Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

31
V. Απόκλιση - 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΑΠΟΚΛΙΣΗ Είναι το νόημα της εμπειρίας μας και όχι η οντολογική δομή των αντικειμένων που συγκροτεί την πραγματικότητα <Alfred Shutz>. Η έννοια της αποκλίνουσας συμπεριφοράς είναι καταρχήν απλή: Είναι η συμπεριφορά που δεν ταιριάζει, που δεν είναι αυτή που πρέπει, που δεν είναι κανονική, αυτή που παραβαίνει τον κανόνα. Τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το έγκλημα και η τρέλα. Αλλά στην ίδια αυτή κατηγορία μπορούν να ενταχθούν και περισσότερο ή λιγότερο εντυπωσιακά φαινόμενα, όπως παραβάσεις, ναρκωτικά, αυτοκτονία, όλα αυτά που μπορεί να γεμίζουν τις κοινωνικές στήλες των εφημερίδων ή όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας και θεωρούμε ότι είναι ανήθικα, άσχημα, άδικα, περιπετειώδη, ανατρεπτικά, κλπ. Επειδή η κοινωνία μας συνήθως θεωρεί ότι η απόκλιση αποτελεί πρόβλημα (π.χ. το πρόβλημα της εγκληματικότητας, ή το πρόβλημα των ναρκωτικών) και επειδή θεωρεί ότι μπορεί να απευθυνθεί στους κοινωνικούς επιστήμονες για να βρει τί μπορεί να κάνει για να το λύσει, για αυτό είναι ορθό εδώ να γίνει ένας σαφής διαχωρισμός: Αυτό που αποτελεί κοινωνικό πρόβλημα για μια κοινωνία δεν αποτελεί και κοινωνιολογικό πρόβλημα για τους κοινωνιολόγους. Το κοινωνιολογικό πρόβλημα είναι αντίθετα: ! Γιατί και πώς μια κοινωνία φτιάχνει ένα κοινωνικό πρόβλημα; ! Γιατί και πώς μια κοινωνία ορίζει ορισμένα φαινόμενα ή συμπεριφορές (και ποιές) σαν αποκλίνουσες; (Δηλαδή ποιά είναι η κανονική απόκλιση;) ! Πώς η κοινωνία καταφέρνει να λειτουργεί, σε τί στηρίζεται η κοινωνική οργάνωση και τάξη; (Δηλαδή όχι τόσο γιατί υπάρχει απόκλιση, αλλά κυρίως γιατί δεν υπάρχει, ή σε τί στηρίζεται η συμμόρφωση με αυτή την τάξη). ! Τί είναι η κανονικότητα; Πώς μπορεί να διακριθεί η κανονική από την αποκλίνουσα συμπεριφορά; ! Πώς μπορεί να εξηγηθεί η ανθρώπινη συμπεριφορά, και άρα και η συμπεριφορά που θεωρείται κανονική ή μη κανονική; Υπάρχει απόφαση, υπάρχει εξαναγκασμός, υπάρχει ευθύνη; Κοινωνικό και κοινωνιολογικό πρόβλημα Κοινωνικό είναι αυτό που μια κοινωνία ή μια ομάδα θεωρεί σαν πρόβλημα, δηλαδή σαν κάτι που πρέπει να λύσει, να επιδιορθώσει, να αλλάξει. Έτσι, για παράδειγμα, μιλάνε σήμερα για πρόβλημα ναρκωτικών, για πρόβλημα ανεργίας, πρόβλημα με τις εισαγωγικές εξετάσεις, πρόβλημα της εγκληματικότητας, κλπ. Ο κοινωνιολόγος όμως οφείλει πρώτα να ρωτήσει: Γιατί αυτό αποτελεί πρόβλημα; Τί εννοούν οι άνθρωποι όταν λένε πως είναι πρόβλημα; Πώς δημιουργείται, πώς γίνεται, πώς κατασκευάζεται το πρόβλημα; Τί είναι αυτό που βλέπουν οι άνθρωποι και το ορίζουν σαν πρόβλημα; Το κοινωνιολογικό πρόβλημα είναι επομένως, πρώτα, γιατί μια κοινωνία θεωρεί κάτι σαν πρόβλημα. Τα δύο αυτά προβλήματα δεν είναι αναγκαστικά τα ίδια, ούτε συμπίπτουν:

description

Εισαγωγή στην κοινωνιολογία. Κεφάλαιο 5, Απόκλιση

Transcript of Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

Page 1: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

ΑΠΟΚΛΙΣΗ�Είναι το νόημα της εμπειρίας μας και όχι η οντολογική δομή των αντικειμένων

που συγκροτεί την πραγματικότητα� <Alfred Shutz>.

Η έννοια της αποκλίνουσας συμπεριφοράς είναι καταρχήν απλή: Είναι ησυμπεριφορά που δεν ταιριάζει, που δεν είναι αυτή που πρέπει, που δεν είναι κανονική,αυτή που παραβαίνει τον κανόνα. Τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το έγκλημακαι η τρέλα. Αλλά στην ίδια αυτή κατηγορία μπορούν να ενταχθούν και περισσότερο ήλιγότερο εντυπωσιακά φαινόμενα, όπως παραβάσεις, ναρκωτικά, αυτοκτονία, όλα αυτάπου μπορεί να γεμίζουν τις κοινωνικές στήλες των εφημερίδων ή όλα αυτά πουσυμβαίνουν γύρω μας και θεωρούμε ότι είναι ανήθικα, άσχημα, άδικα, περιπετειώδη,ανατρεπτικά, κλπ.

Επειδή η κοινωνία μας συνήθως θεωρεί ότι η απόκλιση αποτελεί πρόβλημα(π.χ. το �πρόβλημα της εγκληματικότητας�, ή το �πρόβλημα των ναρκωτικών�) και επειδήθεωρεί ότι μπορεί να απευθυνθεί στους κοινωνικούς επιστήμονες για να βρει τί μπορείνα κάνει �για να το λύσει�, για αυτό είναι ορθό εδώ να γίνει ένας σαφής διαχωρισμός:Αυτό που αποτελεί �κοινωνικό πρόβλημα� για μια κοινωνία δεν αποτελεί και�κοινωνιολογικό πρόβλημα� για τους κοινωνιολόγους. Το κοινωνιολογικό πρόβλημα είναιαντίθετα:! Γιατί και πώς μια κοινωνία φτιάχνει ένα �κοινωνικό πρόβλημα�;! Γιατί και πώς μια κοινωνία ορίζει ορισμένα φαινόμενα ή συμπεριφορές (και ποιές)σαν �αποκλίνουσες�; (Δηλαδή ποιά είναι η �κανονική απόκλιση�;)! Πώς η κοινωνία καταφέρνει να λειτουργεί, σε τί στηρίζεται η κοινωνική οργάνωσηκαι τάξη; (Δηλαδή όχι τόσο γιατί υπάρχει απόκλιση, αλλά κυρίως γιατί δεν υπάρχει, ή σετί στηρίζεται η συμμόρφωση με αυτή την τάξη).! Τί είναι η �κανονικότητα�; Πώς μπορεί να διακριθεί η �κανονική� από την�αποκλίνουσα� συμπεριφορά;! Πώς μπορεί να εξηγηθεί η ανθρώπινη συμπεριφορά, και άρα και η συμπεριφοράπου θεωρείται �κανονική� ή �μη κανονική�; Υπάρχει απόφαση, υπάρχει εξαναγκασμός,υπάρχει ευθύνη;

�Κοινωνικό� και �κοινωνιολογικό� πρόβλημα

Κοινωνικό είναι αυτό που μια κοινωνία ή μια ομάδα θεωρεί σαν �πρόβλημα�,δηλαδή σαν κάτι που πρέπει να λύσει, να επιδιορθώσει, να αλλάξει. Έτσι, για παράδειγμα,μιλάνε σήμερα για �πρόβλημα ναρκωτικών�, για �πρόβλημα ανεργίας�, �πρόβλημα μετις εισαγωγικές εξετάσεις�, �πρόβλημα της εγκληματικότητας�, κλπ. Ο κοινωνιολόγοςόμως οφείλει πρώτα να ρωτήσει: Γιατί αυτό αποτελεί πρόβλημα; Τί εννοούν οι άνθρωποιόταν λένε πως είναι �πρόβλημα�; Πώς δημιουργείται, πώς γίνεται, πώς κατασκευάζεταιτο πρόβλημα; Τί είναι αυτό που βλέπουν οι άνθρωποι και το ορίζουν σαν �πρόβλημα�;

Το κοινωνιολογικό πρόβλημα είναι επομένως, πρώτα, γιατί μια κοινωνία θεωρείκάτι σαν πρόβλημα. Τα δύο αυτά �προβλήματα� δεν είναι αναγκαστικά τα ίδια, ούτεσυμπίπτουν:

Page 2: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 2 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

"Πρώτον, γιατί μπορεί το �κοινωνικό� πρόβλημα να μην παρουσιάζει κοινωνιολογικήδυσκολία για να μελετηθεί αλλά να παρουσιάζει �κοινωνική� δυσκολία (π.χ.αντιστάσεις) για να λυθεί (π.χ. δεν παρουσιάζει αναλυτική δυσκολία να εξηγηθεί το�κοινωνικό πρόβλημα� που προκαλεί μια επιχείρηση που κλείνει...).

"Δεύτερον, γιατί η υιοθέτηση μιας επιδιορθωτικής αντίληψης για τα �κοινωνικάπροβλήματα� μπορεί να είναι κοινωνιολογικά αποπροσανατολιστική: Γιατί αντί ναπροχωρεί σε μια αποσαφήνιση των αξιών, κανόνων, θεσμών, κλπ., που συγκροτούνμια κοινωνία τείνει αντίθετα να υποταχθεί σε αυτά (π.χ. κάποιος που θα αναλάβει να�κάνει κάτι με το πρόβλημα των ναρκωτικών� είναι δύσκολο να μην δει τα �ναρκωτικά�σαν �πρόβλημα�, δηλαδή κινδυνεύει να κλειστεί στο πλαίσιο της περιρρέουσας ηθικήςκαι των κοινωνικών της ορισμών).

"Τρίτον, γιατί και μέσα στην κοινωνία, ανάμεσα π.χ. σε κοινωνικές τάξεις, αυτό πουαποτελεί �πρόβλημα� για τον έναν μπορεί να μην αποτελεί �πρόβλημα� για τον άλλονή με την ίδια λέξη να εννοούν άλλα πράγματα.

Κοινωνική σχετικότητα της απόκλισης

Δεν υπάρχει συμπεριφορά που να είναι αποκλίνουσα από μόνη της. Η κάθεκοινωνία, η κάθε ομάδα ορίζει τις συμπεριφορές που θεωρεί σαν αποκλίνουσες, σαν μηεπιτρεπτές. Αυτό είναι ένα από τα πιο ακλόνητα πορίσματα της ιστορίας, της εθνολογίας,της κοινωνιολογίας, της ψυχολογίας.

Ο Σωκράτης, ή και ο Χριστός, ήταν εγκληματίες ή τρελοί για τις κοινωνίες πουζούσαν. Ίσως και ο Γαλιλαίος να ήταν σχιζοφρενής. Όμως αυτό που πίστευαν οι δικέςτους κοινωνίες, εμείς δεν το πιστεύουμε πια. Και όμως, οι συμπεριφορές τους είναιγνωστές και στους μεν και στους δε. Αυτό που αλλάζει είναι η ερμηνεία αυτών τωνσυμπεριφορών, είναι ο ορισμός που δίνουμε στην απόκλιση.

Ορισμένες συμπεριφορές που εμείς θεωρούμε σαν αποκλίνουσες, σε άλλεςκοινωνίες ίσως να θεωρούνταν κανονικές ή και να ρυθμίζονταν κοινωνικά." Γνωρίσαμε κοινωνίες κανιβαλικές ακόμα και τεκνοφάγες, και ας θεωρούμε εμείς

πως ο κανιβαλισμός είναι �αποτρόπαιος� και η �αγάπη προς τα παιδιά� είναι �φυσική�." Οι αρχαίοι Σπαρτιάτες φαίνεται πως δολοφονούσαν ορισμένα παιδιά και γενικώς οι

αρχαίοι Ελληνες δεν απέφευγαν τις ανθρωποθυσίες." Εμείς θεωρούμε την ανεργία σαν �πρόβλημα�, αλλά τον άνεργο τον ενισχύουμε με

επιδόματα ανεργίας. Στην αυγή του καπιταλισμού όμως, οι Αγγλοι βασιλιάδεςθεώρησαν την �οκνηρία� έγκλημα και έβαλαν την αστυνομία να κλείσει σε εργοστάσιαυποχρεωτικής εργασίας όσους δεν δούλευαν. Πράγμα που και αυτό ήταν αλλαγή,αφού κατά τους προηγούμενους αιώνες, στο Μεσαίωνα, ο χριστιανισμός θεωρούσετη ζητιανιά �χάρη�.

" Εμείς θεωρούμε σαν αποκλίνοντα το ναρκομανή και σαν τρελό τον εκστασιασμένο,αλλά φαίνεται πως η Πυθία ναρκωνόταν με διάφορες ουσίες και η απάντησή της δενεθεωρείτο σχιζοφρενής (ίσα-ίσα), και πάντως οι περισσότερες γνωστές κοινωνίεςκάνουν μεγάλη χρήση διάφορων ναρκωτικών ουσιών χωρίς να θεωρείται απόκλιση

Page 3: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 3 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

η χρήση αυτή και ο τρελός σε πολλές κοινωνίες χαίρει μεγάλης εκτίμησης." Εμείς θεωρούμε τουλάχιστον ντροπή μια γυναίκα να παντρευτεί τον αδελφό του

πεθαμένου συζύγου της, αλλά σε πολλές κοινωνίες θα ήταν ντροπή να μην το κάνει." Εμείς θεωρούμε �μοιχεία� τις σεξουαλικές σχέσεις έξω από το αντρόγυνο, αλλά σε

άλλες κοινωνίες δεν αποτελεί απόκλιση και σε μερικές μπορεί να αποτελεί καιυποχρέωση. Το ίδιο και η πολυγαμία (και στις δύο της μορφές, πολυγυνία καιπολυανδρία). Η ποικιλία άλλωστε των σεξουαλικών πρακτικών ανάμεσα σε κοινωνίεςείναι αρκετά εντυπωσιακή (εμείς θα αποτρέψουμε τα παιδιά μας από το νααυνανιστούν, αλλά οι Τρομπριαντέζοι θα τα προτρέψουν).

" Εμείς θεωρούμε προσβολή του ατόμου και της ιδιοκτησίας του την κλοπή, αλλά σεάλλες κοινωνίες δεν υπάρχει καν ιδιοκτησία.

" Στην Ευρώπη είναι τουλάχιστον παράβαση να κυκλοφορεί ένας(μία) πολίτης μεόπλο χωρίς άδεια (αν και όχι παντού), αλλά στην Αμερική είναι συνταγματικάκατοχυρωμένο δικαίωμά του(της) (και στην Κρήτη ίσως εθιμικά κατοχυρωμένο).

Η ίδια αυτή ποικιλία στον ορισμό του τί αποτελεί απόκλιση και τί όχι βρίσκεται καιστο εσωτερικό της κοινωνίας μας, π.χ. ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις ή στρώματα.Αυτό που αποτελεί απόκλιση για τους μεν αποτελεί κοινή πρακτική για τους δε. Αν εγώ,σαν καθηγητής, φορέσω ένα σκουλαρίκι στο αυτί, όλοι θα συμφωνήσουν ότι τουλάχιστον�κάτι δεν πάει καλά�, αλλά αν εγώ αρνηθώ να το φορέσω, ενώ είμαι σε μια παρέα όπουόλοι φορούν, τότε επίσης �αποκλίνω�, και θα υποστώ τις συνέπειες. Αν εγώ δολοφονήσωκάποιον, ασφαλώς για τους περισσότερους είμαι αποτρόπαιος εγκληματίας, αλλά γιατη συμμορία στην οποία ανήκω ίσα-ίσα είναι ο τρόπος με τον οποίο δείχνω πως και εγώείμαι �σκληρό καρύδι� και όχι �λαπάς�.

Η απόκλιση είναι θέμα ερμηνείας, όχι πράξης

Όχι μόνο οι πράξεις που θεωρούνται �αποκλίνουσες� ποικίλουν από κοινωνία σεκοινωνία, αλλά και η ίδια πράξη στην ίδια κοινωνία δεν είναι από μόνη της �αποκλίνουσα�.Μια πράξη γίνεται αποκλίνουσα μόνο αν την ορίσουν και οι άλλοι σαν τέτοια. Η ίδιαπράξη είναι αποκλίνουσα ή δεν είναι αποκλίνουσα ανάλογα με το πώς θα οριστεί κάθεφορά σε ποιό δηλαδή ερμηνευτικό πλαίσιο θα ενταχθεί:

Το να μην χαιρετήσω κάποιον μπορεί να είναι αγένεια, αλλά μπορεί και να μηνείναι ούτε να θεωρηθεί σαν τέτοια αν υπάρχει έτοιμη μια άλλη ερμηνεία (ότι π.χ. έχωτσακωθεί μαζί του και του κρατάω μούτρα)." Αν μονολογώ στο δρόμο, θα θεωρηθώ λίγο �βαρεμένος� αν όχι �τρελός�, ιδιαίτερα

αν φωνάζω, αλλά αν μονολογώ σπίτι μου χωρίς να με ακούει κανείς ή αν μονολογώεπάνω σε σκηνή όπου θα με ακούν εκατοντάδες, τότε είναι άλλη υπόθεση...

" Αν εγώ δολοφονήσω κάποιον γενικά θεωρούμαι σαν αποτρόπαιος εγκληματίας.Αλλά αν είμαι στρατιώτης στον πόλεμο η �δολοφονία� μετατρέπεται σε �ηρωισμό�.

" Αν με απειλή πάρω από κάποιον τα λεφτά του, γενικά θα θεωρηθώ �ληστής�, αλλάκανείς δεν θα σκεφτεί να με χαρακτηρίσει έτσι αν είμαι εφοριακός του υπουργείουΟικονομικών.

Page 4: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 4 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

" Αν βουτήξω κάτι από το σούπερ-μάρκετ και φύγω χωρίς να πληρώσω, τότε θα μεπούνε �κλέφτη�, αλλά αν είμαι τριών χρονών παιδί κανείς δεν θα σκεφτεί να μεχαρακτηρίσει έτσι, όπως και κανείς δεν θα σκεφτεί να με χαρακτηρίσει έτσι αν δενξέρει ότι έκλεψα.

" Αν εγώ καπνίζω συστηματικά χασίσι, τότε είμαι τοξικομανής, αλλά κανείς δεν θασκεφτεί να με χαρακτηρίσει έτσι αν είμαι �απλώς� εθισμένος στο να καπνίζω τρίαπακέτα τσιγάρα την ημέρα, να μην μπορώ να ξυπνήσω το πρωί χωρίς καφέ και ναμην μπορώ να κοιμηθώ το βράδι χωρίς υπνωτικό.

" Το ίδιο �αποτρόπαιος βιαστής� είμαι όταν βιάζω μια κοπέλα, αλλά όχι και όταν ηκοπέλα αυτή είναι �γυναίκα μου�.

" Είμαι �άρρωστος ηδονοβλεψίας� όταν κοιτάζω με κιάλια τα απέναντι σπίτια, αλλάόχι και όταν πληρώνω τη βιντεοκασέτα μου.

" Και ασφαλώς καταπατάω τα ανθρώπινα δικαιώματα αν υποκλέπτω τηλεφωνικέςσυνομιλίες, αλλά επιτελώ �εθνικό έργο� αν είμαι υπάλληλος της ΚΥΠ και ο στόχοςμου είναι διάφοροι �ύποπτοι� για �τρομοκρατία� ή για �κατασκοπία�.

