87633772-sir-James-Frazer-Ο-Χρυσός-Κλώνος-Τόμος-1
-
Upload
stamatis-meletiou -
Category
Documents
-
view
82 -
download
1
Transcript of 87633772-sir-James-Frazer-Ο-Χρυσός-Κλώνος-Τόμος-1
Ο ΧΡΥΣΟΣ ΚΛΩΝΟΣ
Οι εκδόσεις ΕΚΑΤΗ ευχαριστούν τον κ. Τάκη Καρματζό, που δίχως την πολύτιμη συμβολή του,(Ια ήταν αδύνατη η έκδοση του βιβλίου
© / 990 Εκδόσεις ΕΚΑΤΗ, Χρίστος Κ. Νικολάκης© δημιουργία djvu (με OCR και συνδέσμους περιεχομένων) vivlio2ebook.blogspot.com - Η ΓΝΩΣΗ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΜΗ
Sir JAMBS GEORGE FRAZERF.R.S, F.B.A.
Ο ΧΡΥΣΟΣ ΚΛΩΝΟΣ
Μελέτη για τη Μαγεία και τη Θρησκεία
Τόμος Α'
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΜΠΟΝΙΤΑ ΜΠΙΚΑΚΗ
ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ - ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΡΜΑΤΖΟΣ
Εκδόσεις Εκάτη 1990
Μεγαλύτερη εργασία του ενδέκατου και δέκατου βιβλίου έχει συντομευτεί από εμάς και έχει γίνει βραχύ έργο.
Πιο πολλά ας διαβάσουν όσοι διαθέτουν χρόνο.
ΜΑΡΤΙΑΛΙΟΣ, XII. 5
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
I. Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ1. Ντιάνα και Βίρμπιος2. Άρτεμη και Ιππόλυτος3. Ανακεφαλαίωση
II. ΙΕΡΑΤΙΚΟΙ ΒΑΣΙΛΙΑΔΕΣ
III. ΣΥΜΠΑΘΗΤΙΚΗ ΜΑΓΕΙΑ1. Οι Αρχές της Μαγείας2. Ομοιοπαθητική ή Μιμητική Μαγεία3. Μαγεία εξ Επαγωγής4. Η Εξέλιξη του Μάγου
IV. ΜΑΓΕΙΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ
V. Ο ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΚΑΙΡΙΚΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΔΙΑ ΤΗΣ ΜΑΓΕΙΑΣ
1. Ο Δημόσιος Μάγος2. Ο Έλεγχος της Βροχής δια της Μαγείας3. Ο Έλεγχος του Ήλιου δια της Μαγείας4. Ο Έλεγχος του Ανέμου δια της Μαγείας
VI. ΟΙ ΜΑΓΟΙ ΩΣ ΒΑΣΙΛΙΑΔΕΣ
VII. ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΘΕΩΝ
VIII. ΒΑΣΙΛΙΑΔΕΣ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
IX. Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΩΝ ΔΕΝΤΡΩΝ1. Τα Πνεύματα των Δέντρων2. Ευεργετικές Δυνάμεις των Πνευμάτων των Δέντρων
X. ΛΕΙΨΑΝΑ ΤΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΤΩΝ ΔΕΝΤΡΩΝ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΥΡΩΠΗ
XI. Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΦΥΛΛΩΝ ΣΤΗ ΒΛΑΣΤΗΣΗ
XII. Ο ΙΕΡΟΣ ΓΑΜΟΣ1. Η Ντιάνα ως Θεά της Γονιμότητας2. Ο Γάμος των Θεών
XIII. ΟΙ ΒΑΣΙΛΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΛΒΑΣ1. Νουμάς και Ηγερία2. Ο Βασιλιάς ως Γιούπιτερ - Δίας
Για τις μυθολογικές, ιστορικές και θρησκευτικές πληροφορίες και απόψεις είναι αποκλειστικά υπεύθυνος ο συγγραφέας
Π.Κ.
Ο κύριος σκοπός αυτού του βιβλίου είναι να δώσει μια εξήγηση για τον αξιοσημείωτο κανονισμό που ρύθμιζε τη διαδοχή στο ιερατείο της Ντιάνα στην Αρικία. Όταν ξεκίνησα για πρώτη φορά να λύσω αυτό το πρόβλημα, πριν από τριάντα και πλέον χρόνια, πίστευα ότι η λύση θα μπορούσε να προβληθεί πολύ σύντομα, αλλά γρήγορα ανακάλυψα ότι για να παραδώσω αυτήν όσο το δυνατό πιο πιθανή και κατανοητή, ήταν απαραίτητο να μελετήσω ορισμένα πιο γενικά θέματα, μερικά από τα οποία με δυσκολία, προηγουμένως, είχαν απλά και μόνο προσεγγιστεί. Στις προηγούμενες εκδόσεις η μελέτη αυτών και άλλων ανάλογων θεμάτων έπιανε όλο και περισσότερο χώρο, η έρευνα διακλαδιζό- ταν προς όλο και περισσότερες κατευθύνσεις και τελικά οι δύο τόμοι της αρχικής δουλειάς απλώθηκαν σε δώδεκα. Στο διάστημα αυτό εκφράστηκε συχνά η επιθυβία, αυτό το βιβλίο να εκδοθεί σε πιο συνοπτική μορφή. Η σύντμηση λοιπόν αυτή είναι αποτέλεσμα μιας προσπάθειας ν’ ανταποκριθώ στην επιθυμία κι έτσι η εργασία να γίνει προσιτή σ ’ έναν πιο πλατύ κύκλο αναγνωστών. Ενώ λοιπόν ο όγκος του βιβλίου μειώθηκε πολύ, προσπάθησα να κρατήσω τις βασικές του αρχές μαζί μ ’ έναν αριθμό αποδείξεων, ικανό να διευκρινίσουν αυτές καθαρά. Η γλώσσα του πρωτότυπου διατηρήθηκε επίσης στο μεγαλύτερο μέρος, αν και η ερμηνεία, εδώ κι εκεί, συμπυκνώθηκε κάπως. Για να διατηρήσω όσο περισσότερο μπορούσα από το κείμενο, θυσίασα όλες τις σημειώσεις και μαζί με αυτές όλες τις ακριβείς αναφορές των πηγών μου. Οι αναγνώστες που επιθυμούν να επιβεβαιώσουν την πηγή κάποιου συγκεκριμένου θέματος, πρέπει να συμβουλευτούν την εκτενή εργασία, η οποία είναι πλήρως τεκμηριωμένη και εφοδιασμένη με άρτια βιβλιογραφία.
Κατά τη σύντμηση, ούτε έχω προσθέσει καινούργια θέματα ουτε έχω αλλάξει τις απόψεις που εκφράστηκαν στην τελευταία έκδοση' γιατί το συμπέρασμα που διαμόρφωσα στο μεταξύ χρονικό διάστημα βοηθούσε πολύ, και για να επιβεβαιώσω τα προηγούμενα συμπεράσματα και για να ανανεώσω τις παλιές αρχές. Ίίτσι, για παράδειγμα, στο κρίσιμο ζήτημα της θανάτωσης βασι- λιάδίον είτε κατά το τέλος μιας ορισμένης περιόδου ή όποτε η υγεία τους και η δύναμή τους εξασθενούσε, η κύρια απόδειξη
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
που οδηγεί στην πλατιά επικράτηση ενός τέτοιου εθίμου ενισχύ- θηκε σημαντικά στο ενδιάμεσο διάστημα. Ένα καταπληκτικό παράδειγμα περιορισμένης μοναρχίας τέτοιου είδους παρέχει το ισχυρό μεσαιωνικό βασίλειο των Χαζάρων στη Νότια Ρωσία, όπου οι βασιλιάδες θανατώνονταν είτε με τη λήξη ενός ορισμένου χρόνου είτε όποτε κάποια δημόσια συμφορά, όπως ξηρασία, λιμός ή πολεμική ήττα φαινόταν να δείχνει κάποια εξασθένηση των φυσικών τους δυνάμεων. Η απόδειξη για τη συστηματική θανάτωση των Χαζάρων βασιλιάδων, που βγαίνει από τις αφηγήσεις παλαιών Αράβων ταξιδιωτών, παρουσιάστηκε από εμένα άλλοτε1. Η Αφρική επίσης έχει δώσει αρκετά νέα παραδείγματα μιας παρόμοιας πρακτικής βασιλοκτονίας. Α π’ αυτά το πιο αξιοσημείωτο είναι ίσως το έθιμο που παρατηρήθηκε παλιότερα στο Μπανιόρο, όπου κάθε χρόνο εκλεγόταν από μια ορισμένη φυλή ένας πλαστός βασιλιάς, ο οποίος θεωρούνταν ότι ενσαρκώνει τον προηγούμενο βασιλιά, κατοικούσε με τις χήρες τού προκατόχου του στον ταφικό του ναό και στραγγαλιζόταν μετά από βασιλεία μιας εβδομάδας2. Το έθιμο παρουσιάζει ένα στενό παραλληλισμό με την αρχαία Βαβυλωνιακή γιορτή της Sacaea, όπου παρουσιαζόταν ένας πλαστός βασιλιάς, ο οποίος ντυμένος με τα βασιλικά ρούχα είχε το δικαίωμα να διασκεδάζει με τις παλλακίδες του πραγματικού βασιλιά και τον οποίο μετά από βασιλεία πέντε ημερών γύμνωναν, χλεύαζαν και θανάτωναν. Αυτή η γιορτή με τη σειρά της φωτίστηκε πρόσφατα από ορισμένες Ασσυριακές επιγραφές3, που φαίνεται να επιβεβαιώνουν την ερμηνεία, την οποία έδωσα αρχικά για τον εορτασμό του Νέου Χρόνου και την πηγή της Ιουδαϊκής γιορτής Πουρίμ4.
Αλλοι παραλληλισμοί, που ανακαλύφτηκαν πρόσφατα, με τους ιερατικούς βασιλιάδες της Αρικίας, είναι Αφρικανοί ιερείς και βασιλιάδες που θανατώνονταν έπειτα από εφτά ή δύο χρόνια, αφού στο ενδιάμεσο διάστημα μπορούσαν να δεχτούν επίθεση και να φονευτούν από κάποιο δυνατό άντρα, που τους διαδεχόταν αμέσως μετά στο ιερατείο ή στη βασιλεία.
Με αυτά και άλλα παραδείγματα παρόμοιων εθίμων μπροστά μας δεν είναι πια δυνατό να θεωρήσουμε τον κανονισμό της διαδοχής στο ιερατείο της Ντιάνα στην Αρικία σαν εξαιρετικό. Αυτός δείχνει πολύ καθαρά έναν πλατιά διαδομένο θεσμό, του οποίου οι πιο πολλές και οι πιο όμοιες περιπτώσεις έχουν βρεθεί μέχρι εκεί στην Αφρική. Όμως δεν μπορώ να υποθέσω, με βάση τα γεγονότα, το μέγεθος μιας παλιάς επιρροής της Αφρικής πάνω στην Ιταλία ή ακόμη την ύπαρξη ενός Αφρικανικού πληθυσμού στη Νότια Ευρώπη. Η προϊστορική σχέση ανάμεσα στις δύο ηπείρους εξακολουθεί να είναι σκοτεινή και κάτω από έρευνα.
Ιίάν η ερμηνεία που δίνω για το Οι.σμό είναι σωστή, ή όχι, αντό θα κριθεί στο μέλλον και (hi είμαι πάντα έτοιμος να την εγκαταλείψω, εάν προταΰεί κάποια καλύτερη. Στο μΐ'.ταξν παρα- όίνοντας αντό το βιβλίο μι: τη νέα του μορφή στην κρίση του κοινού επιθυμώ να διευκρινίσω μια παρεξήγηση του σκοπού του, που φαίνεται ότι εξακολουθεί να επικρατεί, αν και έχω ζητήσει από παλιότερα να διορθωθεί. Εάν λοιπόν σ ’ αυτή τη δουλειά μου έχω επιμείνει περισσότερο στη λατρεία των δέντρων, δεν είναι, ελπίζω, γιατί μεγαλοποιώ τη σπουδαιότητά της στην ιστορία της θρησκείας, ούτε, ακόμη λιγότερο, γιατί θα έβγαζα απ’ αυτήν ένα ολόκληρο σύστημα μυθολογίας ’ είναι απλά γιατί δε θα μπορούσα ν’ αγνοήσω το θέμα στην προσπάθειά μου να εξηγήσω τη σπου- δαιότητα ενός ιερέα, ο οποίος είχε τον τίτλο του Βασιλιά του Δάσους και του οποίου ένας από τους τίτλους στο αξίωμα ήταν το κόψιμο ενός κλώνου — του Χρυσού Κλώνου — από ένα δέντρο του ιερού άλσους. Αλλά απέχω πολύ από το σημείο να θεωρήσω ότι ο σεβασμός για τα δέντρα είχε τη μεγαλύτερη σπουδαιότητα στην εξέλιξη της θρησκείας' νομίζω ότι αυτός πηγάζει ολοκληρωτικά από άλλους παράγοντες και ιδιαίτερα από το φόβο του ανθρώπινου θανάτου, που πιστεύω ότι αποτέλεσε προφανώς τη μεγαλύτερη δύναμη για τη διαμόρφωση της πρωτόγονης θρησκείας. Ελπίζω λοιπόν ότι μετά απ’ αυτή τη σαφή άρνηση δε θα μου καταλογίζεται πια το αγκάλιασμα ενός συστήματος μυθολογίας, που θεωρώ όχι μόνο ψεύτικο αλλά και τερατώδες και παράλογο. Είμαι όμως τόσο εξοικειωμένος με τη Λερναία Ύδρα του λάθους, ώστε να περιμένω ότι κόβοντας ένα από τα κεφάλια του τέρατος δεν μπορώ να εμποδίσω ένα άλλο ή ακόμα και το ίδιο να φυτρώσει. Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να βασιστώ στην ειλικρίνεια και εξυπνάδα των αναγνωστών μου για την επανόρθωση της σοβαρής αυτής παρανόησης των απόψεών μου σε σύγκριση με τη ρητή μου δήλωση.
L J. G. Frazer, «Η Θανάτωση των Χαζάρων Βασιλιάδων», Λαογραφία, XXVIII (1917) σσ. 382-407.2. Αιδ. J. Roscoe, Η ψυχή της Κεντρικής Αφρικής (Λονδίνο, 1922), σ. 200. Βλ. J. G. Frazer, «Η Εθνολογική Εκστρατεία των Mackie στην Κεντρική Αφρική», Ανθρωπος, XX (1920) σ. 181.
3. Η. Zimmern, Zum babylonischen Neujahrsfest (Λειψία, 1918). Βλ, A. Η. Sayce, στην Εφημερίδα της Βασιλικής Ασιατικής Εταιρείας, Ιούλιος 1921, σσ. 440-442.4. Ο Χρυσός Κλώνος, Μέρος VI. Ο Αποδιοπομπαίος Τράγος, σσ. 354 κ.ε., 412 κ.κ.5. I\ Aniaury Talbot, στην Εφημερίδα της Αφρικανικής Εταιρείας, Ιούλιος 1916, σσ. 309 κλ:. του ίδιου, στη Ααογραφία, XXVI (1916) σσ. 79 κ.ε. Η. R. Palmer, στην Εφημερίδα της Αφρικανικής Εταιρείας, Ιούλιος 1912, σσ. 403, 407 κ.ε.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I
Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ
I. Ντιάνα και Βίρμπιος. Ποιος δεν ξέρει το Χρυσό Κλώνο, τον πίνακα του Τάρνερ; Η σκηνή, που φωτίστηκε από τη χρυσή λάμψη της φαντασίας, με την οποία ο θεϊκός νους του Τάρνερ επηρέασε και μεταμόρφωσε ακόμη και το πολύ ωραίο φυσικό τοπίο, είναι μια φανταστική απεικόνιση της μικρής λίμνης στη δασώδη περιοχή του Νέμους - «Καθρέφτη της Ντιάνα» την ονόμαζαν οι αρχαίοι. Κανείς από όσους έχουν δει αυτό το ήρεμο νερό να κυλάει σε μια πράσινη κοιλότητα των λόφων του Αλβανού, δεν μπορεί να το ξεχάσει. Τα δύο χαρακτηριστικά Ιταλικά χωριά, που κοιμούνται στις όχθες της λίμνης και το μέγαρο με τους κήπους, που κατηφορίζουν απότομα προς αυτή, δεν ταράζουν τη γαλήνη και τη μοναξιά της σκηνής. Θα μπορούσε ακόμη και σήμερα η Ντιάνα να πλανιέται σ’ αυτό το ερημικό μέρος και να στοιχειώνει το δάσος.
Στην αρχαιότητα αυτό το πυκνό σε βλάστηση τοπίο ήταν το σκηνικό μιας παράξενης κι επαναληπτικής τραγωδίας. Στο βορειότερο μέρος της λίμνης, κάτω ακριβώς από τους απόκρημνους βράχους, όπου κουρνιάζει η σύγχρονη κωμόπολη της Νέμη, υπήρχε το ιερό άλσος και ο ναός της Ντιάνα Νεμορένσις ή Ντιάνα του Δάσους. Η λίμνη και το άλσος ήταν γνωστά και ως λίμνη και άλσος της Αρικίας. Η ομώνυμη όμως πόλη (η σημερινή Λα Ριτσία) ήταν χτισμένη τρία περίπου μίλια μακριά, στους πρόποδες του 'Ορους Αλβανού, και χωριζόταν με μια απότομη κατηφοριά από τη λίμνη, που βρίσκεται στη ρίζα του βουνού σε μια μικρή κοιλότητα σαν ηφαιστειακού κρατήρα.
