Mousiki Ekdilosi Serres

55
Μνήμη μου σε λένε Πόντο ΝΟΜΑΡΧΙΑ ΣΕΡΡΩΝ Τ.Ε.Δ.Κ. ΣΕΡΡΩΝ ΚΕΝΤΡΟ ΠΟΝΤΙΑΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΠΟΝΤΙΑΚΑ ΣΩΜΑΤΕΙΑ ΝΟΜΟΥ ΣΕΡΡΩΝ Εισηγητής: Κωνσταντίνος Φωτιάδης Μνήμη μου σε λένε Πόντο «Το Ποντιακό τραγούδι στη διαμόρφωση της ιστορικής μνήμης» Αφήγηση Γεώργιος Συμεωνίδης Τάκης Βαμβακίδης Τραγούδι Ακριτίδης Χρήστος Βασιλειάδης Αχιλλέας Θεοδοσιάδης Κώστας Θεοδωρίδης Παναγιώτης Ιορδανίδης Μπάμπης Κουρτίδης Ιωάννης Κωνσταντινίδης Παναγιώτης Νοκολαΐδης Στάθης Νικολαΐδου Πέλα Παπαδοππούλου Ευδοκία Παπαδοπούλου Μαρία Παραστατίδου Μελίνα Παρχαρίδης Αλέξης Παρχαρίδης Στάθης Παυλίδης Στάθης Σαμανίδου Ελένη Σιαμλίδης Γεώργιος Τσαντεκίδης Χαράλαμπος Τσαχουρίδης Κωνσταντίνος Φωτιάδης Βασίλειος Χριστοδουλίδης Ιωάννης Λύρα Βροιώτης Θεόδωρος Καλλιοντζίδης Μιχάλης Κουγιουμτζίδης Ανδρέας Κοτίδης Θεόδωρος Κουρουκλίδης Φάνης Παπουτσίδης Κωνσταντίνος Πιπερίδης Δημήτριος Πουταχίδης Θεόφιλος Σαμανίδης Οδυσσέας Σανίδης Γιάννης Τσαχουρίδης Κωνσταντίνος Τσενεκίδης Χρήστος Νταούλι Ζώης Κώστας Μνήμη μου σε λένε Πόντο ΝΟΜΑΡΧΙΑ ΣΕΡΡΩΝ Τ.Ε.Δ.Κ. ΣΕΡΡΩΝ ΚΕΝΤΡΟ ΠΟΝΤΙΑΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΠΟΝΤΙΑΚΑ ΣΩΜΑΤΕΙΑ ΝΟΜΟΥ ΣΕΡΡΩΝ

Transcript of Mousiki Ekdilosi Serres

Page 1: Mousiki Ekdilosi Serres

Μνήμη μου σε λένε Πόντο

ΝΟΜΑΡΧΙΑ ΣΕΡΡΩΝΤ.Ε.Δ.Κ. ΣΕΡΡΩΝ

ΚΕΝΤΡΟ ΠΟΝΤΙΑΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΠΟΝΤΙΑΚΑ ΣΩΜΑΤΕΙΑ ΝΟΜΟΥ ΣΕΡΡΩΝ

Εισηγητής: Κωνσταντίνος Φωτιάδης

Μνήμη μου σε λένε Πόντο

«Το Ποντιακό τραγούδι στη διαμόρφωση της ιστορικής μνήμης»

Αφήγηση Γεώργιος ΣυμεωνίδηςΤάκης Βαμβακίδης

Τραγούδι Ακριτίδης Χρήστος

Βασιλειάδης ΑχιλλέαςΘεοδοσιάδης Κώστας

Θεοδωρίδης ΠαναγιώτηςΙορδανίδης Μπάμπης

Κουρτίδης ΙωάννηςΚωνσταντινίδης Παναγιώτης

Νοκολαΐδης ΣτάθηςΝικολαΐδου Πέλα

Παπαδοππούλου ΕυδοκίαΠαπαδοπούλου ΜαρίαΠαραστατίδου Μελίνα

Παρχαρίδης ΑλέξηςΠαρχαρίδης Στάθης

Παυλίδης Στάθης Σαμανίδου Ελένη

Σιαμλίδης Γεώργιος Τσαντεκίδης Χαράλαμπος

Τσαχουρίδης ΚωνσταντίνοςΦωτιάδης Βασίλειος

Χριστοδουλίδης Ιωάννης

ΛύραΒροιώτης ΘεόδωροςΚαλλιοντζίδης ΜιχάληςΚουγιουμτζίδης ΑνδρέαςΚοτίδης ΘεόδωροςΚουρουκλίδης ΦάνηςΠαπουτσίδης ΚωνσταντίνοςΠιπερίδης ΔημήτριοςΠουταχίδης ΘεόφιλοςΣαμανίδης ΟδυσσέαςΣανίδης ΓιάννηςΤσαχουρίδης ΚωνσταντίνοςΤσενεκίδης Χρήστος

ΝταούλιΖώης Κώστας

Μνήμη μου σε λένε Πόντο

ΝΟΜΑΡΧΙΑ ΣΕΡΡΩΝΤ.Ε.Δ.Κ. ΣΕΡΡΩΝ

ΚΕΝΤΡΟ ΠΟΝΤΙΑΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΠΟΝΤΙΑΚΑ ΣΩΜΑΤΕΙΑ ΝΟΜΟΥ ΣΕΡΡΩΝ

Page 2: Mousiki Ekdilosi Serres

Μνήμη μου σε λένε ΠόντοΤο Ποντιακό Τραγούδι στη διαμόρφωση της Ιστορικής Μνήμης

Σε μια εποχή όπου η διαδικτυακή παιδεία έχει κυριέψει το πλα-νήτη, η παγκοσμιοποίηση δείχνει καθημερινά μέσα από τα

ΜΜΕ το αδίστακτο κακό πρόσωπό της, οι εθνικοί πολιτισμοί υπο-τάσσονται στους σκοτεινούς μηχανισμούς των μεταλλαγμένων παραγωγών, ένα μικρό ποσοστό, ελπίδα όμως μεγάλη των απανταχού της γης Ποντίων, αντιστέκεται μ΄ έναν δικό του τρόπο, που θυμίζει πέτρινα χρόνια και δίσε-κτες εποχές, δίνοντας κουράγιο, δύναμη και πίστη ότι η «Ρωμανία επάρθεν, αλλά κ’ εχάθεν. Απέσ’ σα ψύ’α μουν και σα καρδιάς εν και περιμέν’ να εφτά-με το χρέος εμουν» , όπως εφτάν ατο κάποιοι απ’ εμάς.Οικονομικοί μετανάστες οι πατεράδες μας, στις αρχές του 1960, στην ητ-τημένη και ταπεινωμένη Γερμανία. Το λούμπεν προλετεριάτο τριάντα χρό-νια μετά σημαντικοί παράγοντες της γερμανικής και ελληνικής οικονομικής και πνευματικής κοινωνίας. Πάνω από πενήντα ποντιακοί σύλλογοι σήμερα στη Γερμανία αντιστέκονται. Στα χορευτικά τους φεστιβάλ κάθε χρόνο χίλια παιδιά ντυμένα με τις λιτές αυθεντικές στολές ακολουθούν τους ήχους της πανάρχαιας ελληνικής λύρας, το νταούλι και τον αυλό, σκορπίζοντας στις τεράστιες μεγάλες άψυχες αίθουσες των εκδηλώσεων φως, ελπίδα και υπό-σχεση ότι «η Ρωμανία ανθεί και φέρει και άλλους».Τα ίδια συναισθήματα νιώθει κανείς αν επισκεφθεί τον σύλλογο Ποντίων Φοιτητών στην όμορφη και φιλόξενη αίθουσα τους. Εκεί βλέπει τα εικοσά-χρονα νιάτα να παίζουν παραδοσιακά όργανα, να τραγουδούν ώρες ατελεί-ωτες αυθεντικά ποντιακά τραγούδια και να χορεύουν πολλές φορές ως τα ξημερώματα.Το ίδιο κλίμα συναντά κανείς και στις νεολαίες των εκατοντάδων συλλόγων μας στην Ελλάδα και στα υπόλοιπα κέντρα της Διασποράς. Σημαία τους πα-ντού το σύνθημα: Πόντος Δικαίωμα στη Μνήμη, ή Μνήμη μου σε λένε Πό-ντοΣ’ αυτή τη μνήμη είναι αφιερωμένη η σημερινή εκδήλωση. Με οδηγό τα διαχρονικά μας τραγούδια αλλά και τα σύγχρονα θα ταξιδέψουμε ιστορικά στην τρισχιλιόχρονη γη των προγόνων μας. Θα ξεναγηθούμε επίσης στους προσφυγικούς καταυλισμούς, στις γειτονιές των προσφύγων αλλά θα αναδεί-ξουμε και τη συμβολή τους, μέσα από τη φωτιά και τα τσεκούρι, στην αναγέν-νηση της νεοελληνικής κοινωνίας και του ελληνικού πολιτισμού.Τα πρώτα ελληνικά τραγούδια είναι τα ομηρικά έπη, που εξυμνούν τους άθλους και τα κατορθώματα των ομηρικών ηρώων. Η διαχρονική τους αξία

2

Page 3: Mousiki Ekdilosi Serres

διατηρείται ζωντανή. Η ποντιακή παράδοση μεταφέρει, με τον προσήκοντα σεβασμό, ως τις μέρες μας, την ιστορία και τον πολιτισμό των αρχαίων Ελ-λήνων. Η ποντιακή γλώσσα, γέφυρα ανάμεσα στην ομηρική και νεοελληνι-κή γλώσσα μηδενίζει το χρόνο. Αυτό επιβεβαιώνεται από τη μεταφορά του προοιμίου της Ιλιάδας του Ομήρου στην ποντιακή γλώσσα: «Τραγουδ’ θεά τον φοβερόν θυμόν του Αχιλλέα. ‘Σ ση Αχαιίων το κιφάλ’ πολλά κακά που έγκεν παληκαρίων π’ έστειλεν ‘ς σον Άδην πολλά ψ’ήα και με τα λέσ α χόρ-τασεν όρνεα και θερία, γιατί λογοπιάστανε Ατρείδης κ’ Αχιλλέας τρανός ο εί-νας ήρωας κι ο άλλος Βασιλέας».Το περιεχόμενο του προοιμίου και όλης της Ιλιάδας είναι αγαπημένα θέματα των λαϊκών καλλιτεχνών της Βυζαντινής και μεταβυζαντινής περιόδου.

Το ποντιακό ακριτικό δημοτικό και ιστορικό τραγούδι διατηρήθηκε με τη λογική φυσιολογική του εξέλιξη ζωντανό σ΄ όλη τη διάρκεια της βυζαντινής και οθωμανικής αυτοκρατορίας. Επιλεγμένα τραγούδια, κοσμήματα της πνευ-ματικής μας κληρονομιάς δεν άντεξαν απλά στο χρόνο, αλλά τον νίκησαν και παραδόθηκαν ως εμάς με τον προσήκοντα σεβασμό από γενιά σε γενιά. Ο ακριτικός κύκλος του 8ου κα 9ου αιώνα, οι παραλογές του 10ου και 11ου αιώνα, τα ιστορικά τραγούδια του 13-15ου αιώνα αλλά και οι καλλιτεχνικοί θησαυροί της οθωμανοκρατίας λειτούργησαν ως πνευματικοί φάροι στη συ-νείδηση των Ελλήνων αλλά και ως ισχυρά όπλα διατήρησης και ενίσχυσης της εθνικής μνήμης και ταυτότητας. Η ποιητική και λογοτεχνική ανθοφορία παρατηρείται κυρίως σε κρίσιμες περιόδους για το λαό και τα έθνος. Είναι οι μηχανισμοί αντιστήριξης στους οποίους ο λαός μπροστά στο συγκεκριμένο γεγονός αντιδρά αυθόρμητα, χωρίς σκοπιμότητες και μικροψυχίες. Συγκε-κριμένα την περίοδο των Νεοτούρκων και των Κεμαλικών ο πόνος και η συμφορά γίνονται τραγούδι, λυτρωτικό και μοιρολόγι. Τα τραγικά γεγονότα σημαδεύουν αρνητικά τη ζωή και του τελευταίου Έλληνα.Η τρομοκρατία, ο εμπορικός και οικονομικός αποκλεισμός, η παράνομη στρατολογία, οι διωγμοί, οι λεηλασίες, οι φυλακίσεις, οι βίαιοι εξισλαμι-σμοί, οι εκτοπίσεις, τα τάγματα εργασίας, οι δολοφονίες, η οικιστική γενοκτο-νία, τα τάγματα θανάτου και ο ρόλος του Άϊχμαν των Ποντίων Τοπάλ Οσμάν ενέπνευσαν τους ανώνυμους και επώνυμους τραγουδιστές και τις μοιρολογί-στρες. Ο ξεριζωμός και η προσφυγιά θεματικά ήταν και είναι πηγές έμπνευ-σης. Διατηρούν ακόμη ζωντανή την παραγωγή τραγουδιών με ιστορικό και κοινωνικό περιεχόμενο. Την περίοδο του μεσοπολέμου παρατηρείται μια ύφεση αλλά επανεμφανίζεται δυναμικά με ηρωικά κυρίως δίστιχα τα χρόνια της γερμανικής κατοχής και του εμφυλίου. Σχεδόν σε κάθε ποντιακό χωριό ακούγονται τραγούδια που υμνούν ή καταγγέλλουν συγκεκριμένα ιστορικά περιστατικά τοπικού ή γενικού ενδιαφέροντος. Μερικά από αυτά όπως το Μπέλλες, ο αιχμάλωτον κ.α από τοπικά τραγούδια, χάρη στους επώνυμους πλέον πόντιους τραγουδιστές, έγιναν κτήμα όλων

