ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

64
ΠΡΟΠΤΩΧΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ (α. 99 επ. ΠτΚ) Μάθημα: Εμπορικές Δικαιοπραξίες 2012 ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εισηγήτρια: Χριστιάνα Κ Κουκουρίκη 1/6/2012

Transcript of ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

Page 1: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

1

ΠΡΟΠΤΩΧΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ (α. 99 επ. ΠτΚ) Μάθημα: Εμπορικές Δικαιοπραξίες

2012

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Εισηγήτρια: Χριστιάνα Κ Κουκουρίκη

1/6/2012

Page 2: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

2

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

1Α.ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ…………………………………………………………4

1Β.ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΙ ΜΕ ΤΗΝ ΠΤΩΧΕΥΣΗ…………………………………………..9

2. ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ

2 α. έννοια:……………………………………………………………………………………….11

2β. βασικά χαρακτηριστικά……………………………………………………………………..12

2γ. συνοπτική περιγραφή της διαδικασίας…………………………………………………………………………………14

3. ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΥΠΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ .............................

3.1. Υποκειμενικές Προϋποθέσεις ...........................................................................................

3.1.1. Φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα ............................................... 15

3.1.2. Κέντρο των κυρίων συμφερόντων του οφειλέτη στην Ελλάδα ................................... 17

3.2.Αντικειμενική Προϋπόθεση ........................................................................................... 18

3.3.Διαδικαστικές προϋποθέσεις……………………………………………………………………………………………….20

4. ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ .............................................................

4.1. έννοια ........................................................................................................................... 21

4.2. διαδικασία .................................................................................................................... 21

4.3. τύπος ............................................................................................................................ 22

4.4. λήψη προληπτικών μέτρων ........................................................................................... 23

5. ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ .....................................................................

5.2. άνοιγμα διαδικασίας εξυγίανσης (υποβολή – περιεχόμενο – συνυποβολή απαραιτήτων

εγγράφων) ........................................................................................................................... 24

5.3. έννομες συνέπειες από την υποβολή της αίτησης .......................................................... 26

5.4. δίκη – απόφαση επί της αιτήσεως ανοίγματος της διαδικασίας .................................... 27

5.5 ο εμπειρογνώμονας ....................................................................................................... 29

5.6 δυνατότητα διορισμού μεσολαβητή ή ειδικού εντολοδόχου, σύγκλησης συνέλευσης

πιστωτών, λήψης προληπτικών μέτρων …………………………………………………………31

5.7 προληπτικά μέτρα ……………………………………………………………………………..33

6.1 η κυρίως διαδικασία εξυγίανσης – διορισμός μεσολαβητή και ειδικού εντολοδόχου .... 37

6.1.α. διαδικασία εξυγίανσης χωρίς διορισμό μεσολαβητή ................................................. 38

6.1.β. διαδικασία εξυγίανσης με διορισμό μεσολαβητή (ποιος δύναται να διορισθεί – έργο

του και νομικός χαρακτηρισμός αυτού) ............................................................................... 39

6.2. συνέλευση πιστωτών ................................................................................................... 43

6.3. συμφωνία εξυγίανσης ......................................................................................................

Page 3: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

3

6.3.α σύναψη συμφωνίας-περιεχόμενο…………………………………………………………………………………..45

6.3.β. τύπος - νομική φύση συμφωνίας………………………………………………………………………………………50

6.3.γ. επικύρωση συμφωνίας……………………………………………………………………………………………………..51

7. ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ................................................................................................ 55

8.ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ - ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ............................................. 59

9. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ............................................................................................................ 63

Page 4: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

4

1Α. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Η προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης αποτελεί πλέον τη μόνη σχετική διαδικασία που

προβλέπει ο Κώδικας, ενώ η διαδικασία συνδιαλλαγής δεν αποτελεί πλέον ισχύον δίκαιο.

Εντούτοις, η διαδικασία συνδιαλλαγής θα συνεχίσει να αποτελεί για καιρό ακόμη μέρος

του ελληνικού δικαίου εξυγίανσης, καθώς οι σχετικές διατάξεις θα εξακολουθήσουν να

Η προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης εισήχθη στην ελληνική έννομη τάξη και

ενσωματώθηκε στον Πτωχευτικό Κώδικα με το ν. 4013/2011 «Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων

Συμβάσεων/Πτωχευτικό/Μισθώσεις/Επιμελητήρια κλπ» και, πιο συγκεκριμένα, με το δεύτερο

μέρος του νόμου, το οποίο και φέρει τον τίτλο «αντικατάσταση του έκτου κεφαλαίου του ν.

3588/2007 (πτωχευτικός κώδικας) – προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης και άλλες

διατάξεις», δηλαδή οι διατάξεις που αφορούν στη διαδικασία συνδιαλλαγής. Σύμφωνα με το

άρθρο 14 του νόμου περί τελικών μεταβατικών διατάξεων:

«1. Συμφωνίες συνδιαλλαγής που έχουν ήδη συναφθεί σύμφωνα με τις διατάξεις που

αντικαθίστανται με τον παρόντα νόμο δεν θίγονται και διέπονται από τις διατάξεις του έκτου

κεφαλαίου του Πτωχευτικού Κώδικα, όπως ίσχυε πριν από τον παρόντα νόμο, εκτός αν παρά τη

συμφωνία συνδιαλλαγής συντρέχουν ως προς τον οφειλέτη οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1

του άρθρου 99, όπως ισχύει μετά από τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου και ο οφειλέτης

ζητήσει την υπαγωγή του σε διαδικασία εξυγίανσης.

«2. Σε περίπτωση διαδικασιών συνδιαλλαγής που έχουν ήδη ανοίξει και εκκρεμούν κατά τη

θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου, τα μέρη δύνανται κατά την επιλογή τους να συνάψουν είτε

συμφωνία συνδιαλλαγής που επικυρώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις που αντικαθίστανται με τον

παρόντα νόμο και έχει τις έννομες συνέπειες που προβλέπονται με αυτές, είτε συμφωνία

εξυγίανσης κατά τις διατάξεις που εισάγονται με τον παρόντα νόμο. Σε σχέση με εκκρεμούσες

κατά τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου διαδικασίες εξυγίανσης η προθεσμία του άρθρου 100

παράγραφος 1 του Πτωχευτικού Κώδικα δεν λήγει πριν από την πάροδο εξήντα (60) ημερών από

τη θέση σε ισχύ του παρόντος.

«3. Εκκρεμείς αιτήσεις για το άνοιγμα διαδικασίας συνδιαλλαγής κρίνονται και μετά τη θέση

σε ισχύ του παρόντος νόμου υπό τις προϊσχύσασες διατάξεις, εκτός αν οι αιτούντες τις

μετατρέψουν σε αιτήσεις για το άνοιγμα διαδικασίας εξυγίανσης.»

Page 5: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

5

ισχύουν μεταβατικά για όλες τις διαδικασίες και για όλες τις αιτήσεις για άνοιγμα νέων

διαδικασιών που ήταν εκκρεμείς κατά τη θέση σε ισχύ των νέων διατάξεων, εκτός αν τα

ενδιαφερόμενα μέρη επιλέξουν υπαγωγή στη διαδικασία εξυγίανσης. Σε κάθε όμως

περίπτωση, θεωρία και νομολογία που αναπτύχθηκαν γύρω από τη διαδικασία

συνδιαλλαγής παρουσιάζουν εξαιρετικό – και όχι μόνο ιστορικό – ενδιαφέρον, καθώς

ασχολήθηκαν για πρώτη φορά με μια προληπτική της πτώχευσης διαδικασία η οποία,

όπως και η προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης, ήταν πλήρως ενταγμένη στο σύστημα

του ισχύοντος πτωχευτικού δικαίου.

Συνεπώς, κατ' αρχήν οι εκκρεμείς διαδικασίες συνεχίζονται και ρυθμίζονται από τις

διατάξεις των άρθρων 99-106 στην αρχική τους διατύπωση. Η αντικατάσταση σύμφωνα

με την Αιτιολογική Έκθεση θέλησε να καλύψει «ένα βασικό μειονέκτημα», κατά τη

διατύπωση της, ότι η συμφωνία που είναι αποτέλεσμα της διαδικασίας συνδιαλλαγής δεν

δεσμεύει τους μη συναινούντες πιστωτές.

Η χαρακτηριζόμενη «προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης»1, η οποία, μέσω

μεγάλου αριθμού 21 άρθρων, που καλύπτουν ένα εξαιρετικά μεγαλύτερο αριθμό 106

εκτενέστατων παραγράφων, αναμένεται, σύμφωνα με το νεότερο νομοθέτη, ως

«διαδικασία συλλογικής δράσης», να «διασώσει τις επιχειρήσεις» έχοντας ως πρότυπο τις

διατάξεις του ν. 1892 και παραμερίζοντας την απλή συμβατικής φύσεως διαδικασία της

συνδιαλλαγής. Επ' αυτών μπορεί κανείς να διατυπώσει ορισμένες σκέψεις που δεν

μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο επιστημονικού διαλόγου, αφού το νέο νομοθέ-

τημα δεν φέρει σφραγίδα επιστημονικής νομοπαρασκευαστικής επιτροπής, που θα έπρεπε

να είχε συσταθεί εφόσον επιχειρήθηκε επέμβαση σε ενιαίο ολοκληρωμένο συστηματικό

κείμενο, τον νέο Πτωχευτικό Κώδικα.

Έπειτα από ενάμισι περίπου αιώνα η χώρα απόκτησε νέο Πτωχευτικό Κώδικα ως

ολοκληρωμένο αυτοτελές σύστημα κανόνων δικαίου με βάση ένα ενιαίο σύστημα

πτώχευσης και αναδιοργάνωσης με κύριο σκοπό την ικανοποίηση των πιστωτών. Το

ενιαίο σύστημα έχουν αποδεχθεί οι νεότερες νομοθεσίες όπως ο νέος γερμανικός κώδικας

της 5-10-1994 και ο ισπανικός της 9-7-2003. Προτάθηκε η ικανοποίηση των πιστωτών σε

σχέση με την ιδέα της λεγόμενης εξυγίανσης των επιχειρήσεων, ιδέα που ανατρέχει σε α-

ντιλήψεις του γαλλικού πτωχευτικού δικαίου του 1967, επεξεργασμένες μη δογματικά, η

1Περί αυτής βλ. αρχικές προσεγγίσεις Αλ. Ρόκα, Προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης

επιχειρήσεων (Εκδ. Σάκκουλα) 2011, I. Δεληκωστόπουλο, Η διαδικασία συνδιαλλαγής και το

σχέδιο για τη νέα προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης (Εισηγ. Συνεδ. Εν. Δικον. 16-9-2011/υπό

δημοσ.).

Page 6: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

6

οποία τελικά απέτυχε και στη γενέτειρα της. Διεθνώς τα αποτελέσματα της λεγόμενης

εξυγίανσης ήταν πενιχρά αφού το 90% των αφερέγγυων επιχειρήσεων καταλήγουν σε

πτώχευση (εκκαθάριση), οι εργασίες της οποίας σε ποσοστό 80-85% κλείνουν για

έλλειψη ενεργητικού.

Στο προϊσχύσαν δίκαιο μας οι διατάξεις του Πτωχευτικού Νόμου, άρθρ. 525 επ.

ρύθμιζαν την κλασική μορφή της πτώχευσης ως εκκαθάρισης. Ο περιώνυμος ν.

1386/1983 για την εξυγίανση των λεγόμενων προβληματικών επιχειρήσεων λόγω των

ατελειών του κατέληξε σε κατάργηση, και τη θέση του πήραν οι ρυθμίσεις των άρθρων

44-49 του ν. 1892/1990, ως αυτοτελές νομοθέτημα με εισαγωγή ως μεθόδων εξυγίανσης:

τη συμφωνία μεταξύ επιχείρησης και πιστωτών, τη θέση της επιχείρησης υπό επίτροπο

και την υπαγωγή της επιχείρησης στη διαδικασία της ειδικής εκκαθάρισης, ως μορφών

«συλλογικής διαδικασίας». Κατά την εφαρμογή της διαδικασίας της συμφωνίας του άρθρ.

44 ν. 1892, οι περισσότερες συμφωνίες (μεταξύ οφειλέτη και πιστωτών με απαιτήσεις

60% και εμπράγματες εξασφαλίσεις 40%) κατέληγαν να εμφανίζονται προς επικύρωση

από το Εφετείο, χωρίς έλεγχο τυχόν καταχρηστικότητας τους, με περιορισμό των

απαιτήσεων σε ποσοστά, κατά κανόνα, 5%-10% καταβλητέα σε αρκετές ετήσιες δόσεις

της πρώτης αρχομένης έπειτα από ένα με δύο χρόνια χάριτος! (π.χ. Εφ. Αθ. 6093/1994 με

διαγραφή χρεών σε ποσοστό 98% και πληρωμή του 2% σε πιστωτές, Εφ. Αθ. 7602/2004

και Εφ. Θεσ. 3077/2004 για περιορισμό σε 5%), δηλαδή «χαριστικές πράξεις» όπως

χαρακτηρίστηκαν. «Η συμφωνία αυτή δέσμευε όλους τους πιστωτές».

Έτσι, ο Πτωχευτικός Κώδικας διαμόρφωσε ενιαίο σύστημα συλλογικής

διαδικασίας διάσωσης (σχέδιο αναδιοργάνωσης), δεσμευτικό για όλους τους πιστωτές,

συγχρόνως όμως για πρώτη φορά στο ελληνικό πτωχευτικό δίκαιο προβλέφτηκε

διαδικασία πρόληψης της πτώχευσης λόγω οικονομικής αδυναμίας του οφειλέτη,

παρούσας ή προβλέψιμης (άρθρ. 99 επ.), με πρότυπο το γαλλικό θεσμό της procedure de

conciliation (με δικαστική επικύρωση και όχι με το σύστημα της εντολής mandat ad hoc,

ως πιο ελεύθερης διαδικασίας (που επίσης προβλέπει το γαλλικό δίκαιο). Επισημαίνεται

ότι η διαδικασία συνδιαλλαγής δεν είναι συλλογική διαδικασία, αλλά καθαρά συμβατικού

χαρακτήρα στην οποία ο οφειλέτης έχει την ευελιξία να συμφωνεί με κάθε πιστωτή του

συγκεκριμένη ρύθμιση έτσι ώστε όλες οι επιμέρους ρυθμίσεις να αποτελούν το

αντικείμενο της συμφωνίας προς επικύρωση «χωρίς δέσμευση των μη συμ-βληθέντων

πιστωτών». Ως προς τους τελευταίους επέρχονται μόνο ειδικά από το νόμο προβλεπόμενα

Page 7: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

7

αποτελέσματα, ιδίως αναστολή των ατομικών διώξεων όσο διαρκεί η συμφωνία, χωρίς

επέμβαση στις απαιτήσεις τους.

Η ευελιξία, η απλότητα των ρυθμίσεων (οκτώ άρθρα) και ο συμβατικός χαρακτήρας

του νέου θεσμού είχε ως αποτέλεσμα να χρησιμοποιηθεί ως «σανίδα σωτηρίας» για

πολλές επιχειρήσεις στην κρίσιμη οικονομική συγκυρία2 να χαρακτηριστεί ως

«δημοφιλής» αφήνοντας ανέπαφους, ως προς τις απαιτήσεις τους, εργαζομένους,

μικρότερους πιστωτές, προμηθευτές, εκμισθωτές και γενικά πιστωτές κυρίως μικρούς εάν

δεν τους ικανοποιούσε η πρόταση του οφειλέτη.

Και το ερώτημα που ανακύπτει: ποια είναι η τελική σκοπιμότητα της

αντικατάστασης του 6ου

κεφαλαίου του Πτωχευτικού Κώδικα.

Ανεξάρτητα από τις δογματικής και μεθοδολογικής φύσεως συγχύσεις (π.χ.

«προπτωχευτική διαδικασία» ενώ ο οφειλέτης βρίσκεται «σε παύση πληρωμών» ή ενώ

διενεργείται ειδική εκκαθάριση!) η νέα ρύθμιση αποσκοπεί και επιβάλλει μια και μόνο

ουσιαστικού περιεχομένου συνέπεια: από την επικύρωση της η συμφωνία εξυγίανσης να

δεσμεύει το σύνολο των πιστωτών, οι απαιτήσεις των οποίων ρυθμίζονται από αυτήν ακόμα

και αν δεν είναι συμβαλλόμενοι ή δεν ψήφισαν υπέρ της συμφωνίας εξυγίανσης.

Αλλά και με βάση το νέο νομοθέτημα αν το περιεχόμενο της συμφωνίας εξυγίανσης

έχει ως αντικείμενο την «αναστολή των ατομικών διώξεων», τότε η αναστολή αυτή δεν

θα δεσμεύει τους μη συμβαλλόμενους πιστωτές πέραν του ενός εξαμήνου (αρθρ. 106 επ.).

Η προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης των επιχειρήσεων, όπως δια- μορφώθηκε,

διασπά το ενιαίο σύστημα στο οποίο στηρίζεται ο Πτωχευτικός Κώδικας (και ακολουθούν

οι σύγχρονες νομοθεσίες). Επαναφέρει στο στάδιο της πρόληψης της πτώχευσης το θεσμό

της συμφωνίας του άρθρ. 44 ν. 1892, κατ' εφαρμογή της οποίας ορισμένες ή ελάχιστες

επιχειρήσεις που έχουν υπαχθεί σ' αυτήν, αν διασώθηκαν και σε ποια κατάσταση ακόμα

σήμερα βρίσκονται, οφείλουν τη λεγόμενη «εξυγίανση-διάσωσή» τους στην ολοκλη-

ρωτική αποξένωση «χιλιάδων πιστωτών με μικρότερα χρέη» (όπως τους αποκαλεί το

2 . Ενδεικτικά «Περισσότερες από 1000 επιχειρήσεις κατέφυγαν στο άρθρο 99 στο εξάμηνο»,

Καθημερινή 27/10/2010, κ.α. Θ. Λιακοπούλου, «Κάνουν ουρά οι επιχειρήσεις προκειμένου να

υπαχθούν στο άρθρ. 99 Πτωχευτικού Κώδικα, «Μακεδονία 11.02.2010, κ.α. Λ. Τσι-ρέκα, «Κύμα

προσφυγών για υπαγωγή στο άρθρο 99 του Πτωχευτικού Κώδικα, Καθημερινή 11/03/2011, κ. Αν.

Ντόκο, κας Χρ. Αιάγγου, «4000 επιχειρήσεις σε 3 μήνες ζήτησαν να μπουν στην πτωχευτική

διαδικασία του άρθρου 99» Γ. Δημητρομανωλάκης ΘΕΜΑ 14.8.2011.

Page 8: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

8

δημοσίευμα από 11/03/2011) από τις απαιτήσεις τους. Και εδώ μπορεί να επισημανθεί ότι

ενώ υπό την ισχύ του ν. 1892, η αμφιλεγόμενη εξυγιαντική διάσωση ολίγων επιχειρήσεων

έβλαπτε σοβαρά αλλά δεν παρέλυε τους πιστωτές ιδίως μικρές επιχειρήσεις αφού το

γενικό οικονομικό κλίμα επέτρεπε παρ' όλα αυτά τη δική τους βιωσιμότητα, σήμερα η

λεγόμενη εξυγίανση μιας επιχείρησης, κατά κανόνα, συμπαρασύρει τους πιστωτές της

ιδίως τους πιο οικονομικά αδύναμους σε οικονομική κρίση αν μη σε πτώση.

Λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη ότι το μέγεθος των απαιτήσεων και οι εμπράγματες

εξασφαλίσεις ανήκουν σε μεγάλους πιστωτές -ιδίως πιστωτικά ιδρύματα- διερωτάται

κανείς πως θα μπορούν να συνάπτονται συμφωνίες δεσμευτικές με επιχειρήσεις σε παύση

πληρωμών, χωρίς περιορισμό εκ του νόμου ως προς τα όρια των ρυθμίσεων, για φορείς

που ελέγχονται ιδίως για την κεφαλαιακή τους επάρκεια και τα όρια των επισφαλειών

τους.

Έτσι το νέο νομοθέτημα, με μια μείξη των ρυθμίσεων της ισχύουσας

διαδικασίας συνδιαλλαγής (άρθρ. 99 Πτωχ.Κωδ.) και των ρυθμίσεων του ισχύοντος

σχεδίου αναδιοργάνωσης (άρθρ. 107 Πτωχ. Κωδ.) και των ρυθμίσεων του ν. 1892, χωρίς

αναφορά σε κάποιο δοκιμασμένο ευρωπαϊκό ή άλλο πρότυπο, καταργεί πλέον αφενός

ρητά τη διαδικασία συνδιαλλαγής ως συμβατική μη δεσμευτική πρόληψη της πτώχευσης

και αφετέρου εν τοις πράγμασι και τη διαδικασία αναδιοργάνωσης αφού προβλέπει ότι αν

με την επικύρωση «δεν αίρεται η παύση των πληρωμών», ο οφειλέτης κηρύσσεται σε

πτώχευση (είτε λόγω εκκρεμούς αιτήσεως ή λόγω παρέμβασης του εισαγγελέα), «βλ.

αρθρ. 106 ζ' παρ. 3»). Έτσι, όμως, καταργείται πλέον η κατά τον Πτωχευτικό Κώδικα

δυνατότητα αναδιοργάνωσης στο στάδιο της πτώχευσης αφού αν η εξυγίανση αποτύχει

είναι αυτονόητο ότι δεν θα συντρέχουν ασφαλώς οι προϋποθέσεις διάσωσης στο στάδιο

της πτώχευσης για εφαρμογή σχεδίου αναδιοργάνωσης.

Συνάγεται σαφώς οτι κατάληξη του νέου νομοθετήματος είναι η αλλοίωση του

Πτωχευτικού Κώδικα, με μοναδικό προβάδισμα μιας δικονομικά και ουσιαστικά ασαφούς

και ανασφαλούς επικαλούμενης εξυγιαντικής διαδικασίας, με μοναδικό ουσιαστικό

αποτέλεσμα τη «δέσμευση όλων των πιστωτών σε προ-πτωχευτικό στάδιο, χωρίς

περιορισμούς».

Και το ερώτημα μετακινείται σε απορίες. Αν οι επιχειρήσεις σε οικονομική

κρίση δεν αντέχουν στο στάδιο της πρόληψης της πτώχευσης (διαδικασία συνδιαλλαγής)

να αποδείξουν βιωσιμότητα πώς θα την αποδείξουν στη νέα διαδικασία εξυγίανσης;

Υποκαθιστώντας την ελλείπουσα ρευστότητα και τη δυνατότητα επιβίωσης με την

Page 9: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

9

οικονομική εξουθένωση των μη συμφωνούντων πιστωτών; Εάν αυτό ήταν πραγματικά το

πρόβλημα του νέου νομοθέτη θα μπορούσε απλά να προβεί σε επέκταση του σχεδίου

αναδιοργάνωσης και σε προπτωχευτικό στάδιο με την απλή διατύπωση:

«Στο άρθρο 108 παρ. 2 του Πτωχευτικού Κώδικα μετά τις λέξεις «Ο οφειλέτης

δικαιούται να υποβάλει σχέδιο αναδιοργάνωσης», παρεμβάλλεται η πρόταση «σε περίπτωση

επαπειλούμενης αδυναμίας εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων χρεών του, αναστολής ή

διακοπής της λειτουργίας της επιχειρηματικής δραστηριότητας του για λόγους

οικονομικούς» άλλως θα μπορούσε να είχε δόσει αυτοτέλεια στη νέα διαδικασία για να

δοκιμαστεί χωρίς επέμβαση στον Πτωχευτικό Κώδικα. Χωρίς να θιγεί ο Πτωχευτικός

Κώδικας θα σωζόταν και η διαδικασία συνδιαλλαγής ως συμβατικού χαρακτήρα διαδικασία

και όλες οι προστατευτικές διατάξεις και περιορισμοί που προβλέπονται στα άρθρα 107 επ.

θα επεκτείνονταν και σε κρίσιμο προπτωχευτικό στάδιο.

1Β. ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΙ ΜΕ ΤΗΝ ΠΤΩΧΕΥΣΗ

Τόσο η διαδικασία συνδιαλλαγής, όσο και η προπτωχευτική διαδικασία

εξυγίανσης αποτελούν μορφές προληπτικού συμβιβασμού τις οποίες δεν προέβλεπε το

πτωχευτικό δίκαιο πριν την εισαγωγή3 του Κώδικα. Και οι δύο διαδικασίες αποτελούν

αντικείμενο ρύθμισης του έκτου κεφαλαίου του Πτωχευτικού Κώδικα (αρθρ. 99-106,

όπως ίσχυαν πριν την αντικατάσταση τους, για τη διαδικασία συνδιαλλαγής και άρθρα 99

-106ι, όπως ισχύουν, για τη διαδικασία εξυγίανσης), ανάμεσα στο κεφάλαιο με τις ειδικές

διατάξεις για τα νομικά πρόσωπα και το κεφάλαιο για το σχέδιο αναδιοργάνωσης.