II
Σ’ αυτό το ιερό άλσος βλάσταινε ένα συγκεκριμένο δέντρο, που γύρω του μπορούσε κανείς να δει, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας και ίσως ακόμη κι όλη τη νύχτα, μια άγρια μορφή να παραμονεύει. Στο χέρι κρατούσε ένα γυμνό σπαθί κι επαγρυπνούσε, σαν να περίμενε κάθε στιγμή μια ξαφνική επίθεση. Ο άνθρωπος αυτός ήταν ταυτόχρονα ιερέας και δολοφόνος κι εκείνος από τον οποίο προφυλαγόταν με τόση προσοχή, αργά ή γρήγορα θα τον δολοφονούσε, για να πάρει τη θέση του στο ιερατείο, όπως ήταν ο κανονισμός του ναού. Ο υποψήφιος δηλαδή για το ιερατείο μπορούσε να πάρει το αξίωμα αυτό μόνο φονεύοντας τον ιερέα και κρατούσε το αξίωμα, μέχρι να φονευτεί κι ο ίδιος από κάποιον πιο δυνατό ή πιο πανούργο.
Ο κάτοχος της αβέβαιης αυτής θέσης είχε τον τίτλο του βασιλιά. Σίγουρα όμως κανένας εστεμμένος δεν είχε ποτέ τόσο ανήσυχο ύπνο, με τόσους εφιάλτες, όσο ο ιερέας αυτός. Τα χρόνια περνούσαν κι εκείνος ήταν αναγκασμένος, σε χειμώνες και καλοκαίρια, με βροχή ή με λιακάδα, να συνεχίζει τη μοναχική του σκοπιά, γιατί, αν τον έπιανε ο ύπνος, κινδύνευε να χάσει τη ζωή του. Και η ελάχιστη ακόμη ανάπαυση ή η παραμικρή ελάττωση της δύναμης και της επιδεξιότητάς του στην ξιφομαχία τον έβαζε σε κίνδυνο, ενώ τα γκρίζα μαλλιά του μπορεί ν’ αποτελούσαν προ- μήνυμα θανάτου. Για τους ευγενείς κι ευσεβείς προσκυνητές του ιερού η όψη του ίσως σκίαζε το ωραίο τοπίο, όπως ένα σύννεφο σκεπάζει ξαφνικά τον ήλιο. Το ονειρεμένο γαλάζιο χρώμα του Ιταλικού ουρανού, η εναλλαγή φωτός και σκιάς του δάσους το καλοκαίρι και το λαμπύρισμα του ήλιου στα κύματα δε συμφωνούσαν με αυτή τη βλοσυρή και δυσοίωνη μορφή. Ας φανταστούμε την εικόνα, όπως θα την έβλεπε ένας αργοπορημένος διαβάτης μια από εκείνες τις άγριες φθινοπωρινές νύχτες, όταν πέφτουν τα νεκρά φύλλα κι ο αέρας ακούγεται σαν να τραγουδάει ένα μοιρολόι για το χρόνο που πεθαίνει, ενώ τα δέντρα του δάσους φαντάζουν μαύρα με φόντο το συννεφιασμένο ουρανό. Είναι μια εικόνα μουντή, που ταιριάζει σε μελαγχολική μουσική. Θα μπορούσαμε ν’ ακούσουμε το στεναγμό του ανέμου μέσα από τους θάμνους, το θρόισμα των ξερών φύλλων στο χώμα και τον παφλασμό των κυμάτων πέρα στην παγωμένη ακτή και σε πρώτο πλάνο τη σκοτεινή μορφή να βηματίζει πέρα δώθε μέσα στο λυκόφως και στο σκοτάδι, φωτισμένη μόνο από το ψυχρό φως του χλωμού φεγγαριού.
Ο παράξενος κανονισμός αυτού του ιερατείου δεν έχει
12
όμοιό του στην κλασική αρχαιότητα και ούτε μπορι:ί να ερμηνευ- τι:( μέσα από αυτή. Ι 'ια να βρούμε κάποια εξήγηση, πρέπει να προχωρήσουμε πιο μακριά. Κανείς φυσικά δεν αρνιέται ότι ένα τέτοιο έθιμο έχει γεύση από κάποια βάρβαρη εποχή, που επιβίωσε βέβαια κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους, φαίνεται όμως ξένο στη σημερινή εξευγενισμένη κοινωνία της Ιταλίας. Μοιάζει σαν πρωτόγονος βράχος στη μέση ενός περιποιημένου κήπου. Η μεγάλη ακριβώς αγριότητα και βαρβαρότητα αυτού του εθίμου μας δίνει ελπίδες για την ερμηνεία του. Πρόσφατες έρευνες στην προϊστορία του ανθρώπου αποκάλυψαν ότι το ανθρώπινο μυαλό επεξεργάστηκε την πρωτόγονη φιλοσοφία της ζωής, με τον ίδιο πάντοτε τρόπο, παρά τις πολλές επιφανειακές διαφορές. Επομέ- ν<ος, αν μπορέσουμε ν’ αποδείξουμε ότι ένα βαρβαρικό έθιμο, όπως αυτό του ιερατείου του Νέμους, υπήρχε κι αλλού, αν μπορέσουμε ν’ ανακαλύψουμε τα κίνητρα, που οδήγησαν στην καθιέρωσή του, καθώς και ότι αυτά λειτούργησαν πλατιά στην ανθρώπινη κοινωνία, ίσως παγκόσμια, δημιουργώντας σε διάφορες περι- πτιόσεις μια ποικιλία θεσμών, που διέφεραν στις λεπτομέρειες, αλλά γενικά ήταν όμοιοι, αν τελικά μπορέσουμε ν’ αποδείξουμε ότι αυτά τα κίνητρα με μερικούς διαμορφωμένους απ’ αυτά θεσμούς λειτούργησαν πραγματικά στην κλασική αρχαιότητα, τότε ίσ«>ς δίκαια συμπεράνουμε ότι σε κάποια μακρινή εποχή αυτά τα ίδια κίνητρα δημιούργησαν το ιερατείο του Νέμους. Αλλά ένα τέτοιο συμπέρασμα, χωρίς άμεση απόδειξη για την πραγματική δημιουργία του ιερατείου, δεν μπορεί να σταθεί, θα είναι όμως πιθανό με βάση τις υποθέσεις που έκανα. Ο σκοπός λοιπόν αυτού ίου βιβλίου είναι να προσφέρει μια αρκετά πιθανή εξήγηση για το ιερατείο του Νέμους σε συνάρτηση με τις συνθήκες που ανέφερα.
Αρχίζω παραθέτοντας λίγα γεγονότα και μύθους που γνωρίζουμε για το θέμα. Σύμφωνα με μια εκδοχή, τη λατρεία της Ντιάνα στο Νέμος την έφερε ο Ορέστης, ο οποίος, αφού σκότωσε το βασιλιά της Ταυρικής Χερσονήσου (Κριμαίας) Θόα, έφυγε με την αδελφή του στην Ιταλία μεταφέροντας κρυμμένο σ’ ένα δεμάτι ξύλα το ομοίωμα της Ταυρικής Άρτεμης. Μετά το θάνατο του Ορέστη τα οστά του μεταφέρθηκαν από την Αρικία στη Ρώμη και ενταφιάστηκαν μπροστά στο ναό του Κρόνου και δίπλα στο ναό της Ομόνοιας στην κατηφοριά του Καπιτώλιου. Η αιματηρή τελετή, σύμφωνα μι: την οποία κάθε ξένος που πατούσε το πόδι του οτη χώρα των Ταύρων θυσιαζόταν στο βιομό της θεάς και την
13
οποί» ο μύθος αποδίνει στην Άρτεμη της Ύαυρίδας, Γ.ίναι γνωστή στους αν«γνώστες των κλασικών συγγραφέων. Όταν όμως η ιεροτελεστία μεταφέρθηκε στην Ιταλία, έγινε πιο ήπια. Μέσα στο ιερό του Νέμους υπήρχε ένα συγκεκριμένο δέντρο, που απαγορευόταν να κόψουν τους κλώνους του. Μόνο ένας δραπέτης σκλάβος επιτρεπόταν να κόψει ένα μονάχα κλωνάρι, αν βέβαια μπορούσε. Αν δεν πετύχαινε στην προσπάθειά του αυτή, τότε είχε το δικαίωμα να παλέψει με τον ιερέα για μια όμως μόνο φορά κι αν φόνευε τον αντίπαλό του, τότε βασίλευε αυτός στη θέση του με τον τίτλο του Βασιλιά του Δάσους (Rex Nemorensis). Σύμφωνα με την αρχαία παράδοση, το μοιραίο κλωνάρι ήταν ο ίδιος αυτός Χρυσός Κλώνος που με εντολή της Σίβυλλας απέσπασε ο Αινείας, πριν φύγει για το επικίνδυνο ταξίδι του στον κάτω κόσμο. Για τη φυγή του σκλάβου επικρατούσε η πεποίθηση ότι αντιπροσώπευε τη φυγή του Ορέστη και η μάχη αυτού με τον ιερέα αποτε- λούσε ανάμνηση των ανθρωποθυσιών, που προσφέρονταν κάποτε στην Άρτεμη της Ταυρίδας. Αυτός ο τρόπος διαδοχής με το σπαθί παρατηρείται και στους αυτοκρατορικούς χρόνους. Λένε πως ο ιδιότροπος Καλιγούλας, επειδή αναλογιζόταν ότι ο ιερέας του Νέμους είχε παραμείνει στο αξίωμα πολύ χρόνο, πήρε στην υπηρεσία του έναν κακούργο πιο ρωμαλέο απ’ αυτόν, για να τον φονεύσει. Κάποιος Έλληνας επίσης ταξιδιώτης, που επισκέφθηκε την Ιταλία κατά την εποχή των Αντωνίνων, αναφέρει ότι ακόμη και μέχρι τότε το ιερατείο εξακολουθούσε να είναι το βραβείο της νίκης σε μια μονομαχία.
Μπορούμε όμως ν’ ανακαλύψουμε και σημαντικά ακόμη χαρακτηριστικά για τη λατρεία της Ντιάνα του Νέμους. Έτσι από τ’ αφιερώματα, που έχουν βρεθεί στην τοποθεσία αυτή, φαίνεται καθαρά ότι η Ντιάνα του Νέμους θεωρούνταν κυρίως κυνηγός. Παράλληλα όμως πιστευόταν ότι ευλογούσε άντρες και γυναίκες, για να κάνουν απογόνους, και χάριζε στις εγκύους ανώνυδο τοκετό. Βλέπουμε επίσης ότι η φωτιά έπαιζε πρωταρχικό ρόλο κατά τις θρησκευτικές τελετές της θεάς, γιατί στον ετήσιο εορτασμό της, στις δεκατρείς Αυγούστου, την πιο ζεστή περίοδο του χρόνου, το δάσος της έλαμπε από χιλιάδες δαυλούς που η κόκκινη λάμψη τους αντανακλούσε στη λίμνη. Αυτή την ημέρα, γίνονταν και ιεροτελεστίες σε ολόκληρη την Ιταλία. Τα μπρούντζινα μικρά αγάλματα, που βρέθηκαν στην περιοχή, παρουσιάζουν τη θεά να κρατάει δαυλό στο δεξί της υψωμένο χέρι. Και οι γυναίκες επίσης εκείνες που οι προσευχές τους είχαν εισακουστεί, έρχο-
14
ντιιν σιο ναό μι: στεφάνια στο κεφάλι και κρατούντας αναμμένους δαυλούς, ι(.ν<>ι:ιξΐ| πο>ς η παράκλησή τους ι:ίχι: εκπληρωθεί. Κάποιος μάλιστα άγν<ι>στος είχε αφιεριόσει ένα δαυλό που έκαιγε αδιάκοπα σ’ ένα μικρό β<ομό του Νέμους για την προστασία του Λυτοκράτορα Κλαύδιου και της οικογένειάς του. Τα λυχνάρια από τερακότα που βρέθηκαν στο δάσος, ίσως να είχαν τον ίδιο σκοπό για τους απλούς ανθρώπους. Αν συμβαίνει έτσι, τότε το έθιμο αυτό είναι ανάλογο μ’ εκείνο των Καθολικών, που αφιερώνουν κεριά στις εκκλησίες. Το όνομα επίσης της Εστίας, το οποίο βγήκε από την Ντιάνα του Νέμους, δείχνει καθαρά την ύπαρξη μιας ακόνιας άγιας φωτιάς στο ναό της. Μια μεγάλη κυκλική βάση στη βορειοανατολική γωνία του ναού, με τρία σκαλοπάτια που διατηρούν ίχνη απο μωσαϊκό, στήριζε πιθανώς τον κυκλικό ναό της Ντιάνα - Εστίας, όπως είναι ο κυκλικός ναός της Εστίας στη Ρωμαϊκή Αγορά. Εδώ, οι ιέρειες της Εστίας (Εστιάδες) φύλαγαν την ιερή φωτιά. Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι στο μέρος εκείνο βρέθηκε ένα κεφάλι Εστιάδας από τερακότα. Η λατρεία μιας ακόνιας φωτιάς που την φύλαγαν ιέρειες φαίνεται ότι ήταν γν<»στή στο Αάτιο από τους πρώτους μέχρι και τους τελευταίους χρόνους του Ρωμαϊκού κράτους. Κατά τον ετήσιο ακόμη εορτασμό της θεάς, στεφάνωναν κυνηγετικά σκυλιά και δεν πείραζαν τα άγρια ζώα, ενώ οι νέοι περνούσαν από μια τελετή εξαγνισμού προς τιμή της. Πρώτα έφερναν κρασί και το συμπόσιο περιλά- βαινε κατσικάκι, πίτες, σερβιρισμένα ζεστά πάνω σε πιάτα από φύλλα, και μήλα που κρέμονταν ακόμη σε ορμαθούς πάνω σε κλώνους.
Η Ντιάνα όμως δε βασίλευε μόνη της στο δάσος του Νέμους. Λύο μικρότερες θεότητες μοιράζονταν μαζί της το ιερό. Η μία ήταν η Ηγερία, η νύμφη του καθαρού νερού, το οποίο σαν καταρράκτης έπεφτε, αφρίζοντας, από τους σκληρούς μαύρους βράχους στη λίμνη, στην τοποθεσία Λε Μόλε, όπου βρίσκονταν οι μύλοι του σύγχρονου χωριού της Νέμη. Ο Οβίδιος αναφέρει το κελάρυσμα του ποταμού πάνω στις μικρές πέτρες, προσθέτοντας μάλιστα ότι συχνά έπινε από τα νερά του ποταμού αυτού. Οι γυναίκες πρόσφεραν Ουσίες στην Ηγερία, γιατί πίστευαν ότι, όπως η Ντιάνα, έτσι κι αυτή χάριζε μια εύκολη γέννα. Η παράδοση λέει ότι η νύμφη Ηγερία ήταν σύζυγος ή ερωμένη του σοφοί» βασιλιά Νουμά και ότι συζούσαν μέσα στο ιερό δάσος με μυστικότητα. Λένε ακόμη ότι οι νόμοι που έδωσε ο βασιλιάς Νουμάς στους Ρίομαίους ήταν εμπνευσμένοι από τη σχέση του
15
μι: τη θεότητα. Ο I Ιλούταρχος κάνα σύγκριση του μύθου αυτού μ»; άλλους παρόμοιους, που αφορούν στις ερωτικές σχέσεις των θεών με θνητούς, όπως π.χ. είναι η ερωτική σχέση της Κυβέλης και της Σελήνης με τους ωραίους νέους Άττη και Ενδυμίωνα. Σύμφωνα με άλλες πηγές το μυστικό μέρος των εραστών δεν ήταν το άλσος του Νέμους, αλλά ένα δάσος έξω από την Πόρτα Καπίνα της Ρώμης, όπου υπήρχε άλλη πηγή της Ηγερίας, η οποία ανά- βλυζε από μια σκοτεινή σπηλιά. Κάθε μέρα οι Εστιάδες έφερναν νερό απ’ αυτή την πηγή, που το μετέφεραν σε πήλινα κανάτια πάνω στο κεφάλι τους, για να πλύνουν το ναό της Εστίας. Κατά την εποχή του Γιουβενάλιου ο φυσικός βράχος περικλείστηκε με μάρμαρο, γιατί το ιερό μέρος βεβηλωνόταν από ομάδες φτωχών Εβραίων, που περιφέρονταν μέσα στο δάσος σαν τους τσιγγάνους. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι η πηγή που έπεφτε στη λίμνη του Νέμους ήταν η πραγματική Ηγερία πηγή και ότι, όταν οι πρώτοι κάτοικοι ήλθαν από τους λόφους του Αλβανού κι εγκαταστάθηκαν στις όχθες του Τίβερη, έφεραν μαζί τους και τη νύμφη για την οποία ίδρυσαν καινούργιο ναό στο δάσος έξω από τις πύλες. Τα ερείπια των λουτρών, που ανακαλύφθηκαν μέσα στην ιερή περιοχή μαζί με πολλά μέλη του ανθρώπινου σώματος από τερακότα, φανερώνουν ότι τα νερά της Ηγερίας χρησίμευαν για τη θεραπεία ασθενών, οι οποίοι εξέφραζαν τις ελπίδες ή την ευγνωμοσύνη τους αφιερώνοντας στη θεά ομοιώματα μελών που έπα- σχαν. Παρόμοιο έθιμο παρατηρείται σε πολλά μέρη της Ευρώπης ακόμη και σήμερα, ενώ η πηγή φαίνεται ότι διατηρεί μέχρι και τώρα τις ιαματικές της ιδιότητες.
