ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

46
ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΜΩΫΣΗ ΙΔΡΥΤΗ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΜΟΝΩΝ ΜΙΧΑΗΛ ΚΑΙ ΓΑΒΡΙΗΛ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ (ΤΟΤΕ) ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ Γ.Ο.Χ. ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ ΚΑΛΛΙΣΤΟΥ ΜΑΚΡΗ «ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟΥ»

Transcript of ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

Page 1: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΜΩΫΣΗ

ΙΔΡΥΤΗ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΜΟΝΩΝ ΜΙΧΑΗΛ ΚΑΙ

ΓΑΒΡΙΗΛ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ

ΤΟΥ (ΤΟΤΕ) ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ Γ.Ο.Χ. ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ ΚΑΛΛΙΣΤΟΥ ΜΑΚΡΗ

«ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ

ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟΥ»

ΑΘΙΚΙΑ

ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ 1972

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΥΙΕ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΑΝΟΙΞΟΝ ΤΗΝ ΘΥΡΑΝ ΤΟΥ ΕΛΕΟΥΣ ΣΟΥ

Page 2: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

Η καταγωγή του οσίου και Αββά Γέροντος πατρός ημών ΜΩΥΣΕΩΣ.

«Ει δε ή απαρχή αγία και το φύραμα και ει ή ρίζα αγία και οι κλάδοι» (Ρωμαίους ια' — 16).

Ό Όσιος Αββάς και σεβάσμιος Γέρων και τιμιότατος πατήρ ημών Μωυσής, ο οποίος και

ηγούμενος ημών χρημάτισε, υπήρξε και ό κτίτωρ των ιερών ημών ησυχαστηρίων, αγίων

Ταξιαρχών και Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Γενέτειρα πατρίς και επίγειος χώρα, ο οποία

γαλούχησε και ανέθρεψε τον όσιο τούτον πατέρα Μωϋσή, αλλά και διαπαιδαγώγησε και

νουθέτησε εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου, ήταν ή περιώνυμος και ένδοξος νήσος Καστελόριζο...

η οποία βρίσκεται στο Αιγαίο πέλαγος των 6ωδεκανήσων.

Εκεί στην νήσο Καστελόριζο, γεννήθηκε ό όσιος πατήρ ημών Μωυσής, το σωτήριον έτος —

1872— από γονείς ευσεβέστατους, θεοφοβούμενους και λίαν ενάρετους. Ό πατήρ του

ώνομάζετο Αγαπητός και ή μήτηρ αυτού Χρυσή, επονομαζόμενοι Τρυπητήνιας. Όντως οι

γονείς αυτού ήσαν άνθρωποι με καλές και ηθικές αρχές. Ήσαν, πράοι, ευσεβείς και ζούσαν

ζωήν χριστιανική. Ό πανάγαθος θεός βρήκε αυτούς άξιους της Ιεράς αποστολής των και ως

γήν αγαθή και καλήν έδωκεν σε αυτούς τοιούτον καρπόν ευκλεή και ενάρετον υιόν, ίνα

πληρωθή και εις αυτούς ή θεία φωνή του Αποστόλου Παύλου, λέγουσα, εάν ή ρίζα είναι αγία

και αγαθή, φυσικά και ό καρπός θα είναι άγιος και αγαθός. 6ιότι πράγματι ό όσιος Μωυσής,

ήτο εκ κοιλίας μητρός αυτού ηγιασμένος. Και ως τεκμήριο δεδηλωμένης αποδείξεως —

παραδίδομε δια τάς πενιχρός ημών γραφίδας εις τους ευσεβείς μάλλον και φιλόθεους

αναγνώστες το κάτωθι γεγονός, το οποίον πληροφορηθήκαμε και μάθαμε από συγγενείς του

οσίου Γέροντος, οι οποίοι έτυχαν μάρτυρες — ένθα καθ' ό τοιούτοι μάρτυρες αξιόπιστοι

διηγήσαντο σε μάς, αυτά που θα διηγηθούμε τώρα και που ακολουθούν στο παρών κεφαλαίο.

και παραδίδομε, μεθ' απάσης, ειλικρίνειας και φόβου θεού καθώς ηκούσαμεν αυτούσιο. Ιστέον

ότι, ό λόγος βεβαίως, αποτείνεται προς τους έχοντας ώτα προσηρμοσμένα δια της

ευσέβειας, ακούειν ακουέτωσαν. Εναρξιν λοιπόν ποιούμαι της τερπνότατης και ωφελίμου

πνευματικής αφηγήσεως εχούσης ούτως:

Όταν, ευδοκία θεού και χάριτι, εγεννήθη ό όσιος εκ της μητρός αυτού, βρέφος Έτι ων

υπομάζιον, ουδόλως έπινε το μητρικό γάλα, τάς δύο ημέρας της εβδομάδος, δηλαδή Τετάρτη

και Παρασκευή. Παρ' όλους τους τρόπους τους οποίους ή μήτηρ αυτού μετεχειρίζετο, ό

μικρός έμενε νηστικός καθ` όλη την διάρκεια της μέρας. Οι γονείς του πολύ πικράθηκαν και

βαρέως έφερον το τοιούτον φαινόμενον, μη γνωρίζοντες βεβαίως ότι το νήπιο ωδηγείτο

θεόθεν εκ της θείας χάριτος του παναγίου Πνεύματος και ότι προωρίζετο δια μεγάλους και

Ιερούς σκοπούς, ους ό Θεός μόνον προεγίγνωσκεν. 6ια τούτο κατέφυγαν εις ιατρούς μήπως

δυνηθούν με διαφόρους υποδείξεις να προτρέψουν τον μικρόν, για πίη γάλα, έστω και εκ

προβάτου. Άλλ' εις μάτην απέβησαν οι προσπάθειαι αυτών. Αν του έδιδον ετέραν τροφήν μη

γαλακτώδη ή αρτύσιμον, εδέχετο αυτήν ευχαρίστως, ενώ τάς αλλάς ημέρας όπου ήσαν

καταλύσιμοι ευχαρίστως έπινε γαλακτώδη τροφή. Τότε οι γονείς αυτού, κατόπιν συμβουλής

ευσεβών χριστιανών, επορεύθησαν εις την έκκλησίαν. Εκεί βρήκαν τον ιερέα του Ναού,

ευσεβή και ένάρετον οντά πατέρα πνευματικόν. Του διηγήθηκαν τα περί του βρέφους. Ό

Ιερεύς άκούων ταύτα, φωτισθείς άνωθεν, είπεν εις αυτούς, ότι το νήπιο οδηγείται εκ του

Page 3: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

πατρός των φώτων. 6ιότι δεν είναι εις θέσιν, για να γνωρίζει τα της νηστείας ένεκα της

βρεφικής ηλικίας του. Επομένως ή θεία χάρις ενεργεί εις αυτό και δια τον λόγον αυτόν δεν

λαμβάνει γαλακτώδη τροφήν τάς ημέρας της νηστείας, τουτέστιν Τετάρτη και Παρασκευή.

Όθεν αυτό δεν είναι πρέπον, να δημιουργεί εις αυτούς ανησυχίας και φόβους, μάλλον

εύχάριστον είναι το γεγονός και να χαίρονται, διότι ό Πανάγαθος προετοιμάζει το νήπιο δια

μεγάλην και ιεράν αποστολή.

Όντως ό ιερεύς ήτο πεφωτισμένος εκ πνεύματος αγίου και παρηγόρησε τους γονείς του

νηπίου με θεία λόγια και περισσότερον ακόμη με πνευματικός σύμβουλος. Όθεν πολύ

παρηγορηθέντες οι γονείς του μικρού αναχώρησαν οίκαδε χαίροντες, επαφιέμενοι πλέον εις

την διοίκησιν του Θεού. Κατέφθασε και ό κατάλληλος χρόνος όπου το νήπιο έπρεπε να λαβή

το θείον και ιερόν άγιο βάπτισμα, δια την άφεσιν της προπατορικής αμαρτίας και την

αναγέννησα δι' ύδατος και πνεύματος αγίου. και βαπτισθέν, ίνα ούτω λαβή την υιοθεσία της

θείας χάριτος του παντοκράτορας Χριστού και ενδυθεί τον νέον ανθρωπον, τον κατά

Χριστόν, ως ορίζει ό θείος Απόστολος Παύλος «όσοι γαρ εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν

ενεδύσασθε» (Γαλατάς γ' — 27) όπερ και έγένετο κατ' έμπνευσιν όντως του παναγίου και

τελεταρχικού πνεύματος. Ένθα πορευθέντες οι Γεννήτορες τούτου εν τω ιερό Ναό της εκεί

περιφερείας των «ό Άγιος Μερκούριος», βάπτισαν το νήπιο στη Ιερά κολυμβήθρα του θείου

βαπτίσματος. Και αναγεννηθείς ό παις δι' ύδατος και πνεύματος αγίου, καθώς ό

παντοκράτωρ Χριστός κελεύει (Ιωάννου γ' — 5), έλαβε το όνομα Μερκούριος.

Έκτοτε ό μικρός Μερκούριος, όλως υγείας και πλήρης χαράς και ευρωστίας, προέκοπτε εν

ηλικία και σοφία πνεύματος. Καίτοι παις ων εις την ηλικία, ουδέποτε συνανεστρέφετο με

παιδία ομήλικους του, ούτε πάλιν ησχολείτο με παιγνίδια, τα όποια κατά κανόνα, αρέσκουν

στα μικρά παιδία. Άλλα πάντοτε διατηρούσε στάσιν σοβαρού και σοφού ανθρώπου, μάλλον

κατά το κοινώς λεγόμενον, έμοιαζε ωσάν παιδαριογέρων. Αναμφίλεκτος ή θεία χάρις του

Παναγίου πνεύματος εκ βρεφικής ηλικίας καθοδηγεί τα διαβήματα του παιδός και μετέπειτα

Γέροντος Άββα και οσίου Ηγουμένου. Ό μικρός λοιπόν Μερκούριος, ημέρα τη ημέρα συν θεία

χάριτι και βοήθεια ηύξανε μεν τη ηλικία καθώς και πνευματική φρονήσει και γνώσει, άλλα

και τη ευσέβεια και πίστει προς τον Νυμφίο Ιησούν Χριστόν. Επίσης δε και οι γονείς αυτού,

καθ` όσον' ήσαν ευσεβείς και θεοφοβούμενοι χριστιανοί, πάντοτε διαπαιδαγωγούν και

νουθετούν τον μικρόν εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου, δηλαδή τον απέτρεπαν από παντός

έργου απαρέσκοντας και αντιβαίνοντος προς την ηθική διδασκαλία καθώς και από πάντα

λόγον άπρεπον και σαπρόν, αντιτιθέμενο προς την χριστιανική διδασκαλία και τον θείον

νόμον, του θείου και Ιερού Ευαγγελίου. Και νουθετούντες αυτόν, δια θείων και θρησκευτικών

διδαχών, αλλά και δια των ηθικών παραδειγμάτων αυτών των ιδίων, καθ` όσον αυτοί οι ίδιοι

γονείς του παραδειγματίζονται ενώπιον του μικρού Μερκουρίου παρέχοντες αυτώ λαμπρόν

παράδειγμα, ενάρετου ζωής. Ό μικρός Μερκούριος εμιμείτο αυτούς και προέκοπτεν

πνευματικός. Αυταπόδεικτος είναι γνωστόν ότι τα μικρά παιδία μιμούνται πάντοτε τους

μεγαλύτερους των. Προσοχή λοιπόν εις τους συναναστρεφόμενους με μικρούς νέους και

ιδιαιτέρως εις τους παιδαγωγούς, διότι αν διδάξουν καλώς θα έχουν αποτελέσματα

Page 4: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

καρποφόρα της αρετής, αν κακώς, το κακόν θα κρούση πρώτον την κεφαλήν των και κατόπιν

θα επεκταθεί. Και πάλιν προσοχή λοιπόν εις τάς συναναστροφές των τέκνων.

Βλέποντες οι γονείς του μικρού Μερκούρη την ευμενή διάθεσιν προς τα θεία και τα Ιερά

διδάγματα, τοσούτον έχαιρον περισσότερον. Άλλα και ό μικρός Αναμφίλεκτος Έτυχε καλής

διαθέσεως και προαιρέσεως αγαθής, όπου περιχαρώς έδέχετο τας νουθεσίας των αυτού

γεννητόρων. Όθεν εύρων ό θείος λόγος αγαθή καρδίαν του παιδός ως γη αγαθή και καλή

έπιπτε δια των ώτων εν τη καρδία αυτού και καρποφορεί πνευματικόν καρπόν σε βαθμό

εκατονταπλασίονα. Τουτέστιν αρετάς ηθικοχριστιανικάς, δηλαδή, πίστιν στον θεόν, άγάπην,

ευσέβεια, υπακοή ευλάβεια στα θεία, ταπείνωση, σωφροσύνη, φρόνηση, ανδρεία, δικαιοσύνην

και πασαν άλλην άρετήν, ην αγαπά ο θεός και παρέχει ως πλούσια δωρεάν του παναγίου

πνεύματος. Πασίδηλων και γνωστότατο τυγχάνει πασιν ανθρώποις, ότι πάντες οι άνθρωποι

του παρόντος αιώνος, εν τω παρόντι τούτω βίω, πολύμοχθο και πολυστένακτο, παροδικοί

εσμέν και παρεπίδημοι καθώς άπαντες οι προαπελθόντες πατέρες και μητέρες ημών.

6ιότι διερχόμεθα ταξιδεύοντες από τον μάταιο αυτόν και λίαν απατηλό κόσμον προς

δοκιμασία.

Για να δοκιμασθούμε δια πυρός και ύδατος των παντοειδών θλίψεων και πειρασμών. Και αν

υπομείνωμεν εως τέλους της ζωής μας στην ορθόδοξο πίστη και αγάπη του Χριστού και στην

υπομονή των αρετών πειρασθέντες και δοκιμασθέντες εύρεθώμεν εν μετάνοια, και καθαρά

εξομολόγηση, καιρώ τω δέοντι κερδίσωμεν την ούράνιον Βασιλείαν, γένοιτο. Αμήν.

Ούτω πως και ό μικρός Μερκούριος συνεταξίδευε μετά του αιώνος της εποχής του. Πλην

όμως

δεν παρεσύρθη υπό των ρευμάτων του ματαίου κόσμου ούτε εις τάς παγίδας του σατανά

παγιδεύτηκε διότι ζούσε εναρέτως ούτε ποτέ εις το ελάχιστον υπέκυψε στις αξιώσεις της

σαρκός, αλλά μας άφησε φωτεινότατα τεκμήρια αγιότητας, οσιότητας και δικαιοσύνης εν

φρόνηση δικαίου και λίαν ενάρετου τέκνου του θεού. Βεβαίως ό χρόνος είναι όντως

πανδαμάτωρ.

Τα πάντα και τους πάντας δαμάζει . Ένα μόνον δεν δύναται να δαμάσει, διότι ουκ Ισχύει. Και

τι είναι τούτο; Ή αρετή. 6ιότι μόνον ή αρετή είναι βραβείο αιώνιων δια του οποίου ό θεός

βραβεύει τους ενάρετους και εράσμιους αυτού φίλους, ώσπερ εβράδευσεν και τον μικρόν

Μερκούριο, όντα φίλο του ενάρετον και αγαπητό, τον ύστερον οσιώτατον ηγούμενο και

Γέροντα Μωϋσή και ειδήμονα περισσά της Μοναχικής και Αγγελοειδούς πολιτείας, αλλά και

εργάτη άοκνο και επιμελέστατο, ως και δοκιμώτατον της επίζηλου και θεομιμήτου

χριστιανικής αγάπης, ώστε πολλάκις έμενε νήστις, ίνα τον πλησίον εξυπηρέτηση. και τηρητή

ακριβέστατο της χριστιανικής πίστεως έως έσχατης αυτού αναπνοής αναδείξαντα. Όθεν,

έλαβε παρά Θεού παντοκράτορας το αίώνιον βραβείων των αρετών. 6ιότι -πράγματι ήτο

εργάτης επιμελέστατος και άοκνος προς άπόκτησιν των αρετών και έτυχε του ποθούμενου.

Είθε πάντες ελεηθώμεν παρά Θεού πανοικτίρμονος, γένοιτο Αμήν.

ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΖΩΗ ΤΟΥ

Το θαύμα τον Αρχαγγέλου Μιχαήλ

Page 5: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

Σωτήριον έτος —1937— ευρισκόμενοι και ησυχάζοντες εισέτι εν τω ιερό ησυχαστήριο της

«Ευαγγελιστρίας> Πλατάνου ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ. Κάποιον μέρα μου λέγει ό όσιος Γέρων Μωυσής:

Τέκνον μου Κάλλιστε, πηγαίνουμε να συναντήσουμε τον άδελφόν πατέρα Φιλάρετο μοναχό

δόκιμο όντα τότε, ο οποίος γνώρισε την ξυλουργική τέχνη. Πηγαίνοντας βρίσκομαι τον

άδελφόν εκεί όπου εργάζονταν πλησίον της ιεράς μονής είχε το εργαστήριο του. Τότε δίδει

εντολή ό όσιος ηγούμενος Γέρων Μωυσής, στον αδελφό Φιλάρετο να κατασκευάσει ένα κιτίο

ήτοι κασονάκι μικρόν όπου να χωρά εντός αυτού, πέντε έως εξ κιλά λιβάνι και κηρίον.

Πράγματι το κασονάκι κατασκευασθεί, το γέμισε ό Γέροντας θυμίαμα και κηρίων, το

σφράγισε και μου λέγει. Παιδί μου πατέρα Κάλλιστε παρακαλώ τώρα θα πάμε στην Αθήνα

ετοιμάσου διότι πρέπει να εξυπηρετήσουμε και μερικές οικογενείας ορθοδόξων χριστιανών,

ένθα πασά δυνατή ανάγκη είναι και πρέπει να αναχωρήσουμε, όταν δε θα φθάνουμε στην

Αθήνα θα ταχυδρομήσουμε και το δέμα τούτο.

Ξεκινούμε, φθάνομε στην πόλη των Αθηνών, διερχόμεθα έξωθεν του Ταχυδρομείου. Λέγω, να

Γέροντα το Ταχυδρομείο. "Ας ταχυδρομήσουμε το κουτί με το περιεχόμενο. Αίφνης στρέφει

τους οφθαλμούς του προς εμέ και μου λέγει κάπως στερεότυπα και απλά, δεν είναι εδώ το

Ταχυδρομείο παιδί μου, έλα κοντά. Προχωρούμε, φθάνομε στην Ομόνοια, εισερχόμεθα στον

ηλεκτρικό σιδηρόδρομο, κατεβαίνουμε στο Πειραιά, με οδηγεί εσκεμμένως στο Ταχυδρομείου

Πειραιώς. Πάλιν του υπενθυμίζω και λέγω, Γέροντα, εδώ φθάσαμε στο Ταχυδρομείο του

Πειραιά και έφ' όσον δεν ήθελες να το ταχυδρόμησης στην Αθήνα, τουλάχιστον ας το

δώσουμε εδώ σε αυτό για να ξεκουραστώ λίγο, διότι τα πόδια μου τρέμουν εκ της νηστείας

και της μακράς πορείας. Εάν είναι ευλογημένο Γέροντα μου να το ταχυδρομήσουμε δια να

δώσουμε τέλος στην υπόθεση. Και πάλιν μου λέγει: "Έλα κοντά μου παιδί μου, δεν είναι αυτό

το Ταχυδρομείο, προχωρεί, φθάνει στο λιμάνι του Πειραιώς, βλέποντας εγώ και

ακολουθώντας τον Γέροντα στην παράδοξο και μυστηριώδη αυτή, δι' έμέ έως την ώρα

εκείνη, αποστολή. Βεβαίως βλέπων την ψυχική μου ανησυχία ό εχθρός διάβολος με πολέμησε

φοβερά. Γέμισε τον εγκέφαλό μου διαλογισμούς πονηρούς. Νοερός κατέκρινα τον Γέροντα

και έλεγα. Τι άραγε να συμβαίνει; διατί πορεύεται προς την θάλασσαν; μήπως δεν είναι καλά;

δεν γνωρίζω Τι το ποιητέον. Έπαυσα πλέον να ομιλώ και να υποδεικνύω στον Γέροντα

Ταχυδρομεία, κλπ. διότι δεν εισακουόμην. Ακολουθούσα όμως άθελα μου, με βαριά καρδία,

απογοητευμένος, διότι δεν γνώριζα Τι μέλλει γενέσθαι. Βαδίζοντες φθάσαμε στο άκρον της

εξέδρας προς το βάθος της θαλάσσης. Εκεί σταθμεύσαμε. 6ιαταγή του Γέροντος να ψάλουμε

το απολυτίκιο των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ. Ψαλλομένου του Απολυτίκιου παρ'

αμφοτέρων ημών, μου λέγει ό όσιος εκείνος και αλησμόνητος Γέρων Μωυσής. Παιδί μου,

ρίψουν στην θάλασσαν το δέμα του κυτίου και αυτό είναι το Ταχυδρομείο των Αρχαγγέλων.

