημαϊκής κριτικής στο ζήτημα της αξιολόγησης

των λογοτεχνικών έργων, εδώ θα διαφωνήσω. Η λογο-

τεχνική και ακαδημαϊκή κριτική ασφαλώς διαθέτει πε-

ρισσότερο κύρος και εξαιτίας του κύρους των εκπρο-

σώπων της, αλλά κυρίως λόγω των βασικών λειτουρ-

Page 69: Μελέτες και πονήματα

68

γιών της, που είναι ο προσδιορισμός, αλλά και ο επανα-

προσδιορισμός, της αξίας των έργων και η ιεράρχησή

τους. Επίσης, η αξιολόγηση των έργων γίνεται πολύ

περισσότερο εδώ με λογοτεχνικά κριτήρια, ενώ στην

εκπαίδευση κυριαρχούν μάλλον τα παιδαγωγικά, παρά

την προσπάθεια των φορέων της να συγκλίνουν με

κάποια λογοτεχνική ιστορία ή να επιβάλλουν τις δικές

τους προτιμήσεις.

Στην περίπτωση του Καρκαβίτσα μπορούμε σχηματικά

να διακρίνουμε ορισμένες τομές και κορυφώσεις στην

αξιολόγηση των έργων του.

Ο Κ. Παλαμάς και ο Γ. Ξενόπουλος είναι οι κριτικοί

που προσφέρουν χωρίς αμφιβολία τις περισσότερες

πληροφορίες κατά την πρώτη περίοδο (1892-1930). Ο

Παλαμάς ωστόσο θα είναι εκείνος που θα υποστηρίξει

περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο την πεζογραφία

του Καρκαβίτσα. Το 1898 τον τοποθετεί δίπλα στον

Παπαδιαμάντη ως τους πιο αντιπροσωπευτικούς της

γενιάς του. Το 1922, έτος θανάτου του Καρκαβίτσα, θα

αξιολογήσει τον Ζητιάνο και τον Αρχαιολόγο ως τα

καλύτερα έργα του, αν και το τελευταίο είχε δεχθεί

Page 70: Μελέτες και πονήματα

69

πολλές επικρίσεις και αποδοκιμασίες και σήμερα

θεωρείται κατά κοινή ομολογία αποτυχημένο. Στο ίδιο

άρθρο ο Παλαμάς επιχειρεί και μια σύγκριση μεταξύ

του Καρκαβίτσα και του Παπαδιαμάντη. Αν και έχει

τονιστεί επανειλημμένα, από τότε έως σήμερα, η

προτίμηση του Παλαμά για το έργο του Καρκαβίτσα,

παραλείπεται ωστόσο η επισήμανσή του ότι εκείνη την

εποχή ο αναγνωρισμένος συγγραφέας στη νέα γενιά

ήταν ο Παπαδιαμάντης και όχι ο Καρκαβίτσας. Τέλος,

το 1929 θα αξιολογήσει ξανά τον Καρκαβίτσα ως

«μεγάλο μυθιστοριογράφο» και τον Ζητιάνο

«αχώριστα, ζολαδικό και ρωμαίικο αριστούργημα».26

Την ίδια εποχή άλλοι κριτικοί είτε αποκήρυσσαν

συλλήβδην την ηθογραφία και μ’ αυτήν όλο το έργο

του Καρκαβίτσα, όπως ο Εμ. Ροΐδης το 1899, είτε

αποδοκίμαζαν τη χρήση της δημοτικής στη λογοτεχνία

του, όπως ο Μ. Μαλακάσης το 1900, είτε καταχω-

ρούσαν τα έργα του στη λαογραφία, αρνούμενοι να τα

δεχτούν ως δημιουργικά καλλιτεχνήματα, όπως ο Γ.

Καμπύσης, πάλι το 1900, και ο Δ. Χατζόπουλος το

1901.27 Τα κριτήρια αυτά, δηλαδή η γλώσσα, η

Page 71: Μελέτες και πονήματα

70

λαογραφική σκευή των έργων, η ηθογραφία, καθώς

επίσης η ιδεολογία και η λογοτεχνικότητα θα επα-

νέρχονται έκτοτε συνεχώς στην κριτική αποτίμηση του

έργου του. Για τις ενστάσεις στην ιδεολογία των κει-

μένων του ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα κείμενο του Κ.

Παρορίτη στον Νουμά το 1923, όπου τον επικρίνει για

τη μοιρολατρία και τον εθνικισμό του.28 Ζητήματα

ύφους, δομής, αφηγηματολογίας και θεματικής στο

έργο του διερευνά ο Τ. Άγρας το 1930 σε μια πρω-

τότυπη μελέτη που κάλυπτε τις ανάγκες της λημ-

ματογράφησης του Λεχαινιώτη συγγραφέα σε μια

εγκυκλοπαίδεια.29 Θα απέδιδα, δίκαια νομίζω, στη

μελέτη αυτή τα εύσημα της πρώτης επιστημονικής

εργασίας στο έργο του Καρκαβίτσα.

Η γενιά του 1930, διά στόματος του μαχητικότερου

εκπροσώπου της, του Γ. Θεοτοκά, θα αποκηρύξει την

ηθογραφία.30 Η απόρριψη του έργου του Καρκαβίτσα

όμως από τον Άλκη Θρύλο, που θα ακολουθήσει το

1934, εκφράζεται με δογματικό και αφοριστικό τρόπο,

όπως επισημάνθηκε από τη Ν. Σιδερίδου.31 Τη δεκα-

ετία του 1950 εμφανίζονται οι πρώτες αξιόλογες

Page 72: Μελέτες και πονήματα

71

κριτικές από πανεπιστημιακούς διδασκάλους, όπως ο

Γ.Θ. Ζώρας και ο Γ. Σπυριδάκης, στο αφιέρωμα του

περιοδικού Ελληνική Δημιουργία (82/1951) και μία

μελέτη του Απ. Σαχίνη στη Νέα Εστία.32 Αυτές οι

κριτικές σηματοδοτούν την αναζωπύρωση του ενδια-

φέροντος για το έργο του Καρκαβίτσα και την εκ νέου

αξιολόγηση και καθιέρωσή του. Στο τέλος της ίδιας

δεκαετίας θα δημοσιευθεί και η εργασία της Ν.

Σιδερίδου33, η οποία θα επιμεληθεί αργότερα την

έκδοση των Απάντων του. Από αυτές, αλλά και άλλες

μελέτες αυτής της περιόδου, ξεχωρίζει περισσότερο η

εργασία του Απ. Σαχίνη, επειδή θα καθιερώσει στους

κύκλους της ακαδημαϊκής κριτικής τον Καρκαβίτσα ως

μυθιστοριογράφο, εντάσσοντας τη Λυγερή, τον Ζητιάνο

και τον Αρχαιολόγο στο μυθιστόρημα και αξιολογώ-

ντας αυτά τα έργα ως τα σημαντικότερα του συγγρα-

φέα. Τα κείμενα αυτά, άλλοτε, χαρακτηρίζονταν αδια-

κρίτως ως διηγήματα, νουβέλες ή μυθιστορήματα και ο

Καρκαβίτσας αντιμετωπιζόταν ως κατεξοχήν διηγημα-

τογράφος τόσο από τη λογοτεχνική κριτική όσο και

στην εκπαίδευση. Η μεταστροφή που παρατηρείται με

την εργασία του Απ. Σαχίνη είχε ως συνέπεια να

Page 73: Μελέτες και πονήματα

72

γραφούν, έκτοτε, μελέτες σχεδόν αποκλειστικά για τα

μυθιστορήματα του συγγραφέα και σπανιότερα για τα

διηγήματα.

Εδώ χρειάζεται να γίνει λόγος και γι’ αυτό το αξιο-

λογικό κριτήριο, δηλαδή για την ειδολογική ιεράρχηση

των κειμένων. Ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα αρχί-

ζει η υποτίμηση του διηγήματος έναντι του μυθιστο-

ρήματος από κριτικούς του κύκλου του Νουμά34, για να

ενταθεί η υποβάθμισή του από τη γενιά του 1930 κι

ακόμη περισσότερο στη συνέχεια και ως τις μέρες μας.

Αν στην αρχή ο λόγος της υποβάθμισης ήταν ότι η

συγγραφή διηγημάτων αποτελούσε ένα υποτιθέμενο

προπαρασκευαστικό στάδιο για τη συγγραφή μυθιστο-

ρήματος, στη συνέχεια ως αιτία προβλήθηκε η ταύτιση

του μυθιστορήματος με τον αστικό πολιτισμό και την

ανάδυση της νεοτερικότητας35. Πράγματι το ευρύτερο

αναγνωστικό κοινό, καθοδηγούμενο ίσως και από τους

νόμους της αγοράς, προτιμά πολύ περισσότερο τα μυθι-

στορήματα. Παραγνωρίζεται όμως έτσι η πολυποίκιλη

δυναμική και απαιτητική φόρμα του διηγήματος, και,

όπως ήδη έχει αναφερθεί, η κυριαρχία του μυθιστο-

Page 74: Μελέτες και πονήματα

73

ρήματος τείνει να γίνει πλέον ο κανόνας στην ακα-

δημαϊκή κριτική, με ανάλογες συνέπειες και στη δια-

μόρφωση του λογοτεχνικού κανόνα.

Οι πολυσέλιδες εισαγωγές της Ν. Σιδερίδου και του Γ.

Βαλέτα στις αντίστοιχες σειρές Απάντων του συγγρα-

φέα, δεν θα μας απασχολήσουν, αν και επιβάλλεται να

μνημονευθεί ότι οι αρετές τους εντοπίζονται κυρίως

στα βιογραφικά στοιχεία και στη βιβλιογραφική τεκμη-

ρίωση που προσφέρουν. Από τη σκοπιά του ερευνητή

φιλόλογου παραμένουν πολύτιμες και ακόμη αναντι-

κατάστατες. Τις δεκαετίες του 1980, κυρίως του 1990,

και λιγότερο του 2000 μια περισσότερο εμπερι-

στατωμένη και με επιστημονικά κριτήρια ακαδημαϊκή

κριτική αναλαμβάνει εκ νέου την αξιολόγηση και απο-

τίμηση της πεζογραφίας του Καρκαβίτσα με κύριους

εκπροσώπους τους πανεπιστημιακούς καθηγητές Κ.

Στεργιόπουλο36, Π. Δ. Μαστροδημήτρη, Τζ. Πολίτη,

Μ. Peri, Έ. Σταυροπούλου, αλλά και με τις εργασίες

του Επ. Μπαλούμη και του Η. Παπαδημητρακόπουλου.

Γι’ αυτήν την περίοδο αξίζει να σημειώσουμε ότι

καταρτίζονται φιλολογικές εκδόσεις από τον Π.Δ.

Page 75: Μελέτες και πονήματα

74

Μαστροδημήτρη37, ανακαλύπτονται και δημοσιεύονται

πρόσθετα βιογραφικά και βιβλιογραφικά στοιχεία38,

αξιολογούνται επίσης τα έργα του με κριτήρια πιο εξει-

δικευμένα και επεξεργασμένα, όπως στην περίπτωση

της Τζ. Πολίτη, που χρησιμοποίησε γραμματολογικά

κριτήρια για την ανάδειξη του Ζητιάνου.39 Η

εμβληματική θέση του Ζητιάνου στο κίνημα του

νατουραλισμού στη χώρα μας αποτελεί κι αυτή ένα

βασικό κριτήριο θετικής αποτίμησης. Ο Επ. Μπα-

λούμης συνδύασε το λαογραφισμό του Καρκαβίτσα με

κοινωνιολογικά και ιστορικά κριτήρια για να καταλήξει

σε θετική αξιολόγηση40. Στην εργασία του Μπαλούμη

αναιρείται η πρόληψη της λαογραφικής μονομέρειας

και υποστηρίζεται πειστικά η πολυεπίπεδη λειτουργία

των λαογραφικών στοιχείων στη λογοτεχνία του

Καρκαβίτσα. Ο Peri χρησιμοποίησε την αφηγηματο-

λογία και μελετώντας την εφαρμογή του ελεύθερου

πλάγιου λόγου στη νεοελληνική λογοτεχνία οδηγήθηκε

σε αρνητική αξιολόγηση της Λυγερής.41 Στη δεκαετία

του 1990 η πληθώρα των δημοσιευμάτων, τα αφιερώ-

ματα των περιοδικών42, αλλά και η έξαρση της εκδοτι-

κής κυκλοφορίας, ακόμη και έργων του Καρκαβίτσα

Page 76: Μελέτες και πονήματα

75

που δεν ανήκουν στη μυθοπλασία43, πιστοποιούν την

κορύφωση του ενδιαφέροντος. Η μελέτη όμως που

ενδιαφέρει περισσότερο το θέμα μας είναι της Έρης

Σταυροπούλου, εφόσον διατυπώνει ορισμένες αξιολο-

γικές κρίσεις, οι οποίες σχετίζονται άμεσα με το ζήτη-

μα που μας απασχολεί44. Για τη γλώσσα του Καρκαβί-

τσα αποφαίνεται ότι «δεν έχει την προτίμηση των

λογοτεχνών και κυρίως του κοινού, καθώς -ιδιαίτερα

μετά το β΄ παγκόσμιο πόλεμο- καλλιεργήθηκε για τα

γράμματα μια γλώσσα καθημερινή, θα λέγαμε ‘αντι-

λογοτεχνική’».45 Δικαιολογημένη είναι και η εκτίμησή

της ότι «ούτε κριτικός, ούτε αναγνώστης» θα υποστή-

ριζε σήμερα την αξιολόγηση του Παλαμά, ότι δηλαδή

είναι σπουδαιότερος συγγραφέας ο Καρκαβίτσας από

τον Παπαδιαμάντη.46 Όλοι γνωρίζουμε επίσης ότι ούτε

με τον Βιζυηνό ισχύει μια τέτοια σύγκριση, εφόσον

στον Βιζυηνό πράγματι έχουμε μια λεπτομερή, ενδε-

λεχή και βαθύτερη παρουσίαση της εσωτερικής ζωής

των ηρώων. Σωστά, τέλος, η Σταυροπούλου κρίνει ότι

και ο Καρκαβίτσας παραμένει μια σταθερή αξία των

νεοελληνικών γραμμάτων «με την τέχνη του στο

χειρισμό της δημοτικής, με τη ρεαλιστική αντιμε-

Page 77: Μελέτες και πονήματα

76

τώπιση των θεμάτων του και τον κοινωνικό προβλη-

ματισμό του».47

Τα αξιολογικά κριτήρια

Παρατηρούμε επομένως ότι ως αξιολογικά κριτήρια

δεν χρησιμοποιήθηκαν μόνον η ηθογραφία, ο λαογρα-

φισμός, η δημοτική ή η καθαρεύουσα γλώσσα, αλλά

και η ιδεολογία, το ύφος, το ήθος των ηρώων του, η

περιγραφική δύναμη, ζητήματα αφηγηματικής τεχνι-

κής, η δομή των έργων, η υποδειγματική εκπροσώπηση

των λογοτεχνικών κινημάτων της εποχής του, αλλά και

η ιεράρχηση των λογοτεχνικών ειδών στον λογοτεχνικό

κανόνα. Παρατηρήσαμε επίσης ότι στην εκπαίδευση,

στις προτιμήσεις των σχολικών ανθολόγων προη-

γούνται τα διηγήματα του συγγραφέα, ενώ στην ακαδη-

μαϊκή κριτική τα μυθιστορήματα. Διερευνήθηκαν

επίσης οι προτιμήσεις του αναγνωστικού κοινού και τα

αξιολογικά κριτήρια που ίσχυσαν σε κάθε εποχή.

Κλείνοντας, οφείλω να επισημάνω ότι η διερεύνηση

της αξιολόγησης των έργων του Καρκαβίτσα θα

Page 78: Μελέτες και πονήματα

77

μπορούσε να επεκταθεί και να συμπεριλάβει και άλλα

πεδία48. Σε καμία περίπτωση επομένως δεν θα μπορού-

σε να εξαντληθεί το ζήτημα της αξιολόγησης στα όρια

μιας ανακοίνωσης, αλλά περιορίστηκα σε όσα έκρινα

πιο καίρια.

Page 79: Μελέτες και πονήματα

78

Σημειώσεις

1. Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας: Πρόσωπα, έργα,

ρεύματα, όροι. Πατάκης, Αθήνα 2007, σελ. 130.

Συντάκτης του λήμματος ο Γιάννης Παρίσης.

2. Ό.π., σελ. 131.

3. Ό.π., σελ. 131. Είναι γνωστό πως ο όρος «λογοτεχνία»,

με την έννοια μιας κατηγορίας που αποτελείται από

έργα πρωτότυπα τα οποία ανήκουν στο χώρο της

μυθοπλασίας, καθιερώθηκε με το κίνημα του

ρομαντισμού, ενώ η ίδια η λέξη «λογοτεχνία» εκτοπίζει

τον όρο «ελαφρά φιλολογία» στη χώρα μας μόλις στις

δυο πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα: Δ. Τζιόβας,

Μετά την Αισθητική, εκδ. Γνώση, Αθήνα 1987, σελ. 26.

Ο Τζιόβας οδηγείται σ’ αυτό το συμπέρασμα από

σχετική μαρτυρία του Γρ. Ξενόπουλου.

4. B. Hernstein-Smith, “Value/Evaluation”. Στον τόμο: F.

Lentricchia and Th. McLaughlin (ed.), Critical Terms

for Literary Study, The University of Chicago Press

1990, σελ. 181-182 και 184.

5. B. Hernstein-Smith, Contingencies of Value, Harvard

University Press 1988, σελ.50.

Page 80: Μελέτες και πονήματα

79

6. Οι παρατηρήσεις μου για το αναγνωστικό κοινό του

Καρκαβίτσα έχουν δημοσιευθεί στο περιοδικό Κ,

7/2005, σελ. 57-61.

7. Κ. Ντελόπουλος, Παιδικά και νεανικά βιβλία του 19ου

αιώνα. Σχολιασμένη και εικονογραφημένη βιβλιογραφική

καταγραφή. Ε.Λ.Ι.Α., 1995, σελ.14.

8. Για τη λαϊκή λογοτεχνία και την παραλογοτεχνία τον

19ο αιώνα βλ.: Π. Μουλλάς, Η Παλαιότερη Πεζογραφία

μας. Τόμος Α΄. Εισαγωγή. Σοκόλης, Αθήνα 1998,

σελ.109-150. Στο εξής: Π. Μουλλάς (1998)

9. Γ. Παπακώστας, Το περιοδικό «Εστία» και το διήγημα.

Εκπαιδευτήρια Κωστέα – Γείτονα, Αθ. 1982, σελ.137

και 141-142. Το περ. Εστία είχε μεγάλη κυκλοφορία,

3000 αντίτυπα κάθε εβδομάδα, σύμφωνα με μαρτυρία

του Δροσίνη. Σύμφωνα με τον Ξενόπουλο, τον δεύτερο

διευθυντή του περιοδικού (ο πρώτος ήταν ο Κασδόνης),

η κυκλοφορία ανέβηκε το 1895 στα 5000 αντίτυπα: ό.π.,

σελ.167.

10. Ο Νουμάς, από το ένατο κιόλας φύλλο του, είχε τη

μικρότερη κυκλοφορία από όλες τις ελληνικές εφημε-

ρίδες: Γ. Χ. Καλογιάννης, «Ο Νουμάς» και η εποχή του

Page 81: Μελέτες και πονήματα

80

(1903-1931). Γλωσσικοί και ιδεολογικοί αγώνες.»

Επικαιρότητα, Αθ. 1984, σελ. 272.

11. J. Guillory, “Canon”. Στον τόμο: F. Lentricchia and Th.

McLaughlin (ed.), Critical Terms for Literary Study,

The University of Chicago Press 1990, σελ. 239-240.

12. Λ. Κουντουρά, Η Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας

στα Εγχειρίδια της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (1884-

1983): η πρόσληψη και η αναπλαισίωσή της στη διάρκεια

ενός αιώνα. Διδακτορική Διατριβή. Θεσσαλονίκη,

Α.Π.Θ., Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Φιλοσοφίας και

Παιδαγωγικής 2002, σελ. 275-276.

13. Χ. Κουμπάρου-Χανιώτη, Τα σχολικά εγχειρίδια των

Νεοελληνικών Αναγνωσμάτων στη Μέση Εκπαίδευση και

η ιδεολογία τους (1917-1977). Διδακτορική Διατριβή.

Αθήνα, Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Φιλοσοφίας,

Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας 2000, σελ. 314-315. Στο

εξής: Χ. Κουμπάρου-Χανιώτη (2000).

14. Χ. Κουμπάρου-Χανιώτη, Τα Νεοελληνικά Αναγνώσματα

στη Μέση Εκπαίδευση. Συγγραφείς και ανθολογημένα

κείμενα (1884-1977). Αθήνα 2003, σελ. 191 και 193.

Page 82: Μελέτες και πονήματα

81

15. Η έρευνα της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων είναι

αναρτημένη τόσο στην ιστοσελίδα της ΠΕΦ, όσο και

στην ιστοσελίδα της Χ. Κουμπάρου-Χανιώτη.

