ΜΠΑΤΑΛΟΦ (1986) -Η ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

170

description

Η ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Transcript of ΜΠΑΤΑΛΟΦ (1986) -Η ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Βιβλιοθήκη Πολιτικών Γνώσεων

Βιβλίο 2

Ε. Μπατάλοφ

Η λενινιστική θεωρία

της επανάστασης

ί*Τπ1

ΙίΚΔ Ο ΙΗ ΙΙ ΠΡΟΓΚΡΕίΣ ΜΟΣΧΑ 19X6

E. EaTajiOBJIEHMHCKAJI TEOPHSI PEBO.HIOLIHH

na ipenecKOM »3btxe

Μετάφραση στα ελληνικά: Τάκης Τριανταφυλλΐόης

© Εκδόσεις Προγκρές. 1 ‘>86

„ 0302030000—672 , ,Β 014(01) —86 ° 6ι,ΗΒΛ·

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1. Μαρξ, Λένιν και σύγχρονη επ ο χ ή ................... 52. Τι είναι σοσιαλιστική επανάσταση ................. 83. Η φιλοσοφία της επανάστασης......................... 154. Κοινωνική ανάπτυξη και σοσιαλιστική

επανάσταση .......................................................... 245. Οι αντικειμενικές προϋποθέσεις της

επανάστασης.......................................................... 326. Η λενινιστική διδασκαλία για την επαναστα­

τική κατάσταση ................................................... 417. Οι υποκειμενικές προϋποθέσεις

. της επανάστασης ................................................. 558. Ο «βασικός νόμος» της επανάστασης και το

πρόβλημα της επαναστατικής βίας .................. 639. Οι κινητήριες δυνάμεις της επανάστασης....... 70

10. Η επαναστατική πρωτοπορία του προλεταριάτου ..................................................... 85

11. Από την πάλη για τη δημοκρατία στη σοσιαλιστική επανάσταση................................. 92

12. Ειρηνικός και μη ειρηνικός δρόμος γιατην εξουσ ία........................................................... 107

13. Σοσιαλιστική επανάσταση και αστικό κράτος 12114. Δικτατορία του προλεταριάτου

και σοσιαλιστική δημοκρατία .......................... 13015. Σοσιαλιστική επανάσταση και παγκόσμια

επαναστατική διαδικασία................................... 14416. Η παγκόσμια σημασία της λενινιστικής

θεωρίας για την επανάσταση ............................ 163

I. Μ ΑΡΞ, ΛΕΝΙΝ ΚΑΙ ΣΥ ΓΧ ΡΟ Ν Η ΕΠ Ο Χ Η

Η λενινιστική θεωρία της επανάστασης είναι σύγ­χρονη επιστημονική θεωρία της σοσιαλιστικής επανά­στασης. της παγκόσμιας επαναστατικής διαδικασίας γενικά.

Τη θεωρία αυτή την ονομάζουμε επιστημονική γιατί είναι αποτέλεσμα της επιστημονικής ανάλυσης των πραγματικών τάσεων της κοινωνικής ανάπτυξης, της στάσης της κοινωνικής συνείδησης και της πείρας του μαζικού κινήματος. Τη λέμε σύγχρονη γιατί η θεωρία αυτή αναπτύσσεται μαζί με την επαναστατική διαδικα­σία. με τον εμπλουτισμό της επαναστατικής πείρας της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Καθρε­φτίζει τη σημερινή κατάσταση της επαναστατικής δια­δικασίας και μπορεί να εφαρμοστεί με επιτυχία στις συνθήκες του σημερινού κόσμου.

Οι αρχές της επιστημονικής θεωρίας της επανάστα­σης διατυπώθηκαν για πρώτη φορά από τους θεμελιω­τές του επιστημονικού κομμουνισμού Καρλ Μαρξ και Φρίντριχ Ένγκελς.

Οι αρχές αυτές ήταν το καταστάλαγμα της ανάλυ­σης της κοινωνικής παραγωγής και της πάλης των τάξεων στις συνθήκες που ο καπιταλισμός εδραιώθηκε σε μια σειρά /ώρες του κόσμου και άρχισαν να δια­μορφώνονται οι υλικές προϋποθέσεις του νέου κοινω­νικού συστήματος.

- 5 -

11 μετεξέλιξη του καπιταλισμού του ελεύθερου συνα­γωνισμού σε μονοπωλιακό καπιταλισμό και οι κοινωνι- κοπολιτικές διαδικασίες που τις προκαθόρισε αυτή. απαιτούσαν την παραπέρα ανάπτυξη της επιστημονι­κής θεωρίας της επανάστασης, δηλαδή μια νέα προσέγ­γιση των παλιών προβλημάτων καθώς και την τοποθέ­τηση νέων θεωρητικών προβλημάτων, σε στενή σύνδε­ση με την πρακτική της επαναστατικής πάλης. Το έργο αυτό επιτέλεσε ο Λένιν και οι συνεργάτες του.

Με βάση τη μελέτη της κοινωνικής ανάπτυξης και τη γενίκευση της πείρας του διεθνούς επαναστατικού κινήματος, ο Λένιν πρόβαλε νέες σπουδαιότατες θέσεις της θεωρίας της σοσιαλιστικής επανάστασης. Ο ίδιος διατύπωσε τις βασικές νομοτέλειες της ταξικής πάλης του προλεταριάτου στην εποχή του ιμπεριαλισμού.

Σύμφωνα με την αρχή της διαδοχικότητας και της ανάπτυξης που χαρακτηρίζουν τη μαρξιστικολενινιστι- κή θεωρία, η λενινιστική ιδεολογική κληρονομιά, συμπεριλαμθανομένης και της θεωρίας της σοσιαλιστι­κής επανάστασης, σημείωσε παραπέρα ανάπτυξη στις σημερινές συνθήκες. Τα γενικά συλλογικά ντοκουμέντα του κομμουνιστικού κινήματος, τα προγραμματικά ντο­κουμέντα των αδελφών κομμάτων, τα έργα των ηγετών τους αποτελούν σπουδαία συμβολή στην παραπέρα ανάπτυξη της μαρξιστικολενινιστικής θεωρίας της προλεταριακής επανάστασης.

Έτσι. η λενινιστική θεωρία της επανάστασης είναι το αποκρυστάλλωμα της εμπειρίας πολλών γενεών προλετάριων επαναστατών, όλων όσων αγωνίζονται για τον σοσιαλισμό. Είναι ένα κράμα των δημιουργικών προσπαθειών των μεγάλων θεωρητικών του επιστημο­νικού κομμουνισμού και των πολυάριθμων οπαδών τους.

Η λενινιστική θεωρία της επανάστασης αναπτυσσό­ταν σε συνθήκες οξείας ιδεολογικής πάλης ενάντια στους αστούς θεωρητικούς· ενάντια στους ηγέτες της 2ης Διεθνούς (1889-1919) που πέρασαν μετά το θάνατο του Μαρξ και του Ένγκελς σρ οπορτουνιστικές θέ­σεις· ενάντια στους ρώσους οπορτουνιστές διαφόρων αποχρώσεων και ενάντια σ' άλλους αντιπάλους του λενινισμού. Η θεωρία αυτή αναπτύσσεται και σήμερα σε συνθήκες πάλης ενάντια στους αστούς ιδεολόγους, ενάντια στους δεξιούς οπορτουνιστές, ενάντια στους τροτσκιστές που έχουν εξαπολύσει ολομέτωπη επίθε­ση κατά του λενινισμού.

Η λενινιστική θεωρία της επανάστασης είναι ένας σίγουρος μπούσουλας στα χέρια των προλετάριων επαναστατών όλων των ηπείρων και όλων των χωρών. Την πυξίδα όμως αυτή πρέπει κανείς να ξέρει να τη χρησιμοποιήσει. Αυτό σημαίνει, συγκεκριμένα, ότι η θεωρία αυτή πρέπει να εξετάζεται σε στενή σύνδεση με τους συγκεκριμένους σκοπούς και τα καθήκοντα των επαναστατικών δυνάμεων της κάθι: χώρας, σε συν­δυασμό με τις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες.

Η λενινιστική θεωρία της επαναάστασης παρουσιά­ζει εξαιρετικό πλούτο περιεχομένου, που είναι αδύνα­το να εξαντληθεί σ ’ ένα βιβλίο, πολύ περισσότερο σε μια εκλαϊκευτική μπροσούρα. Σκοπός της παρούσας έκδοσης είναι να γνωρίσει ο αναγνώστης τις βάσεις της θεωρίας αυτής. Να εντείνει την προσοχή του στα ζητήματα που έχουν ιδιαίτερα σπουδαία σημασία για τη σύγχρονη επαναστατική πρακτική, κι έτσι να τον βοηθήσει να κατανοήσει τη δίκιά του επαναστατική πεί­ρα και τη θέση του στη γενική πάλη για το σοσιαλι­στικό μετασχηματισμό του κόσμου, να βρει τη σωστή λύση των προβλημάτων που αναφύονται στην πορεία

- 7 -

της επανάστασης στη μια ή την άλλη χώρα.Ας μην περιμένει ο αναγνώστης να του δόσουμε

έτοιμες απαντήσεις στα καυτά ερωτήματα που τον απα­σχολούν. Ποιος θα μπορούσε, εκτός απ' αυτόν τον ίδιο. να βρει (με τη βοήθεια της μαρξιστικολενινιστι- κής θεωρίας) τις απαντήσεις αυτές: Και ας μη μας παρεξηγήσει που θα αναφερόμαστε συχνά στους Μαρς. Ένγκελς και Λένιν. Ποιος άλλος^ διατύπωσε καλύτερα τις σκέψεις των κλασικών, από τους ίδιους τους κλασικούς;

2. ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΣΟ ΣΙΑ Λ ΙΣΤΙΚ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Τα όνειρα των ανθρώπων για τον κομμουνισμό, για το σύστημα της κοινωνικής δικαιοσύνης, έχουν μα­κραίωνη ιστορία. Όμως μέχρι την εμφάνιση του μαρ­ξισμού. η επιδίωξη να οικοδομηθεί μια τέτια κοινωνία δεν συνδεόταν με την κοινωνική επανάσταση. Οι με­γάλοι ουτοπιστές του 19ου αιώνα (Σαιν-Σιμόν. Φουριέ, Όουεν κ.ά.), που πρόβαλλαν σχέδια οικοδόμησης της σοσιαλιστικής κοινωνίας, ήταν αντίπαλοι της επανά­στασης που τη θεωρούσαν αντίθετη με τις αρχές του σοσιαλισμού. Η κριτική στάση απέναντι στην επανά­σταση, σαν μέσου για το μετασχηματισμό της κοινω­νίας πάνω σε σοσιαλιστικές αρχές, χαρακτηρίζει και μερικούς απ’ τους σύγχρονους μη μαρξιστές θεωρητι­κούς, που είτε επειδή πλανώνται πραγματικά, είτε επει­δή εκπληρώνουν συνειδητά κάποια «αντεπαναστατική εντολή» της αστικής τάξης και των άλλων εκμεταλ- λευτριών, τάξεων, υποστηρίζουν ότι μπορούμε να φτά- σουμε στο σοσιαλισμό είτε με τη μεταρρύθμιση των κοινωνικών δομών που υπάρχουν και που στηρίζονται

- 8 -

στις αρχές της ατομικής ιδιοκτησίας, είτε με την ανα- διάπλαση των ηθών. της συνείδησης του ανθρώπου κλπ.

Μια από τις μεγάλες υπηρεσίες του Μαρξ και του Ένγκελς συνίσταται στο ότι συνέδεσαν την οικοδόμη­ση του σοσιαλισμού με την πραγματοποίηση της κοι­νωνικής επανάστασης ως ριζικής ανατροπής σε όλες τις σφαίρες της κοινωνικής ζωής.

Ο Μαρξ αποκαλούσε τις επαναστάσεις «ατμομηχα­νές της ιστορίας», που ανοίγουν στην ανθρωπότητα το δρόμο προς τα μπρος, την οδηγούν από το ένα στάδιο της ιστορικής ανάπτυξης στο άλλο. Η επανάσταση είναι πάντα ένα άλμα στην κοινωνική εξέλιξη, δηλαδή το πέρασμα στο νέο: σε νέες κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές σχέσεις και θεσμούς, σε νέες ιδέες, σε νέα ηθική κλπ. Οι επαναστάσεις πραγματοποιούνται από το\>ς ίδιους τους ανθρώπους, όμως οι υλικές προϋποθέ­σεις του καινούργιου κοινωνικού συστήματος και οι αντικειμενικές συνθήκες της επανάστασης, μέσω της οποίας οι προϋποθέσεις αυτές μετατρέπονται σε νέους θεσμούς και σχέσεις, προετοιμάζονται από την αντι­κειμενική πορεία της κοινωνικής εξέλιξης και πρώτα-πρώτα από την ανάπτυξη των παραγωγικών δυ­νάμεων που σε ένα ορισμένο στάδιο έρχονται σε αντί­θεση με τις υπάρχουσες παραγωγικές σχέσεις, οι οποίες περιορίζουν την ανάπτυξή τους και απαιτούν ριζική αναδιοργάνωση, που συνεπάγεται μια λίγο- πολύ γοργή αναδιοργάνωση της όλης κοινωνικής ζωής. Αυτή είναι η διαφορά των επαναστάσεων από τα εκ των άνω πραξικοπήματα, που (αν και ορισμένοι τα αποκαλούν «επαναστάσεις») δεν θίγουν (ή θίγουν επι­δερμικά) τις οικονομικές, πολιτικές και ηθικές βάσεις του υπάρχοντος κοινωνικού συστήματος.

- 9 -

Οι επαναστάσεις, όμως. έχοντας μερικά κοινά χαρα­κτηριστικά. διαφέρουν η μια από την άλλη ως προς την κοινωνική τους φύση. τις κινητήριες δυνάμεις, τους σκοπούς, τα καθήκοντα και. τέλος, ως προς το «σχήμα του μηχανισμού» της εμφάνισης και ανάπτυ­ξής τους.

Οι αστικές επαναστάσεις του 17ου-19ου αιώνα συνέ­βαλαν στο γκρέμισμα του φεουδαρχισμού και στην εδραίωση του καπιταλισμού, σαν πιο προοδευτικού κοινωνικού συστήματος. Όμως. δεν οδήγησαν (και δεν μπορούσαν να οδηγήσουν απ' την ίδια τους τη φύση) ούτε στην κατάργηση της εκμετάλλευσης, ούτε στην αταξική κοινωνία, ούτε στην απονέκρωση του κράτους. Και. σε τελευταία ανάλυση, δεν οδήγησαν ούτε στην εγκαθίδρυση της κοινωνικής δικαιοσύνης.

Η σοσιαλιστική επανάσταση γίνεται (σε γενική ιστορική κλίμακα) σε μια εποχή που ο καπιταλισμός φτάνει στο ανώτατο, στο τελευταίο στάδιο της ανά­πτυξής του. στο στάδιο του ιμπεριαλισμού. Στηριζόμε- νη στις υλικές προϋποθέσεις του σοσιαλισμού, που ωριμάζουν στα σπλάχνα της καπιταλιστικής κοινω­νίας. η επανάσταση αυτή βάζει σαν τελικό της σκοπό την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, την εξάλειψη των ταξικών ανταγωνισμών και την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας, σαν την πρώτη φάση του κομμουνιμού.

Είναι φυσικό ότι για ένα τέτιο σκοπό η σοσιαλιστι­κή επανάσταση πρέπει να εκπληρώσει ένα ευρύ φάσμα συγκεκριμένων καθηκόντων, που συνδέονται με το γκρέμισμα του αστικού και τη διαμόρφωση του νέου σοσιαλιστικού κράτους, την εδραίωση των νέων κοι­νωνικών σχέσεων, την προσέλκυση των εργαζομένων στη σοσιαλιστική οικοδόμηση και πολλά άλλα, για τα

-1 0 -

οποία θα μιλήσουμε αναλυτικότερα πιο κάτω.Τα καθήκοντα αυτά δεν μπορούν να εκπληρωθούν με

τις ίδιες δυνάμεις, μέσα και τρόπους που χρησιμοποί­ησε η αστική επανάσταση. ΓΓ αυτό, η σοσιαλιστική επανάσταση διαφέρει από την αστική όχι μόνο ως προς τους σκοπούς, τα καθήκοντα, τους μηχανισμούς εμφάνισης, αλλά και ως προς τις κινητήριες δυνάμεις, τη στρατηγική και την τακτική. Μάλιστα εδώ, όπως δείχνει η ιστορία του 20ού αιώνα υπάρχουν τόσο γενι­κές νομοτέλειες, όσο και ιδιαιτερότητες που σχετίζον­ται με τις ιδιομορφίες εθνικής ανάπτυξης της μιας ή της άλλης χώρας ή ολόκληρης γεωγραφικής πε­ριοχής.

Ολοκληρώνοντας το έργο της με την οικοδόμηση της νέας κοινωνίας, η σοσιαλιστική επανάσταση κα­λύπτει έτσι μια μακρόχρονη, περίπλοκη, γεμάτη αντι­θέσεις ιστορική περίοδο. «Δεν πρέπει να φανταζόμα­στε τη σοσιαλιστική επανάσταση σαν μια μάχη σε ένα μέτωπο: τον ιμπεριαλισμό ενάντια στο σοσιαλισμό», προειδοποιούσε ο Λένιν. «Η επανάσταση αυτή θα εί­ναι μια ολόκληρη εποχή οξυμένης ταξικής πάλης και κάθε είδους κοινωνικών τρανταγμών, ολόκληρη σειρά μαχών στα πιο διαφορετικά μέτωπα για τους πιο ποικι­λόμορφους οικονομικούς και πολιτικούς μετασχηματι­σμούς, που ωρίμασαν και απαιτούν ριζική αλλαγή των παλιών σχέσεων».1

Η αστική τάξη χρησιμοποιεί διάφορες μεθόδους για να διασπάσει τις γραμμές των εργαζομένων, να τους αποσπάσει απ’ την επανάσταση, να τους εκφοθήσει. Προσπαθεί να καλλιεργήσει στη συνείδηση του λαού την εντύπωση ότι η σοσιαλιστική επανάσταση είναι

1. Β.Ι. Λί.νιν, Άπαντα, τόμ. 54, σελ. 464.

ένα «ξέσπασμα παραφροσύνης», μια «αχαλίνωτη τρο­μοκρατία», ένα έργο καταστροφής, που οδηγεί στο χάος και απειλεί τον πολιτισμό.

Οι επαναστάσεις συνεπάγονται πραγματικά πάντα το γκρέμισμα, την αναδιάρθρωση της παλιάς κοινω­νίας. Και κάθε γκρέμισμα, ξέρουμε από την ίδια μας την καθημερινή πείρα, δεν γίνεται χωρίς δυσκολίες, στερήσεις, ακόμα και θύματα. Η σοσιαλιστική επανά­σταση γκρεμίζει την παλιά κοινωνία πολύ πιο θεμε­λιακά απ’ ό,τι η αστική επανάσταση. Απ' εδώ πηγά­ζουν πολλές δυσκολίες και προβλήματα που αντιμετω­πίζουν όλες πρακτικά οι κοινωνικές ομάδες στην πο­ρεία της επανάστασης, ιδιαίτερα τον πρώτο καιρό. «Για κανένα δεν είναι μυστικό», έγραφε ο Λένιν, «ότι κάθε επαναστατικό κίνημα πάντα συνοδεύεται αναπό­φευκτα από προσωρινά φαινόμενα χάους, καταστρο­φής και αταξίας... Δεν χωράει αμφιβολία πως η σοσια­λιστική επανάσταση δεν μπορεί να προσφερθεί μονο­μιάς στο λαό με μια καθαρή, στρωτή και άψογη μορφή...».1

Η ιστορία των σοσιαλιστικών επαναστάσεων επιβε­βαίωσε την ορθότητα του λενινιστικού αυτού συμπε­ράσματος. Παράλληλα, απόδειξε ότι οι διαστάσεις «του χάους, της καταστροφής και της ακαταστασίας» ως προς τη διάρκειά τους δεν είναι κάτι δοσμένο μια για πάντα. Πολλές από τις δυσκολίες που περνάει η επανάσταση, δεν σχετίζονται άμεσα με την αναδιάρ­θρωση της κοινωνίας, αλλά δημιουργούνται τεχνητά και υποστηρίζονται απ’ τις αντεπαναστατικές δυνά­μεις. Πολλά εξαρτώνται και από τις ίδιες τις επανα­στατικές μάζες: από την ποιοτική στάθμη της δουλιάς.

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 35. σελ. 240.

-1 2 -

από την θέληση και την ικανότητα για δουλιά και ορθολογική οικονομική διαχείριση, από το αν έχουν συνειδητοποιήσει πως ο σοσιαλισμός απαλάσσει τον άνθρωπο όχι από την αναγκαιότητα να δουλεύει επί­μονα, αλλά από την εκμετάλλευση, από την καταναγκα- στική εργασία. Σε ευνοϊκές εξωτερικές και εσωτερικές συνθήκες, συγκεκριμένα, όταν η εργατική τάξη είναι σε αρκετά υψηλό βαθμό έτοιμη για την επανάσταση, οι διαστάσεις των καταστροφών και του χάους μπορεί να είναι σχετικά ούτε μεγάλες, ούτε μακρόχρονες. Μπορούμε να υποθέσουμε πως όσο ανεβαίνει ο βαθ­μός ωριμότητας του παγκόσμιου σοσιαλιστικού συ­στήματος και όσο μεγαλώνει η ικανότητά του να επη­ρεάζει θετικά την ανάπτυξη της σοσιαλιστικής επανά­στασης, στη μια ή την άλλη χώρα (συγκεκριμένα, με την οικονομική, τεχνική και άλλου είδους βοήθεια στο προλεταριάτο που έχει νικήσει), οι διαστάσεις του χάους και των καταστροφών που είναι επακόλουθο της επανάστασης, στο σύνολό τους θα λιγοστεύουν και η διάρκεια της ύπαρξής τους θα μειώνεται.

Όμως, όσο μεγάλες κι αν είναι οι διαστάσεις αυτές, η σοσιαλιστική επανάσταση έχει και μια άλλη, πολύ πιο ουσιαστική και σπουδαία τάση, την οποία αποσιω­πά η αστική τάξη, την τάση για δημιουργία. Η σοσια­λιστική επανάσταση, όταν καταστρέφει το παλιό, απλώς καθαρίζει το «οικόπεδο» για την ανέγερση των νέων κοινωνικών δομών, για τη διαμόρφωση των νέων κοινωνικών σχέσεων και τη διάπλαση ενός νέου τύπου ανθρώπου.

Οι δρόμοι προς το σοσιαλισμό διαφόρων χωρών παρουσιάζουν μεγάλη πολυμορφία, που καθορίζεται από τις ιδιομορφίες της ιστορικής τους ανάπτυξης. «Ό λα τα έθνη», έγραφε ο Λένιν, «θα φτάσουν στο

- 1 3 -

σοσιαλισμό, αυτό είναι αναπόφευκτο, αλλά δεν Οα φτάσουν όλα εντελώς με τον ίδιο τρόπο, το καθένα θα εισάγει μια ιδιομορφία στη μια ή την άλλη μορφή δημοκρατίας, στη μια ή την άλλη ποικιλομορφία της δικτατορίας του προλεταριάτου, στον ένα ή τον άλλο ρυθμό των σοσιαλιστικών μετασχηματισμών των διά­φορων πλευρών της κοινωνικής ζωής».1 Σημαίνει, όμως. αυτό ότι και ο ίδιος ο σοσιαλισμός, στον οποίο πρέπει να οδηγήσει τελικά η σοσιαλιστική επανάστα­ση, θα είναι επίσης διαφορετικός στις διάφορες χώ­ρες, ότι θα υπάρχουν, δηλαδή, διάφορά -εθνικά και περιφερειακά- μοντέλα του σοσιαλισμού;

Μια και γίνεται λόγος για το σοσιαλισμό, σαν ένα συγκεκριμένο, διαμορφούμενο ιστορικά τύπο κοινωνι­κών σχέσεων, που διαφέρει από τον καπιταλισμό, οι συλλογισμοί για εθνικές παραλλαγές (μοντέλα) του σοσιαλισμού δεν έχουν νόημα: Ο σοσιαλισμός ως προς την ουσία του είναι ενιαίος, όπου και να οικοδομήθηκε και όποιες κι αν ήταν οι ιδιομορφίες της οικοδόμησής του. Όσον αφορά τα μοντέλα, εδώ έχει νόημα να τα μελετήσουμε μόνο και μόνο σαν έννοιες που εκφρά- σουν τις συγκεκριμένες βαθμίδες περάσματος στο σο­σιαλισμό που συνδέονται με τις εθνικές ιδιομορφίες. Επιστημονικό μοντέλο του σοσιαλισμού, αν το εν­νοούμε σαν ολοκληρωμένο κοινωνικό σύστημα, που έχει αποκαλύψει πέρα για πέρα όλες τις δυνατότητές του και που βρίσκεται πια στα πρόθυρα του κομμουνι­σμού, υπάρχει μόνο ένα.

Εξάλλου, υπάρχει μια αλυσίδα κοινωνιών που απο- τελούν βαθμίδες πραγμάτωσης του μοντέλου που προα- ναφέραμε και μπορούν να εξετάζονται σαν διάφοροι

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 30. σελ. 123.

- 1 4 -

δομικοί τύποι (αν θέλετε, μοντέλα). Ό χι, όμως. του σοσιαλισμού αυτού καθεαυτού σε όλη του την τελική πληρότητώ, αλλά του σοσιαλισμού που άρχισε να δια­μορφώνεται. που αναπτύσσεται από τις κατώτερες μορφές της κοινωνικής οργάνωσής του προς τις ανώ­τερες, που οικοδομείται περισσότερο ή λιγότερο σύμ­φωνα με τις απαιτήσεις των αντικειμενικών νόμων.

Αυτό σημαίνει ότι το σοσιαλιστικό κοινωνικό σύ­στημα, αν επικρατήσει στην Πορτογαλία ή τη Γαλλία, στην Αγγόλα ή την Αλγερία, στη Βραζιλία ή την Ιταλία, δεν μπορεί παρά να το χαρακτηρίζουν, παρ' όλη του την εθνική και περιφερειακή ιδιομορφία, τέ- τια γνωρίσματα, όπως η κοινωνική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, η σχεδιασμένη διεύθυνση της οικο­νομίας, η ανυπαρξία ανταγωνιστικών τάξεων και εκμε­τάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, η κατανομή σύμ­φωνα με την αρχή «από τον καθένα ανάλογα με τις ικανότητές του, στον καθένα ανάλογα με τη δουλιά

3. Η Φ ΙΛ Ο ΣΟ Φ ΙΑ Τ Η Σ ΕΠ Α Ν Α ΣΤΑ ΣΗ Σ

Εξετάζοντας τη λενινιστική θεωρία της επανάστα­σής, δεν μπορούμε να μη μιλήσουμε για το ζήτημα της μεθοδολογίας ανάλυσης της επαναστατικής διαδικασίας, που εφάρμοζαν στη δουλιά τους οι θεμελιωτές του μαρξισμού-λενινισμού. Το ζήτημα είναι ότι στα έργα τους η θεωρία και η μεθοδολογία περιπλέκονται τόσο στενά μεταξύ τους, που μόνο η γνώση της μεθοδολο­γίας που εφαρμόζουν οι κλασικοί του μαρξισμού-λενι- νισμού αποκαλύπτει το «μυστικό» της λύσης του ενός ή του άλλου ζητήματος της θεωρίας, λόγου χάρη, για τη διαρκή επανάσταση ή για τη δυνατότητα νίκης της

- 1 5 -

σοσιαλιστικής επανάστασης πρώτα σε μια χώρα. Η μαρξιστική μεθοδολογία είναι ωφέλιμη όχι μόνο για τον θεωρητικό, αλλά και για τον πρακτικό που θα πρέπει να σκεφτεί ποια απόφαση θα πάρει και πώς θα εξετάσει το ζήτημα που αντιμετωπίζει.

Ο Μαρξ, ο Ένγκελς και ο Λένιν αναλύουν την επαναστατική πορεία από θέσεις υλιστικές, με πνεύμα υλιστικής κατανόησης της ιστορίας. Αυτό σημαίνει, πριν απ’ όλα, ότι εξετάζουν την επανάσταση σαν προϊόν της ιστορικής εξέλιξης. Βέβαια, η επανάσταση πραγματο­ποιείται πάντα απ’ τους ίδιους τους ανθρώπους, όμως οι άνθρωποι ενεργούν σε συγκεκριμένες συνθήκες, κάτω από ορισμένες υλικές, δηλαδή, αντικειμενικές προϋπο­θέσεις που υπάρχουν έξω και ανεξάρτητα από τη συνείδησή τους. Οι συνθήκες και οι προϋποθέσεις αυτές, όπως εξάλλου και οι ίδιοι οι επαναστάτες, δεν εμφανίζονται με μια κίνηση της μαγικής ράβδου, αλλά διαμορφώνονται στη διάρκεια μιας λιγότερο ή περισσό­τερο μακρόχρονης ιστορικής περιόδου. ΓΥ αυτό, αν θέλουμε, οδηγούμενοι από την επαναστατική θέληση, να αναμορφώσουμε την κοινωνική δομή, τότε πρέπει να συντονίσουμε τη δράση μας με τους αντικειμενικούς νόμους της κοινωνική ανάπτυξης, με τις αντικειμενικές συνθήκες και προϋποθέσεις. Η περιφρόνηση των νόμων αυτών, που είναι χαρακτηριστική για τον μικροαστικό επαναστατισμό και τον αριστερό οπορτουνισμό, μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στη σοσιαλιστική επανά­σταση, οδηγώντας την ακόμα και στην ήττα.

Καθορίζοντας τους σκοπούς και τα καθήκοντα του επαναστατικού κινήματος, καθώς και τη συγκεκριμένη διάρθρωση των θεσμών της σοσιαλιστικής κοινωνίας, ο μαρξιστής βασίζεται όχι στις υποκειμενικές αντιλήψεις σχετικά με την «καλύτερη δόμηση της κοινωνίας».

- 1 6 -

αλλά στις πραγματικές τάσεις της κοινωνικής ανάπτυ­ξης, στις πραγματικές κοινωνικές αντιθέσεις. Δεν επι­βάλλει στην κοινωνία οποιαδήποτε τεχνητά σχήματα, δεν προσπαθεί να πραγματοποιήσει ουτοπικά σχέδια, όσο δελεαστικά κι αν είναι αυτά. Ο μαρξιστής βάζει σκοπό της πάλης του να υλοποιήσει μόνο εκείνα τα κοινωνικά ιδανικά, που για την πραγματοποίησή τους έχουν ωριμάσει οι απαραίτητες προϋποθέσεις μέσα στα σπλάχνα της υπάρχουσας κοινωνίας. «Η εργατική τάξη -διαβάζουμε στο έργο του Κ. Μαρξ «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία»- δεν περίμενε θαύματα απ’ την Κομμούνα. Δεν πρόκειται να εφαρμόσει par ddcret du peuple (με απόφαση του λαού) έτοιμες, επεξεργασμέ­νες ουτοπίες. Ξέρει ότι για να πετύχει την απελευθέ­ρωσή της και ταυτόχρονα να φτάσει την ανώτερη μορ­φή, προς την οποία τείνει ακατάσχετα η σημερινή κοινωνία χάρη στην οικονομική της ανάπτυξη, η ερ­γατική τάξη θα πρέπει να περάσει από μακρόχρονους αγώνες και από μια σειρά ιστορικές διαδικασίες, που θα αλλάξουν ολότελα και τις συνθήκες και τους αν­θρώπους. Η εργατική τάξη δεν πρόκειται να πραγμα­τοποιήσει κάποια ιδανικά, μα να ελευθερώσει μονάχα τα στοιχεία της νέάς κοινωνίας που αναπτύχθηκαν πια στους κόλπους της αστικής τάξης που καταρρέει».1

Η μαρξιστικολενινιστική θεωρία της επανάστασης, όπως και η μαρξιστικολενινιστική διδασκαλία, στο σύνολό της, είναι η θεωρητική τεκμηρίωση για να αντιμετωπίζουμε την επανάσταση όχι σαν βιασμό της ιστορίας, αλλά ακριβώς σαν «απελευθέρωση» των «στοιχείων της νέας κοινωνίας» που τα εμποδίζουν οι

!. Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς, Έργα. ρωσ. έκδοση, τόμ. 17, σελ. 347.

2-0912 - 1 7 -

παλιές κοινωνικές σχέσεις. «Στον Μαρξ δεν υπάρχει ούτε ίχνος προσπάθειας να επινοήσει ουτοπίες, να μαντέψει στα τυφλά εκείνο που δεν μπορεί να το ξέρει κανείς. Ο Μαρξ θέτει το ζήτημα του κομμουνισμού, όπως ο φυσιοδίφης θα έθετε το ζήτημα της εξέλιξης μιας νέας, θα λέγαμε, βιολογικής παραλλαγής, μια και ξέρουμε γι’ αυτή πως γεννήθηκε με τον τάδε τρόπο και παραλλάζει προς την τάδε καθορισμένη κατεύθυνση».1 Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για τη μεθοδολογία του Λένιν. που. όπως και ο Μαρξ. τασσόταν ενάντια στη βουλησιαρχία, στην υποκειμενική αντιμετώπιση της επανάστασης, και στις κάθε είδους εικασίες αντι- παράθετε την αυστηρή ανάλυση των εμφανιζόμενων τάσεων και διαδικασιών.

Οι ηγέτες του προλεταριάτου, βέβαια, κατάλαβαν θαυμάσια ότι ανάμεσα σ’ αυτούς που παίρνουν μέρος στο επαναστατικό κίνημα (πριν απ’ όλα στη μη προλε­ταριακή μερίδα) μπορούν να διαδοθούν λίγο-πολύ ου- τοπιστικές αυταπάτες και θεωρίες, πράγμα που ίσιος χρειαστεί να παρθεί υπόψη κατά την πραγματοποίηση της επανάστασης· ότι σε κάποιο στάδιο της επανάστα­σης τα ουτοπικά ιδανικά είναι ικανά να δραστηριοποι­ήσουν μια μερίδα της επαναστατικής μάζας, να την οδηγήσουν σε κατορθώματα. Και παρ’ όλα αυτά απέ- ριπταν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο -σύμφωνα με τις αρχές της υλιστικής αντίληψης της ιστορίας- κάθε απόπειρα παρείσδυσης του ουτοπισμού στη θεω­ρία του επιστημονικού σοσιαλισμού και συγκεκριμένα στη θεωρία της επανάστασης. Γιατί; Μα γιατί η τάση να εφαρμοστεί η ουτοπία στην πράξη, δηλαδή να στραφεί η κοινωνικοϊστορική ανάπτυξη σε τεχνητή

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 33, σελ. 85.

-1 8 -

κοίτη, θα έχει σαν αναπόφευκτο αποτέλεσμα την ήττα της επανάστασης, τις βαριές απώλειες της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, είτε την εμφάνιση τέ- τιων κοινωνικών κάι πολιτικών δομών, που δεν έχουν τίποτα το κοινό με το σοσιαλισμό, με τα κοινωνικά ιδανικά για τα οποία αγωνιζόταν η εργατική τάξη.

Να γιατί στις δεκαετίες 60-70 του εικοστού αιώνα, οι μαρξιστές ξέκοψαν αποφασιστικά από τους αριστε- ροριζοσπαστικούς θεωρητικούς, που υποστήριζαν ότι «το τέλος της ουτοπίας έφθασε» (δηλ. κάθε σχέδιο που φαίνεται ουτοπικό έγινε τώρα πραγματοποιήσιμο) και ότι «το να απαιτείς το ανέφικτο» σημαίνει στις σημε­ρινές συνθήκες «να είσαι ρεαλιστής».

Η ματαιότητα ή και η βλαβερότητα ακόμα των προ­σπαθειών να βιαστεί η ιστορία (πράγμα που παρατη- ρήθηκε σε σχετικά μικρή κλίμακα) επιβεβαιώθηκε και από την εμπειρία των «νεοαριστερών» που δρούσαν με ιδιαίτερη ορμή στη Δυτική Ευρώπη και τις ΗΠΑ στη δεκαετία 1960-70.

Η νηφαλιότητα των μαρξιστικών προσανατολισμών δεν σημαίνει καθόλου ότι οι μαρξιστές υποτιμούν την αξία του ηρωισμού, της αυταπάρνησης και της σιδερέ­νιας θέλησης, που είναι ικανή, «παρά και ενάντια σε όλα», να επιτύχει το σκοπό. Οι αρετές αυτές, χωρίς τις οποίες δεν υπάρχει πραγματικός επαναστάτης, έχουν μεγάλη σημασία για κάθε μάχη (και τι άλλο είναι η σοσιαλιστική επανάσταση, αν όχι μια κοινωνική και πολιτική μάχη;). Μερικές φορές μάλιστα μπορούν να κρίνουν την έκβαση μιας μάχης. Αν, όμως, δεν υπάρ­χουν αντικειμενικές συνθήκες, ή αν μπαίνει τέτιος σκοπός που για την πραγματοποίησή του δεν έχουν ωριμάσει οι υλικές προϋποθέσεις, τότε σε τελευταία ανάλυση θα είναι ανίσχυρη ακόμα και η πιο δυνατή

- 1 9 -

θέληση και η πιο άκαμπτη αποφασιστικότητα.Οι αρχές του υλισμού, στις οποίες στηρίζεται η

λενινιστική θεωρία της επανάστασης, συνδέονται ορ­γανικά με τις αρχές της διαλεκτικής, αυτής της «άλγε­βρας της επανάστασης», όπως την ονόμαζε ο Λένιν. Η διαλεκτική φύση της λενινιστικής θεωρίας της επανά­στασης φαίνεται πρώτα-πρώτα στο ότι η επανάσταση εξετάζεται σαν διαδικασία, τα διάφορα στάδια της οποίας προκαθορίζουν το ένα τ’ άλλο και απορρέουν το ένα απ’ το άλλο. Η αντιμετώπιση της επανάστασης σαν διαλεκτικής διαδικασίας, που κληρονόμησε ο Λέ­νιν από τον Μαρξ και τον Ένγκελς, υλοποιήθηκε εύ­γλωττα στη θεωρία της διαρκούς επανάστασης (γι’ αυτήν θα μιλήσουμε παρακάτω), οι αρχές της οποίας διατυπώθηκαν από τον Μαρξ και τον Ένγκελς και αναπτύχθηκαν από τον Λένιν προσαρμοσμένες στην εποχή του ιμπεριαλισμού.

Η λενινιστική θεωρία της επανάστασης απορρέει από την ολόπλευρη συστηματική ανάλυση του ιμπεριαλι­σμού. Οι διαδικασίες που συντελούνται στη μια ή την άλλη χώρα εξετάζονται από τον Λένιν όχι απομονωμέ­να, αλλά σε στενή σύνδεση μ’ αυτό που γίνεται στις άλλες χώρες, γιατί σε σχέση προς το παγκόσμιο καπι­ταλιστικό σύστημα, σαν σύνολο, η μια ή η άλλη χώρα αποτελεί ένα μόνο μέρος του, ένα «στοιχείο» του συ­στήματος. Κλασικό παράδειγμα συστηματικής αντιμε­τώπισης είναι το «Κεφάλαιο» του Μαρξ. Ακριβώς η συστηματική ανάλυση του καπιταλισμού σαν κοινωνι­κοοικονομικού συστήματος επέτρεψε στον Μαρξ να ανακαλύψει τον παγκόσμιο χαρακτήρα της σοσιαλι­στικής επανάστασης.

Η μετεξέλιξη του καπιταλισμού του ελεύθερου αν­ταγωνισμού σε ιμπεριαλισμό οδήγησε στην εμφάνιση

-2 0 -

νέων, πολύ πιο σύνθετων σχέσεων ανάμεσα στις χώρες του κόσμου, στην ανάπτυξη της αλληλοεξάρτησής τους, στη γενική περιπλοκή του παγκόσμιου καπιταλι­στικού συστήματος. «Στη Δυτική Ευρώπη», αναφέρει ο Λένιν το Γενάρη του 1917 σ’ ένα απ’ τα γράμματά του, «διαμορφώθηκε ένα σύστημα (ΝΒ!! να το σκεφτείτε αυτό!! μην το ξεχνάτε!! ζούμε όχι μόνο σε ξεχωριστά κράτη, αλλά και σε ένα ορισμένο σύστημα κρατών- οι αναρχικοί μπορούν να το αγνοούν εμείς δεν είμαστε αναρχικοί), ένα σύστημα κρατών».1 Το 1917 επίσης, στο έργο του «Πόλεμος και επανάσταση», ο Λένιν, ανα­λύοντας τις αρχές και το χαρακτήρα του ιμπεριαλιστι­κού πολέμου, βγάζει το παρακάτω συμπέρασμα: «Και το ζήτημα είναι ακριβώς ότι για να κατανοήσουμε το σημερινό πόλεμο πρέπει πριν απ’ όλα να ρίξουμε μια γενική ματιά στην πολιτική των ευρωπαϊκών Δυνάμεων στο σύνολό της. Δεν πρέπει να παίρνουμε ξεχωριστά παραδείγματα, ξεχωριστές περιπτώσεις, που πάντα είναι εύκολο να αποσπαστούν από την αλυσίδα των κοινωνικών φαινομένων και που δεν έχουν καμιά αξία, γιατί είναι το ίδιο εύκολο να φέρουμε και αντίθετο παράδειγμα. Ό χι, πρέπει να πάρουμε όλη την πολιτική ολόκληρου του συστήματος των ευρωπαϊκών κρατών στην οικονομική και πολιτική αμοιβαία σχέση τους για να καταλάβουμε με ποιον τρόπο απ’ το σύστημα αυτό πήγασε αμετάτρεπτα και αναπόφευκτα ο δοσμένος πόλεμος».2

Κατά τον ίδιο τρόπο, «όλη την πολιτική ολόκληρου του συστήματος», το σύνολο των κοινωνικών και οικονομικών σχέσεων και τάσεων έπρεπε να εξετάσει

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 49, σελ. 370.2. Στο ίδιο, τόμ. 32, σελ. 80.

- 2 1 -

κανείς για να καταλάβει με ποιον τρόπο και σε ποια κοίτη μπορεί να συντελεστεί η ανάπτυξη της σοσιαλι­στικής επανάστασης. Αυτό ακριβώς έκανε ο Λένιν. Ακριβώς η εξέταση της σοσιαλιστικής επανάστασης σαν διαδικασίας που ωριμάζει και αναπτύσσεται στα πλαίσια του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, και όχι απλώς στα όρια ορισμένων κρατών, επέτρεψε στον Λένιν να βγάλει το συμπέρασμα για τη δυνατό­τητα νίκης της σοσιαλιστικής επανάστασης πρώτα σε μερικές χώρες, ή ακόμα και σε μία μόνο χώρα. Μι­λώντας για την ανάπτυξη της επανάστασης του 1917 στη Ρωσία, ο Λένιν έγραφε (τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου): « Ό λη όμως αυτή η επανάσταση μπορεί γενι­κά να γίνει κατανοητή μόνο σαν ένας κρίκος στην αλυσίδα των σοσιαλιστικών προλεταριακών επανα­στάσεων, που προκαλεί ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος».1

Στις σημερινές συνθήκες η συστηματική ανάλυση της επαναστατικής διαδικασίας είναι ακόμα πιο απα­ραίτητη απ’ ό,τι στις αρχές του αιώνα. Στένεψε πολύ περισσότερο ο κόσμος απ’ ό,τι ήταν πριν. Ανέβηκε ο βαθμός της αλληλοσύνδεσης και της αλληλοεξάρτη- σης των χωρών τόσο ανάμεσα στα δύο παγκόσμια κοινωνικά συστήματα, όσο και ιδιαίτερα μέσα στο κά­θε σύστημα. Με το δυνάμωμα της διεθνοποίησης της κοινωνικής ζωής, ιδιαίτερα με την ανάπτυξη της οικο­νομικής ολοκλήρωσης, με τη διεύρυνση των μεταφο­ρών και της ραδιοτηλεοπτικής επικοινωνίας, που αγκαλιάζουν στην πράξη όλο τον κόσμο, με την εμφά­νιση των υπερεθνικών μονοπωλιακών ενώσεων, το ζήτημα των υλικών προϋποθέσεων, των συνθηκών εμ­φάνισης και των μορφών ανάπτυξης της επανάστασης

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 33. σελ. 4.

-2 2 -

(όπως και το ζήτημα της αντεπανάστασης) σε μια χώρα μπορεί να εξεταστεί μόνο αν ληφθούν υπόψη οι αντιθέσεις και οι τάσεις που χαρακτηρίζουν το παγκό­σμιο καπιταλιστικό σύστημα και το παγκόσμιο σοσια­λιστικό σύστημα γενικά, καθώς επίσης ο συσχετισμός των δυνάμεων ανάμεσα στα δύο παγκόσμια συστήματα.

Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει καθόλου ότι οι εσωτερι­κές αντιθέσεις και οι εσωτερικές συνθήκες που υπάρ­χουν στην κάθε χώρα παύουν να παίζουν τον κύριο ρόλο στην επαναστατική διαδικασία, οπότε παραχωρούν τη θέση τους στις εξωτερικές αντιθέσεις και συνθήκες. Σε τελευταία ανάλυση, όπως και πρώτα προσδιορίζουν την ανάπτυξη της επανάστασης στη δοσμένη χώρα. Επειδή όμως στις σημερινές συνθήκες μεγαλώνει γενικά ο βαθμός εξάρτησης του εσωτερικού από το εξωτερικό, μεγαλώνει και η επίδραση των εξωτερικών αντιθέσεων και συνθηκών.

Έ να άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα της λενινιστι- κής ανάλυσης της επαναστατικής διαδικασίας είναι η συγκεκριμενικότητα της αντιμετώπισης. Αν ανατρέξουμε στα έργα του Λένιν, που αναφέρονται στα ζητήματα της επανάστασης, δεν θα βρούμε πουθενά ούτε συλλογι­σμούς «γενικά», ούτε «αιώνιες» αλήθειες, ούτε «συντα­γές» και σχήματα, που προορίζονται για όλους τους καιρούς και λαούς. Μόνο συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης. Μόνο τέτιες γενικεύσεις, που στη βάση τους βρίσκεται η επνρταμένη, ολόπλευρη ανάλυση του εξεταζόμενου φαινόμενου συν τα ελεγμένα στην πράξη αποτελέσματα.

Ο μαρξισμός-λενινισμός δεν έχει τίποτα το κοινό με τον πραγματισμό. Όμως η μαρξιστικολενινιστική θεω­ρία, όπως και η θεωρία της επανάστασης, γεννήθηκε από τις ανάγκες της πρακτικής, από τις ανάγκες της

- 2 3 -

πραγματικής επαναστατικής πάλης. Η σύνδεση της Οε<υρίας με την πρακτική, ο έλεγχος της θεωρίας απ’ την πρακτική ήταν και παραμένουν μια απ’ τις θεμελειακές αρχές, στις οποίες στηρίζεται η λενινιστική θεωρία της επανάστασης. Να γιατί ο λενινιστής επαναστάτης παρακολουθεί με προσοχή τις αλλαγές που συντελούν- ται στη σφαίρα της οικονομίας, της πολιτικής, της επιστήμης, καθώς και τις αυθόρμητες μορφές πάλης που γεννιούνται στο λαό ενάντια στην καταπίεση και την εκμετάλλευση. Η ανάλυσή τους μπορεί να εμπλου­τίσει τη θεωρία της επανάστασης. Ο υπολογισμός τους μπορεί να επισπεύσει τον επαναστατικό μετασχη­ματισμό της κοινωνίας.

4. Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΣΟ Σ ΙΑ Λ ΙΣΤΙΚ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

'Οπως είπαμε, το νέο κοινωνικό σύστημα δεν εμφα­νίζεται στο κενό. Διαμορφώνεται στη βάση των υλι­κών προϋποθέσεων (οικονομικών, κοινωνικών πολιτι­κών, πολιτιστικών), που ωριμάζουν στους κόλπους της παλιάς κοινωνίας. Έτσι, ο φεουδαρχισμός «προετοί­μασε» τον καπιταλισμό. Έτσι, ο καπιταλισμός «προε­τοιμάζει» το σοσιαλισμό (κομμουνισμό). Αφού έλυσε τις αντιθέσεις της φεουδαρχικής κοινωνίας, ο καπιτα­λισμός γέννησε καινούργιες, πολύ πιο βαθιές αντιθέ­σεις ανάμεσα στις παραγωγικές δυνάμεις και στις πα­ραγωγικές σχέσεις. Σε ένα ορισμένο στάδιο ανάπτυξης του καπιταλισμού οι αντιθέσεις αυτές παίρνουν τη μορφή σύγκρουσης που η λύση της γίνεται απαραίτη­τη για να μπορέσει η κοινωνία να προχωρήσει παρα­πέρα. Τη σύγκρουση αυτή καλείται να λύσει η σοσια­λιστική επανάσταση που ανοίγει νέους ορίζοντες για

-2 4 -

την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων που ασφυ- κτιούν στα πλαίσια του καπιταλισμού.

Η μετεξέλιξη του καπιταλισμού του ελεύθερου αν­ταγωνισμού σε κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό σή- μαινε ένα νέο βήμα προς τη διαμόρφωση των υλικών προϋποθέσεων του σοσιαλισμού στους κόλπους της αστικής κοινωνίας. Ο Λένιν τόνιζε ότι «ο κρατικομο- νοπωλιακός καπιταλισμός είναι η πληρέστερη υ λ ικ ή προετοιμασία του σοσιαλιστμού, είναι τα π ρ ό θ υ ρ ά του, είναι το σκαλοπατάκι εκείνο της ιστορικής κλίμα­κας. που ανάμεσα σ’ αυτό και στο σκαλοπατάκι που λέγεται σοσιαλισμός, όεν υπάρχουν άλλα ενδιάμεσα σκα· λοπάτια».' «Ο σοσιαλισμός, όμως. μας κοιτάζει τώρα απ' όλα τα παράθυρα του σύγχρονου καπιταλισμού, ο σοσιαλισμός διαφαίνεται άμεσα, πρακτικά, από κάθε μεγάλο μέτρο, που αποτελεί ένα θήμα προς τα μπρος στη βάση αυτού του νεότατου καπιταλισμού».2 Πώς εκφράζεται συγκεκριμένα αυτή η «προετοιμασία»; Πρώτα απ’ όλα. βέβαια, με τη δημιουργία των οικονο­μικών προϋποθέσεων του σοσιαλισμού. Ο καπιταλι­σμός αυξάνει αισθητά την παραγωγικότητα της εργα­σίας. αναπτύσσει ισχυρές παραγωγικές δυνάμεις, την τεχνική, την επιστήμη. Στο στάδιο του ιμπεριαλισμού κάνει «βήματα προς μια μεγαλύτερη μονοπώληση και μεγαλύτερη κρατικοποίηση της παραγωγής».1 Αμε­σος σκοπός των βημάτων αυτών είναι η εδραίωση της κυριαρχίας της αστικής τάξης. «Ωστόσο, οι ίδιες ακρι­βώς συνθήκες, σε περίπτωση κατάργησης της ατομι­κής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, σε περίπτωση

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 34, σελ. 193.2. Στο ίδιο. τόμ. 34, σελ. 193.3. Στο ίδιο, τόμ. 31. σελ. 149.

- 2 5 -

ολοκληρωτικού περασματος της κρατικής εςουσιας στα χέρια του προλεταριάτου, αποτελοΰν την εγγύηση της επιτυχίας ενός τέτιου μετασχηματισμού της κοι­νωνίας. που θα εξαλείψει την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, και θα εξασφαλίσει την ευημερία όλων και του καθενός χωριστά».1 Μπορούμε να πούμε με σιγουριά πως στα χρόνια που πέρασαν από την εποχή του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, στις συνθήκες της επιστημονικοτεχνικής επανάστασης, ο βαθμός της υλικής ωρίμανσης του καπιταλισμού για το μετασχη­ματισμό του σε σοσιαλισμό μεγάλωσε σημαντικά.

Οι υλικές προϋποθέσεις του νέου κοινωνικού συστή­ματος δεν ωριμάζουν μόνο στη σφαίρα της οικονο­μίας. αλλά και στη σφαίρα των κοη·ωνικών σχέσεων: διαμόρφωση των κοινωνικών τάξεων και πρώτα απ' όλα της εργατικής τάξης που οργανώνει την οικοδό­μηση της νέας κοινωνίας, δημιουργία των ιδρυμάτων που εκτελούν οργανωτικές και διοικητικές λειτουργίες καθώς και λειτουργίες επικοινωνίας. Στη σφαίρα του πολιτισμού: σύστημα παιδείας και επαγγελματικής κα­τάρτισης. διακίνηση πληροφοριών και δημιουργία μηχανισμού που οργανώνει τη διακίνηση αυτή. Τέλος, στη σφαίρα της πολιτικής, μια που στην καπιταλιστική κοινωνία διαμορφώνονται (μέσα σε οξυμένη ταξική πάλη) εκείνα τα στοιχεία της δημοκρατίας χωρίς τα οποία είναι αδύνατη η παραπέρα κίνηση προς τα μπρος για τη δημιουργία της νέας πολιτικής οργάνω­σης της κοινωνίας. Γιατί η σοσιαλιστική δημοκρατία δεν εξαλείφει την αστική, αλλά την ξεπερνάει.

Ο κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός είναι, λοι­πόν, η «υλική προετοιμασία» του σοσιαλισμού, όχι

I. Β.Ι. Λένιν. Άπαντα, τόμ. 31. σελ. 450.

-2 6 -

όμως ο ίδιος ο σοσιαλισμός. Το ζήτημα είναι ότι. σε διάκριση απ' τον καπιταλισμό που ήρθε να αντικατα­στήσει το φεουδαρχισμό. ο σοσιαλισμός δεν αντικαθι­στά τη μια μορφή εκμετάλλευσης με άλλη. αλλά καταργεί την εκμετάλλευση γενικά, ανοίγοντας. σύμ­φωνα με τα λόγια του Μαρξ. την εποχή της πραγματι­κής ιστορίας της ανθρωπότητας. Γι’ αυτό, οι σοσιαλι­στικές κοινωνικές σχέσεις και θεσμοί δεν μπορούν να διαμορφωθούν στους κόλπους της καπιταλιστικής κοι­νωνίας, όπως λόγου χάρη. διαμορφώθηκαν στους κόλ­πους του φεουδαρχισμού σε γενικές γραμμές οι καπιτα­λιστικές κοινωνικές σχέσεις. Ο καπιταλισμός προετοι­μάζει μόνο την υλική βάση, τις υλικές προϋποθέσεις κοινωνικοποίησης της παραγωγής, κατάργησης της εκμετάλλευσης, αρμονικής ανάπτυξης της προσωπικό­τητας και των άλλων φιανομένων που χαρακτηρίζουν το κομμουνιστικό κοινωνικό σύστημα. Η ύπαρξη ενός ορισμένου επιπέδου ανάπτυξης αυτών των προϋποθέ­σεων του σοσιαλισμού είναι αναγκαίος αντικειμενικός όρος της σοσιαλιστικής επανάστασης.

Μήπως, όμως, ο καπιταλισμός προετοιμάζει όχι μόνο τις προϋποθέσεις του σοσιαλισμού, αλλά και ορισμένα «κομματάκια» του που, μεγαλώνοντας, μπο­ρούν να φθάσουν σε τέτιο επίπεδο, ώστε ο σοσιαλισμός να παραμερίσει τον καπιταλισμό χωρίς κοινωνική επανάσταση; Αυτό το ερώτημα είναι παλιό. Εδώ και πολλά χρόνια γίνεται συζήτηση ανάμεσα στους μαρξι­στές και τους οπορτουνιστές, όμως ακόμα ο Λένιν έχει δόσει στο ερώτημα αυτό απάντηση από θέσεις αρχών. Ναι, συμφωνούσε ο Λένιν, μερικά «κομματάκια» του σοσιαλισμού μπορεί να εμφανιστούν και στα πλαίσια του καπιταλισμού, όμως αυτά δεν οδηγούν στο ποιοτι­κό άλμα, στην «μετατροπή» του καπιταλισμού σε

-2 7 -

σοσιαλισμό. «Οι οπορτουνιστές προβάλλουν αντιρρή­σεις: οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί είναι μια πραγμα­τική δύναμη των προλεταρίων, είναι κατάκτηση μιας πραγματικής οικονομικής θέσης, ένα πραγματικό κομ­ματάκι του σοσιαλισμού- εσείς, οι επαναστάτες, δεν καταλαβαίνετε τη διαλεκτική εξέλιξη, αυτή τη μετεξέ­λιξη του καπιταλισμού σε σοσιαλισμό, αυτή τη διείσδυ­ση των πυρήνων του σοσιαλισμού στους κόλπους του ίδιου του καπιταλισμού, αυτή την κένωση του καπιταλι­σμού και την πλήρωσή του με καινούργιο σοσιαλιστικό περιεχόμενο.

Ναι. απαντούν οι επαναστάτες, είμαστε σύμφωνοι ότι οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί είναι, με μια ορισμένη έννοια, ένα κομματάκι σοσιαλισμού. Ιο, η σοσιαλιστι­κή κοινωνία είναι ένας μεγάλος καταναλωτικός συνεται­ρισμός με σχεδιομετρικά οργανωμένη παραγωγή για την κατανάλωση· 2ο, ο σοσιαλισμός δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς ένα ισχυρό, πολύπλευρο εργα­τικό κίνημα, και μια απ’ αυτές τις πολλές πλευρές είναι οπωσδήποτε οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί... Ώστε οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί είναι ένα κομματάκι σοσιαλισμού. Το διαλεκτικό προτσές της εξέλιξης μπάζει πραγματικά, στα πλαίσια ακόμα του καπιταλι­σμού, στοιχεία της καινούργιας κοινωνίας, και υλικά και πνευματικά στοιχεία της. Οι σοσιαλιστές όμως πρέπει να ξέρουν να ξεχωρίζουν το κομματάκι από το σύνολο, πρέπει να προβάλλουν σαν συνθήματά τους το σύνολο και όχι το κομμάτι...».1

Ο Λένιν κατακρίνει τους οπορτουνιστές όχι γιατί βρίσκουν «κομματάκια» του σοσιαλισμού στον καπιτα­λισμό, ούτε καν γιατί προσανατολίζουν τους εργάτες

1. Β.Ι. Λένιν, 'άπαντα, τόμ. II, σελ. 371-372.

-2 8 -

στην πάλη για τη δημιουργία τέτιων. Τα «κομματάκια» αυτά μπορούν πράγματι να διευκολύνουν τη ζωή των εργατών, και οι μαρξιστές ποτέ δεν διακήρυξαν την αρχή «όσο χειρότερα, τόσο καλύτερα, τόσο πιο κοντά στην επανάσταση». Ο Λένιν κατακρίνει τους σύγχρο- νούς του οπορτουνιστές για τη μεγαλοποίηση του ρόλου των «κομματιών» του σοσιαλισμού στην καπιταλιστική κοινωνία, για την περιφρόνηση του όλου χάρη του μέρους, για τη μηδενιστική στάση απέναντι στην πολιτική πλευρά του ζητήματος, δηλαδή για τα ίδια αμαρτήματα που κάνουν και οι σύγχρονοι δεξιοί οπορτουνιστές.

Στις σημερινές συνθήκες, που έχει διευρυνθεί τβ μέτωπο επίθεσης των εργαζομένων ενάντια στο κεφά­λαιο, που σε μια σειρά χώρες η πάλη για την «πρωτοπό­ρα δημοκρατία» περιπλέκεται στενά με την πάλη για το σισιαλισμό, που η «πίεση» του παγκόσμιου σοσιαλι­σμού αναγκάζει την αστική τάξη να πραγματοποιεί στον καπιταλιστικό κόσμο ορισμένες μεταρρυθμίσεις (για να αποφύγει την επανάσταση), ο αριθμός και το μέγεθος των «κομματιών» του σοσιαλισμού στον «οργα­νισμό» της καπιταλιστικής κοινωνίας μπορεί να μεγα­λώνει. Όμως κανένα «κομματάκι» του δεν μπορεί να οδηγήσει αυτόματα στο σοσιαλισμό, αν η πολιτική εξουσία δεν περάσει στα χέρια των εργαζομένων, δηλαδή αν δεν γίνει η σοσιαλιστική επανάσταση. «Ό σ ο η εξουσία θα παραμένει στα χέρια της αστικής τάξης», συμπεραίνει ο Λένιν, «οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί θα είναι ένα θλιβερό κομματάκι που δεν εξασφαλίζει καμιά σοβαρή αλλαγή..., κάποτε μάλιστα αποσπά την προσοχή απ’ τη σοβαρή πάλη για την επανάσταση. Είναι αναμφισβήτητο ότι οι συνήθειες που αποκτούν οι εργάτες στους καταναλωτικούς συνε­ταιρισμούς είναι πολύ ωφέλιμες. Το πεδίο όμως για μια

- 2 9 -

σοβαρή εφαρμογή αυτών των συνηθειών μπορεί να δημιουργηθεί μόνο με το πέρασμα της εξουσίας στο προλεταριάτο».1 ΓΓ αυτό, μόνα τους τα «κομματάκια» του σοσιαλισμού, που σχηματίζονται στους κόλπους της αστικής κοινωνίας, εμφανίζονται στην πράξη σαν μια ειδική μορφή προϋποθέσεων του σοσιαλιστικού κοινωνικού συστήματος προς το οποίο οδηγεί μόνο η επανάσταση.

Εννοείται πως η αύξηση του αριθμού και του μεγέ­θους των «κομματιών» του σοσιαλισμού στους κόλ­πους της καπιταλιστικής κοινωνίας μπορεί να επηρεά­σει τις μορφές και τη διάρκεια του επαναστατικού άλματος,.το χαρακτήρα του περάσματος από τον καπι­ταλισμό στο σοσιαλισμό. Ό λα αυτά πρέπει να εξετα­στούν αντικειμενικά, συγκεκριμένα από το επαναστα­τικό κόμμα και να ληφθούν απαραίτητα υπόψη στη δράση του. Η αναγκαιότητα, όμως, του άλματος παρα­μένει. Σ’ αυτό συνίσταται η ουσία της μαρξιστικολενι- νιστικής αντιμετώπισης του ζητήματος και η θεμελια­κή διαφορά από την αστικομεταρρυθμιστική αντιμετώ­πισή του.

Η ανισόμετρη ανάπτυξη του καπιταλισμού, που εν- τείνεται στην εποχή του ιμπεριαλισμού, όπως απόδει- ξε ο Λένιν, επηρεάζει άμεσα τη διαμόρφωση των υλικών προϋποθέσεων του σοσιαλισμού σε ορισμένες χώρες. Η διαμόρφωση αυτή γίνεται επίσης ανισόμετρα, και ως την ετεροχρονικότητά της (σε μερικές χώρες νωρίτερα, σε άλλες αργότερα) και ως προς την περιε- κτικότητά της (σε ορισμένες χώρες διαμορφώνονται ορισμένες προϋποθέσεις, λόγου χάρη οι οικονομικές, σε άλλες διαφορετικές, λόγου χάρη οι πολιτικές). Η

1. Β.1. Λένιν, Άπαντα, τόμ. II, σελ. 371.

-3 0 -

ιστορία, έγραφε ο Λένιν αμέσως μετά τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία, «τράβηξε τό­σο ιδιόμορφα, ώστε γέννησε το 1918 δυο ξεχωριστά μισαδάκια του σοσιαλισμού, το ένα δίπλα στο άλλο ακριβώς σαν δυο μελλοντικούς νεοσσούς μέσα στο ίδιο τσόφλι του διεθνούς ιμπεριαλισμού. Η Γερμανία και η Ρωσία ενσάρκωσαν το 1918 κατά τον πιο παρα­στατικό τρόπο την υλική πραγματοποίηση των οικο­νομικών, παραγωγικών και κοινωνικοοικονομικών όρων του σοσιαλισμού, από το ένα μέρος, και των πολιτικών του όρων, από το άλλο».1

Μια τέτια ανισομέρεια δεν οδηγεί μόνο στην έναρ­ξη της επανάστασης σε μερικές χώρες νωρίτερα από τις άλλες. Καθορίζει επίσης πολλά γνωρίσματα της επανάστασης, το χαρακτήρα των προβλημάτων που μπαίνουν στην ημερήσια διάταξη. Με την ανισομέ- ρεια της ανάπτυξης των προϋποθέσεων του σοσιαλι­σμού σχετίζεται το γεγονός (πράγμα που επανειλημέ- να τόνιζε ο Λένιν) ότι σε μερικές χώρες είναι πιο εύκολο ν' αρχίσει η επανάσταση, όμως δυσκολότερο να τελειώσει, ενώ σ’ άλλες δυσκολότερα αρχίζει, όμως ευκο­λότερα τελειώνει. «Για τον καθένα που μελετά τις οικο­νομικές προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής επανάστα­σης στην Ευρώπη», έλεγε ο Λένιν, μιλώντας στο 7ο έκτακτο Συνέδριο του Κόμματος (1918), «δεν μπορού­σε παρά να είναι ξεκάθαρο ότι. είναι ασύγκριτα πιο δύσκολο ν’ αρχίσει η επανάσταση στην Ευρώπη και ασύγκριτα πιο εύκολο να αρχίσει σε μας, θα είναι όμως πιο δύσκολο εδώ να συνεχιστεί η επανάσταση απ’ ό,τι θα είναι εκεί».2

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 36. σελ. 300.2. Στο ίδιο, σελ. 10.

-3 1 -

Η ιστορία του παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήμα­τος επιβεβαίωσε την ορθότητα αυτού του λενινιστικού συμπεράσματος. Η σοσιαλιστική επανάσταση έχει νι­κήσει σε χώρες με διαφορετικό, κι όχι υψηλό, επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης. Η ιστορία απόδειξε επίσης ότι με την εδραίωση των θέσεων του παγκόσμιου σο­σιαλιστικού συστήματος, με την άνοδο της οικονομι­κής ισχής του, η διαμόρφωση των σοσιαλιστικών κοι­νωνικών σχέσεων μπορεί να πραγματοποιηθεί με ταχύ­τατους ρυθμούς και στις χώρες με σχετικά χαμηλό επίπεδο ωρίμανσης των οικονομικών και πολιτιστικών προϋποθέσεων του σοσιαλισμού. Παρ’ όλα αυτά, η ύπαρξη των υλικών προϋποθέσεων του σοσιαλισμού εξακολουθεί να διατηρεί όλη τη σημασία της σαν απαραίτητος όρος για την ωρίμανση της επανάστασης και τη νίκη του σοσιαλισμού στη μια ή την άλλη χώρα.

5. Ο Ι Α Ν ΤΙΚ ΕΙΜ ΕΝ ΙΚ ΕΣ Π Ρ Ο Ϋ Π Ο Θ Ε Σ Ε ΙΣ Τ Η Σ ΕΠ Α Ν Α ΣΤΑ ΣΗ Σ

«Οι επαναστάσεις δεν γίνονται κατά παραγγελία, δεν καθορίζονται για τούτη ή εκείνη τη στιγμή, αλλά ωριμάζουν στο προτσές της ιστορικής εξέλιξης και ξεσπούν σε μια στιγμή που καθορίζεται από ένα σύ­μπλεγμα ολόκληρης σειράς εσωτερικών και εξωτερι­κών αιτιών».1

Μ’ άλλα λόγια, για την επανάσταση χρειάζεται ένας συνδυασμός προϋποθέσεων, που εμφανίζονται στην

I. Β.Ι. Λένιν, Άπανχα, τόμ. 36, σελ. 531.

- 3 2 -

πορεία της ιστορικής εξέλιξης της κοινωνίας και χω­ρίζονται σε αντικειμενικές και υποκειμενικές. Η ιδιαιτε­ρότητα των αντικειμενικών προϋποθέσεων συνίσταται στο ότι δεν εξαρτώνται από τη θέληση ατόμων, ομά­δων, τάξεων (που παίζουν το ρόλο του υποκειμένου της ιστορικής διαδικασίας) κι όταν ακόμα είναι το αποτέλεσμα της δραστηριότητας αυτού του υποκειμέ­νου. Βέβαια, ανάμεσα στις αντικειμενικές και υποκει­μενικές συνθήκες δεν υπάρχει αυστηρό, αμετακίνητο όριο, όμως η ταύτισή τους είναι το ίδιο ανεπίτρεπτη, όσο και η αντιπαράθεσή τους, γιατί και το ένα και το άλλο εγκυμονεί σοβαρά πολιτικά λάθη. Παρακάτω θα σταθούμε ειδικά στο ζήτημα των υποκειμενικών συν­θηκών της σοσιαλιστικής επανάστασης και του βαθ­μού αναλογίας των αντικειμενικών και υποκειμενικών, συνθηκών που είναι απαραίτητες για τη νίκη της. Τώ­ρα. όμως ας στρέψουμε την προσοχή μας στις αντικει­μενικές συνθήκες της σοσιαλιστικής επανάστασης, εξετάζοντας το περιεχόμενο και τη σύνθεσή τους.

Στις συνθήκες αυτές υπάγεται πρώτα-πρώτα η ύπαρ­ξη των υλικών προϋποθέσεων του σοσιαλισμού, για τις οποίες μιλήσαμε πιο πάνω. Πρόκειται κατά κύριο λό­γο για την ύπαρξη ενός ορισμένου επιπέδου οικονομι­κής ανάπτυξης της χώρας, ενός ορισμένου επιπέδου ωρίμανσης των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας. Όμως, ποιο ακριβώς πρέπει να είναι το επίπεδο αυτό; Το ερώτημα αυτό αποτελούσε πάντα αντικείμενο οξυ- μένων διαφωνιών, και μέσα στο κομμουνιστικό κίνημα κι έξω απ’ τα πλαίσιά του. Συμφωνώντας κατ’ αρχήν ότι το υψηλότερο επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης μιας ορισμένης χώρας δημιουργεί πιο ευνοϊκές συνθή­κες για τη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης, ο Λένιν ωστόσο δεν εξαρτούσε από το επίπεδο αυτό την

■1-0912 - 3 3 -

πιθανότητα εμφάνισης και νίκης της σοσιαλιστικής επανάστασης. Το υψηλό επίπεδο ανάπτυξης της οικο­νομίας στα πλαίσια του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος γενικά ήταν σαν να έδινε τη δυνατότητα αναπ/^ρωσης ως ένα βαθμό του χαμηλού αρχικού επιπέ­δου ανάπτυξης της χώρας, στην οποία εμφανίζεται επαναστατική κατάσταση. Ταυτόχρονα ο Λένιν τόνιζε ότι ένα ορισμένο επίπεδο ανάπτυξης της οικονομίας σε μια δοσμένη χώρα είναι απαραίτητο για τη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης. Αντικορούοντας τον ισχυρισμό ότι «η χρεοκοπία του καπιταλιστικού συστή­ματος άρχισε από τις πιο αδύνατες εθνικές οικονομίες, με τη λιγότερο αναπτυγμένη κρατικοκαπιταλιστική οργάνωση», ο Λένιν παρατηρούσε: «δεν είναι σωστό: με τις μεσο-αδύνατες. Χωρίς ορισμένο ύψος του καπιταλι­σμού σε μας δεν θα κάναμε τίποτα».1

Ο Λένιν δεν αναφέρει ποιο ακριβώς πρέπει να είναι αυτό το ορισμένο επίπεδο, καταλαβαίνοντας πολύ καλά ότι το επίπεδο αυτό δεν μπορεί να υπολογιστεί με αλάνθαστη ακρίβεια και να καθοριστεί εκ των προτέ- ρων, ότι κάθε προσπάθεια να γίνει αυτό δεν θα έδινε τίποτα στο επαναστατικό προλεταριάτο και μόνο θα του έδενε τα χέρια. Εδώ το κυριότερο είναι ότι το επίπεδο αυτό δεν έχει πάντα το ίδιο ύψος, αλλά αλλάζει ανάλογα με το βαθμό ωρίμανσης του καπιταλισμού και την ανάπτυξη του παγκόσμιου σοσιαλισμού.

Το συμπέρασμα, στο οποίο κατέληξε ο Λένιν, δεν σημαίνει καθόλου ότι ο σοσιαλισμός θα μπορούσε να οικοδομηθεί σε μια χώρα με χαμηλό επίπεδο ανάπτυ­ξης, πολύ περισσότερο αν βρισκόταν σε καπιταλιστικό περίγυρο και έμπαινε πρώτη στο δρόμο της δημιουργίας

I. Λενινιστική συλλογή. XI, ρωσ. έκδοση, σελ. 397.

- 3 4 -

του νέου κοινωνικού συστήματος. Σε τε/χιιτα/α αΐ’ά/.ι>- αη. χωρίς υψηλό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγι­κών δυνάμεων ήταν αδύνατο να δημιουργηθεί και ο νέος τύπος κοινωνικών σχέσεων. Ήταν δυνατό κάτι άλλο. και συγκεκριμένα: να κατακτηθεί πρώτα η πολιτική εξουσία, και μετά να αναπτυχθεί η οικονομία ως το επίπεδο που είναι απαραίτητο για την οικοδό­μηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας. «... ςτη γενική νομοτέλεια της εξέλιξης σε όλη την παγκόσμια ιστο­ρία όχι μόνο δεν αποκλείονται καθόλου, αλλά. αντί­θετα. προϋποτίθενται ορισμένες φάσεις εξέλιξης, που αποτελούν ιδιομορφία είτε στη μορφή, είτε στη διαδικασία αυτής της εξέλιξης... Αν για τη δημιουρ­γία του σοσιαλισμού απαιτείται ένα ορισμένο επίπεδο πολιτισμού (αν και κανένας δεν μπορεί να πει ποιο είναι ακριβώς αυτό το ορισμένο «επίπεδο πολιτι- σμρύ» γιατί κάθε δυτικοευρωπαϊκό κράτος έχει και διαφορετικό επίπεδο), τότε γιατί δεν μπορούμε ν’ αρχίσουμε πρώτα από την κατάκτηση με επαναστατι­κό τρόπο των προϋποθέσεων γι’ αυτό το ορισμένο επίπεδο και μετά πια, βασισμένοι στην εργατοαγροτι­κή εξουσία και στο σοβιετικό καθεστώς, να προχωρή­σουμε για να φτάσουμε τους άλλους λαούς;»1

Ο Λένιν υπογραμμίζει ότι από μια τέτια μετατόπι­ση (αλλαγή της ακολουθίας) στην κλίμακα μιας χώρας δεν αλλάζουν ούτε «η γενική γραμμή εξέλιξης της παγκόσμιας ιστορίας», ούτε «οι βασικές σχέσεις των βασικών τάξεων σε κάθε κράτος που μπαίνει ή μπήκε στη γενική πορεία της παγκόσμιας ιστορίας».2 Δεν αλλάζουν, γιατί στα πλαίσια του παγκόσμιου

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 45, σελ. 379-381.2. Στο ίδιο, σελ. 380.

- 3 5 -

καπιταλιστικού συστήματος υπάρχουν οι αναγκαίες αντικειμενικές προϋποθέσεις, πράγμα που είναι σαν να αντισταθμίζει, προσωρινά τουλάχιστον, την απουσία τους στα όρια της μιας ή της άλλης χώρας που πραγ­ματοποίησε την επανάσταση και έχει έτσι τη δυνατό­τητα να '"θάσει τις προηγμένες χώρες, αξιοποιώντας την πρωτοπόρα πείρα τους. Τα καθήκοντα της σοσια­λιστικής οικοδόμησης στη μια ή την άλλη χώρα, έγραφε ο Λένιν, είναι δυνατό να εκπληρωθούν «μονά­χα με τον όρο ότι οι βασικές οικονομικές, κοινωνικές, πολιτιστικές και πολιτικές προϋποθέσεις γΓ αυτό έχουν δημιουργηθεί απ' τον καπιταλισμό σε αρκετό βαθμό. Χωρίς μεγάλη παραγωγή μηχανών, χωρίς λίγο- πολύ αναπτυγμένο δίκτυο σιδηροδρόμων, ταχυδρομι­κής και τηλεγραφικής σύνδεσης, χωρίς λίγο-πολύ ανα­πτυγμένο δίκτυο ιδρυμάτων λαϊκής παιδείας - ούτε το ένα, ούτε το άλλο καθήκον δεν θα μπορούσε βέβαια να πραγματοποιηθεί συστηματικά και παλλαϊκά. Η Ρωσία βρίσκεται σε τέτια κατάσταση που υπάρχουν πολλές απ’ τις πρωταρχικές προϋποθέσεις για παρόμοιο πέρα­σμα. Παράλληλα, πολλές τέτιες προϋποθέσεις δεν υπάρχουν στη χώρα μας, μπορούμε όμως να τις δανει­στούμε σχετικά εύκολα από την πρακτική πείρα των γειτονικών, πολύ πιο αναπτυγμένων χωρών, που η ιστορία και οι διεθνείς σχέσεις τις συνέδεσαν στενά από καιρό ήδη με τη Ρωσία».1

Έτσι, ένα ορισμένο επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης μιας δοσμένης χώρας είναι απαραίτητος αντικειμενι­κός όρος για τη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης. Αυτός, όμως, είναι μόνο ένας από τους όρους. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που ο Λένιν, μιλώντας (στο άρθρο

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 36. σελ. 131.

- 3 6 -

«Σχετικά με την επανάστασή μας») για την οικονομία, εξετάζει και τα ζητήματιητου πολιτισμού, γιατί κι αυτός είναι επίσης απαραίτητος αντικειμενικός όρος για τη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης. Κι όταν μιλάμε για πολιτισμό, δεν εννοούμε μόνο το βαθμό μόρφωσης του πληθυσμού, παρ' όλο που κι αυτό έχει τεράστια σημασία για την υπόθεση του σοσιαλισμού. Πολιτι­σμός είναι και το σύνολο των γνώσεων και η πρακτική πείρα στους διάφορους τομείς της κοινωνικής ζωής: στην παραγωγή, στη διοίκηση, στην κατανάλωση κλπ. Εδώ συμπυκνώνεται η ιστορική εμπειρία των προηγού­μενων γενεών. Η αφομοίωση αυτής της πείρας και των γνώσεων συντελεί στην εξοικονόμηση χρόνου και βοηθάει την κάθε νέα γενιά που κατακτά τον πολιτισμό να κάνει ακόμα ένα βήμα προς τα μπρος στην ιστορική εξέλιξη της κοινωνίας. Εδώ, όμως. όπως και στην περίπτωση των οικονομικών προϋποθέσεων, μπορεί να υπάρχει κάποια αντιστάθμιση. Η ύπαρξη στα πλαίσια όλου του συστήματος ενός επιπέδου ανάπτυξης του πολιτισμού, που είναι απαραίτητο για την πραγματο­ποίηση των σοσιαλιστικών μετασχηματισμών, επιτρέ­πει στη χώρα που πραγματοποίησε τη σοσιαλιστική επανάσταση, αλλά υστερεί στον τομέα του πολιτισμού, να ξεπεράσει την καθυστέρηση αυτή συγκριτικά βραχυ­πρόθεσμα. χάρη στην αξιοποίηση της συσσωρευμένης πείρας των γνώσεων και της πρωτοπόρας τεχνολογίας των άλλων χωρών (καθώς επίσης χάρη στην κατάρτιση εθνικών στελεχών στο εξωτερικό και τη χρησιμοποίη­ση ξένων ειδικών στην εθνική οικονομία). Ο ρόλος του πολιτισμού και της επιστήμης στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού μεγαλώνει στην εποχή μας, εποχή της επιστημονικοτεχνικής επανάστασης. Η επιστήμη απο­βαίνει στις συνθήκες της επανάστασης αυτής άμεση

-3 7 -

παραγωγική δύναμη, ενώ ο πολιτισμός γίνεται προϋ­πόθεση για την ανάπτυξη της επιστήμης και συστατι­κό της μέρος.

Τρίτος αντικειμενικός όρος της σοσιαλιστικής επα­νάστασης είναι η ύπαρξη μιας ορισμένης κοινωνικο- ταξικής δομής της κοινωνίας, που να περιλαμβάνει την εργατική τάξη, τη μικροαστική τάξη της πόλης και του χωριού, τους υπάλληλους και τη διανόηση, με την οποία η εργατική τάξη μπορεί να συνάψει πολιτι­κές συμμαχίες, δηλαδή η ύπαρξη κοινωνικών δυνάμεων, ικανών να προβάλουν σαν κινητήριες δυνάμεις ή σαν υπο­κείμενο της σοσιαλιστικής επανάστασης. Μάλιστα δεν είναι καθόλου υποχρεωτικό (όπως ισχυρίζονται οι οπορτουνιστές) να αποτελεί η εργατική τάξη την πλει­ονότητα του πληθυσμού της δοσμένης χώρας: «Η δύ­ναμη του προλεταριάτου σε οποιαδήποτε καπιταλιστι­κή χώρα είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη, απ’ ό,τι το πο­σοστό του προλεταριάτου στο σύνολο του πληθυ­σμού».1 Είναι αυτονόητο ότι η ύπαρξη της εργατικής τάξης και των άλλων κοινωνικών τάξεων και ομάδων, που μπορούν να συμμαχήσουν μ’ αυτήν, προϋποθέτει ένα ορισμένο επίπεδο ανάπτυξης της συνείδησης, ένα ορισμένο επίπεδο οργανωτικότητας, που αν και στον ένα ή τον άλλο βαθμό είναι αποτέλεσμα της μεθοδευμένης δραστηριότητας του προλεταριακού κόμματος και των θεωρητικών επαναστατών, ωστόσο προβάλλει ακριβώς σαν αντικειμενικός όρος της σοσιαλιστικής επανά­στασης.

Και τελευταίος στη σειρά, αλλά σε ορισμένες περι­πτώσεις πρώτος σε σημασία, αντικειμενικός όρος της επανάστασης είναι ένα ορισμένο επίπεδο ωρίμανσης των

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 40, σελ. 23.

- 3 8 -

ταξικών αντιθέσεων της αστικής κοινωνίας, και ένας ορισμένος συσχετισμός των ταξικών δυνάμεων, πράγμα που εκφράζεται άμεσα στην επαναστατική κατάσταση.

Όπως αποδείχνει η ιστορία, η μετατόπιση που προαναφέραμε επιταχύνει τους ρυθμούς δημιουργίας των υλικών προϋποθέσεων του σοσιαλισμού στη δοσμέ­νη χώρα, όμως παράλληλα επηρεάζει τους ρυθμούς, τις μεθόδους, τις μορφές περάσματος από τον καπιταλισμό (ή τα προκαπιταλιστικά συστήματα) στο' σοσιαλισμό. Δηλαδή, η μετατόπιση αυτή απαιτεί μεγαλύτερη κινη­τοποίηση των υπαρχόντων μέσων και πόρων, μεγαλύτε­ρη ένταση των δυνάμεων του νικητή λαού, περισσότε­ρες θυσίες από μέρος του. Αυτό είναι μια αντικειμενική αναγκαιότητα που οφείλεται, σε τελευταία ανάλυση, στην ανισόμετρη ανάπτυξη του καπιταλισμού.

Η ανισομέρεια ανάπτυξης του καπιταλισμού έχει σαν συνέπεια να είναι και να παραμένει πάντα διαφορετικό το επίπεδο ωρίμανσης των αντικειμενικών συνθηκών της σοσιαλιστικής επανάστασης στις διάφορες χώρες. Σήμερα μπορούμε να ξεχωρίσουμε τρεις βασικές ομάδες χωρών του μη σοσιαλιστικού κόσμου ανάλογα με το βαθμό ωρίμανσης των υλικών προϋποθέσεων στην κάθε μια απ’ αυτές. Είναι, πρώτον, οι χώρες του αναπτυγμέ­νου καπιταλισμού: ΗΠΑ, πολλές χώρες της Ευρώπης και Ιαπωνία. Δεύτερον, οι χώρες με μέσο επίπεδο καπιταλιστικής ανάπτυξης, στις οποίες ανήκουν ορι­σμένες χώρες της Ευρώπης (όπως η Πορτογαλία και η Ελλάδα) και πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής.1

1. Ο Β.Ι. Λένιν είχε υπόψη του τις χώρες με μέσο επίπεδο καπιταλιστικής ανάπτυξης, εκείνα τα κράτη που διαθέτουν ένα ορισμένο μίνιμουμ παραγωγικών δυνάμεων, απαραίτη­το για να επικρατήσει το καπιταλιστικό σύστημα με όλες

- 3 9 -

Τέλος, τρίτον, οι χώρες με χαμηλό επίπεδο καπιταλι­στικής ανάπτυξης, στις οποίες ανήκουν οι περισσότε­ρες χώρες της Ασίας και της Αφρικής, που πολλές απ’ αυτές μόλις απαλλάχτηκαν από την αποικιακή εξάρτηση.

Μπορεί. άραγε, αυτός που θα καθορίσει τη στρατη­γική της σοσιαλιστικής επανάστασης να υπολογίσει ότι αυτή θα γίνει αρχικά στην πρώτη, μετά στη δεύτε­ρη και τέλος στην τρίτη ομάδα χωρών; Η ιστορική πείρα δίνει αρνητική απάντηση στο ερώτημα αυτό. Μια συγκεκριμένη ακολουθία, ένα διαδοχικό πέρασμα των διαφόρων χωρών στο σοσιαλισμό (δηλαδή κάτι σαν «πρόγραμμα επαναστάσεων») σήμερα, όπως και χθες, δεν μπορεί να προκαθοριστεί.

Αυτό που μπορούμε να επισημάνουμε με ακρίβεια είναι η γενική τάση πτώσης (στα πλαίσια μιας χωριστά παρμένης χώρας) του αρχικού βαθμού ωρίμανσης των αντικειμενικών συνθηκών της σοσιαλιστικής επανά­στασης, που χρειάζεται (όταν υπάρχουν οι υποκειμενι­κές συνθήκες) για το ξέσπασμα της πανεθνικής κρίσης και για τη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης στη δοσμένη χώρα. Μια τέτια πτώση είναι δυνατή, πριν απ’ όλα, γιατί αυξάνει η δυνατότητα ταχύτερης και πιο

του τις αντιθέσεις, όπου έχει συσσωρευθεί το εθνικό μεγά­λο κεφάλαιο, όπου έχει διαμορφωθεί η εργατική τάξη, η οποία διαθέτει τις δικές της ταξικές οργανώσεις, όπου στο χωριό προοδεύουν ραγδαία οι καπιταλιστικές σχέσεις. Ιδιομορφία των περισσότερων χωρών της ομάδας αυτής είναι ότι η ταξική καπιταλιστική καταπίεση, πρώτο, επι­δεινώνεται από την ύπαρξη υπολειμμάτων των προκαπιτα- λιστικών σχέσεων και, δεύτερο, συμπληρώνεται από την εξωτερική πίεση που ασκεί το ξένο κεφάλαιο με τη μια ή την άλλη μορφή.

- 4 0 -

αποτελεσματικής αντιστάθμισης των υλικών προϋποθέ­σεων του σοσιαλισμού που δεν υπάρχουν στη δοσμένη χώρα. Και αυτή η δυνατότητα αντιστάθμισης συνδέε­ται, με τη σειρά της, με την ανύψωση του βαθμού ωρίμανσης του παγκόσμιου σοσιαλισμού με επικεφα­λής τη Σοβιετική Ένωση, δηλαδή με την εδραίωση των πολιτικών του θέσεων και την ενίσχυση του οικονομι­κού, επιστημονικού και τεχνικού του δυναμικού. Οι χώρες της σοσιαλιστικής κοινότητας είναι σήμερα ικανές να παράσχουν πιο αποτελεσματική βοήθεια στις άλλες χώρες για την προάσπισή των κατακτήσεων της επανάστασης, την άνοδο της εθνικής τους οικονομίας, την αξιοποίηση της σύγχρονης τεχνολογίας και την κατάρτιση εθνικών στελεχών.

6. Η Λ ΕΝ ΙΝ ΙΣΤΙΚ Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗ Ν ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

Ο Λένιν σ’ όλη τη διάρκεια της επαναστατικής-θεω- ρητικής του δράσης αναλύει, συγκρίνει τις ιστορικές συνθήκες, μέσα στις οποίες έγιναν οι επαναστάσεις τόσο στη Ρωσία, όσο και έξω απ’ τα όριά της, αναζητεί τις γενικές νομοτέλειες εμφάνισης της επαναστατικής διαδικασίας. Αποτέλεσμα των ερευνών του αυτών ήταν η λενινιστική διδασκαλία για την επαναστατική κατά­σταση, που βρήκε τη γενικευμένη έκφρασή της στο έργο του «Η χρεοκοπία της 2ης Διεθνούς». «Για ένα μαρξιστή», γράφει ο Λένιν, «δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επανάσταση είναι αδύνατο να γίνει χωρίς επαναστατι­κή κατάσταση, μα κάθε επαναστατική κατάσταση δεν οδηγεί σε επανάσταση. Ποια είναι, μιλώντας γενικά, τα γνωρίσματα μιας επαναστατικής κατάστασης; Ασφα­λώς δεν θα πέσουμε έξω, αν υποδείξουμε τρία βασικά

γνωρίσματα, τα παρακάτω: 1. Η αδυναμία των κυρίαρ­χων τάξεων να διατηρήσουν σε αναλλοίωτη μορφή την κυριαρχία τους· η μια είτε η άλλη κρίση των «κορυφών», η κρίση της πολιτικής της κυρίαρχης τά­ξης που δημιουργεί ρωγμή, απ’ όπου εισχωρεί η δυσα­ρέσκεια και ο αναβρασμός των καταπιεζόμενων τά­ξεων. Συνήθως, για να ξεσπάσει η επανάσταση, δεν είναι αρκετό «τα κάτω στρώματα να μη θέλουν», μα χρειάζεται ακόμη και «οι κορυφές να μην μπορούν» να ζήσουν όπως παλιά. 2. Επιδείνωση, μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη, της ανέχειας και της αθλιότητας των καταπιεζόμενων τάξεων. 3. Σημαντικό ανέθασμα, για τους παραπάνω λόγους, της δραστηριότητας των μαζών, που σε «ειρηνική» εποχή αφήνουν να τους ληστεύουν ήσυχα, ενώ σε καιρούς θύελλας τραβιούν­ται τόσο απ’ όλες τις συνθήκες της κρίσης, όσο και από τις ίδιες τις «κορυφές» σε αυτοτελή ιστορική δράση».1

Παρ’ όλο που από τότε που διατυπώθηκε ο ορισμός αυτός έχει περάσει μισός, αιώνας, ωστόσο ως προς τα θεμελιακά του γνωρίσματα, εξακολουθεί να ισχύει και στη σύγχρονη εποχή. Μ’ άλλα λόγια, και τα τρία γνωρίσματα που αναφέρει ο Λένιν παραμένουν μέχρι σήμερα απαραίτητες προϋποθέσεις για την εμφάνιση της επαναστατικής κατάστασης. Και παρ’ όλο που οι συγκεκριμένες μορφές των γνωρισμάτων αυτών μπορεί να είναι σήμερα διαφορετικές από χθες, αυτό δεν αλ­λάζει την ουσία της υπόθεσης.

Και, πραγματικά, είναι μήπως δυνατό στις σημερι­νές συνθήκες να εμφανιστεί επαναστατική κατάσταση χωρίς την «κρίση των κορυφών», χωρίς την κρίση «της πολιτικής της άρχουσας τάξης»; Οπωσδήποτε,

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα , τόμ. 26, σελ. 220.

-4 2 -

όχι. Το να γίνει επαναστατική αλλαγή, χωρίς να υπάρ­χει τέτια κρίση, θα ήταν καθαρός τυχοδιωκτισμός, πράγμα που έχει αποδείξει επανειλημμένα η ιστορία των τελευταίων δεκαετιών. Μάλιστα έχει μεγάλη ση­μασία να ληφθεί υπόψη ότι η ίδια η «κρίση των κορυ­φών», δηλαδή η αδυναμία τους να ελέγξουν την κατά­σταση, να ασκούν την κυριαρχία τους και, το βασικό­τερο, να χρησιμοποιήσουν αποτελεσματικά τον κατα­πιεστικό μηχανισμό του κράτους για τη διατήρηση της κυριαρχίας τους, μπορεί να παίρνει διαφορετικές και ποικίλες μορφές, οι οποίες σπάνια μπορούν να υπολογιστούν εκ των προτέρων. Η κρίση μπορεί να είναι ανοιχτή, οφθαλμοφανής, ολοφάνερη, όπως συμ­βαίνει συνήθως σε συνθήκες εμπόλεμης κατάστασης ή στρατιωτικής δικτατορίας, που η αγωνία της παίρνει συχνά ορατές, αισθητές, «δημόσιες» μορφές. «Η κρί­ση των κορυφών» που ασκούν την πολιτική τους αξιο- ποιώντας τους παραδοσιακούς αστικοδημοκρατικούς μηχανισμούς ή την καμουφλαρισμένη δικτατορία, παίρνει κάποτε κρυφές μορφές, και γι’ αυτό τη διακρί­νει κανείς δυσκολότερο απ’ ό,τι την κρίση της πολιτι­κής ωμής βίας που εκδηλώνεται με τη μορφή της άμε­σης καταπίεσης. Χρειάζεται επαναστατική πρόβλεψη και νηφάλια επιστημονική ανάλυση για να επισημαν- θεί η πραγματική ανικανότητα των «κορυφών» να ζή- σουν όπως παλιά.

Ο καπιταλισμός προσπαθεί να προσαρμοστεί στις μεταβολές της ιστορίας, να επιβραδύνει την εμφάνιση επαναστατικών καταστάσεων ή να τις αποτρέψει τε­λείως, περνώντας, ανάλογα με τις συγκεκριμένες συν­θήκες, από τη μια μορφή κυριαρχίας σε άλλη: σε πιο σκληρή (φασιστική δικτατορία), ή σε πιο «μαλακή» (αστική δημοκρατία). Με μια τέτια ευελιξία η αστική

- 4 3 -

τάξη μπορεί να κερδίσει ορισμένο χρόνο, όμως όεν είναι σε θέση να διαιωνίσει την κυριαρχία της. Ας τονιστεί, όμως. ότι οι στιγμές «περάσματος» «των κο­ρυφών» από τη μια μορφή στην άλλη και η αξιοποίη­ση των νέων μηχανισμών κυριαρχίας είναι συχνά αρ­κετά ασταθείς και συνεπάγονται σημαντικές αλλαγές με αποτέλεσμα να εμφανιστεί στη χώρα η «ρωγμή» εκείνη, μέσα απ' την οποία, σύμφωνα με τα λόγια του Λένιν. είναι έτοιμη να εισχωρήσει «η δυσαρέσκεια και ο αναβρασμός των καταπιεζόμενων τάξεων».1 Το αν θα συνδυαστεί η εμφάνιση της «ρωγμής» αυτής με την ύπαρξη των άλλων γνωρισμάτων της επαναστατικής κατάστασης και με την ετοιμότητα του υποκειμένου για επαναστατική δράση, δηλαδή το αν θα μπορέσουν οι επαναστατικές μάζες να εκμεταλλευτούν την «κρίση των κορυφών», αυτό θα εξαρτηθεί από τις συνθήκες τόπου και χρόνου. Όμως, έτσι είτε αλλιώς η λειτουρ­γία και η ανάπτυξη της σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνίας γεννάει, όπως και πριν, αναπόφευκτα κρίσι­μες για την κυρίαρχη τάξη καταστάσεις.