Εντός μιας εβδομάδος θα έχουμε είδηση ότι έφθασε στην μονήν της Σύμης του Αρχαγγέλου

Μιχαήλ, διότι για εκεί προωρίζετο. Και τούτο γίνεται δια να στερεωθεί ή πίστης σου, δια να

πιστεύεις ακράδαντος και αδιακρίτως στην παντοδύναμο ενέργεια του Θεού, και την χάριν

των Αρχαγγέλων. Και μη λησμονείς καθώς ό Κύριος λέγει εν τω Ιερό Ευαγγέλιο «εάν εχητε

πίστιν ως κόκκου σινάπεως, ερείτε τω ορει τούτω μετάβηθι εντεύθεν εκεί, και μεταβήσεται

και ουδέν αδυνατήσει υμίν» (Ματθαίου ζ' 7—20). Ρίψαντες το κιβώτιο στην θάλασσα

Page 6: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

γυρίσαμε στην Αθήνα. Τελειώνοντας τις πνευματικές εργασίας πήγαμε στην ιερά μονή, ένθα

μετά το πέρας της εβδομάδος ελάβομεν

άπάντησιν εκ της- μονής Αρχαγγέλου Σύμης, ότι το κιβώτιο με το κηρίον και θυμίαμα ελήφθη

και βοήθεια σας. Σημειωτέον ότι είχαμε γράψει την σύστασιν του αποστολέως.

Ενταύθα παραθέτομε αυτούσιων την απαντητική επιστολή εκ του Πανορμίτου Ταξιάρχου

Μιχαήλ της μονής της εν Σύμη προς εγκυροποίησιν και αξιόπιστο παραδοχή και μαρτυρίαν

του θαύματος, έχουσα ως εξής:

«Εν Σύμη τη 13 Ιουλίου 1937 Ευσεβάστους Κυρίους Γεώργιο Σ. Κοκκινίδην, Γεώργιο Α.

Γερολύμου, Μωϋσή Μοναχό και Μαρία Παπαγιαννοπούλου, Πειραιά. Ευλαβέστατοι Κύριοι,

ταύτην την στιγμήν μας ενεχειρίζεται εκ της ιεράς μονής Πανορμίτου ή τη 3η παρελθόντος

μηνός τίμια σας, την οποίαν ανέγνωμε μετά προσοχής και οίδαμεν εν αύτη την μεγάλην υμών

πίστιν προς τα θεία και ευλάβειά σας και την προς τον πολιούχο της νήσου ημών φρουρό τε

και προστάτη πάσης της υφηλίου, τον Αρχιστράτηγο Μιχαήλ τον Πανορμίτην ευλάβεια και

αφοσίωσιν υμών. Ήδη σας καθιστούμε γνωστό ότι το κιβώτιο, το οποίοι ρίψατε στην

θάλασσαν

την 3ην παρελθόντος μηνός Ιουνίου και εντός του οποίου βρέθηκαν δραχμές είκοσι πέντε,

κηρίον εις λαμπάδα οκάδας δύο και 100 μικρά και 115 μικρά χωνία μοσχολίβανος, ταξίδευσε

ολοταχώς και αλάνθαστος μη πτοηθέν ούτε τους σφοδρούς και εναντίους άνεμους της υπό

του Αρχιστρατήγου πασών των επουρανίων δυνάμεων, έφθασε την 1Οην τρέχοντος μηνός

έξωθεν του λυμένος της ιεράς μονής εις απόστασιν πέντε μιλίων μακράν και εις τίνα ακτή

μιας των νησίδων 6ιαβατές, όπερ ευρεθέν υπό αλιέων την στιγμήν εκείνη το παρέλαβαν μετά

μεγάλης ευλάβειας, μεταφέροντες αυτό εις ίεράν μονήν του Πανορμίτου, όπου οι εκεί ιερείς

εν πλήρη κατάνυξη εποιήσαντο υπέρ πάντων υμών έμπροσθεν της θαυματουργού εικόνος του

θείου Αρχαγγέλου κατανυκτικότατη παράκλησιν, μνημονεύοντας- υπέρ ψυχικής και

σωματικής σωτηρίας άπαντα τα εντός του κιβωτίου ευρισκόμενα ονόματα σας, θαυμάσαντες

όθεν και ημείς την μεγάλην σας ευλάβεια ευχόμεθά σας εξ όλης ψυχής και καρδίας όπως ή

χάρις του θείου Πολιούχου και προστάτου πάσης υφηλίου του Ταξιάρχου Μιχαήλ του

Πανορμίτου σκέπη, φρουρή και διαφυλάττει υμάς τε ως και απαντάς τους οίκους υμών υπό

τάς θείας και αγίας αυτού πτέρυγας, στέφει με πλήρη επιτυχία άπάσας υμών τάς

επιχειρήσεις και όδηγή πάντας υμάς εις έργα αγαθά και θεάρεστα.

6ιατελούμε μετά τιμής Οι Έφοροι της Ιεράς Μονής Ύστερα απ' την ρίψη του κυτίου στην

θάλασσαν και την λήψη της απαντήσεως μου λέγει ό Γέροντας προφητικοί τω τρόπω — παιδί

μου εγώ θα έχω απέλθει εκ της πρόσκαιρου ζωής ταύτης όταν ό Κύριος θα παραχώρηση να

σας έλθη από χριστιανική οικογένεια τοιαύτης παρόμοιας περιπτώσεως τάμα, ωσάν αυτό πού

ταχυδρομήσαμε δια θαλάσσης προς τον Αρχάγγελον Σύμης. θα σας έλθη μάλιστα εις την

ίεράν μονήν, εις την οποίαν θα είναι θέλημα θεού, να μείνει στερεά και παγία, στον τόπον

όπου θα είναι θεού θέλημα να κτιστή και οικοδομηθεί δια να μένη εις τον αιώνα και να

δοξάζεται το πανύμνητον και υπερένδοξο πανάγιον όνομα αυτού του παντοδυνάμου και

παντοκράτορας Θεού. Καθώς και ό Αρχάγγελος Μιχαήλ θα φανέρωση την ένέργειαν της

Page 7: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

θείας χάριτος, δια να εκτιμηθεί και δοξαστεί έτι περισσότερον ή γνήσια εκκλησιαστική

ορθόδοξος παράδοσης.

Αληθώς οποία μεγαλεία, οποίον πνευματικόν πλούτον διακατέχει ή ορθόδοξος Αποστολική

του Χριστού εκκλησία! Γλώσσα θνητού ανθρώπου ου δύναται διηγηθήναι.

Και όντως θαυμαστά τα έργα του θεού και τα της πίστεως κατορθώματα. Πράγματι είχαμε

αποκατασταθεί στην ίεράν μονήν και εγκατασταθεί, εις ην, θεία χάριτι σήμερον ευρισκόμεθα

βιούντες Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ Αθικίων Κορινθίας.

Ενταύθα θα παραθέσωμεν το θαύμα των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ όπερ ό Γέροντας

Μωυσής, προείπε προφητικό πνεύματι.

Έτος Σωτήριον 1950, οικογένεια τις διαμένουσα εις Βίλια Αττικής, ευσεβής μήτηρ ονόματι

Αναστασία χήρα Οικονόμου, είχεν μίαν κόρη και ήσαν ορθόδοξοι κατά την εποχή εκείνη, προ

δεκαετίας, όπου ως Ιερεύς εξυπηρετούν το παράρτημα Βίλιων Ιερού ναού Άγιος Μήνας. Με

την πάροδο όμως των ετών εφ" όσον άλλως τε παρήλθε ή δεκαετία, φυσικά είχον λησμονήσει

την οικογένεια, διότι στο παράρτημα των Βίλιων αντικαταστάθηκε ύπ' άλλων Ιερέων, και

εγώ έμεινα οριστικώς εις την ίεράν μονήν Αρχαγγέλων, ένθα νυν εδρεύομε θεία χάριτι και

βοήθεια και δι' ευχών του αγίου και οσίου Γέροντος πατρός ημών Μωϋσέως όστις πατρικώς

μας ευλογεί άνωθεν εκ της χώρας της αιωνίου ζωής, όπου ευρίσκεται ήδη προ πολλών ετών.

Αυτή λοιπόν ή Οικονόμου Αναστασία, γνωρίζουσα το θαύμα του Αρχαγγέλου Σύμης, διότι

όταν ζούσε ό όσιος Γέροντας Μωυσής, πολλάκις διηγείτο το θαύμα, ενώπιον πολλών

χριστιανών, παρούσης και της Αναστασίας, ή οποία ασφαλώς είχε ακούσει το τοιούτον εκ

του στόματος του Γέροντος και ενθυμείτο την περίπτωσιν αυτήν και είχεν ευλάβεια προς τον

Γέροντα, καθ` ότι σεβόταν μεγάλος τούτο ως άνθρωπον του θεού και γνησιότατο αυτού

φίλο. "Όντως ήτο σφόδρα ενάρετος ούτος ό Γέρων Μωυσής. Αύτη λέγω και ή ευσεβής γυνή

ηθέλησε το έτος 1950 μ.Χ. ίνα στείλει δια βοήθειάν της η και δια δοκιμήν ίσως. Πάντως τα

κρυπτά του ανθρώπου ουδείς οίδεν, ειμή το πνεύμα το ενοικούν εν αύτώ. Γεγονός όμως

αναμφισβήτητο μαρτυρεί και βοά την πραγματοποιήσει του θαύματος και την εν πλήρη, κατά

θαυμαστόν τρόπον, εκπλήρωσιν του προορατικού χαρίσματος του Γέροντος Μωϋσέως — ή

και προφητικού αν είπωμεν ου παραφωνούμε — «επεί α ήκουσαν τα ώτα ημών και εωράκασιν

οι οφθαλμοί ημών, ταύτα και παραδίδωμεν τοις φιλευσεβέσι χριστιανοίς».

Και ως αυτόπτης μάρτυς άρχομαι της διηγήσεως, έχουσα ως έξης: θέλουσα και επιθυμούσα

κατά τον ευσεβή πόθον αυτής, ή γυνή λέγω, ή Αναστασία Οικονόμου, να αποστείλει το τάμα

της, όπου προώριζεν τούτο δια τον Αρχάγγελον Σύμης, θέτει εντός φιάλης αρκετά

ευρύχωρου καθαρά κηρία, λαμπαδίτσες και ολίγα χρήματα, καθώς και την σύστασίν της, δια

την άπάντησιν άμα της λήψεως του τάματος αυτής. Σφράγισε την φιάλη και έρριψε αυτήν

στην θάλασσαν, προς την κατεύθυνσιν του Αρχαγγέλου Σύμης.

Τι όμως ό θεός οικονόμησε; 6ια να αποδειχθεί εμπράκτως το προφητικό χάρισμα του

Γέροντος Μωϋσέως, όπερ έδωρήθη εις αυτόν παρά του πανσόφου θεού. Ή φιάλη με τα κηρία

έπλευσε στην θάλασσα και κατευθύνθηκε προς την ακτή πλησίον της πόλεως Κορίνθου.

Την εποχή εκείνη λόγω της οικοδομικής των διαφορών κτιρίων, Κελλίων κλπ. τα οποία

κτίζαμε στην ιερά μονή των Αρχαγγέλων Αθικίων Κορινθίας, είχαμε στείλει δύο φορτηγά

Page 8: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

αμάξια δια να μεταφέρουν άμμο προς χρήσιν της οικοδομής, των κτιρίων. Εκεί όπου οι

εργάτες ανέσυραν την άμμο δια του πτύου και φόρτωναν επί των αυτοκινήτων, αίφνης εις εξ

αυτών βλέπει μίαν φιάλη πλησίον της ακτής της Θαλάσσης. Ή φιάλη έπλεε επί των

Θαλασσίων κυμάτων.

Τρέχει εκ περιέργειας και ανασύρει ταύτην εκ των υδάτων. Εξερχόμενος λοιπόν των

Θαλασσίων υδάτων, επιδεικνύει ταύτην στους συνεργάτες του. Και πάντες εκ συμφώνου

αποσφραγίζουν αυτήν και βλέπουν το περιεχόμενο. Απαντούν δι' επιστολής στην γυναίκα

όπου βρήκαν την σύστασίν της εντός της φιάλης και εξιστορούν πώς ακριβώς και πού

βρήκαν το ταξίδευαν δια Θαλάσσης τάμα της στον Ναόν των Αρχαγγέλων όπου

εργαζόντουσαν, ή να ρίψουν πάλιν εις την Θάλασσαν.

Ή γυνή λαβούσος όλως απροσδόκητος, την επιστολή των εργατών απήντησε λογικώς

βεβαίως. Έφ' όσον την βρήκατε εκεί πλησίον, στο μοναστήρι των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και

Γαβριήλ του παλαιού και γνησίου ημερολογίου, είναι θέλημα του φαίνεται να την πάτε εκεί.

Και ούτω μας έφεραν οι άνθρωποι το τάμα όπου επεσφραγίσθη πλέον το προλεχθέν

προορατικό χάρισμα του αγίου Γέροντος Μωϋσέως.

Η ασθένεια της Αδελφότητας και ή έλλειψης τροφίμων.

Στην εποχή της κατοχής

Ή κατοχή των ξένων στρατευμάτων συνεχίζεται στην χωράν μας. Ή πείνα μαστίζει

αδυσώπητα και αλύπητα. Τα θύματα από την πείνα αφθονούν. Ή τιμωρία μας αμείλικτος,

ένεκα των πολλών αμαρτιών μας. Θεέ μου! Λυπήσου το πλάσμα σου και λύτρωσαν μας εκ

των δεινών της μαύρης κατοχής. Άλλα ό κανόνας δεν τελείωσε ακόμη και ως φαίνεται πρέπει

να έλθη το πλήρωμα του χρόνου. Άς έχη δόξαν το όνομά Σου, Κύριε, Θεέ μου! μόνον δίδε σε

μάς υπομονή στις θλίψεις και παρηγοριά στις στερήσεις.

Μίαν ήμερα, ώρα απογευματινή, πλησιάζει τον Γέροντα πατέρα Μωϋσή ή μεγαλύτερα γραία

αδελφή. Το όνομά της Ευλογία και γονυπετεί έμπροσθεν του Γέροντος, ένθα κλαίουσα

αναγγέλλει, ότι οι αδελφές μοναχές, όλες ασθενούν και κατάκεινται κλινήρεις πυρέττουσαι

σφόδρα, σφόδρα και δεν δύνανται να έλθουν στον εσπερινό. Και επί πλέον δεν υπάρχει (είπε)

τίποτα Γέροντα μου δια παρηγοριά της ασθενείας, τι να τους δώσω; Ζάχαρη δεν υπάρχει δια

ζεστό ρόφημα, ούτε ζυμαρικά, άλλ' ούτε και ψωμί. Μόνον χόρτα του αγρού, τα οποία θα

μαγειρεύσω χωρίς λάδι, διότι ούτε λάδι υπάρχει με λίγες ελιές να τις οικονομήσω, να

περάσουμε απόψε και αν συμβεί να αποθάνει καμία εδώ στην έρημον, δεν γνωρίζω τι θα

συμβεί. Και θρηνούσε ή δυστυχής απαρηγόρητος. Τότε της λέγει ό όσιος Γέρων πατήρ

Μωυσής με την παρήγορον αυτού γλώσσαν, ήρεμος ατάραχος και απαθώς. Μη στενοχωρήστε

παιδιά μου, διότι αυριον το πρωί θα έχουν θεραπευθεί όλες οι ασθενούσες μοναχές αδελφές.

Το πολύ μέχρι τάς 10ή ώρα θα έχουμε τρόφιμα, θα μας φέρει ό Θεός ακόμη και του πουλιού

το γάλα. Μόνον μη ταρασθέσθω ή καρδία σας και διαλογίζεστε και απιστείτε. Ό Χριστός,

έχει την φροντίδα μας, περάστε την βραδιά απόψε όπως δύνασθε και μη δια την αυριον

μεριμνάτε. Ή γαρ αύριο μεριμνήσει τα εαυτής, ως δια τον εσπερινό; εκεί στα κρεβατάκια σας

Page 9: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

να λέγετε την εύχήν αγογγύστως, άνευ διαλογισμών δια την στέρηση, και ό Θεός θα

οικονομήσει τα πάντα. Καταλήγω ό άγιος Γέρων τάς συμβουλάς του προς την αδελφή,

είσηλθεν εις το κελλίον του δια την προσευχήν. Τότε μου λέγει ή αδελφή Ευλογία, μυστικά,

αδελφέ μου Πάτερ Κάλλιστε, δεν είναι καλά δ Γέροντας. Άκουσες τι μου είπε. ότι αύριο το

πρωί στις δέκα ή ώρα θα έχουμε του -πουλιού το γάλα. Μα αν είναι ποτέ δυνατόν αυτό. Εδώ

εις την έρημον, αλίμονο, θα μας φάγουν τα πετεινά του ουρανού και τα σαρκοβόρα όρνεα.

Και ό Γέροντας λέγει θα έχουμε του πουλιού το γάλα!... Την παρηγόρησα όσο το δυνατόν με

λόγια, βέβαια, και έφυγε κλαίουσα δια να ησυχάσει. Την επαύριον στις οκτώ ή ώρα πρωί,

φωνάζει και καλεί ό Γέροντας τεσσάρας άδελφάς μοναχάς έμπροσθεν μου και λέγει προς

αύτάς. Πάρετε τα καλάθια και τα μαχαίρια και πηγαίνετε να φέρετε χόρτα. Υπέδειξε δε σε

αυτές μίαν τοποθεσία επάνω υψηλά εις το όρος. Εκεί θα πάτε για να βρείτε χόρτα, τα όποια

θα μαζέψετε να τα φέρετε να τα μαγειρέψουμε και θεραπεύσουμε την πείνα μας τρώγοντας.

Ή μεγαλύτερη πάλιν αδελφή ενίσταται εναντίον του Γέροντος. Πράγματι δεν υπήρχαν χόρτα

στο όρος, διότι ευρίσκοντο στην πεδιάδα και Εκεί ήσαν τα λεγόμενα ρασολάχανα όπου

εφύοντο εν αφθονία. 6ίδει την εντολή, ό Γέροντας και πορεύεται προς το κελλίον του.

Έρχεται ή γραία Ευλογία και μου λέγει: Αδελφέ μου Κάλλιστε, τώρα βεβαιωθήκαμε και

διαπιστώσαμε πραγματικά ότι ό Γέροντας μας ένεκα όπως φαίνεται της μεγάλης μας

ανέχειας και της πτώχειας έχει πολύ στενοχωρηθεί και δεν είναι διόλου καλά.

Τα χόρτα είναι Εκεί κάτω στα χωράφια και όχι στο ξερό βουνό. Να πάμε Εκεί πού μας είπε και

τι να φέρομαι; ξερά ξύλα ή κουκουνάρες από τα πεύκα; Τι να κάνουμε; να πάμε ή να μη πάμε;

Βλέποντας την στενοχώρια των, εγώ ό ελάχιστος και ταλαίπωρος εισέτι και αδόκιμος,

απήντησα: Αδελφή μου καλώς αν είναι ως λέγει, αλλά αν δεν τελέσωμεν υπακοή στον

Γέροντα

και τον πικράνουμε έτι περισσότερο; Όταν βεβαίως μάθη θα στενοχωρηθεί και ημείς θα

είμεθα

στην παράβασιν της εντολής του, λογιζόμενοι παρήκοοι. 6εν θα είναι χειρότερο; Καλόν είναι

νομίζω να πηγαίνατε Εκεί ακριβώς όπου σας υπέδειξε "Επιστρέφοντας του λέγετε με

ταπείνωσιν και ηρεμία και όσον το δυνατόν απαθώς άνευ στεναχώριας. Γέροντα μου, με την

ευχή σας πήγαμε στο μέρος όπου μας υποδείξατε και ουδέν εύρομεν. Άλλα αν θέλετε και

είναι

ευλογημένο, με την εύχήν σας, να πάμε Εκεί όπου πηγαίναμε καθ' ήμέραν και συλλέγομαι

χόρτα, διότι Εκεί είναι άφθονα και εντός λίγης ώρας θα τα φέρωμεν, ενώ στο βουνό δεν

βρήκαμε τίποτα. Και νομίζω θα χαροποιηθεί δια την υπακοή, όπου θα μας δώσει και την

εύχήν του εγκαρδίως. Ταύτα ήκουσαν οι αδελφές, λέγουν να είναι ευλογημένο, θα κάμωμεν

υπακοή και ξεκίνησαν δια τα χόρτα. Έφθασαν έως Εκεί, ανήλθαν στην κορυφή του λοφίσκου,

ερεύνησαν παντού δια χόρτα. Ουδέν εύρον. Προχωρούν ευρύτερον ουδέν έβλεπαν. Ήρχισαν

ως ήτο επόμενο να στενοχωρούνται διότι άφ' ενός ή ασθένεια της ελονοσίας τάς είχεν

εξαντλήσει με τον πυρετό, άφ' ετέρου ή πείνα βασάνιζε αυτάς και φυσικά ό πειρασμός ήτο

πολύ μεγάλος, διότι και ό δαίμων. παράλληλα με τους διαλογισμούς κατακρίσεως

πολιορκούσε αυτές. Είχαν πλέον κουρασθεί και ετοιμάζονταν για την επιστροφή. Αίφνης

Page 10: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

όμως στρέφουν τα όμματα προς τον εκεί παρακείμενο χείμαρρο από τον οποίον κατήρχοντο

τα ύδατα της βροχής κατά την εποχή του χειμώνας ωσάν κάτι το απροσδόκητο βλέπουν.

Βλέπουν και απορούν. Έτι περισσότερον τείνουν τους οφθαλμούς δια να δουν καλλίτερα.

Αντελήφθησαν κάτι το σημαντικό δια της επισταμένης οράσεως και πάραυτα τρέχουν.