Από τις άλλες μικρές θεότητες του Νέμους ήταν ο Βίρμπιος, που σύμφωνα με το μύθο ήταν ο ήρωας των Ελλήνων Ιππόλυτος, ωραίος και αγνός νεαρός, ο οποίος, όπως αναφέρουν, έμαθε την τέχνη του κυνηγιού από τον κένταυρο Χείρωνα και περνούσε όλο το χρόνο του στο δάσος κυνηγώντας άγρια θηρία μαζί με την παρθένα κυνηγό Άρτεμη (ελληνική αντιστοιχία της Ντιάνα). Ο Ιππόλυτος λοιπόν νιώθοντας υπερηφάνεια για τη θεϊκή του σύντροφο απέρριπτε την αγάπη των άλλων γυναικών. Αυτό όμως ήταν καταστροφικό για τον Ιππόλυτο, γιατί η Αφροδίτη πειραγ- μένη από την περιφρόνησή του έκανε τη μητριά του Φαίδρα να τον ερωτευτεί και, όταν αυτός περιφρόνησε τον έρωτά της, εκείνη τον συκοφάντησε στον πατέρα του Θησέα, ο οποίος την πίστεψε και παρακάλεσε τον προστάτη του ΙΙοσειδιόνα να πάρει εκδίκηση για το υποθετικό κακό. Έτσι, ενώ ο Ιππόλυτος οδηγούσε το άρμα
I ί»
του δίπλα στην ακτή του Σαρ<·>νικού, ο θεός της θάλασσας έστειλε μέσα από τα κύματα ένα μανιασμένο ταύρο. Τα άλογα τρομοκρα- τήΟηκαν κι αφηνίασαν, πέταξαν τον αναβάτη από το άρμα και σέρνοντας τον βίαια τον σκότωσαν μι; τις οπλές τους. Η Άρτεμη όμ<ος ι:ξαιτίας της αγάπης της γι’ αυτόν έπεισε το γιατρό Ασκληπιό να χρησιμοποιήσει τα βότανά του για να επαναφέρει στη ζωή τον ιοραίο νεαρό κυνηγό. Τότε ο Δίας αγανακτισμένος που ένας θνητός Οα επέστρεφε από τον Κάτω Κόσμο, έριξε και τον ίδιο το γιατρό στον Άδη, ενώ η Άρτεμη έκρυψε από τον αγριεμένο θεό τον αγαπημένο της μέσα σ’ ένα πυκνό σύννεφο μεταμορφώνοντας τα χαρακτηριστικά του και προσθέτοντάς του χρόνια. Με τον τρόπο αυτό κατόρθωσε να τον απομακρύνει προς την κοιλάδα του Νέμους, όπου τον εμπιστεύτηκε στη νύμφη Ηγερία. Ο Ιππόλυτος λοιπόν έζησε στα βάθη του Ιταλικού δάσους, άγνωστος και μόνος, με το όνομα Βίρμπιος. Σ’ εκείνο το μέρος βασίλευε ένας βασιλιάς, ο οποίος είχε αφιερώσει μια περιφέρειά του στην Ντιάνα και ο οποίος είχε έναν ωραίο κι ατρόμητο γιο, του οποίου το όνομα ήταν επίσης Βίρμπιος. Αυτός ο Βίρμπιος λένε ότι οδήγησε μια ομάδα από πύρινους ίππους κι ενώθηκε με τους Λατίνους στον πόλεμο εναντίον του Αινεία και των Τρώων. Ο Βίρμπιος λατρευόταν σαν θεός όχι μόνο στο Νέμος, αλλά και αλλού, γιατί ακούμε ότι στην Καμπανία υπήρχε ένας ιερέας αφιερωμένος στην υπηρεσία αυτού του θεού. Τα άλογα ήταν απαγορευμένα στο δάσος και στην περιοχή του ναού της Αρικίας, γιατί αυτά είχαν σκοτώσει τον Ιππόλυτο. Ήταν επίσης παράνομο ν’ αγγίξει κανείς το είδωλό του. Μερικοί μάλιστα πίστευαν ότι ταυτιζόταν με τον ήλιο. «Αλλά η αλήθεια είναι», λέει ο Σέρβιος, «ότι αυτός είναι μια θεότητα που συνδέεται με την Ντιάνα, όπως ο Άττης με τη Μ ητέρα των Θεών, ο Εριχθόνιος με την Αθηνά κι ο Άδωνης με την Αφροδίτη». Τη φύση αυτού του δεσμού θα εξετάσουμε αμέ- σο>ς. Κι εδώ αξίζει ν’ αναφέρουμε ότι η μυθική αυτή προσωπικότητα κατά τη διάρκεια του μακροχρόνιου και γεμάτου περιπέτειες βίου της παρουσιάζει μια αξιοσημείωτη επιμονή για ζωή” γιατί δύσκολα μπορούμε ν’ αμφισβητήσουμε ότι ο Άγιος του Ρωμαϊκού ημερολογίου Ιππόλυτος, που σύρθηκε βίαια από άλογα και πέΟανε στις δεκατρείς Λυγούστου, ημέρα εορτής της Ντιάνα, δεν είναι άλλος από τον Έλληνα ήρωα με το ίδιο όνομα, ο οποίος, αφού πέΟανε δύο φορές σαν ειδωλολάτρης αμαρτωλός, αναβίωσε τελικά σαν Χριστιανός άγιος.
Ιίίναι αναμφισβήτητο ότι οι ιστορίες που αναφέρθηκαν για
17
τη λατρεία της Ντιάνα του Νέμους δεν έχουν ιστορική βάση. Ανήκουν καθαρά σ’ εκείνη τη μεγάλη κατηγορία μύθων, οι οποίοι επινοήθηκαν, για να εξηγήσουν την προέλευση μιας θρησκευτικής τελετής και το μόνο που διαθέτουν είναι κάποια ομοιότητα, πραγματική ή φανταστική, ανάμεσα στη συγκεκριμένη θρησκευτική τελετή και σε κάποια άλλη ξένη. Φαίνεται καθαρά το αταίριαστο αυτών των μύθων του Νέμους, αφού η καθιέρωση της λατρείας έχει τα ίχνη της και στον Ορέστη και στον Ιππόλυτο κι ανάλογα με κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό η τελετή σχετίζεται πότε με τον ένα και πότε με τον άλλο. Η πραγματική τους αξία είναι το γεγονός ότι συντελούν στην απεικόνιση της φύσης της λατρείας παρέχοντας ένα πρότυπο σύγκρισης. Μαρτυρούν ακόμη την πανάρχαια ύπαρξη της λατρείας κι αποδείχνουν ότι η πραγματική της προέλευση χάθηκε στην ομίχλη μιας αρχαιότητας γεμάτης από μύθους. Οι μύθοι επίσης αυτοί του Νέμους είναι πολύ πιο πιστευτοί από την ιστορική παράδοση, που επιβεβαιώνει ο Κάτων ο Πρεσβύτερος, σύμφωνα με την οποία κάποιος Ηγέριος Μπαίμπιος ή Λαίβιος Τουσκλανός, Λατίνος δικτάτορας, αφιέρωσε αυτό το ιερό άλσος στην Ντιάνα, για να* ωφελήσει τους κατοίκους του Τούσκλου, της Αρικίας, του Λανούβιου, του Λαυρέ- ντου, της Κόρας, των Τιβούρων, της Πομέτιας και της Αρδέας. Η παράδοση αυτή μιλάει για την πραγματικά πολύ παλιά ίδρυση του ναού, αφού το ιερό φαίνεται να χρονολογείται κάπου πριν από το 495 π.Χ., τη χρονιά δηλαδή που η Πομέτια κυριεύτηκε από τους Ρωμαίους κι εξαφανίστηκε από την ιστορία. Πώς γίνεται όμως να υποθέσουμε ότι ένας τόσο βάρβαρος κανονισμός, όπως αυτός του ιερατείου της Αρικίας, θεσπίστηκε από μία ένωση πολιτισμένων κοινοτήτων, όπως αναμφισβήτητα ήταν οι Λατινικές πόλεις; Πρέπει προφανώς να έχει την αρχή του από κάποια άλλη πολύ πιο μακρινή εποχή, όταν η Ιταλία βρισκόταν σε μια πολύ πιο βάρβαρη κατάσταση απ’ αυτή που μας είναι γνωστή κατά την ιστορική περίοδο. Η πιστότητα της παράδοσης κλονίζεται μάλλον παρά επιβεβαιώνεται από μια άλλη πληροφορία, η οποία αποδίνει την ίδρυση του ναού σε κάποιο Μάνιο Ηγέριο, που έδωσε αφορμή να ειπωθεί πως «υπάρχουν πολλοί Μάνιοι στην Αρικία». Για την εξήγηση της φράσης αυτής μερικοί ισχυρίζονται ότι ο .Μάνιος Ηγέριος ήταν ο πρόγονος μιας παλιάς και ονομαστής γενιάς, ενώ άλλοι πιστεύουν ότι υπήρχαν πολλοί άσχημοι και παραμορφωμένοι άνθρωποι στην Αρικία, που είχαν το όνομα Μάνιος από τη Μανία, η οποία αποτελούσε το φόβητρο, τον μπαμπούλα,
18
για τα παιδιά. Επίσης ένας Ρωμαίος σατιρικός <ιναφέρει το όνομα Μάνιος σαν συνηθισμένο όνομα των ζητιάν<ον που περίμεναν τους προσκυνητές στις κατηφοριές της Αρικίας. Αυτές οι διαφορετικές γν(ί>μ*;ς μαζί μ»; την ασυμφωνία μεταξύ του Μάνιου Ηγέριου της Αρικίας και του Ηγέριου Λαίβιου από το Τούσκλο καθώς και η ομοιότητα των δύο ονομάτων προς το όνομα της μυθικής Ηγερίας αυξάνουν τις αμφιβολίες μας. Και η παράδοση όμως που διασώζει ο Κάτωνας φαίνεται πολύ κοντά στην περίσταση κι ο υποστηρι- κτής της πολύ αξιόπιστος, για να την απορρίψουμε σαν ανούσιο μυθιστόρημα. Θα μπρούσαμε ίσως να υποθέσουμε ότι σχετίζεται με κάποια αρχαία επιδιόρθωση ή ανοικοδόμηση του ναού, που έγινε πραγματικά από τις ομόσπονδες πόλεις. Αλλά όπως κι αν έχει το πράγμα, η παράδοση αυτή αποκαλύπτει ότι το άλσος από τους παλιότερους χρόνους ήταν κοινός τόπος λατρείας για πολλές από τις παλιές πόλεις της χώρας, για να μην πούμε για ολόκληρη την ομοσπονδία των Λατίνων.
2. Άρτεμη και Ιππόλυτος. Έχω ήδη εκθέσει ότι οι μύθοι της Αρικίας για τον Ορέστη και τον Ιππόλυτο, αν και έχουν ασήμαντη ιστορική αξία, μας βοηθούν όμως να κατανοήσουμε καλύτερα τη λατρεία στο Νέμος και να τη συγκρίνουμε με τις θρησκευτικές τελετές και τους μύθους άλλων ιερών τόπων. Εδώ γεννιέται το ερώτημα, γιατί όσοι γράφουν αυτούς τους μύθους αναφέρουν τον Ορέστη και τον Ιππόλυτο, για να εξηγήσουν την ύπαρξη του Βίρμπιου και του Βασιλιά του Δάσους; Σχετικά με τον Ορέστη η απάντηση είναι ολοφάνερη. Αυτός και η εικόνα που έχουμε για την Ταυρική Άρτεμη, η οποία μόνο με αίμα μπορούσε να κατευναστεί, χρησιμοποιήθηκαν πρόχειρα, για να ερμηνεύσουν το φονικό νόμο της διαδοχής στο ιερατείο της Αρικίας. Σχετικά όμως με τον Ιππόλυτο η υπόθεση δεν είναι τόσο απλή. Βέβαια ο τρόπος που πέθανε παρουσιάζει μια αρκετά εύκολη αιτιολογία γι<ι την απαγόρευση των αλόγων από το άλσος, η οποία δεν είναι όμως αρκετή, για να δικαιολογήσει την ταύτιση αυτή. II ρέπει να ερευνήσουμε προσεχτικά εξετάζοντας τη λατρεία καθώς επίσης και το μύθο του Ιππόλυτου.
Ο ήρ<οας αυτός είχε στην πατρίδα του την Τροιζήνιι φημισμένο ναό, που βρισκόταν σ’ έναν όμορφο κόλπο κλεισμένο από ξηρά και γεμάτο από πορτοκαλιές, λεμονιές και ψηλά κυπαρίσσια, τα οποία εξείχαν σαν σκοτεινά κωδωνοστάσια πάνω από τους κήπους των Εσπερίδων. Όλα αυτά ντύνουν και το>ρα τη λωρίδα της εύφορης ακτής στη ρίζα των απότομων βουνο>ν, εν<ί> μέσα απ'
I·)
το γαλάζιο ήρεμο νερό του κόλπου, που προφυλάγει από την ανοικτή θάλασσα, αναδύεται το ιερό νησί του Ποσειδώνα, το οποίο έχει στις άκρες του σκούρα πράσινα πεύκα. Σ’ αυτή την όμορφη ακτή λατρευόταν ο Ιππόλυτος. Στο εσωτερικό του ναού υπήρχε ομοίωμα του ήρωα κι ένας ιερέας, που κρατούσε το αξίωμα αυτό για όλη του τη ζωή, τελούσε την τελετή. Κάθε χρόνο δηλαδή γινόταν προς τιμή του Ιππόλυτου μια γιορτή με θυσίες, όπου οι ανύπαντρες κόρες θρηνούσαν με κλάματα και μοιρολόγια τον πρόωρο θάνατό του, ενώ νέοι και παρθένες αφιέρωναν πριν από το γάμο μπούκλες από τα μαλλιά τους. Ο τάφος του βρισκόταν στην Τροιζήνα, αλλά οι άνθρωποι δεν τον έδειχναν. Είναι φανερό ότι στο πρόσωπο του ωραίου Ιππόλυτου, του πολυαγαπημέ- νου της Άρτεμης, που έφυγε ακριβώς πάνω στα νιάτα του και θρηνείται κάθε χρόνο από τους νέους, έχουμε έναν από εκείνους τους θνητούς αγαπημένους μιας θεάς, οι οποίοι εμφανίζονται τόσο συχνά στην αρχαία θρησκεία και πιο γνωστός ανάμεσά τους είναι ο Άδωνης. Ο ανταγωνισμός της Άρτεμης και της Φαίδρας για την αγάπη του Ιππόλυτου είναι παρόμοιος, αλλά κάτω από διαφορετικό όνομα, με αυτόν της Αφροδίτης και της Περσεφόνης για την αγάπη του Άδωνη. Η Φαίδρα δηλαδή, είναι απλά ένα αντίγραφο της Αφροδίτης. Η άποψη αυτή προφανώς δεν αδικεί ούτε τον Ιππόλυτο ούτε την Άρτεμη, γιατί η Άρτεμη ήταν κυρίως η μεγάλη θεά της γονιμότητας. Έτσι, σύμφωνα με τις αρχές της παλιάς θρησκείας, αυτή που γονιμοποιεί τη φύση πρέπει να είναι γόνιμη και η ίδια και για να γίνει αυτό πρέπει οπωσδήποτε να έχει έναν αρσενικό σύντροφο. Με βάση λοιπόν την προηγούμενη θεωρία ο Ιππόλυτος ήταν ο σύντροφος της Άρτεμης στην Τροιζήνα και οι μπούκλες, που οι νέοι και οι παρθένες πρόσφεραν σ’ αυτόν, είχαν σκοπό να ενισχύσουν την ένωσή του με τη θεά και να βοηθήσουν στην ευφορία της γης και στην αύξηση της κτηνοτροφίας καθώς και του ανθρώπινου γένους. Κάποιο βεβαιωτικό στοιχείο αυτής της άποψης είναι ότι στην Τροιζήνα λατρεύονταν δύο θηλυκές δυνάμεις, που είχαν το όνομα Δαμία και Αυξησία και που η σχέση τους με τη γονιμότητα του εδάφους είναι αναμφισβήτητη. Όταν κάποτε στην Επίδαυρο η γη δεν καρποφόρησε, οι άνθρωποι υπακούοντας σ’ ένα χρησμό χάραξαν στον ιερό ελαιώνα τις εικόνες της Δαμίας και της Αυξησίας και λένε ότι η γη ξανάδωσε καρπούς. Στην Τροιζήνα επίσης και στην περιοχή βέβαια του Ιππόλυτου γινόταν προς τιμή αυτών των παρθένων μια περίεργη γιορτή, όπου πετούσαν κουκούτσια, για να έχουν μια
20
Μίλή σοδειά' παρόμοια έθιμα υπήρχαν σι: πολλές χώρες για τον ίδιο σκοπό. Στο μύθο του τραγικού θανάτου του νεαρού Ιππόλυτου διακρίνουμε κάποια ομοιότητα με τους μύθους άλλων ωραίων θνητών, που πλήρωσαν με τη ζωή τους τη σύντομη αγάπη μιας αθάνατης θεάς. Όσα έχουν ειπωθεί για τους άτυχους αυτούς εραστές δεν είναι προφανώς πάντα απλοί μύθοι' αλλά ακόμη και οι μύθοι που λένε ότι το αίμα τους βρίσκεται χυμένο στο κατακόκκινο άνθος της βιολέτας, στην κατακόκκινη κηλίδα της ανεμώνας ή στα κατακόκκινα τριαντάφυλλα δεν αποτελούν περιττά ποιητικά σύμβολα νιότης κι ομορφιάς που φεύγει σαν τα καλοκαιρινά λουλούδια' περιέχουν μια βαθύτερη φιλοσοφία της σχέσης της ζωής του ανθρώπου με τη φύση, μια θλιβερή φιλοσοφία που δημιούργησε μια τραγική πρακτική. Ποια ήταν αυτή η φιλοσοφία και η πρακτική θα μάθουμε αργότερα.