3

Page 4: Mousiki Ekdilosi Serres

των Ποντίων. Υπάρχουν επίσης κάποιοι απλοί και ολιγογράμματοι συμπα-τριώτες μας όπως η παρχαρομάνα Παρθένα Μεντεσίδου, από τον Άγιο Δη-μήτριο Κοζάνης, τα αδέλφια Γεωργιάδη που ήρθαν από τη σοβιετική Ένωση ή επώνυμοι τραγουδιστές όπως ο μεγάλος Χρύσανθος, που έχουν το πηγαίο ταλέντο να στιχοπλοκούν την ώρα της συντροφικής παρέας, την ώρα που η λύρα έχει τον πρώτο λόγο. Ποιο τραγούδι βγήκε από τη μελωδική φωνή του Χρύσανθου και δεν έγινε μετά σημαία όλων των καλλιτεχνών μας. Ποιος λυ-ράρης δε σεμνύνεται μπροστά στο μεγαλείο της δοξαριάς του αείμνηστου Γώ-γου.Μετά την απελευθέρωση η λαϊκή ποιητική δημιουργία υποχωρεί και τη θέση της παίρνει δειλά η έντεχνη ατομική ποίηση, η οποία την πρώτη περίοδο δεν διακρίνεται για το αγωνιστικό και ηρωικό της περιεχόμενο. Η ελληνοτουρκι-κή φιλία, η γερμανική κατοχή, ο καταστροφικός εμφύλιος πόλεμος, η ένταξη της Ελλάδας και της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, η αστυνομοκρατία και ο κρατικός χαφιεδισμός αποπροσανατόλισαν συνειδητά την πλειοψηφία του ποντιακού ελληνισμού, που διχασμένη βρισκόταν σε πολιτική αμηχανία και απραξία. Ένα μεγάλο τμήμα της βρισκόταν στις ανατολικές χώρες, οι συγγενείς στην Ελλάδα σε συνεχή παρακολούθηση, ένα άλλο τμήμα δέσμιο των δύσκολων καθημερινών προβλημάτων επιβίωσης και άλλο ένα , ευτυχώς μικρό, εγκλω-βισμένο από τους μηχανισμούς του αθηναϊκού κράτους, έπαιζε το σκοτεινό παιχνίδι της εξουσίας. Αυτήν την περίοδο ξεχωρίζει το κοινωνικό τραγούδι για τους αδίστακτους καπνέμπορους και τα λαϊκά δίστιχα για τους αγώνες των Κυπρίων αδερφών μας, αληθινά διαμάντια τα οποία όμως εξαιτίας της κομματικοποίησης τα θυσιάσαμε στο βωμό της στείρας κομματικής εμπάθει-ας και λογικής. Έτσι ξεχάστηκε ο Καραολής και οι συναθλητές του.Τα επόμενα χρόνια η λαϊκή ποίηση υποχωρεί, αλλά δεν εξαφανίζεται. Σταθ-μός στην ανάπτυξη της εθνικής μνήμης πιστεύω ότι ήταν ο δίσκος των Γρη-γόρη Σουρμαΐδη και Γιώργου Καλαμαριώτη «Στο δρόμο για το Τσιμενλή». Τα επιλεγμένα κείμενα, το πάντρεμα της θαυμάσιας μελωδικής φωνής της Ρένας Κουμιώτη με την επική φωνή του Γρηγόρη Σουρμαΐδη έδωσαν το ξεχωριστό αποτέλεσμα που ξύπνησε τη μνήμη μας και αρχίσαμε να ερευνούμε την ιστο-ρία των δικών μας ανθρώπων. Συγκλονιστική και η αφήγηση του βετεράνου πόντιου θεατράνθρωπου Πόλυ Χάϊτα.Η μεταπολίτευση και κυρίως το Α΄ και Β΄ παγκόσμιο Ποντιακό Συνέδριο άστραψαν και βρόντηξαν και μαζί με τις δυνατές και θαμπωτικές λάμψεις σκόρπησαν το δημιουργικό τους σπόρο. Για πρώτη και μοναδική φορά όλοι οι Πόντιοι ενωμένοι ταρακούνησαν με τις εξαιρετικές εισηγήσεις των ερευ-νητών τα λιμνάζοντα νερά του Ποντιακού Ζητήματος. Για πρώτη φορά στο Β΄ Παγκόσμιο Ποντιακό Συνέδριο μιλήσαμε για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου και το Ποντιακό Ζήτημα σήμερα, αναδεικνύοντας πολιτικά τα θέμα-τα που έπρεπε ο οργανωμένος ποντιακός χώρος να υιοθετήσει και να διεκ-δικήσει. Τα πορίσματα των δύο συνεδρίων θάφτηκαν για μια ακόμη φορά

4

Page 5: Mousiki Ekdilosi Serres

στο βωμό των κομματικών σκοπιμοτήτων. Για μια ακόμη φορά χάσαμε το τρέ-νο αλλά και την ψυχή μας, όταν οι συνήθεις διαβρωτικοί μηχανισμοί λειτούρ-γησαν αποπροσανατολιστικά, σπέρνοντας το μικρόβιο της διχόνοιας και των αντιπαραθέσεων στις δικαστικές αίθουσες. Τυφλωμένοι από τη μικροψυχία τους δεν είχαν την γενναιότητα να παραδεχθούν τα πρώτα θετικά βήματα, την αναγνώριση της Γενοκτονίας από το Κοινοβούλιο και την καθιέρωση της 19ης Μαΐου ως ημέρα μνήμης. Προσπάθησαν να ακυρώσουν την ημερομηνία μνή-μης και τέλος προσπάθησαν να μην εκδοθούν και οι τόμοι της Γενοκτονίας. Το κεφάλαιο αυτό έκλεισε. Σήμερα έχουμε στα χέρια μας 15 τόμους της Γενο-κτονίας. Το βιβλίο της Βουλής μεταφράστηκε σε έξι γλώσσες με έξοδα του Κοι-νοβουλίου(ωστόσο όμως εδώ και πέντε χρόνια περιμένουμε την έκδοση τους από τους Προέδρους της Βουλής) για να γνωστοποιηθεί το έγκλημα σε βάρος των προγόνων μας σ’ όλους τους διπλωματικούς και επιστημονικούς κύκλους του πλανήτη μας. Στις μέρες μας το Ποντιακό Ζήτημα κερδίζει παντού επίσημους συνομιλητές, Στην Αμερική και την Αυστραλία τοπικοί κυβερνήτες και περιφερειάρχες ανα-γνώρισαν τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, Αρμενίων και Ασσυρίων. Στην Αμερική η Διεθνής Ένωση Ακαδημαϊκών για τη μελέτη των Γενοκτο-νιών αναγνώρισε με ποσοστό 83% τη Γενοκτονία των Ελλήνων, Ασσυρίων και Αρμενίων. Η μεγάλη νίκη και ηθική δικαίωση ήρθε από τη δημοκρατική Σουηδία, όπου το Κοινοβούλιό της αναγνώρισε τις γενοκτονίες των Ελλήνων του Πόντου, των Αρμενίων και Ασσυρίων.Και η μεγάλη απογοήτευση από το σημερινό ελληνικό κοινοβούλιο, που συνειδητά σιώπησε, υποτάσσοντας την αλήθεια και τη γενναιότητα σε σκοπιμότητες που τις βάφτισαν ισορροπία και στοχαστική προσαρμογή. Το ελληνικό κοινοβούλιο, ως άλλος Κρέοντας, καταδικάζει για μια ακόμη φορά σε θάνατο τους 353.000 Έλληνες του Πόντου και αποδεικνύεται ο καλύτε-ρος υπερασπιστής της σύγχρονης στρατοκρατικής κεμαλικής κυβέρνησης της Τουρκίας. Αρνείται εδώ και 6 χρόνια την έκδοση του βιβλίου της Γενοκτονί-ας των Ελλήνων του Πόντου, που μεταφρασμένο σε 6 γλώσσες, βρίσκεται στο συρτάρι του γραφείου του προέδρου της Βουλής των Ελήνων. Αρνείται και την και την ελληνική έκδοση που εξαντλήθηκε μέσα σε σύντομο χρονικό διάστη-μα. Αρνείται τη διεθνή προβολή και τη συμμετοχή της στην αναγνώριση της Γενοκτονίας, μέσω των διπλωματικών κύκλων και των συναρμοδίων αντίστοι-χων οργανισμών.

5

Page 6: Mousiki Ekdilosi Serres

«Το Ποντιακό τραγούδι στη διαμόρφωση της ιστορικής μνήμης» Γη της Ιωνίας, γη ελληνική. Μουσικό οδοπορικό στην Ανατολή.

1. Να σαν τη μάναν που γεννά2. Μαύρον έντον ο ουρανόν 3.Τ’ Ακρίτα η τραγωδία 4.Ακρίτας κάστρον έχτιζεν 5. Μάραντον 6. Τραγώδ Γαβρά 7.Πάρθεν η Ρωμανία 8. Αητέντς επαραπέτανεν 9. Σώνα μ’ μη τυρανίεσαι 10. Είμαι Πόντιος Ρωμαίος 11.Βαλκανικοί πόλεμοι 12. Δίστιχα της Εξορίας 13. Ο Κοτζαναστάς 14. Δούλα ‘κ επορώ 15. Καραπουρούν16. Η αποθήκη της Στοφορίνας 16.Η Καμπάνα του Πόντου 18.Ο Ευκλείδης 19. Τα ραχία τη Άγκυρας 20. Πάντα θυμούμαι και πονώ 21. Κατίρκαγια 22. Αναστορώ τα παλαιά 23. Εμέν λέγνε με Παπαδόπουλε 24. Καλώς έλθετεν αδέλφια 25. Τ’ εμετέρ’ ασήν Ρουσίαν 26. Γερμανική κατοχή 27. Εμφύλιος 28. Μέρ εν μάνα μ’ ο αδελφό μ’; 29. Ανάθεμα το Καζακστάν 30. Πατρίδα μ’ αραεύω ‘σε 31. Κυπριακό 32. Μοναστήρια 33.Πόντος εν άστρον φωτεινόν 34. Θάλασσα Καραντενίζ’ 35. Μαυροθάλασσα 36. Την πατρίδα μ’ έχασα

6

Page 7: Mousiki Ekdilosi Serres

Της Σοφίας Βούλτεψη

Η ιστορία της γιαγιάς από τον Πόντο.

Αν είναι να στοιχειώσει το βιβλίο της Στ’ Δημοτικού, κα-λύτερα να στοιχειώσουν οι αληθινές ιστορίες της για-

γιάς μου. Ήταν κάποτε μια αρχοντοπούλα του Πόντου. Σαν έβγαινε βόλτα στα Παρχάρια πάνω στο άσπρο άλογο, το κε-φάλι της βάραινε από τα χρυσά φλουριά που φορούσε στε-φάνι. Παντρεύτηκε, γέννησε τέσσερα παιδιά, έζησε λίγα ευ-

τυχισμένα χρόνια. Μετά ήλθε η καταστροφή. Ο πρώτος της άντρας σκοτώθηκε στο μέτωπο. Πέταξε τα φλουριά από το κεφάλι, μπήκε μπροστά για να σώσει ό, τι της απόμεινε. Δεν τα κατάφερε. Είδε να εκτελούνται μπροστά στα μάτια της τα τρία της αδέρφια. Σπάραξε αλλά προσπάθησε να σώσει τα παιδιά της. Και πάλι δεν τα κατάφερε. Τα έχανε στην μακριά πορεία έως το λιμάνι του «συνωστισμού». – Ελά-τε τώρα μια λέξη είναι, τόσο πολύ σας πείραξε; Το πιο μικρό δάγκω-σε το βυζί της και άφησε την τελευταία του πνοή. Το πιο μεγάλο, ένα κοριτσάκι δώδεκα χρονών, κατόρθωσε να μπει μαζί της στο καράβι της σωτηρίας. Το τύλιξε με το πανωφόρι της σε μια γωνιά του πλοίου και πήγε να βρει λίγη σούπα από το συσσίτιο. Όταν γύρισε, ούρλιαξε. Ψέκαζαν για πανούκλα, δεν το είδαν το παιδί έτσι όπως ήταν κουκου-λωμένο και ζαρωμένο. Το κοριτσάκι πέθανε από ασφυξία. Η θάλασ-σα έγινε ο υγρός τάφος του. Βρέθηκε ολομόναχη στον Πειραιά. Ταξί-δεψε ως την Κέρκυρα για να βρει την αδερφή της. Αργότερα ξαναπα-ντρεύτηκε έναν πρόσφυγα, παλιό εργάτη στα κτήματα της. Έφερε στον κόσμο δύο κόρες, τις ανάστησε σε μια παράγκα στο Κερατσίνι. Δού-λεψαν όλοι μαζί σκληρά, άντεξαν τις κακουχίες της κατοχής, αποταμί-ευσαν, απέκτησαν ένα οικόπεδο και έχτισαν ένα σπίτι στα σύνορα Ν. Σμύρνης και Π. Φαλήρου. Άντεξαν γιατί έμειναν ενωμένοι. Άντεξαν, επειδή δεν ξέχασαν. Η οικογένεια μεγάλωσε με τις ιστορίες του παπ-πού και τις προσευχές της γιαγιάς. Είχε το δικό της δωμάτιο με τους τοίχους γεμάτους εικόνες. Δεν ξανάφαγε κρέας από το 1922, ήταν το τάμα της, μια από τις πολλές δοκιμασίες που επέβαλλε στο ταλαιπω-ρημένο σαρκίο της για να ξορκίσει την καταστροφή. Αυτή ήταν η για-γιά μου η Σοφία. Αυτήν την ιστορία δίδαξε στις κόρες και τα εγγόνια της. Αυτήν διδάξαμε αργότερα εμείς στα δισέγγονα της. Προχωρούμε μπροστά, αλλά δεν ξεχνάμε. Μας κρατάει ενωμένους η αλήθεια της γενοκτονίας.

7

Page 8: Mousiki Ekdilosi Serres

“Να σαν τη μάναν που γεννά”

Να σαν τη μάναν που γεννά, που γεννά

Τα τράντα χρόνια μίαν, τα τράντα χρόνια μιαν

Κι εφτάει υιόν Τραντέλλεναν, Τραντέλλεναν

Και νύφε γαλαφόραν, και νύφε γαλαφόραν

Εφτάει υιόν Τραντέλλεναν, Τραντέλλεναν

Ακρίτα σα ραχία, Ακρίτα σα ραχία

Εβγαίν’ και πάει ‘ς σον πόλεμον, ‘ς σον πόλεμον

Για την ελευθερίαν, για την ελευθερίαν

8

Page 9: Mousiki Ekdilosi Serres

Eτον 8 Νοεμβρή ( Αεργίτε) σα 1916 τη χρονίας, Ο καϊμακάμης εξέ-γκεν φιρμάν’ και ‘ς σα 13’’ του μηνός ετοιχοκόλλεσαν ατό. Και έλεεν

ατο ους τα 16 τη Νοεμβρή όλ’ οι Χριστιανοί τη Τρίπολης πρέπ’ να αφίν’ νε οσπίτια, χωράφια, καΐκια και όλα τα καλά, που εποίκαν με τον ιδρώτα ατουν. Οι μαύροι οι Τριπολέτ’ έπρεπε να θάφτ’ νε απές ‘ς σήν πολιτεί-αν ατουν’ ό’τι εγάπεσαν ό’τι εποίκαν με τον ιδρώταν και το γαίμαν ατουν. Αμάν ούτε ένας Τριπολέτες κι ετούρκεψεν και αλλαξοπίστεσεν για να γλι-τών’ την ψήν’ ατ’. Αναχάπαρα πρότου να απολύει η εκκλησία ΄ς σα 13 τη Νοεμβρή όρμησαν απεσ’ ΄ς σ’ οσπίτια οι τσανταρμάδες και ερχίνεσαν να κρούνε, ν’ αρπάζ’ νε, να μακελλεύ’ ε. Όλ’ες οδήγεσαν ατσε σο Τερέ- Πασί ψηλά, έναν αμόν πλατέαν. Θρήνος μακρόσυρτος εκούστεν άπαν σ’ όλι-ον την πολιτείαν: « Ν’ αϊλλοί εμάς να βαϊ εμάς που θα παίρ’ με μας και πάνε απές ‘ς σο σκαφίδιν». Εποίκαμε διαμαρτυρίαν ‘ς σον καϊμακάμην και εκείνος απέντεσεν πως έρθεν διαταγή να ευκαιρούται αμάν ατώρα η πόλ’. Η έξοδος ερχίνεσεν. Η νύχτα εφόρ’ νεν την σκοτίαν και ο ουρανόν έτον έτοιμος να κλαίει ένταμαν με τα’ εμάς. Με υπόδειξη των πολιτικών αρχών επήγαμε ς’ σο έρημον αρμενικόν χωρίον Πίρκ έναν και ημς’ σόν ώραν μα-κράν. Εκεί έταν 500 οσπίτια χωρίς πόρτας και παραθάρια αμόν ταφία ανοι-χτά. Και έμειναμε ς’ σο Πίρκ όλ’ εντάμαν πολλά οικογένεια’ς σ’ έναν οσπίτ’. Το Πίρκ που έντον απέραντον νεκροταφείον των χιλιάδων Χριστιανών της Τρίπολης. Εκεί εφέκαμε ό’τι πολύτιμον είχαμε σήν ζωήν, πατεράδες και παι-δία τρυφερά, αδέρφια, μανάδες και γυναίκ’ς. Αέτς ερχίνεσαν το δράμα του Πίρκ: Έτονε σα 18 Δεκέμβρη (τη Χριστιανάρ’) που ερχίνεσεν να χιονίζ. Η βρώμα, τα φτείρας, ο συνωστισμός έγκανε τα επιδημίας, τον θάνατον που ετοίμασαν για τ’ εμάς οι Τούρκ’. Πρώτα η δυσεντερία, επεκεί ο τύφος και τέ-λος η πανούκλα. Ο λευκός θάνατος που ατόσον καλά ετοίμασαν για τ’ εμάς οι Τούρκ’ επαίρενεν καθάν ημέραν δεκάδες Χριστιανούς. Τρία μήνας εδέβανε σόν μαύρον ημέραν που εσήβαμε απές σο καταραμένον Πίρκ, έρχουντον, Μάρτης μήνας, 1917 τη χρονίας και α’ σα 13 χιλιάδες που εκινέσανε’ς σήν εξορίαν, επέμ’νανε 800 και ατοίν αδύναμοι και ανίκανοι για δουλείαν. Ασοί 800 οι 300 Ετανε α’ σην Τρίπολην και οι άλλ’ α’σα χωρία της Τρίπολης. Ατό έτον το κορύφωμαν του δράματος της Τρίπολης.

