Download - ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Transcript
Page 1: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ

Ιστορική Βιβλιοθήκη:

«Η Τετάρτη Βίβλος»

Πανόραμα τής Ελληνικής Μυθολογίας

Εισαγωγή, Μετάφραση, Σχόλια,Βιογραφίες και Παραρτήματα:

Αθανάσιος Α. ΤσακνάκηςΦιλόλογος – Θεολόγος

ΨΗΦΙΑΚΗ ΕΚΔΟΣΗ 2015

Page 2: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Αντί προλόγου…

Είναι άξιο αναζήτησης το γιατί οι παλαιότεροι άφησαν αυτούς τους λόγους και χρησιμοποίησαν μύθους. Πρώτα ας αναζητήσουμε πώς ωφελούμαστε από τους μύθους χωρίς να έχουμε την διάνοια αργή. Το ότι οι μύθοι είναι θεϊκοί μας το λένε αυτοί που τους χρησιμοποίησαν, γιατί και οι θεόληπτοι ποιητές και οι άριστοι φιλόσοφοι και όσοι κατέδειξαν τις ιερές τελετές και οι ίδιοι οι Θεοί στους χρησμούς τους χρησιμοποίησαν μύθους.

Ας αναζητήσουμε γιατί είναι θείοι οι μύθοι τής φιλοσοφίας. Επειδή, λοιπόν, όλα τα όντα χαίρονται με την ομοιότητα και αποστρέφονται την ανομοιότητα, έπρεπε και οι λόγοι γιά τους Θεούς να είναι όμοιοι με τους Θεούς, ώστε να γίνονται αντάξιοι τής ουσίας των Θεών και να προδιαθέτουν ευνοϊκά τους Θεούς έναντι εκείνων που εκφράζουν αυτούς τους λόγους, κάτι που θα γινόταν μόνον μέσω των μύθων. Οι μύθοι μιμούνται τους ίδιους τους Θεούς ως προς το ρητό και το άρρητο, το αφανές και το φανερό, το σαφές και το απόκρυφο χαρακτηριστικό τους, αλλά και ως προς την αγαθότητα των Θεών γιατί, όπως ακριβώς οι Θεοί έπλασαν κοινά γιά όλους τα αισθητά αγαθά, ενώ έπλασαν τα νοητά μόνον γιά τους έμφρονες, έτσι και οι μύθοι μιλούν σε όλους γιά την ύπαρξη των Θεών, ενώ γιά το ποιοί και τι είδους είναι οι Θεοί, μιλούν μόνον σε όσους δύνανται να το γνωρίσουν. Οι μύθοι μιμούνται και τις ενέργειες των Θεών. Ταιριάζει, λοιπόν, να ονομάσουμε μύθο και τον Κόσμο, αφού μέσα του φανερώνονται τα σώματα και τα πράγματα, αλλ’ αποκρύπτονται οι ψυχές και οι νόες. Επιπλέον, αν κάποιος θελήσει να διδάξει προς όλους την περί Θεών αλήθεια, θα προκαλέσει περιφρόνηση στους ανόητους, επειδή αδυνατούν να μάθουν, και ραθυμία στους μορφωμένους, ενώ η απόκρυψη τής αλήθειας μέσα στους μύθους δεν αφήνει τους πρώτους να περιφρονήσουν τους μύθους, και αναγκάζει τους δεύτερους να φιλοσοφήσουν. Γιατί, όμως, μοιχείες και κλοπές και πατρικά δεσμωτήρια και άλλα ατοπήματα αναφέρονται μέσα στους μύθους; Ή μήπως και τούτο είναι άξιο θαυμασμού, αφού μέσω τής φαινομενικής ατοπίας η ψυχή ευθύς θεωρεί αυτούς τους λόγους προκαλύμματα και πιστεύει ότι το αληθές είναι απόρρητο;

Από τους μύθους, άλλοι είναι θεολογικοί, άλλοι φυσικοί, άλλοι ψυχικοί, άλλοι υλικοί και άλλοι είναι μικτοί απ’ όλα τούτα τα είδη. Θεολογικοί είναι όσοι δεν χρησιμοποιούν κανενός είδους σώμα, αλλά εξετάζουν τις ίδιες τις ουσίες των Θεών, όπως είναι ο μύθος των καταπόσεων των παιδιών τού Κρόνου. Επειδή ο Θεός είναι νοερός και κάθε νους επιστρέφει στον εαυτό του, ο μύθος υπαινίσσεται την ουσία τού Θεού. Φυσικούς πρέπει να θεωρούμε τους μύθους όταν μιλούν γιά τις ενέργειες των Θεών στον Κόσμο. Επειδή ακριβώς μερικοί ήδη θεώρησαν χρόνο τον Κρόνο και αποκάλεσαν παιδιά τού Όλου τα μέρη τού χρόνου, λένε ότι τα παιδιά καταπίνονται από τον πατέρα τους. Ο ψυχικός τρόπος εξέτασης είναι η επισκόπηση των ενεργειών τής ίδιας τής ψυχής, αφού και οι νοήσεις των ψυχών μας – ακόμη και όταν εκπέμπονται προς τους άλλους – παραμένουν μέσα σ’ αυτές που τις γεννούν. Ο υλικός τρόπος είναι και ο έσχατος σε αξία και αυτός που περισσότερο χρησιμοποιούν οι Αιγύπτιοι, λόγω απαιδευσίας, θεωρώντας Θεούς τα ίδια τα σώματα και αποκαλώντας Ίσιδα την γη, Όσιρη το υγρό στοιχείο, Τυφώνα την θερμότητα, ή Κρόνο το ύδωρ, Άδωνη τους καρπούς, Διόνυσο τον οίνο. Είναι χαρακτηριστικό των σωφρονούντων ανθρώπων να λένε ότι όλα αυτά τα πράγματα είναι αφιερωμένα στους Θεούς, όπως ακριβώς και τα βότανα και οι λίθοι και

Page 3: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

τα ζώα, ενώ είναι χαρακτηριστικό των τρελών να τα αποκαλούν Θεούς, εκτός εάν από συνήθεια τα αποκαλούν έτσι, όπως ακριβώς ονομάζουμε Ήλιο και την ηλιακή σφαίρα και την ακτίνα που εκπορεύεται από την σφαίρα. Το μικτό είδος μπορούμε να το δούμε σε πολλούς και διάφορους μύθους, ακόμη και σ’ εκείνον που λέει ότι η Έρις έρριξε χρυσό μήλο στο συμπόσιο των Θεών και ότι οι Θεές φιλονικούσαν γι’ αυτό και από τον Δία παραπέμφθηκαν προς τον Πάρη γιά να κριθούν. Σ’ αυτόν φάνηκε όμορφη η Αφροδίτη και σ’ αυτήν έδωσε το μήλο. Εδώ το συμπόσιο υποδηλώνει τις υπερκόσμιες δυνάμεις των Θεών και γι’ αυτό βρίσκονται όλες μαζί. Το χρυσό μήλο υποδηλώνει τον Κόσμο, ο οποίος έγινε από τα αντίθετα και ταιριάζει να λέμε ότι ρίχτηκε από την Έριδα. Επειδή κάθε Θεός χαρίζει στον Κόσμο κάτι διαφορετικό, φαίνονται να φιλονικούν γιά το μήλο. Η ψυχή που ζει σύμφωνα με τις αισθήσεις – γιατί αυτή είναι ο Πάρις – δεν βλέπει μέσα στον Κόσμο τις άλλες δυνάμεις, παρά μόνον το κάλλος, και λέει ότι το μήλο είναι τής Αφροδίτης. Οι θεολογικοί μύθοι είναι κατάλληλοι γιά τους φιλοσόφους, οι φυσικοί και οι ψυχικοί γιά τους ποιητές, οι μικτοί γιά τις τελετές, επειδή κάθε τελετή θέλει να μας συνάψει με τον Κόσμο και με τους Θεούς.

Σαλούστιος ο Φιλόσοφος,«Περί Θεών και Κόσμου»

Page 4: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Εισαγωγή

α. Διόδωρος ο Σικελιώτης

Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης γεννήθηκε στο Αγύριο τής Σικελίας, στην ευκλεή Μεγάλη Ελλάδα, γύρω στα 90 π.Χ. Γιά την ζωή του δεν διαθέτουμε πολλά στοιχεία. Μοναδική πηγή βιογραφικών πληροφοριών είναι τα βιβλία του. Γνωρίζουμε ότι εκτός από την μητρική γλώσσα του, την ελληνική, είχε διδαχτεί και την λατινική, επειδή η πόλη του είχε εκτεταμένες πολιτιστικές και οικονομικές συναλλαγές με τους Ρωμαίους, ενώ ο ίδιος επισκέφτηκε επανειλημμένα την ακμάζουσα Ρώμη, όπου συνέλεξε πολύτιμο υλικό – ελληνόγλωσσο και λατινόγλωσσο – γιά το συγγραφικό έργο του.

Κατά την 180ή Ολυμπιάδα (60-56 π.Χ.), σύμφωνα με προσωπική μαρτυρία του, βρισκόταν στην Αθήνα γιά σπουδές. Στην Αίγυπτο παρέμεινε επί τρία έτη, συναναστρεφόμενος τους ιερείς τής χώρας και μελετώντας διεξοδικά τις τοπικές παραδόσεις, τους θρύλους, τα ήθη και τα έθιμα. Επίσης, γιά μεγάλο χρονικό διάστημα – το οποίο αγγίζει τα τριάντα έτη – ταξίδευε στις τότε γνωστότερες πόλεις τής Ευρώπης και τής Ασίας, επισκεπτόμενος βιβλιοθήκες, ερευνώντας αρχεία και συγκεντρώνοντας χρήσιμες πληροφορίες γιά το σύγγραμμά του.

Ο θάνατός του πρέπει να επήλθε μεταξύ τού 30 και 31 π.Χ. και να οφειλόταν σε φυσικά αίτια.

β. «Ιστορική Βιβλιοθήκη»

Το μοναδικό σωζόμενο έργο τού Διοδώρου είναι η «Ιστορική Βιβλιοθήκη», ένα είδος «χρονογραφίας» ή «παγκόσμιας ιστορίας», η οποία αρχίζει από τα πρώιμα μυθικά χρόνια – την εποχή των Θεών, των ημιθέων και των ηρώων – και φτάνει μέχρι την εποχή τής περιπετειώδους κατάληψης τής Μεγάλης Βρετανίας από τον Ιούλιο Καίσαρα και τα στρατεύματά του, στα 54 π.Χ. Το σύγγραμμα αποτελείται από σαράντα βιβλία. Ο ίδιος ο συγγραφέας το είχε χωρίσει σε τρία μέρη: (α) βιβλία 1 έως 6, τα χρόνια πριν από τον Τρωικό Πόλεμο, (β) βιβλία 7 έως 17, τα χρόνια από τον Τρωικό Πόλεμο έως τον θάνατο τού Μεγάλου Αλεξάνδρου και (γ) βιβλία 18 έως 40, τα γεγονότα μέχρι την εκστρατεία τού Ιουλίου Καίσαρα.

Αναλυτικότερα, το πρώτο βιβλίο αναφέρεται στην Αίγυπτο, το δεύτερο στην Ασσυρία, την Ινδία, την Σκυθία, την Αραβία και τα νησιά τού Ωκεανού, το τρίτο στην Αιθιοπία, τις Αμαζόνες τής Αφρικής, τους κατοίκους των παραλίων τού Ατλαντικού και την γένεση των πρώτων Θεών, το τέταρτο στην ελληνική μυθολογία, το πέμπτο στους λαούς τής Δύσης και τα ελληνικά νησιά. Τα βιβλία από το έκτο μέχρι και το δέκατο σώζονται σε αποσπασματική μορφή και περιλαμβάνουν τα γεγονότα από τον Τρωικό Πόλεμο μέχρι το 480 π.Χ. Τα επόμενα δέκα βιβλία (11-20) περιέχουν πληροφορίες γιά την περίοδο από το 480 έως το 302 π.Χ. Από τα τελευταία είκοσι βιβλία σώζονται επίσης μόνον αποσπάσματα, τα οποία αναφέρονται στην περίοδο από το 301 μέχρι περίπου το 54 π.Χ.

Page 5: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Πηγές τού Διοδώρου υπήρξαν τα έργα των ιστορικών Εφόρου και Απολλοδώρου, των γεωγράφων Αγαθαρχίδη και Αρτεμιδώρου, τού μυθολόγου Διονυσίου τού Σκυτοβραχίονα, τού αιγυπτιολόγου Εκαταίου τού Αβδηρίτη και τού ασσυριολόγου Κτησία. Επίσης χρησιμοποίησε τα συγγράμματα τού Ηροδότου, τού Θεοπόμπου, τού Αναξιμένη τού Λαμψακηνού, τού Καλλισθένη, τού Δημοφίλου, τού Κλειτάρχου, τού Ιερωνύμου, τού Τιμαίου, τού Αντιόχου, τού Ερμεία, τού Μηνοδότου, τού Πολυβίου και αρκετών άλλων. Σημαντικές πληροφορίες άντλησε και από Λατίνους συγγραφείς όπως ο Φάβιος Πίκτωρ, ο Καλπούρνιος Πίσσων και ο Κάσσιος Εμίνας.

Παρά τις «αστοχίες» και τις «λανθασμένες εκτιμήσεις» που διάφοροι ερευνητές εντοπίζουν στο σύνολο τού έργου τού Διοδώρου, κανείς δεν θα μπορούσε να αρνηθεί την μεγάλη αξία τού αποτελέσματος, ούτε να αποφύγει τον έπαινο προς τον ακαταπόνητο συγγραφέα, ο οποίος υπεβλήθη σε κοπιαστικές μελέτες προκειμένου να διασώσει δυσεύρετα και πολύτιμα ιστορικά και μυθολογικά στοιχεία.

γ. Μύθοι και Μυθολογία

Η πρωταρχική σημασία τού όρου «μύθος» ήταν «λόγος, ομιλία, αγόρευση, απόφθεγμα» ή «διήγηση» (Με την έννοια τού «αληθούς λόγου» ή τής «αληθινής διήγησης» ο «μύθος» τής Ατλαντίδας εμφανίζεται στον «Τίμαιο» τού Πλάτωνα. Βλέπε στο παράρτημα, μέρος Α΄, κεφάλαιο γ΄, και μέρος Β΄, κεφάλαιο γ΄). Αργότερα «μύθος» ονομάστηκε ο «αλληγορικός, απόκρυφος» ή «συγκεκαλυμμένος» λόγος (Με την έννοια τού «απόκρυφου» ή «αλληγορικού λόγου» εμφανίζεται στο «Περί Ίσιδος και Οσίριδος» έργο τού Πλουτάρχου ο «μύθος» τής σχέσης των δύο Θεών. Βλέπε στο παράρτημα, μέρος Α΄, κεφάλαιο β΄, και μέρος Β΄, κεφάλαιο β΄). Το αλληγορικό ή συμβολικό περιεχόμενο ενός μύθου δεν γίνεται πάντοτε – ή αμέσως ή επιτυχώς – αντιληπτό. Σε αυτή την περίπτωση, στους αποδέκτες (αναγνώστες ή ακροατές ή θεατές) τού μύθου, οι οποίοι εκλαμβάνουν ως «πραγματικά» γεγονότα τα «αλληγορικά» νοήματα, εμφανίζεται ένα είδος «σύγχυσης εννοιών». Με αυτό το φαινόμενο ασχολείται η «Περί Θυσιών» χλευαστική πραγματεία τού Λουκιανού (Βλέπε στο παράρτημα, μέρος Α΄, κεφάλαιο α΄, και μέρος Β΄, κεφάλαιο α΄). Προς την αντίθετη κατεύθυνση κινείται ο Σαλούστιος, στο «Περί Θεών και Κόσμου» σύγγραμμά του, όπου επιχειρεί να αναδείξει το βαθύτερο, φιλοσοφικό και ξεχασμένο ή παρεξηγημένο νόημα των μύθων (Βλέπε στις πρώτες σελίδες τού ανά χείρας βιβλίου και στο παράρτημα, μέρος Β΄, κεφάλαιο δ΄).

Στην εποχή μας η λέξη «μύθος» συγχέεται με την λέξη «παραμύθι», οπότε δηλώνει την «φανταστική διήγηση». Στο ανά χείρας βιβλίο, κατά τον Διόδωρο, «μύθος» καλείται ο θρύλος, ένα είδος «αλληγορικού» λόγου, ο οποίος έχει ιστορικό υπόβαθρο και ενίοτε διδακτικό χαρακτήρα.

«Μυθολογία» ονομάζεται ένα σύνολο μυθικών παραδόσεων, είτε προφορικών είτε καταγεγραμμένων. «Ελληνική μυθολογία» είναι η συλλογή των μυθικών παραδόσεων τού ελληνικού έθνους. Η «ελληνική μυθολογία» είναι μία από τις αρχαιότερες, πλουσιότερες και διδακτικότερες τού πλανήτη μας.

δ. «Η Τετάρτη Βίβλος»

Το κατά σειρά τέταρτο βιβλίο τού Διοδώρου – η «Τετάρτη Βίβλος» – είναι ένα πανόραμα τής ελληνικής μυθολογίας. Στις σελίδες του συναντούμε τον Διόνυσο, τον

Page 6: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Πρίαπο, τον Ερμαφρόδιτο και τις Μούσες, επίσης διαβάζουμε γιά τον Ηρακλή και τους άθλους του, μαθαίνουμε γιά τους Αργοναύτες, τους Επτά επί Θήβας, τους Κενταύρους και τις θυγατέρες τού Ασωπού, επιπλέον πληροφορούμαστε γιά την δράση τού Θησέα, τού Πέλοπα, τού Ταντάλου, τού Δαρδάνου και τής Νιόβης, ενώ γνωρίζουμε τον Αρισταίο, τον Ωρίωνα, τον Μίνωα και τον Μινώταυρο.

Σημαντικός κρίνεται ο πρόλογος τού έργου, στον οποίον ο συγγραφέας εκθέτει τις δυσκολίες και τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι μυθολόγοι τόσο κατά την συλλογή και ταξινόμηση τού υλικού τους, όσο και κατά την επεξεργασία και τελική διαμόρφωσή του. Αξιόλογες είναι και οι απόψεις τού Διοδώρου σχετικά με αυτό καθ’ αυτό το αντικείμενο τής μυθολογίας, δηλαδή τις Θεές και τους Θεούς, τις ηρωίδες και τους ήρωες των μύθων.

Η «Τετάρτη Βίβλος» αποτελεί ένα πολύ ενδιαφέρον και συναρπαστικό ανάγνωσμα, γραμμένο με υπευθυνότητα και σοβαρότητα. Τα ογδόντα πέντε κεφάλαιά του μάς ξεναγούν στον μαγευτικό κόσμο τής ελληνικής μυθολογίας, διαφωτίζοντας, εμπνέοντας και ξεκουράζοντας τον αναγνώστη.

ε. Η παρούσα έκδοση

Η νεοελληνική μετάφραση τής παρούσας έκδοσης στηρίχτηκε στο στερεότυπο αρχαιοελληνικό κείμενο των περίφημων εκδόσεων τής Οξφόρδης (Oxford Classical Texts), ενώ σκοπός της ήταν – στο μέτρο τού ευλόγως δυνατού – να διατηρήσει την βασική ορολογία, να διασώσει την αφηγηματική δομή και να διαφυλάξει την επικοινωνιακή ποιότητα τού αρχαίου κειμένου, χωρίς να προδίδει τις ανεξάντλητες εκφραστικές και συντακτικές δυνατότητες τής νεοελληνικής γλώσσας.

στ. Διευκρίνιση

Σ’ αυτό το σημείο κρίνεται σκόπιμη η διευκρίνιση των παρακάτω στοιχείων: το αρχαίο κείμενο τού Διοδώρου «μεταφράστηκε» στην νέα ελληνική γλώσσα, δηλαδή οι «φράσεις» τής αρχαίας ελληνικής μετατράπηκαν σε «φράσεις» τής νεοελληνικής γλώσσας. Το αρχαίο κείμενο, λοιπόν, δεν «μεταγλωττίστηκε» (διότι κινηθήκαμε στα πλαίσια τής ίδιας γλώσσας, τής ελληνικής, αντιμετωπίζοντας δύο μορφές της που διαφέρουν λόγω τού χρόνου, κατά τον οποίον αναπτύχθηκαν), ούτε «αποδόθηκε» (αφού «αποδίδουμε» ένα νόημα και όχι μία γλώσσα), ούτε «ερμηνεύτηκε» (επειδή κανενός τύπου διευκρίνιση ή ανάλυση ή επεξήγηση ή σχολιασμός δεν εντάχθηκε στο κείμενο τής νεοελληνικής μετάφρασης).

Το τελικό αποτέλεσμα τής παρούσας προσπάθειας θα κριθεί από τις ερίτιμες αναγνώστριες και τους ευγενικούς αναγνώστες τού βιβλίου, των οποίων οι παρατηρήσεις θα είναι πάντοτε ευπρόσδεκτες.

Αθανάσιος Τσακνάκης

Σημείωση: οι λέξεις τού νεοελληνικού κειμένου, που σημειώνονται με αστερίσκο (*), συνοδεύονται από σχόλια, τα οποία βρίσκονται μετά το τέλος τής μετάφρασης, ανά κεφάλαιο και κατ’ αλφαβητική σειρά.

Page 7: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Διόδωρος Σικελιώτης

Ιστορική Βιβλιοθήκη

«Η Τετάρτη Βίβλος»

Περιεχόμενα

Τα ακόλουθα εμπεριέχονται στο τέταρτο βιβλίο τού Διοδώρου:

Προοίμιο γιά όσα μυθολογούνται από τους ιστοριογράφους.Ο Διόνυσος, ο Πρίαπος, ο Ερμαφρόδιτος και οι Μούσες.Ο Ηρακλής, οι άθλοι του και όσα έπραξε μέχρι την αποθέωσή του.Οι Αργοναύτες, η Μήδεια και οι θυγατέρες τού Πελία.Οι απόγονοι τού Ηρακλή.Ο Θησεύς και οι άθλοι του.Οι Επτά επί Θήβας.Οι επίγονοι των Επτά επί Θήβας.Ο Νηλεύς και οι απόγονοί του.Οι Λαπίθες και οι Κένταυροι.Ο Ασκληπιός και οι απόγονοί του.Οι θυγατέρες τού Ασωπού και οι γιοί που απέκτησε ο Αιακός.Ο Πέλοψ, ο Τάνταλος, ο Οινόμαος και η Νιόβη.Ο Δάρδανος και οι απόγονοί του μέχρι τον Πρίαμο.Ο Δαίδαλος, ο Μινώταυρος και η εκστρατεία τού Μίνωα εναντίον τού βασιλιά Κωκάλου.Ο Αρισταίος, ο Δάφνις και ο Έρυξ, καθώς και ο Ωρίων.

Πρόλογος

Δεν αγνοώ ότι τα συγγράμματα όσων συντάσσουν αρχαίες μυθολογίες έχουν πολλά ελαττώματα, επειδή τα αναγραφόμενα – ένα δυσεύρετο υλικό – αναφέρονται στην αρχαιότητα και παρέχουν δυσχέρειες στους συγγραφείς, ενώ η χρονική τοποθέτησή τους, που δεν επιδέχεται ακριβέστατο έλεγχο, ωθεί τους αναγνώστες να περιφρονήσουν την εξιστόρηση. Επιπλέον, η ποικιλία και το πλήθος των γενεαλογουμένων ηρώων και ημιθέων και λοιπών ανδρών κάνουν δυσέφικτη την αφήγηση, ενώ το μέγιστο και πιό παράλογο εμπόδιο είναι ότι συμβαίνει να μην συμφωνούν μεταξύ τους εκείνοι που κατέγραψαν τις αρχαιότατες πράξεις και μυθολογίες, γι’ αυτό, όσοι μεταγενέστεροι ιστοριογράφοι πρώτευσαν σε δόξα, αποστασιοποιήθηκαν από την αρχαία μυθολογία λόγω των δυσχερειών και επιχείρησαν να καταγράψουν τις νεώτερες πράξεις. Όταν, λοιπόν, ο Έφορος ο Κυμαίος, που ήταν μαθητής τού Ισοκράτη, ανέλαβε να γράψει γενική ιστορία, υπερέβη τις αρχαίες μυθολογίες κ’ επέλεξε ως αρχή τής ιστορίας του τα γεγονότα από

Page 8: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

την κάθοδο των Ηρακλειδών και μετά. Το ίδιο μ’ αυτόν έκαναν και ο Καλλισθένης και ο Θεόπομπος, σύγχρονοι τού Εφόρου, που αποστασιοποιήθηκαν από τους αρχαίους μύθους. Εμείς, όμως, κρίνοντας αντίθετα απ’ αυτούς και υποφέροντας την καταπόνηση τής σχετικής καταγραφής, με κάθε τρόπο επιμεληθήκαμε τους αρχαίους μύθους, επειδή μέγιστες και πολλές πράξεις συντελέσθηκαν από τους ήρωες και τους ημιθέους και πολλούς άλλους αγαθούς άνδρες, τους οποίους οι μεταγενέστεροι – γιά τις ευεργεσίες που πρόσφεραν σε όλους – τίμησαν είτε με ισόθεες είτε με ηρωικές θυσίες, ενώ ο ιστορικός λόγος όλους τούς ύμνησε στον αιώνα με τους πρέποντες επαίνους.

Στα τρία προηγούμενα βιβλία καταγράψαμε τις μυθολογικές πράξεις των άλλων εθνών και όσα ιστορούν γιά τους Θεούς τους, καθώς και γιά τις τοποθεσίες τής χώρας τού καθενός, τα θηρία και τ’ άλλα ζώα που υπάρχουν εκεί και – γενικά – μιλήσαμε γιά όλα τ’ αξιομνημόνευτα και τα παράδοξα, ενώ στο παρόν βιβλίο θ’ αναφέρουμε όσα οι Έλληνες ιστορούν γιά τους αρχαίους χρόνους σχετικά με τους επιφανέστατους ήρωες και ημιθέους και – γενικά – γιά όσους κατά τον πόλεμο έκαναν κάτι αξιόλογο, όπως και γιά όσους κατά την ειρήνη εφηύραν ή νομοθέτησαν κάτι χρήσιμο γιά τον κοινό βίο.

Κεφάλαιο 1

Αρχή θα κάνουμε από τον Διόνυσο, επειδή αυτός είναι και πάρα πολύ παλαιός και μέγιστες ευεργεσίες πρόσφερε στο γένος των ανθρώπων. Στα προηγούμενα βιβλία ήδη είπαμε ότι μερικοί βάρβαροι διεκδικούν την γένεση αυτού τού Θεού. Οι Αιγύπτιοι, λοιπόν, λένε ότι ο Θεός – που οι ίδιοι ονομάζουν Όσιρη – είναι αυτός που οι Έλληνες αποκαλούν Διόνυσο, και μυθολογούν ότι αυτός περιήλθε ολόκληρη την οικουμένη και ήταν εφευρέτης τού οίνου και δίδαξε στους ανθρώπους την καλλιέργεια τής αμπέλου και γι’ αυτήν την ευεργεσία τού έλαχε η αθανασία κατόπιν κοινής συμφωνίας. Ομοίως και οι Ινδοί δηλώνουν ότι αυτός ο Θεός γεννήθηκε στα μέρη τους, έδειξε την αγάπη του γιά την τέχνη τής καλλιέργειας τής αμπέλου και μετέδωσε την χρήση τού οίνου στους ανθρώπους τής οικουμένης. Εμείς, όμως, έχοντας πει λεπτομερώς γι’ αυτά, τώρα θ’ αναφερθούμε σε όσα οι Έλληνες λένε γι’ αυτόν τον Θεό.

Κεφάλαιο 2

Λένε ότι ο βασιλιάς έστειλε από την Φοινίκη τον Κάδμο, γιό τού Αγήνορα, προς αναζήτηση τής Ευρώπης, δίνοντάς του την εντολή ή να του πάει την παρθένο ή να μην ξαναγυρίσει στην Φοινίκη. Ο Κάδμος περιήλθε πολλές περιοχές και – μη δυνάμενος να την βρει – παραιτήθηκε από την επιστροφή του στην οικία του και κατέληξε στην Βοιωτία όπου, κατά τον παραδεδομένο χρησμό, έκτισε τις Θήβες. Εκεί εγκαταστάθηκε, νυμφεύτηκε την Αρμονία, κόρη τής Αφροδίτης, και απέκτησε απ’ αυτήν την Σεμέλη, την Ινώ, την Αυτονόη, την Αγαύη, καθώς και τον Πολύδωρο. Ο Δίας έσμιξε με την Σεμέλη, εξαιτίας τού κάλλους της, αλλά συνευρισκόταν μαζί της ήσυχα, οπότε εκείνη θεώρησε ότι την καταφρονεί και γι’ αυτό τον παρακάλεσε να κάνει μαζί της τις περιπτύξεις που έκανε όταν βρισκόταν με την Ήρα. Τότε ο Δίας την επισκέφτηκε θεοπρεπώς, με βροντές και αστραπές, και περιφανώς συνουσιάστηκε μαζί της. Η Σεμέλη, όμως, ήταν έγκυος και δεν άντεξε το μεγαλείο τής εμφάνισης. Απέβαλε το βρέφος και η ίδια πέθανε από φωτιά. Έπειτα ο Δίας ανέλαβε το αγόρι, το παρέδωσε στον Ερμή και τον πρόσταξε να το μεταφέρει στο

Page 9: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

άντρο που βρισκόταν στην Νύσα, μεταξύ Φοινίκης και Νείλου, να το παραδώσει στις νύμφες γιά να το αναθρέψουν και με μεγάλη φροντίδα να το επιμεληθούν κατά τρόπο άριστο. Γι’ αυτό στον Διόνυσο, που ανατράφηκε στην Νύσα, έλαχε αυτή η ονομασία, από τις λέξεις Δίας και Νύσα, ενώ και ο Όμηρος αυτά μαρτυρεί στους ύμνους του, στους οποίους λέει: «υπάρχει κάποια Νύσα, όρος ψηλό, γεμάτο από δάση, μακριά από την Φοινίκη, κοντά στο ρεύμα τού Αιγύπτου». Λένε ότι, αφού ανατράφηκε στην Νύσα από τις νύμφες, έγινε εφευρέτης τού οίνου και δίδαξε στους ανθρώπους την καλλιέργεια τής αμπέλου, επισκέφτηκε σχεδόν όλη την οικουμένη εξημερώνοντας μεγάλο μέρος της, και γι’ αυτό τού έλαχαν μέγιστες τιμές απ’ όλους, ενώ ο ίδιος ανακάλυψε και το ποτό που παρασκευάζεται από κριθάρι, αυτό που ορισμένοι αποκαλούν ζύθο και που σε ευωδία δεν υπολείπεται πολύ από τον οίνο. Αυτό το δίδαξε σε όσους έχουν γη που δεν δύναται να δεχτεί την καλλιέργεια τής αμπέλου. Μαζί του περιέφερε και στρατό, που δεν τον αποτελούσαν μόνον άντρες, αλλά και γυναίκες, και τιμωρούσε τους άδικους και ασεβείς ανθρώπους. Στην Βοιωτία – από ευγνωμοσύνη προς την πατρίδα του – ελευθέρωσε όλες τις πόλεις κ’ έχτισε πόλη επώνυμη τής αυτονομίας, την οποία ονόμασε Ελευθερές.

Κεφάλαιο 3

Εκστράτευσε στην Ινδία, απ’ όπου – κατά τον τρίτο χρόνο – επανήλθε στην Βοιωτία, φέρνοντας αξιόλογο πλήθος λαφύρων, ενώ ήταν απ’ όλους ο πρώτος που οργάνωσε θριαμβευτική είσοδο επάνω σε ινδικό ελέφαντα. Οι Βοιωτοί, λοιπόν, και οι άλλοι Έλληνες και οι Θράκες καθιέρωσαν τις ανά τρίτο έτος θυσίες στον Διόνυσο, σε ανάμνηση τής εκστρατείας του στην Ινδία, και πιστεύουν ότι σ’ εκείνο το χρονικό διάστημα ο Θεός αποκαλύπτεται στους ανθρώπους, γι’ αυτό και σε πολλές ελληνικές πόλεις συναθροίζονται ανά τρία έτη βακχικές ομάδες γυναικών και θεωρείται νόμιμο να κρατούν θύρσους* οι παρθένες, να καθίστανται ένθεες, να κραυγάζουν ευοί* ευάν και να τιμούν τον Θεό, ενώ οι γυναίκες θυσιάζουν κατά συλλόγους στον Θεό και βακχεύουν και – γενικά – υμνούν την παρουσία τού Διονύσου, μιμούμενες τις μαινάδες, γιά τις οποίες ιστορείται ότι συνόδευαν τον Θεό κατά τ’ αρχαία χρόνια. Ο Θεός τιμώρησε σε ολόκληρη την οικουμένη πολλούς και διάφορους που θεωρούνταν ασεβείς, από τους οποίους οι επιφανέστεροι ήταν ο Πενθεύς και ο Λυκούργος. Επιπλέον λένε ότι – εξαιτίας τής επινόησης τού οίνου και τής δωρεάς του στους ανθρώπους και τής πρόκλησης υπερβολικής ευχαρίστησης στους πότες και τής μεγαλύτερης ευτονίας τού σώματος όσων πίνουν τον οίνο – στην διάρκεια των δείπνων, όταν προσφέρεται άκρατος οίνος, τον χαιρετίζουν στο όνομα τού αγαθού δαίμονα ενώ, όταν προσφέρεται αναμεμειγμένος με νερό, τον χαιρετίζουν στο όνομα τού σωτήρα Δία. Ο οίνος, όταν πίνεται άκρατος, προκαλεί μανιώδεις διαθέσεις ενώ, όταν αναμειχθεί με την βροχή τού Δία, διατηρεί την τέρψη και την ευχαρίστηση και διορθώνει τις βλάβες τής μανίας και τής παράλυσης. Γενικά μυθολογείται ότι – μεταξύ των Θεών – εκείνοι που τυγχάνουν μεγίστης αποδοχής από τους ανθρώπους, είναι όσοι ξεπέρασαν σε ευεργεσίες τους άλλους, με την επινόηση αγαθών, όπως έκαναν ο Διόνυσος και η Δήμητρα, αφού ο πρώτος έγινε εφευρέτης τού ηπιότατου ποτού, ενώ η δεύτερη παρέδωσε στο ανθρώπινο γένος την καλύτερη ξηρά τροφή.

Κεφάλαιο 4

Μερικοί μυθολογούν ότι υπήρξε και άλλος Διόνυσος, σε χρόνους πολύ παλαιότερους από την εποχή αυτού τού Διονύσου. Λένε ότι από τον Δία και την Φερσεφόνη γεννήθηκε ένας Διόνυσος, που ορισμένοι ονομάζουν Σαβάζιο, τού οποίου η γέννηση,

Page 10: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

οι θυσίες και οι τιμές εορτάζονται την νύχτα και κρυφά, λόγω τής αισχύνης που ακολουθεί την συνουσία. Λένε ότι αυτός ξεχώριζε γιά την αγχίνοιά του, ότι πρώτος επιχείρησε να ζέψει βόδια και μ’ αυτά να σπείρει τους καρπούς, και γι’ αυτό τον παρουσιάζουν να φέρει κέρατα. Γιά τον Διόνυσο, όμως, που γεννήθηκε από την Σεμέλη κατά τους νεώτερους χρόνους, λένε ότι είχε τρυφερό και παντελώς απαλό σώμα, ότι στην ομορφιά πολύ ξεχώριζε από τους άλλους, ότι ήταν επιρρεπής στις αφροδισιακές ηδονές και ότι στις εκστρατείες του περιφερόταν μαζί με πλήθος γυναικών οπλισμένων με λόγχες κοσμημένες από θύρσους. Λένε ότι και οι Μούσες ταξίδευαν μαζί του, όντας παρθένες και ξεχωρίζοντας στην παιδεία. Αυτές, λοιπόν, με την μελωδία και την όρχηση και όλα τ’ άλλα καλά τής παιδείας, ψυχαγωγούσαν τον Θεό. Επιπλέον λένε ότι στις εκστρατείες του τον ακολουθούσε ο Σειληνός, παιδαγωγός και τροφέας του, που ήταν ο σύμβουλος και διδάσκαλός του στις ωραιότερες ασχολίες του και πολύ συνέβαλε στην αρετή και την δόξα τού Διονύσου. Στις πολεμικές μάχες ο Διόνυσος ήταν κοσμημένος με πολεμικά όπλα και δέρματα παρδάλεων, ενώ στις ειρηνικές πανηγύρεις και εορτές χρησιμοποιούσε εσθήτες με άνθη, μαλακές και τρυφερές. Επίσης λένε ότι, εξαιτίας των κεφαλαλγιών, που εμφανίζονται σε όσους πίνουν πάρα πολύ οίνο, είχε δεμένη την κεφαλή του με μίτρα* και γι’ αυτό ονομάστηκε μιτρηφόρος, ενώ λένε ότι από αυτήν την μίτρα προήλθε αργότερα το βασιλικό διάδημα. Λένε, επιπλέον, ότι ονομάστηκε διμήτωρ επειδή και γιά τους δύο Διονύσους υπήρξε ένας κοινός πατέρας, αλλά δύο μητέρες. Ο νεώτερος Διόνυσος, ωστόσο, κληρονόμησε και τις πράξεις τού προγενέστερου, ενώ οι μεταγενέστεροι άνθρωποι – αγνοώντας την αλήθεια – πλανήθηκαν από την ομωνυμία και πίστεψαν ότι γεννήθηκε μόνον ένας. Επίσης, τού αποδίδουν και τον νάρθηκα* γιά τις ακόλουθες αιτίες: στην αρχή, όταν επινοήθηκε ο οίνος, δεν είχε ακόμη ανακαλυφθεί η ανάμειξή του με νερό, οπότε πινόταν άκρατος, ενώ στις φιλικές συναναστροφές και δεξιώσεις οι συνεορτάζοντες έπιναν άφθονο άκρατο οίνο, γίνονταν μανιώδεις και χτυπιόνταν μεταξύ τους με τα ξύλινα ραβδιά τους, με αποτέλεσμα μερικοί να τραυματίζονται και μερικοί να πεθαίνουν από τα καίρια τραύματα. Ο Διόνυσος, λοιπόν, προβληματισμένος με αυτή την κατάσταση, αποδοκίμασε την απαγόρευση τής πόσης άφθονου άκρατου οίνου, αφού το ποτό ήταν ευχάριστο, αλλά υπέδειξε την χρήση ραβδιών από νάρθηκα, αντί από ξύλο.

Κεφάλαιο 5

Οι άνθρωποι τού απέδωσαν πολλές επωνυμίες, λαμβάνοντας αφορμές από τις ασχολίες του. Τον ονόμασαν Βακχείο, επειδή των ακολουθούν οι βάκχες, Ληναίο, επειδή τα σταφύλια πατιούνται σε ληνούς*, Βρόμιο, από τις βροντές που ακούστηκαν στην γέννησή του, αλλά τον ονόμασαν και Πυριγενή, γιά παρόμοια αιτία, επίσης λένε ότι ονομάστηκε και Θρίαμβος, επειδή μεταξύ των μνημονευομένων ήταν ο πρώτος που τέλεσε θρίαμβο στην πατρίδα του, όταν επέστρεψε από την εκστρατεία στην Ινδία, μαζί με πολλά λάφυρα. Με παραπλήσιο τρόπο απέκτησε και τις λοιπές επωνυμίες, γιά τις οποίες θα μιλούσαμε επί μακρόν, αλλά θα ήταν άσχετο με την παρούσα εξιστόρηση. Πιστεύεται ότι είναι δίμορφος, επειδή έχουν γεννηθεί δύο Διόνυσοι: ο παλαιότερος είχε γενειάδα, επειδή όλοι οι αρχαίοι έτρεφαν γενειάδες, ενώ ο νεώτερος είναι ωραίος, τρυφερός και νέος, όπως προαναφέραμε. Μερικοί λένε ότι ο Θεός ονομάστηκε δίμορφος επειδή οι μεθυσμένοι έχουν διπλή διάθεση: άλλοι γίνονται χαρούμενοι και άλλοι οργισμένοι. Επίσης λένε ότι μαζί του περιφέρει και Σατύρους, οι οποίοι παρέχουν στον Θεό τέρψη και πολλή ευχαρίστηση με τις ορχήσεις και τα τραγούδια τους. Γενικά, λοιπόν, οι Μούσες ωφελώντας και τέρποντας με τ’ αγαθά τής παιδείας, ενώ οι Σάτυροι χρησιμοποιώντας τα μέσα που

Page 11: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

προκαλούν το γέλιο, παρέχουν στον Διόνυσο τον ευδαίμονα και ευχάριστο βίο. Όλοι επίσης λένε ότι αυτός ήταν ο εφευρέτης των θυμελικών* αγώνων, εισήγαγε το θέατρο και συστηματοποίησε τις μουσικές ακροάσεις, όπως επίσης ότι απάλλαξε από κάθε υποχρέωση προς το κράτος όσους κατά τις εκστρατείες υπηρετούσαν την μουσική επιστήμη. Αυτοί είναι οι λόγοι που οι μεταγενέστεροι τεχνίτες τού Διονύσου συνέστησαν μουσικούς συλλόγους και απαλλάχτηκαν από την καταβολή φόρων όσοι ασχολούνταν με παρόμοια επιτηδεύματα. Γιά τον Διόνυσο, λοιπόν, και γιά όσα μυθολογούνται γιά τον ίδιο, θ’ αρκεστούμε σε όσα είπαμε, στοχαζόμενοι την τήρηση τού μέτρου.

Κεφάλαιο 6

Τώρα θα μιλήσουμε γιά τον Πρίαπο και γιά όσα μυθολογούνται γιά τον ίδιο, επειδή βλέπουμε ότι η αναφορά σ’ αυτόν σχετίζεται με τις διονυσιακές ιστορίες. Οι αρχαίοι μυθολογούν ότι ο Πρίαπος ήταν γιός τού Διονύσου και τής Αφροδίτης, και γιά την γέννησή του θεωρείται πιθανή η ακόλουθη εξήγηση: εκείνοι, που βρίσκονται υπό την επήρεια τού οίνου, έχουν μία φυσική τάση προς τις αφροδισιακές ηδονές. Μερικοί λένε ότι όταν οι αρχαίοι ήθελαν ν’ αναφερθούν στο ανδρικό μόριο – μέσα στους μύθους – το ονόμαζαν Πρίαπο. Κάποιοι λένε ότι στο γεννητικό μόριο, επειδή είναι αίτιο τής γένεσης των ανθρώπων και τής διατήρησής τους στον αιώνα τον άπαντα, έλαχε αθάνατη τιμή. Οι Αιγύπτιοι, μυθολογώντας γιά τον Πρίαπο, λένε ότι στα παλιά χρόνια οι Τιτάνες επιβουλεύτηκαν τον Όσιρη και τον σκότωσαν, διέλυσαν το σώμα του σε ίσα κομμάτια, τα μοιράστηκαν και κρυφά έφυγαν από την οικία του, ενώ μόνον το μόριό του έρριξαν στον ποταμό επειδή κανείς δεν ήθελε να το πάρει. Η Ίσις, διερευνώντας τον φόνο τού άνδρα της, σκότωσε τους Τιτάνες, έπλασε σε σχήμα ανθρώπου τα μέρη τού σώματός του και τα έδωσε στους ιερείς γιά να τα θάψουν, προστάζοντας να τιμάται ο Όσιρις ως Θεός. Επειδή, όμως, το μόνο, που δεν μπορούσε να βρει, ήταν το μόριό του, υπέδειξε να το τιμούν ως Θεό και να το τοποθετούν ανορθωμένο στο ιερό. Γιά την γένεση τού Πριάπου και τις τιμές του αυτά μυθολογούνται από τους αρχαίους Αιγυπτίους. Αυτόν τον Θεό μερικοί τον ονομάζουν Ιθύφαλλο, ενώ άλλοι Τύχωνα, ενώ δεν του αποδίδουν τιμές μόνον στα ιερά των πόλεων, αλλά και στις αγροικίες, όπου τον αναδεικνύουν οπωροφύλακα των αμπελώνων και των κήπων, και τον εμφανίζουν ως τιμωρό όσων βασκαίνουν κάτι όμορφο. Στις τελετές – όχι μόνον τις Διονυσιακές, αλλά και σχεδόν όλες τις άλλες – ο Θεός τυγχάνει κάποιας τιμής καθώς εισάγεται στις θυσίες με γέλια και παιχνίδια. Κατά τρόπο παραπλήσιο με τού Πριάπου, μερικοί μυθολογούν ότι γεννήθηκε και ο ονομαζόμενος Ερμαφρόδιτος, στον οποίον – γεννημένο από τον Ερμή και την Αφροδίτη – έλαχε ως όνομα η σύνθεση των ονομάτων των δύο γονέων του. Άλλοι λένε ότι αυτός είναι Θεός, φανερώνεται στους ανθρώπους ανά χρονικά διαστήματα, γεννιέται έχοντας ανάμικτη σωματική φύση, άνδρα και γυναίκας, η σωματική ομορφιά και η μαλακότητά του είναι παρεμφερής με την γυναικεία, έχει την αρρενωπότητα και την ενεργητικότητα τού άνδρα, ενώ γεννιέται έχοντας τα φυσικά γεννητικά όργανα τής γυναίκας και τού άνδρα. Άλλοι αποφαίνονται ότι, όσα γένη έχουν τέτοιου είδους φύση, είναι τέρατα, γεννιούνται σπάνια και προσημαίνουν πότε κάτι κακό πότε κάτι αγαθό. Και γι’ αυτά, όμως, αρκετά έχουμε πει.

Κεφάλαιο 7

Επειδή ακριβώς τις μνημονεύσαμε στις πράξεις τού Διονύσου, θα ήταν ταιριαστό να μιλούσαμε συνοπτικά και γιά τις Μούσες. Οι περισσότεροι μυθογράφοι – και μάλιστα

Page 12: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

οι πλέον δόκιμοι – λένε ότι οι Μούσες είναι θυγατέρες τού Δία και τής Μνημοσύνης, ενώ λίγοι ποιητές, μεταξύ των οποίων και ο Αλκμάν, ισχυρίζονται ότι αυτές είναι θυγατέρες τού Ουρανού και τής Γης. Ωστόσο, διαφωνούν και ως προς τον αριθμό τους, αφού άλλοι λένε ότι οι Μούσες είναι τρεις, άλλοι ότι είναι εννέα, ενώ επικράτησε ο αριθμός εννέα, ο οποίος βεβαιώνεται από τους πιό επιφανείς άνδρες, δηλαδή τον Όμηρο και τον Ησίοδο και τους άλλους τής ίδιας κατηγορίας. Ο Όμηρος, λοιπόν, λέει: «οι Μούσες, εννέα όλες-όλες, συνδιαλέγονται με ωραία φωνή». Ο Ησίοδος, πάλι, αναφέρει και τα ονόματά τους λέγοντας: «η Κλειώ, η Ευτέρπη, η Θάλεια και η Μελπομένη, η Τερψιχόρη, η Ερατώ, η Πολύμνια και η Ουρανία και η Καλλιόπη, που απ’ όλες υπερέχει». Σε καθεμιά τους προσάπτουν τις αντίστοιχες επιδόσεις καθενός κλάδου τής παιδείας, όπως η ποίηση, η μελωδία, οι ορχήσεις και οι χοροί, η αστρονομία και τα λοιπά επιτηδεύματα. Οι περισσότεροι μυθολογούν ότι οι Μούσες είναι παρθένες, επειδή οι αρετές – που προκύπτουν από την παιδεία – θεωρούνται αδιάφθορες, και ονομάστηκαν Μούσες επειδή μυούν τους ανθρώπους, δηλαδή τους διδάσκουν τα καλά και συμφέροντα και όσα αγνοούνται από τους απαίδευτους. Απονέμοντας σε κάθε όνομα το αντίστοιχο επιτήδευμα, λένε ότι έτσι ονομάστηκε η Κλειώ επειδή ο έπαινος των πράξεων, που εγκωμιάζονται από την ποίηση, προσδίδει μεγάλο κλέος σε όσους επαινούνται, και η Ευτέρπη επειδή οι ακροατές τέρπονται από τ’ αγαθά τής παιδείας, και η Θάλεια επειδή όσοι εγκωμιάζονται από τα ποιήματα θάλλουν γιά πολλά χρόνια, και η Μελπομένη επειδή από την μελωδία ψυχαγωγούνται οι ακροατές, και η Τερψιχόρη επειδή οι ακροατές τέρπονται από τ’ αγαθά που προέρχονται από την παιδεία, και η Ερατώ επειδή οι μορφωμένοι γίνονται ποθητοί και αξιέραστοι, και η Πολύμνια επειδή καθίστανται επιφανείς, με την πολλή εξύμνηση, όσοι μέσω των ποιημάτων απαθανατίζονται ως προς την δόξα, και η Ουρανία επειδή ανεβαίνουν προς τον ουρανό όσοι από την ίδια μορφώνονται, αφού με τις εικασίες και τις σκέψεις οι ψυχές ανυψώνονται στον ουρανό, και η Καλλιόπη – που σημαίνει τον ωραίο λόγο – επειδή στην ξεχωριστή ευφράδεια έλαχε η αποδοχή των ακροατών. Αφού επαρκώς μιλήσαμε γι’ αυτά, ας μεταφέρουμε τον λόγο στις πράξεις τού Ηρακλή.