16. Με συνεργάτη τον Επαμεινώνδα Παπαμιχαήλ: Ανα-

γνωστικό Γ΄ Δημοτικού (1918), Η Πατρίδα μας. Αρχαία

και νέα εποχή. Αναγνωστικό Δ΄ Δημοτικού (1919) και

Διγενής Ακρίτας και άλλα διηγήματα. Αναγνωστικό Ε΄

Δημοτικού (1920). Με τον ίδιο συνεργάτη έγραψε κι ένα

βιβλίο για παιδιά: Διηγήματα Πραγματογνωστικά (1920).

17. Μεταξύ αυτών ο Ζ. Παπαντωνίου, η Ειρήνη η Αθηναία

και η Ελένη Ουράνη. Ξεχωριστή αναφορά απαιτείται

για τη συμμετοχή του Η. Βουτιερίση, ο οποίος, όπως

είδαμε, είχε γράψει μια από τις πρώτες ιστορίες

λογοτεχνίας του δημοτικισμού.

18. Ο Αλ. Δελμούζος στα 1908 με 1911 στο Ανώτερο

Παρθεναγωγείο Βόλου διδάσκει, μεταξύ άλλων, αρκετά

διηγήματα του Καρκαβίτσα. Αν μάλιστα προσέξουμε τις

χρονολογίες, θα συνειδητοποιήσουμε ότι ήταν ο πρώτος

που συμπεριέλαβε σε πρόγραμμα σπουδών κείμενά του.

Αλ. Δελμούζος, Το Κρυφό Σκολειό (1908-1911). Γαλλι-

κό Ινστιτούτο, Αθ. 1950, σελ.163-165.

Page 83: Μελέτες και πονήματα

82

19. Ο Μίλτος Κουντουράς, συντάκτης του νόμου «Περί

σχολικών βιβλιοθηκών» του 1931, προβλέπει ίδρυση

βιβλιοθήκης σε κάθε σχολείο η οποία θα περιλάμβανε

διδακτικά βιβλία, βοηθήματα και ελεύθερα αναγνώ-

σματα: Χ. Κουμπάρου-Χανιώτη (2000), σελ. 124. Ο

Ζητιάνος του Καρκαβίτσα προτείνεται για τους μαθητές

της Δ΄ Γυμνασίου [= Α΄ Λυκείου]: Μ. Κουντουράς,

Κλείστε τα Σχολειά. (Εκπαιδευτικά Άπαντα) τ. Α΄,

επιμέλεια – σχόλια Αλ. Δημαράς, Γνώση, Αθ. 1985,

σελ. 216.

20. Ο Μ. Τριανταφυλλίδης προτείνει κι αυτός το 1946 να

διδάσκονται ολόκληρα έργα. Μεταξύ άλλων (Παλαμά,

Παπαδιαμάντη, Σολωμού, Μακρυγιάννη και Βλαχο-

γιάννη) προτείνει να διδάσκονται και κείμενα του

Καρκαβίτσα στην Γ΄ Γυμνασίου: Μ. Τριανταφυλλίδης,

«Οι ξένες γλώσσες και η αγωγή» (1946), Άπαντα, τ.7ος,

Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών, Α.Π.Θ. 1965,

σελ.523. Ο Τριανταφυλλίδης ήδη από το 1910 προτείνει

στην αλληλογραφία του προς τον Δ. Πετροκόκκινο

βιβλία του Καρκαβίτσα για τους φοιτητές του Πανεπι-

στημίου και το ίδιο στα 1917, σε γράμμα του στον Φ.

Κουκουλέ, υποστηρίζει ότι «με μεγάλη χρησιμότητα

μπορούν να διαβαστούν τα έργα των δοκιμώτερων

Page 84: Μελέτες και πονήματα

83

συγγραφέων μας λ.χ. του Βλαχογιάννη, του Καρκαβί-

τσα, του Χατζόπουλου, του Ψυχάρη»: Αλληλογραφία,

επιμ. Π. Μουλλάς, Μ. Βερτσώνη-Κοκόλη, Έ. Πέτκου,

Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών, Α.Π.Θ. 2001, σελ.

129, 140 και 296. Στο Αρχείο του, σε αδημοσίευτο

φάκελο (Φ Β-8), συναντούμε επίσης υλικό με

προτεινόμενα βιβλία, κυρίως για σχολικές βιβλιοθήκες.

Για νέους και νέες 15-18 ετών, άρα της βαθμίδας του

Λυκείου, ο Τριανταφυλλίδης προτείνει τη Λυγερή, τον

Ζητιάνο, τον Αρχαιολόγο και τις συλλογές Διηγήματα και

Λόγια της Πλώρης. Από τον ίδιο αχρονολόγητο φάκελο

(ασφαλώς όμως πριν από το 1950) μαθαίνουμε πως

σχεδίαζε να εκδώσει στη Σειρά της Νεοελληνικής

Βιβλιοθήκης μεταξύ άλλων και έργα του Καρκαβίτσα,

έργο που υλοποιήθηκε από τη Φ. Τζωρτζάκη το 1950,

με την επίβλεψη του Τριανταφυλλίδη. Να ευχαριστήσω

εδώ τους Γ. Κεχαγιόγλου, Γ. Παπαναστασίου και Γ.

Παράσογλου που επέτρεψαν και διευκόλυναν την

πρόσβασή μου στο αρχείο.

21. Πρόκειται για τα διηγήματα: «Η θάλασσα», «Το θείον

όραμα», «Ναυάγια», «Ο εκδικητής», «Οι σφουγγα-

ράδες», «Το γιούσουρι». Ανθολογήθηκαν πολύ και

αποσπάσματα της Λυγερής, αποσπάσματα του

Page 85: Μελέτες και πονήματα

84

«Αφωρισμένου» από τη συλλογή Διηγήματα και «Η

θυσία» από τη συλλογή Παλιές Αγάπες. Δεν είναι

τυχαίο, όπως είδαμε, ότι η Λυγερή και «Ο Αφωρι-

σμένος», κείμενα γραμμένα στην καθαρεύουσα, δεν

ανθολογούνται πλέον από το 1956 και έπειτα. Δεν

ανθολογήθηκαν ωστόσο μόνο μυθοπλαστικά κείμενα

του συγγραφέα, αλλά και ιστορικά, ταξιδιωτικά,

περιγραφές και επιστολές, εφόσον η νεοελληνική

γραμματεία στήριξε τη διδασκαλία του γλωσσικού

μαθήματος λειτουργώντας ως υπόδειγμα, αλλά και τη

διδασκαλία της ιστορίας. Τα κριτήρια, επομένως, ήταν,

εκτός από γλωσσικά, και όσα παρατηρούμε και για τις

υπόλοιπες ανθολογήσεις κειμένων, δηλαδή φρονημα-

τιστικά, για την εξυπηρέτηση εθνικών στόχων, αλλά και

για τη γνωριμία με το κοινωνικό γίγνεσθαι. Το γεγονός

ότι προτιμήθηκαν μικρής έκτασης κείμενα, ότι επτά

κείμενά του διασκευάζονται, ότι άλλα λογοκρίνονται

και ότι δεν περιλαμβάνονται στις ανθολογήσεις λογοτε-

χνικά αποσπάσματα, κείμενα ή άρθρα κοινωνικού

προβληματισμού και καταγγελίας, ασφαλώς οδηγούν

τελικά σε μια εικόνα παραπλανητική, ίσως και παρα-

ποιημένη. Η πληρέστερη βιβλιογραφική καταγραφή έχει

γίνει από τον Λάμπρο Βαρελά: Η νεοελληνική και

μεταφρασμένη λογοτεχνία στην ελλαδική δευτεροβάθμια

Page 86: Μελέτες και πονήματα

85

εκπαίδευση (1884-2001). Συνοπτική ιστορική θεώρηση

και αποδελτίωση των διδακτικών εγχειριδίων. Κέντρο

Ελληνικής Γλώσσας, Θεσσαλονίκη 2007, σελ. 179-185.

Τα δικά μου αποτελέσματα διέφεραν λίγο το 2004,

επειδή δεν είχα γνώση του συνόλου των εγχειριδίων, η

εικόνα ωστόσο που είχα αποτυπώσει ήταν η ίδια: «Η

ανθολόγηση έργων του Καρκαβίτσα στην (ελλαδική)

δευτεροβάθμια εκπαίδευση (1913-2003)», Μικροφιλο-

λογικά 16/2004, σελ.16-17. Η εργασία εκείνη ήταν

απότοκος μιας διατριβής που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ,

υπό την επίβλεψη του Ξ.Α. Κοκόλη. Θα ήταν παρά-

λειψη να μην αναφέρω εδώ την συνεχή ενθάρρυνση και

υποστήριξή του. Για λόγους που δεν χρειάζεται να

αναφερθούν εδώ, η διατριβή εκείνη ναυάγησε. Ωστόσο,

τόσο ο Ξ.Α. Κοκόλης όσο και ο Γ. Κεχαγιόγλου

συνέβαλαν, λόγοις και έργοις, να ολοκληρωθεί. Να

σημειώσω τα κείμενα τα οποία διασκευάστηκαν: «Η

θάλασσα», «Η θυσία», «Μια δίκη», «Ο εκδικητής», «Οι

σφουγγαράδες», «Πάσχα στα πέλαγα», «Ο Αφωρι-

σμένος». Ιδιαίτερη μνεία επιβάλλεται να γίνει για τα

κείμενα «Η θυσία» και «Πάσχα στα πέλαγα», τα οποία

διασκευάστηκαν από τη δημοτική στην καθαρεύουσα

(«Πώς εσώθη το Μεσολόγγιον» και «Πάσχα εις το

πέλαγος»), στα σχολικά εγχειρίδια της δικτατορίας

Page 87: Μελέτες και πονήματα

86

Μεταξά, μολονότι ο ίδιος ο Μεταξάς -ως γνωστόν-

υποστήριξε τη δημοτική.

22. Ο συγγραφέας προχώρησε σε «επιδιορθωμένες»

επανεκδόσεις των έργων: Λόγια της Πλώρης (1918-

1919), Παλιές Αγάπες (1919), Η Λυγερή (1920), Ο

Ζητιάνος (1920) και Διηγήματα (1921). Στα 1922 ο

Καρκαβίτσας συγκέντρωσε και εξέδωσε σε βιβλία

διηγήματά του που είχε δημοσιεύσει παλαιότερα σε

εφημερίδες και περιοδικά: Διηγήματα για τα παλληκάρια

μας και Διηγήματα του γυλιού. Ελάχιστα διηγήματα,

όπως έδειξε η βιβλιογραφική έρευνα της Ν. Σιδερίδου,

δεν συμπεριέλαβε σε κάποιο βιβλίο του: Ανέκδοτα

διηγήματα (Αθ.1944), «Το Τιμόνι» και «Το Τσα-

λαπάτημα», όλα τώρα στη συλλογή των Απάντων που

επιμελήθηκε η ίδια. Για τις επιδιορθώσεις των κειμένων

του έχουν γραφτεί εργασίες κυρίως από τον Π.

Μαστροδημήτρη, στις εκδόσεις του του Ζητιάνου και

της Λυγερής (για τις βιβλιογραφικές αναφορές βλ. στην

αμέσως επόμενη σημείωση), και από την Έρη

Σταυροπούλου για τα Λόγια της Πλώρης, η οποία

ωστόσο επικεντρώνει το ενδιαφέρον της περισσότερο

στις διαφορές ανάμεσα στην πρώτη δημοσίευση και

στην πρώτη έκδοση: «Γραφές και διαγραφές. (Η πορεία

Page 88: Μελέτες και πονήματα

87

του Καρκαβίτσα προς την ολοκλήρωση της συλλογής

Λόγια της Πλώρης)», Γράμματα και Τέχνες, 78/1996,

σελ. 26-34. Ο Βαλέτας είχε κι αυτός, παλαιότερα,

προχωρήσει σε αντιπαραβολές μεταξύ «πρωτεκτύπου»

(η α΄ δημοσίευση σε έντυπο) και α΄ ή β΄ έκδοσης ή

μεταξύ α΄ και β΄ έκδοσης στον Ε΄ τόμο των Απάντων

που επιμελήθηκε, το 1973: βλ. εδώ στη σημ. 24, σελ.

407-576. Η εργασία του ωστόσο υπολείπεται στην

επιστημονική μέθοδο και τα συμπεράσματά του

επομένως χρειάζεται να ελεγχθούν.

23. Έτσι γνωρίζουμε ότι έγιναν ανατυπώσεις της Λυγερής

στα 1926, 1937, 1953, 1954, 1963 και τρεις τουλάχιστον

επανεκδόσεις μεταξύ 1963 και 1978. (Καλό είναι εδώ να

προσθέσω και την ανατύπωση της α΄ έκδοσης από τις

εκδόσεις «Νεφέλη» το 1978 και 1991. Οι δυσεύρετες

πρώτες εκδόσεις των λογοτεχνικών του βιβλίων σήμερα

αναρτημένες στο διαδίκτυο: gutenberg.org) Ανατυπώ-

σεις του Ζητιάνου έχουμε πάλι από την «Εστία» στα

1925, 1950, 1953, 1961 και έκτοτε πολύ περισσότερες:

Η Λυγερή, επιμ. Π.Δ. Μαστροδημήτρης, Ίδρυμα Κώστα

και Ελένης Ουράνη 1994, σελ. 36-37 και σημ. 1 στη

σελ. 37. Και: Ο Ζητιάνος, επιμ. Π.Δ. Μαστροδημήτρης,

Καρδαμίτσας, Αθ. 1985, σελ. 36-37.

Page 89: Μελέτες και πονήματα

88

24. Οι σειρές αυτές εκδόθηκαν το 1973: α) με επιμέλεια Σ.

Χωραφά από τις εκδόσεις «Καπόπουλος», β) με

επιμέλεια Ν. Σιδερίδου από τις εκδόσεις «Ζαχαρό-

πουλος», η οποία θεωρείται και η πιο έγκυρη και είναι η

μόνη που ανατυπώθηκε το 1979, γ) με επιμέλεια Γ.

Βαλέτα από τις εκδόσεις «Γιοβάνης» και δ) με επιμέλεια

΄Ε. Αλεξίου, από τις εκδόσεις «Βιβλιοθήκη για Όλους».

Η τελευταία αυτή σειρά μάλλον κυκλοφόρησε στις

αρχές του 1974. Ασφαλώς δεν είναι τυχαίο το γεγονός

ότι σχεδόν όλοι όσοι εμπλέκονται στην έκδοση των

Απάντων του Καρκαβίτσα ήταν αντίθετοι στη δικτα-

τορία. Πολλά κείμενα του Καρκαβίτσα, μυθοπλαστικά

και μη, καταγγέλλουν τις άθλιες κοινωνικές και

πολιτικές καταστάσεις της εποχής του και κατ’ αντι-

στοιχία συνιστούν κείμενα καταγγελίας της εξαθλίωσης

που επέφερε η δικτατορία. Στις δύο από αυτές τις

εκδόσεις (Χωραφά και Αλεξίου) προλογίζουν οι Κ.

Γεωργουσόπουλος και Μ. Αυγέρης. Οι σειρές αυτές

πρόσφεραν πολύτιμες πληροφορίες και έσωσαν από την

αφάνεια και από τη λήθη κείμενα που αλλιώς ίσως να

είχαν χαθεί, ενώ βέβαιο είναι ότι θα ήταν δύσκολη

σήμερα η πρόσβαση των ερευνητών σ’ αυτά. Όποια

σειρά κι αν ανοίξει κανείς, αμέσως αντιλαμβάνεται ότι ο

Καρκαβίτσας έγραψε πολλά και ενδιαφέροντα ιστορικά,

Page 90: Μελέτες και πονήματα

89

λαογραφικά, ταξιδιωτικά και πολιτικά/δημοσιογραφικά

άρθρα, τα οποία ποτέ, όσο ζούσε ο συγγραφέας, ούτε

όμως και ως το 1973, δεν είχαν συγκεντρωθεί και εκδο-

θεί σε αυτοτελείς τόμους.

25. Συνολικά εντόπισα (Δεκ. 1999-2001) είκοσι αυτοτελείς

εκδόσεις της συλλογής Λόγια της Πλώρης. Δεκατρείς

εικονογραφημένες και επτά χωρίς εικονογράφηση. Οι

εικονογραφημένες εκδόσεις, κατά κανόνα, και πολλές

φορές ρητά, απευθύνονται σε παιδικό και εφηβικό

κοινό. Εικονογραφημένες: «Άλμα», «Αρμός», «Γεμεν-

τζόπουλος», «Δαμιανός», «Εστία», «Ηλιοτρόπιο», «Μί-

νωας», «Μόκας-Μορφωτική», «Πατάκης», «Πέλλα»,

«Περιβολάκι», «Σμυρνιωτάκης», «Συλλογή». Χωρίς

εικονογράφηση: «Γράμματα», «Εκδοτική Θεσσα-

λονίκης», «Λειψία» (δεν έχει καμία σχέση με τις

περίφημες φιλολογικές εκδόσεις), «Μοντέρνοι Καιροί»,

«Νεφέλη», «Οδυσσέας», «Σύγχρονη Εποχή». Πότε

πέρασε στο παιδικό/εφηβικό κοινό; Ήδη στα 1927

πρέπει να είχε συντελεστεί αυτή η παράλληλη χρήση

της συλλογής, εφόσον μια μαθήτρια του Μίλτου

Κουντουρά δίνει τη μαρτυρία ότι για τον εμπλουτισμό

της βιβλιοθήκης του Διδασκαλείου Θηλέων αγοράστη-

καν όλες οι υπάρχουσες παιδικές εκδόσεις, που τότε δεν

Page 91: Μελέτες και πονήματα

90

ήταν πάνω από 20 βιβλία. Μεταξύ αυτών αναφέρει και

τα Λόγια της Πλώρης του Καρκαβίτσα: Α. Κανάκη-

Πασχαλίδη, «Το βιβλίο στο Διδασκαλείο Θηλέων Θεσ-

σαλονίκης το 1927-1930 και η οργάνωση της βιβλιο-

θήκης». Στον τόμο: Μ. Κουντουράς, Εκατό χρόνια από

τη γέννησή του. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 79-95

(βλ. σελ. 81).

26. Κ. Παλαμάς, Άπαντα, τ. 3ος , σελ. 163-174, τ. 31ος , σελ.

85-88 και 91-92, τ. 20ός , σελ. 326-327 και τ. 27ος,

σελ.206-207.

27. Για την αντιηθογραφική κριτική του Ροΐδη βλ. Πρό-

χειρα: Π. Μουλλάς (1998), σελ. 389-391. Για τις

κριτικές του Μαλακάση και του Καμπύση: Ν. Σιδε-

ρίδου, «Εισαγωγή» στα Άπαντα του Καρκαβίτσα, ό.π., τ.

1ος, σελ. 225. Για τις κριτικές του Δ. Χατζόπουλου (ή

Μποέμ): Βιβλιοκρισία στις Παλιές Αγάπες, αλλά και το

άρθρο του «Ημείς και μερικοί ξένοι», Ο Διόνυσος, τ. Α΄,

ανατ. Ε.Λ.Ι.Α., Αθ. 1981, σελ. 71-73 και 82-89. Το

κριτήριο του λαογραφισμού θα το χρησιμοποιήσει και ο

Ά. Θύλος για την απόρριψη του έργου του Καρκαβίτσα:

«Τα τρία τέταρτα περίπου των διηγημάτων του ενδια-

φέρουν προπάντων τη λαογραφία». (Νέα Εστία, τόμ. 15,

τ. 176/1934, σελ. 352. Βλ. και εδώ στη σημ. 31.)

Page 92: Μελέτες και πονήματα

91

28. Κ. Παρορίτης, «Αντρέας Καρκαβίτσας», Ο Νουμάς, Κ΄1

(770), Ιαν. 1923, σελ. 26. (Ευχαριστώ κι από αυτή τη

θέση την κ. Πένυ Νικολαϊδου και το Εθνικό Κέντρο

Τεκμηρίωσης για την εύρεση και αποστολή αυτού του

δημοσιεύματος, αλλά και άλλων, όπως του Ά. Θρύλου).

29. Τ. Άγρας, «Ανδρέας Καρκαβίτσας», Μεγάλη Ελληνική

Εγκυκλοπαίδεια, τ. 13ος, 1930, σελ. 842-843. Θα χρεια-

στεί ο φιλέρευνος αναγνώστης να ανατρέξει στο ίδιο το

άρθρο για περισσότερα.

30. Για την αποκήρυξη της ηθογραφίας στο Ελεύθερο πνεύ-

μα του Θεοτοκά: M. Vitti, Η Γενιά του Τριάντα: Ιδεολο-

γία και Μορφή, Ερμής, Αθ. 1982, σελ. 31-33. Ο όρος

«ηθογραφία» θα καταλήξει έκτοτε να δηλώνει μόνον τη

σχέση με την ειδυλλιακή ύπαιθρο, σημασία με την

οποία δηλώνεται ήδη από τον Ροΐδη το 1899 (βλ. εδώ

στη σημ.27). Για την αποκατάσταση της σημασίας του

όρου θα χρειαστεί η ανακίνηση του ζητήματος από τον

Χ. Μηλιώνη το 1991: «Παπαδιαμάντης και ηθογραφία ή

ηθογραφίας αναίρεσις». Στον τόμο: Πρακτικά Α΄

Διεθνούς Συνεδρίου για τον Αλ. Παπαδιαμάντη, Δόμος,

Αθ. 1996, σελ. 15-32. Βλ. επίσης και ένα διαφωτιστικό

άρθρο της Ε. Πολίτου-Μαρμαρινού: «Ηθογραφία»,

Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος – Λαρούς – Μπριτάννικα, τ.