Τρέχουν ολοταχώς, έρχονται εις τον Γέροντα και λέγουν ασθμαίνουσα. Άγιε Γέροντα, Άγιε

Γέροντα! "Ε! "Ε! τι συμβαίνει παιδιά μου, λέγει ό Γέροντας. Λέγουν: με την εύχήν σας

Γέροντα. Κάτω στο βάθος του χειμάρρου, όπου έχει κάτι ωσάν δρόμο φαρδύ, είναι ένα

αυτοκίνητο Αγγλικό γεμάτο τρόφιμα. Το έχουν εγκαταλείψει οι Άγγλοι, λόγω του

βομβαρδισμού των Γερμανών. Λέγει ό Γέροντας ησυχάσατε δικά μας είναι. Τα έστειλε ό

Κύριος ημών Ιησούς Χριστός και ή Κυρία Θεοτόκος. Χθες με ειδοποίησαν να πάτε να τα

φέρετε στην Ιερά Μονή μας προς θεραπεία της Αδελφότητας. Και προσθέτει, δεν πειράζει

υμείς ασφαλώς θα υποθέσατε ότι είμαι τρελός. Αρκεί πού μας- έστειλε ό Θεός τρόφιμα και ή

ανθρωπινή αδυναμία θεραπεύεται πάλιν με την βοήθειαν του Θεού. Μας δοκίμασε ό Θεός δια

να μας παιδαγωγήσει στο χάρισμα της υπακοής και της υπομονής και καρτερίας. 6όξα σοι ό

θεός πάντων ένεκα. Πηγαίνετε τώρα να τα φέρετε. Τρέχουν ολοπρόθυμα και με χαράν

μεταφέρουν απαντά τα τρόφιμα στην Ιερά μονή, τα οποία ήσαν πλουσιότατα και έφθασαν δια

πολλών μηνών τροφήν. Κατόπιν ό όσιος Γέροντας μας σύναξε στο Ναό και μας είπε τα εξής:

Παιδιά μου, διατί τόσο γρήγορα γινόμεθα επιλήσμονες της ιεράς αποστολής μας και

λησμονούμε τον αληθή προορισμό μας; Ένεκα τίνος πικραινόμεθα και ολιγοπιστούμε δια την

εφήμερο τροφή; 6εν έχομε διαβάσει ότι ό θεός τρέφει τα πετεινά του ουρανού, τα όποια ουδέ

σπείρουσιν, ουδέ θερίζουσιν, ουδέ συνάγουσιν είς αποθήκας; Πάλιν τι λέγει ή Αγία μας Γραφή

δια τον προφήτη Ηλία; Εδιώκετο παρά της Μεζάβελ και φεύγων εν τη ερήμω ό Θεός

προστάτευσε αυτόν, μάλιστα ό ίδιος ό Θεός του είπε τα εξής: «και εγένετω ρήμα Κυρίου

προς Ηλιού πορεύου εντεύθεν κατά ανατολάς και κρύβηθι εν τω χειμάρρω Χοράθ του επί που

του Ιορδανού και έσται εκ του χειμάρρου πίεσαι ύδωρ τοις κόραξιν εντελούμαι διατρέφειν σε

Εκεί και εποίησεν Ηλιού τα το ρήμα Κυρίου... και οι κόρακες εφερον αύτω άρτους,

Βασιλειών» (Γ' ιζ' 3, 4, 5, 6) ακούεται τέκνα μου! Οι κόρακες που είναι τα τόσο άσπλαχνα

πουλιά κατά προσταγή του θεού έθρεφαν τον προφήτη Ηλία. και ημείς αν και αμαρτωλοί

όταν τον παρακαλούμε με πίστη και αγάπη και άνευ διαλογισμών θα μας ελεήσει τάχιστα

Είθε ό πανοικτίρμων Κύριος ελέησε και σώσαι απαντά τον Κόσμον. Αμήν γένοιτο.

Ή ανεύρεσης της απολεσθείσης Αιγός.

Ένεκα των πολυπληθών και ανήκουστων αμαρτιών μας, ή μαύρη κατοχή συνεχίζεται. Ή πενία

και ή πείνα έχουν λάβει τα σκήπτρα και δέρουν ανελέητος τον πεινασμένο δυστυχισμένο

λαόν της ενδόξου άλλοτε άλλα δοκιμαζόμενης τώρα πατρίδος μας.

Page 11: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

Ευρισκόμεθα, εισέτι, στην κατάστασιν αυτήν. 6εσπόζει ή στέρησης των αναγκαίων τροφίμων

και μαστίζεται ή άνθρωπότης υπό της μάστιγος του πολέμου. Θλιβόμεθα σφόδρα και

λυπούμεθα βαθέως και αλγεινότατα δια την οικτρά και άθλία αυτή κατάστασιν. Ή παντελής

στέρησης τροφής έφερε σε αδιέξοδο πολλάκις την αδελφότητα. Ή μόνη μας παρηγοριά ήτο,

ότι αι αδελφοί μοναχαί, συνετηρούντο, θεία χάριτι, από τα ολίγα εργόχειρα και ενίοτε από

τάς προσφοράς καλοπροαίρετων και ευσεβών χριστιανών προσκυνητών.

Ήμέραν τινά ήλθε ένας προσκυνητής στην ιερά μονή Αγίων Ταξιαρχών. Αντιληφθείς στέρησιν

της αδελφότητας και την έσχατη πτωχείαν, ό άνθρωπος αυτός συνεκινήθη και συνεπόνεσε.

την όλην κατάστασιν. Θέλησε να δωρίσει μίαν αίγα στο μοναστήρι δια παραμυθίαν και να

προμηθεύονται αί ασθενούσε μοναχέ το γάλα του ζώου. και αυτός πτωχός ήτο, αλλά κινηθείς

χάριν ευσπλαχνίας εδωρήσατο την αίγα του. Ή ημέρα ήτο Παρασκευή της εβδομάδος πρωί

όπου ό προσκυνητής δώρισε την αίγα στην αδελφότητα. Την επιούσα μέρα Σάββατο, λία πρωί

ή αίγα εξηφανίσθη εκ του ιερού Ησυχαστηρίου. Αι μοναχέ αδελφαί σφόδρα ελυπήθησαν για

την απώλεια τη αιγός, μη γιγνώσκουσαι ποίον κατεύθυνσιν ακολούθησε. Ανήγγειλαν τω

Γέροντι δια την απώλεια του ζώου. Ό όσιος πατήρ ημών Γέρων Μωυσής, τουναντίον, άκούων

ταύτα έφαίνετο λίαν ικανοποιημένος. Αρχή δε λαβών εκ του συμβάντος ήρχισε να λέγει μη

στενοχωρείστε παιδιά μου και λυπήστε αδίκως, διότι ή άκαιρος λύπη καταστρέφει την υγεία,

την ψυχή συν τω σώματι.

Παραχωρήσει θεού εξηφανίσθη το ζώον δια να φανερωθη ή επισκιάζουσα χάρις του Αγίου

Πνεύματος στους ανθρώπους, που πιστεύουν αδιοτάκτως στον θεό. και να δούμε τώρα, ποία

εκ των μοναζουσών θα κάμη υπακοή δια να πορευθεί προς άναζήτησιν και εύρεσιν της αιγός.

Ό θεός πολλάκις φωτίζει και τα ζώα δια να γνωρίζουν τους γνησίους οικιακούς των.

Τελειώνοντας τον λόγον, αμέσως καλεί κατ' όνομα δύο μοναχές αδελφές λέγων ή τάδε και ή

τάδε ετοιμασθείτε δια να υπάγετε προς εύρεσιν του χαμένου ζώου.

Αι κληθείσαι παρά του Γέροντος μοναχέ, ηρνήθησαν κατηγορηματικώς στην εντολή του.

6ιεμαρτυρήθησαν διαρρήδην και με οξεία φωνή λέγουν. Γέροντα τι λέγετε! που να πάμε; ούτε

το ζώον γνωρίζομεν καλώς, διότι όταν το έφερε ό προσκυνητής ημείς δεν το είδομεν και

ούτε γνωρίζομε που να πάμε. Άφησε μας ήσυχους. να έχομε την πείνα και την φτώχεια μας,

αδύνατον είναι να υπάγωμεν. Έχε μας παρητημένας. Λέγε μας τίποτε άλλο και περί κατσίκας

μη μας ενοχλείτε. Τότε ό Γέρων Μωυσής μειδιών και με χαριέστατον διάθεσιν και πρόσωπον

λαμπών από πνευματική ικανοποιητική ερευνά δεν απελπίστηκε αλλά παρότρυνε και τάς

υπολοίπους άδελφάς να υπάγουν σε άναζήτησιν του χαμένου ζώου. Άλλ' όσοι ευρίσκοντο

παρούσαι κατά την ώραν εκείνη σχεδόν ουδεμία θέλησε να υπακούσει. Προσεποιήθησαν

απασαι διαφόρους προφάσεις μεταξύ των πολλών και την άγνοια, ως δεδικαιολογημένήν

αντιρρητική αίτιον. Έφ' όσον δήλωσαν απασαι παραίτησιν, Ο όσιος Γέρων πατήρ Μωυσής

στρέφει τον λόγον του στις δύο τελευταίας μοναχάς, άιτινες ήλθον την στιγμήν εκείνη από

μακρινό ταξίδιον. Ή μία εξ αυτών έπασχε από φοβερόν πυρετό. Ητο πυρέσσουσα με

τριάκοντα εννέα βαθμούς πυρετό. Επίσης και το πέλμα των ποδών της ήτο πληγωμένο από

πολλάς πληγάς, ένεκα της μακράς οδοιπορίας, καθ' ην σχεδόν ώδευεν ανυπόδητος.

Page 12: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

Λέγει ό όσιος Γέροντας: τώρα παιδιά μου, αν και κουρασμέναι και ασθενείς και ή ώρα

περασμένη — διότι πλησίαζε το εσπέρας — θα κάμετε τον κόπο και την υπακοή εσείς αί δύο,

να πάτε στο κατέναντι χωρίον να φέρετε την χαμένη αίγα, θα την βρείτε αμέσως, χωρίς

πολύ κόπο. Λάβετε την καλοσύνη και πηγαίνετε. 6ια να μη κουραστείτε πολύ να ερωτήσετε

τον αστυνόμο του χωρίου και θα σας πληροφόρηση, ώστε να μη τριγυρνάτε ασκόπως.

Τότε ή αδελφότης όταν ήκουσε την εντολή του Γέροντος ή οποία απηυθύνετο προς την

ασθενούσαν αδελφή και γνωρίζουσα ότι υποφέρει από πυρετό και οι πόδες της γέμουν

πληγάς, παρακαλεί τον Γέροντα να μη στείλει αυτήν, διότι δεν εύρίσκετο παρούσα όταν ο

προσκυνητής έφερε το ζώον, επομένως ούτε την μορφήν του ζώου γνωρίζει και θα κοπιάση

αδίκως, άλλα και ή ασθένεια της θα επιδεινωθεί περισσότερον! Ό όσιος Γέροντας άκαμπτος

λέγει, με επιτακτικό ύφος εις επήκοον πάντων. Αμέ παιδί μου! κάμε υπομονή ! σήκω επάνω

και αψήφισον τον θάνατον, αψήφισον τους πόνους, του σώματος, διότι ό κόπος περνά και ό

μισθός μένει στον αιώνα. Εμπρός άμε! δια την άγάπην της υπακοής τέκνον του θεού.

Βράβευσαν στέφανον μαρτυρίου, διότι εις την υπακοή δίδονται οι στέφανοι της αιωνίου ζωής

χαράς και αγαλλιάσεως.

Μη χρονοτριβής πήγαινε να φέρεις το απολεσθέν ζώον του μοναστηρίου. Ή ασθενής

υπήκουσε, ανεκλήθη και εποίησε την καθιερωμένη μετάνοιαν τω Γέροντι, καθώς και ή

δευτέρα αδελφή, ή οποία εδόθη δια συντρόφια — και επορεύθησαν αμφότεροι προς το

υποδειχθέν χωρίον παρά του Γέροντος δια την εύρεσιν του ζώου. Πράγματι έφθασαν στο

ρηθέν χωρίον βρέχοντας, διότι ήτο χειμών. Καθ οδον συνήντησαν τον κ. αστυνόμο του

χωρίου και κατ' εντολή του Γέροντος έκαμαν την ερώτηση.

Όπως τους είπεν ό αστυνόμος, εδώ στην αστυνομία μας έφεραν οι αγροφύλακες μία γίδα. Δεν

γνωρίζομεν τίνος είναι και μέχρις ώρας ουδείς Ιδιοκτήτης παρουσιάσθη, ελατέ να δείτε, και

αν είναι δικιά σας, να την πάρετε Πηγαίνοντας αι αδελφαί καθ' οδόν έλεγαν προς εαυτός. Ω

τον ευλογημένο τον Γέροντα, ό όποιος μας έστειλε, τι να ποιήσομεν; Ούτε ζώον, ούτε μορφήν

του γνωρίζομεν, αδίκως ταλαιπωρούμεθα. Άλλα και τι θα είπωμεν εις τον αστυνόμο, όταν θα

μας πει, αυτό είναι το ζώον; Μια και ήλθομεν έως εδώ, ας πηγαίνουμε και ό θεός βοηθός.

Μόλις έφθασαν και ήνοιξεν ό αστυνόμος την θύραν, όπου εφυλάττετο το ζώον, αμέσως

ήρχισε να φωνάζει δυνατά και να τρέχει προς τα εκεί όπου έβλεπε τάς μοναχάς. Τότε ό

αστυνόμος πιστοποιήσας από τάς κινήσεις του ζώου, το παρέδωσε ταίς μοναχαίς, άιτινες το

παρέλαβον και το έφερον χαίρουσαι στο ιερό Ησυχαστήριο . Ή δε ασθενούσα αδελφή, έγένετο

υγιής, ένεκα της υπακοής, όπου και οι ευχές του οσίου Γέροντος, ενήργησαν δια την

θεραπεία της και δια να βραβευθεί το έργον της Αγίας υπακοής, άλλ' έτι, ίνα πιστοποιηθεί

και ή Ισχύς και δύναμις της ευχής του Αγίου Γέροντος Μωϋσέως.

Τότε ό όσιος Γέροντας έλαβε αφορμή εκ του γεγονότος και κάλεσε άπασαν την αδελφότητα

ενώπιον του. 6ίδαξε και κατήχησε ταύτην με θέμα τα κατορθώματα της αγίας υπακοής,

μεταξύ των πολλών είπε και τα έξης: 6εν είναι πρέπον παιδιά μου οι υποτακτικοί μοναχοί ή

μοναχέ να αντιλογούν εις την κεφαλήν των, ήτοι εις τον Ήγούμενον, όταν τους προστάζει

δια της κατά θεόν υπακοής, ίνα εκτελούν αγογγύστως τα προσταζόμενα. 6ιότι ό προεστός

φωτίζεται παρά θεού δια να προστάζει τα κατά θεόν προστάγματα. Άλλα οι υποτακτικοί μη

Page 13: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

όντες ώριμοι στην σκέψιν και πνευματική προκοπή, νομίζουν παραλογίας τάς προσταγάς και

έντολάς του Γέροντος. Ενώ έπρεπε να πλουτίσουν από άρετάς μένουν πάντα πτωχοί και

έρημοι, από πνεύμα και άρετήν. Μόνον γέμουν και είναι πλήρεις από αντιλογίας και υποψίας

κατά τους Γέροντος Επίσης περιεργάζονται τον Γέροντα πώς εργάζεται και τινι τρόπω δίδει

τα προστάγματα. Και τούτο ένεκα της πολλής των υπερηφάνειας διότι νομίζουν ότι αυτοί

γνωρίζουν κάλλιον του Γέροντος και διακρίνουν τα πράγματα με Ιστορική αλάνθαστο

ακρίβειαν και δεν ταπεινούνται δια να κερδίσουν πνευματικά πλούτη αρετών. Ας

ενθυμούμεθα τέκνα μου πάντοτε τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, ό όποιος είναι ό Νυμφίος

της αθανάτου ψυχής μας, όστις έγένετο υπήκοος τω πατρί Αυτού μέχρι θανάτου Σταυρικού.

Γνωστόν είναι, λοιπόν, και εις ημάς τους μοναχούς, ότι ή καθαρά υπακοή, είναι ζωή, ενώ ή

παρακοή είναι πνευματικός θάνατος.

Άλλα και ως γνώρισμα πρώτης αρετής του αληθινού μονάχου είναι ή αγία υπακοή.

Δοκιμάζετε, το καλόν κατέχετε. 6οκιμάσατε την άγίαν υπακοή και θα δείτε πόσους

πνευματικούς καρπούς αρπάζει εις τον ποιούντα ταύτην άνευ διαλογισμών και γογγυσμό. Με

την αγία υπακοή υπερβαίνει πασαν θυσίαν και ολοκαύτωσιν, δι αυτήν υπερεδοξάσθη ή

ανθρωπινή φύσις του Ιησού Χριστού.

Η αθέτησης αυτής τάραξε τον ουρανόν και πλήρωσε συμφορών τον άνθρωπον, όπου αυτή

παρέστη εκεί πασά ευτυχία όθεν απέχει εκεί πασά δυστυχία. Πόθεν προέρχεται ή

περιφρόνησης αυτής; Εκ του εγωισμού και της υπερηφάνειας πηγή αυτής, ή ταπείνωσις ούν ή

αναγκαστική, άλλ' ή προαιρετική, εστίν αρετή. και εν ολίγοις ίνα ειπώ μετά του θείου

Αποστόλου Πέτρου «Νεώτεροι υποταγή. τε πρεσβύτερης. Πάντες αλλήλοις υποτασσόμενοι

την ταπεινοφροσύνη εγκομβώσασθε. "ότι ό Θεός υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε

δίδωσι χάριν. Ταπεινωθείτε λοιπόν υπό την κραταιά χείρα του θεού, ίνα υμάς ύψωση εν

καιρώ» (Πέτρου Α 5-5-6). Αυτώ η δόξα και το Κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.

Η επίθεση των σκυλιών εναντίον ανυπόταχτου και γαστρίμαργου

δοκίμου μονάχου.

Κατ' εντολή του Γέροντος πατρός Μωϋσέως ηγουμένου του Ιερού Ησυχαστηρίου

«Ευαγγελισμός Θεοτόκου» περιοχής Πλατάνου, τρις της εβδομάδος 6ευτέρα, Τετάρτη και

Παρασκευή κάνουμε ενάτη, δηλαδή πανήμερον νηστεία. Ετρώγομεν άπαξ της ημέρας και

τούτο κατά το εσπέρας. Όμως ένας μοναχός δόκιμος ευρισκόμενος στο ησυχαστήριο την

εποχή εκείνη ήταν λίγο γαστρίμαργος και συνήθως δεν ηρέσκετο στην νηστείαν και

παντοιοτρόπως προφασίζετο εν αμαρτίαις δια να καταλύει την νηστείαν.

"Ητο της εβδομάδος ημέρα Τρίτη και άφ' εσπέρας μου λέγε ό όσιος Γέρων ηγούμενος πατήρ

Μωυσής εμπιστευτικώς παιδί μου, Κάλλιστε, αυτός ό δόκιμος μοναχός, πρόσεχε να δής ότι

αύριο όταν θα είναι Τετάρτη και έχομεν ενάτη, αυτός θα προφασισθεί δήθεν δια την

υπηρεσία του και θα ζήτηση να κατέβει στην πόλιν. Ο κύριος σκοπός του αποβλέπει στην

κατάλυσιν της νηστείας, και της γαστριμαργίας του.

Page 14: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

'Αλλά δεν θα φθάση εις την πόλιν όπου σκέπτεται να πορευθεί διότι καθ' όδόν θα του συμβεί

μέγας πειρασμός συνεπεία: τούτου θα κινδυνεύσει και θα επιστρέψη άπρακτος. Αυτό θα το

επιτρέψει και θα παραχώρηση ό Θεός δια να γίνη μάθημα διδακτικότατον σε όλους σας, για να

μάθετε να υπακούτε και να κόπτετε τα θελήματα σας ενώπιον του Γέροντος σας, διότι

γνωρίζετε ότι ή υπακουή είναι ή ζωή, ή δε παρακοή θάνατος. Άλλα και πάλιν θα διδαχθείτε

δια να γίνετε πνευματικοί επιστήμονες όπου με το πάθημα του ενός διορθώνονται οι πολλοί

και ό παθών γίνεται γιατρός. Έτι πλέον ίνα πληροφορηθείτε άπαξ και δια παντός, όπως

υπακούτε εις την εντολή και υπακοή του Γέροντος σας, τον οποίον ό Θεός φωτίζει, δια να

διδάσκει να καθοδηγεί τάς ψυχάς τάς οποίας ό θεός του έχει αναθέσει αν και είναι

αμαρτωλός. 'Ο Θεός όμως χάριν των αθανάτων ψυχών, δίδει την φώτιση στον Γέροντα και

την θείαν Αυτού χάριν, δια την καθοδήγησιν των ψυχών, καιρώ τω δέοντι, κερδίσωσι την

Βασιλεία των ουρανών.

Επιτρέψατε μοι να ειπώ και το έξης: όταν ό υποτακτικός έτι με άδολο καρδίαν και με πίστιν

άνευ διαλογισμών, ό θεός φωτίζει τον Γέροντα του δια να τον καθοδηγεί επί της οδού τής

ψυχικής του σωτηρίας και ερχόμεθα πλέον εν πλήρη γνώσει να προβαίνωμεν ήδη επί της

κατανοήσεως του σοφότατου εκείνου γνωμικού όπου λέγει «κατά τον λαόν και οι αρχηγοί

του». Αν ό λαός είναι ευσεβής και φιλόθεος, ό θεός δίδει εις αυτόν προς διοίκηση του σοφούς

και ευσεβείς αρχηγούς.

