Άπαντα Κάλβου (τόμος 2) - Ιστορικές Εκδόσεις...

160

description

 

Transcript of Άπαντα Κάλβου (τόμος 2) - Ιστορικές Εκδόσεις...

ΑΠΑΝΤΑ

ΚΑΛΒΟΥ

ΠΛΗΡΗΣ ΕΚΔΟΣΉ

ΤΟΜΟΣ2

Βιογραφικά Στοιχεία τοu ΑΝΔΡΕΑ ΚΑΛΒΟΥ

Πατρίδα: ή Ζάκυνθος.

Χρόνος γέννησης: Μάρτιος τοϋ 1792. νΟνομα πατέρα: 'Ιωάννης (έτος γέννησης 1767). νΟνομα μητέρας: 'Αδριανή, τό γένος Ρουκάνη άπό γενιά

εύγενών.

Πρώτη άναχώρηση άπό Ζάκύνθο τοϋ 'Ανδρέα Κάλβου, τό 1802 γιά Λιβόρνο· καί τό 1812 άπό Λιβόρνο γιά Φλωρεντία.

Θάνατος τής μητέρας του τό 1815. Πρωτόλειο ποιητικό τοϋ 'Ανδρέα Κάλβου, ϋμνος στό Ναπολέ­

οντα: Γράφτηκε τό 1811, άλλά δέν σώζεται. Θάνατος: τοϋ ~Ανδρέα Κάλβου, στή μικρή πόλη Λούθ, τής

Βόρειας 'Αγγλίας, τό 1867. Τά όστa τοϋ ·Ανδρέα Κάλβου καί τής γυναίκας του, μετακομί­

σθηκαν στήν Άθήνα τό 1960 - πού είχε κηρυχθεί έτος Κάλβου- καί σέ συνέχεια μεταφέρθηκαν καί ένταφιάστη­

καν στή Ζάκυνθο.

ΣΠΥΡΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Η 11ΛΥΡΑ 11 ΤΟΥ ΚΑΛΒΟΥ

ΑΠΑΝΤΑ

ΚΑΛΒΟΥ

Πρόλογος - 'Αναλύσεις ΕΛΛΗΣ ΑΛΕΞΙΟΥ

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

© Γ . Μέρμηγκας

ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

Ζωοδ. Πηγής 13 Τηλ. 3621.271

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

Κρητικές - Μελετήματα

Δοκίμια*

Α. ΙΝΤΙΑΝΟΥ

ΜΠΑΜΠΗ ΚΛΑΡΑ

Γ. ΚΟΡΜΟΥΛΗ

LAMBER ΣΠΥΡΟΥ ΜΕΛΑ

ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΞΥΔΗ

ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ

Ι.Μ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥι\ΟΥ

ΛΙΝΟΥ ΠΟΛΙΤΗ

Γ. ΣΕΦΕΡΗ MAPINOY ΣΙΓΟΥΡΟΥ

Σ.Α. ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΚΩΝ/ΝΟΥ ΤΣΑΤΣΟΥ

Ν. ΤΩΜΑΔΑΚΗ

Γ. ΦΑΡIΝΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΧΑΡΗ

·Η τυπογραφική διαφρόvτιση τά βιογραφικά σημειιίJματα

καί οί περιγραφές τώv είκόvωv ε!vαι

τοu ΓΙΩΡΓΗ ΠΙΚΡΟΥ

* Τιί rjι'riματα μπψ.;αι· μ/ rUφαβητική σειρά.

ΠΕΡΙΕΧΌΜΕΝΑ Β' ΤΟΜ ΟΥ

Συμβολή στήν μελέτη τοϋ Α. Κάλβου. 'Α. 'Ιντιάνου ......... 11 Διδάγματα άπό τόν Κάλβο. Μπάμπη Δ. Κλάρα .. ........ .. .. 27 Ή Γλώσσα τοu Κάλβου. Γεωργίου Ί. Κουρμούλη ........... 41 'Ανδρέας Κάλβος. Zuliette Lamber ........ ..... ... ......... ίΟ Ι 'Ανδρέας Κάλβος. Σπ. Μελά 'Ακαδημαϊκοϋ ................. 113 'Ο Κάλβος στήν Παιδεία . Θεοδώρου Ξύδη .................. 123 Κάλβος ό Ζακύνθιος . Κωστή Παλαμά ... .. ................. 135 Ό Κάλβος καί τό Είκοσιένα. Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου ....... 157 'Αντιθέσεις στόν 'Ανδρέα Κάλβο. Λίνου Πολίτη ............ 163 Πρόλογος στήν «Λ ΥΡΑ» Γιώργου Σεφέρη στό τίμο

Μαλάνο .......... . .. .. ..... . ......... ....... .......... .. 171 ·Απορίες διαβάζοντας τόν Κάλβο. Γιώργου Σεφέρη . ......... 197 Κάλβdς 1960. Γι~ργου Σεφέρη ..................... .... . .. 203 Στό Κοιμητήριο τοϋ Κάλβου. Γιώργου Σεφέρη ............. 219 Κάλβος, Φ~σκολος, Σολωμός. Μαρίνου Σιγούρου ...... . ... . 225 Νέα Στοιχεία γιά τόν Κάλβο. Σ.Α. Σώφρονίου . . ............ 231 Κάλβος, ποιητής τής 'Ιδέας Κ. Τσάτσου 'Ακαδημαϊκοϋ ... . . 237 Κριτικά, Βιογραφικά καί Βιβλιογραφικά στόν 'Ανδρέα

Κάλβο. Ν.Β. Τωμαδάκη ...... .............. ..... . ...... . .. 277 Τά Ρομαντικά Στοιχεία είς τήν Ποίησιν του 'Ανδρέα Κάλβου. Γεωργ. Γ. Φαρίνου Φιλολόγου .. . ......... . . ...... 313 'Η · Επιστροφή. Πέτρου Χάρη 'Ακαδημαϊκοϋ ... . ........... 327 'Ώρα ·Ιερή. Πέτρου Χάρη ·Ακαδημαϊκοί> .. .... .. . .......... 333

ΣΥΜΒΟΛΗ ΣlΉ ΜΕΛΕ'iΉ ΤΟΥ Α. ΚΑΛΒΟΥ

'Α. Ίντιάνου

'Ο Σ π. Δέ Βιάζης, άπ' τούς πρώτους πού άσχολήθηκαν μέ τή ζωή

καί τό εργο του Κάλβου, εγραφε στόν πρόλογο τής εκδοσης του 1881, πώς ό ποιητής, άφου aποτραβήχτηκε άπ' τή θέση του, ώς καθηγητή

στήν 'Ιόνιο 'Ακαδημία·; «ήρξατο μετερχόμενος τόν iδιωτικόν καθη­

γητήν μέχρι τοϋ 1859, δτε μετέβη έκ νέου είς Λονδίνον••' . Τό 1867 μάς δίνεται άπ' τόν ίδιο ώς ό χρόνος πού πέθανε. Μά.ένώ δλοισχεδόν2πού

ένδιαφέρθηκαν γιά τή βιογράφησή του συμφωνοϋν σχετικά μέ τό

χρόνο iτού γεννήθηκε, τό 1792 δέν άκριβολογουν, ή δέ φαίνεται νά ξαίρουν τήν όρθή σειρά μερικών γεγονότων τfjς ζωής του, κι· ούτε

κατέχουν τό σωστό χρόνο πού πέθανε. Κι· άκόμα, τούς ήταν τελείως

άγνωστο που εζησε, κατά τή δεύτερη περίοδο τής διαμονής του στήν

'Αγγλία, καί που βάλθηκε ν' άγαπαυθεί τό σκήνωμά του επειτ' άπ' τό θάνατό του .. ' Ο Μένάρδος σημειώνει στή διάλεξή του γιά τό Σολωμό καί τόν Κάλβο: «νΕφυγεν άπό τήν 'Ελλάδα, έγύρισε είς τήν

'Αγγλίαν καί μ' δλα τά 67 του χρόνια έστεφανώθη δευτέραν

'Αγγλίδα καί άπέθανε κατά τό 1867 είς τό λονδίνον, ιiλλά κανείς

I. "'Η Λύρα 'Ανδρέου Κάλβου καί άνέκδοτος ϋμνος 'Α ντωνίου Μαρτελάου, έκ Ζακύνθου, έκ του τυπογραφείου δ «Παρνασσός» του εκδότου Σεργίου_ Χ. Ραφτάνη,

1881 ... Τό άντίτυπο τής &κδοσης αύτής στή Βιβλιοθήκη τοϋ Βρεττανικοϋ Μουσείου &χει στό μέσα ξώφυλλο τήν έξής άφιέρωση : «Τψ φίλφ'κ. Δ. Καμπούρογλφ ύπόθυμος Σ. δέ Βιάζης».

2. Σίμος Μενάρδος: Δύο Ζακυνθινοί ποιηταί, άνάγνωσμα είς τό Πανεπιστήμιον τής

. 'Οξφόρδης, άνατύπωσις άπό τά «Παναθήναια», 'Αθήναι; 1910, σ. 29. - J. Lamber, Poi:tes Grecs contemporains, Paris, 1887, σ. 24 seq. - Ί. Ζερβός, 'Ανδρέας Κάλβος

Ι 1

ΑΠΑΝΊΆ ΚΑΛΒΟΥ

νομίζω δέν ~ίξεύρει που είναι θαμμένος ό ίδιόρρυθμος αύτός άνθρωπος>>J.

"Ας πάρουμε μέ τή σειρά κι· άς έξετάσουμε, τί μπqροuμε, ώς τά τώρα, νά καθορίσουμε πιό θετικά καί πιό άκριβολογημένα άπ6 τά γεγονότα τής ζωής του ποιητή:

Είναι γνωστό πώς ό Κάλβος γνωρίστηκε μέ τόν Φώσκολο στή Φλωρεντία στά 18124, πού άφου άπέτυχε νά πείσει τούς συμπατριώτες του νά χορηγήσουν στόν Κάλβο ε'ίκοσι τάληρα τό μήνα, γιά μιά πενταετία, κι' ετσι νά τόν βοηθήσουν νά συμπληρώσει τίς σπουδές του στήν Ίταλία, τόν πήρε στό σπίτι τοu ό 'ίδιος καί τοϋ εγινε θερμότατος προστάτης. Κατόπι ό Κάλβος τόν άντάμωσε φυγάδα στήν ·Ελβετία πρώτα καί τόν άκολούθησε πιό ϋστερα στήν 'Αγγλία, κι'

ε{ναι πολλοί δσοι άφήνουν νά νοηθεί μέ τά γραφόμενά τους, πώς ό Κάλβος δέν πήγε μαζί μέ τόν Φώσκολο στήν 'Αγγλία. 'Ο Φώσκολος

πατοϋσε τό πόδι του στήν έγγλέζικη γfj στίς 12 Σεπτεμβρίου το'ϋ 1816, συνοδευόμενος άπό τόν 'Έλληνα συνάδελφο καί συμπατριώτη τουs . Στό Λονδίνο, δπως μίiς είναι γνωστό, εζησαν στήν άρχή μαζί καί

κατόπι μάλωσαν καί χώρισαν, καί μου φαίνεται πολύ εύλογη ή γνώμη

του κ .. Ζώρα πώς οί π ιό πιθανοί κ' οί πιό ίσχυροί λόγοί του μαλrοματός των, έκτός άπό τ(> δύστροπο χαραχτήρα καί τών δυό

πρέπει νά ήταν οίκονομικοί6. 'Εκεί ζοuσε κερδίζοντας τό ψωμί του μέ

(1792-1867) στή Λογοτεχνική Βιβλιοθήκη Φέξιy, ·Ανδρέου Κάλβου, ή Λύρα, /;ν 'Αθήναις, 1911. - Γεωργίου Σωτηριάδου, Διαλέξεις περί 'Ελλήνων ποιητών του ΙΘ '

α1ώνος, τόμος πρώτος έν ; Αθήναις, 1916.- Η. Pernot, έιudes de Litterature, Grecque Moderne, Paris 1918, σ. 99. - D.C. Hesseling, Histoire de la .Litterature Grecque Moderne. traduite dυ Neerlandais par Η. Pernot , Paris, 1924, σ. 69 seq. - Έγκuκλο­

παιδικόν Λεξικόν, 'Ελευθερουδάκη, Κάλβος(' Ανδρέας Ίωαννίδης). Α. Κ., 96α-97αβ. -'Από τίς πιό νεώτερες μελέτες σημειώνω Ιδιαιτέρως τίς έπόμενες: Giorgio Zoras, Andrea· Calbo, Opere Italia ne, Teramene - Le Danaidi e scritti minorl, Roma MCMXXXVIII - XVI, καί Ν . 5. Τωμαδciκη: Κριτικά, βιογραφικά καί βιβλιο:yραφικά στόν 'Ανδρέα Κάλβο,' περ. «·Ελληνικά», τόμος Ιος , τεϋχος Ι ον, Άθijναι , 1938, σ. 19-51. Οί παραπομπές σ' αύτές θά σημειώνονται συντομογραφικά GZ καί ΝΒΤ. Δυστυχώς δέ μπόρεσα νliχω ύπ' όψη μου τό liρθρο του κ. Σ. Μινώτου: ·Ο Κάλβος στό Λονδίνο, 'Ι.

'Ανθολ. 1927, φύλλο 7, σ. 13-20. 3 .. Σ. Μενάρδος, op . cit. , σ. 21. 'Επαναλαμβάνει τά 'ίδια στή μελέτη του γιά τή

νεοεληνική ποίηση πού δημοσιεύτηκε στό περ. Poetry Reνiew τοϋ Λονδίνου : «But Ι do not think, that anyone knows the tomb of this. sin_gular man. Poetry Reνiew, Modern Greek Poetry - 111 Solomos: KHivos , Sφι. 1927, σ . 322. '

4. S.B. Piergili : Due Lctteτe lneditc di Ugo Fosco lo <ιl Signor Andre<ι C<ιlbo- Νιηίzi <ι intorno .ad Aήdrea Calbo eιc:, 1904. · ·

5. Ernesto Grillo: Ι Sepolcri, London and Glasco~, 1928, σ . 5. &! Γ. Θ. Ζώρα , .. 'Ο Κάλβος καί οί σχέσεις του » , περ. « Νέον Κράτος», 'Ιούνιος

1938, σ. 706: «ϊσως αίτία τοϋ μαλώματός των νά στάθηκαν μερικές χρηματικές διαφορές... Γιά τό χαρακτήρα του Φώσκολου βλ . Pr. Viglione: Ugo Foscolo in Inghilterra, Catania etc. 1910, καί κριτικό άρθρο τών «Times, τών 29/XII/10. 'Εκεί ό

ΙΖ

ΣΥΜΒΟΛΉ ΣΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ Α. ΚΑΛΒΟΥ

τό νά παραδίνει iδιαίτερα μaθήματα άτίς γλώσσες πού κάτεχε. Δέν παράδινε μονάχα iταλικάΊ, γιατί κι' άπό ενα γράμμα τοϋ Φώσκολου

ή με ρ. 17 Φεβρ. 1817, σταλμένο στόν 'ίδιο τόν Κάλβο, μαθαίνουμε πώς του είχε βρεί ενα ίδιαίτερο νεοελληνικό μάθημα: <<Σίiς βρήκα, έλπίζω, ενα άλλο μάθημα νεοελληνικfjς γιά μιά κυρία πού μπορεί νά σaς

βοηθήση κι aπό aλλες aπόψεις>>8 • 'Από τούτη τήν έπιστολή καθώς κι' άπό aλλες πού εστειλε ό Φώσκολος στόν Κάλβο, επειτ' άπό τό

μάλωμα καί τό χωρισμό τους, μαθαίνουμε πώς ό δεύτερος εζησε στό

11 Soho Square καί 19 Genard Street-Soho9. Στήν περιοχή του Soho, πού ήταν τότε, δΠως είναι καί σήμερα, μά σ· ενα πολύ πιό ξεπεσμένο βαθμό, τό κέντρο τής διαμονής καί ψυχαγωγίας τών φτωχών aνθρώ­

πων τfjς τέχνης καί των γραμμάτων, των ξένων έπίσης,- ενα είδος

βοημικης περιοχής, διαφορετικής πάντα άπ' τίς άνάλογες περιοχές

της γαλλικfjς πρωτεύουσας, - εζησαν οί δυό ποιητές, φίλοι κι'

έχθροί, προτου ό Φώσκολος, κουρασμένος πιά άπό τό θόρυβο τής

άνοιχτfjς ζωfjς πού περνοuσε τά δυό πρώτα χρόνια στό Λονδίνο, άπα­

τραβηχτεί σ ' ενα i)συχο σπιτάκι στό SΌuth-Bank, Regent's Parkto. Οί άριθμοί σώζονται ώς σήμερα, μά δέν είναι δυνατό ν!i εiπωθεί' αν οί τωρινές οικοδομές πού βλέπει κανείς δέν εχουν αντικαταστήσει τά

σπίτια τής έποχfjς έκείνης. 'Αναμφίβολα, ή πρώτη διεύθυνση

προσδιορίζει τώρα ενα καινούργιο καί μοντέρνο ο'ίκημα. 'Ο Κάλβος ,

aπ ' τίς βιογραφικές πληροφορίες πού μaς παραδόθηκαν, πρέπει νά

ύποθέσουμε πώς είχε φύγει άπό τό Λονδίνο επειτ' aπό τό 1821, επειτα, δηλαδή, aπό τό θάνατο της πρώτης άγγλίδας γυναίκας του καί τfjς

μοναχοκόρης του . Δέν είναι εξακριβωμένο που καί πότε 11 tγραψε τίς

κριτικός γράφει: «The Foscolo whom Signor νίglione shows us is not an attractiνe figure. Α man embittered by hardsh ips. poor, ill, jea lous, suspicious, irritable. Ύiolen t. wildl y ex traνagant wh en he. had money ca rned , borro\νed , o r given to him ," he was plunged in despair and f'ull of compl ain ts against the iniquities of tl1e wo rld in general when at th e end of his reso1)rces etc ....

7. CZ. σ. 10: «Calbo co ιHinuo a νiνere a Londra. coπie insegnante di lingua iι a li anaι• .

Βλ . τί λέε ι ό Nicolopo ulo de $~rne aτόν πρόλογο ατή μετάφραση τής Λύρ_ας άπό τόv

J. Stanislas σ . XJ: " " a fa it un sc_jour de plusieurs annees dans ce tte ca pita le, ο[ι il professa publiqueme ιlt la langue grecqJe avec un grand succes».

8. Γ. Θ. Ζώρα, περ. «Νέον Κράτος", σ. 706. 9. Στό προαναφερόμενο Ciρθρο τοu κ. Ζώρα στό «Ν. Κpάτος .. σ. 706 δ ια.βάζουμε ,, 19

Geπιvco l S treeι .. , άvύπαρχτο δρόμο ατό Λονδίνο , καί γι' αuτό πρέπε ι νά διορθωθε! ώς

τυπογραφική άβλεψία καί νά δ ι αβαστεί" 19 Genard Streeι .. . Γιά τίς διε υθύνσεις πού σ '

αuτέc εμεινε ό Κάλβοc βλ. Camillo Antona - Traνe rsi e Angelo Ottolini: Ugo Fosco lo. Volume Quarto, I'Esilio (1818-1827) Milano, MCMXXVIII, p. 100 seq.

10. Ό Bercsfo rd C !Ίa nce ll o r στό βιβλίο του «The Romance of Soho" νά πώς

χα ρα κτηρίζε ι τό καρτιέ: «a littlc staιe οΓ It<ιly joined ιο a Γπιgment ο!" one ο ι · thc ιn ore ιli s ιanι οι · ιh c «Frcnch department s» .

Ι I. Η. Pernot, ορ. cit. σ. 96: «Comme d' a utre part ses prcmiercs odes en grec date nt

\3

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

Ώδές του, καi δ,τι θετικό κατέχουμε είναι πώς στά 1824 βγάζει τή «Λύρα» πού περιλαμβάνει τίς Ώδές, στή Γενέβη, καί στά 1826 κάνει μιά άνατύπωση μέ καινούργιες ώδές μαζί _μέ λίγα λυρικά τραγούδια

διαλεγμένα άπό τό εργο τοϋ Χριστόπουλου. 'Από μιά έπίκληση «Au Genera1 Lafayette», προταγμένη στή δεύτερη εκδοση, μαθαίνουμε πώς έτοιμαζόταν . νά κατέβει στήν 'Ελλάδα: «Je quitte La Fι;ance avec regret; mon devoir m' appelle dans ma patrie pour exposer un coeur de p1us au feu des Musu1mans». "Αν μεταξύ τοϋ 1821 καί 1824 κατέβηκε στήν ·Ελλάδα, δέν είναι άκόμη όλότελα βέβαιο, κι· ό κ. Τωμαδάκης,

πού εχει έξετάσει τό ζήτημα στό liρθρο πού προαναφέραμε στίς

ύποσημειώσεις μας έδώ, δέν κατορθώνει νά βρεί μιά πειστική λύση . Ή πρώτη περίοδος τής ζωής του ποιητή στό Λονδίνο, τόσο

άγνωστη καί σκοτεινή, μπορεί. νά φωτιστεί καί νά ξεδιαλυθεί ι'iν

βρεθούν τά ληξιαρχικά βιβλία τής ένορίάς πού σ' αύτήν εζησε καί παντρεύτηκε. Τά άρχεία του Somerset House στό Λονδίνο, άπ' όπου πήραμε τίς παρακάτω πληροφορίες γιά τό γάμο καί τό θάνατό του, καί

πού όδήγησαν στήν άνακάλυψη του τάφου του, άρχίζουν επειτ · άπό τό 1830. Γι' αύτό πρέπει νά γίνει ερευνα στά άρχεία τής 'Επισκοπής του Λονδίνου, οπου πιθανό νι'iχουν μεταφερθεί καί νά φυλάγονται τά ληξιαρχικά βιβλία τών πιό παλιών λαϊκ&ν έκκλησι&ν του Soho πού δέν ύφίστανται πιά σήμερα, γιατί ό Κάλβος, πουριτανός σ' δλες τίς

έκδηλώσεις τής προσωπικότητάς του, ίδιόρρυθμος ι'iνθρωπος, θι'iχε,

άν ποτέ είχε, πολύ λίγες σχέσεις μέ τήν έλληνική ορθόδοξη

κοινότητα του Λονδίνουι2. "Ας μή ξεχνοuμε πώς ήταν όχι μόνον ενας καλβινιστής, μά κ' ενας καλβινιστής στή ζωή του 1 .1.

·Ο δέ Βιάζης κι' όσοι τόν άκολού~ησαν αναφέρουν πώς ό

Κάλβος εφυγε γιά τό Λονδίνο στά 1859. Ό Τωμαδάκης όρθά παρατηρεί πώς ή χρονολογία δέν είναι άκριβής, μιά πού δ' ποιητής τύπωσε βιβλίο στά 1856. Τό πότε άκριβ&ς εφυγε γιά τό Λονδίνο δέ μiiς είναι ιiκόμη γνωστό. 'Απ' τό πιστοποιητικό του δεύτερου γάμου του

de 1824, il est certain qu' il consacrait alors a la poesie .quelques uns des loisirs que lui laissait son enseignement particulier».

12. Ό Κάλβος εlχε κάνει τό δεύτερο γάμο του προτεσταντικά καί προτεσταντικά κηδεύτηκε. Δέν ξ αίρουμε άν καί τήν πρώτη φορά παντρεύτηκε προτεσταντικά. 'Η

πρώτη έλληνική έκκλησία στό Λeνδίνο χτίστηκε στά 1677. Κατόπι, έπειδή δέν

μποροuσε vά συντηρηθεί, πουλήθηκε, καί στά 1684 πέρασε στά χέρια τώv Ούγεvότων. "Ως τά 1838 ή έλληνική κοινότητα του Λονδίνου δέν εlχε μόνιμο τόπο λατρείας. 'Έπειτ' άπό άρκετές περιπέτειες, ό σημερινός ναός θεμελιώθηκε στά 1877. Βλ .

«Hellenism in England by Th . Ε . Dowling and Ε. W. Fletcher, with an introduction by J . Gennadius, etc.». London, 1915, σ. 80 seq. .

13. «Kalνos [συγκρινόμενος μέ τό Φώσκολο] had a much stronger character. Probably it was naturally such, but it is certain that Switzerland and England made him Puritanic ... " Menardos, op. cit., σ. 322.

14

. ΣΥΜΒΟΛΉ ΣΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ Α. ΚΑΛΒΟΥ

μα~α{νουμε πώς βρισκόταν στό Λονδίνο στίς 5 Φεβρουαρίου 1853 καί, φυσικά, πολύ πρίν άπ· τή χρονολογία αύτη. Τό άντίγραφο στήν κατοχή μου. παρμένο άπό τό General Register Office, Somerset House, εχει ήμερομηνία 29 Ίουνίου 1938. Δίνει τίς έπόμενες λεπτομέρειες:

Registration District: Saint Pancrasi 4•

Marriage solemnized: At St. Pancras Churι;h in the Parish of St. Pancras in the County of Middlesex. Name and Surname: Andrew Kalvo. Charlotte Augusta Wadams Age: Full

Full Condition: Bachelorιs

Spinster Rank or Profession: Μ.Qι6 Residence at the time of Marriage: St. Pancras. St. Mary Stratford, Co Essex. Father·s Name and Surname: John Kalvo John Wadams Rank of Profession of Father: Dead Dead

Married in the Parish Church according to the Rites and Ceremo­nies of-· the Established Church by License 17 by me L. W. Τ. Dale.

This Marriage was solemnized between us Andrew Kalvo and Charlotte Augusta Wadams in the presence of us William Walter Kirby - Georgina Maria Keating.

·Η δεύτερη συμβία τοϋ · Κάλβου ήταν διευθύντρια παρθεναγω­

γείου σύμφωνα μέ τίς πληροφορίες πού εχουμε πάρει, μ. όλο πού τό

έπάγγελμά της παρασιωπαται στό πιστοποιητικό τοu γάμου . "Αν όμως ήταν διευθύντρια παρθεναγωγείου τόν καιρό πού τήν παντρεύ­

τηκε, ή άν κατόπι εγινε, δέν τό ξαίρουμε· πάντως ό:νi'jκε στό

διδασκαλικό κόσμο. Κι· άπορεί κανένας γιατί διάλεξε νάχει τό σχολείο της στό Louth τοu Linconshire, εvα aπομακρυσμένο ό:πό τό

14. 'Έχω δεί τό Πρωτότυπο στήν έκκλησία τοϋ St . Pancras τοϋ Λονδίνου. ·Ο Κάλβος ύπόγραψε τή γαμήλιο πράξη έγγλέζικα .

15. Δέν περιγράφεται ώς χήρος.

16. Γνωστός ώς Δρ . Κάλβος περιγράφεται όχι όρθά ώς M.D.= Doctor of Medicine. Δέν σημειώνεται τό έπάγyελμα της γυναίκας του .

Ι 7. Δηλ. μέ είδική Cίδεια χωρίς νCίναι άνάγκη νά προαναγγείλουν τούς γάμους των 15 μέρες πρίν.

15

.ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

κέντρο χωριουδάκι Ι 8 • Μου εχει δοθεί ή έξήγηση πώς τό Louth εΙχε τότε ενα περίφημο σχολείο Μέσης Παιδείας γι' ιiγόρια, πού σ' αύτό φοίτησε κι' ό Τέννυσον, καί πώς ήτανε σπουδαίο μορφωτικό κέντρο. Πάντως έκεί εζησε (γιά πόσα χρόνια ιiκριβώς δέν ξαίρουμε) κ' έκεί

πέθανε καί θάφτηκε ό Κάλβος, βοηθώντας τή γυναίκα του μέ τή διδασκαλία μαθηματικών καί ξένων γλωσσών. Τόν τάφο του τόv έπισκέφθηκα στίς 4 'Ιουλίου 1938 19• Βρίσκεται όχι στό νεκροταφείο

τής ένορίας του, μά στό νεκροταφείο τοϋ Keddington, ενα τέταρτο εξω ιiπό τό χωριό, σ' ί:να δεντροφυτεμένο καί πολύ θελκτικό τοπίο. Οί

δυό-τρείς πού τόν θυμόντουσαν πολύ άμυδρά, μοϋ έξήγησαν πώς τό

Church Lane, πού περνίi έκεί δίπλα, ήταν ό ταχτικός περίπατος τqυ ποιητή. 'Ίσως νά διάλεξε ό 'ίδιος ζώντας τό μέρος δπου θά πεθυμοuσε

νά ταφεί. Τό πιστοποιητικό του θανάτου του, δοσμένο άπό τό General Register Office, Somerset House, ή με ρ. 29/6/1938, δίνει τίς έπόμενες πληροφορίες:

Registration District: Louth Death ίn the sub-Distrίct of Louth ίη the Cόunty of Lincoln. When and Where died: Third Noνember 1869, the High Holme, Louth~o Name and surname: A~drea Kalvo Sex: Male Age: 77 years2Ι Rank of Profession: Professor of La!'lguages and Mathematics Cause of Death: Disease of heart Pneumonia certified. Sίgnature, Description and Residence of Informant: Thos. Wemyss

18. Τό Louth aπέχε ι 51/ 2 ώρες μέ τραίνο aπ' τό Λονδίνο κ ' ί:χει σήμερα 10.000 κατοίκους περίπου.

19. 'Από τό 1924 χρονολογείται ή ερευνά μου γιά τόν τάφο του. Τόν είχ'

ανακαλύψει τόν 'Οκτώβριο τοϋ 1937. 'Όταν ζήτησα κατόπι νά έρευνήσω συμπληρω­ματικά τ' άρχε ία τής έλληνικής έκκλησίας· τοϋ Λονδίνου, ό πανοσιολογιώτατος ·Αρχιμανδρίτης κ. Ι. Βίρβος , πού μάθαινε τούς λόγους τής Ερευνάς μου, γνώριζε κιόλας

dπό δική του !:ρευνα τόν τάφο τοϋ Κάλβου. Τόν είχε έπισκεφθεί επειτ ' dπό τ ή

συνομ ι λία καί πρωτύτερα dπό μένα . Στίς δικές του όδηγίες γιά τήν τοποθεσία του στό

νεκροταφείο όφείλω τήν εύκολώτερη ανακάλυψή του. Γι ' αuτό καί γιά τήν προθυμία

του νά συζητήσει μαζ ί μου μερικά σημεία τοϋ aρθρου αuτοϋ όφείλω νά τόν εuχαριστήσω καί έδ&. Ή τυχαία aνακάλυψή μου σ' ενα παλαιοπωλείο τοu Charing Cross ένός dριθμοϋ τοϋ περιοδικοϋ <<Church of the Holy Trinity, Louth, Lincs, Home yisitor, Dec., 1869, πού σημείωνε στό πίσω ξώφυλλό του, κάτω άπό τl-j λέξη Deaths: <<Noνember 3d, Andrea Kalνo , P.D., aged 77 years», μέ κατατόπιζε πιά τελειωτικά στίς προσπάθειές μου.

20. High Holme είναι τονομα τοϋ δρόμου πού σ' αύτόν βρισκόταν τό σχολείο κ' ή κατοικία του μαζ ί. Σήμερα ε!ναι ίδιuηικό σπίτι.

21. Αύτή δέν είναι ή &κριβής ήλικία, δπως φαίνεται άπό τήν έπιτύμβια πλάκα παρακάτω. Κι' δμως ό Κάλβος γεννήθηκε στά 1792.

16

· ΣΥΜΒΟΛΉ ΣΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ Α. ΚΑΛΒΟΥ

Bogg in attendance, East Gate, Louth. When registered: Eleventh November, 1869. Signature of Regist~ar: William Parkin, Registrar . .

'Ο Κάλβος είχε ένταφιαστεί στό νεκροταφείο τής ένορίας του

Keddington . 'Ο τάφος, σέ σχήμα ορθογωνίου, χτισμένος άπό ντόπια πέτρα καί χωρίς νάναι σκεπασμένος μέ πλάκα, βρίσκεται πρός τό

νότιο μέρος τής έκκληισίτσας καί περιέχει έπίσης τό νεκρό τής

γυναίκας του . 'Έχει μάκρος 8 πόδια, 4 πλάτος, κι' ό σταυρός φτάνει σέ ϋψος 5 πόδια καί 6 'ίντσες . Κ' έπειδή στ ή ν 'ίδια πέτρα, πού άποτελεί

τή βάση τοϋ σταυροϋ, είναι χαραγμένη ή μιά επιγραφή γιά τόν

Κάλβο, καί στήν <iλλη ή έπιγράφή γιά τή γυναίκα του, πρέπει νά ύποθέσει κανένας πως τό σημερινό πέτρινο μνημείο αντικατάστησε

ε να παλαιότερο ή χτίστηκε ϋστερ, άπό τό θάνατο τής γυναίκας του.

'Έτσι στήν άπομέσα μεριά διαβάζουμε:

SACRED ΤΟ ΤΗΕ MEMORY OF

CHARLOTTE AUGUSTA WIDOW OF ANDREA CAL VO ΡΗ.ο22

WHO FELL ASLEEP ΙΝ JESUS JUNE 23d I 888

AGED 76 YEARS THERE REMAINETH THEREFORE

Α REST FOR ΤΗΕ PEOPLE

καί στήν aπέξω:

OF GOD ΗΕΒ IV. ΙΧ .

S ..... R .... [=SACRED] ΤΟ ΤΗΕ MEMORY OF

ANDREA CAL VO ΡΗ. D. (LA ΤΕ OF CORFU)23

WHO DEPARTED THIS LIFE NOVR. 3cf 1869

ΙΝ HIS 78th YEAR DEEPL Υ BELOVED AND LAMENTED

ΒΥ HIS WIFE AND FRIENDS ΗΕ IS ΝΟΤ DEAD BUT SLEEPETH

ΗΕ IS BUT GONE ΤΟ REST , AND CHRIST OUR LOV' DONE ΚΕΕΡΕΤΗ

NOW AND FOR EVER BLEST

22. PH.D. = Doctor of Phi losophy. 23. Γιατί ό πατέρας του ήταν Κορφιάτης.

17

ΑΠΑΝΤ Α ΚΑΛΒΟΥ

Στό Λάουθ, δπως άναφέραμε, βοηθοϋσε τή γυναίκα tου διδά­σκοντας ξένες γλώσσες καί μαθηματικά, κι' άπασχολήθηκε μέ μεταφράσεις εκκλησιαστικών εργων άπό τά λατινικά καί τ' άγγλικά

στά ίταλικά καί στά έλληνικά. ΕΙχε φήμη σοφοϋ άνθρώπου (στά

ξώφυλλα τών μεταφράσεών του άν~φέρεται ώς μέλος διαφόρων έταιρειών καί μιά ερευνα σ' αύτή τήν κατεύθυνση μπορεί νά φανερώσει ενδιαφέροντα πράγματα), γι' αύτό κι ' ένεργοϋσε ώς"

έπιδιαιτητής, δπως θά δοϋμε παρακάτω, σχετικά μέ μεταφραστικές

διαφορές μεταξύ μορφωμένων άνθρώπων τής έποχής του. Κατά τήν έπίσκεψή μου στό Λάουθ μίλησα μέ τούς γεροντότερους πού τόν

θυμόντουσαν &κόμη, μά πολύ &μυδρά. 'Αναφέρονται μέ σεβασμό

στόν Δρ. Κάλβο. ·Η έπόμενη έπιστολή άπό τόν κ. J. W. White Curator, Naturalist's Antiquarian and Literary society, &ξίζει νά

δημοσιευτεί έδώ γιατί δείχνει ποιά κατεύθυνση θά μπορούσε νά πάρει

ή μελλοντική ερευνα. 'Ο κ. White μοϋ γράφει: << ... Since your νisit Ι have interviewed many Louth people but

regret Ι have not been able to gather much useful information. Mrs Kalνo died at Beckenham, Kent, and was brought ω Keddington for . burial, so probably she left Louth after the death; of her husband .

»Miss SharpleΎ when q'uite a srήall girl could remember Mr. Kalvo wearing a skull cap. She could remember her elder sister (now deceased) being rewarded by Mr. Kalνo for her smartness in mathematics. Mrs. Kalνo was a small person. Mrs. Jollye, nee Sharpley, says her sister, agect 'so, now at Woodhall, Spa., Lincs went to{vfrs. Kalvo 's school, but Mrs.' Jol1ye cannot remember much about this. She however promised to write to her sister and ask if she could gίve any information .. .

' Jours faίthfully I. W. White»

Μ' όλο πού εψαξα επιμόνως κ' επισταμένως στά κρατικά άρχεία, δέν πέτυχα νά βρω άν ό Κάλβος άφησε διαθήκη. · Η κυρία ~άλβου

όμως άφησε διαθήκη, πού τή μεταφέρω έδώ για'fί πιθανό νά δώσει

χρήσιμα στοιχεία γιά περισσότερη ερευνα;

<<My will - Ι Charlotte Augusta Kalvo being of sound mind do appoint my brother Edmund Kirby, Kelsey Park, Beckenham and Miss Georgίna Keating, Grange Park, Ealing my Executor and Executrix and Ι request the former to apply for and receiνe certain sums of money falling due at my death frotn the Gresham Assurance office and the Natίonal Debt Office and from Mr. Barber Amphill Terrace, Sheffield, and that he will pay out of the ·said riωney the expenses of my funeral. Ι also request Miss Georgina Keating to collect and inclose to my sisters my wardrobe and beg she ' will dispose of the few articles of·furniture Ι

18

ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ Α. ΚΑΛΒΟΥ

leave and apply the money towards paying any sum Ι may have for my board. - Charlotte Augusta Kalvo- Witnesses- Clara Lewis - ·Caroline Manfred of Crowther Terrace, etc.••.

Μά δέν είναι μονάχα τά ίστορικά τής ζωής τοϋ Κάλβου πού είναι σκοτεινά . Πολλά σημεία τής συγγραφικής του σταδιοδρομίας έπίσης χρειάζονται διαφωτισμό καί ξεκαθάρισμα. 'Ελπίζω πώς τ' αποτελέ­

σματα της ερευνάς μου ως τά τώρα θά κριθοϋν γιά τό παρόν

·βοηθητικά καί θά σπρώξουν ι'iλλους νά συνεχίσουν:

α) 'Ο Legrand στήν Bibliographie Ionienne 24 καταχώρισε κάτω

<iπό τόν <iριθ. 933 τό έπόμενο εργο τοϋ Κάλβου: «Le Danaidi, Tragedia di Andrea Calbo. London. Printed for the author by Boyle and Callaghan, 37 Wa!;wick Street, Goldon square, and sold by Α. Dulau & Co, Soho Square, MDCCCXVIII. 829. e. 26». 'Η 'ίδια τραγωδία

συμπεριελήφθηκε στόν άριθ. 9742 5: «ltalian Lessons in four parts The Synopsis of the Italian Grammar, with exercises upon each rule . Part 11: Translation of the first book of Robertson 's History of the reign of the Emperor Charles V26 Part ΠΙ. Saul, Tragedia di Vittorio Alfieri. Le

24. Emile Legrand et Hubert Pernot: Bibliographie Jonienne etc., Paris MDCCCX. 2 νols.

25. Μεpικοί άπό τούς έκδοτικούς οϊκους τών εpγωv καί μεταφράσεων τοϋ Κάλβου ύφίστανται άκόμη. Νά έλπίζει κανένας πώς τά άρχεία τών ο'ίκων αύτών περιέχουν

άλληλογραφία σχετιζόμενη μέ τίς καλβ'ικές έκδόσεις;

26. 'Ο τίτλος τοϋ βιβλίου άπ' δπου πάρθηκε τό άπόσπασμα ε{ ναι: "The History of the reigh of the Emperor Charles ν with a νiew of the progress of society in Europe from the subνersion of the Romaή Empire to the beginning of the sixteenth century in three νolumes by William Robertson, D.D. Princip'al of the Uniνersity of Edinburgh, and historiographer to His Majesty for Scotland. Vol. 1-ΙΙΙ London · eιc. ·Η μετάφραση

άρχίζει άπό το β' tόμο καί καλύπτει τό α' βιβλίό. Μά έκτός άπ' αύ1ή τή μετάφραση, ύπάρχει καί ή έπόμενη: «Storia del Regno dell · lmperatore Carlo Quinto con un Quadro dei progΓessi della Societa in -Europa dal' soνvertimento dell' Impero Ro'mano fino a l principio del secolo decimo sesto di Guglielmo Robertson, traduzione dall' Jnglese di A.C. con noti ~ confuta~ioni ctel traduttore. Palermo par Antonio Grimaldi M.DCCC. XXXV .... 'Αντιπροσωπεύουν τά ψηφία A.C. τ ' άρχικά τοϋ όνόματος τοϋ Κάλβου; Ή

άντιπαραβολή μέ τή μετάφραση στά «ltalian Lessons, παρουσιάζει πιό πολλές

διαφορές παρά ό'μοιότητες. Τά «ltalian , Lessons εχουν τήν έξης άφιέρωση: «ΑΙ Signor Giuseppe Naldi. L ' amicizia νi dedica questo libro, che, quanto non abbia

altro meriιo ne ha assa i di q'uello di essere · disinteressamente da me offerto e da νοi accettal<:>.

Credetemi Tutto νostro

Α. Calbo Londra 1818 ...

\9

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

Danaidi; Tragedia di Andrea Calbo, Part IV. Extracts from Tasso, Ariosto, Petrarca and Dante. By Andrea Calbo. London . Printed for Alexarιder Black, Pall Mall. MDCCCXX. Printed by Boyle and Callaghan, 37 Warwick Street, Golden Square, 829. e. 26,27.

Θά παρατηρηθεί aμέσως πώς μ' δλο πού ό Legrand καταχωρίζει τά δυό αuτά βιβλία κάτω άπό δυό διαφόρους άριθμούς, ό άριθμός τής

καταχώρισης· στόν κατάλογο τής Βιβλιοθήκης τοϋ Βρεττανικου Μουσείου είναι ό 'ίδιος. 'Από μιά έπιστολή του Κάλβου σέ μιά

μαθήτριά του, γραμένη στά 1818, μαθαίνουμε πώς τό ϋφος τών «Danaidί>>, τό όχι τόσο εϋκολο, θά χρησίμευε ώς είσαγωγή στόν

τέταρτο τόμο πού θά περιλάμβανε aποσπάσματα aπό τόν Τάσσο, τόν

'Αριόστο, τόν Πετράρχη καί τόν Δάντη27 . 'Ως γεγονός τά «Italian Lessons» βγήκαν, δπως είχαν προσχεδιασθεί, σέ χωριστά τεύχη, καί ό τέταρτος τόμος, πού γι, αuτόν μιλά ό ποιητής στήν πιό απάνω

επιστολή του πρέπει νάναι τό Part IV (στό aντίτυπο τοϋ Βρεττανικοϋ Μουσείου δέ λείπει ολόκληρο, δπως άναφέρει ό Legrand· σώζεται τό <<Gerusaleme Liberata» ). 'Έτσι . ή τραγωδία πρέπει νάχε βγεί σέ ξεχωριστή εκδοση. Αuτό ύποστηρίζεται άπό τήν ήμερομηvία τοu

τίτλου, δοσμένου στήν προαναφερμένη βιβλιογραφία. Καί δμως οί δυό έκδόσεις aρκετά περίεργα καταχωρίζονται κάτω άπό τόν 'ίδιο

ιiριθμό 829. e, 26 καί ή αυτοτελής πρώτη έκδοση πού θά είδε ό

Legrand, καί πού τή χαρακτηρίζει ώς <<UΠ liνre de la plus ιnsιgne rarete», έχει εξαφανισθεί aπό τό ΒρεττανιΙ<"ό Μουσεϊο2Χ.

' Από τήν είσαγωγή παίρνουμε τά έπόμενα πού κλείνουν μέσα τους κάποια

γενικώτερη γιά τό iiργο του σημασία: ;,The rules for pronunciation , ίη eνery language, · are so indeterminate ~ to deserνe but little attention; practice alone can ensure and no ·

practice will be found more adνantageous ιh·an the declamation of dramatic poetry , in which the emphatical utterance Όf the words in conjunction with the harmony of νerse, makes a stronger impression ο η . the mind an·d obliges the νoice to obey the cadence prompted by the'ear ... AJI these considerations haνe preνailed upon me to selecΊ upon me one of the best tragedies of Alfieri whom ... we may consider asΊhe link between good poets and the best of prose writers. And in order to ma ke the step shbrter towards the foΓmer , Ι chose the third ' part and one' of my όwn tragedies .

Στό ξώφιiλλο άπό μέσα ύπάρχει ή έπόμενη άγγελία: ··The following works are in the press and will shortly be published by Alexander Black , 27, «Pall Mall: Calbo ' s Modern Greek Lexicon: Α modern Greek a~d· English Dictionary, into' which will be introduced many nouns and words, more particular by those connected with the scien~es, which are nσt found in any other Lexicon extιιnt. By Andrea Calbo , a native of Greece». ΕΙδε καθόλου τό · φώς αύτό τό προαναγγελλ.όμενο βιβλίο;

27. ΝΒΤ. op. cit. σ. 24. 28. ·Ο βιβλιοθηκάριος κ. Α. I. Ellis ένδιαφέρθηκε ίδιαιτέρως γιά τήν άνακάλυψη

τοu βιβλίου. 'Έκανε είδικ1i i:ρευνα, χωρίς δυστυχώς νά μπορέσει νά τό βρεί. Γι' αύτή

του τήν προσπάθεια καί γιά τήν άρωγή του σχετικά μέ τήν ερευνά μου άπάνω στόν

Κάλβο στή Βιβλιοθήκη του, όφείλω νά τόν εύχαριστήσω καί έδώ. Πρέπει έπίσης νά

20

ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ Α. ΚΑΛΒΟΥ

β') Ό Σπ. δέ Βιάζης, στόν πρόλογό του στήν προαναφερμένη

εκδοση τ&ν 'Ωδ&ν29, γράφει: «Μετάφρασεν ό Κάλβος τά έξής : Πο\α

κατά τούς άρχαίους ή κυριαρχία τοϋ Πάπα, ύπό τοϋ αίδεσιμωτάτόυ 'Ιακώβου Κουερίκου ΤΔ. πρεσβυτέρου τής 'Αγγλικανικής 'Εκκλη­

σίας μετά βιογραφίας τοϋ συγγραφέως. -Περί δογμάτων διοικήσεως

καί ίερουργι&ν τής 'Αγγλικανικής 'Εκκλησίας, πονημάτιον Κοσίου

έπισκόπου Λινέλμου, οίς προσετέθη βραχεία μέν τινα περί τής

καθολικής πίστεως καί τής άγλλικανικής μεταρρυθμίσεως, έρανι­

σθέντα έκ τ&ν συγγραμμιiτων 'Ανδρηέως Ίονήλλου3ο, καί κατήχησις τής 'Αγγλικανικής 'Εκκλησίας.>>. Τούς πλήρεις τίτλους, γνωστούς

καί σέ μένα άπό aντίτυπα στό Βρεττανικό Μουσείο, εχει δώσει ό Τωμαδάκης". Τό βιβλίο περί τ&ν δογμάτων, διοικήσεως καί ίερουρ­

γίας τfiς 'Αγγλικανικής 'Εκκλησίας ε{ χε πρωτοδημοσιευτεί τό 1852 λατινικά καί ό Κάλβος τό πρωτομετάφρασε στά iταλικά τό 1854 καί στά ελληνικά τό 1856. Ή μετάφρασή του στά έγγλέζικα εγινε πολύ dpγότερα μ' εvα συντομώτερο καί παραλλαγμένο τίτλο.

y') Κάτω άπό τόν άριθ. 966 στή βιβλιογραφία του ό Legrand καταχώρισε τό έπόJiενο βιβλίό, πού περιέχει καt μετάφραση τοϋ Κάλβου στή νεοελληνική . Στήν είσαγωγή σημειώνεται: «The modern Greek is an entirely new translation by Mr. Α. Calbo, a native Greek of the Island of Zaήte>>. · 'Ο τίτλος του είναι ό έπόμενος: <<Liturgia Anglicana Polyglotta, seu liber Precum communium, anglice, gallice, neo-graece, italice, germanice, hispanice, latine et graece. London. Printed fόr Samuel Bagster, Νο 15, Paternoster Row MDCCCXXI. Ό μ. I. Γεννάδιος· στό βιβλιαράκι του «Περί τ&ν μεταφράσεων του

εύχολογίου τ&ν 'Αγγλικαν&ν, ίστορικόν, βιβλιογραφικόν καί κριτι­κόν μελέτημα μετά δοκιμίου νέας μεταφράσεως τής κατηχήσεως καί

βεβαίώσεως ύπό 'Ιωάννου Γενναδίου, έπιτίμου διδάκτορος του έν Όξονίq. Πανεπιστημίου καί έπιτίμου μέλους τής Βασιλικής Φιλολο-

προσθέσω πώς κάθε προσπάθεια ν' ανακαλύψω ι'iλλο αντίτυπο στ ή Γαλλική 'Εθνική Βιβλιοθήκη , στή Βοδλειανή , στή Βιβλιοθήκη τής Σχολής, τών Langues Orientales vivanιes, στό Παρίσι, στάθηκε μάταιη .. Από τή διάλεξη τοu κ . Σωτηριάδη πληροφο­

ρούμαστε: « ' Ο Κερκυραίος λόγιος κ. Λ. Μπελλέλης, ε ίς έπιστολήν του έκ Παρισίων

τής 8 Μαρτίου 1916 πρός τόν κ. Γεώργιο ν Δροσίνη ν, όμιλεί πε ρί τής ύπό του Κάλβου τό 181 8 έν Λονδίνφ έκδοθείσης άρχαιοπρεποϋς τραγωδίας «Le Danaidi» , τijς όποίας

έ πέτυ-y;ε νά εϋρη εν άντίτυπον». Τό βιβλίο πρέπει ν' άναζητηθεί στή βιβλιοθήκη τοϋ

μακαρίτη Μπελλέλη, γιατί φανερωνόμεvο θά λύσει τίς άπορίες. Τό . φωτοτυπημένο άντίτυπο στήν Έθνική Βιβλιοθ_ήκη 'Αθηνών, δωρεά τοϋ κ. Σιγούρου, εγινε άπό τήν

itκδοση στά «ltalian Lessons>>. 29. Βλ. σ . 11.

30. Δυό διάφοροι συγγραφείς: Andrewes Lancelot (1841-1854) , Jo.hn Jewel ( 1522-1571).

31. ΝΒΤ, op. cit., σ. 43.

21

ΑΠΑΝΤ Α ΚΑΛΒΟΥ

γικfjς ·Εταιρείας. Έκδίδεται ύπό τfjς πρός διάδοσιν τών χριστιανι­

κών γνώσεων 'Εταιρείας έν Λονδίνφ κατά τήν λεωφόρον Νορθουμ­βερλάνδης, 1901>>, σ. 70, μίiς πληροφορεί: «Του πολυτελους τούτου βιβλίου έγένοvτο άνατυπώσεις είς σχήμα 16ον τφ 1825 καί 1866. 'Υπάρχει δέ καί έκάστη τών όκτώ τούτων μεταφράσεων iδίq έκδεδομένψ•. Μά ή μόνη fκδοση πού φέρει τό όνομα τοϋ μεταφρα­

στfj Κάλβου ε{ναι ή έπόμενη: «Βιβλίον tών δημοσίων προσευχών καί τfjς ύπηρεσίας τών μυστηρίων καί άλλων έκκλησιαστικών θεσμών καί

τελετών κατά τό ~θος τής 'Ηνωμένης Έκκλησίας · Αγγλίας καί Ίβερνίας, οίς προσετέθη τό Ψαλτήριον του Δαυίδ καί αί μετά τάς

συναπτάς έπιστολαί κα{ εύαγγέλια. Μεταφρασθέν έκ τfjς ·Αγγλικής

εiς τήν κοινήν τής 1 Ελλάδος διάλεκτον ύπό Α. Κάλβου Ίωαννίδου .

London: Samuel Bagster, Paternoster Row. MDCCCXXVI>> 16ον σ. 572.

Τά έπόμενα aποσπάσματα εΙναι μερικά δείγματα τfjς μετάφρασης

αύτή ς :

1. «Πάτερ ήμών ό έν τοίς ούρανοίς, άς άγιασθύ τό ονομάσου, ιϊς ελθΊJ ή βασιλεία σου, dς γένΊJ τό θέλημά σου καθώς εiς τόν ούρανόν .

οϋτω καί έπί τής γfjς. Δός ήμίν σήμερον τόν άρτον ήμών τόν

καθημερινόν. Καί συγχώρεσε τά σφάλματά μας, καθώς καί ήμείς

συγχωροuμεν τούς βλάπτοντας ήμίiς. Καί μή μίiς βάλλ1]ς είς πειρασμόν, άλλά έλευθέρωσέ μας άπό τοϋ πονηροϋ. 'Ότι iδική σου

είναι ή βασιλεία καί ή δύναμις καί ή δόξα εiς τούς αiώνας, άμήν!». ΙΙ. <<Πιστεύω εiς τόν Θεόν, τόν πατέρα Παντοκράτορα, τόν

πλάστην τοϋ ούρανοϋ καί τfjς γfjς. Καί είς τόν Ίησοuν Χριστόν, τόν

Υίόν του τόν μονογενή καί Κύριον ήμών, συλληφθέντα έκ Πνεύματος

' Αγίου καί γεννηθέντα έκ Μαρίας τής Παρθένου, τόν παθόντα είς τόν

καιρόν του Ποντίου Πιλάiου" κλπ. ΠΙ. «Είς τήν &:ρχήν ήτο ό λόγος καί ό λόγος ήτον μετά τοϋ Θεοϋ,

καί ό Θεός ήτον ό λόγος. Ούτος ήτον είς τήν aρχήν με-ι;ά τοϋ Θεοu .

Πάντα Εγιναν δι' αύτοδ· καί χωρίς αύτου δέν έγένετο ούδέ εν άφ' δσα

εγινον. Εiς αύτόν ήτον ζωή καί ζωή ήτον τό φώς του άνθρώπου >> κλπ.

'Ο Γεννάδιος στήν προαναφερόμενη μελέτη του εχει κατακρίνει

τή μετάφραση τοϋ Κάλβου: <<'Αλλ' ό μουσόληπτος ποιητής έλαχί­

στας φαίνεται είχεν έκκλησιαστικάς γνώσεις, rοστε ή μετάφρασίς του

αϋτη είναι βεβαίως dναξία τής ιϊλλης του ανδρός δικαίας φήμης. ου μόνον ό φραστικός χαρακτήρ είναι άνώμαλος άλλά καί πολλαχοϋ

πάντlJ χυδαίος, dλλά καί ή aπόδοσις των λειτουργικών καί εκκλησια­

στικών δρων είναι ήμαρτημένη τό πλείστον καί άπρόσφορος,Ω.

32. Σέ ύποσημείωση γράφει : <C Έγεvόμην πρό τιvuς κάτοχος ά'vτιτύπου τινος τού

ήμετέpου Εύχολογίου, δπεp , ώς φαίνεται, συvεβουλεύετο ό Κάλβος άvαθεωpώv τήv

22

ΣΥΜΒΟΛΉ ΣΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ Α. ΚΑΛΒΟΥ

·Επίσης μίiς δίνει; .έκτός άπό τή δική του κρίση , τή γνώμη κι' ενος άλλου πού μετάφρασε στή νεοελληνική τό Εύχολόγιο, στά 1836. 'Ο μεταφρaστnς πρεσβύτερος Η. D. Lewes δικαιολογεί ώς έξής τήν άνάγκη τής νέας μετάφρασης: <<'Επειδή ή μέν πρώτη [ή άρχαtζουσα

τοϋ Duport] έξ αίτίας τής γλώσσης εΙναι δύσκατάληπτος εiς τό πλείστον μέρος τοu λαοu, ή δέ δευτέρα [του Κάλβου] διά τό

άκατάλληλον του ύφους καί διά τήν κατά μέρη άτελfi μεθερμήνευσιν, δέν έπέτυχεν ώς ήτο έπιθυμητόν του σκοποϋ, διά τοϋτο έκρίθη

άναγκαίον νά γίνl] τρίτη αϋτη μετάφρασις είς τήν νϋν όμιλουμένην

τών 'Ελλήνων γλώσσαν ... ». δ') 'Ο Κάλβος, πολύ νωρίς, κατά τήν πρώτη περίοδο τής

διαμονής του, άπέκτησέ φήμη σοφοu πού συνεχίστηκε κι' οταν εΙχε γυρίσει άπό τήν 'Ελλάδα γιά νά έγκατασταθεί πιά όριστικά στήν

'Αγγλία . Τά έπόμενα γεγονότα τό μαρτυροϋν: Στά 1815 ό έγγλέζος θεολόγος κι' έκκλησιαστικός συγγραφέας Ε . Nolan εγραψε ί:να

βιβλίο μέ τίτλο: <<An inquiry ίηι,, ιhι- greek Vulgate on received text of the New Testament etc.». Τή θεωρω . έκεί μέσα πώς ό Εύσέβιος εΙ χε κολοβώσει πενήντα άντίτυπα τών γραφών πού στάλθηκαν στόν Μεγ.

Κωνσταντίνο χτύπησε ενας άλλος θεολόγος, ό Thomas .Falconer, έκδίδονταc στά 1818 τό »<<The Case of Eusebius of Caesarea. Bishob . and historian who is said by Mr. Nolan to have mutilated.fifty copies of the scriptures sent to Constantine the Great» etc. Τότε δ Nolan εβγαλε μιά μικρή μπροσούρα άπαντώντας στήν έπίκριση μέ τίτλο <<Remarks ση a passage in Eusebius 's Ecclesiastical History with translations in Modern Greek and Italian (communicated by Mr. Calvo to the Rev. F. Nolan>>JJ. Τό βιβλιαράκι σημειώνεται στόν κατάλογο τής Βιβλιοθή­κης τοϋ Βρεττανικοϋ Μουσείου μέ τόν άριθ. 4532 ara 8, οί

μεταφράσεις τοϋ Κάλβου στίς σ. l-2, ή συνοδευτική έπιστολή του ,

γραμμένη iταλικά, στίς σ. 5-7. Μεταφέρουμε έδώ τ' άκόλουθα

άποσπάσματα:

Σ. 3-5 Letter to Mr. Calbo

Great Cambridge Street Nov. 10, 1818

ο ο ~ ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο ο Ο Ο Ο ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο Ο I Ο Ο Ο I Ο Ο Ο Ο Ο ο Ο Ο Ο Ο Ι Ο t ι Ι ο ο ι ο ι ο

μετάφρασιν αύτοϋ. Φέρει δέ ίδί~ αύτοϋ χειρί τήν σημείωσιν ταύτην: « Κάλβου κτήμα ... Τό aντίτυπο είναι σήμερα στή Γεννάδιο . Σ' ενα συμπληρωματικό σημείωμα στό τέλος

τοϋ μελε.fήματός του τόν ψέγει όκόμη καί γιά κάποιο · έσφαλμένο μεταγλωττισμό. 33. Βλ. έπίσης «Supplement ιο an inquiry into the lntegrity of the Greek Vulgate , on

received text of new testament; containing the vindication of the principles employed ίη its defence. By the Reν. Fred . Nolan L.LD., F.R.S.L. νicar of Britιlewell, Essex. 1830 Londo n".

23

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

If the joint34 work in which we are engaged, gives me any title to the common privileges of fellow-labourers in the same field; you will pardon my so far presuming upon it, as ·ιο trouble you with the present application ... In the animadversions ofthe <<Examiner>> ... Ι wish to draw your attention ίο the teriηs σύνεσις καί λόγος ... Ι should feel hiιζhl_y flattered if you would favour me with your opinion as on them particularly depends the inference which Ι have deduced from the Instrument in Eusebius... On th.e grammatical skill which ••The eJ>aminer~> eviiιces in hl's attempts at translatioή and illust'ration, it cannot be necessary to add a word. · Though Ι consider it no small punishment to have ·his shame exposed to sιlch eyes as yoιir own; yet, as in Strict j.ustice, 'SQ .barbarOUS a murderer ' of the finest language ίη existence deserves a retribution proportionable to his crime, Ι commit him into your hands. to be . dealt by as he deserves ... >>.

'Ο Κάλβος άπάντηaε ίταλικά ύ"Ποστηρίζοντας τίς άπόψεις τοϋ Nolan. Κι' ό Falconer άνταπάντησε στό βιβλίο του ••The absurd hypothesis that Eusebius of Caesarea, Bishqp and historian, was an editor or corupter of the holy scriptures etc., Oxford, 1823>>. Τά άκόλουθα άποσπάσματα άναφέρονται στόν Κάλβο: «Sig. Calbo was called in as a judge td codemn/ and inflict shame upon an ignorant pretender, but the judge turns out to be an accessory, aπ accomplice, an

. approver, timid and reluctant iήdeed, but stlll a panty in the cr-ime imputed etc.>>. 'Επίσης: ••As t•he difference ση which a contest was thus raised, turned upon a colloguial phase; a native Greek was deemed nu unsuitabfe judge of its merits: One having been ungaged at the time in deliverίng lectures upon his vernaculan language in London · etc.» 3 5•

'Όχι μόνο ίδtώτες μά κ' έπ{σημα σοβαρά ίδρύματα κατέφευγαν

στόν Κάλβο γιά νά έκφράσει τή γνώμη του γιά τήν όρθότητα μ'εταφράσεων άπό τά ελληνικά. Στά βιβλία πρακτικών τής 'Εταιρείας

γιά τή διάδοση χριστιανικών γνώσεωv ύπάρχει τό έπόμενο πρακτικό: <<The following letters were read or presented and referred to the sub­committee for generaΙ · purposes namely: .. at the meeting of the Committee on August σ. 1855: By Dr. Kalva dated Stratford July 28 returning thanks for a copy. at the New Edition of'the Modern Greek Testament of which he expresses his admiration but points οαt what he

34. Δέv ξ αίρουμε ποιά συνεργασία ύπονοεί l:δώ. 'Ο Nolan συνέγραψε γραμματικές ξένων γλωσσών, μά δέ βρήκαμε τίποτε σ' αύτές πού νά μαρτυρεί τή συνεργασία.

35. Οί διαλέξεις τούς Κάλβου στό Λονδίνο καθώς καί ή σχετική καί ή (iλλη άρθρογpαφία στόν έγγλέζιιω Τύπο του τότε καιpοu θ· άποτελέσει θέμα γιά μιά (iλλη μελέτη μου. . Η έρευνά μου δtν ϊχει τελειώσει .

24

. ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ Α. ΚΑΛΒΟΥ

considers an error of translation ιη Acts ΙΙ. ν. 6.,36,

* * *

. ο ποιητής λοιπόν πού εψαλλε:

"Ας μή μου δώσrι ή μοϊρα μου

είς ξένην γijν τόν τάφον·

είναι γλυκύς ό θάνατος μόνον δταν κοιμώμεθα

είς τήν Πατρίδα.

είναι θαμένος στό Louth, στήν εγγλέζικη επαρχία του Lincolnshire, καί περιμένει ή πατρίδα του νά έκπληρώσ1J τήν έπιθυμία του. ' Ο Foscolo αναπαύεται, καιρός τώρα στή Santa Croce, τό Φλωρεντινό Πάνθεο! \7

ΑΝΤ ΙΝΠΑΝΟΣ

36. Τήν άνακοίνωση τοϋ άποσπάσματος αύτου τή χρωστώ στόν φίλο άρχιμανδρίτη Ι. Βίρβο πού δέ μπόρεσε άκόμη νά βρεί τό γράμμα του Κάλβου.

37. 'Ελπίζω πώς τώρα πού εχει άνακαλυφθεί ό τάφος του Κάλβου θά σχηματισθεί μιά 'Επιτροπή γιά νά φροντίσει γιά τήν dνασκάλευση καί τή μεταφορά τών λειψάνων

τοϋ Κάλβου στήν πατρίδα του. Ή Ζάκυνθος, τά 'Ιόνια Νησιά άς άρχίσουν, ό άλλος

έλληνισμός θ' άκολουθήσει. Ό ποιητής καί λόγιος κ. Μ. Σιγ~υρος, η:οό μάζί του μίλησα γιά τό ζήτημα αότό, εχει εκφράσει τήν εγκρισή του κ ' ί:χει δείξει· τήν πιό μεγάλη προθυμία νά συνεργασθεί γιά τήν πραγματοποίηση · τοϋ σχεδίου.

25

ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΛΒΟ

Μπάμπη Δ. Κλάρα

Στίς γιορτές «Λόγου καί τέχνης» πού έγιναν στή Λευκάδα άπό τίς 12 ιδς τίς 28 Αύγούστου καί πού τό πρώτο μέρος τους ήταν άφιερώμένο στή μνήμη τοϋ Κάλβου, ό κ. Μπάμπης Δ. Κλάρας εκαμε μέ τόν τίτλο «Διδάγματα άπό τόν Κάλβο» τήν άκόλουθη

όμιλία. •

Θά 'ταν πολύ, θά ' ταν βαρύ, νά θελήσει κανείς νά μιλήσει γιά

τόν ποιητή καί τήν ποίησή του , σ' ενα άπό τ.ά 'Εφτάνησα, πού ε{ναι τά 'ίδια μιά ενυλη ποιητική παρουσία. Τραγουδοuν έδώ οί πνοές τών

ζεφύρων, τραγουδούν οί φλοί~βοι τών κυμάτων, τραγουδοuν τd πουλιά, τραγουδοuν οί άνθρωποι, άντιβουίζουν, τά γαλάζια πέλαγα,

άντιβουίζουν καί τ' άντικρυνά βουνά, πού θρέψανε τήν κλεφτουριά,

καί μολπή παναρμόνια έλληνική ύψώνεται στά αίθέρια πλάτη.

Π ο ιός - μπ~ρεί κ~λύτερα άzrό ~ούς άνθρώπους τών νησιών αύτών νά νοήσει τήν ποίηση; Ποιός μπορεί καλύτερα άπό τούς άνθρώπους

τούτου του νησιοu πού γέννησε κι· i:θρεψε μύστες καί κήρυκες τοϋ

λόγου σάν τόν 'Άγγε,λο Σικελιανό καί τόν 'Αριστοτέλη Βαλαωρίτη - πού κι · αuτών κάποτε πρέπει νά τιμηθεί ή μνήμη - νά μιλήσει γιά

τόν ποιητΛ;

Συγχωρήστε τής πνοής καί τοϋ λόγου τήν άδυναμία. Εύλαβικός

μονάχa, 1Πι1ρέψτε μου , προ_σκυνψής κι· έγώ νά προσέλθω στό κομμάτι τοuτο τής μυριοτραγουδημένης γής τών 'Εφτά Νησιών -' Εφτά Μουσών, μέ τήν τιμητική εύκαιρία πού μοϋ δίνει ό Σύλλογος τών Λευκαδίων, χρέος ίερό στή μνήμη τοϋ 'Ανδρέα Κάλβου νά

έκπληρώσω . Κι' άς μή θεωρηθεί πώς θά ' θελα νά κολακεύσω, άν πώ

δυό λόγια γιά τόν Σύλλογο καί τήν ψυχή του, τόν 'Αντώνη

Τζεβελέκη. 'Όχι, δέν εΙ ναι μικρή αύτή ή δουλειά πού κάνει γιά τόν

τόπο του καί τήν ' Ελλάδα. Οί γιορτές του Λόγου καί τής τέχνης, πού

μέ τόση έπιτυχία χρόνια τώρα όργανώνει, ξεφεύγουν ά-πό τά συνηθι­

σμένα τοπικά δρια, ένέχουν πανελλήνια σημασία, άποκτοuν πνευμα-

* 'Από τή «Νέα Έστία" , Σεπτέμβριος 1960 (άψι έρωμα ση)ν Κάλβο).

27

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

τική βαρύτητα. Μέ πολύ σκεπτικισμό τίς βλέπαμε όλοι στήv άρχή.

Καί χρειαζόταν ή πίστη ή άκλόνητη, ή θέληση ή έπίμονη, ή άέναη δραστηριότητα ένός άνθρώπου, του Προέδρου του, γιά ν' άρχίσει ν'

άργοσβύνiι ή άμφιβολία, νά έδραιώνεται ή άναγνώριση, νά συναγεί­ρονται γύρω του οί πολλοί. 'Άξιοι τώρα όλοι μαζί, καί Διοίκηση τοϋ

Συλλόγου, καί μέλη του, καί συνεργάτες τών θαυμάσιων «Λευκαδίτι­

κων,, συναποτελοϋν τήν πολιτιστική πρωτοπορία, πού κι' Ciλλοι

τόποι, κι· ι'iλλοι άνθρώποι άρχίζουν κι' άκολουθοuν, κι' όργανώνουν

κι' αuτοί τίς γιορτές τους.

Κεφαλή δμως καί. φέτος έξακολουθουν νά είναι τοuτες οί

έκδηλώσεις τής Λευκάδας. "Οχ{ μόνο γιατί είναι γιορτές Λόγου καί Τέχνης . 'Αλλά καί έπειδή φέτος είναι άφιερωμένες στό μεγάλο

γεγονός τής χρονιiiς: Τή μετακομιδή τών όστών του Κάλβου στή

γενέτειρά του τή Ζάκυνθο καί τήν πανελλήνια άπόόοση τιμής στή μνήμη του. Ειναι αuτό πού χρόνια καί χρόνια, καταχωνιασμένος στά

φιλόξενα άλλά καί περισκέπαστα μέ πνιγηρή όμίχλη ξένα χώματα περίμενε ό ποιητής:

"Ας μή μου δώση ή μοίρα μου

είς ξένην γήν τόν τάφον·

ε[ναι γλυκύς ό θάνατός

μόνον δταν κοιμώμεθα

είς τήν πατρίδα. («·Ο Φιλόπατρις»)

• Η μοίρα βέβαια θέλησε καί του 'δωκε αuτό άκριβώς πού δέν ijθελε ό ποιητής. 'Αλλά οί 'άνθρωποι, πού όταν θέλουν μποροϋν καί

δαμάζουν τή μοίρα, ιου άπόδωκαν δ,τι πιότερο λαχταροuσε ή πατριδολάτρισσα ψυχή του. Εότύχισμένος πιά θά μπορεί νά <<κοιμίi­

ται εiς τήν πατρίδα>>. Καί τώρα πού ό τάφος εκλεισε, μέ ijσυχη τή συνείδηση, aς

σκύψουμε στου εργου του τό βιβλίο, πού πάντα μένει καί θά μένει

άνοιχτό γιά τή ζωή. 'Όχι γιά νά κρίνουμε καί νά άξιολογήσουμε. Ή

δουλειά αύτή εχει γίνει καί γίνεται άπό σοφούς καί ι'iξιους μελετητές,

δΠως ό Δέ Βιάζης, ό Παλαμάς καί ό Βέης, ό Ζώρας, ή Γιαννοπούλου, ό Τωμαδάκη~ , ό Σολδίiτος, ό Πορφύρης καί άλλοι, πού άς μέ

συγχωρήσουν αν μου διαφεύγουν τούτη τή στιγμή τά όνόματα.