Μαύρον έντον ο ουρανός Μαύρα χαπάρια έρθαν

Ασ’ σον τσιολ’ τον μαύρον Πόντον Εσείς πουλία που σα ψηλά πετάτεν

Κρατέστεν τα φτερά ‘ν εσούν Και σην Ελλάδαν δεβάτε

Ατά τα μαυροχώματα ‘ς σα δάκρα ποτιγμένα

Με μουράτια φορτωμένα

9

Page 10: Mousiki Ekdilosi Serres

“T’ Ακρίτα η τραγωδία”

Έναν πουλίν εκόνεψεν ‘ς σου δεντρού την τεπέν-ι- Χαπέρια φερ’ μας κ’ αρχινά τα’ Ακρίτα λέει σιφτέν –ι-

Ακρίτας όντες κι κρατεί ‘ς σο χερ’ν ατ’ το σπαθίν ατ’

Κοσιεύ κοτάν’ ‘ς σο άλογον κι οργών’ και σπερ’ τη γην ατ’

Ελεύθερος να κετσινεύ Ακρίτας πάντα εθέλνεν Κι άμον ντο πάει ‘ς σο τερνέκ ‘ς σον πόλεμον επέγνεν

Ο Τόπος που πρωτογεννήθηκαν τα Ακριτικά τραγούδια ήταν ο Πόντος και η Καππαδοκία. Από κει πέρασαν στην Κύπρο, τα Δωδεκάνησα,

την Κρήτη και την υπόλοιπη Ελλάδα. Από τον 8ο αιώνα ως τις μέρες μας ο Διογένης Ακρίτας Είναι ο κατ’ εξοχήν συμβολικός ήρωας του μεσαιωνικού Ελληνισμού. Κύριο γνώρισμά του η τιτανική δύναμη και εξαιρετική σωμα-τική του εμφάνιση. Η ζωή και οι άθλιοι του είναι η ενσάρκωση των πολεμι-κών αναμετρήσεων με τους Άραβες στα ανατολικά σύνορα του Πόντου και της Καππαδοκίας . Ο Henri Gregoire δέχεται ότι ο Διγενής Ακρίτας είναι «Ο Διογένης, ο των Ανατολικών Τουρμάρχης , ανήρ ικανός» που σκοτώθηκε το 788 στη μάχη εναντίον των Αράβων στις βουνοπλαγιές του Ταύρου.

10

Page 11: Mousiki Ekdilosi Serres

«Ακρίτας Κάστρον έχτιζεν»

Ακρίτας κάστρον έχτιζεν, τριγύρω ‘ς σα ραχία, απάν’ του κόσμου τα φυτά, εκεί φέρ’ και φυτεύει,

απάν’ του κόσμου τα πουλιά εκεί πάγ’νε φωλεύ’νε. Ατά κελάηδ’ναν κ’ έλεγαν «πάντα θα ζει Ακρίτας»

κι ατώρα κελαηδούν και λέγ’νε «θεν’ αποθάν’ Ακρίτας». -Ακούς, ακούς, Ακρίτα μου, ντο λέγ’νε τα πουλόπα;

Ακούγει ατό κι Ακρίτας μου, χαμογελά και λέει: - Αφήστεν τα πουλόπα μου ας κελαηδούν κι ας ≤αίρουν,

ατά μικρά πουλόπα ειν’ κ’ εξέρ’ν’ να κελαηδούνε. Όνταν τερεί το πέραν κιαν ο Χάρον κατηβαίνει.

- Πού πας, πού πας, νε Χάρε μου, και. πας συχαρεμένα; - Έρθα να παίρω ‘γω την _ή σ’ και πάγω χαρεμένα.

- Εμέν Ακρίτα λέγ’νε με, ανίκητον Ακρίταν. Χάρε μ’, έλα ας παλεύουμε ‘ς σο χάλκενον τ’ αλώνιν, αν εν’ και ντο νικάς μ’ εσύ, έπαρ’ την _’ή μ’ και δέβα,

αν εν ’ και ντο νικίεσαι, θα παίρω και το μαύρο σ’. Εξέβαν και επάλεψαν, ενίκεσεν ο Χάρον.

- Ναϊλί εμέν και βάι εμέν, ενίκεσε μ’ ο Χάρον!

Φέρτε με τη φιλίντρα μου, φέρτε με τα σελάχâ μ’ φέρτε με το τοπούζι μου, ντο εν ’ εξήντ’ οκάδες.

Φέρν’ άτον την φιλίντραν ατ’, φέρ’νε ατόν τα σελάχâ, φέρ’ νε, ατόν το τοπούζιν ατ’ ντο εν εξήντ’ οκάδες.

Αχπά®κεται Ακρίτας μου να πάγει κυνηγήσει. ‘Σ σο μεσοστράτ’ ‘κ’ επρόφτασεν, ‘ς σο μεσοστράτ’ ‘κ’ επήγ’ εν,

επόνεσεν η κεφαλ’ ατ’, ταράζει η καρδία ‘τ’ και συντρομάζ’ν τα γόνατα ‘τ’ και ‘κ’ επορεί να πάγει.

- Ναϊλί εμέν τον άκλερον εγώ πως θ’ αποθάνω; Δέβα καλίτσα μ’ στρώσον με θανατικόν κρεββάτιν θέκον και ‘ς σο κιφάλι μου και παρχαρί’ τ®ιτ®έκια.

Δαβαίν’ η κάλη’ ατ’ στρών’ ατόν του®έκια και γεργάνâ και θέκ’ και ‘ς σο κιφάλιν ατ’ και παρχαρί’ τ®ιτ®έκια και βάλλ’ άνθα παπλώματα και μουσκομαξιλάρâ.

11

Page 12: Mousiki Ekdilosi Serres

«Ο Μάραντον»

Τον Μάραντον χαρτίν έρθεν να πάει ‘ς σην στρατείαν. τη νύχτα παέι ‘ς σον μάστοραν, τη νύχτα μαστορεύει.

Κόφτ’ ασ’ τ’ ασήμι πέταλα, ασ’ το χρυσόν καρφία. Τον μαύρον εκαλίβωνεν καταντικρύ ‘ς σον φέγγον

κ’ η καλή ατ’ παρέστεκεν με το μαντήλ’ καρφία τα δάκρâ ‘τ’ς εκατήβαιναν Καλομηνά χαλάζια.

-Πού πας, πού πας, νε Μάραντε, κ’ εμέν τίναν αφήνεις; - Αφήνω σε τον κύρη μου τον Άε — Κωσταντίνον.

- Χάρος να τρώει τον κύρη σου, τον Άε — Κωσταντίνον. Πού πας, πού πας, νε Μάραντε, κ’ εμέν τίναν αφήνεις,

- Αφήνω σε τη μάνα μου, την Ά~ιαν Θεοτόκον. - Χάρος να τρώει τη μάνα σου, την Ά~ιαν Θεοτόκον.

Πού πας, πού πας, νε Μάραντε, κ’ εμέν τίναν αφήνεις; - Αφήνω σε τ’ αδέλφâ μου, τους δώδεκ΄ Αποστόλους.

- Χάρος να παίρ’ τ’ αδέλφâ σου, τους δώδεκ’ Αποστόλους. Πού πάς, πού πάς, νε Μάραντε, κ’ εμέν τίναν αφήνεις;

‘Κόμαν κ’ εζεγκοπάτεσεν, ‘κόμαν κ’ εσελοκάτσεν, την κόρ’ καθίζ’νε ‘ς σο σκαμνίν κι ατέν διπλοκουράζ’νε.

Διγ’νε ατεν πέντε πρόβατα και δεκαπέντ’ αρνία. Σ’ σα ψηλασέας βόσκιζεν, ‘ς σα χαμελά εμένεν.

Εφτά χρόνâ επέρασαν κι ο Μάραντος ατ’ς κ’ έρθεν και ας’ τ’ εφτά χρόνâ κι απάν’, ‘ς σα μήνους υστερναίους

παλλήκαρον επέντεσεν απάν’- κεσ’ ‘ς σα ρα≤ία. Κάτσεν κι ατέν ερώτεσεν τα τίνος νύφε είσαι, τα τίνος ειν’ τα πρόβατα, τα τίνος είν’ τ’ αρνία

τα τίνος εν’ ο κρίαρον, ο χρυσοκοδωνάτες. - Του Μάραντ’ είν’ τα πρόβατα, του Μάραντ’ είν’ τ’ αρνία,

Του Μάραντ’ έν’ ο κρίαρον, ο χρυσοκοδωνäτες. Εφτά χρόνιâ ενέμ’ ν άτον κ’ άλλα εφτά αναμένω, Αν έρται, έρτ’ ο Μάραντον, αν κ’ έν καλογ’ερεύω.

- Ο Μάραντον επέθανεν κι εγώ εσέν θα παίρω - Ο Μάραντον επέθανεν; ‘ς σο μαναστηρ’ θ’ εμπαίνω. - Κ’ εγώ καλόερος γίνουμαι κι απ’ εκεί εσέν θα παίρω.

Κόρ’ εγώ είμ’ ο Μάραντον, εγώ είμαι ο άντρα σ’. - Πέει με σημάδιâ τ’ οσπιτί’ μ’ κι ατότε να πιστεύω.

- Μήλον έ≤εις ‘ς σην πόρτα σου και κλήμαν ‘ς σην αυλίτσα σ’. - Πέει με σημάδιâ του κορμί’ μ’ κι ατότε να πιστεύω.

- Ελαίαν έ≤εις ‘ς σο μάγουλο σ’, ελαίαν ‘ς σην μασκάλεν. - Καλώς, καλώς τον Μάραντο μ’, καλώς κι απ’ όθεν έρθες.

Αγαπητός ήρωας της βυζαντινής εποποιίας που ζει ως σήμερα χά-ρηστη πιστή μνήμη του Ελληνικού Λαού και κυρίως των Προ-

σφύγων είναι ο Μάραντον, τον οποίο τη μέρα του γάμου του το χρέος τον καλεί να πάει στην στρατείαν.

12

Page 13: Mousiki Ekdilosi Serres

Οι εμφύλιες αυλικές συγκρούσεις για την διαδοχή στο ύπατο αξίωματου Αυτοκράτορα, η εσωτερική αναρχία, οι οικονομικές ατασθα-

λίες, η δυσαρέσκεια του λαού για την οικονομική κατάρρευση και για τις συνεχείς επιστρατεύσεις εξαιτίας των προσωπικών τους φιλόδο-ξιών, οι αυξανόμενοι φόροι, η κρατική αδιαφορία των προβλημάτων του λαού αλλά και η κατάργηση του προνομιακού νόμου των Ακριτι-κών Θεμάτων, που είχε ως αποτέλεσμα την παράλυση της προστα-σίας των ανατολικών συνόρων, οδήγησαν τον αυτοκράτορα Διογέ-νη Ρωμανό το 1071 στην ταπεινωτική ήττα της μάχης του Μαντζικέρτ από τους Σελτζούκους και την σταδιακή αποδυνάμωση των Βυζαντι-νών εδαφών. Οι αντιστάσεις των τοπικών αρχών, χωρίς την βοήθεια του Εθνικού Κέντρου, ήταν ανεπαρκείς. Πολλά ήταν τα αθώα θύματα του εξισλαμισμού της σαρωτικής εξάπλωσης των Σελτσουκικών Εμι-ράτων. Στον Πόντο η αντίσταση του Στρατηγού Θεοδώρου Γαβρά και ο μαρτυρικός του θάνατος, το 1098 στη Θεοδοσιούπολη, ευαισθητοποί-ησε τον Ποντιακό Ελληνισμό αλλά και την Μεγάλη Εκκλησία, το Οι-κουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο τον ενέταξε στην κοινότητα των αγί-ων. Η αποκοπή επικοινωνίας με την Βασιλεύουσα, ο κίνδυνος κατά-ληψης όλων των εδαφών του Πόντου απο τους ανατολικούς εχθρούς, ανάγκασαν ορισμένους στρατιωτικούς τοπάρχες στην ανεξαρτητοποί-ηση. Ένας από αυτούς ήταν ο ανιψιός του Στρατηγού Θεοδώρου Γα-βρά ο Κωνσταντίνος Γαβράς, ο οποίος το 1126 ανακήρυξε τον εαυτό του ανεξάρτητο ηγεμόνα του Πόντου, με πρωτεύουσα την Τραπεζού-ντα. Το τραγούδι του Κωνσταντίνου Γαβρά αναφέρεται στην καταστρο-φή που υπέστει ο στρατός του από το κρύο και τα χιόνια υπερασπιζό-μενος την περιοχή του Σταυρίν που βρίσκεται στα υψώματα της ορο-σειράς του Κουλάκ και της Ματσούκας.

-Τραγώδ’ Γαβρά, τραγώδ’ Γαβρά, νε Γάβρο Κωνσταντίνε- - Εμέν κι πρέπ να τραγωδώ, μοιρολογώ κ’ εσ’ άκ’ σον Και έμπ’ απεσ’ ’ς σο μοναστηρ’ κ’ έναν κερόπον άψον Αν έρτ’ ο Μαρτ’ ς ο μάραντον κι Απρίλης ο φονέας, Αν λιούντανε τα χιόνια και φαίν’ νταν τα ρακάνια

Πάσαν τζατζίν σκουλλίν μαλλίν, πάσαν ορμίν’ κορμία, Πάσαν λιθάρ’ κρέας παρτσιάν και πάσαν τόπον φρούχνα

και πάσαν παραπόταμον χερέαν πάει το γαίμαν. Ερχουν μανάδες κ’ ερωτούν και ντο τζοάπ’ θα δίγω

Ερχουν χοράδες και ορφανά και ντο ν’ απηλογούμαι.

Τραγώδ’ Γαβρά

13

Page 14: Mousiki Ekdilosi Serres

Πάρθεν η Ρωμανία

Έναν πουλίν καλόν πουλίν, εβγαίν’ από την Πόλην, ουδέ ‘ς σ’ αμπέλâ κάθεται, ουδέ ‘ς σα περιβόλâ.

Επήγεν και εκόνεψεν ‘ς Αγια Σοφιάς τον κάστρον. Εσείξεν τ’ έναν το φτερόν, ‘ς σο αίμαν βουτεμένον, εσείξεν τ’ άλλο το φτερόν, χαρτίν έχει γραμμένον.

Ατό κανείς κ’ ενέγνωσεν, ούδ’ ο μητροπολίτες. ‘Εναν παιδίν, καλόν παιδίν, έρχεται κι αναγνώθει.

Σίτ’ αναγνώθει, σίτâ κλαίει, σίτâ κρούει την καρδίαν: «Αϊλί εμάς, να βάι εμάς, πάρθεν η Ρωμανία.»

