Ανωνύμου, Του Αποπλανητή, 1986

Post on 10-Mar-2016

221 views 3 download

description

 

Transcript of Ανωνύμου, Του Αποπλανητή, 1986

ΑνωνύμουΤου Αποπλανητή

ΑΑννωωννύύμμοουυ

ΤΤοουυ ΑΑπποοππλλααννηηττήή

ΕΕννδδυυμμίίωωνν

Τα ποιήματα αυτά ανήκουν σε φίλο και συ-στρατιώτη μου που δεν ζει πια. Μου τα παρέδωσετο 1987 και εκδίδονται για πρώτη φορά. Μαζί μουπαρέδωσε και το Ημερολόγιο ενός Διαφθορέα τουΚίρκεγκαρ και μερικά ακόμα χειρόγραφα, ημερο-λόγια, παραλλαγές κλπ. που θα εκδοθούν αργό-τερα. Η αναφορά στο Δανό φιλόσοφο και στησκέψη του κρίνεται αναγκαία για την κατανόησητων ποιημάτων. Είναι αφιερωμένα στην μνήμη τουΑργύρη Σακελαρίου που χάθηκε νωρίς πριν μερικάχρόνια.

Βασίλης Λαλιώτης

[7]

Εδώμιλάει ένας αποπλανητήςκαι λέει:

[9]

Κούφιο κορίτσι ανυπόστατο

Σου ξαναδίνω σάρκα με τις λέξειςκαι αορτή που τη χτυπάει πυρετός

Με κίνηση γενναία διαγράφω τα βράδια σουκαι τις λίγες τρυφερές αψιμαχίες

Ολα τ' άλλα στου πεύκου τη γύρηπου κατεβάζει ο αέρας στο στρατόπεδο

Κούφιο κορίτσι όλο λέξειςκι ανυπόστατο

[11]

Οπως ξηλώνεται το δέρμα με τα νύχιαέτσι άγριαθα μεταστρέφεις τώρα πια τα λόγια μου

Γράφοντας πάνω μουμικρούς για το διαφθορέα σου μύθους

Κι όμως βαθιά ως τα παιδικά σου χρόνιαπου χαράχτηκα!

Εκεί που σαν τα φύλλα η ψυχή σου τρέμει

Α! τι κυνήγια ελαφιών τα ξημερώματα

[12]

Δεν κατεβαίνω πια στην πολιτεία σου

Και μοναχή να ξενυχτάς της αλκοόλης

Στην πολιτεία σου δεν κατεβαίνω πια

Ακούω τα τρένα νύχτα στη σκοπιάσε ράγιες που σφυροκοπούν την απουσία

Ομίχλη και σκιά που κατεβάζουν τα όνειρά σου

Δεν σ' αγαπούσαειν’ αλήθεια κι ας πικραίνεσαι

[13]

Σ' έπαιρνα σαν μικρό ζωάκι που αλαφιάζεταικαι σ' άφηνα ανοιχτή μετά στο λευκό μένος

Μέσα στη θύμηση η ηδονή θα σε δαγκώνειμ' ένα στόμα φιδιού και γλυκά "παραδίνομαι"

Σε γύμνωσα βαθιά όπως του κρεμμυδιού ταφύλλα

Για να 'χεις βάσανο και τρόμο στο άγγιγμά μου

Σου 'βαλα μια σταγόνα θάνατο στο ένστικτογια να μπορείς στ' αλήθεια να ερωτεύεσαι

[14]

Τώρα χιόνι θα βρίσκεις στις άκρες των νυχιώνκαι για τραγούδι προφητείες αρχιλόχειες:

Που θα 'ρθουν νύχτες που θα ψάχνεις βιαστήβουβόκαι με νεφρά ευκίνητα σου το προβλέπω

Κι ένα σκοινί ένας όροφοςνα μη βρεθεί να σε παρηγορήσει

να στρέψεις καταπάνω σου περίστροφο τονέρωτακαι να διαβάσω στις εφημερίδες τ' όνομά σου.

