ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

90
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28 – Νεοελ.Φιλολογία (19 ος & 20 ος αι) από ollthatjazz ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Η Επτανησιακή Ποίηση του 19ου αι. Γενικά Χαρακτηριστικά (29) Το Ιστορικοκοινωνικό και Πνευματικό Πλαίσιο (31) Από την Ενετική Κυριαρχία στην Αγγλική Προστασία 1η Περίοδος (1797 – 1815) Τα περισσότερα νησιά του Ιονίου, παρέμειναν υπό ενετική κατοχή από τα τέλη του 13ου αι. μέχρι το 1797. Η παρουσία των Ενετών απέτρεψε την επιβολή της σκληρότερης τουρκικής εξουσίας, συνέβαλε στη διατήρηση σχέσεων με τη Δύση και άλλες ενετοκρατούμενες περιοχές (Κρήτη) καθώς και στην οικονομική ανάπτυξη των νησιών αυτών. Η ενετική κυριαρχία τερματίστηκε το 1797, με την άφιξη των Γάλλων δημοκρατικών στην Κέρκυρα. Για το επόμενο διάστημα 20 χρόνων, οι ξένοι κυρίαρχοι διαδέχονταν ο ένας τον άλλον. Οι Γάλλοι που έφερναν τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης έγιναν δεκτοί με ενθουσιασμό από τους επτανήσιους και ξεκίνησε μια περίοδος δημοκρατικών αλλαγών και αναθέρμανσης του εθνικού αισθήματος. Όμως, το 1798 τα νησιά τα κατέλαβε ο ρωσοτουρκικός στόλος. Σχηματίστηκε η αυτόνομη Επτάνησος Πολιτεία με κυρίαρχο το σουλτάνο, που αποκατέστησε την παλαιά τάξη πραγμάτων. Δημιουργήθηκαν συγκρούσεις μεταξύ των φιλελεύθερων και των συντηρητικών επτανήσιων. Η ρωσοτουρκική παρουσία τερματίστηκε το 1807, όταν τα Επτάνησα προσαρτήθηκαν στη Γαλλία. Κατόπιν όμως οι Άγγλοι διεκδίκησαν έντονα την περιοχή, την οποία κατέλαβαν το 1808-1814. Από την Αγγλική Προστασία στην Ένωση με την Ελλάδα 2η Περίοδος (1815-1864) Το πολιτειακό καθεστώς των Επτανήσων καθιερώθηκε το 1815 με τη συνθήκη των Παρισίων. Παραχωρήθηκαν στην Αγγλία ως ανεξάρτητο κράτος με το όνομα Ηνωμένες Πολιτείες των Ιονίων Νήσων. (32) Η ανεξαρτησία αυτή δεν ίσχυσε ποτέ στην πράξη καθώς την εξουσία ασκούσε ο Άγγλος διοικητής των Επτανήσων (αρμοστής με έδρα την Κέρκυρα). Οι διοικητικές εξουσίες διέπονταν από συγκεντρωτικό σύστημα και ελέγχονταν από τους Άγγλους έπαρχους των νησιών. Οι αντιστάσεις της πλειονότητας των επτανήσιων σε αυτή την καταπίεση εντάθηκαν μετά την Επανάσταση και συχνά γίνονταν εξεγέρσεις. Μετά από ορισμένες ελευθερίες και μεταρρυθμίσεις (1849) τόσο ο επτανησιακός λαός όσο και η διεθνής κοινή γνώμη πίεζαν τους Άγγλους να εγκαταλείψουν τα νησιά. Τελικά, παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα το 1864, ένα χρόνο μετά τη συνθήκη του Λονδίνου. Οι Κοινωνικές Συνθήκες Η επτανησιακή λογοτεχνία, επηρεάστηκε τόσο από την πολιτική και κοινωνική κατάσταση, όσο και από την εκπαιδευτική και πνευματική παράδοση των νησιών. Το κοινωνικό σύστημα της ενετοκρατίας παρέμεινε και κατά τη διάρκεια της Αγγλικής κυριαρχίας. Βασιζόταν σε τρεις κοινωνικές τάξεις : Οι ευγενείς : περιορισμένος αριθμός οικογενειών με κληρονομικό δικαίωμα σε αριστοκρατικούς τίτλους, με πλούτο και ανώτερα διοικητικά αξιώματα.

description

ΑΠΚΥ - ΕΛΠ 28 ΝΟΤΕΣ

Transcript of ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Page 1: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28 – Νεοελ.Φιλολογία (19ος & 20ος αι)από ollthatjazz

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1Η Επτανησιακή Ποίηση του 19ου αι. Γενικά Χαρακτηριστικά (29)

Το Ιστορικοκοινωνικό και Πνευματικό Πλαίσιο (31)Από την Ενετική Κυριαρχία στην Αγγλική Προστασία 1η Περίοδος (1797 – 1815)Τα περισσότερα νησιά του Ιονίου, παρέμειναν υπό ενετική κατοχή από τα τέλη του 13ου αι. μέχρι το 1797. Η παρουσία των Ενετών απέτρεψε την επιβολή της σκληρότερης τουρκικής εξουσίας, συνέβαλε στη διατήρηση σχέσεων με τη Δύση και άλλες ενετοκρατούμενες περιοχές (Κρήτη) καθώς και στην οικονομική ανάπτυξη των νησιών αυτών. Η ενετική κυριαρχία τερματίστηκε το 1797, με την άφιξη των Γάλλων δημοκρατικών στην Κέρκυρα. Για το επόμενο διάστημα 20 χρόνων, οι ξένοι κυρίαρχοι διαδέχονταν ο ένας τον άλλον. Οι Γάλλοι που έφερναν τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης έγιναν δεκτοί με ενθουσιασμό από τους επτανήσιους και ξεκίνησε μια περίοδος δημοκρατικών αλλαγών και αναθέρμανσης του εθνικού αισθήματος. Όμως, το 1798 τα νησιά τα κατέλαβε ο ρωσοτουρκικός στόλος. Σχηματίστηκε η αυτόνομη Επτάνησος Πολιτεία με κυρίαρχο το σουλτάνο, που αποκατέστησε την παλαιά τάξη πραγμάτων. Δημιουργήθηκαν συγκρούσεις μεταξύ των φιλελεύθερων και των συντηρητικών επτανήσιων. Η ρωσοτουρκική παρουσία τερματίστηκε το 1807, όταν τα Επτάνησα προσαρτήθηκαν στη Γαλλία. Κατόπιν όμως οι Άγγλοι διεκδίκησαν έντονα την περιοχή, την οποία κατέλαβαν το 1808-1814.

Από την Αγγλική Προστασία στην Ένωση με την Ελλάδα 2η Περίοδος (1815-1864) Το πολιτειακό καθεστώς των Επτανήσων καθιερώθηκε το 1815 με τη συνθήκη των Παρισίων. Παραχωρήθηκαν στην Αγγλία ως ανεξάρτητο κράτος με το όνομα Ηνωμένες Πολιτείες των Ιονίων Νήσων. (32) Η ανεξαρτησία αυτή δεν ίσχυσε ποτέ στην πράξη καθώς την εξουσία ασκούσε ο Άγγλος διοικητής των Επτανήσων (αρμοστής με έδρα την Κέρκυρα). Οι διοικητικές εξουσίες διέπονταν από συγκεντρωτικό σύστημα και ελέγχονταν από τους Άγγλους έπαρχους των νησιών. Οι αντιστάσεις της πλειονότητας των επτανήσιων σε αυτή την καταπίεση εντάθηκαν μετά την Επανάσταση και συχνά γίνονταν εξεγέρσεις. Μετά από ορισμένες ελευθερίες και μεταρρυθμίσεις (1849) τόσο ο επτανησιακός λαός όσο και η διεθνής κοινή γνώμη πίεζαν τους Άγγλους να εγκαταλείψουν τα νησιά. Τελικά, παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα το 1864, ένα χρόνο μετά τη συνθήκη του Λονδίνου.

Οι Κοινωνικές Συνθήκες Η επτανησιακή λογοτεχνία, επηρεάστηκε τόσο από την πολιτική και κοινωνική κατάσταση, όσο και από την εκπαιδευτική και πνευματική παράδοση των νησιών. Το κοινωνικό σύστημα της ενετοκρατίας παρέμεινε και κατά τη διάρκεια της Αγγλικής κυριαρχίας. Βασιζόταν σε τρεις κοινωνικές τάξεις :

Οι ευγενείς : περιορισμένος αριθμός οικογενειών με κληρονομικό δικαίωμα σε αριστοκρατικούς τίτλους, με πλούτο και ανώτερα διοικητικά αξιώματα. Οι αστοί : με ιδιωτική περιουσία, δημιούργησαν έναν ανταγωνιστικό προς τους ευγενείς πόλο διεκδίκησης εξουσίας. Ποπολάροι : αγρότες στην υπηρεσία των ευγενών, τεχνίτες και φτωχοί αστοί. Ήταν το μεγαλύτερο, κατώτερο στρώμα που ζούσε στην περιθωριοποίηση και την ανέχεια.

Η αυστηρότητα αυτής της διαστρωμάτωσης (33) έγινε πηγή πολλών συγκρούσεων και – ακόμα – επαναστάσεων. Οι ιδέες της Γαλλικής επανάστασης προκάλεσαν κοινωνική αναστάτωση, δε μπόρεσαν όμως να κλονίσουν το συντηρητισμό. Το 19ο αι. (Αγγλική Κυριαρχία), οι λογοτέχνες και οι λόγιοι ήταν άνδρες και προέρχονταν από τις τάξεις των ευγενών και των αστών. Οι ποπολάροι και οι γυναίκες δεν είχαν πρόσβαση στην εκπαίδευση. Λόγω του πλούτου τους, οι περισσότεροι αφοσιώθηκαν στα γράμματα χωρίς το άγχος του βιοπορισμού. Ορισμένοι ασχολήθηκαν με την πολιτική (Βαλαωρίτης, Πολυλάς), και αυτό δείχνει την αποδοχή που απολάμβαναν. Οι περισσότεροι πάντως, διαμορφώθηκαν πνευματικά από τις ιδέες του Διαφωτισμού. Μετά το 1848, η πολιτική ζωή των Η.Π. Ιονίων Νήσων, εστιάστηκε στις αντιθέσεις και συγκρούσεις μεταξύ τριών πολιτικών σχηματισμών :

Οι Συντηρητικοί : ήταν υπέρ της Αγγλικής Προστασίας, την οποία υπηρετούσαν μέσα από διάφορα αξιώματα.

Page 2: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Απέρριπταν την ένωση με την Ελλάδα. Ο λαός τους ονόμαζε ‘καταχθόνιους’. Οι Μεταρρυθμιστές : ήθελαν περισσότερες συνταγματικές ελευθερίες και μετέθεταν την ένωση στο μέλλον. Οι Ριζοσπάστες : ιδιαίτερα διαδεδομένο ιδεολογικό κίνημα, με έδρα την Κεφαλονιά. Ήθελαν τον άνευ όρων τερματισμό της Αγγλικής κυριαρχίας, την ένωση με την Ελλάδα και την ίδρυση μιας ελληνικής δημοκρατίας που να διέπεται από τις αρχές της Γαλλικής Επανάστασης.

Μετά την ένωση, (34) τα Επτάνησα επηρεάστηκαν από τον ελλαδικό χώρο, ασπάστηκαν τη Μεγάλη Ιδέα που συμπύκνωνε την αλυτρωτική, επεκτατική εθνική ιδεολογία. Η θεματική διαφόρων επτανήσιων ποιητών, είχε σαφείς επιρροές από αυτήν.

H Πνευματικές Συνθήκες Τα Επτάνησα, λόγω της ενετοκρατίας, ανέπτυξαν στενό πνευματικό και μορφωτικό δεσμό με τη Δυτική Ευρώπη και τις Ιταλικές πόλεις. Βέβαια δεν υπήρξε οργανωμένη δημόσια εκπαίδευση, υπήρχαν όμως λιγοστά ιδιωτικά και δημόσια εκπαιδευτήρια, που με τη βοήθεια του κλήρου παρείχαν βασικές γνώσεις. Η πνευματική δραστηριότητα ενισχύθηκε όταν οι Τούρκοι κατέλαβαν την Κρήτη, αναγκάζοντας αρκετούς κρητικούς να μεταφερθούν στα νησιά του Ιονίου. Οι επιστήμες και η παιδεία, αν και περιορισμένες σε μικρό κομμάτι πληθυσμού, έμειναν σταθερές, διατηρώντας την εθνική ιδέα και την ιστορική συνέχεια του ελληνισμού. Ιδρύθηκαν δε, τοπικές φιλολογικές και επιστημονικές εταιρείες, γνωστές ως ‘Ακαδημίες’ κατά τα ιταλικά πρότυπα. Το 18ο και το 19ο αι. όλοι οι πλούσιοι και ευγενείς Επτανήσιοι λάμβαναν ανώτερη μόρφωση, σπούδαζαν σε ιταλικά πανεπιστήμια και έρχονταν σε επαφή με την ιταλική φιλολογία και τη λογοτεχνία. Στην Κέρκυρα ιδρύθηκε το πρώτο ουσιαστικά ελληνικό πανεπιστήμιο, που λειτούργησε για μια περίοδο 40 ετών και συνέβαλλε ιδιαίτερα στη διάδοση του πνεύματος του Διαφωτισμού και την αναβίωση της αρχαίας ελληνικής παιδείας. Η γλώσσα (35) της Ιόνιου Ακαδημίας ήταν η ελληνική, αν και επίσημη γλώσσα του κράτους ήταν η ιταλική. Παρόλη την εκπαιδευτική εξάρτηση από την Ιταλία, στα Ιόνια συναντήθηκαν οι δυτικές και ανατολικές επιρροές. Η σχέση με τη Δύση δεν ανέκοψε τη σχέση με τις ελληνικές, τουρκοκρατούμενες περιοχές. Παράλληλα με την υιοθέτηση ευρωπαϊκών θεσμών και δυτικών ηθών, διαφυλάχθηκε η ελληνική συνείδηση και η ορθοδοξία. Η διγλωσσία των μορφωμένων, η ύπαρξη τυπογραφείων και η μεγάλη ανάπτυξη του τοπικού τύπου, όπως και η τάση για τη δημοτική, βοήθησαν να ανθήσει η τοπική λογοτεχνία. Το 19ο αι. το σύνολο της φιλολογικής και λογοτεχνικής κίνησης βρισκόταν στην Κέρκυρα και τη Ζάκυνθο. Κατά την Αγγλική Προστασία, το αίτημα για ένωση τροφοδότησε την πολιτική και την πνευματική ζωή. Αναζητήθηκε μια νέα πολιτιστική ταυτότητα, που θα συνδύαζε την τοπική παράδοση με τη νέα ελληνική λογοτεχνία, και θα στεκόταν ισάξια στις σύγχρονες δυτικές.

Οι Γραμματολογικοί Προσδιορισμοί (36) Επτανησιακή Σχολή Τον όρο εισήγαγαν ο Κωνσταντίνος Ασώπιος και ο Εμμανουήλ Ροΐδης. Κατόπιν τον υιοθέτησε ο Κ. Παλαμάς που ονομάτισε έτσι το σύνολο των ποιητών που έδρασαν στα Επτάνησα κατά το 19ο αι. και κυρίως το Δ. Σολωμό. Υπάρχουν και επιμέρους όροι -σολωμική σχολή : ποιητές εξαρτώμενοι ή επηρεασμένοι από το έργο του Σολωμού -κερκυραϊκή σχολή : η πλούσια τοπική παράδοση της Κέρκυρας που κινείται στη γραμμή του ώριμου σολωμικού έργου

Σήμερα, Επτανησιακή Σχολή ονομάζουμε τη λογοτεχνική παραγωγή των Ιόνιων Νήσων από το τέλος του 18ου έως το τέλος του 19ου αι.

Κύριο επτανησιακό είδος ήταν η ποίηση και το κέντρο της παραγωγής της ήταν το έργο του Σολωμού. Βέβαια και άλλα είδη αναπτύχθηκαν, σε μικρότερο όμως βαθμό. Λίγη ήταν η πεζογραφία, γράφηκαν όμως αρκετά ιστορικά αφηγήματα, χρονογραφίες και απομνημονεύματα. Αυτοβιογραφία : γράφτηκε από την Ελισάβετ Μουτζά-Μαρτινέγκου και είναι το πρώτο ελληνικό, γυναικείο πεζογράφημα με λογοτεχνικές αρετές. Αποτελεί πολύτιμη μαρτυρία για τις πνευματικές και κοινωνικές συνθήκες της εποχής, σε σχέση με την περιθωριοποίηση της γυναίκας. Δοκίμια : γνώρισαν αξιόλογη ανάπτυξη και φανερώνουν πως η επτανησιακή ποίηση στηριζόταν σε στέρεο θεωρητικό προβληματισμό. Θεατρικά : οι συγγραφείς ήταν επηρεασμένοι από το κρητικό θέατρο και τη σύγχρονη ευρωπαϊκή

Page 3: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

δραματουργία. Μεταφράσεις : πλουσιότατη (37) παραγωγή σε αρχαία ελληνικά και νεότερα δυτικά έργα. Πολλές υπήρξαν ιδιαίτερα ποιητικές

Περιοδολόγηση της Επτανησιακής Ποίησης. Οι Ομάδες και οι Κυριότεροι ΕκπρόσωποιΣημείο αναφοράς είναι ο Σολωμός που θεωρείται ο κορυφαίος επτανήσιος ποιητής. Η κατανομή μπορεί να είναι λίγο σχηματική, βοηθά όμως στην κατάταξη του υλικού.

Προσολωμικοί Ποιητές Εντοπίζονται κυρίως στη Ζάκυνθο στα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αι. Η αξία τους είναι περιορισμένη. Έγραψαν σε μικτή και ακαταστάλακτη δημοτική γλώσσα και τα ποιήματά τους ήταν κυρίως πολιτικού και κοινωνικού χαρακτήρα. Τα πιο ενδιαφέροντα, είναι αυτά που γράφτηκαν με την άφιξη των Γάλλων Δημοκρατικών στα Επτάνησα και απηχούν τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης ως βάση για την εθνική αναγέννηση των Ελλήνων. Υπάρχει και η ροπή προς την αρκαδική ποίηση, τη νοσταλγία δηλαδή της αρχαίας Αρκαδίας, όπου οι άνθρωποι ζουν ειδυλλιακά απολαμβάνοντας τον έρωτα και το κρασί. Κυριότεροι εκπρόσωποι : Στέφανος Ξανθόπουλος, Νικόλαος Λογοθέτης Γούλιαρης, Νικόλαος Κουτούζης, Αντώνιος Μαρτελάος.

Σολωμικοί Ποιητές Συνομήλικοι και νεότεροι του Σολωμού, που συνδέθηκαν (38) φιλικά μαζί του και επηρεάστηκαν από το έργο του. Συνέβαλλαν επίσης σημαντικά στη μελέτη και διάδοση της ποίησής του. Αντώνιος Μάτεσις : λυρικά και σατυρικά ποιήματα. Έγραψε και το κοινωνικό δράμα Ο Βασιλικός. Γεώργιος Τερτσέτης : προσπάθησε να διαδώσει τη δημοτική γλώσσα. Εκτενή, αφηγηματικά ποιήματα εμπνευσμένα από την επανάσταση αλλά και την ελληνική αρχαιότητα. Επηρεάστηκε από το δημοτικό τραγούδι. Ιούλιος Τυπάλδος : λυρικός, μυστικοπαθής, πατριώτης. Μετέφρασε στα ελληνικά μέρος της Ελευθερωμένης Ιερουσαλήμ, του Torquatto Tasso. Επηρεάστηκε από το δημοτικό τραγούδι.Γεράσιμος Μαρκοράς : έγραψε τον Όρκο, μεγάλο επικολυρικό ποίημα με θέμα την αγνή αγάπη δυο νέων, με φόντο την Κρητική επανάσταση και το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου. Ιάκωβος Πολυλάς : σημαντικός μεταφραστής και κριτικός. Μετέφρασε εξαίρετα τα ομηρικά έπη και τα σαιξπηρικά έργα, ενώ εξέδωσε πρώτος τα σολωμικά ποιήματα.

Μετασολωμικοί Ποιητές Εμφανίζονται κυρίως στην Κέρκυρα, μετά το θάνατο του Σολωμού. Δέχονται την κριτική του Πολυλά και επιθυμούν να μεταφράσουν τα σημαντικότερα αρχαιοελληνικά και σύγχρονα ευρωπαϊκά έργα. Έδιναν μεγάλη σημασία στα μεταφρασμένα κείμενα, θεωρώντας τα αυτόνομο λογοτεχνικό είδος και απαραίτητα για την ανάπτυξη της εθνικής λογοτεχνίας. Κυριότεροι εκπρόσωποι : Στυλιανός Χρυσομάλλης, Γεώργιος Καλοσγούρος, Νίκος Κογεβίνας.

Εξωσολωμικοί Ποιητές (39) Το έργο τους δεν επηρεάστηκε από το Σολωμό. Ανδρέας Κάλβος : θεωρείται κορυφαίος αν και το έργο του συνάντησε επιφυλάξεις αρχικά. Αριστοτέλης Βαλαωρίτης : διαμεσολαβητής της επτανησιακής και της αθηναϊκής λογοτεχνίας. Συνδυάζει τη δημοτική γλώσσα και το δημοτικό τραγούδι με θέματα είτε ιστορικά επτανησιακά, είτε από την επανάσταση. Θεωρούσε την ποίησή του έντεχνο τρόπο διάδοσης της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Ήθελε να συμβάλλει στην ενδυνάμωση του πατριωτικού αισθήματος και της εθνικής αυτογνωσίας. Είναι επηρεασμένος από το γαλλικό ρομαντισμό. Ανδρέας Λασκαράτος : παραγωγικότατος, καταγραφέας των τοπικών ηθών και αρνητής των προλήψεων. Πουριτανός και ηθικολόγος, καλλιέργησε σταθερά τη σάτιρα. Είχε ρηξικέλευθες ιδέες για την εποχή του. Τα κείμενά του δεν έχουν ιδιαίτερη λογοτεχνική αξία, διαθέτουν όμως μαχητικό και καινοτόμο φρόνημα που τον οδήγησε σε αφορισμό.

Ελάσσονες και Επίγονοι Στα Επτάνησα δραστηριοποιήθηκαν και άλλοι ποιητές (Ιωάννης Πετριτσόπουλος, Σπυρίδων Μελισσηνός, Παναγιώτης Πανάς). Επίσης, ορισμένοι που έδρασαν στο τέλος του 19ου και αρχές του 20ου αι. θεωρούνται

Page 4: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

επίγονοι, καθώς επηρεάστηκαν από (40) εξωεπτανησιακούς παράγοντες και κυρίως την Αθήνα. (Λορέντζος Μαβίλης, Γεράσιμος Σπαταλάς, Μαρίνος Σιγούρος).

Επτανησιακή Σχολή & Πρώτη Αθηναϊκή Σχολή : Μια Σύνθετη Αντίθεση Η Επτανησιακή αναπτύχθηκε παράλληλα με την Αθηναϊκή (1830 – 1880). Μεταξύ τους διαπιστώνονται τεχνοτροπικές και ιδεολογικές διαφορές, που κάποια στιγμή έγιναν ανοιχτή αντιπαράθεση. Γλωσσικό όργανο της ποίησης : κύρια διαφορά. Οι περισσότεροι επτανήσιοι υποστήριζαν τη δημοτική και σε αυτήν έγραφαν. Στην Αθήνα, επιβλήθηκε ο γλωσσικός αρχαϊσμός, που εξόρισε τη δημοτική από τη λογοτεχνία μέχρι το 1880. Η καθαρεύουσα γνώρισε διάφορες εκδοχές στην αθηναϊκή ποίηση. Απλή καθαρεύουσα ή αρχαϊστική καθαρεύουσα. Υπήρχαν βέβαια και λίγες φωνές που υποστήριζαν τη δημοτική. Γλωσσικός αρχαϊσμός όμως, υπήρχε και στα Επτάνησα. Πάντως η διαφορά επτανησιακής δημοτικής και αθηναϊκής καθαρεύουσας είναι υπαρκτή και έντονη. Η κύρια επιφύλαξη των Αθηναίων στην επτανησιακή ποίηση, ήταν η γραφή της σε γλωσσικό ιδίωμα που ως τοπικό (41) ήταν ακατάλληλο εργαλείο της πανελλήνιας λογοτεχνίας. Η Αθήνα θεωρούσε πως η πανελλήνια λογοτεχνία έπρεπε να προσεγγίζει το αρχαιοελληνικό γλωσσικό μεγαλείο. (Κι όπως όλοι ξέρουμε, έπεσε έξω). Η γλωσσική διαφορά, έκρυβε την αντίθεση μεταξύ των Επτανήσιων και των Φαναριωτών. Αμφότεροι διεκδικούσαν πολιτικούς, διοικητικούς και πνευματικούς ρόλους στη νέα Ελλάδα. H πνευματική τους διάσταση, εκδηλώθηκε και στην ποίηση.

Βασικά Γνωρίσματα της Ποιητικής Παραγωγής (42)

Λογοτεχνικές Πηγές και Επιδράσεις Η επτανησιακή ποίηση αναπτύχθηκε με ευρωπαϊκές και ελληνικές λογοτεχνικές επιρροές. Οι περισσότεροι της γενιάς Σολωμού – Κάλβου αλλά και νεότεροι, είχαν επηρεαστεί έντονα από τον ιταλικό νεοκλασικισμό και το ρομαντισμό, όπως και από τη γερμανική και αγγλική λογοτεχνία. Φυσικά, και οι ελληνικές πηγές ήταν πολλές και ποικίλες. Η μακρά πολιτιστική παράδοση των Επτανήσων διατήρησε τους δεσμούς κυρίως με την αρχαία ελληνική, αλλά και τη λατινική γλώσσα και λογοτεχνία. Η μεγαλύτερη επιρροή πάντως, ήταν από την εντόπια παράδοση των προηγούμενων ετών δηλαδή η λογοτεχνία της κρητικής αναγέννησης και το δημοτικό τραγούδι. Ο θαυμασμός των επτανησίων για αυτά, φαίνεται σε δοκιμιακά τους κείμενα και διαμορφώνει τις γλωσσικές και εκφραστικές επιλογές τους. Η σχέση τους με το δημοτικό τραγούδι, λειτουργούσε και ως πειστήριο της εθνικής ταυτότητας και συνέχειας, όπως και ως τρόπος να συνδεθεί η νέα λογοτεχνία με τις ρίζες της. Τέλος, οι επτανήσιοι του 19ου αι. συνδέονται με τους προσολωμικούς λόγω της πατριωτικής θεματολογίας και της ελεύθερης ιδεολογίας. Η σχέση τους με τους πρόδρομους του Σολωμού και της νεότερης ελληνικής ποίησης έχει να κάνει με την κοινή επιλογή της λαϊκής γλώσσας.

Τεχνοτροπία – Ποιητική (43) Παράγοντας που διαμόρφωσε την τεχνοτροπία της επτανησιακής ποίησης, ήταν η απήχηση και η σύζευξη δύο ισχυρών, αντίθετων ρευμάτων, του νεοκλασικισμού (λαμπρό μέλλον) και του ρομαντισμού (υποκειμενική θεώρηση του κόσμου). Κλασικισμός : το κύριο αίτημα ήταν η σύνδεση της νεότερης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας με την κλασική. Ρομαντισμός : βασίστηκε στη ρήξη με το κλασικιστικό αισθητικό ιδεώδες, πρόβαλε την ανάγκη για απελευθέρωση της φαντασίας και του συναισθήματος κι έκανε αρχή του την αναζήτηση της πρωτοτυπίας και της δημιουργικότητας του καλλιτέχνη. Μετέθεσε το κέντρο βάρους στην υποκειμενική θέαση της πραγματικότητας μέσα από το εγώ του δημιουργού. Ιταλικός νεοκλασικισμός (19ος αι.) : διαμόρφωσε πνευματικά τη γενιά του Σολωμού και του Κάλβου. Απέκλινε από το κλασικιστικό ιδεώδες του 17ου αι. και διαπλέχθηκε με τον προρομαντισμό. Έτσι, ο επτανησιακός νεοκλασικισμός, από τη μια υιοθετεί τους σταθερούς, κλασικούς κανόνες για τα υψηλής στάθμης επικά, δραματικά και λυρικά ποιήματα, από την άλλη αποδέχεται και θεματοποιεί ένα νέο, σύνθετο, συναισθηματικό και ιδεολογικό κόσμο. Θεματικά (44) το λαμπρό ελληνικό παρελθόν έρχεται σε συνάρτηση με την ηρωική επανάσταση και η ανάμνηση της κλασικής παιδείας τροφοδοτεί το πάθος για εθνική αποκατάσταση. Ο νεοκλασικισμός, η ιδεολογία του Διαφωτισμού και του φιλελευθερισμού, ήταν η επικρατούσα ποιητική θεωρία στα Επτάνησα μέχρι το 1830. Κατόπιν, ο ρομαντισμός και κυρίως ο γερμανικός, άσκησε ιδιαίτερη επίδραση. Φιλοσοφικά, ο επτανησιακός και ο γερμανικός ρομαντισμός, προσδιορίστηκε από τον ιδεαλισμό του

Page 5: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Hegel. Ο Ευρωπαϊκός ρομαντισμός επηρέασε και την Αθηναϊκή Σχολή αν και σύμφωνα με το Γιώργο Βελουδή, τα Επτάνησα βρίσκονται πιο κοντά του. Τα κύρια γνωρίσματα είναι τα εξής : - ο άκρατος ιδεαλισμός και η εξιδανίκευση της τέχνης - ο σχηματισμός λογοτεχνικών ομάδων και Σχολών - η στροφή προς τη συλλογή, μελέτη και αξιοποίηση της λαϊκής, πολιτιστικής παραγωγής - η στροφή προς τη δημοτική γλώσσα - η προσφυγή στη φύση για την έκφραση αισθημάτων - η σύζευξη ποίησης – μουσικής – φιλοσοφίας - η αποσπασματικότητα - η πρώιμη καλλιέργεια της λογοτεχνικής κριτικής και δοκιμίου

Η κύρια διαφορά Επτανησιακού – Αθηναϊκού Ρομαντισμού, βρίσκεται στο ότι μετά τη δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους, ο ελλαδικός ρομαντισμός υποτάχθηκε στο νεοσύστατο βασίλειο για να βοηθήσει στη συγκρότηση κι επιβολή της εθνικής ιδεολογίας. Ο Επτανησιακός δεν τσίμπησε.

Θεματική (45) Η επτανησιακή Σχολή, έχει τρεις κύριους θεματικούς κύκλους (σύμφωνα με τον Παλαμά και άλλους) : - αγάπη για την πατρίδα - αγάπη για τη γυναίκα - αγάπη για τη χριστιανική θρησκεία Τα παραπάνω θα μπορούσαν να επαναπροσδιοριστούν αν διακρίνουμε θεματική συλλογικού περιβάλλοντος και θεματική ιδιωτικού χώρου. Η διάκριση αυτή, αντιστοιχεί και στη διάκριση μεταξύ επικολυρικής και λυρικής επτανησιακής ποίησης. Έτσι, το θέμα της πατρίδας (συλλογικό βίωμα) βρίσκεται κυρίως στα επικολυρικά ποιήματα, ενώ η θρησκεία και η γυναίκα, στα σύντομα, λυρικά, ιδιωτικά ποιήματα.

Πατριωτική θεματική : γεγονότα και πρόσωπα της επανάστασης. Συνδυάζεται με την ανάμνηση της ένδοξης αρχαιότητας και το φιλελευθερισμό. Αναπτύσσεται σε επικαιρικά ποιήματα και σε εκτενείς αφηγηματικές συνθέσεις. Ο Σολωμός και ο Κάλβος ασχολήθηκαν με θέματα αποκλειστικά επαναστατικά. Άλλοι ποιητές ασχολήθηκαν και με νεότερους αγώνες από την εποχή της σύστασης του νεοελληνικού κράτους. Ορισμένα ποιήματα, έχουν θέματα από την αρχαιότητα, πάντα όμως επηρεασμένα από τη φιλοπατρία. (46) Θρησκευτική θεματική : Η φιλοπατρία συνδυάστηκε με την αγάπη για τη θρησκεία που θεωρούνταν επίσης εκδήλωση του ελληνικού φρονήματος. Επίσης, τα ‘θρησκευτικά’ ποιήματα, έχουν σχέση με τη διαδεδομένη ιταλική ποίηση θρησκευτικού περιεχομένου. Κυρίαρχα θέματα η Παναγία, οι άγγελοι και οι μοναχοί. Γυναικεία θεματική : ένας ιδιότυπος επτανησιακός λυρισμός, με συνδυασμό διαφόρων στοιχείων (κρητική παράδοση, δημοτικό τραγούδι) δημιουργεί ποιήματα ιδιωτικού, οικογενειακού και φιλικού κύκλου. Ερωτικά τραγούδια, επιμνημόσυνα ποιήματα και άλλα. Οι γυναίκες γίνονται θεϊκές, δε γεννούν σαρκικό πόθο αλλά την επιθυμία για μυστικό και ιδανικό έρωτα που λυτρώνει από τις γήινες αναγκαιότητες. Αναπτύσσονται επίσης θέματα όπως η χαρά της ζωής, ο φόβος του θανάτου, η φυσιολατρία κ.α. Οι Επτανήσιοι είχαν μια ροπή προς τη σάτιρα, είτε με ευθυμογραφική αθώα διακωμώδηση ανθρώπινων τύπων ή γνωστών προσώπων, είτε με επιθετική διάθεση που στηλιτεύει επώνυμους, καταγγέλλοντας συμπεριφορές.

Γλώσσα Η διγλωσσία ήταν καθεστώς στα Επτάνησα, οπότε δεν αναπτύχθηκε σύγκρουση μεταξύ λόγιας και δημοτικής γλώσσας. Πολλά σατιρικά ποιήματα είναι γραμμένα σε μικτή ελληνική και ιταλική διάλεκτο. Όμως, στα κατώτερα στρώματα η λαϊκή γλώσσα έμεινε αλώβητη, εκφράζοντας το εθνικό φρόνημα.

Η δημοτική, ήταν εδραιωμένη στους Επτανήσιους ανεξαρτήτως τάξης και μόρφωσης. Έτσι, οι περισσότεροι έγραφαν ποίηση στα ελληνικά και συνέβαλαν στην υποστήριξή της μέσω δοκιμίων. Ο στόχος τους ήταν να αναπτύξουν στέρεα επιχειρήματα για την απόρριψη των δύο άλλων γλωσσικών τάσεων : 1η : υποστηριζόταν από κλασικοθρεμμένους λόγιους, κυρίως Φαναριώτες που προέβαλαν την αρχαΐζουσα ως ενδιάμεσο στάδιο αναβίωσης της αρχαίας ελληνικής. 2η : η λεγόμενη ‘μέση οδός’, πρόταση του Κοραή. Μια συμβιβαστική λύση αποφυγής των ακροτήτων τόσο της λαϊκής, όσο και της αρχαϊστικής. Ο Κοραής βρισκόταν πιο κοντά στη λαϊκή γλώσσα, προτείνοντας όμως την επιλεκτική διόρθωση και τον πλουτισμό της με λόγια στοιχεία. Διάλογος : κείμενο του Σολωμού, που πρώτο θεωρητικοποίησε τη δημοτική. Γραμμένο σε διαλογική μορφή,

Page 6: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

εκπροσωπεί τις απόψεις του. Ο αγώνας για την επικράτηση της δημοτικής, είναι για το Σολωμό ισότιμος με τον αγώνα για ελευθερία. Στο κείμενο προβάλλεται ο δημιουργός ως αυτός που θα την πλουτίσει και θα την εξευγενίσει κάνοντάς την γραπτή. Οι απόψεις αυτές απηχούνται και σε άλλα δοκίμια του 19ου αι. που προβάλλουν την επικράτηση της δημοτικής ως μέσο πνευματικής και κοινωνικής προόδου (48). Η δημοτική παρουσιάζει ανομοιομορφίες στα κείμενα της Επτανησιακής Σχολής. Υπάρχει από τη χρήση της ντοπιολαλιάς, μέχρι και τη χρήση της γλώσσας του κλέφτικου τραγουδιού. Από τον κανόνα αποκλίνει ο Κάλβος που γράφει σε μικτή, λόγια γλώσσα. Με τη σολωμική εκδοχή, αναπτύχθηκε μια ομοιόμορφη δημοτική, καθαρή από τοπικιστικά στοιχεία, πιστή στο λαϊκό λεξιλόγιο και τη μορφολογία, εμπλουτισμένη όμως με λόγια στοιχεία. Σύμφωνα με τον Παλαμά, ο Σολωμός υποτάσσεται στη γλώσσα του λαού, για να την υποτάξει κι αυτός με τη σειρά του. Ο Ιάκωβος Πολυλάς, αξιοποιώντας και υπερβαίνοντας αυτό το γλωσσικό δίδαγμα προσπάθησε να δώσει λύση. Καταδίκασε τις εκδοχές της καθαρεύουσας αλλά και τον ακραίο δημοτικισμό, προτείνοντας το ‘μέσο όρο’. Η θεωρία και πράξη του είχε έδρα τη δημοτική εκείνη που διαμορφωνόταν στα αστικά κέντρα μέσω της εκπαίδευσης και της αφομοίωσης στοιχείων της καθαρεύουσας. Πάντως, η ποιητική γλώσσα των Επτανήσιων, είναι φυσική και οικεία ακόμη και σήμερα ενώ η αισθητική ποιότητα των έργων ενδιαφέρει και συγκινεί το σημερινό αναγνώστη.

Μορφολογία (49)Η επτανησιακή ποίηση ενέταξε και εγκλιμάτισε στον ελληνικό κορμό ιταλικά μετρικά σχήματα. Ενώ στην αρχή γινόταν χρήση ιταλικής προέλευσης τεχνικών, αργότερα αυτές συνδυάστηκαν με τους ελληνικούς τρόπους.

Κεφάλαιο 2 : Η Ποίηση του Διονύσιου Σολωμού (59) Ο Βίος του Σολωμού και η Εκδοτική Τύχη του Έργου του (61)

Ο ΒίοςΓεννήθηκε το 1798 στη Ζάκυνθο και ήταν νόθος γιος του πλούσιου κόντε Νικολάου Σολωμού (με κρητικές καταβολές) και της υπηρέτριας Αγγελικής Νίκλη. Όταν ο Δ. ήταν 3 ετών, γεννήθηκε ο αδερφός του Δημήτριος. Λίγο πριν πεθάνει, ο πατέρας του αναγνώρισε τους δυο γιους και παντρεύτηκε την Αγγελική, που την ίδια χρονιά γέννησε τον Ιωάννη, νόθο γιο του Μανόλη Λεονταράκη. Ο Δ. έμαθε τα πρώτα ιταλικά γράμματα από ιδιωτικούς δασκάλους, φοίτησε όμως και σε ελληνικό, δημόσιο σχολείο. Στα 10 έφυγε για σπουδές στην Ιταλία κι έμεινε εκεί 10 χρόνια. Κατόπιν και για δυο χρόνια, φοίτησε Νομικά στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας. Η παιδεία του βασίστηκε στην αρχαιοελληνική και λατινική γλώσσα και λογοτεχνία. Τα τελευταία χρόνια του στην Ιταλία συνδέθηκε με γνωστούς Ιταλούς ποιητές του νεοκλασικισμού και του ρομαντισμού. Το 1818 επέστρεψε στη Ζάκυνθο όπου έμεινε για 10 χρόνια, ώσπου μετά από δικαστικές διαφορές με τον αδερφό του πήγε στην Κέρκυρα. Οι σχέσεις με τον αδερφό του Δημήτριο αποκαταστάθηκαν αλλά κατόπιν, μια σειρά από δίκες με τον ετεροθαλή αδελφό του Ιωάννη συντάραξαν τη ζωή του. Τελικά ο Δ. δικαιώθηκε εξασφαλίζοντας μαζί με το Δημήτρη την πατρική περιουσία. Από εκεί και πέρα ο Διονύσιος αφιερώθηκε στην ποίηση, ενώ ο Δημήτρης διαχειριζόταν την περιουσία. Οι δικαστικές αυτές (62) διαμάχες τον αποξένωσαν από τη μητέρα του που είχε υποστηρίξει τον Ιωάννη και τον ανάγκασαν να αποτραβηχτεί από τη δημοσιότητα. Το 1840 απέκτησε τον τίτλο του κόντε, αλλά από το 1851 και μετά αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα υγείας και δύο εγκεφαλικά. Πέθανε στην Κέρκυρα το 1857 ενώ λίγα χρόνια αργότερα τα οστά του μεταφέρθηκαν στη Ζάκυνθο. Ήταν 59 ετών. Οι μαρτυρίες αναφέρουν πως ήταν ιδιότροπος με πάθος στο αλκοόλ. Αν και ο εθνικός ποιητής της Ελλάδας, είχε ενετικό τίτλο ευγενείας και έζησε ως υπήκοος βρετανικού προτεκτοράτου. Πολιτικά ήταν συντηρητικός.

Η Παράδοση του Σολωμικού Έργου και η Εκδοτική Τύχη του Όσο ζούσε, ο Σολωμός εξέδωσε λίγα και όχι ιδιαίτερα αξιόλογα έργα του. Η φήμη του οφειλόταν κυρίως στον Ύμνο εις την Ελευθερίαν που τον έγραψε στα 25 του. Τα περισσότερα και καλύτερα έργα του, έμειναν ανέκδοτα, ανολοκλήρωτα, ακατάστατα και ανορθόγραφα. Η ακαταστασία τους είναι τέτοια που οι φιλόλογοι δε μπορούν να ξεχωρίσουν ποιος στίχος ανήκει που. Χρησιμοποιεί τόσο ιταλική, όσο και ελληνική γλώσσα. Οι στοχασμοί του, οι υποδείξεις και οι προτροπές είναι γραμμένες στα ιταλικά, τα ποιήματα στα ελληνικά. 2 χρόνια μετά το θάνατό του, ο Πολυλάς εξέδωσε τον τόμο Τα Ευρισκόμενα (63). Ο Πολυλάς κατάφερε να αποκαταστήσει και κάπου να ανασυνθέσει τα ποιήματα μέσα

Page 7: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

από διάφορες επεξεργασμένες μορφές τους. Όλες οι νεώτερες εκδόσεις στηρίχθηκαν στο έργο του Πολυλά. Ο Λίνος Πολίτης, ο σημαντικότερος σολωμιστής του 20ου αι. εξέδωσε τα τρίτομα Άπαντα και τα δίτομα Αυτόγραφα Έργα που παρουσιάζονται ατόφια σε φωτοτυπική μορφή. Έδωσε έτσι νέα ώθηση στη σολωμική έρευνα κι έθεσε τις βάσεις για λύση του εκδοτικού προβλήματος. Η πιο πρόσφατη έκδοση του Στυλιανού Αλεξίου, Ποιήματα και Πεζά, αναθεώρησε τις προηγούμενες κι έβαλε στόχο την ενιαία παρουσίαση του Σολωμού. Το θέμα είναι πως ο αναγνώστης δε μπορεί να διαβάσει τα έργα όπως ήθελε να διαβαστούν ο Σολωμός. Το καλύτερο είναι να περιπλανηθεί μόνος του στα Αυτόγραφα έργα γιατί και η ερμηνεία των ποιημάτων, εξαρτάται από την εκδοτική μορφή τους.

Τα Στάδια της Ποιητικής Εξέλιξης του Σολωμού (64) Υπάρχουν δύο : -τα νεανικά χρόνια του στη Ζάκυνθο (ζακυνθινή περίοδος)-τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του στην Κέρκυρα (κερκυραϊκή περίοδος) κομβικό θεωρείται το σημείο που ξεκινά η μεγάλη οικογενειακή δίκη (1833).

Η Νεανική Θητεία στην Ιταλική Ποίηση Στην αρχή έγραψε κυρίως σονέτα στην ιταλική γλώσσα, όταν σπούδαζε στην Ιταλία. Τα έργα αυτά είναι ευθυγραμμισμένα με τις συμβάσεις του ιταλικού νεοκλασικισμού και διαπνέονται από την τότε κυρίαρχη θρησκευτική θεματολογία. Όταν επιστρέφει στη Ζάκυνθο, γίνεται κεντρικό μέλος μιας μεγάλης πνευματικής νεανικής συντροφιάς και συνεχίζει να συνθέτει στα ιταλικά, θρησκευτικά και σατιρικά ποιήματα. 33 σονέτα αυτής της περιόδου εκδόθηκαν με τον τίτλο Rime improvvisate (Αυτοσχέδιες ομοιοκαταληξίες). Είναι η μοναδική ποιητική συλλογή που εξέδωσε ο ίδιος. Συνέχισε να γράφει σονέτα μέχρι το 1827.

Τα Πρώτα Ελληνικά Ποιήματα O γνήσιος πατριωτισμός και η ρομαντική του αντίληψη για την αξία της λαϊκής γλώσσας, ώθησαν το Σολωμό να γράψει στα ελληνικά. Τα λυρικά ποιήματα που έγραψε από το 1818 – 1823, αντίθετα με τα άρτια ιταλικά της ίδιας περιόδου, είναι απλά και αφελή στη θεματολογία και τα εκφραστικά μέσα. Ασχολούνται με την άδολη αγάπη, φανταστικές ή εξιδανικευμένες γυναίκες και το θάνατο. Τα περισσότερα είναι στροφικά (65) μικρά σε έκταση, με περίτεχνες ρίμες και ρυθμό. Καλύτερα και γνωστότερα θεωρούνται η Αγνώριστη και η Ξανθούλα που έχουν ως θέμα τους, γυναίκες.

Η Στροφή στην Πατριωτική Ποίηση. Οι Ύμνοι Η επανάσταση συγκλόνισε και ενέπνευσε το Σολωμό. Το Μάιο του 1823 έγραψε τον Ύμνο εις την Ελευθερίαν, όπου η ελευθερία προσωποποιείται ως θεά, ταυτίζεται με την Ελλάδα και περιγράφονται τα κατορθώματα του αγώνα. Στο τέλος η Ελευθερία προτρέπει τους Έλληνες σε ομόνοια. Το ποίημα έχει μικτή γλώσσα. Η βάση της είναι η δημοτική με λόγια στοιχεία και κάποιους ιταλισμούς. Το ύφος είναι επικό και λυρικό. Γνώρισε μεγάλη απήχηση και μεταφράστηκε πολλές φορές. Ακολούθησαν κι άλλα πατριωτικά, όπως η ωδή ‘Εις το θάνατο του Λόρδου Μπάυρον’ μάλλον μέτριο, το εξαιρετικό επίγραμμα ‘Η καταστροφή των Ψαρών’ η ‘Φαρμακωμένη’ με αναφορά σε μια φίλη του που αυτοκτόνησε. Ταυτόχρονα έγραφε ελληνικά, σατιρικά ποιήματα με θέμα κυρίως το Διονύσιο Ροΐδη.

Ο Λάμπρος : το Πρώτο Αποσπασματικό Ποίημα. Ήταν το πρώτο που ο Σολωμός προσπάθησε να ολοκληρώσει. Άρχισε να γράφεται το 1823 και διήρκεσε μέχρι το 1834 όπου και σταμάτησε η προσπάθεια (66). Τα αποσπάσματα δείχνουν επιρροή από το λόρδο Μπάιρον. Ο ήρωας – επαναστάτης Λάμπρος συγκρούεται με το θεϊκό και τον ανθρώπινο νόμο. Θεματικά στοιχεία είναι η αιμομιξία, ο βίαιος, πρόωρος θάνατος, η αυτοκτονία, το υπερφυσικό και πρόκειται για τυπικά ρομαντικά θέματα της εποχής. Η πρόθεση του Σολωμού είναι να εναρμονιστεί με την τότε ευρωπαϊκή ποίηση. Κύριο θέμα του Λάμπρου είναι μια ερωτική ιστορία, ενώ υπάρχει και μικρή σχέση με τον αγώνα.

Η Γυναίκα της Ζάκυθος Η σύνθεσή του άρχισε το 1826 και δημοσιεύτηκε ένα χρόνο αργότερα. Οι ερευνητές το έχουν κατά καιρούς χαρακτηρίσει και πεζό και ποιητικό έργο. Τείνουμε στο δεύτερο. Πέρασε από τρία στάδια επεξεργασίας. Στο πρώτο – και καλύτερο – σατιρίζεται κάποια ζακυνθινή όχι και τόσο άμεμπτη. Στα δύο επόμενα, το έργο γίνεται ένα εφιαλτικό όραμα, με αναφορές στον αγώνα ενώ αναδεικνύεται η μάχη του καλού με το κακό. Η γλώσσα

Page 8: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

του είναι δημοτική με ιδιωματικά, ζακυνθινά στοιχεία.

Τα Συνθέματα της Ωριμότητας (67)Από την εγκατάστασή του στην Κέρκυρα και μετά, υπάρχει μια μεταστροφή στην ποίηση του Σολωμού. Εγκαταλείπει τον αυτοσχεδιασμό και την ευκολία και μέχρι το τέλος της ζωής του βασανίζεται από την προσπάθεια της υπέρβασης των εμποδίων της ποιητικής έκφρασης. Η δημιουργική απομόνωση της Κέρκυρας, ενίσχυσε τη μελέτη του σχετικά με τη φιλοσοφία, κυρίως της γερμανικής.