Αν και ενταγμένες στον Πτωχευτικό Κώδικα, και οι δύο διαδικασίες θα πρέπει να

θεωρηθούν ως εξωπτωχευτικές, καθώς εξελίσσονται χρονικά σε ένα προγενέστερο της

πτώχευσης στάδιο. Δεν αποτελούν όμως υποχρεωτικό προστάδιο της πτώχευσης, με την

έννοια ότι μια επιχείρηση μπορεί να κηρυχθεί σε πτώχευση, χωρίς να έχει προηγηθεί η

υπαγωγή της σε διαδικασία συνδιαλλαγής ή σε διαδικασία εξυγίανσης. Αυτό σημαίνει ότι,

αν και κατά κανόνα, οι προϋποθέσεις υπαγωγής στις διαδικασίες θα συντρέχουν νωρίτερα

από τις προϋποθέσεις κήρυξης σε πτώχευση, ο Νόμος δεν επέβαλε προηγούμενη διέλευση

από το στάδιο συνδιαλλαγής και δεν επιβάλλει προηγούμενη διέλευση από το στάδιο

3 Σύγχρονη εκδοχή του βραχύβιου προληπτικού συμβιβασμού που εισήχθη το 1893 και καταργήθηκε το

1985, αποκαλεί τη διαδικασία συνδιαλλαγής ο Μιχαλόπουλος, Η αποδραματοποίηση της πτώχευσης κατά το ισχύον δίκαιο του Πτωχευτικού Κώδικα, Ε.Εμπ.Δ 2009, 729, 733.

Page 10: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

10

εξυγίανσης πριν την κήρυξη της πτώχευσης. Σε περίπτωση μάλιστα επαπειλούμενης

αδυναμίας εκπλήρωσης ο Νόμος παρείχε και παρέχει, κατά το στάδιο πριν την επέλευση

της παύσης πληρωμών, διακριτική ευχέρεια επιλογής της πτωχευτικής ή της εξυγιαντικής

διαδικασίας. Στη διαδικασία συνδιαλλαγής την ευχέρεια αυτή επέτρεπε το ότι η

προβλέψιμη οικονομική αδυναμία, ως προϋπόθεση υπαγωγής,

Σύμφωνα με την Αιτιολογική έκθεση επί του ν. 4013/2011 σχετικά με την

προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης (εφεξής «η διαδικασία») με τη διαδικασία αυτή

παρέχεται «δεύτερη ευκαιρία» στον οφειλέτη. Ότι η διάσωση της επιχείρησης αποτέλεσε

εκπεφρασμένο στόχο του Πτωχευτικού Κώδικα ο οποίος επιχείρησε να τον πετύχει

κυρίως στο πλαίσιο της πτώχευσης μέσω του θεσμού του σχεδίου αναδιοργάνωσης. Ως

καινοτομία του νόμου διακηρύσσεται η υπαγωγή σε προπτωχευτική διαδικασία και των

οφειλετών που βρίσκονται ήδη σε παύση πληρωμών. Αν έχει υποβληθεί αίτηση

πτώχευσης, η εξέταση της αναστέλλεται αν γίνει δεκτή η υπαγωγή στη διαδικασία

εξυγίανσης.

Ενόψει όμως της γενικής διάταξης του Πτωχευτικού Κώδικα, όπως καταγράφεται

στο άρθρο 1, σκοπός της πτώχευσης είναι η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών. Μέσα

προς τούτο είναι η ρευστοποίηση ή με αναδιοργάνωση ή με διατήρηση της επιχείρησης

του οφειλέτη. Έτσι η ένταξη της διαδικασίας εξυγίανσης βρίσκεται εκτός εύρους

εφαρμογής της γενικής διάταξης και συνεπώς της ερμηνείας της διαδικασίας αυτής με

βάση το άρθρο 1. Η διαδικασία αυτή θα έπρεπε να αποτελέσει αυτόνομο, ίδιου σκοπού,

νομοθέτημα όπως η τάση αυτονόμησης των διαδικασιών του προκύπτει από τη διάταξη

του άρθρου 99 § 11 σύμφωνα με την οποία οι διατάξεις των άλλων κεφαλαίων του

Πτωχευτικού Κώδικα «εφαρμόζονται στις διαδικασίες του παρόντος κεφαλαίου μόνο στο

μέτρο που γίνεται παραπομπή σε αυτές», αποκλείοντας έτσι ακόμα και την αναλογική

εφαρμογή των άλλων διατάξεων του Πτωχευτικού Κώδικα.

Η εφαρμογή της διαδικασίας και όταν ο οφειλέτης βρίσκεται σε παύση πληρωμών και

μάλιστα χωρίς οποιοδήποτε χρονικό περιορισμό της έκτασης της (κατά το πρότυπο

γαλλικό δίκαιο για την Conciliation Article L. 611-4 C.Com., η διάρκεια της παύσης

πληρωμών όχι μεγαλύτερη των 45 ημερών), δεν αποτελεί ειμή παραλλαγή υποβολής

αιτήσεως του άρθρου 107 ΠτΚ για το σχέδιο αναδιοργάνωσης. Σύμφωνα με το νέο άρθρο

99 § 6 «αν ο οφειλέτης έχει περιέλθει σε παύση πληρωμών με την αίτηση για υπαγωγή

στη διαδικασία του παρόντος κεφαλαίου πρέπει να συνυποβάλλεται με το ίδιο δικόγραφο

αίτηση για την κήρυξη πτώχευσης κατά το άρθρο 5 παρ. 2, ενώ, κατά τη διαδικασία του

Page 11: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

11

σχεδίου αναδιοργάνωσης ο οφειλέτης με την αίτηση για κήρυξη σε πτώχευση δικαιούται

να υποβάλει και σχέδιο αναδιοργάνωσης (αρθρ. 108 § 2 ΠτΚ):

Η «φαινόμενη προτεραιότητα» της διαδικασίας έναντι του θεσμού της πτώχευσης

βρίσκεται σε αντίθεση με τον τελευταίο, ως γενικό πλαίσιο αντιμετώπισης του

αφερέγγυου οφειλέτη, στον οποίο θεσμό, κατά την Αιτιολογική έκθεση, νομικώς πλέον

αδόκιμα αποδίδεται ότι «οι οικονομικές και κοινωνικές αντιλήψεις της χώρας μας

συνδέουν την πτώχευση με την εκκαθάριση», σε αντίθεση με την Αιτιολογική έκθεση για

τον Πτωχευτικό Κώδικα (σχετικά με τη γενική διάταξη του άρθρου 1) κατά την οποία «Η

πτώχευση έτσι ενσωματώνει την ιδέα μιας οικονομικώς λογικής μορφής πραγμάτωσης

ευθύνης που περιλαμβάνει και την οικονομική διάσωση του οφειλέτη».

Από άποψη νομικής φύσεως και η προπτωχευτική διαδικασία όπως και η διαδικασία

συνδιαλλαγής έχει συμβατικό χαρακτήρα, συναινετική διαδικασία συμφωνίας οφειλέτη-

πιστωτών, ατελής συλλογική διαδικασία, λόγω δέσμευσης των πιστωτών, αλλά μη

συνδρομής των στοιχείων της πτωχευτικής απαλλοτρίωσης και του ορισμού συνδίκου.

Η ένταξη εξάλλου της ειδικής εκκαθάρισης (αρθρ. 106 ια) στην «προπτωχευτική

διαδικασία εξυγίανσης», ως μεθόδου «βελτίωσης των πιθανοτήτων διατήρησης της

επιχείρησης», μεταφέρει πράγματι την εκκαθάριση της περιουσίας του οφειλέτη (άρθρ.

132 επ. ΠτΚ) σε πρόωρο στάδιο και εισάγει σε προ-πτωχευτικό επίπεδο «συλλογική

διαδικασία αφερεγγυότητας» όταν η επίτευξη συμφωνίας εξυγίανσης δεν είναι δυνατή

(Αιτιολ. έκθεση).

Έτσι χωρίς την οποιαδήποτε θεσμική παρέμβαση τους οι πιστωτές στην ειδική

εκκαθάριση θα πρέπει ν' αντιμετωπίζουν δίλημμα «συμφωνίας» άλλως ειδική

εκκαθάριση.

2. ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ

2 α. έννοια:

Η διαδικασία εξυγίανσης προβλέπεται στα άρθρα 99-106ι του Πτωχευτικού

Κώδικα και, ήδη, στο άρθρο 99 παρ. 2 του νόμου δίνεται ο ορισμός της προπτωχευτικής

διαδικασίας εξυγίανσης, σύμφωνα με τον οποίο «η διαδικασία εξυγίανσης αποτελεί

Page 12: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

12

συλλογική προπτωχευτική διαδικασία, που αποσκοπεί στη διατήρηση, αξιοποίηση,

αναδιάρθρωση και ανόρθωση της επιχείρησης με τη συμφωνία που προβλέπεται στο παρόν

κεφάλαιο, χωρίς να παραβλάπτεται η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών».

Λαμβάνοντας, μάλιστα, υπόψη και την παρ. 1 του άρθρου 99, το οποίο επισημαίνει πως

στη διαδικασία εξυγίανσης μπορεί να υπαχθεί κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με

πτωχευτική ικανότητα, το οποίο έχει το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του στην Ελλάδα

και βρίσκεται σε παρούσα ή επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων

χρηματικών του υποχρεώσεων κατά τρόπο γενικό, μπορούμε να διατυπώσουμε έναν πιο

ολοκληρωμένο ορισμό.

Από τη συνδυαστική εφαρμογή των παρ. 1 και 2 του άρθρου 99 αλλά και από το

όλο πνεύμα του νόμου προκύπτει ότι η προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης είναι το

σύνολο των προβλεπόμενων στο νόμο δικαστικών και εξωδικαστικών ενεργειών, τις οποίες

μπορεί να κάνει ένας οφειλέτης, με πτωχευτική ικανότητα και κέντρο των κύριων

συμφερόντων του στην Ελλάδα, ο οποίος βρίσκεται σε παρούσα ή επαπειλούμενη αδυναμία

εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεων του κατά τρόπο γενικό, ώστε

να καταρτίσει με την κατά το νόμο απαιτούμενη πλειοψηφία των πιστωτών του συμφωνία

εξυγίανσης, να πετύχει την από το πτωχευτικό δικαστήριο επικύρωσή της, να αποφευχθεί,

κατά αυτόν τον τρόπο, η πτώχευσή του και να διασωθεί η επιχείρησή του, υπό την

προϋπόθεση ότι δεν παραβλάπτεται η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών του4.

2β. βασικά χαρακτηριστικά

Από μια απλή παράθεση της έννοιας της προπτωχευτικής διαδικασίας συνάγεται

σαφέστατα ότι πρόκειται για μια προπτωχευτική – προληπτική της πτώχευσης

διαδικασία, συλλογική, συναινετική και εξυγιαντική.

Ο προπτωχευτικός – προληπτικός χαρακτήρας της πηγάζει από το γεγονός ότι

προηγείται χρονικά της πτώχευσης, καθώς λαμβάνει χώρα στο χρονικό σημείο, κατά το

οποίο ο οφειλέτης βρίσκεται σε παρούσα ή επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης των

ληξιπρόθεσμων χρηματικών απαιτήσεων του κατά τρόπο γενικό, χωρίς, ωστόσο να έχει

κηρυχθεί σε πτώχευση. Πιο συγκεκριμένα, όπως θα αναλυθεί και παρακάτω, όταν μεν ο

4 Βλ. Σπ. Ψυχομάνη, Πτωχευτικό Δίκαιο, δ΄ έκδοση, 2011, σελ. 59

Page 13: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

13

οφειλέτης βρίσκεται σε επαπειλούμενη αδυναμία πληρωμών, δεν είναι υποχρεωμένος ο

ίδιος, αλλά ούτε οι πιστωτές του έχουν δικαίωμα να ζητήσουν την κήρυξή του σε

πτώχευση. Στην περίπτωση, μάλιστα, που έχει, ήδη, επέλθει παύση πληρωμών, ο

οφειλέτης δύναται να ζητήσει το άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης έχοντας,

παράλληλα, την υποχρέωση, να συνυποβάλλει αίτηση κήρυξης σε πτώχευση. Το

δικαστήριο, ωστόσο, αποφαίνεται, αρχικά, υπέρ της αιτήσεως ανοίγματος της διαδικασίας

εξυγίανσης, οπότε και εάν την κάνει δεκτή, απορρίπτει την αίτηση κήρυξης σε πτώχευση,

ενώ εάν την απορρίψει, κηρύσσει την πτώχευση του οφειλέτη.

Η προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης είναι μια συλλογική διαδικασία, καθώς η

πρόοδος της εξαρτάται από τη συνδρομή πλειοψηφιών των πιστωτών, ενώ το πέρας της

δεν είναι δυνατό σε περίπτωση μη συλλογικής ικανοποίησης των πιστωτών. Η

δεσμευτικότητα, άλλωστε, της συμφωνίας για όλους τους πιστωτές, ανεξάρτητα από το

εάν έχουν ή όχι αποτελέσει μέρος της συμφωνίας, συνηγορούν υπέρ του συλλογικού

χαρακτήρα της διαδικασίας.

Πρόκειται, ακόμα, για μια συναινετική διαδικασία, εφόσον η τελική συμφωνία

είναι αποτέλεσμα διαπραγματεύσεων μεταξύ των μερών, οφειλέτη και πιστωτών, υπό την

καθοδήγηση του τυχόν μεσολαβητή. Ο ρόλος του τελευταίου είναι οργανωτικός,

διαμεσολαβητικός και αποσκοπεί στην εξισορρόπηση των αντιτιθέμενων συμφερόντων

και στην υιοθέτηση της καλύτερης δυνατής λύσης. Ο συναινετικός χαρακτήρας της

διαδικασίας απορρέει και από την ίδια τη νομική της φύση, καθώς, κατά την κρατούσα

άποψη, η συμφωνία, στην οποία καταλήγει η διαδικασία εξυγίανσης είναι μια ενοχική

σύμβαση με στοιχεία συμβιβασμού. Πρόκειται, ειδικότερα, για μια σύμβαση, που

ρυθμίζεται στον ΠτΚ, και η σύναψή της υπόκειται σε ειδικές προϋποθέσεις. Η επικύρωσή

της, άλλωστε, αναπτύσσει έννομες συνέπειες, που αφορούν και μη συμβαλλόμενους

πιστωτές, με αποτέλεσμα η συμφωνία εξυγίανσης να επεμβαίνει στο περιεχόμενο των

δικαιωμάτων τους.5

Τέλος, η διαδικασία εξυγίανσης, όπως, άλλωστε, υποδηλώνει και η ονομασία της,

είναι μια εξυγιαντική διαδικασία. Σκοπό της αποτελεί η διατήρηση, αξιοποίηση,

αναδιάρθρωση και ανόρθωση της επιχείρησης, χωρίς να παραβλάπτεται η συλλογική

5 Για τα χαρακτηριστικά της διαδικασίας εξυγίανσης βλ. Δ. Αυγητίδη, ΕΞΥΓΙΑΝΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ μέσω

προπτωχευτικών συμφωνιών, 1η έκδοση, 2011, σελ. 163 επ.

Page 14: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

14

ικανοποίηση των πιστωτών.6 Πρόκειται για μια διαδικασία, που αποβλέπει στην αποτροπή

της διάλυσης της επιχείρησης και στην πρόληψη της πτώχευσης.

2γ. Συνοπτική περιγραφή της διαδικασίας

Σε σχέση με τη διαδικασία συνδιαλλαγής, τα στάδια της προπτωχευτικής

διαδικασίας εξυγίανσης, δεν παρουσιάζουν έντονες διαφορές όσον αφορά στη βασική

τουλάχιστον μορφή της. Συγκεκριμένα η διαδικασία άρχεται από της αιτήσεως

ανοίγματος της (άρ. 100 ΠτΚ) και συνεχίζεται με την απόφαση του Δικαστηρίου για το

άνοιγμα της διαδικασίας (αρ. 101 ΠτΚ). Μαζί με την αίτηση ή μετά από αυτήν δύναται να

υποβληθεί αίτηση λήψεως προληπτικών μέτρων, η οποία μπορεί να γίνει δεκτή με την

απόφαση του δικαστηρίου για το άνοιγμα ή με απόφαση του προέδρου του αντίστοιχα

(αρ.103 ΠτΚ). Στην απόφαση του Δικαστηρίου για το άνοιγμα προσδιορίζεται η

προθεσμία σύναψης της συμφωνίας που δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη τέσσερις μήνες

δυνάμενη να παραταθεί για ένα μήνα επιπλέον (αρ.101 παρ 1ΠτΚ). Με την ίδια απόφαση

δύναται να διορισθεί μεσολαβητής (ο διορισμός του οποίου είναι υποχρεωτικός αν το

ζητήσει ο οφειλέτης) και ειδικός εντολοδόχος (αρ. 102 ΠτΚ). Με την απόφαση

ανοίγματος το Δικαστήριο δύναται επίσης να αποφασίσει κατόπιν αίτησης του οφειλέτη,

τη σύγκληση συνέλευσης των πιστωτών προκειμένου αυτή να λάβει απόφαση για την

αποδοχή της συμφωνίας εξυγίανσης (αρ.105 ΠτΚ). Η συνέλευση αποφασίζει για την

αποδοχή της συμφωνίας εξυγίανσης με πλειοψηφία των πιστωτών που εκπροσωπούν το

60% των απαιτήσεων των πιστωτών που παρίστανται στη συνέλευση, στο οποίο

συμπεριλαμβάνεται το 40% των εμπραγμάτων ή με ειδικό προνόμιο ή προσημείωση

εξασφαλισμένων (αρ.106 ΠτΚ).Μετά την υπογραφή της συμφωνίας από τον οφειλέτη και

την ως άνω πλειοψηφία των πιστωτών του ή ειδικά εξουσιοδοτημένου εκπροσώπου τους

(εάν έχει λάβει χώρα συνέλευση), υποβάλλεται στο Δικαστήριο αίτηση επικύρωσης της

συμφωνίας (αρ.106στ ΠτΚ). Το Δικαστήριο δύναται να επικυρώσει τη συμφωνία

εξυγίανσης, να απορρίψει την αίτηση επικύρωσης ή να τάξει προθεσμία για την

προσκόμιση εγγράφων, την παροχή διευκρινίσεων ή την τροποποίηση της συμφωνίας (αρ.

106ζ ΠτΚ). Η διαδικασία λήγει με την επικύρωση της συμφωνίας ή την απόρριψη της

αίτησης επικύρωσης ή την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας ανοίγματος της διαδικασίας ή

την ανάκληση της απόφασης ανοίγματος (αρ. 99 παρ. 6 ΠτΚ).

6 Βλ. άρθρο 99 παρ. 2 ΠτΚ

Page 15: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

15

3. ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΥΠΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ

Εν συγκρίσει με τη διαδικασία συνδιαλλαγής οι υποκειμενικές προϋποθέσεις

παραμένουν ίδιες, ενώ η διαφοροποίηση έγκειται στις αντικειμενικές προϋποθέσεις.

Προκειμένου επομένως να μπορέσει ένας οφειλέτης να υπαχθεί στη διαδικασία

εξυγίανσης, θα πρέπει να συντρέχουν οι προϋποθέσεις, που αναφέρονται στο άρθρο 99

παρ. 1 του ΠτΚ και δη ο οφειλέτης θα πρέπει να είναι α) φυσικό ή νομικό πρόσωπο με

πτωχευτική ικανότητα, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 παρ. 1 του ΠτΚ, β) να έχει το

κέντρο των κυρίων συμφερόντων του στην Ελλάδα και γ) να βρίσκεται σε παρούσα ή

επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων χρηματικών απαιτήσεων του

κατά τρόπο γενικό. Από τις παραπάνω προϋποθέσεις, οι πρώτες δύο είναι υποκειμενικές,

ενώ η τελευταία είναι αντικειμενική.

3.1. Υποκειμενικές Προϋποθέσεις

3.1.1. Φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα

Ο οφειλέτης δύναται να είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ωστόσο, έχοντας όμως

απαραιτήτως πτωχευτική ικανότητα. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 1 του ΠτΚ

«πτωχευτική ικανότητα έχουν οι έμποροι, καθώς και οι ενώσεις προσώπων με νομική

προσωπικότητα, που επιδιώκουν οικονομικό σκοπό». Από τη συνδυασμένη ερμηνεία των

άρθρων 99 παρ.1 και 2 παρ. 1, αντιλαμβανόμαστε πως το πεδίο εφαρμογής της

διαδικασίας εξυγίανσης ταυτίζεται με αυτό της πτώχευσης. Συνεπώς, για να μπορεί

κάποιος οφειλέτης να υπαχθεί στην διαδικασία εξυγίανσης θα πρέπει να είναι φυσικό ή

νομικό πρόσωπο με εμπορική ιδιότητα. Η εμπορική ιδιότητα δέον να υφίσταται κατά την

χρονική στιγμή που διακυβέβευται η ύπαρξη των προϋποθέσεων, διότι διαδικασία

εξυγίανσης δεν νοείται για αποβιώσαντα έμπορο ή για οποιονδήποτε έπαυσε να είναι

έμπορος.

Αντιθέτως, υπάγονται στην διαδικασία φυσικά πρόσωπα που έχουν αποκτήσει την

εμπορική ιδιότητα λόγω της άσκησης εμπορικών πράξεων κατά σύνηθες επάγγελμα, στο

όνομα τους και για δικό τους λογαριασμό, ανεξαρτήτως του ενδεχομένως ανήθικου ή

Page 16: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

16

παράνομου χαρακτήρα της εμπορικής τους δραστηριότητας και ανεξαρτήτως της ύπαρξης

ασυμβίβαστου ή απαγόρευσης στο πρόσωπο που ασκεί την εμπορική δραστηριότητα.7

Ως προς τα νομικά πρόσωπα, προκειμένου και αυτά να μπορούν να αποτελέσουν

υποκείμενο της εξεταζόμενης διαδικασίας οφείλουν να έχουν εμπορική ιδιότητα κατά το

ουσιαστικό (π.χ. ομόρρυθμη εταιρία, ετερόρρυθμη εταιρία) ή κατά το τυπικό σύστημα

(π.χ. ανώνυμη εταιρία, εταιρία περιορισμένης ευθύνης). Δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα

εκ του νόμου τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, οι οργανισμοί τοπικής

αυτοδιοίκησης και οι δημόσιοι οργανισμοί. Εμπορικές εταιρίες χωρίς νομική

προσωπικότητα, όπως η αφανής εταιρία και η συμπλοιοκτησία, δεν μπορούν να υπαχθούν

στη διαδικασία αυτή. Η εταιρία που λύθηκε, κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισης, έχει

νομική προσωπικότητα για τις ανάγκες της εκκαθάρισης και, συνεπώς, πτωχευτική

ικανότητα. 8

Υποκείμενο της διαδικασίας μπορεί, ωστόσο, να είναι και ένωση προσώπων με

νομική προσωπικότητα που επιδιώκει οικονομικό σκοπό, όπως για παράδειγμα η αστική

εταιρία και ο Ευρωπαϊκός όμιλος Οικονομικού σκοπού. Ως οικονομικός σκοπός, στο

πλαίσιο εφαρμογής της εν λόγω διάταξης, θεωρείται η επιδίωξη οικονομικής

δραστηριότητας, η οποία νοείται ως μη εξαρτημένη δραστηριότητα στο χώρο της

βιομηχανίας, του εμπορίου, της βιοτεχνίας, των ελευθέρων επαγγελμάτων, της παραγωγής

προϊόντων ή της παροχής υπηρεσιών, όπως ενδεικτικά η δραστηριότητα οργανισμού

έρευνας και τεχνολογίας, τεχνικής βοήθειας, γραφείων εξαγωγών, επιχειρήσεως

δημοσκοπήσεων, έρευνας αγοράς, αναζήτησης προσωπικού επιχειρήσεων, διαφήμισης,

αντιπροσωπειών, φροντιστηρίων, επαγγελματικών εταιριών, φορολογικών συμβούλων.

Αξίζει σε αυτό το σημείο να επισημανθεί πως έχει τεθεί ζήτημα, στο πλαίσιο του

προϊσχύσαντος δικαίου, αναφορικά με το αν η διαδικασία συνδιαλλαγής ήταν

προσβάσιμη σε ασφαλιστικές επιχειρήσεις και πιστωτικά ιδρύματα, καθώς αυτά

διέπονται από ιδιόρρυθμο καθεστώς εξυγίανσης και εκκαθάρισης (διέπονται από το π.δ.

332/2003 και ν. 3458/2006 αντίστοιχα). Λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι οι ειδικές αυτές

ρυθμίσεις δεν αναιρούν την πτωχευτική ικανότητα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και

7 Βλ. Λ. Κοτσίρη, Πτωχευτικό Δίκαιο, 8

η έκδοση, 2011

8 Βλ. Λ. Κοτσίρη , Πτωχευτικό Δίκαιο, 8

η έκδοση, 2011

Page 17: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

17

των πιστωτικών ιδρυμάτων, πλην όμως η είσοδος της ειδικής ασφαλιστικής εκκαθάρισης,

καθώς και η θέση του τραπεζικού ιδρύματος σε τραπεζική εκκαθάριση «εμποδίζουν» την

κήρυξη τους σε πτώχευση, προσφυγή τους στην διαδικασία συνδιαλλαγής, ομοίως,

θεωρούνταν δυνατή. Εφόσον όμως δεν έχουν τεθεί σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης, δεν

θα εμποδίζονταν η πρόσβαση στην διαδικασία συνδιαλλαγής.9 Κινούμενοι στην ίδια

κατεύθυνση και λαμβάνοντας υπόψη το σκοπό της διαδικασίας εξυγίανσης, θα

μπορούσαμε να υιοθετήσουμε την ίδια επιχειρηματολογία και για τη διαδικασία

εξυγίανσης.