Κεφάλαιο 8

Δεν αγνοώ ότι όσοι εξιστορούν αρχαίες μυθολογίες συναντούν πολλές δυσκολίες, και μάλιστα στα θέματα που αφορούν τον Ηρακλή, επειδή παραδίδεται ότι – ως προς το μέγεθος των έργων – αυτός ομολογουμένως ξεπέρασε όλους όσους η μνήμη διασώζει από αιώνες, οπότε είναι δυσέφικτη η περιγραφή τής κάθε πράξης σύμφωνα με την αξία της, καθώς και η εξίσωση τού λόγου με τέτοια έργα, γιά των οποίων το μέγεθος ήταν έπαθλο η αθανασία. Επιπλέον, λόγω τής αρχαιότητας και τής παραδοξότητας των εξιστορουμένων, οι περισσότεροι δεν πιστεύουν στους μύθους, οπότε είναι αναγκαίο ή να παραλείψουμε τις μέγιστες πράξεις, αφαιρώντας κάτι από την δόξα τού Θεού, ή όλα να τα αναφέρουμε και να καταστήσουμε απίστευτη την ιστορία, διότι μερικοί αναγνώστες – χρησιμοποιώντας άδικη κρίση – επιζητούν στις αρχαίες μυθολογίες την ίδια ακρίβεια μ’ εκείνη των σύγχρονων πράξεων, κρίνουν τα αμφίβολα γιά το μέγεθός τους έργα μέσα από τον προσωπικό τους βίο και εξετάζουν την δύναμη τού Ηρακλή μέσα από την ασθένεια των σημερινών ανθρώπων, οπότε δεν πιστεύουν στα γραφόμενα, λόγω τού υπερβολικού μεγέθους των έργων εφόσον, γενικά, στις εξιστορήσεις τής μυθολογίας κατά κανέναν τρόπο δεν πρέπει ν’ αναζητείται με αυστηρότητα η αλήθεια, όπως και στα θέατρα όπου, αν και είμαστε πεπεισμένοι ότι ούτε διφυείς Κένταυροι υπάρχουν, αποτελούμενοι από ετερογενή σώματα, ούτε τρισώματος Γηρυόνης, ωστόσο αποδεχόμαστε αυτά τα μυθολογήματα

Page 13: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

και συναυξάνουμε την τιμή προς τον Θεό με τις επιδοκιμασίες μας, και εξάλλου θα ήταν άτοπο, ενώ ο Ηρακλής, ευρισκόμενος ακόμη μεταξύ των ανθρώπων, με τις δικές του καταπονήσεις εξημέρωνε την οικουμένη, οι άνθρωποι να λησμονούν την προς όλους ευεργεσία του, να συκοφαντούν τον έπαινο γιά τα ωραιότερα έργα του και – παρά το ότι οι πρόγονοί μας, με κοινή συμφωνία, τού αναγνώρισαν την αθανασία λόγω τής πολύ μεγάλης αρετής του – εμείς να μην διαφυλάττουμε ούτε την πατροπαράδοτη ευσέβεια έναντι τού Θεού. Ας αφήσουμε, όμως, αυτά τα λόγια και από την αρχή ας αφηγηθούμε τις πράξεις του ακολουθώντας τους αρχαιότατους ποιητές και μυθολόγους.

Κεφάλαιο 9

Από την Δανάη τού Ακρισίου, λοιπόν, και τον Δία λένε ότι γεννήθηκε ο Περσεύς, με τον οποίον έσμιξε η Ανδρομέδα τού Κηφέα και γέννησε τον Ηλεκτρύωνα, τον οποίον παντρεύτηκε η Ευρυδίκη τού Πέλοπα και απόκτησαν την Αλκμήνη, με την οποία έσμιξε ο Δίας – κατόπιν απάτης – και γέννησε τον Ηρακλή, που ακέραια η ρίζα τού γένους του, και από τους δύο γονείς του, κατά τον τρόπο που προαναφέραμε λέγεται ότι ανάγεται στον μέγιστο των Θεών, ενώ η αρετή, που γεννήθηκε μέσα του, δεν έγινε αντιληπτή μόνον από τις πράξεις του, αλλά ήταν γνωστή και πριν από την γέννησή του, αφού ο Δίας, προκειμένου να σμίξει με την Αλκμήνη, έκανε τριπλάσια την νύχτα, ενώ η μεγάλη χρονική διάρκεια, που αναλώθηκε στην παιδοποιία, προσήμανε την υπερβολική ρώμη τού παιδιού που θα γεννιόταν. Γενικά, όμως, ο Δίας δεν προχώρησε σ’ αυτή την συνουσία από ερωτική επιθυμία, όπως έκανε με τις άλλες γυναίκες, αλλά περισσότερο προς χάρη τής παιδοποιίας, και γι’ αυτό θέλησε να κάνει νόμιμη την συνεύρεση, μη θέλοντας να χρησιμοποιήσει βία, αλλά και χωρίς καθόλου να ελπίζει ότι θα πείσει την Αλκμήνη, με αποτέλεσμα να προτιμήσει την απάτη και μ’ αυτή να την παραπλανήσει, λαμβάνοντας εξολοκλήρου την μορφή τού Αμφιτρύωνα. Αφού παρήλθε ο φυσιολογικός χρόνος εγκυμοσύνης, έχοντας την διάνοιά του προσηλωμένη στην γέννηση τού Ηρακλή, ενώπιον όλων των Θεών, ο Δίας προανήγγειλε ότι αυτόν, που εκείνη την ημέρα θα γεννιόταν, θα τον έκανε βασιλιά τής γενιάς τού Περσέα. Η Ήρα, όμως, γεμάτη από ζήλια, έχοντας συνεργό της την Ειλείθυια, την θυγατέρα της, καθυστέρησε τις ωδίνες τής Αλκμήνης, ενώ έφερε στο φως – πριν από τον κανονικό χρόνο – τον Ευρυσθέα. Τότε ο Δίας, που καταστρατηγήθηκε, θέλησε και την υπόσχεσή του να επιβεβαιώσει και να προνοήσει γιά την δόξα τού Ηρακλή, γι’ αυτό και λένε ότι έπεισε την Ήρα να επιτρέψει να γίνει βασιλιάς ο Ευρυσθεύς, σύμφωνα με την υπόσχεσή του, ενώ ο Ηρακλής να υπηρετήσει τον Ευρυσθέα, να τελέσει δώδεκα άθλους – όποιους προστάξει ο Ευρυσθεύς – και, αφού το κάνει, να κερδίσει την αθανασία. Μετά τον τοκετό, η Αλκμήνη, φοβούμενη την ζηλοτυπία τής Ήρας, εξέθεσε το βρέφος στον τόπο που σήμερα, εξαιτίας τού Ηρακλή, καλείται Ηράκλειο πεδίο. Τότε πλησίασε η Αθηνά μαζί με την Ήρα, θαύμασε την φυσική κατάσταση τού παιδιού, έπεισε την Ήρα να του προσφέρει την θηλή της αλλά – επειδή το παιδί άρπαξε την θηλή πιό βίαια, απ’ όσο άρμοζε στην ηλικία του – η Ήρα πόνεσε και έρριξε το βρέφος, οπότε η Αθηνά το μετέφερε στην μητέρα του και την παρακάλεσε να το θρέψει. Δικαιολογημένα θ’ απορούσε κανείς με την παράδοξη περιπέτεια: η μητέρα, που όφειλε να στέργει το δικό της παιδί, το εξόντωνε, ενώ η μητριά, που το μισούσε, από άγνοια έσωζε τον φυσικό εχθρό της.

Κεφάλαιο 10

Page 14: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Μετά απ’ αυτά, η Ήρα απέστειλε δύο δράκοντες γιά να εξοντώσουν το βρέφος, αλλά το παιδί δεν τρομοκρατήθηκε. Με το κάθε χέρι του έσφιξε τον αυχένα καθενός δράκοντα και τους απέπνιξε. Γι’ αυτόν τον λόγο, όταν οι Αργείοι πληροφορήθηκαν το γεγονός, ενώ πρωτύτερα ονομαζόταν Αλκαίος, τον ονόμασαν Ηρακλή, επειδή κέρδισε το κλέος του εξαιτίας τής Ήρας. Στ’ άλλα παιδιά δίνουν όνομα οι γονείς, αλλά μόνον σ’ αυτό έδωσε η αρετή του. Μετά απ’ αυτά, ο Αμφιτρύων εξορίστηκε από την Τίρυνθα και μετοίκησε στις Θήβες. Ο Ηρακλής ανατράφηκε και μορφώθηκε και ιδιαιτέρως καταπονήθηκε στην γυμναστική. Υπερείχε στην σωματική ρώμη έναντι όλων των άλλων και ήταν περιβόητος γιά την ψυχική λαμπρότητά του. Όντας έφηβος στην ηλικία, ελευθέρωσε πρώτα τις Θήβες, εκφράζοντάς τους την ευγνωμοσύνη του, σαν να ήταν πατρίδα του. Οι Θηβαίοι ήταν υποταγμένοι στον Εργίνο, βασιλιά των Μινυών, και κατ’ έτος τού κατέβαλλαν καθορισμένο φόρο. Ο Ηρακλής, χωρίς να φοβηθεί την υπεροχή των κατακτητών, τόλμησε να επιτελέσει μία περιβόητη πράξη: ακρωτηρίασε και έδιωξε από την πόλη τους απεσταλμένους των Μινυών που απαίτησαν τους δασμούς και υβριστικά τους εισέπρατταν. Ο Εργίνος απαιτούσε τον υπαίτιο και ο βασιλιάς Κρέων των Θηβαίων, πιεσμένος από το βάρος τού εξουσιαστή, ήταν έτοιμος να εκδώσει τον αίτιο των εγκλημάτων. Ο Ηρακλής, όμως, έπεισε τους συνομηλίκους του να ελευθερώσουν την πατρίδα τους και απέσπασε από τους ναούς τις καρφωμένες πανοπλίες, τις οποίες – ως λάφυρα πολέμου – οι πρόγονοι είχαν αφιερώσει στους Θεούς. Μέσα στην πόλη δεν ήταν δυνατόν να βρει ιδιόκτητα όπλα, επειδή οι Μινύες είχαν παροπλίσει την πόλη ώστε οι κάτοικοι των Θηβών να μην διανοηθούν να προβούν σε καμμία στάση. Ο Ηρακλής πληροφορήθηκε ότι ο βασιλιάς Εργίνος των Μινυών πλησίαζε στην πόλη μαζί με στρατιώτες, και τον συνάντησε σ’ ένα στενό μέρος, αχρηστεύοντας το μέγεθος τής δύναμης των εχθρών. Σκότωσε τον Εργίνο, φόνευσε σχεδόν όλους όσους ήταν μαζί του και αιφνιδιαστικά έπεσε επάνω στην πόλη των Ορχομενίων, διαπέρασε τις πύλες, έκαψε τ’ ανάκτορα των Μινυών και κατέσκαψε την πόλη. Η πράξη του έγινε περιβόητη σε όλη την Ελλάδα και όλοι θαύμαζαν το παράδοξο γεγονός, ενώ ο βασιλιάς Κρέων, που θαύμασε την αρετή τού νεαρού, τού έδωσε σύζυγο την θυγατέρα του, Μεγάρα, και – σαν να ήταν γνήσιος γιός του – τού ανέθεσε τις υποθέσεις τής πόλης, ενώ ο Ευρυσθεύς, που ήταν βασιλιάς τής Αργολίδας και έβλεπε με καχυποψία την αύξηση τής ισχύος τού Ηρακλή, τον κάλεσε και τον πρόσταξε να εκτελέσει άθλους. Ο Ηρακλής δεν υπάκουσε και ο Ζευς έστειλε να τον διατάξουν να υπηρετήσει τον Ευρυσθέα, οπότε ο Ηρακλής πήγε στους Δελφούς, ρώτησε γι’ αυτά τον Θεό και έλαβε χρησμό που δήλωνε ότι στους Θεούς φαινόταν καλό να εκτελέσει δώδεκα άθλους – με προσταγή τού Ευρυσθέα – και, αφού το κάνει, να κερδίσει την αθανασία.

Κεφάλαιο 11

Μετά απ’ αυτά, ο Ηρακλής έπεσε σε βαθιά δυσθυμία, επειδή έκρινε εντελώς ανάξιο τής δικής του αρετής το να δουλεύει σ’ έναν κατώτερό του, αλλά του φαινόταν και ασύμφορο και αδύνατο να μην υπακούσει στον πατέρα Δία. Καθώς, λοιπόν, έπεφτε σε μεγάλη αμηχανία, η Ήρα τού έστειλε λύσσα κ’ εκείνος – με την ψυχή γεμάτη δυσφορία – περιέπεσε σε μανία. Το πάθος αυξανόταν και ο Ηρακλής έχανε τα λογικά του, προσπάθησε να σκοτώσει τον Ιόλαο, αυτός διέφυγε, και ο Ηρακλής κατατόξευσε σαν εχθρούς τα παιδιά που είχε από την Μεγάρα, τα οποία βρίσκονταν εκεί κοντά. Μόλις απαλλάχτηκε από την μανία και κατανόησε όσα έκανε μέσα στην άγνοιά του, καταλυπήθηκε με το μέγεθος τής συμφοράς. Όλοι συλλυπούνταν και συμπενθούσαν μαζί του, ενώ εκείνος γιά πολύ χρόνο παρέμενε ήσυχος στην οικία του, αποφεύγοντας

Page 15: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

τις συνομιλίες και τις συναντήσεις με τους ανθρώπους. Τελικά, όταν ο χρόνος καταπράυνε το πάθος του, έκρινε ότι θα υπέμενε τους κινδύνους και πήγε στον Ευρυσθέα. Ο πρώτος άθλος, που ανέλαβε, ήταν να σκοτώσει τον λέοντα τής Νεμέας, που ήταν υπερφυσικός στο μέγεθος και άτρωτος στον σίδηρο, στον χαλκό και στον λίθο, οπότε ήταν ανάγκη να δαμαστεί με τα χέρια. Διαβιούσε κυρίως μεταξύ Μυκηνών και Νεμέας, κοντά σ’ ένα όρος που – λόγω τής ιδιότητάς του – ονομαζόταν Τρητό, επειδή κοντά στην ρίζα του είχε μία διαμπερή σήραγγα, όπου το θηρίο συνήθιζε να φωλιάζει. Ο Ηρακλής έφτασε στον τόπο, επιτέθηκε στο θηρίο, εκείνο κατέφυγε στην σήραγγα, αυτός το ακολούθησε, έφραξε το άλλο στόμιο, συνεπλάκη μαζί του, τού έσφιξε τον αυχένα και το απέπνιξε με τους βραχίονές του. Μετά περιτυλίχτηκε με το δέρμα τού θηρίου – το οποίο συμπεριέλαβε όλο το σώμα του, λόγω τού μεγέθους του – και το είχε ως σκέπασμα γιά τους μελλοντικούς κινδύνους.

Ο δεύτερος άθλος, που ανέλαβε, ήταν να σκοτώσει την Λερναία ύδρα, από τής οποίας το μοναδικό σώμα σχηματίζονταν εκατό αυχένες που είχαν κεφαλές φιδιών. Από αυτές, εάν μία καταστρεφόταν, ο τόπος τής τομής έβγαζε δύο κεφαλές. Γι’ αυτόν τον λόγο εκλαμβανόταν ως αήττητη, και αυτό είναι λογικό: το υποταγμένο μέρος της τής απέφερε διπλάσια βοήθεια. Μπροστά σε τούτη την δυσκολία, ο Ηρακλής επινόησε μία τεχνική λύση: πρόσταξε τον Ιόλαο να επικαίει το μέρος τής τομής με μία αναμμένη δάδα, ώστε να σταματά την ροή τού αίματος. Αφού το υπέταξε μ’ αυτόν τον τρόπο, έβαψε τις αιχμές των βελών του με την χολή τού ζώου ώστε το βέλος, που θα έριχνε, να προκαλεί ανίατη πληγή με την αιχμή του.

Κεφάλαιο 12

Η τρίτη προσταγή, που έλαβε, ήταν να φέρει ζωντανό τον Ερυμάνθιο κάπρο, ο οποίος διαβιούσε στην Λαμπεία τής Αρκαδίας. Αυτή η προσταγή θεωρήθηκε πολύ δυσχερής επειδή, όποιος θ’ ανταγωνιζόταν ένα τέτοιο θηρίο, έπρεπε να έχει τόση υπεροχή, ώστε επάνω στην μάχη να στοχάζεται επακριβώς τις περιστάσεις γιατί, αν άφηνε τον κάπρο ισχυρό, θα κινδύνευε από τα δόντια του, ενώ αν τον καταπολεμούσε περισσότερο από το απαραίτητο και τον σκότωνε, θ’ άφηνε τον άθλο απραγματοποίητο. Κατά την μάχη, όμως, ο Ηρακλής υπολόγισε με τέτοια ακρίβεια την ισορροπία τού χτυπήματος, ώστε έφερε ζωντανό τον κάπρο στον Ευρυσθέα. Όταν ο βασιλιάς τον είδε να του φέρνει τον κάπρο επάνω στους ώμους, φοβήθηκε και κρύφτηκε σ’ ένα χάλκινο πιθάρι.

Ενόσω έκανε αυτά, ο Ηρακλής κατανίκησε και τους ονομαζόμενους Κενταύρους, γιά τις ακόλουθες αιτίες: ο Φόλος ήταν Κένταυρος – από αυτόν συνέβη να ονομαστεί Φολόη το όρος, κοντά στο οποίο ζούσε – και υποδέχτηκε φιλόξενα τον Ηρακλή και άνοιξε το πιθάρι τού οίνου που είχε παραχώσει στην γη, γιά το οποίο μυθολογούν ότι ο Διόνυσος, στην αρχαία εποχή, το είχε παραδώσει σε κάποιον Κένταυρο και πρόσταξε τότε ν’ ανοιχτεί, όταν έρθει ο Ηρακλής, ώστε μετά από τέσσερις γενιές, όταν ο Ηρακλής φιλοξενήθηκε από τον Φόλο, αυτός θυμήθηκε την παραγγελία τού Διονύσου. Το πιθάρι ανοίχτηκε, λοιπόν, και οι Κένταυροι, που κατοικούσαν εκεί κοντά, συνέβη να καταληφθούν από οίστρο εξαιτίας τής ευωδίας, τής παλαιότητας και τής δύναμης που σκόρπισε ο οίνος. Έπεσαν, τότε, όλοι μαζί στην κατοικία τού Φόλου και με φοβερό τρόπο όρμησαν γιά αρπαγή. Ο Φόλος φοβήθηκε και κρύφτηκε, αλλά ο Ηρακλής συνεπλάκη αναπάντεχα με τους βίαιους, αφού έπρεπε ν’ ανταγωνιστεί εναντίον όντων που από την μητέρα τους ήταν Θεοί, είχαν την ταχύτητα ίππων, ήταν ρωμαλέοι όπως τα δισώματα θηρία και είχαν ανθρώπινη

Page 16: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

εμπειρία και σύνεση. Άλλοι Κένταυροι επιτίθονταν κρατώντας ξερριζωμένα πεύκα, άλλοι μεγάλες πέτρες, κάποιοι δάδες αναμμένες, κάποιοι άλλοι πελέκια που σκοτώνουν βόδια. Εκείνος παραμένοντας ατρόμητος έστησε μάχη αντάξια των προηγουμένων έργων του. Μαζί με τους Κενταύρους αγωνιζόταν η μητέρα τους, Νεφέλη, ρίχνοντας πολλή βροχή, που δεν έβλαπτε τους τετράποδους, αλλά έκανε ολισθηρή την βάση εκείνου που στηριζόταν σε δύο σκέλη. Παρά τα πλεονεκτήματα των Κενταύρων, ο Ηρακλής τους κατανίκησε κατά παράδοξο τρόπο, σκότωσε τους περισσότερους και ανάγκασε τους υπόλοιπους να φύγουν. Μεταξύ των σκοτωμένων Κενταύρων, οι επιφανέστεροι ήταν ο Δάφνις, ο Αργείος, ο Αμφίων, ακόμη ο Ιπποτίων, ο Όρειος, ο Ισοπλής, ο Μελαγχαίτης, και επιπλέον ο Θηρεύς, ο Δούπων και ο Φρίξος. Καθένας από εκείνους, που διέφυγαν τον κίνδυνο, τιμωρήθηκε ύστερα όπως του άξιζε. Ο Όμαδος φονεύτηκε ενώ βίαζε την αδελφή τού Ευρυσθέα, Αλκυόνη, στην Αρκαδία. Ο Ηρακλής θαυμάστηκε ξεχωριστά γι’ αυτή την πράξη επειδή – ενώ ιδιαιτέρως μισούσε τον εχθρό του – συμπόνεσε την προσβεβλημένη και θεωρήθηκε ξεχωριστός σε επιείκεια.

Κάτι ιδιαίτερο συνέβη και στον φίλο τού Ηρακλή, τον ονομαζόμενο Φόλο. Αυτός, λοιπόν, θάβοντας τους σκοτωμένους Κενταύρους – γιά λόγους συγγένειας – έβγαλε από κάποιον ένα βέλος, τραυματίστηκε από την αιχμή και πέθανε επειδή το τραύμα ήταν ανίατο. Ο Ηρακλής τον έθαψε μεγαλοπρεπώς, τοποθετώντας τον κάτω από το όρος, το οποίο κατέστη καλύτερο απ’ όσο μία ένδοξη επιτύμβια στήλη, αφού ονομάστηκε Φολόη, διατηρώντας την μνήμη τού θαμμένου μέσω τού ονόματός του, και όχι μέσω κάποιας επιγραφής. Με όμοιο τρόπο σκότωσε και τον Χείρωνα – που θαυμαζόταν ως ιατρός – ακούσια χτυπώντας τον με το τόξο. Γιά τους Κενταύρους, λοιπόν, μιλήσαμε επαρκώς.

Κεφάλαιο 13

Μετά απ’ αυτά, έλαβε προσταγή να φέρει την χρυσοκέρατη ελαφίνα, που ξεχώριζε γιά την ταχύτητά της. Κατά την εκτέλεση αυτού τού άθλου, η επινοητικότητά του δεν χρησιμοποιήθηκε λιγότερο από την σωματική ρώμη του. Άλλοι λένε ότι την συνέλαβε με δίχτυα, άλλοι ότι την έπιασε ενώ αυτή κοιμόταν, ακολουθώντας τα ίχνη της, και μερικοί ότι την καταπόνησε με συνεχή καταδίωξη. Ωστόσο, εκτέλεσε αυτόν τον άθλο χωρίς βία και κινδύνους, μέσω τής αγχίνοιας τού μυαλού του.

Μετά ο Ηρακλής έλαβε προσταγή να εκδιώξει τις όρνιθες από την λίμνη Στυμφαλίδα και εύκολα εκτέλεσε τον άθλο με τέχνη και επινοητικότητα. Όπως φαίνεται, η λίμνη είχε γεμίσει από απερίγραπτο πλήθος ορνίθων που λυμαίνονταν τους καρπούς τής γειτονικής περιοχής. Με την βία, όμως, ήταν αδύνατο να υποτάξει τα ζώα, λόγω τού υπερβολικού πλήθους τους, οπότε η πράξη απαιτούσε την επινόηση τεχνάσματος. Γι’ αυτό κατασκεύασε χάλκινο κρόταλο και φόβιζε τα ζώα προκαλώντας υπέρμετρο θόρυβο και τελικά – με τον συνεχή κρότο – εύκολα τα εξώθησε να φύγουν και καθάρισε την λίμνη.

Έχοντας εκτελέσει και τούτον τον άθλο, έλαβε προσταγή από τον Ευρυσθέα να καθαρίσει την αυλή τού Αυγεία χωρίς την βοήθεια κανενός. Αυτή – με την πάροδο πολλών χρόνων – είχε συγκεντρώσει μεγάλη ποσότητα κοπριάς, την οποία ο Ευρυσθεύς τον πρόσταξε να καθαρίσει, σκοπεύοντας να τον εξευτελίσει. Ο Ηρακλής αποδοκίμασε την ιδέα να μεταφέρει την κοπριά στους ώμους του, αποφεύγοντας την ντροπή τού εξευτελισμού. Στρέφοντας, λοιπόν, τον ποταμό, που ονομαζόταν

Page 17: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Αλφειός, προς την αυλή, την καθάρισε με το ρεύμα των υδάτων του και σε μία ημέρα εκτέλεσε τον άθλο χωρίς να εξευτελιστεί. Γι’ αυτό είναι αξιοθαύμαστη η επινοητικότητά του. Εκτέλεσε, λοιπόν, το υπερήφανο πρόσταγμα χωρίς να ντροπιαστεί, χωρίς να υπομείνει τίποτε ανάξιο τής αθανασίας.

Μετά απ’ αυτά, ανέλαβε τον άθλο τής μεταφοράς τού ταύρου τής Κρήτης, τον οποίον λένε ότι είχε ερωτευτεί η Πασιφάη. Έπλευσε στο νησί, συνεργάστηκε με τον βασιλιά Μίνωα και οδήγησε τον ταύρο στην Πελοπόννησο, διαπλέοντας ένα τέτοιο πέλαγος επάνω στην πλάτη τού ζώου.

Κεφάλαιο 14

Αφού εκτέλεσε και αυτόν τον άθλο, θεσμοθέτησε τους Ολυμπιακούς αγώνες, επιλέγοντας τον ωραιότερο τόπο γιά μία τέτοιου είδους πανήγυρη, την πεδιάδα κοντά στον ποταμό Αλφειό, όπου αφιέρωσε αυτούς τους αγώνες στον πατέρα Δία. Το έπαθλο ήταν ένα στεφάνι, επειδή και ο ίδιος ευεργέτησε το γένος των ανθρώπων χωρίς να λάβει κανέναν μισθό. Νίκησε σε όλα τ’ αθλήματα χωρίς ανταγωνισμό, αφού κανείς δεν τόλμησε ν’ αναμετρηθεί μαζί του, λόγω τής πολύ μεγάλης αρετής του, καίτοι τ’ αθλήματα έχουν αντιθέσεις μεταξύ τους. Ο πυγμάχος ή ο παγκρατιαστής δύσκολα νικά τον δρομέα, ενώ δεν γίνεται εύκολα κατανοητό να κατανικά εκείνους, που υπερέχουν στα βαριά αθλήματα, όποιος πρωτεύει στα ελαφρά. Γι’ αυτό, λοιπόν, δίκαια αυτοί οι αγώνες έγιναν οι πιό τιμημένοι απ’ όλους, αφού άρχισαν από έναν αγαθό άνδρα.

Δεν είναι σωστό, όμως, να παραλείψουμε ούτε τα δώρα που του έδωσαν οι Θεοί γιά την αρετή του. Όταν από τους πολέμους στράφηκε προς τις ανέσεις και τις πανηγύρεις, αλλά και προς τις εορτές και τους αγώνες, ο κάθε Θεός τον τίμησε με προσωπικό δώρο: η Αθηνά μ’ ένα πέπλο, ο Ήφαιστος μ’ ένα ρόπαλο κ’ έναν θώρακα. Αυτοί, λοιπόν, οι Θεοί συναγωνίστηκαν από ζήλο γιά την τέχνη τους: η πρώτη προς όφελος τής ειρηνικής απόλαυσης και τέρψης, ο δεύτερος προς όφελος τής ασφάλειας έναντι των πολεμικών κινδύνων. Από τους άλλους, ο Ποσειδών τού δώρησε ίππους, ο Ερμής ξίφος, ο Απόλλων τού έδωσε ένα τόξο και του δίδαξε να τοξεύει, ενώ η Δήμητρα – προκειμένου να τον καθάρει από τον φόνο των Κενταύρων – τίμησε τον Ηρακλή καθιερώνοντας τα μικρά μυστήρια.

Κάτι πολύ ιδιαίτερο, όμως, συνέβη και κατά την γένεση αυτού τού Θεού: η πρώτη θνητή γυναίκα, λοιπόν, με την οποία έσμιξε ο Ζεύς, ήταν η Νιόβη τού Φορωνέα, ενώ τελευταία ήταν η Αλκμήνη, γιά την οποία οι μυθογράφοι λένε ότι ανήκε στην δέκατη έκτη γενιά απογόνων τής Νιόβης. Ο Δίας, λοιπόν, άρχισε να γεννά ανθρώπους από τους προγόνους τής Αλκμήνης, ενώ σταμάτησε με την ίδια. Μετά απ’ αυτήν, έπαψε να συνουσιάζεται με θνητές, και στους κατοπινούς χρόνους, επειδή δεν έλπιζε ότι θα γεννούσε κάποιον απόγονο αντάξιο των προηγουμένων, δεν θέλησε στα καλύτερα να προσθέσει τα χειρότερα.

Κεφάλαιο 15

Μετά απ’ αυτά, οι γίγαντες τής περιοχής τής Παλλήνης ξεκίνησαν τον πόλεμο εναντίον των αθανάτων και ο Ηρακλής αγωνίστηκε μαζί με τους Θεούς, σκότωσε πολλά παιδιά τής Γης και του έλαχε μεγάλη αποδοχή επειδή ο Ζευς ονόμασε Ολύμπιους μόνον όσους αγωνίστηκαν μαζί με τους Θεούς, ώστε ο αγαθός –

Page 18: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

κοσμημένος με τέτοια τιμή – να διαφέρει από τον χειρότερο. Μεταξύ των γεννημένων από θνητές γυναίκες, ο Διόνυσος και ο Ηρακλής αξιώθηκαν αυτής τής προσηγορίας, όχι μόνον επειδή είχαν πατέρα τον Δία, αλλά και γιατί είχαν όμοια προαίρεση, ευεργετώντας πολύ τον βίο των ανθρώπων.

Ο Ζευς, αφού ο Προμηθεύς παρέδωσε το πυρ στους ανθρώπους, τον έβαλε σε δεσμά κ’ έστειλε έναν αετό γιά να του τρώει το ήπαρ, αλλά ο Ηρακλής – βλέποντας την τιμωρία που του έτυχε επειδή ευεργέτησε τους ανθρώπους – κατατόξευσε τον αετό και, πείθοντας τον Δία να δώσει τέλος στην οργή του, έσωσε τον ευεργέτη όλων.

Μετά από αυτά, ανέλαβε τον άθλο τής μεταφοράς των φοράδων τού Διομήδη τού Θράκα. Αυτές είχαν χάλκινες φάτνες, λόγω τής αγριότητάς τους, ενώ δεσμεύονταν από σιδερένιες αλυσίδες, λόγω τής ισχύος τους, δεν τρέφονταν με όσα φυτρώνουν από την γη, αλλά κομμάτιαζαν τα σώματα των ξένων και ως τροφή είχαν την συμφορά των δυστυχισμένων. Ο Ηρακλής, θέλοντας να τις υποτάξει, τις έδωσε να φάνε τον κύριό τους, τον Διομήδη, ικανοποιώντας την πείνα τους μ’ εκείνον που τις δίδαξε να παρανομούν, και έτσι τις κατέστησε ευπειθείς. Όταν οι φοράδες μεταφέρθηκαν στον Ευρυσθέα, αυτός τις αφιέρωσε στην Ήρα, ενώ η γενιά τους συνέβη να διατηρηθεί μέχρι την βασιλεία τού Αλεξάνδρου τού Μακεδόνα.

Αφού εκτέλεσε και τούτον τον άθλο, έπλευσε μαζί με τον Ιάσονα προς την Κολχίδα, συμμετέχοντας στην εκστρατεία τού χρυσόμαλλου δέρατος. Γι’ αυτά, όμως, θα μιλήσουμε με λεπτομέρειες στα πλαίσια τής Αργοναυτικής εκστρατείας.

Κεφάλαιο 16

Ο Ηρακλής, αφού έλαβε την προσταγή να φέρει τον ζωστήρα τής Αμαζόνας Ιππολύτης, ετοίμασε την εκστρατεία εναντίον των Αμαζόνων. Έπλευσε, λοιπόν, στον Πόντο – που από τον ίδιο ονομάστηκε Εύξεινος – κατέπλευσε προς τις εκβολές τού ποταμού Θερμώδοντα, στρατοπέδευσε κοντά στην πόλη Θεμίσκυρα, όπου βρίσκονταν τ’ ανάκτορα των Αμαζόνων, και στην αρχή απαίτησε από αυτές τον ζωστήρα που του είχε ζητηθεί αλλά, επειδή εκείνες δεν υπάκουσαν, συνήψε μάχη μαζί τους. Το μεγάλο πλήθος τους αντιτάχθηκε στους πολλούς, αλλά οι πιό τιμημένες παρατάχθηκαν απέναντι από τον Ηρακλή και έστησαν δυνατή μάχη. Πρώτη συνήψε μάχη μαζί του η Άελλα, που της έλαχε να ονομαστεί έτσι εξαιτίας τής ταχύτητάς της, αλλά βρήκε τον αντίπαλό της ταχύτερο από την ίδια. Δεύτερη η Φιλιππίς, που ευθύς, από την πρώτη συμπλοκή, δέχτηκε καίριο πλήγμα και σκοτώθηκε. Μετά συνήψε μάχη η Προθόη, γιά την οποία έλεγαν ότι – κατόπιν πρόκλησης – επτά φορές είχε νικήσει τους αντιπάλους της. Αφού έπεσε και αυτή, ο Ηρακλής υπέταξε τέταρτη την ονομαζόμενη Ερίβοια, η οποία καυχιόταν ότι δεν χρειαζόταν κανέναν βοηθό, λόγω τής ανδραγαθίας της στους πολεμικούς αγώνες, αλλά απέδειξε ψευδή τον ισχυρισμό της όταν έπεσε σε καλύτερό της. Μετά απ’ αυτές, η Κελαινώ και η Ευρυβία και η Φοίβη, που ήταν συγκυνηγοί τής Αρτέμιδας και πάντοτε ακόντιζαν εύστοχα, δεν χτύπησαν τον κοινό στόχο, συνασπίστηκαν μεταξύ τους και τότε κατασφάχτηκαν όλες, και μετά από αυτές υποτάχθηκαν η Δηιάνειρα και η Αστερία και η Μάρπη, αλλά και η Τέκμησσα και η Αλκίππη, η οποία είχε ορκιστεί να παραμείνει παρθένος και φύλαξε τον όρκο της, αλλά δεν διατήρησε την ζωή της, ενώ η Μελανίππη, που κατείχε την στρατηγία των Αμαζόνων και θαυμαζόταν ιδιαιτέρως γιά την ανδρεία της, έχασε την ηγεμονία. Ο Ηρακλής σκότωσε τις επιφανέστερες Αμαζόνες, ανάγκασε το υπόλοιπο πλήθος να διαφύγει και κατέσφαξε τις περισσότερες, με

Page 19: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

αποτέλεσμα να συντριβεί παντελώς το έθνος τους. Από τις αιχμαλωτισμένες, δώρησε την Αντιόπη στον Θησέα, ενώ απελευθέρωσε την Μελανίππη λαμβάνοντας τον ζωστήρα της αντί γιά λύτρα.

Κεφάλαιο 17

Ο Ευρυσθεύς πρόσταξε, ως δέκατο άθλο, την μεταφορά των βοδιών τού Γηρυόνη, που συνέβαινε να βόσκουν στην Ιβηρία, στα μέρη που βρίσκονται κοντά στον ωκεανό. Ο Ηρακλής – βλέποντας ότι αυτή η καταπόνηση απαιτεί μεγάλη προπαρασκευή και κακοπάθεια – συνέστησε αξιόλογο στόλο με πλήθος στρατιωτών, ικανών γιά μία τέτοια εκστρατεία. Σε ολόκληρη την οικουμένη ήταν γνωστό ότι ο Χρυσάωρ, που έλαβε αυτό το όνομα λόγω τού πλούτου του, βασίλευε σε ολόκληρη την Ιβηρία έχοντας συναγωνιστές του τους τρεις γιούς του, ξεχωριστούς και στην σωματική ρώμη και στις ανδραγαθίες των πολεμικών αγώνων, ενώ – επιπλέον – κάθε γιός του διέθετε μεγάλες δυνάμεις, αποτελούμενες από μάχιμα έθνη, εξαιτίας των οποίων ο Ευρυσθεύς θεωρούσε δυσέφικτη την εκστρατεία εναντίον τους και γι’ αυτό πρόσταξε τον προαναφερθέντα άθλο. Ο Ηρακλής με θάρρος υπέστη τους κινδύνους, όπως έκανε και στις προηγηθείσες πράξεις του. Συνάθροισε, λοιπόν, τις δυνάμεις του στην Κρήτη, αποφασίζοντας να εξορμήσει από εκεί, επειδή αυτό το νησί κείται σε θέση πολύ κατάλληλη γιά εκστρατείες προς όλη την οικουμένη. Πριν από την αναχώρησή του τιμήθηκε μεγαλοπρεπώς από τους εντόπιους και – θέλοντας να ευχαριστήσει τους Κρήτες – καθάρισε το νησί από τα θηρία. Γι’ αυτό, ακόμη και στα μετέπειτα χρόνια, κανένα άγριο ζώο, όπως αρκούδες, λύκοι, φίδια ή άλλα παρόμοια, δεν υπήρχε στο νησί. Αυτά τα έπραξε σεβόμενος το νησί, στο οποίο μυθολογούν ότι γεννήθηκε και ανατράφηκε ο Δίας. Αποπλέοντας από το νησί, σήκωσε ιστία γιά την Λιβύη, όπου πρώτα προκάλεσε σε μάχη, συνεπλάκη και σκότωσε τον Ανταίο, διαβόητο γιά την σωματική ρώμη του και την εμπειρία του στις παλαίστρες, αλλά και γιά τους ξένους, που σκότωσε, αφού τους νίκησε στην πάλη. Στην συνέχεια εξημέρωσε την Λιβύη, που ήταν γεμάτη από άγρια ζώα, αφού υπέταξε πολλά από εκείνα που βρίσκονταν στην έρημο, με αποτέλεσμα ένα μεγάλο μέρος τής χώρας να καταστεί αμπελόφυτο και άλλο μεγάλο μέρος της ελαιοφόρο, μέσω των γεωργικών καλλιεργειών και των άλλων φυτειών που αποδίδουν καρπούς. Ενώ, λοιπόν, πρωτύτερα ολόκληρη η Λιβύη ήταν ακατοίκητη εξαιτίας τού πλήθους των θηρίων, αφού την εξημέρωσε, έγινε μία χώρα που σε ευδαιμονία δεν υπολειπόταν καμμίας άλλης. Επίσης, σκότωσε τους παράνομους ανθρώπους και τους υπερήφανους δυνάστες, καθιστώντας ευδαίμονες τις πόλεις. Μυθολογούν ότι μίσησε και πολέμησε το γένος των άγριων θηρίων και των παρανόμων ανδρών επειδή, όταν ακόμη ήταν νήπιο παιδί, συνέβη να τον επιβουλευτούν τα φίδια και, όταν ανδρώθηκε, έπεσε στην εξουσία ενός υπερήφανου και άδικου μονάρχη, που τον πρόσταζε να κάνει άθλους.

Κεφάλαιο 18

Μετά τον θάνατο τού Ανταίου, πέρασε στην Αίγυπτο, σκότωσε τον βασιλιά Βούσιρη, ο οποίος φόνευε τους ξένους που πήγαιναν στην χώρα του, έπειτα διέσχισε την άνυδρη περιοχή τής Λιβύης, βρέθηκε σε μία χώρα γεμάτη από νερά, καρποφόρα, και έχτισε πόλη θαυμαστή γιά το μέγεθός της, την ονομαζόμενη Εκατόμπυλο, που έλαβε το όνομά της από το πλήθος των πυλών της, ενώ η ευδαιμονία της διατηρήθηκε μέχρι την νεώτερη εποχή, οπότε οι Καρχηδόνιοι, εκστρατεύοντας με αξιόλογες δυνάμεις και καλούς στρατηγούς, την κυρίευσαν. Ο Ηρακλής, αφού περιηγήθηκε μεγάλο μέρος τής Λιβύης, έφτασε στον ωκεανό, κοντά στα Γάδειρα, και τοποθέτησε στήλες* επάνω

Page 20: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

σε κάθε μία από τις ηπείρους. Ενώ ο στόλος του παρέπλεε κοντά του, εκείνος πέρασε στην Ιβηρία και βρήκε τους γιούς τού Χρυσάορα στρατοπεδευμένους με τρεις μεγάλες δυνάμεις, σε απόσταση την μία από την άλλη. Προκάλεσε και σκότωσε τον κάθε ηγεμόνα, υπέταξε την Ιβηρία και πήρε μαζί του τις ονομαστές αγέλες των βοδιών. Διασχίζοντας την χώρα των Ιβήρων, τιμήθηκε από κάποιον εντόπιο βασιλιά, έναν άνδρα που ξεχώριζε γιά την ευσέβεια και την δικαιοσύνη του, και εκεί άφησε ένα μέρος των βοδιών, ως δωρεά προς τον βασιλιά. Αυτός τα δέχτηκε και όλα τα αφιέρωσε στον Ηρακλή, ενώ κατ’ έτος τού θυσίαζε τον ομορφότερο ταύρο τής αγέλης. Συμβαίνει, λοιπόν, τα βόδια να εξακολουθούν να θεωρούνται ιερά στην Ιβηρία μέχρι την δική μας εποχή.

Αφού, όμως, μνημονεύσαμε τις στήλες τού Ηρακλή, νομίζουμε ότι ταιριάζει να μιλήσουμε και γι’ αυτές. Ο Ηρακλής, λοιπόν, έφτασε στις άκρες των ηπείρων – τής Λιβύης* και τής Ευρώπης – οι οποίες βρίσκονται κοντά στον ωκεανό, και αποφάσισε εκεί να τοποθετήσει αυτές τις στήλες ως ανάμνηση τής εκστρατείας του. Επιθυμώντας, λοιπόν, να κατασκευάσει αείμνηστο έργο στον ωκεανό, λένε ότι έκανε μεγάλες προσχώσεις σε αμφότερες τις άκρες. Γι’ αυτό, ενώ πρωτύτερα βρίσκονταν σε μεγάλη απόσταση μεταξύ τους, στένεψε το πέρασμα, που έγινε αβαθές και στενό, ώστε να κωλύει την είσοδο των μεγάλων κητών από τον ωκεανό στην εσωτερική θάλασσα, αλλά και να μένει αείμνηστη η δόξα τού κατασκευαστή, λόγω τού μεγέθους των έργων. Όπως, όμως, λένε μερικοί, συνέβη το αντίθετο: οι ήπειροι ήταν συνενωμένες και ο Ηρακλής τις έσκαψε, άνοιξε ένα πέρασμα κ’ έκανε τον ωκεανό να σμίξει με την θάλασσά μας. Ωστόσο, αυτά μπορεί καθένας να τα δει απ’ όποια σκοπιά πείθει τον εαυτό του. Παραπλήσια έργα κατασκεύασε πρωτύτερα στην Ελλάδα. Στα καλούμενα Τέμπη, όπου η πεδινή περιοχή – γιά πολλά χρόνια – γινόταν λίμνη, διέσκαψε την άκρη της, διοχέτευσε όλο το νερό τής λίμνης στην διώρυγα και επέτρεψε να φανούν οι πεδιάδες τής Θεσσαλίας, κατά μήκος τού ποταμού Πηνειού. Στην Βοιωτία έκανε το αντίθετο: έφραξε το ρεύμα που βρισκόταν κοντά στον Ορχομενό των Μινυών, μετέτρεψε σε λίμνη την περιοχή και προκάλεσε την καταστροφή όλης τής χώρας. Αυτά που πραγματοποίησε στην Θεσσαλία, τα έκανε ευεργετώντας τους Έλληνες, ενώ εκείνα, που πραγματοποίησε στην Βοιωτία, τα έκανε γιά να τιμωρήσει τους κατοίκους τής Μινυάδας επειδή είχαν υποδουλώσει τους Θηβαίους.

Κεφάλαιο 19

Ο Ηρακλής παρέδωσε την βασιλεία των Ιβήρων στους άριστους μεταξύ των εντοπίων και ο ίδιος παρέλαβε την στρατιωτική δύναμή του, έφτασε στην Κελτική, την διέσχισε ολόκληρη, κατέλυσε τις συνήθεις παρανομίες και ξενοκτονίες και – επειδή μεγάλο πλήθος ανθρώπων, απ’ όλα τα έθνη, εκούσια συστρατεύτηκε με τον Ηρακλή – έχτισε ευμεγέθη πόλη, η οποία ονομάστηκε Αλησία λόγω τής κατά την εκστρατεία άλης*. Σ’ αυτή την πόλη ανέμιξε και πολλούς εντόπιους, οι οποίοι επικράτησαν λόγω τού πλήθους τους, με αποτέλεσμα να εκβαρβαρωθούν όλοι οι κάτοικοί της. Οι Κέλτες, λοιπόν, μέχρι τους καιρούς μας τιμούν αυτή την πόλη επειδή είναι εστία και μητρόπολη ολόκληρης τής Κελτικής. Από την εποχή τού Ηρακλή μέχρι την εποχή μας, σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα, αυτή η πόλη παρέμεινε ελεύθερη και απόρθητη, ενώ – τελευταία – αναγκάστηκε να υποταγεί στους Ρωμαίους μαζί με όλους τους άλλους Κέλτες, αφού αλώθηκε βίαια από τον Γάιο Καίσαρα, που ονομάστηκε θεός εξαιτίας τού μεγέθους των πράξεών του. Ο Ηρακλής, λοιπόν, πορευόμενος από την Κελτική προς την Ιταλία, διέσχισε την ορεινή περιοχή των

Page 21: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Άλπεων, μετέτρεψε σε οδό τον τραχύ και δύσβατο δρόμο, ώστε να είναι βατός στα στρατεύματα και στα υποζύγια που μεταφέρουν αποσκευές, υπέταξε όλους τους βαρβάρους – που κατοικούσαν στην ορεινή περιοχή και συνήθιζαν να σφάζουν και να ληστεύουν στα δύσβατα μέρη τα διερχόμενα στρατεύματα – και σκότωσε τους ηγέτες των παρανόμων, καθιστώντας την οδοιπορία ασφαλή γιά τους μεταγενέστερους. Μετά διέσχισε τις Άλπεις, πέρασε την πεδιάδα τής σήμερα ονομαζόμενης Γαλατίας και πορεύτηκε διά μέσου τής Λιγυρίας*.

Κεφάλαιο 20

Οι Λίγυες, που κατοικούν αυτή την χώρα, νέμονται τραχιά και παντελώς άκαρπη γη, που μετά βίας αποδίδει λίγους καρπούς στην εργασία και την υπερβολική κακοπάθεια των εντοπίων, οι οποίοι – γι’ αυτόν τον λόγο – έχουν συνεσταλμένα σώματα, ενώ είναι νευρώδεις από την συνεχή άσκηση και, όντας αποξενωμένοι από την ραστώνη τής τρυφής, είναι ελαφροί ως προς την ευκινησία και ξεχωρίζουν στην τόλμη κατά τους πολεμικούς αγώνες. Καθώς, λοιπόν, οι κάτοικοι των γύρω περιοχών είναι – στο σύνολό τους – εξασκημένοι στην συνεχή καταπόνηση, ενώ η χώρα τους χρειάζεται πολλή εργασία, συνήθισαν να κάνουν τις γυναίκες τους κοινωνούς των κακοπαθημάτων τής εργασίας. Επειδή, όμως, άνδρες και γυναίκες εργάζονται όλοι μαζί έναντι μισθού, σε μία γυναίκα συνέβη – στις μέρες μας – κάτι ιδιαίτερο και παράδοξο: ήταν έγκυος, εργαζόταν έναντι μισθού μαζί με τους άνδρες και τότε την έπιασαν οι ωδίνες τού τοκετού, οπότε πήγε αθόρυβα σε κάποιους θάμνους, γέννησε, τύλιξε το παιδί με φύλλα, το απέκρυψε, επέστρεψε μεταξύ των εργατών, υπέμεινε την ίδια κακοπάθεια μ’ εκείνους και δεν δήλωσε τίποτε γιά το συμβάν, αλλά το βρέφος κλαψούριζε και η πράξη φανερώθηκε, ενώ ο επιστάτης με τίποτε δεν κατάφερε να την πείσει να πάψει την εργασία, μέχρι που ο εργοδότης την λυπήθηκε, της έδωσε τον μισθό της και την απάλλαξε από την εργασία.

Κεφάλαιο 21

Ο Ηρακλής πέρασε από την χώρα των Λιγύων και των Τυρρηνών, έφτασε στον ποταμό Τίβερη και στρατοπέδευσε εκεί που σήμερα βρίσκεται η Ρώμη, η οποία, όμως, κτίστηκε ύστερα από πολλές γενιές, από τον Ρωμύλο τού Άρη, ενώ τότε ορισμένοι εντόπιοι κατοικούσαν στον λόφο που σήμερα καλείται Παλατίνος, εγκαταστημένοι σε μία πάρα πολύ μικρή πόλη, όπου επιφανείς άνδρες ήταν ο Κάκιος και ο Πινάριος, που υποδέχτηκαν τον Ηρακλή πολύ φιλόξενα και τον τίμησαν με ευχάριστα δώρα. Μέχρι αυτούς τους καιρούς παραμένουν στην Ρώμη ενθυμήματα εκείνων των ανδρών, ενώ – μεταξύ των σημερινών ευγενών Ρωμαίων ανδρών – παραμένει το γένος των ονομαζομένων Πιναρίων, που θεωρείται αρχαιότατο, και γιά τον Κάκιο υπάρχει στον Παλατίνο μία κάθοδος με λίθινη κλίμακα, που από αυτόν ονομάζεται Κακία και βρίσκεται κοντά στην τότε κατοικία τού Κακίου. Ο Ηρακλής, λοιπόν, αποδέχτηκε την εύνοια των κατοίκων τού Παλατίνου και τους προείπε ότι – μετά την μετάστασή του στους Θεούς – θα έχει ευδαιμονέστατο βίο όποιος υποσχεθεί ότι θ’ αφιερώσει το ένα δέκατο τής περιουσίας του στον Ηρακλή, κάτι που εφαρμόστηκε στους μετέπειτα χρόνους και γίνεται μέχρι την εποχή μας, αφού πολλοί Ρωμαίοι, όχι μόνον εκείνοι που έχουν μέτριες περιουσίες, αλλά και μερικοί βαθύπλουτοι, υποσχέθηκαν το ένα δέκατο τής περιουσίας τους στον Ηρακλή και μετά έγιναν ευτυχισμένοι και προσέφεραν το ένα δέκατο, που ανερχόταν στα τέσσερις χιλιάδες τάλαντα. Ο Λεύκολλος, λοιπόν, που ήταν ίσως ο πλουσιότερος από τους Ρωμαίους τής εποχής του, εκτίμησε την περιουσία του και προσέφερε στον Θεό

Page 22: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

ακέραιο το ένα δέκατο, οργανώνοντας συνεχή και πολυδάπανα συμπόσια. Επίσης, οι Ρωμαίοι κατασκεύασαν αξιόλογο ιερό κοντά στον Τίβερη, προς τιμή αυτού τού Θεού, μέσα στο οποίο θεωρούν ότι πρέπει να συντελούνται οι προσφορές τού ενός δεκάτου.Ο Ηρακλής, λοιπόν, αναχώρησε από τον Τίβερη, διέσχισε την παραλία τής σήμερα ονομαζομένης Ιταλίας και έφτασε στο Κυμαίο πεδίο, όπου μυθολογούν ότι γεννιόνταν άνδρες εξέχοντες στην ρώμη και ονομαστοί στην παρανομία, που ονομάζονταν γίγαντες. Αυτό το πεδίο ονομαζόταν και Φλεγραίο, από τον λόφο που παλιά εκφυσούσε απρόσιτο πυρ, όπως περίπου η Αίτνα, στην Σικελία. Σήμερα ο λόφος καλείται Ουεσουούιος* κ’ έχει πολλά σημάδια από τις φωτιές των αρχαίων χρόνων. Οι γίγαντες, μόλις πληροφορήθηκαν την παρουσία τού Ηρακλή, συναθροίστηκαν όλοι και παρατάχθηκαν απέναντί του. Η μάχη κατέστη θαυμαστή γιά την ρώμη και την τόλμη των γιγάντων. Λένε ότι ο Ηρακλής – έχοντας συμμάχους του τους Θεούς – επικράτησε στην μάχη, σκότωσε τους περισσότερους γίγαντες και εξημέρωσε τον τόπο. Μυθολογείται ότι οι γίγαντες ήταν παιδιά τής Γης, λόγω τού υπερβολικού μεγέθους τού σώματός τους. Αυτά μυθολογούν ορισμένοι γιά τους γίγαντες που φονεύτηκαν στην Φλέγρα, και αυτούς ακολούθησε στην συγγραφή του και ο Τίμαιος.