Αν, ο μη γένοιτο, ό λαός είναι διεστραμμένος και ασεβής, τότε φυσικά και οι αρχηγοί του θα

είναι διεστραμμένοι, καθώς το λέγει ό ίδιος ό θεός «και επιστήσω νεανίσκους άρχοντας

αυτών, και εμπαίκται κυριεύσουσιν αυτών» (Ησαΐας γ'. 4), διατί; άκουσον «ότι λαός απειθής

εστίν» (Ησαΐας λ' 30—9). Ό θεός δεν λαμβάνει πρόσωπα. Τιμωρεί τους ασεβείς προς

σωφρονισμό, και

βραβεύει τους ευσεβείς. Πάλιν ό ίδιος λέγει... όταν ό λαός είναι ευπειθής «διότι λαός άγιος

εν Σιών οικήσει εν τη εκκλησία» (Ησαΐας λ 19) και οι άρχοντας θα είναι από τον θεόν

απεσταλμένοι «και δώσω τους άρχοντας σου εν ειρήνη και τους επισκόπους σου εν

δικαιοσύνη» (Ησαΐας ξ-30-9) και πάλιν μας παρηγορεί «και δώσω υμίν ποιμένας κατά την

καρδίαν μου και ποιμανούσιν υμάς ποιμαίνοντες μετ' επιστήμης» (Ιερεμίας γ — 15) αυτά τα

παιδιά μου αν προσέχομε και μελετούμε κατά δύναμιν και εφαρμόζουμε, ό Θεός πάντοτε θα

είναι μαζί μας και εν τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι.

Την επόμενη λίαν πρωί, τελειώνοντας ή ακολουθία της πρωινής προσευχής, παρουσιάζεται ό

δόκιμος μοναχός ενώπιον του Γέροντος, παρακαλών αυτών 'ινα τι| αδεία και ευλογία του

Γέροντος πορευθεί στην πόλη Λουτράκι δήδεν δια κάποιαν εργασία διότι ένας ως

ισχυριζόταν χριστιανός θέλει να αφιερώσει κάτι πράγματα στο μοναστήρι και τα τοιαύτα.

Ό Γέροντας τον απέτρεπε, συγχρόνως νουθετεί αυτόν, συμβουλεύων να συνηθίσει δια να

κόπτη το ίδιον θέλημα και να υποτάσσεται στην εντολή του προεστού, ηγουμένου του, δια να

εχη και την ευλογία του Θεού. Αυτός όμως, ισχυρίζετο και επέμενε στο θέλημα του. Πάλιν ό

Γέρων με υπομονή και ήπιο τρόπω παρήνει αυτόν να μη προβεί εις το επιχείρημα του

ταξιδιού, διότι θα κινδυνεύσει και προέτρεπεν αυτόν πάση δυνάμει να το αναβολή δια την

αυριον, ή δια το Σάββατο, οπόταν θα οικονομηθεί καλύτερον. Όχι, Γέροντα λέγει, θα υπάγω

Page 15: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

σήμερον, είναι ανάγκη να συναντήσω τον άνθρωπον, ως δια την νηστείαν παίρνω μαζί μου

ψωμί αρκετό και οικονομούμαι. Βλέπων ό Γέροντας την επιμονή του δοκίμου, ότι έπ' ούδενι

λόγω μεταβάλλει γνώμην του λέγει κάπως αγανακτισμένος. Επί τέλους πήγαινε! Αφού με

τόση νουθεσίαν δεν δέχεσαι να υπακούσεις πήγαινε και θα επιστρέψεις άπρακτος και

μετανοημένος.

Αναχωρών ό μοναχός λέγει μοι ό Γέροντας πατήρ Μωυσής: — Παιδί μου Κάλλιστε, κάμε του

προσευχή ν με το κομβοσχοίνι σου, διότι θα κινδυνεύσει ό ταλαίπωρος σε θάνατον. Ινα

λυπηθεί αυτόν ό θεός και γλιτώσει από τους νοητούς σκύλους και να μη τον κατασπαράξουν

και οι αισθητοί κύνες. 6εν παρήλθαν δύο περίπου ώρες, νάτος και έρχεται τρέχων, χλωμός,

κίτρινος, κάθιδρος, κατατρομαγμένος και τρέμων πίπτει προ των ποδών του οσίου Γέροντος

και ένδακρυς με φωνή «τρέμουσα λέγει: Γέροντα μου, ευλόγησον, συγχώρησαν μοι, δεν

πρόκειται πλέον να σας πικράνω και να σας παρακούσω ούτε να σας ενοχλήσω και να λύσω

την νηστείαν μου, με αυτά πού έπαθον σήμερα. Τότε ό Άγιος εκείνος και σοφώτατος Γέρων

Μωυσής καλεί άπασα την Αδελφότητα, δια να διδαχθεί εμπράκτως, περί υπακοής.

Συνήχθημεν άπαντες και λέγει ό Γέροντας. Ελατέ, τέκνα μου να ακροασθώμεν τι συνέβη του

αδελφού. και ό αδελφός αφηγείται.

Φεύγοντας απ' εδώ φθάνω εις αρκετόν διάστημα δρόμου. Ό εχθρός διάβολος μου έδωκεν

αφόρητο πείνα και εσκέφθην να φάγω το ψωμί μου, πριν της κεκανονισμένης ώρας της

ενάτης, καθ' ην στιγμήν εσκεπτόμην ίνα καθίσω να φάγω και Έτι διελογιζόμην. Αίφνης ακούω

μακρόθεν εντός του πυκνού δασούς γαυγίσματα σκύλων, όπου τρέχοντας αλματωδώς

έφθασαν πλησίον μου 4—5 σκύλοι μεγαλόσωμοι ωσάν λιοντάρια και ήρχοντο με ορμή κατ'

επάνω μου γαβγίζοντας μανιωδώς και λυσσωδώς. Όταν αντίκρισα το φοβερόν αυτό θέαμα,

βλέποντας τους κοπτερούς οδόντας των σκύλων ωσάν αιχμηρά νυστέρια, ένοιωσα μία πίεσιν

στους νεφρούς μου, να πιέζουν κυκλικώς την μέση του σώματος μου και εν συνεχεία τα μέλη

του λοιπού σώματος να ψύχονται. Τότε βάζω μία φωνή όσον ηδυνάμην οπού αντιλάλησαν τα

βουνά και τα όρη, Παναγία μου! φωνάζω τι να ποιήσω την στιγμήν ταύτην! 6ιελογίσθη, αν

τρέξω θα με προφθάσουν και θα με σπαράξουν. Το αίμα μου πάγωσε, ή καρδία μου έπαλλε

ταχύτατα, οι πόδες μου έτρεμον, ή αναπνοή μου λιγόστευε και εις το λάρυγγα μου ένιωθα

μία πικρία και ανεβοκατεβαίνη οι σκέψεις μου διελύθησαν, όπου σχεδόν όλον το σώμα μου

παρέλυσε, παρ' ολίγον να σωριασθώ ημιθανής ένεκα του φόβου μου! Ή ευχή σας Γέροντα με

φώτισε και γονατίζω πάραυτα, υψώνω τάς χείρας μου προς τον ούρανόν και με φωνή

τρεμάμενη είπον, θεέ μου! Παναγία μου! σώσατε με άπ' την κρίσιμο αυτήν και θανάσιμο

στιγμήν, γλίτωσε με και δεν πρόκειται πλέον να στενοχωρήσω τον Αγιον Γέροντα και να του

κάμω παρακοή ! Η ευχή σου Γέροντα να με σώσει τον άθλιο και επιστρέφω στο

Ησυχαστήριον.

X του παραδόξου θαύματος! οι σκύλοι στάθηκαν σε απόστασιν δέκα μέτρων, έπαυσαν το

γαύγισμα και οσφρανθέντες κύπτοντες τάς κεφάλας των επέστρεφον προς το δάσος.

Συνηλθον ολίγον και ανιστάμενος ήρχισα να βαδίζω προς την Ίεράν Μονήν μας. Εις μίαν

στιγμήν ό εχθρός διάβολος πάλιν με πείραξε και διαλογισάμενος είπα στον εαυτό μου. Τώρα,

οι σκύλοι απεμακρύνθησαν, θα επιστρέψω πάλιν δια την πόλιν, ίνα τελειώσω την έργασίαν

Page 16: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

μου. Μόλις οδεύω ολίγα βήματα προς την πόλιν, να και βλέπω πάλιν τους σκύλους να

έρχονται τώρα με μεγαλύτερα λυσσάν και αγριότητα κατ' επάνω μου, ορμητικότεροι από

πριν. Ε! Παναγία μου, λέω σκούρα τα έχω, στρέφω το πρόσωπον μου προς την ίεράν Μονήν,

γονατίζω και πάλιν με δάκρυα. Επεκαλέσθη την ευχήν σου Γέροντα. Τώρα οι σκύλοι

πλησίασαν περισσότερον έως πέντε μέτρα. Πάλιν ή ευχή σου Γέροντα τους φίμωσε και δεν με

ενόχλησαν. Κάθισα δια να ξεκουραστώ ολίγον και συνέλθω ολίγον και να συνεχίσω τον δρόμο

προς το Ησυχαστήριον. Οι σκύλοι ούτε εφαίνοντο πλέον, άλλ' ούτε και ηκούοντο. Συνηλθον

και ητοιμαζόμην δια την πορείαν. τι συνέβη όμως; Τώρα έχομε δοκιμασία χείρον της πρώτης.

Αλλεπάλληλα κύματα λογισμών ετάραττον σφόδρα την διάνοιάν μου. Εσκεπτόμην: οι σκύλοι

τώρα απεμακρύνθησαν πέραν του δέοντος. Αλώστε κουράστηκαν και δεν πρόκειται να

επανέλθουν δια να σ' ενοχλήσουν.

Αρκετά πάλεψες μετά των εναντίων λογισμών, δυστυχώς ενικήθην, επιστρέφων στον αρχικό

σκοπό μου. Προχωρώ προς την πόλιν, όπου βάδισα πολύ περισσότερον παρά πριν. Έφθασα

σχεδόν στο τέλος του δρόμου. Μόλις άφηνα το δάσος και άρχισα να αντικρίζω τα σπίτια της

κωμοπόλεως Λουτρακίου. Αίφνης στρέφω τους οφθαλμούς μου προς τα όπισθεν του δρόμου!

Παναγία μου! Τι φρικτό θέαμα. Έτρεχαν οι σκύλοι με ιλιγγιώδη ταχύτητα κατά πάνω μου

ωρυόμενοι με κατέφθασαν, θεέ μου, Χριστέ μου, Παναγία μου! Ή κρισιμότερα στιγμή της

ζωής μου παρουσιάζεται έμπροσθεν μου. Τρέχει μεν ένας σκύλος όπισθεν μου και ορθούμενος

θέτει τους δύο εμπρόσθιους πόδας του, επάνωθεν των ώμων μου, ο δε έτερος έρχεται

εμπρός μου, και ούτος ορθούται, και θέτει τους δυο εμπρόσθιους πόδας του επί του στήθους

μου και με γαυγίσματα τα θηριωδέστατα με απειλούν τόσον ώστε τα γαυγίσματα αντηχούν

ακόμη στα ώτα

μου. οι υπόλοιποι σκύλοι, ιστάμενοι πέριξ εμού φρικτώς ουρλιάζουν. Θεέ μου, Παναγία μου,

είπον, δικαίως έπαθον είμαι αναπολόγητος, αξιοκατάκριτος και αξιοκαταδίκαστος. Τώρα,

δεν πρόκειται να σωθώ. Αν και πολύ ανεδείχθη ασεβής και αναιδής, ας επικαλεσθώ δια

τελευταία φοράν την εύχήν του Γέροντος και αν σωθώ έχει καλώς. Ήρχισα τότε να φωνάζω

Γέροντα! Γέροντα! Γέροντα δια τελευταία φοράν ή ευχή σου να με ελευθερώσει από τον

κίνδυνο του θανάτου, να έλθω τουλάχιστο ίνα εξομολογηθώ και ας πεθάνω μετά την

έξομολόγησιν. Όταν τελείωσα την έπικλησιν της ευχής σου παραχρήμα ό σκύλος όπου ήτο

ανορθωμένος ήρχισε να γλυφή τάς χείρας μου και οι λοιποί σκύλοι, ησυχάσαντες με άφησαν

ελεύθερον και απεχώρησαν ήρεμοι.

Μόλις ό ανάξιος συνήλθαν, μετανόησα και επανήλθαν |στην Ιεράν Μονήν μας. Σας ευχαριστώ

άγιε Γέροντα δια την καλή σας συμβουλήν, αλλά δεν ήκουσα ό ταλαίπωρος και επαθον τα

τρομερά γεγονότα πού σας διηγήθην και θα μείνουν αξέχαστα σε όλη μου τη ζωή. Να με

συγχωρείτε και πάλιν, διότι πολύ σας πίκρανα Πλέον ελπίζω στον θεόν να με ενδυνάμωση με

την εύχήν σας Να εργασθώ ως πραγματικός μοναχός και ευπειθέστατος υποτακτικό σας.

Ταύτα ειπών έθεσε την καθιερωμένη μετάνοια στον Γεροντά του και έλαβε την συγχώρησιν

παρά του Γέροντος καθηγουμένου Μωϋσέως. Έκτοτε συνεμορφώθη και ζούσε εναρέτως.

Περί της πασχούσης και δαιμονιζομένης Μοναχής.

Page 17: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

Στην Ιεράν Μονή Αγίων Ταξιαρχών Αθικίων Κορινθίας, ηγουμενεύοντας του Αγίου-Γέροντος

Μωϋσέως το έτος 1943—1944 μ.Χ. μία εκ των μοναζουσών αδελφή μοναχή δαιμονίσθηκε και

επειράζετο δεινώς και ενοχλείτο σφόδρα υπό φοβερού δαίμονος. Πολλάκις φώναζε και

επολυλόγει αδιακόπως, λέγουσα ασυναρτησίες καθώς ό δαίμων υπηγόρευε σε αυτή. και

τούτο, διότι εκυριεύετο υπό του πονηρού και ακαθάρτου πνεύματος του διαβόλου και οσάκις

την τάραττε ό τρισκατάρατος και μισάνθρωπος αυτός δαίμων εγένετο θέαμα ελεεινό ή

ταλαίπωρος.

Ό όσιος πατήρ ημών Γέρων Μωυσής βλέπων την ταλαίπωρο αυτή μοναχή βασανιζόμενη

ελεεινός υπό του δαίμονος θλιβόταν το κατά το ανθρώπινο. Άλλα και πάλιν δεν

απεθαρρύνετο, αγρυπνούσε προσευχόμενος μετά θερμών δακρύων και με πλήθος γονικλισιών

εδέετο του πανοικτίρμονος Θεού δια την ίασιν της πασχούσης.

Ό πολυεύσπλαχνος Θεός άκουσε τις δεήσεις του οσίου γέροντος και θεράπευσε την πάσχουσα

εκ της φοβέρας ασθένειας καθώς, άλλωστε, και άπασα ή αδελφότης έδέετο δια την υγεία

της μοναχής.

Ή μοναχή αυτή, περί ης ό λόγος, ήτο ολίγον τι και φιλάργυρος και ό Κύριος αντιτάσσεται

στους υπερήφανους και δίδει την χάριν εις τους ταπεινούς. Επίσης «ή φιλαργυρία είναι ρίζα

πάντων των κακών» (Τιμοθέου 6—10).

Ό καρδιογνώστης θεός, βλέπων και γνωρίζων τα πάντα προ της γενέσεως αυτών

παρηκολούθει την μοναχή και ιδών αυτήν ότι διάκειται φιλικότατα προς τα πάθη της

υπερηφάνειας και φιλαργυρίας, παρεχώρησεν ή θεία του δικαιοσύνη, ίνα δαιμονισθεί ή

πανάθλια δια σωφρονισμό της. Άλλα και δια μάθημα πολλών ψυχών, όπου ειδον και ήκουσαν,

το τοιούτον φρικώδες και ελεεινό θέαμα. 6ιηγούμαι γραπτώς ενταύθα καθότι υπήρξα μάρτυς

αυτόπτης ταύτα. Κατά το έτος (1943 μ.Χ) οκτώ Νοεμβρίου μηνός, γιόρταζε ό Ιερός Ναός

Αγίων Ταξιαρχών. Ενωρίς είχον συναχθεί προσκυνηταί δια να παρακολουθήσουν την

πανήγυρη και την θεία λειτουργία. Ή πάσχουσα Μοναχή πιεζόμενη υπό του δαίμονος

αόρατος, ήρχισε να φωνάζει αγρίως, διότι εμαστίζετο, κατά παραχώρησιν θεού, παρά του

δαίμονος δια να ακούσουν οι προσκυνηταί και να μείνουν αναπολόγητοι εν ημέρα κρίσεως.

Όταν ό θεός κρίνει βεβαίως συμφέρον για να αφυπνιστεί την κοιμισμένη συνείδηση του

άνθρωπου, μεταχειρίζετο και τους δαίμονας ακόμη, προς τούτο, καθώς απεδείχθη με την εν

λόγω πάσχουσα. Τότε ό όσιος Γέροντας πατήρ ημών Μωυσής, ποιήσας τον τύπον του τιμίου

Σταυρού δια του κομβοσχοινίου του επί του μετώπου της πασχούσης και επιτίμησε τον

πονηρόν και παγκάκιστο δαίμονα.

Συγχρόνως δε κάλεσε και μένα τότε ιερομόναχο, λέγων μοι, τέκνον μου γρήγορα να πάρετε

το

επιτραχήλιό σας και να έλθετε να διαβάσετε την ασθενή ενώπιον των προσκυνητών.

Υπακούσας στην εντολή του αγίου Γέροντος θέτω μετάνοιαν σε αυτόν φόρεσα το

επιτραχήλιο, λέγων ευλογητός ό θεός και άρχισα να διαβάζω τους εξορκισμούς των αγίων,

Βασιλείου, Χρυσοστόμου και Κυπριανού και καθώς συνέχιζαν την ανάγνωσιν ό δαίμων, δια

μέσου της πασχούσης κραύγαζε απαίσιος και άναρθρος.

Page 18: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

Τότε ό όσιος Γέροντας επιτημήσας αυτόν, δια του τύπου του Σταυρού, επιλέγων εις το όνομα

του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, πώς ονομάζεσαι πνεύμα ακάθαρτο; Ό

δαίμονας εξαγριώθηκε περισσότερο όταν άκουσε το όνομα της Αγίας Τριάδος. Άλλα ό όσιος

Γέρων Μωυσής επέμενε εν τω ονόματι της Αγίας Τριάδος, πώς ονομάζεσαι πνεύμα πονηρόν

και

ακάθαρτο; Τότε ό δαίμων αναγκασθείς παρά της θείας χάριτος άπεκρίθη με τραχεία και

αγρία φωνή ονομάζομαι δαιμόνιο Κρατικόν! και αμέσως ό Γέρων Μωυσής επιτίμησε σοι

Κύριος, διάβολε, εν τω ονόματι της Αγίας Τριάδος και διατί κρατικό ονομάζεσαι; ποίος σου

έδωσε τοιούτον όνομα; και ό δαίμων λέγει.- Επειδή μας επιτρέπει αυτός ό καρφωμένος ό

Μανόλης να περιλαμβάνουμε ορισμένους φίλους μας απίστους, υπερήφανους και αμαρτωλούς

αμετανόητους, και να τους βασανίζομαι λιανίζοντας και συντρίβοντας με διάφορα

βασανιστήρια μέχρις ότου να τους τσακίσομε κατά κράτος, για αυτό ονομάζομαι κρατικόν!

Ενταύθα μία διασάφησης — ό δαίμων Καρφωμένο και Μανόλη ονομάζει τον Κύριον ημών

Ιησούν Χριστόν, διότι με το άδικο δικαστήριο του Πιλάτου και των συνεργατών αυτού,

καταδίκασαν σε άδικο θάνατον και σταύρωσαν τον θεάνθρωπο Ιησούν. Άλλα με την τριήμερο

εν τω αδη ταφή του, κατά τον χρόνον της οποίας κατελθών εν αύτω συνέτριψε τα αιώνια

δεσμά του θανάτου και του διαβόλου και ανέστη αστραπηφόρος και τελείως κατανίκησε τον

θάνατον και κατήργησε την δύναμη και εξουσία του διαβόλου καταστήσας αυτόν ανίσχυρο

πλέον και δι αυτόν λόγον υβρίζει ό ηττηθείς δαίμων τον Κύριον της δόξης — επί το

προκείμενο ας επανέλθουμε. Λέγει του και πάλιν ό όσιος Γέρων Μωυσής. και για ποία αιτία

επιτρέπει ό Θεός σε εσάς τους δαίμονας δια να παίρνετε τα πλάσματα του στην εξουσία σας

και να τα βασανίζετε τόσον σκληρός και άσπλαχνος; λέγει ό εχθρός δαίμων βρε,

ξυλοκοκαλιάρη (ό Γέροντας ήτο ασκητικός και ένεκα της ασκήσεως ήτο πολύ αδύνατος, δια

αυτό ό δαίμων έλεγε τούτον ξυλοκοκαλιάρη) δια να πιστεύουν πολλοί ερχόμενοι στο

μοναστήρι σου, διότι λέγουν δεν υπάρχουν δαίμονες. Άλλα ημείς τους εν σπείρωμεν

διαλογισμούς στην διάνοιάν των δια να μη πιστεύουν τίποτε, ούτε καρφωμένο, ούτε

Αγγέλους, ούτε κόλασιν, ούτε παράδεισον και τους κάνουμε απίστους δια να τους

κερδίσουμε. και αυτοί οΐ χαζούληδες μας ακούνε και πιστεύουν ότι τους λέγομε στο νου τους

και έτσι κάνουν τα έργα μας και τους παίρνουμε δικούς μας. Ταύτα πάντα έλεγαν ενωπίω

πλήθους ανθρώπων προσκυνητών. Μου λέγει ό άγιος Γέροντας να συνεχίσω τους

εξορκισμούς. Αναγνωσκομένων των εξορκισμών οι πάντες είχαν σκύψει τάς κεφάλας των και

άκουγαν. Κατά την στιγμήν εκείνη κατέφθασαν πέντε προσκυνηταί, πατήρ, μήτηρ και τρεις

θυγατέρες, εκ των οποίων απετελείτο ή οικογένεια. Ήσαν εκ των πέριξ χωρίων της

Κορινθίας. Με την άφιξη τους, λέγει των ό Γέροντας Μωυσής, ενώπιον πάντων. Καλώς

ορίσατε άνθρωποι του θεού, πώς ήλθατε εως εδώ, πόθεν έρχεσθε και δια τίνα σκοπό; Πρώτη

φορά σας βλέπομεν. Τότε λέγει ό προσελθών προσκυνητής. Ήλθαμε για να προσκυνήσουμε

στην χάριν των Αρχαγγέλων! Μα έχουμε μάθει πω έχετε πιασμένο κάποιον δαίμονα και τον

έχετε δεμένο. Όπως μας είπον του διαβάζετε ευχάς εκκλησιαστικός και ομιλεί και λέγει τάχα

πολλά. Και ήλθαμε με την οικογένειά μου δια να τον δούμε και αν έχητε την ευγενή καλοσύνη

να μας τον δείξετε. Αυτά είπεν ό προσκυνητής και σιώπησε.. αναμένων απάντηση... Άλλα πριν

Page 19: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

ακόμη του απάντηση ό Γέροντας άπαντα ό δαίμων δια μέσου της πασχούσης, λέγων. Ε!