3.1.2. Κέντρο των κυρίων συμφερόντων του οφειλέτη στην Ελλάδα

Η δεύτερη προϋπόθεση, η οποία δέον να πληρούται προκειμένου να μπορεί να

υπαχθεί ένας οφειλέτης στη διαδικασία εξυγίανσης είναι να έχει το κέντρο των κυρίων

συμφερόντων του στην Ελλάδα. Ο ΠτΚ ορίζει ευκρινώς και με σαφήνεια ποιο θεωρείται

κέντρο των κυρίων συμφερόντων του οφειλέτη. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 4 παρ. 2 του

ΠτΚ επισημαίνεται ότι «κέντρο των κυρίων συμφερόντων είναι ο τόπος, όπου ο οφειλέτης

ασκεί συνήθως τη διοίκηση των συμφερόντων του … Για τα νομικά πρόσωπα τεκμαίρεται,

μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο, ότι κέντρο των κυρίων συμφερόντων είναι ο τόπος της

καταστατικής έδρας». Επομένως, για να μπορεί ένα φυσικό πρόσωπο να υπαχθεί στη

διαδικασία εξυγίανσης θα πρέπει να ασκεί, κατά κύριο λόγο, την επιχειρηματική του

δραστηριότητα στην Ελλάδα, με την έννοια ότι στην Ελλάδα θα είναι οργανωμένη η βάση

της επιχείρησής του και εκεί θα δραστηριοποιείται, ως επί το πλείστον, επιχειρηματικά.

Σε κάθε περίπτωση, η κρίση αναφορικά με το πού ένα φυσικό πρόσωπο έχει το κέντρο

των κυρίων συμφερόντων είναι ζήτημα πραγματικό, σε αντίθεση με τα νομικά πρόσωπα,

για το οποία το κέντρο των κυρίων συμφερόντων τους συμπίπτει με την καταστατική τους

έδρα. Το τεκμήριο, ωστόσο, είναι μαχητό και μπορεί να αποδειχθεί ότι η καταστατική

έδρα δεν ταυτίζεται με την πραγματική, όπου, ενδεχομένως, ασκείται η κύρια

επιχειρηματική δραστηριότητα του οφειλέτη.

9 Βλ. Λ. Κοτσίρη, Η διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον Πτωχευτικό Κώδικα, 2010, Ψυχομάνη Σπ.,

Πτωχευτικό Δίκαιο, 2007

Page 18: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

18

3.2. Αντικειμενική Προϋπόθεση

Παρούσα ή επαπειλούμενη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών

απαιτήσεων κατά τρόπο γενικό

Δυνατότητα υπαγωγής στην εξεταζόμενη διαδικασία έχει κάθε πρόσωπο που

πληροί τις υποκειμενικές προϋποθέσεις και βρίσκεται σε κατάσταση παρούσας ή

επαπειλούμενης αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών του απαιτήσεων

κατά τρόπο γενικό. Η ορολογία που χρησιμοποιείται στη νέα διάταξης είναι μεν

διαφορετική σε σχέση με την προϊσχύσασα της διαδικασίας συνδιαλλαγής, η οποία έθετε

ως προϋπόθεση «..παρούσα ή προβλέψιμη οικονομική αδυναμία..».,Παρά την ορολογική

διαφοροποίηση, δεν αλλοιώνεται η ουσία της τασσόμενης προϋπόθεσης, καθώς, σε κάθε

περίπτωση, περιγράφεται ένα στάδιο οικονομικής κρίσης πριν την επέλευση της παύσης

πληρωμών.10

Έχει, ωστόσο, διατυπωθεί και η άποψη ότι η διαδικασία εξυγίανσης

μετατοπίζει σε σχέση με τη διαδικασία συνδιαλλαγής τη διαδικασία ένα σκαλοπάτι πιο

βαθιά στην κρίση, καθώς προϋποθέτει αδυναμία επαπειλούμενη και όχι, απλώς,

προβλέψιμη.11

Με την προϋπόθεση αυτή, η διαδικασία είναι ανεφάρμοστη σε όλες τις περιπτώσεις

που εφαρμοζόταν η διαδικασία συνδιαλλαγής. Διότι η κατά το αρχικό άρθρο 99 ΠτΚ

κρίσιμη προϋπόθεση υπαγωγής στη διαδικασία συνδιαλλαγής ήταν «απόδειξη

οικονομικής αδυναμίας παρούσας ή προβλέψιμης» χωρίς να βρίσκεται σε κατάσταση

παύσης πληρωμών, συνεπώς οικονομική αδυναμία, μη γενική κατά την αντίληψη των

συναλλαγών, πρόσκαιρη, παρούσα ή προβλέψιμη οφειλόμενη σε παροδικούς λόγους

οικονομικής στενότητας, δικαιολογημένης αρρυθμιών πληρωμών. Αντίθετα, η διαδικασία

προϋποθέτει «κατά τρόπο γενικό αδυναμία~~εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων

χρηματικών υποχρεώσεων», παρούσα ή επαπειλούμενη.

Αυτή η διαφορά ως προς την κρίσιμη αντικειμενική προϋπόθεση έχει δύο ουσιώδεις

συνέπειες: Πρώτη, ότι αιτήσεις οφειλετών υπαγωγής στη νέα διαδικασία που θα

επικαλούνταν «οικονομική αδυναμία παρούσα ή προβλέψιμη» για υπαγωγή τους στη

διαδικασία συνδιαλλαγής, σύμφωνα με το αρχικό άρθρο 99 § 1 ΠτΚ, θα είναι απορριπτέες

10

Βλ. Δ. Αυγητίδη, ΕΞΥΓΙΑΝΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ μέσω προπτωχευτικών συμφωνιών, 1η έκδοση, 2011, σελ.

229 11

Βλ. Α. Ρόκα, Προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης επιχειρήσεων, 1η έκδοση, 2011, σελ.42

Page 19: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

19

ως νόμω αβάσιμες, διότι δεν μπορούν να πληρούν την «κατά γενικό τρόπο αδυναμία

εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεων». Δεύτερη, το μεταβατικών

διατάξεων άρθρο 14 του ν. 4013/2011 που αναφέρεται σε εκκρεμείς διαδικασίες

συνδιαλλαγής θα είναι ανεφάρμοστο, ως προς τη μετακίνηση των εκκρεμών διαδικασιών

συνδιαλλαγής στη διαδικασία εξυγίανσης, εφόσον στηρίζονται σε διαφορετική

αντικειμενική προϋπόθεση από εκείνη που προβλέπει το νέο άρθρο 99 § 1 για την

υπαγωγή στη διαδικασία.

Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι παρούσα αδυναμία πληρωμών υφίσταται όταν ο

οφειλέτης αδυνατεί να εκπληρώσει τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του, δηλαδή με λίγα

λόγια πρόκειται για μια πραγματική κατάσταση, η οποία, ωστόσο, μπορεί να μην έχει

εξωτερικευθεί απέναντι στους τρίτους. Πιο συγκεκριμένα, είναι δυνατόν, η αδυναμία να

έχει προσλάβει τη μορφή παύσης πληρωμών, με την έννοια ότι ο οφειλέτης έχει

σταματήσει να εκπληρώνει τις οικονομικές υποχρεώσεις του απέναντι στους τρίτους. Σε

τέτοια περίπτωση, που έχει επέλθει παύση πληρωμών, ο οφειλέτης μπορεί να ζητήσει να

υπαχθεί στη διαδικασία εξυγίανσης, παραλλήλως όμως, με την αίτηση υπαγωγής στη

διαδικασία εξυγίανσης υποχρεούται να συνυποβάλει και αίτηση κήρυξης σε πτώχευση,

χωρίς, βέβαια, η μη συνυποβολή της να συνιστά λόγο απόρριψης της αίτησης ως

απαράδεκτης. Αξίζει, όμως, να επισημανθεί ότι δυνατή παραμένει η υποβολή αίτησης για

κήρυξη του οφειλέτη σε πτώχευση από οποιονδήποτε πιστωτή ή από τον εισαγγελέα

πρωτοδικών.12

Μπορεί, βέβαια, η αδυναμία να μην έχει εκδηλωθεί στις σχέσεις του

οφειλέτη με τους τρίτους, οπότε, μολονότι έχει επέλθει, είναι σε λανθάνουσα μορφή, με

αποτέλεσμα να μην απαιτείται η συνυποβολή αίτησης πτώχευσης.

Όταν αναφέρεται ο νομοθέτης σε επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης υπονοεί

τη μεγάλη πιθανότητα και συνάμα απειλή την οποία αντιμετωπίζει ο οφειλέτης να βρεθεί

σύντομα στη δυσμενή θέση να μην δύναται να εξοφλεί τις υφιστάμενες ληξιπρόθεσμες

οφειλές του. Πρόκειται ουσιαστικά για το στάδιο, το οποίο προηγείται χρονικά της

παρούσας αδυναμίας εκπλήρωσης.13

12

Βλ. άρθρο 99 παρ. 6 εδ. β΄ και γ΄ ΠτΚ 13

Βλ. Σπ. Ψυχομάνη, Πτωχευτικό Δίκαιο, δ΄ έκδοση, 2011, σελ. 67

Page 20: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

20

Γενική, τέλος, είναι η παρούσα ή η επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης, όταν ο

οφειλέτης, κατά τις αντιλήψεις των συναλλαγών, δεν μπορεί να εκπληρώνει όλες ή ένα

σημαντικό μέρος των επαγγελματικών του υποχρεώσεων ή ακόμα και ένα μόνον, το

πλέον σημαντικό για τη συνέχιση της επιχείρησής του, χρέος.

Με τη σωρευτική συνδρομή των παραπάνω υποκειμενικών και της μιας

αντικειμενικής προϋπόθεσης, είναι δυνατή η υπαγωγή του οφειλέτη στην προπτωχευτική

διαδικασία εξυγίανσης, η οποία διακρίνεται, ανάλογα με την πρόοδο της σε εξωδικαστική

και δικαστική14

.

3.3. Διαδικαστικές προϋποθέσεις (συνοπτικώς παρατιθέμενες)

Για το άνοιγμα της διαδικασίας απαιτείται ο οφειλέτης να υποβάλει αίτηση στο

πτωχευτικό δικαστήριο (αρθρ. 100 παρ. 1). Εάν βρίσκεται ήδη σε παύση πληρωμών ο

οφειλέτης υποβάλλει και αίτηση για κήρυξη του σε πτώχευση αλλά όχι επί ποινή

απαραδέκτου της αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία αν παραλείπει την υποβολή της

αίτησης πτώχευσης (αρθρ.99 παρ. 6). Αίτηση για άνοιγμα διαδικασίας δεν υποβάλλεται

όταν ζητείται άμεση επικύρωση συμφωνίας που έχει ήδη συναφθεί με τους πιστωτές

(αρθρ. 106β), οπότε υποβάλλεται στο δικαστήριο μόνο προς επικύρωση.

Η αίτηση έχει ως υποχρεωτικό περιεχόμενο ένα περιγραφικό της εν γένει

οικονομικής κατάστασης του οφειλέτη —όπως εξειδικεύεται στο άρθρο100 παρ. 2- που

συνοδεύεται υποχρεωτικά επί ποινή απαραδέκτου πρώτον, από τις διαθέσιμες οικονομικές

καταστάσεις, δεύτερον, από έκθεση εμπειρογνώμονα (άρθρ. 100 παρ. 3) και τρίτον από

γραμμάτιο ΤΠΚΔ 7.000 ευρώ για ανώνυμες εταιρίες και 4.000 ευρώ για άλλες μορφές

οφειλετών(αρθρ.100 παρ.5). Δυνητικό περιεχόμενο της αίτησης (άρθρ. 100 παρ. 2 εδ. 5)

είναι το αίτημα για σύγκληση της συνέλευσης πιστωτών κατά το άρθρο 105 ή τον ορισμό

μεσολαβητή (άρθρο 102) καθώς και η λήψη προληπτικών μέτρων (αρθρ.100 παρ. 3 εδ. 3)

με διατύπωση της γνώμης του εμπειρογνώμονα ως προς την ανάγκη λήψης αυτών.

14

Βλ. Σπ. Ψυχομάνη, Πτωχευτικό Δίκαιο, δ΄ έκδοση, 2011, σελ. 69 επ.

Page 21: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

21

4. ΕΞΩΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ

4.1. έννοια

Ως εξωδικαστική διαδικασία εξυγίανσης θα μπορούσαμε να περιγράψουμε το

σύνολο των ενεργειών, στις οποίες προβαίνει ο οφειλέτης, που πληροί τις προϋποθέσεις για

υπαγωγή του στη διαδικασία εξυγίανσης, προκειμένου να επιτύχει τη σύναψη συμφωνίας με

τους πιστωτές του, χωρίς να ενεργοποιήσει το δικαστικό μηχανισμό, με στόχο, βέβαια, την

επίλυση των οικονομικών προβλημάτων του, κατά τρόπο που να αποφεύγεται η κήρυξη της

πτώχευσης, να εξυγιαίνεται η επιχείρηση και να εξυπηρετείται, παράλληλα, η συλλογική

ικανοποίηση των πιστωτών.15

Το επίθετο εξωδικαστική δεν περιγράφει με σαφήνεια την

εν λόγω διαδικασία, καθώς το δικαστήριο είναι εκείνο, το οποίο, εν τέλει, επικυρώνει τη

συμφωνία, στην οποία καταλήγουν τα μέρη, θεωρείται, ωστόσο, δόκιμος, εφόσον

αποδίδει τα βασικά χαρακτηριστικά της σε σχέση με τη μορφή εκείνη της διαδικασίας

εξυγίανσης, στην οποία το δικαστήριο διαδραματίζει ουσιώδη ρόλο, δεχόμενο τη σχετική

αίτηση, ορίζοντας μεσολαβητή, επικουρώντας τη διαδικασία και επικυρώνοντας τη

σχετική συμφωνία. Τα άρθρα 99 παρ. 4, 106 β, 106 ε παρ. 5, 6, 7 και 106 στ του ΠτΚ

αναφέρονται στην εν λόγω διαδικασία.

4.2. διαδικασία

Στο πλαίσιο της εξωδικαστικής διαδικασίας εξυγίανσης ο οφειλέτης αναλαμβάνει

την πρωτοβουλία και έρχεται σε επαφή με τους πιστωτές του με στόχο τη σύναψη

συμφωνίας εξυγιαντικής για την επιχείρησή του. Το περιεχόμενο της συμφωνίας μπορεί

να διαμορφωθεί, ενδεικτικά, όπως προβλέπεται στο άρθρο 106 ε του ΠτΚ, το οποίο θα

αναλυθεί, εκτενώς, στο οικείο κεφάλαιο. Η διαπραγμάτευση ανήκει στα μέρη και

οποιαδήποτε διαμεσολαβητική δραστηριότητα δεν επιβάλλεται από το νόμο.

Απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να επικυρωθεί δικαστικά η σχετική

συμφωνία είναι, όπως προκύπτει από τη συνδυαστική εφαρμογή των άρθρων 106 β και

106 α του ΠτΚ, να υπογραφεί από το εξήντα τοις εκατό του συνόλου των απαιτήσεων των

πιστωτών, στο οποίο περιλαμβάνεται το σαράντα τοις εκατό των τυχόν εμπραγμάτως ή με

15

. Σπ. Ψυχομάνη, Πτωχευτικό Δίκαιο, δ΄ έκδοση, 2011, σελ. 69 επ.

Page 22: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

22

ειδικό προνόμιο ή με προσημείωση υποθήκης εξασφαλισμένων απαιτήσεων. Ο

υπολογισμός του ποσοστού των συμβαλλόμενων πιστωτών γίνεται με βάση κατάσταση

πιστωτών, η οποία πρέπει να επισυνάπτεται στη συμφωνία εξυγίανσης και να αναφέρεται

σε ημερομηνία που δεν προηγείται από την ημερομηνία υποβολής της συμφωνίας προς

επικύρωση στο δικαστήριο μεγαλύτερη από τρεις μήνες.

Σύμφωνα με το άρθρο 106 ε παρ. 7 η συμφωνία πρέπει να συνοδεύεται από

επιχειρηματικό σχέδιο, το οποίο δεν πρέπει να υπερβαίνει ή να υπολείπεται της διάρκειας

της συμφωνίας και θα πρέπει να εγκρίνεται από τον οφειλέτη και τους συμβληθέντες

πιστωτές.

Κατά τ’ άλλα η αίτηση για επικύρωση της συμφωνίας, στην οποία περιγράφεται,

υποχρεωτικά, η οικονομική κατάσταση του οφειλέτη και της επιχείρησής του, πρέπει να

συνοδεύεται από όλα τα έγγραφα, τα οποία κατατίθενται και σε περίπτωση υποβολής

αίτησης για άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης, δηλαδή από έκθεση εμπειρογνώμονα

και αίτηση κήρυξης σε πτώχευση, αν έχει, ήδη επέλθει παύση πληρωμών.

Ακολουθεί προσδιορισμός δικασίμου εντός δύο το πολύ μηνών από την υποβολή

της αίτησης και απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου απορριπτική ή επικυρωτική της

συμφωνίας εξυγίανσης.

Σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης, το δικαστήριο εξετάζει την

συνυποβληθείσα αίτηση κήρυξης σε πτώχευση, εάν έχει, ήδη επέλθει παύση πληρωμών

και αποφαίνεται επί αυτής.

4.3. τύπος

Ο τύπος της συμφωνίας είναι έγγραφος, όπως προκύπτει από το άρθρο 106 ε παρ.

6. Ειδικότερα, η συμφωνία εξυγίανσης συνάπτεται με ιδιωτικό έγγραφο, εκτός εάν οι

υποχρεώσεις, που αναλαμβάνονται, απαιτούν τη σύνταξη δημοσίου εγγράφου. Αξίζει να

επισημανθεί πως, στην περίπτωση, που απαιτείται συμβολαιογραφικό έγγραφο, το

τελευταίο μπορεί να αναπληρωθεί με δήλωση ενώπιον του δικαστηρίου.

Page 23: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

23

4.4. λήψη προληπτικών μέτρων

Το άρθρο 106 β παρ. 2 του ΠτΚ προβλέπει τη δυνατότητα λήψης προληπτικών

μέτρων, κατά το στάδιο, το οποίο μεσολαβεί μεταξύ της υποβολής αίτησης για επικύρωση

της συμφωνίας και την έκδοση σχετικής απόφασης από το δικαστήριο. Η απόφαση για

την λήψη προληπτικών μέτρων εκδίδεται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων,

ενώ το ειδικότερο περιεχόμενό τους ορίζεται στη σχετική απόφαση με αναλογική

εφαρμογή του άρθρου 103 ΠτΚ.

Η λήψη των ως άνω μέτρων προϋποθέτει αίτηση οιουδήποτε έχοντος έννομο

συμφέρον προς τον πρόεδρο του πτωχευτικού δικαστηρίου, ο οποίος δικάζοντας με τη

διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, ως Μονομελές Πρωτοδικείο, μπορεί να διατάσσει

ή να ανακαλεί ή να μεταρρυθμίζει οποιοδήποτε προληπτικό μέτρο υπέρ ή σε βάρος του

οφειλέτη ή των πιστωτών του από εκείνα που προβλέπονται στο άρθρο 10 του ΠτΚ, για

την περίπτωση που έχει υποβληθεί αίτηση κήρυξης της πτώχευσης του οφειλέτη και μέχρι

την έκδοση αποφάσεως του περί αυτής. Μπορεί ιδίως να διατάσσει αναστολή εν όλω ή εν

μέρει των ατομικών μέτρων αναγκαστικής εκτελέσεως κατά της περιουσίας του οφειλέτη

(άρθ. 103 παρ. 1 ΠτΚ).

5. ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ

5.1 Πρόκειται για μια διαδικασία, η οποία άρχεται από της υποβολής αιτήσεως εκ

μέρους του οφειλέτη στο δικαστήριο για άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης, ακολουθεί

η έκδοση απόφασης επί του αιτήματος ανοίγματος της διαδικασίας, η οποία αποτελεί

τυπικά και το εναρκτήριο σημείο για τις διαπραγματεύσεις με στόχο τη σύναψη

συμφωνίας μεταξύ οφειλέτη και πιστωτών, και λήγει με την έκδοση απορριπτικής ή

επικυρωτικής απόφασης του δικαστηρίου επί της συμφωνίας. Ως δικαστική διαδικασία

εξυγίανσης θα μπορούσαμε επομένως να περιγράψουμε το σύνολο των ενεργειών, στις

οποίες προβαίνει ένας οφειλέτης, ο οποίος πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 99 ΠτΚ,

προκειμένου να πετύχει, δια της δικαστικής οδού, τη σύναψη και επικύρωση συμφωνίας

Page 24: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

24

εξυγίανσης με τους πιστωτές του.16

Είναι δυνατή η περάτωση της διαδικασίας και σε

προγενέστερο χρονικά σημείο, για λόγους, που θα αναλύσουμε παρακάτω.

5.2. άνοιγμα διαδικασίας εξυγίανσης (υποβολή – περιεχόμενο – συνυποβολή

απαραιτήτων εγγράφων)

Για να ξεκινήσει η διαδικασία εξυγίανσης, πρέπει να υποβληθεί αίτηση

ανοίγματος της διαδικασίας στο πτωχευτικό δικαστήριο, να κατατεθούν όλα τα

απαιτούμενα από το νόμο συνοδευτικά της αίτησης έγγραφα, να διεξαχθεί η σχετική δίκη

και να εκδοθεί απόφαση επί της αίτησης.

Μόνο ο οφειλέτης που πληροί τις προαναφερθείσες προϋποθέσεις νομιμοποιείται

ενεργητικά να υποβάλει τη σχετική αίτηση, δηλαδή ο έχων πτωχευτική ικανότητα, με

κέντρο των κύριων συμφερόντων του στην Ελλάδα και ο ευρισκόμενος σε παρούσα ή

επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων χρηματικών του απαιτήσεων.

Όταν ο οφειλέτης είναι νομικό πρόσωπο, τη σχετική αίτηση υποβάλλει το όργανο της

διοίκησης και στην οικεία δίκη καλούνται όλα τα μέλη της διοίκησης, όπως προκύπτει

από το συνδυασμό των άρθρων 100 και 96 παρ. 2 του ΠτΚ.

Η αίτηση κατατίθεται στο πτωχευτικό δικαστήριο του άρθρου 4 παρ. 1 του ΠτΚ,

δηλαδή το Πολυμελές Πρωτοδικείο του τόπου, όπου ο οφειλέτης έχει το κέντρο των

κυρίων συμφερόντων του και προσδιορίζεται να δικαστεί εντός διμήνου από την υποβολή

της.

Όσον αφορά το περιεχόμενο της αίτησης, αυτό ορίζεται στο άρθρο 100 του ΠτΚ.

Στην αίτηση ο οφειλέτης προβαίνει σε περιγραφή της επιχείρησής του, της οικονομικής

του κατάστασης με παράθεση των πιο πρόσφατων οικονομικών στοιχείων,

συμπεριλαμβανομένων των τυχόν οφειλών του προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά

ταμεία, των αιτιών της οικονομικής του αδυναμίας, των προτεινόμενων μέτρων για την

αντιμετώπιση της οικονομικής αδυναμίας και τυχόν διαπραγματεύσεων, που έχουν, ήδη,

λάβει χώρα με τους πιστωτές. Σε κάθε περίπτωση, στην αίτηση θα πρέπει να

διατυπώνεται με σαφήνεια το αίτημα ανοίγματος της διαδικασίας.

16

. Σπ. Ψυχομάνη, Πτωχευτικό Δίκαιο, δ΄ έκδοση, 2011, σελ. 72 επ.

Page 25: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

25

Δυνητικό περιεχόμενο της αίτησης αποτελεί το αίτημα για σύγκληση συνέλευσης

των πιστωτών κατ’ άρθρο 105 ΠτΚ, για διορισμό μεσολαβητή κατ’ άρθρο 102 ΠτΚ και

λήψη προληπτικών μέτρων κατ’ άρθρο 100 παρ. 3 εδ. γ΄ ΠτΚ.

Με την αίτηση για άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης ο οφειλέτης υποχρεούται

να συνυποβάλει, με ποινή απαραδέκτου, και ορισμένα άλλα έγγραφα. Αξίζει στο σημείο

αυτό να τονιστεί πως, στην περίπτωση που έχει, ήδη, επέλθει παύση πληρωμών, κατά τη

χρονική στιγμή κατάθεσης της αίτησης, ο οφειλέτης υποχρεώνεται από το νόμο να

καταθέσει και αίτηση κήρυξης σε πτώχευση. Εάν, ωστόσο, δεν φανεί συνεπής προς αυτήν

την υποχρέωση, δεν απορρίπτεται ως απαράδεκτη η αίτηση.

Αντιθέτως, το απαράδεκτο της αίτησης συνεπάγεται η μη κατάθεση:

α. Των οικονομικών καταστάσεων του για την τελευταία χρήση, εφόσον, βέβαια, είναι

υποχρεωμένος από το νόμο να καταρτίζει τέτοιες καταστάσεις και εφόσον οι τελευταίες

έχουν, ήδη, καταρτισθεί κατά το χρόνο, που σύμφωνα με το νόμο πρέπει να έχουν

καταρτισθεί και καταστεί «διαθέσιμες». Αυτό προκύπτει ευχερώς από τη διατύπωση της

νομοθετικής διάταξης «εφόσον υπάρχουν και είναι διαθέσιμες. Δεν εννοείται ότι ο

οφειλέτης μπορεί να υποβάλει αίτηση εξυγίανσης χωρίς να έχει εκπληρώσει τις νόμιμες

υποχρεώσεις του για σύνταξη οικονομικών καταστάσεων. Όσον αφορά στις

κεφαλαιουχικές εταιρίες οι καταστάσεις δέον να είναι δημοσιευμένες και εγκεκριμένες

από τη γενική συνέλευση, ενώ για άλλες επιχειρήσεις ή για ενδιάμεσες οικονομικές

καταστάσεις, αυτές πρέπει να είναι κατά το νόμο ελεγμένες και δημοσιευμένες σε μια

οικονομική εφημερίδα.