3. Ανακεφαλαίωση. Τώρα ίσως μπορέσουμε να καταλάβουμε γιατί οι αρχαίοι ταύτισαν τον Ιππόλυτο, το σύντροφο της Άρτεμης, με το Βίρμπιο, ο οποίος, σύμφωνα με το Σέρβιο, υπήρξε για την Ντιάνα ό,τι ο Άδωνης για την Αφροδίτη ή ο Άττης για τη Μητέρα των Θεών. Η Ντιάνα, όπως και η Άρτεμη, ήταν θεά της γονιμότητας και ιδιαίτερα του τοκετού και, όπως το ελληνικό της αντίστοιχο, χρειαζόταν κι αυτή έναν αρσενικό σύντροφο. Εάν λοιπόν ο Σέρβιος έχει δίκιο, ο σύντροφος αυτός ήταν ο Βίρμπιος. Σχετικά τώρα με το χαρακτηρισμό του ως ιδρυτή του ιερού άλσους και πρώτου βασιλιά του Νέμους, ο Βίρμπιος είναι σαφώς ο μυθικός πρόγονος ή μάλλον το αρχέτυπο μιας σειράς ιερέων που υπηρέτησαν την Ντιάνα με τον τίτλο του Βασιλιά του Δάσους και διαδέχονταν ο ένας τον άλλο μετά από ένα βίαιο θάνατο. Είναι επομένως φυσικό να υποθέσουμε ότι οι ιερείς αυτοί είχαν την ίδια σχέση μ’ εκείνη του Βίρμπιου με τη θεά του δάσους, δηλαδή ο θνητός Βασιλιάς του Δάσους είχε για βασίλισσά του τη δασόβια Ντιάνα. Εάν υποθέσουμε επίσης ότι το ιερό δέντρο που φύλαγε με τη ζωή του ήταν πιθανώς η ενσωμάτωση της ίδιας της θεάς, τότε ο ιερέας όχι μόνο τη λάτρευε σαν θεά του, αλλά την αγκάλιαζε και σαν γυναίκα του. Δεν υπάρχει τίποτε το παράλογο σ’ αυτή την υπόθεση, αφού ακόμη και στην εποχή του Πλίνιου ένας Ρο>μαίος ευγενής φερόταν έτσι σε μια οξιά που βρισκόταν σ’ ένα άλλο ιερό άλσος της Ντιάνα στους λόφους του Αλβανού. Αγκάλιαζε το δέντρο, το φιλούσε, ξάπλωνε κάτω απ’ τη σκιά του κι έριχνε κρασί στον κορμό του ταυτίζοντάς το προφανίός μ»: τη θεά. Το έθιμο αυτό του γάμου αντρών και γυναικίόν με δέντρα εξακο
21
λουθεί να υπάρχει ακόμη και σήμερα στην Ινδία και σε άλλα μέρη της Ανατολής. Γιατί λοιπόν να μην υπήρχε και στο αρχαίο Λάτιο;
Κάνοντας μια γενική ανασκόπηση καταλήγουμε ότι η λατρεία της Ντιάνα στο ιερό άλσος του Νέμους έχει πολύ μεγάλη σπουδαιότητα και είναι πανάρχαιη. Αυτή σέβονταν σαν θεά των δασών, των άγριων θηρίων και ίσως των κατοικίδιων ζώων και των καρπών της γης. Πίστευαν επίσης ότι αυτή χάριζε απογόνους και βοηθούσε τις εγκύους στον τοκετό. Η ιερή της φλόγα, που τη φύλαγαν αγνές παρθένες, έκαιγε διαρκώς μέσα σ’ έναν κυκλικό ναό που βρισκόταν στην περιοχή της. Μία νύμφη του νερού, η Ηγερία, η οποία συνδεόταν με την Ντιάνα, ανέλαβε μία από τις λειτουργίες της θεάς, να βοηθάει δηλαδή τις γυναίκες στους πόνους του τοκετού. Αυτή η νύμφη λένε ότι είχε ζευγαρώσει μ’ έναν παλιό Ρωμαίο βασιλιά μέσα στο ιερό δάσος' και λένε ακόμη ότι η ίδια η Ντιάνα του Δάσους είχε έναν αρσενικό σύντροφο με το όνομα Βίρμπιος, που ήταν γι’ αυτήν ό,τι ο Άδωνης για την Αφροδίτη ή ο Άττης για την Κυβέλη. Τελικά αυτόν το μυθικό Βίρμπιο αντιπροσώπευε μια σειρά από ιερείς, οι οποίοι ήταν γνωστοί ως Βασιλιάδες του Δάσους και οι οποίοι φονεύονταν από τα σπαθιά των διαδόχων τους. Η ζωή τους ήταν, κατά κάποιο τρόπο, δεμένη μ’ ένα ορισμένο δέντρο του δάσους, γιατί αυτοί ήταν ασφαλείς όσο το δέντρο έμενε ανέπαφο.
Βέβαια αυτά τα συμπεράσματα δεν είναι αρκετά, για να εξηγήσουμε τον ιδιόρρυθμο κανονισμό της διαδοχής στο ιερατείο. Μια πιο πλατιά όμως έρευνα ίσως μας βοηθήσει να καταλάβουμε ότι αυτά περιέχουν, σε υποτυπώδη μορφή, τη λύση του προβλήματος. Με αυτή λοιπόν την έρευνα πρέπει ν’ ασχοληθούμε. Θα είναι σίγουρα μακροχρόνια και κουραστική, αλλά μπορεί να παρουσιάσει κάποιο ενδιαφέρον και θέλγητρο σχετικά με την ανακάλυψη καινούργιων και παράξενων τόπων και λαών και ακόμη πιο παράξενων εθίμων. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με πρίμο άνεμο στα πανιά κι ας αφήσουμε για λίγο τις ακτές της Ιταλίας.
22
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
ΙΕΡΑΤΙΚΟΙ ΒΑΣΙΛΙΑΔΕΣ
Τα ερωτηματικά, τα οποία υποβάλαμε στον εαυτό μας, είναι κυρί<ος δύο: πρώτο, γιατί ο ιερέας της Ντιάνα στο Νέμος, ο Βασιλιάς του Δάσους, έπρεπε να φονεύσει τον προκάτοχό του και δεύτερο, γιατί πριν απ’ αυτό έπρεπε να κόψει τον κλάδο ενός ορισμένου δέντρου, που η παράδοση των αρχαίων ταύτιζε με το Χρυσό Κλώνο του Βιργίλιου;
Το-πρώτο θέμα που θα μας απασχολήσει είναι ο τίτλος του ιερέα. Γιατί είχε τον τίτλο Βασιλιάς του Δάσους και γιατί το δάσος χαρακτηρίζεται βασίλειο;
11 ταύτιση του βασιλικού τίτλου με τα ιερατικά καθήκοντα ήταν κάτι κοινό στην αρχαία Ιταλία και Ελλάδα. Στη Ρώμη και σι: άλλι:ς πόλεις του Λατίου υπήρχε ιερέας με το χαρακτηρισμό Θυσιαστής Βασιλιάς ή Βασιλιάς των Ιερών Τελετών και η γυναίκα του είχε τον τίτλο της Βασίλισσας των Ιερών Τελετών. Στη δημοκρατική Αθήνα επίσης ο δεύτερος ετήσιος άρχοντας της πολιτείας είχε το όνομα Βασιλιάς και η γυναίκα του Βασίλισσα. Και οι δύο βασιλιάδες ήταν δεσμευμένοι με θρησκευτικές υποχρεώσεις. Ιίολλές άλλες Ελληνικές δημοκρατικές πολιτείες είχαν επίτιμους βασιλιάδες που, όσο μας είναι γνωστό, ασκούσαν ιερατικά καθήκοντα και συγκεντρώνονταν γύρω από την Κοινή Εστία της πόλης, ενώ'μερικές άλλες είχαν επίτιμους βασιλιάδες, οι οποίοι όμως ήταν ταυτόχρονα και ουσιαστικοί βασιλιάδες. Στη Ρώμη, όπως αναφέρει η παράδοση, ο Θυσιαστής Βασιλιάς εμφανίστηκε μετά την κατάργηση της μοναρχίας, για να προσφέρει τις Ουσίες που πρόσφεραν προηγουμένοις οι βασιλιάδες. Μια παρόμοια
21
άποψη σχετικά με την προέλευση των ιερατικών βασιλιάδων φαίνεται να επικρατεί και στην Ελλάδα. Η άποψη αυτή δεν είναι απίθανη και βγαίνει από το παράδειγμα της Σπάρτης, της μόνης σχεδόν Ελληνικής πόλης που διατήρησε τη διοίκηση της βασιλικής μορφής και κατά τους ιστορικούς χρόνους. Στην πόλη αυτή οι βασιλιάδες πρόσφεραν τις θυσίες της πολιτείας ως απεσταλμένοι του θεού. Έτσι, ο ένας από τους δύο Σπαρτιάτες βασιλιάδες είχε το ιερατείο του Δία του Λακεδαιμόνιου και ο άλλος το ιερατείο του Ουράνιου Δία.
Αυτός ο συνδυασμός των ιερών καθηκόντων με τη βασιλική εξουσία είναι γνωστός σε όλους. Η Μικρά Ασία, για παράδειγμα, ήταν η έδρα διάφορων μεγάλων θρησκευτικών πόλεων, που ήταν γεμάτες από ιερούς σκλάβους και που τις κυβερνούσαν ιερείς, οι οποίοι εξασκούσαν κοσμική και πνευματική εξουσία, όπως οι πάπες στη μεσαιωνική Ρώμη. Τέτοιες πόλεις ήταν η Ζήλα και η Πεσινούς. Επίσης κατά τους ειδωλολατρικούς χρόνους οι Τεύτο- νες βασιλιάδες είχαν καθήκοντα αρχιερέων, ενώ οι Αυτοκράτορες της Κίνας πρόσφεραν δημόσια θυσίες, των οποίων οι λεπτομέρειες ρυθμίζονταν από τα τελετουργικά βιβλία, κι ο Βασιλιάς της Μαδαγασκάρης ήταν και αρχιερέας του κράτους. Στη μεγάλη γιορτή του καινούργιου χρόνου έσφαζαν ένα νεαρό ταύρο για το καλό του βασιλείου και στη θυσία παρευρισκόταν και ο βασιλιάς, για να προσφέρει ευχαριστήρια προσευχή. Στις μοναρχικές πολιτείες που εξακολουθούν να διατηρούν την ανεξαρτησία τους μεταξύ των Gallas της Ανατολικής Αφρικής, ο βασιλιάς θυσιάζει στις κορυφές των βουνών και ρυθμίζει τα σχετικά με τις ανθρωποθυσίες. Το αμυδρό φως της παράδοσης αποκαλύπτει μια παρόμοια ένωση κοσμικών και πνευματικών δυνάμεων, βασιλικών και ιερατικών καθηκόντων ανάμεσα στους βασιλιάδες αυτής της ευχάριστης χώρας της Κεντρικής Αμερικής, της οποίας η αρχαία πρωτεύουσα, που τώρα είναι θαμμένη κάτω από την υπερβολική βλάστηση του τροπικού δάσους, χαρακτηρίζεται από τα μεγαλοπρεπή και μύστη ριακά ερείπια της Palenque.
Όταν είπαμε ότι οι αρχαίοι βασιλιάδες ήταν επίσης και ιερείς, δε σημαίνει ότι εξαντλήσαμε τη μελέτη για τη θρησκευτική ιδιότητα αυτού του αξιώματος. Εκείνο τον καιρό, η θεϊκή φύση που περιέβαλλε ένα βασιλιά δεν ήταν απλά λόγια, αλλά η έκφραση ενός σοβαρού πιστεύω. Οι βασιλιάδες απολάβαιναν το σεβασμό σε πολλές περιπτώσεις όχι μόνο σαν ιερείς που μεσολαβούσαν ανάμεσα στον άνθρωπο και στο θεό, αλλά σαν να ήταν
24
οι ίδιοι Or.oi, αφού μπορούσαν να ευλογήσουν τους υπήκοους Mti λατρευτές τους, κάτι που είναι πέρα από τις δυνατότητες τ<ι>ν κοι- ν<όν θνητών, και να προσφέρουν Ουσίες και προσευχές στα ανώτερα κι αόρατα όντα. Έτσι συχνά οι άνθρωποι περίμκναν από τους βασιλιάδες να στείλουν βροχή ή ήλιο, ανάλογα με την εποχή, ν’ αυξήσουν τη σοδειά και άλλα παρόμοια. Όσο κι αν αυτά μας φαίνονται παράξενα, αποτελούν μέρος της πρώιμης σκέψης του ανθρώπου. Ένας άγριος δεν έχει την ικανότητα ν’ αντιληφτεί το διαχωρισμό μεταξύ του φυσικού και του υπερφυσικού, γιατί νομίζει ότι ο κόσμος διευθύνεται από ανώτερα όντα, που όμως έχουν τις ίδιες ορμές και τα ίδια κίνητρα, τους ίδιους φόβους και τις ίδιες ελπίδες με αυτόν. Σ’ έναν τέτοιο κόσμο ο άγριος δεν μπο- ρεί να διακρίνει κανένα περιορισμό σχετικά με τη δύναμή του να επηρεάσει τη φύση προς όφελός του. Οι προσευχές, οι υποσχέσεις ή και οι απειλές τού εξασφαλίζουν καλό καιρό και άφθονη σοδειά εκ μέρους των θεών και, εάν ένας θεός ενσαρκωθεί κάποια φορά στο πρόσωπό του, όπως πιστεύει, τότε αυτός δεν έχει ανάγκη να επικαλεστεί ανώτερο ον, γιατί διαθέτει όλες τις αναγκαίες δυνάμεις για το καλό το δικό του και των συντρόφων του.
Αυτός λοιπόν είναι ένας τρόπος με τον οποίο μπορούμε να πλησιάσουμε την ιδέα για τον άνθρωπο-θεό. Υπάρχει όμως και άλλος. Παράλληλα δηλαδή με την άποψη των πνευματικών δυνάμεων που διέπουν τον κόσμο, ο άγριος έχει μια διαφορετική και πιθανώς ακόμη πιο παλιά νοοτροπία, στην οποία ίσως ανακαλύ- ψουμε κάποιο πυρήνα της σύγχρονης αντίληψης για το φυσικό νόμο ή την άποψη ότι η φύση αποτελείται από μια σειρά αμετάβλητα γεγονότα, που δεν απαιτούν την παρέμβαση του ανθρώπινου παράγοντα. Ο πυρήνας, για τον οποίο κάνω λόγο, βρίσκεται στη συμπαθητική μαγεία, όπως αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί, που παίζει σημαντικό ρόλο στις περισσότερες προλήψεις. Στην πρωτόγονη κοινωνία ο βασιλιάς είναι συχνά μάγος και ιερέας και πολλές φορές φαίνεται ότι έχει φτάσει σ’ αυτό το αξίωμα εξαιτίας της υποθετικής επίδοσής του στη μαύρη και άσπρη μαγεία. Για να κατανοήσουμε επομένως την εξέλιξη της βασιλείας και τον ιερό χαρακτήρα που περιέβαλλε το αξίωμα αυτό στα μάτια των άγριων ή βάρβαρων ανθρώπων, είναι πολύ βασικό να γνωρίζουμε ορισμένα πράγματα για τις αρχές της μαγείας καθώς και τη μεγάλη επιρροή που ασκούσαν οι αρχαίες προλήψεις πάνω στους ανθρώπους κάθε ηλικίας και κάθε χώρας. Θα εξετάσουμε λοιπόν το θέμα λεπτομερούς.
25
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΙ
ΣΥΜΠΑΘΗΤΙΚΗ ΜΑΓΕΙΑ
1. Οι Αρχές της Μαγείας. Εάν αναλύσουμε τις αρχές της σκέψης πάνω στις οποίες βασίζεται η μαγεία, θα διαπιστώσουμε προφανώς τα εξής: πρώτον, ότι ένα γεγονός παράγει ένα άλλο όμοιό του ή ότι ένα αποτέλεσμα μοιάζει με την αιτία του και δεύτερον, ότι πράγματα που κάποτε είχαν κάποια επαφή μεταξύ τους εξακολουθούν να επιδρούν το ένα πάνω στο άλλο από απόσταση όμως, αφού δεν υπάρχει πια καμιά φυσική επαφή ανάμεσά τους. Την πρώτη αρχή μπορούμε να ονομάσουμε Νόμο της Ομοιότητας και τη δεύτερη Νόμο της Επαφής ή της Μετάδοσης. Από την πρώτη αρχή, το Νόμο της Ομοιότητας, ο μάγος συμπεραίνει ότι μπορεί να φέρει το αποτέλεσμα που επιθυμεί, αν απλά και μόνο το μιμηθεί, ενώ από τη δεύτερη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο- ποιαδήποτε επέμβασή του σ’ ένα αντικείμενο θα επηρεάσει εξίσου το άτομο που είχε κάποτε επαφή με αυτό ή που το αντικείμενο αυτό αποτελούσε μέρος του σώματός του. Τα τεχνάσματα τα βασισμένα στο Νόμο της Ομοιότητας αποτελούν την Ομοιοπαθητική ή Μιμητική Μαγεία κι αυτά που βασίζονται στο Νόμο της Επαφής ή της Μετάδοσης αποτελούν τη Μεταδοτική Μαγεία. Για να υποδηλώσουμε τον πρώτο απ’ αυτούς τους κλάδους της μαγείας, ο όρος Ομοιοπαθητική είναι ίσως προτιμότερος' για τον άλλο κλάδο ο όρος Μιμητική σημαίνει, εάν αυτό δεν αποτελεί πρόκληση, ένα συνειδητό παράγοντα ο οποίος μιμείται, οροθετώντας με τον τρόπο αυτό πολύ στενά το σκοπό της μαγείας' γιατί ο μάγος πιστεύει τυφλά ότι εφαρμόζοντας τις ίδιες αυτές αρχές στην πρακτική του ρυθμίζει τις λειτουργίες της άψυχης φύσης. Παραδέ
26
χεται δηλαδή σκοπηλά ότι οι Νόμοι της Ομοιότητας και της Ιίπα- φής εφαρμόζονται παγκόσμια και δ»:ν περιορίζονται μόνο στις ανθρώπινες πράξεις. Με λίγα λόγια, η μαγεία είναι ένα πλαστό σύστημα του φυσικού νόμου κι ένας απατηλός οδηγός συμπεριφοράς, μια ψεύτικη επιστήμη και μια άστοχη τέχνη. Εάν θεωρηθεί ως ένα σύστημα του φυσικού νόμου, δηλαδή κανόνες που αποφασίζουν τη σειρά των γεγονότων σ’ όλο τον κόσμο, τότε μπορεί να πάρει το όνομα Θεωρητική Μαγεία' εάν όμως θεωρηθεί ως μια σειρά εντολών που οι άνθρωποι μελετούν για να ρυθμίζουν το τέλος τους, τότε μπορεί να πάρει το όνομα Πρακτική Μαγεία. Παράλληλα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι ο πρωτόγονος μάγος γνώριζε τη μαγεία μόνο από την πρακτική της άποψη, γιατί ποτέ δεν ανέλυσε την πνευματική πορεία πάνω στην οποία βασιζόταν η πρακτική του και ποτέ δε συλλογίστηκε τις αφηρημένες αρχές, που είχαν σχέση με τις πράξεις του. Γι’ αυτόν, όπως και για τους περισσότερους ανθρώπους, η λογική ήταν απεριόριστη και ασαφής, αφού αιτιολογούσε, όπως ακριβώς χώνευε το φαγητό του, έχοντας πλήρη άγνοια της διανοητικής και φυσιολογικής εξέλιξης, που είναι βασικά στοιχεία και στις δύο λειτουργίες. Η μαγεία λοιπόν γι’ αυτόν ήταν πάντοτε μια τέχνη και ποτέ μια επιστήμη, γιατί η ιδέα της επιστήμης έλειπε τελείως από τον καθυστερημένο ακόμη νου του. Ο βαθύς λοιπόν μελετητής πρέπει να ψάξει για το νήμα της σκέψης που κρύβεται κάτω από την πρακτική του μάγου' πρέπει να τραβήξει τις λίγες απλές κλωστές από το μπερδεμένο κουβάρι' πρέπει επίσης να διαχωρίσει τις αφηρημένες αρχές από τις συγκεκριμένες εφαρμογές τους' πρέπει τέλος να διακρίνει την πλαστή επιστήμη πίσω από την μπαστάρδικη τέχνη.