'Εμείς μόνο μερικά διδάγματα, όσα ή άπλή μας σκέψη έπιτρέπει, θά

προσπαθήσουμε άπό τήν ποιητική του δημιουργία ν' άντλήσουμε.

·Η δημιουργία τοϋ Κάλβου εlναι σ' 5λους σας γνωστή: Ή Λύρα

28

ΔΙΔΆΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΛΒΟ

καί τά Λυρικά μέ τίς 'Ωδές του, ή <<·Ωδή στούς Ίονίους•• καί δυό τραγωδίες, <<Θηραμένης•• καί <<Δανα"ί"δες•• , πού μετάφερε στά έλληνικά ή Μαριέττα Γιαννοπούλου, καί τά δοκίμιά του .

Γνωστές έπίσης είναι οί iδέες του καί ή μορφή μέ τήν όποία τίς

προβάλλει. 'ο ποιητής μας εζησε σέ μιά έποχή, πού οί λαοί, ξυπνημένοι άπό τόν βαθύ μεσαιωvικόλήθαργο , άναζητου"σαν μέ γlφε­μισμένα τά τιμαριωτικά τείχη, νά συγκροτήσουν τίς έθνικές τους

έστίες, έλεύθερες ώς σύνολα ιiπό ξενικούς ζυγούς, μ' έλεύθερα τά dτο­μα πού τίς συναπάρτιζαν, ίκανές νά σταθοϋν στίς νέες συνθήκες ζωής,

πού δημιουργούσαν οί τεχνικές καί γεωγραφικές άνακαλύψεις, νά

καρπωθοϋν ύλικά καί πνευματικn τήν πολιτιστική πρόοδο, πού

ιiνάπτυσσαν τότε ό έλεύθερος συναγωνισμός καί ή έλευθεροκοινωνϊα τ&ν &νά τίς πέντε ήπείρους κατοίκων τοϋ πλανήτη . Κι · έπόμενο ε'ίταv

νά έμφοροϋνται ιiπό τίς ίδέες πού έκφράζανε τίς μεταλλαγές αύτές, νά

έμπνέονται στήν πρός τά πρόσω πορεία τους ιiπό τά iδανικά έκείνα,

πού θά έρχονταν μέ τή σειρά τους, ώς δημιουργική συμβολή τ&ν άνθρώπινων συνέιδήσεων, νά έπηρεάσουν τήν πορεία αuτή, νά τήν

τονώσουν, νά τήν κατευθύνουν στήν οργάνωση καί τή μορφοποίηση

τοϋ σύγχρονου πολιτισμού. Αύτός ε'ίταν aλλωστε καί είναι πάντα ό

ρόλος τών με,γάλων iδεών: Δέν έκφράζουν καί δέν &ντανακλοuν άπλώς

τήν ύπόλοιπη πραγματικότητα, τήν αναπλάθουν κι ' δλας καί τήν

&ναδημιουργοϋν.

Αuτόν τόν ρόλο των ίδε&ν, κι' άν άκόμα δέν τόν είχεν aπόλυτα . συνειδητοποιημένο, τόν είχε πάντ(i)ς ιiπόλυτα ένστερνισθεί καί έκφράσει ό ' Ανδρέας Κάλβος . Στίς ίοέες έθήτευε , τίς ίδέες σέ

ίδανικά μετάλλαζε, τά . ίδανικά μέ τήν ποίησή τόυ έννοοuσf. νά όπηpετήσει . Κι · ε'ίταν μεγάλα, κι' ε'ίταν ώραία τά ίδανικά της έποχfjς του πού ύπηρετοϋσε. Είταν ή πατρίδα, πpίν ιiπ' δλα ώς γενέθλια γή:

Ώ φιλτάτη πατρίς

ώ θαυμασία νήσος

Ζάκυνθε: σύ μοίJ έδωκας

τήν πνοήν καί τού · Άπόλλωνος τά χρυσfί. δώρα.

(<< ·Ο Φιλόπατρις»)

·Απ' αύτήν πρώτα ζητεί νά δεχθεί τόν ϋμνο του. ' Αλλά ποτέ δέν

παύει βαθειά ριζωμένη νά είναι στήν ψυχή του όλόκληρη ή

'Ελλαδική ένότητα:

29

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

7

Ω 'Ελλάς, Ώ πατρίς μου έλπίδων γλυκυτάτη

μήτηρ: Σέ βλέπω άκόμα ζώσαν καί μαχομένην

καf άναλαμβάνω .. (~<Τό φάσμα»)

Πατριδολάτρης σ' δ λ η τήν εκταση τοϋ εργοιι του, άπό τήν άρχή iliς τό τέλος ε{vαι ό Κάλβος. Καί στενά μέ τής πατρίδας τήν εννοια

συνυφασμένα είναι δλα τοϋ Ποιητή τά ίδανικά. Πρώτο καί κύριο, τής

έλευθερίας. "Α λ γος βαθύ τόν διακατέχει καθώς τήν βλέπει σκλαβω­

μένη:

Γή τών Θεών φροντίδα

φίλη γλυκεία πατρίδα μου

νύκτα δουλείας σ ' έσκέπασε νύκτα αίώνων.

(<< Ό 'Ωκεανός>>)

Μετά τά τρυφερά αύτά λόγια, βρίσκει άλλα έξ 'ίσου παραστατικά

καί ώραία γιά νά έκφράσει τήν άφατη όδύνη του:

Καί είς τήν σκοτιάν βαθείαν είς τό dπέραντον διάστημα

τά φώτα σιγαλέα

κινοUνται τών άστέρων

λελυπημένα.

(<< Ό 'Ωκεανός»)

Τό πάθος τής έθνικής έλευθερίας τόν γεμίζει μέ μίσος άσβεστο,

πρίν ιiπ' δλα, γιά τοϋ τόπου τούς δυνάστες:

JO

Φοβερόν, μυσαρόν

θρέμμα σκληρaς 'Ασίας

Όθωμανέ, τί μένεις;

τί νοείς; τί δέν φεύγεις;

τόν θάνατόν σου;

'Ανέβα στήν άpάβιον

• Οθωμανέ, φοράδα τήν φυγήν κατεγκpήμνισον

έλληνικά θηρία

σέ κατατρέχουν.

ΔΙΔΆΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΛΒΟ

Τήν λάμψιν τών όργάνων

άρειμανίων ίδε:

άκουσον τήν βοήν

τών θάνατον πνεόντων

ή έλευθερίαν

(<<Είς δόξαν»)

Τό μίσος κατά τοϋ έθνικ:οϋ δυνάστη, τόν όδηγεί στό μίσος

έναντίον κάθέ τυραννίας:

'Εγώ τά σκfίπτρα,στάζοντα

αϊματος καί δακρύων καταπατώ: καί καίω

τής δεισιδαιμονίας τό βαρύ βάκτρον.

(<<ΕIς θάνατον>>)

Γίνεται άκqμα άφορμή, χωρίς νά τόν «θαμβώνει πάθος κανένα••,

άλλά κ:αί μέ εύτολμία πού τοϋ έπιτρέπει «όλόρθος».νά dτέκεται «σιμά είς τοϋ μνήματός» του «τ' άνοικτόν . στόμα>> νά τά ψάλλει άΠό τήν

καtΞΓaτούς ίδtοτελείς έκείνους προστάτες, πού <<τιμοϋν τόν Σταυρόν είς τάς πόλεις» των, άλλά αύτόν «έπολέμησα:ν είς τήν · Ελλάδα••:

Καί τώρα εΙς προστασίαν μας

τά χέρια σας ,άπλώνετε.

Τραj3ήξετέ τα όπίσω

Βλέπει ό Θεός καί άστράπτει

διά · τούς πανούργους. (ιιΑί εύχαί>>)

τέλος ή ίδέα τfjς πατρίδας τόν έμψυχώνει στήν άμάχη γιά τήν

έλευθερία της, στό πολεμικό μένος, πού μπορεί, βέβαια, νά ηχεί

παράξενα άναπόδεχτα, στίς διακατεχόμενες άπό τό πολεμικό δέος

ήμέρες μας, άλλά νοείται πλήρως γιά τήν έποχή τής έθνεγερσίας:

'Άλλη λαμπρά πανήγυρις : τήν σήμερον έορτάζεται

είς τήν Έλλά~α· ό aγγελος

χορεύει του πολέμου,

δάφνας μοιράζει.

(ιιΕίς ΣούλΙ>>)

31

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

Είταν ύποχρεωμένος δ Κάλβος μέ τήν 'Ιδέα νά συνδέσει τήν Εuψυχία. 'Έπρεπε νά ύμνήσει τήν άνδρεία κ:αί τόν ήρωϊσμ6,~ νά καταδικάσέι τή δειλία, νά προβάλει τήν εότολμία, γιά νά ύπηρετ~σει ιiληθινά τήν ελευθερία:

'Όσοι τό χάλκεον χέρι

βαρύ τοϋ φόβου αίσθάνονται

ζυγόν δουλείας aς lχωσι·

θέλει άρετήν καί τόλμην ή έλευθερία. ··

(«Είς Σάμον»)

·Ο μαχητής της ξέρει πώς:

κι , αν επεσεν

ό πτερωθείς καί έπνίγη

θαλασσωμένος,

ιiφ, ύψηλά ομως επεσεν

καί dπέθανεν ελεύθερος.

(«Είς Σάμον>>)

Δί:ν θά 'πρεπε ομως έδ<'3 νά μίiς ξεφύγει εvα βαθύτερο νόημα, πού Τ•ΙιrοΟι:τι:ί όρθά τήv dμάχη, καί τήν τόλμη , καί τόν ήρωϊσμό: Τή

rιΙΆ \ · ,, : .<> η τής Εόψυχίας μέ τήν 'Ηθική. Δέν θέλει μονάχα τόλμη ή

tλι.:υθψία, θέλε ι καί aρετή. Χρειάζεται γιά τόν άνθρωπο, καi όχι γιά

τόv έαυτό της. Εiναι προϋπόθεση καί όχι αότοσκοπός . 'Ο Κάλβος τό νοιώθι:ι καλά αύτό. Τό αναπτύσσει καί δταν μιλεί γιά τή δόξα. Ξέρει

ο τι:

32

έάν τό άκονίση ή δόξα τό ξίφος κεραύνοί·

έάν ή δόξα θερμώση τήν ψυχήν τών Έλλήνων

ποίος τήν νικάει;

(<<Είς δόξαν>>)

· Αλλά καί δέv ξεχviϊ νά τήν συνδέσει κι' αύτ'ήν μέ τήν 'Αρετή:

Δίδει αύτή πτερά·

και εις τόν τραχύν, Fόv δύσκρλον τής άρετής τόν δρόμον

τοϋ άνθρώπου τά γόνατα

ίδού πετάουν.

(«Είς δόξαν»)

ΔΙΔΆΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΛΒΟ

Ι::τσι, καί δταν ύμνεί τή δόξα ποτέ δέν ξεπέφτει στή ματαιοδο­

ξία, ποτέ δέν τήν κάνει αύτοσκοπό, τήν βλέπει μόνο ώς μέσο πού

ύπηρετεί τά μεγάλα Ιδανικά του, τήν πατρίδα καί τήν έλευθερία, ώς

κίνητρο yιά τήν aποτίναξη του έθνικου ζυγοί), καί πάντα δεμένη μέ

τήν 'Αρετ.ή; Βιώνει ό Κάλβος τήν iδέα τής 'Αρετής. Κι' αύτό ακριβώς εrvαι εκείνο πού του δίνει τή δύναμη νci συλλάβει τQ βαθύτερο καί ακέραιο νόημά της, καί νά τονίσει τόν aπαράμιλλο

εκείνο ϋμνο της:

μόνη,

αμαργαρος, όλόγυμνος, αύτάγγελ τος τό καθαρόν τοϋ ούρανοϋ άναβαίνει

ή 'Αρετή.

(Πρόλογος)

'Ένα τέτοιο νοητι_κό καί συναισθηματικό τρίπτυχο Ίδέας,

Εuψύχίας, 'Ηθικής, δέ μποροuσε παρά νά βρεί καί τήν aντίστοιχη εκφραση καί μορφή aπό τόv προικισμένο μέ τά δ&ρα τής ' Απολλώ­

νιας λύρας aνθρωπο, πού τό έβίωνε μ· δλη του τήv ψυχή: Μεγαλό­

πνευστη καί ύμνητική , ντυμένη τήν aρχαιόπρεπη Πινδαρική στολή,

aέ γλώσσα καθαρολογική . Πατριδολάτρης καί Έλευθεριολάτρης

καθώς ε"ίταν ό Ποιητής , δέ μπορούσε νά μή ζητήσει τά πρότυπά του

στίς προγονικές ρίζες τοu Ι:θvους . Κι' αν τό έξωτερικό αύτό στοιχείο δημιουργεί κάποια διάσταση ανάμεσα σ, αuτόν καί σέ κείνους πού

τόv άκουvε, δέν τόν !:μποδίζει ώστόσο νά στεριώνει μιά μορφή

έλεύθερη, δίχως τά βαρβαρικά τήζ ξενικής στήν προέλευση ρίμας, δεσμά, ιiλλά καί πειθαρχημένη στό μέτρο καί στόν ρυθμό, μέ τήν

εσωτερική έκείνη άρμονία, πού έπιτρέπει τόν συνδυασμό του 'Υψη­λου καί του ' Ιδανικ~υ μέ τό Κάλλος. Τό μεγαλόπνευστο τών iδεών καί ή τεχνική στήν εκφρασή τQυς δέν τόν έμποδίζουν νά μιλεί τήν εικαστική καί μουσική γλώσσα μιiiς έξαίσιας λυρικότητας:

Κι ' δταv τό έσπέριοv aστρον ό ούρανός άνάπτει

καί πΜωσι γέμοντα lfρωτος

καί φωνών μουσικών

θαλάσσια ξύλα.

φιλεί τό ϊδιον κϋμα

οί αύτοί χαiδεύουν Ζέφυροι

τό σώμα καί τό στήθος

τών λαμπρών Ζακυνθίων

aνθος παρθένων.

(« ·Ο Φιλόπατρις»)

33

ΑΠΑΝΤ Α ΚΑΛΒΟΥ

'Έτσι, ή dρχαϊκή μετρική δέν του σβύνει τήν ψυχή, ή !(αθαρόλο­

γη γλώσσα παράμένει βασικά εϋληπτη, ή aπάρνηση τής όμοιοκατα­λη ξ ίας επαυξάνει τήν άρμονία.

'Μέ α\ιτ ά τά δεδομένα , θά μποροuσε κανε ίς νά συναγάγει τά ακόλουθα διδάγματα, τόσο στόν τομέα τών iδεών, δσο καί στό πεδίο

ni ς έκφραστικης των μορφης .

Πρώτο καί κύριο δίδαγμα είναι δτι δσο παλιά κι' άν ε{ναι, ποτέ

δέν παλιώνε ι ή ποίηση τών ίδεών. Μένει νέα, δσο καί οί ίδέες της

διαρκούν. Καί ή διάρκειά τους διαιωνίζεται, καθώς οί ίδέες aνακl!~

κλώνονται. καί δσο στά 'Υψηλά καί τά ·Ανθρωπιστικά ακοντίζουν .

Εiδι κώτερα. γιά τ ίς δυό μεγάλες, τής. πατρίδας καί τfjς έλευθερίας,

iδέες του Κάλβου, θά έπρεπε νά παρατηρήσει κανείς τά dκόλουθα:

Σ τ ή ν ε ν ν ο ι α τ fj ς π α τ ρ ί δ α ς: 'Η παρουσία τοϋ Κάλβου

δέ μποροlιqε νά εiναι καί δέν είναι έφήμε ρη. 'Έχει διάρκεια, έπειδή ή

'ί()ια τ] iδέα της πατρίδας εμπερικλείει τή διάρκεια. 'Όχι μόνο επειδή

καί σήμερα ύπάρχουν πατρίδες. ·Αλλά έπειδή, κι· dν άκόμα

φαντασΟοuμε, νά τι;αύσουν νά τίς χωρίζουν σύνορα καί νά ένώνονται

σέ μιά aνθρώπινη κοινότητα, πάλι δέν θά πάψουν νά ύπάρχουν ώς

Ιδιαίτερες ένότητες : Τόποι θά ξ εχωρίζόυν. 'Αγέρηδες άλλοι στόν ενα

κι· dλλοι στόν dλλον θά φυσοuν. Θά καίει στόν εναν ό 'Ήλιος καί θά

ψήνει τή γfjς, θά δροσίζει στόν <'iλλον ή άϋρα, θά παγώνει στόν τρίτον ό βορρηdς. 'Αλλοu θ ' άσημώνει τίς πλαγιές ή εόλογημ§νη έλιά, θά

σκ ίζε ι ιiλλοu τόν οόρανό ό ελατος, κι' aλλοϊJ οί κάκτοι σταυρικούς θά

ι'Jψώνούν σκελετούς διαμαρτυρίας γιά τήν αίχμηρότητα τής γής καί της ζωης. Αύτή εiναι ή Φύση: Ποικίλη στήν ένότητά της. Κι· δπως

μέσα σ' αότήν, σάν κομμάτι της, ζουν οί dνθρωποι, ποικίλη θά ε{ναι

καί ή καταβολή της .στή διάπλασή τους. Πέραν dπ' αότή τή φυσική καταβολή, καί ή ίστορική, πού σέρνει

πίσω της, χιλιάδες καί χιλιάδες χρόνια, θά θέτει κι· αύτή τή σφραγίδα

της. Θά διαφέρουν ετσι τά χρώματα καί οί μορφές, οί καρδιές κaί ο{ νόες τών ιiνθρώπων. Τόποι θά ξεχωρίζουν, όμάδες άνθρώπων θά

συγκροτούν ένότητες. Καί δίχως τοπικιστικά πνεύματα, οσο θ'

αναπτύσσεται ή aυτοσυνείδηση των άνθρώπων' θ. αναπτύσσεται καί

ή συνείδηση, δτι διαφέροντες όμοιάζουν, δτι δσο καί νά ξεχωρίζόυν,

δέν παύουν νά εχουν ολοι τό κοινό γνώρισμα νά ε{ναι άνθρωποι, δτι

χωρισμένοι συνθέτουν καί πρέπει γ' aποτελοϋν μιά ένότητα. Χωρίς ή

Gπαρξη καί ή συνείδηση τής ένότητας αύτfjς νά έμποδίζεται άπό τήν

κατά τόπους καί κατα ίστορίες, διαμορφούμενη aνθρώπινη ποικιλία.

"Ολοι οί τόποι, δ που γεννιοuνται dνθρωποι, δέν παύουν ,νά εΙ ναι ή ilιά Γή. 'Αλλά καί δέν παύουν πολλές νά ε{ναι οί γενέτειρες τών

ΔΙΔΆΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΛΒΟ

aνθρώπων. Οί ι'iνθρc5ποι δέν παύουν νά είναι aνθρωποι , αλλά καί δέν παύουν νά διαφέρουν μεταξύ τους. ·Η διαφορά δέν βλάπτει, δταν

ύπάρχει συνείδηση τής ένότητας, γίνεται προϋπόθεση καί στοιχείο

ένότητας. Οί πατρίδες δέν διαλύουν, συγκροτοuν τήν aνθρωπότητα. Καf οί έθνικοί πολιτισμοί συνθέτουν τόν ανθρώπινο πολιτισμό. "Οταν τό περιεχόμενο είναι ανθρώπινο, ή μορφή μπορεί καί πρέπει νά ιc;iναι έθνική. 'Έτσι γίνεται πιό συγκεκριμένο, ιiποκτa πιό θετική

οuσία, δέν είναι aφηρημένα καί ακαθόριστα aνθρώπινο, έπιτρέπει καί

διευκολύνει τήν εύρύτερη aναγίσγή, aπό τό μερικό στό γενικό , κι, ιiκόμα τήν διά του μερικου έξυπηρέτηση του καθολικου. 'Απαραίτη­

το ε'ίταν αύτό στήν έποχή του Κάλβου. 'Αλλά καί σήμερα διατηρεί

τήν ιiξία του, ίδιαίτερα στούς χαλεπούς τούτους καιρούς, πού στό ονομα τοϋ ~φηρημένου aνθρώπου καί τών aφηρημένων έννοιών του ,

άμφίοχθα aποσυντίθεται 'συχνά ό συγκεκριμένος <'iνθρωπος. "Ας ερθουμε τώρα σ τ ή ν ί δ έ α τ ή ς έ λ ε υ θ ε ρ ία ς: "Αλλοι,

βέβαια, τοϋ Κάλβου οί καιροί, aλλοι οί σημερινοί. 'Αρκοϋσε τότε τό

κήρυγμα της έλευθερίας. Γ ονομά της καί μόνο, μποροϋσε νά

ήλεκτρίσει τά πνεύματα , νά ξεσηκώσει τά κορμιά. Τό περιεχόμενό

της ε'ίταν αύτονόητο: 'Εθνικό καί 'Ατομικό . 'Έπρεπε πρίν άπ' δλα νά

λείψουν οί έθνικές καταδυναστεύσεις . 'Η έθνική έλευθερία είναι προϋπόθωη γιά κάθε έλευθερία, γιά κάθε πρόοδο καί κάθε πολιτισμό,

γιά κάθε πνευματική ιiνάταση καί ψυχική ήμέρωση. Πώς θ ' aνορθω­

νόταν ό 'Έλληνας του Κάλβου, άν δέν γκρεμιζόταν ό 'Οθωμανικός

ζυγός! Καί ποιό aλλο μποροϋδ"ε νά είναι τό καθηκον γιά μιά έλληνική

καί άνθρώπινη συνείδηση, παρά νά σαλπίσει τίς σάλπιγγες πού θά

σώριαζαν σ' έρείπια τά τείχή τής 'Ιεριχώς.

· Αuτό τό χρέος· ενοιωσε καί βίωσε ώς συνείδηση ό Κάλβος:

Πολψιστής γιά τήν ίδέα τής έλευθερίας . 'Η έλευθερία 1:ου ή έθνική είχε περαιτέρω περιεχόμενο τήν έσωτερική έλευθερία, τήν κατάλυση

τής τυραννίας, τήν aτομική έλευθερία. Αuτό ε'ίταν τό προέχον γιά τόν

καιρό του ζήτημα. Αuτό ιiπαιτοϋσε ή έποχή του. Αύτό καί ό Κάλβος ύμνοϋσε, αύτό, καί θουριακά ά:κόμα, διεκδικοuσε.

'Αλλά ποιός θά μποροϋσε ν' αρνηθεί καi. τή σημερινή τοϋ

τοτινοϋ αiτήματος aξία; 'Όταν εθνη όλόκληρα παραμένουν, ύπό τήν

μιά η τήν aλλη μορφή , ύπόδουλα, μπορεί ή εννοια της έθνικής

ελευθερίας πού τόσο ϋμνησε ό Κάλβος, νά μήν καλύπτει καί τή

σημερινή έποχή, καί νά μήν προσδίδει ετσι διάρκεια στόν ποιητή καί

τήν ποίησή του; Βέβαια, σήμερα aπαιτεί πιό συγκεκριμένο περιεχό­

μενο. Ζητεί νά είναι έθνική κ'αί ιiτομική, ιiλλά σέ πιό .αναπεπταμένο

πεδίο, καί μέ πολύπλευρα θετική ούσία. Δέν apκεi ή cίπλή διακήρυξή της, πρέπει νά δοκιμάζεται στή λυδία γιά κάθε ιiλήθεια λίθο, στήν

πράξη. Χόρτασε πιά ό σημερινός <'iνθρωπος άπό μεγάλα λόγια. Κι'

35

ΑΠΑΝΤ Α ΚΑΛΒΟΥ

'ίσως, καθώς διαβάζει τόν Κάλβο, νάχει ποϋ καί που, άθελά του, κάποια γεόση ένός κάποιου κενόλογου ρητορισμοϋ . Θέλει ό σημερι­νός ι'iνθρu)πος νά γνωρίσει καί νά γευτεί τίς μεγάλες ίδέες στήν πρακτική τους. έφαρμογή, τήν άτομική καί τή Rιατομική, τήν προσωπική καί τήν όμαδική, τήν έθvική καί τή διανθρώπ.,·η , ιτ' δλους τούς τομείς τής άνθρώπινης δραστηριότητας, στό ύλικό καί τό πνευματικό πεδίο, στή προσωπική καί '1\\' καθολική βίωση, μέ μιά έναρμονισμέvη συναλληλία, πού νά έπιτρέπει τού καθενός rιi\' ανάπτυξη, χωρίς νά παραβλάπτεται καί τοϋ άλλου ή άνοδος, μ, ενα

συνδυασμό έλευθερίας καί πειθαρχίας, πού νά, καθιστii έφικτή γιά · δλους τή βίωση καί τήν ήμέρωση.

Θά ε'ίταν, βέβαια , άνόητο νά άπηιτοϋσε κανείς dπό τόν Κάλf\n

τέτοιες θεωρήσεις πού μόλις σιjμφα ξεκαθαρίζονται. Θά ε'ίταν έπίσης

έπιζήμιο νά σταθεί μόνο στό άφηρημένο όνομα πού λάτρευε ό Ποιητής. 'Αλλάκαί θά ε'ίταν μυωπία νά μή δεί τήν ποιητική διάρκεια, πού χαρίζει στόν Κάλβο ή προσήλωσή του στήν iδέα τής έλευθερίας,

ζωτικής καί τότε καί σήμερα καί πάντα, γιά τόν άνθρωπο.

, Από τά δυό αύτά ζωτικά διδάγματα έκποpεύεται ενα τ r ί τ Ο,

σ τ ό α i σ θ η τ ι κ ό π ι ά, έ π ί π ε δ ο , δ ί δ α γ μ α: 'Αντίστοιχη

πρός τίς iδέες του Κάλβου είναι ή ποιητικt1 μορφή , μέ τήν όποία τίς πρόβαλε . Οϋτε , βέβαια, μποροϋσε νά μήν ε{ναι άντίστοίχη, καθώς μέ

τό περιεχόμενο τής τέχνης συνδέεται πάντα ή τεχνική της .

'Εκείνο πού χαρακτηρίζει τήν ποιητική τέχνη τοϋ Κάλβου εlναι

ή aρχαιοπρέπεια καί ό νεοκλασικισμός, δπως διαμορφώθηκε άπό τό

πνεϋμα του Διαφωτισμοϋ καί τής . Εθvικής αναγέννησης τής' Ιταλίας. Γιά εναν άνθρωπο καί ποιητή Ιtού μάχεται ν' άναγεννήσει τήν

πατρίδα του , φυσική iΙνα\ ή ιiναδρομή στίς ρίζες της, ή ιiναζωπΙ)ρωση τής θρακιίiς, πού εχει ' άσβεστη καταλειφθεi στήν προγονική εστία .

'Έτσι έξηγεϊται καί ετσι δικαιώνεται ή, προσήλωσή τοιι στήν

καθαρολογία καί ή άναστήλωση τής Πινδαρικής μετρικής. Μπορεί

σήμερα νά μήv είναι πλήρως νοητή. 'Ίσως καί νά εύρύvει τή

διάσταση άνάμεσα στήv ποίησή του καί στό κοινό. Μιά διάσταση,

οχι μόνο τωρινή, άλλά πού ύπήρχε κα.ί στήν έποχή του. Χωρίς κανείς

νά θελήσει νri τό πάρει ώς άνευλάβεια, θά μποροϋσε νά λεχθεί δτι ό

Κάλβος δέν κατόρθωσε νά συλλάβει έκείνο πού συνέλαβε ό Σολωμός:

Τή συνυφασμένη μέ τή ζωντάνεια τών ίδεών ζωντάνεια τfjς γλώσσας, τή βαθύτερη τοϋ έναρμονισμοϋ των ούσία . 'Ίσως μάλιστα γι' αι)τό, ό

έθνικός τοϋ Σολωμού λόγος, μολονότι εΙναι κι' αύτός λόγος ύψηλός

τοϋ · Ιδανικοϋ, είναι ταυτόχρονα κ:αί πιό διερμηνεύτικ:ός τών πιn έπίκαιρων πόθων του λαου, πιό προσιτός, πιό αγαπητός, ό καί σήμερα

36

,ΔΙΔΆΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΛΒΟ

dγΗπημένος του 'Έθνους. 'Η έναρμονισμένη αότή σύλληψη τών ζωντανών στοιχείων είναι πού κ.άνει τήν Σολωμική ποίηση θεμέλιο

γιά τήν 'Ελλάδα καί γιά τή νεώτερη ποίησή της.

Φυσικά αότό δέν σημαίνει δτι 6 Κάλβος βρίσκεται ί:ξω άπό τό ζωντανο Εtναι τής έποχJiζ του, έφόσον συλλαμβάνει καί προβάλλει τό τρίπη ιχο δραμα Πατρίδα- 'Ελευθερία-' Αρετή . Οuτε , βέβαια, καί

11:01 η ω.:ά. r.φόσον του δίνει μορφή καί τό άγλα'fζει μέ σπάνια όμορφιά, .

ι ~ ιιτn1ιpγημένο μέ dψογο τεχνικό τρόπο . Πάντα, νοϋ καί καρδιάς

: : Ι'• ψυχία κι ' εύφροσύνη θά χαρίζει . , Αλλά καί πάντα κάποιο εμπόδιο Uά στέκει γιά τήν άπόλαυσή του, ή άρχα'tζουσα εκφρασή του.

Ώστόσο, ή αiσθητική του δικαίωση θά έξακσλουθήσει νά ύπάρχει: 'Ο Κάλβος παραμένει ό δρομοτόμος στήν ποίηση τών iδεών.

Προικίζοντας τήν ποίησή του μέ τίι; ύψηλές του iδέες, τής ξανοίγει τό

δρόμο γιά τή διαιώνιση. Είναι άκόμα δρομοτόμος καί στήν τεχνική της. Παρά τήν dρχα'fζουσα μορφή, δπως ύψώνει τή σημαία τής

έt:Jνικής έλευθερίας , ξανοίγει ταύτόχρονα καί στόν λόγο τό δρόμο τής ποιητικής έλευθερίας . Τόν άπαλλάσcrει άπό τούς φραγμούς τής

ύμnιοκαταληξίας, θεμελιώνει μέ τόν στίχο του τήν έσωτερική

μουσικότητα. Μακρυά, βέβαια, aπό κάθε άσυδοσία, μέ ζηλευτή πάντα

τεχνική πειθαρχία. Στίχο πάντα ύψιπετή καί καλλίλογο τε~νουργεί.

Καί πάντα στίχο dληθινό. ·Αποκρούει τό άμετρο καί άρρυθμο , τό

ανεπεξέργαστο τεχνικά, δπως τό εχει άποδεχθεί στίς μέρες μας σέ

μεγάλο μέρος ή σ1!γχρονη στιχουργική, στ' όνομα τi'jς άδέσμευτης i:κφρctσης. Διατηρεί δμως άρκετή έλευθερία κινήσεων γιά νά έκφρά­

σε ι τά << σκιρτήματα τής ψυχής» του μέ τίς έσωτερικές συνηχήσεις καί

παρη~ήσεις , μέ τά συνηρημένα καί άσυναίρετα, μέ μιά φανερή ελαστικότητα στή γλώσσα, πού τήν κάνει καί πιό εuληπτη καί πιό

παραστατική.

Μπορεί εξ άλλου, νά μήν εiναι σήμερα άποδεκτή σ· δλη της τήν

εκταση, ή ηχηρότητα, ό ύψηλός τόνος, ή ενταση τής φωνής, άκόμα

καί μέχρι κραυγής. Μέσα στόν τόσο θόρυβο τής έποχής, δύσκολα

dνέχεται ιωνείς πρόσθετες ηχηρότητες. Βαρέθηκαν οί aνθρωποι νά

μιλούν δυνατά , εχοuν σήμερα τεχνητά αύτιά, πού συλλαμβάνουν κι' αύτούς το!',_,; πιό dνάκουστους ήχους. 'Έχουν καί συναισθηματικά

α\. τιά , πού <J1 Jλλαμβάνουν καί τούς ψιθύρους, όχι μόνο τά σκιρτήματα,

dλλά καί τά πιό ανάλαφρα σαλέματα τi'jς ψυχής. Πρός τί ό θόρυβος

καί ή φωνασκία; 'Ακούνε . Καί προτιμουν τόν ήρεμο τόνο τής

όμιλίας , πού ξεκαθαρίζει τούς fiχους καί τό νόημά τους. 'Αλλά μήπως ελειψαν η πρέπει νά λείψουν καί σήμερα μερικές

κραυγές ; 'Ή μdλλόν δέν πρέπει · νά δψώνονται δσο τό δυνατό περισσότε ρο, δταν είναι, δπως τοϋ Κάλβου, κραυγές γιά τήν πατρίδα,

τήν έλευθερία, τήν άρετή:

37

ΑΠΑΝΤ Α ΚΑΛΒΟΥ

'Έτσι, aν οιαφορετικά έπιτελείται σήμερα ή αίσθητική πλήρω­

ση, δέν παύει ώστόσο νά διατηρεί δλη τη ς τήν aξία μιά ποίηση πού

ύπηρετεί τόσο καίρια καί ζωτικά ίδανικά . Μ' ενα μάλιστα τρόπο

τεχνικό, πού aνοίγει τήν πόρτα γιά νά μπουν μέσα καί στήν'ίδια τήν

ποίηση, ώς οuσία καί τ εχνι κή , νά τήν κάνουν κι' αύτήν πιό έλεύθερη

Οε ραπαινίδα τfjς ελευθερίας.

Ναί, dν ό !:ολωμός εΙναι τό θεμέλιο γιά τήν έθνική ποίηση, είναι

καί ό Κάλβος θεμέλιο γιά τήν ελεύθερη ποίηση τής έποχής . Στό σύνολό της ή ποίησή του εlναι μιά προσωπική καί εμπρακτη

βίωση. στό περιεχόμενο καί στή μορφή, των άρχων τής έλευθερίας ιωί τη ς άτομικότητας , βασικών τής έποχής του αίτημάτων. Αύτό τής

προσδίδε ι καί tή σημερινή της διάρκεια, αύτό είναι καί τό πολυτιμό­

τε ρο γ ιά κάθε ποιητή καί aνθρωπο δίδαγμα .

Σiiς κούρασα 'ίσως, κι' 'ίσως ώστόσο νά μήν κατόρθωσα νά δώσω

σ' δ λ η τους τήν εκταση καί σ ' δλο τους τό βάθος, τά διδάγματα, πού

aπορρέουν aπό τήν ποίηση του Κάλβου . Δέν !:χουν καμμιά aξίωση

aποδοχής τά λόγια μου. Πάρτε τα μόνο σqy λίγα φτωχά, του νου καί

τfiς καρδιάς λουλούδια, πού εuλαβικά ήρθα κοντά στά ι;τεπτά τόυ ποιητή όστii ν' άποθέσω. "Αλλα σπάνια καί βαρύτιμα δώρα δέν είχα

νά τοi:ι προσφέρω. "Ας τά δεχθεί ό μεγάλος ύμνωδός ώς ταπεινή

προσφορά, ποτισμένη μέ τό άπλό ι'iρωμα τής ψυχής ένός άπλοu

dνθρ.ώπου πού κλίνει τό γόνυ μπρός στίς Ciγιες μορφές των έθνικων

καί πνευματικών, δπως ό Κάλβος, πλαστουργών του Λόγου καί τής

τέχνης.

Εuχαριστώ θερμά γιά τήν καλωσύνη καί τήν ύπομονή, πού ε'ίχατε

νά μ· άιωύσεπ.

ΜΠΑΜΠΗΣ Δ. ΚΛΑΡΑΣ

Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ ΚΑΛΒΟΥ

Γεωργί~υ Ί. Κουρμούλη Καθηγητοϋ Πανεπιστημίου ·Αθηνών

« Έχθαίρουσιν οί 'Αθάνατοι

τήν ψυχήν, καί βροντάουσιν

έπί τάς κεφαλάς

τών dχαρίστων»

Προλεγόμενα

Κατά τάς &γωνιώδεις στιγμάς τών έθνικών κινδύνων αί πνευματι­καί δυνάμεις επιστρατεύονται διά νά τονώσουν τό φρόνημα καί νά

κρατήσουν ύψηλά τάς καρδίας του δοκιμαζομένου λαου. ουδεμία δέ

κριτική δύναται νά έκτιμήστι καί καταξιώστι τό εργον λογοτέχνου τινός τόσον, δσον ό έθ\ιικός πυρετός τών στιγμών έκείνων, κατά τάς

όποίας σύμπαν τό εθνος άποβλέπει πρός τάς πνευματικάς αuτοϋ άξίας,

διά νά άντλήστι θάρρος, παραδείγματα, κατευθύνσεις.

'Όταν τήν 28ην 'Οκτωβρίου . 1940 έδέχθημεν τόν iταλικόν

αiφνιδιασμόν, ή πνευματική Έλλάς άπήντησε:

Κάτω, τήν σπάθην, 'Ιταλοί. . δέν εlναι ίδική σας! .. τί θέλει μεταξύ άνδρών άκόμη ή φυλή σας;

διά τοϋ ' Α χ ι λ λ έ ω ς Π α ρ ά σ χ ο υ.

'Όταν δέ πάλιν κατά τούς άλησμόνητους καιρούς τής ~αιτοχής, δ

Ελληνικός λαός ί:ζη στιγμάς &:πό τάς φοβερωτέρας τής ίστορίας του καί έκινδύνευε νά άφανισθΌ, ή «Νέα 'Εστία>>, θέλουσα καί αύτή νά συμβάλ1J διά νά κρατηθοϋν «όρθιες οί ψυχές>> τών 'Ελλήνων, δύο

πνευματικών μορφών τής νεωτέρας : Ελλάδος τό εργον εκρινε κατάλληλον νά προβληθlj, του 'Α λ ε ξ α ν δ ρ ο υ Π α π α δ ι α­

μ ά ν τ η καί του 'Α ν δ ρ έ ο υ Κ ά λ β ο υ. Καί τό μέν τευχος αύτής τό πρός τιμήν τοϋ Παπαδιαμάντη

εξεδόθη έπί κατοχής, τq δέ πρός τιμήν τοϋ Κάλβου, άπαγορευθείσης τότε της έκδόσεώς του, κατέστη δυνατόν νά κυκ:λοφορ'ήσ1J μόλις πρό

41

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

όλίγου, τόν Δεκέμβριον του παρtλθόντΌς ετους. Πάντως ό χρόνος τής

έμφανίσεως αύτου κατ' ούδέν μεταβάλλει τήν πρόθεσιν του ώς aνω

περιοδικου , τό όποίον άφοu ώδήγησεν, ώς ισχυρίζεται, τάς έλληνικάς ψυχάς «σέ χώρο ίερό, τίς συνάξαμε γύρω &πό τόν "Α γιο τ&ν

Έλληνικ&ν Γραμμάτων, γύρω dπό τόν ·Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη,

καί τίς aφήσαμε νά aντλήσουν aπό τήν άγνότητα τής ζωής καί του

έργου του, τή δύναμη πού χρειάζεται ό άνθρωπος δταν βρεθεί σέ ωρα .

κρίσιμη .. , r\θέλησε vά στρέψt:ι αuτάς ιcαί πpός τόv 'Ανδρέα Κάλβον, δ όποίος <<έπρεπε νά ύψωθεί ανάμεσα στή δουλεία aρρενωπός καί

προκλητικός, ποιητής καί 'Έλληνας••.

' Η άναβολή τής έκδόσεως του πρός τιμήν του εργου του Κάλβου

τεύχους κατ' ούδέν ήλάττωσε τήν έθyικήν σημασίαν του έγχειρήμα­

τος διότι, κατά τήν <<Ν . • Εστίαν» πάντοτε, <<Καί τώρα ή άνάγκη νά

βρεθοί5με κοντά του, δέν πιστεύω νά εfναι μικρότερη καί λιγότερο αίσθητή.

Οί Έλληνες στούς ταραγμένους αύτούς χρόνους, έχουμε νά άντλήσουμε

πολλά, περισσότερα ϊσ~ς άπό τά χρόνια τής σκλαβιάς, άπό τήν ύψηλή άρετή του ποιητικού λόγου τοίJ Άνδρέα Κάλβου>> 1 •

'Επιθυμώ νά έξάρω iδιαιτέρως τό γεγονός, ότι κατά τά τραγικά

ετη τά όποία διηνύσάμεν, τριών καθαρολόγων λογοτεχνών ή πνοή, καί τούτων μόνον, έπεστρατεύθη διά νά φρονηματίσl] τήν ayι:pνι&σαν έλληνικήν ψυχήν. Τουτο δέν εΙναι τυχαίον, εrvαι χαρακτηριστικόν φωτεινόν σημείον, έπαλήθευσις 'ίσως τής βεβαιότητος του Κ. Παλα­

μά, δτι <<ή θρησκεία τοίJ άγvώστου θεοίJ, θά διαφωτίσrι μίαν ήμέραv καί τήν φίλολογικήν συνείδησιν τijς πατρίδος ήμών», διότι «ή νεωτέρα

Έλλάς ηύτύχησεν είς ποιητάς άξ ίους του όνόματος άλλά διά λόγους, οϋς

δέν είναι τοϋ παρόντος νά άναπτύξωμεν, δέν ifλαβεν άκόμη καιρόν νά διακρίνrι αύτούς άπό τών άναξ ίων, οϊτιvες πολλάκις δρέπουσι τούς δι'

άλλους προωρισμένους καρπούς>>z.

Εύχής εργον βεβαίως θά ήτο άν ή άνατολή τής ήμέρας τής

άφυπνίσεως «τής φιλολογικής συνειδήσεως>>, τήν όποίαν κρίνων τό

εργον του Κάλβου ώνειρεύθη δ Παλαμaς, δέν έκαλύπτετο ύπό τά

μελανά νέφη τής βαρβαρικής κατοχής, dv τήν άνατολήν αι'Jτής

προεκάλει οχι δ κίνδυνος, ό δποίος παρέρχεται κaποτε μετά των

εντυπώσεών του, άλλ' ό μόνιμος παραμερισμός τής προκαταλήψεως

καί του φανατισμου μετά του όποίου οί νεώτεροι ήσκήθησαν

συστηματικώς νά περιφρονοϋν έκείνο τό όποίον άποτελεί άναμφισβή­

τητον φιλολογικήν παράδοσιν του 'Έθνους3.

I. Ν Ε Κ σ . 1-2 = περιοδ. «Νέα . Εστία» 40 ( 1946) τεϋχ. 467 (πρόςτιμήν τοϋ εργου τοϋ ·Α. Κάλβου). ·

2. Κ. Π α λ α μ ii, Τά πρώτα κριτικά, έν 'Αθήναις 1913 σ. 47. 3. Τοϋτο έιcαυτηρίασεν ηδη πρό πολλοu ό Γ. Χ α τ ζ ι δ ά κ ι r;: «Σήμεpον διά τήν

42

Η ΓΛΩΣΣΑ

Διότι μετά τήν σημερινήν έξέλιξιν του γλωσσικοϋ ζητήματος,

καθ' ijν δ πεζός δημοτικός λόγος είσήγαγεν εiς χρήσιν αύτοu παν σ'χεδόν λεξιλογικόν στοιχείον τής λογίας παραδόσεως, ε{ναι άπαρά­

δεκτος καί άνόητος ή &ναζήτησις άρχαϊκών στοιχείων εiς τά εργα

ανεγνωρισμένων παλαιοτέρων λογοτεχνών, πρός τόν σκοπόν τής

άποδείξεως τής &πομακρύνσεως δήθεν αuτ&ν άπό τής,νεοελληνικής ζωής.

Τόν Κάλβον καί τόν Παλαμίiν χωρίζει τό Εlδος καί όχι ό Λόγος, τόν δέ Παπαδιαμάντην καί οίονδψiοτε dλλον dξιον του όνόματος σύγχρονον πεζογράφον χωρίζουν γλωσσικώς έλάχιστοι γραμματικοί

καί συντακτικοί τύποι, οί όποίοι aσφαλώς δέν εΙναι τά μόνα η τά πλείστου ·λόγου Ciξια · σημεία, έπί τών όποίων έστήριξεν ό δημοτικi .. σμός τά δίκαιά του. Ε{ς τά dλλα,σημεία, τά πολλά καί ούσιαστικά, δ δημοτικισμός ύπεχώρησεν, &ναγκασθείς νά ύποκύψ'J είς τήν παντοδυ­

ναμίαν τής έλληνικής γλωσσικfjς παραδόσεως, μοναδικήν είς τήν

ίστορίαν τής έξελίξεως τών γλωσqών δλων τών έθνών του κόσμου.

Περί τούτου νομίζω οόδεμία δύναται νά προβληθ'(j άντίρρησις παρ'

ούδενός γνώστου τής ίστορίας τής έλληνικής γλώσσης.

Ό dξιος του όνόματος σημερινός ελλην λογοτέχνη(; πρέπει νά είναι είς θέσιν νά όπλίζη'ται διά τής τέχνης καί τής σοφίας τών προγενεστέρων καί ύπό τήν καθοδήγησιν αύτών νά συνεχίζτι καί νά

έξελίσστι τήν έλληνικήν φιλολογική ν παράδοσιν. 'Ο γλωσσικός

φανατισμός εΙναι καταστροφικός διά τόν τεχνίτην του έλληνικοu

λόγου, ό δέ όρθόδοξος δημοτικισμός ε{ναι κακός καί έπικίνδυνος

σύμβουλος, διότι «ό δημοτικισμός συχνά τήν dγνόησε καί τήν έποδοπά­

τησε καί τήν τέχνη καί τή Σοφία, δταν ήταν κίνδυνος νά θριαμβεύσουν εlς

βάρος τής Γλώσσας, ι. 'Ο Παλαμάς π. χ. δέν θά fίτο οlος ε{ναι, liν

έποδοπάτει τήν τέχνην καί τήν σοφίαν, liν ήκολούθει τό παράδειγμα

τής σημερινής λογοτεχνίας, ή όποία «σήμερα έχει χαμηλώσει τό φραστικό τόνο της πολύ κοντά στό έπίπεδο του φυσικού λόγου>>, ώς

διαπιστουται2, καί δπως πράγματι &τυχώς ώς έΠί τό πολύ συμβαίνει.

Δέν θά fjτo δηλαδή λογοτέχνης, δrότι τέχνη τοϋ λόγου καί φυσικός λόγος είναι πράγματα &λληλοαναιρούμενα.

· Νομίζω δτι πρέπει νά χαιρετισθϋ ίδιαιτέρως ή είλικρινής, ή

tπελθοϋσαν περί τήν γλώσσαν (καί περί τά μέτρα καΙ τά vοήματα/σύγχυσιv καί d.τασθαλίαv, τά. lργα τών νεωτέρων ήμών ποιητών δέν μελετώνται καί ό ·Ελληνικός λαός δέv έιξευγεvίζεται ούδέ φρονηματίζεται, δπως έδεί, διά τής εύγεvεστάτης τώv καλών . τεχνών», Γενική Γλωσσική σ. 555.

I. Τέλλος "Α γ ρ α ς, Ν Ε Π. σ. 360 = περιοδ. «Νέά 'Εστία,. 34.(1943) τεϋχ. 397 (πρός τιμήν τοϋ εργου τοϋ Κ. Παλαμά).

2. Ν Ά v δ ρ ι ώ τ η ς, Ν Ε Π . σ: 232.

43

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

ένστικτώδης, δύναμαι νά ε'ίπω, έπίκλησις τής διiνάμεως του ~ργου του

Κάλβου διά τό 'Έθνος, καί νά παύση νά προβάλληται μεταξύ έκείνου καί τών άρνητών αύτοϋ ό κίνδυνος τοϋ νά θριαμβεύσ1J ούτος «εΙς

βάρος τής γλώσσας>>. Τότε μόνον θά φθάσα έπί τέλους ή ήμέρα του διαφωτισμού <<τής φιλολογικής συνειδήσεως,,, τήν όποίαν, προκειμένου περί τοϋ ποιητοu τών 'Ωδών, ό Παλαμάς καί άλλοι ηύχήθησαν'.

ΕΙΣΑΓΩΓΉ

ΕΙς τό κυκλοφορήσαν πρός τιμήν τοv Κάλβου τεi5χος τής «Ν.

'Εστίας>>, συν'ειργάσθησαν διάφοροι λόγιοι, οί όποίοι, κατά λόγον είδικότητος έκαστος,, ένεφάνισα.ν τόν Κάλβον' καί {ξύμνησαν τό έργον

αύτου άνεπιφυλάκτως2• Παραφωνία πρός τούς ϋμνους αύτούς ύπήρξεν, ή

ύπό τόν τίτλον '' Ή γλώσσα τοϋ Κάλβου>> πραγματεία του κ. Ν. Ά ν­δ ρ ι ώ τ ο υ, καθηγητού τής γλωσσολογίας είς τό πανεπιστήμιον τής

Θεσσαλονίκης. . Ό κ. 'Ανδριώτης έν άντιθέσει πρός πάντας τούς λοιποJς συνεργά­

τας τοϋ τιμητικοϋ τεύχους, ήμφεσβήτησε τήν μεγάλην ποιητικήν άξίαν του

Κάλβου, τόν κατέtαξεν είς <<τά πρώτα (δηλ. τά κατώτερα) σκαλιά τής

ποιητικής άζίας>>, έσάρκασε τήν πτωχείαν τής έμπνεύσεως αύτοϋ, κατηγό­

ρησε τούτον ςι)ς κακόν γνώστην καί άκόμη χειρότερον χειριστήν τής

έλληνικifς γλώσσης καί έχfJ.ψέtισε τό γεγονός δτι τό έργον αύτοϋ δέν εύρε

συνεχιστάς, διότι «άν συνέβαινε τό dντίθετο καί δημιουργοvσε σχολή

ποιητική ίκανή νά διαμορφώσrι λογοτεχνική γλώσσα πάνω σέ μιά τόσο έξωφρενική βάση, θά εlχε τό έθνος μας παραφρονήσει διαβάζοντας τούς

λογοτέχνες του>> 3 : •

Λυποvμαι, διότι τόσον άδικοι κρίσεις έξηνέχθησαν έν όνόjJ,ατι τής

γλωσσικifς έπιστήμης <<διά τό άγνότερον τών τέκνων τής 'Ελλάδος», ώς έχαρακτήpιrτΡ. τόν πωψήν ό Κ. Παλαμάς.

t. Πβ. προλεγόμενα . Ι. Ζ ε ρ β ο ϋ είς Α. Κάλβου. Ή Λύρα, 'Αθήναι 1911. « 'Απόσταγμα βαθε ίας σοφίας καί ίσχυρaς tμπνεύσεως καί κλασσικής άρμονίας, ή ποίησις

τοϋ Κάλβου είναι τόσον άληθινή καί ώραfα wστε μίαν ήμέραν δταν θά προαχθfl ή 'Εθνική Ψυχή καί άναλάμψrι τό φώς καί πληθυνθfί ή γνώσις, θά έπαρκέσουν αί είκοσι ν q)δαί του διά νά άναγvωρισθfί κοινώς καί μέχρι τής λαϊκής γνώμης ό ποιητής ώς μία τών κορυφών τής

έλληνικής τέχνης». Ίδ. καί Γ. Ζ ώ ρ α ν Ν ~Κ σ. 19. 2. Συγχρόνως έδημοσιεύθη καί τό ίiρθροv τσu φίλου συναδέλφου κ. Ν. Τ ω μ α δ ά­

κ η: · Ανδρέας Κάλβος, ό ηθικολόγος τής πολιτικής έλευθερίας έν Ά γ γ λ ο ε λ λ η ν ι­κ fί Έ π ι θ ε ω ρ ή σ ε Ί 2 (1946) σ. 306 κ έξ. , ενθα χαρακτηρίζεται δ ποιητής ώς ή

γέφυρα ή ένοuσα τό άρχαιοελληνικόν παρελθόν καί ;rήν νεοελληνικήν Πραγματικότη-

τα..

3. Ν Ε Κ σ. 163.

44

Η ΓΛΩΣΣΑ

Είς τόν άναγινώσκοντα τήν ώς aνω πραγματείαν τοϋ κ. Άνδρ. καί

συγκρίνοντα τά έν αύτfί συμπεράσματα πρός τά συμπεράσματα τών λοιπών άσχοληθέντων περί τόν αύτόν ποιητήν, δέv είναι δυνατόν-παρά νά γεννηθfί τό έξής σοβαρ6ν έρώτημ0::

Προκειμένου περί τοϋ έργου ποιητdί5 dπό μακροί5 έκλιπdντος, δπερ f.χει fίδη κριθή καί καταξιωθή ύπό τών ίστορικών τής λογοτεχνίας, τών

αίσθητικών καί τών λογοτεχνών, πώς δύναται νά κριθfί ή γνώμη ένός

γλωσσολόγου, έκτεινομένη ούχί μόνον είς τήν ύπό τοίί ποιητοί5 καλήν η

κακήν χρήσιν τijς γλώσσης, άλλά καί είς τό δλον f.ργον αύτοϋ άπό

dπόψεως καλολογικής έκφράaεως, αίσθητικής μορφής καί ποιητικής έμπνεύσεως καί άξίας, έρχομένη δέ είς aντίθεσιν πρός τήν γνώμην τών

άνωτέρων είδικών;

Καί διά νά ε ίμαι πλέον συγκεκριμένος: Είς τήν προκειμένην περίπτω­

σιν, f.νθα διαπρεπείς φιλόλογοι, ίστορικοί τής λογοτεχνίας, αίσθητικοί καί

άνεγνωρισμένοι λογοτέχναι χαρακτηρίζουν τό ίfργψ τοί5 Κάλβου ώς

μεγαλόπνοο ν, αίσθητικώς ύψηλόν, ρυθμικώς dψογον, γλωσσικώς έπιβλη­

τικόν, μεστόν σοφίας Κ'αί έθνικής άξίας, τίνα άξίαν καί σημασίαν δύναται νά Εχrι ή γνώμη ένός έρευνητοίί τής γλώσσης, aντιτιθεμένη πρός τήν

γνώμην τών άνωτέρω;

Είς tό έρώτημα τοί5το μία καί μόνη δύναται νά δοθfί dπάντησις, ή έξής: Ή έπί τοίί προκειμένου γνώμη τρίί γλωσσολόγου τούτου στερείται

οίασδήποτε σημασίας καί άξίας. Τοϋτο δέ, διότι dναμφιβόλως δέν έχρησιμοποίησεν ούτος όρθώς tάς μεθόδους καί τά διδάγματα τής έπιστήμης αύτοϋ, ιiτινα έπ ' ούδενί λόγφ είναι δυνατόν νά όδηγήσωσιν είς συμπεράσματα άντίθετα πρός τά τών λοιπών κλάδων τής φιλολογικής

έπιστήμης.

Πάντες οί κλάδοι ούτοι συγκλίνουν είς εν, τήν φιλολογικήν γνώσιν,

§χουν δέ άναγνωρισθij ώς έπί μέρους έπιστήμαι τής φιλολογίας, διότι ίδίας

μεθόδους άκολουθοίίσα έκάστη κερδίζει ώς τελικόν συμπέρασμα τών

έρευνών αύτijς, έκείνο είς τό όποϊον καί αί λοιπαί. διά τών . ίδικών των μεθόδων, καταλήγουν· εlναι δέ τοίίτο πάντοτε ή κατάληψις καί άξ,ιολόγη­σις τοϋ πνεύματος τής έποχijς τήν όποίαν έρευνοϋν.

.. Τοί5το βεβαίως δέν σημαίνει δτι αί έπί μέρους φιλολογικαί έπιστήμαι δεσμεύονται a priori έκ τών συμπερασμάτων τών άδελφών έπιστημών. Τοϋτο θά άφfιρει έξ έκάστης τήν έπιστημονικήν lfννοιαν καί θά τήiι μετέτρεπεν είς άπλοϋν βοηθητικόν δργανον τίjς aλλης έπιστήμης, ής τά

συμπεράσματα τήν πειθαναγκάζουν εΙς ύποταγήν.

'Εκάστη έπιστήμη εlναι dνεξάρτητος καί άξιωματική εlς τά συμπερά­

σματά της, dν δέ ποτέ συμβfi νά καταλήξrι αϋτη είς συf1.Πέρασμα dντίθετον

πρός τά τών άδελφών έπιστημών, τό συμπέρασμα τoDio dναγκάζει νά γίνrι παραδεκτόν δτι αί λοιπαί έσφάλησαν, δτε καί άναγκάζονται αύται · νά άναθεωρήσουν τάς μεθόδους αύτών. Τότ'ε άκριβώς συμβαίνει τό λεγόμε-

45

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

νον, δτι τέμνονται νέαι όδοί είς τήν έπιστημονικήν Ιfρευναv.

'Ακριβώς δέ τά συμπεράσματα τής γλωσσικής έπιστήμης είναι έκείνα τά όποία Ιfτεμοv κατά τόv παρελθόντα αίώνα νέας όδούς μεταξύ τώv

ίστορικών fπιστημών, καί ήνάγκασαν τάς έπιστήμας ταύτας νά dναθεω­ρήσουν έν πολλο/ς τάς μεθόδους αύτών. Ή έπιστijμη αίJτη άπέδειξε . κατά τρόπον άναμφισβήτητον τήν συγγένειαν τών λεγομένων ίνδοευρωπαϊκών

γλωσσών, γενομένη οίJτω πρωτοπόρος τής συγκριτικής έρεύνης τών

φιλολογιών καί τών τεχνών, διεσκέδασε τήν κρατούσαν γνώμην περί

στενωτέρας συγγενείας π.χ. τής έλληνικής καί λατινικής γλώσσης κλπ.

Πιστεύω δτι ό κ. 'Α νδριώτης δέν θά ίσχυρισθfί δτί διά τίjς dνωτέρω πραγματείας Ιfτεμε νέας όδούς, πειθαναγκαζούσας εfς τήν άποδοχήν τών

γνωμών αύτοv. Διότι άνε'ξαρτήτως τού ά'ν ήδύνατο η όχι νά τό πράξu, ή

μέθοδος τήν όποίαν ήκολούθήσε δέν ήτα δυνατόν νά όδηγήσn είς τοίJτο. Έξ αύτijς ταύτης τής φύσεως τής έργασίας αύτοv, ής αί παρατηρή­

σεις είναι «περιορισμένες στή γλωσσική μέ τή στενή Ιfννοια aποψη>> καί «δέν μπαίνουν στήν ούάία τίjς ποιητικής dξ ίας», είναι φανερό ν δ τι αί

γενικαί περί τού έργου τού Κάλβου κρίσεις αύτού είναι ύποκειμενικαί,

aσχετοι πρός τήν Ιδιότητα αύτοίJ καί πρός τό έν τfι άνωτέρω πραγματείq.

ύποκείμειιον τίjς iρεύνης αύτού.

Κατ' έπιστήμην λοιπόν έργαζόμενος ό κ. 'Ανδριώτης, wφειλε νά

περιορισθfι <<στή γλωσσική μέ τή στενή Ιfννοια aποψψ άφίνων ε/ς aλλους νά κρίνουν περί τίjς <<ποιητικής άξίας» τού Κάλβου. Τούτο δέ δχι διότι ή

γλωσσική έπιστήμη δέν παρείχεν είς αύτόν τά πρός τούτο μέσα, άλλά διότι

μόνος .ήθέλησε νά περιορίσrι τό ύποκείμενον τής έρεύνης αύτοίJ.

'Έπρεπε δέ άπαραιτήτως νά έρμηνεύσy, τί έννοεί διά τού χαρακτηρι­σμού τής έργασίας αύτού ώς περιοριζομένης <<στή γλωσσική μέ τή στενή

Ιfννοια aποψψ>, διότι, δσον έγώ τούλάχιστον άντιλαμβάνομαι, ή <<aποψψ>

αύτή οϋτω τιθεμένη dναγκαστικώς περιορίζεται είς τήν γραμματικήν

έξέτασιν τοίJ γλωσσικοί] ύλίκοίJ τοίJ Κάλβου, ούχί δέ καί εfς τήν

καλολογικήν χρήσιν τοίJ ύλικοD αύτοίJ, διότι ή tρευνα αϋτη άνάγεται είς τάς

εύρυτέρας επιδιώξεις τής γλωσσικής έπιστήμης.

Τούτο δέν fπραξ,εν ό κ. 'Ανδριώτης, άλλά έπιχειρήσας νά πραγμα­

τευθfί τήν γλώσσαν του Κάλβου «μέ στενή aποψη» έξαπέλι;σε έναντίον τού

μεγαλοστόμου ποιητοv τών 'Ωδών βέλη κωφά, aτινα βεβαίως δέν ήτα

δυνατόν νά φθάσουν καί νά πλήξουν ούδέ κaν τό ύψηλόν βάθρον είς τό όποίον ό ποιητής 'ίσταται. 'Απέδειξαν μόνον έκείνο τό όποίον, οίονεί κατά

προδιόρθωσιν, tγραψε ν ό κ. 'Ανδριώτης, δογματίζων δτι κρίνοντες τάς πνευματικάς ήμών άξίας ''κρίνουμε κυρίως τόν έαυτό μας καί δείχνουμε

πόσο εϊμαστε aξιοι νά τούς συνεχίσουμε» (Ν Ε Κ σ. 157). ΤοίJτο θά συνομολογήσrι πaς τις άναγινώσκων είς τήν <<στενή

γλωσσική έρευνα» του κ. Άνδρ. αύθαιρέτους χαρακτηρισμούς, οίοι οί

έξής: «Ο ί συγκινήσεις του δέν άναδίνονταν άπό βιώματα aμεσα, κατά-

46

Η ΓΛΩΣΣΑ

σαρκα, δπως εlναι τών μεγάλων ποιητών» (ΝΕΚ σ. 158) <<μή έχοντας ό ϊδιος τή δύναμη νά πλάση δικό του ποιητικό κόσμο, ζητεί καταφύγιο στήν lτοιμη σκέπη τής dρχαίας ποίησης» (158) <<στήν 5 ώδή του δλα είναι ποιητική ψευτιά, άπουσία κάθε είλικρίνειας καί ένδιαφέροντος γιά τήν πραγματικότητα, μέ τήν όποία δέν έχει καμμιά ψυχική έπαψή» (159), ,,έν

dρχfί ήν τό φιλολογικό ψεύτισμα τής ζωijς» (159), «Εύτυχώς ό Κάλβος δέ στάθηκε πολύ μεγάλος ποιητής καί δέν έπηρέασε κανένα» (1 63), «οί άκυρολεξίες .... κατεβάζουν άκόμη χαμηλότερα τήν έτσι κι άλλιώς μέτρια άξία τών στίχων του» (163), «σπάνια τό ποιητικό του αϊσθημα κατορθώνει νά ύψωθfj πdνω άπό τό κοινοτοπικό καί τό μέτριο» (164) καί aλλα

άνάλογα πρός τά όποία, επιδιώκων ϊσως νά πpοκαταλάβ1J τήν έξέγερσιν

τοίί dναγνώστου τοϋ τιμητικοϋ τεύχους ή καί νά καλύψy έπιφανειακώς τήν

άνωτέρω μεγάλην άδικίαν, προσέθηκεν έν έπιλόγφ περί του ποιητοίί τά έξής: «πίσω άπό τήν άναρχική γλώσό'α τοί5 Κάλβου μέ τούς ταπεινούς συμβιβασμούς της καί τί~ άδυναμίες τηι; στέκει πάντα ό ποιητής, μέ τή μεγάλη ήθική φυσιογνωμία του, τήν εύγενική πατριωτική ψυχή του, τή βαθειά είλικρινij συγκίνησή του, πού κατορθώνει νά μεταδώσ1J σ' δλους εκείνους πού ή μόρφωσή τους τούς έπιτρέπει νά αίσθάνωνται τό δύσκολο

λόγο του» (1 66) καί «ό Κάλβος προσφέρει πίσω άπό τά άγκάθια τών γλωσσικών δυσκολιών <rου ενα ποιητικό ιiνθος μέ ιiγνωστη ιδς τώρα

εύωδιά, πού τοϋ εξασφαλίζει μιά τιμητική θέση μέσα στόν άπέραντο

περίβολο τής πολύγλωσσης ποιητικής μας ίστορίας»! (167). Πώς συμβιβάζονται δλα τά άνωτέρω, μόνον ό κ. 'Ανδριώτης ε[ναι

δυνατόν νά εξηγήσrι. 'Εγώ πάντως . νομίζω δ τι δ χι τό κανονικόν ό γ λ ή­

γ ο ρ α καί τά καταληπτά καί συνήθη διά τήν 8.ποχήv καθ ' fίv έγράφησαν, ε μ α ζ ώ χ θ η, έ γ κ ρ η μ ν ι σ μ έ ν α ι π ό λ ε ι ς καί ά π ε θ ά ν η τοίί

Κάλβου, ένθυμίζουν τό μυθικόν τέρας «πρόσθε λέων, δπιθε δέ δράκων,

μέσση δέ χίμαιρα» , ώς ίσχυρίζεται ό κ. 'Ανδριώτης, άλλ' αί άvωτέρω περί τοϋ Κάλβου dλληλοαναιροι5μενaι κρίσεις τοϋ ίδίου.

Τάς άνωτέρω καί aλλας όμοίας γενικάς, άορίστους καί dναιτιολογή­

τους «αίσθητικάς>> παρατηρήσεις αύτοίί περί τοίί έργου τοϋ Κάλβου έχει

διασπείρει ό κ. Ά νδριώτης μεθοδικώς καθ ' δλην τήν έκτασιν τijς

όλιγοσελίδου πραγματείας του, είς τρόπον ιδστε νά προκαταλαμβάνηται ό

άναγνώστης άνά πaν βήμα. Οίονεί δέ φοβούμενος τήν άγανάκτησιν καί διαμαρτυρίαν τοϋ

άναγνώστου προλαβόντως λέγει, δτι «ΚΙ ιiλλοι 2 , καί κυρίως ό Γ 'Αποστολάκης ύποστήριξαv δτι ό Κάλβος δέν εlναι μεγάλος ποιητής>> (Ν Ε

I. Ν Ε Κ σ. 163. 2. Ποίοι εΙ ναι οί «a λ λ ο I" καί ποίαν σημασία ν δύναται νά EX1J ή γνώμη αύτών περί

τοϋ eργου τοϋ Κάλβου, δύναται νά 'ίδl] ό βουλόμενος ε{ς τήν έv τφ αύτφ παvηγυρικιj)

τεύχει δημοσιευομένην πραγματείαν του μακαρίτου Ν. Π ο ρ ι ώ τ η σ . 137-8.

47

ΑΠΑΝΤ Α ΚΑΛΒΟΥ

κ 156).

- Τό άστείον καί άνεπιστημονικόν τοϋτο έπιχείρημα θά είχεν ϊσως σημασίαν τινά, έάν ό κ. 'Ανδριώτης άνεγνώριζεν ώς αύθεντίαν τόν Γ.

Άποστολάκην ·είς τά σύγχρονα φιλολοyικό,_καί αίσθητικά προβλήματα.

Άτυχώς ούδέ τοϋτο συμβαίνει. Διότι, δύο μόλις μήνας πρό τής έμφανίσεως τής περί Κάλβου πραγματείας αύτοϋ, ό κ. 'Ανδριώτης lfγραψε

τά έξ,ής περί τοϋ 'Αποστολάκη: <<ό ι:ϊλλοτε καθηγητής τής Νεοελληνικής Λογοτεχνίας κ. Γ. 'Αποστολάκης, σκλάβος στήν άγιάτρευτη άντιπαλαμική

ψύχωσή του καί συνεχίζοντας τήν άρνησή του γιά τό Ιfργο του ποιητή (δηλ.

τοϋ Παλαμά) καθώς καί γιά κάθε άλλο lfργο πού aπομακρύνεται dπό τή

φωτεινή κηλίδα τής σολωμικής του όμφαλοσκοπίας... Δέν όνομάζει κανένα .. ; γιατί αύτό θά μύριζε έπιστημονική μέθοδο πού τήν περιφροvεί. .. Ό αύτοχειροτόνητος πάπας τής νεοελληνικής φιλολογίας... παρά τήν

άντίθεσή μου πρός τή θεωρία του γιά τίς νεοελληνικές λογοτεχνικές άξίες ... Μέ dναγκάζει νά έκφράσω τήν ίκανοποίησή μου όχι μόνο γιά τό γεγονός ότι

ό κ. Άποστολdκης άφοϋ άδειασε τή φαρέτρα τών βελών του, παράτησε

τήν προδομένη άποστολή του (δηλ. παρrιτήθη τής θέσεά;Jς του ώς

καθηγητοϋ έν τφ Πανεπιστημίφ Θεσσαλονίκης) κι !!τσι αύτή τή στιγμή δέ

βρίσκεται σέ θέση νά φαρμακώνrι τίς φοιτητικές ψυχές dπό κοντά, άλλά καί γιά τό γεγονός δτι τό πέρασμά του άπό τήν πανεπιστημιακή ίfδρα δέν

άφησε ϊχνη στήν κριτική μέθοδο τών μαθητών του>>/ 1 Δέν ήτα λοιπόν ό

'Αποστολάκης ή αύθεντία, έφ' ής έστηρίχθη ό κ. 'Ανδριώτης, άλλά τό

έπιχείρημα τής στιγμής.

'Έκpινα σκόπιμον νά χωρίσω τάς <<αiσθητικάς>> περί τοϋ Κάλβου

κρίσεις τοv κ. Άνδρ. διά vά διευκολύνω τόν άναγνώστην εlς τήν άντίληψιν

τοϋ λοιποϋ μέρους τής πραγματείας, του γλωσσολογικοv, ένθα ό κ. Άνδρ. κρίνει ύπευθύνως τόν ποιητήν, περιορίζων τάς παρατηρήσεις αύτοv <<στή

γλωσσική μέ τή στενή έννοια ι:ϊποψη>>.

Ι) Ν. 'Εστία 40 (1946) 6 - 954 - 5.