Διατηρεί ανέπαφη την ισχή του το δεύτερο γνώρι­σμα της επαναστατικής κατάστασης που. σύμφωνα με τον Λένιν, είναι μια «επιδείνωση, μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη, της ανέχειας και αθλιότητας των κατα- πιεζόμενων τάξεων». Τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα μετά τις προσπάθειες της φιλελεύθερης αστικής τάξης ορισμένων αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών για μεταρρυθμίσεις που αποβλέπουν στη δημιουργία του λεγόμενου «κράτους της ευημερίας» (το οποίο, σε τε­λευταία ανάλυση, θα ήταν μια αποτελεσματική μορφή εξασφάλισης της κυριαρχίας της αστικής τάξης σε

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 26. σελ. 220.

συνθήκες ανάπτυξης των δυνάμεων του σοσιαλισμού), οι αστοί και οι δεξιοί οπορτουνιστές ιδεολόγοι μιλούν για «εξάλειψη των στερήσεων και δεινών των καταπιε- ζόμενων τάξεων» στις πολύ αναπτυγμένες καπιταλιστι­κές χώρες, καθώς και για εξάλειψη της δυνατότητας εμφάνισης της επαναστατικής κατάστασης αυτής καθ’ αυτής, τουλάχιστο στα πλαίσια ενός ορισμένου τμή­ματος του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος. Όμως, δεν παίρνουν υπόψη τους τουλάχιστο δυο βα­σικά σημεία, που ανατρέπουν τα συμπεράσματά τους. Πρώτον, ο Λένιν δεν μιλούσε για κάποιο αφηρημένο, απόλυτο επίπεδο «στερήσεων και δεινών» σαν γνώρι­σμα της επαναστατικής κατάστασης. Πρόκειται απλώς για όξυνση, δηλαδή για επιδείνωση ενός σχετικά συ­γκεκριμένου επιπέδου διαβίωσης των μαζών, που υπάρχει στις δοσμένες συνθήκες. Το επίπεδο αυτό μπορεί να είναι αρκετά υψηλό σε σύγκριση με άλλες χώρες, ιδιαίτερα με τις αναπτυσσόμενες, όμως μπορεί να υστερεί από τις πραγματικές ανάγκες των μαζών, που διαμορφώνονται στις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες. Η επίταση αυτής της καθυστέρησης, δηλα­δή η παραπέρα διεύρυνση του χάσματος ανάμεσα στις πραγματικές ανάγκες των εργαζομένων και τις αντικει­μενικές δυνατότητες ικανοποίησής τους, ανάμεσα στο βαθμό ικανοποίησης των αναγκών των εργαζομένων, από τη μια μεριά και της κυρίαρχης τάξης από την άλλη (ένα φαινόμενο που ο καπιταλισμός δεν μπορεί ούτε να εξαλείψει, ούτε να αποτρέψει) μπορούν να προβάλλουν σαν ισχυρός επαναστατικός παράγοντας και μάλιστα πιο ισχυρός απ’ ό,τι το σταθερά χαμηλό βιοτικό επίπεδο των λαϊκών μαζών στις χώρες της Ασίας, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής.

Δεύτερον, ο Λένιν δεν μιλάει για «αθλιότητα», αλλά

^ 5 -

για «στερήσεις και δεινά». Βέβαια, εδώ πρόκειται και για τη φτώχεια, δηλαδή για τις οικονομικές συμφορές, τις οποίες .όμως ο Λένιν δεν τις κατέτασσε ποτέ στην αθλιότητα, όπως ούτε και το σύνολο των δεινών που προβάλλουν σαν γνώρισμα της επαναστατικής κατά­στασης το κατατάσσει στα οικονομικά φαινόμενα. Η θεωρία του Μαρξ παραδέχεται, τονίζει ο Λένιν, ότι «όσο πιο γοργή είναι η ανάπτυξη του πλούτου, τόσο πληρέστερα αναπτύσσονται οι παραγωγικές δυνάμεις της εργασίας και η κοινωνικοποίησή της, τόσο καλύτε­ρη είναι η κατάσταση του εργάτη, στο βαθμό που μπορεί να είναι καλύτερη στο δοσμένο σύστημα της κοινωνι­κής οικονομίας».1 Ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν επιφέ­ρει θεμελιακές αλλαγές στην κατάσταση του προλετα­ριάτου σαν τάξης εκμεταλλευόμενης που στερείται ιδιοκτησίας, τάξης της καπιταλιστικής κοινωνίας που παίζει το ρόλο του νεκροθάφτη της αστικής τάξης. Η σχετική άνοδος του βιοτικού επιπέδου της εργατικής τάξης «εξουδετερώνεται» από την εμφάνιση νέων ζω­τικών αναγκών, που γεννιούνται με την αλλαγή των αντικειμενικών συνθηκών λειτουργίας του προλετα­ριάτου σαν δημιουργού υπεραξίας και που προβάλ­λουν όχι σαν δείκτες της «αστικοποίησής» του, αλλά σαν φυσιολογικός, αναγκαίος όρος της ομαλής του λει­τουργίας μέσα στις νέες συνθήκες δουλιάς. Μ’ άλλα λόγια, τα καινούργια «αποκτήματα» του εργάτη, δηλα­δή τα νέα οικονομικά αγαθά που "Κυριολεκτικά απο­σπάει από την αστική τάξη με σκληρή ταξική πάλη. εμφανίζονται συχνά όχι σαν απόλυτη αύξηση, αλλά σαν ιδιόμορφη «αναπλήρωση» εκείνων των απωλειών του εργάτη που υπέστη αναπόφευκτα στις συνθήκες

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 2. σελ. 146.

εντατικοποίησης της εργασίας, επίτασης της ψυχολο­γικής φόρτισης κλπ. Στις αρχές του 20ού αιώνα το αυτοκίνητο, λόγου χάρη. δεν ήταν απαραίτητο κατα­ναλωτικό αντικείμενο του αμερικανού εργάτη, που ζούσε συνήθως κοντά στο εργοστάσιο. Σήμερα στην Αμερική, με την αλλαγή της χωροδιάταξης των παρα­γωγικών μονάδων, την αστυφιλία και τις άλλες διαδι­κασίες που συνεπάγεται η επιστημονικοτεχνική επα­νάσταση. το αυτοκίνητο για τον αμερικανό εργάτη είναι απαραίτητο πρώτα-πρώτα για να μπορεί να μετα- θεί στον τόπο της δουλιάς. Αγοράζοντας αυτοκίνητο, ο εργάτης κάθε άλλο παρά «αστικοποιείται», παρ' όλο που μερικές δεκαετίες πριν το αυτοκίνητο αποτελούσε αντικείμενο κατανάλωσης μόνο της αστικής τάξης. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με ορισμένες άλλες ανά­γκες. που κάποτε ήταν χαρακτηριστικές βασικά για την άρχουσα τάξη. όμως με την ανάπτυξη της κοινω­νικής παραγωγής και την «ανύψωση των απαιτήσεων» της εργατικής τάξης σε νέο επίπεδο, έχασαν εκείνο τον βασικά περιορισμένο χαρακτήρα που είχαν πριν και εντάχθηκαν αρμονικά στο σύνολο των αναγκών ορισμένων στρωμάτων εργαζομένων. Η εμφάνιση των αναγκών αυτών και η λίγο-πολύ πλήρης ικανοποίησή τους δεν αλλάζει την αντικειμενική θέση των εργαζό­μενων τάξεων στην καπιταλιστική κοινωνία, γιατί δεν γεφυρύινει το χάσμα ανάμεσα στο σύνολο των αναγκών της αστικής τάξης (που επίσης αλλάζουν, αναπτύσ­σονται. και μάλιστα γρηγορότερα απ' ό,τι οι ανάγκες της εργατικής τάξης) και το σύνολο των αναγκών του προλεταριάτου. Κάτι περισσότερο: το χάσμα αυτό διευρύνεται. Το βασικό, όμως, συνίσταται στο ότι η σχετική ικανοποίηση των οικονομικών αναγκών του ενθαρρύνει το προλεταριάτο να συνεχίζει την πάλη

- 4 7 -

στο οικονομικό μέτωπο, να επιδιώκει την ικανοποίηση νέων «υψηλότερων» αναγκών, πριν απ’ όλα στη σφαί­ρα της πολιτικής και του πολιτισμού. Η πάλη για την ικανοποίηση των αναγκών αυτών υποσκάπτει την πο­λιτική και πολιτιστική κυριαρχία της αστικής τάξης, και μπορεί σε νέες συνθήκες να παίξει τον ίδιο δρα­στήριο επαναστα'τικό ρόλο στις αναπτυγμένες καπιτα­λιστικές χώρες που έπαιξε κάποτε η πάλη για ένα κομμάτι ψωμί. Αλλά και η πάλη για τα οικονομικά δικαιώματα ή ακόμα και για την ικανοποίηση των στοιχειωδών οικονομικών αναγκών παραμένει, όπως και πριν, επίκαιρη όχι μόνο για τις χώρες της Ασίας, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής, αλλά και για πολλές ομάδες εργαζομένων στις καπιταλιστικές χώρες. Κι αν πάρουμε υπόψη τις δυσκολίες που αντι­μετωπίζει σήμερα ο καπιταλισμός στον τομέα της οι­κονομίας, δεν πρέπει να αποκλείουμε τη δυνατότητα διαμόρφωσης, τουλάχιστο σε ορισμένες χώρες, μιας τέτιας κατάστασης, όπου ένα ευρύ φάσμα ανικανοποί­ητων αναγκών θα προκαλέσει την όξυνση της πάλης των εργαζομένων ενάντια στην αστική τάξη και θα συντελέσει στη δημιουργία επαναστατικής κατά­στασης.

Η επαναστατική κατάσταση προηγείται οποιοσδή­ποτε επανάστασης. Όμως, όπως η κάθε επανάσταση έχει τα δικά της χαρακτηριστικά γνωρίσματα, έτσι κα,ι οποιαδήποτε επαναστατική κατάσταση διαφέρει coc προς την ιδιομορφία της, εμφανίζεται κάτω από τη^ άμεση επίδραση διαφόρων γεγονότων και διαδικθ(- σιών, εσωτερικών και εξωτερικών, που έχουν ήδη εμ­φανιστεί ή είναι ακόμα καλυμμένα. Όταν ο Λένιν έλεγε ότι όλες οι χώρες θα φθάσουν στο σοσιαλισμό, όμως η κάθε μία απ’ το δικό της δρόμο, εννοούσε καί

τους δρόμους που οδηγούν στη δημιουργία επαναστα­τικής κατάστασης. Εξυπακούεται ότι, σε τελευταία ανάλυση, η κάθε επαναστατική κατάσταση είναι απο­τέλεσμα της ανάπτυξης και όςυνσης όλου του συστή­ματος αντιθέσεων που υπάρχουν στην αντίστοιχη χώ­ρα, αντανακλώντας τις βαθύτερες διεργασίες που συν- τελούνται στους κόλπους της δοσμένης κοινωνίας. Αυ­τή είναι η βαθύτερη αιτία που μπορεί, στον ένα ή τον άλλο βαθμό, να αποκαλυφθεί και να αναλυθεί εκ των προτέρων. Όσον αφορά την άμεση αφορμή της επανα­στατικής κατάστασης, αυτή είναι δύσκολο να προκα­θοριστεί. «Δεν μπορούμε να ξέρουμε -και κανείς δεν είναι σε θέση να καθορίσει από τα πριν- πότε θα φουντώσει εκεί μια πραγματική προλεταριακή επανά­σταση και ποια θα είναι η αφορμή που πιο πολύ θα ξυπνήσει,iJ a ξεσηκώσει, θα σπρώξει στον αγώνα τις πλατιές μάζες που σήμερα κοιμούνται ακόμη... Μπο­ρεί «τον πάγο να τον ραγίσει», να τον «σπάσει» μια κοινοβουλευτική κρίση- μπορεί μια κρίση που θα προ- κληθεί από τις αποικιακές και ιμπεριαλιστικές αντιθέ­σεις, που είναι απελπιστικά μπερδεμένες και όλο και περισσότερο οδυνηρά συσσωρεύονται και οξύνονται· μπορεί και κάτι άλλο κλπ... Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι λ.χ. στην αστική Γαλλική Δημοκρατία, μέσα σε μια κατάσταση που και από διεθνή και από εσωτερική αλευρά ήταν εκατό φορές λιγότερο επαναστατική από :η σημερινή, ήταν αρκετή μια τόσο «απρόοπτη» και :όσο «μικρή» αφορμή, μια από τις χιλιάδες και χιλιά­δες άτιμες πράξεις της αντιδραστικής στρατοκρατίας (υπόθεση Ντρέυφους) για να φέρει το λαό στα πρόθυ­ρα του εμφυλίου πολέμου!»1

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 41, σελ. 82-83.

»-09Ι2 -49-

Αναλύοντας τις αιτίες και τις αφορμές διαμόρφωσης της επαναστατικής κατάστασης, βλέπουμε ότι ο επανα­στάτης πρέπει να είναι έτοιμος για κάθε απότομη καμπή της ιστορίας και να παίρνει υπόψη του τα γεγονότα τόσο της εσωτερικής, όσο και της διεθνούς ζωής. Πρέπει να σταθούμε ιδιαίτερα σε ένα τέτιο φαινόμενο, όπως ο πόλεμος. Αρκεί να στρέψει κανείς την προσοχή του στην ιστορία των σοσιαλιστικών επαναστάσεων για να δει πως σε πολλές χώρες η επανάσταση έγινε σε συνθήκες πολέμου, ακριβέστερα, σε συνθήκες παγκόσμιου πολέμου. Αυτό συνέβη πρώτα στη Ρωσία και κατόπιν σε μια σειρά χώρες της Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Οι αριστε­ροί οπορτουνιστές και οι μικροαστοί θεωρητικοί αρι- στερής-ριζοσπαστικής κατεύθυνσης απολυτοποιούν την εξάρτηση αυτή, υποστηρίζοντας τη θέση ότι η επαναστατική κατάσταση εμφανίζεται μόνο σε συνθή­κες πολέμου, οπότε, αν η εργατική τάξη προσανατολί­ζεται προς τη σοσιαλιστική επανάσταση, πρέπει να επιδιώκει όχι την αποτροπή του πολέμου, περιλαμβα- νομένου και του παγκόσμιου που συνεπάγεται τη χρήση θερμοπυρηνικών όπλων. αλλά. απεναντίας, την πρόκλησή του. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει σχέση αιτίας και αποτελέσματος ανάμεσα στον πόλε­μο και την επανάσταση. Ο πόλεμος, σαν παράγοντας της διεθνούς ζωής, μπορεί να συντελέσει στη δημιουρ­γία επαναστατικής κατάστασης, αυξάνοντας τη δυσα­ρέσκεια των «κάτω στρωμάτων» και την αδυναμία των «κορυφών» να κυβερνούν τη χώρα. Παράλληλα, όμως, ο ρόλος του πολέμου συνίσταται κυρίως στο ότι «άρει κάπως» ορισμένους φραγμούς από το δρόμο διαμόρφω­σης και εκδήλωσης των αντιθέσεων, που συνεπάγεται η όλη πορεία κοινωνικής εξέλιξης της αντίστοιχης

-5 0 -

χώρας. Δεν μπορούμε, φυσικά, να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο να προκύψει στις σημερινές συνθήκες μια τέτια κατάσταση, όπου ένας τοπικός πόλεμος που έχουν κηρύξει οι αντιδραστικές δυνάμεις να στραφεί τελικά εναντίον τους, συντελώντας στη δημιουργία επαναστατικής κατάστασης. Ωστόσο, επαναστατική κατάσταση μπορεί να προκύψει. όπως αποδείχνει η ιστορία, και σε συνθήκες ειρήνης. Γι αυτό, η πάλη της εργατικής τάξης ενάντια στους πολέμους δεν μπαίνει εμπόδιο στην υπόθεση της επανάστασης. Κάτι περισ­σότερο: ένας παγκόσμιος πόλεμος, και μάλιστα θερμο­πυρηνικός. οξύνοντας στο έπακρο τις κοινωνικές αντι­θέσεις του καπιταλισμού, θα προκαλούσε ταυτόχρονα τέτιες καταστροφές στις παραγωγικές δυνάμεις και τό­σες ανθρώπινες θυσίες, θα αποδιοργάνωνε την κοινω­νική ζωή σε τέτιο βαθμό, που θα έσπρωχνε την ανθρω­πότητα στο χείλος της αβύσσου. Γι’ αυτό. στις σημε­ρινές συνθήκες η επαναστατική κατάσταση μπορεί να προκληθεί όχι από τον ίδιο τον πόλεμο, αλλά από την άμεση απει/Jj εξαπόλυσής του. Από την άλλη μεριά, η ιστορία των τελευταίων είκοσι-τριάντα χρόνων από- δειξε περίτρανα ότι επαναστατική κατάσταση μπορεί να προκύψει και όταν δεν υπάρχουν διεθνείς πολεμικές συρράξεις, όπως συνέβη, λόγου χάρη, στην Κούβα.

Τα όσα είπαμε παραπάνω δεν μειώνουν καθόλου το ρόλο των εξωτερικών παραγόντων στη διαμόρφωση της επαναστατικής κατάστασης. Απεναντίας, υποδη­λώνουν ότι στις συνθήκες διεθνοποίησης της κοινωνι­κής ζωής και ενίσχυσης της αλληλοεξάρτησης των χωρών, οι εξωτερικές συνθήκες παίζουν μεγαλύτερο ρόλο απ' ό,τι στα προηγούμενα χρόνια. Ο σημερινός συσχετισμός δυνάμεων στο διεθνή στίβο, που τον χα­ρακτηρίζει η αυξανόμενη ισχή του σοσιαλισμού, του

-5 1 -

εργατικού και του εΟνικοαπελευΟερωτικού κινήματος, δημιουργεί ασύγκριτα ευνοϊκότερες συνθήκες για την ανάπτυξη των εσωτερικών παραγόντων της επανάστα­σης απ' ό,τι προηγούμενα. Με την έννοια αυτή. ο ρόλος των εξωτερικών παραγόντων στη δημιουργία επαναστατικής κατάστασης μεγαλώνει. Και δεν θα πρέπει να αποκλείουμε το ενδεχόμενο κάποια σοβαρή κρίση διεθνούς χαρακτήρα να δόσει τέτια ώθηση στην ανάπτυξη των εσωτερικών αντιθέσεων του καπιταλι­σμού σε οποιαδήποτε χώρα. ώστε να προκύψει επανα­στατική κατάσταση. Δεν πρόκειται, βέβαια, για «εξα­γωγή επανάστασης», ενάντια στην οποία τάχθηκε πάν­τα ο Λένιν και οι οπαδοί του και που σήμερα απορρί­πτει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο το σύγχρονο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα. Ο επαναστατικός ρόλος των εξωτερικών δυνάμεων μπορεί να εκδηλωθεί ποικιλότροπα, περιλαμβανομένης της αποτροπής r.ca- γωγήζ αντεπανάσταση;, δηλαδή της απόκρουσης από τις δυνάμεις της ειρήνης και του σοσιαλισμού των επιθετικών δυνάμεων του ιμπεριαλισμού, που προσπα­θούν να εξουδετερώσουν την επαναστατική κατάστα­ση στη μια ή την άλλη χώρα ή να καταπνίξουν την επανάσταση που έχει ξεσπάσει.

Όπως είπαμε πιο πάνω, στις σημερινές συνθήκες η ίδια η απειλή της άμεσης εξαπόλυσης ενός νέου πα­γκόσμιου πόλεμου μπορεί να ενεργοποιήσει τις πλα­τιές μάζες εργαζομένων των καπιταλιστικών χωρών και, σε τελευταία ανάλυση, να συντελέσει στη δη­μιουργία επαναστατικής κατάστασης. Τη δυνατότητα αυτή πρέπει να την εξετάζουμε σε συνδυασμό με τις νέες προοπτικές που διαγράφονται σήμερα στη Δύση. Η πάλη που διεξάγεται σήμερα στις περισσότερες αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες για βαθύτατους

-5 2 -

δημοκρατικούς μετασχηματισμούς, αυτή καθεαυτή, είναι ικανή να δημιουργήσει συνθήκες για άμεση άνοδο της δραστηριότητας των μαζών και ταυτόχρονα για κρίση των «κορυφών». Αυτές τις δυνατότητες, βέβαια, δεν πρέπει να τις απολυτοποιούμε και να τις υπερτιμάμε. Όμως. κάτω από ορισμένες συνθήκες, και συγκεκριμέ­να. όταν υπάρχει ευνοϊκός συνδυασμός εσωτερικών και εξωτερικών συνθηκών, η ενεργός πάλη των ευρύτερων λαϊκών μαζών, περιλαμθανομένης της εργατικής τάξης, μπορεί να συμβάλλει στη διαμόρφωση των άλλων γνωρισμάτων της επαναστατικής κατάστασης και έτσι στη δημιουργία επαναστατικής κατάστασης γενικά.

Γενικά θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα γνωρίσματα της επαναστατικής κατάστασης, που ξεχωρίζει ο Λένιν, δρουν συντονισμένα και μάλιστα αλληλοπαροτρύνον- ται έτσι που η «κρίση των κορυφών» δημιουργεί πιο ευνοϊκές προϋποθέσεις για τη δραστηριότητα των «κάτω στρωμάτων», και οι ευρύτεροι δημοκρατικοί συνασπισμοί μπορούν να κλονίσουν τους υφιστάμενους θεσμούς της εξουσίας, να περιορίσουν τις δυνατότητες για ελιγμούς και να στενέψουν τα πολιτικά βάθρα της κυριαρχίας τους.

Είναι ολοφάνερο πως δεν υπάρχουν σε όλες τις χώρες οι αντικειμενικές συνθήκες για την ανάπτυξη των μαζικών δημοκρατικών κινημάτων, για τη διαμόρφωση ισχυρής, σταθερής, πλατιάς «εξωκοινοβουλευτικής αν­τιπολίτευσης». Σε μια σειρά χώρες μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία επαναστατικής κατάστασης ο ένοπλος αγώνας, ιδιαίτερα ο ανταρτοπόλεμος. Όπως απόδειξε η πείρα της κουβανέζικης επανάστασης, ο ανταρτοπόλε­μος σε ορισμένες συνθήκες μπορεί να γίνει παράγοντας που επισπεύδει τη δημιουργία και ανάπτυξη της επανα­στατικής κατάστασης, το πέρασμα στην επανάσταση.

-5 3 -

Όμως ο ένοπλος αγώνας των πρωτοπόρων ομάδων επισπεύδει μόνο τότε την ωρίμανση της επαναστατι­κής κατάστασης, όταν έχουν διαγραφεί ήδη τα πρώτα συμπτώματά της και εμφανίστηκαν τα σημάδια της συγκέντρωσης στο λαό εκείνου του εύφλεκτου υλικού, που είναι ικανό αργά ή γρήγορα να τυλιχτεί από τις σπίθες του ένοπλου αγώνα. Αν δεν υπάρχουν οι αντι­κειμενικές αυτές τάσεις, καμιά ηρωική προσπάθεια των μεμονομένων ένοπλων αγωνιστών δεν πρόκειται να «δημιουργήσει» επαναστατική κατάσταση και θα είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.

Δηλαδή, η επαναστατική κατάσταση μπορεί να δια­μορφώνεται με τη δραστήρια επενέργεια του επανα­στατικού υποκειμένου, όμως δεν μπορεί να δημιουρ- γείται τεχνητά. Κάτι περισσότερο: μια αδικαιολόγητη προσπάθεια «επίσπευσης» με ένοπλο ή με κάποιον άλλο βεβιασμένο τρόπο της διαδικασίας διαμόρφω­σης επαναστατικής κατάστασης μπορεί να επιφέρει αντίθετα αποτελέσματα και, για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, να «καθυστερήσει» την ωρίμανσή της.

Η επαναστατική κατάσταση, με τη σειρά της, συν­τελεί στην ανάπτυξη του επαναστατικού υποκειμένου, δράστηροποιώντας τις λαϊκές μάζες. Χαρακτηρίζον­τας την κατάσταση που είχε διαμορφωθεί το καλοκαί­ρι του 1915, ο Λένιν έγραφε: «Η αντικειμενική όμως επαναστατική κατάσταση, που δημιούργησε ο πόλε­μος και που όλο και απλώνεται, όλο και βαθαίνει, δημιουργεί αναπόφευκτα επαναστατικές διαθέσεις, ατσαλώνει και διαφωτίζει τους καλύτερους και τους πιο συνειδητούς προλετάριους. Στις διαθέσεις των μαζών όχι μόνο είναι δυνατή, μα γίνεται όλο και πιο πιθανή μια γρήγορη αλλαγή, όμοια μ' εκείνη που έγινε στη Ρωσία στις αρχές του 1905 σαν συνέπεια

-5 4 -

της «γκαπονάδας»1, τοτε που από τα καθυστερημένα προλεταριακά στρώματα μέσα σε μερικούς μήνες και κάποτε και εβδομάδες γεννήθηκε μια στρατιά από εκα­τομμύρια που ακολουθούσε την επαναστατική πρωτο­πορία του προλεταριάτου».2

Για να μετεξελιχθεί, όμως, η επαναστατική κατά­σταση σε επανάσταση είναι απαραίτητη η πανεθνική κρίση που προκύπτει, όταν, παράλληλα με τις αντικει­μενικές, υπάρχουν και οι υποκειμενικές προϋποθέσεις της επανάστασης. Αυτός είναι ο «βασικός νόμος» της επανάστασης.

7. Ο Ι Υ Π Ο Κ ΕΙΜ ΕΝ ΙΚ ΕΣ Π Ρ Ο Ϋ Π Ο Θ Ε Σ Ε ΙΣ Τ Η Σ ΕΠ Α Ν Α ΣΤΑ ΣΗ Σ

Τί είναι, όμως, «υποκειμενικές προϋποθέσεις» της σοσιαλιστικής επανάστασης; Σε τι διαφέρουν, από άποψη αρχών, απ’ τις «αντικειμενικές προϋποθέσεις»; Το ερώτημα αυτό που δεν έχει μόνο θεωρητική, αλλά και μεγάλη πρακτική-πολιτική σημασία, γιατί η ερμη­νεία των υποκειμενικών συνθηκών επηρεάζει την επε­ξεργασία της στρατηγικής και τακτικής του επαναστα­τικού αγώνα, καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την κατεύ­θυνση προς την οποία πρέπει να στρέψει τη δράση της η πρωτοπορία της επαναστατικής τάξης.

Στο έργο του «Η χρεοκοπία της 2ης Διεθνούς» ο

1. «Γκαπονάδα» - Ο Λένιν εννοεί τα γεγονότα της 9 του Γενάρη 1905, όταν με πρωτοβουλία του παπά Γκαπόν γρά­φτηκε υπόμνημα και οργανώθηκε πορεία των εργατών στον τσάρο. Η πορεία έληξε με ντουφεκισμό των εργατών. Τα γεγονότα αυτά αποτέλεσαν την απαρχή της επανάστασης του 1905-1907 στη Ρωσία.2. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 26, σελ. 268.

- 5 5 -

Λένιν προειδοποιεί ότι η επανάσταση μπορεί να γίνει μόνο στην περίπτωση που «οι αντικειμενικές αλλαγές... συνενώνονται με τις υποκειμενικές αλλαγές και συγκε­κριμένα: με την ικανότητα της επαναστατικής τάξης να αναλάβει επαναστατική μαζική δράση, αρκετά ισχυρή, ώστε να τσακίσει (ή να εξασθενίσει σημαντικά) την παλιά κυβέρνηση που ποτέ, ακόμη και σε εποχή κρίσεων δεν «πέφτει», αν δεν την «ρίξουν».1 Λίγα χρόνια αργότερα, στην εργασία του «Ο "αριστερισμός” παιδική αρρώστια του κομμουνισμού», ο Λένιν τονίζει ότι «για την επανάσταση πρέπει πρώτα να πετύχουμε ώστε η πλειοψηφία των εργατών (η πάντως η πλειοψη- φία των συνειδητών, των σκεπτόμενων και των πολιτικά δραστήριων εργατών) να καταλάβει πέρα για πέρα την ανάγκη της επανάστασης και να είναι έτοιμη να βαδίσει στο θάνατο γΓ αυτή...2

Όπως βλέπουμε, ο Λένιν μιλάει όχι για την ύπαρξη ή την απουσία του υποκειμένου της επανάστασης, αυτού καθεαυτού, όχι για το επίπεδο ανάπτυξης της συνείδη­σής του, όχι για το βαθμό της οργανωτικότητάς του. αλλά για την ικανότητά του και την ετοιμότητά του για δράση, για την αποφασιστικότητά του να αγωνιστεί. Είναι αυτονόητο (κι αυτό ο Λένιν το τόνισε πάρα πολλές φορές) ότι η οργανωτικότητα, η συνειδητότητα, η ύπαρξη πρωτοποριακής οργάνωσης έχει εξαιρετική σημασία για τη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης. Αυτές, όμως, δεν είναι υποκειμενικές, αλλά αντικειμενι­κές προϋποθέσεις της και δεν επιτρέπεται να τις εξισώνουμε με την ικανότητα, την ετοιμότητα και τη θέληση των μαζών για. επαναστατική δράση. Το να

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα. τόμ. 26, σελ. 221.2. Στο ίδιο. τόμ. 41, σελ. 70.

-5 6 -

εξετάζουμε, ας πούμε, το επίπεδο οργανωτικότητας της τάξης ή της πρωτοπορίας της σαν υποκειμενική προϋπόθεση, σαν «υποκειμενικό παράγοντα», σημαί­νει να υπερτιμάμε τις δυνατότητες της κοινωνικής συ­νείδησης, να υπερβάλλουμε το ρόλο της στην ανά­πτυξη της επαναστατικής διαδικασίας, επομένως, να συνδέουμε με την δραστηριότητα της συνείδησης τέ- τιες προσδοκίες που δεν είναι σε θέση να «δικαιώσει». Αν ανατρέξουμε στα έργα του Λένιν που προαναφέρα- με και ιδιαίτερα στο «Η χρεοκοπία της 2ης Διεθνούς», μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι ανάμεσα στα γνωρί­σματα της επαναστατικής κατάστασης ο Λένιν αναφέ­ρει τη «σημαντική άνοδο... της δραστηριότητας των μαζών... που προσελκύονται τόσο από όλη την κατά­σταση της κρίσης, όσο και από τις ίδιες τις «κορυ­φές», σε αυτοτελή ιστορική «δράση». Και αμέσως εξηγεί: «Χωρίς αυτές τις αντικειμενικές αλλαγές, που δεν εξαρτώνται ούτε από τη θέληση ορισμένων χωρι­στών ομάδων και κομμάτων, αλλά ούτε και από τη θέληση ορισμένων χωριστών τάξεων, η επανάσταση, κατά γενικό κανόνα, δεν μπορεί να γίνει».1 Όπως βλέ­πουμε, «η άνοδος της δραστηριότητας των μαζών» εξετάζεται πολύ δικαιολογημένα από τον Λένιν όχι σαν υποκειμενικό, αλλά σαν αντικειμενικό φαινόμενο, γιατί δεν εξαρτάται από τη θέληση του ίδιου του υπο­κειμένου και υπάρχει ανεξάρτητα από το αν το υποκεί­μενο έχει ή δεν έχει επίγνωση της ανόδου αυτής.

Εξυπακούεται πως το υποκείμενο της επαναστατικής διαδικασίας μπορεί, πρέπει, ή μάλλον είναι υποχρεω­μένο, να κάνει το παν για να υποβοηθά την άνοδο αυτή, να αναπτύσσει τη συνείδηση των μαζών, να

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 26. σελ. 220.

-5 7 -

συσπειρώνει την πρωτοπορία, να ενισχύει τους δε­σμούς της με τις μάζες. Μ' αυτό, όμως, ούτε το επίπε­δο της συνείδησης και της συσπείρωσης, ούτε ο βαθ­μός της σύνδεσης με τις μάζες γίνονται υποκειμενικά φιανόμενα.

Οι υποκειμενικοί όροι της επανάστασης, με την αυ­στηρή σημασία της λέξης, είναι η θέληση, η ικανότη­τα, η ετοιμότητα, η επιδίωξη του υποκειμένου για δράση, που αποσκοπεί στον επαναστατικό μετασχημα­τισμό του κόσμου, καθώς και η ίδια η δραστηριότητα με στόχο την άνοδο του επιπέδου οργανωτικότητας και συνειδητότητας της εργατικής τάξης και των συμμά­χων της, την εξασφάλιση της καθοδήγησης των μαζών από μέρους του επαναστατικού κόμματος της εργατι­κής τάξης ή τη δημιουργία ενός τέτιου κόμματος, όταν δέν υπάρχει.

Οσο για του καρπούς, τα αποτελέσματα της δράσης αυτής, όπως η άνοδος του επιπέδου συνειδητότητας της εργατικής τάξης ή ακόμα η ίδρυση πρωτοπόρας οργάνωσης, η άνοδος της δραστηριότητας των μελών της κλπ. - όλα αυτά δεν ανήκουν πια στις υποκειμενι­κές, αλλά στις αντικειμενικές προϋποθέσεις της επανά­στασης. Πρόκειται για συγκεκριμένη περίπτωση «με­τατροπής του ιδανικού σε πραγματικό» που ο Λένιν υπογράμμισε ιδιαίτερα, μελετώντας την «Επιστήμη της λογικής» του Χέγκελ.1 Η θέληση, η ικανότητα, η ετοιμότητα του υποκειμένου για δράση εκφράζεται σε ορισμένες συγκεκριμένες πράξεις, ενώ οι τελευταίες

1. Ο Β.Ι. Λένιν υπογράμμιζε ότι «η σκέψη για τη μετατρο­πή του ιδανικού σε πραγματικό είναι βαθυστόχαστη: πολύ σπουδαία για την ιστορία» (Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 29. σελ. 104).

-5 8 -

οδηγούν σε ένα ορισμένο αποτέλεσμα. Σ’ αυτό το απο­τέλεσμα βρίσκει την υλοποίησή της η θέληση του υποκειμένου, «προσαρμοσμένη» στις υλικές συνθήκες της δράσης του. Όμως το αποτέλεσμα, εφόσον υπάρ­χει έξω από τη συνείδηση και τη θέληση του υποκει­μένου, προβάλλει πλέον, το επαναλαμβάνουμε, σαν αντικειμενική προϋπόθεση για την παραπέρα δράση του υποκειμένου. Η ταύτιση της δράσης του υποκειμένου με τα αποτε/Μτματα της δράσης αυτής, η θεώρησή τους σαν ισοδύναμων στοιχείων του «υποκειμενικού παρά­γοντα», (για να μην αναφέρουμε τις ερμηνείες, σύμφω­να με τις οποίες ο υποκειμενικός παράγοντας ανάγεται μόνο στα αποτελέσματα της δράσης του υποκειμένου), δυσκολεύει τη συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμέ­νης κατάστασης και τον καθορισμό της βασικότερης κατεύθυνσης του αγώνα, του πιο σημαντικού «κρίκου» του.

Υπάρχουν μια σειρά λόγοι που υποχρεώνουν τον μαρξιστή να χαράξει με πολύ μεγάλη προσοχή μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις αντικειμενικές και υποκειμενικές προϋποθέσεις της επανάστασης και να χπισημάνει το ρόλο των τελευταίων στην ιστορική διαδικασία. Ένας από τους λόγους αυτούς είναι η αναγκαιότητα της καταπολέμησης των βουλησιαρχι- κών τάσεων στο επαναστατικό κίνημα. Η επιδίωξη της καταπιεζόμενης μάζας να μπει όσο το δυνατό γρηγο­ρότερα στο Βασίλειο της Ελευθερίας, ενισχυόμενη από την αποφασιστικότητα και την ανδρεία πολλών επαναστατών, οδηγεί μερικές φορές στην μεγαλοποίη­ση του ρόλου της θέλησης και της συνείδησης του υποκειμένου, δημιουργώντας σ’ ένα τμήμα της επανα­στατικής μάζας (προπαντός στα μη προλεταριακά στρώματα) την εντύπωση πως τάχα το σχετικά χαμηλό

-5 9 -

επίπεδο οργανωτικότητας, συνειδητότητας και ετοιμό­τητας της εργατικής τάξης για επαναστατική δράση είναι άμεσο αποτέλεσμα της «ελλιπούς δουλιάς» της επαναστατικής πρωτοπορίας και ότι αν σήμερα γίνει συστηματική δουλιά, τότε αύριο, μια και υπάρχουν οι υλικές προϋποθέσεις, μπορεί να γίνει επανάσταση. Η θέση αυτή συνδέει την υπέρμετρη προσδοκία με πρά­ξεις επαναστατικής βίας. με την πολιτική της διαπαι­δαγώγησης και αναδιαπαιδαγώγησης και ταυτόχρονα υποτιμά ολοφάνερα τον συντηρητικό ρόλο τέτιων φαι­νομένων, όπως οι παραδόσεις, οι προκαταλήψεις και οι επιβιώσεις των παλιών ηθικών κανόνων, που παρεμ­βάλλονται σαν αντικειμενικό εμπόδιο στην πορεία δη­μιουργίας της νέας κοινωνίας και δεν είναι δυνατό να αρθούν ή να μεταστραφούν μόνο με τη σωστά οργανω­μένη «διαπαιδαγωγική δουλιά».

Πάνω από μισό αιώνα τώρα οι αστοί κριτικοί και οι οπορτουνιστές ισχυρίζονται πως τάχα ο Λένιν υπερτι­μούσε τις υποκειμενικές προϋποθέσεις της σοσιαλιστι­κής επανάστασης και υποτιμούσε τις αντικειμενικές προϋποθέσεις και ότι έτσι ακολούθησε δήθεν το δρόμο της βουλησιαρχίας και του υποκειμενισμού.

Σε όλα τα στάδια εξέλιξης της ρωσικής επανάστα­σης και της παγκόσμιας επαναστατικής διαδικασίας της εποχής του ιμπεριαλισμού ο Λένιν υπογράμμιζε πραγματικά τον ενεργό ρόλο του υποκειμένου και τη μεγάλη σημασία των υποκειμενικών προϋποθέσεων για την πραγματοποίηση των επαναστατικών μετασχημα­τισμών. Σ’ αυτό βρήκαν την έκφρασή τους οι πραγμα­τικές ανάγκες της εποχής, που έθεσε μπροστά στην εργατική τάξη και το κόμμα της το καθήκον της συνει­δητής, ολόπλευρης προετοιμασίας των μαζών για την σοσιαλιστική επανάσταση. Συνοψίζοντας, στα «Υλικά

-6 0 -

για την αναθεώρηση του προγράμματος του Κόμματος» (Απρίλης-Μάης του 1917), την πείρα της επαναστατι­κής ανάπτυξης του παγκόσμιου καπιταλισμού γενικά, ο Λένιν έγραφε: «Και ο εξαιρετικά υψηλός βαθμός ανάπτυξης του παγκόσμιου καπιταλισμού γενικά· και η αντικατάσταση του ελεύθερου συναγωνισμού από το μονοπωλιακό καπιταλισμό' και η προετοιμασία από τις τράπεζες, καθώς και από τις ενώσεις των καπιταλιστών, ενός μηχανισμού για την κοινωνική ρύθμιση του προτσές της παραγωγής και της διανομής των προϊόν­των και η συνδεμένη με την ανάπτυξη των καπιταλιστι­κών μονοπωλίων αύξηση της ακρίβειας και της κατα­πίεσης των καπιταλιστικών συνδικάτων πάνω στην εργατική τάξη, το τεράστιο δυσκόλεμα του οικονομικού και πολιτικού της αγώνα- και οι φρικαλαιότητες, τα δεινά, η καταστροφή, η εξαγρίωση που γεννά ο ιμπε­ριαλιστικός πόλεμος - όλα αυτά κάνουν την βαθμίδα ανάπτυξης που έχει φτάσει σήμερα ο καπιταλισμός, εποχή της προλεταριακής, της σοσιαλιστικής επανά­στασης.

Η εποχή αυτή άρχισε....ΓΥ αυτό στην ημερήσια διάταξη της εποχής που

ζούμε μπαίνει, λόγω των αντικειμενικών συνθηκών, η ολόπλευρη άμεση προετοιμασία του προλεταριάτου για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας, με σκοπό την εφαρμογή των οικονομικών και πολιτικών μέτρων που αποτελούν το περιεχόμενο της σοσιαλιστικής επανά­στασης».1

Τονίζοντας, ωστόσο, τη σημασία των υποκειμενικών προϋποθέσεων, ο Λένιν δεν ξεχνούσε ποτέ τις αντικει­μενικές προϋποθέσεις της επανάστασης, πράγμα που

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 32. σελ. 139-140.

-6 1 -

θρήκε την άμεση έκφρασή του στο «νόμο της επανά­στασης». που διατύπωσε ο ίδιος, στο νόμο της ενότη­τας αντικειμενικών και υποκειμενικών προϋποθέσεων, σαν απαραίτητο όρο για τη νίκη της.

Πρέπει να υπογραμμίσουμε ιδιαίτερα ότι ο Λένιν, όταν μιλούσε για τις υποκειμενικές προϋποθέσεις της επανάστασης, (αυτό μπορεί να το δει κανείς στις πα­ραπομπές που προαναφέραμε) δεν συμπεριελάμβανε ανάμεσά τους τις προϋποθέσεις που αποτελούν την υλοποίηση της θέλησης του υποκειμένου, γιατί τις θεωρούσε δικαιολογημένα προϋποθέσεις αντικει­μενικές.

Αναλύοντας τις υποκειμενικές προϋποθέσεις της επανάστασης, θα πρέπει να κάνουμε μια διευκρίνιση περισσότερο ορολογίας παρά περιεχομένου, που όμως είναι σημαντική για να-γίνει κατανοητή η ουσία της υπόθεσης. Στις μαρξιστικές μελέτες πήρε μεγάλη διά­δοση ο όρος «υποκειμενικός παράγοντας» της επανά­στασης. που σε διάφορες περιπτώσεις αποκτά διαφο­ρετικό περιεχόμενο. Κατά κανόνα, ο όρος αυτός δεν υποδηλώνει μόνο τις υποκειμενικές (με την αυστηρή σημασία της λέξης), αλλά και ορισμένες αντικειμενι­κές προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης, που συνδέονται με τα αποτελέσματα της δραστηριότη­τας του υποκειμένου, ενώ σε μερικές περιπτώσεις σχε­τίζονται και με το ίδιο το υποκείμενο της επαναστατι­κής διαδικασίας, πριν απ' όλα με τις μαζικές οργανώ­σεις των εργαζομένων. Φαίνεται πως η χρησιμοποίη­ση του όρου αυτού είναι δικαιολογημένη, μια που μ' αυτόν θέλουν να υποδηλώσουν σε γενικευμένη μορφή, το ρόλο του υποκειμένου - της προσωπικότητας, της ομάδας, της τάξης και του Κόμματος - στην προετοι­μασία και την πραγματοποίηση της σοσιαλιστικής

-6 2 -

επανάστασης, καθώς και τις ιδιότητες που πρέπει να έχει το υποκείμενο, όπως η συνειδητότητα, η οργανω- τικότητα, η συσπείρωση κλπ.

Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή πρέπει να κάνουμε το διαχωρισμό ανάμεσα στις «υποκειμενικές προϋπο­θέσεις» και τον «υποκειμενικό παράγοντα» της επανά­στασης και να μην εξισώνουμε τον τελευταίο με τις αντικειμενικές προϋποθέσεις.

8. Ο «ΒΑΣΙΚΟΣ Ν Ο Μ Ο Σ Τ Η Σ ΕΠΑ Ν Α ΣΤΑ ΣΗ Σ» ΚΑΙ Τ Ο Π ΡΟ ΒΛ Η Μ Α

Τ Η Σ ΕΠ Α Ν Α ΣΤΑ ΤΙΚ Η Σ ΒΙΑΣ

Όπως ειπώθηκε ήδη, η επανάσταση μπορεί να νική­σει μόνον όταν υπάρχει ενότητα αντικειμενικών και υπο­κειμενικώ ν προϋποθέσεων. Ο Λένιν δεν προσδιορίζει το βαθμό της ενότητας που εξασφαλίζει την επιτυχία της επανάστασης. Και τούτο δεν είναι τυχαίο, γιατί ο βαθ­μός αυτός δεν αποτελεί σταθερό μέγεθος και δεν είναι δυνατό να προκαθοριστεί, αλλά φανερώνεται κάθε φορά στην πορεία επιδείνωσης της πανεθνικής κρίσης, επι­τρέποντας στην επαναστατική πρωτοπορία να καθορί­σει πότε ακριβώς πρέπει ν’ αρχίσουν οι δραστήριες ενέργιες που θα οδηγήσουν την επανάσταση στη νίκη. Εδώ αποκαλύπτεται σαφέστερα η ορθότητα των λόγων του Λένιν ότι η επανάσταση δεν είναι μόνο επιστήμη, αλλά και τέχνη και ότι η πετυχημένη καθοδήγηση του επαναστατικού αγώνα προϋποθέτει άριστη γνώση των νόμων του και της διαλεκτικής, πρακτική πείρα και διαίσθηση. Ο Λένιν υποστηρίζει διαρκώς ότι η επανά­σταση είναι μια δημιουργική διεργασία, η οποία συνε­πάγεται και λάθη και αποτυχίες. Το ίδιο έλεγε στην

- 6 3 -

εποχή του και ο Μαρξ. «Να δημιουργείς την παγκό­σμια ιστορία», έγραφε, «θα ήταν, βέβαια, πολύ εύκο­λο, αν η πάλη διεξαγόταν μόνο κάτω από συνθήκες α/ΛνΟαστων ευνοϊκών πιθανοτήτων».1 Στην πραγματι­κότητα, αλλιώς έχουν τα πράγματα. Ο επαναστάτης δεν μπορεί ποτέ να πει εκ των προτέρων με πλήρη βεβαιότητα αν θα μετατραπεί η δοσμένη επαναστατική κατάσταση σε πανεθνική κρίση, αν θα έχουν το προλε­ταριάτο και οι σύμμαχοί του δυνάμεις για να εκμεταλ­λευτούν τις ευνοϊκές αντικειμενικές συνθήκες και να οδηγήσουν την επανάσταση στη νίκη. Αυτό δεν ση­μαίνει καθόλου ότι ο επαναστάτης δεν οφείλει να προ­σπαθεί να σταθμίζει στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό εκ των προτέρων όλες τις πιθανότητες, ούτε ότι πρέπει να ρίχνεται τυφλά στη μάχη, με την ελπίδα ότι στην πορεία της θα μπορέσει να προκαλέσει επαναστατική κρίση. Ό χι, ο προλετάριος επαναστάτης, σε αντίθεση με τον μικροαστό στασιαστή, προσπαθεί να συνυπο­λογίσει τα πάντα στο μέγιστο δυνατό βαθμό και να μη «ρίχνεται στη μάχη», αν πρόκειται να υποστεί ήττα. Όμως, ο προλετάριος επαναστάτης, πρώτον, δεν έχει κάθε φορά τη δυνατότητα να συνυπολογίζει τα πάντα επακριβώς και χωρίς λάθη. και δεύτερο, πρέπει να είναι έτοιμος για την περίπτωση που η πορεία των γεγονότων θα είναι διαφορετική από αυτήν που υπο­λόγιζε.

Η επαναστατική τάξη πρέπει να αποφεύγει όσο γί­νεται τις δυναμικές εκδηλώσεις, όταν η αντικειμενική πορεία των γεγονότων δεν εγγυάται την επιτυχία των επαναστατικών ενεργειών, δηλαδή όταν η αναμέτρηση

I. Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς. Έργα. ρωσ. έκδοση, τομ. 33.σελ. 175.