Page 93: Μελέτες και πονήματα

92

23ος, 1987, σελ.219-221, όπως επίσης και τις

παρατηρήσεις του M. Vitti: Ιδεολογική λειτουργία της

ελληνικής ηθογραφίας, Κέδρος, Αθ. 19913, σελ. 143-180.

Από το πλαίσιο της γενιάς του 1930 δεν διαφοροποιείται

ούτε ο γραμματολόγος Κ.Θ. Δημαράς, ο οποίος αποδο-

κίμασε το έργο του Παπαδιαμάντη, αλλά μάλλον και

του Καρκαβίτσα. Αν και επαινεί τον Ζητιάνο για τον

νατουραλισμό του και τα Λόγια της Πλώρης για «τη

συγκρότηση του θέματος σε ενότητα», αν και εξαίρει

την επεξεργασία της δημοτικής του γλώσσας, ωστόσο

θεωρεί σπουδαιότερο συγγραφέα τον Βλαχογιάννη:

Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Ίκαρος, Αθ.

19756, σελ. 381-384 και 425-426. Οι Λ. Πολίτης και M.

Vitti προχώρησαν σε πιο συνετές αξιολογήσεις.

31. Ά. Θρύλος [= Ελένη Ουράνη], «Αντρέας Καρκαβίτσας»,

Νέα Εστία, τόμος 15, τεύχη 176 και 177/1934, σελ. 350-

357 και 410-416 αντίστοιχα. Ο Ά. Θρύλος «διασώζει»

από την καταδίκη δεκατέσσερα διηγήματα: ό.π., τ.

177/1934, σελ. 414-415. Για το δογματικό και αφορι-

στικό ύφος αυτής της κριτικής: Ν. Σιδερίδου, «Εισα-

γωγή» στα Άπαντα του Καρκαβίτσα, ό.π., τ. 1ος, σελ.

224-225 και 237-239. Το ίδιο και ο Η. Παπαδη-

Page 94: Μελέτες και πονήματα

93

μητρακόπουλος, Ανδρέας Καρκαβίτσας. Αναφορές στη

ζωή και το έργο του. Σαββάλας, Αθ. 2004, σελ. 35-37.

32. Απ. Σαχίνης, «Το μυθιστόρημα του Α. Καρκαβίτσα

(μελέτη)», Νέα Εστία, τόμος 58, τεύχ. 679/1955, σελ.

1335-1340. Τώρα στον τόμο: Απ. Σαχίνης, Το

νεοελληνικό μυθιστόρημα, Εστία, Αθ. [1958] 19916, σελ.

150-163.

33. Ν. Σιδερίδου-Θωμοπούλου, Αντρέας Καρκαβίτσας. Με-

λέτη. (Βραβείον της Ακαδημίας Αθηνών), Αθήνα 1959.

34. Μαρία Καραΐσκου, «Αναζητώντας τον ειδολογικό

χαρακτήρα του διηγήματος. Η σύγκριση με το

μυθιστόρημα σε κριτικά κείμενα δημοτικιστών (1903-

1928)». Στον τόμο: Το Διήγημα στην ελληνική και στις

ξένες λογοτεχνίες. Επιμ. Ε. Πολίτου-Μαρμαρινού και Σ.

Ντενίση, Gutenberg, Αθ. 2009, κυρίως σελ. 115-125.

Στο εξής: Το Διήγημα (2009).

35. Διαφωτιστικό και πλούσιο σε προβληματισμούς για το

ζήτημα της αξιολόγησης των δύο ειδών (μυθιστο-

ρήματος και διηγήματος) είναι το μελέτημα του Αλ.

Ζήρα: «Το ελληνικό διήγημα στην περίοδο 1870-1950:

Οι προϋποθέσεις και οι παρανοήσεις του». Στον τόμο:

Το Διήγημα (2009), σελ. 44-64.

Page 95: Μελέτες και πονήματα

94

36. Η εργασία του Κ. Στεργιόπουλου, η οποία αποτελεί

ακόμη σημείο αναφοράς για τους μελετητές του

Καρκαβίτσα έχει τον τίτλο: «Διαίρεση και χαρα-

κτηριστικά της πεζογραφίας του Καρκαβίτσα». Στον τό-

μο: Αντίχαρη. Αφιέρωμα στον καθηγητή Σταμάτη Καρα-

τζά, Ε.Λ.Ι.Α. 1985, σελ. 435-444.

37. Για τις βιβλιογραφικές αναφορές στις εκδόσεις του

Μαστροδημήτρη, βλ. εδώ στη σημ. 23. Ο Μαστρο-

δημήτρης αφιέρωσε και άλλες του εργασίες στον

Καρκαβίτσα, όπως: «Ο Α. Καρκαβίτσας και η εποχή

του», στη συλλογή εργασιών του Νεοελληνικά. Μελέτες

και άρθρα. τ. Β΄. Γνώση, Αθ. 1984. Και: «Ηθογραφία

και κοινωνική συνείδηση. Η ζωή και το έργο του Α.

Καρκαβίτσα», στη συλλογή Προοπτικές και προσε-

γγίσεις. Μελέτες νεοελληνικής φιλολογίας, Νεφέλη, Αθ.

1991.

38. Πρόσθετα βιογραφικά στοιχεία δημοσιεύει ο Η. Παπα-

δημητρακόπουλος, ό.π., σελ. 11-23. Η εργογραφία

εμπλουτίστηκε με τη δημοσίευση των νεανικών ποιη-

μάτων του Καρκαβίτσα: Ποιήσεις, Προλεγόμενα: Α.Χ.

Ριζόπουλος, επιμέλεια – επιλεγόμενα: Η. Παπαδημητρα-

κόπουλος. Πατάκης, Αθ. 2000. Επίσης δημοσιεύεται και

η εργασία της Ν. Σιδερίδου: «Κριτικογραφία Α.

Page 96: Μελέτες και πονήματα

95

Καρκαβίτσα. Επιλογές», Διαβάζω 306/1993, σελ. 77-80.

Στο αφιέρωμα του ίδιου περιοδικού: Ν. Τσούρας, «Βιο-

χρονολόγιο του Α. Καρκαβίτσα», σελ. 40-45.

39. Η Τζ. Πολίτη έγραψε αξιόλογες κριτικές και για τα άλλα

δύο μυθιστορήματα του Καρκαβίτσα, τη Λυγερή και τον

Αρχαιολόγο: Τζ. Πολίτη, Συνομιλώντας με τα κείμενα,

Άγρα, Αθ. 1996, σελ. 63-154. Σε αντίθεση με τον Peri

αξιολόγησε θετικά τη Λυγερή. Για τον Ζητιάνο: Τζ.

Πολίτη, «Η παγίδα της μίμησης στον Ζητιάνο του

Καρκαβίτσα». Στον τόμο: Ο Νατουραλισμός στην Ελλά-

δα, επιμ. Ε. Πολίτου-Μαρμαρινού και Β. Πάτσιου, Με-

ταίχμιο, Αθ. 2008, σελ. 130-142. Στον ίδιο τόμο

φιλοξενείται και η μελέτη της Σ. Ιλίνσκαγια-Αλεξαν-

δροπούλου: «Νατουραλιστικές εκδοχές ρεαλιστικών

αναζητήσεων. Ο Ζητιάνος του Καρκαβίτσα και οι Χωρι-

κοί του Β. Σ. Ρέυμοντ», σελ. 209-218. Συγκριτικές μελέ-

τες δεν έχουν γραφτεί παρά ελάχιστες για το έργο του

Καρκαβίτσα, εφόσον δεν γνώριζε ξένες γλώσσες και

ήταν ελληνοκεντρικός. Από τις ελάχιστες που έχω

υπόψη μου, ας σημειωθεί η σύγκριση του Ζητιάνου με

τη Γονιμότητα του Ζολά (Αδ. Παπαδήμας, Στοιχεία

συγκριτικής φιλολογίας, Δρανδάκης, Αθ. 1945, σελ. 109-

116), του «Αφωρισμένου» με τον Γιάννη Αγιάννη των

Page 97: Μελέτες και πονήματα

96

Αθλίων του Ουγκό (Α. Τραυλαντώνης βλ. πρόχειρα Ν.

Σιδερίδου «Εισαγωγή», ό.π., σελ. 240), του Ζητιάνου

πάλι, με την Ιλιάδα. Για το ζήτημα αυτό: W. F. Wyatt,

Jr: “Nature and point of view in A. Karkavitsas The

Beggar”. Στον τόμο: The Greek Novel AD 1-1985, ed.

by R. Beaton. Croom Helm, London – NY – Sydney

1988, σελ. 31-41. Επιβιώσεις του γλωσσικού του ύφους

συναντούμε στους Μυριβήλη, Κόντογλου και Σκαρίμπα.

Για τη δημιουργική συνομιλία του Σκαρίμπα με το έργο

του Καρκαβίτσα: Η. Παπαδημητρακόπουλος, «Κοινοί

τόποι στον Σκαρίμπα και στον Καρκαβίτσα», στο

βιβλιαράκι: Α. Καρκαβίτσας, Ο τεκκές των Μπεκτα-

σίδων, Γαβριηλίδης, Αθ. 2006, σελ. 47-54. Βλ. επίσης

και Σωτ. Ραπτόπουλος, «Ο παρενθετικός λόγος στον

Σκαρίμπα και στον Καρκαβίτσα», Μικροφιλολογικά

23/2008, σελ. 29-31.

40. Επ. Μπαλούμης, Α. Καρκαβίτσας. Ο ανατόμος της

λαϊκής κοινότητας, Ελληνικά Γράμματα, Αθ. 1999.

41. M. Peri, Δοκίμια Αφηγηματολογίας, επιμ. Σ.Ν. Φιλιπ-

πίδης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο

1994, σελ. 45-98. Εδώ να αναφέρω και δύο εργασίες

μου, στις οποίες επίσης αντιμετωπίζονται ζητήματα

αφηγηματικής τεχνικής: «Αφηγηματικοί όροι στα Λόγια

Page 98: Μελέτες και πονήματα

97

της Πλώρης του Α. Καρκαβίτσα», Διαβάζω 371/1997,

σελ. 34-38 και «Οι διακριτικοί αφηγητές, η μοίρα και ο

ρεαλισμός στα Λόγια της Πλώρης (1899) του Α.

Καρκαβίτσα», Αντί 691/1999, σελ. 50-52. Η πρώτη από

τις δύο αυτές εργασίες οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη

συνεργασία του Ξ. Α. Κοκόλη, εφόσον μου επέτρεψε να

δημοσιεύσω δικά του ερευνητικά πορίσματα. Η οφειλή

αυτή καταγράφεται και εκεί. Θα ταίριαζε στο σημείο

αυτό να προσθέσω ότι ο Κοκόλης αξιολογούσε θετικά

τη δομή της συλλογής Λόγια της Πλώρης του

Καρκαβίτσα, το ύφος και την ποιητική έκφραση στις

περιγραφές του. Στη δεύτερη εργασία επιχειρώ να

αποδείξω ότι η αφηγηματική τεχνική στα Λόγια της

Πλώρης επιβάλλει να αξιολογήσουμε θετικά τη συλ-

λογή, εφόσον η χρήση του πρωτοπρόσωπου διακριτικού

αφηγητή εναρμονίζεται με τη λογοτεχνική έκθεση του

θέματος, που δεν είναι άλλο από την αδυναμία του

ποντοπλάνητου ναύτη απέναντι στη Μοίρα (η οποία,

κατά τον συγγραφέα, είναι αόρατη, πραγματική όμως

και παντοδύναμη).

42. Η εργασία που πρέπει να συμπληρωθεί και επιβάλλεται

να ολοκληρωθεί είναι του Ν.Ε. Παπαδογιαννάκη: «Η

γλώσσα του Α. Καρκαβίτσα», στο αφιέρωμα του

Page 99: Μελέτες και πονήματα

98

περιοδικού Διαβάζω (306/1993, σελ. 61-66). Παρατη-

ρήσεις στη γλώσσα του Καρκαβίτσα είδαμε ότι έχουμε

από τον Τ. Άγρα, αλλά και από τη Ν. Σιδερίδου, τον Π.

Μαστροδημήτρη και την Έ. Σταυροπούλου, για να ανα-

φέρω μόνον όσους αντιμετώπισαν κάπως πιο μεθοδικά

αυτό το ζήτημα. Απουσιάζει όμως μια πιο συστηματική

και ολοκληρωμένη έρευνα και μελέτη. Το άλλο

αφιέρωμα ήταν της Νέας Εστίας (1517/1990).

43. Ταξιδιωτικές αφηγήσεις και πολιτικά άρθρα του Καρκα-

βίτσα είδαν ξανά στις μέρες μας το φως της δημοσιό-

τητας, και μάλιστα σε αυτοτελείς τόμους: α) Ταξιδιω-

τικά, εισαγωγή – ανθολόγηση: Η.Χ. Παπαδημητρα-

κόπουλος, Νεφέλη, Αθ. 1998, β) Θεσσαλονίκη και άλλα

‘επίκαιρα’ κείμενα, επιμ. Θ. Γεωργιάδης, Μαλλιάρης-

Παιδεία, Θεσσαλονίκη 1993, γ) Έθνος υπό σκιάν, Ροές,

Αθ. 1998, δ) Οι φυλακές του Ναυπλίου, Ροές, Αθ. 1998,

ε) Ο τεκκές των Μπεκτασίδων, Γαβριηλίδης, Αθ. 2006.

Ο Καρκαβίτσας, αν και φιλοβασιλικός στο φρόνημα,

υποστήριξε προοδευτικές ιδέες και οι απόψεις του

ενίοτε θεωρήθηκαν προκλητικές στην εποχή του.

Ορισμένα κείμενά του, από τα πολιτικά και τα

ταξιδιωτικά, είναι αξιόλογα και τους αρμόζει μια θέση

Page 100: Μελέτες και πονήματα

99

στην ιστορία των ιδεών για την πρωτοτυπία της

θεματικής τους και για το ύφος τους.

44. Έ. Σταυροπούλου, «Ανδρέας Καρκαβίτσας». Στον τόμο:

Η Παλαιότερη Πεζογραφία μας, τ. Η΄(1880-1900),

Σοκόλης, Αθ. 1997, σελ. 201-203. Στο εξής: Έ.

Σταυροπούλου (1997).

45. Έ. Σταυροπούλου (1997), σελ. 189

46. Έ. Σταυροπούλου (1997), σελ. 206-207.

47. Έ. Σταυροπούλου (1997), σελ. 207.

48. Πεδία έρευνας που θα μπορούσαν να συνεισφέρουν

στην περαιτέρω τεκμηρίωση του ζητήματος της

αξιολόγησης του έργου του Καρκαβίτσα είναι η αυτο-

αξιολόγηση του συγγραφέα για τα έργα του, η μετά-

φρασή τους σε άλλες γλώσσες, η διακειμενική συνο-

μιλία με προγενέστερους, σύγχρονους και νεότερους

ομοτέχνους, η έρευνα στις βιβλιοθήκες για τη συχνότη-

τα δανεισμού, η μεταφορά των έργων του στην τηλεό-

ραση, η ψηφιοποίησή τους (τόσο των τηλεοπτικών

σειρών όσο και των κειμένων του) και η ανάρτησή τους

στο διαδίκτυο, η ανθολόγησή του στην πρωτοβάθμια

Page 101: Μελέτες και πονήματα

100

εκπαίδευση, η παρουσία του στα προγράμματα σπουδών

της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης κ.ά.

Page 102: Μελέτες και πονήματα

101

Τα χαμένα χειρόγραφα του Διονυσίου Σολωμού

Όταν πέθανε ο Σολωμός (1857), ο Πολυλάς ανέλαβε

την έκδοση του ελληνόγλωσσου έργου του, δε βρήκε

όμως όλα όσα προσδοκούσε. Έργα, στίχοι και ολόκλη-

ρες ενότητες ποιημάτων έλειπαν από τα χειρόγραφα

του ποιητή φίλου του. Την άποψη του Πολυλά για

χαμένα χειρόγραφα συμμερίζονταν οι περισσότεροι

φίλοι και γνωστοί του ποιητή.1

Ο Λίνος Πολίτης γράφει ότι το «το ζήτημα των

χαμένων χειρογράφων ανήκει στην περιοχή του θρύ-

λου»2. Ακόμη και τον Πολίτη, όμως, τον βασάνισε η

υποψία -κατά καιρούς- ότι χάθηκαν χειρόγραφα του

«Ανατολικού Πολέμου» (1854).3

Ο ποιητής ενδιαφέρθηκε για τη δημοσίευση των έργων

του, άσκησε όμως έντονη αυτοκριτική μετά τη δημο-

σίευση του Ύμνου εις την Ελευθερία (1825). Δεν τέ-

λειωσε ποτέ τον Λάμπρο κι έμεινε ανικανοποίητος για

Page 103: Μελέτες και πονήματα

102

το λυρικό αποτέλεσμα στο Ποίημα για τον Μπάιρον.

Τον Διάλογο (1824) μάλλον σκόπευε να τον δημο-

σιεύσει ανολοκλήρωτο στη μορφή που μας σώθηκε4.

Τελικά όμως το έργο δεν βρέθηκε στα χαρτιά του

ποιητή, μόνο κάποια πρώτα σχέδια (= ΑΕ 66-68 και

71), κι ως τώρα δεν έχει δοθεί κάποια πειστική ερμη-

νεία γι’ αυτή την εξαφάνιση του αυτογράφου.

Το αναγνωστικό του κοινό περίμενε μια νέα ποιητική

σύνθεση με πατριωτικό θέμα, που να μπορούσε να

διαδώσει στο εξωτερικό τα δίκαια της ελληνικής

επανάστασης. Ίσως ο ποιητής, αναλογιζόμενος τις

προσδοκίες του αναγνωστικού κοινού, για ένα έργο

εθνικών προθέσεων, να θεώρησε «λίγο» το ερωτικό

θέμα του «Κρητικού». Το ίδιο ίσως να ισχύει και για

τον «Πόρφυρα» (1849), ποίημα που (σύμφωνα με τον

Πολυλά) ο ποιητής το είχε τελειώσει και σκόπευε να το

δημοσιεύσει (ΠΑ΄: 39)5. Δεν ήταν αυτό που περίμενε το

κοινό του. Σ’ αυτές τις σκέψεις οδηγεί και η μικρή

ανταπόκριση που βρήκε στην εποχή του το απόσπασμα

25 του Λάμπρου. (δημοσιεύτηκε ανώνυμα στην Ιόνιο

Ανθολογία, το 1834). Αυτό δείχνει άλλωστε και η

Page 104: Μελέτες και πονήματα

103

επιλογή της πολιορκίας του Μεσολογγίου για τη

σύνθεση που τον απασχόλησε τα περισσότερα χρόνια

της ωριμότητάς του.

Ο ποιητής δεν ήθελε να μείνει στη μνήμη των ανθρώ-

πων μόνον ως ο συνθέτης του νεανικού Ύμνου εις την

Ελευθερία, ποίημα που δεν το έβρισκε κακό, αλλά το

θεωρούσε αδέξιο (ΠΒ1: 110). Έτσι επεδίωξε να υψώσει

ένα ιστορικό γεγονός σε σύμβολο υπερεθνικό και

πανανθρώπινο με φιλοδοξία τη διαχρονική και

παγκόσμια αναγνώριση (μεταξύ Ομήρου και Σαίξπηρ:

ΠΑ΄, 209): Ελεύθεροι Πολιορκισμένοι (Σχεδίασμα Β΄).

Από τη μια οι μουσικο-μαθηματικές6 προδιαγραφές

που έθετε ο ίδιος για την εκτέλεση του έργου του, από

την άλλη η πηγαία του έμπνευση, που του ανέτρεπε τα

σχέδια και τον παρέσυρε σε νέες συλλήψεις, ματαίω-

σαν την ολοκλήρωση. Την τελευταία δεκαετία της

ζωής του (1847-1857) ο ποιητής δείχνει να βάζει στο

περιθώριο τη θεματολογία της Ελληνικής Επανάστα-

σης, όχι όμως και τον προβληματισμό για τη σύγχρονή

του κατάσταση της Ελλάδας.

Page 105: Μελέτες και πονήματα

104

Τα ποιητικά οράματα για το μέλλον της Ελλάδας

πληθαίνουν. Προσγειωμένο σ’ ένα πολιτικό όραμα

ένωσης της Επτανήσου με την Ελλάδα το επίγραμμα

«Προς τον βασιλέα της Ελλάδας» (1850). Πιο γνήσια

οραματικό το σπάραγμα «Νικηφόρος ο Βρυέννιος».

Μυστικός πατριωτισμός στο πλαίσιο μιας μεταφυσικής

αρμονίας το «Carmen Seculare»7. Ο ποιητής από

δάσκαλος του έθνους (Διάλογος) και υμνητής των

αγώνων του (Ύμνος, Ελεύθεροι Πολιορκισμένοι) γίνεται

ο «προφήτης» του.