48

Η ΓΛΩΣΣΑ

Η ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ

Ήτο ό Κάλβος κάτοχος φιλολογικώς τής έλληνικής γλώσσης; "Απαντες οί άσχοληθέντες περί τό εργον αύτοϋ φιλόλογοι συμφω­

νουν εtς τουτο 1 , ό δέ Κ. Π α λ α μ (i ς χαρακτηρίζει τόν ΠΟιητήν <<σΟφόν

διδάσκαλον»2,

Μόνος δέ ό κ. 'Ανδριώτης ύπεστήριξεν δτι τήν μέν _λογίαν τής

έποχής του εμαθεν ό Κάλβος <<άπ · έδώ κι άπ ' έκεί», τής δέ άρχαίας <<τέλεια κάτοχος δέν ήταν» (Ν Ε Κ σ. 159-60) καί κατωτέρω δέ όμιλεί <<γιά άδέξια πλάσματα. δικά του πού προδίνουν κακή γνωριμία μέ τήν

έλληνική γλώσσα» (σ. 163), προσπαθεί δέ νά άνεύρl] είς τάς Ώδάς

καί. .. όρθογραφικά σφάλματα (αuτόθ. σημ. 2). Νομίζω δτι έπί του σημείου τούτου άκριβώς ό κ. 'Ανδρ. επρεπε

νά φανlj κριτικώτερος. "Αν λάβωμεν ύπ' όψιν δτι αί Ώδαί του

Κάλβου έγράφησαν είς έποχήν, καθ~ ijν μόλις ε{χεν ούτος ύπερβή τό

τριακοστόν ετος τής ήλικίας καί δτι τό σύντομον εργον του

παρουσιάζει όχι μόνον καταπληκτικόν όγκον άρχαίων γνώσεων,

δυναμένων καί δι· ίiλλων μέσων νά άποκτηθουν,'άλλά καί καταπλη­

κτικόν πλουτον άρχαίων έλληνικών έκ;φράσεων καί λέξεων, μή

δυναμένων νά dγρευθοϋν διά φυλλομετρήσεως τοϋ aρχαίου λεξικόυ, 'δέν εΙναι δυνατόν παρά ' νά δεχθώμεν στενήν καί βαθείαν γνωριμίαν

καί σχέσιν του ποιητοϋ πρός τούς ελληνας συγγραφείς. Τουτο δέ άνεξαρτήτως των έξηκριβωμένων πληροφοpιών δτι ούτος έχρημάτισε

καί ανεδείχθη <<σοφός διδάσκαλος». ·Η Ελληνομάθεια του Κάλβου είναι γεγονός διά πάντα ιiντικειμε-

νικόν κριτή ν τοϋ εργου του. Τά στοιχεία έφ' <δν προσπαθεί ό κ. 'Ανδριώτης νά στηρίξ1] τήν περίεργον γνώμην του δέν είναι ούτε aρκετά οϋτε πειστικά. 'Ανομοιοτυπίαν γλωσσικήν έμφανίζει άναμφι­βόλως τό εργον τοϋ Κάλβου. Τήν αίτίαν δμως πρέπει νά άναζητή­σωμεν είς τό είδος τής ποιήσεως καί τήν έποχήν καθ' ijν ούτος

εγραψε.

Ι.Ιδ.Κ. Στιουραίτην Έv'Αθηνq27(1915)σ.276καί282καίΓ. Ζώραν Ν Ε Κ σ. 174.

2. Τά πρώτα κριτικά σ. 25: «Σ ο φ ό ς δ ι δάσκαλο ς, ποιητής ύπφήφανος. ΕΙς τάς λέξεις ταύτας συγκεvτροϋται ό βίος τοίί 'Ανδρέου Κάλβου».

49

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

'Ο Κάλβος ί:γραψεν είς έποχήν, καθ' ijν κοινός μέν δημοτικός

λόγος ήτο άνύπαρκτος, περί δέ του γραφομένου διεξήγετο άγών

τραχύς μεταξύ του Κοραή άφ' ένός καί των άρχαϊστών καί των

χυδαϊστώv άφ' έτέρου . Διά νά κρίνωμεν δέ ενα ποιητήν καί δή καί τήν γλώσσαν αύτου, πρέπει νά τοποθετήσω μεν τοϋτον είς τήν έποχήν του .

' Ο Κάλβος δέν μετεχειρίσθη «τά κοραϊκά ίiμπλαστρα>> , δπως

απρεπώς αποκαλεί . ό κ. 'Ανδρ . (ΝΕΚ σ. )58) τήν κολοσσιαίαν προσπάθειαν τοϋ μεγάλου Κοραή, άλλά συνέχισε τήν γλωσσικήν

παράδοσιν παλαιοi'έρων λογοτεχνών, ώς ήσαν ό Σκοϋφος, ό Μηνιά­της καί άλλοι.

τί επρεπε νά πράξτι Νά μιμηθΏ τήν γλώσσαν τοϋ ''στιχοπλόκου»

Χριστοπούλου ij τήν ;,φουτουριστική>> γλώσσαν τοu Βιλλαρa, διά νά

χρησιμοποιήσω τούς χαρακτηρισμούς τοϋ ίδίου τοϋ κ. 'Ανδριώτη;

'Ή μήπως επρεπε νά περιμέν1J νά λύσουν τό γλωσσικόν ζήτημα οί

«χυδαϊστές>> οί όποίοι έζήτουν <ψ' ενα πραγματισμό διαφωτισμένο καί λ α ο κ ρ α τ ι κ ό (sic) νά καθιερωθεί ή δημοτική σάν μοναδική γλώσσα τώv λογίων >> 1 ;·

Ό κ. · Ανδρ. δογματίζει δτι ό Κάλβος δέν «προβληματίστηκε μπροστά στή γλωσσική άθλιότητα τijς έποχής του>> (Ν Ε Κ σ. 158). Πόσον εόκόλως λύονται τοιουτοτρόπως τά προβλήματα! · 9 μόνος ό όποίος, ώς d5φειλε, δέν «Προβληματίστηκε μπροστά στή>> γλώσσα τοϋ

Κάλβου είναι ό κ. 'Ανδρ. "Αν «Πpοβληματιζότανε», θά εuρισκε δτι

έκείνο τό όποίον έξέ"φρασε διά τής ποιήσεως αύτοϋ ό Κάλβος, ήτο δύσκολον νά έκφρασθΏ τότε, είς οίονδήποτε άλλον τύπον γλώσσης,

εξαιρουμένης βεβαίως τής άρχαίας. Γνωρίζω τί θά θελήσυ ίσως νά έπαναλάβυ ό κ . 'Ανδρ.: «φέγγει

στά μάτια μαc τό παράδειγμα τοv Σολωμοv>> (σ. \56). Ό Σολ<ιψl>ς ι') μ ως

ήτο ποιητής «lρωτικός μi rrίν ιuρύτιρη lνναια rt;ς λέξης», tγpuψι δt; τά

έρωτικά ποιήματα οχι ύΠό τήν f.πίlirαπιv του εθvικου πυρετου. · Ι:ξαίρεσιν ιiποτελο.ϋν cδpισμένα εpγα αότοϊ:ί , έν οίς κ:uί ό Έθvικός

'Ύμνοc. δπου ό Σολωμός «1r.pnβληματίrττηκΡ. μπpnrττrί rrτή γλωσσική

άθλιότητα τι;ς cποχης τουη. 'Ατcόδειξις τά έξfjς άρ~~.:ετά πειστικά στοιyεία . εiλημμέvα μόνον έκ τοϋ Έθνικοu 'Ύμνου: Έ π ί θ F. τ π.: π:ολcμιος, άvαpίθμηrος, cvrάφιος, δλόσχισrος, φλογώδης, λιπτrί, Οvηιύ~,

τερπνός, γλυκύτατος, αίιωτόχpοη. Ο ύ σ ι αστικά: φωταyωyία. κpότοc. yοyyυσμός, σrοιχcίοv, άvάσασις, τράπcζα. Έ π ι ρ ρ ή μ α τ α: tκιϊθιν,

πλέον, μακρόθεν, ίδού. Ρ ή 11 α τ α: κατατοώγει, κατα/Jοij., έγαλήνευσε. αίσθάνsτο, 'χαpοποιήθη, cνθυμήθη, cλαφιάσθη>, 'tστάθη, αίσθάvονται-cται,

ι .. !\. ι1 η μ α ρ α ς. Ν ι: Κ σ. 119. 2. ; !δ. dνωτ. ·σ. 47 iivθα ό 'Ανδρ. όμιλεί περί μυθικοu τέρατος , προκειμένου πεrί

τoii f. ιι α [ ώ χ θ. η τni'J ΚιΥλ~n"

50

Η ΓΛΩΣΣΑ

ρέει, καταπείθει, όργισθώ, προσηλώνεται, έσπaρθη, έχάθη. Κ λ ί σ ι ς

(οόσ. έπιθ.): δυστυχής, άνάσασιν, όρμήν, γην, μητρικήν, πύργον, βράχον, πείναν, τράπεζαν, βαθύν, φωνήν, Βασιλείς (κλητ . ). 'λευθερίαν, νυκτός,

άέρος. Φ ρ ά σ ε ι ς: τόν ιfσυχον αίθέρα, φύσημα τοϋ άέρος, θανάσιμον

κεραυνό, λάμψιν έχει δλη φλογώδη, άνδρείαν σοΒ προξενεί, έξ αίτίας πολιτικής κλπ.

Ό Κάλβος, λέγει ό κ. 'Ανδρ. (σ. 158), <<βρήκε άρκετά βολική καί του χεριού του>> τήν αθλιότητα τήν όποίαν έξεπροσώπουν . .. τά ''κοραϊκά έμπλαστρα>>. Τοιουτοτρόπως δέν βάλλονται φυσιογνωμίαι

δπως ό Κοραής καί ό Κάλβος. Οϋτε άντιμετωπίζονται κατ· αύτόν τόν

τρόπον τά γλωσσικά προβλήματα, τά όποία άπαιτοϋν όρθήv μέθοδοv

-καί άντικειμεvικότητα. 'Ο Κάλβος εΙναι ώς πρός τήν γλώσσαν συνεχιστής κατά βάσιν

της λογοτεχνικης παραδόσεως τοϋ Σ.κ ο ύ φ ο υ καί του Μ η ν ι ά τ η.

Τοuτο διέγνωσεν όρθ&ζ πρό πολλοu ό Κ. Παλαμίiς, τοϋ όποίου τό

«βαθύ αi'σθημα>> δέν άμφισβητεί ό κ. 'Ανδρ. ώφειλε δέ vά γvωρίζτι καί

νά κρίvτι τήν γνώμην αύτοu. Γράφων ό Κ. Παλαμίiς, περί τοϋ Μ ι χ.

Μ η τ σ ά κ η, έχαρακτήρισε τήν γλώσσαν τούτου ώς σχετιζομένην ακdπως πρός τήν μεταβρ.τικήν καί νευρώδη καί λογιολαϊκήν έκείνην τών

παλαιών λογοτεχνών μας Σκούφου, Μηνιάτη, Κάλβου καί λοιπών»!_, · Έγνώριζε πάντως ό κ. 'Ανδριώτης πώς άλλαχοϋ έχαρακiήρισεν

ό Παλαμίiς τήν γλώσσαν τοϋ Κάλβου: " 'Αλλ ' είς τίνα γλώσσαν [γραψεν; Είς τήν καθαρεύουσαν; είς τήν δημοτικήν; Δύσκολος ή άπάντη­

σις, καί δπως ύπάρχουσιν έν τfί ειJρwπαϊκfί φιλολογίq. ποιηταί τούς όποίους άντιποιοuνται άμφότεραι αί μεγάλαι φάλαγγες τών κλασσικών καί τών ρωμαντικών - σημείον δτι είς ούδετέραν άνήκουσιν - οϋτω δύνανται νά διεκδικήσωσι τήν κυριότητα αύτοΒ, dν μή μετ ' ϊσης δυνάμεως έπιχειρημά­των, άλλά μετά λογικής βάσεως άμφότεραι καί ή δημώδης καί ή καθα­

ρεύουσα. Άλλά τό άληθές είναι δτι άμφότεραι, ώς ό φιλόσοφος, .στέφουσαι

τόν ποιητήν διά ρόδων, άποπέμπουσι τής πολιτείας των. 'Ακριβώς είπείν

ό Κάλβος δέν είναι χυδαϊστής, ούτε όπαδός τοϋ Δούκα, ούτε άκολουθείτήν

όδόν ιϊν έχάραξεν ό Κοραf;ς>>z. Μολονότι δέ ό Παλαμaς ύπεστήριξεν ένταϋθα ρητώς δτι ό Κάλ­

βος δέν ήκολούθησε «τήν όδόν fίν έχάραξεν ό Κοραής>>, ό κ. 'Ανδρ.

παραπέμπει τόν &ναγνώστην του είς αύτό τοϋτο τό τμημα τής μελέτης

του Παλαμa (Ν Ε Κ σ. 160 σημ. 2) καθιστών τρόπον τινά τόν ποιητήv συνένοχον εiς τήν έξωφρενικήν γνώμην του, δτi ό Κάλβος ήκολού­

θησε τήν όδόν i]ν έχάραξεν ό Κοραης, διότι αϋτη «συμβιβάζονταν

καλύτερα καί μέ τή λειψή καί άνεύθυνη κατάρτισή του στά 'Ελληνικά.

I. Τά πpώτα κpιτικά, σ . 166. 2. Αύτόθ. σ . 39

51

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

'Έγιι•ε λοιπόν ή γλώσσα του». Λυποϋμαι διότι είμαι ύποχρεωμένος νά

ύπογραμμίσω τήν έπιστημονικήν ταύτην άνακολουθίαν του κ.' Ανδρ., ιiπότοκον της ιiδυναμίας αύτου νά συλλάβ1J τό πρόβλημα της γλώσσης τοϋ μεγαλοστόμου ποιητοϋ των Ώδων καί τής προσπαθείας

του νά ιiνεύρ1J συμπαραστάτας τών έ~θέτων γνωμών του. Τό πρόβλημα της γλώσσης του ποιητου άπησχόλησε τήν μέχρι

τοϋδε περί τόν Κάλβον ίiρευναν, ίiχει δέ δημιουργηθfj ίκανή περί του

ζητήματος βιβλιογραφία, ijν δύναται ό βουλόμενος νά 'ίδ-a πλτjρη πως συγκεντρωμένην ύπό τοϋ κ. Κ. Δημαρaι, δστις είναι καί ό τελευταίος

aσχοληθείς περί τό ζήτημα τοϋτο.

Ή γνώμη τοϋ κ . Δημαρά δύναται νά συνοψισθfi είς τοϋτο: Ό Κάλβος aντιμετώπισε τό πρόβλημα τfjς γλώσσης κατά τό πρότυπον

ώρισμένης aρχής ίταλών λογοτεχνών τής έποχής αύτοϋ, καθ' fjν τό

πρόβλημα της ίταλικής γλώσσης, «ή όποία δταν δέν είναι διεφθαρμένη,

άρχαi'ζε ι» λύεται διά τόν λογοτέχνην, δταν ούτος κατέχ1J τήν τέχνην «Vά είσάγει μέσα στό uφος του λέξεις καί τρόπους άρχαιότατους». Τήν

aρχήν ταύτην δέχεται -καί συμβουλεύει ό Φώσκολος, έκ τούτου δέ συμπεραίνει ό κ. Δημαράς δτι ό Κάλβος ύπό τήν έπίδρασιν τοϋ

διδασκάλου του «κατασκευάζει τή γλώσσα του μέ ύλικά δανεισμένα άπό

τά δύο ι'iκρα» (σ. 120). Είναι δέ τόσον βέβαιος περί τούτου ό κ. Δημα­ρdς, ωστε ισχυρίζεται δτι <<δισταγμός δέν χωρεί κανένας στό σημε ίο αύτό

τής μελέτης >> καί δτι <<τό ά:λυτο τοϋτο ζήτημα τής γλώσσας τοϋ Κάλβου

βρίσκει πλέρια τή λύση μου μόνο aν λάβουμε ύπ ' οψη μας τό άνάλογο πρόβλημα τών 'Ιταλών στήν έπο χ ή του>> ( αύτόθ . σελ. 119).

Κριτικώτερος του κ. 'Ανδρ . ό κ . Δημαρίiς aντιμετωπίζει τό

ζήτημα της γλώσσης τοϋ Κάλβου ώς · ίστορικόν πρόβλημα. Έκ πρώτης όψεως τά έπιχειρήματά του έμφανίζονται ίσχυρά. Μαθητής του Φωσκόλου ό Κάλβος, ζήσας είς ίταλικόν περιβάλλον, γνώστης

τέλειος τής ίταλικής γλώσσης καί των προβλημάτων αύτfjς, αντιμε­

τώπισε τό πρόβλημα τής γλώσσης των 'Ωδών του , καθ' 'δν τρόπον

ίταλοί λογοτέχναι dντιμετr.Οπιζον ανάλογα προβλήματα τής γλώσσης

των. Είναι μάλιστα ή γνώμη αϋτη όμόλογος πρός αλλην γνώμην του

κ. Δημαρd, καa.: ijν <<ό δημοτικισμός τής έποχής έκείνης (δηλ . τfjς

έποχης τοϋ Κάλβου) Ι!χει τήν πηγή του στό Γαλλικό διαφωτισμό τού όποίου άποτελεί, δπως θά έλεγαν στήν έπιστήμη, ενα άπλό πόρισμα» (αύτόθ.).

' Η τελευταία αϋτη γνώμη του κ. Δημαρίi εΙναι τό όλιγώτερον ι:iνιστόρητος. Καί ό σημερινός δημοτικισμός καί ό δημοτικισμόςτfjς

έποχfjς του Κάλβου είναι ίστορική συνέπεια καί έξέλιξις τοϋ

Ι. Κ. Θ. Δ η μ α ρ a, Oi ιτηγές τής εμιτνευσης τοϋ Κάλβου Ν Ε Κ σ. ι ι 8-9 καί ι 3 ι-2.

Η ΓΛΩΣΣΑ

δημοτικισμοϋ παλαιοτέρων έποχών, ήτοι τής κατά καιροuς ίiπορημα­τικής τοποθετήσεως μερίδος λογίων, εναντι τοϋ προβλήματος τής

διττής γλωσσικής παραδόσεως. 'Ο γαλλικός διαφωτισμός, τοϋ όποίου τήν έπίδρασιν είς τήν 'Ελλάδα έκηδεμόνευε τότε ή μεγάλη

φυσιογνωμία τοϋ Κοραή, ώδήγει πρός τάπους Ciλλους ή πρός έκείνους

είς οϋς θέλει νά όδηγήσlJ τοuτον ό κ. Δημαρίiς .

Δέν είναι δ' δμως περισσότερον εύστοχος ή περί τής γλώσσης

του Κάλβου γνώμη του. Παλαιότερον ό κ. Δημαρaς είχεν ύποστηρίξει

δτι ό Κάλβος άνήκει είς τούς ποιητάς είς τούς όποίους <<ή λέξη είναι άρκετά συνδεδεμένη μέ τήν έμπνευση καί άποτελεϊ μαζί της i!va ένιαίο σύνολο>> 1 • Σήμερον άναιρεί τήν ίδίαν αuτοϊ\ γνώμην καί ύποστηρίζει δτι ό Κάλβος συνελάμβανε πρώτον τήν εμπνευσιν καί κατόπιν

άπεφάσιζε πώς νά τήν έκφράσl] «κατασκευάζων» τοιουτοτρόπως <<τή

γλώσσα του μέ ύλικά δανεισμένα άπό τά δύο Cf.κpα», (σ. 120), δτι δέ πρός τοuτο <<τό λεξιλόγιό του τό άρχαϊκό τό ψαρεύει ώς καί στά γλωσσάρια. .. είδικά θαρώ ... χρησιμοποίησε ίδίως τό λεζικό του Στεφάνου, ίί:Jως δμως καί τόν Ήσύχιο καί τόν Πολυδεύκη». (σ. 132).

"Αν πράγματι τοιουτοτρόπως ε\.ργάζετο ό ποιητής τών 'Ωδών,

τότε θά ήτο 'ίσως Τζέτζης, άλλ · όχι Κάλβος2 • Είναι περίεργον καί

λυπηρόν πώς οϋτω προχείρως καί έπιπολαίως κρίνονται προβλήματα

τής ίστορίας τής έλληνικής φιλολογίας καί παραλληλίζονται ταuτα

πρός προ βλ ή ματ α ξένων φιλολογιciνJ, χωρίς νά λαμβάνηται ύπ' όψιν τό έξής κεφαλαιώδες ζήτημα:

Εiς λόγον χρήσεως <<ά ρ χ α ϊ σ μ ώ ν» έν φιλολογικώ εργω, ό

ελληv λογοτέχνης ύποχρεοuται νά άντιμετωπίσυ τό πρόβλημα καθ'

ον τρόπον άντιμετωπίζει τοϋτο ό ίταλός; 'Ημείς δταν χρειάζηται νά

<<<iρχαί'σωμεν», εχομεν συνεπίκουρον τήν ίδιάζουσαν έλληνικήν

γλωσσικήν παράδοσιν, ή όποία παρέχει είς ήμάς δικαιώματα, δμοια

τών όποίων οόδεμία dλλη εόρώπαϊκή γλώσσα παρέχει είς τούς φορείς της. Παράδειγμα άπτόν τό λεξιλόγιον τοϋ Παλαμά είς τό όποίον «δέν

ύπάρχει οϋτε μπορεί νά ύπάρζη δριο, έκεί πού τό ϋφος, ή άτμόσφαιρα

άποζητεί τήν άρχαιότερη λf:ξψ,~.

Γνωρίζω δτι θά παρατηρηθή δτι dλλο πρίiγμα είναι οί λεξιλογι~

Ι . π ε ριοδ. Κύκλος 2 (1932) σ. 71. 2. "Τό προτέρημα τού Κάλβου είναι άκριβώς δτι τό λεκτικό του ξεδιπλώνεται μαζί καί

μι'σα άπό τή φαντασία του. φαντασία πού είναι οχ ι μόνο μεγάλη, άλλά καί γεμάτη άπό τή

'συναίσθηση τής ύπcροχής της άπέναvτι στή ρεαλιστική άποτίμηση τής ζωής» Ό. Έ λ ύ­τ η ς, Ν Ε Κ σ . 95.

3. Τούτο aποτελεί νοση ράν έκδήλωσιν των τελευταίων έτώv, τείvουσαν vά άποδεί­ξ 1] τ ήν νεοελληνικήν λογοτεχνικήν παραγωγήν ώς δουλικήν άπομίμησιν της ίταλικfjς λογοτεχνίας. 'Αλλά περί τούτου aλλοτε.

\ 4. Ν. Ά ν δ p . . Ν Ε Π σ. 218.

53

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

κοί καί aλλο οί γραμματικοί άρχαϊσμοί, οί όποίο ι ... δέν συγχωροϋν­ται. 'Επίτηδες δμως tπεδίωξα νά φέρω τήν συζήτησιν εiς τό σημείον αuτό, διά v.ά 'ίδωμεν τiλος πάντων ποία είναι τά όστti καί τά νεuρα τής

γλώσσης τοϋ Κάλβου, δηλ. ποία είναι ή γραμματική καί συνταl(τική

πλοκή καί ποία ή χρήσις καί κίνησις των διαφόρων μελών του λόγου του.

Τό σημείον τοϋτο, τό βασικόν, τό κύριον μιdς γλωσσικής

έρεύνης, τό μόνον ίκανόν νά όδηγήσΊJ είς άσφαλή συμπεράσματα, δέν συνεκίνησε τήν έπιστημονικήν ζήτησιν τοϋ κ. 'Ανδριώτη. Τό άποτέ­

λεσμα ύπήρξε μοιραίον . 'Απέδειξεν οδτος τόν ποιητήν τών 'Ωδών

γλωσσικώς αuθαίρετον, άνακόλουθον, άναρχικόν καί.. . άνελλή ­

νιστον.

'Ο Κάλβος δέν t.καινοτόμησε γλωσσικώς. 'Εκαινοτ~μησε μόνον

κατά τοϋτο: Δέν έδεσμεύθη είς χρήσιν γλώσσης πρός τάς παλαιούσας

τότε δοξασίας τών άρχαϊστών ή τών χυδαϊστών ή τών Κοραϊστών,

άλλ · ώς γνήσιος λογοτέχνης ήκολούθησε τήν παράδοσιν τών

προδρόμων αύτοu Σκούφου, Μηνιάτου καί άλλων καλλιτεχνών τοϋ

λόγου. Είς τήν ύπάρχόυσαν ταύτην γλωσσικήν λογοτεχνικήν παρά­δοσιν προσέθηκεν ό Κάλβος τήν σφραγίδα της προσωπικότήτός του,

τό ϋφος καί τάς γλωσσικάς aπαιτήσεις τής τεχνοτροπίας του' καί τάς Cινάγκας τοϋ ε'ίδους τό όποίον αύτός έκαλλιέργησε καί τό όποίον δέν

έπέπρωτο, μέχρι . σήμερον τούλάχιστον, νά εxlJ συνεχιστάς.

'ο πραγματικός λογοτέχνης αντιλαμβάνεται ενστικτωδώς τήv' ίδιάζούσαν φύσιν καί έξέλιξιν τής ήμετέρας γλώσσης, πειθαρχεί δέ

κατά κανόνα είς τήν φύσιν ταύτην καί οχι εiς τάς διαφόρους σχολάς, αί όποίαι κατά καιρούς άyωνίζονται νά έπιβάλουν τοϋτον ή έκείνον τόν τύπον . Οί διάφοροι <φυθμισταί>> τΊ;ς γλώσσης δύνανται νά εύρίσκουν οπαδούς καί έφαρμοστάς των συστημάτων · των είς τόν

κόσμον τών <<Πεζών>> συγγραφέων, οχι δέ μεταξύ τών μυστών τής

τέχνης, οί όποίοι έπιδιώκοντες τήν καλολογικήν εκφρασιν δέν είναι

δυνατόν νά aπομακρύνωνται άπό τόν περιβάλλοντα κόσμον, τόν

όποίον έπιχειροuν διά τών f:ργων των νά έκφράσουν.

Παράδειγμα θά φέρω καί πάλιν τόν Παλαμάν. Τό πράγμα θά φανΊj

'ίσως περίεργον, διότι ολοι γνωρίζομεν τούς άγώνας τοϋ ποιητοϋ

τούτου ύπέρ της δημοτικής.

Καί δμως. 'Ο Παλαμάς f}το θεωρητικός μέν άvεπιφύλακτος φίλος

τής δημοτικής, πρακτικώς δμως χειριστής ταύτης μέχρις έπιτρεπτοu

σημείου. ' Ηγωνίσθη δσον όλίγοι ύπέρ τής αξιοποιήσεως καί έξυψώσεως της λαϊκής γλώσσης καί έχρησιμοποίησεν άφθόνως πtiν

στοιχείον αύτής, δπερ ούτος f:κρινε κατάλληλον πρός καλολογικήν

χρήσιν . Γνήσιος λογοτέχνης δμως καί εξ ίδιοσυγκρασίας φύσις καλλιτεχνική, διεμαρτύρετο καί έπανεστάτει, όσάκις fίκουε νά

54

Η ΓΛΩΣΣΑ

προβάλληται άξιωματικώς ή ύποταγή τής τέχνης εiς τάς άπαιτήσεις

τής <<γλώσσας".

Δύναμαι νά iσχυρισθώ dνενδοιάστως δτι τήν γραμμήν ταύτην

rjκολοί1θησεν ό Παλαμiiς διά βίου. Διό καί είμαι ύποχρεωμένος νά τονίσω καί πάλιν μίαν μεγάλην παρεξήγησιν τήν όποίαν εκαμεν ό κ.

'Ανδρ. πραγματευόμενος τό θέμα <<Ή γλώ σσα τ ο v Π α λ α μ ti», ενθα γράφει: «Στά γεράματα μαραίνεται κι' αvτός (δηλ. ό ένθουσιασμός

του Π. ύπέρ τής δημοτικής) μαζί μέ τό σώμα καί τό πvεuμα του, καί ό

ποιητής, χωρίς βέβαια vά πάψη νά πιστεύη στή δημοτική, γίνεται

άvεκτικότερος στήν καθαρεύουσα ίfξω dπό τή λογοτεχνία καί καταλήγει στό ν' dναγνωρίση τή διγλωσσία γιά νόμιμο καθεστώς. Γ όμολόγησε ό

'ίδιος γράφοντας στά 1931 στόv πρόλογο τής β' ίfκδοσης τών <<Τραγουδιών τής Πατρίδος μου» σελ. ι· σημ. 1: καθώς ή δημοτική, γιά νά γραφή δπως πρέπει, δέν είναι διόλου άπλή, dνάλογα καί ή καθαρεύουσα δέν είναι νεκρή» 1 •

Νομίζει δηλ. ό κ. 'Ανδρ. δτι ή άνωτέρω <<ό μ ο λ ο γ ία» τοϋ

Παλαμii είναι προϊόν τοϋ πνευματικοϋ iου μαρασμοϋ: <<μαραίνεταt μαζί. .. μέ τό πvεvμα του". Πόσον εξω τώv πραγμάτων εύρίσκεταιl

'Ο Παλαμiiς τοϋ Ι 93 Ι είναι όμόλογος πρός τόν Παλαμiiν τοϋ

Ι 894, γράφοντα τότε: <<Αvτή τήν δλως διόλου θεωρητική, τή μεταφυσική σχεδόν λατρεία τής δημοτικής δέv τήν καταλαβαίνω. Ξεφωνίζουμε: · Ομοι­ομορφία τύπων! 'Όχι ξεχωριστή γραμματική! τί διδάσκει ή έπιστήμη! ... καί τραβοvμε f(συχα τό δρόμο μαξ. Γράψτε μέ τά ξεφωνητά λοιπόν δράματα, μυθιστορήματα, κριτική~ έπικολυρικά καί φιλοσοφικά ποιήματα

νά ίδοuμε!... 'Άv τά πάρω μέ τήv έπιστήμη καί μέ τήν γλωσσολογία ή

καλλίτερα μέ κάποιους έπιστήμονας καί μέ κάποιους γλωσσολόγους (γιατί

καί οί έπιστίjμες δέv ζovv παρά μέ τά έμψύλια άλληλοφαγώματα τών πιστών τους), μπορεί αvτά νά είναι ii.πρεπα. "Αν τά πάρω μέ τή ζωή, αvτά τά άπρεπα ε[vαι τά μόνα μαρτύρια πώς ύπάρχει γύρω μας άσήμαvτη γιά τόv

ποιητή, dλλ ' όχι καί τόσον, cδστε νά τήν dρνήται έντελώς πώς ύπάρχει, μιά πραγματικότης: ή κ α θ α ρ ε ύ ο υ σ α••2.

Δέν πιστεύω νά θελήση ό κ. 'Ανδρ. νά ίσχυρισθή δτι ό Παλαμάς

επασχε διά βίου έκ ... πνευματικοu μαρασμοu.

·Ο Παλαμάς εύρίσκει ·καλλιτεχvικώς dνέφικτον τήν προσαρμο­γή ν της γλώσσης τοϋ λογοτέχνου πρός τάς άπαιτήσεις <<κάποιων έπι­στημόvων καί κii.ποιων γλωσσολόγων». Νομίζει δτι είναι άδύνατον νά παραχθΏ άξιόλογον λογοτεχνικόν εργον εχον ώς βάσιν τήν «θ'εωρητι­κή, τή μεταφυσική σχεδόν λατρεία τής δημοτικής».

Τήν ίστορικήν ταύτην άναγκαιότητα διακηρύττει.ό Παλαμίiς τό

I) Ν Ε Π σ. 235-6. 2) Περιοδ. "'Εστία" 1894 σ. 406 καί 407.

55

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

1894, ητοι 70 έτη βραδύτερον αφ' ής εποχής εγραψεν ό Κάλβος. Κατά τά 70 αύτά ετη ανεπτύχθη καί ηύδοκίμησεν ή σχολή τής 'Επτανήσου, τήν όποίαν ήκολούθησεν όλόκληρος χορεία λογοτεχνfuν έκ τής ήπειρωτικής . Ελλάδος, οϊτινες έκαλλιέpγησαν καί έπέβαλον εν τι νι βαθμώ τήν φιλολογικήν χρήσιν τής δημοτικής. 'Αλλά καί τι άλλο

ύψίστης σπουδαιότητος συνετελέσθη. Κατά τά 70 αύτά ετη, καί πρώτον κατ' αύτά, ανεπτύχθη καί έπε βλ ήθη τύπος κοινής όμιλουμέ­

νης όρμηθείς έκ των δημιουργηθέντων άστικών κέντρων τοϋ αναγεν­

νηθέντος 'Έθνους.

Είναι εύνόητον δτι ό οϋτω δημιουργηθείς τύπος κοινfjς όμιλου­μένης γλώσσης , πάν άλλο βεβαίως ή πρός τόν ύπό τ&ν ορθοδόξων οημοτικιστών προβαλλόμενον συμφωνεί. Διό καί ό Παλ.αμί'iς εύρίσκει τό 1894 μεταφυσικόν καί βλαπτικόν διά τήν τέχνην τόν γλωσσικόν ίδεαλισμόν των δημοτικιστών τούτων.

"Ας μοί έπιτραπή νά μή έπιμείνω σήμερον είς τήν ι:iπόδειξιν

έκείνου τό όποίον άκραδάντως πιστεύω , δτι δηλαδή καί εκτοτε οί

δροι δέν μετεβλήθησαν, αλλά τούναντίον ή επίδρασις τής λογίας

παραδόσεως είς λόγον γλωσσικής χρήσεως καί είς δ,τι αφορίi είδικώς

είς τήν τέχνην ετι μί'iλλον ένισχύθη, εiς τρόπον ωστε νά έπαναλάβl] ό

αύτός Παλαμίiς, κατά τά τελευταία ετη της ζωής του, δτι άκριβώς διά

τήν τέχνην τό γλωσσικόν ζήτημα δέν εχει είσέτι λυθfj: "Τό γλωσσικό

μας ζήτημα θά τό λύσrι μόνον ό μεγάλος μελλοντικός ποιητfις. Καί κανείς

δέν ξέρει σέ ποιά γλώσσα θά γράψrι». Λf.γω διά τήν τέχνην, διότι είς πάντας τούς άλλους τομείς τής

πνευματικfjς καί πρακτικfjς ζωής, τά σ-οοιχεία τής λογίας παραδό­

σεως ε{ναι διάχυτα εiς τήν γλωσσικήν εκφρασιν τοϋ έλληνικοϋ λαοϋ.

'Η έπίδοσις τών λογίων στοιχείων αύξάνει καθ' έκάστην · παρακο­

λουθούσα τήν έξάπλωσιν των μορφωτικών μέσων καί τήν πνευματι­

κήν έξύψωσιν τοϋ λαοϋΙ. Ό γράφων είς άμιγfj δημοτικήν εύρίσκετο

καθ ' οϋς χρόνους ( 1894) ώμολόγει τά ανωτέρω ό Παλαμίiς, πολύ περισσότερον ij σήμερον πλησιέστερον πρός τό α'ίσθημα των . πολλών. 'ο σημερινός ορθόδοξος δημοτικιστής ό:φίνει dδιάφορον'

τήν κοινήν γνώμην είθισμένην πλέον είς dλλον τύπον έκφράσεως,

δηλαδή είναι ξένος πρός τό κοινό\! γλωσσικόν α'ίσθημα2 ..

Ι . "Ή dντοχή τοίJ Κάλβου tνάντια στή γλώσσα του μέ όδηγεί στή γνώμη πώς ή

γλωσσική μας συνείδηση ί!χε ι άγκαλιάσcι καί υίοθετήσει περισσότερα ίσως στοιχεία τής καθαρει!ουσας άπό δ. τι φανταζόμαστε» Κ Τ σ ά τ σ ο ς, ΝΕΚ σ. 79.

2. 'Αντί οίασδήποτε θεωρητικής ύποστηρίξεως τijς &πόψεως ταύτης, μεταφέρω

ένtαuθα εν χαρακτηριστικόν χρονογράφημα τοu κ. Π. Π α λ α ι ο λόγο υ, dρίστου

έκτιμητοD τοD γλωσσικού αΙσθητηρίου τοD κοινοD, δη μοσιευθέν είς τήν έφημ . « Bijμa .. τfjς 21 η ς Μα ίου 1946: « ... Ή καθαρεύουσα στά μέσα καί στά ί!ζω . Λέξεις. τύποι. φράσεις

όλόκληρες. Άκόμα καί ή δοτική. άκόμα καί τό dπαρiμφατο. Πιστεύετε δτι λυτρωθήκατε dπό

56

Η ΓΛΩΣΣΑ

Διά τήν κρίσιν περί τήc; γλώσσης του Κάλβου πρέπει νά βαρύ­νουν iδιαίτερως κα-ί τά έξfjς δύο στοιχεία.

Πρi.ί:Jτον δτι ή· καθαρεύουσα τής έποχfjς έκείνης ήτο ώς έκ τfjς aπουσίας έλευθέρου έθνικοϋ βίου άδοκ~μαστος είς εύρυτέρας χρήσεις

καί διετήρει κατά φιλολογικήν παράδοσιν τύπου'ς πολλούς, άποβλη­θέντας βραδύτερον τfjς χρήσεως. Οί τύποι ούτοι σήμερον 11έν

τιί δοτιι-:ιί ι.:α ί cύτυχcίς γιά τιί νίκη σας, άναπέμπετε στούς ούρανούς τίς εύχαριστίες σας:

"'Ε1· τάi;ι: ι. Δό<';α τψ Θεψ». Χωρίς νά τό ύποπτευθήτε έπροδόσατε. Στή δοτική έδοξάσατε τδ

Θι:ό σας ι.:αί παιδί τίjς δοτικής είνε τό λαϊκώτατο έν τάξει σας. "Αν ξέρατε πόσες φορές έπα··

Ι • ιιλαμβά νcτc τό δοτικό σας άμάρτημα! 'Όπως κι ' ιϊν πό.τε, είτε «έν σώματι», ε/τε «σύν

)'VΙιαιξί καί τέκνοις•• , ε/τε «c v πομπfί καΙ παρατάξει» ή δοτική σiίς συνοδεύει. Μέ τή δοτική

πηγαίνετε καί ψωνίζετε δχι μόνο «το.ίς μετρητοίς», άλλά καί «έπί πιστώσει» dκόμα. Κι' ιϊν

σίίς κάνουν καμμιά lκπτωσι, lστω καί πέντε «τοίς έκατό», πάλι ή δοτική έχει χωμένη τήν

ούρά της. « Έv τώ μεταξύ» μέ δοτική σό.ς παραπέμπουν στή δικαιοσύνη dφov aέν όνόματι του Ι•όμοu .. )'ίvεται ή σύλληψίς σας δταν φωραθήτε «{π' αύτοφώρω», πού κι' αύτό είνε μιά πλcκτά1•η τής δοτικής. Στή δοτική δουλεύετε δταν εlσθε «έν ένεργείq.» καί «έν πάσει

περιπτώσει» δέν τής ξεφεύγετε ούτε «έν καιριj5 πολέμου», ούτε «έν καιριj5 είρήνης». "!σως νά μή είσθε «tv γνώσει» τοv γλωσσικοϋ άμαρτήματος πού «Καλfi τfi πίστει» διαπράττετε. Άλλά h·aί aν είσθε fv γνώσει πώς vά τό dποφύγετε; Ή δοτική έχει σφηνωθή στή γλώσσα. Μήπως δέ

σφηνώθηκε καί-τό άπαρέμφατο; Δοκιμiίστε χωρίς αύτό νά κρ;ιτήσετε τά κατάσ.Ι.!Χά_ Q!Μ:, Π

κατάστιχα 9ά είναι αύτά δίχως τή μερίδα τοϋ «λαβείν» καί τοv «δοvναι " τους; Χωρίς

άπαρtμφατο δέv μπορείτε πιά νά είσθε τό "δεσμείν καί λύειν» τής έταιρείας πού διευθύνετε καί

στήν όποία προσφέρετε δλο σας τό «είναι... Έ, κι' ιϊν κάνουμε πώς προχωροϋμε στίς

προθέσεις... 'Όπως καί νά προχωρήσουμε, είτε «διά» ξηρiίς, ε'ίτε «διά» θαλάσσης, dπάνω

στήv καθαρεύούσα θά πέσουμε. Ούτ' ί!να «έπί τέλους!» δέν τολμάτε vά /;κφωvήσετε. Καθαρευουσιάνικο κι · αύτό. Καί τί dλλο είναι tκείνα τά έξ aπαντος, έκ τώv ύστέpων, έκ τοϋ

προχείρου. ύπό τή διεύθυνσι, ύπό τόν δρο, έπί κεφαλής, tπί Καποδίστρια, έξ άνιiγκης, έξ . δψι:ως. ί:ζ ϊσου, διά παντός, μέχρι τάφου, μέχρις άηδίας, περί άνέμωv καί ύδάτων, περί τίνος

πρόηιται .. . 'Άφησα τελευτάίες τίς με τοχές. 'Εδώ εlναι κι ά'ν είνε. 'Α_δύνάτο νά διακριθήτε dν

δι;,. ύπογράψΙJ τή μcτοχή σας ή λογ(α γλώσσα γιά νά γίνετε κι έσείς ί!νας άνθρωπος

«διrιι.:ι:κριμένος». Ποϋ νά μάς f.ρθουν «tπιτετραμένοι»; Ποϋ νά φύγουν «άπεσταλμtνοι» μας στό ί:ξωτερικό: Οϋτε «Πολι τευομένους» θά ε7χαμε av δέν έπαιρναν άπό τήv καθαρεύουσα τό χρίσμα τους. Μικρό βέβαια τό κακό . . 'Αλλd θά είχαμε τάχα «μαθητευομέν;υς», «έμπο­ρι:υομι:νους", «συ νι:ργαζομένους» , «άντιμαχομένους», «dστειευομένους»; 'Από τό τελωνείο

τijr:; h<ιθαρεύουσας Οά περάσουν τά «εiσαγόμενα» καί τά «έξαγόμεva ... Λογία πpοέλευ.σι €χει ό "προϊστάμενος" καί ό ··ύφιστάμενός» σας. Στήv καθαρεύουσα όφείλεται τό «Κυμαινόμενο»

χρι'ος μας. Αύτή·δημιουργεί τά πλήθη τών «φορολογουμένων». Δικά της τά «φαινόμενα>• καί

τri ><πι:pιιχόμr.vα ... τά «γεγονότα». Δική της κι' αύτή άκόμα ή <<οiκουμένη» καί θά χρειασθfi

βόμβα dτόμοv γιά ν· dποβάλrι τήν καθαρευουσιάνικη μορφή της. 'Ατέλειωτη σειρά

παραδι:ιγμάτωι•. l]sιλυχρόvια συμβίωσις δημοτικής καί καθαρεύουσας έχουν δημιουργήσει lvα

;·ί.ωσσιι.:ό ιωι.:τf.ϊλ πού είναι δύσκολο νά τό άγνοήσετε. Τό άγνοεί ή μικρή μειονότης τών

ιcαΟαρι;υουσιάΙ•ων πίς δημοτικής καί περιφρονώντας τή γλωσσική πραγματικότητα, πού καλά

ιϊ ι..<ιh-ci i:χι:ι πιά έπ ιβληθίj, σχολαστικοl, φανατικοί καί άδιάλλακτοι αύτοί, προσπαθούν μέ

στοιχι;ϊrι ίσχνά καί ά1ιαιμικά νά φτιάξουν τά τεχνητά κατασκευάσι,ιατ~ τους. Π κερδίζουν; Τό

ι..·on/il. ζfi στό στόμα πίς όλότητος, ένψ οί γλωσσο{Jιομήχανοι δταν δέν προκσ.λοϋΙ• τήν ι'c/;τρσ ι, η δταv δi1• πέφτουν στό κωμικό, μονολογουv · στό κενό, ξενόγλωσσοι πού dφίvοvν ιίδιriφορη τήΙ ' hΌινή γνώμη».

57

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

προσπίπτουν είς ημας άήθεις καί προσκρούουν είς τό γλωσσικόν

α'ίσθημα, τότε δμως ήσαν φιλολογικώς κοινοί καί εϋχρi,στοι. Δεύτερον δτι ή δημοτική τής έποχής έκείνης δέν είχεν εiσέτι

δοκιμασθή ο)ς γλώσσα τής λογοτεχνίας καί δτι κυρίως είπείν ώς ένιαίος τύπος εζη μόνον είς τά δημοτικά άσματα. Πέραν τούτων

ύπfjρχον μόνον τά ίδιώματα καί αί τοπικαί κοιναί. 'Εθνική κοινή

όμιλουμένη γλώσσα ήτο άνύπαρκτος.

'Η γλώσσα των δημοτικών aσμάτων, dνεπαρκής νά έκφράστJ τήν ζωήν έν ει'Jρυτέρα έννοί q., ήτο έν πάσ1J περιπτώσει κατάλληλος πρός λογοτεχνικήν χρήσιν καί δή πρόσφορος πρό πάντων διά τήν ποίησιν,

είς τής όποίας τήν δημώδη ύπόστασιν είχεν έπί αiώνας δοκιμασθή.

Έδώ δμως έπιθυμώ νά θίξω εν σημείον, τό όποίον περιέργως παραγνωρίζεται ύπό των ίστορικων τής έξελίξεως του νεωτέρου

έλληνικοϋ λόγου . . Η . γλώσσα των δημοτικών aσμάτων, ώς γνωρίζομεν ήμείς

σήμερον ταύτην, ούδενός "Ελληνος άπετέλει κτήμα. ~Ητο κτήμα του έλληνικου λαου έν τω συνόλω, ούχί δέ των έπί μέρους η των κατά

τόπους άτόμων. 'Έκαστος έγνώριζε τά έv τή περιφερεία αuτοi)

κυκλοφορουντα άσματα, περιωρισμένα, ευάριθμα, προ ση ρμοσμένα δ· εν τινι βαθμώ γλωσσi1cως είς τό ίδίωμα τής περιφερείας. Διά τής έπαναστάσεως, κατά ταύτην καί μετά τήν dπελευθέρωσιν τά δημοτικά

ι'iσματα διεσταυρώθησαν καί έταξίδευσαν μετά ταχυτέρου ή πρότερον ρυθμου. 'Η πρώτη συλλογή δημοτιΚών άσμάτων (Fauriel) έδημοσιεύ­θη τω 1824/5.

Εiναι λοιπόν τουλάχιστον άφελές τό συνήθως ύπ~στηριζόμενον

δτι τήν έποχήν έκείνην ήτο δυνατόν νά χρησιμοποιήσlJ τις, ώς

πρότυπον λογοτεχνικής γλώσσης, τήν γλώσσαν των δημοτι 1:ών

aσμάτων. Οί aσχολούμενοι περί τό ζήτημα τουτο γνωρίζουν dσφιιλώι;

τήν μεγάλην προσπάθειαν, τήν όποίαν κατέβαλεν ό Σολωμός πρόι; άπόκτησιν του ύλικου τών γλωσσικών μνημείων του λαου.

Τήν έποχήν καθ' ην εγραψεν ό Κάλβος, ουδέ έκείνοι οί όποΙοι έπίστευον δογματικώς είς τήν άνάγκην τής χρησιμοποιήσεως τfjr,

γλώσσης τοϋ λαοϋ ώς γραφομένης καί προσεπάθουν, ώς εΙκός, νά

άποδώσουν ταύτην εiς τά γραφόμενά των, ούδ Ή ούτοι, λέγω, κατώρθω­

νον νά άπομακρυνθοuν πολύ τής λογίας παραδόσεως .

Θά δεχθώ εύχαρίστως οίανδήποτε μαρτυρίαν περί του έναντίου,

εξαιρέσει βεβαίως ώρισμένων περισωθεισών επιστολών καί διαθηκri)ν

aνθρώπων μόλις γινωσκόντων γραφήv, οίτινες aπετύπουν άπλώς καί δπως φυσικώς ώμίλουν δσα ηθελον- νά έκφράσουν, ι'iνευ ουδεμιάς

προσπαθείας ϋφους η καλολογικής έκφράσέως. Τό παράδειγμα τής κρητικής σχολής δέν δύναταί τις νά έπικα­

λεσθij, διότι ώς ε{ναι γνωστόν, 1'ι γλώσσα τfjς κρητικfjς λογοτεχνίας

58

Η ΓΛΩΣΣΑ

δέν έδημιούργησεν εuρυτέραν παράδοσιν. Πίiσαι δέ αί λοιπαί

προσπάθειαι πρός άπλοποίησιν τfjς γραφομένης dπό τοϋ: Ι<ϊ' 'αίώνος καί έξfjς μέχρι καί τής άπελευθερώσεως παρέχουν δείγματα λόγου συνθέτου 'έκ λογίων καί λαϊκών στοιχείων. Οόδέ είς αότά άκόμη τά γλωσσικά παραγγέλματα των δημοτικιστών τfjς έποχfjς έκείνης

έπιτυγχάνεται όμοιοτυπία τfjς δημοτικής.

Τήν περί της γλώσσης τοϋ Χριστοπούλου καί του Βιλλαρίi

γνώμην του κ. 'Ανδρ . ε'ίδομεν άνωτέρω. "Ας 'ίδωμεν τώρα πώς άντιμε­τωπίζει τό πρόβλημα τής χρησιμοποιήσεως τfjς γλώσσής τοϋ λαου καί (ις dλλος κορυφαίος δημοτικιστής τfjς έποχfjς του Κάλβου έν τή

προσπαθεία του νά γράψη ταύτην: <<Τό βιβλίον τοvτο τό 'έκδίδω είς τήν γλώσσα δπου 6)11λώ· μ' ήταν εύκολώτφο~ νά τό γράψω dττικά πλήv δέv θέλησα διά λόγους καταληπτούς άπό τούς φρονίμους, καί βαρετούς καί είς

έμένα καί είς έσένα, φίλε · εlς τήν γλώσσαν, λέγω, δπου όμιλώ, οχι παρδαλά

δπως κάμνουν aλλοι, άνακατόνοντας τήν μία μέ τήν aλλην, καί σκεπάζον­

τας οϋτω τήν aγνοιάν τους καί εlς ταίς δύο· άλλά κ α θ α p ά α ίο λ ο­δ ω p ι κ ά, δ σ ο ν ή μ π ορώ ... Όμολογώ δτι χωλαίνω καί δυσκολεύο­μαι εΙς τό νά γράψω τήν γλώσσαν καθώς πρέπε ι· βιβλία γραμμένα είς

αύτήv καί λεξικόν δέν εlναι, μέ ταίς άρχαίς της, μέ τό ίδίωμά της, κατά τήν

φύσιν της δσοι γράφουν, γράφει κάθε lνας κατά τήν φαντασίαν τρυ .. . ήξεύρει τιvάς καλά καί πληρέστατα τήν γλώσσαν του, δταν διαβάζη

γραμμένα βιβλία μέ ταίς άρχαίς της. Άκροάσου παρακαλώ, δσους

όμιλοuv, καί θαϊδής πόσον διαφορετικώς τήν άνακατόνουν μέ ξέναις

γλώσσαις πάρε γράμματα διαφόρων καί διάβασέ τα, καί θαϊδfΊζ τήv αύτήν άvωμαλίαν καί σύγχυσιν. Αύτό είς τόv Θεόν σου, καλόν είναι?> 1 ;.

'Ο Τρόγος όμολογεί δτι δι' αότόν ,,ήταν εύκολώτερον» νά γράψlJ

τό βιβλίον του ,,άττικά» ή είς τήν γλώσσαν τήν όποίαν ώμίλει,

άκαλλιέργητον φιλολογικώς, έπιχειρεί δμως παρά ταϋτα νά γράψ1J είς

τήν «γλώσσαν δπου» όμιλεί, διότι οϋτω πιστεύει. Ουδείς, νομίζω, θά

δεχθlj δτι εστω είς τό. άνωτέρω άπόσπασμα, ενθα καταβάλλεται ύπό

του συγγραφέως συνειδητή προσπάθεια, έπιτυγχάνεται νά άποδοθτϊ ή

γΛώσσα του λαοϋ, ώς φαντάζεtαι ταύτην ό κ . 'Ανδρ. Πiiσα ή γραπτή παράδοσις τfjς ~ποχfjς έκείνης άποδiικνύει δτι οόδέν

ε ργον όπωσδήποτε dξιον λόγου έγράφη είς γλωσσικόν τύπον άπηλ­

λαγμένον τfjς λογίας παραδόσεως, ήτοι του λεξιλογίου, τοϋ τυπικου ,

τfjς φωνητικής, των παραγωγικών καί συντακτικών στοιχείων αότfjς

κλπ.

·Ο Κάλβος λοιπόν δέν έκαινοτόμησε γλωσσικώς. 'Ηκολούθησε

λογοτεχνικήν παράδοσιν, καθ' ήν ό λόγος, άπλουστευόμενος κατά τό

I) Π . Τ Ρ ό γ ο ς, 'Επιτομή τώv Φιλιππικών (1817) έπιλεγ. σ. I.

59

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

δυνατόν, παρελάμβανεν εκ τής όμιλουμένης στοιχεία συντελοuντα εiς τήν ζωηρότητα τής εκφράσεως καί τήν εόκολωτέραν κατάληψιν.

ΠΡΟΒΛΉΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΛΩΣ14!Σ ΤΟΥ ΚΑΛΒΟΥ

·Ο Κάλβος ζων μακράν της ·Ελλάδος ούτε τήν εόκαιρίαν ούτε

τόν χρόνον είχε νά aσχοληθΏ είς τά προβλήματα, τά όποία ένεφάνιζε

τότε διά τινας τό ζήτημα τής γραφομένης νεοελληνικής γλώσσης. Καί αν δμως εζη εν . Ελλάδι, είναι ζήτημα αν έπεχείρει νά περιβάλ1J τά ποιήματά του διά γλωσσικής όμοιοτυπίας.

·Ο Κάλβος δέν ό.νήκει είς τήν χορείαν τών ποιητών έκείνων οί

όποίοι καλλιεργοuν τήν μορφήν, ό.λλ' εiς τάς καλλιτεχνικάς φύσεις

α'ίτινες κυριαρχοuνται ύπό τής ίδέας είς τfjς όποίας τήν εκφρασιν

ύποτάσσουν τήν γλωσσικήν χρήσιν.

Είναι aντίθετος πρός τόν Σολωμόν, ό όποίος, ώς γνωστόν,

ε βασάνισε τήν γλώσσαν του λαοu διό.' νά τήν ιiναγκάσl] νά ιiποκαλύ­ΨΊJ είς αύτόν τά μυστικά τής καλολογικής έκφράσεως. Ό ποιητής τοϋ Έθνικοϋ 'Ύμνου εμελέτησε τό γλωσι:ηκόν πρό­

f~λημα, ιiνεμίχβη είς τό γλωσσικόv ζήτημα καί, αν πράγματι εlvαι

ihικός του ό «Διάλόγος>> προσεπάθησε νά εφαρμόσlJ εμπράκτως δ,τι Οεωρητικως ύπεστήριζεν. ·Επί σειράν έτών συνέλεγε τά δημώδη

aσματα καί τά αλλα λαογραφικά μνημεία 1 καί ήντλει ιiπό τοϋ λαοϋ τό

γλωσσικόν περίβλημα διά τήν τέχνην του . Είχε καί τόν χρόνον καί

τήν διάθεσιν vά πράττlJ τοuτο, έπέτυχε δέ καί εlναι κατά τουτο άξιος θαυμασμοί).

'Ο Κάλβος εγραψεv ύπό διαφορετικάς συνθήκας. 'Εν δψει τής

μεγάλης εθνικής εποποιίας, είς στιγμάς καθ, ι'iς ή έλληνική ύπόθεσις

συvεκίνει βαθύτατα τάς ψυχίiς -τώv μορφωμένων aνθρώπων καί συνή­

γειρε τούς άπαvταχου φιλέλληνας, τό ποιητικόν δαιμόνιον του Κάλβου έξερράγη είς ήφαιστειώδη ένέργειαν. Εtς τήν ψυχήν του

συνεπυκνώθη ή Έλλάς δλων τών αίώνων, είς τήν σκέψιν του εκυ­

ριάρχει ή· ίδέα δτι τήν στιγμήν εκείνην δέv προσεπάθουν άπλώς νά

έλευθερωθοuν οί σύγχρονοι κάτοικοι τής νεωτέρας 'Ελλάδος, &λλ · ηγωνίζετο νά &vαζήσlJ αότή αϋτη ή 'Ελλάς, ή μία, ή άδιαίρετος, ή

αiωνία 'Ελλάς2 • Διά τόν Κάλβον, δπως καί διά πάντα 'Έλληνα πνοής τής εποχής

ι) ·!δ. Πρόλογοv /. Π ο λ υ λ a εiς Δ. Σολωμοu: Τά εύρισκόμενα, Κέρκυρu 1859 σ. μ ς .

2) "'Ο Κάλβος . f.v aίς Ιίμiρaις ί:ζη. δtν rίδύvaτο vά πaρaγ vωρίσ!] τή1• άποστολή1• του · κaί

ιίφ ιι'μωrπ: πιίσιι.; τrίς χοpδάς τής λύρας του είς τήν πατρίδα, tπιιωλούμcνος τούς άρχαίσvς

!Ιι ; οιλ; Λαί ψιίi).ωι • το ι ίς ι •ι'ους fίρωας αύπ/ς» Κ. Π α λ α μ ό. ς, Πρ&τα Κριτικά σ . 28.

60

Η ΓΛΩΣΣΆ

<<fνα lθνος νηστικό, ξεγυμνωμένο, τελείως άγράμματο, dπαγριωμέvο, δοσμένο άπό αίώνες στήν κλεψιά καί σ ' δλη τήν κατάντια πού όδηyι ί ή μακρόχρονη σκλαβιά», δπως φαντάζεται τήν 'Ελλάδα τfjς έποχfjς

έκείνης ό κ. Άνδρ. 1, ήτο ανύπαρκτον. "Εν τοιοuτον dθλιον καί

καταπεπτωκός 'Έθνος, ήτο άδύνατον νά συλλάβτι καί νά πραγματο­

ποιήστι τήν ίδέαν τfjς έλευθερίας. 'Επί τών έπάλξεων έμάχετο ή ciθά­

νατος έλληνική ψυχή, τήν παρουσίαν δέ ταύτης ϋμνησε καί διεκήρυ­

ξεν ή μοuσα τοϋ Κάλβου.

'Η έλληνική ψυχή ήτο άδύνατον νά έκφρασθij τήν έποχήν

έκείνην άποκλειστικώς είς τόν α' ή β' τύπον γλώσσης, τών όποίων

τήν εuδοκίμησιν προοιωνίζοντο οί εκπρόσωποι των διαφόρων γλωσ­

σικών παρατάξεων. Δέν εiχε δέ οϋτε συγχρόνους όμοτέχνους ούτε προσφάτους προ­

δρόμους ό Κάλβος.

Πρώτος αuτός ύψώθη ύπέρ τό χάος της ποιητικfjς άνυπαρξίας τfjς

έποχfjς ώς <<μέγας άετός >> διά νά ύμνήστι τό συντελούμενον θαuμα2 : .

'Η χώρα τότε έφαίνετο

ναός ήρειπωμένος,

δπου οί ψαλμοί σιγάουσι,

καί τοϋ κισσοϋ τ ' dτρέμητα φύλλα κοιμώνται.

Έξ !.διοσυγκρασίας ποιητής ύψηλfjς πνοfjς, συνέλαβε τό πνεuμα

καί τήν σημασίαν τοϋ έλληνικοu άγώνος καί έξέφρασε ταuτα κατά

τρόπον προκαλοi3ντα τόv θαυμασμόν είς πάντα μύστην τfjς τέχνης.·

Εiναι τό όλιγώτερον άδυναμία άντιλήψεως νά -χαρακτηρίζηται ή

Κάλβε ως 'Ωδή ώς «φιλολογικό ψεύτισμα τής ζωής>> τό όποίον

ώδήγησε <<στό ψεύτισμα τής γλώσσας>>J.

Οί πραγματικοί ποιηταί παντός εθνους, συλλαμβάνουν. τό νόημα

τfjς ζωfjς ε!.ς τάς σφαίρας τfjς έξειόανικεύσεως αuτfjς, καταλείπουν δέ

τήν περιγραφήν τfjς καθημερινής μ'ορφής αuτής είς τούς στιχοπλό­

κους. Οί δέ ελληνες ποιηταί, δσοι τοuλά-χιστον διά τής τέ-χνης αuτών έσήμηναν τά όρια του ύψηλοu, άποδεικνύουν τήν συνέχειαν τοϋ

έλληνικοi3 πνεύματος διά τfjς έμφανίσεως ένιαίας καί άδιασπάστου

τής αθανάτου έλληνικfjς παραδόσεως:

I.~ Ε Κ σ. 159.

2. ·" Οιίδι:ίς , (;ξύμνησεν όρΟοδοξότr.ρον αύτοϋ τήν έλληνικήv Ι.nανάστιιση•, Κ, Π α­ί. (L 11 rϊ ,:. cvθ. άv. σ. 3:3.

3. Ά ι· ,) ρ . αt'ιτόθ.

61

καί

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

Ώ τρακόσιοι! σηκωθήτε καί ξανάλθετε 'ς έμίiς

τά παιδιά σας θέλ' ίδήτε

πόσο ·μοιάζουνε μέ σίiς.

η άρχαία ψυχή ζl] μέσα μας

άθέλητα κρυμμένη·

ό μέγας Πίiν δέν πέθανε, δχι· ό πaν δέν πεθαίνει.

Οί στίχοι αύτοί δέν άποτελοϋν ... «φιλολογικό ψεύτισμα τής ζωής», άλλ' έπίγνωσιν τής μεγάλης πραγματικότητος η όποία συντηρεί: τήν

'Ιδέαν. ' ο ελλην ποιητής έκάστης έποχής ατενίζει πρός τό παρελθόν

ώς πρός ενα κόσμον άδιαμφισβητήτως ίδικόν του, κόσμον τόν όποιον

ζl], ενθα εύρίσκει τούς πυρήνας τής ίδικής του ύπάρξεως.

'Η πεποίθησις αότή δίδει τό δικαίωμα είς τόν ελληνα ποιητήν νά

χρησιμοποηj δ,τι δήποτε στοιχεϊ:ον τής παραδόσεως κρίνει πρόσφο­

ρον, διότι η τταράδοσις δι' αότόν δέν είναι νεκρά, διότι είς τήν ψυχήν

του ζl] ύπολανθανόντως ο,τι τό έλ,ληνικόν, ετοιμον πάντοτε νά

άνακύψΊJ εναργές, δροσερόν, βιώσιμον, dρκεί μόνον νά χρησιμοποιη­

θl] είς τήν κατάλληλον περίστασιν, ητοι νά άποτελl] τοϋτο ·διά τόν

ποιητήν ψυχικόν κίνητρον καί δχι δουλικόν μίμημα. 'Ό,τι δέ

άποτελεί ψυχικόν κίνητρον διά τόν ποιητήν γίνεται εύκόλως κτήμα

του. 'Έθνους, διότι η ψυχή του πραγματικοu ποιητοu είναι συμπύ­

κνωσις τής ψυχής τοϋ λαοί) είς τόν όποίον aνήκει καί διά τόν όποίον

έργάζεται 1 •

. ο ελλην ποιητής δλων τών έποχών aτενίζει δικαιωματικώς πρός τά aθάνατα πρότυπα τών όποίων είναι φυσικός κληρονόμος καί φιλοδοξεί νά γίνΊJ ι'iξιος συνεχιστής: <<Καί άλλη τις παρά τά εlρημένα

όδός έπί τά ί>ψηλά τείνει· ποία δέ καί τίς αϋτη; ή των tμπροσθεν μεγάλων

συγγραφέων καί ποιητών μίμησίς τε καί ζήλωσις καί γε τούτου, φίλτατε.

άπρίξ tχώμειJα του σκοποί;· πολλοί γάp dλλοτpίφ θεοφοpοuνται πνεύματι τόv αύτόv τρόπον δι · καί τι/ν Πιιθίαν λόγος εχει τρίποδι πλησιάζουσαν, ίiνθα

ρήγμα tστι γής. άναπνε/v, dJς φασιν, άτμόν ενθεον, αύτόθεν έγκύμονα τής δαιμονίου καθισταμέvην δυνdμεως παραυτίκα χρησμφδείν κατ -' έπίπνοιαν · οίJτως άπό τής τώv άρχαίωv μεγαλοφυίας εiς τάς τών ζηλούντων έκείνους

ψυχάς ώς άπό ίερών στομίων άπόρροιαί τινες φέρονται, ύφ' ών

Ι . "Καθαρολό)·ι: ς •ί δημοτικ{;ς οί φράσεις, οί λέξεις, άπά τή Θέση πού tχουv στή σειρά τιiJΙ' ι ·οημιίrωι · ιωί μί:σα σrά ρυΘμό τί)ς στpοφί)ς, χρυσώνονται, λάμπουν, αύξαίνουν καί

φτιίι•ου ι• σί: άδάκητα με)'άλες άποδόσεις εύγενείας, μεγαλοσύνης καί ϋψους" Κ. Τσάτσο ς, Ν Ε Κ σ. 75 .

62

Η ΓΛΩΣΣΑ

έπιπνεόμενοι καί οί μή λίαν φοιβαστικοί τφ έτέρων συνενθουσιώσι μεγέθει,

μόνος ·Ηρόδοτος • Ομηρικώτατος έγένετο; Στησίχορος έτι πρότερον δ τε

Άρχίλοχος, πάντων δέ τούτων μάλιστα ό Πλάτων, άπό τοϋ Όμηρικοϋ κείνου νάματος είς αύτόν μυρίας δσας παρατροπάς άποχετευσάμενος ... έστι δ ' ού κλοπή τό πρiiγμα, άλλ · ώς άπό καλών ήθών η πλασμάτων η δημιουργημάτων άποτύπωσις .. . καί τιj5 όντι καλός ούτος καί άξιονικότα­τος εvκλείας άγών τε καί στέφανος, έν φ καί τό ήττaσθαι τών

προγενεστέρων ούκ ιϊδοξον»ι. Τήν συναίσθησιν του όικαιώματος τούτου καί τήν ύποχρέωσιν

της χρήσεως αύτοu ύπέδειξαν καί πλείστοι εκ τών νεωτέρων τεχνοκριτών εν οίς καί δ Παλαμaς, εiς δν καί πάλιν παραπέμπω,

χαριζόμενος εiς τόν κ. · Ανδρ. ό όποίος θεωρεί μέν τόν ποιητήν

τοuτον ώς τό άπόκορύφωμα τής τελειότητας, δέν μελετ~ δμως καί δέν γνωρίζει τά ύπ' αύτοu διδασκόμενα: «ό ποιητής αΙσθάνεται ξεχωριστήν

καί σχεδόν άνεξήγητον συγκίνησιν έμπρός είς τήν έλληνικήν άρχαιότητα.

'Ίσως διότι οί τύποι πού έπλασεν ή θρήσκεία, ή ποίησις, ή τέχνη, ό βίος

τής άρχαίας 'Ελλάδος, δέν ζοϋν καί δέν άνήκουν εlς ώρισμένον χρόνον, τόπον καί πολιτισμόν· άγήραστοι καί αΙώνιοι, τέλειοι ώς θείοι καί ώς

άνθρώπινοι; περιλαμβάvουσιν όμοϋ όλον τό ήθικόv καί ό'λοv τό πλαστικόν κάλλος καί τήν φύσιν κq,_ί τό πνεϋμα, περιπλεγμένα άρμονικώτατα. Καί τήν

μεγάλην χάριν ή νεωτέρα ποίησις χρεωστεί είς τό ό'τι συχνά λούεται μέσα

είς τά θαυματοποιά νερά τής έλληνικής άρχαιότητος».

'Έκαμε λοιπόν «φιλολογικό ψfύτισμα τής ζωής» ό Κάλβος ή φιλολογικήν εξιδανίκευσιν αύτfjς , επί τφ σκοπφ τής ποιητικής αύτής

παραστάσεως κατά τούς κανόνας καί τάς παραδόσεις τής τέχνης; , 'Αλλ ' ό Κάλβος εκαμε καί «ψεύτισμα τής γλώσσας» ίσχυρίζεται

αύτόθι ό κ. ' Α νδρ. "Ας f:ξετάσωμεν τό πρaγμα.

Διά vά ίσχυρισθτϊ τοuτο δ κ . 'Ανδρ. πρέπει νά άποδείξ1J ότι εν

άντιθέσει πρός τά έπί τής έποχής τοu Κάλβου κρατοuντα, ό ποιητής

ούτος έχρησιμοποίησε γλώσσαν ή γλωσσικούc;: τύπους φιλολογικώς άνυπάρκτους ή τούλάχιστον νεκρούς καί άχρήστους διά τήν γλώσ­

σαν, ή όποία τότε εγράφετο.

Διότι , ώς καί ό 'ίδιος δέχεται, κατά τούς χρόνους εκείνους <<τή μόνη ζωντανή λογοτεχνική παράδοση τή σχημάτιζαν τά προφορικά

δημοτικά τραγούδια, πού τότε μόλις άρχισαν νά καταγpάφωνται ιlπό τούς

πρώτους συλλογείς», <<γλωσσικό όργανο καλλιεργημένο, πού είναι άπαραί­

τητο γιά μιά ψηλότερη ποίηση δέν ύπίjρχε», <<ύπίjρχε βέβαια καί τότε μιά ·κοινή νεοελληνική γλώσσα, πάντως μέ λιγότερη συνοχή άπό τή σημερινι7,

πού μιλιοuvταν μέ τοπικούς χρωματισμούς στά μεγάλα έλληνικά κέντρα,

μά ή γλώσσα αύτή δέν εlχε άξιοποιηθίj σέ λογοτεχνικά ίfργα έπιβλητικrί,

ι . (Λ ο )' )' ί I' ο υ), Περί ϋψους ι 3. 2-5 (Prickard) .

63

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

wστε νά χρησιμεύση ώς ά:φετηρία μιας λογοτεχνικής παράδοσης>>, έκ

μέρους δέ τών ύπαρχόντων τότε λογοτεχνών, οί όποίοι «δέν ξεπερνοϋ­

σαν τό έπίπεδο τών στιχοπλόκων>>, ή <<λογοτεχνική άξιοποίηση τοv λαϊκοί}

γλωσσικοί} όργάνου ήταν μηδαμινή•• 1 •

Οί διάφοροι ούτοι χαρακτηρισμόί του κ. 'Ανδρ. συμπυκνοuνται

εiς τό συμπέρασμα, δτι πρότυπον λογοτεχνικής χρήσεως τής λαϊκής γλώσσης δέν ύπήρχε καί δτι αί κατά τόπους όμιλούμεναι μετά

τοπικών χρωματισμών κοιναί τών κέν:ρων, δέν είχον άξιοποιηθfi διά

χρησιμοποιήσεως είς έπιβλητικά λογοτεχνικά εργα. Είμεθα σύμ­

φωνοι .