Κεφάλαιο 22

Ο Ηρακλής κατέβηκε από το Φλεγραίο πεδίο προς την θάλασσα, κατασκεύασε έργα γύρω από την λίμνη που ονομάζεται Άορνος και θεωρείται ιερή λίμνη τής Φερσεφόνης και κείται μεταξύ Μισηνού και Δικαιαρχείων, κοντά στα θερμά ύδατα, έχει περίμετρο πέντε σταδίων και απίστευτο βάθος και καθαρότατο νερό, τού οποίου το χρώμα φαίνεται κυανό, λόγω τού υπερβολικού βάθους. Επίσης, μυθολογούν ότι στην παλαιά εποχή υπήρχε κοντά της νεκρομαντείο, το οποίο – λένε – καταργήθηκε στα επόμενα χρόνια. Η λίμνη ανοιγόταν προς την θάλασσα και λέγεται ότι ο Ηρακλής έκλεισε με προσχώσεις την εκροή και κατασκεύασε την σημερινή παραθαλάσσια οδό, που από εκείνον ονομάζεται Ηρακλεία.

Αυτά, λοιπόν, έπραξε σ’ εκείνους τους τόπους. Αναχωρώντας από εκεί, έφτασε στην χώρα των Ποσειδωνιατών, κοντά σε μία πέτρα, εκεί όπου μυθολογούν ότι έγινε κάτι ιδιαίτερο και παράδοξο: μεταξύ των εντοπίων υπήρχε ένας κυνηγός – ονομαστός γιά τ’ ανδραγαθήματά του στην θήρα – που κατά τα προηγούμενα χρόνια συνήθιζε ν’ αφιερώνει στην Αρτέμιδα και να καρφώνει στα δέντρα τις κεφαλές και τα πόδια των θηρίων που έπιανε, αλλά κάποτε, που έπιασε έναν τεράστιο κάπρο, καταφρόνησε την Θεά λέγοντας ότι αφιερώνει την κεφαλή τού θηρίου στον εαυτό του, και μετά – συνεπής προς τους λόγους του – την κρέμασε από κάποιο δέντρο, ενώ ο ίδιος, καθώς έκανε πολλή ζέστη, βυθίστηκε σε μεσημεριανό ύπνο, στην διάρκεια τού οποίου λύθηκε ο δεσμός και η κεφαλή έπεσε από μόνη της επάνω στον κοιμισμένο και τον σκότωσε. Ωστόσο, δεν θα έπρεπε να ήταν αξιοθαύμαστο αυτό το γεγονός, εφόσον μνημονεύονται πολλές περιπτώσεις που αναφέρουν τιμωρίες τής Θεάς εναντίον των ασεβών. Στον Ηρακλή, όμως, συνέβη το αντίθετο, εξαιτίας τής ευσέβειάς του. Όταν έφτασε στα σύνορα Ρηγίνης και Λοκρίδας, και ενώ αναπαυόταν από τον κόπο τής οδοιπορίας, λένε ότι ενοχλήθηκε από τους τέττιγες* και προσευχήθηκε στους Θεούς ν’ αφανιστούν όσοι τον ενοχλούν. Γι’ αυτό, λοιπόν, όταν οι Θεοί πραγματοποίησαν την ευχή του, όχι μόνον τότε αφανίστηκαν οι τέττιγες, αλλά και σε όλα τα μετέπειτα χρόνια δεν φάνηκε ούτε ένας στην περιοχή.

Page 23: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Ο Ηρακλής έφτασε στον πορθμό, στο πιό στενό σημείο τής θάλασσας, μετέφερε τα βόδια στην Σικελία, ενώ ο ίδιος κρατήθηκε από το κέρατο ενός ταύρου και διέσχισε κολυμπώντας το πέρασμα, τού οποίου η απόσταση ήταν δεκατριών σταδίων, όπως λέει ο Τίμαιος.

Κεφάλαιο 23

Μετά απ’ αυτά, επιθυμώντας να κάνει τον κύκλο ολόκληρης τής Σικελίας, πορεύτηκε από την Πελωριάδα προς τον Έρυκα. Ενώ ο Ηρακλής προχωρούσε στην παραλία τού νησιού, μυθολογούν ότι οι Νύμφες προκάλεσαν ανάβλυση θερμών λουτρών προς ανάπαυση των κακοπαθημένων από την οδοιπορία. Τα λουτρά ήταν δύο ειδών: αυτά που ονομάζονται Ιμεραία κ’ εκείνα που ονομάζονται Εγεσταία, κ’ έλαβαν την ονομασία τους από την τοποθεσία τους. Όταν ο Ηρακλής πλησίασε στην περιοχή τού Έρυκα, ο Έρυξ – που ήταν γιός τής Αφροδίτης και τού Βούτα, τού τότε βασιλιά τής περιοχής – τον προκάλεσε σε αγώνα πάλης, ο οποίος συνοδευόταν από στοίχημα: ο Έρυξ θα έδινε την χώρα και ο Ηρακλής θα έδινε τα βόδια. Αρχικά ο Έρυξ αγανάκτησε, γιατί τα βόδια υπολείπονταν πολύ σε αξία, συγκρινόμενα με την χώρα. Όταν ο Ηρακλής πρόσθεσε ότι, αν τα έχανε, θα στερούνταν την αθανασία, ο Έρυξ ευδόκησε να συγκατατεθεί, πάλεψε, ηττήθηκε κ’ έχασε την χώρα, την οποία ο Ηρακλής παραχώρησε στους εντόπιους, επιτρέποντάς τους να παίρνουν τους καρπούς μέχρι κάποιος απόγονός του να έρθει και να την απαιτήσει, κάτι που έγινε. Μετά από πολλές γενιές, ο Δωριεύς ο Λακεδαιμόνιος έφτασε στην Σικελία, παρέλαβε την χώρα κ’ έχτισε την πόλη Ηράκλεια. Αυτή αυξανόταν ταχέως, και τότε οι Καρχηδόνιοι την φθόνησαν και μαζί φοβήθηκαν μήπως γίνει ισχυρότερη τής Καρχηδόνας και αφαιρέσει από τους Φοίνικες την ηγεμονία, οπότε εκστράτευσαν με μεγάλες δυνάμεις εναντίον της, την άλωσαν με έφοδο και την κατέσκαψαν. Αυτά, όμως, θα τα καταγράψουμε λεπτομερώς στην ανάλογη χρονική περίοδο. Τότε, λοιπόν, ενώ ο Ηρακλής πραγματοποιούσε τον γύρο τής Σικελίας, έφτασε στην πόλη όπου σήμερα κατοικούν οι Συρακούσιοι, πληροφορήθηκε τα μυθολογούμενα γιά την αρπαγή τής Κόρης, τέλεσε μεγαλοπρεπείς θυσίες προς τις Θεές, καθαγίασε στην Κυάνη τον ωραιότερο ταύρο και υπέδειξε στους εντόπιους να θυσιάζουν κατ’ έτος στην Κόρη και να οργανώνουν λαμπρή πανήγυρη και θυσία στην Κυάνη. Ο ίδιος διέσχισε μαζί με τα βόδια την ενδοχώρα και – όταν οι εντόπιοι Σικελοί τού αντέταξαν μεγάλες δυνάμεις – τους νίκησε σε μία σημαντική αντιπαράθεση και σκότωσε πολλούς, μεταξύ των οποίων, όπως μυθολογούν μερικοί, βρίσκονταν επιφανείς στρατηγοί που μέχρι σήμερα τυγχάνουν ηρωικής τιμής: ο Λεύκασπις, ο Πεδιακράτης, ο Βουφόνας, ο Γλυχάτας, αλλά και ο Βυταίας και ο Κρυτίδας.

Κεφάλαιο 24

Μετά απ’ αυτά, διερχόμενος από το Λεοντίνο πεδίο, θαύμασε το κάλλος τής χώρας, ενώ έδειχνε την συμπάθειά του, σ’ εκείνους που τον τιμούσαν, αφήνοντας πίσω του αθάνατα μνημεία τής παρουσίας του. Εξάλλου, κάτι ιδιαίτερο έτυχε να γίνει στην πόλη των Αγυριναίων: σ’ αυτήν τιμήθηκε εξίσου με τους Ολύμπιους Θεούς, με πανήγυρη και λαμπρές θυσίες και, παρ’ όλο που κατά τα προηγούμενα χρόνια δεν είχε δεχτεί καμμία θυσία, τότε, γιά πρώτη φορά, συγκατατέθηκε, σαν να του προέλεγε την αθανασία το δαιμόνιο, αφού υπήρχε πετρώδης οδός – όχι μακριά από την πόλη – όπου τα ίχνη των βοδιών αποτυπώνονταν σαν να ήταν σε κερί, ενώ παρόμοια συνέβη και στον ίδιο τον Ηρακλή, ο οποίος, τελώντας και τον δέκατο άθλο του, θεώρησε ότι ήδη κάτι λάμβανε από την αθανασία και δεχόταν τις θυσίες που κατ’ έτος τελούσαν

Page 24: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

οι εντόπιοι και, γιά ν’ ανταποδώσει τις χάρες που του έκαναν οι καλοπροαίρετοι κάτοικοι, κατασκεύασε πριν από την πόλη μία λίμνη, που είχε περίμετρο τεσσάρων σταδίων και γιά την οποία πρόσταξε να πάρει τ’ όνομά του, δίνοντας ομοίως τ’ όνομά του και στ’ αποτυπωμένα ίχνη των βοδιών, ενώ κατασκεύασε τέμενος γιά τον ήρωα Γηρυόνη, που μέχρι σήμερα τιμάται από τους εντόπιους, όπως αξιόλογο τέμενος έφτιαξε και γιά τον ανηψιό του, τον Ιόλαο, που είχε εκστρατεύσει μαζί του, υποδεικνύοντας να του αποδίδονται κατ’ έτος τιμές και θυσίες, οι οποίες τηρούνται μέχρι σήμερα, αφού όλοι οι κάτοικοι τής πόλης εκ γενετής εκτρέφουν ως ιερή την κόμη τους προς τιμή τού Ιολάου, μέχρι να εξευμενίσουν τον Θεό με μεγαλοπρεπείς κ’ ευοίωνες θυσίες. Τόση, λοιπόν, είναι η αγιότητα και η σεμνότητα τού τεμένους, ώστε τ’ αγόρια που δεν τελούν τις καθιερωμένες θυσίες μένουν άφωνα και μοιάζουν με νεκρούς. Αυτά, πάλι, όταν προσευχηθούν ότι θ’ αποδώσουν την θυσία και αφήσουν ενέχυρο τής θυσίας στον Θεό, αμέσως – λένε – απαλάσσονται από την προαναφερθείσα νόσο. Οι εντόπιοι, λοιπόν, ακολουθώντας τα παραπάνω, ονόμασαν Ηράκλεια την πύλη όπου συνάντησαν τον Θεό και τού πρόσφεραν θυσίες, ενώ κατ’ έτος με μεγάλη προθυμία διοργανώνουν γυμνικό και ιππικό αγώνα. Επειδή η αποδοχή τού Θεού είναι πάνδημη, από ελεύθερους και δούλους, υπέδειξαν και στους οικέτες να τον τιμούν ξεχωριστά, συγκροτώντας θιάσους, συνδιοργανώνοντας συμπόσια και προσφέροντας θυσίες στον Θεό.

Ο Ηρακλής, λοιπόν, πέρασε στην Ιταλία μαζί με τα βόδια, προχώρησε στην παραλία, σκότωσε τον Λακίνιο που επιχείρησε να κλέψει τα βόδια, και ακούσια φόνευσε τον Κρότωνα, τον οποίον έθαψε μεγαλοπρεπώς και του κατασκεύασε τάφο, ενώ προείπε στους εντόπιους ότι στους κατοπινούς χρόνους η πόλη – ομώνυμη με τον νεκρό – θα γινόταν σημαντική.

Κεφάλαιο 25

Αυτός, αφού έκανε τον γύρο τής Αδριατικής και πέρασε πεζός τον προαναφερθέντα κόλπο, έφτασε στην Ήπειρο, απ’ όπου πορεύτηκε προς την Πελοπόννησο, εκτέλεσε τον δέκατο άθλο κ’ έλαβε από τον Ευρυσθέα την προσταγή ν’ ανεβάσει τον Κέρβερο από τον άδη προς το φως. Υποθέτοντας ότι σε τούτον τον άθλο θα του ήταν ωφέλιμο, πήγε στην Αθήνα και συμμετέσχε στα μυστήρια τής Ελευσίνας, τότε που τελετάρχης ήταν ο Μουσαίος, ο γιός τού Ορφέα.

Επειδή μνημονεύσαμε τον Ορφέα, δεν θα ήταν άσχετο – με μιά μικρή παρέκβαση – να μιλήσουμε γι’ αυτόν. Αυτός, λοιπόν, ήταν γιός τού Οιάγρου, θρακικής καταγωγής, στην παιδεία, την μελωδία και την ποίηση πολύ ανώτερος απ’ όσους μνημονεύονται, διότι συνέταξε ένα θαυμαστό ποίημα, που ξεχώριζε γιά την ευμέλειά του όταν το τραγουδούσαν. Σε τέτοιο σημείο έφτασε η δόξα του, ώστε θεωρήθηκε ότι με την μελωδία του έθελγε και τα θηρία και τα δέντρα. Ασχολούμενος με την παιδεία κ’ έχοντας μάθει τα μυθολογούμενα τής θεολογίας, πήγε στην Αίγυπτο κ’ εκεί έμαθε πολλά επιπλέον, και μεταξύ των Ελλήνων έγινε μέγιστος στην θεολογία, τις τελετές, τα ποιήματα και τις μελωδίες. Συνεκστράτευσε και με τους Αργοναύτες, ενώ εξαιτίας τού έρωτά του γιά την γυναίκα του τόλμησε – κατά τρόπο παράδοξο – να κατεβεί στον άδη, όπου ψυχαγώγησε την Φερσεφόνη με την ευμέλειά του και την έπεισε να γίνει συνεργός στις επιθυμίες του και να του επιτρέψει ν’ ανεβάσει την γυναίκα του από τον άδη, όπως έκανε και ο Διόνυσος, γιά τον οποίον μυθολογούν ότι ανέβασε από τον άδη την μητέρα του, την Σεμέλη, και ότι τής μετέδωσε την αθανασία και την

Page 25: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

μετονόμασε Θυώνη. Εμείς, λοιπόν, αφού μιλήσαμε γιά τον Ορφέα, μεταβαίνουμε πάλι στον Ηρακλή.

Κεφάλαιο 26

Αυτός, λοιπόν, κατά τους παραδεδομένους μύθους, κατέβηκε στους τόπους τού άδη, όπου τον υποδέχτηκε σαν αδελφό της η Φερσεφόνη, ελευθέρωσε από τα δεσμά και ανέβασε στον έξω κόσμο τον Θησέα και τον Πειρίθοο – η Κόρη τού έκανε αυτή την χάρη – παρέλαβε δεμένο τον σκύλο, που με παράδοξο τρόπο απήγαγε, και τον εμφάνισε στους ανθρώπους.

Ο τελευταίος άθλος, τον οποίον ανέλαβε, ήταν να φέρει τα χρυσά μήλα των Εσπερίδων και γι’ αυτό έπλευσε πάλι προς την Λιβύη. Σχετικά με τούτα τα μήλα, οι μυθογράφοι διαφωνούν: μερικοί λένε ότι σε κάποιους κήπους των Εσπερίδων, στην Λιβύη, υπήρχαν χρυσά μήλα, επιτηρούμενα συνεχώς από έναν φοβερότατο δράκο, άλλοι λένε ότι οι Εσπερίδες κατείχαν κοπάδια προβάτων που ξεχώριζαν στην ομορφιά και που ποιητικά ονομάζονταν χρυσά μήλα* εξαιτίας τού κάλλους τους, όπως χρυσή ονομαζόταν και η Αφροδίτη γιά την ομορφιά της. Ορισμένοι λένε ότι τα πρόβατα είχαν ένα ιδιαίτερο χρώμα, παρόμοιο με το χρυσό, και γι’ αυτό τους έτυχε αυτή η ονομασία, ενώ ο Δράκων – που ξεχώριζε γιά την σωματική ρώμη και την ευτολμία του – ήταν επιμελητής των κοπαδιών, επιτηρούσε τα πρόβατα και σκότωνε όσους τολμούσαν να τα ληστέψουν. Από αυτά, όμως, καθένας μπορεί να πιστέψει όποιο τον πείθει. Ο Ηρακλής, λοιπόν, σκότωσε τον φύλακα των μήλων, πήγε τα μήλα στον Ευρυσθέα, τελείωσε τους άθλους του και περίμενε να λάβει την αθανασία, σύμφωνα με τον χρησμό τού Απόλλωνα.

Κεφάλαιο 27

Δεν πρέπει, όμως, να παραλείψουμε και όσα μυθολογούνται γιά τον Άτλαντα και γιά το γένος των Εσπερίδων. Λένε ότι στην χώρα, που ονομάζεται Εσπερίτις*, γεννήθηκαν δύο αδελφοί – ονομαστοί γιά την δόξα τους – ο Έσπερος και ο Άτλας. Αυτοί είχαν πρόβατα, ξεχωριστά γιά το κάλλος τους, ξανθόχρυσα στο χρώμα. Γι’ αυτόν τον λόγο οι ποιητές, που ονομάζουν μήλα τα πρόβατα, τα ονόμασαν χρυσά μήλα. Ο Έσπερος απέκτησε θυγατέρα, που ονομάστηκε Εσπερίδα, την οποία έδωσε ως σύζυγο στον αδελφό του. Από αυτήν η χώρα ονομάστηκε Εσπερίτις. Ο Άτλας απόκτησε από αυτήν εφτά θυγατέρες, που από τον πατέρα τους ονομάστηκαν Ατλαντίδες και από την μητέρα τους Εσπερίδες. Οι Ατλαντίδες, λοιπόν, ξεχώριζαν γιά το κάλλος και την σωφροσύνη τους. Λέγεται ότι ο Βούσιρις, ο βασιλιάς των Αιγυπτίων, θέλησε ν’ αποκτήσει τις παρθένες και γι’ αυτό έστειλε από την θάλασσα ληστές εναντίον τους, με την εντολή ν’ αρπάξουν τις κόρες και να του τις φέρουν. Εκείνον τον καιρό ο Ηρακλής τελούσε τον ύστατο άθλο του. Στην Λιβύη σκότωσε τον Ανταίο, ο οποίος εξανάγκαζε τους ξένους να παλεύουν μαζί του, ενώ στην Αίγυπτο τιμώρησε κατάλληλα τον Βούσιρη, ο οποίος σφαγίαζε τους ξένους προσφέροντάς τους στον Δία ως ευοίωνη θυσία. Μετά απ’ αυτά, ανέπλευσε τον Νείλο μέχρι την Αιθιοπία, όπου σκότωσε τον Ημαθίωνα, βασιλιά των Αιθιόπων, που πρώτος επιτέθηκε. Έπειτα επέστρεψε πάλι στον ύστατο άθλο του. Οι ληστές, εξάλλου, είχαν αρπάξει τις κόρες, που έπαιζαν σ’ έναν κήπο, έφυγαν γρήγορα προς τα πλοία και απέπλευσαν. Ενώ δειπνούσαν σε κάποια ακτή, τους αντιλήφθηκε ο Ηρακλής, έμαθε από τις παρθένες το συμβάν, σκότωσε όλους τους ληστές κ’ επέστρεψε τις κόρες στον πατέρα τους, τον Άτλαντα. Ο Άτλας τού ανταπέδωσε την

Page 26: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

χάρη τής ευεργεσίας όχι μόνον δίνοντάς του πρόθυμα τ’ απαραίτητα γιά την εκτέλεση τού άθλου, αλλά και διδάσκοντάς του αφειδώς αστρονομία, επειδή ο ίδιος είχε μελετήσει πολύ αστρονομία και είχε εφεύρει και φιλοτεχνήσει την σφαίρα των άστρων, ώστε να θεωρείται ότι έφερε στους ώμους του ολόκληρο τον Κόσμο. Παρόμοια, μεγάλη δόξα έτυχε και στον Ηρακλή, που μετέδωσε στους Έλληνες την σφαιρικότητα τού Κόσμου, με αποτέλεσμα να θεωρηθεί διάδοχος τού Άτλαντα στο κράτημα τής σφαίρας, αφού έτσι οι άνθρωποι υπαινίσσονταν το γεγονός.

Κεφάλαιο 28

Ενόσω ο Ηρακλής καταγινόταν μ’ αυτά, λένε ότι οι εναπομείνασες Αμαζόνες συναθροίστηκαν σε πάνδημη συνέλευση κοντά στον ποταμό Θερμώδοντα με σκοπό να σπεύσουν να εκδικηθούν τους Έλληνες – γιά όσα ο Ηρακλής είχε κάνει κατά την εκστρατεία του – και ιδίως τους Αθηναίους, επειδή ο Θησεύς είχε υποδουλώσει την ηγεμόνα των Αμαζόνων, την Αντιόπη ή, όπως γράφουν μερικοί, την Ιππολύτη. Οι Σκύθες συστρατεύτηκαν με τις Αμαζόνες και συνέβη να συναθροιστεί αξιόλογη δύναμη, με την οποία οι επικεφαλής των Αμαζόνων πέρασαν τον Κιμμέριο Βόσπορο και προχωρούσαν μέσα στην Θράκη. Τέλος, αφού διέσχισαν μεγάλο μέρος τής Ευρώπης, έφτασαν στην Αττική και στρατοπέδευσαν στην περιοχή που σήμερα φέρει τ’ όνομά τους, στο Αμαζονείο. Ο Θησεύς, που πληροφορήθηκε την έφοδο των Αμαζόνων, βοηθούσε τις δυνάμεις των πολιτών έχοντας μαζί του την Αμαζόνα Αντιόπη, με την οποία είχε αποκτήσει έναν γιό, τον Ιππόλυτο. Ο Θησεύς συνήψε μάχη με τις Αμαζόνες και νίκησαν οι δικοί του, επειδή οι Αθηναίοι υπερείχαν σε ανδραγαθία. Από τις αντίπαλες Αμαζόνες, άλλες κατέσφαξαν, άλλες εκδίωξαν από την Αττική. Συνέβη, επίσης, η Αντιόπη ν’ αγωνιστεί μαζί με τον άνδρα της, ν’ αριστεύσει στην μάχη και ηρωικά να τερματίσει την ζωή της. Οι Αμαζόνες, που απέμειναν, παραιτήθηκαν από την πατρώα γη και μαζί με τους Σκύθες επέστρεψαν στην Σκυθία. Εκεί εγκαταστάθηκαν κοντά τους. Εμείς, έχοντας μιλήσει αρκετά γι’ αυτά, επιστρέφουμε πάλι στις πράξεις τού Ηρακλή.

Κεφάλαιο 29

Αφού ο Ηρακλής τελείωσε τους άθλους του, ο Θεός χρησμοδότησε ότι συμφέρει – πριν ενταχθεί μεταξύ των Θεών – να στείλει αποίκους στην Σαρδηνία και να κάνει ηγεμόνες της τους γιούς που είχε αποκτήσει από τις Θεσπιάδες. Ο Ηρακλής αποφάσισε να στείλει τον Ιόλαο, τον ανηψιό του, μαζί με τα παιδιά, επειδή αυτά ήταν πολύ νέα. Μας φαίνεται, όμως, αναγκαίο να μιλήσουμε πρώτα γιά την γέννηση των παιδιών, ώστε να μπορέσουμε να εκθέσουμε καλύτερα τα γεγονότα τού αποικισμού. Ο Θέσπιος ήταν άνδρας επιφανούς αθηναϊκής γενιάς, γιός τού Ερεχθέα, βασιλιάς τής ομώνυμης χώρας, είχε αποκτήσει πενήντα θυγατέρες από πολλές γυναίκες και – όταν ακόμη ο Ηρακλής ήταν παιδί στην ηλικία και είχε υπερφυσική σωματική ρώμη – επιδίωξε να τεκνοποιήσουν οι θυγατέρες του με τον ήρωα, οπότε τον κάλεσε σε κάποια θυσία, τον δεξιώθηκε λαμπρά, τού απέστειλε μία προς μία τις θυγατέρες του και όλες αυτές έσμιξαν μαζί του, τις κατέστησε εγκύους και έγινε πατέρας πενήντα γιών, οι οποίοι έλαβαν κοινό όνομα από τις Θεσπιάδες και – αφού ενηλικιώθηκαν – αποφάσισε να τους στείλει στην αποικία τής Σαρδηνίας, σύμφωνα με τον χρησμό, ενώ αρχηγός ολόκληρου τού στόλου ήταν ο Ιόλαος, που είχε συστρατευτεί με τον Ηρακλή σχεδόν σε όλες τις εκστρατείες και γι’ αυτό ανέλαβε την επιτροπεία των νέων Θεσπιάδων και τής αποικίας. Από τους πενήντα γιούς, δύο παρέμειναν στις Θήβες – λένε ότι μέχρι σήμερα τιμώνται οι απόγονοί τους – εφτά στις Θεσπιές, τους

Page 27: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

οποίους ονομάζουν δημούχους και των οποίων οι απόγονοι, όπως λέγεται, ηγούνται τής πόλης μέχρι την νεώτερη εποχή, ενώ όλους τους άλλους ανέλαβε ο Ιόλαος, μαζί με πολλούς που επιθυμούσαν να συμμετάσχουν στον αποικισμό, και έπλευσε προς την Σαρδηνία, όπου σε μάχη νίκησε τους εντόπιους, μοίρασε με κλήρο το ωραιότερο τμήμα τού νησιού, κυρίως την πεδινή χώρα που μέχρι σήμερα καλείται Ιολαείο, εκχέρσωσε την γη, την καταφύτεψε με καρποφόρα δέντρα και την έκανε αξιοζήλευτη, ενώ το νησί έγινε τόσο ονομαστό γιά την αφθονία των καρπών του, ώστε οι Καρχηδόνιοι – αργότερα, όταν αυξήθηκε η δύναμή τους – το επιθυμούσαν και ανέλαβαν πολλούς αγώνες και κινδύνους γιά να το κατακτήσουν. Γι’ αυτά, όμως, θα γράψουμε στην αντίστοιχη χρονική περίοδο.

Κεφάλαιο 30

Τότε ο Ιόλαος, έχοντας στήσει την αποικία, κάλεσε από την Σικελία τον Δαίδαλο και κατασκεύασε έργα πολλά και μεγάλα, που σώζονται μέχρι τους καιρούς μας και ονομάζονται Δαιδάλεια, από τον κατασκευαστή τους. Οικοδόμησε μεγάλα και πολυτελή γυμναστήρια, έχτισε δικαστήρια καθώς και όλα εκείνα που συντελούν στην ευδαιμονία. Ονόμασε τους λαούς Ιολαείους, κατά το δικό του όνομα και με την άδεια των Θεσπιάδων, που του έκαναν αυτή την τιμή σαν να ήταν ο πατέρας καθενός τους. Μάλιστα, γιά την φροντίδα που τους έδειξε, τόσο πολύ τον εκτίμησαν ώστε του απένειμαν την επωνυμία που αποδίδεται στον γονέα. Γι’ αυτό, στους μετέπειτα χρόνους, όσοι τελούν θυσίες προς αυτόν τον Θεό, τον προσαγορεύουν πατέρα Ιόλαο, όπως οι Πέρσες τον Κύρο. Μετά απ’ αυτά, ο Ιόλαος – επιστρέφοντας στην Ελλάδα – πέρασε από την Σικελία και έμεινε στο νησί γιά αρκετό χρόνο. Στο μεταξύ, μερικοί από εκείνους που έφυγαν μαζί του, παρέμειναν στην Σικελία λόγω τού κάλλους τής χώρας, αναμείχθηκαν με τους Σικελούς κ’ εγκαταστάθηκαν εκεί, κατ’ εξοχήν τιμώμενοι από τους εντόπιους. Ο Ιόλαος, που τύχαινε μεγάλης αποδοχής κ’ ευεργετούσε πολλούς, τιμήθηκε σε πολλές πόλεις με τεμένη και τιμές ήρωα. Συνέβη, επίσης, κάτι ιδιαίτερο και παράδοξο σ’ αυτή την αποικία: ο Θεός χρησμοδότησε ότι όλοι όσοι συμμετείχαν σ’ αυτόν τον αποικισμό, καθώς και οι απόγονοί τους, θα παρέμεναν ελεύθεροι στον αιώνα τον άπαντα, και το αποτέλεσμα είναι να παραμένουν ελεύθεροι μέχρι τους καιρούς μας, σύμφωνα με τον χρησμό. Ο λαός τής αποικίας, λοιπόν, με την πάροδο τού χρόνου, επειδή οι βάρβαροι ήταν περισσότεροι από τους συμμετέχοντες στον αποικισμό, εκβαρβαρώθηκε, μετοίκησε στην ορεινή περιοχή, εγκαταστάθηκε στα δύσβατα μέρη, συνήθισε να τρέφεται με γάλα και κρέας, να εκτρέφει πολλές αγέλες κτηνών και να μην χρειάζεται σιτάρι, κατασκεύασε υπόγεια οικήματα, διαβιούσε σε ορύγματα και απέφυγε τους κινδύνους των πολέμων, ενώ πρώτα οι Καρχηδόνιοι και μετά οι Ρωμαίοι – αν και πολλές φορές τους πολέμησαν – απέτυχαν στις προθέσεις τους.

Γιά τον Ιόλαο και τους Θεσπιάδες, λοιπόν, αλλά και γιά την αποικία που δημιουργήθηκε στην Σαρδηνία, θ’ αρκεστούμε σε όσα είπαμε, και θα προσθέσουμε την συνέχεια τής διήγησης γιά τον Ηρακλή.

Κεφάλαιο 31

Αφού εκτέλεσε τους άθλους του, ο Ηρακλής πάντρεψε την γυναίκα του, την Μεγάρα, με τον Ιόλαο, επειδή ήταν καχύποπτος γιά τα παιδιά που θα έκανε μαζί της, εξαιτίας τής συμφοράς που τον είχε βρει με τα προηγούμενα παιδιά του, κ’ επειδή ζητούσε άλλη γυναίκα, ώστε χωρίς καχυποψία να κάνει παιδιά. Ζήτησε, λοιπόν, σε γάμο την

Page 28: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Ιόλη, κόρη τού Ευρύτου, δυνάστη τής Οιχαλίας. Ο Εύρυτος, όμως, ανησυχώντας γιά την ατυχία που προήλθε από την Μεγάρα, αποκρίθηκε ότι θα σκεφτόταν γιά τον γάμο. Ο Ηρακλής, αποτυγχάνοντας στον αρραβώνα, ένοιωσε ατιμασμένος και έκλεψε τις φοράδες τού Ευρύτου. Ο Ίφιτος, ο γιός τού Ευρύτου, υποπτεύθηκε το συμβάν και πήγε στην Τίρυνθα προς αναζήτηση των ίππων. Εκεί ο Ηρακλής τον ανέβασε σ’ έναν ψηλό πύργο και του ζήτησε να κοιτάξει μήπως τύχαινε να βόσκουν κάπου. Ο Ίφιτος δεν μπορούσε να διακρίνει τίποτε. Ο Ηρακλής τού είπε ότι ψευδώς τον κατηγόρησε γιά την κλοπή, και τον κατακρήμνισε από τον πύργο. Εξαιτίας αυτού τού θανάτου ο Ηρακλής νόσησε και αποσύρθηκε στην Πύλο, στου Νηλέα, και τον παρακάλεσε να τον καθάρει από τον φόνο. Ο Νηλεύς συσκέφτηκε με τους γιούς του και όλοι – εκτός από τον Νέστορα, τον νεώτερο – συμφώνησαν να μην δεχτούν τον καθαρμό. Τότε ο Ηρακλής πήγε στον Δηίφοβο, τον γιό τού Ιππολύτου, και τον έπεισε να τον καθάρει αλλά, μη δυνάμενος ν’ απαλλαγεί από την νόσο, ρώτησε τον Απόλλωνα γιά την θεραπεία. Αυτός χρησμοδότησε ότι εύκολα θ’ απαλλαγεί από την νόσο εάν πουληθεί και δίκαια αποδώσει το αντίτιμό του στα παιδιά τού Ιφίτου. Ο Ηρακλής – λόγω τής νόσου – αναγκάστηκε να υποκύψει στον χρησμό και με μερικούς φίλους έπλευσε προς την Ασία. Εκεί εκούσια υπέμεινε την πώλησή του από κάποιον φίλο και έγινε δούλος τής παρθένου Ομφάλης, κόρης τού Ιαρδάνου, βασίλισσας των τότε Μαιόνων και τώρα Λυδών ονομαζομένων. Εκείνος, που πούλησε τον Ηρακλή, απέδωσε το αντίτιμο στα παιδιά τού Ιφίτου, σύμφωνα με τον χρησμό, ενώ ο Ηρακλής επανέκτησε την υγεία του και ως δούλος τής Ομφάλης τιμώρησε τους ληστές τής χώρας. Από τους ονομαζόμενους Κέκρωπες – που λήστευαν και προκαλούσαν πολλά κακά – άλλους σκότωσε, άλλους αιχμαλώτισε και δεμένους παρέδωσε στην Ομφάλη. Τον Συλέα, που άρπαζε τους περαστικούς ξένους και τους ανάγκαζε να σκάβουν τους αμπελώνες του, τον χτύπησε με την σκαπάνη και τον σκότωσε. Από τους Ιτώνους, που λεηλατούσαν μεγάλο μέρος τής χώρας τής Ομφάλης, αφαίρεσε την λεία, ενώ την πόλη, από την οποία εξορμούσαν, την εκπόρθησε, εξανδραπόδισε τους κατοίκους της και την κατέσκαψε. Η Ομφάλη καλοδέχτηκε την ανδρεία τού Ηρακλή και – αφού πληροφορήθηκε ποιός είναι και από ποιούς κατάγεται – θαύμασε την αρετή του, τον απελευθέρωσε, τον παντρεύτηκε και του γέννησε τον Λάμο. Ο Ηρακλής, ωστόσο, είχε αποκτήσει και άλλον γιό, τον Κλεόδαιο, από μία δούλη, κατά τον καιρό τής δουλείας του.

Κεφάλαιο 32

Μετά απ’ αυτά, επανήλθε στην Πελοπόννησο, εκστράτευσε στο Ίλιο και κατήγγειλε τον βασιλιά Λαομέδοντα, επειδή αυτός – όταν ο Ηρακλής, μαζί με τον Ιάσονα, είχε εκστρατεύσει γιά το χρυσόμαλλο δέρας και σκότωσε το κήτος – τού στέρησε τις φοράδες που του είχε υποσχεθεί. Γι’ αυτά, όμως, θα μιλήσουμε ύστερα από λίγο, στα σχετικά με τους Αργοναύτες. Τότε ο Ηρακλής ήταν απασχολημένος με την εκστρατεία τού Ιάσονα, αλλά ύστερα βρήκε χρόνο γιά να εκστρατεύσει εναντίον τής Τροίας με δεκαοχτώ – όπως λένε μερικοί – πλοία, αν και ο Όμηρος γράφει ότι ήταν συνολικά έξι, και εμφανίζει τον γιό τού Ηρακλή, τον Τληπόλεμο, να λέει: «αλλά τι άνθρωπος, λένε, ήταν ο αντρειωμένος Ηρακλής, ο πατέρας μου, ο ατρόμητος και λεοντόκαρδος, που κάποτε ήρθε εδώ γιά τους ίππους τού Λαομέδοντα, και μ’ έξι μόνον πλοία και λίγους άνδρες κατέστρεψε την πόλη τού Ιλίου κ’ ερήμωσε τις οδούς της». Αφού ο Ηρακλής κατέπλευσε στην Τρωάδα, ο ίδιος και οι άριστοι προχώρησαν εναντίον τής πόλης, ενώ υπεύθυνο στα πλοία άφησε τον Αμφιάραο, γιό τού Οικλή. Ο Λαομέδων, λόγω τής απροσδόκητης παρουσίας των πολεμίων, δεν κατάφερε να συγκεντρώσει αξιόλογες δυνάμεις, αφού δεν είχε χρονικά περιθώρια, οπότε

Page 29: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

συνάθροισε όσους μπορούσε και επιτέθηκε στα πλοία ελπίζοντας να θέσει τέλος στον πόλεμο εάν τα έκαιγε. Ο στρατηγός Οικλής τον αντιμετώπισε αλλά έπεσε νεκρός και οι υπόλοιποι διώχτηκαν, έφτασαν στα πλοία και απέπλευσαν από την χώρα. Τότε ο Λαομέδων επανήλθε στην πόλη, συγκρούστηκε με τους άνδρες τού Ηρακλή και έπεσε νεκρός μαζί με πολλούς συναγωνιστές του. Ο Ηρακλής άλωσε με έφοδο την πόλη και πολλούς κατέσφαξε με τα χέρια του, ενώ παρέδωσε στον Πρίαμο – που ήταν δίκαιος – την βασιλεία των κατοίκων τού Ιλίου, επειδή αυτός ήταν ο μόνος γιός τού Λαομέδοντα που είχε εναντιωθεί στον πατέρα του και τον είχε συμβουλέψει να δώσει τις φοράδες στον Ηρακλή, όπως του είχε υποσχεθεί. Μετά ο Ηρακλής στεφάνωσε τον Τελαμώνα με έπαθλο ανδρείας και του έδωσε την θυγατέρα τού Λαομέδοντα, την Ησιόνη, επειδή αυτός ήταν ο πρώτος που – κατά την πολιορκία – ρίχτηκε βίαια μέσα στην πόλη, ενώ ο Ηρακλής προσέβαλε το ισχυρότερο μέρος τού τείχους τής ακρόπολης.

Κεφάλαιο 33

Μετά απ’ αυτά, ο Ηρακλής επανήλθε στην Πελοπόννησο, εκστράτευσε εναντίον τού Αυγεία – επειδή αυτός δεν του είχε δώσει τον μισθό του – έκανε μάχη εναντίον των Ηλείων, αλλά τότε επανήλθε άπρακτος στην Ώλενο, στον Δεξαμενό, τού οποίου η θυγατέρα, η Ιππολύτη, παντρευόταν τον Αζάνα. Ο Ηρακλής δειπνούσε μαζί τους και στον γάμο παρατήρησε τον Κένταυρο Ευρυτίωνα να προσβάλλει και να συμπεριφέρεται βίαια στην Ιππολύτη. Τον σκότωσε και επανήλθε στην Τίρυνθα, όπου ο Ευρυσθεύς τον κατηγόρησε ότι επιβουλεύεται την βασιλεία του και τον πρόσταξε ν’ απέλθει στην Τίρυνθα μαζί με την Αλκμήνη και τον Ιφικλή και τον Ιόλαο. Ο Ηρακλής αναγκάστηκε να φύγει μαζί τους κ’ εγκαταστάθηκε στον Φενεό τής Αρκαδίας. Από εκεί ορμώμενος, έχοντας μάθει ότι από την Ήλιδα αποστέλλεται πομπή προς τον Ποσειδώνα, στον Ισθμό, και ότι επικεφαλής της ήταν ο Εύρυτος τού Αυγεία, έπεσε επάνω τους αιφνιδιαστικά και σκότωσε τον Εύρυτο κοντά στις Κλεωνές, όπου σήμερα υπάρχει ιερό τού Ηρακλή. Μετά απ’ αυτά, εκστράτευσε εναντίον τής Ήλιδας, φόνευσε τον βασιλιά Αυγεία, άλωσε με έφοδο την πόλη, ενώ κάλεσε τον Φυλέα – τον γιό τού Αυγεία – και του παρέδωσε την βασιλεία, επειδή αυτός είχε εξοριστεί από τον πατέρα του όταν δικαίωσε τον Ηρακλή, την εποχή που ήταν διαιτητής μεταξύ τού πατέρα του και τού Ηρακλή γιά το θέμα τής αμοιβής. Μετά απ’ αυτά, ο Ιπποκόων εξόρισε από την Σπάρτη τον αδελφό του, Τυνδάρεω, ενώ οι γιοί τού Ιπποκόωντα – είκοσι στον αριθμό – σκότωσαν τον Οιωνό, φίλο τού Λικυμνίου και τού Ηρακλή. Ο Ηρακλής αγανάκτησε μ’ αυτούς κ’ εκστράτευσε εναντίον τους. Νίκησε στην μεγάλη μάχη και σκότωσε όλο το πλήθος, άλωσε με έφοδο την Σπάρτη και αποκατέστησε στην βασιλεία τον Τυνδάρεω, πατέρα των Διοσκούρων, αλλά την βασιλεία – που είχε αποκτήσει με την δύναμη των όπλων – τού την παρέδωσε προστάζοντάς τον να την φυλάξει γιά τους απογόνους τού Ηρακλή. Στην μάχη, από τον στρατό τού Ηρακλή έπεσαν ελάχιστοι, μεταξύ των οποίων ήταν επιφανείς άνδρες όπως ο Ίφικλος και ο Κηφεύς και οι γιοί τού Κηφέα, δεκαεφτά στον αριθμό. Από τους είκοσι γιούς του σώθηκαν μόνον τρεις. Από τους αντιπάλους σκοτώθηκε ο ίδιος ο Ιπποκόων και μαζί του δέκα γιοί του, ενώ από τους άλλους Σπαρτιάτες όλο το πλήθος. Μετά από τούτη την εκστρατεία επανήλθε στην Αρκαδία, κατέλυσε στον βασιλιά Άλεο, κρυφά έσμιξε με την θυγατέρα του, την Αύγη, την κατέστησε έγκυο κ’ επανήλθε στην Στύμφαλο. Ο Άλεως αγνοούσε το συμβάν, αλλά ο όγκος τής γαστρός της τού φανέρωσε την διαφθορά, οπότε αναζήτησε τον διαφθορέα. Η Αύγη τού είπε ότι την βίασε ο Ηρακλής, αλλά εκείνος δεν πίστεψε στα λεγόμενά της και την παρέδωσε στον Ναύπλιο, που ήταν φίλος του,

Page 30: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

προστάζοντάς τον να την καταποντίσει. Η Αύγη, οδηγούμενη προς την Ναυπλία, έφτασε στο όρος Παρθένιο βαρυνόμενη από τις ωδίνες τού τοκετού και αποσύρθηκε στο κοντινό δάσος – δήθεν γιά κάποια ανάγκη της – όπου γέννησε ένα αρσενικό παιδί, που το εγκατέλειψε κρυμμένο σε κάποιους θάμνους. Μετά απ’ αυτά, η Αύγη έφτασε απαλλαγμένη στο Ναύπλιο και κατέληξε στο λιμάνι τής Ναυπλίας, στην Αργολίδα, όπου της έτυχε παράδοξη σωτηρία: ο Ναύπλιος αποφάσισε να μη την καταποντίσει, σύμφωνα με τις εντολές, αλλά την δώρισε σε κάποιους ξένους, Κάρες, που αναχωρούσαν γιά την Ασία. Αυτοί πήραν την Αύγη στην Ασία και την παρέδωσαν στον βασιλιά Τεύθραντα τής Μυσίας, ενώ το βρέφος – που η Αύγη είχε εγκαταλείψει στο Παρθένιο – το βρήκαν κάποιοι βουκόλοι τού βασιλιά Κορύθου να τρέφεται από τον μαστό μιάς ελαφίνας, και το δώρησαν στον δεσπότη τους. Ο Κόρυθος με χαρά παρέλαβε το παιδί, το ανέτρεφε ως δικό του γιό και το ονόμασε Τήλεφο, λόγω τής ελαφίνας που το έτρεφε. Όταν ο Τήλεφος ανδρώθηκε, έσπευσε να μάθει ποιά ήταν η μητέρα του. Πήγε, λοιπόν, στους Δελφούς και έλαβε χρησμό να πλεύσει προς την Μυσία, στον βασιλιά Τεύθραντα. Εκεί βρήκε την μητέρα του και – όταν έγινε γνωστό ποιός είναι ο πατέρας του – έτυχε τής μεγίστης αποδοχής. Τότε ο Τεύθρας, που δεν είχε αρσενικά παιδιά, πάντρεψε την θυγατέρα του, την Αργιόπη, με τον Τήλεφο, αναδεικνύοντάς τον διάδοχο τής βασιλείας.

Κεφάλαιο 34

Ο Ηρακλής, μετά το πέμπτο έτος τής εγκατάστασής του στον Φενεό, υποφέροντας με δυσκολία τον θάνατο τού Οιωνού, γιού τού Λικυμνίου, και τού Ίφικλου, αδελφού του, εκούσια έφυγε από την Αρκαδία και απ’ όλη την Πελοπόννησο, ενώ μαζί του έφυγαν και πολλοί από την Αρκαδία, και πήγε να κατοικήσει στην Καλυδώνα τής Αιτωλίας. Μη έχοντας γνήσια τέκνα ούτε σύζυγο γυναίκα, νυμφεύτηκε την Δηιάνειρα, κόρη τού Οινέα, αφού ο Μελέαγρος είχε ήδη πεθάνει. Νομίζουμε, όμως, ότι δεν είναι άσχετο ν’ αναφέρουμε – με μιά μικρή παρέκβαση – την περιπέτεια τού Μελεάγρου. Ο Οινεύς, λοιπόν, όταν του έτυχε καλή εσοδεία στο σιτάρι, στους άλλους Θεούς πρόσφερε θυσία, ενώ ολιγώρησε έναντι τής Αρτέμιδας. Γι’ αυτόν τον λόγο, η Θεά οργίστηκε κ’ έστειλε εναντίον του τον διαβόητο Καλυδώνιο κάπρο, υπερφυσικό στο μέγεθος. Αυτός κατέστρεφε την γύρω χώρα και λυμαινόταν τα κτήματα, οπότε ο Μελέαγρος, ο γιός τού Οινέα, που βρισκόταν σε ηλικία ιδιαίτερης ακμής και ξεχώριζε στην ρώμη και την ανδρεία, παρέλαβε πολλούς αρίστους γιά να τον κυνηγήσει. Ο Μελέαγρος πρώτος ακόντισε το θηρίο και με κοινή ομολογία τού αναγνωρίστηκε το πρωτείο, το οποίο ήταν η δορά τού ζώου. Στο κυνήγι συμμετείχε και η Αταλάντη, κόρη τού Σχοινέα, που την ερωτεύτηκε ο Μελέαγρος και της παραχώρησε την δορά και τον έπαινο γιά την εξαίρετη πράξη. Τ’ αγόρια τού Θεστία, που κυνηγούσαν μαζί τους, αγανάκτησαν με το γεγονός ότι ο Μελέαγρος αντί αυτών προτίμησε την ξένη γυναίκα, παραβλέποντας την συγγένειά τους, και γι’ αυτό θεώρησαν άκυρη την δωρεά τού Μελεάγρου, έστησαν ενέδρα στην Αταλάντη και – κατά την επάνοδό της στην Αρκαδία – τής επιτέθηκαν και τής αφαίρεσαν την δορά. Ο Μελέαγρος, ερεθισμένος από τον έρωτά του γιά την Αταλάντη και από την ατιμία, βοήθησε την Αταλάντη και κατ’ αρχήν παρακάλεσε τους άρπαγες να επιστρέψουν στην γυναίκα το αριστείο που τής είχε δωθεί αλλά, επειδή δεν του έδωσαν προσοχή, τους σκότωσε, αν και ήταν αδελφοί τής Αλθαίας. Η Αλθαία, λοιπόν, έπεσε σε βαθιά θλίψη εξαιτίας τού φόνου των ομοαίματών της κ’ εξακόντισε κατάρες αξιώνοντας τον θάνατο τού Μελεάγρου. Οι αθάνατοι την άκουσαν κ’ έθεσαν τέλος στην ζωή του. Μερικοί μυθολογούν ότι κατά την γέννηση τού Μελεάγρου, οι Μοίρες παρουσιάστηκαν στον ύπνο τής Αλθαίας και της είπαν ότι ο Μελέαγρος, ο γιός της,

Page 31: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

θα πεθάνει όταν κατακαεί ο δαυλός. Γι’ αυτό, όταν γέννησε, πίστεψε ότι η σωτηρία τού παιδιού της απόκειται στην διαφύλαξη τού δαυλού, οπότε επιμελώς διατηρούσε τον δαυλό. Ύστερα, όμως, οργισμένη από τον φόνο των αδελφών της, κατέκαψε τον δαυλό κ’ έγινε αιτία τού θανάτου τού Μελεάγρου αλλά, επειδή ολοένα και περισσότερο λυπόταν γιά την πράξη της, τελικά τερμάτισε τον βίο της στην αγχόνη.

Κεφάλαιο 35

Όταν συνέβαιναν αυτά, ο Ιππόνους, στον Ώλενο, ήρθε σε διένεξη με την θυγατέρα του, την Περίβοια, η οποία ισχυριζόταν ότι είχε μείνει έγκυος από τον Άρη, και την έστειλε στην Αιτωλία, στον Οινέα, παραγγέλνοντάς του να την αφανίσει το ταχύτερο. Ο Οινεύς, που πρόσφατα είχε απωλέσει τον γιό και την γυναίκα του, δεν εννοούσε να σκοτώσει την Περίβοια, αλλά την νυμφεύτηκε και γέννησε έναν γιό, τον Τυδέα.