Επομένως: Παρόλο που γενικά ξέρουμε να ορίσουμε και να ξεχωρίσουμε μιααποκλίνουσα συμπεριφορά, μια απλή παράβαση, ένα έγκλημα, μια τρέλα, ωστόσο τοζήτημα είναι πιο περίπλοκο απ�ό,τι συνήθως το παρουσιάζουμε, γιατί δεν είναι η ίδια ηπράξη στη φυσική της εκτύλιξη που μας κάνει να την χαρακτηρίσουμε έτσι όταν τηνδούμε. Δεν αναγνωρίζουμε μια αποκλίνουσα συμπεριφορά όπως αναγνωρίζουμε έναφυσικό φαινόμενο. Για να την αναγνωρίσουμε σαν αποκλίνουσα πρέπει πρώτα να τηνερμηνεύσουμε σαν τέτοια. Αν δούμε κάποιον να πυροβολεί κάποιον άλλον στο δρόμοκαι να τον σκοτώνει, αυτό δεν αρκεί για να πούμε �νά ένας εγκληματίας� ή �νά έναέγκλημα�, ακόμα και αν πιστεύουμε βαθιά πως η �δολοφονία είναι κακό πράγμα�. Γιατί,παρά τη �βαθιά μας πίστη�, μπορεί να δώσουμε μια τελείως διαφορετική ερμηνεία αν,π.χ., βρισκόμαστε στο κέντρο του Σεράγεβο ή αν τη δούμε σαν �νόμιμη άμυνα ενόςαστυνομικού απέναντι σε έναν κακοποιό� ή αν μάθουμε ότι είναι μια σκηνή από το γύρισμαενός έργου.

Η αστυνομία, τα δικαστήρια, οι ψυχίατροι, τα πειθαρχικά συμβούλια, η παρέαπου προσπαθεί να λύσει μια �παρεξήγηση� ανάμεσα στα μέλη της, έχουν νααντιμετωπίσουν αυτήν ακριβώς τη διάσταση του θέματος: Ενώ υποτίθεται ότι η απόκλισηείναι κάτι ορατό και καλά ορισμένο, στην πράξη πρέπει να περάσουν από μια σειράαπό διαδικασίες για να την �αναγνωρίσουν� σαν τέτοια, να την ονομάσουν, να την ορίσουν,να την εντοπίσουν (πράγμα ουδόλως εύκολο και καθόλου προφανές ή αναμφίβολο).

Η επιλογή του αποκλίνοντα

Η ιδέα που επικρατεί είναι ότι η απόκλιση είναι δουλειά του αποκλίνοντα. Δηλαδήότι υπάρχουν άτομα που έχουν �ροπή� προς την απόκλιση. Έτσι, υπάρχουν �εγκληματίες�που, επειδή είναι εγκληματίες, διαπράττουν εγκλήματα, υπάρχουν �τρελοί�, που επειδήείναι τρελοί, κάνουν τρέλες. Κάτω από αυτή τη λογική φιάχτηκε και η εγκληματολογία,για να εξετάσει τους εγκληματίες, και η ψυχιατρική, για να εξετάσει τους τρελούς. Τοσχέδιο ήταν να τους εξετάσουν �επιστημονικά�, σε αντίθεση με την ώς τότε ιδέα ότι ηαπόκλιση είναι θέμα θεϊκό (ο τρελός ήταν ή προφήτης ή υποχείριο του σατανά, ιδιαίτερα

Page 5: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 5 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

στην εποχή των μαγισσών, γιατί φαίνεται πως στην μεσαιωνική κοινωνία, ο τρελός ήταναρκετά αποδεκτός και όχι τόσο αποκλίνων).

Η ιδέα όμως ότι η �εγκληματικότητα� και η �τρέλα� είναι πράγματα που πηγάζουναπό το εσωτερικό του ατόμου (είτε σε βιολογική είτε σε ψυχολογική έκδοση) είναι μιαιδέα που δεν φαίνεται να άντεξε πολύ στην επιστημονική διερεύνηση, έστω και αν αποτελείμια προφανή ιδέα για την κοινωνία μας. Εγκληματολόγοι και ψυχίατροι βάλθηκαν νακάνουν κοινωνιολογία.

[Οι πρώτοι εγκληματολόγοι -π.χ. Λομπρόσο- θεώρησαν ότι ο �εγκληματίας� διαφέρει�φυσιολογικά� από τον �κανονικό�. Αυτή είναι μια ιδέα που παρόλο που έχει εγκαταλειφθεί απότην εγκληματολογία, ωστόσο ανήκει στη σφαίρα του κοινού νου και δεν έχει εγκαταλειφθεί καιπλήρως από τους �ειδικούς�. Για την τρέλα, το �φυσιολογικό� μοντέλο -από τον Κρέπελιν και μετά-έχει πιο μεγάλη αντοχή, έως και σήμερα. Η μεταχείριση του ψυχασθενούς σαν αντικείμενο, ηιατρικοποίηση της ψυχιατρικής, η πραγματική δυσκολία διάκρισης στη διάγνωση με βάσησυμπτώματα που μπορεί να προέλθουν και από βλάβη του κεντρικού νευρικού συστήματος -απόιό, όγκο, τραύμα, κλπ.-, εξακολουθούν να προσφέρουν στην ψυχιατρική την πρόφαση μιαςυποθετικής βιολογικής-χημικής-αιτιολογίας που μένει να εντοπιστεί: Εξού και η συχνή αντιμετώπισητου τρελού σαν �άρρωστου� με χημικές (φάρμακα) και φυσικές (ηλεκτροσόκ, λοβοτομή) �θεραπείες�.]

Το ψυχολογικό μοντέλο αποτέλεσε μια αμβλυμένη εκδοχή του βιολογικού. Αντίνα αναζητείται μια βιολογικο-χημική βάση, η έρευνα γίνεται προς τη συγκρότηση τηςπροσωπικότητας (πάντα του ατόμου).

Εγκληματίας

Για την εγκληματολογία, αυτό πάνω-κάτω σήμαινε τη μετατροπή του εγκληματίασε ψυχασθενή, αλλά το πρόβλημα είναι ότι καμμία τέτοια διαφορά δεν μπόρεσε ναεντοπιστεί ανάμεσα στον �εγκληματία� και στον �κανονικό�, εκτός από το ίδιο το �έγκλημα�που ο ένας κάνει και ο άλλος δεν κάνει και τις επιπτώσεις του. Από αυτή την άποψη,όμως:

! Όλοι μας διαπράττουμε �εγκλήματα� (ή είμαστε έτοιμοι να τα διαπράξουμε) σε κάποιαστιγμή της ζωής μας. Δηλαδή δεν φαίνεται να υπάρχει διαφορά στις ψυχολογικέςδιαδικασίες με τις οποίες κάποιος διαπράττει ή δεν διαπράττει έγκλημα.

[Ο Μέρτον αναφέρεται �σε μία έρευνα όπου πήραν μέρος 1.700 άτομα περίπου της μεσαίαςανώτερης τάξης�, απ�όπου �συμπεραίνεται ότι το ρεκόρ του εγκλήματος το έχουν κατά πολύκατακτήσει οι πιο �σεβάσμιοι� πολίτες: Το 99% όσων ερωτήθηκαν παραδέχτηκαν ότι έχουν διαπράξειτουλάχιστον ένα από τα 49 παραπτώματα που προβλέπει ο ποινικός κώδικας της Πολιτείας τηςΝέας Υόρκης και που το καθένα τους θεωρείται αρκετά σοβαρό για να οδηγήσει σε ποινή ενόςέτους φυλάκισης. Ο μέσος αριθμός των παραπτωμάτων που διαπράττονται σε ενήλικη ηλικία (δηλαδήαφαιρώντας αυτά που έχουν διαπραχθεί πριν από την ηλικία των 16 ετών) ήταν 18 για τους άνδρεςκαι 11 για τις γυναίκες. Το 64% των ανδρών και το 29% των γυναικών παραδέχονται την ενοχήτους για τουλάχιστον ένα παράπτωμα που σύμφωνα με τη νομοθεσία της Νέας Υόρκης μπορεί ναοδηγήσει σε πλήρη αφαίρεση των πολιτικών δικαιωμάτων�.]

! Η μελέτη των �εγκληματιών� είναι πολύ προβληματική (μη αντιπροσωπευτική) γιατίυπάρχει αυτό που ονομάζεται �σκοτεινός αριθμός εγκληματικότητας�: Αν υποθέσουμεπως �γίνονται εγκλήματα� -όπως συνήθως το υποθέτουμε-, δεν είμαστε σε θέση ναξέρουμε ούτε πόσα ούτε ποιά είναι αυτά, εκτός από ένα πολύ μικρό τμήμα τους πουέρχεται στην επιφάνεια, που γίνεται γνωστό. Το ίδιο συμβαίνει και με τους �εγκληματίες�,

Page 6: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 6 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

δηλαδή με τα εγκλήματα που �διαλευκάνονται�. Αλλά τότε οι δύο αυτές πλευρές σημαίνουνπως αυτοί που μελετάμε σαν �εγκληματίες� είναι εγκληματίες που έχουν ήδη περάσειμια τεράστια επιλογή.

[Ορισμένα εγκλήματα, όπως τα λεγόμενα �οικονομικά� εγκλήματα, έχουν το χαρακτηριστικόότι είναι πρακτικά ατιμώρητα, δεν μπορούν να εντοπιστούν, όπως π.χ. η �φοροδιαφυγή�. Επιπλέον,τα εγκλήματα γνωρίζουν ταξικές διαφοροποιήσεις, το ίδιο και ο εντοπισμός τους, καθώς και οεντοπισμός του εγκληματία. Δεν υπάρχει, επομένως, καμία �αντιπροσωπευτικότητα�.]

! Η ιδέα της ιστορίας (ατομικής βιογραφίας) σαν μιας πραγματικότητας που έχει ήδηγίνει και δεν αλλάζει και που σαν τέτοια μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να ερμηνεύσει τησημερινή συμπεριφορά είναι αμφισβητήσιμη. Η ιστορία είναι πάντα αντικείμενο ερμηνείαςκαι άρα και επανερμηνείας:

�Ένας νεαρός από καλή οικογένεια, με καλή επαγγελματική κατάσταση που μένει σε μιακαλή συνοικία, αρχίζει να παίρνει κοκαϊνη τα Σαββατοκύριακα. Μια μέρα, συλλαμβάνεται καιπαραπέμπεται σε δίκη. Οι τίτλοι του δεν είχαν κατασκευαστεί για να κρύψει το ότι παίρνει ναρκωτικά:Τα χαρακτηριστικά του, για τα οποία μπορεί να περηφανευτεί, υπήρχαν πολύ πριν επιδοθεί σταναρκωτικά και αποτελούσαν τότε στα μάτια όλων πειστικές ενδείξεις για την προσωπικότητά του,ένα είδος εγγύησης για το τί μπορούσε να ειπωθεί για αυτόν. Και όμως, κατά τη διάρκεια της δίκης,θα έχει την εντύπωση -και δεν θα έχει άδικο- ότι οι σεβαστές αυτές ενδείξεις δεν είναι για τουςδικαστές παρά μια σειρά από υποκρισίες, από παραπλανήσεις, από ψεύτικες εκδηλώσεις, ότι είναιασυμβίβαστες με αυτό για το οποίο κατηγορείται, με την αληθινή του προσωπικότητα, αυτήν πουτην έκρυβε από την αρχή. Χωρίς να υπολογίσουμε ότι και ο ίδιος ο κατηγορούμενος μπορεί νασυμβάλει σε αυτή την εντύπωση. Η σύλληψή του τον έχει ίσως θέσει σε μια κατάσταση σύγχυσηςτέτοια που δεν μπορεί πλέον να διατηρήσει την παρουσίαση του εαυτού του που τον χαρακτήριζεπροηγουμένως. Μια συμπεριφορά που μοιάζει ψεύτικη δεν είναι αναγκαστικά τεχνητή: Αυτό πουτην καθιστά ψεύτικη είναι μάλλον οι προϋποθέσεις μας για την ταυτότητα των ατόμων και για τονόημα που δίνουμε σε μία σύλληψη. Και αυτές οι προϋποθέσεις είναι εν μέρει αυτές που καθιστούντο παρελθόν μας τόσο εύθραυστο στις αυθαίρετες επιλογές και που μας εκθέτει στον κίνδυνο ναπεράσουμε για τσαρλατάνοι�. <Erving Goffman>. Οι �προϋποθέσεις� μας όμως δεν είναι �πράγματα�που υπάρχουν αναλλοίωτα, είναι κατασκευές που χρησιμοποιούμε �τώρα� για να �δούμε� τοπαρελθόν.

Πράγμα που σημαίνει ότι η ψυχολογική ανακατασκευή του ανθρώπου πουχαρακτηρίζεται σαν �εγκληματίας� δεν μπορεί να εντοπίσει �αιτίες� της εγκληματικότητας.Η βιογραφία του και η σημερινή του ύπαρξη, προσωπικά χαρακτηριστικά του ή κοινωνικοίτου δεσμοί, �διαφωτίζονται� δηλαδή ξανα-κατασκευάζονται τώρα, όταν έχει πλέον �γίνει��εγκληματίας�. Η ιστορία δεν είναι μια �αντικειμενική � διήγηση του παρελθόντος, είναισημερινή κατασκευή του παρελθόντος με τα τωρινά μας μάτια.

Τρελός

[Η διαφορά ανάμεσα σε �τρελό� και �εγκληματία� είναι ότι, για την ίδια πράξη, -π.χ. μιαδολοφονία- ο πρώτος θεωρείται ότι έχει χάσει τα �λογικά� του, δεν ακολουθεί ορθολογικά πρότυπασυμπεριφοράς, πράγμα που δεν σημαίνει πως έχει χάσει την ηθική του υπόσταση, ενώ ο δεύτεροςθεωρείται ότι συμπεριφέρεται απολύτως λογικά, ορθολογικά, θέτοντας στόχους και χρησιμοποιώνταςτα κατάλληλα μέσα, παρόλο που έχει χάσει την ηθικότητά του. Η διαφορά, βέβαια, στην πράξη δενείναι καθόλου προφανής, εξού και οι δυσκολίες των δικαστηρίων να αποφασίσουν, εξού και ηαναγωγή σε πραγματικότητες που δεν έχουν σχέση με τη συγκεκριμένη απόκλιση -από π.χ.ψυχίατρους- για να εντοπιστεί η �λογική� της απόκλισης. Μια τέτοια αναζήτηση της λογικής μπορείνα χρειαστεί να πάει πολύ μακρυά, όπως το δείχνει η εξής απόφαση δικαστηρίου: Το ερώτημαήταν: �Εάν κάποιος, που� γενικά δεν είναι τρελός, αλλά προσωρινά �βρίσκεται κάτω από μιααρρωστημένη τύφλωση μπροστά στα γεγονότα, διαπράξει ένα αδίκημα, μπορεί να συγχωρεθεί;�Και η απάντηση (που έδωσε ένα βρετανικό δικαστήριο το 1843): �Το ερώτημα αυτό μπορεί νααπαντηθεί μόνο σε συνάρτηση με τη φύση της τύφλωσης. Αλλά, ακολουθώντας την αρχή ότι η

Page 7: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 7 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

τύφλωση αυτή είναι μόνο μερική και δεν αφορά όλες τις πλευρές της προσωπικότητας, πρέπει νακάνουμε σαν τα γεγονότα να ήταν πραγματικά. Για παράδειγμα, εάν, κάτω από την επήρεια μιαςφαντασίωσης, το άτομο υποθέτει πως κάποιος προσπαθεί να του αφαιρέσει τη ζωή και έτσι διαπράξειφόνο, κατά κάποιον τρόπο σε θέση νόμιμης άμυνας, τότε πρέπει να αθωωθεί. Αντίθετα, εάν φαντάζεταιότι τον έπληξαν ηθικά ή υλικά και έτσι σκοτώσει για να εκδικηθεί, τότε πρέπει να καταδικαστεί�<Erving Goffman>.]

Από την άλλη μεριά, το ψυχολογικό μοντέλο μοιάζει να έχει μεγαλύτερη εμβέλειασε σχέση με τον τρελό. Από τον Φρόυντ και μετά, το �προβληματικό� άτομο τείνει ναθεωρηθεί υποκείμενο όπως και οι άλλοι και όχι απλώς αντικείμενο -που έχει καταληφθείαπό δαίμονα ή από αρρώστεια. Αυτό σημαίνει ότι �τρελός� και �κανονικός� δεν έχουν καιμεγάλη διαφορά:! Οι ψυχολογικές διαδικασίες με τις οποίες γίνεται κανείς �τρελός� είναι οι ίδιες μεαυτές που διαμορφώνεται και ο �κανονικός�.! Ο τρελός δεν είναι τόσο τρελός: Η συμπεριφορά του είναι εξίσου λογική όσο είναικαι του κανονικού, έστω και αν η λογική αυτή μπορεί να παίρνει ιδιαίτερους δρόμους(που για τους άλλους μπορεί να μοιάζουν παράλογοι). Η συμπεριφορά του τρελού είναιμια συμπεριφορά που επιλέγεται υποκειμενικά από το ίδιο το άτομο και για λόγους πουείναι πραγματικοί και λογικοί, έστω και αν μπορεί να είναι ή όχι υποσυνείδητοι, όπωςακριβώς συμβαίνει και με τους �κανονικούς�.! Η τρελή συμπεριφορά έχει νόημα για τον ίδιο και για τους άλλους όπως ακριβώς καιτου κανονικού. Όχι μόνο δεν είναι έρμαιο μιας ακατανόητης αρρώστειας ή ενός δαίμονα,αλλά η ίδια η συμπεριφορά του δείχνει ότι μιλάει την ίδια γλώσσα, ότι ανήκει πλήρωςστην ίδια κοινωνία, έστω και αν αυτό που λέει δεν είναι αυτό που οι άλλοι θέλουν ναακούσουν.

[Ένας βαθύς γνώστης των ψυχιατρικών ασύλων (ο Γκόφμαν) γράφει: �Σε ορισμένεςυπηρεσίες των ψυχιατρείων, η τελετουργική βεβήλωση του άλλου είναι ένα συνεχές φαινόμενο.Συχνά ένας άρρωστος προσβάλλει ένα μέλος του προσωπικού ή έναν άλλο άρρωστο φτύνοντάςτον στο πρόσωπο, χτυπώντας τον, πετώντας του τα απορρίμματά του, σκίζοντάς του τα ρούχα,κάνοντάς τον να πέσει από την καρέκλα, αρπάζοντας την τροφή από τα χέρια του, ουρλιάζονταςκάτω από τη μύτη του, προσβάλλοντάς τον σεξουαλικά, κλπ. [...]. Ακόμα και αν τέτοιες βεβηλώσειςείναι, στα μάτια αυτών που τις κάνουν, αποτέλεσμα μιας τυφλής ώθησης ή αν έχουν κάποιο ιδιαίτεροσυμβολικό νόημα, από την άποψη της κοινωνίας γενικά και από την άποψη του τελετουργικού τηςιδιώματος, δεν πρόκειται καθόλου για απερίσκεπτες παραβάσεις. Αντίθετα, ισοδυναμούν μευπολογισμένες πράξεις που έχουν στόχο να επικοινωνήσουν την έκφραση μιας πλήρουςπεριφρόνησης μέσα από συμβολικές διαδικασίες. Ό,τι και να συμβαίνει μέσα του, ο άρρωστος πουπετάει τα απορρίμματά του σε έναν επιβλέποντα χρησιμοποιεί το δικό μας τελετουργικό ιδίωμα καιμε τρόπο που, από τη σκοπιά του, είναι εξίσου εκλεπτισμένος όσο θα ήταν και μια υπόκλιση μετρομερή χάρη και μελωδικότητα. Είτε το ξέρει είτε όχι, μιλάει την ίδια τελετουργική γλώσσα με τουςφύλακές του. Απλώς λέει αυτό που δεν θέλουν αυτοί να ακούσουν. Είναι άλλωστε σίγουρο ότι μιασυμπεριφορά που δεν έχει τελετουργική σημασία στην καθημερινή τελετουργική γλώσσα τουπροσωπικού δεν θα ειδωθεί σαν τέτοια από αυτό�.]