Εάν η ερμηνεία μου σχετικά με τη λογική του μάγου είναι σωστή, τότε οι δύο μεγάλες αρχές της τείνουν να γίνουν απλά δύο διαφορετικές κακές εφαρμογές της σύνδεσης ιδεών. Η ομοιοπαθητική μαγεία είναι θεμελιωμένη στη σύνδεση των ιδεών με βάση την ομοιότητα, ενώ η μεταδοτική στη σύνδεση των ιδεών με βάση τη συνάφεια. Η ομοιοπαθητική μαγεία κάνει το λάθος να παραδεχτεί ότι πράγματα που μοιάζουν μεταξύ τους είναι ίδια και η μεταδοτική μαγεία ότι πράγματα που ήταν κάποτε σ’ επαφή μεταξύ τους εξακολουθούν να είναι πάντα. Συχνά όμως στην πράξη οι δύο κλάδοι μπερδεύονται ή, για ν’ ακριβολογήσω, ενώ η ομοιοπαθητική ή μιμητική μαγεία μπορεί να εφαρμοστεί μόνη της, η μεταδοτική μαγεία όλο και μπλέκει κάποια εφαρμογή από την ομοιοπαθητική ή μιμητική αρχή. Έτσι, γενικά διατυπωμένοι
27
οι δύο κλάδοι, είναι ίσως δύσκολο να γίνουν κατανοητοί, αλλά, όταν τους απεικονίσουμε με ακριβή παραδείγματα, θα γίνουν αμέσως σαφείς. Και οι δύο σκέψεις είναι στην πραγματικότητα πολύ απλές και στοιχειώδεις. Δύσκολα θα μπορούσε να συμβαίνει αλλιώς, αφού είναι οικείες ως συγκεκριμένες και βέβαια όχι ως αφηρημένες στον ακατέργαστο νου και των άγριων και των ανθρώπων με μειωμένη ευφυΐα ή καθολική άγνοια. Και οι δύο κλάδοι της μαγείας, η ομοιοπαθητική και η μεταδοτική, μπορούν εύκολα να περιληφτούν μαζί κάτω από το γενικό τίτλο Συμπαθητική Μαγεία, γιατί και οι δύο υποστηρίζουν ότι ένα πράγμα επηρεάζει ένα άλλο ακόμη κι από μακριά μέσω μιας μυστικής συμπαθητικής σχέσης. Η δύναμη που μεταβιβάζεται από το ένα στο άλλο μπορεί να θεωρηθεί σαν ένα είδος αόρατου αιθέρα, ο οποίος διαφέρει από εκείνον που παραδέχεται η σύγχρονη επιστήμη για παρόμοιους σκοπούς και κυρίως για να εξηγήσει τη φυσιολογική επιρροή, η οποία ασκείται μέσα από ένα διάστημα που φαίνεται να είναι κενό.
Ίσως είναι καλύτερα να κάνουμε τον ακόλουθο πίνακα για τους κλάδους της μαγείας σύμφωνα με τους νόμους της σκέψης οι οποίοι τους διέπουν.
Θα απεικονίσω τώρα με παραδείγματα αυτούς τους δύο μεγάλους κλάδους της συμπαθητικής μαγείας αρχίζοντας από την ομοιοπαθητική μαγεία.
2. Ομοιοπαθητική ή Μιμητική Μαγεία. Η πιο γνωστή ίσως εφαρμογή της αρχής, ότι ένα πράγμα παράγει ένα όμοιό του, είναι η προσπάθεια που έχει γίνει κατά καιρούς από πολλούς ανθρώπους να πληγώσουν ή να εξοντώσουν έναν εχθρό πληγώνοντας ή καταστρέφοντας το ομοίωμά του με τη σκέψη ότι, όπως ακριβώς υποφέρει το ομοίωμα, έτσι ακριβώς θα υποφέρει και ο άνθρωπος και ότι, όταν το ομοίωμα φθαρεί, θα πεθάνει κι αυτός. Θα δώσουμε εδώ μερικά παραδείγματα, για να δείξουμε την πλατιά εφαρμογή αυτής της πρακτικής στον κόσμο, καθώς και την αξιο-
Συμπαθητική Μαγεία (Νόμος της Συμπαθητικής σχέσης)
Ομοιοπαθητική Μαγεία (Νόμος της Ομοιότητας)
Μεταδοτική Μαγεία (Νόμος της Επαφής)
28
θαύμαστη αντοχή της μέσα στους αιώνες. Χιλιάδες χρΛνκ*. πριν αυτή ήταν γνοκττή στους μάγους της αρχαίας Ινδίας, της Βαβυλώνας και της Αίγυπτου καθώς και της Ελλάδας και Ρώμης' και σήμερα όμως καταφεύγουν σ' αυτή οι πανούργοι και κακόβουλοι βάρβαροι της Αυστραλίας, Αφρικής και Σκωτίας. Έτσι, όπως μας πληροφορούν, οι Ινδιάνοι της Βόρειας Αμερικής πιστεύουν πως ζωγραφίζοντας τη μορφή κάποιου πάνω σε άμμο, σε στάχτη ή σε πηλό ή θεωρώντας ένα οποιοδήποτε αντικείμενο σαν κορμί του και τρυπώντας το μ’ ένα μυτερό ραβδί ή τραυματίζοντάς το με οποιοδήποτε τρόπο, μπορούν να πετύχουν τον τραυματισμό του ατόμου αυτού εξ αποστάσεως. Όταν ένας Ινδιάνος της φυλής Ojebway θέλει να κάνει κακό σε κάποιον, φτιάχνει ένα μικρό ξύλινο ομοίωμα του εχθρού του και μπήγει μια βελόνα στο κεφάλι ή στην καρδιά του ή του ρίχνει ένα βέλος πιστεύοντας ότι τη στιγμή που η βελόνα ή το βέλος θα τρυπήσει το ομοίωμα, την ίδια στιγμή ο εχθρός του θα αισθανθεί δυνατό πόνο στο αντίστοιχο μέρος του σώματός του' αλλά, εάν επιδιώκει να σκοτώσει τον άνθρωπο αυτόν, καίει ή θαύει το ομοίωμα προφέροντας συγχρόνως ορισμένες μαγικές λέξεις.Οι Ινδιάνοι του Περού έπλαθαν ομοιώματα από λίπος και σιτηρά, για να μιμηθούν τα πρόσωπα που αντιπαθούσαν ή φοβόνταν και στη συνέχεια έκαιγαν το ομοίωμα πάνω στο δρόμο από όπου θα περνούσε το υποψήφιο θύμα, γιατί πίστευαν ότι με αυτό τον τρόπο καιγόταν και η ψυχή του.
Μια παρόμοια μαγική των κατοίκων της Μαλαισίας είναι η ακόλουθη: Παίρνουν νύχια, μαλλιά, φρύδια, σάλια και άλλα από το μελλοντικό θύμα, αρκετά για ν’ αντιπροσωπεύουν κάθε μέρος του ανθρώπου, και με αυτά, ανακατεμένα με το κερί μιας εγκαταλειμμένης κυψέλης, φτιάχνουν το ομοίωμά του. Για εφτά συνεχείς νύχτες καψαλίζουν αργά το ομοίωμα αυτό κρατώντας το πάνω από μια φλόγα και λέγοντας:
«Λκν είναι το κι:ρί πον καψαλίζω,Ιίίναι το συκώτι, η καρδιά και η σπλήνα τον τάδε,Πον καψαλίζω».
Μι :τά την έβδομη φορά καίνε το ομοίωμα και το θύμα θα πεθάνει. Ιίίναι ολοφάνερο ότι αυτή η μαγική συνδέει τις αρχές της ομοιοπαθητικής και της μεταδοτικής μαγείας, γιατί το ομοίωμα του εχθρού περιέχει στοιχεία, που είχαν κάποτε επαφή με αυτόν, όπο>ς
είναι τα νύχια, τα μαλλιά του και το σάλιο του. Ένας άλλος τρόπος μαγικής των Μαλαισίων, που μοιάζει πολύ με την πρακτική των Ojebway, είναι να κατασκευάζουν από το κερί μιας εγκαταλειμμένης κυψέλης ένα σώμα στο μέγεθος μιας πατούσας. Αν λοιπόν τρυπήσουν το μάτι του ομοιώματος, ο εχθρός τυφλώνεται' αν τρυπήσουν το στομάχι, αρρωσταίνει' αν τρυπήσουν το κεφάλι, έχει πονοκέφαλους' κι αν τρυπήσουν το στήθος, υποφέρει από πόνο στο μέρος εκείνο. Τέλος, αν θελήσουν να τον σκοτώσουν, διατρυπούν το ομοίωμα από το κεφάλι προς τα κάτω, το σαβανώνουν σαν πτώμα, προσεύχονται πάνω του, όπως θα έκαναν για ένα νεκρό, και στη συνέχεια το θάβουν στη μέση ενός μονοπατιού, από όπου είναι σίγουρο ότι θα περάσει το θύμα. Για να μην έχουν όμως το κρίμα στο λαιμό τους, λένε τα εξής:
«Δεν είμαι εγώ που τον θάβω,Είναι ο Γαβριήλ που τον θάβει».
Με τον τρόπο αυτό, η ενοχή για το φόνο πέφτει στους ώμους του αρχάγγελου Γαβριήλ, γιατί αυτός μπορεί να σηκώσει ένα τέτοιο βάρος ευκολότερα από τους ανθρώπους.
Η ομοιοπαθητική όμως ή μιμητική μαγεία των ομοιωμάτων δε χρησιμοποιείται μόνο για το κακό, δηλαδή για να βγάλει από τη μέση κάποιο μισητό άτομο, αλλά και για το καλό, αν και σπάνια, με τη φιλανθρωπική πρόθεση να βοηθήσει κάποιον. Έτσι χρησιμοποιείται, για να βοηθήσει στον τοκετό και να χαρίσει παιδιά σε στείρες γυναίκες. Οι Μπάτακς, παραδείγματος χάρη, της Σουμάτρας, όταν επιθυμούν να κάνουν μητέρα μια στείρα γυναίκα, φτιάχνουν ξύλινο ομοίωμα ενός παιδιού, που αυτή το κρα- τάει στην αγκαλιά της. Στο Αρχιπέλαγος επίσης Μπάμπαρ, όταν μια γυναίκα θέλει να κάνει παιδί, καλεί έναν πατέρα* με πολλά παιδιά να προσευχηθεί γι’ αυτή στον Απουλέρο, που θεωρείται το πνεύμα του ήλιου, ενώ η ίδια κρατάει στην αγκαλιά της μια κούκλα από κόκκινο μαλλί, που προσποιείται ότι τη θηλάζει. Μετά ο πολύτεκνος παίρνει ένα πτηνό και κρατώντας το από τα πόδια πάνω από το κεφάλι της γυναίκας, λέει: «Απουλέρο, δέξου αυτό το πτηνό' άσε να πέσει, άσε να κατέβει ένα παιδί, σε παρακαλώ, σε ικετεύω, άσε ένα παιδί να πέσει στα χέρια μου και μέσα στην αγκαλιά μου». Έπειτα ρωτάει τη γυναίκα: «Ήλθε το παιδί;» κι αυτή απαντάει: «Ναι, το θηλάζω κιόλας». Τότε ο πολύτεκνος κρατώντας* το πτηνό πάνω απ’ το κεφάλι του συζύγου μουρμουρί
30
ζει μερικές λέξεις. Τελικά το πουλί ()<ιν«τ<ί»νι;τ<ιι και τοποθετείται μαζί μι: θυμιάματα στο θυσιαστήριο του σπιτιού. 'Οταν τελεκόσει η τι:λι:τή, κυκλοφορεί σι; όλο το χωριό η φήμη ότι η γυναίκα βρί- σκτ.ται στο κρεβάτι και οι φίλοι της πάνε να τη συγχαρούν. Βλέπουμε λοιπόν ότι η προσποίηση για τη γέννηση του παιδιού είναι μια καθαρά μαγική ιεροτελεστία, που γίνεται, για να σιγουρέψει, μι: βάση τη μίμηση ή απομίμηση, το γεγονός ότι πρόκειται να γεννηθεί ένα παιδί και οι προσευχές καθώς και οι θυσίες αποτελούν μια πρόσθετη επιβεβαίωση. Δηλαδή η μαγεία εδώ μπαίνει στη θρησκεία κι ενισχύεται απ’ αυτή.
Στο Βόρνεο, όταν μια γυναίκα των Dyaks έχει δύσκολο τοκετό, έρχεται ένας μάγος που προσπαθεί να τη βοηθήσει με λογική μέθοδο, την οποία εφαρμόζει πάνω στο σώμα της, ενώ έξω από το δωμάτιο ένας άλλος μάγος κάνει μαγικά τελείως παράλογα, για να επιτύχει το ίδιο αποτέλεσμα. Αυτός προσποιείται τη μέλλουσα μητέρα και πάνω στο στομάχι του τοποθετείται μια μεγάλη πέτρα, τυλιγμένη σε ύφασμα, η οποία παριστάνει το παιδί μέσα στη μήτρα. Έπειτα ο μάγος, ακολουθώντας τις οδηγίες αυ- το>ν που είναι στο δωμάτιο και παρόντες στην πραγματική σκηνή της γέννας, μετακινεί το υποθετικό μωρό από το σώμα του μιμούμενος τις κινήσεις της γέννησης ενός πραγματικού βρέφους.
