Η ΛΕΛΕΚΑ ΣΗΚΩΝΕΙ ΚΕΦΑΛΙ

14

description

Ένα βιβλίο που βοηθάει μικρά παιδιά να ξεπεράσουν τους φόβους τους

Transcript of Η ΛΕΛΕΚΑ ΣΗΚΩΝΕΙ ΚΕΦΑΛΙ

Page 1: Η ΛΕΛΕΚΑ ΣΗΚΩΝΕΙ ΚΕΦΑΛΙ
Page 2: Η ΛΕΛΕΚΑ ΣΗΚΩΝΕΙ ΚΕΦΑΛΙ

6

Λελέκα κρυβόταν στο δω-μάτιό της κι έκανε από-λυτη ησυχία. Δεν ήθελε να την καταλάβει η μαμά της. Σήμερα θα τη με-τρούσε για να δει πόσο

είχε ψηλώσει. Η Λελέκα ήταν μικρή ακόμα και κάθε χρόνο θα ψήλωνε πε-ρισσότερο, μέχρι να γίνει μια μεγάλη καμηλοπάρδαλη. Αυτό όμως δεν της άρεσε καθόλου. Μα καθόλου όμως.

Η Λελέκα, βλέπετε, είχε ένα μυστικό. Μόνο που δεν ήταν και τόσο μυστικό, γιατί δεν μπορούσε πια να το κρύψει.

Φοβόταν το ύψος. Μερικοί την κορόι-δευαν: «Τι ντροπή για μια καμηλοπάρ- δαλη να φοβάται το ύψος!». Άλλοι, πά-λι, απλώς δεν την καταλάβαιναν.

Κάθε φορά που προσπαθούσε να σταθεί όρθια, φοβόταν και την έπιανε ζάλη. Μα είναι τόοοσο ψηλά εδώ πάνω που φτάνω, σκεφτόταν η Λελέκα, ξανακα-τέβαζε το κεφάλι της και περπατούσε χαμηλά. Κι όσο πιο χαμηλά περπατού-σε, τόσο πιο πολύ φοβόταν να σηκωθεί ψηλά.

Page 3: Η ΛΕΛΕΚΑ ΣΗΚΩΝΕΙ ΚΕΦΑΛΙ

7

Page 4: Η ΛΕΛΕΚΑ ΣΗΚΩΝΕΙ ΚΕΦΑΛΙ

8

Page 5: Η ΛΕΛΕΚΑ ΣΗΚΩΝΕΙ ΚΕΦΑΛΙ

9

Ακόμα θυμάται την τελευταία φορά που μετρήθηκε. Επειδή φοβόταν, έκλει- σε τα μάτια της για να μη βλέπει. Άνοιξε όμως ξαφνικά το δεξί και πήρε μια τρομάρα!

Εκεί που τα σκεφτόταν όλα αυτά, ακούει τη μαμά της να φωνάζει: «Λε-λέκα, έλα μια στιγμή να σε μετρήσω».

Αυτή τη φορά η Λελέκα ήταν προετοι-μασμένη. Είχε σκεφτεί πολλές δικαι-ολογίες για να τη γλιτώσει και ήταν σίγουρη ότι θα τα κατάφερνε.

Έβαλε μπρος το σχέδιό της και τις είπε όλες μαζί: «Έχω πολύ διάβασμα, δεν προλαβαίνω. Τελικά δε χρειάζεται, θα μετρηθούμε στο σχολείο. Νυστά-ζω» – και χασμουρήθηκε επίτηδες δυ-νατά. Τόσο πολύ άνοιξε το στόμα της, που δυσκολεύτηκε να το ξανακλείσει. Άφησε για το τέλος την πιο καλή της δικαιολογία: «Μαμά, πονάει η κοιλιά μου» παίζοντας περίφημα τον ρόλο της άρρωστης.

Page 6: Η ΛΕΛΕΚΑ ΣΗΚΩΝΕΙ ΚΕΦΑΛΙ

10

Η μαμά της όμως επέμενε.

«Καλά» απάντησε η Λελέκα «αλλά αυτή τη φορά θα δέσουμε τα μάτια μου με το φουλάρι σου για να μη βλέπω, ακόμα κι αν ανοίξει κάποιο μάτι κατά λάθος».

Ήταν όρος και δε δεχόταν αλλιώς.

«Λελέκα, είμαστε τα πιο ψηλά ζώα στη γη, με την πιο ωραία θέα στον κόσμο» είπε η μαμά της. «Μαμά, δεν το θέλω που φοβάμαι, αλλά δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Είναι τόσο ψηλά εκεί πάνω που φτάνω» απάντησε με σκυμμένο κεφάλι η Λελέκα. «Να έβλεπες μονάχα αυτό που βλέπει ο μπαμπάς σου κι εγώ σ’ εσένα» της είπε και της έδωσε μια από τις υπέροχες μαμαδίστικες αγκα-λιές της. «Πιστεύουμε τόσο σ’ εσένα, παιδί μου».