Η στροφή του σε μυστικιστικά θέματα (1847-1857)

πρέπει να του προκάλεσε νέους δισταγμούς για δημο-

σιεύσεις και νέες εμπλοκές στην ολοκλήρωση των

ποιημάτων του. Δυο-τρία χρόνια πριν πεθάνει (1854),

άρχισε να γράφει τον «Ανατολικό Πόλεμο», με σκοπό

-υποθέτω- να κάνει άλλη μια προσπάθεια να εκπλη-

ρώσει τις προσδοκίες του κοινού του. Η φήμη ότι ο

ποιητής είχε προχωρήσει αυτό το έργο δε δικαιώθηκε

μετά το θάνατό του8. Χάθηκαν χειρόγραφα του ποιητή,

όπως αυτό του Διαλόγου. Ίσως ο ποιητής κατέστρεψε

ορισμένα: «Οι Αδελφοποιτοί»9 (1834-1851;) και «Η

Page 106: Μελέτες και πονήματα

105

Ελληνίδα Μητέρα» (πριν το 1840)10. Ποιήματα όπως

τα «Εις τον θάνατο της ανεψιάς του» (1850) και «Ο

Ανατολικός Πόλεμος» πιθανό να τα επεξεργάστηκε και

τα χειρόγραφα να χάθηκαν –άγνωστο και αδιάφορο το

πώς11.

Συντομογραφίες

ΑΕ= Δ. Σολωμού, Αυτόγραφα Έργα, επιμ. Λ. Πολίτης, τ. 1

Φωτοτυπίες, τ. 2 Τυπογραφική μεταγραφή. ΑΠΘ 1964.

ΠΑ΄= Δ. Σολωμού Άπαντα, τ. Α΄ Ποιήματα, επιμ.-σημ. Λ.

Πολίτης. Αθ.: Ίκαρος 1979.

ΠΒ΄= Δ. Σολωμού Άπαντα, τ. Β΄ Πεζά και Ιταλικά, σημ. Λ.

Πολίτης. ΄Ίκαρος 1979.

ΠΒ1 = Δ. Σολωμού Άπαντα, τ. Β΄ παράρτημα. Ιταλικά

(ποιήματα και πεζά). Μετάφραση: Λ. Πολίτης με τη

συνεργασία του Γ.Ν. Πολίτη. Αθ.: Ίκαρος 1991.

ΠΓ΄ = Δ. Σολωμού Άπαντα, τ. Γ΄ Αλληλογραφία, επιμ. Λίνος

Πολίτης και Μαρία Πολίτη. Αθ.: Ίκαρος 1991.

Page 107: Μελέτες και πονήματα

106

Σημειώσεις

1. Την άποψη του Πολυλά δε συμμερίζονταν για διαφορε-

τικούς λόγους οι Σ. Ζαμπέλιος, Α. Βαλαωρίτης, Σ. Τρικού-

πης και N. Tommaseo.

2. Λ. Πολίτης, Γύρω στον Σολωμό. Μελέτες και Άρθρα

(1938-1982). ΜΙΕΤ 1985, 249-250.

3. Πολίτης 1985, ό.π.: 137 και 302, αλλά και ΠΑ΄: 362.

4. L. Coutelle, Πλαισιώνοντας τον Σολωμό (1965-1989),

Νεφέλη 1990, 71-81.

5. «Προς έναν φίλο του, ο οποίος του επαρατήρησε ότι το

έθνος ήθελε δεχθεί καλύτερα ένα ποίημα εθνικό, απάντησε

ευθύς: Το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικόν ό,τι είναι

Αληθές. Όμως εις την άλλην παρατήρηση, ότι ήθελ’ είναι

καλό να ευχαριστηθεί και η φιλοτιμία του έθνους, έστερξε και

είπε ότι ήθελε τυπώσει συγχρόνως και ένα μέρος των

‘Ελεύθερων Πολιορκημένων’»: Μαρτυρία του Πολυλά στην

έκδοση Πολίτη, ό.π., τ. Α΄, 39-40. Παρατηρώ ότι αρχικά ο

ποιητής επιμένει στη δημοσίευση του «Πόρφυρα». Στη

συνέχεια όμως θέλει να ευχαριστήσει το κοινό του και να

ικανοποιήσει τις προσδοκίες του.

Page 108: Μελέτες και πονήματα

107

6. Γ. Βελουδής, Δ. Σολωμός-Ρομαντική ποίηση και ποιητική.

Οι γερμανικές πηγές. Γνώση 1989, 303-331 και ΠΒ1: 122.

7. Χ. Παπάζογλου, Μυστικιστικά θέματα και σύμβολα στο

«Carmen Seculare» του Δ. Σολωμού. Κέδρος 1995.

8. Δύσκολα ο ποιητής θα αποφάσιζε να δημοσιεύσει τα

περισσότερα σατιρικά έργα του, όπως τα Η Γυναίκα της

Ζάκυθος, «Η Τρίχα» ή το «Εις Μεγιστάνα» (= ΑΕ 487-490),

εφόσον κάτι τέτοιο θα του δημιουργούσε προβλήματα από

ανθρώπους που έτσι κι αλλιώς δεν τα πήγαινε καλά μαζί

τους. Γνωστές και οι προφυλάξεις του στην αλληλογραφία

του, όπου τον εκάστοτε Αρμοστή τον αποκαλεί

συνθηματικά «Μπάρμπα».

9. Ε. Τσαντσάνογλου, «Οι Αδελφοποιτοί-ένα μετακινούμενο

σολωμικό θέμα». Αφιέρωμα στον καθηγητή Λίνο Πολίτη.

Θεσσαλονίκη 1979, 145-151.

10. ΑΕ 411 και Ε. Τσαντσάνογλου, Μια λανθάνουσα ποι-

ητική σύνθεση του Δ. Σολωμού. Το αυτόγραφο τετράδιο Ζ11.

Ερμής 1982, 324-σημ.7. Ο ποιητής βάζει τον τίτλο του

ποιήματος δίπλα σε τίτλους έργων που είχε επεξεργαστεί.

Σώζεται ένα ομότιτλο πεζό ιταλικό σχεδίασμα της τελευ-

ταίας δεκαετίας.

Page 109: Μελέτες και πονήματα

108

11. Αυτόγραφο του ποιητή από τους Ελεύθερους Πολιορκι-

σμένους χάθηκε μετά την έκδοση Πολυλά (1859): Κ. Τικτο-

πούλου, «Ακαδημίας Αθηνών αρ.66: αντίγραφο Πολυλά.

(Ένα λανθάνον αυτόγραφο του Σολωμού)», Μολυβδοκονδυ-

λοπελεκητής 1/1989, 43-55.

Page 110: Μελέτες και πονήματα

109

Διονυσίου Σολωμού

Α΄ Σχεδίασμα των Ελεύθερων Πολιορκισμένων

(ένα παρέμβλητο τραγούδι στη Γυναίκα της Ζάκυθος)

Χρηστική Έκδοση

Οι παρακάτω εργασίες δίνουν μια καθαρή εικόνα του

ανολοκλήρωτου έργου και του τρόπου εργασίας του Δ.

Σολωμού στα χειρόγραφά του. Η παρούσα έκδοση

εκπονήθηκε υπό την επίβλεψη της Ε. Τσαντσάνογλου

στο πλαίσιο των μεταπτυχιακών μου σπουδών (1986-

1988) στο Α. Π. Θ.

1. Η Γυναίκα της Ζάκυθος. Όραμα του Διονυσίου Ιερομόν-

αχου, εγκάτοικου εις ξωκλήσι Ζακύνθου, εισαγωγή,

αναλυτική έκδοση, σημειώσεις – σχόλια Ελένης Τσαν-

τσάνογλου. Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο

1991.

2. Η Γυναίκα της Ζάκυθος. Όραμα Διονυσίου ιερομόναχου

εγκάτοικου εις ξωκλήσι Ζακύνθου, εισαγωγή-κείμενο-

γλωσσάρι Ελένης Τσαντσάνογλου, Ωκεανίδα, Αθήνα

1993.

3. Αγγελόπουλος Παύλος, «Το Α΄ Σχεδ. των Ελεύθ. Πολι-

ορκ. του Δ. Σολωμού: Ένα παρέμβλητο τραγούδι στη

Page 111: Μελέτες και πονήματα

110

Γυναίκα της Ζάκυθος»: Πρακτικά Ζ΄ Επιστημονικής

Συνάντησης (Μνήμη Ελένης Τσαντσάνογλου), Τομέας

Μεσαιωνικών και Νέων Ελληνικών Σπουδών, Τμήμα

Φιλολογίας, Α. Π. Θ. 1998, 257-275.

4. Αγγελόπουλος Παύλος, «Δ. Σολωμού, Α΄ Σχεδίασμα των

Ελεύθερων Πολιορκισμένων. Αναλυτική έκδοση», περ.

Ελληνικά 51/2001, 295-333.

5. Βελουδής Γιώργος, Δ. Σολωμού, Οι Ελεύθεροι Πολιορ-

κισμένοι, ερμηνευτική έκδοση, εισαγωγή-κείμενο-σχόλια,

Πατάκης, Αθήνα 2006.

(Τόσο η Ελ. Τσαντσάνογλου όσο και ο Γ. Βελουδής

χρησιμοποίησαν την έκδοση στην οποία κατέληξα το

1988 και πρωτοδημοσιεύτηκε το 1998 [βλ. τη βιβλιογρα-

φική παραπομπή αρ. 3]. Το κείμενο αυτής εδώ της

έκδοσης είναι το ίδιο με εκείνο που έδωσα το 1998, με τη

διαφορά ότι στην παρούσα μορφή περιόρισα τις σημειώ-

σεις στις τελείως απαραίτητες, όπως επίσης περιόρισα το

κείμενο από τη Γυναίκα της Ζάκυθος που περιβάλλει το

ποίημα.)

Page 112: Μελέτες και πονήματα

111

[Από το 23ο κεφάλαιο της Γυναίκας της Ζάκυθος]

Και ιδού μες στην καπνίλα μία μεγάλη γυναίκα με φόρεμα

μαύρο σαν του λαγού το αίμα, όπου η σπίθα έγγιζε και

εσβενότουνα.

Και με φωνή που μου εφαινότουνα πως νικάει την ταραχή

του πολέμου άρχισε:

Το χάραμα επήρα

του ήλιου το δρόμο,

κρεμώντας τη λύρα

τη δίκαιη στον ώμο.

κι απ’ όπου χαράζει

ως όπου βυθά

. . . . . .

στεριές και νησιά

. . . . . .

. . . . . .

Page 113: Μελέτες και πονήματα

112

που πέφτει στον κάμπο

κι ο ήλιος την παίρνει1

. . . . . .

. . . . . .

. . . . . .

. . . . . .

Παράμερα στέκει

Σουλιώτης και κλαίει.

αργά το τουφέκι

σηκώνει και λέει:

«Σε τούτο το χέρι

τι κάνεις εσύ;

Ο εχθρός μου το ξέρει

πως μου είσαι βαρύ».

Της μάνας, ω λαύρα!

τα τέκνα τριγύρου,

Page 114: Μελέτες και πονήματα

113

φθαρμένα και μαύρα,

σαν ίσκιους ονείρου.

λαλεί το πουλάκι

στου πόνου τη γη

και βρίσκει σπυράκι

και η μάνα φθονεί.

Προβαίνει και κράζει

Τα έθνη σκιασμένα2

. . . . . .

. . . . . .

. . . . . .

. . . . . .

. . . . . .

. . . . . .

Page 115: Μελέτες και πονήματα

114

Γρικούν3 να ταράζει

του εχθρού τον αέρα

μιαν άλλη που μοιάζει

τ’αντίλαλου πέρα.

Και ξάφνου πετιέται

με τρόμου λαλιά.

πολληώρα γρικιέται4

κι ο κόσμος βροντά.

. . . . . .

. . . . . .

. . . . . .

. . . . . .

. . . . . .

. . . . . .

Κι ω πείνα και φρίκη,

Δεν σκούζει σκυλί!

Page 116: Μελέτες και πονήματα

115

Και απάντησαν Νησιά και Στεριές.

Ο ουρανός είναι κλειστός και δεν ακούει.5

Εχόρεψε ο Έρως

Μαζί με το Μάη.

Κι ο Αράπης6 αγάλι7

ξαπλώνετ’εκεί

που εβγήκε η μεγάλη

του Μπάιρον ψυχή.

. . . . . .

σαν πέλαο που βράζει8

. . . . . .

. . . . . .

. . . . . .

. . . . . .

. . . . . .

Page 117: Μελέτες και πονήματα

116

Να η μέρα προβαίνει

τα νέφια συντρίβει.

να η νύχτα που βγαίνει

κι αστέρι δεν κρύβει.9

. . . . . .

. . . . . .

. . . . . .

. . . . . .

Και ό,τι είχε αποτελειωμένα τα λόγια της η θεά, οι δικοί μας

εκάνανε φοβερές φωνές για τη νίκη που εκάνανε.

Page 118: Μελέτες και πονήματα

117

Σημειώσεις

1. Το νόημα των στίχων: «Είστενε, ω ανθρώποι, σα

δροσιά οπού στον κάμπο στέρνει η νύχτα κι απέκει

έρχεται ο ήλιος και την παίρνει.» (ΑΕ 407, 1-2)

2. Υποκείμενο: η σάλπιγγα των πολιορκημένων. Σκια-

σμένα (επίρ.) = φοβισμένα, τρομαγμένα.

3. Γρικούν = Ακούν.

4. γρικιέται = ακούγεται.

5. Στα αυτόγραφα έργα (= ΑΕ) του ποιητή η φράση

είναι γραμμένη στα ιταλικά:

E risposero Isole e continenti.

Il cielo é chiuso e non ode.

6. Αράπης = Άραβας

7. Αγάλι =σιγά, ήρεμα (ίσως μεταφορικά: «ανενόχλη-

τα»)

8. Τον στίχο συνοδεύει στοχασμός του ποιητή γραμ-

μένος ιταλικά: «Για τον κύκλο των εχθρών που

πολιορκεί» (= per l’anello dei nemici assediatori)

9. βγαίνει = εμφανίζεται. Το νόημα των στίχων όπως

στο Β΄ Σχεδίασμα των Ε.Π.: «Μέρα δεν φέρνει κα-

ταχνιά, νύχτα δεν κρύβει αστέρι» (= ΑΕ 408α 21)

Page 119: Μελέτες και πονήματα

118

Η συλλογή με τα «αρχαία» διηγήματα

του Κ. Θεοτόκη

Δύο συλλογές διηγημάτων

Ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης (1872-1923) έγραψε μόνο

δύο συλλογές διηγημάτων και όσο ζούσε δεν κατόρ-

θωσε να τις εκδώσει. Από μια επιστολή του στον Κ.

Πάργα (21.5.1919) μαθαίνουμε ότι οι βιβλιοπώλες των

Αθηνών προσφέρθηκαν να τυπώσουν τα διηγήματά

του, «14 ή 15 σε δύο τόμους, από περίπου 10 τυπγρ.

φύλλα» (Σαββίδης 1988: 60).

Οι πληροφορίες που έχουμε μιλάνε για θεματική

διάκριση μεταξύ των δύο συλλογών. Η μία συλλογή

περιείχε διηγήματα «ιστορικής ή προϊστορικής ή

θρυλικής υποθέσεως» και η άλλη τα διηγήματα που

αναφέρονταν «εις τον βίον των αγροτών της Κερκύ-

ρας» (Δάλλας 1982: 21). Η αδερφή του συγγραφέα,

Ελένη Θεοτόκη-Παρασκευοπούλου, γράφει ότι «ο

συγγραφέας ο ίδιος κατάταξε και χώρισε τα διηγήματά

Page 120: Μελέτες και πονήματα

119

του σε δυο τόμους, έναν με τα αρχαία και έναν με τα

χωριάτικα διηγήματα» (Δάλλας, ό.π.).

Οι παραπάνω μαρτυρίες είναι του 1936, αρκετά χρόνια

μετά το θάνατο του Θεοτόκη, στα 1923. Οι δύο τόμοι

-λένε οι πληροφορίες μας- παραδόθηκαν από τον ίδιο ή

από την οικογένειά του, όταν αυτός πέθανε, για

τύπωμα (Δάλλας, ό.π.)1. Αν οι πληροφορίες είναι

σωστές, τότε ο Θεοτόκης θα είχε καταλήξει και σε

διάταξη των περιεχομένων.

Αριθμητική

14-152 διηγήματα από 10 τυπογραφικά φύλλα. 160

σελίδες ο κάθε τόμος, που σημαίνει πως οι δύο

συλλογές σχεδιάστηκαν να έχουν την ίδια περίπου

έκταση. Τα σωζόμενα διηγήματα είναι 18: 10 «χωριά-

τικα» (μ’ αυτά δε θ’ ασχοληθώ άλλο) και 8 «αρχαία».

Έχουμε άλλα τρία κείμενα υπόψη μας: α) ο

«Λυκόφρων» που «αποτελείτο από 150 χειρόγραφες

σελίδες σε μεγάλο μέγεθος» και χάθηκε οριστικά και

Page 121: Μελέτες και πονήματα

120

αμετάκλητα αδημοσίευτος το 1978 σε πλημμύρα στο

Περιστέρι (Γκρίντζος 1988: 127-128). Η έκτασή του

αποκλείει αμέσως την ένταξή του στη συλλογή με τα

«αρχαία» διηγήματα. β) Η συλλογή Αντιφεγγίδες

(λυρικές πρόζες). Δυο από αυτά τα κείμενα -«Ο δούλος

του Παράσιου», «Οι κρουμμένοι θησαυροί»- είναι

προσχέδια δύο «αρχαίων» διηγημάτων: «Απελλής»,

«Το βιο της Κυράς Κερκύρας» (Κατσιγιάννη 1991: 393

και 395 - σημ. 7). Μόνον αυτό αρκεί για να τα

αποκλείσουμε από τη συλλογή με τα «αρχαία»

διηγήματα. γ) Το «Πάθος» (ρομάντσο), κείμενο κι αυτό

μεγάλης έκτασης, περίπου 80 σελίδων. Άρα κι αυτό το

αποκλείω (αν και όχι με τόση σιγουριά) από τη

συλλογή που μας ενδιαφέρει εδώ.

Τρόπος έκδοσης, τρόπος ανάγνωσης κι ένας πίνακας

που λείπει

Όποιος επιχειρήσει να εκδώσει σε τόμο τα «αρχαία»

διηγήματα, το πιθανότερο είναι να τα βάλει στη σειρά

με το χρόνο γραφής τους. Αυτός είναι ο δόκιμος

Page 122: Μελέτες και πονήματα

121

φιλολογικός τρόπος, εφόσον δεν έχει σωθεί θεματική ή

άλλη διάταξή τους (= πίνακας περιεχομένων) του

συγγραφέα. Και δε θα ήταν άστοχο να συμπεριληφθεί

σε μια τέτοια έκδοση το «Πάθος» και οι Αντιφεγγίδες

(Δάλλας 1982: 8-9 σημ. 3. Κατσιγιάννη 1991: 393 και

στην ίδια 1997: 250).

Θα πρότεινα ωστόσο ο αναγνώστης να διαβάσει τα

«αρχαία» διηγήματα σύμφωνα με το χρόνο στον οποίο

διαδραματίζονται. Να ακολουθήσει δηλαδή τη σειρά:

Τίτλος διηγήματος Χρόνος δράσης Κοσμογονία Juventus Mundi Το όνειρο του Σατνή Απελλής Κερκύρα Κασσώπη Το βιο της Κυράς Κερκύρας Χάση του Κόσμου

Χτίση του Κόσμου Προϊστορικά χρόνια Αρχαία Αίγυπτος Χρόνια του Μ. Αλεξάνδρου Ρωμαϊκή Εποχή, χρόνια του αυτοκράτορα Κλαυδίου Βυζαντινή Εποχή, χρόνια του Ιουστινιανού Εποχή Χριστιανισμού, μεταβυζαντινά χρόνια Η τελευταία μέρα του Κόσμου

Page 123: Μελέτες και πονήματα

122

Δεν μπορεί να είναι τυχαία αυτή η ακολουθία στο

χρόνο δράσης. Το πλαίσιο της συλλογής φαίνεται να το

διαμορφώνουν οι δύο μύθοι για την αρχή και το τέλος

του Κόσμου3. Δεν μπορεί να είναι τυχαίο ότι οι δύο

μύθοι γράφτηκαν μαζί ο ένας πίσω από τον άλλο, στο

ίδιο χειρόγραφο στα 1899 (Βλάχος 1981: 8).

Αν βέβαια βρεθεί ο συγκεκριμένος πίνακας περιεχο-

μένων4 αυτής της συλλογής, το πόνημά μου θα αξίζει

κάτι λιγότερο από αυτόν, αλλά και πάλι -αν δε συμφω-

νεί το πόνημα με τον πίνακα- θα είναι μια μαρτυρία για

έναν άλλο τρόπο ανάγνωσης.

Page 124: Μελέτες και πονήματα

123

Σημειώσεις

1. Ο Αν. Δεληβοριάς, από τη μελέτη των εικονογραφήσεων

του Ζαβιτσιάνου, καταλήγει σε αντίθετη υπόθεση: «η

έκδοση των Διηγημάτων δεν ήταν αποφασισμένη ούτε ως

προς το περιεχόμενο ούτε ως προς τη μορφή, που, πιθανώς,

θα είχε αυτή. Θα ήταν μεμονωμένες μικρές εκδόσεις, κάτι

σαν το «Βιο…» των Κειμένων, θα ήταν ένας τόμος για τα

‘Αρχαία’ και ένας για τα ‘Χωριάτικα’;»: 1997, 160.

