Nesides cover 9 - nisides.webnode.gr 9.pdf · Νησίδες Χειμώνας 2012-13 9 9...

156
9 Νησίδες Περιοδικό τέχνης & λόγου Θεοδοσία Δασκαλάκη: Πανσέληνος στη Λίνδο, Τάσος Ψάρρης: Δύο ποιήματα, Απόστολος Θηβαίος: Ελαιώνες, Εριφύλλη Κανίνια: Οκτώ ποιήματα, Μάλαμας Καρύδας: Σύννεφα, Κώστας Μακρής: Ο παστουρμάς και το γραικόχορτο, Mίκα Παρασκευά: Το μπαούλο, Φώτης Θαλασσινός: Σύννεφα με παντελόνια Imran Ayata: Οδός Τάουνους 48, Πάνος Δρακόπουλος: 25+1 λογοπλοκάμια ΑΦΙΕΡΩΣΗ: ΣΕΛΙΔΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΦΩΤΗ ΒΑΡΕΛΗ Gilles Decorvet: Μεταφράζοντας τον Αλέξη Ζορμπά στα γαλλικά Παρασκευή Μωραΐτου: Η πολεοδομική εξέλιξη της πόλης της Ρόδου και τα τοπόσημά της Φωτογραφικό λεύκωμα: Μαγδαληνή Κούρτη Γράφουν: Σουλεϊμάν Αλάγιαλη, Βασίλης Πης, Τίτσα Πιπίνου, Δώρα Παρδάλη-Σωτρίλλη, Δημήτρης Κόκκινος Ρόδος Χειμώνας 2012-13 Τιμή τεύχους: 6,00 ευρώ

Transcript of Nesides cover 9 - nisides.webnode.gr 9.pdf · Νησίδες Χειμώνας 2012-13 9 9...

  • Νησίδες Χ

    ειμώνας 2012-13

    9 9

    Νησίδες Π ε ρ ι ο δ ι κ ό τ έ χ ν η ς & λ ό γ ο υ

    Θεοδοσία Δασκαλάκη: Πανσέληνος στη Λίνδο, Τάσος Ψάρρης: Δύο ποιήματα, Απόστολος Θηβαίος: Ελαιώνες, Εριφύλλη Κανίνια: Οκτώ ποιήματα,

    Μάλαμας Καρύδας: Σύννεφα, Κώστας Μακρής: Ο παστουρμάς και το γραικόχορτο, Mίκα Παρασκευά: Το μπαούλο, Φώτης Θαλασσινός: Σύννεφα με παντελόνιαImran Ayata: Οδός Τάουνους 48, Πάνος Δρακόπουλος: 25+1 λογοπλοκάμια

    ΑΦΙΕΡΩΣΗ: ΣΕΛΙΔΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΦΩΤΗ ΒΑΡΕΛΗ

    Gilles Decorvet: Μεταφράζοντας τον Αλέξη Ζορμπά στα γαλλικάΠαρασκευή Μωραΐτου: Η πολεοδομική εξέλιξη της πόλης της Ρόδου και τα τοπόσημά της

    Φωτογραφικό λεύκωμα: Μαγδαληνή ΚούρτηΓράφουν: Σουλεϊμάν Αλάγιαλη, Βασίλης Πης, Τίτσα Πιπίνου,

    Δώρα Παρδάλη-Σωτρίλλη, Δημήτρης Κόκκινος

    Ρόδος • Χειμώνας 2012-13 • Τιμή τεύχους: 6,00 ευρώ

    ISSN 1792-0744

    Olfert Dapper (1635-1689): Το νησί Καλόγερος (Kaloiero)χαλκογραφία, Εθνική Βιβλιοθήκη, Παρίσι

    Nesides cover 9.indd 1Nesides cover 9.indd 1 13/11/2012 3:05:53 μμ13/11/2012 3:05:53 μμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • Bιβλιοπωλείο

    “Το Δέντρο”Για σας, τους φίλους και τα παιδιά σας,

    ένα βιβλίο, το καλύτερο δώρο!

    Θ. Σοφούλη 127, τηλ.: 22410 33206 Χειμάρας 14, τηλ.: 22410 20058

    ΡΟΔΟΣ

    Nesides cover 9.indd 2Nesides cover 9.indd 2 13/11/2012 3:05:54 μμ13/11/2012 3:05:54 μμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • Χειμώνας 2012-13 • Tεύχος 9 • Τιμή τεύχους: 6,00 ευρώ

    Ιδιοκτησία-έκδοση: Γιάννης Ηρακλείδης

    Σύνταξη: Πάνος Δρακόπουλος, Αναστασία Ζέππου, Γιάννης Ηρακλείδης, Δημήτρης Κόκκινος

    Συνδρομές και συνεργασίες: Βενετοκλέων 93, ΡΟΔΟΣ, ΤΚ: 85100

    Τηλ.: 22410-31310

    Ιστολόγιο: http://nesides.blogspot.com Email: [email protected]

    Σχεδιασμός-γραφιστική επιμέλεια: Θέμις ΦραγκοδημητρόπουλοςEmail: [email protected]

    Στο εξώφυλλο: Αλέκος Κοντόπουλος (1908-1975): Μια χώρα, (λάδι σε μουσαμά, 109x157 cm,

    Μουσείο Νεοελληνικής Τέχνης Ρόδου)

    Εκτύπωση-Βιβλιοδεσία: “Αλφάβητο ΑΒΕΕ”, Βριλήσσου 80, Αθήνα, τηλ.: 210-6466086

    Συνδρομή για τρία τεύχη: 18,00 ευρώ, δημοσίου & οργανισμών: 30,00 ευρώ

    Οι “ΝΗΣΙΔΕΣ” διανέμονται σε επιλεγμένα βιβλιοπωλεία του νομού Δωδεκανήσου (“Δέντρο”, “Ακαδημία”, “Θαλασσινός”),

    και της Αθήνας (“Εστία”, “Γαβριηλίδης”, “Λεμόνι”).

    Κεντρική διάθεση: Βιβλιοπωλείο το “Δέντρο”Θ. Σοφούλη 127, Ρόδος, ΤΚ: 85100, τηλ.: 22410-33206

    ISSN: 1792-0744

    Νησίδες Π ε ρ ι ο δ ι κ ό τ έ χ ν η ς & λ ό γ ο υ

    Nesides 9l.indd 1Nesides 9l.indd 1 17/11/2012 7:14:10 πμ17/11/2012 7:14:10 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • Νησίδες Π ε ρ ι ο δ ι κ ό τ έ χ ν η ς & λ ό γ ο υ

    ΠΟΙΗΣΗ

    ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

    ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

    ΑΦΙΕΡΩΣΗ

    ΔΟΚΙΜΙΟ

    ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

    ΙΣΤΟΡΙΑ

    KYMATIΣMOI

    ΙΝ MEMORIAM Bιβλία & περιοδικά

    ΠροβολέςYστερόγραφο Εικαστικό

    Oι συγγραφείς του τεύχους ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΥΚΩΜΑ

    Υδροβιολογικός Σταθμός

    Θεοδοσία Δασκαλάκη: Πανσέληνος στη ΛίνδοΤάσος Ψάρρης: Δύο ποιήματαΑπόστολος Θηβαίος: ΕλαιώνεςΕριφύλλη Κανίνια: Οκτώ ποιήματαΜάλαμας Καρύδας: ΣύννεφαΚώστας Μακρής: Ο παστουρμάς και το γραι-κόχορτοMίκα Παρασκευά: Το μπαούλοΦώτης Θαλασσινός: Σύννεφα με παντελόνιαImran Ayata: Οδός Τάουνους 48Πάνος Δρακόπουλος: 25+1 λογοπλοκάμια

    ΣΕΛΙΔΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΦΩΤΗ ΒΑΡΕΛΗΓράφουν: Σουλεϊμάν Αλάγιαλη, Βασίλης Πης, Τίτσα Πιπίνου, Δώρα Παρδάλη-Σωτρίλλη, Δη-μήτρης Κόκκινος

    Gilles Decorvet: Μεταφράζοντας τον Αλέξη Ζορμπά στα γαλλικάΠαρασκευή Μωραΐτου: Η πολεοδομική εξέλιξη της πόλης της Ρόδου και τα τοπόσημά τηςΙχνηλασίες ― Κλεόβουλος Παπαϊωάννου Πι-άγκοςΧρήστος Αναγνωστόπουλος: ΑργίαΓιώργος Χαβουτσάς: Σημείο ΠετρούποληςΦ. Ντοστογιέφσκι: Χειμερινές σημειώσεις πάνω σε καλοκαιρινές εντυπώσειςΣαίρεν Κίρκεγκωρ: Φιλοσοφικά ψιχία ή κνήσμα-τα και περιτμήματα

    Μαγδαληνή Κούρτη

    ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ3

    4579

    1415

    22323446

    50

    68

    83

    94

    102106111

    116

    120124126130142145

    Nesides 9l.indd 2Nesides 9l.indd 2 17/11/2012 7:14:11 πμ17/11/2012 7:14:11 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 3

    Νησίδες 9

    ΥΔΡΟΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ ΡΟΔΟΥ Ε.Υ.Ι.

    Ἀνακοίνωσις

    Τό ἐρευνητικόν σκάφος “ΓΛΑΥΚΗ” τοῦ Ἑλληνικοῦ Ὑδροβι-ολογικοῦ Ἰνστιτούτου κατά τήν διάρκειαν τῶν διεξαγομένων ἐρευνῶν εἰς τά ὕδατα τῆς Δωδεκανήσου ρίπτει εἰς τήν θάλασσαν φιάλας-πλωτῆρας ἐντός τῶν ὁποίων ὑπάρχει ἔντυπον δελτίον.

    Ὁ ἀνευρίσκων τό δελτίον τοῦτο ἐντός τῶν φιαλῶν αἱ ὁποῖαι ἐρρίφθησαν ὑπό τῆς Ὑδροβιολογικῆς Ὑπηρεσίας Ναυτικοῦ διά τήν μελέτην τῶν θαλασσίων ρευμάτων, παρακαλεῖται νά τό συ-μπληρώσῃ, καί νά σημειώσῃ κυρίως τόν τόπον πού εὑρέθη μέ τήν ὀνομασίαν τῆς περιοχῆς καί τόν δῆμον ἤ τόν Νομόν πού ἀνήκει.

    Μετά τήν συμπλήρωσιν νά τό ταχυδρομήσῃ ἄνευ γραμματο-σήμου εἰς τήν ὄπισθεν διεύθυνσιν: Πρός Ὑδρογραφικήν Ὑπηρε-σίαν Β.Ν. Ὁδός Φειδίου 10 ΑΘΗΝΑΙ.