Τα σχετικά, λοιπόν, με τον Μελέαγρο και την Αλθαία κ’ επίσης τον Οινέα είχαν αυτή την εξέλιξη. Ο Ηρακλής, λοιπόν, επιθυμώντας να ευχαριστήσει τους Καλυδώνιους, εξέτρεψε τον ποταμό Αχελώο κατασκευάζοντας άλλη κοίτη και κερδίζοντας πολλή και πολύ εύφορη γη, αρδευόμενη από την προειρημένη κοίτη, γι’ αυτό και μερικοί ποιητές μυθοποίησαν την πράξη του, εμφανίζοντας τον Ηρακλή να συνάπτει μάχη με τον Αχελώο – παρομοιάζοντας τον ποταμό με ταύρο – και κατά την συμπλοκή να σπάζει το ένα κέρας του και να το δωρίζει στους Αιτωλούς. Αυτό ονομάστηκε κέρας τής Αμαλθείας. Το πλάθουν να περιέχει ένα πλήθος από κάθε είδος φθινοπωρινού καρπού, σταφύλια και μήλα και άλλα παρόμοια, ενώ οι ποιητές με το κέρας υπαινίσσονται το ρεύμα τού Αχελώου που ρέει στην κοίτη, και με τα μήλα και τα ρόδια και τα σταφύλια υποδηλώνουν την καρποφόρο γη, εκείνη που αρδεύεται από τον ποταμό, καθώς και το πλήθος των καρποφόρων φυτών, και το κέρας είναι τής Αμαλθείας, δηλαδή τής έλλειψης μαλθακότητας, με την οποία υποδηλώνουν την ευρωστία τού κατασκευαστή.

Κεφάλαιο 36

Ο Ηρακλής συστρατεύτηκε με τους Καλυδώνιους εναντίον των Θεσπρωτών, κατέλαβε με την βία την πόλη Εφύρα και σκότωσε τον Φυλέα, βασιλιά των Θεσπρωτών. Μετά έλαβε αιχμάλωτη την θυγατέρα τού Φυλέα, έσμιξε μαζί της και απέκτησε τον Τληπόλεμο. Αργότερα, τρία χρόνια μετά τον γάμο του με την Δηιάνειρα, ενώ δειπνούσε στου Οινέα, ο Ευρύνομος, γιός τού Αρχιτέλη – που εξυπηρετούσε τους ομοτράπεζους, όντας παιδί στην ηλικία – έκανε ένα λάθος στην εξυπηρέτηση και ο Ηρακλής τον χτύπησε με την γροθιά του, σκοτώνοντας ακούσια το αγόρι. Περίλυπος γιά το ατυχές συμβάν, εκούσια έφυγε πάλι από την Καλυδώνα μαζί με την Δηιάνειρα και τον Ύλλο, το παιδί τους, που ήταν μικρό αγόρι στην ηλικία. Καθώς πορευόταν, έφτασε στον ποταμό Ευηνό και συνάντησε τον Κένταυρο Νέσσο, που μισθωνόταν γιά να μεταφέρει απέναντι τους διαβάτες. Αυτός μετέφερε πρώτη την Δηιάνειρα, την ερωτεύτηκε γιά το κάλλος της και επιχείρησε να την βιάσει, αλλά εκείνη φώναξε τον άντρα της και ο Ηρακλής τόξευσε τον Κένταυρο, οπότε ο Νέσσος – ενώ συνουσιαζόταν – ευθύς πέθανε από την οξύτητα τού πλήγματος, έχοντας πει στην Δηιάνειρα ότι θα τής δώσει ένα φίλτρο ώστε ο Ηρακλής να μην θελήσει να πλησιάσει καμμία άλλη γυναίκα. Την παρακίνησε, λοιπόν, να λάβει το σπέρμα που του είχε πέσει, να το αναμίξει με λάδι και με το αίμα που έσταζε από την αιχμή, και ν’ αλείψει τον χιτώνα τού Ηρακλή. Αφού έδωσε στην Δηιάνειρα αυτή την συμβουλή, εξέπνευσε αμέσως. Εκείνη, σύμφωνα με την συμβουλή τού

Page 32: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Νέσσου, μάζεψε το σπέρμα σε αγγείο, βύθισε μέσα την αιχμή και το φύλαγε κρυφά από τον Ηρακλή. Αυτός διάβηκε τον ποταμό, έφτασε στον Κήυκα, τον βασιλιά τής Τραχίνας, και κατοίκησε κοντά του έχοντας μαζί του τους Αρκάδες που πάντοτε τον ακολουθούσαν στις εκστρατείες του.

Κεφάλαιο 37

Μετά απ’ αυτά – όταν ο Φύλας, ο βασιλιάς των Δρυόπων, έγινε αντιληπτός να παρανομεί σε βάρος τού ιερού των Δελφών – ο Ηρακλής εκστράτευσε εναντίον του μαζί με τους Μηλιείς, σκότωσε τον βασιλιά των Δρυόπων, έδιωξε τους υπόλοιπους από την χώρα τους, την παρέδωσε στους Μηλιείς, έλαβε αιχμάλωτη την θυγατέρα τού Φύλαντα, έσμιξε μαζί της κ’ εκείνη γέννησε έναν γιό, τον Αντίοχο. Επίσης, απέκτησε δύο ακόμη γιούς από την Δηιάνειρα, νεώτερους τού Ύλλου, τον Γληνέα και τον Οδίτη. Απ’ τους εκδιωγμένους Δρύοπες, άλλοι κατέληξαν στην Εύβοια κ’ έχτισαν την πόλη Κάρυστο, άλλοι έπλευσαν στην νήσο Κύπρο, αναμίχθηκαν με τους εντόπιους κ’ εγκαταστάθηκαν εκεί, ενώ οι υπόλοιποι Δρύοπες κατέφυγαν στον Ευρυσθέα, ο οποίος τους βοήθησε λόγω τής έχθρας του προς τον Ηρακλή, και με την συνεργασία του ίδρυσαν στην Πελοπόννησο τρεις πόλεις, την Ασίνη, την Ερμιόνη και την Ηιόνα. Μετά την εκδίωξη των Δρυόπων, άρχισε πόλεμος μεταξύ των Δωριέων – που κατοικούσαν στην ονομαζόμενη Εστιαιώτιδα και είχαν βασιλιά τον Αιγίμιο – και των Λαπιθών, που ήταν εγκατεστημένοι στον Όλυμπο και είχαν βασιλιά τον Κόρωνο, γιό τού Καινέα, και οι Λαπίθες υπερείχαν κατά πολύ στις δυνάμεις, ενώ οι Δωριείς προσέφυγαν στον Ηρακλή και τον κάλεσαν ως σύμμαχο, με αντάλλαγμα το ένα τρίτο τής χώρας τής Δωρίδας και την βασιλεία, πείθοντάς τον να κάνουν από κοινού εκστρατεία εναντίον των Λαπιθών. Ο Ηρακλής, έχοντας πάντοτε μαζί του τους Αρκάδες που τον ακολουθούσαν στις εκστρατείες, υπέταξε – με την βοήθεια αυτών – τους Λαπίθες, σκότωσε τον βασιλιά τους, τον Κόρωνο, κατέσφαξε τους περισσότερους από τους άλλους και τους ανάγκασε να του εκχωρήσουν την αμφισβητούμενη περιοχή. Αφού έγιναν αυτά, παραχώρησε στον Αιγίμιο το ένα τρίτο τής χώρας – εκείνο που του ανήκε – του ζήτησε να το φυλάξει γιά τους απογόνους του, έπειτα επέστρεψε στην Τραχίνα, προκλήθηκε από τον Κύκνο, τον γιό τού Άρη, τον σκότωσε, μετά πέρασε από την περιοχή τής Ιτώνας, διέσχισε βαδίζοντας την Πελασγιώτιδα γη, συνάντησε τον βασιλιά Ορμένιο και ζήτησε την θυγατέρα του, την Αστυδάμεια, σε γάμο. Ο βασιλιάς δεν του έδωσε σημασία, επειδή ο Ηρακλής είχε σύζυγο, την Δηιάνειρα, την κόρη τού Οινέα. Ο Ηρακλής εκστράτευσε εναντίον του, κατέλαβε την πόλη, σκότωσε τον άκαμπτο βασιλιά, έλαβε αιχμάλωτη την Αστυδάμεια, έσμιξε μαζί της και απέκτησε έναν γιό, τον Κτήσιππο. Μετά από αυτές τις πράξεις, εκστράτευσε εναντίον τής Οιχαλίας και των γιών τού Ευρύτου, επειδή απέτυχε να μνηστευτεί την Ιόλη. Οι Αρκάδες αγωνίζονταν μαζί του. Κατέλαβε την πόλη και σκότωσε τα παιδιά τού Ευρύτου: τον Τοξέα, τον Μολίονα και τον Κλυτιό. Έλαβε αιχμάλωτη την Ιόλη κ’ έφυγε από την Εύβοια προς το ακρωτήριο που ονομάζεται Κηναίο.

Κεφάλαιο 38

Εκεί ο Ηρακλής θέλησε να επιτελέσει θυσία. Απέστειλε τον Λίχα, τον υπηρέτη του, στην Τραχίνα, στην γυναίκα του, την Δηιάνειρα. Τον πρόσταξε να ζητήσει τον χιτώνα και το ιμάτιο που συνήθιζε να χρησιμοποιεί στις θυσίες. Η Δηιάνειρα, που έμαθε από τον Λίχα την στοργή τού Ηρακλή προς την Ιόλη και επιθυμώντας ν’ αγαπιέται περισσότερο η ίδια, άλειψε τον χιτώνα με το φίλτρο που ο Κένταυρος τής είχε δώσει

Page 33: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

γιά να τον θανατώσει. Αυτά ο Λίχας τα αγνοούσε και μετέφερε την εσθήτα στον χώρο τής θυσίας. Ο Ηρακλής φόρεσε τον αλειμμένο χιτώνα και – καθώς η δύναμη τού σηπτικού φαρμάκου ενεργούσε αργά-αργά – περιέπεσε στην μεγαλύτερη συμφορά. Η αιχμή είχε επάνω της το δηλητήριο τής έχιδνας και γι’ αυτό ο χιτώνας – λόγω τής θερμότητας – άρχισε να διαβρώνει την σάρκα τού σώματός του. Ο Ηρακλής τυλίχτηκε από πόνους, σκότωσε τον Λίχα, ο οποίος τον είχε υπηρετήσει, διέλυσε το στρατόπεδο κ’ επανήλθε στην Τραχίνα. Επειδή υπέφερε ολοένα και περισσότερο από την νόσο, απέστειλε στους Δελφούς τον Λικύμνιο και τον Ιόλαο γιά να ρωτήσουν τον Απόλλωνα τι πρέπει να κάνει γιά την νόσο. Η Δηιάνειρα, καταχτυπημένη από το μέγεθος τής συμφοράς τού Ηρακλή και συνειδητοποιώντας το αμάρτημά της, τερμάτισε την ζωή της στην αγχόνη.

Ο Θεός, ωστόσο, χρησμοδότησε να μεταφερθεί ο Ηρακλής στην Οίτη μαζί με την πολεμική εξάρτυσή του και κοντά του να κατασκευαστεί μεγάλη πυρά. Γιά τα υπόλοιπα, είπε, θα ενδιαφερόταν ο Δίας. Αφότου ο Ιόλαος εκτέλεσε τα προστάγματα και από μακριά παρατηρούσε την έκβασή τους, ο Ηρακλής βρέθηκε σε απόγνωση γιά την κατάστασή του και ανέβηκε στην πυρά παρακαλώντας καθέναν που πλησίαζε ν’ ανάψει την πυρά. Κανείς δεν τολμούσε. Μόνον ο Φιλοκτήτης πείστηκε. Χάρη στην υπηρεσία του, έλαβε ως δώρο τα τόξα τού Ηρακλή και άναψε την πυρά. Ευθύς έπεσαν και κεραυνοί από τον ουρανό, ενώ φλογίστηκε ολόκληρη η πυρά.

Μετά απ’ αυτά, οι άνθρωποι τού Ιολάου αναζήτησαν τα οστά αλλά – επειδή δεν βρήκαν απολύτως κανένα οστό – θεώρησαν ότι ο Ηρακλής, σύμφωνα με τους χρησμούς, μετέστη από τους ανθρώπους στους Θεούς.

Κεφάλαιο 39

Γι’ αυτόν τον λόγο τού πρόσφεραν αφιερώματα – όπως στους ήρωες – κατασκεύασαν ανάχωμα και έφυγαν γιά την Τραχίνα. Μετά απ’ αυτά, ο Μενοίτιος, ο γιός τού Άκτορα, όντας φίλος τού Ηρακλή, θυσίασε σ’ αυτόν, ως ήρωα, έναν κάπρο, έναν ταύρο και έναν κριό, ορίζοντας κατ’ έτος να του θυσιάζουν στον Οπούντα και να τιμούν ως ήρωα τον Ηρακλή. Παρόμοια έκαναν και οι Θηβαίοι, ενώ απ’ όλους πρώτοι οι Αθηναίοι ως Θεό τίμησαν με θυσίες τον Ηρακλή, καθιστώντας παράδειγμα γιά τους άλλους ανθρώπους την προς τον Θεό ευσέβειά τους και προτρέποντας πρώτα όλους τους Έλληνες – και μετά όλους τους ανθρώπους τής οικουμένης – να τιμούν ως Θεό τον Ηρακλή. Οφείλουμε να προσθέσουμε σε όσα είπαμε ότι, μετά την αποθέωσή του, ο Ζευς έπεισε την Ήρα να υιοθετήσει τον Ηρακλή και στο εξής, στον άπαντα χρόνο, να του παρέχει την μητρική εύνοιά της. Λένε, λοιπόν, ότι η υιοθέτηση έγινε ως εξής: η Ήρα ανέβηκε σε κλίνη, ανέσυρε προς το σώμα της τον Ηρακλή και μέσω των ενδυμάτων της τον άφησε να κατεβεί προς την γη, μιμούμενη την αληθινή γέννηση. Αυτό ακριβώς μέχρι σήμερα κάνουν οι βάρβαροι όταν θέλουν να υιοθετήσουν. Μυθολογούν ότι, μετά την υιοθέτηση, η Ήρα πάντρεψε την Ήβη με τον Ηρακλή. Γι’ αυτήν μιλά στην Νεκυία ο ποιητής: «το είδωλό του, γιατί αυτός μαζί με τους αθάνατους Θεούς τέρπεται στα συμπόσια κ’ έχει γυναίκα την καλλίσφυρο Ήβη». Λένε ακόμη γιά τον Ηρακλή ότι ο Δίας τον κατέταξε μεταξύ των δώδεκα Θεών, αλλά εκείνος δεν δέχτηκε τέτοια τιμή, εφόσον ήταν αδύνατο να συγκαταλεχθεί μεταξύ των δώδεκα Θεών, εάν πρώτα δεν αποβαλλόταν ένας από εκείνους. Ήταν, λοιπόν, άτοπο να δεχτεί μία τιμή που θα επέφερε ατιμία σε άλλον Θεό.

Page 34: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Σχετικά με τον Ηρακλή, λοιπόν, αν και φτάσαμε σε πλεονασμό, κανένα απ’ όσα γι’ αυτόν μυθολογούνται δεν παραλείψαμε. Θα ταίριαζε, όμως, να μιλήσουμε γιά τους Αργοναύτες, επειδή ο Ηρακλής είχε εκστρατεύσει μαζί τους.

Κεφάλαιο 40

Λένε ότι ο Ιάσων ήταν γιός τού Αίσονα και ανεψιός τού Πελία, τού βασιλιά των Θετταλών, ξεχώριζε στην σωματική ρώμη και στην ψυχική λαμπρότητα μεταξύ των συνομηλίκων του και επιθυμούσε να πράξει κάτι αξιομνημόνευτο. Βλέποντας, λοιπόν, ότι στους προγενέστερούς του, τον Περσέα και μερικούς άλλους, έλαχε αείμνηστη δόξα εξαιτίας των υπερορίων εκστρατειών τους και των παράτολμων άθλων τους, ζήλεψε τις επιλογές τους και – γι’ αυτό – ανακοίνωσε στον βασιλιά το σχέδιό του και αμέσως έλαβε την συγκατάθεσή του, όχι βέβαια γιατί ο Πελίας έσπευσε να κάνει επιφανή τον νεαρό, αλλά γιατί έλπιζε ότι θα σκοτωθεί στις παράτολμες εκστρατείες. Ο Πελίας – έχοντας εκ φύσεως στερηθεί τ’ αρσενικά παιδιά – φοβόταν μήπως ο αδελφός του, έχοντας συνεργό τον γιό του, αναλάβει την βασιλεία. Κρύβοντας, όμως, αυτή την υποψία και υποσχόμενος να χορηγήσει τα απαραίτητα γιά την εκστρατεία, παρακάλεσε τον Ιάσονα να εκτελέσει έναν άθλο: να πλεύσει στην Κολχίδα προς αναζήτηση τού διαβόητου χρυσόμαλλου δέρατος τού κριού. Εκείνη την εποχή, γύρω από τον Πόντο, κατοικούσαν έθνη βάρβαρα και παντελώς άγρια, αφού οι εντόπιοι σκότωναν τους καταπλέοντες ξένους και εξαιτίας τους ο Πόντος ονομαζόταν άξενος. Ο Ιάσων, όμως – επιθυμώντας την δόξα, κρίνοντας ότι ο άθλος ήταν δύσκολος, αλλά όχι εντελώς αδύνατος, και λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι ο ίδιος θα γινόταν περισσότερο επιφανής εκτελώντας τον – προετοίμαζε τα σχετικά με την επιχείρηση.

Κεφάλαιο 41

Πρώτα ναυπήγησε σκάφος στην περιοχή τού Πηλίου, πολύ μεγαλύτερο – ως προς το μέγεθος και τον εξοπλισμό – απ’ ότι τότε συνηθιζόταν, αφού οι τότε άνθρωποι έπλεαν με σχεδίες και με παντελώς μικρές ακάτους και γι’ αυτό έμειναν κατάπληκτοι όσοι τότε το είδαν, ενώ η φήμη γιά τον άθλο και γιά το ναυπηγικό εγχείρημα διαδόθηκε στην Ελλάδα και αρκετοί διακεκριμένοι νεαροί επιθυμούσαν να συμμετάσχουν στην εκστρατεία. Ο Ιάσων καθέλκυσε το σκάφος, το κόσμησε λαμπρά με οτιδήποτε προκαλούσε θαυμασμό και επέλεξε τους επιφανέστερους αρίστους μεταξύ εκείνων που είχαν την ίδια επιθυμία με αυτόν, ώστε – μαζί με τον ίδιο – να είναι συνολικά πενηντατέσσερις. Οι πιό ένδοξοι απ’ αυτούς ήταν ο Κάστορας και ο Πολυδεύκης, ακόμη ο Ηρακλής και ο Τελαμών, επιπλέον ο Ορφεύς και η Αταλάντη τού Σχοινέα καθώς και οι γιοί τού Θέσπιου και ο ίδιος, επικεφαλής τού πλου προς την Κολχίδα. Το πλοίο ονομάστηκε Αργώ, από το όνομα τού ναυπηγού που το κατασκεύασε, τού Άργου – όπως λένε ορισμένοι μυθογράφοι – ο οποίος συμμετείχε στο ταξίδι γιά να επισκευάζει τα καταπονημένα μέρη τού πλοίου, ενώ άλλοι λένε ότι πήρε τ’ όνομά του από την υπερβολική ταχύτητά του, επειδή οι αρχαίοι ονόμαζαν αργό το ταχύ. Οι άριστοι, λοιπόν, συγκεντρώθηκαν κ’ εξέλεξαν στρατηγό τους τον Ηρακλή, προκρίνοντάς τον γιά την ανδρεία του.

Κεφάλαιο 42

Απέπλευσαν, έπειτα, από την Ιωλκό, πέρασαν από τον Άθω και την Σαμοθράκη, όπου έπεσαν σε θύελλα, και κατέληξαν στο Σίγειο τής Τρωάδας. Εκεί αποβιβάστηκαν και

Page 35: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

λέγεται ότι βρήκαν στον γιαλό μία παρθένο, δεμένη γιά τους εξής λόγους: λέγεται ότι ο Ποσειδών, εξαιτίας τής μυθολογούμενης κατασκευής των τρωικών τειχών*, είχε οργιστεί με τον βασιλιά Λαομέδοντα, και από το πέλαγος ανέβασε ένα κήτος εναντίον τής περιοχής, το οποίο άρπαζε – κατά παράδοξο τρόπο – όσους ζούσαν στον γιαλό και όσους καλλιεργούσαν την παραθαλάσσια χώρα, με αποτέλεσμα να πέσει λοιμός στον πληθυσμό και να καταστραφούν παντελώς οι καρποί, ώστε όλοι να είναι κατάπληκτοι από το μέγεθος τής συμφοράς ενώ, γι’ αυτόν τον λόγο, ο λαός συγκεντρώθηκε σε συνέλευση, ζητώντας ν’ απαλλαγεί από την δυστυχία, οπότε – λέγεται – ο βασιλιάς έστειλε ανθρώπους του προς τον Απόλλωνα γιά να ρωτήσουν γιά τα συμβάντα, και ο χρησμός που δόθηκε έλεγε ότι ο Ποσειδών ήταν οργισμένος και τότε θα έβαζε τέλος στην οργή του, όταν οι Τρώες εκούσια παρέδιδαν στο κήτος – ως βορά – ένα παιδί που θα αναδεικνυόταν από κλήρωση. Λένε, λοιπόν, ότι όλα τα παιδιά μπήκαν στην κλήρωση, αλλά ο κλήρος έπεσε στην Ησιόνη, την θυγατέρα τού βασιλιά, οπότε ο Λαομέδων αναγκάστηκε να παραδώσει την παρθένα, να την δέσει και να την εγκαταλείψει στον γιαλό, όπου έκανε την απόβασή του ο Ηρακλής – και μαζί του οι Αργοναύτες – έμαθε από την κόρη την περιπέτειά της, έσπασε τα δεσμά τού σώματός της, ανέβηκε στην πόλη και υποσχέθηκε στον βασιλιά ότι θα σκοτώσει το κήτος. Ο Λαομέδων αποδέχτηκε τα λόγια του και ως δώρο υποσχέθηκε να τού δώσει τις ανίκητες φοράδες του. Λένε, λοιπόν, ότι ο Ηρακλής σκότωσε το κήτος, ενώ στην Ησιόνη δόθηκε το δικαίωμα είτε να φύγει με τον σωτήρα της – αν θέλει – είτε να παραμείνει στην πατρίδα της με τους γονείς της. Τότε η κόρη επέλεξε να ζήσει με τον ξένο, όχι μόνον προτιμώντας την ευεργεσία από την συγγένεια, αλλά και φοβούμενη μήπως εκ νέου εκτεθεί από τους συμπολίτες της στην ίδια τιμωρία, εάν πάλι εμφανιζόταν κάποιο κήτος. Ο Ηρακλής, αφού λαμπρά τιμήθηκε με δώρα και με την προσήκουσα φιλοξενία, άφησε την Ησιόνη και τις φοράδες στο Λαομέδοντα, συμφωνώντας να τις πάρει μετά την επάνοδό του από την Κολχίδα, και μαζί με τους Αργοναύτες αναχώρησε εσπευσμένα γιά τον άθλο που τους περίμενε.

Κεφάλαιο 43

Έπεσαν, όμως, σε μεγάλη τρικυμία, οι άριστοι έχασαν κάθε ελπίδα σωτηρίας και ο Ορφεύς – λένε – που ήταν ο μόνος από τους συμπλέοντες που είχε συμμετάσχει στα μυστήρια, έκανε στους Θεούς τής Σαμοθράκης προσευχή γιά την σωτηρία τους και τότε ο άνεμος υποχώρησε και δύο αστέρες έπεσαν επάνω στις κεφαλές των Διοσκούρων, οπότε οι πάντες έμειναν έκπληκτοι από το παράδοξο συμβάν, θεωρώντας ότι η πρόνοια των Θεών τούς απάλλαξε από τους κινδύνους και – γι’ αυτό – αφού η περιπέτεια των Αργοναυτών έγινε παράδοση των μεταγενεστέρων, οι χειμαζόμενοι ναυτικοί πάντοτε προσεύχονται στους Θεούς τής Σαμοθράκης, ενώ η παρουσία των αστέρων παραπέμπει στην εμφάνιση των Διοσκούρων. Όταν, λοιπόν, έληξε η τρικυμία, οι άριστοι αποβιβάστηκαν στην Θράκη, στην περιοχή όπου βασίλευε ο Φινεύς, κ’ έπεσαν επάνω σε δύο νεαρούς, οι οποίοι ήταν χωμένοι στο έδαφος – λόγω τιμωρίας – και δέχονταν συνεχή πλήγματα από μαστίγια. Αυτοί ήταν γιοί τού Φινέα και τής Κλεοπάτρας – που λένε ότι είχε γεννηθεί από την Ωρείθυια τού Ερεχθέα και τον Βορέα – οι οποίοι άδικα υποβάλλονταν από τον πατέρα τους στην προαναφερθείσα τιμωρία, εξαιτίας τού θράσους και των ψευδών διαβολών τής μητριάς τους, αφού ο Φινεύς είχε νυμφευτεί την Ιδαία, θυγατέρα τού Δαρδάνου, τού βασιλιά των Σκυθών, και τής έκανε όλες τις χάρες εξαιτίας τού έρωτά του προς αυτήν, οπότε πίστεψε ότι οι γιοί του – από τον προηγούμενο γάμο – είχαν φερθεί βίαια και προσβλητικά στην μητριά τους, επιθυμώντας να ευχαριστήσουν την μητέρα τους. Όταν απρόσμενα εμφανίστηκε ο Ηρακλής και οι δικοί του, λένε ότι οι νεαροί –

Page 36: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

που βρίσκονταν σε μεγάλη ανάγκη – επικαλέστηκαν τους αρίστους σαν να ήταν Θεοί, ανέφεραν τις αιτίες τής πατρικής παρανομίας και παρακάλεσαν ν’ απαλλαγούν από την δυστυχία τους.

Κεφάλαιο 44

Ο Φινεύς αντιμετώπισε κακότροπα τους ξένους και τους ζήτησε να μην αναμειγνύονται στις υποθέσεις του, επειδή κανένας πατέρας δεν τιμωρεί οικειοθελώς τους γιούς του, εάν το μέγεθος των αδικημάτων τους δεν ξεπερνά την φυσική φιλοστοργία των γονέων προς τα τέκνα. Τότε, λοιπόν, λέγεται ότι οι ονομαζόμενοι Βορεάδες, που συνταξίδευαν με τον Ηρακλή και ήταν αδελφοί τής Κλεοπάτρας, πρώτοι όρμησαν να βοηθήσουν – εξαιτίας τής συγγένειάς τους – και έσπασαν τα δεσμά που τύλιγαν τους νεαρούς, σκοτώνοντας τους βαρβάρους που τους εναντιώθηκαν. Ο Φινεύς, με την συνδρομή τού πλήθους των Θρακών, όρμησε στην μάχη, ενώ ο Ηρακλής – που λένε ότι αγωνίστηκε καλύτερα απ’ όλους – σκότωσε τον Φινέα και πολλούς άλλους, τελικά κατέλαβε τ’ ανάκτορα, έβγαλε από την φυλακή την Κλεοπάτρα και αποκατέστησε τους Φινείδες στην πατρική εξουσία. Αυτοί, όμως, ήθελαν να σκοτώσουν με βασανιστήρια την μητριά τους, αλλά ο Ηρακλής τούς έπεισε ν’ αποφύγουν αυτήν την τιμωρία, να την στείλουν στον πατέρα της, στην Σκυθία, και να τον παρακαλέσουν να την τιμωρήσει εκείνος γιά τα εις βάρος τους ανομήματα. Αυτό έγινε και ο Σκύθης καταδίκασε την θυγατέρα του σε θάνατο, ενώ οι γιοί τής Κλεοπάτρας – λόγω τής επιείκειάς τους – απέκτησαν δόξα μεταξύ των Θρακών. Δεν αγνοώ ότι μερικοί μυθογράφοι λένε ότι οι Φινείδες τυφλώθηκαν από τον πατέρα τους, ενώ στον ίδιο έλαχε όμοια συμφορά από τον Βορέα, όπως και ότι μερικοί παραδίδουν ότι ο Ηρακλής, όταν βγήκε στην Ασία γιά να βρει νερό, εγκαταλείφθηκε σ’ εκείνη την χώρα από τους Αργοναύτες. Γενικά, όμως, συμβαίνει οι αρχαίοι μύθοι να μην μας δίνουν ούτε απλές ούτε σύμφωνες εξιστορήσεις και – γι’ αυτό – δεν πρέπει να μένουμε έκπληκτοι εάν συγκρίνουμε κάποιες αρχαίες παραδόσεις και δεν τις βρίσκουμε σύμφωνες σε όλους τους ποιητές και συγγραφείς. Έτσι λοιπόν, λέγεται και γιά τους Φινείδες ότι παρέδωσαν την βασιλεία στην μητέρα τους, Κλεοπάτρα, και συστρατεύτηκαν με τους αρίστους. Αναχωρώντας από την Θράκη και φτάνοντας στον Πόντο, προσέγγισαν την Ταυρική αγνοώντας την αγριότητα των εντοπίων. Γιά τους βάρβαρους, που κατοικούν αυτή την χώρα, είναι νόμιμο να θυσιάζουν τους καταπλέοντες ξένους στην Θεά Αρτέμιδα την Ταυροπόλο. Σ’ αυτούς, λοιπόν, λένε ότι η Ιφιγένεια – στα μετέπειτα χρόνια – κατέστη ιέρεια τής προειρημένης Θεάς και θυσίαζε τους καταδικασμένους.

Κεφάλαιο 45

Επειδή η εξιστόρησή μας επιζητά τις αιτίες τής ξενοκτονίας, είναι αναγκαίο να μιλήσουμε γι’ αυτές με συντομία. Άλλωστε αυτή η παρέκβαση θα είναι σχετική με τις πράξεις των Αργοναυτών. Λένε, λοιπόν, ότι από τον Ήλιο γεννήθηκαν δύο παιδιά: ο Αιήτης και ο Πέρσης. Από αυτούς ο Αιήτης βασίλεψε στην Κολχίδα, ο άλλος στην Ταυρική, ενώ αμφότεροι διακρίθηκαν γιά την ωμότητά τους. Από τον Πέρση γεννήθηκε μία θυγατέρα, η Εκάτη, που ξεπερνούσε τον πατέρα της σε τόλμη και παρανομία. Αγαπούσε το κυνήγι και, όταν αποτύγχανε, τόξευε ανθρώπους αντί γιά θηρία. Αγάπησε την τέχνη τής σύνθεσης θανάσιμων φαρμάκων, εφηύρε το καλούμενο ακόνιτο* και πειραματιζόταν στις δυνατότητες κάθε φαρμάκου, αναμιγνύοντάς το με τις τροφές που έδινε στους ξένους. Έχοντας μεγάλη εμπειρία σ’ αυτά, πρώτα εξόντωσε με φάρμακο τον πατέρα της και τον διαδέχθηκε στην

Page 37: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

βασιλεία. Έπειτα ίδρυσε ιερό γιά την Αρτέμιδα, όπου θυσίαζε στην Θεά τους ξένους που κατέπλεαν εκεί, πράξη που την έκανε ονομαστή γιά την ωμότητά της. Αργότερα παντρεύτηκε τον Αιήτη και γέννησε δύο θυγατέρες, την Κίρκη και την Μήδεια, καθώς και έναν γιό, τον Αιγιαλέα. Η Κίρκη αφοσιώθηκε στην επινόηση παντός είδους φαρμάκων και στην εξεύρεση πάσης φύσεως ριζών, με απίστευτες δυνατότητες. Αν και δεν διδάχθηκε λίγα από την μητέρα της, την Εκάτη, ανακάλυψε πολύ περισσότερα χάρη στην δική της επιμέλεια, ώστε καμμία άλλη δεν άφησε να την ξεπεράσει στην επινοητικότητα φαρμάκων. Η Κίρκη δόθηκε ως σύζυγος στον βασιλιά των Σαρματών, τους οποίους μερικοί ονομάζουν Σκύθες. Πρώτα, λοιπόν, εξόντωσε με φάρμακα τον άνδρα της, μετά τον διαδέχθηκε στην βασιλεία και πολλά ωμά και βίαια έπραξε εναντίον των υπηκόων της. Γι’ αυτό εξέπεσε από την βασιλεία και – σύμφωνα με ορισμένους μυθογράφους – κατέφυγε στον ωκεανό*, κατέλαβε ένα έρημο νησί και εγκαταστάθηκε εκεί με τις άλλες γυναίκες που έφυγαν μαζί της. Σύμφωνα με κάποιους ιστορικούς, όμως, εγκατέλειψε τον Πόντο και κατοίκησε σ’ εκείνο το ακρωτήριο τής Ιταλίας, που μέχρι σήμερα ονομάζεται Κιρκαίο χάρη στην ίδια.

Κεφάλαιο 46

Εξιστορούν ότι η Μήδεια έμαθε από την μητέρα και από την αδελφή της όλες τις δυνατότητες των φαρμάκων, αλλά τα χρησιμοποίησε γιά εντελώς αντίθετους σκοπούς, επειδή είχε ως στόχο της να διασώζει από τους κινδύνους τους ξένους που κατέπλεαν εκεί, πότε ζητώντας ικετευτικά και χαριτωμένα από τον πατέρα της την σωτηρία των μελλοθανάτων, πότε ελευθερώνοντάς τους από την φυλακή και προνοώντας γιά την ασφάλεια των άτυχων ανθρώπων, αφού ο Αιήτης, τόσο εξαιτίας τής δικής του ωμότητας, όσο και εξαιτίας τής επιρροής τής γυναίκας του, Εκάτης, είχε αποδεχτεί το έθιμο τής ξενοκτονίας και, επειδή η Μήδεια ολοένα και περισσότερο αντιτασσόταν στους στόχους των γονέων της, λένε ότι ο Αιήτης υποπτεύθηκε ότι η θυγατέρα του τον επιβουλευόταν και την έθεσε σε καθεστώς ελεύθερης* φυλακής, ενώ η Μήδεια απέδρασε, κατέφυγε σε κάποιο τέμενος τού Ήλιου, το οποίο βρισκόταν κοντά στην θάλασσα – τότε που οι Αργοναύτες έφυγαν από την Ταυρική, μέσα στην νύχτα, και κατέπλευσαν στο προαναφερόμενο τέμενος τής Κολχίδας – όπου την συνάντησαν να περιπλανιέται στον γιαλό, έμαθαν από την ίδια το έθιμο τής ξενοκτονίας, παραδέχτηκαν τον ήμερο χαρακτήρα τής παρθένου, τής δήλωσαν το σχέδιό τους, έμαθαν πάλι από την ίδια τον κίνδυνο που διέτρεχε εξαιτίας τού πατέρα της λόγω τού σεβασμού που αυτή έδειχνε προς τους ξένους, διαπίστωσαν το κοινό συμφέρον τους, η Μήδεια υποσχέθηκε να συνεργαστεί μαζί τους μέχρι να φέρουν σε πέρας τον προκείμενο άθλο, ο Ιάσων τής έδωσε όρκους πίστης, δηλαδή ότι θα την νυμφευτεί και θα την έχει συμβία του γιά ολόκληρο τον χρόνο τής ζωής του, έπειτα οι Αργοναύτες άφησαν φύλακες στο πλοίο και μέσα στην νύχτα εξόρμησαν με την Μήδεια γιά το χρυσόμαλλο δέρας, γιά το οποίο θα ήταν καλό να μιλήσουμε με λεπτομέρειες, ώστε να μην αγνοηθεί τίποτε απ’ όσα ανήκουν στην εξελισσόμενη ιστορία.

Κεφάλαιο 47

Μυθολογούν ότι ο Φρίξος τού Αθάμαντα, επειδή η μητριά του τον επιβουλευόταν, παρέλαβε την αφελφή του, Έλλη, κ’ έφυγε από την Ελλάδα. Καθώς περνούσαν από την Ευρώπη στην Ασία, σύμφωνα με την πρόνοια κάποιων Θεών, επάνω σ’ έναν χρυσόμαλλο κριό, η παρθένος έπεσε στην θάλασσα, που από την ίδια ονομάστηκε

Page 38: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Ελλήσποντος, ενώ ο Φρίξος πορεύτηκε προς τον Πόντο κ’ έφτασε στην Κολχίδα και – σύμφωνα με κάποιον χρησμό – θυσίασε τον κριό και αφιέρωσε το δέρας του στο ιερό τού Άρη. Μετά απ’ αυτά, ενώ ο Αιήτης βασίλευε στην Κολχίδα, δόθηκε χρησμός ότι τότε θα τελειώσει ο βίος του, όταν κάποιοι ξένοι καταπλεύσουν εκεί και πάρουν το χρυσόμαλλο δέρας. Γι’ αυτούς τους λόγους, αλλά και εξαιτίας τής δικής του ωμότητας, υπέδειξε να θυσιάζουν τους ξένους ώστε η φήμη, η σχετική με την αγριότητα των Κόλχων, να διαδοθεί σε κάθε τόπο και κανείς ξένος να μην τολμήσει ν’ αποβιβαστεί στην χώρα του. Περιέβαλε, λοιπόν, το τέμενος με τείχος κ’ εγκατέστησε πολλούς από τους άνδρες τής Ταυρικής ως φύλακες. Εξαιτίας όλων αυτών πλάστηκαν από τους Έλληνες τερατώδεις μύθοι: διαδόθηκε ότι γύρω από το τέμενος υπήρχαν πυρίπνοοι ταύροι και ότι ένας άυπνος δράκος φύλαγε το δέρας. Από τους Ταύρους, επίσης, μεταφέρθηκε η ομωνυμία στην δύναμη των βοδιών, ενώ από την ωμότητα τής ξενοκτονίας μυθολογήθηκε ότι οι ταύροι ήταν πυρίπνοοι. Κατά παραπλήσιο τρόπο, το όνομα τού επιτηρητή τού τεμένους, τού Δράκοντα, μεταφέρθηκε από τους ποιητές σ’ ένα τερατώδες και φοβερό ζώο. Την ίδια μυθολογική επεξεργασία υπέστησαν και τα λεγόμενα γιά τον Φρίξο. Άλλοι λένε ότι αυτός διέπλευσε την θάλασσα με πλοίο που είχε στην πρώρη του την προτομή κριού και ότι η Έλλη δυσφόρησε από την ναυτία και – γι’ αυτόν τον λόγο – έσκυψε επάνω από την κουπαστή και έπεσε στην θάλασσα, ενώ άλλοι λένε ότι ο βασιλιάς των Σκυθών, που ήταν γαμπρός τού Αιήτη, επισκέφτηκε τους Κόλχους, κατά την εποχή που ο Φρίξος αιχμαλωτίστηκε μαζί με τον παιδαγωγό του, ερωτεύτηκε το παιδί, το έλαβε ως δώρο από τον Αιήτη, το αγάπησε ως γνήσιο γιό του και του άφησε το βασίλειό του. Ο παιδαγωγός, που ονομαζόταν Κριός, θυσιάστηκε στους Θεούς, το σώμα του γδάρθηκε και το δέρμα του καρφώθηκε στο πλοίο, σύμφωνα με κάποιο έθιμο. Αργότερα, όταν ο Αιήτης έλαβε χρησμό, ο οποίος τού σήμαινε ότι θα πέθαινε όταν κάποιοι ξένοι κατέπλεαν εκεί και έπαιρναν το δέρας τού Κριού, λένε ότι βασιλιάς περιτείχισε το τέμενος, εγκατέστησε φρουρά κ’ επιπλέον επιχρύσωσε το δέρας, ώστε να τύχει επιμελέστερης φύλαξης από τους στρατιώτες, λόγω τής εξωτερικής όψης του. Αυτά, όμως, επαφίενται στην κρίση των αναγνωστών, ανάλογα με την προσωπική προτίμηση τού καθενός.

Κεφάλαιο 48

Εξιστορούν ότι η Μήδεια οδήγησε τους Αργοναύτες προς το τέμενος τού Άρη, το οποίο απείχε εβδομήντα στάδια από την πόλη που καλείται Σύβαρις, όπου βρίσκονται τ’ ανάκτορα των Κόλχων. Φτάνοντας στις πύλες, που ήταν κλειστές λόγω τής νύχτας, προσφώνησε τους φρουρούς στην ταυρική διάλεκτο, οι στρατιώτες άνοιξαν πρόθυμα – αφού ήταν η θυγατέρα τού βασιλιά – και οι Αργοναύτες έπεσαν, όπως λέγεται, επάνω τους με τα ξίφη στα χέρια, φόνευσαν πολλούς βαρβάρους και τους άλλους, που έμειναν κατάπληκτοι από το παράδοξο συμβάν, τους έδιωξαν από το τέμενος, μετά πήραν το δέρας κ’ έτρεξαν γρήγορα προς το πλοίο.

Κοντά σ’ αυτούς, μέσα στο τέμενος, η Μήδεια σκότωσε με φάρμακα τον μυθολογούμενο άυπνο δράκοντα, που βρισκόταν περιτυλιγμένος στο δέρας, και κατέβηκε στην θάλασσα μαζί με τον Ιάσονα. Οι Ταύροι, όμως, που διέφυγαν, ανήγγειλαν στον βασιλιά την επίθεση που έγινε, οπότε λένε ότι ο Αιήτης – μαζί με τους στρατιώτες του – εκδίωξε τους Έλληνες και τους πρόφτασε κοντά στην θάλασσα. Έκανε έφοδο, συνήψε μάχη, σκότωσε έναν Αργοναύτη, τον Ίφιτο, αδελφό τού Ευρυσθέα που πρόσταξε τον Ηρακλή να κάνει τους άθλους, κ’ έπειτα – όταν με το πλήθος των συναγωνιστών του περικύκλωσε τους άλλους και τους πίεζε όλο και

Page 39: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

βιαιότερα – φονεύτηκε από τον Μενέλαο. Μόλις, όμως, έπεσε ο βασιλιάς και εμψυχώθηκαν οι Έλληνες, οι Κόλχοι τράπηκαν σε φυγή και οι περισσότεροι σκοτώθηκαν στην καταδίωξη, συνέβη όμως να τραυματιστούν και από τους αρίστους ο Ιάσων και ο Λαέρτης, επίσης η Αταλάντη και οι ονομαζόμενοι Θεσπιάδες. Αυτοί, λοιπόν, λέγεται ότι θεραπεύτηκαν μέσα σε λίγες μέρες από την Μήδεια, με κάποιες ρίζες και βότανα, ενώ οι Αργοναύτες – αφού συγκέντρωσαν προμήθειες – απέπλευσαν και έπεσαν σε εντελώς επικίνδυνη θύελλα, ευρισκόμενοι ήδη στην μέση τού Ποντικού πελάγους. Ο Ορφεύς, όπως ακριβώς και πρωτύτερα, έκανε προσευχές στους Θεούς τής Σαμοθράκης, κόπασαν οι άνεμοι και κοντά στο πλοίο φάνηκε ο λεγόμενος θαλάσσιος Γλαύκος, που επί δύο νύχτες και δύο ημέρες συνεχώς συνέπλεε με το πλοίο και προείπε στον Ηρακλή τα σχετικά με τους άθλους και την αθανασία, και στους Τυνδαρίδες ότι θα ονομαστούν Διόσκουροι και θα λάβουν ισόθεες τιμές απ’ όλους τους ανθρώπους. Γενικά, προσφώνησε όλους τους Αργοναύτες με τα ονόματά τους και είπε ότι εμφανίστηκε σ’ αυτούς εξαιτίας των προσευχών τού Ορφέα και σύμφωνα με την θεία πρόνοια, γιά να τους σημάνει όσα μέλλονται να γίνουν. Επίσης τούς συμβούλεψε – όταν αγγίξουν την στεριά – να προσευχηθούν στους Θεούς, χάρη στους οποίους είχαν ήδη σωθεί δύο φορές.

Κεφάλαιο 49

Έπειτα ο Γλαύκος καταδύθηκε πάλι στο πέλαγος, ενώ οι Αργοναύτες έφτασαν στο στόμιο τού Πόντου και έπλευσαν προς την στεριά, την εποχή που βασιλιάς τής χώρας ήταν ο Βύζαντας, από τον οποίο πήρε το όνομά της και η πόλη των Βυζαντίων. Εκεί ίδρυσαν βωμούς, προσευχήθηκαν στους Θεούς και καθαγίασαν τον τόπο που μέχρι και σήμερα τιμάται από τους παραπλέοντες. Μετά απ’ αυτά, άνοιξαν τα ιστία, διέπλευσαν την Προποντίδα και τον Ελλήσποντο, και έφτασαν στην Τρωάδα. Εκεί, αφού ο Ηρακλής έστειλε στην πόλη τον αδελφό του, Ίφικλο, και τον Τελαμώνα γιά ν’ απαιτήσουν τις φοράδες και την Ησιόνη, λέγεται ότι ο Λαομέδων έβαλε τους πρεσβευτές στην φυλακή, ενώ σχεδίαζε να θανατώσει με ενέδρα τους άλλους Αργοναύτες, και ότι είχε στην πράξη συνεργούς τους άλλους γιούς του, ενώ ο Πρίαμος ήταν ο μόνος που εναντιωνόταν, διότι αυτός είχε πει ότι έπρεπε να τηρήσουν τα δικαιώματα των ξένων και να τους δώσουν την αδελφή τους και τις φοράδες. Κανείς, όμως, δεν τον πρόσεχε. Λένε, λοιπόν, ότι εισήγαγε κρυφά δύο ξίφη στην φυλακή και τα έδωσε στους ανθρώπους τού Τελαμώνα, εξηγώντας την πρόθεση τού πατέρα του. Έτσι έγινε αιτία σωτηρίας γι’ αυτούς. Ευθύς οι άνθρωποι τού Τελαμώνα φόνευσαν όσους φύλακες αντιστάθηκαν, κατέφυγαν προς την θάλασσα και ανήγγειλαν τα καθέκαστα στους Αργοναύτες. Γι’ αυτό εκείνοι προετοιμάστηκαν γιά μάχη και αντιμετώπισαν όσους από την πόλη ξεχύθηκαν μαζί με τον βασιλιά. Έγινε μάχη ισχυρή, άλλα επικράτησαν οι άριστοι λόγω των αρετών τους.

Μυθολογείται ότι ο Ηρακλής αγωνίστηκε καλύτερα απ’ όλους, αφού και τον Λαομέδοντα φόνευσε και την πόλη με έφοδο κυρίευσε και όσους συμμετείχαν στο σχέδιο τού βασιλιά τιμώρησε, ενώ στον Πρίαμο – γιά την δικαιοσύνη του – παρέδωσε την βασιλεία και συνήψε φιλία μαζί του. Έπειτα απέπλευσε με τους Αργοναύτες. Μερικοί αρχαίοι ποιητές παραδίδουν ότι ο Ηρακλής δεν εκστράτευσε με τους Αργοναύτες, αλλά μόνος του, με έξι πλοία, γιά να κατακτήσει την Τροία εξαιτίας των ίππων. Αυτά μαρτυρεί και ο Όμηρος στους ακόλουθους στίχους: «αλλά τι άνθρωπος, λένε, ήταν ο αντρειωμένος Ηρακλής, ο πατέρας μου, ο ατρόμητος και λεοντόκαρδος, που κάποτε ήρθε εδώ γιά τους ίππους τού Λαομέδοντα, και μ’ έξι μόνον πλοία και λίγους άνδρες κατέστρεψε την πόλη τού Ιλίου κ’ ερήμωσε τις οδούς της». Λένε γιά

Page 40: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

τους Αργοναύτες ότι έφυγαν από την Τρωάδα και έφτασαν στην Σαμοθράκη, προσευχήθηκαν πάλι στους μεγάλους Θεούς και αφιέρωσαν στο τέμενος τις φιάλες που ακόμη και σήμερα παραμένουν εκεί.

Κεφάλαιο 50

Επειδή η επιστροφή των αρίστων δεν ήταν γνωστή στην Θεσσαλία, λένε ότι είχε κυκλοφορήσει η φήμη ότι όλοι όσοι εκστράτευσαν στα μέρη τού Πόντου μαζί με τον Ιάσονα είχαν χαθεί. Γι’ αυτό ο Πελίας, θεωρώντας ότι είχε την ευκαιρία να εξαφανίσει άρδην όλους τους διεκδικητές τού βασιλικού θρόνου, ανάγκασε τον πατέρα τού Ιάσονα να πιεί αίμα* ταύρου, ενώ σκότωσε τον αδελφό του, τον Πρόμαχο, που ήταν παιδί ακόμη στην ηλικία. Η Αμφινόμη, όμως, η μητέρα του, όταν έμελλε να σκοτωθεί, λένε ότι επιτέλεσε μία πράξη ανδροπρεπή και αξιομνημόνευτη, διότι κατέφυγε στην εστία τού βασιλιά, τον καταράστηκε να πάθει όσα του άξιζαν γιά την ασέβειά του, χτυπήθηκε με ξίφος στο στήθος και ηρωικά τελείωσε τον βίο της, ενώ ο Πελίας – που με αυτόν τον τρόπο εξαφάνισε άρδην όλους τους συγγενείς τού Ιάσονα – σύντομα έλαβε την κατάλληλη τιμωρία γιά την ασέβειά του, αφού ο Ιάσων νύχτα κατέπλευσε στην Θεσσαλία, σ’ έναν όρμο που δεν βρισκόταν μακριά από την Ιωλκό, αλλά δεν φαινόταν από την πόλη, και από κάποιον χωρικό έμαθε όσα ατυχή συνέβησαν στους συγγενείς του. Όλοι οι άριστοι ήταν έτοιμοι να βοηθήσουν τον Ιάσονα και ν’ αντιμετωπίσουν κάθε κίνδυνο, αλλά διαφωνούσαν ως προς τον τρόπο τής επίθεσης: άλλοι συμβούλευαν την άμεση εισβολή στην πόλη και την αιφνιδιαστική επίθεση εναντίον τού βασιλιά, και άλλοι έλεγαν ότι έπρεπε να συγκεντρώσουν στρατιώτες – ο καθένας από την πατρίδα του – και να κηρύξουν πόλεμο από κοινού, επειδή ήταν αδύνατο γιά πενήντα τρεις άνδρες ν’ αντιμετωπίσουν έναν βασιλιά που κατείχε δύναμη και πόλεις αξιόλογες. Έχοντας περιπέσει σε τέτοια απορία, λέγεται ότι η Μήδεια υποσχέθηκε ότι μόνη της θα σκοτώσει με δόλο τον Πελία και χωρίς κίνδυνο θα παραδώσει τα ανάκτορα στους αρίστους. Τότε όλοι θαύμασαν τα λόγια της και ζήτησαν να μάθουν τον τρόπο εκτέλεσης τού σχεδίου. Εκείνη είπε ότι κατείχε πολλές και παράδοξες φαρμακευτικές δυνάμεις, που είχαν εφεύρει η μητέρα της, Εκάτη, και η αδελφή της, Κίρκη, και που ποτέ πρωτύτερα δεν είχαν χρησιμοποιηθεί προς απώλεια ανθρώπων, αλλά με αυτές τώρα θα εκδικούνταν εύκολα όσους άξιζαν μία τιμωρία. Αφού προείπε στους αρίστους τις λεπτομέρειες τής επίθεσης, υποσχέθηκε να τους δώσει σήμα από τα ανάκτορα: κατά την ημέρα με καπνό, και κατά την νύχτα με φωτιά, προς την κατεύθυνση τής σκοπιάς που βρισκόταν επάνω από την θάλασσα.