Αν όμως εγκληματίας, τρελός και κανονικός είναι όλοι το ίδιο πράγμα, δενδιαφέρουν σαν άτομα, μέσα τους, τότε γιατί ορισμένοι να γίνονται εγκληματίες και τρελοίκαι άλλοι όχι; Το ερώτημα που έτσι συνήθως τίθεται είναι οι κοινωνικές συνθήκες ήπροϋποθέσεις που μπορούν να γεννήσουν �τρελούς� και �εγκληματίες�. Αυτή ή έρευναονομάζεται αναζήτηση της �αιτιολογίας της απόκλισης� και είναι η μία από τις πλευρέςτης κοινωνιολογίας της απόκλισης (οι άλλες είναι η αντίδραση στην απόκλιση και η�λειτουργικότητά� της).

Page 8: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 8 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

Η απόκλιση σαν προϊόν κοινωνικής απορρύθμισης

(Ντυρκάιμ και Μέρτον)

Ο Ντυρκάιμ είναι αυτός που έθεσε με τη μεγαλύτερη ίσως σαφήνεια την αρχή ότιη απόκλιση γενικά, και το έγκλημα ειδικότερα, όχι μόνο δεν αποτελούν παθολογικάφαινόμενα, �προβλήματα�, αλλά και ότι είναι απολύτως φυσιολογικά, κανονικά, αναγκαίακαι χρήσιμα. �Δεν υπάρχει φαινόμενο που να παρουσιάζει με μεγαλύτερη σαφήνεια όλατα συμπτώματα της κανονικότητας� από το �έγκλημα�. Πράγμα που σημαίνει όχι μόνο�ότι είναι ένα αναπόφευκτο φαινόμενο� και �αναγκαίο� αλλά και ότι είναι �χρήσιμο�,�ένας παράγοντας δημόσιας υγείας, αναπόσπαστο τμήμα κάθε υγειούς κοινωνίας�. Τοίδιο άλλωστε και �ο εγκληματίας, αντίθετα από τις τρέχουσες ιδέες, δεν μοιάζει σαν έναάτομο ριζικά α-κοινωνικό, σαν ένα είδος παρασιτικού στοιχείου, ξένου και αναφομοίωτουσώματος, που μπαίνει μέσα στην κοινωνία. Είναι ένας τακτικός φορέας της κοινωνικήςζωής�. Και, καθώς �το έγκλημα δεν έχει τίποτα το αρρωστημένο, για αυτό και η ποινή δενμπορεί να έχει σα στόχο να το γιατρέψει. Η αληθινή της λειτουργία βρίσκεται αλλού�, στο�να χαρακτηρίσει ορισμένες διαφορές σαν εγκληματικές�, �αφού αυτό που του αποδίδειτον χαρακτήρα αυτόν, δεν είναι η εσώτερή τους σημασία, αλλά η σημασία που τουςπροσδίδει η κοινή συνείδηση�.

Παρά τις αρχές αυτές, ο Ντυρκάιμ φαίνεται ότι έμεινε σε μία άποψη σύμφωνα μετην οποία υπάρχει, ωστόσο, μια εγκληματικότητα που μπορεί να είναι αρρωστημένη, ανξεπεράσει ορισμένα όρια.

[Η κανονικότητα άλλωστε του Ντυρκάιμ πηγάζει από μια στατιστική: �Φανταστείτε μιακοινωνία αγίων, ένα υποδειγματικό και τέλειο μοναστήρι. Τα ίδια τα εγκλήματα θα είναι άγνωσταεκεί. Αλλά τα λάθη που μοιάζουν άνευ σημασίας στον κοινό θνητό θα προκαλούν εκεί το ίδιο σκάνδαλοπου προκαλεί και το συνηθισμένο έγκλημα στις κοινές συνειδήσεις�. Έτσι, �αυτό που είναι κανονικό,είναι απλώς ότι υπάρχει εγκληματικότητα, φτάνει να μην ξεπεράσει, για κάθε κοινωνικό τύπο, έναορισμένο επίπεδο που δεν είναι αδύνατον να καθοριστεί�.]

Και παρόλο που θεωρεί ότι σε ορισμένες περιπτώσεις (όπως του Σωκράτη) τοέγκλημα �αφήνει ανοιχτό το δρόμο� και μάλιστα �προετοιμάζει άμεσα τις αναγκαίεςεξελίξεις�, ωστόσο κηρύσσει την ανάγκη �να μισούμε το έγκλημα� και προτρέπει τονπολιτικό �όχι να σπρώχνει βίαια τις κοινωνίες προς κάποιο ιδεώδες που του φαίνεταιελκυστικό, αλλά να αναλάβει το ρόλο του γιατρού: Να προβλέπει την εκδήλωση τηςαρρώστειας μέσα από μια καλή υγιεινή και, όταν εκδηλωθεί η αρρώστεια, να προσπαθήσεινα τη γιατρέψει�.

Η ιδέα του Ντυρκάιμ (και όχι μόνο) ότι η κοινωνία είναι κάτι σαν οργανισμός πουγενικά λειτουργεί καλά, αλλά μπορεί και να αρρωστήσει, είναι αυτή που τον έκανε ναφτιάξει έναν νέο όρο, την �ανομία�. Η ανομία στον Ντυρκάιμ δεν είναι μια πολύ καλάορισμένη ιδέα: Γενικά δίνει έμφαση στην κατάσταση μιας κοινωνίας όπου οι άνθρωποιδεν έχουν πολύ σαφείς προσανατολισμούς, είτε γιατί δεν είναι καλά διατυπωμένοι οικανόνες, είτε γιατί είναι αντιφατικοί. Έτσι, στη θεωρία του για την αυτοκτονία, θεωρεί ότιη αυτοκτονία γενικά (που είναι μία απόκλιση, αν όχι έγκλημα) δεν είναι παθολογικόφαινόμενο, αλλά ότι μερικές φορές μπορεί και να είναι: Είναι ακριβώς η περίπτωση της�ανομικής αυτοκτονίας�: Τα άτομα αυτοκτονούν επειδή η κοινωνία τους δημιουργείψεύτικες ελπίδες. Ετσι, η αιτιολογία της απόκλισης είναι κοινωνική.

Page 9: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 9 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

Η ανομία σαν υπεύθυνη της απόκλισης αναλύθηκε περαιτέρω από τον Μέρτον,ο οποίος, με μεγαλύτερη σαφήνεια από τον Ντυρκάιμ, απορρίπτει τη θεωρία της �κακήςκοινωνικοποίησης� (του ότι δηλαδή ο αποκλίνων δεν έχει μάθει καλά τις αξίες, τουςκανόνες, την �κουλτούρα� της κοινωνίας). Σε αντίθεση με τις θεωρίες �που έτειναν νααποδώσουν την κακή λειτουργία των κοινωνικών δομών στην ανεπάρκεια του κοινωνικούελέγχου έναντι των βιολογικών ενστίκτων�, χαράζει σαν πρόγραμμα το �να μάθουμε γιατους τρόπους με τους οποίους οι κοινωνικές δομές καθιστούν την παράβαση τωνκοινωνικών κωδίκων σαν κανονική (δηλαδή αναμενόμενη) συμπεριφορά από την πλευράτων ατόμων�.

Για να διευκρινίσει την κατάσταση �ανομίας�, ο Μέρτον ξεκινάει από ένα (κλασικόγια τη λειτουργιστική σχολή) διαχωρισμό ανάμεσα σε �στόχους� και �μέσα� (που είναι ηατομική μετάφραση του διαχωρισμού ανάμεσα σε �αξίες� και �κανόνες�) και τονίζει ότι,ανάλογα με την κοινωνία, δεν είναι σίγουρο πως πάντα οι στόχοι και τα μέσασυμπληρώνονται, συμβαδίζουν ή δεν αντιφάσκουν. Για παράδειγμα, �παρόλο που ηιδεολογία μας για ανοιχτές τάξεις και για κοινωνική κινητικότητα συνεχίζει να το αρνιέται,για αυτούς που βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο της κοινωνικής δομής, ο πολιτισμόςμας τους επιβάλλει αντιφατικές απαιτήσεις. Από τη μια μεριά τους ζητάμε ναπροσανατολίσουν τη συμπεριφορά τους προς τον πλούτο και από την άλλη τουςαρνούμαστε τα νόμιμα μέσα. Το αποτέλεσμα είναι μια υψηλή αναλογία αποκλινουσώνσυμπεριφορών. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Αλ Καπόνε αντιπροσωπεύει τον θρίαμβο τηςανήθικης ευφυίας απέναντι στις αποτυχίες της ηθικής συμπεριφοράς�.

Ο Μέρτον σχηματοποιεί την απόκλιση ανάμεσα σε στόχους και σε μέσα σε πέντετύπους ατομικής προσαρμογής σε αυτήν:

Στόχοι ΜέσαΚονφορμισμός + +

Ανακαίνιση + - �+� : ΑποδοχήΤελετουργία - + �-� : Άρνηση

Φυγή - -Εξέγερση +- +-

Ο κονφορμισμός είναι η στάση που υποτίθεται πως υιοθετούμε σε μια κοινωνίαπου είναι η ίδια συνεκτική σε αυτά που μας προσφέρει σαν στόχους και σαν μέσα: Δενέχουμε λόγο να μην τα ακολουθήσουμε (είναι το όνειρο μιας λειτουργικής κοινωνίας).

Η ανακαίνιση πηγάζει από μια υπέρμετρη σημασία των στόχων έναντι τωνδιαθέσιμων μέσων. Είναι κατά τον Μέρτον το κατεξοχήν πρόβλημα της αμερικάνικηςκοινωνίας και ταυτόχρονα η κυρίως στάση που υιοθετούν οι εγκληματίες, αλλά και οιεπιχειρηματίες, κλπ.

Η τελετουργία είναι μια προσωπική εγκατάλειψη των στόχων έναντι μιας λατρείαςτων μέσων: Είναι η χαρακτηριστική συμπεριφορά του γραφειοκράτη, αλλά και τουηθικολόγου.

Η φυγή είναι η απόρριψη στόχων και μέσων, χωρίς αναγκαστικά την αμφισβήτησήτους. Ο ζητιάνος, ο περιθωριακός, ο ναρκομανής, η θρησκευτική σέκτα, είναι στάσειςπου εγκαταλείπουν κοινωνικούς στόχους και μέσα, χάρη μιας άλλης ατομικής διεξόδου.

Page 10: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 10 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

Η εξέγερση ή αμφισβήτηση, τέλος, είναι μια συνειδητή προσπάθεια επανορισμούστόχων ή/και μέσων.

Έτσι, κατά τον Μέρτον, η ανομία είναι μια κατάσταση σχετικής αποδιάρθρωσηςτης κοινωνικής συνοχής που ωθεί τα άτομα σε διαφόρων ειδών αποκλίσεις. Η απόκλιση,από την άποψη αυτήν, είναι �κανονική�, δηλαδή αναμενόμενη. Είναι μια κανονικήαπάντηση σε μια κοινωνική κατάσταση.

Η απόκλιση σαν κοινωνική ένταξη

Ο Ντυρκάιμ και ο Μέρτον εξηγούν καλά πώς η απόκλιση είναι φυσιολογική,κανονική. Όμως, αυτό γίνεται επειδή θεωρείται πως η κοινωνία ή η ομάδα έχει κάποιοπρόβλημα (�ανομίας�). Η απόκλιση είναι η κανονική ατομική απάντηση σε αυτό το�πρόβλημα�.

Η Σχολή του Σικάγο πήγε πιο πέρα. Αντί να θεωρήσει τον αποκλίνοντα σανκάποιον που βρίσκει μια λογική απάντηση σε μια κατάσταση ανομίας, τον θεωρεί σανκάποιον που, όπως όλοι μας, εντάσσεται σε μια κοινωνία (ή ομάδα). Όχι μόνο δηλαδή οαποκλίνων ή ο εγκληματίας δεν μπορεί να θεωρηθεί σαν κάποιος που δεν έχει�κοινωνικοποιηθεί� καλά, αλλά αντίθετα η εγκληματική του συμπεριφορά είναι ο τρόπος,η διαδικασία με την οποία �κοινωνικοποιείται�, εντάσσεται σε μια κοινωνική ομάδα. Ήδη,σε αυτό το σχήμα εύκολα μπορούμε να εντάξουμε παραβάσεις όπως αυτές που έχουναποκαλεστεί �κατά προσδοκία κοινωνικοποίηση�. Ο μαθητής που καπνίζει στην τουαλέτασίγουρα κάνει παράβαση. Ομως εύκολα μπορούμε να δούμε τους λόγους του: Θέλει ναενταχθεί σε μια κοινωνία �μεγάλων� (της οποίας το κάπνισμα είναι σύμβολο) ή σε μιακοινωνία �υπεύθυνων� (όπου το κάπνισμα είναι θέμα ατομικής επιλογής και όχι σχολικούή πατρικού κανόνα). Μεγάλη ή μικρή η παράβασή του (φαίνεται πως υπάρχει μιαχαλάρωση της αυστηρότητας του κανόνα), πάντως είναι μια παράβαση που μπορεί ναθεωρηθεί σαν παράγοντας κοινωνικοποίησής του και, επομένως, να οριστεί σαν �θεμιτή�ή, έστω, �ανεκτή�.

Η ζωή του κλέφτη, για παράδειγμα, λέει ο Έντουιν Σάδερλαντ, �είναι μια ζωή πουδιεξάγεται μέσα σε ομάδα, μέσα στην οποία κανείς δεν μπορεί να μπει και να παραμείνειχωρίς τη συγκατάθεση της ομάδας. Για να υιοθετηθεί οριστικά, η απόλυτη, αναγκαία καικαθολική προϋπόθεση είναι, πρώτον, να αναγνωριστεί από τους ομοίους του και,δεύτερον, να αποδεχτεί το σύνολο της κοινωνικής ιεραρχίας του επαγγέλματος και τουςνόμους της ομάδας. Παρόλο που η κλοπή δεν είναι ένα επάγγελμα σοφών, ωστόσο είναιένα επάγγελμα όπως, π.χ., ο επαγγελματικός αθλητισμός�. Η πεποίθηση αυτή, ότι οεγκληματίας όχι μόνο δεν �αποκλίνει� αλλά και ότι κυρίως συμμορφώνεται με την ομάδατου είναι ένα από τα πιο γερά πορίσματα των πάμπολλων ερευνών της Σχολής τουΣικάγου στο χώρο των συμμοριών και της �εγκληματικότητας�.

Ας πάρουμε ένα άλλο παράδειγμα. Ο Paul Willis μελέτησε μια ομάδα αγοριώντης εργατικής τάξης σε ένα φτωχό προάστειο του Μπέρμινχαμ, που εμφανιζόταν σανιδιαίτερα προβληματική ομάδα: Το προσωπικό του σχολείου τους περιέγραφε σαν�αλήτες�, �βάνδαλους�, �ανίκανους να αναγνωρίσουν τις ευκαιρίες που τους προσφέρειτο σχολείο�. Ήταν μια ομάδα μαθητών που προφανώς έβαζε μια σειρά από προβλήματαστο σχολείο, ιδιαίτερα μέσα από μια συνεχή γελοιοποίηση, μέσα από μια συνεχή

Page 11: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 11 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

�αναζήτηση επεισοδίων για να διασκεδάσουν, να ανατρέψουν, να προκαλέσουν�. Μιαπραγματική υπο-κουλτούρα με στόχο το γέλιο [�having a laugh�], για να περάσει η ώρακαι να �χυθούν έξω από το σχολείο, μακρυά από τα βλέμματα των καθηγητών, όπου θαμπορούν ελεύθερα να επιδοθούν σε δραστηριότητες που θα καταδικάζονταν με ανάθεμμαμέσα στο σχολικό πλαίσιο� <περιγραφή από τον Anthony Giddens>.

Ο Ουίλις έδειξε πως η δημιουργία της ομάδας αυτής, η υποκουλτούρα της, ηπρακτική της -που ασφαλώς είναι αποκλίνουσα μέσα στο σχολείο- λειτουργούσε τελικάμε έναν τρόπο που είναι πολύ �λειτουργικός� με την ευρύτερη κοινωνία: Πράγματι, τααγόρια αυτά, �βγαίνοντας από το σχολείο βρίσκουν θέσεις εργασίας χωρίς ενδιαφέρον,με πολύ χαμηλές αμοιβές και που δεν απαιτούν ιδιαίτερη κατάρτιση�. Η �αντισχολικήτους υπο-κουλτούρα, αυτός ο κόσμος του γέλιου, της γελοιοποίησης και της επιθετικότηταςπου δημιούργησαν μέσα στο σχολικό χώρο, πλησιάζει πολύ με την κουλτούρα τουεργαστηρίου, αυτόν τον κόσμο προς τον οποίο κατευθύνονται. Για αυτό ακριβώς ηπροσαρμογή τους στην εργασία είναι σχετικά εύκολη, είναι μάλιστα σε θέση να ανεχτούνβαρετά και μονότονα καθήκοντα που πρέπει να τα κάνουν σε συνθήκες που οι ίδιοιβρίσκουν άσχημες�.

Υπάρχει όμως κάτι ακόμα πιο σημαντικό και από την απλή διαπίστωση ότι ηαπόκλιση της ομάδας είναι �λειτουργική�: Είναι η ανάλυση που κάνει ο Ουίλις για τιςικανότητες της ομάδας σε σχέση με τον οργανισμό προς τον οποίο υποτίθεται πωςαποκλίνει, το σχολείο. Το ουσιαστικό είναι ότι η αποκλίνουσα αυτή ομάδα αγοριών, πουοι άλλοι την χαρακτήριζαν σαν �βάνδαλους� και �ανίκανους� ή �άσχετους�, αποδεικνύεταιαπό τη λεπτομερή ανάλυση του Ουίλις ότι είναι από τους πιο μεγάλους γνώστες τουσχολείου και των λεπτών ισορροπιών του. Ενώ, a priori, θα περίμενε κανείς ο αποκλίνωννα μην ενδιαφέρεται και να μην είναι σε θέση να καταλάβει (πράγμα που συνήθωςυπονοείται στη θέση ότι ο αποκλίνων δεν έχει �κοινωνικοποιηθεί� σωστά), μια σύγκρισημε τους μαθητές που συμμορφώνονται με το ρόλο τους δείχνει ότι ξέρουν πολύπερισσότερα, τόσο σαν πρακτική γνώση όσο και σαν συνειδητοποίηση της λειτουργίαςτου σχολικού συστήματος. Επειδή υιοθετούν μια στάση εχθρότητας ή καταπολέμησης ήγελοιοποίησης του σχολείου, για αυτό ακριβώς έχουν αναπτύξει μια πολύ οξυδερκήγνώση για τους συσχετισμούς δύναμης, για τα μέσα γελοιοποίησης, για τον τρόποάσκησης της εξουσίας από τους καθηγητές.

[Ας σκεφτούμε και την παρατήρηση του Γκόφμαν για το σεβασμό της ηθικής: �Οιβουνοκορφές που προκαλούν τον ορειβάτη δεν είναι ο μόνος χώρος αυτής της ευλάβειας, είναι καιτα καζίνο, οι αίθουσες με μπιλιάρδα και οι ιπποδρομίες. Και μπορεί μάλιστα, ακριβώς στις εκκλησίεςκαι στους ναούς, όπου είναι σχεδόν σίγουρο ότι τίποτα το μοιραίο δεν μπορεί να συμβεί, η ηθικήευαισθησία να είναι και η πιο αδύναμη�.]

[Και για την τρέλα μια ίδια �κοινωνιο-γενετική� αντίληψη έχει αναπτυχθεί. Ήδη αναφερθήκαμεστην �τελετουργική γνώση� των �τρελών�. Αλλά και ψυχολόγοι καταλήγουν σε παρόμοιασυμπεράσματα:

- Ο Bruno Bettelheim, που μελέτησε αυτιστικά παιδιά, κατέληξε στο συμπέρασμα ότιπρόκειται για μια υποκειμενικά επιλεγμένη γραμμή δράσης τους απέναντι σε καταστάσεις που τοάτομο θεωρεί σαν �ακραίες καταστάσεις�. (Ο Μπ. Μπετελάιμ είχε περάσει από ναζιστικά στρατόπεδασυγκέντρωσης, τα οποία και τον έκαναν να διατυπώσει την έννοια �ακραία κατάσταση�). Δηλαδήτο �κλείσιμο στον εαυτό� του αυτιστικού είναι προϊόν δικής του ενεργητικής παρέμβασης σε ένανκόσμο που επίσης ο ίδιος χαρακτηρίζει σαν �ανυπόφορο� (για κάποιον λόγο). Έτσι, ο αυτισμόςείναι ενεργητική προσαρμογή στον κόσμο αυτόν, όχι �ανικανότητα� ή �παθητικότητα�.