    Παρακαλοῦνται ἐπίσης οἱ ἁλιεῖς, ναυτιλλόμενοι καί κάτοικοι τῶν νήσων ὅπως εφ' ὅσον ἀνευρίσκουν τοιαύτας φιάλας, συμ-μορφοῦνται ἀνελλιπῶς μέ τάς εἰς τό ὡς ἄνω δελτίον αναφερο-μένας ὁδηγίας, καταβαλλομένης ἰδιαιτέρας προσπαθείας πρός καθορισμόν τῆς ἀκριβοῦς θέσεως τῆς ἀκτῆς ἤ τῆς θαλάσσης εἰς τήν ὁποίαν ἀνευρέθη ἡ φιάλη.

    Ἐν ἀνάγκη οἱ ἀνευρίσκοντες τοιαῦτα δελτία δύνανται νά τά παραδίδωσι εἰς τήν πλησιεστέραν ἀστυνομικήν ἤ κοινοτικήν ἀρχήν.

    Ἐφημ. Ἑλληνική Σημαία, 23 Μαΐου 1947

    Nesides 9l.indd 3Nesides 9l.indd 3 17/11/2012 7:14:11 πμ17/11/2012 7:14:11 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 4

    Θεοδοσ ία Δασκαλάκη

    Πανσέληνος στη Λίνδο

    Ένας φιλόλογος στάθηκε στη μέση λησμόνησε την ιστορίακαι δίδαξε μαθηματικά και γεωγραφία:

    Εκεί ψηλά το λαμπρό εμβαδόν του κύκλου χρώμα, άρωμα και γεύση εσπεριδοειδών

    Κάτω αριστερά η τριγωνομετρία των ψαράδων λικνίζεται στον υγρό καθρέφτη του νυχτερινού ουρανού στο λάδι της απέραντης άλμης

    Γυρνώντας δεξιά, στο ύψος του ανθρώπου ένα ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο δαγκωμένο απ’ τη Δωρική φι-λοδοξίακι η Αθηνά από τον περίστυλο ναό της άπραγη θωρεί απ’ το γκρεμό στο λιμάνι ν’ αράζει ένα χριστιανό.

    Nesides 9l.indd 4Nesides 9l.indd 4 17/11/2012 7:14:11 πμ17/11/2012 7:14:11 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 5

    Νησίδες 9 | Π Ο Ι Η Σ Η

    Τάσος Ψάρρης

    Δεν έλεγες;

    Εσύ δεν ήσουν που ’λεγες ότι ο χρόνος τρέχεικαι για να τον προλάβουμε πρέπει μαζί να ζούμε;Πως αν το φως του φεγγαριού στον δρόμο μας θα δούμεξοπίσω να το πάρουμε μέχρι τον ουρανό;

    Μου είχες πει ανάσα μου, πετάω, το θυμάμαι,φονεύω όλες τις ζωές αν είναι να σε χάσω,μου φώναζες πως όπου πας θα τρέξω, θα δαμάσωκαι την αυγή και τον καιρό στα χέρια σου να βγω. Δεν είχες πει πως χώρια σου χάνομαι και βουλιάζωστη θάλασσα της συμφοράς και στου καημού το έλος;Πως όσο θα ’μαστε κοντά δεν θα υπάρχει τέλοςούτε αρχή να πιάσουμε το όνειρο ξανά.

    Εσύ δεν τα 'πες όλα αυτά, μήπως το νου μου χάνωκαι μέσα σε βαθειά σιωπή ακούω τη φωνή σου;Είναι στ’αλήθεια πυρκαγιά η άδεια προσμονή σου,φλόγινα και τα λόγια σου με καίνε σιγανά.

    Nesides 9l.indd 5Nesides 9l.indd 5 17/11/2012 7:14:11 πμ17/11/2012 7:14:11 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 6

    Το τέλος

    Δεν μένουν πολλά ακόμη να πούμε,δυο συμβουλές, δυο λόγια, και τέρμα,ακόμα πιο λίγες οι λέξεις του σώματος,απ’ αυτές που δεν λένε τίποτα,που δεν αφήνουν πολλά περιθώρια,που περισσότερο κλείνουν παρά ανοίγουν,όπως οι πόρτες των παλατιώνκαι τα στρατιωτικά οδοφράγματα.Τώρα ο κόσμος σωπαίνει στον δρόμο μας,ίσως φωνάζει χωρίς να ακούγεται,στενάζει ρουφώντας τη βρώμικη γλώσσα,παραμερίζει για να περάσει ο επόμενος,και οι διαστάσεις μικραίνουν,παρεξήγηση ― λένε,αυτός που κοιτάζει τον άλλον δεν έχει μάτια για μας,ο σφυγμός πέφτει, πληθαίνουν οι αυταπάτες,(πραγματικό εσωτερικό όνειδος)ο πόνος μαζεύει τα δίχτυα του,κλείνει καλά το ρούχο στο στήθος,χαμηλώνει δυο κόκκινα βλέφαρακαι αποσύρεται στην κρύα σπηλιά του.Μα πώς να αποφύγει κανείς ένα τέλος;Κι όμως υπάρχει ένας τρόπος: με το τραγούδι.Κι έτσι προχωρήσαμε.

    Nesides 9l.indd 6Nesides 9l.indd 6 17/11/2012 7:14:11 πμ17/11/2012 7:14:11 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 7

    Νησίδες 9 | Π Ο Ι Η Σ Η

    Απόστολος Θηβα ίο ς

    Ελαιώνες

    Τις είδα,που έφταναν το απόγευμααπό τα χωράφιαμε τα κεφαλομάντηλα,με τους καρπούς από τα δέντρα στις ποδιές.Τις είδα που έρχοντανκοντά,στους φράχτες.Γύρευαν λάδικαι σπίρτανα φέξουν στους νεκρούς.Είχαν τα φορέματά τουςκαταλαδωμένα,εκείνες οι γυναίκες.Είχαν τη μνήμηκαι τη φωνή του πηγαδιούεκείνες οι γυναίκες.Έπειτα σκόρπαγαν.Φυσούσε πάντα πολύθυμάμαι τότε,γέμιζε ο καιρόςμαύρους χαρταετούς,και είχε στον ορίζονταμια σκουριά σκληρή.Τότε που έφταναν οι γυναίκεςστα μνήματακαι έκλαιγαν τους άνδρεςκαι τα σκοτωμένα μαςπαιδιά,τότε,

    Nesides 9l.indd 7Nesides 9l.indd 7 17/11/2012 7:14:11 πμ17/11/2012 7:14:11 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 8

    ήταν οι μέρες της συγκομιδήςκαι σε όλα τα κτήματαυπήρχαν σπαρμένα,σίδερα και μηχανές.Οι εργάτεςγύρευαν μεροκάματαγαντζωμένοι στις μάντρεςτου συσκευαστηρίου,τότε που έφευγαν οι γυναίκες,σκιές χαμένεςστους ελαιώνες και τα νερά.

    Nesides 9l.indd 8Nesides 9l.indd 8 17/11/2012 7:14:11 πμ17/11/2012 7:14:11 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 9

    Νησίδες 9 | Π Ο Ι Η Σ Η

    Εριφύλλη Καν ί ν ια

    Μια γυναίκα

    Mια γυναίκα ―όχι μόνη―κοιτάζει απ' το παράθυρο«Δεν είμαι πια νέα» συλλογίζεταιΚοιτάζει τα μακρινά δέντραΘυμάται τα ίδια δέντρα που σείονταν πέρα δώθεόταν ήταν παιδί σε άλλη πόληTα ίδια δέντρα που χόρευανκι ανάμεσά τουςέτρεχε σαν ποτάμιο ουρανός

    Μια γυναίκα ―όχι μόνη―αναρωτιέταιπώς θα γεράσειπού θα γεράσειπού θα διαλέξει να γεράσεισε ποια πόλησε ποιο σπίτι σε πoιο σπίτι θα πεθάνει.

    Nesides 9l.indd 9Nesides 9l.indd 9 17/11/2012 7:14:11 πμ17/11/2012 7:14:11 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 10

    Ροδιακό για τον Φίλιππο, προαπελθόντα

    Πατρίδα μου si bella e perdutaΠατρίδα μου ανάμεσα στις παπαρούνεςτου Monte Smith ανάμεσα στις παπαρούνες ―

    ένα ξανθό κεφαλάκι Νύμφηςπου έπαιζε κρυφτό...

    Δελτίο θυέλλης

    Δελτίο θυέλληςKι όμως ακόμη ―όλα ηρεμούνΚι όμως ακόμη ―ένας βαθύς υπαινιγμός ανησυχίαςένας βαθύς απόηχος βροντήςμια λάμψη που δεν είδαμε καλπάζειΚι όμως ακόμη ―αυτό που περιμένουμεκρύβεταιολοφάνερο.

    Nesides 9l.indd 10Nesides 9l.indd 10 17/11/2012 7:14:11 πμ17/11/2012 7:14:11 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 11

    Νησίδες 9 | Π Ο Ι Η Σ Η

    Nocturne

    Μεγάλη φυγή ονείρων ―Γλυστρώντας απαλά μέσα από χαραμάδεςΓλυστρώντας απαλά πάνω στα μαξιλάρια ― φωτίζουν λίγοκι ύστερα χάνονται

    Αφήνοντας κενά φωτός ― σαν κυανά αποτυπώματα ανάσας.

    Nesides 9l.indd 11Nesides 9l.indd 11 17/11/2012 7:14:11 πμ17/11/2012 7:14:11 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 12

    Στο Κοιμητήριο Ι Δεν εκπειράζουμε τους νεκρούςΑωρους κεκοιμημένουςΤους αφήνουμε λησμονημένουςστη χλόη των ονείρων τουςΤους αφήνουμε να δροσίζονταιμε το απόσταγμα της πάχνηςΑναπαυμένους και μετέωρουςστη σιωπή των νεφώνΗ άγνοιαΗ άγνοιατους νανουρίζει ―

    Στο Κοιμητήριο ΙΙ

    Να φυτεύετε άνθη ατέλειωταNα φυτεύετε σονέτα μίσχωνΝα φυτεύετε ξεριζωμένα αγκάθιαΝα φυτεύετε στο βουρκωμένο πέλαγοςτη λέξη σκιά

    να σαπίσει ―

    Nesides 9l.indd 12Nesides 9l.indd 12 17/11/2012 7:14:11 πμ17/11/2012 7:14:11 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 13

    Νησίδες 9 | Π Ο Ι Η Σ Η

    Στο Κοιμητήριο ΙΙΙΜέσα στο χώματο σώμα τους παλεύειΜετράει τους πόντουςτα χιλιοστά της νίκης τουΚάθε σκουλήκι, βακτηρίδιοκάθε αχανή δαγκωματιά του τίποτε ―

    Στο Κοιμητήριο IVΠαραμονεύει η δροσιά τη δίψα τουςΤα φύλλα-χοηφόροι τρέμουνστάζοντας στο πηχτό χώμα ψιθύρους

    Μια μια σταγόνα πέφτειΒρίσκει βαθιά το στόμα τουςκαι το καταφιλάει.