Ποίαν γλώσσαν λοιπόν <<έψεύτισε>> ό Κάλβος; Τήν άνύπαρκτον · κοινήν όμιλουμένην ή τήν άνύπαριs;:τον λογοτεχνικώς παραδεδομέ­

νην;

"Αν δέ πάλιν r']λήθευε τό ύπό τούτου ύποστηριζόμενον δτι ό

Κάλβος έχρησιμοποίησε τήν γλώσσαν του Κοραή, διότι <<τή βρήκε

άρκετά βολική καί τοϋ χεριοv του••, πώς ούτος «έψεύτισε>> τήν γλώσσαν,

aφou δέν έπρωτοτύπησεν, άλλ, έχρησιμοποίησεν ύπάρχουσαν παρά­

δοσιν;

'Αλλά καί άν άκόμη iσχυρίζετο ό κ. 'Ανδρ. δτι ό Κάλβος

,,έψεύτισε>> τήν γλώσσαν του Κοραfj, πώς είναι δυνατόν νά εuσταθl]

τοuτο , καί νά συμφωνl] πρός τόν χαρακτηρισμόν τόν όποίον ό 'ίδιος

τής προσάπτει δτι δηλ. «ήταν λίγο άπ ' δλα, άρχαία άπλοποιημένη, νέα διορθωμένη>•2 ; Εiς τί θά συνίστατο τό «ψεύτισμα>> τό όποίον θά εκαμνεν

ό Κάλβος;

Τήν κοινήν λοιπόν όμιλουμένην δέν «έψεύτισε>> ό Κάλβος, διότι

αϋτη κιiτά τόπους διαφέρουσα δέν είχεν εiσέτι_άξιοποιηθfj λογοτε­

χνικώς. Τήν γλώσσαν του Κοραή πάλιν δέν έψεύτισε, διότι άφ' έαυτfjς ητο <<ψ ε ύ τ ι κ ψ>, «λίγο άπ' δλα>> κατά τόν κ. 'Ανδρ.

Μήπως λοιπόν «έψεύτισε •• τήν γραφομένην, ή όποία Ί)το «ό αίωνόβιος δράκος τής παραδομένης άπό τούς αίώνες πεζής γραφής

γλώσσας τής έκκλησίας καί τών λογίων δασκάλων, τέρας πολυπρόσωπο, πού ό καθένας τήν τραβοϋσε πρός περισσότερq _η λιγώτερο άρχαϊστική

κ_ατεύθυνση, άνάλογα μέ τήν άρχαιομάθειά του••\ 'Εάν δέν aποδείξl] ό κ . 'Ανδρ. δτι πράγματι παραβάς ώρισμένην

γλωσσικήν παράδοσιν ό Κάλβος εφθασεν εiς τό «ψεύτισμα τίjς γλώσσας••, οuδένα είναι δυνατόν νά πείσl] δτι ή κατά του ποιητου των

Ώδών κατηγορία εl:ναι ό.ληθής . 'Έτι δέ μaλλον ουδένα δύναται νά

πείση δτι rjρεύνησεν ίστορικ&ς τό ζήτημα. 'Αλλ' εiμαι βέβαιος δτι

Ι . Ά v δ ρ. σ . 157. 2. Ά ι• δ ρ. σ. 160. 3. · 'Α ι • δ ρ. σ. 158.

64

Η ΓΛΩΣΣΑ

ούδέποτε θά κατορθώσυ νά dποδείξ1] τουτο. Τό ύπό του κ. ' Αvδρ . γραφόμεvοv οτι είς τήν γλώσσαν του

Κάλβου <<δλα τά λεξιλογικά καί γραμματικά στοιχεία τών περασμένων έποχών είναι ... θεμιτά» 1 εΙ ναι καθ' όλοκληρίαν ανακριβές. Διότι ό Κάλβος οόδέν σχεδόν στοιχείον2 γραμματικόν η συντακτικόν φιλο­λογικως άηθες είς τήν έποχήv αύτου μετεχειρίσθη. ·Αντιθέτως ήπλούστευσε γραμματικως καί συντακτικ&ς τόν λόγον αύτου δσον όλίγοι προγενέ~Jτερόι καί σύγχρονοί του.

Ματαίως θά άναζητήσl] τις είς τόν λόγον του Κάλβου μονολεκτι­κούς τύπους των χρόνων του τετελεσμένου καί τοϋ μέλλοντος4

δοτικάς καί άλλα στοιχεία, aτινα είχον μέν από πολλοu έκλείψει έκ τής όμιλουμένης γλώσσης, έχpησιμοποιοϋντο δ, ομως ύπό τών γραφόντων καί αότών τ(Qν μiiλλον άπλουστευτικων .

. Ο Κάλβος αγνοεί πciντα ταϋτα καί προσπαθείνά πλησιάστι τήν γλ&σσαv αuτοϋ οσοv τό δυνατόν έγγύτεροv πρός τήν όμιλουμένην.

Δέν θέλω βεβαίως νά ε'ίπω δτι ό Κάλβος ήτο δημοτικιστής. Δημοτικιστής ποιητής τής έποχής ήτο ό Σολωμός, ό όποϊος , ώς ε'ίπομεν, έκαλλιέργησε τήν γλωσσική μορφήν του ποι ητικοϋ του λόγου4 . 'Ο Κάλβος δέv έκαλλιέργησε τήν μορφήν τοϋ λόγου, αλλά τό είδος τής ποιήσεως, τό δέ είδος, τό όποίον ούτος εκαλλιέργησεv, άηiθανΕ μετ' αύτοϋ.

'Έχομεν δηλαδή είς τήν περίπτωσιν του Κάλβου ο,τι περίπου εiς τήν περίπτωσιν του Πινδάρουs, μετά τής διαφορiiς οτι παρά τόν

\. Ν Ε Κ σ. 162.

2. · Εξαίρεσιν άποτελεί ή ύπό τοϋ ποιητοϋ χρ!jσις άσυναιρέτων τύπων οίον: δασέας έλαιώνα~. άργυρiα όμίχλη. τά φώτα σιγαλέα . τωι• γηγενών δρακόντων. τών παρθένων

Πr:οι:ιδiων κλπ. Ένταuθα δέν πρόκειται «μανία άρχαϊστική. χωρίς νά άποκλείεται καί

ύστεροβουλία μcτρικής εύκολίας" δπως χαιρεκάκως παρατηρεί ό κ. Άνδρ. (Ν Ε Κ σ.

161). ·Ο ποιητής θέλγεται ύπό του κάλλους τής ίωνικής ποιήσεως καί παρεμβάλλει είς τ@.ν λόγον του στοιχεία ταύτης, δπως πολλάκις είς τόν λόγον 1\μών παρεμβάλλομεν

λέξεις καί φράσεις /;κ τής ίερaς παραδόσεως. Πολύ όρθώς παρετήρησεν ό Παλαμάς:

«Θέλων πιθανώτατα νά άναστήσrι είς τούς στίχους του τήν χάριν τής ίωνικής διαλέκτου -« iόνιον λύρα" άποκαλεί τήν λύρα ν του - τρέφει Ιδιάζουσα ν dδυναμίαν πρός τά dσυναίρετα.

ονόματα καί ρήματα - καί τά μεταχειρίζεται κατά πολύ διάφορον τρόπον τοϋ έν χρήσει παρά

τψ σημερινψ λαψ, Πρώτα κριτικά σ . 39-40. Πρόκειται έν πάσ1J περιπτώσε ι ένταϋθα περί

r'ιθελη11ένου καί ψυχολογικώς δεδικαιολογημένου άρχαϊσμοu.

3. "Εν καί μόνον παράδειγμα μονολεκτικου Ιι:ύπου άνευρίσκομεν παρά τφ Κάλβφ, τό ι-:ν 7, ε: «μακράν όπίσω Ιδώ μ ε ν τήν όργήν τών rρ.οχών» καί ένταυθα δμως φαίνεται

δτι πρόκειται μάλλον περί πυκνοτέρας, έκ τής άνάγκης του μέτρου προκληθείσης

αύθορμήτου εκφράσεως, παρά περί συνειδητής χρησιμοποιήσεώς τοϋ γραμματικοϋ

τοίηου τύπου .

4. Ίδ. Ν. Τ ω μ α δ ά κ η ν. Πολ ιτική 'Επιθεώρησις 1946, τεϋχος 17/24 σ. 839. 5. ·Ως πινδαρικά!; συνθέσεις χαρακτηρίζει τάς q)δάς τοϋ Κάλβου καί ό καθηγητής κ. Γ.

Ζ ιύ ρ α .,; έ ν Ν Ε Κ σ. 37.

65

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

δεύτερον τουτον εχομεν τόν Βακχυλίδην καί οϋτω δυνάμεθα διά τής συγκρίσεως του εργου τών δύο τούτων ποιητών νά ιiναγνωρίσωμεν

καί νά μετρήσωμεν τό μέγεθος τής ύπεροχής τοϋ Πινδάρού 1 .' • Ατυχώς προκειμένου περί τοϋ Κάλβου δέν συμβαίνει τοϋτο.

"Α ν δέ μετά του Κάλβου άπέθανε καί τό είδος, τό όποίον ούτος έκαλ"'ιέργησε, τοϋτο δέν σημαίνει κατωτερότητα του ποιητή, άλλά

τούναντίον, δπως καί περί του Πινδάρου προκειμένου, άδυναμίαν τών

κατόπιν ποιητών νά προσπελάσουν τό ϋψος τής Καλβείου 'Ωδής ή

καί στpοφήν της κατόπιν ποιήσεως πρός άλλας τεχνοτροπίας. Τοϋτο

δέν καταβιβάζει, ιiλλ' έξαίρει ετι μάλλον τήν θέσιν τοϋ ' Κάλβου είς

τήν ίστορίαν τ&ν νεοελληνικών γραμμάτων, ενθα ούτος άποτελεί

σταθμόν.

Είναι δύσκολος βεβαίως ό Κάλβος, άλλ' ή δυσκολία τής

καταλήψεως αuτοϋ δέν όφείλεται εiς τήν γλώσσάν του , ή όποία

κρινομένη ίστορικ:ώς δέν ξενίζει, ό.λλ' είς τό είδος τής ποιήσεώς του,

τό όποίον δεσμεύει είς τούς κανόνας του τόν λόγον καί καθιστq

τοϋτον &ήθη καί καταπληκτικόν2 •

'Επί τοϋ σημείου τούτου έπιβάλλεται ίστορική διαφώτισις. ·Ο

έρευνητής τής γλώσσης τοϋ Κάλβου όφείλει νά ό.ποδείξ1J πώς ούτος

συμφώνως πρός τήν τεχνοτροπίαν του έχρησιμοποίησε τήν γλώσσαν,

είς ποίον σημείον συνεχίζει παλαιοτέραν παράδοσιν, που έκαινοτό­

μησε καί τίνα ό.πήχησιν εi:ιρε παρά τοίς μεταγενεστέροις τό ϋφος του.

'Η, ι:iρχαϊκότης ή μ ή της γλώσσης τοϋ Κάλβου πρέπει νά έλεγχθΊj είς

τήν συντακτικήν πλοκήν τοϋ λόγου του, τά σχήματα καί τάς

έκφράσεις, τάς όποί~ χρησιμοποιεί καί τήν χρησιμοποίησιν τ&ν

γραμματικών τύ1".(ί)ν πρώτον καί {;πειτα είς τό λεξιλόγιον, διότi. ή

χρήσις του τελευταtόυ τούτου ι:iφίvεται έλευθερωτέΡ.fL είς τόν

ποιητήν.

Κατωτέρω θά ι:iποδείξω δτι ή συντακτική πλοκή τοϋ Καλβείου λόγου ε{vαι πολύ άπλfj, πλησιάζουσα τήν άπλότητα τfjς έκφράσεως

τής λαϊκής γλώσσης. ΉΕλάχισται ό:ήθεις δι' ήμaς σήμερον συντακτι­

καί έκφοραί, οίαι: τά τής Κύπριδος δάκρυα, τόv τούς κροτάφους φλέγοντα, αϊ πού lδοξάσατε. έτι φοβερωτέρα. λέγει τοιάδε, γέμουσι μέθης

καί φόνου, 'Ανήρ, κ α τ d τ ό ν φ ύ σ ε ω ς ν ό μ ο ν, τόν άνδρα κλαfω, κατά σκοπ6ν βαρέσατε, ύπέρ τά νέφη, ύπέρ πάτρης καί ε'ί τις άλλη, τοποθετημέναι μάλιστα dριστοτεχνικ&ς ύπό τοu ποιητοu είς τό

Ι. Ίδ. W i Ι a m ο w i t z, Pindaros: Reden υ. νortriige, Berlin 1913, σ. 223. 2. ;,Διά vά έκτιμήσωμεv dκριβέστεροv τό ρυθμικόv κάλλος τfjς ποιήσεως τού Κάλβου,

διά vά καταστήσωμεν αύτό προσιτόv είς τήv ήμετέραν αϊσθησιν, άνάγκη νά λfισμονήσωμεν πρός στιγμήν τήν συνήθεια ν καί vά θέσωμεν είς ένέργειαν όλίγον τι καί τόν νοϋv» . κ.· Π α­λ α μ a ς, Πρώτα Κριτικά, σ. 36.

66

Η ΓΛΩΣΣΑ

κείμcνον, είναι άνίσχυροι νά μεταβάλουν τήν άπλfίν ύφήν τοϋ λόγου του Κάλβου.

Τό ρfίμά του δέν παρουσιάζει δυσκολίας. Οί συν1Jpημένοι τύποι

κατευοδοίτε καί κεραυνοί εΙ ναι μοναδικοί. 'Επίσης ολίγοι είναι οί

λογιώτερον tσχηματισμένοι ίστορικοί χρόνοι: άντέστραπτεν, aφηκας,

έκβάς, έ(,ένισας, εύφήμησας, ifχεον, κατέβη, ύπερεφίλει, ύπερπετάξαντες,

έC,ολοθΡ,εύσασα, είποvσα, δπως έλάχισται είναι καί αί λόγιαι προστα­

κτικαί: μειδίασον, τέλεσαν, σίγα, δότε, χαιρέτωσαν.

'Ο ποιητής μεταχειρίζεται τάς έξή ς λογίας μετοχάς παθητικοϋ

παρακειμένου: ήμελημένα, κεχρυσωμένα, λελυπημένα-ος, νενικημένων.

πεποτισμένη, πεπυρωμένην, πεφιλημένα, συγκεχυμένην, τεθλιμμένων,

τεθvημέvων, τεταραγμένου, τετριχωμένον. Πλήν δύο, αί λοιπαί είναι

πεντάσύλλαβοι: ήτοι στοιχεία πολύτιμα διά τήν πλοκήν τής Καλ­βείου τροφης. Τοϋτο καταφαίνεται Ciριστα, δταν τήν στροφήν κ;λείΊJ

μία πεντασύλλαβος λέξις. 'Ο ρυθμός τότε δέν διακόπτεται καί ή δλη

στροφή προσλαμβάνει δραματικόν ·μεγαλείον :

J e·.

10 γ· κλπ.

τί είσαι; είπέ μου; πλάσμα,

φάΊιτασμα του νοός μου

τ ε τ α ρ α γ μ έ v ο υ;

είς τό άπέραντον , διάστημα, τά φώτα σιγαλέα-

κινώνται των άστέρων

λ ε λ υ π η μ έ ν ~

Διά τοιούτων πεντασυλλάβων παροξυτονουμένων λέξεων συνηθί­ζει πολύ νά κλείΊJ τήν στροφήν του ό Κάλβος: Άγηνορίδαι, αίματοπό­την, ακαταπαύστως, άτιμωρήτους, διασκορπισμένα, δικαιοσύνην, ζωο­

ποιήσu. θεοειδέωv, θορυβουμένωv, καλλιστεφάνου, καρποφορία-ας, κατα­

σχισμένα. καταχωσμένον. λαμπαδηφόροι, ούρανοδρόμων. ούραvομήκεις,

παραποvοvντα, παρηγορήσου, πλουσιοπαρόχως, σταφυλοφόρα, στεφανω­

μέι•αι. ύπφασπίζουv, ύπερεφίλει, ύψηλονόους, φιλελευθέρου, ψωμοζη­

τοι!vτcς κλπ. Καί δμως ό κ. 'Ανδρ. ένόμισεν δτι έξοφλεί τήν περί τό

πρόβλημα τοϋτο ίστορικήν ερευναν, χαρακτηρίζων τήν ύπό τοϋ

Κάλβου χρήσιν τών άνωτέρων μετοχών ώς ... άναρχίαν: «.Ή άναρχία προβrίλλr;ι πιό χτυπητή στίς dναδιπλασιασμένες καί μή μετοχές του

παθητικού παρακειμένου». 1

I. Ν Ε Κ σ. 162.

67

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

Κατά τά λοιπά τό ρήμα του Κάλβου καί δταν δέν είναι δημοτικόν, είναι οiκεi:ον καί σύνηθες εiς τόν άναγνώστην τών Ώδ&ν. Καί δταν δμως είναι άρχαϊκόν, πρiiγμα πολύ σπάνιον, διαφωτίζεται πλήρως ύπό τών λοιπών στοιχείων μεθ' J:ιν συναποτeλεί τήν φράσιν: άντιβομβεί ό κτύπος τών ποδών, βρέμων τινάζει τήν χαίτην ό λέων, έπιβαίνω τά κρημνά τής ιiρετfjς, έπισκοπεί τά έργα ό Θεός, τά συμπόσια ό στίχος

l;πιτρέχει, τό ποτόν καθαρόν θεραπεύει τά φύλλα, προβαίνει ό μέγας

λέων, σεβάζων τό θαυμάσιον χώμα, τό θείον φιλεί τούς uμνους. Πλήν τών δημοτικων έπιρρημάτων ό Κάλβος χρησιμοποιεί καί

τά έξης λόγια, έξ J:ιν τά πλείστα καί ακούονται καί γράφονται

σήμερον: άθελήτως, άκαίρως, άπαύστως, άτρέμα, βομβηδόν, δεϋτε, tκείθεν, έξαίφνης, μακρόθεν, ποταμηδόν, προθύμως, συμμέτρως, παρά τό

σύμμετρα, συμφώνως, σφόδρα, ταχέως, ταχυτέρως, τοιούτως. Τό οuσιαστικόν του Κάλβου είναι κατά κανόνα εiλημμένον έκ

της όμιλουμένης η τfjς καταληπτfjς εiς πάντα ελληνα άπλfjς λογίας

γλώσσης. Τά μόνα όνόματα τά όποi:α είναι δυνατόν νά σταματήσουν

πως ενα κοινόν άναγνώστην είναι τά έξής: άμαλθείον, άφροδίτη

(=χάρις), βάκτρον, lθνη (μελισσ&ν), έμβόλια, lρεβος, ζύγωθρον, πορφυ­

ρίς. σίμβλα-σίμβλοι καί χρήμα·tα (=πρciγματα). Δέκα έν δλφ μεταξύ τών

εκατοντάδων rrων 'Ωδ&ν!.

'Ο ποιητικός λόγος τοu Κάλβου είναι οικοδομημένος κυρίως έπί

του παραδεδομένου έπιθέτου· κατωτέρω θά 'ίδωμεν δτι τό λαϊκόν έπίθετον είναι σπάνιον εiς τάς 'Ωδάς .

Ο ί λόγοι δι' οϋς ό Κάλβος ανεζήτησε τό έπίθετόν του κυρίως εiς

τήν γραπτήν παράδοσιν, πρέπει νά αναζητηθοuν εiς τήν ίστορικήν

άνάγκην τfjς χρησιμοποιήσεως του στοιχείου τούτου, άνάγκην ijν

l]σθάνετο ό ποιητής καί είχε τήν δύναμιν νά πληρώσ1J. 'Ο έν χρήσει

λόγος τfjς έποχfj του Κάλβου δέν διέθετε τά aναγκαιοuντα διακριτικά

καί χαρακτηριστικά έπίθετα πρός εκφρασιν του κόσμου, τόν όποίον πραγματεύονται αί 'Ωδαί. Διότι ή aφθονία του δπιθέτου π ροϋποθέτει

φιλολογικήν καλλιέργειαν τής γλώσσης, πρίiγμα ανύπαρκτον τήν

εποχή ν εκείνην. Οί λόγοι δι' οϋς δέν δύναται καί έπί του προκειμένου·

νά προβληθi] τό παράδειγμα του Σολωμοu , ανεπτύχθησαν επανειλημ­

μένως.

Εlναι λοιπόν aπαράδεκτον έπιστημονικως νά κατηγορηται ό

Κάλβος διά πτωχείαν έμπνεύσεως, διότι ηντλησε τόν κόσμον τών

επιθέτων του εκ τfjς έθνικής γραμματείας . . ο μελετητή'ζ τfjς γλώσσης τού Κάλβου θά έρευνήσlJ <'iν έχρησιμοποίησεν ό ποιητής έπιτυχώς τό

έπ'ίθετοv, αν τό στοιχείον τουτο aπετέλεσε πράγματι ψυχικόν

κίνητρον δι, αύτόν η <'iν αντιθέτως οδτος ηντλησεν αβασανίστως έκ

του aπεράντου κόσμου τών έλληνικών επιθέτων δσα στοιχεία του

εχρειάζοντο.

68

Η ΓΛΩΣΣΑ

Τοϋτο έλέγχεται έκ τής άρμονίας τοϋ χρησιμοποιουμένου έπιθέ­του πρός τό ούσιαστικόν είς δ άναφέρεται διακριτικώς η χαρακτηρι­στικώς. ''Αν τό οι)σιαστικόν δέχηται τήν ίδιότητα η τόν κόσμον, τόν

όποίον τοϋ προσάπτει τό έπίθετον, τό τελευταίον τοϋτο δέν ε{ναι

άσυγχρόνιστον, άλλά στοιχείον ζωτικής δυνάμεως. 'Η καταγωγή του

επιθέτου δέν βλάπτει τόν ποιητικόν λόγον, άλλ, έξαίρει αύτόν καί τόν καθιστg συνθιασriηην άθανάτων προτύπων. Τό παν έξαρτaται έκ τfjς

δυνάμεως τοϋ ποιητοϋ νά έπιτύχΊJ τήν συγκίνησιν.

Τό έπίθετον του Κάλβου είναι άθάνατον, δχι ενεκα τfjς καταγω­

γής αύτου, άλλ' ενεκα τfjς άριστοτεχνικfjς του χρησιμοποιήσεως έκ

μέρους του ποιητου. ·Εν μέσφ τής ελληνικής έπαναστάσεως του 21 πρός aνάστασιν του Γένους, ό Κάλβος, έπαναστάτης καί αυτός,

έπεδίωξε καί έπέτυχε τήν ι.iνάστασιν τοϋ ποιητικοϋ λόγου, τόν όποίον

είχε νεκρώσει μακραίων πνευματική δουλεία. Δέν εχει σημασίαν τό

γεγονός δτι ή παράδοσις του Κάλβου δέν συνεχίζεται, d.λλά τό γεγονός δτι ή δημιουργία του άπέκτησε τήν άναγνώρισιν ·καί τόν

σεβασμόν καί δτι μάλιστα τοuτο συνέβη ετη πολλά μετά τόν θάνα:τον

αuτου, είς έποχήν οξείας διαμάχης περί τό γλωσσικόν ζήτημα.

'Εάν νuν θελ ήσωμεν νά είσέλθωμεν είς τήν ούσίαν του έπιθέτου

του Κάλβου, θά 'ίδωμεν ότι ούδένα δύναται νά πείστι ό αύθαίρετος

άφορισμός του κ. 'Ανδρ. (ΝΕΚ σ. 164) δτι ό Κάλβος «καταφεύγει στά πάγκοινα κοινοτοπικά επίθετα, χωρίς νά έχη τή δύναμη νά τούς δώση μιά

νέα ι'fψη, ι'fπως πετυχαίνει συχνά μέ παρόμοια μέσα ό Καβάφης». Διά τήν κρίσιν ό αναγνώστης πρέπει νά ί:χτι ύπ' όψιν τό κείμενον

τών 'Ωδών, διότι μόνον έν συνδυασμφ πρός τόν δλοv λόγον

καταφαίνεται ή χάρις του έπιθέτου καί ή έπιτυχής χρησιμοποίησις

αύτου. 'Ενταυθα περιορίζομαι νά παραθέσω μόνον τ~ λογιώτερα έκ των έπιθέτων του Κάλβου έν συνοδείq. του ούσιαστικοϋ αύτών,

καταχωρίζων πρώτον bτίθετα τά όποία δέν παρέχουν δυσκολίαν είζ τόν ση μερινόν αναγνώστη ν, επειτα έκείνα άτι να διά τήν γραμματικήν

αύτ&ν μορφήν προσπίπτουν άήθως πως, aλλά πάντως γίνονται

εύκόλως αντιληπτά καί τελευταίον έπίθετα, διά τήν κατάληψιν τ&ν

όποίων ύποτίθεται προηγμένη φιλολογική κατάρτισις τοϋ άναγνώ­

στου:

I) άδάμαστοι άνδρες (οί Σουλι&ται), άείμνηστα δώρα, άέναα νερά, άένασν μέλλον, άμαράντους στεφάνους, άμέτρητον χάος, άναίσχυντα

φρονήματα, άργών βασιλέων, άρειμανίωv όργάνων, άφευκτος {ίδης­θάνατος, άωρος μοίρα, βαθυσκαφή μνήματα, βλάσφημα μέτρα, δαψιλή

χρυσόν , διαβόητοι βράχοι (οί β. του Σουλίου), ένθεα επη, έπέραστος ρυθμός, εύθαλές φυτόν, εύκλεείς προγόνους, εύρυθμον μέλος, εύσπλα­

χνπν στήθος, ε/Jστοχον χείρα, εϋτσλμον λειτουργάν, lχθιστοv. ζυγόν, tύώδη προσκέψαλα του γάμου. θαλάσσια ξύλα. θαυμάσιοι: ζήλοζ,

69

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

θεσπέσιον πνεϋμα, ίερόν ρεϋμα, καλλιστεφάνου 'Ελλάδος, Καστάλιε κύκνε, κενόδοξον βασιλέα, κεραυνοφόροι χείρες, λαμπαδηφόροι κόραι τής ήμέρας, λυρική κόρη (ή μοϋσα), μάκαρες 'Ολύμπιοι, μεyαλόφθογ­γος σάλπιγγα, μελανόπτερα σύννεφα, μουσοτρόφου Εύρώπης, μυσαρόν θρέμμα, ορθοv νόμου,ούράνιοι κάμποι, ούρανίων έρήμων, ούρανοδρόμον δ.μαξαν, ουρανομήκεις φλόγας, πικράν ξενητείαν, πολυβοτάνου γής, πολύχρυσα πέπλα, ποταπής 'Ασίας, πρόφαντος λάμψις, σκιώδη βουνά,

σταφυλοφόρα κλήματα, σύμφωνον, θεόπνευστον ώδήν, ταχύπους Ίρις, τερπνότατον δώρον, τιμωρός συνείδησις,τραχύς δρόμος, ύακίvθιvον

στέμμα, ύβριστικά, ύπερήφανα τύμπανα, ύψηλήν φύσιν, ύψηλονόους αiσθήσεις, φιλοπόνων άνδρών, φλογώδεις άκάνθας, φλογώδη πέταλα,

φλογώδης φαντασία, χαμερπές φρόνημα, χαρμόσυνον κρατήρα, χλωρά νησία, χρυσόζωνος αuγή.

2) άέριον σφαίρα, αlόλιον φύσημα, αΙώνιος λαμπάς, άλβιονείους βράχους, άμίαντον χείρα, άράβιον φοράδι, άραβίωv πετάλων, αύτάγ­

γελτος 'Αρετή, βροντάϊα σύννεφα, βραχυχρόνιος ήχώ, δέλφιον πέτρα, δέλφιον όρος, δενδρόεντος Κερκετέως , δροaόεντα ρόδα, έλικώνιος λύρα,

έναέριος βροχή , έσπέριον άστρον-σκότος, Ζακυνθίων παρθένων, ήψα

κάγκελλα, ρόδα, κυανόχροον αίθέρα, λέσjJιον στροφην, μεσουράνιον

άστρον, νικητήριον δάφνην, παμμίάρον όργήν, πάτριον vήσον, πολύτι­μος θι:ά, σεβd.σμιον κ:ι;φuλrjν, πτερόεντα φωνήεντα, σιδώνιον χιτώνα, φι­

λόδοξον σποράν τοϋ άνθρώπου, χάλκεα οργανα πολέμου,χάλκεον χέρι,

χειμέρια vέφη.

3) άγλαά δώρα, άκάμαντα άλογα-νώτα, άκάμαντον ένέργειαν,

dλαμπij ι'iρματα (τοϋ προδότου), άλίκτυπος ξηρά, άμάργαρος ·Αρετή,

άμαυρότατον πέπλον, άμάχητον χείρα, άμβροσίοδμα ρόδα (τά εχοντα

όσμήν ιiμβpοσίας), dμβροσίοδμον στόμα, άμιλλητήρια πέταλα, άμώμων Ψαρών, &νθρω.πικήν μορφήν, άσήμαντοι φωναί (συγκεχυμέναι), αύγερι­vαί άκτίνες, αvθάδη ναύτην (ύπερόπτην) δίκρανον, λιγύφθογγον σπή­λαιον, δολιοφρόνων τυράννων, δύσφημος Διχόνοια (άπαισία), δυσφή­

μους λόγους, έραrειvή θυγάτηρ · Υπερίονος, έρεβώδη λουτρά, ζεφύρια πνεύματα, ζεφυρόποδες χάριτες, ήδυόνειρον φωνήν, θαλπτήριον φώς,

θέλπτειρα γή, καρτεροv Αίακ:ίδου, κυκλοδίωκτος i]λιος (περιπλανώμε­

νος), λυαίον καρπόν (λυτρωτήν, σωτήριον), λύσιον φύλλον (σωτήριον),

μεγαλόθυμον γένος, μελίφροvον ξύλον (εuχάριστον, τερπνόν), μελίφρο­να ιiμφορέα, μόρσιμον uπνον (μοιραίον), πολυπόνων θνητών, ποσειδώ­

νια κύματα, πρόvοος φύσις (προνοητική), πρόναοι χείρες, ροδόπεπλος

κόρη, σιγαλόν μάρμαρον (στιλπνόν), σιδηροχάρμης 'Άρης (φιλοπόλε­

μος) συνήθη χωράφια (γνώριμα), τέιον μέλος, τρίμορφος 'Εκάτη, ιJψηλοκάρηvος Πάργα, ύψήνορα τύμβον, φθοροποιός κιθάρα, τών φοι­

βη/ων f1 Ώραι (τών τοϋ Φοίβου). ·Η σύλληψις τοϋ Κάλβου είναι ύψη λ ή, ή δ· εκφρασίς της δέν

70

Η ΓΛΩΣΣΑ

έπιτυγχάνεται διά της συνήθους, της μηχανικής έκφράσεως καί της

ακολουθίας τοC λόγου κατά φυσικήν, δηλαδή συνήθη σειράν τοποθε­

τήσεως των λέξεων. ·Η ψυχή του συγκλονίζεται ύπό σφοδρων παθων, των όποίων ή εκφρασις βασανίζει καί άνατρέπει τούς συνήθεις

τρόπους διατυπώσεως του aνθρωπίνου λόγου. 'Αναστρέφει λοιπόν

τήν φυσικήν σειράν του λόγου ό ποιητής, οπως πολλάκις άφίνει

τουτον ό.σύνδετον νά έκφράσΊJ τό πλημμυρίζον τήν ψυχήν του πάθος. 'Η άναστροφή ομως του λόγου καί τό ό.σύνδετον αύτου καταπλήσσει

τόν αναγνώστην καί έμποδίζει πολλάκις τόν ό.φελέστε'ρον νά aντι­ληφθΏ εύκόλως τό περιεχόμενόν του :

Σταφυλοφόρους ρίζας

έλαφρά, καθαρά,

διαφανή τά σύννεφα

ό βασιλεύς σοίJ έχάρισε

τών Άθαvdτωv.

Ι ιθ Ό Κριταί ώς θεοί! Καί πότε

τήν άρετήν άθλίως

πότε δέν έ~ατάτρεξαν; πότε εύσπλαχνίαv έγνώρισαv,

δικαιοσύvηv;

8 ιΌ Αι5τοv καμμία κιθάρα

φθοροποιός, δχι δργ:α,

όχι κρότος Μαινάδων,

ούτ ' 'Έρωτος παιγνίδια

τόν νοίJν συγχίζουν.

12 ιε Ό

Εiς τουτο δέν πταίει ό ποιητής, τής ψυχής του όποίου τά κίνητρα

διαφέρουν των του συνήθους άνθρώπου. 'Όταν δέ άνατρέπΊJ τήν

φυσική ν σειράν του λόγου ό Κάλβος δέν <<Κυνηγίj. άρχαιόπρεπη

μεγαληγορία», δπως νομίζει ό κ. 'Ανδρ.', ό.λλ' έκφράζει, κατά τήν

τεχνοτροπίαν αύτοu, τά συγκλοvίζοvτα τήν ψυχήν του πάθη. Οϋτω

συμβαίνει πάντοτε καί παρά τοίς ό.ρχαίοις2 καί παρά τοίς νέοις

I. Ν Ε Κ σ. 161.

2. "ToD πάθους τό συνδεδιωγμένον και αποτραχυνόμενον, έάν τοϊς συνδέσμοις

έξομαλίσrις. είς λειότητα aκεvτρόν τε προσπίπτει καi εύθύς εσβεσται ... έστι δέ λέξεων η νοήσεων lκ τοV κατ' dκολουθίαν κεκινημένη τάξις καί οίονεί χαρακτήρ έναγωνίου πάθους άληθέστατος ... παρά τοίς άρίστοις συγγραφεvσι διά τών ύπερβατών ή μίμησις έπί τά τής

71

ΑΠΑΝΤ Α ΚΑΛΒΟΥ

ποιηταίς, άλλ' ό κ . 'Ανδρ. παρά μέν τφ Παλαμ~ ευρισκει τοuτο φυσικόν 1 , παρά τφ Κάλβφ τουναντίον οuχί πηγαίον καί αuθόρμητον, &λλ' έκζεζητημένον, έπιδιώκον άρχαιοπρεπή μεγαληγορίαν.

Συγγενές πρός τήν συχνήν άνατροπήν τής φυσικfjς σειράς τοϋ λόγου παρά τφ Κάλβφ, είναι καί εν άλλο στοιχείον τής τεχνο­τροπίας αuτοϋ, τό όποίον έπίσης καθιστg δύσκολον τόν λόγον του , ήτοι ή ήθελημένη καί συχνή έπίταξις τοϋ επιθέτου: δρέπανον θανατηφόρον, τοϋ παραδείσουν έλικωνίου, τίjς γίjς πλατείας, τίjς yfίς πολυβοτάνου, τά βουνά σκιώδη κλπ. Τοuτο €χει παρατηρηθή ήδη καί παραβληθfj πρός τά όμηρικά Νέστορα δlον, ούρανόν άστερόεντα, μνηστijρσιν άναιδέσι κλ.;.2~-

Τό αuτό φραστικόν μέσον μεταχειρίζεται ένίοτε καί ό Παλαμάς, ό δέ κ . 'Ανδρ . άγωνίζεται νά ύποστηρίξτι δτι δέν είναι μόνος ό Κάλβος δστις έχρησίμευσεν ώς πρότυπον εtς τόν Παλαμdν, άφοu τό σχήμα άπαντq καί είς τόν ... Μαχαιράν1.

' Ο Παλαμάς 'ίσώς δέν θά διεμαρτύρετο έάν τοϋ κατελογίζετο ή μίμησις, διότι ό ποιητής οδτος παρελάμβανεv έκ τής παραδόσεως δ,τι έφαίνετο εtς αuτόν καλόν, πpοκειμένου δέ άιφ1 Βώς περί τοϋ Κάλβου ί:γραψε: «δέν δύναμαι νά άποσιωπήσω δτι αί ψδαί τοί5 Κάλβου όχι μόνον κόσμον άψόγου Ποιήσεως, άλλά καί νέον κόσμον άρμονίας διήνοιξαν ένίvπιον F.μov»4 .

'Εγόι Π:ιστει'Jω δτι 6 Παλαμάς έμιμήθη κατά τό σχfjμα τόν Κάλβον, διότι εί ~ τά Πρώτα Κριτικά σ. 39 γράφει: <<Προτάσσει «ό Κάλβος) έκάστοτι . τοί5 έπιθέτου τό ούσιαστικόν, ό χ ι κ α θ ώ ς

σ υ ν η θ ί ζ ο μ ε ν ι,· ο ι ν ώ ς παραθέτοντες μεταξύ άμφοτέρων τό άρθρο>>,

δπερ σημαίνει δτι ό Παλαμάς €κτοτε €μαθε καί έχρησιμοποίησε τό

σχfjμα τοϋτο. 'Εν πάσl] περιπτώσει καί τό εΙδος τοuτο της έκφράσεως

άσύνηθες ον, δημιουργεί δυσκοkίας είς τόν συνήθη άναγνώστην τών '[[Οι ημάτων τοϋ Κάλβου.

Δυσχεραίνει δ' έπίσης τήν αμεσον κατάληψιν του λόγου τοϋ

Κάλβου καί ή ύπ' αύτοϋ χρfjσις θηλυκών επιθέτων είς -ος, τά όποία,

δταν μάλιστα έπιτάσσωνται του προσδιοριζομένου οόσιαστικου, δέν

συνάπτονται ιiμέσως πρός αuτό ύπό του κοινου άναγνώστου, είθισμέ­

νου έκ τfjς καθημερινfjς όμιλίας είς τά είς -η ή-α καί πληθ. είς -ες

θηλυκά έπίθετα. Τά έπίθετα ταuτα είς τά όποία προσκρούει ό σημερι-

φ ι!σεως i'ργα φέρεται, τότε γάρ ή τέχvη τέλειος ήvίκ' ά'v φύσις εlvαι δοκfί, ή δ' αύ φι!σις

ί:πιτυχής δταv λανθάνουσα ν περιέχrι τήν τέχνηv» [Λ ο γ γίνου] Περί ϋψους 21 -22 (Prickard) ι . Ν Ε π σ. 255 κ . tξ.

72

2. Σ. Σ τ ο υ ρ α ί τ η ς. Άθηva 27 (1915) σ. 255. 1 Ν Ι: Π σ. 25Β-9. 4. · Ιlρmτα κριτικά σ . 37.

ΗΓΛΩΣΣΑ

νός κοινός dναγνώστης είναι όλίyα, τεσσαράκοντα περίπου, έν πάσlJ

δμως περιπτώσει προσθέτουν καί ταuτα δυσκολίας, διά τήν άπ' εuθείας κατάληψιν του λόγου τοϋ Κάλβου. Έκ τούτων, ίiλλων μέν

τήν χρfjσιν έπιβάλλουν λόγοι μετρικοί: άμάργαρος όλόλευκος, αύτάγ­

γελτος/ ... ή 'Αρετή πρόλ. πόση άπειρος' άβυσσο(; 3 κστ ·, πολύκλωνος έλαία ι ι ια' κλπ., <':iλλων δέ ή ανυπαρξία δημώδους tύπου, οίο\' έλ ικώvιος λύρα, ροδόπεπλος κόρη, Πάργα ύψηλοκάρηνος, πρόvοοι χείρε . φωvήv ήδυόνειρον κλπ. καί άλλων τέλος ή άνοχή του γλωσσικιιϋ

αίσθήματος του ποιητου καί τής έποχής του: θεόπνευστος ψδή,

νικητήριος δάφνη, κατάπτυστος ψυχή κλπ.

'Επίσης τήν κατάληψιν το,ϋ λόγου τοϋ Κάλβου δυσχεραίνει πως

ή σύνταξις τfjς έπί+αiτ . &ντί τής συνήθους έπί+γεν . ij του της

όμιλqυμένης έπάvω 'ς · τό -'ς τή. Ή σύνταξις αϋτη ξενίζει τόν

ιiναγνώστην καί τόν σύγχρονον του Κάλβου καί τόν σημερινόν.

Πιστεύω δτι πρόκειται οόχί περί άρχαϊσμου συνειδητοϋ, ώς ύποστη­

ρίζει ό κ. · Ανδρ.ι, άλλά περί συμφύρσεως δύο συντάξεων της λογίας καί τής δημοτικης, ijτοι περί ψυχολογικοϋ συντακτικοϋ φαινομένου,

καθ' δ εiς τήν ψυχήν τοϋ ποιητοϋ συνεφύρθησαν αί δύο συντάξεις εν

τη προσπαθεί~ της προσαρμογης τοϋ δυσεξοικονομήτου έπάνω 'ς τό,

'ς τή πρός τό πυκνό ϋφος τοϋ Καλβείου λόγου. 'Ενίοτε μάλιστα

τοϋτο επιβάλλει εκφραστική aνάγκη, διότι εκείνο τό όποίον έπιθυμεί

νά δηλώσυ ό ποιητής tκφράζεται μόνον διά τοϋ συμπεφυρμένου

τούτου σχήματος π.χ.

ι β : οί Ά&άvατοι ... βροηάουσιν Ι έπί τάς κεφαλάc I τών άr._αρίστων . . Ενταi)θα οuτε τό έπί HV\' λ'εψαλ(VV τή.; λογίας, οϋτε τό έπάνω 'ς τίς

κεφαλtς τής δημώδους aποδίδουν έκείνο τό όποίον θέλει νά έκφράσl] ό ποιητής.

'Επίσης έν ι ι C: jjλtπομε ν Ι έπ' αύτόν άνατέλλον I τό iJ.στpov έλπίδος

Έπ' αύτόv ένταuθα δέν σημαίνει οϋτε έπί τοϋ άvθρώπου ούτε

tπάιιω 'ς τόν άνθρωπο. Τό σχήμα τοuτο μεταχειρίζεται ό ποιητής δωδεκάκις (προλ., ιβ, Ιη, !θ, 2ιη, 4ζ, 6η, 6ιθ, 8ικ, ΙΙζ, ι2κδ καί ι9δ),

δύναται δέ νά καταλογισθlj εiς τό προσωπικόν αύτου ϋφος .

'Έχω ύπ' δψιν πάσας τάς aρχαίας χρήσεις τής έπί+αίτ ., ώς

επίσης καί της Γραφfjς <<τόν fίλιον αύτοϋ άνατέλλι:ι έπί πονηρούς καί

άγαθούς» δπερ ενθυμίζει πως τό Κάλβειον <<βροντάουσιν έπί τάς

κεφαλάς τών άχαρίστων», δέν νομίζω δμως δτι πρέπει νά σκεφθ&μεν

δτι ό Κάλβος εμιμήθη τάς χρήσεις αuτάς, διότι τό σχήμα δύναται νά

aνήΚ1J είς τόν ένδιάθετον λόγον το[) ποιητοίJ, ό όποίος οϋτε

επιβάλλεται οuτε πρέπει νά είναι δμοιος πρός τόν του κοινου

Ι. Ν Ε Κ σ. 161.

73

ΑΠΑΝΤ Α ΚΑΛΒΟΥ

aνθρώπου.

Τόν άναγνώστην τής έποχής του Κάλβου δέν έξένιζεν άσφαλως ή συνήθεια αύτου νά μή άναλύΌ τάς μετοχάς. Τοϋτο άλλως τε καί σήμερον συμβαίνει, όχι μόνον είς τήν γραφομένην, &λλά καί τήν

λαλουμένην καί τήν λογοτεχνίαν 1 • Εiδικώς. δέ διά τόν πυκνόν καί

μεστόν λόγον του Κάλβου ή χρήσις τής μετοχής εlναι έπιβεβλημένη ,

διοτι δι, αύτής δαμάζει τήν εκφρασιν καί τήν άναγκάζει νά

πειθdpχήστJ είς τήν αύστηpότητα τής δύσκόλου στροφης του : ήκουόv ποτε σημαίνοντα Ιιγ, ό τήν δόξαν όνομάσας ματαίαν 2α, στεναζούσης

νυκτός θυγατέρες 6ιβ, γεμίζωvτόν dέρα κρότος 13ιε, ψάλλοντες πολέμιοv

άσμα, ταύτην τήν γήν έξ,ολοθρεύσασα 17ιστ κλπ. έν όλφ 28 φοράςιl; 'Ο Κάλβος άρέοκεται εtς άναλελυμενους τύπους των περισπωμέ­

νων ρημάτων. Φαίνεται δτι οί τύποι ούτοι άντηχουν έντονώτερον είς

τήν ψυχήν του ποιητοu, οίονεί έκφράζουν σαφέστερον ή οί συνήθεις· περισπώμενοι τύποι τό ψυχικόν του συναίσθημα. 'Ο·άναγινώσκων τά

βροντάουσι, κεντάουσι, περvάουv, πηδάουv, σιγάουσι, έβρόvταον κλπ. του Κάλβου, καταπλήσσεται πρός στιγμήν καί σκέπτεται ότι ό ποιητής

θέλει νά έκφράστJ iσχυρότερόν τι του διά των συνήθων τύπων

έκφραζομένου.1. Περί τούτου μάλιστα πείθεταί τις όταν, ένθυμηθij ότι

καί ό Παλαμliς δέν ίκανοποιείται διά του συνήθους περισπωμένου

τύπου του άγαπώ καί έκφράζει τό συναίσθημά του είς τούς στίχους:

Καί ρωτιέμαι: - Σ' άγαπώ;

κι άποκρίν.ομαι: - "Οχι! Σ' άγαπάω! Μέσα 'ς τό -άω, μέσα 'ς τό -άω πδτε πώς οvρλιάζει lva σκυλί, πότε πώς στενάζει lva φιλί γpοικάω.

Καί όμως ό κ. 'Ανδρ. ε{ναι των άδυνάτων νά συγχωρήσ1J τόν

I. '!δ. Α. Τ ζ α ρ τ ζ ά ν ο υ, Νεοελληνική Σύνταξις, 'Αθήναι 1946, σ. 329 κ: · έξ. κ:αί Φ. Μ π ο υ μ π ο υ λ ί δ η, 'Η μετοχή στά νεοελληνικά ·Αθήναι 1946. 'Εκ: τών νεωτέρων λογοτεχνών χρήσιν τής λογίας μετοχής ποιείται συχνάκις ό Κ. Κ α β ά φ η ς π.χ.

Δέν τά ηύρα πιά - τ' άποκτηθέντα κατά τύχην δλως ... πάλι συντρέχοντες δσο μποροϋνε

πάντοτε τήν dλήθειαν δμιλοίiντες,

πλήν χωρίς μίσος γιά τούς ψευδομένους κλπ. 2. Προλ., Ιι γ, 2α, 2στ, 2κα, 3κ, 3λγ, 51, 6ιβ, 8ε, ΙΟια, ΙΟκγ, ΙΟλγ, 12ε, 12κβ, Ιlιδ,

13ιε. 15β . 15ε, 1 5ιγ , 15ιδ, 15ιε, 15λ, 16β, 17δ, 17ιστ, 17ιζ καί 18δ.

3. " Ήμποροίiσε. χωρίς νά καταστρέψy τήν διά τής χρήσεως τοϋ dναπαίστου tντύπωσιν, ι·ά εϊπrι ό ποιητής β ρ ο ν τ ώ σ ι, άλλά μέ τό άναλελυμένον -ά ο υ - dποδίδεται πολύ tvαργέστεροv ό έκκωφαvτικός κρότος, άλλά καί ό έπακολουθών dντίλαλος, τό βουητό πού άφίνει ή βροντή τοίί κεραυνοίί, tτσι πού σβήνει σιγά-σιγά ,Μέσα είς τ6 ιJπειρον», Α. Σ α ρ ή ς, Ώδαί τοϋ 'Ανδρέου Κάλβου I ' Αθήναι 1946 σ. 89.

74

i-f ΓΛΩΣΣΑ

Κάλβόν: « 'Εκείνα ι'Jμως πού μένουν άνεξήγητα και ως άρχαϊσμοί καί βαρύνουν άποκλειστικά τή γλωσσική καλαισθησία τοϋ ποιητή, εlναι τά ρηματικά αύθαίρετα κατασκευάσματα σέ -άεις, -άουν καί -άουσι τοϋ ένεστ.

καί -αον τοϋ παρατ., πού σχηματίζει, ξεγελασμένος άπό τίς κανονικές

καταλήξεις -άω καί α ε ι τοϋ ένικοv: χ α μ ο γ ε λ ά ε ι ς, β ρ ο ν τ ά­ο υ σ ι , κ ε ν τ ά ο υ σ ι - π ε τ ~ ο υ ν, π ε ρ ν ά ο υ σ ι-π ε ρ ν ά ο υ ν,

ά π ο σ π ά ο υ σ ι, π η δ ά ο υ ν, σ ι γ ά ο υ σ ι, κ τ υ π ά ο υ σ ι ν, έ β ρ ό ν τ α ο ν, έ π έ τ α ο ν»'. ·

Πρός ένίσχυσιν αύτου έπικαλείται ό κ. 'Ανδρ. δσα όρθώς

διδάσκειόΓ. Χα τ ζ ιδάκι ς έν ΜΝΕ Ι,39.Νομίζειδ'δτιοϋτως άπέδειξε τήν γλωσσικήν άκαλαισθησίαν - τίνος; - του Κάλβου.

Λυποuμαι καί πάλιν, ιiλλ' ε{μαι ύπΟ'χρεωμένος νά ε'ίπω δτι ό κ:.

'Ανδριώτης παρερμηνεύει τό ζήτημα. Διότι διδάσκει μέν ό Χ α τ ζ η­

δ ά κ ι ς ενθ, ιiν. δτι πλήν τοϋ α. καί γ. προσώπου του ένικου των

περισπωμένων ρημάτων (άγαπάω-άγαπάει) τά λοιπά πρόσωπα δέv­

παρεκτείνονται εiς τά iδιώματα τfjς Πελοπονήσου καί τfjς Στερεiiς

'Ελλάδος, κατωτέρω δμως τόμ. Β· σ. 449, συμπληρώνων τό δίδαγμά του, γράφει «Οί τύποι τών είς -άω έκφέρονται ή dυνyρημένως ή άναλελυμένως, ά γ α π ώ ά γ α π Q. ς ά γ α π Q. ά γ ά π α κλπ. ή ά γ α­π q. ψ, ά γ α π q. ε ι, ά γ άπα γ ε κλπ. (Ή άνάλυσις δέν παρατηρείται έπί πάντων έν γένει τών προσώπων, άλλά σ υ ν ή θ ω ς έπ ί μόνων τών ένικών

καί ί δ ί q., έπί του α· καί γ·, ά γ α π Q. ψ, ά γ α π ij. ε ι καί σπανίως ά γ α­π i'j. ε ι ς, μ ι λ i'j. ε ι ς, ό πληθ. λέγεται συνrιρημένος, πλήν έν Αύλωναρίψ

τής Εύβοίας, ένθα άκούεται καί ά γ α π {j. ο μ ε ν d y α π {j. ε τ ε, ά γ α­

π (j. ο υ ν ε παρά τά συνήθη ά γ α n {i μ ε, ά y α π a τ ε, ά γ α π a ν ε»2. Πιστεύω νά πείθηται τώρα ό κ. ; Ανδρ. δτι ούτε <<άνεξήγητα» ούτε

<<αύθαίρετα κατασκευάσματα» · ε{ναι τά dνωτέρω μεγαλόστομα ·καί iδιόρρυθμα - ά ο υ ν -ά ο υ σ ι του Κάλβου.

Πάντα τά άνωτέρω γραμματικά καί φραστικά στοιχεία έχρησιμο­

ποίησεν ό Κάλβος άπό περιουσίας κ:αί κατά τούς νόμους τής

έλληvικής γλώσσης καί τέχνης οuχί δέ κατά δουλικήν μίμησιν η

σολοίκως, ώς έπιχειρήθη vά dποδειχθtj ύπό του κ.' Αvδρ.' Η χρήσις

τούτων δέν έλέγχει ελλειψιν γλωσσικου αισθήματος, dλλ' άντιθέτως

κυριραρχίαν τής γλώσσης καί έπιτυχή χρησιμοποίησιν αύτής.

'Αλλά καί κατά τά λοιπά ό ποιητής χειρίζεται τήν γλώσσαν

εύστόχως καί συμφώνως πρός τήν παράδοσιν, ή έπιχειρουμένη δέ ύπό

του κ. , Ανδρ. άπόδειξιςΙ της δήθεν γλωσσικής άδυναμίας του

I. Ν Ε Κ σ. 161.

2. Πβ.καίΔ. Ζακυθηνόν έν Ήμερ. Μεγ. 'Ελλάδος 1930σ. 312: « 0ίάσυναίρετοι τύποι -ά ω κλπ. εfναι πολύ συνηθισμένοι στά 'Επτάνησα. Έτσιίέχουμε στό. χειρόγραφο Κ υ τ τ ά ε ι. ό δ η γ ά ε ι, tνφ στό τυπωμένο κείμενο κ υ τ τ ά ζ ε ι καί ό δ η γ εί».

I) Ν.Ε.Κ. σ. 162 κ.έξ.

75

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

Κάλβου, dντιστρέφει τά έπιχειρήματα εiς βάρος τοϋ ίδίου τοϋ έπικριτοϋ.

Τοuτο εχει ίδιαιτέραν σημασίαν, διότι ό Κάλβος €ζησεν είς

έποχήν καθ Ί'jν ή μέν γλωσσολογία δέν είχεν dvαπτυχθl]," ή δέ γραφή τfjς νεωτέρας έλληνικfjς έπάλαιε πρός μυρίας οσας δυσκολίας καί 6 ποιητής τέλος ούτος dποστολήν είχε νά ψάλ!J τούς dγώνας του

έλληνισμοϋ ελευθέρως καί κατ, εμπνευσιν, ύπείκων είς τό α'ίσθημά

του τής στιγμής έκείνης καί μή αναλογιζόμενος βεβαίως δτι, μετά

έκατόν ε'ίκοσι καί πλέοy ετη, θά ελθΊJ ό κ. 'Ανδρ . , καθηγητής τής

γλωσσολογίας, διά νά εuρ1] είς τήv γλώσσαν του γραμματικάς

άνακριβείας .

Ε!ναι κατά ταuτα πολύ ένδιαφέρον νά dποδειχθl] dν πράγματι ό 1\..άλβος σφάλληται η άν aντιθέτως ό κ. 'Ανδρ. παραγνωρίζlJ

ώρισμένα ζητήματα τής ίστορίας τής γλώσσης καί άκριβώς έκείνα διά

τά όποία κατηγορεί τόν ποιητήν τών 'Ωδών.

Η ΥΠΟ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΟΥ ΧΡΗΣΙΣ

ΤΩΝ Γ ΛΩΣΣΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Δέν θά επιμείνω εiς dναίρεσιν παρατηρήσεων τοϋ κ. 'Ανδρ. αί

όποϊαι δέν παρουσιάζουν iδιαίτερον έπιστημονικόν διαφέρον.

'Επί παραδείγματος ή παρατήρησις αuτοu οτι ό Κάλβος αναμι­

γνύει ρηματικούς τύπους είς -ο υ ν καί -ο υ σ ι στερείται σημασίας,

διότι οί τύποι ούτοι καί πολλούς αiώνας πρότερον, άλλά καί κατόπιν

τυγχάνοιJν παραλλήλου χρησιμοποιήσεως, σώζονται δ' άμφότεροι

καί ύπό τής προφορικής παραδόσεως. 'Επίσης ή παρατήρησις αuτοϋ

δτι ό Κάλβος χρησιμοπο~εί άναδιπλασιασμένας καί μή μέτοχάς παθητικοί) παρακειμένου, δέν βαρύνει έπί τόν ποιητήν, ώς άπεδείχθη aνωτέρω. Τοuτο πράττει ένίοτε καί ό δημοτικώτατος Σολωμός.

Ματαιοπονίαν επίσης θεωρώ τήν άγρευσιν άκυρολεξιών δήθεν

καί λέξεων μετά σπανίας η καί μή παραδεδομένης σημασίας παρά τψ

Κάλβφ, fjv επιχειρεί ό κ. 'Ανδρ ., διότι τά γλωσσικά στοιχεία λαμ­

βάνουν είς τήν ψυχήν του ποιητοϋ νέαν ζωήν, δέν δυνάμεθα δέ

πάντοτε νά ίσχυρισθώμεν, δτι εσφαλεν ούτος διότι εδωκεν εόρυτέραν τfjς συνήθους η παραδεδομένης σημασίαν είς τήν α η τήν β λέξιν.

Θεωρώ δηλαδή μονονουχί dστείον νά κατηγορήται ύπό του κ.

'Ανδρ. 1 ό Κάλβος διά «λειψή γνώση τής έλληvικής γλώσσας» διότι είπε

τά νερά τής θαλάaσης άντί τά κύματα, κ α τ α τ ρ έ χ ο μ ε ν τ ή v ε ύ τ υ­χ ία v άντί κυνήγοuμεν, π ν έ ο υ σ α ν μ' είδες άντί ·ζωvταvήv, του

I ) Ν.Ε.Κ. σ . 163.

76

ΗΓΛΩΣΣΑ

aνθρώπου τά γ ό ν α τ α πετάουν κλπ. ή τέλος διότι ι(νιηι ιμος τις τής

γλώσσης του Κάλβου άνεκάλυψέ ποτ ε εiς τάς 'ΩΜς .. όνομαστικάς άπολύτους.

Πάντα ταuτα έλέγχουν άδυναμίαν του κ. : Ανδρ. νά συλλάβ1J τήν εiδοποιόν διαφοράν ποιητικής καί πεζής έκφράσεως καί όχι <<λειψή

γνώση τfjς έλληνικfjς γλώσσας» έκ μέρους του ποιητου. Δύναται ό κ.

'Ανδρ. νά ύποδείξΊJ εστω μίαν άκυρολεξίαν τοϋ ποιητοϋ ό:νάλογον

πρός τήν ίδικήν του, καθ' ην δ Κάλβος <<βρήκε ... τ ο ϋ χ ε ρ ι ο ϋ τ ο υ» τήν γλ&σσαν τfjς έποχής τού;

Εiς άνάλογα ι λοιπόν παρατηρήματα δέν θά έπιμείνω, διότι θεωρ&

τουτο μα~αιοπονίαν. Θά συζητήσω περαιτέρω μόνον ούσιώδη παρα­

τηρήματα αύτοu, άξια έπιστημονικοϋ διαφέροντος.

Ό κ. 'Ανδρ . δέν αντιμετώπισε τό πρόβλημα τής γλώσσης του

Κάλβου ώς ζήτημα ίστορικόν, &.παιτοuν γενικήν θεώρησιν καί

τοποθέτησιν , δέν έσκέφθη μήπως έκείνα τά όποία αύτός σήμερον

εύρίσκει, μεμονωμένως έξεταζόμενα, ώς στοιχεία ακατάλληλα διά τόν ποιητικόν λόγον, μήπως, λέγω, εξεταζόμενα έν όψει τfjς έποχfjς καθ'

fiν έγράφησαν τά ποιήματα του Κάλβου καί μάλιστα έν συναρτήσει

πρός τήν όλην μορφήν του λόγου του ποιητου, άποτελουν στοιχείά ζωτικής έκφράσεως καί φιλολογικής χρήσεως. Δέν έλαβε διόλου ύπ · όψιν τί συνεχώρει καί τί δέν συνεχώρει ή τότε φιλολογική χρήσις τής

γλώσσης.

Χωρίς νά σκεφθl] ότι καί ή γραπτή δπως καί ή προφορική παράδοσις τής γλώσσης ε{ναι καί αϋτη προϊόν ίστορικής έξελίξεως

I. Π.χ. ό Άνδρ. παρατηρεί (Ν Ε Κ σ. 162) δτι ό Κάλβος . διά λόγους μετρικής

εuκολίας χρησιμοποιεί άλλοτε μέν τό έκεί, άλλοτε δέ τό συγκεκομμένον 'κεί. Τοϋτο

δμως πράττουν πάντες ανεξαιρέτως οί νεοέλληνες ποιηταί, Ι:πομένως τί θέλει νά είπΊl;

Ίδού εν παράδειγμα έκ τοϋ Σολωμοϋ, Μπάιρον στρ. 161: 'Όπου φθάνοντας 'κ ε ί κάτου

ϊσως τοϋ 'μειvε ιϋς t κ ε ί,

ή άεριvή άγκαλιά του

σάv πρωτύτερα άvοιχτή.

'Επίσης αuτόθι παρατηρεί καί μάλιστα μετά δριμύτητας δτι ό Κάλβος «δέ σεβά­

στηκε τούς στοιχειώδεις νόμους τής νεώτερης φθογγολογlας» διότι εγραψε τ> εϋpου, τ . ί'ΟΙ•οuς. τ ' α)μα, άπ ' Ι!θνη, άπ · ϋβριν, άπ · ϊδρωτα. Τοϋτο ε{ναι ώς νά μή έφυλλομέτρησε· ποτέ ό κ. · Ανδρ. δημοτικά κείμενα τfjς άμέσως προγενεστέρας ήμών έποχηζ . 'Επιφυλάσσομαι νά προσκομίσω δσα παραδείγματα θέλει, άν δέν άρκεσθ{i είς τό έξής:

Καί μtς τ' αϊματα χορεύουν

μc βρυχίσματα βραχνά

Σ σ λ ω μ ο ϋ. 'Ύμv. στρ. 55. Καί σήμερον ιiκόμη ή συντηρητική παράδοσις τής έλληνικής γραφής δυσκολεύε­

ται νά προσαρμοσθlj είς τάς άπαιτήσεις τής νεοελληνικής φθογγολογίας.

77

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

καί ώς τοιοϋτον πρέπει νά έξετάζl] ταύτην ό ίiπορικός της γλώσσης ι,

dπι:δελ τίωσε τά κατά τήν κρίσιν αύτοϋ άπηρχαιωμένα ή έσφαλμένα

γλωσσικά στοιχεία των 'Ωδών, διά νά καταλήξl] άβασανίστως είς τό συμπέρασμα δτι ό Κάλβος εκαμε «ψεύτισμα τής γλώσσας» . .

Τό κακόν θά έσταμάτα 'ίσως εως έκεί, άν ό κ. 'Ανδρ . δέν έπεχείρει

πραγματικήν άπόδειξιν των επιχειρημάτων του.

Οϋτως έν σ. 163 ιiφοu προηγουμένως προσεπάθησε νά ιiποδείξl] δτι ό ποιητής έμιμήθη ή έχειρίσθη κακώς παραδοθέντα παλαιά

στοιχεία, ερχεται νά άποδείξlJ δτι ό Κάλβος Ι::πλασε καί ίδικάς του

λέξε ις παρά τούς κανόνας της έλληνικής γλώσσης. Γράφει λοιπόν:

"Κάπου κάπου τέλος πρόκειται πιά γιά άδέξια πλάσματα δικά του, πού

προδίνουν κακή γνωριμία μέ τήν έλληνική γλώσσα. Τέτοια είναι: τ ώ ν

τ r. θ ν η μ έ ν ω ν, τ σ ι ο ύ τ ω ς, π α ρ η γ ό ρ η σ ι ς, ψ ά λ μ α τ α, μ ε ι­

δία σ μ α, ά τ ρ έ μ η τ α, έάν ή δόξα θερμώ σ rι. μ ι μ ή σ α τ ε, τ (i

τι λ ή θ η τ ώ ν μ ε λ ί σ σ ω ν, ώ Ζ ά κ υ ν θ ε».

Δέκα λοιπόν έν σt>νόλω . είναι τά <<dδέζια πλάσματα» δ.τινα έλέγχουν τήν άγραμματωσύνην τοϋ Κάλβου, καί διά τά όποία τόσον

έψέχθη ό ποιητής ύπό τοϋ κ. 'Ανδρ . άνά πiiσαν σελίδα τής πραγμα­

τείας του. "Αν μάλιστα άφαιρέσωμεν τό: μελίσσων δπου άν δέν πρόκε ιται περ ί τυπογραφικοϋ σφάλματος, πρόκειται άσφαλώς περί

μετρικοϋ παρατονισμοϋΙ γνωστοϋ είς ήμiiς έκ τε τής λογίας παραδό­

σεως καί των δημοτικών άσμάτων ήδη άπό τοϋ μεσαίωνας, τά <<άδέξια πΛ.άσματα» μένουν -έννέα.

"Αν ό κ. 'Ανδρ. έφυλλομέτρει τό λεξικόν τής ·Ελληνικής γλώσ­

σης θά εβλεπε δτι αί λέξεις τοιούτως, παρηγόρησις, ψάλματα, μειδία­

σμα, άτρέμητα2 , θερμώσrι, μιμήσατε καί Ζάκυνθε, δηλ. αί όκτώ έκτων

I) " • Ο )'pαπτός ήμrΙιν λόγος ώς ίστοpικόν καί aμα tθνικόν καθεστώς άναγκαίον είνα ι νά

ιφίνηrαι καί ι:ξι:τάζηται κατά τούς αύτούς άκριβώς καvόvας καί νόμους καθ' οϋς καί τι:ϊλλα ίστοpιι.:ιi ι.:α( t.θι·ικά καθεστώτα. ούχί δέ κατά τάς αύθαιpεσίας καί ίδιοτpοπίας έκάστου» Γ.

Χ α τ ζ ι δ ά ''η ς, Έπιστημ. Έπετ. z· (1910111) σ. 151. I) 'Επ ί υίν λίυ ι •ην οvτως I αύγεpιvά πετάουσι I τά πλήθη τrΙι ν μελλίσων ΙΟκζ. Π β. δμως

70 tνθα: Ι'χι :οι • πολυάριθμα Ι μελισσrΙιv Εθvη οί σίμβλοι.

Οί κώδικες CSA τοϋ III Προδρομικοϋ ποιήματος (εκδ. Hesseling-Pernot) παρέχουν μrτά τι1v πτίχ. 259: k·aί rρυφηλόν μέ λCγουο-Jν, άJιfφαγοv, youλάpηv, ~vOu ό Κ ο p α rϊ ς, •Άτ.

1.279 σημειώνει πε ρί τοϋ παρατοvιζομέvου άδήφαγος: «Τό έπροπαροξυτόνησε διά τόv μυΟμόι • τοϋ μι: rροu>>.

2) Πρέπει νά σημειωθιj διά τό άτρf.μητα τοϋ Κάλβου: ΙΟιδ τοϋ κισσοϋ τά άτpέμητα φι ίί.ί.α hΌιμri.ινται δτι ή λ. Εχει παραδοθfi ιrοί γραπτώς «d τ p έ μ η τ ο v· aσάλευτο ν» 'Ησύχ. καί προφορ ι κώς : άτσέματε σήμερον tv Τσακωvίq.. Τό έπίθ. μέταχειρίζεται καί δ Σ. Σ κ ί­π η ;. 'Απολλώvιοv άσμ~ 11 4:

·Η έλα ία μt τ · άτρtμητα έβλάστησε τά κλαδιά καί τά διάφανα φιίλλα.

Τό arflroν ιiτρι'μητο; ε1ς τό 'Ιστορ ικόν Λεξικόν σuνέταξεv δ 'ίδιος ό κ. 'Αvδρ . , θά τό

78

ΗΓΛΩΣΣΑ

έννέα, είναι λέξεις παραδεδομέναι καί όχι «dδέξια πλάσματα>> του

Κάλβου 1 • Δέν τό επρ-αξεν δμως καί οϋτως άποδεικνύεται ούχί <<Κακή γνωριμία•• του Κάλβου <ψέ τήν έλληνική γλώσσα>>, d:λλά κακή γνωριμία τοϋ κ. 'Αvδρ. μετά τής ίστορίας τής γλώσσης.

'Εκ τfjς κατηγορίας οτι ό Κάλβος δέν έγνώριζε δήθεν έπαρκώς τήν παραδεδομέvην γραπτώς έλληνικήν, απομένει ή άνωτέρω θλιβερά διαπίστωσις.

"Ας 'ίδωμεν τώρα αν δ Κάλβος έγνώριζε τήν λαλουμένην . νέαν έλληνικήν , διότι ό κ. ' Ανδρ. άμφισβητεί τοϋτο, καί καταλογίζει είς τόν ποιφήν τών 'Ωδών ελλειψιν γλωσσικού αίσθήματος, ή άπουσία

του όποίου <<διέπει καί προσδιορίζει τό γλωσσικό συνοθύλευμα τοι3 ~άλβου»:.

Έν τij προσπαθεί~ νά άποδείξτ.:ι τοuτο ό κ . · Ανδρ. ύποπίπτει εiς μίαν εiσέτι ίστορικήν άνακρίβειαν, συσκοτίζουσαν τό πρόβλημα τfjς

γλώσσης τοϋ ποιητοϋ .

Γράφει δηλαδή ό κ.' Ανδρ. έν σ . 161-162 τής πραγματείας του τά έξής: <<Μέσα στό γλωσσικό καί μορφικόν dρχαϊσμό του χάνονται τ ά

ά ρ α ι ά κ α ί σ π ά ν ι α ζ ω ν τ α ν ά σ τ ο ι χ ε ία τ ο ι3 λ ό γ ο υ τ ο υ.

(Στούς dρχαϊκούς στίχους του, παρατηρεί ό Μ. Σιγοϋρος, στήν καθαρεύ­

ουσα γλώσσα του, κρυφοσαλεύει κάποτε ή δημοτική ψυχή, κάποια λαϊκή

λΗ,η σάν dνυπόταχτο πνεuμα) . 'Ότι κάποια δυνατή πάλη τοϋ ζωντανοϋ

γλωσσικοίJ αΙσθήματος μέ τήν τεχνητή γλώσσα πού lγραψε ό ποιητής θά

Εγινε μέσα του, είναι άναμφίβολο. Μόνο πού πρέπει νά δεχτοuμε πώς νικημένος στήν πάλη αύτή βγήκε ό άσθενέστερος μέσα στήν ψυχή τοί5

ποιητή, ή ζωντανή γλώσσα. Τά καθάρια δημοτικά, π ο τ ά μ ι, μ υ ρ τ ι ά,

μ ά τ ι α, ψ ω μ ί, φ α ρ μ ά κ ι, γ υ ρ ε ύ ο ν τ α ς, ξ ε φ υ τ ρ ώ ν ο υ ν,

ξ α ν ο ί γ ω, · σ έ ρ ν ε ι, ι'i μ μ ε τ ε, (i μ π ο τ ε, καθώ'ς καί τά έλαφρά

διορθωμένα ώ ς τ ό σ ο ν, κ λ ~ ύ μ α τ α, !- α ρ ά γ μ α τ α, κ τ υ π ώ ν-

ένεθυμείτο δέ έάν δέν ύπερίσχυεv ό ζήλος νά &iτοδείξυ .. . &γράμματον τόν Κάλβον . 1. 'Ατυχώς διά τόν κ . 'Ανδρ. καί ή μόνη ύπολειπομένη λέξις έκτων δέκα «άδεζίων

πλασμάτων, τοϋ Κάλβου, ή λ. τεθvαμέι•ω v, ε!ναι καί αύτή παραδεδομένη, ci\φειλε δέ vά

γνωρ ίζ1J ταύτην, διότι ό Χ α τ ζ ι δ ά κ ι ς έν ΜΝΕ Ι . 439 άναφέpει δτι εχει παραδοιJη δίς ό τύπος θεθvαμέι•ης, άντλώv έκ τοϊi Μουσείου καί Βιβλιοθήκης Εύαγγελικijς Σχσλης

1885-6 σ. 41 καί 48. Δέν λέγω βεβαίως δτι ό Κάλβος έγνώριζε τήν λ. έκ τής aνωτέρω πηγής, &λλά ή λ. τεθvημέvωv δ πως κ α ί ή λέξις μιμήσατε ε πρεπε νά ύπενθημίσουν είς τόν κ. Άνδρ: δτι είναι ιiμφότεpαι προϊόντα τfiς πάλης μέσων καί ένεργητικών τύπων,

προελθούσης έκ τής συγχύσεως1τής σημασίας τών δύο τούτων συζυγιών καί οτι εχουσιν όμολόγως πρός τά θυμώνω, ;lασώ, σημειώνω, παραιτώ κλπ . τά όποία κατά μικρόν aντικατέστησαν καί έξέβαλον της χρήσεως τά μέσα. Ίδ. Γ Χ α τ ζ ι δ ά κ ι v ενθ. ιiv. σ. 437 κέξ . ' Αντί θυμοϋμαι π.χ. λέγεται σήμερον έν Καρδίτσυ θυμάου καί πpοστακτ. θύμα aντί θυμήσου. · Ανάλογον είναι καί τό μιμήσατε.