καλώς τους. Καλώς ορίσατε φίλοι μου. Λέγει ό προσκυνητής ολίγον σαστισμένος. Ποίους

λέγει φίλους του Γέροντα μου; και εν συνεχεία; με φωνή οξεία και χαροποιούς γέλωτας λέγει

ό εχθρός διάβολος, δια της πασχούσης, εσένα το λέω ρε και της γυναίκας σου και των

θυγατέρων σου.

Τότε ή γυνή και οι τρεις θυγατέρες της φοβήθηκαν και ένας ψιλός ίδρωτας περιέλουσε τα

σώματα των, ωχρίασαν ένεκεν του φόβου των. Άλλα ό άνδρας θέλων να απόκρυψη τον

έκδηλο φόβον του με κάποιαν δήθεν αδιαφορία και απορία λέγει:

Και που μας ξέρετε και που σε είδαμε; Σημειωτέον ότι ή πάσχουσα ήτο κάτωθεν του

επιτραχηλίου κύπτουσα, όπου δεν είδε τους προσερχόμενους πέντε προσκυνητές, ούτε αυτοί

γνώριζαν την πάσχουσα, διότι πρώτη φορά είχαν έλθει και δικαιολογημένος απορούσαν και

φοβόντουσαν. Συνεχίζει ό δαίμων. Άμ! σας ξέρω και σας είδον, όπου και τα ονόματα σας τα

έχει γραμμένα στο χειρόγραφο την αμαρτιών σας ό μεγάλος καπετάνιος και αρχιδιάβολος

και είναι μεταμορφωμένα και σας τα λέγω, ακουστέ τα.

Τον πατέρα τον λέγει Γώγο, την μητέρα Καίτη, την πρώτη κόρη Πόπη, την δεύτερον Κική,

την τρίτην την μικρότερη Μπέμπα. Ώστε τέτοια ονόματα πήρατε στο βάπτισμα του

καρφωμένου — ήτοι εις το χριστιανικό βάπτισμα της ιεράς κολυμβήθρας — ακούεται

χριστιανοί που αλλάζετε τα ονόματα σας; συνεχίζει ό δαίμων. Έχω να σας πω και ένα άλλο

ακόμη, βέβαια, δεν είναι συμφέρον μου διότι τα ακούεται και μετανοείτε και μου φεύγετε από

τα χέρια μου, αλλά με βιάζει ό Μανόλης να σας τα πω. Το νέον ημερολόγιο είναι δικό μας. Το

υπέδειξαν οι δικοί μας φίλοι δαίμονες στους φίλους μας τους αστρομάντεις και αλλάξανε του

καρφωμένου και έβαλαν το δικό μας, όπου είναι μοντέρνο... αχ! αχ! αχ! τι λέγω εγώ τ'

ακούτε και μου φεύγετε και πάτε στο παλιό του Μανόλη και αδειάζει το βασίλειον του Αδου.

Βρε γεροξυλοκοκκαλιάρη, βρε χτικιάρη, (ύβριζε τον όσιο Γέροντα) βρε πού να μην είχες

γεννηθεί, ήλθες εδώ και κατασκήνωσες. Εσύ τα φταις όλα και αυτός ό φτερωτός με την

σπάθα του την πύρινη, όπου με βιάζει δια να τα λέω αυτά, αχ ό μαύρος τι έπαθα! Λένε που

τους είδα και που τους γνωρίζω; Στρέφει τον λόγον αίφνης προς τον απολιθωμένο

προσκυνητή. Γώγο μου, δεν ήσουν εχθές το βράδυ, σήμερον ξημερώνοντας με την Καιτούλα

μας και τα τρία κορίτσια σου Πόπη, Κικίτσα και τ η ν Μπέμπα μας στην ταινία

(κινηματογράφο) και χαζεύατε μέχρι τα μεσάνυχτα και βλέπατε τάς ωραίας μας ανήθικους

εικόνας στην ταινία; τι λέτε, θέλετε, να κρυφθείτε κι' ολας. Και που να ξέρετε όσοι πάτε εκεί

είσθε όλοι δικοί μας, διότι αυτή είναι η εκκλησία δική μας και έχομε πολλή πελατεία και σας

ονομάζουμε όσοι πάτε εκεί «αυτοί είναι τα χαζοπούλια μας»» και καλά κάνετε πού φεύγετε

από το σπίτι του Μανόλη εννοούσε την εκκλησία του Χριστού ό παγκάκιστος και έρχεσθε στο

σπίτι μας. Και ξεσπά σε γελοία θλιβερά και άτακτα ό πανάθλιος.

Άκούοντες ταύτα οι προσκυνηταί παρ' ολίγον να ετρέποντο σε φυγή! Οι τρεις θυγατέρες, ας

προαναφέραμε, είχον βαμμένα τα νύχια των και από την τρομάρα και τον φόβον τους, του

οποίου όντως υπέστησαν ομοιάζων ωσάν σκιάς κινουμένας και προσπαθούν ίνα κρύψουν τους

όνυχας των. Τότε ό δαίμων με κωμικούς γέλωτας έλεγε! Ε ! ανοιχτέ τα χεράκια σας και

δείξτε τα νυχάκια σας, όπου είναι μεγάλα και κόκκινα ωσάν τα δικά μας. Τότε μη δυνάμενα

Page 20: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

πλέον να αντέξουν από τον φόβον τους, λέγουν στον πατέρα και την μητέρα τους, με φωνή

διαλειπτικώς, τρεμάμενη, πάμε να φύγουμε, πάμε, πάμε να φύγομε γρήγορα, διότι θα μας

φανέρωση κι' άλλες αμαρτίας και θα γίνομαι ρεζίλι. Πάμε να φύγομε ! Τότε, ό πατέρας

προσποιούμενος τον ανδρείο και άφοβο, ενώ έτρεμετο σαγόνι του εκ του εκδήλου φόβου,

είπεν στον Γέροντα, πράγματι δεν είναι παραμύθια, αυτά πού λέγει ό κόσμος ότι δεν

υπάρχουν δαίμονες. όντως είναι και δαίμονες και Άγγελοι υπάρχουν, και Χριστός και Άγιοι,

αλλά Γέροντα άφησε μας να φύγομε τώρα, διότι έχομεν κάποιον αναγκαία έργασίαν και θα

έλθουμε αλλην μέρα δια να ομολογήσομε και να εξομολογηθούμε και να διαβασθούμε με το

παλαιό, διότι ως βλέπω αυτό είναι σωστό. Τότε ό όσιος πατήρ ημών Γέρων Μωυσής, ως

Νεοφώτιστος όπου ήτο, λέγει εις επήκοον πάντων, παιδιά μου, είδατε με τα ίδια σας τα

μάτια και ακούσατε και ότι υπάρχουν δαιμόνια και βασανίζουν τους ελεεινούς ανθρώπους.

και το σπουδαιότερο ευρισκόμεθα υπό κατοχή ξένων και εχθρικών στρατευμάτων, και δεν

γνωρίζομε τι τέξεται ή επιούσα ήμερα. Έφ' όσον ζώμεν εν αμφιβόλων κατάσταση τώρα πού

είμεθα συγκεντρωμένοι ας απαγγείλωμεν άπαντες, ομοθυμαδόν, την ομολογία της

ορθοδόξου πίστεως για να μην μας

βρει ό θάνατος εν εσχάτη τουλάχιστον ώρα πάντες ενωμένους με τον θεόν μας. και είπωμεν

οι

πάντες την ομολογία της πίστεως ως έξης «Συνομολογούμε μετά πάντων των αγίων, ότι

πιστεύομεν και φρονούμεν εις ότι πιστεύει και φρονεί ή αρχαία Ανατολική και ορθόδοξος του

Χριστού εκκλησία και ότι καταδικάζει και αναθεματίζει ή εκκλησία του Χριστού και εμείς»».

Όλοι φώναξαν με μίαν φωνή «και ημείς». Ακούων την ως άνω ομολογία ό εχθρός διάβολος

ούρλιαξε ωσάν λύκος πειναλέος λέγων: Αχ, πόσους χάνομε σήμερον, με αυτόν τον

Γεροκοκκαλιάρη τον χτικιάρη, εδώ πού βρέθηκε, με τους φτερωτούς μας χαλάνε την δουλειά

μας και συνεχώς φώναζε και αγρίευε με άτακτους κινήσεις. Οί προσκυνηταί, οι ιδόντες και

άκούσαντες πάντα ταύτα μετανοήσαν, ομολόγησαν, εξομολογήθηκαν και μυρώθηκαν. 'Εφ

όσον τακτοποιήθηκαν χριστιανικώς επέστρεψαν πίσω χαίροντες και αγαλλόμενοι, υμνούσαν ,

δοξολογούσαν και ευχαριστούσαν τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν και τους Αρχαγγέλους δια

τα μεγαλεία, τα οποια είσαν και άκουσαν. Επίσης ευγνωμονούσαν και τον όσιο Γέροντα

Μωϋσή, ό όποιος θεόθεν φωτισθείς με την θείον χάριν ώδήγησεν αυτούς στην αληθή και

ορθόδοξο πίστιν του Χριστού. Στο επόμενο κεφάλαιο γράφουμε λεπτομερώς δια την τελική

ίασιν και θεραπεία της πασχούσης μοναχής αμέσως και δίδει την χάριν στους ταπεινούς.

Επίσης «ή φιλαργυρία είναι ρίζα πάντων των κακών» (Τιμοθέου 6—10). Ό καρδιογνώστης

θεός, βλέπων και γνωρίζων τα πάντα προ της γενέσεως αυτών παρηκολούθει την μοναχή και

Ιδών αυτήν ο,τι διάκειται φιλικότατα προς τα πάθη της υπερηφάνειας και φιλαργυρίας,

παρεχώρησεν ή θεία του δικαιοσύνη, ίνα δαιμονίστηκε ή πανάθλια δια σωφρονισμό ' της.

Άλλα και δια μάθημα πολλών ψυχών, όπου είδον και ήκουσαν, το τοιούτον φρικώδες και

ελεεινό θέαμα. 6ιηγούμαι γραπτώς ενταύθα καθότι υπήρξα μάρτυς αυτόπτης ταύτα.

Page 21: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

Η ΤΕΛΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΚΑΙ ΙΑΣΗ ΤΗΣ ΠΑΣΧΟΥΣΑΣ _ΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΗΣ

ΜΟΝΑΧΗΣ

Διανύομε τώρα την νηστείαν της Μεγάλης βδομάδας , όπου τα αγία και πάνσεπτα πάθη του

Κυρίου ημών Ιησού Χριστού εορτάζουμε. Επίκειται ή ώρα, ίνα θεία χάριτι και με τάς

Θερμότατες και κατανυκτικός δεήσεις και προσευχάς του οσίου Γέροντος Μωϋσέως, ιάθη ή

πάσχουσα μοναχή εκ του πονηρού δαίμονος, όπερ και έγένετο. Ήτοι απηλευθερώθη εκ της

πονηράς ενεργείας του Σατανά, ως ακολούθως. 6ιηγούμεθα τα θαύμα των Αρχαγγέλων καθ'

όσον, υπήρξαμε αυτόπτες μάρτυρες και παρακαλούμεν δώσατε την δέουσα προσοχήν δια να

θαυμάσετε τα μεγαλεία της ορθοδόξου πίστεως και την δύναμιν του θεού και την χάριν των

Αρχαγγέλων. Επίσης και την λύσσα του Σατανά, την οποίαν τρέφει εναντίον των πιστών

χριστιανών. Οι εξορκισμοί του Μεγάλου Βασιλείου, Χρυσοστόμου και Κυπριανού εδιαβάζοντο

κατά το διάστημα της Μεγάλης τεσσαρακοστής δια την θεραπεία της ασθενούς. Όταν

έφθασε ή Μεγάλη βδομάδα ό δαίμων εξηγριώθη και ετάραττεν έτι περισσότερον την

πάσχουσα. Φώναζε εξ επήρειας τούτου και έλεγε στον όσιο Γέροντα Μωϋσή, βρε ξυλόγερε,

βρέ χτικιάρη, βρέ κοκκαλιάρη, δεν με λυπάσαι πλέον, όπου με κείνο το κομπολόι σου πού το

φέρνεις γύρω γύρω, με έκαψες βρεεε! Και με αυταίς τις τούμπες που κάνεις μ' έφαγες, δεν με

λυπάσαι τον καημένο;

Ό πονηρός δαίμων λέγων ταύτα δια της πασχούσης, κομπολόι εννοεί το κομποσχοίνι με το

οποίον προσηύχετο ο όσιος Γέρων και τούμπες έλεγε τάς μετανοίας τάς οποίας πάλιν ό όσιος

πατήρ έκαμνε, καίτοι Γέρων υπερήλιξ, μετάνιζε και προσηύχετο. 'Ο δαίμων ωρύετο, αχ,

έφθασε ή πέμπτη και τι έχω να πάθω! Αχ! ό καημένος τι ήθελα πού έμπλεξα με το χτικιάρη,

αχ! Αυτός ό Γεροκοκκαλιάρη ό ξυλόγερος θα με εκδίωξη και πλέον δεν θα κάθομαι μαζί του.

Ήλθε λοιπόν ή ποθητή Μεγάλη Πέμπτη, Σωτήριον έτος 1944 και καθώς ή τυπική διάταξης

της

εκκλησίας διατυπώνει, πρώτον ανεγνώσθησαν οι ώρες,, λιτές, εν συνεχεία ό εσπερινός,

Ευλογημένη ή Βασιλεία του πατρός κλπ., και ερχόμεθα της θείας Λειτουργίας του Μεγάλου

Βασιλείου. Τότε ό όσιος πατήρ και Γέρων Μωυσής, ηθέλησε να καλέσει και την πάσχουσα

μοναχή δια να έλθει στην έκκλησίαν προς παρακολούθησιν της θείας και ιεράς Λειτουργίας.

Πηγαίνοντας ό όσιος Μωυσής για να καλέσει την ασθενούσαν όπου εύρίσκετο, εν τω κελλίω.

Έπ' ούδενί όμως λόγω ήθελε να έλθη αυτή στον Ναόν, μάλλον εξηγριούτο έτι περισσότερον

και φώναξε θορυβωδώς και με οξείας κραυγές εις την τρις διαπασών, έλεγε: φύγε άπ' εδώ

Γεροκοκκαλιάρη, ζαρωμένε, ξυλόγερε, χτικιάρη, φύγε δεν έρχομαι, πού να πάω βρεεε! εκεί

είναι φωτιά, καμίνι, φούρνος και καίγομαι. 6εν έρχομαι σου λέω. Τότε ό Γέροντας ποιεί το

σημείο του Τιμίου Σταυρού δια του κομποσχοινιού και αμέσως υπήκουσε και ήλθε εις τον

Ναόν. Ελθούσα στο Ναό και πάλι ό όσιος Γέροντας Μωυσής, ποιεί το σημείο του τιμίου

Σταύρου, επί της κεφαλής της πασχούσης και επίτιμα τον διάβολο, επιλέγων εις το όνομα

της Αγίας Τριάδος, και προσέταξεν αυτόν να εξέλθει, από το πλάσμα του θεού.

Πάραυτα έξήλθεν ό δαίμων δια της χάριτος του θεού και δια πρεσβειών της Κυρίας

Θεοτόκου των Αρχαγγέλων και πάντων των Αγίων και με τάς εύχάς του Αγίου Γέροντος

Page 22: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

Μωυσέως ω των θαυμάσιων Σου Χριστέ Βασιλευ. Ή ασθενής ήρχισε να φωνάζει φεύγω !

φεύγω ! φεύγω. και πάραυτα εκ του μικρού δακτύλου της αριστεράς αυτής χειρός έξήλθεν

άφθονο αίμα σαν να άνοιξε κάποιος τον δάκτυλον με λίαν αιχμηρό νυστέρι (ξυράφιον)

χειρουργικό μαχαιρίδιον και ιατρικό όργανον. Ως φαίνεται έξήλθεν ό δαίμων κατά την ώραν

εκείνη και απεδεσμεύθη ή ασθενής. Απελευθερωμένης της πασχούσης, συγχρόνως εγένετο

ισχυρός και 'δυνατός κρότος, ωσάν βίαιος άνεμος, οπού εθραύσθησαν ωρισμένοι

υαλοπίνακες των παραθύρων του Ιερού Ναού.

Ταυτοχρόνως ή πρώην δαιμονιζομένη πίπτουσα επί του δαπέδου εντός του Ναού , έμεινε σαν

ημιθανής έως ότου τελείωσε ή Θεία λειτουργία. Οι προσκυνητές βλέποντες πάντα ταύτα

χλόμιασαν ώστε μόλις μπορούσαν να σταθούν στα πόδια τους. Πεφοβισμένοι οντες και

τρομαγμένοι, άρχισαν να μετανοούν, έφ' οίς εργοις και λόγοις ήμαρτον.

Με τρεμάμενη φωνή εξομολογούντο και διωρθώνοντο κατά πολύ και στο έξης ζούσαν

χριστιανικώς και εναρέτως. στο τέλος της θείας λειτουργίας συνήλθε ή τελείως ιαθείσα και

θεραπευθείσα μοναχή, ελευθερωθείσα εκ της ενεργείας του πονηρού δαίμονος όπου επί

αρκετό χρόνο βασάνιζε την ταλαίπωρο. και συνερχομένη εις τάς φρένας της ήρχισε να

διηγείται στον όσιο Γέροντα το τι είδε και έπαθε και άκουσε κατά την ώραν όπου εκείτο εν

τω δάπεδο του Ναού ωσάν ημιθανής. Αναστάς λοιπόν και ποιήσασα μετάνοιαν τω Γέροντι,

αιτούσα παρ' αυτού και της λοιπής εν Χριστώ αδελφότητας συγχώρησιν δια τα διατρέξαντα

γεγονότα, λέγουσα Άγιε Γέροντα ευλόγησαν και συγχωρήσατε μου οι' ολας τάς αταξίας,

παραβάσας και παρακοάς όπου εις υμάς εποίησα, διότι με βασάνιζε ό τρισκατάρατος αυτός

δαίμων και παρά την θέλησίν μου φώναζα. και ακούσατε να σας διηγηθώ τι ακριβώς μου

συνέβη κατά την ώραν εκείνη κατά την οποίαν εκοιτόμην εν τω δάπεδο του Ναού ωσάν

ημιθανής. Όντως φοβερός είναι ό θάνατος όταν ή ψυχή χωριστή εκ του σώματος και

διέρχεται τα εναέρια τελώνια των δαιμόνων, όπου την συνοδεύει ό Άγγελος φύλακας της

ψυχής. Καθώς και εγώ ή ταλαίπωρος τώρα είδον με τα μάτια της ψυχής μου φοβερά θεάματα

και ακόμη απορώ και εξίσταμαι, πώς ό πανάγαθος θεός, οικονόμησε και παρεχώρησε σε μένα

την άθλια για να δω τοιαύτα φοβερά και εξαίσια πράγματα.

Κατά την ώραν όπου εκοιτόμην ωσάν αποθαμένη δεν αισθανόμουν εάν είχα σώμα, διότι την

στιγμήν καθ' ην ενύχθη το μικρό μου δάκτυλο , εξήλθεν ό τρισκατάρατος δαίμων από το

σώμα

μου. και ένοιωσα ωσάν ένα μαύρο σύννεφο καπνού να εξέρχεται εκ του σώματος μου, κατόπιν

μούδιασε όλο το σώμα μου και δεν αισθανόμουν τον εαυτό μου. Την ώραν εκείνη ήλθε

πλησίον μου, ένας λευκοφόρος Άγγελος. Ήτο ό φύλαξ της ψυχής μου και μου λέγει, τώρα μη

φοβηθής διότι θα συναντήσουμε εναέρια τελώνια, θα σε φοβερίζουν και θα σε απειλούν με

διαφόρους ψευδείς δικαιολογίας. Εσύ όμως μη φοβηθής, μόνον εάν έχεις τίποτε

ανεξομολόγητο, το οποίον δεν το εξομολογηθείς, εις αυτό έχουν εξουσία να σου κάνουν

παρατήρηση και να σε κρατήσουν σε σκοτεινή φυλακή και θα εμποδίσουν την σωτηρίαν σου.