Την ωραία σου λάσπη να πωένα χέλι τυφλό τη ρήμαξε

[15]

Ποιών ωραίων γυναικών τα πάθη μου απότισες;

Θυμάμαι ακόμα τα ευφρόσυνά τους ονόματαπου δίνανε ολονύκτιες ταυτότητες

Με τα φερσίματα μαινάδωνπου τινάζαν τα σκεπάσματαγυρεύοντας χυμούς αγριεμένους

Νύχτες και νύχτες

Που να 'χεις τρόμο νεόφυτου θεούκαι μια λατρεία να σε ανεβάζει ως το κλάμα

[16]

Σε σκοτεινό σε πλάνεψα λαγκάδισαν τον μικρό λαγό που τη φτέρη σου έτρωγε

Κάποτε αυτή η γύμνια η αξιοθαύμαστηθα σε χτυπήσει σαν εκπυρσοκρότηση της μνήμης

Σε δοκιμές με γλώσσα και με δάχτυλοσου 'μαθα την απόγνωση της πράξης

Για να καλπάζεις με την ηδονή σου ξέφρεναόσο να πέσεις στα διψαστικά φιλιά μου

Σαν τον μαγνήτη που τραβάει το σίδερονα λες ότι σε πλάνεψα.

[17]

Την απειλή σηκώσανε στο δάχτυλοτα παιδικά σου τα παιχνίδια

Γιατί ανέβασα ως τα χείλη σουτης ζάχαρης το μυθικό μου κύβο

Σ' έσπειρα ένστικτοκι έσπασα πόθου ρόδια τόπους τόπους για τοδέρμα σου

Για να 'χει ερωτηματικά η μοναξιά σουκαι τη μορφή μου ο εφιάλτης σου

Για να γεννήσω μαθηματικά την πνιγμονήπου σε πετάει έξω από τα παιδικό δωμάτιό σου

[18]

Εδρεψες στύσεις πρωινέςκαι σκιερά απογεύματα

Με αναστατωμένα σπλάχναμέτρησες τα φεγγάρια σου

Κι είδες δόντια τις μικρές πυρκαγιέςπου καταφάγαν τα ημερολόγιά σου

Δεν θα μιλήσω για τους αναστεναγμούςκαι ‘κείνο μετά το εξαγριωμένο κλάμα

Γεμάτο από άρωμα του χωρισμούκαι μια γεύση πικρή του μέλλοντός σου.

[19]

Αν δεν ήμουνα ληστής της αφροδίτης σου τι;

Κι όλες αυτές οι ικεσίες κα τ’ αγκαλιασμέναμου γόνατα γιατί;

Του έρωτά σου η σκιά με φωτοσκίασε τόσοπου να γίνομαι τέραςστη σινδόνη των ονείρων σου

Αν δεν ήμουν ληστήςπιθανόν να βρισκόμουν στο εικόνισμαπου ενσαρκώνει το μικρό σου ρομάντζο

Κι όμως μόνο την αφροδίτη σου σκύλεψα

[20]

Δαιδαλικοί στοχασμοί σε κατέχουνεκαι κρατούνε το δάκρυ την κραυγή το δαιμόνιο

Τα ανήσυχα βράδια της άνοιξηςδιανύοντας με παραμιλητό στ’ όνομά μου

Τι πικρός πυρετός και βραχνάς κατακόρυφος!

Που να μην έχει η νύχτα λυτρωμόκαι να μην βρίσκει ο ύπνος πυθμένα

Γιατί σε πήρανε φεγγάρια κατάψυχρακαι τροχασμοί μαύρων αλόγων

Μικρή Νάρκη εναγώνια σε τι δίχτυα πιασμένη

[21]

Μικρό πουλί με ντουφεκιές λιανέςσ’ εξαποστέλλω στα ταραγμένα καλοκαίρια σου

Για το άλλο της πολιτείας δάσοςμ’ ένα πέταγμα φρίκηςάσπρα πούπουλα και πληγωμένη φτερούγα

Για να τιμάς το μικρό πηγαδάκι στα σκέλη σουπου όλο διψάει κι όλο καίγεται αξεδίψαστο

Για να νιώθεις τα λόγια απ’ το βάρος τουςκαι τη φοβερή εγκοπή της γύμνιας

Στα ταραγμένα καλοκαίρια σουμε ντουφεκιές λιανές σ’ εξαποστέλλω

[22]

Μία μία θα κόψω τις εικόνες σουμ’ ένα χέρι παράφορο όπως δρέποντας κρίνους

Το αποκάτω το πίσω και το πλάγιοκαι το αποπάνω το γεμάτο αφή και όραση

Για να βρίσκεις στα λόγια μου το χέριπου οδηγεί την ντροπή πάνω στο φύλο σου

Και την αύρα που στο μέτωπό σου κυματίζεικαι στην άκρη των νυχιών την αγριότητα

Για να γίνει και πάλι το αγαθό σουένα κτήμα δημόσιο

[23]