-6 4 -

θα ήταν πρώιμη και, ενδεχόμενα, θα έθετε σε κίνδυνο την ίδια την ύπαρξη της επαναστατικής πρωτοπορίας ή θα ανέθαλε τον επαναστατικό μετασχηματισμό της κοινωνίας για πολλά χρόνια. Αυτό συνέβη, λόγου χάρη, στη Γαλλία το φθινόπωρο του 1870. «Ο Μαρξ το Σεπτέμβρη του 1870, μισό χρόνο πριν από την Κομμούνα, προειδοποίησε ανοιχτά τους γάλλους ερ­γάτες: μια εξέγερση θα είναι παραφροσύνη, έλεγε στη γνωστή έκκληση της Διεθνούς».1 Μ’ άλλα λόγια, το υποκείμενο της επαναστατικής διαδικασίας οφείλει να παραιτηθεί από το βιασμό της ιστορίας, από τις απόπει­ρες τεχνητής προώθησής της. Δεν πρέπει να «προπορεύ­εται της επαναστατικής εξέλιξης», να την οδηγήσει τεχνητά σε κρίση, να κάνει την επανάσταση αυτοσχε- διασμό, χωρίς την ύπαρξη των αναγκαίων γι’ αυτήν προϋποθέσεων.2 Η βία είναι «μαμμή της ιστορίας»: οδηγεί στο ποθούμενο αποτέλεσμα μόνο όταν το “’έμβρυο” έχει ήδη ωριμάσει, ενώ σε αντίθετη περί­πτωση μπορεί να φέρει το αντίθετο αποτέλεσμα. Στην παραδοχή της αλήθειας αυτής βρίσκεται μια από τις ουσιαστικές διαφορές του μαρξισμού-λενινισμού από τον μικροαστικό επαναστατισμό που διαδόθηκε αρκε­τά πλατιά στη δεκαετία του 1960-1970 ανάμεσα σε ορισμένα στρώματα εργαζομένων των καπιταλιστικών χωρών και βρήκε την πιο ξεκάθαρη θεωρητική του διατύπωση στα δημοφιλή εκείνα τα χρόνια έργα των X. Μαρκούζε, Φ. Φανόν, Ρ. Ντεμπρέ και άλλων φιλοσόφων, κοινωνιολόγων και πολιτικών.

1. Β.Ι. Λένιν. Άπαντα, τόμ. 14. σελ. 391.2. Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς, Έργα. ρωσ. έκδοση, τόμ. 7, σελ. 287-288.

5-0912 -6 5 -

Τί πρέπει να κάνει, όμως, η επαναστατική πρωτοπο­ρία, όταν η μαζική αγανάκτηση ξεχείλισε αυθόρμητα, παρά και ενάντια σε όλες τις προειδοποιήσεις και προφυλάξεις, και μετατράπηκε σε ισχυρό κίνημα, ενάντια στο υφιστάμενο σύστημα; Τί πρέπει να κάνει η επαναστατική τάξη, όταν η ιστορία την «εξαναγκά­ζει» ακριβώς «εδώ και τώρα» να βγει στα οδοφράγματα και να προσπαθήσει να πάρει την εξουσία στα χέρια της, παρ’ όλο που «κάπου αλλού» υπάρχουν γΓ αυτό πιο ευνοϊκές προϋποθέσεις; Ας δούμε τι λέει γι’ αυτό η ιστορία, η ιστορία της Παρισινής Κομμούνας και των επαναστατικών γεγονότων στις αρχές του 20ού αιώνα.

Ενώ το Σεπτέμβρη του 1870 ο Μαρξ απέτρεπε το γαλλικό προλεταριάτο από την αναμέτρηση, που σ’ εκείνες τις συνθήκες, σύμφωνα με την πεποίθησή του, ήταν «παραφροσύνη», τον Απρίλη του 1871, «βλέπον­τας το λαϊκό μαζικό κίνημα», ο ίδιος «φέρνεται απέ- ναντί του με τη μεγαλύτερη προσοχή ανθρώπου που μετέχει στα μεγάλα γεγονότα, τα οποία σημαίνουν ένα βήμα προς το κοσμοϊστορικό επαναστατικό κίνημα».1

Ο Μαρξ υποστήριζε τους κομμουνάρους του Παρι­σιού «που εφορμούσαν στα ουράνια», γιατί καταλά­βαινε πολύ καλά ότι την τελευταία λέξη θα την πουν οι ίδιες οι μάζες, ότι τώρα, εφόσον εκδηλώθηκαν πια, θα ήταν προδοσία της επανάστασης να παρεμποδι­στούν από τις αποφασιστικές ενέργειες. Απεναντίας, στις νέες συνθήκες, επιθαλόταν να γίνει παν το δυνα- τόν για να κακτηθεί η νίκη, έστω κι αν δεν φαινόταν πολύ πιθανή, ή τουλάχιστον να δημιουργηθεί ένα ορ­μητήριο για νέα επίθεση ενάντια στο κεφάλαιο, να προετοιμαστούν οι μάζες για νέες μάχες.

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 14, σελ. 391.

Συνάγεται, όμως. απ' εδώ ότι ο μαρξιστής επαναστά­της είναι υποχρεωμένος να υποστηρίζει ασυζητητί οποιοδήποτε κίνημα, το οποίο αυτοκαλείται αντικαπι- ταλιστικό. συγκεκριμένα, τις εκδηλώσεις των αριστερί- στικων-ριζοσπαστικών ομάδων: Ασφαλώς όχι. Η υπο­στήριξη της Παρισινής Κομμούνας από τους κλασι­κούς του μαρξισμού είναι υποστήριξη κινημάτων, που όχι μόνο είχαν μαζικό χαρακτήρα κι ήταν προλεταριακά ως προς την κοινωνική τους σύνθεση και κατεύθυνση, αλλά και εφάρμοζαν στην πορεία της πάλης πρακτικά μέτρα, τα οποία υπόσκαπταν τη δικτατορία της κυρίαρ­χης τάξης, άνοιγαν το δρόμο για την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας από το προλεταριάτο και δημιουρ­γούσαν ευρείες προοπτικές για την παραπέρα ανάπτυξη της επαναστατικής διαδικασίας. Αλλο πράγμα ήταν οι εκδηλώσεις των αριστερίστικων-ριζοσπαστικών ομά­δων της δεκαετίας του 60-70. Ούτε στην Γαλλία, ούτε στην Ιταλία, ούτε στις άλλες χώρες, όπου σημειώθηκαν οι εκδηλώσεις αυτές, επικρατούσε επαναστατική κατά­σταση. ή υπήρχαν υποκειμενικές συνθήκες για επανά­σταση. Σ' αυτές τις περιπτώσεις, η προσπάθεια των κομμουνιστών να ωθήσουν την εργατική τάξη στα οδοφράγματα, όπως ζητούσαν οι αριστερορεφορμιστές ηγέτες, θα μπορούσε να είχε. όπως τονιζόταν στα ντοκουμέντα του ΓΚΚ, του IKK και σειράς άλλων αδελφών κομμάτων, πολύ βαριές συνέπειες τόσο για την εργατική τάξη. όσο και για τους κομμουνιστές των αντίστοιχων χωρών.

Ο Ένγκελς, όπως είναι γνωστό, προειδοποιούσε τους προλετάριους επαναστάτες να μην προσπαθήσουν να καταλάβουν την εξουσία, αν δεν υπάρχουν οι απαραίτη­τες υλικές προϋποθέσεις του νέου κοινωνικού συστήμα­τος. αν δεν υπάρχουν οι απαραίτητες συνθήκες για

- 6 7 -

επανάσταση, αν το κίνημα δεν έχει ωριμάσει αρκετά για την κυριαρχία της τάξης που εκπροσωπεί και την εφαρμογή μέτρων που θα εξασφάλιζαν αυτή την κυριαρ­χία. Ο Ένγκελς, όμως. καταλάβαινε πολύ καλά ότι η λογική της πάλης μπορεί να επιβάλει την αναγκαιότητα κατάληψης της εξουσίας σε παρόμοιες συνθήκες. Οπό­τε ο προλετάριος επαναστάτης δεν έχει να κάνει τίποτα άλλο, από το να προσπαθήσει, αφού καταλάβει την εξουσία, να πραγματοποιήσει κοινωνικούς, πολιτικούς και οικονομικούς μετασχηματισμούς που οδηγούν στην εγκαθίδρυση του νέου κοινωνικού συστήματος.

Αναλύοντας την επαναστατική διαδικασία στη Ρωσία και την Ευρώπη στα τέλη της 1 ης δεκαετίας του 20ού αιώνα, ο Λένιν τόνιζε επανειλημμένα ότι σε μερικές ευρωπαϊκές χώρες είχαν ωριμάσει τότε, σε μεγαλύτερο βαθμό απ' ότι στη Ρωσία, οι υλικές προϋποθέσεις του σοσιαλισμού. Και μετά τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης, ιδιαίτερα στο έργο του «Ο "αριστερι­σμός’’ παιδική αρρώστεια του κομμουνισμού», ο Λένιν υπογράμμιζε και πάλι ότι αν σε σύντομο χρονικό διάστημα νικήσει η προλεταριακή επανάσταση «σε μια από τις προηγμένες χώρες», «η Ρωσία λίγο καιρό ύστερα απ’ αυτή τη νίκη θα είναι πια όχι υποδειγματική, αλλά πάλι καθυστερημένη (από “σοβιετική” και σοσια­λιστική άποψη) χώρα».1 Η ιστορία, όμως, πήρε τέτια τροπή, που η δυνατότητα κατάληψης της εξουσίας δημιουργήθηκε όχι για την εργατική τάξη των δυτι­κοευρωπαϊκών χωρών, αλλά για το ρωσικό προλεταριά­το, ενώ νέες χώρες μπήκαν στο δρόμο του σοσιαλισμού (εκτός από τη Μογγολία) λίγες δεκαετίες αργότερα. Τι έπρεπε να κάνει στις συνθήκες αυτές το προλεταριάτο

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 41, σελ. 3-4.

- 68-

της Ρωσίας; Να παραιτηθεί από την κατάληψη της εξουσίας, ή κατακτώντας την για ένα ορισμένο χρονι- κάο διάστημα, να την «παραδόσει», μόλις άρχισε να διαφαίνεται ότι στο «κατώφλι» του σοσιαλισμού δεν βρίσκονται άλλες χώρες; Στα ερωτήματα αυτά. που είχαν όχι μόνο ιστορική, αλλά και μεγάλη πρακτική- μεθοδολογική σημασία, ο Λένιν αναφέρθηκε πολλές φορές στην περίοδο μετά τον Οκτώθρη. Έτσι, στην εισήγηση για την εξωτερική πολιτική, που έκανε στην κοινή συνεδρίαση της ΠΚΕΕ και του Σοβιέτ Μόσχας, στις 14 του Μάη 1918, ο Λένιν τόνισε: «... δεν ξεχνάμε τις αδυναμίες της εργατικής τάξης της Ρωσίας σε σύ­γκριση με τα άλλα τμήματα του διεθνούς προλεταριά­του. Δεν είναι η θέλησή μας, μα οι ιστορικές συνθή­κες, η κληρονομιά του τσαρικού καθεστώτος, η πλαδα- ρότητα της ρωσικής αστικής τάξης, που έκαναν να βρεθεί το τμήμα αυτό μπροστά απ’ τα άλλα τμήματα του διεθνούς προλεταριάτου, και όχι γιατί αυτό το θέλαμε εμείς, αλλά γιατί το απαιτούσαν οι περιστά­σεις. Εμείς, όμως, συνέχισε ο Λένιν, πρέπει να μείνου­με στις θέσεις μας, ώσπου να έρθει ο σύμμαχός μας, το διεθνές προλεταριάτο, που θα καταφθάσει, και θα κα- ταφθάσει οπωσδήποτε, μα που έρχεται με βραδύτητα ασύγκριτα μεγαλύτερη, απ’ ό,τι το περιμένουμε και το θέλουμε».1

Την περιφρούρηση των κατακτήσεων της ρωσικής επανάστασης και την παραπέρα ανάπτυξή της, ο Λένιν τη θεωρεί όχι μόνο χρέος της εργατικής τάξης και του Κομμουνιστικού Κόμματος απέναντι στους λαούς της Ρωσίας, αλλά και διεθνιστική υποχρέωση του προλε­ταριάτου της Ρωσίας, όρο για την παραπέρα ανάπτυξη

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 36, σελ. 340-341.

- 6 9 -

της παγκόσμιας επαναστατικής διαδικασίας. Και αυτό. παρ' όλο που η συνέχιση της επανάστασης και η οικοδόμηση του σοσιαλισμού στη Ρωσία γίνονταν σε αφάνταστα δύσκολες συνθήκες.

Στην εποχή μας, το προλεταριάτο των αναπτυσσόμε­νων ή των υπανάπτυκτων χωρών, όταν πάρει την εξουσία στα χέρια του, μπορεί να υπολογίζει όχι μόνο στις δικές του δυνάμεις και στην υποστήριξη του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος, αλλά και στη βοήθεια των χωρών της σοσιαλιστικής κοινότητας. Είναι αυτονόητο, ότι αυτό δεν απαλλάσσει τους κομ­μουνιστές της αντίστοιχης χώρας από την υποχρέωση να σταθμίσουν με όλη την ευθύνη την εσωτερική κατάσταση και να μη προθούν σε βήματα που ενδέχε­ται να θέσουν σε κίνδυνο την υπόθεση της επανά­στασης.

9. Ο Ι Κ ΙΝ Η Τ Η ΡΙΕ Σ ΔΥΝΑΜ ΕΙΣ Τ Η Σ ΕΠ Α Ν Α ΣΤΑ ΣΗ Σ

Η σοσιαλιστική επανάσταση είναι λαϊκή επανάστα­ση. Ό χ ι μόνο γιατί γίνεται προς το συμφέρον της «τεράστιας πλειοψηφίας του λαού», αλλά και γιατί πραγματοποιείται από την ίδια αυτή την π/χιοψηφία, που προσελκύεται στον άλφα ή βήτα βαθμό στο γιγάντιο έργο των κοινωνικών μετασχηματισμών. Στα τέλη του 19ου αιώνα, ο Ένγκελς έγραφε σχετικά: « Έ χει περάσει ο καιρός των αιφνίδιων επιθέσεων, των επαναστάσεων που πραγματοποιούσε μια ολιγάριθμη συνειδητή μειοψηφία, μπαίνοντας επικεφαλής των ασυνείδητων μαζών. Εκεί, όπου πρόκειται για πλήρη μετασχηματισμό του συστήματος, οι μάζες οι ίδιες πρέπει να παίρνουν μέρος σ’ αυτόν, οι ίδιες οφείλουν

-7 0 -

να καταλαβαίνουν γιατί διεξάγεται η πάλη, γιατί χύ­νουν το αίμα τους και θυσιάζουν τη ζωή τους».1

Ποια, όμως, από τις λαϊκές δυνάμεις, ποια από τις κοινωνικές τάξεις παίζει τον ηγετικό ρόλο στη σοσια­λιστική επανάσταση, συσπειρώνει και κατευθεύνει. οργανώνει το λαό για το γκρέμισμα της εξουσίας της αστικής τάξης και την οικοδόμηση της νέας κοινω­νίας; Η ανάλυση της κοινωνικής διάρθρωσης και των τάσεων ιστορικής ανάπτυξης της καπιταλιστικής κοι­νωνίας οδήγησε τον Μαρξ και τον Ένγκελς στο συ­μπέρασμα ότι ένα τέτιο ρόλο μπορεί να παίξει μόνο η εργατική τάξη που την εκμεταλλεύεται η αστική τάξη. μόνο το προλεταριάτο. «Απ’ όλες τις τάξεις, που τού­τη τη στιγμή βρίσκονται αντιμέτωπες στην αστική τάξη - έγραφαν το 1848, στο «Μανιφέστο του Κομ­μουνιστικού Κόμματος» - μόνο το προλεταριάτο είναι τάξη αληθινά επαναστατική. Οι άλλες τάξεις χάνονται κι εξαφανίζονται από τη μεγάλη βιομηχανία, ενώ το προλεταριάτο είναι το πιο χαρακτηριστικό προϊόν της».2

Η επαναστατικότητα του προλεταριάτου προκαθορί­ζεται πριν απ’ όλα από το Είναι του, από τη θέση που κατέχει στο σύστημα των σχέσεων της αστικής κοινω­νίας. Αυτό ισχύει και για την περίοδο που το προλετα­ριάτο, λόγω της ανεπαρκούς ανάπτυξής του, δεν είναι ακόμα συνειδητό ή δεν έχει πλήρη συναίσθηση της πραγματικής του θέσης και, από την άποψη αυτή, πα­ραμένει «τάξη καθ’ εαυτή».

1. Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς, Έργα, ρωσ. έκδοση, τόμ. 22, σελ. 544.2. Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς, Μανιφέστο του Κομμουνιστι­κού Κόμματος, Έκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 33.

- 7 1 -

Χαρακτηρίζοντας αυτό το χάσμα ανάμεσα στη συ­νείδηση και το Είναι του προλεταριάτου, που μόλις άρχισε να βγαίνει στο προσκήνιο της ιστορίας και δεν έχει μεγάλη πείρα ταξικών αγώνων ενάντια στην αστι­κή τάξη. ο Μαρξ και ο Ένγκελς τόνισαν ότι «δεν έχει σημασία το τι θεωρεί τώρα σκοπό του ο ένας ή ο άλλος προλετάριος, ή ακόμα και όλο το προλεταριάτο. Σημασία έχει τί αντιπροσωπεύει το προ/χταριάτο στην πραγματικότητα και τι, σύμφωνα με το Είναι του. οφεί­λει ιστορικά να κάνει. Το σκοπό του και τον ιστορικό του προορισμό τον δείχνει ολοκάθαρα και άμεσα η ίδια η θέση που κατέχει στη ζωή. καθώς και η όλη οργάνωση της σύγχρονης αστικής κοινωνίας».1

Είναι αυτονόητο πως η άνοδος του βαθμού ωρίμαν- σης του προλεταριάτου, η μετατροπή του από «τάξη καθ’ εαυτή» σε «τάξη για τον εαυτό της» που όχι μόνο «εργάζεται» αντικειμενικά για το σοσκι/ ιαμό. αλλά και εκπληρώνει συνειδητά την ιστορική του αποστο­λή. κάνει την πάλη του πιο αποτελεσματική, βοηθών­τας το να παίξει το ρόλο του οργανωτή και ηγέτη των εργαζομένων.

Το συμπέρασμα του Μαρξ και του Ένγκελς για την ιστορική αποστολή του προλεταριάτου, που έβγαλαν στα μέσα του 19ου αιώνα, επιβεβαιώθηκε από την με- τέπειτα ανάπτυξη της καπιταλιστικής κοινωνίας και της επαναστατικής διαδικασίας. Το προλεταριάτο πα- ρέμεινε η μοναδική τάξη που, στο βαθμό ανάπτυξης του καπιταλισμού, ανέβαινε και ποσοτικά, δηλαδή διεύρυνε τις διαστάσεις του, και ποιοτικά (παρόλο που η άνοδος αυτή δεν γινόταν ευθύγραμμα και παντού).

I . Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς. Έργα. ρωσ. έκδοση, τόμ. 2,σελ. 40.

- 7 2 -

δηλαδή μετατρεπόταν σε «τάξη για τον εαυτό της», σε συνειδητό υποκείμενο της ιστορικής δημιουργίας. Κα­θορίζοντας τη θέση της εργατικής τάξης στην καπιτα­λιστική κοινωνία της εποχής του ιμπεριαλισμού, ο Λένιν χαρακτηρίζει το προλεταριάτο σαν ιδιαίτερη τάξη, «που όι οικονομικοί όροι της ύπαρξής του το προετοιμάζουν» για την ανατροπή της κυριαρχίας της αστικής τάξης, «του δίνουν τη δυνατότητα και τη δύ­ναμη να την πραγματοποιήσει. Ενώ η αστική τάξη, από τη μια μεριά, κατατεμαχίζει και διασκορπίζει την αγροτιά και όλα τα μικροαστικά στρώματα, από την άλλη, συσπειρώνει, συνενώνει και οργανώνει το προ­λεταριάτο. Μόνο το προλεταριάτο είναι ικανό -χάρη στον οικονομικό του ρόλο που παίζει στη μεγάλη πα­ραγωγή- να είναι ο αρχηγός όλων των εργαζομένων και εκμεταλλευομένων μαζών, που η αστική τάξη τις εκμεταλλεύεται, τις καταπιέζει, τις συνθλίβει συχνά όχι λιγότερο, αλλά και περισσότερο από τους προλε­τάριους, οι οποίες όμως δεν είναι σε θέση να διεξά­γουν έναν αυτοτελή αγώνα για την απελευθέρωσή τους».1

Πρέπει να πούμε πως ούτε ο Μαρξ, ούτε ο Ένγκελς, ούτε ο Λένιν εξιδανίκευαν ποτέ το προλεταριάτο. Εί­χαν επίγνωση ότι η καπιταλιστική καταπίεση, η σκλη­ρή εκμετάλλευση και η ιδεολογική επίθεση της αστι­κής τάξης δεν μπορούν να περάσουν χωρίς να αφή- σουν ίχνη. Οι συνθήκες στις οποίες βρίσκεται δεν επιτρέπουν στο προλεταριάτο να επεξεργαστεί μόνο του την επαναστατική θεωρία. Η θεωρία αυτή πρέπει να εισαχθεί στις γραμμές της εργατικής τάξης από τους επαναστάτες-θεωρητικούς. Για το προλεταριάτο

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 33, σελ. 25-26.

- 7 3 -

είναι κλειστοί οι δρόμοι που οδηγούν στις κορυφές του πολιτισμού και της επιστήμης. ΓΥ αυτό υστερεί, ως προς το πολιτιστικό-μορφωτικό του επίπεδο, από την αστική τάξη. Το προλεταριάτο είναι παραγκωνι­σμένο από τη διεύθυνση της κοινωνίας, και γι' αυτό δεν διαθέτει την πείρα διεύθυνσης των περίπλοκων κοινωνικών συστημάτων που διαθέτει η αστική τάξη. Όλα αυτά σημαίνουν ότι το προλεταριάτο οφείλει να κάνει τεράστια, εντατική δουλιά και για την κατάχτη­ση της επαναστατικής θεωρίας, και για την αφομοίω­ση του πολιτισμού, και για τη συσσώρευση πείρας διεύθυνσης της κοινωνίας, ώστε να προετοιμασθεί για την επιτυχή εκπλήρωση της ιστορικής του αποστο­λής, μια δουλιά που μπορεί να διαρκέσει πολλά χρόνια.

Το προλεταριάτο, όμως, κι αυτή είναι η ουσία της υπόθεσης, διαθέτει, χάρη στη θέση που κατέχει στην κοινωνία, τα απαιτούμενα προσόντα για να παίξει το ρόλο του ηγέτη των επαναστατικών μαζών, ώστε να απαλλάξει τελικά την ανθρωπότητα από την καταπίε­ση του κεφαλαίου.

Η σοσιαλιστική επανάσταση, λοιπόν, είναι λαϊκή επανάσταση, στην οποία το προλεταριάτο παίζει το ρόλο του ηγεμόνα, δηλαδή της κοινωνικής δύναμης που οργανώνει και καθοδηγεί τις άλλες δυνάμεις, οι οποίες αποτελούν την κοινωνική βάση της επανάστα­σης., Και μάλιστα, όπως απόδειξε ο Λένιν, στην εποχή του ιμπεριαλισμού, όταν στο σύνολο του καπιταλιστι­κού συστήματος έχουν ωριμάσει οι υλικές προϋποθέ­σεις της σοσιαλιστικής επανάστασης, και όταν η πά­λη για τη δημοκρατία συνυφαίνεται στενά με την πά­λη για το σοσιαλισμό, το προλεταριάτο είναι ικανό να παίζει το ρόλο του ηγεμόνα στο στάδιο όχι μόνο της

-7 4 -

σοσιαλιστικής, αλλά και της αστικοδημοκρατικής επανάστασης, που προηγείται.

Ποιος είναι, όμως, ο σύμμαχος του προλεταριάτου στην επανάσταση; Ο Μαρξ και ο Ένγκελς θεωρούσαν τέτιο σύμμαχο πριν απ’ όλα την αγροτιά. Κλείνοντας συμμαχία με την αγροτιά, η προλεταριακή επανάστα­ση, σύμφωνα με την παραστατική έκφραση του Μαρξ, «αποκτά τη χορωδία, χωρίς την οποία το σόλο της σε όλες τις αγροτικές χώρες θα μετατραπεί σε κύκνιο άσμα».1

Η ιδέα της επαναστατικής συμμαχίας του προλετα­ριάτου και της αγροτιάς βρήκε την παραπέρα θεωρητι­κή επεξεργασία της στα έργα του Λένιν. Ο Λένιν θεωρούσε τη συμμαχία αυτή εγγύηση για τη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης τόσο στη Ρωσία, όσο και στις άλλες χώρες, όπου η αγροτιά αποτελεί την πλειο­νότητα ή ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού. Παίρ­νοντας υπόψη την κοινωνική ανομοιογένεια της αγρο­τιάς, ο Λένιν τόνιζε ότι, ενώ σε ένα από τα στάδια της επανάστασης μπορεί να ακολουθήσει το προλεταριάτο όλη η αγροτιά ή τουλάχιστον η βασική της μάζα, σε άλλα στάδια μπορεί να υποστηρίξουν το προλεταριά­το περιορισμένα (πρώτα απ’ όλα τα φτωχότερα) στρώ­ματα. Ο Λένιν ωστόσο, όπως και ο Μαρξ, δεν έδενε ούτε τα δικά του χέρια, ούτε τα χέρια των επόμενων γενεών επαναστατών θεωρητικών με αυστηρές προδια­γραφές και «συνταγές» για τη σύνθεση των ταξικών συμμαχιών, πιστεύοντας πως και στο ζήτημα αυτό οι επερχόμενες επαναστάσεις μπορεί να δόσουν σε μεγά­λο βαθμό κάτι το νέο και το ιδιαίτερο.

I. Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς, Έργα, ρωσ. έκδοση, τόμ. 3,σελ. 607.

- 7 5 -

Οι ταξικοί αγώνες του 19ου ακόμα αιώνα απέδειξαν ότι, παράλληλα με την αγροτιά, μπορεί να είναι σύμ­μαχοι του προλεταριάτου στην επανάσταση οι μικροα­στοί των πόλεων, οι υπάλληλοι κι ένα τμήμα της δια­νόησης, που είτε υιοθετούν τις θέσεις του προλεταριά­του, είτε εμμένουν στις θέσεις τους, όμως το υποστη­ρίζουν στην πάλη ενάντια στον κοινό εχθρό.

Οι αλλαγές στην ταξική διάρθρωση της καπιταλι­στικής κοινωνίας που έγιναν τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά που σχετίζονται τόσο με την ανάπτυξη του κρα- τικομονοπωλιακού καπιταλισμού, όσο και με την επι- στημονικοτεχνική επανάσταση, η κοινωνική πολιτική της αστικής τάξης και η σχετική άνοδος του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων στις αναπτυγμένες καπιτα­λιστικές χώρες, όλα αυτά στάθηκαν για τους αστούς μεταρρυθμιστές και τους αριστεριστές ριζοσπάστες θεωρητικούς αφορμή να υποστηρίξουν ότι το προλε­ταριάτο αφομοίωσε τάχα τις αστικές αξίες και ανά­γκες, «ενσωματώθηκε» στο καπιταλιστικό σύστημα, άρα έχασε τον επαναστατικό ρόλο που έπαιζε κάποτε κι έπαψε να είναι ο ηγεμόνας της επανάστασης. Στη δεκαετία 1960-1970 οι αριστεριστές ριζοσπάστες θεω­ρητικοί πρόθαλλαν τη θέση ότι το ρόλο του ηγεμόνα μπορεί να τον διεκδικεί σήμερα η νεολαία (κυρίως η φοιτητική) και η διανόηση. Οι ισχυρισμοί αυτοί στη­ρίζονταν στην απολυτοποίηση μερικών φαινομένων και τάσεων της μεταπολεμικής περιόδου, και συγκε­κριμένα, της ανόδου του βιοτικού επιπέδου των εργα­ζομένων στις καπιταλιστικές χώρες. Η άνοδος αυτή -που οι κομμουνιστές δεν την αρνούνται- δεν μπορού­σε να μη σπείρει σε ένα μέρος της εργατικής τάξης ρεφορμιστικές αυταπάτες, που καλλιεργούσε εντατικά όχι μόνο η αστική τάξη, αλλά μερικές φορές και η

-7 6 -

ηγεσία των συνδικάτων. Είναι επίσης αλήθεια ότι, στις συνθήκες της επιστημονικοτεχνικής επανάστα­σης, έχουν διευρυνθεί τα πλαίσια της εργατικής τά­ξης, συμπεριλαμθάνοντας στις γραμμές της νέες κατη­γορίες μισθωτών εργαζομένων, έτσι που άρχισε να παρουσιάζει μια πιο σύνθετη και εσωτερικά πιο ανο- μοιογενή κοινότητα, ενώ ανάμεσα στα διάφορα τμήμα­τά της προέκυψαν διαφορές στις απόψεις, στο βαθμό κοινωνικής δραστηριότητας κλπ.

Σημαίνει, όμως, αυτό ότι η εργατική τάξη εξισώθη­κε, ως προς τις ανάγκες της, με την αστική τάξη και η μάζα της αστικοποιήθηκε; Η ότι οι σχέσεις ανάμεσα στην αστική τάξη και το προλεταριάτο προσέλαβαν μη ανταγωνιστικό χαρακτήρα; Οπωσδήποτε όχι! Το προλεταριάτο ούτε παλιότερα ήταν ομοιογενές. Ο Λέ­νιν έγραφε σχετικά ότι «ο καπιταλισμός δεν θα ήταν καπιταλισμός, αν το “καθαρό” προλεταριάτο δεν ήταν περιτρυγυρισμένο από ένα σωρό εξαιρετικά πολύμορ­φους μεταβατικούς τύπους απ’ τον προλετάριο ως τον μισοπρολετάριο... αν μέσα στο ίδιο το προλεταριάτο δεν υπήρχαν διαιρέσεις σε περισσότερο και λιγότερο αναπτυγμένα στρώματα, διαιρέσεις τοπικές, επαγγελ­ματικές, κάποτε θρησκευτικές κλπ».1

Σήμερα η ανομοιογένεια αυτή μεγαλώνει, μια που η εργατική τάξη συμπληρώνεται με τους εργάτες της αγροτικής οικονομίας (πριν απ’ όλα στις χώρες με μέση ανάπτυξη και τις υπανάπτυκτες), με ένα μέρος των υπαλλήλων, των τεχνικών στελεχών και των δια­νοουμένων, που δεν έχουν ακόμα ξεκόψει συναισθημα­τικά και ψυχολογικά απ’ το κοινωνικό τους παρελθόν. Οι «νεοσύλλεκτοι», όπως τους αποκαλούσε ο Λένιν,

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 41, σελ. 58-59.

- 7 7 -

δεν αποκτούν αμέσως προλεταριακή συνείδηση και δεν τηρούν σε όλα τα ζητήματα συνεπή προλεταριακή στάση. Χρειάζεται καιρός και εμπειρία ταξικών αγώνων για να αφομοιώσουν την προλεταριακή ιδεολογία, να συσπειρωθούν γύρω από τον πυρήνα της εργατικής τάξης. Τέτιος πυρήνας, όπως και πριν, παραμένει το βιομηχανικό προλεταριάτο, η θέση του οποίου στην καπιταλιστική κοινωνία δεν έχει αλλάξει από άποψη αρχών. Η εργατική τάξη στο σύνολό της, όπως και πριν, δεν μπορεί να είναι αφέντης ούτε των μέσων παραγω­γής, ούτε του προϊόντος της ίδιας της εργασίας της, ούτε της διεύθυνσης της παραγωγής και ούτε των πολιτικών μοχλών της κοινωνίας. Μ’ άλλα λόγια, όπως και πρώτα, παραμένει τάξη εκμεταλλευόμενη, καταπιε- ζόμενη, βασανιζόμενη, αν και η βία, η καταπίεση, καθώς και η εκμετάλλευση αυτή, σε πολλές περιπτώσεις (σε συνθήκες ειρήνης, τουλάχιστον) είναι καλυμμένη και «πιο ήπια». Κι αυτό σημαίνει ότι διατηρείται η εσωτερική ένταση και οξύνονται οι αντιθέσεις που χαρακτήριζαν πάντα τις σχέσεις ανάμεσα στην αστική τάξη και το προλεταριάτο και που ωθούν το προλετα­ριάτο να επιδιώκει τον επαναστατικό μετασχηματισμό του υφιστάμενου συστήματος.

Όπως και πριν, η εργατική τάξη των καπιταλιστικών χωρών δεν μπορεί να νικήσει την αστική τάξη χωρίς συμμάχους. Στις χώρες όπου η αγροτιά αποτελεί το σημαντικότερο μέρος του πληθυσμού, παραμένει όπως και πρώτα σύμμαχος του προλεταριάτου. Παράλληλα μ’ αυτήν, (αυτό αφορά περισσότερο τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες), σπουδαίο ρόλο στην πάλη του προλεταριάτου για τη δημοκρατία και το σοσιαλισμό μπορούν να παίξουν επίσης η μικροαστική τάξη των πόλεων, οι υπάλληλοι, η διανόηση, δηλαδή οι δυνάμεις

- 7 8 -

που συνήθως ονομάζονται «μεσαία στρώματα».Ο Μαρξ έκανε την υπόθεση, ότι «η μικροαστική

τάξη θα αποτελέσει το συστατικό μέρος όλων των επερχόμενων κοινωνικών επαναστάσεων».1 Την επιβε­βαίωσε η ιστορική διαδικασία. Δεν έγινε σοσιαλιστι­κή επανάσταση, στην οποία να μην πάρει μέρος η μικροαστική τάξη και στην οποία να μην έδειξε τη διπλή της φύση, που καθορίζεται από την ενδιάμεση κοινωνική θέση της στην καπιταλιστική κοινωνία.

Ο μικροαστός είναι ταυτόχρονα και εργαζόμενος και ιδιοκτήτης, και αστός και «λαός». Προσπαθεί «να προκόψει», δηλαδή να γίνει αστός, ή τουλάχιστο να διατηρήσει την ιδιότητα του μικροϊδιοκτήτη, όμως το μεγάλο κεφάλαιο συνέχεια τον πιέζει, τον παραμερί­ζει. Και είτε τον μετατρέπει σε προλετάριο, είτε τον υποτάσσει κάτω απ’ τον έλεγχό του. Είναι αλήθεια, το μεγάλο κεφάλαιο δεν μπορεί ποτέ να παραμερίσει τε­λείως τον μικροαστό, διότι έχει τουλάχιστον ανάγκη από τις υπηρεσίες του σ’ ορισμένες ανεπικερδείς για τα μονοπώλια σφαίρες της παραγωγής και των υπηρε­σιών. Έτσι, συμβάλλει ως ένα βαθμό στην ασταμάτη­τη αναπαραγωγή του μικροεπιχειρηματία, πράγμα που υποχρεώνει τον μικροεπιχειρηματία να συνδέει τις τύ­χες του με το μονοπωλιακό κεφάλαιο. Και όμως η τάση για παραμερισμό του μικροϊδιοκτήτη από τις παραδοσιακές σφαίρες της δράσης του, που εκδηλώνε­ται ολοφάνερα και δυναμικά στις χώρες με μέσο επίπε­δο ανάπτυξης του κεφαλαίου, για περιορισμό της σφαίρας ελεύθερης επειχειρηματικής δραστηριότητάς του και ένταση της εξάρτησής του από το μεγάλο

I. Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς, Έργα, ρωσ. έκδοση, τόμ. 27,σελ. 412.

- 7 9 -

κεφάλαιο, για σχετική χειροτέρευση των συνθηκών ύπαρξης της μικροαστικής τάξης γεννά σ’ αυτήν την αβεβαιότητα για το μέλλον και την ανησυχία. Ο μι­κροαστός προσπαθεί να βρει διέξοδο από την κατά­σταση που διαμορφώθηκε είτε στο δρόμο της απεγνω­σμένης πάλης για τη διατήρηση των θέσων που κατέ­χει, πράγμα που συχνά τον σπρώχνει προς τα δεξιά κι αυτό μπορεί να το αξιοποιήσουν οι αντιδραστικές δυ­νάμεις, είτε στο δρόμο προς τη ριζική αλλαγή της κοινωνίας. Η τάση προς την αλλαγή αυτή κάνει τον μικροαστό μερικές φορές αναρχικό, όμως ταυτόχρονα μπορεί να θεωρηθεί σαν αντικειμενική προϋπόθεση για συμμαχία στην πάλη ενάντια στα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό (στις χώρες που βρίσκονται σε άμε·· ση εξάρτηση από τον ιμπεριαλισμό, λόγου χάρη, στη Λατινική Αμερική) για τον εκδημοκρατισμό της κοι­νωνίας και, προοπτικά, για την πραγματοποίηση ακό­μα των σοσιαλιστικών μετασχηματισμών.

Διπλή και δύσκολη είναι η θέση στην καπιταλιστι­κή κοινωνία και των άλλων «μεσαίων στρωμάτων» που κατέχουν ενδιάμεση θέση ανάμεσα στην αστική τάξη και το προλεταριάτο, πριν απ’ όλα εκείνων των ομά­δων υπαλλήλων που δεν ανήκουν άμεσα ούτε στο προ­λεταριάτο, ούτε στην αστική τάξη. Όπως και οι μι­κροαστοί, ταλαντεύονται κι αυτοί ανάμεσα στις δύο τάξεις, όμως η αντικειμενική τους θέση τους ωθεί πε­ρισσότερο προς το μέρος του προλεταριάτου και τους κάνει δυναμικό σύμμαχό του.

Πρέπει να πούμε δυο λόγια για τη θέση και το ρόλο της διανόησης στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία. Μέχρι πριν από λίγο καιρό η διανόηση αποτελούσε ένα σχετικά ολιγάριθμο κοινωνικό στρώμα και, ως προς τη μάζα της, έμενε έξω από το σύστημα της

- 8 0 -

παραγωγής υπεραξίας. Αυτό έκρυβε από το διανοούμε­νο την πραγματική εξάρτησή του από το κεφάλαιο και του επέτρεπε να αισθάνεται σαν ανεξάρτητος δημιουρ­γός, «ελεύθερος καλλιτέχνης», που στέκει «πάνω από τη μάχη». Και μολονότι ανάμεσα στη διανόηση υπήρ­χαν πάντα άνθρωποι που ξεπερνούσαν την ταξική τους στενότητα και περνούσαν με το μέρος του προλεταριά­του. η πλειοψηφία της παρ’ όλα αυτά έκλινε προς την αστική τάξη. Τα τελευταία χρόνια, η θέση της διανόη­σης άλλαξε στην καπιταλιστική κοινωνία. Η ανάγκη για μεγάλο αριθμό ειδικών υψηλής κατάρτισης οδήγη­σε στη σημαντική αριθμητική αύξηση της διανόησης. Η βασική, όμως, αλλαγή έγκειται μάλλον στο ότι πολ­λοί διανοούμενοι γίνονται τώρα έμμισθοι εργαζόμε­νοι, ένα μέρος των οποίων εντάσσεται στις γραμμές του προλεταριάτου, ενώ ένα άλλο μέρος τους κατέχουν ενδιάμεση θέση ανάμεσα στην αστική τάξη και το προλεταριάτο. Η θέση της διανόησης βρίσκεται πιο κοντά στη θέση της μικροαστικής τάξης και των υπαλ­λήλων. Αυτό το επιβεβαίωσαν τα γεγονότα της δεκαε­τίας 1960-1970, όταν ένα μέρος της διανόησης, μαζί με τους μικροαστούς, πρόβαλε αντιμονοπωλιακά, δημο­κρατικά αιτήματα και εμφανίστηκε σαν κοινωνική δύ­ναμη που εξανάγκασε την αστική τάξη να την υπολο­γίσει.

Δραστήρια συμμετέχει στην πολιτική πάλη ο φοιτη­τόκοσμος. Στο πρόσφατο παρελθόν οι φοιτητές αποτε- λούσαν συγκριτικά μια ολιγάριθμη προνομιούχα ομά­δα με εξασφαλισμένο μέλλον, η οποία στο σύνολό της βρισκόταν μακριά απ’ τις εργαζόμενες τάξεις. Η αλλα­γή της θέσης των διανοουμένων στην καπιταλιστική κοινωνία οδηγεί αναπόφευκτα και στην αλλαγή της θέσης του φοιτητόκοσμου. Διευρύνονται οι γραμμές

-8 1 -

του, εκδημοκρατικοποιείται η διάρθρωσή του, οι προο­πτικές του γίνονται πιο προβληματικές. Για πολλούς από τους σημερινούς φοιτητές «προορισμός» τους είναι να γίνουν το μέρος εκείνο της μισθωτής διανόησης, η οποία, ως προς τον τρόπο ζωής της, προσεγγίζει την εργατική τάξη ή ακόμα γίνεται και συστατικό μέρος της. «Οι προσπάθειές σας-έγραφε το 1893 ο Ένγκελς, απευθυνόμενος προς το Διεθνές Συνέδριο των φοιτη- τών-σπουδαστών- ας δόσουν στους φοιτητές να κατα­λάβουν ότι από τις γραμμές τους ακριβώς πρέπει να βγει το προλεταριάτο της διανοητικής εργασίας που καλεί­ται, δίπλα-δίπλα και στις ίδιες γραμμές με τα αδέλφια τους τους εργάτες που καταγίνονται με τη σωματική εργασία, να παίξουν σημαντικό ρόλο στην επερχόμενη επανάσταση».1 Ο Ένγκελς συνδέει τον επαναστατικό ρόλο των φοιτητών (σαν τη μελλοντική διανόηση) με το ρόλο των γνώσεων, που φορέας τους είναι η διανόηση, και εξαίρει την αδιάρρηκτη σύνδεση της απελευθέρω­σης της εργασίας με την κατάκτηση του πολιτισμού, σαν προϋπόθεση για την επιτυχή έκβαση της επανάστα­σης. «Στις αστικές επαναστάσεις του παρελθόντος χρειάζονταν από τα πανεπιστήμια μόνο οι νομικοί, σαν η καλύτερη πρώτη ύλη, από την οποία διαμορφώνονταν οι πολιτικοί παράγοντές τους. Για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης χρειάζονται, εκτός απ’ αυτούς, γιατροί, μηχανικοί, χημικοί, γεωπόνοι και άλλοι ειδι­κοί, γιατί το ζήτημα είναι να κατακτήσουμε τη διεύθυν­ση όχι μόνο του πολιτικού μηχανισμού, αλλά και ολόκληρης της κοινωνικής παραγωγής...».2

1. Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς, Έρ·,·α, ρωσ. έκδοση, τόμ. 22. σελ. 432.2.Στο ίδιο. σελ. 432.

- 8 2 -

Βέβαια, η διαδικασία προσέλκυσης των φοιτητών (που ποτέ δεν αποτελοΰσαν αυθυπόστατη κοινωνική τάξη, αλλά επιλέγονταν από διάφορες κοινωνικές τά­ξεις και ομάδες) στο επαναστατικό κίνημα γίνεται με ποικίλους τρόπους, όχι μόνα λόγω της εσωτερικής ανομοιογένειας των φοιτητών, αλλά και λόγω της ύπαρξης χάσματος ανάμεσα στη συνείδηση και τον τρόπο ζωής τους. Οι εργάτες συχνά δεν δείχνουν εμπι­στοσύνη στους φοιτητές, γιατί βλέπουν σ’ αυτούς τα «σοκολατόπαιδα» που δεν έχουν δοκιμάσει το πικρό ψωμί της μισθωτής σκλαβιάς. Οι φοιτητές, με τη σει­ρά τους, που μετατρέπονται σε μισθωτούς εργαζόμε­νους, δεν έχουν ακόμα προλεταριακή συνείδηση. Στην πορεία συσσώρευσης δικής τους κοινωνικοπολιτικής πείρας σταθεροποιούν τη σχέση τους με την εργατική τάξη, μια δύναμη ικανή να κάνει ριζικές αλλαγές που να ανταποκρίνονται στα συμφέροντά τους, οπότε ένα μέρος των φοιτητών γίνεται σύμμαχος του προλετα­ριάτου στην πάλη για την πραγματοποίηση δημοκρα­τικών και σοσιαλιστικών μετασχηματισμών.

Με το πρόβλημα της προσέλκυσης των μικροαστι­κών στρωμάτων της πόλης και του χωριού με το μέρος της επανάστασης συνδέεται στενά το ζήτημα1 της στά­σης του στρατού. Οπως δείχνει η ιστορική πείρα, δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει το στρατό απ’ την πολιτι­κή και, πολύ περισσότερο, να τον εξαιρέσει από την ταξική πάλη. Η σύγκρουση των βασικών κοινωνικών δυνάμεων έχει αντίκτυπο και στο στρατό. Παρά τις ισχυρές συντεχνιακές διασυνδέσεις, ο στρατός δεν εί­ναι ενιαίος από κοινωνικοπολιτική άποψη. Οι επανα­στατικές τάσεις διεισδύουν και στο περιβάλλον του.

Η προσέλκυση ενός ορισμένου μέρους των ενόπλων δυνάμεων με το μέρος της επανάστασης γίνεται πολύ

-8 3 -

περισσότερο επίκαιρη, γιατί σε πολλές χώρες ο στρα­τός παίζει σπουδαίο κοινωνικό και πολιτικό ρόλο, ενώ συχνά προσπαθεί να δράσει σαν ανεξάρτητη δύναμη: σε ορισμένες περιπτώσεις επαναστατικά και σε άλλες αντεπαναστατικά. Αυτές οι αξιώσεις του στρατού για κοινωνική ανεξαρτησία και πολιτική ηγεσία δεν είναι καθόλου αθάσιμες. Σε μια σειρά χώρες, ιδιαίτερα στις υποανάπτυκτες, ο στρατός υπερέχει των άλλων οργα­νισμών και κοινωνικών ομάδων, όχι μόνο με την ικα­νότητά του για εξαναγκασμό (πράγμα άλλωστε πολύ φυσικό), αλλά και με την οργανωτικότητα, την ευελι­ξία, το μορφωτικό επίπεδο, τη γνώση της σύγχρονης επιστήμης και τεχνικής (εδώ γίνεται λόγος βασικά για τους αξιωματικούς). Τελικά, ο στρατός εκδηλώνεται συχνά σαν αυθυπόστατη δύναμη ικανή, σε περιόδους καμπής στην ανάπτυξη της χώρας, να εξασφαλίσει καθοριστική υπεροχή είτε στις δυνάμεις της επανά­στασης, είτε στις δυνάμεις της αντεπανάστασης.

Η παραμέληση της δουλιάς μέσα στο στρατό είτε η ελπίδα ότι στην αποφασιστική στιγμή της αναμέτρη­σης των επαναστατικών και των αντεπαναστατικών δυ­νάμεων ο στρατός θα τηρήσει την «πίστη του στο Σύνταγμα» και θα μείνει ουδέτερος, περικλείει σοβα­ρούς κινδύνους για την υπόθεση της επανάστασης. Στις συνθήκες της επαναστατικής διαδικασίας ο στρα­τός, όπως αποδείχνει η ιστορία, δεν παραμένει πρακτι­κά ποτέ μονολιθικός, μάλιστα η διάσπαση γίνεται όχι μόνο στη ικίζα των στρατιωτών, αλλά και στις τάξέις των αξιωματικών. Αρα, το πρόβλημα είναι να επιση- μανθούν έγκαιρα οι τάσεις και οι διαθέσεις που επι­κρατούν στο περιβάλλον του στρατού, να γίνει διαφω- τιστική δουλιά ανάμεσα στους στρατιώτες και τους αξιωματικούς για τις θέσεις των κομμουνιστών, και

- 8 4 -

τελικά vu προσελκυσθεί με το μέρος της επανάστασης το τμήμα εκείνο του στρατού που προσανατολίζεται στη δημοκρατική λύση των προβλημάτων που αντιμε­τωπίζει η χώρα.