- Ορισμένοι έχουν μελετήσει τις σχιζογενείς πραχτικές της κοινωνίας. Ο Gregory Bateson,

Page 12: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 12 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

π.χ., έδωσε βάρος σε εκφράσεις που τις χαρακτήρισε �διπλο-δεμένες� (double bind): Είναι π.χ.προτροπές όπως �να είσαι αυτόνομος!� (ή �ανεξάρτητος�), ή �σκέψου!� Το μήνυμά τους ακυρώνεταιαπό το γεγονός ότι εκπέμπονται. Με αυτή την έννοια είναι αντιφατικές. Αλλά είναι και σχιζο-γενείς,στο μέτρο που δεν μπορείς να ακολουθήσεις μια τέτοια οδηγία χωρίς επίσης να την ακυρώσεις!]

Με άλλα λόγια, ο αποκλίνων είναι αποκλίνων, όχι γιατί πάει αντίθετα προς τηνκοινωνία ή την ηθική, αλλά γιατί με αυτόν τον τρόπο κοινωνικοποιείται, μαθαίνει τηνκοινωνία και εντάσσεται σε αυτήν. Και αυτό όχι μόνο σε μια υπο-ομάδα, όπως μιασυμμορία νέων, που θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν μια ομάδα �εκτός κοινωνίας�, αλλάκαι επειδή με τον τρόπο αυτόν εντάσσεται και μαθαίνει καλά την ίδια την επίσημη και μηκοινωνία (η απόκλιση από το σχολικό πρότυπο είναι ο τρόπος για να μαθευτεί καλά τοσχολικό σύστημα).

[Θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς αν η γκρίνια για την ελληνική εκπαίδευση και ταπροβλήματά της δεν μπορεί να αναλυθεί με αντίστοιχους όρους]

Η απόκλιση σαν κοινωνική κατασκευή

Ή �καλύτερα να σου βγει το όνομα παρά το μάτι�

Αν, όπως είδαμε:" Καμία πράξη δεν είναι από μόνη της έγκλημα (πρέπει η κοινωνία να την ορίσει σαν

�εγκληματική�)" Καμία συγκεκριμένη πράξη δεν είναι από μόνη της έγκλημα (μια δολοφονία είναι

�δολοφονία� μόνο αν την ερμηνεύσουμε έτσι)" Τα εγκλήματα που γίνονται σε μια κοινωνία περιγράφονται από τον �σκοτεινό αριθμό

της εγκληματικότητας� (δηλαδή είναι άγνωστα)" Όλοι μας διαπράττουμε εγκλήματα (μεγάλα ή μικρά, συχνά ή όχι, κλπ.)" Ο εγκληματίας δεν διαφέρει από τον μη εγκληματία" Το έγκλημα διαπράττεται με την ίδια λογική όπως και οποιαδήποτε άλλη πράξη" Ο εγκληματίας είναι εξίσου καλός γνώστης της κοινωνίας όσο και ο μη εγκληματίας," Τότε, μπορούμε να αναρωτηθούμε αν η εγκληματικότητα είναι κάτι το απτό, το

χειροπιαστό, που να υπάρχει �εκεί έξω� και να μπορούμε να το μετρήσουμε, να τοδούμε, να το εξηγήσουμε.

Αυτή η ιδέα είναι που θεμελιώνει μια άλλη κοινωνιολογική προσέγγιση: Δενυπάρχουν εγκλήματα, υπάρχουν πράξεις που μια κοινωνία τις ερμηνεύει σαν εγκλήματα.Δεν υπάρχουν εγκληματίες, υπάρχουν άτομα που χαρακτηρίζονται σαν εγκληματίες. Τοαντίστοιχο μπορεί να ειπωθεί και για τους τρελούς: Δεν υπάρχουν τρελοί, υπάρχουνάτομα που χαρακτηρίζονται σαν τρελοί.

Αυτό δεν σημαίνει ότι ορισμένες πράξεις δεν τις θεωρούμε εγκλήματα ή ότι αυτούςπου τις διαπράττουν δεν τους θεωρούμε εγκληματίες. Αλλά σημαίνει ότι εγκλήματα καιεγκληματίες δεν έχουν τίποτε το ιδιαίτερο εκτός από το ότι ακριβώς τα (τους)χαρακτηρίζουμε έτσι. Επομένως, αντί να αναρωτηθούμε για τα �εγκλήματα� σαν να ήταναντικειμενικά γεγονότα που υπάρχουν �εκεί έξω�, ορθότερο είναι να εξετάσουμε πώς

Page 13: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 13 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

μια κοινωνία διαλέγει ορισμένες πράξεις για να τις χαρακτηρίσει σαν �εγκλήματα� καιορισμένα άτομα για να τα χαρακτηρίσει �εγκληματίες�. Με αυτή την έννοια λέγεται ότι τοέγκλημα είναι κοινωνικά οικοδομημένο. Υπάρχουν κοινωνικοί μηχανισμοί και διαδικασίεςγια να επιλέγονται οι πράξεις και τα άτομα που θα χαρακτηριστούν. Το κοινωνιολογικόπρόβλημα τότε δεν είναι να ψάξουμε στις ίδιες τις πράξεις ή στα ίδια τα άτομα κάτι πουθα μας επέτρεπε να εντοπίσουμε τον �εγκληματικό� τους χαρακτήρα, γιατί τέτοιος δενυπάρχει πριν τον αποδώσουμε. Το κοινωνιολογικό πρόβλημα είναι να μελετήσουμε πώςκαι γιατί μια κοινωνία ποινικοποιεί, �εγκληματοποιεί�, πράξεις και άτομα και, ειδικότεραγια τα άτομα, πώς η ποινικοποίηση αυτή δημιουργεί τους εγκληματίες της.

Αντί να χρησιμοποιήσουμε ένα σχήμα:

προτείνεται να υιοθετήσουμε ένα σχήμα:

Δηλαδή, η κοινωνία ορίζει ορισμένες πράξεις σαν εγκληματικές (π.χ. μέσα απότη νομοθεσία της), αυτό την κάνει να φτιάξει μηχανισμούς αναγνώρισης και επιλογήςτων πράξεων που εμπίπτουν στις κατηγορίες αυτές (αστυνομία και δικαστήρια), που μετη σειρά του σημαίνει ότι χαρακτηρίζει έτσι ορισμένα άτομα σαν εγκληματίες και οι οποίοι,τέλος, με τη σειρά τους, διαπράττουν (ενδεχομένως και) εγκλήματα.

Αυτή η σχολή (δεν είναι άλλωστε μία σχολή -interactionists, εθνομεθοδολόγοι,μαρξιστές, ορισμένες φεμινιστικές αναλύσεις) είναι αρκετά πλούσια στις αναλύσεις καιστις έρευνές της, που επικεντρώνονται σε θέματα όπως:! Πώς (και γιατί) μια κοινωνία κατατάσσει ένα είδος πράξεων στην κατηγορία τηςαπόκλισης και του εγκλήματος: Πώς και γιατί υιοθετούνται νομοθεσίες, ρυθμίσεις,αντιλήψεις που έχουν σχέση με την απόκλιση και το έγκλημα.! Πώς η κατασταλτική μηχανή (συνήθως η αστυνομία και τα δικαστήρια, αλλά καιδιάφορα πειθαρχικά συμβούλια, κλπ.) επιλέγουν τα άτομα που θα τα χαρακτηρίσουν�εγκληματίες� (δεδομένου ακριβώς ότι �όλοι μας κάνουμε εγκλήματα�).! Πώς η επιλογή αυτή και ο χαρακτηρισμός μετατρέπει τα άτομα σε �εγκληματίες�, όχιμόνο συμβατικά, αλλά και με πλήρη υιοθέτηση και από τους ίδιους της �εγκληματικήςσυμπεριφοράς που τους αποδίδεται�. Έτσι, οι φυλακές μελετούνται σαν �σχολείαεγκλήματος� και ο στιγματισμός σαν το μέσον της δημιουργίας πραγματικών εγκληματιών.! Πώς ή καταπολέμηση της �αρχικής εγκληματικότητας�, δηλαδή η επιλογή και η

Page 14: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 14 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

υπαγωγή πράξεων και ατόμων σε αυτή την κατηγορία, δημιουργεί μια �δευτερογενήεγκληματικότητα�. (Η καταπολέμηση της εγκληματικότητας σαν ενισχυτική της ίδιας τηςεγκληματικότητας είναι μία από τις εκφράσεις της δημιουργικής πρόβλεψης).

Παράδειγμα: Τα �ναρκωτικά�

Όλοι αναγνωρίζουν ότι υπάρχει �πρόβλημα με τα ναρκωτικά� (έστω και αν όλοιδεν εννοούν το ίδιο ακριβώς πράγμα). Το πρώτο όμως κοινωνιολογικό πρόβλημα δενείναι το �πρόβλημα με τα ναρκωτικά�: Είναι το γιατί και πώς η κοινωνία μας έχει ορίσει(έχει φτιάξει) ένα �πρόβλημα με τα ναρκωτικά�.

Τα ναρκωτικά από μόνα τους δεν αποτελούν γενικά �πρόβλημα�. Η κατασκευήκαι η χρήση ναρκωτικών ουσιών είναι από τις πιο διαδεδομένες σε όλες τις κοινωνίες,χωρίς αυτές να τις θεωρούν �πρόβλημα�. (Το γιατί οι κοινωνίες και οι άνθρωποιχρησιμοποιούν �ναρκωτικές� ουσίες είναι ένα διαφορετικό, πολύπλοκο θέμα, που δενέχει σχέση με το �πρόβλημα των ναρκωτικών�). Στη δική μας κοινωνία, τα �ναρκωτικά�γίνονται �πρόβλημα� πολύ πρόσφατα (τον 20ο αιώνα) και με πολύ μεγάλεςδιαφοροποιήσεις ανάμεσα στις χώρες, στον ορισμό του προβλήματος (ποιές ουσίες,ποιούς τύπους συμπεριφοράς) και στη διάδοση και καταπολέμησή του (πάρτε π.χ. τηνιστορία της ποτοαπαγόρευσης κατά τον μεσοπόλεμο στις ΗΠΑ, η οποία είναι πολύχαρακτηριστική). Δηλαδή μια κατηγορία συμπεριφορών ή πράξεων δεν είναιαποκλίνουσα παρά μόνο αν την ορίσει η κοινωνία σαν τέτοια.

Επιπλέον δεν είναι η φυσική εκτύλιξη της συμπεριφοράς που την καθιστάαναγνωρίσιμη σαν απόκλιση: Αν η χρήση ναρκωτικής ουσίας γίνει σε ένα πλαίσιο όπουδεν θα ερμηνευτεί σαν τέτοια, τότε δεν εμπίπτει στην κατηγορία �πρόβλημα με ταναρκωτικά�: Ο γιατρός, π.χ., που θα χορηγήσει �θεραπευτικά� στον ασθενή του έναναρκωτικό (π.χ. μορφίνη σε κάποιον άρρωστο με φοβερούς πόνους) δεν εντάσσεταιστο �κύκλωμα των ναρκωτικών� (εκτός αν αυτή η πράξη βγαίνει �εκτός της ιατρικήςδεοντολογίας�). (Θα μπορούσαμε ακόμα να προσθέσουμε ότι η ίδια η κατηγορία�ναρκωτικό� είναι κοινωνικά επιλεγμένη, αφού πράξεις που αναμειγνύουν ναρκωτικά -καπνός, αλκοόλ, καφές, τσάι, κλπ.- δεν εμπίπτουν στην κοινωνική κατηγορία�ναρκωτικά�). Δηλαδή, από όλες τις πράξεις που θα μπορούσαν να ενταχθούν στηνκατηγορία �πρόβλημα με τα ναρκωτικά� επιλέγονται μόνο ορισμένες. Δεν αρκεί ναορίσουμε μια κατηγορία πράξεων σαν αποκλίνουσες, πρέπει επιπλέον να επιλέξουμεορισμένες από αυτές για να τις εντάξουμε στην κατηγορία μας.

[Οι τρόποι με τους οποίους οι άνθρωποι φτιάχνουν τις �κατηγορίες� με τις οποίες �βλέπουν�την πραγματικότητα είναι αρκετά διδακτικοί. Οι κοινωνιολόγοι που ασχολήθηκαν με τα θέματα�κατηγοριοποίησης� δείχνουν ότι οι �κατηγορίες� είναι κοινωνικές δημιουργίες και ότι λένε πάνταπερισσότερα απ�όσα λένε οι λέξεις που τις εκφράζουν. Π.χ. η �αρχή του ακροατή� (Harvey Sacks)λέει: �Αν δύο ή περισσότερες κατηγορίες χρησιμοποιούνται για να κατηγοριοποιήσουν ένα ή δύομέλη κάποιου πληθυσμού και αν μπορούν να ακουστούν σαν κατηγορίες της ίδιας συλλογήςκατηγοριών, τότε: ακούστε το έτσι!�. Το παράδειγμα του Sacks είναι �το παιδί έκλαψε, η μαμά τοσήκωσε�, που ακούγεται-ερμηνεύεται στην καθημερινή πρακτική σαν η μαμά του παιδιού. Σκεφτείτεόμως και προτάσεις όπως �αυξάνεται η ανεργία και η εγκληματικότητα�, που σημαίνει πως στηνκαθημερινή μας ύπαρξη το ακούμε σαν άνεργοι και εγκληματίες να ήταν το ίδιο πράγμα!].

Δεν είναι μόνο ότι η �απόκλιση� σαν συμπεριφορά υπάρχει �αντικειμενικά�. Τοζήτημα είναι κυρίως ότι ο χαρακτηρισμός μιας συμπεριφοράς σαν �απόκλιση� την

Page 15: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 15 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

δημιουργεί (δημιουργική προφητεία). Ας πάρουμε, σαν παράδειγμα, την εξάπλωση τηςτοξικομανίας στη Μ.Βρετανία, όπου, πριν από τη δεκαετία του 1970 �ο εθισμός σταναρκωτικά όπως η ηρωίνη και η μορφίνη θεωρείτο κατά πολύ σαν πρόβλημα �υγείας�.Οι τοξικομανείς σε αυτά τα ναρκωτικά πήγαιναν σε έναν παθολόγο γιατρό που τουςέδινε συνταγή για να προμηθευτούν την εβδομαδιαία δόση του ναρκωτικού τους. Τοαποτέλεσμα του συστήματος αυτού, λέει ο Schur [που το είχε μελετήσει], ήταν:" ένας πολύ μικρός πληθυσμός από τοξικομανείς, αφού αυτοί δεν είχαν λόγο να

πουλούν ένα μέρος από όσα προμηθεύονταν για να βρουν λεφτά να αγοράσουνεπιπλέον ναρκωτικά, και

" έλλειψη από εγκλήματα προερχόμενα από τοξικομανία, αφού οι τοξικομανείς δεναναγκάζονταν να κλέψουν ή να εκπορνευθούν για να βρουν λεφτά να αγοράσουν ταναρκωτικά τους στη μαύρη αγορά.

Η κατάσταση στη Βόρειο Αμερική ήταν πολύ διαφορετική. Εκεί, οι τοξικομανείςμπορούσαν να βρουν τα ναρκωτικά τους μόνο στη μαύρη αγορά. Το αποτέλεσμα ήτανένας μεγάλος αριθμός από τοξικομανείς και ένα μαζικό, συνδεόμενο με τα ναρκωτικά,πρόβλημα εγκληματικότητας.

�Τα πράγματα δεν άλλαξαν πολύ στη Βόρειο Αμερική, αλλά διάφορα γεγονότα συνέβησανπου άλλαξαν την κατάσταση στο �βρετανικό σύστημα� και που απεικονίζουν τη χρησιμότητα τηςέννοιας της ενίσχυσης διαφωτίζοντας τις σχέσεις ανάμεσα σε έγκλημα και σε κοινωνικό έλεγχο.Έτσι, στα μέσα της δεκαετίας του 1960, οι βρετανικές αρχές αποφάσισαν να αλλάξουν τη μέθοδότους στη διανομή των ναρκωτικών. Αυτό που φάνηκε να τους ώθησε ήταν οι πρακτικές ορισμένωνγιατρών στα ιδιωτικά τους ιατρεία που θεωρήθηκαν ότι επωφελούνται από το σύστημα και όχι μόνοδίνουν συνταγές για μεγαλύτερες δόσεις από τα επίπεδα διατήρησης αλλά και ότι επίσης δίνουνσυνταγές σε Βόρειο Αμερικάνους �επισκέπτες� που ήθελαν να εξασφαλίσουν τη δόση τους στοφιλελεύθερο βρετανικό κλίμα ελέγχου.

Έτσι, ζητήθηκε από τους τοξικομανείς να καταγράφονται όχι πλέον στον τοπικότους γιατρό αλλά σε μία από τις λίγες εθνικές κλινικές όπου θα τους έδιναν έναυποκατάστατο της ηρωίνης, μεθαδόνη, σαν τμήμα ενός προγράμματος για τηνκαταπολέμηση των ναρκωτικών. Το αποτέλεσμα ήταν ότι" σχεδόν μέσα σε μια νύχτα δημιουργήθηκε μια μαύρη αγορά για το �πραγματικό

πράγμα�, δηλαδή την ηρωίνη και τη μορφίνη, και" μέσα σε λίγα χρόνια η Μ. Βρετανία εντάχθηκε στα κοινά σχήματα του συστήματος

ελέγχου των ναρκωτικών και των σχέσεων ανάμεσα σε ναρκωτικά και έγκλημα.

Έτσι, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, και η Μ. Βρετανία είχε αποκτήσει" ένα μεγάλο αριθμό τοξικομανών," ένα δίκτυο οργανωμένου εγκλήματος για το εμπόριο ναρκωτικών και" ένα πρόβλημα εγκλημάτων συνδεόμενων με ναρκωτικά.

�Στα μέσα της δεκαετίας του 1960 υπήρξε επίσης και μια καταστολή ενάντια στους χρήστεςελαφρών ναρκωτικών όπως η μαριχουάνα και το LSD. Οι χρήστες τέτοιων ναρκωτικών θεωρούσαντον εαυτό τους σαν μέλη ενός διαφορετικού κοινωνικού κόσμου χρήσης ναρκωτικών από τωνεθισμένων σε �σκληρά� ναρκωτικά. Ωστόσο, ένας πανικός ηθικής για τη χρήση των ναρκωτικώντότε οδήγησε την αστυνομία να χτυπήσει τους χρήστες ναρκωτικών αδιάκριτα. Ο πολύ μεγάλοςαριθμός συλλήψεων τροφοδότησε ακόμα περισσότερο τον πανικό και οδήγησε σε ακόμα πιο σκληρήκαταστολή. Αυτό που ώς τότε ήταν μια κατά πολύ περιφερειακή πρακτική έγινε τώρα σύμβολο τουτύπου ανθρώπου που ο χρήστης ελαφρού ναρκωτικού ήταν, δηλαδή κάποιος που ανήκε σε μιαομάδα της οποίας τα συμφέροντα ήταν αντίθετα από της συμβατικής κοινωνίας. Και μετατράπηκαν

Page 16: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 16 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

από μια �υπο-κουλτούρα� σε �αντι-κουλτούρα�. Ακόμα περισσότερο, τα προηγούμενα ιδεολογικάδιαχωριστικά ενάντια στα σκληρά ναρκωτικά άρχισαν να διαλύονται και η κοινότητα συμφερόντωναπέναντι στην αστυνομία και στα δικαστήρια έγινε ακόμα πιο προφανής.