Ν’ αϊλί εμάς, να βάι εμάς, πάρθεν η Ρωμανία Μοιρολογούν τα εγκλησιäς, κλαίγ’νε τα μαναστήρâ κι Άη Γιάννες ο Χρυσόστομον κλαίει, δερνοκοπισκάται. - Μη κλαίς, μη κλαίς ‘Αη Γ’ιάννε μου και δερνοκοπισκάσαι. - Η Ρωμανία πέρασεν, η Ρωμανία πάρθεν. - Η Ρωμανία κι αν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο.

Ο Σουλτάνος Μεχμέτ μπήκε στην Βασιλεύουσα, αλλά δεν μπήκε στην ψυχή του γένους. Η αυτοκρατορία πάρθηκε προσωρινά η

Πατρίδα όχι. Η ψυχή του γένους υπήρχε. Ο σπόρος της λύτρωσης, ο εργάτης για τον οποίο μιλούσε η προφητεία: «Η Ρωμανία πέρα-σεν η Ρωμανία πάρθεν, Θέλ’ από θεού μάστοραν και ασ’ σην γην εργάτεν», υπήρχε και περίμενε. Ήταν ο υπόδουλος Ελληνισμός που προκάλεσε την έκρηξη του 1821.

14

Page 15: Mousiki Ekdilosi Serres

Πάρθεν η Ρωμανία

Έναν πουλίν καλόν πουλίν, εβγαίν’ από την Πόλην, ουδέ ‘ς σ’ αμπέλâ κάθεται, ουδέ ‘ς σα περιβόλâ.

Επήγεν και εκόνεψεν ‘ς Αγια Σοφιάς τον κάστρον. Εσείξεν τ’ έναν το φτερόν, ‘ς σο αίμαν βουτεμένον, εσείξεν τ’ άλλο το φτερόν, χαρτίν έχει γραμμένον.

Ατό κανείς κ’ ενέγνωσεν, ούδ’ ο μητροπολίτες. ‘Εναν παιδίν, καλόν παιδίν, έρχεται κι αναγνώθει.

Σίτ’ αναγνώθει, σίτâ κλαίει, σίτâ κρούει την καρδίαν: «Αϊλί εμάς, να βάι εμάς, πάρθεν η Ρωμανία.»

Ν’ αϊλί εμάς, να βάι εμάς, πάρθεν η Ρωμανία Μοιρολογούν τα εγκλησιäς, κλαίγ’νε τα μαναστήρâ κι Άη Γιάννες ο Χρυσόστομον κλαίει, δερνοκοπισκάται. - Μη κλαίς, μη κλαίς ‘Αη Γ’ιάννε μου και δερνοκοπισκάσαι. - Η Ρωμανία πέρασεν, η Ρωμανία πάρθεν. - Η Ρωμανία κι αν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο.

« Αητέντς επαραπέτανεν»

Αητέντς επαραπέτανεν ψηλά ‘ς σα επουράνâ και τα τ«αγκία τ’ κόκκινα και το τ®αρκούλ’ν ατ’ μαύρον εκράτ΄ νεν και ‘ς σα κάρτζια του παλληκαρί βρα≤ιόναν.

-Αητέ μ’, για δώσ’ μ’ άσ’ σο κρατείς, για πέει με όθεν κείται. - Ασ’ σο κρατώ κι δίγω σε, άρ’ όθεν κείται λέγω.

Ακεί ‘ς σο πέραν το ρα≤ίν ‘ς σ’ αλάτ’ επ’ εκεί μέρος μαύρα πουλία τρώγ’ν άτον και άσπρα τριυλίσκουν. Φατέστε, πουλιά μ’, φατέστε, φατέστε τον γαρίπην,

‘ς σήν θάλασσαν κολυμπετής, ‘ς σ’ ομάλâ πεχλιβάνος, ‘ς σο πόλεμον Τραντέλλενας, Ρωμαίικον παλληκάριν.

Σε περιόδους ειρήνης πεθαίνουν Φυσιολογικά οι γονείς και τους θάβουν τα παιδιά τους. Σε περιόδους πολέμου συμβαίνει το αντίθετο.Σκοτώνο-

νται τα παιδιά και τους θάβουν οι γονείς.Υπάρχει και περίπτωση να σκοτώ-νονται τα παιδιά μακριά στις βουνοκορφές, στις χαράδρες, να παραμένουν άταφοι και ανώνυμοι. Σ’αυτά τα παλικάρια αναφέρεται το τραγούδι Αητέντς. Είναι ο ύμνος στον άγνωστο στρατιώτη.

15

Page 16: Mousiki Ekdilosi Serres

Δύο σύμβολα Θρησκευτικά. Ο σταυρός σύμβολο της πραγματικής θρησκείας στα κρυφά και το μισοφέγγαρο σύμβολο της Τυπικής θρησκείας στα φανερά. Ο Xριστός στην καρδιά και ο Μωάμεθ στα χείλη.Από το 1338 οι κρυπτόχριστιανοί της Μ. Ασίας δοκιμάζονται από την οθωμανική βαρβαρότητα στο καθημερινό επικίνδυνο το παιχνίδι της ζωής και του θανάτου. “Τρία κορίτσια είχα. Την ημέραν εστείλ’να τα’ς σο τουρκικόν το σχολείον κι από βραδύς εγώ κ’ η μάννα τουν εποίναμ’ τα Ελλενικά μαθήματα! Όλον την ημέραν κοράν και την νύχταν Ευαγγέλιον! Θέμ’ να ελεάς μασε κ’ εμας τα’αμαρτωλούς! Ντο εποίκαμε και ς’ σην Αφρικήν οι άγριοι κι ανημέρωτοι ανθρωποφαϊοι ελεύθερα πιστεύνε σ’οφίδια και τα φοθράκας κ’εμείς κ’ επορούμε να πιστεύομε τονΧριστόν! Ήμαρτα, ήμαρτα.Αφκά’ς σην Γην εχτάλεψαν κ’ έχτισαν έναν εγκλησίαν, εμπαίν τς απέσ’ και χαντιλιάουνταν τ’ομμάτια σ’!Τα εικόνας τα καντήλας ούλια χρυσά!Κάθαν χρόνον την Μεγάλ’Σαρακοστήν φέρνε Κρυφά είναν ποπάν και εξομολογά και κοινωνιζ’ ατσε. Ατοίντ’ς τοι κρυφούς, τοι χριστιανούς, έλεγαν ατ’ς «κλωστούς» και «γυριστούς» και «δίπιστους». Εμείς οι σημερ’ νοι οι Ρωμαίοι πρεπ’ να λέγομ’ ατσε Αγίους!Τσίγκι κείν’ εξέρνε ντο υπέφεραν να κρατούνε δύο πίστας και να βοηθούν όσον ντο επορούν τοι Χριστιανούς...Ούνταν εθάρρεσαν έρθεν η σειρά ‘θε να φανερούνταν ντο είναι χριστιανοί, ποσ’ νοματοί για την χριστιανωσίνιαν εσκοτώθαν! Πόσ’ νοματοί επέθαναν σα φυλακάς! Ποσ’ νοματοί εχάσαν τα θέσεις ατούν ‘ς σο Χοκιμάτ’, εχάσαν τα μαγαζία ‘τουν, τα’ οσπίτια τουν και φτωχοί και παντέρημοι, ερούξαν ‘ς σα στράτας! Ντο έσυραν οι Σταυρέτ’ είνας Θεός εξέρ’ ατό. Ακόμαν ‘ς σην Τσίτεν ‘κι ενέσπαλαν τον Χαράλαμπον-τον Α’ιε Χαράλαμπον πρέπ’ να λέγομ’ ατόν! Εκατόν χρόνια ‘κ εν α σου εφανερώθεν χριστιανός. Οι Τούρκ’ εντώκαν’ ατόν, εφοβέρτσαν ατόν και τα υστερνά εκρέμασαν ατόν, σ’ Άρδασσας το γεφύρ’ αφκά.

16

Page 17: Mousiki Ekdilosi Serres

Το τραγικό κεφάλαιο των κρυπτοχριστιανών του Πόντου παραμέ-νει ως τις μέρες μας επίκαιρο και ζωντανό. Οι κρυπτοχριστιανοί

του Πόντου , που δεν μπόρεσαν με βάση τη συνθήκη της Λωζάννης το 1923 να έρθουν στην Ελλάδα, επειδή το κριτήριο της ανταλλαγής ήταν μόνο η θρησκεία και οι Ποντιόφωνοι μουσουλμάνοι είναι το προζύμι του λαθρόβιου Ελληνισμού, κατά τον αγωνιστή της επανά-στασης Γιάννη Μακρυγιάννη, σ΄ όλη τη Μ. Ασία.

Επήγαμε εμείς ’ς σον Πόντον κι εί ίνας χότζας οξοπίστ’ Ντο θέλτς είπεμε γερίτσο, γιατί κλαίς και εμάς τερείς

Πώς εξέρτς την καλατζή μουν, Πόντιος είσαι εσύ;Γιατί ψαλαφάς γερίτσο απ’ εμάς έναν κερίν;

Γιατί ψαλαφάς Τουρκίτσο απ’ εμάς έναν κερίν;

Πόντιος είμαι Ρωμαίος , το κερίν θα φτάω εγώΤη Σουμέλα Παναγία, κλίσκουμαι και προσκυνώ

Ας σ’ χωράμε ο Θεόν, το ρωμαίικον θα κρατώ Την ημέραν είμαι χότζας τη βράδυν θα λειτουργώ

Είμαι Πόντιος Ρωμαίος

17

Page 18: Mousiki Ekdilosi Serres

“ Σώνα μ’ μη τυραννίεσαι “

Σώνα μ’ μη τυραννίεσαι και μ’ έεις βαρύν καρδίαν. θ΄ αλλάεις το χρυσόν τ’ όνομα σ’ και τούρκικον θα βάλεις.

θα παίρ΄τς άντραν ολόχρυσον, χριστιανόν παιδίν εν’ ‘ς σα φανερά Μαχμούτ αγάς και ‘ς σα κρυφά Νικόλας

‘ς σό Μοναστήρ’ μεσανυχτί θα πάτε στεφανούζ’νε.

Εμέν λέγ’νε Νικόλ’ογλή και τ’ όνομα μ’ εν Γιάννες, καλλίον ας επέθανα κι εσέν να μ’ είχα ειδέναι. Εμινέ έλα ς’ σο παραθύρ’ εσένα κατ’ θα λέγω

τ’ Αε- Σωτήρας τη βράδυν θα παίρω σε και φεύω.

‘Σ σην Πόλιν εσουμαρλάεψε ασημένâ φιλιάδες γιατί χωρίζ’ μας ο Θεόν και α ση γειτονάδες.

Εμείς ας εχωρίγαμε εδέβαν πολλά χρόνâ τ’ αρωθυμίας τα πολλά επλέθεναν τα πόνâ.

18

Page 19: Mousiki Ekdilosi Serres

“Βαλκανικοί Πόλεμοι”

Η Σερβία, το Γαρατάγ, Ελλάς κι η Βουλγαρία εσκάλωσαν τον πόλεμον για την ελευθερία.

‘ε ση Μπαλκανί τον πόλεμον θα πάμε πολεμούμε

τ’ ελλενικά στρατεύματα θα πάμε βοηθούμε.

Ερχίνεσεν ο πόλεμον για την ελευθερίαν τ’ Ελλάδας ξαν’ εγέντανε Θράκη, Μακεδονία.

Οι βαλκανικοί πόλεμοι αναπτέρωσαν το ηθικό των αλύτρωτων Ελλήνων του Πόντου. Μαζί με τα Δώδεκα Ευζωνάκια και το

Απορώ Μακεδονία που τραγουδούσαν στα σχολεία, στις παρέες και στα παρακάθια εκφράζανε μουσικά τους μύχιους πόθους τους, καθώς και με δίστιχα που ήταν ξεσπάσματα της στιγμής.

19

Page 20: Mousiki Ekdilosi Serres

Στις 16 Ιουλίου 1916 ο Γερμανός πρόξενος της Αμισού Kuckhoff ενημέρωσε με λεπτομερή έκθεση το Υπουργείο Εξωτερικών, στο

Βερολίνο, για την τραγική κατάσταση των Ελλήνων του Πόντου και το σατανικό σχέδιο εξόντωσης τους: « Από αξιόπιστες πηγές ολόκληρος ο ελληνικός πληθυσμός της Σινώπης και της παραλιακής περιοχής της επαρχίας Κασταμονής έχει εξοριστεί. Εξορία και εξολόθρευση είναι στα τουρκικά η ίδια έννοια, γιατί όποιος δε δολοφονείται πεθαίνει ως επί το πλείστον από τις αρρώστιες και την πείνα»

Δίστιχα της εξορίαςΣκοτία πίσα έτονε έκ’ σα αγρά λαλίας

Οι Τούρκ’ σερεύ’ νε τοι Ρωμαίοι στείλνε’ς σα εξορίαςΕπέραμ’ στραταν φεύομε’ κι ξέρω μέρ’ θα χάμες

Την νύχταν κοπανίζ’ νε μας τζετέδες τζανταρμάδεςΕκλώστα οπίσ’ ετέρεσα οι Τούρκ’ παίρ’νε το βίο μ’

Εχάσα τ’ οσπιτόπο μου καίγεται το χωρίο μ’

’Σ σα ράχια και ’ς σα βουνά κι απέσ’ ‘ς σα πολιτείαςΠολλοί ρωμαίοι εχάθανε μακρά ’ς σα εξορίας

Ντ’ εγέντανε και οι Σαντέτ’ τ’ εμόν οι γειτονάδες Ατοίν ταφία εγόμωσαν τ’ Ερζερουμί τα’ οβάδες

Εγώ την Κρωμ’ ερώτεσα, ντο είν’ ατα τα χαλε σ’Που είν’ τα κρύα τα νερά σ’, που είν τα παλικάρεσ’.

Ατέ εκλώστεν είπε με απέσ’ α ’ς σην καρδίαν Ημ’ σοι επή’αν ‘ς σ’ ασκλερλούκ, κι άλλ ’ς σην εξορία.

‘Σ σην Πάφραν τρανόν αψίμον, και βρούλαν ‘ς σην Σαμψούντανκι άλλο τρανόν το βάϊνασιν , απέσ’ ’ς σην Κερασούνταν.

Ρωμαίοι πολλοί εχάθανε , σ’ Ερζερουμί τα δρόμεΝα πάνε και να να μη κλώσκουνταν εκείν’ τα μαύρα χρόνε.

20

Page 21: Mousiki Ekdilosi Serres

Μετά τους διωγμούς, τα τάγματα εργασίας, τις εκτοπίσεις και δολοφονίες, οι Τούρκικες αρχές αποφάσισαν να χτυπήσουν τη

ψυχή της Ελληνικής Εθνικής Αντίστασης, τους αντάρτες σωτηρίας του Πόντου, που μάχονταν για το δικαίωμα τους, ως αυτόχθονες να ζουν ειρηνικά, δημοκρατικά και ισόνομα με τις υπόλοιπες εθνότητες στον τόπο που έζησαν τρείς χιλιάδες περίπου χρόνια.

ο Κοτζαναστάς

Άμον τον Κοτζαναστάς , ‘ κι θ’ ελέπ’ ς όθεν κι αν παςΈτονε σταυραετός , των προσφύγων ο Θεός

σ’έναν χέρ’ είχεν σταυρόν και ’ς σο άλλον τον κανόν’

Ατός έτον’ λεοντάρ’, τη Παφράς το παλικάρ’Τον Πόντον απέσ’ σην ψήν, είχεν σην ταραμονήνΈτον για να γουρταρεύ’, άμαχους να προστατεύ’.