β. Βεβαίωσης της αρμόδιας οικονομικής υπηρεσίας για τα χρέη του προς το Δημόσιο.

γ. Εγγράφων, που αποδεικνύουν τα παρατιθέμενα στην αίτηση στοιχεία πλήρως και όχι

κατά πιθανολόγηση, εφόσον έχουν βεβαιωθεί ως προς την ακρίβεια τους από τον

υπεύθυνο για τη διεύθυνση του λογιστηρίου, όπου υπάρχει και από το νόμιμο εκπρόσωπο

της επιχείρησης.

δ. Έκθεσης εμπειρογνώμονα επιλεγμένου από τον οφειλέτη, ο οποίος καταβάλει την

αμοιβή του την ελευθέρως συμφωνηθείσα(100 παρ. 3 εδ. α και 106ι παρ. 3). Το βασικό

περιεχόμενο της έκθεσης προσδιορίζεται στο άρθρο100 παρ. 3 ΠτΚ, σύμφωνα με το

οποίο η έκθεση πρέπει:

Page 26: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

26

Να αναφέρεται στην οικονομική κατάσταση του οφειλέτη κατά το παθητικό και το

ενεργητικό της.

Να περιέχει πλήρη κατάλογο των περιουσιακών στοιχείων και των πιστωτών του

οφειλέτη, με ειδική αναφορά στους ενέγγυους πιστωτές.

Να αναλύει τις πιθανότητες εξυγίανσης της επιχείρησης.

Να περιλαμβάνει την άποψη του εμπειρογνώμονα σχετικά με τα οικονομικά

στοιχεία του οφειλέτη, την κατάσταση της αγοράς, τη βιωσιμότητα της

επιχείρησης του οφειλέτη και την θέση του σχετικά με το κατά πόσο η

επιδιωκόμενη εξυγίανση παραβλάπτει ή όχι τη συλλογική ικανοποίηση των

πιστωτών.

Στην περίπτωση αιτήματος λήψης προληπτικών μέτρων, η έκθεση πρέπει να

περιλαμβάνει και αιτιολογημένη γνώμη του εμπειρογνώμονα αναφορικά με την

αναγκαιότητα και προσφορότητα λήψης των επιδιωκόμενων προληπτικών μέτρων

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο νόμος προβλέπει τη δυνατότητα απλής βεβαίωσης της

ακρίβειας των υποχρεωτικών στοιχείων της αίτησης, στην περίπτωση που τα τελευταία

περιλαμβάνονται στην αίτηση του οφειλέτη.

ε. Γραμματίου κατάθεσης του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων 4.000 ευρώ ή 7.000

ευρώ, εάν πρόκειται για Α.Ε.. Το γραμμάτιο κατατίθεται προκειμένου να καλυφθούν τα

έξοδα της αμοιβής του εμπειρογνώμονα, του τυχόν μεσολαβητή ή του ειδικού

εντολοδόχου, τα έξοδα δημοσιεύσεων και τα έξοδα για τη τυχόν σύγκληση της

συνέλευσης των πιστωτών. Σε περίπτωση, κατά την οποία την αίτηση υποβάλλει φυσικό

πρόσωπο, χωρίς να συνυποβάλλει αίτημα για διορισμό μεσολαβητή ή σύγκληση

συνέλευσης, το παράβολο ανέρχεται στις 2.000 ευρώ.

5.3. έννομες συνέπειες από την υποβολή της αίτησης

Οι σημαντικότερες συνέπειες της υποβολής της αίτησης για άνοιγμα της

διαδικασίας εξυγίανσης που προκύπτουν εμμέσως από τις παραγράφους 6 έως 9 του

άρθρου 99 ΠτΚ, είναι οι εξής:

Αυτοδίκαιη αναστολή της εξέτασης - εκ μέρους του δικαστηρίου - της αίτησης

κήρυξης της πτώχευσης, η οποία έχει υποβληθεί είτε από τον οφειλέτη μαζί με την

Page 27: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

27

αίτηση ανοίγματος της διαδικασίας εξυγίανσης είτε από οποιονδήποτε πιστωτή,

είτε από τον εισαγγελέα πρωτοδικών.

Αυτοδίκαιη αναβολή της συζήτησης οποιασδήποτε αγωγής λύσης Α.Ε. ή Ε.Π.Ε.

λόγω μείωσης των ιδίων κεφαλαίων κάτω από το 1/10 του μετοχικού κεφαλαίου

επί Α.Ε. και κάτω από ½ του εταιρικού κεφαλαίου επί ΕΠΕ., η οποία έχει

προσδιορισθεί πριν από τη συζήτηση επί της αίτησης ανοίγματος της διαδικασίας

εξυγίανσης. Σε περίπτωση, μάλιστα, που η συζήτηση της αγωγής λύσης

προσδιοριστεί μετά το άνοιγμα της διαδικασίας, αυτή αναστέλλεται μέχρι την

περάτωση της διαδικασίας εξυγίανσης

5.4. δίκη – απόφαση επί της αιτήσεως ανοίγματος της διαδικασίας

Σύμφωνα με το άρθρο 101 παρ. 1 ΠτΚ προκειμένου το δικαστήριο να αποφανθεί

υπέρ του ανοίγματος της διαδικασίας εξυγίανσης οφείλει να προβλέψει α) πρώτον ότι η

επίτευξη της συμφωνίας θα είναι δυνατή, β) δευτερευόντως ότι υπάρχουν βάσιμες

προσδοκίες επιτυχίας της προτεινόμενης εξυγίανσης και γ) τρίτον ότι δεν θα

παραβλαφθεί η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών17

. Για τα παραπάνω το

δικαστήριο πρέπει να σχηματίσει πλήρη δικανική πεποίθηση και να μην αρκεστεί σε μια

απλή πιθανολόγηση.

Αποφασίζοντας το άνοιγμα της διαδικασίας το δικαστήριο ορίζει και περίοδο κατά την

οποία η διαδικασία παραμένει ανοικτή και όχι για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των

τεσσάρων μηνών από την έκδοση της απόφασης δυναμένου να παραταθεί κατά ένα μήνα

με πράξη του δικαστηρίου ύστερα από αίτηση του οφειλέτη, του μεσολαβητή (εφόσον

τέτοιος διορισθεί) ή πιστωτή. Εφόσον η αίτηση υποβάλλεται από τον οφειλέτη και την

πλειοψηφία των πιστωτών που απαιτείται για τη νόμιμη σύναψη της συμφωνίας κατά το

άρθρο 106 α παρ. 1, η περίοδος αυτή μπορεί να παραταθεί μέχρι και τρεις μήνες,

προφανώς επειδή στην περίπτωση αυτή είναι πολύ πιθανή η επίτευξη συμφωνίας18

.

Πρόκειται για την περίοδο που τάσσει το δικαστήριο για την επίτευξη της συμφωνίας

μεταξύ του οφειλέτη και των πιστωτών του. Αν στην προθεσμία αυτή δεν επιτευχθεί

17

Βλ. άρθρο 101 παρ. 1 ΠτΚ 18

Βλ. άρθρο 101 παρ. 1 ΠτΚ.

Page 28: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

28

συμφωνία, η διαδικασία θεωρείται αυτοδικαίως λήξασα και περαιωμένα τα

λειτουργήματα των τυχόν διορισθέντων μεσολαβητή και ειδικού εντολοδόχου19

.

Το δικαστήριο είναι δυνατό με την απόφασή του είτε να απορρίψει την αίτηση για

το άνοιγμα της διαδικασίας είτε να την αποδεχτεί.

Σε περίπτωση απόρριψής της, το δικαστήριο οφείλει να εκδώσει απόφαση και ως

προς ενδεχόμενη αίτηση πτώχευσης ή αγωγή λύσης Α.Ε. ή ΕΠΕ, που έχει κατατεθεί μαζί

με την αίτηση για το άνοιγμα της διαδικασίας. Κατά της απορριπτικής απόφασης

επιτρέπεται η άσκηση έφεσης.20

Εάν, αντιθέτως, το δικαστήριο αποδεχτεί την αίτηση, τότε διατάσσει το άνοιγμα

της διαδικασίας εξυγίανσης, αναστέλλει την εκδίκαση ενδεχόμενης συνασκηθείσας

αίτησης πτώχευσης ή αγωγής λύσης Α.Ε. ή ΕΠΕ, λαμβάνει τυχόν ζητηθέντα προληπτικά

μέτρα, διορίζει μεσολαβητή, αν και εφόσον έχει ζητηθεί κάτι τέτοιο, ομοίως, και ειδικό

εντολοδόχο και διατάσσει τη σύγκληση της συνέλευση των πιστωτών, ορίζοντας τον τόπο

και το χρόνο πραγματοποιήσεως της.

Η απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου δημοσιεύεται στο Γενικό Εμπορικό

Μητρώο (ΓΕΜΗ) και στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ταμείου Νομικών.

Αρμόδιος για τη δημοσίευση είναι ο οφειλέτης ή ο τυχόν διορισθείς μεσολαβητής.

Σε αντίθεση με την απόφαση περί ανοίγματος της διαδικασίας συνδιαλλαγής η

οποία δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα21

, κατά της απόφασης που απορρίπτει την αίτηση

ανοίγματος της διαδικασίας εξυγίανσης επιτρέπεται έφεση κατά τις κοινές διατάξεις, ενώ

δεν θα πρέπει να αποκλεισθεί ανάκληση της απόφασης, ακόμη και αυτής που δε δέχεται

την αίτηση, με τους όρους του άρθρου 758 ΚΠολΔικ22

. Η απόφαση ανοίγματος

ανακαλείται υποχρεωτικά εάν ο μεσολαβητής διαπιστώσει ότι η επίτευξη συμφωνίας είναι

ανέφικτη ή ο οφειλέτης εγκαταλείπει τη σχετική προσπάθεια (άρθρο 102 παρ. 5)

19

Βλ. άρθρο 104 παρ. 1 ΠτΚ. 20

Βλ. άρθρο 101 παρ. 3 ΠτΚ 21

Βλ. άρθρο 99 παρ. 10 εδ. β’ ΠτΚ, και 100 παρ. 4, όπως ίσχυε. 22

Βλ. άρθρο 101 παρ. 3 ΠτΚ Βλ Περάκη, Πτωχευτικό Δίκαιο, ο.π., 42

Page 29: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

29

5.5 ο εμπειρογνώμονας

Ο εμπειρογνώμονας αποτελεί το «βασικό εργαλείο» της όλης διαδικασίας, με

το σκεπτικό ότι ο ορισμός του είναι αναγκαίος διότι η διαδικασία «απαιτεί από το

δικαστήριο να προβεί σε εκτιμήσεις οικονομικού περιεχομένου» (Αιτιολ. εκθ. αρθρ. 100).

Ο εμπειρογνώμονας αποτελεί ένα σημαντικό όργανο της διαδικασίας εξυγίανσης, το

οποίο και συναντάμε για πρώτη φορά, καθώς δεν υπήρχε σχετική πρόβλεψη στη

διαδικασία συνδιαλλαγής.

Σύμφωνα με το άρθρο 100 παρ. 4 ΠτΚ ο εμπειρογνώμονας πρέπει να είναι πιστωτικό

ίδρυμα που παρέχει νόμιμα υπηρεσίες στην Ελλάδα σύμφωνα με τον ν. 3601/2007 ή

νόμιμος ελεγκτής ή ελεγκτικό γραφείο, όπως ορίζονται στο νόμο 3693/2008. Μάλιστα,

εάν ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο ως εμπειρογνώμονας μπορεί να οριστεί και

ελεγκτής πτυχιούχος ανώτατης σχολής, που είναι μέλος του Οικονομικού Επιμελητηρίου

Ελλάδος και κάτοχος άδειας Λογιστή Φοροτεχνικού Α’ τάξεως του ν. 2515/1997. Ακόμη,

ο εμπειρογνώμονας πρέπει να είναι ανεξάρτητος από τον οφειλέτη κατά την έννοια του

άρθρου 63 παρ. 2 ΠτΚ23

, να μην είναι πιστωτής ή πρόσωπα συνδεδεμένο με κατά την

έννοια του άρθρου 42 ε παρ. 5 του κ.ν. 2190/1920 24

με τον οφειλέτη ή με τους πιστωτές

23 Άρθρο 63 παρ. 2 ΠτΚ: “..Σύνδικος δεν διορίζεται αυτός που συνδέεται με τον οφειλέτη, και επί νομικών προσώπων με τα φυσικά πρόσωπα, που αποτελούν τη διοίκηση τους, με συγγένεια εξ αίματος ή αγχιστείας σε ευθεία γραμμή απεριόριστα ή υιοθεσία και εκ πλαγίου μέχρι τέταρτου βαθμού ή είναι ή υπήρξαν σύζυγοι ή μνηστήρες αυτών.”

24 άρθρο 42ε παρ. 5 κ.ν. 2190/1920: «…Για την εφαρμογή αυτού του Νόμου συνδεμένες επιχειρήσεις είναι : α. Οι επιχειρήσεις εκείνες μεταξύ των οποίων υπάρχει σχέση μητρικής επιχείρησης προς θυγατρική. Σχέση μητρικής επιχείρησης προς θυγατρική υπάρχει όταν μία επιχείρηση (μητρική): α.α. ή έχει την πλειοψηφία του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου μιας άλλης (θυγατρικής) επιχείρησης, έστω και αν η πλειοψηφία αυτή σχηματίζεται ύστερα από συνυπολογισμό των τίτλων και δικαιωμάτων που κατέχονται απο τρίτους για λογαριασμό της μητρικής επιχείρησης. β.β. ή ελέγχει την πλεοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου μιας άλλης (θυγατρικής) επιχείρησης ύστερα από συμφωνία με άλλους μετόχους ή εταίρους της επιχείρησης αυτής, γ.γ. ή συμμετέχει στο κεφάλαιο μιας άλλης επιχείρησης και έχει το δικαίωμα είτε άμεσα είτε μέσω τρίτων να διορίζει ή να παύει την πλειοψηφία των μελών των οργάνων διοίκησης της επιχείρησης αυτής (θυγατρικής). δδ) - ή έχει την εξουσία να ασκεί ή πράγματι ασκεί κυριαρχική επιρροή ή έλεγχο σε άλλη επιχείρηση (θυγατρική επιχείρηση),- ή, με άλλη επιχείρηση (θυγατρική επιχείρηση), υπάγονται στην ενιαία διεύθυνση της μητρικής επιχείρησης β. Οι συνδεμένες επιχειρήσεις της προηγούμενης περίπτωσης α, και κάθε μία από τις θυγατρικές ή τις θυγατρικές των θυγατρικών των συνδεμένων αυτών επιχειρήσεων. γ. Οι θυγατρικές επιχειρήσεις των προηγούμενων περιπτώσεων α και β, άσχετα αν μεταξύ των θυγατρικών αυτών δεν υπάρχει απευθείας δεσμός συμμετοχής.

Page 30: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

30

και να μην έχει διατελέσει ελεγκτής του οφειλέτη κατά την τελευταία πενταετία. Δεν

επιτρέπεται, τέλος, να διοριστεί εμπειρογνώμονας δημόσιος υπάλληλος που υπηρετεί σε

οικονομική υπηρεσία.25

Ο νόμος υποχρεώνει τον εμπειρογνώμονα να εκτελεί τα καθήκοντα του με

ευσυνειδησία, αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ενώ ευθύνεται απέναντι στους

πιστωτές και τον οφειλέτη για κάθε θετική ζημία, την οποία προκάλεσε από δόλο ή βαριά

αμέλεια26

Καθήκον του είναι και η τήρηση του απορρήτου των πληροφοριών, που

περιέρχονται σε αυτόν στο πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων του.27

Η σχέση, η οποία συνδέει τον οφειλέτη και τον εμπειρογνώμονα είναι η μίσθωση

έργου και, ιδίως, η σχέση εντολής, λόγω της εμπιστευτικότητας της σχέσης, και, ως εκ

τούτου εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του ΑΚ.

Εδώ αξίζει να σημειωθεί πρώτον ότι μέσω του υποχρεωτικού ορισμού, επί

ποινή απαραδέκτου διαφαίνεται ότι ο νομοθέτης θεωρεί ότι το δικαστήριο οιονεί αδυνατεί

να προβεί σε εκτιμήσεις οικονομικού περιεχομένου, άποψη και θέση του νόμου που δεν

συμβιβάζεται με την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης (άρθρ. 87 § 1 Συντάγματος, άρθρ. 6 §

1ΕΣΔΑ)και τις γενικές διατάξεις περί πραγματογνωμοσύνης που αποδίδουν τη

«δυνατότητα» του δικαστηρίου να διορίσει πραγματογνώμονα για ζητήματα που

απαιτούν, για να γίνουν αντιληπτά, «ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης» (αρθρ. 368

ΚΠολΔ). Αποδίδοντας ο νεότερος νομοθέτης καθοριστικό βάρος στην «έκθεση του

εμπειρογνώμονα» ουσιαστικά αποδυναμώνει την οποιαδήποτε αντίθετη ή παρεκκλίνουσα

εκτίμηση του δικαστηρίου, κατάληξη μη σύμφωνη προς τη θέση του δικαστηρίου στο

θεσμό της πτώχευσης γενικά, ως ασκούντος γενική εποπτεία ως προς τη νομιμότητα της

διαδικασίας. Δεύτερον, οι αυτές επιφυλάξεις ισχύουν και ως προς την εκτίμηση του

δικαστηρίου για την ανάγκη λήψης προληπτικών μέτρων, εφόσον αναγκαία είναι πάλι η

γνώμη του εμπειρογνώμονα.

Τρίτον, ο ορισμός «πιστωτικού ιδρύματος» ως εμπειρογνώμονα, το ταυτίζει

πράγματι με νόμιμο ελεγκτή του ν. 3693/2008. Τέτοια όμως δραστηριότητα δεν

δ. Οι συνδεμένες επιχειρήσεις των προηγουμένων περιπτώσεων α, β και γ και κάθε άλλη επιχείρηση που συνδέεται με αυτές με τις σχέσεις των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 96». 25

Βλ. άρθρο 106 ι παρ. 1 εδ. β ΠΤκ 26

Βλ. άρθρο 106ι παρ. 2 ΠτΚ 27

Βλ. άρθρο 106ι παρ. 6 ΠτΚ

Page 31: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

31

περιλαμβάνεται στις αναφερόμενες περιοριστικά στο άρθρο 11 § 1 ν. 3601/2007, ούτε

μπορεί να θεωρηθεί ως «άσκηση λοιπών χρηματοπιστωτικών ή δευτερευουσών

δραστηριοτήτων» που κατά παρέκκλιση μπορεί να επιτραπούν από την Τράπεζα της

Ελλάδος (αρθρ. 11 § 2 ν. 3601/2007) και συνεπώς απόδοση στο πιστωτικό ίδρυμα θέσης

«οργάνου διαδικασίας» (άρθρ. 106i) πρέπει να θεωρείται απαγορευμένη και μη εφαρ-

μοστέα ως αντίθετη και με τις κοινοτικές οδηγίες περί δραστηριότητας των πιστωτικών

ιδρυμάτων.

Στο αυτό αποτέλεσμα του περιορισμού της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης καταλήγει

και το αποκλειστικό δικαίωμα του οφειλέτη να επιλέξει (αρθρ. 100 § 3 εδ. 1) τον

εμπειρογνώμονα. Έτσι τα όρια μεταξύ διαφάνειας, αμεροληψίας και αντικειμενικότητας

(αρθρ. 106 i) και αδιαφάνειας συγχέονται. Ας σημειωθεί ότι τα κωλύμματα του άρθρου

106 i ισχύουν μόνον ως προς τον ορισμό του εμπειρογνώμονα προς υποβολή της έκθεσης,

χωρίς να προβλέπεται η απαγόρευση δημιουργίας αντίστοιχης σχέσης σε μετα-

εξυγιαντικό στάδιο. Από άποψη ευθύνης, έστω και αν ο εμπειρογνώμονας ευθύνεται για

δόλο ή βαρειά αμέλεια (αρθρ. 106 i § 2) απέναντι στους πιστωτές, το πιστωτικό ίδρυμα,

ως εμπειρογνώμονας, εκτίθεται σε κίνδυνο αποκατάστασης κάθε θετικής ζημίας όλων των

πιστωτών, χωρίς να μπορεί να καλυφθεί με την επίκληση ελαφράς αμέλειας, εφόσον η

ιδιαιτερότητα, η στελέχωση και οι εξειδικευμένες γνώσεις καθώς και η μεγάλη πείρα κάθε

πιστωτικού ιδρύματος για τον έλεγχο της φερεγγυότητας των ιδίων πελατών του δεν θα

επιτρέπουν επίκληση ελαφράς αμέλειας ως προς τη βιωσιμότητα της επιχείρησης του

οφειλέτη και τις πιθανότητες εξυγίανσης της, όταν μάλιστα αυτός βρίσκεται σε παύση

πληρωμών!

5.6. δυνατότητα διορισμού μεσολαβητή ή ειδικού εντολοδόχου, σύγκλησης

συνέλευσης πιστωτών, λήψης προληπτικών μέτρων

Ο οφειλέτης, με την αίτησή του για το άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης έχει τη

δυνατότητα να ζητήσει το διορισμό μεσολαβητή, προκειμένου ο τελευταίος να αναλάβει

τις διαπραγματεύσεις μεταξύ του αιτούντος και των πιστωτών. Το ίδιο αίτημα μπορούν να

υποβάλουν και οι πιστωτές, ενώ, παρέχεται η ευχέρεια στο δικαστήριο να προβεί σε

αυτεπάγγελτο διορισμό μεσολαβητή. Το δικαστήριο υποχρεούται να διορίσει μεσολαβητή

στην περίπτωση που το ζητήσει ο οφειλέτης, ενώ ο τελευταίος οφείλει να υποβάλει

Page 32: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

32

σχετικό αίτημα, εάν, παράλληλα, αιτηθεί και τη σύγκληση της συνέλευσης των

πιστωτών28

.

Ο Μεσολαβητής επιλέγεται «ελεύθερα» από το δικαστήριο, «που λαμβάνει υπόψη

τις προτάσεις του οφειλέτη ή των πιστωτών, χωρίς να αποκλείεται η ιδιότητα του

εμπειρογνώμονα να ταυτίζεται με την του μεσολαβητή (άρθρ. 102 § 2 εδ. 2). Ενδεικτικά,

αλλά κατά κανόνα, μεσολαβητής θα είναι δικηγόρος, εφόσον τόσο το άρθρο 63 § 1 ΠτΚ

περί συνδίκων όσο και το άρθρο 4 ν. 3898/2010 περί Διαμεσολάβησης σε αστικές και

εμπορικές υποθέσεις, συνδέουν την ιδιότητα του συνδίκου και του διαμεσολαβητή -πλην

των περιπτώσεων διαμεσολάβησης επί διακοινοτικής διαφοράς- με την ιδιότητα του

δικηγόρου.

Ο μεσολαβητής έχει αποστολή να πετύχει τη σύναψη συμφωνίας ικανής να

επικυρωθεί από το δικαστήριο (αρθρ. 102 § 4), ασκεί συνεπώς έργο δικαστικώς

ανατεθειμένο για την εκπλήρωση του οποίου ο νόμος (αρθρ. 102§ 4) του αναγνωρίζει

εξουσίες ανάλογες προς του μεσολαβητή επί συνδιαλλαγής. Τη θέση «τέλους στη

διαδικασία» από το δικαστήριο ζητεί ο μεσολαβητής όταν διαπιστώσει το ανέφικτο της

επίτευξης συμφωνίας (αρθρ. 102 § 5), όπως ακριβώς και ο μεσολαβητής επί διαδικασίας

συνδιαλλαγής (αρχικό άρθρο 101 §3ΠτΚ).

Ομοίως, και υπό τις ίδιες προϋποθέσεις δύναται να ζητηθεί και ο διορισμός

ειδικού εντολοδόχου - ο οποίος είναι νέο όργανο της διαδικασίας - για τη διενέργεια

ειδικών πράξεων, τις οποίες ορίζει το δικαστήριο, ιδίως για τη φύλαξη της περιουσίας του

οφειλέτη, τη διενέργεια ειδικών διαχειριστικών πράξεων ή την επίβλεψη της εκτέλεσης

της συμφωνίας εξυγίανσης.

Ο ειδικός εντολοδόχος μπορεί να είναι μόνο δικηγόρος (αρθρ. 63 § 1 ΠτΚ), για τη

διενέργεια ειδικών πράξεων που ορίζει το δικαστήριο με την απόφαση του που ανοίγει τη

διαδικασία ή με μεταγενέστερη, μετά από αίτηση του οφειλέτη ή πιστωτή. Τα καθήκοντα

του ειδικού εντολοδόχου μπορούν να ανατεθούν και στο μεσολαβητή (αρθρ. 102 § 6 εδ.

2). Ζήτημα όμως είναι αν η δυνατότητα αυτή υπάρχει όταν ο μεσολαβητής δεν είναι

δικηγόρος.

Με την αίτησή του για το άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης ο οφειλέτης μπορεί,

ακόμα, να υποβάλλει αίτημα για σύγκληση της συνέλευσης των πιστωτών.

28

Βλ αρ.102 παρ. 3 ΠτΚ.