    Nesides 9l.indd 13Nesides 9l.indd 13 17/11/2012 7:14:11 πμ17/11/2012 7:14:11 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 14

    Μάλαμας Καρύδας

    Σύννεφα

    Το όνειρο, μια απόγνωση και ματωμένα δάκρυα,στάζουν απειλητικά. Στην αρχή ένα-ένα, ύστερα πολλά μαζί, στο τελείωμα ποτάμι δακρύων γίνονται. «Ποιος θα πνιγεί εκεί μέσα;»

    Η γέννηση, η ζωή, πριν το θάνατο ένα ξύπνημα, το ξύπνημα του έρωτα που αγαπάει τις πληγές του και πορεύεται με τα σημάδια του.

    Στο μέτρημα του άπειρου χρόνου, ―μια κουκίδα―

    μια τόση δα μικρή τελίτσα, ξεπροβάλλει πολύχρωμη…σ’ αυτή τη μαύρη γραμμή.

    Στην παγωνιά του πρωινού όμως, έτρεξε η έλλειψη απ’ τα μάτια μου. …Και τότε… κατάλαβα! «Είμαστε σύννεφα που γεννάμε καταιγίδες και θύελλες»....Κι ύστερα γινόμαστε χώμα...

    Nesides 9l.indd 14Nesides 9l.indd 14 17/11/2012 7:14:11 πμ17/11/2012 7:14:11 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 15

    Νησίδες 9 | Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α

    Κώστας Μακρής

    Ο παστουρμάς και το γραικόχορτο

    Όλοι στο σπίτι τον σιχαινόντουσαν. Κανένας δεν άντεχε τη βρόμα του, μου λέγανε πολλά χρόνια μετά, όποτε με βλέπανε παραξενεμένοι να τρώω παστουρμά και να μ’ αρέσει. Παρ’ όλο που τρώγαμε και σκορδαλιά και τζατζίκι και σουτζουκάκια σμυρναίικα με κύμινο και σκόρδο. Αλλά δεν ήτα-νε το σκόρδο ή το κύμινο που τους ενοχλούσε. Αργότερα έμαθα ότι έφταιγε μάλλον το τσιμένι ή τσεμένι, όπως το λέγανε. Η μυρωδιά αυτή η χαρακτηριστική και περίεργη του παστουρμά, κάτι μεταξύ κύμινου, σκόρδου και χαλασμένου…

    Χαλασμένου τι; Κάτι που θυμίζει μυρωδιά από σανό το καλο-καίρι, ανακατεμένο με βερβελιές κατσίκας, καβαλίνες αλόγων και γαϊδάρων και ποτισμένο από κάτουρο ανθρώπων και σκύλων.

    Ο παστουρμάς. Αλλαντικό βδελυρό και εξοβελιστέο. Κάτι που ενοχλούσε τη μύτη και την αισθητική μας καθώς δεν μπο-ρούσε να συνταιριάξει και να παντρευτεί με το κράμα ελληνο-γαλλικής κουζίνας του σπιτιού με στοιχεία ανατολίτικα αλλά χωρίς ιδιαίτερες γευστικές η οσφρητικές ακρότητες. Πώς θα μπορούσε να δέσει ο παστουρμάς ή το σουτζούκι με το ζαμπόν, το σαλάμι ουγγαρίας ή τις μεγάλες φέτες μορταδέλας; Όλα αυτά που έφερνε ο μπαμπάς από την κεντρική αγορά σε μικρά δεματάκια, μαζί με τα διάφορα τυριά. Τα θυμάμαι εκείνα τα δεματάκια. Όχι με δίχτυ ή σε σακούλες. Τότε δεν είχαμε νάιλον σακούλες και τέτοια πράγματα και σιγά μην κουβαλούσε δίχτυ ο μπαμπάς που γύρναγε με την τσάντα του για τις δουλειές και τα επαγγελματικά του ραντεβού στην Αθήνα και κάθε τόσο χτύπαγε κι από μια τρούφα απ’ του «Παυλίδη» στην Αιόλου, μια νουγκατίνα ή σεράνο από το «Λαύριον» στην Γ΄ Σεπτεμ-βρίου ή ένα χοτ ντογκ από του «Τσίτα» κι ένα πιροσκί από το «Ρωσικόν» στα Χαυτεία. Κι όταν είχαμε καμιά γιορτή στο σπίτι,

    Nesides 9l.indd 15Nesides 9l.indd 15 17/11/2012 7:14:11 πμ17/11/2012 7:14:11 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 16

    εκείνος κουβάλαγε τα περιττά. Πακέτα τυλιγμένα σε χαρτί και δεμένα με σπάγκο· με το χερούλι από χαρτί και σύρμα. Αλλα-ντικά και τυριά από την Αθηνάς ή τη Βαρβάκειο Αγορά. Και ξηροκάρπια. Εγώ νόμιζα ότι Βαρβάκειος είναι το όνομα που δόθηκε στην αγορά από το σχολείο που είχε πάει ο μπαμπάς πριν από τον πόλεμο και πολύ πριν τον πάνε στο «σύρμα» μετά. Στο σύρμα τον κλείσανε για να τον τιμωρήσουνε που μετά την κατάρρευση του μετώπου από τους Γερμανούς στο τριεθνές Ελλάδα-Γιουγκοσλαβία-Βουλγαρία πέρασε από Τουρ-κία και Μέση Ανατολή ―χωρίς ούτε μια φορά να δοκιμάσει να φάει παστουρμά― και ενώθηκε με τον ελεύθερο Ελληνικό Στρατό στην Αίγυπτο. Αντί να κάτσει στο σπιτάκι του και στ’ αυγά του μέχρι να τελειώσει ο πόλεμος. Όπως περιμένουμε να τελειώσει η βροχή κάτω από ένα υπόστεγο…

    Τα δεματάκια εκείνα ήτανε τυλιγμένα με χαρτί και δεμένα με μπεζ σπάγκο, σταυρωτά. Και κρατιόντουσαν από ένα χε-ρούλι, ένα εξάρτημα παράξενο, μαγικό και ιδιαίτερα απλό και χρήσιμο. Ένας χάρτινος κύλινδρος, σαν πολύ χοντρό μακαρόνι με τρύπα, και με περασμένο μέσα του ένα χάλκινο σύρμα που εξείχε από κάθε άκρη του κυλίνδρου με μια ανοιχτή θηλειά για να περνάει και να κρατιέται ο σπάγκος του πακέτου. Αυτό το εξάρτημα το έπαιρνα εγώ και το διέλυα και πάντα με γοήτευε το ξετύλιγμα του χάρτινου κυλίνδρου που μου αποκάλυπτε κείμενα απόκρυφα από μηνύματα μυστικά, καθώς αυτόν τον τρόπο είχαν βρει οι αγωνιστές της αντίστασης για να επικοινω-νούν μεταξύ τους και προσπαθούσα να αποκρυπτογραφήσω τις ειδήσεις, τα διανυκτερεύοντα φαρμακεία, τα σινεμά και τους γάμους και τις κηδείες για να αποκαλύψω πού βρισκότανε το πραγματικό μήνυμα του Μικρού Ήρωα προς την Οργάνωση και το Αρχηγείο. Όπου θα αποκάλυπτε τις επόμενες κινήσεις του Σεϊτάν Αλαμάν, του σατανικού πράκτορα των Γερμανών, και θα εξουδετέρωνε τα φρικώδη και αποτρόπαια σχέδια του Άξονα εναντίον των Συμμάχων.

    Η Ελλάδα ήτανε με τους Συμμάχους κι εγώ ήμουνα με τους Συμμάχους και δεν καταλάβαινα γιατί μας δώσανε «τη μούλα με τα πισινά» οι Σύμμαχοι, που έλεγε η μαμά, και γιατί έβριζε μουλωχτά κι ο μπαμπάς για κάτι «ρουφιάνους», «μαυραγορί-τες», «δοσίλογους» και «πουλημένους».

    Nesides 9l.indd 16Nesides 9l.indd 16 17/11/2012 7:14:11 πμ17/11/2012 7:14:11 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 17

    Νησίδες 9 | Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α

    Τον φανταζόμουνα ―τον Άξονα― σαν έναν κύλινδρο, όπως το χάρτινο χερούλι για τα δεματάκια τυριών και αλλαντικών και ξηροκαρπιών του μπαμπά, αλλά στο πιο γιγάντιο, τρομα-χτικό και σιδερένιο. Κάπως σαν εκείνο το σωλήνα που είχε στον κήπο η γιαγιά και που ποτέ δεν έμαθα σε τι χρησίμευε και με τον αδερφό μου κάναμε εικασίες ότι μπορεί να ήταν και ένα κανόνι που είχαν αφήσει οι Γερμανοί όταν είχαν επιτάξει το οικόπεδο της γιαγιάς για να φτιάξουνε το πολυβολείο που δεν προλάβανε να το γκρεμίσουνε γιατί φύγανε «άρον άρον».

    Το πολυβολείο ήταν ένα πολύ χρήσιμο κτίσμα και με τον αδερφό μου λέγαμε ότι αν τολμήσουνε και ξανάρθουνε οι Γερ-μανοί, εμείς θα κλειστούμε εκεί με πολλά τρόφιμα και πολεμο-φόδια και θα τους κάνουμε «τ’ αλατιού». Τι ακριβώς σήμαινε αυτό δεν ξέραμε αλλά, μάλλον, κάτι καλό θα ήτανε μια και ο Τζιμ Λόντος έκανε «τ’ αλατιού» τους αντιπάλους του σύμφωνα με τα λεγόμενα του παππού. Και ο Τζιμ Λόντος ήτανε έλληνας και μεγάλο παλικάρι όπως και ο προπάππος του παππού που ήτανε οπλαρχηγός και είχε πολεμήσει μαζί με τον Κολοκοτρώνη στη μάχη της Τρίπολης. Το οικόπεδο της γιαγιάς όμως ήτανε κοντά στη θάλασσα και δεν ήταν κατάλληλος τόπος για δια-κοπές. Όχι για μένα αλλά για τον αδερφό μου που για λόγους υγείας δεν έπρεπε να κάνει μπάνια στη θάλασσα αλλά έπρεπε βρίσκεται σε τόπο με αέρα βουνίσιο ή, έστω, δάσους.