Κρητικός : απόσπασμα επικολυρικού συνθέματος. Γράφτηκε το 1833-34, με έξι διαδοχικά στάδια επεξεργασίας. Πρόκειται για το πρώτο δείγμα ωριμότητας του Σολωμού. Στράφηκε προς την ελληνική ποιητική παράδοση, με πολλές κρητικές επιρροές και 15σύλλαβο στίχο. Υπόθεση : ένας Κρητικός ναυαγός, παλιός αγωνιστής, προσπαθεί να σώσει την αγαπημένη του από τη φουρτούνα. Βλέπει σε όραμα μια γυναικεία μορφή που τον συνδράμει, τον παρηγορεί κι εξαφανίζεται αφήνοντας πίσω της έναν υπέροχο ήχο που συνεπαίρνει τον ήρωα. Όταν αργότερα βγάζει την αγαπημένη του στην ακρογιαλιά διαπιστώνει πως είναι ήδη νεκρή. Το ποίημα έχε απαράμιλλη λυρικότητα και υποβάλλει υψηλά αν και κρυπτικά νοήματα. Η ‘φεγγαροντυμένη’ μπορεί να είναι η Ελλάδα, η ελευθερία, η πατρίδα ή η Κρήτη. Ελεύθεροι Πολιορκημένοι : κορυφαίο σύνθεμα που τον απασχόλησε το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του. Διακρίνονται τρία στάδια. Έχει θέμα τη 2η πολιορκία του Μεσολογγίου (68) και την ηρωική έξοδο των πολιορκημένων το 1826. αναδεικνύει το ηθικό μεγαλείο των Ελλήνων που θυσιάζονται συνειδητά, ως έσχατη πράξη αντίστασης. Κατακτούν έτσι την πνευματική ελευθερία τους. Ο Σολωμός προσπάθησε να υποτάξει τη γλώσσα και τον 15σύλλαβο στην τέχνη του. Ο Mackridge το θεωρεί ‘οργανικό ποίημα’, που ακολούθησε την εξέλιξη του ίδιου του ποιητή. Πόρφυρας : βασισμένο στο πραγματικό περιστατικό ενός καρχαρία (πόρφυρας) που κατασπάραξε έναν Άγγλο στρατιώτη στην Κέρκυρα, επεξεργάζεται το θάνατο ως μυστική και αποκαλυπτική στιγμή. Ο εκστασιασμένος από τη φύση ήρωας σπαράσσεται από τον καρχαρία και η στιγμή του θανάτου του είναι η στιγμή που ανακαλύπτει τον εαυτό του. Το ποίημα παρουσιάζει προβλήματα στις εκδόσεις του.

Την τελευταία 10ετία της ζωής του, ο Σολωμός επιστρέφει στα ιταλικά ποιήματα. Σώζονται επίσης ιταλικά, πεζά σχεδιάσματα όπου αναπτύσσονται ιδέες ποιημάτων που ήθελε να γράψει.

Θεματική, Μορφολογία και Τεχνοτροπία της Σολωμικής Ποίησης (70)

Θεματική Νεανικά χρόνια : ισχύει το τρίπτυχο Πατρίδα, χριστιανική θρησκεία, εξιδανικευμένη γυναικεία μορφή. Ώριμα χρόνια : οι συστηματικές του φιλοσοφικές αναζητήσεις, ανάγουν τα θέματά του στον έρωτα, το θάνατο, την ελευθερία, την πίστη στο θεό και τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση.

Mackridge: ξεχωρίζει τα θέματα σε 2 αντίθετα ζεύγη, ελευθερία και φύση, θρησκεία και θάνατος. Ελευθερία και Φύση : η ελευθερία συνδέεται με τους αγώνες των Ελλήνων με στόχο την κατάκτηση της ανθρώπινης βούλησης. Θριαμβεύει πάνω στη φύση που δε γνωρίζει ηθικούς κανόνες. Η έννοια της ελευθερίας εξελίσσεται στο έργο του Σολωμού. Στον Ύμνο εις την Ελευθερίαν, έχει ιδεολογικοπολιτική σημασία. Στους Ελεύθερους Πολιορκημένους, αν και το πλαίσιο είναι πατριωτικό, η ελευθερία αποκτά πνευματική σημασία. Οι Μεσολογγίτες αγωνίζονται να κατακτήσουν την απελευθέρωση της ψυχής τους, παρά τα εμπόδια της πείνας, της φυσικής ομορφιάς και των εχθρών. Στο Λάμπρο, το θέμα είναι η κατάχρηση της ελευθερίας (71) από κάποιον που δε μπορεί να υποτάξει τα ζωώδη ένστικτά του, έτσι ώστε να πράττει το ηθικόν. Στον Πόρφυρα, η αυτογνωσία αποκτάται τη στιγμή που ο ήρωας εκστασιάζεται από τη φύση ενώ ταυτόχρονα σπαράσσεται από ένα άλογο στοιχείο της, τον καρχαρία. Θρησκεία και Θάνατος : η χριστιανική πίστη υπερβαίνει το θάνατο. Σε πολλά ποιήματα ο θάνατος είναι αποκλειστικό θέμα και όλα τα συνθετικά τελειώνουν με βίαιο θάνατο των βασικών ηρώων. Στα νεανικά του ποιήματα, η στιγμή αυτή θεωρείται λύτρωση και είσοδος σε έναν καλύτερο κόσμο. Το θρησκευτικό θέμα επικεντρώνεται στην ορθόδοξη εκκλησία και την τελετουργία της. Στα ώριμα χρόνια, ο θάνατος λειτουργεί ως προάγγελος της 2ας παρουσίας, της ανάστασης όλων των νεκρών

Page 9: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

(Η Φαρμακωμένη, ο Κρητικός). Στους Ελεύθερους Πολιορκημένους, οι ήρωες παίρνουν θάρρος από το θεό και οδηγούνται συνειδητά στο θάνατο. Το θρησκευτικό στοιχείο βαθαίνει και γίνεται εμπειρία. Σε πολλά ποιήματα ο θάνατος συνδέεται με τον έρωτα και για να επιτευχθεί θεματική κορύφωση, και για να αναδειχθούν ηθικά μηνύματα. Εκτός από το Λάμπρο, σε όλα τα άλλα ποιήματα ο έρωτας είναι αγνός, σύμφωνα με τα ήθη της εποχής. Ο Mackridge διαπιστώνει πως η ελευθερία, η θρησκεία και η αγνότητα είναι οι σύμμαχοι του ανθρώπου ενάντια στις δυνάμεις της φύσης. Η ώριμη παραγωγή του Σολωμού έχει να κάνει με τις δοκιμασίες του ανθρώπου προκειμένου να νικήσει στην πάλη του με τα εμπόδια και τις προκλήσεις της ζωής όπως τον πόλεμο, το ηθικό χρέος, τον έρωτα, την ποίηση.

Μορφολογία (72) Την ευκολία της γραφής λυρικών ποιημάτων με κεντρικό θέμα, διαδέχθηκε η δυσκολία των μεγάλων ποιητικών έργων με διαφορετικούς εκφραστικούς τρόπους και τα διάφορα μέρη αναπτύσσονταν οργανικά ως ενιαίο σώμα που διέπεται από μια κεντρική αρχή. Αρχικά ο Σολωμός έγραφε την κεντρική ιδέα και τα στοιχεία της υπόθεσης στα ιταλικά και κατόπιν στιχουργούσε στα ελληνικά. Συνέχιζε να καταγράφει στοχασμούς στα ιταλικά και να επεξεργάζεται τους στίχους του στα ελληνικά. Σε κάποια ποιήματα η επεξεργασία είναι τόσο ριζική που δυσκολεύει την ανάγνωση της πλοκής. Το ίδιο θέμα σώζεται σε 3 ή 4 παραλλαγμένους στίχους. Κάποιες φορές ο ποιητής έπαιρνε αποσπάσματα από άλλα έργα και συνέθετε νεότερα (73).

Τεχνοτροπία Για το Σολωμό, ισχύει η σύζευξη του νεοκλασικισμού και του ρομαντισμού. Ο νεοκλασικισμός παραπέμπει στην ιταλική λογοτεχνία κι εντοπίζεται στα έργα του μέχρι το 1833 και κυρίως στα νεανικά. Η ρομαντική επίδραση εμφανίζεται στο Λάμπρο, συνδέεται με τη γερμανική λογοτεχνία και φιλοσοφία και διαμορφώνει τα ώριμα έργα. Επίσης : στη ζακυνθινή περίοδο έγραψε σύντομα λυρικά ποιήματα ενώ στην κερκυραϊκή, συνέθετε μεγαλύτερα ποιήματα δραματικού ή και επικού / αφηγηματικού ύφους.

Ο ‘Μεικτός Γνήσιος’ Τρόπος Ποίησης Η διάκριση της ποίησής του σε νεοκλασική και ρομαντική, είναι σχηματική. Η νεανική του ποίηση αφομοίωσε αρκετά προρομαντικά στοιχεία, σύμφωνα με τα ιταλικά πρότυπα. Αυτό όμως λειτούργησε εποικοδομητικά, στη μίξη κλασικιστικών και ρομαντικών στοιχείων στα ώριμα χρόνια του. Ο Σολωμός εξέφρασε τη φιλοδοξία του (74) να δημιουργήσει έναν νέο ποιητικό τρόπο, ενώνοντας το κλασικό με το ρομαντικό. Πιθανόν να μην αναφέρεται σε αυτούς τους όρους με τη σύγχρονη έννοιά τους, αλλά στους διαφορετικούς εκφραστικούς τρόπους τους. Πάντως, τα ανολοκλήρωτα ποιήματά του, είναι αμιγώς ρομαντικά. Αυτό δε σημαίνει πως ο Σολωμός θεωρούσε την ποίηση ως έκφραση του ασυγκράτητου προσωπικού πάθους. Ούτε η ώριμη παραγωγή του έχει εξομολογητικό χαρακτήρα, αλλά αναφέρονται σε πρόσωπα και καταστάσεις που αφορούν τον εθνικό αγώνα, προκειμένου να δώσει παραδείγματα ανώτερης, πνευματικής και ηθικής στάσης ζωής. Ο Λάμπρος είναι αφηγηματικό ποίημα με δραματικά στοιχεία. Ο Κρητικός : δραματικός μονόλογος με λυρικά στοιχεία Ελεύθεροι Πολιορκημένοι : ποίημα με αφηγηματικό πλαίσιο με δραματικά και λυρικά στοιχεία, λυρική πυκνότητα και χαρακτήρα

Η Αποσπασματικότητα (75) Με την τεχνοτροπία του, σχετίζεται το γεγονός των ανολοκλήρωτων ποιημάτων του, στο οποίο εστιάστηκε η κριτική. Ευρισκόμενα : έκδοση του Πολυλά, που οι σύγχρονοί του δεν μπόρεσαν να εκτιμήσουν, λόγω της αποσπασματικής μορφής και της σκοτεινότητάς τους. Τις ίδιες επιφυλάξεις εξέφρασε και ο Παλαμάς. Αυτόγραφα Έργα : τότε καταξιώθηκε το έργο καθώς η αποσπασματικότητα έπαψε να αποτελεί πρόβλημα, μπροστά στην αισθητική ακεραιότητα και την ποιητική αυτάρκεια. Σύμφωνα με τον Πολίτη, που τα ονομάζει ‘λυρικές ενότητες’ ή ‘λυρικά επεισόδια’, ο Σολωμός δεν ήθελε ή δεν τον ενδιέφερε να τα εντάξει κάπου. Έτσι ο Πολίτης απαντά στο γιατί ο Σολωμός δεν ολοκλήρωνε τα έργα του. Πολλές άλλες απαντήσεις δόθηκαν κατά καιρούς και διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες : -ερμηνείες βιογραφικού ή ψυχολογικού χαρακτήρα (ο αλκοολισμός, η οκνηρία κ.α.) που είναι οι απλούστερες

Page 10: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

-προσωπική ή ανυπέρβλητη εξωτερική δυσκολία (ελλιπής γνώση των ελληνικών αδυναμία να συμβιβάσει (76) το φιλοσοφικό στοχασμό με την ποιητική έκφραση)-τεχνοτροπία ή εγγενή ζητήματα της ώριμης ποιητικής του. Κατά το Βελούδη, η αποσπασματική μορφή εκφράζει τη ρομαντική αισθητική, που δίνει σημασία στη διαδικασία και όχι στο αποτέλεσμα. Είναι μάλλον υπερβολική άποψη. Ο Mackridge την αποδίδει στη διάκριση των μεγαλεπήβολων σχεδίων του Σολωμού και την υλοποίησή τους. Για το Νάσο Βαγενά, φταίει η εγγενής ασυμβατότητα του περιεχομένου και της έκφρασης, δηλαδή, τραγική και επικοτραγική ποίησης με λυρική γλώσσα. Το πιο ωραίο το είπε ο Mackridge : ‘λόγω της μεγάλης έντασης της ποίησης του Σολωμού, και της αποσπασματικής φύσης πολλών από τα ποιήματά του, η ανάγνωση του έργου του μπορεί να είναι μια πολύ συναρπαστική διανοητική εμπειρία, αφού ο αναγνώστης συμπράττει δημιουργικά στην παραγωγή των ποιημάτων»

Οι λογοτεχνικές πηγές του, μπορούν να καταχωρηθούν ως : -αρχαία λογοτεχνία -Αγία Γραφή-Νεοελληνική Λογοτεχνική παράδοση (δημώδης, κρητική, δημοτικό τραγούδι) -Ευρωπαϊκή Λογοτεχνική παράδοση (κυρίως ιταλική και γερμανική)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 – Ανδρέας Κάλβος Ο Βίος του Κάλβου και οι Ιδεολογικές και Πνευματικές Προϋποθέσεις των Ωδών

Ο Βίος (87) Γεννήθηκε το 1792, έζησε στη Ζάκυνθο μέχρι τα 10. κατόπιν οι γονείς του χώρισαν και ακολούθησε τον πατέρα του στην Ιταλία όπου έλαβε ιταλική και κλασική παιδεία. Εργάστηκε για αρκετά χρόνια ως γραμματέας του Ιταλού ποιητή Ugo Foscolo. Έζησε επίσης στην Ελβετία, την Αγγλία και τη Γαλλία. Τα λογοτεχνήματα της περιόδου αυτής είναι μικρής αξίας, γραμμένα στα ιταλικά με επιρροές από το νεοκλασικισμό. Συμμετείχε στη μυστική οργάνωση των Καρμπονάρων, εξορίστηκε από την Ιταλία και εγκαταστάθηκε στη Γενεύη, όπου εμπνεύστηκε τις περισσότερες Ωδές. Η επανάσταση ήταν το ιστορικό γεγονός που έσβησε την πρόθεσή του να γίνει ιταλός ποιητής και τον έστρεψε στα ελληνικά. Το 1826 επέστρεψε στην Κέρκυρα. Δίδαξε στην Ιόνιο Ακαδημία γλώσσα, λογοτεχνία και φιλοσοφία και δραστηριοποιήθηκε ως λόγιος. Μετά το γάμο του με μια αγγλίδα, εγκαταστάθηκε στην κωμόπολη Louth της β. Αγγλίας όπου και πέθανε το 1869.

Ιδεολογικές και Πνευματικές Προϋποθέσεις των Ωδών (88) Η ιδεολογία του διαμορφώθηκε στην Ιταλία, την Αγγλία και την Ελβετία. Επηρεάστηκε τόσο από τον ιταλικό νεοκλασικισμό, όσο και από τις φιλελεύθερες ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης και του Διαφωτισμού που τον εμψύχωναν. Οι ωδές απορρέουν και συντείνουν στο ισχυρό ευρωπαϊκό, φιλελληνικό κίνημα της εποχής. Βάσιμη θεωρείται η άποψη πως ο Κάλβος έγραψε ποιήματα για να απευθυνθεί στους Ευρωπαίους που είχαν ευαισθητοποιηθεί από τον ελληνικό αγώνα. Η χρήση της ελληνικής γλώσσας όμως, δείχνει την επιθυμία του Κάλβου να υπηρετήσει τόσο την πατρίδα του, όσο και τις αναγεννημένες Μούσες.

Θεματική, Γλώσσα και Τεχνοτροπία (89)

Θεματική Η Ελληνική επανάσταση. Στις περισσότερες ωδές, τα θέματα είναι παρμένα από αυτήν. Όμως, η θεματική αυτή, συνδέεται με τον αγώνα του Κάλβου να σπάσει τα δεσμά του αλλά και με την ιδεολογία του. ‘Ο Φιλόπατρις’ ωδή που εκφράζει την αγάπη για τη μακρινή γενέτειρα που δε γνώρισε τύραννους. ‘Εις θάνατον’ μετά την εμφάνιση της μητέρας υπερνικάται ο φόβος του θανάτου. ‘Εις Μούσες’ που καλούνται να βοηθήσουν τον ποιητή να γράψει ποίηση ως μέσο άσκησης δικαιοσύνης. Παρά τις συχνές εμφανίσεις του ‘εγώ’, ο Κάλβος περιόρισε τα βιώματά του, για να αναδείξει το συλλογικό αγώνα. Η αποτίναξη του τουρκικού ζυγού είναι μια μάχη προς το γενικό τυραννικό καθεστώς. Η ελευθερία του έθνους θα σημαίνει τη νίκη του δικαίου, την επικράτηση της πολιτικής και κοινωνικής αρετής, την επιβράβευση της παιδείας. Οι πάμπολλες αναφορές στην αρχαία μυθολογία, στους προγόνους και στο ένδοξο παρελθόν, σε συνδυασμό με τις αναφορές στη σύγχρονη Ελλάδα, τα ψυχικά χαρίσματα και τη χριστιανική θρησκεία, δείχνουν πως έγραψε εξ ονόματος της εθνικής κοινότητας, την οποία προσπαθεί να εμψυχώσει και να δοξάσει. Οι καλβικές ωδές, είναι αγωνιστικά και παραινετικά κείμενα που αναπτύσσουν θεματικές

Page 11: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

αντιθέσεις. Ελευθερία – τυραννία : (90) αναλύεται σε καταστάσεις που συμβολίζουν τα δύο μέλη φως – σκότος, ομορφιά – βαρβαρότητα, ηρωισμός – αδράνεια, μνήμη – λησμονιά. Κάποιοι αποκαλούν τον Κάλβο ‘ποιητή της ιδέας’ καθώς η νοητική και αντικειμενική του ποίηση είχε ως αφετηρία την επανάσταση, αλλά επικεντρώνεται σε διαχρονικές, μεταφυσικές ιδέες με κέντρο το εγκώμιο της ελευθερίας και την ταύτισή της με την αρετή. Θεωρήθηκε επίσης πως από τις Ωδές λείπει η αισθησιακή αντίληψη της ζωής, είτε επειδή ο Κάλβος είναι πουριτανός, είτε επειδή ο ίδιος υποβάθμισε τον αισθησιασμό του για να υπηρετήσει την επανάσταση. Άλλοι θεωρούν πως ο παθιασμένος με το Διαφωτισμό και τη δημοκρατία Κάλβος, έγραψε μια κατά βάθος πολιτική ποίηση με νεανικό δυναμισμό και αισθησιακή αντίληψη.

Γλώσσα Λόγω της παραμονής του στην Ευρώπη, η γλώσσα του επηρεάστηκε από τη λόγια και όχι την ομιλούμενη. Άλλωστε είναι ο μόνος επτανήσιος που δεν υιοθέτησε τη δημοτική. Εξαιτίας αυτής του της ‘αποστασίας’ επικρίθηκε αρκετά.Μορφολογικά η γλώσσα του είναι η καθαρεύουσα, με αρχαϊστικούς και δημώδεις τύπους. Πρόκειται για προσωπικό ιδίωμα, αποτέλεσμα μίξης από τα αρχαία ελληνικά, τα θρησκευτικά κείμενα, τη λόγια της εποχής και τη δημώδη με ιδιωματικά στοιχεία. Κορμός του λεξιλογίου του είναι οι αρχαιοελληνικές λέξεις. Δεν υιοθετεί κάποια (91) γλωσσική θεωρία της εποχής όπως του Κοραή. Πιθανότερη επιρροή θεωρείται ο Foscolo, με την άποψη πως η ποιητική γλώσσα έπρεπε να είναι λόγια, τεχνητή, με αρχαϊκά στοιχεία και στοιχεία της ομιλούμενης. Ο Κάλβος είναι ανομοιόμορφος γλωσσικά, όπως φαίνεται στους ιταλισμούς και τους σολοικισμούς των Ωδών. Αυτή όμως η ανυπότακτη και ανεπανάληπτη γλώσσα, είναι οργανικό στοιχείο των Ωδών και καθορίζει την αισθητική τους.

Τεχνοτροπία Κύριο χαρακτηριστικό η σύζευξη και η εξισορρόπηση του νεοκλασικισμού με το ρομαντισμό, χωρίς να είναι ξεκάθαρο το που ανήκουν οι Ωδές. Ο Δημαράς τις θεωρεί μίξη των εξωτερικών στοιχείων του ιταλικού νεοκλασικισμού και της έκφρασης του ρομαντισμού. Το ίδιο θεωρεί και ο Πολίτης. Ο Τζιόβας από την άλλη, θεωρεί τις Ωδές νεοκλασικές, το ίδιο και ο Διαλησμάς. Το ύφος του έχει υψηλούς τόνους, επιγραμματικότητα και αποφθεγματικότητα. Ανοικτό παραμένει το ερώτημα αν η εκφραστική τόλμη ορισμένων σημείων είναι συνειδητή ή όχι. Ο Κάλβος θέλησε να συμπυκνώσει το σύνθετο, πρωτεϊκό και αρμονικό ρυθμικό εκφραστικό αποτέλεσμα (93). Οι Ωδές αρνούνται τη λυρική μουσικότητα και βασίζονται στον ιταλικό δραματικό ρυθμό. Λείπει επίσης η ομοιοκαταληξία και οι μετρικές μορφές αλλάζουν καθώς ο ποιητής χρησιμοποιεί ιταλικό μέτρο και ελληνική γλώσσα. Ο Κάλβος είναι λυρικός στα εξωτερικά στοιχεία, πραγματεύεται κυρίως νεοκλασικά αλλά και ρομαντικά θέματα με τους τρόπους της δραματικής ποίησης της εποχής τους. Η σχέση των επιφανειακών στοιχείων με αυτά του βάθους δίνει την εντύπωση πως περιέχει τον ελεύθερο στίχο. Και ο Ελύτης υποστήριξε πως η καλβική μετρική ήταν ο προάγγελος του ελεύθερου στίχου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 – Η Πρώτη Αθηναϊκή Σχολή. Ρομαντική Ποίηση και Πεζογραφία (1830-1880)

Η Ποίηση (102) Ο Πολίτης επιμένει ιδιαίτερα στο ζήτημα της γλωσσικής μορφής των ποιημάτων της περιόδου. Καυτηριάζει όσους έγραψαν στην καθαρεύουσα και αμφισβητεί το έργο τους, αποτέλεσμα της σύγχυσης που προκάλεσε το γλωσσικό ζήτημα. Η ανάγκη υποστήριξης της δημοτικής, επηρέασε την αξιολόγηση της παραγωγής του παρελθόντος. (διαβάστε και τον ορισμό του Beaton, και τα κείμενα που αναφέρει η σελίδα. Το ίδιο κάνουμε και για την πεζογραφία σελ. 104).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 – Τα Απομνημονεύματα των Αγωνιστών του 1821. Ο Μακρυγιάννης Εισαγωγή (110) Τα απομνημονεύματα – μερικά γράφτηκαν κατά τη διάρκεια του αγώνα, είναι μια ζωντανή και καμιά φορά δραματική μαρτυρία για το πώς οι άνθρωποι της εποχής βίωσαν την επανάσταση τόσο ως εμπειρία, αλλά και ως διαδικασία συνεχών αλλαγών ή και συνολικών ρήξεων με το παρελθόν. Αυτές οδήγησαν στη δημιουργία μιας νέας πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας. Όσοι έζησαν αυτή την εμπειρία, θέλησαν να την καταγράψουν για να μείνει στην ιστορία και να τη θυμούνται οι επόμενες γενιές. Έχουμε έτσι ιστορήματα του αγώνα, που ανεξάρτητα από τις προθέσεις ή τις συγγραφικές

Page 12: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

ικανότητες των δημιουργών τους συμπυκνώνουν εκφραστικά και διανοητικά πρότυπα μιας εποχής, μεταβατικής και ταραγμένης.

Περί του Απομνημονεύματος (111)

Ορισμός και Γνωρίσματα του είδους : η Υποκειμενικότητα Πρόκειται για ιδιαίτερη μορφή γραπτού λόγου, που συνιστά ανάπλαση και καταγραφή εμπειριών της ζωής και της εποχής του αφηγητή. Στα απομνημονεύματα οι άνθρωποι αφηγούνται καταστάσεις που έζησαν οι ίδιοι είτε συμμετέχοντας, είτε ως μάρτυρες. Καταθέτουν τη μαρτυρία τους για όσα έπραξαν, είδαν και άκουσαν. Ο απομνημονευτής έχει βιωματική σχέση με τα γεγονότα και τις καταστάσεις που αφηγείται. Θεωρείται ως ‘απολογισμός ζωής’. Το υλικό των δημιουργών αυτών, είναι κυρίως η μνήμη αλλά και στοιχεία που συλλέγουν κατά τη διάρκεια της ζωής τους, και χρησιμεύουν ως πληροφοριακές πηγές. Ημερολόγια, σημειώσεις και πληροφορίες άλλων προσώπων, είναι γενικά το πραγματολογικό υλικό τους. Χαρακτηριστικό γνώρισμα του απομνημονεύματος είναι η υποκειμενικότητα. Το παρελθόν παρουσιάζεται όπως το έζησε ή το ήθελε ο αφηγητής, με απολογητικό συνήθως τόνο. Οι εκτενείς αναφορές ή οι σιωπές για συγκεκριμένες πτυχές οφείλονται στον αφηγητή, την προσωπικότητα και την κοινωνική του θέση. Καταγράφονται όσα ο συγγραφέας θεωρεί ότι έχουν γίνει ή θα έπρεπε να έχουν γίνει στο παρελθόν, αλλά κι αυτά που θα συμβούν ή πρέπει να (112) συμβούν στο μέλλον. Παρουσιάζει τα γεγονότα, τα εξηγεί, τα αξιολογεί και τα ερμηνεύει. Στην αφήγησή του, προσπαθώντας να ανασυστήσει την πραγματικότητα, τη διαμορφώνει, την αναπλάθει ταυτόχρονα. Δεν πρόκειται δηλαδή για μια απλή εκ των υστέρων καταγραφή αυτού που έχει γίνει, αλλά ο συγγραφέας το επεξεργάζεται και το δημιουργεί εκ νέου. Ο κόσμος αποκτά το νόημα που του δίνει ο αφηγητής, μέσα από τα δικά του πρότυπα και αξίες. Στο απομνημόνευμα δεν παριστάνεται η πραγματικότητα όπως ακριβώς είναι, αλλά όπως τη βίωσε ο δημιουργός, με ελπίδες, προσδοκίες, επιθυμίες, φόβους και αγωνίες, σε συνδυασμό με την εποχή και την κοινωνική ομάδα του. Το απομνημόνευμα μιλάει για τη δύσκολη σχέση των ανθρώπων με την πραγματικότητα που τους περιβάλλει.

Διάκριση Απομνημονευμάτων και Άλλων Συναφών Κατηγοριών ΛόγουΑπομνημόνευμα : υποκειμενικό και βιωματικά φορτισμένο δημιούργημα, με βάση το πάθος και τις προσωπικές μέριμνες του συγγραφέα. Δεν υπόκειται σε κρίσεις ελέγχου και εγκυρότητας όπως η ιστοριογραφία, παραμένει όμως πολύτιμο υλικό της. Το απομνημόνευμα είναι μια μαρτυρία (113) που αποτυπώνει τις αξίες και τις πεποιθήσεις των ανθρώπων, τον τρόπο τους να αντιλαμβάνονται και να εξηγούν τον κόσμο που τους περιβάλλει, τη σχέση τους με το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Επίσης μαρτυρεί το ευρύτερο πολιτικό, πολιτισμικό, ιδεολογικό και κλίμα μιας εποχής. Είναι συγγενικό με την αυτοβιογραφία, έχει όμως ιδιαίτερη εξωστρέφεια. Το ενδιαφέρον του εστιάζεται στο ιστορικοκοινωνικό περιβάλλον της προσωπικής ζωής και δραστηριότητας του απομνημονευτή αν και περιλαμβάνει ένα κομμάτι αυτοβιογραφίας. Συγγενεύει επίσης με το χρονικό, που είναι όμως πιο απρόσωπο, πιο ουδέτερο.

Οι Συνθήκες Παραγωγής των Απομνημονευμάτων του Αγώνα. Η ‘Αλήθεια’ και το ‘Δίκιο’ των Αγωνιστών (114)

Γενικές Παρατηρήσεις για τους Απομνημονευματογράφους του Αγώνα Το είδος γνωρίζει άνθηση στην Ελλάδα από την Επανάσταση του ’21 και μετά. Όσοι έλαβαν μέρος σε αυτήν, γνωρίζουν πως ζουν σε μια εποχή σημαντικών αλλαγών. Η επανάσταση, ο πόλεμος, η δημιουργία νέου κράτους αποτελούν βαθιές ρήξεις με το παρελθόν, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή. Γνωρίζουν επίσης πως το ’21 υπήρξε κορυφαίο ιστορικό γεγονός, που – καθώς πολέμησαν κι εκείνοι για την ανεξαρτησία τους – έχουν το δικαίωμα να έχουν λόγο για την εμπειρία αυτή. Πολλοί αγωνιστές θέλησαν να δώσουν από την προσωπική τους σκοπιά τη μαρτυρία τους για όσα έγιναν, κι έγραψαν έτσι τα απομνημονεύματά τους. Οι άνθρωποι αυτοί είχαν διαφορετική εκπαίδευση, κουλτούρα, αξιώματα και κοινωνική θέση. Μιλούν για τις θυσίες, τους αγώνες και τις ελπίδες τους, που συχνά έμειναν ανεκπλήρωτες. Προσπαθούν να επεξεργαστούν και να οργανώσουν την εμπειρία τους, να εξηγήσουν πως και γιατί έγιναν τα πράγματα κι αν έγιναν σωστά ή όχι και ποιος ευθύνεται. Διαμορφώνεται έτσι ένα πεδίο διαλόγου, όπου οι άνθρωποι του αγώνα πρέπει να συνδιαλλαγούν, να συμφωνήσουν ή να αναιρέσουν ο ένας τον άλλον. Κυρίως όμως καλούνται να βρουν μια κοινή γλώσσα

Page 13: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

συνεννόησης, με κοινούς κώδικες επικοινωνίας προκειμένου να πετύχουν (115) αυτόν το διάλογο. Ξεκινά έτσι μια εγγράμματη κοινωνική οργάνωση κι από τον πολιτισμό της προφορικότητας, περνάμε σε αυτόν της γενικευμένης εγγραμματοσύνης που χαρακτηρίζει τις δυτικές κοινωνίες. Η σύσταση ενός κράτους δυτικού τύπου, εγκαινιάζει και το άνοιγμα στο σύγχρονο κόσμο. Οι εγγράμματοι αγωνιστές αποφάσισαν μόνοι τους να γράψουν. Οι αγράμματοι παρακινήθηκαν από λόγιους της εποχής. Κάποιοι έμαθαν λίγα γράμματα για αυτόν το σκοπό, όπως ο Μακρυγιάννης. Έτσι έχουμε μεγάλη παραγωγή απομνημονευμάτων μέχρι το τέλος του 19ου αι.

Τα Κυριότερα Έργα : -Απομνημονεύματα Πολεμικά του Χρ. Περραιβού (1836)-Υπόμνημα περί της ελληνικής επαναστάσεως της Ελλάδας, του Παλαιών Πατρών Γερμανού (1837) -Απομνημονεύματα περί της Φιλικής Εταιρείας του Εμμ. Ξάνθου (1845) -Διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής από του 1770 έως τα 1836, του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, δημοσιευμένο από τον Τερτσέτη το 1851. -Απομνημονεύματα του Νικόλαου Σπηλιάδη (1851 – 1857). Ο Σπηλιάδης είναι μορφωμένος και γνωρίζει την τέχνη του γραπτού λόγου. Το έργο του είναι πλούσιο σε πραγματολογικό υλικό και πολιτικά χρωματισμένο. Αντιτίθεται στις Μεγάλες Δυνάμεις και τους έλληνες πολιτικούς ενώ θαυμάζει τους ομόδοξους και ομόθρησκους Ρώσους και τους Πελοποννήσιους καπετάνιους. Το έργο του αναπτύσσεται ιστοριογραφικά, βασισμένος στα ιδεώδη του συγγραφέα. -Ενθυμήματα ή Χρονικό της σκλαβωμένης Αθήνας του Παναγή Σκουζέ (1859). Ήταν ευκατάστατος, πολυταξιδεμένος κι όχι ιδιαίτερα μορφωμένος (116). Το κείμενό του είναι λιτό και περιγραφικό, με κάποια λόγια στοιχεία. -Απομνημονεύματα εκστρατειών και ναυμαχιών του ελληνικού στόλου του Κ. Νικοδήμου. (1862) -Ιστορικά της Ελληνικής παλιγγενεσίας του Μιχαήλ Οικονόμου (1873). Πολύτιμη μαρτυρία για τον αγώνα. -Ιστορικά απομνημονεύματα της Ελληνικής Επαναστάσεως του Κωνσταντίνου Μεταξά (1878) -Απομνημονεύματα της δευτέρας πολιορκίας του Μεσολογγίου του Αρτέμιου Μίχου (1883)-Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως του Φ. Χρυσανθόπουλου ή Φωτάκου. Εμπνευσμένος, παθιασμένος με πλούσιες και αντιφατικές πολιτικές ιδέες αν και εγγράμματος, τοποθετεί εαυτόν στους απλούς και αγνούς αγράμματους αγωνιστές. Ο λόγος του είναι οξύς και καυστικός, ενάντια στους ξενόφερτους καλαμαράδες, τους λόγιους και τους πολιτικούς. Υπερασπίζεται έντονα τους απλούς ανθρώπους που δεν έχουν δύναμη να ακουστούν και χάνονται, όπως και η πραγματική ιστορία του αγώνα. Κατά τον ίδιο, το λόγο μονοπωλούν οι καλαμαράδες που γράφουν όπως τους συμφέρει. -Επιτομή της Ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος του Αμβρόσιου Φραντζή (1841). -Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως του Σπ. Τρικούπη-Δοκίμιον ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως του Ι. Φιλήμων (1859-1861). Τα τρία τελευταία έργα, είναι οι πρώτες απόπειρες ιστοριογραφίας. Διαθέτουν συστηματική καταγραφή, ανάλυση και ερμηνεία των γεγονότων από ανθρώπους εμπλεκόμενους σε αυτά. -Ιστορικαί Αναμνήσεις του Νικόλαου Δραγούμη (1874) -Απομνημονεύματα του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή (1890) -Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη (1907) -Ενθυμήματα στρατιωτικά του Νικόλαου Κασομούλη (1940-1941). Δίνει πληροφορίες για την ιστορία των αρματολών, για την οργάνωση και τη λειτουργία του θεσμού, για τα δίκτυα, τις σχέσεις εξουσίας και τον τρόπο που εντάσσονταν στην επανάσταση. -Απομνημονεύματα του Κανέλλου Δεληγιάννη (1957). Γραμμένο με καταγγελτική και απολογητική διάθεση καθώς ήταν δυσαρεστημένος από τις πολιτικές εξελίξεις. Θεωρούσε πως δεν τιμήθηκε από την πατρίδα. Στο έργο του φαίνεται η ένταξη των προυχόντων στην επανάσταση και η στάση του απέναντι στην κεντρική εξουσία, σε βάρος των τοπικών κέντρων. -Απομνημονεύματα του Ιωάννη Κολοκοτρώνη (1957) Όπως καταλαβαίνετε, τα τελευταία δημοσιεύθηκαν πολύ μετά που γράφτηκαν.

Η Γλώσσα των Απομνημονευμάτων Είναι ανάλογη του συγγραφέα, προσδιορίζεται όμως από την τάση να μοιάσει στην αρχαία. Το ελληνικό κράτος άλλωστε, θέλει να θεμελιώσει την παρουσία και την ταυτότητά του στην κλασική αρχαιότητα. Η τροπή αυτή προς τον ‘αρχαϊσμό’, κάνει πολλούς να στραφούν στην καθαρεύουσα. Όταν όμως δεν υπάρχουν (118) οι βάσεις, αδικείται το έργο τους που φαίνεται ρητορικό, επιτηδευμένο και στομφώδες. Σε άλλα κείμενα, η αφήγηση είναι ζωντανή και ο λόγος λιτός και άμεσος. Η ροή είναι συνεχής, σχεδόν άχρονη

Page 14: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

(Μακρυγιάννης, Κολοκοτρώνης). Ο Φωτάκος επίσης γράφει άνετα και δανείζεται λόγια αλλά και λαϊκά στοιχεία.

Απομνημονεύματα : Το Υλικό και η Διαχείρισή του Βασίζονται στη μνήμη και σε πραγματολογικό υλικό : σημειώσεις ή ημερολόγια του συγγραφέα, υπηρεσιακά ημερολόγια και αναφορές. Ο καθένας βέβαια το διαχειριζόταν ανάλογα με την παιδεία, την προσωπικότητα και τη θέση του. Έχουμε πει ήδη πως οι συγγραφείς είναι παντελώς ανομοιόμορφοι. Ο καθένας τους περιγράφει, ερμηνεύει και αξιολογεί τα γεγονότα (118) τελείως υποκειμενικά. Η πεποίθηση είναι πως ο δικός του είναι ο μόνος έγκυρος κι αληθινός λόγος που παρουσιάζει τα πράγματα ‘όπως ακριβώς συνέβησαν’.

Η Σχέση με την Ιστορική Αλήθεια και το Δίκιο των Αγωνιστών (119) Μια ανάγνωση δείχνει πως τα άτομα θεωρούσαν πως μέσα από τα απομνημονεύματά τους συνδιαλέγονται με την ίδια την Ιστορία και σε αυτήν θεωρούν πως είναι υπόλογοι. Αισθάνονταν ότι μόνον αυτοί εξέφραζαν την αλήθεια και θεωρούν πως οι άλλοι είτε δεν τη γνωρίζουν, είτε την αποκρύπτουν με πρόθεση. Έτσι αποφασίζουν οι ίδιοι να αποκαταστήσουν την αλήθεια, έτσι ώστε ο καθένας να λάβει τη θέση που του αρμόζει στην ιστορία. Το ατομικό τους δίκαιο το θεωρούν καθολικό, είναι το δίκιο της πατρίδας. Όλοι λοιπόν αυτοαναγορεύονται σε αυθεντικούς αγορητές και κριτές της ιστορίας, της αλήθειας και του δίκιου, θεωρούν δε, πως επιτελούν ‘ιερό έργο’ γράφοντας για τον αγώνα.

Αποτίμηση της Ιστορίας και Λειτουργία των Απομνημονευμάτων (120) Τα κείμενα αυτά διαθέτουν ιδιαίτερο πάθος. Είναι καταγγελτικά, απολογητικά, προσωποκεντρικά. Γράφτηκαν σε ταραγμένη εποχή, όπου η κοινωνία αναζητούσε την ταυτότητά της μετά από μακρόχρονο πόλεμο, που οδήγησε στην ανεξαρτησία αλλά και πολλές φορές στην απογοήτευση. Τα απομνημονεύματα καταγράφουν τις αντιφάσεις αυτής της περιόδου και την προσωπική πικρία των συγγραφέων τους που θεωρούν είτε πως παραγκωνίστηκαν και δεν τιμήθηκαν όπως τους άξιζε, είτε πως τα αξιώματα τους δόθηκαν δίκαια καθώς αγωνίστηκαν. Ο καθένας προβάλλει τον εαυτό του και τους φίλους του ως κύριους πρωταγωνιστές. Οι αντιπαλότητες που είχαν δημιουργηθεί κατά τη διάρκεια του αγώνα επανεμφανίζονται με την ίδια οξύτητα στις μαρτυρίες. Οι (121) απομνημονευματογράφοι, ως wannabe τιμητές της αλήθειας, απολογούνται για τον κόσμο που αντιπροσωπεύουν. Ακόμα και οι ‘μετριοπαθείς’ αποτυπώνουν τις εντάσεις και τις προσωπικές αρχές, που τις εμφανίζουν ως αδιαφιλονίκητες αλήθειες.

Τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη (122)

Η Γλώσσα και το Ύφος Διαβάστηκε και συζητήθηκε όσο κανένα άλλο, ενώ με το πλούσιο αφηγηματικό ύφος του έγινε πολιτική ιδεολογία. Η αξία του θεωρείται διαχρονική και ταυτίστηκε με τις καλύτερες στιγμές της νεοελληνικής ιστορίας. Γράφτηκαν από το 1829 στο Άργος και ολοκληρώθηκαν στην Αθήνα το 1850. δίνει τη δική του εκδοχή για τον πόλεμο και το νέο κράτος. Ο λόγος του είναι καταγγελτικός και πολεμικός, καθώς είναι δυσαρεστημένος από τη νέα πραγματικότητα. Φέρεται εναντίον όλων και κυρίως των πολιτικών και των Ευρωπαίων που τους θεωρεί υπεύθυνους για το χάλι της πατρίδας του. Αναγορεύει τον εαυτό του αποκλειστικό υπερασπιστή και τιμητή των δικαίων έθνους και πατρίδας. Το έργο διακρίνεται για τη γλώσσα και το αφηγηματικό του ύφος. Γλώσσα : ο σχεδόν αγράμματος στρατηγός αφομοιώνει και αποτυπώνει όλες τις εκφάνσεις του λόγου της εποχής, που βρίσκεται σε μετάβαση από την παραδοσιακή στη σύγχρονη κοινωνική οργάνωση. Στο κείμενό του (123) είναι κυρίαρχος ο πολιτισμός της προφορικότητας, με επιδράσεις όμως της λόγιας γλώσσας. Ο Μακρυγιάννης είχε προσλαμβάνουσες από αυτήν, καθώς ήταν φορέας νέων πολιτικών ρόλων και αξιωμάτων. Η γλώσσα δεν είχε αποκρυσταλλωθεί ακόμη. Άνθρωποι που δεν είχαν εκπαίδευση, ήταν δεκτικοί στις διαφορετικές γλωσσικές επιδράσεις : οθωμανικά στοιχεία, τοπικά ιδιώματα, δυτικά δάνεια που συνυπήρχαν. Ο Μακρυγιάννης χρησιμοποιεί δική του γλώσσα, με ιδιότυπο, αφηγηματικό ύφος, άμεση, φτωχή αλλά πυκνή γραφή που αργότερα διαβάστηκε ως λογοτεχνία – κάτι που δεν ήταν στις προθέσεις του. Η ανομοιογενής αυτή γλώσσα, θα μπορούσε να σταθεί και ως δημοτική. Τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη γράφονται από το 1829 έως το 1850. αποτυπώνουν τις βιωμένες

Page 15: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

αλλαγές, τις ασυνέχειες και τις ρήξεις των σύγχρονων πολιτικών θεσμών σε μια παραδοσιακή κοινωνία. Οι αλλαγές αυτές ήταν οι περισσότερες βίαιες γι’ αυτό και προκάλεσαν εξίσου βίαιες αντιδράσεις.

Η Ανακάλυψη του Πεζογράφου Μακρυγιάννη (παράλληλα κείμενα)Το έργο ανακάλυψε και δημοσίευσε ο Γιάννης Βλαχογιάννης (124) μαζί με το αρχείο του στρατηγού. Όμως τα απομνημονεύματα έμειναν για πολύ καιρό στη σιωπή, μέχρι που αναφέρεται σε αυτόν ο Γιώργος Θεοτοκάς στη διάρκεια της Κατοχής. Τον χαρακτηρίζει ‘γεννημένο πεζογράφο’ και ‘πεζογράφο μάστορα’. Ο Σεφέρης έγραψε πως είναι ο σημαντικότερος πεζογράφος της Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας αν όχι ο πιο μεγάλος, λόγω Παπαδιαμάντη. Μετά τον πόλεμο, ο Μακρυγιάννης έγινε κτήμα της ελληνικής κοινωνίας. Αυτό οφείλεται πως ανακαλύφθηκε εκ νέου σε μια εποχή που σημαδεύτηκε από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, την Κατοχή και τον Εμφύλιο. Η τραυματισμένη και διχασμένη Ελλάδα αναζητούσε εκ νέου την ταυτότητά της, την ανεξαρτησία της, όπως και τα χρόνια της επανάστασης. Τα οράματα ήταν τα ίδια : κοινωνική δικαιοσύνη, πολιτικές ελευθερίες. Στο πρόσωπό του η μεταπολεμική κοινωνία ανακάλυψε έναν ηρωικό πολεμιστή, κήρυκα και υπερασπιστή της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ανεξαρτησίας. Κάποιον που μιλάει για τα βάσανα του λαού χωρίς να χαρίζεται σε κανέναν, που καταγγέλλει τις αδικίες της εξουσίας, και θρηνεί για τα δεινά της πατρίδας. Η γλώσσα του θεωρήθηκε έκφραση του λαϊκού ήθους, της ελληνικότητας, που ήταν ανόθευτη από τις δυτικές επιρροές. Η Ιδεολογική χρήση των Απομνημονευμάτων του Μακρυγιάννη (125) Τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη απέκτησαν νόημα ως προς τις ανάγκες και τα αιτήματα της σύγχρονης εποχής και στρατεύτηκαν σε αυτήν, παρ’ όλο που η εποχή που γράφτηκαν ήταν τελείως διαφορετική. Κοινωνική δικαιοσύνη : σύμφωνα με το Μακρυγιάννη, ο κόσμος, η κοινωνία και η ιστορία κυβερνώνται από τις δυνάμεις του καλού και του κακού. Στο καλό ανήκουν οι άνθρωποι της πατρίδας και της ορθόδοξης πίστης, τους τίμιους Έλληνες, τους αυτόχθονες. Σε αυτή την κατηγορία τοποθετεί τους αγωνιστές που αν και υπηρέτησαν με αυτοθυσία το έθνος, το κράτος τους περιφρονεί χωρίς να αναγνωρίζει την προσφορά τους. Στην πλευρά του κακού, ανήκουν οι δυτικοθρεμμένοι λόγιοι και πολιτικοί, οι λεγόμενοι ‘ετερόχθονες’, οι ξένοι που είναι εχθροί της πατρίδας και θέλουν να την καταστρέψουν. Η μετά την επανάσταση νέα πολιτική πραγματικότητα αντιμετωπίζεται από τον Μακρυγιάννη ως ‘σατανική κατάσταση’Οι απόψεις αυτές ήταν κοινές την εποχή που γράφτηκαν τα απομνημονεύματα και προέρχονται από την παράδοση της ορθόδοξης, χριστιανικής κοινότητας. Έτσι θα πρέπει να αντιμετωπίζονται και να ερμηνεύονται. Πολιτικές ελευθερίες : ο όρος σύνταμα (σύνταγμα) έχει άλλη έννοια για το Μακρυγιάννη. Για αυτόν το σύνταγμα πηγάζει από τη θεία πρόνοια, δεν είναι πολιτική μορφή, αλλά η έκφραση της θείας (125) βούλησης και παρέμβασης στα ανθρώπινα. Είναι δηλαδή θεόσταλτο με στόχο να σώσει το έθνος από την αμαρτία του. Ιστορία : και εδώ η αντίληψή του είναι προνοιακή. Ο θεός και ο διάβολος ρυθμίζουν τις ανθρώπινες υποθέσεις.

Βλέπουμε λοιπόν πως μπορεί οι λέξεις και οι όροι να είναι ίδιοι και στις δύο εποχές, έχουν όμως ολότελα διαφορετική σημασία και εκφράζουν διαφορετικούς κόσμους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 Η Γενιά του 1880, Πεζογραφία – Ποίηση

Εισαγωγή (133) Οι λογοτέχνες της γενιάς αυτής, διαφοροποιούνται από τους προηγούμενους ως προς Α) την αποστασιοποίηση από τα ρομαντικά οράματα Β) το άμεσο ενδιαφέρον τους για τις σύγχρονες εξελίξεις ενώ υιοθετούν (134) τη δημοτική γλώσσα.

Η Δεκαετία του 1880 (135) Αρχίστε με τα ‘Ιστορικά Προλεγόμενα’ του Beaton και την έκθεση του Μουλλά στα Παράλληλα Κείμενα. Μετά συγκρίνετε.

Ο Beaton, παρουσιάζει συνοπτικά την κοινωνική και οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα για τη δεκαετία αυτή. Από την έκθεση του Μουλλά, καταλαβαίνουμε πως την εποχή αυτή ο ελληνικός χώρος εξαστίζεται, κυριαρχείται από τη Μεγάλη Ιδέα, τον αλυτρωτισμό και την αισιοδοξία της σχετικής νίκης. Την ίδια στιγμή, δίνεται έμφαση και στην καθημερινή πραγματικότητα. Ο Τύπος αποκτά ουσιαστικό ρόλο, γίνεται βιοποριστικός αλλά και βήμα έκφρασης των καλλιτεχνών. Δίπλα σε δημοσιογραφούντες λογοτέχνες

Page 16: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

εμφανίζονται και σοβαρότεροι, όπως ο Παλαμάς. Οι λογοτέχνες στρέφονται στην οικογενειακή αστική ζωή, ενώ από το τέλος του 1870 αναπτύσσεται ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη ζωή της υπαίθρου. Η τελευταία εκφράζεται μέσα από την ηθογραφία, που χαρακτηρίζεται ως σύνθεση αντιθέσεων καθώς τονίζει τη απόλυτη κυκλικότητα της αγροτικής ζωής, αντανακλά όμως και τα δυναμικά στοιχεία του κοινωνικού γίγνεσθαι.