«Την πατρίδαν ατ’ που χάν, έχ’ αγιάτρευτον γεράνμε τα δόντια σ’ να κρατείς, τα χωράφα σ’ και τη γη σ’ Τη σημαία σ’ κρατ’ σο χέρ’ και με τ ‘άλλο το μαχαίρ’»

Λόγια τη Κοτζαναστάς, θα θυμάσαι όθεν πας.

21

Page 22: Mousiki Ekdilosi Serres

Σ’ολόκληρο τον Πόντο περιόδευε ο Θάνατος. Από τη Ρωσία η ελληνική πρεσβεία στην Πετρούπολη πληροφορούσε το Υπουργείο

Εξωτερικών για την τραγική κατάσταση των κατοίκων της περιφέρειας Τραπεζούντας “... Την 15ην Απριλίου οι κάτοικοι των 16 χωριών της περιοχής Βαζελώνος, περιφερείας Τραπεζούντας, άπαντες Έλληνες, λαμβάνοντες διαταγήν των τουρκικών στρατιωτικών αρχών να φύγωσιν εις το εσωτερικόν της Αργυρουπόλεως και φοβηθέντες μη έμελλον καθ’οδόν να σφαγώσιν, καθ’ον τρόπον είδον σφαγέντας τους Αρμενίους, εγκατέλειπον τας κατοικίας των και εισήλθον εις τα δάση, ελπίζοντες να σωθώσιν εκ ταχείας τινός προελάσεως του ρωσικού στρατού. Εκ τούτων, εις 6.000 ανερχομένων, 650 κατεέφυγον εις την μονήν Βαζελώνος, εις ην προϋπήρχον και άλλοι 1.500 εκ Τραπεζούντος πρόσφυγες, 1.200 εισ΄λθον εις εν μέγα μέγα σπήλαιον του χωρίου “Κουνάκα” και οι λοιποί διεσκορπίσθησαν εις τα ανά δάση σπήλαια και τας διαφόρους κρύπτας. Άπασαι αι οικίαι των χωρίων τούτων ελεηλατήθησαν και αι περιουσίαι διηρπάγησαν υπό του τουρκικού στρατού. Οι εν τω σπηλαίω της Κουνάκας κρυβέντες, αναγκασθέντες εκ της πείνης, μετά συνθηκολόγησιν, παρεδόθησαν. Εκ τούτων 26 γυναίκες και νεανίδες ίνα αποφύγωσιν την ατίμωσιν έρριψαν εαυτάς εις τινα ποταμόν κείμενον παρά το χωρίον Γέφυρα και παρά τας προσπαθείας των άλλων, προς σωτηρίαν των, επνίγησαν...”Οι Ελληνίδες δεν μπορούσαν να γίνουν δούλες. Προτίμησαν το θάνατο της ελευθερίας από την ταπεινωτική ατίμωση και σκλαβιά.

Δούλα ‘κ επορώΚύρ και μάναν εγώ ‘κ έχω, είμαι ορφανόν ‘ς σα ραχία και τη Μπάφρας όλο μοναχόν

Αφεντάδες ξάει ‘κι θ΄λεω, ούτε προσκυνώκόρη τη ελευθερίας , δούλα ‘κ επορώ.

Αρμογάζ, λέν’το χωρίον, να λελλεύω ατόκι αν επαίρα να ‘ς σο ψ’ηόπο μ’πάντα έχ’ατό.

Αφεντάδες ξάει ‘κι θ΄λεω, ούτε προσκυνώκόρη τη ελευθερίας , δούλα ‘κ επορώ.

22

Page 23: Mousiki Ekdilosi Serres

Μια ασύλληπτη Οδύσσεια ήταν το ταξίδι τους ως την Ελλάδα. Κανένα μαρτύριο δεν έλειψε να φανεί εκεί πάνω, από την πείνα,

τη δίψα, την εξάντληση ως την ψείρα, τη βρωμιά, και την αρρώστια. Όσοι πέθαιναν τους έριχναν στη θάλασσα. Οι νεκροί άφηναν συχνά την τελευταία τους πνοή μέσα σε ξένες αγκαλιές.

ΚαράπουρουνΘάλασσα , Μαύρη Θάλασσα, μη γίνεσαι θερίον

‘ς σην Ελλάδαν αχπάσκουμες, χαμέλυνον ολίγον.

Τζόλ’ κι έρημον Καράπουρον, τριγύλ’ τριγύλ’ ταφίαΑνοίξτε και τερέστ’ ατά, όλα Γαρσί παιδιά

Σην Ελλάδαν πα έρθαμε ση Θράκης το χαβάσιΤο τζόλ και το Καράπουρούν έφαεν και ν’ εμάς –ι.

Σην Ελλάδα πα έρθαμε και σα ζεστά τα μήναςΕνέσπαλαμ’ το βούτορον κι εμάθαμ’ τα κινίνας.

Ε ρίζαμ’… Άτόσον μόνον άς, λέγω σε.. Τριακόσ’ ανθρώπ’ έτον ή παρχανά τη χωρί έμουν …Τριακόσια ψ’ ήα..αφκά σό γιαλόν

ούμπου επέρμέναμε τά παπόρια να έρχουνταν παίρνε μας.. επέθαναν 92…μετρεμέντς έχ’ άτς. 92 μικροί τρανοί αγούρ’ γυναίκ’..Εκατόν δύ νομάτ’ επέθαναν, κωφόν τα’ ωτίν ντ’ ακούει ατό, σό τζιόλ το Σελιμιγέ..Άλλ’ εδώκαν την ψ’ ήν ατουν απάν σό παπόρ και έσυραν ’ς σήν θάλασσαν…εξέρτς πόσ’ νομάτ’ έρθαμε αδά οσήμερον; …Ογδόντα… Ογδόντα…(κλαίει…) α ση τριακόσ’ Απόσπασμα από το θεατρικό έργο του Φίλωνα Κτενίδη. Η αποθήκη της Στοφορίνας. Θεσσαλονίκη (1955). Σ.19

23

Page 24: Mousiki Ekdilosi Serres

“Η Καμπάνα του Πόντου” Αποσπάσματα του Φίλωνα Κτενίδη

Έναν πουλίν, μαύρον πούλιν, μαύρον άμον την νύχταν,ολονυχτίς τριγύριζεν γύρω τα καστροπόδια,

π’επέμναν έρμα κι άκλερα, γομάτα κολισιάφτρας …Ολονυχτίς τριγύριζεν, μέ τα φτερά ‘νοιγμένα,και επεστάθεν τήν Αυγήν, κ’ εκατσέν ‘ς έναν άκραν μονάκριβου παρασταρί, δίχως επανωθύρι,απομεινάρ τη Παλατί, κιντέας ντ’εγομώθεν.Τερεί απάν’ τερεί αφκά, τερεί οπίς και έμπρα…μακρογουλίζ, καλοτερεί ΄ς Ανατολήν και Δύσην,κι ΄αρχινά να μοιρολογά, μ’ανθρώπινον λαλίαν…«Εσείν πλακία άχαρα, μάρμαρα απαρδάλα με μονοκέφαλους Αετούς και Μίτρας Βασιλάδων μ’εγκόλπια Πατριαρχών, και Σταυρά Δεσποτάδων,με τα σπαθία στρατηγών, παντέρας καπετάνιων.Μάρμαρα, ντο σκεπάζετεν ολόεν έναν Έθνοςαποσκεπάστεν βλαβικά τ΄άγια τά ταφιά!το χώμαν θ’ευκαιρώνει ατό τ’ανάλαφρον αέρας,ντ’εβγαίν’α σό ανάσυρμαν κι α σό μαύρον το κλάμαν.…ν’εβγαίνε οι αποθαμμέν ‘οι ζωντανοί ν’…εμπαίνε…

«Ανοίξτεν νέα μνήματα και παλαιά ταφία,ανοίξτεν σιδερόπορτας τη Αδ’ αραχνιασμένα,ανοίξτεν κλειστά στόματα, δίχως γλώσσαν και χείλα,ανοίξτεν χέρια άκλερα κι’ αγκαλιάς οστουδένια ….εσκέρται τ’ αίμαν το χουλέν, ντ’ εφέκετεν ‘ς σόν κόσμον….

24

Page 25: Mousiki Ekdilosi Serres

«Αποθαμμέν’ θα απομέν’, αδά όπου ετάφαν χιλιάδες χρόνια φύλακες, και μέρες μυριάδες ..και άλλ’ατόσα κι ‘αν διαβαίν ‘, θα μέν και θα περμένε,θα αναμένε την Λαμπρήν και το Χριστός ‘Ανέστη ….θα αναμέν τον γυρισμόν και τη Ξενιτεμένε.«Εσάς αλλού θα στείλω σας, άλλο λαλεί σας χώμαν…άλλο γραμμένον έχετε κ’ η Μοίρα σουν έν ‘άλλο.

Θεέ μ’, δείξον την δύναμην σ’ Χριστέ μ’ ποίσον το θάμα σ’ποίσον με ποταμόπετραν βαρύν τη καταράχτε ποίσον με σπέλιας κατωθυρ, ‘ς σην γην καταχωμένον ποίσον με ασάλευτον ραχίν, άμον τα Λειβάδια θεέ μ’ποίσον με ήντιαν θέλ’ς, μόνον ’ς σον τόπον αφ’σμαι Αφ’ σμαι αδά να θάφκουμαι ‘ς σον τόπον ντ’εγεννέθα.‘ς σον τόπον οπού έθαψα, την μάναν και την κύρη μ’.

25

Page 26: Mousiki Ekdilosi Serres

Eναν μαύρον ημέραν εκούιξεν εις απες σο σπέλ’: Οι μανάδες ντο έχ’νε μικρά μωρά να εβγαίνε οξιοκά ασο σπέλ’. Ο Ευκλείδης

κατ’ εν’ να λεει ατ’ς. Έβγαισα. Καμίαν να μη επροφτάνα κι έβγαινα. Ετοπλαεύταμε εκεί. Πόσοι νομάτ’ έμνες κι θυμούμαι. Έρθαν ουλ οι τρανοί. Ο Ευκλείδης στεναχωρεμένος και με το κιφαλ’ κατιβασμένον. Εμεν εσέβ’ εμεν το βούι-βούι. Κάποιον κακόν έβρε’ μας ξαν, έλεγα εγώ εμέν. Επαίραμε έναν βαρύν απόφασιν, είπεν και θέλομε ν’ακούτ’ατο κ ‘εσεις και ν’αποφασίζετε για το καλόν τη χωρί. Οι Τουρκάντ’ εγομώθαν σ’ορμάνια και πολλά ‘ κι θα επορούμε να στέκομε απές σο σπέλ’. Πρέπ’ να φεύομε κι απόθεν επορούμε να φεύομεν, εν’μανάχον το ποταμ’.Ατό θα γίνεται απές σην νύχταν. Αν κουβαλούμε τα μωρά με τ’ εμάς, ατά θα κλαίγ’νε και θα παίρ’νε χαπέρ οι Τουρκάντ’ και κανάν ΄κι θα αφήν’νε με την ψ’ην. Αν σπάζωμε τα μωρά, θα γουρταρεύκουμες ουλ’. Ντο ακούν τα ‘ ωτία μ’; Ντο είν’ατά ντο λέγνε, παλαλωσύνιας; Ο Σπυριδόπον Εσκώθεν. Εμέν είπεν σπάξτ’εμε, το παιδίν ‘κι δίγ’ατο. Κλαίμε, βαρκίζομε, ατό ‘κι γίνεται. Έλενε, είπαν εμε, εσύ θ’αποφασί’εις για το παιδί σ’ για τον άντρα σ’. Εχάσα τα’αχούλι μ’ ‘κι επόρεσα να καλατσεύω. Τρέχω αφ’κά σ’ορμίν, τρέχω, κλαίγω, βαρκίζω.Θεέ μ’, έπαρ ‘εμέν και άφ’σον τον άντρα μ’ αφ’ς το παιδί μ’, κλαίω, βαρκίζω. Θεέ μ’ ντ’ έτον αγούτο το κακόν Θεέ μ’. Πόσον εστάθα εκεί αφ’κα κι ξέρω. Έρθεν η Αποστολιδάβα η Σοφία εύρε’με. Εφτουλίγουμνε.Επαίρεν’ με, εσκώθαμε κι εγυρ’τσαμε ’ς σο σπέλ’. Ο Αριστείδης χαπέρ ’κι επαίρεν, εκαίγουτον α σον πυρετόν. Επαίρα το μωρόν ’ς σην εγκάλια μ’ να βυζαλίζ’ ατο. Σπίγγω, τερώ ατο απές σ’ομμάτια και λέω εγώ εμέν: Όχι , όχι,’κι επορώ να δίγ’ατο, κι επορώ.

Ετέρεσα τον Αριστείδην, εβάρκιξα. Θεέμ’,΄κι επορώ βοήθα΄με! Ποίον κλαδίν να εφτάγω γουρπάν!΄Κι επορώ! Ελίγωθα κι επέμνα. Όταν έρθα σα συγκαλά μ’, εκλώστα ετέρεσα τον Αριστείδην. ’Ετον σο γιάν’ιμ’, άμα το μώρόν πουθέν ΄κι έτον!Βαρκίζω, κουίζω, τρέχω οξιωκά α σο σπέλ΄.΄Κι επρόφτασα το μωρό μ’. Ν’αϊλί εμέν, έχασα το μωρό μ’. Κλάιγω, φτουλίγουμαι και παρακαλώ τον θεόν, γιατί’ κι επαίρνεν εμένα. Ντον κακόν εποίκα ΄Τον ΄κι ατόσον πολλα βασανιζ’΄με.

26

Page 27: Mousiki Ekdilosi Serres

“ Tα ραχία τη Άγκυρας”

Τα ραχία τη Άγκυρας λιθάρα και πουρνάρα αιχμάλωτος έμνε ‘ς σ’ ατά με άλλα παλληκάρια

Οι Έλλενοι ‘ς σην Άγκυραν κουρμπάν ατοίν εγένταν κι οι Άγγλ’ που έστεσαν τουζάκ πουθέν και ξάι κι φαίνταν’

Σούκ’ Λεωνίδα κ’ έλεπον εσύ ας’ σην Λαμίαν ‘ς σην Άγκυραν τοι Έλλενους εποίκανατς θυσίαν

Τα ραχία τη Άγκυρας γκρεμοί και μονοπάτια εκεί συντρόφ’ εχάθανε κάρδια μ’ γίνον κομμάτια

Μετά τους διωγμούς, τα τάγματα εργασίας, τις εκτοπίσεις και δολοφονίες, οι Τουρκικές αρχές αποφάσισαν να χτυπήσουν την

ψυχή της ελληνικής εθνικής αντίστασης, τους αντάρτες σωτηρίας του Πόντου, που μάχονταν για το δικαίωμα τους, ως αυτόχθονες να ζουν ειρηνικά και δημοκρατικά και ισόνομα με τις υπόλοιπες εθνότητες στον τόπο που έζησαν τρεις χιλιάδες περίπου χρόνια.

Αντάρτικο (Ευκλείδης)

Εφτά χρόνια ‘ς σ’ ανταρτικά, ‘ς ση Σάντας τα ραχία εφτά χρόνια τυράννιζεν τα τούρκικα τα ψ’ήα. Τη Ισμαήλ τα πρό’ατα και τη καλφά τ’ αρνία καβουρμάδες εγέντανε ς ση Σάντας τα χωρία.

Ατός που ‘κι εφογούτονε σπαθιά και μάχαιρα πως έντονε και ν’ ερρούξεν’ ‘ς ση χάρονος τα χέρα.

Ευκλείδη μ’ τα παληκάρα σ’, εσέναν αραεύνε όθεν στέκνε και κάθουνταν, μοιρολογούν και κλαίγ’νε.