    Ούτε το σπίτι στο κέντρο της πόλης ήτανε μέρος για δια-κοπές. Με βεράντα στη Βικτωροσουγκό και ψεύτικο δέντρο τα Χριστούγεννα με μπαμπάκια για χιόνι ―τουφεσχιονιπεφτου-νεστοπαραθυράκι― και τα παιχνίδια, το τρένο και τα σπίρτα του παππού που τα έκανε τρενάκι γιατί που να βρει λεφτά για πραγματικό τρενάκι ο παρασημοφορημένος του ΚΙΛΚΙΣ-ΛΑΧΑ-ΝΑ και ΣΚΡΑ. Και η βόλτα μας στον Εθνικό Κήπο, και μετά η μεγάλη ασπίδα στον άγνωστο στρατιώτη και πάλι ΚΙΛΚΙΣ-ΛΑΧΑΝΑ-ΣΚΡΑ εκεί πέρα και ο παππούς να καμαρώνει και οι εύζωνες να σηκώνουνε περήφανα το μεγάλο κόκκινο τσαρούχι με μαύρη φούντα πένθους, και να ανεμίζει η φουστανέλα τετρακόσιες πτυχές σκλαβιάς ανάμεσα σε χιλιάδες χοντρά πε-ριστέρια που έχουνε ξεχάσει να πετάνε και όλο τρώνε και κουτσουλάνε και τρώνε, κουτσουλάνε και τρώνε, κουτσουλάνε και τρώνε…

    Nesides 9l.indd 17Nesides 9l.indd 17 17/11/2012 7:14:12 πμ17/11/2012 7:14:12 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 18

    Ήτανε το σπίτι μας εκεί και οι διακοπές είναι αλλού. Οι διακοπές είναι κάτι που παθαίνεις μετά γιατί εσύ δεν θέλεις όταν είσαι παιδί να σε διακόπτουν απ’ αυτό που κάνεις, όταν παίζεις, ας πούμε, για να πας να φας, να πας να κάνεις μπά-νιο στη σκάφη και μπαίνει και σαπούνι στα μάτια, να πας να ντυθείς και να βγεις για βόλτα, αλλά μαθαίνεις σιγά σιγά ότι είναι ωραία η βόλτα. Κάνεις διακοπές αργότερα, από κάτι που δεν σου αρέσει. Και μετά σου αρέσουν οι διακοπές. Εκτός αν σου αρέσει πολύ αυτό που κάνεις. Αλλά ποτέ δεν θα το πεις διακοπές αυτό που κάνεις κάθε μέρα, όσο και να σου αρέσει.

    Από το σπίτι στη Βικτωροσουγκό, με το Γιάννη Αγιάννη και την Τιτίκα και τον επίσκοπο Μυριήλ που χάρισε τα ασημένια κηροπήγια στο Γιάννη Αγιάννη και εκείνος τα έδωσε πίσω μετά από χρόνια σε πολλούς άθλιους που τα είχανε ανάγκη ―και κοκκινίζανε τα μάτια του μπαμπά όταν μιλούσε γι’ αυτά― πή-γαμε στη Μαγκουφάνα και στα πεύκα και στις πευκοβελόνες που χρησιμεύουνε σε πολλά και ένα από αυτά είναι να μυρί-ζουνε στις άκρες τους όμορφο ρετσίνι που στάζει και κολλάει στα χέρια και βγαίνει με μπλε οινόπνευμα και παίρνεις τις πευκοβελόνες και ένα γιασεμί, το ρουφάς από την άκρη του κι έχει μια ανεπαίσθητη σταγόνα αρωματική και μετά χώνεις την πευκοβελόνα εκεί που ρούφηξες στο άσπρο λουλούδι και φτιάχνεις ένα υβριδικό πευκοβελονογιασεμί όπως σου το έδει-ξε εκείνο το κοριτσάκι και αναρωτιέσαι ―πολύ μετά― γιατί σου το έδειξε αυτό αλλά η απάντηση δεν είναι εύκολη και όπως όλοι δείχνουμε σε πολλούς τι ξέρουμε να κάνουμε και τι θέλουμε να μας κάνει ο άλλος και “ό συ μισείς ετέρω μη ποιήσεις” και τα γιασεμιά τα καρφωμένα στις πευκοβελόνες τα φτιάχνεις και τα προσφέρεις σε κείνο το κοριτσάκι που σου έδειξε πώς να το κάνεις για να σε μάθει πώς να του προσφέ-ρεις τη βελόνα σου με γιασεμί στην άκρη γιατί σκέτη η βελόνα τσιμπάει, τραυματίζει και πονάει και χύνει κι αυτό το ρετσίνι που κολλάει μετά στα ρούχα και στα χέρια και στη μνήμη και θέλεις μπλε οινόπνευμα και άλλα οινοπνεύματα για να βγει αλλά η μνήμη και η μυρωδιά σού μένει σαν τη μυρωδιά από το θυμιάτισμα του παππού και κείνο το ΑΝΔΡΩΝΕΠΙΦΑΝΩΝΠΑΣΑ-ΓΗΤΑΦΟΣ και μέσα στο παλιό παλάτι που έγινε Βουλή οι τρι-ακόσιοι ―όχι του Λεωνίδα― που τόσο αρμονικά ταιριάζουνε

    Nesides 9l.indd 18Nesides 9l.indd 18 17/11/2012 7:14:12 πμ17/11/2012 7:14:12 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 19

    Νησίδες 9 | Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α

    με τις χιλιάδες χοντρά περιστέρια ολόγυρα που έχουνε ξεχάσει να πετάνε και όλο γουργουρίζουνε και τρώνε και κουτσουλάνε και γαμιούνται και τρώνε, κουτσουλάνε και γαμάνε και γουρ-γουρίζουνε και τρώνε, κουτσουλάνε και τρώνε και γαμούν και γουργουρίζουνε…

    Μαγκουφάνα. Άγνωστη λέξη ακόμα η Πεύκη. Όπως και η λέξη πρόσφυγες. Όπως κι ο παστουρμάς.

    Μέσα σε μια λεκάνη αλουμινένια, ένα βαρκάκι με παστί-λια που της βάζεις φωτιά κάνει πρρρρτ-πρρρτ, σαν εκείνη τη βαρκούλα στον Πόρο, και κάνει συνέχεια γύρους στη λεκάνη. Δεν πάει πουθενά, δεν έχει φανερό σκοπό κανένα. Μόνο πρρρτ-πρρρρτ κάνει και μεις μπαίνουμε μέσα της και κάνουμε γύρους και πλαταίνει η λεκάνη γίνεται θάλασσα και η βάρκα πλοίο θεόρατο με μια πολύ βαριά άγκυρα κι εγώ θα τη σηκώσω την άγκυρα όπως ο Κουταλιανός με τα χέρια μου γιατί είμαι πολύ χεροδύναμος, το λέει κι ο παππούς. Και το βαρκάκι δεν μετα-φέρει πρόσφυγες. Μόνο γύρους κάνει στη λεκάνη και όλο πρρτ-πρρτ-πρρρρτ μέχρι να καεί όλη η παστίλια.

    Η Σοφία κι ο Μουράτης δεν ήρθανε με τέτοιο βαρκάκι. Με άλλο κι άλλο κι άλλο πλοίο φτάσανε. Και με περπάτημα πολύ. Και τρέξιμο όποτε χρειαζότανε. Και με την ψυχή στο στόμα.

    Κι εκεί, στη Μαγκουφάνα, ανάμεσα σε πεύκα και πευκοβε-λόνες και γιασεμιά και βασιλικό ανασαίνουνε το σκόρδο μαζί με το γραικόχορτο και το κύμινο και το κοκκινοπίπερο που τα φοράει σαν πορφυρό μανδύα ο πατικωμένος παστουρμάς. Και στη Μαγκουφάνα δεν πήγανε για καλοκαιρινές διακοπές. Είχε γελάσει με την ερώτησή μου η μαμά. Χωρίς να μου εξηγήσει όμως.

    Η Σοφία και ο Μουράτης τον αγαπάνε τον παστουρμά. Και σκόρδο πολύ τρώνε. Κι έχουν ένα χαμόγελο περιστερίσιο που ξέρει να πετάει και να τρώει χωρίς να κουτσουλάει όπου βρει.

    Κι ένα μικρό ασβεστωμένο σπίτι έχουνε και κάτι χέρια ζα-ρωμένα, παλιά και τρυφερά που τα απλώνουνε και χαϊδεύουν και χαμογελάνε και σε φιλεύουνε με κάτι ξερά λουκούμια, κάτι παξιμαδάκια. Και μυρίζουνε τσιμένι και σκόρδο.

    «Πρόσφυγες είναι οι κακόμοιροι. Πόντιοι…»Πρόσφυγες, κακόμοιροι, Πόντιοι. «Διωγμένοι ήρθανε…»

    Nesides 9l.indd 19Nesides 9l.indd 19 17/11/2012 7:14:12 πμ17/11/2012 7:14:12 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 20

    Διωγμένοι από τι; Γιατί; Από πού; Από την κατοχή; Από τους Γερμανούς;

    «Πιο παλιά… Από αλλού… Μακριά από εδώ…»Από αλλού μακριά; Τι αφήσανε πίσω τους; Τι πήρανε μαζί

    τους; Χέρια που απλώνονται να σωθούν. Χέρια που απλώνουν να

    χαϊδέψουν, να χαϊδευτούν. Αγκαλιές. Χαμόγελα. Λουκούμι, ομμάτια μ’; Παξιμαδάκι; Νεράκι, ψη μ’;Γιασεμί, βασιλικός. Παστουρμάς, τσιμένι.Σκόρδο, κύμινο, κοκκινοπίπερο. Και γραικόχορτο. Τρώνε μνήμες οι άνθρωποι και η μνήμη σώζεται με το ανα-

    μάσημα.Λένε και παραμύθια με πολλές άγνωστες λέξεις σε ένα άγνω-

    στο παιδί που ποτέ δε θα μάθει λεπτομέρειες για τη ζωή τους. Μόνο ότι ήτανε πρόσφυγες και η γλώσσα τους λίγο διαφορετι-κή. Όπως και η μυρωδιά τους.