Δεν το έβλεπε όμως η Λελέκα.

Εδώ καλά καλά δεν έβλεπε μπροστά της έτσι όπως περπατούσε. Απλά φό-ρεσε σφιχτά το φουλάρι γύρω από τα μάτια της και μετρήθηκε.

Γιατί να είμαι το μόνο ζώο που φοβά-ται; αναρωτήθηκε.

Page 7: Η ΛΕΛΕΚΑ ΣΗΚΩΝΕΙ ΚΕΦΑΛΙ

11

Page 8: Η ΛΕΛΕΚΑ ΣΗΚΩΝΕΙ ΚΕΦΑΛΙ

12

Page 9: Η ΛΕΛΕΚΑ ΣΗΚΩΝΕΙ ΚΕΦΑΛΙ

13

Για να μην είναι μόνη, κάλεσε τον κα-λύτερό της φίλο, τον Γκρίμο το μαϊ-μουδάκι, να περάσουν τη νύχτα μαζί. Ήταν ώρα για ύπνο και η Λελέκα έσβησε το φως για να κοιμηθούνε.

«Μηηηη!» φώναξε ο Γκρίμο. «Μη σβή-νεις το φως, φοβάμαι το σκοτάδι!»

«Αλήθεια;» απόρησε η Λελέκα. «Δεν το ήξερα, συγγνώμη».

«Εσύ, Λελέκα, δε φοβάσαι το σκοτάδι;»

«Όχι. Πάντα με κλειστό το φως κοιμά-μαι».

«Τελικά, δεν είσαι και τόσο φοβητσιά-ρα» είπε με θαυμασμό ο Γκρίμο.

Η Λελέκα ξαφνιάστηκε.

Πρώτη φορά άκουγε κάτι τέτοιο.

Άφησε το φως ανοιχτό κι έπεσε για ύπνο.

Page 10: Η ΛΕΛΕΚΑ ΣΗΚΩΝΕΙ ΚΕΦΑΛΙ

14

Το πρωί η Λελέκα συνάντησε τη φίλη της τη Μελίνα. Επειδή έβρεχε όλη τη νύχτα, ο δρόμος για το σχολείο είχε γίνει λίμνη. «Πώς θα πάω σχολείο τώρα;» ρώτησε η Μελίνα. «Φοβάμαι το νερό και δεν ξέρω κολύμπι». Αμέσως, η Λελέκα έκανε τον λαιμό της γέφυρα και η Μελίνα πέρασε απέναντι. Η Με-λίνα την ευχαρίστησε και τη ρώτησε:

«Εσύ δε φοβάσαι το νερό;».

«Όχι» απάντησε η Λελέκα.

«Τελικά, Λελέκα, δεν είσαι και τόσο φοβητσιάρα!» φώναξε η Μελίνα πηγαί-νοντας στο μάθημα.

Ήταν η δεύτερη φορά που της το έλε-γαν. Και η Λελέκα άρχισε να αναρω-τιέται: Λες να μην είμαι και τόσο φο-βητσιάρα τελικά;

Page 11: Η ΛΕΛΕΚΑ ΣΗΚΩΝΕΙ ΚΕΦΑΛΙ

15

Page 12: Η ΛΕΛΕΚΑ ΣΗΚΩΝΕΙ ΚΕΦΑΛΙ

16

Page 13: Η ΛΕΛΕΚΑ ΣΗΚΩΝΕΙ ΚΕΦΑΛΙ

17

Λίγο πιο πέρα τσίριζε ο Ηλίας ο ελέ-φαντας: «Λελέκα, πάρ’ τον μακριά μου και σκιάζομαι!». Δίπλα του ήταν ο Τζί-νο, ένα τοσοδούλι ποντικάκι. Η Λελέ-κα έσκυψε, ο Τζίνο ανέβηκε στη ράχη της κι έφυγαν παρέα.

Όταν απομακρύνθηκαν, ο Ηλίας φώ-ναξε: «Ευχαριστώ, Λελέκα. Πώς κι εσύ δε φοβάσαι τα ποντίκια;».

«Δεν ξέρω» απάντησε η Λελέκα «απλώς δεν τα φοβάμαι».

«Τελικά, δεν είσαι και τόσο φοβητσιά-ρα!» είπε με δυνατή φωνή ο Ηλίας.

Η Λελέκα άρχισε να σκέφτεται ότι ίσως τελικά να μην είναι και τόσο φοβητσιά-ρα. Τα άλλα ζώα φοβούνται πράγμα-τα που εκείνη δε φοβάται. Άρχισε να πιστεύει περισσότερο στον εαυτό της. Όσο περισσότερο πίστευε στον εαυτό της, τόσο πιο ψηλά σήκωνε το κεφάλι της. Αλλά η Λελέκα δεν το είχε κατα-λάβει ακόμη.

Page 14: Η ΛΕΛΕΚΑ ΣΗΚΩΝΕΙ ΚΕΦΑΛΙ