Page 33: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

33

Πρόκειται για την ένωση των πιστωτών, των οποίων οι απαιτήσεις υπήρχαν κατά

την ημέρα ανοίγματος της διαδικασίας, έστω και εάν δεν είχαν ακόμα καταστεί

ληξιπρόθεσμες ή τελούσαν υπό αίρεση σε σώμα και την από κοινού λήψη απόφασης

αναφορικά με την επικύρωση ή μη της συμφωνίας εξυγίανσης.

5.7 Προληπτικά μέτρα

Προληπτικά μέτρα μπορούν α) να λαμβάνονται με την απόφαση του πτωχευτικού

δικαστηρίου για το άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης ή του προέδρου του κατά τη

διαδικασία των αρθρ. 682 επ. ΚΠολΔ, β) κατόπιν αίτησης οποιουδήποτε έχει έννομο

συμφέρον, γ) με περιεχόμενο την αναστολή εν όλω ή εν μέρει των μέτρων ατομικής

αναγκαστικής εκτέλεσης κατά της περιουσίας του οφειλέτη (αρθρ. 103 § 1) ή κάθε άλλο

μέτρο άλλο από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 10 ΠτΚ και δ) με διάρκεια αναστολής από

την κατάθεση της αίτησης για το άνοιγμα της διαδικασίας μέχρι τη λήξη της διαδικασίας

εξυγίανσης. Πότε αρμόδιο είναι το πτωχευτικό δικαστήριο και πότε ο πρόεδρος του είναι

ασαφές.

Η αναστολή αφορά τις υποχρεώσεις του οφειλέτη που είχαν γεννηθεί πριν από την

υποβολή της αίτησης για το άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης, ενώ το δικαστήριο έχει

τη δυνατότητα να επεκτείνει την αναστολή και σε νεότερες απαιτήσεις. Κατά τη διάρκεια

της αναστολής των ατομικών διωκτικών μέτρων αναστέλλεται και η παραγραφή των

αξιώσεων κατά το άρθρο 255 ΑΚ. Η αναστολή επάγεται αυτοδικαίως απαγόρευση

διάθεσης των ακινήτων και του εξοπλισμού της επιχείρησης. Δεν επεκτείνεται στους

εγγυητές ή λοιπούς συνοφειλέτες του οφειλέτη εκτός εάν συντρέχει σπουδαίος επιχει-

ρηματικός ή κοινωνικός κίνδυνος (αρθρ. 103 § 2). Εάν η δυνητική αυτή επέκταση είναι

αποτέλεσμα αυτοτελούς αίτησης των ενδιαφερομένων π.χ. εγγυητών, ή περιέχεται σε

αίτηση του οφειλέτη, δεν προκύπτει.

Τα διατασσόμενα προληπτικά μέτρα ανακαλούνται ή μεταρρυθμίζονται με αίτηση

του έχοντος έννομο συμφέρον «από τον πρόεδρο» του πτωχευτικού δικαστηρίου (αρθρ.

103 § 6). Συνεπώς έστω και αν ελήφθησαν με απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου,

παρακάμπτοντας το άρθρο 696 ΚΠολΔ; Ασαφές είναι το ζήτημα της λήξης τους π.χ. επί

απόρριψης της αίτησης και αίτησης έφεσης.

Τα προληπτικά μέτρα έχουν ως αποδέκτη είτε τον οφειλέτη είτε τους πιστωτές του,

μπορεί να είναι θετικά ή αρνητικά.

Page 34: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

34

Πέρα από το αναφερόμενο στο άρθρο 103 παρ. 1 ΠτΚ προληπτικό μέτρο της

αναστολής των ατομικών διώξεων, ενδεικτική απαρίθμηση προληπτικών μέτρων υπάρχει

στο άρθρο 10 του ΠτΚ και περιλαμβάνουν α) την απαγόρευση διάθεσης των

περιουσιακών στοιχείων από τον οφειλέτη ή προς αυτών και β) την αναστολή των

ατομικών διώξεων των πιστωτών με στόχο την αποτροπή της πρόωρης διασποράς και

κατακερματισμού της περιουσίας του οφειλέτη. Είναι δυνατός και γ) ο ορισμός

μεσεγγυούχου σύμφωνα με τα άρθρα 725-727 ΚΠολΔ.

Όπως επισημαίνεται στο νόμο,29

τα λαμβανόμενα προληπτικά μέτρα δεν θίγουν σε

καμία περίπτωση τα δικαιώματα από συμφωνία παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας

κατά την έννοια του άρθρου 2 του ν. 3301/200430

ή από ρήτρα εκκαθαριστικού

29

Βλ. άρθρο 103 παρ.3 ΠτΚ 30 Βλ. Αρθρο 2: « Ορισμοί 1. Για τους σκοπούς του νόμου αυτού νοούνται ως: α) «συμφωνία παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας»: η συμφωνία παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας με μεταβίβαση τίτλου ή η συμφωνία παροχής εμπράγματης χρηματοοικονομικής ασφάλειας, ανεξαρτήτως του εάν καλύπτονται από σύμβαση - πλαίσιο ή γενικούς όρους β) «συμφωνία παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας με μεταβίβαση τίτλου»: η συμφωνία, συμπεριλαμβανομένων των συμφωνιών επαναγοράς, βάσει της οποίας ο ασφαλειοδότης μεταβιβάζει την πλήρη κυριότητα ή το πλήρες δικαίωμα επί της παρεχόμενης χρηματοοικονομικής ασφάλειας με Σκοπό την εξασφάλιση ή την κάλυψη της εκτέλεσης των σχετικών χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων γ) «συμφωνία παροχής εμπράγματης χρηματοοικονομικής ασφάλειας»: η συμφωνία βάσει της οποίας ο ασφαλειοδότης παρέχει στον ασφαλειολήπτη ή υπέρ αυτού ενέχυρο ή άλλο αντίστοιχοπεριορισμένο, κατά το οικείο Εφαρμοστέο δίκαιο, εμπράγματο δικαίωμα επί της παρεχόμενης χρηματοοικονομικής ασφάλειας με Σκοπό την εξασφάλιση ή την κάλυψη της εκτέλεσης των σχετικών χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων, ενώ η κυριότητα ή το δικαίωμα επί της παρεχόμενης χρηματοοικονομικής ασφάλειας παραμένει στον ασφαλειοδότη κατά τη σύσταση του εμπράγματου δικαιώματος· δ) «μετρητά»: τα χρήματα που έχουν πιστωθεί σε λογαριασμό, σε οποιοδήποτε νόμισμα ή παρεμφερείς αξιώσεις για την επιστροφή χρημάτων, όπως οι καταθέσεις χρηματαγοράς· ε) «χρηματοπιστωτικά μέσα»: οι μετοχές και άλλοι τίτλοι που ισοδυναμούν με μετοχές καιομολογίες και άλλα είδη χρεωστικών μέσων, εφόσον αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στην κεφαλαιαγορά και οποιοιδήποτε άλλοι τίτλοι που είναι συνήθως διαπραγματεύσιμοι και οι οποίοι παρέχουν το δικαίωμα απόκτησης μετοχών, ομολογιών ή άλλου είδους κινητών αξιών με εγγραφή, αγορά ή ανταλλαγή ή οι οποίοι συνεπάγονται διακανονισμό τοις μετρητοίς, εξαιρουμένων των μέσων πληρωμής, περιλαμβανομένων των μεριδίων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, των μέσων χρηματαγοράς και των αξιώσεων σε σχέση με ή των δικαιωμάτων επί ή σε σχέση με τα ανωτέρω στοιχεία· στ) «σχετικές χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις»: οι υποχρεώσεις των οποίων η εκπλήρωση εξασφαλίζεται με συμφωνία παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας και οι οποίες παρέχουν αντιστοίχως δικαίωμα διακανονισμού τοις μετρητοίς ή / και παράδοσης χρηματοπιστωτικών μέσων. ….. ιδ) «Ρήτρα εκκαθαριστικού συμψηφισμού»: η διάταξη της συμφωνίας παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας ή της συμφωνίας της οποίας αποτελεί μέρος η συμφωνία παροχής ασφάλειας ή, εάν δεν υπάρχει τέτοια διάταξη, οποιαδήποτε νομοθετική διάταξη, βάσει της οποίας, με την επέλευση ενός γεγονότος που συνεπάγεται αναγκαστική εκτέλεση είτε μέσω συμψηφισμού ή αντιστάθμισης είτε με άλλον τρόπο:

Page 35: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

35

συμψηφισμού κατά την έννοια της ίδιας διάταξης και ανεξάρτητα από το εάν η ρήτρα

περιέχεται σε συμφωνία παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας ή σε συμφωνία της

οποίας αποτελεί μέρος η συμφωνία παροχής ασφάλειας. Ακόμη, δεν θίγεται το δικαίωμα

καταγγελίας και απόδοσης του μισθίου σε περίπτωση σύμβασης μίσθωσης, εφόσον ο

οφειλέτης είναι υπερήμερος ως προς την καταβολή έξι ή περισσότερων μηνιαίων

μισθωμάτων.31

Σε κάθε περίπτωση, δεν αναστέλλονται τα ατομικά καταδιωκτικά μέτρα

κατά των εγγυητών ή λοιπών συνοφειλετών του οφειλέτη, γεγονός, το οποίο απορρέει

από τη διατύπωση του νόμου και από την εξ’ αντιδιαστολής ερμηνεία του, στο πλαίσιο

που ο τελευταίος επιτρέπει σε εξαιρετικές περιπτώσεις την αναστολή των ατομικών

διώξεων κατά των εγγυητών και των συνοφειλετών και, ως εκ τούτου δεν αναστέλλει

εξαρχής τα μέτρα κατά αυτών.

Μπορούν όμως να τεθούν από το δικαστήριο εξαιρέσεις ως προς την λήψη

προληπτικών μέτρων αφορώσες σε ιδιαίτερες περιπτώσεις, στο πλαίσιο των οποίων

συντρέχει σπουδαίος κοινωνικός λόγος. Έτσι, ενδεικτικά, δεν ισχύει η αναστολή των

ατομικών μέτρων κατά του οφειλέτη εκ μέρους πιστωτή, ο οποίος δεν έχει τα αναγκαία

για τη διατροφή τη δική του και της οικογένειας του ή για την καταβολή μισθών στους

εργαζομένους του.32

αα) οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων καθίστανται άμεσα απαιτητές και εκφράζονται ως υποχρέωση καταβολής του ποσού που αντιπροσωπεύει την κατ` εκτίμηση τρέχουσα αξία τους ή λήγουν και αντικαθίστανται από υποχρέωση καταβολής ενός τέτοιου ποσού, ή ββ) υπολογίζονται οι οφειλές του κάθε συμβαλλομένου προς τον άλλο σε σχέση με τις υποχρεώσεις αυτές και ο συμβαλλόμενος ο οποίος οφείλει το μεγαλύτερο ποσό καταβάλλει καθαρό ποσό, ίσο προς τη διαφορά των οφειλών 2. Οπου στον παρόντα νόμο αναφέρεται ότι «παρέχεται» χρηματοοικονομική ασφάλεια ή όπου υπάρχει αναφορά στην «παροχή» χρηματοοικονομικής ασφάλειας, με τη διατύπωση αυτή νοείται ότι η χρηματοοικονομική ασφάλεια παραδίδεται, μεταβιβάζεται, κατακρατείται, καταχωρείται ή άλλως καθορίζεται, ούτως ώστε να βρίσκεται στην κατοχή ή υπό τον έλεγχο του ασφαλειολήπτη ή προσώπου ενεργούντος για λογαριασμό του ασφαλειολήπτη. Τυχόν δικαίωμα υποκατάστασης ή άρσης πλεονάζουσας χρηματοοικονομικής ασφάλειας υπέρ του ασφαλειοδότη ή, στην περίπτωση πιστωτικών απαιτήσεων, είσπραξης του προϊόντος αυτών μέχρι νεωτέρας ντολής, δεν θίγει την

παρασχεθείσα στον ασφαλειολήπτη χρηματοοικονομική ασφάλεια κατά το νόμο αυτόν. 3. Οπου στο νόμο αυτόν υπάρχει η λέξη «εγγράφως», αυτή περιλαμβάνει και την καταχώρηση με ηλεκτρονικό μέσο ή σε οποιοδήποτε άλλο σταθερό υπόθεμα». 31

Βλ. άρθρο 103 παρ.3 ΠτΚ 32

Βλ. άρθρο 103 παρ.4 ΠτΚ

Page 36: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

36

Προϋποθέσεις για την εκδίκαση της αίτησης λήψης προληπτικών μέτρων

αποτελούν α) η υποβολή αίτησης από τον οφειλέτη για άνοιγμα της διαδικασίας

εξυγίανσης, β) η υποβολή αίτησης για λήψη προληπτικών μέτρων, γ) η συρροή

επείγουσας περίπτωσης και δ) η αναγκαιότητα του μέτρου για αποτροπή κάθε επιζήμιας

για τους πιστωτές μεταβολής της περιουσίας του οφειλέτη ή μείωσης της αξίας της.

Ως προς τη νομική φύση των προληπτικών μέτρων, αυτά συνιστούν μη γνήσια

ασφαλιστικά μέτρα33

, και τούτο διότι δεν υπάρχει εδώ κάποιο ορισμένο δικαίωμα, το

οποίο καλείται να προστατέψει προσωρινά το συγκεκριμένο μέτρο μέχρι την οριστική του

διάγνωση. Το άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης ή η επικύρωση της σχετικής

συμφωνίας οφειλέτη και πιστωτών εισάγουν, αντιθέτως, γνήσια ρυθμιστικά μέτρα της

εκούσιας δικαιοδοσίας, που αποσκοπούν στην διατήρηση της επιχειρήσεως του οφειλέτη

σε υγιείς βάσεις, ώστε να συνεχίσει ομαλά την οικονομική της πορεία. Επομένως, τα

προληπτικά μέτρα, ως μη γνήσια ασφαλιστικά μέτρα, δεν υπάγονται στους περιορισμούς

των γνήσιων, για παράδειγμα, ως προς την απαγόρευση ικανοποιήσεως του ασφαλιστέου

δικαιώματος κατ’ άρθρ. 692 παρ. 4 ΚΠολΔ.

Και στην προκειμένη περίπτωση όπως και στη διαδικασία συνδιαλλαγής, τα

προληπτικά μέτρα είναι γνήσια ρυθμιστικά μέτρα και η αναφορά στη διαδικασία των

ασφαλιστικών μέτρων αποδίδει την επάρκεια της απλής πιθανολόγησης.

Αρμόδιο δικαστήριο για την επιβολή των προληπτικών μέτρων είναι το

πτωχευτικό δικαστήριο που δικάζει με την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας κατά

πιθανολόγηση (κατ’αναλογία του άρθρ. 10 ΠτΚ) όταν συνυποβάλλεται με την αίτηση

ανοίγματος της διαδικασίας, καθώς η διάταξη του άρθρου 103 ΠτΚ είναι ειδικότερη σε

σχέση με εκείνη του άρθρου 10 του ΠτΚ, ενώ η αυτοτελής αίτηση εκδικάζεται από τον

πρόεδρο του πτωχευτικού δικαστηρίου με την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων κατά

πιθανολόγηση και η λήψη των προληπτικών μέτρων ισχύει από την χρονική στιγμή τη

αίτησης λήψεως προληπτικών μέτρων και εφεξής μέχρι την έκδοση της επικυρωτικής

απόφασης.34

Κατά τη συζήτηση της αίτησης για την λήψη των προληπτικών μέτρων το

δικαστήριο έχει τη δυνατότητα να διατάξει την κλήτευση ενός ή περισσότερων πιστωτών

33

Βλ. Κοτσίρη. Λ., Η διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον Πτωχευτικό Κώδικα, 1η έκδοση, 2010, σελ. 54,

10689/2008 ΜΠΡΑθ, ΔΕΕ 2009/73, ΝΟΒ 2009/408 34

Βλ. Κοτσίρη Λ., Η διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον Πτωχευτικό Κώδικα, 1η έκδοση, 2010, σελ. 54,

10689/2008 ΜΠΡ ΑΘ, ΔΕΕ 2009/73, ΝΟΒ 2009/408

Page 37: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

37

του οφειλέτη, ενώ η κλήτευση μπορεί να γίνεται με τα μέσα που προβλέπει το άρθρο 686

παρ. 4 ΚΠολΔ.35

Η υποβαλλόμενη αίτηση για το άνοιγμα της διαδικασία εξυγίανσης μπορεί να

περιλαμβάνει και ειδικό αίτημα προς το πτωχευτικό δικαστήριο για έκδοση προσωρινής

διαταγής. Δυνατή είναι η επιδίωξη έκδοσης διαταγής πληρωμής και σε περίπτωση

αυτοτελούς αίτησης λήψης προληπτικών μέτρων.

Τα διατασσόμενα προληπτικά μέτρα παύουν αυτοδικαίως με την έκδοση της

απόφασης του πτωχευτικού δικαστηρίου επί της επικύρωσης της συμφωνίας ή με την

λήξη της διαδικασίας με οποιονδήποτε άλλο τρόπο.36

6.1 η κυρίως διαδικασία εξυγίανσης – διορισμός μεσολαβητή και ειδικού

εντολοδόχου

Πρόκειται για ένα σημαντικό στάδιο της δικαστικής διαδικασίας εξυγίανσης το

οποίο ξεκινά με την απόφαση ανοίγματος της διαδικασίας και στοχεύει μέσα από ένα

σύνολο ενεργειών και διαπραγματεύσεων μεταξύ οφειλέτη και πιστωτών προς την

κατάρτιση συμφωνίας. Η ύπαρξη μάλιστα αυτού, ουσιαστικά διαφοροποιεί τη δικαστική

από την εξωδικαστική διαδικασία εξυγίανσης, εφόσον στην τελευταία η συμφωνία

καταρτίζεται με πρωτοβουλία του οφειλέτη ή των πιστωτών εξωδικαστικά και απλά

κυρώνεται από το δικαστήριο. Ο θεσμός του μεσολαβητή στη διαδικασία συνδιαλλαγής

επαναφέρεται στη διαδικασία εξυγίανσης «για διευκόλυνση επίτευξης συμφωνίας μεταξύ

οφειλέτη πιστωτών» (άρθρ. 102 § 1). Σύμφωνα με το άρθρο 102 § 1, το δικαστήριο κατ'

αίτηση του οφειλέτη, των πιστωτών ή και αυτεπαγγέλτως, δύναται να διορίσει

μεσολαβητή. Η δυνατότητα του δικαστηρίου γίνεται «υποχρέωση» όταν το διορισμό

μεσολαβητή ζητήσει ο οφειλέτης (αρθρ.102 §3).

Ο Μεσολαβητής επιλέγεται «ελεύθερα» από το δικαστήριο, «που λαμβάνει υπόψη τις

προτάσεις του οφειλέτη ή των πιστωτών, χωρίς να αποκλείεται η ιδιότητα του

35

Βλ. άρθρο 103 παρ. 4 ΠτΚ. 36

Βλ. άρθρο 103 παρ. 1 εδάφιο α’ ΠτΚ, Αρβανιτάκη Π.- Κοτσίρη Λ., Προληπτικά μέτρα στο πλαίσιο της

διαδικασίας συνδιαλλαγής κατά το νέο πτωχευτικό κώδικα, ΝΟΒ, 4/2008, σελ. 52, Κοτσίρη Λ., Πτωχευτικό

Δίκαιο, έκδ. 2008, Ψυχομάνη Σπ., Πτωχευτικό Δίκαιο, έκδ. 2007.

Page 38: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

38

εμπειρογνώμονα να ταυτίζεται με την του μεσολαβητή (άρθρ. 102 § 2 εδ. 2). Ενδεικτικά,

αλλά κατά κανόνα, μεσολαβητής θα είναι δικηγόρος, εφόσον τόσο το άρθρο 63 § 1 ΠτΚ

περί συνδίκων όσο και το άρθρο 4 ν. 3898/2010 περί Διαμεσολάβησης σε αστικές και

εμπορικές υποθέσεις, συνδέουν την ιδιότητα του συνδίκου και του διαμεσολαβητή -πλην

των περιπτώσεων διαμεσολάβησης επί διακοινοτικής διαφοράς- με την ιδιότητα του

δικηγόρου.

Ο μεσολαβητής έχει αποστολή να πετύχει τη σύναψη συμφωνίας ικανής να

επικυρωθεί από το δικαστήριο (αρθρ. 102 § 4), ασκεί συνεπώς έργο δικαστικώς

ανατεθειμένο για την εκπλήρωση του οποίου ο νόμος (αρθρ. 102§ 4) του αναγνωρίζει

εξουσίες ανάλογες προς του μεσολαβητή επί συνδιαλλαγής. Τη θέση «τέλους στη

διαδικασία» από το δικαστήριο ζητεί ο μεσολαβητής όταν διαπιστώσει το ανέφικτο της

επίτευξης συμφωνίας (αρθρ. 102 § 5), όπως ακριβώς και ο μεσολαβητής επί διαδικασίας

συνδιαλλαγής (αρχικό άρθρο 101 §3ΠτΚ).

Νέο όργανο διαδικασίας είναι ο ειδικός εντολοδόχος (αρθρ. 102 § 6), που μπορεί να

είναι μόνο δικηγόρος (αρθρ. 63 § 1 ΠτΚ), για τη διενέργεια ειδικών πράξεων που ορίζει

το δικαστήριο με την απόφαση του που ανοίγει τη διαδικασία ή με μεταγενέστερη, μετά

από αίτηση του οφειλέτη ή πιστωτή. Τα καθήκοντα του ειδικού εντολοδόχου μπορούν να

ανατεθούν και στο μεσολαβητή (αρθρ. 102 § 6 εδ. 2). Ζήτημα όμως είναι αν η δυνατότητα

αυτή υπάρχει όταν ο μεσολαβητής δεν είναι δικηγόρος.

Η δικαστική διαδικασία εξυγίανσης δεν εξελίσσεται, ωστόσο, πάντα με τον ίδιο

τρόπο αλλά είναι δυνατό είτε να εξελιχθεί με τη παρέμβαση μεσολαβητή είτε χωρίς

διορισμό του ή και με σύγκληση συνέλευσης πιστωτών ή χωρίς.

6.1.α. διαδικασία εξυγίανσης χωρίς διορισμό μεσολαβητή

Ο διορισμός του μεσολαβητή είναι δυνητικός και επαφίεται στη βούληση του

οφειλέτη. Σε περίπτωση που ο τελευταίος δεν συνυποβάλλει με την αίτηση ανοίγματος

της διαδικασίας εξυγίανσης αίτημα διορισμού μεσολαβητή, τότε το δικαστήριο δεν

προβαίνει σε αυτεπάγγελτο διορισμό του, εκτός αν συντρέχει εξαιρετική περίπτωση.

Επί μη διορισμού μεσολαβητή, η διαδικασία προωθείται από τον οφειλέτη. Ο

τελευταίος έρχεται σε επαφή με τους πιστωτές του ή με τη συνέλευση των πιστωτών, εάν

και εφόσον έχει ζητηθεί η σύγκλησή της, προβαίνει σε διαπραγματεύσεις και φροντίζει

Page 39: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

39

για την επικύρωση της συμφωνίας με υποβολή εμπρόθεσμης αίτησης ενώπιον του

πτωχευτικού δικαστηρίου.

Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, ο οφειλέτης αναλαμβάνει το ρόλο του

μεσολαβητή και έχει όσες υποχρεώσεις και εξουσίες ο νόμος του απονέμει. Πιο

συγκεκριμένα, έχει την υποχρέωση να παρέχει στους πιστωτές του και τον

εμπειρογνώμονα, ο οποίος είναι επιφορτισμένος με το έργο της σύνταξης νέας έκθεσης

επί της συμφωνίας, όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την εκτίμηση της κατάστασης

της επιχείρησης, εάν και εφόσον αυτές ζητηθούν από τους πιστωτές και τον

εμπειρογνώμονα αλλά και, σε κάθε περίπτωση, εάν η μη παροχή των πληροφοριών θα

μπορούσε να οδηγήσει σε παραπλανητική εικόνα της επιχείρησης. Στην περίπτωση μη

παροχής ορισμένων πληροφοριών εκ μέρους του οφειλέτη, ο τελευταίος υποχρεούται αν

εξηγήσει τους λόγους της συμπεριφοράς του.37

Ακόμη, ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα, κατόπιν σχετικού αιτήματος των

πιστωτών ή για πληρέστερη γνώση της οικονομικής του κατάστασης, να ζητά

πληροφορίες για τη χρηματοοικονομική του κατάσταση από το δημόσιο, από

οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης, από πιστωτικά και λοιπά χρηματοδοτικά ιδρύματα.

Το οποιοδήποτε τραπεζικό, φορολογικό και χρηματιστηριακό απόρρητο αίρεται.

Μάλιστα, ο νόμος υποχρεώνει τους παραπάνω φορείς να παράσχουν μέσα σε προθεσμία

δέκα ημερών τις ζητηθείσες πληροφορίες με την υποβολή αναλυτικής καταστάσεως των

προς αυτούς οφειλών κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα. Σε περίπτωση υπαίτιας

παράλειψης συμμόρφωσης πιστωτικού ή χρηματοδοτικού ιδρύματος στην υποχρέωση

παροχής πληροφοριών, η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να επιβάλει κυρώσεις.38

Κατά τα άλλα η συμφωνία συνάπτεται με τους ίδιους όρους και πλειοψηφίες, που

απαιτούνται και για τη σύναψη συμφωνίας με διορισμό μεσολαβητή.