Γλωσσικό Ζήτημα και Ψυχάρης (136)Τη δεκαετία του 1880, υπήρχε σημαντικός προβληματισμός ως προς τη γλώσσα του νέου ελληνικού κράτους. Το ‘γλωσσικό ζήτημα’ αποτέλεσε μέγιστο ζήτημα. Κορυφώθηκε στο τέλος του 19ου αι. και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου. Συνδέθηκε με τα εθνικά ζητήματα του ελληνισμού και της συνέχειάς του. Διαβάστε την ενότητα «Το γλωσσικό ζήτημα στη θεωρία: βασικές τάσεις της διαμάχης» του Beaton. Αναφέρεται ιδιαίτερα στο Γιάννη Ψυχάρη, που το έργο του ‘το ταξίδι μου’, καθιέρωσε τον όρο διγλωσσία και συνέβαλλε στη δημιουργία του διχαστικού κλίματος που διατηρήθηκε μέχρι το 1970. (διαβάστε το απόσπασμα στο Ανθολόγιο).

Η Πεζογραφία της Γενιάς του 1880 (137)Η συνύπαρξη αντίθετων τάσεων κατά τη δεκαετία αυτή, φαίνεται και από το ενδιαφέρον για τις ευρωπαϊκές λογοτεχνικές εξελίξεις αλλά και τις όψεις της ελληνικής ζωής που δεν είχαν δυτικές επιρροές. Έτσι, αναπτύχθηκε μια λογοτεχνία που λειτούργησε συνδετικά μεταξύ Ελλάδας – Δύσης. Ηθογραφία : διαμορφώθηκε και αναπτύχθηκε λόγω της αλληλεπίδρασης των δύο αυτών παραγόντων, νατουραλισμού – λαογραφίας. (δείτε στα Παράλληλα Κείμενα το σχόλιο του Mario Vitti για τη Νανά, του Εμίλ Ζολά.) Η Νανά γίνεται μέσο αντίδρασης στον προηγούμενο ρομαντικό μεγαλοϊδεατισμό. Ο Γιαννόπουλος αναφέρει την ανάγκη να μελετηθούν και να αποδοθούν ρεαλιστικά ο βίος και τα ήθη των Ελλήνων, χωρίς να συγκρίνονται με αυτά της Δύσης. Νατουραλισμός : ο όρος προήλθε από τις εικαστικές τέχνες και τον δανείστηκε ο Εμίλ Ζολά. Προήλθε από τις τάσεις για ρεαλιστικότερες αποδόσεις στη λογοτεχνία της πραγματικότητας, που ήταν αποτέλεσμα της προόδου των φυσικών επιστημών. Οι παράγοντες που τον διαμόρφωσαν ήταν τρεις : -τα αποτελέσματα της εκβιομηχάνισης που προμήθευαν τους καλλιτέχνες με θέματα (την ευμάρεια της άρχουσας τάξης και την αθλιότητα των εργατών. -Η εξέλιξη των επιστημών (138) και κυρίως της βιολογίας, μετά τη διατύπωση της θεωρίας του Δαρβίνου. Οι θεωρίες της προέλευσης του ανθρώπου από τα ζώα και της κληρονομικότητας, ώθησε τους νατουραλιστές να περιγράψουν την κτηνώδη φύση του ανθρώπου, που εκδηλώνεται σε ιδιαίτερες καταστάσεις (μέθη, πίεση, κυριαρχία της σεξουαλικής ορμής). -Η εισαγωγή της επιστημονικής μεθοδολογίας, της παρατήρησης του πειράματος κατά τη δημιουργία του λογοτεχνικού έργου. Όπως δηλαδή ο επιστήμονας πειραματίζεται με το υλικό του, έτσι κι ο λογοτέχνης πειραματίζεται με τους ήρωές του και παρακολουθεί τις αντιδράσεις τους ανάλογα με την περίπτωση. Τα σημαντικότερα νατουραλιστικά στοιχεία που συνδέθηκαν με την ηθογραφία είναι -η κριτική των υποκριτικών κοινωνικών προσχημάτων -η παρουσίαση της παντοδυναμίας των ενστίκτων και της ψυχικής διαφθοράς -η απομάκρυνση του ατόμου από την αρχική γνησιότητα. Τον ορισμό της ηθογραφίας δίνει ο Beaton στη σελίδα 107. Διαβάστε και την περιγραφή της από την Πολίτου – Μαρμαρινού στα Παράλληλα Κείμενα. Στο κείμενό της (139) εντάσσει την ηθογραφία σε ένα γενικότερο πλαίσιο επιστροφής προς το ρομαντισμό του μη αστικού χώρου. Διακρίνει τους Έλληνες ηθογράφους σε αυτούς που λειτούργησαν με βάση τους διαγωνισμούς της Εστίας και στους νατουραλιστές ή ρεαλιστές. Αναφέρει μια πλειάδα λογοτεχνών που έγραψαν ηθογραφίες. Εκτός όμως από αυτούς, εμφανίζονται και άλλοι πεζογράφοι, που ασχολήθηκαν κυρίως με την αστική ζωή (Μιχαήλ Μητσάκης, Εμμανουήλ Λυκούδης, Γρηγόριος Ξενόπουλος). Τα έργα τους όμως, παραγκωνίστηκαν εκείνη την εποχή από την ηθογραφία.

Γεώργιος Μ. Βιζυηνός Καταγόταν από την Ανατολική Θράκη κι αρχικά ασχολήθηκε με την ποίηση. Όμως, τα λίγα διηγήματά του είναι αυτά που τον καθιέρωσαν. Ο Beaton σημειώνει ως στοιχεία που έχουν εντοπιστεί στο έργο του : -η κυριαρχία των αμφιλογιών -η ανατροπή των προσδοκιών του αναγνώστη και του ήρωα, μέσω μιας αινιγματικής αφήγησης που δημιουργεί ‘σασπένς’. Ο Αθανασόπουλος αναφέρει την κυριαρχία της αμφισημίας και αβεβαιότητας στα διηγήματά του. Επίσης, την αλληλοεπικάλυψη δυο πραγματικοτήτων που οδηγεί στην αυταπάτη και την πλάνη. Ο αφηγητής εμπλέκεται σε

Page 17: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

μια αναντιστοιχία εξωτερικής και εσωτερικής πραγματικότητας που δημιουργεί τραγικότητα και κλονίζει τις βεβαιότητες του ρεαλισμού. Ο Βιζυηνός χρησιμοποιεί την αγωνία και την πλάνη που αμφισβητούν τη μια και μόνη πραγματικότητα του ρεαλισμού. Στο ‘Μόνον της ζωής του ταξίδιον’, βλέπουμε πως η υπέρβαση του Βιζυηνού έχει πολλές λειτουργίες. Πραγματοποιείται μέσα από διαφορετικές πραγματικότητες, σε επίπεδο εθνικότητας, θρησκείας και φύλου, καθώς οι χαρακτήρες έχουν (140) δύο ταυτότητες ή εκφράζουν διαφορετικές ή/και συγκρουόμενες θέσεις. Η αφήγηση ξεκινά από μια ιστορία που μαθαίνει ο ήρωας από τον παππού του και παρουσιάζεται ως αληθινή. Αργότερα ο ήρωας ανακαλύπτει πως είναι ψεύτικη και αν και συνταράσσεται, τελικά συμπονά τον άνθρωπο που το μόνο ταξίδι που μπορεί να κάνει είναι το τελευταίο. Ο Μουλλάς θεωρεί πως το διήγημα είναι «μελέτη της ανθρώπινης αλλοτρίωσης και της ακρωτηριασμένης ζωής». Το δράμα παραμονεύει πίσω από το όνειρο και δείχνει χωρίς κραυγές την απύθμενη άβυσσο. Είναι επίτευγμα για το Βιζυηνό αυτό το τραγικό ονειρόδραμα όπου μέσα σε μια ειρηνική ατμόσφαιρα οι άνθρωποι έχουν εμπλακεί εν αγνοία τους σε έναν αγώνα ζωής και θανάτου.

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (141) Σύμφωνα με τον Beaton ο Παπαδιαμάντης ‘συγγενεύει’ με το Βιζυηνό σε επίπεδο αφήγησης. Ο Παπαδιαμάντης υπερβαίνει στα αφηγήματά του τη ρεαλιστική αφήγηση, ενώ αυτά διαθέτουν ποιητικότητα και λυρικότητα. Ο Παπαδιαμάντης βιοπόριζε μέσω της συγγραφής κάτι που αποδεικνύει τη σημασία του Τύπου στην ανάπτυξη της λογοτεχνίας. Επίσης, και οι δυο χρησιμοποιούν παλαιότερους γλωσσικούς τύπους, καθαρεύουσα, αλλά και τοπικούς ιδιωματισμούς από τους τόπους καταγωγής τους. Ο Beaton θεωρεί το διήγημα «Όνειρο στο κύμα», υπόδειγμα της γραφής του Παπαδιαμάντη καθώς συνυπάρχουν σε αυτό ένας ρεαλιστικός κόσμος κι ένας φανταστικός ή υπερβατικός. Ο Στεργιόπουλος διαφοροποιεί τον Παπαδιαμάντη από τους ρεαλισμούς της ηθογραφίας. Αναφέρεται στη σύνθεση της ποιητικότητας με το ρεαλισμό και το νατουραλισμό. Αυτό που έδενε το έργο του Παπαδιαμάντη με το νατουραλισμό, είναι το ενδιαφέρον για τις σκοτεινές δυνάμεις της ψυχής. Ο λυρικός του χαρακτήρας σχετίζεται με το μεταφυσικό του υπόβαθρο. Ο Στεργιόπουλος επισημαίνει και άλλα χαρακτηριστικά, όπως τη γλώσσα (πρόκειται για κράμα) και το περιεχόμενο (ειρωνεία, σύμβολα, παρεκβάσεις κ.α.) Το ‘Όνειρο’ ανήκει στην όψιμη περίοδο. Πρόκειται για μια αναδρομική αφήγησης ποιμενικής ζωής. Ο ήρωας φυλά το κοπάδι του και παρακολουθεί μια κοπέλα να κάνει μπάνιο. Κάποια στιγμή, η κοπέλα, όπως και ένα από τα ζώα του κοπαδιού βρίσκεται σε κίνδυνο. Ο ήρωας επιλέγει να σώσει την κοπέλα και η επαφή με το κορμί της του προκαλεί μια ονειρική κατάσταση. Εδώ διαπιστώνουμε τις ανατροπές των συμβάσεων του ρεαλισμού. Εκτός (142) από τις αντιθέσεις, βλέπουμε εδώ την υπέρβαση του ρεαλισμού μέσα από τη λυρικότητα και την ποιητικότητα της γλώσσας, τη μη ρεαλιστική χρονική παρουσίαση λόγω των παρεκβάσεων και την παρουσία μιας εξωρεαλιστικής, μεταφυσικής ‘πραγματικότητας’.

Ανδρέας Καρκαβίτσας Αντλούσε το έργο του από προσωπικές εμπειρίες ή διηγήσεις που είχε ακούσει κατά τις περιπλανήσεις του αν και αυτός χρησιμοποιεί τη δημοτική γλώσσα. Το κυρίαρχο στοιχείο των αφηγημάτων του κατά τον Beaton είναι πως η Φύση – και καμιά φορά η κοινωνία – καθορίζει τη λειτουργία των προσώπων. Το ίδιο τονίζει και η Σταυροπούλου που χαρακτηρίζει τη φύση ως δύναμη πέρα από κάθε ηθικό έλεγχο που αντιστέκεται σε κάθε προσπάθεια του ανθρώπου να την υποτάξει. Αναφέρει και άλλα νατουραλιστικά στοιχεία όπως τη φωτογραφική, χωρίς εξωραϊσμούς πραγματικότητα, την πιστή αναπαράσταση του λόγου των προσώπων και τη δημιουργία ηρώων που έχουν ένστικτα ταπεινά, δε διαθέτουν ελεύθερη βούληση και η ζωή τους ρυθμίζεται από εξωτερικές καταστάσεις. Η διαφορά του Καρκαβίτσα από τους νατουραλιστές, είναι πως η αίσθηση του αδιέξοδου, εξισορροπείται από τα μεγάλα αλυτρωτικά του οράματα. Το ‘Γιούσουρι’ μιλά για τη νεανική εμμονή ενός γέρου πια ναυτικού, να βρει και να κόψει το ομώνυμο (143) κοράλλι. Όντως το καταφέρνει, αλλά στην επιστροφή πιάνει φουρτούνα, κι όταν ο ήρωας φτάνει πια στην ακτή διαπιστώνει πως το γιούσουρι έχει χαθεί. Κατά τη Σταυροπούλου, ο ιδεολογικός άξονας του διηγήματος (που εντάσσεται στα λόγια της πλώρης) προβάλλει την αξία της αγωνιστικότητας και καταδικάζει τις άγονες ονειροπολήσεις. Οι τελευταίες, όπως και οι προλήψεις και οι φόβοι παρουσιάζονται (Μπαλούμης speaking) ως πράγματα που αναστέλλουν τη δράση και την εξέλιξη των λαϊκών φορέων που ενώ βοήθησαν το έθνος να αναπτυχθεί, ζουν εγκαταλειμμένοι στην οικονομική δυσπραγία και την εκπαιδευτική ανυπαρξία. Τέλος, το γεγονός πως η αφήγηση γίνεται σε πρώτο πρόσωπο, ενισχύει την αίσθηση της αναπαραγωγής αληθινών βιωμάτων.

Η Ποίηση της Γενιάς του 1880 και ο Κωστής Παλαμάς (144)

Page 18: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Με τον όρο παρνασσισμός αναφερόμαστε στην ποιητική σχολή που αναπτύχθηκε στη Γαλλία, στα μέσα του 19ου αιώνα. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1886 από τον εκδότη Αλφόνς Λεμέρ στην ποιητική ανθολογία του Σύγχρονος Παρνασσός και αποτελεί αναφορά στο ελληνικό βουνό του Παρνασσού και την μυθολογική του υπόσταση ως κατοικία των Μουσών. Ως λογοτεχνικό ρεύμα, ο παρνασσισμός αποτέλεσε μία αντίδραση στο κίνημα του ρομαντισμού και επανέφερε στην τέχνη στοιχεία του κλασικισμού, ενώ επηρεάστηκε σημαντικά από το έργο του Θεόφιλου Γκωτιέ Η τέχνη για την τέχνη.Xαρακτηριστικά του ΠαρνασσισμούΟι παρνασσιστές επιδίωκαν την πιστότητα, τη ρεαλιστική αναπαράσταση και την απάθεια, σε αντίθεση με την υπερπροβολή συναισθημάτων του ρομαντισμού. Χαρακτηριστικό των ποιημάτων τους είναι η στατικότητα, γι' αυτό και παρομοιάζονται με ζωγραφικούς πίνακες. Η πιστότητα στα ποιήματα επιτυγχάνεται με τις ακριβείς περιγραφές και την επιμονή στην αναζήτηση των κατάλληλων λέξεων, ειδικά των επιθέτων. Αντλούσαν την έμπνευσή τους από σκηνές της καθημερινής, κοινωνικής αλλά και ιστορικής πραγματικότητας. Στράφηκαν προς την κλασική (ελληνική και ρωμαϊκή) αρχαιότητα αλλά και προς τον ινδικό πολιτισμό. Ως προς τη μορφή, οι παρνασσιστές επιδίωκαν την απόλυτη τελειότητα. Επεξεργάζονταν πολύ τους στίχους και πειθαρχούσαν απόλυτα στους μετρικούς κανόνες. Αυτό είναι και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα των ποιημάτων, που κατά τ' άλλα θεωρούνται ψυχρά.Ταυτόχρονα με την ηθογραφία εμφανίζεται ένα νέο είδος ποίησης. (δείτε τα σχόλια του Beaton, και του Πολίτη). Ο Beaton πάντως λέει πως απηχούσε το γαλλικό παρνασισμό και την ελληνική παράδοση. Ο Πολίτης συσχετίζει τον παρνασισμό με τη στροφή της ελληνικής κοινωνίας προς τη ρεαλιστική αντιμετώπιση των προβλημάτων της και την ανασύνδεση με τη λαϊκή παράδοση και γλώσσα. Ηγετικός ποιητής της γενιάς θεωρείται ο Παλαμάς. Ασχολήθηκε με όλα τα είδη λόγου, κυρίως όμως υπηρέτησε την ποίηση. Ο Beaton αναφέρει τη σχέση του έργου του με ευρωπαϊκά ρεύματα, με την ελληνική παράδοση και με φιλοσοφικά ρεύματα που τον επηρέασαν. Η συναίρεση των αντιθέσεων είναι βασικό χαρακτηριστικό του. Ο «Επίλογος» από το βιβλίο της Πολίτου – Μαρμαρινού, και το αντίστοιχο κεφάλαιο του Πολίτη βοηθούν να κατανοήσουμε τις σχέσεις του ποιητή με τα ξένα ρεύματα Πάντως η ποίησή του θεωρείται σύνθεση ετερόκλητων θεματικών και τεχνικών στοιχείων διαφορετικής προέλευσης. Ο Παλαμάς, όπως και οι περισσότεροι λογοτέχνες εκφράζει μια μεταιχμιακή στάση (145) που εκφράζει τη θέση του ελληνισμού ανάμεσα Ανατολής και Δύσης. Στο κείμενο του Παλαμά ‘ο τάφος’ εκφράζει το ‘λυρισμό του εγώ’. Στα υπόλοιπα κείμενα έχουμε το ‘λυρισμό του εμείς’. Ακολουθεί το ποίημα ‘Αγορά’, ένα από τα σημαντικότερα και το τελευταίο είναι από τη ‘Φοινικιά’, ένα από τα σπουδαιότερα. Καθώς η φοινικιά του ποιήματος ανάγεται σε σύμβολο της Ιδέας και της Ποίησης, αντιλαμβανόμαστε τη σχέση του Παλαμά με τους συμβολιστές. Ιδιαίτερος (147) σταθμός στην πορεία του ήταν ο Δωδεκάλογος του Γύφτου και υπάρχει απόσπασμα στο ανθολόγιο. Ο ήρωας στέκεται κριτικά απέναντι στο αρχαιοελληνικό παρελθόν, αν και αναγνωρίζει τη συμβολή του στο σύγχρονο κόσμο. Η σχέση του δημιουργού άρα και του ήρωα με τους αρχαίους, είναι χαρακτηριστική της παλαμικής σύνθεσης αντιθετικών στοιχείων. Ο Παλαμάς υποστηρίζει την αποδέσμευση από την αρχαιολατρεία όπως και από την ιδεολογική καθήλωση στην αρχαία δόξα. Στο ‘μίλημα της φλογέρας’ απόσπασμα από τη ‘Φλογέρα του Βασιλιά’ χαρακτηριστική είναι η σύνθεση στοιχείων του αρχαίου κόσμου και της προφορικής παράδοσης.

Μεταγενέστεροι Ποιητές και Πεζογράφοι (147) Τους ηθογράφους διαδέχτηκαν οι πεζογράφοι που στράφηκαν στην αστική ζωή. Ο Beaton το χαρακτηρίζει ως ‘αστικό ρεαλισμό’ (Λυκούδης, Μητσάκης, Ι. Κονδυλάκης). Κύριος εκπρόσωπος θεωρείται ο Γρηγόριος Ξενόπουλος. Η δεύτερη γενιά την οποία αναφέρει ο Beaton παίρνει στοιχεία από τον ποιητικό συμβολισμό και της τεχνικές του. Ο κύριος εκπρόσωπος, Κώστας Χατζόπουλος ήταν και συμβολιστής ποιητής. Τέλος, αναφέρεται στους μυθιστοριογράφους που ασχολήθηκαν με το ‘ιδεολογικό μυθιστόρημα’ που συχνά απηχούσε τη σοσιαλιστική τους συνείδηση. Κύριος εκπρόσωπος ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης. Ο Φώτης Κόντογλου και ο Θράσος Καστανάκης, στρέφονται σε χώρους εκτός Ελλάδος εναρμονιζόμενοι με τον σύγχρονό τους κοσμοπολιτισμό (δεκαετία του ’20). Για τους διαδόχους του Παλαμά δίνει πληροφορίες ο Πολίτης και αναφέρει το Λορέντζο Μαβίλη, το Γιάννη Γρυπάρη που στράφηκε μάλιστα στο συμβολισμό. Το ρεύμα αυτό ήταν το αντίβαρο των εθνοκεντρικών ιδανικών της ηθογραφίας, προτείνοντας μια πιο κοσμοπολίτικη λογοτεχνική αντίληψη. Ο Χατζόπουλος ενδιαφερόταν για τη μουσικότητα της ποίησης, την κλίση προς την ασάφεια και την υπερβολή.

Page 19: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Σύνοψη (148) Η γενιά του 1880 στράφηκε προς τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία και τη δημοτική γλώσσα. Σημαδεύονται επίσης από την όξυνση του γλωσσικού ζητήματος και την ένταση του αλυτρωτικού. Οι σημαντικότεροι λογοτέχνες δέχονται επιδράσεις από τον ευρωπαϊκό νατουραλισμό και την αναπτυσσόμενη λαογραφική επιστήμη. Δημιουργούν μια τάση που διαφοροποιείται από τις αναζητήσεις του ευρωπαϊκού νατουραλισμού και ρεαλισμού. Τα λίγα διηγήματα του Βιζυηνού απηχούν τα πολλά επίπεδα της ελληνικής γλώσσας, στηρίζονται στη συνύπαρξη αντιθετικών στοιχείων, υπερβαίνουν τις συμβατικές διακρίσεις. Δημιουργούνται έτσι έργα που κλονίζουν τις βεβαιότητες της ρεαλιστικής αφήγησης. Ο Παπαδιαμάντης κάνει το ίδιο, αντιπαραθέτοντας συχνά στο ρεαλιστικό κόσμο μια φανταστική η υπερβατική πραγματικότητα. Ο Καρκαβίτσας χρησιμοποιεί αποκλειστικά τη δημοτική γλώσσα. Πάντως τα αλυτρωτικά του οράματα εξισορροπούν τα αδιέξοδα των έργων του. Στην ποίηση υπάρχουν επιρροές από το δυτικό παρνασσισμό και συμβολισμό, με στοιχεία λόγιας και δημοτικής παράδοσης. Ο ηγετικός Παλαμάς, γράφει πολλά μεμονωμένα ποιήματα που εκφράζουν τόσο το ‘λυρισμό του εγώ’, όσο και το ‘λυρισμό του εμείς’ μέσα από τη σύνθεση ετερόκλητων θεματικών και μορφικών στοιχείων.

H Ποίηση του Κ.Π. Καβάφη (155)

Εισαγωγή Από την εποχή του Καβάφη έως σήμερα έχουν υπάρξει πολλές αντιθετικές και αντιφατικές εκτιμήσεις του έργου του. Οι σύγχρονοί του τον αποδέχτηκαν δύσκολα ενώ σήμερα, πολλοί υποστηρίζουν πως είναι ο σημαντικότερος νεοέλληνας ποιητής και πρέσβης του νέου ελληνικού πολιτισμού. Στο μεσοδιάστημα, το έργο του δεν έπαψε ποτέ να συζητιέται.

Η Ποιητική Παραγωγή και το Ιστορικό, Κοινωνικό και Πολιτισμικό Πλαίσιο (157)

Το Γεωγραφικό και Πνευματικό Στίγμα του Ποιητή Καταγόταν από αστική οικογένεια κι έζησε στην Αλεξάνδρεια, πολιτισμικό σταυροδρόμι σε μια ταραγμένη εποχή. Εκεί βάραινε το ελληνιστικό παρελθόν, ο Καβάφης όμως επηρεάστηκε και από την εξαετή παραμονή του στην Αγγλία και την τριετή στην Πόλη. Στην Αγγλία καλλιέργησε την έμφυτη κλίση του προς τα γράμματα και στην Πόλη διεύρυνε τον ιδεολογικό και γεωγραφικό του ορίζοντα. Τον καθόρισε επίσης η ψυχολογία του απόδημου. Το 1885 εγκαθίσταται στην πλούσια, αλλά πνευματικά απομονωμένη Αλεξάνδρεια. Παίρνει την ελληνική υπηκοότητα και εργάζεται ως δημόσιος υπάλληλος για 30 χρόνια. Ήταν αυτοδίδακτος. Η γλωσσομάθεια και η αγάπη του στην Ιστορία καθόρισαν την ποιητική του. Η παλαιότερη κριτική στάθηκε αντιφατική και αμήχανη απέναντι στο έργο του. Άλλωστε εκτός από την ιδιαιτερότητα του έργου, είχε και ανορθόδοξη εκδοτική συμπεριφορά που χωρίζεται σε τρία στάδια : - από το 1891 έως το 1904, τύπωνε ξεχωριστά τα ποιήματά του σε μονόφυλλα - Από το 1904 έως το 1911 τα τυπώνει σε τεύχη - από το 1912 τυπώνει συλλογές Κοινό χαρακτηριστικό είναι η ιδιωτική κυκλοφορία (158) των ποιημάτων. Η πρώτη φορά που τυπώθηκαν όλα του τα έργα ήταν το 1935 αλλά η έκδοση δεν ήταν ιδιαίτερη. Από τις Πρώτες Προσπάθειες στα Χρόνια της Ωριμότητας Ο Καβάφης πρωτοασχολήθηκε με την ποίηση στην Πόλη, την ίδια στιγμή που στην Αθήνα εμφανίζεται η γενιά του 1880 με επικεφαλής τον Παλαμά. Κύρια θέματα ήταν η καλλιέργεια της δημοτικής, η ποιητική απόδοση καθημερινών θεμάτων, το ανάλαφρο ύφος, ο προσδιορισμός της εθνικής ταυτότητας. Ο Καβάφης, αποκομμένος από όλα αυτά, επηρεάζεται από το φαναριωτισμό και τον αθηναϊκό ρομαντισμό. Χρησιμοποιεί την καθαρεύουσα, το ύφος είναι στομφώδες και ρητορικό, η διάθεση απαισιόδοξη και η θεματολογία πεισιθάνατη. Το 1891 τυπώνει το πρώτο αξιόλογο ποίημά του, ‘Κτίσται’. Την επόμενη, πρώιμη περίοδο του έργου του, επηρεάζεται από το γαλλικό συμβολισμό, με ευκρινείς εικόνες και ρυθμική εκφορά του στίχου. (‘Κεριά’, ‘Στην ίδια πόλη’, ‘περιμένοντας τους βαρβάρους’)Από το 1900 ο ποιητής βρίσκει τη δική του φωνή και ένα χρόνο αργότερα, επισκέπτεται την Αθήνα. Το 1903 γράφει το σημαντικότερο πεζό του, την ‘Ποιητική’, προσπαθώντας να συστηματοποιήσει την ποίησή του. Ο Καβάφης ασχολήθηκε με τον πεζό λόγο από την αρχή κι έγραψε σημαντικά δοκίμια, με ενάργεια σκέψης και σαφήνεια λόγου.

Page 20: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Το 1911 περνάει στην ώριμη φάση, κατακτώντας όλο και πιο τολμηρά εκφραστικά μέσα. Η περίοδος 1917 – 1918 είναι ‘ρεαλιστική’ και ελεύθερος από κοινωνικές δεσμεύσεις (159) διατυπώνει τολμηρά το ερωτικό του όραμα και την πολιτική κριτική του. Την εποχή αυτή γράφει μερικά από τα σημαντικότερα ποιήματα (‘Ωραία λουλούδια και άσπρα, ως ταίριαζαν πολύ’, ‘Ας φρόντιζαν’) Γνωρίζεται με τον Άγγλο Edward Morgan Forster, ποιητή και μυθιστοριογράφο και με τον Αλέκο Σεγκόπουλο (ερωτικό σύντροφο ή νόθο γιο) που υπήρξε και ο κληρονόμος του. Το 1922 παραιτείται από το δημόσιο κι αφοσιώνεται στην ποίηση. Το 1930 προσβάλλεται από ασθένεια του λάρυγγα που αργότερα εξελίχθηκε σε καρκίνο. Υποβάλλεται σε τραχειοστομία στην Αθήνα και πεθαίνει την ημέρα των εβδομηκοστών γενεθλίων του, στις 29 Απριλίου 1933.

Το Έργο (160)

Η Θεματική Ο ίδιος ο ποιητής χώρισε το έργο του σε τρεις κύκλους : - το φιλοσοφικό - τον πολιτικό - τον ηδονικό ή ερωτικό. Ο διαχωρισμός αυτός δεν είναι απόλυτος και πολλές φορές τα στοιχεία τους διαπλέκονται. Ο Πολίτης αναφέρει πως η διαίρεση αυτή είναι πραγματική όσον αφορά στην ποιητική έκφραση και όχι στη σημασία. Άλλωστε, ο καβαφικός κόσμος είναι ενιαίος κι αν ένα ποίημα είναι εξωτερικά ‘ιστορικό’, μπορεί να είναι φιλοσοφικό, αισθησιακό ή το αντίστροφο. Φιλοσοφικά ποιήματα : Θέματα του πρώτου κύκλου είναι η αναπόφευκτη ανθρώπινη μοίρα, η τύχη, η έννοια του χρέους, η αδικία, η ορθή εκτίμηση, η πάλη χριστιανών και εθνικών. Βασική του έμπνευση είναι η σχέση του ανθρώπου με το χρόνο και οι αλλαγές που επιφέρει στο σώμα και τις επιλογές. Πολλά ποιήματά του αναφέρονται στην ποίηση και την καλλιτεχνική δημιουργία (ποιήματα ποιητικής). Στο φιλοσοφικό κύκλο, ανήκουν συμβολικά ποιήματα της πρώιμης περιόδου του. Ιστορικά ποιήματα : η θεματική τους αφορά την ελληνιστική εποχή, την ανατολική Μεσόγειο, από το Μ. Αλέξανδρο μέχρι την άλωση. Τα πρόσωπά του, γνωστά ή άγνωστα τοποθετούνται εκεί. Ο Καβάφης ενδιαφέρεται για τις συμπεριφορές των προσώπων σε σχέση με τη ροή της ιστορίας και η αποτυχία που παραμονεύει, ανεξάρτητα από τις εφήμερες νίκες, ακυρώνοντας την ανθρώπινη βούληση. Ηδονικά – ερωτικά ποιήματα : ασχολούνται κυρίως με την ηδονή. Βασικός τους άξονας, η μνήμη. Η ιδιαίτερη ερωτική ζωή του ποιητή τροφοδοτεί τα ποιήματά του με ινδάλματα (161) ωραίων εφήβων. Μνημειώνει πρόσωπα της ιστορίας ή τυχαίες ερωτικές συνευρέσεις και τις κάνει ζωογόνο πηγή για την ποίησή του. Συχνά συνδυάζει την ιστορική αίσθηση με την ηδονική μνήμη και δημιουργεί έτσι, μια εντελώς προσωπική ποιητική. Ο Σεφέρης το χαρακτηρίζει ‘έργο ενώ προόδω’, δηλαδή ενιαίο, που δημιουργείται καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Θα δούμε και παρακάτω πως όντως τα ποιήματά του λειτουργούν παράλληλα και/ή αλληλοσυμπληρώνονται.

Η Ποιητική Ο Καβάφης, μετά τις επιρροές από την Πρώτη Αθηναϊκή Σχολή, το γαλλικό συμβολισμό και το γαλλικό παρνασσισμό αποκτά αγάπη για την οικονομία, την ακρίβεια και την ψυχική ισορροπία, και κάποια – πιθανή – ψυχρότητα. Στις αρχές του αιώνα όμως, περνάει σε έναν ολοένα και πιο τολμηρό ρεαλισμό και βρίσκει την προσωπική του φωνή που τον ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους. Η ιδιαιτερότητά του, οφείλεται σε συγκεκριμένες τεχνικές που επινοεί και τελειοποιεί (162) διαμορφώνοντας μια καινοφανή, μοναδική ποίηση. Χρησιμοποιεί την ιστορία, την ειρωνεία, το σύμβολο, τη μνήμη, τη φαντασία και το λυρισμό.

Ποίηση και Ιστορία Ο ίδιος χαρακτηρίζει τον εαυτό του ‘ποιητή ιστορικό’. Η σχέση του με τον ελληνισμό έχει γίνει πολλές φορές αντικείμενο μελέτης. Η ψυχολογία του ήταν αυτή του απόδημου, διακατέχεται από νοσταλγία, υπεροψία, γοητεία και άπωση. Δήλωνε με πάθος ‘ελληνικός’ και στα ποιήματά του περνά η σχέση των άλλων λαών με τον ελληνισμό. Τον γοητεύει η συνάντηση πολιτισμών και ιδεολογιών, το μεταίχμιο, οι έντονες ιστορικές στιγμές. Γι’ αυτό και επέλεξε την ελληνιστική εποχή ως σκηνικό πολλών ποιημάτων, καθώς είναι μια εποχή – κράμα αλλά και μεταβατικό στάδιο, λίγο πριν ο τεράστιος αυτός κόσμος του Μ. Αλεξάνδρου καταλυθεί από τους Ρωμαίους. Για τον Καβάφη, η νομοτέλεια της ιστορίας είναι η ήττα και η συντριβή. Εστιάζει σε ποιότητες και διαχρονικές

Page 21: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

συμπεριφορές : η αξιοπρέπεια, η φρόνηση, η σοφία, η κατανόηση της ματαιότητας των μεγαλείων. Σε ορισμένα του ποιήματα, συνδυάζει το παρελθόν με το παρόν, σχολιάζοντας σύγχρονές του καταστάσεις με παράλληλες στιγμές του παρελθόντος. Έτσι, ενώ σε ένα πρώτο επίπεδο πρωταγωνιστεί πρόσωπο ή σκηνή ελληνιστικής εποχής, σε ένα δεύτερο, ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται πρόσωπα και γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας. Άλλο σημαντικό του επίτευγμα, είναι ο συνδυασμός της ιστορικής (163) ενόρασης με το ερωτικό του όραμα. Δημιουργεί έτσι μια συγκροτημένη μυθολογία. Οι ιστορικές πηγές του συνδυάζονται με την ερωτική του ιδιοσυγκρασία και βαθαίνουν το χαρακτήρα της ανθρώπινης φύσης, δίνοντας διαχρονική ισχύ στους ήρωες του. Η έρευνα έχει εντοπίσει λόγιες πηγές στα έργα του, όπως ιστορικά κείμενα της αρχαιότητας, των ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων. Χρησιμοποιεί συνήθως ‘δεύτερα’ πρόσωπα που έχουν διασωθεί, ή δημιουργεί ο ίδιος κάποια ‘ψευδοϊστορικά’ τα οποία χειρίζεται όπως τα χρειάζεται για να στήσει το σκηνικό του.

Το Σύμβολο Πρόκειται για πρόσωπα, αντικείμενα ή καταστάσεις, που αποτελούν πυρήνες στους οποίους συμπυκνώνεται και μεταδίδεται στον αναγνώστη η εμπειρία του ποιητή. Μερικά από αυτά είναι η κάμαρα, τα ρούχα, ο καθρέφτης, τα παράθυρα, τα τείχη, το ταξίδι. Συνήθως αποκωδικοποιούνται εύκολα και δε δημιουργούν πρόβλημα ερμηνείας. Καμιά φορά όμως η σημασία τους είναι πιο σύνθετη και χρειάζεται προσοχή. Η Ειρωνεία Αποτέλεσε κοινό τόπο της κριτικής κι έδωσε αφορμή για παραναγνώσεις των ποιημάτων. Ο Βελουδής θέτει ερωτήματα ερμηνείας όσον αφορά στην ειρωνεία του Καβάφη σε σύνδεση με το γερμανικό ρομαντισμό. Επισημαίνεται επίσης η μεγάλη σημασία της αποστασιοποίησης του δημιουργού από το αναπαριστώμενο αντικείμενο, προκειμένου να γίνει κατανοητή αυτή η ειρωνεία. Πέρα από τη διάκριση τραγικής ή δραματικής ειρωνείας ο μελετητής εξετάζει την τεχνική της ειρωνείας (165) σε ορισμένα ποιήματα της ώριμης περιόδου. Σε αυτά, η προβολή της είναι η μάσκα, ο παρενθετικός λόγος, οι παύλες και γενικά, το σχόλιο κάποιου τρίτου, π.χ. ο ποιητής. Ο Νάσος Βαγενάς (‘Η ειρωνική γλώσσα’) έθεσε το πρόβλημα σε πιο σύνθετη βάση. Αξιοποίησε στοιχεία άλλων ερευνητών κι έδειξε πως η ειρωνεία γίνεται δομικό στοιχείο του Καβάφη και βασική πηγή συγκίνησης. Ο κριτικός, ως θεμελιώδες χαρακτηριστικό της θεωρεί την αντίφαση ανάμεσα σε αυτό που φαίνεται και σε αυτό που είναι. Με τους όρους ‘ειρωνεία’ και ‘ειρωνική γλώσσα’, ο Βαγενάς εννοεί την έκφραση που δημιουργεί ο Καβάφης, κάνοντας μίξη της λεκτικής ειρωνείας και της ειρωνεία των καταστάσεων. Θεωρεί πως ο ποιητής με τη λεκτική ειρωνεία δηλώνει έννοιες και αισθήματα που δεν υπάρχουν στις λέξεις του ποιήματος ενώ είναι αντίθετα ή αντιφατικά προς τις έννοιες αυτών των λέξεων. Με την ειρωνεία των καταστάσεων δημιουργούνται αντιφατικές περιστάσεις που – όταν αποκαλύπτεται η αλήθεια – δείχνουν πως οι απόψεις των ηρώων του είναι τραγικές αυταπάτες. Για το Βαγενά, η καβαφική ειρωνεία είναι μοναδική και εντοπίζεται στη σύντηξη της λεκτικής ειρωνείας και της ειρωνείας των καταστάσεων. Παρατηρεί πως ο Καβάφης είναι ο μόνος που στην ποίησή του δίνει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ειρωνεία. Ο ίδιος ο Καβάφης στο ποίημα ‘Αυτοεγκώμιο’, αναφέρει πως η ειρωνεία του μαζί με άλλα χαρακτηριστικά τον κάνουν ‘ποιητή μοντέρνο, του μέλλοντος, που θα εκτιμηθεί καλύτερα από μελλοντικές γενεές’. Χρησιμοποιεί τη δραματική ή την τραγική ειρωνεία. Η ειρωνεία της μοίρας είναι μόνιμη θεματική της καβαφικής ποίησης. Ο άνθρωπος αντιμετωπίζει την αδυσώπητη μοίρα του, με δόλο των θεών και προαποφασισμένη πορεία προς το τέλος. Συχνά η δραματική ειρωνεία διαπλέκεται με τη λεκτική. Ο ποιητής χρησιμοποιεί τεχνάσματα με βάση (166) το μέτρο, τη ρίμα, τη στίξη, τις γλωσσικές επιμειξίες, τη σύνταξη, τη δομή, τη γραμματική. Καθιερωμένες τεχνικές ειρωνείας είναι η υπερβολή, η υποκριτική άγνοια ή αμφιβολία, ένα ειρωνικό προσωπείο. Ο εντοπισμός του τελευταίου είναι ιδιαίτερα σημαντικός για την ερμηνεία της ποίησής του, αφού υπάρχει το ερώτημα, ποια είναι η σχέση του ποιητή με το προσωπείο αυτό, ή του αναγνώστη. Αυτό σημαίνει πως υπάρχει πάντα ο κίνδυνος παρανάγνωσης.

Εν Μεγάλη Ελληνική Αποικία, 200 π.Χ. : τυπικό παράδειγμα χρήσης προσωπείου. Υπάρχει διαστρωμάτωση της ειρωνείας, ο αφηγητής (που υπονοείται) ειρωνεύεται τους πολιτικούς αναμορφωτές. Και ο δικός του λόγος όμως είναι ύποπτος καθώς στο τέλος αναπαράγει το ίδιο μοντέλο. Ο Καβάφης χρησιμοποιεί συχνά το προσωπείο του σοφιστή ή του καλλιτέχνη. Στα πρώιμα έργα, η ειρωνεία είναι ανοιχτή, μονοεπίπεδη, διδακτική, σατιρική ή παιγνιώδης. Στην ώριμη περίοδο όμως, η καβαφική ειρωνεία εμπλέκει τον αναγνώστη κι αν δεν ερμηνευθεί σωστά, τον κάνει θύμα. (στα 200 π.Χ.) Σταδιακά η καβαφική ειρωνεία εκμοντερνίζεται, χάνει το διδακτισμό της, γίνεται ατμοσφαιρική και

Page 22: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

φιλοσοφικότερη. Καταφέρνει την ‘ισορροπία των αντιθέτων’ χωρίς να προσφέρει πάντα τη λύση. (167) Η φιλοσοφία του Καβάφη, που βρίσκεται σε μεταίχμιο καιρών και τόπων, είναι αυτή του ‘εν μέρει’, η αρμονία του είναι η σύντηξη των αντιθέσεων, το ιστορικό με το αισθητικό, το παλαιό με το σύγχρονο, η συγκίνησή του είναι διανοητική και αποστασιοποιημένη, και αναπτύσσει σχέση συνενοχής με τον αναγνώστη. Η καβαφική ειρωνεία της ώριμης φάσης, βρίσκεται στο μοντερνισμό, όπου η ειρωνεία διασφαλίζει την πολυφωνία. Οι συνεχείς μεταμορφώσεις και οσμώσεις, την καθιστούν δαιδαλώδη. Απαιτεί ενεργή συμμετοχή από τον αναγνώστη και επιβάλλει την ανάγνωση του συνολικού έργου προκειμένου να γίνει η μύηση στο Καβαφικό σύμπαν. Πολλές φορές, η ειρωνεία ενός ποιήματος αναιρείται από την ανάγνωση κάποιου άλλου. Είναι γεγονός πως τα ποιήματα του Καβάφη αλληλεμπλέκονται περισσότερο από οποιουδήποτε άλλου.

Ο Λυρισμός Είναι ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία. Ο τρόπος με τον οποίο εκφράζει τον εσωτερικό κόσμο, οι εντυπώσεις και τα αισθήματα του ποιητικού υποκειμένου έχουν ιδιότυπο λυρισμό. Η αρχή γίνεται με το εξωτερικό γεγονός ή αντικείμενο και μέσα από τη ρεαλιστική αποτύπωσή του, φτάνει στην κοινή συνείδηση μέσα από την κοινή εμπειρία. Συχνά η συγκίνηση του υποκειμένου υποδηλώνεται ή υπονοείται. Ο ποιητής συνήθως απλά καταγράφει αυτό που την προκάλεσε. Η εσωτερική διάθεση του υποκειμένου υποχωρεί και στην επιφάνεια του ποιήματος αναπαριστώνται ακριβώς οι πραγματικές συνθήκες που οδήγησαν στη συγκεκριμένη διάθεση. Ο Καβάφης το πετυχαίνει αυτό χρησιμοποιώντας διαφάνεια στις περιγραφές, ορθολογική αντίληψη, και εντελώς ιδιαίτερη χρήση του επιθέτου. Ο Δημήτρης Νικολαρεΐζης, αναφέρει πως η ποίηση του Καβάφη ισορροπεί ανάμεσα την υποκειμενική εμβάθυνση των εντυπώσεων και στο ρεαλισμό.

Η Γλώσσα Ο Πολίτης λέει πως η γλώσσα του Καβάφη δεν έχει σχέση ούτε με την ‘αθηναϊκή καθιερωμένη ποιητική δημοτική’ ούτε με την καθαρεύουσα. Ούτε οι δημοτικιστές συγχώρησαν τη μη προσαρμογή του, ούτε οι καθαρευουσιάνοι τον δέχονταν.Πρόκειται για άρτια επεξεργασμένη γλώσσα που τη χαρακτηρίζει λιτότητα και οικονομία με στοιχεία πολιτισμικής επιμειξίας. Η συνθετική αντίληψη του ποιητή για τον ελληνισμό φαίνεται στις επιλογές του καθώς μέσα στο σώμα της δημοτικής κάνει χρήση της καθαρεύουσας, της αρχαΐζουσας, των τοπικών ιδιωμάτων αλλά και της πολίτικης ή τραπεζιτικής ορολογίας. Κάποια ποιήματα είναι αμιγώς δημοτικά, κάποια της ώριμης φάσης γράφτηκαν σε γλωσσικό καταξιωμένο αμάλγαμα. Οι επιλογές του γίνονται με καλλιτεχνικά και όχι ιδεολογικά κριτήρια. Αυτό τον διαφοροποιεί από τους σύγχρονούς του ποιητές που έγραφαν με τη δημοτική ως ιδεολογία. Ο εκφραστικός του πλούτος και η γλωσσική φαντασία του, σε συνδυασμό με τη λιτότητα (168) και τις επιρροές από τον παρνασσισμό, οδηγούν στην εξαντλητική επεξεργασία του ποιήματος έτσι ώστε στο τέλος να μην υπάρχει τίποτα που να μπορεί να αλλαχθεί χωρίς να αλλοιωθεί το ποιητικό αποτέλεσμα. Βασικά χαρακτηριστικά της γλωσσικής του ταυτότητας : η ευκρίνεια της περιγραφής, η ορθολογική αντίληψη, η έλλειψη παρομοιώσεων και μεταφορών, η ελάχιστη και ιδιαίτερη χρήση των επιθέτων, η δραστικότητα του ρήματος, η παρασιώπηση, η ακρίβεια και η ρεαλιστική διατύπωση.

Το Μέτρο Η στιχουργία του θεωρήθηκε αντιποιητική και προκάλεσε σχόλια. Το πεζολογικό του στοιχείο έχει προκαλέσει αρνητικές κρίσεις. Πάντως, το έργο του που κατηγορήθηκε ως πεζολογικό έχει εμπνεύσει 60 συνθέτες να το μελοποιήσουν. Γνωρίσματα : - το ελληνικό μέτρο, ο ίαμβος που χρησιμοποιείται με μεγάλη ελευθερία, φτάνοντας την τονική ελαστικότητα στα όριά της. - Η ελεύθερη οργάνωση του στίχου σε στροφές που γίνεται με βάση τη λογική ολοκλήρωση του νοήματος και όχι τη στιχουργική συμμετρία. - ο φραστικός ρεαλισμός Η ομοιοκαταληξία (170) όπου υπάρχει είναι φθαρμένη ή επιφανειακή, μένοντας κυρίως στην παρήχηση. Δεν είναι συστηματική ή ευρηματική και βρίσκεται διάσπαρτη στο ποίημα. Άλλοτε, μέσω της ομοηχίας, φθάνει ως τον εμπαιγμό και την παρωδία. Ρυθμός : ιδιαίτερα έντονος. Με τη συνδρομή της στίξης και των λεκτικών του επιλογών, ο Καβάφης δημιουργεί έργα με έντονη μουσικότητα.

Η Εμβέλεια του Έργου (171)

Page 23: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Η Δραστικότητα της Καβαφικής Ποίησης Το έργο του δεν εκτιμήθηκε από τους συγχρόνους του. Μόνον ο Ξενόπουλος διέκρινε την ιδιαιτερότητα του λόγου του. Ευτυχώς όσο ζούσε, ο Καβάφης είδε εκτός από επικρίσεις και κάποιες λαμπρές εργασίες για το έργο του, όπως των Τέλλου Άγρα, του Γιώργου Βρισιμιτζάκη, του Τάκη Παπατσώνη και άλλων. Το έργο του αναγνωρίσθηκε μετά θάνατον κυρίως μέσω της γενιάς του ’30 και την ερμηνευτική πρόταση του Σεφέρη. Από τη μεταπολεμική εποχή και μετά, το έργο του έγινε αντικείμενο μελέτης από τους σημαντικότερους φιλόλογους κάτι που δεν σταμάτησε έκτοτε.

Η Παγκοσμιότητα του Καβάφη Είναι ίσως ο σημαντικότερος πρέσβης του ελληνισμού. Σχεδόν δεν υπάρχει χώρα της Ευρώπης και της Αμερικής που να μην έχει μεταφραστεί. Το έργο του έχει τροφοδοτήσει πλήθος φιλολογικών ερευνών. Το σημαντικότερο στοιχείο, είναι πως ο διάλογος των σύγχρονων ποιητών με το καβαφικό έργο καλά κρατεί.

Η Ποίηση του Άγγελου Σικελιανού (179)

Εισαγωγή Ο Σικελιανός είναι λιγότερο οικείος από τον Καβάφη, όχι όμως λιγότερο σημαντικός. Η ποίησή του είναι τελείως αντίθετη με αυτήν του Αλεξανδρινού. Είναι λυρική και το ποιητικό του σύμπαν είναι αρμονικό με (180) κυρίαρχο στοιχείο την ενότητα. Απουσιάζει πλήρως η ειρωνεία. Ο Σικελιανός είναι πληθωρικός και περίπλοκος.

Βιογραφία (181) Γεννήθηκε στη Λευκάδα, στις 15 Μαρτίου 1884. Ο πατέρας του ήταν διανοούμενος. Το 1901 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και γράφτηκε στη Νομική, χωρίς ωστόσο να πάρει πτυχίο (μακριά από μας). Συνεργάστηκε με τον Κωνσταντίνο Χρηστομάνο και δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα σε περιοδικά. Το 1907 παντρεύτηκε την Αμερικανίδα Eva Palmer κι απέκτησαν ένα γιο, το Γλαύκο. Η Εύα χρηματοδότησε τις πρώτες, πολυτελείς εκδόσεις των έργων του ενώ του συμπαραστάθηκε στην προσπάθεια υλοποίησης της ‘Δελφικής Ιδέας’. Αυτές οι Δελφικές Εορτές (1927 & 1930) κατέστρεψαν οικονομικά την Παλμερ που επέστρεψε στην Αμερική. Το 1940 ο Σικελιανός παντρεύεται την Άννα Καραμάνη. Το 1946-47 κυκλοφόρησαν τα άπαντά του με τίτλο ‘Λυρικός Βίος’. Ο ποιητής πέθανε στην Αθήνα το 1951.