Ώς τις αρχές της δεκαετίας του 1970, το �πρόβλημα των ναρκωτικών� είχε ενισχυθείμε δύο έννοιες:" Πρώτον, οι χρήστες ελαφριών ναρκωτικών είχαν απομακρυνθεί όλο και περισσότερο

από τη συμβατική κοινωνία και η στράτευσή τους σε έναν �εναλλακτικό τρόπο ζωής�είχε βαθύνει, και

" δεύτερον, όλο και μεγαλύτερος αριθμός αυτών που προηγουμένως χρησιμοποιούσανελαφριά ναρκωτικά είχαν αναπτύξει τη θέληση να δοκιμάσουν και σκληρά ναρκωτικά.Το αποτέλεσμα ήταν ότι πράγματι πολύ κατέληξαν να γίνουν τοξικομανείς.� <StephenHester & Peter Eglin>.

Η δημιουργία της αποκλίνουσας συμπεριφοράς δεν γίνεται μόνο μέσα από τηδημιουργία �αντικειμενικών� καταστάσεων ή συνθηκών που ωθούν κάποιον να διαπράξειτο έγκλημα για το οποίο κατηγορείται (όπως εξαναγκάζει κάποιον να κλέψει όταν δενέχει τη δυνατότητα να μην κλέψει). Γίνεται κυρίως μέσα από τον ίδιο τον χαρακτηρισμό:Ο χαρακτηρισμός δεν είναι ποτέ μια αντικειμενική, περιγραφική λέξη. Ο χαρακτηρισμόςείναι μια ταυτότητα, ένας κοινωνικός ρόλος, μια καριέρα, που ο αποδέκτης του πρέπεινα τα ενστερνιστεί. Αν κάποιος π.χ. είναι �εγκληματίας�, δεν είναι επειδή καλλιεργεί καιχρησιμοποιεί χασίσι, αλλά επειδή τον συλλαμβάνουν, τον περιφέρουν με χειροπέδες,τον δείχνουν στην τηλεόραση, τον παρουσιάζουν σαν �κτηνόμορφο τέρας� στιςεφημερίδες, τον εντάσσουν σε μια κοινότητα �εγκληματιών� (στη φυλακή), κλπ.

Η καριέρα του εγκληματία αρχίζει τη στιγμή που χαρακτηρίζεται έτσι και τονακολουθεί ώς το τέλος (αν βγει από τη φυλακή, θα συνεχίσει να είναι στιγματισμένος καιδεν θα βρίσκει δουλειά). Και όπως όλοι οι ρόλοι στην κοινωνία, δεν μπορούν ναδιεκπεραιωθούν σωστά, παρά μονάχα αν το ίδιο το άτομο δεχτεί την κοινωνική τουταυτότητα. Από την άποψη αυτήν, ο εγκληματίας ή ο τοξικομανής δεν είναι παρά δύοκοινωνικοί ρόλοι όπως και όλοι οι υπόλοιποι: Όπως ο δικαστής κάνει αυτό που αναμένεταικοινωνικά να κάνει, έτσι και ο τοξικομανής, ο εγκληματίας, ο τρελός, κάνει επίσης αυτόπου αναμένεται κοινωνικά να κάνει: Να παίρνει ναρκωτικά, να κάνει εγκλήματα ή νακάνει τρέλες. Το να μπορέσει να φτιάξει μιαν άλλη ταυτότητα, έναν άλλο ρόλο είναι,ίσως, μια θεωρητική δυνατότητα, αλλά πάρα πολύ δύσκολο να επιτευχθεί (εξού π.χ. καιοι δυσκολίες της ατομικής αποτοξίνωσης ή απεξάρτησης, στο μέτρο που δεν πρόκειταιγια φυσιολογική αποτοξίνωση, αλλά για αποβολή μιας κοινωνικής ταυτότητας που οιάλλοι συνεχίζουν να του εφαρμόζουν -π.χ. μέσα από τα πατερναλιστικά �άτομο-που-έχει- πρόβλημα�).

Συμπερασματικά, καταλαβαίνουμε καλύτερα πώς το �κοινωνικό πρόβλημα� δενείναι �κοινωνιολογικό�: Γιατί το πρόβλημα δεν υπάρχει ανεξάρτητα από τον ορισμό καιτην ερμηνεία του. Με αυτή την έννοια το κοινωνιολογικό πρόβλημα είναι περισσότερογιατί μια κοινωνία θεωρεί κάτι σαν πρόβλημα (και επομένως και το δημιουργεί). [Ειδικάγια τα ναρκωτικά, υπάρχουν πολλές μελέτες και αντιλήψεις -το στενά οικονομικόυπόδειγμα, που βασίζεται στο ότι η βιομηχανία ναρκωτικών είναι ο πιο επικερδής κλάδοςστον κόσμο, το ταξικό υπόδειγμα, ως διάσπαση ή απο-πολιτικοποίηση της εργατικήςτάξης, το υπόδειγμα των στρεβλών επιπτώσεων, στρεβλή επίπτωση θεμιτών στόχων,

Page 17: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 17 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

το πολυαρχικό υπόδειγμα, ως αποτέλεσμα ανταγωνισμών ποικίλων ομάδων, κ.ά.].

Ας κλείσουμε με σκέψεις ενός ειδικού, με σκέψεις εκτός της κοινωνιολογίας, αλλά πουμπορούν να διαφωτίσουν το ζήτημα: �Πάρτε την περίπτωση αυτού που καπνίζει μαριχουάνα. Αυτήείναι μια παράνομη δραστηριότητα, που μερικοί άνθρωποι την βρίσκουν σαν σοβαρό πρόβλημα.Παρότι όχι σοβαρή από μόνη της, η μαριχουάνα είναι κακή, στα μάτια τους, επειδή μπορεί ναοδηγήσει στη χρήση σκληρών ναρκωτικών. Η μαριχουάνα είναι επίσης και κοινωνικό πρόβλημα.Αφού είναι παράνομη, πολλά άτομα που θέλουν να χρησιμοποιήσουν το ναρκωτικό το κάνουνπαρανομώντας και, έτσι, ξεκινούν μια εγκληματική δραστηριότητα. Η επίπτωση τηςεπιχειρηματολογίας που έχει αναπτύξει η θεωρία του χαρακτηρισμού [labelling theory] είναι σαφής.Εάν ο κόσμος σταματούσε να ανησυχεί με την μαριχουάνα, τότε το πρόβλημα θα εξαφανιζόταν. Ηχρήση της μαριχουάνας δεν θα σταματούσε: Το κάπνισμά της θα έπαυε να είναι παράνομηδραστηριότητα. Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει πως θα μειωνόταν και η ποσότητα της μαριχουάναςπου χρησιμοποιείται, σαν αποτέλεσμα της νομιμοποίησης, αφού μερικοί άνθρωποι μπορεί σήμερανα την καπνίζουν για την ικανοποίηση που έχουν προβαίνοντας σε μια σχετικά αβλαβή αλλάπαράνομη δραστηριότητα. Η �λύση� στο πρόβλημα της μαριχουάνας δεν είναι η πρόληψη τηςχρήσης της, αλλά μια αλλαγή των στάσεων απέναντί της. Μια τέτοια αλλαγή θα μπορούσε να έχεικαι άλλες επιπτώσεις. Εάν η καλλιέργεια, διανομή και πώληση της κάνναβης νομιμοποιείτο, τότε θαεξαφανίζονταν και μια σειρά από παράνομες δραστηριότητες. Θα σταματούσε η ανάγκη λαθρεμπορίουτου ναρκωτικού καθώς και οι παρανομίες που σχετίζονται με τη χρήση των κερδών από το εμπόριο.Το εάν η μαριχουάνα είναι επιβλαβής είναι ένα σύνθετο ζήτημα και το εάν είναι πιο πολύ από άλλαδιαδεδομένα και νόμιμα ναρκωτικά [όπως ο καπνός ή το οινόπνευμα] είναι συζητήσιμο. Όσο για τηνυπόθεση ότι τα �ελαφριά� ναρκωτικά οδηγούν στη χρήση των �βαριών� ναρκωτικών, και αυτό μπορείνα αμφισβητηθεί. Εάν πράγματι το κάνουν, τότε ένας από τους λόγους μπορεί να είναι ότι υπάρχειένα οικονομικό συμφέρον για να σπρωχτούν οι άνθρωποι από τα �ελαφριά� στα �βαριά� ναρκωτικά,μαζί με το γεγονός ότι, επειδή είναι παράνομο, το εμπόριο της μαριχουάνας και των �σκληρών�ναρκωτικών είναι δεμένα μεταξύ τους. Τέλος, αλλά όχι και μικρότερης σημασίας, μπορούμε ναδείξουμε τον τρόπο με τον οποίο η αντιμετώπιση της χρήσης ναρκωτικών οδήγησε στην ανάπτυξητου οργανωμένου εγκλήματος και στο σχηματισμό εγκληματικών συμμοριών που καταπατούν τονόμο με πολλούς από τους προηγούμενους τρόπους και επιπλέον με το εμπόριο των ναρκωτικών.Με τον ίδιο περίπου τρόπο, η ποτοαπαγόρευση στις ΗΠΑ οδήγησε στις δολοφονίες και στοσχηματισμό συμμοριών μέσα από την ανάπτυξη της βιομηχανίας εμφιαλώσεων.

�Ξεκινώντας από την υπόθεση ότι η κοινωνία καθιστά τις αποκλίνουσες πράξεις δυνατές μετη θεσμοθέτηση απαγορεύσεων, η επιχειρηματολογία οδηγεί στο συμπέρασμα ότι φτιάχνονταςτέτοιους κανόνες, η κοινωνία επίσης προσφέρει στους ανθρώπους τις συνθήκες που θα τουςωθήσουν να κάνουν περαιτέρω αποκλίνουσες πράξεις, για να αναπτύξουν τρόπους ζωής καιοργάνωσης γύρω από την ανάγκη της απαγορευμένης δραστηριότητας. Αυτό θα οδηγήσει στοσχηματισμό αποκλινουσών ομάδων. Η επίπτωση μιας άρσης της απαγόρευσης απέναντι στηναρχικά αποκλίνουσα πράξη θα μπορούσε, όχι να προλάβει την πράξη από το να διεξαχθεί, αλλά θαεξαφάνιζε τη δυνατότητα και την ανάγκη για πολλές άλλες παρανομίες που οικοδομούνται γύρωτης�. <W.W. Sharrock>.

Κοινωνικός έλεγχος και κοινωνικοποίηση

Α. Όλες οι διαδικασίες και οι μηχανισμοί με τους οποίους μια κοινωνίακαταπολεμάει την απόκλιση ονομάζονται καμιά φορά �κοινωνικός έλεγχος�, αυτό πουσε πιο καθημερινή γλώσσα μπορεί να ονομαστεί καταστολή, τιμωρία, ποινή. [Η λέξη�έλεγχος� προέρχεται από την κυβερνητική και την ανάδραση. Έτσι, η κοινωνίαπαρομοιάζεται με ένα σύστημα που αυτοελέγχεται για να διορθώσεις τις αποκλίσεις].

! Όμως, το ζήτημα είναι πιο σύνθετο απ�ό,τι φαίνεται, αφού όπως είδαμε δεν υπάρχειαπόκλιση ανεξάρτητα από αυτήν που ορίζει (και κατασκευάζει) ο κοινωνικός έλεγχος.Για αυτό και ο Ντυρκάιμ λέει ότι �η ποινή δεν έχει στόχο να γιατρέψει� την απόκλιση. Ολόγος της βρίσκεται αλλού, και κατά τον Ντυρκάιμ βρίσκεται στην τόνωση της ηθικής

Page 18: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 18 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

ενότητας της κοινωνίας, της �συλλογικής συνείδησης�: Κάθε φορά που τιμωρείται έναςεγκληματίας, η κοινωνία επιβεβαιώνει στον εαυτό της ότι αποτελεί μια ηθική ενότητα, ότιέχει κοινές αρχές και αντιλήψεις.

! Κατά δεύτερον, μια ποινή ή μια τιμωρία, όπως και μια ανταμοιβή ή μια επιβράβευση,είναι τέτοιες μονάχα αν ερμηνευτούν και από τους ίδιους τους αποδέκτες τους σαν τέτοιες.Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι ένα σύνολο πράξεων (π.χ. αυτές που περιέχουνφυσική βία) είναι γενικά κατανοητές σαν τέτοιες [παρόλο που υπάρχουν και εξαιρέσεις].Όμως, συνήθως η ποινή και η αμοιβή μπορεί να είναι διφορούμενες: Εξαρτώνται απόιδέες που ήδη είναι κοινωνικές. Το παιδάκι που πρωτοπάει σχολείο πρέπει πρώτα ναμάθει ότι το �5� είναι �κακός βαθμός� ή το �10� �καλός�. Επιπλέον, αυτό που είναιεπιβράβευση για τον έναν είναι τιμωρία για τον άλλον, αφού στηρίζεται σε κοινωνικάσυστήματα αξιών και προτιμήσεων, και αυτά μπορεί να ποικίλουν. Ακόμα και όταν μάθειτο παιδί το συμβολισμό των βαθμών, ο ίδιος βαθμός μπορεί να είναι επιβράβευση γιατον έναν και τιμωρία για τον άλλον. Αν με δείξει ο καθηγητής μου στην τάξη για τησπουδαία έκθεση που έγραψα, αυτό μπορεί να είναι μια μεγάλη επιβράβευση για μέναπου θέλω να γίνω συγγραφέας, αλλά μπορεί να είναι και μεγάλη τιμωρία, αν έτσι φαίνομαιγια �σπασίκλας�. Όταν έδωσαν το βραβείο Νόμπελ στον Σαρτρ, αυτός το αποποιήθηκε.Όταν προκαλέσω σε μια ομήγυρη σκάνδαλο με τις απόψεις μου, ίσως οι αντιδράσειςπου υφίσταμαι να είναι για μένα μια επιβεβαίωση.

! Κατά τρίτον, ο κοινωνικός έλεγχος δεν είναι ποτέ μονοσήμαντος. Φαίνεται ότι οιομάδες και οι κοινωνίες διαθέτουν νόμιμους τρόπους καταστολής της απόκλισης, πουστηρίζονται στην ανισότητα της εξουσίας. Όμως, αυτό που είναι πιο σημαντικό είναι ότιοι ομάδες και τα άτομα πάντα διαθέτουν τρόπους αντ-ελέγχου: Ο Χέγκελ το είχε ονομάσει�διαλεκτική του αφέντη και του δούλου� και οι θεωρητικοί της πολιτικής και της εξουσίαςτο αναγνώρισαν σαν πρόβλημα: Καμία επιβολή δεν μπορεί να στηριχτεί μόνο στονέλεγχο, δηλαδή τελικά στη γυμνή βία. Χρειάζεται πάντα τη συνενοχή του �από κάτω�.Ακόμα και στις οργανώσεις με γερά θεσμοθετημένο τον έλεγχο στην κορυφή τους, όπωςο στρατός, οι φυλακές, τα ψυχιατρεία, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ο κοινωνικόςέλεγχος μπορεί να υπάρξει μόνο αν κερδίσει μια κάποια συγκατάθεση των ελεγχομένων.Στην κοινωνία μας συνήθως η συγκατάθεση αυτή παίρνει τη μορφή �αυτο-ελέγχου�,δηλαδή αισθάνομαι και σκέφτομαι όπως θα αισθανόταν και θα σκεφτόταν καιοποιοσδήποτε άλλος στη θέση μου (ο �γενικευμένος άλλος�, Τζ.Μηντ). Αν ο βαθμόςπου παίρνω στο σχολείο είναι ένας �κακός βαθμός�, αυτό δεν είναι επειδή �αντικειμενικά�είναι �κακός� αλλά επειδή μπαίνω στη θέση του άλλου (του κάθε άλλου που μπορεί ναμε βλέπει), αισθάνομαι την περιφρόνηση αυτού του άλλου και, κατά συνέπεια, βλέπωστον εαυτό μου να �αξίζει� αυτή την τιμωρία. Αν δεν κλέβω κάτι από το περίπτερο δενείναι γιατί φοβάμαι ότι θα με συλλάβουν, αλλά κυρίως γιατί έχοντας υιοθετήσει την αρχή�η κλοπή είναι κακό�, δεν θέλω να βρεθώ στη θέση να δω τον εαυτό μου σαν �κλέφτη�.

Το πρόβλημα επομένως του κοινωνικού ελέγχου είναι κατά πολύ το πρόβληματου ίδιου του ελεγχόμενου. Έτσι π.χ. ο Ντυρκάιμ θα δώσει έμφαση στην ηθική εκπαίδευση

Page 19: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 19 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

ή ο Φρόυντ θα εντοπίσει τον έλεγχο στο εσωτερικό του ατόμου, στο �υπερεγώ�. Αλλάτότε το πρόβλημα του κοινωνικού ελέγχου μετατρέπεται στο πρόβλημα της�κοινωνικοποίησης�: Πώς δηλαδή εγώ ενστερνίζομαι αυτά που σκέφτεται η κοινωνία καιτα κάνω και δικά μου, τα αφομοιώνω και τα �εσωτερικεύω�;

Β. Η κοινωνικοποίηση είναι και αυτή μια έννοια καταρχήν απλή: Έτσι ονομάζουμεόλες τις διαδικασίες ή μηχανισμούς με τους οποίους μια κοινωνία μαθαίνει στα μέλη τηςνα σκέφτονται ορισμένα πράγματα (αξίες, κανόνες, ηθική, πίστεις, κλπ.). Το παιδί-που-πρέπει-να-μάθει (γλώσσα, καλούς τρόπους, γνώσεις, αισθητική, κλπ.) είναι το κλασικόπρότυπο της προβληματικής για την κοινωνικοποίηση.

Πάρα πολλές έρευνες έχουν ασχοληθεί με τα προβλήματα κοινωνικοποίησης, ιδιαίτερα μετην επιρροή του περιβάλλοντος στη διαμόρφωση των αξιών και των ικανοτήτων, των πεποιθήσεων,κλπ. Στην ίδια επίσης κατηγορία μπορούν να ενταχθούν και μελέτες για φαινόμενα διάδοσης,διάδοσης μιας ιδέας (πολιτικής, θρησκευτικής), διάδοσης ενός προϊόντος (στο μάρκετιν), κ.ά, στομέτρο που, παρά τις διαφορές στο βάρος που βλέπουν οι διάφοροι κοινωνιολόγοι να έχει ηκοινωνικοποίηση του παιδιού, όλοι συμφωνούν ότι η κοινωνικοποίηση είναι κάτι που αφορά όλητην κοινωνία (κοινωνιολογική έκδοση του παλιού ρητού �γηράσκω αεί διδασκόμενος�: αφού συνεχώςαποκτούμε νέους ρόλους και εντασσόμαστε σε νέες καταστάσεις, όπου έχουμε να μάθουμε πώςνα συμπεριφερόμαστε, να σκεφτόμαστε, να αισθανόμαστε).

Όμως και η κοινωνικοποίηση θέτει ορισμένα προβλήματα, για δύο κυρίως λόγους:

! Ο πρώτος είναι ότι, αν μας φαίνεται απλή έννοια, οφείλεται εν μέρει στο ότι στονπολιτισμό μας έχουμε δεχτεί σαν πάνω κάτω προφανή την ιδέα ότι οι άνθρωποι είναιαυτό που γίνονται από το περιβάλλον τους ή ότι, πάντως, είναι αρκετά εύπλαστα όντα,κάτι σαν λευκά χαρτιά πάνω στα οποία η κοινωνία γράφει το �είναι� τους." Έτσι, π.χ. η παιδαγωγική σαν επιστήμη εμφανίζεται όταν ισχυροποιείται η ιδέα (μετά

την Αναγέννηση) ότι τα παιδιά μπορούμε να τα �πλάσουμε� όπως θέλουμε." Την ίδια ιδέα την ξαναβρίσκουμε στον πολιτικό λόγο που με αρκετή μονοτονία

προτείνει, σαν �λύση� στα διάφορα �προβλήματα�, μια �σωστή εκπαίδευση� (π.χ. ανυπάρχουν σεξουαλικά προβλήματα, τότε να κάνουν τα παιδιά μάθημα �σεξουαλικήςαγωγής�).

" Την ίδια πάλι ιδέα την ξαναβρίσκουμε στην περίπου κοινή πεποίθηση ότι, π.χ., ητηλεόραση, ή παλαιότερα το ραδιόφωνο ή τα περιοδικά, �ευθύνονται� με την επιρροήπου έχουν για διάφορα �κακά�, όπως εγκληματικότητα, κλπ.