Ευκλείδη μ’ πως εσκοτώθες, η λάλâ σ’ ‘κι ακουσκάται τ’ όνομα σ’ ζει και βασιλεύ, καμίαν ‘κι θα χάται.

(Ευκλείδης)

27

Page 28: Mousiki Ekdilosi Serres

Μακάρι να’ χα άλλον τρόπο ν’ αλαφρώσω το χρέος μου, να μερέψω τον πόνο μου για την γή των γονιών μου, για την

πατρίδα μου τον μαρτυρικό Πόντο. Μ ‘όλο το θαυμασμό μου, την λατρεία μου και ο σεβασμό στην πρώτη προσφυγική γενιά και χρέος στις επόμενες παραδίδω αυτόν τον δίσκο μη μπορώντας να κάνω τίποτε περισσότερο. Είναι τα λόγια του αθεράπευτου νοσταλγού της αλησμόνητης Πατρίδας Χρήστου Χρυσανθόπουλου που δε πρόφτασε να προσκυνήσει το σπίτι της Ολασέτσας μάνας του και τον Γαλιανίτε Πατέρα του. Το χρέος αυτό το πραγματοποιούν γι’ αυτόν οι καρδιακοί φίλοι του. Ανάβουν και γι’ αυτόν ένα κερί και συνεχίζουν να γράφουν στίχους και να τραγουδούν η «Ονέρια, Πόνε, Τάματα»

“Πάντα θυμούμαι και πονώ”

Πάντα θυμούμαι και πονώ τη Πατρίδας τον τόπον Ο νούς –ι-μ- επέμνεν εκές κ’ αδά εν τo κορμόπο μ’ Τα δάκρια τρέχνε ’ς σο κατσί μ’ και λύετ’ η καρδία μ’ Σ’ έρημον την Πατρίδα μου κ’ ευρίουμαι καμοίαν Αν αποθάνω θάψτε ‘με ‘ς ση θάλασσας το γούμ’ Να κρούει τ’ αλκάν και παιρ’ και πάει και στείλ’ με ‘ς σο Σοχούμ

Επωδός

Πατρίδα μ’ ξαν Πατρίδα μ’ άλλο εσέναν ‘κ είδα Ας επά’ να τα χώματα σ’ κ’ εκεί την ψ’ ή μ’ εφήνα

28

Page 29: Mousiki Ekdilosi Serres

Ο μεγάλος Χρύσανθος το 1989 στο αφιερωματικό ταξίδι του στον Πόντο ευτύχισε να συνεορτάσει μαζί με τους Ποντιόφωνους

μουσουλμάνους αδελφούς μας στα παρχάρια της Κατίρκαγιας. Αυτό το αντάμωμα ζωντάνεψε μέσα του τις μνήμες που κουβαλούσε στα χρωματοσώματά του και δικαίωσε την παρουσία του στον κόσμο των θνητών. Η λάμψη της πατρίδας έκανε τον μακρύ ανηφορικό του δρόμο να μοιάζει ανάλαφρος.

Από αυτή τη συνεύρεση εμπνεύστηκε το τραγούδι του Κατίρκαγια.

Κατίρκαγια

Πολλά χρόνα εμπροστά (τρις) τετρακόσα παραπάν’ (δις) Έρθεν ένας τρανόν γατάν (τρις) και εγέντανε Τουρκάντ’ (δις)

O σουλτάνον έλεγ’εν (τρις) ‘δεν ‘κι λογαραζομε (δις)

‘ή θα ‘ίνουστουν Τουρκάντ’ (τρις) ή εσάς θα σπάζομε (δις)

Την πίστην αν έλλαξαν (τρις) την γλώσσαν ‘κ ενέσπαλαν (δις) Συντζαίν’νε ποντιακά (τρις) ξέρ’νε και τα τούρκικα (δις)

Πολλοί πίστην έλλαξαν (τρις) εγένταν μωαμεθανοί (δις) Επεΐ απέσ’ σ’ ατείντς (τρις) είναι κρυφοχριστιανοί (δις)

Κάθουν ‘λόερα ‘ς σο στόλ (τρις) την πίταν ατείν’ να τρών’ (δις) πριν να κομματäζ’ν ατό (τρις) ευτάν’ απάν’ έναν σταυρόν (δις)

Έχ’νε έναν τρανόν παρχάρ’ (τρις) ημ’σόν μέτρον το χορτάρ’ (δις)

λέν’ ατο Κατιρκαγιά (τρις) τοπλαεύκουν εκεί απάν’ (δις)

Εφτάν’ τρανόν πανοΰρ’ (τρις) όλουχ τ®ότ®ουχ και ο κύρ’ (δις) Είκοσι Χορτοθερί (τρις) νασάν εκείνον π’ έν’ εκεί (δις)

‘Γδόντα εννιά Χορτοθερί (τρις) με φίλτς-ι μ’ επήγα εκεί (δις) είδα τ’ς σην Κατίρκαγιαν (τρις) μουατ«ίρ και περι®άν (δις)

Eμπαινανε σον χορόν (τρις) και έσ’κωνανε πολλά τόζ’ (δις) τα ποδάρâ άμον κοτάν’ (τρις) σην γην ένοιγαν χαρκόν (δις)

Άλλο ντό να λέγω σας (τρις) ‘νεγκάστα λελεύω σας (δις)

να πάγω έχω νιάτ’ (τρις) σην _’ή μ’ άλλο βεσιάτ (δις)

29

Page 30: Mousiki Ekdilosi Serres

Ηλυρική αναζήτηση του παρελθόντος, η ανατροφοδότηση μέσα από τη γλυκιά πίκρα που αυτή χαρίζει και οι αναμνήσεις που

κατακάθονται στην ψυχή, αναμνήσεις από τον αξέχαστο Πόντο, αποτελούν τον ιστορικό πυρήνα του τραγουδιού. Η προσφυγή στις μνήμες αυτές γίνεται πηγή ζωής και ελπίδας.

ΑΝΑΣΤΟΡΩ

Αναστορώ τα παλαιάκι η καρδίαμ’φαρμακούται

κρούνε ς’ σον νούμ’τα μέρα μουνκαι η γούλαμ’ γομούται

Έκειτη τόπα έμορφατη πατρίδας χωρία

ρασιόπα πού επέμνετεμε τά νερά τά κρύα

Θυμούμαι τα κρύα νερά σ’τα πράσινα χορτάρα σ’

τ’ άσπρα τα χιόνα σ’την βρεχή σ’τ’ έμορφα τά παρχάρα σ’

30

Page 31: Mousiki Ekdilosi Serres

“Εμέν λένε με Παπαδόπουλε”

Εμέν λένε με Παπαδόπουλε, φιλελεύθερε κυρ Παντελή

κι ατοίν λένε με τσουβάλ’ εύκαιρον, ‘ς σα ποδάρα να στέκ’ ‘κ’επορεί.

Εγώ έφτυσα αίμαν κ’ έχτισα, οσπίτ έμορφον γότσα γιαπίν κι’ ατοίν’ λένε με ατο ‘κ’ εν’ τ’ εσόν, ντο να φτάγω αίκον ζωήν.

Αχ αγλήγορα για γραψέστε με, ‘ς σον κατάλογον τη παπορί, όλαν στείλτε με γουρταρέψτε με, αδά να ζει κανείς ‘κ’ επορεί.

Πέ΄με τ’ όνομα τη φαμέλιας και τον τόπον που θέλτ’ς για να πας κ’ ασο φίνατελ οιτνασένιαν, άμε φέρεν το δεν ‘κι χρωστάς.

Τα παράπονα σ’ αλλού ‘πέ ατα, τώρα άκσον ντο λέγω σε εγώ πέιμε έ’εις εσύ να δι’ς χρήματα, αρ’ ατό εν’ ασ’ όλον κοφτόν.

Είναι αλήθεια ότι η ερήμωση των χωριών, η πλαστικοποιημένη καθημερινή ζωή μας στα μικροαστικά και αστικά κέντρα στερεύουν

τις πηγές άντλησης του λαϊκού μας πολιτισμού νεκρώνουν το πνεύμα της ψυχής του λαού μας. Ευτυχώς που ήρθαν οι νεοπρόσφυγες από τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και μπόλιασαν με το δικό τους πολιτισμικό πλούτο τα λιγοστά αποθέματα των κρυσταλλοπηγών της προσφυγικής γενιάς.

31

Page 32: Mousiki Ekdilosi Serres

“ Καλώς έρθετεν αδέλφα “

Ας εγεννέθαν πρόσφυγες, σα ξένα πόρτας ζούνε και τα κύματα τη θάλασσας, για τ’ εσέν ερωτούνε (δις)

Ελλάδα μ’ ‘κι ανασπάλκεσαι και κ’ αποθάντς καμίαν

και πάντα σα ψόπα μουν θα ζεις, άμον την Παναγίαν (δις)

Και τα χελιδόνα σ’ έρχουνταν, πατρίδα μ’ σην φωλέα σ’ και έρθεν ο Πόντιον ο γιος, άμον τον Οδυσσέα σ’ (δις)

Ελλάδα μ’ τα παιδία σ’, ατα κλώσκουνταν οπίσ’

μοίρασον την ευτυχία σ’, δίκαια αβούτ’ τη γη σ’ (δις)

Απαγγελία Εγομώθαν τα παζάρâ, ασημένια σαμαβάρâ

και ‘κει απέσ’ είν’ τα μουράτâ, τ’ ατεινέτερα τα δάκρâ είπα ας πάω ελέπω μίαν, είχα την αροθυμίαν

να ελέπω ντό πουλούνε, πώς πορεύκουνταν και ζούνε. Δύο έμορφα κορτσόπα, εκαλάτ®εψα και είδα

κόκκινα άμον τα μήλα, με παράπονον σα ≤είλâ. Ποίον τ’ όνομα σ’ κορτσόπον, έ≤’ ατό πά νοστιμάδαν;

«Εμέν λέγ’νε με Πατρίδαν, την πατ®ή μ’ λέγ’νε Ελλάδαν»

Πολλά χρόνα εδέβανε, με τ’ όρωμαν ‘ς σα ψ’ ήα αδέλφα καλώς έρθετεν, εσείς ας σην Ρουσίαν (δις)

Καλώς όρισετ’ αδέλφâ, ας σα κρύα κι ας σα ≤ιόνâ καλώς έρθετε αδέλφâ, ας ση Καυκασί τα μέρâ. (δις)

Ρωσοπόντιοι ( Ντίνος Χριστιανόπουλος)

Σε μια λαϊκή αγορά, ένας νεαρός Ρωσοπόντιος άπλωσε μια κουβερτούλα με κάτι ψιλοπράγματα για πούλημα. Απέναντί του, ένας κοτοπουλάς, μόλις τον είδε,

άρχισε να βρίζει: “Τουρκόσποροι, τι θέλατε και ήρθατε εδώ; Ήρθατε να μας φάτε το ψωμί μας; Να φύγετε, Δε σας θέλουμε”.Ο Ρωσοπόντιος δεν ήξερε Ελληνικά,δεν καταλάβαινε. Φώναξε τον παππού του, που στέκονταν λίγο πιο πέρα και άκουγε.Εκείνος, ατάραχος, πλησίασε τον υβριστή και του είπε με πεντακάθαρα ελληνικά: Άκου, παιδί μου, μια κουβέντα θα σου πω, και βάλ’την καλά στο μυαλό σου: Εάν εσύ είσαι Έλληνας, εγώ είμαι ‘Ελλην. Ο κόσμος χειροκρότησε με ενθουσιασμό.Έφυγα και εγώ συγκινημένος, που αξιώθηκαν ν’ακούσω τέτοιο ποίημα.

32

Page 33: Mousiki Ekdilosi Serres

Ο τελευταίος στίχος με το ελπιδοφόρο μήνυμα δείχνει το δρόμο που πρέπει να πάρουν τα αδέρφια μας από τη Σοβιετική Ένωση, για να μην χαθούν

και για να μη χάσουν τις ιδιαιτερότητες του λαϊκού ποντιακού πολιτισμού, γλώσσα, ήθη και έθιμα, τοπική ιστορία, αστική και αγροτική οικιστική παράδοση, χορούς και τραγούδια. Η ακριτική Θράκη, με τις ιδιαιτερότητες που παρουσιάζει, μπορεί να δεχτεί στην φιλόξενη γη της την πλειοψηφία των Ελληνοπόντιων προσφύγων.Ο ερχομός τους, που είναι σίγουρα πληγή για τα μελλοντικά συμφέροντα της Ελλάδας στη Μαύρη Θάλασσα, ίσως είναι ευλογία για την περιοχή της Δυτικής Θράκης. Το χτίσιμο της πόλης Ρωμανίας και άλλων μικρών αγροτικών οικισμών μπορεί να ξαναζωντανέψει την ακριτική ύπαιθρο μας, να τονώσει την οικονομία της περιοχής, να καλλιεργήσει τις τέχνες και τα γράμματα και κυρίως, να ενισχύει το εθνικό φρόνημα. Το δράμα των Ποντίων Προσφύγων συγκίνησε πολλούς πρόσφυγες λογοτέχνες. Συγκίνησε όμως και το μεγάλο μας Κ. Καζαντζάκη, ο οποίος στο Κολοσσαίο έργο του « Αναφορά στο Γρέκο» αφιέρωσε, στους απλούς ανθρώπους που γνώρισε εκεί, ένα ολόκληρο κεφάλαιο με τον τίτλο « Καύκασος». Από το κεφάλαιο αυτό επιλέγω ένα μικρό απόσπασμα: «Το βαπόρι ήταν γεμάτο ψυχές που ξεριζωθήκαν από τα χώματα οτυς και πήγαινα να τις μεταφυτέψω στην Ελλάδα. Άνθρωποι, αλόγατα, βόδια, σκάφες, κούνιες, στρώματα, άγια εικονίσματα, Βαγγέλια, τσάπες και αξίνες, έφευγαν τους μπολσελβίκους και τους Κούρδους και δρόμωναν κατά την λεύτερη Ελλάδα. « Κι όταν αντικρίσαμε τα ελληνικά ακρογιάλια, ο παπάς του Σοχούμ που ταξίδευε και αυτός μαζί μας, σηκώθηκε, πέρασε το πετραχήλι του και σήκωσε τα γέρικα του χέρια στον ουρανό: « Κύριε, κύριε», φώναξε δυνατά, για να ακούσει ο Θεός. « Σώσον το λαό σου, βοήθα τον να ριζώσει στα καινούργια χώματα, να κάμει τις πέτρες και τα ξύλα εκκλησίες και σκολεία και να δοξάζει, στη γλώσσα που αγαπάς τα’ όνομα Σου».