    Από τα παραμύθια τους ελάχιστα θυμάμαι κι αυτά μπερδε-μένα με άλλα παραμύθια που άκουσα ή διάβασα. Θυμάμαι και το παλιό τέρμα των λεωφορείων. Τα απομεινάρια από μπλο-κάκια εισιτηρίων που μας δίνανε οι εισπράκτορες και παίζαμε. Δραχμές, δεκάρες.

    Οι πευκοβελόνες και τα γιασεμιά. Οι ασβεστωμένοι τενεκέδες κι ο βασιλικός, γεράνια, γαρδένιες. Ένα καναρίνι ―ή καρδερί-να ήτανε;― στο καρφί του τραχιού ασβεστωμένου τοίχου. Το κλουβί ήτανε στο καρφί. Άλλοι ήτανε εκείνοι που καρφώνανε πουλιά, ανθρώπους…

    Το σπίτι του Μουράτη και της Σοφίας μύριζε ασβέστη, σα-πούνι, βασιλικό, σκόρδο και παστουρμά.

    Στο σπίτι μας κανένας δεν τον ήθελε τον παστουρμά.Θα έφταιγε μάλλον αυτή η μυρωδιά. Αυτή η περίεργη και

    έντονη μυρωδιά, κάτι μεταξύ κύμινου, σκόρδου και χαλασμέ-νου… Χαλασμένου τι; Κάτι που θυμίζει μυρωδιά από νοτισμέ-νο σανό το καλοκαίρι. Αυτό που το λένε γραικόχορτο ή τσιμένι. Η Trigonella foenum-graecum.

    «Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θελ’ αποθάνω…» είπε… Και τον σουβλίσανε.

    Ποιός, παππού; Ποιός το είπε; …Γιατί τον σουβλίσανε παπ-πού;

    Nesides 9l.indd 20Nesides 9l.indd 20 17/11/2012 7:14:12 πμ17/11/2012 7:14:12 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 21

    Νησίδες 9 | Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α

    Αυτό που μυρίζανε ο Μουράτης και η Σοφία κάθε φορά που χαμογελούσαν, κάθε φορά που μιλούσαν σε, αγκαλιάζανε και φίλευαν ένα παιδί. Μια τραχιά μυρωδιά, μια τρίγωνη γεύση με λίγη πίκρα από μακριά. Χόρτο γραικών από μακριά…

    Μπορεί να μην αποκωδικοποίησα ποτέ τα αντιστασιακά μη-νύματα στα χάρτινα κυλινδράκια με το σύρμα· από τα ψώνια του μπαμπά με το ζαμπόν, τις μορταδέλες, τα τυριά και τα ξηροκάρπια.

    Αλλά αυτό… Ναι. Τώρα είμαι σίγουρος. Το γραικόχορτο είναι… Κανένας δεν αγαπάει τον παστουρμά στην οικογένειά μου. Κανένας, εκτός από μένα.

    Nesides 9l.indd 21Nesides 9l.indd 21 17/11/2012 7:14:12 πμ17/11/2012 7:14:12 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 22

    Μίκα Παρασκευά

    Το μπαούλο

    Το σπίτι μου έχει δυο μπαλκόνια αρμυρά. Δυο στήθη ορθά και τροφαντά που τα χτυπούν τ’ αγέρια του πελάγου. Σ’ αυτά περνώ τις νύχτες μου αγναντεύοντας κοπάδια από πετούμενα κιτάπια που φτερουγούν τριγύρω μου, κιτάπια που μου κουβαλούν ζωές και ιστορίες των ανθρώπων. Αραία και πού, κάποιο από δαύτα στέκεται εμπρός μου σαν οθόνη˙ κι έτσι καθώς ο άνεμος γυρίζει τις σελίδες του, μου φανερώνεται μια νέα ιστορία κι εγώ τη μεταγράφω στα τεφτέρια μου.

    Να, τώρα πάλι νύχτωσε κι ένα κιτάπι ανοίγεται μπροστά μου. Βλέπω ένα σπίτι φτωχικό περασμένων δεκαετιών. Ένα κο-ρίτσι σεργιανίζει στην αυλή. Μαράκι τη φωνάζουν οι δικοί της. Αφήνω του πελάγους μου τη θέα και τρέχω στο κατόπι της. Τρία κορίτσια μεγαλώνουνε σε τούτη την αυλή: Μαράκι, Λίτσα και Φιφή. Η μάνα χήρεψε νωρίς. Ένα πρωί κοινό της βιοπά-λης, ο αφέντης έχασε την πάλη με το θάνατο: μες στα κιτάπια της, η έσχατη μιζέρια, ζωή και θάνατο για ένα τα λογιάζει˙ και το κιτάπι αυτό δεν εξηγεί επακριβώς ποια ήτανε τα αίτια του θανάτου.

    Μες στις μπουγάδες τρώει τα χέρια της η μάνα˙ φιάχνει και κόλλυβα κατά παραγγελία. Πιάνουν τα χέρια της, το ξέρει όλη η πόλη. Της φέρνουν οι κοκόνες τα χρειαζούμενα για να φρο-ντίσει για τη μνήμη των δικών τους. Η ανάμνηση είναι φαίνε-ται κοπιαστική για κείνες. Καλύτερα επί πληρωμή. Όσο υπάρ-χουν χρυσοχέρες που πληρώνονται για να τιμούνε τις ψυχές των εκλιπόντων, γιατί τα χέρια των καλοκυράδων να πρέπει να στερούνται τα χρυσάφια τους;

    Nesides 9l.indd 22Nesides 9l.indd 22 17/11/2012 7:14:12 πμ17/11/2012 7:14:12 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 23

    Νησίδες 9 | Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α

    Είναι απόγευμα, αρχές του Σεπτεμβρίου. Εχτές είχε γενέθλια το Μαράκι. Μπήκε στα δεκατέσσερα. Τέλειωσε το δημοτικό κι η μάνα πια την έκλεισε στο σπίτι. Κόρη πρωτότοκη, θα πρέπει να σταθεί σαν δεύτερη μητέρα στα υπόλοιπα βαριόμοιρα κου-τάβια. Σωστή γυναίκα στο κορμί. Ο νους της πάει καιρός που ταξιδεύει μες στα πουκάμισα και μες στα παντελόνια, μέσα στις φύτρες των μαλλιών ενός αγνώστου που περνάει κάθε τόσο απ’ το σοκάκι τους. Θα ’θελε να ’ξερε πού μένει, ποια είν’ η μάνα του, πώς διάβολο μυρίζουν οι μασχάλες του, όταν κοιμάται μπρούμυτα πώς δείχνουνε οι πλάτες του, τα δάχτυλά του των ποδιών τι σχήμα έχουν;

    Μέρα και νύχτα τρώγεται με τούτα και με κείνα. Θα ήθελε να γίνεται αόρατη, να τριγυρίζει γύρω του όσο θέλει, να μπαίνει ξημερώματα στο σπίτι του και μες στον πιο βαρύ του ύπνο να τον ψαχουλεύει. Πάει καιρός που τριβελίζει το κεφάλι της αυτή η αλλοπρόσαλλη ιδέα. Τις νύχτες βασανίζεται με δαύτην. Πα-ρακαλούσε το Θεό ―ποιος ξέρει πόσους μήνες;― να τηνέ κάμει αόρατη, μονάχα για μια νύχτα. Για μια μονάχα, δε ζητούσε και πολλά. «Έχει ο Θεός», σκεφτότανε. Η μάνα αυτό δεν έλεγε να τους παρηγορεί; «Έχει ο Θεός», σκεφτόταν το Μαράκι. «Έχει ο Θεός, αλλά σ’ εμάς γιατί δε δίνει;»

    Τώρα προσεύχεται τις νύχτες στους δαιμόνους. Θέλει να γί-νει αόρατη, το τίμημα δεν την απασχολεί. Σταυροκοπιέται πού και πού από τις τύψεις, μα πίσω πια δεν κάνει, είν’ αργά. Με νύχια και με δόντια αγωνίζονται όλη η αφέλεια κι η αθωότητά της, να φιάξουν παρακλήσεις μαγικές, να λύσουνε του ορατού τα μάγια. Όλα της φύσης τα στοιχειά παρακαλά˙ καλεί τελώνια, διαόλια, κουτσονούρηδες, να τη συντρέξουνε στον πρώτο της τον ίμερο, στους πρώτους χτύπους της καρδιάς εμπρός στη θέα ενός ανδρός αγαπημένου. Μέρα και νύχτα αυτός ο άνδρας μες στα μάτια της, νύχτες και νύχτες οι δεήσεις στους δαιμόνους. Κακοτελεύεται, την τρώγει η αϋπνία, μα ούτε ένα σημαδάκι τόσο δα δεν της το χαλαλίζουνε τα πνεύματα.

    Από τα περιπόθητα σημάδια δεν έλαβε ποτέ ούτ’ ένα ίχνος. Τη βλέπω πάλι ένα πρωί μες στην αυλή να ταχταρίζει ένα ταψί με στάρια, σαν να ’τανε μωρό ανεπιθύμητο, βλαστάρι ενός τρα-χέος βιασμού. Θαρρείς πως θα τα βράσει εις μνήμην του Οκτώ-βρη, ενός Οκτώβρη που μεθαύριο πεθαίνει, αρνούμενος να της

    Nesides 9l.indd 23Nesides 9l.indd 23 17/11/2012 7:14:12 πμ17/11/2012 7:14:12 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 24

    κληροδοτήσει δυο σπιθαμές απ’ του αόρατου τη γη. Και ξαφνι-κά ανοίγει η πίσω πόρτα της αυλής: είναι η κυρία Δέσποινα, η χήρα του δημάρχου.

    ― Καλημερούδια στη Μαριώ. Τι κάνει το κορίτσι μας; ― Καλά, κυρία Δέσποινα. Εσείς;― Το κατά δύναμιν κι εμείς. Η μανούλα είν’ εδώ;― Εδώ είναι. Στο μαγερειό. Φροντίζει το σουσάμι.Η χήρα διασχίζει την αυλή με το μαύρο της καλόπανο φου-

    στάνι και το Μαράκι το χτυπά μια ζάλη ξαφνική. Θαρρεί πως είδε να περνά ο Χάρος από μπρος της. Αδειάζει ο νους της από σκέψεις κι από λόγια. Νιώθει μια σούβλα να τρυπάει τα μηνίγ-για της, τα σπλάχνα της να χάνουν κάθε όγκο, τα μάτια της να μένουν δίχως χρώμα, να ψύχονται, να γίνονται δυο σβώλοι σαν χαλάζι. Είναι η δεύτερη φορά που βλέπει μες στη σύντομη ζωή της το Χάρο με τα ίδια της τα μάτια. Την πρώτη εκείνη τη φορά της πήρε τον πατέρα˙ και τώρα ήρθε η σειρά της όπως φαίνεται. Μένει για λίγο εκεί νεκρή και έπειτα συνέρχεται. Σιγά σιγά επιστρέφουνε κι οι λέξεις στο μυαλό της. Δεν είναι οι ίδιες που ’ταν πριν˙ ποτέ ξανά δε θα ’ναι όπως πρώτα.