Σε ποια ζάχαρη μέσα σε βύθισαπου σε λιώνει το νερό της βροχούλας

Ακόμα τούτην άνοιξη κορίτσι κοριτσάκιτούτο το καλοκαίρι η δίψα και το αλάτι μου

Να βρω νησί κι απανεμιά και πυρετό του βράχουκαι τα κυδώνια της θαλάσσης ανοιχτάστου λεμονιού οξειδωμένα τη σταγόνα

Και ποτέ ξανά γαντζωμένο στη χούφτα μουτων μηρών σου το μαύρο το χιόνι

[24]

Σε πόσα λόγια δρόσισα τον τρόμο σουγια να θέλεις μονάχα τη σταγόνα της πράξης

Σ’ ένα αστέρι απόμακρο σε μιαν άλλη ζωήμε την πείρα σε σημάδεψα ν’ αλλάξεις

Για να βρεις γιατρειάόπως βρίσκει τη φλέβα του νερούο ραβδοσκόπος

Και κλωνάρι να ξαναγίνεις δροσερόμε τη χάρη των καιρών στου κύκλου το γύρισμα

[25]

« Από πάτμο μικρή που μπορεί και να σημαίνειένα μύθο στης μήτρας την έξοδοσ’ εξορκίζω στων φιλιών μας τη μεγάλη εκκλησίαΚαι μιλάω το θειάφι τον καπνό και το έρεβοςπου θ’ αφήσουν στο μέλλον τ’ ανύπνωτα βράδιαμας

Και το τρίτο της γης σου κατά πως λένε μελανόθα δεχτεί την ακρίδα της τύψης κατάσαρκα

Θα λυθούνε τα αίματα και θα πέσουν απάνω σουγια να βγεις καθαρή προς τον άλλον αιώνα

Από πάτμο μικρή που μπορεί και να σημαίνειλιγοσύνη στων ερώτων την έξοδο

θα σε γράψουν και πάλι τα λόγια μου»

[26]

«Είναι νύχτες ανοιχτές προς το άδειο τουςκι ένας τρόμος στον καθρέφτη της μνήμης

Το κορμάκι που σπέρνεις κι αποδείχνεται άγονοκαι λιμός φοβερός στα όνειρά σου ενσκήπτει

Τα αυγά που αφήνει ο πόθος στη νόησητα μικρά του τέρατα στον καιρό τους να εκκολά-ψουν»

Ετσι τώραμετοχές αγοράζω απ’ το μέλλον σου

σαν υποκινητής σου σπάταλοςκαι του μικρού σου κορμιού ο κερδοσκόπος

[27]

Θα κατέβει η μέρα τα σκαλιά της ένα ένααφήνοντας ένα κουφέτο του πικρού στη γλώσσασου

Πάει πια το στερνό σου ξεπούλησες ψέμα

Κι άλλο δεν έχεις από των αγγέλων την εκτροπή:λασπωμένες φτερούγες κι ένας πόνος συστρεφό-μενος

Ποια ψυχή θα σε βρει κάποια μέρα κατάστηθανα σου φέρει στα βλέφαρα καθαρό ένα κλάμα

Μιαν εικόνα φευγαλέα και τρεμάμμενηστην επέτειο των Μεγάλων σου Πόθων

[28]

Εμβατήριο

Μόνο λόγια για σένα εξοπλίζωκαι με χάρτες του κορμιού σου θα βγωΟσα φέρνει το μέλλον τ’ αγγίζωσ’ έναν έρωτα ένοπλο εδώ

Μόνα μου όπλα τα σημάδια του πόθουκαι σημάδια δοντιών στο λαιμόΠόσες, πόσες οι μικρές Αρετούσεςγια τον ένα Ερωτόκριτο

Ενα « ναι» που μου μένει δε δίνωσ’ ότι πια με γυρνάει στο πικρόΤ’ όνομά σου συλλαβές και το λύνωκαι το δρόμο μου πάλι, όπου βγω

[29]

Με τα μικρά της τα σκυλιάθα κατεβαίνει μέσα σου η Ανοιξη

Ετσι το θέλω αυτό το σκηνικόγια να χαράξω τα όρια μιας παρουσίας

Ναι, δαγκανιάρικα σκυλιάπου να ξεσκίζουνε το δαντελλένιο φόρεμά της

Και να ‘ναι κήπος σαν αυτόν του Μποτιτσέλλικαι να ‘μαι ό αγέρας στα δεξιάμες στο γαλάζιο