Άλλα μη φοβείσαι διότι δεν είναι καιρός ακόμη δια να αποθάνεις. Αυτό σου γίνεται μάθημα

διδακτικό εις σε και εις τους πιστεύοντας, οι όποιοι μέλλει να το ακούσουν. Νόμισα πώς μου

έβγαλε την ψυχήν μου εκ του σώματος και πράγματι περιπατούσαμε μαζί με τον Αγγελον

Page 23: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

στον αέρα, καθώς μου έφαίνετο. Συμπορευόμενη μετά του αγγέλου τότε φθάσαμε πλησίον

των τελωνίων των δαιμόνων δεν αντελήφθην. Φθάσαντες λοιπόν εις τα τελώνια διήλθομεν

πρώτον τελώνιο, δεύτερον, τρίτον. Εκεί οι δαίμονες ομοιάζων ωσάν Αιθίοπες μαύροι και

μερικοί ωσάν αθίγγανοι και ήσαν υπομέλανοι, άλλοι είχον χρώμα φαιόν και με φωνάς αγρίας

και άτακτους έκαναν θόρυβο και ταραχή μεγάλην, αλλά δεν κατόρθωναν τίποτε, Εως την

ώραν εκείνη. Πορευόμενοι φτάσαμε στο τελώνιο της κλοπής. εκεί μας εμπόδισαν οι δαίμονες

και μας σταμάτησαν και μου έλεγαν με διαβολική χαράν. "Ε ! εδώ δεν θα γλιτώσεις, διότι

έκανες λαθροφαγίας και δεν έχεις έξομολογηθή εις τον Γέροντα σου. Του έκλεβες τα

τρόφιμα και διάφορα ενδύματα καθώς και κάτι κουρελάκια ακόμη, φοβούμενη μήπως

πτώχευση το μοναστήρι και πεινάσεις ή ότι δεν θα εύρισκες ενδύματα τα όποια έκλεβες και

τα κλείδωνες με λουκέτο στο κελί σου. Και εις τον Γέροντα σου έλεγες ψεύδη. Πράγματι,

μόλις άκουσα τους δαίμονας να μου λέγουν ταύτα, πάγωσα από τον φόβον μου και ή ψυχή

μου ωδύρετο, διότι τα είχον κλέψει όπως ακριβώς τα έλεγαν. Ό Άγιος Άγγελος με έβλεπε με

το στόμα μου κλειδωμένο και δεν ηδυνάμην να αρθρώσω λέξιν.

Οι δαίμονες είχον δίκαιον, διότι είχον διαπράξει αυτά δια τα όποια με κατηγορούν. Ό Άγιος

Άγγελος ήτο πολύ λυπημένος και σκυθρωπός εκρατείτο μεν αόρατος μαζί μου χωρίς όμως να

δύναται ούτος να δικαιολόγηση την κατάστασίν μου. 6εν γνωρίζω βεβαίως πόθεν εκινήθη

κατά

την ώραν εκείνη, καθ' ην ευρισκόμην στην κρίσιμο αυτήν στιγμή και είπον, Άγιε Γέροντα μου,

ή ευχή σου να με σώσει. και αμέσως, ως μου έφάνη, φθάσατε Γέροντα μου, διότι είδον την

όψιν του προσώπου σας και την μορφήν σας καθώς ενθυμούμαι. Φθάνοντας εκεί, πάραυτα

έποιήσατε το σημείον του τιμίου Σταύρου και αμέσως οι δαίμονες διασκορπισθέντες

εξαφανίστηκαν και με άφησαν ήσυχο.

Τότε είπατε ή αγιοσύνη σας στον Αγγελον της ψυχής μου. Εγγυώμαι εγώ δια την ψυχήν του

πνευματικού τέκνου μου και αμέσως ό Άγγελος εχαροποιήθη ,,,πολύ. Κατόπιν συνεχίσαμε να

περιπατούμε και οι τρεις μαζί και ανήλθομεν εις αρκετόν ύψος, φθάσαμε σε ένα ωραιότατο

παλάτιο το όποιο είχε Έξωθεν μία πολύ θαυμάσια και ωραία κάμαρα, ως θόλο ανθοστόλιστο.

Εκεί ήτο μία θύρα και την εφύλαττεν ένας Άγγελος, ό όποιος εις τάς χείρας του κρατούσε

μίαν ρομφαία πύρινη. Μας εδέχθη με πρωτοφανή καλοσύνη και χαρούμενος άνοιξε την θύρα

ως μου έφαίνετο και μας ώδήγησεν εις τα ενδότερα του παλατιού εκείνου. Και συνοδευόμενοι

υπό του Αγγέλου εισήλθομεν ήδη εντός του πολυτελέστατου παλατιού και ιδού ευρισκόμεθα

ενώπιον καλλιτεχνικωτάτου και πολυτελέστατου θρόνου, τον οποίον κύψαντες

προσκυνήσαμε.

Άλλ' ό θρόνος ήτο κενός, ουδείς εκάθητο την ώραν εκείνη επάνωθεν αυτού!

Καθώς μας πληροφόρησε ό άγιος Άγγελος ό φύλαξ της ουρανίου πύλης, ό θρόνος είναι του

Κυρίου ημών Ιησού Χριστού άλλα αύριον είναι Μεγάλη Παρασκευή και ό Κύριος θα εύρίσκετο

κάτω εις την γήν, δια να εορτάσει τα Σεπτά και Αγια Πάθη του, μαζί με τους γνησίους φίλους

του χριστιανούς. Κατόπιν της σκηνής ταύτης την οποίαν είδον και σας διηγήθην άγιε

Γέροντα, επανήλθαν εις τάς αισθήσεις μου εν πλήρη υγεία, καθώς με βλέπετε, και δοξάζω

τον Κύριον, όπου παρεχώρησε τοιούτον πειρασμόν και με βασάνισε δια να γνωρίσω το

Page 24: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

μεγαλείο του θεού και την αμύθητο εκείνη χαράν και αίώνιον και άφθαρτο αγαλλίαση, ή

οποία μας περιμένει όταν

ποιώμεν και εκτελούμε τάς έντολάς του Νυμφίου Χριστού μας. Και ευχόμεθα να γλιτώσουμε

από τα τελώνια και την μαύρη κόλαση των, την οποίαν οφθαλμοφανώς είδον και δεν

δικαιολογούμε εν ημέρα κρίσεως. Αδελφέ μου συγχωρήσατε με, διότι σας βασάνιζα τόσον

καιρό, άθελα μου βεβαίως, με την άσθένειαν της πονηρας ενεργείας δια της οποίας και εγώ

εβασανιζόμην πολύ σκληρός. Και τώρα με την εύχήν του Γέροντος ας μείνωμεν εν τη υπακοή

του οσίου και αγίου Πατρός ημών Μωϋσέως δια να εύρεθώμεν εν ώρα θανάτου σεσωσμένοι

με την ευχήν του και με την βοήθειαν του θεού. Διότι ό Κύριος, ως αντελήφθην, έχει δώσει

τοιαύτην μεγάλην χάριν εις τους καλούς και νομίμους παρά του Αγίου πνεύματος

χειροτονημένους προεστούς όπου με την εύσέβειάν τους και ένάρετον ζωήν των οδηγούν τα

πνευματι κά των τέκνα εις την όδόν της αιωνίου ζωής και έχουν την έξουσίαν ίνα

πρεσβεύωσιν υπέρ αυτών ταύτα πάντα είπεν ή πρώην πάσχουσα και ιαθείσα και τελείως

θεραπευθείσα μοναχή. Ίσως πολλοί διαβάσουν τα γεγραμμένα εν τω κεφαλαίο τούτω και

αμφιβάλλουν ή ειρωνευθούν αποδίδοντες αμάθειαν εις τον γράψαντα ή ίσως ειπούν ότι

θέλομεν να τους φοβίσωμεν με τάς σκιάς των δαιμόνων και τους παρουσιάζομεν μυθολογικά

τέρατα π.χ. ωσάν την μορμώ και τον μπαμπούλα τον μορμολύκειο όπου φοβίζουν τα νήπια και

τα μικρά παιδάκια οι γονείς των. Ή υπόθεσης όμως δεν έχει οϋτως κατά την νοσηρά

φαντασία των ολιστικός σκεπτόμενων και υλοφρόνων άθρησκων ανθρωπάριων, άλλ' είναι

διάφορος και άκρως αντίθετος προς την πλάνη των, περί της οποίας θα ασχοληθούμεν εν

ολίγοις εν τω αμέσως επόμενο κεφαλαίο παραθέτοντες μαρτυρίας αξιόπιστων πηγών και

αυθεντικών κειμένων.

Η εξαπίνης έφοδος των Γερμανών.

Ή θεία χάρις του Παναγίου πνεύματος όπου τα ελλείποντα αναπληροί και τα ασθενή

θεραπεύουσα και αύθις φώτισε τον όσιο Γέροντα Μωϋσή, να πρόβλεψη, προορατικό όμματι,

την απροσδόκητο επίσκεψιν των Γερμανών, στην Ιεράν μονήν μας Άγιων Ταξιαρχών. Ό

φθονερός διάβολος και Σατανάς βλέπων ότι δεν μπόρεσε να διασάλευση στο ελάχιστον την

ησυχία της Ιεράς ημών Μονής με τους διαφόρους και ποικίλους πειρασμούς, τους οποίους

υπεκίνει εναντίον μας δια μέσου των κακόβουλων οργάνων του δηλαδή των άθρησκων και

φθονερών, κακότροπων και μισομόναχων, αναγωγών και αδαών, ανιστόρητων πεισμόνων και

φαυλοβίων ανθρώπων, τι επινόησε ό μνησίκακος και αρχέκακος και ανθρωποκτόνος δαίμων,

νομίζετε; Υπεδαύλισεν και υποκίνησε τα διεστραμμένα όργανα του και πηγαίνουν ορισμένοι

χυδαίοι, φαντασιοκόποι, μωμοσκόποι και φθονεροί, καχύποπτοι και μικροπρεπείς κακοί και

διεστραμμένοι άνθρωποι, οίτινες χαίρονται εις τάς συκοφαντίας, πηγαίνουν λέγω, τρέχοντες

και ασθμαίνοντες στους Γερμανούς, οι όποιοι ακόμη ευρίσκοντο εν Ελλάδι και ή χώρα μας

στέναζε εισέτι από το άχθος της κατοχής των οθνείων και ξένων αυτών στρατευμάτων.

Σπεύδουν, λέγω, επανειλημμένως στους κατακτητές Γερμανούς και λέγουν, Άκουσον!

Άκουσον! Λέγουν οι αθεόφοβοι και φθονεροί συκοφάνται, μάλλον φαντασιόπληκτοι προδόται,

Page 25: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

ότι στο ιερό Ησυχαστήριο Αγίων Ταξιαρχών, ευρίσκεται μία ομάς μοναζουσών με δύο—τρεις

μοναχούς, οίτινες τροφοδοτούν παρτιζάνους, δηλαδή αντάρτες.

Άκουσαν ταύτα οι Γερμανοί και ως ήτο επόμενων, εξεμάνησαν σφόδρα εναντίον μας και

ετοιμάσθηκαν προς έφοδο. Άλλα «άλλαι μεν βούλει ανθρώπων άλλα δε θεός κελεύει», ως και

ό προφητάναξ 6αβίδ λέγει «Λύτρωσόν με από συκοφαντίας ανθρώπων και φυλάξω τάς

έντολάς σου» (Ψαλμός 6αβίδ 118—134). Ούτω και την Συνοδεία του ό Θεός, διεφύλάξεν

αβλαβή, σώα και ακέραια από την επιδρομή των βαρβάρων.

Οι ολονύκτιες δεήσεις, τα δάκρυα, οι γονυκλισίες, ή άκρα νηστεία και εγκράτεια, το

άγρυπνων

όμμα και οι θερμότατες κατανυκτικές προσευχές και αγρυπνίες του αγίου και οσίου Γέροντος

μετά της εν Χριστώ αδελφότητας, ουδέποτε ήτο δυνατόν ίνα αγνοηθούν παρά του θεού.

Διότι «θέλημα των φοβούμενων ποιήσει, ό Κύριος και της δεήσεως, αυτών επακούσεται και

σώσει αυτούς» (Ψαλμός 6αβίδ 144—19)

και «παρεμβάλει Άγγελος Κυρίου κύκλω των φοβούμενων αυτόν και ρύσεται αυτούς»

(Ψαλμός 6αβίδ 33—8) ό θεός, άκουσε και πάλιν τάς δεήσεις και προσευχάς των δούλων του,

ως απεδείχθη εκ των υστέρων γεγονότα παρά τάς παραλόγους αξιώσεις των αφρόνων

εκείνων και

κακότροπων ψευδοσυκοφαντών. Εν μια των ήμερων, εκεί όπου βρισκόμεθα εργαζόμενοι,

όλως αμέριμνοι, στις διάφορες εργασίες της Ιεράς Μονής, έρχεται ό όσιος πατήρ ημών

Γέρων Μωυσής και λέγει μας: Τέκνα μου, προσέξατε τους λόγους μου, τους οποίους θα πω

προς εσάς. Επειδή ό εχθρός διάβολος, δεν ηδυνήθη να πράξη τι το εναντίον μας, τηκόμενος

υπό του φθόνου του, θα υποκίνηση εντός ολίγων ήμερων τα όργανά του, δια να μας

συκοφαντήσουν στους Γερμανούς. Άλλα μη φοβείστε και μη ταρασσέσθω υμών ή καρδία,

μηδέ δειλιάτω, διότι όταν ή ό θεός μεθ' ημών τότε ουδείς καθ' ημών και πάλιν σας- λέγω

παιδιά μου, να μη φοβηθήτε όταν θα έλθουν οι Γερμανοί, ούτε να ταραχθείτε, αλλά ελπίζετε

εις τον θεόν και αθορύβως να εργάζησθε τα Ιεράς διακονίας της Μονής, διότι ουδόλως θα

μας θίξουν. και τούτο ό Πανάγαθος θεός με φώτισε να σας κάμνω γνωστόν, ότι ερχόμενοι οι

Γερμανοί εις την Ιερά μονή μας, θα παραχώρηση ό Παντοκράτωρ Κύριος και θεός ημών, για

να δουν οι Γερμανοί κάτι το θαυμάσιον και πολύ φοβερόν, και ούτω, θεία χάριτι και βοήθεια

θα σωθώμεν από βέβαιον θάνατον.

Και οι συκοφαντίσαντες εχθροί μας θα μείνουν κεχηνότες τω στόματι δια να δοξαστεί το

πανένδοξο όνομα του θεού και να μεγαλυνθεί ή ορθόδοξος πίστης.

Ημείς ακούοντες ταύτα τα ρήματα, τα εκπορευόμενα εκ του στόματος του οσίου Γέροντος

και πατρός ημών Μωϋσέως κατά το ανθρωπινό ως ενδεδυμένοι τους δερμάτινους χιτώνας,

ους ή παρακοή των πρωτοπλάστων ένδυσε μας κληρονομικό δικαίω, επτοήθημεν ολίγον τι,

και τα αποτελέσματα του φόβου δεν εβράδυνον να εμφανισθώσιν εν ταις ψυχαίς ημών και

τοις σώμασι, διότι ως προϊόν τούτου ψιλός ίδρος περιέλουε τα σώματα ημών.

Άλλα ό οσιότατος πατήρ ημών πεπειραμένος ων, εις τοιαύτας περιστάσεις και παρόμοιας

φύσεως γεγονότα καθησύχασε και ειρήνευσε τάς πεφοβισμένας διανοίας και τεταραγμένας

καρδίας ημών, ως και το ψυχικόν σάλο και τάραχο κατέστειλε και το γαλήνιο και

Page 26: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

ειρηνευτικόν αυτού και ηρεμιστικό πνεύμα μας παρηγόρησε και μας προετοίμασε δια να

αντιμετωπίσουμε ήρεμος την θλιβερά αυτήν και δραματική κατάστασιν εν τη οποίο: θείο:

χάριτι διεφυλάχθημεν αβλαβείς.

Ή κατάλληλος στιγμή επέστη δια να βεβαίωση το προορατικό χάρισμα του οσίου Γέροντος,

εντός λίγων ημερών, εκεί όπου μας δίδασκε και νουθετούσε ό Άγιος Γέροντας και με την

διδασκαλία του μας ενίσχυε και ενδυνάμωνε στους πειρασμούς και διωγμούς τους οποίους ό

θεός επιτρέπει δια μαρτύριο.

Αίφνης μας λέγει, κρούσατε τον κώδωνα της εκκλησίας. Εκρούσθη ο κώδων και πάσαι οι

αδελφές μοναχές συνήχθησαν στον ιερό ναό των Αρχαγγέλων Αγίων Ταξιαρχών. Τότε ό

μακάριος εκείνος Γέρων με το Αβραμιαίον ύφος και την Ιώβειο υπομονή του λαμβάνει τον

λόγον και λέγει προς ημάς: Τέκνα μου, αγαπητά εν Κυρίω, ή ώρα ή ευλογημένη, παρά Κυρίου

θεού παντοκράτορας, έφθασε ίνα δοξαστεί και εξ ημών των αμαρτωλών των ελαχίστων και

ευτελών ανθρώπων το ύπερύμνητον όνομά του. Μη θροΐστε, μη φοβείστε, μη πτοείσθε και μη

θορυβείσθε ό θεός θα μας φρούρηση και θα μας προφυλάξει από τα βέλη του πονηρού

εχθρού.

Μη δειλιάσωμεν ούτε να εκπλήττω μεθά και να κλωνιζώμεθα εν τη δοκιμασία ει μη μόνον να

ελπίζουμε στον θεό και Αυτός θα αποτρέψη τάς εχθρικές ενεργείας αφ' ημών. Ος πάνσοφος

πού είναι γνωρίζει τα πάντα, αρκεί να τον άγαπώμεν και να τον λατρεύομεν νυχθημερόν εξ

όλης ψυχής, καρδίας, διανοίας και ισχύος. Άλλως τε εντός του Ναού, ένθα χώρος ιερός,

ευρισκόμεθα. Ό θεός μεθ' ημών και ουδείς καθ' ημών. Εμπρός να διαβάσουμε την παράκλησιν

των Αρχαγγέλων!

Και οτιδήποτε να ίδωμεν μη ταραχθώμεν ούτε να διακόψωμεν την παράκλησιν. Αμέσως

έβαλον επιτραχήλιο, θέτω την καθιερωμένη μετάνοια τω Γέροντι, ευλογητός ό θεός και

ήρχισε ή παράκλησις. Ψαλλόμενης έτι της παρακλήσεις, εν τω μέσω αυτής, αίφνης προς το

βόρειο μέρος της ανοικτής θύρας της εκκλησίας του ναού, προβάλλουν άπ' το πευκόφυτο

εκεί πλησίον δάσος έως εξήκοντα Γερμανοί στρατιώται, πάνοπλοι ωσάν αστακοί οπλισμένοι

μετά τριών αξιωματικών επί κεφαλής, τα δε όπλα ειχον έτοιμα προς πυροβολισμό.

Προχωρούν οι τρεις αξιωματικοί και φθάνουν έως την ανοικτών θύραν του Ναού.

Ό ένας εξ αυτών είσηλθεν ολίγον τι ενδότερο, με πασαν δυνατή επιφύλαξιν και παρατηρεί με

οξυδέρκεια και λίαν ερευνητικό όμματι τα ένδον του Ναού εις μίαν στιγμήν έμεινε

εμβρόντητος και εξεστηκώς έθεώρει το αχανές μετά πρωτοφανούς ενθουσιασμού. Αίφνης

στρέφει προς τα έξω και εξερχόμενος του ναού καλεί τους υπό τάς διαταγές του

στρατιώτες, με βροντώδη και ισχυρά φωνή, εν τη ιδία βεβαίως διάλεκτο και προστάσσει

τούτους ίνα αποθέσωσι τα όπλα και να μη πυροβολήσωσιν.

Οι στρατιώται, φυσικά, συνεμορφώθησαν προς την διαταγή του ανωτέρου των, πάραυτα

συνεκεντρώθησαν έξωθεν του Νου εις το προαύλιο. Ήκουον μετά προσοχής την παράκλησιν

έως ότου τελείωσε. Καθ' όλην όμως την διάρκεια ένθα εψάλλετο ή παράκλησις ίσταντο

ακίνητοι και εν στάσει προσοχής, εχαίρετων. X των θαυμάσιων σου Χριστέ Βασιλεύ! ως και

οι πολέμιοι θαυμάζουν τα θεια Σου μεγαλεία. Τελειωθείσης ήδη της παρακλήσεως ό όσιος

πατήρ ημών Μωυσής λέγει μας, παιδιά μου, παρακαλώ υμάς πορεύεσθε στα κελιά σας, άνευ

Page 27: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

περιέργειας και υποψίας, με ησυχία και ειρηνικά βήματα πηγαίνετε, αθορύβως, για να

ησυχάστε. Να είναι ευλογημένον Γέροντα είπωμεν και συνεμορφώθημεν επί τη εντολή του.

Εγώ μετέβην κατ' ευθείαν στο κελίον μου και εισελθών εν αύτώ λαμβάνω εις τάς χείρας μου

το

μολύβι και χαρτί και άρχισα να ζωγραφίζω την εικόνα του Αγίου Μανδηλίου. οι αξιωματικοί

Γερμανοί ακολουθούσι μοι και έρχονται στο κελίον μου, βλέποντας με να ζωγραφίζω, και δια

του διερμηνέως των ερωτούν τι φτιάχνει εκεί ό παππούς; Λέγω του διηρμηνέως, διηγούμενος

το Ιστορικόν της αγίας εικόνος του Άγιου Μανδηλίου δια τον τοπάρχη της πόλεως Εδέσσης

ονόματι Αύγαρον, ό όποιος ήτο ασθενής, κατά την εποχή του Χριστού επί της γης και έγραψε

επιστολή προς τον Κύριον ημών ήσουν Χριστόν εν τη οποίο παρακαλεί ό Αύγαρος τον Κύριον,

ίνα κάμη τον κόπο και πορευθεί στην Έδεσσα δια να θεραπεύσει την άσθένειάν του.