6.1.β. διαδικασία εξυγίανσης με διορισμό μεσολαβητή (ποιος δύναται να διορισθεί –

έργο του και νομικός χαρακτηρισμός αυτού)

37

Βλ. άρθρο 104 παρ. 2 ΠτΚ 38

Βλ. άρθρο 55Α καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος, ν. 3434/1927

Page 40: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

40

Υποχρέωση του πτωχευτικού δικαστηρίου προς διορισμό μεσολαβητή

εγκαθιδρύεται στην περίπτωση που το ζητήσει ο οφειλέτης με την αίτηση ανοίγματος της

διαδικασίας εξυγίανσης ή με μεταγενέστερη αίτησή του. Δυνατότητα διορισμού

μεσολαβητή υπάρχει και σε περίπτωση που το ζητήσουν οι πιστωτές, ενώ υφίσταται και

ευχέρεια αυτεπάγγελτου διορισμού μεσολαβητή εκ μέρους του δικαστηρίου.Ως προς το

πρόσωπο του μεσολαβητή, η νομοθετική επιλογή είναι πως το πτωχευτικό δικαστήριο

αποφασίζει ελεύθερα, λαμβάνοντας, σε κάθε περίπτωση, υπόψη τις προτάσεις του

οφειλέτη ή των πιστωτών. Το δικαστήριο μπορεί, ενδεικτικά, να διορίσει ως μεσολαβητή

πρόσωπο του καταλόγου του άρθρου 63 παρ. 1 ΠτΚ 39

ή και διαμεσολαβητή του ν.

3898/2010 για τη διαμεσολάβηση στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις. Ακόμη, ο

μεσολαβητής πρέπει να είναι ανεξάρτητος από τον οφειλέτη κατά την έννοια του άρθρου

63 παρ. 2 ΠτΚ40

, να μην είναι πιστωτής ή πρόσωπα συνδεδεμένο με κατά την έννοια του

άρθρου 42 ε παρ. 5 του κ.ν. 2190/1920 41

με τον οφειλέτη ή με τους πιστωτές και να μην

έχει διατελέσει ελεγκτής του οφειλέτη κατά την τελευταία πενταετία.

39 Άρθρο 63 παρ. 1 ΠτΚ: “Σύνδικος διορίζεται δικηγόρος που έχει τουλάχιστον πενταετή υπηρεσία και κατοικεί στην έδρα του πτωχευτικού δικαστηρίου, από κατάλογο που καταρτίζεται από τον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο για κάθε ημερολογιακό έτος, με βάση αιτήσεις των ενδιαφερόμενων δικηγόρων. Αν δεν καταρτιστεί κατάλογος, ισχύει αυτός του προηγούμενου έτους και αν δεν υπάρχει καθόλου κατάλογος, το πτωχευτικό δικαστήριο επιλέγει ελεύθερα το πρόσωπο του συνδίκου…”

40 Άρθρο 63 παρ. 2 ΠτΚ: “..Σύνδικος δεν διορίζεται αυτός που συνδέεται με τον οφειλέτη, και επί νομικών προσώπων με τα φυσικά πρόσωπα, που αποτελούν τη διοίκηση τους, με συγγένεια εξ αίματος ή αγχιστείας σε ευθεία γραμμή απεριόριστα ή υιοθεσία και εκ πλαγίου μέχρι τέταρτου βαθμού ή είναι ή υπήρξαν σύζυγοι ή μνηστήρες αυτών.”

41 άρθρο 42ε παρ. 5 κ.ν. 2190/1920: «…Για την εφαρμογή αυτού του Νόμου συνδεμένες επιχειρήσεις είναι : α. Οι επιχειρήσεις εκείνες μεταξύ των οποίων υπάρχει σχέση μητρικής επιχείρησης προς θυγατρική. Σχέση μητρικής επιχείρησης προς θυγατρική υπάρχει όταν μία επιχείρηση (μητρική): α.α. ή έχει την πλειοψηφία του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου μιας άλλης (θυγατρικής) επιχείρησης, έστω και αν η πλειοψηφία αυτή σχηματίζεται ύστερα από συνυπολογισμό των τίτλων και δικαιωμάτων που κατέχονται απο τρίτους για λογαριασμό της μητρικής επιχείρησης. β.β. ή ελέγχει την πλεοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου μιας άλλης (θυγατρικής) επιχείρησης ύστερα από συμφωνία με άλλους μετόχους ή εταίρους της επιχείρησης αυτής, γ.γ. ή συμμετέχει στο κεφάλαιο μιας άλλης επιχείρησης και έχει το δικαίωμα είτε άμεσα είτε μέσω τρίτων να διορίζει ή να παύει την πλειοψηφία των μελών των οργάνων διοίκησης της επιχείρησης αυτής (θυγατρικής). δδ) - ή έχει την εξουσία να ασκεί ή πράγματι ασκεί κυριαρχική επιρροή ή έλεγχο σε άλλη επιχείρηση (θυγατρική επιχείρηση),- ή, με άλλη επιχείρηση (θυγατρική επιχείρηση), υπάγονται στην ενιαία διεύθυνση της μητρικής επιχείρησης β. Οι συνδεμένες επιχειρήσεις της προηγούμενης περίπτωσης α, και κάθε μία από τις θυγατρικές ή τις θυγατρικές των θυγατρικών των συνδεμένων αυτών επιχειρήσεων.

Page 41: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

41

Το έργο του μεσολαβητή είναι η προσπάθεια επίτευξης συμφωνίας μεταξύ

οφειλέτη και πιστωτών, ικανής να επικυρωθεί από το δικαστήριο(102 παρ. 4 ΠτΚ). Προς

εκπλήρωση αυτής της βασικής αποστολής μπορεί να αναζητά από τον οφειλέτη όλα τα

απαραίτητα, κατά την κρίση του, οικονομικά στοιχεία, αντίγραφα από τα εμπορικά και

λογιστικά του βιβλία και να αναζητά πληροφορίες σχετικές με την χρηματοοικονομική

κατάσταση του οφειλέτη από δημόσιους φορείς, οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης και

τράπεζες. Ακόμη ο μεσολαβητής είναι αρμόδιος να υποβάλει αίτηση στον πρόεδρο του

πτωχευτικού δικαστηρίου για παράταση της περιόδου, που έχει ορισθεί για την επίτευξη

της συμφωνίας, μέχρι ένα πεντάμηνο, συνολικά.42

Επιπροσθέτως, ο μεσολαβητής

διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο στη σύγκληση της συνέλευσης των πιστωτών, καθώς

μεριμνά για την πρόσκλησή τους τουλάχιστον τρείς ημέρες πριν από τη διεξαγωγή της

συνέλευσης, για τυχόν αναβολή της και για τη θέση σε διάθεση της συνέλευσης του

σχεδίου της συμφωνίας εξυγίανσης δέκα τουλάχιστον ημέρες πριν από τη διεξαγωγή της.

Η προεδρία της συνελεύσεως ανήκει αποκλειστικά στο μεσολαβητή. Ο ίδιος διευθύνει τη

συνέλευση και τις συζητήσει, ελέγχει τη νομιμοποίηση των συμμετεχόντων, τηρεί τα

πρακτικά, υποβάλλει συμβιβαστικές προτάσεις, διεξάγει και εποπτεύει τις ψηφοφορίες,

ανακοινώνει τα αποτελέσματα, φροντίζει για την υπογραφή της συμφωνίας, κατά το νόμο

και συνεννοείται με τον οφειλέτη για τον ορισμό εμπειρογνώμονα για τη σύνταξη της

δεύτερης έκθεσης που απαιτείται για την επικύρωση της συμφωνίας. Σε περίπτωση που ο

μεσολαβητής διαπιστώσει ότι η επίτευξη της συμφωνίας είναι ανέφικτη ή ότι ο οφειλέτης

εγκαταλείπει τη προσπάθεια επίτευξης συμφωνίας εξυγίανσης. Τέλος, ο μεσολαβητής

καταθέτει προς επικύρωση της συμφωνία εξυγίανσης στο δικαστήριο.

Ο νόμος υποχρεώνει το μεσολαβητή να εκτελεί τα καθήκοντα του με

ευσυνειδησία, αντικειμενικότητα και αμεροληψία, ενώ ευθύνεται απέναντι στους

πιστωτές και τον οφειλέτη για κάθε θετική ζημία, την οποία προκάλεσε από υπαιτιότητα

οποιουδήποτε βαθμού.43

Καθήκον του μεσολαβητή είναι και η τήρηση του απορρήτου

των πληροφοριών, που περιέρχονται σε αυτόν στο πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων

γ. Οι θυγατρικές επιχειρήσεις των προηγούμενων περιπτώσεων α και β, άσχετα αν μεταξύ των θυγατρικών αυτών δεν υπάρχει απευθείας δεσμός συμμετοχής. δ. Οι συνδεμένες επιχειρήσεις των προηγουμένων περιπτώσεων α, β και γ και κάθε άλλη επιχείρηση που συνδέεται με αυτές με τις σχέσεις των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 96». 42

Βλ. άρθρο 101 παρ. 1 ΠτΚ 43

Βλ. άρθρο 106ι παρ. 2 ΠτΚ

Page 42: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

42

του.44

Για το έργο του ο μεσολαβητής λαμβάνει αμοιβή, το ύψος της οποίας συμφωνείται

με τον οφειλέτη, σε περίπτωση που ο μεσολαβητής έχει προταθεί από τον οφειλέτη ή

ορίζεται από το πτωχευτικό δικαστήριο σε βάρος της περιουσίας του οφειλέτη σε

περίπτωση πρότασης του από τους πιστωτές ή διορισμού του από ο δικαστήριο.45

Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο νομικός χαρακτηρισμός του έργου του μεσολαβητή και

δη η θέση του προσομοιάζει με εκείνη του συνδίκου, χωρίς ωστόσο να έχει το εύρος των

εξουσιών εκείνου. Ο μεσολαβητής συνιστά νόμιμο όργανο της διαδικασίας εξυγίανσης,

ασκών ανατεθειμένο από το δικαστήριο και προσδιορισμένο από το νόμο

λειτούργημα.46

Πρόκειται για ένα δικαστικώς ανατεθειμένο λειτούργημα, καθώς το

δικαστήριο είναι εκείνο που αναθέτει το έργο που πρέπει να επιτελέσει στον μεσολαβητή.

Ο χαρακτηρισμός δεν δόθηκε τυχαία αλλά αποτελεί συνάρτηση της σημασίας του ρόλου

του μεσολαβητή για την πορεία της διαδικασίας εξυγίανσης και την επίτευξη συμφωνίας

αλλά και της σύνδεσης του μεσολαβητή με το δικαστήριο.

Ο μεσολαβητής είναι, συνήθως, πρόσωπο με εξειδικευμένες γνώσεις και πείρα σε

οικονομικά ζητήματα, με εχέγγυα ορθοκρισίας και αμεροληψίας. Το έργο του ελέγχεται

σε μεγάλο βαθμό από το δικαστήριο και ορίζεται από το νόμο. Πρόκειται για ένα έργο

πολύπλευρο και δυσχερές με απώτερο σκοπό την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ δανειστών

και οφειλέτη προς άρση των οικονομικών δυσχερειών του τελευταίου και συνέχιση της

δραστηριότητάς του. Η διεκπεραίωση του έργου του γίνεται μέσω της πρότασης λύσεων

διάσωσης εκ μέρους του μεσολαβητή και μέσω άσκησης ειδικών εξουσιών που ο

νομοθέτης αναγνωρίζει σε αυτόν.

Ο μεσολαβητής, λοιπόν, όπως και ο πραγματογνώμονας, επιτελεί «λειτούργημα»

συνδεόμενος με την Πολιτεία με σχέση δημοσίου δικαίου. Πρόκειται για «βοηθό

δικαστηρίου, ο οποίος αμοίβεται ειδικά και μόνο για το έργο του, την αποστολή του. Ο

Πτωχευτικός Κώδικας δεν περιλαμβάνει ρυθμίσεις αναφορικά με το νομικό καθεστώς του

μεσολαβητή. Διέπεται, ωστόσο, το έργο του τελευταίου από τις περί

πραγματογνωμοσύνης διατάξεις του ΚΠολΔ ( άρθρα 386 επ. και 759 παρ. 2 ΚΠολΔ),

εφόσον αυτός ασκεί λειτούργημα ανατεθειμένο από το δικαστήριο ανάλογο προς εκείνο

44

Βλ. άρθρο 106ι παρ. 6 ΠτΚ 45

Βλ. άρθρο 106ι ΠτΚ 46

Βλ. Βλ. Σπ. Ψυχομάνη, Πτωχευτικό Δίκαιο, δ΄ έκδοση, 2011, σελ. 95

Page 43: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

43

του πραγματογνώμονα και μάλιστα στα πλαίσια της διαδικασίας της εκούσιας

δικαιοδοσίας.47

6.2. συνέλευση πιστωτών

(σύγκληση- δικαίωμα συμμετοχής- διαδικασία- λήψη απόφασης)

Ο μεσολαβητής φροντίζει να πραγματοποιήσει την πρόσκληση των πιστωτών, που

δικαιούνται να λάβουν μέρος στη συνέλευση, 15 ημέρες πριν από την προγραμματισμένη

ημερομηνία πραγματοποίησης της. Περιεχόμενο της αίτησης αποτελεί η λίστα όλων των

θεμάτων της ημερήσιας διάταξης, του τόπου και του χρόνου πραγματοποίησης της

συνέλευσης. Ο νόμος παρέχει ευχέρεια στο μεσολαβητή ως προς τον τρόπο αποστολής

της πρόσκλησης, η οποία μπορεί να γίνει, ακόμα, και με ηλεκτρονικά μέσα, ενώ, σε

περίπτωση, που τα στοιχεία επικοινωνίας με κάποιον πιστωτή είναι άγνωστα, η

πρόσκληση δημοσιεύεται σε πολιτική και οικονομική εφημερίδα. Η πρόσκληση

δημοσιεύεται και στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ενιαίου Ταμείου

Ανεξάρτητα Απασχολούμενων.Ο μεσολαβητής οφείλει μέσα σε προθεσμία δέκα ημερών

πριν από τη συνέλευση των πιστωτών να θέσει στη διάθεση των συμμετεχόντων το σχέδιο

συμφωνίας εξυγίανσης υπογεγραμμένο από τον οφειλέτη και συνοδευόμενο από τον

πίνακα των πιστωτών, που δικαιούνται να μετάσχουν στη συνέλευση, καθώς και την

έκθεση του εμπειρογνώμονα, στην οποία εκτίθεται η γνώμη του σχετικά με τη συνδρομή

των προϋποθέσεων επικύρωσης της συμφωνίας.48

Ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα μαζί με την αίτηση ανοίγματος της διαδικασίας

εξυγίανσης να υποβάλει αίτημα σύγκλησης συνέλευσης των πιστωτών. Στην περίπτωση,

μάλιστα, αυτή είναι υποχρεωτικός ο διορισμός μεσολαβητή, γι’ αυτό και η συνέλευση ων

πιστωτών μπορεί να υπάρξει μόνο στη δικαστική διαδικασία εξυγίανσης με διορισμό

μεσολαβητή.

Στη συνέλευση έχουν δικαίωμα συμμετοχής όλοι οι πιστωτές ανεξαρτήτως

προνομίων ή εμπράγματων ασφαλειών, οι απαιτήσεις των οποίων υπήρχαν κατά την

ημέρα ανοίγματος της διαδικασίας, έστω και αν δεν έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες ή

47

Βλ. Λ. Κοτσίρη, Η διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον Πτωχευτικό Κώδικα, 2010, σελ. 63 επ. 48

Βλ. άρθρο 106ζ παρ. 1-3

Page 44: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

44

τελούν υπό αίρεση. Ειδικότερα, στη συνέλευση μπορούν να λάβουν μέρος οι πιστωτές

των οποίων οι απαιτήσεις περιλαμβάνονται στον πίνακα πιστωτών, που συνυποβάλλεται

με την αίτηση ανοίγματος της διαδικασίας εξυγίανσης σύμφωνα με το άρθρο 100 παρ. 3

ΠτΚ και οι οποίοι προκύπτουν από τα βιβλία του οφειλέτη ή έχουν αναγνωριστεί ή

πιθανολογηθεί με απόφαση δικαστηρίου οποιουδήποτε βαθμού δικαιοδοσίας. Ακόμη, το

δικαστήριο έχει τη δυνατότητα, κρίνοντας με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων,

να επιτρέψει τη συμμετοχή στη συνέλευση πιστωτή, η απαίτηση του οποίου δεν

εμφανίζεται στα βιβλία του οφειλέτη και δεν έχει αναγνωρισθεί ή πιθανολογηθεί με

δικαστική απόφαση. Μάλιστα, με τον ίδιο τρόπο νομιμοποιούνται να συμμετάσχουν και

πιστωτές που δεν περιλαμβάνονται στον πίνακα πιστωτών, καθώς και πιστωτές που

προέκυψαν και μετά την κατάρτισή του και μέχρι την ημέρα ανοίγματος της διαδικασίας.

Στη συνέλευση των πιστωτών καθήκοντα προέδρου ασκεί ο μεσολαβητής (εάν ο

μεσολαβητής είναι νομικό πρόσωπο, ο νόμιμος εκπρόσωπός του), δι’ ο λόγο σε

περίπτωση που συντρέχει λόγος αναβολής της συνέλευσης, αρμόδιος για ορισμό νέας

ημερομηνίας είναι εκείνος, υπό τον περιορισμό ότι η νέα ημερομηνία δεν μπορεί να

απέχει περισσότερο από δέκα ημέρες από την προηγούμενη.

Το σχέδιο της συμφωνίας εξυγίανσης είναι δυνατό να τροποποιηθεί κατά τη

διάρκεια της συνέλευσης, εφόσον αποδεχτεί τις τροποποιήσεις ο οφειλέτης και υπό την

προϋπόθεση ότι με αυτές δεν θίγονται απαιτήσεις, τις οποίες δεν έθιγε το αρχικό σχέδιο.

Η απόφαση λαμβάνεται με απαρτία 50% του συνόλου των απαιτήσεων των

πιστωτών και πλειοψηφία των πιστωτών που εκπροσωπούν το 60% των απαιτήσεων των

πιστωτών, που παρίστανται στη συνέλευση, στο οποίο περιλαμβάνεται το 40% των

απαιτήσεων των τυχόν εμπραγμάτως ή με ειδικό προνόμιο ή με προσημείωση υποθήκης

εξασφαλισμένων πιστωτών, που παρίστανται στη συνέλευση. Για παράδειγμα, εάν το

σύνολο των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη αντιστοιχεί σε ποσό 100.000 ευρώ, τότε για

να έχει απαρτία η συνέλευση και να μπορέσει να λάβει απόφαση θα πρέπει να

συμμετέχουν πιστωτές με απαιτήσεις συνολικού ύψους τουλάχιστον 50.000 ευρώ. Ο

αριθμός των πιστωτών, που αντιπροσωπεύουν το ποσό αυτό είναι αδιάφορος και μπορεί

να είναι ακόμα και ένας. Έπειτα, για την έγκυρη λήψη απόφασης απαιτείται πλειοψηφία

40% των συμμετεχουσών απαιτήσεων. Εάν, δηλαδή, το ποσό των απαιτήσεων των

πιστωτών που συμμετέχουν στη συνέλευση ανέρχεται στο ποσό των 50.000 ευρώ, τότε,

το σχέδιο επικυρώνεται εάν συμφωνήσουν πιστωτές με απαιτήσεις ύψους 30.000 ευρώ.

Page 45: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

45

Τα παραπάνω ποσοστά που απαιτούνται για την επικύρωση της συμφωνίας υπολογίζονται

με βάση τις απαιτήσεις, οι οποίες υπάρχουν κατά την ημέρα ανοίγματος της διαδικασίας

εξυγίανσης.

6.3. συμφωνία εξυγίανσης

6.3.α Σύναψη συμφωνίας - περιεχόμενο

Μέρη της συμφωνίας είναι ο οφειλέτης και οι πιστωτές. Ως προς τους

τελευταίους ο νόμος διακρίνει δύο είδη πλειοψηφιών:

α) εάν έχει λάβει χώρα συνέλευση πιστωτών (κατά τη διαδικασία του ν. 105-106) αρκεί η

συμφωνία να υπογράφεται από τους εξουσιοδοτημένους από τη συνέλευση (αρθρ. 106 §

5). Για την έγκυρη λήψη της απόφασης της για αποδοχή του σχεδίου απαιτείται απαρτία

50% του συνόλου των απαιτήσεων των πιστωτών (αρθρ. 106 § 4) και πλειοψηφία των

πιστωτών που εκπροσωπούν το 60% των απαιτήσεων των πιστωτών που παρίστανται στη

συνέλευση στο οποίο περιλαμβάνεται και το 40% των απαιτήσεων των ενέγγυων και

ειδικώς προνομιούχων πιστωτών που παρίστανται στη συνέλευση. Συνεπώς είναι

ενδεχόμενο εάν συντρέξει η απαρτία μόνον του 50% των απαιτήσεων, πιστωτές που θα

εκπροσωπούν τελικά μόνο το 30% των απαιτήσεων, στο οποίο περιλαμβάνεται και το

20% των εμπραγμάτως ασφαλισμένων απαιτήσεων, να δεσμεύουν όλους τους πιστωτές,

συμφωνούντες και μη.

β) Εάν δεν έχει λάβει χώρα συνέλευση πιστωτών, η συμφωνία υπογράφεται από πιστωτές

που εκπροσωπούν το 60% του συνόλου των απαιτήσεων στο οποίο περιλαμβάνεται και το

40% των εμπραγμάτως εξασφαλισμένων απαιτήσεων (αρθρ. 106 α § 1).

Σύμπραξη προβλέπεται ενδεχομένως της συνέλευσης μετόχων ή εταίρων επί

εταιριών-νομικών προσώπων, εάν από το καταστατικό ή τις οικείες διατάξεις απαιτείται

με πρόβλεψη μηχανισμού υποκατάστασης της συμμετοχής τους και της συναίνεσης τους

(αρθρ. 106γ) καθώς και του δημοσίου και δημόσιων φορέων (αρθρ. 106δ).

Όπως επισημάνθηκε παραπάνω το περιεχόμενο της συμφωνίας εξυγίανσης είναι

δυνατόν είτε να διαμορφωθεί απευθείας από τον οφειλέτη, να γίνει αποδεκτό από την

απαιτούμενη στο νόμο πλειοψηφία απαιτήσεων των πιστωτών και να υποβληθεί στο

δικαστήριο προς επικύρωση, είτε να καταρτιστεί στο πλαίσιο της διαδικασίας εξυγίανσης

Page 46: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

46

με διορισμό μεσολαβητή και σύγκληση συνέλευσης πιστωτών ή μη ή χωρίς τον διορισμό

μεσολαβητή.

Σε κάθε περίπτωση και οποία διαδικασία και εάν ακολουθηθεί το περιεχόμενο της

συμφωνίας δεν διαφοροποιείται ουσιαστικά και διαμορφώνεται προκειμένου να

υπηρετήσει το βασικό στόχο της διαδικασίας που είναι η εξυγίανση της επιχείρησης του

οφειλέτη, η αποτροπή της πτώχευσης και η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών.

Στο άρθρο 106 ε γίνεται ενδεικτική, περιπτωσιολογική αναφορά μορ- φών

περιεχομένου της συμφωνίας όπως η μεταβολή των όρων των υποχρεώσεων του

οφειλέτη, η ρύθμιση των σχέσεων των πιστωτών μεταξύ τους, η μείωση των απαιτήσεων,

η εκποίηση περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, η μεταβίβαση της επιχείρησης του,

εγγυήσεις, διαλυτικές ή αναβλητικές αιρέσεις.

Ειδικότερα, το περιεχόμενο, το οποίο μπορεί να έχει μια συμφωνία ορίζεται στο

άρθρο 106 ε του ΠτΚ, στο οποίο επισημαίνεται ότι η συμφωνία μπορεί να περιέχει

οποιαδήποτε ρύθμιση του ενεργητικού και του παθητικού του οφειλέτη. Στη συνέχεια, ο

νόμος προβαίνει σε ενδεικτική απαρίθμηση των επιμέρους όρων της συμφωνίας. Έτσι,

είναι δυνατόν να συμφωνηθεί:

1. μεταβολή των όρων των υποχρεώσεων του οφειλέτη και, ιδίως, μεταβολή του

χρόνου εκπλήρωσης των απαιτήσεων, μεταβολή του επιτοκίου, αντικατάσταση της

υποχρέωσης καταβολής επιτοκίου με την υποχρέωση καταβολής μέρους των κερδών,

αντικατάσταση των απαιτήσεων με μετατρέψιμες ή μη ομολογίες έκδοσης του οφειλέτη ή

υποχρέωση των εμπραγμάτως ασφαλισμένων πιστωτών να δεχθούν την εναλλαγή

υποθηκικής ή ενεχυρικής τάξης υπέρ νέων πιστωτών του οφειλέτη. Σε κάθε περίπτωση,

δεν θίγονται οι πιστώσεις που είναι εξασφαλισμένες με συμφωνία χρηματοοικονομικής

ασφάλειας κατά την έννοια του άρθρου 2 του ν. 3301/2004 στο μέτρο που ικανοποιούνται

από την ασφάλεια αυτή, εκτός εάν συμφωνήσει διαφορετικά ο ασφαλειολήπτης.