" Η ίδια πάλι ιδέα υπάρχει στην εκπαιδευτική αντίληψη ότι η γνώση είναι ένα αντικείμενοπου μπορεί να χωθεί στα κεφάλια των μαθητών.

Ωστόσο, πρώτον, είναι μια άκρως κοινωνική ιδέα (σε άλλες κοινωνίες θεωρούσαν,όπως π.χ. στο Μεσαίωνα, ότι οι άνθρωποι είναι αυτό που είναι ελέω Θεού) και δεύτερονείναι πολύ προβληματική, στο μέτρο που θεωρεί τα άτομα απλώς σαν αντικείμενα, σανπράγματα που τα διαμορφώνει κανείς όπως θέλει.

! Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η ίδια αυτή ιδέα είναι πολλές φορές πολύ βολική και, γιααυτό ίσως, έχει χρησιμοποιηθεί και από την κοινωνιολογία μέσα από υποδείγματα πουμπορούν να χαρακτηριστούν �κοινωνιολογίστικα�. Χοντρικά, για να εξηγηθεί μια ορισμένη

Page 20: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 20 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

συμπεριφορά ή ένα κοινωνικό φαινόμενο, λέμε ότι τα άτομα έχουν μάθει μέσα από την�κοινωνικοποίηση� αυτό που θέλει η �κοινωνία� να μάθουν και για αυτό συμπεριφέρονταιέτσι. Αυτό είναι βολικό, αλλά είναι ταυτολογικό και συνήθως τουλάχιστον ανεπαρκές, ανόχι λαθεμένο. Π.χ.:" Οι περισσότερες έρευνες που έχουν γίνει τείνουν να δείξουν ότι η επιρροή των

μαζικών μέσων επικοινωνίας είναι πολύ μικρότερη από αυτή που υποτίθεται πωςέχουν.

" Οι εκλογικές αναλύσεις του Λάζαρφελντ είχαν δείξει ότι η επιρροή που μπορεί ναέχει μια εκλογική καμπάνια περνάει μέσα από διαδικασίες απόφασης σε μικρέςομάδες και όχι άμεσα από τα λεγόμενα των πολιτικών στα αυτιά των ψηφοφόρων.

" Οι ειδικοί του μάρκετιν ξέρουν ότι η επιλογή ενός προϊόντος δεν είναι ποτέαποτέλεσμα ενός απλού βομβαρδισμού για τα �καλά του προϊόντος�.

" Και οι διαφημιστές ξέρουν πως περισσότερο βοηθούν στο να κρατηθεί ένα μερίδιοστην αγορά παρά να φτιαχτεί μια νέα αγορά.

" Και οι μετρήσεις για τον πόλεμο των media στον πόλεμο του Κόλπου όλες τείνουννα δείξουν ότι οι ακροατές κάθε άλλο παρά παθητικοί δέκτες υπήρξαν. Ασφαλώς,δηλαδή υπάρχει επιρροή των μέσων μαζικής επικοινωνίας, αλλά αυτή είναιδιαφορετικού τύπου και μικρότερη απ�ό,τι συνήθως λέγεται, και πάντως πάνταφαίνεται ότι το υπόδειγμα ενός δέκτη που απλώς υφίσταται και άρα �πλάθετται�είναι τελείως λαθεμένο.

[Ίσα-ίσα, ίσως το πιο ενδιαφέρον κοινωνιολογικό πρόβλημα να είναι γιατί οι άνθρωποιπιστεύουν στην περίπου παντοδυναμία των μέσων μαζικής επικοινωνίας. Ίσως τότε να πρέπει ναεφαρμοστεί η ίδια αυτή αρχή: Πιστεύω ότι ο άλλος επηρεάζεται -έστω και αν στον εαυτό μου δεν τοβλέπω τουλάχιστον στην έκταση που το προβάλλω στους άλλους- επειδή ακριβώς έχω την κοινήαντίληψη ότι οι άνθρωποι είναι απλώς αυτό που τους κάνει το περιβάλλον. Έτσι, φαντάζομαι ότι τοπαιδί μου θα γίνει εγκληματίας και δολοφόνος επειδή δεν μπορώ να το δω σαν κάποιον που ναείναι σε θέση να αποφασίζει και να κρίνει και άρα του προβάλλω την ιδέα ότι βλέποντας ένα μπαμ-μπουμ θα θελήσει να το μιμηθεί].

Επιπλέον, στην παιδαγωγική και στην ψυχολογία, αλλά και ορισμένοικοινωνιολόγοι της εκπαίδευσης και της οικογένειας, φαίνεται να καταλήγουν μάλλον στοαντίθετο υπόδειγμα. Δηλαδή όχι μόνο τα �παιδιά� δεν μπορούν να θεωρηθούν σαν απλάπαθητικά αντικείμενα στα οποία η κοινωνία γράφει ή επιβάλλει αξίες, κανόνες, σκέψεις,γνώσεις, κλπ., αλλά ότι, για να κατανοηθεί η διαδικασία της κοινωνικοποίησης, θα πρέπεινα υποθέσουμε ότι είναι πλήρως ενεργητικά, ότι δηλαδή όλα τα ερεθίσματα, διαταγές,ανταμοιβές, γνώσεις, δουλεύονται ενεργητικά μέσα στο κεφάλι των παιδιών (και των�μεγάλων�).

Όπως και να είναι το �παιδαγωγικό� ζήτημα (που δεν είναι άμεσα κοινωνιολογικό),στο επίπεδο της κοινωνικής εξήγησης, η εισαγωγή της κοινωνικοποίησης, σανανεξάρτητου παράγοντα ερμηνείας, δίνει μια υπερκοινωνιολογική εικόνα των ανθρώπων,αφού οι άνθρωποι απεικονίζονται έτσι σαν να μην είναι σε θέση να κάνουν άλλο πράγμααπό αυτό που τους έχουν μάθει. (Ο Garfinkel το χαρακτήρισε αυτό σαν μια εικόνα�κοινωνικά ηλίθιων� ή �ντοπαρισμένων�). Αυτός ο υπερκοινωνιολογισμός όμως, όχι μόνοείναι ταυτολογικός, αλλά και λαθεμένος:

Αν οι Αγγλοι εργάτες (λουντίτες) έσπαζαν τις μηχανές που τους έπαιρναν τις

Page 21: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 21 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

δουλειές και τους έριχναν στην ανεργία (και οδηγούσαν και στη μείωση των μισθώντους), η εξήγηση ότι αυτοί �ήταν συντηρητικοί�, �δεν καταλάβαιναν την πρόοδο�, επειδήείχαν �μάθει� ορισμένες αξίες, ότι �ήταν μυστικιστές� ή �ανορθολογικοί�, δηλαδή ότι γενικάήταν έρμαια της �κοινωνικοποίησής� τους, είναι μια εξήγηση που λέει περισσότεραπράγματα για τις προκαταλήψεις αυτού που την υποστηρίζει (�για τα καλά της προόδου�,κλπ.). Όπως έχουν δείξει αρκετοί ιστορικοί και κοινωνιολόγοι (π.χ. ο Lewis Coser) ησυμπεριφορά των λουντιτών εξηγείται πολύ πιο απλά και λογικά σαν μια στρατηγικήσυμπεριφορά (σπάω τις μηχανές γιατί αυτό είναι που καίει τον εργοδότη μου -και δενέχω άλλωστε άλλο μέσον πίεσης). Ακόμα και αν πιστεύω ότι οι μηχανές φταίνε πουοδηγούμαι στην ανεργία, δεν υπάρχει λόγος ο �κοινωνιολόγος� να με θεωρήσει�ανορθολογιστή�, γιατί έχω κάθε λόγο να το πιστεύω -έστω και αν δεχτούμε ότι είναιλάθος. Δηλαδή, η συμπεριφορά των ανθρώπων και των ομάδων ίσως να μην είναι τόσο�ανορθολογική� ή �παράλογη� όσο φαίνεται από πρώτη ματιά. Όταν λοιπόν υιοθετείκανείς την κοινωνικοποίηση σαν παράγοντα εξήγησης, ίσως είναι περισσότερο λόγοέλλειψης κατανόησης του τί πραγματικά συμβαίνει. Έτσι, κακώς οι τεχνοκράτεςφαντάζονται ότι οι μεταρρυθμίσεις τους δεν πετυχαίνουν γιατί οι άνθρωποι είναι�παράλογοι�, �δεν καταλαβαίνουν το συμφέρον τους�, ή ότι φταίει η �τάση των δομών νααντιστέκονται στις αλλαγές�, ο �συντηρητισμός�, κλπ. Οι άνθρωποι και οι ομάδες είναιπιο λογικοί απ�όσο πολλοί τους φαντάζονται, έστω και αν η λογική τους πρέπει κάθεφορά να αναλυθεί, και όχι να φορτώνεται σε μια μυστηριώδη ή και μυστικιστική�κοινωνικοποίηση�.

[Το θέμα αυτό, του γιατί πιστεύουμε αυτό που πιστεύουμε, θα το διερευνήσουμεστο κεφάλαιο για τις Πίστεις].

Page 22: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 22 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

Ο κανονιστικός προσανατολισμός της δράσης [σχέδιο]

Η θεωρία των ρόλων λέει ότι το κοινωνικό έργο είναι γραμμένο κοινωνικά και οιάνθρωποι αναλαμβάνουν να το παίξουν παίρνοντας ο καθένας ρόλους. Το άτομο παίζειτο ρόλο του επειδή οι άλλοι περιμένουν (και τον πιέζουν) να τον παίξει και ασφαλώςδιαθέτουν και πολλούς τρόπους για να του το δείξουν (κοινωνικός έλεγχος). Όμως καιτο ίδιο το άτομο συνήθως παίζει με θέρμη το ρόλο του, όχι σαν αγγαρεία, αλλά σανέκφραση του εαυτού του, της υποκειμενικής του ταυτότητας, ακόμα περισσότερο πουξέρει πως ό,τι κάνει θα ερευνηθεί από τους άλλους σαν ένδειξη της ταυτότητάς του.Δηλαδή οι άνθρωποι συνήθως συμφωνούν στο τί πρέπει να γίνει και οι σχέσεις διάδρασηςπου έχουν μεταξύ τους δείχνει αυτή τη συμφωνία. Ασφαλώς υπάρχουν στιγμές που όλαδεν φαίνεται να λειτουργούν ρολόι, όμως το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας, τηςκαθημερινότητάς μας, μοιάζει να κυλάει με μεγάλη ηρεμία, μονοτονία, επανάληψη,�φυσικότητα�.

Τη �ρουτινιάρικη� αυτή πλευρά της ανθρώπινής μας ύπαρξης (τόσο σανεπανάληψη και μονοτονία όσο και σαν επιβολή �από την κοινωνία�) θέλουμε να τονίσουμεόταν μιλάμε για �θεσμούς�. Οι θεσμοί είναι τα υποχρεωτικά πλαίσια της δράσης μας.Πλαίσια, γιατί είναι �έξω από μας�, �στην κοινωνία�, και υποχρεωτικά, γιατί δεν επιτρέπεταινα τα παραβούμε, είτε γιατί οι �άλλοι� μας �ελέγχουν� είτε και γιατί θεωρούμε ότι ηυποχρέωση πηγάζει από μέσα μας, σαν ηθική αρχή (π.χ. ένα δώρο που δίνω, είτεεπειδή μου λέει η μαμά μου ότι δεν είναι σωστό να πάω στο πάρτυ που με καλέσανεχωρίς δώρο, είτε επειδή χαρίζω �με την καρδιά μου� λουλούδια στην κοπέλα πουφλερτάρω). Η θεωρία των ρόλων γίνεται έτσι θεωρία των θεσμών, οι οποίοι θεωρούνταισαν πιο συμπαγή ή αμετακίνητα �πράγματα� από τους ρόλους. Όμως, στην ουσίαπρόκειται για την ίδια πραγματικότητα, ειδωμένη όχι -όπως την είδαμε- από την πλευράτης δράσης, αλλά από την πλευρά της �αντικειμενικότητας� της κοινωνίας.

Μπορούμε έτσι να περιγράψουμε �αντικειμενικά� τις επαναλαμβανόμενεςδραστηριότητες (χαιρετισμοί, ανταλλαγές δώρων, τελετές διάφορες -γάμοι, κηδείες,εορτές-, οργάνωση της παραγωγικής ή εμπορικής δραστηριότητας, κλπ.). Ωστόσο, δενείναι η ίδια η επανάληψη που μας ενδιαφέρει, αλλά το βάρος της υποχρέωσης πουσυνεπάγεται: έτσι ξεχωρίζουμε μια �απλή συνήθεια� (πίνω τον πρωινό μου καφέ σε έναμπωλ και όχι σε φλυτζάνι) από μια δραστηριότητα που συνεπάγεται κάποια υποχρέωση(ηθική, θρησκευτική, κοινωνική). Ακόμα, διακρίνουμε και ένα �έθιμο�, που εμπεριέχειμια τέτοια υποχρέωση αλλά χωρίς μεγάλες επιπτώσεις αν το παραβούμε (όπως τοΧριστουγεννιάτικο δέντρο), από τον καθαυτό �θεσμό� που μαζί με την υποχρέωσησυνοδεύεται και από ορισμένες κυρώσεις (αν δεν χαιρετήσω το φίλο μου πιθανόν καιαυτός να μου κόψει την καλημέρα). Στην πράξη, ο διαχωρισμός ανάμεσα στις έννοιεςαυτές είναι πιο δύσκολος απ�ό,τι καταρχήν φαίνεται και πιθανόν να χρειάζεται καιπεραιτέρω διακρίσεις (π.χ. είναι οι κυρώσεις προβλέψιμες, υπάρχει ειδικός μηχανισμόςκαταστολής;, κλπ.).

Από την πλευρά του ατόμου, ο θεσμός σημαίνει πως το άτομο υποχρεώνεται ναακολουθήσει ορισμένες συμπεριφορές. Έτσι, όταν είναι κανείς στρατιώτης πρέπει ναγυαλίζει τις μπότες του, να φροντίζει για το όπλο του, να χαιρετάει τους ανωτέρους του,κλπ., όλα αυτά που μπορεί μάλιστα να γράφονται και σε ένα χαρτί και να αποτελούν τον�κανονισμό� του θεσμού, όπως συχνά συμβαίνει με τις επαγγελματικές δεοντολογίες,

Page 23: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 23 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας, το αστικό δίκαιο, το καταστατικό μιας συνδικαλιστικήςή πολιτικής οργάνωσης, το οργανόγραμμα μιας επιχείρησης, κλπ.

Οι κανονισμοί αυτοί είναι συχνά αρκετά �τυπικοί� με την έννοια ότι στην πράξησυχνά καταπατούνται και προστρέχει κανείς σε αυτούς μόνο σε �ακραίες� περιπτώσεις(μια �σοβαρή� παράβαση). Επιπλέον, συνήθως δίνουν μια πολύ παραπλανητική εικόνατου τί πραγματικά γίνεται και συχνά η κοινωνική οργάνωση λειτουργεί επειδή τουςκαταπατάει και όχι επειδή τους τηρεί: πράγμα που, για παράδειγμα, ξέρουν οι εργαζόμενοιπου αποφασίζουν να κάνουν �λευκή� απεργία, δηλαδή αποφασίζουν να πάρουν τουςκανονισμούς κατά γράμμα, και τότε όλη η οργάνωση καταρρέει. Όποια και να είναι όμωςη ανάγκη που καλύπτουν οι �κανονισμοί�, πρέπει να παραδεχτούμε ότι αποτελούνμετασχηματισμούς άλλων κανόνων, που αυτοί πράγματι λειτουργούν στην πράξη: αυτόπου κάνουν οι άνθρωποι σε έναν θεσμό παρουσιάζει μια �κανονικότητα�, μια επανάληψη,μια υποχρεωτικότητα, δεν είναι δηλαδή τυχαίες και χαώδεις ενέργειες (και για αυτό είναικαι θεσμός).

Στο μέτρο που η συμπεριφορά είναι έτσι ρυθμισμένη, δηλαδή υπόκειται σε κάποιακανονικότητα ή επανάληψη, στο μέτρο αυτό η κοινωνική δράση μπορεί να χαρακτηριστείσαν �κανονισμένη� ή σύμφωνη με �κανόνες� ή ακόμα και να ειπωθεί ότι καθοδηγείταιαπό έναν �κανονιστικό προσανατολισμό�. Αν, όμως, όπως είπαμε, υπάρχει πάντατουλάχιστον η δυνατότητα να καταπατήσει κανείς τον κανόνα -και πράγματι τονκαταπατάει ορισμένες φορές-, το ζήτημα γίνεται πιο σύνθετο: τί να είναι άραγε αυτό πουσπρώχνει τους ανθρώπους να προσαρμοστούν σε αυτό που ο κανόνας τους λέει, ανπροσαρμόζονται;

Αυτό που συνήθως λέγεται είναι ότι οι κανόνες δεν είναι σχήματα που επιβάλλονταιαπό έξω στους ανθρώπους (προφανώς είναι και αυτό!) αλλά κυρίως σχήματα ή πρότυπασυμπεριφοράς που έχουν οι ίδιοι �εσωτερικεύσει�, τα έχουν κάνει και �δικά τους�. Μεαυτή την έννοια, δεν είναι επειδή μου λένε ότι �δεν σκοτώνουμε τους άλλους� ή επειδήφοβάμαι μη με βάλουν φυλακή που δεν σκοτώνω, αλλά επειδή και εγώ θεωρώ αυτόντον κανόνα σαν �δικό μου�. Δηλαδή ο κανονιστικός προσανατολισμός της δράσηςπροϋποθέτει ότι, σε μια συγκεκριμένη κοινωνία, υπάρχει μια συμφωνία για το τί είναι τοωραίο, το ευκτέο, το δίκαιο και το αληθινό (έστω και αν ξέρουμε ότι αυτά ποικίλουν πολύαπό κοινωνία σε κοινωνία). Από την άποψη αυτήν ο κανόνας είναι κυρίως μια ηθικήπίστη που έχει το ίδιο το άτομο και με βάση την οποία αποφασίζει τί να κάνει.

Υπάρχουν δύο τουλάχιστον ερωτήματα που αυτή η τοποθέτηση θέτει: γιατί μια κοινωνίαυιοθετεί ένα συγκεκριμένο σύνολο από κανόνες και όχι άλλο και πώς καταφέρνει να πείσει ταάτομα-μέλη ότι αυτοί οι κανόνες είναι και δικοί τους. Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά δεν είναιεύκολη και δεν είναι μία! Οι κοινωνιολόγοι είναι αρκετά διασπασμένοι στο πώς να τα απαντήσουν.Ας δώσουμε εδώ απλώς τα στοιχεία μιας απάντησης που δίνει η λειτουργιστική σχολή (η οποία καιέχει πρωτοδιατυπώσει τη θεωρία των κοινωνικών ρόλων):

Το ότι η κοινωνία επιλέγει το συγκεκριμένο σύστημα αξιών και κανόνων (και ρόλων) οφείλεταισε λειτουργικούς λόγους: Δηλαδή πρέπει να εξηγηθεί με το πώς συμβάλλει το σύστημα αυτό στηλειτουργία της κοινωνίας, με τις ανάγκες τις οποίες ικανοποιεί.

Το ότι τα άτομα συμφωνούν οφείλεται στο ότι τα άτομα διαμορφώνονται από την κοινωνίαέτσι ώστε να αποκτήσουν όλα μια κοινή αντίληψη για τα πράγματα. Αυτό ο Πάρσονς, π.χ., το λέει�συμφωνία στις αξίες�. Δηλαδή κάθε κοινωνία διαλέγει και προβάλλει γενικές ιδέες με τις οποίεςδιαμορφώνει τα μέλη της. Τα μέλη έτσι αποκτούν αυτό που ονομάζεται προσανατολισμός τηςδράσης, ή �κανονιστικός προσανατολισμός� (σύμφωνος με τους κανόνες ή τις �νόρμες�). Αν

Page 24: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 24 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

έχω την τάση να θέλω να αποκτήσω λεφτά είναι επειδή θεωρώ ότι τα λεφτά είναι σημαντικό πράγμακαι άρα θα προσπαθήσω να μεγιστοποιήσω τα εισοδήματά μου. Πράγματα που έχω �μάθει� ή έχωκάνει �δικά μου� μέσα από ειδικευμένες διαδικασίες με τις οποίες με διαμορφώνει η κοινωνία(οικογένεια, σχολείο, κλπ.) που ονομάζονται �κοινωνικοποίηση�. Έτσι, αν ακολουθώ τουςσυγκεκριμένους, κάθε φορά, κανόνες συμπεριφοράς, είναι επειδή ήδη έχω εσωτερικεύσει τιςγενικότερες αξίες και κανόνες(νόρμες) της κοινωνίας στην οποία ζω.