Κεφάλαιο 51

Αφού κατασκεύασε ένα κοίλο είδωλο τής Αρτέμιδας, έκρυψε μέσα του κάθε είδους φάρμακα, έβαψε τα μαλλιά της με κάποια ισχυρά επιχρίσματα, ώστε να γίνουν λευκά, και γέμισε με ρυτίδες το πρόσωπο και το σώμα της, ώστε – όσοι την βλέπουν – να την θεωρούν παντελώς γερόντισσα. Στο τέλος πήρε στα χέρια της την Θεά, μετασκευασμένη κατά τρόπο τρομερό, ώστε να προκαλεί φόβο στον όχλο, και εισήλθε στην πόλη με το ξημέρωμα. Υποκρινόμενη την ένθεη και καθώς το πλήθος έτρεχε μαζί της στις οδούς, εκείνη παράγγελνε σε όλους να δεχτούν ευσεβώς την Θεά, η οποία είχε έρθει από τους Υπερβορείους γιά να φέρει ευδαιμονία σε όλη την πόλη και στον βασιλιά. Ενώ όλοι προσκυνούσαν και με θυσίες τιμούσαν την Θεά, και το σύνολο τής πόλης βρισκόταν σε κατάσταση θεοληψίας, η Μήδεια εισέβαλε στ’ ανάκτορα, ενέβαλε στον Πελία δεισιδαίμονα διάθεση και οδήγησε τις κόρες του – με

Page 41: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

τα γητευτικά τεχνάσματά της – σε τέτοια κατάπληξη, ώστε να πιστέψουν ότι εμφανίστηκε η Θεά γιά να κάνει ευδαίμονα τον οίκο τού βασιλιά, αφού δήλωνε ότι η Άρτεμις, μεταφερόμενη επάνω σε δράκοντες, πέταξε στον αέρα, επάνω από πολλά μέρη τής οικουμένης, και επέλεξε τον πιό ευσεβή των βασιλιάδων γιά να εκατασταθεί και να δέχεται αιώνιες τιμές, και ότι η Θεά την πρόσταξε ν’ αφαιρέσει το γήρας τού Πελία μέσω κάποιων δυνάμεων και παντελώς νέο να κάνει το σώμα του και άλλα πολλά να του δωρίσει ώστε να είναι μακάριος και θεοφιλής ο βίος του. Ο βασιλιάς έμεινε έκπληκτος από τα παράξενα λόγια και πρόσταξε την Μήδεια να του τα αποδείξει αμέσως επάνω στο δικό της σώμα. Εκείνη είπε σε μία θυγατέρα τού Πελία να της φέρει καθαρό νερό. Λένε ότι, μόλις η παρθένος εκτέλεσε την εντολή, η Μήδεια κλείστηκε σ’ ένα δωματιάκι, έπλυνε ολόκληρο το σώμα της και καθάρισε την επίδραση των φαρμάκων. Αφού αποκαταστάθηκε στην προϋπάρχουσα κατάσταση, εμφανίστηκε στον βασιλιά και κατέπληξε όσους την είδαν, ώστε πίστεψαν ότι με την πρόνοια κάποιου Θεού το γήρας μετατράπηκε σε παρθενική νεότητα και περίβλεπτο κάλλος. Επιπλέον, με κάποια φάρμακα, έφτιαξε φαντάσματα δρακόντων, επάνω στους οποίους – όπως έλεγε – κατέφτασε η Θεά, μέσω τού αέρα, από τους Υπερβορείους, γιά να φιλοξενηθεί από τον Πελία. Επειδή αυτές οι ενέργειες φάνηκαν ανώτερες τής ανθρώπινης φύσης και ο βασιλιάς έκρινε την Μήδεια άξια μεγάλης αποδοχής και γενικά πίστεψε ότι έλεγε την αλήθεια, λένε ότι – όταν τον πέτυχε μόνο του – παρακάλεσε τον Πελία να διατάξει τις θυγατέρες του να συνεργαστούν μαζί της και να πράξουν όσα ακριβώς τις προστάξει, διότι δεν ταίριαζε στο σώμα τού βασιλιά να υπηρετηθεί και να δεχτεί την ευεργεσία των Θεών από δουλικά χέρια, αλλά από τα χέρια των παιδιών του. Έτσι, λοιπόν, όταν ο Πελίας κατηγορηματικά είπε στις θυγατέρες του να πράξουν όλα όσα τις προστάξει η Μήδεια σχετικά με το σώμα τού πατέρα τους, οι παρθένες ετοιμάστηκαν να εκτελέσουν τις προσταγές.

Κεφάλαιο 52

Όταν νύχτωσε και ο Πελίας κοιμήθηκε, η Μήδεια είπε ότι ήταν αναγκαίο να βράσουν το σώμα τού Πελία σ’ έναν λέβητα, επειδή όμως οι παρθένες δέχτηκαν τα λόγια της με εχθρότητα, εκείνη επινόησε ακόμη ένα τέχνασμα γιά να γίνουν πιστευτά τα λεγόμενά της: στην οικία τρεφόταν ένας πολυετής κριός, και η Μήδεια υποσχέθηκε στις κόρες πρώτα να τον βράσει κ’ έπειτα να τον ξανακάνει αρνί. Αυτές συγκατατέθηκαν. Μυθολογούν, λοιπόν, ότι η Μήδεια διαμέλισε το σώμα τού κριού, το έβρασε και – προκαλώντας παράκρουση με κάποια φάρμακα – έβγαλε από τον λέβητα το είδωλο ενός αρνιού. Σ’ αυτό το σημείο οι κόρες εξεπλάγησαν και, θεωρώντας ότι είχαν λάβει αποδείξης γιά την υπόσχεση, εκτέλεσαν τις προσταγές της: όλες οι άλλες, λοιπόν, χτυπούσαν τον πατέρας τους μέχρι να τον σκοτώσουν, ενώ μόνη η Άλκηστις κρατήθηκε μακριά από τον γεννήτορα, εξαιτίας τής υπερβολικής ευσέβειάς της. Λένε ότι μετά απ’ αυτά, η Μήδεια απέφυγε να κατακόψει ή να βράσει το σώμα, προσποιούμενη ότι πρώτα έπρεπε να προσευχηθεί στην σελήνη, οπότε ανέβασε με λαμπάδες τις παρθένες στην υψηλότερη στέγη των ανακτόρων, ενώ αυτή επί πολύ χρόνο επαναλάμβανε στην διάλεκτο τής Κολχίδας μία μακρά προσευχή, δίνοντας τον απαραίτητο χρόνο σ’ εκείνους που θα έκαναν την επίθεση. Γι’ αυτό και οι Αργοναύτες, αντιλαμβανόμενοι την φωτιά που φαινόταν στην σκοπιά, θεώρησαν ότι συντελέστηκε ο φόνος τού βασιλιά και όρμησαν τρέχοντας προς την πόλη, εισέβαλαν μέσα στα τείχη με τα ξίφη στα χέρια, έφτασαν στ’ ανάκτορα και σκότωσαν τους φύλακες που αντιστάθηκαν, ενώ οι θυγατέρες τού Πελία – που μόλις είχαν κατεβεί από την στέγη γιά το βράσιμο – είδαν απρόσμενα τον Ιάσονα και τους αρίστους στα ανάκτορα και πόνεσαν πολύ από την συμφορά που τις βρήκε. Ούτε την

Page 42: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Μήδεια είχαν την δύναμη να εκδικηθούν ούτε να διορθώσουν την μυσαρή πράξη στην οποία παρασύρθηκαν με απάτη. Γι’ αυτό λέγεται ότι όρμησαν να τερματίσουν την ζωή τους, αλλά ο Ιάσονας λυπήθηκε γιά τα πάθη τους, τις συγκράτησε και τις παρότρυνε να δείξουν θάρρος, αφού δεν αμάρτησαν από κακία, αλλά ακούσια εξαπατήθηκαν και ατύχησαν.

Κεφάλαιο 53

Ο Ιάσων υποσχέθηκε ότι θα φερθεί με επιείκεια και μεγαλοψυχία σε όλους τους συγγενείς, και συγκάλεσε τον λαό σε συνέλευση. Απολογήθηκε γιά τα πεπραγμένα, εξήγησε γιατί εκδικήθηκε εκείνους που πρώτοι τον αδίκησαν – επιβάλλοντας τιμωρία κατώτερη απ’ όσα ο ίδιος έπαθε – παρέδωσε στον Άκαστο, τον γιό τού Πελία, την πατρική βασιλεία, ενώ γιά τις θυγατέρες τού βασιλιά είχε την αξίωση να φροντίσει ο ίδιος, και τελικά λένε ότι εκπλήρωσε την υπόσχεσή του και μετά από λίγο χρόνο τις πάντρεψε όλες με τους επιφανέστερους άνδρες. Την Άλκηστη, την μεγαλύτερη, πάντρεψε με τον Άδμητο, γιό τού Φέρητα, Θεσσαλό, την Αμφινόμη με τον Ανδραίμονα, αδελφό τού Λεοντέα, την Ευάδνη με τον Κάνη, γιό τού Κεφάλου, που τότε ήταν βασιλιάς των Φωκέων. Αυτά, όμως, τα έπραξε ύστερα, ενώ τότε έπλευσε μαζί με τους αρίστους προς τον Ισθμό τής Πελοποννήσου γιά να προσφέρει θυσία στον Ποσειδώνα και ν’ αφιερώσει την Αργώ στον Θεό. Έτυχε μεγάλης υποδοχής από τον Κρέοντα, βασιλιά των Κορινθίων, έγινε πολίτης τής πόλης και κατοίκησε στην Κόρινθο γιά την υπόλοιπη ζωή του.

Όταν οι Αργοναύτες έμελλε να χωρίσουν γιά να πάνε στις πατρίδες τους, λένε ότι ο Ηρακλής συμβούλεψε τους αρίστους να δώσουν μεταξύ τους όρκους συμμαχίας – ενόψει των απροσδόκητων μετατροπών τής τύχης – μήπως και κάποιος χρειαστεί βοήθεια, και να επιλέξουν τον πιό επιφανή τόπο τής Ελλάδας γιά να οργανώνουν αγώνες και κοινή πανήγυρη, αφιερώνοντας τους αγώνες στον μέγιστο μεταξύ των Θεών, στον Ολύμπιο Δία. Αφού οι άριστοι ορκίστηκαν συμμαχία και ανέθεσαν στον Ηρακλή την διοργάνωση των αγώνων, λένε ότι εκείνος επέλεξε γιά την πανήγυρη τον τόπο κοντά στον Αλφειό, στην χώρα των Ηλείων, και γι’ αυτό η παραποτάμια περιοχή αφιερώθηκε στον μέγιστο Θεό και από εκείνον ονομάστηκε Ολυμπία. Αφού θέσπισε ιππικό και γυμνικό* αγώνα, όρισε τα έπαθλα κ’ έστειλε στις πόλεις πρεσβευτές γιά όσους επιθυμούσαν να παρακολουθήσουν τους αγώνες. Στον Ηρακλή, λοιπόν, που δοξάστηκε πολύ λόγω τής αποδοχής που είχε από τους Αργοναύτες κατά την εκστρατεία, προστέθηκε και η δόξα από την Ολυμπιακή πανήγυρη, με αποτέλεσμα να καταστεί ο επιφανέστερος μεταξύ όλων των Ελλήνων και – καθώς ήταν γνωστός στις περισσότερες πόλεις – πολλοί να επιθυμούν την φιλία του και να είναι πρόθυμοι να συμμετάσχουν σε κάθε κίνδυνό του. Σύντομα θαυμάστηκε γιά την ανδρεία και τις στρατηγικές ικανότητές του, συνέστησε ισχυρότατο στρατό και γύρισε σε όλη την οικουμένη ευεργετώντας το ανθρώπινο γένος. Γι’ αυτόν τον λόγο έλαβε ομόφωνα την αθανασία. Οι ποιητές, όμως, λόγω τής συνηθισμένης τερατολογίας τους, μυθολογούν ότι ο Ηρακλής μόνος και απογυμνωμένος από όπλα επιτέλεσε τους θρυλικούς άθλους του.

Κεφάλαιο 54

Έχουμε, λοιπόν, αναφέρει όλα όσα μυθολογούνται γι’ αυτόν τον Θεό, και τώρα πρέπει να προσθέσουμε και τα υπόλοιπα τα σχετικά με τον Ιάσονα. Λένε ότι αυτός εγκαταστάθηκε στην Κόρινθο, συμβίωσε γιά δέκα χρόνια με την Μήδεια και μαζί της

Page 43: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

απέκτησε παιδιά: οι δύο μεγαλύτεροι ήταν δίδυμοι, ο Θετταλός και ο Αλκιμένης, ενώ ο τρίτος, πολύ νεώτερος των πρώτων, ήταν ο Τίσανδρος. Εξιστορούν ότι γιά όλο εκείνο το χρονικό διάστημα η Μήδεια αξιώθηκε τής αποδοχής τού άνδρα της όχι μόνον επειδή διέφερε στο κάλλος, αλλά κ’ επειδή την κοσμούσαν η σωφροσύνη και άλλες αρετές, ενώ αργότερα – επειδή πάντοτε ο χρόνος αφαιρούσε την φυσική ομορφιά – λέγεται ότι ο Ιάσων ερωτεύτηκε την παρθένο Γλαύκη, την θυγατέρα τού Κρέοντα, και ζήτησε να την νυμφευτεί. Όταν ο πατέρας της συγκατατέθηκε και όρισε την ημέρα των γάμων, λένε ότι ο Ιάσων πρώτα προσπάθησε να πείσει την Μήδεια ν’ αποχωρήσει εκούσια από την συμβίωσή τους, διότι ο ίδιος επιθυμούσε να συνάψει γάμο όχι επειδή αποδοκίμαζε την σχέση που είχαν, αλλά επειδή έσπευδε να κάνει τα παιδιά του συγγενείς τού βασιλικού οίκου. Η γυναίκα αγανάκτησε κ’ επικαλέστηκε την μαρτυρία των Θεών, που εποπτεύουν τους όρκους, αλλά ο Ιάσων – όπως λένε – καταφρόνησε τους όρκους και νυμφεύτηκε την θυγατέρα τού βασιλιά. Η Μήδεια, όμως, που εκδιωκόταν από την πόλη και είχε λάβει από τον Κρέοντα μίας ημέρας διορία γιά να ετοιμαστεί και να φύγει, εισήλθε νύχτα στα ανάκτορα, έχοντας αλλοιώσει με φάρμακα την όψη της, κ’ έβαλε φωτιά στην οικία προσθέτοντας και μία ρίζα – ανακάλυψη τής αδελφής της, τής Κίρκης – που είχε την δύναμη να μην σβήνει εύκολα αφού αναφτεί. Έξαφνα τα ανάκτορα τυλίχτηκαν στις φλόγες. Ο Ιάσων γρήγορα πήδηξε έξω, ενώ η Γλαύκη και ο Κρέων πυρπολήθηκαν και πέθαναν. Μερικοί συγγραφείς λένε ότι οι γιοί τής Μήδειας έφεραν στην νύφη δηλητηριασμένα δώρα, τα οποία η Γλαύκη δέχτηκε, τα φόρεσε στο σώμα της κ’ έπεσε σε συμφορά, ενώ ο πατέρας της – που την βοήθησε και άγγιξε το σώμα της – πέθανε. Αν και πέτυχε στην πρώτη επιχείρησή της, η Μήδεια δεν παραιτήθηκε από την τιμωρία τού Ιάσονα, διότι έφτασε σε τέτοιον βαθμό οργής και ζηλοτυπίας, ακόμη και ωμότητας, ώστε – αφού ο Ιάσων διέφυγε τον κίνδυνο που απείλησε τον ίδιο και την νύφη – αποφάσισε να τον ρίξει στις μεγαλύτερες συμφορές, σφάζοντας τα παιδιά τους. Εκτός από έναν, ο οποίος διέφυγε, απέσφαξε τους άλλους γιούς τους και έθαψε τα σώματά τους στο τέμενος τής Ήρας, ενώ μαζί με τις πιό πιστές θεραπαινίδες της έφυγε από την Κόρινθο μέσα στην νύχτα και βρέθηκε στις Θήβες, στον Ηρακλή, επειδή αυτός ήταν ο μεσολαβητής των συμφωνιών, που είχαν γίνει στους Κόλχους, και είχε υποσχεθεί να την βοηθήσει σε περίπτωση παρασπονδίας.

Κεφάλαιο 55

Στο μεταξύ, όλοι θεώρησαν ότι ο Ιάσων – που στερήθηκε τα παιδιά και την γυναίκα του – δίκαια τιμωρήθηκε, και γι’ αυτό, επειδή δεν μπορούσε να υποφέρει το μέγεθος τής συμφοράς, τερμάτισε την ζωή του. Οι Κορίνθιοι έμειναν κατάπληκτοι από την σφοδρότητα τής περιπέτειας και είχαν περιέλθει σε μεγάλη απορία σχετικά με την ταφή των παιδιών, οπότε απέστειλαν ανθρώπους στην Πυθία γιά να επερωτήσουν τον Θεό τι έπρεπε να κάνουν με τα σώματα των παιδιών. Η Πυθία πρόσταξε να τα θάψουν μέσα στο τέμενος τής Ήρας και να τους αποδώσουν τιμές αντάξιες ηρώων. Λένε ότι, αφού οι Κορίνθιοι εκπλήρωσαν τις προσταγές, ο Θετταλός – που είχε διαφύγει τον μητρικό φόνο και είχε ανατραφεί στην Κόρινθο – μετά απ’ αυτά επανήλθε στην Ιωλκό, που ήταν η πατρίδα τού Ιάσονα, και εκεί δικαιωματικά παρέλαβε την βασιλεία, αφού ο Άκαστος, ο γιός τού Πελία, είχε πεθάνει πρόσφατα, ενώ οι υπήκοοί του ονομάστηκαν Θετταλοί από το δικό του όνομα. Δεν αγνοώ, όμως, ότι αυτή δεν είναι η μοναδική ιστορία σχετικά με την ονομασία των Θετταλών, αλλά ότι συμβαίνει να παραδίδονται και άλλες, διαφορετικές ιστορίες, γιά τις οποίες θα κάνουμε μνεία στις αντίστοιχες εποχές. Η Μήδεια, εξάλλου, φτάνοντας στις Θήβες, λένε ότι βρήκε τον Ηρακλή να πάσχει από μανία και να έχει σκοτώσει τους γιούς του,

Page 44: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

αλλά τον θεράπευσε με φάρμακα. Ο Ευρυσθέας, όμως, τον πίεζε με τις προσταγές του και η Μήδεια περιήλθε τότε σε απόγνωση ως προς την βοήθεια που ο Ηρακλής θα της έδινε, οπότε κατέφυγε στην Αθήνα, στον Αιγέα, γιό τού Πανδίονα. Άλλοι λένε ότι εκεί παντρεύτηκε τον Αιγέα και γέννησε τον Μήδο, τον μετέπειτα βασιλιά τής Μηδίας, ενώ μερικοί ιστορούν ότι – όταν παρακάλεσε να κριθεί από τον Ιππότη, τον γιό τού Κρέοντα – απαλλάχτηκε από τα εγκλήματά της. Μετά απ’ αυτά, όταν ο Θησεύς επανήλθε από την Τροιζήνα στην Αθήνα, η Μήδεια κατηγορήθηκε ως δηλητηριάστρια και εξορίστηκε από την πόλη. Ο Αιγεύς τής έδωσε συνοδεία γιά να πάει σε όποια χώρα επιθυμούσε, κ’ εκείνη μεταφέρθηκε στην Φοινίκη και από εκεί ανέβηκε στους άνω τόπους τής Ασίας και παντρεύτηκε κάποιον επιφανή βασιλιά, με τον οποίον γέννησε τον γιό της, τον Μήδο, ο οποίος – μετά τον θάνατο τού πατέρα του – τον διαδέχτηκε στην βασιλεία, θαυμάστηκε γιά την ανδρεία του και ονόμασε Μήδους τους υπηκόους του, από το όνομά του.

Κεφάλαιο 56

Γενικά, όμως, εξαιτίας τής τερατολογίας των τραγικών ποιητών, υπάρχουν ποικίλες και διάφορες εκδοχές γιά την ιστορία τής Μήδειας. Μερικοί, λοιπόν, επιθυμώντας να ευχαριστήσουν τους Αθηναίους, λένε ότι η Μήδεια παρέλαβε τον Μήδο, τον οποίο γέννησε από τον Αιγέα, και πήγε σώα στην Κολχίδα. Εκείνον τον καιρό ο Αιήτης – που βίαια είχε εκπέσει από την εξουσία εξαιτίας τού αδελφού του, τού Πέρση – ανέκτησε την αρχή όταν ο Μήδος, ο γιός τής Μήδειας, σκότωσε τον Πέρση. Μετά απ’ αυτά, ο Μήδος απέκτησε δυνατή εξουσία και εισέβαλε σε μεγάλο μέρος τής Ασίας, πάνω από τον Πόντο, κυριεύοντας την περιοχή που από τον ίδιο ονομάστηκε Μηδία. Δεν κρίνουμε, όμως, αναγκαίο – και θα πήγαινε σε μάκρος – να καταγράψουμε όλες τις διακηρύξεις όσων μυθολόγησαν γιά την Μήδεια, αλλά θα προσθέσουμε όσα υπολείπονται από την ιστορία των Αργοναυτών. Δεν είναι, λοιπόν, λίγοι οι αρχαίοι και οι μεταγενέστεροι συγγραφείς, μεταξύ αυτών και ο Τίμαιος, που λένε ότι οι Αργοναύτες, μετά την αρπαγή τού δέρατος, όταν έμαθαν ότι ο Αιήτης προκατέλαβε με πλοία το στόμιο τού Πόντου, εκτέλεσαν μία παράδοξη και άξια μνήμης πράξη: ανέπλευσαν τον ποταμό Τάναη μέχρι τις πηγές του, σε κάποιο σημείο έσυραν το πλοίο μέχρι ένα άλλο ποτάμι – το οποίο έρρεε προς τον ωκεανό – και πάλι κατέπλευσαν προς την θάλασσα, μεταφερόμενοι από τις Άρκτους* προς την Δύση, έχοντας την στεριά στ’ αριστερά τους και, αφού έφτασαν κοντά στα Γάδειρα, εισέπλευσαν στην δική μας θάλασσα*. Φέρνουν και αποδείξεις γι’ αυτά: δείχνουν τους Κέλτες που κατοικούν κοντά στον ωκεανό, οι οποίοι – μεταξύ των Θεών – τιμούν ιδιαιτέρως τους Διόσκουρους, επειδή από τα παλιά χρόνια αποτελεί παράδοσή τους ότι αυτοί οι Θεοί παρουσιάστηκαν από τον ωκεανό, ενώ η πλησίον τού ωκεανού χώρα έχει αρκετά ονόματα που προέρχονται από τους Αργοναύτες και τους Διόσκουρους, όπως και η προς την μεριά των Γαδείρων ήπειρος έχει εμφανή σημάδια τής επιστροφής τους διότι, καθώς αυτοί περιέπλεαν την Τυρρηνία, έφτασαν σ’ ένα νησί που ονομαζόταν Αιθάλεια και αποκάλεσαν τον λιμένα της – που είναι ο ωραιότερος σ’ εκείνες τις περιοχές – Αργώο, από το πλοίο τους, και μέχρι την εποχή μας ίδιο παραμένει το όνομά του. Με τον τρόπο που αναφέραμε πριν, ονόμασαν Τελαμώνα τον λιμένα τής Τυρρηνίας που απέχει οχτακόσια στάδια από την Ρώμη, και Αιήτη εκείνον τής Φορμίας, στην Ιταλία, ο οποίος σήμερα ονομάζεται Καιήτης. Επίσης, όταν οι άνεμοι τους έρριξαν στις Σύρτεις και έμαθαν από τον Τρίτωνα, τον τότε βασιλιά τής Λιβύης, την ιδιαιτερότητα τής θάλασσας και απέφυγαν τον κίνδυνο, τού δώρισαν χάλκινο τρίποδα, χαραγμένο με αρχαία γράμματα, ο οποίος σωζόταν μέχρι τα νεώτερα χρόνια στους Ευεσπερίτες. Δεν πρέπει, επίσης, ν’ αφήσουμε χωρίς

Page 45: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

κριτική την ιστορία όσων δηλώνουν ότι οι Αργοναύτες ανέπλευσαν τον Ίστρο μέχρι τις πηγές του και κατέβηκαν στον Αδριατικό κόλπο ακολουθώντας έναν ποταμό που έρρεε αντίθετα, γιατί ο χρόνος διέψευσε όσους υπέθεταν ότι ο Ίστρος, ο οποίος εκβάλλει μέσω πολλών στομίων στον Πόντο, και ο Ίστρος, ο οποίος εκβάλλει στην Αδριατική, ρέουν από τις ίδιες περιοχές. Όταν οι Ρωμαίοι καταπολέμησαν το έθνος των Ιστρίων, ο δεύτερος ποταμός βρέθηκε να έχει τις πηγές του σε απόσταση σαράντα σταδίων από την θάλασσα. Λένε ότι η αιτία αυτής τής πλάνης των συγγραφέων είναι η ομωνυμία των ποταμών.

Κεφάλαιο 57

Εμείς, αφού επαρκώς ασχοληθήκαμε με την ιστορία των Αργοναυτών και τις πράξεις τού Ηρακλή, θα ήταν καλό – σύμφωνα με την υπόσχεσή μας – να καταγράψουμε τις πράξεις των γιών του. Μετά, λοιπόν, την αποθέωση τού Ηρακλή, τα παιδιά του κατοικούσαν στην Τραχίνα, κοντά στον βασιλιά Κήυκα. Έπειτα, όταν ο Ύλλος και μερικοί άλλοι ανδρώθηκαν, ο Ευρυσθεύς φοβήθηκε μήπως – αφού όλοι ενηλικιωθούν – εκπέσει από την βασιλική εξουσία των Μυκηνών, οπότε αποφάσισε να εξορίσει τους Ηρακλείδες απ’ όλη την Ελλάδα. Γι’ αυτό προειδοποίησε τον βασιλιά Κήυκα να εκδιώξει τους Ηρακλείδες και τα παιδιά τού Λικύμνιου, καθώς και τον Ιόλαο και την ομάδα των Αρκάδων που είχαν εκστρατεύσει μαζί με τον Ηρακλή, γιατί – εάν δεν τα έκανε αυτά – θα του κήρυττε τον πόλεμο. Οι Ηρακλείδες, όμως, και οι δικοί τους άνθρωποι, θεωρώντας ότι δεν ήταν αξιόμαχοι ώστε να πολεμήσουν τον Ευρυσθέα, αποφάσισαν να φύγουν οικειοθελώς από την Τραχίνα. Περνώντας, λοιπόν, από τις αξιολογότερες πόλεις, παρακαλούσαν τους κατοίκους να τους δεχτούν κοντά τους. Ενώ καμμία πόλη δεν τολμούσε να τους υποδεχτεί, μόνον οι Αθηναίοι, εξαιτίας τής έμφυτης δικαιοσύνης τους, δέχτηκαν τους Ηρακλείδες και τους εγκατέστησαν – μαζί με τους συνεξόριστούς τους – στην Τρικόρυθο, μία από τις πόλεις τής ονομαζόμενης Τετραπόλεως. Μετά από μερικά χρόνια, όταν όλα τα παιδιά τού Ηρακλή ανδρώθηκαν και οι νεαροί απέκτησαν υψηλό φρόνημα εξαιτίας τής δόξας τού Ηρακλή, ο Ευρυσθεύς έβλεπε με υποψία την ανάπτυξή τους και εκστράτευσε εναντίον τους με πολλές δυνάμεις, αλλά οι Ηρακλείδες – βοηθούμενοι από τους Αθηναίους κ’ έχοντας τοποθετήσει επικεφαλής αυτών τον ανεψιό τού Ηρακλή, τον Ιόλαο, παραδίδοντας την στρατηγία σ’ αυτόν, στον Θησέα και στον Ύλλο – νίκησαν τον Ευρυσθέα σε μάχη εκ παρατάξεως. Σε τούτη την μάχη σφαγιάστηκαν πολλοί από τους άνδρες τού Ευρυσθέα, ενώ ο Ευρυσθεύς, τού οποίου το άρμα συνετρίβη κατά την φυγή, σκοτώθηκε από τον Ύλλο τού Ηρακλή. Ομοίως και οι γιοί τού Ευρυσθέα: όλοι σκοτώθηκαν στην μάχη.

Κεφάλαιο 58

Μετά απ’ αυτά, καθώς οι Ηρακλείδες είχαν νικήσει τον Ευρυσθέα σε περιβόητη μάχη και – λόγω τής επιτυχίας τους – είχαν αποκτήσει πλήθος συμμάχων, εκστράτευσαν εναντίον τής Πελοποννήσου με στρατηγό τους τον Ύλλο. Ο Ατρεύς, όμως, που – μετά τον θάνατο τού Ευρυσθέα – είχε καταλάβει την βασιλική εξουσία των Μυκηνών, προσέλαβε ως συμμάχους τούς Τεγεάτες και μερικούς άλλους και κινήθηκε προς τους Ηρακλείδες. Αφού τα στρατεύματα συναθροίστηκαν στον Ισθμό, ο Ύλλος τού Ηρακλή προκάλεσε σε μονομαχία όποιον αντίπαλο επιθυμούσε να τον αντιμετωπίσει, θέτοντας τους ακόλουθους όρους: εάν ο Ύλλος νικήσει τον αντίπαλο, οι Ηρακλείδες θα παραλάβουν την βασιλική εξουσία τού Ευρυσθέα, ενώ εάν ο Ύλλος νικηθεί, οι Ηρακλείδες δεν θα κατεβούν στην Πελοπόννησο μέσα στα επόμενα

Page 46: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

πενήντα έτη. Ο βασιλιάς Έχεμος των Τεγεατών ανταποκρίθηκε στην πρόκληση, η μονομαχία έγινε, ο Ύλλος σκοτώθηκε και οι Ηρακλείδες – ακολουθώντας την συμφωνία – παραιτήθηκαν από την κάθοδο κ’ επέστρεψαν στην Τρικόρυθο. Μετά από μερικά χρόνια, ο Λικύμνιος και τα παιδιά του και ο Τληπόλεμος τού Ηρακλή εγκαταστάθηκαν στο Άργος, όπου οικειοθελώς τους δέχτηκαν οι Αργείοι, ενώ όλοι οι άλλοι παρέμειναν στην Τρικόρυθο. Αφού, όμως, παρήλθε η πεντηκονταετής προθεσμία, κατέβηκαν στην Πελοπόννησο. Τις πράξεις τους θα τις καταγράψουμε όταν φτάσουμε σ’ εκείνη την εποχή. Στην Αλκμήνη, εξάλλου, που έφτασε στην Θήβα κ’ έπειτα έγινε άφαντη, έλαχαν ισόθεες τιμές εκ μέρους των Θηβαίων. Λένε, επίσης, ότι οι άλλοι Ηρακλείδες πήγαν στον Αιγίμιο τού Δώρου, απαίτησαν την χώρα που τους είχε κληροδοτήσει ο πατέρας τους και κατοίκησαν μαζί με τους Δωριείς. Ο Τληπόλεμος τού Ηρακλή, ενόσω κατοικούσε στο Άργος, λένε ότι σκότωσε τον Λικύμνιο τού Ηλεκτρύωνα, στην διάρκεια μιάς έριδας γιά κάποιο θέμα, και ότι εξορίστηκε από το Άργος – εξαιτίας τού φόνου – και μετοίκησε στην Ρόδο. Αυτό το νησί τότε το κατοικούσαν Έλληνες, οι οποίοι το είχαν αποικίσει με ηγέτη τον Τρίοπα τού Φόρβαντα. Ο Τληπόλεμος – από κοινού με τους εντόπιους – χώρισε την Ρόδο σε τρία μέρη και ίδρυσε σ’ αυτήν τρεις πόλεις: την Λίνδο, την Ιηλυσό και την Κάμειρο. Ο ίδιος βασίλεψε σε όλους τους Ρόδιους, λόγω τής δόξας τού πατέρα του, τού Ηρακλή, και κατά τους μετέπειτα χρόνους εκστράτευσε με τον Αγαμέμνονα εναντίον τής Τροίας.

Κεφάλαιο 59

Επειδή, όμως, μιλήσαμε γιά τον Ηρακλή και τους απογόνους του, θα ήταν καλό να πούμε και γιά τον Θησέα, που ζήλεψε τους άθλους τού Ηρακλή. Ο Θησεύς, λοιπόν, ήταν γιός τής Αίθρας, κόρης τού Πιτθέα, και τού Ποσειδώνα, ανατράφηκε στην Τροιζήνα, κοντά στον Πιτθέα, τον πατέρα τής μητέρας του, και – αφού ανέλαβε τα μυθολογούμενα σύμβολα* που ο Αιγεύς είχε τοποθετήσει κάτω από έναν βράχο – πήγε στην Αθήνα. Ακολουθώντας, όπως λένε, την παραθαλάσσια οδό και όντας ζηλωτής τής αρετής τού Ηρακλή, στοχαζόταν να τελέσει άθλους που θα του απέφεραν αναγνώριση και δόξα. Πρώτο, λοιπόν, σκότωσε τον ονομαζόμενο Κορυνήτη, ο οποίος χρησιμοποιούσε την καλούμενη κορύνη*, που ήταν ένα αμυντικό όπλο, και φόνευε τους διαβάτες. Δεύτερο σκότωσε τον Σίνη, ο οποίος κατοικούσε στον Ισθμό, όπου έκαμπτε δύο πεύκα, έδενε στο καθένα από έναν βραχίονα τού θύματος και ξαφνικά άφηνε τα πεύκα, οπότε τα σώματα σχίζονταν βίαια και οι άτυχοι περαστικοί εξοντώνονταν με φρικτό θάνατο. Τρίτος άθλος του ήταν να σκοτώσει τον αγριόχοιρο που ζούσε στον Κρομμυώνα, ξεχώριζε γιά την δύναμη και το μέγεθός του και σκότωνε πολλούς ανθρώπους. Τιμώρησε και τον Σκείρωνα, που κατοικούσε στην Μεγαρίδα, στις πέτρες που εξαιτίας του ονομάζονται Σκειρωνίδες. Αυτός, λοιπόν, συνήθιζε ν’ αναγκάζει τους διαβάτες να τον πλένουν επάνω σ’ έναν απόκρημνο τόπο, απ’ όπου ξαφνικά τους χτυπούσε μ’ ένα λάκτισμα και τους κυλούσε από τον κρημνό στην θάλασσα, προς το μέρος που ονομαζόταν Χελώνη. Σκότωσε, επίσης, τον Κερκύονα, κοντά στην Ελευσίνα, που πάλευε με τους περαστικούς και σκότωνε τους ηττημένους. Μετά σκότωσε και τον ονομαζόμενο Προκρούστη, που κατοικούσε στον λεγόμενο Κορυδαλλό, τής Αττικής. Αυτός ανάγκαζε τους περαστικούς οδοιπόρους να ξαπλώνονται σε μία κλίνη. Από τους μακρύτερους έκοβε τα μέρη τού σώματος που εξείχαν από την κλίνη. Στους κοντύτερους προέκρουε* τα πόδια γιά να μακρύνουν, και γι’ αυτό ονομάστηκε Προκρούστης. Έχοντας εκτελέσει τα προειρημένα κατορθώματα, ο Θησεύς έφτασε στην Αθήνα και ο Αιγεύς τον αναγνώρισε από τα σύμβολα που έφερε. Μετά απ’ αυτά, μετέφερε στην Αθήνα τον ταύρο τού Μαραθώνα

Page 47: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

– τον οποίον ο Ηρακλής, εκτελώντας έναν άθλο, είχε μεταφέρει από την Κρήτη στην Πελοπόννησο – αφού ήρθε σε συμπλοκή με το ζώο και το νίκησε. Ο Αιγεύς το παρέλαβε και το θυσίασε στον Απόλλωνα.

Κεφάλαιο 60

Απομένει να πούμε γιά τον Μινώταυρο, που σκοτώθηκε από τον Θησέα, ώστε να ολοκληρώσουμε τις πράξεις τού Θησέα, ενώ είναι αναγκαίο να κάνουμε μία χρονική αναδρομή γιά ν’ αναφερθούμε σε όσα συμπλέκονται μ’ αυτόν τον άθλο, γιά να γίνει σαφής σύμπασα η διήγηση.

Ο Τέκταμος τού Δώρου, γιού τού Έλληνα, γιού τού Δευκαλίωνα, έπλευσε προς την Κρήτη με τους Αιολείς και τους Πελασγούς, έγινε βασιλιάς τής νήσου, νυμφεύτηκε την θυγατέρα τού Κρηθέα και γέννησε τον Αστέριο. Όταν αυτός βασίλευε στην Κρήτη, λένε ότι ο Ζευς άρπαξε την Ευρώπη από την Φοινίκη, την μετέφερε στην Κρήτη επάνω σ’ έναν ταύρο, έσμιξε μαζί της και γέννησε τρεις γιούς: τον Μίνωα, τον Ραδάμανθυ και τον Σαρπηδόνα. Μετά απ’ αυτά, την Ευρώπη νυμφεύτηκε ο Αστέριος, ο βασιλιάς τής Κρήτης που – επειδή ήταν άτεκνος – υιοθέτησε τους γιούς τού Δία και τους έκανε διαδόχους τής βασιλείας του. Από αυτούς, λοιπόν, ο Ραδάμανθυς έγινε νομοθέτης των Κρητών, ενώ ο Μίνως διαδέχτηκε τον Αστέριο στην βασιλεία, νυμφεύτηκε την Ιτώνη τού Λυκτίου, γέννησε τον Λύκαστο, που τον διαδέχτηκε στην εξουσία, νυμφεύτηκε την Ίδη τού Κορύβαντα και γέννησε τον Μίνωα τον δεύτερο, τον οποίον κάποιοι αναφέρουν ως γιό τού Δία. Αυτός, λοιπόν, πρώτος μεταξύ των Ελλήνων συνέστησε αξιόλογη ναυτική δύναμη κ’ έγινε θαλασσοκράτορας, νυμφεύτηκε την Πασιφάη τού Ήλιου και τής Κρήτης, γέννησε τον Δευκαλίωνα, τον Κατρέα, τον Ανδρόγεω και την Αριάδνη, αλλά απέκτησε και άλλα παιδιά, πολλά, νόθα. Από τους γιούς τού Μίνωα, ο Ανδρόγεως πήγε στην Αθήνα, την εποχή που εορτάζονταν τα Παναθήναια και ο Αιγεύς ήταν βασιλιάς, νίκησε στους αγώνες όλους τους αθλητές κ’ έγινε φίλος των γιών τού Πάλλαντα. Τότε ο Αιγεύς είδε με καχυποψία την φιλία τού Ανδρόγεω και φοβήθηκε μήπως ο Μίνως βοηθήσει τους γιούς τού Πάλλαντα να του αφαιρέσουν την εξουσία, οπότε επιβουλεύτηκε τον Ανδρόγεω. Ενώ, λοιπόν, αυτός βάδιζε προς τις Θήβες ως πρεσβευτής, ο Αιγεύς έβαλε κάποιους εντόπιους να τον δολοφονήσουν στα περίχωρα τής Οινόης τής Αττικής.

Κεφάλαιο 61

Ο Μίνως, πληροφορούμενος την συμφορά τού γιού του, πήγε στην Αθήνα απαιτώντας δικαιοσύνη γιά τον φόνο τού Ανδρόγεω, αλλά κανείς δεν του έδωσε σημασία, οπότε ξεκίνησε πόλεμο εναντίον των Αθηναίων και – στο όνομα τού Δία – καταράστηκε την πόλη των Αθηναίων με ξηρασία και λιμό. Ταχέως, λοιπόν, έπεσε ξηρασία και καταστράφηκαν οι καρποί στην Αττική και στην υπόλοιπη Ελλάδα, ενώ οι ηγεμόνες των πόλεων συγκεντρώθηκαν και ρώτησαν τον Θεό πώς θα μπορούσαν ν’ απαλλαγούν από τα κακά. Ο Θεός τούς χρησμοδότησε να πάνε στον Αιακό, γιό τού Δία και τής Αιγίνης, θυγατέρας τού Ασωπού, και να του ζητήσουν να προσευχηθεί γι’ αυτούς. Εκείνοι πραγματοποίησαν την προσταγή, ο Αιακός έκανε τις προσευχές, η ξηρασία σταμάτησε στους άλλους Έλληνες, αλλά παρέμεινε μόνον στους Αθηναίους. Εξαιτίας αυτού τού συμβάντος, οι Αθηναίοι αναγκάστηκαν να ρωτήσουν τον Θεό σχετικά με την απαλλαγή τους από τα κακά, οπότε ο Θεός χρησμοδότησε ότι τα κακά θα σταματούσαν, εάν δικαίωναν τον Μίνωα γιά τον φόνο τού Ανδρόγεω, με όποιον τρόπο όριζε ο ίδιος ο Μίνως. Οι Αθηναίοι, λοιπόν, υπάκουσαν στον Θεό και ο Μίνως

Page 48: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

τούς πρόσταξε να του δίνουν – ως βορά γιά τον Μινώταυρο – επτά νέους και ισάριθμες νέες, κάθε εννέα έτη, γιά όσα χρόνια θα ζούσε το τέρας. Όταν οι Αθηναίοι τους παρέδωσαν, οι κάτοικοι τής Αττικής απαλλάχτηκαν από τα κακά και ο Μίνως σταμάτησε τον πόλεμο εναντίον των Αθηνών. Αφού πέρασαν εννέα έτη, ο Μίνως ξαναπήγε στην Αθήνα μαζί με μεγάλο στόλο, απαίτησε και έλαβε τις δύο επτάδες των νέων. Όταν οι νέοι επρόκειτο ν’ αποπλεύσουν – μαζί τους ήταν και ο Θησεύς – ο Αιγεύς έκανε συμφωνία με τον κυβερνήτη και τον πρόσταξε να πλεύσει με λευκά ιστία, εάν ο Θησεύς νικούσε τον Μινώταυρο, και με μελανά, εάν ο Θησεύς σκοτωνόταν. Έτσι συνήθιζαν να κάνουν και πρωτύτερα. Όταν κατέπλευσαν στην Κρήτη, η Αριάδνη, η θυγατέρα τού Μίνωα, ερωτεύτηκε τον Θησέα, που ξεχώριζε γιά την ομορφιά του, και ο Θησεύς μίλησε μαζί της και την έκανε συνεργό του. Έπειτα σκότωσε τον Μινώταυρο και – έχοντας μάθει από την Αριάδνη την έξοδο τού λαβυρίνθου – διασώθηκε. Προκειμένου να επιστρέψει στην πατρίδα του, και έχοντας κλέψει την Αριάδνη, έφυγε κρυφά, αποπλέοντας μέσα στην νύχτα, κ’ έφτασε στην νήσο που τότε ονομαζόταν Δία και τώρα ονομάζεται Νάξος. Εκείνον τον καιρό, μυθολογούν ότι ο Διόνυσος εμφανίστηκε στην νήσο και – λόγω τού κάλλους τής Αριάδνης – πήρε την παρθένο από τον Θησέα, κρατώντας την ως νόμιμη σύζυγο και αγαπώντας την ιδιαιτέρως. Μετά, λοιπόν, από τον θάνατό της, εξαιτίας τής φιλοστοργίας του την έκρινε άξια αθανάτων τιμών, και ως άστρο τοποθέτησε στον ουρανό το στέμμα* τής Αριάδνης. Λένε, επίσης, ότι οι άνθρωποι τού Θησέα δυσανασχέτησαν πολύ με την αρπαγή τής κόρης και – εξαιτίας τής λύπης τους – λησμόνησαν την παραγγελία τού Αιγέα, καταπλέοντας στην Αττική με μελανά ιστία. Ο Αιγεύς είδε το πλοίο που ερχόταν, νόμισε ότι ο γιός του είχε πεθάνει και επιτέλεσε μία πράξη ηρωική, αλλά συνάμα αιτία συμφοράς. Ανέβηκε, λοιπόν, στην ακρόπολη και – λόγω τής υπερβολικής λύπης του – έβαλε τέλος στην ζωή του κατακρημνίζοντας τον εαυτό του. Μετά τον θάνατο τού Αιγέα, ο Θησεύς τον διαδέχτηκε στην βασιλεία, κυβέρνησε σύμφωνα με τους νόμους και έπραξε πολλά γιά την ανάπτυξη τής πατρίδας του. Το επιφανέστερο έργο του ήταν η ενσωμάτωση των δήμων – που ήταν μικροί σε μέγεθος, αλλά πολλοί σε αριθμό – στην Αθήνα. Από εκείνη την εποχή, λοιπόν, οι Αθηναίοι απέκτησαν υψηλό φρόνημα, εξαιτίας τής βαρύνουσας θέσης τής πόλης τους, και ορέχτηκαν ν’ αποκτήσουν την ηγεμονία όλων των Ελλήνων. Εμείς, όμως, έχοντας μιλήσει επαρκώς γι’ αυτά, θα καταγράψουμε όσα υπολείπονται σχετικά με τον Θησέα.

Κεφάλαιο 62

Ο Δευκαλίων, ο μεγαλύτερος από τους γιούς τού Μίνωα, ήταν ο δυνάστης τής Κρήτης. Έκανε συμμαχία με τους Αθηναίους και έδωσε την αδελφή του, Φαίδρα, σύζυγο στον Θησέα. Μετά τον γάμο, ο Θησεύς έστειλε τον Ιππόλυτο – τον γιό που είχε αποκτήσει από την Αμαζόνα – στην Τροιζήνα, γιά ν’ ανατραφεί κοντά στ’ αδέλφια τής Αίθρας, ενώ από την Φαίδρα απέκτησε τον Ακάμαντα και τον Δημοφώντα. Ύστερα από λίγο, ο Ιππόλυτος επανήλθε στην Αθήνα, γιά να εορτάσει τα μυστήρια, εκεί τον ερωτεύθηκε η Φαίδρα, οπότε αυτός έφυγε γιά την Τροιζήνα και ίδρυσε ιερό τής Αφροδίτης κοντά στην ακρόπολη, απ’ όπου φαινόταν ολόκληρη η Τροιζήνα. Ύστερα, όταν η Φαίδρα κατέλυσε στου Πιτθέα μαζί με τον Θησέα, απαίτησε από τον Ιππόλυτο να σμίξει μαζί της. Αυτός αρνήθηκε και λένε ότι η Φαίδρα αγανάκτησε, επέστρεψε στην Αθήνα και είπε στον Θησέα ότι ο Ιππόλυτος την πίεζε να σμίξει μαζί του. Ο Θησεύς δίσταζε να δεχτεί την διαβολή και ζήτησε να του φέρουν τον Ιππόλυτο γιά να τον εξετάσει, αλλά η Φαίδρα φοβήθηκε την εξέταση και κρεμάστηκε, ενώ ο Ιππόλυτος, που οδηγούσε το άρμα του όταν έμαθε γιά την

Page 49: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

διαβολή, συγχύστηκε τόσο πολύ, που ταράχτηκαν οι ίπποι του κ’ έχασε τα ηνία, με αποτέλεσμα να συντριβεί ο δίφρος*, να εμπλακεί ο νέος στους ιμάντες, να συρθεί πίσω από το άρμα και να πεθάνει. Στον Ιππόλυτο, λοιπόν, που έχασε την ζωή του εξαιτίας τής σωφροσύνης του, έλαχαν ισόθεες τιμές από τους Τροιζήνιους, ενώ ο Θησεύς – που ύστερα απ’ αυτά έχασε τον θρόνο κατόπιν επανάστασης – εξορίστηκε από την πατρίδα του και πέθανε στα ξένα. Οι Αθηναίοι μεταμελήθηκαν, έφεραν πίσω τα οστά του, τον τίμησαν με ισόθεες τιμές και του κατασκεύασαν άσυλο τέμενος στην Αθήνα, το οποίο χάρη στον ίδιο πήρε το όνομα Θησείο.