2. κεφαλαιοποίηση των υποχρεώσεων του οφειλέτη με την έκδοση μετοχών κάθε

είδους ή κατά περίπτωση εταιρικών μεριδίων. Τυχόν υφιστάμενες εγγυήσεις, ασφαλίσεις

πιστωτών ή συμβάσεις τέτοιου είδους υπέρ απαιτήσεων που κεφαλαιοποιούνται

μετατρέπονται σε δικαίωμα προαίρεσης του πιστωτή να πωλήσει στον ασφαλιστή ή στον

εγγυητή τις μετοχές ή τα εταιρικά μερίδια που προκύπτουν από την κεφαλαιοποίηση του

Page 47: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

47

χρέους κατά το χρόνο στον οποίο θα καθίστατο κατά τους όρους του ληξιπρόθεσμο το

χρέος και για ποσό ίσο με το άθροισμα του κεφαλαίου και των τυχόν τόκων που

καλύπτονται από την εγγύηση. Το δικαίωμα προαίρεσης πρέπει να ασκηθεί εντός δύο

μηνών από την ημέρα κατά την οποία θα καθίστατο ληξιπρόθεσμη η υποχρέωση ή εάν

αυτή έχει καταστεί ληξιπρόθεσμη κατά την κεφαλαιοποίηση εντός δύο μηνών από την

τελευταία.

3. ρύθμιση των σχέσεων των πιστωτών μεταξύ τους μετά την επικύρωση της

συμφωνίας είτε υπό την ιδιότητά τους ως πιστωτών είτε, σε περίπτωση κεφαλαιοποίησης,

υπό την ιδιότητά τους ως μετόχων ή ως εταίρων. Μάλιστα, στο νόμο προβλέπεται,

ενδεικτικά, ότι μπορεί να συμφωνηθεί μια κατηγορία πιστωτών να μην έχει τη

δυνατότητα να ζητήσει την αποπληρωμή των απαιτήσεων προς αυτήν πριν από την πλήρη

ικανοποίηση μια άλλης ή να ρυθμίζεται μέσω της συμφωνίας ο τρόπος διοίκησης της

επιχείρησης του οφειλέτη μετά την κεφαλαιοποίηση των απαιτήσεων των πιστωτών ή να

ρυθμίζονται θέματα σε σχέση με τη μεταβίβαση των μετοχών ή των εταιρικών μεριδίων

που θα προκύψουν από την κεφαλαιοποίηση, όπως, για παράδειγμα, δικαίωμα ή

υποχρέωση των μετόχων μειοψηφίας σε περίπτωση πώλησης της πλειοψηφίας των

μετοχών να πωλήσουν τις μετοχές τους με τους ίδιους όρους με τους οποίους γίνεται η

πώληση της πλειοψηφίας.

4. μείωση των απαιτήσεων έναντι του οφειλέτη.

5. εκποίηση επί μέρους περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη.

6. ανάθεση της διαχείρισης της επιχείρησης του οφειλέτη σε οποιονδήποτε τρίτο με

βάση οποιαδήποτε έννομη σχέση περιλαμβανομένης, ενδεικτικά, της σύμβασης

διαχείρισης ή της εκμίσθωσης.

7. μεταβίβαση μέρους ή του συνόλου της επιχείρησης σε τρίτο ή σε εταιρία

πιστωτών. Ειδικότερα, η εταιρία των πιστωτών είναι ανώνυμη εταιρία, η οποία

συστήνεται με εισφορά σε είδος. Η εισφορά συνίσταται σε μέρος ή το σύνολο των

απαιτήσεων των πιστωτών κατά του οφειλέτη, τηρουμένων των προϋποθέσεων των

άρθρων 9 και 9α του κ.ν. 2190/1920. Η εταιρία αποκτά το σύνολο ή μέρος της

επιχείρησης του οφειλέτη έναντι εξόφλησης των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη που

έχουν εισφερθεί σε αυτήν.

Page 48: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

48

Σε περίπτωση που περιεχόμενο της συμφωνίας είναι η μεταβίβαση της

επιχείρησης του οφειλέτη, εν όλω ή εν μέρει, εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις του άρθρου 106

θ, χωρίς να απαγορεύεται η μεταβίβαση και προς εταιρία που συστήνουν οι πιστωτές

σύμφωνα με τις ρυθμίσεις των §§ 2,3 αρθρ. 106 θ. Στις περιπτώσεις μεταβίβασης δεν

εφαρμόζεται η σωρευτική ευθύνη του αποκτώντα κατά το άρθρο 479 ΑΚ (αρθρ. 106 θ §

4, παραπ. στο άρθρο 178 ΠτΚ.

Το άρθρο 106 θ ΠτΚ ρυθμίζει τα επιμέρους ζητήματα της μεταβίβασης της

επιχείρησης του οφειλέτη, η οποία μπορεί να γίνει είτε λόγω της πρόβλεψης της στη

συμφωνία εξυγίανσης είτε με σύμβαση, η οποία καταρτίζεται σε εκτέλεση κάποιου όρου

της συμφωνίας. Ειδικότερα, στο πλαίσιο της εν λόγω μεταβίβασης, στον αποκτώντα

μεταβιβάζονται το ενεργητικό της επιχείρησης ή του μέρους της και, ενδεχομένως, στο

μέτρο που προβλέπεται στη συμφωνία, μέρος των υποχρεώσεων. Οι λοιπές υποχρεώσεις

είτε εξοφλούνται από το τίμημα της πώλησης της επιχείρησης ή του μέρους της, είτε

διαγράφονται, είτε, τέλος, στην περίπτωση μεταβίβασης μέρους της επιχείρησης,

παραμένουν ως υποχρεώσεις του οφειλέτη ή κεφαλαιοποιούνται.

Οι εκκρεμείς σχέσεις, δηλαδή οι εκατέρωθεν ανεκπλήρωτες, εν όλω ή εν μέρει,

αμφοτεροβαρείς συμβάσεις, δεν θίγονται, μεταβιβάζονται ως έχουν εάν η μεταβίβαση

συμφέρει τους πιστωτές και συναινεί ο αντισυμβαλλόμενος του οφειλέτη, ενώ, εάν

αρνηθεί υπάρχει δικαίωμα υποκατάστασης της βούλησης του με απόφαση του

πτωχευτικού δικαστηρίου, εφόσον ο αποκτών μπορεί να εκπληρώσει ο ίδιος της σύμβαση

και ο αντισυμβαλλόμενος δεν βλάπτεται.49

Οι διοικητικές άδειες, οι οποίες είχαν εκδοθεί για την λειτουργία τη επιχείρησης

του οφειλέτη, μεταβιβάζονται στο νέο αποκτώντα με απλή έκδοση επιβεβαιωτικής πράξης

μεταβίβασης της πράξης στο όνομα του. Ισχύουν για όλο το χρονικό διάστημα, για το

οποίο είχαν εκδοθεί και, πάντως, για χρονικό διάστημα όχι μικρότερο του ενός έτους από

τη μεταβίβαση ή από το νόμιμο χρόνο υποχρεωτικής λειτουργίας της επιχείρησης.50

49

Βλ. άρθρο 33 ΠτΚ, το οποίο εφαρμόζεται αναλογικά, σύμφωνα με το άρθρο 106 θ παράγραφος 1 εδ. γ’ ΠτΚ 50

Βλ. άρθρο 141 παρ. 3 ΠτΚ, το οποίο εφαρμόζεται αναλογικά, σύμφωνα με το άρθρο 106 θ παρ΄ 1 εδ. γ΄ ΠτΚ

Page 49: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

49

Επιπλέον, η σύμβαση μεταβίβασης απαλλάσσεται από κάθε φόρο ή δικαίωμα

τρίτου, εκτός από το ΦΠΑ, και από κάθε άλλο πιστοποιητικό, ενώ οι αμοιβές των

εμπλεκόμενων στη μεταβίβαση δημόσιων λειτουργών μειώνονται κατά 30%.51

8. αναστολή των ατομικών διώξεων των πιστωτών για κάποιο χρονικό διάστημα μετά

την επικύρωση της συμφωνίας. Η αναστολή αυτή δεν μπορεί να δεσμεύει τους μη

συμβληθέντες πιστωτές για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών από την

επικύρωση της συμφωνίας. Πρόκειται για αναστολή για «κάποιο διάστημα μετά την

επικύρωση» (άρθρ. 106 ε § 2 περ. η). Στην περίπτωση όμως αυτή, η αναστολή δεν θα

δεσμεύει τους μη συμβαλλόμενους πιστωτές για διάστημα που υπερβαίνει τους έξι (6)

μήνες από την επικύρωση της συμφωνίας. Συνεπώς η αναστολή δεν είναι αποτέλεσμα εκ

του νόμου αλλά δυνητικό περιεχόμενο συμφωνίας. Το κατά την Αιτιολογική Έκθεση

φερόμενο ως φευκταίο «βασικό μειονέκτημα» της διαδικασίας συνδιαλλαγής «η μη

δέσμευση από τη συμφωνία των μη συμφωνούντων πιστωτών» επαναφέρεται με άλλη

μορφή. Διότι ενώ οι μη συμφωνούντες πιστωτές, κατά τη διαδικασία συνδιαλλαγής δεν

δεσμεύονται από το περιεχόμενο της συμφωνίας αλλά εκ του νόμου δεσμεύονται ως προς

την άσκηση των ατομικών διώξεων για όσο διάστημα διαρκούσε η συμφωνία (δηλαδή

μέχρι τέσσερα χρόνια), με τη νέα διαδικασία δεσμεύονται από το περιεχόμενο της

συμφωνίας, αλλά ο χρόνος αναστολής περιορίζεται σε 6 μήνες. Εάν μάλιστα η αναστολή

των ατομικών διώξεων δεν είναι περιεχόμενο της συμφωνίας, οι πιστωτές συμβαλλόμενοι

και μη, έχουν δικαίωμα άμεσης εκτέλεσης (τίτλος εκτελεστός, η επικυρωτική συμφωνία)

κατά του οφειλέτη, ως προς τις αναλαμβανόμενες με τη συμφωνία υποχρεώσεις (αρθρ.

106 η § 4).

9. διορισμός προσώπου, που θα επιβλέπει την εκτέλεση των όρων της συμφωνίας. Σε

σχέση με τις εγγυήσεις και λοιπές συμβάσεις με αντίστοιχο περιεχόμενο προβλέπεται ότι

σε περίπτωση κεφαλαιοποίησης των απαιτήσεων, οι εγγυήσεις, ασφαλίσεις τρέπονται σε

δικαίωμα προαίρεσης του πιστωτή να πωλήσει στον εγγυητή ή ασφαλιστή τις μετοχές ή

τα εταιρικά του μερίδια που προκύπτουν από την κεφαλαιοποίηση (αρθρ. 106 ε § 2) για

ποσό ίσο με το άθροισμα του κεφαλαίου και των τόκων που καλύπτονται από την

εγγύηση. Το δικαίωμα προαίρεσης του πιστωτή ασκείται εντός διμήνου κατά τις

διακρίσεις του νόμου. Κατά την Αιτιολογική Έκθεση «στην περίπτωση αυτή η απαλλαγή

του εγγυητή όχι μόνο θα είναι κατά κανόνα άδικη αλλά θα δημιουργήσει και αντικίνητρο

51

Βλ. άρθρα 133β και 134 1ΠτΚ, τα οποία εφαρμόζονται αναλογικά, σύμφωνα με το άρθρο 106 θ παρ΄ 1 εδ. δ΄ ΠτΚ

Page 50: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

50

στους εξασφαλισμένους με εγγύηση πιστωτές να συμπράξουν στη συμφωνία». Από τη

ρύθμιση αυτή διαφαίνεται η βούληση του νέου νομοθέτη να υπερβεί την, λόγω

συμβατικής μεταβολής -μεταξύ οφειλέτη και συλλογικά ενεργούντων πιστωτών- της

ταυτότητας της κυρίας οφειλής, ελευθέρωση του εγγυητή, επιβάλλοντας σ' αυτόν

υποχρέωση αγοράς μετοχών ή εταιρικών μεριδίων που προκύπτουν από την κεφα-

λαιοποίηση. Με το παρεχόμενο στον πιστωτή δικαίωμα προαίρεσης πώλησης και με την

καταβολή του ανταλλάγματος από τον εγγυητή, ο μεν πιστωτής ικανοποιείται πλήρως από

τον εγγυητή, τα δικαιώματα όμως του οποίου όπως προβλέπονται από τον Α.Κ.

αλλοιώνονται ιδίως της υποκατάστασης και μεταφέρεται αναγκαστικά σε θέση μετόχου ή

εταίρου μιας «υπό εξυγίανση επιχείρησης» χωρίς τη δική του σύμπραξη, ρύθμιση

αμφίβολης συμβατότητας με την προστασία των περιουσιακής φύσεως δικαιωμάτων

σύμφωνα με το αρθρ. 1 Πρώτου Πρωτοκόλλου ΕΣΔΑ.

6.3.β. τύπος-νομική φύση της συμφωνίας

Η συμφωνία «υπογράφεται», συνεπώς απαιτείται έγγραφος τύπος (αρθρ.106α), με

ιδιωτικό έγγραφο εκτός αν απαιτείται δημόσιο ως εκ της φύσεωςτων αναλαμβανομένων

υποχρεώσεων (αρθρ. 106 ε § 6).

Δημόσιο έγγραφο απαιτείται μόνο στη περίπτωση που οι επιμέρους όροι της

συμφωνίας το απαιτούν. Ο συμβολαιογραφικός τύπος είναι, ωστόσο, δυνατό να

αναπληρωθεί με δηλώσεις ενώπιον του δικαστηρίου.

Ως προς τη νομική της φύση, αντιλαμβανόμαστε πως η συμφωνία εξυγίανσης

είναι μια τυπική, μεικτή και διαρκής, κατά κανόνα, ενοχική σύμβαση. Η νομική της

φύσης ποικίλει ανάλογα με το ειδικότερο περιεχόμενό της και τις επιμέρους συμφωνίες,

με υπερέχουσα εκείνη της σύμβασης του συμβιβασμού των άρθρων 871 επ. ΑΚ.

Πρόκειται για μια ιδιότυπη σύμβαση συμβιβασμού, η οποία επεκτείνει τα αποτελέσματά

της ακόμα και σε μη συμβαλλόμενους πιστωτές.

Page 51: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

51

6.3.γ. επικύρωση της συμφωνίας (αίτηση – προϋποθέσεις –απόφαση- ένδικα μέσα-

αποτελέσματα)

Μετά τη διαμόρφωση του περιεχομένου της συμφωνίας και την αποδοχή των

όρων εκ μέρους αφενός του οφειλέτη και αφετέρου των πιστωτών, ακολουθεί η

υποβολή αίτησης στο πτωχευτικό δικαστήριο για επικύρωση της συμφωνίας. Μέσω

της επικύρωσης η συμφωνία αποκτά δεσμευτική ισχύ όχι μόνο για τα συμβαλλόμενα

μέρη αλλά και για τους μη συναινούντες πιστωτές. Η επικύρωση συνιστά αναβλητική

αίρεση της ισχύος της συμφωνίας.52

Σύμφωνα με το άρθρο 99 § 3 οι σκοποί του

νόμου (99§ 2) για μια διαδικασία που αποσκοπεί στη διατήρηση, αξιοποίηση και

ανόρθωση μιας επιχείρησης επιδιώκονται με τη «σύναψη» και «επικύρωση»

συμφωνίας εξυγίανσης. Ωστόσο ο νέος νομοθέτης αποκλίνει από το δίδυμο «σύναψη

συμφωνίας» - «επικύρωση συμφωνίας» όταν σύμφωνα με το άρθρο 106 ε § 5 ενώ

εξαρτά την ισχύ της συμφωνίας από την επικύρωση της από το πτωχευτικό

δικαστήριο, εισάγει εξαίρεση «εκτός αν κατά τη βούληση των συμβαλλομένων, το

σύνολο ή μέρος των όρων της ισχύουν μεταξύ τους και χωρίς την επικύρωση κατά τις

διατάξεις του κοινού δικαίου». Τίθεται το ερώτημα αν με τη «μη επικυρούμενη αυτή

συμφωνία» επιτυγχάνονται οι σκοποί της διαδικασίας, επέρχονται οι συνέπειες της ή

μήπως βρίσκεται εκτός πεδίου πλέον εφαρμογής των άρθρων 99 επ.

Την αίτηση για επικύρωση της συμφωνίας υποβάλλει στο δικαστήριο ο

οφειλέτης ή οποιοσδήποτε πιστωτής ή ο μεσολαβητής, εντός της

καθορισμένης με την απόφαση ανοίγματος της διαδικασίας προθεσμίας ή

μέσα στην κατά παράταση δοθείσα προθεσμία Με την άπρακτη παρέλευση

της προθεσμίας η διαδικασία θεωρείται αυτοδικαίως λήξασα.

Η αίτηση συνοδεύεται από την υπογεγραμμένη συμφωνία εξυγίανσης και από

έκθεση εμπειρογνώμονα, ο οποίος μπορεί να είναι και ο ίδιος που είχε συντάξει

σχετική έκθεση για το άνοιγμα της διαδικασίας εξυγίανσης. Στην έκθεση ο

εμπειρογνώμονας οφείλει να εκθέσει τη γνώμη του σχετικά με τη συνδρομή των

52

Βλ. Σπ. Ψυχομάνη, Πτωχευτικό Δίκαιο, δ΄ έκδοση, 2011, σελ. 111

Page 52: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

52

προϋποθέσεων επικύρωσης της συμφωνίας, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 106 ζ

παράγραφοι 1 έως 3, στις οποίες θα αναφερθούμε αναλυτικά παρακάτω. Εάν,

ειδικότερα, έχε λάβει χώρα συνέλευση των πιστωτών πρέπει να συνυποβληθεί η

έκθεση του εμπειρογνώμονα, την οποία είχε καταθέσει στη συνέλευση αναφορικά με

την αποτελεσματικότητα του σχεδίου της συμφωνίας. Εάν, μάλιστα, κατά τη διάρκεια

της συνέλευσης επήλθαν τροποποιήσεις στο αρχικό σχέδιο της συμφωνίας, τότε, η

έκθεση συνοδεύεται και από συμπλήρωμα, στο οποίο εκτίθεται η γνώμη του

εμπειρογνώμονα σχετικά με τις τροποποιήσεις.

Ακολουθεί προσδιορισμός δικασίμου από το πτωχευτικό δικαστήριο εντός

διμήνου από την υποβολή της αίτησης53

και η κλήτευση των προσώπων του άρθρου

106 στ παρ. 3 του ΠτΚ, δηλαδή του οφειλέτη, του τυχόν μεσολαβητή και του τυχόν

εκπροσώπου των πιστωτών, στην περίπτωση που είχε συγκληθεί συνέλευση των

πιστωτών. Στη συζήτηση είναι δυνατό να παραστεί και να ακουστεί και εκπρόσωπος

των εργαζομένων στην επιχείρηση του οφειλέτη και να παρέμβει οποιοδήποτε

πρόσωπο έχει έννομο συμφέρον, χωρίς τήρηση προδικασίας. Η συνδρομή του

εννόμου συμφέροντος κρίνεται κατά περίπτωση και συντρέχει, συνήθως, όταν το

περιεχόμενο της συμφωνίας επηρεάζει, ουσιωδώς, την κατάσταση του

παρεμβαίνοντος απέναντι στον οφειλέτη.

Προκειμένου να επικυρωθεί η συμφωνία εξυγίανσης πρέπει να συντρέχουν

ορισμένες προϋποθέσεις, οι οποίες παρατίθενται στο άρθρο 106 ζ του ΠτΚ και

διατυπώνονται άλλες θετικά, ως προαπαιτούμενες για την επικύρωση και

άλλες αρνητικά, ως λόγοι απόρριψης της αίτησης επικύρωσης:

α. η συμφωνία θα πρέπει να έχει υπογραφεί από τον οφειλέτη, καθώς και από

τους εκπροσώπους της συνέλευσης των πιστωτών, που έχουν εξουσιοδοτηθεί για την

υπογραφή, στην περίπτωση που έχει λάβει χώρα συνέλευση πιστωτών ή και εάν δεν

έχει συγκληθεί συνέλευση από την πλειοψηφία των πιστωτών.

β. το δικαστήριο θα πρέπει να πιθανολογήσει τη βιωσιμότητα της επιχείρησης

του οφειλέτη με την επικύρωση της συμφωνίας. Η βιωσιμότητα της επιχείρησης

εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αξιολόγηση των οικονομικών μεγεθών της, η

53

Βλ. άρθρο 106 στ παρ. 5 σε συνδυασμό με άρθρο 100 παρ. 6 ΠτΚ

Page 53: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

53

οποία διαμορφώνεται από τις εκθέσεις των εμπειρογνωμόνων. Εάν, λοιπόν, το

δικαστήριο πιθανολογήσει ότι η επιχείρηση διαθέτει το απαιτούμενο υπόβαθρο

προκειμένου να συνεχίσει να παρουσιάζει μια αξιόλογη δραστηριότητα και να

απασχολεί εργαζομένους έναντι αμοιβής, τότε οφείλει να προβεί στην επικύρωση της

συμφωνίας.

γ. το δικαστήριο οφείλει να πιθανολογήσει ότι με τη συμφωνία εξυγίανσης και

με το περιεχόμενο της δεν παραβλάπτεται η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών. Η

συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών συνίσταται στη διαμόρφωση του περιεχομένου

της συμφωνίας κατά τέτοιο τρόπο, ώστε υπό τις νέες συνθήκες να μην περιέρχονται

οι μη συμβληθέντες πιστωτές σε δυσμενέστερη οικονομική θέση από εκείνη στην

οποία θα βρίσκονταν εάν επισπεύδονταν αναγκαστική εκτέλεση ή εάν λάμβανε χώρα

πτωχευτική εκκαθάριση και διανομή λόγω παύσης πληρωμών και κήρυξης

πτώχευσης.

δ. το δικαστήριο οφείλει να διαμορφώσει πλήρη δικανική πεποίθηση ότι η

συμφωνία εξυγίανσης δεν είναι αποτέλεσμα δόλου ή άλλης αθέμιτης πρακτικής ή

κακόπιστης συμπεριφοράς του οφειλέτη, πιστωτή ή τρίτου, ή παραβιάζει διατάξεις

αναγκαστικού δικαίου.

ε. η συμφωνία οφείλει να αντιμετωπίζει με βάση την αρχή της ισότιμης

μεταχείρισης τους πιστωτές, που βρίσκονται στην ίδια θέση. Πιστωτές και

απαιτήσεις, που παρουσιάζουν όμοια χαρακτηριστικά, οφείλουν να αντιμετωπίζονται

με τον ίδιο τρόπο. Αποκλίσεις από την αρχή επιτρέπονται μόνο για σπουδαίους

επιχειρηματικούς ή κοινωνικούς λόγους, οι οποίοι πρέπει να εκτίθενται, ειδικά, στην

απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου, ή εάν συναινεί ο θιγόμενος πιστωτής.

στ. με τη συμφωνία εξυγίανσης θα πρέπει να αίρεται η κατάσταση παύσης

πληρωμών του οφειλέτη, εάν τυχόν υφίσταται. Σε περίπτωση, μάλιστα, που το

δικαστήριο διαπιστώσει αδυναμία της συμφωνίας να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της

παύσης πληρωμών, τότε το δικαστήριο απορρίπτει την αίτηση επικύρωσης της

συμφωνίας και προβαίνει στην εξέταση αίτησης κήρυξης της πτώχευσης, η οποία

μπορεί να έχει συνυποβληθεί από τον οφειλέτη, ειδάλλως, κοινοποιεί την

Page 54: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

54

απορριπτική απόφαση στον εισαγγελέα για να υποβάλει εκείνος αίτηση πτώχευσης,

εάν το κρίνει αναγκαίο.

ζ. τέλος, ο οφειλέτης υποχρεούται να προσκομίσει όλα τα συνυποβαλόμενα

έγγραφα εντός της τεθείσης από το νόμο προθεσμία ή εντός της κατά παράταση

δοθείσας από το δικαστήριο προθεσμία.

Εφόσον συντρέχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις το πτωχευτικό Δικαστήριο

αποφασίζει την επικύρωση της συμφωνίας. Η επικύρωση αυτή, όπως στη

συμφωνία του άρθρου 44Ν. 1892/1990, αλλά και στο ισχύον σχέδιο

αναδιοργάνωσης των 107 επ. ΠτΚ. αποτελεί όρο του ενεργού της συμφωνίας

54 και της επέκτασης της δεσμευτικότητας της στους πιστωτές που δε

συμφώνησαν55

. Η απόφαση δημοσιεύεται σε περίληψη στο Γ.Ε.Μ.Η. και στο

Δελτίο Δικαστικών ά Δημοσιεύσεων του Ταμείου Ανεξάρτητα

Απασχολούμενων. Η δημοσίευση γίνεται με επιμέλεια του μεσολαβητή,

εφόσον υπάρχει, ειδάλλως, του οφειλέτη.

Κατά της απόφασης που επικυρώνει τη συμφωνίας εξυγίανσης μπορεί να

ασκηθεί τριτανακοπή εκ μέρους οποιουδήποτε προσώπου δεν παρέστη στη

δίκη για την επικύρωση της συμφωνίας λόγω μη κλήτευσής του. Η

τριτανακοπή ασκείται σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα ημερών από τη

δημοσίευση της απόφασης. Το δικαστήριο προβαίνει σε ακύρωση της

συμφωνίας μετά από άσκηση ανακοπής ή τριτανακοπής μόνον εάν δεν μπορεί

να διατηρηθεί με εκ νέου υπολογισμό των ποσών που δικαιούται να λάβει το

πρόσωπο που άσκησε το ένδικο μέσο.

Κατά της απόφασης που απορρίπτει την αίτηση για επικύρωση της συμφωνίας

μπορεί να ασκηθεί έφεση κατά τις κοινές διατάξεις.