Παρατήρηση: Η ιδέα αυτή δεν είναι πλήρως ικανοποιητική και έχει επικριθεί από πολλούςκοινωνιολόγους, κυρίως από δύο απόψεις: Δύσκολα μπορεί να εξηγήσει τα φαινόμενα απόκλισης,αλλαγής, κρίσης, σύγκρουσης, αλλά και πολλά φαινόμενα κοινωνικών διαδικασιών όπου οικοινωνικές οργανώσεις λειτουργούν παρά, ή εξαιτίας, των αποκλίσεων από τους ρόλους ή και τιςαξίες... Και πιο σημαντικό, η ιδέα ότι οι άνθρωποι είναι μόνο παθητικά όντα, ότι διαμορφώνονταιαποκλειστικά από το �περιβάλλον� τους, σημαίνει ότι τα άτομα είναι κάτι σαν πιόνια �αντικειμενικών�δυνάμεων που δεν μπορούν να ελέγξουν ούτε να αλλάξουν. Η δράση τους είναι αρκετά ψεύτικη,δεν είναι ενεργητική. Παρόλο που πολλές φορές το ερμηνευτικό αυτό σχήμα είναι χρήσιμο, ωστόσοσυνήθως οδηγείται σε αδιέξοδο, ερμηνευτικά και πολιτικά.... (Βλ. και κεφάλαιο Πράξη και Ουτοπία)

Οι κοινωνικοί κανόνες

Με την έννοια �κοινωνικός κανόνας� δεν εννοούμε αυτό που οι άνθρωποι πράγματικάνουν, αλλά μια ιδέα που έχουν για το τί μπορούν ή πρέπει να κάνουν. Δεν είναιστατιστικός μέσος όρος ή διάμεσος των συμπεριφορών τους, δεν είναι οι συνήθειςσυμπεριφορές τους ή μια συμπεριφορά που έχουν στη γενικότητά της. Είναι ένα πρότυπογια τη συμπεριφορά τους, είναι κάτι που έχουν μέσα τους και το αισθάνονται σαν καθήκονή σαν δικαίωμα (διάκριση που βασίζεται στην υποκειμενική επιθυμία τους: αν ο κανόναςθεωρείται επιθυμητός από τους ίδιους τότε μπορεί να θεωρηθεί σαν δικαίωμα, ενώθεωρείται σαν υποχρέωση αντίστροφα). Ο κανόνας έχει μια σχέση με τις αναμονές,αφού ώς ένα βαθμό αυτός είναι που ορίζει ποιές είναι αυτές. Ο κανόνας δηλαδή είναιταυτόχρονα ένα πρότυπο συμπεριφοράς για εμένα, αλλά ταυτόχρονα και αναμονή γιατους άλλους.

Η πρώτη δυσκολία είναι ότι ο κανόνας έχει μια σχέση με τη συμπεριφορά (είναι�κανόνας συμπεριφοράς�), αλλά η σχέση αυτή είναι προβληματική, αφού -καθώς οκανόνας είναι πρότυπο ή ιδέα- αυτό σημαίνει ότι στην πραγματική τους συμπεριφορά οιάνθρωποι ενδεχομένως να μην ακολουθούν τον κανόνα! Ένα εύγλωττο παράδειγμαέχουν δώσει οι κοινωνιο-γλωσσολόγοι, όταν συγκρίνουν αυτό που οι άνθρωποι λένε(φωνολογικά, συντακτικά, λεκτικά, ...) στην καθημερινή τους κουβέντα με αυτό που λένεόταν αισθανθούν ότι παρακολουθούνται: τότε �διορθώνουν� τη γλώσσα τους σύμφωναμε τα πρότυπα (�κανόνες�) που ωστόσο δεν εφαρμόζουν στην κανονική τους ζωή [καιμπορεί μάλιστα να φτάνουν σε �υπερδιόρθωση�1 όπως συχνά κάνουν και τα παιδιά ήκαι οι κωμικοί για να γελάσουν ή να κοροϊδέψουν]. Επίσης, οι κανόνες που περιγράφουντον �καλό μαθητή� είναι κανόνες που όλοι οι μαθητές τους ξέρουν, αλλά που περιγράφουνέναν μαθητή που ίσως ποτέ δεν υπήρξε, έστω και αν πολλοί μπορεί να προσπαθούν ναδώσουν την εντύπωση ότι τους ακολουθούν. Ή ακόμα ίσως όλοι ξέρουν και θεωρούνδικό τους τον κανόνα που απαγορεύει την κλοπή (εκτός ίσως από τους κλέφτες) αλλάεπίσης όλοι ίσως δεν θα διστάσουν να κλέψουν π.χ. την εφορία (αν τους δίνεται ηευκαιρία).

Χαρακτηριστικό του κοινωνικού κανόνα είναι ότι γενικά δεν μπορεί να ειπωθεί ήότι η λεκτική του περιγραφή (αν υπάρχει) είναι μια φτωχή ανούσια και αναποτελεσματικήτου έκδοση: θα ήταν �ανήθικο� ή �τρελό� να εφαρμόσω τη λεκτική έκδοση του κανόνα

Page 25: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 25 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

και να πω, π.χ., στο συνεπιβάτη μου στο λεωφορείο (εφαρμόζοντας τον �κανόνα τηςειλικρίνειας�) κάτι όπως: �σου κρέμεται η περούκα που φοράς� ή �γιά να δω τί διαβάζεις�ή �πώς βρωμάει έτσι η μασχάλη σου;�." Συνήθως, άλλωστε, ο κανόνας που ακολουθούμε μπορεί, όχι μόνο να μην έχει λεκτική

έκδοση, αλλά και να είναι δύσκολο να περιγραφεί: όλοι ξέρουν πώς να χειριστούν ταμάτια τους, αλλά κανείς δεν τους έχει πει πώς γίνεται αυτό (μόνο τα μικρά παιδιά�καρφώνουν με τα μάτια τους� αυτό που τους ενδιαφέρει, οι �μεγάλοι� ξέρουν να�βλέπουν� όπως και όταν �πρέπει�).

" Άλλες φορές, οι κανόνες μπορούν πράγματι να περιγραφούν με λόγια, αλλά ίσως οιάνθρωποι που τους εφαρμόζουν να μην τους χρειάζονται ή και η λεκτική τους έκδοσηνα είναι απλουστευτική: είναι η περίπτωση των κανόνων μιας γλώσσας, που ο κάθεάνθρωπος χειρίζεται με άνεση (τουλάχιστον όταν περάσει τα δύο-τρία πρώτα χρόνιατης ζωής του), χωρίς να μπορεί να τους διατυπώσει, και όταν τους �μαθαίνει� (όπωςτα παιδιά που πάνε στο σχολείο) δεν είναι για να μάθει να τους εφαρμόζει (αφού ήδητους εφαρμόζει -αν και μια τέτοια χρησιμότητα μπορεί ίσως να παρουσιαστεί σεπρώτη φάση σε αυτόν που μαθαίνει ξένη γλώσσα). Ο χειρισμός, μάλιστα, τηςμητρικής γλώσσας είναι ίσα-ίσα η άνεση και η φυσικότητα που προκύπτει από τηνκαταπάτηση των κανόνων που περιγράφουν οι γλωσσολόγοι και οι φιλόλογοι, ενώη πιστή εφαρμογή του γραμματικού κανόνα είναι η ένδειξη ότι ο χειριστής της είτεείναι �ξένος�, είτε είναι �γραφειοκράτης� είτε σχολαστικός διανοούμενος (βλ. κεφάλαιογια γλώσσα και κοινωνία).

" Σε άλλες, τέλος, περιπτώσεις, μπορεί πράγματι ο κανόνας να έχει διατυπωθεί καιαυτή η διατύπωση να καθοδηγεί τη συμπεριφορά: είναι για παράδειγμα ο κώδικαςοδικής κυκλοφορίας, ένας κώδικας επαγγελματικής δεοντολογίας ή οι κανονισμοίτης FIFA για το μπάσκετ. Όμως, αυτοί οι κώδικες ή κανονισμοί περιγράφουν μόνοορισμένους περιορισμούς της δράσης και όχι τους κανόνες που πράγματικαθοδηγούν τους συμμετέχοντες: έτσι δεν μου λέει ο κανονισμός του μπάσκετ σεποιόν να δώσω πάσα ή από πού να σουτάρω. Επιπλέον, το ουσιαστικό πρόβλημαπου θέτουν οι κανόνες αυτοί είναι ότι συνοδεύονται από άγραφους κανόνεςεφαρμογής τους, δηλαδή πρέπει να ερμηνευτούν σε συγκεκριμένες συνθήκες: Γιααυτό ένα �φάουλ� στο μπάσκετ για να γίνει φάουλ χρειάζεται κάποιον (το διαιτητή)να το αποφασίσει, ενώ η υποχρέωσή μου να σταματήσω στο κόκκινο φανάριπροϋποθέτει ότι το φανάρι δεν έχει κολλήσει, ότι δεν οδηγώ ένα πυροσβεστικό ήένα ασθενοφόρο, ότι δεν είμαι επιβάτης σε μια λιμουζίνα που συνοδεύεται απόαστυνομία (σαν κάποιος επίσημος που κάνει επίσκεψη σε μία χώρα), ότι δεν οδηγώένα στρατιωτικό κάνοντας παρέλαση, κλπ.

Γενικότερα, ο κανόνας αναφέρεται, όχι στη συμπεριφορά, αλλά στις προϋποθέσειςτης, όπως είναι η γνώση για τον κόσμο ή οι συνθήκες εφαρμογής του. Δηλαδή, παρόλοπου παρουσιάζεται έτσι, ο κανόνας δεν είναι �πρότυπο συμπεριφοράς�, είναι περισσότεροοδηγία για να ερμηνεύσω τί κάνει ο άλλος και να αποφασίσω τί πρέπει να κάνω εγώδεδομένου ότι βρίσκομαι με άλλους. Για αυτό και η ύπαρξη του κανόνα όχι μόνο δενεμποδίζει αλλά και μπορεί να επιβάλει την καταπάτησή του.

Page 26: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 26 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

" Ακόμα και ένας γενικός και �απόλυτος� κανόνας όπως ότι �δε λέω ψέματα� έχειμεγαλύτερη σχέση με το πώς και πότε εφαρμόζεται παρά με μια σαφή περιγραφήτου τί έχω να κάνω: μπορεί να μην ξέρω την �αλήθεια� ή μπορεί, ως γιατρός, να μηνείναι �σωστό� να ανακοινώσω στον ασθενή μου ότι ο καρκίνος του δεν θα τον αφήσεινα ζήσει πάνω από ένα μήνα, ή μπορεί, χειρότερα και από το �δε λέω ψέματα� ναείναι να πω στο φίλο μου που ήρθε για επίσκεψη πόσο τον βαριέμαι και με ενοχλεί.

" Αν απαντάω σε κάποιον που μου ζητάει την ώρα, δεν είναι επειδή εφαρμόζω κάποιονκανόνα που θα μου έλεγε τί να κάνω (άλλωστε υπάρχουν πολλοί και αντιφατικοί!),αλλά επειδή οι ιδέες που έχω για το τί θα μπορούσε και θα έπρεπε να κάνει κάποιοςσε κάποια κατάσταση μου επιτρέπουν, αφενός, να αποφασίσω αν αυτό που μουζητάει ο άλλος είναι λογικό, θεμιτό (κλπ.) και, αφετέρου, δεδομένης αυτής τηςερμηνείας μου, πώς να δράσω έτσι ώστε και ο άλλος να δεχτεί την ερμηνεία αυτήνκαι την εικόνα που προσπαθώ να του δώσω. Αυτό άλλωστε που κατά κανόνα μεκάνει να κοιτάξω το ρολόι μου πριν απαντήσω (έστω και αν το είχα ξαναδεί ακριβώςπριν με ρωτήσει) ή που με κάνει να του διευκρινίσω �ακριβώς� ενώ του λέω �πέντε�,είναι όχι ότι �πρέπει να είμαι ευγενής� αλλά ότι πρέπει να δώσω, στις συγκεκριμένεςσυνθήκες, την εξασφάλιση ή την εντύπωση ότι δεν μεταχειρίζομαι ελαφρά τη καρδίατο αίτημά του.

Περισσότερο δηλαδή από τη συμπεριφορά μου, ο κανόνας έχει σχέση με το σχήμα πουπρέπει να εφαρμόσω για να καταλάβω τους άλλους και να αποφασίσω τί εικόνα πρέπεινα τους δώσω στις συγκεκριμένες συνθήκες. [Για αυτό άλλωστε και ο κανόνας δεν μπορείνα ειπωθεί: είναι μια οδηγία που δεν μου λέει τί να κάνω, αλλά πώς να σκεφτώ για νααποφασίσω τί να κάνω].

Διαπιστώνοντας ότι, έτσι, οι κανόνες έχουν πεδία εφαρμογής και ότι, ανάλογα μετις συνθήκες, εφαρμόζονται και άλλοι -που μπορεί να είναι και αντιφατικοί- οδηγούμαστεστο να θεωρήσουμε ότι πιο σημαντικό από τον κανόνα είναι το �σύστημα των κανόνων�ή η �κανονιστική δομή� της κοινωνίας. Η ιδέα αυτή αναφέρεται στο ότι μια κοινότηταανθρώπων, αν υπάρχει σαν κοινότητα, έχει μια ηθική διάσταση: τα μέλη της συμφωνούνγια το τί είναι σωστό, αληθινό, ωραίο, ηθικό, κλπ. Χωρίς τέτοια ηθική διάσταση -κατάτον Ντυρκάιμ, τουλάχιστον- δεν υπάρχει κοινότητα. Παρόλο που η ιδέα αυτή είναι σωστήκαι γόνιμη, δεν πρέπει ωστόσο να αγνοηθεί το γεγονός ότι λέγοντας �σύστημα κανόνων�δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι έχουμε ένα συνεκτικό σύνολο από κανόνες. Αυτοί μπορείνα είναι όχι μόνο πολλαπλοί αλλά και αντιφατικοί, πράγμα που σημαίνει ότι αυτή η�κανονιστική δομή� εξαρτάται από την εφαρμογή της, τις συνθήκες χρήσης της. Δεναρκεί να ξέρω ότι �δεν σκοτώνουμε τους άλλους�, γιατί μπορεί ταυτόχρονα να �πρέπεινα υπηρετήσω την πατρίδα στον πόλεμο�.

Γενικότερα, δεν αρκεί η παραδοχή ότι υπάρχει ένα �σύστημα κανόνων�, γιατί τοπιο ουσιαστικό θέμα είναι πώς αναγνωρίζονται οι κανόνες που πρέπει να εφαρμοστούν,πώς εκτιμούνται οι συνθήκες και τα πεδία εφαρμογής τους (πρόβλημα ιδιαίτερα σημαντικόστις διαδικασίες κοινωνικοποίησης ή εκμάθησης του κανόνα). Πράγματι, κανόνας είναιόλη η ερμηνευτική δουλειά που έχω να κάνω σε μια συγκεκριμένη περίσταση για νακατανοήσω τους άλλους και να προβώ σε μια πράξη. Αν δεν ξέρω τις συνθήκεςεφαρμογής του κανόνα τότε δεν ξέρω τον κανόνα τον ίδιον.

Ας πάρουμε, για παράδειγμα, το χειρισμό του ματιού μας:

Page 27: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 27 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

" Όταν έχω την επίσημη θέση ενός κοινού, τότε επιτρέπεται να κοιτάω: έτσι, σανθεατής σε ένα έργο μπορώ να κοιτώ το έργο, αλλά το ίδιο επιτρέπεται να κάνω καιαν ένας φίλος μου διηγείται μια ιστορία και μάλιστα ίσως και επιβάλλεται, γιατί ανδεν τον κοιτάω καθόλου τότε αυτό ίσως σημαίνει πως δεν τον παρακολουθώ καιτσάμπα μου τη διηγείται.

" Ωστόσο, ακόμα και το φίλο μου δεν μπορώ να τον καρφώνω με το βλέμα μου, γιατίτότε αυτό μπορεί να ερμηνευθεί διαφορετικά (ιδιαίτερα αν είναι του άλλου φύλου),και για αυτό θα φροντίσω από καιρό σε καιρό να διώξω το βλέμμα μου από πάνωτου για λίγο.

" Αλλά και αυτό που κοιτάω στο φίλο μου που μιλάει πάλι δεν μπορεί να είναιο,τιδήποτε: π.χ. ορισμένα μέλη του σώματός του (που θα μπορούσαν να παρέπεμπανσε μια σχέση σεξουαλικότητας) κατά κανόνα πρέπει να τα αποφύγω (εκτός αν π.χ.είναι γνωστό ότι είμαι κουφός και από τα χείλια του διαβάζω αυτό που λέει).

" Επιπλέον, δεν επιτρέπεται να τον κοιτάω σαν να ήταν φυσικό αντικείμενο, εκτός αναυτό που π.χ. μου δείχνει είναι ένα τραύμα που έχει (ή εκτός αν εξετάζω τον ασθενήμου -αλλά τότε επιβάλλεται).

" Τέλος, οι κανόνες αυτοί έχουν μια εφαρμογή στο μέτρο που ο άλλος με βλέπει ή πουκινδυνεύω να με δει, περιορισμός ιδιαίτερα σημαντικός στην πρακτική που ασκούνπ.χ. οι άνδρες στο δρόμο όταν κοιτούν μια �ωραία κοπέλα�: γενικά αποφεύγουν ναδει η ίδια (ή ίσως και η γυναίκα τους) ότι την κοιτάνε, αν και αποδέχονται (ή καιεπιδιώκουν) να τους δουν οι φίλοι τους.

" Δεν χρειάζεται άλλωστε να πρόκειται για �ωραία κοπέλα�: γενικά αποφεύγω νακοιτάξω κάποιον που ωστόσο μπορεί να με ενδιαφέρει (είναι ένας �νάνος�, ένας�κουτσός�, ένας ζητιάνος, ή έχει μια περίεργη κώμωση ή κλπ.) τουλάχιστον ανκινδυνεύω να πιαστώ στο βλέμα μου (εκτός αν είμαι �παιδί�, αλλά που ακριβώςδείχνει πόση γνώση εμπεριέχουν οι κανόνες για το βλέμα μας)

" Αλλά, αν πιαστώ, τότε έχω τη δυνατότητα να απομακρύνω το βλέμα μου, για ναδείξω ίσως ότι δεν παραβιάζω την ύπαρξή του, και κατά κανόνα θα προσπαθήσωνα το κάνω αφήνοντας την εντύπωση ότι δεν �κοιτούσα�, ότι το βλέμα μου ήταν�περαστικό�, ή ότι αυτό που με ενδιαφέρει �στην πραγματικότητα� ήταν κάτι άλλο.

"Ασφαλώς, οι κανόνες αυτοί για το βλέμα ποικίλουν πολύ από κοινωνία σε κοινωνία,από ομάδα σε ομάδα, κλπ. (π.χ. υπάρχει η ιδέα της �χαμηλοβλεπούσας� για τις γυναίκες,αλλά για τους άνδρες ο κανόνας ήταν διαφορετικός)." Όμως, πρώτον, σπάνια οι κανόνες για το βλέμα μπαίνουν σε ένα λεκτικό καλούπι

(όπως, όταν διατάζει η μαμά το παιδί της �όταν σου μιλάω να με κοιτάς στα μάτια� ήόταν ζητάν από τον τσολιά-φρουρό να έχει �απλανές βλέμμα�).