Και όταν οι απεσταλμένοι του Αυγάρου προσκόμισαν την επιστολή του προς τον Κύριον, τότε

ό

Κύριος ζήτησε ύδωρ ίνα νιφθή και νιψάμενος έλαβε μανδήλιον δια να εκμάξοι δηλαδή να

σφογγίση το θεανδρικόν του πρόσωπον. X των θαυμάσιων Σου Χριστέ Βασιλεύ. Παραχρήμα

αποτυπώθηκε επί της προσόψεως του μανδηλίου ή θεία Αυτού μορφή, την οποίαν και

αποτυπωθείσαν δια των απεσταλμένων του απέστειλε προς αυτόν, τον Αύγαρον, και λαβών

προσεκύνησαν ευλαβώς το θείον μανδήλιον και έθεραπεύθη πάραυτα.

Και έκτοτε ημείς οι χριστιανοί έχομεν εις πολύν ευλάβεια τον Βασιλέα Χριστόν μας και

ζωγραφίζομε θεανδρική του μορφή και την έχουμε σε προσκύνησιν και σεβασμό τιμής ένεκεν

ίνα μας φωτίζει και προστατεύει πάντοτε στην εδώ πρόσκαιρο ζωή μας.

Άκουσας ταύτα ό διερμηνεύς μεταβίβασε απαντά στους Γερμανούς αξιωματικούς οι όποιοι

πάρα

πολύ ευχαριστήθηκαν. Εν τούτοις ήθελαν να συναντήσωσι τον αγιον ηγούμενον δια να του

μιλήσουν. Τρέχω και προσκαλώ τον άγιο Γέροντα Μωϋσή.' Ερχόμενος ό Γέροντας πλησίον

των αξιωματικών Γερμανών, εν τω άμα και οι τρεις αξιωματικοί έστάθησαν εις προσοχήν,

και τον χαιρέτησαν στρατιωτικός. Ό εις εξ αυτών, ο οποίος εισήλθε πρώτος στον Ναό, λέγει

στον Γέροντα, δια του διερμηνέως του τα έξης... Την ώραν όπου παρετήρουν το εσωτερικό

του Ναού είδον πλήθος Αγγέλων με λευκά ενδύματα ενδεδυμένους και ήστραπτον υπέρ τον

ήλιον, τους έβλεπαν ωσάν απολιθωμένος αρκετή ώρα και δεν ηδυνάμην ίνα εξηγήσω το

φαινόμενο.

Και προσθέτει στον Γέροντα, το θαύμα αυτό εμπόδισε τους στρατιώτες και δεν πυροβόλησαν

διότι μας ειχον ειδοποιήσει οι δικοί σας Έλληνες ότι εδώ διατρέφετε και προστατεύετε

παρτιζάνους (αντάρτες) και τους κρύπτετε τροφοδοτούντες αυτούς. Άλλα το θαυμάσιον

αυτό και έξαίσιον θέαμα μας αφόπλισε εκόντος άκοντος. Εδώ βλέπομεν το αντίθετο, ότι

υπάρχει ησυχία και ειρήνη και άνθρωποι θεοσεβείς οι όποιοι λατρεύουν τον θεόν.

Τότε ό αξιωματικός συγκεκινημένος βαθύτατα εξάγει εκ του θύλακος του το πορτοφόλι του

και

εκείθεν μίαν εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, και ήσπάσθη λίαν ευλαβώς. Και λέγει ότι έχουν

σε μεγάλη ευλάβεια τον Αρχάγγελον Μιχαήλ. Ταύτα πάντα μετεβιβάσθησαν βεβαίως δια του

Page 28: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

διερμηνέως τω όσίω. Επίσης ό πατήρ ημών Γέρων Μωυσης διαβίβασε τάς ευχαριστίας του

ως εκπρόσωπος της όλης αδελφότητας δια την ευγενική συμπεριφορά και τους καλούς

τρόπους των αξιωματικών Γερμανών και στρατιωτών, προσθέσας και πολλά διδακτικά

θρησκευτικά περιστατικά της Αγίας Γραφής και ότι προφητεία η οποια αναφέρει ότι ή

Γερμανία θα πιστεύση και θα επανέλθει στον χριστιανισμό και την ορθοδοξία κλπ. διαβίβασα

ταύτα ό διερμηνεύς στους αξιωματικούς, οι όποιοι έχαιραν σφόδρα και είπον τω Γέροντι.

Να μη φοβείστε, όσον καιρό θα εύρισκωνται εδώ οι Γερμανοί ούδένα να φοβηθήτε, διότι ούτε

το μικρόν σας δάκτυλον θα θίξουν. Εννοήσαμε, εδώ, Γκρέκο-συκοφάντη, ψεύτη, προδότη. Μας

κατήγγειλαν ψευδώς ότι βοηθείται τους παρτιζάνους αριστερούς. Άλλα σεις εδώ τον θεόν

λατρεύετε με καθαρά λατρεία και σας παρακαλούμε δεηθείτε προς τον θεό δια την ειρήνη

του κόσμου, να τελείωση ό πόλεμος δια να υπάγομαι και μείς στα σπίτια μας.

Παρέμειναν τρεις ημέρας πέριξ του ιερού Ησυχαστηρίου και μας εφύλαττον, κατόπιν έφυγον.

Ημείς θαυμάζομε έτι περισσότερον το μεγαλείον του θεού και το προορατικό χάρισμα του

Άγιου Γέροντος Μωϋσέως, και τον δοξολογήσαμε διότι και στην σήμερα εποχή έστειλε

τοιούτον όσιο Γέροντα πλησίον μας, δια να μας προστατεύει, θεία χάριτι, από τους

πειρασμούς του εχθρού διαβόλου και ακόμη περισσότερον άπ' τους ορατούς εχθρούς και

πειρασμούς των κακόβουλων ανθρώπων, οργάνων του Σατανά.

Είθε Κύριος Παντοκράτωρ να προστατεύει και προφυλάσσει απαντά τον κόσμον, από τάς

παγίδας και μηχανορραφίας του παγκάκιστου και παμπόνηρου διαβόλου και καιρώ τω δέοντι,

δι` άπειρον Αυτού φιλανθρωπία και αγαθότητι, ας μας αξίωση του θείου και απείρου Αυτού

ελέους, ίνα δοξάσωμεν Αυτόν εις τους απέραντους αιώνας των αιώνων Αμήν.

Περί υπάρξεως άυλων πνευμάτων πονηρών και αγαθών.

Δια τους ευσεβείς και πιστούς ορθοδόξους χριστιανούς, τα θέματα τα οποία αφορούν την

ψυχική σωτηρία, θεωρούνται λελυμένα. 6ιότι τα συντείνοντα στην ψυχική σωτηρίαν του

ανθρώπου άπαντα εκτίθενται στα ιερά κείμενα της Ιεράς μας Αγίας Γραφής, όπου ό Σωτήρ

ημών Κύριος Ιησούς Χριστός αποκάλυψε, θέσπισε και νομοθέτησε καθώς και οι Άγιοι

Πατέρες, εν Πνεύματι Άγίω συνδιασκεψάμενοι συνομολόγησαν και το Αγιον Πνεύμα

επεσφράγισε.

Κείμενον αυθεντικότερων και πηγή αξιοπιστοτέρα από της Ιεράς Αγίας Γραφής, Παλαιάς και

Καινής, δεν δύναται να νοηθεί, ούτε να ύπαρξη.

Επίσης και τα συγγράμματα των Αγίων Πατέρων, συμφωνούν με το πνεύμα της Αγίας

Γραφής, είναι πηγές αξιόπιστοι και μαρτυρίες αυθεντικές. 6ιότι, αυτά ταύτα τα Ιερά κείμενα,

μαρτυρούν εν πλείστοις κεφαλαία και σελίδες την ύπαρξη πονηρών πνευμάτων, δηλαδή

δαιμόνων, και την ύπαρξιν αγίων Αγγέλων καθώς και την αίώνιον τιμωρία την οποίαν οι

δαίμονες επιβάλλουν στους αμετανόητους πονηρούς και κακούς ανθρώπους. Επίσης και την

προστασία και βοήθειαν, την οποίαν παρέχουσιν οι άγιοι Άγγελοι στους πιστούς και ευσεβείς

ορθοδόξους και ενάρετους χριστιανούς.

Λέγομεν πρώτον περί δαιμόνων. Ή λέξης δαίμων, δαιμόνια, δαιμονιζόμενος και

δαιμονιζόμενοι καθώς και διάβολος — Βελίαρ και σατανάς, απαντάται στην Πάλαιαν και

Page 29: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

Καινήν Διαθήκην περίπου πεντακόσιας φοράς, ίσως και περισσότερον και εις τους δύο

αριθμούς ενικό και πληθυντικό. Ας αναφέρουμε ένα ή δύο εδάφια εκ της Ιεράς Γραφής προς

πιστοποίησιν των αγνοούντων τάς Γραφάς, διότι οι πιστοί και ευσεβείς μελετηταί των αγίων

Γραφών γνωρίζουν κάλλιο παντός άλλου.

Βλέπομεν στο βιβλίο του Ιώβ να γράφεται το έξης, όπερ αναγινώσκομε «και ιδού ήλθον οι

άγγελοι του θεού παραστήναι ενώπιον του Κυρίου και ό διάβολος ήλθε μετ' αυτών και είπεν ό

Κύριος τω διαβόλω πόθεν παραγέγονας; και αποκριθείς ό διάβολος τω Κυρίω είπε' παρελθών

την γήν και εμπεριπατήσας την ύπ' ουρανό πάρειμι» (Ιώβ 1, 6, 7). Σκεφθείτε λοιπόν την

αναίδεια του διαβόλου, όπου τόλμησε να αναμιχθεί μετά των Αγγέλων του θεού και να

παρουσιασθή ενώπιον Κυρίου παντοκράτορας και να ζήτηση ό τρισκατάρατος άδεια από τον

Θεό δια να πειράξει τον Ιώβ. Άλλα ό Ιώβ νίκησε τούτον, ως είναι γνωστόν τοις πασι. Πάλιν

εις τον Σολομώντα αναγιγνώσκομε «φθονώ δε διαβόλου θάνατος είσηλθεν εις τον κόσμο»

(Σοφία

Σολομώντος. Β' 24). Και αύθις παραθέτομε εισέτι εν εδάφιον του προφήτου Ζαχαρίου, όπου

φρίττει κανείς αναγιγνώσκων και βλέπων την αναίδειαν του διαβόλου. «Και έδειξε μοι Κύριος

Ιησούν, τον Ιερέα τον μέγα, εστώτα προ προσώπου αγγέλου Κυρίου και ό διάβολος είστήκει

εκ

δεξιών αυτού του αντικείσθαι αυτώ. και είπεν Κύριος προς τον διάβολο. Έπιτιμήσαι Κύριος εν

σοί, διάβολε, και έπιτιμήσαι Κύριος εν σοί (Ζαχαρίας Γ' 1,2). Ή Καινή 6ιαθήκη γράφει και μας

λέγει ό ίδιος ό Κύριος ημών Ιησούς Χριστός «Έθεώρουν τον σατανά, ως αστραπή, εκ του

ουρανού πεσόντα». (Λουκά 10—18). Όταν ό Χριστός δίδασκε τους Ιερούς αυτού μαθητάς και

Αποστόλους μεταξύ των πολυπληθών διδαγμάτων τους είπε και τα έξης: «πορευόμενοι δε

κηρύσσετε, λέγοντες ότι ήγγικεν ή Βασιλεία των ουρανών. Ασθενούντας θεραπεύετε,

λεπρούς καθαρίζετε, νεκρούς εγείρετε, δαιμόνια εκβάλλετε, δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δοτέ»

(Ματθαίου ι 7, 8). Εδώ βλέπομεν πασιφανέστατα να μας λέγη ό ίδιος ό θεός ότι υπάρχει

διάβολος και δαίμων και να προσέχωμεν από τάς παγίδας, και μηχανορραφίας του και όποιος

έχει απορίας ας αναγνώσει τα άνωθεν εδάφια του Ιερού Ευαγγελίου να βεβαιωθεί. 6εύτερον

εδώ ας παραθέσωμεν ολίγα: εδάφια περί Αγίων Αγγέλων.

Στην Πάλαιαν 6ιαθήκην ή λέξης Άγγελος και Άγγελοι απαντάται περισσότερον από

τετρακόσιες φοράς. Επίσης και στην Καινήν 6ιαθήκην τουλάχιστον έως διακόσιες φοράς.

Λοιπόν που είναι οι ανόητοι εκείνοι όπου λέγουν ότι δεν υπάρχουν δαιμόνια, ούτε άγγελοι;

Αλλά καλώς προείπε ή Γραφή «του πιστού όλος ό κόσμος των χρημάτων, του δε απίστου ουδέ

οβολός». (Παροιμία

Σολομώντος, 17—6). Γράφομε μίαν μαρτυρίαν ως επισφράγισμα των λοιπών.

Όταν ό Κύριος ημών Ιησούς Χριστός έβαπτίσθη παρά του προδρόμου και βαπτιστού Ιωάννου

εν τω Ιορδάνη ποταμώ, κατόπιν άνεχώρησεν εν τη έρήμω εκεί παρουσιάσθη ό 6ιάβολος δια

να

πειράξει τον Κύριον, αλλά ό Παντοκράτωρ θεός περιφρόνησε τον Σατανά και τον νίκησε με

τον θείο του Λόγον. «Καί ιδού, άγγελοι προσήλθον και διηκόνουν αύτω, ήτοι τον Κύριον

Ιησούν Χριστόν» (Ματθαίον δ — 11). και ό ίδιος ό Κύριος λέγει «δράττε, μη καταφρονήσητε

Page 30: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

ενός των μικρών τούτων" λέγω γαρ υμίν, ότι οι άγγελοι αυτών εν ουρανοίς δια παντός

βλέπουσι το πρόσωπον του πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθαίου ιθ' 10), και «όταν έλθη ό

Υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ' αυτού, τότε καθίσει επί

θρόνου δόξης αυτού» (Ματθαίου κε' 31). «Καί ιδού, άγγελος Κυρίου, επέστη, και φως ελαμψεν

εν τω οίκήματι». (Πράξεις Αποστόλων ιβ' 7). Γράψαμε καθώς υπολαμβάνομεν υπέρ αρκετά ό

έχων ώτα ακούειν ακουέτω και ερευνάτε τάς Γραφάς ίνα εύρητε ζωήν την αιώνιον, λέγει

Κύριος Παντοκράτωρ» (Ιωάννου 5—39).

Ή πρόρρησης της οσίας αυτού κοιμήσεως παρά του ιδίου Γέροντος

Μωυσέως.

Ήτο βεβαίως προκαθορισμένο άνωθεν εκ του πατρός των φώτων, ίνα κατά το Σωτήριον έτος

— 1946— ό οσιότατος πατήρ ημών και Γέρων σεβάσμιος Μωυσής απέλθει προς Κύριον τον

θεόν ημών.

και τούτο δια να αναπαυθεί εκ των πολλών αυτού, κόπων, μόχθων και αγώνων. 6ια τούτο ό

πανάγαθος θεός, προειδοποίησε τον όσιο και αφοσιωμένων αυτού δούλον, προ έξι μηνών της

αυτού επελεύσεως εκ των εγκόσμιων.

Ιανουάριος μην, έτος Σωτήριον —1946—, ασθένησε λίγο ό όσιος Μωυσής—αν και ή ασθένεια

ήτο φίλος αχώριστος σε αυτόν ένεκα της ασκητικής ζωής του — Τότε μας κάλεσε ό

αείμνηστος και έδωσε σε μας εντολή για να φροντίσουμε δια την όρυξιν και ετοιμασία του

μνημείου ένθα έμελλε να ενταφιαστεί.

Πράγματι κατ' εντολή του, ειδοποιήθηκαν οι πατέρες της Ανδρώας Ιεράς μονής

«Ευαγγελισμός της Θεοτόκου» και προετοίμασαν τούτο, καθώς ό ίδιος υπέδειξε και επεθύμει

ή ψυχή του. 6ιότι ζώντος του μόνος επισκεφθείς τον τόπον όπου και μας υπέδειξε όπισθεν

του Ιερού — Ναού της Ανδρώας Μονής — καθ' ότι οϋτως επεθύμει και εβούλετο για να

ενταφιασθεί εν τη Ιερά μονή των πατέρων.

Επίσης το μνημείων, κατ' απαίτηση του, ήθελε να είναι πενιχρό και απέριττο ένθα θα έδέχετο

το κεκοπιασμένον και τεταλαιπωρημένον εκ των πολλών ασκήσεων σώμα του. Όθεν κατά την

βούλησιν και επιθυμία του ιδίου κατασκευάσαμε τούτο. Μετά την ετοιμασία του ιερού

μνημείου παρήλθε εξάμηνο χρονικό διάστημα και ή ασθένεια του οσίου Γέροντος πατρός

Μωϋσέως επεδεινώθη έτι περισσότερον ώστε μας ανάγκασε κατ' ιδίαν του θέλησιν και

επιθυμία, για να μεταφέρουμε αυτόν στο μοναστήριον των πατέρων, καθώς μάλιστα σκόπευε

δια να ενταφιασθεί, όπερ και εγένετο.

Κατά την αξίωση του μεταφέρουμε βεβαίως τον όσιο Γέροντα Μωϋσή στην Ιεράν μονήν των

Πατέρων.

6ιανύομε όμως την εποχή του θέρους και εγγίζομε στην είσοδο του μηνός Ιουνίου Σωτηρίου

έτους — 1946 — ένεκα της εποχής όμως ταύτης ή θερμότης του ηλίου και ό καύσων ήταν σε

βαθμό υπέρτατο και ή ασθένεια του μακαρίου και οσίου Γέροντος Μωυσέως βαρύτατη. και

Page 31: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

δια τάς αιτίας αύτάς κατασκευάσαμε μίαν μικρά καλύβη με ξύλα και θάμνους έξωθεν της

ιεράς μονής κάτωθεν ενός μεγάλου δένδρου (πεύκου) και είσήλθεν ό μακάριος εντός της

καλύβης δια να διέλθει τάς ολίγας ημέρας του υπολοίπου χρόνου της ζωής του πού του είχον

εναπομείνει εκ του πρόσκαιρου αυτού βίου.

Εκεί διαμένοντος του οσίου, εν μικρά καλύβη, άπελάμβανε κατά τάς εσχάτας ημέρας του

βίου του, τάς τελευταίας δροσεράς θωπείας του πνέοντος θερινού ανέμου και ημείς

εξυπηρετούσαμε τούτον, κατά το δυνατόν μας, παρ` ολην την πενία της εποχής εκείνης. Ό

Θεός οικονομούσε τα απαραίτητα της ασθενείας. Αλλά άλλαι μεν βουλαί ανθρώπων, αλλά ό

θεός κελεύει.

Κατά το διάστημα της διαμονής του εν τη κλίνη της ασθενείας όπου είχεν ολίγας δυνάμεις,

ουδεμία στιγμήν έκάθητο ό αείμνηστος αργός, αλλ' έγραφε συνεχώς. Έγραψε την 6ιαθήκην

του καθώς και το τυπικών των αγίων και Ιερών ημών μονών.

Ας μη παραλείψω να αναφέρω και το έξης περιστατικό όπερ προ είκοσι ημερών της όσιας

αυτού κοιμήσεως, ό όσιος και αείμνηστος εκείνος Γέρων Μωυσής κάλεσε ενώπιον αυτού τους

πατέρας και αδελφούς απαντάς της καθ' ημάς εν Χριστώ αδελφότητας, και μας απηύθυνε

τάς τελευταίας του συμβουλάς, άιτινες αντηχούσιν εισέτι εις τα ώτα μας. Συμβουλάς

πλήρεις πατρικής στοργής και αγάπης πνευματικής.

Μας συνεβούλευσε περί ορθοδόξου πίστεως, περί υπακοής, περί ομονοίας και αγάπης

πνευματικής και αλληλεγγύης. Περί συνεννοήσεως και συνεργασίας στις διάφορες εργασίες

στη Ιερά Μονή, περί εμμονής στη μετάνοια της μοναχικής μας κλήσεως και πολιτείας καθώς

και περί τηρήσεως του τυπικού των εκκλησιαστικών ακολουθιών, (σημειωτέον ότι οι ιερές

ημών μονές, ακολουθούμαι το τυπικόν του αγίου Σάββα Ιεροσολύμων) , προσέτι δε ό

αείμνηστος μας υπέδειξε ως δίκαιον, κανονικό και νομικό κληροδότημα τάς ιεράς βίβλους

των Αγίων πατέρων, Ιωάννου της Κλίμακος και οσίου Εφραίμ καθώς και την Άγίαν και Ίεράν

Γραφήν Πάλαιαν και Καινήν 6ιαθήκην. Επίσης το τυπικόν της εκκλησίας ως και τα λοιπά

συγγράμματα των αγίων και πατέρων, των εγκεκριμένων παρά της εκκλησίας του Χριστού,

ίνα συμβουλευώμεθα έως εσχάτης μας πνοής. και εργαζόμενοι ούτω το έργον της ψυχικής

μας σωτηρίας καιρώ τω δέ. οντι λάβωμεν παρά Κυρίου θεού παντοκράτορος το βραβείων

της φιλάνθρωπου και θείας Αυτού ελεημοσύνης.