Η συγκεκριμένη σύνθεση και η μορφή της πολιτικής συμμαχίας των επαναστατικών δυνάμεων καθορίζεται, εννοείται, από τον τόπο και το χρόνο, συγκεκριμένα, από το χαρακτήρα της φάσης που διέρχεται η επανά­σταση. Σε κάθε περίπτωση, όμως. εγγύηση για την πετυχημένη δουλιά είναι: I. η καθοδήγηση της συμμα­χίας από την εργατική τάξη. με επικεφαλής το μαρξιστι- κολενινιστικό κόμμα. 2. η μαζική συμμετοχή στη συμμαχία των μη προλεταριακών στρωμάτων των εργα­ζόμενων και 3. η συμμαχία με το διεθνές επαναστατικό κίνημα.

10. Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ Π Ρ Ω Τ Ο Π Ο Ρ ΙΑ ΤΟΥ Π ΡΟ Λ ΕΤΑ ΡΙΑ ΤΟ Υ

Μιλώντας για την εργατική τάξη. σαν κινητήρια δύναμη και ηγεμόνα της επανάστασης, είναι ανάγκη να εξετάσουμε το ζήτημα της επαναστατικής του πρωτοπο­ρίας. του μαρξιστικολενινιστικού κόμματος. «Για να μπορέσει το προλεταριάτο να φανεί στην αποφασιστική στιγμή αρκετά δυνατό και να κατορθώσει να νικήσει -έγραφε ο Ένγκελς (σε γράμμα του προς τον κ. Τριρ) το 1889- (ο Μαρξ κι εγώ επιμέναμε στη θέση αυτή από το 1847), είναι ανάγκη να ιδρύσει ένα ιδιαίτερο κόμμα, χωριστό απ’ όλα τα άλλα. αντίθετο σ ’ αυτά. ένα κόμμα που να συναισθάνεται ότι είναι ταξικό κόμμα».1

I. Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς. Εργα. ρωσ. έκδοση, τόμ. 37.σελ. 275.

- 8 5 -

Ο Λένιν ανάπτυξε τη μαρξιστική διδασκαλία για το κόμμα, παίρνοντας υπόψη την πείρα της διεθνούς εργατικής τάξης και τις νέες ιστορικές συνθήκες. Όπως και οι θεμελιωτές του επιστημονικού σοσιαλισμού, ο ηγέτης του ρωσικού προλεταριάτου θεωρούσε το επανα­στατικό κόμμα της εργατικής τάξης σαν μια «ιδιαίτερη» οργάνωση, θεμελιακά διαφορετική από τα αστικά κόμ­ματα, ως προς τη σύνθεσή της. την κοινωνική της βάση, τις λειτουργίες της, τους προγραμματικούς της σκο­πούς. Ο Λένιν, επίσης, επέκρινε δριμύτατα την πολιτική στον τομέα της κομματικής οικοδόμησης που ακολου­θούσε ο οπορτουνισμός, ο οποίος «διαπαιδαγωγεί μέσα από τους κόλπους του εργατικού κόμματος τους εκπρο­σώπους των καλύτερα αμειθόμενων εργατών, που ξεκό­βουν απ' τη μάζα, που «βολεύονται» υποφερτά στον καπιταλισμό, που πουλάνε τα πρωτοτόκιά τους αντί πινακίου φακής, δηλαδή που παραιτούνται από το ρόλο των επαναστατών αρχηγών του λαού ενάντια στην αστική τάξη».1

Πρέπει, σχετικά μ’ αυτό. να πούμε αμέσως ότι η θεμελιακή διαφορά του μαρξιστικολενινιστικού κόμμα­τος από τα αστικά κόμματα και τα οπορτουνιστικά εργατικά κόμματα δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση ότι το κόμμα αυτό δεν πρέπει να είναι καθόλου ελαστικό στην τακτική του, ότι δεν μπορεί (όταν το απαιτεί το συμφέρον της επανάστασης) να συνάπτει προσωρινές συμμαχίες με άλλα κόμματα, να τα υποστηρίζει πάνω στο ένα ή το άλλο ζήτημα κλπ. Στο γράμμα προς τον κ. Τριρ που προαναφέραμε, ο Φ. Ένγκελς έγραφε: «Εσείς αρνείστε κατηγορηματικά οποιαδήποτε, ακόμα και μια προσωρινή, κοινή εκδήλωση με τα άλλα κόμματα. Εγώ

1. Β.Ι. Λένιν. Άπαντα, τόμ. 33, σελ. 26.

- 86-

όμως είμαι σ’ αρκετό βαθμό επαναστάτης, ώστε να μην αρνοϋμαι απόλυτα και αυτό το μέσο, στις περιπτώσεις που αυτό συμφέρει περισσότερο ή βλάπτει λιγότερο».1 Τονίζοντάς τον «ιδιαίτερο» χαρακτήρα του κόμματος της εργατικής τάξης, ο Ένγκελς συμπληρώνει: «Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι το κόμμα αυτό δεν μπορεί να χρησιμοποιεί, όταν το συμφέρει, τα άλλα κόμματα. Όπως ακριβώς δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να υπο­στηρίζει προσωρινά άλλα κόμματα στη δράση τους, τα οποία είτε είναι άμεσα χρήσιμα στο προλεταριάτο, είτε συμβάλλουν στην πρόοδο της οικονομικής ανά­πτυξης και στην πολιτική ελευθερία».2

Η πρακτική του επαναστατικού κινήματος αποδεί­χνει ότι η ευέλικτη τακτική του μαρξιστικού κόμμα­τος, σε συνδυασμό με τη συνεπή στρατηγική γραμμή, είναι απαραίτητος όρος για να λειτουργεί με επιτυχία σαν πρωτοπορία της εργατικής τάξης και όλων των επαναστατικών δυνάμεων. Σε τι συνίσταται, όμως, η λειτουργία του αυτή. Συμπυκνωμένη απάντηση στο ερώτημα αυτό βρίσκουμε στο Λένιν. «Ο μαρξισμός, διαπαιδαγωγώντας το εργατικό κόμμα, διαπαιδαγωγεί την πρωτοπορία του προλεταριάτου, ικανή να πάρει την εξουσία και να οδηγήσει όλο το λαό στο σοσιαλι­σμό, να κατευθύνει και να οργανώσει το νέο καθεστώς, να είναι ο δάσκαλος, ο καθοδηγητής και ο αρχηγός όλων των εργαζομένων και εκμεταλλευομένων στην οργάνωση της κοινωνικής τους ζωής χωρίς την αστική τάξη και ενάντια στην αστική τάξη».5

1. Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς, Έργα, ρωσ. έκδοση, ιόμ. 37. σελ. 274-275.2. Στο ίδιο, σελ. 275.3. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 33, σελ. 26.

-8 7 -

Γο κόμμα, λοιπόν, παίζει το ρόλο του επιτελείου της επανάστασης, που ξεσηκώνει το προλεταριάτο στην έφοδο ενάντια στον καπιταλισμό και εξασφαλίζει οργα­νωτικά την πάλη για το πέρασμα της εξουσίας στα χέρια του. Πριν. όμως. καθοδηγήσει τις επαναστατικές δυνάμεις, το κόμμα τις προετοιμάζει θήμα προς βήμα για το επαναστατικό ξέσπασμα, εισάγει στις γραμμές της εργατικής τάξης και των συμμάχων του την επανα­στατική θεωρία, συσπειρώνει τις γραμμές της εργατι­κής τάξης, διαπαιδαγωγεί τους εργάτες με το πνεύμα του μαρςισμού-λενινισμού.

Η οργανωτική-διαπαιδαγωγική και η θεωρητική-δια- φωτιστική δουλιά του κόμματος στις μάζες, και πρώτα απ' όλα ανάμεσα στους εργάτες είχε πάντα σπουδαία σημασία για την υπόθεση της επανάστασης. Σήμερα αποκτά ιδιαίτερη επικαιρότητα. γιατί τις τελευταίες δεκαετίες, λόγω της ανάπτυξης του παγκόσμιου σοσια­λισμού και της σύσφιξης των δεσμών της διεθνούς εργατικής τάξης, η αστική τάξη αναπτύσσει πολύ ευρύτερα απ' ό.τι προηγούμενα την ιδεολογική της δράση (χρησιμοποιώντας και τον κρατικό μηχανισμό), με στόχο τη «χειραγώγηση» της εργατικής τάξης, την καλλιέργεια μιας «αυτάρεσκης συνείδησης» δηλαδή να τη διαπαιδαγωγήσει με το πνεύμα της προσαρμογής και του αντεπαναστατισμού. Χωρίς να μεγαλοποιούμε τα αποτελέσματα της δράσης αυτής, δεν μπορούμε ωστό­σο ούτε να την παραγνωρίσουμε, ιδιαίτερα αν πάρουμε υπόψη μας ότι η κυρίαρχη τάξη διαθέτει ισχυρά τεχνικά μέσα επηρεασμού της συνείδησης των εργαζο­μένων και ότι κρατά στα χέρια της τέτιους μοχλούς, όπως ο τύπος, το ραδιόφωνο, ο κινηματογράφος, η τηλεόραση. Στις συνθήκες αυτές, το κόμμα της εργατι­κής τάξης των καπιταλιστικών χωρών είναι σχεδόν το

μοναδικό κέντρο που εναντιώνεται στην αστική προ­παγάνδα με συνέπεια και παρρησία, αντιμετωπίζει την αστική τάξη στην ιδεολογική πάλη. συμβάλλει στο ανέθασμα της επαναστατικής συνείδησης της εργατι­κής τάξης, την βοηθάει να συνειδητοποιήσει την πραγματική της θέση και να μελετήσει την συσωρευ- μένη πείρα της "πάλης.

Η αστική τάξη προσπαθεί να διασπάσει την εργατι­κή τάξη. να στρέψει το ένα τμήμα της ενάντια στο άλλο. χρησιμοποιώντας για το σκοπό αυτό τις θρη­σκευτικές. φυλετικές και εθνικές προκαταλήψεις, που αυτή η ίδια καλλιεργεί ανάμεσα στους εργαζόμενους. Η αρχή «διαίρει και βασίλευε» συγκαταλέγεται και σήμερα στο οπλοστάσιο των αστών πολιτικών. Το κόμμα της εργατικής τάξης προσπαθεί να εξουδετερώ­σει την πολιτική αυτή της αστικής τάξης, να συσπει­ρώσει την εργατική τάξη στη βάση του κοινού στόχου της απελευθέρωσης από την εκμετάλλευση. Μόνο η ενότητα, η συσπείρωση, η οργάνωση μπορούν να εξα­σφαλίσουν τη νίκη της εργατικής τάξης, και η πάλη για την ενότητα αυτή αποτελεί μια από τις κύριες κατευθύνσεις της δράσης του μαρξιστικολενινιστικού κόμματος.

Εξετάζοντας το ζήτημα των καθηκόντων του κόμμα­τος στη σοσιαλιστική επανάσταση, ο Λένιν έγραφε την άνοιξη του 1918: «Το πρώτο καθήκον κάθε κόμμα­τος του μέλλοντος είναι να πείσει την πλειοψηφία του λαού για την ορθότητα του προγράμματος και της τακτικής του... Τώρα το καθήκον αυτό, φυσικά, δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί -κάθε άλλο- (και ποτέ δεν μπορεί να εξαντληθεί εντελώς)...

Το δεύτερο καθήκον του κόμματός μας ήταν η κατά- κτηση της πολιτικής εξουσίας και η καταστολή της

- 8 9 -

αντίστασης των εκμεταλλευτών. Και το καθήκον αυτό κάθε άλλο παρά έχει εξαντληθεί εντελώς... Βασικά, όμως, το καθήκον της καταστολής της αντίστασης των εκμεταλλευτών εκπληρώθηκε...

Στην ημερήσια διάταξη μπάίνει τώρα. σαν άμεσο καθήκον, που αποτελεί την ιδιομορφία της σημερινής στιγμής, ένα τρίτο καθήκον: το καθήκον να οργανωθεί η διοίκηση της Ρωσίας».1

Όπως βλέπουμε, ο χαρακτήρας και η προτεραιότη­τα των καθηκόντων, που μπαίνουν μπροστά στο μαρξι- στικολενινιστικό κόμμα, αλλάζει ανάλογα με το στά­διο που περνάει η επανάσταση και τα καθήκοντα που πρόκειται να εκπληρώσει. Αυτή είναι η γενική νομοτέ­λεια λειτουργίας της πρωτοπορίας της εργατικής τάξης.

Φυσικά, το κόμμα είναι ικανό να παίξει τον πρωτο­πόρο ρόλο του στην επανάσταση μόνο υπό τον όρο ότι οι κανόνες λειτουργίας και ανάπτυξής του θα αντι­στοιχούν στις αρχές του μαρξισμού-λενινισμού, στο πνεύμα του σοσιαλισμού. «Ό λοι ξέρουν», έγραφε ο Λένιν, «ότι οι μάζες χωρίζονται σε τάξεις... ότι τις τάξεις τις καθοδηγούν συνήθως και στις περισσότερες περιπτώσεις, ...πολιτικά κόμματα' ότι τα πολιτικά κόμ­ματα, κατά γενικό κανόνα, τα διευθύνουν λίγο-πολύ σταθερές ομάδες προσώπων που έχουν το μεγαλύτερο κύρος, τη μεγαλύτερη επιροή και πείρα, εκλέγονται στις πιο υπεύθυνες θέσεις και ονομάζονται αρχηγοί»2

Η γνήσια πρωτοπορία της εργατικής τάξης, όλων των επαναστατικών δυνάμεων διαφέρει από τα αστικά κόμματα μεταξύ άλλων και στο ότι στην αλυσίδα αυτή

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 36, σελ. 172.2. Στο ίδιο, τόμ. 41, σελ. 24.

-9 0 -

(μάζες-τάξεις-κόμμα-αρχηγοί) δεν παρατηρούνται ρωγμές και ανάμεσα σε όλους τους κρίκους υπάρχει σύνδεση που σήμερα λέγεται «αντίστροφη». Μ' άλλα λόγια, η εργατική τάξη δεν αποσπάται από τα άλλα στρώματα των εργαζομένων, από το λαό (που οργανι­κό του μέρος αποτελεί)· το κόμμα δεν αποσπάται από την εργατική τάξη· οι αρχηγοί δεν ξεκόβουν από το κόμμα, δεν το υποτάσσουν και δεν βάζουν πάνω από το κόμμα τον εαυτό τους.

Ο μαρξισμός παραδέχεται ότι οι ιστορικές προσωπι­κότητες, οι ηγέτες της εργατικής τάξης μπορούν να παίξουν σπουδαίο ρόλο στην επανάσταση. Αυτό το επιβεβαιώνουν πολλά παραδείγματα και πριν απ' όλα το παράδειγμα του Λένιν. Η εργατική τάξη, οι κομ­μουνιστές υποστηρίζουν τους ηγέτες που αναδείχνουν, τους ακολουθούν. Παράλληλα, όμως, αρνούνται κατη­γορηματικά την προσωπολατρεία που, όπως τονιζόταν στα ντοκουμέντα της Διεθνούς Σύσκεψης του I960, αντίκειται στις αρχές του μαρξισμού-λενινισμού. προ- καλεί ζημιά στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα και στον παγκόσμιο σοσιαλισμό.

Η κομματική πειθαρχία (και χωρίς αυτή δεν υπάρχει εργατικό κόμμα) όχι μόνο δεν εμποδίζει την εφαρμογή της εσωκομματικής δημοκρατίας, αλλά, ως ένα βαθμό, την κατοχυρώνει, εξασφαλίζοντας στον κάθε κομμου­νιστή (που είναι υποχρεωμένος να υποτάσσεται στην πλειοψηφία) το δικαίωμα της ελεύθερης και ενεργητι­κής συμμετοχής στη συζήτηση των προβλημάτων που εξετάζει και λύνει το κόμμα.

- 9 1 -

II. ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΛΗ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΗ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Σύμφωνα με τη λογική της ιστορίας, η αστική επα­νάσταση προηγείται της σοσιαλιστικής. Ανοίγει το δρόμο για την ανάπτυξη του καπιταλισμού, στα σπλά­χνα του οποίου διαμορφώνονται οι υλικές προϋποθέ­σεις της κομμουνιστικής κοινωνίας. Ποιο χρονικό διά­στημα χωρίζει, όμως, την πρώτη επανάσταση από τη δεύτερη; Είναι παντού το ίδιο; Μήπως αλλάζει στην πορεία της ιστορίας, και αν ναι. τότε προς ποια κατεύ­θυνση;

Όπως συνάγεται από τα έργα του Μαρξ και του Ένγκελς. (τα πορίσματά τους στηρίζονται σε βαθύτα­τη ιστορική ανάλυση), η διαμόρφωση ενός κοινωνι­κοοικονομικού συστήματος και η μετεξέλιξή του σε άλλο, στην προκειμένη περίπτωση του καπιταλισμού σε σοσιαλισμό (σαν πρώτη φάση του κομμουνισμού) αγκαλιάζει μια ολόκληρη ιστορική εποχή. Η ανθρωπό­τητα δεν είναι σε θέση ούτε να παρακάμψει την εποχή αυτή ούτε να την συντομέψει, παρ’ όλο που κανείς δεν μπορεί να πει με ακρίβεια πόσος καιρός πρέπει να περάσει από τις αστικές επαναστάσεις ως τις σοσιαλι­στικές. Αν κάποια χώρα, σύμφωνα με τη θέληση της ιστορίας, καθυστέρησε από τις άλλες και δεν πέρασε ακόμα σε καπιταλιστικές «ράγες», τότε πριν πραγμα­τοποιήσει τη σοσιαλιστική επανάσταση, που μπαίνει στην ημερήσια διάταξη, πρέπει να κάνει με τη μια ή την άλλη μορφή τη δημοκρατική επανάσταση που ανοίγει το δρόμο για την επόμενη σοσιαλιστική επα­νάσταση. Το συμπέρασμα αυτό βρήκε την αντανάκλα­σή του στη γνωστή θέση των θεμελιωτών του μαρξι­σμού για τη συνεχή επανάσταση, συνεχή με την έννοια

-92

ότι οι εργάτες, που συμμετέχουν στη δημοκρατική επανάσταση, δεν σταματούν στη μέση του δρόμου, αλλά συνεχίζουν την πάλη «μέχρι που οι λίγο πολύ προνομιούχες τάξεις να χάσουν την κυριαρχία τους. μέχρι που το προλεταριάτο να κατακτήσει την κρατική εξουσία...»1

Είναι ολοφάνερο ότι στην περίπτωση αυτή το χρο­νικό διάστημα ανάμεσα στην αστική και τη σοσιαλι­στική επανάσταση αποδεικνύεται μικρότερο απ' ό.τι στις χώρες, όπου οι αστικές επαναστάσεις έγιναν τον 17ο-18ο αιώνα και ότι αυτή η συντόμευση σε μερι­κούς «κρίκους» του παγκόσμιου καπιταλιστικού συ­στήματος γίνειται ακριβώς επειδή οι άλλες χώρες, διανύοντας ένα δρόμο δύο ή και τριών ακόμα αιώνων καπιταλιστικής ανάπτυξης, εξασφάλισαν γενικά έναν υψηλό βαθμό ωρίμανσης του συστήματος, το «προε­τοίμασαν» γενικά για τους σοσιαλιστικούς μετασχη­ματισμούς.

Στηριζόμενος στην κληρονομιά του Μαρξ και γενι- κεύοντας την πείρα του επαναστατικού κινήματος στην εποχή του ιμπεριαλισμού, ο Λένιν επεξεργάστη­κε τη θεωρία για τη μετεξέλιξη της αστικοόημοκρατικής επανάστασης σε σοσια/.ιστική. Στην εποχή του ιμπερια­λισμού η πραγματοποίηση των αστικοδημοκρατικών μετασχηματισμών εξακολουθεί, όπως και πρώτα, να είναι απαραίτητη για τις χώρες που δεν έκαναν την αστική επανάσταση. Η πάλη για την αστική δημοκρα­τία αποτελεί για το προλεταριάτο «σχολείο» προετοι­μασίας του αγώνα για το σοσιαλισμό. «Είναι... εντε­λώς αδιανόητο ότι το προλεταριάτο, σαν ιστορική

1. Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς. Έργα. ρωσ. έκδοση, τόμ. 7.σελ. 261.

-9 3 -

τάξη, θα μπορέσει να νικήσει την αστική τάξη, αν δεν θα έχει προετοιμαστεί γΓ αυτό το πράγμα με τη διαπαιδαγώγησή του στο πνεύμα του πιο συνεπούς και του πιο επαναστατικά αποφασιστικού δημοκρατι­σμού».1

Η πάλη για τη δημοκρατία οδηγεί επίσης στην εξάλειψη των προαστικών σχέσεων και θεσμών, που στέκουν εμπόδιο στο δρόμο προς το σοσιαλισμό και έτσι διευκολύνουν την μετέπειτα οικοδόμησή του, γιατί η σοσιαλιστική δημοκρατία δεν αποβάλλει απλώς την αστική δημοκρατία, αλλά τη μετασχηματίζει, δημιουρ­γεί ένα νέο. ανώτερο τύπο δημοκρατίας. «Ο σοσιαλι­σμός -γράφει ο Λένιν- είναι ανέφικτος χωρίς δημοκρα­τία με δυο έννοιες: (α) το προλεταριάτο δεν μπορεί να πραγματοποιήσει τη σοσιαλιστική επανάσταση, αν δεν προετοιμάζεται γι’ αυτή με τον αγώνα για τη δημοκρα­τία- (θ) ο νικηφόρος σοσιαλισμός δεν μπορεί να διατηρήσει τη νίκη του και να οδηγήσει την ανθρωπό­τητα στην απονέκρωση του κράτους, χωρίς να πραγμα­τοποιήσει στο ακέραιο τη δημοκρατία».2

Η νέα εποχή, τονίζει ο Λένιν, παρέχει τη δυνατότητα στην εργατική τάξη, αφού πραγματοποιήσει τη δημο­κρατική αλλαγή, αμέσως κιόλας, -εφόσον υπάρχουν οι απαραίτητες γΓ αυτό αντικειμενικές και υποκειμενικές προϋποθέσεις- να αρχίσει την προετοιμασία για τη σοσιαλιστική επανάσταση. «... Από τη δημοκρατική επανάσταση, έλεγε ο Λένιν, αμέσως θα περνάμε, και ακριθώς στο μέτρο των δυνάμεών μας, στο μέτρο των δυνάμεων του συνειδητού και οργανωμένου προλετα­ριάτου. θ' αρχίσουμε να περνάμε στη σοσιαλιστική

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 27, σελ. 65.2. Στο ίδιο. τόμ. 30. σελ. 128-129.

-9 4 -

επανάσταση. Είμαστε υπέρ της συνεχούς επανάστα­σης. Δε θα σταματήσουμε στη μέση του δρόμου».1 Μια τέτια στρατηγική, όταν υλοποιηθεί στη ζωή, θα σήμαινε, ότι οι δυο επαναστάσεις όχι μόνο «εφάπτον­ται», αλλά και «περιπλέκονται» η μια με την άλλη, διεισδύουν η μια στην άλλη, γίνονται σαν δυο στάδια μιας ενιαίας επαναστατικής διαδικασίας.

Το συμπέρασμα του Λένιν για τη δυνατότητα μετε­ξέλιξης της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε σο­σιαλιστική διέφερε από τις αντιλήψεις των θεωρητι­κών και των ηγετών της 2ης Διεθνούς για την αναγκαι­ότητα ενός μικρότερου ή μεγαλύτερου «διαλείμμα­τος», και στην ουσία για τη διάσταση ανάμεσα στις δύο επαναστάσεις. Κατακρίνοντας τον Λένιν και το κόμμα για «βουλησιαρχία» και «υποκειμενισμό», ισχυ­ρίζονταν ότι έπρεπε να «περιμένουμε» ωσότου «ωριμά­σει» η χώρα για τη σοσιαλιστική επανάσταση και μόνο τότε να την αρχίσουμε. Οι ηγέτες της 2ης Διε­θνούς δεν έπαιρναν υπόψη τους τις ιστορικές συνθή­κες, στις οποίες μια τέτια «αναμονή» έπαυε να είναι απαραίτητο φαινόμενο. Αυτή την αλήθεια την ανακά­λυψε, δεν την επιννόησε ο Λένιν, δεν την επέβαλε στην ιστορία. Αν θέλετε, η ίδια η ιστορία «επέθαλε» στο υποκείμενο της επαναστατικής διαδικασίας μια νέα λογική δράσης, ένα νέο τύπο στρατηγικής. Στη λογική αυτή το υποκείμενο μπορούσε, βέβαια, να μην υποταχθεί, να σταματήσει στη μέση του δρόμου, όμως στις συνθήκες της ρωσικής επανάστασης, όπως μετά και στις συνθήκες των επαναστάσεων που γίνονταν στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, αυτό θα σήμαινε μόνο ένα: την άρνηση της ίδιας της επανάστασης. Η

1. Β.Ι. Λένιν. Άπαντα. τόμ. II. σελ. 223.

-9 5 -

ιστορία πρόβαλε μια αρκετά σκληρή επιλογή: η διαρ­κής επανάσταση ή άρνηση της σοσιαλιστικής επανά­στασης.

Πώς γίνεται, όμως, η διαρκής κίνηση από την αστικοδημοκρατική επανάσταση στη σοσιαλιστική; Από κοινωνικοοικονομική άποψη, γίνεται με τη γενική υλική ετοιμότητα του παγκόσμιου συστήματος του καπιταλισμού για σοσιαλιστικούς μετασχηματισμούς, καθώς επίσης με τις εσωτερικές υλικές προϋποθέσεις του σοσιαλισμού, που υπάρχουν στη δοσμένη χώρα. Και τέτιες προϋποθέσεις δεν υπάρχουν μόνο στις υψηλά αναπτυγμένες χώρες, γιατί στην εποχή του ιμπεριαλι­σμού η συνύπαρξη στα πλαίσια μιας χώρας προαστι- κών, αρχαϊκών και «σύγχρονων», «νεωτάτων» κοινωνι­κών, οικονομικών και πολιτικών δομών και σχέσεων γίνεται συνηθισμένο φαινόμενο. Από πολιτική άποψη, η μετεξέλιξη της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε σοσιαλιστική γίνεται δυνατή χάρη στην ηγεμονία του προλεταριάτου στη δημοκρατική επανάσταση. Η ηγε­μονία αυτή, που δεν υπήρχε στο προμονοπωλιακό στάδιο ανάπτυξης του καπιταλισμού, δίνει τη δυνατότη­τα στην εργατική τάξη να αποτρέψει τη διάσπαση της πολιτικής συμμαχίας εκείνων των κοινωνικών δυνάμεων που έκαναν τη δημοκρατική επανάσταση, να τις ανα- συντάξει και τελικά να δημιουργήσει ένα πολιτικό στρατό, ικανό να ριχθεί στη μάχη για το σισιαλισμό.

Η λενινιστική θεωρία της μετεξέλιξης έχει μεγάλη σημασία και για τις χώρες εκείνες που έκαναν νωρίτερα είτε αργότερα την αστική επανάσταση, αν και εδώ μπορεί να εκδηλωθεί ιδιόμορφα. Γιατί, όπως υπογράμ­μιζε επανειλημμένα ο Λένιν, στην εποχή του ιμπεριαλι­σμού συντελείται η εξέλιξη της αστικής δημοκρατίας, τόσο σε ιδεολογικό-θεωρητικό, όσο και σε πολιτικό

-9 6 -

επίπεδο, που σχετίζεται με τη γενική κρίση του καπι­ταλισμού και την επιδίωξη της μονοπωλιακής αστικής τάξης να διατηρήσει με κάθε μέσο το υφιστάμενο κοι­νωνικό σύστημα. Τη βάση αυτής της εξέλιξης συνθέ­τει η τάση για περιορισμό και τυποποίηση της αστι­κής δημοκρατίας. Ακραία και γενικά σπάνια έκφραση της τάσης αυτής είναι ο φασισμός, όμως οι πιο «αξιο­πρεπείς» μορφές της απαντώνται πιο συχνά. Σ' αυτές τις συνθήκες η πάλη των εργαζομένων στις καπιταλι­στικές χώρες για συνεπή εφαρμογή των αρχών της αστικής δημοκρατίας, για την κατοχύρωση και τη διεύρυνση των αστικών δικαιωμάτων και ελευθεριών γίνεται σπουδαία προϋπόθεση προετοιμασίας της ερ­γατικής τάξης και των συμμάχων της για το σοσια­λισμό.

Όπως απόδειξε η ιστορία, το μαζικό επαναστατικό κίνημα των εργαζομένων γεννάει στην πορεία της επα­νάστασης εντελώς νέες μορφές οργάνωσης της εξου­σίας και της διοίκησης (αυτό συνέβη σε όλες τις χώ­ρες, όπου έγινε σοσιαλιστική επανάσταση). Η ιστο­ρία, όμως, απόδειξε επίσης ότι στην ανάπτυξη της δημοκρατίας υπάρχει μια εσωτερική διαδοχικότητα. Εφόσον ο νέος τύπος δημοκρατίας δημιουργείται με βάση τη διαλλεκτικά «αναιρούμενη» δημοκρατία πα­λιού τύπου, το επίπεδο ανάπτυξης και οι ρυθμοί δια­μόρφωσης της δημοκρατίας νέου τύπου βρίσκονται συχνά σε άμεση εξάρτηση από το επίπεδο δημοκρατι­κής εξέλιξης της κοινωνίας που έχει προηγηθεί ιστο­ρικά, από τις δημοκρατικές παραδόσεις, ιδιαίτερα από το πόσο οι μάζες, και πριν απ' όλα η εργατική τάξη, έχουν διαπαιδαγωγηθεί με το πνεύμα της δημο­κρατίας που έχουν αποσπάσει από την αστική τάξη οι προηγούμενες γενιές εργαζομένων.

7-0912 -9 7 -

Όμως. η πάλη για τη δημοκρατία δεν προετοιμάζει μόνο τους εργαζόμενους για το σοσιαλισμό, αλλά σε ευνοϊκές εσωτερικές και εξωτερικές συνθήκες, η πάλη αυτή, όπως είπαμε πιο πάνω, μπορεί να συντελέσει στο ξέσπασμα της πανεθνικής κρίσης και να μετεξελι- χθεί σε σοσιαλιστική επανάσταση.

Να γιατί οι μαρξιστές τάσσονται κατηγορηματικά ενάντια στην αριστερίστικη ριζοσπαστική θέση για «καταπιεστικό» χαρακτήρα της αστικής'δημοκρατίας, ενάντια στο σύνθημα των αριστεριστών ριζοσπαστών να παραιτηθούμε από τις νόμιμες μεθόδους πάλης και να προσανατολιστούμε αποκλειστικά προς την επανα­στατική βία. «Θα ήταν βασικό λάθος να νομιστεί -προειδοποιούσε ο Λένιν- ότι ο αγώνας για τη δημο­κρατία μπορεί ν* αποσπάσει το προλεταριάτο από τη σοσιαλιστική επανάσταση ή να τη φέρει σε δεύτερη μοίρα, να την επισκιάσει κλπ».1

Η προσέγγιση δημοκρατικού και σοσιαλιστικού σταδίου της επανάστασης, η συνύφανση δημοκρατι­κών και σοσιαλιστικών (στις εξαρτημένες καπιταλι­στικές χώρες) και αντιϊμπεριαλιστικών καθηκόντων δεν προϋποθέτει καθόλου σ' οποιαδήποτε περίπτωση το άμεσο πέρασμα από την εκπλήρωση των πανδημο­κρατικών καθηκόντων στην ένταση της πάλης για την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου. Η επαναστατική διαδικασία είναι διαρκής και μόνο σε τελευταία ανάλυση ολοκληρώνεται με την εγκαθίδρυ­ση του σοσιαλιστικού συστήματος. ΓΓ αυτό, μπορεί να παραταθεί για λίγο-πολύ μεγάλο ιστορικό διάστη­μα και να γεννήσει ενδιάμεσες, μεταβατικές δομές επα- ναστατικού-δημοκρατικού τύπου, που, όπως έλεγε ο

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 27, σελ. 257.

Λένιν. «δεν είναι ακόμα σοσιαλισμός, όμως... δεν είναι πια καπιταλισμός».1 Δημιουργείται μια κατάσταση παρόμοια με εκείνη που πρόβλεψε ο Μαρξ: «... από τη μια μεριά.η σημερινή οικονομική βάση της κοινωνίας δεν έχει μετασχηματιστεί, ενώ από την άλλη, οι εργατικές μάζες απόκτησαν αρκετές δυνάμεις για να επιβάλουν τη λήψη μεταβατικών μέτρων, που αποβλέπουν στο να πραγματοποιηθεί τελικά η ριζική αναδιοργάνω­ση της κοινωνίας».2

Η ιστορία έχει δόσει παραδείγματα περάσματος στο σοσιαλισμό μέσω κράτους επαναστατικού-δημοκρατι- κού τύπου, όπως έγινε, λόγου χάρη στη Λ.Δ. Γερμανίας και στη Λ.Δ. Μογγολίας. Σήμερα, όπως δείχνει η ανάλυση της ιστορικής εποχής που ζούμε, εποχής του περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, υπάρχει μια τέτια δυνατότητα και για τις χώρες που μόλις απαλλάχτηκαν από την αποικιακή εξάρτηση, και για τις χώρες με μέση ανάπτυξη, ακόμα και για τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες.

Στις χώρες με χαμηλό επίπεδο καπιταλιστικής ανά­πτυξης, όπου το προλεταριάτο μόλις αρχίζει να διαμορ­φώνεται, όπου είναι έντονες (στην οικονομία και τον πολιτισμό) οι επιβιώσεις των προκαπιταλιστικών σχέ­σεων, όπου μόλις αρχίζουν να δημιουργούνται οι υλικές προϋποθέσεις του σοσιαλισμού, υπάρχουν ωστόσο οι συνθήκες για την ίδρυση επαναστατικού-δημοκρατικού κράτους που θα ακολουθεί σοσιαλιστικό προσανατολι­σμό. Η εμφάνιση ενός τέτιου κράτους, όπως και του όλου συστήματος της επαναστατικής-δημοκρατικής

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 34, σελ. 194.2. Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς, Έργα. ρωσ. έκδοση, τόμ. 16. σελ. 384-385.

- 9 9 -

δικτατορίας, είναι, κατά κανόνα, αποτέλεσμα του εθνι- κοαπελευθερωτικού κινήματος, της πάλης των εθνικών επαναστατικο-δημοκρατικών δυνάμεων ενάντια στον ιμπεριαλισμό, την αποικιοκρατία και τη νεοαποικιο­κρατία. Η επαναστατική-δημοκρατική δικτατορία εί­ναι ικανή να πάρει μέτρα που ανοίγουν το δρόμο για το σοσιαλισμό και προετοιμάζουν τις συνθήκες για το πέρασμα της εξουσίας στα χέρια της εργατικής τάξης. Το πόσο γρήγορα θα γίνει το πέρασμα αυτό, και αν θα γίνει τελικά, δηλαδή αν θα εκδηλωθούν οι υποχωρητι­κές κινήσεις και τάσεις, το άν θα εκφυλισθεί η επανα­στατική δημοκρατία ή θα την ανατρέψουν από την εξουσία οι αντιδραστικές είτε οι πιο συντηρητικές δυνάμεις, όπως συνέβη σε μια σειρά χώρες, -αυτό θα εξαρτηθεί από τις εσωτερικές και εξωτερικές συνθή­κες. ιδιαίτερα από τη σταθερότητα και τη συνέπεια της αντιιμπεριαλιστικής γραμμής που εφαρμόζει η επαναστατική δημοκρατία, από το συγκεκριμένο συ­σχετισμό δυνάμεων στο διεθνή στίβο της δοσμένης γεωγραφικής περιοχής και. τέλος, από το βαθμό συ­σπείρωσης των προοδευτικών δημοκρατικών δυνάμεων στις αντίστοιχες χώρες.

Η προσέγγιση και συνύφανση των αντιιμπεριαλι- στικών, πανδημοκρατικών και σοσιαλιστικών καθη­κόντων είναι χαρακτηριστική για την επαναστατική διαδικασία που συντελείται στις χώρες με μέσο επίπε­δο ανάπτυξης του καπιταλισμού, ιδιαίτερα σε εκείνες που βρίσκονται σε άμεση εξάρτηση από τον ιμπερια­λισμό, και πριν απ’ όλα από τις ΗΠΑ. Χαρακτηριστι­κή, από την άποψη αυτή. είναι η κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι χώρες της Λατινικής Αμερικής. Η πάλη για δημοκρατία των λαϊκών μαζών, η πάλη για ζωτικούς διαρθρωτικούς μετασχηματισμούς και για το

- 100-

πέρασμα στο σοσιαλισμό συνδέεται αδιάρρηκτα με την πάλη ενάντια στα μονοπώλια και τον ιμπεριαλι­σμό, που όχι μόνον είναι κάτοχοι του εθνικού πλούτου των χωρών αυτών, αλλά και υποστηρίζουν τη ντόπια ολιγαρχία και τις ολιγαρχικές κυβερνήσεις των αντί­στοιχων κρατών. Εδώ επίσης είναι δυνατό να προκύ- ψουν μεταβατικές μορφές, εφόσον θα βασίζονται στην πλατιά συμμαχία των κοινωνικών δυνάμεων που θα εκπροσωπούν το επαναστατικό δημοκρατικό κράτος, το οποίο θα ακολουθεί αντιιμπεριαλιστικό προσανατο­λισμό. Εξάλλου, όπως επισημαίνουν οι κομμουνιστές που αγωνίζονται στις χώρες αυτές, η διαδικασία εγκα­θίδρυσης δημοκρατικής εξουσίας στις χώρες, όπου κυ­ριαρχούν δικτατορικά. φασιστικά καθεστώτα, έχει δια­φορετικό χαρακτήρα απ’ ό,τι στις χώρες με λίγο-πολύ συνεπή αστικοδημοκρατικά καθεστώτα. Στην πρώτη περίπτωση, η πάλη μπορεί να διεξάγεται σε ευρύτερη κοινωνική βάση, όμως άμεσος σκοπός της είναι η ανατροπή του φασισμού και η καθιέρωση ενός περισ­σότερου ή λιγότερο συνεπούς αστικοδημοκρατικού καθεστώτος, που στη συνέχεια μπορεί το ίδιο να γίνει η αφετηρία της πάλης για μεταβατικές προς το σοσια­λισμό μορφές. Η παραπέρα εξέλιξη των γεγονότων σ’ αυτή τη μεταβατική περίοδο, η επιτυχία της προσπά­θειας για ριζική αλλαγή της κοινωνίας θα εξαρτηθεί κατά πολύ από μια σειρά καθήκοντα που καλούνται να εκπληρώσουν οι επαναστατικές δυνάμεις: Κατάκτηση >ιε το μέρος τους ή ουδετεροποίηση των ενόπλων δυ­νάμεων. Διατήρηση του ενιαίου μετώπου των αντιι- μπεριαλιστικών δυνάμεων. Παραπέρα κατοχύρωση και διεύρυνση των κατακτήσεων της δημοκρατικής εξου­σίας. Μετεξέλιξή της σε πρωτοπόρα, πιο αναπτυγμένη δημοκρατία. Ένα τέτιο νέο δημοκρατικό καθεστώς.

- 101-

χωρίς να καταργήσει εντελώς τις οικονομικές θάσεις του καπιταλιστικού συστήματος εκμετάλλευσης, θα παραδίδει σταδιακά στους εργαζόμενους τους καθορι­στικούς μοχλούς της αντίστασης στην αντεπαναστατι- κή βία, για την πραγματοποίηση μεταρρυθμίσεων στη σφαίρα του πολιτικού εποικοδομήματος, την απομά­κρυνση από την εξουσία της ολιγαρχίας και των άλ­λων φιλοϊμπεριαλιστικών ομάδων, για το άνοιγμα του δρόμου προς το σοσιαλισμό.

Στα όσα είπαμε πιο πάνω θα πρέπει να προσθέσουμε ότι οι ρυθμοί και ο χαρακτήρας της εξέλιξης των μεταβατικών δημοκρατικών μορφών στις καπιταλιστι­κές χώρες με μέση ανάπτυξη θα εξαρτηθεί πολύ από τον πραγματικό ρόλο της εργατικής τάξης στο σύστη­μα της δικτατορίας των επαναστατικών-δημοκρατικών δυνάμεων, από την ικανότητά της να συσπειρώσει γύ­ρω της τις πρωτοπόρες δυνάμεις της κοινωνίας και να μπει επικεφαλής στην πάλη για την πραγματοποίηση των σοσιαλιστικών μετασχηματισμών.

Μεταβατικές μορφές εξουσίας μπορούν να καθιερω­θούν, όπως υπογραμμίζεται στα προγραμματικά ντο­κουμέντα μιας σειράς κομμουνιστικών κομμάτων (π.χ. Γαλλίας, Δανίας) και στις αναπτυγμένες καπιταλιστι­κές χώρες, όπου υπάρχουν συνθήκες για την εγκαθί­δρυση της «πρωτοπόρας δημοκρατίας» ή «αντιμονο- πωλιακής δημοκρατίας», όπως την λένε. «Εμείς ξεκι­νούμε -έλεγε, εκφράζοντας τη γνώμη των Δανών κομ­μουνιστών ο Ιμπ Νίλσεν- από το γεγονός ότι στην προπαρασκευαστική διαδικασία ως το τελικό πέρασμα στο σοσιαλισμό είναι δυνατό να γίνουν αλλαγές που αποβλέπουν στην αντιμονοπωλιακή δημοκρατία. Στο στάδιο αυτό (που προσδιορίζεται στο πρόγραμμα σαν «όχι ακόμα σοσιαλισμός») τα μέσα παραγωγής δεν

- 102-

αποτελούν λαϊκή ιδιοκτησία, ωστόσο ορισμένοι βασι­κοί κλάδοι της εθνικής οικονομίας γίνονται αντικείμενο «δημοκρατικής εθνικοποίησης». Στην οικονομική ζωή και στην παραγωγή θα υπάρχει σε αρκετά σημαντικό βαθμό ο ιδιωτικός τομέας, όμως θα δρά σε πολιτικά καθορισμένα «πλαίσια συμμετοχής των εργαζομένων στη διοίκηση». Χάρη στην εθνικοποίηση των βασικών κλάδων της εθνικής οικονομίας είναι εφικτή η πολιτική διαχείρισή της, και μιά που η πολιτική εξουσία της αντιμονοπωλιακής δημοκρατίας μετατρέπεται, όπως προϋποτίθεται, σε δημοκρατική λαϊκή εξουσία, δη- μιουργείται η δυνατότητα να αναπτυχθούν τα βασικά στοιχεία της δημοκρατικής προγραμματισμένης διεύ­θυνσης της εθνικής οικονομίας πριν ακόμα από το τελικό πέρασμα στο σοσιαλισμό».1

Φυσικά, οι αντιλήψεις αυτές για τις μεταβατικές μορφές εξουσίας στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες έχουν υποθετικό χαρακτήρα και η αντικειμενική πρακτική της δημιουργίας τέτιων μορφών θα κάνει, ασφαλώς, τις δικές της διορθώσεις και θα επιτρέψει να διαμορφωθεί μια ακριβέστερη εικόνα του περάσματος στο σοσιαλισμό. Ωστόσο, όσο ιδιαίτερο χαρακτήρα κι αν έχουν οι μορφές αυτές, δεν «αναιρούν» σε τελευταία ανάλυση την αναγκαιότητα πραγματοποίησης της σο­σιαλιστικής επανάστασης, σαν ποιοτικό άλμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, αν και το άλμα αυτό μπορεί να διευκολυνθεί από την προκαταρκτική δουλιά

1. Η διαλεκτική της οικονομίας και της πολιτικής στην περίο­δο της πάλ^ς για τον επαναστατικό μετασχηματισμό της κοι­νωνίας. Διεθνής επιστημονική-Οεωρητική συζήτηση. «Προ­βλήματα της ειρήνης και του σοσιαλισμού», 1978, τεύχος 5ο, σελ. 13.

-1 0 3 -

που έχει κάνει η εργατική τάξη και το κόμμα της στα πλαίσια της «αντιμονοπωλιακής δημοκρατίας». Δεν αναιρούν τις μεταβατικές μορφές και την αναγκαιότη­τα εγκαθίδρυσης της δικτατορίας του προ/χταριάτου. αν και παρ' όλα αυτά η πιο γρήγορη οικοδόμηση του σοσιαλισμού, που εξασφαλίζεται χάρη στην «αντιμο- νοπωλιακή δημοκρατία», μπορεί επίσης να συντομέ- ψει το χρονικό διάστημα ύπαρξης της δικτατορίας αυτής, να στενέψει το μέτωπο της ταξικής βίας που αυτή εφαρμόζει και να κάνει πιο ήπιες τις μορφές της.

Η πάλη για δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις δεν θα πρέπει να επισκιάζει το βασικό σκοπό της εργατικής τάξης: την πραγματοποίηση της σοσιαλιστικής επα­νάστασης και την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοι­νωνίας. «Πρέπει να ξέρεις να συνενώσεις την πάλη για τη δημοκρατία με την πάλη για τη σοσιαλιστική επα­νάσταση. υποτάσσοντας την πρώτη στη δεύτερη. Σ’ αυτό συνίσταται όλη η δυσκολία, σ’ αυτό βρίσκεται όλη η ουσία... να μη σου ξεφύγει το κύριο (η σοσιαλι­στική επανάσταση)· βάλτο αυτό στην πρώτη γραμμή... υποτάσσοντας σ’ αυτή. συνδυάζοντας, συνυποτάσσον- τας σ’ αυτή, βάζοντας όλα τα δημοκρατικά αιτήματα...»1

Οι μαρξιστές διεξάγουν συνεπή πάλη ενάντια στον αστικό ρεφορμισμό και το δεξιό οπορτουνισμό στο κομμουνιστικό κίνημα. Όμως, ταυτόχρονα, δεν αντι- παραθέτουν ούτε τη μεταρρύθμιση στην επανάσταση, ούτε την επανάσταση στη μεταρρύθμιση. Η μεταρρύθ­μιση κι η επανάσταση είναι αντίθετες η μια με την άλλη, «όμως η αντίθεση αυτή δεν είναι απόλυτη, το όριο αυτό δεν είναι νεκρό, αλλά ζωντανό, κινητό όριο, που πρέπει να ξέρουμε να το καθορίζουμε στην κάθε

1. Β.Ι. Λένιν. Άπαντα, τόμ. 49. σελ. 347.

-1 0 4 -

ξεχωριστή συγκεκριμένη περίπτωση».1 Επίσης πρέπει κανείς πάντα να έχει υπόψη του ότι η μια μεταρρύθμι­ση από την άλλη διαφέρει. Υπάρχουν μεταρρυθμίσεις που τις επιβάλλει στο προλεταριάτο και στις άλλες εργαζόμενες τάξεις η αστική τάξη και που μαρτυρούν την αδυναμία της, μεταρρυθμίσεις που ανακόπτουν την επαναστατική έξαρση και για κάμποσο καιρό κα­θυστερούν την επανάσταση. Αλλά υπάρχουν και με­ταρρυθμίσεις που τις επιβάλλει στην αστική τάξη το προλεταριάτο, το οποίο δεν είναι ακόμα ικανό να πά­ρει την εξουσία στα χέρια του, όμως αντιλαμβάνεται τη δύναμή του· μεταρρυθμίσεις που προωθούν το προ­λεταριάτο σε νέες θέσεις και προετοιμάζουν τις νέες μάχες.