Λυτή η ίδια αρχή χρησιμοποιήθηκε από άλλους για την υιοθεσία κι ακόμη για την επαναφορά ενός νεκρού στη ζωή. Εάν προσποιηθείς ότι γεννάς ένα αγόρι ή κι έναν άντρα με γένια, που δεν έχει σταγόνα αίμα δικό σου στις φλέβες του, τότε σύμφωνα με τον πρωτόγονο νόμο και την πρωτόγονη φιλοσοφία, το αγόρι αυτό ή ο άντρας γίνεται γιος σου. Έτσι ο Διόδωρος μας αναφέρει πως, όταν ο Δίας έπεισε τη ζηλιάρα γυναίκα του Ήρα να υιοθετήσει τον Ηρακλή, η θεά πήρε στο κρεβάτι της το μεγαλόσωμο ήρωα, κρατώντας τον αγκαλιά, τον πέρασε μέσα από τους χιτώνες της και τον άφησε να πέσει στο έδαφος, μιμούμενη μια πραγματική γέννα. Και ο ιστορικός προσθέτει ότι και στην εποχή του οι βάρβαροι υιοθετούσαν παιδιά με τον ίδιο τρόπο. Λέγεται ότι και στις μέρες μας εξακολουθεί να γίνεται το ίδιο στη Βουλγαρία και μεταξύ των Τούρκων της Βοσνίας. Η γυναίκα που επιθυμεί να υιοθετήσει ένα αγόρι, Οα το περάσει μέσα από τα ρούχα της και τότε πια αυτό θεωρείται σαν πραγματικό της παιδί και κληρονομεί όλη την περιουσία των θετών γονκόν του. Στο Σαραβάκ, όταν μια γυναίκα των Bora wans θέλει να υιοθετήσει ένα ενήλικο άτομο, άντρα ή γυναίκα, συγκεντρώνεται αρκετός κόσμος και κά
31
νουν μια γιορτή. Η θετή μητέρα κάθεται πάνω σ’ ένα υπερυψωμένο κάθισμα κι επιτρέπει στο προς υιοθεσία άτομο να συρθεί από πίσω και να περάσει ανάμεσα από τα πόδια της. Μόλις αυτό εμφανιστεί μπροστά της, το χτυπάει μ’ ένα ευωδιαστό κλαδί από βάγια και τότε το πρόσωπο αυτό δένεται μαζί της. Έπειτα η θετή μητέρα και το υιοθετημένο παιδί, γιος ή κόρη, βαδίζουν μαζί με μικρά βήματα μέχρι το τέλος του σπιτιού και πάλι πίσω, περπατώντας πάντοτε μπροστά από τους θεατές. Ο δεσμός που δημιουρ- γείται μεταξύ τους μετά από αυτή τη γραφική μίμηση της γέννησης είναι πολύ στενός' έτσι είναι πολύ πιο σοβαρό το αδίκημα που διαπράττεται σε βάρος ενός υιοθετημένου παιδιού παρά ενός πραγματικού. Στην αρχαία Ελλάδα, αν κάποιος, από λαθεμένη πληροφορία, θεωρούνταν νεκρός και του είχε γίνει η ανάλογη ιεροτελεστία, εξακολουθούσε να θεωρείται νεκρός κι όταν επέστρεφε. Επομένως, έπρεπε αυτός να περάσει από την τελετή μίμησης της γέννησής του, για να λογιαριαστεί πάλι ζωντανός. Τον έβαζαν λοιπόν στην αγκαλιά μιας γυναίκας, τον έπλεναν, τον φάσκιωναν και τον έκαναν να θηλάσει. Μέχρι όμως να γίνει η τελετή, αυτός δεν μπορούσε να κυκλοφορήσει ελεύθερα ανάμεσα στους ζωντανούς. Στην αρχαία Ινδία, σε παρόμοιες περιπτώσεις, ο υποθετικός νεκρός έπρεπε να περάσει την πρώτη νύχτα μετά την επιστροφή του μέσα σ’ έναν κάδο γεμάτο λίπος και νερό. Εκεί καθόταν με σφιγμένες γροθιές και χωρίς ν’ αρθρώνει συλλαβή, όπως ένα παιδί μέσα στη μήτρα, ενώ από πάνω του έκαναν όλα τα μυστήρια που συνηθίζονταν για μια έγκυο γυναίκα. Το επόμενο πρωί έβγαινε από τον κάδο και περνούσε απ’ όλες τις φάσεις που είχε περάσει στη μέχρι τότε ζωή του, π.χ. παντρευόταν μια γυναίκα ή την παλιά του ξανά, με κάθε επισημότητα.
Μια άλλη ευεργετική χρήση της ομοιοπαθητικής μαγείας είναι να θεραπεύει ή να προλαβαίνει τις αρρώστιες. Ο αρχαίος Ινδός έκανε μια περίπλοκη τελετή για τη θεραπεία του ίκτερου, που βασιζόταν στην ομοιοπαθητική μαγεία. Έδιωχνε το κίτρινο χρώμα και το έστελνε στα κίτρινα πλάσματα και πράγματα, όπως είναι ο ήλιος, και μετά έδινε στον άρρωστο ένα υγιεινό κόκκινο χρώμα, που έπαιρνε από μια εύρωστη ζωντανή πηγή, κυρίως από έναν κόκκινο ταύρο. Συνάμα ο ιερέας έλεγε τα ακόλουθα: «Πάνω στον ήλιο να πάει ο πόνος της καρδιάς σου κι ο ίκτερός σου' σε περιτυλίγουμε με το χρώμα του κόκκινου ταύρου! Σε περιτυλίγουμε με κόκκινο χρώμα για μια μακροχρόνια ζωή. Είθε αυτό το άτομο να είναι γερό και να ελευθερωθεί από το κίτρινο χρώμα!
32
Οι αγελάδες, των οποίον η Ολότητα είναι η Ροχίνι, που κι αυτές είναι κατακόκκινες (rohinih), σ»; περιτυλίγουν μι: τη μορφή τους μ η τη δύναμή τους. Στέλνουμε τον ίκτερό σου στον παπαγάλο Μΐι στην τσίχλα καθώς και στην κίτρινη σουσουράδα». Ενώ ο ιερέας έλεγε αυτά, για να φέρει το ρόδινο χρώμα της υγείας στον ωχρό ασθενή, του έδινε να ρουφήξει νερό με τρίχες από κόκκινο ταύρο' επίσης έριχνε νερό στην πλάτη του ζώου κι έβαζε τον άρρωστο να το πιει' μετά τον κάθιζε πάνω στο τομάρι ενός κόκκινου ταύρου κι έδενε ένα κομμάτι δέρματος πάνω του. Τέλος, για να βελτιώσει το χρώμα του διώχνοντας την κιτρινάδα, έκανε τα εξής: Πρώτα άλειφε τον ασθενή μ’ έναν κίτρινο χυλό, φτιαγμένο από ινδικό κύπειρο ή κουρκούμα (ένα κίτρινο φυτό) κι έτσι πασαλειμ- μένο τον έβαζε στο κρεβάτι κι έδενε από τα πόδια του κρεβατιού τρία κίτρινα πουλιά, έναν παπαγάλο, μια τσίχλα και μία σουσουράδα' στη συνέχεια του έχυνε νερό και τον ξέπλενε από το χυλό κι έτσι πίστευαν όλοι ότι ο ιερέας έβγαζε τον ίκτερο και τον έριχνε στα πουλιά. Για να δώσει μάλιστα αυτός την ολοκληρωτική άνθιση στην επιδερμίδα, έπαιρνε μερικές τρίχες από έναν κόκκινο ταύρο, τις τύλιγε σ’ ένα κίτρινο φύλλο και τις κολλούσε στο δέρμα του αρρώστου. Οι αρχαίοι πίστευαν πως, αν ένας άνθρωπος μι: ίκτερο κοίταζε έντονα και σταθερά στα μάτια το πετροπούλι, θα θεραπευόταν. Σχετικά με αυτό το θέμα ο Πλούταρχος λέει: «Τέτοια είναι η φύση και η ιδιοσυγκρασία του πλάσματος αυτού, που τραβάει και παίρνει την αρρώστια μέσα από το βλέμμα». Γνώριζαν μάλιστα, τόσο καλά αυτή την πολύτιμη ιδιότητα του πουλιού, ώστε, όταν ήταν να το πουλήσουν, το σκέπαζαν με μεγάλη προσοχή από φόβο μήπως κάποιος που έπασχε από ίκτερο το κοίταζε στα μάτια και θεραπευόταν δωρεάν. Η δύναμη του πουλιού αυτού δε βρισκόταν στο χρώμα του, αλλά στα μεγάλα χρυσά- φιά μάτια του, που τραβούσαν την κίτρινη ασθένεια. Ο Πλίνιος μας μιλάει για ένα άλλο, ή πιθανώς για το ίδιο πουλί, που οι Έλληνες το ονόμαζαν ίκτερο, γιατί, αν ένας άρρωστος από την αρ- ριόστια αυτή το κοιτούσε στα μάτια, γινόταν καλά και η ασθένεια μεταβιβαζόταν στο πουλί το οποίο και σκότωνε. Μας μιλάει επίσης για μια πέτρα, η οποία θεωρούνταν ότι θεράπευε τον ίκτερο, γιιιτί το χρώμα της έμοιαζε με το χρώμα του ασθενούς.
Μια από τις μεγάλες αξίες της ομοιοπαθητικής μαγείας είναι ότι η θεραπεία μπορεί να γίνει πάνο) στο θεράποντα αντί πάνω στον ασθενή, ο οποίος, όταν βλέπει το γιατρό του κουλουρια- σμένο με αγωνία μπροστά του, απαλλάσσεται απ’ όλα τα προβλή
ματα και τις ενοχλήσεις. Για παράδειγμα οι κάτοικοι του χωριού Perchc της Γαλλίας πίστευαν ότι ένας εμετικός σπασμός που επέμενε οφειλόταν στο γεγονός ότι το στομάχι του αρρώστου έφευγε από τη θέση του, ξεκρεμιόταν, όπως έλεγαν, κι έπεφτε κάτω. Κα- λούσαν λοιπόν έναν πρακτικό γιατρό, για να ξαναβάλει το όργανο στη θέση του. Αυτός, αφού άκουγε τα συμπτώματα, έπεφτε με τα μούτρα στη δουλειά κάνοντας τις πιο τρομερές συστροφές, για να ξεκρεμάσει το δικό του στομάχι κι όταν το πετύχαινε, το ξα- νακρεμούσε στη θέση του κάνοντας άλλες συστροφές και μορφασμούς, ενώ ο ασθενής άρχιζε να νιώθει ανακούφιση. Η αμοιβή ήταν πέντε γαλλικά φράγκα. Σε παρόμοια περίπτωση ένας μάγος- γιατρός των Dyaks θα ξαπλώσει και θα προσποιηθεί τον πεθαμένο. Επομένως θα τον θεωρήσουν πτώμα και θα τον δέσουν με ψάθες' θα τον βγάλουν έξω από το σπίτι και θα τον τοποθετήσουν στο έδαφος. Μετά από μια ώρα περίπου οι άλλοι γιατροί-μάγοι θα τον λύσουν και υποτίθεται ότι θα τον επαναφέρουν στη ζωή. Ενώ λοιπόν αυτός θα καλυτερεύει, πιστεύεται ότι θα γίνεται καλύτερα κι ο πραγματικός ασθενής. Ο σοφός Μάρκελλος του Μπορντώ, που ήταν γιατρός στην αυλή του Θεοδοσίου του Πρώτου, στην περίεργη εργασία του για την ιατρική, μας περιγράφει μια θεραπεία για το πρήξιμο, η οποία βασίζεται στις αρχές της ομοιοπαθητικής μαγείας και είναι η ακόλουθη: Παίρνουμε ρίζα βερβένας, την κόβουμε κατά μήκος και κρεμάμε τη μία άκρη της στο λαιμό του ασθενούς και την άλλη τη βάζουμε στον καπνό μιας φωτιάς. Έτσι, καθώς το βοτάνι ξεραίνεται στη φωτιά, αρχίζει και το πρήξιμο να υποχωρεί και να εξαφανίζεται. Έπειτα, εάν ο ασθενής δείξει αχαριστία στο γιατρό, αυτός, για να τον εκδικηθεί, πετάει τη ρίζα στο νερό κι ενώ αυτή αρχίζει ν’ απορροφάει ξανά υγρασία, το πρήξιμο επανέρχεται. Ο ίδιος σοφός προτείνει το εξής: Αν έχετε πρόβλημα με σπυριά, παρακολουθείστε ένα αστέρι που πέφτει και συνάμα σφουγγίστε τα σπυριά μ’ ένα οποιο- δήποτε πανί έχετε πρόχειρο. Όπως ακριβώς πέφτει το αστέρι από τον ουρανό, έτσι θα πέσουν και τα σπυριά από πάνω σας. Το μόνο που πρέπει να προσέξετε είναι να μην τα σκουπίσετε με το χέρι σας, γιατί τότε θα τα μεταφέρετε σε άλλο σημείο του σώματος.
Ακόμη η ομοιοπαθητική και γενικώς η συμπαθητική μαγεία παίζει μεγάλο ρόλο στα μέτρα που παίρνει ο αγροίκος κυνηγός ή ψαράς για να εξασφαλίσει αφθονία τροφής. Βασισμένος στην αρχή ότι το όμοιο παράγει όμοιο κάνει σκόπιμα πολλά πράγματα,
34
γκ< να μιμηΟεί το αποτέλεσμα που επιθυμεί, εν<ό αποφεύγει συνειδητά άλλα, τα οποί» πι()(ΐν«ός ν» μοιάζουν κάπως μι: πράγματα καταστροφικά.
Στην Κεντρική Αυστραλία η συμπαθητική μαγεία ασκείται συστηματικά για τη διατήρηση της παραγωγής. Εδώ, υπάρχουν πολλές φυλές που η κάθε μία οφείλει να πολλαπλασιάζει τα ιερά της σύμβολα με μαγικές τελετές για το καλό της κοινότητας. Τα περισσότερα από αυτά τα σύμβολα είναι ζώα και φυτά κατάλληλα για τροφή. Ο σκοπός, γενικά, αυτών των τελετών είναι η εξασφάλιση τροφίμων και άλλων αναγκαίων για τη φυλή κι αυτές οι ιεροτελεστίες είναι συχνά μια μίμηση του ποθητού αποτελέσματος. Ληλαδή η μαγεία τους είναι ομοιοπαθητική ή μιμητική. Ο επικεφαλής της φυλής Γουαραμούγκα, που έχει ιερό σύμβολο τον παπαγάλο, όταν θέλει να πολλαπλασιάσει αυτό το είδος, κρατάει ένα ομοίωμα του πουλιού και μιμείται την κραυγή του. Επίσης, οι μάγοι Αρούντα, που έχουν ιερό σύμβολο το σκουλήκι, κάνουν τελετές για τον πολλαπλασιασμό του ζωικού αυτού οργανισμού, που τα άλλα μέλη της φυλής χρησιμοποιούν ως τροφή. Μία από τις τελετές είναι παντομίμα με την οποία παρασταίνεται η εξέλιξη του εντόμου από την ώρα που βγαίνει μέσα από τη χρυσαλίδα. Στήνεται λοιπόν ένα μακρύ και στενό κατασκεύασμα από κλαδιά που μιμείται τη θήκη της χρυσαλίδας του εντόμου. Έπειτα αρκετοί άντρες κάθονται μέσα σ’ αυτό το οικοδόμημα και τραγουδούν τις διάφορες φάσεις ανάπτυξης του σκουληκιού, ενώ αργότερα βγαίνουν και κάθονται οκλαδόν τραγουδώντας την έξοδο του εντόμου από τη χρυσαλίδα. Αυτή η τελετή λένε ότι βοηθάει στον πολλαπλασιασμό των σκουληκιών. Για να πολλαπλασιαστούν ακόμη οι μεγάλες Αυστραλέζικες στρουθοκάμηλοι, οι οποίες είναι βασική τροφή, οι άντρες που τις έχουν ιερό τους σύμβολο ζωγραφίζουν στο έδαφος τη μορφή και ιδιαίτερα τα μέρη του πτηνού που τους αρέσουν καλύτερα, όπως το λίπος και τα αυγά. Μετά κάθονται κυκλικά γύρω από τη ζωγραφισμένη μορφή και τραγουδούν. Στη συνέχεια εμφανίζονται άνθρωποι μεταμφιεσμένοι σε στρουθοκάμηλο με στολές που έχουν μακρύ λαιμό και μικρό κεφάλι και μιμούνται το πουλί καθώς στέκεται και κοιτάζει άσκοπα προς όλες τις κατευθύνσεις.
Οι Ινδιάνοι της Βρετανικής Κολομβίας ζουν κυρίως από τα ψάρια, που αφΟονούν στις θάλασσες και στους ποταμούς τους. Εάν υπάρχει έλλειψη της θαλάσσιας αυτής τροφής και οι Ινδιάνοι πεινούν, ένας μάγος Nootk;i φτιάχνει το ομοίωμα του ψαριού και
.VS
το ρίχνει στο νερό και προς την κατεύθυνση που παρουσιάζεται συνήθως το ψάρι. Αυτή η τελετή, η οποία συνοδεύεται από μια προσευχή για την εξασφάλιση της τροφής, βοηθάει να εμφανιστούν αμέσως τα ψάρια. Στα Στενά του Τόρρες χρησιμοποιούν ομοιώματα φάλαινας και χελώνας, για να προσελκύσουν και να πιάσουν τα υδρόβια αυτά ζώα. Οι Τοράντζα της Κεντρικής Κελέ- βης πιστεύουν ότι μεταξύ δύο όμοιων πραγμάτων υπάρχει έλξη εξαιτίας του πνεύματος που εδρεύει σ’ αυτά ή του ζωτικού αιθέρα. Έτσι κρεμούν στα σπίτια τους κόκαλα από τα σαγόνια ελαφιών κι αγριογούρουνων με την πεποίθηση ότι τα πνεύματα, που δίνουν ψυχή σ’ αυτά τα κόκαλα, θα σπρώξουν τα ζωντανά όντα του ίδιου είδους προς τον κυνηγό. Στο νησί Νιάς, όταν ένα αγριογούρουνο πέσει σε λάκκο-παγίδα,το βγάζουν έξω και τρίβουν στη ράχη του εννέα πεσμένα φύλλα πιστεύοντας ότι με τον τρόπο αυτό άλλα εννέα αγριογούρουνα θα πέσουν στην παγίδα, όπως έχουν πέσει τα εννέα φύλλα από το δέντρο. Στα νησιά της Ανατολικής Ινδίας Saparoea, Haroekoe και Noessa Laut, όταν ένας ψαράς ετοιμάζεται να ρίξει δίχτυα, ψάχνει να βρει ένα δέντρο, του οποίου τους καρπούς έχουν τσιμπήσει τα πουλιά. Κόβει λοιπόν από αυτό το δέντρο ένα χοντρό κλαδί και το τοποθετεί στη μέση των διχτυών, γιατί πιστεύει ότι, όπως το δέντρο τράβηξε τα πουλιά, έτσι και το κλαδί αυτό θα τραβήξει πολλά ψάρια.