2. Ν Ε Κ σ. 159.

79

ΑΠΑΝΤ Α ΚΑΛΒΟΥ

τ α ς, είναι πολύ dδύναμα γιά νά dλλάξουν τήν dρχαϊκότητα τfίς γλώσσας TOV>>.

'Επίτηδες άντέγραψα όλόκληρον τήν περικοπήν. Έκ της άναγνώσεως ταύτης προκύπτει τό άναγκαίον συμπέρασμα, δτι ό ποιη­

τής έχρησιμοποίησε μόνον τά άνωτέρω όλίγα δημοτικά στοιχεία, τά

όποία ό κ. 'Ανδρ. συνέλεξε μέχρι καί τών «έλαφρά» διορθωμένων.

Έθεώρησε τοϋτο άναγκαίον διά νά άποδείξl] δτι <<τά σύνορα πρός τή

ζωνταuή γλώσσα είναι σχεδόν κλειστά». Τοuτο δμως εlναι άναιφιβές καί έλέγχει dπαξ ετι έπιπολαίαν ένασχόλησιν τοϋ κ .. Ανδρ. είς τό εργον τοϋ ποιητοϋ .

· Ο Κάλβος , δπως καί ανωτέρω ε'ίπον, δέν ήτο δημοτικιστής, ώς

νοεί τούς δημοτικιστάς ό κ . 'Ανδρ. Ήτο δμως ποιητής. Καί όσάκις,

κατά τ.ό α'ίσθημα αότοϋ, εκρινε πρόσφορον τήν χρήσιν οίουδήποτε

δημοτικοϋ στοιχείου, φωνητικοϋ , λεξιλογικοϋ, συντακτικοϋ κλπ. τό

παρελάμβανεν άνενδοιάστως, συνεχίζων καί κατά τοϋτο τήν παράδο­σιν τών έλλήνων ποιητών, οί όποίοι πάντοτε ήντλουν άπό τής γλώσ­

σης τοϋ λαοϋ τά στοιχεία τά όποία έχρειάζοντο καί τοιουτοτρόπως. έξηυγένιζον μέν τήν γλώσσαν τοϋ λαοϋ, άνεζωογόνουν δέ συγχρόνως

τήν γλώσσαν τής τέχνης . . 'Η άφθονος χρήσις τοϋ δημοτικοϋ στοιχείου ερχεται νά άποστο­

μώση τόν κ. 'Ανδρ . καί νά έλέγξ1J ώς άνακριβή τήν γνώμην αότοϋ δτι

δήθεν ό Κάλβος δέν είχε τό α'ίσθημα τής λαϊκής γλώσσηςι. Τά εόθύς

ιiμέσ'ως παρατιθέμενα δημοτικά στοιχεία έκ τοϋ Κάλβου σκοπόν

εχουν νά άνατρέψουv τόν ίσχυρισμόν τοϋ IC . , Ανδρ., παρατίθενται δέ τόσα μόνον, δσα ιiρκοuν πρός τόν σκοπόν τοϋτον καί όχι πάντα δσα

έχρησιμοποίησεν ό ποιητής:

Ρήμα. Ό ρ ι σ τ ι κ ή. Έ ν ε σ τ ώ ς: γυρεύω, κράζω, παθαίνω,

στέκω - άλλάζεις, χαμογελάεις - αγκαλιάζει, γέρνει, δειλιάζει, δεί­

χνει , καταπίνει , λείπει, ξεχωρίζει, πλαγιάζει, πληγώνει, προσμένει, σκοτώνει, στεγνώνει, συντροφεύει, σφυρίζει, φέρνει, χάσκει, χρυσώ­

νει - ιiγαπάει, γελάει , κουφοβροντάει, κυβερνάει, μοσχοβολάει, νι­

κάει , περνάει , πετάει , φυσάει - κρέμεται, ρίχνεται , σηκώνεται, στέ­

κεται , χύνεται - βαστοϋμεν - άχνίζετε, πασχίζετε - ιiδράχνουν,

άπλώνουν, aρμενίζουν~ άφρίζουν, βάνουν, βαυίζουν, βαστοϋν, βρον­τοuν, δοξάζουν, θερίζουν, ξεφυτρώνουν, πέφτουν, στάζουν, συγχί­

ζουν, τρομάζουν, φέρνουν, φυτρώνουν - μαζώνονται, σηκώνονταΙ ­

περνάουν , πετάουν , πηδάουν- άποσπάουσι, βροντάουσιν, κτυπάου­

σιν, σιγάουσι κλπ .

π α ρ α τ α τ ι κ ό ς : εστρωνες, έμψύχωνες - έδίπλωνε, έμψύχω-

I) 'Ο καθηγητής κ . Δ. Ζ α κ υ θ η v ό ς, πραγματευόμενος περί τοϋ έν Παρισίοις

χειρογράφου τ&ν Ώδ&ν έν 'Ημερ . Μεγ. 'Ελλάδος 1930, γράφει σ. 311-12: «Πολλές dπό

80

ΗΓΛΩΣΣΑ

νε, εϋφραινε- έβλέπαμεν, έπίναμεν- έβρέχατε, έκλαδεύατε- έκα­

τοίκουν, είχαν κλπ.

'Α ό Ρ. ι σ τ ο ς : έλησμόνησα - ένθυμήθηκες - a.γκάλιασε, aπλωσε, άραξε, aρπαξεν, έγίνηκε, έκατάντησε, έφάνηκεν, έπfjρε,

έξάπλωσε, έπροσκύνησε - ιiδράξαμεν, άπολαύσαμεν- έβούλιασαν,

έγίνηκαν, έκατάτρεξαν, έχάιδευσαν, έμάζωξαν, έχάθηκαν- (άπλώθη, έμαζώχθη) κλπ.

π ρ ο σ τ α κ τ ι κ ή : ιiδράξατε, άκολούθα, aμμετε, &ναστέ\'αξε, ιiνέβα, γύρευε, δέξου, έλί'iτε, κινδύνευσε, κοίταξε, παρηγορήσου. πή­

γαινε, πλέξε, πρόσθεσε, πρόσταξε, σύναξε , τραβήξετε, τρέξε, χuσε­

άς βλέπτ.:ι, aς βρέξτ.:ι, ας γένΊJ, άς ξανοίγl], άς προσμένl] •κλπ.

' Μ ε τ ο χ ή : γυρεύοντας, καθίζοντας, κτυπώντας, παρατηρώντας, πέφτοντας .

Μ ε τ ο χ ή - έ π ί θ ε τ ο ν: dκονισμένον, ιiναπαυμένον, ιiνεμι­σμένα , aπελπισμένων, άπλωμένα, άρματωμένους, βαμμένη-α, βρεγμέ­

νος, γονατισμένος, διασκορπισμένα, δοξασμένη, δροσισμένα, δυστυ­

χισμένα, εύτυχισμένα, θαλασσωμένος, καημένα, κατασχισμένα, κατα­

φρονημένος, καταχωσμένον, κατοικημένη, κοπιασμένος, λυπημένα,

μαυροφορεμένος-ους, συναγμένα, μυρισμένα κλπ.

Ούσιαστικόν: βάρκα, δροσιά, καρδιά, μυρτιά, μυρωδιά, πέτρα,

πίκρα, πλάτες , σπίθα, στάμνα, στεριά, φορές, κάμπος, σκύλλος -άδέλφια, άδράχτια, άλογα, αναθρέμματα, άμπέλια, άρματα, άστάχυα,

άστροπλέκι, βουνά, βράδυ , βυζιά, γεράκια, δάκτυλα, θηκάρια, καλά­

μια, καράβια, κατάρτια, κέρασμα, κεριά, κεφάλια, κλαδιά, κλωνάρια,

κόλλυβα, κοπάδια, κοράσια, κορμί, λαγκάδια, μάτι, μαχαίρι, μνήμα­

τα, μονοπάτια, νερά, νησιά-ία, όδόντια, όνύχια, παιδιά , παλληκάρια,

παννιά-ία, πατήματα, περιβόλια, πλευρά, πλούτη, ποδάρια, ~όδια,

ποτάμι, προσκέφαλα, σπαθί, στρώμα, σύγνεφα-σύννεφα, σύρματα,

σφαγάδια , φαρμάκι, φιλί, φρύδια, φωτιά, χαράγματα, χέρι, χρυσάφι,

χώματα, χωράφια, ψάλματα, ψηλώματα, ψωμί κλπ.

Π ρ ω τ ό κ λ ι τ α έ κ τ ρ ι τ ο κ λ ί τ ω ν : άγ&νας, &έρας, &κτίνα, άνδρας, άστέρας, ερωτας, 'ίδρωτας, μητέρα, νύκτα, πατέρας, πατρίδα, πλάκα, ράχη, σάλπιγγα, φλόγα, φροντίδα κλπ .

'Επίθετον: σβηστός, ζωντανός, άνυπόφερτος, άφίλητος, ξάστε­ρος, άμοιρος, χωριστός, όλόpθος , άδύνατος, κατάμαυρος, άσπρος,

τίς παραλλαγές τοϋ χειρογράφου μίiς δίνουν τύπους δημοτικούς, που •J.μyότερα dvτικαταστά­

θηκαν μέ άλλους καθαρευουσιάνικους. Αύτό μίiς δείχνει μιάν dλήθεια, δ τ ι ό π ο ι η τ ή ς α i σ θ α v ό τ ο υ ν π ο λ ύ τ ή δ η μ ο τ ι κ ή κι · aτι ή άρχική μορφή τοϋ έργου του είχε χαραχτήρα δημοτικώτερο. Φαίνεται δέ δ τι ό 'Ποιητής dντικαθιστούσε τούς δημοτικούς τύποι.,;

μέ άρχαϊκώτερους, όχι dπό Οεληματική καθαρολογ/α. άλλά γιά vά δfvn Jiμφαση καί βaρuτητα στήv προσωπικιί tου τεχνική ...

81

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

ερημος, ξεσκέπαστος, φαρμακερός, ΚΟύφιος, ψηλόςΙ.

Έπίρημμα: πάντα, τριγύρω, τάχα, άντίιφυ, βέβαια, αναμεσα, &λλοu, συχνά, όλότελα, &κόμα, καλύτερα, αύτοuθε, βαθειά, έ"ξαφνα, ϋστερα, πάντοτες κλπ.

Λοιπά μέρη τοίi λόyου: 'Εσί'ίς, έσέ, έμένα μάς. 'Έvας- ενα (ούδ.), καθένας, κείνος, τόσες, σάν, Ίj (= οί θηλ.), άμμή (=άλλά), άμποτε, ώς τόσον, άντίς κλπ.

Τό καθόλου λοιπόν δημοτικόν στοιχείον εlναι ι'iφθονόν καί διάχυτον είς τήν ποίησιν του Κάλβου. Δέν θά περιοριστώ δμως είς τήν ιiπόδειξη ταύτην . Παραθέτω ώρισμένα παραδείγματα έκ τής φράσεως τοu ποιητοu διά νά δείξω δτι καί κατά τήν σύνταξιν ήτο

άπλουστευτικός, έχρησιμοποίει τήν άπλουστάτην γραφc>μένην δσον ολίγοι σύγχρονοί του, έχρησιμοποίει δέ καί λαϊκάς έκφράσεις παλ­λάς, έκεί δπου ή τέχνη καί ή πλοκή τής στροφής του έχρειάζετο τό στοιχείον τοuτο:

Σου έχάρισε. Σου βρέχει. "Ας μ ή μου δώσ1J ή μοίρά μου. Πού έδοξάσατε. 'Εάν τό άκονίσΊ]. Εiς τουτον τόν ναόν. Λείπει ή άναπνοή

μου. Μ ή μ' έρωτ<}ς. Τά στήθη πού σ Άέβύζασαν. Ή χαρά δτι μέ εΙδες. 'Αναπαύεται άπό τούς κόποιJς. Σiiς βασανίζουν. Μέ τήν εuχή μου

ϋπαγε. 'Όπου μ' έβρέχατε. Τόσες φορές. Γυρεύοντάς σας. Πού σας , σκεπάζει. Σάς&ρπαξεν. 'Αφρίζουν τά ποτήρια. Τά χαράγματα χάνε­ται ό ϋπνος. nετάί;ι, πετά ή ψυχή μου. Ναούς πού έδέχοντο. Έσaς φωνάζω, έσiiς τάς 'Ερινύας. Των παιδιών μας._ Που μ' εφερεν ό πόνος

μου; 'Ένας Θεός καί μόνος. Πέφτουν στόν 'Άδη. Ποίος ποτέ του

Θεου ώμοίασεν. Ζητουσιν άπό σας. Μέ αύτήν. Δυστυχισμένα πλάσμα­

τα. Μέ προσμένει. ΕΙναι μέ σάς ή εiρήνη. Μέ δίχως βίαν. Ξάσtερος φ·έγγει ό ijλιος. Ποτέ δέν άραξε. 'Επάνω εiς τήν θάλασσαν. Που εfναι τώρα. Δέν εiναι άλλο ... παρά. Κατά τό βράδυ. 'Από γήινα φύλλα ... άπ' άστρα. Ψυχήν σάν φλόγα, χείλη σάν δροσισμένα ρόδα, λαιμόν σάν γάλα. Στά πλούσια περιβόλια σας. Οϋτ' ενα χέρι εύρίσκεται νά τά

ποτίζ ΊJ. Μέσα είς τ' dμπέλια τρέχουν τ' άλογα. Είς τήν ράχη ν τους.

'Αγαπάει νά βλέπ1J. "Αν Σύ τό θέλl]ς. Θέλει φανούν. Ποίος τό

άμφιβάλλει; Πέφτει ενα καράβι έπάνω εiς τό άλλο. 'Από τά μάτια μου

έχάθη. Τό σπαθί μας. Μ' 'ίδrωτα κα"ί μέ αίμα. 'Ανάμεσα είς τούς βράχους. Έδώ δπου . κάθομαι. Δέν dκούω πλέον παρά τόν άνεμον.

'Εσύ δπου 'τρέχεις, πρόσμενε. "Ας μ ή μέ κυνηγήσΊ] βόλι του έχθρου. Τρέξε κ' έσύ μ' έμένα. ·Ως τόσον της ή μέρας τό φώς έγίνηκ' άφαν­

τον (= έν τι:ί) μεταξύ). Συχνά άπό σέ παιδεύονται (=τιμωρουνται).

I) ·Εκ τοϋ άριθμοϋ των παραδειγμάτων τούτων προκύπτει τό καί άνωτέρω ύποστη­ριχθέν, δτι δηλαδή τό όλιγώτερον χρησιμοποιηθέν ύπό τοϋ ποιητbϋ δημοτικόν στοίχεiον εlναι τό έπίθετον.

82

ΗΓΛΩΣΣΑ

'Άνθρωπος dνθρωπος dς μή βλέπΊ]. Διά τήν 'Ελλάδα (=χάριν τfjς

Έλ.). Μέ σάς vά ψάλλω. τραβήξετέ τα όπίσω. Πού τρέφει ... μέ dθέριστα dνθη. Προστάτης ό Θεός μόνος σάς είναι. 'Επάνω τους

σκορπίζεις φύλλα. Βάνουν φωτιάν. 'Από μίαν dιφαν ... εiς dλλην.

'Όχι σάν κείνους πού χαρίζεις. Καθώς μυρτιά .. . άπ' aνθη φορτωμένη. 'Επάνω τους. Κράζεις τήν νύκτα κ' ερχεται. Θέλει μίiς δώσει. Προσέ­

χε ι νά τήν άρπάξΊ]. Σάν 'άστρα αύγερινά. Θαυμάζονται ό:πό τήν

οiκουμένην. Έστόλισες πολλές φορές μ' έκείνα . ~Εβαλεν τ' dρματα κάτω. · Εγύρισε τίς πλάτες του. Ξηρή πέτρα τό στρώμα. Φαρμάκι τό ψωμί τfjς δουλειάς είναι κλπ. κλπ.

'Η ό:νάγνωσις των άνωτέρω παραδειγμάτων δημιουργεί εiς τόν

dναγνώστην τήν εντύπωσιν, δτι <<τά σύνορα πρός τή ζωντανή γλώσσαν

είναι σχεδόν κλειστά»; Πιστεύω δτι ή παράθεσίς των είναι ή μόνη

aπάντησις, ή όποία δύναται νά δοθlj εiς τόν ό:vιστόρητον τοϋτον

iσχυρισμόν του κ .. Ανδρ.

Ό Κάλβος, ώς ήτο φυσικόν, διετήρησε τήν λογίαν κλίσιν του

πληθυντικου τών θηλυκών πρωτοκλίτων, γράφων: dγκάλαι, ήμέραι,

κόραι, Μοvσαι, φωναί, χαραίκλπ. ΆΗ κλίσις των όνομάτων αuτών είναι εν των κυρίων διαχωριστικών·σημείων γραφομένης καί όμιλουμέvης.

· · Ο κ. 'Ανδρ. δμως διαβλέπει ·καί εtς αύτήν άκόμη, τήν φυσικωτάτην

χρήσιν τfiς γραφομένης, ύστεροβουλίαν έκ μέρους του ποιητοu.

· Υπολαμβάνων, ώς φαίνεται, τόν έξαιρετικfjς στιχουργικής δυνά­

μεως ι ποιητήν των Ώδων κ ο 1\' ό v σ τ ι χ ο π λ ό κ ο V, έπάγεται δτι ό

Κάλβος πράi:τει τουτο <<συνδυάζοντας τήv aρχαιοπρέπεια μέ τή μηχανική εύκολία, ν ά τ ό ε χ η δ η λ. δ ί π ο ρ τ ο σ τ ό ζ ή τ η μ α τ ώ ν μ ε­

τ ρ ι κ ώ ν σ υ ν ι ζ ή σ ε ω v»2 •

Δέν γεννiiται άμφιβολία δτί ό Κάλβος δέν θά ήτο άξωc; του όνό­ματος του ποιητου, αν πράγματι ύπελόγιζεν έκάστοτε, προκειμένου νά

χρησιμοποιήσΊ] τόν α ή τόν β γραμματικόν τύπον, διά νά κατορθώσΊ]

τοιουτοτρόπως νά μετρήσΊ] τούς πόδας του.

Διά νά έλέγξω τόν tσχυρισμόν του κ. 'Ανδρ. διεξήλθον τούς

στίχους του πρώτου βιβλίου τών 'Ωδών. 'Ήθελον νά έξακριβώσω άν

έβοηθήθη ούσιωδως κατά τά μέτρα αuτου ό ποιητής, έκ τής χρήσεως

τfjς πληθυντικής ονομαστικής τών θηλυκών πρωτοκλίτων είς -αι, άντί

-ι; .; τfjς όμιλουμένης. 'Όχι διότι δέν ήτο δυνατόν νά συμβαίν1J τοuτο

φυσικώς καί αβιάστως, aλλά διότι θά ήτο ίστορικώς ώφέλιμον νά

πιστωθή αν πράγματι θά περιήρχετο είς ό.διέξοδον ό ποιητής χρησιμοποιών τήν λαϊκήν κατάληξιν· αν δηλαδή ή χρήσίς του λογίου

Ι. 'Ιδ. Ν. Π ο ρ ι ώ τ η v. Ν Ε Κ σ. 134 κέξ. 2. Ν Ε Κ σ. 162.

83

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

τύπου πρέπει νά καταλογισθΏ είς τό ϋφος του ποιητοu η είς όργανικήν ιiνάγκην τής συνθέσεως τών 'Ωδών.

'Εκ του έλέγχοu τούτου διηκρίβωσα δτι ό Κάλβος έχρησιμοποί­ησε κατά τήν πληθυντικήν όνομαστικήν αuτών θηλυκά πρωτόκλιτα εiς τά έξfjς χωρία: πρόλ, στ. 2 καί 12, 1ζ, 2ιβ, 3ζ, ις ', 4γ, 5δ, ια, ι γ, ιε, κ, κβ, κδ, κζ, 6γ, ιβ, ιζ, 8γ, 10ς ',ζ', ιε, κβ, λδ έν δλφ τριάκοντα τ έ σ­σ α ρ α ς φοράς . 'Εκ τούτων τάς ε ϊ κ ο σ ι ν 6 κ τ ώ φοράς ηδύνατο ό ποιητής, αν ijθελε, νά θέση τόν λαϊκόν γραμματικόv τύπον άντί του λογίου <'iνευ μετρικών συνεπειών 1•

Μόνον εiς τούς έξης ε ξ στίχους επιτυγχάνεται πράγματι συνίζη­

σις εκ τής χρησιμοποιήσεως τfjς όνομ. είς - α ι :

2ιβ . ψ υ χ α ί, α'ί πού έδοξάσατε Sδ φ ω ν α ί, δπου τά δείπνα

5κζ 'Ήλθετε, ώ Μ ο υ σ α ι ακούω

6ιζ γερόντων κ ό μ α ι ε{ς τ' αίμα

10ς ' κάγκελλα οί Ώ ρ α Ι ανοίγουσιν

ΙΟιε 6 λ ί γ α ι tiπηλπισμέναι

πας <'iλλος πλήν του κ. 'Ανδρ. συνομολογεί, πιστεύω, δτι θά ήτο

πολύ δύσκολον νά δεχθώμεν, δτι ό Κάλβος ήνέχθη νά θυσιάσΊJ τήν

ποιητικήν του ύπόληψιν διά νά διευκολύνΊJ τήν σύνθεσιν τών

άνωτέρω ε ξ στίχων. Τούτους θά ήδύνατο καί dλλως νά έξοικονο­

μήσΊJ, εάν δέν i'jτo δι, αuτόν πηγαίον τό αϊσθημα του λογίου γραμ­

ματικου τύπου, όχι ό ύψιπέτης Κάλβος, άλλ' ό οίοσδήποτε πτωχός

ποιητάρις.

'Απομένει λοιπόν καί τό άνωτέρω παρατήρημα του κ. 'Ανδρ.

έκτεθειμένον καί <iνιστόρητον, ασυγχώρητον δέ τό <<δίπορτο στό

ζιjτημα των μετρικων συνιζήσεων». 'Η παρομοίωσις ε{ ναι στοιχείον ιiγαπητόν ε{ς τούς ποιητάς,

δπως ητο δέ φυσικόν, ό Κάλβος, μέγας όραματιστής καί έξιδανικευ­

τής τfjς καθημερινής πεζότητας, ήρέσκετο εiς τό στοιχείον αuτό.

Χρησιμοποιεί πάντας σχεδόν τούς γνωστούς καί παραδεδομέ­

νους τρόπους παραβολής τών συγκρινομένων θεμάτων, πολλάκις δέ

τό θέμα τό όποιον έξετάζει, παρομοιάζει πρός δύο καί τρείς ιiκόμη

είκόνας εκ τής ανθρωπίνης ζωής, του κόσμου του ζωϊκου βασιλείου,

τfjς μυθολογίας, τών έκδηλώσεων τών φυσικών φαινομένων κλπ.:

I. Π. χ . προλ . στ. 2 άντί: χ α ρ α ί τοί5 dνθρώπου rjδύνατο νά ε'ίft1J: χ α ρ έ ς τοϋ

άνθρώπου στ. 12 άντί: ο ί δ ά φ ν α ι, φύλλα άμάραντα θριάμβων rjδύνατο νά εϊπ\]: ο ί δάφνες, φύλλα ... Ιζdντί: έκεϊοί Παρνάσσιαι κόραινάε'ίπ\]:έκεϊοί Παρνάσσι­ε ς κ ό ρ ε ς κ . ο.κ.

84

ΗΓΛΩΣΣΑ

'Ωδή 2 η

Καθώς άπό τό σπήλαιον

έκβάς ό λέων πληγώνει,

σκοτώνει, διασκορπίζει

τολμηρών κυνηγών

π λ ήθος 'Αράβων·

θ'

καθώς είς τόν χειμώνα

τό νερόν ύπερήφανον

του χειμάρρου κυλίεται,

καί τά χωράφια χάνονται

βοσκοί καί ζώα·

ι

ή καθώς τήν αύγήν

έξαπλώνετ' ό 'Ήλιος καί τ, άστρα τ, αναρίθμητα

aπό τόν μέγαν 'Όλυμπον

πάντα εξαλείφει·

ι α

οϋτω τά μύρια τάγματα

εχυσεν ό 'Αράξης ...

'Ωδή 14 ι ζ.

' Ως οί σφfί κ ες μαζώνονται έπί τά όλίγα λείψανα

σπαραγμένης έλάφου

ή ταύρου όπού έκατάντησε

δείπνον λεαίνης,

ι η

aλλ, άν βροντήσ1J έξαίφνης, πετάουν εuθύς καί άφίνουσι

τήν ποθητήν τροφήν,

ύπό τά δένδρα φεύγουσι

καί ύπό τούς βράχους

ιθ · οϋτως, είς τά παράλια άσιατικά, τά πλήθη

άγαρηνά αναρίθμητα

βλέπω νά έπισωρεύωνται,

όμως ματαίως .

85

ΑΠΑΝΤ Α ΚΑΛΒΟΥ

'Ωραία παραδείγματα παρομοιώσεων του Κάλβου δύναται έπί­

σης νά 'ίδl] ό άναγνώστης είς τάς Φδάς 3 λε, 6 α-γ, lO ιε-ις, κε-κθ, Ι 1 α­ζ, 12 ις-ι ζ, 13 λ, 14 ιβ-ιδ, 15 ιδ-ιε, κζ , κθ, 17 γ, δ, ε, 18 θ κλπ .

'Η dφθονος λοιπόν χρήσις των παρομοιώσεων χαρακτηρίζει τήν

ποίησιν του Κάλβου.· Τό στοιχείον .αότό προσθέτει έξαιρετική\1

μεγαλοπρέπειαν καί χάριν είς τάς Φδάς, δίδει δέ προσέτι καί τήν εόκαιρίαν εiς τόν ποιητήν νά δημιουργήσlJ πεpιφήμους εiκόνας, δπως π.χ. ή κλασσικοί) ϋψους στροφή:

Μεγάλη . τιΙιψ ι;ιJή,

μέ τά πιιρά άπλωμένα

καθώς ά~ι ιi ,, ιiκίνητος,

κρέμεται ' ':> τι'>ν tiέρα

ψηλά ή Λιχόνuω. ·. Τάς είκόνας του Κάλβου θαυμάζων:Ο ΠαλαμCiς γράφει: << Έv αύτw

αί εlκόvες τής έλληνικής ίστορiας καί τής έλληνικής φύσεως, οίθρία.μβοι τών πολέμων, μεγάλαι άναμνήσεις καΙ μεγάλαι σκηναί συμπλέκονται έν

άλληλουχίq. διά καιvοφανοuς λαμπρότητας έν τψ χρωματισμψ, dποτελοu­σαι πίνακας περιβαλλομένους ύπό χρυσών πλαισίων. Καί πάντοτε έν τψ

aκρω έκάστου πίνακας, wς ποτε ό Φέιδίας lγραψεν έπί τής άσπίδος τής 'Αθήνας τήν είκόνα του, άναφαίνεται. ή μορφή τοί3 ποιητοί3 ενθους έκ παντός γενναίου καί μεγάλου» 1•

Παρά ταuτα ό κ. 'Ανδρ . προσεπάθησε νά άποδείξ1] δτι ό ποιητής

των 'Ωδών δέν ή το δήθεν είς θέσιν νά έκμεταλλευθ'(i τό παραστατικόν

ποιητικόν στοιχείον των παρομοιώσεων.

Καί οσα μέν γράφει γενικώς καί άορίστως, δτι δηλ. <<Τήν παρο­μοίωση τήν τόσο · άγαπητή στούς έπικούς ποιητές, ό Κάλβος σχεδόν τήν

άποφεύγει, καί τοuτο είναι σύμφωνο μέ τό είδος τής ποίησής του. Οί

παρομοιώσεις του είναι σπάνιες ... » έλέγχουν ι'iπαξ ε τι τό γεγονός δτι ό κ. 'Ανδρ. οϋτε <<τό εlδος τής ποίησης•• του Κάλβου άντελήφθη, οuτε

προσεπάθησεν, ώς ώφειλε γράφων περί του ποιητου, νά συλλάβ1J τόν τρόπον τής εκφράσεώς του, δέν χρljζουν δέ άναιρέσεως ούτε εΙναι

aξια περαιτέρω συζητήσεως, διότι άνατρέπονται ύπό των άνωτέρω

παρατιθεμένων παραπομπών, τάς όποίας μάλιστα ό άναγνώστης δύναται νά αόξήσlJ κατά πολύ .

'Ασφαλώς δμως χρljζουν συζητήσεως καί ίστορικής διαφωτί­

σεως , δσα έν συνεχείq ύποστηρίζει ούτος: aΟί παρομοιώσεις του είναι σπάνιες καί τ:ό ένδιαφέρον εlναι δτι έχει

καί δικό του τρόπο στήv τεχνική τής διατύπωσής τους. 'Αντί του

συνηθισμένου σχήματος <<Ο π ω ς ... ο . ϋ τ ω ς», ό Κάλβος συχvά περι-

I) Πpmτα Κριτικά σ . 32.

R6

ΗΓΛΩΣΣΑ

γράφει πρώτα έκείνο γιά τό όποίο πρόκειται καί κατόπιν είσάγει τήν είκόνα

μέ!Ινα«οίJτως»· : Σχισμένη d .πό μυρίας I πρώρας dφρί­ζ ε ι ή θάλασσα .. . 'Επί τήν λίμνην οϋτως I αύγερινά π ε τάουσι Ιτάπλήθη τών μ ε λίσσων· - Νύκτα δουλείας

σ ' έ σ κ έ π α σ ε. I ν ύ κ τ α α ί ώ ν ω ν I Ο ϋ τ ω ε ί ς τ ό χ ά ο ς

d μ έ τ ρ η τ ο ν I τ ώ v ο ύ ρ α ν ί ω ν έ ρ ή μ ω ν, ν υ κ τ ε ρ ι ν ό ς έ ξ ά Π λ ω σ ε ν κ λ π. - Θ λ ί β ε ι ό κ α π ν ό ς τ ό δ ι ά σ τ η μ α γ α λ ά­ζ ι ο ν τ ώ ν ά έ ρ ω ν I Ο ίJ τ ω ς ε l ς τ ή ν ό μ ί χ λ η ν I τ ο iJ θ α ν ά­του μ ε ιδίασμα I πν ί γεται νέον·~ Έβούλιασαν έχάθη­

σ α ν, I έ κ λ ε ί σ θ η ό τ ά φ ο ς. I Ο ϋ τ ω ς d π ό τ ό ν fί λ ι ο ν ... π έ φ τ ο υ σ ι ν ε ί ς τ ή ν θ ά λ α σ σ α ν τ ώ ν α ί ώ ν ω ν ... fl ώ ρ α ι. 'Ο τρόπος αύτός τής παρομοίωσης, ά'ν εϋρισκε μιμητές, θά πλο!)τιζε τή

γλώCισα μας μέ fνα στοιχείο άσάφειας καί συσκοτισμού μάλλον, παρά έκφραστικijς δύναμης. Εύτυχώς έμεινε άποκλειστικό κτήμα τοϋ δημιουρ­

γοiJ τοu» 1 •

'Αλλ' ό ανωτέρω τρόπος παρομοιώσεως δέν ε{ναι δημιούργημα

τοϋ Κάλβου, ε{ναι δέ σαφής καί γνωστός ε'ίς τε τήν δημώδη κ:qί

τήv εντεχνοv ποίησιν. Τόν κ:. 'Ανδρ. έξένισαν δύο τινά: α) δτι δέν

προηγείται τfjς διά τοϋ οϋτως εΙσαγομένης είκ:όνος ό συνήθως είσάγων τό παρομοιαζόμενον δπως καί β) δτι ό ποιητής ανατρέπει τόν

συνήθη τρόπον παρομοιώσεως προτάσσων έκείνο τό όποίοv θέλει νά

ε'ίπ1J καί επιτάσσων τήν είκόνα. 'Αμφοτέρων τών περιπτώσεων τούτων εχομεν άρχαιόθεν πλfjθος

παραδειγμάτων. Παραθέτω πρώτον όλίγα παραδείγματα παρομοιώ­

σεων, έν αίς παραλείπεται τό είσαγωγικόν δπως:

· Ερωτόκρ. Α · 115 κέξ . (Ξανθουδ.) :

λ ίγο νερό ποτέ φωτιά μεγάλη δέν τή σβήνει

μάλλιος τήν ξάφτει καί κεντ{j. καί βράζει καί πληθένει κ' ε'ίδαμε τήν άναλαμπή, όντέ νερό τή γραίνtι·

έ τ σ ι κι' αύτός δτι 'κανε τήν Παίδα ν· dλαφρύνrι

καί νά 'βρrι άέρα καί δροσιά, πλιά ι'iφτει τό καμίνι.

Δημοτικόν (Πολίτ. Έκλ3. σ . 162): Βάνουν φωτιά 'ς η/ν καλαμιά κι άπομαυρίζει ό κάμπος ε τ σ ι εlναι κ ' ή καρδούλλα μου μαύρη, σκοτεινιασμένη.

Δημοτικόν ( ' Α. Κριάρη, 'Άσματα σ. 367): Τό μίjλο δσο κρέμεται είς τή γλυκομηλίτσα,

ψήγεται γή μαραίνεται γή τά πουλλιά τό τρώνε,

I) Ν Ε Κ σ. 165

87

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

γή πέφτει 'ς τό περίστρατο καί τρών το οί διαβάτες.

Έ τ σ ά 'ν α ι δά κ· ή κσπελλιά 'σά γίνrι τσϋ καιρού τζη.

βρ.'στει άφορμή τσή μάννας τση ...

Ίδού τώρα καί μερικά παραδείγματα παρομοιώσεων, δπου

προτάσσεται έκείνο τό όποίον θέλει νά ε'ίπ1J ό ποιητής καί άκολουθεί

ή εΙκών:

'Όμ. Σ 316-320: Τοίοι δέ Πηλείδης άδινοϋ έξijρχε γόοιο, χείρας tπ ' dνδροφόνους θέμενος στήθεσσιν έταίρου,

πυκνά μάλα στενάχων ω ς τ ε λίς ήυγένειος,

c[J pα θ · ύπό σκύμνους έλαφηβόλος άρπάσrι dνήρ vλης έκ πυκινής ...

'Ερωτόκρ. Β 2351 κέξ. (Ξανθουδ.):

Έπλήθενεν ή μάνιτα 'ς τόν ifνa κ· είς τόν dλλο.

σ ά ν δ ν τ ε βγαίνrι νέφαλο aγpιο καί μεγάλο, ρίχνrι χαλάζι μ · άστραπή, χώνrι βαθιά τόν . fίλιο ...

Σολωμ . 'Ύμν. στρ. 28-29 (Πολυλ.).: 'Άλλο έσύ δέν συλλογιέ(Jαι σ ά ν τόν βράχον, όπσϋ άφίνει πάρεξ ποϋ θά πρωτοπaς κάθε άκάθαρτο νερό,

δέν 'μιλείς, καί δέν κουνιέσαι είς τά πόδια του νά χύνrι

'ς τες βρισίες όποϋ dγροικQ.ς εύκολόσβητον άφρό ...

Δημοτικόν (Πολίτ. 'Εκ.J. σ. 169): 'Έχασα τίς έλπίδες μου 'σ ά ν τοϋ δεντροϋ τά φύλλα, όπου τά παίρνει ό άνεμος καί μένουνε τά ξύλα.

Δέν διδάσκει δέ σοφώτερα ούτος οϋτε δταν έπιχειρij σ . 165-6 νά άποδείξ1] δτι δήθεν αί άντονομασίαι του Κάλβου <ψαρτυροϋν φαντασία

φτωχή καί φραστικό πλοϋτο μέτριο>>, Διότι οuτε δσα παραδείγματa συνέλεξεν ό κ. 'Ανδρ. καί άπεμόνωσε τής δλης είκόνος, διά νά

μετριάσ1J τήν άξίαν των, μαρτυροϋν τοϋτο, οuτε βεβαίως τά λοιπά

στοιχεία τοϋ ε'ίδους αύτοϋ. Πάντοτε <<έν τοίς στίχοις τοίJ Κάλβου,

διαλάμπει ώς άπεφθος χρυσός ό Λυρισμός, περιβεβλημένος έν τfί συνθέσει

ι.:αΟαρώτατον άρχέτυπον f.νδυμα. 'Υπό φαντασίας ύψηλής έπροικίσθη,

μcτάρσιος ψαύει τά aστρα, άλλά δέν χάνεται είς τά νέφη καί ποτέ δέν χάνει άπό των όφθαλμwv του τήν γήν>> ι.

Ι) Κ. Π α λ α μ {i ς, Πρώτα κριτικά σ. 40.

88

ΗΓΛΩΣΣΑ

'Ιδού μερικά παραδείγματα ά.ντονομασιών, τά όποία δέν πιστεύω δτι δικαιολογοiJν τούς aνωτέρω χαρακτηρισμούς του κ . 'Ανδρ. περί του Κάλβου Ι: τά δάκρυα γίνονται τής νυκτός εlς σέ κρίνοι Ι κ. τά φώτα

τijς νυκτός = τά Ciστρα 5ς, λαμπαδηφόροι κόραι τής ήμέρας = αί aκτίνες 5ιε, του θεσπε_σίου γέροντος I ίερά κεφq.λή I φωνή εύτυχής πού εύφήμησας Ι τής κλεινής Άχαίας I τ · dριστα τέκνα (='Όμηρε) 5 ιθ, τοϋ βαθέος "Αδου τρομεραί θυγατέρες(= 'Ερινύες) 6 ι β, ϋψιστος θρόνος= ούρανός 8 α, φρικτά βασίλεια τοϋ θανάτου = "'Α δ ης I Οε, τά μυρισμένα χείλη I τής ήμι:ρας φιλοϋσι I τό άναπαυμένον μέτωπον τής οΙκουμένης 10 θ. πεφιλη­μένα θρέμματα I Ώκεανοϋ. .. καυχήματα τών θαλασσίων σκοπέλων

(= 'Έλληνες ναυτικοί) 10 λ-λα, είς τά έρεβώδη I λουτρά βαθέα τής

δύσεως I τοϋ λαμπροϋ βασιλέως I τών d.έρων 11 δ. θεσπέσιον I πνεϋμα τcίιι• Βρεττανίδων, I τέκνον Μουσών ... Καστάλιε κύκνε (=ώ Βύρων) 11 η, ιβ. Αύτόθι τόν Βύρωνα άποκαλεί καί: εϋτολμον λειτουργάν τών

παρθf.νωv Έλικωνίωv 11 ικ, θαλπτήριοv τής ήμέρας φώς (=δ fiλιος) 12 κα, λυρική κόρη (=ή μοiJσα) 14 ς' κλπ.

·Ο κ. 'Ανδρ. μυκτηρίζει καί κοσμεί διά θαυμαστικοί) τήν

ιiντονομασίαν του Κάλβου: τής 'Άγαρ τό σπέρμα = οί ΤοiJρκοι, τήν όποίαν ό Κάλβος χρησιμοποιεί ώς έξi'jς: 'Ηλθε I τής 'Άγαρ τό ύπερή­φανον I σπέρμα 12 κβ . Γνωρίζει άράγε ό έπικριτής δτι καί ό Σολωμός,

'Ύμν . 113 είπε: κάθε σπέρμα 'Αγαρηνό ό:ντί κάθε Τοϋρκον καί δτι

άγαρηνός μέν σημαίνει δ τi'jς 'Άγαρ, σπέρμα δέ σημαίνει καί τέκνον;

"Αν έγνώριζε ταiJτα aσφαλώς δέν θά έξενίζετο καί δέv θά έμυκτήριζε

τόν Κάλβον.

Γνωστόν έκφραστικόν μέσον τi'jς ποιήσεως είναι ή έπανάληψις του αιJτοu λεξιλογικοί) στοιχείου πρός εντονον ά.πόδοσιν πολλαπλής

η έπαναλαμβανομένης όμοίας έντυπώσεως. Τό στοιχείον τοuτο

χρησιμοποιεί aριστοτεχνικώς ό Κάλβος, γεγονός δπερ δέν δύναται νά

ιiμφισβητήσ1J ό κ .. ' Ανδρ. 'Επειδή δμως ε πρεπε όπωσδήποτε νά μειω­θΏ ή σημασία καί ή έπιτυχής χρησιμοποίησίς του ύπό τοϋ ποιητοϋ

τών Ώδών, ό κ. Άνδρ. δέν έδίστασε νά γράψ1J, δτι tό φραστικόν τοuτο μέσον <<Οί πολύ μεγάλοι ποιητές δέν τό χpειάζονται» 2 •

"Ας μοί έπιτραπΏ πρός άπόδειξιν του έναντίου νά παραθέσω

ολίγα παραδείγματα.

Αίσχύλος:

Έπτ. Θήβ. 888-9: Δ 1 • εύωνύμων τ ε τ υ μ μ έ ν ο ι

τ ε τ υ μ μ έ ν ο 1 δήθ ', .. ..

I. 'Αφίvω l:πίτηδες είς τόν ορον «dηονομασία» τήν εύρύτητ~ μεθ' ής χρησιμοποιεί τούτον ό κ. Άνδp. Ίδ. καί Ν Ε Π. σ. 273.

2. Ν Ε Κ σ. 165.

89

Ίκέτ. 838 κέξ.:

Σ ο φ ο κ λ η ς:

Α'ίας 396-7:

Τραχίν. 1005-6:

Ε ύ ρ ι π ί δ η ς:

Ίφ. Ταύρ. 721-2:

864:

ΑΠΑΝΤ Α ΚΑΛΒΟΥ

Ούκοϋν ούκοvν

t ι λ μ ο ί τ ι λ μ ο ί καί στιγμοί. .. Σ ο ί5 σ θ ε, σ ο ί5 σθ ' όλύμεναι

όλόμεν ' έπαμίδα

έ λ ε σ · ε λ ε σ θ έ μ • οίκήτορα ελεσθέ με

έ ii τ έ μ ', έ ii τ έ μ ε δύσμορον

ε ιJ ν ά σ α ι Ι l ii θ ' ϋστατον εύνάσαι

άλλ • ε σ τ ι ν, ε σ τ ι ν, ή λ ί α ν

δυσπραξία/ λ ί α ν διδοϋσα μεταβο­

~άς, δταν τύχn. ά π ά τ ο ρ ' ά π ά τ ο ρα πότμον

έλαχον.

Πιθανόν βεβαίως ό κ. 'Ανδρ. νά μή θεωρij «Πολύ μεγάλους ποιητές» τόν Αίσχύλον, τόν Σοφοκλή καί τόν Εuριπίδην. Δέν δύναται

ομως νά <iρνηθij, οτι έπανειλημμένως εχει ανακηρύξει ώς τοιοϋτον

τόν Παλαμίiν, ό όποίος έν τούτοις, ώς ό 'ίδιος δ κ. 'Ανδρ. γράφει,

«έπλήρωσε φόρο βαρύ>> είς τό άνωτέρω έκφρασΊικό μέσον' . Δέν ύπάρχει σχεδόν φράσις εiς τήν κρινομένην πραγματείαν τοϋ

κ:. 'Ανδρ. , είς τ'jν νά μή διαφαίνηται ή πρόθεσις τούτου νά τραυματίσΊ] τήν ποιητικήν ύπόληψιν τοϋ Κάλβου. Ε{πον καί άνωτέρω δτι ο~τος π&v άλλο η όέχεται τάς γvώμας τοu Γ. 'Αποστολάκη καί τήv θtσιv, fiv ούτος λαμβάνει εναντι τής νεοελληνικής λογοτεχνίας. Ό σκοπός ομως άγιάζει τά μέσα κ:αί σκοπός του κ. 'Α'!~Ρ · ε{ναι νά d-ποδείξτι

dμουσον τόν ποιητήν των 'Ωδών. ·• 'Επικαλείται λοιπόν κ:αί πάλιν έν σ. 164 παρατήρησιν 'tΟϋ ' Απο­

στολάκη2, δτι ό ποιητής χρησιμοποιεί συχνάκις παρακελευσματικά

μόρια, οίον ίδού, νά, έμπρός, διά νά ε'ίπη δτι δ Κάλβος πpάττει τοϋτο έν

τij προσπαθεί~ του <<Vά ζωηρέψrι τόν άψυχο. άλύγιστο λόγο του»,. ·Ας

έπιχειρήσ1J όμως . ό κ. 'Ανδρ. νά άναγνώσΊ] οΙανδήποτε άρχαίαν έλληνικήν τραγωδίαν, οίονδήποτε διάλογον των όμηριιcών έπων ιcαί

θά ~δlJ έκ:εί τήν εκτασιν τής χρήσεως του στοιχείου τούτου, δι· ού ό

I) Καί δ Σολωμός συνηθίζει τήν -tπανάληψιν: "Υμν. στ ρ . 44 'Λ κ ο ύ ω κούφια ~ά τουφέκια, I ·d κ ο ύ ω σμίξιμο σπαθιών, I d κ ο ύ ω ξύλα, d κ ο ύ ω πελέκια, I d κ ο ύ w τpίξiμο δοντιών, στ ρ. 50 τόσο ι, τόσο ι dvταμwμέvοι· στ ρ. 83 'ς τ ή σ κ ι ά χεpοπια­σμέvες, I 'ς τ ή σ κ ι ά βλέπw κ' tγώ κλπ.

2) τά τραγούδια μας, 'Αθήναι 1934 σ. 344.

90

ΗΓΛΩΣΣΑ

ποιητής ,,δ έφαντάάθη μικροϋ δείν θεάσασθαι καί τούς άκούοντας ήνά~ γκαοε» η «Παραλαβών σου τήν ψυχήν διά τών τόπων άγει τήν άκοήν δψιν ποιών,ι.

Είς τόν κ. · Ανδρ. έχρειάσθη εfς συμπαραστάτης κ:αί ήρπασε τυχαίως τήν παρατήρησιν του 'Αποστολάκη διά νά στηριχθij. Λέγω

δέ δτι ηρπασε τυχαίως, διότι εiς τήν πραγματικότητα οuτος δέν ιiνέγνωσεν ή έπιπολαίως ιiνέγνωσε τήν μελέτην του 'Αποστολaκη.

Πρός ιiπόδειξιν προβάλλω τά έξής: Α'. 'Όσα παρατηρεί ό κ. 'Ανδρ. ένθ. &.ν. περί συνηθείας του

Κάλβου νά έπαναλαμβaνl] ώρισμένα έπίθετα η νά χρησιμοποι Ό συ­

χνάκις τήν προστακτικ:ήν εΙναι παρατηρήματα του 'Αποστολάκη,

δστις έκθέτει ταυτα μεθοδικώς είς τό ρηθέν βιβλίον του, σ. 359-360 τά έπίθε.τα κ:αί σ. 345 τάς προστακτικάς. Ό κ. 'Ανδρ . άγνοεί τοuτο καί

νομίζει δτι προσκομίζει νέον τι είς τήν περί τόν Κάλβον ερευναν. Καί είς τήν περίπτωσιν μέν ταύτην δέν εlναι καί μέγα τό κακόν, διότι δέν

λέγει μέν νέον τι, δέν συσκοτίζει δμως καί τήν ερευναν.· Περαιτέρω

δμως τίi πράγματα περιπλέκονται. Β'. 'Ο 'Αποστολάκης έπεχείρησεν όλόκληρον ερευναν2, διά νά

dποδείξl] δτι ό Κάλβος χρησιμοποιεί ύπέρ τό δέον τό έπίθετον καί οτι

πολλάκις έκ των δύο, τριών ή καί περισσοτέρων έπιθέτων, άτινα

αναφέρονται είς τό αuτό οuσιαστικόν, μέρος εχει τεθfj πλεοναστικ&ς,. διότι δέν προσθέτει νέαν τινά ίδιότητα είς τό οuσι:αστικόν.

Παραθέτω δύο παραδείγματα διά νά δείξω τόν τρόπον έρεύνης

του 'Αποστολάκη:

σ. 349: «έλαφρά, καθαρά

διαφανή τά σύννεφα

ό βασιλεύς σοϋ έχάρισε

τών άθανάτων.

Ένα έπίθετο άπό τά τρία θά Ιfφταvε νά περιγράψrι τά σύννεφα, τ' άλλα δύο είναι περιττά>>.

σ. 354: ""Ας ελθrι τότε, άς ελθrι

νά σάς περικυκλr»σrι

μέ σκοτεινά, βρονταία, πεπυκνωμένα σύννεφα

ή δυστυχία. Τά έπίθετα άραδιάζουν διάφορες ίδιότητες τοv ούσιαστικοϋ, μά δέ

βρίσκονται σέ καμιά έσωτερική σχέση άναμεταξύ τους στό τέλος

καταντοvνε ίσοδύναμα καί γι • αύτό βαρετά - γιά τό σκοπό τοϋ ποιητή θά Ιfφτανε κ , εν , d.π , αύτά>>.

I) (Λ ο)' γίνου) Περί ϋψους 15.3 καί 26.2 2) εvθ. ιiv. σ. 349 κέξ .

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

Κατ· αuτόν τόν τρόπο είργάσθη ό 'Αποστολάκης, άνεξαρτήτως

δέ τ&ν συμπερασμάτων, ή μέθοδός του εlναι έπιστημονική καί

διδακτική. 'Η φράσις του όμως «γιά τό σκοπό,zοϋ ποιητή θά Ιfφτανε κ' eν 'dπ'

αύτά» ύπήρξε μοιραία διά τόν κ. · Ανδρ. Έφαντάσθη ούτος δτι αuτόθι διδάσκεται, ότι πάντοτε καί διά πάσαν περίπτωσιν εν καί μόνον

έπίθετον συναπτόμενον εiς εν οuσιαστικόν εΙ ναι dρκετόν νά έκφράσ1J

έκείνσ τό όποίον θέλει νά ε'ίπlJ ό ποιητής, καί εγραψε: <<τίς περισσό­

τcρι;~· φορiς δέν του άρκεί ενα έπίθετο καί βάζει δύο, σ η μ ά δ ι κ α ί τ ο Β­

τ ο ιi ,) ι ι ι• α μ ία ς, γ ι α τ ί ε ν α έ π ί θ ε τ ο γ ι ά κάθε έ ν ν ο ι α, δ ταν

είναι ιiπό τεχνίτη του λόγου βαλμένο, ε ί ν α ι ά ρ κ ε τ ό: λ α ο ί α φ ρ ο­

ν ε ς, ιl (j (() τ ο 1 ••• α γ ρ ι α, μ ε γ ά λ α ν ε ρ ά... σ τ ο λ ή ν ε ν δ ο ξ ο ν,

ε ν τ ι μ ο ι· ... ά ι; ί μ ν η σ τ α κ • ε ύ τ υ χ ij δώρα... τ ή ν α ω ρ ο ν τ ρ ι σ σ ά θ λ ι ο ι· μ ο ί ρ α ν, κ α ί σ ε ί ς χ ρ υ σ a, σ ε ί ς d μ β ρ ο σ ίο δ μ α ρόδα ι ... ε i ς τ ό ν ή γ ρ ι ωμέ ν ο ν, βαθύ ν ώ κ ε α ν ό ν .... ύβρι­

σ τ ι κ ά, ίι π ε ρ ή φ α ν α τ ύ μ π α ν α ..... 2.

· Εδ& πλέον πρόκειται περί άξιοθρηνήτου καταστάσεως. · Ελέγ­χεται δηλ. ό κ. 'Ανδρ. άγνο&ν στοιχει&δες συντακτικόν δίδαγμα,

καθ· δ διά νά δηλωθοuν αί πολλαί Ιδιότητες μιας καί τής αuτής

έννοίας χρησιμοποιοϋνται, άνάλογα έπίθετα δυό, τρία ή καί περισσό­

τερα, aτινα άναφέρονται εiς τήν εννοιαν, τής όποίας τάς Ιδιότητας

δηλώνουν κατά δύο τρόπους: I) συνδεόμενα πρός άλληλα, όταν κατ' 'ίσον λόγον χαρακτηρίζουν τό έπίθετον, π.χ. Σωκράτης dγαθός καί

σοφός ήv ή δπως λέγει ό Κάλβος άείμνηστα κι ' εpτυχή δώρα. Καί σπανίως μέν εiς τόν πεζόν λόγον ώς π .χ. Ξενοφ. Κύρ. παιδ. Vl 4,2: χιτώνα πορφυροUν, ποδήρη, στολιδωτόν τά κάτω, συχνάκις δμως εiς τήν

ποίησιν παραλείπονται οί σύνδεσμοι, δταν κυρίως τά έπίθετα ε{ναι

περιγραφικά:

π. χ. 'Όμ. Π. 140-1: lγχος δ' ούχ lλετ ' οίον α μύμονος Αίακ[δαο βριθύ μέγα στιβαρόν.

ll Βιργιλ. Αiν. ΠΙ, 658: ιηonstrum horrendum, informe, ingens , cui lumen ademptum.

Πρός ταϋτα παραβλητέα τό τοϋ Κάλβ9υ:

άμάργαρος, όλόλευκος, αύτάγγελ τος

τό καθαρόν τοίJ ούρανοίJ άναβαίνει

ή 'Αρετή·

ή τοϋ Παλαμά:

Ι) Τό Κάλβειοv: καί σείς χρυσά, σείς άμβροσίοδμα ρόδα i:vθυμίζr.ι.

τό Σολωμικόv: καί έσύ άθάνατη, έσύ θεία ... 'Ελευθερία. 2) Ν Ε Κ σ. 164. 'Ανέγραψ~ μόνον μερικά έκ τών παρατιθεμένων ύπιί τοϋ κ. ' Ανδρ.

παραδειγμάτων.

92

ΗΓΛΩΣΣΑ

'Έvοιωσες πρώτα τή ζωή μέσα 'ς τής γfίς τά βάθη, άΑ. iνητη, aνεργη, θολή καί δίχως vov καί πάθη.

ή τό δημοτικόν:

Ποιός είδε τή Λιογέννητη νά περπατfj 'ς τούς δρόμους ξεσκούφωτη, ξυπόλητη καί ξεμαλλοπλεμένη;

2) 'Όταν ώρισμένα, ήτοι εν ή καί περισσότερα έκ τών έπιθέτων, τά όποία άναφέρονται είς τό αuτό οuσιαστικόν, άποτελοϋν μετ, αύτοϋ αύτοτελfί εννοιαν , τά λοιπά επίθετα προσδιορίζουν τήν εννοιαν ταύτην, έάν δέ είναι περισσότερα του ένός συνάπτονται διά συνδέ­σμων, π.χ. πολλοί άγαθοί avδρες = πqλλοί dνδρες οί όποίοι είναι καί άγαθοί καί σοφοί.

'Αθάνατον παράδειγμα άμφοτέρων τών άνωτέρω περιπτώσεων, εΙναι τό γνωστόν πινδαρικόν:

ώ ταί λ ι π α ρ α ί καί ί ο σ τ έ φ α v ο ι καί ά ο ί δ ι μ ο ι 'Ελλάδος ίfρει-

σμα, κ λ ε ι ν α ί Ά θ δ. ν α ι, δαιμόνιον πτολίεθρον.

Αuτός είναι ό παραδεδομένος τρόπος συνάψεως τών επιθέτων

πρός τήν δννοια είς τήν όποίαν άναφέρονται. Εiς πείσμα δμως τής ίστορίας, οχι μόνον τfjς έλληνικfjς, 'άλλά καί πάσης γλώσσης, ό κ.

'Ανδρ. ύπεστήριξεν δτι είναι ποιητική άδυναμία νά άναφέρωνται δύο έπίθετα είς τήν αuτήν εννοιαν.

Ήναγκάσθην νά παραθέσω τήν ανωτέρω διδασκαλίαν περί

έπιθέτων, διά νά δείξω είς τόν κ. 'Ανδρ. δτι δταν μέν ό Κάλβος λέγ1J

άείμvηστα καί εvτυχή δώρα, θέλει νά ε'ίπ1J δώρα τά όποία είναι καί

άείμνηστα καί εύτυχfj, δταν δέ πάλιν λέγ1] λαοί aφρονες, aσωτοι, θέλει νά

ε'ίπ1] λαοί aφpονες ο( όποίοι είναι aσωτοι (ήδύναντο νά είναι καί τι dλλο) ώς έπίσης aγρια, μεγάλα νερά= νερά μεγάλα καί άγρια, στολήν

Ενδοξον, Εντιμον = στολήν ενδοξον καί εντιμον, ανάλογα δέ είναι καί τά τήv aωροv, τρισάθλιον μοίραν, είς τόν ήγριωμένον, βαθύν ώκεανόν,

ύβριστικά, ύπερήφαvα τύμπανα κλπ.

Εiς πάντα ταυτα τό δεύτερον έπίθετον προσάπτει εννοιαν μή

νοουμένην έκ του ούσιαστικου δπερ καί aλλως ηδύνατο νά προσδιο­

ρίζηται, ήτοι κατά σειράν άντί ι'iγρια ήδύνατο νά εχΊJ έπικίνδυνα ή

άλλο τι παρόμοιον η άντίθετον, άvτί lντιμος ήδύvατο νά δχ1J καί aτιμος, αντί aωpος, dfpιμος, αντί ήγpιωμένος, fjpεμος, αντί ύβpιστικός,

εύφημητικός κλπ.ι, γεγονός άποδεικνύον τήν άναγκαιότητα τών

έπιθέτων αuτών.

Καταδεικνύεται λοιπόν καί έκτου ανωτέρω παρατηρήματος ούχί

I. Ν Ε Κ σ . 162.

93

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

ποιητική <<άδυ,ναμία» του Κάλβου, άλλ' ά.συγχώρητος έπιστημονική άδυναμία του κ . 'Ανδρ.

'Εξετάζων ό κ. Ά ν δ ρ . ι τήν ύπό τοϋ Κάλβου- χρήσιν τών έπιθέ­των εiς -ος άντί τών τής δημοτικής είς -η (π.χ. θανάσιμος θηλ. άντί

θανάσιμη) καί έπιθυμών νά δείξ'ΙJ ότι ό ποιητής τών 'Ωδών άγνοεί πότε τό έπίθετον είναι τρικατάληκτον καί πότε δικατάληκτον παρατηρείέν ύποσημειώσει, δτι ούτος μεταχειρίζεται λελανθασμένως θηλ. έπίθετα

είς -ος <<κάποτε κ ' έκεί ποD δέν πρέπει: τήν έκλογήν έ λ ε ύ θ ε ρ ο ν

(=έλευθέραν), lJίδει τό θείον τήν έ κ ο ύ σ ι ο ν (=έκουσίαν) θυσίαv>>. Καί ταϋτα , μέν ύποστηρίζει ό κ. 'Ανδρ. 'Η ίστορία τής έλληνικής

γλώσσης δμως διδάσκει , δτι ό έλcγχόμενος Κάλβος έγνώριζε ταϋτα

καί εγραψεν όρθώς. Διότι ό.μφότερα τά aνωτέρω έπίθετα παραδίδονται

καί ώς τρικατάληκτα καί ώς δικατάληκτ~ έκούσιος (ό, ή) καί έλεύθερος

(ό , ή) Τά είς -ος θηλ. τών έπιθέτων τούτων είναι παλαιά καί δόκιμα, άπαντοϋν δέ είς aρίστους ποιητάς καί πεζογράφους, οϋς ό ... ήμιμαθής Κάλβος κατείχε καί κατείχετο ύπ' αuτών.

'Ιδού μερικά παραδείγματα. Τό έπίθετον έκούσιος (θηλ.): παρά Θουκυδ. 6,44: «Πολλά δέ καί άλλα πλοία καί όλκάδες .έ κ ο ύ σ ι ο ι

ξυνηκολούθουν τfί στρατιij. έμπορίας ifνεκα>>.

'Ωσαύτως παρά Σοφ. Φιλοκτ. ι3ι8:

δσοι δ · έ κ ο υ σ ί ο ι σ ι ν έγκεινται βλάβαις καί Εύρ . Ίκέτ . ι 5 ι: σοφήν γ ' ελεξας τήv δ' έ κ ο ύ σ ι ο ν φυγήν

· Τό δ' έπίθετον έλεύθερος (θηλ.): παρ' Αίσχ. 'Αγαμ. 328: .... ούκέτ' έξ έ λ ε υ θ έ ρ ο υ

δέρης dποιμώζουσι φιλ τάτων μόρο ν. καί Εύρ. 'Ηλ. 868: vuv δμμα τούμόν άμπτυχαί τ' έ λ ε ύ θ ε ρ ο ι

έπεί πατρός πέπτωκiν Αlyισθος φονεύς. 'Η είρωνεία τής τύχης ήθέλησε νά έλεγχθij ό κ. 'Ανδρ. άκριβώς

έπί τών σημείων έκείνων, έφ' ών έστήριξε τόν aδικον αύτου ελεγχον, έν τfί σπουδfί του νά dποδείξ'Ι] δτι ό ποιητής τών 'Ωδών ε{χε «μισή καί

άμέθοδη έλληνομάθεια>> 2

.. Α πα ντα τά aνωτέρω μνημονευθέντα έπίθετα, καθώς καί τά

λοιπά, τά όποία παρέλειψα νά dναγράψω, χαρακτηρίζει ό κ. 'Ανδρ .

(σ. ι64) ώς «κοσμητικά».

Κατ· ιiρχάς ένόμισα δτι πρόκειται περί παραδρομής καί παρήλ­

θαν τό ζήτημα. 'Όταν όμως είδον δτι καί κατωτέρω έπαναλαμβάνει

_τόν αύτόν χαρακτηρισμόν καί άφοu έν τφ μεταξύ εΙχον διαπιστώσει τάς aνωτέρω έλεγχθείσας περί του έπιθέτου γνώσειςαότου, έπείσθην

πλέον ότι ούτος άγνοεί, τί σημαίνει κοσμητικόν έπίθετον. ·

ι, Ν Ε Κ σ. 162. 2. Ν Ε Κ σ. 166.

94

ΗΓΛΩΣΣΑ

Διότι βεβαίως ό κ. · Ανδρ . cδφειλε νά γνωρίζ1] δτι κοσμητικά έπίθε­

τα (epitheta ornantia, γερμ. schmίickende Beiworte) καλουνται τά έπίθετα έκείνα, τά όποία χρησιμοποιοϋν πολλάκις οί η:οιηταί διά νά προσδώσουν είς τόν λόγον μεγαλυτέραν άφθονίαν καί νά καταστή­σουν αύτόν παραστατικώτερον, καί τά όποία δύνανται καί νά έλλεί­

πουν, ανευ βλάβης του περιεχομένου του λόγου, διότι ταυτα προσθέ­

τουν άπλώς είς τό ούσιαστικόν ίδιότητας άφ · έαυτών νοουμένας καί δυναμένας νά συλληφθούν ε'ίτε έκ τής έννοίας του ούσιαστικου, τό όποίον ταϋτα έξαίρουv, ε'ίτε καί έκ τfjς συναφείας του λόγου.

Κοσμητικά έπίθετα π. χ. είναι τά όμηρικά; γάλα λευκό ν Ε 902, ύ γ ρ ό ν έλαιον Ψ 281, πόθεν πλεϊθ · ύ γ ρ ά κέλευθα; γ 71, τά ήσιόδεια: νίφα λ ε υ κ ή ν 'Έργ . καί Ήμ. 533, λευκόν a λ ε ι φ α (ρ) Θεογον. 553, τά πίνδαρικά: ύ γ ρ φ πελάγει Πυθ. 4. 70, π ο ν τ ι ά ς aλμα Νεμ. 4.60, τό του Αίσχύλου: π ε τ η ν ώ ν .. . ύπ' οίωνών Έπτ. Θήβ. 1020, τά το.υ Εύριπίδου: ξίφεσιν σ ι δ α ρ έ ο ι σ ι ν ·Ο ρ. 1399, σ ι δ α ρέω φασγάνφ Έκ. 719, τά του Σοφοκλέους: ύ π Ό π τ έ ρ ο υ ς ... πελείσ.ς Φιλ. 288, π τ η v η ς πελείας Αι . 140 κλπ., τά σημερινά: fi σ π ρ ο γάλα . .λευκό χιόνι. μ α ί5 ρ ο ς Άράπης κλπ.

'Εκ τών ογδοήκοντα τεσσάρων έπιθέταiν του Κάλβου, ι'iτινα

παραθέτει ό κ. 'Ανδρ., έν σ. 164 τfjς πραγματείας αύτου , χαρακτηρί­

ζων ι'iπαντα ώς κοσμητικά, όλίγιστα μόνον δύνανται νά χαρμ!Cτηρι­

σθουν ώς τοιαϋτα. Διά νά μή ύπάρξτι δέ εστω καί ή παραμικρά σκέψις

δτι πρόκειται περί άθελήτου παραδρομής, προσθέτω δτι κ:αί είς iήν πραγματείαν αύτοu περί τηξ γλώσσης τοu Παλαμa 1 , ό κ. 'Ανδρ.

περιπίπτει είς τό αύτό σφάλμα.

Ένιi) λοιπόν, ώς άπεδείχθη, ό κ. 'Ανδρ. &γνοεί τήν σημασίαν,

τήν έ'! τφ λόγφ θέσιν ,τών έπιθέψν καί τόν τρόπον τής είς τό

ούσιαστικόν άναφορaς αύτών, άγνοεί τήν κλίσιν τών έπιθέτων, ετι δέ

καί τί καλείται κοσμητικόv έπίθετον, δέν έδίστασεν έν τούτοtς νά κατηγορήσΊ] τόν ποιητήν τών Ώδών δτι <<μολονότι έπιζητεί τό κοσμη­

τικό έπίθετο, οϋτε τό βρίσκει εϋκολα, οϋτε· νά τό πλάση μπορεί. Καί καταφεύγει στά πάγκοινα κοινοτοπικά έπίθετα, χωρίς νά έχη τή δύναμη νά

τούς δώση μιά νέα όψη~• καί νά τόν κατηγορήσΊJ άκόμη προκειμένου

περί του έπιθέτου , δτι <<σπάνια τό ποιητικό του αίσθημα κατορθώνει νά ύψωθή πάνω άπό τό κοινοτοπικό καί τό μέτρω»2 •

·Ασθενής καί dοπλος αύτός Ί']θέλησε νά πλήξΊJ τόν σιδηρόφρα­

κτον Κάλβόv ί;ίς τό εύγενέστερον . στοιχείον τής ποιήσεώς του, τό έπίθετον, μή διiνάμενος νά ιlντιληφθ1] δτι τό έπίθετον άκριβ&ς εlναι

I) Ν Ε Π σ . 259-260.

2) Ν Ε Κ σ. 164.

95

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

τό στοιχείον έκείνο, εiς τό όποίον κατέδειξεν ή Κάλβεi.ος 'Ωδή τήν άθανασίαν του έλληνικοu ποιητικού λόγου.

Ό κ. 'Ανδρ. κατηγόρησε τόν ποιητήν δτι καταφεύγεί «στά πάγ­κοινα κοινοτοπικά έπίθετα••, ώς τοιαύτα-= δέ θεωρεί τά παραδεδομένα. Τοuτο πιστεύει ό κ. 'Ανδρ. διότι άνήκει είς ενα κόσμον παρανοοϋντα

τόν χαρακτήρα τής έξελίξεως τής έλληνικής γλώσσης .

Δέν θέλω νά άρχίσω ένταuθα συζήτησιν άνωφελή 'ίσως διά τόν κ.

'Ανδρ. Θά έπιμείνω μόνον ολίγον είς τό καθαρώς φιλολογικόν

σημείον.

"Εν παραδεδομένον γλωσσικόν στοιχείον τότε μόνον δύναται νά

χαρακτηρισθl] κοινοτοπικόν, δ~αν χρησιμοποιi'jται ύπό τοϋ λογοτέ­χνου κατά δοuλικήν μίμησιν καί δέν συγκινεί τήν ψυχήν αύτοu. 'Όταν δμως λογοτέχναι, δπως ό Κάλβος, άντλοuν έκ τfjς παραδόσε­ως, aφομοιώνουν τά στοιχεία τά όποία Παραλαμβάνουν καί δίδουν είς αότά νέαv ζωήν. "Ή dρχαία Μοϋσα παρέχει είς πάντα στίχον αύτοϋ άσυνήθη χαρακτfιρα, μακράν παντός κινδύνου κοινοτυπίας καί πεζολο­

γίας» γράφει περί του Κάλβου ό Παλαμάς'.

Αί ύψηλαί ποιητικαί φύσεις aντιμετωπίζουν τούς ίστορικούς

αύτών προδρόμους καί άντιπαρατάσσουν τούς κόσμους των πρός τούς κόσμους, τούς όποίους έκείνοι επλασαν. 'Όταν ε{ναι τfjς αότfjς κατα­

γωγής, συνδέονται καί διά τοϋ λόγου καί παρέχουν είς τούς μεταγε­

νεστέρους τήν δυνατότητα νά κρίνουν, πλήν τών άλλων, καί πώς

εκαστος έχρησιμοποίησε τά στοιχεία της γλώσσης. Έκεί δέ άκριβώς

έλέγχεται τό ζήτημα τfjς έξόχου έκφράσεως:

dixeris egregie, notum si callida νerbum reddiderit iunctura noνom.