2. Είναι ένα σχήμα λόγου αυτό το «14-15»; Σημαίνει

περίπου 14-15, ένας από μνήμης πρόχειρος υπολογισμός;

Θα μπορούσε να είναι έτσι, εφόσον γνωρίζουμε ότι από το

1912 («Αμάρτησε;») ο Θεοτόκης έχει σταματήσει να γράφει

διηγήματα και επομένως ο αριθμός των διηγημάτων είναι

κάτι που ίσως δεν τον απασχολεί καθόλου εκείνη τη στιγμή

του 1919.

3. Ίσως ο αναγνώστης να αναρωτιέται πώς είναι δυνατό μια

συλλογή διηγημάτων να αρχίζει και να τελειώνει με μύθους.

Σε μια συλλογή διηγημάτων, ωστόσο, είναι ανεκτή -αν όχι

επιθυμητή- η διαπλοκή των ειδών. Ένα πρόχειρο παρά-

δειγμα, που επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές, είναι τα

Λόγια της Πλώρης του Αντρέα Καρκαβίτσα.

Page 125: Μελέτες και πονήματα

124

4. Ο Φίλιππος Βλάχος σε προφορική συζήτηση (21.5.1988)

θεώρησε πολύ πιθανό να βρεθεί αυτός ο Πίνακας. Ίσως στο

αρχείο της Ειρήνης Δεντρινού (Δεληβοριάς 1997: 160); ΄Η

μήπως στο αρχείο κάποιου Αθηναίου εκδότη εκείνης της

εποχής;

Έργα Κ. Θεοτόκη που αναφέρονται σ’ αυτή την εργασία

«Χωριάτικα» διηγήματα

Α1 Διηγήματα [Κορφιάτικες Ιστορίες]. Εισαγωγή Γιάννης

Δάλλας. Αθ.: Τυπογραφείο «Κείμενα» 1982.

«Αρχαία» διηγήματα

Β1 «Juventus Mundi», περ. Διόνυσος, τ. Α΄, 1901, 187-189.

Αθ.: Ε.Λ.Ι.Α. 1981.

Β2 «Κασσώπη», περ. Ο Νουμάς, Χρ. Β΄, 1904, αρ. 93, 2-12.

Β3 «Κοσμογονία» (Καββαλιστικός Μύθος), περ.

Κερκυραϊκή Ανθολογία, Χρονιά Α΄, αρ. 2, 1 Νοεμβρίου

1915, 44-50.

Β4 «Η Χάση του Κόσμου», «Το Όνειρο του Σατνή»,

«Κερκύρα». Αθ.: «Κείμενα» 1981.

Page 126: Μελέτες και πονήματα

125

Β5 «Απελλής». Αθ.: «Άγρα» 1991.

Β6 «Το Βιο της Κυράς Κερκύρας». Αθ.: «Νεφέλη» 1993.

Βιβλιογραφικές Αναφορές

Φ. Βλάχος 1981: Εισαγωγικά σημειώματα στο Β4

Σ.Δ. Γκρίντζος 1988: «Η ‘τύχη’… και η ατυχία των

χειρογράφων», περ. Τραμ (7)/1988, 127-128.

Γ. Δάλλας 1982: «Το πρόβλημα της εντοπιότητας στην

πεζογραφία του Θεοτόκη». Εισαγωγή στο Α1.

Αν. Δεληβοριάς 1997: «Μάρκος Ζαβιτσιάνος», περ.

Πόρφυρας, (80)/1997, 157-170.

΄Α. Κατσιγιάννη 1991: «Ανέκδοτα πεζά ποιήματα από τις

Αντιφεγγίδες», περ. Πόρφυρας, (57-58)/1991, 390-395.

΄Α. Κατσιγιάννη 1997: «Ειδολογικές αναζητήσεις στο

πρώιμο έργο του Κ. Θεοτόκη», περ. Πόρφυρας, (80)/1997,

243-250.

Γ.Π. Σαββίδης 1988: «Εκδοτικές περιπέτειες των

μεταφράσεων του Σαίξπηρ από τον Κ. Θεοτόκη», περ.

Περίπλους, (17-18)/1988, 51-63

Page 127: Μελέτες και πονήματα

126

Σημειώσεις για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας

στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση

Η λογοτεχνία, όπως και οι άλλες «καλές» τέχνες, θέτει

επίμονα το ζήτημα της ελευθερίας του ανθρώπου, ζή-

τημα που απασχολεί έντονα τους εφήβους. Η διδασκα-

λία κινείται μέσα σε περιορισμούς, αντίθετα η μάθηση

έχει ως βασική προϋπόθεση την ελευθερία. Η εκπαί-

δευση ανήκει στους θεσμούς του κράτους1 και ως

τέτοιος δεν μπορεί παρά να επιδιώκει τη μεταβίβαση

πολιτισμικών αξιών που είναι, στην Ελλάδα, ακόμη

εθνοκεντρικές, αλλά σιγά σιγά αλλάζουν, είτε λόγω της

μεταβαλλόμενης δημογραφικής πραγματικότητας είτε

από την ανάγκη προσαρμογής στη νέα πολιτική πραγ-

ματικότητα της Ενωμένης Ευρώπης, είτε και από την

ανάγκη να γίνουμε πολίτες του κόσμου και όχι μόνο

της πατρίδας μας. Τα σχολικά βιβλία, και αυτός ο θε-

σμός ακόμη του σχολείου, βρίσκονται καθημερινά

αντιμέτωπα με αυτές τις προκλήσεις. Κύριο ζήτημα

Page 128: Μελέτες και πονήματα

127

παραμένει αυτό της ελευθερίας. Αφού, όμως,

εκπαίδευση σημαίνει κάποια μορφή κρατικής ή άλλης

εξουσίας, καταλαβαίνουμε πόσο «δύσκολη» είναι η

θέση της λογοτεχνίας, στην οποία το διακύβευμα είναι

η ελευθερία στη δημόσια αλλά και στην ιδιωτική ζωή,

τις αντιλήψεις και τον τρόπο έκφρασης.

Οι στόχοι της διδασκαλίας της λογοτεχνίας

Η λογοτεχνία αντιμετωπίζεται στο γυμνάσιο και στο

λύκειο α) ως γνωστικό αντικείμενο με κάποιο υποτιθέ-

μενο ηθικό και κοινωνικό περιεχόμενο, β) ως μέσο για

την ανάπτυξη δεξιοτήτων, όπως η λογοτεχνική ανάλυ-

ση και ερμηνεία, γ) ως μέσο για την κοινωνική και

ηθική ανάπτυξη των μαθητών. ΄Η ευρύτερα: ως μέσο

μεταβίβασης της πολιτισμικής κληρονομιάς.

O εγκυρότερος τρόπος για να μάθει κανείς πώς διδά-

σκονται οι μαθητές προκύπτει από τις απαιτήσεις του

εξεταστικού συστήματος 2. Το πώς εργάζονται οι καθη-

γητές και με ποια μέθοδο αποτελεί, επίσης, συμπληρω-

ματικό τρόπο3. Ακολουθεί η μελέτη των σχολικών

Page 129: Μελέτες και πονήματα

128

βιβλίων4 και τα Αναλυτικά και Ωρολόγια Προγράμ-

ματα 5. Ένα ζητούμενο της έρευνας, και όχι μόνο στην

Ελλάδα, είναι η διερεύνηση της πρόσληψης της λογο-

τεχνίας από τους μαθητές. Πόσο εκτεταμένη, βαθιά και

αποτελεσματική είναι; Πώς και πότε μπορεί να ερευνη-

θεί;

Μια προβληματική κατάσταση

Το σχολικό μάθημα της λογοτεχνίας υπηρέτησε -και

δυστυχώς υπηρετεί και σήμερα- αλλότριους προς τη

λογοτεχνική δημιουργία και αισθητική σκοπούς. Η

νεοελληνική λογοτεχνία υπηρέτησε την αρχαιομάθεια,

την ιστορική γνώση, την ηθικο-θρησκευτική καλλιέρ-

γεια των μαθητών. Θεωρήθηκε πως αποτελεί γλωσσικό

πρότυπο, ανέλαβε να συμπληρώσει τον επετειακό λόγο

στις εθνικές γιορτές, να φρονηματίσει τους μαθητές και

πολλά άλλα που δεν έχουν ιδιαίτερη σχέση με τη

λογοτεχνία. Τελικά δεν είναι να απορεί κανείς που η

λογοτεχνία χαρακτηρίστηκε «υποζύγιο»6 και ορισμένοι

-έστω και ελάχιστοι- ζήτησαν να καταργηθεί η διδα-

Page 130: Μελέτες και πονήματα

129

σκαλία της7. Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε τις παιδα-

γωγικές λογοκριτικές επεμβάσεις που φτάνουν στην

παραμόρφωση των κειμένων, στην καθιερωμένη πλέον

μορφή τους («τεμάχια», «αποσπάσματα»), τότε κατα-

λαβαίνουμε γιατί τα ποσοστά φιλαναγνωσίας στον

τόπο μας είναι τόσο χαμηλά σε σύγκριση με τις υπόλοι-

πες ευρωπαϊκές χώρες.8

Όχι ότι στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι όλα τέλεια.

Διδάσκονται όμως, παράλληλα με τις ανθολογίες, ολό-

κληρα λογοτεχνικά έργα9 τόσο από σχολικές εκδόσεις

όσο και από εκδόσεις του εμπορίου. στην Αγγλία δεν

χρησιμοποιούν καθόλου αποσπάσματα στα ανθολόγιά

τους. Πάντως, το μάθημα της λογοτεχνίας, στα εκπαι-

δευτικά προγράμματα όλων των χωρών10, είναι συνδε-

μένο με το μάθημα της μητρικής γλώσσας11, έστω και

αν, αλλού λιγότερο και αλλού περισσότερο, έχει την

αυτονομία του και θεωρείται από τα βασικά και πρω-

τεύοντα.

Το γλωσσικό μάθημα έχει πάρει και στη χώρα μας τη

θέση που του αξίζει, έστω και με μεγάλη καθυστέρηση.

Το μάθημα της λογοτεχνίας όμως όχι ακόμα. Ήδη στα

Page 131: Μελέτες και πονήματα

130

1932, ο Ιωάννης Συκουτρής έγραφε ότι η λογοτεχνία

είναι πρώτα γλωσσικό μάθημα και μάθημα πολιτισμού

και μετά αισθητικό12. Στο πρόγραμμα που κατέθεσε η

Ομάδα έρευνας [της Θεσσαλονίκης] για τη διδασκαλία

της λογοτεχνίας (= Διαβάζοντας λογοτεχνία στο σχο-

λείο…, 2000) η λογοτεχνία αντιμετωπίζεται κυρίως ως

μάθημα κριτικής αγωγής στο σύγχρονο πολιτισμό13.

Είναι φανερό ότι και εδώ η αισθητική εξακολουθεί να

μην παίζει τον πρωτεύοντα ρόλο. Το μάθημα της λογο-

τεχνίας προτείνεται να ενταχθεί στο πλαίσιο των πολι-

τισμικών σπουδών14. Άλλοι, πάλι, θα ήθελαν η λογο-

τεχνία να αντιμετωπίζεται κυρίως ως μάθημα δημιουρ-

γικής γραφής, με σκοπό την ανάπτυξη της φαντασίας15.

Περισσότερο, όμως, αυτό που χρειάζεται το μάθημα

της λογοτεχνίας είναι να βρεθούν τρόποι, ώστε αφενός

να γίνει περισσότερο ελκυστικό στους μαθητές, αφε-

τέρου να χρησιμοποιηθεί στη διδακτική πράξη για την

ανάπτυξη της «κριτικής εγγραμματοσύνης» των μαθη-

τών.16

Θα επιμείνω στη σειρά ΚΝΛ του 1977/83 έως 2001,

γιατί την πρόλαβα και ως μαθητής και ως καθηγητής,

Page 132: Μελέτες και πονήματα

131

ώστε να αναδειχθούν κάποια από τα «αμαρτήματα»

που συνοδεύουν τη διδακτική χρήση της λογοτεχνίας.

Σύμφωνα με τους ανθολόγους του 1977/8317, προκαλεί

σύγχυση στους μαθητές της Α΄ και Β΄ γυμνασίου μια

ιστορική διάταξη των λογοτεχνικών κειμένων, επειδή

δεν έχουν διδαχθεί Νεότερη Ιστορία. Αυτό συμβαίνει

στη Γ΄ γυμνασίου και επομένως εκεί θα διδαχθεί με

ιστορική κατάταξη η νεοελληνική λογοτεχνία. Έτσι

βέβαια υπηρετείται και το κριτήριο της «συγκέντρωσης

της ύλης», η διαθεματική προσέγγιση. Δεν πρόσεξαν

όμως οι ανθολόγοι ότι στη θεματική κατάταξη που

επέβαλαν στην Α΄ και Β΄ γυμνασίου υπάρχουν ιστορι-

κές ενότητες, όπως το 1821, το 1940, η Κατοχή, η

Αντίσταση, η «δοκιμασία της Κύπρου» κτλ.; Αυτές τις

ιστορικές ενότητες ασφαλώς δεν είναι σε θέση να τις

παρακολουθούν οι μαθητές χωρίς να προκαλείται σύ-

γχυση, εφόσον είναι απαράσκευοι ιστορικά.

Δεν προτείνω φυσικά την ιστορική διάταξη της ύλης.

Θα μπορούσε σε κάθε θεματική (όχι όμως με ιστορικό

πυρήνα) ενότητα να δίνεται ένας συνοπτικός χρονο-

λογικός πίνακας και σύντομες ιστορικές και γραμ-

Page 133: Μελέτες και πονήματα

132

ματολογικές πληροφορίες. Άλλωστε, σε συστήματα

άλλων χωρών δεν συναντούμε τέτοιου είδους ιστορικά

αρθρωμένες ενότητες. Η θεματολογία περιστρέφεται

γύρω από ζητήματα που προβληματίζουν τους μαθητές,

κατάλληλα στην προσληπτική τους ικανότητα και τα

ενδιαφέροντά τους18.

Εκτός από τη θεματική, ένα άλλο ζήτημα που απασχο-

λεί τους εκάστοτε ανθολόγους είναι η ικανότητα της

λογοτεχνίας να διεγείρει τον συναισθηματικό κόσμο.

Στις προκηρύξεις συγγραφής σχολικών βιβλίων του

1938, του 1948 και στο Αναλυτικό Πρόγραμμα του

1969 υπάρχει η απαίτηση τα κείμενα να δημιουργούν

στους μαθητές αισθήματα χαράς και αισιοδοξίας, να

κυριαρχεί «φαιδρότης και ευθυμία»19. Σημειώνουμε ότι

το 1938 κυβερνά ο δικτάτορας Μεταξάς, ότι στα 1948

βρίσκεται σε εξέλιξη ο εμφύλιος πόλεμος, ότι στα 1969

υπάρχει στρατιωτική δικτατορία. Από την άλλη, η

ατμόσφαιρα πόνου, δυστυχίας και πένθους που χαρα-

κτηρίζει τα ΚΝΛ του γυμνασίου, και η οποία -είναι

αλήθεια- δίνει πιστή εικόνα ενός κύριου άξονα της

νεοελληνικής λογοτεχνίας ως το 1974, τουλάχιστον,

Page 134: Μελέτες και πονήματα

133

έχουν προκαλέσει τη δυσφορία αρκετών εκπαιδευ-

τικών, γονέων και μαθητών, εφόσον δεν εστιάζεται

στις ανάγκες, τα ενδιαφέροντα και την ψυχοσύνθεση

των τελευταίων20. Ένας από τους συντάκτες των ΚΝΛ

γράφει: «Πολλά κείμενα είναι πράγματι ζοφερά, γιατί

ζοφερή ήταν η ζωή και η ιστορία αυτού του τόπου και

γιατί η θέση της λογοτεχνίας είναι κοντά στον πάσχο-

ντα και στον πόνο του. Χαρούμενη λογοτεχνία δεν

υπάρχει…»21. Πρέπει να παρατηρηθεί εδώ ότι, σήμερα,

δεν χρειάζεται να αποκλείσουμε οποιοδήποτε συναί-

σθημα. Δεν είναι δυνατό να μεταδώσουμε τον πλούτο

των λογοτεχνικά εκφρασμένων ανθρώπινων καταστά-

σεων, αν καταφεύγουμε σε αφορισμούς.

Το ζήτημα των «παιδαγωγικών» πειθαναγκασμών δε

σταματά εδώ. «Τα μέρη των βιβλίων στα οποία οι

συγγραφείς απευθύνονται στους μαθητές είναι οι εκφω-

νήσεις των ασκήσεων... Ο μαθητής ή καλείται να εκτε-

λέσει μια εντολή ή υφίσταται έλεγχο...». Πρόκειται για

«μια εξουσία εξαιρετικά αυταρχική»22. «Και αυτού του

είδους η γλωσσική αγωγή καθόλου καλά δεν υπηρετεί

το κοινωνικό αίτημα για τη δημιουργία ενός πολίτη που

Page 135: Μελέτες και πονήματα

134

παρεμβαίνει στα γεγονότα, που συμμετέχει στις κοινω-

νικές διαδικασίες και που ελέγχει την εξουσία. και κατά

κανένα τρόπο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί δημο-

κρατική ή προοδευτικής ιδεολογίας»23.

Προτάσεις

Η Τοκατλίδου προτείνει δύο λύσεις: «ή την ελεύθερη

και συχνή έκδοση πολλών βιβλίων από τα οποία θα

διαλέγει καθένας αυτό που προσεγγίζει τις ανάγκες

του, ή το ‘σπάσιμο’ του εγχειριδίου και την αντικατά-

στασή του με διδακτικό υλικό εύπλαστο, ανοικτό στους

μαθητές και στον καθηγητή, προσαρμόσιμο στο μαθη-

τικό κοινό».24

Σύμφωνα με τη μελέτη του Νορβηγού Evensen, στα

1986, για τα σχολικά βιβλία των Αγγλικών και των

Νορβηγικών, «η πλειοψηφία των μαθητών ένιωθε πως

υπήρχε πολύ ξερό και βαρετό υλικό στα σχολικά βιβλία

και ότι οι ασκήσεις ήταν μονότονες. Θα ήθελαν περισ-

σότερες δημιουργικές ασκήσεις». Τα αποτελέσματα

της έρευνας στα διδακτικά μέσα έδειξαν ότι η διάσταση

Page 136: Μελέτες και πονήματα

135

«πρόκληση του ενδιαφέροντος» είναι το πιο σημαντικό

πρόβλημα25. Πιθανώς ο καλύτερος τρόπος ανανέωσης

των σχολικών βιβλίων θα ήταν το να προσφέρουν το

υλικό τους περισσότερο ως λύση προβλημάτων της

ζωής (όπως διαμορφώνεται έξω από το σχολείο), να

προσομοιάζουν με μικρής κλίμακας συνεργατικές και

ομαδικές έρευνες.26

Η ευρωπαϊκή εμπειρία

Στις Οδηγίες για τη διδασκαλία των φιλολογικών

μαθημάτων στο γυμνάσιο (σχολικό έτος 2000-2001:

148) ορίζεται ως μέθοδος διδασκαλίας η «ερμηνευτική

προσέγγιση». Η διδασκαλία της λογοτεχνίας, σύμφωνα

με αυτές τις «οδηγίες», έχει δύο άξονες: α) το ίδιο το

κείμενο και β) τα εξωκειμενικά στοιχεία που το φωτί-

ζουν (ιστορικά, βιογραφικά του συγγραφέα κτλ.). Στις

αντίστοιχες Οδηγίες για τη διδασκαλία των φιλολογικών

μαθημάτων στο λύκειο (σχολικό έτος 2000-2001: 184)

επαναλαμβάνεται: «Η μέθοδος είναι η ερμηνευτική27

και βασίζεται στην παρατήρηση του κειμένου και σε

Page 137: Μελέτες και πονήματα

136

επισημάνσεις δομικού, σημειολογικού και υφολογικού

χαρακτήρα με κύριο στόχο την κατανόηση του συγκε-

κριμένου κειμένου» (ό.π.). Και σε παλαιότερες «οδη-

γίες» αν ανατρέξουμε, την ίδια επισήμανση συναντάμε:

«Θεμέλιο της διδακτικής πράξης στο μάθημα της λο-

γοτεχνίας είναι η ερμηνευτική μέθοδος»28. Όλες οι θεω-

ρίες της λογοτεχνίας, όλες οι προσεγγίσεις λογοτε-

χνικών κειμένων προτείνουν κάποια ερμηνευτική μέθο-

δο.