Ο Σικελιανός στην Ιστορία της Νεότερης Ελληνικής Λογοτεχνίας Θεωρείται ο τελευταίος απόγονος της Επτανησιακής ποίησης. Είχε ιδιαίτερη αίσθηση και γνώση της λαϊκής γλώσσας, ήταν εξοικειωμένος με τις δυτικές λογοτεχνίες και είχε επιρροές κύρια από το Σολωμό αλλά και από τους Βαλαωρίτη και Μαβίλη. Φυσικά πρόκειται για ποιητή των αρχών του 20ου αι. που εντάσσεται στη γενιά του 1910. η γενιά αυτή δεν είναι ομοιογενής. Ο Σικελιανός όμως, μαζί με τον Καζαντζάκη δημιουργούν μια ποίηση φιλοσοφικών αναζητήσεων, οραμάτων και επικής έκτασης, επηρεασμένοι από το Νίτσε. Το πρότυπο του υπεράνθρωπου – εκείνου δηλαδή που υπερβαίνει την παγιωμένη ηθική αντίληψη, δημιουργώντας μια ανώτερη τάξη πραγμάτων – βρήκε πρόσφορο έδαφος να ριζώσει στην Ελλάδα, που προσπαθούσε να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις της μετά την ήττα του 1897. Ο Σικελιανός επηρέασε σημαντικά τη γενιά του’30. το ‘Άξιον Εστί’ εκπορεύεται από τον ‘Πρόλογο στη Ζωή’ του Σικελιανού.

Περίοδοι της Σικελιανής Ποίησης (183)

Α’ Περίοδος : 1909 – 1917 Χαρακτηρίζεται παγανιστική, καθώς υμνείται ο φυσικός κόσμος που εμφανίζεται σε άμεση συνάφεια με τις πάντα παρούσες αρχαιοελληνικές θεότητες. Τα εγχειρήματα αυτής της περιόδου είναι τα πιο φιλόδοξα, τα πιο αυτοαναφορικά και τολμηρά σε μορφή.

Αλαφροΐσκιωτος : δημοσιεύτηκε το 1909 κι αποτελείται από 2.293 στίχους. Είναι η πρώτη παρουσία του Σικελιανού στην ποίηση. Το ποίημα υμνεί τη γενέθλια γη του ποιητή, τις λαϊκές παραδόσεις της, και τον ίδιο το χαρισματικό εαυτό του. Έχει έντονες επιρροές από τον Gabriele D’Annunzio. Όπως κι αυτός, ο ποιητής πιστεύει στη δύναμη της νεότητας, στη σωματική ρώμη, την αισθαντικότητα και τη λατρεία της Αρχαίας Ελλάδας. Αλαφροΐσκιωτος είναι αυτός που βλέπει τα μαγικά πνεύματα. Ο ποιητής αποκαλύπτει και το φυσικό

Page 24: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

και τον υπερφυσικό κόσμο. Ο τίτλος παραπέμπει στη σολωμική ποίηση κι έτσι ο Σικ. Αυτοανακηρύσσεται συνεχιστής της παράδοσης του Σολωμού. Η μυστικιστικά θαυματουργή ατμόσφαιρα, ο γλωσσικός αισθησιασμός και η ενάργεια των στίχων, δικαιώνουν αυτόν τον ισχυρισμό. Το έργο αναπτύσσει κι έναν αντίλογο στον Παλαμά, ειδικά στο 12λογο του Γύφτου. Εκεί που ο εικονοκλαστικός γύφτος διακηρύσσει το θάνατο θεών και αρχαίων, ο Σικ. Αντιπαρατάσσει έναν αφηγητή με βαθιές ρίζες στη Λευκάδα όπου ο ομηρικός κόσμος είναι ακόμα ζωντανός ως λαϊκή παράδοση. Στην ενότητα με τίτλο ‘Όμηρος’, ο αρχαίος ποιητής εμφανίζεται υπό την καθοδήγηση του Αλαφροΐσκιωτου. (εμφανής παραπομπή στο σολωμικό ποίημα ‘Η σκιά του Ομήρου’. Ραψωδίες του Ιονίου : Ολιγάριθμα ποιήματα, που περιγράφουν με αισθησιασμό και γαλήνη τις ειδυλλιακές στιγμές του αφηγητή μαζί με μια ομάδα γυναικών στις ακτές του Ιονίου. Είναι γραμμένα σε ανομοιοκατάληκτο 15σύλλαβο και συνδυάζουν στοιχεία του δημοτικού τραγουδιού, της ποίησης του Βαλαωρίτη και των ομηρικών επών.

Πρόλογος στη Ζωή (1915-1917, 1947)Εκτενές ποιητικό έργο σε πέντε συνθέσεις. 1.η συνείδηση της γης μου 2.η συνείδηση της φυλής μου3.η συνείδηση της γυναίκας 4.η συνείδηση της πίστης 5.η συνείδηση της προσωπικής δημιουργίας Πρωτοδημοσιεύθηκε το 1947 όταν το έργο συμπεριλήφθηκε στα άπαντα του ποιητή. Και αυτό και ο Αλαφροΐσκιωτος είναι επηρεασμένα από τον αμερικανό Walt Whitman. Πρόλογος στη ζωή : ο αφηγητής είναι ωριμότερος και αφηγείται την πορεία της μύησής του στον ελληνικό φυσικό κόσμο, το έθνος, τη γυναίκα, τη θρησκεία και την ποιητική δημιουργία. Ο Σικελιανός είναι πλέον δημιουργός εθνικών προδιαγραφών. Εδώ έχουμε πνευματικότερες διεργασίες που εκφράζονται με πλήθος αρχαιοελληνικών, βυζαντινών και νεοελληνικών παραδόσεων. Οι Συνειδήσεις είναι το πρώτο δείγμα ελεύθερου στίχου στην ελληνική ποίηση. Έχουν επίσης περίπλοκη συντακτική ανάπτυξη, τεράστιες παρομοιώσεις και νοηματική σκοτεινότητα που σχετίζεται με το μυστηριακό τους υπόβαθρο.

[ Μυστικισμός : η πίστη σε μια υπερβατική αλήθεια και η βίωση ενορατικής ένωσης με το θείο (185). Όπως τα Ελευσίνια μυστήρια ]

Λυρικά Α’ Πρόκειται για σειρά μικρών ποιημάτων που γράφτηκαν παράλληλα με τις Συνειδήσεις και δημοσιεύθηκαν σε περιοδικά της εποχής. Είναι κομψά, εκφραστικά λιτά και μετρικά παραδοσιακά. Εδώ έχουμε διαυγή, ρεαλιστικότατα και δοξαστικά στιγμιότυπα της ζωής. Γεμάτα αισθησιακό σφρίγος, ψυχική ευφορία και συχνά έκδηλο αισθησιασμό. Εδώ περιλαμβάνονται μερικά από τα καλύτερα και δημοφιλέστερα ποιήματα του ποιητή.

Β’ Περίοδος (1917-1934) Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται εν μέρει χριστιανική και εν μέρει δελφική. Χαρακτηριστικά της : - η στροφή του ποιητή στον παραδοσιακό 15σύλλαβο- η εντατική ενασχόλησή του με τη Δελφική Ιδέα (για την προώθηση της οποίας επιβραδύνει τη δημιουργικότητά του).

Μήτηρ Θεού (1917-1919) Πενταμερές ποίημα, ύμνος στην Παναγία αλλά και στη γυναίκα ως Μάνα – Φύση και μήτρα ζωής. Την ίδια στιγμή είναι και μια λυρική μελέτη θανάτου, όπου αυτός αναδεικνύεται σε πηγή ζωής μέσα στον κύκλο της δημιουργίας. Η σύνδεση έχει στοιχεία γαλλικού συμβολισμού και αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα δείγματα καθαρής ποίησης. Ο Σικελιανός χρησιμοποιεί ζευγαρωτό 15σύλλαβο. Καθαρή Ποίηση : δεν απευθύνεται στη διάνοια του αναγνώστη, αλλά έχει στόχο την αισθητική του απόλαυση μέσω του ήχου και του ρυθμού.

Το Πάσχα των Ελλήνων (1918-1935) (186)Εκτενές, ημιτελές σύνθεμα. Επιχειρείται μια εκ νέου αφήγηση της ζωής του Χριστού, με στοιχεία από τα Απόκρυφα Ευαγγέλια. Τα πρώτα ποιήματα είναι αρχαιοελληνικής θεματικής που εκδηλώνουν το θρησκευτικό

Page 25: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

συγκρητισμό του ποιητή. Χριστιανικά σύμβολα και εικόνες συνδυάζονται με παγανιστική αποθέωση της φύσης. Ο τρόπος αφήγησης και η στιχουργική μορφή του έργου δείχνουν υποχώρηση της καλλιτεχνικής τόλμης που είχε δείξει νωρίτερα ο Σικελιανός. Με αυτό το έργο, απευθύνεται σε ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινό, με στόχο να λειτουργήσει ως δυναμικός παράγοντας εθνικής αναμόρφωσης, κυρίως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.

Ο Δελφικός Λόγος – Η Αφιέρωση (1927) Γραμμένος σε συμβατικό ζευγαρωτό 15σύλλαβο, είναι το ιδεολογικό μανιφέστο της Δελφικής Ιδέας σε στίχους. Δημοσιεύθηκε λίγο πριν τις πρώτες Δελφικές εορτές. Παρ’ όλη την προπαγάνδα, διαθέτει αισθαντική γλώσσα και εικόνες.

Γ’ Περίοδος : 1935 – 1947Αφού η Δελφική ιδέα αποτυχαίνει, ο ποιητής γράφει την ενότητα Λυρικά Β’. Εδώ υποχωρεί η έμφαση στις αισθήσεις και το φυσικό κόσμο, και το βάρος μετατοπίζεται στη μεταφυσική διάσταση της ζωής. Ο λόγος γίνεται πιο αφηρημένος, χωρίς να καταλήγει όμως στην ψυχρή αφαίρεση, ούτε στην αοριστία. Η αφήγηση είναι νευρώδης, ειλικρινής και με πάθος. Ο τόνος παίρνει πιο τρυφερές αποχρώσεις και ο λόγος γίνεται φιλική εκμυστήρευση. Στην ίδια περίοδο (187) εντάσσονται και οι περισσότερες τραγωδίες του παρότι ασχολήθηκε και νωρίτερα με το είδος. Οι περισσότερες έχουν αρχαιοελληνική θεματική, δε συνιστούν όμως γνήσια θεατρικά έργα, αλλά μάλλον λυρικό δράμα (ποίηση για απαγγελία από σκηνή). Γενικά είναι ιδεολογικά υπερφορτωμένες, χωρίς λυρική αμεσότητα και ένταση.

Οι Κυριότερες Ορίζουσες της Ποίησης του Σικελιανού (188)

Θεματική Φύση και μύθος. Αν και αναφέρει συχνά το χριστιανισμό, στην ουσία είναι παγανιστής και το έργο του ποτισμένο από τη λατρεία του ελληνικού φυσικού κόσμου και την αποθέωση των αισθήσεων. Ο Σικελιανός αντιλαμβάνεται τον αρχαίο μύθο ως μια ζωντανή, πάντοτε παρούσα δύναμη, που αποκαλύπτει πανανθρώπινες αλήθειες. Οι μύθοι δεν είναι απλά σύμβολα αλλά υπάρξεις που δίνουν ζωή στο φυσικό κόσμο. Το τρίτο αγαπημένο θέμα του Σικελιανού ήταν η γυναίκα και γενικότερα ο έρωτας ως ενέργεια της δημιουργίας. Τέταρτη θεματική είναι η ίδια η ποιητική τέχνη και ο εαυτός του ως χαρισματικό, λυρικό υποκείμενο.

Τεχνοτροπία Θεωρείται ρομαντικός. Ο Αλαφροΐσκιωτος και οι Συνειδήσεις είναι ρομαντικής τεχνοτροπίας, αυτοαναφορικές, ορμητικές κι επαναστατικές συνθέσεις. Όμως, δεν είναι όλα τα ποιήματά του ρομαντικά. Τα πιο πολλά φανερώνουν έναν εργαστηριακό ποιητή, που επεξεργάζεται επίμονα την έμπνευσή του και δημιουργεί (189) ‘κλασικές’ αρμονικές ποιητικές μορφές. Αισθητές είναι οι επιρροές του από το γαλλικό συμβολισμό και την καθαρή ποίηση. Εκεί δίνεται έμφαση στη μελωδική ενορχήστρωση του λόγου, στον ήχο περισσότερο παρά στο νόημα. Ειδοποιό στοιχείο της σικελιανής γραφής είναι η περίπλοκη συντακτική ανάπτυξη με μακρές περιόδους, μεγάλες παρομοιώσεις, πλούσιους επιθετικούς προσδιορισμούς. Επίσης, η δεξιοτεχνία στην οργάνωση ορισμένων ποιημάτων όπου η έντεχνη επανάληψη λέξεων ή φράσεων, δημιουργεί υπόγειους διαλόγους είτε στο ίδιο ποίημα είτε σε σειρά ποιημάτων.

Μορφολογία Η ποίηση του Σικελιανού έχει μορφική πρωτεϊκότητα. Η συνεχής δημιουργική του ανησυχία τον οδηγούσε σε μορφικούς πειραματισμούς. Έτσι, κάθε έργο του διαφέρει αισθητά ως προς τη μορφή τόσο από τα προηγούμενα, όσο και από τα επόμενα. Ο Λυρικός Βίος, περιέχει ευρύ φάσμα 15σύλλαβων, δείγματα ελεύθερου στίχου, δεξιοτεχνικά σονέτα και ποιήματα παραδοσιακής μετρικής σε ποικίλους συνδυασμούς. Είναι ίσως ο μόνος νεοέλληνας ποιητής που πειραματίστηκε σε τόσο ακραία αντίθετες ποιητικές μορφές : σονέτα, ελεύθερη ποίηση, ομοιοκαταληξία, ισοσυλλαβία.

Γλώσσα Συνδυάζει στοιχεία από όλες τις περιόδους της νεοελληνικής γλώσσας από την ομηρική μέχρι τη νεότερη. Στη γλώσσα του υπάρχουν ίχνη όλης της νεοελληνικής γραμματείας, κυρίως όμως ενδιαφέρεται για τη γλώσσα των απλών ανθρώπων και πάντα τους ρώταγε για το νόημα όσων λέξεων τραβούσαν την προσοχή του. Στη σύνθετη

Page 26: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

γλωσσική διαστρωμάτωση του έργου του, αποτυπώνεται ο ενιαίος χαρακτήρας της εθνικής ιστορικής και πολιτισμικής παράδοσης. Το πρόβλημα είναι πως έχει πολλά παλαιοδημοτικά στοιχεία, ακραία δημοτική που δε χρησιμοποιείται σήμερα, κάνοντας το έργο του να φαίνεται λίγο παρωχημένο. (190) ήταν κι αυτός – ως ένθερμος δημοτικιστής – θύμα του γλωσσικού ζητήματος.

Ιδεολογία και Κοσμοθεωρία Ο Σικελιανός ατύχησε με την κριτική. Η Δελφική Ιδέα απασχόλησε τους μελετητές του περισσότερο από το ίδιο το έργο του. Η σκέψη του καθορίζεται από την αντιλογοκρατία (ιρρασιοναλισμός) που ανέπτυξαν οι Νίτσε και Μπέργκσον. Το κίνημα αυτό αντιδρούσε στον ορθολογισμό του Διαφωτισμού καθώς θεωρούσε πως ο ορθός λόγος δε φτάνει για να οδηγηθεί ο άνθρωπος στην ευτυχία. Χρειάζεται και η ενόραση, το ένστικτο, η θέληση, το συναίσθημα κ.α. κάποιες δηλαδή, υπερβατικές ιδιότητες και αξίες. Ο Σικελιανός θεωρεί τη λογοκρατία ασθένεια που προκάλεσε την ηθική και ιστορική εξάρθρωση της Δύσης. Μέλημά του ήταν η καταπολέμηση της πολυδιάσπασης που έφερε η σύγχρονη ζωή και η κατάκτηση της ενότητας και της ολότητας. Η μελέτη των προσωκρατικών και των αρχαίων μυστικιστικών λατρειών αποσκοπούσε στο ότι ‘εν τω παν’. Αυτό το όραμα βρίσκεται και στο έργο του. Συνδέει τις παραδόσεις του ελληνισμού σε μια ολότητα και ενεργοποιεί έτσι τη συλλογική λαϊκή μνήμη. Έτσι το έθνος οδηγείται σε αναγέννηση. Στην προσπάθεια αυτή εντάσσεται και εκείνη του συγκερασμού της αρχαιοελληνικής θρησκείας με τη χριστιανική. (Διόνυσος – Ιησούς, μάνα – φύση – Παναγία). Στα πρώτα έργα του, μπορεί να χαρακτηριστεί ελληνοκεντρικός στη συνέχεια αποκτά διεθνική (191) διάσταση, με τέρμα τη Δελφική Ιδέα. Πρόκειται για όραμα συνεργασίας και συναδέλφωσης των λαών, μέσω ενός οργανισμού, στα πρότυπα των δελφικών αμφικτυονιών. Ο οργανισμός θα είχε κέντρο τους Δελφούς και θα οργάνωνε πνευματικές και καλλιτεχνικές δραστηριότητες.

Ποιητική Ο τίτλος ‘Λυρικός Βίος’, είναι ενδεικτικός της αντίληψης του ποιητή για την ποίηση. Για αυτόν, ο λυρισμός είναι χειμαρρώδης δημιουργική ενέργεια, πηγαία και αχαλίνωτη. Η προφορικότητα της ποίησης άλλωστε, παραπέμπει στην αρχαιοελληνική παράδοση. Ο ίδιος πάντως, έγραψε ελάχιστη προφορική και πηγαία ποίηση. Η περίπλοκη σύνταξη που χρησιμοποιούσε έκανε αναγκαία τη σιωπηλή ανάγνωσή της για να γίνει κατανοητή. Ο τίτλος δηλώνει επίσης την αυτοβιογραφική διάσταση του έργου του μέσα στο οποίο συνήθως συναντούμε πρωτοπρόσωπο αφηγητή που ταυτίζεται με τον ποιητή ενώ ο λόγος του είναι γεμάτος επιβλητική αυτοπεποίθηση. Το γεγονός πως την κεντρική θέση στο έργο έχει ο ποιητής, δηλώνει τις επιρροές του ευρωπαϊκού ρομαντισμού, αλλά και τις αρχαιοελληνικές καταβολές σύμφωνα με το πρότυπο του Πίνδαρου. Ο ποιητής συνδυάζει στο πρόσωπό του τον οραματιστή, τον προφήτη, τον ιερέα και το μύστη. Αυτή η εκλεκτική αντίληψη της ποιητικής δημιουργίας κυριαρχεί (192) στα πρώτα έργα του Σικελιανού, δείχνοντάς τα ουτοπικά και παρωχημένα. Όμως, μετά την Κατοχή ο ποιητής αποκτά ταπεινή και τραγική φωνή.

Κώστας Βάρναλης (200) Γνησιότερη λυρική προσφορά του, θεωρούνταν ‘Το Φως που Καίει’ και ‘Σκλάβοι Πολιορκημένοι’. Ο Beaton ασχολείται αναλυτικότερα με το Βάρναλη στο ‘Φως που Καίει’ και η αναφορά του στον ‘Προσκυνητή’ μας δείχνει τις τομές του ποιητή στο ‘πρώτο μαρξιστικό λογοτεχνικό έργο’ στα ελληνικά. Σημαντικό είναι επίσης πως κάποιες από τις θεμελιακές επιλογές του έβαλαν το πλαίσιο στο οποίο κινήθηκαν αρκετοί μεταγενέστεροι συγγραφείς. [Διαβάστε τα σχόλια του Πολίτη, του Beaton και τα ποιήματα του Βάρναλη από το Ανθολόγιο, και τα σχόλια του Δάλλα στα Παράλληλα Κείμενα.] Νίκος Καζαντζάκης (202) Διαβάστε το Λίνο Πολίτη και το Beaton, όπως και το δοκίμιο του Αλέξη Ζήρα στα παράλληλα κείμενα. Ο Ζήρας αναφέρεται στο ήθος των χαρακτήρων του Καζαντζάκη, στις αντιλήψεις που δραματοποιεί στο έργο του καθώς και στη δυσκολία του συγγραφέα να συμβιβάσει τη βαριά ιδεολογία του – τα προβλήματα της ανθρώπινης ύπαρξης – με την αφηγηματική πεζογραφία. Ο κριτικός θεωρεί πως οι χαρακτήρες του αναπαράγουν το διχασμό του συγγραφέα απέναντι στο δίλημμα : μηδενισμός ή ηθικές αξίες. Ο τυπικός του ήρωας παρουσιάζεται σαν ‘φανατικός ηθικολόγος του μηδενισμού’. Μια άλλη άποψη αναφέρει πως η φορτισμένη και απόμακρη γλώσσα του, φορτωμένη με ιδιωματικά και διαλεκτικά στοιχεία, ανταποκρίνεται στη βιοθεωρία του και εξυπηρετεί τις μυστικιστικές διαθέσεις του Καζαντζάκη. Συγχρόνως όμως είναι και πρωτόγονη, ώστε να υπηρετεί ‘τη διερεύνηση, τη μαθητεία ή και τη μυθοποίηση του πρωτογενούς, του αμόλυντου από τον πολιτισμό, λαϊκού.

Page 27: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Η Ποίηση του Κ. Γ. Καρυωτάκη (207)

Εισαγωγή Ο Καρυωτάκης εξέδωσε τρεις συλλογές - Ο πόνος του ανθρώπου και των πραμάτων - Νηπενθή - Ελεγεία και σάτιρες Επίσης έκανε εξαιρετικές γαλλικές μεταφράσεις, που θεωρούνται εφάμιλλες του έργου του. Γραμματολογικά (208) εντάσσεται στη γενιά του ’20 που σα χαρακτηριστικά της είχε το χαμηλόφωνο λυρισμό, το καθημερινό λεξιλόγιο, την αίσθηση πίκρας για την απώλεια ιδανικών και απογοήτευση από τη ζωή στην πόλη. Επίσης, τη νοσταλγία των περασμένων, τη διάθεση φυγής στη φύση και το πραγματικό ή ονειρικό ταξίδι. Τα γνωρίσματα αυτά συναντάμε στα δύο πρώτα έργα του. Την υπέρβαση την κάνει με το ‘Ελεγεία και σάτιρες’ και με αυτό αποκτά τον τίτλο του αντιπροσωπευτικού και κορυφαίου ποιητή της γενιάς του και μεσοπολεμικά.

Ο Βίος και το Ιστορικοκοινωνικό Πλαίσιο (209)

Ο ΒίοςΓεννήθηκε στην Τρίπολη το 1896 και λόγω των μετακινήσεων της οικογένειας, πέρασε τα παιδικά του χρόνια σε διάφορες πόλεις. Εκδηλώθηκε από νωρίς, δημοσιεύοντας ποιήματα σε περιοδικά από το 1912. αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή και από το 1919 άρχισε η δημοσιοϋπαλληλική του σταδιοδρομία. Ανέπτυξε συνδικαλιστική δράση, εκλέχθηκε Γενικός Γραμματέας της Ένωσης Δημοσίων Υπαλλήλων Αθηνών, αλλά μετά από σύγκρουση με τους προϊσταμένους του, εκτοπίστηκε πρώτα στην Πάτρα και μετά στην Πρέβεζα, όπου και αυτοκτόνησε το 1928 αφήνοντας αποχαιρετιστήριο σημείωμα. Η αυτοκτονία του θεωρήθηκε υπερβατική για τον άνθρωπο πράξη και πήρε συμβολική σημασία. Συνδέθηκε με τη δυσμενή μετάθεσή του κι ερμηνεύτηκε ως χειρονομία αντεκδίκησης. (210) Κατόπιν, η πράξη του αυτή ερμηνεύτηκε ως συνέπεια απέναντι στο ποιητικό του έργο.

Το Ιστορικοκοινωνικό Πλαίσιο Μέσα από τα Ελεγεία, δραματοποιεί, αυτοσαρκάζει και δηλώνει το στίγμα μιας εποχής μεταξύ δύο πολέμων. Το ίδιο κάνουν και οι άλλοι της γενιάς του ’20. Σύμφωνα με τον Beaton η γενιά συνδέεται με τον πεσιμισμό και τον αποπροσανατολισμό που προκάλεσε η κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας. Το ‘Ελεγεία και Σάτιρες’ συνδέθηκε με τις σύγχρονές του ιστορικές και κοινωνικές εξελίξεις και θεωρήθηκε πως αντανακλά την οδύνη και το αίσθημα διάλυσης που κυριαρχούσε στον ελλαδικό χώρο. Η αριστερών τάσεων κριτική, τον θεώρησε – μαζί με τον Καβάφη – εκδήλωση της παρακμής της αστικής τάξης. Η ορθόδοξη αριστερή κριτική τον ενέταξε στην αστική τάξη, ενώ η ανανεωτική αριστερή κριτική θεωρεί πως ο ποιητής συγκρούστηκε με την αστική τάξη και την αρνήθηκε (ότι του φανεί του λωλοστεφανή… ) Πάντως, η ποίηση του Καρυωτάκη έθεσε το ζήτημα της κοινωνικής ευθύνης του ποιητή ως πνευματικού ανθρώπου που βρίσκεται σε άμεση σχέση με το κοινωνικό περιβάλλον. Ορισμένα (211) θεματικά και γλωσσικά του χαρακτηριστικά έχουν τις ρίζες τους στη δημοσιοϋπαλληλική του ιδιότητα. Ο Άγρας τοποθέτησε τον Καρυωτάκη σε πορεία κατάπτωσης της κοινωνικής θέσης. Ο λογοτέχνης – υπάλληλος, στο πρόσωπο του καλλιτέχνη είναι οικονομικά επισφαλής, σχεδόν περιθωριοποιημένος, έρμαιο της κρατικής εξουσίας ενώ βίωσε τη βίαιη απόσπαση και τη σύγκρουση με το κοινωνικό σώμα. Όλα αυτά αντανακλώνται στην ποίησή του.

Το Ποιητικό Έργο του Καρυωτάκη (212)

Θεματική Τα περισσότερα ποιήματα θεματοποιούν τη διάσταση ανάμεσα στις επιθυμίες και την ψυχική διάθεση του ατόμου με την αντικειμενική πραγματικότητα. Η διάσταση αυτή φτάνει μέχρι τη σύγκρουση και την οριστική ρήξη. Σύμφωνα με τον Ερατοσθένη Καψωμένο στα Νηπενθή και τα Ελεγεία η αντίθεση μεταφέρεται από το υποκειμενικό – αντικειμενικό, στο φαινόμενο – ουσία. Με μια σειρά θεματικών αντιθέσεων (δυστυχισμένο παρόν – ευτυχισμένο παρελθόν, σκληρή πραγματικότητα – ανεκπλήρωτα όνειρα) δηλώνεται η κεντρική αντίθεση : ο τωρινός, απατηλός και νόθος κόσμος είναι το φαινόμενο, ενώ ο αλλοτινός, μακρινός και σχεδόν ονειρικός κόσμος είναι η (χαμένη) ουσία. Σε άλλα ποιήματα, η αναζήτηση του ιδεατού κόσμου (με μια θετική, υπερβατική πραγματικότητα και με μια αρνητική, του αινιγματικού χάους) δε φέρνει τη λύτρωση αλλά

Page 28: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

καταλήγει στη συνείδηση του μάταιου και στην πλήρη απόγνωση. Η θεματική αυτή πορεία, οδηγεί τον ποιητή στην ‘παραδοχή του Κοσμικού Τίποτε, του Απόλυτου Μηδενός που συνδέεται με την τραγικότητα του κόσμου και την οριστική επιλογή του θανάτου αντί της ζωής’. Ο Beaton παρατηρεί πως θεματικό κέντρο του Καρυωτάκη είναι η τετριμμένη ρηχότητα της σύγχρονης ζωής και αφορά τις Σάτιρες. Ο Άγρας τις ενέταξε σε μια ρεαλιστική εκφραστική προοπτική, που συνάδει με την τραγικά ρομαντική τεχνική άλλων ποιημάτων. Προσδιορίζει τον Καρυωτάκη νεοαστικό και γραφειοκρατικό και διέκρινε τρεις κατηγορίες: - φιλολογικό, κοινωνικό και πολιτικό ρεαλισμό, που αναφέρεται στην κοινωνική θέση και τη συμπεριφορά των ανθρώπων των γραμμάτων Οι Σάτιρες (213) θεματοποιούν τις αντιφάσεις της μεσοπολεμικής εποχής και καταγγέλλουν την κοινωνική υποκρισία, την αναλγησία και τη συμβατικότητα. Συγκροτούν έτσι το αδιέξοδο της πεισιθάνατης βιοθεωρίας του Καρυωτάκη. Σε περισσότερα από τα μισά ποιήματα, κεντρικό θέμα είναι η ίδια η ποίηση. Η αδυναμία της ποίησης να αποτρέψει τη συγκρουσιακή και τελικά αδιέξοδη σχέση με την πραγματικότητα. Η ειρωνική προβολή της συμβατικότητάς της ως δραστηριότητα που έχασε πια την κοινωνική της λειτουργικότητα. Στα ποιήματα ποιητικής, η υπαρξιακή αγωνία και ματαιότητα συνδέεται με το πρόβλημα της (περιθωριοποιημένης) θέσης του ποιητή στην κοινωνία. Σε κάποια τελευταία του ποιήματα, ο Καρυωτάκης ασχολήθηκε με την επίγνωση ‘μιας ταπεινής τέχνης χωρίς ύφος’, αναφερόμενος στην ποιητική.

Γλώσσα – Μορφολογία Το γλωσσικό υλικό είναι ανομοιογενές και παράλληλα χρησιμοποιούνται ή αναμιγνύονται τύποι της καθαρεύουσας και της δημοτικής. Στις Σάτιρες έχουμε πολλά στοιχεία δημοσιοϋπαλληλικής καθαρεύουσας που βίωνε ο ποιητής. Πιθανόν το κράμα αυτό (214) να οφείλεται στην προσπάθειά του να ‘νομιμοποιήσει αισθητικά’ τη γλώσσα που αναγκαζόταν να μιλάει. Πάντως η ροπή του προς την καθαρεύουσα, δείχνει απεμπλοκή από τη δημοτική ορθοδοξία της γενιάς του 1880. Εξωτερικά, ακολουθεί τους κανόνες της έμμετρης ποίησης. Βασικό χαρακτηριστικό της όμως, είναι η ηθελημένη παραφωνία, και ο παράταιρος ήχος. Οι παραβάσεις αυτές μαζί με άλλες υπονομεύουν τη μετρική παράδοση αργά αλλά σταθερά. Ο Καρυωτάκης δεν ανανέωσε τον ελληνικό στίχο, εξέφρασε όμως την πίεση της παραδοσιακής του φόρμας. Η πίεση αυτή φαίνεται και στο ποιητικό περιεχόμενο : η κοινωνική ασφυξία που βρίσκει διέξοδο στην κοινωνική καταγγελία δε μπορεί να εκφραστεί από παραδοσιακά σχήματα.

Ποιητική Πριν από τις Σάτιρες, ο ποιητής εντάσσεται στο γαλλικό συμβολισμό. Στην 1η και 2η συλλογή του, παρατηρείται ο ιμπρεσσιονιστικός συμβολισμός του συναισθήματος (η μπίχλα και η μαυρίλα δεν δηλώνονται ρητά αλλά υποβάλλονται). Στις Σάτιρες ο Καρυωτάκης στρέφεται στο ρεαλισμό. Στην Ελεγεία ο υπερβατικός συμβολισμός, προσπαθεί να συλλάβει και να αποδώσει μια ονειρική η ιδεατή πραγματικότητα. Ο Καρυωτάκης φέρνει στην Ελλάδα τον τύπο του καταραμένου ποιητή του γαλλικού συμβολισμού (215) ο οποίος βρίσκεται σε διαρκή δυσαρμονία με την πραγματικότητα, κυριαρχείται από ολέθρια πάθη και αναλώνει τον εαυτό του δημιουργώντας. Η ζωή και η τέχνη του είναι αδιαίρετες. Ο δεσμός αυτός, εφαρμόστηκε και ως βασικό εργαλείο ερμηνείας Μελαγχολία του έργου του. Ο Άγρας το συνόψισε ως εξής : Ζωή Ελεγείες Φαντασία Δίψα του αντί – λογικού Ταραγμένη φαντασία Αυτοκτονία.Σάτιρες

Το έργο του βρίσκεται σε ρήξη με την ποιητική της εποχής. Διαφοροποιείται τόσο από την παλαμική, όσο και από τη νεορομαντική καθώς θεωρεί πως ο ποιητής δεν είναι πλέον ο ρομαντικός ήρωας που θα οδηγήσει το κοινό στην τελείωση και τα μεγάλα ιδεώδη. Οφείλει να γνωρίζει πως συμμετέχει σε μια πολυδύναμη κοινωνική πραγματικότητα. Άλλωστε στις Σάτιρες χλευάζει τις υπερβατικές ιδιότητες της ποίησης που προέβαλλαν οι παλαιότεροι Παλαμάς και Σικελιανός. Στην καρυωτακική ποίηση συνυπάρχουν η παραδοσιακή με τη μοντέρνα αντίληψη. Ο υποβλητικός, χαμηλόφωνος εξομολογητικός λυρισμός συνυπάρχει με μια οξεία κραυγή απελπισίας και με τη ρεαλιστική και ειρωνική καταγγελία. Η ώριμη ποίησή του, κυρίως τα Ελεγεία και Σάτιρες, δεν αποτιμώνται ως ένας ολοκληρωμένος ποιητικός κύκλος, αλλά ως προμήνυμα μιας νέας αρχής. Σε ορισμένα ποιήματα, συνδυάζονται η υπαρξιακή αγωνία, η ποίηση και η κοινωνική καταγγελία χωρίς ιδεολογικό υπόβαθρο.

Η Απήχηση της Καρυωτακικής Ποίησης – ο ‘Καρυωτακισμός’ (217) Ο ‘Καρυωτακισμός’ ορίστηκε ως η στάσιμη και αρνητική μίμηση του έργου του ποιητή που έγινε μόδα μετά την αυτοκτονία του. Με τον καιρό απέκτησε 2 σημασίες :

Page 29: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

1. την πεισιθάνατη αντιμετώπιση της ζωής της πρώτης και δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς (Σεφέρης, Ρίτσος, Αναγνωστάκης) 2. τη μυθοποίηση του Καρυωτάκη από τους νεώτερους ποιητές και κριτικούς. Η ανάγνωση της ποίησής του, επηρεάστηκε άμεσα από την αυτοκτονία του. Το ζεύγος (καρυωτακική) ποίηση και (εθελούσιος) θάνατος ήταν και είναι η ρίζα του καρυωτακισμού. Ο ποιητής, ο άνθρωπος, το ποιητικό πρόσωπο και το μυθοποιημένο προσωπείο του Καρυωτάκη παρέμεινε στο προσκήνιο εδώ και 30 χρόνια. Αν και περιορισμένος, προσέλαβε κοινωνιολογικές προεκτάσεις που ευνόησαν την απήχηση του ποιητή. Κοινωνιολογικά, το ενδιαφέρον γι’ αυτόν εξαρτήθηκε όχι τόσο από το έργο, όσο από την ιδιόρρυθμη και πέραν του μέσου όρου προσωπικότητάς του. Από τον δειλό ως τον παράτολμο, τον αγοραφοβικό μισάνθρωπο μέχρι τον αηδιασμένο επαναστάτη. Ο Τζιόβας λέει πως η συγγένεια των νεώτερων ποιητών με τον Καρυωτάκη δεν είναι τόσο εκφραστική, όσο ατμοσφαιρική, ιδεολογική και ψυχολογική. Για τους περισσότερους ήταν ο ποιητής αρνητής, ο κοινωνικός αντικομφορμιστής. Με αυτή τη βάση, ο καρυωτακισμός είναι μάλλον κοινωνικό και αισθητικό φαινόμενο, παρά ποιητικό. Ξεκινά από την ποίηση και προεκτείνει την προβληματική σχέση ποιητή και κοινωνικού περίγυρου σε πρόβλημα ατόμου και κοινωνίας. Μετά το 1930 (218) δόθηκε στην ποίησή του και ο ρόλος του εκφραστή της διάθεσης για ψυχολογική ελευθερία, κοινωνική διαμαρτυρία και ρήξη με την κρατούσα ιδεολογία. Τέλος, αναγνωρίζει τον καρυωτακισμό ως τρόπο κοινωνικοποίησης της νεότερης ποίησης, αναγνώρισης του κοινωνικού της ρόλου και του αδιεξόδου της, με σύμβολο τον Κώστα Καρυωτάκη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 – Η Γενιά του ’30 – Ποίηση (225) [Η αισιοδοξία εξέφραζε τη ρήξη με το άμεσο παρελθόν και μια τέτοια αντίληψη έτεινε να συνδυαστεί με καινοτομίες στην τεχνοτροπία, που προέρχονταν από τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό. Η αναμέτρηση με το παρελθόν παίρνει πολλές μορφές και καταλήγει σε ποικίλα αποτελέσματα].

Η Φυσιογνωμία της Γενιάς του ’30 (227) O Vitti τεκμηριώνει τη χρήση του όρου ‘γενιά του ‘30’ αναφέροντας ως κύριο χαρακτηριστικό της την ιδεολογική, θεματική και εκφραστική ρήξη της με τη λογοτεχνία του παρελθόντος. Η ρήξη αυτή, εντοπίζεται στους εξής τομείς : - ο Πολίτης τονίζει την εκφραστική ανανέωση αυτής της γενιάς, που έγκειται στη λιτότητα των εκφραστικών μέσων, την απαλλαγή των ποιητών από τα ‘ψεύτικα στολίδια της παραδομένης ποίησης’ - Ο Beaton θεωρεί ως κύριο χαρακτηριστικό της τη βαθμιαία απόρριψη της παραδοσιακής μετρικής και την υιοθέτηση του ελεύθερου στίχου. Παρατηρεί πως ο ελεύθερος στίχος ήταν εκκεντρικότητα το 1930, ενώ 10 χρόνια αργότερα, όλοι οι σημαντικοί ποιητές είχαν δημοσιεύσει τέτοιου είδους ποιήματα. - εκτός από τον ελεύθερο στίχο, υπάρχουν και άλλα γνωρίσματα, όπως η ανάπτυξη της δραματικότητας, το καθημερινό λεξιλόγιο, η διανοητική σκοτεινότητα. - Ο Beaton τονίζει επίσης την ανo αμέτρηση της γενιάς του ’30 με το ελληνικό, ιστορικό, μυθικό και λογοτεχνικό παρελθόν. Ειδικά στα χρόνια του Β’ Παγκόσμιου, η γενιά αυτή αναζήτησε με επιμονή και ρεαλισμό, μια υπόσχεση λύτρωσης από τα δεινά του παρόντος, στα αποθέματα του ελληνικού παρελθόντος. - ο Vitti δίνει έμφαση στην αλλαγή της ποιητικής διάθεσης και της θεματικής. Ορισμένοι ποιητές χαρακτηρίζονται από ορμή και αισιοδοξία, καθώς και έμφαση απέναντι στις αξίες της νιότης και της ελληνικής φύσης. Όλα αυτά αποτελούν αντίδραση στη ‘γεροντική’ ποίηση του Καβάφη και τη μελαγχολία (228) του Καρυωτάκη και των επιγόνων του. O Beaton όμως επισημαίνει πως η νέα θεματολογία και τα εκφραστικά μέσα δε χαρακτηρίζονται αντικειμενικά ως αισιόδοξα. Μόνον ο Ελύτης και ο Εμπειρίκος μπορούν να χαρακτηριστούν έτσι. Ο Σεφέρης, ο Εγγονόπουλος και ο Ρίτσος, γράφουν ποίηση με πικρούς τόνους. Κυριότεροι ποιητές της γενιάς του ’30 είναι : -Γιώργος Σεφέρης -Οδυσσέας Ελύτης -Γιάννης Ρίτσος -Ανδρέας Εμπειρίκος -Νίκος Εγγονόπουλος -Τάκης Παπατσώνης -Νικήτας Ράντος -Γιώργος Σαραντάρης -Αλέξανδρος Μάτσας -Γιώργος Βαφόπουλος -Ζωή Καρέλλη

Page 30: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Ιδεολογικά Ρεύματα στο Πλαίσιο της Γενιάς του ‘ 30 (229) Διαβάστε το Vitti και δώστε βάση γιατί είναι δύσκολα τα πράγματα…

Ο Vitti διακρίνει δύο ομάδες στη γενιά του 30 που αναγνωρίζουν την ανάγκη ανανέωσης της ελληνικής λογοτεχνίας : - την ιντελιγκέντσια : εκπρόσωποι της μαρξιστικής αριστεράς (σοσιαλιστές). Επιμένουν στη τέχνη που πρέπει να είναι κατανοητή στις μάζες και να υπηρετεί την κοινωνική επανάσταση. Η επανάσταση αυτή περιορίζεται στην αστική τάξη, που θεωρούν παράδοση. Οι αριστεροί χάνουν την ευκαιρία να επωφεληθούν από τις τεχνοτροπικές αναζητήσεις της άλλης ομάδας. - την ελίτ : εκπρόσωποι του αστικού κόσμου και του φιλελεύθερου ιδεαλισμού. Ανανεώνουν πλήρως την ποιητική μορφή (ελεύθερος στίχος) καθώς και την έκφραση (τολμηρές ποιητικές εικόνες) και φτάνουν σε αξιόλογα αισθητικά αποτελέσματα.

Ρίτσος : (ιντελιγκέντσια) πειραματίστηκε καθυστερημένα και διστακτικά με τον ποιητικό μοντερνισμόΕλύτης : (ελίτ) δημιούργησε άμεση και απλή ποιητική έκφραση και καλλιέργησε ένα λόγο που έδωσε άλλο νόημα στην κοινωνική πρωτοπορία.

[Έκφραση του άλογου : θεωρούμε την ανορθόδοξη δόμηση της έκθεσης των πραγμάτων.

Ένα ποίημα είναι μοντέρνο όχι γιατί αποτελείται μόνο από άλογα στοιχεία, ούτε γιατί τα άλογα στοιχεία του είναι αναγκαστικά περισσότερα από τα έλλογα, αλλά γιατί έχει έναν επαρκή ορισμό άλογων στοιχείων.

Χαρακτηριστικά μοντέρνας ποίησης, ορισμός του μοντερνισμού : -ο Ελεύθερος στίχος -η μεγάλη ανάπτυξη δραματικότητας σε σύγκριση με τη λυρικότητα της παλαιάς ποίησης -το καθημερινό λεξιλόγιο – ως ένα βαθμό άμεση συνέπεια της δραματικότητας – σε αντίθεση προς το ‘ποιητικό’ λεξιλόγιο της παλαιάς, που κάνει τη νέα ποίηση να πλησιάζει το λεξιλόγιό της πεζογραφίας και τον τόνο της προφορικής ομιλίας-η σκοτεινότητα. Μια σκοτεινότητα διανοητικής φύσεως, που κάνει δύσκολο να περιγράψουμε το νόημα ενός ποιήματος

Σκέψη και συναίσθημα αποτελούν αυτό που ονομάζουμε συγκίνηση. Συγκίνηση + γλώσσα = υλικά της ποίησης. Την έλλογη αλληλουχία, δε θα πρέπει να τη θεωρήσουμε λογική, δηλαδή λειτουργία που καθορίζεται από τις αρχές της επιστημονικής ή της αναλυτικής λογικής, αλλά λειτουργία που καθορίζεται από τις αρχές του λόγου στην ευρύτερη έννοιά του. Η μεταφορά είναι ένας λεκτικός τρόπος που ταυτίζει δύο ανόμοια πράγματα μεταβιβάζοντας ορισμένα χαρακτηριστικά του ενός στο άλλο, έτσι ώστε αυτό να διαγραφεί παραστατικότερα. Όσο πιο ανόμοια είναι τα δύο σχετιζόμενα στοιχεία, τόσο πιο βίαιη είναι η διαταραχή της διανοητικής λειτουργίας. Υπερρεαλιστικό είναι ένα ποίημα που οι εικόνες του και οι περιγραφές του δε μπορούν να αναχθούν σε ένα δεύτερο επίπεδο ερμηνείας, μεταφορικό ή συμβολικό, αλλά είναι αυτό που δηλώνει κατά λέξη – λειτουργία, δηλαδή κυριολεκτικά, εννοείται με μια άλογη κυριολεξία].

Τα παραπάνω δεν είναι στο βιβλίο, αλλά υπήρχαν ως σημειώσεις στις φωτοτυπίες που μου δόθηκαν. Θεώρησα καλό να τις αναφέρω.

Μοντέρνα, Σύγχρονη και Υπερρεαλιστική Ποίηση (231) Διαβάστε Βαγενά, 12-41.

[Σύγχρονος είναι ο συγγραφέας που δίνει μεγαλύτερη προσοχή στην επιλογή των θεμάτων του, τα οποία είναι κυρίως θέματα προοδευτικά από πολιτική άποψη

Ποίηση είναι μια γλώσσα συγκίνησης.

Page 31: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Το Άλογο Στοιχείο ως Ειδοποιός Διαφορά της Μοντέρνας Ποίησης Ο Βαγενάς ως κυριότερο χαρακτηριστικό της μοντέρνας ποίησης αναφέρει τη σκοτεινότητα. Τονίζει πως ο ποιητικός λόγος βασίζεται στην έκφραση της συγκίνησης. Στην παλαιά ποίηση, το νόημα παράγεται και μεταδίδεται με έλλογη αλληλουχία της συγκίνησης ενώ στη μοντέρνα, με μια αλληλουχία που συμπεριφέρεται χωρίς να σέβεται τα όρια του έλλογου. Τρόποι προσδιορισμού του άλογου στοιχείου κατά το Βαγενά : -η ποιητική μεταφορά -η υπερρεαλιστική ποιητική εικόνα -η ανορθόδοξη δόμηση της έκθεσης των πραγμάτων (στην ακολουθία του χρόνου) και στη συχνή διακοπή (232) ή τη μεγάλη ελλειπτικότητα του άλογου νοήματος που δίνουν την αίσθηση του ασύνδετου ή του αυθαίρετου

Το Κίνημα του Υπερρεαλισμού (σουρεαλισμός) Γεννήθηκε στη Γαλλία, ως κοινωνική και ατομική επανάσταση. Το κοινωνικό μέρος στηρίχθηκε στο Μαρξ, ενώ το ατομικό στο Φρόυντ και την ψυχανάλυση. Στην Ελλάδα λειτούργησε ως επανάσταση ποιητικής τεχνικής, και ως θεραπεία σοκ σε κάποιους ποιητές, όπως ο Ελύτης. Βασικό γνώρισμα του υπερρεαλισμού είναι η αυτόματη γραφή : πρόκειται για τεχνική που έδινε στο ασυνείδητο την ευκαιρία να εκφραστεί με τον πηγαίο αυθορμητισμό των ονείρων. Το υποσυνείδητο απελευθερώνεται από όλα τα ταμπού, καλλιτεχνικά και ηθικά. Ο υπερρεαλισμός διεύρυνε την έννοια της πραγματικότητας συναιρώντας σε αυτήν το όνειρο αποκαλώντας το αποτέλεσμα ‘υπερ – πραγματική αίσθηση των πραγμάτων’. Ο Βαγενάς περιγράφει : Για τους υπερρεαλιστές, η καλύτερη ποιητική εικόνα είναι αυτή που ταυτίζει ή συνδυάζει δύο στοιχεία με τη μεγαλύτερη δυνατή αυθαιρεσία. Όσο πιο ανόμοια είναι τα στοιχεία, τόσο πιο βίαιη είναι η διαταραχή της διανοητικής λειτουργίας μας που είναι ένας από τους σκοπούς αυτής της ποίησης.

Οι Σημαντικότεροι Ποιητές της Γενιάς του ’30. (234)

Γιώργος Σεφέρης Διαβάστε Πολίτη, Beaton και Μαρωνίτη

Οδυσσέας Ελύτης Διαβάστε Πολίτη, Beaton και Vitti. Ο Ελύτης επηρεάστηκε από τον υπερρεαλισμό, χωρίς όμως να γίνει πιστός οπαδός.

Ανδρέας Εμπειρίκος (235) Διαβάστε Πολίτη, Beaton και Βαγενά. Σύμφωνα με τον Beaton ο Εμπειρίκος ήταν ο επίσημος εκπρόσωπος του ελληνικού υπερρεαλισμού. Μετά την Υψικάμινο όμως, οι εκφραστικοί του τρόποι υποχωρούν έστω κι αν θεματικά παραμένει επαναστατικός.

Νίκος Εγγονόπουλος (236) Διαβάστε Πολίτη, Beaton και Βαγενά.

Γιάννης Ρίτσος Διαβάστε Πολίτη, Beaton, Vitti, Μαρωνίτη και Βαγενά.Η ποίησή του είναι η ογκωδέστερη της νεότερης ελληνικής συν τη θεματική και εκφραστική ποικιλία της.