Οι δυτικές φυλές της Βρετανικής Νέας Γουινέας, για να βοηθήσουν τον κυνηγό να χτυπήσει μια φάλαινα ή μια χελώνα, κάνουν τα ακόλουθα μάγια. Τοποθετούν στην τρύπα μιας λαβής λόγχης ένα σκαθάρι από εκείνα που συχνάζουν σε δέντρα καρύδας. Αυτό υποτίθεται ότι κάνει τη λόγχη να χτυπάει γρήγορα τη φάλαινα ή τη χελώνα, όπως ακριβώς το σκαθάρι χτυπάει το ανθρώπινο δέρμα, όταν το δαγκώνει. Εάν ένας Καμποτζιανός ψαράς δεν πιάσει τίποτα στα δίχτυα του, γυμνώνεται, απομακρύνεται λίγο και μετά γυρίζει και πηγαινοέρχεται πάνω στα δίχτυα σαν να μην τα έχει δει' έπειτα προσποιείται ότι πιάνεται μέσα σε αυτά και φωνάζει: «Α! Τι είναι αυτό; Φοβάμαι ότι πιάστηκα». Μετά από λίγο είναι βέβαιο ότι θα έχει καλή ψαριά. Μια παντομίμα του ίδιου είδους γινόταν μέχρι πρόσφατα στα Σκωτσέζικα Χάιλαντς. Ο Τζέιμς Μακντόναλντ, επίσκοπος τώρα στο Reay του Caithness, μας λέει ότι κατά την παιδική του ηλικία, όταν ψάρευε με παρέα στη Λίμνη Αλίν και δεν είχαν δολώματα, έριχναν έναν από τους φίλους τους στο νερό και στη συνέχεια τον τραβούσαν έξω σαν να ήταν ψάρι' έπειτα από αυτό η πέστροφα ή το ψάρι σίλλοχ
36
άρχιζαν λίγο-λίγο να τσιμπούν. Πριν ένας Ινδιάνος Carrier βγει για να στήσει παγίδες στα κουνάβια, κοιμάται περίπου δέκα νύχτες δίπλα στη φωτιά, ενώ ένα μικρό ξύλο πιέζει το λαιμό του. Αυτή η ενέργεια κάνει το ξύλο της παγίδας του να χτυπήσει το κουνάβι ακριβώς στο λαιμό. Οι Galelareese, που ζουν σε μια περιοχή στα βόρεια της Αλμαχέρα, ενός μεγάλου νησιού στα δυτικά της Νέας Γουινέας, έχουν τη συνήθεια, όταν γεμίζουν το όπλο τους για να κυνηγήσουν, να βάζουν πρώτα τη σφαίρα στο στόμα τους, γιατί έτσι είναι σαν να τρώνε το θήραμα που θα χτυπήσει αυτή η σφαίρα, η οποία είναι βέβαιο ότι θα βρει το στόχο της. Ένας Μαλαίος που πρόκειται να στήσει παγίδα για κροκόδειλους, προσέχει, όταν τρώει το κάρρυ του, ν’ αρχίζει πάντα καταπίνοντας διαδοχικά τρεις βώλους ρύζι' αυτό βοηθάει το δόλωμα να γλιστρήσει πιο εύκολα στο λαιμό του κροκόδειλου. Προσέχει επίσης να μη βγάλει κανένα κόκαλο από το φαγητό του, γιατί τότε το μυτερό ξύλο πάνω στο οποίο είναι καρφωμένο το δόλωμα θα χαλαρώσει και ο κροκόδειλος θα φύγει μαζί με αυτό. Είναι επομένως φρόνιμο για τον κυνηγό, πριν αρχίσει το γεύμα του, να φωνάξει κάποιον για να του βγάλει τα κόκαλα, αλλιώς θα πρέπει να διαλέξει ή να καταπιεί ένα κόκαλο ή να χάσει τον κροκόδειλο.
Με βάση λοιπόν την αρχή ότι ένα πράγμα παράγει ένα άλλο όμοιό του, ο τελευταίος κανόνας είναι μια πράξη που ο κυνηγός αποφεύγει, γιατί φοβάται μήπως αυτή ανατρέψει την καλή του τύχη. Έτσι, παρατηρείται ότι το σύστημα της συμπαθητικής μαγείας δεν αποτελείται μόνο απο θετικές εντολές, αλλά περιλαβαίνει κι ένα μεγάλο αριθμό αρνητικών εντολών, που είναι απαγορεύσεις. Δηλαδή δε σου λέει απλά τι να κάνεις, αλλά και τι δεν πρέπει να κάνεις. Οι θετικές εντολές είναι τα μάγια, ενώ οι αρνητικές είναι τα ταμπού. Πραγματικά, ολόκληρο το δόγμα των ταμπού ή τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος του, φαίνεται να είναι η μοναδική εφαρμογή της συμπαθητικής μαγείας με τους δύο μεγάλους νόμους, της ομοιότητας και της επικοινωνίας. Οι νόμοι αυτοί δεν είναι βέβαια σαφείς, ούτε γίνονται εύκολα αντιληπτοί από τους άγριους, πιστεύεται όμως ότι ρυθμίζουν τη φύση εντελώς ανεξάρτητα από την ανθρώπινη θέληση. Ο άγριος νομίζει ότι, αν ενεργήσει μ’ έναν ορισμένο τρόπο, εξαιτίας αυτών των νόμων, αναπόφευκτα 0’ ακολουθήσουν ορισμένα γεγονότα κι αν τ’ αποτελέσματα μιας πράξης αποδειχτούν δυσάρεστα ή επικίνδυνα, είναι φυσικό αυτός να προσέχει να μην επαναλάβει αυτή την πράξη από φόβο μήπως πάθει τα ίδια. Με άλλα λόγια αποφεύγει να κάνει
37
κάτι που, σύμφωνα με την εσφαλμένη του αντίληψη για την αιτία και το αποτέλεσμα, πιστεύει ότι θα τον πληγώσει' δηλαδή βάζει στον εαυτό του μια απαγόρευση. Τα ταμπού λοιπόν είναι η αρνητική εφαρμογή της πρακτικής μαγείας. Η θετική μαγεία ή απλά μαγεία μας λέει: «Κάνε αυτό, για να συμβεί αυτό κι αυτό», ενώ η αρνητική μαγεία ή απαγόρευση μας λέει: «Μην κάνεις αυτό, από φόβο μήπως συμβεί αυτό κι αυτό». Ο σκοπός της θετικής μαγείας είναι να φέρει ένα επιθυμητό αποτέλεσμα κι ο σκοπός της αρνητικής ν’ αποφύγει ένα ανεπιθύμητο αποτέλεσμα. Αλλά και τα δύο επακόλουθα, επιθυμητό κι ανεπιθύμητο, υποτίθεται ότι προέρχονται από τους νόμους της ομοιότητας και της επικοινωνίας. Κι όπως ακριβώς το επιθυμητό επακόλουθο δε γίνεται παρατηρώντας μόνο μια τελετή μαγείας, έτσι και το ανεπιθύμητο δεν είναι στην πραγματικότητα το αποτέλεσμα της παραβίασης ενός ταμπού. Αν το κακό ακολουθούσε απαραίτητα την παραβίαση ενός ταμπού, τότε αυτό δε θα ήταν απλά ένα ταμπού, αλλά ένα δίδαγμα ηθικής ή κοινής λογικής. Δε θεωρείται ταμπού, όταν λέμε, «μη βάζεις το χέρι σου στη φωτιά», αλλά είναι ένας κανόνας κοινής λογικής, γιατί η απαγορευμένη πράξη φέρνει ένα πραγματικό κι όχι υποθετικό κακό. Αυτές λοιπόν οι αρνητικές εντολές, που αποκαλούμε ταμπού, είναι το ίδιο μάταιες κι ανώφελες, όσο και οι θετικές, που αποκαλούμε μάγια. Και οι δύο είναι τα αντίθετα άκρα ή οι πόλοι μιας μεγάλης καταστροφικής απάτης, μιας λαθεμένης αντίληψης της σχέσης των ιδεών. Σε αυτή την απάτη τα μάγια είναι ο θετικός πόλος και τα ταμπού ο αρνητικός. Εάν ονομάσουμε μαγεία ολόκληρο αυτό το εσφαλμένο σύστημα, θεωρητικό και πρακτικό, τότε η αρνητική πλευρά της πρακτικής μαγείας μπορεί να οριστεί σαν ταμπού. Επομένως, έχουμε τον ακόλουθο πίνακα:
Έκανα αυτές τις παρατηρήσεις πάνω στα ταμπού και στις σχέσεις τους με τη μαγεία, γιατί είμαι έτοιμος να δώσω μερικά
Μαγεία
Θεωρητική (Η μαγεία ως ψευδοεπιστήμη)
Πρακτική (Η μαγεία ως ψευδοτέχνη)
Θετική Μαγεία ή
Μάγια
Αρνητική Μαγεία ή
Ταμπού
Μ
παραδείγματα των απαγορεύσεων αυτών, που παρατηρήθηκαν σε κυνηγούς, ψαράδες και άλλους κι επιθυμώ ν’ αποδείξω ότι αυτά ανήκουν στη Συμπαθητική Μαγεία και είναι ιδιαίτερες εφαρμογές της γενικής θεωρίας. Έτσι τ’ αγόρια των Εσκιμώων απαγορεύεται να παίζουν την κούνια της γάτας, γιατί πιστεύουν ότι αργότερα θα μπλέκουν τα δάχτυλά τους στην πετονιά. Εδώ η απαγόρευση αποτελεί εφαρμογή του νόμου της ομοιότητας, που είναι η βάση της ομοιοπαθητικής μαγείας' όπως δηλαδή τα δάχτυλα του παιδιού μπλέκονται στο σπάγγο, ενώ παίζει το παιχνίδι αυτό, έτσι, όταν μεγαλώσει, θα μπλεχτούν στην πετονιά, ενώ θα κυνηγάει φάλαινες. Επίσης οι Huzuls στα Καρπάθια Όρη, πιστεύουν ότι η γυναίκα του κυνηγού δεν πρέπει να κλώθει όταν ο άντρας της τρώει, γιατί το θήραμα θα γυρίσει και θα τυλιχτεί όπως το αδράχτι κι ο κυνηγός δε θα μπορέσει να το χτυπήσει. Και σ’ αυτή πάλι την περίπτωση η απαγόρευση βασίζεται στο νόμο της ομοιότητας: Στα περισσότερα μέρη της αρχαίας Ιταλίας απαγορευόταν με νόμο να κλώθουν οι γυναίκες, ενώ περπατούσαν στο δρόμο, ή να μεταφέρουν το αδράχτι τους, γιατί πίστευαν ότι κάθε τέτοια πράξη θα έβλαπτε τη σοδειά. Πιθανώς να επικρατούσε η αντίληψη ότι το στρίψιμο του αδραχτιού θα έστριβε και το κοτσάνι των δημητριακών και θα το εμπόδιζε ν’ αναπτυχθεί ίσιο. Μια έγκυος γυναίκα στους Ainos της Σαχαλίνης δεν πρέπει να κλώθει ή να στρίβει σχοινιά επί δύο μήνες πριν από τον τοκετό, γιατί πιστεύεται ότι τα έντερα του παιδιού θα στρίψουν όπως και η κλωστή. Σε μια περιοχή επίσης της Ινδίας, την Bilaspore, δεν πρέπει να στρίβουν αδράχτι, όταν ο αρχηγός του χωριού έχει συμβούλιο, γιατί, όπως γυρίζει το αδράχτι, όμοια θα γυρίζει και η συζήτηση και δε θα τελειώνει. Σε μερικά νησιά της Ανατολικής Ινδίας όποιος πάει στο σπίτι ενός κυνηγού, πρέπει να μπει αμέσως μέσα και να μη χασομερήσει στην πόρτα, γιατί πιστεύουν ότι έτσι και το θήραμα θα σταματήσει για λίγο μπροστά στην παγίδα του κυνηγού και θα φύγει χωρίς να πιαστεί σ’ αυτή. Στους Τοράντζα της Κεντρικής Κελέβης υπάρχει ο εξής νόμος: Κανείς δεν πρέπει να σταθεί ή να χασομερήσει μπροστά από το σπίτι που υπάρχει έγκυος γυναίκα, γιατί πιστεύουν ότι αυτή η καθυστέρηση θα επιβραδύνει τη γέννηση του παιδιού. Για τον ίδιο λόγο σε διάφορα μέρη της Σουμάτρας απαγορεύεται στην ίδια την έγκυο να σταθεί στην πόρτα ή στο τελευταίο σκαλοπάτι της σκάλας, με βαριά ποινή για την απερισκεψία της, να μην τηρήσει μια τόσο στοιχειώδη προφύλαξη. Οι Μαλαίοι, όταν ψάχνουν για κάμφορα.
τρώνε ξηρά τροφή και προσέχουν να μην τρίβουν το αλάτι. Ο λόγος είναι ότι, αφού η κάμφορα βρίσκεται σε μορφή κόκκων στις χαραμάδες του δέντρου κάμφορα, υπάρχει φόβος να τη βρουν στην ίδια κατάσταση με το τριμμένο αλάτι. Τρώγοντας όμως χοντρό αλάτι, είναι βέβαιοι ότι και η κάμφορα θα βρεθεί σε μεγαλύτερους κόκκους. Στο Βόρνεο, οι κυνηγοί κάμφορας χρησιμοποιούν για πιάτα δερμάτινες θήκες από το κοτσάνι του φοίνικα Πένανγκ κι αυτά τα πιάτα δεν πλένονται, όσο διαρκεί η αναζήτηση της κάμφορας, από φόβο μήπως αυτή διαλυθεί κι εξαφανιστεί στις ρωγμές του δέντρου. Είναι φανερό ότι οι κυνηγοί της κάμφορας στο Βόρνεο πιστεύουν πως πλένοντας το πιάτο ξεπλένουν και τους κρυστάλλους της κάμφορας. Το κυριότερο προϊόν του Λάος, μιας επαρχίας του Σιάμ, είναι η λάκη, μια γόμα από ρετσίνι, που βγαίνει από ένα κόκκινο έντομο, το οποίο κάθεται πάνω σε νεαρά κλαδιά δέντρων. Αυτοί που συλλέγουν γόμα δεν πλένονται και κυρίως δεν καθαρίζουν τα χέρια τους, γιατί φοβούνται ότι βγάζοντας τα παράσιτα από τα μαλλιά τους, αποσπούν και τα έντομα από τα κλαδιά. Ένας Ινδιάνος Blackfoot ποτέ δε θα φάει μπουμπούκια τριανταφυλλιάς, ενώ έχει στήσει και παρακολουθεί παγίδα για αετούς, γιατί διαφορετικά, όταν ο αετός πλησιάσει την παγίδα, τα μπουμπούκια από το στομάχι του θα προκα- λέσουν φαγούρα στον αετό κι έτσι αυτός αντί να καταπιεί το δόλωμα θα καθήσει απλά να ξυστεί. Ο κυνηγός επίσης των αετών δε χρησιμοποιεί ποτέ τσαγκαρόσουβλα, όταν φροντίζει τις παγίδες του, γιατί ξύνοντάς τες με τ’ όργανο αυτό, κινδυνεύει να τον γδάρουν οι αετοί. Τον ίδιο όμως κίνδυνο διατρέχει κι αν η γυναίκα του ή τα παιδιά του χρησιμοποιήσουν τσαγκαρόσουβλα, ενώ αυτός κυνηγάει. Συνεπώς απαγορεύεται σ’ αυτούς να μεταχειριστούν αυτό το εργαλείο κατά την απουσία του.από φόβο ότι θα τον βάλουν σε κίνδυνο.
Κατά τη μελέτη των ταμπού στους άγριους, παρατηρήθηκε ότι οι πολλές και σημαντικές απαγορεύσεις έχουν σχέση με την τροφή κι οι περισσότερες απ’ αυτές βασίζονται στο νόμο της ομοιότητας. Επομένως αποτελούν παράδειγμα αρνητικής μαγείας. Όπως λοιπόν ο άγριος τρώει πολλά ζώα ή φυτά για ν’ αποκτήσει ορισμένες επιθυμητές ιδιότητες, πιστεύοντας ότι έτσι πλουτίζεται, κατά τον ίδιο τρόπο αποφεύγει να φάει άλλα τόσα ζώα ή φυτά, επειδή φοβάται ότι θ’ αποκτήσει ορισμένες δυσάρεστες ιδιότητες, με τις οποίες πιστεύει πως μολύνεται. Τρώγοντας όσα επιτρέπονται, εξασκεί θετική μαγεία κι απέχοντας από τ’ απαγορευμένα
40
εξασκτί αρνητική. ΙΙολλά παραδείγματα τέτοπις θετικής μαγείας Ou συναντήσουμε αργότερα' τώρα 0’ αναφέρω περιπτώσεις αρνητικής μαγείας ή ταμπού. Στη Μαδαγασκάρη οι στρατκότες απαγορεύεται να φάνε ορισμένα φαγητά, γιατί, σύμφωνα με τις αρχές της ομοιοπαθητικής μαγείας, φοβούνται ότι θα μολυνΟούν από κάποιες ανεπιθύμητες ή επικίνδυνες ιδιότητες, που πιθανώς να υπάρχουν σ’ αυτά τα τρόφιμα. Έτσι λοιπόν δεν πρέπει να τρώνε σκαντζόχοιρο, «καθώς υπάρχει ο φόβος ότι το ζώο αυτό, επειδή έχει την τάση να μαζεύεται, όταν είναι σε κίνδυνο, θα μεταδώσει αυτή τη δειλία και τάση για συστολή σ’ εκείνους που θα το φάνε». Επίσης κανένας στρατιώτης δεν πρέπει να τρώει γόνατο βοδιού από φόβο ότι, όπως το βόδι, έτσι κι αυτός θ’ αδυνατίσει στα γόνατα και δε θα μπορεί να βαδίσει. Ο πολεμιστής ακόμη δεν πρέπει να φάει πετεινό που ψόφησε σε θανατερή επίθεση καθώς και οτιδήποτε τρυπήθηκε θανάσιμα και για κανένα λόγο δεν πρέπει να θανατωθεί σπίτι του αρσενικό ζώο, ενώ αυτός πολεμάει κάπου μακριά, γιατί είναι ολοφάνερο ότι, αν φάει πετεινό που θανατώθηκε πολεμώντας, τότε κι αυτός θα σκοτωθεί στο πεδίο της μάχης. Αν πάλι πάρει κομμάτι από ζώο που έχει λογχιστεί, τότε κι αυτός ο ίδιος θα λογχιστεί θανάσιμα κι αν ένα αρσενικό ζώο σκοτωθεί σπίτι του κατά την απουσία του, τότε κι αυτός θα σκοτωθεί κατά τον ίδιο τρόπο και ίσως και την ίδια στιγμή. Ένας στρατιώτης επίσης της Μαλάκας πρέπει ν’ αποφεύγει τα νεφρά, γιατί στη γλώσσα του η λέξη νεφρά σημαίνει «βολή» κι αν φάει νεφρά κινδυνεύει να πυροβοληθεί.