54

Με την επιφύλαξη των προβλεπόμενων στο άρθρο 106ε παρ. 5 ΠτΚ

55 Περάκης, Πτωχευτικό Δίκαιο, 343

Page 55: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

55

Τα αποτελέσματα από την επικύρωση της συμφωνίας παρατίθενται στο άρθρο

106 η του ΠτΚ και είναι τα εξής:

α. η δέσμευση του συνόλου των πιστωτών, οι απαιτήσεις των οποίων

ρυθμίζονται από τη συμφωνία, από το περιεχόμενο αυτής, ακόμα και εάν δεν είναι

συμβαλλόμενοι ή δεν ψήφισαν υπέρ της συμφωνίας εξυγίανσης. Μόνον οι πιστωτές,

των οποίων οι απαιτήσεις δημιουργήθηκαν μετά την επικύρωση της συμφωνίας δεν

δεσμεύονται από τη συμφωνία.

β. η διατήρηση των προσωπικών ή εμπράγματων ασφαλειών τρίτων,

περιλαμβανομένων και των προσημειώσεων που έχουν παρασχεθεί από τρίτους για

την εξασφάλιση της απαίτησης.

γ. η αυτοδίκαιη άρση της απαγόρευσης ή του κωλύματος έκδοσης επιταγών

που είχε επιβληθεί στον οφειλέτη πριν από την έναρξη της διαδικασίας εξυγίανσης.

δ. η εξάλειψη του αξιοποίνου των αδικημάτων έκδοσης ακάλυπτων επιταγών

και καθυστέρησης πληρωμών προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία που έχουν

τελεστεί πριν από τη σύναψη της συμφωνίας.

ε. η εκτελεστότητα της επικυρωτικής απόφασης του δικαστηρίου για τις

αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις, υπό την προϋπόθεση ότι από τη συμφωνία προκύπτει

η ποιότητα και ποσότητα της παροχής.

7. ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ

Η προβλεπόμενη στο άρθρο 106 ία ειδική εκκαθάριση, ως συλλογική διαδικασία

εκτέλεσης, λόγω επερχόμενης ολοσχερούς ανάθεσης της εξουσίας διοίκησης και

διαχείρισης της επιχείρησης από τα καταστατικά όργανα στον εκκαθαριστή προς το

σκοπό πώλησης του ενεργητικού της, βρίσκεται εκτός πλαισίου προπτωχευτικής

διαδικασίας εξυγίανσης εφόσον εφαρμόζεται όταν η επίτευξη συμφωνίας εξυγίανσης

δεν είναι δυνατή.

Page 56: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

56

Επισημαίνεται ότι ερμηνευτικά προβλήματα δημιουργεί η διατύπωση του νόμου

άρθρ. 106 ία § 1 ως προς το πεδίο εφαρμογής της ειδικής εκκαθάρισης. Δεδομένου

ότι τα κριτήρια στο άρθρο 43 α § 6 ν. 2190 είναι κριτήρια «οροφής» για δημοσίευση

συνοπτικού ισολογισμού «να μην υπερβαίνει», ερωτάται αν η ειδική εκκαθάριση

εφαρμόζεται σε κάθε επιχείρηση «που δεν υπερβαίνει» τουλάχιστον δύο από τα τρία

αριθμητικά όρια, δηλαδή σε μικρές επιχειρήσεις, ή αν εφαρμόζεται σε επιχειρήσεις

που πληρούν, ως ελάχιστα τουλάχιστον όρια δύο από τα τρία αριθμητικά όρια,

δηλαδή μόνο σε μεγάλες επιχειρήσεις. Η διατύπωση του νόμου κλίνει προς τη δεύ-

τερη ερμηνεία. Τελολογικά θα έπρεπε η ρύθμιση να αναφέρεται σε μικρές

επιχειρήσεις. Αν αυτό όμως ήθελε ο νομοθέτης γιατί δεν παρέπεμψε απλά στις

επιχειρήσεις ως προς τις οποίες εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 43α § 6 ν. 2190;

Σκόπιμη θα ήταν, για λόγους συστηματικούς, η σύντομη αναφορά στη

διαδικασία της ειδικής εκκαθάρισης, η οποία ενσωματώθηκε στον πτωχευτικό

κώδικα, επίσης, με το ν. 4013/2011, και, πιο συγκεκριμένα, με τα άρθρο 106ια.

Η διαδικασία της ειδικής εκκαθάρισης, επαναφέρθηκε56

, ουσιαστικά, με τον

καινούριο νόμο, τροποποιημένη, με στόχο τη διάσωση της επιχείρησης ως

λειτουργικού συνόλου στην περίπτωση αδυναμίας επίτευξης συμφωνίας μέσω της

προπτωχευτικής διαδικασίας εξυγίανσης. Η διάσωση αυτή επιτυγχάνεται με τη

γρήγορη πώληση του ενεργητικού της επιχείρησης σε ενδιαφερόμενους επενδυτές

προς όφελος τόσο της εθνικής οικονομίας όσο και της κοινωνίας με τη διατήρηση

θέσεων εργασίας. Η ταχεία πώληση του ενεργητικού της επιχείρησης συμβάλλει, σε

κάθε περίπτωση, και στην προώθηση των συμφερόντων των πιστωτών μέσω της

αποτροπής της απαξίωσης της επιχείρησης.

56

Βλ. άρθρα 46-46β ν. 1892/1990, στα οποία προβλεπόταν η διαδικασία της ειδικής εκκαθάρισης

Page 57: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

57

Ειδική εκκαθάριση είναι η προβλεπόμενη στο άρθρο 106ια εξυγιαντική

διαδικασία, με την οποία επιδιώκεται η με διενέργεια δημόσιου πλειοδοτικού

διαγωνισμού πώληση του συνόλου ενεργητικού ή επιμέρους λειτουργικών συνόλων

μιας οριοθετημένου ελαχίστου μεγέθους επιχείρησης, της οποίας ο φορέας πληροί τις

αντικειμενικές και υποκειμενικές προϋποθέσεις κήρυξης σε πτώχευση, ώστε να

αποτρέπεται η μέσω άμεσης υπαγωγής στην πτωχευτική διαδικασία απαξίωση της

επιχείρησης και να επιτυγχάνεται η καλύτερη από το τίμημα ικανοποίηση των

πιστωτών.

Προϋποθέσεις υπαγωγής:

1. η πτωχευτική ικανότητα του οφειλέτη, όπως αυτή προσδιορίζεται στο άρθρο 2

του ΠτΚ.

2. ο οφειλέτης να είναι φορέας επιχείρησης, η οποία να πληροί τουλάχιστον δύο από

τα τρία αριθμητικά όρια των κριτηρίων της παρ. 6 του άρθρου 42α του κ.ν.

2190/1920 με βάση τα δεδομένα της τελευταίας οικονομικής περιόδου

λειτουργίας της. Ως εκ τούτου, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να φέρουν δύο από τα

εξής τρία χαρακτηριστικά: α. να εμφανίζουν σύνολο ισολογισμού από 2.500.000

και πάνω, β. να έχουν επιτύχει καθαρό κύκλο εργασιών από 5.000.000 και πάνω

και γ. να διαθέτουν προσωπικό, ανερχόμενο, κατά μέσο όρο στη διάρκεια της

χρήσης, σε 50 τουλάχιστον άτομα.

3. υποβολή αίτησης υπαγωγής στην ειδική εκκαθάριση συνοδευόμενη από τα

απαιτούμενα στο νόμο έγγραφα, δηλαδή από βεβαίωση τράπεζας ή ΕΠΕΥ, που

λειτουργεί νόμιμα για την ύπαρξη αξιόχρεου επενδυτή ενδιαφερομένου για την

αγορά του ενεργητικού της επιχείρησης και από δήλωση του προτεινόμενου

εκκαθαριστή για αποδοχή του έργου του, συνοδευόμενη από έκθεση σχεδιασμού

της εκκαθάρισης και προϋπολογισμό των προβλεπόμενων δαπανών.

4. διεξαγωγή δίκης εντός 20 ημερών από την υποβολή της αίτησης. Με την υποβολή

της αίτησης είναι δυνατό να ζητηθούν και να ληφθούν προληπτικά μέτρα.

Page 58: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

58

5. η έκδοση απόφασης του πτωχευτικού δικαστηρίου επί της αιτήσεως, που

διατάσσει την υπαγωγή του οφειλέτη σε ειδική εκκαθάριση ή απορρίπτει την

αίτηση.

6. Κοινοποίηση της απόφασης στην επιχείρηση και δημοσίευση περίληψής της στο

ΓΕΜΗ και στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ενιαίου Ταμείου

Ανεξάρτητα Απασχολούμενων.

Διαδικασία ειδικής εκκαθάρισης

Με τη δημοσίευση της απόφασης για την θέση μιας επιχείρησης υπό

καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης, ο διορισμένος εκκαθαριστής εγκαθίσταται με τη

βοήθεια της Δημόσιας Αρχής στη διοίκηση της επιχείρησης, συντάσσει, χωρίς

καθυστέρηση απογραφή των στοιχείων της επιχείρησης και καταρτίζει Υπόμνημα

Προσφοράς, στο οποίο εκτός από τα απογραφέντα στοιχεία περιλαμβάνει και κάθε

χρήσιμη πληροφορία για το ενεργητικό της επιχείρησης. Έπειτα, μέσα σε προθεσμία

δέκα ημερών προβαίνει σε δημοσίευση Πρόσκλησης Διενέργειας Δημόσιου

Πλειοδοτικού Διαγωνισμού για την αγορά του συνόλου ή μέρους του ενεργητικού της

υπό εκκαθάριση επιχείρησης σε δύο εφημερίδες πανελλαδικής κυκλοφορίας, στο

ΓΕΜΗ, στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα

Απασχολούμενων και στον ιστότοπο της επιχείρησης στο διαδίκτυο ορίζοντας,

παράλληλα, προθεσμία μεταξύ είκοσι έως σαράντα εργάσιμων ημερών από τη

δημοσίευση της πρόσκλησης για υποβολή προσφορών με εγγυητική επιστολή. Στην

πρόσκληση ο εκκαθαριστής οφείλει να προσδιορίζει τους επιμέρους όρους του

Πλειοδοτικού Διαγωνισμού, μεταξύ των οποίων και τη δέσμευση ότι με την

υπογραφή της Σύμβασης Μεταβίβασης θα καταβάλλεται τοις μετρητοίς το 40%

τουλάχιστον το προσφερόμενου τιμήματος και το υπόλοιπο θα καταβάλλεται

εντόκως, με επιτόκιο της επιλογής του προσφέροντος, σε χρονικό διάστημα που δεν

θα υπερβαίνει την πενταετία. Οι ενδιαφερόμενοι έχουν τη δυνατότητα να

Page 59: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

59

παραλάβουν το Υπόμνημα Προσφοράς και να διεξάγουν έλεγχο για τα πωλούμενα

στοιχεία της επιχείρησης, αφού υπογράψουν Συμφωνία Εχεμύθειας.

Μετά την πάροδο της προθεσμίας για την υποβολή και αποσφράγιση των

προσφορών, ο εκκαθαριστής προβαίνει σε εκτίμησή τους και συντάσσει και

κοινοποιεί και, με την οποία κατατάσσει τις προσφορές, αποδέχεται την καλύτερη και

κατακυρώνει το διαγωνισμό. Κατόπιν, η έκθεση υποβάλλεται στο πτωχευτικό

δικαστήριο με σχετική αίτηση αποδοχής της. Το δικαστήριο επικυρώνει ή απορρίπτει

την αίτηση. Σε περίπτωση επικύρωσης, συντάσσεται Σχέδιο Σύμβασης Μεταβίβασης,

το οποίο υπογράφεται μέσα σε προθεσμία πέντε εργάσιμων ημερών και συντάσσεται

πράξη εξόφλησης ή εκπλήρωσης των υποχρεώσεων του αγοραστή. Η υπογεγραμμένη

σύμβαση επέχει θέση τελεσίδικης κατακύρωσης των άρθρων 1003 επ. του ΚΠολΔ.

Κατά τη μεταβίβαση, οι εκκρεμείς συμβάσεις και οι διοικητικές άδειες ισχύουν, όπως

ορίζει το άρθρο 106 θ του ΠτΚ.

Η ανώτατη χρονική διάρκεια της διαδικασίας μεταβίβασης είναι δώδεκα

μήνες με δυνατότητα παράτασης για άλλους έξι μήνες και ξεκινά από τη σύνταξη της

απογραφής εκ μέρους του εκκαθαριστή. Σε περίπτωση υπέρβασης του δωδεκάμηνου

ή δεκαοκτάμηνου η διαδικασία παύει αυτοδικαίως.

Υποχρέωση του εκκαθαριστή αποτελεί η δημοσίευση Πρόσκλησης

Αναγγελίας Απαιτήσεων των πιστωτών μέσα σε δεκαπέντε μέρες από την

πραγματοποίησή της μεταβίβασης. Οι πιστωτές έχουν προθεσμία ενός μηνός για την

αναγγελία των απαιτήσεων τους. Τέλος, ο εκκαθαριστής συντάσσει πίνακα

κατάταξης των απαιτήσεων, για το απομένον μετά την αφαίρεση των εξόδων

εκκαθάρισης υπόλοιπο και προχωρά στη σύμμετρη ικανοποίηση των πιστωτών.

8.ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ - ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ

Το ερώτημα που τίθεται από τη στιγμή έναρξης ισχύος των νέων διατάξεων

είναι η τύχη των συμφωνιών συνδιαλλαγής, που είτε έχουν ήδη συναφθεί με την

Page 60: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

60

προηγούμενη διαδικασία ανεξάρτητα από το εάν έχουν ή δεν έχουν ακόμα

επικυρωθεί, είτε δεν έχουν ακόμα συναφθεί αλλά έχει δρομολογηθεί η σύναψή τους

με άνοιγμα διαδικασίας συνδιαλλαγής ή με υποβολή αίτηση ανοίγματος της

προϊσχύσασας διαδικασίας.

Την απάντηση το παραπάνω ερώτημα δίνει το άρθρο 14 του ν. 4013/2011,

που τιτλοφορείται «Τελικές και μεταβατικές διατάξεις» και ρυθμίζει τα σχετικά

ζητήματα. Έτσι:

α. συμφωνίες συνδιαλλαγής, οι οποίες έχουν, ήδη, συναφθεί με βάση την

προηγούμενη διαδικασία συνδιαλλαγής, είτε έχουν επικυρωθεί είτε εκκρεμεί αίτηση

επικύρωσης του, εξακολουθούν να διέπονται από το προϊσχύον νομοθετικό

καθεστώς. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, ο οφειλέτης έχει τη δυνατότητα να ζητήσει

να υπαχθεί στη διαδικασία εξυγίανσης, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του

άρθρου 99 του ΠτΚ.

β. διαδικασίες συνδιαλλαγής, οι οποίες έχουν ανοίξει και εκκρεμούν,

συνεχίζονται με στόχο της σύναψης συμφωνίας, η οποία μπορεί να συναφθεί και να

επικυρωθεί είτε με την προηγούμενη διαδικασία συνδιαλλαγής είτε με τη διαδικασία

εξυγίανσης. Η επιλογή ανήκει στα συμβαλλόμενα μέρη. Εφόσον, μάλιστα, η

διαδικασία συνδιαλλαγής βρίσκεται στο στάδιο των ενεργειών του διορισμένου από

το νόμο μεσολαβητή, η προθεσμία, που έχει θέσει το δικαστήριο για την περαίωση

του έργου του, και η οποία κατά το άρθρο 100 παρ. 1 ΠτΚ, όπως ίσχυε, δεν μπορεί να

είναι μεγαλύτερη των δύο μηνών, πλέον, δεν λήγει πριν από την πάροδο εξήντα

ημερών από τη θέση σε ισχύ του νέου νόμου.

γ. εκκρεμείς, τέλος, αιτήσεις για άνοιγμα διαδικασίας συνδιαλλαγής,

κρίνονται με βάσεις τις προϊσχύσασες διατάξεις, εκτός εάν οι αιτούντες τις

μετατρέψουν σε αιτήσεις για άνοιγμα διαδικασίας εξυγίανσης με απλή δήλωση

ενώπιον του δικαστηρίου.

Από την παράθεση των σημαντικότερων χαρακτηριστικών της νεοείσακτης

διαδικασίας εξυγίανσης αντιλαμβανόμαστε πως πρόκειται για μια απόπειρα

συγκερασμού των θετικών στοιχείων της καταργημένης ρύθμισης του άρθρου 44 του

Page 61: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

61

ν. 1892/1990 και της ρύθμισης του Πτωχευτικού Κώδικα για την διαδικασία

συνδιαλλαγής.

Οι βασικές καινοτομίες που επιθυμεί να εισάγει ο νέος νόμος αφορούν:

1. Στη δυνατότητα εισόδου στη διαδικασία εξυγίανσης επιχειρήσεων που έχουν,

ήδη, εισέλθει στο στάδιο παύσης πληρωμών.

2. Στην εισαγωγή του θεσμού των συνελεύσεων των πιστωτών.

3. Στην κατοχύρωση της δέσμευσης των μη συναινούντων στην συμφωνία

πιστωτών από το περιεχόμενο της συμφωνίας εξυγίανσης. Στόχο της

προσπάθειας αυτής αποτελεί η επίλυση του «προβλήματος της συλλογικής

δράσης», στο πλαίσιο του οποίου πιστωτές με μικρότερα χρέη δεν συναινούν

στη σύναψη συμφωνίας, μολονότι γνωρίζουν πως η διάσωση της επιχείρησης

είναι προς το συλλογικό συμφέρον, καθώς αντιμετωπίζοντας περιορισμένο

κίνδυνο από την ενδεχόμενη πτώχευση και οικονομική κατάρρευση της

επιχείρησης, θεωρούν ότι οι μεγαλύτεροι πιστωτές θα αναγκαστούν να

αποπληρώσουν τα χρέη τους.

4. Στην πρόβλεψη μη αυτόματης επέλευσης της αναστολής των ατομικών

διώξεων κατά του οφειλέτη από τη στιγμή της εισόδου του στην διαδικασία

εξυγίανσης αλλά η επιβολή της, κατόπιν αιτήσεως, ως προληπτικού μέτρου.

Βασικά πλεονεκτήματα του θεσμού αποτελούν: α) η δυνατότητα εφαρμογής

της διαδικασίας σε επιχειρήσεις που έχουν ήδη εισέλθει στο στάδιο παύσης

πληρωμών, γεγονός που αποδεικνύει μια έντονη επιθυμία για εξυγίανση και

διατήρηση της βιωσιμότητας των επιχειρήσεων, β) η πρόβλεψη για ταχεία περάτωση

της διαδικασίας εξυγίανσης με στόχο την αποτελεσματικότερη και ταχύτερη έξοδο

από δυσμενείς οικονομικές καταστάσεις, γ) η δέσμευση των μη συναινούντων στη

σύναψη της συμφωνίας πιστωτών από τους όρους της με απώτερο σκοπό την

αποφυγή φαινομένων μετακύλησης της ευθύνης στου πιστωτές με μεγάλα χρέη και

επιβάρυνσης του συλλογικού συμφέροντος (α 106 σχ. νόμου) και δ) η μη πρόβλεψη

αυτόματης επέλευσης της συνέπειας της αναστολής των ατομικών διώξεων κατά του

οφειλέτη με την έκδοση της απόφασης ανοίγματος της διαδικασίας εξυγίανσης

Page 62: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

62

προκειμένου έτσι να αποφεύγονται φαινόμενα εισόδου σε αυτήν με μοναδικό στόχο

την αναστολή των ατομικών διώξεων. Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία εξυγίανσης,

ως θεσμός πρόληψης της πτώχευσης, συνιστά σημαντική καινοτομία και ουσιώδη

προσπάθεια διάσωσης επιχειρήσεων με ζωτικής σημασίας οικονομική δραστηριότητα

σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.

Ως θεσμός, ωστόσο, παρουσιάζει και σοβαρά μειονεκτήματα, τα οποία

οφείλουν να ληφθούν συνειδητά και ουσιαστικά υπόψη. Τα σημαντικότερα είναι α) η

αμφισβητήσιμη αποτελεσματικότητα του θεσμού στις περιπτώσεις, κατά τις οποίες η

επιχείρηση έχει ήδη εισέλθει στο στάδιο παύσης πληρωμών και η μη συμφωνία του

χαρακτηρισμού της ως προπτωχευτικής διαδικασίας σε αυτή την περίπτωση, καθώς η

παύση πληρωμών σηματοδοτεί, ουσιαστικά (όχι όμως και τυπικά) την είσοδο στο

στάδιο της πτώχευσης και την δυσκολία αντιμετώπισης των αδιέξοδων οικονομικών

καταστάσεων, β) ο δυνητικός και, κατά συνέπεια, όχι υποχρεωτικός ορισμός

μεσολαβητή από το Πτωχευτικό Δικαστήριο για την διενέργεια των

διαπραγματεύσεων και τη διαμόρφωση του περιεχομένου της συμφωνίας, γεγονός

που θέτει υπό αμφισβήτηση το κατά πόσο θα καταστεί δυνατός ο συμβιβασμός των

μερών και η επίτευξη μιας λύσης ευρείας αποδοχής που θα συμβάλλει όντως στην

διατήρηση της βιωσιμότητας της επιχείρησης και γ) η ακούσια δέσμευση των

συναινούντων πιστωτών από το περιεχόμενο της συμφωνίας που συνιστά παράβαση

του δικαιώματος της αυτοδέσμευσης.

Συνεπώς συνάγεται ευχερώς η καταληκτική και συμπερασματική διαπίστωση:

η διαδικασία εξυγίανσης δεν αποτελεί κανέναν νεοείσακτο θεσμό αλλά μια απόπειρα,

ενδεχομένως χωρίς μεγάλη επιτυχία, σύμμειξης στοιχείων του παλαιού θεσμού της

εξυγίανσης και της συμφωνίας συνδιαλλαγής. Μια τέτοια συνένωση, χωρίς σύνεση

και στάθμιση συνεπειών σε κάθε περίπτωση ελλοχεύει κινδύνους που θα διαφανούν

λίαν συντόμως στην πράξη.

* * *

Page 63: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

63

9. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αγγελάκης Μ., Οι αλλαγές που επήλθαν στον Πτωχευτικό Κώδικα με τον Ν.

3588/2007 ( ΦΕΚ Α΄ 153/10-7-207), Ε7, 2010, σελ. 856

Αρβανιτάκης Π.- Κοτσίρης Λ., Προληπτικά μέτρα στο πλαίσιο της διαδικασίας

συνδιαλλαγής κατά το νέο πτωχευτικό κώδικα, ΝΟΒ, 4/2008, σελ. 52

Αυγητίδης Δ., ΕΞΥΓΙΑΝΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Μέσω προπτωχευτικών συμφωνιών,

1η έκδοση, 2011

Αυγητίδης Δ., Πτωχευτικός κώδικας του 2007- Η αλλαγή κατεύθυνσης του

ελληνικού δικαίου αφερεγγυότητας, ΕΕμπΔ, 2007, σελ. 542

Γιασίν Αν.- Σταυρόπουλος Αντ., Μπίκου Ε., Συνδιαλλαγή ( άρθρο 99 του

Πτωχευτικού Κώδικα) – Ο πραγματικός ρόλος του μεσολαβητή, Ε7, 2010,σελ. 1686

Κοτσίρης Λ., Πτωχευτικό Δίκαιο,7η έκδοση, 2008 και 8

η έκδοση, 2011

Κοτσίρης Λ., Η διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον Πτωχευτικό Κώδικα, 1η έκδοση,

2010

Κοτσίρης Λ., Η διαδικασία συνδιαλλαγής ( άρθρα 99 επ. ΠτΚ ) – Χρόνος έναρξης

του έργου του μεσολαβητή, ΔΕΕ, 11/2008, σελ. 1190

Κοτσίρης Λ. Χατζηνικολάου Αγγελίδου Ρ., Δίκαιο εξυγίανσης και εκκαθάρισης

προβληματικών επιχείρησεων, εκδ. γ, 2006

Μάζης Π., Η διαδικασία συνδιαλλαγής του νέου Πτωχευτικού Κώδικα ( άρθρα 99-

106 Ν 3588/2007), ΔΕΕ, 2/2008, σελ. 172

Παπαγιάννης Ι., Η διαδικασία συνδιαλλαγής στο σύγχρονο πτωχευτικό δίκαιο ιδίως

υπό το πρίσμα των επίκαιρων νομολογιακών εξελίξεων, ΧρΙΔ, Ι /2010, σελ. 12

Ρόκας Κ., Πτωχευτικόν Δίκαιον, έκδοση 12η , 1978

Ρόκας Α., Προπτωχευτική Διαδικασία Εξυγίανσης Επιχειρήσεων, 2011

Σωτηρόπουλος Γ., Ο νέος πτωχευτικός κώδικας: Από την «πτώχευση» στην

«εξυγίανση» του ελληνικού πτωχευτικού δικαίου, ΧρΙΔ, Η/2008, σελ. 289

Υπουργείο Οικονομικών, Κοινοποίηση διατάξεων του Ν. 3858/2010, με τις οποίες

τροποποιούνται διατάξεις του πτωχευτικού κώδικα ( Ν. 3588/2007 ) – Συμπλήρωση

της ΠΟΛ 1087/11-6-2010, Ε7, 2010, σελ. 1314

Page 64: ΠΤΩΧ.ΔΙΚΑΙΟ.pdf

64

Ψυχομάνης Σπ., Ζητήματα προθεσμιών και περιεχομένου της συμφωνίας

συνδιαλλαγής στο πτωχευτικό δίκαιο, ΔΕΕ, 4/2009, σελ., 398

Ψυχομάνης Σπ., Πτωχευτικό Δίκαιο, Δ΄ Έκδοση, 2011