Κεφάλαιο 12 – Η Γενιά του ‘ 30 – Πεζογραφία (247)

Η πεζογραφική παραγωγή της γενιάς δεν φτάνει την ποιητική, είναι όμως ενδιαφέρουσα καθώς ανανεώνει επίσης (248) τα εκφραστικά της όργανα και στρέφεται προς τον εσωτερικό άνθρωπο.

Γενικά Χαρακτηριστικά της Πεζογραφίας της Γενιάς του ‘ 30

-η Μικρασιατική καταστροφή και η ανταλλαγή πληθυσμών που ακολούθησε άσκησε μεγάλη επίδραση. Πολλοί πεζογράφοι της γενιάς κατάγονταν από εκεί. Η καταστροφή έφερε τραγικότητα, σοβαρότητα και ωρίμανση στη

Page 32: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

γενιά. Επιπλέον, ‘υποχρέωσε’ τους λογοτέχνες που δεν ανήκαν στην Αριστερά να δημιουργήσουν ένα νέο ιδεολογικό κίνημα προς αντικατάσταση της Μεγάλης Ιδέας και αντίβαρο του μαρξισμού. -Μεγάλο μέρος αποτελεί μια αντίδραση στην ηθογραφία που ξεκίνησε τη γενιά του 1880. Η παλαιότερη πεζογραφία διερευνά τη συλλογική ζωή της κοινότητας, ενώ η γενιά του 30 δίνει έμφαση στην ατομικότητα και την πολυπλοκότητα του ανθρώπινου ψυχισμού. Το κέντρο βάρους μετατίθεται στις πόλεις και ιδιαίτερα στην Αθήνα. Τέλος, οι πεζογράφοι ανανεώνουν τον πεζό λόγο, δίνοντάς του αμεσότητα. -Από το διήγημα περνάμε στο μυθιστόρημα, απόρροια των ευρωπαϊκών αναζητήσεων. Ο Βάσος Βαρίκας, αναφέρει τη σημασία του μυθιστορήματος ‘ αποτελεί τον πιο ολοκληρωμένο τρόπο έκφρασης της εποχής μας. Το ευρύ και το πολύμορφο της ζωής, το πολυσύνθετο της προσωπικότητας, η συνεχής ροή και το αντιφατικό, μόνο στο μυθιστόρημα εμφανίζονται σε όλο τους το βάθος’. Ο Vitti αναφέρει πως αίτημα της γενιάς είναι μια σύνθετη δομή οργανωμένης αφήγησης . Οι πεζογράφοι της γενιάς ενημερώνονται και μελετούν ξένη λογοτεχνία. -Αναπτύσσεται ένα μυθιστόρημα προβληματισμού, συγκροτημένων πεποιθήσεων και έντονης ιδεολογικοποίησης. Κοινός παρανομαστής ήταν η προσπάθεια να δημιουργηθεί μια νέα εθνική ταυτότητα και γι’ αυτό αξιοποιήθηκαν οι κριτικές και αξιολογικές συζητήσεις της περιόδου

Οι Τρεις Τάσεις της Πεζογραφίας της Γενιάς του’ 30 (251)

1.Η Πεζογραφία ως Μαρτυρία – η «Αιολική Σχολή» Οι πεζογράφοι καταγράφουν ως μαρτυρία τα τραγικά τους βιώματα από το 1912 έως το 1922. Επιχειρούν να κρατήσουν ζωντανή τη συλλογική μνήμη τα κρίσιμα ελληνικά ιστορικά γεγονότα. Χαρακτηριστικά τους : -ο σεβασμός στις ελληνικές αγροτικές παραδόσεις -η αντίθεση προς το δυτικότροπο αστικό πολιτισμό -η επιθυμία να δώσουν λόγο στον ανώνυμο λαό -η πρόθεση να μιλήσουν μόνα τους τα γεγονότα χωρίς έμφαση στη μυθιστορηματική τεχνική Κυριότεροι εκπρόσωποι : Στρατής Δούκας, Στράτης Μυριβήλης και Ηλίας Βενέζης.

2.Αστικός Ρεαλισμός (Η καταγραφή της εμπειρίας της πραγματικότητας όπως την προσδιορίζει ο αντικειμενικός αναγνώστης)Οι πεζογράφοι ερευνούν τις αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν στην αστική κοινωνία από τις αρχές του 30, με υποθέσεις που εκτυλίσσονται σε πόλεις, ιδιαίτερα στην Αθήνα. Τα έργα τους θεωρούνται κοινωνικά και φέρουν βαρύ ιδεολογικό φορτίο. Εκτός του Κοσμά Πολίτη, οι υπόλοιποι κινούνται στον αστικό ρεαλισμό, αν και αρνούνται το χαρακτηρισμό ρεαλιστές και απορρίπτουν την παλαιότερη ηθογραφία. Κυριότεροι εκπρόσωποι : Γιώργος Θεοτοκάς, Μ. Καραγάτσης, Άγγελος Τερζάκης, Κοσμάς Πολίτης.

3.Η Απόρριψη του Ρεαλισμού – Οι Μοντερνιστές (252) Κέντρο είναι η Θεσσαλονίκη. Οι πεζογράφοι υιοθετούν ένα νέο τρόπο γραφής, κάνουν χρήση του εσωτερικού μονόλογου και αντανακλούν τους εσωστρεφείς πειραματισμούς του ευρωπαϊκού μοντερνισμού του 20. Η δράση αυτών των μυθιστορημάτων, εκτυλίσσεται πάνω στην τυπωμένη σελίδα. Απορρίπτουν τις παραδοσιακές συμβάσεις, επιχειρούν να πλάσουν μια νέα, εναλλακτική πραγματικότητα με μοναδικά συστατικά τις λέξεις. Κυριότεροι εκπρόσωποι : Αλκιβιάδης Γιαννόπουλος, Στέλιος Ξεφλούδας, Γιάννης Σκαρίμπας, Γιάννης Μπεράτης, Μέλπω Αξιώτη και ο Σεφέρης με το ‘Εξι νύχτες στην Ακρόπολη’.

Ο Beaton παρατηρεί πως οι διαφορές αυτών των ομάδων βαθμιαία εξασθενούν και σιγά σιγά διακρίνεται ένας κοινός καλλιτεχνικός στόχος, να βρεθεί η συλλογική φωνή που θα εκφράσει την εμπειρία μιας κοινότητας ή ολόκληρου του έθνους.

Στοιχεία Αφηγηματικής Τεχνικής (253)

Χρόνος, Παντογνώστης Αφηγητής, Τρόποι Εκφοράς της Αφήγησης, Οπτική Γωνία Η αφηγηματολογία είναι μεγάλος και περίπλοκος κλάδος της θεωρίας της λογοτεχνίας. Ο Vitti επισημαίνει δύο στοιχεία που χωρίζουν το αφηγηματικό από το θεατρικό έργο : - ο χρόνος, που σχετίζεται με τον τρόπο που εκθέτει τα γεγονότα ο πεζογράφος, τη δομή της αφήγησης. Η διάταξη μπορεί να είναι παρατακτική/γραμμική ή πιο σύνθετη, με εναλλασσόμενα επίπεδα χώρου, χρόνου και προοπτικής. Η Αιολική σχολή ακολουθεί την παρατακτική οργάνωση ενώ τα αστικού ρεαλισμού και οι μοντερνιστές ακολουθούν τη σύνθετη οργάνωση

Page 33: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

- η οπτική γωνία αλλά πριν μιλήσουμε για αυτήν αναφέρουμε δύο άλλους παράγοντες. 1. Ο παντογνώστης αφηγητής, έννοια που εφαρμόζεται σε όλα τα μυθιστορήματα που μας ενδιαφέρουν εδώ. Παντογνώστης είναι ο μυθιστοριογράφος της ορθόδοξης παράδοσης (των δυτικών προδιαγραφών) που γνωρίζει τις σκέψεις όλων των προσώπων, όλα τους τα μυστικά, τα οποία κρατά κρυφά. Συνήθως πρόκειται για μυθιστοριογράφο σύνθετης δομής που μετακινεί τον αναγνώστη από τον ένα χώρο στον άλλον, από το ένα πρόσωπο στο άλλο, εισχωρώντας στα αισθήματα και τις σκέψεις τους, παρακολουθώντας όλα τα γεγονότα. 2. στους τρόπους εκφοράς της αφήγησης που είναι τρείς : σε α’ σε β’ και σπανιότερα σε γ’ πρόσωπο. Το α’, συχνά ταυτίζεται με τον συγγραφέα, ενώ το γ’ του επιτρέπει να κρατήσει μια απόσταση από τα πρόσωπα του έργου του. Στο α’ πρόσωπο, έχουμε (254) ευθύ λόγο όπου μιλάει είτε ο ήρωας – αφηγητής, είτε ο αφηγητής δίνει το λόγο σε έναν ήρωα του. Στο γ’ πρόσωπο έχουμε ‘πλάγιο λόγο’Ενδιάμεση κατηγορία λόγου, είναι ο ‘ελεύθερος πλάγιος’ ή ‘ανεξάρτητος πλάγιος λόγος’. Ο λόγος αυτός συναιρεί το λόγο του αφηγητή και του ήρωα.. Στον ανεξάρτητο πλάγιο λόγο, ο συγγραφέας μιλά σε γ’ πρόσωπο, για λογαριασμό όμως ενός προσώπου του έργου του. Οπτική γωνία : η σκοπιά από την οποία γίνεται η αφήγηση. Ο Vitti λέει πως όταν η οπτική γωνία ενός συγγραφέα είναι αμετακίνητη (π.χ. Νούμερο 31328) το μυθιστόρημα είναι οργανωμένο πιο απλά, με λιγότερο ευέλικτη προοπτική. Η εναλλαγή της οπτικής γωνίας, δηλ. η αφήγηση μέσα από τα μάτια πότε του ενός και πότε του άλλου ήρωα, επιτρέπει τη δημιουργία ‘ειρωνικής αποστασιοποίησης’ δηλαδή της απόστασης ανάμεσα στον αφηγητή και τα πρόσωπα του έργου (άρα και του αναγνώστη από τα πρόσωπα αυτά). Την πιο περίπλοκη αλλαγή γωνίας, βρίσκουμε στην Eroica του Κώστα Πολίτη. Όπως λέει και ο Vitti, η απόσταση αφηγητή-προσώπου και κατ’ επέκταση αναγνώστη – προσώπου, είναι κατάκτηση των μεγάλων μυθιστοριογράφων του 19ου αι. και τη συναντούμε στα ελληνικά μυθιστορήματα που ακολουθούν τα ορθόδοξα πρότυπα. Αυτού του είδους τα μυθιστορήματα πάντως είναι λίγα στη γενιά του 30, τα περισσότερα χαρακτηρίζονται αυτοβιογραφικά, χωρίς ειρωνική προοπτική.

Εσωτερικός Μονόλογος Φαινόμενο απελευθέρωσης από τα λογικά, δεσμευτικά σχήματα και την αντικειμενική αναπαράσταση του έξω κόσμου’ και την εκδήλωση έντονου ενδιαφέροντος για τον εσωτερικό άνθρωπο, όπου διαδραματίζεται η εσωτερική περιπέτεια της ροής της συνείδησης. (Το ίδιο ενδιαφέρον εντοπίζουμε (255) και στη μοντέρνα ποίηση. Το άλογο στοιχείο, η αδέσμευτη συγκινησιακή αλληλουχία του ποιητικού λόγου).

Εσωτερικός μονόλογος – Ορισμός κατά τον Vitti : Ο εσωτερικός μονόλογος, στην περίπτωση της ποίησης είναι ο λόγος χωρίς ακροατή και ο μη απαγγελλόμενος. Ένα πρόσωπο εκφράζει την πιο ενδόμυχη σκέψη του, αυτή που είναι πιο κοντά στο ασυνείδητο, προηγείται κάθε λογικής οργάνωσης, εκφρασμένη με ευθείες φράσεις, περιορισμένες στην ελάχιστη δυνατή σύνταξη, έτσι ώστε να δοθεί η εντύπωση πως λέει κανείς ότι του περνά από το μυαλό.

Τον εσωτερικό μονόλογο καλλιέργησαν κυρίως οι μοντερνιστές πεζογράφοι αλλά και αυτοί του αστικού ρεαλισμού, κατά περίπτωση. Ο μονόλογος αυτός μπορεί να εκφέρεται σε α’ (και τότε έχουμε ευθύ λόγο) ή σε γ’ πρόσωπο (οπότε έχουμε ανεξάρτητο, πλάγιο λόγο).

Σημαντικοί Πεζογράφοι της Γενιάς του ’30 (256)

Γιώργος Θεοτοκάς Ιδιαίτερα στοχαστικό πνεύμα, έγραψε το ‘Ελεύθερο Πνεύμα’, ένα ιδεολογικό κείμενο που θεωρήθηκε αργότερα το ‘μανιφέστο’ της γενιάς. Υποστηρικτής του μυθιστορήματος, θεωρούσε την τέχνη του ‘κατ’ εξοχήν συνθετική, που αγκαλιάζει όλες τις εκδηλώσεις και τις διακυμάνσεις της κοινωνικής και ψυχικής ζωής’. Δημιούργησε αστικό, πολυπρόσωπο έντονα ιδεολογικό και διανοητικό έργο, στο οποίο απουσιάζει η μυθοπλαστική φαντασία, η πλούσια συγκίνηση και το ποιητικό στοιχείο. Αργώ : το πιο γνωστό και φιλόδοξο έργο του. Μεταδίδει τις ανησυχίες και τις συγκρούσεις των νέων του μεσοπολέμου, που ανήκουν σε μια συντροφιά με το όνομα του μυθικού καραβιού. Η οπτική γωνία είναι αυτή του παντογνώστη αφηγητή και κρατά ίσες αποστάσεις από τα πρόσωπα του έργου. Δίνει έτσι, τη συνολική εικόνα των ιδεολογικών ζυμώσεων της νεολαίας της εποχής. Πιστεύει πως ‘η τέχνη για τον άνθρωπο, αλλά τον άνθρωπο έξω από καθεστώτα και τάξεις και παρατάξεις, τον ελεύθερο άνθρωπο, σε ότι έχει βαθύτερο και αναλλοίωτο. Κρατώ το μυθιστόρημά μου έξω από τη μάχη των ιδεών, κι όταν η πορεία του με έφερε μπρος στα

Page 34: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

ζοφερά προβλήματα της εποχής μας, δεν πήρα θέση πάνω σε αυτά, αλλά προσπάθησα (257) να τα εξετάσω χωρίς προκατάληψη. Σύμφωνα με το Vitti η αποχή αυτή του Θεοτοκά, οφείλεται στη φιλελεύθερη ιδεολογία του. Η αποστασιοποίηση από τα ‘ζοφερά προβλήματα’ συμπίπτει με την πολιτική σκοπιά του συγγραφέα.

Κοσμάς Πολίτης Από τους πιο προικισμένους συγγραφείς της γενιάς του. Διαθέτει έντονη ποιητική διάθεση και πεζό λόγο γεμάτο λυρισμό και ονειρικά στοιχεία. Ο λυρισμός του δε λειτουργεί μόνο ως διακοσμητικό στοιχείο, αλλά ως οργανικό μέρος της αφήγησης. Σύμφωνα με τον Beaton ο Πολίτης είναι ο μόνος συγγραφέας αστικού ρεαλισμού που ουσιαστικά ανήκει στους μη ρεαλιστές, καθώς επιχείρησε να παρουσιάσει και τις εσωτερικές πνευματικές διεργασίες που υπερβαίνουν την πραγματικότητα. Η Eroica είναι το ωριμότερο προπολεμικό του μυθιστόρημα και ένα από τα σημαντικότερα της νεότερης πεζογραφίας μας. Πρόκειται για εξαίρετο χρονικό της εφηβικής ηλικίας. Κυριότερα θέματα είναι η αθωότητα, ο ηρωισμός, ο έρωτας και ο θάνατος. Αφηγείται τις περιπέτειες μιας ομάδας παιδιών στην πρώιμη εφηβεία. (258) Αφηγηματικά, το έργο διακρίνεται για τους πειραματισμούς του και τη μαεστρία με την οποία ο συγγραφέας αλλάζει την οπτική του γωνία. (πότε αφηγείται ο Παρασκευάς, πότε άλλα πρόσωπα). Οι προοπτικές αυτές είναι έτσι ζυγισμένες που περνούν σχεδόν απαρατήρητες.

Μ. Καραγάτσης Από τους πολυγραφότερους συγγραφείς, πληθωρικός, αυθόρμητος και με εκρηκτική συγγραφική ιδιοσυγκρασία. Το έργο του είναι έντονα μυθοπλαστικό και με θεματική ποικιλία, πάντα όμως με μια εμμονή στο σεξουαλικό στοιχείο. Ο Καραγάτσης πιστεύει πως οι βιολογικές ορμές καθορίζουν τη δράση και το χαρακτήρα των ανθρώπων και συνήθως, συντρίβουν τους αντι – ήρωες πρωταγωνιστές του. (259) Αυτός ο βιολογικό ντετερμινισμός συνδέει τον Καραγάτση με τους νατουραλιστές, σπρωγμένους στα ακραία τους όρια.

Χαρακτηριστική της ιδεολογίας του είναι η τριλογία ‘Εγκλιματισμός κάτω από τον Φοίβο’ που περιλαμβάνει το Συνταγματάρχης Λιάπκιν, το Γιούγκερμαν και τη Μεγάλη Χίμαιρα. Και τα τρία έχουν αλλοδαπούς πρωταγωνιστές που προσπαθούν να ενσωματωθούν στην ελληνική κοινωνία των αρχών του 20ου αι. Οι πρωταγωνιστές αυτοί, λέει ο Beaton συμβολίζουν τα ξενόφερτα ιδανικά που δεν ευδοκίμησαν και οι ήρωες απέτυχαν παταγωδώς να ενσωματωθούν. Ο αρνητισμός αυτός, απέναντι στο ξενικό στοιχείο, εξηγείται από την ανάγκη της γενιάς του μεσοπολέμου για διαμόρφωση μιας εθνικής ταυτότητας και πορείας. Έτσι ερμηνεύεται και η ‘ηλιολατρεία’ του Καραγάτση που συνάπτεται με το ελληνοκεντρικό ήθος της γενιάς. (Διαβάστε τη Μεγάλη Χίμαιρα, αλλά όχι όταν μαγειρεύετε. Μιλάω εκ πείρας).

Άγγελος Τερζάκης (260) Ο πιο ανήσυχος φιλοσοφικά. Εκτός από μυθιστορήματα, έγραψε δοκίμια και θεατρικά. Ως μυθιστοριογράφος, ασχολήθηκε με τη χαμηλών τόνων μίζερη, μικροαστική ζωή των Αθηναίων. Οι μικροί, ταπεινοί καθημερινοί άνθρωποι, διεκδικούν το δικαίωμα να γίνουν ήρωες μυθιστορήματος. Ταυτόχρονα, ο Τερζάκης ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την ψυχολογική απεικόνιση των ηρώων του και το ενδιαφέρον του αυτό, διαχωρίζει το έργο του από τον αστικό ρεαλισμό. Έγραψε κι ένα ιστορικό μυθιστόρημα την Πριγκιπέσσα Ιζαμπώ, που θεωρείται το αρτιότερο έργο του. Μενεξεδένια Πολιτεία : αυτή θα μας απασχολήσει εδώ. Το έργο σύμφωνα με τον Πολίτη είναι πιο ώριμο από προηγούμενα έργα του, ως προς τη σκιαγράφηση των χαρακτήρων. Ο παντογνώστης αφηγητής, παρατηρεί από απόσταση κι είναι καλοσυνάτα συγκαταβατικός με τους ήρωες του. Ο Vitti πάλι, θεωρεί πως αυτή η προσπάθεια να ‘φερθεί καλά’ στους ήρωες, οδήγησε στο μετριασμό των συγγραφικών μέσων και την αποδυνάμωση του ύφους.

Μέλπω Αξιώτη (261)Η πιο αξιόλογη γυναικεία παρουσία. Διέθετε πρωτοτυπία και τόλμη στην αφηγηματική τεχνική, ενώ η απουσία μύθου και αφηγηματικής αλληλουχίας, σκανδάλισε αρχικά. Τα δυο μυθιστορήματά της (Δύσκολες Νύχτες & Θέλετε να χορέψομε Μαρία;) είναι σαφώς επηρεασμένα από την Αιολική Σχολή και την ηθογραφική παράδοση. Η Αξιώτη, από τη μια γράφει αποσπασματική πεζογραφία με συχνές καταδύσεις στον εσωτερικό κόσμο της ηρωίδας της, από την άλλη αξιοποιεί το λαϊκό λόγο των ανθρώπων της υπαίθρου, που δίνουν συνοχή και αίσθηση της κοινότητας στην ηρωίδα της. Οι Δύσκολες Νύχτες θεωρούνται ως το πρώτο

Page 35: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

υπερρεαλιστικό ελληνικό πεζό. Στο άλλο, ο υπερρεαλισμός κυριαρχεί εντελώς, διαρρηγνύοντας τα λογικά σχήματα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13 – Η Μεταπολεμική Ποίηση

Το Ιστορικοκοινωνικό Πλαίσιο της Μεταπολεμικής Περιόδου (273)

Η σύγχρονη Ιστορία, είχε έντονη απήχηση στη μεταπολεμική λογοτεχνική παραγωγή. Το έργο των μεταπολεμικών συγγραφέων συνδέεται άμεσα με την ιστορική συγκυρία. Χρονολογικά όρια : 1944 -1974 -Εναρκτήριο όριο : τερματισμός της Γερμανικής κατοχής, μετά την απελευθέρωση Αθήνας – Θεσσαλονίκης-Καταληκτικό όριο : πτώση του επταετούς δικτατορικού καθεστώτος

Η Κατοχική Αντίσταση (1941-1944) Ο αγώνας για απελευθέρωση ένωσε το λαό. Το 1941 ιδρύθηκε το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (Ε.Α.Μ.) που σε συνεργασία με το στρατιωτικό κέντρο Ε.Λ.Α.Σ. συσπείρωσε τις λαϊκές δυνάμεις εναντίον των κατακτητών. Ένα χρόνο αργότερα, δημιουργήθηκαν κι άλλες ομάδες, με σημαντικότερη τον Εθνικό Δημοκρατικό Ελληνικό Σύνδεσμο (Ε.Δ.Ε.Σ.)Τα δύο τελευταία χρόνια της Κατοχής και ενώ ο πόλεμος τελείωνε, η Αντίσταση σημαδεύτηκε από αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις με σκοπό την πολιτική επικράτηση. Η συμφωνία του Λιβάνου ήταν η πρώτη προσπάθεια αποκλιμάκωσης. Τότε σχηματίστηκε η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Μετά έγινε η συμφωνία της Καζέρτας, όπου το ΕΑΜ δέχτηκε να μην καταλάβει ο ΕΛΑΣ την Αθήνα και να αποβιβαστούν στην Ελλάδα βρετανικά στρατεύματα.

Η Πρώτη Μεταπολεμική Φάση. Απελευθέρωση και Εμφύλιος (1944-1949) (274) Ο Άξονας άρχισε να αποχωρεί από την Ελλάδα τον Οκτώβριο του 1944. αμέσως μετά, αποβιβάστηκε στον Πειραιά βρετανικό σώμα, για να προφυλάξει τη χώρα από την ‘αναρχία’. Ο διοικητής Ronald Scobie επέβαλλε τον αφοπλισμό του αντάρτικου με περιθώριο τις 10 Δεκεμβρίου. Το ΕΑΜ αντέδρασε, αποχώρησε από την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας και ο ΕΛΑΣ αρνήθηκε να παραδώσει τα όπλα και να διαλυθεί. Στις 3 Δεκεμβρίου οργανώθηκε συγκέντρωση διαμαρτυρίας στο Σύνταγμα, όπου η κυβέρνηση άνοιξε πυρ, τραυματίζοντας και σκοτώνοντας πολλούς διαδηλωτές. Έτσι άρχισαν τα Δεκεμβριανά, με συγκρούσεις και πολύνεκρες μάχες στα οδοφράγματα της Αθήνας. Αυτό προκάλεσε ιδεολογική πόλωση και εχθρότητα στις δύο παρατάξεις. Η συμφωνία της Βάρκιζας εξομάλυνε προσωρινά την κρίση και προέβλεπε γενική αμνηστία, όμως οι κυβερνητικές δυνάμεις αθέτησαν τη συμφωνία διώκοντας, φυλακίζοντας και εξορίζοντας μεγάλο μέρος της Αριστεράς. Πολλοί κατέφυγαν στα βουνά όπου ξεκίνησαν ανταρτοπόλεμο με την κυβέρνηση. Η επικράτηση της Δεξιάς και η επάνοδος του βασιλιά το 1946 όξυναν περισσότερο το κλίμα. Το 1947 το Κ.Κ.Ε. κηρύχθηκε παράνομο και οι ΗΠΑ έβαλαν πόδι στα εσωτερικά πράγματα. Το 1949 ο εθνικός στρατός με τη ξένη βοήθεια επιτέθηκε στην Ήπειρο και εκτόπισε το Δημοκρατικό Στρατό πέρα από τα σύνορα. Η Αριστερά ηττήθηκε με συνέπεια τον εθνικό διχασμό, το αδελφοκτόνο μίσος τις διώξεις και τις αναγκαστικές μεταναστεύσεις.

Η 2η Μεταπολεμική Φάση. Το Αστικό Κράτος και η Ιδεολογική Φυσιογνωμία της Αριστεράς (1950-1959) Η δεκαετία του ’50 καθορίστηκε από τον ‘ψυχρό πόλεμο’. Η ένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ ενίσχυσε την εξάρτησή της από τη Δύση. Στο εσωτερικό μαινόταν η αντικομμουνιστική προπαγάνδα που συντηρούσε το διχασμό. Τα οξυμένα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας, οικονομική δυσπραγία, ανεργία) ώθησαν το μέσο πολίτη σε εξωτερική μετανάστευση (Αμερική, Γερμανία, Αυστραλία) και σε εσωτερική, στα μεγάλα αστικά κέντρα (‘νόθα αστικοποίηση’). Η απόλυτη κυριαρχία της Δεξιάς (275) αύξανε τις κοινωνικές πιέσεις για να χαλιναγωγήσει το εργατικό κίνημα και επέβαλλε ταπεινωτικούς όρους (πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων) για την εργασία στο Δημόσιο. Μέσα σε αυτό το κλίμα, ιδρύθηκε η Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά, που ανέλαβε αντιπολιτευτική δράση και κινητοποίησε το λαό σε νέους αγώνες.

Η 3η Μεταπολεμική Φάση. Αναθέρμανση των Κοινωνικών Αγώνων (1960-1967) ως την Επιβολή της Δικτατορίας (1967-1974) Η Ένωση Κέντρου με ηγέτη τον Γεώργιο Παπανδρέου, συσπείρωσε τις προοδευτικές δυνάμεις ενάντια στη Δεξιά. Στόχος ήταν ο εκδημοκρατισμός του Κράτους και η εξυγίανση της πολιτικής ζωής. Μπροστά στη λαϊκή αντίδραση που δυνάμωσε με το διεθνές ειρηνιστικό κίνημα και το πρόβλημα της Κύπρου, η Δεξιά αντέδρασε

Page 36: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

με βία, που κορυφώθηκε με τη δολοφονία του βουλευτή της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη, στη Θεσσαλονίκη το 1962. Οι κεντρώες δυνάμεις κατέλαβαν την εξουσία το 1963, αλλά μετά την πτώση του Γεώργιου Παπανδρέου, ήρθε το πραξικόπημα των συνταγματαρχών. Από το 1967 έως το 1974 ο λαός και οι δημοκρατικές δυνάμεις τέθηκαν στο περιθώριο. Ως το 1970 οι Έλληνες διανοούμενοι σιωπούσαν ως ένδειξη διαμαρτυρίας, αν και τη δεκαετία του ’60 όλος ο πολιτισμένος κόσμος ζούσε μια εποχή αναζητήσεων και ιδεολογικοπολιτικού προβληματισμού, με αποκορύφωμα το Μάη του ’68. Λίγο αργότερα εμφανίζεται η γενιά που συνδέθηκε με το Πολυτεχνείο (Νοέμβριος 1973) και λίγους μήνες αργότερα, η χούντα καταρρέει (Ιούνιος 1974). Η μεταπολίτευση όμως, σημαδεύτηκε από την εισβολή και τη μέχρι σήμερα κατοχή των Τούρκων στην Κύπρο.

Οι Γραμματολογικοί Προσδιορισμοί της Μεταπολεμικής Λογοτεχνίας (277)

Μεταπολεμική Λογοτεχνική Παραγωγή Πρόκειται για το σύνολο παραγωγής των συγγραφέων στη διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου. Ο όγκος της είναι πολύ μεγαλύτερος και μπορεί να διαχωριστεί σε ώριμο έργο των παλαιότερων (λογοτέχνες του μεσοπολέμου, γενιά του ’30) και στη δυναμική παρουσία εκείνων που εμφανίζονται μεταπολεμικά. Τους τελευταίους θα γνωρίσουμε εδώ.

Μεταπολεμικοί Λογοτέχνες Με βάση τη χρονολογία του Αλεξ. Αργυρίου, είναι αυτοί που γεννήθηκαν μεταξύ 1917 – 1940 κι εξέδωσαν έργο τους στη μεταπολεμική περίοδο.

Μεταπολεμική Λογοτεχνική Γενιά Ο όρος ‘λογοτεχνική γενιά’ δηλώνει μια ομάδα λογοτεχνών με σχετικά κοινά ηλικιακά δεδομένα, βιώματα και πνευματική διαμόρφωση, όπως και παραπλήσια συγγραφική δραστηριότητα. Η μεταπολεμική γενιά διαχωρίζεται σε πρώτη (λογοτέχνες που γεννήθηκαν μεταξύ 1917-1928) και δεύτερη (λογοτέχνες που γεννήθηκαν 1929-1940).Η παραπάνω κατηγοριοποίηση προκάλεσε έντονες αντιδράσεις, είναι όμως γεγονός πως η χρονική απόσταση και η διαφορετική σχέση με τα γεγονότα, αποτελούν (278) διαμορφωτικούς παράγοντες της πνευματικής και κοινωνικής συνείδησης των λογοτεχνών αυτών. Έτσι, οι μεγαλύτεροι σε ηλικία συμμετείχαν ενεργά στην Αντίσταση κι έζησαν τις διώξεις του Εμφυλίου, ενώ οι νεότεροι είχαν έμμεση μόνο αντίληψη και βίωσαν την διάψευση των οραμάτων και το αίσθημα της ήττας.

Μεταπολεμικότητα Όρος που πρότεινε ο Βύρων Λεοντάρης και δηλώνει το κοινό στίγμα των μεταπολεμικών λογοτεχνών που στη νεότητά τους έζησαν τα οδυνηρά βιώματα του πολέμου και αποκόμισαν την αίσθηση της ήττας και της παρακμής των ηθικών αξιών.

Γενική Παρουσίαση της Μεταπολεμικής Ποίησης (279) Η μελέτη της γίνεται πάνω σε τρεις βάσεις : 1. Πολιτική ποίηση 2. Από τον κοινωνικό προβληματισμό στην ποίηση της υπαρξιακής εμπειρίας 3. Μετα – υπερρεαλιστική ποίηση. Οι κατηγορίες αυτές είναι σχηματικές, δείχνουν όμως τις βασικές λογοτεχνικές τάξεις της μεταπολεμικής ποίησης. Οι πολιτικοί ποιητές προβάλλουν άμεσα τον προβληματισμό τους, χωρίς αυτό να σημαίνει πως τα ποιήματά τους δεν εκφράζουν ευρύτερα ανθρώπινα συναισθήματα. (Αναγνωστάκης, Δούκαρης, Λειβαδίτης). Η ένταξη στις άλλες δύο τάσεις δεν αποκλείει τον κοινωνικό προβληματισμό αλλά προδιαγράφει απλώς την κυρίαρχη αναφορά στην υπαρξιακή ή τη μετα – υπερρεαλιστική κατεύθυνση. Στη 2η κατατάσσονται ο Σινόπουλος και ο Καρούζος, γιατί το έργο τους συνδέεται έντονα με την εποχή, μέσω της υπαρξιακής αγωνίας για την τύχη του μεταπολεμικού ανθρώπου. Οι νεώτεροι ποιητές (Ασλάνογλου, Δημουλά), εσωτερικεύουν την εποχή και δίνουν έμφαση στα ιδιωτικά συναισθήματα. Στην 3η τάση ανήκουν εκείνοι που ο λόγος τους απηχεί υπερρεαλιστικές και άλλες μοντερνιστικές τάσεις.

Βασικά Γνωρίσματα της Ποιητικής Παραγωγής (281)

Page 37: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Θεματική κα Ιδεολογία Η λογοτεχνική πορεία των μεταπολεμικών, συνδέθηκε με την ιδεολογική τους τοποθέτηση. Για αυτό και η ‘γενιά’, καθόρισε τη διαμόρφωση της κοσμοθεωρίας και της ποιητικής τους. Πολλοί μελετητές απέδωσαν τις κοινές θεματικές στα συλλογικά βιώματα της εποχής. Ο Μαρωνίτης μίλησε για ‘κοινόβια τραπέζια στίχων’ και ο Κεχαγιόγλου κατέγραψε τη θεματογραφία ως-εμπειρία του πολεμικού και πολιτικού αγώνα, -της αντίστασης, -του στρατοπέδου, -της ειρήνης και των προβλημάτων προσαρμογής-τις επιπτώσεις της ήττας -την πολιτική αμφισβήτηση, την αίρεση και το κενό-τις σχέσεις προσώπων και ομάδων στην πολιτική διάσταση -τη νοσταλγία της χαμένης ρώμης -κ.α. Διακρίνει επίσης κοινά θεματικά στοιχεία και συμβολισμούς που αντλούνται από την καθημερινή ιστορική εμπειρία (στέρηση, εγκλεισμός, δίψα, σκοτάδι, μνήμη, νεκροί κ.α.) Υπάρχουν ακόμη η έλλειψη ιδεολογικής πίστης, η αίσθηση αδιεξόδου στην κοινωνική ζωή, οι ανορθόδοξες ερωτικές τάσεις. Άλλο ένα γνώρισμα της μεταπολεμικής λογοτεχνίας, είναι η ιδεολογική φόρτιση του (282) ποιητικού λόγου. Συνήθως το ποίημα είναι φορέας πολιτικών και κοινωνικών μηνυμάτων. Οι περισσότεροι ποιητές της γενιάς, είχαν εμπλακεί πολύ δραστικά στα πολιτικά πράγματα του τόπου. Εκτός όμως από την ανάμειξη στην πολιτική, υπήρχε και μια στάση ‘κοινωνικού πόνου’, το αίσθημα δηλαδή της ηθικής ευθύνης απέναντι στις ιστορικές εξελίξεις. Την εποχή εκείνη ήταν διάχυτο το αίσθημα της σύνδεσης τέχνης και ζωής. Στόχος ήταν η ανόρθωση της καταπιεσμένης εργατικής τάξης και οι ποιητές, ιδιαίτερα οι νέοι, ένιωθα πως έπρεπε να υπηρετήσουν την κοινωνική λειτουργία της ποίησης. Η συχνή χρήση του ‘εμείς’ από τους αριστερούς ποιητές, δείχνει την πρόθεσή τους να επικοινωνήσουν με τη συντροφική κοινότητα, με πνεύμα αγωνιστικότητας και αισιοδοξίας. Με την υιοθέτηση του πρώτου ενικού αποδίδεται η υποκειμενική θέαση του κόσμου, ή εξωτερικεύει την υπαρξιακή αγωνία καθώς ομολογεί τη διάψευση του ιδεολόγου.

Τεχνοτροπία και Μορφολογία (283) Οι μεταπολεμικοί ποιητές ανέπτυξαν στενή σχέση με την ιστορία και την ποιητική πραγματικότητα. Αυτό δυνάμωσε τον κοινωνικό προβληματισμό και ενίσχυσε τη ρεαλιστική έκφραση. Έτσι, οι μεταπολεμικοί ποιητές διαμόρφωσαν τη φυσιογνωμία τους και προσδιόρισαν τη στάση τους απέναντι στους παλαιότερους και τις τάσεις που εκπροσωπούσαν.

Συγγενείς και Επιδράσεις. Η Διαφοροποίηση των Μεταπολεμικών Ποιητών από τους παλαιότερους Λογοτέχνες. Μεγαλύτερη συγγένεια παρατηρείται ανάμεσα στους στρατευμένους ποιητές που έχουν στόχο τη ρεαλιστική απόδοση της ιστορικής πραγματικότητας για να πετύχουν τη σύνδεση της τέχνης με τη ζωή, τη μετάδοση δηλαδή του ποιητικού λόγου στον απλό λαό. Έντονη επίδραση άσκησε ο Ρίτσος, η οποία εκδηλώθηκε με τη συγγραφή μεγάλων συνθέσεων που έχουν επικούς τόνους και αγωνιστική αισιοδοξία. Το ίδιο συναντάμε και στις πρώτες συλλογές του Λειβαδίτη. Η συνύπαρξη των ποιητών στην εξορία, έδωσε την ευκαιρία σε νεότερους όπως ο Πατρίκιος, να μαθητεύσουν κοντά του. Ο Ρίτσος είχε φτιάξει ένα ‘ποιητικό φροντιστήριο’ στη Μακρόνησο. Όμως, η συνειδητοποίηση της ιδεολογικής κρίσης, οδήγησε βαθμιαία στην υποχώρηση της κοινωνικής λειτουργίας της ποίησης. Ο Ρίτσος επιμένει να προβάλλει την ιδεολογική σημασία του ποιητικού λόγου, ο Λειβαδίτης όμως ασχολείται με τον ανθρώπινο πόνο του συντρόφου. Η καθημερινή (284) συνομιλία διαδέχθηκε τους υψηλούς τόνους της ιδεολογικής στράτευσης και της πολιτικής σκοπιμότητας. Η ποίηση δεν πλάθει πλέον οράματα, αλλά εκφράζει την ψυχική δοκιμασία του ανθρώπου που αγωνίζεται να μην τον συνθλίψει η κοινωνική ζωή. Απέναντι στους (285) υπόλοιπους της γενιάς του 30, (Σεφέρη, Ελύτη, Εγγονόπουλο) οι μεταπολεμικοί υπήρξαν επιλεκτικοί. Ενδιαφερόντουσαν για τα δυτικά ποιητικά ρεύματα, πολλές φορές όμως τους επέκριναν γιατί το έργο τους δεν είχε κοινωνική λειτουργία και σύγχρονο ιδεολογικό προβληματισμό. Δριμύτερη κριτική δέχτηκε ο Ελύτης καθώς ο Μιχάλης Κατσαρός αποκάλεσε την ποίησή του ‘των σαλονιών’. Στους μεταπολεμικούς ποιητές δεν υπήρχαν ηγετικές μορφές, υπερίσχυε το αίσθημα της συλλογικότητας και η πεποίθηση ότι το καλλιτεχνικό έργο πρέπει να παίρνει θέση απέναντι στα τρέχοντα γεγονότα. Οι νέοι ποιητές

Page 38: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

θέτουν το άτομό τους στην υπηρεσία του κοινωνικού συνόλου. Υπήρξαν όμως και παλαιότεροι ποιητές που επέδρασαν. Αρκετοί μεταπολεμικοί ενδιαφέρθηκαν για το Σολωμό, τον Κάλβο και το Σικελιανό. Άλλοι συγκινήθηκαν από ποιητές του μεσοπολέμου, όπως ο Πορφύρας, ο Ουράνης, ο Λαπαθιώτης, ίσως γιατί βρήκαν κοινά σημεία στον ψυχισμό τους. Εκείνοι όμως που επηρέασαν περισσότερο ήταν ο αυτόχειρας Καρυωτάκης και ο Καβάφης.

Παραδοσιακή και Μοντέρνα Ποίηση Η μεταπολεμική ποίηση ακολουθεί τις τάσεις τις μοντέρνας. Η χρήση (286) του ελεύθερου στίχου δείχνει την προτίμηση στους νεοτερικούς εκφραστικούς τρόπους, όπως και την πρόθεση να ξεπεραστεί η παραδοσιακή μορφή και να ανανεωθεί η ελληνική ποίηση. Όμως, σε καμιά περίπτωση ο ελεύθερος στίχος δε δείχνει πρόθεση πλήρους αποκοπής από την παράδοση. Οι μεταπολεμικοί ενσωματώνουν συχνά παραδοσιακά μορφολογικά στοιχεία (όπως ο 15σύλλαβος) και με διάφορους τρόπους παραπέμπουν σε αυτήν (λεξιλόγιο, φύση κ.α.). Αυτό συμβαίνει συνήθως στους νεότερους ποιητές που χρησιμοποιούν θεματικά και μορφικά παραδοσιακά στοιχεία. Σημαντική είναι επίσης η απήχηση του δημοτικού τραγουδιού. Τα πρώτα ποιήματα των νέων για την Αντίσταση, το είχαν ως πρότυπο. Ο παραδοσιακός στίχος περιορίστηκε στην ποίηση της Αντίστασης που ήθελε να αναβιώσει το ηρωικό πνεύμα του δημοτικού τραγουδιού και να οδηγήσει το λαό σε νέους αγώνες. Κατόπιν, οι μεταπολεμικοί υιοθέτησαν περισσότερο τους εκφραστικούς τρόπους της μοντέρνας ποίησης.

Γλώσσα και Ύφος (287) Η καινοτομία των μεταπολεμικών, έγκειται στο ότι άντλησαν το υλικό τους από την καθημερινή ζωή και τον προφορικό λόγο κι όχι από την γραπτή παράδοση. Η ποίησή τους έχει μια τάση εγκατάλειψης του παραδοσιακού ποιητικού λεξιλογίου (σπάνιες λέξεις μουσικότητα) σε όφελος της δραματικότητας. Η λαϊκή γλώσσα και ο τόνος της καθημερινής συνομιλίας κυριαρχούν, εκφράζοντας την πρόθεση των ποιητών να επικοινωνήσουν με τους απλούς ανθρώπους και να αναδείξουν την ποίηση σε επαναστατικό μέσο. Άλλες φορές, ο ποιητικός λόγος αποδίδει την πρόθεση του ποιητή να αναδείξει τα καθημερινά συμβάντα και τις ανθρώπινες σχέσεις σε πηγή ποιητικής συγκίνησης. Η χρήση της καθαρεύουσας, υπενθυμίζει την αντίθεση άρχουσας και λαϊκής τάξης. Η καθαρεύουσα ηχεί ειρωνικά, αποδίδοντας το ρητορικό ύφος και τα στερεότυπα της γραφειοκρατικής γλώσσας. Σημαντική (288) είναι επίσης η τάση για γλωσσικούς πειραματισμούς, ανατροπές της γραμματικής και του συντακτικού, η χρήση ξενικών φράσεων και άλλα. Η ανανέωση του λεξιλογίου εμπλούτισαν το σύγχρονο ποιητικό λόγο και επηρέασαν σημαντικά τη μεταγενέστερη λογοτεχνική παραγωγή.

Πολιτική Ποίηση (289) Οι όροι ‘πολιτική ποίηση’ και ‘πολιτικοί ποιητές’ προσδιορίζουν ένα μέρος της μεταπολεμικής ποίησης. Καθώς η ειδοποιός διαφορά των μεταπολιτικών είναι ο έντονος κοινωνικοπολιτικός προβληματισμός, όλα σχεδόν τα κείμενα της εποχής εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα στα προβλήματα της εποχής, πρέπει να ορίσουμε καλύτερα τα πράγματα. Πολιτικός ποιητής : ο μαχητικά στρατευμένος ποιητής στη μαρξιστική ιδεολογία που όμως το έργο του έχει λογοτεχνική αξία.

Οι πολιτικοί ποιητές συνδέθηκαν στενά με την ελληνική μεταπολεμική κοινωνία. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, που ζούσαν σε αστικά κέντρα έπαιξαν ρόλο στην Αντίσταση, οι περισσότεροι όμως υπήρξαν μάρτυρες και όχι συμμέτοχοι. Η σχέση που ανέπτυξε ο κάθε ποιητής με τα ιστορικά γεγονότα εξαρτήθηκε πολύ από την ηλικία του. Άλλωστε η πρώτη και η δεύτερη μεταπολεμική γενιά έχουν διαφορετικές ιστορικές εμπειρίες. Οι μεγαλύτεροι έζησαν την ακμή του αγωνιστικού οράματος και πλήρωσαν αργότερα το τίμημα της ήττας. Οι νεότεροι πλήρωσαν το ίδιο τίμημα καθώς τραυματίστηκαν από την αίσθηση στέρησης τόσο του οράματος όσο και της δράσης. Έχασαν μια μάχη που δεν έδωσαν, ήταν η ‘χαμένη γενιά’.

Η Ποίηση της Αντίστασης (290) Πρόκειται αρχικά για σειρά πατριωτικών ποιημάτων, εμπνευσμένων από τον αγώνα ενάντια στους ξένους κατακτητές. Είχαν σκοπό να ανυψώσουν το φρόνημα και να υμνήσουν την ελευθερία. Παρόμοια ποιήματα συνέχισαν να γράφονται και μετά την απελευθέρωση για να ενισχύσουν τα ιδανικά και τα οράματα της Αριστεράς. Ορισμένοι νέοι ποιητές, έγραψαν τα πρώτα τους ποιήματα σε αυτή τη βάση.Εκτός από τα ποιήματα που εξυμνούσαν την Αντίσταση, διασώθηκαν και άλλες μαρτυρίες για την Κατοχή και τον Εμφύλιο. Τα βιώματα αυτά, επανέρχονταν στη θεματολογία πολλών ποιητών, που εξέφραζαν με τα

Page 39: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

ποιήματά τους την καθημερινή αγωνία και το αίσθημα παθητικής αντίστασης που βίωνε το μεγαλύτερο μέρος του λαού.

H Ποίηση της Δοκιμασίας Στην κατηγορία αυτή ανήκουν ποιήματα που γενικά γράφονται τη δεκαετία του 50 και έχουν ως (291) κεντρικό θεματικό άξονα την ήττα της αριστεράς. Η ήττα αυτή ήταν διπλή, αφενός είχε να κάνει με την επικράτηση των νικητών και την άσκηση βίας και αφετέρου με την ιδεολογική κρίση μέσα στην παράταξη. Αρκετοί μεταπολεμικοί ποιητές εκτοπίστηκαν, άλλοι υπηρέτησαν ως φαντάροι στα ξερονήσια. Ο χρόνος της φυλάκισης ή της εξορίας, για τους περισσότερους έγινε χρόνος απολογισμού, κριτικού ελέγχου της ιδεολογίας και ψύχραιμο καταλογισμό ευθυνών. Τα προβλήματα αυτά, προκάλεσαν ψυχολογική δοκιμασία, με αποτέλεσμα την τελική ρήξη με την επίσημη κομματική γραμμή και την προβολή του ανθρώπινου προσώπου της πολιτικής ποίησης. Το 1963 ο Λεοντάρης έγραψε το δοκίμιο ‘Η ποίηση της ήττας’, αφορμή για μια έντονη ιδεολογική αντιπαράθεση στο εσωτερικό της αριστεράς. Ο Λεοντάρης υποστήριζε πως η σύγχρονη ποίηση διακατέχεται από μια διάψευση : πυρήνας της είναι η αίσθηση πως ο άνθρωπος βγαίνει από μια ήττα που δεν αφορά μόνο τον ελληνικό χώρο, αλλά το σύνολο της ανθρωπότητας και του πολιτισμού (292). Ο όρος ‘ήττα’ θορύβησε την κριτική γιατί συσχετίστηκε με τη στρατιωτική ήττα της Αριστεράς και παραποιήθηκε ως συνώνυμη της ηττοπάθειας. Ορισμένοι κριτικοί (Βουρνάς, Αυγέρης) έδωσαν πολιτικές προεκτάσεις, επέκριναν αρκετούς ποιητές ως ‘αιρετικούς’ και απαίτησαν στρατευμένο ποιητικό λόγο.

Ποιητική και Πολιτική Ηθική Η αλληλεπίδραση μεταξύ ιδεολογικής στάσης και ποιητικού λόγου, επηρέασε το έργο των μεταπολεμικών ποιητών. Ο Μαρωνίτης, εισήγαγε γι’ αυτό τον όρο ‘ποιητική και πολιτική ηθική’. Δηλώνει έτσι, πως από τη σύμπραξη ποίησης και πολιτικής πράξης προκύπτει μια νέα ηθική, που τηρήθηκε με συνέπεια ανάμεσα στους μεταπολεμικούς, προκειμένου να αναδειχθεί ως ενιαία θεωρητική και πρακτική στάση ζωής. Τα γεγονότα και η πολιτικοποίηση της περιόδου ενίσχυσαν την εξάρτηση του ατόμου από την ομάδα κι ανέδειξαν τη σύνδεση των διανοούμενων με το λαό. Η βιοθεωρητική στάση των μεταπολεμικών, είχε συλλογικό χαρακτήρα τόσο ιδεολογικά όσο και ποιητικά, όμως η ήττα έφερε τη σταδιακή διάσπαση αυτής της συλλογικότητας. Έτσι, η πολιτική ποίηση άρχισε να εκφράζει μια υποκειμενική θεώρηση του κόσμου, ψάχνοντας την ιστορική αλήθεια για όσα συνέβησαν. Τα θέματα που απασχολούν τους ποιητές, είναι ο απολογισμός των πεπραγμένων, οι θυσίες για την ιδεολογία, η ενοχή των επιζώντων, οι κοινωνικές μεταβολές, η αστική καταναλωτική κοινωνία και η πολιτισμική αλλοτρίωση. Ταυτόχρονα φτάνουν σε ποιητική και πολιτική ωριμότητα. Αυτή η ποιητική ωρίμανση παρουσιάζει (293) ορισμένα κοινά σημεία αναφοράς, διαθέτει όμως και μια ποικιλία ιδεολογικών αναζητήσεων. Κοινά σημεία είναι η θεματολογία και η διάθεση απολογισμού. Η διατήρηση της συλλογικής μνήμης λειτουργούσε ενοποιητικά, όμως η ύπαρξή της δεν ήταν πλέον αρκετή. Έτσι, ο πολιτικός προβληματισμός των μεταπολεμικών απέκτησε ξεχωριστή υπόσταση βάθος και προοπτική. Λίγοι συνέχισαν την ενεργή πολιτική δράση, όπως ο Πατρίκιος. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η στάση του Αναγνωστάκη και του Κατσαρού. Άλλοι, στράφηκαν σε υπαρξιακές αναζητήσεις.