33

Page 34: Mousiki Ekdilosi Serres

“Τ’ εμετέρ ας σην Ρουσίαν”

Σην Ελλάδαν, σην πατρίδαν, εχπάσταν μ’ έναν ελπίδαν τ’ εμετέρ’ ας σην Ρουσίαν, έρθαν σην Μακεδονίαν (δις)

Σα χωρία εταγουτεύταν, με αδέλφα ξάν’ ευρέθαν

όλ’ εντάμαν τρών’ν και πίνε, σ’ έναν σ’ άλλο χώρα ‘κι είναι (δις)

Τ’ ομματόπα τη Ελπίδας, ας σα μέρα τη Τιφλίδας έχ’νε χρώμαν γαλανόν, έναν με τον ουρανόν (δις)

Τα μαλλόπα τ’ς είν’ μελί, τα ≤ειλόπα τ’ς κερασί

πάντα λένε και γελούν, τα τραντάφυλλα ανθούν (δις)

Ταξιδιάρικα πουλία και σα χιόνα και σα κρύα αραεύ’νε άλλα μέρα, άνοιξην και καλοκαίρα (δις)

‘Εναν τόπον να γονεύ’νε, τα παιδία τουν να φέρνε

σην πατρίδαν με καλόν, φωλέαν θα ευτάν’ ζεστόν .(δις)

34

Page 35: Mousiki Ekdilosi Serres

“Γερμανική Κατοχή”

Θεέ μ’ τον κόσμον έπλασες τον πόλεμον ντ’ εποίνες Εμάς και όλια τα μωρά και ορφανά ντ’ εφήνες

Αναθεμά τον Γερμανόν που χτίζ’ τα αεροπλάνα

Και στείλ’ ατά ‘ς σον πόλεμον σκοτών’ τα παλληκάρα

Τη Γερμανού το πολυμέτρ’ θερίζ’ ασ’ σα ποδάρια Όπως θερίζ’ η κερεντή ‘ς σο τσαίρ’ τα χορτάρια

Θεέ μ’ ποίσον κατακλυσμόν να χάται η Ιταλία Με τ’ άψιμον να καίεται κι όλιον η Γερμανία

Στα χρόνια της Γερμανικής κατοχής, ο λαός μας άνοιξε τα πυθάρια των ψυχικών αποθεμάτων του. Έγραψε τραγούδια για να υμνήσει το τίμημα

της ελευθερίας. Δυστυχώς τα τραγούδια αυτά τα ξεχάσαμε εξ αιτίας της ένοπλης ιμπεριαλιστικής επέμβασης που δίχασε το λαό και τη χώρα μας.

35

Page 36: Mousiki Ekdilosi Serres

“Εμφύλιος”

Αντάρτε μ’ σα ψηλά ραχιά λελεύω ‘σε Ποίος μαειρεύ και φάει ‘σε έλαν έλα Ποίος στρών’ το κρεβάτ’ λελεύω ‘σε Κάθαν Σάββαν αλλάει ‘σε έλαν έλα

Τ ’ έναν το παιδί μ’ ‘ς σο βουνόν λελεύω ‘σε

Και τα’ άλλο ‘ς σο στρατόν ειν’ έλαν έλα Εδώκαν όπλον τον άντρα μ’ λελεύω ΄σε

Τίναν πρέπ’ να σκοτώνει έλαν έλα

Ελένη μ’ που εν ο άντρας θα σκοτώνατον μανίτσα μ’ Δώσ’ ατς πέντ’ εξ’ κοκοράκια να γλυτών’ ατον μανίτσα μ’

Μερ’ εν μάνα μ’ ο αδελφό μ’, μερ’ εν μερ’ κοιμάται

Γιαμ κι ζει και γιαμ κ’ ελέπ’ και γιαμ κ’ αφουκράται Μερ’ εν μάνα ο αδελφό μ’ θ’ αποθάνω ασ’ σό κακό μ’

Επωδός

Θέε μ’ ασ’ σην Ανατολήν, άγγελος άμον πουλίν Πως θα φερ’ μαύρον χαπέρ’, το υστέρ’ και τα’ απυστέρ’

Και ‘ς σο Μπέλες μάνα μ’ ‘ς σην οροσειράν

Και ν’ εφέκα το κορμόπο μ’ ‘ς σο καφούλ κ’ εκά Και εντώκανε τα σφαίρας ‘ς σο ψ’ηόπο μ’ απές

Και εφέκα το κορμόπο μ’ σ’ ορμόπον απές Και μανίτσα μ’ έλα ποίσον ‘με ταφίν

Σώρεψον τα κοκαλόπα μ’ το παιδίς κι ζει

O Εμφύλιος πόλεμος γέμισε πληγές τα σωθικά της ψυχής του Ελληνισμού. Χρειάστηκαν πολλά χρόνια για ν’ απαλλαγούμε από τα μιάσματα του

παρελθόντος. Η κινηματογραφική ταινία «Ψυχή Βαθιά» του Παντελή Βούλγαρη είναι ένα διδακτικό μάθημα για να βροντοφωνάξουμε όλοι μαζί, ποτέ πια σε έναν αδερφόκτονο πόλεμο. Σήμερα θα πρέπει να ακολουθήσουμε το δρόμο που μας συμβουλεύει ο Νίκος Ξυλούρης στο τραγούδι του «Και να αδερφέ που έμαθα να κουβεντιάζουμε ήσυχα και απλά». Καταλαβαινόμαστε όλοι.

36

Page 37: Mousiki Ekdilosi Serres

Μέρ έν μάνα μ’ ο αδελφό μ’; (Αντιγόνη Ιωαννίδου)

Σβήνουν τα τελευταία φεγγάρια Καθώς η δείσσα χαμηλώνει στα βλέφαρά μου Ας σην αροθυμίανΕσκοτείνεψαν τ’ ομμάτεα μ’...... Η νοσταλγία ανηφορίζει Μες το κορμί μου Με πηρουνιάζειΚαθώς περνούν από μπροστά μου Του τόπου μου οι τόποι Που όμως ποτέ δεν είδα! Θέλω κι απόψεαπ’ των δακρύων μου τους δρόμους ν’ αναβλύσωνα ξεχυθώ, ν’ απλώσω πέρανα φέρω πίσω τα σπαρμένα μου κομμάτια...Γιαγιά, παππού, θειίτσα μ’Απόψε μαζευτείτε ολόγυρά μου...Όλοι οι συγγενείς μου μες τον κόσμο!Τους βλέπω, μου χαμογελούνεΝτυμένοι με τα γιορτινά τουςΚι άλλοτε δρασκελώντας τις κορνίζεςΚινούνται προς τα μένα, με ζυγώνουνΜε μάτια έντρομα, με μάγουλα σκαμμένα.Ώσπου πελώριοι σκοτεινιάζουνε το φως!...Εγώ είμ’ εδώ με την ψυχή μουΤη δέρνει αλύπητα ο αγέρας που σφυράειΣτ’ άδεια μας σπίτια,Οι μνήμες που βρυκολακιάζουνΗ αβάσταχτη απουσία!μάνα, σκόρπισαν τα παιδιά σου κάτω από τους ουρανοξύστεςστη Νέα Υόρκη,στις φάμπρικες της Γερμανίαςστη Δραπετσώνα, το Μενίδιστο Καζακστάν, και τη Μελβούρνητη Δράμα, τη Θεσσαλονίκη

37

Page 38: Mousiki Ekdilosi Serres

ποιος θα γιατρέψει τις πληγές μας;Πρόβαλε πάλι στο κατώφλιΚαι κρύψε μας μες την ποδιά σου!Χρόνια ματώνω τα φτερά μουΣτις κορυφογραμμές του ΠόντουΚαι σε ζητάω μες τα συντρίμιαΚλείοντας με την παλάμηΤο στόμα της κραυγής μες το μυαλό μου!

Μέρ’ έν’ μάνα ο αδελφό μ’

Μέρ’ έν’ μάννα ο αδελφό μ’, μέρ’ έν’, μέρ’ κοιμάται γιάμ’ ‘κι ζει και γιάμ’ ‘κ ελέπ’ και γιάμ’ ‘κι αφουκράται

μέρ’ έν’ μάννα ο αδελφό μ’, θ’ αποθάνω ας σον καημόν.

Θεέ μ’ ας σην ανατολήν, άγγεΛος άμον πουλίνπώς θα φέρ’ μαύρον χαπέρ’, το υστέρ’ και τ’ απιστέρ’.(δις)

Μέρ’ έν’ μάννα η πατσή μ’, μέρ’ έν’, μέρ’ επήενη καρδία μ’ ‘κι κρατεί και η ψή μ’ ελύεν

μέρ’ έν’ μάννα η πατσή μ’, άλλο ‘κι κρατεί η ψή μ’.

(Επωδός)Μέρ’ είν’ μάννα τ’ εμετέρ, μέρ’ κέσ’ ν’ αραεύω πώς να ζω με τον καημόν, πώς να ταγ’ιανεύω

μέρ’ είν’ οι ανθρώπ’ τ’ εμόν, ντ’ επαθάμε το κακόν.

38

Page 39: Mousiki Ekdilosi Serres

Η τραγωδία του Ποντιακόυ Ελλήνισμού συνεχίζεται και στην Σοβιετική Ένωση. Η σταλινική περίοδος είναι ένα μελανό χρονικό σημείο στην

μακραίωνη φιλιά των δύο λαών. Οι εξορίες , οι εκτοπισμοί, οι φυλακίσεις και οι δολοφονίες αρχικά της πνευματικής διανόησης και μετά όλων χωρίς διάκριση περιμένουν των ιστορικό που θα αποκαλύψει το τραγικό κεφάλαιο της συγχρονής ιστορίας μας.

Ανάθεμα στο ΚαζακστάνΑς λέγω σας νε παιδία, ντο έντον ‘ς σην Ρουσίαν

Το μιλλέτ ετοπλάεψαν, άμον κωσσούς πουλία.

Τη Καζακστάν τα δρόμ, έρημα ‘ν απόμενεΈφαγαν το καρδόπον μου, κι όλιγον επέμ,νεν

‘ Κι θα ανασπάλ’ νε οι Ρωμαίοι, ντο είδαν σ’ εξορίαςΌντες τσάτσαλοι και πεινασμέν’, έχτιζαν πολιτείας.

Ανάθεμα σε Καζακστάν, ατέλειωτα γιαζίαΣα χώματα σ’ εχάθανε παλικάρ παιδία.

Πολλά είδανε οι Ρωμαίοι και βάσανα και πόνα (δίς)Με την λύραν επέρασαν, τα δύσκολα τα χρόνα (δίς)

39

Page 40: Mousiki Ekdilosi Serres

Πατρίδα μ’ αραεύω σε

Πέντε οσπίτα έχτισα κι ασ’ όλα ξεσπιτούμαι (δις) πρόσφυγας είμαι ας σο κουνίν, Θεέ μ’ θα παλαλούμαι (δις)

Οσπίτα εφέκα ανάμεσα, ‘ς σ’ ορμίν και ποταμάκριν (δις)

πεγάδα μαρμαρόχτιστα, νερόν άμον το δάκρυ (δις)

Και τώρα αδα κές’ διψώ, νερόν να πίνω ‘κ έχω (δις) εντρέπομαι να ψαλαφώ, τα χείλοπα μ’ να βρέχω (δις)

Επωδός

Πατρίδα μ’ αραεύω ‘σε, άμον καταραμένος (δις) ’ς σα ξένα είμαι ‘Ελληνας και ‘ς σην Ελλάδαν ξένος (δις)

Σε μια δύσκολη καμπή της ιστορίας, όχι της φυλής, μά του κράτους. Η Μεγάλη Ιδέα της ιστορίας και μακριά από μένα η αρρωστημένη

εθνικιστική ερμηνεία της,που έδινε έννοια, περιεχόμενο, πνοή και σκοπούς στην Εθνική συνείδηση, αντιστάθηκε μ’ένα μεγάλο ψέμα. Το ψέμα της πολιτικής σκοπιμότητας και με μια μεγάλη βλαστήμια, την επιβολή της λήθης και της σιώπης. Πες τε μου πόσοι από εσάς γνωρίζατε πριν τους συναντήσετε στα παζάρια ότι στην πρώην Σοβιετική Ένωση ζούσαν στις αρχές του 20ου αιώνα 750.000 Έλληνες. Μάθατε ποτέ από τα Πνευματικά Κέντρα του Ελλαδικού Κράτους ποια ήταν η τύχη τους, ποιά ήταν η τραγική κατάληξή τους;

40

Page 41: Mousiki Ekdilosi Serres

Είκοσι χρόνια μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο ο Κίσινγκερ λέγεται ότι δήλωσε τα εξής: «Αν θέλουμε να πλήξουμε τους Έλληνες, θα πρέπει

να τους πλήξουμε στη γλώσσα, στη θρησκεία τους, και στα πνευματικά και ιστορικά τους αποθέματα».Με άλλα λόγια, είναι σαν να ομολογεί κατά τον ποιητή μας Ντίνο Χριστιανόπουλο πως δεν κατάφερε με τίποτε να εξουδετερώσει ηθικά τους Έλληνες ότι επέτυχε, το πέτυχε μοναχά με την δύναμη των όπλων.Τέτοιες ομολογίες καθαρμάτων, σε εθνική αυτογνωσία πρέπει να μας φέρνουν. Κι ας μην ξεχνάμε, μέσα στη λιγοψυχία μας, αυτά τα τέσσερα που οι Κίσιγκερ φοβούνται από μας. Οι Πόντιοι ας μην ξεχνούμε τον αγώνα των Κύπριων αγωνιστών ενάντια στους Άγγλους ιμπεριαλιστές που πήραν δώρο το νησί της Αφροδίτης από τον σουλτάνο το 1878 ως αντάλλαγμα για την ουσιαστική βοήθεια που του προσέφεραν στο συνέδριο του Βερολίνου.

«Κυπριακό»

Λελεύω σε Μακάριε μ’, εσέν και τα γενόπα σ’ το Χάρτιγκ επαλάλωσες, εσύ με την ΕΟΚΑ σ’.

Τρανόν φουρτούναν έ≤’ ατό, τη Καραολή η μάνα Πάσχα κ’ επόρνεν ν’ εφτάει με τον υιόν εντάμαν.

Καραολή, Καραολή, τη Κύπρου το παιδίν-ιν εσέν Εγγλέζ’ εκρέμασαν, σουμά ‘ς σην χαραυγήν-ιν.

Η Κύπρος εν πολλά μακρά, κι εμείς πα ντο ν’ εφτάμε; Γύρω γύρω θάλασσα, ‘κ’ επόρουμε να πάμε.

Καραολή τον θάνατο σ’ έκλαψεν ατό, μοιρολογ’ά τα η μάνα σ’ Έκλαψαν ατό τ’ αδέλφâ σου, και όλεν η Ελλάδα.

Μοιρολογ’ά το η Κύπρος εμουν, και όλεν η Ελλάδα.

Αραεύ’ν ατον, αραεύ’ ατόν, θα σκότων’ ατον Δώστε τα υπογραφάς σας να γλυτών’ ατον.

Και η Κύπρος εν Ελλενικόν, εγροίκατο Αγγλία εμάς ‘κι’ θέλ’τς να δί’ς ατο και δί’ς ατ’ ‘ς σην Τουρκία.

41

Page 42: Mousiki Ekdilosi Serres

“Μοναστήρια Πόντου”

Ρωμαίϊκον παλληκάρ’ είμαι, κανέναν ‘κι φογούμαι ‘ς σην Παναϊάν Σουμελάν, θα πάω στεφανούμαι.

Η Παναΐα λειτουργά, τα σήμαντρα χτυπούνε βροντούνε τα καμπάνας άτ’ς, τ’ ορμάνâ αντιβοούνε.

Τη Σουμελάς το μαναστήρ εβζήεν κ’ εχαλάεν η Παναΐα επέταξεν ‘ς σα λίβα εταράεν.

Ας έμ’ και ‘ς σην Γαλίαναν κι ας έτον άμον πρώτα επέγ’να και ‘ς σο πανοΰρ του Περιστερεώτα.

Βαζέλωνα Αε -Γιάννε μου, μαναστήρ’ ξακουσμένον παρακαλώ σε λάρωσον, την κάρδα μ’ το καμμένον.

Φτάνοντας στο τέλος νιώθω την ανάγκη να σταθώ με σεβασμό στα μοναστήρια του Πόντου, που για αιώνες ήταν το άσυλο των

καταδιωγμένων χριστιανών, οι φάροι που κράτησαν αμόλυντη την πίστη και την εθνική μας συνείδηση.