Οι συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις, για τις οποίες αγωνίζεται η εργατική τάξη, καθώς και οι συγκεκριμέ­νες κατευθύνσεις της πάλης για τη δημοκρατία στα καπιταλιστικά κράτη καθορίζονται από τις ιδιαιτερό­τητες της κάθε χώρας. Παράλληλα, ορισμένα βασικά αιτήματα προβάλλονται και υποστηρίζονται απ' όλα τα κομμουνιστικά κόμματα των καπιταλιστικών χω­ρών. Τα κομμουνιστικά κόμματα απαιτούν:

- Να ακολουθείται πολιτική ειρήνης και ειρηνικής συνύπαρξης κρατών με διαφορετικά κοινωνικά συστή­ματα. να κατοχυρωθεί η συλλογική ασφάλεια και η ύφεση στην Ευρώπη,

- Να διασφαλιστούν η εθνική ακεραιότητα και τα εθνικά συμφέροντα από τις επιβουλές των πολυεθνι­κών μονοπωλίων και των διαφόρων κρατικομονοπω- λιακών ενώσεων, να εθνικοποιηθούν οι κυριότεροι κλάδοι της εθνικής οικονομίας και να τεθούν υπό το

I. Β.Ι. Λένιν. Άπαντα, τόμ. 20. σελ. 172.

-1 0 5 -

οημοκροιπκο ΕΛκγχο των μαγικών οργανωσεων εργαζο­μένων.

- Να εφαρμόζεται πολιτική δημοκρατικού προγραμ­ματισμού της οικονομικής ανάπτυξης των χωρών, με γνώμονα όχι τα συμφέροντα του μονοπωλιακού κεφα­λαίου. αλλά τα συμφέροντα των εργαζομένων,

- Να γίνουν βαθιές αλλαγές στον αγροτικό τομέα με στόχο την υπεράσπιση των συμφερόντων των εργαζο­μένων του χωριού.

- Να πραγματοποιηθούν μεταρρυθμίσεις στο σύστη­μα υγείας, στον τομέα της εκπαίδευσης, των κοινωνικών ασφαλίσεων κλπ..

- Να ληφθούν δραστικά μέτρα για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος.

- Να διευρυνθεί η συμμετοχή των εργαζομένων και των μαζικών οργανώσεών τους σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής και σε όλα τα επίπεδα, τόσο σε τοπική, όσο και σε πανεθνική κλίμακα.

- Να διευρύνονται τα ατομικά και συλλογικά δημο­κρατικά δικαιώματα και οι ελευθερίες, να καταργηθούν οι καταπιεστικοί νόμοι που στρέφονται ενάντια στο εργατικό και δημοκρατικό κίνημα.

Η πάλη για την πραγματοποίηση των μεταρρυθμί­σεων αυτών ενισχύει τις θέσεις της εργατικής τάξης των καπιταλιστικών χωρών, ανεβάζει το κύρος της στις μάζες, διευρύνει το πεδίο της επιρροής της στη χώρα και, σε τελευταία ανάλυση, βοηθάει να γίνει ένα βήμα προς τα μπρος στο δρόμο της προετοιμασίας των υλικών προϋποθέσεων της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Από την άλλη μεριά, η αντίσταση της αστικής τάξης που αντιμετωπίζουν και ασφαλώς θα αντιμετωπίζουν και στο εξής οι εργαζόμενοι στην πάλη τους για τη δημοκρατία, μπορεί να αποθεί σχολείο για τα στρώματα

-1 0 6 -

εκείνα των εργαζομένων που τρέφουν ακόμα μεταρρυθ- μιστικές αυταπάτες και βλέπουν με κάποια επιφυλακτι- κότητα την πάλη της πρωτοπορίας του επαναστατικού προλεταριάτου για το σοσιαλισμό.

12. Ε ΙΡΗ Ν ΙΚ Ο Σ Η Μ Η Ε ΙΡΗ Ν ΙΚ Ο Σ Δ Ρ Ο Μ Ο Σ Π Ρ Ο Σ ΤΗ Ν ΕΞΟΥΣΙΑ

Οι κλασικοί του μαρξισμού υπογράμμιζαν επανει­λημμένα ότι καίριο πρόβλημα οποιοσδήποτε επανά­στασης είναι το πρόβλημα της πολιτικής (κρατικής) εξουσίας. «Δεν χωράει αμφιβολία πως το κυριότερο ζήτημα κάθε επανάστασης -έγραφε ο Λένιν- είναι το ζήτημα της κρατικής εξουσίας... Πρόκειται ακριβώς για το βασικό ζήτημα που καθορίζει το παν στην ανά­πτυξη της επανάστασης, στην εσωτερική και εξωτερι­κή της πολιτική».1

Η πολιτική (κρατική) εξουσία είναι ο μοχλός που με τη βοήθειά του μπορούν να πραγματοποιηθούν οι επα­ναστατικοί μετασχηματισμοί. Η εργατική τάξη, αντί­θετα από την αστική τάξη, δεν επιδιώκει τη διαιώνιση της κυριαρχίας της. Η διαλεκτική της ιστορίας, όμως, είναι τέτια που μόλις πάρει την εξουσία και εδραιώσει την κυριαρχία του, ή όπως έλεγε ο Μαρξ, τη δικτατο­ρία του, το προλεταριάτο μπορεί να οδηγήσει την κοινωνία σε τέτιο στάδιο ανάπτυξης που θα παραδόσει την εξουσία του σ’ όλο το λαό και η δικτατορία του δεν θα είναι πλέον αναγκαία.

Σε τι συγκεκριμένα συνίσταται η ουσία της δικτατο­ρίας του προλεταριάτου, ποιές οι λειτουργίες και τα χρονικά της όρια; Για όλα θα μιλήσουμε πιο κάτω.

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 34. σελ. 200.

-1 0 7 -

Τώρα, ας εξετάσουμε ένα άλλο σπουδαίο ζήτημα: πώς θα εγκαΟιόρυΟεί αυτή η δικτατορία, με ποιο τρόπο Οα κάνει το προλεταριάτο στις συνθήκες της πανεθνικής κρίσης τη'σοσιαλιστική επανάσταση και θα πάρει στα χέρια του την εξουσία;

Λύνοντας το πρόβλημα αυτό. οι θεμελιωτές του μαρξισμού δεν έδιναν ποτέ έτοιμες συνταγές, δεν απο- λυτοποιούσαν τον ένα ή τον άλλο δρόμο, τη μια ή την άλλη μορφή κατάκτησης της εξουσίας από το προλε­ταριάτο. Όπως τόνιζε ο Λένιν, «Ο Μαρξ δεν έδενε τα χέρια του -ούτε τα χέρια των μελλοντικών παραγόν­των της σοσιαλιστικής επανάστασης- όσον αφορά τις μορφές, τις μεθόδους και τους τρόπους της επανάστα­σης, γιατί καταλάβαινε θαυμάσια τι όγκος νέων προ­βλημάτων θα παρουσιαστεί τότε. πως θα αλλάξει όλη η κατάσταση στην πορεία της επανάστασης».1 Τέτια θέση υποστήριζε και ο Λένιν, που με το προσωπικό του παράδειγμα, σαν αρχηγός της σοσιαλιστικής επα­νάστασης. έδοσε πρότυπα τακτικής και στρατηγικής ευελιξίας κατά τη λύση του ζητήματος των δρόμων της επανάστασης.

Υπάρχουν, όπως δείχνει η ιστορία, δυο βασικοί δρόμοι κατάκτησης της εξουσίας: ο ειρηνικός (χωρίς τη χρησιμοποίηση όπλων σε πλατιά κλίμακα) και ο μή ειρηνικός (με τα όπλα). Ο μη ειρηνικός δρόμος της σοσιαλιστικής επανάστασης συνεπάγεται διάφορες μορφές. Οι πιο διαδομένες απ' αυτές είναι η ένοπ/jj εξέγερση, ο εμφύλιος πό /χμος και ο ανταρτοπό/χμος. Η επανάσταση μπορεί να διεξάγεται είτε στα πλαίσια μιας από τις μορφές αυτές, είτε αναπτύσσεται έτσι που η μια μορφή να διαδέχεται την άλλη (π.χ. η ένοπλη

I. Β.Ι. Λένιν. Άπαντα. τόμ. 36. σελ. 304.

-1 0 8 -

εξέγερση τον εμφύλιο πόλεμο) ή σε συνδυασμό της μιας μορφής με την άλλη.

Η εργατική τάξη ή και το κόμμα της δεν μπορούν να ξέρουν με ακρίβεια από τα πριν με ποια μορφή Οα γίνει η κατάληψη της εξουσίας. Αν. όμως. ανάλογα με τις αντικειμενικές συνθήκες, προσανατολίζονται στο μη ειρηνικό δρόμο της επανάστασης, τότε είναι υπο­χρεωμένοι. όπως πολύ συχνά προειδοποιούσε ο Λένιν. να προετοιμαστούν οι ίδιοι και να προετοιμάσουν και τις μάζες για ενέργειες με το όπλο στο χέρι. μάλιστα όχι μόνο από πολεμική, αλλά Κι από οργανωτική και πολιτική άποψη. Επισημαίνοντας την ιδιαιτερότητα της μαρξιστικής αντιμετώπισης της εξέγερσης ο Λέ­νιν έγραφε: «Η εξέγερση, για να πετύχει. δεν πρέπει να στηρίζεται σε συνωμοσία, ούτε σ ' ένα κόμμα, αλλά στην πρωτοπόρα τάξη, αυτό είναι το πρώτο. Η εξέγερ­ση πρέπει να στηρίζεται στην επαναστατική άνοόο του λαού. Αυτό είναι το δεύτερο. Η εξέγερση πρέπει να στηρίζεται σε τέτιο σημείο στροφής στην ιστορία της αναπτυσσόμενης επανάστασης, όταν στις πρωτοπόρες γραμμές του λαού παρατηρείται η μεγαλύτερη δρα­στηριότητα. όταν οι τα/,αντεύσεις στις γραμμές των εχθρών και στις γραμμές των αδύνατων, μεσοβέζικων, αναποφάσιστων φίλων της επανάστασης είναι μεγαλύτε­ρες από κάθε φορά. Αυτό είναι το τρίτο. Και μ’ αυτούς ακριβώς τους τρεις όρους στην τοποθέτηση του ζητή­ματος της εξέγερσης ξεχωρίζει ο μαρξισμός από τον μπλανκισμό».'

Η ιστορική πείρα των δεκαετιών 1960-1980 του αιώ­να μας επιβεβαίωσε πλήρως την ορθότητα των λενινι- στικών συμπερασμάτων για τους όρους επιτυχίας της

I. Β.Ι. Λένιν. Άπαντα, τόμ. 34, σελ. 242-243.

-1 0 9 -

ένοπλης εκδήλωσης των εργαζομένων. Οι απόπειρες των «αριστερών» αναθεωρητών μέσα στο κομμουνιστι­κό κίνημα και των «αριστερών» εξτρεμιστών στα μαζι­κά δημοκρατικά κινήματα να ξεσηκώσουν τον λαό στην πάλη ενάντια στο υφιστάμενο κοινωνικό σύστη­μα με το όπλο στο χέρι. χωρίς να υπάρχουν οι συνθή­κες που προαναφέραμε. οδήγησαν στη συντριβή. Ιδιαίτερα βαρύ ήταν το πλήγμα που υπέστη το Κομου­νιστικό Κόμμα της Ινδονησίας.

Ο Λένιν υπογράμμιζε ότι μόνον η ύπαρξη των απα­ραίτητων συνθηκών για ένοπλη εξέγερση, έστω και με κατάλληλη προετοιμασία γΓ αυτήν, δεν εξασφαλίζουν την επιτυχία της. Χρειάζεται ακόμα η τέχνη της τακτι­κής και της στρατηγικής, η ικανότητα του γρήγορου περάσματος, όταν παραστεί ανάγκη, από τη μια μορφή πάλης στην άλλη κλπ. Ο Λένιν αναφέρει τα περίφημα λόγια του Μαρξ. ότι «η ένοπλη εξέγερση, όπως και ο πόλεμος, είναι τέχνη». Από τους κύριους κανόνες αυ­τής της τέχνης ο Μαρξ τόνισε τους εξής:

1) Ποτέ να μην παίζουμε με την εξέγερση, αλλά, από τη στιγμή που θα την αρχίσουμε, να είμαστε απόλυτα βέβαιοι πως πρέπει να τραβήξουμε ως το τέλος.

2) Πρέπει να εξασφαλίσουμε μεγάλη υπεροχή δυνά­μεων στο καθοριστικό σημείο και στην αποφασιστική στιγμή, γιατί διαφορετικά ο εχθρός, που έχει καλύτε­ρη προετοιμασία και οργάνωση, θα εξοντώσει τους εξεγερμένους.

3) Από τη στιγμή που θα αρχίσει η εξέγερση, πρέ­πει να δρούμε με τη μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και απαραίτητα να περνάμε, οπωσδήποτε, στην επίθεση. «Η άμυνα είναι ο θάνατος της ένοπλης εξέγερσης».

4) Πρέπει να προσπαθούμε να αιφνιδιάσουμε τον

εχθρό, να εκμεταλλευτούμε τη στιγμή που τα στρατεύ­ματα του είναι ακόμα σκόρπια.

S) Πρέπει να προσπαθούμε να έχουμε καθημερινά έστω και μικρές επιτυχίες (μπορούμε να πούμε: κάθε ώρα. αν πρόκειται για πόλη) διατηρώντας με κάθε Ουσία την «ηθική υπεροχή».'

Σ' ό,τι αφορά τον ειρηνικό δρόμο κατάκτησης της εξουσίας, εδώ, όπως δείχνει η πείρα της ιστορίας, ιδιαίτερα των σοσιαλιστικών χωρών της Ευρώπης, υπάρχουν επίσης διάφορες μορφές και μέθοδοι, στις οποίες συμπεριλαμθάνονται: η νίκη του Κόμματος ή του συνασπισμού κομμάτων των εργαζομένων στις εκλογές, οι μαζικές εκδηλώσεις των «κάτω» στρωμά­των που κορυφώνονται με το πέρασμα της εξουσίας στα χέρια των λαϊκών οργανώσεων τύπου Σοβιέτ κλπ.

Στην πραγματικότητα, ο ειρηνικός και ο μη ειρηνι­κός δρόμος δεν εμφανίζονται ποτέ σε «καθαρή» μορ­φή, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για μια αχανή χώρα, ή όταν η επαναστατική διαδικασία παίρνει -βτο στάδιο κατάληψης της εξουσίας- μακρόχρονο χαρακτήρα. Στα πλαίσια του ειρηνικού δρόμου μπορεί να προκύ- ψουν μερικές αναλαμπές ένοπλης πάλης (λιγότερο ή περισσότερο σύντομες και τοπικές), ενώ κατά τον μη ειρηνικό δρόμο μπορεί να υπάρξουν προσωρινά ή το­πικά «διαλείμματα» στην χρησιμοποίηση της ένοπλης βίας, όπως συμβαίνει στις συνθήκες του εμφύλιου πο­λέμου.

Σε ποιον απ’ αυτούς τους δύο βασικούς δρόμου κα­τάληψης της εξουσίας -ειρηνικό και μη ειρηνικό- θα καταφύγουν οι εργαζόμενοι; Αυτό δεν εξαρτάται, βέ­βαια, ούτε από τη δική τους θέληση, ούτε από τη

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 34, σελ. 383.

- 111-

θέληση της πρωτοπορίας τους. αλλά από τις αντικει­μενικές συνθήκες.

Μετά τον Μαρς. ο Λένιν υπογράμμιζε επανειλημμέ­να ότι «η εργατική τάξη θα προτιμούσε, βέβαια. να πάρει την εξουσία στα χέρια της «ειρηνικά».' Ωστόσο, στην επαναστατική πρακτική όλα καθορίζονται, σε τε­λευταία ανάλυση, από τον αντικειμενικό συσχετισμό των ταξικών δυνάμεων, από τον χαρακτήρα «των θε­σμών. των εθίμων και των παραδόσεων» κάθε χώρας.: απ’ την ετοιμότητα των «κορυφών» να υπερασπίσουν την εξουσία τους και των «κάτω» στρωμάτων να παλέ­ψουν για την εξουσία. Εξαρτάται. τέλος, από την επι­λογή της στιγμής «εφόδου» στα προπύργια του αστι­κού κράτους.

Ο Μαρξ και ο Ένγκελς θεωρούσαν ότι στις σύγχρο- νές τους συνθήκες το προλεταριάτο θα αναγκαστεί να κατακτήσει την εξουσία ένοπλα, όμως δεν απέκλειαν ούτε τον ειρηνικό δρόμο, ιδιαίτερα σε τέτιες χώρες, όπως < η Αμερική και η Αγγλία, όπου τότε δεν είχε συγκροτηθεί ακόμα ο ισχυρός μηχανισμός της βίας και για το σπάσιμό του χρειάζεται η χρήση όπλων.'

1. Β.Ι. Λένιν. Άπαντα, τόμ. 4. σελ. 264.2. «Όμως εμείς δεν ισχυριζόμασταν ποτέ -τόνισε ο Μαρξ στην ομιλία του «Το Συνέδριο της Χάγης»- ότι για να πετύχουμε το σκοπό αυτό (τον επαναστατικό) χρειάζονται πάντα τα ίδια μέσα. Εμείς ξέρουμε ότι πρέπει να παίρνουμε υπόψη τους θεσμούς, τα έθιμα και τις παραδόσεις των διαφόρων χωρών...» (Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς. Έρ·,·α. ρωσ. έκδοση, τόμ. 18. σελ. 154).3. Στην ίδια ομιλία «Το Συνέδριο της Χάγης» ο Μαρξ σημειώνει: «...δεν αρνούμαστε πως υπάρχουν τέτιες χώρες, όπως η Αμερική, η Αγγλία και. αν ήξερα καλύτερα τους θεσμούς σας. τότε ίσως Οα πρόσθετα σ’ αυτές και την

- 112-

Την ίδια θέση υποστήριζε και ο Λένιν. ο οποίος τόνι­ζε ότι η σοσιαλιστική επανάσταση στη Ρωσία και σε άλλες χώρες μπορεί να γίνει τόσο με μη ειρηνικό, όσο και με ειρηνικό δρόμο, παρ' όλο που ο τελευταίος, στις συνθήκες του καιρού εκείνου, ήταν λιγότερο πιθανός.

Στα όσα είπαμε πιο πάνω μπορούμε να προσθέσουμε ότι και ο Μαρξ. και ο Ένγκελς. και ο Λένιν παραδέ­χονταν τη δυνατότητα του περάσματος στην πορεία της επανάστασης από τη μια μορφή κατάκτησης της εξουσίας στην άλλη, επομένως, και την ανάγκη να είναι κανείς έτοιμος για τη χρησιμοποίηση διαφόρων μέσων, ανάλογα με την κατάσταση. Κατακτώντας την εξουσία με ειρηνικό τρόπο, το προλεταριάτο μπορεί στη συνέχεια να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη αντί­σταση της ντόπιας και της διεθνούς αστικής τάξης, οπότε μπορεί να ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος. Και αν­τίθετα. η κατάκτηση της εξουσίας με ένοπλο τρόπο μπορεί να οδηγήσει στην καταστολή της αντίστασης της αστικής τάξης, πράγμα που θα επιτρέψει στο προ­λεταριάτο να μην καταφύγει στα επόμενα στάδια της επανάστασης στη χρησιμοποίηση όπλων σε πανεθνι­κή κλίμακα.

Το να παίρνει η επαναστατική πρωτοπορία υπόψη της το συγκεκριμένο συσχετισμό δυνάμεων και να επιλέγει τη στιγμή «εφόδου», να είναι ικανή να περνά γρήγορα από τον ειρηνικό προσανατολισμό στον μη ειρηνικό και το αντίθετο, έχει τεράστια σημασία για όλη τη μετέπειτα πορεία της επανάστασης. Κλασικό

Ολλανδία, όπου οι εργάτες μπορούν να πετύχουν τους σκο­πούς τους με ειρηνικά μέσα». (Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς.Έρ·,·α, ρωσ. έκδοση, τόμ. Γ8, σελ. 154).

8-0912 -1 1 3 -

παράδειγμα τέτιας επιδεξιότητας μας έδοσε ο ίδιος ο Λένιν. όπως δείχνουν π.χ. τα ντοκουμέντα που αναφέ- ρονται στον Οχτώβρη του 1917. «Οι μπολσεβίκοι δεν έχουν το δικαίωμα να αναμένουν το συνέδριο των Σο­βιέτ. πρέπει να πάρουν αμέσως την εξουσία -γράφει ο Λένιν στο «Γράμμα της 1 (14) Οχτώβρη 1917 προς την ΚΕ. τις Επιτροπές Μόσχας και Πετρούπολης και τους μπολσεθίκους-μέλη των Σοβιέτ Πετρούπολης και Μό­σχας»-. Έτσι Οα σώσουν και την παγκόσμια επανά­σταση... και τη ρώσικη επανάσταση... και τη ζωή εκα­τοντάδων χιλιάδων ανθρώπων που βρίσκονται στον πόλεμο... Αν δεν μπορούμε να πάρουμε την εξουσία χωρίς εξέγερση, πρέπει ιό τραβήξουμε αμέσως για την εξέγερση. Είναι πολύ πιθανό ότι ακριβώς τώρα μπορού­με να πάρουμε την εξουσία χωρίς εξέγερση: αν λ.χ. το Σοβιέτ της Μόσχας έπαιρνε τώρα αμέσως την εξουσία και αυτοανακηρυσσόταν (μαζί με το Σοβιέτ Πετρούπο­λης) κυβέρνηση. Στη Μόσχα η νίκη είναι εξασφαλι­σμένη και κανείς δεν πρόκειται να πολεμήσει. Στην Πετρούπολη μπορούμε να κρατάμε στάση αναμονής. Η κυβέρνηση δεν έχει τι να κάνει και δεν υπάρχει σωτηρία γι' αυτήν, θα παραδοθεί... Η νίκη είναι εξα­σφαλισμένη και εννιά στα δέκα θα είναι αναίμακτη».1

Μια βδομάδα αργότερα, στις 8 (21) του Οχτώβρη 1917, ο Λένιν βάζει το ζήτημα αλλιώς: «... το πέρασμα της εξουσίας στο Σοβιέτ, -γράφει στις «Συμβουλές ενός που λείπει»- σημαίνει τώρα στην πράξη ένοπλη εξέγερση».2 «Η αργοπορία ισοδυναμεί με θάνατο, -γράφει την ίδια μέρα στο «Γράμμα προς του συντρό­φους μπολσεβίκους, που παίρνουν μέρος στο συνέδριο

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 34, σελ. 340-341.2. Στο ίδιο, σελ. 382.

-1 1 4 -

των Σοβιέτ του Βορά». Το σύνθημα: «όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» είναι σύνθημα εξέγερσης».1

Όποια. όμως. και αν ήταν η μορφή κατάληψης της εξουσίας από το πεαναστατικό προλεταριάτο -ειρηνι- κή ή μη ειρηνική-, ως προς την ίδια την ουσία της, παραμένει πάντα επαναστατική βία. Όπως έγραφαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς στο «Μανιφέστο του Κομμουνι­στικού Κόμματος», «... μόνο με βίαιη ανατροπή όλου του σημερινού κοινωνικού καθεστώτος» η εργατική τάξη μπορεί να πετύχει την απελευθέρωσή της».2 Από τότε η ιστορία έχει επιβεβαιώσει πολλές φορές την ορθότητα αυτού του συμπεράσματος, που διατηρεί την επικαιρότητά του και σήμερα.

Οι μαρξιστές εξετάζουν την κοινωνική επανάσταση σαν βία όχι, βέβαια, από κάποιο πάθος για τη χρήση βίας, για «παράβαση του νόμου», όπως τους κατηγο­ρούν συχνά οι δεξιοί οπορτουνιστές. Απεναντίας, οι μαρξιστές, όπως και η επαναστατική εργατική τάξη, θα προτιμούσαν την αποφυγή της βίας και, πολύ πε­ρισσότερο, της αιματοχυσίας. Και έθεταν το ζήτημα της επανάστασης σαν βίας μόνο και μόνο, επειδή όλη η ιστορία των κοινωνικών (συμπεριλαμβανομένων και των σοσιαλιστικών) επαναστάσεων αποδείχνει ότι η κυρίαρχη τάξη πουθενά και ποτέ δεν παραχώρησε σε κανέναν εκούσια την εξουσία: χρειάστηκε να την εξα­ναγκάσουν, να της αρπάξουν την εξουσία από τα χέρια της. Μερικές φορές τα χέρια αυτά ήταν αδύναμα -τότε ήταν μικρότερες και οι διαστάσεις της επαναστατικής βίας. Η ιστορία, όμως, δεν μας έδοσε μέχρι τώρα ούτε

1. Β.Ι. Λένιν. Άπαντα, τόμ. 34, σελ. 390.2. Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς. «Μανιφέστο του Κομμουνιστι­κού Κόμματος». έκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 65.

-1 1 5 -

ένα παράδειγμα περάσματος της εξουσίας από τα χέ­ρια της αστικής τάξης στα χέρια του προλεταριάτου χωρίς ταξική πάλη, χωρίς βία. χωρίς καταναγκασμό. Μ’ άλλα λόγια, δεν μας έδοσε μέχρι τώρα ούτε ένα παράδειγμα που να αρνήθηκε η αστική τάξη να αντι- σταθεί στους επαναστατικούς μετασχηματισμούς, ούτε ένα παράδειγμα που να παραδέχθηκε εκούσια το νέο κοινωνικό σύστημα. Πολύ περισσότερο, που συχνά η αστική τάξη πρώτη παραβαίνει το νόμο, καταφεύγον- τας σε μαζική προληπτική (συμπεριλαμβανομένης και της ένοπλης) βία ενάντια στην εργατική τάξη και τις άλλες επαναστατικές δυνάμεις. Ας προσθέσουμε σ’ αυ­τό και τις διώξεις, συνήθως παράνομες, στις οποίες υποβάλλει η αστική τάξη τους ηγέτες και τις πολιτικές οργανώσεις της εργατικής τάξης. Έτσι, θα έχουμε τελικά ένα ολόκληρο σύστημα μεθόδων άσκησης βίας από την άρχουσα τάξη ενάντια στις δυνάμεις που συ­γκροτούν τη βάση του σοσιαλιστικού επαναστατικόυ κινήματος. Συνεπώς, η επαναστατική βία της εργατι­κής τάξης είναι, ως προς την ουσία της, αντιθία, υπό τον όρο, βέβαια, ότι δεν ξεπερνάει τα πλαίσια της αναγκαιότητάς της. «Χωρίς τη βία ενάντιοί στους κα- ταπιεστές, που έχουν στα χέρια τους τα μέσα και τα όργανα της εξουσίας, δεν μπορεί κανείς να απαλλάξει το λαό από τους καταπιεστές».1

Ωστόσο, οι επαναστάσεις διαφέρουν μεταξύ τους όχι γιατί άλλες γίνονται με άσκηση βίας, και άλλες χωρίς κανένα μέτρο βίας. Διαφέρουν, πρώτο, στο ότι, σε μερικές περιπτώσεις, η βία ασκείται ειρηνικά (όχι ένοπλα) και σε άλλες με μη ειρηνικό τρόπο. Η δεύτε­ρη ουσιαστική διαφορά ανάμεσα τους συνίσταται στο

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 12. σελ. 318.

ότι ο βαθμός της ασκούμενης βίας -τόσο της ειρηνι­κής. όσο και της μη ειρηνικής-, οι διαστάσεις της μπορούν να αλλάζουν ανάλογα με τις συγκεκριμένες συνθήκες. Στην ουσία, ο βαθμός της βίας που ασκεί το προλεταριάτο ενάντια στην αστική τάξη καθορίζεται από το βαθμό της αντίστασής της στις επαναστατικές αλλαγές. Βέβαια, σε καμιά επανάσταση δεν αποκλεί­ονται οι υπερβολές, γιατί το ταξικό μίσος των εργαζο­μένων ενάντια στους εκμεταλλευτές, που οφείλεται στην αιώνια καταπίεση και βία, δεν μπορεί να μη ξεχειλύσει, να μην οδηγήσει κάποτε ή κάπου σε υπέρ­μετρη βία. Όμως, δεν είναι οι υπερβολές αυτές που καθορίζουν το βαθμό και τη μορφή της επαναστατικής βίας σε γενική κλίμακα, αλλά ο βαθμός της αντεπανα- στατικότητας των ανατρεπόμενων τάξεων, η αντίστα­σή τους στην επανάσταση, η βία ενάντια στις επανα­στατικές δυνάμεις.

Ο Λένιν παραδεχόταν κατ' αρχήν, ότι μπορεί να διαμορφωθεί μια τέτια κατάσταση, που η αστική τάξη θα υποχρεωθεί να παραιτηθεί από την εξουσία: «... σε ορισμένες περιπτώσεις, σαν εξαίρεση, λ.χ. σε κάποιο μικρό ιίράτος, όταν ένα μεγάλο γειτονικό κράτος θα είχε πια επιτελέσει την κοινωνική επανάσταση, είναι δυνατή η ειρηνική παραχώρηση της εξουσίας από την αστική τάξη, αν αυτή πειστεί για το μάταιο της αντί­στασής της και προτιμήσει να σώσει το κεφάλι της».1 Μια τέτια αναγκαστική «σύνεση» της αστικής τάξης θα μπορούσε να απαλλάξει το προλεταριάτο από την ανάγκη να ασκήσει ένοπλη βία για την κατάληψη της εξουσίας. Αυτό, επίσης, θα μετρίαζε το βαθμό της βίας που ασκείται στις ειρηνικές της μορφές, αν και στην

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 30. σελ. 122.

-1 1 7 -

περίπτωση αυτή το προλεταριάτο, κατά πάσα πιθανό­τητα, -στο όνομα της επανάστασης- θα υποχρεωνό­ταν να πάρει ορισμένα μέτρα, ώστε να περιορίσει τη δράση της αστικής τάξης, τις πραγματικές της δυνατό­τητες και τη σφαίρα επιρροής της, να την αφοπλίσει κλπ.

Στις σημερινές συνθήκες διατηρούν τη σημασία τους και οι δύο δρόμοι πραγματοποίησης της επανά­στασης. Με την ανάπτυξη του παγκόσμιου σοσιαλι­στικού συστήματος και την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων στο διεθνή στίβο προς όφελος του σοσιαλι­σμού και της δημοκρατίας, αυξάνεται η πιθανότητα να δημιουργηθεί μια τέτια κατάσταση που θα επιτρέψει στο προλεταριάτο να καταλάβει την εξουσία με ειρη­νικά μέσα, ασκώντας περιορισμένης έκτασης βία. Γί­νεται πιο ρεαλιστική απ’ ό,τι στην εποχή του Λένιν η δυνατότητα ειρηνικού περάσματος της εξουσίας στα χέρια της εργατικής τάξης «σε κάποιο μικρό κράτος, μετά τη νίκη της κοινωνικής επανάστασης σε κάποιο μεγάλο γειτονικό κράτος».1

Μεγάλο ρόλο στο ειρηνικό πέρασμα της εξουσίας στα χέρια του προλεταριάτου μπορεί να παίξει το Κοι­νοβούλιο. Η υποστήριξη από τις λαϊκές μάζες του κόμματος της εργατικής τάξης στις εκλογές και η κα- τάκτηση από το Κόμμα ή το συνασπισμό των αριστε­ρών δυνάμεων της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας μπορεί να οδηγήσει στη μετατροπή του Κοινοβουλίου σε όργανο λαϊκής εξουσίας, σε όπλο για την πραγμα­τοποίηση δημοκρατικών και σοσιαλιστικών μετασχη­ματισμών. Πολλές πιθανότητες δημιουργίας μιας τέ- τιας κατάστασης υπάρχουν ιδιαίτερα στις χώρες με

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 30, σελ. 122.

- 1 1 8 -

πλούσιες δημοκρατικές, κυρίως κοινοβουλευτικές, πα­ραδόσεις, όπου η εργατική τάξη διαθέτει πολύχρονη πείρα εξωκοινοβουλευτικής και κοινοβουλευτικής πά­λης, όπου το κόμμα της εργατικής τάξης έχει την πλατιά υποστήριξη τόσο των εργατών, όσο και των άλλων στρωμάτων εργαζομένων. Η Βουλή μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο τόσο στο ξεσκέπασμα του πραγματικού προσώπου της αστικής τάξης και των κομμάτων της, όσο και στη συσπείρωση των εργαζο­μένων γύρω από την εργατική τάξη, τόσο στον περιο­ρισμό της δράσης της αστικής τάξης και των αντιδρα­στικών κομμάτων και συνασπισμών, όσο και σε μια σειρά άλλους τομείς της κοινωνικοπολιτικής ζωής.

Ωστόσο, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι η πραγματοποίηση της επανάστασης με τη βοήθεια του Κοινοβουλίου δεν σημαίνει καθόλου πως όλο το πλέγμα επαναστατικών καθηκόντων μπορεί να εκπληρωθεί από το Κοινοβούλιο, δηλαδή αποκλειστικά με την κοι­νοβουλευτική δράση, χωρίς την επαναστατική πάλη της εργατικής τάξης με εξωκοινοβουλευτικές μορφές.

Η αξιοποίηση του Κοινοβουλίου από το προλετα­ριάτο δεν αποκλείει ούτε τη χρήση επαναστατικής βίας ενάντια στην αστική τάξη, ούτε την κατάλυση του αστικού κρατικού μηχανισμού. Όσο η αστική τά­ξη κατέχει θέσεις-κλειδιά στην οικονομία, όσο κρα- τάει στα χέρια της τον κρατικό μηχανισμό, περιλαμ- βανομένων και των κατασταλτικών οργάνων, όσο ελέγχει το σύστημα των μέσων μαζικής ενημέρωσης (τηλεόραση, ραδιόφωνο, τύπο) και συνάμα διατηρεί τη δυνατότητα επηρεασμού της συνείδησης των λαϊκών μαζών -μέχρι τότε κανένα, ούτε το πιο επαναστατικό Κοινοβούλιο, μπορεί να πραγματοποιήσει ριζικούς σοσιαλιστικούς μετασχηματισμούς, οποιουσδήποτε

- 119-

νόμους κι αν θεσπίσει και οσεσδήποτε επαναστατικές αγορεύσεις κι αν γίνουν μέσα στο Κοινοβούλιο. Μόνο σε συνδυασμό με τη μαζική επαναστατική πάλη έξω από το Κοινοβούλιο, με τον περιορισμό των ελευθεριών της αστικής τάξης κι όλων των αντεπαναστατικών δυνά­μεων, με τον ανασχηματισμό της όλης πολιτικής οργάνωσης της κοινωνίας μπορεί το Κοινοβούλιο να αποβεί σπουδαίος παράγοντας για την πραγματοποίη­ση της σοσιαλιστικής επανάστασης και την οικοδόμη­ση της νέας κοινωνίας.

Ωστόσο, πραγματοποιώντας την επανάσταση με ει­ρηνικό δρόμο, ακόμα και με την βοήθεια του Κοινοβου­λίου, το προλεταριάτο οφείλει να είναι έτοιμο, όταν παραστεί ανάγκη, να περάσει γρήγορα στα μη ειρηνικά μέσα πάλης, στην άσκηση ένοπλης βίας ενάντια στην αστική τάξη και τους συμμάχους της, αν αποπειραθούν, χρησιμοποιώντας παράνομες μεθόδους, να κάνουν αν- τεπαναστατικό πραξικόπημα. Ένας τέτιος κίνδυνος είναι απόλυτα πιθανός, όπως δείχνει το παράδειγμα της Χιλής, όπου η ανάπτυξη της επαναστατικής διαδικα­σίας γινόταν με ειρηνικό δρόμο, αλλά την ανέκοψαν με τη βία οι αντιδραστικές δυνάμεις.

Συνεπώς, αν υπάρχει σήμερα μια αντικειμενική τάση για πέρασμα της εξουσίας στα χέρια του προλεταριάτου με ειρηνικά μέσα και με περιορισμένης έκτασης βία, ωστόσο διατηρεί ταυτόχρονα τη σημασία του και ο μη ειρηνικός δρόμος κατάληψης της εξουσίας από το προλεταριάτο. Η διεύρυνση των διεθνών σχέσεων της αστικής τάξης και η επιθετική πολιτική του ιμπεριαλι­σμού, που φθάνει ως την εξαγωγή αντεπανάστασης, όχι μόνο περιορίζουν σημαντικά τη «σύνεση» της αστικής τάξης, ακόμα και στην περίπτωση που η αντίστασή της στις επαναστατικές δυνάμεις είναι πρόδηλα μάταιη.

-1 2 0 -

αλλά και τη σπρώχνουν στο δρόμο της ένοπλης αντίστασης στις επαναστατικές δυνάμεις, υποχρεώ- νοντάς τες να πάρουν τα όπλα. Μια τέτια κατάσταση δεν αποκλείεται ούτε και «σε κάποιο μικρό κράτος, μετά την πραγματοποίηση της κοινωνικής επανάστα­σης στο γειτονικό μεγάλο κράτος».

Η τραγωδία της Χιλής, που έδειξε στην επαναστα­τική εργατική τάξη τον κίνδυνο της υπερτίμησης των ειρηνικών μέσων πραγματοποίησης της επανάστασης, δεν έκλεισε το δρόμο αυτό.

Οι κομμουνιστές και η εργατική τάξη της μιας ή της άλλης χώρας, με βάση τη συγκεκριμένη ανάλυση της κατάστασης που επικρατεί στην αντίστοιχη χώρα, καθορίζουν τις προοπτικές της πάλης για το σοσιαλι­σμό, τους πιθανούς τρόπους κατάκτησης της εξου­σίας. Μάλιστα μπορούν να εκτιμήσουν ποιος δρόμος έχει περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας: ο ειρηνικός ή ο μη ειρνικός. Ωστόσο, ανεξάρτητα από το ποιος δρόμος είναι προτιμότερος στις δοσμένες συνθήκες, επιβάλλεται να συνυπολογίζεται η δυνατότητα αλλα­γής της κατάστασης, επομένως και η ανάγκη αναπρο- σανατολισμού της δράσης ανάλογα με τον επιλεγμένο δρόμο, ώστε να είναι κανείς πάντα έτοιμος για οποια- δήποτε απρόσμενη τροπή των γεγονότων.

13. ΣΟ Σ ΙΑ Λ ΙΣΤΙΚ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΑΣΤΙΚ Ο Κ ΡΑ ΤΟ Σ

«... Η απελευθέρωση της καταπιεζόμενης τάξης είναι αδύνατη όχι μόνο χωρίς θίαιη επανάσταση αλλά και χωρίς καταστροφή του μηχανισμού της κρατικής εξουσίας που δημιούργησε η κυρίαρχη τάξη...» -υπο­γραμμίζει ο Λένιν στο βιβλίο του «Κράτος και

-1 2 1 -

Επανάσταση».1 Η καταστροφή αυτού του μηχανισμού είναι ένα από τα κύρια καθήκοντα και, παράλληλα, ένας από τους βασικούς όρους της παραπέρα ανάπτυ­ξης και τελικής νίκης της σοσιαλιστικής επανάστα­σης. Αυτό το συμπέρασμα, που διατύπωσαν για πρώτη φορά ο Μαρξ και ο Ένγκελς και ανέπτυξε ο Λένιν στις νέες συνθήκες, έχει εξαιρετικά μεγάλη σημασία για τη θεωρία και την πρακτική της σοσιαλιστικής επανάστασης. Μπορούμε μάλιστα να πούμε πως αυτό το συμπέρασμα είναι νόμος της σοσιαλιστικής επανά­στασης και ότι η παραγνώρισή του εγκυμονεί τις πιο σοβαρές συνέπειες.

Γιατί, όμως, πρέπει «να καταστραφεί», «να γκρεμι­στεί» ο αστικός κρατικός μηχανισμός; Γιατί δεν μπο-. ρεί η εργατική τάξη να τον παραλάθει «έτοιμο», όπως έκαναν οι αστικές επαναστάσεις, και να τον θέσει στην υπηρεσία της, αφού της χρειάζεται το κράτος, τουλάχιστον ωσότου δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την απονέκρωσή του; Διότι το αστικό κράτος δεν είναι προσαρμοσμένο για την εκπλήρωση των καθη­κόντων που στέκουν μπροστά στο προλεταριάτο. Το κράτος αυτό, και ως προς την ουσία, και ως προς τις λειτουργίες του, στρέφεται ενάντια στη σοσιαλιστική επανάσταση, ενάντια στην εργατική τάξη και ενάντια στο σοσιαλισμό. «Το κράτος είναι προϊόν και εκδήλω­ση των ανεφήτευτων ταξικών αντιθέσεων. Το κράτος εμφανίζεται εκεί, τότε και καθόσον, όπου, όταν και εφόσον οι ταξικές αντιθέσεις δεν μπορούν αντικειμενι­κά να συμφιλιωθούν... Κατά τον Μαρξ, το κράτος είναι όργανο ταξικής κυριαρχίας, όργανο καταπίεσης μιας τάξης από μιαν άλλη, είναι η δημιουργία του

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 33, σελ. 8.

-1 2 2 -

«κατεστημένου», εκείνου, που νομιμοποιεί και στερεώ­νει αυτή την καταπίεση, μετριάζοντας τη σύγκρουση των τάξεων».1

Είναι αυτονόητο ότι το όργανο υποταγής και κατα­πίεσης της εργατικής τάξης κι όλων των εργαζομένων πρέπει να τσακιστεί από τη σοσιαλιστική επανάσταση. Όμως, τι συγκεκριμένα και πώς ακριβώς πρέπει να τσακιστεί; Αυτά δεν είναι καθόλου απλά ερωτήματα, ιδιαίτερα αν πάρουμε υπόψη μας ότι η δικτατορία της αστικής τάξης, παραμένοντας αμετάβλητη, ως προς την ουσία της, μπορεί να παίρνει ποικίλες μορφές και να ασκείται με διάφορα μέσα, και ότι η κατάλυση του αστικού κράτους, όπως την εννοούν οι μαρξιστές, δεν έχει τίποτα το κοινό με τη ν επιδίωξη των αναρχικών και των «αριστερών», επαναστατών για καταστροφή όλων των θεσμών και οργανώσεων που έχουν διαμορφωθεί στις συνθήκες της αστικής κοινωνίας.

Συγκεκριμενοποιώντας την έννοια του κράτους ως «κοινωνικής εξουσίας» δηλαδή ως «δύναμης» που, χωρίς να συμπίπτει με την κοινωνία, στέκει πάνω απ’ αυτήν, ασκώντας τις καταπιεστικές της λειτουργίες, ο Λένιν παραθέτει τα ακόλουθα λόγια του Ένγκελς: «Αυτή η δημόσια εξουσία υπάρχει σε κάθε κράτος. Δεν αποτελείται μόνο από οπλισμένους ανθρώπους, αλλά και από υλικά εξαρτήματα, από φυλακές και κάθε λογής ιδρύματα καταναγκασμού...2 Ο Λένιν υπογραμμίζει ακόμα ότι, μιλώντας για «οπλισμένους ανθρώπους», ο Ένγκελς δεν εννοεί την «αυτενεργό ένοπλη οργάνωση του πληθυσμού», αλλά τους «ιδιαίτερους σχηματισμούς από οπλισμένους ανθρώπους (αστυνομία, μόνιμος

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 33, σελ. 7.2. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 33, σελ. 9.

-1 2 3 -

στρατός) που στέκονται πάνω από την κοινωνία...»1 Στα «τμήματα των οπλισμένων ανθρώπων» προστίθεται ένας τεράστιος αριθμός υπαλληλίας, δηλαδή της κρατι­κής γραφειοκρατίας, που επίσης υπηρετεί την κυρίαρχη τάςη και εκπληρώνει σε ιδιότυπη μορφή καταδιωκτικές- διαχειριστικές λειτουργίες ενάντια στην εργατική τά­ςη. Αυτόν ακριβώς το στρατιωτικό-γραφειοκρατικό μηχανισμό πρέπει πριν απ' όλα να τσακίσει το επανα­στατικό προλεταριάτο.

Για την πρώτη εμπειρία κατάλυσης του κρατικού μηχανισμού της αστικής τάξης μιλάει ο Μαρξ στο έργο του «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία». όπου αναλύει τη δράση της Κομμούνας του Παρισιού. «... Η αστυνο­μία που μέχρι τώρα ήτανε όργανο της κεντρικής κυβέρνησης, στερήθηκε αμέσως όλες τις πολιτικές λειτουργίες της και μετατράπηκε σε υπεύθυνο όργανο της Κομμούνας που μπορούσε να αντικατασταθεί οποι- αδήποτε ώρα... Το ίδιο και οι υπάλληλοι όλων των άλλων κλάδων διοίκησης... Μετά την κατάργηση του μόνιμου στρατού και της αστυνομίας, αυτών των κατα­σταλτικών οργάνων της παλιάς κυβέρνησης, η Κομμού­να καταπιάστηκε αμέσως και με το τσάκισμα του οργάνου πνευματικής καταπίεσης, τη δύναμη των παπά­δων... Η δικαστική ιεραρχία έχασε την φαινομενική της ανεξαρτησία... έπρεπε στο εξής να εκλέγεται ανοιχτά, να παύσει να είναι ανεξέλεγκτη και αναντικατάστατη * 2 Έτσι, οι κομμουνάροι του Παρισιού, μόλις έγιναν κυρίαρχοι της κατάστασης, αφαίρεσαν από την αστυνο­μία. το στρατό και τους δημόσιους υπαλλήλους, που

1. Β.Ι. Λένιν. Άπαντα, τόμ. 33. σελ. 10.2. Κ. Μαρς και Φ. Ένγκελς. Έρ-,-α. ρωσ. έκδοση, τόμ. 17. σελ. 342-343.

-1 2 4 -

εκπλήρωναν λειτουργίες πνευματικής καταπίεσης και υποταγής, την πολιτική εξουσία και αντικατέστησαν την πα/,ιά εξουσία με νέα. που εξέφραζε τη θέληση και τα συμφέροντα της εργατικής τάξης.

Οι μετέπειτα επαναστάσεις, μολονότι διέφεραν ως προς τις ιδιομορφίες τους. επιβεβαίωσαν απόλυτα την αναγκαιότητα απομιικρυνσης των εκπροσώπων του στρατιωτικού-γραφειοκρατικού μηχανισμού από την εξουσία και αφοπλισμού τους με τη ριζική αναδιοργάνω­ση της αστυνομίας, του στρατού και των κρατικών ιδρυμάτων, με το κλείσιμο των καναλιών επενέργειας των πρώην εκπροσώπων της κρατικής εξουσίας στην κοινωνία και τον περιορισμό των όιασυνόέσαυν τους με τη διεθνή αστική τάξη.

Η αστική τάξη ασκεί τη δικτατορία της όχι μόνο μέσω του κράτους, αλλά και μέσω του διακλαδωμένου συστήματος ιδρυμάτων και θεσμών, μέσω του συστήμα­τος δικτατορίας της αστικής τάξης, που πυρήνας του είναι το κράτος. Στο σύστημα αυτό. παράλληλα με το κράτος ανήκουν οι διάφορες μονοπωλιακές ενώσεις που τις συνδέουν χίλια νήματα με το κράτος και που, από τη μια μεριά, επηρεάζουν την εσωτερική και εξω­τερική του πολιτική, κι από την άλλη, είναι οι ίδιες φορείς της πολιτικής αυτής. Εδώ ανήκουν επίσης τα αστικά πολιτικά κόμματα και, τέλος, οι τρομοκρατικές οργανώσεις που δρουν συχνά σε συνεργασία με την αστυνομία και τα άλλα κρατικά όργανα.