Η κατανόηση, ο σχολιασμός, η ερμηνεία, η ανάλυση

μορφολογικών και δομικών στοιχείων του κειμένου

έχουν την κυρίαρχη θέση στη μεθοδολογία και στην

εξέταση των λογοτεχνικών κειμένων στο γυμνάσιο και

στο λύκειο. Δευτερεύουσα θέση έχουν τα πάσης

φύσεως πραγματολογικά στοιχεία και η σύγκριση,

προαιρετικά στη Γ΄ γυμνασίου και υποχρεωτικά πλέον

στο λύκειο. Τα αναλυτικά προγράμματα, τα σχολικά

βιβλία, η μέθοδος διδασκαλίας, όλα προσαρμόζονται

στην πράξη στις απαιτήσεις του εξεταστικού συστή-

ματος29. Τα αντίστοιχα «βοηθήματα»30 για μαθητές και

καθηγητές περιορίζουν ακόμη περισσότερο τις

Page 138: Μελέτες και πονήματα

137

προσπάθειες ανανέωσης του μαθήματος. Οι ίδιες παρε-

νέργειες από τις ίδιες αιτίες παρατηρούνται και σε

άλλες χώρες, όπως λ.χ. στις ΗΠΑ, όπου η «τεστο-

μανία»31 οφείλεται στην εκδοτική βιομηχανία τής

οποίας τα κέρδη είναι τεράστια. Το εξεταστικό σύστη-

μα προκαλεί ομογενοποίηση της μάθησης: όλοι μαθαί-

νουν τα ίδια με τον ίδιο τρόπο. άρα περιορίζεται η

ελευθερία της επιλογής έργων, της ερμηνείας κτλ.32

Στη σχολική πράξη η «ερμηνευτική» μέθοδος παρα-

πέμπει στην καθοδηγούμενη ανάγνωση. Η θεωρία του

«επαρκούς» ή «πληροφορημένου» αναγνώστη, που λει-

τουργεί ως μεσολαβητής μεταξύ του κειμένου και του

«απλού» αναγνώστη, κάθε άλλο παρά χρήσιμη είναι

στη διδακτική της λογοτεχνίας. Προτιμότερο θα ήταν

αν εκκινούσαμε από τη διάκριση μεταξύ αισθητικής

και χρησιμοθηρικής ανάγνωσης. Στη χρησιμοθηρική

ανάγνωση σημασία έχει η πληροφορία να αντληθεί όσο

ταχύτερα γίνεται και ο αναγνώστης να απομακρυνθεί

από το κείμενο, ενώ στην αισθητική ανάγνωση η

προσοχή επικεντρώνεται σ’αυτό που ο αναγνώστης ζει

κατά τη διάρκεια της σχέσης του με το συγκεκριμένο

Page 139: Μελέτες και πονήματα

138

κείμενο33. Ακριβέστερο θα ήταν, αν είχαμε κατά νου

ένα συνεχές κείμενο, μια κλίμακα διαβαθμίσεων μετα-

ξύ της χρησιμοθηρικής και της αισθητικής ανάγνω-

σης34. Ακόμη περισσότερο, διαφορετικές αισθητικές

αναγνώσεις του ίδιου κειμένου μπορούν επίσης να

παραγάγουν διαφορετικά επίπεδα εμπειρίας, που εξαρ-

τώνται από τη διάθεση, τη νοητική κατάσταση ή τις

προγενέστερες εμπειρίες του αναγνώστη35. Η μελέτη

της αναγνωστικής συμπεριφοράς των μαθητών απο-

τελεί βασική προϋπόθεση για την προσέγγιση της

λογοτεχνίας στη σχολική πράξη.

Το μοντέλο που επικρατεί στη χώρα μας είναι αυτό της

μεταβίβασης της πολιτισμικής κληρονομιάς, όπως εύ-

στοχα διέκρινε η Ελένη Χοντολίδου, και όχι της κοι-

νωνικής συνειδητοποίησης ή της ανάπτυξης της προ-

σωπικής έκφρασης, όπως συμβαίνει, π.χ., στην Αγγλία

(και όχι σε όλη τη Μεγάλη Βρετανία, γιατί το εκπαι-

δευτικό τους σύστημα είναι αποκεντρωμένο). «Οι χα-

ρακτηριστικοί τύποι των ερωτήσεων που τίθενται στις

εξετάσεις συνδέονται με τη στάση της κάθε χώρας απέ-

ναντι στο λογοτεχνικό φαινόμενο. Έτσι, για την Αγγλία

Page 140: Μελέτες και πονήματα

139

αυτό που προέχει είναι η εκμάθηση εκ μέρους των

μαθητών ενός τρόπου κριτικής αντιμετώπισης του λογο-

τεχνικού κειμένου, ενώ στην Ελλάδα αυτό που προέχει

είναι η εξοικείωση με το περιεχόμενο συγκεκριμένων

λογοτεχνικών κειμένων».36

Στη Γερμανία, όπου οι μαθητές εξετάζονται στη

λογοτεχνία για την απόκτηση του Abitur (το αντίστοιχο

με το δικό μας Απολυτήριο Λυκείου), η διάταξη της

ύλης είναι άλλοτε ειδολογική, άλλοτε θεματική, άλλοτε

και τα δύο, και προσανατολισμένη στην ιδεολογία των

κειμένων37. Το σημαντικότερο, κατά τη γνώμη μου,

είναι ότι στη Γερμανία, λόγω της πρόσφατης ιστορίας

της, η διδασκαλία του λογοτεχνικού κειμένου αντιμε-

τωπίζεται «ως μέσο για τη διαμόρφωση δημοκρατικής

συνείδησης και της ανάπτυξης της κριτικής σκέψης του

μαθητή».38

Στη Γαλλία, στη διδασκαλία από ανθολόγια παρου-

σιάζονται τα κείμενα κατά θεματικές ενότητες π.χ.

έρωτας, τρέλα, αγωνία, αναμονή, μοναξιά κτλ.39 Επί-

σης, γίνεται συγκριτική διδασκαλία με κείμενα ξένης

λογοτεχνίας. Στη Γαλλία, όπως και στα «διεθνή σχο-

Page 141: Μελέτες και πονήματα

140

λεία» (ή αλλιώς: ευρωπαϊκά), η διδασκαλία αυτοτελών

έργων40 είναι καθεστώς41. Oι γάλλοι μαθητές οφείλουν

να διαβάσουν τουλάχιστον έξι λογοτεχνικά έργα σε

κάθε τάξη του λυκείου. Η μελέτη ενός ολόκληρου

λογοτεχνικού έργου δεν μπορεί να υπερβαίνει τα

χρονικά όρια των τριών ή τεσσάρων εβδομάδων. Η

επιλογή των κειμένων βρίσκεται στη διακριτική ευχέ-

ρεια κάθε καθηγητή. Για τη δεύτερη τάξη του λυκείου,

π.χ., ο καθηγητής θα διδάξει υποχρεωτικά α) ένα λογο-

τεχνικό και πολιτισμικό κίνημα, β) την αφήγηση: το

διήγημα ή το μυθιστόρημα, γ) το θέατρο (το κωμικό

και το τραγικό), δ) το εργαστήρι της γραφής και ε) την

επιχειρηματολογία και τα αποτελέσματά της στους

αποδέκτες.42

Στην Ιταλία έχουμε επίσης διδασκαλία ολόκληρων

λογοτεχνικών έργων. Από το 1997 άλλαξε ο τρόπος

εξέτασης για την απόκτηση του Απολυτηρίου που οδη-

γεί στην εισαγωγή στα Πανεπιστήμια. Η «nuova matu-

rità» τέθηκε σε εφαρμογή τη σχολική χρονιά 1998-

1999. Οι μαθητές, μεταξύ άλλων, δίνουν εξετάσεις και

σ’ ένα κείμενο που μπορεί να είναι λογοτεχνικό ή όχι.

Page 142: Μελέτες και πονήματα

141

Πάντως τις χρονιές 1999-2001 το κείμενο ήταν λογο-

τεχνικό: ποίημα τις δυο πρώτες χρονιές (του Giuseppe

Ungaretti το 1999, του Umberto Sabba το 2000), την

τρίτη πεζό (του Cesare Pavese). Απαιτείται ανάλυση

κειμένου, σύντομη αφήγηση ή δημοσιογραφικό άρθρο,

πραγμάτευση ενός πολιτισμικού θέματος. Για το 2002

οι προτεινόμενοι συγγραφείς ήταν οι Quasimodo,

Pascoli, Pirandello, αλλά και έργα όπως Η συνείδηση

του Ζήνωνα του Italo Svevo, Οδυσσέας του James

Joyce, Στο Φάρο της Virginia Woolf.43

Σύμφωνα με την Ευαγγελία Φρυδάκη (1996), μολονότι

έχει αυξηθεί ο αριθμός των καθηγητών που θέτουν ως

παιδαγωγικό στόχο της λογοτεχνίας την κοινωνική

συνειδητοποίηση των μαθητών, στην Ελλάδα το

μοντέλο της μεταβίβασης της πολιτισμικής κληρο-

νομιάς παραμένει κυρίαρχο. Στην Αγγλία, τη Γαλλία,

τη Γερμανία, την Ιταλία το μάθημα της λογοτεχνίας

συνδέεται περισσότερο με την πολιτική και κοινωνική

αγωγή παρά με την Ιστορία. Συνδέεται με την ανάπτυ-

ξη της κριτικής σκέψης, και σε μερικές χώρες, όπως

λ.χ. στη Γαλλία και στην Ιταλία, δίνεται έμφαση στην

Page 143: Μελέτες και πονήματα

142

προσέγγιση των ευρωπαϊκών πολιτισμικών κινη-

μάτων.

Το μοντέλο της αναγνωστικής πρόσληψης από τη

Rosenblatt και τους Purves, Rogers και Soter στις ΗΠΑ

Ορισμένες διαπιστώσεις και προτάσεις: α) Αν δεχθούμε

ότι στη λογοτεχνία, όπως και σε κάθε άλλη τέχνη,

διακυβεύεται η ελευθερία της έκφρασης, τότε θα ήταν

συνετό αυτό ακριβώς το θέμα να αποτελεί σκοπό του

μαθήματος της λογοτεχνίας. Το περιεχόμενο του προ-

γράμματος σπουδών, η μέθοδος διδασκαλίας και η

αξιολόγηση δεν μπορούν παρά να ακολουθούν τους

σκοπούς. β) Το περιεχόμενο, δηλαδή ποια λογοτεχνικά

βιβλία θα διδαχθούν, δεν μπορεί να είναι δεσμευτικό,

αλλά όσο γίνεται πιο ελεύθερο. Οι μαθητές θα μπο-

ρούσαν να επιλέξουν κι αυτοί λογοτεχνικά κείμενα. Οι

καθηγητές, αν μη τι άλλο, να είναι σε θέση να αρνη-

θούν κάποιο κείμενο που δεν το βρίσκουν κατάλληλο

για τους μαθητές τους. Τα κείμενα να διδάσκονται

ολόκληρα, ακόμα κι όταν πρόκειται για μυθιστορήματα

Page 144: Μελέτες και πονήματα

143

ή συλλογές διηγημάτων με θεματική ενότητα. Οι καθη-

γητές να έχουν κι αυτοί τη δυνατότητα να προτείνουν

κείμενα.

Η ποικιλία των κειμένων (διαφορετικά είδη, ύφη,

τρόποι γραφής κτλ.) ίσως οδηγεί και στην αποδοχή πως

έτσι συμβαίνει και μέσα στην κοινωνία: συναντούμε

ανθρώπους πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους. Με αυτόν

τον τρόπο αναπτύσσεται η ανοχή στο διαφορετικό και

το ανοίκειο και η προσπάθεια προσέγγισής του. γ) Για

τη μέθοδο διδασκαλίας χρειάζεται κι αυτή να εναρ-

μονιστεί με την Κριτική Παιδαγωγική44 και τη μαθη-

τοκεντρική προσέγγιση (Παπάς 1987). Στις μικρότερες

τάξεις προτείνεται η εργασία σε ομάδες45, ενώ η

εξατομικευμένη εργασία θα αυξάνεται όσο ανεβαίνει ο

μαθητής τις τάξεις και γίνεται όλο και πιο υπεύθυνος.

Το μάθημα της λογοτεχνίας προσφέρεται για την ανά-

πτυξη της «κριτικής εγγραμματοσύνης» των μαθη-

τών46. Ίσως η προσφορότερη μέθοδος να μην είναι οι

ποικίλες κειμενοκεντρικές λογοτεχνικές θεωρίες (όπως

λ.χ. ο φορμαλισμός, ο δομισμός, η Νέα Κριτική, η αφη-

γηματολογία κτλ.), αλλά η θεωρία της αναγνωστικής

Page 145: Μελέτες και πονήματα

144

πρόσληψης, όχι εκείνη που ενδιαφέρεται για τους

«πληροφορημένους» αναγνώστες, αλλά η αμερικανική

εκδοχή της που έχει προσανατολιστεί στη διδασκαλία

της λογοτεχνίας (Rosenblatt: 1994. Purves, Rogers και

Soter: 1995). δ) Η αξιολόγηση θα μπορούσε να

εγκαταλείψει, για τις μικρότερες τουλάχιστον τάξεις, το

παραδοσιακό γραπτό διαγώνισμα με τις περιοριστικές

του ερωτήσεις. Μικροέρευνες των μαθητών47, εργασίες

με τη μέθοδο project48, συνθετικές δημιουργικές

εργασίες49, ημερολόγια ανάγνωσης50, κοινωνιογράμ-

ματα51, «χαρτογράφηση» του βιογλωσσικού υποστρώ-

ματος του λογοτεχνικού κειμένου και σύγκρισή του με

αυτό των μαθητών, κείμενα δημιουργικής φαντασίας

από όσους μαθητές έχουν αυτή την κλίση κ.ά.52

προσφέρονται για να αναπτύξουν οι έφηβοι μια περισ-

σότερο κριτική στάση απέναντι στο λογοτεχνικό

φαινόμενο. Στο λύκειο, παράλληλα με ανθολόγια που

θα περιέχουν ολόκληρα κείμενα μικρής έκτασης, θα

μπορούσαν να διδάσκονται τέσσερα ή και πέντε εκτε-

νέστερα λογοτεχνικά κείμενα (πεζά, ποιητικές συνθέ-

σεις, θεατρικά). Εκεί, βέβαια, οι γραπτές εξετάσεις,

λόγω του υπάρχοντος συστήματος, είναι αναπόφευ-

Page 146: Μελέτες και πονήματα

145

κτες. Θα μπορούσε, όμως, το γραπτό διαγώνισμα να

ζητά, πέρα από κάποια απαραίτητα πραγματολογικά

και γραμματολογικά στοιχεία (λ.χ. γνώση ορολογίας,

την ένταξη σε λογοτεχνικό κίνημα και λογοτεχνικό

είδος, το διάλογο των κειμένων με την ιστορία, τη

συνομιλία τους με άλλα κείμενα ή τη διακειμενικότητά

τους, τις αφηγηματικές τεχνικές), και στοιχεία σχετικά

με την πρόσληψη των έργων από τους μαθητές53: όπως

λ.χ. συγκρίσεις πολιτισμικών στοι-χείων, παρατηρήσεις

για τις κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των ηρώων και αν

αυτές σήμερα θα είχαν αλλάξει και πώς, μεταγραφή

του κειμένου σε άλλο είδος λόγου κτλ. Σε κάθε

περίπτωση, τα κείμενα που θα προτείνονται (από μαθη-

τές και καθηγητές) να αξίζει να ξαναδια-βαστούν.

Ακροτελεύτια ερωτήματα και απορίες

Άφησα τελευταία τα πιο κρίσιμα ερωτήματα: α) αν οι

παραπάνω προτάσεις μπορούν να εφαρμοστούν στο

ελλαδικό εκπαιδευτικό σύστημα. Πολλοί θα προβλη-

ματιστούν για τις δυνατότητες των φιλολόγων να αντέ-

Page 147: Μελέτες και πονήματα

146

ξουν περισσότερο φόρτο εργασίας ή και να αντα-

ποκριθούν σ’ ένα πιο απαιτητικό σύστημα. Οι αλλαγές

δεν γίνονται από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά

σταδιακά και αρχίζοντας από τη μικρότερη τάξη (την

Α΄ γυμνασίου) και με παράλληλη επιμόρφωση. Αν εξα-

σφαλιστεί η προθυμία για συμμετοχή των μαθητών και

των καθηγητών, με την προϋπόθεση της «αυτοδιακυ-

βέρνησης» του μαθήματος, τότε είναι δυνατό. Αν συνε-

χιστεί ο κατεστημένος τρόπος της «άνωθεν» λήψης των

εκπαιδευτικών αποφάσεων και «οδηγιών», αποκλεί-

εται54.

β) Στο δεύτερο κρίσιμο ερώτημα αν η λογοτεχνία

συμβάλλει ώστε να βελτιωθεί ο άνθρωπος, να εργαστεί

για την κοινωνική δικαιοσύνη, την ειρήνη και την ελευ-

θερία, δηλώνω την αμηχανία μου. Για το αν βελτιώνει

τη γλωσσική ικανότητα, τον τρόπο σκέψης, αν ευνοεί

την κοινωνικοποίηση, θα προτιμούσα να κρατήσουμε

κι εδώ κάποιες επιφυλάξεις. Η λογοτεχνία διδάσκεται,

όπως και όλα τα άλλα μαθήματα, γιατί είναι αναπό-

σπαστο μέρος του πολιτισμού μας. Περισσότερο είναι

ζήτημα χειρισμού αν η διδασκαλία της συμβάλλει στην

Page 148: Μελέτες και πονήματα

147

επίτευξη των βασικών σκοπών της εκπαίδευσης. Στις

μέρες μας, η γρήγορη απόκτηση νέων γνώσεων μέσω

της τεχνολογίας, αλλά και η επικαιρική αλλαγή εικό-

νων και συναισθημάτων δυσχεραίνουν την επαφή μας

με τη λογοτεχνία που χρειάζεται άνεση χρόνου και

μάλλον ένα τρόπο αργής και στοχαστικής ανάγνωσης,

μια προσπάθεια ανάλογη με την ανεύρεση πολύτιμου

φίλου και συντρόφου. Η λογοτεχνία προσφέρεται για

να μην απογυμνωθεί ο κόσμος της γνώσης από το

συναίσθημα και για να οργανωθεί ο συναισθηματικός

μας κόσμος στα πλαίσια της κοινωνίας και του πολιτι-

σμού μας. Προσφέρεται ως τρόπος προσομοίωσης σε

δυνητικές καταστάσεις, σε συναισθήματα, στάσεις και

συμπεριφορές. Μέσω της λογοτεχνίας εξερευνούμε

τους εαυτούς μας και τον κόσμο μας.55

Page 149: Μελέτες και πονήματα

148

Σημειώσεις

1. Εκτός από τη σχολική εκπαίδευση, υπάρχει και η αυτό-

εκπαίδευση ή άλλες μορφές μη σχολικής εκπαίδευσης.

2. Χοντολίδου 1989: 68-120. Οι μαθητές του γυμνασίου

απαντούν σε τέσσερις ερωτήσεις: α) Περίληψη ή ερώτηση

κατανόησης του κειμένου, β) για τη δομή του κειμένου, γ)

κύρια γνωρίσματα ή ιδιοτυπίες στη γλώσσα και να μπορούν

να αναγνωρίζουν τα σχήματα λόγου και δ) εναλλακτικά είτε

να χαρακτηρίσουν πρόσωπα ή κάποια ερώτηση σχετική με

την εποχή του έργου και παραλληλισμό με τη βιωματι-

κότητα των μαθητών ή σύγκριση με άλλα έργα του ίδιου

συγγραφέα ή άλλων συγγραφέων της εποχής. Αξίζει να

παρατηρήσει κανείς ότι η σχετική ερώτηση για παραλ-

ληλισμό αξιών και ιδεών του κειμένου με τη βιωματικότητα

των μαθητών είναι προαιρετική. Στο λύκειο δίνονται πέντε

ερωτήσεις: α) για τον συγγραφέα ή γραμματολογικά ζητή-

ματα του κειμένου, β) και γ) για τη δομή του κειμένου, δ)

σχολιασμός ή σύντομη ανάπτυξη μιας ή δύο παραγράφων…

και ε) σύγκριση του διδαγμένου με αδίδακτο λογοτεχνικό

κείμενο (βλ. τις αντίστοιχες Οδηγίες για τη διδασκαλία των

φιλολογικών μαθημάτων στο γυμνάσιο και στο λύκειο για το

σχολικό έτος 2000-2001).

Page 150: Μελέτες και πονήματα

149

3. Φρυδάκη 1996, 293-308.

4. Johnsen 1993, Καψάλης και Χαραλάμπους 1995,

Κουμπάρου-Χανιώτη 2000α και 2000β .

5. Σπανός 1991. Όλοι γνωρίζουν πως οι ώρες που διαθέτουν

τα Ωρολόγια Προγράμματα για τη λογοτεχνία δεν αντι-

στοιχούν στη διδακτική πράξη, εφόσον αρκετοί φιλόλογοι

αναγκάζονταν και αναγκάζονται να «κλέβουν» από τα Νέα

Ελληνικά ώρες για τα Αρχαία Ελληνικά και την Έκθεση.

6. Oι στίχοι ανήκουν στον Μανόλη Αναγνωστάκη: «Τη

χρησιμοποιείτε [την Ποίηση] πάλι ως μέσον, υποζύγιον| των

σκοτεινών επιδιώξεών σας». Από το «Ποιητική» στη συλ-

λογή Ο Στόχος: Τα Ποιήματα. Αθήνα: Πλειάς 198313, 151.

Σ’ αυτούς τους στίχους παραπέμπει ο Ξενοφών Α. Κοκόλης:

«Η λογοτεχνία στη Μέση Εκπαίδευση: ‘υποζύγιον’;»,

Εντευκτήριο 27/1994, 123-125. Σ’ αυτό το άρθρο αναφέ-

ρεται και το χρονικό του διαλόγου στο περιοδικό Δεκαπεν-

θήμερος Πολίτης το 1986-1987. Ο διάλογος, για το αν είναι

διδακτή -και με ποιους όρους- η λογοτεχνία, συνεχίστηκε

στο περιοδικό Εντευκτήριο, με αφορμή ένα άρθρο του Τάκη

Καγιαλή στο τ. 26/1994, 67-81. Στο επόμενο τεύχος

(27/1994) απάντησαν, εκτός του Κοκόλη, ο Χριστόφορος

Μηλιώνης (125-126) και ο Καγιαλής (126-127).