    Η κυρα-Δέσποινα της έφερε προξένιες. Ένας εξάδελφος από του δήμαρχου το σόι, που χήρεψε νωρίς χωρίς παιδιά και ζει μονάχος του στην Αυστραλία, γυρεύει νύφη από την Ελλάδα. Καλό παιδί και δημιουργημένος. Τριαντατέσσαρω χρονώ. Του είπανε για τη Μαριώ και δεν του κακοφάνηκε. Αν συμφωνεί κι η μάνα της, θα έρθει τα Χριστούγεννα να γίνει η γνωριμία. Θα ’θελε, λέει, και καμιά φωτογραφία. Στέλνει κι εκείνος μια δική του με τη Δέσποινα. Πανώριος, δυο μέτρα παλικάρι. Λεβέντης φαίνεται, ποιος ξέρει τι τον βρήκε και βάζει μεσολαβητές να του γυρεύουν νύφη. Η χήρα ξαναβγαίνει στην αυλή. Η μάνα την ξεπροβοδίζει μέχρι έξω, να σιγουρέψει ότι θα βγει από την ίδια πόρτα, μην τύχει και χαλάσουν οι προξένιες. Μετά αμπα-ρώνει πίσω της και κάνει νεύμα στη Μαριώ να μπει στο σπίτι.

    Δεκέμβριος. Σήμερα φτάνει ο γαμπρός από την Αυστραλία. Είναι η μέρα βροχερή, το υπόστεγο γεμάτο ξένα ρούχα. Η ξενι-τιά δεν έχει σχόλη ούτε καν για τα ασπρόρουχα που όταν λεκια-στούνε μεταναστεύουνε να δούνε άσπρη μέρα. Λευκά σεντόνια στην αυλή μα η Μαριώ βυθίζεται σ’ ένα κατράμι πένθος. Το θαλασσί του φουστανιού που της φορέσανε σαν λιγδερό μελάνι

    Nesides 9l.indd 24Nesides 9l.indd 24 17/11/2012 7:14:12 πμ17/11/2012 7:14:12 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 25

    Νησίδες 9 | Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α

    της φαντάζει. Τι σόι θαλασσί να είν’ αυτό που δεν έχει καράβια της φυγής ή κύματα ψηλά για να την πνίξουν; Απόδραση ή θάνατος. Καμία απολύτως άλλη σκέψη δεν την κρατάει μα-κριά από έναν κίτρινο εμετό που θέλει να ξεράσει στο ατλάζι. Ναυτία. Ναυτία της απελπισιάς όπως εκείνη που βαστά τους εμιγκρέδες στα τρίσβαθα των βαποριών, γιατί το ξέρουνε καλά πως ο Ιωνάς ένας και μόνο ήτανε, επέρασε και πάει. Όλοι οι λοιποί που κολυμπούν στα βάθη της γαστέρας κάποιου κήτους, λίγες ελπίδες έχουνε να ξεπλυθούνε μία μέρα απ’ τη χολή, κι ας ξεμπαρκάρουνε και σε καλό λιμάνι.

    Απόγευμα. Χτυπά η πόρτα της αυλής. Βγαίνει η μάνα με τα τρία της κουτάβια να υποδεχτεί την τύχη την καλή: σφα-χτάρι φρέσκο, καθαρό, καλομαγειρεμένο, πού το ξανάδανε του δρόμου τα σκυλιά; Ξοπίσω στέκει η Μαριώ. Σκυλί κι αυτή ξε-λιγωμένο σαν και τ’ άλλα, μα δεν τη βλέπει για σφαχτάρι την προξένια. Μια μυρουδιά από ξινισμένα κόκαλα της φέρνει πάλι τη χολή μέχρι το στόμα. Άρατε πύλας να περάσει η ομήγυρη που φέρνει μια ελπίδα ξινισμένη.

    Κοντεύουνε μεσάνυχτα. Η βίζιτα έληξε με δόξα και τιμή. Το παλικάρι κύριος. Καλοσυνάτος, όμορφος˙ ποιος ξέρει τι να του ‘φταιξε και δεν του κάνουν οι εκεί οι Ελληνίδες. Η μάνα ξεμονάχιασε τη Δέσποινα να τη ρωτήσει μήπως έχει κάποιο πρό-βλημα: «Γιατί δεν έκανε παιδιά με τη συχωρεμένη;»

    Η Δέσποινα εγγυήθηκε ότι δεν έχει ακουστεί κακό για λόγου του. Παντρολογήστρα με τα όλα της η Δέσποινα. Στο πι και φι του σφύριξε μια πονηριά στ’ αυτί κι εκείνος χαμογέλασε με νό-ημα και μ’ ένα νεύμα δίχως λόγια, ευγενές, της έδειξε πως δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας. Έπειτα η χήρα στράφηκε στη μάνα και μεταβίβασε το ευτυχές μαντάτο με ένα νεύμα σιωπηρό. «Αχ, Παναγιά μου Δέσποινα», σκεφτότανε η μάνα, «με Δέσποι-να μου το ’στειλες το θάμα σου, να ξέρω ότι το ’καμες εσύ;»

    Συμφωνηθήκανε τα πάντα σε δυο ώρες. Η μάνα ζήτησε το λόγο της τιμής του ότι θα της προσέχει το παιδί. Δεν έχει σπί-τια και καλά να την προικίσει. Δίνει ανθί ολόδροσο. Τ’ αγκάθια όπου μεγάλωσε τι σημασία έχουν; Πριν απ’ το γάμο θα της στεί-λει τα προικιά της, να τά βρει στη Μελβούρνη όταν φτάσει. Ένα μπαούλο όλο κι όλο τα προικιά. Με κόπο και στερήσεις στοι-βαγμένα. Θα βάλει κι η οικογένεια ένα χέρι για να φτουρήσει

    Nesides 9l.indd 25Nesides 9l.indd 25 17/11/2012 7:14:12 πμ17/11/2012 7:14:12 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 26

    η συγκομιδή. «Δε θα της λείψει τίποτα», είπε το παλικάρι. Είχε ένα βλέμμα φωτεινό που πρόδιδε ότι το εννοούσε. Τι να της λεί-ψει, καημένο μου παιδί; Έχουν ανάγκες οι νεκροί, τα μαραμένα ρόδα; Μα πού να φανταστείς κι εσύ πως απ’ τη μία τη νεκρή θα έπεφτες στην άλλη; Κι αυτή η δεύτερη νεκρή να μην ανήκει ούτε καν στους μακαρίτες. Διότι για κείνους που θαρρούν πως ζουν πεθαίνοντας την κάθε τους ημέρα, οι τόσο σεβαστές μας παραδόσεις δεν προβλέψανε να εφεύρουν έναν τόπο χλοερό.

    Μεσάνυχτα. Στο βάζο τα λουλούδια του γαμπρού θυμίζουν επιτάφιο ανάθημα, μα ο ύπνος, του θανάτου το αδέρφι, δεν έρχεται από ’δώ μεριά να διώξει την αγρύπνια έστω για λίγο. Στην άκρια της κάμαρης αγέρωχο μπαούλο εφτασφράγιστο, σε θέση μάχης τώρα πια, κινά να ονειρεύεται το αλαργινό ταξίδι που θα κάνει. Είναι σπουδαία η αποστολή. Αυτό θα ντύσει το κλινάρι της συζεύξεως, αυτό την τράπεζα την ιερή όπου οι σύζυγοι μοιράζονται τον άρτο και το έλαιο, τον οίνο που δε φέρνει πάντα μέθη. Αυτό θα ντύσει τα γυμνά τραπέζια κάποιας σάλας, αυτό και το κορμάκι της Μαριώς, με νυχτικά νυφιάτι-κα κι εσώρουχα γυναίκας. Σαν κουφετάκι η Μαριώ. Στιλπνή κι ολόλευκη, μα σαν κοιτάξεις μέσα της, βλέπεις τ’ αμύγδαλο κακοκαβουρδισμένο˙ και μοναχά που το θωρείς, σου καίει το λαρύγγι μια ταλαιπώρια ταγγισμένου τηγανιού.

    Πρώτη Πέμπτη του Ιούνη. Έρχεται η ώρα η καλή κι η πε-ριβλογημένη. Πήραν φωτιά οι λαμαρίνες, τα τηγάνια, οι τε-ντζερέδες που ’ρθαν απροσκάλεστοι να παραστούν σ’ αυτό το πανηγύρι. Το Σάββατο είν’ ο γάμος της Μαριώς κι η γειτονιά κι οι συγγενείς μαζεύτηκαν να πλάσουν τα κεράσματα, να ετοιμά-σουν φαγητό για το τραπέζι. Γυναίκες μπαινοβγαίνουνε φου-ριόζες, παιδάρια τρεχοβολούν και κλέβουν τηγανίτες. Χαρές και γέλια και φωνές γεμάτη η αυλή, μα μόνο οι ξένοι χαίρονται στ’ αλήθεια. Η μάνα βλέπει τη Μαριώ που μαραζώνει. Σαν το κλαράκι απόμεινε. Τη στρογγυλάδα εκείνη που της έφεραν οι πρώτοι χείμαρροι ανάμεσα στα πόδια, τη σάρωσε ποτάμι γοερό από δάκρυα κι αγρύπνιες καμωμένο˙ ποτάμι που αχλή μαβιά θα στρώσει στο νυφιάτικο φουστάνι.