Ό ρ ά τ ι σ ς, De arte poetica στ. 47-48. Εiς τόν λόγον τοϋ Κάλβου, δύναταί τις νά σπουδάστι άσφαλώς

τήν <<callidam iuncturam». 'Ο ποιητής ούτος έχpησιμοποίησεν,

άφθόνως τό λόγιον έπίθετον, διότι τοϋτο προσιδίαζε πρός τήν τεχνο­τpοπίαν του, διότι τό έπίθετον τοϋτο κατ' έξοχή ν συνεβιβάζετο πpός

τόν κόσμον τόν όποίον ούτος έξέφρασε, καί διότι ή χρησιμοποίησις

τοϋ στοιχείου αύτοϋ aπετέλει ίστορικήν ανάγκην, ην ό ποιητής ήτο

είς θέσιν νά πληρώστι.

I) Τά Πρώτα Κριτικά σ. 25. · καί έν σ. 39: « Ό Κάλβος ώς άληθής ποιητής, δίδει πολλήν σημασίαν εΙς τό tπίθετον, τό χρωματίζον τόν λόγον καί lμψυχοϋν τιi πράγματα· ο ύ δ έ ν σ χ ε δ ό ν έ π ί θ ε τ ο ν d π α ν τ a τ α ι έ ν α ύ τ ώ χ υ δ α ίο ν, τ ο ύ τ έ σ τ ι ν

ιJ. χ ρ ο" ν κ α ί τ ε τριμμένο ν"· 'Ιδ. κ:αί Κ. Δ η μ α ρ a ν, Ν. ·Εστία 13 (1939) σ. 224 καί Όδ. Έ λ ύ τ η , ν Ν Ε Κ σ. 34.

96

ΗΓΛΩΣΣΑ

ΕΙναι άξιος μεγάλης τιμής, διότί κατέδειξε τήν δύναμιν καί τά θέλγητρα του παραδεδομένου έπιθέτου, χρησιμοποιουμένου «Cal!ide>> είς τήν <<iuncturam>> τής νεοελληνικής ποιήσεως.

Έπραγματεύθην τά στοιχεία έκείνα τής διατριβής του κ. 'Ανδρ.,

είς τά ,όποία ούτος έπεχείρησε νά ... τιμήσΊJ, κατά τόν δειχθέντα flκιστα συνήθη τρόπον, τόν μεγαλόστομον ποιητήν των 'Ωδών, είς τό

πρός τιμήν αύτου έκδοθέν τευχος τής <<Ν. 'Εστίας>>. 'Επεδίωξα νά έξαντλήσω tό περιεχόμενον τής διατριβής του κ. 'Ανδρ., άφήκα δέ

μόγον . άνεξέταστα έπουσιώδη τινά παρατηρήματα αύτοϋ, άτι να έθεώρησα κατώτερα εύρυτέρας συζητήσεως.

Ό ελεγχος ύπήρξεν 'ίσως έν πολλοίς διεξοδικός καί αύστηρός,

~λλά καί έπιβεβλημένος καί δίκαιος. Διότι πρόκειται περί σοβαρου

φιλολογικου ζητήματος.

·Ο 'Α ν δ ρ έ α ς Κ ά λ β ο ς δέν εΙ ναι άμελητέα τις προσωπικό- ·

της, έκ τής μεγάλης χορείας των νεοελλήνων λογοτεχνών. ·Ίσταται έπί βάθρου, στηριζομένου έδραίως είς τήν φιλολογικήν συνείδησιν

του 'Έθνους.

·ο κ. Ν. 'Ανδριώτης, εiδικός καθηγητής τής γλωσσολογίας έν

τφ Πανεπιστημίφ, ημφεσβήτησε τήν έλληνομάθειαν καί τήν γενναιό­

τητα τής έμπνεύσεως τοϋ ποιητου καί κατέταξεν αύτόν «είς τά πρώτα»

δηλαδή τά κατώτερα <<σκαλιά τfίς ποιητικής άξίας»ι. 'Εθεώρησα έμαυτόν ύποχρεωμένον νά άντικρούσω τήν άδικον

καί άσύστατον αότήν κρίσιν. 'Ηρεύνησα ίστορικι'i'ις τό ζήτημα τήζ γλώσσης τοϋ Κάλβου καί άνέλυσα γραμματικι'i'ις τά στοιχεία τοϋ

ποιητικου του λόγου. 'Όχι δλα, άλλ · έκείνα είς τά όποία ή πραγμα­τεία του κ. 'Ανδρ., παραμένουσα τυχόν άνεξέλεγκτος, ύπήρχε

κίνδυνος νά παροδηγήσ1J τούς μή είδικούς.

'Ελπίζω δτι διά τής παρούσης διατριβής δέν έπανέφερα άπλι'i'ις τό

ζήτημα τής γλώσσης τοϋ Κάλβου είς τό σημείον, έξ ού παρέλαβεν αύτό ό κ. · Ανδρ., άλλ' δτι καί προήγαγαν τοϋτο. Διότι εδρον τήν

εύκαιρίαν νά συζητήσω προκαταλήψεις περί τής γλώσσης τοϋ ποιητοϋ, περί δήθεν άρχαιομανίας αύτοϋ κλπ., καί νά διασκεδάσω τήν έπιπολαίως κρατήσασαν παρά τισι γνώμην, δτι δήθεν ό ποιητής δέν ήτο έγκρατής του έλληνικου λόγου. '

Πρός τοϋτο fιρεύνησα τάς δυνατότητας, αί όποίαι ύπήρχον έπί

τής έποχής τοϋ Κάλβου πρός χρήσιν τοϋ α· η τοϋ β· τύπου γλώσσης

καί τάς γλωσσικάς άνάγκας, τάς όποίας έπέβαλλε τό ε{δος τη~ .

ι) 'Αvδρ. Ν Ε Κ σ . 157.

97

ΑΠΑΝΤ Α ΚΑΛΒΟΥ

Καλβείου 'ΩδτJς, ljτιολόγησα δέ ίστορικ&ς καί τεχνικώς τάς ιδιορ­

ρυθμίας καί τάς δυσκολίας τοϋ λόγου του.

' Απέδειξα δτι ό ποιητής χρησιμοποιεί κατά κανόνα τήν έπί τijς

εποχής αότοϋ άπλήν γραφομένην Νεοελληνικήν, πλουτίζων αότήν

δι' aσυνήθως μεγάλου ό.ριθμοϋ στοιχείων τής γλώσσης τοϋ λαοϋ καί

δτι δπου ανατρέχει γλωσσικ&ς εiς τήν παράδοσιν, πράττει τοϋτο 6χι

κατά δουλικήν μίμησιν, ώς ήθέλησε νά ύποστηρίξυ ό κ . 'Ανδριώτης,

ό.λλ ' ιiκολουθ&ν τήν έλληνικήν φιλολογικήν παράδοσιν καί τούς

μεγάλους κανόνας τfjς tλληνικfjς τέχνη ς.

98

Φιλλέλληvες άt,ιωμαrιιωί, πού ί:βοιjθησαν στόν (}γ (ίJνα γι(i τήν άπcλcυθέpωση τίjς Έλλάδας, τό 1822. 'Εθνικό 'Ιστορικό

Μουσείο.

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ

Zuliette Lamber Ό 'Ανδρέας Κάλβος έγεννήθη έν Ζακύνθφ περί τό 1796. Είναι

συμπολίτης καί σύγχρονος του Διονυσίου Σολομου. 'Ο Κάλβος οπως

καί ό περίπυστος ποιητής του 'Ύμνου τfίς 'Ελευθερίας έσπούδασεν έν

'Ιταμq., dλλ · αί σπουδαί του ύπi;"ρξαν έντελέστεραι τών του Σολομόυ, καί ένφ ό Σολομός δύναται νά όρισθ-Ό διά τής λέξεως ποιητής περί του Κάλβου πρέπει νά προσθέστι τις καί τάς λέξεις σοφός καί λόγιος. .

Φίλος καί συμπομτης του Φοσκόλου, ό Κάλβος συνεδέθη

στενότατα μετ' αuτου καί γενόμενος γραμματεύς του τόν συνώδευσεν είς Γενεύην τφ 1816, καί τφ 1819 είς Λονδίνον. ·Αλλ ' α.'ίφνης ή φιλία

τών δύο ποιητών διεκόπη καί αίτία τc~ν πρώτων έρίδων των ύπήρξεν ό

νευρικός των παροξυσμός καί τό ϋποπτον του χαρακτfjρός των .

· Αφου δ ' έφιλιώθησαν έκ νέου καί συνεχωρήθησαν dμοιβαίως,

όριστικώς τέλος έχωρίσθησαν τφ 1821. Ό Κάλβος νυμφευθείς νεαράν ·Αγγλίδα έν Λονδίνφ έχρησιμο­

ποίησε τάς γνώσεις αύτοu γενόμενος διδάσκαλος τfjς · Ελληνικfjς . . Εν . Αγγλίq. δ. εσχε μεγάλην φήμη ν, έν έποχΌ ίδίως καθ' ijν οuδέν Όνομα είχεν άνατείλει έν τ-Ό Νεοελληνικ-Ό φιλολογί~.

Οuδέποτε ποιητής ύπήρξε πρωτοτυπότερος. 'Έχει ύψηλήν τήν εμπνευσιν καί τό α'ίσθημα ζωηρόν . Αί είκόνες του είναι πλατείαι καί ή

μορφή ποικίλη, τό δέ uφος του άνήκει είς αύτόν καί μόνον. Γράφει

τήν · Ελληνικήν γλώσσαν καθ· δλως παράδοξον τρόπον, δστις δέν είναι οϋτε τό ίδίωμα του λαου , οϋτε ή γλώσσα ήν οί λόγιοι τής χώ_ρ~ς

του είχον ήδη παραδεχθή.

* Τηρήβηκε ή όρβογραφία τή ς πρώτης έκτύπωσης στό Περιοδικό « Παρνασσός» i: το ς

1880 σελ . 892-897.

101

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

'Αλλ' ή aρχαία 'Ελληνική γλώσσα fiν έδίδασκεν έπέδρασε πολύ

έπί τής μορφής καί τοϋ ι)υθμοϋ τfjς ποιήσεώς του, οδ ενεκα τό κοινόν

πρός δ ό:πηυθύνετο δέν ηuχαριστείτο μέ αuτόν. 'Ανθίσταται είς τάς

νεωτέρας aπαιτήσεις καί αναζητεί έγωϊστικώς σύνολόν τι ίδιαίτερον

δλως. Ό Κάλβος έφεϋρε νέον δλως ρυθμόν, μονότονον δσον καί εύχάριστον. .

'Εν 'Ελλάδι δ λαός δεν ένόησε τόν ποιητήν τών 'Ωδών, οί

λόγιοι μόνον άνωμολόγησαν τήν δύναμιν καί τήν τέχνην iiτις εΙναι

εγκατεσπαρμένη έν ταίς ποιήσεσιν αύτοϋ . 'Εάν ό Ζακύνθιος ποιητής

εζη ακόμη έν τtϊ πατρίδι του fiτις καΒ: έκάστην τελειοποιεί τήν

λαλουμένην γλώσσαν καί προσπαθεί νά ό:νευρίσκlJ όμοιότητα έν ταίς

λέξεσι τής νεωτέρας πρός τάς τής άρχαίας, ό Κάλβος θά ήτο ό πρώτος

ποιητής τfjς 'Ελλάδος.

'Έπpεπε καί ό Σολομός νά άκούσl] έν Ζακύνθφ τόν Σπυρίδωνα Τρικούπη ν λέγοντα αuτ& <<ψάλλε μετά τών ·Ελλήνων άν θέλl]ς νά σέ ψάλωσιν οί 'Έλληνες».

Ή 'Ελλάς δέν εψαλε τόν ποιητήν τών Ώδών.ω 'Ίνα γείν1J

καταληπτός επρεπε νά τόν μεταφράσl] τις σχεδόν είς τό πλfiθος ό:λλ' ό Κάλβος κατέχει έν τij νεωτέρft Έλληνικij φιλολογί~ θέσιν

τοιαύτην ijν μεγάλοι δημοτικοί ποιηταί ijθελον ζηλεύσει αuτφ.

"Ας κρίνlJ τις έκ τών έπομένων παραδειγμάτων ('Ωδή α' 'Ο

Φιλόπατρις).

102

'Ώ φιλτάτη πατρίς,

ω θαυμασία νήσος,

Ζάκυνθε· σύ μοΒ εδωκας τήν πνοήν, καί του Άπόλλωνος

' τά χρυσά δώρα

Ποτέ δέν σέ έλησμόνησα

ποτέ. Καί ή τύχη μ' έρριψε

μακρά dπό σέ· μέ εlδε

τό πέμπτον του αίώvος είς ξένα ίfθνη

Άλλά εύτυχής, ή δύστηνος

δταν τό φώς έπλούτu τά βουνά, καί τά κύματα,

σ ' έμπρός τών όφθαλμών μου πάντοτε εlχον

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ

Σύ δταν τά ουρανια

pόδα μέ τό dμαυρότατον

πέπλον σκεπάζrι ή νύκτα

σύ είσαι τών όνείρων μου

ή χαρά μόνη

Τό κϊ5μα ίόνιον πρώτον

έφίλησε τό σώμα·

πρώτοι οί ίόνιοι Ζέφυροι

έχάίδευσαν τό στfjθος

τής Κυθερείας

Κι ' δταν τό έσπέριον aστρον ό ούρανός άνάπτrι καί πλέωσι γέμοντα έρωτος

καί φωνών μουσικών

θαλάσσια ξύλα

Φιλεί τό 'ίδιον κϊ5μα

οί αvτοί χαϊδεύουν Ζέφυροι

τό σώμα καί τό στήθος

τών λαμπρών Ζακυνθίων

aνθος παρθένων

Μοσχοβολάει τό κλίμά σου ώ φιλτάτη πατρίς μου,

καί πλουτίζει τό πέλαγος ύπό τήν μυρωδίαν .

τών χρυσών κίτρων

Σταφυλοφόρους pίζας

έλαφρά, καθαρά,

διαφανή τά σύννεφα ό βασιλεύς σοϊ5 έχάρισε

τών άθανάτων

Ή λαμπάς ή αίώνιος

σοϊ5 βρέχει τ~ν ήμέραν

τούς καρπούς, καί τά δάκρυα γίνονται τής νυκτός

εl<; σέ κρίνο<;

103

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

'Άς μή μοv δώσrι ή μοίρά μου

είς ξένην γίjν τόν τάφον · είναι γλυκύς ό θάνατος,

μόνον δταν κοιμώμεθα

είς τήν πατρίδα.

' '

··Η πρώτη συλλογή των 'Ωδών τοϋ Κάλβου ύπό τήν έπι γραφή ν ή

Λύρα έδημοσιεύθη έν Γενεύ1] τφ 1824. Κατά τό αύτό Ιtτος έδημοσιεύθη γαλλική αύτών μετάφρασις ύπό τοϋ Stanislas Julien. Tci) 1826 έδημοσιεύετο έν Παρισίοις δευτέρα συλλογή νέων 'Ωδών του Κάλβου, μετ' έκλογfjς ποιήσεων τοϋ Χριστοπούλου, μεταπεφρασμέ­

V(QV άμφοτέρων ύπό του συγγραφέως τ&ν Helleniennes, Pauthier de Censay. Κατά περίεργον σύμπτωσιν άμφότεροι οί μεταφρασταί του Κάλβου ύπήρξαν δύο τ&ν καλλιτέρων συγχρόνων σινολόγων.

Ό Κάλβος μακρόθεν παρατηρεί τό αίματηρόν δρaμα τής

έπανάστάσης πατρίδος του, οί i]ρωες ο'ίτινες νικώσιν οϋτω περιφανώς ε{ναι άδελφοί του · αί τρομεραί καταστροφαί αΤτινες έπιπ'ίπτουσιν έπί

τής . · Ελλάδος καταστρέφουσι τήν πατρίδα του . ·Ο ποιητής άδυνατεί

νά πολεμήσ1J ύπέρ άπελευθερώσεως τfjς γής τών πατέρων του, άλλ · ή καρδία του συνταράσσεται έκ πατριωτισμοϋ. Ψάλλει τήν τραγικήν έποποιίαν λαοϋ' άποθνήσκοντος έπί ττJ έλπίδι άναβιώσεως. · Υψίσττi άπλότης, ώς έκ τής όποίας θά τφ προσμειδιάσ1J ή τύχη.

Μετά τήν άπαγχόνισιν τοϋ Πατριάρχου καί τ&ν προύχόντων

·Ελλήνων έν Κωνσταντινου1tόλει, λύπη μεγίστη τ&ν φιλοπατρίδων

·Ελλήνων ήν ή ε'ίδησις τfjς καταστροφής τοϋ 'Ιεροϋ Λόχου έν

Δραγατσανίφ, δν άπετέλει τό ί'iνθος τής · Ελληνικής νεότητας, οί υίοί

τ&ν άρίστων οίκογενει&ν, σπουδασταί .συρρεύσαντες πανταχόθεν τfjς

Δύσεως, ο'ίτινες εσπευσαν Ι)πό τάς διαταγάς του Ύψηλάντου.

Ε{ναι γνωaτόν δτι τά πρώτα επαναστατικά κινήματα άνεφάνησαν

έν Βλαχί~ . Οί 'Έλληνες φιλοπάτριδες i]θελον νά άνάψωσι τό πϋρ τfjς

έπαναστάσεως άπανταχόθεν συγχρόνως, φρονοϋντες δτι δσφ πλειότε­

ρον έrtεκτείνεται τόσφ πλειότερον ίσχυροποιείται. Τό αίμα τ&ν πρώτων μαρτύρων τής έλευθερίας δέν άπωλέσθη μάτην· ή 'Ελλάς έξ

αύτου συνήγαγεν ενδοξον θέρος. Εiς τόν ' Ιερόν Λόχον ό Κάλβος άπευθύνει τάς ώραίας ταύτας

στ ροφάς :

104

Σaς ι'iρπαξεν ή τύχη

τήν νικητήριον δάφνην

καί άπό μυρτιάν σaς έπλεξε

καί πένθιμον κυπάρισσον

στέφανον άλλον

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ

'Αλλ , άν τις άποθάνrι διά τήν πατρίδα, ή μύρτος

εfναι φύλλον άτίμητον

καί καλά τά κλαδιά

τής κυπαρίσσου

'Από τήν στάμναν χύνει

τά βΕ.ύματα τής λήθης, καί τά πάντα άφανίζει.

Χάνονται πόλεις, χάνονται

βασίλεια κ ' /Jθνη.

'Αλλ ' δτε πλησιάσει τήν γήν όπου σας εχει

θέλεί . άλλάξειν τόν δρόμον του ό χρόνος, τό θαυμάσιον

χώμα· σεβάζων

Αύτοv, dφ ' ού τήν dρχαίαν πορφυρίδα καί σκήπτρον θέσω μεν τής 'Ελλάδος,

θέλει φέρει τά τέκνα της

πiiσα μητέρα.

Καί δακρυχέουσα θέλει

τήν ίεράν φιλήσει

κόνιν, καί είπεί· τόν l!νδοξον

λόχον, τέκνα, μιμήσατε . λόχον Ήρώων. 'Άλλη καταστροφή φοβεροτέρα συνεκίνησε τόν πεπολιτισμένον

κόσμον δλον, φοβεροτέρα διότι δέν προσέβαλεν όπλίτας, άλλ · άθώα όντα· έννοω τήν καταστροφή ν τής Χίου. "Απαντες έν Γαλλίq κυρίως

γινώσκουσι τήν διήγησιν των τρομερών έκείνων σφαγών α'ίτινες

κατέστησαν δημοτικαί (άν ή λέξις αuτη άρμόζτι έπί τοιαύττι πράξει)

διά ποιημάτων, δι· είκόνων καί α'ίτινες διεδόθησαν καί ψάλλονται

μέχρι καί των ήμετέρων χωρίων.

Είς τόν ήρημωμένον

αίγιαλόν τής νήσου

οϋτω φέρνουν τά- κύματα

καί τό παράπονόν του al J Ωκεανίναι

105

106

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

Τά γαλακτώδη μέλη

τών παρθένων τής Χίου

πλέον έσύ δέν pαντίζεις

ώ λαμπρόν τοϋ Αίγαίου ίερόν ρεϋμα

'Εκεί δπου ή πανήγυρις τών Μουσών τής Έλλάδος

άναπτε τά πυρά,

καί τών ποδών έσήμαινε τ • aλυπον μέτρον

'Υβριστικά, ύπεpήφανα

τύμπανα άκούω · καί βλέπω τήν Ναβαθαίαν· είς αί'μα

βαμμένην έπί τούς πύργους άεpοκiνείται

Ό μιαρός τήν μάχαιραν ... άνατριχιάζω ... τρέμουσι τά δάκτυλά μου ... μίαν πpός μίαν έσύντριψα

τάς χορδάς ι'fλας

ΤΩ λαιμοί τών άθώων,

παιδιών μας, ώ πλευρά σεβάσμια τών μητέρων,

γερόντων κόμαι είς τό αι'μα

άθλίως βρεγμέναι

Πόσους ναούς ποίJ tδέχοντο

τάς πτερωτάς τής πίστεως

προσευχάς καί τά δώρα·

πόσους βλαστούς σοφίας

π όσας έλπ ίδας

Αϊ, πόσους πνέοντας έρωτα

θαλάμόυς, τώρα ή φλόγα

βαρβάρως κατατρώγει μισητόν όλοκαύτωμα

ένός τυράννου.

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ

'Αλλ ' ή τιμωρία δέν άργεί νά ελθ1J· τήν Χ ίον θά έκδικήσ1J ό Κανάρης. Καί iδού πώς ψάλλει ό Κάλβος έν τij Ώδij αότου τά ήφαίστια:

.... . Νά βλέπω ταχείαι, ώς τ' άπλωμένα

πτερά τών γερανών,

/Jρχονται δύο κατάμαυροι τρομεραί πρώραι

Παύει ώς τόσον ό κρότος

τών μουσικών όργάνων

τ ' dγαρηνά τραγούδια παύουν καί τά ύπερήφανα

βλάσφημα μέτρα.

Μόνον dκούω τό φύσημα

τοv άνέμου όπου περνώντας

είς τά κατάρτια άνάμεσα

καί είς τά σχοινία σχισμένος

βιαίως σφυρίζiι.

Νά αί κραυγαί καί δ φόβος

νά ή ταραχή καί ή σύγχυσις

άπό παντοϋ σηκόνονται

καί άπλόνο.υν . πολυάριθμα πανία νά φύγουν

Στενόν, στενόν τό πέλαγος

δ τρόμος κάμνει· πέφτει

l!να καράβι έπάνω

εlς τ· άλλο καί συντρίβονται, πνίγονται οί ναvται

"Ω πώς άπό τά μάτια μου

ταχέως έχάθη ό στόλος, πλέον δέν ξανοίγω τώρα,

παρά καπνούς κaί φλόγας ούρανομήκεις

'Έξω άπό τήν θαλάσσιον

πυρκαϊάν νικήτριαι

107

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

ίδού πάλιν t.κβαίνουν σωσμέναι αί δύο κατάμαυροι

fJαυμάσιαι πρώραι

Πετάουν άπομακρύνονται στό διάστημα τοϋ άέρος

χωσμέναι γίνονται άφαντοι

διαβαίνουσαι έπαιάνιζον

κ · ήκουεν ό κόσμος.

Κανάρη! καί τά πέρατα

τijς γijς έβόουν, Κανάρη.

Καί τών αΙώνων τά όργανα

ίσως θέλει άντηχήσουν

πάντα Κανάρη!

Οί θαλάσσιοι θρίαμβοι τών • Ελλήνων ένέπνευσαν τφ Κάλβφ καί άλλην ώραίαν Ώδήν ό 'Ωκεανός ής παρατιθέμεθα όλίγας σtροφάς

108

Σχισμένη άπό μυρίας

πρώρας άφρίζει ή θάλασσα τά πτερωμένα άδράχτια έλεύθερα έξαπλόνονται

εΙς τόν άέρα

Έπί τήν λfμνην οϋτως

αύγερινά πετάουσι

τά πλήθη τών μελισσών δταν γλυκύ τοϋ f.αρος

φυσάrι τό πνl:ϋμα.

Πεφιλημένα θρέμματα·

Ώκεανοϋ γενναία

καί τijς Έλλάδος γνήσια τέκνα, καί πρωτοστάται

έλευθερίας.

Χαίρετε σείς καυχήματα

τών θαυμασίων Σπετζίας 'Ύδρας Ψαρών σκοπέλων

όπου ποτέ δέν άραξε φόβος κινδύνου

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ

Κατευοδοίτε! 'Ορμήσατε

τά συναγμένα πλοία

ώ άνδρείοι· σκορπίσατε τόν στόλον, κατακαύσατε

στόλον βαρβάρων

'Ω έπουράνιος χείρα,

σέ βλέπω κυβερνούσαν

τά τρομερά πηδάλια

καί τών ήρώων αί πρώραι

Ιδού πετάουν

'Ιδού κροτούν, συντρίβουσι

τούς πυρσούς θαλασσίους

έχθρών άπείρων· σκάφη,

ναuται, ίστία, κατάρτια

ή φλόyα τρώγει

Καί καταπίνει ή θάλασσα τά λείψανα· τήν νίκην

ίfψωσε ώ λύρα: ιϊν ffρωες δοξάζονται, τό θείον

φιλεί τούς ϋμνους.

· Οθωμανέ ύπερήφανε ποϋ ε[σαι; νέον στόλον

φέρε, ώ μωρέ, καί σύναξε νέαν δάφνην οί 'Έλληνες

θέλουν άρπάξεΊ.

'Αρχαϊκόν τι πνεuμα διήκει διάτων Ώδών τούτων. Τό λυρικόν

ϋψος ε{ναι εiλικρινές, .αί είκόνες άπλαί καί μεγάλαι τό α'ίσθημα ίσχυρόν καί ή διάνοια εύγενής. Τά πάντα έν τ(i μορφlj καί ταίς ίδέαις συμπλέκονται μετά τέχνης, μετά μέτρου, άνευ ύπερβολής, άνευ

ψευδοuς άναζητήσεως ένθουσιασμοu· ε{ναι άληθής ποίησις . Έν τούτοις τό έίπομεν καί άνωτέρω· ό Κάλβος σχεδόν έλησμο­

νήθη· ή γλωσσά του δέν λαλείται οϋτε έν Ζακύνθφ οϋτε άλλαχοϋ τής_ 'Ελλάδος. Φροντίζει πολύ περί τής συντάξεως καί του καταρτισμού

των φράσεών του ώς καί περί της έκλογής τών λέξεων. 'Αναμιμνή­σκεται μάλλον τόν Πίνδαρον ή τά κλέφτικα άσματα. Παραβιάζει διά

τολμηρών άποστροφών τήν Νεοελληνικήν γλώσσαν, ής ή χάρις τόσφ

τ:ολύ. συμβάλλεται είς τήν λυρικήν ποίησιν ής καί αuταί αί άνωμαλίαι

109

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

εiναι μέγας πλοϋτος εiς δεξιόν κάλαμον.

·Ο Σολομός με θ· δλους τούς δισταγμούς των πρώτων αύτοϋ

ποιημάτων, έξελέξατο όργανον iσχυρόν τήν ζώσαν διάλεκτον fjν

έλάλουν περί αύτόν. Τόν κατηγοροuσιν δτι δέν ήτο δυνατός εiς τήν 'Ελληνικήν γλώσσαν· τοuτο εlναι πιθανόν, ciλλά δέν τό παρατηρεί τις ούτε δταν τόν ciναγινώσΚΊJ, οί5τε δταν τόν Ι'fliλλΊ]' πρέπει νά τόν

ό:ναλύσΊJ 'ίνα φανώσιν αί άτέλειαί του.

·Ο Κάλβος έγίνωσκε μέν κάλλιον τήν ό:ρχαίαν γραμματικήν,

ό:λλ. ύπάρχει τι εν τij γλώσσΊJ του καί τφ pυθμφ του, δπερ δέν

ήδύνατο η νά μειώσΊJ τ:ήν δη μοτικότητά του. 'Όσην τέχνην καί

έπιστήμην καί άν περικλείωσιν οί στίχοι του δέν έγένοντο άποδεκτοί

ύπό τών 'Ελληνικών ωτων. Συνειθισμένοι ό:πό αiώνων εiς τά

δημοτικά α.σματα, βαυκαλιζόμενοι ύπό τής άρμονίας αύτών, οί συμπολίται τοϋ Κάλβου ηρνήθησαν νά ύποστώσι τήν τυραννίαν τοu

νεωτερισμού του. Μεθ' δλην τήν ποίησιν Υ] τις έγκλείεται εν ταίς

ψδαίς του καί τήν εντέλειαν τής μορφής, έν ·Ελλάδι ό Κάλβος δέν

εσχε τήν φήμην fjτις τφ ώφείλετο .

'Ο Κάλβος aπώλεσε τφ 1826 τήν νεαράν του σύζυγον καί τήν μονογενή του θυγατέρα . Τήν καρδίαν ί:χων συντετρψμένην ό:νέλαβε

τήν πρός τήν πατρίδα έπάνοδον. 'Αποκατέστη έν Κερκύρg καί

διωρίσθη εύθύς καθηγητής τής φιλοσοφίας έν τij Ίονίφ 'Ακαδημί!l ,

έν Ό θέσει όλίγον διέμεινεν. Αί οίκογενειακαί αuτοu λύπαι, ή πτωχεία

καί ή δυστυχία α'ίτινες τόν έπίεζον έπί πaσι δ· άσθένειαι συνεχείς

άπετράχυνον τόν χαρακτήρά του καί καθίστων δυσχερή τήν μετ'

άλλων έπικοινωνίαν. 'Ενίοτε τοσοi)τον ώ ργίζετο ωστε έπί ωραν

διίστατο πρός τούς προσφιλεστάτους αύτοϋ φίλους . 'Η ό:γαθή δμως

αύτοu καρδία τόv εκαμνε ταχέως νά μετανοij, καί τότε προσεπάθει νά

πλησιάσΊJ έκείνους οϋς εlχεν fjδη aπομακρύνει. Τά μαθήματά του έν

Κερκύρq μόλις τφ παρείχαν τά πρός τό ζήν, ώς έκ τούτου δέ καί δέν έδημοσίευσε πλέον στίχους του · ε lναι δ' dγνωστον καί dν έποίησεν

Ciλλσ;;-:; . Σώζονται έκ τής έποχής ταύτης ό.ρθρα φιλολογικά τοϋ

Κάλβου δημοσιευθέντα έν έφημερίσι καί περιοδικοίς. Τά μαθήματά

του τής φιλοσοφίας οuδέποτε έξετυπώθησαν.

Καταβεβλημένος ύπό τής δυστυχίας άνεχώρησε καί πάλιν εiς

Λονδίνον. Περί τά τέλη του βίου του συνήλθεν εiς δεύτερον γάμον.

Άπεβίωσε δ' έν Λονδίνφ τc!S 1859.

JULIEΠE LAMBER

\10

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ

"···μόνη, άμάργαρος, όλόγυμνος, αύτάγγελτος

τό καθαρόν τού οvρανού άναβαίνει

ή 'Αρετή ... »

Α. ΚΑΛΒΟΣ

(<<Λύρα»-Πρόλογος)

Σπύρου Μελά

'Ακαδημαϊκοί)

Τόν άναφέρουν συχνά πλάϊ στό Σολωμό .. . 'Αλλά γειτονεύουν ποτέ οί aντίποδες; Μά ό Κάλβος δέν πάει καί μέ κανέναν άλλο μαζί.

'Ασυνταίριαστος κι' &πομόναχος - ίiνα φαινόμενο στά έλληνικά

γράμματα καί σ' δποια λογοτεχνία τοϋ κόσμου .

Περιπέτεια ζωής (πνευματικής καί μή) μυθιστορηματικη: 'Ένα

φτωχό ζακυθινόπουλο, γυιός έμποράκου, πού πάει στήν 'Ιταλία

(Λιβόρνο}, μέ τόν πατέρα του καί τόν aδερφό του, γιά έμπόρια · καί, πρίν προλάβει ν ' aρχίσει νά ζεί, γίνεται δημόσιος φιλοσοφικός

άπολοyητής τής αύτοκτονίας καί συνάμα ξεκινάει γιά θεμελιωτής

καινούργιας αισθητικής καί καταστρώνει <<σχέδιον νέων aρχών των

Γραμμάτων, έφαρμοζόμένων καί ε{ς τάς καλάς τέχνας». Γιά νά γίνει επειτα ποιητής , νά τυπώσει εξω άπό τήν 'Ελλάδα ώδές , πού ύμνοuσαν

.τόν μεγάλο aγώνα γιά τήν έλευθερία τοϋ εθνους νά μή συγκινήσουν

κανένα καί ή πατρίδα νά τίς &γνοήσει (κανένας ποιητής η λόγιος τής

έποχής του δέν άνάφερε ποτέ καί πουθενά τόν Κάλβο, σάν νά μήν

ύπijρχε)· νά γράψει τραγωδίες, πού δέν τίς γνώρισε ποτέ, μέ κανέναν

τρόπο, τό κοινό· νά διδάξει κατόπιν φιλοσοφία, καθ~γητής στό 'Ιόνιο Πανεπιστήμιο· νά παραιτηθεϊ: γιατί χειροκρότησαν οί σπουδα­

στές εναν άλλο, πού αύτός δέν έκτι~οϋσε· νά έμβαθύνει στά θεολογικά

ζητήματα, νά γίνει δημόσιος ύπερασπιστής τfjς ορθοδοξίας έναντίον

τοϋ πάπα καί νά πεθάνει στή Λόντρα, διαμαρτυρόμενος, μεταφρα­

στής προπαγανδιστικών βιβλίων καί φυλλαδίων τής ' Αγγλικανικής

'Εκκλησίας! .. . Κι' αύτά δλα δέν είναι παρά σχεδιαγράφημα σέ γενικώτατες

113

ΑΠΑΝΤ Α ΚΑΛΒΟΥ

γραμμές. Γιατί δέν ιiναφέρω τίποτα γιά τή σχέση του μέ τό Φώσκολο,

τή φιλία τους, τήν κοινή ζωή τους, τίς περιπέτειές του, τή φυγή τους

ιiπό τήν 'Ιταλία στήν 'Ελβετία καί ιiπό τήν 'Ελβετία στήν 'Αγγλία

καί, τέλος, τόν καυγά καί τό χωρισμό τους (ό Φώσκολος ερριξε τ'

Cίδικα στόν Κάλβο, τοu καταλόγισε ιiγνωμοσύνη) !:να κεφάλαιο

σημαντικό τής ζωής τοu ποιητοu των <<'Ωδών» δπως κι, ενα πλήθος

Cίλλα ...

Τήν Περιπέτεια συνέχισαν οί στίχοι του. Οί ωδές θάφτηκαν , καταχωνιάστηκαν, χάθηκαν. Κανένας δέν εi:χε διακόψει τή σιωπή τοϋ

θανάτου, πού τίς είχε τυλίξει, δταν ό Παλαμάς τή διέκοψε μέ μιά

διάλεξή του στόν <<Παρνασσό>>, γιά νά ύψώσει μπροστά στούς

σαστισμένους ακροατές του ενα θερμό δοξαστικό στόν <<aγνωστο»

ποιητή 'Αντρέα Κάλβο καί τήν ποίησή του!

'Αξίζει νά μεταφέρω εδω τόν πρόλογο: «Παρήλθον ετη εκτοτε.

Ένθυμοuμαι δτι ήγόρασά ποτε εκ τινος παρά τήν Άγίαν Είρήνην

παλαιοπώλου δύο τομίδια έλληνικών ποιημάτων. Κατά τήν έποχήν

εκείνην ήγάπων ασυνειδήτως τούς στίχους καί δύο όμοιοκαταληξίαι,

όποιαιδήποτε, μέ συνεκίνουν βαθέως . Τό εν εκ τών τομιδίων ήτο ό

<<' Οδοιπόρος•• του Παναγιώτου Σούτσου . Πρό πολλοϋ άνεζήτουν τό

βιβλίον τοϋτο. Τήν εϋρεσίν του απεδέχθην ώς δώρον της θείας προνοίας καί κατέβαλα προθύμως τό άντίτιμον αύτοϋ. Έξ έναντίας τό

Cίλλο τομίδιον συγκατετέθην μόνον τij έπιμόνφ παρακλήσει τοϋ

παλαιοπώλου νά φορτωθώ, άντί καταβολής εύτελεστάτου τιμήματος.

Έπανελθών είς τό μαθητικόν δωμάτιόν μου, διήλθαν όλοκλήρους

<δρας έν εκστάσει πρό των πατριωτικών μονολόγων καί των έρωτικών

δυωδιών τοϋ "·Οδοιπόρου» καί της Ραλλοϋς. Καί άφοϋ έκορέσθην έξ

αuτών, ετεινα τήν χείρα πρός τό δεύτερον βιβλίον, <'iγνωστον άγνώστου είς έμέ πΌιητοϋ· τό ηνοιξα μηχανικώς καί είς τήν σελίδα

έφ, ής τυχαίως προσηλώθησαν τά όμματά μου, aνέγνων, Cίλλοτε μέν

έλκυόμενος, άλλοτε δ' έκπληττόμενος τούς έξής στίχους, ύπό τόν

τίτλον ,, 'Ωκεανός». Καί, aφοϋ aπήγγειλε όλάκερη τήν ωδή, ό

Παλαμάς πρόσθεσε αύτά τά λόγια : <.τούς στίχους τούτους, έν οίς ή

dρχαιοπρέπεια τών είκόνων άμιλλiiται πρός τό μέγεθος αυτών καί ή dπό των κυμάτων άνάδυομένη Διογενής έλευθερία παρίσταται ώς ή

ύψίστη προσωποποίησις τών θαλασσίων θριάμβων τοϋ 'Αγώνος ,

μετά τήν <<άπ · τά κόκκαλα βγαλμένη ν» 'Ελευθερία ν του Σολωμού, τούς στίχους τούτους , πρωτοτύπως ώραίους, εγραψεν ό ·Ανδρέας Κάλβος ό Ζακύνθιος. Σήμερον διάφορον εχομεν άντίληψιν τοϋ έν τij

π οι ή σ ει καλοu. 'Ο ,, 'Οδοιπόρος» του Σούτσου, παρά τόν σεβασμόν ,

ον τρέφω πρός τόν ποιητήν, μέ κινεί σχεδόν είς μειδίαμα. 'Αλλά

114

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ

θαυμάζω τάς ώδάς του Κάλβου καί τόν λόγον του φαινομένου επιχειρώ νά έξηγήσω σήμερον πρός ύμaς έν πάσlJ είλικρινείψ.

'Ώστε, aν ό παλαιοπώλης δέν παρακαλούσε μ' έπιμονή τόν

Παλαμι'i καί δέν του «φόρτωνε» τό τομίδιο μέ τίς <<'Ωδές», θά μποροϋσε - άκόμα σήμερα 'ίσως - νά είναι aγνωστος ό Κάλβος καί

τό εργο του; ... Γιατί όχι; 'Όπως κι' dν είναι, aπό τήν ή μέρα πού ό aρχηγός τ&ν δημοτικιστών εσερνε aπό τό σκοτάδι στό φώς (στήν πιό

κοκκαλωμένη καθαρεύουσα!) τόν άγνωστο καθαρευουσιάνο ποιητή,

γιά νά διακηρύξει πώς τόν θαυμάζει, μποροϋμε νά ποϋμε, δτι άρχίζει

πραγματικά ή πνευματική σταδιοδρομία τοϋ Κάλβου: 'Η φήμη του

έδραιώνεται όλάκερο αί&να μετά τό θάνατό του. Τότε μελετιέται,

αναλύεται , θαυμάζεται, ύμνείται η καταβαραθρώνεται, γιατί (καί μετά

τήν ανακάλυψή του άπό τόν Παλαμά) ή περιπέτεια συνεχίζεται: 'Άν

τώρα ι)πάρχουν πολλοί πού τόν ξαίρουν καί τόν ύμνοϋν, δέν λείπουν

διόλου καί οί dλλοι πού τόν aρνουνται καί θέλουν νά τόν άγνοοuν ... "Ας δοDμε δμως πqu μπορεί νά βρίσκεται ή aλήθεια.

Τήν πρώτη μου πνευματική γνωριμία μέ τόν Κάλβο τήν εκαμα κι'

έγώ, σάν τόν Παλαμά, στά νιάτα μου· ητανε τότε πού dρχισαν νά τόν

προσέχουν. Δέν τόν διάβασα, τόv εφαγα, τόv aποστήθισα, εμαθα νά

τόν άπαγγέλλω. Μέ είχε άρπάξει dμέσως μέ τό θέμα του, τό αίώνιο

θέμα του, τήν πατρίδα, πού δέν λείπει ποτέ, aπό καμμιά του ώδή,

dμεσα η εμμεσα. Μ' αότό, πρό πάντων, μέ συγκίνησε βαθιά, γιατί

τότε περνάγαμε τίς μαϋρες μέρες τοϋ ένενηνταεφτά, τής μεγάλης έθνικης συμφοράς μας καί της ντροπης, πού μdς πονουσε σάν aνοιχτή

λαβωματιά . Στίς ι:δδές του, aφιερωμένες στόν 'Ιερό Λόχο, στίς σφαγές τής Χίου, στ' όλοκαύτωμα τ&ν Ψαρρών, στήν έκδίκηση τοu Κανάρη,

στά τρόπαια τών ναυτικών μας νησιών, στό θάνατο του Βύρωνα, σέ κάθε θρίαμβο καί κάθε καταστροφή του μεγάλου dγώνα, ή σφιγμένη

μου καρδιά γύρευε καταφυγή καί παρηγοριά. Καί, πρό πάντων, στήν

τελευταία, στήν είκοστή ώδή, δπου ό Κάλβος έξορκίζει τούς

'Έλληνες νά τά θυσιάσουν δλα γιά τήν πατρίδα. Μάταια μποροϋσες

νά ψάξεις στίς σελίδες του νά βρείς τρυφερούς τόνους, εστω ενα

φευγαλέο έρωτικό χαμόγελο. 'Έχει έξορίσει τόν ερωτα, δπως ό

Αισχύλος, aπό τό βασίλειό του - άπό φόβο μή μαλακώσει πολύ τήν

καρδιά τών παλληκαριών, πού πολεμάνε τόν τύραννο. Σ' αότόν δέν ύπάρχει χώρος γιά τέτοιες άπασχολ ή σεις. Είναι δοσμένος δλος στό

μεγάλο δράμα της φυλης, πού αγωνίζεται γι"ά τή λευτεριά της. Ή

φωνή της τόν είχε κράξει -νά κατεβεί, aπό τή Λόντρα, νά πολεμήσει κι' αύτός. 'Ήτανε σ · -δλο τό λουλούδισμα τής νιότης του, δέν ε'ίχε

κλείσει, οϋτε καλά-καλά ζυγώσει τά τριάντα. l\lά σάν δέν Ι::γινε βολετό

ι ιs

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

ν' άδράξει τό ντουφέκι, έπιστράτεψε τήν τέχνη του , βάζοντας τά δυνατά του νά τή ζεστάνει στίς φλόγες των Ψαρρών καί του Μεσολογγιοu.

·Η πατρίδα δμως είναι γι 'αότόν μιά πολλαπλή, πολύμορφη θεότητα, πού άρχίζει άπό τήν είκόνα του φυσικοί) περιβάλλοντος, του

γραφικου λίκνου, δπου είδε τό φως ό ποιητής καί τελειώνει σ'

όντότητα μεταφυσική, ίδέα πλατωνική καί σχεδόν συνταυτίζεται μέ

κάθε ύψηλή εννοια ήθικής, χρέους, άρετής. Στό <<Φιλόπατρι»

βλέπουμε τήν ύλική, τή χειροπιαστή μορφή τής πατρίδας καί τής άγάπης σ, αύτήν πού είναι τόση, ώστε ν, άπαλύνει κι , αυτό τό

σκληρό θάνατο . 'Ακοuμε τόν Κάλβο νά εϋχεται στό τμος νά μή του

δόση ή Μοϊρά του είς ξένην γην τόν τάφον, γιατί Είναι γλυκύς ό θάνατος ••δταν κ ο ι μ ώ μ ε θ α είς τήν πατρίδα•• - μ ' aλλα λόγια

στήν πατρίδα ό θάνατος γίνεται ϋπνος. 'Αλλά φεύγει άπ' αότή τή

χειροπιαστήν είκόνα πρός τίς άφαιρεμένες μορφές, πρός τήν ίδέα τής

πατρίδας, πού πλέκεται καί μέ τήν εννοια της άρετής, άλλά (πρό πάντων) καί τfjς λευτεριάς, πού είναι ύπέρτατη προϋπόθέση δλων τών

πνευματικών καί ήθικων επιτευγμάτων του ανθρώπου.

. Αότή ή εννοια τής πατρίδας αύτόματα έπιβάλλει χρέη, άγ&νες καί θυσίες έναντίον κάθε τυραννίας καί κάθε τυράννου . Δέν πρόκειται

απλώς γιά τόν κατακτητή .. ο 'Κάλβος είναι άδυσώπητος έναντίον κάθε δυνάστη, όποίασδήποτε μορφής . Στήν έννοια τής πατρίδας, τfjς

λευτεριάς καί τής aρετής, τής όμοούσιας τριάδας, πού λατρεύει μέ

δογματικό φανατισμό, μπαίνει ζωηρός ό άντίλ<1λος του πνεύματος των

<<διαφωτιστών>> τής Γαλλικής 'Επανάστασης:«' Εγώ θά άνfjκον είς τό

κόμμα του Ρουσσώ - γράφει στό Φώσκολο 6τά 1814- έάν είχον

πατρίδα τήν Γαλλίαν>>. 'Αλλά καί στήν ·Ελλάδα, πού είχε πατρίδα,

μέ τό κόμμα του Ρουσσώ ijτανε .νοερώς τών Γάλλων ορθολογιστών τό

πνεuμα χαρακτηρίζει τήν προσφορά του. Αύτή ή σύνθεση καί ή παρουσίαση ιδδών του JΊταν ύπαγορευμένη

άπό μιά ορθολογιστική άντίληψη πατριωτικοi3 χρέους: 'Έπρεπε νά

συντελέσει κι' αύτός, 'μέ τήν ποίησή του , στήν οίκοδόμηση τής

πατρίδας. Πιστεύει πώς .ή μόνη δύναμη πού μπορεί νά κάμει τούς

aνθρώπους άληθινά λεύτερους, είναι ή τέχνη . Είναι π ίστη άκλόνητη

σ' αύτόν, ή aνώτερη ήθική άπόστολή τής τέχνης. Καί aπ' αότήν προσμένει νά κρατήσει τούς 'Έλληνες στό ύψηλό έπίπεδο πού τούς

άνέβασε ό ίερός άγώνας.

'Ο πρόλογός του crτίς •• 'Ωδές>> δέν άφήνει άμφιβολία γι' αύτό. Στέλνει αότά τά <<θρέμματα τής πολυτέκνου θεiiς Μνημοσύνης>> στή

γή του, στή γή τής 'Ελλάδος, πού «τά σφάγια καί τ ' άνθη καί ή

σμύρνα πλουτίζουσι χιλίους νάούς», κτισμένους άπό «τής έλευθι;ρίας τά tερά χέρια» . . . Ήρθε ή ποθητή rορα νά χαρίσουν Ot Μοuσες τή

116

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ

χρυσή τους άχτίδα στήν άρετή -ήρθε ιδρα νά ψάλει τούς ϋμνους της

σ, αuτή, γιά νά τιμiiται dφθόνητη καί νά μένει, παρουσία παντοτεινή,

στούς έπίγειους χορούς - στήν άνθρώπινη κοινωνία ...

'Ωστόσο ή άντινομία εiναι παράξενη: Ένώ κάνει ποίηση μ

αι'Jτό τό σκοπό, τήν ντίJVει μέ τέτοια ροuχα πού γίνεται, γιά τούς

μέσους άνθρώπους άζύγωτη κι άκατανόητη, έν& στούς μορφωμένους

φαίνεται αuθαίρετη κι αμφισβητήσιμη. "Αθελά του ρωτιέται κανένας:

Γιά ποιούς γράφει ό Κάλβος; Σέ ποιούς άπευθύνεται; Σέ ποιούς

'Έλληνες θέλει νά έπιδράσει; Ποιούς νά ύψώσει μέ τήν τέχνη του ,

dφοϋ κρατεί σέ άπόσταση άπ' αύτή λαό καί μορφωμένους;

·Ο ϋμνος στήν έλευθερία τοϋ Σολωμοϋ διαβάστηκε άπό τούς

aνδρες τfjς ήρωϊκfjς φρουρiiς τοϋ Μεσολογγιοϋ· καί στήθη φούσκω­

σαν d.πό ενθουσιασμό καί μάτια βούρκωσαν ... Οί άγωνιστές ποτέ δέ διάβασαν τήν παράλληλη ιδδή τοϋ Κάλβου «'Ωκεανός>>. ' Αλλά κι ι'iν

τήν διάβαζαν, άμφιβάλλω Ciν θά ελεγε τίποτα στήν ψυχή τους, άφοϋ

δέν θά μποροuσαν οuτε νά τήν καταλάβουν ... Πώς θάνοιωθαν τά θαλασσοπούλια τής 'Ύδρας, δτι τ&ν ,,πλεόντων τά εϊα μάλα» Υίτανε τό

δικό τους τό «Εγια-μόλα>>; Καί ύπήρχε κι ενας άλλος λόγος, γιά νά μή

τό καταλάβουν: δτι τό << Εγια-μόλα >> αότοί τό λέγανε δταν τραβοϋσαν

κουπί, γιά νά κρατοuν τό ρυθμό. 'Αλλά ό στόλος πού είκονίζει ό

Κάλβος στόν « ·Ωκεανό>> του, πάει μέ τά πανιά , δχι μέ τά κουπιά.

Είχε· μπροστά του τό άκατέργαστο μέν, d.λλά ζωντανό καί

άδρότατον δργανο τοϋ λαοϋ , τή δημοτική μας γλώσσα. 'Αλλά τfjς

γύρ ισε τίς πλάτες , 'ίσφς γιατί τόν καλοuσε σ ' άγώνα, 'ίσως καί γιατί

δέν τοϋ aρεσε κανένα φυσικό δημιούργημα. Ούτε δμως στό tεχνητό

πλάσμα τfiς καθαρεύουσας θέλησε νά σταθεί. Ή γλώσσα του - τό πρώτο πού χτυπάει στ' αuτί τοϋ κοινοϋ άνθρώπου καί τόν διώχνει­

δέν είναι οuτέ δημοτική, οϋτε σωστή καθαρεύουσα (γι, αύτό οί καθαρευουσιάνοι δέν ·ιόν σήκωσαν ποτέ γιά σύμβολΌ): Είναι παράξενο, αύθαίρετο καί αποκλειστικά δικό του παρασκεύασμα.

Τό ίδανικό των ποιητών είναι νά έκφρασθοuν σέ μιά γλώσσα

παρθενική, δική τους. Τό πετυχαίνουν, βαφτίζοντας τίς κοινές λέξεις

στή βράση τής ψυχής τους, πού τίς κάνει νά φαντάζουν όλοκαί­

νουργες. Δέν είναι αύτός ό τρόπος του Κάλβου . Οί λέξεις δέ βαφτίζονται πούθενά, παρά διαλέγονται δσες γεμίζουν καλά τό στόμα,

δσες τό παραμπουκώνουν μάλιστα, γιά νά χτυποuν δσο παίρνει πιό

δυνατ<;i στό 'ακουστικό τύμπανο. Κάνει γενική έπιστράτευση στ' άσυναίρετα: οί κεραυνοί ''βροντάουσιν» καί οί άητοί «Πετάουσιν>> "

άντί τοϋ σιγαλά θά προτιμηθεί τό <<σιγαλέα» καί άντί του -ω)γινά θά

μπεϊ τό <<ήψα>>" καί πλάϊ σ' αύτή τήν άρχαϊκή λέξη θά βάλει τά

ι ι 7

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

<<κάγκελλα», πού κι αύτό είναι καμπανιστό· τά έπίθετα θά τά μεταθέσει πίσω aπό τά ούσιαστικά καί aνάμεσα στά πιό κοινά θ' ανακατέψει ξαφνικά μερικά ξεζητημένα, δπως «ι:iμάργαρος>> (χωρίς μαργαριτάρια , aντί του aστόλιστη) η το <<δίκρανον» σπήλαιον, πού είναι, άπλούστατα, ή δίκορφη σπηλιά. Μέ τέτοιες καί άλλες πολλές

αυθαιρεσίες μπόρεσε νά φτιάσει μιά γλώσσα μοναδική, aποκλειστικά δική του, πού κανένας ι'iλλος δέν εγραψε πρίν ι:iπ ' αύτόν, οϋτε θά

γράψει ποτέ, παρά θά μείνει aπομόναχη, παράξενο γέννημα σέ γυάλα

μουσείου.

Γιά νάμαστε δίκαιeι, πρέπει νά μολογήσουμε, πώς μ' αύτή τή

γλώσσα καταφέρνει νά δημιουργήσει μιά πρώτη έντύπωση aρχαιό­

πρεπης μεγαλοπρέπειας - έντύπωση περσότερο ηχητική - κ<'iτι πού

κυματίζει ι:iνάμεσα πινδαp\κοΟ κειμένου καί Γραφής. Είναι μιά έντύπωση δμως, πού δέν aντέχει γιά πολύ, οταν ξεφτίσει τό πρώτο γήτεμα. 'Η i:λλειψη του φυσικου λεχτικου, ή κυριαρχία του φτιαχτου

ι:iπ' άκρη σ' άκρη, κουράζει γλήγορα κι aρχίζει νά φέρνει τή

μονοτονία καί τήν πλήξη.

Ή στιχουργική του Κάλβου ερχεται νά συμπληρώσει τή

δυσάρεστη έντύπωση τής έκζήτησης καί τής προσπάθειας γιά μίμηση

aρχαίων. Θαυμαστής του Πινδάρου, νομίζει πώς τόν κοντοζυγώνει aν

πάρει γιά πρότυπό του τήν aρχαία προσωδία. 'Ωστόσο φυλάχτηκε

ι:iπό τό νά γράψει μέτρα ι:iλκαϊκά καί σαπφικά. οϋτε μεταχειρίστηκε,

δπως ό Πίνδαρος, στροφές καί aντιστροφές. ' Ο στίχος του, ό

έντεκασύλλαβος π.χ. πού ό Σολωμός καί άλλοι γράψανε πιό όμαλά

καί άρμονικά άπ' αuτόν, άκολουθεί τούς 'Ιταλικούς μετρικούς τρόπους. Συνίσταται aπό τόνους καί συνιζήσεις καί διαιρείται aπό

τήν κάθε φορά aλλαγή τών τόνων σέ 28 ε'ίδη πού ποικίλλουν κατά τίς θέσεις τής τομής, τής άνάπαυσης τής περιόδου, κατά τήν ποσότητα

τών μακρών η βραχέων, τόν aριθμό καί τήν ποσότητα τών συνιζή­σεων καί τό ρυθμό των λέξεων. Θέλει στόν τόπο της σταθερής καί

μονότροπης άρμονίας των όμοειδών καί όμοιοκατάληκτων στίχων,

πού είναι τό φόρτε τής στιχουργικής τών dλλων, νά βάλει τήν

πολύτροπη κι έναλλασσόμενη άρμονία τών περιόδων : "'Η άρμονία

τής περιόδου - γράφει ό 'ίδιος - είναι ι:iναγκαία δχι μόνον ώς

aποτελεσματικόν μέρος τής ποιήσεως, ~λλ, aκόμη ώς μέσον , τό

όποίον μiiς έλευθεροί άπό τήν βαρβαρότητα των όμοιοκαταλήξεων

καί συνίσταται έκ τής κατασκευής των στίχων, έκ τfjς αuτών

ποικιλίας καί έκ τής τομής του μέτρου». ' Αλλά καί στό δεκαΠεντα­

σύλλαβο , πού ό Κάλβος τόν ελεγε <<ήρωϊκό>>, έφάρμοζε τίς ι:iρχές του:

•• 'Από τήν έφαρμαyή τών διαφόρων έπτασιιλλάβων, όξυτόνων,

παροξυτόνων ή προπαροξυτόνων - γράφει ό 'ίδιος στό τέλος, στίς

σημειώσεις του - γίνονται 676 ε'ίδη ήρωϊκών στίχων, τά όποία,

118

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ

μεταχειρισθέντα μέ κρίσιν, συμπλάττουσι τήν γνωστήν είς τούς

παλαιούς μόνον πολύτροπον άρμονίαν>>.

Μάταια ομως μελετήθηκαν dπό τόν Κάλβο οί τρόποι των

αρχαίων. Γιατί ό λυρισμός , πού τούς επλαθε, πρωτόρμητος, ζωντανός, άμεσος, τούς φυσοϋσε πνοή καί σφρίγος έσωτερικό, πού δέν μπορεί

ποτέ νά φθάσει μιά έξωτερική μίμηση. 'Όπως καί μέ τή γλώσσα του

i:τσι καί μέ τή στιχουργική του κατάφερε ό Κάλβος νά διώξει dπό τίς

ώδές του τή φυσική ροή του λόγου, τήν έντύπωση του πηγαίου καί νά

παρουσιάσει τό τεχνουργημένο καί τό περίτεχνο, πού πάει νά

σκεπάσει τήν ελλειψη ποιητικής αλήθειας.

Δέν ξαίρουμε τί αίσθητικές θεωρίες · ξετύλιγε ό Κάλβος στό

··Σχέδιο νέων dρχών τών Γραμμάτων». "Αμα κατακαθίσει ομως ή

εκπληξη καί τό παράξενο γήτεμα τής πρώτης επαφής άπό τίς ώδές του , aρχίζουμε νά ύποπτευόμαστε, δτι τίς εγραψε καί γιά νά εφαρμό­

σει τίς αίσθητικές του θεωρίες. Γιατί μέ τόν Κάλβο συμβαίνει δ, τι καί

μέ τούς δυνατούς ρήτορες: Πρέπε ι ν' aφαιρέσουμε τά έξωτερικά

στολίδια καί τά σχήματα καί τά τεχνάσματα τών λόγων τους γιά νά i.δοϋμε τί μένει.

'Ένας άπό τούς πιό αύστηρούς έπικριτές τοϋ Κάλβου, ό Γιάννης

'Αποστολάκης, πού κατάγινε σ' αύτό τό ξεκαθάρισμα, βγάζει

συμπέρασμα δχι πολύ εύχάριστο: «Παρεχτός απ' τή σύλληψη, απ' τή

γλώσσα, ή εκφραση γενικά, ό τόνος, aποδείχνει τό τραγουδι του

Κάλβου κατασκευή- καί μιλάω καθαρώτερα : 'Ό,τι χαρακτηρίζει τό

i:ργο του γνήσιου ποιητή είναι πώς βγαίνει φυσικά dπό τήν ψυχή του ,

είναι ή φυσική, νά πουμε, φωνή της, κάτι δηλαδή όλότελα καινούρ­γιο, σύμφωνο μέ τόν έαυτό του καί γιά πρώτη καί τελευταία φορά

άκουσμένο καί γινομένο, αδιάφορο dν ϋστερα ό μελετητής, γιά σκοπούς όλότελα δικούς του καί ξένους dπ' τήν καλλιτεχνική

δημιουργία, ερχεται νά τό όρίσει μέ γενικές εννοιες καί κατηγορίες. <<'Υψηλό» λ. χ . , «τραγικό ,, «ώρα ίο" , πού ταιριάζουν στό εργο όχι

ένός παρά πολλων ποιητών. 'Αντίθετα, δπου δέν ύπάρχει ή φυσική φωνή τής ψυχής παρά μονάχα ή προσπάθεια νά παρουσιαστεί κCiτι ,

· πού νά ταιριάζει μέ τήν Α· ή μέ τή Β· κατηγορία τής αίσθητικής , πού i:φτιαξε ό ποιητής μέ τή λογική του κι ϋστερα άπό μελέτη τραγουδιών

κι αiσθητικών συνταγών, τότε, χωρίς άλλο, τό έργο έκείνο δέν είναι

γνήσιο τραγουδι. παρά μέτριο κατασκεύασμα στιχοπλόκου κι αύτό

γίνεται μέ τό i:ργο του Κάλfιου. ' Ο καθένας εύκολα καταλαβαίνει τήν

ώδή του νά μήν είναι ή φυσική εκφραση κι ή φωνή τfjς ψυχής, παρά

προσπάθεια γιά τό «ύψηλόν», τή γνωστή κατηγορία, δπως τήν

i' φτιαξε μέ τό μυαλό του ό ποιητής διαβάζοντας αισθητική καί

ι 19

ΑΠΑΝΤ Α ΚΑΛΒΟΥ

διάφορους ποιητές καί ξεχωριστά, φαντάζομαι, τόν Πίνδαρο· ό 'ίδιος κιόλας δέν κρύβει διόλου τό σκοπό του ... καθαρώτατα τόν δείχνει στήν Α' στροφή τής ο'Jδής εiς Πάργαν: .,

«Σοβαρόν, ύψηλόν

δόσε τόνον, ώ Λύρα· λάβε ~στραπήν καί ήθος λάβε νοός, ύμνοϋμεν

ένδοξον έργον».

<<Γιά κείνο ό τόνος στίς ο'Jδές εχει δλα. τά έλαττώματα πού

παρουσιάζει ή μίμηση κι ή κατασκευή: Είναι χοντροκομμένος, δέν

ύπάρχει καμμιά λεπτότητα στή συγκίνηση, μ' ί:να λόγο λείπει ιiπό

τήν έκφραση τό ϋψιστο φυσικό γέννημα, ό dθέρας, ή κορυφή, καί στή

θέση της βρίσκεται τό γέννημα τής κατασκευής, ή ύπερβολή. Ό

Κάλβος έπειδή δέν ήτανε γνήσιος ποιητής έσύγχιζε τήν κορυφή μέ

τ,ήν ύπερβολή· κι. δμως ή δίαφορά είναι τεράστια. 'Η κορυφή

δείχνει σέ κάτι έσωτερικό, στό ποιό, ένώ ύπερβολή σημαίνει d­vαπλήρωση του ποιου μέ κaτι έξωτερικό, τό ποσό , μέ τόν άριθμό. Καμμιά σκέψη, κανένα α'ίσθημα, καμμιά τέλος έντύπωση δέν ξετυλί­

γεται dβίαστα καί φυσικά, ετσι πού νά δείχνει τήν ξεχωριστή φύση

της, τό ποιόν της. Τό ριζικό αuτό έλά.ττωμα , πού είναι πραγ-.

ματικά θάνατος γιά τήν ποιητική συγκίνηση, ό Κάλβος γυρεύει

νά τό κρύψει ή νομίζει πώς τό αναπληρώνει μέ τό έξωτερικό

μεγάλωμα ή μέ τό τεχνητό φούσκωμα πού δοκιμάζει νά δώσει στήν

aσήμαντη σύγκίνηση· ό aέρας δμως εuκολα φεύγει κι ό τεχνητός

όγκος σβύνει, διαλύεται καί φαίνεται τότε δλη ή φτώχια, ή ψυχική •• .

Μ' ολο πού ό χαρακτηρισμός εΙναι σκληρός καί σάν aρνητικός

πέρα γιά πέρα, φέρνει δμως τίς άποδείξεις του: Τήν άγωνία του

Κάλβου νά δόσει aρχή στό τραγούδι του (λείπει τό φυσικό ιiνάβρυ­

σμα) καί πού τόν άναγκάζει νά ξοδεύει ενα πλήθος στροφές γιά νά

μπεί στό θέμα· τήν ελλειψη όργανικου ξετυλίγματος του τραγουδιοu,

πού προβαίνει όλοένα μ' έξωτερικές προσθηκες τή συνεχη παρέμβα­

ση του έαυτοu του· τήν κατάχρηση ποσοτικών έπιθέτων κ.τ . λ. Θά

ήτανε δέ ό χαρακτηρισμός αuτόζ καί aπόλυτα δίκαιος, αν dνάφερε τίς έξαιρέσεις: Τά σημέία, δπου ό Κάλβος δείχνει γνήσια ποιητική συγκίνηση, δοσμένη μ· εκφραση σωστά προσαρμοσμένη. Καί ει:ναι

δύο αύτά τά σημεία - ή ο'Jδή στόν ίερό λόχο \καί ή έμφάvιση καί τά λόγια του φαντάσματος της μάννας του, της ο'Jδης <<είς θάνατον». Σ'

αuτά τά δυό κομμάτια ·μιλάει ποιητής: Τό ,;ας μή βρέξη ποτέ τό

120

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ

σύννεφον» είναι φυσικό άνάβρυσμα ψυχής καί <<ό i]λιος κυκλοδίω­

κτος ώς άpάχνψ> πού διπλώνει τόν Ciνθρωπο <<Καί μέ φώς καί μέ

θάνατο άκαταπαύστως» δέν είναι είκόνα στιχοπλόκου παρά δυνατοu

ποιητή. Κί δταν ό ποιητής αότός στάθηκε στή ζωή ενας iδανιστής aφιλόκερδος, ενας aνθρωπος αδολος κι ενας πουριτανός στά . i]θη,

μποροuμε νά σταθούμε εόλαβικά μπροστά στήν εiκόνα του.

"Έλληνική Δημιουργ ία» 1954.

ΣΠΥΡΟΣ ΜΕΛΑΣ

Τίjς 'Ακαδημίας 'Αθηνών

121

Ο ΚΑΛΒΟΣ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ

Θεοδώρου Ξύδη

ΕΙ ναι γ'νωστό, πώς στά Ι 884 'είσάγεται ή νεοελληνική λογοτεχνία στήν 'Εκπαίδευση. 'Εννοείται δτι τά Νεοελληνικά 'Αναγνώσματα

τής εποχής εκείνης, καί πολλά άπό τά μεταγενέστερα, καί κάποια

άκόμη άΠό τά σημερινά, τής Μέσης καί της Δημοτικής 'Εκπαιδεύ­

σεως, εΙ ναι παρφδία καί χαρακτηρίζονται άπό i::λλειψη κ·άθε κατανοή­

σεως του άκοπου, τόν όποίο πρέπει νά έξυπηρετεί ή είσαγωγή τής διδασκαλίας του κεφαλαιωδεστάτου αύτου μαθήματος στά σχολεία.

Οί πρ&τες σχολικές συλλογές Νεοελληνικ&ν, δπως π. χ. του Κοφινιώ­

τη στά 1884, του Σακελλαρίου στά Ι 889, του Κασδόνη στά Ι 889, του Κολοκοτσii στά 1895, τής · Αρσ. Παπαδοπούλου στά 1896, του Φέρμπου σ-ι;ά 1901 εχουν άποκλειστικά ποιήματα τής καθαρεύουσας του Σούτσου, του Παπαρρηγόπουλου, του Ραγκαβή , του Β~ρναρδάκη ,

του Παράσχου, του Βασιλειάδη κλπ., ' κι' άγνοοuν εντελώς τόν Κάλβο

καί τά ονόματα τών ποιητών τής δημοτικής. Στά 1909, στίς δύο συλλογές πού έξεδόθησαν τότε του Δημ. Κακλαμάνου καί του Κυπαρίσση, γιά τήν τετραετία 1909-1913, παρουσιάζεται γιά πρώτη φορά τό όνομα του Σολωμοu καί του Βαλαωρίτη, έπίσης τοϋ Βηλαρii, του Κρυστάλλη, τοϋ Προβελέγγιου, τοϋ Δροσίνη. Παράδοξα, τόν

Κάλβο, ι'iν καί οί καθαρευουσιάνοι θά τόν θεωρουσαν γλωσσικά

κοντά τους , δέν τόν καταδέχθηκε καμμιά άπό τίς σχολικές συλλογές,

καί μόλις στά 1913 τά Νεοελληνικά 'Αναγνώσματα του Μπέρτου ,

εγκεκριμένα γιά τήν τετραετία 1913-1917, τόν παρέχουν γιά πρώτη φορα μέ πέντε ιδδές, δπως γιά πρώτη φορά δίνουν θέση στόν Παλαμα, κι' ι'iς σημειωθεί γιά τήν ίστορία τοϋ πράγματος , δη τότε , στά 1913,

123

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

πρωτοφανερώθηκαν στούς μαθητές καί τά ονόματα του Μαρκορd, του

Μαβίλη, του Πολέμη, τοu Γρυπάρη, του Χατζόπουλου, του Πορφύρα,

του Παπαντωνίου.

Τό γεγονός είναι εκπληκτικό καί είναι ενδεικτικό τής άντιδρά­σεως, μέ τήν όποία κάποτε τό σχολείο κάθε βαθμοu στόν τόπο μας

βλέπει τήν καλύτερη πνευματική εκδήλωση τής νέας 'Ελλάδας: τή

νεοελληνική λογοτεχνία. Παρ' δλη δμως τή δυσφήμηση καί τήν

οπισθοδρομικότητα, ή νεοελληνική λογοτεχνία, επειδή ήταν dδύνατο νά γίνει άλλιώς άπό τά 'ίδια τά πράγματα, είναι έκείνη πού δίνει τήν

ϋλη έξ όλοκλήρου στό γλωσσικό μάθημα καί βοηθεί στή φρονηματι­

στική καί στή γ~νική μόρφωση των παιδιών δσο κανένα άλλο · μάθημα.

"Αν παρακολουθήσουμε, γιατί ετσι μάς έπιβάλλει τό θέμα μας,

ποιά εκταση εχει ό Κάλβος στά Νεοελληνικά 'Αναγνώσματα τών σχολείων, θά βρουμε πώς καί μετά τά 1913 δέν έδόθηκε ή άρμόζουσα προσοχή άπό τούς συλλογείς στό έθνοπλαστικό του ίiργο. "Ας μ ή

νομισθεί ώς αiτία ή γλώσσα. Γιατί δέν έδίστασαν ο ί περισσότεροι

συλλογείς σέ 'Αναγνωστικά του δημοτικου σχολείου νά φιλοξενοuν

άθρόα ποιήματα τής καθαρεύουσας , δλων σχεδόν των ποιητών της,

άκόμα καί στίς ήμέρες μας, γιά_τίς τάξεις Ε' καί ΣΓ του δημοτικού.

Σ' αύτό φταίει ή σχολική μας παράδοση , άφου ενας παιδαγωγός της

όμολογημένης dξίας του Παπαμάρκου εγραφε σέ ύπερκαθαρεύουσα

τό εξαμβλωτικό έκείνο 'Αλφαβητάριό του γιά τά έπταετή παιδιά,

τόσα χρόνια μετά τό φανέρωμα του Σολωμοu, ό όποίος τοποθέτησε τό

γλωσσικό πρόβλημα τόσο φωτεινά στόν όριστικό του δρόμο.