Από τον Κοινωνικό Προβληματισμό στην Ποίηση της Υπαρξιακής Εμπειρίας (294) Οι περισσότεροι μεταπολεμικοί, θέλησαν να εκφράσουν τη σύγχρονη υπαρξιακή αγωνία και την αίσθηση του αδιεξόδου. Κεντρική θέση έδωσαν στις τραυματικές εμπειρίες της ιστορίας, τη φθορά που φέρνει το πέρασμα του χρόνου, η κοινωνική λειτουργία της ποίησης.

Η Ποίηση του Τάκη Σινόπουλου και το ‘Τοπίο Θανάτου’ Ο Σινόπουλος, ως ιατρός, πήρε μέρος στον Αλβανικό πόλεμο και ως φαντάρος έζησε τον Εμφύλιο. Στον αντιπροσωπευτικό του ‘Νεκρόδειπνο’ ήρωας είναι ο επιζών, που βασανίζεται από το βίωμα του θανάτου με την ύπαρξή του άρρηκτα δεμένη με το παρελθόν. Κύριο γνώρισμα του επιζώντος είναι η διχασμένη προσωπικότητα. Το έργο του Σινόπουλου (295) δεν έχει κοινές καταβολές με τους πολιτικούς ποιητές. Στο ξεκίνημά του, επηρεάστηκε και καθοδηγήθηκε από το Σεφέρη, τον T.S. Elliot & Ezra Pound. Ανέπτυξε αρχικά ένα τοπίο θανάτου με μυθική μέθοδο (συμβολισμούς, αρχέτυπα κλπ) που αργότερα εγκατέλειψε, για την ιστορική διάσταση στην ποίηση.

Page 40: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Οι Ρομαντικές Υπαρξιακές Αναζητήσεις του Νίκου Καρούζου Ο Beaton τονίζει – και δικαίως – τη μοναχική πορεία του ποιητή. Ο Καρούζος αναμίχθηκε στα κοινωνικοπολιτικά και λογοτεχνικά ρεύματα της εποχής του, αντιστάθηκε όμως σε κάθε προσπάθεια ομαδοποίησης. Η πορεία του ήταν διαρκώς μεταβατική, σε διαφορετικά πεδία προβληματισμού και αναζητήσεων, πολλές από τις οποίες ήταν αντιφατικές. (αρχικά η χριστιανική πίστη κυριαρχούσε στα ποιήματά του, ενώ στην ώριμη περίοδό του έχουμε αθεΐα). Οι πολιτικές του αναζητήσεις διέπονται από ρομαντική ροπή προς την επαναστατικότητα. Τέλος, διαμορφώνει μια ιδιόμορφη ποιητική γλώσσα που συνδυάζει λυρικά και δραματικά στοιχεία με την αμεσότητα και τη συναισθηματική φόρτιση του προφορικού λόγου.

Ο Ερωτικός Λόγος και η Οντολογική Ποίηση του Δ.Π. Παπαδίτσα (296)Ο λόγος του χαρακτηρίζεται από εσωστρέφεια και λυρικότητα. Στην πρώτη του συλλογή φαίνεται ως υπερρεαλιστής, στη συνέχεια όμως αποκαλύπτει μια εκλεπτυσμένη γλωσσική συνείδηση με κύρια θέματα τον έρωτα, την υπαρξιακή αγωνία και τη μεταφυσική αναζήτηση του θεού.

Ο Εσωστρεφής Τόνος της Υπαρξιακής Αγωνίας στην Ποίηση των Νεότερων Μεταπολεμικών Ποιητών Οι περισσότεροι νεότεροι μεταπολεμικοί κινήθηκαν στην ευρύτερη περιοχή του λυρικού ποιητικού λόγου. Διακριτικό γνώρισμά τους, ο εσωστρεφής τόνος της υπαρξιακής αγωνίας. Η θεματική τους έχει να κάνει με τις εκφάνσεις του ανθρώπινου βίου (φύση, πολιτισμός, ανθρώπινες σχέσεις). Δίνουν έμφαση στις συναισθηματικές αντιδράσεις που προκαλούνται από τις δραματικές κορυφώσεις της ζωής ενώ υποχωρεί η ιδεολογική σημασιοδότηση του ποιητικού λόγου. Στην ποίηση αυτή κυριαρχούν τα ενδόμυχα αισθήματα και η υπόγεια υπαρξιακή αγωνία που βρίσκουν ανταπόκριση στον τρόπο ζωής που υιοθέτησαν οι νεότεροι. Η στάση αυτή έχει ως αποτέλεσμα τη μοναχική πορεία των ποιητών και τη σιωπηλή τους προσήλωση στο καταφύγιο της ποίησης.

Ο Εφιαλτικός Εσωτερικός Κόσμος και το Παράλογο στην Ποίηση του Μίλτου Σαχτούρη (297) ‘συνεπέστερο διερευνητή του εφιαλτικού, εσωτερικού κόσμου’ τον χαρακτηρίζει εύστοχα ο Beaton. Βασικό γνώρισμα της ποίησής του είναι οι εφιαλτικές εικόνες, σπαράγματα ενός παράλογου κόσμου με κυρίαρχο το αίσθημα του φόβου και της απειλής. Απόψεις για την καταγωγή αυτής της ποίησης είναι -η σύνδεση με τον παράλογο κόσμο -τη μεταπολεμική υπαρξιακή αγωνία-τον υπερρεαλισμό-τα αρχετυπικά σύμβολα και τον εξπρεσιονισμό του ποιητή Καμιά όμως δεν έχει κυριαρχήσει, κάτι που δείχνει (298) πως η ποίηση του Σαχτούρη είναι ατομική και δεν κατηγοριοποιείται. Ο Σαχτούρης επηρεάστηκε από τους υπερρεαλιστές. Η επίδραση αυτή εντοπίζεται κυρίως στην εικονοποιΐα, με χαρακτηριστικό την αποδέσμευση από τις συμβατικές καθημερινές παραστάσεις και η συνάρτηση με την εποχή και την αγωνία με την οποία ο ποιητής προσλαμβάνει τον κόσμο. Τα περιορισμένα θέματα και οι αρχετυπικοί συμβολισμοί που χρησιμοποιεί ο Σαχτούρης είναι οικεία. Δημιουργούν όμως έναν ιδιότυπο τύπο προσωπικής ποιητικής μυθολογίας, που εξπρεσιονιστικά αναπαριστά τη διαταραγμένη ισορροπία της μεταπολεμικής ζωής. Την ίδια στιγμή, η ποίηση του Σαχτούρη έχει αισθητικές αναλογίες με την παιδική φαντασία, άλλωστε, πολλά από τα θεματικά του στοιχεία είναι παρμένα από τα παραμύθια.

Μετα Υπερρεαλιστική Ποίηση (299)

Η Καταγωγή από τον Υπερρεαλισμό Τα εκφραστικά μέσα της νεοτερικής ποίησης, προσδιόρισαν την τεχνοτροπία και τη μορφολογία της μεταπολεμικής ποίησης. Η συμβολή του υπερρεαλισμού ήταν ιδιαίτερα σημαντική γιατί αποδέσμευσε τους μεταπολεμικούς από τα παραδοσιακά ποιητικά πρότυπα. Η επίσημη αριστερή κριτική, τον αντιμετώπισε ως αστική παρακμή, όμως οι νέοι ποιητές αφομοίωσαν πολλά στοιχεία του. Το 40 και το 50 άκμασαν οι υπερρεαλιστές της γενιάς του 30. Λίγο πριν το τέλος της Κατοχής εμφανίστηκαν οι πρώτες ποιητικές συλλογές (Κακναβάτος, Παπαδίτσας, Βαλαωρίτης). Πάντως, αργότερα ο υπερρεαλισμός υποχώρησε και με εξαίρεση τον Κακναβάτο, οι άλλοι επαναπροσδιόρισαν τους στόχους τους.

Οι Μετα – Υπερρεαλιστές Ποιητές Με χαρακτηριστικά το καθημερινό λεξιλόγιο, τη μικρή έκταση, τον αφηγηματικό χαρακτήρα και τη νεοτερική τεχνοτροπία, οι μετα-υπερρεαλιστές διαφοροποιούνται. Ο Κακναβάτος ήταν ο μόνος που συνέχισε την

Page 41: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

υπερρεαλιστική του πορεία με στόχο την κατάργηση των ορίων προς χάριν μεγαλύτερης ελευθερίας.

Κεφάλαιο 14 - Η Μεταπολεμική Πεζογραφία (1944-1974)

Γενικά Χαρακτηριστικά της Μεταπολεμικής Πεζογραφίας (311) Βασικό χαρακτηριστικό είναι η άμεση συνάρτηση με την ιστορική πραγματικότητα. Η τάση αυτονομίας των νέων συγγραφέων οδήγησε πολλούς πεζογράφους στην πολιτικοποιημένη γραφή. Διαβάστε το κείμενο του Αργυρίου, που προσδιορίζει τα κριτήρια ένταξης στους μεταπολεμικούς πεζογράφους. Διαβάστε το κείμενο του Χατζηβασιλείου, που αναφέρεται στις διαφορές της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς από τους παλαιότερους και νεότερούς τους. Οι μεταπολεμικοί συγγραφείς διαπνέονται από ρεαλισμό. Οι νεότεροι που εμφανίστηκαν το 60 περιορίζουν την ιστορική συγκυρία, προβάλλοντας περισσότερο την προσωπική εμπειρία του αφηγητή. Το ίδιο έκαναν και οι παλαιότεροι της γενιάς του 30, που είχαν εξατομικευμένη στάση απέναντι στην ιστορία. Διαβάστε το κείμενο του Αράγη, που αναφέρεται στη θεματική και την αφηγηματική των διηγημάτων. Ο Αράγης κάνει κάποιες τεχνικές διακρίσεις, φτάνοντας (312) στο συμπέρασμα πως η διαφορά των μεταπολεμικών από τους προγενέστερους έγκειται στη λυρική ποιότητα της έκφρασης που συνδέεται με τον ποιητικό λόγο.

Εσωτερικές Διακρίσεις Ανάμεσα στους Μεταπολεμικούς Πεζογράφους (313)

Παραδοσιακή και Νεωτερική Αφήγηση Η μεταπολεμική λογοτεχνία χαρακτηρίζεται από τη συνύπαρξη νεωτερικών αφηγηματικών κειμένων με την παραδοσιακή λογοτεχνική γραφή. Πολίτης (355-356) Ο Beaton παρατηρεί πως τόσο οι νέοι όσο και οι προγενέστεροι συνέχισαν ή αναβίωσαν τη ρεαλιστική γραφή του μεσοπολέμου, που καθόρισαν την παραγωγή μέχρι το 1960. Από το 1950 – 1975 οι μεταπολεμικοί πεζογράφοι βρίσκονται στην ακμή τους καθώς τότε διαμορφώθηκαν τα διακριτικά γνωρίσματα του έργου τους. Κυρίως το 60 οι επιδράσεις από το μοντέρνο ευρωπαϊκό μυθιστόρημα (Κάφκα, Προυστ, Τζόϋς) μαζί με την ιστορική πραγματικότητα των βαθιών ιδεολογικών αντιπαραθέσεων, προσδιόρισαν τον προβληματισμό και εξέλιξαν το έργο τους. Οι περισσότεροι στράφηκαν στη νεοτερική αφήγηση (Ακυβέρνητες Πολιτείες – Τσίρκας, Ο λοιμός – Φραγκιάς και Το Κιβώτιο – Αλεξάνδρου).

Πεδία Αναφοράς και Ιδεολογικός Χαρακτήρας της Αφήγησης (314) Με την απομάκρυνση από τον πόλεμο, η ατμόσφαιρα αλλάζει και η Ιστορία είτε απουσιάζει εντελώς, είτε παίρνει πολύ άμεση μορφή, και ταυτίζεται με την εφηβική μνήμη ή δημιουργεί μια θεατρική σκηνή, όπου οι εμπειρίες της Κατοχής και του Εμφυλίου δίνουν απλώς αφορμή για την αφήγηση (Χατζηβασιλείου). Βασικές αναφορές των μεταπολεμικών πεζογράφων : -η κοινωνιολογική οπτική της μεταπολεμικής ιστορίας, που θέτει θέμα κοινωνικής ευθύνης και πολιτικής ηθικής του συγγραφέα (Τσίρκας, Χατζής, Φραγκιάς, Αλεξάνδρου, Αποστολίδης, Κοτζιάς, Κάσδαγλης) -οι ανθρώπινες σχέσεις και ο πολιτισμός (Πλασκοβίτης, Σαμαράκης, Ιωάννου, Ταχτσής, Χάκκας, Βαλτινός, Μηλιώνης, Βασιλικός, Κουμανταρέας) -οι μοντερνιστικές πεζογραφικές αναζητήσεις (Γονατάς, Καχτίτσης, Χειμωνάς)

Μια Προσέγγιση Αντιπροσωπευτικών Λογοτεχνικών Κειμένων (316)

Η Κοινωνιολογική Οπτική της Ιστορίας

Στρατής Τσίρκας Ακυβέρνητες Πολιτείες : εντάσσονται στην αστική μυθιστοριογραφία. Ο συγγραφέας επιδιώκει να απεικονίσει τη σχετικότητα της ανθρώπινης αντίληψης και εμπειρίας. Υπάρχει μια κυκλική αντίληψη της ιστορίας, που οφείλεται στο μαρξισμό του Τσίρκα. (Beaton). Τα ανθρώπινα πράγματα μέσα από το πρίσμα της ειρωνείας. Ο ειρωνικός τρόπος με τον οποίον το Κόμμα αντιμετώπισε τους ανθρώπους του, κάνοντας ηγέτη το μόνο κακό σύντροφο μιας ομάδας. (Χαραλαμπίδου).

Άρης Αλεξάνδρου

Page 42: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Με το Κιβώτιο, ο συγγραφέας απομυθοποιεί την ιδεολογία. (Χαραλαμπίδου). Πρόκειται για απρόσωπο αντιέπος της ελληνικής αριστεράς που φεύγει από το μύθο της αριστερής ιδεολογίας (316). Πρόκειται για οριακό κείμενο, σαν αντιμυθιστόρημα, του οποίου η διάρθρωση μοιάζει με το επιστολικό, ή το προσωπικό ημερολόγιο. (Τσιριμώκου).

Ανδρέας Φραγκιάς Ήταν εξόριστος στη Μακρόνησο (1947, 1950-52). Δημιουργεί ένα εφιαλτικό τοπίο στην πνιγηρή, μετεμφυλιακή Ελλάδα. Ο άνθρωπος γίνεται υποχείριο των βασανιστικών και γελοίων μηχανισμών της εξουσίας, που θέλουν να εκμηδενίσουν κάθε πνευματική και ηθική οντότητα. Η πληθώρα φανταστικών και παράλογων στοιχείων στο κείμενο, υποκρύπτει αντιστοιχίες με υπαρκτές καταστάσεις κοινωνικής αλλοτρίωσης.

Δημήτρης Χατζής (318) Προτιμούσε το διήγημα, γιατί μπορούσε να εισχωρεί βαθύτερα στον εσωτερικό κόσμο των ηρώων και να δίνει τη ζεστασιά της ανθρώπινης σχέσης τους. (Πολίτης). Το Διπλό Βιβλίο είναι οκτώ ιστορίες με θέμα τη ζωή των Ελλήνων εργατών στη Γερμανία.

Αλέξανδρος Κοτζιάς Ρέπει προς τη δημιουργία αρνητικών ηρώων. Ο επαγγελματίας χαφιές Μένιος Κατσαντώνης, ήρωας της Αντιποίησης Αρχής, είναι από τους πιο αντιπροσωπευτικούς αρνητικούς ήρωες και γι’ αυτό, ιδιαίτερα ενδιαφέρον.

Αντώνης Σαμαράκης (319) Πολυδιαβασμένος. Ο Πολίτης θεωρεί ως λόγους για την επιτυχία του την απλή γλώσσα, την πρωτότυπη υπόθεση και τα σύγχρονα θέματα. Στο Ζητείται Ελπίς, συμπυκνώνεται η ψυχροπολεμική ατμόσφαιρα και η αβεβαιότητα του 50. Η ψυχολογία του ήρωα είναι αρκετά παθητική. Δεν στηρίζεται σε ιδεολογία, δεν πιστεύει πως υπάρχει αντίσταση στην κοινωνική αλλοτρίωση.

Βασίλης Βασιλικός Ο μύθος και τα πρόσωπα της τριλογίας Το Φύλλο, Το Πηγάδι, Το Αγγέλιασμα, συγκλίνουν σε έναν δύσκολα αποκρυπτογραφούμενο συμβολισμό. Η περιγραφή και η αφήγηση φτιάχνουν μια αναγνωρίσιμη πραγματικότητα, όμως ο χώρος που κινούνται τα πρόσωπα είναι τελείως φανταστικός. Το συμβολικό περιεχόμενο αφορά στην πολλαπλή εκδίκηση της φύσης.

Θανάσης Βαλτινός (320) Στοιχεία για τη δεκαετία του 20 : νεωτερικό μυθιστόρημα. Μέσα από 300 κείμενα, γράμματα ιδιωτών και δημοσιεύματα, διαγράφεται η κοινωνική ψυχολογία της εποχής.

Κώστας Ταχτσής Το Τρίτο Στεφάνι : εκτυλίσσεται σε αστικό περιβάλλον κι έχει χιούμορ, γλωσσική αμεσότητα και έμμεσες αναφορές στην ιστορία.

Γιώργος Ιωάννου Οι ήρωες του δρουν στην αστική γειτονιά. Ο Ιωάννου θέλει να αποτυπώσει την εφηβική ψυχολογία και σκιαγράφησε (321) την κατοχική ανθρωπογεωγραφία της Θεσσαλονίκης.

Μένης Κουμανταρέας Τα μηχανάκια : αντιπροσωπευτικό δείγμα εφηβικής κρίσης. Έθεσε το καινοφανές για την εποχή του ζήτημα, τη σχέση του ανθρώπου και της μηχανής.

Μάριος Χάκκας Τα διηγήματά του εκτυλίσσονται σε μια λαϊκή συνοικία της μεταπολεμικής Αθήνας. Εκφράζει ανατρεπτικές τάσεις απέναντι στη σοβαροφάνεια των μικροαστών.

Μοντερνιστικές Πεζογραφικές Αναζητήσεις Συνδέονται με τους πειραματισμούς της γενιάς του 30.

Page 43: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Beaton

Πολιτισμικά Κέντρα πριν το 1821 (51) Για να υπάρξει γραπτή λογοτεχνία, είναι αυτονόητο ότι απαιτεί υψηλό μορφωτικό επίπεδο και από αυτούς που την παράγουν και από τους αναγνώστες. Η ποίηση και το μυθιστόρημα συνέχιζαν να καλλιεργούνται από το 18ο αι. στη διάρκεια του οποίου το αναγνωστικό κοινό ήταν περιορισμένο, αλλά καθόλου αμελητέο, πράγμα που το πιστοποιεί ο αριθμός και η ποικιλία της παραγωγής που τυπώθηκε στη Βιέννη και τη Βενετία. Το ανεπτυγμένο μορφωτικό επίπεδο και τα πνευματικά ενδιαφέροντα περιορίζονταν σε ορισμένες κοινωνικές τάξεις συγκεκριμένων περιοχών. Αυτό είχε σημαντικές επιπτώσεις στην εθνική λογοτεχνία μετά το 1821.

Οι Φαναριώτες : αποτελούνταν από υψηλούς αξιωματούχους της Εκκλησίας και του Οθωμανικού κράτους. Δημιουργήθηκε έτσι μια ταλαντούχα και φιλόδοξη ελληνόφωνη γραφειοκρατία, τα προνόμια της οποίας διατήρησαν ζηλότυπα ορισμένες οικογένειες. Σημαντικό αξίωμα των Φαναριωτών, ήταν αυτό του οσποδάρου, του φεουδαρχικού διοικητή των ηγεμονιών της Μολδαβίας και της Βλαχίας στη σημερινή Ρουμανία. Στις αυλές αυτών των ηγεμονιών υιοθετήθηκαν και συζητήθηκαν στα ελληνικά, όλα τα ενδιαφέροντα του Δυτικού Διαφωτισμού. Η επαφή (52) με τη Δύση ήταν άμεση, μέσω του Δούναβη και της Βιέννης, όπου τυπώνονταν μεταφράσεις και έργα Φαναριωτών συγγραφέων. Οι Φαναριώτες θαύμαζαν τους Γάλλους περισσότερο από τους Γερμανούς. Ως τάξη, κρατούσαν συνήθως χλιαρή στάση απέναντι στην επανάσταση εναντίον των Οθωμανών, όταν σε άλλα ελληνικά κοινωνικά στρώματα, η στάση αυτή γινόταν αίτημα, κυρίως μετά τη Γαλλική επανάσταση. Πάντως, ορισμένοι Φαναριώτες προστάτευσαν τα ελληνικά γράμματα, όπως ο Ρήγας Φεραίος που σχεδίασε σύνταγμα για τη νέα κατάσταση μετά την απελευθέρωση. Ο Ρήγας έπαιξε σημαντικό ρόλο και στην ανάπτυξη της εθνικής λογοτεχνίας. Το ποίημα του Θούριος, καλούσε τους υπόδουλους λαούς στα όπλα και τοποθετεί το Ρήγα πρώτο στην ελληνική, πατριωτική κίνηση. Τα άλλα του έργα, τον τοποθετούν στον καλλιεργημένο, κοσμοπολίτικο κόσμο των Φαναριωτών. Τρία διηγήματά του δημιούργησαν μια βάση για αφηγήσεις της σύγχρονης αστικής ζωής και οδήγησαν αργότερα σε μια σειρά ανώνυμων ερωτικών διηγημάτων με τίτλο ‘Έρωτος αποτελέσματα’. Τα δυο αυτά έργα, δείχνουν το ενδιαφέρον για την ‘ελαφρά ερωτική ποίηση’ (53) τόσο του κύκλου των Φαναριωτών, όσο και των εύπορων Κωνσταντινουπολιτών.

Τα Επτάνησα: ήταν το δεύτερο σημαντικό κέντρο γραμμάτων. Λειτούργησαν επίσης ως δίαυλος για να γίνουν γνωστές οι δυτικές ιδέες και οι λογοτεχνικές εξελίξεις στην ελεύθερη Ελλάδα. Γεωγραφικά και πολιτικά, ήταν πλησιέστερα στην Ιταλία και τη δυτική και βόρεια Ευρώπη. Καθ’ όλο το 18ο αι και μεγάλο μέρος του 19ου οι αριστοκράτες τους σπούδαζαν στα Ιταλικά πανεπιστήμια. Οι μορφωμένοι γνώριζαν καλά την αρχαία ελληνική γραμματεία και ιστορία, μέσω της ιταλικής και λατινικής. Έτσι ήταν φυσικό, οι πρώτοι μεγάλοι ποιητές όπως ο Σολωμός και ο Κάλβος να είναι περισσότερο εξοικειωμένοι με την ιταλική παρά με την ελληνική γλώσσα. Από το 16ο αι. τα ελληνικά τυπογραφεία της Βενετίας εξέδιδαν αρχαία κείμενα και δημώδη ποίηση. Τα περισσότερα (54) ήταν κρητικά κείμενα. Με την πτώση της Κρήτης πολλοί αριστοκράτες και αστοί μετανάστευσαν στα Επτάνησα, μαζί με βιβλία και χειρόγραφα. Ανάμεσά τους ήταν και ο Ερωτόκριτος που τυπώθηκε τελικά στη Βενετία. Από το 1700 και μετά , ένας σημαντικός όγκος έργων πέρασαν από την Ευρώπη στα Επτάνησα κι από κει στον ελληνόφωνο κόσμο. Μέσω της απαγγελίας και του τραγουδιού, έφτασαν σε όλες τις τάξεις. Έτσι διαδόθηκαν ποιήματα και μερικά έμμετρα δράματα της Κρήτης, που βρήκαν ευρύτερη απήχηση, όπως συνέβη με τα ποιήματα του Ρήγα και του Σολωμού. Στην αρχή, μεγάλο μέρος των κειμένων αυτών θεωρούνταν λαϊκά ή και χυδαία καθώς ήταν γραμμένα στην ομιλούμενη κρητική διάλεκτο. Τώρα θεωρούνται έντεχνα αναγεννησιακά έργα και επανεκτιμώνται ανάλογα. Την περίοδο όμως της Επανάστασης (55) τα έργα αυτά ήταν τα μοναδικά λαϊκά αναγνώσματα και προσέφεραν βοήθεια στους συγγραφείς, οι οποίοι άντλησαν από τη δημώδη αυτή παράδοση. Οι συγγραφείς αυτοί έγραφαν στα Επτάνησα με τοπικό ιδίωμα κοντινό σε αυτό της Κρήτης. Η διαφορά των λογοτεχνών των Ιονίων νήσων και του Φαναρίου ήταν ως εξής: Στην Κέρκυρα και τη Ζάκυνθο υπήρχε γραπτή παράδοση, όπως και παράσταση έμμετρου δράματος. Τα παλαιότερα έργα όπως και ο Ερωτόκριτος αναγεννήθηκαν τη δεκαετία του 1830 από το Σολωμό, που εκμεταλλεύτηκε τη γλώσσα και τη στιχουργική τους. Ο Φαναριώτης Διονύσιος Φωτεινός, δημοσίευσε στη Βιέννη το Νέο Ερωτόκριτο, παραφρασμένο στη γλώσσα και το στίχο της εποχής, ενσωματώνοντας Κωνσταντινουπολίτικα στιχάκια. Επίσης, η στενή σχέση των Επτανήσιων αριστοκρατών με τη Βενετία,

Page 44: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

εξασφάλισε ένα βαθμό συνέχειας με τα πρωτότυπα κείμενα. Άνθη ευλάβειας: εκδόθηκε από σπουδαστές του Φλαγγινιανού Ελληνομουσείου της Βενετίας. Περιείχε αρχαία και λατινικά επιγράμματα, σαπφικές ωδές, ιταλικά σονέτα νεοελληνικά ποιήματα και πεζά Αργότερα παρουσιάστηκαν επιφανείς, διαφωτιστές δοκιμιογράφοι, όπως ο Ευγένιος Βούλγαρης και ο Νικηφόρος Θεοτόκης, κερκυραίοι αριστοκράτες που μετέδωσαν κι αυτοί τις αρχές του Διαφωτισμού (56). Στο τέλος του 18ου αι. εμφανίστηκε στη Ζάκυνθο ο Αντώνιος Μαρτελάος, που για να γράψει πατριωτικούς στίχους, άντλησε από τη Γαλλική Επανάσταση. Ugo Foskolo: προέρχεται από τον ίδιο κύκλο γράφοντας αρχικά στη μητρική του ελληνική για να καθιερωθεί αργότερα ως κορυφαίος ιταλός νεοκλασικιστής. Ιωάννης Βηλαράς: ως γιατρός στην αυλή του Αλή πασά, θεωρείται φαναριώτης αλλά γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Κύθηρα. Η παιδεία του ήταν ιταλική. Έγραψε λίγα ποιήματα βασισμένα τόσο στην αγροτική παράδοση του δημοτικού τραγουδιού, όσο και στην αστική, φαναριώτικη παράδοση. Το 1814 δημοσίευσε τη Ρομεηκη γλοσα όπου εκφράζει τις θεωρίες του για το δημοτικισμό, κερδίζοντας το θαυμασμό του Σολωμού.

Οι Πρώτοι Ρομαντικοί: Η Ανανέωση της Ελληνικής Ποίησης (59) Διονύσιος Σολωμός Τα Επτάνησα ήταν τα πρώτα που ύμνησαν την Ελληνική Επανάσταση στην ποίηση, τόσο με το Σολωμό, όσο και με τον Κάλβο. Ο αριστοκράτης Σολωμός δημοσίευσε τη μοναδική εν ζωή ποιητική του συλλογή, Rime Improvvisate με ποιήματα σε ιταλική γλώσσα. Λίγο πριν, είχε αποφασίσει να αφιερωθεί στην ελληνική. Αυτό αποδεικνύεται από τα χειρόγραφά του που αποτελούν προσχέδια ποιημάτων στα ιταλικά, τα οποία έγραφε εν τέλει στα ελληνικά. Τα ποιήματα που έγραψε στη δεκαετία του 1820 χωρίζονται σε λυρικά και σάτιρες. Και οι δυο κατηγορίες βασίζονται στις καντάδες, λαϊκά, αστικά τραγούδια της Ζακύνθου. Με τη δημοσίευση στο Παρίσι το 1825 του Ύμνου προς την Ελευθερία, η φήμη του απελευθερώνεται. Οι πρώτες στροφές του ποιήματος μελοποιήθηκαν από το Νικόλαο Μάντζαρο κι έγιναν ο ελληνικός εθνικός ύμνος. Το μόνο άλλο (61) έργο που δημοσίευσε ο Σολωμός εν ζωή, ήταν το λυρικό Εις τον Θάνατον του Λόρδου Μπάϊρον. Μορφολογικά και υφολογικά, ακολουθεί τον Ύμνο εις την Ελευθερίαν. Την ίδια περίοδο, ξεκίνησε άλλα δυο έργα που έμειναν ανολοκλήρωτα, το Η γυναίκα της Ζάκυθος και το ποίημα ο Λάμπρος. Τα δούλεψε αρκετά χρόνια, αλλά δεν τα ολοκλήρωσε.

Ανδρέας Κάλβος : (62) σπούδασε κι αυτός στην Ιταλία, αλλά ήταν αυτοδίδακτος σε μεγάλο βαθμό. Παρέμενε στη δυτική Ευρώπη όπου εργαζόταν ως καθηγητής και μεταφραστής. Έγραψε κι αυτός στα ιταλικά περισσότερο, χρησιμοποιώντας όμως μια λόγια γλώσσα αντί της δημοτικής. Οι στόχοι του όμως ήταν παρόμοιοι με του Σολωμού. Η ποιητική παραγωγή του Κάλβου είναι μικρή, υπάρχουν η Λύρα, ένας τόμος με ωδές και τα Λυρικά, πάλι ωδές. Οι πρώτες εκδόσεις αυτών των έργων συνοδεύονταν από γαλλική μετάφραση. Στη Λύρα, ο Κάλβος συμπεριέλαβε ερμηνευτικό λεξιλόγιο, αποδεικνύοντας πως απευθυνόταν στο σπουδαστή της Ελληνικής (63). Οι Ωδές του, απευθύνονται στους μορφωμένους Ευρωπαίους, με στόχο την υποστήριξη του ελληνικού ζητήματος στο εξωτερικό. Για τα ποιήματά του, ο Κάλβος επινόησε ένα μοναδικό, στροφικό σύστημα ενώ το θέμα είναι κοινό, ο Αγώνας της απελευθέρωσης. Οι Ωδές υμνούν πέρα από την ελευθερία και άλλες αξίες, που ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός συνέδεσε με τον κλασικό πολιτισμό. Τις αξίες αυτές, προσπάθησε ο Κάλβος να αποδώσει στους επαναστατημένους συμπατριώτες του. Υπάρχουν πλούσιες αναφορές στη λύρα και στα δάφνινα στεφάνια που δίνονταν ως έπαθλο στην αρχαιότητα. Με ποίημα που βρίσκεται (64) στην αρχή των Λυρικών, αποτίνει κι εκείνος φόρο τιμής στο λόρδο Μπάυρον. Αν η αρχαιοπρέπεια του Κάλβου βρίσκεται στον αντίποδα της δημοτικής του Σολωμού, εντούτοις και οι δυο μεταχειρίζονται την υπερβολή. Ο Κάλβος ισχυρίστηκε πως σκοπός του στην ποίηση είναι να μιμηθεί ‘τα κινήματα της ψυχής’. Βρίσκεται έτσι κοντά στο Σολωμό, που στον Ύμνο του δήλωσε πως ‘η αρμονία του στίχου ισοδυναμεί με το ξεχείλισμα της ψυχής’. Κανείς από τους δυο δε φαίνεται να ξέρει την άποψη του Άγγλου William Wordsworth, (65) πως ‘η ποίηση εξισώνεται με το αυθόρμητο ξεχείλισμα ισχυρών αισθημάτων’. Οι απόψεις των Κάλβου και Σολωμού, δείχνουν τη σύνδεση της ποιητικής τους με τον Ευρωπαϊκό Ρομαντισμό. Ο Κάλβος χρησιμοποιεί ακριβέστερα και ευρύτερα το νεοκλασικισμό, βαθύτερα από τους δυτικούς συγχρόνους του. Στον πρόλογο της Λύρας, χρησιμοποιεί ένα επίγραμμα του Πίνδαρου, για να θυμίσει πως οι ωδές ήταν σύνθεση προς τιμήν των Ολυμπιονικών. Αντιλαμβανόμαστε (66) έτσι γιατί αναφέρει τη λύρα και το δάφνινο στεφάνι, γιατί οι κλασικές του μνείες είναι τόσο έκδηλες αλλά και γιατί εγκωμιάζονται οι αφηρημένες έννοιες. Ο Πίνδαρος υμνούσε τους νικητές της Ολυμπίας, ο Κάλβος υμνεί τους νικητές του απελευθερωτικού αγώνα.

Page 45: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Ιστορικά Προλεγόμενα (99) Η διπλωματική επιτυχία της προσάρτησης της Θεσσαλίας το 1881, έδωσε στους Έλληνες την εντύπωση πως η εδαφική επέκταση που επιζητούσαν από την ίδρυση του νέου κράτους, ήταν εφικτή. Ο Ελληνικός αλυτρωτισμός θεωρούσε πως όλες η ελληνόφωνες οθωμανικές κοινότητες έπρεπε να ‘λυτρωθούν’ με την ανακήρυξη της Κωνσταντινούπολης ως έδρας του Οικουμενικού Πατριαρχείου, παράλληλα με την Αθήνα. Έτσι γεννήθηκε η Μεγάλη Ιδέα. Η υποστήριξη (100) αυτής της ιδέας ήταν ομόφωνη και κυριάρχησε όλο το 19ο αι. μέχρι την καταστροφή του 1922. Ο 19ος αι. ήταν για την Ευρώπη η εποχή του κράτους-έθνους και η εδαφική επέκταση θεωρούνταν νόμιμος στόχος των κρατών. Η Μεγάλη Ιδέα είχε εμφανιστεί νωρίτερα, ενισχύθηκε όμως τη δεκαετία του 1880 παρά τις ήττες, τη χρεοκοπία και τις εντάσεις με άλλα κράτη. Το ελληνικό κράτος συνέχισε να επεκτείνεται ενώ η οικονομία αναπτυσσόταν εξίσου. Με το κίνημα στο Γουδί το 1909 η πολιτική ζωή διαταράχθηκε αρκετά, με αποτέλεσμα να αναλάβει την εξουσία ο Βενιζέλος (101). Οι Βαλκανικοί πόλεμοι επέκτειναν τα ελληνικά σύνορα και διασφάλισαν την Κρήτη και αρκετά νησιά του Αιγαίου. Η πολιτική του Βενιζέλου έφερε τον εθνικό διχασμό. Μετά από 10 χρόνια συνεχών πολέμων, η Καταστροφή τελειώνει ένα κεφάλαιο της ιστορίας. Ακολουθεί το χάος. Όταν ο Βενιζέλος έρχεται ξανά στην εξουσία (ένα μήνα μετά την αυτοκτονία του Καρυωτάκη) τα σύνορα της Ελλάδας είναι σχεδόν τα ίδια με σήμερα. Έχει ολοκληρωθεί η ανταλλαγή πληθυσμών, που περιλαμβάνουν σχεδόν όλους τους Έλληνες της τέως Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα όμως, αναδιαμόρφωσαν πλήρως την εθνική αυτογνωσία.

Νέοι Ορίζοντες στην Ποίηση και την Πεζογραφία (102) Στη δεκαετία του 1880 η λογοτεχνική έκφραση εκφράζεται με αντιφατικούς τρόπους. Από τη μια οι διανοούμενοι στράφηκαν στην Ευρώπη και ειδικότερα στη Γαλλία. Από την άλλη, εκδηλώθηκε έντονο ενδιαφέρον για τον εντοπισμό, τον ορισμό και την περιγραφή των εκφάνσεων της ελληνικής ζωής που έμειναν ανεπηρέαστες από την Ευρώπη. Στην πρώτη τάση ανήκουν ο Νίκος Καμπάς, ο Γεώργιος Δροσίνης και ο Κωστής Παλαμάς, όπως και η μετάφραση της Νανάς του Εμίλ Ζολά από το Δημήτρη Καμπούρογλου. Η μετάφραση αυτή προκάλεσε πολλές αντιδράσεις, όπως και η εισαγωγή του Παναγιώτη Γιαννιώτη, που συνιστούσε την ωμή, ρεαλιστική απεικόνιση της ζωής, αυτό που ο Ζολά ονόμασε ‘νατουραλισμό’. Στη δεύτερη τάση, με την αναφορά στον παραδοσιακό τρόπο ζωής της ελληνικής υπαίθρου, ανήκει το έργο του Κώστα Κρυστάλλη. Πολλά ποιήματά του μιμούνται το δημοτικό τραγούδι. Η στροφή αυτή είναι πιο έντονη στην επιστήμη της Λαογραφίας που εμφανίζεται τότε με το Νικόλαο Πολίτη (103) και άσκησε ιδιαίτερη επίδραση στους πεζογράφους ως προς τη θεματολογία τους. Οι δυο αυτές τάσεις, φαίνονται αντιφατικές. Όμως, οι συγγραφείς είτε της πρώτης είτε της δεύτερης τάσης είναι μικρότερης σημασίας. Τα σημαντικά δημιουργήματα της δεκαετίας, βγαίνουν μέσα από τη διασταύρωση των δυο αυτών τάσεων (Βιζυηνός, Καρκαβίτσας, Παπαδιαμάντης, Παλαμάς). Όλοι αξιοποιούν τις νέες δυνατότητες, με στόχο να ανιχνεύσουν τη φύση του δικού τους πολιτισμού.

Λαογραφία και Ρεαλισμός στην Πεζογραφία (104) Οι πολιτικές ζυμώσεις του 1880 πέρασαν στον τύπο και ειδικά στην Εστία και το περιοδικό Ραμπαγάς. Η Εστία απευθυνόταν σε ένα συντηρητικό κοινό και υποστήριζε τις λαογραφικές σπουδές. Ο Ραμπαγάς ήταν πολιτική – σατιρική εφημερίδα και στις στήλες του εμφανίστηκαν πρώτη φορά ο Καμπάς, ο Δροσίνης και ο Παλαμάς. Εκεί δημοσιεύθηκε σε συνέχειες η Νανά, πριν διακοπεί λόγω δημόσιας αποδοκιμασίας. Και τα δυο πάντως, δημοσίευαν μια ευρεία γκάμα σύγχρονης ξένης λογοτεχνίας. Το 1883, η Εστία προκήρυξε ένα διαγωνισμό διηγήματος το οποίο έπρεπε να έχει ελληνικό θέμα. (105). Σήμερα παρατηρούμε πως δεν ήταν τόσο πρωτοποριακός αυτός ο διαγωνισμός, καθώς δεν είναι ξεκάθαρο τι εννοείται με το ‘διήγημα’. Μόνο η έκτασή του ήταν καθορισμένη. Οι περισσότερες συμμετοχές ήταν σύντομες και από τότε ο όρος έλαβε τη σημασία που έχει σήμερα. Επιπλέον, η έμφαση για θέματα αρχαίας, μεσαιωνικής ή σύγχρονης περιόδου, συνάδει με το ιστορικό μυθιστόρημα και όχι με το σύγχρονο ρεαλισμό που ήταν κυρίαρχος στην τότε πεζογραφία. Το πρακτικό αποτέλεσμα του διαγωνισμού, ήταν η προώθηση και η δικαιολόγηση δύο νεωτερισμών: ο πρώτος αφορά στη νέα φόρμα του διηγήματος και ο δεύτερος στην επιλογή αγροτικού, παραδοσιακού πλαισίου δράσης. Την ίδια εποχή το μυθιστόρημα δίνει τη θέση του στο διήγημα που μέχρι τότε καλλιεργούνταν

Page 46: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

ελάχιστα στην Ελλάδα. Πάντως (106) το λαογραφικό περιεχόμενο έπαιξε σημαντικό ρόλο και στην ποίηση. Ο 19ος αι. είναι για την Ευρώπη η ανακάλυψη και η προσήλωση στις λαϊκές παραδόσεις, βασική αρχή του εθνικισμού. Μέχρι το 1870, οι ελληνικές παραδόσεις που αφορούν στην αρχαιότητα και τον παραδοσιακό τρόπο ζωής, περνούσαν απαρατήρητες από τους Έλληνες. Οι Ραγκαβής, Σολωμός και Βαλαωρίτης αναγνώριζαν τη σημασία του δημοτικού τραγουδιού ως βάση για μια νέα ποιητική, ελάχιστα όμως ενδιαφέρθηκαν για τον τρόπο ζωής, ή τα ήθη και τα έθιμα των ανθρώπων που τα τραγουδούσαν. Η ελληνική Λαογραφία ήταν αντικείμενο ξένων μελετών. Η σύνδεση παράδοσης και αρχαιότητας έγινε το 1850 από το Σπυρίδωνα Ζαμπέλιο και τον Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο, που προσπάθησαν να αποκαταστήσουν την ενδιάμεση Βυζαντινή περίοδο. Μόνο όμως μετά το 1870 άρχισαν οι έλληνες λόγιοι να αναγνωρίζουν πως ο παραδοσιακός τρόπος ζωής ήταν αναγκαίος κρίκος στην πολιτισμική συνέχεια της Ελλάδας. Το ενδιαφέρον αυτό σχετίζεται με την ελληνική αυτοπεποίθηση του 1880 και τα ιδανικά του αλυτρωτισμού. Στην Εστία, πολλοί (107) συγγραφείς λειτουργούσαν ως ερασιτέχνες λαογράφοι. Κοινό χαρακτηριστικό της ελληνικής πεζογραφίας είναι η λεπτομερής αναπαράσταση μιας μικρής, λίγο ως πολύ σύγχρονης παραδοσιακής κοινότητας στο φυσικό περιβάλλον της. Αυτή την έννοια έχουν οι όροι ‘ηθογραφία’ και ‘ηθογραφικός’. Ο ορισμός αυτός, περιγράφει ένα κοινό χαρακτηριστικό της ελληνικής πεζογραφίας χωρίς όμως να υπονοεί ομοιογένεια, είτε στη θεματολογία είτε στα αποτελέσματα. Τα διηγήματα και μυθιστορήματα της περιόδου (108) συχνά ορίζονται ως ρεαλιστικά, σε αντίθεση με την προηγούμενη Ρομαντική περίοδο. Πάντως, αν εξαιρέσει κανείς την Πάπισσα Ιωάννα το μυθιστόρημα ήταν πάντα ρεαλιστικό. Το καινούριο στοιχείο είναι η ειδική πραγματικότητα που επιλέγεται ως περιγραφή και εκεί βρίσκουμε αρκετή ομοφωνία. Η αναζήτηση της αληθοφάνειας δεν υπαγορεύει τη λογοτεχνική απόδοση της υπαίθρου. Κάποιοι συγγραφείς (Δροσίνης) είναι πιο συναισθηματικοί, άλλοι πιο σοβαροί και τονίζουν τις ωμές και σκληρές πτυχές της ζωής που περιγράφουν. Θα δούμε πως η κοινή βάση της λαογραφίας γίνεται βάση εξερεύνησης πέρα από τη λαογραφία και τα στενά όρια του ρεαλισμού. Η συναίνεση αυτή, πιθανόν να είναι το αποτέλεσμα τόσο της εκδοτικής πολιτικής της Εστίας και των προσδοκιών του κοινού, όσο και των προτιμήσεων των συγγραφέων. Υπάρχει μεγάλη ποικιλία στους τρόπους που αξιοποιήθηκε η λαογραφία για την επίτευξη καλλιτεχνικών στόχων (Βιζυηνός, Παπαδιαμάντης, Καρκαβίτσας, Παλαμάς). Στην ουσία οι τρεις πρώτοι, όχι μόνον δεν είναι οι εισηγητές του Ρεαλισμού, αλλά πειραματίζονται αμφισβητώντας τις συμβάσεις της ρεαλιστικής αφήγησης.

Βιζυηνός (109) Η αμφισβήτηση κυριαρχεί στα διηγήματα του Βιζυηνού. Όλα εκτός από ένα δημοσιεύθηκαν στην Εστία. Ο Βιζυηνός όπως και οι περισσότεροι πεζογράφοι είχε ταξιδέψει, είχε σπουδάσει στη Γερμανία φιλοσοφία και ψυχολογία. Δύο έργα του διαδραματίζονται έξω από την Ελλάδα ενώ τα υπόλοιπα τοποθετούνται στη Θράκη, ιδιαίτερη πατρίδα του. Τα έργα του βασίζονται εν μέρει στην αινιγματική αφήγηση (πρωτοπόρος ο Ραγκαβής). Με εξαίρεση του πρώτου (Μεταξύ Πειραιώς και Νεαπόλεως) ακόμα και οι τίτλοι του Βιζυηνού υποδηλώνουν (110) μυστήριο. Σε όλα τα διηγήματα η αφήγηση γίνεται στο πρώτο πρόσωπο και καταλήγει όχι τόσο στην επίλυση του μυστηρίου, όσο στην ανατροπή των προσδοκιών του ήρωα-αφηγητή, μέσα στις οποίες παγιδεύεται και ο αναγνώστης. Η χρήση του σασπένς και οι έντονες αναφορές στην πατρίδα της παιδικής του ηλικίας είναι μόνο τα μέσα για το στόχο του Β. Οι ανορθόδοξες μεταστροφές της πλοκής, ο άμεσος κι εκλεπτυσμένος τρόπος της αφήγησης, οδηγούν τον αναγνώστη σε δρόμους όπου τίποτα δεν είναι αυτό που φαίνεται. Σε δύο διηγήματα, ένα αγόρι μεγαλώνει σαν κορίτσι. Σε κάποιο άλλο, η ηρωίδα περιγράφεται με δεδομένα και αγοριού και κοριτσιού. Η εθνικότητα αμφισβητείται στο Μοσκώβ Σελήμ. Σε τρία, διερευνάται η φύση της ενοχής. Πρόκειται για ψυχολογικές, αινιγματικές ιστορίες όχι μόνο ως προς αυτό που αποκαλύπτουν για τους ήρωες, αλλά και ως προς τι αποκαλύπτουν (111) οι ήρωες στο διήγημα. Η άρτια τεχνική ικανότητα του Βιζυηνού στο παιχνίδι με τις συμβάσεις της ρεαλιστικής αφήγησης, απορροφούν τον αναγνώστη στο λαβύρινθο των αμφιλογιών με συνταρακτικό τρόπο.