Οι παρακρατικές οργανώσεις της κυρίαρχης τάξης υπήρχαν ακόμα και στις συνθήκες του προνομοπωλια- κού καπιταλισμού, όμως τότε οι σχέσεις τους με το κράτος, ακριβέστερα με τον στρατιωτικό-γραφειοκρα- τικό μηχανισμό δεν ήταν τόσο πυκνές και αποδοτικές, ώστε να μπορεί να πει κανείς ότι υπήρχε σύστημα

-1 2 5 -

δικτατορίας της κυρίαρχης τάξης. Ένα τέτιο σύστημα διαμορφώνεται παράλληλα με την εδραίωση των θέ­σεων, την διεύρυνση των λειτουργιών και την ενίσχυ­ση του ρόλου του αστικού κράτους. Το κράτος αυτό όχι μόνο αναπτύσσεται το ίδιο, αλλά και δημιουργεί γύρω του ένα ολόκληρο σύστημα, που το βοηθάει να ασκεί τις κατασταλτικές λειτουργίες του και μάλιστα αναλαμβάνει το ίδιο την άσκηση ορισμένων λειτουρ­γιών. Για την πολιτική οργάνωση της σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνίας είναι χαρακτηριστική η αύ­ξηση του αριθμού και η ισχυροποίηση της επιρροής των παρακρατικών οργανώσεων της άρχουσας τάξης, καθώς επίσης των οργανώσεων που χρηματοδοτούνται από την άρχουσα τάξη και που τις χρησιμοποιεί για τη δίωξη των προοδευτικών στοιχείων.

Η διαδικασία αυτή αποδείχνει ότι το κράτος δεν μπορεί να εκπληρώ σει μόνο του το καθήκον της κατάπνι- ζη ς του επαναστατικού και απε/χυΟερωτικού κινήματος. Δεσμευμένη από τη νομιμότητα που η ίδια δημιούρ­γησε και αδυνατώντας τις περισσότερες φορές να απαλλαγεί πια απ’ αυτήν, η αστική τάξη καταφεύγει στην ίδρυση τέτιων οργανώσεων, οι οποίες στην πραγματικότητα παίζουν το ρόλο οργάνων καταπίε­σης, όμως δεν υποτάσσονται στους νομικούς κανόνες. Βασικά έτσι ακριβώς εξηγείται η διακλάδωση του συστήματος δικτατορίας της αστικής τάξης με την πρωτοφανή αύξηση των παρακρατικών οργανώσεων της τάξης των καπιταλιστών. Η αύξηση του αριθμού και η δράστη ριοποίηση αυτού του είδους οργανώ­σεων είναι μια από τις βασικές κατευθύνσεις συνένω­σης της ισχής των μονοπωλίων με την ισχή του κράτους.

Απ’ εδώ προκύπτει ένα σπουδαίο θεωρητικό και

- 126-

πρακτικό συμπέρασμα, που εμπεριέχεται στη μαρξιστι- κολενινιστική διδασκαλία για το κράτος και την επανά­σταση, το συμπέρασμα της αναγκαιότητας καταστροφής όλου του συστήματος δικτατορίας της άρχουσας τάξης, στο κέντρο της οποίας βρίσκεται το κράτος. Σήμερα, που είναι πια ολοφάνερο ότι η αστική τάξη ασκεί τη δικτατορία της όχι μόνο με τη βοήθεια του κράτους, μπορούμε πια να πούμε με βεβαιότητα ότι το προλετα­ριάτο στην περίοδο κατάκτησης της εξουσίας και στην αρχή της άσκησης της δικτατορίας του μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπο με την αντίσταση όχι μόνο των οργάνων του κράτους, αλλά και μιας ολόκληρης σειράς άλλων οργανώσεων. Γι’ αυτό, σήμερα έχουμε κάθε λόγο να μιλάμε για αναγκαιότητα κατάλυσης όλου του συστήμα­τος δικτατορίας της αστικής τάξης, σαν απαραίτητης προϋπόθεσης της σοσιαλιστικής επανάστασης.

Η πείρα ανάπτυξης των επαναστάσεων στον 20ο αιώνα δείχνει ότι εκεί όπου, λόγω των ιστορικών συνθηκών, το τσάκισμα της παλιάς κρατικής μηχανής όλου του συστήματος δικτατορίας της άρχουσας τάξης γίνεται με ασυνέπεια, με καθυστέρηση, όπου οι εκπρό­σωποι του παλιού στρατιωτικο-γραφειοκρατικού μηχα­νισμού διατηρούν τις θέσεις τους στην κοινωνία, εκεί δημιουργείται μια λίγο-πολύ σοβαρή απειλή παλινόρ­θωσης της παλιάς τάξης πραγμάτων ή ακόμα και εγκαθίδρυσης δικτατορίας φασιστικού τύπου. «Η νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης με σχετικά ειρηνικό δρόμο -έλεγε ο Πρώτος Γραμματέας της ΚΕ του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος της Ουγγαρίας Γιάννος Κάνταρ- έδοσε στην αστική τάξη της Ουγγαρίας την υπεροχή εκείνη που, αν και είχε χάσει την οικονομική βάση της εξουσίας της, λόγω απαλλοτρίω­σης, διατήρησε παρ' όλα αυτά σε σημαντικό βαθμό τα

- 1 2 7 -

στελέχη της και το δραστήριο πολιτικό της ρόλο. Σ ' αυτό συνέτεινε και το ότι, χάρη στην ιδιαιτερότητα του χαρακτήρα της ανάπτυξης, δεν τσακίσαμε αμέσως μετά το 1945 τον αστικό κρατικό μηχανισμό, εκτός α π ’ την χωροφυλακή και το στρατό , αλλά απλώς σιγά-σιγά τον αλλάξαμε. Έτσι, η αστική τάξη για πολύ καιρό και σε σημαντικό βαθμό μπόρεσε να διατηρεί την επιρροή της ακόμα και στην κρατική διοίκηση και στη λύση των οικονομικών και πολιτιστικών προβλημάτων.

Να γιατί η αστική τάξη, μετά τις 24 του Οχτώβρη 1956, μπόρεσε για κάμποσες μέρες και αρκετά αποτε­λεσματικά να ανασυντάξει τις γραμμές της και να εκ­δηλωθεί σαν δραστήρια πολιτική δύναμη».1

Έτσι, λοιπόν, καθήκον του προλεταριάτου στη σο­σιαλιστική επανάσταση είναι να τσακίσει το μηχανι­σμό καταπίεσης και υποταγής, που χρησιμοποιεί η αστική τάξη για να εξασφαλίσει την κυριαρχία της σε βάρος της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει καθόλου πως πρέπει να καταργηθούν όλοι οι οργανισμοί και τα ιδρύματα, που διαμορφώθηκαν στις συνθήκες της καπιταλιστικής κοινωνίας και που, κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο, χρησιμοποίησε η αστική τάξη, ή ότι το προλεταριάτο πρέπει να πάρει ενάντια στους απλούς υπαλλήλους τα ίδια μέτρα που παίρνει ενάντια στους αξιωματούχους. Ο Λένιν έλεγε ξεκάθαρα σχετικά μ’ αυτό μόλις την παραμονή της σοσιαλιστικής επανάστασης, το Σε- πτέμβρη-Οχτώβρη του 1917: «Εκτός από τον κυρίως “καταπιεστικό” μηχανισμό του μόνιμου στρατού, της αστυνομίας, της δημοσιοϋπαλληλίας, το σύγχρονο

1. Γ. Κάνταρ. Επιλογή άρθρων και ομιλιών, Μόσχα I960, σελ. 52.

-1 2 8 -

κράτος έχει κι ένα μηχανισμό, που συνδέεται ιδιαίτε­ρα στενά με τις τράπεζες και τα συνδικάτα των βιομηχάνων, μηχανισμό, που εκπληρώνει ένα σωρό δουλιές λογιστικής και καταγραφής, αν επιτρέπεται να χρησιμοποιήσουμε αυτή την έκφραση. Αυτόν τον μηχανισμό δεν μπορούμε και δεν πρέπει να τον τσακίσουμε. Πρέπει να τον αποσπάσουμε από την υποταγή στους καπιταλιστές, πρέπει να κόψουμε, να αποχωρήσουμε, να απομονώσουμε απ’ αυτόν τους καπι­ταλιστές και τα νήματα της επιρροής τους, πρέπει να τον υποτάξουμε στα προλεταριακά Σοβιέτ, πρέπει να τον κάνουμε πιο πλατύ, πιο καθολικό, πιο παλλαϊκό... Ο καπιταλισμός δημιούργησε μηχανισμούς καταγρα­φής, όπως είναι οι τράπεζες, τα συνδικάτα, το ταχυ­δρομείο, οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί, οι ενώσεις των υπαλλήλων,... Αυτό τον «κρατικό μηχανισμό» (που δεν είναι εντελώς κρατικός στις συνθήκες του καπιταλισμού, αλλά που θα γίνει εντελώς κρατικός σε μας, στις συνθήκες του σοσιαλισμού) μπορούμε να τον «πάρουμε» και να τον «βάλουμε σε κίνηση» με μια κίνηση, με μια διαταγή, γιατί την ουσιαστική δουλιά της λογιστικής, του ελέγχου, της καταχώρη- σης, της καταγραφής και των λογαριασμών την εκτε- λούν εδώ οι υπάλληλοι που και οι ίδιοι στην πλειοψη­φία τους βρίσκονται σε κατάσταση προλετάριου ή μισοπρολετάριου».1

Ο Λένιν υπογραμμίζει ότι «όσο για τους ανώτερους υπάλληλους, που είναι πολύ λίγοι, μα που αισθάνον­ται έλξη προς τους καπιταλιστές, θα υποχρεωθούμε

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 34, σελ. 307-308.

-1 2 9 -

να φερθούμε απέναντι τους. όπως και στους καπιταλι­στές... αυτοί... θα προβάλλουν «αντίσταση». Την αντί­σταση αυτή θα πρέπει να την τσακίσουμε...»1 Σ' ότι αφορά όμως τη βασική μάζα των υπαλλήλων, «η κρα­τικοποίησή» τους «είναι πράγμα πέρα για πέρα πραγ­ματοποιήσιμο και από τεχνική πλευρά (χάρη στην προκαταρτική εργασία, που έχουν κάνει για μας ο καπιταλισμός και ο χρηματιστικός καπιταλισμός) και από πολιτική πλευρά, με τον όρο ότι θα ασκείται έλεγ­χος και επιτήρηση από μέρους των Σοβιέτ».2

Αυτό το δρόμο ακολούθησαν οι περισσότερες χώ­ρες, όπου έγινε σοσιαλιστική επανάσταση. Ο δρόμος αυτός ισχύει και για τις σημερινές συνθήκες, πολύ περισσότερο που οι λειτουργίες της διοίκησης που εκπληρώνει σήμερα το αστικό κράτος σε πιο υψηλό τεχνικό επίπεδο εκπληρώνονται πρακτικά από μισθω­τούς εργαζόμενους, που στην πλειονότητά τους προ­σεγγίζουν σήμερα την εργατική τάξη. ενώ με τη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης είναι δυνατό να χρη­σιμοποιηθούν -ο ι περισσότεροι- από τη νέα κοι­νωνία.

14. Δ ΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Π ΡΟ Λ ΕΤΑ ΡΙΑ ΤΟ Υ ΚΑΙ ΣΟ Σ ΙΑ Λ ΙΣΤΙΚ Η ΔΗ Μ Ο Κ ΡΑ ΤΙΑ

Λύνοντας το βασικό ζήτημα της επανάστασης -το ζήτημα της εξουσίας- η εργατική τάξη ανατρέπει την αστική τάξη, συντρίβει τη δικτατορία της και εγκαθι­δρύει μια νέα εξουσία: τη δικτατορία του προλεταριάτου. «Ανάμεσα στην καπιταλιστική και την κομμουνιστική

1. Β.Ι. Λένιν, Άηαντα. τόμ. 34, σελ. 308.2. Στο ίδιο. σελ. 308.

-1 3 0 -

κοινωνία, -διαβάζουμε στην «Κριτική του προγράμμα­τος της Γκότα» από τον Μαρξ- μεσολαβεί μια περίο­δος επαναστατικής μετατροπής της πρώτης στη δεύτε­ρη. Σ’ αυτή την περίοδο αντιστοιχεί και η μεταβατική περίοδος, και το κράτος της περιόδου αυτής δεν μπο­ρεί να είναι τίποτα άλλο παρά η επαναστατική δικτατο­ρία τον προλεταριάτου».'

Η ιστορία των σοσιαλιστικών επαναστάσεων επιβε­βαίωσε αυτή την πρόβλεψη του Μαρξ. Ταυτόχρονα απέδειξε ότι δεν υπάρχουν δυο πανομοιότυπες επανα­στάσεις. όπως δεν υπάρχουν και δυο πανομοιότυπες δικτατορίες του προλεταριάτου. Κάθε συγκεκριμένη παραλλαγή έχει τις ιδιαιτερότητές της. που φέρουν τη σφραγίδα του καιρού της, που δεν είναι υποχρεωτικές για άλλες χώρες και άλλους καιρούς και που μπορεί. γενικά, να μην επαναληφθούν ποτέ. Ταυτόχρονα, όμως. η κάθε μια απ' αυτές τις μορφές έχει κάποια κοινά γνωρίσματα, που εκφράζουν την ουσία της δι­κτατορίας του προλεταριάτου, σαν ένα ιδιαίτερο, ιστο­ρικά διαμορφωμένο, τόπο πολιτικής εξουσίας.

Για να κατανοήσουμε την ουσία αυτή, χρειάζεται πριν απ’ όλα να εξετάσουμε τις λειτουργίες, δηλαδή τις βασικές κατευθύνσεις της δράσης του προλεταριακού κράτους, που εμφανίζονται μετά τη νίκη της σοσιαλι­στικής επανάστασης και που σ’ αυτές βρίσκει η δικτα­τορία του προλεταριάτου την υλοποίησή της. Η κρα­τική εξουσία, γράφει ο Λένιν, χρειάζεται στο προλε­ταριάτο «και για την κατάπνιξη της αντίστασης των εκμεταλλευτών και για την καθοδήγηση της τεράστιας μάζας του πληθυσμού, των αγροτών, των μικροαστών.

I. Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκβλς, Έργα, ρωσ. έκδοση, τόμ. 19, σελ. 27.

-1 3 1 -

των μισοπρολετάριων στο έργο της «ρύθμισης» της σοσιαλιστικής οικονομίας».1 Εδώ εκδηλώνονται σαφέ­στατα οι δυο βασικές κατευθύνσεις, οι δυο πλευρές της δράσης της δικτατορίας του προλεταριάτου: η κατα­στολή της αντίστασης των εκμεταλλευτών και η οργά­νωση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. ΓΓ αυτές τις δυο πλευρές ο Λένιν έλεγε και μετά τον Οχτώβρη. γενικεύοντας την πρώτη πείρα της δικτατορίας του προλεταριάτου στη Ρωσία: «Η δικτατορία του προλε­ταριάτου. αν μεταφράσουμε αυτή τη λατινική, επιστη­μονική. ιστορικο-φιλοσοφική έκφραση σε πιο απλή γλώσσα, σημαίνει τούτο δω:

Μόνο μια καθορισμένη τάξη, και ακριβώς οι εργά­τες της πόλης και γενικά οι εργοστασιακοί, οι βιομη­χανικοί εργάτες είναι σε θέση να καθοδηγήσουν όλη τη μάζα των εργαζομένων και των εκμεταλλευομένων στον αγώνα για την ανατροπή του ζυγού του κεφαλαί­ου, στην πορεία της ίδιας της ανατροπής, στον αγώνα για τη διατήρηση και τη στερέωση της νίκης, στο έργο της δημιουργίας ενός νέου σοσιαλιστικού καθε­στώτος, σε όλο τον αγώνα για την ολοκληρωτική κα­τάργηση των τάξεων».-

Οι επικριτές του λενινισμού περιγράφουν συνήθως τη δικτατορία του προλεταριάτου με τα πλέον μελανά χρώματα. Τονίζουν μόνο τη λειτουργία καταστολής που εκπληρώνει το προλεταριακό κράτος, υπογραμμί­ζουν τα λάθη και τις «ακρότητες» που γίνονται στη μια ή την άλλη περίπτωση, εκφοβίζουν το μικροαστό και τον στρέφουν ενάντια στην εργατική τάξη και το μαρξιστικό κόμμα.

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 33, σελ. 26.2. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 39. σελ. 14.

- 132-

Το προλεταριάτο ασκεί τη δικτατορία ενάντια στην αστική τάξη με διάφορες μορφές που καθορίζονται από τις συγκεκριμένες συνθήκες. «Η μορφή του κατα­ναγκασμού καθορίζεται από τη βαθμίδα ανάπτυξης της δοσμένης επαναστατικής τάξης, ύστερα από τέτια ειδι­κά περιστατικά όπως, λ.χ., η κληρονομιά από ένα μα­κρόχρονο και αντιδραστικό πόλεμο, τέλος από τις μορφές αντίστασης της αστικής και μικροαστικής τάξης».1

Το προλεταριακό κράτος μπορεί να ασκήσει τη βία της αστικής τάξης με τη μορφή της ένοπλες καταστο­λής. αν η αστική τάξη ξεσηκωθεί με το όπλο στο χέρι ενάντια στο προλεταριάτο (εμφύλιος πόλεμος, ένοπλη επέμβαση, στρατιωτικό πραξικόπημα κλπ.). Το προλε­ταριάτο μπορεί. επίσης, να επιβάλει στην αστική τάξη τη βούλησή του με τη βοήθεια του οικονομικού και πολιτικού καταναγκασμού. Ανάλογα με τις συνθήκες, το σοσιαλιστικό κράτος χρησιμοποιεί και τέτιες μορ­φές καταναγκασμού, όπως «η επιβολή της υποχρεωτι­κής εργασίας στους πλούσιους»2 ο περιορισμός των δικαιωμάτων και των ελευθεριών της αστικής τάξης (λόγου χάρη, στέρηση του δικαιώματος να εκλέγει και να εκλέγεται στα όργανα της εξουσίας) μέχρι και η πλήρης στέρηση της ελευθερίας σε περίπτωση παρά­νομης δράσης. Μέσω των κατασταλτικών οργάνων, το προλεταριακό κράτος ασκεί τη δικτατορία του και ενάντια στους εκπροσώπους όλων των τάξεων και στρωμάτων της κοινωνίας που μπαίνουν εμπόδιο στην πραγματοποίηση των σοσιαλιστικών μετασχηματι­σμών και καταπατούν τους νόμους του κράτους.

1. Β.Ι. Λένιν. Άπαντα, τόμ. 36. σελ. 199.2. Β.Ι. Λένιν. Άπαντα, τόμ. 36, σελ. 184.

-1 3 3 -

υ Λένιν προειδοποιούσε ότι «τις μεθόδους πάλης ενάντια στον εχθρό πρέπει να ξέρουμε να τις αλλάζου­με, όταν αλλάζουν οι συνθήκες».1 Η υπόδειξη αυτή έχει πολύ μεγάλη σημασία, γιατί η εμμονή στην ένοπλη βία σε συνθήκες που αρκεί ο περιορισμός των δικαιωμάτων και των ελευθεριών της αστικής τάξης, μπορεί να αποδειχτεί εξίσου ολέθρια για την επανάσταση, όσο και η άρνηση να χρησιμοποιήσει το προλεταριάτο τα όπλα, σε συνθήκες αντεπαναστατικής εξέγερσης. Όταν το κεφάλαιο αντιστέκεται «στρατιωτικά», η αντίστασή του «δεν μπορεί να συντρίβει παρά μόνο με στρατιωτικά μέσα».2 Ό ταν η αντίσταση αυτή τσακιστεί, τότε έχουν σειρά άλλες μέθοδοι περιορισμού των ελευθεριών των τάξεων που έχουν ανατραπεί.

Το βασικό, όμως, είναι όχι μόνο να μπορεί το προλεταριάτο να περνάει αμέσως από τη μια μορφή βίας στην άλλη. Το βασικό είναι να μπορεί να βρίσκει, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, το απαραίτητο μέτρο, τον αναγκαίο βαθμό βίας και να μην ξεπερνά τα όριά του. Σε αντίθετη περίπτωση, όπως δείχνουν οι τροτσκι- στικές ακρότητες, τις οποίες ο Λένιν κατέκρινε πάντα δριμύτατα, ένα χτύπημα που στρέφεται ενάντια στους εχθρούς της επανάστασης, μπορεί να στραφεί τελικά ενάντια στο ίδιο το προλεταριάτο και τους συμμάχους του.

Τελικός σκοπός της δικτατορίας του προλεταριάτου είναι να οδηγήσει την κοινωνία στο σοσιαλισμό. Γ Γ αυτό, κύρια λειτουργία της δεν είναι η καταστολή της αστικής τάξης και των συμμάχων της, που η αντίστασή τους σ’ ένα ορισμένο στάδιο της επανάστασης θα έχει

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 36, σελ. 178.2. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 36. σελ. 177.

- 1 3 4 -

τσακιστεί, αλλά η οργάνωση της σοσιαλιστικής οικο­δόμησης, η πολιτική καθοδήγηση «όλης της μάζας των εργαζομένων και των εκμεταλλευομένων» στην περίοδο από την κατάληψη της εξουσίας μέχρι την οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Η καθοδήγηση αυτή ασκείται με τη βοήθεια διαφόρων μηχανισμών, περιλαμβανομένης τό­σο της πειθούς, όσο και του εξαναγκασμού, όμως γενικά είναι καθοδήγηση των συμμάχων, που όσο περνάει ο καιρός, τόσο περισσότερο προσεγγίζουν την εργατική τάξη, έτσι που τελικά ο εξαναγκασμός παίρνει περιορι­σμένο χαρακτήρα.

Όπως έλεγε ο Λένιν, «όταν το προλεταριάτο έχει εκπληρώσει πια το καθήκον της κατάληψης της εξου­σίας, και στο μέτρο που εκπληρώνεται κύρια και βασικά το θεμελιακό καθήκον της απαλλοτρίωσης των απαλλο- τριωτών και της καταστολής της αντίστασής τους, μπαίνει υποχρεωτικά στην πρώτη γραμμή το θεμελιακό καθήκον να δημιουργηθεί ένα ανώτερο από τον καπιτα­λισμό κοινωνικό σύστημα...».1

Το «ανώτερο κοινωνικό σύστημα», δηλαδή ο σοσια­λισμός, πρέπει, κατά τον Λένιν, να διακρίνεται πριν απ’ όλα για τη νέα οργάνωση της εργασίας και την υψηλότερη παραγωγικότητά της απ’ ό,τι στον καπιταλι­σμό. Απ’ εδώ απορρέουν και οι επίμονες εκκλήσεις του αρχηγού της ρωσικής επανάστασης να αφιερώνουν τα νέα όργανα εξουσίας όλες τις δυνάμεις τους στο «ανέθασμα της πειθαρχίας των εργαζομένων, της ικανό­τητάς τους για δουλιά, της επιδεξιότητας, της εντατικό- τητας της εργασίας και την καλύτερη οργάνωσή της».2 Στις συνθήκες ερήμωσης που βρέθηκε μεταπολεμικά η

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 36, σελ. 187.2. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 36, σελ. 188.

-1 3 5 -

επαναστατημένη Ρωσία, η εκπλήρωση ίων καθηκόντων αυτών απαίτησε τεράστιες προσπάθειες και θυσίες από μέρους του προλεταριάτου και όλου του λαού. Στις οικονομικά αναπτυγμένες χώρες, πολύ περισσότερο όταν οι παραγωγικές τους δυνάμεις δεν έπαθαν κατα­στροφές. η λύση αυτών των προβλημάτων μπορεί να απαιτήσει λιγότερες προσπάθειες και Ουσίες. Όμως, ανεξάρτητα απ' αυτό. «το θετικό ή δημιουργικό έργο για να οργανωθεί ένα εξαιρετικά πολύπλοκο και λεπτό δίχτυ από νέες οργανωτικές σχέσεις»1 είναι ένα έργο που στην περίοδο της οικοδόμησης του σοσιαλισμού επιτελείται στην πορεία της ταξικής πάλης, παραμένει πάντα ένα από τα πρωταρχικά καθήκοντα της δικτατο­ρίας του προλεταριάτου.

Πολύ πιο περίπλοκο και λεπτό είναι το καθήκον που έχει να εκπληρώσει η νικήτρια εργατική τάξη. Πρόκει­ται για τη «μορφωτική και πολιτιστική άνοδο των μαζών του πληθυσμού».2 χωρίς την οποία δεν μπορεί να αυξηθεί η παραγωγικότητα της εργασίας, ούτε να εφαρμοστούν οι επιστημονικές μέθοδοι διεύθυνσης της κοινωνίας, ούτε να διαμορφωθεί ο νέος τύπος ανθρώπου, πολίτη της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Στις συνθήκες των χωρών, όπου η πολιτιστική στάθμη και το επίπεδο μόρφωσης των μαζών είναι αρκετά υψηλό, η εκπλήρω­ση αυτού του καθήκοντος, βέβαια, διευκολύνεται, όμως παρ’ όλα αυτά το προλεταριάτο δεν μπορεί να το προσπεράσει τελείως, γιατί η οικοδόμηση του σοσιαλι­σμού προϋποθέτει όχι μόνο τον μετασχηματισμό των παραγωγικών σχέσεων και όλης της οικονομίας, αλλά και την αναμόρφωση του πολιτισμού, την αναδιάπλαση

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 36, σελ. 171.2. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 36. σελ. 188.

-1 3 6 -

της κοινωνικής συνείδησης, τη διαπαιδαγώγηση των εργαζομένων, ακόμα και του ίδιου του προλεταριάτου. Αυτό, όμως, είναι μια δουλιά που δεν γίνεται στο άψε-σθήσε, με μια «επέλαση ιππικού», αλλά απαιτεί συστηματικές, μεθοδευμένες προσπάθειες.

Ασκώντας τη δικτατορία του, το προλεταριάτο εκ­φράζει και υπερασπίζει όχι μόνο τα δικά του συμφέ­ροντα, αλλά και ορισμένα ζωτικά συμφέροντα των πο­λυάριθμων μη προλεταριακών στρωμάτων εργαζομέ­νων. που υφίσταντο όχι μικρότερη, αλλά, μερικές φο­ρές, μεγαλύτερη, σε σύγκριση με το προλεταριάτο, καταπίεση από μέρους του κεφαλαίου. Παρ’ όλες τις αμφιβολίες, ταλαντεύσεις, προκαταλήψεις, παρ’ όλη τη διπλή φύση της, μια σημαντική μερίδα των εκπρο­σώπων αυτών των στρωμάτων επιθυμεί την πραγματο­ποίηση των σοσιαλιστικών μετασχηματισμόν, και γΓ αυτό μπορεί να γίνει σύμμαχος του προλεταριάτου. «Η δικτατορία του προλεταριάτου είναι ειδική μορφή τα­ξικής συμμαχίας ανάμεσα στο προλεταριάτο, την πρω­τοπορία των εργαζομένων, και τα πολυάριθμα μη προ­λεταριακά στρώματα των εργαζομένων (μικροαστική τάξη, μικρονοικοκυρέοι, αγροτιά, διανόηση κλπ.) ή με την πλειοψηφία τους, συμμαχίας ενάντια στο κεφά­λαιο, συμμαχίας για την ολοκληρωτική ανατροπή του κεφαλαίου, το ολοκληρωτικό τσάκισμα της αντίστα­σης της αστικής τάξης και των προσπαθειών της για παλινόρθωση, συμμαχίας για την οριστική δημιουργία και εδραίωση του σοσιαλιστιμού».1 Η συμμαχία αυτή βοηθάει το προλεταριάτο να αναδιοργανώσει, «να αναδιαπαιδαγωγήσει» τους εκπροσώπους των μη προ­λεταριακών στρωμάτων, «να ουδετεροποιήσει» ή να

I. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 38, σελ. 377.

-1 3 7 -

περιορίσει τις ατομιστικές τους τάσεις, ώστε να εντα­χθούν στο νέο σύστημα κοινωνικών σχέσεων, να αφο­μοιώσουν τις νέες αντιλήψεις. Παράλληλα, η συμμα- χία αυτή πολλαπλασιάζει τις δυνάμεις του ίδιου του προλεταριάτου, «αποσπά» από την αστική τάξη τη βασική μάζα των εργαζομένων.

Η συγκεκριμένη σύνθεση των συμμάχων του προλε­ταριάτου στην περίοδο που ασκεί την δικτατορία του δεν είναι δοσμένη μια για πάντα. Εξαρτάται από πολ­λούς παράγοντες: από τον συσχετισμό δυνάμεων ανά­μεσα στην αστική τάξη και το προλεταριάτο, από το μέγεθος της επιρροής του στις μάζες, από το κύρος του κλπ. Γενικά, όμως, οι προϋποθέσεις διεύρυνσης της ταξικής βάσης μιας τέτιας συμμαχίας είναι πιο ευνοϊκές σήμερα απ’ ό,τι ήταν πριν, ας πούμε, στη Ρωσία το 1917-1918 ή ακόμα στις ευρωπαϊκές χώρες της λαϊκής δημοκρατίας. Στις συνθήκες αυτές, καθή­κον του προλεταριάτου είναι, χωρίς να μετακινείται από τις ταξικές του αρχές, χωρίς να παραιτείται από τον καθοδηγητικό του ρόλο (αλλά, απεναντίας, να τον ενισχύει), να προσπαθεί να διευρύνει και εδραιώσει τη συμμαχία του με τα μη προλεταριακά στρώματα των εργαζομένων και, όσο αυτό είναι δυνατό, να προσελ­κύει στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού ορισμένες ομάδες της αστικής τάξης που καταπιέζονται από τα μονοπώλια.

Τσακίζοντας στην πορεία της σοσιαλιστικής επανά­στασης το σύστημα δικτατορίας της άρχουσας τάξης, η εργατική τάξη δημιουργεί στη θέση του το προλετα­ριακό σύστημα δικτατορίας, πυρήνας του οποίου είναι το κράτος, αλλά περιλαμβάνει επίσης το μαρξιστικο- λενινιστικό κόμμα, τα συνδικάτα και άλλες μαζικές οργανώσεις των εργαζομένων. Η συγκεκριμένη μορφή,

-1 3 8 -

όμως, που παίρνει το σύστημα της δικτατορίας του προλεταριάτου μπορεί να ποικίλει από χώρα σε χώρα.

Ο Λένιν είχε προβλέψει, όπως είναι γνωστό, ότι «το πέρασμα από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό δεν μπορεί, φυσικά, να μη δόσει μια τεράστια αφθονία και ποικιλία πολιτικών μορφών, μα η ουσία εδώ θα είναι αναπόφευκτα μία: «η δικτατορία του προλεταριάτου».' Η ιστορία επιβεβαίωσε αυτή τη λενινιστική πρόβλεψη, δημιουργώντας μια νέα μορφή δικτατορίας του προλε­ταριάτου: τη λαϊκή δημοκρατία. Οι μελλοντικές επα­ναστάσεις, κατά πάσα πιθανότητα, θα πολλαπλασιά­σουν τις μορφές δικτατορίας του προλεταριάτου, δη­μιουργώντας συστήματα, τα οποία θα ποικίλουν, ως προς τον τρόπο οργάνωσης και άσκησης της δικτατο­ρίας (βαθμός και μορφές περιορισμού της ελευθερίας της αστικής τάξης, αριθμός των δρώντων πολιτικών κομμάτων, μορφές συμμαχιών του προλεταριάτου με τα μη προλεταριακά στρώματα, χρησιμοποίηση του κοινοβουλίου και των άλλων παραδοσιακών μηχανι­σμών οργάνωσης και ρύθμισης της πολιτικής ζωής κλπ.), όμως όλες οι μορφές αυτές θα εκφράζουν πάντα την ουσία της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Στις παραμονές ακόμα της Οκτωβριανής Επανάστα­σης, ο Λένιν, χαρακτηρίζοντας το κράτος της δικτατο­ρίας του προλεταριάτου, υπογράμμιζε ότι πρέπει να είναι όχι μόνο «με νέο τρόπο δικτατορικό (ενάντια στην αστική τάξη)», αλλά και «με νέο τρόπο δημοκρα­τικό (για τους προλετάριους και τους φτωχούς γενι­κά)».2 Ακριβώς η δικτατορία ενάντια στην αστική τά­ξη, ακριβώς η απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών και

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 33, σελ. 35.2. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 33, σελ. 35.

-1 3 9 -

ο περιορισμός της ελευθερίας τους επιτρέπουν στο σοσιαλιστικό κράτος να εξασφαλίσει την άσκηση της δημοκρατίας για τα πλατιά στρώματα των εργαζο­μένων.

Πώς εκδηλώνεται, όμως, συγκεκριμένα η «δημοκρα­τία με νέο τρόπο»; Πριν απ’ όλα με το ότι η τεράστια πλειοψηφία του πληθυσμού, που παλιότερα δεν είχε κανένα δικαίωμα ή είχε καθαρά τυπικά δικαιώματα, αποκτά τη δυνατότητα να συμμετέχει στη συγκρότηση των οργάνων λαϊκής εξουσίας που εκφράζουν τα συμ- φέροντά της, και να ελέγχει τη δράση τους. Ο Λένιν γράφει σχετικά: «Ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας του σοβιετικού -δηλαδή του προ/χταριακού- δημοκρατι­σμού, στη συγκεκριμένη, στη δοσμένη εφαρμογή του βρίσκεται, πρώτο, στο γεγονός ότι εκλογείς είναι οι εργαζόμενες και εκμεταλλευόμενες μάζες, ενώ η αστι­κή τάξη αποκλείεται' δεύτερο, στο γεγονός ότι καταρ- γούνται οι κάθε λογής γραφειοκρατικοί τύποι και πε­ριορισμοί στις εκλογές και οι μάζες καθορίζουν οι ίδιες τον τρόπο και το χρόνο των εκλογών, έχοντας απόλυτη ελευθερία να ανακαλούν τους εκλεκτούς τους· τρίτο, στο γεγονός ότι δημιουργείται η καλύτερη μαζι­κή οργάνωση της εμπροσθοφυλακής των εργαζομέ­νων, του προλεταριάτου της μεγάλης βιομηχανίας, που του επιτρέπει να καθοδηγεί τις πιο πλατιές μάζες των εκμεταλλευομένων, να τις τραβά στην αυτοτελή πολιτική ζωή, να τις διαπαιδαγωγεί πολιτικά με την ίδια τους την πείρα, στο γεγονός, ότι έτσι για πρώτη φορά γίνεται προσπάθεια να μάθει πραγματικά ολόκλη­ρος ο πληθυσμός να διοικεί και να αρχίσει να διοικεί.

Αυτά είναι τα κύρια διακριτικά γνωρίσματα του δη­μοκρατισμού, ο οποίος εφαρμόζεται στη Ρωσία, που είναι δημοκρατισμός ανώτερου τύπου, ρήξη με την

-1 4 0 -

αστική διαστρέβλωσή του. πέρασμα στο σοσιαλιστικό δημοκρατισμό...1

Ο Λένιν επισημαίνει και την άλλη πλευρά του νέου δημοκρατισμού: η σοσιαλιστική επανάσταση δεν δίνει στον εργαζόμενο μόνο τη δυνατότητα να εκφράζει την θέλησή του και τα συμφέροντά του μέσω των Σοβιέτ, αλλά και εξασφαλίζει τη «δυνατότητα στις εργαζόμε­νες και καταπιεζόμενες μάζες να συμμετέχουν στην αυτοτελή οικοδόμηση της νέας κοινωνίας...»2 δηλαδή να συμμετέχουν άμεσα στη διαμόρφωση των νέων κοι­νωνικών σχέσεων και αξιών, χρησιμοποιώντας τις διά­φορες μορφές που μπορεί να ποικίλουν ανάλογα με τις ιστορικές συνθήκες και που εξαρτώνται τόσο από τις λαϊκές παραδόσεις όσο και από το στάδιο που διέρχε­ται η σοσιαλιστική επανάσταση.

Λένε, συνήθως, ότι στις σημερινές συνθήκες έχει εκλείψει πλέον η ανάγκη της δικτατορίας του προλε­ταριάτου. Λένε ότι η εργατική τάξη, αποτελώντας την πλειοψηφία του πληθυσμού στις αναπτυγμένες καπιτα­λιστικές χώρες και ένα σημαντικό μέρος του πληθυ­σμού στις χώρες με μέσο επίπεδο ανάπτυξης, μπορεί να λύσει όλα τα προβλήματα του σοσιαλιστικού μετα­σχηματισμού της κοινωνίας χωρίς βία, χωρίς κατανα­γκασμό, κοντολογής χωρίς δικτατορία. Από την άλλη μεριά, ισχυρίζονται ότι, λόγω των κοινωνικών διαρ­θρωτικών αλλαγών, σ’ αυτές τις χώρες έχει εκλείψει η ανάγκη ηγεμονίας της εργατικής τάξης και δικτατο­ρίας του προλεταριάτου.

Αυτά και άλλα παρόμοια συμπεράσματα, αν δεν στρέφονται συνειδητά ενάντια στο μαρξισμό, πάντως

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 36, σελ. 203-204.2. Β.Ι. Λένιν. Άπαντα, τόμ. 36, σελ. 171.

-1 4 1 -

στηρίζονται οπωσδήποτε στην υποτίμηση των δυνατο­τήτων της αστικής τάξης και του προλεταριάτου και ταυτόχρονα στην υπερτίμηση των δυνατοτήτων και του πολιτικού ρόλου των μη προλεταριακών στρωμάτων εργαζομένων. Στην πραγματικότητα, το να νομίζουμε ότι η αστική τάξη θα παραδόσει την εξουσία χωρίς μάχη μια που το προλεταριάτο υπερέχει αριθμητικά, ότι η αστική τάξη θα προθεί εκούσια σε σοσιαλιστικές αλλαγές που ισοδυναμούν με το θάνατό της, δηλαδή το να πιστεύουμε ότι η νέα εξουσία, το νέο σοσιαλιστικό κράτος θα τα καταφέρει χωρίς την άσκηση βίας (έστω και σε περιορισμένη κλίμακα και με ήπιες μορφές) σημαίνει να δείχνουμε πολιτική αφέλεια και να παρα­γνωρίζουμε τελείως την πείρα των σοσιαλιστικών επαναστάσεων, τόσο εκείνων που νίκησαν, στηριζόμε- νες στη δικτατορία του προλεταριάτου, όσο και εκείνων που ηττήθηκαν, κυρίως λόγω υποτίμησης της δικτα­τορίας.

Αν υφίσταται, όμως, ανάγκη επαναστατικής δικτατο­ρίας, τότε μόνον η πιο οργανωμένη, συσπειρωμένη, πειθαρχημένη τάξη της σύγχρονης παραγωγής, η τάξη που ενδιαφέρεται ζωτικά για την πραγματοποίηση των σοσιαλιστικών μετασχηματισμών μπορεί να εφαρμόσει τη δικτατορία αυτή με όλη την ποικιλομορφία των καθηκόντων της. Τέτια τάξη, παρ’ όλες τις αλλαγές που συντελούνται στην κοινωνική διάρθρωση της καπιταλι­στικής κοινωνίας, παραμένει η εργατική τάξη και πριν απ’ όλα ο πυρήνας της στη μεγάλη βιομηχανία. Το 1918 ο Λένιν έγραφε ότι το προλεταριάτο και «μόνο αυτό είναι σε θέση (όταν είναι αρκετά πολυάριθμο, συνειδη­τό, πειθαρχημένο) να πάρει μαζί του την πλειοψηφία των εργαζομένων και εκμεταλλευομένων (την πλειοψηφία της φτωχολογιάς, αν θέλουμε να μιλήσουμε πιο απλά

-1 4 2 -

και λαϊκά) και να κρατήσει την εξουσία αρκετό διάστημα για να τσακίσει ολοκληρωτικά και όλους τους εκμεταλλευτές και όλα τα διαλυτικά στοιχεία».1 Από τότε που ειπώθηκαν τα λόγια αυτά έχουν αλλάξει πολλά, όμως, η εργατική τάξη παραμένει, όπως και πρώτα, η μόνη τάξη ικανή να συσπειρώσει την πλειοψηφία των εργαζομένων και να μπει επικεφαλής της μακρόχρονης και επίμονης πάλης ενάντια στο κεφάλαιο. «Γιατί, αυτή η ικανότητα δεν δίνεται μόνη της, μα γεννιέται ιστορικά και γεννιέται μόνο μέσα από τους υλικούς όρους της μεγάλης καπιταλιστικής παραγωγής. Αυτή την ικανότητα, στην αρχή του δρόμου από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, την κατέχει μόνο το προλεταριάτο».2 Είναι αυτονόητο, καθώς υπογράμμιζαν επανειλημμένα και ο Λένιν και .ο Μαρξ, ότι η ικανότητα της εργατικής τάξης να μπει επικεφαλής στην οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοι­νωνίας, πρέπει να είναι, όπως και κάθε ικανότητα γενικά, αναπτυγμένη, καλλιεργημένη. Κι αυτό προϋ­ποθέτει τόσο έναν ορισμένο βαθμό ωριμότητας και πείρας, όσο και εντατική δουλιά από μέρους του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης.

Η εργατική τάξη δεν επιδιώκει να διαιωνίσει την εξουσία της στη σοσιαλιστική κοινωνία. Η δικτατορία της έχει ιστορικά καθορισμένο χαρακτήρα. Και σήμε­ρα μπορούμε να πούμε (ακολουθώντας το παράδειγμα των κλασικών του μαρξισμού, που έβγαλαν τα συμπε- ράσματά τους μόνον αφού γενίκευσαν την ιστορική πείρα) σε τι ακριβώς μετεξελίσσεται η δικτατορία του

1. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 36, σελ. 196.2. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 39, σελ. 15-16.

-1 4 3 -

προλεταριάτου και κάτω από ποιες συνθήκες γίνεται η μετεξέλιξη αυτή.

Όπως δείχνει η πείρα της Σοβιετικής Ένωσης, με την οικοδόμηση της αναπτυγμένης σοσιαλιστικής κοι­νωνίας τη θέση του κράτους της δικτατορίας του προλεταριάτου παίρνει το παλλαϊκό κράτος. Το κράτος αυτό, που εκφράζει τα συμφέροντα όλου του λαού, δεν είναι πια όργανο καταπίεσης της μιας ή της άλλης κοινωνικής τάξης. Κι αν το παλλαϊκό κράτος εκπληρώ­νει δικαστικές λειτουργίες, αυτές δεν έχουν σαν αντικεί­μενό τους τις κοινωνικές τάξεις, αλλά ορισμένους πολίτες που παρανομούν. Στο μεταξύ, το σοσιαλιστικό κράτος δεν χάνει καν την ταξική του φύση, γιατί τα συμφέροντα και οι σκοποί της δράσης που αναπτύσσει η εργατική τάξη γίνονται στις συνθήκες της αναπτυγμέ­νης σοσιαλιστικής κοινωνίας συμφέροντα και σκοποί της δράσης όλου του λαού, ενώ η ίδια η εργατική τάξη διατηρεί τον καθοδηγητικό της ρόλο μέχρι την τελική νίκη του κομμουνισμού.

15. Σ Ο Σ ΙΑ Λ ΙΣΤΙΚ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΠΑ­ΓΚ Ο ΣΜ ΙΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Ο Μαρξ και ο Ένγκελς εξέταζαν τη σοσιαλιστική επανάσταση σαν μια παγκόσμια διαδικασία, η οποία προετοιμάζεται υλικά από την ανάπτυξη του παγκό­σμιου καπιταλισμού, διαδικασία που αγκαλιάζει όλες τις καπιταλιστικές (στη συνέχεια κι αυτές που δεν έχουν φθάσει ακόμα στο στάδιο της καπιταλιστικής ανάπτυ­ξης) χώρες και λήγει με τη νίκη του σοσιαλισμού (κομμουνισμού) σε παγκόσμια κλίμακα. Στο μεταξύ, οι θεμελιωτές του μαρξισμού, έχοντας σαν γνώμονα τις σύγχρονές τους ιστορικές συνθήκες, θεωρούσαν ότι η

σοσιαλιστική επανάσταση θα αρχίσει λίγο πολύ ταυτό­χρονα στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες: και επει­δή στις χώρες αυτές ωριμάζουν λίγο-πολύ ταυτόχρο­να οι αντικειμενικές και υποκειμενικές συνθήκες της επανάστασης, και επειδή ακριβώς μόνο αν νικούσε σε μερικές χώρες ταυτόχρονα, θα μπορούσε το προλετα­ριάτο να κρατήσει την εξουσία στα χέρια του.

Η επιδείνωση της ανισομέρειας στην ανάπτυξη του καπιταλισμού, που επέρχεται στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο, κάνει τις δικές της «διορθώσεις» στην πορεία της επαναστατικής διαδικασίας, η οποία διατηρεί, όπως και πρώτα, τον παγκόσμιο χαρακτήρα της. Όπως είπαμε, όμως, στα προηγούμενα κεφάλαια, η δημιουργία των υλικών προϋποθέσεων του σοσιαλι­σμού και, σε τελευταία ανάλυση, η ωρίμανση των αντικειμενικών και υποκειμενικών συνθηκών της σο­σιαλιστικής επανάστασης στις διάφορες χώρες γίνεται επίσης ανισόμετρα στην εποχή του ιμπεριαλισμού. Στο περίπλοκο σύστημα του παγκόσμιου καπιταλι­σμού προκύπτουν αόύνατεζ π/χυρές, «αδύνατοι κρίκοι», που μπορεί να σπάσουν γρηγορότερα και ευκολότερα από τους άλλους. Μ’ άλλα λόγια, η νίκη της σοσιαλι­στικής επανάστασης αρχικά σε μερικές ή και σε μια μόνο χώρα γίνεται, όπως απόδειξε ο Λένιν, εφικτή και νομοτελειακή, εφόσον νομοτελειακός είναι και ο ανι- σόμετρος χαρακτήρας της ανάπτυξης του καπιτα­λισμού.

Η παγκόσμια σοσιαλιστική επανάσταση, σαν διαδι­κασία κατάλυσης ορισμένων σχέσεων («κρίκων») του παγκόσμιου συστήματος του καπιταλισμού, αποκτά χαρακτήρα ιδιόμορφης «αλυσιδωτής αντίδρασης»: γί­νεται όχι ταυτόχρονα σε όλες τις χώρες ή στην πλειο­νότητα των χωρών, αλλά διαδοχικά , στην αρχή σε

10-0912 -1 4 5 -

μερικές χώρες (σε ομάδες χωρών), και μετά σε άλλες κλπ. Και μολονότι ανάμεσα στις επαναστάσεις αυτές, όπως αποδείχνει η ιστορία, μεσολαβούν ορισμένα χρονικά διαστήματα, τα διαστήματα αυτά είναι ασή­μαντα για την παγκόσμια ιστορία.

Σπουδαιότερο αποτέλεσμα της παγκόσμιας επανα­στατικής διαδικασίας είναι η δημιουργία του παγκό­σμιου σοσια).ιστικού συστήματος, που αποτελεί την κύ­ρια επαναστατική δύναμη της σύγχρονης εποχής. Εί­ναι ένα σύστημα κρατών, δηλαδή μια κοινότητα με εσωτερική συνοχή, που εδράζεται στον ποιοτικά ομοι- γενή -σοσιαλιστικό- χαρακτήρα των κοινωνικών σχέσεων.

Η δημιουργία του παγκόσμιου σοσιαλιστικού συ­στήματος, που αντιτίθεται στο παγκόσμιο σύστημα του καπιταλισμού, το οποίο το διαδέχεται ιστορικά, άρχισε με τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία και την ίδρυση της Σοβιετικής Ένωσης. Η πρώτη στον κόσμο σοσιαλιστική χώρα βαδίζει και σήμερα στην πρωτοπορία των επαναστατικών δυνά­μεων της σύγχρονης εποχής. Κι αυτό γιατί: Διαθέτει το μεγαλύτερο υλικό δυναμικό. Έχει συσσωρεύσει πλουσιότατη πείρα οικοδόμησης του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού. Προπορεύεται σε πολλούς τομείς της οικονομικής, πολιτικής, κοινωνικής και πολιτιστι­κής οικοδόμησης.