Ταύτα ειπών εις ημών ό μακάριος Γέρων Μωυσής, (ήτο 6ευτέρα ημέρα της εβδομάδος)

κάλεσε ιδιαιτέρως έμέ τον τότε ιερομόναχο όντα και εξομολογήθη. Κατόπιν ζήτησε και

κοινώνησε των Άχραντων Μυστηρίων, επιλέγων μοι τέκνον μου, Πατέρα Κάλλιστε, το

Σάββατο θα σας αποχωρισθώ και θα απέλθω εκεί πού ό θεός βούλεται. Άλλα θα σε

παρακαλέσω να μη δώσεις αμέσως είδηση στις αδελφές μοναχές περί του θανάτου μου, ειμή

μόνον όταν παρέλθουν τρεις ώρες ύστερον από την αποβίωσίν μου.

Διήλθε ή εβδομάδα εκείνη μετ' αγωνίας, ήλθε ή Παρασκευή εσπέρας, όταν από βραδύς

κοινώνησε και πάλιν των Άχραντων Μυστηρίων, εποίησε το σημείο του Τιμίου Σταυρού εις

εαυτόν, σταύρωσε τάς ασκητικάς χείρας του και εσχηματίσθη κατά την τάξιν των νεκρών

και δια μιας στιγμής έπαυσε ή πνοή του. Τότε εγώ νομίζω ότι απεδίωξε, έξαλλος από την

Page 32: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

αιφνιδίως καταληφθείσα με υπερβολική λύπην πάραυτα καλώ ένα πατέρα μοναχό αδελφόν

και του λέγω.

Γρήγορα τρέξε να ειδοποίησης τάς άδελφάς μοναχάς και να φέρετε τα ενδύματα του δια να

τον αλλάξουμε. Έξωθεν όμως της καλύβης ίσταντο, κατά την ώραν εκείνη, τρεις μοναχές

αδελφές, οι οποίες κατά διαταγή και εντολή του μακαρίου Γέροντος διακόνουσαν και

υπηρετούσαν αυτόν κατά τάς εσχάτας ημέρας του θανάτου αυτού. Και όταν ήκουσαν έμέ να

λέγω με έντονο φωνή και έκδηλο συγκίνησιν από την λύπην στον μοναχό αδελφό δια την

προετοιμασία του νεκρού, οι μοναχές άρχισαν αναμφίλεκτος να θρηνούν.

Αίφνης, τότε, και παραχρήμα σε μίαν στιγμήν ή ψυχή του οσίου Γέροντος Μωϋσέως

επανέρχεται και μου λέγει με παράπονο. Αχ! παιδάκι μου, διότι φωνάζετε και δεν με αφήνετε

να φύγω; Τώρα εξ αιτίας σας μου εδόθη παράτασης ζωής και προθεσμία δια το άλλο

Σάββατο. 6ια χάριν σας θα υποστώ ακόμη πόνους του σώματος μου.

παρήλθε και ή δευτέρα εβδομάδα των ήμερων εκείνων.

Κατά την διάρκεια της ασθενείας του, ό όσιος πατήρ ημών και Άγιος Γέρων Μωυσής

εδεικνύετο προς ημάς ως πρότυπο υπομονής, παρέχων σε μας μάθημα καρτερίας και

υπομονής στις θλίψεις και ασθενείας. Καίτοι πράγματι υπέφερε δεινώς εβασανίζετο και

εμαστίζετο παρά της ασθενείας, εν τούτοις ουδόλως εγγόγυσε ό τρισμακάριος άλλ' υπέμεινε

με πρωτοφανή ιλαρότητα και αγαλλίαση τους δριμύς και φρικτούς πόνους.

Ήλθε ή δευτέρα Παρασκευή το εσπέρας, όπου και πάλιν εσχηματίσθη εις τάξιν νεκρού και

τον άφησα πλέον εις την κατάστασιν αυτήν κείμενον έτι περισσότερον χρόνον ίνα

πιστοποιήσω τον θάνατον του. Και έφ' όσον παρήλθε αρκετός χρόνος νόμιζα βεβαίως ότι

απήλθεν ή ψυχή του και δίδω πάλιν είδηση στον άδελφόν, ίνα πορευθεί και, να ειδοποίηση τάς

άδελφάς, περί της θανής του Γέροντος. 6εν πρόφθασα όμως να τελειώσω την εντολή και

πάραυτα ακούω ένα βαθύν αναστεναγμό όπου ανέβαινε εκ του στήθους του οσίου Γέροντος

μας, ο οποίος και αύθις επανήλθε στην ζωήν λέγοντας μου.

Αφήστε με παιδιά μου να φύγω και μη θορυβείσθε, αφήστε με παρακαλώ να φύγω με την

ησυχία μου, τουλάχιστον το ερχόμενο Σάββατο. 6ιότι θέλημα θεού είναι πλέον ίνα φύγω το

ερχόμενον Σάββατο οριστικώς, όπου θα δείτε το μεγαλείο της αναχωρήσεως της ψυχής μου

δια τελευταία φοράν. 6ιότι θα παραχώρηση ό Κύριος ίνα γίνη προς υμάς μάθημα

σωτηριωδέστατον και ψυχοσωτήριο. Ούτως ευδοκεί Κύριος παντοκράτωρ τοις φοβούμενοις

το όνομα το αγιον Αυτού.

Πράγματι, παρήλθε και ή τρίτη εβδομάδα των ήμερων εκείνων και ευρισκόμεθα Παρασκευή

εσπέρας. Ύστερα από τον εσπερινό πού διαβάσαμε πήγα στην καλύβα του ασθενούς Γέροντος

μου, ίνα συντροφεύω αυτόν. Μόλις είσήλθον στην καλύβα αυτού μου λέγει με σιγανή και

χαμηλή φωνή (διότι ήτο πολύ εξηντλημένος) παιδί μου Κάλλιστε, ό πατήρ Φιλάρετος ό

αδελφός τώρα βρήκε την ώραν και τον καιρόν δια να καρφώνει σανίδας και να ανοίγει

τενεκέδες, κάμνοντας τόσο θόρυβο, ώστε δεν δύναμαι να ακούω. 6ιατί θέλει να με

στενόχωρη τώρα εις αύτάς τάς τελευταίας μου ώρας; Αχ! παιδί μου, δεν θα με αφήσετε να

ησυχάσω ολίγον.

Page 33: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

Πολύ σε παρακαλώ να κοιτάξεις έξω να δής πού ευρίσκεται και λέγε του να παύση την

έργασίαν και να μη θορυβεί πλέον, διότι δεν αντέχω παιδί μου. Έχετε καιρόν να κάμετε τάς

εργασίας σας. Αφήστε με να φύγω πρώτα.

Τότε πάραυτα εξήλθαν εκ της καλύβης ένθα παντού ερεύνησα, ουδαμού ουδέν είδον, ούτε

ήκουσα. Επιστρέφω στην καλύβα λέγων: Γέροντα μου με συγχωρείτε, δεν είδον τίποτα, ούτε

καν ήκουσα θορύβους. Μήπως συμβαίνει τίποτε έτερον; Αι μου λέγει, τότε, ό μακάριος και

όσιος εκείνος και αείμνηστος Γέρων πατήρ Μωυσής. Α! τώρα κατάλαβα τι είναι ό θόρυβος!

Εννόησα είναι οι εχθροί δαίμονες, οι όποιοι ως φαίνεται έρχονται πρώτοι να κάμουν αυτοί

την έπίθεσιν κατά την έξοδο της ψυχής μου.

Γρήγορα παιδί μου, Κάλλιστε, τρέξε και φέρε μου τα Άχραντα Μυστήρια δια να κοινωνήσω να

είμαι, θεία χάριτι και δυνάμει, οπλισμένος. Γρήγορα φέρε μου και την εικόνα, ήτοι την

φωτογραφία του Αγίου Γέροντος μου Παχωμίου — ηγουμένου των τριών οσίων πατέρων της

εν νήσω Χίο Ιεράς μονής — διότι εκείνος θα έλθει να παραλαβή και να με οδήγηση ενώπιον

του Νυμφίου της ψυχής μας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, όπου θα προσκυνήσω την Αγίαν

Τριάδα! Όντως οι στιγμές της εσχάτης αναπνοής του ανθρώπου είναι κρισιμότατε και λίαν

φρικτές. Είθε ίλεως γένοιτο ό Θεός εν ημίν, Αμήν

Η πάλη τον οσίου Γέροντος Μωϋσέως μετά των πονηρών πνευμάτων,

δηλαδή των δαιμόνων και η έξοδος της τίμιας αυτού ψυχής.

Κατ' εντολή λοιπόν και απαίτηση του οσίου Γέροντος Μωϋσέως έφεραν ενώπιον αυτού την

φωτογραφία του οσίου και αγίου Γέροντος Παχωμίου, την οποίαν έδωσα στα χέρια του

μακαρίου και οσίου Γέροντος Μωϋσέως. Έλαβε ταύτην μετά σεβασμού και, αγάπης, την

ήσπάσθη ασμένως και έθεσα αυτήν αντικρύ του για την βλέπη. Σε μία στιγμή μου λέγει:

Αχ! ευλογημένο παιδί, δεν βλέπεις;

Τι κάθεσαι αμέριμνος;

Ετοίμασε το θυμιατήριο, πάρε θυμίαμα να θυμίασης παιδάκι μου, άναψε κεράκια και κάθισε

νά διάβασης το ιερόν Εύαγγέλιον, δια να υποδεχθούμε τους προσερχόμενους Άγιους μας και

σεσωσμένους γνωστούς και φίλους μας!

Τότε, αμέσως κατάλαβα με την άγία του ευχή και υπακοή, ότι ή ώρα αυτή είναι πράγματι

φρικτή και ότι έβλεπε τον πνευματικό και φωτεινό εκείνο ουράνιο κόσμο. Αίφνης μου λέγει με

χαριέστατον και αγαλλόμενο πρόσωπον. Παιδί μου ήλθε ό Άγιος Γέροντας μου Παχώμιος και

το πρόσωπον του έλαμπε ωσάν ήλιος από χαρά ανεκλάλητο και ατελεύτητο! Κατόπιν των

άνωθεν προλεχθέντων ρημάτων, αίφνης, ωσάν να έπεσε σε έκστασιν και άρχισε να ψιθυρίζει

καί, να λέγει δια το σχήμα πού του είχε δώσει ό Γέροντας του Παχώμιος και να ευχάριστη

αυτόν με μία έκφρασιν του προσώπου του λίαν χαριεστάτην. Αλλά και με τάς κινήσεις των

χειρών του εδείκνυε το σχήμα του το Αγγελικόν, όπου εγγίζοντας ένα έκαστο από τον

χιτώνα, ζωστικό, σχήμα, ανάλοβο (πολυσταύρι), ζώνη και εως το εξωτερικό ράσο, κουκούλιο

ακόμη και το κομβοσχοίνι του. Ταύτα πάντα έψαχνε δια των οσίων χειρών του και δείκνυε ως

εφαίνετο στον Γέροντα του Παχώμιο (κατά την ωραν εκείνη ευρίσκετο παρούσα ή ψυχή του)

Page 34: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

και τον ευχαριστούσε δια τα πνευματικά εκείνα δώρα, τα όποια διαφύλαξε, απαντά, σώα

καθαρά και αμόλυντα. και τα τίμησε με την άσκησιν της αρετής και την τήρηση της

ορθοδόξου χριστιανικής πίστεως ως εσχάτης του αναπνοής. Όταν τέλειωσε την ευχάριστη

εκείνη πνευματική συνδιάλεξη και συνομιλία μετα του οσίου Γέροντος αυτού Παχωμίου

πάραυτα άλλαξε ύφος. Το είδος του προσώπου του εγένετο διάφορον, διότι ευρίσκετο σε

αλλοίωσιν πνευματική και έμοιαζε ωσάν εξεστηκώς. Και τότε ήρχισε με πνεύμα αμυντικό να

δίδει μεγαλόφωνος απαντήσεις και να εκφωνεί.

Ω! ελεεινέ, κερατωμένε, μαυρισμένε και ανίκανε δαίμων!

Όχι!

Ως φαίνεται διήρχοντο οι αρχηγοί των δαιμονικών τελωνίων έμπροσθεν του και τον

εξέταζαν. Σε όσα τον κατηγορούν ψευδώς, έλεγε όχι και εν συνεχεία, δεύτερος δαίμων,

διήρχετο και του απαντά ο όσιος Γέρων Μωυσής Όχι!

Τρίτος δαίμων, Όχι!

Τέταρτος δαίμων, Όχι!

Πέμπτος δαίμων, Όχι!

Εκτός δαίμων, Όχι και εις απαντάς μέχρι του δωδεκάτου τελωνίου των δαιμόνων ηκούετο να

λέγει συνεχώς Όχι.

Καθώς συμπεραίνεται παναληθώς εκ των άνω λεχθέντων, οι δαίμονες ανακαλούσαν τον όσιο

Γέροντα Μωϋσή ψευδώς και ό όσιος πατήρ απαντά; αρνητικώς Όχι.

Καθ' όλο το χρόνον, ενώ παρακολουθούσα την σκηνή ταύτην και ανέμεναν, μετα αγωνίας, το

αποβησόμενον, αίφνης ακούω τον όσιο Γέροντα Μωϋσή και έλεγε με δυνατή, όσο ήδύνατο

φωνή.

Ίσως ήταν και ό τελευταίος δαίμων.

Ε! ό κοντός, Τι θέλεις εδώ, Τι ζητείς;

Σύ ό κοντός ποίος είσαι;

Δείξον μοι την πινακίδα σου, τουτέστιν την ταυτότητα σου— να δω ποίος είσαι; ως

υποδεικνύεται εκ των εν συνεχεία λόγων του γέροντος Μωϋσέως, αυτός ό κοντός και

δυσειδής την θέα θα ήτο ό δαίμων, αρχηγός της αιρέσεως.

Στην αξίωση του Γέροντος οσίου Μωϋσέως έδειξε την ταμπέλα του, ήτοι την ταυτότητα του

και

ψευδώς ανακαλούσε και κατηγορούσε τον Γέροντα Μωϋση ό όποιος αίφνης με όση δύναμιν

του απέμεινε ήρχισε να φωνάζει, λέγων: Ει εγώ αιρετικός; ψεύδεσαι παγκάκιστε δαίμων. Και

πάραυτα άρχισε να ποιεί το σημείον του ένδοξου τιμίου και ζωοποιού Σταυρού εις εαυτόν και

να επιλέγει με περισσότερον δύναμιν φωνής «προσκυνώ Πατέρα, Υίόν και Αγιον Πνεύμα,

Τριάδα όμοούσιον και αχώριστο. Συνομολογώ μετά πάντων των Αγίων. Πιστεύω βεβαίως και

αναμφιβόλως, εις όλα τα δόγματα της μιας Άγιας Καθολικής και Αποστολικής του Χριστού

εκκλησίας, τα όποια περιέχονται στο Σύμβολο της πίστεως, δηλαδή το πιστεύω και

ακυρώθηκαν υπό των Άγιων επτά Οικουμενικών Συνόδων και ένδεκα τοπικών και υπό των

κατά μέρους Αγίων Πατέρων. 6έχομαι ομού και όλας τάς Αποστολικές και πάτριας

παραδόσεις της εκκλησίας του Χριστού, χωρίς καμμίαν προσθήκη ή αφαίρεση, τα εγγράφως

Page 35: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

και άγραφος παραδεδομένα παρά της εκκλησίας του Χριστού. Και παν ότι καταδικάζει και

αναθεματίζει ή αρχαία πατροπαράδοτος του Χριστού εκκλησία και εγώ.

Και όταν τελείωσε την άνωθεν ομολογία της πίστεως ηθέλησα, να του κάμω την ερώτηση

από

περιέργεια να δω Τι έβλεπε κατά την ώραν εκείνη, κατά την οποίοι αγωνία και ομιλούσε τα

προλεχθέντα.

Δεν πρόφθασα όμως, διότι μου έκαμε νεύμα να υπάγω πλησίον του. Και ως πλησίασα αυτόν,

τότε άρχισε ό Μακάριος εκείνος όσιος και άγιος πατήρ Μωυσής να μου λέγει με φωνή χαμηλή

και λίαν αδύνατον, διότι ήτο κατάκοπος και κουρασμένος και πολύ έξηντλημένος εκ του

αγώνος της ασθενείας του εκ της πάλης μετά των πονηρών πνευμάτων, σχεδόν εύρίσκετο

προς το τέλος της εσχάτης αναπνοής. άρχισε λέγω, ή πνευματοκίνητος εκείνη και

θεοκίνητος γλώσσα και μου έλεγε.

Είδες παιδί μου, Κάλλιστε, πού πέρασαν όλοι οι αρχηγοί των δαιμονικών τελωνίων έμπροσθεν

μου και μου δεικνύον τάς ταμπέλας των (πινακίδας, ταυτότητας), οπού ό καθένας εξ αυτών

εκπροσωπούσε το τάγμα μιας θανάσιμου αμαρτίας. και καθώς άκουσες τους έλεγαν όχι, διότι

ψευδώς με κατηγορούν.

Ό τελευταίος όμως έκάθητο πλησίον μου και μου απέκρυπτε το όνομά του, δεν μου έλεγε

ποίος ήτο και ποίας αμαρτίας Αρχηγός και με βασάνισε αρκετή ώραν και τώρα αισθάνομαι

πολύ

εξαντλημένος. Όταν όμως επέμεινα στην ερώτηση εξαναγκάσθη και μου είπεν ότι ήτο ό

αρχηγός αιρέσεως, ήγουν ήτο ό αιρετικός δαίμων.

Τότε αναγκάσθηκα και είπον τ' ομολογία της ορθοδόξου ημών πίστεως και παρευθύς έγινε

καπνός και εξαφανίσθηκε από το πρόσωπον μου.

Επίσης και οι υπόλοιποι δαίμονες, έφ' όσον παρέλασαν έμπροσθεν μου, άπαντες έγιναν

άφαντοι και φεύγοντας ούρλιαζαν ωσάν άγρια θηρία και εγένοντο καπνός. Φοβερό είναι παιδί

μου, να κρατηθεί ό χριστιανός από τους ζοφώδεις αυτούς και πονηρούς κερατωμένους

δαίμονας και ιδίως ό μοναχός, ό όποιος αντικαθιστά την Άγγελικήν θέσιν' προσοχή παιδί μου

δια να κερδίσομε την αίώνιον χαράν και ούράνιον βασιλεία.

Όταν απέλθω εντεύθεν έχεις την ευλογία και την εύχήν για να γράψεις ότι σε φώτιση ό

Κύριος, παιδί μου, προς δόξαν του παντοκράτορος θεού και άφεσιν αμαρτιών, στερέωσιν

ψυχών προς την άγάπην του θεού και την ορθόδοξο πίστιν και εις αίώνιον μνημόσυνον, Αμήν.

Μετά ταύτα και πάλιν κοινώνησε των Άχραντων Μυστηρίων και εντός ελαχίστου ωριαίου

χρονικού διαστήματος απεχωρίσθη ή μακαριά του ψυχή εκ του σώματος και άπήλθεν εις τα

ουράνια σκηνώματα τα αγαπητά του Κυρίου, ίνα άγάλλεται και να χαίρεται αιωνίως εν τη

Βασιλεία των ουρανών.

Ήταν ημέρα Παρασκευή της εβδομάδος, ώρα εσπερινή προ μεσονυκτίου, Σωτήριον έτος —

1946— μην Ιούνιος δεκάτη πέμπτη του μηνός, όταν απέτισε το κοινόφλητον χρέος του

θανάτου ό Μακάριος Γέρων Μωυσής, ετών έβδομη κοντά τεσσάρων — 74— έκοιμήθη ό

τρισμάκαρ τον υπνον του δικαίου και εγκαταλείψασα τα επίγεια, πρόσκαιρα και φθαρτά

Page 36: ΓΕΡΩΝ ΜΩΫΣΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΚΙΩΝ

ανήλθεν εις τα άφθαρτα και αιώνια βασίλεια του ανεσπέρου φωτός, για να απολαμβάνει του

μισθού των πνευματικών του μόχθων, κόπων και αγώνων.

Απεχωρίσθη ή μακαριά ψυχή του εκ του κεκμηκότος και ασθενικού σώματος και επετάσθη

ωσάν λευκή περιστερά και σκήνωσε στα αγαπητά και ουράνια σκηνώματα του Κυρίου, ή

μάλλον υπερλάμπουσαν υπέρ τον ήλιον ψυχή του, «καί οι δίκαιοι έκλάμψουσιν ως ό Ήλιος εν

τη Βασιλεία του πατρός αυτών» (Ματθαίου γ' — 43). Τότε μόλις έκοιμήθη ό όσιος Γέρων και

άγιος ηγούμενος πατήρ ημών Μωυσής το πρόσωπον του έλαμψε και πάλιν ωσάν ήλιος και ήτο

ακριβώς όπως τον είχαν δει την πρώτη φοράν όταν τον συνάντησα στο Κάρο, τοιουτοτρόπως

και στην όσία αυτού κοίμησιν του θανάτου έλαμπε υπό θείου και ουρανίου ηλιακού φωτός.

και εως ότου καλύψωμεν το σεβάσμιον αυτού πρόσωπον με το κουκούλιον, με το οποίον

καλύπτουν τους κοιμηθέντες μοναχούς, δεν χορταίναμε να ατενίζομε το θεοειδές αυτού και

σεβάσμιον πρόσωπον.

Την επόμενη δεκάτη έκτη του Ιουνίου μηνός, ημέρα Σάββατο της εβδομάδος, Σωτηρίου έτους

— 1946— εκηδεύθη ό μακάριος εκείνος και όντως αλησμόνητος όσιος Γέρων πατήρ Μωυσής,

υπό όλης της εν Χριστώ ημών αδελφότητας, εντίμως και νεκροπρεπώς ως αρμόζει εις

οσίους, ένθα παρακαλούμε και δεόμεθα ίνα πρεσβεύει προς Κύριον τον θεόν ημών και υπέρ

πάντων ημών. Αμήν.