Που να φυσάει ανατριχίλα στο κορμί σου

[30]

Σου γράφω λόγιαόπως λέμε σε βγάζω στο κλαρί

Ενα τράβηγμα προς το φως της γυμνότηταςγια να μείνει το μαύρομια σκιά πετρωμένης ντροπής

Σου γράφω λόγιααιχμηρά σα βελόνες μικρές

Για να βρίσκεις στο δάχτυλοτην αρμύρα του αίματοςΝα δηλώνει που σ’ έχω πλανημένη

[31]

Τρία χρονάκια μισθοφόρησα στο μύδι σουμα γνωρίζω για πάντα τη σκιά που σε κατέχει

Μ ένα φόβο θεούσυντηρώ τη μορφή μου στα σπλάχνα σου

Κι είμαι ο βαθύς ο για τους εφιάλτες σουοιστρηλάτης

Πάνω στα ταραγμένα πρωινά σουδιακηρύσσω τη φήμη μουκαι το «ερρέτω αξαυτις ου κακίω κτήσομαι »

[32]

Σ’ όποιο μέλλον κι αν πας θα με βρίσκειςκαι το φόβο μου συνώνυμο του Ερωτα

Την αλήθεια δεν είπα με την κράτησαόσο αντέχαν το βάρος της τα δόντια μου

Να την φέρνω από ανάσα σ’ ανάσαμ’ ένα λόγο που να πάσχει την ένταση

Την αλήθεια δεν είπα με την κράτησαΣτον αέρα του ρυθμού να την βρίσκειςσ’ όποιο μέλλον κι αν πας σαν συνώνυμο τουΕρωτα

[33]

Βουλιαγμένο κορίτσι δαγκωμένο μήλουπαρκτό τώρα πια με τις λέξεις σου

Σ’ έχω ανασυστήσειστήθος με στήθος παλάιβοντας το άρρητο

Το εχέμυθο έχω κρατήσειγια να βρίσκεις ταυτότητα εσύκαι τη συνενοχή μονάχα οι άλλοι

Και να μάθεις αυτόπου σαν μάρμαρο βγάζω στο φωςμισοχωμένο ακόμα στη λάσπη της λήθης

Δαγκωμένα μήλο βουλιαγμένο κορίτσι στις λέξειςσου

Λιτόχωρο Πιερίας 1987

[34]

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Κούφιο κορίτσι ανυπόστατο 11Οπως ξηλώνεται το δέρμα με τα νύχια 12Δεν κατεβαίνω πια στην πολιτεία σου 13Σ' έπαιρνα σαν μικρό ζωάκι που αλαφιάζεται 14Τώρα χιόνι θα βρίσκεις στις άκρες των νυχιών 15Ποιών ωραίων γυναικών τα πάθη μου απότισες; 16Σε σκοτεινό σε πλάνεψα λαγκάδι 17Την απειλή σηκώσανε στο δάχτυλο 18Εδρεψες στύσεις πρωινές 19Αν δεν ήμουνα ληστής της αφροδίτης σου τι; 20Δαιδαλικοί στοχασμοί σε κατέχουνε 21Μικρό πουλί με ντουφεκιές λιανές 22Μία μία θα κόψω τις εικόνες σου 23Σε ποια ζάχαρη μέσα σε βύθισα 24Σε πόσα λόγια δρόσισα τον τρόμο σου 25«Από πάτμο μικρή που μπορεί και να σημαίνει 26«Είναι νύχτες ανοιχτές προς το άδειο τους 27Θα κατέβει η μέρα τα σκαλιά της ένα ένα 28Εμβατήριο 29Με τα μικρά της τα σκυλιά 30Σου γράφω λόγια 31Τρία χρονάκια μισθοφόρησα στο μύδι σου 32Σ’ όποιο μέλλον κι αν πας θα με βρίσκεις 33Βουλιαγμένο κορίτσι δαγκωμένο μήλο 34

[37]

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΑΝΩΝΥΜΟΥ ΤΟΥ ΑΠΟΠΛΑΝΗΤΗ

ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΣΕ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΗΚΑΙ ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ

ΛΑΛΙΩΤΗ ΤΟΝ ΟΚΤΩΒΡΙΟ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΙΟΥ ΕΤΟΥΣ2011 ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΑΝΕΜΗΘΕΙ ΣΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΟ ΑΡΙΘΜΟ

ΑΝΤΙΤΥΠΩΝ