    Όμως δεν είναι μόνο η μάνα που κατάλαβε ότι η όψη της δεν είναι αυτή που αρμόζει σε μια νύφη. Το βλέπουν κι οι συγ-γένισσες πως η Μαριώ δεν είν’ στα συγκαλά της, όμως αυτές θω-

    Nesides 9l.indd 26Nesides 9l.indd 26 17/11/2012 7:14:12 πμ17/11/2012 7:14:12 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 27

    Νησίδες 9 | Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α

    ρούν μονάχα μες στο βλέμμα της μια συστολή παρθενική που αγωνιά εμπρός στην επικείμενη άφιξη σε κάποια χώρα άγνωστη μιας στύσης ανδρικής. Είναι άλλες πάλι που το άγνωστον της χώρας το θέτουν επί της μεταναστεύσεως: «Στενοχωριέσαι, κόρη μου, που πας στη ξενιτιά; Μη νοιάζεσαι. Όλο το ζόρι είν’ οι πρώτες μέρες. Όταν ο άντρας είν’ καλός, πατρίδες, μάνες και αδέρφια περισσεύουν. Όταν θα δεις πώς είν’ να ζεις μες στα καλά, θα σου περάσει η μελαγχολία.»

    Μελαγχολία. Χολή σαν το μελάνι της σουπιάς λεκιάζει του Σαββάτου την αυγή. Η Μαριγώ στη στρώση σωριασμένη. Θέλει να βγει γυμνή στους δρόμους να ουρλιάξει, να την ξεσύρουν τα σκυλιά και οι σκουπιδιαραίοι, να κόψει τα μαστάρια της μ’ ένα σουγιά που έχασε την αιχμηρή του κόψη και τώρα θέλει πλήθιο κόπο για να σφάξει, θέλει φρενήρη χέρια φονικά που με χεριές απανωτές, απεγνωσμένες, ανοίγουνε αυλάκια στο κορμί. Αυτό μονάχα επιθυμεί μια χούφτα ώρες πριν στεφανωθεί: να βγει να σκίσει τα βυζιά της με μανία, να μη θυμίζει πια νυφούλα ποθητή.

    Δεν τον σηκώνει το ζυγό που της φορέσανε. Την πλημμυ-ρίζει μία βούρλα, ένα θράσος. Ντροπή καμιά δε νιώθει πια γι’ αυτό που της συμβαίνει. Ντροπή καμιά δε θα ’νιωθε ν’ ανοίξει την αμπάρα της εξώπορτας και τρέχοντας να ξεχυθεί μες στα σοκάκια φρενιασμένη. Σε ποιον χρωστάει την ντροπή; Κατάρα και ανάθεμα της ζεματά τα χείλη. Ανάθεμα στην ώρα που τη σπείρανε, κατάρα σ’ όποιον φύσηξε στα σκέλη των ανθρώπων τη γλυκάδα, την πεθυμιά να σμίγουνε τα σπλάχνα τους, να πα-ραδίδονται άνευ όρων στο εξώτερο το πυρ μόνο και μόνο για να αισθανθούν το πυρ το υγρό του σπέρματος να γίνεται ενδότερο, σαν φρενιασμένος ποταμός που κόπιασε να πνίγει και λαχταρά-ει να πνιγεί μες στη σφοδρή τη μέγγενη αιδοίου που μηκάται.

    Ανάθεμα σε κάθε υποταγή, στις τσίπες, στα φιλότιμα, στο χαμηλό το βλέμμα που της ποτίσανε σαν να ’ταν αρετή. Ντρο-πή και συστολές πια δεν της μένουν. Το σώμα της είναι ένα πυροτέχνημα που, όπως κάθε άξιος εκπρόσωπος του είδους του, είναι ταγμένο να καταστραφεί για χάρη της διασκέδασης μιας δράκας ανοήτων. Μα αν είναι να καταστραφεί, γιατί να μην το κάμει μοναχή της, για χάρη ενός περήφανου μανιώματος και με τη χάρη μιας γαζέλας φωτερής;

    Nesides 9l.indd 27Nesides 9l.indd 27 17/11/2012 7:14:12 πμ17/11/2012 7:14:12 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 28

    Η εξέγερση ωρίμασε πια μέσα της. Από το σβέρκο την τραβά να σηκωθεί. Μα είναι κάτι, κατιτίς, που την κρατά καθηλωμένη στο ντιβάνι. Ένα νανάκι με πυγμή τιτανική, μια λεπτομέρεια σμικρή και παρά ταύτα σημασίας ζωτικής, κάτι σαν φέρετρο νηπίου λατρεμένου. Αυτό το κάτι, κατιτίς, της μολυβιάζει το κορμί, δεν την αφήνει να σειστεί, να αποδράσει. Αλίμονο. Και δις και τρις, αλίμονο. Να τι ορίζει τις ζωές των φουκαράδων. Ένα μπαούλο με προικιά, ένα κασόνι μίζερο που ταξιδεύει απ’ άκρη σ’ άκρη την υφήλιο, σαν περηφάνια βιαστική που τρέχει ν’ αριβάρει πριν τη νύφη. Τα στήθια της θα τα ’σκιζε, τη νιότη της δεν την υπολογίζει, μα ένα κασόνι φορτωμένο με προικιά δεν πάει η καρδιά της να το χαραμίσει.

    Απόγιομα Σαββάτου. Ήρθεν η ώρα η καλή κι η περιβλο-γημένη. Νυφιάτικα τραγούδια στην αυλή˙ ένα βιολί τσιρίζει κοπιασμένο˙ γυναίκες μες στην κάμαρη στολίζουνε τη νύφη. Της βάλανε το νυφικό. Τώρα μπορεί να μπει κι ο φωτογράφος. Το νυφικό μαράζι μαύρο και πλατύ˙ σαν μπομπονιέρα πένθιμη που, αντί για οσμή ζαχαρωτού, έχει βαλθεί να αναδίδει παρη-γορούσες φλόγες του κονιάκ και μυρουδιά από κουλουράκια σουσαμένια. Την ώρα τούτη, ευτυχώς, η νύφη έχει τα έθιμα για λίγο με το μέρος της. Σ’ αυτά τα μέρη είναι έθιμο να κλαίν’ τα θηλυκά την ώρα που στολίζουνε τη νύφη˙ και είναι έθιμο να κλαίει κι η νύφη η ίδια.

    Στο δρόμο για την εκκλησιά τα δάκρυα παύουν. Η ομή-γυρη του γάμου τραγουδά, τα παραθύρια εγγύς στη γειτονιά είναι όλα κλειδαμπαρωμένα. Οι γείτονες παρίστανται απαξάπα-ντες σε τούτη την αλλόκοτη λιτανεία που λαμβάνει τώρα χώρα στα σοκάκια της. Όσο πιο πίσω αφήνουνε το σπίτι, βρίσκουν εμπρός της παραθύρια ανοιχτά απ’ όπου άνδρες και γυναίκες και παιδιά προβάλλουνε να δουν καλά τη νύφη. Προφέρουνε ευχές από ψηλά, κανένα-δυο νοικοκυρές πετούν και ροδοπέ-ταλα, ραντίζουν με ανθόνερο τη στράτα. Στον επιτάφιο δεν κάνουνε το ίδιο; Τι σόι σύγχυση εθίμων είν’ αυτή;

    Από τα ροδοπέταλα στο ρύζι. Ανάμεσα στα δύο τα ραντί-σματα σαν ένας λήθαργος να μούδιασε τα πάντα. Του Ησαΐα ο περίπατος σαν χορικό αρχαίας τραγωδίας˙ ο κορυφαίος ένα πρό-σωπο διπλό, γαμπρός και νύφη, φέρει τώρα πια κατάσαρκα της κάθαρσης την ύψιστη ευθύνη. Ποιος να ’ναι άραγε στ’ αλήθεια

    Nesides 9l.indd 28Nesides 9l.indd 28 17/11/2012 7:14:12 πμ17/11/2012 7:14:12 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 29

    Νησίδες 9 | Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α

    ο αυτουργός-δραματουργός ετούτης της παράξενης παράστα-σης; Πάντως κοινό και θιασώτες είναι ένα. Μονάχα ο κορυφαίος του χορού τώρα αποσχίζεται απ’ αυτό το άμορφο συνονθύλευ-μα. Μετά τα στέφανα, τον οίνο και τα όρυζα, μετά τα γλέντια που επιτάσσουνε τα έθιμα, γαμπρός και νύφη αποσύρονται σ’ ένα δωμάτιο καλού ξενοδοχείου. Ακόμα κι έτσι όμως, η μάνα δεν παρέλειψε να παραγγείλει να της φέρουν το πρωί το ασπρο-σέντονο με την τιμή της κόρης.

    Έτσι κι έγινε. Τα λάφυρα της πρώτης νύχτας γάμου παρα-δόθηκαν. Κορδώνεται η μάνα σαν το διάνο, κορδώνουνε και τα πεθερικά. Κι έτσι καμαρωτοί κι ευδαίμονες ―γονείς, αδέλ-φια και συγγενολόγια― συνοδεύουν τους νεόνυμφους μέχρι το αυτοκίνητο που θα τους οδηγήσει στον πλησιέστερο αερολιμέ-να. Χαρά και λύπη πάλι αναμειγνύονται και δάκρυα τρέχουν άφθονα απ’ τα μάτια. Ο υπόκωφος ήχος της τελευταίας πόρτας που κλείνει σφραγίζει τον αποτρόπαιο αυτό αποχωρισμό. Τώρα τα χέρια αυτών που μένουν πίσω επιδίδονται σε μια ταλάντευ-ση, μηχανική κι αμήχανη συγχρόνως, που μοιάζει με αποχαι-ρετισμό. Όπως υαλοκαθαριστήρες λαστιχένιοι πάνε κι έρχονται εκτινάσσοντας σταγόνες της βροχής όταν η δίνη του καιρού το επιβάλλει, έτσι κι αυτό το τσούρμο χέρια ταλαντεύονται σαν να πασχίζουνε να διώξουνε τα δάκρυα δώθε κείθε, μην τύχει και λιμνάσουνε εμπρός τους και πνιγούν.

    Άφιξη στη Μελβούρνη. Στην άλλη άκρη της ουράνιας κο-ντυλιάς που χάραξε το σιδηρούν πετούμενο, ένας καιρός υγρός φροντίζει για τη συμμετρία αυτού του ταξιδιού υποδεχόμενος το κουρασμένο ζεύγος. Εδώ, αντί για δάκρυα, βρέχει την ιστο-ρία τους μια παγερή βροχή και ένας σύννους ουρανός, γυμνός από πετούμενα και ήλιους, βαριοντυμένος με νεφέλες σκοτει-νές. Εδώ δεν κλαίν’ οι συγγενείς που ήρθανε να τους προϋπα-ντήσουν. Τους υποδέχονται μ’ ένα πλατύ χαμόγελο και πλήθιες αγκαλιές, φορτώνουν τα μπαγκάζια τους κι όλοι μαζί παίρνουν το δρόμο για το σπίτι. Καθ’ οδόν ρωτούνε λεπτομέρειες του γάμου, γλυκομιλάνε στο κορίτσι να μη σκιάζεται που βρίσκεται με άγνωστους ανθρώπους, να μην πικραίνεται που πίνει πρώτη της φορά τον μπρούσκο αέρα της ξενιτιάς.