Κεφάλαιο 63

Εμείς, αφού αποδώσαμε την ιστορία τού Θησέα, στην συνέχεια θα μιλήσουμε γιά την αρπαγή τής Ελένης και την απόπειρα τού Πειρίθοου να νυμφευτεί την Φερσεφόνη, διότι αυτές οι πράξεις συμπλέκονται μ’ εκείνες τού Θησέα. Ο Πειρίθους τού Ιξίονα, λοιπόν – αφού πέθανε η γυναίκα του, η Ιπποδάμεια, και τού άφησε έναν γιό, τον Πολυποίτη – πήγε στην Αθήνα, στον Θησέα. Εκεί βρήκε νεκρή την γυναίκα τού Θησέα, την Φαίδρα, και τον έπεισε ν’ αρπάξουν την Ελένη, κόρη τής Λήδας και τού Δία, δεκαετή στην ηλικία και απ’ όλες ξεχωριστή στην ομορφιά. Αφού έφτασαν στην Λακεδαίμονα μαζί με πολλούς άλλους, βρήκαν την κατάλληλη ευκαιρία, άρπαξαν από κοινού την Ελένη και την μετέφεραν στην Αθήνα. Έπειτα από κοινή συμφωνία, έβαλαν κλήρο ώστε να νυμφευτεί την Ελένη όποιος κερδίσει την κλήρωση και να βοηθήσει τον άλλον – υπομένοντας κάθε κίνδυνο – να βρει άλλη γυναίκα. Γι’ αυτά έδωσαν όρκο μεταξύ τους, έκαναν την κλήρωση και συνέβη να κληρωθεί ο Θησεύς, ο οποίος έγινε κύριος τής παρθένου κατ’ αυτόν τον τρόπο. Οι Αθηναίοι, όμως, αγανάκτησαν με το γεγονός, ο Θησεύς φοβήθηκε, φυγάδευσε την Ελένη στην Άφιδνα, μία πόλη τής Αττικής, κ’ έβαλε κοντά της την μητέρα του, Αίθρα, και τους καλύτερους φίλους του, γιά να την φυλάγουν. Όταν ο Πειρίθους αποφάσισε να ζητήσει την Φερσεφόνη γιά σύζυγό του, παρακάλεσε τον Θησέα να συνταξιδέψει μαζί του, και αρχικά ο Θησεύς προσπάθησε να τον μεταπείσει, αποτρέποντάς τον από την πράξη επειδή την έβρισκε ασεβή, αλλά ο Πειρίθους τον πίεζε, οπότε ο Θησεύς – δεσμευμένος από τους όρκους του – αναγκάστηκε να συμμετάσχει στην πράξη. Τελικά, όταν κατέβηκαν στους τόπους τού άδη, συνέβη να δεθούν και οι δύο γιά την ασέβειά τους. Ο Θησεύς, αργότερα, απελευθερώθηκε χάρη στον Ηρακλή, αλλά ο Πειρίθους παραμένει στον άδη και τιμωρείται αιώνια γιά την ασέβειά του. Μερικοί μυθογράφοι λένε ότι σε κανέναν από τους δύο δεν έλαχε να επιστρέψει. Τον ίδιο καιρό, λένε ότι οι Διόσκουροι, αδελφοί τής Ελένης, εκστράτευσαν εναντίον τής Άφιδνας, άλωσαν την πόλη, την κατέσκαψαν, πήραν την Ελένη – που ακόμη ήταν παρθένος – στην Λακεδαίμονα, και μαζί της πήραν ως δούλη και την μητέρα τού Θησέα, την Αίθρα.

Κεφάλαιο 64

Εμείς, λοιπόν, έχοντας μιλήσει επαρκώς γι’ αυτά, θα εξιστορήσουμε τα σχετικά με τους Επτά επί Θήβας, ξεκινώντας από τις αρχικές αιτίες τού πολέμου. Ο Λάιος, βασιλιάς των Θηβών, νυμφεύτηκε την Ιοκάστη τού Κρέοντα αλλά, επειδή γιά αρκετό χρόνο έμεινε άτεκνος, ρώτησε τον Θεό σχετικά με την απόκτηση τέκνων, και η Πυθία τού έδωσε χρησμό ότι δεν τον συνέφερε ν’ αποκτήσει τέκνα, επειδή ο γιός, τον οποίον θα γεννούσε, θα γινόταν πατροκτόνος και θα γέμιζε την οικία του με μεγάλες δυστυχίες. Ο Λάιος λησμόνησε τον χρησμό, απέκτησε γιό κ’ εξέθεσε το βρέφος τρυπώντας με σίδερο τους αστραγάλους του, αιτία γιά την οποία ύστερα ονομάστηκε

Page 50: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Οιδίπους. Οι υπηρέτες παρέλαβαν το παιδί, αλλά δεν θέλησαν να το εκθέσουν, οπότε το δώρισαν στην γυναίκα τού Πολύβου, που δεν μπορούσε να γεννήσει παιδιά. Μετά απ’ αυτά, όταν το παιδί ανδρώθηκε, ο Λάιος αποφάσισε να ρωτήσει τον Θεό γιά το έκθετο βρέφος, ενώ ο Οιδίπους έμαθε από κάποιον γιά την υιοθεσία του και ξεκίνησε να ρωτήσει την Πυθία γιά τους αληθινούς γονείς του. Ο ένας συνάντησε τον άλλον στην Φωκίδα, ο Λάιος με υπερηφάνεια τον πρόσταξε να τού κάνει χώρο γιά να περάσει και ο Οιδίπους οργίστηκε και σκότωσε τον Λάιο, αγνοώντας ότι ήταν ο πατέρας του. Μυθολογούν ότι – εκείνον τον καιρό – είχε φτάσει στις Θήβες μία σφίγγα, δίμορφο θηρίο, που έθετε ένα αίνιγμα γιά όποιον μπορούσε να το λύσει, ενώ πολλούς είχε σκοτώσει επειδή δεν έβρισκαν την λύση. Αν και το έπαθλο τής φιλανθρωπίας – γιά όποιον έλυνε το αίνιγμα – ήταν να νυμφευτεί την Ιοκάστη και να γίνει βασιλιάς των Θηβών, κανείς άλλος δεν μπορούσε να βρει το ζητούμενο και μόνον ο Οιδίπους έλυσε το αίνιγμα. Το ερώτημα τής σφίγγας ήταν το εξής: τι είναι εκείνο που είναι δίποδο, τρίποδο και τετράποδο; Ενώ οι άλλοι απορούσαν, ο Οιδίπους απάντησε ότι το ζητούμενο είναι ο άνθρωπος: ως νήπιο είναι τετράποδος, όταν μεγαλώσει είναι δίποδος, και όταν γεράσει τρίποδος, επειδή χρησιμοποιεί βακτηρία λόγω τής αδυναμίας του. Τότε η σφίγγα, σύμφωνα με τον μυθολογούμενο χρησμό, κατακρημνίστηκε από μόνη της, ενώ ο Οιδίπους νυμφεύτηκε την μητέρα του – αγνοώντας ποιά ήταν – και γέννησε δύο γιούς, τον Ετεοκλή και τον Πολυνείκη, και δύο θυγατέρες, την Αντιγόνη και την Ισμήνη.

Κεφάλαιο 65

Όταν οι γιοί ανδρώθηκαν και έμαθαν τα αμαρτήματα τής οικογένειας, ο Οιδίπους αναγκάστηκε από τους γιούς του να παραμείνει έγκλειστος, εξαιτίας τής ντροπής, ενώ οι νεαροί ανέλαβαν την εξουσία και συμφώνησαν μεταξύ τους να άρχουν εκ περιτροπής, ανά έτος. Πρεσβύτερος ήταν ο Ετεοκλής, οπότε άρχισε πρώτος αλλά – αφού παρήλθε το έτος του – δεν θέλησε να παραδώσει την βασιλεία, την οποία απαίτησε ο Πολυνείκης, κατά την συμφωνία τους, κ’ έπειτα έφυγε γιά το Άργος και πήγε στον βασιλιά Άδραστο, επειδή ο αδελφός του δεν συμμορφωνόταν. Λένε ότι – στο μεταξύ – ο Τυδεύς τού Οινέα είχε σκοτώσει στην Καλυδώνα τούς ανεψιούς του, Αλκάθοο και Λυκωπέα, είχε φύγει από την Αιτωλία και βρισκόταν στο Άργος. Ο Άδραστος υποδέχτηκε με φιλοφρονήσεις και τους δύο, τους έδωσε – σύμφωνα με κάποιον χρησμό – συζύγους στις θυγατέρες του, τον Πολυνείκη στην Αργεία και τον Τυδέα στην Δηιπύλη, και οι νεαροί απέκτησαν καλή φήμη και τους έλαχε μεγάλη αποδοχή από τον βασιλιά, ενώ λένε ότι ο Άδραστος τούς υποσχέθηκε να τους αποκαταστήσει και τους δύο στις πατρίδες τους, γιά να τους δείξει την ευχαρίστησή του. Ο ίδιος αποφάσισε ν’ αποκαταστήσει πρώτα τον Πολυνείκη κ’ έστειλε αγγελιαφόρο στις Θήβες τον Τυδέα, γιά να διαπραγματευτεί με τον Ετεοκλή την επιστροφή. Λένε ότι εκεί, στον δρόμο, ο Ετεοκλής είχε στήσει ενέδρα με πενήντα άνδρες, αλλά ο Τυδεύς τούς σκότωσε όλους και απρόσμενα έφτασε σώος στο Άργος, ενώ ο Άδραστος πληροφορήθηκε τα συμβάντα και προετοιμάστηκε γιά εκστρατεία, πείθοντας τον Καπανέα και τον Ιππομέδοντα και τον Παρθενοπαίο, γιό τής Αταλάντης τού Σχοινέα, να συμμετάσχουν στον πόλεμο. Επίσης, οι άνθρωποι τού Πολυνείκη προσπαθούσαν να πείσουν τον μάντη Αμφιάραο να εκστρατεύσει μαζί τους εναντίον των Θηβών, αλλά εκείνος από πριν γνώριζε ότι θα πέθαινε, εάν εκστράτευε μαζί τους, και γι’ αυτό δεν συμφωνούσε, οπότε ο Πολυνείκης, όπως λένε, έδωσε στην γυναίκα τού Αμφιάραου το χρυσό περιδέραιο – που η Αφροδίτη μυθολογούν ότι είχε δωρίσει στην Αρμονία – γιά να πείσει τον άνδρα της να συμμαχήσει. Εκείνον τον καιρό, ο Αμφιάραος συγκρουόταν με τον Άδραστο γιά την

Page 51: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

βασιλεία, αλλά από κοινού συμφώνησαν να θέσουν την Εριφύλη, που ήταν γυναίκα τού Αμφιάραου και αδελφή τού Άδραστου, ως κριτή γιά την αμφισβητούμενη βασιλεία. Αυτή, λοιπόν, έδωσε την νίκη στον Άδραστο και αποφάνθηκε ότι έπρεπε να γίνει η εκστρατεία εναντίον των Θηβών, αλλά ο Αμφιάραος θεώρησε ότι προδόθηκε από την γυναίκα του και – ενώ συμφώνησε να εκστρατεύσει – έδωσε εντολή στον Αλκμαίωνα, τον γιό του, να σκοτώσει την Εριφύλη μετά τον θάνατό του. Ο Αλκμαίων, ύστερα, σκότωσε την μητέρα του σύμφωνα με την εντολή τού πατέρα του, αλλά περιέπεσε σε μανία όταν συνειδητοποίησε την μιαρή πράξη του. Αφού οι άνθρωποι τού Άδραστου, τού Πολυνείκη και τού Τυδέα συμμάχησαν με ακόμη τέσσερις ηγεμόνες – τον Αμφιάραο και τον Καπανέα και τον Ιππομέδοντα, αλλά και τον Παρθενοπαίο, γιό τής Αταλάντης τού Σχοινέα – εκστράτευσαν εναντίον των Θηβών έχοντας αξιόλογη δύναμη. Μετά απ’ αυτά, ο Ετεοκλής και ο Πολυνείκης αλληλοεξοντώθηκαν, ο Καπανεύς πέθανε ανεβαίνοντας βίαια επάνω στο τείχος με μία κλίμακα, ο Αμφιάραος έγινε άφαντος όταν σχίστηκε η γη και αυτός έπεσε μέσα στο χάσμα μαζί με το άρμα του, και ομοίως εξοντώθηκαν και οι άλλοι ηγεμόνες, πλην τού Άδραστου, ενώ πολλοί στρατιώτες έπεσαν και οι Θηβαίοι δεν επέτρεψαν την αναίρεση των νεκρών, οπότε ο Άδραστος εγκατέλειψε άταφους τους νεκρούς και επέστρεψε στο Άργος. Τα σώματα, λοιπόν, των πεσόντων έμεναν άταφα κάτω από την Καδμεία και κανείς δεν τολμούσε να τα θάψει. Οι Αθηναίοι, όμως, που ξεχωρίζουν στην χρηστότητα από τους άλλους, έθαψαν όλους όσους έπεσαν κάτω από την Καδμεία.

Κεφάλαιο 66

Οι Επτά επί Θήβας, λοιπόν, είχαν τέτοιο τέλος, ενώ τα παιδιά τους, που ονομάστηκαν επίγονοι, εκδικούμενοι τον θάνατο των πατέρων τους, αποφάσισαν να εκστρατεύσουν από κοινού εναντίον των Θηβών, έχοντας λάβει από τον Απόλλωνα χρησμό: να πολεμήσουν την προειρημένη πόλη με στρατηγό τον Αλκμαίωνα τού Αμφιαράου. Ο Αλκμαίων εκλέχτηκε στρατηγός από τους ίδιους και ρώτησε τον Θεό σχετικά με την εκστρατεία εναντίον των Θηβών και τον κολασμό τής μητέρας του, τής Εριφύλης. Ο Απόλλων τού χρησμοδότησε να πράξει και τα δύο, όχι μόνον επειδή η μητέρα του δέχτηκε χρυσό περιδέραιο προκειμένου να σκοτώσει τον πατέρα του, αλλά και επειδή έλαβε πέπλο προκειμένου να θανατώσει τον γιό της. Λένε, λοιπόν, ότι η Αφροδίτη είχε παλαιότερα δωρίσει στην Αρμονία τού Κάδμου και το περιδέραιο και το πέπλο, τα οποία δέχτηκε η Εριφύλη, λαμβάνοντας το περιδέραιο από τον Πολυνείκη και το πέπλο από τον γιό τού Πολυνείκη, τον Θέρσανδρο, γιά να πείσει τον γιό της να εκστρατεύσει εναντίον των Θηβών. Ο Αλκμαίων, λοιπόν, δεν συνάθροισε στρατιώτες μόνον από το Άργος, αλλά και από τις γύρω πόλεις, και εκστράτευσε με αξιόλογη δύναμη εναντίον των Θηβών. Οι Θηβαίοι αντιτάχθηκαν και έγινε σκληρή μάχη, στην οποία νίκησαν οι στρατιώτες τού Αλκμαίωνα. Οι Θηβαίοι, έχοντας ηττηθεί στην μάχη κ’ έχοντας απωλέσει πολλούς πολίτες, έχασαν τις ελπίδες τους. Καθώς, λοιπόν, δεν ήταν πλέον αξιόμαχοι, ζήτησαν την συμβουλή τού μάντη Τειρεσία, ο οποίος τους είπε να φύγουν από την πόλη, επειδή μόνον έτσι θα σώζονταν. Οι Καδμείοι, τότε, σύμφωνα με την συμβουλή τού μάντη, εγκατέλειψαν την πόλη και μέσα στην νύχτα κατέφυγαν όλοι μαζί σε κάποιο χωριό τής Βοιωτίας, που ονομαζόταν Τιλφωσσαίο. Έπειτα οι επίγονοι άλωσαν την πόλη, την λεηλάτησαν, αιχμαλώτισαν την Δάφνη, θυγατέρα τού Τειρεσία, την αφιέρωσαν στους Δελφούς, στον Θεό, ως απαρχή*, σύμφωνα με κάποιο τάμα, κ’ εκείνη – γνώστρια τής μαντικής όχι λιγότερο από τον πατέρα της – ανέπτυξε πολύ περισσότερο την τεχνική της ζώντας στους Δελφούς. Καθώς διέθετε αξιοθαύμαστα φυσικά χαρίσματα, έγραψε παντός είδους χρησμούς,

Page 52: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

ξεχωριστούς στην σύνθεσή τους. Λένε ότι από αυτήν πήρε και ο ποιητής Όμηρος πολλούς στίχους του, κοσμώντας τα δικά του ποιήματα. Επειδή πολλές φορές κατέστη ένθεη και χρησμοδότησε, λένε ότι ονομάστηκε Σίβυλλα, επειδή η ένθεη κατάσταση εκφράζεται γλωσσικά με το ρήμα σιβυλλαίνω.

Κεφάλαιο 67

Οι επίγονοι, αφού πραγματοποίησαν την επιφανή εκστρατεία τους, επέστρεψαν στην πατρίδα με πολλά λάφυρα. Ο Τειρεσίας – ένας από τους Καδμείους που κατέφυγαν στο Τιλφωσσαίο – πέθανε εκεί και οι Καδμείοι τον έθαψαν με λαμπρότητα και τον τίμησαν με ισόθεες τιμές, ενώ οι ίδιοι έφυγαν από την πόλη, εκστράτευσαν εναντίον των Δωριέων, νίκησαν τους εντόπιους σε μάχη, τους εκδίωξαν από τις πατρίδες τους κ’ εγκαταστάθηκαν εκεί γι’ αρκετά χρόνια. Άλλοι παρέμειναν σ’ εκείνα τα μέρη και άλλοι επανήλθαν στις Θήβες, όταν βασιλιάς ήταν ο Κρέων τού Μενοικέα. Εκείνοι, που είχαν εκδιωχθεί από τις πατρίδες τους, μετά από μερικά χρόνια κατέβηκαν στην Δωρίδα και κατοίκησαν στον Ερινεό, στο Κυτίνιο και στο Βοιό.

Πριν από εκείνα τα χρόνια, ο Βοιωτός τής Άρνης και τού Ποσειδώνα έφτασε στην περιοχή την τότε λεγόμενη Αιολίδα και σήμερα Θετταλία, και ονόμασε Βοιωτούς τους ανθρώπους που είχε μαζί του. Είναι αναγκαίο, όμως, να εκθέσουμε τις σχετικές με αυτούς τους Αιολείς λεπτομέρειες κάνοντας χρονική αναδρομή. Στα προηγούμενα χρόνια, οι άλλοι γιοί τού Αιόλου – που ήταν γιός τού Έλληνα, γιού τού Δευκαλίωνα – κατοίκησαν στους προειρημένους τόπους, αλλά ο Μίμας παρέμεινε και βασίλεψε στην Αιολίδα. Από τον Μίμαντα και την Μελανίππη γεννήθηκε ο Ιππότης και από αυτόν ο Αιόλος. Από τον τελευταίο γεννήθηκε μιά θυγατέρα, η Άρνη, που με τον Ποσειδώνα απέκτησε τον Βοιωτό. Ο Αιόλος, μη πιστεύοντας ότι η Άρνη έσμιξε με τον Ποσειδώνα και κατηγορώντας την επειδή διακορεύτηκε, την παρέδωσε σ’ έναν ξένο από το Μεταπόντιο, που κατά τύχη παρεπιδημούσε, προστάζοντάς τον να την οδηγήσει στο Μεταπόντιο. Αυτός εκτέλεσε την προσταγή και η Άρνη ζούσε στο Μεταπόντιο, όπου γέννησε τον Αιόλο και τον Βοιωτό, τους οποίους υιοθέτησε ο Μεταπόντιος – που ήταν άτεκνος – υπακούοντας σε κάποιον χρησμό. Τα παιδιά ανδρώθηκαν και με την βία κατέλαβαν την βασιλεία, όταν έγινε επανάσταση στο Μεταπόντιο. Ύστερα, ενώ η Άρνη βρισκόταν σε διένεξη με την Αυτολύτη, την γυναίκα τού Μεταπόντιου, τα παιδιά βοήθησαν την μητέρα τους σκοτώνοντας την Αυτολύτη. Ο Μεταπόντιος αγανάκτησε με το συμβάν, οπότε τα παιδιά ετοίμασαν πλοία, παρέλαβαν την Άρνη και απέπλευσαν με πολλούς φίλους τους. Ο Αιόλος, εξάλλου, κατέλαβε εκείνα τα νησιά τού Τυρρηνικού πελάγους, τα οποία χάρη σ’ αυτόν ονομάστηκαν Αιολίδες, και έχτισε πόλη, που την ονόμασε Λιπάρα. Ο Βοιωτός έπλευσε προς τον Αιόλο, τον πατέρα τής Άρνης, υιοθετήθηκε από εκείνον και ανέλαβε την βασιλεία τής Αιολίδας, ονομάζοντας Άρνη την χώρα, από την μητέρα του, και Βοιωτούς τους λαούς, από τον εαυτό του. Από τον Βοιωτό γεννήθηκε ο Ίτωνος, ο οποίος απέκτησε τέσσερις γιούς: τον Ιππάλκιμο, τον Ηλεκτρύωνα, τον Αρχίλυκο και τον Αλεγήνορα. Από αυτούς ο Ιππάλκιμος γέννησε τον Πηνέλεω, ο Ηλεκτρύων τον Λήιτο, ο Αλεγήνωρ τον Κλόνιο και ο Αρχίλυκος τον Προθοήνορα και τον Αρκεσίλαο, οι οποίοι εκστράτευσαν εναντίον τής Τροίας, όντας ηγεμόνες όλων των Βοιωτών.

Κεφάλαιο 68

Page 53: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Αφού διευκρινίσαμε και αυτά, θ’ αποπειραθούμε να μιλήσουμε γιά τον Σαλμωνέα και την Τυρώ και τους απογόνους τους μέχρι τον Νέστορα, που εκστράτευσε εναντίον τής Τροίας. Ο Σαλμωνεύς ήταν γιός τού Αιόλου, γιού τού Έλληνα, γιού τού Δευκαλίωνα. Αυτός εξόρμησε από την Αιολίδα, μαζί με πολλούς Αιολείς, ίδρυσε μία πόλη στην Ηλεία, κοντά στον ποταμό Αλφειό, και την ονόμασε από τον ίδιο Σαλμωνία. Νυμφεύτηκε την Αλκιδίκη τού Αλέου και απέκτησε μία θυγατέρα, που ονομάστηκε Τυρώ και ξεχώριζε γιά το κάλλος της. Όταν πέθανε η γυναίκα του, η Αλκιδίκη, νυμφεύτηκε εκ νέου, την ονομαζόμενη Σιδηρώ. Αυτή – ως μητριά – φερόταν άσχημα στην Τυρώ. Μετά από αυτά, ο Σαλμωνεύς, που ήταν υβριστής και ασεβής, μισήθηκε από τους υπηκόους του και κατακεραυνώθηκε γιά την ασέβειά του από τον Δία. Με την Τυρώ, λοιπόν, που εκείνη την εποχή ήταν παρθένος, έσμιξε ο Ποσειδών και γέννησε δύο παιδιά, τον Πελία και τον Νηλέα. Η Τυρώ, όμως, παντρεύτηκε τον Κρηθέα και γέννησε τον Αμυθάονα, τον Φέρητα και τον Αίσονα. Όταν ο Κρηθεύς πέθανε, ο Πελίας και ο Νηλεύς συγκρούστηκαν γιά την βασιλεία. Από αυτούς ο Πελίας βασίλεψε στην Ιωλκό και στα γύρω χωριά, ενώ ο Νηλεύς παρέλαβε τον Μελάμποδα και τον Βίαντα, γιούς τού Αμυθάονα και τής Αγλαΐας, καθώς και κάποιους άλλους Αχαιούς, Φθιωτούς και Αιολείς, και εκστράτευσε στην Πελοπόννησο. Ο Μελάμπους, που ήταν μάντης, θεράπευσε τις γυναίκες τού Άργους, οι οποίες είχαν περιπέσει σε μανία εξαιτίας τής οργής τού Διονύσου, και ως αντάλλαγμα γιά την ευεργεσία του έλαβε τα δύο τρίτα τής βασιλείας από τον βασιλιά Αναξαγόρα των Αργείων, γιό τού Μεγαπένθη. Εγκαταστάθηκε στο Άργος και μοιράστηκε την βασιλεία με τον Βίαντα, τον αδελφό του. Νυμφεύτηκε την Ιφιάνειρα τού Μεγαπένθη και απέκτησε τον Αντιφάτη και την Μαντώ, καθώς και τον Βίαντα και την Προνόη. Από τον Αντιφάτη και την Ζευξίππη τού Ιπποκόωντα γεννήθηκαν ο Οικλής και ο Αμφάλκης, ενώ από τον Οικλή και την Υπερμνήστρα τού Θέσπιου γεννήθηκαν η Ιφιάνειρα, η Πολύβοια και ο Αμφιάραος. Ο Μελάμπους, λοιπόν, και ο Βίας και οι απόγονοί τους μετείχαν κατ’ αυτόν τον τρόπο στην βασιλική εξουσία τού Άργους, ενώ ο Νηλεύς και όσοι τον ακολούθησαν έφτασαν στην Μεσσήνη και έχτισαν την πόλη Πύλο στο μέρος που τους παραχώρησαν οι εντόπιοι. Ο Νηλεύς βασίλεψε σ’ αυτήν την πόλη, νυμφεύτηκε την Χλώρη τού Αμφίονα, γιού τού Θηβαίου, και γέννησε δώδεκα παιδιά, από τα οποία μεγαλύτερο ήταν ο Περικλύμενος και νεώτερο ο Νέστωρ, που εκστράτευσε εναντίον τής Τροίας.

Στοχαζόμενοι την τήρηση τού μέτρου, θ’ αρκεστούμε σε όσα είπαμε γιά τους προγόνους τού Νέστορα.

Κεφάλαιο 69

Θα μιλήσουμε, τώρα, γιά τους Λαπίθες και τους Κενταύρους κατά σειρά. Σύμφωνα με τους μύθους, από τον Ωκεανό και την Τηθύ γεννήθηκαν πολλά παιδιά, που έδωσαν τα ονόματά τους σε ποταμούς. Μεταξύ των παιδιών ήταν και ο Πηνειός, χάρη στον οποίον συνέβη να ονομαστεί Πηνειός και ο ποταμός τής Θετταλίας. Αυτός έσμιξε με μία Νύμφη, που ονομαζόταν Κρέουσα, και γέννησε δύο παιδιά, τον Υψέα και την Στίλβη, με την οποία έσμιξε ο Απόλλων και γέννησε τον Λαπίθη και τον Κένταυρο, από τους οποίους ο Λαπίθης κατοίκησε κοντά στον ποταμό Πηνειό και βασίλεψε σ’ εκείνους τους τόπους, νυμφεύτηκε την Ορσινόμη τού Ευρυνόμου και γέννησε δύο γιούς, τον Φόρβαντα και τον Περίφαντα, που βασίλεψαν εκεί, ενώ όλοι οι λαοί εκείνης τής περιοχής ονομάστηκαν Λαπίθες από τον Λαπίθη. Από τους γιούς τού Λαπίθη ο Φόρβας πήγε στην Ώλενο, απ’ όπου τον κάλεσε ως βοηθό ο Αλέκτωρ – ο βασιλιάς τής Ηλείας, που φοβόταν την δυναστεία τού Πέλοπα – και του μεταβίβασε

Page 54: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

την βασιλεία τής Ήλιδας. Από τον Φόρβαντα γεννήθηκαν δύο γιοί, ο Αιγεύς και ο Άκτωρ, που παρέλαβαν την βασιλεία των Ηλείων. Ο άλλος γιός τού Λαπίθη, ο Περίφας, νυμφεύτηκε την Αστυάγυια τού Υψέα και γέννησε οχτώ παιδιά, των οποίων ο μεγαλύτερος ήταν ο Αντίων, που έσμιξε με την Περιμήλα τού Αμυθάονα και γέννησε τον Ιξίονα που, όπως λένε, υποσχέθηκε στον Ηϊονέα να δώσει μεγάλη προίκα και νυμφεύτηκε την θυγατέρα τού Ηϊονέα, την Δία, από την οποία απέκτησε τον Πειρίθοο, αλλά έπειτα ο Ιξίων δεν έδωσε την προίκα στην γυναίκα του και ο Ηϊονεύς τού πήρε ως ενέχυρο τις φοράδες του. Ο Ιξίων, όμως, προσκάλεσε τον Ηϊονέα, υποσχόμενος να συμμορφωθεί σε όλα, και – όταν έφτασε ο Ηϊονεύς – τον έρριξε σ’ έναν βόθρο γεμάτο από φωτιά. Εξαιτίας τού μεγέθους τής παρανομίας του, κανείς δεν ήθελε να τον καθάρει από τον φόνο. Τελικά, κατά τους μύθους, εξαγνίστηκε από τον Δία, αλλά ερωτεύτηκε την Ήρα και τόλμησε να τής μιλήσει γιά συνουσία. Τότε ο Δίας κατασκεύασε από νεφέλη ένα είδωλο τής Ήρας, του το έστειλε, ο Ιξίων έσμιξε με την νεφέλη και γέννησε τους ονομαζόμενους Κενταύρους, τους ανθρωπόμορφους. Τέλος μυθολογούν ότι ο Ιξίων δέθηκε από τον Δία σ’ έναν τροχό – εξαιτίας των αμαρτημάτων του – και αιώνια τιμωρείται μετά τον θάνατό του.

Κεφάλαιο 70

Μερικοί λένε ότι οι Κένταυροι ανατράφηκαν στο Πήλιο από Νύμφες, ανδρώθηκαν, έσμιξαν με θηλυκούς ίππους και γέννησαν τους διφυείς Ιπποκενταύρους. Άλλοι λένε ότι οι Κένταυροι, που γεννήθηκαν από την Νεφέλη και τον Ιξίονα, ήταν οι πρώτοι που επιχείρησαν να ιππεύσουν, οπότε ονομάστηκαν Ιπποκένταυροι και – επειδή ήταν διφυείς – κατατάχθηκαν μεταξύ των μυθικών πλασμάτων. Λένε, επίσης, ότι απαίτησαν από τον Πειρίθοο ένα μέρος τής πατρικής εξουσίας, επειδή ήταν συγγενείς του. Ο Πειρίθους, όμως, δεν τους το παραχώρησε κ’ εκείνοι άρχισαν πόλεμο εναντίον τού ίδιου και των Λαπίθων. Ύστερα, όταν λύθηκαν οι διαφορές τους, ο Πειρίθους νυμφεύτηκε την Ιπποδάμεια τού Βούτου, κάλεσε στους γάμους του τον Θησέα και τους Κενταύρους, αυτοί – λένε – μέθυσαν και επιτέθηκαν στις προσκεκλημένες γυναίκες με σκοπό να τις βιάσουν, ενώ ο Θησεύς και οι Λαπίθες εξοργίστηκαν από την παράνομη ενέργεια, σκότωσαν αρκετούς και έδιωξαν από την πόλη τους υπόλοιπους. Γι’ αυτόν τον λόγο, οι Κένταυροι εκστράτευσαν όλοι μαζί εναντίον των Λαπίθων και σκότωσαν πολλούς, ενώ οι εναπομείναντες κατέφυγαν στην Φολόη τής Αρκαδίας, κατέληξαν στον Μαλέα κ’ εγκαταστάθηκαν εκεί. Οι Κένταυροι, όμως, που επαίρονταν γιά τα προτερήματά τους, εξορμούσαν από την Φολόη, λήστευαν τους περαστικούς Έλληνες και σκότωναν πολλούς από τους περίοικους.

Κεφάλαιο 71

Αφού διευκρινίσαμε και αυτά, θ’ αποπειραθούμε να μιλήσουμε γιά τον Ασκληπιό και τους απογόνους του. Μυθολογούν, λοιπόν, ότι ο Ασκληπιός ήταν γιός τού Απόλλωνα και τής Κορωνίδας, ξεχωριστός γιά τα φυσικά χαρακτηριστικά και την αγχίνοιά του, που με ζήλο ασχολήθηκε με την ιατρική επιστήμη και ανακάλυψε πολλά από εκείνα που συντείνουν στην υγεία των ανθρώπων. Τόσο πολύ διακρίθηκε στην δόξα, ώστε κατά τρόπο παράδοξο θεράπευσε πολλούς αρρώστους που βρίσκονταν σε απόγνωση και – γι’ αυτόν τον λόγο – πολλοί θεώρησαν ότι επανέφερε στην ζωή τους νεκρούς. Γι’ αυτό, επίσης, μυθολογούν ότι ο Άδης κατηγόρησε τον Ασκληπιό, ενώπιον τού Δία, ότι ταπεινώνει την δική του επικράτεια, αφού συνεχώς ελαττώνονταν οι νεκροί, επειδή θεραπεύονταν από τον Ασκληπιό. Ο Δίας οργίστηκε, κατακεραύνωσε τον Ασκληπιό και τον σκότωσε, ενώ ο Απόλλων, οργισμένος από τον θάνατο τού

Page 55: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Ασκληπιού, φόνευσε τους Κύκλωπες, οι οποίοι είχαν κατασκευάσει τον κεραυνό τού Δία. Ο Δίας οργίστηκε από τον θάνατό τους και πρόσταξε τον Απόλλωνα να γίνει υπηρέτης κάποιου ανθρώπου και να λάβει αυτή την τιμωρία γιά τα εγκλήματά του. Λένε ότι ο Ασκληπιός απέκτησε δύο γιούς: τον Μαχάονα και τον Ποδαλείριο. Αυτοί ανέπτυξαν την ιατρική τέχνη και εκστράτευσαν με τον Αγαμέμνονα εναντίον τής Τροίας. Στην διάρκεια τού πολέμου υπήρξαν ιδιαίτερα χρήσιμοι γιά τους Έλληνες, διότι με μεγάλη εμπειρία θεράπευαν τους πληγωμένους. Εξαιτίας αυτών των ευεργεσιών, τους έλαχε μεγάλη δόξα εκ μέρους των Ελλήνων, οι οποίοι τους απάλλαξαν από τους κινδύνους τής μάχης και από τις άλλες δημόσιες υποχρεώσεις, λόγω τής υπερβολικής χρησιμότητάς τους στην θεραπεία των ανθρώπων.

Γιά τον Ασκληπιό και τους γιούς του, λοιπόν, θ’ αρκεστούμε σε όσα έχουμε πει.

Κεφάλαιο 72

Τώρα θα μιλήσουμε γιά τις θυγατέρες τού Ασωπού και γιά τους γιούς που απέκτησε ο Αιακός. Κατά τους μύθους, από τον Ωκεανό και την Τηθύ γεννήθηκαν πολλά παιδιά – που έδωσαν τα ονόματά τους σε ποταμούς – μεταξύ των οποίων υπήρξαν ο Πηνειός και ο Ασωπός. Ο Πηνειός κατοίκησε στην σημερινή Θετταλία κ’ έδωσε τ’ όνομά του στον προαναφερθέντα ποταμό, ενώ ο Ασωπός κατοίκησε στον Φλιούντα, νυμφεύτηκε την Μετώπη τού Λάδωνα και από αυτήν απέκτησε δύο γιούς, τον Πελασγό και τον Ισμηνό, και δώδεκα θυγατέρες, την Κόρκυρα και την Σαλαμίνα, επίσης την Αίγινα και την Πειρήνη και την Κλεώνη, ακόμη την Θήβη και την Τανάγρα και την Θέσπεια και την Ασωπίδα, επιπλέον την Σινώπη, καθώς και την Ορνία και την Χαλκίδα. Από τους γιούς ο Ισμηνός πήγε στην Βοιωτία και κατοίκησε κοντά στον ποταμό που έλαβε τ’ όνομά του, ενώ από τις θυγατέρες την Σινώπη άρπαξε ο Απόλλων και την πήγε σ’ εκείνον τον τόπο, όπου σήμερα υπάρχει η πόλη που έχει τ’ όνομά της: Σινώπη. Από αυτήν και τον Απόλλωνα γεννήθηκε ένας γιός, ο Σύρος, που βασίλεψε σ’ εκείνους που Σύροι ονομάστηκαν από τον ίδιο.

Η Κόρκυρα μεταφέρθηκε από τον Ποσειδώνα σ’ εκείνο το νησί που από την ίδια ονομάστηκε Κόρκυρα*. Από αυτήν και τον Ποσειδώνα γεννήθηκε ο Φαίαξ, χάρη στον οποίον έλαχε στους Φαίακες να έχουν αυτό το όνομα. Από τον Φαίακα γεννήθηκε ο Αλκίνοος, που οδήγησε τον Οδυσσέα στην Ιθάκη. Η Σαλαμίς αρπάχτηκε από τον Ποσειδώνα και μεταφέρθηκε στο νησί που από την ίδια πήρε τ’ όνομά του. Αυτή έσμιξε με τον Ποσειδώνα και γέννησε τον Κυχρέα, που βασίλεψε σ’ αυτό το νησί, έγινε επιφανής και σκότωσε ένα φίδι υπερφυσικού μεγέθους που λυμαινόταν τους εντόπιους. Την Αίγινα άρπαξε από τον Φλιούντα ο Δίας και την μετέφερε στο νησί που από την ίδια ονομάστηκε Αίγινα, όπου έσμιξε με τον Δία και γέννησε τον Αιακό, που βασίλεψε στο νησί και απέκτησε δύο γιούς: τον Πηλέα και τον Τελαμώνα. Από αυτούς ο Πηλεύς έρριξε δίσκο και ακούσια σκότωσε τον Φώκο, ομοπάτριο αδελφό του, αλλά γεννημένο από άλλη μητέρα.

Εξαιτίας τού φόνου, ο Πηλεύς εξορίστηκε από τον πατέρα του, έφυγε από την σήμερα καλούμενη Θετταλία, πήγε στην Φθία, εξαγνίστηκε από τον βασιλιά Άκτορα – που ήταν άτεκνος – και τον διαδέχτηκε στην βασιλεία. Από τον Πηλέα και την Θέτιδα γεννήθηκε ο Αχιλλεύς, που εκστράτευσε με τον Αγαμέμνονα στην Τροία. Ο Τελαμών εξορίστηκε από την Αίγινα, έφτασε στην Σαλαμίνα, νυμφεύτηκε την Γλαύκη, θυγατέρα τού Κυχρέα, βασιλιά των Σαλαμινίων, και βασίλεψε στο νησί. Όταν η γυναίκα του, Γλαύκη, πέθανε, νυμφεύτηκε την Αθηναία Ερίβοια τού

Page 56: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Αλκάθου, από την οποία απέκτησε τον Αίαντα, που εκστράτευσε εναντίον τής Τροίας.

Κεφάλαιο 73

Αφού διευκρινίσαμε και αυτά, θ’ αποπειραθούμε να μιλήσουμε γιά τον Πέλοπα και τον Τάνταλο και τον Οινόμαο. Είναι αναγκαίο, όμως, να κάνουμε μιά χρονική αναδρομή και από την αρχή να μιλήσουμε περιληπτικά γιά όλα. Στην Πελοπόννησο, στην πόλη Πίσα, ο Άρης έσμιξε με την Αρπίνη, την θυγατέρα τού Ασωπού, και γέννησε τον Οινόμαο, που απέκτησε μονογενή θυγατέρα και την ονόμασε Ιπποδάμεια. Όταν ζήτησε χρησμό, σχετικό με τον θάνατό του, ο Θεός χρησμοδότησε ότι τότε θα πεθάνει ο Οινόμαος, όταν η θυγατέρα του Ιπποδάμεια νυμφευτεί. Φοβούμενος, λοιπόν, τον γάμο τής θυγατέρας του, αποφάσισε να την διαφυλάξει παρθένο, θεωρώντας ότι μόνον έτσι θ’ απέφευγε τον κίνδυνο. Γι’ αυτό, επειδή πολλοί μνηστήρες τού ζητούσαν την κόρη, εκείνος προαπαιτούσε έναν άθλο απ’ όποιον ήθελε να την νυμφευτεί, με τον εξής όρο: ο ηττημένος έπρεπε να πεθάνει, ενώ ο νικητής να νυμφευτεί την κόρη. Οργάνωνε, λοιπόν, ιπποδρομία από την Πίσα μέχρι τον βωμό τού Ποσειδώνα, στον Ισθμό τής Κορίνθου, ενώ η έναρξη τού ιππικού αγώνα γινόταν ως εξής: ο Οινόμαος θυσίαζε έναν κριό στον Δία, ενώ ο μνηστήρας εξορμούσε οδηγώντας τέθριππο άρμα. Όταν τελείωνε η θυσία, τότε ο Οινόμαος άρχιζε την διαδρομή καταδιώκοντας τον μνηστήρα, κρατώντας δόρυ κ’ έχοντας ως ηνίοχο τον Μύρτιλο. Αν κατάφερνε να προλάβει το διωκόμενο άρμα, χτυπούσε με το δόρυ και εξόντωνε τον μνηστήρα. Με αυτόν τον τρόπο πάντοτε προλάβαινε τους μνηστήρες, λόγω τής ταχύτητας των ίππων, και σκότωνε πολλούς. Ο Πέλοψ τού Ταντάλου, όμως, έφτασε στην Πίσα, είδε την Ιπποδάμεια, επιθύμησε να την νυμφευτεί, δωροδόκησε τον ηνίοχο τού Οινόμαου, τον Μύρτιλο, τον έκανε συνεργό του στην νίκη και έφτασε πρώτος στον Ισθμό, στον βωμό τού Ποσειδώνα. Ο Οινόμαος πίστεψε ότι εκπληρώθηκε ο χρησμός, αδιαθέτησε από την λύπη του και αυτοκτόνησε, ενώ ο Πέλοψ, με τούτον τον τρόπο, νυμφεύτηκε την Ιπποδάμεια, ανέλαβε την βασιλεία τής Πίσας και – επειδή συνεχώς δυνάμωνε εξαιτίας τής ανδρείας και τής σύνεσής του – πήρε με το μέρος του τους περισσότερους από τους κατοίκους τής Πελοποννήσου, ονομάζοντας από τον εαυτό του Πελοπόννησο την χώρα.

Κεφάλαιο 74

Αφού μνημονεύσαμε τον Πέλοπα, είναι αναγκαίο να μιλήσουμε και γιά τον πατέρα του, τον Τάνταλο, ώστε να μην παραλείψουμε τίποτε απ’ όσα αξίζει ν’ ακουστούν. Ο Τάνταλος ήταν γιός τού Δία. Διακρινόταν γιά τον πλούτο και την δόξα του και κατοικούσε σ’ εκείνη την περιοχή τής Ασίας, που σήμερα ονομάζεται Παφλαγονία. Εξαιτίας τής ευγενικής καταγωγής του, από τον πατέρα του, τον Δία, έγινε – όπως λένε – στενός φίλος των Θεών. Ύστερα, όμως, δεν αντιμετώπισε την ευτυχία του σαν άνθρωπος. Επειδή μετείχε στο κοινό τραπέζι των Θεών και σε κάθε συζήτηση, ανακοίνωνε στους ανθρώπους τα απόρρητα των Θεών. Αυτή ήταν η αιτία που τιμωρήθηκε όσο ζούσε και – αφού πέθανε – καταδικάστηκε, κατά τους μύθους, σε αιώνια τιμωρία και κατατάχθηκε μεταξύ των ασεβών. Απ’ αυτόν γεννήθηκε ένας γιός, ο Πέλοψ, και μία θυγατέρα, η Νιόβη. Αυτή γέννησε επτά γιούς και ισάριθμες θυγατέρες, που ξεχώριζαν κατά την ευπρέπεια. Όντας πολύ υπερήφανη γιά το πλήθος των τέκνων της, πολλές φορές καυχήθηκε λέγοντας ότι η ίδια ξεπερνούσε και την Λητώ σε ευτεκνία. Τότε, κατά τους μύθους, η Λητώ χολώθηκε και πρόσταξε τον

Page 57: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Απόλλωνα να κατατοξεύσει τους γιούς, ενώ την Αρτέμιδα τις θυγατέρες τής Νιόβης. Αυτοί υπάκουσαν στην μητέρα τους και κατατόξευσαν ταυτόχρονα τα τέκνα τής Νιόβης. Συνέβη, λοιπόν, ταυτόχρονα και αμέσως η προειρημένη να γίνει και εύτεκνη και άτεκνη συνάμα. Επειδή, όμως, ο Τάνταλος – όταν μισήθηκε από τους Θεούς – έχασε τον θρόνο τής Παφλαγονίας εξαιτίας τού Ίλου τού Τρώα, είναι αναγκαίο να πούμε και τα σχετικά με τον Ίλο και τους προγόνους του.

Κεφάλαιο 75

Στην χώρα τής Τρωάδας πρώτος βασίλεψε ο Τεύκρος, που ήταν γιός τού ποταμού Σκαμάνδρου και μιάς Νύμφης τής Ίδης, επιφανής άνδρας, ο οποίος απ’ το δικό του όνομα ονόμασε Τεύκρους τους εκεί λαούς. Από τον Τεύκρο γεννήθηκε μία θυγατέρα, η Βάτεια, την οποία νυμφεύτηκε ο Δάρδανος, ο γιός τού Δία, διάδοχος τού βασιλικού αξιώματος, ο οποίος έδωσε το δικό όνομα στους λαούς, ονομάζοντάς τους Δάρδανους, και ίδρυσε παραθαλάσσια πόλη που απ’ τον εαυτό του ονόμασε Δάρδανο. Αυτός απέκτησε γιό, τον Εριχθόνιο, ο οποίος πολύ διακρίθηκε στην ευδαιμονία και στον πλούτο. Γι’ αυτόν λέει και ο ποιητής Όμηρος: «έγινε ο πλουσιότερος απ’ τους θνητούς ανθρώπους, και τρεις χιλιάδες φοράδες του έβοσκαν στο λιβάδι». Ο γιός, που γεννήθηκε από τον Εριχθόνιο, ο Τρώας, ονόμασε Τρώες τους λαούς, από τον εαυτό του. Ο ίδιος απέκτησε τρεις γιούς, τον Ίλο, τον Ασσάρακο και τον Γανυμήδη. Ο Ίλος, λοιπόν, ίδρυσε στην πεδιάδα την επιφανέστερη πόλη τής Τρωάδας, στην οποία έδωσε το όνομά του: Ίλιο. Ο Ίλος απέκτησε ένα γιό, τον Λαομέδοντα, ο οποίος γέννησε τον Τιθωνό και τον Πρίαμο. Απ’ αυτούς, ο Τιθωνός εκστράτευσε στα ανατολικά μέρη τής Ασίας, έφτασε μέχρι την Αιθιοπία και μυθολογείται ότι τεκνοποίησε με την Ηώ τον Μέμνονα, εκείνον που βοήθησε τους Τρώες και σκοτώθηκε από τον Αχιλλέα, ενώ ο Πρίαμος νυμφεύτηκε την Εκάβη και – μαζί με πολλούς άλλους γιούς – γέννησε τον Έκτορα, που έγινε ο πιό διακεκριμένος στον Τρωικό πόλεμο. Ο Ασσάρακος έγινε βασιλιάς των Δαρδάνων και γέννησε τον Κάπυ, απ’ τον οποίο γεννήθηκε ο Αγχίσης, που με την Αφροδίτη γέννησε τον Αινεία, τον επιφανέστερο Τρώα. Ο Γανυμήδης, που απ’ όλους διέφερε στην ευπρέπεια, αρπάχτηκε από τους Θεούς γιά να γίνει οινοχόος τού Δία. Αφού διευκρινίσαμε και αυτά, θ’ αποπειραθούμε να εξετάσουμε όσα σχετίζονται με τον Δαίδαλο και τον Μινώταυρο και την εκστρατεία τού Μίνωα στην Σικελία εναντίον τού βασιλιά Κωκάλου.

Κεφάλαιο 76

Ο Δαίδαλος ήταν από αθηναϊκή γενιά, ένας από τους ονομαστούς Ερεχθείδες, επειδή ήταν γιός τού Μητίονα, γιού τού Ευπαλάμου, γιού τού Ερεχθέα. Όντας εκ φύσεως πολύ ανώτερος των άλλων, έδειξε ζήλο γιά όσα σχετίζονταν με την τεκτονική τέχνη, την κατασκευή αγαλμάτων και την λιθουργία. Έγινε εφευρέτης πολλών πραγμάτων, που συνέβαλαν στην εξέλιξη τής τέχνης, κατασκεύασε έργα θαυμαστά σε πολλούς τόπους τής οικουμένης, ενώ στην κατασκευή αγαλμάτων ξεπέρασε τόσο πολύ όλους τους ανθρώπους, ώστε οι μεταγενέστεροι μυθολογούσαν γι’ αυτόν ότι τα κατασκευαζόμενα αγάλματα ήταν ομοιότατα με τα έμψυχα πρότυπά τους, αφού έβλεπαν και περπατούσαν και γενικά διατηρούσαν τα χαρακτηριστικά ολόκληρου τού σώματος, ώστε το κατασκεύασμα φαινόταν να είναι έμψυχο και ζωντανό. Πρώτος τού έβαλε οφθαλμούς και έφτιαξε τα σκέλη σε διάσταση, οπότε εύλογα θαυμαζόταν από τους ανθρώπους. Οι πριν απ’ αυτόν τεχνίτες έφτιαχναν τα αγάλματα με μάτια κλειστά, με τα χέρια κατεβασμένα και κολλημένα στις πλευρές. Ο Δαίδαλος, λοιπόν,

Page 58: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

που θαυμαζόταν γιά την φιλοτεχνία του, αναχώρησε ως φυγάς από την πατρίδα του, επειδή καταδικάστηκε γιά φόνο εξαιτίας των ακολούθων: ο Τάλως, γιός τής αδελφής τού Δαιδάλου, εκπαιδευόταν κοντά στον Δαίδαλο, όντας ακόμη παιδί στην ηλικία. Καθώς ήταν ευφυέστερος τού διδασκάλου του, εφηύρε τον κεραμευτικό τροχό ενώ – όταν τυχαία βρήκε ένα σαγόνι φιδιού και μ’ αυτό πριόνισε ένα μικρό ξυλαράκι – μιμήθηκε την τραχύτητα των δοντιών κ’ έτσι κατασκεύασε το σιδερένιο πριόνι, με το οποίο πριόνιζε τα ξύλινα υλικά των έργων του και απέκτησε την φήμη ότι εφηύρε κάτι πολύ εύχρηστο γιά την τεκτονική τέχνη. Ομοίως εφηύρε και τον τόρνο και κάποια άλλα εργαλεία, αποκομίζοντας μεγάλη δόξα. Ο Δαίδαλος, όμως, φθόνησε το παιδί, θεώρησε ότι θα ξεπεράσει κατά πολύ την δόξα τού διδασκάλου του και το δολοφόνησε. Ενώ το έθαβε, έγινε αντιληπτός, ρωτήθηκε ποιόν θάβει και είπε ότι καταχώνει ένα φίδι. Θα θαύμαζε κάποιος το παράδοξο: το ζώο, εξαιτίας τού οποίου πραγματοποιήθηκε η κατασκευή τού πριονιού, ήταν εκείνο μέσω τού οποίου συνέβη ν’ αποκαλυφθεί και ο φόνος. Αφού κατηγορήθηκε και καταδικάστηκε από τους Αρεοπαγίτες γιά φόνο, αρχικά κατέφυγε σ’ ένα δήμο τής Αττικής, τού οποίου οι κάτοικοι ονομάστηκαν Δαιδαλίδες από εκείνον.

