Πρόσωπα & προσωπεία (για Μαμούσου Θορόνκα), Χρήστος...

1

Click here to load reader

description

Ένα άρθρο του Χρήστου Μιχαηλίδη για τον πόλεμο και τις συνέπειές του, από την Ελευθεροτυπία (27/2/2007)

Transcript of Πρόσωπα & προσωπεία (για Μαμούσου Θορόνκα), Χρήστος...

Page 1: Πρόσωπα & προσωπεία (για Μαμούσου Θορόνκα), Χρήστος Μιχαηλίδης, Ελευθεροτυπία, 2007

Πρόσωπα & προσωπεία

ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΡΗΣΤΟ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ [email protected], www.bavzer.blogspot.com

Ο κόσμος που δεν θέλουμε να ξέρουμε ότι υπάρχει!...

Ο ΚΟΣΜΟΣ της Μαμούσου Θορόνκα, μιας 41χρονης γυναίκας από τη Σιέρα Λεόνε, είναι ένας κόσμος υπαρκτός, καλυμμένος όμως από τεράστιο πέπλο σιωπής. Είναι σκληρή, άλλωστε, η εικόνα ανθρώπων με κομμένα χέρια και πόδια. Κι όμως, αν υπήρχε σήμερα μια πανοραμική φωτογραφία όλου του πληθυσμού της ταλαιπωρημένης από εμφύλιες σφαγές, ιδίως την τελευταία δεκαετία, αφρικανικής αυτής χώρας, εύκολα θα διέκρινε κάποιος πολλές χιλιάδες ακρωτηριασμένους ανθρώπους σαν την Μαμούσου.

ΑΥΤΗ ΗΤΑΝ, άλλωστε, η βάρβαρη πρακτική των ανταρτών του Ενωμένου Επαναστατικού Μετώπου (RUF), που τον Μάρτιο του 1991 ξεκίνησαν τη λεγόμενη επανάστασή τους χτυπώντας μικρά χωριά κοντά στα σύνορα με τη Λιβερία. Αρχηγός τους ήταν ένας πρώην συνταγματάρχης, ο Φοντέι Σανκόχ, ξακουστός για τη βαρβαρότητά του. Ηθελε να ενσπείρει τρόμο στον πληθυσμό. Και το πέτυχε. Δικής του έμπνευσης ήταν να επιλέγει τυχαία ανάμεσα στους κατοίκους των χωριών και πόλεων που καταλάμβανε, άνδρες, γυναίκες και παιδιά και μπροστά στους υπόλοιπους να τους κόβει χέρια ή πόδια ή και όλα μαζί.

Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ πόλεμος, που κράτησε περίπου 10 χρόνια, άφησε πίσω του δεκάδες χιλιάδες νεκρούς και τον εκτοπισμό περίπου 2 εκατομμυρίων ανθρώπων - σχεδόν το ένα τρίτο του πληθυσμού της χώρας. Η Μαμούσου προσπαθεί σήμερα να ξαναφτιάξει τη ζωή της. Αλλά είναι δύσκολο να ξεχάσει. «Μου έκοψαν το χέρι στις 22 Ιανουαρίου του 1999, στην πρωτεύουσα Φρίταουν. Ακουσα ότι οι αντάρτες μπήκαν στην πόλη, αλλά δεν πρόλαβα να κρυφτώ στο κτίριο όπου εργαζόμουν. Με έσυραν έξω, μαζί με άλλους. Εστησαν ένα ξύλινο τραπέζι στον δρόμο και έβαλαν επάνω το αριστερό μου χέρι. Πώς να αντισταθώ, αδύναμη γυναίκα εγώ, στα χέρια 5 τεράστιων ανδρών; Με μια ματσέτα μου το έκοψαν, χωρίς να καταλάβω σχεδόν τίποτα. Δευτερόλεπτα μετά, μια σουβλιά με έκαψε ολάκερη. Πήγαν να μου κόψουν και το δεξί, αλλά τραβιόμουν σαν αλαφιασμένο ζώο. Πού βρήκα τόση δύναμη, με κομμένο χέρι και το αίμα να τρέχει σαν ποτάμι, δεν ξέρω. Με άφησαν, στο τέλος, με το δεξί χέρι μου στη θέση του, αλλά σπασμένα μερικά δάχτυλα που δεν μπορώ ακόμα να χρησιμοποιήσω», δήλωσε στον φωτορεπόρτερ Τζόζεφ Ουίντερ, που έκανε αυτό το συγκλονιστικό ρεπορτάζ για λογαριασμό της ηλεκτρονικής έκδοσης του BBC.

ΦΕΥΓΟΝΤΑΣ από το τοπίο των απαγχονισμών, η Μαμούσου πήγε στο νοσοκομείο, αλλά το βρήκε άδειο. Οι γιατροί, φοβισμένοι και αυτοί, είχαν φύγει και είχαν αφήσει τους ασθενείς μόνους τους. Ο δρόμος προς το νοσοκομείο, ήταν σπαρμένος από πτώματα. Εκείνη, με όση δύναμη τής είχε απομείνει, έτρεχε. «Το αριστερό μου χέρι κρεμόταν από μια μικρή πέτσα και είχε αρχίσει να σαπίζει. Κάποιος νοσοκόμος το περιποιήθηκε πρόχειρα». Ο φωτορεπόρτερ την ρωτάει για τη ζωή της σήμερα. Αγκαλιάζει την κόρη της, ένα από τα έξι παιδιά της και ξεσπάει σε λυγμούς. Κλαίγοντας έτσι, λέει: «Ο άνδρας μου απέκτησε απέχθεια για μένα. Δεν μπορούσε να με βλέπει, είπε, με κομμένο χέρι και ένα πρωί σηκώθηκε και έφυγε. Πιθανώς να έχει βρει άλλη γυναίκα, αρτιμελή. Τα παιδιά ρωτάνε γι' αυτόν. Ξέρω πως και εκείνος θα τα νοιάζεται. Αλλά το θέαμά μου ήταν πάνω από τις δυνάμεις του. Πάντα μού έλεγε πόσο του άρεσαν τα χέρια μου και νομίζω πως γι' αυτά με είχε ερωτευθεί κιόλας». Οι πόλεμοι διαλύουν τις ζωές. Τις ακρωτηριάζουν. Και αφήνουν τους ανθρώπους μόνους, να αγωνίζονται μετά για να μαζέψουν τα κομμάτια τους και να συνεχίσουν να ζουν. Η ιστορία αυτής της γυναίκας συνταράζει, γιατί αναδεικνύει τη δύναμη της ανθρώπινης ψυχής. Αλλά δεν φτάνει μόνον αυτή. Εξι στόματα δεν είναι εύκολα να τραφούν. Στέγη δεν έχουν, αφού είναι πρόσφυγες στον ίδιο τους τον τόπο. «Τι μπορούμε να κάνουμε;», είχα ρωτήσει πολλές φορές τον μακαρίτη τον Αντώνη Σαμαράκη, που δεν ησύχαζε με τίποτα. «Ο,τι κι εγώ, τουλάχιστον», μου είχε απαντήσει. «Να ανησυχείς. Να μην ησυχάζεις. Και όσο μπορείς να φωνάζεις και σε άλλους να ανησυχούν. Και να βλέπουν λίγο πιο πέρα από την αυλή τους».ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 27/02/2007