    Το σπίτι τούς περίμενε γεμάτο. Κεράσματα, άνθρωποι και δώρα και φωνές, μια μίξη των ελληνικών εθίμων με αγγλοσα-

    Nesides 9l.indd 29Nesides 9l.indd 29 17/11/2012 7:14:12 πμ17/11/2012 7:14:12 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 30

    ξόνικα τραγούδια στο πικάπ, γιρλάντες κρεμασμένες στα μπαλ-κόνια κι επιγραφές χρωματιστές μ’ ευχές για το ζευγάρι στ’ Αγγλικά. Ένα διώροφο καλοστημένο σπίτι, το τελευταίο μιας σειράς από αδέλφια σιαμαία που εμπρός και πίσω φέρουνε πα-ραθυρένιους οφθαλμούς που βλέπουν σε δυο κήπους φροντι-σμένους. Θολώνουνε τα μάτια της Μαριώς. Της είπε η μάνα να χαμογελά και προσπαθεί να φέρει εις πέρας αυτό το δύσκολο έργο. Η αγάπη που της δείχνουνε και τα καλά όλα αυτά που συναντά νιώθει πως δεν μπορεί να της ανήκουν.

    Στο μυαλό της τριγυρίζει το μπαούλο. Δεν το ’δε ακόμα πουθενά και ντρέπεται και να ρωτήσει που το βάλαν. Η ύπαρξή του ευθύνεται που έφτασε ως εδώ, εδώ που σαν σκιά κινείται ανάμεσα σε ανθρώπους ζωντανούς, εδώ που νιώθει σαν επαίτης μες στους άρχοντες, εδώ που τρέμει σαν το βρέφος που κρυώ-νει. Το καταριέται μ’ όλη έχεις δύναμη σαν να ’ταν πρόσωπο οικείο και μισητό που επιθυμεί να αφανίσει με τη σκέψη. Κι όμως αυτό το πρόσωπο είναι ο μόνος συγγενής της σ’ αυτή τη νέα ήπειρο, σ’ αυτή τη νέα εστία απελπισίας. Το συλλογιέται μια στιγμή κι αναριγά. Δεν πρέπει πια να καταριέται το μπα-ούλο. Μονάχα εκεί μπορεί να στηριχτεί. Εκεί είναι κλεισμένη η περηφάνια της, το βιος της, μία ελπίδα πως δεν είναι μοναχή. Έτσι θα σκέφτεται από ’δώ κι εμπρός. Ο σύμμαχός της θα ’ναι το μπαούλο. Εκείνη δε λογάριασε τα νιάτα της για να μην τύχει και το χαραμίσει. Τώρα ήρθε η σειρά του να τη στηρίξει.

    Της δείχνουνε το σπίτι απ’ άκρη σ’ άκρη. Της δίνουνε τις πρώτες εξηγήσεις για το πώς να κυβερνά το κάθε τι. Περνούνε τα δωμάτια ένα-ένα, μα το μπαούλο δεν το βλέπει πουθενά. Στο τελευταίο μέρος της ξενάγησης, εμπρός σε μια πληθωρική ιματιοθήκη, μια εξαδέλφη του γαμπρού παίρνει βαθιά ανάσα, πιάνει απ’ το χέρι τη Μαριώ και της ανακοινώνει το μαντάτο: «Δε θέλω να μου στενοχωρηθείς. Μας πήραν απ’ την εταιρεία με τα δέματα. Πήρε φωτιά το φορτηγό που ’τανε μέσα τα πράματά σου. Μας στείλανε και την αποζημίωση. Μη μου στενοχωριέσαι, ε; Διπλά και τρίδιπλα σου τα ψωνίσαμε τα χαμένα. Αύριο να πάμε και στα ψώνια να συμπληρώσεις μόνη σου ό,τι θέλεις. Μονάχα μην το πεις στη μανούλα και χολιάσει. Εντάξει, κού-κλα μου; Εσύ δεν έχεις να νοιαστείς για τίποτα. Βασίλισσα θα σ’ έχουμε εδώ πέρα.»

    Nesides 9l.indd 30Nesides 9l.indd 30 17/11/2012 7:14:12 πμ17/11/2012 7:14:12 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 31

    Νησίδες 9 | Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α

    Κλείνω με ορμή το επάρατο κιτάπι. Άλλο τα στήθη μου γι’ απόψε δε βαστούν να ατενίζουν το παράλογο του κόσμου. Λέω να γυρίσω στου πελάγους μου τη θέα, μα είναι αργά πια και γι’ αυτό˙ γι’ απόψε άλλο τα στήθη του σπιτιού μου δε βαστούν να ατενίζουν το παράλογό μου.

    Nesides 9l.indd 31Nesides 9l.indd 31 17/11/2012 7:14:12 πμ17/11/2012 7:14:12 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 32

    Φώτης Θαλασσ ι νό ς

    Σύννεφα με παντελόνια

    Ο κόσμος όλος δημιουργήθηκε από την ένωση των μονάδων. Είχε προηγηθεί ο αρχικός επιμερισμός του ενός σε μυριάδες κατοπτρικές μορφές. Τα πάντα κινούνται σαν είδωλα της ίδιας αρχής. Η ένωση ή καλύτερα η έλξη υπήρξε και συνεχίζει να υπάρχει σαν η δύναμη της αγάπης και του ζείδωρου έρωτα. Η έλξη είναι η συμπαντική θεϊκή βαρύτητα της αγάπης. Όλα τα σώματα και όλες οι οντότητες, τα έμψυχα και τα άψυχα, τα ορα-τά και τα αόρατα έλκονται μεταξύ τους μέχρι να επανέλθουν στην αρχική τους μορφή. Στη μορφή της αδιάσπαστης μονάδας και ενότητας με τον Θεό. Μέχρι τότε, σ' αυτής της διαδικασίας τις αναβαθμίδες προς τα πάνω, πρωτεύει για κάθε έρημη μονάδα να συναντήσει μία άλλη, την μία και μοναδική, με την οποία φτιάχνει ένα ζεύγος δισυπόστατο. Αν στην αρχή ο Λόγος διαχώ-ρισε το χάος σε απειράριθμες εκδοχές της μονάδας, στη συνέχεια κάθε πλαστούργημα διαπερνούσε το σύμπαν έμπλεο στον πόθο ανεύρεσης του συμπληρωματικού του όντος.

    Τα φυτά αναζητούν το χώμα τους, τα σπίτια το έδαφος τους, ο άνθρωπος τον άνθρωπο, το ζώο το ταίρι του, η ασθέ-νεια το σώμα που θα εγκαταβιώσει... η φλόγα το κερί της, το δρολάπι τα σύννεφα. Το ένα το δεύτερο. Στην αρχή ο άνθρω-πος πιστέψε για το κάθε είδος πλάσματος ή αντικειμένου ότι αργά ή γρήγορα αντάμωνε με τον διάπυρό του πόθο, το ευγενές συμπλήρωμα του. Η πεποίθηση αυτή ήταν ψευδής. Στη φύση συναντούσε κανείς το ίδιο συχνά συνταιριασμένα μέρη όσο και ανέφικτους έρωτες, θελήματα ανεκπλήρωτα, ανάπηρες ολότη-τες. Ένα μονάχο λουλούδι στον άνεμο, ένα σπίτι γκρεμισμένο συθέμελα, ένα καράβι ναυαγισμένο αύτανδρο, έναν άνθρωπο έρημο σαν ρημαδιακό, ένα ρούχο χωρίς κρεμάστρα να πιαστεί να ζεσταθεί μες στην ντουλάπα.

    Nesides 9l.indd 32Nesides 9l.indd 32 17/11/2012 7:14:13 πμ17/11/2012 7:14:13 πμProcess CyanProcess CyanProcess MagentaProcess MagentaProcess YellowProcess YellowProcess BlackProcess Black

  • 33

    Νησίδες 9 | Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α

    Κάποιο απόγευμα φύσηξε άνεμος δυνατός. Ήταν καλο-καίρι και ο αέρας ήταν ζεστός πάνω στα ανθρώπινα σώματα. Σκουπίδια χορεύανε στις πνοές της φύσης. Πλαστικές σακούλες ακολουθούσαν τρελές τροχιές μέσα στην απρόσμενη ανεμοδού-ρα. Φύλλα κόβονταν απ' τα κλαδιά τους, λουλούδια απομα-κρύνονταν από το έδαφος. Πτερόεντα όντα πλανιώνταν στην ατμόσφαιρα ζαλισμένα, αράχνες στήνανε τον ιστό τους σε δια-στημικά κρηπιδώματα και οι λιβελούλες της Έφης έχαναν πρό-σκαιρα τη δεξιότητά τους στη πτήση. Ο εντομοβριθής ουρανός φιλοξενούσε στους πληθυσμούς των ζωντανών ειδών του και ανθρώπους. Άνθρωποι που εξέκκλιναν της ασφαλούς διάβασης ανέβηκαν στους ουρανούς έχοντας κάποιοι ρούχα και μαντήλια για πανιά τους. Κι αν στην αρχή όλα αποτελούσανε συστατικά μιας ευωχίας αργότερα η αυτεπίγνωση της μοναξιάς τους πα-ρώθησε τη σκέψη και τους υπαρκτικούς κραδασμούς τους στην αναπόληση της απωλεσθείσας αρμονίας, στην ενθύμηση του συντροφικού συμπληρώματός τους.

    Ο Ρώσος αυτόχειρας ποιητής Μαγιακόφσκι είχε γράψει για τους ποιητές ότι δεν είναι άνθρωποι αλλά σύννεφα με παντε-λόνια, «δεν είμαι άντρας εγώ, είμαι σύννεφο με παντελόνια». Έγραψε την αλήθεια. Δύο ημίγυμνοι ποιητές, ένας άντρας και μία γυναίκα, τη μέρα της κοσμοχαλασιάς, βγήκαν στα μπαλκό-νια των διαφορετικών τους σπιτιών να αντικρίσουν την απαρά-μιλλη ομορφιά του ουρανού. Όλα τα πλάσματα κινούνταν με ποθοπλάνταγμα να επιστρέψουν στο άλλο τους μισό. Οι ποιητές με το συννεφένιο κεφάλι τους �