Κεφάλαιο 77

Μετά απ’ αυτά απέδρασε στην Κρήτη και έγινε φίλος τού βασιλιά Μίνωα, επειδή θαυμαζόταν γιά την δόξα που απέκτησε από την τέχνη του. Κατά τον παραδεδομένο μύθο, όταν η Πασιφάη, γυναίκα τού Μίνωα, ερωτεύτηκε τον ταύρο, ο Δαίδαλος έφτιαξε ένα μηχανικό ομοίωμα αγελάδας και βοήθησε την Πασιφάη να ικανοποιήσει την επιθυμία της. Μυθολογούν, επίσης, ότι ο Μίνως – πριν από εκείνα τα χρόνια – συνήθιζε κατ’ έτος να αφιερώνει στον Ποσειδώνα τον ωραιότερο από τους ταύρους που γεννιόνταν, και να τον θυσιάζει στον Θεό. Τότε, όμως, γεννήθηκε ένας ταύρος που ξεχώριζε στην ομορφιά, οπότε ο Μίνως θυσίασε άλλον, έναν από τους κατώτερους, ενώ ο Ποσειδών οργίστηκε με τον Μίνωα κ’ έκανε την γυναίκα του, την Πασιφάη, να ερωτευτεί τον ταύρο. Εξαιτίας τού φιλοτεχνήματος τού Δαιδάλου, η Πασιφάη έσμιξε με τον ταύρο και γέννησε τον Μινώταυρο τής μυθολογίας. Αυτός λένε ότι γεννήθηκε με διπλή φύση: τα ανώτερα μέρη τού σώματός του, μέχρι τους ώμους, ήταν ταύρου, ενώ τα λοιπά ήταν ανθρώπου. Λέγεται, λοιπόν, ότι γιά την διαμονή αυτού τού τέρατος ο Δαίδαλος κατασκεύασε τον λαβύρινθο, που είχε σκολιές διόδους, δυσεύρετες γιά τους ανίδεους, στον οποίο διέμενε ο Μινώταυρος τρεφόμενος με τους επτά νέους και τις επτά νέες που στέλνονταν από την Αθήνα και γιά τους οποίους μιλήσαμε πρωτύτερα. Λένε ότι, όταν ο Δαίδαλος πληροφορήθηκε τις απειλές τού Μίνωα, λόγω τής κατασκευής τής αγελάδας, φοβήθηκε την οργή τού βασιλιά και απέπλευσε από την Κρήτη με την συνεργασία τής Πασιφάης, που του έδωσε πλοίο γιά να αποπλεύσει. Μαζί του διέφυγε και ο γιός του, Ίκαρος, και έφτασαν σε κάποιο νησί τού πελάγους, όπου ο Ίκαρος αποβιβάστηκε απρόσεκτα, έπεσε στην θάλασσα και πνίγηκε και από αυτόν το πέλαγος ονομάστηκε Ικάριο και το νησί αποκλήθηκε Ικαρία. Ο Δαίδαλος απέπλευσε από εκείνο το νησί και έφτασε στην Σικελία, σε μία χώρα όπου βασίλευε ο Κώκαλος, ο οποίος παρέλαβε τον Δαίδαλο κ’ επί πλέον τον έκανε φίλο του λόγω τής ευφυΐας και τής δόξας του. Κάποιοι μυθολογούν ότι – ενώ ακόμη ο Δαίδαλος βρισκόταν στην Κρήτη και τον έκρυβε η Πασιφάη – ο βασιλιάς Μίνως ήθελε να τιμωρήσει τον Δαίδαλο και, επειδή δεν μπορούσε να τον βρει, ερευνούσε όλα τα πλοία τού νησιού και ανήγγειλε ότι θα έδινε πλήθος χρημάτων σε όποιον έβρισκε τον Δαίδαλο. Εκεί ο Δαίδαλος, μη έχοντας καμμία ελπίδα ν’ αποδράσει με πλοίο, κατασκεύασε παράδοξες φτερούγες, καλοσχεδιασμένες και θαυμάσια κολλημένες με κερί, τις τοποθέτησε επάνω στο

Page 59: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

σώμα τού γιού του και στο δικό του, και με παράδοξο τρόπο πέταξαν και δραπέτευσαν επάνω από το πέλαγος που βρίσκεται κοντά στην νήσο Κρήτη. Ο Ίκαρος, όμως, λόγω τής νεότητάς του, πετούσε πολύ ψηλά και έπεσε στο πέλαγος, όταν ο ήλιος έλειωσε το κερί που συγκρατούσε τις φτερούγες του, ενώ ο Δαίδαλος, που πετούσε κοντά στην θάλασσα και κάθε τόσο έβρεχε τις φτερούγες του, παραδόξως έφτασε σώος στην Σικελία. Σχετικά μ’ αυτά, λοιπόν, αν και ο μύθος είναι παράδοξος, ωστόσο κρίναμε ότι δεν έπρεπε να τον παραλείψουμε.

Κεφάλαιο 78

Ο Δαίδαλος παρέμεινε γιά αρκετό καιρό κοντά στον Κώκαλο και τους Σικελούς, θαυμαζόμενος γιά την εξαίρετη τέχνη του. Σ’ εκείνο το νησί κατασκεύασε ορισμένα έργα, τα οποία διασώζονται μέχρι σήμερα. Κοντά στην Μεγαρίδα φιλοτέχνησε την ονομαζόμενη κολυμβήθρα*, από την οποία μεγάλος ποταμός εκβάλλει στην κοντινή θάλασσα, ο καλούμενος Αλαβών, ενώ στην σημερινή Ακραγαντίνη, στον καλούμενο Καμικό, κατασκεύασε πόλη επάνω σε βράχο, την πιό οχυρή απ’ όλες και παντελώς απόρθητη από την βία. Φιλοτέχνησε κ’ έφτιαξε στενή και σκολιά την ανάβαση προς αυτήν, ώστε να δύναται να φυλαχθεί και από τρεις ή τέσσερις ανθρώπους, ενώ γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ο Κώκαλος έκανε το ανάκτορό του και κατέθεσε τους θησαυρούς του σ’ αυτή την πόλη και την διατήρησε απόρθητη χάρη στην επινοητικότητα τού τεχνίτη. Τρίτο κατασκεύασε ένα σπήλαιο στην Σελινούντια χώρα, στο οποίο τόσο εύστοχα ρύθμισε τον ατμό τού πυρός που υπήρχε εκεί, ώστε – εξαιτίας τής ήπιας θερμοκρασίας – οι θαμώνες να ιδρώνουν ανεπαίσθητα και αργά και με τέρψη να θεραπεύουν τα σώματά τους, χωρίς καθόλου να παρενοχλούνται από την θερμότητα. Επίσης στον Έρυκα, όπου υπήρχε απότομος βράχος σε πολύ μεγάλο ύψος και η στενότητα τού χώρου ανάγκαζε το ιερό τής Αφροδίτης να οικοδομηθεί επάνω στο απόκρημνο τμήμα τού βράχου, κατασκεύασε τοίχο επάνω στον ίδιο τον κρημνό, αυξάνοντας κατά παράδοξο τρόπο την επιφάνεια επάνω από τον κρημνό. Λένε ότι ο ίδιος φιλοτέχνησε έναν χρυσό κριό γιά την Αφροδίτη την Ερυκίνη, κατεργασμένο με περισσή τέχνη και απαράλλαχτα όμοιο με αληθινό κριό. Λένε ότι στην Σικελία φιλοτέχνησε και πολλά άλλα, τα οποία έφθειρε ο πολύς χρόνος.

Κεφάλαιο 79

Ο Μίνως, ο βασιλιάς των Κρητών, θαλασσοκράτορας σ’ εκείνα τα χρόνια, πληροφορήθηκε την διαφυγή τού Δαιδάλου στην Σικελία, εναντίον τής οποίας αποφάσισε να εκστρατεύσει, οπότε προετοίμασε αξιόλογη ναυτική δύναμη, απέπλευσε από την Κρήτη, κατέπλευσε στον Ακράγαντα – που από εκείνον ονομάστηκε Μινώα – αποβίβασε τις δυνάμεις του, έστειλε αγγελιαφόρους στον βασιλιά Κώκαλο και ζήτησε τον Δαίδαλο γιά να τον τιμωρήσει, αλλά ο Κώκαλος κάλεσε τον Μίνωα σε σύσκεψη, υποσχέθηκε να κάνει τα πάντα και τον φιλοξένησε. Ενώ ο Μίνως βρισκόταν στο λουτρό, ο Κώκαλος τον κράτησε γιά περισσότερο χρόνο στο θερμό νερό, τον εξόντωσε και παρέδωσε το σώμα του στους Κρήτες, αναφέροντας ως πρόφαση – γιά τον θάνατο – ένα ολίσθημα μέσα στο λουτρό και μία πτώση στο θερμό νερό, που τον οδήγησαν στον θάνατο. Μετά απ’ αυτά, οι συστρατιώτες του έθαψαν μεγαλοπρεπώς το σώμα τού βασιλιά, οικοδόμησαν διπλό τάφο, έθεσαν τα οστά στην κρύπτη και έφτιαξαν ναό τής Αφροδίτης στο ανοιχτό μέρος. Ο Μίνως δεχόταν τιμές επί πολλές γενιές, επειδή οι εντόπιοι θυσίαζαν εκεί, αφού ο ναός ήταν τής Αφροδίτης, ενώ κατά την νεώτερη εποχή, μετά την ίδρυση τής πόλης των Ακραγαντίνων, έγινε γνωστή η θέση των οστών, ο τάφος καταργήθηκε και

Page 60: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

τα οστά παραδόθηκαν στους Κρήτες, την εποχή που ο Θήρων ήταν δυνάστης των Ακραγαντίνων. Ωστόσο, μετά τον θάνατο τού Μίνωα, οι Κρήτες τής Σικελίας στασίασαν εξαιτίας τής αναρχίας και – καθώς τα πλοία τους είχαν πυρποληθεί από τους Σικελούς τού Κωκάλου και οι ίδιοι έχασαν την ελπίδα τής επανόδου στην πατρίδα – αποφάσισαν να κατοικήσουν στην Σικελία: άλλοι ίδρυσαν εκεί μία πόλη, την οποία ονόμασαν Μινώα, από το όνομα τού βασιλιά τους, και άλλοι περιπλανήθηκαν στην ενδοχώρα, κατέλαβαν μία οχυρή περιοχή και έχτισαν πόλη, η οποία ονομάστηκε Έγγυος λόγω τής πηγής που έρρεε στην πόλη. Αργότερα, μετά την άλωση τής Τροίας, ο Μηριόνης ο Κρης έφτασε στην Σικελία. Εκεί, λόγω τής συγγένειας, καλοδέχτηκαν τους Κρήτες που κατέπλευσαν, τους ονόμασαν πολίτες και – εξορμώντας από οχυρή πόλη – καταπολέμησαν μερικούς γείτονες και κατέκτησαν αρκετό μέρος τής χώρας. Καθώς, λοιπόν, αυξανόταν η δύναμή τους, κατασκεύασαν ιερό των Μητέρων, τιμώντας εξόχως τις Θεές, και το κόσμησαν με πολλά αναθήματα. Λένε ότι η λατρεία αυτών των Θεών μεταφέρθηκε εκεί από την Κρήτη, διότι και από τους Κρήτες εξόχως τιμώνται οι Θεές.

Κεφάλαιο 80

Μυθολογούν ότι αυτές οι Θεές ανέθρεψαν παλαιότερα τον Δία, κρυφά από τον πατέρα Κρόνο, και – ως αντάλλαγμα – ανέβηκαν στον ουρανό, έγιναν άστρα και ονομάστηκαν Άρκτοι. Με αυτά συμφωνεί και ο Άρατος, ο οποίος, στο ποίημά του γιά τ’ αστέρια, τις τοποθετεί «στραμμένες ώμος προς ώμο, εάν είναι αλήθεια, βέβαια, ότι απ’ την Κρήτη εκείνες, χάρη στου μεγάλου Δία το θέλημα, ανέβηκαν στον ουρανό επειδή – όταν ήταν πολύ μικρός, στο ευώδες Δίκτο, κοντά στο Ιδαίο όρος – τον τοποθέτησαν σε άντρο και γιά ένα έτος τον ανέτρεφαν, τότε που οι Δικταίοι Κούρητες εξαπάτησαν τον Κρόνο».

Δεν είναι, όμως, σωστό να παραλείψουμε την αγνότητα και την δόξα που οι άνθρωποι αποδίδουν στις Θεές, τις οποίες όχι μόνον τιμούν οι κάτοικοι αυτής τής πόλης, αλλά τις δοξάζουν και αρκετοί γείτονες, με μεγαλοπρεπείς θυσίες και άλλες τιμές, ενώ μερικές πόλεις έλαβαν από πυθικούς χρησμούς την προσταγή να τιμούν τις Θεές, με την διαβεβαίωση ότι ο βίος των ιδιωτών θα γίνει ευδαίμων και οι πόλεις θα πλουτίσουν. Τέλος, καθώς αυξάνεται η προς τις Θεές αποδιδόμενη δόξα, οι εντόπιοι εξακολουθούν να τις τιμούν με πολλά αργυρά και χρυσά αναθήματα, μέχρι την στιγμή που γράφονται αυτές οι ιστορίες, και έχουν κατασκευάσει ναούς που όχι μόνον ξεχωρίζουν ως προς το μέγεθός τους, αλλά και θαυμάζονται γιά την πολυτέλεια τής κατασκευής τους, γιατί – μη έχοντας στην δική τους χώρα αξιόλογο λίθο – τον εισήγαγαν από τους γείτονές τους, τους Αγυριναίους, των οποίων η πόλη απέχει μέχρι και εκατό στάδια, ενώ η οδός, μέσω τής οποίας κατ’ ανάγκη μετέφεραν τους λίθους, είναι τραχεία και παντελώς δυσπόρευτη, και γι’ αυτό κατασκεύασαν τετράτροχες άμαξες και μετέφεραν τον λίθο με εκατό ζεύγη βοδιών. Επειδή, όμως, διέθεταν μεγάλη ιερή περιουσία, δεν υπολόγισαν τις δαπάνες, λόγω τής μεγάλης ευπορίας τους. Εξάλλου, οι Θεές – ακόμη και πριν από λίγα χρόνια – κατείχαν τρεις χιλιάδες ιερές αγελάδες και πολλές εκτάσεις, με αποτέλεσμα να έχουν μεγάλα έσοδα.

Κεφάλαιο 81

Εμείς, όμως, έχοντας μιλήσει αρκετά γι’ αυτά, θα επιχειρήσουμε να γράψουμε γιά τον Αρισταίο. Ο Αρισταίος ήταν γιός τού Απόλλωνα και τής Κυρήνης, τής θυγατέρας τού Υψέα, γιού τού Πηνειού. Γιά την γέννησή του μερικοί μυθολογούν τ’ ακόλουθα: ο

Page 61: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Απόλλων ερωτεύτηκε μία παρθένο κόρη – η οποία ανατρεφόταν στο Πήλιο, ονομαζόταν Κυρήνη και ξεχώριζε στην ομορφιά – και την μετέφερε σ’ εκείνη την περιοχή τής Λιβύης, στην οποία αργότερα έχτισε πόλη που εξαιτίας της ονομάστηκε Κυρήνη, ενώ σ’ εκείνο το μέρος ο Απόλλων απέκτησε από την Κυρήνη έναν γιό, τον Αρισταίο, τον οποίον, όταν ήταν νήπιο, παρέδωσε στις Νύμφες γιά να τον αναθρέψουν, και αυτές έδωσαν στο παιδί τρία ονόματα, αποκαλώντας τον Νόμιο και Αρισταίο και Αγρέα. Αυτός έμαθε από τις Νύμφες την πήξη τού γάλακτος, την κατασκευή κυψελών γιά μέλισσες και την καλλιέργεια τής ελιάς, και πρώτος τα δίδαξε στους ανθρώπους. Εξαιτίας τής χρησιμότητας αυτών των ανακαλύψεων, οι ευεργετημένοι άνθρωποι τίμησαν τον Αρισταίο με ισόθεες τιμές, όπως είχε γίνει και με τον Διόνυσο.

Λένε ότι μετά απ’ αυτά ο Αρισταίος πήγε στην Βοιωτία, νυμφεύτηκε την Αυτονόη, μία από τις θυγατέρες τού Κάδμου, από την οποία – λένε – απέκτησε τον Ακτέωνα, που κατά τους μύθους κατασπαράχτηκε από τα ίδια τα σκυλιά του. Την αιτία τής δυστυχίας αποδίδουν άλλοι στο ότι αφιέρωνε τα καλύτερα θηράματά του στο ιερό τής Αρτέμιδας, αποβλέποντας σε γάμο του με την Θεά, και άλλοι στο ότι ισχυριζόταν ότι στο κυνήγι ήταν καλύτερος από την Αρτέμιδα. Δεν είναι, όμως, απίθανο να εξόργισε την Θεά και γιά τους δύο λόγους. Είτε, λοιπόν, επειδή χρησιμοποιούσε την λεία του γιά να ικανοποιήσει με την Θεά – που δεν είχε σχέση με τον γάμο – την επιθυμία του, είτε επειδή τόλμησε να πει ότι ο ίδιος είναι ικανότερος κυνηγός από την Θεά, στην οποία οι Θεοί έχουν παραχωρήσει την απαράμιλλη ικανότητα στο κυνήγι, η οργή τής Θεάς εναντίον του ήταν ομολογουμένως δίκαιη. Είναι, επίσης, πολύ πιθανό να μεταμορφώθηκε και να έλαβε την όψη των θηραμάτων του και να εξοντώθηκε από τα σκυλιά, τα οποία υποτάσσουν τ’ άλλα θηρία.

Κεφάλαιο 82

Λένε ότι ο Αρισταίος, μετά τον θάνατο τού Ακτέωνα, πήγε στο μαντείο τού πατέρα του και ο Απόλλων τού προείπε την μετάβαση που θα έκανε στην νήσο Κέα και τις τιμές που θα του γίνονταν από τους Κείους. Εκείνος, λοιπόν, έπλευσε σ’ αυτό το νησί και – επειδή είχε εξαπλωθεί λοιμός στην Ελλάδα – έκανε θυσία υπέρ όλων των Ελλήνων. Η θυσία έγινε κατά την ανατολή τού άστρου τού Σείριου, τότε που πνέουν οι ετησίες*, οπότε σταμάτησε η λοιμώδης νόσος. Μόνον αυτό αν συλλογιζόταν κάποιος, δικαιολογημένα θα θαύμαζε την ιδιαιτερότητα των περιστάσεων: εκείνος που είδε τον γιό του να πεθαίνει από τα σκυλιά, ο ίδιος έβαλε τέλος στην επίδραση τού ουράνιου αστέρα* – που είχε το ίδιο όνομα και γιά τον οποίον πίστευαν ότι εξοντώνει τους ανθρώπους – και έγινε αίτιος σωτηρίας των άλλων ανθρώπων. Λένε ότι ο Αρισταίος άφησε απογόνους στην Κέα και μετά επανήλθε στην Λιβύη, απ’ όπου κατέπλευσε στην νήσο Σαρδηνία, ωθούμενος σ’ αυτή την αναχώρηση από την Νύμφη μητέρα του. Εγκαταστάθηκε εκεί, αγάπησε το νησί λόγω τού κάλλους του, έκανε φυτείες και εξημέρωσε τον τόπο που πριν ήταν άγριος. Εκεί, επίσης, απέκτησε δύο παιδιά: τον Χάρμο και τον Καλλίκαρπο.

Μετά επισκέφτηκε και άλλα νησιά, ενώ στην Σικελία παρέμεινε γιά αρκετό καιρό και, λόγω τής αφθονίας των καρπών τού νησιού, και τού πλήθους των ζώων που έβοσκαν εκεί, φιλοτημήθηκε να επιδείξει στους εντόπιους τις δικές του ευεργεσίες. Γι’ αυτό – λένε – ο Αρισταίος τιμήθηκε ιδιαιτέρως, ως Θεός, από τους κατοίκους τής Σικελίας, και μάλιστα από εκείνους που μαζεύουν τον καρπό τής ελιάς. Τέλος, μυθολογούν ότι βρέθηκε στην Θράκη γιά να συμμετάσχει στις οργιαστικές τελετές

Page 62: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

τού Διονύσου, συναναστράφηκε τον Θεό και από αυτόν έμαθε πολλά χρήσιμα πράγματα. Αφού, λοιπόν, κατοίκησε γιά αρκετό χρόνο στο όρος που ονομάζεται Αίμος, έγινε άφαντος και τού έλαχαν αθάνατες τιμές, όχι μόνον από τους εκεί βαρβάρους, αλλά και από τους Έλληνες.

Κεφάλαιο 83

Γιά τον Αρισταίο θ’ αρκεστούμε σε όσα είπαμε και θ’ αποπειραθούμε να μιλήσουμε γιά τον Δάφνη και τον Έρυκα. Λένε ότι ο Έρυξ ήταν γιός τής Αφροδίτης και τού Βούτα, ενός εντόπιου βασιλιά, ξεχωριστού γιά την δόξα του. Ο Έρυξ, λοιπόν, λόγω τής ευγενικής καταγωγής που είχε από την μητέρα του, θαυμαζόταν από τους εντόπιους και βασίλευε σ’ ένα μέρος τού νησιού, ενώ έχτισε και αξιόλογη πόλη, ομώνυμη προς αυτόν, η οποία βρισκόταν επάνω σ’ έναν ψηλό τόπο. Στην κορυφή τής πόλης ίδρυσε ιερό γιά την μητέρα του και το κόσμησε με την κατασκευή ναού και με πλήθος αναθημάτων, ενώ η Θεά – εξαιτίας τής ευσέβειας των εντοπίων και τής τιμής που δεχόταν από τον γιό της – αγάπησε ιδιαίτερα την πόλη και γι’ αυτό ονομάστηκε Αφροδίτη Ερυκίνη. Δικαιολογημένα κάποιος θα έμενε κατάπληκτος, αναλογιζόμενος την δόξα που συνόδευε αυτό το ιερό. Τα άλλα τεμένη, λοιπόν, γνωρίζουν μία περίοδο ανθηρής δόξας, αλλά πολλές φορές παρακμάζουν λόγω κάποιων περιστάσεων, μόνον αυτό, όμως, από τότε που ιδρύθηκε, πριν από αιώνες, ποτέ δεν έπαψε να τιμάται, αλλά – αντίθετα – πάντοτε συνέχιζε να προοδεύει. Αργότερα, μετά από τις προαναφερόμενες τιμές, τις οποίες δέχτηκε από τον Έρυκα, ο Αινείας, γιός τής Αφροδίτης, έπλευσε στην Ιταλία, προσορμίστηκε στο νησί και κόσμησε το ιερό με πολλά αναθήματα, καθώς ήταν τής μητέρας του και – μετά απ’ αυτόν, επί πολλές γενιές – οι Σικελοί τιμούσαν την Θεά και συνεχώς το κοσμούσαν με μεγαλοπρεπείς θυσίες και αναθήματα. Μετά απ’ αυτά, οι Καρχηδόνιοι, αφού κυρίευσαν ένα μέρος τής Σικελίας, δεν παρέλειπαν να τιμούν εξόχως την Θεά. Τελικά, οι Ρωμαίοι, επικρατώντας σε ολόκληρη την Σικελία, ξεπέρασαν όλους τους προηγούμενους στις τιμές τους προς αυτήν. Αυτό, λοιπόν, το έπρατταν δικαιολογημένα, διότι το γένος τους κατάγεται από αυτήν, και γι’ αυτόν τον λόγο είχαν επιτυχίες στις πράξεις τους, οπότε αντάμειβαν με τις κατάλληλες ευχαριστίες και τιμές την αιτία τής ανάπτυξής τους. Όσοι, λοιπόν, φτάνουν στο νησί – ύπατοι και στρατηγοί και όλοι όσοι εκεί διαμένουν έχοντας κάποια εξουσία – όποτε πηγαίνουν στον Έρυκα, κοσμούν το τέμενος με μεγαλοπρεπείς θυσίες και τιμές, αποθέτουν το σκυθρωπό ύφος τής εξουσίας και ρίχνονται με πολλή χαρά στα παιχνίδια και στις συναναστροφές με γυναίκες, πιστεύοντας ότι μόνον έτσι θα κάνουν την παρουσία τους ευχάριστη στην Θεά. Ακόμη και η ρωμαϊκή σύγκλητος έδειξε τέτοιον ζήλο στις τιμές προς την Θεά, ώστε αποφάσισε να πληρώνουν φόρο στην Αφροδίτη οι δεκαεφτά πιστότερες πόλεις τής Σικελίας, ενώ διακόσιοι στρατιώτες να φυλάσσουν το ιερό.

Κεφάλαιο 84

Αν και γιά τον Έρυκα μιλήσαμε υπερβολικά, ωστόσο αναφέραμε την ιστορία τής Θεάς όπως θα ήταν αντάξιο τής ίδιας. Τώρα, λοιπόν, θ’ αποπειραθούμε ν’ αναφέρουμε όσα μυθολογούνται γιά τον Δάφνη. Στην Σικελία υπάρχουν τα Ηραία όρη, γιά τα οποία λένε ότι είναι από την φύση τους κατάλληλα γιά θερινή ανάπαυση και απόλαυση, λόγω τού κάλλους και τής φύσης και των ιδιαιτέρων περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών τους. Έχουν πολλές πηγές, που ξεχωρίζουν γιά την γλυκύτητα των υδάτων τους, και είναι γεμάτα από κάθε είδους δέντρα. Εκεί υπάρχει και μεγάλο πλήθος δρυών, που δίνουν καρπό εξαιρετικού μεγέθους, διπλάσιο από εκείνον που

Page 63: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

δίνουν όσες φύονται σε άλλες χώρες. Έχουν, επίσης, ήμερους αυτοφυείς καρπούς: φυτρώνουν πολλά αμπέλια και αμύθητο πλήθος μήλων. Γι’ αυτό, κάποτε τα όρη έθρεψαν ένα στρατόπεδο Καρχηδονίων, που πιεζόταν από λιμό, παρέχοντας ανεξάντλητα αποθέματα τροφής σε πολλές μυριάδες στρατιωτών. Σ’ αυτή την περιοχή υπάρχει θεοπρεπής συστάδα δέντρων και άλσος αφιερωμένο στις Νύμφες, όπου μυθολογούν ότι γεννήθηκε ο ονομαζόμενος Δάφνις, γιός τού Ερμή και μίας Νύμφης, ενώ ονομάστηκε Δάφνις από το πλήθος και την πυκνότητα τής δάφνης που φύεται εκεί. Αυτός ανατράφηκε από τις Νύμφες, απέκτησε πολυπληθείς αγέλες βοδιών – που τις επιμελήθηκε πολύ – και γι’ αυτή την αιτία ονομάστηκε Βουκόλος. Όντας από την φύση του κατ’ εξοχήν προικισμένος με το χάρισμα τού μελωδικού άσματος, εφηύρε την βουκολική ποίηση και μελωδία, τα οποία μέχρι σήμερα εξακολουθούν να τυγχάνουν τής αποδοχής των Σικελών. Μυθολογούν ότι ο Δάφνις κυνηγούσε μαζί με την Αρτέμιδα, υπηρετώντας με χάρη την Θεά και τέρποντάς την υπέροχα με τον πολύαυλο και την βουκολική μελωδία. Λένε, επίσης, ότι τον ερωτεύτηκε μία Νύμφη και τού προείπε ότι, εάν πλησιάσει κάποια άλλη, θα στερηθεί την όρασή του. Εκείνος – όταν τον μέθυσε η κόρη ενός βασιλιά – έσμιξε μαζί της και στερήθηκε την όρασή του, σύμφωνα με την πρόρρηση που του έγινε από την Νύμφη.

Κεφάλαιο 85

Και γιά τον Δάφνη, όμως, αρκετά είπαμε πάλι. Τώρα θα μιλήσουμε γιά όσα μυθολογούνται γιά τον Ωρίωνα. Λέγεται, λοιπόν, ότι αυτός υπερείχε πολύ στο σωματικό μέγεθος και στην ρώμη από τους μνημονευόμενους ήρωες. Έγινε λάτρης τού κυνηγιού και κατασκεύασε μεγάλα έργα λόγω τής ισχύος και τής φιλοδοξίας του. Στην Σικελία έκανε πολλά έργα – γιά τον Ζάγκλο, τον τότε βασιλιά τής τότε Ζάγκλης, όπως ο ίδιος την ονόμαζε, και τώρα Μεσσήνης ονομαζομένης – καθώς και το λιμάνι, κατόπιν προσχώσεων, σχηματίζοντας την καλούμενη Ακτή. Αφού, όμως, μνημονεύσαμε την Μεσσήνη, δεν νομίζουμε ότι είναι άσχετο να προσθέσουμε στα προκείμενα τις διηγήσεις γιά τον πορθμό. Οι παλαιοί μυθογράφοι λένε ότι η Σικελία αρχικά ήταν χερσόνησος και ύστερα έγινε νησί γιά τις ακόλουθες αιτίες: το στενότερο σημείο τού ισθμού, επειδή χτυπιόταν και από τις δύο πλευρές του από την θάλασσα, ράγισε, και γι’ αυτό εκείνος ο τόπος ονομάστηκε Ρήγιο, ενώ το ίδιο όνομα έλαχε και στην πόλη που χτίστηκε εκεί μετά από πολλά έτη. Μερικοί λένε ότι, εξαιτίας των μεγάλων σεισμών που έγιναν, ράγισε ο αυχένας τής ηπειρωτικής χώρας και γεννήθηκε ο πορθμός, όπου η θάλασσα διαχωρίζει την ήπειρο από το νησί. Ο ποιητής Ησίοδος, όμως, λέει το αντίθετο: το πέλαγος εκτεινόταν ανάμεσά τους και ο Ωρίων με προσχώσεις έφτιαξε το ακρωτήριο που κείται στην Πελωρίδα, και κατασκεύασε το τέμενος τού Ποσειδώνα που εξόχως τιμάται από τους εντόπιους. Αυτά έπραξε και μετανάστευσε στην Εύβοια, όπου εγκαταστάθηκε. Λόγω τής δόξας του, συναριθμήθηκε μεταξύ των άστρων τού ουρανού και τού έλαχε μνήμη αθάνατη. Ο ποιητής Όμηρος, ο οποίος τον μνημονεύει στην Νεκυία, λέει: «μετά απ’ αυτόν αντιλήφθηκα τον πελώριο Ωρίωνα να στρώνει όλα μαζί τα θηρία στον λειμώνα των ασφοδέλων, εκείνα που ο ίδιος σκότωνε στα μοναχικά όρη έχοντας στα χέρια του ολόχαλκο ρόπαλο, παντοτινά άθραυστο». Με όμοιο τρόπο εμφανίζει και το μέγεθός του – αφού πρώτα εκθέτει τα σχετικά με τους Αλωάδες, δηλαδή ότι σε ηλικία εννέα ετών είχαν πλάτος εννέα πηχών και ύψος εννέα οργυιών – καθώς προσθέτει: «που πανύψηλους τούς έθρεψε η ζωοδότρα γη, και πολύ πανέμορφους, αλλά μετά από τον περίφημο Ωρίωνα». Εμείς, λοιπόν, αφού επαρκώς μιλήσαμε γιά τους ήρωες και γιά τους ημιθέους, σύμφωνα με την αρχική πρόθεσή μας, σ’ αυτό το σημείο θα κλείσουμε το παρόν βιβλίο.

Page 64: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

* * * * *Διευκρινιστικά σχόλια:

Κεφάλαιο 3

Ευοί ευάν: παρακελευσματικό επιφώνημα προς τιμήν τού Θεού Διονύσου, το οποίο αποτελούσε μίμημα τής φωνής τού ταύρου.

Θύρσος: το βακχικό ραβδί, που ήταν στεφανωμένο με κισσό και αμπελόφυλλα, και στην κορυφή του υπήρχε ένα κουκουνάρι.

Κεφάλαιο 4

Μίτρα: είδος ζώνης που περιέδενε την κεφαλή στο ύψος τού μετώπου.

Νάρθηκας: το σημερινό καλάμι.

Κεφάλαιο 5

Θυμελικός: ο θεατρικός. Αρχικά «θυμέλη» ονομαζόταν ο τόπος τής θυσίας, το θυσιαστήριο, ο βωμός. Αργότερα «θυμέλη» ονομάστηκε το θεατρικό βήμα όπου στεκόταν ο κορυφαίος τού χορού, επειδή εκεί υπήρχε και βωμός τού Διονύσου.

Ληνός: το σημερινό πατητήρι.

Κεφάλαιο 18

Λιβύη: με αυτόν τον όρο – στους περισσότερους αρχαίους συγγραφείς – εννοείται ολόκληρη η αφρικανική ήπειρος.

Στήλη: οι Στήλες τού Ηρακλή βρίσκονταν στα σημερινά Στενά τού Γιβραλτάρ.

Κεφάλαιο 19

Άλη: η διαρκής – και ενίοτε άσκοπη – περιπλάνηση.

Λιγυρία: μάλλον πρόκειται γιά την ιταλική Λιγουρία (Liguria).

Κεφάλαιο 21

Ουεσουούιος: πρόκειται γιά τον γνωστό Βεζούβιο.

Κεφάλαιο 22

Τέττιξ: η αρχαιότερη ονομασία τού τζίτζικα. Τόσο ο ένας όρος, όσο και ο άλλος, είναι ηχομιμητικοί.

Κεφάλαιο 26

Page 65: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Μήλο: το πρόβατο, κατά τους ποιητές (βλέπε και στο επόμενο κεφάλαιο).

Κεφάλαιο 27

Εσπερίτις: ίσως πρόκειται γιά την Ατλαντίδα, την περίφημη «χαμένη ήπειρο».

Κεφάλαιο 42

Τείχος: ο Απόλλων και ο Ποσειδών, κατ’ εντολή τού Δία, είχαν βοηθήσει τον βασιλιά Λαομέδοντα να χτίσει τα τείχη τής ακρόπολης τής Τροίας, αλλά ο Λαομέδων, μετά την αποπεράτωση τού μεγάλου έργου, αρνήθηκε να καταβάλει στους δύο Θεούς την αμοιβή τους.

Κεφάλαιο 45

Ακόνιτο: είδος δηλητηριώδους φυτού ή το ίδιο το δηλητήριο που παράγεται από αυτό το φυτό.

Ωκεανός: πρόκειται γιά τον Ατλαντικό.

Κεφάλαιο 46

Ελεύθερη φυλακή: φυλάκιση με περιοριστικούς όρους, υπό επιτήρηση, χωρίς δεσμά ή εγκλεισμό.

Κεφάλαιο 50

Αίμα ταύρου: από κάποιους συγγραφείς θεωρούνταν δηλητήριο, αλλά – κατά τον Αριστοτέλη – ήταν επικίνδυνο επειδή έπηζε γρήγορα και όποιος το έπινε πνιγόταν.

Κεφάλαιο 53

Γυμνικός: γυμνικοί ήταν οι αγώνες που σχετίζονταν με γυμναστικές ασκήσεις. Έλαβαν αυτή την ονομασία επειδή οι αθλητές αγωνίζονταν γυμνοί.

Κεφάλαιο 56

Άρκτος: με τον όρο «άρκτοι» εννοείται ο βόρειος πόλος, ο βορράς. Το όνομα προέρχεται από τον αστερισμό τής Μεγάλης Άρκτου.

Θάλασσα: πρόκειται γιά την Μεσόγειο.

Κεφάλαιο 59

Κορύνη: είδος ροπάλου, το οποίο ήταν σε χρήση μέχρι και τους μεσαιωνικούς χρόνους.

Προκρούω: χτυπώ γιά να τεντώσω, τανύω.

Page 66: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Σύμβολα: πρόκειται είτε γιά τα σύμβολα τής βασιλικής εξουσίας είτε γιά τα σύμβολα τού νόμιμου διαδόχου τού βασιλικού θρόνου είτε γιά τα σύμβολα τού γνήσιου (νόμιμου) τέκνου.

Κεφάλαιο 61

Στέμμα: πρόκειται γιά το χρυσό στέμμα που ο Διόνυσος πρόσφερε ως γαμήλιο δώρο στην Αριάδνη. Ήταν έργο τού Ηφαίστου. Αργότερα έγινε αστερισμός.

Κεφάλαιο 62

Δίφρος: η θέση τού άρματος, στην οποία τοποθετούνταν ο ηνίοχος και ο πολεμιστής. Δίφρος ονομαζόταν ενίοτε και ολόκληρο το πολεμικό άρμα.

Κεφάλαιο 66

Απαρχή: οι πρώτοι καρποί κάθε εποχής, οι οποίοι προσφέρονταν σε κάποιον Θεό. Συχνότερα ο όρος χρησιμοποιείται στον πληθυντικό αριθμό (οι απαρχές).

Κεφάλαιο 72

Κόρκυρα: παλαιότερη ονομασία τής νήσου Κέρκυρας.

Κεφάλαιο 78

Κολυμβήθρα: επρόκειτο μάλλον γιά υδατοδεξαμενή ή γιά φράγμα.

Κεφάλαιο 82

Αστέρας: ο Σείριος ονομαζόταν και Κύων, δηλαδή σκύλλος.

Ετησίες: ετήσιοι άνεμοι διάρκειας περίπου σαράντα ημερών, γνωστοί και ως μελτέμια.

* * * * *

Page 67: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Μέρος Α΄: Αποσπάσματα

α. Λουκιανός ο Σαμοσατεύς:«Περί Θυσιών»

«... Αφού, λοιπόν, θυμήθηκα τώρα τον Απόλλωνα, θέλω να πω και τ’ άλλα, όσα οι σοφοί άνθρωποι λένε γι’ αυτόν, όχι όσες δυστυχίες πέρασε λόγω τού έρωτα, ούτε γιά τον φόνο τού Υάκινθου ούτε γιά την υπεροψία τής Δάφνης, αλλά γιά το ότι καταδικάστηκε γιά τον θάνατο των Κυκλώπων, και γι’ αυτό εξοστρακίστηκε από τον ουρανό και στάλθηκε στην γη, ακολουθώντας την τύχη των ανθρώπων. Τότε, λοιπόν, υπηρέτησε τον Άδμητο στην Θεσσαλία, και τον Λαομέδοντα στην Φρυγία. Στον δεύτερο, μάλιστα, δεν ήταν μόνος του, αλλά μαζί με τον Ποσειδώνα. Οι δυό τους κατασκεύαζαν πλιθιές γιά να επιβιώσουν, κ’ έφτιαχναν το τείχος, ενώ δεν έλαβαν από τον Φρύγα ολόκληρο τον μισθό τους, αλλά τους όφειλε περισσότερες από τριάντα τρωικές δραχμές, όπως λέγεται.

Ή μήπως όλα τούτα δεν λέγονται με σεμνότητα από τους ποιητές γιά τους Θεούς, αλλά λέγονται – μάλιστα – πολύ πιό ιερά πράγματα από αυτά, γιά τον Ήφαιστο και τον Προμηθέα και τον Κρόνο και την Ρέα και όλη σχεδόν την οικία τού Δία; Αυτά, μάλιστα, αφού στην αρχή των επών παρακαλέσουν τις Μούσες να γίνουν συνωδοί τους, εκείνες από τις οποίες καθίστανται ένθεοι ώστε να ψάλλουν το σωστό, ότι δηλαδή ο Κρόνος, επειδή τάχιστα έκοψε τα αιδοία τού πατέρα του, τού Ουρανού, βασίλεψε στην θέση του και έτρωγε τα τέκνα του, όπως ο Θυέστης από το Άργος. Ύστερα, πάλι, η Ρέα έκλεψε τον Δία, αφού τον αντικατέστησε μ’ ένα λίθο, και τον άφησε στην Κρήτη όπου ανατράφηκε από μία αίγα – όπως ακριβώς ο Τήλεφος από μία ελαφίνα και ο Πέρσης Κύρος, ο παλαιότερος, από μία σκύλα – κ’ έπειτα έδιωξε τον πατέρα του, τον έβαλε στο δεσμωτήριο και ανέλαβε ο ίδιος την εξουσία. Μετά νυμφεύτηκε πολλές και διάφορες, και τελευταία την Ήρα, την αδελφή του, κατά τους νόμους των Περσών και των Ασσυρίων. Όντας, λοιπόν, ερωτικός κ’ έχοντας τάση προς τις αφροδισιακές ηδονές, γρήγορα γέμισε τον ουρανό με παιδιά, μερικά από τις θεϊκές συζύγους του και μερικά νόθα, από συζύγους τού θνητού κ’ επίγειου γένους, ενώ άλλοτε ο επιβήτορας γινόταν χρυσός, άλλοτε ταύρος ή κύκνος ή αετός, πιό ποικιλόμορφος και από τον ίδιο τον Πρωτέα. Μόνη την Αθηνά γέννησε από την δική του κεφαλή, όταν από τον ίδιο τον εαυτό του – άγνωστο πώς – συνέλαβε ο εγκέφαλός του. Τον Διόνυσο, πάλι, τον άρπαξε ημιτελή – όπως λένε – από την μητέρα του, η οποία ακόμη καιγόταν, και τον τοποθέτησε μέσα στον μηρό του, τον οποίο έπειτα έσχισε, όταν τον έπιασαν οι ωδίνες τού τοκετού.

Παρόμοια τραγουδούν και γιά την Ήρα, η οποία γέννησε – χωρίς να συνευρεθεί με άνδρα – τον ανεμοδαρμένο γιό της, τον Ήφαιστο, όχι ιδιαίτερα ευτυχή, αλλά εργάτη και χαλκουργό και φλογοκαμμένο, που πάντοτε ζει μέσα στον καπνό και πλέει στους σπινθήρες, σαν καμινευτής, όντας ανάπηρος και στα πόδια, επειδή έμεινε χωλός από την πτώση, όταν ο Δίας τον έρριξε από τον ουρανό, και αν δεν τον υποδέχονταν οι Λήμνιοι καθώς ακόμη έπεφτε – και καλά έκαναν – θα είχε πεθάνει ο Ήφαιστός μας, όπως ακριβώς ο Αστυάναξ, όταν έπεσε από τον πύργο. Ωστόσο, είναι μετρίως

Page 68: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

υποφερτά όσα λέγονται γιά τον Ήφαιστο. Όσο γιά τον Προμηθέα, ποιός δεν γνωρίζει τι έπαθε, επειδή ήταν υπερβολικά φιλάνθρωπος; Αυτόν, πάλι, ο Δίας τον οδήγησε στην Σκυθία και τον ανασταύρωσε πάνω στον Καύκασο κ’ έστησε δίπλα του τον αετό γιά να του τρώει καθημερινά το ήπαρ.

Έτσι, λοιπόν, εκτέλεσε την καταδίκη. Η Ρέα, όμως – γιατί μάλλον και αυτά πρέπει να πω – πώς δεν ντρέπεται να κακοπράττει, γριά γυναίκα ήδη και περασμένης ηλικίας και τόσων Θεών μητέρα, να ερωτεύεται παιδιά ακόμη και να τα ζηλεύει και να περιφέρει τον Άττη επάνω σε λιοντάρια και όλα τούτα χωρίς εκείνος να δύναται να της είναι χρήσιμος σε κάτι; Πώς, λοιπόν, κάποιος να μην μέμφεται ακόμη και την Αφροδίτη, που μοιχεύεται, ή την Σελήνη, που κατεβαίνει στον Ενδυμιώνα αφήνοντας τον δρόμο της στην μέση;...».

β. Πλούταρχος ο Χαιρωνεύς:«Περί Ίσιδος και Οσίριδος»

«... Ας πω και αυτόν τον μύθο με συντομία, όσο είναι δυνατόν, αφαιρώντας τα πιό άχρηστα και περιττά. Όταν κρυφά η Ρέα συνουσιάστηκε με τον Κρόνο, ο Ήλιος το αντιλήφθηκε και την καταράστηκε να μην γεννήσει ούτε στον μήνα ούτε στο έτος. Ο Ερμής ερωτεύθηκε την Θεά και συνευρέθηκε μαζί της. Έπειτα έπαιξε πεσσούς με την Σελήνη, αφαίρεσε το ένα εβδομηκοστό από κάθε φωτεινή εμφάνισή της, από αυτά συμπλήρωσε πέντε ημέρες – αυτές που σήμερα οι Αιγύπτιοι αποκαλούν «επαγόμενες» και τις εορτάζουν ως γενέθλιες ημέρες των Θεών – και τις πρόσθεσε στις τριακόσιες εξήντα.

Την πρώτη ημέρα γεννήθηκε ο Όσιρις και – κατά την στιγμή τού τοκετού – ακούστηκε φωνή, ότι έρχεται στο φως ο κύριος των πάντων. Μερικοί λένε ότι κάποιος Παμύλης, που έπαιρνε νερό από το ιερό τού Δία, στις Θήβες, άκουσε μία φωνή που τον παρακινούσε να επαναλάβει με βοή ότι γεννήθηκε ο μεγάλος βασιλιάς και ευεργέτης Όσιρις, και γι’ αυτό ν’ αναθρέψει τον Όσιρη, αφού ο Κρόνος τού τον ανέθεσε, και να τελεί την εορτή των Παμυλίων, η οποία προσομοιάζει στα Φαλληφόρια.

Την δεύτερη ημέρα γεννήθηκε ο Αρούηρις, τον οποίον μερικοί καλούν Απόλλωνα ή και πρεσβύτερο Ώρο. Την τρίτη ημέρα γεννήθηκε ο Τυφών, ούτε στον κατάλληλο καιρό ούτε στον κατάλληλο χώρο, αλλά ξεπήδησε από την πληγή που άνοιξε στην πλευρά. Την τέταρτη ημέρα γεννήθηκε η Ίσις μέσα σε πάνυγρο περιβάλλον, την πέμπτη η Νέφθυς, την οποία ονομάζουν Τελευτή και Αφροδίτη, ενώ μερικοί αποκαλούν και Νίκη. Ο Όσιρις και ο Αρούηρις είναι τέκνα τού Ήλιου, η Ίσις τού Ερμή, ενώ ο Τυφών και η Νέφθυς είναι τού Κρόνου. Γι’ αυτό και την τρίτη των επαγομένων ημερών, θεωρώντας την αποφράδα, οι βασιλιάδες δεν ασχολούνταν με τα καθήκοντά τους ούτε φρόντιζαν τους εαυτούς τους μέχρι την νύχτα.

Ο Τυφών έλαβε σύζυγο την Νέφθυ. Η Ίσις και ο Όσιρις ερωτεύτηκαν μεταξύ τους και συνουσιάστηκαν μέσα στο σκότος τής γαστρός, πριν ακόμη γεννηθούν. Μερικοί λένε ότι έτσι γεννήθηκε και ο Αρούηρις, και καλείται πρεσβύτερος Ώρος από τους Αιγυπτίους και Απόλλων από τους Έλληνες.

Page 69: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Όταν βασίλεψε ο Όσιρις, ευθύς απάλλαξε τους Αιγυπτίους από τον άπορο και θηριώδη βίο, υποδεικνύοντάς τους την συλλογή καρπών, θέτοντας νόμους σ’ αυτούς και διδάσκοντάς τους να τιμούν τους Θεούς. Ύστερα περιήλθε σε όλη την γη τους γιά να την εξημερώσει – έχοντας περιορισμένη ανάγκη από όπλα – προσάγοντας κοντά του τους περισσότερους μέσω τής πειθούς και τού λόγου, θέλγοντάς τους με κάθε είδους ωδή και μουσική. Γι’ αυτό οι Έλληνες πίστευαν ότι είναι ο ίδιος με τον Διόνυσο.

Ο Τυφών – κατά την απουσία τού Οσίριδα – δεν επαναστατούσε, επειδή η Ίσις φυλαγόταν πολύ καλά, πρόσεχε και κυβερνούσε σταθερά. Όταν ο Όσιρις επανήλθε, ο Τυφών ενέργησε με δόλο, συγκεντρώνοντας εβδομηνταδύο συνεργούς και έχοντας μαζί του την βασίλισσα τής Αιθιοπίας, την οποία ονομάζουν Ασώ. Έχοντας μετρήσει κρυφά το σώμα τού Οσίριδα, κατασκεύασε μία ωραία λάρνακα, ίση προς το μέγεθός του, την κόσμησε πλούσια και την έφερε στο συμπόσιο. Οι παριστάμενοι ευχαριστήθηκαν από την όψη της, την θαύμασαν, και ο Τυφών υποσχέθηκε – δήθεν παιχνιδίζοντας – ότι θα την δώριζε σε όποιον είχε ίσο μ’ αυτήν ύψος, αν πρώτα ξαπλωνόταν εντός της. Όλοι αποπειράθηκαν με την σειρά τους, αλλά σε κανέναν δεν ήταν εφαρμοστή. Ο Όσιρις μπήκε και ξαπλώθηκε. Τότε οι συνωμότες επέδραμαν, έκλεισαν το σκέπασμα, άλλοι το κάρφωσαν εξωτερικά, άλλοι το περιέχυσαν με θερμό μολύβι και μετέφεραν την λάρνακα στον ποταμό. Μέσω τού Τανιτικού στομίου την ώθησαν προς την θάλασσα και γι’ αυτό μέχρι σήμερα οι Αιγύπτιοι θεωρούν μισητό και κατάπτυστο εκείνο το σημείο. Αυτά λέγεται ότι διαπράχθηκαν στις δεκαεφτά τού μηνός Αθύρ, όταν ο Ήλιος περνά απ’ τον σκορπιό, στο εικοστό όγδοο εκείνο έτος τής βασιλείας τού Οσίριδα. Μερικοί λένε ότι έζησε και όχι ότι βασίλεψε τόσα χρόνια.

Πρώτοι αντιλήφθηκαν το πάθος οι Πάνες και οι Σάτυροι, που κατοικούν στην περιοχή γύρω από την Χέμμη, και διέδωσαν την είδηση, γι’ αυτό και μέχρι σήμερα ονομάζεται «πανικός» η αιφνίδια ταραχή και καταπτόηση τού όχλου. Όταν το αντιλήφθηκε η Ίσις, έκοψε αμέσως την μία πλεξούδα της και φόρεσε πένθιμη στολή, εκεί όπου μέχρι τώρα η πόλη ονομάζεται Κοπτώ. Άλλοι θεωρούν ότι αυτό το όνομα σημαίνει «στέρηση», επειδή το «αποστερώ» λέγεται «κόπτω».