Η νίκη των σοσιαλιστικών επαναστάσεων σε χώρες της Ευρώπης, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής είχε σαν αποτέλεσμα να δημιουργηθεί το σύστημα των σοσιαλιστικών κρατών, που υποτάσσεται σε γενικές νομοτέλειες λειτουργίας και ανάπτυξης και προβάλλει σαν υλοποίηση της δύναμης της διεθνούς εργατικής τάξης.

-1 4 6 -

Επιβάλλεται να υπογραμμίσουμε ότι, αν και η δη­μιουργία του συστήματος αυτού είναι αποτέλεσμα συ­νειδητής πολιτικής, μεθοδευμένων επιδιώξεων του διε­θνούς προλεταριάτου και των συμμάχων του, ωστόσο αποτελεί προϊόν της φυσιολογικής ιστορικής διαδικα­σίας που υποτάσσεται σε αντικειμενικούς νόμους ανά­πτυξης και συντελείται μόνο με την ύπαρξη ανάλογων υλικών προϋποθέσεων. Το προλεταριάτο που έχει νι­κήσει στη μια ή την άλλη χώρα δεν επιβάλλει το σοσιαλισμό σε άλλη χώρα, δεν «εξάγει» τη σοσιαλι­στική επανάσταση, δεν προσπαθεί να «κάνει ευτυχείς» άλλους λαούς χωρίς τη θέλησή τους.

Οι κομμουνιστές, όμως -κ ι αυ.τό πρέπει να το δηλώ­σουν απερίφραστα - τάσσονται παράλληλα ενάντια στην «εξαγωγή» αντεπανάστασης, δηλαδή ενάντια στις απόπειρες του ιμπεριαλισμού κι όλων των αντι­δραστικών δυνάμεων να πνίξουν τη νικηφόρα επανά­σταση, να αναγκάσουν τον επαναστατημένο λαό, παρά τη θέλησή του, να ζει «όπως πρώτα» και, σε τελευταία ανάλυση, να ανακόψουν την ανάπτυξη του παγκό­σμιου σοσιαλιστικού συστήματος.

Η εδραίωση του συστήματος αυτού, όπως και η εδραίωση του σοσιαλισμού σε μια χώρα γίνεται σε συνθήκες οξύτατης πάλης ανάμεσα στο παγκόσμιο προλεταριάτο και τη διεθνή αστική τάξη, μιας πάλης που διεξάγεται στον οικονομικό, πολιτικό και πολΐτι- στικό-ιδεολογικό τομέα και η οποία, όπως φαίνεται, θα συνοδεύει τη διαδικασία της·παραπέρα ανάπτυξης του παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήματος.

Ανάμεσα στις σοσιαλιστικές χώρες καθιερώνεται ένα νέος τύπος διεθνών σχέσεων, που στηρίζονται στις αρχές του σοσιαλιστικού διεθνισμού, σχέσεων συν­τροφικής συνεργασίας και αλληλοβοήθειας, δίνοντας

-1 4 7 -

στην κοινοτητα των αντίστοιχων κρατών χαρακτήρα <7μ ·ι:/>; η<7/<ι, \ Η τακτική απομάκρυνσης από τη σοσια­λιστική κοινότητα που ακολουθούν ορισμένες χώρες, η προδοσία των αρχών του σοσιαλιστικού διεθνισμού και η σύσφιγξη των σχέσεων με τον διεθνή ιμπεριαλι­σμό ζημιώνουν όχι μόνο τον παγκόσμιο σοσιαλισμό, αλλά και τους λαούς των χωρών αυτών.

Το παγκόσμιο σοσιαλιστικό σύστημα δεν αναπτύσ­σεται μόνο σε «πλάτος», σε «ποσότητα», δηλαδή με τη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης σε νέες χώ­ρες. που αντικειμενικά γίνονται μέλη της παγκόσμιας σοσιαλιστικής κοινότητας. Το σοσιαλιστικό σύστημα αναπτύσσεται και σε «βάθος», «ποιοτικά», με την άνο­δο του βαθμού ωρίμανσης των κοινωνικών σχέσεων μέσα στις σοσιαλιστικές χώρες και ανάμεσα στις σο­σιαλιστικές χώρες. Ο σοσιαλισμός δεν είναι ένα απο- λιθωμένο σχήμα, αλλά «πρέπει να τον εξετάζουμε σαν φαινόμενο που υπόκειται σε συνεχείς αλλαγές και με­τασχηματισμούς»1. σημείωνε ο Ένγκελς. «Ο σοσιαλι­σμός δεν είναι ένα έτοιμο σύστημα, που θα δοθεί σαν ευεργεσία στην ανθρωπότητα»2, τόνιζε ο Λένιν. Οι εκτιμήσεις αυτές ισχύουν όχι μόνο για τις ξεχωριστές χώρες, αλλά και για το παγκόσμιο σοσιαλιστικό σύ­στημα στο σύνολό του. Στο μεταξύ, υπάρχει μια ορι­σμένη εξάρτηση ανάμεσα στην ανάπτυξη των μεμονω­μένων σοσιαλιστικών χωρών και στο βαθμό ωρίμαν­σης του παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήματος.

Σήμερα στη Σοβιετική Ένωση έχει οικοδομηθεί η αναπτυγμένη σοσιαλιστική κοινωνία. Μ’ άλλα λόγια.

1. Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς. Έρ-,νι. ρωσ. έκδοση, τόμ. 37. σελ. 380.2. Β.Ι. Λένιν. Anuvru. τόμ. 23. σελ. 54.

-1 4 8 -

η χώρα έχει ανέλθει σ' εκείνη τη κοινωνική ανάπτυξη που υλοποιεί πολύ πιο ολοκληρωμένα την κοινωνική και ιστορική ουσία του νέου κοινωνικού συστήματος. Μια σειρά χώρες της σοσιαλιστικής κοινότητας βρί­σκονται στο δρόμο της οικοδόμησης του ώριμου σο­σιαλισμού. Αυτό δημιουργεί τις αντικειμενικές προϋ­ποθέσεις για, την παραπέρα ποιοτική ανάπτυξη του παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήματος: εμπλουτι­σμού του περιεχομένου των σχέσεων ανάμεσα στις σοσιαλιστικές χώρες, αύξησης του βαθμού σοσιαλι­στικής ολοκλήρωσης και ενίσχυσης της ενότητάς τους. Για να δημιουργηθούν, όμως. οι προϋποθέσεις αυτές, απαιτούνται οι ευσυνείδητες, μεθοδευμένες, προγραμματισμένες προσπάθειες όλων των σοσιαλι­στικών χωρών, η υπερνίκηση των μεταξύ τους αντι­θέσεων.

Σχετικά μ’ αυτό. θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ο σοσιαλισμός δεν παραμερίζει καθόλου τις κοινωνικές αντιθέσεις, αλλά απλούστατα αλλάζει μόνο τον χαρα­κτήρα τους. «Ανταγωνισμός και αντίθεση δεν είναι καθόλου το ίδιο πράγμα, υπογράμμιζε ο Λένιν. Το πρώτο θα εξαφανιστεί, το δεύτερο θα μείνει στο σο­σιαλισμό»1. Η ιστορία της καθιέρωσης και ανάπτυξης του παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήματος επιβεβαί­ωσε απόλυτα την ορθότητα αυτού του λενινιστικού συμπεράσματος. «Ο σημερινός κόσμος του σοσιαλι­σμού, με τις επιτυχίες του και τις προοπτικές του, με όλα τα προβλήματά του, είναι ακόμα ένας νεαρός ανα­πτυσσόμενος κοινωνικός οργανισμός, στον οποίο δεν έχουν καταξιωθεί τα πάντα κι ο οποίος φέρει πολλά υπολείμματα των περασμένων ιστορικών εποχών. Ο

I. Λενινιστική Συλλογή, XI, σελ. 357.

-1 4 9 -

κόσμος του σοσιαλισμού βρίσκεται όλος σε κίνηση, τελειοποιείται συνεχώς. Η ανάπτυξή του, φυσικά, γί­νεται μέσω της πάλης του καινούργιου με το παλιό, μέσω της λύσης των εσωτερικών αντιθέσεων»1.

Το συμπέρασμα αυτό. που έβγαλε το 24ο Συνέδριο του Κόματος το 1971, συμβάλλει στη σωστή αντιμετώ­πιση του προβλήματος της εδραίωσης του παγκόσμιου σοσιαλισμού. Ο ιμπεριαλισμός προσπαθεί να εκμεταλ­λευτεί τις αντιθέσεις που υπάρχουν τόσο μέσα σε ορι­σμένες σοσιαλιστικές χώρες, όσο και στα πλαίσια του παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήματος, να τις υπο­δαυλίζει. Οι προσπάθειες αυτές συναντούν τη φυσιο­λογική αντίσταση των κομμουνιστών κι όλων των οπαδών του σοσιαλισμού. Οι κομμουνιστές, όμως, θεωρούν χρέος τους όχι να συγκαλύπτουν τις υφιστά­μενες αντιθέσεις (πράγμα που θα ήταν σε βάρος του σοσιαλισμού), αλλά να αποκαλύπτουν τις ρίζες τους, και να αναζητούν τους κατάλληλους τρόπους για την υπερνίκησή τους, ώστε να εδραιώνουν έτσι ακόμη πε­ρισσότερο τις θέσεις του παγκόσμιου σοσιαλισμού.

Το παγκόσμιο σοσιαλιστικό σύστημα, σαν αποτέλε­σμα της πάλης της διεθνούς εργατικής τάξης ενάντια στην αστική τάξη και σαν «προϊόν» της παγκόσμιας επαναστατικής διαδικασίας, ασκεί με τη σειρά του ισχυρή επίδραση στη συνέχιση της διαδικασίας αυτής.

Σε τι συνίσταται, όμως, η επίδραση που ασκεί το παγκόσμιο σοσιαλιστικό σύστημα στη σύγχρονη επα­ναστατική διαδικασία; Μπορούμε να διακρίνουμε δύο βασικούς τρόπους άσκησης της επίδρασης αυτής: τον

I. Υλικά του 24ου Συνεδρίου του ΚΚΣΕ, Μόσχα 1971, σελ. I

-1 5 0 -

άμεσο και τον έμμεσο. Ο άμεσος τρόπος έγκειται πριν απ' όλα στην παροχή βοήθειας (σύμφωνα με τις αρχές του προλεταριακού διεθνισμού) στο απελευθερωτικό κίνημα και στις χώρες που βαδίζουν στο δρόμο των επαναστατικών μετασχηματισμών. Σε εξάρτηση από τις συγκεκριμένες συνθήκες, η βοήθεια αυτή παρέχε­ται σε διάφορους τομείς: τον οικονομικό, το τεχνικό, τον επιστημονικό και, αν παραστεί ανάγκη, και τον στρατιωτικό. Στο μεταξύ, η βοήθεια αυτή μπορεί να παίρνει διάφορες διαστάσεις και μορφές, περιλαμβά­νοντας την παραχώρηση χαριστικών δανείων, πιστώ­σεων. τεχνική αρωγή, κατάρτιση ειδικών για τους διά­φορους κλάδους της εθνικής οικονομίας, ηθικοπολιτι- κή υποστήριξη κλπ. Αδελφική βοήθεια παρέχουν επί­σης οι σοσιαλιστικές χώρες στα κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα των καπιταλιστικών και αναπτυσσό­μενων χωρών, σε όλο το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα.

Πολυάριθμες είναι οι μορφές της έμμεσης επίδρα­σης του παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήματος στην επαναστατική διαδικασία. Πριν απ' όλα, η επίδραση που ασκεί η ίδια η ύπαρξή του σαν σοσιαλιστικού συστήματος που αντιτίθεται στον ιμπεριαλισμό, υπο­σκάπτει τις βάσεις του και τον εξασθενίζει, δημιουρ­γώντας έτσι αντικειμενικά πιο ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη του απελευθερωτικού κινήματος σε πα­γκόσμια κλίμακα. Μπορούμε να πούμε χωρίς υπερβο­λή ότι, αν δεν υπήρχε η Σοβιετική Ένωση και οι άλλες σοσιαλιστικές χώρες, δεν θα μπορούσε να γίνει με τους ρυθμούς που έγινε η κατάρρευση του αποικια­κού συστήματος του ιμπεριαλισμού. Κι αυτό όχι μόνο επειδή οι χώρες του σοσιαλισμού παρείχαν συνεχώς υλική βοήθεια στο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα και

-1 5 1 -

ακολουθούσαν μεθοδευμένη πολιτική πάλης ενάντια στην αποικιοκρατία, αλλά και χάρη στην ίδια την ύπαρξη του παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήματος, αναπόφευκτη συνέπεια της οποίας είναι η γενική αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων στο διεθνή στίβο. Η εμφάνιση του σοσιαλισμού στο διεθνή στίβο με ποιοτι­κά νί« μορφή, με τη μορφή του παγκόσμιου συστήματος των σοσιαλιστικών χωρών, δηλαδή με την υλική κατοχύρωση του παγκόσμιου χαρακτήρα του σοσιαλι­σμού. δημιούργησε τον νέο εκείνο διεθνή συσχετισμό δυνάμεων και τις αντικειμενικές εκείνες προϋποθέσεις, μέσα στις οποίες συντελέστηκε η ισχυρή άνοδος του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, που οδήγησε στα μέσα της δεκαετίας του '50 στην πολιτική απελευθέρω­ση από την αποικιοκρατία της συντριπτικής πλειοψη- φίας των υποδουλωμένων λαών της Ασίας.

Αυτή είναι μια από τις σπουδαιότερες πλευρές τιις υλικής επαναστατικής επίδρασης του νεογέννητου τότε παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήματος στην κατάρ­ρευση του αποικιοκρατικού συστήματος του ιμπεριαλι­σμού. Και με την παραπέρα ανάπτυξη και εδραίωση του παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήματος η ενέργεια της νομοτέλειας αυτής φαίνεται πολύ πιο καθαρά.

Αναλύοντας την επίδραση του σοσιαλισμού στον κόσμο που μας περιβάλλει, ο Λένιν μιλούσε για δύναμη «της επίδρασης και του παραδείγματος», υπογραμμί­ζοντας έτσι ότι η επίδραση αυτή, τόσο η άμεση, όσο και η έμμεση, μπορεί να είναι υλική ( «δύναμη») και ιδεολογι­κή (το «παράδειγμα»). Στην πρώτη περίπτωση, ανεξάρ­τητα από το αν αυτό γίνεται σαν αποτέλεσμα της συστηματικής βοήθειας του σοσιαλισμού στο απελευ­θερωτικό κίνημα ή σαν αποτέλεσμα του ίδιου του γεγονότος της ύπαρξης των σοσιαλιστικών χωρών, σαν

- 152-

δύναμης που αντιτίθεται στον διεθνή ιμπεριαλισμό, υπάρχουν και οι πραγματικές, ας πούμε, «φυσιολογι­κές» αλλαγές στο συσχετισμό δυνάμεων και τάσεων τόσο στο εσωτερικό της μιάς ή της άλλης χώρας, όσο και στο διεθνή στίβο. Σε ό,τι αφορά την ιδεολογική επίδραση που ασκεί το «παράδειγμα» των μετασχημα­τισμών που γίνονται στο σοσιαλισμό, μπορεί κι αυτό να παίξει σπουδαίο ρόλο. εμπνέοντας την πάλη ενάν­τια στις δυνάμεις της καταπίεσης και της αντίδρασης και δίνοντας το ζωντανό παράδειγμα του νέου συστή­ματος κοινωνικών σχέσεων. Ωστόσο, θα πρέπει να ξε­χωρίσουμε την ιδεολογική επίδραση από την υλική. Στην πραγματικότητα, η ιδεολογική επίδραση δεν αλ­λάζει τον κόσμο, επηρεάζοντας άμεσα μόνο τη συνεί­δηση των ανθρώπων. Κι απ' αυτή την άποψη, είναι δευτερεύουσα σε σχέση με την υλική επίδραση. Η τελευταία παίζει καθοριστικό ρόλο στην επενέργεια του παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήματος στον υπό­λοιπο κόσμο.

Η σύγχρονη παγκόσμια επαναστατική διαδικασία συμπεριλαμβάνει τις δημοκρατικές και τις ε()νικοαπε/χυ- Οερ<υτικές επαναστάσεις. Αυτές δεν οδηγούν, άμεσα, στην εγκαθίδρυση σοσιαλιστικών σχέσεων. Όμως. πρώτον, είναι δυνατό κάτω από ευνοϊκές εσωτερικές και εξωτερικές συνθήκες να μετεξελιχθούν σε σοσιαλι­στικές επαναστάσεις. Δεύτερο, και στην περίπτωση ακόμα που δεν γίνει μια τέτια μετεξέλιξη, ο χαρακτή­ρας της σύγχρονης εποχής, εποχής του περάσματος της ανθρωπότητας από τον καπιταλισμό στο σοσιαλι­σμό, βάζει τη σφραγίδα του και στο χαρακτήρα των δημοκρατικών και εθνικοαπελευθερωτικών επαναστά­σεων. Υποσκάπτοντας την εξουσία των μονοπωλίων, οι επαναστάσεις αυτές εξασθενίζουν αντικειμενικά τις

11-0912 -1 5 3 -

θέσεις του ιμπεριαλισμού και δημιουργούν ευνοϊκές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη των σοσιαλιστικών δυνάμεων και τάσεων σε όλο τον κόσμο.

Στα προηγούμενα κεφάλαια του βιβλίου μας μιλή­σαμε για τη σύγχρονη δημοκρατική επανάσταση και για τις συνθήκες που συντελούν στη μετεξέλιξή της σε επανάσταση σοσιαλιστική. Χωρίς να επαναλάβουμε τα όσα είπαμε, θα τονίσουμε μόνο ένα σημαντικό δε­δομένο. Στις χώρες με διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού, διαφορετικά ιστορικά πεπραγμένα και διαφορετικές εθνικές παραδόσεις και προοπτικές ανάπτυξης, οι δημοκρατικές επαναστάσεις μπορεί να πάρουν ποικίλες μορφές και να τάξουν διαφορετικούς συγκεκριμένους σκοπούς. Ωστόσο, οποιαδήποτε κι αν είναι η ιδιαιτερότητά τους, θα μπορέσουν να οδηγή­σουν σε ριζικούς κοινωνικούς μετασχηματισμούς μόνο στην περίπτωση που θα ακολουθούν συνεπή αντιϊμπε- ριαλιστική κατεύθυνση, θα έχουν την πλατιά υποστή­ριξη του λαού και θα στηρίζονται στη συμμαχία των δημοκρατικών και σοσιαλιστικών δυνάμεων, αποκρού- οντας οποιαδήποτε απόπειρα παραγκωνισμού των κομ­μουνιστών από τη δραστήρια συμμετοχή στην πραγ­ματοποίηση των μετασχηματισμών αυτών.

Θα πρέπει να μιλήσουμε ειδικότερα για τις εΟνικοα- πε/χυθερωτικές επαναστάσεις. Αναπτυσσόμενες στην κοίτη του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, που αγκαλιάζει τις αποικιακές και εξαρτημένες χώρες, οι επαναστάσεις αυτές αποτελούν οργανικό μέρος της παγκόσμιας επαναστατικής διαδικασίας.

Η πάλη των λαών για εθνική απελευθέρωση αρχίζει πρακτικά μαζί με την επιβουλή της αποικιακής κατα­πίεσης από τον καπιταλισμό. Ιδιαίτερη ευρύτητα, όμως, πήρε τον 20ό αιώνα. Η νίκη της Οκτωβριανής

-1 5 4 -

Επανάστασης στη Ρωσία το 1917 και η διάσπαση του κόσμου σε δύο συστήματα έγιναν ισχυρός παράγοντας ενίσχυσης της εθνικοαπελευθερωτικής πάλης. Η γενι­κή κρίση του καπιταλισμού εκδηλώθηκε και σαν κρίση του αποικιοκρατικού συστήματος του ιμπεριαλισμού, που έληξε με την κατάρρευση του συστήματος αυτού και το σχηματισμό κυρίαρχων κρατών στις χώρες της Ασίας και της Αφρικής. Σπουδαίο ρόλο στην επίτευξη της νίκης αυτής, επαναλαμβάνουμε, έπαιξε η άμεση βοήθεια που παρείχαν στον εθνικοαπελευθερωτικό κί­νημα η Σοβιετική Ένωση και οι άλλες σοσιαλιστικές χώρες, καθώς επίσης η γενική γραμμή της αντιϊμπε- ριαλιστικής τους πολιτικής. ·

Οι εθνικοαπελευθερωτικές επαναστάσεις αποσκο- πούν άμεσα στην κατάργηση της αποικιακής καταπίε­σης, πριν απ’ όλα της πολιτικής, και στη ριζική ανα­διάρθρωση της κοινωνικής ζωής με βάση την εθνική κυριαρχία. Η αναδιάρθρωση αυτή πραγματοποιείται συνήθως από τις δυνάμεις του εθνικού αντιϊμπεριαλι- στικού μετώπου, που παράλληλα με την εργατική τά­ξη, την αγροτιά και τους μικροαστούς των πόλεων, συμπεριλαμβάνει κι ένα μέρος της εθνικής αστικής τάξης που υιοθετεί αντιϊμπεριαλιστικές, αντιφεουδαρ- χικές θέσεις.

Ποια προβλήματα πρέπει να λύσει η σύγχρονη εθνι- κοαπελευθερωτική επανάσταση που αποτίναξε τον αποικιακό ζυγό και ανακήρυξε την εθνική κυριαρχία; Εδώ πολλά εξαρτώνται από το επίπεδο ανάπτυξης της δοσμένης χώρας, από το χαρακτήρα των σχέσεων που έχουν διαμορφωθεί ανάμεσα σ’ αυτή τη χώρα και την πρώην μητρόπολη, από τη θέση που κατέχει στο σύ­στημα της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας κλπ. Παρ’ όλα αυτά, όμως, όπως δείχνει η ιστορία των

-1 5 5 -

τελευταίων δύο δεκαετιών, υπάρχουν αρκετά προβλή­ματα κοινά για την πλειονότητα των νεοαπελευθερω- μένων χωρών. Στον τομέα της οικονομίας, πρόκειται για την ανάπτυξη των κοινωνικών παραγωγικών δυνά­μεων, την άνοδο ιης παραγωγικότητας της εργασίας και την κατάρτιση στελεχών για την εθνική οικονο­μία. Στον τομέα της πολιτικής, πρόκειται για τη δια­μόρφωση νέων θεσμών, που κατοχυρώνουν τα συμφέ­ροντα της χώρας στο διεθνή στίβο, την προσέλκυση των πολιτών στην κοινωνική ζωή και την κινητοποίη­σή τους για τη λύση των προβλημάτων που αντιμετω­πίζει το αντίστοιχο νεαρό κυρίαρχο κράτος. Στον το­μέα του πολιτισμού, πρόκειται για την εξάλειψη της αγραμματοσύνης, την κατάκτηση των νεότατων επι­τευγμάτων του παγκόσμιου πολιτισμού, την καλλιέρ­γεια της εθνικής συνείδησης.

Μερικοί ιδεολόγοι του εθνικοαπελευθερωτικού κι­νήματος εξαίρουν ιδιαίτερα τη σημασία της λεγόμε- νης «ψυχολογικής απελευθέρωσης», με την οποία εν­νοούν τη διάπλαση μιας προσωπικότητας νέου τύπου, προσωπικότητας ελεύθερου πολίτη, ο οποίος «θα βγά­λει από μέσα του το δούλο», θα απαλλαγεί από τα ελαττώματα που διακρίνουν συχνά τους εκπροσώπους των καταπιεζόμενων εθνών, αφομοιώνοντας ό,τι το κα­λύτερο έχει συσσωρευθεί στις εθνικές πολιτιστικές παραδόσεις. Αυτό είναι, πραγματικά, ένα πρόβλημα, που όμως δεν μπορεί να λυθεί ξεκομμένα από τα προ­βλήματα που υπάρχουν στον τομέα της οικονομίας, της πολιτικής και του πολιτισμού, γιατί σε σχέση μ’ αυτά είναι δευτερεύον: μόνο όταν οικοδομηθεί η νέα κοινωνία, μπορεί να γίνει κανείς ελεύθερη προσωπικό­τητα, μόνο όταν χτιστεί μια κοινωνία απαλλαγμένη από την εκμετάλλευση και την καταπίεση, μπορεί να

-1 5 6 -

δημιουργηθεί μια στέρεη υλική βάση για τη διάπλαση της προσωπικότητας νέου τύπου. Κάτι περισσότερο: δεν επιτρέπεται να υπερβάλουμε και να απολυτοποιού- με το πρόβλημα αυτό, γιατί απ’ εδώ δεν είναι παρά ένα βήμα ως τον «ρατσισμό από την ανάποδη» και τις εθνικές προκαταλήψεις. Κι αυτές δεν είναι λιγότερο βλαβερές για την υπόθεση της ελευθερίας, απ’ ό,τι ο ρατσισμός και ο μεγαλοϊδεάτικος σωβινισμός.

Δεν είναι δύσκολο να δει κανείς ότι τα προβλήματα που πρέπει να λυθούν στο πρώτο στάδιο της εθνικοα- πελευθερωτικής επανάστασης έχουν πανδημοκρατικό χαρακτήρα, οπότε κι οι ίδιες αυτές επαναστάσεις προ­βάλλουν σαν εΟνικοδημοκρατικές που ανταποκρίνονται στα συμφέροντα όχι μόνο των εργαζομένων, αλλά και ενός σημαντικού τμήματος της μικρής και μεσαίας αστικής τάξης. Ωστόσο, στην πορεία πραγματοποίη­σής της, η εθνικοδημοκρατική επανάσταση μπορεί να ακολουθήσει διαφορετικούς δρόμους.

Με μια δυσμενή συγκυρία (αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων υπέρ της δεξιάς πτέρυγας της αστικής τάξης που συνασπίζεται με την αντίδραση, δυνάμωμα της πίεσης του διεθνούς ιμπεριαλισμού κλπ.) η ανάπτυξη μιας χώρας που κατέκτησε την πολιτική της ανεξαρτη­σία μπορεί στο εξής να ακολουθήσει τον καπιταλιστικό δρόμο. Κι αυτό θα έχει την αντανάκλασή του στην εκπλήρωση των δημοκρατικών καθηκόντων, που στην περίπτωση αυτή, όπως μας διδάσκει η πείρα, στενεύ­ουν συνήθως, γίνονται τυπικά ή και διαγράφονται ακό­μη από την ημερήσια διάταξη. Απεναντίας, η γραμμή για συνεπή και συστηματική εκπλήρωση των δημο­κρατικών καθηκόντων «οδηγεί» φυσιολογικά τη χώρα αυτή στο δρόμο της μη καπιταλιστικής ανάπτυξης, ωθώντας την επαναστατική δημοκρατία να επιλέξει το

-1 5 7 -

σοσιαλιστικό προσανατολισμό στην εσωτερική και εςω- τερική της πολιτική. Είναι ο δρόμος της προετοιμα­σίας για την πραγματοποίηση των σοσιαλιστικών μετασχηματισμών, της εδραίωσης της συμμαχίας με την εργατική τάξη, την εργαζόμενη αγροτιά κι όλες τις εσωτερικές δυνάμεις που είναι ικανές να πάρουν ενεργό μέρος στην πραγματοποίηση των αλλαγών αυτών. Είναι επίσης δρόμος προσέγγισης με τις σο­σιαλιστικές χώρες που είναι πρόθυμες να παράσχουν στο νεαρό κράτος την αναγκαία θοήθε.ια και υποστή­ριξη για την πραγματοποίηση της κοινωνικής επανά­στασης.

Η επιλογή από μια σειρά νεοαπελευθερωμένες χώ­ρες του σοσιαλιστικού προσανατολισμού επιβεβαιώ­νει μια από τις σπουδαιότερες νομοτέλειες της σύγ­χρονης παγκόσμιας επαναστατικής διαδικασίας που είχε τονίσει ακόμα ο Λένιν: «Στις επικείμενες αποφα­σιστικές μάχες της παγκόσμιας επανάστασης, το κί­νημα της πλειοψηφίας του πληθυσμού της γης, που στην αρχή ο προσανατολισμός του ήταν η εθνική απελευθέρωση, θα στραφεί ενάντια στον καπιταλισμό και τον ιμπεριαλισμό και θα παίξει ίσως πολύ μεγαλύ­τερο επαναστατικό ρόλο απ’ ό,τι αναμένουμε».1

Τι είναι αυτό που καθορίζει την εσωτερική λογική της μετεξέλιξης, προοπτικά, της εθνικοδημοκρατικής επανάστασης σε σοσιαλιστική; Πρώτα πρώτα το ότι στη σύγχρονη εποχή ακριβώς οι σοσιαλιστικοί μετα­σχηματισμοί είναι αυτοί που ανοίγουν τον πραγματι­κό δρόμο προς την επίλυση των προβλημάτων που έχουν πρωταρχική σημασία για την πλειονότητα των αναπτυσσόμενων χωρών, δηλαδή για την ταχύτερη

1. Β.Ι. Λένιν, άπαντα, τόμ. 44, σελ. 38.

- IS R -

ϋςα/χιψη της οικονομικής, επιστημονικοτεχνικής και πολιτιστικής καθυστέρησης, τη δημιουργία οικονομι­κών και πολιτικών δομών ικανών να εξασφαλίσουν την άνοδο της υλικής ευημερίας όλου του λαού (και όχι τη χλιδή για τη μειοψηφία με την εξαθλίωση της πλειο- ψηφίας), τη σταθερότητα της κοινωνίας (αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για τις χώρες με πολυεθνική σύνθε­ση), την κατοχύρωση της εθνικής ασφάλειας και την ικανότητα της χώρας να προασπίζεται την εθνική της κυριαρχία.

Τα παραπάνω προβλήματα δεν είναι δυνατό να λυ­θούν με τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης, γιατί αυτό εξυπηρετεί μόνο τα συμφέροντα του ιμπεριαλι­σμού. Είναι αλήθεια ότι τα κύρια κράτη του καπιταλι­στικού κόσμου βοηθούν πολλές φορές τις νεοαπελευ- θερωμένες χώρες. Δεν είναι, όμως, η βοήθεια αυτή καθόλου ανιδιοτελής, ακόμα κι όταν λένε ότι «παρέχε­ται δωρεάν». Πίσω από τη βοήθεια της Δύσης, τις περισσότερες φορές, κρύβονται τα οικονομικά συμφέ­ροντα του ιδιωτικού κεφαλαίου ή τα πολιτικά και στρατιωτικά συμφέροντα των ιμπεριαλιστικών κρα­τών. Τελικά, όπως συμβαίνει συχνά, το νεαρό κράτος που μόλις άρχισε την αυτοτελή του ανάπτυξη πέφτει ξανά σε εξάρτηση από το διεθνές κεφάλαιο, γίνεται αντικείμενο οικονομικής καταλήστευσης και υποταγής από μέρους του ιμπεριαλισμού.

Οι εθνικοαπελευθερωτικές επαναστάσεις παίζουν σπουδαίο ρόλο στην παγκόσμια επαναστατική διαδι­κασία. Δεν πρέπει, όμως, να τον υπερβάλλουμε το ρόλο αυτό, όπως επιχείρησαν να το κάνουν στη δεκαε­τία του ’70 οι αριστεριστές ριζοσπάστες ιδεολόγοι που ισχυρίζονταν δημαγωγικά ότι οι τύχες της παγκόσμιας επανάστασης κρίνονται σήμερα στον «τρίτο κόσμο».

_ι s<>_

Οι τέτιου είδους ισχυρισμοί μπορεί ίσως να κολακεύουν κάποιους στο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα, απέχουν όμως πολύ από την αλήθεια και το μόνο που κάνουν είναι να αποδιοργανώνουν τις επαναστατικές δυνάμεις. Το ίδιο όπως και στην κλίμακα της μιας ή της άλλης χώρας η εργατική τάξη παίζει τον ηγετικό ρόλο στην επανάσταση, έτσι και στα πλαίσια της παγκόσμιας επαναστατικής διαδικασίας ο ρόλος του ηγεμόνα ανή­κει στη διεθνή εργατική τάξη που εκπροσωπείται από το παγκόσμιο σοσιαλιστικό σύστημα κι από την εργατική τάξη των καπιταλιστικών και αναπτυσσόμενων χωρών.

Όπως και το εθνικό προλεταριάτο, η διεθνής εργατι­κή τάξη συσπειρώνει γύρω της όλες τις επαναστατικές δυνάμεις και τις οργανώνει στην πάλη για την πραγμα­τοποίηση των δημοκρατικών και σοσιαλιστικών μετα­σχηματισμών. Πρωτοπορία της διεθνούς εργατικής τάξης είναι εδώ το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα, η μαχητική ένωση των ανεξάρτητων και αυτοδύναμων κομμουνιστικών κομμάτων, με βάση τις αρχές του μαρξισμού-λενινισμού και του προλεταριακού διεθνι­σμού, που διεξάγουν κοινό αγώνα ενάντια στον κοινό εχθρό για την επίτευξη των κοινών στόχων. Οι κομμου­νιστές βαδίζουν στις πρώτες γραμμές των αγωνιστών για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση, για την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής και κομμουνιστικής κοινωνίας. Πρωταρχικό τους καθήκον θεωρούν τη σφυρηλάτηση της ενότητας των επαναστατικών γραμ­μών, το συνδυασμό των εθνικών και διεθνικών συμφε­ρόντων, την πάλη ενάντια στην αναβίωση του εθνικι­σμού και του σωβινισμού. Το εθνικό και το διεθνικό αποτελούν δύο αδιάρρηκτα συνδεδεμένες πλευρές του κομμουνιστικού κινήματος... Κάθε κομμουνιστικό κόμ­μα εκφράζει τόσο τα εθνικά όσο και τα διεθνικά

-1 6 0 -

συμφέροντα της.εργατικής τάξης... Η κοινή ιδεολογία, η κοινότητα βασικών σκοπών και καθηκόντων, η μα­χητική αλληλεγγύη και η αλληλοϋποστήριξη όλων των κομμουνιστικών κομμάτων, η από κοινού επεξερ­γασία των γενικών πάγιων ζητημάτων της θεωρίας και της επαναστατικής πρακτικής, που στηρίζεται στη συ­γκεκριμένη πείρα των κομμουνιστικών κομμάτων δια­φόρων χωρών, είναι πηγή δύναμης τόσο για όλο το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα γενικά, όσο και για το κάθε εθνικό κομμουνιστικό κόμμα χωριστά.

Στο Πρόγραμμα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης τονίζεται: «Η όλη πορεία της πα­γκόσμιας εξέλιξης επιβεβαιώνει τη μαρξιστικολενινι- στική ανάλυση του χαρακτήρα και του βασικού περιε­χομένου της σύγχρονης εποχής. Είναι εποχή του πε: ράσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό, εποχή της ιστορικής άμιλλας των δυο παγκόσμιων κοινωνικοπολιτικών συστημάτων, εποχή της πάλης των βασικών κινητήριων δυνάμεων της κοινωνικής εξέλιξης — του παγκόσμιου σοσιαλι- στισμού, του εργατικού και κομμουνιστικού κινήμα­τος, των λαών των νεοαπελευθερωμένων χωρών και των μαζικών δημοκρατικών κινημάτων — ενάντια στον ιμπεριαλισμό και την πολιτική του της επίθεσης και της καταπίεσης, για ειρήνη, δημοκρατία και κοινωνι­κή πρόοδο».1

Η ανάπτυξη του παγκόσμιου επαναστατικού κινήμα­τος δεν εξαρτάται μόνο από το συσχετισμό των ταξι­κών δυνάμεων στο εσωτερικό κάθε χώρας, αλλά και από το συσχετισμό των δυνάμεων ανάμεσα στα δύο

I. Το Πρόγραμμα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σο­βιετικής Ένωσης, Έκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 28.

- 161-

παγκόσμα συστήματα, από τον χαρακτήρα των μεταξύ τους σχέσεων. Η Σοβιετική Ένωση, οι άλλες χώρες της σοσιαλιστικής κοινότητας, με την υποστήριξη όλων των φιλειρηνικών δυνάμεων, αγωνίζονται για την ειρηνική συνύπαρξη χωρών με διαφορετικά κοινω­νικά συστήματα, για την εκτόνωση της διεθνούς έντα­σης, για την αποτροπή ενός νέου παγκόσμιου πολέμου. Σχετικά μ’ αυτό, τίθεται συνήθως το ερώτημα: πώς συμβιβάζεται η πολιτική της ειρήνης με τον προλετα­ριακό διεθνισμό, με την υποστήριξη των επαναστατι­κών δυνάμεων; Δεν σημαίνει άραγε αυτή η πολιτική άρνηση για παροχή βοήθειας, όπως ισχυρίζονται μερικοί «αριστεροί» επαναστάτες;

Βέβαια, ο καπιταλισμός δεν έχει κανένα συμφέρον από τις επαναστατικές αλλαγές, οπουδήποτε κι αν γίνονται: στην Ευρώπη, την Ασία, την Αφρική ή την Αμερική. Όμως, οι αλλαγές αυτές δεν εξαρτώνται από τη θέληση του καπιταλισμού. Κάποτε η αστική τάξη μπορούσε να ελπίζει ότι θα παρεμποδίσει τις επανα­στατικές αλλαγές με τους πολέμους. Οι καιροί αυτοί έχουν περάσει πια και σήμερα καμιά «σκληρή γραμ­μή» του ιμπεριαλισμού δεν είναι δυνατό να υποχρεώ­σει τον παγκόσμιο σοσιαλισμό να αρνηθεί να εκπλη­ρώσει το διεθνιστικό του χρέος, ούτε ο πόλεμος μπορεί να ξαναδόσει στον καπιταλισμό τις θέσεις που έχει χάσει ή να υποβοηθήσει την πάλη του ενάντια στις επαναστατικές δυνάμεις. Η πάλη για ειρήνη, για ύφεση, εκφράζει -αν δούμε ευρύτερα το πρόβλημα αυτό- τα συμφέροντα όλων των χωρών και λαών, όλων των υγειώς σκεπτόμενων ανθρώπων που καταλαβαί­νουν καλά ότι άλλη πιό συνετή εναλλακτική λύση δεν υπάρχει σήμερα.

- 162-

16. Η Π Α ΓΚ Ο ΣΜ ΙΑ ΣΗ Μ Α ΣΙΑ Τ Η Σ ΛΕΝΙΝΙ- ΣΤ ΙΚ Η Σ Θ Ε Ω ΡΙΑ Σ ΓΙΑ ΤΗ Ν ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Κλείνόντας τη συζήτηση για τη θεωρία της επανά­στασης, θα θέλαμε να τονίσουμε μόνο δύο σημεία. Πρώτο, την παγκόσμια σημασία της θεωρίας αυτής και την επίκαιρότητά της για τη σύγχρονη επαναστατική διαδικασία. Οι αντίπαλοι του λενινισμού ή οι άνθρω­ποι που δεν είναι τόσο ώριμοι από θεωρητική και πολιτική άποψη, δεν παραδέχονται συνήθως τη λενινι- στική θεωρία της επανάστασης, με το επιχείρημα ότι τάχα έχει χάσει την επικαιρότητά της στην εποχή της επιστημονικοτεχνικής επανάστασης, ότι μπορεί να εφαρμοστεί μόνο σε ορισμένες «ζώνες» του επαναστα­τικού κινήματος. Τέλος, ότι δεν εκφράζει το «νέο» στοιχείο της επαναστατικής πείρας.

Η φετιχοπόίηση της επιστήμης και της τεχνικής, που πήρε ευρύτατη διάδοση στην αστική και τη μι­κροαστική θεωρητική και πρακτική (μαζική) συνείδη­ση, εδράζεται στην αντίληψη (που καλλιεργούν οι ιδεολόγοι της άρχουσας αστικής τάξης) ότι ατις συν­θήκες της επιστημονικοτεχνικής επανάστασης έχει εκλείψει η ανάγκη για ριζικές κοινωνικές αλλαγές. Ισχυρίζονται ότι όλες οι αλλαγές που γίνονταν πα- λιότερα με κοινωνικές επαναστάσεις, σήμερα μπορεί να γίνουν τάχα με την επιστημονικοτεχνική πρόοδο. Μια τέτια, στην ουσία ουτοπιστικ,ή. αντιμετώπιση δεν παίρνει υπόψη της ένα καθοριστικό στοιχείο: ότι δη­λαδή η επιστήμη και η τεχνολογία είναι «συνυφασμέ- νες» με το συγκεκριμένο κοινωνικό σύνολο, από το οποίο δεν μπορούν «να θγουν». γ ι’ αυτό και δεν είναι σε θέση να επιβάλλουν στην κοινωνία τη δική τους λογική ανάπτυξης. Προς το συμφέρον ποιανού θα

(ίςιοποιηϋούν τα επιτεύγματα της επιστήμης και της τεχνολογίας; Σε ποια αρχή θα στηριχθεί η διανομή του κοινωνικού πλούτου που δημιουργείται χάρη στην επιστημονικοτεχνική πρόοδο; Σε ποιο βαθμό η πληρο­φορική κι οι νέες ανακαλύψεις θα τεθούν στην υπηρε­σία της κοινωνίας; Όλα αυτά ρυθμίζονται όχι από την ίδια την επιστήμη και την τεχνολογία, όχι από τους επιστήμονες και τους μηχανικούς, που τις μεταξύ τους σχέσεις καθορίζουν οι κοινωνικοί νόμοι, αλλά από το χαρακτήρα των κοινωνικών σχέσεων που επικρατούν. Μ’ άλλα λόγια, η ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας στην καπιταλιστική κοινωνία συντελεί στην καλύτερη προετοιμασία της υλικής βάσης του σοσιαλισμού (και με την έννοια αυτή δουλεύει πραγ­ματικά για το σοσιαλισμό). Αυτό, όμως, δεν είναι αρ­κετό για να ανασυγκροτήσει ρεαλιστικά και άμεσα το σύστημα των υφιστάμενων κοινωνικών σχέσεων, δηλ. να εκπληρώσει το καθήκον εκείνο που αποτελεί ιστο­ρική αποστολή της κοινωνικής επανάστασης. Έτσι, η επιστημονικοτεχνική επανάσταση όχι μόνο δεν υπο- καθιστά και δεν «καταργεί» την κοινωνική επανάστα­ση, αλλά την κάνει πολύ πιο απαραίτητη. Κι εφόσον έτσι έχουν τα πράγματα, είναι καταφανής η αναγκαιό­τητα της επιστημονικά τεκμηριωμένης θεωρίας για τη σοσιαλιστική επανάσταση.

Φυσικά, όταν η επαναστατική θεωρία προκύπτει μό­νο από τη γενίκευση της πείρας μιας χώρας ή ακόμα και μιας περιοχής, δεν μπορεί να είναι γενική. Κάτι περισσότερο; τελικά αποδείχνεται ακατάλληλη ακόμα και για μια ορισμένη «ζώνη» του κόσμου, γιατί στις σημερινές συνθήκες η στρατηγική και η τακτική της επαναστατικής δράσης στη μια ή την άλλη χώρα πρέ­πει να συνυπολογίζουν τις γενικές νομοτέλειες της

-1 6 4 -

παγκόσμιας επαναστατικής πορείας που ισχυουν για όλους. Να γιατί αποδείχτηκαν τόσο εφήμερες οι «νέες» αντιλήψεις για την επανάσταση που πρότειναν στις δεκαετίες του 1960-1980 οι Ντεμπρέ. Μαρκοΰζε. Φανόν και πολλοί άλλοι «αριστεροί» θεωρητικοί και ιδεολόγοι.

Η λενινιστική θεωρία της επανάστασης προέκυψε. όπως και η θεωρία του Μαρξ. από την πλουσιότατη επαναστατική πείρα των λαών πολλών χωρών, από την επαναστατική πείρα του παγκόσμιου προλεταριάτου. Δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι ο Λένιν επεξεργά­στηκε τη θεωρία του στηριζόμενος μόνο στη ρωσική πείρα, ότι δεν πήρε υπόψη του τις ιδιαιτερότητες των επαναστατικών αγώνων του γαλλικού, γερμανικού, αγ­γλικού ή του ουγγρικού προλεταριάτου. Ό τι δεν έβλε­πε τις επιτυχίες του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος και δεν έπαιρνε υπόψη του τα προβλήματα που αυτό αντιμετώπιζε. Ό χι. ο αρχηγός του προλεταριάτου της Ρωσίας έβλεπε πάντα την επανάσταση σαν μια παγκό­σμια διαδικασία και θεωρούσε χρέος του όχι να δόσει «συνταγές» επανάστασης για τη μια ή την άλλη χώρα. αλλά να ανακαλύψει τις γενικές νομοτέλειες ανάπτυξης της επανάστασης στην εποχή του ιμπεριαλισμού, παίρνοντας υπόψη την εμπειρία όλων των επαναστατι­κών τμημάτων. Αυτές οι γενικές νομοτέλειες, όπως επιβεβαιώνει η ιστορική πείρα, βρήκαν την έκφρασή τους στη λενινιστική θεωρία της επανάστασης.

Βέβαια, ούτε ο ίδιος ο Λένιν ούτε οι οπαδοί του ισχυρίστηκαν ποτέ πως δημιούργησαν ένα «τετελε­σμένο», ένα «κλειστό» θεωρητικό σύστημα που δεν ανέχεται νέες ιδέες. Έβλεπαν πάντα το μαρξισμό- λενινισμό, όπως και τη θεωρία της επανάστασης, σαν μια ζωντανή διδασκαλία που εξελίσσεται. Μ' άλλα

-1 6 5 -

λόγια, η λενινιστική θεωρία της επανάστασης (κι αυτό είναι το δεύτερο σημείο που πρέπει να τονίσουμε) έχει δημιουργικό χαρακτήρα. Είναι μια θεωρία «ανοιχτή» στις ιδέες που εκφράζουν τις νέες πτυχές και τάσεις της επαναστατικής διαδικασίας, που εμπλουτίζουν το μαρξισμό και συντελούν στην έμπρακτη εφαρμογή του. Εννοείται, δεν πρόκειται για ιδέες που αναιρούν τις αρχές του μαρξισμού-λενινισμού, που απορρίπτουν τη λενινιστική θεωρία της επανάστασης, γιατί τίποτε δεν αποδεικνύει πως οι αρχές αυτές έπαψαν να ισχύουν. Η επανάσταση συντριβόταν όχι όταν ακο­λουθούσε τις αρχές του μαρξισμού-λενινισμού. αλλά όταν, για τον άλφα ή θήτα λόγο, παρέκκλινε απ’ αυτές.

Η λενινιστική θεωρία της επανάστασης παραμένει ισχυρό θεωρητικό και πρακτικό όπλο στα χέρια του προλεταριάτου. Το ζήτημα που μπαίνει είναι να απο­κτήσουμε το όπλο αυτό, να μάθουμε να το χρησιμο­ποιούμε στην πράξη, ώστε να επιτύχουμε τους σκο­πούς για τους οποίους αγωνίστηκαν πολλές γενιές προλετάριων επαναστατών.

ΕΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ

Οι εκδόσεις ΠΡΟΓΚΡΕΣ καρακαλούν θερμά τους αναγνώστες που θα ήθελαν να εκφράσουν τη γνώ­μη τους για τη μετάφραση και την εμφάνιση του βιβλίου αυτού, να μας στεϊλουν τις παρατηρήσεις τους στη διεύθυνση:

Izdatelstvo PROGRES Zoubovsky Boulevard, 17

Moskva USSR