Παπαδιαμάντης (111) Την ίδια αμφισβήτηση του Ρεαλισμού συναντάμε και στον Παπαδιαμάντη. Γιος παπά από τη Σκιάθο, δεν είχε καμιά από τις δυνατότητες των προηγούμενων πεζογράφων. Άφησε το Πανεπιστήμιο Αθηνών χωρίς να πάρει πτυχίο κι εργάστηκε ως μεταφραστής γράφοντας ταυτόχρονα δικά του διηγήματα. Είναι ο πρώτος αποκλειστικά επαγγελματίας συγγραφέας. Έτσι, το έργο του δείχνει ευαισθησία ως προς τις προτιμήσεις του κοινού. Από το 1879 έως το 1884, δημοσίευσε σε συνέχειες τρία ιστορικά μυθιστορήματα που κανένα δεν κυκλοφόρησε σε βιβλίο όσο έζησε. Στη συνέχεια (112) έγραψε τη νουβέλα ‘Χρήστος Μηλιόνης’,

Page 47: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

προσπαθώντας να ακολουθήσει τα πρότυπα της Εστίας. Αργότερα ο ίδιος αποκήρυξε αυτό το έργο, που μπορεί όμως να διαβαστεί ως υβρίδιο ρομαντικού, ιστορικού μυθιστορήματος και ηθογραφικού διηγήματος. Η σταδιοδρομία του ξεκινά με το ‘Χριστόψωμο’ μια χριστουγεννιάτικη ιστορία όπως και πολλές που έγραψε αργότερα. Από τα πιο πετυχημένα είναι η ‘Φόνισσα’ που ο ίδιος χαρακτήρισε ως κοινωνικό μυθιστόρημα. Η αφήγησή του (113) είναι τεχνικά άρτια, ιδιαίτερα στο πρώτο μέρος, που αποτελείται από ονειροπολήσεις και διαλογισμούς. Ο τρόπος που διαθέτει ο Παπαδιαμάντης να χειρίζεται θέματα εγκλήματος και τιμωρίας, ατόμου και κοινωνίας, ανθρώπινης και θεϊκής τάξης, είναι τόσο συγκροτημένος, ώστε η ‘Φόνισσα’ διαβάζεται ως κατηγορία για τα κοινωνικά και οικονομικά βάρη των γυναικών, ως διερεύνηση της ψυχολογίας του δολοφόνου αλλά και ως προσπάθεια δικαίωσης των θεϊκών τρόπων στους ανθρώπους. Τα διηγήματά του είναι ρεαλιστικά, καθώς ο ρομαντικός έρωτας και τα ηρωικά ιδανικά προσγειώνονται στη σκληρή πραγματικότητα (114), όπως στο Έρως-Ήρως. Σε πολλά διηγήματα περιγράφει με λεπτομέρειες τη φτώχεια, την απομόνωση και τη σκληρότητα του χειμώνα. Από την άλλη, σε αρκετά διηγήματα υπερβαίνει την κοινωνική, ρεαλιστική απεικόνιση. Πολλά από αυτά, δεν αφηγούνται σύμφωνα με την αλληλουχία αιτίας και αποτελέσματος, αλλά συμπαραθέτουν φαινομενικά ασύνδετα περιστατικά τα οποία καλείται να συνδέσει ο αναγνώστης. Οι κριτικοί επισημαίνουν ποιητικότητα και λυρικότητα στην πεζογραφία του που αποδίδονται συχνά στην ανεκπλήρωτη επιθυμία και την προσήλωση του συγγραφέα στην Ορθόδοξη εκκλησία. Ο Παπαδιαμάντης κατάφερε να παρουσιάσει έναν αυτόνομο και ταυτόχρονα ατελή κόσμο. Το πλήθος των εκκλησιών και των τελετουργιών στο έργο του, συνιστούν μια ανεξιχνίαστη, υπεράνω των πάντων Πρόνοια. (115) Το ίδιο συμβαίνει με το πάθος για τον ανεκπλήρωτο έρωτα ή τη νοσταλγία της χαμένης αθωότητας. Ο συγγραφέας εκμεταλλεύεται τη ρεαλιστική αφήγηση, για να ερμηνεύσει την πραγματικότητα ως ατελή, όπου η νοσταλγία και η στέρηση, τα βάσανα και η πίστη σηματοδοτούν μια πραγματικότητα που δε μπορεί να αναπαρασταθεί ‘ρεαλιστικά’.

Καρκαβίτσας (115) Για τον Ανδρέα Καρκαβίτσα η ηθογραφία ήταν μέσον παρά σκοπός. Ως στρατιωτικός γιατρός, παρατήρησε πολλές παραδοσιακές κοινότητες. Δημοσίευσε πολλά διηγήματα και τρία μυθιστορήματα: τη Λυγερή, το Ζητιάνο και τον Αρχαιολόγο. Λυγερή: αντλεί το θέμα της από την παιδική ηλικία του συγγραφέα και θεωρήθηκε μια ολοκληρωμένη περιγραφή της ελληνικής επαρχίας. Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά. Η ιστορία της κοπέλας που με άλλον είναι ερωτευμένη και άλλον παντρεύεται (116) αντιγράφει την παρακμή του παραδοσιακού τρόπου ζωής. Η τρυφερή κατανόηση του αφηγητή, κρύβει την κατηγορία για τις νέες οικονομικές και κοινωνικές αξίες που επιβάλλονται θριαμβευτικά στους δύο νέους. Η κοπέλα στο τέλος αφομοιώνεται πλήρως στο νέο της ρόλο, ιδιαίτερα όταν μένει έγκυος και είναι η Φύση που συντελεί στη μεταμόρφωσή της. Ο Καρκαβίτσας υπαινίσσεται πως η Φύση καθορίζει τα (117) αισθήματα και τις σκέψεις της Ανθής τόσο ως συζύγου και μητέρας όσο και ως ρομαντικής Λυγερής. Αυτό μας φέρνει πιο κοντά στο νατουραλισμό της Νανάς, η συγγραφή της οποίας βασίζεται στην πεποίθηση πως οι πράξεις του ανθρώπου καθορίζονται από τις φυσικές δυνάμεις. Αυτό φαίνεται καθαρότερα στο Ζητιάνος: ο κόσμος στο έργο αυτό είναι πιο απάνθρωπος. Με τη χρήση της ομιλούμενης γλώσσας – έντονο αγροτικό λεξιλόγιο – ο συγγραφέας πετυχαίνει ακόμα μεγαλύτερη αμεσότητα. Η στεγανή δομή ενισχύει την πορεία από τα αίτια στα αποτελέσματα, τα οποία καμιά ανθρώπινη εκδήλωση δε μπορεί να μεταβάλλει. Ο επαγγελματίας ζητιάνος του τίτλου, έχει σχεδόν υπερφυσική πανουργία και δύναμη. Έχει την ικανότητα να εκμεταλλεύεται τους άλλους, δε μπορεί όμως να διαλέξει το επάγγελμά του ή να αναπτύξει τις ικανότητές του προς άλλη κατεύθυνση. Έχει μάθει από μικρός στην επαιτεία, καθώς κατάγεται από ένα τόσο φτωχό χωριό που έχει στραφεί σε αυτήν για βιοπορισμό. Ο ζητιάνος είναι τρομακτικός, αλλά και θύμα ταυτόχρονα. Η δράση εκτυλίσσεται σε ένα χωριό της Θεσσαλίας, όπου τα πρόσωπα είναι τελείως άβουλα και σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση, τόσο κοινωνικά, όσο και οικονομικά. Ο ζητιάνος εκμεταλλεύεται (118) την απληστία και τη δεισιδαιμονία τους για να κλέψει τα ελάχιστα που έχουν. Όταν ο τελωνειακός Βαλαχάς του επιτίθεται χωρίς λόγο, η εκδίκηση του ζητιάνου είναι μια θεαματική πυρκαγιά στο κονάκι του μπέη που θα τιμωρήσει τους χωρικούς με έξωση. Στο έργο αυτό, ο Καρκαβίτσας αξιοποίησε τη λαογραφία για σκοπούς πέραν της ρεαλιστικής περιγραφής. Θέλησε να τραβήξει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης στο χωριό των ζητιάνων και τη δυσχερή θέση των δουλοπάροικων της Θεσσαλίας, όπως και στις συνέπειες της διαφθοράς των δημοσίων υπηρεσιών και την ανάγκη για κοινωνική μεταρρύθμιση, χρησιμοποιώντας την υπερβολή και τη σάτιρα. Επίσης, προσαρμόζει τις ιδέες του Ζολά στα ελληνικά δεδομένα (119) ερμηνεύοντας έτσι την πραγματικότητα. Τέλος, ο ‘νατουραλισμός’ του έργου, υψώνει τη Φύση σε θεότητα που περιγράφεται απίστευτα όμορφη, αδιάφορη όμως στα ανθρώπινα προβλήματα. Κάποιοι υποστηρίζουν πως ο Καρκαβίτσας παραπέμπει όχι στο

Page 48: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Ζολά, αλλά στην Ιλιάδα. Αρχαιολόγος: αναγνωρίζεται ως αποτυχημένο έργο. Ακολουθεί μεν τη λαογραφία, όμως απαλλάσσεται από τις ρεαλιστικές συμβάσεις. Πρόκειται για αλληγορία, τη σχέση της Ελλάδας με το παρελθόν της και με τους ξένους γείτονες. Έχει τη μορφή λαϊκού παραμυθιού και χάνεται η ισορροπία μεταξύ ρεαλιστικών συμβάσεων και της επιθυμίας υπέρβασής τους. Παραμένει ωστόσο σημαντική μαρτυρία των καλλιτεχνικών στόχων των συγγραφέων που εντάσσονται στους ρεαλιστές. Το έργο αντλεί πράγματα από την εγχώρια λαογραφία, για να ενισχύσει την εθνική ταυτότητα και να καθιερώσει μια λογοτεχνική παράδοση που να βασίζεται σε αυτήν την ταυτότητα. Η αποτυχία του δεν οφείλεται τόσο στις τεχνικές δυσκολίες του όσο στο γεγονός πως κατέδειξε αυτήν την αλήθεια για ολόκληρη την ελληνική ηθογραφία.

Παλαμάς (120) Ο πιο σημαντικός συγγραφέας από αυτούς που έβαλαν στόχο τη σύνδεση της εγχώριας παράδοσης με τις σύγχρονες καλλιτεχνικές εξελίξεις. Εμφανίστηκε μαζί με άλλους που ασπάστηκαν τον Παρνασσισμό. Στη διάρκεια της πορείας του όμως, ο Παλαμάς λειτούργησε έξω από σχολές και κινήματα. Από τους Γάλλους πήρε τη σημασία της μορφής κάτι που τον ακολούθησε σε όλη την πορεία του. Σε αρκετές συλλογές του φαίνεται να στρέφεται στο δημοτικό τραγούδι (Τα τραγούδια της πατρίδας μου, Οι χαιρετισμοί της Ηλιογέννητης, ο Θάνατος του παλικαριού). Στο (121) τέλος του 19ου αι. ο Παλαμάς ξεκίνησε με άρθρα και διαλέξεις που διαμόρφωσαν τον κανόνα της ελληνικής λογοτεχνίας. Πριν ξεκινήσει το ποιητικό του έργο, μελέτησε και αφομοίωσε όλες τις παραδόσεις της χώρας του. Την ίδια περίοδο στη Γαλλία, το προβάδισμα είχαν οι Συμβολιστές. Οι Έλληνες οικειοποιήθηκαν δύο βασικές αρχές του: - ο σκοπός της ποίησης δεν είναι να δηλώνει, αλλά να υποβάλλει, να στρέψει το μυαλό και τα αισθήματα του αναγνώστη προς τις υπερβατικές Ιδέες - ο ποιητής, αφού δει τις υπερβατικές αυτές ιδέες θεωρεί την ταπεινή πραγματικότητα ως τόπο μελαγχολίας και απελπισίας Αυτές οι αρχές και ιδιαίτερα η δεύτερη εμφανίζονται έντονα στο έργο των Μαβίλη, Χατζόπουλου, Γρυπάρη και Πορφύρα, που όμως δε μπορούν να ονομαστούν Συμβολιστές. Η επεξεργασία του Μαβίλη στα σονέτα του, οφείλεται κυρίως στον Παρνασσισμό. (122) Στη σύντομη πορεία του, ο Γρυπάρης φεύγει από τα παρνασσικά σονέτα και καταλήγει στα συμβολικά Ελεγεία που μοιάζουν αρκετά με τα πρώτα ποιήματα του Καβάφη. Αν και ο Παλαμάς δήλωνε πως δεν ανήκει σε αυτό το κίνημα, η ποίησή του τον διαψεύδει, ιδιαίτερα η Ασάλευτη ζωή που περιέχει τις έννοιες της υπερβατικής Ιδέας και άλλα καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα. Ο Νίτσε επηρέασε επίσης τον Παλαμά που είχε περιορισμένη γνώση για το γερμανό φιλόσοφο, κι αυτό φαίνεται στις έννοιες του Υπερανθρώπου και του Θανάτου των Ειδώλων, που έχουν βασικό ρόλο στο Δωδεκάλογο του Γύφτου. Ο Παλαμάς επηρεάστηκε επίσης από το Σοσιαλισμό. Ο ποιητής ήταν δεκτικός σε νέες ιδέες, κάτι που φαίνεται στον υπαινιγμό που προκύπτει από διάφορα γραπτά του και το γεγονός πως η ελπίδα του για το μέλλον δε βρίσκεται στον Υπεράνθρωπο, αλλά στη δύναμη του προλεταριάτου. Με εξαίρεση τις φανερές μαρξιστικές προσεγγίσεις του Γύφτου, οι υπόλοιπες αναφορές του Παλαμά στο θέμα δείχνουν πως δεν ενδιαφερόταν για κανένα κίνημα ή κόμμα αποκλειστικά. Ταξίδεψε ελάχιστα και ποτέ στο εξωτερικό. Μικροαστός, γεννήθηκε στην Πάτρα (123) ορφάνεψε όμως από μικρός και μεγάλωσε με συγγενείς του στο Μεσολόγγι. Οι κριτικοί συχνά επικαλούνται αυτήν του την εμπειρία για να αιτιολογήσουν τη νοσηρή μεμψιμοιρία που διατρέχει την ποίησή του κάτι που βρίσκεται σε αντίθεση με τη ζωντάνια, την ενέργεια και την αισιοδοξία που επίσης χαρακτηρίζει το έργο του της δεύτερης περιόδου. Ήταν μέτριος δημοσιογράφος, υπήρξε Γραμματέας του Πανεπιστημίου Αθηνών και ήταν υποψήφιος δύο φορές για το βραβείο Νόμπελ χωρίς επιτυχία. Πέθανε στην Αθήνα, το 1943. Αν και έγραφε μέχρι τα ογδόντα του η κυριαρχία του στα ελληνικά γράμματα έχει να κάνει με την ποίηση που έγραψε την πρώτη 20ετία του 20ου αι. Ο πυρήνας της Ασάλευτης Ζωής είναι η τριλογία που αποτελείται από τη Φοινικιά, τις Εκατό Φωνές και τον Ασκραίο. Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου και η Φλογέρα του Βασιλιά είναι τα σημαντικότερα (124). Όλα αυτά, φαίνεται να γράφτηκαν σχεδόν ταυτόχρονα και αποτελούν δείγματα μιας πολύπλευρης προσωπικότητας. Τα έργα της ωριμότητας του Παλαμά αναζητούν το καθένα με διαφορετικό τρόπο να δημιουργήσει μια σύνθεση από όλα τα αταίριαστα μεταξύ τους στοιχεία. Η ποίησή του προχωρεί μέσω της αντιπαράθεσης. Ασάλευτη Ζωή : (Φοινικιά) μια ομάδα μικρών λουλουδιών μεγαλώνει κάτω από τον ίσκιο μιας φοινικιάς. Η αντιπαράθεση αυτή υπαινίσσεται άλλες. Ο άνθρωπος και το θείο, ο ποιητής και η τέχνη του. Τα λουλούδια δεν κατανοούν τη φύση και γνωρίζουν πως θα πεθάνουν άσημα (125) αφήνοντας όμως πίσω τους μια λάμψη που θα στολίζει τη μυστηριώδη φοινικιά.Ασκραίος: Δραματικός μονόλογος του Ησίοδου της Άσκρας, μια μοντέρνα εκδοχή των Έργων και Ημερών που

Page 49: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

αρχίζει και τελειώνει με τον αρχαίο ποιητή να παραδίδει το πνεύμα στον άξιο διάδοχό του Παλαμά. Εκατό Φωνές : χωρίζονται σε ενότητες με τον τίτλο ‘Νύχτες’ και παραπέμπουν στη ‘σκοτεινή νύχτα της ψυχής’. Τη θλίψη αυτή αντισταθμίζει η μορφική ποικιλία και το επιγραμματικό τους ύφος. Από όλα αυτά τα ετερόκλητα στοιχεία, η τέχνη υπερβαίνει το διαχωρισμό δημιουργώντας κάτι νέο που τα περιέχει όλα. Ο ανώνυμος Γύφτος του Δωδεκάλογου αντιπροσωπεύει ένα λαό αεικίνητο και πλάνητα που απορρίπτει τα είδωλα του πολιτισμού που είχε καταρρίψει ο Νίτσε. Ο Γύφτος είναι περισσότερο συμβολικός παρά πραγματικός και συμπορεύεται με τον ελληνικό πολιτισμό σε μια καμπή του την παραμονή της Άλωσης (127). Μέσω των προφητικών του δυνάμεων, ο Παλαμάς αντιτάσσει το ζήλο του Γύφτου σε όλα τα ελληνικά είδωλα, την αγάπη, τη θρησκεία, την πατρίδα και ιδιαίτερα τα λείψανα της αρχαιότητας. Παρ’ όλη τη νιτσεϊκή επιρροή, το ποίημα στο τέλος αλλάζει πορεία. Ο Γύφτος βρίσκει ένα βιολί και εμπνέεται έτσι ώστε να δημιουργήσει εκ νέου τα είδωλα που είχε καταρρίψει. Ο νιτσεϊκός Υπεράνθρωπος μεταμορφώνεται σε Υπερκαλλιτέχνη του μέλλοντος και δημιουργεί μια συνθετική τέχνη. Οι 12 Λόγοι και το θέμα θυμίζουν έπος. Θα μπορούσαμε λοιπόν να το χαρακτηρίσουμε ‘συμβολιστικό έπος’. Η Φλογέρα του Βασιλιά : γραμμένο σε επική κλίμακα. Μεγάλο σε έκταση, στερείται όμως την παγκοσμιότητα του Γύφτου. Την παραμονή της επανάκτησης της Κων/λης από τους Φράγκους, οι βυζαντινοί ανακαλύπτουν το τάφο του Βασίλειου του Βουλγαροκτόνου. Η αντιπαράθεση των δύο εποχών σχετίζονται με τις ελληνικές ανησυχίες των αρχών του 20ου αι. Οι σχέσεις με τη (127) Βουλγαρία είναι τεταμένες και η Μεγάλη Ιδέα φαίνεται απόλυτα πραγματοποιήσιμη. Ακολουθώντας μια πηγή, ο Παλαμάς περιγράφει την ανακάλυψη του σκελετού του Βασιλείου, στο στόμα του οποίου ήταν χωμένη μια φλογέρα. Η φλογέρα αυτή γίνεται για τον Παλαμά το φερέφωνο του ποιήματος καθώς η ταπεινότητά του κηρύττει το μεγαλείο του νεκρού αυτοκράτορα. Το ποίημα περιγράφει τη σταδιοδρομία του Βασιλείου με έμφαση όχι στις πολεμικές του νίκες, αλλά στο προσκύνημά του στην Αθήνα, στον Παρθενώνα. Αυτό είναι και το κέντρο του ποιήματος. Η προσευχή στην Παρθένο, την Αθηνά και την Αφροδίτη. Μεγάλο μέρος της Φλογέρας έχει να κάνει με την αντιπαράθεση και την προσπάθεια σύνδεσης των αρχαίων μνημείων με το παρόν, την ειδωλολατρία με το Χριστιανισμό, την Αθήνα με την Κωνσταντινούπολη, την κλασική και τη Βυζαντινή κληρονομιά. Η σύνθεση του ποιήματος δεν είναι μόνο θεματική. Το ύφος είναι πότε επικό, πότε λυρικό και πότε ρητορικό. Συνδυάζει σύγχρονη και βυζαντινή ποίηση, ιδιαίτερα τη δημώδη. Προσπαθεί επίσης (128) να συνδυάσει τα σημαντικότερα ρεύματα: το έπος (αρχαίος κόσμος), το μέτρο και τα υφολογικά στοιχεία (Βυζάντιο), και τη σύγχρονη προφορική παράδοση. Αν σήμερα η Φλογέρα φαίνεται φλύαρη και παραφορτωμένη, είναι το πρώτο ποίημα τέτοιου τύπου και ο Παλαμάς χρησιμοποίησε έναν τελείως δικό του τρόπο. Όπως και το βιολί στο Γύφτο, έτσι και η Φλογέρα αναλαμβάνει το ρόλο του αφηγητή. Τα λόγια της φιλοδοξούν να γίνουν μουσική, που για τον Παλαμά σημαίνει ‘υπηρεσία στην Τέχνη’. Η φωνή που συνδυάζει αρχαίο, βυζαντινό και παραδοσιακό λαϊκό πολιτισμό δεν είναι (129) ανθρώπινη αλλά μιας απλής φλογέρας.

Καβάφης (129) Ο Κ.Π. Καβάφης έφτασε στην ωριμότητά του το 1911 και θεωρείται από πολλούς ο σημαντικότερος ποιητής του εικοστού αι. Αν και το περιβάλλον του Καβάφη και του Παλαμά ήταν διαφορετικό, αντιμετώπισαν και οι δύο το ίδιο πνευματικό κλίμα στην αρχή της ζωής τους. Παρακάτω θα δούμε ομοιότητες και αντιθέσεις μεταξύ των δύο. Και οι δυο έχασαν τον πατέρα τους νωρίς με αποτέλεσμα να περάσουν την παιδική τους ηλικία σε περιβάλλον εκτός σπιτιού, ο Παλαμάς στο Μεσολόγγι, ο Καβάφης στο Λίβερπουλ και το Λονδίνο. Κανείς τους δεν ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για τα ταξίδια. Η μεγαλύτερη διαφορά τους, είναι ότι ο Παλαμάς έζησε και εργάστηκε στην πρωτεύουσα Αθήνα, τη στιγμή που το ελληνικό κράτος προσπαθούσε να επεκτείνει τα σύνορά του, ενώ ο Καβάφης βρέθηκε στην εκτός Ελλάδας ελληνική και κοσμοπολίτικη Αλεξάνδρεια. Το έργο του (130) Παλαμά δημοσιεύθηκε και άσκησε αμέσως επίδραση. Ο Καβάφης εκδόθηκε κυρίως ιδιωτικά στην Αλεξάνδρεια κι εκτός από μια ευνοϊκή κριτική του Ξενόπουλου δεν έγινε γνωστός πριν το 1920. Η ποίηση του Καβάφη ανακαλύφθηκε από τον Άγγλο E.M. Forster που επισκέφθηκε την Αλεξάνδρεια. Παλαμάς και Καβάφης άντλησαν από την Αθηναϊκή Σχολή και το γαλλικό συμβολισμό. Σε αρκετά σημεία των ποιημάτων τους αυτοοικτίρονται. Η μαθητεία τους στον Παρνασσισμό, τους έκανε να βλέπουν την ποίηση ως λεπτοφτιαγμένο απρόσωπο δημιούργημα ενώ έδιναν μεγάλη έμφαση στην τελειότητα της μορφής. Και για τους δυο, το έργο τέχνης έχει υπέρτατες ιδιότητες. Ο στόχος και η δικαίωση του Παλαμά ήταν να δημιουργήσει ‘μουσική’ που θα υπέτασσε τις ατέλειες και τις αντιθέσεις της πραγματικότητας. Για τον Καβάφη, η ‘Τέχνη’ έχει τη δύναμη να κάνει τις ατέλειες της εμπειρίας, τέλειο αισθητικό αντικείμενο. Και οι δύο, στη δύση της δημιουργίας τους, κατέταξαν την ποίησή τους σε τρία είδη: (131) Ο Παλαμάς

Page 50: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

αναφέρεται στους λυρισμούς του ‘εμείς’(εθνικό) του ‘εγώ’ (προσωπικό) και του ‘όλοι’ (παγκόσμιο). Ο Καβάφης τα μοίρασε σε ερωτικά, ιστορικά και φιλοσοφικά. Υπάρχει ιδιαίτερη δυσκολία να απομονωθούν τα φιλοσοφικά ποιήματα του Καβάφη, όπως και τα παγκόσμια του Παλαμά. Είναι καλύτερα να θεωρηθούν τάσεις, παρά κατηγορίες καθώς έχουν περισσότερο άμεση αναφορά, είτε εθνική είτε προσωπική. Παραλληλισμοί μπορούν να γίνουν ανάμεσα στα ερωτικά του Καβάφη και το ‘εγώ’ του Παλαμά όπως και στα ιστορικά του Καβάφη και το ‘λυρισμό του εμείς’ στον Παλαμά. Ο Παλαμάς εκφράζει αισθήματα αόριστης ενοχής και προσωπικής ανεπάρκειας, στοιχείο που θυμίζει τον ‘καταραμένο ποιητή’ των Γάλλων συμβολιστών. Τα ποιήματα του Καβάφη είναι πιο προσωπικά ως προς τη θεματική, με τα ίδια συναισθήματα που μπορεί να οφείλονται στην ομοφυλοφιλία του. Και οι δύο ποιητές εμφανίζονται εξόριστοι από την κοινωνία, κατατρέχονται ως νέοι από τα γηρατειά και οι δύο βρίσκουν διέξοδο στην τέχνη τους. Το παλαμικό ‘εμείς’ παραπέμπει στον εθνικισμό, τη δημιουργία ταυτότητας και τη σύνθεση ολοκληρωμένης παράδοσης. Ο Καβάφης δεν προσπάθησε ποτέ το ίδιο. Στα ιστορικά του ποιήματα (132) επιχειρεί να προσδιορίσει ένα ‘ελληνικό’ παρελθόν που αφορά από την ελληνιστική εποχή μέχρι την Άλωση από τους Τούρκους. Ενδιαφέρεται ελάχιστα για τις αγροτικές παραδόσεις και το τοπίο. Ελάχιστες είναι και οι αναφορές σε κατακτητές όπως ο Βασίλειος Βουλγαροκτόνος. Προτιμά να (133) παρουσιάζει τα πράγματα από τη σκοπιά των ηττημένων. Οι ήρωες του σπάνια είναι Έλληνες, συνήθως κατοικούν σε κοσμοπολίτικες πόλεις και παρουσιάζονται ως ‘κράμα’. Ο Ελληνισμός του Καβάφη συνίσταται στη γλώσσα και τις αισθητικές κυρίως αξίες, που ξεπέρασαν τα όρια της κλασσικής ή σύγχρονης Ελλάδας. Οπότε, τα ιστορικά του ποιήματα είναι τελείως αντίθετα με τα εθνικά του Παλαμά. Πάντως και ο Καβάφης προσπαθεί να διερευνήσει το ιστορικό παρελθόν μέσω της ποίησης και να ερμηνεύσει έτσι, τον πολιτισμό της εποχής του. Η μεγαλύτερη διαφορά του Καβάφη από τους ποιητές του 19ου αι. είναι η ειρωνική αποστασιοποίηση, η παραδοχή (134) πως ο άνθρωπος δεν είναι παντογνώστης, και οι αξίες του είναι σχετικές, κάτι που συνδυάζεται με ανατρεπτικό χιούμορ. Στο παράθεμα που ακολουθεί, βλέπουμε την οξυδέρκεια του ποιητή, που υπονομεύει τις λογοτεχνικές συμβάσεις. «Ο Καβάφης, κατά τη γνώμη μου, είναι ένας υπερμοντέρνος ποιητής, ένας ποιητής των μελλοντικών γενιών. Εκτός από την ιστορική, ψυχολογική και φιλοσοφική αξία το σχολαστικό του ύφος που κάποτε προσεγγίζει τη λακωνικότητα, ο μετρημένος ενθουσιασμός του, που προκαλεί πνευματική συγκίνηση, η σωστή του σύνταξη, προϊόντα μιας αριστοκρατικής προσωπικότητας, η λεπτή ειρωνεία του είναι στοιχεία που οι γενιές του μέλλοντος θα απολαύσουν περισσότερο».Από το 1911 και μετά, η ποίηση του Καβάφη γίνεται λιτή, με κάθε λέξη να ζυγίζεται προσεκτικά έτσι ώστε αρχικά να δίνεται η εντύπωση πεζού λόγου. Αργότερα όμως διαφαίνονται τα ανεπαίσθητα αλλά πλούσια μετρικά σχήματα του ποιήματος. Το θέμα επικεντρώνεται σχεδόν πάντα σε ένα άτομο και τις αντιλήψεις του οι οποίες στην πορεία αποκαλύπτονται ως ευάλωτες και περιορισμένες. (ακολουθεί σχόλιο για το ‘Τα επικίνδυνα’, το Δαρείο)Ο Καβάφης (136) έχει φοβερή αίσθηση της σχετικότητας και της διαφοράς μεταξύ των ατομικών αντιλήψεων από την πραγματικότητα και τα άλλα άτομα. Αυτό είναι και το σημαντικότερο χαρακτηριστικό της απήχησης του ποιητή. Σχηματικά μπορούμε να πούμε πως ο Παλαμάς, αναζητούσε την υπερβατική σύνθεση της τέχνης μέσω των ετερόκλητων στοιχείων, ενώ ο Καβάφης διαθλά την εμπειρία σε (137) αταίριαστα μεταξύ τους στοιχεία.

Αστικό Μυθιστόρημα : Ρεαλισμός, Συμβολισμός, Σοσιαλισμός Αν και στις αρχές του 20ου αι. δεν αναδείχτηκαν συγγραφείς του μεγέθους Βιζυηνού, Παπαδιαμάντη ή Καρκαβίτσα, ή ποιητές όπως ο Παλαμάς και ο Καβάφης, εν τούτοις η παραγωγή χαρακτηρίζεται από νέα ποικιλία που συμβαδίζει με τα ενδιαφέροντα και τα επιτεύγματα των δημιουργών της περιόδου. Στο τέλος του 19ου αι. το ενδιαφέρον επικεντρώθηκε όπως είδαμε στη λαογραφία. Στα πρώτα χρόνια του 20ου, η πεζογραφία ήταν ετερόκλητη. Ο ηθογραφικός ρεαλισμός παρείχε μια βάση, η μεταβολή όμως ήρθε με το μυθιστόρημα που στράφηκε προς την πόλη. Το ενδιαφέρον (138) για την αστική κοινωνία είναι ενδεικτικό των κοινωνικών αλλαγών. Το μυθιστόρημα εστιάζει σε σχέσεις πιο πολύπλοκες από αυτές που δημιουργούνται στα χωριά. Οι πρότεροι συγγραφείς περιγράφουν μεν τη σκληρή αγροτική ζωή, παραμένουν όμως επιφυλακτικοί απέναντι στους νέους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Οι διάδοχοι του Παπαδιαμάντη και το κοινό τους, ενδιαφέρονται για το εξελισσόμενο πρόσωπο της ελληνικής κοινωνίας. Οι πεζογράφοι των αρχών του 20ου αι. χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες : - Εκείνοι που παρουσιάζουν την αστική ζωή σε ευρύ φόντο, χωρίς μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα - Εκείνοι που εστιάζουν στον εσωτερικό κόσμο του ατόμου και υιοθετούν τη Συμβολιστική ποίηση

Page 51: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

- Εκείνοι που απεικονίζουν την κοινωνία με συγκεκριμένο όραμα για το μέλλον της (139)Και οι τρεις κατηγορίες συγγενεύουν με τον προηγούμενο ηθογραφικό ρεαλισμό όσο και μεταξύ τους.

Αστικός Ρεαλισμός : στόχος του είναι η παρουσίαση της αστικής ζωής. Οι πρώτοι Έλληνες πεζογράφοι εκδήλωσαν μια οικειότητα με το αστικό περιβάλλον. Αρκετοί κατάγονταν από μεγάλα αστικά κέντρα (Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, Σύρα) και σπούδασαν στο εξωτερικό. Επίσης, όσο κι αν η θεματική των περισσότερων εκτυλισσόταν στην αγροτική κοινωνία, υπήρχαν αρκετά και στην αστική. Ορισμένοι διηγηματογράφοι και χρονογράφοι, όπως ο Εμμανουήλ Λυκούδης και ο Μιχαήλ Μητσάκης, ασχολήθηκαν με τις αθηναϊκές φτωχογειτονιές, με φωτογραφική αποτύπωση. Και ο Ιωάννης Κονδυλάκης στράφηκε στον αστικό ρεαλισμό και έχει κοινά χαρακτηριστικά με τον ηθογραφικό ρεαλισμό, όπως και άλλοι σύγχρονοί (140) του. Το έργο του ‘Άθλιοι των Αθηνών’, παραπέμπει στο έργο του Ουγκώ, ως έμμεσος φόρος τιμής. Τα έργα του Κονδυλάκη όπως και του Ξενόπουλου, είναι η αντίθεση της μειοψηφίας και αποτελούν τους πρόδρομους του αστικού ρεαλισμού. Απέκτησαν τη σημασία τους πρόσφατα και δε θα έπρεπε να παραβλέψουμε την προσκόλλησή τους στην ηθογραφία της περιόδου. Γρηγόριος Ξενόπουλος : (141) το πρώτο του μυθιστόρημα ‘Άνθρωπος του Κόσμου’ γράφτηκε το 1888. Το ‘Μαργαρίτα Στέφα’, 4 χρόνια αργότερα διαδραματίζεται στη Ζάκυνθο και είναι τοπική ηθογραφία. Στα επόμενα σαράντα χρόνια, η παραγωγή του ήταν ιδιαίτερα πλούσια. Καταγόταν από τη Ζάκυνθο κι είναι ίσως ο μόνος επτανήσιος πεζογράφος. Παρέμεινε αδιάφορος στις ηθογραφικές ενασχολήσεις της Αθήνας και στα μυθιστορήματά του διερεύνησε την περίπλοκη αστική κοινωνία, αλλά και την παράδοση της πατρίδας του. Τα πρώτα μυθιστορήματα τα έγραψε στην Αθήνα πριν κλείσει τα τριάντα. Αντλούσε το υλικό του από την αστική ζωή Αθήνας και Ζακύνθου, και οι ήρωες του ανήκαν σε όλες τις κοινωνικές τάξεις. Οι ιστορίες τους ήταν ρομαντικές ή μελοδραματικές. Επηρεάστηκε από τον Ντίκενς, το Ζολά, αλλά περισσότερο από το Μπαλζάκ. Η αποτύπωση (141) ζωής και ηθών, η προσήλωση στο άστυ και η τεχνική αρτιότητα, δίνουν ιδιαίτερη σημασία στο έργο του. Ο Ξενόπουλος ήταν επαγγελματίας συγγραφέας και υπέστη κριτική για προχειρότητα κι επανάληψη. Το γεγονός πως το έργο του παρέμεινε δημοφιλές, εμπόδισε την κριτική επανεκτίμησή του. Από το 1984 τα έργα του άρχισαν να κυκλοφορούν κι αυτό δείχνει το ενδιαφέρον του κοινού. Η διερεύνηση των κοινωνικών ζητημάτων, ο αυστηρός επαγγελματισμός του και η παραδοχή του πως το μυθιστόρημα είναι κυρίως ψυχαγωγικό μέσο, τον τοποθετούν στην ανάκαμψη του μυθιστορήματος από το 1960 και μετά.

Ο Συμβολισμός και ο Εσωτερικός Κόσμος του Ατόμου: ο εσωτερικός κόσμος του ήρωα δεν είναι κάτι άγνωστο για το ελληνικό μυθιστόρημα. Ο Παπαδιαμάντης (143) υπήρξε δεξιοτέχνης στην καταγραφή των σκέψεων και των αισθημάτων των ηρώων του. Θεωρούνται μάλιστα καθρέφτης του περιβάλλοντός τους. Η διερεύνηση του ψυχολογικού και πνευματικού πεδίου, καθώς και η υποκειμενικότητα του ατόμου, είναι χαρακτηριστικά του Μοντερνισμού. Πρόδρομός του ήταν ο Κωνσταντίνος Χατζόπουλος, υποστηρικτής και της Συμβολικής Ποίησης. Ο Χατζόπουλος δημοσίευσε διηγήματα ηθογραφικού χαρακτήρα αλλά έγινε γνωστός για δυο μυθιστορήματα. Ο Πύργος του Ακροποτάμου : η ιστορία τριών ορφανών κοριτσιών που μεγαλώνουν στον ερειπωμένο πατρικό πύργο, ανίκανα να επικοινωνήσουν με τον έξω κόσμο. Στο τέλος εξαθλιώνονται σωματικά και συναισθηματικά. Το σκηνικό έχει κάποια σχέση με τον ηθογραφικό ρεαλισμό, ενώ η καχυποψία και η έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των κοινωνικών στρωμάτων αποκλείει ένα ευτυχές τέλος, προαναγγέλλοντας το σοσιαλιστικό μυθιστόρημα (144). Η επιτυχία του Χατζόπουλου, έγκειται στην απόδοση των ρευστών διαθέσεων και αντιλήψεων των κοριτσιών, μέσα στην παθητικότητα και τη θλίψη. Φθινόπωρο : ερωτική ιστορία, πληκτική, χωρίς αρχή και τέλος. Τοποθετείται σε μια παραθαλάσσια πόλη το φθινόπωρο κι εκείνο που μένει στον αναγνώστη είναι η ασαφής και ανεκπλήρωτη λαχτάρα των ηρώων να εκφραστούν και να ζήσουν όπως επιθυμούν. Ο τίτλος υποδηλώνει την απώλεια και το ξόδεμα δυνάμεων όχι μόνο της ζωής των ηρώων αλλά και της μικροαστικής τους κοινωνίας. Το φθινόπωρο χαρακτηρίζει αρκετά την ποιητική παραγωγή της περιόδου. Η ποίηση αυτή έχει δεσμούς με το Γαλλικό Συμβολισμό. Τα δυο αυτά έργα, προαναγγέλλουν ριζοσπαστικούς νεοτερισμούς στο μυθιστόρημα.

Το Ιδεολογικό Μυθιστόρημα Εδώ ο συγγραφέας, άμεσα ή έμμεσα δίνει την εντύπωση πως υποστηρίζει την άποψη που περιγράφει, άσχετα αν αυτή προβάλλεται. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν (145) τα τρία μυθιστορήματα του Ίωνα Δραγούμη, ‘Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα’ που αναφέρεται στους μακεδονικούς αγώνες, όπως και το Στον καιρό του Βουλγαροκτόνου: της Πηνελόπης Δέλτα. Το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στην ενίσχυση του ελληνικού φρονήματος και τον αγώνα ενάντια στη Βουλγαρία. Πάντως, η σημαντικότερη εξέλιξη είναι η διείσδυση της σοσιαλιστικής συνείδησης στο μυθιστόρημα. Ο

Page 52: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Παλαμάς είχε επηρεαστεί από αυτές όπως και ο Κονδυλάκης, ο Ξενόπουλος, ο Χατζόπουλος και κυρίως ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης : Αριστοκρατικής καταγωγής, σπούδασε στη Γερμανία και πολέμησε στην Κρητική επανάσταση. Ήταν ένθερμος σοσιαλιστής και απαρνήθηκε την περιουσία του στην Κέρκυρα. Η σταδιοδρομία του ξεκίνησε (146) ηθογραφικά και τα πρώτα του διηγήματα είναι ωμά και καταγράφουν την ανθρώπινη αθλιότητα. Έχει ως βάση το Ζητιάνο και προαναγγέλλει τους Μυριβήλη και Καζαντζάκη. Τα 4 μυθιστορήματά τους είναι πολύ διαφορετικά μεταξύ τους, με έκδηλες τις σοσιαλιστικές του απόψεις και τον υπαινιγμό πως οι άνθρωποι θα μπορούσαν να κάνουν τις ζωές τους διαφορετικές. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι πορείες των ηρώων του να γίνονται ακόμα πιο τραγικές, όταν ακολουθούν τη μοιραία κοινωνική πορεία τους. Τα έργα αυτά συνδέουν την ηθογραφία με την αγροτική παράδοση και το αστικό μυθιστόρημα. Τα δύο διαδραματίζονται στο χωριό και τα δύο στην πόλη. Ο Κατάδικος : με κέντρο έναν παραδειγματικό κεντρικό ήρωα και πλούσια ρεαλιστική απεικόνιση. Στον Κατάδικο αναγνωρίσθηκε συγγένεια με τον Ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι. Η Ζωή και ο Θάνατος του Καραβέλα: κι εδώ υπάρχει κεντρικός ήρωας, που εκφράζει ότι πιο σκληρό και διεστραμμένο έχει η ανθρώπινη φύση. Είναι όμως δεξιοτεχνικός (147) ο τρόπος με τον οποίο η ροπή του ήρωα προς το κακό γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης κυρίως από τα αδέρφια του, που του στερούν την περιουσία και τη ζωή του. Η Τιμή και το Χρήμα: Το πρώτο αστικό μυθιστόρημα του Θεοτόκη. Αφορά τον έρωτα ενός ξεπεσμένου αριστοκράτης και μιας εργαζόμενης κοπέλας από την εργατική τάξη. Σκλάβοι στα δεσμά τους: εκφράζει μια κοινωνία που έχει αλλάξει μετά την προσάρτηση των Επτανήσων με την Ελλάδα και τις σοσιαλιστικές αντιλήψεις του συγγραφέα (148). Ο ήρωας πεθαίνει από φυματίωση και ερωτική απογοήτευση, όταν η αριστοκράτισσα αγαπημένη του θυσιάζει την αγάπη της για να βοηθήσει την οικογένειά της που παρουσιάζεται με αδέξια και άτονη υπερηφάνεια. Η περιγραφή της παρακμής τους είναι οξυδερκής, φαίνεται όμως η περιφρόνησή τους προς την ανερχόμενη αστική τάξη. Στην τάξη αυτή ανήκουν ο μεμψίμοιρος τοκογλύφος και ο γιατρός που κλέβει την αγαπημένη του ήρωα, την περιουσία της οικογένειάς της και ανέρχεται πολιτικά μέσω ενός διεφθαρμένου μηχανισμού. Το μυθιστόρημα διαθέτει κομψότητα ύφους και δομής. Χρησιμοποιείται ευθύς λόγος, γοργές περιγραφές και περίπλοκες προτάσεις τύπου Προυστ. Επίσης, αξιοποιεί την τεχνική του leitmotiv, της επαναλαμβανόμενης φράσης που δημιουργεί συνειρμούς. Το ίδιο ύφος σφραγίζει ολόκληρο το μυθιστόρημα. Όλα διαδραματίζονται κατά τη διάρκεια ενός έτους. Η πρώτη και τελευταία σκηνή περιγράφουν την αρρώστια του ήρωα, στην πρώτη αναρρώνει ενώ στην τελευταία πεθαίνει. Ακόμα και οι λέξεις είναι ίδιες. Πέρα από αυτές (149) τις τεχνικές, που αρκούν για να χαρακτηρίσουν το Σκλάβοι στα Δεσμά τους ένα από τα πιο διαμορφωτικά ελληνικά μυθιστορήματα, παραπέμπει και στα αστικά μυθιστορήματα του 1930, κυρίως στην Αργώ. Ο χαρακτήρας του ήρωα και η τύχη του, παραπέμπουν στο Πλούσιοι και Φτωχοί του Ξενόπουλου, χαρακτήρας που καθιερώνεται στο μυθιστόρημα του 20ου αι. Ο νεαρός σοσιαλιστής που δεν μπορεί να πραγματοποιήσει τις ιδέες του και τελικά γίνεται θύμα. Αυτό υπάρχει σε πολλές εκδοχές. Με τη μετατροπή του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος σε Κομουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, ο σοσιαλισμός εμφανίζεται όλο και πιο συχνά στα μυθιστορήματα. Ο Δημοσθένης Βουτυράς επέκτεινε το λαογραφικό διήγημα όπως ο Χατζόπουλος. Σε πολλά μυθιστορήματά του, περιγράφει την αστική φτώχεια με πεσιμισμό και αγανάκτηση. Παρ’ όλη την παραγωγή του ο Βουτυράς αγνοήθηκε μέχρι το 1994. Κώστας Παρορίτης : εμφανώς ρεαλιστικότερα μυθιστορήματα και διηγήματα, όπως και ο Πέτρος Πικρός (ψευδώνυμο Γκόρκυ), του οποίου το μυθιστόρημα ‘Χαμένα Κορμιά’ απεικονίζει μέσω του ρεαλισμού την αστική υποκουλτούρα των χασισοπότηδων, των πορνείων και των φυλακών από όπου αναδείχθηκε το ρεμπέτικο. Το 1920 εμφανίζονται συγγραφείς με εμφανή τάση φυγής. Φώτης Κόντογλου: (151) Ο πρώτος από τους πρόσφυγες συγγραφείς που καθιερώθηκε στη νέα πατρίδα. Με το Pedro Cazas απομακρύνεται από την έμφαση στο ελληνικό περιβάλλον. Πρόκειται για μια απόκοσμη ιστορία με κυνηγούς θησαυρών και πειρατές Ισπανικής και Πορτογαλικής καταγωγής. Εδώ ο Κόντογλου δείχνει το θαυμασμό του στον Ντεφόε και άλλους συγγραφείς περιπετειών. Ωστόσο η φυγή του έχει και σοβαρή πλευρά καθώς δεν απομακρύνεται τόσο από τον καιρό του όπως φαίνεται. Το έργο του, διαθέτει περιπετειώδεις ιστορίες και περιγραφές μακρινών χωρών, ή νοσταλγικές περιγραφές από τη Μ. Ασία. Οι τελευταίες δεν αποδίδονται τόσο ρεαλιστικά, όσο με τα χρώματα ενός επίγειου παράδεισου. Σημαντικό ρόλο στο έργο του παίζει η θρησκεία (ήταν άλλωστε εξαιρετικός αγιογράφος). Ο Κόντογλου απογυμνώνει τον άνθρωπο αγγίζοντας την πρωτόγονη φύση του. Θράσος Καστανάκης : από την Κωνσταντινούπολη, έζησε κυρίως στο Παρίσι (152). Απομάκρυνε το μυθιστόρημα από το αποκλειστικά ελληνικό σκηνικό, μεταφέροντάς το σε σύγχρονους χώρους εκτός Ελλάδος. Δεν ήταν νεοτερικός στην τεχνική του, αλλά υπενθύμιζε πως η Ελλάδα ήταν μέρος ενός μεγαλύτερου κόσμου

Page 53: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

στον οποίον θα μπορούσε να παίξει κάποιο ρόλο.

Το γλωσσικό ζήτημα (384) Το 1880 κορυφώθηκε η γλωσσική διαμάχη που κινήθηκε ως προς τη λογοτεχνική ανανέωση. Το έργο ‘Οι Γλωσσικές Παρατηρήσεις αναφερόμεναι εις την νέαν ελληνικήν γλώσσαν’ του Κ. Κόντου, δημιούργησε νέες εντάσεις. Ο Κόντος εξέτασε τα διλήμματα των οπαδών του Κοραή που προσπαθούσαν να γράψουν σε ‘διορθωμένη’ γλώσσα. Ο Κόντος προώθησε τις οδηγίες του Σούτσου και του Ασωπίου με την ισορροπία του Κοραή να γέρνει προς την αρχαία γλώσσα εις βάρος της σύγχρονης. Οι παρατηρήσεις του (385) έδειξαν πως δε μπορούσε να αποδειχθεί τι ήταν σωστό. Δεν υποστήριξε αντικατάσταση του δημοτικού συστήματος αλλά λειτούργησε τμηματικά, κυρίως σε επίπεδο λέξης. Δημιουργήθηκε έτσι ένα αδιέξοδο καθώς αν κάθε λέξη αντικαθίστατο από την αντίστοιχη αρχαία, το σύνολο δε θα ήταν ούτε κατανοητό, ούτε καλοσχηματισμένο. Αυτό έφερε αρκετές αντιδράσεις. Π.χ. ο Βεναρδάκης επιχειρηματολόγησε υπέρ της επιστροφής στον πραγματισμό του Κοραή. Ο Ροΐδης υποστήριξε την ομιλούμενη, αν και ο ίδιος έγραφε σε κομψή καθαρεύουσα.

Το έργο του Ψυχάρη (386) ‘Το ταξίδι μου’ επηρέασε το γλωσσικό ζήτημα περισσότερο από κάθε άλλο. Ήταν έλληνας της διασποράς, με σπουδές κλασικής φιλολογίας και μόρφωση από την Κωνσταντινούπολη και το Παρίσι. Το έργο του είναι η αφήγηση μιας επίσκεψης στην Κωνσταντινούπολη, στη Χίο και την Αθήνα. Αν και χαρακτηρίζεται μυθιστόρημα, το Ταξίδι μου δεν έχει σαφή ειδολογική ταυτότητα. Ο Ψυχάρης (387) υπερασπίζεται τη δημοτική ενώ πολλά από τα επιχειρήματά του δεν είναι καινούρια. Εξαιρεί τη δάνεια μετάφραση και την υπερδιόρθωση. Αφιερώνει αρκετά μεγάλο μέρος του βιβλίου στη φωνολογία, θεωρώντας πως το φωνολογικό σύστημα της Ελληνικής έχει αλλάξει ριζικά από την αρχαιότητα. Βασίστηκε στην αρχή ότι η σταδιακή και η συστηματική αλλαγή, είναι αναπόσπαστο στοιχείο όλων των ζωντανών γλωσσών. Η προσήλωση του Ψυχάρη στη δημοτική δεν αποδυναμώνει το δεσμό αρχαίας (388) και σύγχρονης γλώσσας καθώς θεωρεί πως η απόδειξη ύπαρξης της αρχαίας γλώσσας είναι η αλλαγή της από την αρχαιότητα. Υποστήριζε επίσης πως η ζωντανή γλώσσα είναι ένα ολοκληρωμένο σύστημα αν και παραδεχόταν πως υπήρχαν προβλήματα στην καταγραφή της ως γραπτή. Ο Κοραής επεδίωξε να κάνει τη σύγχρονη γλώσσα να μοιάζει με την αρχαία στη γραπτή της μορφή. Ο Ψυχάρης πρότεινε να προσαρμόζονται τα αρχαία δάνεια όσο μπορούσαν στη δημοτική. Πρακτικά, συστηματοποίησε την ομιλούμενη με αποτελέσματα προγραμματικά και εξαρτημένα από την αρχαία.

Έκτωρ Κακναβάτος (260) Ένα στοιχείο που τον διαφοροποιεί από τους συγχρόνους του, είναι ότι στα πρώτα του ποιήματα, δεν κάνει καμιά άμεση αναφορά στις συνθήκες της εποχής (1943). Οι τίτλοι των ποιημάτων του, παραπέμπουν στα ιδιαίτερα ενδιαφέροντά του, μουσική και επιστήμη. Στο ποίημα Fuga που μπορεί να σημαίνει και τη φούγκα και τη φυγή, οι στίχοι αποτελούν φλογερές προσευχές στην αρχαία θεά του έρωτα, Αστάρτη. Η αναζήτηση του Κακναβάτου ήταν έντονη, εντατική, πάντα αφηρημένη κι αφορά στη διάλυση του οικείου κόσμου. Επιχειρεί – μαζί με άλλους – να ξεπεράσει το νοητικό όριο που διαχωρίζει το εγώ από αυτό που το εγώ παρατηρεί. Με την υπερρεαλιστική τεχνική της κατάργησης των ορίων για χάρη μεγαλύτερης ελευθερίας, ο Κακναβάτος αναζητά τα νήματα αυτά που συνδέουν και συγκρατούν το σύμπαν, το παρόν και το παρελθόν.