Ενώ, λοιπόν, περιπλανιόταν παντού και απορούσε, κανέναν δεν προσπερνούσε χωρίς να τον ρωτήσει, αλλά ακόμη και τα μικρά παιδιά, που συντύχαινε, ρωτούσε γιά την λάρνακα. Συνέτυχε κάποια παιδιά που την είχαν δει και της είπαν γιά το Τανιτικό στόμιο, απ’ το οποίο οι φίλοι τού Τυφώνα έσπρωξαν την λάρνακα στην θάλασσα. Γι’ αυτό οι Αιγύπτιοι θεωρούν ότι τα μικρά παιδιά έχουν μαντική δύναμη και μάλιστα από τις φωνές τους – καθώς παίζουν στα ιερά και λένε οτιδήποτε τους τύχει – λαμβάνουν μαντεύματα. Όταν, επίσης, αντιλήφθηκε ότι ο Όσιρις ερωτεύθηκε την αδελφή της και συνουσιάστηκε μαζί της από άγνοια, νομίζοντας ότι ήταν η Ίσις, και όταν είδε το τεκμήριο, το μελιλώτινο στεφάνι που εκείνος άφησε κοντά στην Νέφθυ, αναζήτησε το παιδί τους, επειδή – ευθύς μετά από τον τοκετό και φοβούμενη τον Τυφώνα – το είχε αφήσει έκθετο. Αφού βρέθηκε με δυσκολία και κόπο, με την βοήθεια των κυνών, η Ίσις το εξέθρεψε και αυτό έγινε φύλακας και συνοδός της, ονομάστηκε Άνουβις και λέγεται ότι φρουρεί τους Θεούς, όπως ακριβώς οι κύνες τους ανθρώπους. Απ’ αυτόν έμαθε γιά την λάρνακα: ότι εκβράστηκε από την θάλασσα στην περιοχή τής Βύβλου, όπου το κύμα την προσκόλλησε μαλακά σ’ έναν θάμνο.

Page 70: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Μέσα σε λίγο χρόνο ο θάμνος απέκτησε ωραιότατους και μέγιστους βλαστούς, περιέπτυξε, περιέβαλε και απέκρυψε μέσα του την λάρνακα. Θαυμάζοντας ο βασιλιάς το μέγεθος τού φυτού, έκοψε τον κορμό που περιείχε την σορό και η οποία δεν φαινόταν, και τον τοποθέτησε ως έρεισμα σε μία στέγη. Αφού αυτά έμαθε η Ίσις από τις φήμες ενός δαιμόνιου πνεύματος, αφίχθηκε στην Βύβλο, κάθισε ταπεινή και δακρυσμένη επάνω σε μιά κρήνη και με κανέναν άλλον δεν συνομίλησε, παρά ασπάστηκε τις θεραπαινίδες τής βασίλισσας και έκανε φιλοφρονήσεις περιπλέκοντας την κόμη τους, ενώ απέπνεε επάνω στο δέρμα τους την δική της θαυμαστή ευωδία.

Όταν η βασίλισσα είδε τις θεραπαινίδες της, των οποίων τα μαλλιά και το σώμα απέπνεαν αμβροσία, καταλήφθηκε από τον πόθο να γνωρίσει την ξένη. Την προσκάλεσε, λοιπόν, και γνωρίστηκαν και την έκανε τροφό τού παιδιού της. Λέγεται ότι το όνομα τού βασιλιά ήταν Μάλκανδρος, ενώ η ίδια κατ’ άλλους ονομαζόταν Αστάρτη, κατ’ άλλους Σάωσις, κατ’ άλλους Νεμανούν, το οποίο οι Έλληνες θα μετέφραζαν ως Αθηναΐς.

Η Ίσις έτρεφε το παιδί δίνοντάς του στο στόμα το δάχτυλο αντί γιά τον μαστό της, και την νύχτα περιέκαιγε τα θνητά μέρη τού σώματός του. Αυτή γινόταν χελιδόνα, πετούσε γύρω από τον κίονα και θρηνούσε, μέχρι που η βασίλισσα – η οποία παραφύλαγε – ξέσπασε σε φωνές όταν είδε το βρέφος να περικαίγεται, και του στέρησε την αθανασία. Τότε η Θεά φανερώθηκε και απαίτησε τον κίονα τής στέγης.

Αφού τον αφαίρεσε με μεγάλη ευκολία, απέκοψε τον κορμό τού θάμνου, μετά τον περικάλυψε μ’ ένα λευκό ύφασμα, τον περιέχυσε με μύρο και τον παρέδωσε στους βασιλιάδες, ώστε μέχρι και σήμερα το ξύλο είναι αντικείμενο σεβασμού γιά τους Βύβλιους και κείται στο ιερό τής Ίσιδας. Μετά έπεσε επάνω στην σορό και θρηνούσε τόσο πολύ, ώστε πέθανε το νεώτερο παιδί τού βασιλιά. Παίρνοντας μαζί της το μεγαλύτερο παιδί και θέτοντας σε πλοίο την σορό, ανοίχτηκε στην θάλασσα. Επειδή κατά την αυγή ο ποταμός Φαίδρος έβγαλε σφοδρότερο άνεμο, η Θεά θύμωσε και τού ξήρανε την κοίτη.

Στην πρώτη ερημιά που της έτυχε, έμεινε εντελώς μόνη της, άνοιξε την λάρνακα, έθεσε το πρόσωπό της επάνω στο πρόσωπό του, το φίλησε και δάκρυσε. Όταν αντιλήφθηκε ότι το παιδί προσήλθε σιωπηλά πίσω της και κατάλαβε τι γινόταν, στράφηκε και οργισμένη του έριξε ένα φοβερό βλέμμα. Το παιδί δεν άντεξε στον τρόμο και πέθανε. Κάποιοι λένε ότι δεν έγινε έτσι, αλλά ότι κατά κάποιο τρόπο έπεσε στην θάλασσα και απολαμβάνει τιμές χάρη στην Θεά. Γιατί αυτός είναι ο Μανερώτας, τον οποίο τραγουδούν οι Αιγύπτιοι στα συμπόσια. Ορισμένοι αποκαλούν το παιδί Παλαιστινό ή Πηλούσιο, ενώ η πόλη, που κτίστηκε από την Θεά, πήρε απ’ αυτόν τ’ όνομά της. Εξιστορούν, επίσης, ότι ο αδόμενος Μανερώτας πρώτος εφηύρε την μουσική. Μερικοί λένε ότι αυτό δεν είναι το όνομα κανενός, αλλά ότι αποτελεί φράση κατάλληλη γιά όσους ανθρώπους πίνουν και διασκεδάζουν: «ας μας βγουν σε καλό αυτά τα πράγματα». Αυτό, λοιπόν, αναφωνούν οι Αιγύπτιοι κάθε φορά που χρησιμοποιούν την φράση «Μανερώτα».

Κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο, το είδωλο ενός πεθαμένου ανθρώπου, το οποίο επιδεικνύουν μέσα σε κιβωτό, δεν είναι ανάμνηση τού πάθους τού Οσίριδα, όπως το εκλαμβάνουν ορισμένοι, αλλά προσάγουν στα συμπόσια αυτό το άχαρο αστείο προσκαλώντας, όσους καταναλώνουν, οίνο να χρησιμοποιούν και ν’ απολαμβάνουν τα παρόντα αγαθά, αφού όλοι πολύ σύντομα έτσι θα γίνουν.

Page 71: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Η Ίσις, έχοντας αποθέσει την λάρνακα μακριά, πορεύτηκε προς τον γιό της, τον Ώρο, που μεγάλωνε στον Βούτο. Ο Τυφών βρήκε την λάρνακα τυχαία, ενώ έκανε νυχτερινό κυνήγι μέσα στο φως τής Σελήνης. Αναγνώρισε το σώμα, το έκοψε σε δεκατέσσερα μέρη και το διασκόρπισε. Όταν η Ίσις το έμαθε, μπήκε σε παπύρινο πλοιάριο και το αναζητούσε διαπλέοντας τα έλη. Γι’ αυτό όσοι πλέουν σε παπύρινα σκάφη δεν υφίστανται ζημιές από τους κροκοδείλους, που ή τους φοβούνται ή τους σέβονται εξαιτίας τής Θεάς. Γιά τον ίδιο λόγο αναφέρονται πολλοί τάφοι τού Οσίριδα στην Αίγυπτο: γιατί η Ίσις ενταφίαζε καθένα μέρος του εκεί όπου το εύρισκε. Άλλοι δεν το παραδέχονται, αλλά λένε ότι κατασκεύαζε είδωλα και τα έδινε σε καθεμία πόλη, σαν να έδινε το σώμα του, γιά να τιμάται από περισσότερους και – αν ο Τυφών επικρατούσε τού Ώρου – ν’ αναζητούσε και να μην εύρισκε τον αληθινό τάφο, αφού θα του αναφέρονταν και θα του δείχνονταν πολλοί.

Το μόνο από τα μέρη τού Οσίριδα, το οποίο δεν βρήκε η Ίσις, ήταν το πέος του, γιατί ευθύς μόλις ρίχτηκε στον ποταμό, το γεύτηκαν ο λεπιδωτός, το φαγκρί και ο οξύρρυγχος, που γι’ αυτό θεωρούνται κατεξοχήν όσιοι ιχθύες. Η Ίσις κατασκεύασε μία απομίμησή του, κατέστησε ιερό τον φαλλό και μέχρι σήμερα εορτάζεται από τους Αιγύπτιους.

Έπειτα, από τον Άδη, ο Όσιρις επισκέφτηκε τον Ώρο, τον προπόνησε γιά μάχη, τον εξάσκησε και μετά τον ρώτησε τι θεωρεί ως κάλλιστο. Εκείνος απάντησε: «να πάρω εκδίκηση γιά τον πατέρα και την μητέρα μου που κακοπάθησαν». Του έκανε και δεύτερη ερώτηση: ποιό από τα ζώα που βγαίνουν στην μάχη θεωρεί χρησιμότατο. Ο Ώρος είπε: «τον ίππο». Ο Όσιρις τον θαύμασε και απόρησε πώς δεν είπε τον λέοντα, αλλά τον ίππο. Τότε, λοιπόν, ο Ώρος απάντησε ότι ο λέων είναι ωφέλιμος σε όποιον χρειάζεται βοήθεια, ενώ ο ίππος βοηθά να διασπώνται και ν’ αναλώνονται οι διαφεύγοντες πολέμιοι. Ο Όσιρις άκουσε κ’ ευχαριστήθηκε που ο Ώρος ήταν κατάλληλα προετοιμασμένος.

Λέγεται ότι τον Ώρο προσέγγιζαν συνεχώς πολλοί, καθώς και η Θούηρις, η παλλακίδα τού Τυφώνα, ενώ ένας όφις που την καταδίωκε, κατακόπηκε από έναν συνοδό τού Ώρου, γι’ αυτό και σήμερα, ως ανάμνηση τού περιστατικού, τοποθετούν στην μέση ένα σχοινί και το κατακόπτουν. Η μάχη διάρκεσε πολλές ημέρες κ’ επικράτησε ο Ώρος. Η Ίσις παρέλαβε δεμένο τον Τυφώνα, αλλά δεν τον σκότωσε, παρά τον έλυσε και τον απελευθέρωσε. Ο Ώρος αντέδρασε άσχημα: έβαλε τα χέρια του στην κεφαλή της και της απέσπασε το βασιλικό στέμμα. Ο Ερμής, όμως, τής επέθεσε ως κράνος την κεφαλή ενός βοδιού. Όταν ο Τυφών έκανε δίκη εναντίον τού Ώρου, μηνύοντάς τον ως νόθο, οι Θεοί έκριναν γνήσιο και τον Ώρο, με την βοήθεια τού Ερμή. Ο Τυφών καταπολεμήθηκε σε δύο ακόμη μάχες.

Η Ίσις συνουσιάστηκε με τον Όσιρη – μετά τον θάνατό του – και γέννησε τον εφταμηνίτικο και ασθενή στα κάτω άκρα Αρποκράτη. Αυτά είναι τα στοιχειώδη κεφάλαια τού μύθου, απ’ όπου εξαίρεσα τα πιό δυσφημιστικά, όπως είναι ο διαμελισμός τού Ώρου και ο αποκεφαλισμός τής Ίσιδας, γιατί – αν αυτά αναφέρουν και υποστηρίζουν ως αληθινές πράξεις και συμπτώσεις, σχετικές με την μακάρια και άφθαρτη φύση, μέσω τής οποίας κατεξοχήν νοείται το θείο – «πρέπει να φτύσουμε και να καθαρίσουμε το στόμα μας», κατά τον Αισχύλο, και τίποτε να μην πούμε ενώπιόν σου, επειδή και η ίδια αγανακτείς με όσους έχουν τέτοιες παράνομες και βάρβαρες αντιλήψεις γιά τους Θεούς. Και η ίδια γνωρίζεις ότι αυτά γενικά δεν

Page 72: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

μοιάζουν με ισχνά μυθεύματα και μάταια πλάσματα τής φαντασίας – σαν εκείνα που από μόνοι τους γεννούν οι ποιητές και οι λογογράφοι, όπως οι αράχνες, που εξαρχής υφαίνουν και προεκτείνουν χωρίς βάση – αλλά ότι εμπεριέχουν στοιχεία που προκαλούν αμηχανία, καθώς και διηγήσεις παθών. Και όπως ακριβώς οι μαθηματικοί λένε ότι η ίρις είναι εικόνα μιάς εμφάνισης τού Ήλιου, που ποικίλλεται από χρώματα λόγω τής αντανάκλασης επάνω στο νέφος, έτσι και αυτός εδώ ο μύθος είναι ένας τρόπος εμφάνισης τού λόγου, που κατευθύνει την διάνοια σε άλλα, όπως υποδηλώνουν και οι θυσίες, οι οποίες αφήνουν να διαφαίνεται το πένθιμο και σκυθρωπό χαρακτηριστικό τους, αλλά υποδηλώνει και η διάταξη των ναών, που από την μία πλευρά τούς βλέπουμε με μακριές πτέρυγες και δρόμους υπαίθριους και καθαρούς, ενώ από την άλλη έχουν κρυφά και σκοτεινά, υπόγεια στολιστήρια, όμοια με νεκροθαλάμους και με άδυτα ιερών, και εξίσου υποδηλώνουν οι δοξασίες των Οσιρείων, που λένε ότι σε πολλά μέρη κείτεται το σώμα του.

Λέγεται ότι η πολίχνη, που ονομάζεται Διοχίτη, είναι η μόνη που κατέχει τον αληθινό Όσιρη και στην Άβυδο επιθυμούν ιδιαιτέρως να θάβονται οι ευδαίμονες και δυνατοί Αιγύπτιοι, γιατί θεωρούν τιμή τους να είναι ομόταφοι τού σώματος τού Οσίριδα. Λένε ότι ο Άπις – που είναι σύμβολο τής ψυχής τού Οσίριδα – εκτρέφεται στην Μέμφιδα, εκεί όπου κείτεται και το σώμα του. Άλλοι ερμηνεύουν την πόλη ως «όρμο αγαθών» και άλλοι ως «τάφο τού Οσίριδα», ενώ την νησίδα κοντά στις Φιλές την θεωρούν άβατη και απροσπέλαστη σε όλους, που ούτε πτηνά πετούν επάνω της ούτε ιχθύες την πλησιάζουν, αλλά στην κατάλληλη ημέρα αποβιβάζονται οι ιερείς, προσφέρουν νεκρώσιμες θυσίες και στεφανώνουν τον τάφο που περισκιάζεται απ’ το φυτό τής μηδίθης, το οποίο ξεπερνά σε ύψος κάθε ελιάς το μέγεθος. Ο Εύδοξος, μεταξύ των πολλών τάφων που αναφέρονται στην Αίγυπτο, λέει ότι το σώμα τού Οσίριδα κείτεται στην Βούσιρη, γιατί αυτή ήταν η ιδιαίτερη πατρίδα του. Γιά την Ταφόσιρη δεν χρειάζεται ιδιαίτερος λόγος, αφού το ίδιο το όνομά της εκφράζει την «ταφή τού Οσίριδα». Αφήνω την τομή τού ξύλου, το σχίσιμο τού λινού υφάσματος και τις γενόμενες χοές, επειδή πολλά μυστήρια αναμείχθηκαν μ’ αυτά...».

γ. Πλάτων ο Αθηναίος:«Τίμαιος»

«... Τότε, ένας πολύ ηλικιωμένος ιερέας τού είπε: «Σόλωνα, Σόλωνα, οι Έλληνες είστε πάντοτε παιδιά και γέροντας Έλληνας δεν υπάρχει».

Ακούγοντάς τον, ο Σόλων ρώτησε: «Πώς το λες αυτό;».

Εκείνος απάντησε: «Όλοι είστε νέοι στις ψυχές, γιατί σ’ αυτές, από αρχαία ακούσματα, δεν έχετε κρατημένη καμμία παλαιά δοξασία, ούτε κανένα πανάρχαιο μάθημα. Και το αίτιο αυτών είναι το εξής: πολλές και διάφορες καταστροφές έγιναν και θα γίνουν στους ανθρώπους. Από πυρ και ύδωρ οι μεγαλύτερες, ενώ από μύρια άλλα στοιχεία άλλες, μικρότερες. Αυτό, λοιπόν, που λέτε κ’ εσείς – ότι κάποτε ο Φαέθων, ο γιός τού Ήλιου, έζευξε το άρμα τού πατέρα του και, μη όντας δυνατός γιά να το οδηγήσει στην πατρική οδό, συνέκαψε όσα βρίσκονταν επάνω στην γη ενώ ο ίδιος καταστράφηκε κεραυνοβολημένος – αυτό λέγεται σε μορφή μύθου, ενώ η αλήθεια είναι ότι, με την πάροδο πολλών χρόνων, η παρέκκλιση των σωμάτων που κινούνται στον ουρανό, γύρω από την γη, επιφέρει μεγάλη πύρινη καταστροφή σε όσα βρίσκονται επάνω στην γη. Τότε, λοιπόν, όσοι κατοικούν στα όρη και σε

Page 73: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

υψηλούς τόπους και στην ξηρά, υφίστανται μεγαλύτερη καταστροφή απ’ όσους κατοικούν κοντά στους ποταμούς ή στην θάλασσα. Εμάς, όμως, ο Νείλος – ο σωτήρας μας στα υπόλοιπα – και από αυτή την δυσχέρεια μάς σώζει πλημμυρίζοντας. Όταν πάλι οι Θεοί προκαλούν κατακλυσμούς αποκαθαίροντας με ύδατα την γη, διασώζονται οι ορεσίβιοι βουκόλοι και βοσκοί, ενώ παρασύρονται από τα ποτάμια στην θάλασσα οι κάτοικοι πόλεων σαν τις δικές σας. Σε τούτη εδώ, όμως, την χώρα – ούτε τότε, ούτε άλλοτε – δεν πέφτει από πάνω νερό στο έδαφος. Αντίθετα, από κάτω αναβλύζει πάντοτε. Γι’ αυτόν τον λόγο και την αιτία οι εδώ σωζόμενες παραδόσεις λέγεται ότι είναι παλαιότατες. Και είναι αλήθεια ότι σε όλους τους τόπους, όπου ο υπερβολικός χειμώνας ή ο καύσωνας δεν το απαγορεύουν, πάντοτε επιζεί το γένος των ανθρώπων, είτε αυξημένο, είτε ελαττωμένο. Όσα, λοιπόν, δικά σας ή δικά μας ή άλλου τόπου ακούσαμε και γνωρίζουμε – αν, δηλαδή, πρόκειται γιά κάποιο ωραίο ή μεγάλο γεγονός ή ενδιαφέρον – τα πάντα, από παλιά, είναι εδώ καταγεγραμμένα και διασωσμένα στα ιερά μας. Στα μέρη σας, όμως, και στ’ άλλα μέρη, μετά την πάροδο συγκεκριμένων ετών, κάθε φορά που μόλις ετοιμάζονται τα συγγράμματα και όλα όσα χρειάζονται οι πόλεις, έρχεται σαν νόσημα το ουράνιο ρεύμα και από εσάς αφήνει μόνον τους αγράμματους και άμουσους, ώστε πάλι εξαρχής να γίνεστε σαν τους νέους, μη γνωρίζοντας τίποτε, ούτε δικό μας, ούτε δικό σας, απ’ όσα υπήρχαν στους παλαιούς χρόνους. Όσα τώρα, λοιπόν, μας ανέφερες γιά τις γενεαλογίες σας, Σόλωνα, λίγο διαφέρουν από τους παιδικούς μύθους. Εσείς, κατά πρώτο, μνημονεύετε έναν κατακλυσμό τής γης, ενώ πολλοί έγιναν πιό μπροστά και, επιπλέον, δεν γνωρίζετε ότι το ωραιότερο και άριστο γένος μεταξύ των ανθρώπων έζησε στα μέρη σας και απ’ αυτό κατάγεσαι εσύ και όλη η πόλη σου – όταν κάποτε περισώθηκε λίγο σπέρμα – αλλά το λησμονήσατε, γιατί πολλές γενιές μετά από τους επιζήσαντες πέθαναν δίχως ν’ αφήσουν γραφές. Κάποτε, Σόλωνα, πριν από την μέγιστη υδάτινη καταστροφή, η πόλη – που σήμερα είναι των Αθηναίων – ξεχώριζε ως η άριστη στον πόλεμο και η περισσότερο ευνομούμενη σε όλα. Γι’ αυτήν λέγεται ότι πραγματοποίησε τα ωραιότερα έργα και τα ωραιότερα πολιτεύματα απ’ όλα όσα εμείς ακούσαμε να υπάρχουν κάτω από τον ουρανό».

Ακούγοντάς τα, λοιπόν, ο Σόλων είπε ότι έμεινε έκθαμβος, και με μεγάλη προθυμία παρακάλεσε τους ιερείς να του διηγηθούν στην συνέχεια, με ακρίβεια, τα πάντα γιά τους παλαιούς πολίτες τής χώρας μας.

Ο ιερέας αποκρίθηκε: «Δεν θα σου τα αρνηθώ, Σόλωνα, αλλά θα τα πω γιά χάρη σου και γιά χάρη τής πόλης σας και μάλιστα γιά χάρη τής Θεάς, η οποία ανέλαβε και ανέθρεψε και εκπαίδευσε την πόλη σας και την δική μας – πρώτα την δική σας, χίλια χρόνια νωρίτερα, παραλαμβάνοντας το σπέρμα σας από την Γη και τον Ήφαιστο, και ύστερα την δική μας. Γιά την μέχρι σήμερα πορεία μας στον κόσμο, οι ιερές γραφές δίνουν τον αριθμό των οχτώ χιλιάδων ετών. Θα σου μιλήσω, λοιπόν, γιά τους συμπολίτες σου, που εμφανίστηκαν προ εννέα χιλιάδων ετών, θα σου μιλήσω με συντομία γιά τους νόμους τους και γιά τ’ ωραιότερο έργο απ’ όσα έπραξαν. Τις λεπτομέρειες όλων αυτών θα τις συζητήσουμε στην συνέχεια, με την ησυχία μας, λαμβάνοντας τα ίδια τα κείμενα. Πρόσεξε τους νόμους τους σε σχέση με τους δικούς μας, γιατί πολλά παραδείγματα – των τότε ισχυόντων σ’ εσάς – θα βρεις τώρα εδώ. Πρώτα, λοιπόν, το γένος των ιερέων, εντελώς διαχωρισμένο από τ’ άλλα. Μετά απ’ αυτό, το γένος των τεχνιτών, όπου κάθε μία ειδικότητα δημιουργεί μόνη της, χωρίς ν’ αναμειγνύεται με άλλη. Μετά το γένος των βοσκών, των θηρευτών και των γεωργών. Και το γένος των μάχιμων, βέβαια, το οποίο – όπως κατάλαβες – εδώ είναι χωρισμένο από όλα τα γένη, και από τον νόμο έχει προσταγή να μην ενδιαφέρεται γιά

Page 74: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

τίποτε άλλο εκτός από τα πολεμικά. Μάλιστα, τα όπλα τους είναι οι ασπίδες και τα δόρατα, τα οποία πρώτοι εμείς, ανάμεσα στους Ασιάτες, συσχετίσαμε στον οπλισμό μας με υπόδειξη τής Θεάς, καθώς συνέβη πρωτύτερα και σ’ εκείνους, τους δικούς σας τόπους. Ως προς την φρόνηση, τώρα, βλέπεις εδώ πόσο επιμελής ήταν ο νόμος, ευθύς εξαρχής, σχετικά με τον κόσμο: τα πάντα, μέχρι την μαντική και την ιατρική, που δίνει υγεία – από αυτά που είναι θεϊκά και εφαρμόζονται στα ανθρώπινα – και όσα άλλα μαθήματα έπονται αυτών, κατέκτησε τα πάντα. Σύμπασα τούτη την οργάνωση και τάξη η Θεά την παρέδωσε πρώτα σ’ εσάς, ιδρύοντας την πολιτεία σας, έχοντας επιλέξει τον τόπο όπου έχετε γεννηθεί, έχοντας ελέγξει σ’ αυτόν την ευκρασία των εποχών, η οποία θα γεννούσε ανθρώπους εξαιρετικά σώφρονες. Καθώς η Θεά είναι φιλοπόλεμη και φιλόσοφος, επέλεξε τον τόπο που έμελλε να γεννήσει ανθρώπους παρόμοιους προς αυτήν και ίδρυσε την πρώτη πόλη.

Κατοικήσατε, λοιπόν, εκεί χρησιμοποιώντας τέτοιους νόμους και όντας ακόμη περισσότερο ευνομούμενοι, υπερβαίνοντας στην αρετή όλους τους ανθρώπους, καθώς θα ταίριαζε σε όσους είναι γεννήματα και θρέμματα Θεών. Πολλά και μεγάλα έργα τής πόλης σας είναι εδώ καταγεγραμμένα και θαυμάζονται, αλλά ένα απ’ όλα υπερέχει σε μέγεθος και αρετή: λένε οι γραφές πόσο μεγάλη δύναμη – που πορευόταν υβριστικά εναντίον ολόκληρης τής Ευρώπης και τής Ασίας, ορμώντας απ’ έξω, από το Ατλαντικό πέλαγος – κατανίκησε κάποτε η πόλη σας. Τότε ήταν πορεύσιμο το εκεί πέλαγος. Εμπρός από το στόμιό του – το οποίο, όπως λέτε, ονομάζεται Στήλες Ηρακλέους – είχε νησί, και το νησί ήταν μεγαλύτερο από την Λιβύη και την Ασία μαζί. Περνώντας από αυτό, πορεύονταν προς τα άλλα νησιά και από αυτά τα νησιά σε όλη την αντικρινή ήπειρο, που περιβάλλει εκείνον τον αληθινό πόντο. Αυτά, λοιπόν, που βρίσκονται εντός τού στομίου, γιά το οποίο λέμε, φαίνονταν σαν λιμάνι που έχει μιά στενή είσοδο. Εκείνο, όμως, ήταν όντως πέλαγος και η γη που το περιέβαλλε ορθότατα θα ονομαζόταν ήπειρος, παντελώς και αληθώς. Σ’ αυτή, λοιπόν, την νήσο Ατλαντίδα υπήρχε μεγάλη και θαυμαστή βασιλική δύναμη, που επικρατούσε σε όλο το νησί, καθώς και σε πολλά άλλα νησιά και μέρη τής ηπείρου. Επιπλέον, στα δικά μας μέρη, ήταν άρχοντες στην Λιβύη, μέχρι την Αίγυπτο, και στην Ευρώπη, μέχρι την Τυρρηνία. Όλη αυτή η δύναμη, συναθροισμένη σε ένα στράτευμα, επιχείρησε κάποτε να υποδουλώσει με ορμή τον δικό σας και τον δικό μας και κάθε τόπο εντός τού στομίου. Τότε, λοιπόν, Σόλωνα, η δύναμη τής πόλης σας έγινε εμφανής σε άπαντες τους ανθρώπους, ως προς την αρετή και την ρώμη της, γιατί πρωτοστάτησε ενώπιον όλων με ευψυχία και με όσες πολεμικές τέχνες κατείχε, αρχικά ως ηγεμόνας των Ελλήνων κ’ έπειτα – εξ ανάγκης απομονωμένη, όταν οι άλλοι αποστάτησαν – φτάνοντας στους έσχατους κινδύνους, νίκησε τους επιδρομείς κ’ έστησε τρόπαιο, αποτρέποντας την υποδούλωση των μη υπόδουλων και ελευθερώνοντας μεγαλόκαρδα όλους τους άλλους, όσους κατοικούμε εντός των ορίων των Ηρακλείων Στηλών. Σε κατοπινούς χρόνους, όταν έγιναν φοβεροί σεισμοί και κατακλυσμοί, μέσα σε μία ημέρα και μία νύχτα τρομερή, όλοι οι μαχητές σας χάθηκαν αθρόοι μέσα στην γη και η νήσος Ατλαντίδα αφανίστηκε, παρομοίως βυθισμένη στην θάλασσα. Γι’ αυτό και τώρα έγινε απροσπέλαστο και αδιερεύνητο το εκεί πέλαγος, αφού εμποδίζει ο εντελώς βαθύς πηλός, τον οποίο άφησε το νησί καθώς καταποντιζόταν»...».

Page 75: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Μέρος Β΄: Βιογραφίες

α. Λουκιανός ο Σαμοσατεύς

Ο Λουκιανός έζησε μεταξύ τού 120 και τού 180 μ.Χ., σε μία εποχή έντονων αμφισβητήσεων και μεγάλων αντιπαραθέσεων και αναθεωρήσεων σε κάθε τομέα τής ανθρώπινης ζωής. Καταγόταν από τα Σαμόσατα τού Άνω Ευφράτη. Πρωτοδιδάχτηκε την ελληνική γλώσσα στο σχολείο και την βελτίωσε ταξιδεύοντας μέχρι την Ιταλία και την Γαλατία, κάνοντας πολλές περιηγήσεις, μελετώντας τα ήθη και τα έθιμα διαφόρων περιοχών, διερευνώντας τις δοξασίες των απλών ανθρώπων, εξετάζοντας τις διδασκαλίες των φιλοσόφων και των ιερέων, παρατηρώντας τά κοινωνικά, πολιτικά, πολιτισμικά και θρησκευτικά γεγονότα και φαινόμενα.

Αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου έζησε ως ελεύθερος συγγραφέας. Σε μεγάλη ηλικία βρέθηκε στην Αίγυπτο, διορισμένος σε κάποια δημόσια υπηρεσία. Από το σύνολο τού συγγραφικού έργου του, σήμερα σώζονται γύρω στα ογδόντα συγγράμματα (αν και αμφισβητείται η γνησιότητα ορισμένων απ’ αυτά), τα οποία έχουν συνήθως μορφή επιστολής ή διαλόγου. Σκοπός τού συγγραφέα είναι να χλευάσει την φιλοσοφική υπερβολή και την θρησκευτική αφέλεια, να θίξει τα «κακώς κείμενα» τής κοινωνικής πραγματικότητας, να περιγελάσει την ανθρώπινη ανοησία και την δεισιδαιμονία, την ματαιοδοξία και την μισαλλοξία. Ο Λουκιανός χρησιμοποιεί ευτράπελες ιστορίες και φανταστικές διηγήσεις επιθυμώντας να διεγείρει την κοινή λογική και να την θέσει αντιμέτωπη στην απολιθωμένη λαϊκή λατρευτική παράδοση και στον άκαμπτο δογματισμό των διαφόρων φιλοσοφικών σχολών.

Την μεγαλύτερη επιρροή στο έργο του φαίνεται να έχει ασκήσει η Νέα Κωμωδία και ο Μένιππος ο Γαδαρηνός, ένας από τους κυριότερους εκφραστές της. Το θεματολόγιο τού Λουκιανού παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες μ’ εκείνο τού Μένιππου. Το ύφος του τείνει προς το αττικό, αλλά αρνείται – ή δεν καταφέρνει – να συμμορφωθεί με τις αυστηρές απαιτήσεις τής Δεύτερης Σοφιστικής. Τα κείμενά του είναι αφορμή ευχάριστου στοχασμού και ευτράπελου αυτοελέγχου. Η φλύαρη διάθεσή του υποκρύπτει την ανάγκη τού Λουκιανού να «μιλήσει χύμα» και να τα πει όλα «έξω απ’ τα δόντια». Το συνολικό έργο του αποτελεί πολύτιμη πηγή πληροφοριών σχετικά με τις καθημερινές συνήθειες και το ιδεολογικό περιβάλλον τής εποχής του.

β. Πλούταρχος ο Χαιρωνεύς

Ο «θείος» και «ιερός» Πλούταρχος υπήρξε διακεκριμένος θεολόγος, καταξιωμένος βιογράφος και σημαντικός ακαδημαϊκός φιλόσοφος των πρώτων χριστιανικών χρόνων. Γεννήθηκε στην Χαιρώνεια τής Βοιωτίας, γύρω στο 46 μ.Χ., μέσα σε αριστοκρατική και καλλιεργημένη οικογένεια. Σπούδασε στην Αθήνα, κοντά στον φιλόσοφο Αμμώνιο, που ήταν αιγυπτιακής καταγωγής κ’ εκείνη την εποχή διηύθυνε την πλατωνική Ακαδημία.

Page 76: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Μετά το πέρας των σπουδών του ταξίδεψε στην Ασία, στην Αίγυπτο και στην Ιταλία, μελετώντας τα ήθη, τα έθιμα, τις παραδόσεις, τον πολιτισμό και την θρησκεία διαφόρων λαών. Κατά την διαμονή του στην ακμάζουσα Ρώμη ήρθε σε επαφή με σημαντικές προσωπικότητες εκείνης τής εποχής – πιθανόν και με τους ίδιους τους αυτοκράτορες Τραϊανό και Αδριανό – δημιούργησε αξιόλογες φιλίες και απέκτησε το αξίωμα τού «Ρωμαίου Πολίτη».

Παρά τον έντονο κοσμοπολιτισμό τής εποχής του, ο οποίος επηρέαζε γρήγορα, εύκολα και βαθύτατα τους ανθρώπους τής κοινωνικής τάξης του, ο Πλούταρχος προτιμούσε πάντοτε την διαμονή στην πατρική γη, στην οποία επέστρεφε με ιδιαίτερη χαρά και παρέμενε γιά μεγάλα χρονικά διαστήματα, μέχρι τον θάνατό του, ο οποίος συνέβη γύρω στο 120 μ.Χ. Στην αγαπημένη του Χαιρώνεια νυμφεύτηκε και την Τιμοξένα, η οποία τού χάρισε πέντε παιδιά.

Πέρα από την συγγραφική ενασχόλησή του, σπουδαία ήταν η ενεργός συμμετοχή του στα κοινά τής πόλης του, όπου κατά καιρούς αναλάμβανε διάφορα δημόσια αξιώματα («Πρεσβευτής», «Επώνυμος Άρχοντας»), καθώς επίσης και υψηλά ιερατικά καθήκοντα πανελληνίου χαρακτήρα («Ιερέας τού Πυθίου Απόλλωνα»).

Πολλά σε αριθμό και ιδιαιτέρως αξιόλογα σε ποιότητα είναι τα μέχρι σήμερα σωζόμενα έργα του, τα οποία υπολογίζεται ότι αποτελούν περίπου το ένα τρίτο τής συνολικής πνευματικής παραγωγής του, γεγονός που τον κατατάσσει μεταξύ των πολυγραφότερων Ελλήνων. Η γλώσσα του διακρίνεται γιά τις ίσες αποστάσεις που κρατά ανάμεσα στον αττικισμό και στην ελληνιστική κοινή, ενώ το συγγραφικό ύφος του είναι ήπιο και ευχάριστο, αν και ο γραπτός λόγος του ενίοτε γίνεται ιδιαίτερα αναλυτικός και υπέρ το δέον κοσμημένος.

γ. Πλάτων ο Αθηναίος

Γιός τού Αρίστωνα και τής Περικτιόνης, γόνος μίας από τις λαμπρότερες και επιφανέστερες αθηναϊκές οικογένειες, τής οποίας μακρινοί πρόγονοι υπήρξαν ο βασιλιάς Κόδρος και ο νομοθέτης Σόλων. Γεννήθηκε κατά το τέταρτο έτος τής 87ης ή το πρώτο έτος τής 88ης Ολυμπιάδας και έλαβε αξιοζήλευτη και λίαν φροντισμένη παιδεία. Το αρχικό όνομά του ήταν Αριστοκλής, αλλά μετονομάστηκε από τον Αρίστωνα τον Αργείο – διδάσκαλό του στην γυμναστική – «Πλάτων» λόγω τού μεγάλου πλάτους τού μετώπου του ή, κατ’ άλλους, τού στέρνου του.

Αρχικά ασχολήθηκε με την μουσική και την ποίηση, αλλά η γοητεία τής σωκρατικής διδασκαλίας τον οδήγησε αμετάκλητα στις ατραπούς τής ηθικής και θεωρητικής φιλοσοφίας. Ταξίδεψε στην Ιταλία, όπου συναναστράφηκε τους πυθαγορείους φιλοσόφους, καθώς και τον Δίωνα, συγγενή τού Διονυσίου, τυράννου των Συρακουσών. Επισκέφτηκε την Αίγυπτο, όπου γνώρισε από κοντά την θρησκεία και την φιλοσοφία των αιγυπτίων ιερέων.

Επιστρέφοντας στην Αθήνα, αφοσιώθηκε εξολοκλήρου στην φιλοσοφική συγγραφή και διδασκαλία, ιδρύοντας έξω από το άστυ την περίφημη «Ακαδημεία» (πιθανόν στα 387 π.Χ.), ένα από τα διαχρονικώς φωτεινότερα εκπαιδευτικά ιδρύματα τής οικουμένης. Μεταξύ των μαθητών του συγκαταλέγονταν επιφανείς γυναίκες και άνδρες από ολόκληρη την Ελλάδα.

Page 77: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Ο Πλάτων υπήρξε ο πρώτος που εξέδωσε εγγράφως την διδασκαλία τού Σωκράτη. Χάρη στην έξοχη μεγαλοφυΐα του χαρακτηρίστηκε «θεϊκός» ήδη από την αρχαία εποχή. Απεβίωσε στην Αθήνα, την ημέρα των γενεθλίων του, σε ηλικία 82 ετών (348 ή 347 π.Χ.). Ο τάφος του βρισκόταν στον Κεραμεικό, κοντά στην Ακαδημεία, όπου οι Αθηναίοι ύψωσαν προς τιμήν του πολυτελές μνημείο.

Το συγγραφικό έργο του είναι ευρύτατο. Ακολουθεί ο κατάλογος των σωζόμενων συγγραμμάτων του, χωρισμένων σε τρεις ομάδες και ταξινομημένων με αλφαβητική σειρά. Η πρώτη ομάδα περιλαμβάνει εκείνα από τα γνήσια έργα τού φιλοσόφου, που ονομάστηκαν «μείζονες σωκρατικοί διάλογοι»: Απολογία Σωκράτους, Γοργίας ή Περί ρητορικής, Επινομίς ή Νυκτερινός Σύλλογος, Ευθύφρων ή Περί οσίου, Θεαίτητος ή Περί επιστήμης, Κριτίας ή Ατλαντικός, Κρίτων ή Περί πρακτέου, Μένων ή Περί αρετής, Νόμοι ή Περί νομοθεσίας, Παρμενίδης ή Περί ιδεών, Πολιτεία ή Περί δικαίου, Πολιτικός ή Περί βασιλείας, Πρωταγόρας ή Σοφισταί, Σοφιστής ή Περί τού όντος, Συμπόσιον ή Περί αγαθού, Τίμαιος ή Περί φύσεως, Φαίδρος ή Περί έρωτος, Φαίδων ή Περί ψυχής, Φίληβος ή Περί ηδονής. Η δεύτερη ομάδα περιλαμβάνει τα γνήσια έργα που ονομάστηκαν «ελάσσονες σωκρατικοί διάλογοι»: Ευθύδημος ή Εριστικός, Ιππίας Ελάσσων ή Περί τού ψεύδους, Ιππίας Μείζων ή Περί τού καλού, Ίων ή Περί Ιλιάδος, Κρατύλος ή Περί ορθότητος ονομάτων, Λάχης ή Περί ανδρείας, Λύσις ή Περί φιλίας, Μενέξενος ή Επιτάφιος, Χαρμίδης ή Περί σωφροσύνης. Η τρίτη ομάδα περιλαμβάνει τα λεγόμενα «αμφισβητούμενα» έργα: Αλκιβιάδης Α΄ ή Περί ανθρώπου φύσεως, Αλκιβιάδης Β΄ ή Περί ευχής, Αξίοχος, Δημόδοκος, Επιστολές, Ερασταί ή Αντερασταί, Ερυξίας ή Ερασίστρατος, Θεάγης ή Περί φιλοσοφίας, Ίππαρχος ή Φιλοκερδής, Κλειτοφών ή Προτρεπτικός, Μίνως ή Περί νόμου, Όροι, Περί αρετής, Περί δικαίου, Σίσυφος.

δ. Σαλούστιος ο Φιλόσοφος

Τα σωζόμενα βιογραφικά στοιχεία τού Σαλούστιου – ή Σαλλούστιου – είναι ελάχιστα. Γνωρίζουμε ότι γεννήθηκε στην Γαλατία, από ρωμαϊκή οικογένεια, στις αρχές τού τέταρτου αιώνα μ.Χ. Ήταν πολιτικός και φιλόσοφος, κάτοχος τής ελληνικής γλώσσας και οπαδός τού νεοπλατωνισμού.

Υπήρξε «Έπαρχος τής Γαλατίας», κατά την εποχή τού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου, «Έπαρχος τής Ανατολής», κατά την εποχή τού αυτοκράτορα Ιουλιανού, και αργότερα «Ύπατος». Πέθανε γύρω στα 370 μ.Χ.

Το μόνο έργο του, που έφτασε μέχρι τις ημέρες μας, είναι το «Περί Θεών και Κόσμου», το οποίο γράφτηκε στην ελληνική γλώσσα και ίσως γιά να υποστηρίξει την προσπάθεια τού αυτοκράτορα Ιουλιανού γιά αναβίωση τής αρχαίας ελληνο-ρωμαϊκής θρησκείας.

* * * * *

Page 78: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

Ελληνόγλωσση Βιβλιογραφία

1. Βαρβιτσιώτης Θ., Λεξικόν Αρχαίων Ελλήνων, Αθήνα, 1997.2. Βλαστός Γ., Πλατωνικές Μελέτες, Μ. Ι. Ε. Τ., Αθήνα, 1994.3. Βλαστός Γ., Σωκράτης: ειρωνευτής και ηθικός φιλόσοφος (ελληνική

μετάφραση: Π. Καλλιγάς), Αθήνα, 1993.4. Buchwald W. – Hohlweg A. – Prinz Ot., Tusculum – Λεξικόν, Αθανάσιος

Φουρλάς, Αθήνα, 1993.5. Burkert W., Αρχαία Ελληνική Θρησκεία, Καρδαμίτσας, Αθήνα, 1993.6. Γεωργιάδης Α., Ομοφυλοφιλία στην Αρχαία Ελλάδα, Γεωργιάδης, Αθήνα,

2002.7. Γράβιγγερ Π., Σαλούστιου: Περί Θεών και Κόσμου, Ιδεοθέατρον – Διμέλη,

Αθήνα, 1999.8. Δέλτα Σ., Επίκτητου Εγχειρίδιον κ.ά., Βιβλιοπωλείον τής Εστίας, Αθήνα,

2002.9. Δεσποτόπουλος Κ., Η πολιτική φιλοσοφία τού Πλάτωνος, Αθήνα, 1957.10. Διόδωρος Σικελιώτης – Άπαντα, Κάκτος, Αθήνα, 1997.11. Δούκας Κ., Ομήρου Ιλιάς, Αθήνα, 1998.12. Δούκας Κ., Ομήρου Οδύσσεια, Αθήνα, 1999.13. Edelstein L., Ο στωικός σοφός, Θύραθεν, Θεσσαλονίκη, 2002.14. Θεοδωρακόπουλος Ι. Ν., Εισαγωγή στον Πλάτωνα, Αθήνα, 1970.15. Θεοδωρίδης Χ., Εισαγωγή στη Φιλοσοφία (ανατύπωση), Αθήνα, 2000.16. Ιστορία τού Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., Αθήνα, 1971-1979.17. Κάλφας Β., Πλάτων: Τίμαιος, Πόλις, Αθήνα, 1995.18. Καραγιάννης Γ., Ο παιδαγωγικός Έρως στην Αρχαία Ελλάδα, Μαίανδρος,

Θεσσαλονίκη, 2003.19. Κοραής Α., Ισοκράτους λόγοι και επιστολαί μετά σχολίων παλαιών, Παρίσι,

1807.20. Kroh P., Λεξικό Αρχαίων Συγγραφέων, University Studio Press,

Θεσσαλονίκη, 1996.21. Λέσκυ Α., Ιστορία τής Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, Κυριακίδης,

Θεσσαλονίκη, 1990.22. Λωρέντης Ν., Λεξικόν των Αρχαίων Μυθολογικών, Ιστορικών και

Γεωγραφικών Κυρίων Ονομάτων, Βιέννη, 1837.23. Long A. A., Η ελληνιστική φιλοσοφία: Στωικοί – Επικούρειοι – Σκεπτικοί, Μ.

Ι. Ε. Τ., Αθήνα, 1987.24. Μανδηλαράς Β., Ισοκράτης – Άπαντα, Κάκτος, Αθήνα, 1993.25. Ματσούκας Ν., Ιστορία τής Φιλοσοφίας, Θεσσαλονίκη, 1993.26. Μερακλής Μ. Γ., Πλούταρχος ο Χαιρωνεύς – Η ζωή και το έργο του, Ο. Ε. Σ.

Β., Αθήνα, 1966.27. Μιχαηλίδης Σ., Εγκυκλοπαίδεια τής Αρχαίας Ελληνικής Μουσικής, Αθήνα.28. Παπαθεοδώρου Α., Πλάτωνος Τίμαιος, Πάπυρος, Αθήνα, 1956.29. Παπανδρέου Α., Διοδώρου Σικελιώτου: Ιστορική Βιβλιοθήκη, Γεωργιάδης,

Αθήνα.30. Πλούταρχος – Ηθικά, τόμος δέκατος, Κάκτος, Αθήνα, 1995.

Page 79: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

31. Rose H. J., Ιστορία τής λατινικής λογοτεχνίας – τόμος β΄, Μ. Ι. Ε. Τ., Αθήνα, 1994.

32. Συκουτρής Ι., Αρχαία Επιστολογραφία, Αθήνα, 1988.33. Συκουτρής Ι., Πλάτωνος Συμπόσιον, Αθήνα, 1990.34. Sitter-Liver B., «Πεπερασμένο: μιά παραμελημένη προοπτική στη Βιοηθική»,

περιοδικό «Θρησκειολογία», τεύχος 5, σελ. 305-322, Αθήνα, 2004.35. Τσέλλερ-Νέστλε, Ιστορία τής Ελληνικής Φιλοσοφίας, Αθήνα, 2000.36. Frankfurt H. G., Η Ηθική τής Αγάπης, Ποιότητα, Αθήνα, 2004.37. Χριστοδούλου Ι. Σ., Επίκτητος, Ζήτρος, Θεσσαλονίκη, 1997.

Ξενόγλωσση Βιβλιογραφία

1. Anastasi R., I frammenti degli Stoici antichi, Padova, 1962.2. Attilio L. M., Plutarco e il V secolo, Istituto Editoriale Cisalpino, Milano,

1955.3. Barrow R. H., Plutarch and his times, London, 1967.4. Blass G. E. – Benselers G. E., Isokratis orationes, Editio altera stereotypa,

Leipzig, 1913.5. Brisson L., Platon: Les mots et les mythes, Paris, 1982.6. Brun J., Le Stoicisme, Paris, 1961.7. Brun J., Les Stoiciens, Paris, 1962.8. Burnet I., Platonis Opera, Oxonii (Scriptorum Classicorum Bibliotheca

Oxoniensis), 1903.9. Cloché P., Isocrate et son temps, Paris, 1963.10. Cornford F. M., Plato’s Cosmology, Cambridge, 1937.11. Desideri A., Storia e storiografia, G. D’ Anna, Milano, 1989.12. Disertori B., Il messagio del Timeo, Padova, 1965.13. Dobson J. F., The Greek Orators, London, 1919.14. Drerup E., Isokratis opera omnia, Leipzig, 1906.15. Engelhardt H. T., Bioethics and Secular Humanism – The Search for a

Common Morality, London / Philadelphia, 1991.16. Festa N., I frammenti degli Stoici antichi, Bari, 1935.17. Field G. C., The Philosophy of Plato, Oxford, 1949.18. Findlay J. N., Plato: The Written and Unwritten Doctrines, London, 1974.19. Guthrie W. K. C., A History of Greek Philosophy, vol. IV, Cambridge, 1975.20. Hardie W. F. R., A Study in Plato, Oxford, 1936.21. Jebb R. C., The Attic Orators From Antiphon to Isaios, New York, 1962.22. Kahn C. H., Plato and the Socratic Dialogue, Cambridge, 1996.23. Kennedy G., The Art of Persuasion in Greece, Princeton, 1963.24. Lexicon Plutarcheum, Leipzig, 1843.25. Long A. A., Problems in Stoicism, London, 1971.26. Mates B., Stoic Logic, University of California Press, 1953.27. Mathieu G. – Bremond E., Isocrate discours: Texte établi et traduit, Paris,

1928-1986.28. McKenny G. P., To Relieve the Human Condition – Bioethics, Technology,

and the Body, Albany, 1997.29. Nock A. D., Sallustius, England, 1966.

Page 80: ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ - ΔΙΟΔΩΡΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ - Η ΤΕΤΑΡΤΗ ΒΙΒΛΟΣ

30. Nouhaud M., L’ Utilisation de l’ Histoire par les Orateurs Attiques, Paris, 1982.

31. Oakesmith J., The Religion of Plutarch, London.32. Pujana Arza J. J., Politeia, Klasikoak S. A., Bilbo, 1993.33. Resta G., Le epitomi di Plutarco nel quattrocento, Antenore, Padova, 1962.34. Rhodes P. J., The Athenian Boule, Oxford, 1972.35. Rist J. M., Stoic Philosophy, Cambridge, 1969.36. Ross D., Plato’s Theory of Ideas, Oxford, 1951.37. Sambursky S., Physics of the Stoics, Routledge, London, 1959.38. Schiappa E., The Beginnings of Rhetorical Theory in Classical Greece, New

Haven, 1999.39. Skemp J. B., Plato, Oxford, 1976.40. Solmsen F., Plato’s Theology, New York, 1942.41. Stadter P. A., Plutarch and the Historical Tradition, Routledge, London, 1992.42. Taylor A. E., Plato, London, 1949.43. Taylor A. E., Plato: The Man and his Work, London, 1952.44. Too Y. L., The Rhetoric of Identity in Isocrates: Text, power, pedagogy,

Cambridge, 1995.45. Unamuno M. de, Amor y Pedagogía, Alianza Editorial, Madrid, 1997.46. Usher S., Greek Oratory: Tradition and Originality, Oxford, 1999.47. Vlastos G., Plato’s Universe, Oxford, 1975.48. Vlastos G., Socratic Studies, Cambridge, 1994.49. Watson G., The Stoic Theory of Knowledge, Belfast.