" Δεύτερον, ο κανόνας π.χ. που λέει ότι δεν καρφώνω με τη ματιά μου τους άλλους(εκτός από ειδικές περιπτώσεις) δεν είναι αυτό που πράγματι κάνουμε (αυτό πουκάνουμε είναι να δώσουμε την εντύπωση ότι δεν καρφώνουμε), αλλά είναι έναπρότυπο που το ξέρουμε και ρυθμίζουμε τη συμπεριφορά μας με αυτό (για αυτό καιόταν καρφώνουμε κάποιον με το μάτι, αν πιαστούμε, τότε το στρέφουμε μακρυά,αναγνωρίζοντας ακριβώς την ισχύ αυτού που μόλις καταπατήσαμε).

Page 28: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 28 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

" Τρίτον, ο κανόνας που λέει ότι κοιτάω το συνομιλητή μου συνοδεύεται και από τοναντίστροφο που λέει ότι δεν τον κοιτάω επίμονα.

" Άρα, τέταρτον, αυτό που κυρίως μου λέει ο κανόνας είναι ποιό νόημα μπορεί νααποκτήσει η ματιά, σε σχέση με τις διάφορες περιστάσεις: δηλαδή ο κανόνας κυρίωςμου δίνει ένα ερμηνευτικό πρίσμα ανάλυσης με βάση το οποίο θα μπορούσα ναπροσανατολιστώ μέσα στην κοινωνική πραγματικότητα, και με αυτή την έννοια είναι�οδηγίες� και όχι �πρότυπα συμπεριφοράς�.

Θα μπορούσε κανείς να πει ότι, σε άλλες περιπτώσεις, άλλοι κανόνες έχουν μιαάμεση ή εύκολη εφαρμογή. Όμως, όταν ο κανόνας περιγράφει μια πολύ συγκεκριμένηενέργεια σε πολύ συγκεκριμένες περιστάσεις, τότε είναι σπάνια πραγματικός κανόναςμε κάποια ηθική διάσταση και, πάντως, συνοδεύεται από μια ολόκληρη σειρά άλλουςκανόνες που παραμένουν �κρυφοί� (και που επιτρέπουν π.χ. στο εργαστήριο πράγματινα δουλεύει παρά τους κανονισμούς). Ενώ όταν πρόκειται για πραγματικό κανόνα, ηπεριγραφή του συνήθως είναι ανεφάρμοστη, για να επιβεβαιώσει την �κοινή σοφία� ότιοι �εξαιρέσεις� �επιβεβαιώνουν� τον κανόνα.

Η γνώση του κανόνα

Το ότι ο κανόνας είναι πάντα ένας σύνθετο σχήμα με βάση το οποίο ερμηνεύουμετην κοινωνική πραγματικότητα, ότι δηλαδή προϋποθέτει τη γνώση αυτής τηςπραγματικότητας, ας προσπαθήσουμε να το δείξουμε παίρνοντας μια �απλή� οδηγίαπου δίνει η μαμά στο παιδί: �Όταν, παδί μου, σου δίνουν ένα πράγμα, πρέπει να λες�ευχαριστώ�!�. Προφανώς, υπάρχουν μια σειρά από προβλήματα που έχει να λύσει τοπαιδί, για να καταλάβει τί του λέει η μαμά του, ακόμα και αν θέλει να ακολουθήσει τηνοδηγία της.! Πρέπει για παράδειγμα να αποδώσει ένα νόημα στη λέξη �πράγμα�: είναι άραγε έναφυσικό αντικείμενο και πώς ορίζεται τότε; Και η έννοια �μου δίνει� τί σημαίνει, πότεδηλαδή κάποιος �μου δίνει�;! Ακόμα και αν καταλάβω τί αυτά σημαίνουν, πρέπει άραγε να υποθέσω ότι πράγματιόταν κάποιος μου δίνει κάτι εγώ λέω �ευχαριστώ�, ή μήπως δεν συμβαίνει πάντα;! Και, ακόμα και αν το λύσω αυτό, τί πρέπει να κάνω ακριβώς όταν θέλω να πω�ευχαριστώ�.

Παρόλο που όλα αυτά τα προϋποθέτει σαν �προφανή� η μαμά, δεν είναι καθόλου.Και μάλιστα ο κανόνας που έχει υπόψη της η μαμά βρίσκεται πίσω από τα λόγια της:ευτυχώς και το παιδί της κατά κανόνα το ξέρει, έστω και αν αυτή νομίζει ότι δεν το ξέρει-αφού άλλωστε προς το παρόν δεν λέει �ευχαριστώ� (και που μπορεί στην πραγματικότητανα μην το λέει γιατί ακριβώς θέλει να κάνει το -ή να παραμείνει- �παιδί�). Ας τα πάρουμεένα- ένα:! Το �πράγμα� για το οποίο γίνεται λόγος και για το οποίο έχω να ευχαριστήσω είναιπολύ σημαντικό. Γιατί, για παράδειγμα, δεν είναι μόνο ένα φυσικό αντικείμενο, μπορείνα είναι και ένα σύμβολο, π.χ. μια πληροφορία όπως η ώρα που ρώτησα. Αλλά, επιπλέον,δεν είναι κάθε μεταβίβαση αντικειμένου ή συμβόλου που απαιτεί τη διατύπωση μιαςευχαριστίας.

Page 29: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 29 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

" Αν μου δώσεις μια πληροφορία για την ώρα χωρίς εγώ να την έχω ζητήσει,υπονοώντας ότι καθυστερώ υπερβολικά, τότε όχι μόνο δεν υποχρεώνομαι ναευχαριστήσω, αλλά επιπλέον μια ενδεχόμενη ευχαριστία μου θα έπαιρνε μια τελείωςδιαφορετική χροιά: θα ήταν επιθετική ειρωνεία.

" Όμως, αν αυτή η πληροφορία γίνεται για να με βοηθήσεις βλέποντάς με να έχωαφαιρεθεί και να κινδυνεύω να αργήσω στο ραντεβού μου, τότε -αντίθετα- καλόείναι να σε ευχαριστήσω.

" Παρομοίως, δεν υποχρεώνομαι να ευχαριστήσω αν μου δώσει κάποιος ένα φιλί καιακόμα περισσότερο αν δεν είναι φιλί αλλά γροθιά ή ακόμα και κάποιο υποκατάστατομιας προσβολής (όπως θα ήταν σε άλλες εποχές το γάντι μιας πρόκλησης).

" Επίσης δεν υποχρεώνομαι να πω ευχαριστώ για τον καλό βαθμό που μου έβαλε οκαθηγητής μου, εκτός αν ο βαθμός αυτός είναι προϊόν διαφορετικής συναλλαγήςαπό αυτό που κανονικά υποτίθεται πως είναι (αν δηλαδή μου τον έβαλε επειδή τουυποσχέθηκα πως στο άλλο τρίμηνο θα είμαι καλύτερος ή επειδή τον λάδωσα, οπότεόμως δεν τον ευχαριστώ για το βαθμό, αλλά για την τήρηση μιας συμφωνίας).

" Ούτε ακόμα και τα φυσικά αντικείμενα δεν είναι έτσι σαφή, από την άποψη αυτήν:γιατί, όπως το γάντι της πρόκλησης, μπορεί να έχουν νοήματα που πρέπει νασυλλάβω πριν πω �ευχαριστώ�: δεν χρειάζεται άλλωστε να είναι -πολύ ή λίγο-προσβλητικά όπως το παλτό που μου δίνει η μαμά μου με το ζόρι να φορέσω, ογλόμπος που μου δίνει επίμονα η γυναίκα μου επιμένοντας να διορθώσω τη λάμπατης.

" Μπορεί να είναι απλώς ένα αστείο, όπως το γελοίο καπέλο που μου φοράει ο φίλοςμου για να γελάσουμε από κοινού, ή μια υποχρέωσή του, όπως τα ζάρια που μουδίνει όταν έρθει ο γύρος μου στο τάβλι ή το κατσαβίδι που μου δίνει ο βοηθός μουζητώντας να του δείξω πώς βιδώνεται η βίδα.

! Το τελευταίο μας οδηγεί στην έννοια του �δίνω�. Ούτε αυτή η έννοια είναι τόσοπροφανής. Ίσα-ίσα, αν μου δώσει κάποιος ένα γράμμα να του ταχυδρομήσω, δεν είμαιεγώ που ευχαριστώ είναι εκείνος, γιατί αυτός που στην περίπτωση �δίνει� είμαι εγώ (μιαεκδούλευση) χωρίς ανταλλαγή (το γράμμα δεν είναι για μένα). Δεν αρκεί επομένως ναμου δώσει κάποιος κάτι, ακόμα και αν είναι απτό και υλικό, πρέπει επιπλέον να ερμηνευθείμε τη μορφή του �δίνω�. Ακόμα περισσότερο αν αυτό περί ου ο λόγος είναι ένα σύμβολο,όπως μια πληροφορία: έτσι, δεν ευχαριστώ το συνομιλητή μου για τις πληροφορίες πουμου δίνει, αν αυτό που κάνουμε είναι να κουτσομπολεύουμε το φίλο μας το Γιώργο,όπως ούτε ευχαριστώ τον καθηγητή μου για όλα αυτά που εξηγεί στο μάθημά του. Αλλάκαι ο καθηγητής δεν με ευχαριστεί για τις πληροφορίες που του δίνω στην εξέταση(άλλωστε ο ίδιος τις ξέρει), έστω και αν με ευχαριστήσει που συνεργάστηκα στην εξέτασήτου. Επίσης δεν ευχαριστώ αν αυτό που μου δίνουν είναι μια διαταγή (ή μια ποινή),εκτός αν θέλω να σαρκάσω ή να ειρωνευτώ. Επειδή η ίδια φυσική κίνηση (δίνω έναπακέτο σε κάποιον) μπορεί να αποδεχτεί πολλές ερμηνείες (να είναι ένα δώρο που τουδίνω ή μια εκδούλευση που του ζητώ), για αυτό και δεν είναι εύκολη η έννοια του �δίνω�.! Τέλος, ούτε απλό είναι το τί μου ζητάνε να κάνω, όταν θέλω να ευχαριστήσω.Υποτίθεται πως πρέπει να πω τη λέξη �ευχαριστώ�. Ωστόσο, το πρόβλημα είναι πιο

Page 30: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 30 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

περίπλοκο, αφού η ίδια η λέξη μπορεί να εκληφθεί π.χ. σαν ειρωνεία, ιδιαίτερα αν έχειειπωθεί με χαρακτηριστικούς τονισμούς και χειρωνομίες. Πράγμα που σημαίνει ότι,περισσότερο και από τη λέξη, αυτό που χρειάζεται είναι η έκφραση μιας διάθεσης (αλλιώςκινδυνεύω να φανώ περισσότερο άξεστος και αγενής, αν απλώς πω ένα μηχανικό�ευχαριστώ�)." Δεν αρκεί να ευχαριστήσω, πρέπει επιπλέον και να φαίνεται ότι ευχαριστώ ειλικρινά.

Αυτό σημαίνει ότι η πράξη της �ευχαριστίας� δεν ανάγεται στη γλωσσική της απόδοση,αλλά συμπεριλαμβάνει τουλάχιστον και άλλα στοιχεία, όπως τονισμούς, νεύματα,χειρονομίες, κλπ.2 .

" Επιπλέον, μπορεί να πρέπει να ευχαριστήσω χωρίς να πω τη λέξη �ευχαριστώ�,είτε γιατί το κανάλι της γλωσσικής επικοινωνίας είναι κομμένο (π.χ. είμαι σε ξένοντόπο και δεν μιλώ τη γλώσσα ή ακόμα πρέπει να ευχαριστήσω το διπλανό μου στοθέατρο που μου έδωσε το πρόγραμμα αλλά χωρίς να μιλήσω) είτε για οποιονδήποτεάλλο λόγο (όπως όταν είναι κάποιος τρίτος μπροστά και δεν θέλω να φανεί ησυναλλαγή μας, αν π.χ. ο άλλος μου δίνει κρυφά ένα �φακελάκι� για να με λαδώσειή αν μου περνάει ένα μυστικό μήνυμα). Σε μια τέτοια περίπτωση, ίσως ένα νεύμα,μια ματιά ή ένα χαμόγελο να αρκεί. Το ίδιο και αν έχω δώσει μια πληροφορία σεκάποιον πεζό και η πίεση της κυκλοφορίας με κάνει να έχω ήδη απομακρυνθεί, πρινο άλλος μπορέσει να μου εκφράσει ολοκληρωμένα το �ευχαριστώ� του.

" Όμως, αν κάποιος για παράδειγμα μου κάνει ένα κομπλιμέντο λέγοντάς μου �τίομορφιές έχεις σήμερα!�, το πρόβλημά μου γίνεται πιο περίπλοκο, γιατί πρέπει ναδεχτώ το κομπλιμέντο αμφισβητώντας την ουσία του (σύμφωνα με την αρχή της�μετριοφροσύνης�). Σε μια τέτοια περίπτωση ένα �ευχαριστώ� από μόνο του δεναρκεί ή ίσως και να μην μπορεί καν να ειπωθεί: όπως και να λυθεί η αντίφαση αυτή(π.χ. με μια φιλική ειρωνεία, με μια ανταπόδοση του φιλοφρονήματος, με ένααινιγματικό χαμόγελο, ένα αστειάκι, κλπ), ωστόσο πρέπει να υπάρξει μια ευχαριστίαγια το ίδιο το κομπλιμέντο, που να δείχνει ότι, έστω και αν αμφισβητώ (φαινομενικά)μια ουσία που κατά τάλλα μ�αρέσει (και πάντως με εξυψώνει), ωστόσο δέχομαι τοκομπλιμέντο σαν ένα δώρο που ο άλλος μου κάνει και τον ευχαριστώ για αυτό.Κανένας �κανόνας�, καμία συγκεκριμένη περιγραφή συμπεριφοράς δεν μπορεί ναμε καθοδηγήσει, αν με αυτό εννοούμε ένα πρότυπο συμπεριφοράς.

" Κατά τρίτον, όπως δείχνει και η περίπτωση του κομπλιμέντου, το ποιό είναι αυτόγια το οποίο πρέπει να ευχαριστήσω έχει επίσης μια επίπτωση στο τί ακριβώς έχωνα κάνω, ιδιαίτερα όταν το νόημα μιας πράξης είναι σύνθετο (και ίσως και αντιφατικό)και πρέπει να εφαρμόσω ταυτόχρονα πολλούς κανόνες: Έτσι, πρέπει να ευχαριστήσωκάποιον που μου προσφέρει ένα τσιγάρο, παρόλο που δεν το παίρνω, αλλά τότεσυνήθως πρέπει να δώσω έναν λόγο (π.χ. �δεν καπνίζω� ή �προτιμώ τα δικά μου�)που να δείχνει ότι δεν είναι επειδή προέρχεται από εκείνον η προσφορά που τηναρνιέμαι. Σε αυτή την περίπτωση, είναι σαφές ότι δεν ευχαριστώ κάποιον επειδή�μου δίνει κάτι�, τον ευχαριστώ απλώς για τη διάθεσή του να μου το δώσει.

" Όμως, αυτό μπορεί να επεκταθεί: ίσως όταν μου δίνει κάποιος κάτι δεν είναι γιααυτό που τον ευχαριστώ είναι μόνο για τη διάθεσή του να μου το δώσει, πράγμα

Page 31: Εισαγωγή στην κοινωνιολογία -5 Απόκλιση

V. Απόκλιση - 31 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

που εξηγεί ίσως και γιατί, όταν παίρνω από κάποιον κάτι κατά κάποιον τρόποδικαιωματικά, τότε δεν έχω την ίδια υποχρέωση να ευχαριστήσω.

" Επομένως, (αντίθετα απ�ό,τι λέει η μαμά στο παιδί) περισσότερο από την πράξητου �δίνω�, το �ευχαριστώ� μου απαντάει στη διάθεση του άλλου και για αυτό πρέπειεπίσης να εκφράζει και τη δική μου διάθεση. Και μάλιστα αυτό ισχύει, ακόμα και ανκαι των δυο η διάθεση δεν είναι καθόλου ειλικρινής (όπως όταν μου φέρει κάποιοςένα δώρο όχι επειδή το ήθελε ιδιαίτερα αλλά επειδή είναι η γιορτή μου και εγώ απότη μεριά μου δω το δώρο του σαν κάτι άχρηστο, φτηνό και περιττό).

Πράγμα που μας ξαναφέρνει στην οδηγία της μαμάς. Δεν είναι μόνο ότι ηπεριγραφή της δεν ταιριάζει στην πραγματικότητα Αν σκεφτούμε πως συνήθως η μαμάεπίσης εξηγεί στο παιδί της ότι �δεν λέμε ψέματα� και �είμαστε ειλικρινείς�, τότεκαταλαβαίνουμε πως αυτές οι οδηγίες, οι �κανόνες� όχι μόνο δεν είναι καθόλου απλοί,αλλά είναι αντιφατικοί, αφού πρέπει να ευχαριστήσω (και μάλιστα �ειλικρινά�!) ακόμακαι αν δεν είμαι καθόλου ευχαριστημένος!

Επιπλέον, η οδηγία της μαμάς προϋποθέτει από το παιδί της μια γνώση πουυποτίθεται πως δεν έχει, όχι μόνο για να εφαρμόσει τον κανόνα, αλλά και απλώς για νακαταλάβει τί του λέει. Ευτυχώς, όλοι μας όμως την έχουμε τη γνώση αυτήν και τηνικανότητα να ερμηνεύουμε τη δράση και την κοινωνική πραγματικότητα όχι μόνοβασιζόμενοι στα λόγια των άλλων (ακόμα και αν πρόκειται για τη μαμά μας). Πράγμαπου επίσης ίσως εξηγεί και γιατί οι �παιδαγωγικές θεωρίες� που εφαρμόζει μια κοινωνίαίσως δεν έχουν ούτε τους στόχους που οι ίδιες διακηρύσσουν αλλά ούτε και τιςκαταστροφικές επιπτώσεις που υποτίθεται πως έχει η παραμέλησή τους: τελικά όλοι�μαθαίνουν� να λένε �ευχαριστώ�, παρά τις οδηγίες των μαμάδων και δασκάλων καιάλλων ειδικών! Και πράγμα που επίσης ίσως σημαίνει πως κανόνες και κυρώσεις πουαυτοί συνεπάγονται, περισσότερο από την πραγματική συμπεριφορά, αναφέρονται στηνίδια την κοινότητα σαν �ηθική� ενότητα, σαν διακήρυξη της συνοχής της (βλ. και κεφάλαιογια την Απόκλιση).

1-W. Labov, in W.Downes Language and Society εκδ. Fontana, σελ. 142.2-Πρβλ. για το �παρακαλώ� και την παρατήρηση του Ρουσώ: �Στην καθωσπρεπίστικη εκπαίδευση των πλουσίων δεν παραλείπουν

να κάνουν τα παιδιά ευγενικά απαιτητικά, επιβάλλοντάς τους τους όρους με τους οποίους κανείς δεν θα τολμήσει να τους αντισταθεί. Ταπαιδιά τους δεν έχουν ούτε τόνο ούτε ύφος παρακλητικό. Είναι το ίδιο απαιτητικά, ή και περισσότερο, όταν παρακαλούνε παρά ότανδιατάζουν, σαν να ήταν ακόμα πιο βέβαια ότι θα τους υπακούσουν. Το �αν έχετε την ευχαρίστηση�, στο στόμα τους γίνεται �εμένα μεευχαριστεί�, και το �σας παρακαλώ� σημαίνει �σας διατάζω�. Θαυμάσια ευγένεια, που καταλήγει στο να αλλάζουν το νόημα των λέξεων καινα μην μπορούν ποτέ να μιλήσουν παρά μόνο απαιτητικά1 Όσο για εμένα, που φοβάμαι λιγότερο μην τυχόν ο Αιμίλιός μου γίνειχοντροκομμένος παρά υπεροπτικός, εγώ προτιμώ κατά πολύ να λέει παρακαλώντας �κάντε αυτό� παρά διατάζοντας �σας παρακαλώ�.Δεν είναι ο όρος που χρησιμοποιεί που έχει σημασία, αλλά η αποδοχή που του δίνει.� Emile, εκδ. GF-Flammarion, 1966, p.102.