Page 151: Μελέτες και πονήματα

150

7. Παρόμοιοι προβληματισμοί κυριαρχούν και σε άλλες

χώρες. Το σχολείο μεταστρέφει την ανάγνωση της λογοτε-

χνίας σε γνωστικό αντικείμενο, σε μέθοδο γλωσσικού

εγγραμματισμού, σε όχημα μεταφοράς κοινωνικών και ηθι-

κών αξιών: Purves, Rogers και Soter (1995: 41-42). Στόχος

κι εκεί [= στις ΗΠΑ] να αλλάξει ο τρόπος διδασκαλίας και η

επιλογή των κειμένων, ώστε ο κάθε μαθητής να κατα-

σκευάζει το δικό του λογοτεχνικό κανόνα.

8. Οι νότιες χώρες της Ευρώπης παρουσιάζουν έλλειμμα

φιλαναγνωσίας: Πεχλιβάνος 1999: 160-161.

9. Ολόκληρα λογοτεχνικά έργα διδάσκονταν και διδά-

σκονται και σήμερα στο ελλαδικό εκπαιδευτικό σύστημα

(στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση), αν και

αυτό αποτελεί εξαίρεση (Πειραματικά Σχολεία κ.α.). [Από

το σχολικό έτος 2012-2013 θεσπίστηκε στο πρόγραμμα

σπουδών η διδασκαλία εκτενέστερων λογοτεχνικών έργων

στην Α΄ λυκείου, αν και στην πράξη πόρρω απέχει για να

εφαρμοστεί ακόμη.]

10. Purves 1994: 3482. Πέρα από τις διατριβές της Χοντο-

λίδου (1989) και της Πεσκετζή (1995) για τα εκπαιδευτικά

προγράμματα λογοτεχνίας στην Αγγλία και στη Γερμανία,

διαθέτουμε τις εργασίες του Σταμάτη Παντίδη για την

Page 152: Μελέτες και πονήματα

151

Πορτογαλία (1993) και κάποιες γενικές πληροφορίες και για

τις 15 χώρες της Ε.Ε. που επιβεβαιώνουν ότι το μάθημα της

λογοτεχνίας είναι συνδεμένο με το γλωσσικό μάθημα

(Παντίδης 1996: 43). Δεν προκαλεί επομένως εντύπωση

όταν διαβάζουμε στην Ευρωπαϊκή Αναφορά για την ποιότητα

της σχολικής εκπαίδευσης τη σύνδεση της εγγραμματοσύνης

με τη λογοτεχνία (2000). Στους «δεκαέξι ποιοτικούς

δείκτες» η λογοτεχνία συνδέεται με τον δείκτη «ανάγνωση»

(ό.π.: 17-19 και 62-63), ενώ θα μπορούσε να συνδεθεί

καλύτερα, πιστεύω, με τον δείκτη «learning to learn» [=

ικανότητα αυτομόρφωσης], που σκοπεύει στην ανάπτυξη

κριτικής σκέψης των μαθητών. Δίνεται μάλιστα το

παράδειγμα της Σουηδίας, όπου γονείς παιδιών 10-12

χρονών ενθαρρύνονται να περνούν μισή ώρα κάθε μέρα

διαβάζοντας ένα καλό [;] βιβλίο μαζί με το παιδί τους.

Παρέχονται και χρήματα να αγοράσουν βιβλία που κινούν

το ενδιαφέρον και διασκεδάζουν μαθητές και γονείς. Στην

Ιταλία οι μαθητές ψήφισαν για τα 20 σπουδαιότερα βιβλία

του 20ού αιώνα, επιλέγοντας από 100 βιβλία για νέους, που

τα είχαν προτείνει ωστόσο ενήλικοι συγγραφείς (ό.π.: 62).

11. Στην οργάνωση των Πανεπιστημιακών Τμημάτων, και

στη χώρα μας, η γλωσσολογία -κατά κανόνα- εντάσσεται

στα Τμήματα Φιλολογίας, όπου διδάσκεται και η

Page 153: Μελέτες και πονήματα

152

λογοτεχνία. Ο Αριστείδης Βουγιούκας (1994: 306-307)

υπενθυμίζει τα σχετικά άρθρα των δύο πρώτων βασικών

νόμων για την Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαί-

δευση στη Μεταπολίτευση. Στο Νόμο 309/1976: «Ως νεοελ-

ληνική γλώσσα νοείται η διαμορφωθείσα εις πανελλήνιον

εκφραστικόν όργανον υπό του ελληνικού λαού και των

δοκίμων συγγραφέων του έθνους δημοτική» και στο Νόμο

1566/1985 επαναλαμβάνεται [στη δημοτική αυτή τη φορά]:

«η δημοτική όπως διαμορφώνεται από το λαό και τη δόκιμη

λογοτεχνία». Καλό είναι να έχουμε υπόψη μας ωστόσο και

την άποψη ενός γλωσσολόγου: «Όσο καλύτερα [ο μαθητής]

καταλάβει το μηχανισμό εναλλακτικών δυνατοτήτων της

γλώσσας τόσο περισσότερο θα είναι σε θέση να χειρίζεται

τη γλώσσα ανάλογα με την περίσταση επικοινωνίας. Ο

διαλογισμός για τη γλώσσα διευρύνεται όταν ‘παίζει’ κανείς

μαζί της. Ο σχηματισμός προτάσεων με παραβίαση των

συντακτικών κανόνων οδηγεί στην κατανόηση της σημασίας

που έχει η κανονικότητα για τη γλώσσα» (Χαραλαμπάκης

1994: 50-51). Η λογοτεχνική γλώσσα, ωστόσο, δεν αποτελεί

πρότυπο επικοινωνίας (γλώσσα standard) στο γραπτό λόγο

των μαθητών (βλ. και Μαρωνίτης 1987: 138, Χοντολίδου

1988, 46-50 και Χοντολίδου 2002, 40-45).

12. Συκουτρής 1956: 248.

Page 154: Μελέτες και πονήματα

153

13. Η ομάδα εργασίας: Βενετία Αποστολίδου, Βικτωρία

Καπλάνη, Λίνα Κουντουρά, Γρηγόρης Πασχαλίδης, Αντι-

γόνη Τσαρμποπούλου, Ελένη Χοντολίδου. Είχαν προηγηθεί

το Λογοτεχνία και Εκπαίδευση (1999: 319-390) και το «Η

λογοτεχνία στην εκπαίδευση: προϋποθέσεις για ένα νέο

πρόγραμμα διδασκαλίας», Σύγχρονα Θέματα 57/1995, 78-

85. Το κείμενο του 1995 το υπογράφουν μόνον οι Αποστο-

λίδου, Πασχαλίδης και Χοντολίδου.

14. Χοντολίδου 2000: 40.

15. Rodari 1985.

16. Traves 1992: 77-85 και Shor 1999: 1-30. Στόχος της

κριτικής εγγραμματοσύνης είναι οι μαθητές να συνειδη-

τοποιήσουν τη σχέση της κοινωνικά κατασκευασμένης

γνώσης και των ιστορικά προσδιορισμένων μορφών εξου-

σίας.

17. Διαβάζω 86/1984, 60.

18. Για τα κριτήρια επιλογής λογοτεχνικών βιβλίων για

σχολική χρήση: Αποστολίδου 1999, 8-46 και Καρπόζηλου

1999, 214-216.

19. Σπανός 1991: 146-147.

Page 155: Μελέτες και πονήματα

154

20. Χοντολίδου 1989: 47-48, όπου προτείνει για τις δύο

πρώτες τάξεις του γυμνασίου κείμενα της «παιδικής»

λογοτεχνίας, που κατά κανόνα δεν κινούνται σε κλίμα

πένθους. Για το ίδιο ζήτημα: Χρηστίδης, Το Βήμα της

Κυριακής 1.10.2000 και Καστρινάκη 2003: 64-66.

21. Μπαλάσκας 1998: 209.

22. Τοκατλίδου 1986: 54.

23. Τοκατλίδου, ό.π.: 55.

24. Τοκατλίδου, ό.π.: 62.

25. Johnsen 1993: 183.

26. Johnsen, ό.π.: 337.

27. Για τον όρο «ερμηνευτική»: Νικήτας Παρίσης 1980: 15-

24, Γιώργος Βελουδής 1994: 235-275 και Μαρία Πεσκετζή

1994: 62-70. Ο Δημήτρης Μαρωνίτης, ήδη στα 1978,

υποστήριξε -σωστά- τον όρο «ανάγνωση», γιατί η ερμηνεία

«υπονομεύει την οικειότητα ανάμεσα στο ποίημα και τον

αναγνώστη του», εφόσον «συνεπάγεται τη δημιουργία ενός

ιερατείου εξηγητών (…)». Για την τελευταία φράση δηλώνει

συνειδητή υπερβολή (Μαρωνίτης 1978: 149-151). Ο όρος

«ερμηνευτική» παραπέμπει στην ελλαδική σχολική πράξη

Page 156: Μελέτες και πονήματα

155

σε συγκεκριμένο «σχέδιο διδασκαλίας», σ’ ένα κυρίαρχο

μοντέλο για τον τρόπο διδασκαλίας ενός λογοτεχνικού

κειμένου: Παπακωστούλα-Γιανναρά 2000, 31-35. Τα στάδια

της διδακτικής πορείας σ’ αυτό το μοντέλο είναι γνωστά: α)

βασικά πληροφοριακά στοιχεία για τον συγγραφέα, το έργο,

την εποχή, β) ανάγνωση του κειμένου και υπογράμμιση

κάποιων λέξεων και φράσεων, γ) ανάλυση του κειμένου, δ)

ανασύνθεση ή ολοκλήρωση ή ανακεφαλαίωση και ε)

ασκήσεις στην τάξη και για το σπίτι. Συνήθως, και για

λόγους ευκολίας, προτιμώνται οι ασκήσεις των σχολικών

ανθολογιών.

28. Οδηγίες για τη διδασκαλία των φιλολογικών μαθημάτων

στο λύκειο. Σχολικό έτος 1998-1999: 61.

29. «Ένα από τα βασικά πράγματα που πρέπει να μάθει ο

μαθητής στο σχολείο για να ‘επιβιώσει’ είναι ο τρόπος που

λειτουργεί το σύστημα αξιολόγησης. Η στρατηγική των

μαθητών για την αντιμετώπιση των εξετάσεων παρουσιάζει

πλούσιο ρεπερτόριο που είναι μέρος του παραπρο-

γράμματος. (…) Γενικά, ο μαθητής υιοθετεί τη στρατηγική

της επιλογής θεμάτων (‘SOS’) ή χρόνου εξέτασης και

ανάλογα προετοιμάζεται. Η σειρά των ‘εφευρέσεων’ των

μαθητών είναι πολύ μεγάλη (…)»: Γιώργος Μαυρογιώργος

2000, 143.

Page 157: Μελέτες και πονήματα

156

30. Το ζήτημα των βοηθημάτων για μαθητές και καθηγητές

στο μάθημα της λογοτεχνίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση

δεν έχει ερευνηθεί ακόμη διεξοδικά. Μια πρώτη σημαντική

προσπάθεια έγινε από τον Παναγιώτη Σ. Πίστα (1978: 73-

94). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και μια έρευνα της

Ελένης Χοντολίδου σε άρθρα που δημοσιεύθηκαν σε

περιοδικά για φιλολόγους (1996: 68-85). Τα τελευταία

χρόνια κυκλοφόρησαν και αρκετοί βιβλιογραφικοί οδηγοί,

που μπορούν να αποτελέσουν σημείο εκκίνησης για μια

πληρέστερη έρευνα του ζητήματος: α) Λόππα, Ελένη και

Μπολέτσης, Σπ. (1987). Ειδική βιβλιογραφία για τα ΚΝΛ

του λυκείου. Θεσσαλονίκη: Σύγχρονα Θέματα. β) Ασπρου-

λάκης, Κώστας (1994). Συμβολή στη διδακτική των φιλολο-

γικών μαθημάτων. Κώδικας, 17-66 και 69-92. γ) Τζίφας,

Απόστολος (1994). Βιβλιογραφία Νέων Ελληνικών για τη

μέση εκπαίδευση. Κώδικας. δ) Τσιάτσικας, Θησέας (1995).

Βιβλιογραφικός οδηγός του φιλολόγου, τόμος 1ος, Νεοελ-

ληνική λογοτεχνία και γλώσσα. Ρέθυμνο: Τυποσπουδή, 9-

290. ε) Ζιώγου Ρ. και Δεληγιάννη Κ., επιμ., (1995).

Εκπαίδευση και Φύλο. Ειδική Βιβλιογραφία. Εθνικό Τυπο-

γραφείο. (Για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση: 95-101 και για

τη λογοτεχνία: 129-133). στ) Λαμπράκη-Παγανού, Αλεξάν-

δρα (1997): Βιβλιογραφικός οδηγός για τη διδασκαλία των

φιλολογικών μαθημάτων. (Χωρίς εκδότη). ζ) Κάλφας,

Page 158: Μελέτες και πονήματα

157

Αντώνης (1998). Ο μαθητής ως αναγνώστης: Η διδασκαλία

των λογοτεχνικών κειμένων στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Ένας αναλυτικός-περιγραφικός οδηγός. Θεσσαλονίκη: Το

Τραμ.

31. “The United States has been called test mad”: Purves,

Rogers και Soter 1995, 189.

32. Purves, Rogers και Soter, ό.π.

33. Rosenblatt 1994: 23-25 και 140-141.

34. Rosenblatt 1994: 35

35. Rosenblatt 1994: 27

36. Χοντολίδου 1989: 129. Ερωτήσεις και εργασίες του

αγγλικού συστήματος ό.π.: 68-83 και 242-245. Για το

μάθημα της λογοτεχνίας στην αγγλική δευτεροβάθμια

εκπαίδευση μετά το 1988 και τις μεταρρυθμίσεις που

ακολούθησαν: Ζερβού (1999: 131-145) και Kimberley

(1992: 86-100).

37. Πεσκετζή 1995: 247.

38. Πεσκετζή, ό.π.: 255 και 258.

Page 159: Μελέτες και πονήματα

158

39. Προτάσεις για θεματική κατάταξη της ύλης στα ΚΝΛ

έχουν γίνει κυρίως από σχολικούς συμβούλους. Αξίζει να

αναφέρω την πρόταση του Άρη Δρουκόπουλου, «Προγραμ-

ματισμός διδασκαλίας του βιβλίου ΚΝΛ Β΄ λυκείου», Νέα

Παιδεία 26/1983, 121-126: χωρίζει σε πέντε θεματικές

ενότητες τα κείμενα: Α. Ο ποιητής και το έργο του. Β. Το

πρόβλημα της ελευθερίας. Γ. Πολιτικός και κοινωνικός

προβληματισμός. Δ. Το πρόβλημα της ελευθερίας και της

κοινωνικής ένταξης. Ε. Η λογοτεχνία και τα προβλήματα

της ύπαρξης.

40. Για τη «διδασκαλία του αυτοτελούς λογοτεχνικού έργου

στη Μέση Εκπαίδευση» βλ. το αφιέρωμα στο περιοδικό Η

λέσχη των εκπαιδευτικών 21/1998. Εκεί και το άρθρο της

Ελένης Λόππα-Γκουνταρούλη, «Το μάθημα της

νεοελληνικής λογοτεχνίας σε ένα διεθνές σχολείο», 26-31.

41. Λόππα-Γκουνταρούλη 1994: 337-338 και σημειώσεις 8

και 9.

42. Oι πληροφορίες από τον ηλεκτρονικό κόμβο του

γαλλικού Υπουργείου Παιδείας: www. Education.gouv.fr:

Bulletin Officiel No 28/ 12.7.2001. H δεύτερη τάξη του

γαλλικού λυκείου αντιστοιχεί στη δική μας πρώτη λυκείου.

Στη Γαλλία λειτουργεί πεντατάξιο δημοτικό και στη δευτε-

Page 160: Μελέτες και πονήματα

159

ροβάθμια εκπαίδευση οι τάξεις αριθμούνται ανάποδα και

χωρίζονται σε δύο κύκλους. Στον πρώτο κύκλο λειτουργούν

η έκτη, πέμπτη, τέταρτη και τρίτη τάξη, ενώ το λύκειο έχει

δύο τάξεις, τη δεύτερη και την πρώτη, ακολουθεί όμως και

μια χρονιά προετοιμασίας για την απόκτηση του Απολυ-

τηρίου: Structures of the educational and initial training

systems in the EE. Brussels-Luxemburg: European Com-

mision 1995, 159-175.

43. Οι πληροφορίες από τον ηλεκτρονικό κόμβο του

ιταλικού Υπουργείου Παιδείας: www. Istrumenti. It

44. Με τον όρο «κριτική παιδαγωγική» δηλώνεται μία από

τις τρεις κυρίαρχες επιστημονικές θεωρίες της παιδαγω-

γικής. οι άλλες είναι η «εμπειρική» και η «ερμηνευτική»

παιδαγωγική. Η κριτική παιδαγωγική επιδιώκει τη

διαλεκτική σχέση θεωρίας και πράξης, την ενεργή συμ-

μετοχή όλων όσοι εμπλέκονται στην εκπαιδευτική διαδι-

κασία, τον συνεχή αναστοχασμό και τις βελτιωτικές παρεμ-

βάσεις κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης, τον εκπαιδευτικό

ως ερευνητή κτλ.: βλ. Carr και Kemmis [1986] 1997.

45. Την εργασία κατά ομάδες είχε προτείνει ο Piaget, ήδη το

1935, ως τον πλέον κατάλληλο τρόπο διδασκαλίας για

μαθητές 10-15 χρονών: βλ. τώρα 2000, 175-192.

Page 161: Μελέτες και πονήματα

160

46. Ο όρος «εγγραμματοσύνη», ή ο ταυτόσημός του «γραμ-

ματισμός», αποδίδει τον αγγλικό όρο “literacy” και «ενώ

περιλαμβάνει την έννοια του αλφαβητισμού, είναι ευρύτε-

ρος από αυτόν. (…) Η έννοια ‘γραμματισμός’ αφορά τη

δυνατότητα του ατόμου να λειτουργεί αποτελεσματικά σε

διάφορα περιβάλλοντα και καταστάσεις επικοινωνίας

χρησιμοποιώντας κείμενα γραπτού και προφορικού λόγου,

καθώς επίσης μη γλωσσικά κείμενα (λ.χ. εικόνες, σχεδια-

γράμματα, χάρτες κλπ.)»: Μητσικοπούλου 2001: 209. Οι

«ερωτήσεις κρίσεως», που χρησιμοποιούνται στο εξετα-

στικό μας σύστημα, δεν ταυτίζονται με τις δραστηριότητες

και εκείνες τις ασκήσεις που αναπτύσσουν στους μαθητές

την «κριτική εγγραμματοσύνη», εφόσον «ερωτήσεις κρί-

σεως» θεωρούνται όλες οι ερωτήσεις που απλώς δεν

περιορίζονται στην απαίτηση της μηχανικής μνημονικής

αναπαραγωγής της διδαχθείσας ύλης.

47. Οι μικροέρευνες αποσκοπούν στην ανάπτυξη ελεύθερης

και ενεργητικής σκέψης των μαθητών (βλ. Piaget [1945],

τώρα 2000: 193-200 και Carr και Kemmis, για τη μέθοδο

«έρευνα δράσης», ό.π., 206 κ.ε.

48. Frey 1998 και Χρυσαφίδης 2000: 43-52.

Page 162: Μελέτες και πονήματα

161

49. Οι «συνθετικές δημιουργικές εργασίες» εντάχθηκαν επί

υπουργίας Γιώργου Παπανδρέου (σχολικό έτος 1994-1995,

ΠΔ 653 του 1994) στο εκπαιδευτικό μας σύστημα,

λειτούργησαν όμως σε προαιρετική βάση. Πρόκειται για

ερευνητικές, συνήθως ομαδικές -αλλά και ατομικές- μαθητι-

κές εργασίες, οι οποίες διακρίνονται σε τέσσερις κατηγο-

ρίες: α) γραπτή ανάπτυξη ενός θέματος, β) συλλογή και

ταξινόμηση υλικού, γ) κατασκευές διαφόρων αντικειμένων

και δ) εκπόνηση ιστορικών ή γεωγραφικών χαρτών.

50. Τα «ημερολόγια ανάγνωσης» (= reading journals) εφαρ-

μόζονται στο αγγλικό εκπαιδευτικό σύστημα (βλ. Ζερβού

1999: 141-142) και ο Traves (1992: 84) προτείνει να περι-

λαμβάνουν συλλογή πληροφοριών εκ μέρους του μαθητή

και για τις συνθήκες ανάγνωσης: πότε και πού διαβάστηκε

το λογοτεχνικό κείμενο, αν στάθηκε αφορμή ή θέμα

συζήτησης κτλ.

51. Τα κοινωνιογράμματα (= sociograms) τα προτείνουν οι

Purves, Rogers και Soter (1995: 138-141) και παριστάνουν

με κάποιο σχεδιάγραμμα τις σχέσεις μεταξύ των ηρώων.