42

Page 43: Mousiki Ekdilosi Serres

Με τα σεμινάρια Ιστορίας και τη μουσική εκδήλωση «Το Ποντιακό τραγούδι στη Διαμόρφωση της Ιστορικής Μνήμης» αποκομίσαμε

πιστεύω ένα μεγάλο κέρδος,το δρόμο προς την γνώση ορισμένων κεφαλαίων της νεότερης Ιστορίας του Ποντιακού Ελληνισμού, την επαφή και τον προβληματισμό με τους συμμετέχοντες, την κινητοποίηση του ενδιαφέροντός τους. Το κέρδος αυτό αντισταθμίζει σε μεγάλο βαθμό τις ατέλειες και τα λάθη που λογικά παρατηρούνται σε παρόμοιες εκδηλώσεις, ιδιαίτερα όταν αυτά πραγματοποιούνται από ένα άτομο και χωρίς καμία χρηματοδότηση. Και είναι πολύ σημαντικό να πραγματοποιούνται ανάλογες προσπάθειες, καθώς μπορούμε γνωρίζοντας το παρελθόν, το οποίο δεν αποτελεί νεκρό στοιχείο, αλλά ολοζώντανο, να δούμε προς τα πού τραβάει η ζωή και να βοηθήσουμε και εμείς μ’ όλες μας τις δυνάμεις, ώστε η πορεία της να είναι ομαλή. Δυστυχώς όμως η ανθρώπινη ματαιοδοξία σπάνια μας αφήνει περιθώρια φρονηματισμού. Έτσι εξηγείται ο πικρός λόγος του Έγελου : «ό, τι η ιστορία διδάσκει είναι τούτο, ότι οι λαοί και οι κυβερνήσεις ποτέ δεν έμαθαν τίποτα από την ιστορία».Μερικοί ισχυρίζονται πως, αφού γνωρίζουμε προς τα πού τραβάει η ζωή, δεν μας χρειάζεται ο βασανισμός της ιστορίας. Κι όμως για το προχώρημα αυτό, που μοιάζει με προέλαση τυφλών, χάθηκαν εκατομμύρια ανθρώπινες ψυχές πρόσφατα και παλαιότερα. Ίσως η ιστορία να μην διατυπώνει νόμους, ούτε και να διδάσκει αρχές, διδάσκει όμως φρόνηση και αυτή είναι σπουδαιότερη ωφέλεια της. Γενικότερα ενοχλεί τον άνθρωπο η σκέψη ότι αυτό που είναι, αυτό που έχει, το οφείλει στους «πατεράδες», στις γενιές που πέρασαν. Θέλει να αισθάνεται την ανάγκη να βεβαιώνει τη δική του ύπαρξη, τη δική του παρουσία, να αυτοβεβαιώνεται και να χαίρεται τη δική του συμβολή. Μικρόχαρη αυτή η χάρη, μιας και περιορίζει τον άνθρωπο στις ψυχολογικές αντιδράσεις, στο στενό κλοιό του εγώ ή του παρόντος μόνο. Δεν του επιτρέπει να χαρεί και να ζήσει με τρόπο βαθύ την παρουσία του ανθρώπου μέσα στους αιώνες, με λίγα λόγια δεν του επιτρέπει να ζήσει μέσα του τον άνθρωπο σαν

όν που δημιουργεί ιστορία.

43

Page 44: Mousiki Ekdilosi Serres

Πόντος εν’ ‘αστρον φωτεινόν Γ. Σαρακενίδης

Αροθυμώ και τραγουδώΑροθυμώ και κλαίγω

Αροθυμώ και τραγουδώΑροθυμώ και λέγω.

Ε μαύρα χρόνα και καιρούς, σά χώματα σ’ ΠατρίδαΓλυκέα πόσα και πικρά επέρασα και είδα

- Αροθυμώ και τραγουδώ, τα πρώτα τα τραντάφυλλα Τα πρώτα μανουσάκια,

Όντες ο κόσμον έμπαινεν έμορφος έμορφος σην καρδίαμΚι ένας πόνος γλυκύς-γλυκύς η καμονή τα’ αγάπης

Συνδαύλιζεν την ψή μ’Αροθυμώ και τραγωδώ Τη γής την εμορφίαν

Π’ εγέννεσεν κι ετράνυνεντ’ εμέτερον το γέννος

Αροθυμώ και τραγωδώ τη γής την εμορφίαν,Π’ εγέννεσεν και ετράνυνεν τα’ εμ’ έτερον τα’ ανθρώπ’ σ

Π’οι έπλασεν κι εκράτεσεν αιώνας και αιώνας,Το έμορφον το δυνατόν το γενός των Ποντίων.

Έναν προς έναν τραγωδώ Τα υψηλά τα ράχια, π’ ετίμεσαν κι εδόξασαν Ελλενικά καρδίας.

Η ρίζα εκεί των Κομνηνών των Ακριτών ο τόπος Τη Παναγία Σουμελάς εκεί το μοναστήριν,

Πρώτον σήν πίστην σήν χαράν, σον πόνον τη Πατρίδας.Έναν προς έναν τραγωδώ ένδοξα πολιτείας

Την Τραπεζούνταν την Ορντου, Σαμψούνταα, ΚερασούνταΣινώπη, Σούρμενα, Αργυρούπολη, Τρίπολη και Ριζούντα

Όθεν τα φροντιστήρια – σχολεία κεντρικά Εφώταζαν τον κόσμον.Αροθυμώ και τραγωδώ Αροθυμώ και κλαίγωΤα παλαιά τ’ ατωριζνά

Τά ιστορίας λέγω.

44

Page 45: Mousiki Ekdilosi Serres

ΠΟΝΤΟΣΠόντος !, έν’ ‘αστρον φωτεινόν σ’ Ελλενικούς αιώνας

Αργοναυτών το όραμαν και τη Ακρίτα κάστρον.Πόντος ακριβοθώρετος τη γαλανού Ευξείνου, πυκνέσα δύσα σα ραχά μάραντα φορτωμένα.Πόντος! Αγέρας παρχαρί θυμήρου, μυρωδίαν τη λύρας γλυκολάλεμαν νερόπα πάντα κρύα.

Εκεί η πρώτεσσα χαρά μ’ το ύστερνόν μ’ ο πόνος.Αροθυμώ και τραγωδώ,Αροθυμώ και κλαίγω.

ΔΙΩΓΜΟΣΚ’ ερθάνε χρόνα δίσεκτα,

Καταραμένα χρόναΟ ουρανόν ελίβωσεν,

Σην γήν ποτάμ’ το γαιμάν.Κ’ ερθανε χρόνα δίσεκτα , καταραμένα χρόνα

Ο ουρανόν ελίβωσεν, σην γήν ποτάμ’ το γαίμαν.Κ’ εσκώθεν θρήνος θάνατος, Πέραν περού σον Πόντον

Ξαν κρούγνε οι Αγαρινοί και καίγνε και ρημάζνε,Ο βίον χάται γενεών ο κόσμον ξεριζούται

Κ’ ένας λαός πορεύκεται σ’ Αδάμ την εξορίαν.Αποτελείωνε σον γιαλόν τον έργον των Αγαρηνών

Οι ΦραγκολεβαντινοίΚαι κ’ εγκροικάς ο άκλερον ποίος τεσόν έν ο εχθρός

Και ποίος έν’ ο φίλος.

ΝΕΑ ΖΩΗΚαι ξαν πουλί μ’ ασήν αρχήν

Χτίζομεν το γεφύριν Σα μαύρα τα χαλάσματα

45

Page 46: Mousiki Ekdilosi Serres
Page 47: Mousiki Ekdilosi Serres

“Θάλασσα Καραντενίζ”

Θάλασσα Καραντενίζ το νερό σ’ ΄κι κατενίζ’ Μαύρο εν’ το γούμ’ τ’ εσόν, άμον την κάρδιαν τ’ εμόν

Επωδός

Τρέχουν ‘ς σο Καραντενίζ’ τ’ έμορφα τα ποταμιά Ατά ειν’ τα πουλία σ’ κ’ εσύ είσαι η μάνα

‘ς ση θάλασσας το γουίν πολλά είναι κρυμμένα

Να ‘ρχουμαι να τραγωδώ τα ποδάρια μ’ κομμένα Επωδός

Θάλασσα Καραντενίζ’ είπε απέσ’ –ι- σ’ ντο κρατείς Αν θέλω να μαθάνω εμένα πα’ να μαθίεις

Η απάντηση του Πατριάρχη (Ντίνος Χριστιανόπουλος)

Το 1955 μετά τα σεπτεμβριανά, ένας δημοσιογράφος ρώτησε τον Πατριάρχη Αθηναγόρα μήπως θα έπρεπε να φύγει πλέον το Πατριαρχείο

από την Κωνσταντινούπολη«Γιατί ; » είπε ο Πατριάρχης.«Μα έχετε μείνει πια ελάχιστοι εδώ» απάντησε ο δημοσιογράφος.«Πράγματι, μείναμε λίγοι», είπε ο Πατριάρχης, «όμως ξεχνάτε πόσα εκατομμύρια είναι οι πεθαμένοι κάτω από τα πόδια μας; Αυτούς δεν τους υπολογίζετε; Μαζί με αυτούς είμαστε πάρα πολλοί»

Αυτός θα πρέπει να είναι ο μοναδικός λόγος των προσκυνηματικών ταξιδιών στον Πόντο και σε όλη τη Μικρά Ασία. Το άναμμα του κεριού στα αγιασμένα χώματα και η επικοινωνία με τα αδέλφια που αφήσαμε εκεί.Όχι οι αγορές δερματίνων και πολύτιμων κοσμημάτων για τις νύφες και τους γαμπρούς μας.

47

Page 48: Mousiki Ekdilosi Serres
Page 49: Mousiki Ekdilosi Serres

“Μαυροθάλασσα”

Απαγγελία Ημέρωσε το φως, άφρισε η Μαυροθάλασσα

φύσηξε ο βοριάς, το κυπαρίσσι έγειρε, νίφτηκε στα νερά της. Στα χώματα αυτά που με την ακροθαλασσιά συμβρέχονται

τα παιδιά σου τραγουδούν ακόμα Στον Πόντο μάνα μου, έχω αδερφούς καρδιάς

Φεύγω να δροσιστώ, Μαυροθάλασσας νερό άγιο για να πιω.

Μαυροθάλασσας ψ’ ήα (δις) άμον τα νερά σ’ κρύα (δις) άμον τα νερά σ’

εποίκα έναν τάμαν (δις) με τον Τασκίν εντάμαν, σο Καραντενίζ εποίκα έναν τάμαν (δις) με τον Τασκίν εντάμαν, σο Καραντενίζ.

Τραγωδίας θα ξύνω (δις) ‘ς σα νερά σ’ και θα πίνω (δις) ΜαυροΘάλασσα

να εβζήνω την δίψα μ’ (δις) αχ πατρίδα μ’, αχ ρίζα μ’, όι Καραντενίζ να εβζήνω την δίψα μ’ (δις) αχ πατρίδα μ’, αχ ρίζα μ’, όι Καραντενίζ.

Απάν’ καικά ‘ς σο ορμάν’ (δις) εντάμαν με τον Οσμάν (δις)

ασ’ σα Σούρμενα θα γομώνομε δάκρα (δις) όλα τα θαλασσάκρα, Μαυροθάλασσα θα γομώνομε δάκρα (δις) όλα τα θαλασσάκρα, ΜαυροΘάλασσα.

Στο βαπόρι με τους ανταλάξιμους για τη Θεσσαλονίκη, οι Πόντιοι απ’το πρωί το είχαν ρίξει στην καζάσκα. Η μάνα μου, που είχε ανέβει από

την Πόλη, τους έβλεπε και δεν μπορούσε να το χωνέψει. Εμείς τα χάσαμε όλα. Πατρίδα σπίτι, συγγενείς, αυτοί που το βρίσκουν το κέφι; Ρώτησε ένα γέροντα από την Τραπεζούντα, που καθόταν πλάι της. Κόρη μου της είπε εκείνος, εσύ τι θα’κανες αν έχανες τον άντρα σου την ίδια μέρα που θα είχες γεννητούρια; Θα έκλαιγες ή θα χαιρόσουν; Κι εμείς τα χάσαμε όλα, μα βρήκαμε τη λευτεριά μας. Γι’αυτό χαιρόμαστε”.Η μάνα μου δεν απάντησε, Μπερδεύτηκε.Μέσα της όμως σάλευε μια απορία:“Μήπως εκείνο που μετράει πιο πολύ δεν είναι το να βρείς τηλευτεριά σου αλλά το να μη χάσεις το χώμα σου”;

49

Page 50: Mousiki Ekdilosi Serres
Page 51: Mousiki Ekdilosi Serres

“Την πατρίδα μ’ έχασα”

Απαγγελία Το μίσος ξεψυχά, η λύρα το πολιορκεί

το δοξάρι βγαίνει απ’ το θηκάρι και ξεθάβει μνήμες τον Πόντο, Καραντενίζ το λέν’ τ’ αδέρφια της ψυχής

δεν χάνεται το πνεύμα κι η μνημοσύνη του γενέθλιου χώματος με τις εικόνες των παλιών, τα δάκρυα, την ελπίδα, συνεχίζουμε.

Την πατρίδα μ’ έχασα, έκλαψα και πόνεσα (δις)

λύγουμαι κι αροθυμώ, ν’ ανασπάλω ‘κ επορώ (δις)

Τα ταφία μ’ έχασα, ντ’ έθαψα ‘κ ενέσπαλα (δις) τ’ εμετέρτς αναστορώ και σο ψόπο μ’ κουβαλώ (δις)

Εκκλησίας έρημα, μοναστήρα ακάντηλα (δις)

πόρτας και παράθυρα, επέμναν ακράνοιχτα. (δις)

Επωδός Μίαν κι άλλο ση ζωή μ’, ‘ς σο πεγάδι μ’ ‘ς σην αυλή μ’ (δις)

νερόπον ας έπινα και τ’ ομμάτα μ’ έπλυνα (δις)

H σημερινή εκδήλωση δεν έγινε με σκοπό να υπενθυμίσουμε τις θηριωδίες του πολέμου, αλλά για να καυτηριάσουμε αυτούς που υποκινούν τους

λαούς να πέφτουν θύματα των καιροσκοπικών συμφερόντων των Μεγάλων Δυνάμεων και των εξαπτερύγων τους. Ας ευχηθούμε ότι θα έρθει η ώρα για ν΄ανακαλύψουν οι λαοί ότι τους είναι κοινό, ότι μπορεί να τους ενώσει που μπορεί να αναδημιουργήσει μεταξύ τους τους αληθινούς δεσμούς ικανούς να υπερνικήσουν τις μεταπτώσεις της πολιτικής και της ιστορίας, τους ανθρώπινους δεσμούς. Τότε ο κάθε λαός του διαμερίσματος αυτής της γης, θα χαίρεται της πατρίδας του τον ήλιο. Τότε δεν θα γίνονται πια ανταλλαγές…ανθρώπων… φυλών… εθνών…

51

Page 52: Mousiki Ekdilosi Serres
Page 53: Mousiki Ekdilosi Serres
Page 54: Mousiki Ekdilosi Serres

Απο τα εγκαίνια της πολυθεματικής έκθεσης Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2010

Page 55: Mousiki Ekdilosi Serres

Μνήμη μου σε λένε Πόντο«Το Ποντιακό τραγούδι στη διαμόρφωση της ιστορικής μνήμης»Εισηγητής: Κωνσταντίνος Φωτιάδης

ΝΟΜΑΡΧΙΑ ΣΕΡΡΩΝΤ.Ε.Δ.Κ. ΣΕΡΡΩΝ

ΚΕΝΤΡΟ ΠΟΝΤΙΑΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΠΟΝΤΙΑΚΑ ΣΩΜΑΤΕΙΑ ΝΟΜΟΥ ΣΕΡΡΩΝ 55