Μετά τό 1913, λοιπόν, πού πρωτοαναγράφεται τοu Κάλβου τό όνομα στά σχολικά βιβλία, οί διάφορες συλλογές πού εχω ύπ' όψη

μου δέ δίνουν τή δέουσα προσοχή στό εργο του. Πολλοί συλλογείς ,

καί μέχρι σήμερα , τόν άγνοοuν έντελώς, δπως καί οί πρωτύτερα άπό

τά 1913. "Αλλοι τόν παρουσιάζουν μέ έλάχιστες c[Jδές άπό τίς 20 πού Εγραψε ό Κάλβος. 'Έτσι, μιά μόνο ι{>δή φιλοξενούν στά 'Αναγνώσμα­τα γιά τά γυμνάσια ό Βουτιερίδης (Ε· τάξη), ό Παρορίτης (Ε'), ό

Κοντόπουλος (Δ'), ό 'Αργυρόπουλος (Δ'), ό 'Αντωνάτος (Δ'), ό

Οίκονόμου (Β'). 'Ελάχιστα αναγνώσματα εχουν dπό δύο καί περισ­

σότερες, δπως ό Σαρής δύο γιά τήv Γ' καί ΣΤ' καί τέσσερες γιά τήν Δ'. Συνηθέστερες ι{>δές είναι τέσσερες (<<Εiς 'Ιερόν Λόχον», <<Τά

'Ηφαίστεια••, <<'Ο Φιλόπατρις••, <<Είς Δόξαν»). Σπανιώτερα συναντί'i­

με καί καμμιά άπό τίς άλλες δεκαέξη. Ποιά ατασθαλία ύπάρχει στά

ζητήματα τής συγκροτήσεως τών 'Αναγνωσμάτων τών Γυμνασίων, τό

φανεpώνει ή σειρά έκείνων Πού τούς εiναι άγνωστος ό Κάλβος. Καί

στά 'Αναγνώσματα έπίσης του 'Οργανισμού Έκδ. Σχολ. Βιβλίων, πού έξεδόθησαν γιά τίς εξη γυμνασιακές τάξεις στά 1939, 1'ι Α', Β',

124

Ο ΚΑΛΒΟΣ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ

Γ', Δ', ΣΤ' τάξη δέν εχουν τήν εύκαιρία νά διαβάσουν ποιήματα του

Κάλβου, καί μόνο στής Ε' τό 'Αναγνωστικό βρίσκονται δύο (j)δές . Σύντομα, στό σημείο αυτό, νομίζω πώς μπορουμε νά θίξουμε τήν

πορεία πού θ' aκολουθοuσε ή διδασκαλία των ποιημάτων του Κάλβου

στό γυμνάσιο. 'Ο σκοπός πάντα θάναι νά φτάσουν τά παιδιά στό

aποτέλεσμα νά μελετουν dνετα τά "Απαντα τού Κάλβου , δπως καί δλη .

τή νεοελληνική λογοτεχνία, πού είναι αύθύπαρκτη καί είσάγει στόν

νεοελληνικό πολιτισμό. 'Έτσι, γιά τό λαϊκό σχολείο, έπειδή ό

Κάλβος είναι δύσκολος, δέν γίνεται λόγος γιά διδασκαλία, οϋτε μιάς

όλόκληρης (j)δής , παρά μόνο 'ίσως κάποιες στροφές του σκόρπιες

άλλ' αυτοτελείς θά μπορουσαν νά ύπάρχουν στ' 'Αναγνωστικά τών

μαθητών τής Ε' καί ΣΓ τάξεως. Στό γυμνάσιο δμως ή διδασκαλία τού

Κάλβου είναι έντελώς άπαραίτητη μέ μιά η δυό (j)δές στήν ό.ρχή καί

σιγά-σιγά περισσότερες, ωστε στά χρόνια της φοιτήσεώ(; των ύπάρχει

τρόπος νά διδαχθούν τά παιδιά καί τίς ε'ίκοσι φδές του Κάλβου,

κατανεμημένες στίς διάφορες τάξεις έξελικτικά. 'Απαραίτητα ή

σχολική βιβλιοθήκη έπίσης πρέπει νά εχει aντίτυπα τής <<Λύρας»,

τών 'Απάντων του Κάλβου, ωστε νά 'είναι στή διάθεση τών μαθητών,

δπως πρέπει νά εχει τά "Απαντα του Σολωμου, του Παλαμii, του Παπαδιαμάντη, του Σικελιανου κλπ. 'Έτσι θά συντελεστεί ή αίσθητι­κή καλλιέργεια τών παιδιών κι , ετσι θά κάνουν τά παιδιά τή διάκριση

τόϋ λαϊκου ό.πό τό εντεχνο κι' ετσι, μέ τή συναναστροφή των

βιβλίων, θά έμπνέεται σ · αυτά ή γνώση καί ή άγάπη τής νεοελληνι­κης λογοτεχνίας. ·Ακόμα πρέπει νά λαμβάνε-t'ι:η ύπ' όψη ή παροuσα κάθε φορά κατάσταση της ψυχης των παιδιών, μέ τά ένδιαφέροντά

της, μέ τήν iδιοτυπία της, μέ τήν άτομικότητά της καί τήν αυτενεργό

διάθεσή της. Τότε · τό μάθημα τών Νεοελληνικών θά είναι τό κυριώτερο στό ~χολείο καί θq άναπληρώνει δλα τά ελλείποντα,' θ' aπαντά κάποτε στίς άπορίες πού άφήνουν τ, άλλα μαθήμάτα, φρονηματιστικά, πατριδογνωστικά, φυσιογνωστικά, θά γίνωνται σ·

αύτό ό.νάλογες συγκρίσεις πρός άρχαία κείμενα, δταν θά ύπάρχει

ανάγκη, καί γενικά θά κατευθύνει τόν ψυχικό κόσμο των παιδιών.

'Όσο γιά τήν μέθοδο τής διδασκαλίας τών Νέων 'Ελληνικών,

αύτός πού διδάσκει θά τή βρεί_ μόνος του, χωρίς τή σχηματική aνιαρότητα του παλαιού 'Ερβαρτιανοϋ σχολείου, τό όποίο άπορρί­

πτεται ώς άντιψυχολογικό, μέ τ.ά aνούσια καί dψυχα πέντε στάδια τής διδασκαλίας, μέ τήν πλαδαρή μεθοδική τάχα έπεξεργασία, τή

σχολαστική δεοντολογία τών ρηχών έμβαθύνσεων, τίς dτονες συγκρί­

σεις , τίς ύπερβολικές έφαρμογές κλπ. Τό νέο σχολείο βλέπει τό παιδί , πού φοιτα σ. αύτό, εναν αυτόνομο ψυχικό κόσμο, μέ ενδιαφέροντα, μέ

ίκανότητες, μέ συναισθήματα, καί παρακολουθώντας τή νοητικη έξέλιξη θέλει νά τά προαγάγει, νά τά τονώσει, συμβιβάζοντας τόσο

125

ΑΠΑΝΤ Α ΚΑΛΒΟΥ

ώραία τίς εμφυτες προδιαθέσεις καί τίς έξωτερικές έπιδράσεις. 'Έτσι, δλοι οί σκοποί του παλαιοu σχολείου γιά τό μάθημα τ&ν Νεοελληνι­

κών, τό όποίο καλά-καλά δέν τό παραδέχονταν, διεσπασμένοι καθώς ήσαν, ό γλωσσικός, ό έγκυκλοπαιδικός, ό φρονηματιστικός, ό

αίσθητικός, ολοι αύτοί γίνονται ενας: aνάπτυξη των παιδιών iσόρρο­

πη, πνευματική καί ψυχική. Κι' ί:τσι τό ποίημα του Κάλβου, ή

οποιοδήποτε Cίλλο ποίημα, θά διαβάζεται μέ είλικρινή έσωτερικότη­

τα, μέ ώραία άπαγγελία, χωρίς τήν άποσύνθεση έκείνη του ποιήματος, πού τήν εκανε παλαιότερα τό σχολείο, μέ τήν άνιαρή έπεξεργασία

του, μέ τό καταστρεπτικό κομμάτιασμα, μέ τίς φορτικές έπαναλήψεις

μέ τήν έφαρμογή γενικών μέτρων καί κριτηρίων. ·Αντίθετα, όδηγοuν­

ται τά παιδιά στήν ποίηση καί στόν πεζό λόγο μέ τά 'ίδια τά μνημεία

τοϋ νεοελληνικοϋ λόγου, πού είναι ή 'ίδια πνευματική ζωή του εθνους,

άβίαστα καί σταθερά, κι' αύτή τήν προκοπή καί τήν κατάκτηση τήν

έπιτυγχάνε ι μόνο έκείνος ό δάσκαλος, πού αγαπάει τήν έθνική μας

λογοτεχνία, πού ζή μέσα στή νεοελληνική παράδοση. Μόνο μιά

τέτοια πλημμυρισμένη διδασκαλική ψυχή θά διδάξει τόν Κάλβο ij οποιοδήποτε αλλον ποιητή {iριστα, προσαρμοσμένη στίς νέες άπαι­

τήσεις τfjς άγωγfjς.

Δέ θά ijταν Cίσκοπο ν' αναφέρουμε έδ& κάποιες μελέτες; πού

ιiποτελοϋν aξιοπρόσεχτες προσπάθειες γιά τή διδασκαλία τ&ν Νέων

'Ελληνικών, καί πρώτη είναι του Ι. Συκουτρή ,,·Η διδασκαλία τfiς

Νεοελληνικής Λογοτεχνίας>>. Σέ δυό Cίλλες μελέτες γιά τή διδασκαλία

τ&ν Νέων .Ελληνικών, του Γ. Θέμελη καί του Π. Σπανδωνίδη, πού

εχουν πολλές ορθές παρατηρήσεις, διόλου δέν αναφέρεται ό Κάλβος

στήν έπισκ:όπηση πού κάνει ό πρώτος στίς σελ . 33-36 καί ό δεύτερος στίς σελ. 8-15 των βιβλίων των. 'Ενδιαφέρουσες aκόμα είναι δυό

Cίλλες έργασίες γιά τό 'ίδιο ζήτημα, δημοσιευμένες στά « • Εκπαιδευτι­

κά Χρονικά>>, τόμ. 1934-1935, τοϋ 'Αντ. Τραυλαντώνη (τεϋχ. 21, 22) καί του 'Α . Σαρη (τεuχ. 19-20). 'Επίσης καί ή Λ. Κότου χωριστά έπραγματεύθη τό 'ίδιο θέμα. ·Υπάρχουν δμως καί κάποιες άλλες

προσπάθειες, δπως κι' Cίλλες πού είναι έντελ&ς aποτυχημένες.

"Αλλες έπίσης σκόρπιες μελέτες , iδίως σέ έκπαιδευτικά περιοδικά

ή καί κάποτε αύτοτελώς, είναι σχέδια μόνον διδασκαλιών επιτηδευμέ­να, ύποδείγματα τής κακιίiς diρας. 'Εναντίον αύτοϋ του ολέθριου

παιδαγωγισμοίJ εγραψε στή μελέτη του ''.Η διδασκαλία τής Νεοελλ η­

νικής Λογοτεχνίας>>, μέ δικαιολογημένη dγανάκτηση, ό Ί. Συκου­

τρής , καί aπό τή σελ. 23 του βιβλίου του aποσπώ αύτά: <<Είναι πολλά τά δημοσιεύματα- καί θά ήσαν πολύ περισσότερα, αν ύπήρχαν ξένοι

τυφλοσύρτες, δπως ύπάρχουν διά τήν διδακτικήν dλλων μαθημάτων, - εiς τά όποία άναπτύσσεται η μέθοδος τfjς διδασκαλίας καί

έρμηνείας τ&ν νεοελληνικών λογοτεχνημάτων ... ·Ότι ή προϋπόθεσις

126

Ο ΚΑΛΒΟΣ ΣτΗΝ ΠΛΙΔΕΙΑ

αότή είναι aπολύτως έσφαλμένη , είναι , νομίζω, προφανές ... Καί δμωc

τά δημοσιεύματα αuτά aγοpάζονται καί διαβάζονται,"δπως διαβάζΟ\' ­ται καί αγοράζονται κάθε χρόνο ενα πλήθος παιδαγωγικών βιβλίων ,

δυσανάλογον πρός τά βιβλία Ciλλου πε ριεχομένου. Διότι ό έκπαιδευ­τικός μας κόσμος κατέχεται , iδίως τά τελευταία χρόνια, aπό ενα πρωτοφανfj καί έπικίνδυνον πυρετόν πάιδαγωγισμοϋ, είς βάρος κάθε

άλλης σοβαροτέρας ένασχολήσεως μέ τήν έπιστημονικήν γνώσιν καί τό ήθος, τά όποία, δταv ύπάρχουν, εύρίσκουν συνήθως καί μόνα τ'ων τήν διδακτικήν μέθοδον, δταν δμως δέν ύπάρχουν, καμμιά σοφή

μέθοδος δέν ημπορεί νά &ναπληρώσΊJ••. ·Από τούς λογοτέχνες μας πού μελέτησαν τόν Κάλβο, έκείνος

πού τοποθέτησε τόν ποιητή <'ψιστικά, ε{ναι ό Παλαμάς, μέ τή

μνημειώδη μελέτη του <<Κάλβος ό Ζακύνθιος», σελ. 18-48 τών << Πρώτων Κριτικών». 'Επίσης ; στά <<Νέα Γράμματα», τόμ. 1936, σελ. 179-20 I, ό Παλαμάς δημοσιεύει δεύτερη μελέτη του μέ τόν τίτλο << 'Ο Κάλβος κι' Ciλλη μιά φορά», δπου καί πάλι αί-ηολογεί τήν 'ίδια

εκτίμησή του στό εργο τοϋ Κάλβου. Ή πρώτη iδίως μελέτη του

Παλαμά είναι πραγματικά κατατοπιστική καί διεισδυτική σέ δλα τά

θεμελιώδη στοιχεία τfjς ποιήσεως τοϋ Κάλβου. Κατά καιρούς καί

aλλοι aπό τούς λογοτέχνες μας παράστησαν τόν θαυμασμό τους γιά

τόν Κάλβο. Τελευταία ό Γ. Σεφέρης άσχ()λήθηκε μέ τόν Κάλβο

aξιοπρόσεχτα. Αότή τή στιγμή, τό aφιερωμένο ~οϋτο τεϋχος τfjς

«Νέας 'Εστίας" στόν Κάλβο, μέ τά μελετήματά του, παρέχει

dνάγλυφη τήν α'ίσθηση τής έποχής μας aπό τόν ποιητή τών 'Ωδών.

'Από τό θέμα μας έδώ άναγκασμένοι, θά σταθοϋμε μόνο στούς εκπαιδευτικούς έκπροσώπου_ς, ίδίως τούς πανεπιστημιακούς. 'Από

τούς ξένους μίλησαν γιά τόν Κάλβο ό Περνό, ό 'Έσσελιγκ , ό

Ρουσσέλ κλπ . Τό μάθημα τής Νεοελληνικής φιλολογίας: εiσήχθη στό Πανεπιστήμιο ' Αθηνών καί στό νεοϊδρυμένο τότε Πανεπιστήμιο τή ς

Θεσ.σαλονίκης , στά 1925-1926. Εrναι γνωστός δμως ό κατατρεγμός

πού ύπέστη aλλοτε τό μάθημα αότό άπό έκείνους πού θά επρεπε νά

είναι θερμοί συνήγοροί του. Μέ δλα δμως αuτά, συναντάμε καί

πανεπιστημιακούς διδασκάλους πού μέ σεβασμό aσχολήθηκαν μέ τό

εργο τοϋ Κάλβου. Ό Σ. Μενάρδος, στά <<Παναθήναια>>, τόμ. 1910, τεuχος 235-236, άντιπαραβάλλει στό άρθρο του <<Δύο Ζακύνθιοι

ποιηταί» τόν Σολωμό καί τόν Κάλβο, ύπογραμμίζοντας τά πινδαρικά στοιχεία του Κάλβου καί τόν νεοκλασσικισμό του. 'Αργότερα, σnj

<<Νέα 'Εστία» , 1928, τόμ. γ', σελ. 247-251, έξετάζει πάλι τό εργο ω1·

Κάλβου. Ό Γ. Σωτηριάδης, c;rτίς <<Διαλέξεις περί 'Ελλήνων ποιητών

τοϋ ΙΘ' αίώνος», τόμ. Α', 1916, τονίζει περισσότερο τόν πατριωτι­σμό, τή θρησκευτικότητα καί τήν iδέα τής άρετfίς στόν Κiiλβο . ' Ο Σπ. Λάμπρος, στόν <<Νέον Έλληνομνήμονα» τής 21 Μαρτίου 1915,

127

ΑΠΑΝΤ Α ΚΑΛΒΟΥ

σημειώνει τή συγκίνησή του άπό τήν ποίηση του Κάλβου. Στά Ι938,

στό περιοδικό ••Νεοελληνική Λογοτεχνία», τεϋχ. 5, σελ. 224-23 Ι , ό 'Αντ. Κεραμόπουλος μέ εύλάβεια έπίσης πλησιάζει τόν Κάλβο. Θά μποροϋσε ν' ό:ναψερθεί δτι καί ό Δ. Ζακυθηνός παρουσίασε στό

«'Ημερολόγιον της Μεγάλης 'Ελλάδος>>, 1928, σελ. 307-312, <<'Ένα χειρόγραφο των ψδων τοϋ Κάλβου>•, καί στά «·Ελληνικά Γράμματα»

του Ι928, σελ. 2Ι4-220, τό ι'iρθρο << 'Αντρέας Κάλβος>>. Άπό τούς άρμόδιους καθηγητές του Πανεπιστημίου στό μάθημα τής Νεοελλη­

νικής Φιλολογίας; ό Ν. Βέης έδίδαξε στά πανεπιστημιακά ετη Ι 926, 1930, 1935, 1936 τόν Κάλβο, καθώς καί φροντιστηριακά. 'Επίσης aφιέρωσε μελετήματά του στόν Κάλβο, δ πως «'σ Κωνσταντίνος

Κυριακός 'Αριστίας καί ό 'Ανδρέας Κάλβος», στή «Νέα 'Εστία" ,

Ι 940 τόμ. 27. σελ . Ι 3-22, καθώς καί «'Η 'Ιονιάς του Κάλβου καί τά 'Ιόνια νησιά του Σολωμου καί «'Έργα καί ήμέραι τοϋ Κάλβου είς

' Ελβετίαν » κλπ. 'Ο ι'iλλος καθηγητής τής Νεοελληνικής Φιλολο­

γίας, ό Γιάννης 'Αποστολάκης, έξέδωκε βιβλίο μέ τ~ν τίτλο «Τά

τραγούδια μας », δπου 75 όλόκληρες σελίδες άποτελουν πολεμική έναντίον τοϋ Κάλβου. Ή έπίκριση είναι ι'iδικη, άδιασάφητη, ιiπο-

_κλείει έντελώς τόν Κάλβο ώς ποιητή, δέν άναγνωρίζει τή λυρική

ούσία των ψδων. Δέν παραλείπει , αναλύοντας τίς 4>δές , ν' αναφερθεί σέ πολλές λεπτομέρειες, στήν τεχνική, στό ίδεολογικό περιεχόμενο,

στά σχήματα λόγου, στά έπίθετα , στά ρήματα, στή γλωσσα του Κάλβου, μέ τήν 'ίδια άνώφελη όρμή μέ τήν όποία θέλησε νά διαγράψει

τόν Παλαμa καί τό σύνολο σχεδόν των εκπροσώπων τής Νεοελλη­

νικής Λογοτεχνίας, έκτός άπό rό Σολωμό, γιά τόν όποίο εγραψε ό

'Αποστολάκης όμολογουμένως έξαιρετικές σελίδες, δπως σοβαρώτα­τα aσχολήθηκε καί μέ τά δημοτικά μας τραγούδια. 'Απάντησή μου

έκτενή στό βιβλίο του . Αποστολάκη γιά τόν Κάλβο, ό ιiναγνώστης θά βρεί, έάν εχει περιέργεια, στήν « Πνευματική Ζωή .. , στά τεύχη 45 καί 46 του τόμου 1939. Εtναι κρίμα, κριτικός μέ τόση οξυδέρκεια, σάν τόν 'Αποστολάκη, νά καταναλώνεται σέ φανατισμένη μανίαν aρνή ­

σεως . Μέ τό Ι;ργο του Κάλβου aσχολήθηκε μέ πολλές μελέτες ό Γ .

Ζώρας , πού τόν έδίδαξε καί στό Πανεπιστήμιο . Θ' ό.ναγράψω τούς

τίτλους τών δημοσιευμάτων αuτών γιά τόν Κάλβο, καί είναι άρκετό

αuτό γιά νά . δειχθεί ή πολλαπλότητα των θεμάτων του: " 'Η αίσιοδοξία τοϋ Κάλβου», «'Η ψδή είς 'Ιονίους του Κάλβου», <<Αί

περί τέχνης θεωρία ι του Κάλβου" , "'Η περί αυτοκτονίας ό:πολογία του Κάλβου», «·Ο Κάλβος καί αί σχέσεις του », « 'Ο Κάλβος καί

Φώσκολος>>, ,, ·Ο Κάλβος καί--αί παραδόσεις του εiς τήν 'Αγγλίαν», «Γράμμα του Νικολάου Κάλβου πρός τόν άδελφόν του 'Ανδρέαν»,

«'Επιστολή Δρόσου πρός Κάλβον», «·Ο Κάλβος καί οί σπουδές του»,

" 'Ιταλικά εργα τοϋ Κάλβου", «Καλβικά» , έπίσης έξέδωσε δλα τά ·

128

Ο ΚΑΛΒΟΣ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ

ίταλικά του εργα, μέ άνάλυση τοϋ δλου εργου του κλπ. Τά θέματα είναι πληροφοριακά τό περισσότερο, άλλά δλα μαζί εl:ναι κατατοπι­στικά .

'Επίσης διάφοροι εκπαιδευτικοί μίλησαν γιά τήν ποίηση του

Κάλβου σέ aρθρα τους. 'Ο Σ. Στουρα'fτης μέ δύο μελέτες του στά περιοδικά « 'Αθηνά>> του 1915 καί στήν ,,'Αγωγή, του 1915 καί

άργότερα στήν <<'Εκπαιδευτική 'Επιθεώρηση>> του 1920 μέ aλλο dρθρο του << Διατί ό Κάλβος έποίησεν ε'ίκοσι μόνον q)δάς , εξαίρει όχι

μέ βαθύτητα τό i:ργο του Κάλβου. 'Ο Π . Σπανδωνίδης στά <<Νέα Γράμματα» του 1935, σελ. 540-550, κάνει έπιτυχημένες παρατηρή ­

σεις στίς q)δές του Κάλβου. 'Ο Ν. Β . Τωμαδάκης άποκάλυψε πολλά

σχετιζόμενα μέ τόν Κάλβο, στίς μελέτες του <<Κ ριτικά, Βιογραφικά,

Βιβλιογραφικά στόν Κάλβο», περιοδ. << ' Ελληνικά», 1937- 1938, σελ. 19-51, καί <<Ο 'Ανδρέας Κάλβος ιiπό Λιβόρνου εiς Φλωρεντίαν». Σημειώνω καί τήν προσπάθειά του γιά τόν σχηματισμό τfjς βιβλιο­γραφίας του Κάλβου. 'Επίσης βιβλιογραφική ένημέρωση ύπάρχει

στά δημοσιεύματα του Γ. Ζώρα. Τήν όλοκληρωμένη βιβλιογραφία

κατάρτισε ό Γ.Ι. Φουσάρας. 'Εφέτος εξεδόθη βιβλίο ιiπό 263 σελίδες του 'Αλ . Σαρfί μέ τόν τίτλο <<Διδασκαλίαι Νεοελληνικών Λογοτεχνη­

μάτων - 'Ωδαί του 'Ανδρέου ,Κάλβου >>, τόμ. Α', δπου εξετάζονται

τέσσερες ίρδές, <<Εiς 'Ιερόν Λόχον», <<'Ο Φιλόπατρις», <<Τά 'Ηφαί­

στεια », <<Είς δόξαν>>, μέ παρατηρήσεις του 'ίδιου τοϋ συγγραφέα πού

εχει ιiπό τή σχολική του πείρα. Τό βιβλ~ αότό εχει πολλά τά άξιοσημείωτα, εΙναι άποτέλεσμα μελέτης του θέματος, ιiλλά δυστυ­

χώς ό συγγραφέας του στερείται άπό τήν εμφυ:rη εκείνη διάθεση, πού

κάνει διεισδυτικώτερο "τόν μελετητή καί φωτίζει τήν έργασία του

περισσότερο.

Ό Κάλβος διδάσκαλος εΧ:ει πολλή σχέση μέ τόν Κάλβο ποιητή .

Ό Παλαμάς στή σελ. 25 τών <<Πρώτων Κριτικών••, δπου άναδημοσι­εύεται ή διάλεξη πού εδωσε γιά τόν Κάλβο στά 1889, συνάπτε ι ετσι

τήν προσωπικότητα του Κάλβου: <<Σοφός διδάσκαλος, ποιητής

ύπερήφανος. Είς τάς λέξεις ταύτας συγκεντροϋται ό βίος τοϋ

Κάλβου>>. Τό συνταίριαγμα αότό είναι στοχαστικό. 'Ο Κάλβος ώς

διδάσκαλος είναι μιά πτυχή τοϋ θέματός μας . Γεννημένος στά 1792 στή Ζάκυνθο, εδειξε <<φυσικήν κλίσιν πρός τά γράμματα καί ζωηράν

φαντασίαν παιδιόθεν,, δπως τονίζει ό Σ1 Δεβιάζης στόν πρόλογο της εκδόσεως τοϋ Κάλβου στή Ζάκυνθο, στά 1881. Στήν 'Ιταλία, πού

πηγαίνει άργότερα, γνωρίζεται, δπως είναι γνωστότατο, μέ τόν

Φώσκολο, πού διαβλέπει άπό νωρίς τήν ποιητική του φύση . Σέ

γράμμα του στά 1813 ό Φώσκολος τό λέει αuτό γιά τόν Κάλβο:<< ... νά γίνει άνθρωπος των γραμμάτων καί έπιστρέφοντας στήν Ζάκυνθο νά μορφώνει τή νεολαία, κι' αύτό θά είναι τόσο ώφέλιμο γιά τήν

129

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

πατρίδα». Γιά τό πόσο έξετιμήθη ό Κάλβος άπό τόν Φώσκολο , όχι μόνο ώς ποιητής καί μελετητής, αλλά καί ώς παιδαγωγός, εχουμε καί άλλο γεγονός πού τό μαρτυρεί. 'Ο Φώσκολος, στόν όποίο εμπιστεύ­θηκε ό Δ. Βουλτσος τόν νεαρό αδελφό του Στέφανο Βοϋλτσο στήν

'Ιταλία, ανέθεσε τή μόρφωση τοϋ παιδιοϋ αύτοϋ στόν Κάλβο, δταν

μάλιστα τόν πρωτογνώρισε, επειδή «οχι μόνον διά τής επιτηρήσεως,

aλλά καί διά τοϋ παραδείγματος καί τοϋ ακεραίου χαρακτήρος του>> θά τό κατώρθωνε , καθώς διατείνεται ό Ν. Τωμαδάκης στή μελέτη του

<<Ο ·Ανδρέας Κάλβος άπό Λιβόρνου είς Φλωρεντίαν••. Στό Λονδίνο,

πού πηγαίνει στά 1816, τίς ιδιαίτερες παραδόσεις εχει ώς βιοποριστι~ κό έπάγγελμά του. ·Ο ·Ι. Ζεpβός στόν πρόλογο τής έκδόσεως τών

ποιημάτων του Κάλβου στά 1911 προσθέτει σχετικά: •• ·Ο Κάλβος είχε λάβει μεγάλην μόρφωσιν, ίδίως είς τήν κλασσικήν καί μάλιστα είς

τήν έλληνικήν φιλολογίαν. 'Ώστε μένων εις τό Λονδίνον &.νεγνωρί­

σθη ώς έλληνιστής ίκανός καί ήδυνήθη διά τουτο νά εϋρη ώς

διδάσκαλος μαθήματα" . Καί ό Μ. Σιγουρος, στήν είσαγωγή του σέ

εκδοση του Κάλβου στά 1928, αναφέρει καί ι'iλλη γνωστή μας

παιδαγωγική ίδιότητα του Κάλβου, δτι δηλ. «τύπωνε διδακτικά

βιβλία ». 'Ιδιαίτερης σημασίας είναι γιά τό διδασκαλικό στάδιο του

Κάλβου ή παραμονή του στήν Κέρκυρα άπό τό 1827 ί:ως τό 1859, δπου παρέδινε ίδιωτικά μαθήματα. Μάλιστα στά 1835-1836 είχε συστήσει δικ,) του σχολείο, πού τό διατήρησε μέχρις δτου διορίστηκε

καθηγητής τής φιλοσοφίας στό 'Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Οί βιογράφοι

του Κάλβου θαυμάζουν τήν άφιλοκέρδειά του, τήν όποία εξεδήλωσε

πάντοτε στίς οικονομικές σχέσεις , πού · συνδέουν τόν ίδιωτικό

διδάσκαλο μέ τούς μαθητές του. Χαρακτηριστικά εiναι δσα ίστορεί

στήν Αυτοβιογραφία του ό 'Ανδρέας Λασκαράτος γιά τόν Κάλβο,

πού ύπήρξε διδάσκαλός του: <<Στά 1828 ό κόντες Δελλαδέτσιμας , ό

θείος μου, μέ επηρε μαζ ί του στήν Κέρκυρα, δπου ήταν δικαστής, καί

μου εδωσε γιά δασκάλους τόν ' Ανδρέα Κάλβο , παλαιό συνε ργάτη του

Φώσκολου, καί τόν Βικέντιο Ναννούτση. Οί δύο αότοί κύριοι εγιναν

ϋστεpα φίλοι μου . ·Ο Κάλβος, φύσεως σοβαρiiς καί σκεφτικής,

ετοιμος πάντα νά λυπηθεί, μοϋ εδωσε μερικά μαθήματα γιά έκείνο,

πού ώνόμαζε <<τέχνη· του συνθέτει ν», καί πού ήταν aσκήσεις είς τό νά

συγγράφει κανείς σέ διάφορα στύλ. Μου τά διώρθωνε, μοϋ εδειχνε τά

λάθη , καί μου εδειχνε κανόνες νά τ' aποφεύγω». Γιά τή διδασκαλία

του στό 'Ιόνιο Πανεπιστήμιο καί τή μετέπειτα δράση του κάνει

πολλούς χαρακτηρισμούς ό Μιχ. Μητσάκης, στό Λεξικό Μπάρτ

(471 β-473α): «Δυστυχώς δμως ή έν τούτφ διδασκαμα του δέν

διήρκεσε παρά έπ' ολίγον, διότι εύερέθιστος είς ι'iκρον φύσει ,

περιήρχετο συχνά ε ις !:ριδας καί &γαvακτήσας κάποτε διότι οί

μαθηταί έχειροκρότουν ενα τών συναδέλφων του, περί ου φαίνεται νά

130

Ο ΚΑΛΒΟΣ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ

μήν είχε πάρα πολύ καλήν lδέαν, παρ1Jτήθη μ' δλας τάς συστάσεις _

καί ιiκόμη τάς παρακλήσεις κυβερνήσεως καί φίλων. 'Ήρχισε δέ

·πάλιν νά μετέρχηται τόν διδάσκαλον λιτώς καί άξιοπρεπώς ζii':ιν,

αυστηρώς, ύπερηφάνως καί ιiφιλοκερδii':ις άσκii':ιν τό έπάγγελμά του,

tδιορρύθμως καί άρχαιοπρεπii':ις φερόμενος έν τφ βίφ, διδάσκων μετά

πρωτοτυπίας καί εύφραδείας άσυνήθους>>: Στά 1859 φεύγει καί πάλι ό Κάλβος άπό τήν Κέρκυρα γιά τό Λονδίνο, δπου έξήσκησε καί πάλι τό έπάγγελμα του διδασκάλου καί ένυμφεύθη γιά δεύτερη φορά άγγλίδα , πού ήταν διευθύντρια Παρθεναγωγείου . 'Εκεί δζησε τά δέκα ύπόλοι­

πα χρόνια τής ζωής του ως τό 1869. Ποιό είναι τό παιδαγωγικό νόημα τών ε'ίκοσι Φδών τοϋ Κάλβου;

Μέ μιάν aπόκριση: ή πατριδολατρεία. Ό Κάλβος, παραδίνεται ιiπό

γενιά σέ γενιά ώς . πατριω'τικός ποιητής. Παρ· δλο τό δτι ή

έφτανησιακή παράδοση κάπως -iόν ιiγνόηaε - δ 'ίδιος ό Σολωμός έξέφρασε άντιρρήσεις γιά τό δργο τοϋ Κάλβου (πρβλ. Σπ. Δεβιάζη,

,, 'Ανδρέας Κάλβος», περ . << 'Ακρίτας'>•, 1905, σελ. 292) καί πολλοί άπό τούς έφτανησιακούς πνευματικούς έκπροσώπους - δμως ό Κάλβος

διασώζεται. 'Ανθολογίες παλιότερες τόν τιμοϋν, οπως ό 'Ελληνικός Νέος Παρνασσός τοϋ 1841 τοϋ φιλοξενεί 2 <[>δές καί στά 1880 ό Ματαράγκας 5, καί aργότερα δλες οί 'Ανθολογίεζ τόν παρέχουν ,

δπως π.χ. μέ I ι:δδή ό Σαλίβερος, ό Κοκκινάκης, μέ. 2 ό Ταγκόπουλος, ό Σιδέρης, ή ,."·Ατλαντίς» , ό Πολέμης, ό Αύλωνftης, ό Χρυσανθό­πουλος, ό Κεραμίδας, μέ 3 ή 'Αμπελίi, μέ 4 όΉ!:κόκος, μέ 6 ό 'Αποστολίδης. Παντοϋ ό τόνος τών ιiνθολογουμένων cf\δii':ιν είναι

στ ή ν έθνική κλίμακα. 'Εξ άλλου καί τήν <<'Ιστορία τής νεοελληνικής

λογοτεχνίας>> δσοι δγραψαν ετσι iδίως τόν ξεχωρίζουν, δπως ό Ι.Μ.

Παναγιωτόπουλος τόν ονομάζει ,,ύμνητήν τfjς έλληνικfjς επαναστά­

σεως εiς δώριον ϋφος,, (σελ. 76, α' εκδ.), ό Ήλ. Βουτιερίδης τόν

aποκαλεί <<Καθαυτό πατριωτικόν ποιητή>> (σελ. 345), ό 'Αρ. Καμπά­νης στέκεται στό «τ')θικοπολι τ ικό περιεχόμενο των q)διΊJν >> (σελ. 158). 'Ότι ό Κάλβος στήν aγάπη του γιά τήν πατρίδα είχε ήρωϊκή

aντίληψη τής ζωής σύγχρονα, τό πιστοποιεί τό γεγονός δτι εσπευσέ νά δλθει στήν επαναστατημένη ' Ελλάδα γιά νά προσφέρει τίς

προσωπικές ύπηρεσίες του.

Οί q)δές του Κάλβου μπορούν σέ μέγιστο βαθμό νά φρονηματί­

σουν τούς μαθητές τών σχολείων τής Μέσης 'Εκπαιδεύσεως , δλων

τών τάξεων, έπειδή δλοι οί κύκλοι τής άνθρώπινης ζωής, δ θρησκευ­

τικός , ό πανανθρώπινος , ό ;cολιτειακ:ός , ό οίκογενειακός, ό ηθικός,

όλοι βρίσκουν τρόπο ν' αναπνεύσουν, πειθαρχημένοι δμως στόν

πατριωτικό κύκλο. 'Η πίστη στά 'ίδια σύμβολα τά έλληνικά, είναι τό

μόνιμο κίνητρο του Κάλβου, πού ή ποίησή του εχει aριστη διδακτική όψη, μέ τίς παραινέσεις, τά διδάγματά της, τά &ποφθέγματά της. ·Η

131

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

παραστατική της δύναμη, ή γνωστική ίκανότητα , η εκφραστική

παρομοίωση, δλα άποδείχνουν δτι στήν ποίηση 'του Κάλβου συμμετέ­

χει όλόκληρη ή πλαστική συνείδηση του ποιητή, πάντοτε εγκωμια­

στική , δπως εγκωμιαστικό είναι καί τό είδος πού προτιμά dπό τά πέντε ε'ίδη των άρχαίων q)δών, μέ τήν κλασσική ύποδιαίρ εση σέ προοίμιο , σέ θέμα, σέ έφύμνιο .

Δέν θεωρώ aσκοπο έδώ νά κάνω μιά ταξινόμηση των ε'ίκοσι q)δών του Κάλβου βιαστική, πού έπιδέχεται φυσικά πολλές παραλλαγές,

γ ιατί ή ποίηση του Κάλβου δέν εΊναι στατική , dSστε νά εξυπηρετεί

μόνο μηχανικές ύποδιαιρέσεις. Τό παιδαγωγικό διάγραμμα τών ψδών

του Κάλβου, δπως προβάλλει μέ πρώτη ματιά, εχει ετσι: 'Ιδανικό

στενώτερης πατρίδας («'Ο φιλόπατρις »). 'Οράματα (<<Είς δόξαν»,

<<Εiς Έλευθερίαν••, ••Είς τήν Νίκην••). Χριστιανισμός καί οίκογενεια­

κό φίλτρο («Είς Θάνατον»). Πνευμα κλασσικισμου (<<Είς Μούσας »).

'Ιδεολογικό περιεχόμενο τfjς Πολιτείας (<<Αί εuχαί», ,,τό φάσμα .. ). 'Εξύμνηση ίστορικών γεγονότων (<<Είς Χίον», <<Είς Σάμον» , <<Είς

Ψαρά», << Εiς Πάργαν», <<Είς Σοϋλι»). 'Αναδρομή στό θρϋλο (<<'Ο

'Ωκεανός», <<Τά 'Ηφαίστεια»). Προβολή του fιθικοu νόμου (<<Εiς

'Αγαρηνούς» , <<Είς τόν προδότην») . Δοξαστική διάθεση (<<Είς 'Ιερόν

Λόχον») . 'Ενθύμιο (<<'Η Βρεταννική Μοuσα••). Παρορμητικός ϋμνος

(<< ' Ο βωμός τής Πατρίδος»).

Ό σκοπός τοϋ σχολείου, προπαρασκευαστικός γιά τήν δλη

μόρφωση τών παιδιών, μέτό μάθημα των Νέων 'Ελληνικών παίρνει έξαίρετη μορφωτική άξία, μέ τά 'ίδια τά πνευματικά προϊόντα τfjς

Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. 'Η iliθηση τών διδασκόντων πρέπει νά

είναι τέτοια, ι:δστε οί μαθητές μέ τίς 'ίδιες των σχεδόν δυνάμεις κάθε

φορά, ιiνάλογα καί πρός τήν ήλικία τους, πρέπει νά ερχονται σ'

έπαφή μέ τά 'ίδια τά κείμενα . 'Έτσι θ ' άγαπήσουν, αuτενεργώντας, τίς

έθνικές μας παρακαταθήκες. Καί τέτοιαν άξία εχει τό φιλελεύθερο

ί:: ργο του Κάλβου: άβίαστα στρέφει τήν ψυχή των παιδιών πρός τήν

' Ελλάδα καί τήν ίστορία της , η' άκόμα μiiς ύπογραμμίζει μέ τήν

ίδιόρρυθμη γλώσσα του, πού είναι κρiiμα τών περιόδων του έλληνι­

σμου , καί μέ τό aρχαϊκό ϋφος του, πού συνδυάζεται μέ σύγχρονα του

ποιητή θέματα, πώς μιά καί συνεχής είναι ή έλληνική παράδοση, dπό

τήν ιiρχαία λογοτεχνία καί τή ν ελληνιστική καί τήν εκκλησιαστικήν ύμνογραφία καί τήν εθνική ποίηση των βυζαντινών εως τό δημοτικό

τραγοϋδι καί τή νεοελληνικi-j λογοτεχνία. Τήν έποχή, πού ύμνολόγησε τήν 'Ελληνική ' Ελευθερία ό

Κάλβος, δλη ή Εuρώπη , μέ τούς διαφόρους πνευματικούς έκπροσώ­

πους της, είχε στρέψει τήν-προσοχή της στήν 'Ελλάδα . Ό Κάλβος ούτε μιά στιγμή δέν ί::θαψε τό διονυσιακό στοιχείο τfjς ποιήσεώς του, χωρίς νά είναι πληθωρική φύση. Δέν ύπήρξε γι' αύτό άντιποιητική

132

Ο ΚΑΛΒΟΣ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ

οϋτε ή aπαρχή οϋτε τό άποτέλεσμα τής ποιήσεώς του. 'Η σκέψη του ποτέ δέν ήταν έτερόφωτη η ιiλλότρια. Γιατί καθετί έχει στόν Κάλβο μιάν έ λ λ η ν ι κ ή μεταφορά . Μιά έσωτερική βαθμολογία ταυτίζει τούς δρους τής μεταφοράς αύτfjς.

Μέ τήν έσωτερική αύτή ζέση παραδίνεται ό ποιητής στίς

aντικειμενικές aξίες. Γι' αύτό ο τόνος τής ποιήσεως του Κάλβου είναι πάντα ήθικός. 'Ένα ιiδιάφθορο έγώ aντικατοπτρίζεται μέσα στό

r']θικό αuτό κάλλος, καί γι' αύτό ή. ποίηση :rοϋ Κάλβου βλασταίνει άπό γνήσιο ποιητικό σπόρο .. Ο ίδεαλισμός του Κάλβου περικλείει σ1..1νεχώς δύο παρουσίες: τήν παρουσία τοϋ ποιητή καί πρό παντός τήν παρουσία των είδώλων του. 'Ένα τέτοιο ε'ίδωλο εlναι ή 'Ελλάδα γιά

τόν Κάλβο.

·Η μεταρσίωση όμως αύτή τοϋ Κάλβου δέν εlναι ανεδαφική. 'Ο Κάλβος τή συμπλέκει μ· εναν πραγματισμό , πού εϋκολα τόν διακρίνει

ό προσεχτικός μελετητής του. Γι. αύτ(>, μί>θος καί ίστορία, aνθρώπι­

νη ψυχή καί φύση τών όντων, άσκηση καί πάθος, iδέα καί πράξη, συμβαδίζουν . Αύτό πρέπει ίδιαίτερα νά τονίζεται στό σχολείο, δταν

γίνεται έρμηνεία τών ι{>δών του Κάλβου, καί τότε θ' άνασύρεται

aσφαλώς τό γνήσιο παιδαγωγικό νόημά του. Γενιές πέρασαν καk γενιές θά περάσουν, aπό τότε πού εγραψε τίς

« 'Ωδές του» ό Κάλβος. "Αν ό ποιητής εΙχε ύπ ' όψη τουτό 1821-μέ

τή σχετική αναδρομή στήν aρχαία παράδοση, - iδού νέοι άγώνες

καλλίνικοι εδωσαν νέα α'ίγλη στό δj)αμα τής έθνικfjς καί πολιτικής

'Ελευθερίας. Τό 1912-1913, τό 1917-1922, τό 1940-41 μιά δραματι­κή προσπάθεια εκαμε τό δραμα αύτό έναγώνιο. Καί πάντα ό Κάλβος

ύμνφδεί:

«Νέα Έστία» 1946

Έπί τό μέγα έρείπιον

ή 'Ελευθερία όλόρθη,

προσφέρει δύο στεφάνους:

εva άπό γήϊνα φύλλα,

κι ' άλλον άπ ' άστρα.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΞΥ ΔΗΣ

133

ΚΑΛΒΟΣ Ο ΖΑΚΥΝΘΙΟΣ 1

Κωστής Παλαμά

· Παρήλθαν έτη έκτοτε . Ένθυμουμαι δτι ήγόρασά ποτε εκ τινος παρά τήν . Αγίαν

Είρήνην παλαιοπώλου δύο τομίδια έλληνικών ποιημάτων. Κατά τήν

έποχήν έκείνην ήγάπων άσυνειδήτως τούς στίχους, καί δύο όμοιοκα­

ταληξίαι, όποιαιδήποτε, μέ συνεκίνουν βαθέως. Τό εν έκ τών τομιδίων

ή το ό ,, . Οδοιπόρος» του Παναγιώτου Σούτσου. Πρό πολλοϋ dνεζή­

τουν τό βιβλίον τοϋτο. Τήν εϋρεσίν του απεδέχθην ώς δώρον τfjς θείας

Προνοίας καί κατέβαλα προθύμως τό άντίτιμον αύτοu. Έξ έναντίας τό άλλο τομίδιον συγκατετέθην μόνον τij έπιμόνφ παρακλήσει του

παλαιοπώλου νά φορτωθώ άντί καταβολής εύτελεστάτου τιμήματος. Έπανελθών είς τό μαθητικόν δωμάτiόν μου, διήλθαν όλοκλήρους ώρας έν έκστάσει πρό τών πατριωτικών μονολόγων καί τών έρωτικών δυφδιών τοu . Οδοιπόρου καί τής Ραλλοuς. Καί dφοϋ έκοpέσθην έξ αύτών, έτεινα τήv χείρα πρός τό δεύτερον βιβλίον, άγνωστον άγνώστου είς έμέ ποιητοu· τό ijνοιξα μηχανικώς, καί είς τήν σελίδα

έφ' ής τυχαίως πpοσηλώθησαν τά όμματά μου άνέγνων, άλλοτε μέν

έλκυόμενος, άλλοτε δ' έκπληττόμενος, τούς έξfjς στίχους, ύπό τόν

τίτλον "'Ο 'Ωκεανός»(*).

Τούς στίχους τούτους, έν οίς ή dpχαιοπρέπεια τών είκόνων

άμιλλάται πρός τό μέγεθος αύτών, καί ή aπό τ&ν κυμάτων avαδυομέ-

* Όλόιcληpο τόν ιι Ώιι.:εανό θά τόv Bori ό ιivανvώστnζ στ6 κc!μcvo το~. κ. Γ.CΙ. 22:φα στή « ΛύραΗ. προλογισμένη καί σχολιασμένη άπό τόv ίδιο.

135

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

νη · Δ ιογενής' Ελευθερία παρίσταται ώς ή ύψίστη προσωποποίησις των θαλασσίων θριάμβων τοu 'Αγωνος, μετά τήν .. απ 'τά κόκκαλα βγαλμένη ν•• · Ελευθερίαν του Σολωμου, τούς στίχους τούτους, πρωτο­τύπως ώραίους, iiγραψεν ό 'Ανδρέας Κάλβος δ Ζακύνθιος. Σήμερον διάφορον εχομεν άντίληψιν του έν τij ποιήσει καλου. 'Ο .. 'Οδοιπό­ρος » του Σούτσου, παρά τόν σεβασμόν δν τρέφω πρός τόν ποιητήν, μέ

κινεί σχεδόν είς μειδίαμα. ·Αλλά θαυμάζω τάς Q!δάς του Κάλβου, καί

τόν λόγον του φαινομένου επιχειρώ νά εξηγήσω σήμερον πρός ύμδ.ς

εν πάσl] είλικρινεiα.

Α'

Γερμανός ι/:όγιος, δημοσιεύσας πρό τινος χρόνου περιγραφήν

τiiς 'Ιθάκης , εξl]ρε διά θερμων έκφράσεων τά θέλγητρα, <'ίτινα διακρίνουσιν έκάστηv των 'Ιονίων Νήσων· τάς γραφικάς τοποθεσίας της Κερκύράς, τήν ίδιοφυii σύστασιν τής Λευκάδος, τά μεγαλοπρεπή

aγ ροκήπια της Ζακύνθου, τά έλώδη δρη τής Κεφαλληνίας, καί τό μεγαλείον τής μικρiiς , ~θάκης, τό οφειλόμενο ν είς τά επη του

'Ομήρου. Οuδείς ό τυφλώττων πρός τά iδιάζοντα κάλλη τής

έπτάνησιακής φύσεως, πολλψ μiiλλον οί ξένοι, ο'ίτινες κατερχόμενοι

i;ι-,: των όμιχλωδων αuτων πατρίδων έντpυφωσι δι, όφθαλμων άπλή­

στων εiς τό φως καί τήν αiθρίαν του έλληνικοu οuραvου. 'Όμως καί

aλλαι χώρα: τής ήμετέρας πατρίδος έπροικίσθησαν διά θελ γήτρων

aξίων νά προκαλέσωσι τόν θαυμασμόν των ξένων· αί Χάριτες

δαψιλεύουσι τά δωpά των εiς τό Αiγαίον, ώς οί 'Έρωτες τά μειδιάματά

των εiς τό 'Ιό νιον . 'Αλλά τq χάρισμα δπερ ελαχεν ώς εξαιρετικός

κλήρος εiς τήν 'Επτάνησον, τό θέλγητρον, ούτινος τό μυστήριον

μόνη αuτή κατέχει, είναι ή νεωτέρα έλληνική ποίησις. Οί ποιηταί τής νεωτέρας ' Ελλάδος δέν φθάνουσι τό γιγάντειον aνάστημα των άοιδών

τής aρχαιότητος, ούδέ μετέχει τό gσμά των του άπλοu καί <iνεπιτη­

δεύτου μεγαλείου των επί των χρόνων τής Τουρκοκρατίας aνωνύμων

ciδελφών αuτών. 'Αλλά καί ούτοι έβαπτίσθησαν έντός των ρείθρων

τοu Περμησσοu καί οι'Jχί σπανίως έβάδισαν τήν δδόν τjτις τείνει πρός

τά ύψηλά.

Πάντων τούτων, aναμφισβητήτφ δικαιώματι, ύπερέχουσιν οί

ποιηταί τής 'Επτανήσου, κληρονόμοι, κληρονόμοι τής φόρμιγγας

τοy Δημοδόκου, ijτις έφαίδρυνε τάς καρδίας των Φαιάκων καί ί:φερε

τά δάκρυα εiς τούς οφθαλμούς του 'Οδυσσέως. Μόλις ό "Α ρης

iiνθησεν έν ·Ελλάδι, καί ή ήδύπνους Μουσα συνήνθησε μετ' αύτου,

μεγαλυνθείσα, εξ ω των στενωv όρίων' έν οίς πι;pιέκλι;ιον αύτή ν οί ποιηταί των ήγεμονικων αuλων καί των σατραπικων δωμάτων. Ό

ϋμνος του Σολωμού εδημοσιεύετο τό πρωτον εν τψ άγωνιζομένφ

136

ΚΑΛΒΟΣ Ο ΖΑΚΥΝΘΙΟΣ

Μεσολογγίφ, καί ό Κάλβος έλάμβανε τό πϋρ τfjς έμπνεύσεως έκ τοϋ

πυρσού του Κανάρη. Οί ποιηταί της 'Επτανήσου , καθ >α έκφράζεται

σοφός dνήρ, ό Βράϊλας , περί ένός έξ αuτών, του yλυκυτάτου 'Ιουλίου

Τυπάλδου, διηρμήνευσαν διά τών στίχων των <<τήν d.λήθειαν τών

κοινωνικών καί aτομικών γεγονότων, δσα χορηγοϋντα τήν ϋλην εiς

τήv ποίησιν, άποτελοϋσι τήv πνευματικήν αότης ύπόστασιν· οί στίχοι των αuθορμή.τως έξέρχονται έκ τfjς άενάου καί καθαρωτάτης πηγfjς τής δημοτικfjς ποιήσεως , καί ηδυνήθησαν νά κατασταθώσιν εόχερές καί εναρμόvιον όργανον τής μετά τοϋ έλληvικου πολιτισμου όσημέ­

ραι άναγενvωμένης έλληνικης ποιήσεως». Τολμώ νά προσθέσω δτι οί

πο ι ηταί της 'Επτανήσου ύπέδειξαν πάσας τάς τρίβους liς οφείλει νά

dκολουθήσ1J ή νεωτέρα έλληνική ποίησις, παρέσχον νέαν ζωήν είς

αuτrjν, καί άπijλθον η έσίγησαν παρασκευάάαντες τήν όδόν είς τούς

ποιητάς του μέλλοντος, ο'ίτινες θά έκτελέσωσιν ώραιότερα θέματα δι.

ώραιοτέρων στίχων. ' Ο Σολωμός ψάλλει τήν έλληνικήν έπανάστασιν

δι· ύψηλών φθόγγων καί παρέχει είς τήν ποίησιν καί άπλότητα καί

βάθος , aγνωστα τέως είς αότήν. Ό Βαλαωρίτης εtς τούς στίχους του κατοπτρίζει δλην τήν άpματωλικήν μεγαλοπρέπειαν του 'Ολύμπου καί τής 'Όσση.ς έν τΊj φύσει, έν τφ άνθρώπφ, έν τij γλώσσl]. Ό

Τερτσέτης είς τόν ciρχαίον μuθον παρέχει άκόπως τήν χροιάν του

δημώδους qσματος. 'Ο Μαρκοράς, έμπνεόμενος έκ τοϋ παρόντος,

θρηνεί καί εξιδανικεύει δι. εόγενών νοημάτων καί <iλησμονήτων

είκόνων έν σοφι:i'ς έρρυθμισμένψ στίχφ τάς συμφοράς της Κρήτης. 'Ο

. Ιούλιος Τυπάλδος ψάλλει μελψδικώτατα τόν ερωτα, ή δέ βάρβιτος αότοu έκβάλλει τόνους οίονεί δακρυσταγείς ώς τό παράπονον

ciνΟρώπου, καί ύποτρέμοντας ώς ή πρωινή δρόσος έπί τών φύλλων .

Καί ό Λασκαράτος διά στροφών, έν αίς τό περιεχόμενον καί ή μορφή

συνδέονται αναποσπάστως, γεννq τόν μέγαν γέλωτα. Πάντες ούτοι,

καί οταν δέν έμπνέωνται άγνώς έκ τής έλληνικης παραδόσεως, άλλά

πάντοτε έξεφράσθησαν έν τl] γλώσσ1J του λαου, εuγενεστάτ1J, ώς

πiiσα γλώσσα δι' ής έλάλησεν ή ποίησις, καί κατά τόν ποιητήν,

"cδωσαν νέα φορεσιά ·ς τόν κλέφτικο τόν στίχο». Καί δταν άκόμη τό

Gφασμα του ένδύματός των παραλαμβάνωσιν δ.λλοθεν, κατασκευάζου­

σιν αuτό κατά τόν πατροπαράδοτον τρόπον καί διαθέτουσι τάς πτυχάς

του έλληνοπρεπώς. 'Η ποίησις έκείνων ζlj, καί σύγκειται έκ σαρκός

κ α ί πνεύματος.

Δέv γνωρίζω διατί, έγώ τούλάχιστον, άδυνατώ νά διακρίνω τήν ζωήν ταύτην καί τήν άρτιότητα καί είς τά ποιητικά προϊόντα τής

καθαρευούσης. Νομίζω δτι τό κυριώτερον κατόρθωμα τής γλώσσης

τών i:φημερίδων καί τών κοι~οβουλευτικών άγορεύσεων ε{ναι νά σύp1] τrjv ποίησιv έγγύτεpον του βαράθρου τfjς πεζότητας. Καί δτε άκόμη ή καθαρεύουσα αϋτη διαμορφοϋται κατ · άρχαϊκόν ζfjλov, καλλιτεχνι-

137

ΑΠΑΝΤ Α ΚΑΛΒΟΥ

κώτερον, καί τότε τά δημιουργήματα αuτής φέρουσιν εiς τήν μνήμην μου μίαν aπό τάς ύπερφυείς ήρωίδας ένός μεγάλου 'Άγγλου ποιητοu·

πλάσμα περικαλλές καί γοητεuον, άλλά πλασμένον φεu! έκ χιόνος. 'Αλλ' ό ποιητής, τοu όποίου τό εγκώμιον θέλω ijδη νά πλέξω

ενώπιον ύμ&ν, δικαίως δύναταί τις νά παρατηρήσ1J δτι δέν εγραψεν

εiς τήν γλωσσαν του λάοϋ, τήν όποίαν διά τόσφ ζωηρων χρωμάτων­

εξαίρω . Ναί· ε{ναι άληθές δτι ό Κάλβος πρός τούς ποιητάς τής

'Ιονίου σχολi;ς συνδέεται μίiλλον διά τής γεννήσεως ή διά τής γλώσσης αύτο\3. 'Αλλ' ό ποιητής τ&ν 'Ωδών, κατέχων εξαιρετικήν

δλως θέσιν έν τij ίστορίι;ι τής νεοελληνικής φιλολογίας, έξαιρετικως

πρέΠει νά icριθtj. Οί ποιηταί τής 'Επτανήσου πηγάζουσιν άμέσως η έμμέσώς έκ τοϋ Σολωμοϋ· ό Κάλβος έξ οuδενός των συγχρόνων αuτφ

έδέχθη μαθήματα, καί ούδένα εύρε μιμητήν, Δέν ώμίλησε τήν

γλωσσαν τοϋ λαοϋ, αλλ' ούτε τήν σήμερον έν χρήσει καθαρεύουσαν.

Μεταχειρίζεται γλώσσαν άχαλίνωτον καί άκανόνιστον, εν fι τό

στιλπνόν μάρμαρον τής άρχαίας χρωματίζεται συνήθως ώς εμψυχον

έκ τής καθομιλουμένης. 'Αλλ' ι'iν τοιαύτη γλώσσα καθιστ~ εν

πολλοίς δυσπρόσιτοΥ τήν ποίησίν του, ή αρχαία Μουσα παρέχει

σχεδόν είς πάντα στίχον αuτου άσυνήθη χαρακτήρα, μακράν παντός

κινδύνου κοινοτοπίας καί πεζολογίας. Σύγχρονος του Κανάρη καί του

Βότσαρη, ψάλλει τήν σύγχρον~ν 'Ελλάδα ώς μικρός τις Πίνδαρος , τ'Jπιώτερος καί μετριώτερος <<έν Λυδίοις αuλοίς απύων>>, κατά τήν

ρfjσιν αύτου του ψάλτου των Όλυμπιονικων. Έφαρμόζων τό

περιλάλητον παράγγελμα του 'Ανδρέου Σχεν~, έπί νεωτέρων νοημά­των τεχνουργεί aρχαϊκούς στίχους .

Β'

Σοφός διδάσκαλος, ποιητής ύπερήφανος. Είς τάς λέξεις ταύτας

συγκεντρουται ό βίος του 'Ανδρέου Κάλβου. Έγεννήθη τq> 1792. Τά πρώτα στοιχεία των έλληνικών καί ίταλικων γραμμάτων ελαβεν έν

Ζακύνθφ. Νεώτατος μετέβη εiς 'Ιταλίαν , δπου κατέφευγαν πάντες οί

διψώντες διακεκριμένης έκπαιδεύσεως. 'Εν 'Ιταλίι;ι έσχετίσθη μετά · του Φώσκολου. Ό περιφανής 'Ιταλοέλλην ποιητής , διαγνούς τό ύπέροχον του Κάλβου , συνεδέθη μετ' αότοu διά φιλίας. ΕΙπέ που

όμιλ&ν περί αύτου: <<'Ο Κάλβος συνέγραψεν εν τφ ο'ίκφ μου δύο

τραγωδίας. Καί είναι μέν αληθές δτι αύται δέν δύνανται νά παραβλη­

θωσι πρός τά εργα των μεγάλων ποιητών, ούχ ήττον προδίδουσι τήν

εξοχον 'του άνδρός διάνοιαν. 'Ακόμη δέν συνεπλήρωσε τά εi.κοσιτέσ­σαρα !:τη . ΕΙναι έγκρατής καί μετριόφρων, φιλόσοφος δ' έκ φύσεως

καί οόχί πρός ματαίαν επίδειξιν σοφίας δανεισμένης εκ των βιβλίων>> . . Αλλ' εύγενέστερον Ετι ό Φώσκολος Εγραφεν είς Ζάκυvθον δπως

IJK

ΚΑΛΒΟΣ Ο ΖΑΚΥΝΘΙΟΣ

πείστt τόν δήμον νά χορηγήστt μηνιαίον έπίδομα είς τόν νεαρόν

Κάλβον έξ ε'ίιcοσι ταλλήρων πρός έξακολούθησιν τών σπουδών του. 'Αλλ' είς μάτην έμεσίτευεν ύπέρ αuτου· ό δήμος έιcώφευεν, ό Κάλβος έπένετο, καί πολλάκις εύρίσκετο <iνευ χρημάτων. ·Ο Φώcrκολος προσέλαβεν αύτόν είς τόν οlκόν του, καί δτε βραδύτερον ήναγκάσθη

νά έγκαταλίπτι τήν 'Ιταλικήν γήν, ό Κάλβος τόν συνώδευσεν είς

'Αγγλίαν . ' Αλλά δέν διήρκεσεν έπί πολύ ό σuνδεσμος τών δύο

ποιητών, διακοπείς έιc του ίδιοτρόπου καί εuερεθίστου του χαρακτfj­ρος dμφοτέρων. 'Εν Λονδίνφ δ Κάλβος παρέδιδε μαθήματα ίστορίας , πολλούς προσελκύων μαθητάς διά τής εύφραδείας του.

Μετά τήν εκρηξιν τής ' Ελληνικής έπαναστάσεως κατήλθεν είς

τήν 'Ελλάδα ζητών εuιcαιρ ίαν νά προσφέρτι τάς ύπηρεσίας του . 'Αλλ ' άπελπισθείς ενεκα τών διχονοιών α'ίτινες έσπάρασσον τότε τόν

άγώνα, άνεχώρησεν είς Παρισίους . · Ως ό Σολωμός έν τφ 'Ύμνφ πρός

τήν Έλευθερίαν, οϋτω καί δ Κάλβος βμθέως άπετύπωσεν έντός τών στίχων του τήν θλίψιν ijν τφ ένεποίησεν ή θέα τών έμφυλίων ρήξεων.

Τό «Φάσμα>>, μία έκ τών <!>δών αύτου, έκ τοϋ αίσθήματος τούτου

έμπνέεται . Ποιητίσκος τις, στερούμενος τής δυνάμεως του Κάλβου,

θά συνέθετεν 'ίσως έπί τής αuτής ύπ?θέσεως ψυχρόν τι σύμφνρμα έκ

ρητορικών παραινέσεων καί πατριωτικών θρηνφδιών, περίπου κατά τήν μέθοδον του Κοκκινάκη καί του Κανέλλου. 'Αλλ-, ό Κάλβος διεμόρφωσε τό θέμα του είς είκονιιcήν καί εμψυχον όπτασίαν, ώς δεξιός τεχνίτης. Οί 'Έλληνες τής 'Επαναστάσεως εlναι διά τόν

Κάλβον ·ό,τι ό 'Ιέρων διά τόν μέγαν λυρικόν τών Θηβών· τούς

έξυμνεί, άλλά καί τούς νουθετεί. 'Εν Λονδίνφ εύρισκόμενος ό Κάλβος ένυμφεύθη ' Αγγλίδα,

dποθανοuσαν πρό τής καθόδου του ε~ τήν 'Ελλάδα. 'Από τών

Παρισίων μετέβη εlς Κέρκυραν τφ 1826, ενθα προσελήφθη τό πρώτον ώς οΙκοδιδάσκαλος παρά τΌ οίκογενεί~ του Εύτυχίου Ζαμπελίου.

'Επεδίωκε νά διορισθ'Q ύπό τοϋ Γύϊλφορδ καθηγητής έν τi] Ίονίφ ' Ακαδημίι;ι, άλλ ' άποτυχών έσύστησεν 'ίδιον σχολείον πρός τό ετος

1835-1836, είς ό έφοίτων πολλοί. 'Απελάμβανεν έκ τών μαθητών του περί τά έκατόν είκοσι δίστηλα καί πλέον κατά μήνα. Τό σχολείον

διήρκεσε μέχρις ού διωρίσθη καθηγητής τής φιλοσοφίας έν τφ Ίονίφ ήανεπιστημίφ 1 • ' Αποφεύγων τήν τύρβην, τάς ώρας του διήνυεν ώς έπί τό πλείστον έν τΌ βιβλιοθήκτt του συγγράφων καί μελετών. Ήτο

I. Πολυτίμους τινάς πληροφορίας περί τοϋ ήθους καί τοϋ βίου τοϋ ;,οιητοu όφε ίλω είς τήν εύμένειαν tοϋ άξιοτίμου έκ .Λευκάδος βουλευτοϋ κ. Τσαρλαμπa , όστις

έχρημάτισε μαθητής τοϋ Κάλβου . Πλήν τούτων έχρησίμευσεν είς έμέ καί ή

προταχθείσα βιογραφία αύτοu ύπό τοί\ φιλερεύνσυ λογίου κ. Σ. Δέ Βιάζη έν τ'(j πρό όκταετίας έιcδόσει τών 'Ωδών έν Ζακύvθφ·όπό Σεργίου Ραφτάνη.

1:39

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

μέτριος τό ανάστημα, μελαγχροινός, μέ μαύρους όφθαλμούς καί

μεγάλην ρίνα. 'Έτρεφεν ίδιάζουσαν προτίμησιν πρός τό μέλαν

χρωμα, ώς άρμοζόμενον 'ίσως πρός τό μελαγχολικόν του χαρακτήρός

του , καί είχε τήν μανία ν δι' αύτοϋ νά έπιχρί1J τά επιπλά του. 'Έζη μετά πολλής λιτότητος, <iλλά καί περισσής dξιοπρεπείας. Τό εόερέθι­

στον αότοu ύπερέβαινε πί'iν δριον. 'Ο ίστοριογράφος τής 'Επτανήσου

χι\tlτης αναφέρει περί αότοϋ τά έξ"ής: <<Διορισθείς καθηγητής τής φιλοσοφίας έν τφ Ίονίφ Πανεπιστημίφ δέν ήδύνατο Ύά άκούσ1J εuφημίας ύπέρ dλλων καθηγητών- δι· δ dγανακτήσας είς χειροκρο­

τήσεις των μαθητών ύπέρ του καθηγητού 'Ορεόλου, παρ1Jτήθη τής

θέσεως αuτου μεθ' δλας τάς παρακλήσεις Κυβερνήσεως καί φίλων••.

Καί εν dλλο παράδειγμα: Συνδέσας έν Κερκύρq σχέσεις μετά τής

οiκογενείας του άρμοστου, με:rέβαινε συχνά πρός έπίσκεψίν του.

'Αλλ' aγνωστον διά τίνα λόγον δυσαρεστηθείς έναντίον t~υ άρμα­στου, επαυσε φοιτων είς τό παλάτ.ιόν του, καί τό περιεργότερον,

άπεδίωξε τόν υ ίόν του άρμοστου μετ αβάντα μι~ των ή μερών εiς · τήν · οίκίαν του, διατάξας τόν ύπηρέτrjν του · μεγαλοφώνως, ιδστε νά dκουσθΊ] ύ ιτό του έπισκέπτου, νά τφ ε'ίπ1] δτι <<δέν είναι 'ς τό σπίτι!» Τό <iκρόχολον αuτου καθίσταται , νομίζω, κατάδηλον καί έξ αότi'jς τής

ποιήσεώς του . Καί μή δέν είναι αϋτη ί:μμεσος διαμαρτύρησις κciτά τής γλώσσης, των μέτρων, τής φράσεως, των έν χρήσει τότε παρά τοίς

συμπατριώταις αότοϋ;

'Υπερήφανος καί aφιλοχρήματος . Οί βιογράφο-ι-,διηγουνται δτι,

aμα ελαβε θέσιν, επαυσε νά δέχεται δίδακτρα παρά των μαθητών του. Οόδέ ήvάγκαζεν αύτόν τό δέλεαρ τής άμοιβής νά ύποφέρ1J τά

ελαττώματά των. Μόλις έπείθετο περί του άδυνάτου τής εύδοκιμή­σεως του μαθητοϋ, εγραφε πρός τούς γονείς, συμβουλεύων νά

<iποσύρωσι τοϋ σχολείου τό τέκνον. Παρέδιδεν ίταλιστί. Μεγάλη ήτο

ή εόφράδεια αότοu καί δλως πρωτότυπος 1l διδασκαλία του. Καί τ.ό iδιόρρυθμον του Κάλβου άπό της ποιητικης έξετείνετο μέχρι τής

γραμματικής, τήν όποίαν έδίδασκεν. Ήτο πολύγλωσσος καί πολυμα­

θής. 'Εδίδασκεν ·Ελληνικά, Λατινικά, 'Ιταλικά, Γαλλικά, 'Αγγλικά,

Φιλοσοφικά, Γεωγραφίαν, ' Αστρονομίαν. Μέ διαβεβαιοuσι πρός

τούτοις δτι η το κάτοχος καί τής 'Εβραϊκής. Εuτυχής τις θνητός, του

όποίου ή ίστορία άτυχως δέν διεφύλαξε τό όνομα, διωρίσθη καθηγη ­

τής τής Θεολογίας, ύποθέτομεν, έν τφ Ίονίφ Πανεπιστημίψ τά

μαθήματα, {iτινα ό ·Κύριος ούτος παρέδιδε, παρεσκεύαζεν άφ' έσπέρας

ό Κάλβος άφιλοκερδως καί, τό σπουδαιότερον, έν πάσ1J έχεμυθείq..

Ε'ίπομεν δτι είς τήν 'Ελ:λάδα κατήλθε μετά τόν θάνατον τής

πρώτης συζύγου του, τψ 1821. Έκ ταύτη~ aπέκτησε θυγάτριον, ciποθανόν καί τουτο aώρως. Βαθείαν στοργήν ί:τρεφεν ό Κάλβος πρός

τήν μητέρα του. 'Εν δσφ αί5τη ίiζη, είπέ ποτε πρός φίλον του, τή~

140

ΚΑΛΒΟΣ Ο ΖΑΚΥΝΘΙΟΣ

i:βλεπε συχνά εiς τό δνειρόν του· μετά τόν θάνατόν της επαυσε νά τήν

βλέπ1J. Τό βάθος τής υίικής στοργής του άπετύπωσεν έν τij πρός τόν

<<Θάνατον» q'>δή, ώς δεικνύει ή περιπαθής αϋτη άναφώνησις:

7

Ω φωνή, dJ μητέρα, Ώ τών πρώτων μου χρόνων

Σταθερά παρηγόρησις 'Όμματ · όπου μέ βρέχατε

Α!έ γλυκά δάκρυα!

Καί σύ, στόμα, όποί3 εφίλησα

Τόσαις φοραίς, μέ τόσην

θερμοτάτην άγάπην

Πόση aπειρος aβυσσος

Af{iς ζεχωρίζει!