52. Για περισσότερα βλ. Traves 1992: 83-85.

53. ΄Ένα απλό διάγραμμα, που συμπυκνώνει τις βασικές

διδακτικές απαιτήσεις της θεωρίας της αναγνωστικής πρό-

Page 163: Μελέτες και πονήματα

162

σληψης, δίνει η Deborah Appleman (2000: 35-36): «Ανα-

γνώστης Νόημα Κείμενο». Από τον μαθητή-αναγνώ-

στη ζητείται να γράψει ποιες προσωπικές καταστάσεις και

εμπειρίες σχετικές με το συγκεκριμένο βιβλίο επηρέασαν

την αναγνωστική του ανταπόκριση. Στο «νόημα» ζητείται

ελεύθερος σχολιασμός του κειμένου και στο «κείμε-νο»

ποια κειμενικά χαρακτηριστικά (ηλικία/φύλο/εθνότητα

ηρώων και οι σχέσεις τους, αφηγηματικές τεχνικές κ.ά.)

επηρέασαν την αναγνωστική του ανταπόκριση (ό.π.: 45). Η

κριτική εγγραμματοσύνη των μαθητών αναπτύσσεται όταν

παρουσιάζουν στην τάξη την αναγνωστική ανταπόκρισή

τους στο κείμενο, τεχνική που τους βοηθά να ανακαλύψουν

τις διαφορετικές προσεγγίσεις τους.

54. Στον χώρο της διδασκαλίας της λογοτεχνίας, που ακόμη

δεν αποτελεί αυτοτελή επιστημονικό κλάδο -αν εξαιρέ-

σουμε το χώρο της παιδικής λογοτεχνίας (βλ. Χοντολίδου

2002: 40-45)- διακρίνονται θετικές προσπάθειες και συμβο-

λές, όπως η εκπόνηση ενός ολόκληρου εκπαιδευτικού προ-

γράμματος για την πρωτοβάθμια, αλλά και για τη δευτερο-

βάθμια εκπαίδευση (από την ομάδα έρευνας της Θεσσα-

λονίκης: Αποστολίδου κ.ά., βλ. εδώ στη σημ. 9), οι σχετικές

εργασίες για την αναγνωστική πρόσληψη (Κάλφας κ.ά.), οι

βιβλιογραφικοί οδηγοί (βλ. εδώ σημ. 16), αλλά και κάθε

Page 164: Μελέτες και πονήματα

163

άλλη προσπάθεια που δημιουργεί τις απαραίτητες «γέφυ-

ρες», ώστε να υπάρξουν αμφίδρομες σχέσεις στήριξης της

τριτοβάθμιας με τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

55. Rosenblatt 1994: 145.

Page 165: Μελέτες και πονήματα

164

Βιβλιογραφικές αναφορές

Αν ο τόπος έκδοσης είναι η Αθήνα, τότε δεν αναφέρεται.

Αναγνωστοπούλου, Μαρία (2001): Η Ομαδική Διδασκαλία

στην Εκπαίδευση: Μια θεωρητική και εμπειρική προ-

σέγγιση. Θεσσαλονίκη: Αδελφοί Κυριακίδη.

Αποστολίδου, Βενετία (1999): Κριτήρια επιλογής

λογοτεχνικών βιβλίων για σχολική χρήση. ΟΕΔΒ-Ε.ΚΕ.ΒΙ.

Αποστολίδου Β., Γ. Πασχαλίδης και Ε. Χοντολίδου (1995):

«Η λογοτεχνία στην εκπαίδευση: προϋποθέσεις για ένα νέο

πρόγραμμα διδασκαλίας». Σύγχρονα Θέματα 57, 78-85.

Αποστολίδου Β. και Ε. Χοντολίδου επιμ. (1999): Λογοτεχνία

και Εκπαίδευση. τυπωθήτω-Γ. Δαρδανός.

Aποστολίδου Β. Β. Καπλάνη και Ε. Χοντολίδου επιμ.

(2000): Διαβάζοντας λογοτεχνία στο σχολείο… τυπωθήτω-

Γ.Δαρδανός.

Βελουδής, Γιώργος (1994): Γραμματολογία. Θεωρία λογο-

τεχνίας. Δωδώνη.

Βουγιούκας Α. (1994): Το γλωσσικό μάθημα στην πρώτη

βαθμίδα της Νεοελληνικής Εκπαίδευσης. Θεσσαλονίκη:

ΑΠΘ – ΙΝΣ [ΙΜΤ].

Page 166: Μελέτες και πονήματα

165

Carr, Wilfred και Kemmis, Stephen [1986] (1997): Για μια

κριτική εκπαιδευτική θεωρία: εκπαίδευση, γνώση και έρευνα

δράσης. Μετάφραση: Αλεξάνδρα Λαμπράκη-Παγανού,

Ευανθία Μηλίγκου και Κώτια Ροδιάδου-Αλμπάνη.

Κώδικας.

Διαβάζω 86/1984: Συνέντευξη του Δ. Πλάκα με τους

συντάκτες των ΚΝΛ (Ν. Γρηγοριάδη, Τ. Καρβέλη, Χ.

Μηλιώνη, Κ. Μπαλάσκα, Γ. Παγανό και Γ. Παπακώστα).

Δρουκόπουλος ΄Α. (1983): «Προγραμματισμός διδασκαλίας

του βιβλίου ΚΝΛ Β΄ λυκείου». Νέα Παιδεία 26, 121-126.

Ζερβού, Ελένη (1999): «Το μάθημα της λογοτεχνίας στο

πλαίσιο της αγγλικής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης». Στο:

Αποστολίδου, Βενετία και Χοντολίδου, Ελένη (επιμ.),

Λογοτεχνία και Εκπαίδευση. Τυπωθήτω-Γιώργος Δαρδανός,

131-145.

Καρπόζηλου Μ. (1999): Το παιδί στην χώρα των βιβλίων.

Καστανιώτης.

Καστρινάκη, Αγγέλα (2003): «Εμπρός στο δρόμο που

χάραξε ο Πότερ! (Για τη λογοτεχνία στη δευτεροβάθμια

εκπαίδευση)». Αντί 784/(21.3.2003), 64-66.

Page 167: Μελέτες και πονήματα

166

Καψάλης Α., Δ. Χαραλάμπους (1995): Σχολικά εγχειρίδια:

Θεσμική εξέλιξη και σύγχρονη προβληματική. Έκφραση.

Κοκόλης, Ξενοφών Α. (1994): «Η λογοτεχνία στη Μέση

Εκπαίδευση: ‘υποζύγιον’;». Εντευκτήριο 27, 123-125.

Κουμπάρου-Χανιώτη Χ. (2000α): Τα σχολικά εγχειρίδια των

ΝΑ στη Μέση Εκπαίδευση και η ιδεολογία τους (1917-1977).

Αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή. Αθήνα: Φιλοσοφική

Σχολή, Τμήμα ΦΠΨ.

Κουμπάρου-Χανιώτη Χ. (2000β): «Τα σχολικά εγχειρίδια

των ΝΑ». Φιλολογική 73, 59-64.

Λόππα-Γκουνταρούλη Ε. (1994): Η Γυναικεία παρουσία στα

ΚΝΛ του Λυκείου. Αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή. Θεσ-

σαλονίκη: ΑΠΘ, Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Φιλοσοφίας

και Παιδαγωγικής.

Λόππα–Γκουνταρούλη Ε. (1998): «Το μάθημα της

νεοελληνικής λογοτεχνίας σε ένα διεθνές σχολείο». Η λέσχη

των εκπαιδευτικών 21, 18-41.

Μαρωνίτης, Δημήτρης Ν. (1978): «Παρανάγνωση, ανά-

γνωση, φιλολογική ανάγνωση ενός ποιήματος». Στον συλ-

λογικό τόμο: Η διδασκαλία της σύγχρονης ποίησης στη

μέση εκπαίδευση. Εκπαιδευτήρια Ζηρίδη, 147-168.

Page 168: Μελέτες και πονήματα

167

Μαρωνίτης Δ. Ν. (1987): Μέτρια και Μικρά. Κέδρος.

Μαυρογιώργος, Γιώργος (2000): «Σχολικό Πρόγραμμα και

Παραπρόγραμμα». Στο: Γκότοβος Θ., Μαυρογιώργος Γ. και

Παπακωνσταντίνου Π. (επιμ.), Κριτική Παιδαγωγική και

Εκπαιδευτική Πράξη. Gutenberg, 135-145.

Μητσικοπούλου, Βασιλική (2001): «Γραμματισμός». Στο:

Χριστίδης, Α.-Φ. και Θεοδωροπούλου Μ. (επιμ.), Εγκυ-

κλοπαιδικός οδηγός για τη γλώσσα. Θεσσαλονίκη: Κέντρο

Ελληνικής Γλώσσας.

Μπαλάσκας Κ. (1998): «Τα ΚΝΛ: το τι και το πώς». Στον

τόμο: Η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας. Γ΄ Πανελλήνιο

Συνέδριο [1996]. Θεσσαλονίκη: Κώδικας, 202-211.

Παντίδης, Σταμάτης (1993): «Η διδασκαλία της γλώσσας

στο δεύτερο, τρίτο και προπανεπιστημιακό κύκλο της

Πορτογαλικής Εκπαίδευσης». Φιλόλογος 74, 255-265.

Παντίδης, Σταμάτης (1996): «Η ευρωπαϊκή διάσταση της

εκπαίδευσης μέσα από τη λογοτεχνία». Η λέσχη των

εκπαιδευτικών 15, 42-45.

Παπακωστούλα-Γιανναρά, Γεωργία (2000): «Οδηγίες για

ένα σχέδιο διδασκαλίας νεοελληνικού κειμένου». Στο:

Παπακωστούλα-Γιανναρά Γ., Παπαδόπουλος Α. και Στέφος

Page 169: Μελέτες και πονήματα

168

Α. (επιμ.), Η διδασκαλία στα κείμενα και στη γλώσσα, τ. Α΄ .

Παπαδήμας, 31-35.

Παρίσης, Νικήτας (1980): Μεθοδική ερμηνεία νεοελληνικών

κειμένων. Λύχνος.

Πεσκετζή, Μαρία (1994): «Η θεωρία της αναγνωστικής

ανταπόκρισης και η ερμηνευτική προσέγγιση του λογοτε-

χνικού κειμένου στη διδακτική πράξη». Στον σεμινάριο 18

της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων: Θεωρία της

λογοτεχνίας, 62-70.

Πεσκετζή, Μαρία (1995): Η διδασκαλία του λογοτεχνικού

κειμένου σε μαθητές ηλικίας 15-18 ετών στην Ελλάδα,

Αγγλία, Γερμανία κατά τη δεκαετία του 1980. Σύγκριση διδα-

κτικών προσεγγίσεων. Αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή.

Αθήνα: Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Φιλοσοφίας, Παιδα-

γωγικής και Ψυχολογίας.

Πεχλιβάνος Μ. (1999): «Παρουσίαση έρευνας του Ε.ΚΕ.ΒΙ.

για την αναγνωστική συμπεριφορά». Γλωσσικός Υπολο-

γιστής 1, 159-164.

Piaget, Jean [1935 και 1945] (2000): «Ψυχολογικές

παρατηρήσεις για την εργασία κατά ομάδες» και «Η παιδεία

της ελευθερίας». Στο: Περί Παιδαγωγικής. Μετάφραση:

Page 170: Μελέτες και πονήματα

169

Μαρία Αβαριτσιώτη. Επιστημονική επιμέλεια: Σταυρούλα

Σαμαρτζή. Ελληνικά Γράμματα, 175-192 και 193-200.

Πίστας, Παναγιώτης (1978): «Το πρόβλημα των βοη-

θημάτων». Στον συλλογικό τόμο: Η διδασκαλία της

σύγχρονης ποίησης στη μέση εκπαίδευση. Εκπαιδευτήρια

Ζηρίδη, 73-94.

Ροντάρι, Τζιάνι (1985): Γραμματική της φαντασίας. Μετά-

φραση: Μαρία Βερτσώνη-Κοκόλη και Λία Αγγουρίδου-

Στρίντζη. Τεκμήριο.

Σπανός Γ. Ι. (1991): Παιδαγωγική, διδακτική και ψυχολογική

θεώρηση της οργάνωσης του μαθήματος των Νέων Ελλη-

νικών στη Μέση Εκπαίδευση βάσει του Αναλυτικού Προ-

γράμματος (1884-1984). Αδημοσίευτη διδακτορική διατρι-

βή. Αθήνα: Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα ΦΠΨ.

Συκουτρής, Ιωάννης [1932]: Μελέται και Άρθρα. Εκδόσεις

του Αιγαίου 1956, 240-256.

Τοκατλίδου Β. (1986): Εισαγωγή στη διδακτική των ζωντα-

νών γλωσσών: Προβλήματα – προτάσεις. Οδυσσέας, 33-62.

Frey, Karl (1998). H «μέθοδος project»: μια μορφή

συλλογικής εργασίας στο σχολείο ως θεωρία και ως πράξη.

Page 171: Μελέτες και πονήματα

170

Μετάφραση: Κλεονίκη Μάλλιου. Θεσσαλονίκη: Αδελφοί

Κυριακίδη.

Φρυδάκη, Ευαγγελία (1996): Όροι προσδιοριστικοί της

παρουσίας του εκπαιδευτικού στο μάθημα της Λογοτεχνίας

στη Νεοελληνική Μέση Εκπαίδευση. Αδημοσίευτη διδα-

κτορική διατριβή. Αθήνα: Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Φιλο-

σοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας.

Φρυδάκη, Ευαγγελία (2003): Η θεωρία της λογοτεχνίας στην

πράξη της διδασκαλίας. Κριτική.

Χαραλαμπάκης Χ. (1994): Γλώσσα και Εκπαίδευση. Γεννά-

δειος Σχολή.

Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (1996): «Η σημερινή νεο-

ελληνική γλώσσα: προβλήματα και προοπτικές». Στον τόμο:

Εισηγήσεις σε επιμορφωτικό σεμινάριο για τους Σχολικούς

Συμβούλους όλων των βαθμίδων (26-30.9.1994). ΥΠΕΠΘ.

Χοντολίδου Ε. (1988): «Διδασκαλία της γλώσσας και της

λογοτεχνίας». Γλώσσα 16, 46-50.

Χοντολίδου, Ελένη (1989): Το μάθημα της λογοτεχνίας στη

Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση στην Αγγλία και την Ελλάδα:

Συγκριτική θεώρηση. Αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή.

Page 172: Μελέτες και πονήματα

171

Θεσσαλονίκη: Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Φιλοσοφίας

Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας.

Χοντολίδου, Ελένη (1996): «Η λογοτεχνική κριτική και η

διδακτική μεθοδολογία για τα λογοτεχνικά κείμενα της

Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης: μία ανάγνωση άρθρων που

δημοσιεύθηκαν σε περιοδικά για φιλολόγους (1975-1990)».

Στον τόμο: Καμαρούδης, Σταύρος και Χοντολίδου, Ελένη

(επιμ.), Σημειωτική + Εκπαίδευση. Θεσσαλονίκη: Παρατη-

ρητής, 68-85.

Χοντολίδου, Ελένη (2000): «Παιδαγωγικές αρχές του

Προγράμματος». Στο: Αποστολίδου Β., Καπλάνη Β. και

Χοντολίδου Ε. (επιμ.), διαβάζοντας λογοτεχνία στο

σχολείο…: μια νέα πρόταση διδασκαλίας. Τυπωθήτω-Γιώρ-

γος Δαρδανός, 37-65.

Χοντολίδου, Ελένη (2002): «Διδασκαλία της γλώσσας και

λογοτεχνία». Ο Πολίτης (105), 40-45.

Χρυσαφίδης, Κώστας (2000). Βιωματική-Επικοινωνιακή

Διδασκαλία: η εισαγωγή της μεθόδου project στο σχολείο.

Gutenberg.

Page 173: Μελέτες και πονήματα

172

Ξενόγλωσσες βιβλιογραφικές αναφορές

Appleman, Deborah (2000): Critical Encounters in High

School English. Teaching Literary Theory to Adolescents.

New York: Columbia University.

European report on the quality of school education: Sixteen

quality indicators. Luxemburg: European Communities

2001.

Johnsen E. B. (1993): Textbooks in the Kaleidoscope: A

critical survey of literature and research on educational

texts. Translated by L. Sivesind. Norway: Scandinavian

University Press.

Kimberley, Keith (1992): «Τhe third limb. Assessment and

the National Curriculum». Στο: Kimberley Keith, Meek

Margaret and Miller Jane (επιμ.), New Readings:

contributions to an understanding of literacy. London: A

and C Black.

Purves, Alan C. (1994): “Literature: Educational programs”:

The International Encyclopedia of Education. T. Husen and

T. N. Postlethwaite (επιμ.). G. Britain: Pergamon-Oxford,

vol. 6, 3480-3484.

Page 174: Μελέτες και πονήματα

173

Purves Alan C., Rogers Teresa και Soter Anna O. (1995):

How Porcupines Make Love III: Readers, Texts, Cultures in

the Response-Based Literature Classroom. New York:

Longman.

Rosenblatt Louise M. (1994): The Reader, the Text, the

Poem: The Transactional Theory of the Literary Work.

Carbondale: Southern Illinois University Press.

Shor Ira (1999): «What is critical literacy». Στο συλλογικό

τόμο Critical Literacy in Action: Writing Words, Changing

Worlds. Portsmouth: Heinemann, 1-30.

Structures of the educational and initial training systems in

the E.E., Brussels-Luxemburg: European Commission 1995,

159-175.

Traves, Peter (1992): «Reading: the entitlement to be

‘properly literate’». Στο: Kimberley Keith, Meek Margaret

and Miller Jane (επιμ.), New Readings: contributions to an

understanding of literacy. London: A and C Black, 77-85.

Wentzlaff-Eggebert, Christian (επιμ.): Literary Studies in

Europe. Stuttgart: Raabe 1998.

www. education. gouv. fr (Πληροφορίες από το γαλλικό

Υπουργείο Παιδείας)

Page 175: Μελέτες και πονήματα

174

www. istruzione. it (Πληροφορίες από το ιταλικό Υπουργείο

Παιδείας)

Ευχαριστίες οφείλω για τη συνδρομή τους στους Ξ. Α.

Κοκόλη, Γ. Κεχαγιόγλου και Ε. Χοντολίδου.

Page 176: Μελέτες και πονήματα

175

Πρώτες δημοσιεύσεις

Τα κείμενά μου παρουσιάζονται εδώ με μικρές αλλαγές, οι οποίες

ωστόσο δεν επηρεάζουν το περιεχόμενο των πρώτων δημοσιεύ-

σεων.

«Οι διακριτικοί αφηγητές, η μοίρα και ο ρεαλισμός στα

Λόγια της Πλώρης (1899) του Α. Καρκαβίτσα», Αντί

16.7.1999/691, 50-52.

«Αφηγηματικοί όροι στα Λόγια της Πλώρης του Α.

Καρκαβίτσα», Διαβάζω 371/1997, 34-38.

«Για τους αντιήρωες του Ανδρέα Καρκαβίτσα και τη μαύρη

αφανή κλωστή», Μικροφιλολογικά 15/2004, 24-25 (χωρίς

αλλαγές).

«Η ανθολόγηση των έργων του Καρκαβίτσα στην

(Ελλαδική) Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (1913-2003)»,

Μικροφιλολογικά 16/2004, 16-17. (Το πρώτο μέρος της

εργασίας, για το ιστορικό πλαίσιο, καθώς και οι

συνοδευτικοί πίνακες, δημοσιεύονται πρώτη φορά εδώ.)

«Το αναγνωστικό κοινό και η αξιολόγηση των έργων του

Α. Καρκαβίτσα», Ανακοίνωση στη ΙΔ΄ Επιστημονική

Συνάντηση (Μνήμη Ξ. Α. Κοκόλη) του Τομέα Μεσαιωνικών

Page 177: Μελέτες και πονήματα

176

και Νέων Ελληνικών Σπουδών του Τμήματος Φιλολογίας στο

Α. Π. Θ. (28.3.2014)

«Τα χαμένα χειρόγραφα του Δ. Σολωμού», Big Bang

5/1998, 59-61.

«Δ. Σολωμού, Α΄ Σχεδίασμα των Ελεύθ. Πολιορκ.»,

Πρακτικά Ζ΄ Επιστημονικής Συνάντησης του Τομέα Μεσαιω-

νικών και Νέων Ελληνικών Σπουδών, του Τμήματος Φιλο-

λογίας, Α.Π.Θ. (Μνήμη Ελένης Τσαντσάνογλου), Θεσσαλο-

νίκη 1998, 267-270.

[Η αναλυτική έκδοση του Α΄ Σχεδ. των ΕΠ, όπως δημο-

σιεύτηκε στο περ. Ελληνικά, τ.51 (τχ.2)/ 2001, είναι αναρτη-

μένη σήμερα (Μάης 2014) στον ιστότοπο της pagina

philologiae.]

«Η συλλογή με τα «αρχαία» διηγήματα του Κ. Θεοτόκη»,

Πόρφυρας 83/1997, 94-97.

«Σημειώσεις για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας στη δευτε-

ροβάθμια εκπαίδευση», Φιλολογική 87/2004, 12-17

Page 178: Μελέτες και πονήματα