Νίκος Καρούζος : είναι πολύ δύσκολο να ενταχθεί σε κατηγορίες. Υποστήριζε την Αριστερά κατά τον εμφύλιο, απέφευγε όμως τη φανερή δέσμευση και τη δημόσια έκφραση των σύγχρονών του. Δέκα χρόνια πριν πεθάνει, αποκήρυξε το Μαρξισμό ενώ η σχέση του με το ρεύμα του Υπερρεαλισμού είναι ασαφής. Χαρακτηρίσθηκε θρησκευτικός (261) και φιλοσοφικός ποιητής. Παρά τη συχνή αναφορά του στην ορθόδοξη παράδοση, προσπαθεί να καταδυθεί περισσότερο στα υπαρκτά αντικείμενα παρά να τα υπερβεί. Η πορεία του σταδιακά έγινε μοναχική. Είχε ακλόνητη, αν και ταπεινή πίστη στην προσωπική τέχνη του ποιητή. Η πίστη αυτή, μοιάζει να αμφισβητείται στα επόμενα ποιήματά του. Η ποίησή του (262) αποτίει φόρο τιμής στον Παπαδιαμάντη και τον Καβάφη. Ο λόγος του είναι πυκνός και συχνά χρησιμοποιεί παρηχήσεις. Στην πιο πρόσφατη ποίησή του, κυρίαρχη φιγούρα είναι η Σελήνη.

Στρατής Τσίρκας : (303) η τριλογία του Τσίρκα ‘Ακυβέρνητες Πολιτείες’ πραγματεύεται πολεμικές μαρτυρίες με πιο πολύπλοκες αφηγηματικές τεχνικές από ότι άλλοι συγγραφείς, ενώ βλέπει τα πράγματα από Αριστερή γωνία. Ο τίτλος παραπέμπει σε ένα ποίημα του Σεφέρη, το οποίο έγραψε εξόριστος στην Αίγυπτο. Κάθε μυθιστόρημα εκτυλίσσεται σε διαφορετική πόλη κατά τη διάρκεια του 2ου παγκοσμίου πολέμου. Ήρωας είναι ο Μάνος Σιμωνίδης, μαρξιστής Άμλετ ευγενικός και με ερευνητικά αισθήματα, που δυναμιτίζουν την κομματική του πειθαρχία. Στο χωνευτήρι της Μ. Ανατολής, τα ιδανικά του δοκιμάζονται. Βρίσκεται ανάμεσα

Page 54: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

στην αδιαλλαξία του κομματικού αφεντικού του και τη γοητεία των Ευρωπαίων που γνωρίζει, ενώ ταυτόχρονα σιχαίνεται τη ματαιότητά τους. Τα βιβλία ανήκουν στην αστική μυθιστοριογραφία, αποδίδουν ολοκληρωμένα τον τόπο και την εποχή κι έχουν ιδιαίτερα μεγάλο πλήθος προσώπων. Πέρα από την έκτασή τους, τα μυθιστορήματα ξεχωρίζουν τόσο στο χειρισμό της οπτικής γωνίας όσο και στη χρήση του μυθιστορηματικού χρόνου. Η οπτική γωνία διαιρείται σε τρία πρόσωπα. Ο ήρωας Μάνος, αφηγείται την ιστορία από τη δική του οπτική γωνία σε πρώτο πρόσωπο. Οι ιστορίες των άλλων κύριων ηρώων παρουσιάζονται από έναν παντογνώστη αφηγητή σε τρίτο πρόσωπο. Στα δύο από τα τρία μέρη, ο Τσίρκας χρησιμοποιεί τον τρόπο της δευτεροπρόσωπης αφήγησης, από την εξόριστη Φράου Άννα και τον απογοητευμένο Παράσχο. Σε όλα τα (304) βιβλία, οι οπτικές γωνίες διαδέχονται η μια την άλλη και αντιστοιχούν στα δύο από τα τρία γραμματικά πρόσωπα. Ο συγγραφέας πετυχαίνει έτσι την καθολικότητα της αφηγηματικής φωνής και την πολυπλοκότητα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής που υποδηλώνεται και στον κύκλο της τριλογίας. Ο Τσίρκας επιδιώκει να απεικονίσει τη θεμελιώδη σχετικότητα της αντίληψης και της εμπειρίας, όπως έκανε ο Λώρενς στο Αλεξανδρινό Κουαρτέτο και ο Καβάφης. Η αίσθηση της σχετικότητας επηρεάζει και το χειρισμό του χρόνου. Δίνεται μεγάλη σημασία στην ιστορική εξέλιξη. Αναφέρονται με συνέπεια και ακρίβεια τα γεγονότα του Β’ Παγκοσμίου πολέμου που οδήγησαν στον Εμφύλιο. Χάρη στον Καβάφη, ο Τσίρκας έχει πανοραμική άποψη του Ελληνισμού και της ιστορίας του. Από το Σεφέρη παίρνει το ενδιαφέρον για τη χρήση του μύθου που αποδεικνύει την κυκλική ροή της ιστορίας. Καθώς τέτοιου τύπου προβληματισμοί δύσκολα γίνονται αποδεκτοί από τη μαρξιστική αντίληψη, στα βιβλία εκφράζονται από τους Άγγλους ήρωες της ανώτερης τάξης. Ο ήρωας τους θαυμάζει αλλά στο τέλος τους απορρίπτει. Η κυκλική αυτή αντίληψη της Ιστορίας, αντανακλάται και στη δομή αυτών των μυθιστορημάτων. Κάθε ένα ξεκινάει με βάση έναν αρχαίο μύθο, η πλοκή του οποίου επαναλαμβάνεται. Λέσχη : Διαδραματίζεται στην Ιερουσαλήμ, ζωντανεύει το προπατορικό αμάρτημα και ο ήρωας προβάλλεται ως μυθικός, πρωτόγονος και φιλήδονος Αδαμ. Αριάγνη : σύγχρονη εκδοχή του λαβύρινθου και του μίτου της (305)Αριάδνης. Νυχτερίδα : διατρέχεται από τις ύπουλες μεταμορφώσεις ενός σύγχρονου ΠρωτέαΟι δύο διαφορετικές απόψεις, η Ιστορία ως αλληλουχία αιτίου και αποτελέσματος και η Ιστορία ως ανακύκληση, δίνουν την ευκαιρία στο συγγραφέα να εμβαθύνει στη σχετικότητα αλλά και τη νέα αφηγηματική τεχνική που απαιτεί το θέμα.

Στη δεκαετία του ’60 ανήκουν και άλλες ‘μαρτυρίες’ που οι περισσότερες δραματοποιούν τον Εμφύλιο και τα κατοπινά του χρόνια.Η κάθοδος των εννιά, του Γρηγόρη Βαλτινού έχει τη γλώσσα και το ύφος ενός χωρικού. Μιλάει για τα βάσανα μιας ομάδας που ‘εκκαθαρίστηκε’ στο τέλος του Εμφύλιου. Ο Λοιμός, του Ανδρέα Φραγκιά, είναι το χρονικό της ζωής των πολιτικών κρατούμενων στη Μακρόνησο. Αλλόκοτα και μακάβρια συμβάντα, αφηγούνται με απρόσωπο και ανέκφραστο ύφος. Τα κύρια ονόματα αποφεύγονται δίνοντας έτσι την κοινοτικής εμπειρίας

Κώστας Ταχτσής : (312) οφείλει τη φήμη του στο Τρίτο Στεφάνι. Είναι αποκλειστικά αστικός συγγραφέας και εξαιρετικός στην ρεαλιστική απόδοση ‘παραδοσιακών ηρώων’ μέσα σε αστικό περιβάλλον που επηρεάζει τη ζωή τους. Το Τρίτο Στεφάνι αφηγείται την ιστορία δύο μανάδων που υπήρξαν θύματα των κοινωνικών συμβάσεων. Ο τόνος είναι ανάλαφρος και το ύφος ζωντανό. Υπάρχει επίσης μια βαθιά αίσθηση του χιούμορ – σπάνιο στην ελληνική λογοτεχνία.

Γιώργος Ιωάννου: διακρίνεται κι αυτός από χιούμορ, υπόγειο όμως και μελαγχολικό. Από τη συλλογή διηγημάτων του Για ένα φιλότιμο, με ασαφή το είδος και το μέγεθος εξελίσσεται σε άψογο διηγηματογράφο στη συλλογή (313) Η μόνη κληρονομιά. Αφηγητής είναι ένας έφηβος που αναφέρει προσωπικές εμπειρίες του συγγραφέα. Ο Ιωάννου εκφράζει ένα θλιμμένο παράπονο για τις ανθρώπινες ιδιοτροπίες. Εφαρμόζοντας την καβαφική ειρωνεία, δε χάνει το χιούμορ του. Η ενασχόλησή του με το δημοτικό τραγούδι, του έδωσε πυκνό λόγο και ξαφνικές, δραματικές αλλαγές.

Μένης Κουμανταρέας: στα πρώτα του έργα διακρίνουμε αστικά στοιχεία ‘ηθογραφικού ρεαλισμού’. Το ’60 έγραψε κυρίως διηγήματα (Τα Μηχανάκια) με πυρήνα το μικρόκοσμο της αστικής γειτονιάς. Στα μυθιστορήματά του προσπάθησε να ξεφύγει από αυτό το θεματικό πλαίσιο (Ο ωραίος λοχαγός). Ο Κουμανταρέας ασχολείται με την κλειστοφοβική επίδραση του κοινωνικού περιβάλλοντος στο άτομο. Συμπνέει έτσι με τον Ταχτσή και τον Ιωάννου, στην κοινή φροντίδα για προβολή της φύσης των αστικών κοινοτήτων και το ρόλο τους στη διαμόρφωση του ατόμου. Ο Κουμανταρέας εστιάζει περισσότερο στο άτομο,

Page 55: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

ως απόγονος του Τερζάκη. Η Ποίηση στα 1930 (199)Η δεκαετία αυτή υπήρξε για την ποίηση το ίδιο παραγωγική και νεοτερική όπως και η πεζογραφία. Η στροφή της τελευταίας δεν επηρέασε την ποίηση, που θεωρήθηκε ενιαία μέχρι την είσοδο της Ελλάδας στο Β’ Παγκόσμιο. Αυτό δε σημαίνει πως ήταν και ομοιογενής στο σύνολό της. Η κριτική της εποχής έκανε αυστηρή διάκριση μεταξύ του ‘καρυωτακισμού’ και των πιο αισιόδοξων ποιητών. Η αισιοδοξία εξέφραζε τη ρήξη με το άμεσο παρελθόν και συνδεόταν με καινοτομίες στην τεχνοτροπία που προέρχονταν από τον ευρωπαϊκό Μοντερνισμό και αποδίδονται με τον ελληνικό όρο ‘πρωτοπορία’. Κατόπιν εορτής, αυτό που αποδεικνύεται είναι η χρήση ή όχι της παραδοσιακής μετρικής. Σε αυτήν την περίοδο επικρατεί ο ελεύθερος στίχος. Στα 1930 με μερικές εξαιρέσεις, ο ελεύθερος στίχος αποτελούσε εκκεντρικότητα, το 1940, όλοι οι σημαντικοί ποιητές γράφουν σε ελεύθερο στίχο. Η τήρηση της παράδοσης, συναρτάται άμεσα με τη θεματική κληρονομιά του Καρυωτάκη και του Ύστερου Συμβολισμού. Οι νέες στιχουργικές μορφές συμβαδίζουν με νέες θεματικές αναζητήσεις, χωρίς όμως να χαρακτηρίζονται αισιόδοξες. Αυτό συμβαίνει στον Ελύτη και τον Εμπειρίκο, όπως και στο Σικελιανό. Καταλαβαίνουμε έτσι πως η πλειοψηφία των ποιητών που έγραφαν σε ελεύθερο στίχο δεν ήταν κατ’ ανάγκην αισιόδοξοι, όπως και όσοι χρησιμοποιούσαν το παραδοσιακό μέτρο δεν ήταν εξ’ ορισμού απαισιόδοξοι.

Η Πεζογραφία στη διάρκεια της Δικτατορίας και της Κατοχής (1936-1944) (220) Η ελληνική πεζογραφία άλλαξε πολύ, ως αποτέλεσμα της οπισθοδρόμησης των συγγραφέων, που απάντησαν έτσι στις νέες συνθήκες και ιδιαίτερα στη λογοκρισία. Η αλλαγή αυτή, μπορεί να μην οφείλεται μόνο στην άρνηση ή την αδυναμία των συγγραφέων να αντιμετωπίσουν τη δυσάρεστη πραγματικότητα, αλλά και στην ανάγκη να καθιερωθεί μέσα από τη λογοτεχνία μια νέα αντίληψη, διαφορετική και από τη Μεγάλη Ιδέα, όσο και από τον κομμουνισμό. Έτσι δε μπορούμε να πούμε με σιγουριά πως οι πεζογράφοι βρίσκονταν σε σύγκρουση με το καθεστώς. Άλλωστε, η πολιτική κρίση (221) ίσως ήταν αποτέλεσμα μιας παρόμοιας αναζήτησης, αν και πολιτικά, έχει στόχο τη διαμόρφωση μιας νέας, σταθερής ιδεολογίας που εφαρμόζεται στη ρεαλιστική πολιτική. Κοινός παρανομαστής αυτής της περιόδου, ήταν η προσπάθεια να δημιουργηθεί μια νέα εθνική ταυτότητα, για αυτό και χρησιμοποίησε τις κριτικές και ιδεολογικές συζητήσεις της δεκαετίας του’ 30. Η πεζογραφία ήρθε πιο κοντά στην ποίηση, και αντανακλά την αλλαγή και στην οικονομική προοπτική. Η στροφή της πεζογραφίας στο ιστορικό παρελθόν και το σύγχρονο τοπίο, προς εύρεση θεμάτων, βρίσκεται μέσα στο πνεύμα των καιρών, καθώς η Ελλάδα προσπαθούσε να εξασφαλίσει την οικονομική της αυτάρκεια.

Ποιητές του Πολέμου : Η Γενιά του ’30 (233) Στα χρόνια του πολέμου, οι προβληματισμοί που απασχόλησαν τους ποιητές ήταν η αναβίωση της παράδοσης, όπως συνέβη και με τους πεζογράφους. Αυτό ισχύει κυρίως για τους ποιητές που άρχισαν να δημιουργούν την προηγούμενη δεκαετία. Σε όσους άρχισαν αυτήν τη δεκαετία, βρίσκουμε σαφείς διαφορές. Η ποίηση των μεγαλύτερων, μπορεί να θεωρηθεί εξέλιξη έως και κορύφωση των τάσεων που δημιούργησαν οι ίδιοι νωρίτερα. Η εξέλιξη αυτή, είχε στενούς δεσμούς με την πεζογραφία της περιόδου. Οι νεότεροι, αδιαφόρησαν πλήρως για αυτήν την κοινή προοπτική. Συνέχισαν να χρησιμοποιούν τον ελεύθερο στίχο, και να ακολουθούν το ύφος και το περιεχόμενο του Ελύτη και του Σεφέρη. Στην ποίηση, (και στην πεζογραφία) η αναμέτρηση με το παρελθόν του Ελληνισμού έχει διαφορετικές μορφές και αποτελέσματα. Η επιστροφή στις ρίζες δεν έχει ως κίνητρο τη φυγή από τη σκληρή πραγματικότητα. Τα ‘ρεαλιστικά’ στοιχεία της ποίησης επικρίθηκαν στην πεζογραφία. Αυτό πιθανόν να οφείλεται στους κριτικούς που ήταν περισσότερο εξοικειωμένοι να διαβάζουν μεταφορικά την ποίηση, παρά την πεζογραφία. Έτσι, η ποίηση εκείνης της γενιάς ζητούσε στο παρελθόν μια υπόσχεση λύτρωσης από τα δεινά του παρόντος.

Ο Καρυωτάκης και οι Μεταγενέστεροι Συμβολιστές (168) Οι ποιητές που γεννήθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του 1880 έχουν κοινό γνώρισμα την απόλυτη παραδοχή του ρόλου του προφήτη. Ο καθένας θεωρούσε την ποίησή του μέσο με μήνυμα και για αυτό όλοι απομονώθηκαν προοδευτικά από το κύριο ρεύμα της ποιητικής του 20ου αι. που ακολουθούσε το δόγμα ‘ το ποίημα δε λέει, το ποίημα είναι’. Η γενιά αυτή συνδέεται με τον πεσιμισμό και τον αποπροσανατολισμό της χώρας μετά την αποτυχία της ‘Μεγάλης Ιδέας’. Οι περισσότεροι είχαν διαμορφώσει τα θέματα και την τεχνοτροπία τους πριν το ’22. Η νέα κατεύθυνση δείχνει μια αδιαφορία προς τη μεγάλη ιδέα, σχετική με την ‘αστική επανάσταση’ στο Γουδί το 1909. Οι ποιητές αυτοί (και οι μυθιστοριογράφοι) (169) στράφηκαν στον εσωτερικό κόσμο και τις εμπειρίες του ατόμου, μέσα από το γαλλικό Συμβολισμό. Η ζωή τους άλλωστε ήταν γυμνή από ιδανικά και ο ρόλος τους ως ποιητές ήταν να θρηνήσουν αυτήν την απώλεια. Έτσι, ή επιβεβαιώνουν την ύπαρξη τέτοιων ιδανικών σε μια υπερβατική σφαίρα, ή κατηγορούν την κοινωνία που τα κατέστρεψε.

Page 56: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Καρυωτάκης (170) : Ο δηκτικός σαρκασμός και η κοινωνία που εξόρισε τα ιδανικά, έχουν ιδιαίτερη θέση στο έργο του. Δημοσίευσε τρεις συλλογές ποιημάτων, η τελευταία λέγεται ‘Ελεγεία και Σάτιρες’. Οι ‘ελεγείες’ εκφράζουν υπαρξιακό άγχος (όπως η Φοινικιά του Παλαμά). Τα ποιήματά του, (171) εισάγουν επίσης την πλήξη, ένα καινούριο θέμα στην ελληνική ποίηση. Για τον Καρυωτάκη, η ιδέα πως η πλήξη και η απελπισία είναι συνέπειες της απώλειας των ιδανικών, αλλά και τιμωρία για το πρωταρχικό αμάρτημα (επιρροές από Μπωντλαίρ). Στο ατιτλοφόρητο ποιήμα που εξετάζουμε (διαβάστε το αλλά όχι μόνοι στο σπίτι, μη σας χάσουμε κιόλας!) ο ομιλητής ταυτίζεται με τον ‘καταραμένο ποιητή’ του γαλλικού Συμβολισμού. Ο ποιητής καταλήγει στην αυτοκαταστροφή. Στις ‘Σάτιρες’, ο Καρυωτάκης έρχεται πιο κοντά στον Καβάφη, σε ότι έχει να κάνει με την ειρωνική αποστασιοποίηση από τους πάντες. (172) Υιοθετεί επίσης μια αυτοκοροϊδευτική – σαρκαστική στάση ως προς τις προσωπικές αξίες και βλέψεις. Η διαφορά τους είναι πως ενώ ο Καβάφης είναι βαθιά ειρωνικός κατανοώντας όμως την ανθρώπινη αδυναμία, ο Καρυωτάκης ειρωνεύεται με τόσο σαρκασμό που δείχνει περιφρόνηση για τον εαυτό του και τους συνανθρώπους του. Στο ποίημα του ‘Ιδανικοί Αυτόχειρες’, συσσωρεύει ιδιαίτερες λεπτομέρειες που αποκαλύπτουν πως οι προετοιμασίες των επίδοξων αυτοχείρων είναι χειρονομίες κενές νοημάτων, καθώς την τελευταία στιγμή θα αναβάλλουν. Από τα βέλη του δεν ξεφεύγει ούτε η δική του ποίηση. Ο Καρυωτάκης αυτοπυροβολήθηκε στην Πρέβεζα το 1928, πράξη που επιστέγασε την ταύτιση του καλλιτέχνη με την τέχνη του και αντιπροσωπεύει μια ακραία δήλωση ποιητικού αδιεξόδου.

Γιώργος Σεφέρης (203) Μεγάλωσε στη Σμύρνη, φίλος του Γ. Θεοτοκά, από τον οποίο επηρεάστηκε. Σπούδασε Νομικά στην Αθήνα και το Παρίσι κι ακολούθησε λαμπρή, διπλωματική καριέρα. Η πρώτη του ποιητική συλλογή ‘Στροφή’, δηλώνει την είσοδο τους ελληνικής ποίησης στον πειραματισμό. Η λέξη δηλώνει τους τη στροφή του ποιήματος, κι εδώ βλέπουμε επιρροές του Καρυωτάκη και του Γαλλικού Συμβολισμού, στο χειρισμό των παραδοσιακών, στιχουργικών τρόπων που μπορεί να (204) παραβιάζονται, τους ούτε υπερβαίνονται, ούτε εγκαταλείπονται. Ο Σεφέρης αργότερα απαρνήθηκε το μέτρο και την ομοιοκαταληξία, διατήρησε τους την ίδια θεματική σε μεγάλο βαθμό. Καθοριστικό ρόλο παίζει ο έρωτας, που σχετίζεται με την προσπάθεια να οριστεί το παρελθόν – ως μνήμη και παράδοση – στο παρόν. Τόσο στη ‘Στροφή’ όσο και στη ‘Στέρνα’ (τη 2η συλλογή του), οι παραδοσιακές μορφές είναι άρτιες. (210) Η ιδέα τους αναζήτησης και τους εξερεύνησης είναι άλλη μια θεματική του και φαίνεται στο ‘Μυθιστόρημα’ (211). Παράλληλα με το ‘Διάλογο πάνω στην ποίηση’, διαπιστώνεται ότι οι αναφορές του ποιητή στην ‘αναχώρηση’ και την ‘αναμονή’, δείχνουν την προσπάθεια του Έλληνα να συμβιβαστεί με το αρχαίο και πρόσφατο παρελθόν του πολιτισμού του. Σε αυτό το έργο φαίνονται οι επιρροές του Θ.Σ. Έλλιοτ. Η δομή των ποιημάτων είναι αποσπασματική, το ποιητικό υποκείμενο συχνά μετατίθεται, το σκηνικό αλλάζει ξαφνικά και ανεξήγητα και ο στίχος είναι ελεύθερος. Οι 24 ενότητες του ‘Μυθιστορήματος’, θυμίζουν τους 24 ραψωδίες των ομηρικών επών και οι τους αναφορές στο ταξίδι παραπέμπουν στον Οδυσσέα, δίνοντας την εντύπωση στον αναγνώστη πως διαβάζει την ‘οδύσσεια’ τους σύγχρονης Ελλάδας. Πρόκειται για ένα ταξίδι στο παρελθόν και για μια προσπάθεια να συμβιβαστεί η μακρά ελληνική παράδοση με το σύγχρονο κόσμο. Η παράδοση αυτή είναι ταυτόχρονα πλούτος και βάρος, καθώς παραμένει αναφομοίωτη. Στο τέλος του έργου, τα ποιητικά υποκείμενα απογοητεύονται γιατί δε βρήκαν την υπερφυσική καθοδήγηση ή αποκάλυψη, βρίσκουν τους τη γαλήνη στη γνώση πως έχουν κάτι να κληροδοτήσουν τους επόμενες γενιές. Η έννοια τους μεταβίβασης τους παράδοσης κλονίζεται αρχικά για να δικαιωθεί στο τέλος. Ο σύγχρονος κόσμος δε μπορεί να αφομοιώσει το παρελθόν ή να δώσει νόημα στο παρόν, έρχεται τους – αν και δύσκολα- σε οργανική σχέση με το παρελθόν. (212) Ο Σεφέρης διατηρεί το ταξίδι ως θέμα και στα ‘Ημερολόγια Καταστρώματος’. Τα ποιήματα αυτά γράφονται κατά τη δικτατορία του Μεταξά και υπαινίσσονται την απουσία πολιτικής ελευθερίας και την απειλή του πολέμου. Σε ένα από αυτά, η Ελλάδα ταυτίζεται με πλοίο που ταξιδεύει ενώ ο λαός τους μένει πίσω (‘Με τον τρόπο του Γ.Σ.’). Στο ποίημα ‘Α/π Αυλίς’, περιμένοντας να ξεκινήσει. Καλοκαίρι 1936’ φαίνεται πως το ταξίδι δεν είναι ευχάριστο. Η Αυλίδα, ήταν το λιμάνι στο οποίο λόγω άπνοιας παρέμεναν τα ελληνικά καράβια πριν αναχωρήσουν για την Τροία Εκεί θυσιάστηκε η Ιφιγένεια κι εκεί ξεκινούν οι τραγωδίες των Ατρειδών. Η Ελλάδα που περιμένει να ‘σαλπάρει’ το καλοκαίρι του 1936, ίσως είναι υποχρεωμένη να ξεκινήσει πάλι τον αρχαίο κύκλο τους βίας. (234) Το 1944, κυκλοφόρησε το ‘Ημερολόγιο Καταστρώματος Β’. Ο Σεφέρης, ως διπλωμάτης βρέθηκε με την ελληνική κυβέρνηση στην Αίγυπτο και δεν υπέφερε καθόλου από την Κατοχή και τη λογοκρισία που υπέστη ο Σικελιανός. Για το Σεφέρη, ο πόλεμος ήταν εξορία. Η απομάκρυνση από την πατρίδα του και τους παραδόσεις του δημιουργούν προσωπικές δυσκολίες. Η αίσθηση τους απομόνωσης, εκφράζεται στο ποίημα ‘Ο Στράτης Θαλασσινός ανάμεσα τους αγάπανθους’. Ο Θαλασσινός εμφανίζεται και σε άλλα ποιήματα, ως άλλοθι του

Page 57: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

ποιητή. Το ταξιδιωτικό όνομά του (235) είναι συνδυασμός στεριάς – θάλασσας. Στη σεφερική ποίηση, μέσα από το ελληνικό τοπίο, αποτυπώνεται η αδιάκοπη παρουσία του παρελθόντος. Ο ποιητής έχει εμπλακεί σε ένα ταξίδι και για να φτάσει στον προορισμό του χρειάζεται τη βοήθεια των νεκρών. Οι φωνές τους τους, φτάνουν σε αυτόν ασυνάρτητες, σπαράγματα του Ομήρου, του Αισχύλου, του Σολωμού, που απελπισμένα ζητούν βοήθεια. (262) Στο ποίημα ‘Κίχλη’ (1947) ο Σεφέρης ανήγγειλε το τέλος – τους έλπιζε – των εχθροπραξιών με τη συμφιλίωση και την αγάπη. Για τα επόμενα 10 χρόνια δε δημοσίευσε καθόλου. Το ‘Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ’’, το θέμα είναι πάλι μια εθνική περιπέτεια (263) χωρίς αίσιο τέλος. Τα περισσότερα ποιήματα είναι εμπνευσμένα από δυο επισκέψεις του ποιητή στην Κύπρο. Ο Σεφέρης βρέθηκε ξανά στη Σμύρνη, όπου διαπίστωσε πως δεν είχε μείνει ίχνος τους ελληνικής κοινότητας στην οποία ο τους είχε μεγαλώσει. Τα ταξίδια του σε Τουρκία και Μέση Ανατολή του έδωσαν μια σφαιρική άποψη για τον Ελληνισμό. Η Κύπρος, που τη γνώρισε το 1953, στάθηκε αποκάλυψη. Διαπίστωσε πως εκεί δρούσε μια ελληνόφωνη, ορθόδοξη αγροτική κοινότητα, όμοια με τη δική του που είχε χάσει. Ως διπλωμάτης, αντιλήφθηκε τον κίνδυνο που την απειλούσε. (264) Η Κύπρος αποτελεί για τον ποιητή το συνδετικό κρίκο με το χαμένο παρελθόν και την ελπίδα τους Ελληνισμού χωρίς σύνορα. Οι αναφορές του στο τοπίο και τους ανθρώπους τους είναι πλούσιες, τους και στο θυελλώδες, μεσαιωνικό παρελθόν τους. Οι παραπομπές στον αρχαίο κόσμο χαρίζουν ιστορικό βάθος στα ποιήματα και αυξάνει τη διακειμενικότητά τους. Οι αναφορές αυτές δε βρίσκονται τους τους αρχαίους μύθους, αλλά στα ίδια τα λογοτεχνήματα. Στο ‘Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ’, οι υπαινιγμοί στον αρχαίο κόσμο γίνονται μέσα από συγκεκριμένα έργα, τους δύο τραγωγίες, οι Πέρσες και η Ελένη. Τότε ξεκινούν και οι αναφορές του σε χριστιανικά κείμενα. Ο Σεφέρης κλείνει με ένα ποίημα που προωθεί το όραμα τους ‘Κίχλης’. Στην ‘Κίχλη’ ο Οδυσσέας ξανακερδίζει τη ζωή και στο σπίτι του, στο οποίο αναγεννιέται η Αφροδίτη, η καταγωγή τους οποίας είναι η Κύπρος. Στο ποίημα ‘Έγκωμη’, όνομα τους αρχαιολογικού χώρου του νησιού, αναδύεται μια ονειρική γυναικεία μορφή μέσα από τους προσπάθειες αρχαιολόγων. Η μορφή αυτή, είναι κράμα τους Αφροδίτης και τους Θεοτόκου, μια εξιδανικευμένη γυναικεία μορφή τους τη γνωρίσαμε στο Σολωμό. Έτσι (265) ο ποιητής συνθέτει διαφορετικές εποχές του Ελληνισμού τους παλαιότερα είχε κάνει ο Παλαμάς με τη ‘Φλογέρα του Βασιλιά’ και ο Σικελιανός στο ‘Πάσχα των Ελλήνων’. Τους τελευταίους στίχους τους ‘Έγκωμης’, προβάλλει ο πραγματικός κόσμος, που απέτρεψε τους νεότερους ποιητές σε φανταστικά ταξίδια. Ο Σεφέρης ήταν ο μόνος που έδωσε εξέχουσα θέση στην Κύπρο. (266) Τα ερμητικά ‘Τρία Κρυφά Ποιήματα’, δίνουν τον κοινό παρανομαστή τους ποίησης του ’60, εκείνων των ποιητών που δεν ήταν πολιτικά στρατευμένοι. Τα δοκίμια που έγραψε, η μετάφραση του ‘Άσματος Ασμάτων’, η απόδοση τους Αποκάλυψης στη δημοτική, δείχνουν την θρησκευτική και φιλοσοφική του ευαισθητοποίηση, που μοιράζεται με αρκετούς σύγχρονούς του. Τα ‘Τρία Κρυφά Ποιήματα’ είναι ένα είδος Αποκάλυψης και ξεκίνησαν όταν ο Σεφέρης επισκέφτηκε την Πάτμο. Στα ποιήματα αυτά συνυπάρχουν ο Ηράκλειτος, ο χριστιανισμός, το αρχαίο και αναγεννησιακό δράμα, τα λαϊκά έθιμα, ο Δάντης και τα ‘Τέσσερα Κουαρτέτα’ του Έλιοτ. Το κρυπτικό τους ύφος, η προσπάθεια να αποτυπωθεί η αλήθεια για το σύμπαν, θυμίζουν παλαιότερα ποιήματα του ’50 και του ’60 (Θέμελης, Παπαδίτσας, Καρούζος). (267) Η λύτρωση που προσφέρουν τα ‘Τρία Κρυφά Ποιήματα’, είναι δύσκολη και βασανιστική. Ζωντανεύουν βίαιες εικόνες, τους και η μεταπολεμική ποίηση. Διαπιστώνεται έτσι η αλληλεπίδραση των ποιητών και το ιστορικό πλαίσιο. Η ‘Αποκάλυψη’ του Σεφέρη είναι ζοφερή και συβιλλική. Μόνο στο ‘Θερινό Ηλιοστάσιο’ η ποίηση γίνεται καταφατική, προσμένοντας την αναστάσιμη ωδίνη, την τελική μεγάλη πυρκαγιά που είναι ταυτόχρονα η βιβλική συντέλεια του κόσμου και η καταστροφή που φαντάστηκε ο Ηράκλειτος.

Οδυσσέας Ελύτης (268) Αν και συνδέθηκε με τους υπερρεαλιστές Εμπειρίκο και Εγγονόπουλο, δεν υιοθέτησε εξ’ ολοκλήρου τους αρχές τους. Η παραγωγή του πάντως, βρίσκεται πολύ κοντά στο πνεύμα τους. Τα ποιήματα αυτά συγκεντρώθηκαν στη συλλογή ‘Προσανατολισμοί’ και ‘Ήλιος ο πρώτος’. Εξέφραζαν την επιθυμία για απελευθέρωση τους ανθρώπινης ψυχής. Ο Ελύτης τους, απέφευγε την αντιπαράθεση διαφορετικών γλωσσικών τύπων πρακτική που χρησιμοποιούνταν στον Υπερρεαλισμό, αν και η γλώσσα και η ανεξέλεγκτη ροή εικόνων βρίσκονται πιο κοντά τους στόχους του κινήματος. Υμνούσε την απελευθέρωση και την άμεση επικοινωνία με τη φύση. Τα πρώτα ποιήματά του, (219) έχουν πανηγυρικό χαρακτήρα και διαβρωτική αλληλεπίδραση σώματος και ψυχής. Κύριο ρόλο παίζουν η φυσική υγεία και η ευρωστία, τόσο ώστε κάποιοι τα συνέδεσαν με την προπαγάνδα του Μεταξά. Αυτή η έμφαση τους, είναι αντίστοιχη του Μυριβήλη και του Βενέζη. Τους κι εκείνοι, ο Ελύτης θέλησε να δώσει την ψευδαίσθηση πως η έντονη εμπειρία βρίσκει άμεση έκφραση. Η θάλασσα και τα νησιά κατέχουν ιδιαίτερη θέση τους εικόνες αυτών των ποιημάτων, μέσω των οποίων ο Ελύτης ‘συνομιλούσε’ με το Σεφέρη και τον Εμπειρίκο.

Page 58: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

Το ‘Άσμα ηρωικό και πένθιμο’ στρέφεται με ένα δικό του τρόπο στην παράδοση. Ο ποιητής αναφέρεται στη φριχτή του εμπειρία στα βουνά τους Αλβανίας. Με αυτό το έργο, ο Ελύτης απομακρύνεται από την ελευθερία και τον εορτασμό των πρώτων ποιημάτων του και δίνει πλέον την αίσθηση τους καταστροφής και του βίαιου θανάτου. Στο ποίημα δεν υπάρχουν τα κατοπινά εκφραστικά μέσα που χρησιμοποιεί ο ποιητής. Ο κεντρικός ήρωας σκοτώνεται αλλά ξανάρχεται στη ζωή. Η ανάσταση επηρεάζεται από τη φύση, τα χιόνια λιώνουν και το χορτάρι φυτρώνει μέσα από τα κόκαλα του σκοτωμένου. Η ζωή αναγεννάται από τους δυνάμεις τους φύσης και το ποίημα τελειώνει με έναν ύμνο τους τη δύναμή τους. Ο Ελύτης, προκαλεί με τη φαντασία το αδύνατο, παίρνοντας υλικό από το σταθερό περιβάλλον και την παράδοση της ανοιξιάτικης αναγέννησης. Σημαντική θέση στο έργο του κρατούν η ορθόδοξη παράδοση και η εκκλησιαστική γλώσσα. Επιστράτευσε τη γλώσσα και τους θρησκευτικές εκφράσεις για ένα μη θρησκευτικό σκοπό. Η σύνθεση του ‘Άξιον Εστί’ κράτησε 14 χρόνια και ήταν η αναμέτρηση του ποιητή με τον πόλεμο και το θάνατο στο αλβανικό μέτωπο. Στο ‘Άσμα Ηρωικό και Πένθιμο για το χαμένο ανθυπολοχαγό τους Αλβανίας’ χρησιμοποιεί για πρώτη φορά το αρχέτυπο τους ανοιξιάτικης αναγέννησης. Στο ‘Άξιον Εστί’, το οποίου ο τίτλος παραπέμπει στην εκκλησιαστική λειτουργία, ο Ελύτης αντιμετωπίζει τον πόλεμο, την ήττα και την Κατοχή σαν τα Πάθη του Χριστού. Το αντίστοιχο (269) τους Ανάστασης στο ποίημα είναι ο θρίαμβος τους γλώσσας αφού ο ποιητής δημιουργεί έναν καλύτερο κόσμο που χαρακτηρίζει ‘άξια’. Πρόκειται για μακροσκελή σύνθεση, πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δεδομένα, 88 σελίδων. Οι ενότητές του είναι μικρές, δομημένες με αυστηρά συμμετρικό σχέδιο και η συνολική διάταξη βασίζεται τους αριθμούς τρία και επτά. Αρκετοί θεωρούν πως ο Ελύτης διακόπτει τη σχέση του με τον υπερρεαλισμό. Ο Ελύτης τους απάντησε πως ‘μπορεί η μοντέρνα εμπειρία να περάσει στην κλασική τους περίοδο με τη δημιουργία νέων περιορισμών που θέτει ο ποιητής, για να τους υπερνικήσει και να επιτύχει ένα σταθερό οικοδόμημα’. Με αυτόν το νέου τύπου κλασικισμό, ο ποιητής παράγει ποιητικό λόγο στον οποίον ‘η τεχνική να γίνεται και αυτή μέρος του περιεχομένου’. Αν η ποιητική γλώσσα θέλει να επιβληθεί στη βία και την καταστροφή πρέπει να έχει αφομοιώσει τους επίσημους τύπους του παρελθόντος και να είναι στερεά οικοδομημένη. Ο Ελύτης διέθετε βαθιά προσωπικό, λυρικό ύφος, αμείωτη τόλμη τους αντιπαραθέσεις και τη φαντασία, κληρονομιά από τον υπερρεαλισμό. Αυτό έτεινε να τον διαχωρίσει από την ποίηση τους εποχής του. Στο ‘Άξιον Εστί’ επεξεργάζεται και εμβαθύνει (270) την παράδοση που θεωρείται βάση για την απολύτρωση. Ταυτίζεται έτσι με τη γενιά του ’30 από το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο και μετά. Εξασφαλίζει τους πόρους από τον Ελληνισμό για να αντιμετωπίσει το παρόν. Το ποίημα απευθύνεται σε όλους τους Έλληνες που ζουν με δυσκολία στον τόπο που αγωνίστηκαν να διατηρήσουν. Όσοι κατακτητές κι αν πέρασαν, δε μπόρεσαν να μείνουν. Πέρα από την ορθόδοξη και βυζαντινή παράδοση, εκμεταλλεύεται τους δυνάμεις τους ελληνικής φύσης και τη δημοτική παράδοση. Σε μια από τους ενότητες, η γλώσσα συνδέεται ιστορικά με τον Όμηρο, τη χριστιανική υμνογραφία, τα δημοτικά τραγούδια του ’21 και το Σολωμό. Αποδεικνύει πως η ποιητική γλώσσα δεν είναι ‘τα λόγια τους μόνον ανθρώπου’. (271) Με τη δύναμη τους γλώσσας και την ικανότητα να δημιουργήσει ένα νέο κόσμο, ο ποιητής ξεκινά για ένα νέο τόπο. Υποδύεται τολμηρά το ρόλο του Χριστού, επευφημείται και δοξάζεται επειδή νίκησε το θάνατο. Ταυτόχρονα είναι ο ‘Πρίγκιπας των Κρίνων’ τους τους αποτυπώνεται στην τοιχογραφία τους Κνωσού. Με την ποιητική γλώσσα και τους ελεύθερες, δημιουργικές δυνάμεις τους φύσης, το εθνικό και προσωπικό τραύμα του πολέμου μεταμορφώνεται. Ως σύνθεση διαφόρων ιστορικών, ελληνικών περιόδων, το έργο βρίσκεται αρκετά κοντά στο Σεφέρη. «Έξι και μια τύψεις για τον Ουρανό» : τη συνέθεσε σχεδόν ταυτόχρονα με το Άξιον Εστί. Πρόκειται για συντομότερη συλλογή, το μέγεθος τους οποίας συζητήθηκε από πολλούς. Τα ποιήματα των Τύψεων, είναι εσωστρεφή και ερμητικά, όσο τα Τρία κρυφά ποιήματα του Σεφέρη. Με τα δύο αυτά έργα (272) ο Ελύτης καθόρισε τη μετέπειτα πορεία του: λυρισμός μεγάλης εμβέλειας με δημόσια και ιδιωτική έκφραση και ‘εσωτερικός λυρισμός’ μεγαλύτερου βάθους. Η διαδοχή μεγάλων και μικρών συνθέσεων, η μετατόπιση τους έμφασης από το εξωστρεφές στο μύχιο, είναι τα χαρακτηριστικά που τοποθετούν τον Ελύτη μαζί με τους τους λυρικούς ποιητές τους ο Παλαμάς και ο Σικελιανός. (341) τους αρχές του ’70 ο Ελύτης ξανάρχισε να γράφει στίχους για τραγούδια με τον ‘Ήλιος ο ηλιάτορας’ και ‘Τα Ρω του Έρωτα’. Η γενικότερη παραγωγή του είναι ιδιαίτερα αξιόλογη. ‘Το Φωτόδεντρο’, ‘Το Μονόγραμμα’, τα ‘Ετεροθαλή’, ο ‘Μικρός Ναυτίλος’, και η ‘Μαρία Νεφέλη’. Τα δυο τελευταία μοιάζουν με το ‘Άξιον Εστί’ στη σύνθετη οργάνωση που έχει τους υφολογικές και θεματικές διαφορές. Διατηρούν μια θετική στάση, έχουν τους κι ένα νέο στοιχείο. Η ‘Μαρία Νεφέλη’ εισάγει το διεθνισμό κι έχει δεσμούς με νεότερους ποιητές. Η ηρωίδα εκφράζει την επαναστατική διάθεση του Μάη του’ 68. εδώ ο Ελύτης εφάρμοσε τους αρχές του κολλάζ κι ενσωμάτωσε φράσεις και παραθέματα άλλων γλωσσών. Έτσι το ποίημα απέκτησε πολύγλωσσο χαρακτήρα. (342) Τόσο η Μαρία Νεφέλη όσο και ο αφηγητής θρηνούν και υμνούν έναν καινούριο κόσμο, τον καιρό των ‘ανταλλακτικών’. Ο Μαρωνίτης εξέφρασε την άποψη ότι οι ποιητές τους γενιάς του’ 30 καινοτόμησαν και στη συνέχεια ξεπέρασαν τους καινοτομίες τους. Στην περίπτωση του Ελύτη,

Page 59: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΛΠ 28

αυτό οφείλεται στη Μαρία Νεφέλη, την πολύγλωσση πρόκληση του σύγχρονου πολιτισμού των νέων.

Γιάννης Ρίτσος (204) Έμεινε πιστός στην παραδοσιακή στιχουργική. Φυματικός ως νέος, έζησε την παρακμή της μικροαστικής ευημερίας κι αναγνώρισε μέσα από τις εμπειρίες του την παράλυση της αστικής τάξης που είχε προβλέψει ο Μαρξ. Από τα 20 χρόνια του και μετά υπήρξε μέλος του Κομμουνιστικού κόμματος Ελλάδας. ‘Τρακτέρ’ (1934): η πρώτη ποιητική του συλλογή ακολουθεί τον Καρυωτάκη και το Βάρναλη. Ο έπαινος των Σοβιετικών επιτευγμάτων αποτελεί εξέλιξη της θεματικής του Βάρναλη. Ο ενθουσιασμός στο θέμα και η ιδιαίτερη ευχέρεια στο στίχο, κάνουν τα όρια μεταξύ ποίησης και (205) προπαγάνδας δυσδιάκριτα. Ο Ρίτσος, εκμεταλλεύεται την αστική ποιητική παράδοση για συγκεκριμένο πολιτικό σκοπό. Στο στόχαστρό του βρίσκεται η αστική παιδεία που υποχρεώθηκε να μάθει για να κατακτήσει την ποίηση και ο στόχος του, η αντίληψη που θέλει να αποκόβεται η ‘Τέχνη’ από ωφελιμιστικούς και πολιτικούς σκοπούς. Προκλητικός είναι και ο τίτλος, που σπάνια αναφέρεται στα ποιήματα, στα οποία γίνονται επικλήσεις στις Μούσες και τους Ποιητές και διακωμωδούνται οι παραδοσιακές αντιλήψεις για την τέχνη. Ο Ρίτσος συχνά αυτοσαρκάζεται με τον τρόπο του Καρυωτάκη. Στα ποιήματά του διακρίνεται ένας εσωστρεφής οίκτος επηρεασμένο από τον Καρυωτάκη και το ‘λυρισμό του εγώ’ του Παλαμά. Ο Ρίτσος κατάφερε να αφομοιώσει τα διδάγματα των Βάρναλη και Καρυωτάκη σε κάτι τελείως δικό του. ‘Επιτάφιος’ : μακροσκελές ποίημα που γράφτηκε το 1936 και κυκλοφόρησε κρυφά. Είναι το πρώτο μιας σειράς τριών μονολόγων που κορυφώνεται 30 χρόνια μετά, στην ‘Τέταρτη Διάσταση’. Όλοι εισάγονται με μια ‘σκηνική οδηγία’ σε πεζό λόγο. (206) Η μετρική του κατασκευή είναι ιδιαίτερη. Χρησιμοποιείται ο 15σύλλαβος, μέτρο των μοιρολογιών της υπαίθρου και παραπέμπει στο θρήνο της Μεγάλης Παρασκευής. Ο Ρίτσος παραλληλίζει τη Θεοτόκο με τη χαροκαμένη μητέρα του ποιήματος.(236) Στη ‘Ρωμιοσύνη’, η παράδοση παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο. Πρόκειται για πολύστιχο ποίημα, που συντέθηκε μετά το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. Για πολιτικούς λόγους έμεινε αδημοσίευτο μέχρι το 1954. είναι από τα πιο γνωστά έργα του Ρίτσου, κυρίως επειδή μελοποιήθηκε από το Θεοδωράκη. Παραπέμπει στον ιστορικό και το σύγχρονο Ελληνισμό ως λαϊκή παράδοση κι όχι ως μυθολογία. Ο στίχος είναι βαρύς και ομοιοκατάληκτος, πολύ κοντινό στην παραδοσιακή, προφορική ποίηση. Η ‘Ρωμιοσύνη’ ζωντανεύει τους ελληνικούς αγώνες, ενός ασυμβίβαστου τόπου απέναντι στους ξένους επιδρομείς. Στο ποίημα συμβιώνουν οι χωρικοί και οι αντάρτες με τις πέτρες και τα ελαιόδεντρα. Οι αντιστασιακοί κι αυτοί που πολέμησαν στον Εμφύλιο, τοποθετούνται δίπλα στους ακρίτες και στους κλέφτες του’21, διεκδικώντας έτσι το κύρος της παράδοσης. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το γεγονός πως υπερβαίνει τη διχόνοια της εποχής και παρουσιάζει τους Έλληνες ως σύνολο, να αγωνίζονται ενωμένοι για να διατηρήσουν τον τόπο τους ελεύθερο.

Άγγελος Σικελιανός (234)(200) Κατάργησε πρώτος την ομοιοκαταληξία και το μέτρο, στα ποιήματά του ‘Συνειδήσεις’ που αργότερα μετονομάστηκαν σε ‘Πρόλογος στη ζωή’. Μετά στάθηκε φειδωλός με τον ελεύθερο στίχο με ελάχιστες εξαιρέσεις. Στη δεκαετία του ’30 χρησιμοποιούσε όλα τα μετρικά σχήματα. Τότε γράφτηκαν (201) η ‘Νέκυια Β’, και ‘Ορφικά και Ίμεροι’ σε ανομοιοκατάληκτο, ενδεκασύλλαβο στίχο, κληρονομιά της ιταλικής ποίησης και της επτανησιακής καταγωγής του. Σε αυτά τα ποιήματα, συναντάμε εκ νέου θέματα από τη μακροσκελή σύνθεση ‘Πάσχα των Ελλήνων’. Αν και συχνά ο αναγνώστης μετά βίας αντιλαμβάνεται πως διαβάζει στίχους, υπάρχει κάποιος διακριτικός ρυθμός και μελωδική χροιά. Είναι πιο πυκνά και συγκρατημένα από τα ποιήματα που έγραψε πριν τις Δελφικές εορτές. Η θεματική τους είναι υψηλόφρων, διαθέτουν όμως κι ένα νέο ρεαλισμό και μερικά έχουν καθαρά αφηγηματικό ύφος, αντίθετο προς τον προηγούμενο λυρισμό του. Στα ‘Ορφικά’, ο Σικελιανός προσπαθεί να συνθέσει όλες τις περιόδους του Ελληνισμού, εγκαταλείπει όμως τις μεγάλες συνθέσεις παλαμικού τύπου. Συνδυάζει το ρεαλισμό με το μυστικισμό, επιβάλλει το παρελθόν και το μέλλον στο παρόν. (234) Το 1942 κυκλοφόρησε τα ‘Ακριτικά’, παράνομα από τη λογοκρισία. Πρόκειται για 5 χειρόγραφα κείμενα που ο τίτλος τους παραπέμπει στο έπος του Διγενή Ακρίτα και των σχετικών δημοτικών τραγουδιών. Ο Σικελιανός άντλησε το υλικό του από τη μυθολογία, συνδυάζοντας ειδωλολατρικούς και χριστιανικούς μύθους για να δώσει ένα μήνυμα ελπίδας.