'Υπάρχει έν τφ βίφ τοϋ άρχαϊκοϋ , ποιητοϋ ρομαντικόν έπεισό­διον dξιον των σελίδων του Βερτέρου. Περιελθών είς άπόγνωσιν

ενεκα τοϋ θανάτου πεφιλημένης ύπάρξεως άπεπειράθη νά αύτοκτονή­

G1J δι' ίσχυρiiς δόσεως όπίου· άλλ' έσώθη ττϊ έγκαίρφ συνδρομτϊ των φίλων. τίς οίδεν άν έγεννaτο χρόνους τινάς βραδύτερον ij dλλως πως ·

έφρόνει περί τής φύσεως καί τοϋ προορισμου τής ποιήσέως, τίς οίδεν

άν δέν dπέρρεον της λύρας του στόνοι βαρύθυμοι καί aπαισιόδοξοι

έλεγείαι, καί δέν έχαιρέτιζG τόν εύεργετικόν θάνατον ώς ό Λεοπάρδης

ij ό Λεκόντ Δελίλλ. 'Αλλ' ό Κάλβος, έν αίς·ήμέραις εζη, δέν ήδύνατο νά παραγνωρίσΊJ τήν dποστολήν του· ιωί dφιέρωσε πάσας τάς χορδάς τής λύρας του εiς τήν πατρίδα, έπικαλούμενος τούς άρχαίους θεούς

καί ψάλλων τούς νέους ηρωας αύτfjς. 'Εχθρός τοϋ έπικουρισμοϋ,

ι':ίπαξ μόνον έμφανίζει έν τΊj q'>δΊϊ << Είς τά Ψαρά>> τήν ήδυπαθfj μορφήν

τοϋ φιλοπαίγμονος υίοϋ τής 'Αφροδίτης, καί τοϋτο οίονεί έν σχήμα τι επιδιορθώσεως , οπως d.ποκηρύξ1J πανηγυρικώτερον αότόν, καί έξάp1J

τό καθήκον, στωικως άντιτάσσων κατά τής κυριαρχίας των αίσθή­

σεων τήν δεσποτείαν τοϋ λόγου καί τήν περιφρόνησιν τής ήδονής.

Ει ναι ό κατ' έξοχή ν ψάλτης τής 'Αρετή ς, κατανοων ταύτην ούχί ύπό

τήν χριστιανικωτέραν έκδοχήν του ό.σκητισμοϋ καί τής ταπεινότη­

τας, άλλ' ύπό τάς καλλίστας αύτfjς μορφάς, τήν 'Ανδρείαν καί τήν

Δικαιοσύνην. 'Ιδού όποίας άρμονικάς στροφάς άπευθύνει πρός τήν

'Α ρετή ν, καί όποία φωταυγή Ήλύσια δημιουργεί διά τούς έναρέ­τους'.

141

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

Ώς τό μόνόν πειστήριον τής ποιητικής εύφυίας τοϋ Κάλβου

παρέμειναν εiς ήμiiς αί ,, 'Ωδαί, του, ε'ίκοσι τόν aριθμόν. «Δόσις

όλί:η τε φίλη τε>>, κατά τόν ποιητήν. Γνωρίζομεν δτι ό Κάλβος συνέ vραψε φιλολογικά καί φιλοσοφικά συγγράμματα, μετέφρασε

θi:ολογικ:άς πραγματείας, συνέγραψε καί τpαγφδίας ιταλιστί· τά πλείσι 'l τούτων δέν είδον τό φcος τής δημοσιότητος. 'Ε χρημάτισε πρός 1.ούτοις καί συντάκτης Κερκυραϊκών έφημερίδων. <<Εiς τό

έρχόμενον ετος, έάν μοϋ φθάση rι ζωή, σημειοί ό Κάλβος έv τέλει τής συλλογής τών 'Ωδών του, καί 11 τύχη μοϋ δώσΊJ άρκετήν ήσυχίαν, θέλω ώς παράδειγμα προβάλει στίχους ήρωικούς - οϋτως aπεκάλει

τόν δεκ:απεντασύλλαβον στίχον διερρυθμισμένον κατά τάς μετρικάς dρχάς του - ύμνοϋvτας τούς κατά των aνηλεών τυράννων τής

πατρίδος θριάμβους τοϋ Σταυροί>. Κq.τά δέ τό παρόν dλλους παρά τούς

dνωθεv δέν δύναμαι νά προσφέρω» . 'Η ζωή θά εφθαvεv εiς τόv

Κάλβον, ι':ίν ή τύχη τq> παρείχε τήν <<ήσυχίαv» τήv όποίαν ηuχετο ό

ποιητής, τήν γαλήνηv, άπαραίτητον στοιχείον τής ποιητικής δημι­

ουργίας. 'Αλλ' αί aπηχήσεις τής έπταχόρδου λύρας δέv ε'ίμαρτο νά

παραταθώσιν έπί πολύ. Μετά πολλών έτών διαμονήν έv Κερκύρ~,

απολέσας τήν θέσιν του, μόλις προό-επορίζετο τό ζήv έξ ίδιαιτέρων παραδόσεων. 'Έπαυσε νά γράφl] στίχους. Κατά τq> 1859 άπfjλθε τής νήσου πτωχός, πάσχων τούς οφθαλμούς, κατατρυχόμενος έκ των

θλίψεων. Καταπονηθείς έκ τής δυστυχίας, έπανέκαμψεν εiς Λονδίνον , ενθα περί τό τέλος τοϋ βίου του συνήψε καί δέύτεροv γάμον.

Άπεβίωσεv έv Λονδίvφ τφ 1869. Ή Έλλάς δέν έπένθησε τόν θάνατόν του. Αύτή ή ποίησις, i]τίς ι':ίλλοτε διά τfjς σθεvαρiiς φωνής

τοϋ Βαλαωρίτου έθρήvησε τόv θάνατον τοϋ Σολωμοϋ , έτήρησε σιγήν

διά τό άγνότερον τών τέκνων της. Παράδοξος τύχη ποιητοϋ, άφιερώ­

σαντος πάσας τάς χορδάς τής λύρας του εiς τήν πατρίδα , καί ύπέρ πάντας λησμονηθέντος ύπό τής πατρίδος.

Αί πρώται δέκα Ή Ωδαί τοϋ Κάλβου, ύπό τόv τίτλοv << · Η λύρα»,

έξεδόθησαν τό πρώτον έν Γενεύ1J τφ 1824, αί δέ λοιπαί έv Παρισίοις τφ 1826. 'Αμφότεραι ετυχοv γαλλικής μεταφράσεως ύπό δύο έκ τών άρίστων ' Ασιανολόγων τής έποχής. Τοιαύτη έκ:τίμησις πρός 'Έλλη­να ποι ητήν δέv ijτo aπροσδόκητος έv έποχ'(i καθ, ην ό φιλελλ ηνι­

σμός i]κμαζεv έν ΕύρώπΊJ, καί ή Γαλλική 'Ακαδημία ώς θέμα τοϋ

έτησίου ποιητικοϋ διαγωνίσματος αuτής ιδριζε τήν <<'Επανάστασιν

τών 'Ελλήνων» . Τά Ποιήματα τοϋ Κάλβου έκ:έρδιζαν, ύποθέτω, έν

μεταφράσει είς γλώσσαν εθvους, ούτινος οί πολίται ησαν ώριμώτεροι

των συμπολιτών τοϋ Κάλβου πρός κατανόησιν αuτών. 'Ότε πρό

έπταετίας ή κυρία ' Αδάμ έδημοσίευσε τlj συνεργασίg του κ . Δ.

Βικέλα τό <<Περί συγχβόνων ·Ελλήνων ποιητών» βιβλίον της άπό τοϋ Ρήγα μέχρι τοϋ Δ. Παπαρρηγοπούλου, παρέθηκεv έv αύτφ διάφορα

t.t2

ΚΑΛΒΟΣ Ο ΖΑΚΥΝΘΙ()Σ

άποσπάσματα νεοελληνικών στίχων έν γαλλικΌ μεταφράσει είς τό

πεζόν. Καθώς ήκουσα διαβε βαιούμενον, τήν βαθυτέραν έντύπωσιν έπροξένησαν παρά τοίς Γάλλοις άναγνώσταις του βιβλίου τά έκ των

'Ωδών του Κάλβου παρατεθέντα άποσπάσματα .. Η «Ζάκυνθος>> καί ό « 'Ωκεάνός», άπηλλαγμένα του άσυνήθους γλωσσικοu καί μετρικοu ένδύματος, άτι να τά καθιστ~ παρ' ήμίν δυσεξιχνίαστα καί άμφισβη­τήσιμα, έπέλαμψαν έν δλ1] τΌ δυνάμει καί τφ πλούτcρ τής έμπνεύ

σεως αύτών . 'Αμφότεραι αί περί ών λόγος c{>δαί παρέχουσιν έπαρκή iδέαv τής ποιήσεως τοϋ Κάλβου καί ύπό τήν έντονωτέραν καί ύπό τήν

τρυφερωτέραν αότής όψιν . 'Αλλά τό κάλλος αύτής aποκαλύπτεται

εiς μόνον τόν διεξερχόμενον όλόκληρον τήν σειράν τών ε'ίκοσιν

'Ωδών, καθώς τάς εχω ύπ' όψιν μου έν τtj πενιχρ~ έκδόσει τής

Ζακύνθοu . Αί Ώδαί άποτελουσι λυρικόν ο{ον μεθ' ένότητος σύνθε­μα, περιέχον άρχήν καί τέλος, καί άνακυκλούμενον περί τήν αύτήν

κεντρική ν ίδέαν. ·Εν αύτφ αί είκόνες. τής έλληνικής ίστορίας καί τής

έλληνικής φύσεως, oi θpίαμβοι τών πολέμων, μεγάλαι άναμνήσεις καί μεγάλαι σκηναί συμπλέκονται έν άλληλουχίι;i διά καινοφανοϋς

λαμπρότψος έν τφ χρωματισμφ, άποτελοϋσαι πίνακας περιβαλλομέ­

νους ύπό χρυσών πλαισίων. Καί πάντοτε έν τφ άκρcρ έκάστου πίνακος", ως ποτε ό Φειδίας εγf).αψεν έπί τής άσπίδος τής 'Αθηνiiς τήν είκόνα

του, αναφαίνεται ή μορφή τοϋ ποιητοϋ ενθους έκ παντός γενναίου καί

μεγάλου. Λέγεται δτι ό κιθαρcρδός Τιμόθεος διά τής χρήσεως

άντιρρόπων μελών, άλλοτε μέν διήγειρεν έν τφ μεγάλφ 'Αλεξάνδρφ

τόν πόθον τών συμποσίων, ι'iλλοτε δέ τόν πόθον τών οπλων συμφώνως πρός τό έκάστοτε τονιζόμενον μέλος άλλ' ό Κάλβος οuδέπqτε

μεταβάλλει τόν τόνον του .άσματός του· εν α'ίσθημα διερνηνεύει, εν

α'ίσθημα έμπνέει· τόν ύπέρ τής πατρίδος ένθουσιασμόν.-'Εiς του ίεροu λόχου τήν θυσίαν έν Δραγατσανίcρ, είς τάς σφαγάς τής Χίου, εiς τήν

όλοκαύτωσιν τών Ψαρρών, είς τήν έκδίκησιν του Κανάρη, τά τρόπαια

τών ναυτικών νήσων, τόν θάνατον του Βύρωνος, είς εκαστον θρίαμβον

καί είς εκαστον ολεθρον dφιεροί καί 'ίδιον gσμα. <<'Ο βωμός τής

πατρίδος>>, ή είκοστή κάί τελευταία ι{>δή, ε{ναι ποίημα aξιον του

Καλλίνου, του ποιητου τών άρχαίων 'Ιώνων. Έν αύτφ ό Κάλβος

παροτ ρύνει τούς 'Έλληνας νά θυσιάσωσι τά πάντα ύπέρ τής πατρίδος

τό ποίημα διακρίνει λιτότης έκφράσεως aσυνήθους είς τόν'ποιητήν

τοϋ « • Ωκεανοu». Νομίζεις δτι πρό τοϋ βωμοu τής κινδυνευούσης

πατρίδος πρώτος ό Κάλβος έγκαταλείπει, ώς περιττά, τά πλούσια

κοσμήματα τής Μούσης του, καί dποθέτων τήν λύραν του, άναλαμ­βάνει τήν σάλπιγγα τοu Φερραίου. _

'Αλλά τό στοιχείον τοϋ Κάλβου ε{ ναι ή θάλασσα. 'Επί τών

γλαυκών κυμάτων τής Μεσογείου νήχεται ή ι{>δή του , ώς dτίθασος

Γαλάτεια . Διά τά «χλωρά, μοσχοβολοuντα νησιά τοϋ Αίγαίου

143

ΑΠΑΝΤ Α ΚΑΛΒΟΥ

Πελάγους, εύτυχισμένα χώματα, δπου ή χαρά καί ή ειρηνη πάντα έκατοίκουν», έπιφυλάσσει τάς ώραιοτέρας στροφάς του, καί εlναι δ

κατ' έξοχή ν ύμνογράφος τών νήσων του Αίγα ίου, ώς. παρ' ήμίν τοίς νεωτέροις ό μόνος άφιερ&ν ύπέρ αύτ&ν άξίους στίχους, καθ' ολως διάφορον τρόπον, ε{ναι δ κ. 'Αpιστομένης Προβελέγγιος.

Γ

·Ο Κάλβος περιέβαλε τήν ποίησιν αύτου ίδιόρρυθμον, σχεδόν αόθαίρετον ενδυμα. Ουδείς έξύμνησεν όρθοδοξότερον αότου τήν

έλληνικήν έπανάστασιν, καί δμως οί στίχοι του κρίνονται ώς στίχοι

σχισματικού καί αίρεσιάρχου. ' Αφ' οτου ό 'Έλλην άπώλεσε τό

α'ίσθημα τής ·άρχαίας προσφδίας καί τόν χρόνον διεδέχθη έν τij

στιχουργίq ό τόνος, ό τετράκετρος ίαμβικ:ός, ό κοινώς καλούμενος

δεκαπεντασύλλαβος , κατέστη βαθμηδόν ό κατ· έξοχή ν τύπος ύφ · δ ν ή έλληνική φαντασία διεμόρφου τά πλάσματά της, ή κυψέλη έν ηj

όποίι;χ ή έθνική ποίησις έκάστοτε άπέθηκε τό μέλι της . 'Ο στίχος, τόν

όποίον έν άρχlj κατεφρόνουν οί Βυζαντινοί λογιώτατοι καί ό Τζέτζης

μεταχειριζόμενος έστιγμάτιζεν ώς άγοραίον καί άγυρτικό\i, έπεβάλλε­το λεληθότως έν τij κοιν1j συνειδήσει , ύπερβάλλων είς κάλλος καί είς

εuγένειαν τά παραμένοντα μάταια λείψανα τής άρχαίας μετρικής.

'Έντονος καί άπαλός , χαρίεις καί θλιβερός , ευάρμοστος είς παν εlδος

ποιήσεως , είναι τό ρυθμικώτερον καί έκφραστικώτατον τών μέτρων

έκτων θελγόντων τά ώτα καί συγκινούντων τάς καρδίας ήμών. 'Αλλά

καί τά Ciλλα ποικίλα μέτρα , είς α πλουτεί ή νεωτέρα στιχουργία ,

όποιαδήποτε καί {iν εΙναι ή καταγωγή των, ε'ίτε έσχηματίσθησαν έκ

τών άρχαίων είδών καί συστημάτων, ε'ίτε Ciλλως πως παρεισήχθησαν,

έπολιτογραφήθησαν είς τήν χώραν μας , θωπευτικά, ευάρεστα, γνώρι­

μα είς τά ώτα . Καί ή πολυθέλγητρος Ρίμα, ή ήμετέρα όμοιοκαταληξία,

κατά τούς μέν παιδαριώδες ij βαρβαρικόν παίγνιον , άνάξιον του μεγαλείου καί τής εύγενείας τής τέχνης, κατά τούς δέ άπορρέουσα έξ

αότοu του χαρακτήρος τής νεωτέρας Μούσης, σύμβολον του ένδομύ­

χου καί όνειροπόλου αότής , <<διά τijς έπανελεύσεως του αύτοu ηχου . έπανάγουσα έκάστοτε τήν ψυχήν !' tζ έαυτήν>>, ή Ρίμα έχρησιμοποιή- ' θη έν πολλοίς καί ύπό τ&ν ήμετέριΟν ποιητών. 'Αλλ' ή Μουσα του

Κάλβου άνεφάνη ώς ζώσα διαμαρτύρησις έναντίον τών δημωδ&ν

ρυθμών , των γνωρίμων μέτρων καί τής διασκεδαστικής όμοιοκαταλη ­

ξίας. ΕΙναι άναμφισβήτητον δτι ή μελέτη της ίταλικής ποιήσεως

άρκούντως ύπεβοήθησεν αότόν είς τήν έπαvάστασιν κατά του

στιχουργικοί) καθεστώτος. 'Αλλ' δπως καί ι'iν έδημιούργησε τήν

μετρικήν του , καί Ciλλοθεν Ciν παρέλαβε τάς βάσεις της, τό άληθές

είναι δτι πρ&τος καί μόνος έφήρμοσεν αότήν έν τij καθ· ή μt'iς

ποι-ή σει .

144

ΚΑΛΒΟΣ Ο ΖΑΚΥΝΘΙQΣ

. Εν τέλει τοϋ βιβλίου τών 'Ωδών του ό ποιητής εκρινε πρέπον νά προσαρτήσ1J σημειώσεις διά νά συμπεριλάβ1J έν αύταίς τήν μετρικήν

του. ·Εξ αuτών μανθάνομεν δτι οί στίχοι τούς όποίους μετεχειρίσθη

είς τήν κατασκευήν τών Ώδών συνίστανται έκ συνιζήσεων καί

τόνων, καί λέγονται επτασύλλαβοι μέ πρόσθ"έσιν στίχου πεντασυλλά­

βου· δτι ό ποιητής διαιρεί τούς τόνους είς τελικούς, πίπτοντας πάντοτε έπί τής εκτης συλλαβής τοϋ στίχου, είς άνεμφάτους, οίτινες

δέν συντρέχουσιv είς μελοποιίαν, καί είς κυρίους τόνους, ο'ίτινες κατεργάζονται τό μέλος καί τό μέτρον· δτι είς μέν τούς έπτασυλλά­

βους στίχους ή θέσις τών κυρίων τόνων ποικίλλεται κατ' όκτώ

τρόπους καί είς τούς όκτασυλλάβους κατά τρείς, καί δτι μόνον όί κύριοι μετά τών τελικών ε{ ναι οί άναγκαίοι τόνοι τοϋ στίχου.. 'Ο

Κάλβος προτάσσει τών '.Ωδών του έμμετρον πρόλογον, τοϋ όποίου

ίδού οί πρώτοι στίχοι:

Πολυτέκνου θεάς ώ Μνημοσύνης

Θρέμματα πτερωτά, χαραί τοϋ άνθρώπου, Καί τών μακάρων Όλυμπίων άείμνηστα

Κ· εύτυχή δώρα· έπί τά νώτα άκάμαντα

Τών Ζεφύρων πετάξατε ταχέως.

Έσiiς προσμένει ή γη μου- έκεί τά σφάγια,

Καί τ . aνθη έκεί πλουτίζουσι καί ή σμύρνα Χιλίους ναούς τούς lκτισαν dνίκητα

της ίερilς Έλευθερίας τά χέρια.

·Ο στίχος τοϋ προλόγου, ·ώς βλέπετε, εlναι ό γνωστός ένδεκα­

σύλλαβος, ώς μεταχειρίζεται τό μέτρον τοϋτο έπί τό ίταλικώτερον καί

ό Σολωμός, καί ό Δριμυτικός έν τ"ft Βοσιωπούλ~ καί οί πλείστοι τών

καθ' ήμaς ποιητών μελωδικώτερον καί όμαλώτερον αύτου. 'Ο

Κάλβος είσάγει καί έν αύτφ τούς καινούς μέν, πpοφανώς δέ ί'ταλί­

ζοντας θεούς τής μετρικής του. Τόν ένδεκασύλλαβον στίχον συνίστά­μενον καί τοϋτον έκ τόνων καί συν1.ζήσεων, διαιρεί, ώς έκ τής έν αύτφ διαφόρου έκάστοτε έναλλαγής τών τόνων, είς είκοσιοκτώ είδη,

ποικίλ.,λοντα κατά τάς θέσεις τής τομής, τής άναπαύσεως τής περιό­

δου, κατά τόν άριθμόν τών μετά τόν τελικόν τόνον συλλαβών, κατά τήν ποσότητα τών μακρών ή βραχέων, τήν θέσιν, τόν άριθμόν καί τήν

ποσότητα τών συνιζήσεων καί τόν _ρυθμόν τών λέξεων. 'Εκ τών tπι- . συνημμένων τούτων συνάγομεν δτι άντί τής σταθερaς καί μονοτρό­

που άρμονίας τής έκτων όμοειδών καί των όμοιοκαταλήκτων στίχων

τών έν χρήσst παρ' ήμίν, ό Κάλβος καθιεροί τήν έναλλάτουσαν καί

πολύτροπον άρμονίαν τών περιόδων καυχώμενος δτι οϋτω προσεγγί-

145

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

ζει τούς aρχαίους. 'Αλλ' άς άκούcrωμεν αύτόν: <<·Η άρμονία τfjς περιόδου ε{ναι αναγκαία όχι μόνον ώς άποτελεσματικόν μέρος τfjς

ποιήσεως, άλλ' ιiκόμη ώς μέσον τό όποίον μίiς έλευθεροί άπό τήν

βαρβαρότητα τών όμοιοκαταλήξεων, καί συνίσταται έκ τfjς κατα­

σκευής των στίχων, έκ τής αuτων ποικιλίας καί έκ τής τομής του

μέτρου. Οί κανόνες αύτfjς δντες πολλοί άπό πολλούς μ· ιiκψίβειαν καί

έκτεταμένως έξηγημένοι, δέν εχουσι χώραν είς τήν σημείωσιν

ταύτην . Τά δσα είπα εlναι άρκετά πρός τούς ά_ναγινώσκοντας τάς ώδάς

μου. Τά δέ άλλα τά κρίνω περιττά διά τούς άληθείς ποιητάς καί · περιττότερα διά. τqύς ιiντιποιουμένους μέν τών Μουσών τήν εύμέ­νειαν, καταδικασμέf..ους δέ άπό τήν φύσιν είς άλλην τινά ύπουργίαν» .

ΆΑλλά καί τόν δεκαπεντασύλλαβον στίχον, τόν όποίον άπεκάλει

«ήρωικόν", διέπλα τεν έφαρμόζων καί έπ' αύτοu τάς άρχάς του.

<<·Από τήν έφαρμ γήν των διαφόρων έπτασυλλάβων, όξυτόνώv, παροξυτόνων η πρ παροξυτόνων, λέγει έν τέλει τών σημειώσεων του,

γίνονται 676 είδη ήρωικών στίχων, τά όποία μεταχειρισθέντα μέ κρίσιν συμπλάττο σι τήν γνωστήν είς τούς παλαιούς μόνον πολύ­

τροπον άρμονίαν. Αποφεύγοντες οϋτrο τό μονότονον τών κρητικών

έπών, μιμούμεθα τά κινήματα τfjς ψυχfjς καί χαρακτηρίζομεν τά όσα ό

νοϋς καί αί τοϋ ιiν ρώπου αίσθήσεις άπαντώσιν είς τήν φυσικήν καί τήν φανταστήv οί ουμένην».

Καί ταuτα μέν ό ποιητής . 'Εγώ δέ όμολογώ έν είλικρινεί~- άν καί έκφέρω τήν ό ολογίαν μου ώς άπόρροιαν προσωπικών όλως

διαθέσεων, άνευ άπ λύτου πεποιθήσεως εiς τό άλάθητον αύτών- ότι

οί ρυθμοί τοϋ Κ 'λβου έξεγείρουσι βαθέως τήν σκέψιν καί μοί

παρέχουσιν αiσθη ικήν άπόλαυσιν έκ τών σπανιωτέρων. Καί τοuτο

όμολογώ θαρρώ ν τrσοϋτο μiiλλον καθ, δσον δέν επαυσα νά φρονώ δτι τό ίσχuον παρ' ήμίν στιχουργικόν σύστημα δύναται ν· άνταπο­

κριθΌ πρός πiiσαν άνάγκην τής νεωτέρας έλληνικής ποιήσεως . 'Αλλά καί δέν δύναμαι νά 1 ρύψω τήν στενοχωρίαν μου όσάκις , τυγχάνοντας λόγου περί τοϋ Κά βου ,άκούω παρ· άνθρώπων, έχόντων ιiνεπτυγμέ­

νον τό α'ίσθημα τ ϋ καλοϋ, τοιαύτην περίπου άπόφανσιν: «Καλός

είναι ό Κάλβος, άλ .ά δέν μ· άρέσει τό μέτρον του•• . Στενοχωροuμαι,

διότι ούδέν σχεδό εύρίσκω νά άπαντήσω· ή γνώμη των ε{ναι λίαν

εύλογος καί πιθαν- ς άρμόζεται πρός τήν γνώμη ν όλοκλήρου τοϋ

εθνους, είς :rou ό οίου τά ώτα, κατά τό. φαινόμενον, έλαχίστην έντύπωσιν έπροξέ ησαν οί νόί.ωι τοϋ Κάλβου. 'Αλλά σκέπτομαι συγχρόνως δτι έν τ~ παρούστι περιπτώσει διάΎά λύσωμεν τό ζήτημα

δέν άρκεί νά έμπι~ευθώμεν εύθύς έξ άρχής είς τά ώτά μας, καί είς

μόνον αύτά , δέν d~j~ί <<νά μ ή μίiς άρέσ1J τόμέτρον του;,, καί δέν ε{ναι δίκαιον νά dποφαι ώμεθα περί ένός ποιητου, ώς άποφαινόμεθα περί

του τυχόντος προ ί:Οπου... Διά νά έκτιμήσωμεν 'άκριβέστερον τό

146

ΚΑΛΒΟΣ Ο ΖΑΚΥΝΘΙΟΣ

ρυθμικό κάλλος τfjς ποιήσεως τοϋ Κάλβου, διά νά καταστήσωμεν

αύτό πρόσιτόν είς τήν ήμετέραν αίσθησιν, άνάγκη νά λησμονήσωμεν

πρός στιγμήν τήν συνήθειαν, καί νά θέσωμεν είς ένέργειαν όλίγον τι

καί τόν νοϋν. ΠρέΠει πρώτον νά κρίνωμεν καί επειtα νά άποφανθώ­μεν, διά τόν λόγον ότι καί ό ποιητής διά τής κρίσεως διεμόρφωσεν

οίίτω τά μέτρα του, μεταχειρισθείς αύτά ούχί μηχανικώς, άλλ' έκ

φιλοσοφικής, ώς είπείν, άντιλήψεως, ώς μίiλλον άνταποκρινόμενα

πρός τά βίαια κινήματα τfjς ψυχfjς, πρός τfjς ώδfjς τάς άτάκτους

Πτήσεις, πρός τό λυρικόν ίίφος . 'Εν τ1j πρός τάς Μούσας θαυμασίςι qjδ1j τοu ό ποιητής παραβάλλει τό μέτρον πρός τόν όρνιν του Διός:

Τάι; πτέρυγας άπλώνέι

Ώς τ' όρνεον τοίί Διός

Καί ύψώνεται τό μέτρον

~Εως τόν ούpάvιοv κήποv

τών Πιερίδων.

Ή Αλλ' οί άετοί δέν άνίπτανται είς τά ϋψη άπομιμούμενοι τήν

κίνησιν τοϋ μορμυρίζοντος ρυακίου, τά βήματα τών τετραχόρων, ή

τούς κύκλους των βαλλισμων, καθ' ον τρόπον περίπου κινοϋνται ,

βαίνουσι καί άνακυκλοuνται καί τά έν χρήσει μέτρα. 'Ίσως εχω άδικον· άλλά δέν δύναμαι νά άποσιωπήσω ότι αί <{>δαί του Κάλβου όχι

μόνον κόσμον άψόγου ποιήσεως, άλλά καί νέον κόσμον άρμονίας διήνοιξαν ένώπιον έμοϋ. ' Αναγινώσκων δέ πρό τινος έν τφ περί

"ft/ιους τοίί λογγίνου τίνι τρόπφ άποφαίνεται ό μέγας τεχνογράφος πι;ρί των καλουμένων «δμοειδων ρυθμών», κατενόησα άκοπώτερον

διατί δ Ζαλοκώστας κινούμενος έκ καλλιτεχνικού ζήλου πρός μετα­φύτευσιν νέών μέτρων έν τί'j καθ ' ήμciς ποιήσει, αν καί aτολμος είς τήν έφαρμογήν αύτών, άποκαλεί τόν ρυθμόν του δεκαπεντασυλλάβου «γpαμπάλαν», καί άλλαχοϋ στιγματίζει ώς άηδή τόν δεκαεξασύλλα­

βοv στίχον, τόν τόσω προσφιλή είς τούς Σούτσους καί τούς μαθητάς αύτών. «Ούδέν συντείνει τόσον είς τό νά μικροποιί'j τό ϋψος δσον οί

δμοειδείς ρυθμοί, συνεκπίπτοντες τέλειον είς τό' όρχηστικόν, κομ­ψοί, μικροχαpείς, ψυχροί καθιστάμενοι διά τής όμοειδίας. Παρασύ­

ρουσι τούς άκροατάς άπό των τφαγμάτων, βιάζουσιν έπ' αύτούς τήν

προσοχήν, δέν έπιβάλλονται διά του πάθους των λόγων, άλλά διά τοϋ

ρυθμοϋ κινοϋσι τούς άκροατάς · νά προαποδίδωσι τάς όφειλομένας καταλήξεις ... Νομίζει τις ότι ό Λογγίνος έχει ύπ • όψιν ρυθμούς καί μέτρα τής καθ' ήμάς ποιήσεως. - 'Αλλά τοιαύτας έκβάσεις, ώς α{ άνωτέρω καταδεικνυόμεναι, δέν ύφιστάμεθα έκ τών στίχων του Κάλβου, οίτινες, άν δέν άναπαύωσιν άκόπως τήν άκοήν, άλλά πλήτ­τουσιν αύτήν, ευρείς καί. άνεtοι, άδέσμευτοι καί μεγαλοπρεπείς,

147

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

έξόχως έκφραστικοί καί εύαρμοστοϋντες πρός τό θέμα όπερ άναπτύσ­σουσιν. 'Ενούμενοι έν τφ μέτρφ, ποικίλλουσιν έν τφ ρυθμφ, φέρου­σιν άμυδρώς τήν άνάμνησιν τών μεγάλων μουσικών συνθέσεων, αϊτι­νες δέν κανονίζονται πρός χορούς καί πρός ~σμάτια, καί έν τΌ φαινο­μενικΌ των άσυμμετρίq εlvαi διεσκευασμένοι σοφώς. 'Εκ τούτων ο{

μέν χωροϋση• ήρέμα καί σεμνότερον, οί δέ έκχύνονται βιαίως, άνάπαιστοι όρμητικοί, παθητιΚ:ώτεροι, μέχρις ού έκπνέουσιν είς τόν

έν τέλει τής στροφής πεντασύλλci'βον, ώς τό κϋμα έκ:πνέει έπί της ιiκτfjς . Α{ συνιζήσεις άπαλύνουσάι καμπυλοfjσι τούς στίχους, προσδί- · δουσαι είς αύτούς τήν χάριν βαθυκόλπων παρθένων, καί ή εϋηχος

έκάστοτε f.ναλλαγή τών φωνηέντων καί τών διφθόγγων - παρά τό

άσύνηθες πολλών λέξεων καί φρiiσεων τούς ιiπαλλάττει σχεδόν έξ όλοκλήρου τών άφορήτων χαaμφδιών. Κα( έν τφ διακυμαινομένφ ρυθμψ του ποιητου ιiπό τfjς πρώτης μέχρι τfjς τελευταίας q)δfjς

νομίζεις δτι ιiποiυπσt-cαι αύτή ή πατρίς διακυμαινομένη μεταξύ ιiγωνιών καί έλπίδων, θριάμβων. καί ιiποθαρρύνσεων.

'Αλλ' ιiκόύω τινά λέγοντα: 'Έστω· σοφώτατος είνα't ό ρυθμός

τών 'Ωδών, ό Κάλβος εlναι ό 'Αλλάχ, καί σύ εlσαι ό προφήτης αύτου .

Άλλ' άνευ τών αύστηρώς όμοειδών ρυθμών, άνευ τfjς κανονικfjς

τομής, άνευ τής όμοιοκαταληξίας καί τής πεφωτισμένης χρήσεως

ς1ύτής, τί μένει εiς τόν ποιητήν; ·Η τέχνη κατά μέγα μέρος δέν εΙ ναι άλλο τι παρά ύπερνίκησις δυσκολιών· καί ό ποιητής ώς ό γλύπτης

πρέπει νά έργάζεται έπί σκ:ληρόϋ μαρμάρου, ούχί δ· έπί εύπλάστου &.ργίλλου. 'Η ί:νστασις μέ καταλαμβάνει &.προσδοκήτως, καί σπεύδω

ν' άπαντήσω : ~Ισως δέν εχετε άδικον, Κύριε. Ναί · τά μέτρα του

ποιητοϋ μου έλευθερ.ι.άζουσιν. 'Αλλά σημειώσατε καλώς τοϋτο,

Κύριε · τοιαυτα μέτριi δέν άνέχονται ούδ · έπ · έλάχιστον τήν μετριό­τητα, &.ποκαλύπτοντα αύτήν έν δλΙJ της ηj είδεχΘεί~. Τετριμμένα νοήματα δύνανται νά έμφανισθώσιν ύπό καινοφανή μορφήν έν ρυθμφ

βαίνοντι φιλοκάλως έπί τό χορευτικώτερον καί νά θέλξωσι περισπών­

τα τήν προσοχήν διά τής εύτυχίας των όμοιοκαταληξιών. ·Αλλ· έν τφ ρυθμφ του Κάλβου, έν τφ όποίφ τά νοήματα βαίνουσι κατ' εύθείαν

πρός τήν ψυχήν, ι'iνευ τινός περισπασμου. είμή του έκ τής γλώσσης

άλλοκότου όχι πάντοτε - μέτρια καί κοινά ποιήματα καθίστανται

άνυπόφορα, χειρότερα καί τοϋ χειροτέρου πεζοϋ λόγου. Θέλετε νά

δανεισθήτε τά μέτρα τοϋ Κάλβου; Δανεισθήτε πρώτον τήν εμπνευσιν

αύτοu, aν δύνασθε.

Δ'.

'Αλλά δέν εlναι μόνον τά μέτρα, aτινα συνιστώσι τόν ποιητικόν

λόγον- είναι κα·ί ή γλώi:Jσα καί τό ϋφος, καί άνάγκη νά σταματήσωμεν

148

ΚΑΛΒΟΣ Ο ΖΑΚΥΝΘΙΟΣ

συντόμως καί έπ' αuτωv . Δέν προτίθεμαι νά πλέξω στεφάνους είς τόν ποιητήν διά τήν γλώσσα τήν όποίαν μετεχειρίσθη. «Φύσει πάντα τά

άνθρώπινα άπό του χείρονος άεί μάλλον έπιγιν6:ισκεται· καί των μέν άμαρτnμάτω:v άνεξάλειπτος ή μνήμη ~αραμένέι, των καλων δέ ταχέως άπορεί>> . Τόν νόμον ύπέστη καί ό Κάλβος, σημειωθείς έν τφ

νεοελληνικφ Παρνασσφ μiiλλον διά τό άπρόσιτον τfjς γλώσσης η διά τό ύπέροχον τfjς ποιήσεως. 'Αλλ' είς τίνα γλωσσαν εγραψεν; είς τήν

καθαρεύουσαν; εiς τήν δημοτικήν; Δύσκολος ή aπάντησις , καί δπως

ύπάρχουσιν έν τΊj εύρωπαϊκΊj φιλολογίq. ποιηταί τούς όποίους

aντιποιοϋνi-αι άμφότεραι αί μεγάλαι φάλαγγες των κλασσικων καί

τG:ιν ρομαντικων - σημείον δτι είς ούδετέραν άνήκουσιν - οϋτω

δύνανται νά διεκδικήσωσι τήν κυριότητα αύτοu, dν μ ή μετ· 'ίσης

δυνάμεως επιχειρημάτων, ιiλλά μετά λογικής βάσεως ιiμφότεραι, καί

ή δημώδης καί ή καθαρεύουσα. 'Αλλά τό άληθές είναι δτι άμφότε­

ραι, ώς ό φιλόσοφος, στέφουσαι τόν ποιητήν διά ρόδων , άποπέμπουσι

τfjς πολιτείας των. 'Ακριβως είπείν ό Κάλβος δέν είναι χυδαϊστής,

οϋτε όπαδός του Δούκα, ούτε άκολουθεί τήν όδόν ijν έχάραξεν ό

Κοραής. Μάλλον δέ των ποικιλωνύμων σημαιοφόρων τG:ιν περί

γλώσσης άρχG:ιν φαίνεται άκολουθων - χωρίς νά τό γνωρίζ1J 'ίσως -τόν γάλλον Μερσιέ, συγγραφέα λεξικου νεολογισμ&v κατά τάς ιiρχάς του παρόντος αίωνος, άρνούμενον πaσαν αuθεντίαv, προκειμένου περί γλώσσης, καί σοβαρως άποφαινόμενον δτι << l'homme pensant ne connait d' autre autorite que son propre genie >> .

Ό Κάλβος, ώς άληθής ποιητής, δίδει- πολλή ν σημασίαν είς τό έπίθετον, τό χρωματίζον τόν λόγον καί έμψυχοuν τά πράγματα · ούδέν

σχεδόν έπίθετον άπαντdται έν αύτφ χυδαίοv, τουτέστιν dχρουν καί τετριμμένον · ό aρχαϊσμός του Κάλβου έκδηλοϋται πρό παντός έν nj έκλογij τοϋ έπιθέτου, ζ)περ ώς έπί τό πλείστον δανείζεται έκ τής <iρχαίας. ( · Ακάμαντα, <iμβροσίοδμα, λύdi.ον, πρόνοος, ύψηλοκάρη­vος, κ . τ.λ.) ' Αγνοεί η καταφρονεί τό dκένωτον θησαυροφυλάκιον τών

επιθέτων τής δημώδους. Καί παρ ' αύτά μεταχειρίζεται όνόματα

ούσιαστικά καί ρήματα καί μόρια έκ του λεξικοu τοu λαοu. (Ποτάμι , λαγκάδι, <iέρας, γΕλάει, κουφοβροντάει, dρματα, άμμή, dμμετε ,

aμποτε). Τήν πληθυντικήν τοu θηλυκοί) Ciρθρου αί σχηματίζΕι

σταθερως κατά τήν δημώδη fι. ·Ωσεί διά τής βίας έπεβάλλετο, προ­

τάσσει έκάστοτε τοϋ έπιθέτου τό ούσιαστικόν, δχι καθώς συνηθίζο­

μεν κοινως παραθέτοντες μΕταξύ άμφοτέρων τό dpθpoν· οuδέποτε Π . χ.

λέγει <<τούς νυμφικούς θαλάμους», άλλ' ούτε καί <<τούς θαλάμους τούς

νυμφικούς,· ή φράσις σχηματίζεται <iνΕξαιρέτως <<τούς θαλάμους

vυμφικοίJς», τό <<κϋμα 'Ιόvιον>> καί καθεξής. Θέλωv πιθαvώτατα νά

<iναστήσ1J εiς τούς στίχους του τήv χάριν της ίοvικfjς διαλέκτου -<< · Ιόνιον λύραV>> άποκαλεί τήν λύρα ν του - τρέφει ίδιάζουσαν

149

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

άδ~ναμίαν πρός τά άσυναίρετα , ονόματα καί ρήματα, καί τά μεταχει­ρίζεται κατά πολύ διάφορον τρόπον τοϋ έν χρήσει Παρά τι)) σημερινψ λαψ; (λητοyενέως aντί λητογενους, άγενέων άντί dγενών, θεοειδέων,

βροντιiουσι, περνάουν)· λέξεών τινων aφ' ένός βιάζει τήν εuχρηστον

σημασίαν, εγκαθιστών τήν απωτέραν, καί λέξεών τινων αφ' έτέρου επιδιώκει τόν σχηματισμόν δλως iδιοτρόπως: (μειδίασμα, σεβάζον­

ται, παραπονοϋντα κ.τ.λ.). Σπανιώτερον διαπράττει καί βαρύτερα ~τι ·

δtπλασιάζει τούς μετοχικούς παρακειμένους, παρενθέτει λέξεις έκ­πληττούσας, ύπερπηδ~ τήν γραμματικήν καί λησμονεί τό συντακτι­

κόν . 'Αλλά πρέπει νά παρατηρήσω δτι κατά τίδν σκοπέλων τούτων

δέν προσκρούει ό αναγνώστης ουδ' έν πάσα στρι'φl], οι'Jδ' εν πάσαις ταίς ώδαίς. 'Υπάρχουσι στίχοι εν aμέμιrτφ γλώσ<>ΊJ χωροϋντες καί

πολλά τών ώρα ίων aρχαϊκών επιθέτων του είναι παρ. ήμίν εϋχρηστα.

'Ενθυμούμενος δτι καί ξένων έθνών μεγάλοι ποιηταί, cδς ό Σέλλεϋ , ώς

ό Λαμαρτίνος, ώς ό 'Ανδρέας Σενιέ, κατεκρίθησαν ώς ενοχοι

σολοικισμών, νεολογισμών καί γλωσσικών αυθαιρεσιών, εχων δ' ύπ'

οψιν τήν γλωσσική ν άναρχίαν ητις άπ, αίώνων κρατεί παι-'' ήμiν, δέν

κρίνω dξιον θανάτου τόν ποιητήν διά τήν γλώσσάν του, ijτις, δσον aν

εκτρέπεται εiς ύπερβασίας, ούδέποτε καταπίπτει είς χυδαιότητα καί

εiναι ώς κόσμος τις πλαττόμενος καί ήμιχαώδης. Σημειώ δέ , πρός

αποφυγήν παρεξηγήσεων, δτι τήν γλωσσαν δέν aποκαλω χυδαίαν

κατά λόγον του δημώδους η του καθαρεύοντος αι'Jτής, άλλά κατά

λόγον τοϋ ποιητικοί) η αντιποιητικοϋ αuτής διάκρισις ούσιωδως

διαφέρουσα της έν χρήσει.

'Αλλά καί τά περί τά μέτρα: τολμήματα καί τά περί τήν γλωσσιιν

ολισθήματα εξαγνίζει τό ί5φος άγvου λυρικοί) ποιητου, στερρώζ

συγκρατουμένου εκ των ύγιων παραδόσεων . Έν τοίς στίχοις του

Κάλβου διαλάμπει , ώς ι'iπεφθος χρυσός, ό Λυρισμός, περιβεβλημένος

έv η] συνθέσει καθαρώτατον τό &ρχέτυπον ίtνδυμα. 'Υπό φαντασίας

{Jψηλής έπροικίσθη· μετάρσιος ψαύει τά άστρα , άλλά δέv χάνεται εiς

τά νέφη, καί ποτέ δέν χάνει aπό τ&ν οφθαλμ&ν του τήν γήν. "Αν ή

γλωσσά του είναι ακανόνιστος, αλλ' ούδέποτε ύπό τό πρόσχημα

δήθεν τής έμπνεύσεως καταλείπει άκανόνιστον τήν φαντασίαν του.

Δέν λησμονεί τόv μuθον δν αναφέρει ό Πίνδαρος, ό μέγας διδάσκαλος

αύτοtι. Πτερωτός είναι ό Πήγασος, άλλά κοσμείται συγχρόνως καί

ύπό χρυσοϋ χαλινοϋ, δώρου τής 'Αθηνάς πρός τόν ijρωα, δστις

εμελλε vά ίππεύσl] έπ' αύτοu . Διά τοϋτο αί Φδαί του Κάλβου δέν εχουσιν ούδέν τό τερατωδες καί συμφυρματικόν . 'ο ποιητής αγαπά

τήν άλήθειαv καί τήν ζωήν, καί ώς ό 'Ομηρικός Α'ίας εζήτει φ&ς διά

νά πολεμήσΊJ, οϋτω καί εκείνος ψάλλει έν πλήρει φωτί. Έκ τοϋ

έξωτερικοu κόσμου παραλαμβάνει εuκρινή σχήματα, ώς αί γραμμαί των l;λληνικων ορέων , λαμπρά χρώματα, ώς ό χρυσός καί 1l πορφύρα

150

ΚΑΛΒΟΣ Ο ΖΑΚΥΝΘΙΟΣ

νεφελώδους δύσεως. 'Εκ τών τύπων τής μυθολογίας, έκ τών έλληνι­

κών θεών, αiωνίων συμβόλων τοϋ ώραίου, έκ τών αναμνήσεων τής

ίστορίας καί τών θελγήτρων τής φύσεως κατασκευάζει κοσμήματα,

δι' ών σεμνώς περιβάλλει τήν Μοϋσάv του. Καί τολμών ισχυρίζομαι δτι τήν έλληνοπρέπειαν τής ποιήσεώς του συνιστ~ μίiλλον ή μέθοδος

δι' ής έκτυλίσσει τό θέμα, ij αύτό τό θέμα. Εικόνας, ώ ποιητά,

μεταχειρίζου, εiκόνας , οχ ι κενάς φράσεις , συμβουλεύει ό Γκαίτε. 'Ο

ποιητής συμπυκνοί καί τάς ρευστοτέρας έννοίας. 'Αντλεί έπί τής

παλάμης του ϋδωρ καί τό ϋδωρ μεταμορφοϋται εiς κρυσταλλίνην

σφαίραν. Τής έργασίας ταύτης ούδέποτε ήμέλησεν ό Κάλβος. Τά

νοήματα αuτο() έκφράζει εiκονικώς καί συγκεκριμένως , καί αυτούς τούς κοινούς τόπους dνακαινίζει διά της δυνάμεως καί τοϋ εuρύθμου

τi'jς έκφράσεως. Τά ποιήματα αuτοϋ δέν όμοιάζουσι πρός στιχουργη­

μένα πατριωτικά Cίρθρα καί έμμέτρους προκηρύξεις οπλαρχηγών. Καί

λύοντες τούς aλλως dνέτους ρυθμqύς των, πάλιν εχετε πρό ύμών

λογογραφήματα ούσιωδώς διαφέροντα του πεζοu λόγου:

"Ας μή βρέξrι ποτέ

Τό σύννεφον καί ό άνεμος

Ι;κληρός ι'iς μή σκορπίσrι

Τό χώμα τό μακάριον

Ποv σaς σκεπάζει.

"Ας τό ποτίζrι πάντοτε

Μέ τ ' άργυρa της δάκρυα Ή ροδόπεπλος κόρη

Καί αύτοv ι'iς ζεφυτρώνουν

Αίώνια ·τ' ι'ivθη.

Σάς aρπαξεv ή τύχη

Τήv vικητήριον δάφνην

Κι ' άπό μυρτιάν σάς liπλεζε Καί πένθιμον κυπάρισσον

Στέφανον ι'iλλον.

"Αλλ ' άν τις άποθάνrι Διά τήν πατρίδα, rί μύρτος

Είναι φύλλον άτίμητον Καί καλά τά κλαδιά

Τής κυπαρίσσου.

των στίχων τούτων, τούς όποίους τυχαίως άποσπ& έκ τi'jς πρός

151

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

τούς ίερολοχίτας του Δραγατσανίου ώδής, δύνασθε νά μεταθέσετε

κατ' άρέσκειαν τάς φράσεις. 'Ίσως θά συγχύσετε τήν εύρυθμίαν, άλλ · οχι καί τήν ποίησιν αύτων · τό dνθος φυλλορροεί, άλλά τά πέταλα διατηροuσι τήν εύωδίαν των.

Μία έκ των λαμπρότερον συντεθειμένων εΙναι ή φδή είς τό Σούλι, έν 11 ό ποιητής έξυμνεί τήν παρά τό Καρπενήσι μάχην καί τόν ήρωισμόν του Μάρκου Βότσαρη. 'Αναφέρω έξ αύτής τήν πρός τήν

νύκτα έπίκλησιν, τήν όποίαν φαίνεται ώς νά είχεν ύπ' όψιν καί ό

Ζαλοκώστας είς τόν <<Βότσαρήν•• τουι .

'Η ι;)δή αϋτη μοσχοβολεί χριστιανικόν λίβανον, ώς δεικνύουσιν

οί σταυροφόροι καί ρομφαιοφόροι dγγελοι καί αί ύπερνέφελοι ψυχαί

τών δικαίων, α'ίτινες επιφαίνονται έν αύηj. 'Αλλά πρό του θεοu των

χριστιανών ό Κάλβος "δέν κατανύσσεται τόσον δσον πρό . τών μακάρων τής έλληνικής πολυθείας τά κάλλη του παραδείσου δέν

θαμβοuσιν αύτόv δσον τά uψη του 'Ολύμπου. Ή ποίησις του Κάλβου

έξυμνεί τήν έπανάστασιν, έκπροσωποuσα τήν έλληνικήν παράδοσιν.

'Ιδεώδες αύτη ς είναι αί 'Αθl'jναι, όχι τό Βυζάντιον. Τούναντίον έν τφ

Σολωμφ έκφαίνεται ζωηροτέρα ή έπίδρασις της Βυζαντινl'jς παραδό­

σεως. 'Ο ποιητής του <<'Ύμνου πρός τήν · Ελευθερίαν>> στρέφει τούς οφθαλμούς πρός τόν Βόσπορον:

'Εκεί πούν ' ή άγία Σοφία Μέ τούς λόφους τούς έπτά.

' Ενφ ό Κάλβος !:νθους άνακράζει.

'Επί τόν ·Υμηττό ν

'Εβλάστησεν ή δάφνη,

Φύλλον ίερόν στολίζει Τά ήρειπωμένα λείψανα

Tou Παρθενwνος.

Ό εθνισμός του Κάλβου ούδαμου aλλοθι έκδηλουται άρμονικώ­

τερον ή έν τij πρός τάς Μούσας φδij. Λυποϋμαι διότι δέν μοί έπιτρέπει

ό χρόνος νά άποσπάσω εξ αύτής ή όλίγας μόνον στροφάς2 •

Ε'

'Η ποίησις τής νέας 'Ελλάδος δέν εγεννήθη , οχι <<είς τόν

I. Σημ. τ. «Νέας ' Εστίας, - Καί τήv ώδή "Είς Σοuλι » θά βρε ί ό άvαγνώστης στή

~(Λύρα)).

2. Σημ. τ. «Νέας Έστίας». - 'Ολόκληρη ή ώδή «Εiς Μούσας» στή «Λύρα».

152

ΚΑΛΒΟΣ Ο ΖΑΚΥΝΘΙΟΣ

Βόσπορον, εiς τής τρυφής τά στήθη>>, ώς έδογμάτισεν είς τών έπισημοτέρων ποιητών ήμών. "Αν τήν γέννησιν τοϋ θείου dοιδοϋ

διεξεδίκουν έπτά πόλεις έν τlj dρχαιότητι, ουδεμία πόλις, εστω καί ή μαγική 'Επτάλοφος, δύναται νά προτάξ1J έαυτήν ώς πατρίδα τής

νεοελληνικής ποιήσεως. Πολύ πρίν dν:rηχήσωσιν έν ταίς αiθούσαις

τής Κωνσταντινουπόλεως οί στίχοι τοϋ Χριστοπούλου, ή ~θνική

ποίησις ι':λάνθανε δρέπουσα είς τάς dρκαδικάς κοιλάδας τά εuοσμότε­

ρα τών ανθέων, ρυθμίζουσα έπί τών βουνών της 'Ηπείρου τά βήματα του κλέφτου, καί ώς θείον πνεϋμα έφέρετο άνωθεν τής άβύσσου τής

δοiJλείας. 'Αλλ' εiς τόν έρωτώντα που έγεννήθη, οχι ή ποίησις, dλλά

που dνεφάνησαν τό πρώτον οί ποιη ταί, ο'ίτινες περιέβαλαν αύτήν νέον πολύπτυχον καί βαρύτιμον ενδυμα, aξιον τής βασιλίσσης, οί όδηγοί

πρός οϋς οφείλουσιν aπαύστως νά στρέφωνται έν τlj όδψ τών Μουσών

οί ζητουντες νά προφυλαχθώσιν άπό των πτώσεων καί τών παραπλα­

νήσεων, aδιστάκτως θά ώνόμαζον τήν πατρίδα τοϋ Σολωμοϋ καί τοϋ

Κάλβου <<τό άνθος τής 'Ανατολής>>, έκ των καλύκων του όποίου έξεχύθη τό aρωμα τής νεωτέρας έλληνικής ποιήσεως. Είναι ή

Ζάκυνθος, πρός τήν όποίαν τοιούτους χαιρετισμούς dπευθύνει ό

Κάλβος ι.

Ή εuχή του ποιητου δέν έξεπληρώθη · ό Κάλβος ύπέστη πικρόν τόν θάνατον έν nj ξέν1J. Καί άν παρετείνετο ή ζωή ύπό τό μνήμα, ό ψάλτης του '' · Ωκεανοϋ» θά συν1Jσθάνετο μυριοπλάσιον τήν πικρίαν, βλέπων τό δνομά του καταπινόμενον έν τι{) ώκεανι{) τfjς λήθης. · Αλλά

μή προδικάζωμεν. ·Η νεωτέρα 'Ελλάς ηuτύχησεν εiς ποιητάς dξίους τοϋ ονόματος

aλλά διά λόγους οϋς δέν είναι του παρόντος νά άναπτύξωμεν, δέν

Ελαβεν άκόμη Καtρόν νά διακρίν1J αύτούς aπό τών άναξίων, ο'ίτινες πολλάκις δρέπουσι τοuς δι> άλλους προωρισμένους καρπούς καί άν

που προσηλώνεται εiς ονόματα, <'iτινα δικαίως έπιπλέουσι τής γενικής

αδιαφορίας, καί τότε, έν τij έκτιμήσει καί αuτών ένεργεί ή πρόληψις

μίiλλον τής σκέψεως, καί ή έν τφ i:ργφ των χρυσόκονις δέν

διαχωρίζεται τών aλλων έν αuτψ εύτελών μεταλλευμάτων . 'Εν

έποχij καθ' ijν ό Σολωμός δέν κατέσχε τήν προσήκουσαν θέσιν,

παράδοξον θά ή το άν ό Κάλβος έξετιμίiτο κqί έφημίζετο παρ· ήμίν.

'Ό,τι συνέβη ijτo dναπόδραστον. 'Η ποίησις τοϋ Κάλβου, δημοτικω­

τάτη καθ> ϋλην, έγέvετο κατ , έξοχή ν aριστοκρατική διά τής

dρχαιοπρεπείας τοϋ ε'ίδους αuτής. Τό καινοφανές του ρυθμου έπέτεινε τήv aντιδημοτικότητα αuτής καί τό άλλοπρόσαλλον τής γλώσσης

συνετέλεσε ν εiς τήν προγραφήν της. Διηγουνται δτι καθ· δν καιρόν

τό πρώτον παρεστάθη έν Γαλλίg ό <<Δόν Ζουάν», τό κωμικόν

I. Σημ. τ. «Νέας 'Εστίας". - 'Ολόκληρη ή ώδή .. · ο Φιλόιτατρις .. στή « Λύρα .. .

153

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

aριστούργημα του Μολιέρου, άπέτυχεν οiκτρώς καί ποίον ητο

νομίζετε, τό α'ίτιον τής aποτυχίας; Μέχρι τοuδε πaσαι αί κωμωδίαι έγράφοντο.έμμέτρως πρώτος δέ ό Μολιέρος έτόλμησε νά παρουσιά­

σΊJ τόν «Δόν Ζουάν» του γεγραμμένον εiς πεζόν λόγον· dλλ' dκριβά

!':πλήρωσε τήν τόλμην του, dντιστρατευθείς κατά τής καθιερωμένης συνηθείας. Καί πώς νά μ ή πληρώσΊJ άκριβά τήν τόλμην, του ό Κάλβος,

θρασύς, καινοτόμος, άπαρνητής τών πατρq)ων θεών καί τών λαϊκών

παραδόσεων; Καί πώς νά μή λησμονηθή ό πτωχός, άλλ' ύπερήφανος

ποιητής, ό ζήσας, σιγήσας προώρως καί aποθανών μακράν τής

' Ελλάδος, aπρόσιτος καί έν ηj ξενητείq, ώς έν τοίς στίχοις αύτοΟ;

'Αλλ' dς έλπίσωμεν, ώς Υjλπιζε καί ούτος , δτι <ψετά θάνατον

ι:ύρίσκεται γλυκυτέρα ζωή καί τόν προσμένει». 'Η θρησκεία του

dγνώστου θεο[J θά διαφωτίσΊJ μίαν ήμέραν καί τήν φιλολογικήν συνε ίδησιν τής πατρίδος ήμών. Ώς !:ψαλεν ό Καρασούτσας:

'Η φυλιf δi ~· ι: ίιιαι μία τώv πτηνών τών ήδυφώvων

Οιjδ/ ποιητu)ιι ύπάρχει εfς τήv γήιι i!v γέ νος μόνον.

Ό Κάλβος aνήκει είς τό γένος έκείνων ο'ίτινες !:pχονται καί

παρέ ρχονται 'ίνα δικαιωθώσι μετά θάνατον. "Αλλων ή δόξα έκρήγνυ­

ται εύθύς έξ dρχής ώς πυροτέχνημα, κα ί aλλων ή δόξα όμοιάζει πρός τούς ταξιδεύοντας aστέρας, τών όποίων τό φώς δέν εφθασεν &κόμη εiς

τήν γην. Κα ί έν τή φιλολογίςι της Δύσεως δέν. είναι όλίγα τά

παραδιίγματα της όψιγόνου δόξης, ώς λ.χ. έκείνης ής άπήλαυσαν έν

Γαλλίq ό 'Ανδρέας Σενιέ, καί έν Άγγλίι;ι ό Κόλλ!,.\Jζ . 'Ενθυμοuμαι τούς ώραίους στίχους τοu-Θεοφίλου Γωτιέ: <<'Η

ι: ί! ρωστος τέχνη μόνη κατακτ~ τήν αίωνιότητα. Καί οί θεοί dποθνή­σκουσιν, aλλ' οί στίχοι διαμένουσι κυρίαρχοι καί δυνατώτε ροι του χάλυβος». Καί πώς είναι δυνατόν ποτε νά τεθij Ι:ξω τοu νόμου ό στιβαρός καλλιτέχνης , ό ύπέροχος πόιητή ς τ&ν Ώδ&ν; Διότι έξ ciναποδράστων λόγων παρεγνωρίσθη έν τή κοινή συνειδήσει, δυσκο­λεύομαι νά πιστεύσω δτι ε ίναι άνάξιος τfiς αθανασίας .

ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ

JX8X. Άπό τά «Πρ(vτα Κριτικά» .

154

Ο ΚΑΛΒΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΗΘΟΣ ΤΩΝ «ΩΔΩΝ,,

Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου

Δέ μπορουμε νά θυμηθουμε τό Είκοσιένα, χωρίς ταυτόχρονα νά

θυμηθουμε καί τήν πνευματική παραγωγή, πού μέ τό πάθος του καί τή

δόξα του προκάλεσε. 'Ολόκληρος ό δέκατος ενατος έλληνικός

αίώνας καί μάλιστα οί δuό μεγάλες ποιητικές σχολές, πού κατέχουν

τό κέντρο του, ή σχολή τής 'Επτανήσου καί ή φcίναριωτική σχολή

(μεγάλη τούτη γιά τήν εκταση τής ενέργειάς της , όχι γιά τά

έπιτεύγματά της) θητεύουν στήν πραγματικότητα πού ε{ναι στήν

άρχή,στό μυθο πού εγινε ύστερώτερα τό Εiκοσιένα. 'Η cδνομασμένη

«Παλαιά σχολή τών 'Αθηνών>> , ή σχολή του Σπ. Βασιλειάδη, του Δ.

Παπαρρηγόπουλου καί του 'Αχ. Παράσχου, διάδοχος τής φαναριωτι­

κής σχολής καί κατά ενα τρόπο εξακολούθησή της, μετατοπίζεται σιγά σιγά &πό τόν ήρωικό καί επικολυρικό ρομαντισμό τής πρώτης

στόν άκραιφνέστερα αiσθηματολόγο καί τυπικώτερα λυρικό ρομαντι­σμό . Μά καί ή σχολή αότή των «πεισιθανάτων>> καί των <<άπολοφυρο­

μένων>> δέν εχει όλοκληρωτικά άπαγκιστρωθή άπό τό Εiκοσιένα . Τό

Εικοσιένα ε{~αι ή μεγάλη καί άθάνατη πράξη. Καί δσο περνοuν οί καιροί καί οί συνθήκες τής πολιτικής καί τής aλλης ζωής του τόπου

χειροτερεύουν, τόσο ή άναπόλησή της καί ή νοσταλγία της, μολονότι

δέ φανερώνεται στήν ποίηση η άλλου δσο aλλοτε συχνά, γίνεται

έντονώτερη καί διαβρωτικώτερη . 'Έτσι σιγά σιγά τό Είκοσιένα

άποσύρεται άπό τό προσκήνιο, γιά νά μεταμορφωθή σ' ενα Όνειρο

uψους. Καθώς συμβάίνει σέ κάποιους καμπίσιους, πού μαραζώνουν

χαμοσερνάμενοι στό όριζόντιο εδαφος κι, dλλο δέν εχουν στό νου

τους παρά τά ψηλά βουνά καί τό καθάριο τους φως καί τόν δροσaτ.ον

157

ΑΠΑΝΤΑ ΚΑΛΒΟΥ

άγέρα τους.

"Αν λοιπόν σ· ενα μεγάλο τμήμα τής νεοελληνικής ποιητικής

καί τής ι'iλλης δημιουργίας τό Εiκοσιένα είναι ό μακρινός παράδει­

σος , ενα λησμονημένο καί καταπροδομένο διδακτήριο φιλοπατρίας καί αuτοθυσίας, στό εργο των ποιητών της 'Επτανήσου καί μάλιστα

του Σολωμού καί του Κάλβου ε\.ναι τό π α ρ ό ν, αiσθητΌ σέ κάθε σημείο του, συγκλονιστικό καί γεμiiτο γόνιμη προσδοκία. ·Ο

Σολωμός γράφει τόν << 'Ύμνον» του <<εiς τήν έλευθερίαν>> καί πολλά άπό τά λοιπά του συνθέματα, ένώ ή ·Επανάσταση εiναι κάτι πού

γίνεται όλοένα, δχι κάτι πού εχει γίνει. 'Ο Σολωμός είναι τό ζωντανό

Εικοσιένα. Τό ζωντανό Είκοσιένα είναι καί ό Κάλβος. Τολμώ

μάλιστα νά ύποστηρίξω καί κάτι, πού δέν είναι άπίθανο νά τό θεωρήσουν πολλοί παράδοξο : πώς <'iν δέν ύπfjρχε τό Είκοσιένα, δέ θά

ύπήρχε κι · ό Κάλβος ώς ποιητής fj, τουλάχιστο , ώς ποιητής

έλληνόφωνος. 'Η σκέψη αuτή εφαρμόζεται, νομίζω , πολύ περισσό­

τερο στόν Κάλβο παρά στό Σολωμό, όπου έπίσης μπορεί νά ήταν διατεθειμένος κάποιος νά τήν τοποθετήση.

"Ας θυμηθοDμε μερικά περιστατικά τής ζωής του Κάλβου. Είναι

περίπου δέκα χρονών, δταν ό πατέρας του εγκαταλείπει τήν γυναίκα

του , τήν · Αδριανή, <<θυγατέρα του εύγενοuς σινιόρ Νικολάου

Ρουκάνψ>, παίρνει τά δυό του π~ιδιά, τόν 'Ανδρέα καί τό Νικόλαο , καί πηγαίνει νά έγκατασταθή στό Λιβόρνο. Ό Άνδρέας Κάλβος

γεννήθηκε στά 1792 στή Ζάκυνθο, ξενιτεύτηκε πρίν άπό τά \803. 'Ένα aπλαστο καί άπαίδευτο παιδάριο, σιμά σ , εvα π"ατέρα, πού αγωνίζεται νά κερδίση τή ζωή του καί σ' εvα τόπο, δπου τά. φιλελεύθερα ρεύματα

.παταγοϋν καί οί πνευματικές ανανεώσεις προκαλοϋν σημαντική

καρποφορία . Μαθαίνει μιά · γλiδσσα, πού εχει i]δη διαμορφωθή, πού

εχει άναδείξει τούς κλασσικούς της. · Ο πόθος τής δημιουργίας

βρίσκεται μέσα του καί είναι πολύ φυσικό vά έκδηλωθή σέ τούτη τή γλώσσα. 'Έτσι τά πρώτα λογοτεχνικά εργα τοϋ Κάλβου, νεώτατου

άκόμη, γράφονται στά iταλικά . Μνημονεύω τόν uμνο στό Ναπολέον­

τα , γραμμένον στά 1811, τήν ''·Ωδή εiς 'Ιονίους», γραμμένη στά 1814, καί τίς δυό νεοκλασσικές τραγωδίες του, τίς <<Δανα{δες» καί τό

«Θηραμένψ, Ι::ργα κατάψυχρα καί μέ μικρή λογοτεχνική άξία. Στά

1812 ό Κάλβος βρίσκεται στή Φλωρεντία. 'Εκεί γνωρίζεται μέ τό

Φώσκολο. Εiναι ή μεγάλη εποχή τοϋ Φωσκόλου! 'Ο Κάλβος γίνεται

ό << Προστατευόμενος συμπατριώτης» του ύμνωδου τών <<Τάφων» καί

των <<Χαρίτων», ό φίλος καί ό γραμματικός του κατόπι, ό άχάριστος

πολέμιός του, τέλος , δπως τουλάχιστο, πολλοί τόν παρουσιάζουν. 'Ο

Φώσκολος είναι ενας άνθρωπος μέ άνήσυχο πνεϋμα καί μέ γεμάτη

καρδιά. Ποιητής καί πολίτης. Αuτό θέλει νά πfj, πώς δέν είναι ή μόνη

του μέριμνα ή εκφραση. Καί πώς τή δύναμη πού του εδωσε ή φύση τή

\58

Ο ΚΑΛΒΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ

μεταχειρίζεται καί γιά νά κεντρίση καί νά δραστηριοποιήση περισ­

σότερο τά φιλελεύθερα αίσθήματα, πού άγρυπνοuσαν τότε στήν

iταλική χερσόνησο καί συχνά έπιβεβαίωναν τήν παρουσία τους μέ

δραματικά ξεσπάσματα. Γι ' αύτό καί αναγκάζεται ό Φώσκολος κατά καιρούς νά έγκαταλείπη τόν τόπο τούτο καί νά ζή σέ τόπους Cίλλους,

καθώς ή 'Ελβετία, ή Γαλλία καί ή 'Αγγλία. Σιμά στό Φώσκολο,

ό Κάλβος δέν αίσθάνεται μόνο τό φιλελευθερισμό του, πού είναι στό

βάθος μιά έξέγερση πληγωμένης φιλοπατρίας, νά θερμαίνεται, μά καί

τή δημιουργική του ί:φεση νά οξύνεται. 'Έχει καί τήν εuκαιρία

συνάμα νά συνάπτη φιλική γνωριμία μέ διάσημα 'πρόσωπα τής

πνευματικής ζωής τής 'Ιταλίας. 'Ο Σίλβιο ΠέλΛtκο , ό φλογερός

πατριώτης καί πεζογράφος καί ποιητής, ό μεταφραστής του βυρωνι­

κοϋ <<Μαμφρέδου» στά ίταλικά, ό άλυσόδετος κατάδικος τής Μορα­

βίας, ό άπομνημονευματογράφος, πού έπλούτισε τή λογοτεχνία του

τόπου του μ' ενα διάσημο εργο, τίς <<Φυλακές μου>>, ύπήρξε φίλος τοϋ

Κάλβου. 'Αρχές του 1821 ό Κάλβος, ϋστερ' άπό διαμονή στήν 'Ελβετία καί τήν 'Αγγλία, ξαναβρίσκεται στή Φλωρεντία . Δέν είναι

γνωστό, πόσο εμεινε. 'Η ζωή του εως τότε Υjταν μιά άσταμάτητη

περιπέτεια . Καί δέν επαυσε ποτέ νά εΙ ναι. 'Εγκαταλείπει καί πάλι τήν 'Ιταλία καί πηγαίνει στήν ' Ελβετία. 'Έχει ά.νάγκη νά συγκεντρωθή

νά έργασθή . 'Η 'Ελβετία είναι τόπος περισυλλογής. 'Η 'Επανάστα­

ση τόν βρίσκει, βέβαια, στή Φλωρεντία . Τόν παρακολουθεί στήν

'Ελβετ{α. Είναι ενα κανόνι, ε να τουφέκι , πού άκούγεται άπό πολύ μακρυά, μιά οίμωγή πού διασκορπίζεται σέ σιγαλούς aντίλαλους. Μά

είναι τό μήνυμα, πού χρqνια καί χρόνια έπερίμενε ό Κάλβος, τό

γεγονός πού είχε μέσα του προετqιμασθή. Τό Είκοσιένα πέφτει μέσα

στήν ψυχή του Κάλβου καί ξυπνάει τήν ποίηση. Θά πρέπει νά

ύποθέσει κανείς, πώς ό Κάλβος, aνθρωπος aλλωστε στοχαστικός,

μαθαίνοντας δσα έμάθαινε άπό τή σκλαβωμένη πατρίδα, θά έσυλλο­γίσθηκε, πώς θά ήταν μιά προδοσία vά έπρόβαινε στή μέση

ίταλόφωνος ψάλτης τής έλληνικής ελευθερίας, λησμονώντας τήν έλληνική του κ_αταγωγή. Οί δυστυχίες καί οί θρίαμβοι τ&ν 'Ελλήνων θά είχαν σπαράξει aπό θλίψη καί αναγάλλια τήν καpδιά του. 'Έτσι

εγραψε τίς ώδές. Έτύπωσε στά 1824 τίς δέκα πρώτες στή Γενεύη. Έτύπωσε στά 1826 τίς δέκα ϋστερες στό Παρίσι. Αύτός είναι δλος, όϋσιαστικά, ό Κάλβος. 'Η ποίησή του άπορρέει άπό τό Είκοσιένα-άκόμη καί δπου δέν τό δείχνει φανερά, άναπτύσσεται μέσα στό Εικο­

σιένα καί σωπαίνει μέσα στ<? Είκοσιένα. 'Από έκεί καί πέρα ό Κάλβος

βέβαια δέν παύει νά γράφη. Μά παύει νά ένδιαφέρη τ'ήν ποίηση. 'Ένας

Ciνθρωπος, πού πεθαίνει έβδομήντα έφτά χρονών, συμπληρώνει τό ί:ργο του στά ' τριαντατέσσερα χρόνια του. Είναι λοιπόν πολύ ένδεχόμενο καί τίς <<' Ωδές» νά μήν είχε συντελέσει, θέλω νά π& ενα

159