Ο αναγνώστης ίσως έχει παρατηρήσει ότι η μαγική επιρροή ισχύει για σχετικά μεγάλες αποστάσεις- έτσι οι γυναίκες και τα παιδιά των Ινδιάνων Blackfoot απαγορεύεται να χρησιμοποιήσουν τσαγκαρόσουβλα κατά την απουσία του πατέρα ή συζύγου, γιατί φοβούνται ότι παρά την απόσταση ο κυνηγός διατρέχει τον κίνδυνο να γρατσουνιστεί από τους αετούς. Αλλά και στο σπίτι του στρατιώτη της Μαλάκας δεν πρέπει να σκοτωθεί αρσενικό ζώο, γιατί η οικογένειά του φοβάται ότι ο φόνος του ζώου θα προκα- λέσει και το θάνατο του άντρα. Αυτό το πιστεύω στη συμπαθητική επίδραση που ασκείται πάνω σε πρόσωπα ή πράγματα τα οποία βρίσκονται μακριά το ένα από το άλλο είναι η ουσία της μαγείας' κι ενώ η επιστήμη έχει τις αμφιβολίες της ως προς την πιθανότητα δράσης από απόσταση, η μαγεία δεν έχει καμιά αμφι- βολίοι πάνο) σ’ «χυτό, αφού η πίστη στην τηλεπάθεια είναι μια από τις βασικές αρχές της. Ένας σύγχρονος υποστηρικτής τής εξ
41
αποστάσεως επιρροής της σκέψης πάνω σε άλλους πολύ εύκολα Οα πείσει έναν άγριο, γιατί ο άγριος ήδη πιστεύει σ’ αυτό και το κυριότερο ενεργεί με μια λογική συνέπεια τέτοια, που ο πολιτισμένος αδελφός του δεν έχει ακόμη στο πιστεύω του, απ’ όσο ξέρω. Ο άγριος δηλαδή είναι πεπεισμένος ότι όχι μόνο οι μαγικές τελετές επηρεάζουν πρόσωπα και πράγματα που βρίσκονται σε απόσταση, αλλά το ίδιο μπορεί να συμβεί και με τις απλές πράξεις της καθημερινής ζωής. Έτσι, σε κρίσιμες περιστάσεις, ακόμη και σε απόσταση, η συμπεριφορά φίλων και συγγενών ρυθμίζεται από κανόνες που η ολιγωρία τους έχει ως αποτέλεσμα την ατυχία ή ακόμη και το θάνατο του απόντα. Όταν λοιπόν μια ομάδα αντρών λείπει για κυνήγι ή για πόλεμο, οι συγγενείς τους στο σπίτι πρέπει να κάνουν ορισμένα πράγματα και ν’ αποφύγουν άλλα, γιατί με τον τρόπο αυτό θα κερδίσουν την ασφάλεια και την επιτυχία των κυνηγών ή πολεμιστών. Θα δώσω τώρα μερικά παραδείγματα μαγικής τηλεπάθειας και στη θετική και στην αρνητική της μορφή.
Στο Λάος, όταν ένας κυνηγός ελεφάντων πάει για κυνήγι, προειδοποιεί τη γυναίκα του να μην κόψει τα μαλλιά της ή να μη λαδώσει το σώμα της κατά την απουσία του, γιατί, αν κόψει τα μαλλιά της, ο ελέφαντας θα σπάσει την παγίδα, κι αν λαδώσει το σώμα της, αυτός θα γλιστρήσει και θα φύγει. Όταν οι κυνηγοί των Dyaks φεύγουν για να κυνηγήσουν αγριογούρουνο, αυτοί που μένουν στο χωριό δεν πρέπει ν’ αγγίζουν λάδι ή νερό, όσο θα λείπουν οι φίλοι τους, γιατί, αν κάνουν έτσι, οι κυνηγοί θα έχουν «λαδωμένα δάχτυλα» κι έτσι θα τους γλιστρήσει η λεία μέσα από τα χέρια.
Στην Ανατολική Αφρική οι κυνηγοί ελεφάντων πιστεύουν ότι, αν οι γυναίκες τους είναι άπιστες κατά την απουσία τους, ο ελέφαντας θα γίνει ισχυρότερος από το διώχτη του με αποτέλεσμα το θάνατο ή το θανάσιμο τραυματισμό του κυνηγού. Έτσι λοιπόν, αν ένας κυνηγός μάθει για την κακή διαγωγή της γυναίκας του, εγκαταλείπει το κυνήγι και γυρίζει σπίτι του. Αν ένας κυνηγός της φυλής Wagogo έχει αποτυχία ή δεχτεί επίθεση λιονταριού, αυτός αποδίνει την ατυχία του στην απιστία της γυναίκας του και γυρίζει σ’ αυτή πολύ οργισμένος. Ενώ λοιπόν ο κυνηγός λείπει για κυνήγι, η γυναίκα του δεν πρέπει ν’ αφήνει κανένα να περνάει από πίσω της ή να στέκεται μπροστά της καθώς κάθεται και πρέπει επίσης να ξαπλώνει μπρούμυτα. Οι Ινδιάνοι Μόχος της Βολιβίας πίστευαν ότι, αν η γυναίκα ενός κυνηγού ήταν άπιστη κατά
42
την απουσία του, τότι; ()<χ του ορμούσε ένα τζάγκουαρ ή ένα φίδι. Λν λοιπόν του συνέβαινε κάτι τέτοιο, η γυναίκα του καταδικαζόταν σε θάνατο, είτε ήταν ένοχη είτε αθώα. Ένας Alcntian που κυνηγάει θαλάσσιες ενυδρίδες πιστεύει ότι δεν μπορεί να σκοτώσει κανένα ζώο, αν κατά την απουσία του η γυναίκα του είναι άπιστη ή αν η αδελφή του ασελγεί.
Στο Μεξικό, οι Ινδιάνοι Huichol περιποιούνται ως ημίθεο ένα είδος κάκτου, που φέρνει αυτόν που το τρώει σε κατάσταση έκστασης. Το φυτό δεν καλλιεργείται στη χώρα τους και μεταφέ- ρεται κάθε χρόνο από ανθρώπους που ταξιδεύουν για το σκοπό αυτό σαράντα τρεις μέρες. Στο διάστημα αυτό, οι γυναίκες στο σπίτι, για να είναι οι άντρες τους ασφαλείς όσο λείπουν, δεν πρέπει να περπατούν γρήγορα και πολύ περισσότερο δεν πρέπει να τρέχουν. Κάνουν ό,τι είναι δυνατό για να εξασφαλίσουν τα οφέλη που περιμένουν να προκύψουν από την ιερή αποστολή με τη μορφή βροχής, καλής σοδειάς κ.τ.λ. κι επιβάλλουν στους εαυτούς τους αυστηρούς περιορισμούς όμοιους με των συζύγων τους. Μέχρι την ημέρα της γιορτής του κάκτου ούτε οι άντρες που έφυγαν ούτε οι γυναίκες τους πλένονται εκτός από ορισμένες περιπτώσεις, αλλά και τότε μόνο με νερό που μεταφέρεται από τη μακρινή χώρα, όπου μεγαλώνει το ιερό φυτό. Επίσης νηστεύουν πολύ, δεν τρώνε αλάτι και δείχνουν μια αυστηρή εγκράτεια. Όποιος παραβεί αυτόν το νόμο αρρωσταίνει και κυρίως βάζει σε κίνδυνο το ποθητό αποτέλεσμα για το οποίο αγωνίζονται όλοι οι άλλοι. Λυτός ο κάκτος, το κολοκύθι του Θεού της Φωτιάς, χαρίζει υγεία, τύχη και ζωή' επειδή όμως η αγνή φωτιά δεν μπορεί να ωφελήσει τους μολυσμένους, άντρες και γυναίκες, πρέπει όχι μόνο να παραμείνουν αγνοί στο διάστημα αυτό, αλλά και να εξαγνιστούν από προηγούμενες αμαρτίες. Έτσι, τέσσερις μέρες μετά την αναχώρηση των αντρών, οι γυναίκες πηγαίνουν στον Ιερέα της Φωτιάς κι εξομολογούνται με ποιους άντρες είχαν ερωτικές σχέσεις από την παιδική τους ηλικία μέχρι τότε' και δεν πρέπει να παραλεί- ψουν ούτε έναν, γιατί τότε οι άντρες δε θα βρουν κάκτο. Για να φρεσκάρουν λοιπόν τη μνήμη τους, κάθε μια απ’ αυτές ετοιμάζει ένα σπάγγο με τόσους κόμπους, όσοι ήταν και οι αγαπημένοι της. Φέρνει αυτό το σπάγγο στο ναό και καθώς στέκεται μπροστά στη φωτιά αρχίζει ν’ αναφέρει δυνατά όλους τους άντρες που είναι σημειωμένοι στο σπάγγο. Μόλις τελειώσει την εξομολόγηση, ρίχνει το σπάγγο στη φωτιά και, όταν ο Οέος τον κάψει στην αγνή του φλόγα, οι αμαρτίες της θα έχουν συγχωρηθεί κι αυτή φεύγει
43
πκχ ήρεμη. Από τη στιγμή εκείνη οι γυναίκες δεν αφήνουν άντρα ούτε να τις πλησιάσει. Με παρόμοιο τρόπο εξαγνίζονται κι αυτοί που αναζητούν τον κάκτο. Για κάθε μικρό παράπτωμα δένουν έναν κόμπο σε σπάγγο και αφού «μιλήσουν στους πέντε ανέμους» παραδίνουν στον αρχηγό το κομπολόι των αμαρτιών, ο οποίος το καίει στη φωτιά.
Πολλές φυλές του Σαραβάκ πιστεύουν ότι, εάν οι γυναίκες απατούν τους άντρες τους, όταν ψάχνουν για κάμφορα στη ζούγκλα, η κάμφορα που έχουν συλλέξει οι άντρες εξατμίζεται. Οι σύζυγοι μπορούν ν’ ανακαλύψουν αν οι γυναίκες τους είναι άπιστες, από ορισμένους κόμπους στο δέντρο' και λένε ότι σε παλιό- τερες εποχές πολλοί ζηλιάρηδες σύζυγοι δολοφόνησαν τις γυναίκες τους χωρίς άλλη μαρτυρία παρά μόνο αυτούς τους κόμπους στα δέντρα. Και οι γυναίκες παράλληλα δεν άγγιζαν κτένα, όταν οι άντρες τους πήγαιναν να μαζέψουν κάμφορα, γιατί τότε τα διαστήματα ανάμεσα στις ίνες του δέντρου αντί να είναι γεμάτα από τους πολύτιμους κρύσταλλους, θα ήταν άδεια, όπως τα διαστήματα ανάμεσα στα δόντια της κτένας. Στα Νησιά Κέι, νοτιοδυτικά της Νέας Γουινέας, πριν ξεκινήσει ένα πλοίο για μακρινό λιμάνι, σκεπάζουν το μέρος της ακρογιαλιάς όπου βρισκόταν με κλαδιά φοίνικα και θεωρείται το σημείο εκείνο ιερό. Από τότε κανείς δεν μπορεί να περάσει πάνω απ’ αυτό το μέρος, μέχρι να επιστρέψει το πλοίο, γιατί αλλιώς το πλοίο θα χαθεί. Κατά τη διάρκεια ακόμη του ταξιδιού, τρία ή τέσσερα κορίτσια ειδικά διαλεγμένα για την περίσταση, προσποιούνται ότι συμπάσχουν με τους ναυτικούς και με τη συμπεριφορά τους προσπαθούν να ενι- σχύσουν την ασφάλεια κι επιτυχία του ταξιδιού. Οι νέες αυτές είναι υποχρεωμένες να μείνουν μέσα στο δωμάτιο που τους έχουν ορίσει εκτός από μεγάλη ανάγκη. Επίσης, όσο το πλοίο είναι στη θάλασσα, αυτές πρέπει να είναι απόλυτα ακίνητες, σκυμμένες πάνω στις ψάθες τους, με τα χέρια σφιγμένα στα γόνατα και απαγορεύεται να στρίψουν το κεφάλι τους δεξιά ή αριστερά ή να κάνουν άλλη κίνηση, γιατί πιστεύουν ότι τότε το πλοίο θ’ ανεβοκα- τεβαίνει στα κύματα' δεν πρέπει ακόμη να φάνε κατί που κολλάει, όπως ρύζι βρασμένο σε γάλα καρύδας, γιατί αυτό θα εμπόδιζε το πλοίο να γλιστράει στο νερό. Όταν οι ναύτες φθάσουν στον προορισμό τους αυτοί οι περιορισμοί παύουν κάπως να ισχύουν, αλλά όσο διαρκεί το ταξίδι τα κορίτσια απαγορεύεται να φάνε ψάρι με μυτερά κόκαλα ή κεντρί, όπως σαλάχι, κι αυτό από φόβο μήπως οι ναυτικοί μπλεχτούν σε φασαρίες με μυτερά όπλα.
44
Όπου επικρατούν πι:ποιΟήσι:ις αυτού του είδους, δηλαδή της συμπαθητικής σχέσης φίλο>ν που βρίσκονται σε απόσταση, τότε δι:ν υπάρχει αμφιβολία ότι ο πόλεμος που διεγείρει κάποιες από τις πιο βαθιές και τρυφερές ανθρώπινες εκδηλώσεις, ενίσχύει σε μεγάλο βαθμό το συμπαθητικό δεσμό προς τ’ αγαπημένα πρόσωπα, τα οποία πολεμάνε και πεθαίνουν μακριά. Για να έχουν λοιπόν οι πολεμιστές ένα αξιέπαινο τέλος, οι φίλοι στην πατρίδα καταφεύγουν σε ορισμένες πράξεις που ίσως μας φαίνονται συγκινητικές ή αστείες, καθώς σκεπτόμαστε το σκοπό και τα μέσα που χρησιμοποιούν. Έτσι, σε μερικές περιοχές του Βόρνεο, όταν ένας Dyak κυνηγάει κεφαλές, η γυναίκα του ή η αδελφή του, αν είναι ανύπαντρος, πρέπει να κρατάει ένα σπαθί μέρα και νύκτα, γιατί με τον τρόπο αυτό και ο ίδιος θα σκέπτεται και θα φροντίζει τα όπλα του. Η γυναίκα ή η αδελφή του δεν πρέπει να κοιμηθεί κατά τη διάρκεια της ημέρας ούτε να πάει στο κρεβάτι πριν από τις δύο το πρωί από φόβο μήπως ο σύζυγος ή ο αδελφός της έχει καμιά αιφνιδιαστική επίθεση από τον εχθρό. Στο Σαραβάκ, όταν οι θαλασσινοί Dyaks του Μπάντινγκ πολεμάνε μακριά απ’ το σπίτι τους, οι γυναίκες τους τηρούν αυστηρά ορισμένους κανόνες από τους οποίους άλλοι είναι θετικοί και άλλοι αρνητικοί, όλοι όμως βασίζονται στις αρχές της ομοιοπαθητικής μαγείας και της τηλεπάθειας. Ανάμεσα στους κανόνες αυτούς είναι οι ακόλουθοι. Οι γυναίκες πρέπει να ξυπνάνε πολύ νωρίς το πρωί και ν’ ανοίγουν τα παράθυρα μόλις φωτίσει, γιατί αλλιώς οι απόντες άντρες τους 0’ αργήσουν να ξυπνήσουν. Δεν επιτρέπεται αυτές να λαδώσουν τα μαλλιά τους, γιατί οι άντρες τους κινδυνεύουν να γλιστρήσουν, και δεν πρέπει ούτε να κοιμούνται ούτε να μισοκοιμού- νται κατά τη διάρκεια της ημέρας, γιατί τότε και οι σύζυγοί τους 0α νυστάζουν, ενώ θα βαδίζουν. Πρέπει επίσης καθημερινά να μαγειρεύουν και να σκορπίζουν στη βεράντα τους κόκκους αραβόσιτου, για να είναι ευκίνητοι οι σύζυγοι, ενώ το σπίτι πρέπει να μένει συγυρισμένο και όλα τα κουτιά ν’ ακουμπούν σε τοίχους, γιατί, «ν κάποιος σκοντάψει πάνω τους, τότε ο άντρας τους θα πέσει και θα βρεθεί στο έλεος του εχθρού. Σε κάθε γεύμα πρέπει ν' αφήνουν λίγο ρύζι στο κατσαρόλι και να το βάζουν στην άκρη, γιατί έτσι υποτίθεται ότι οι άντρες θα έχουν πάντα κάτι να τρώνε και δι; 0α πεινούν εκεί μακριά. Σε καμιά περίπτωση οι γυναίκες δεν πρέπει να καΟήσουν στον (ΐργαλειό μέχρι να πιαστούν τα πόδια ιούς, γιατί διαφορετικά και οι άντρες τους 0α πάθουν δυσκαμψία σιις αρΟριόσι.ις και δε θα μπορούν να σηκο>0ούν γρήγορα ή
4.S
να τρίξουν μακριά απ’ τον εχθρό. Για να είναι λοιπόν οι αρθρώσεις τους ευλύγιστες, οι γυναίκες αλλάζουν συχνά θέση στον αργαλειό και περπατάνε πέρα-δώθε στη βεράντα. Δεν πρέπει ακόμη οι γυναίκες να καλύπτουν το πρόσωπό τους, γιατί τότε οι άντρες θα χάσουν το δρόμο τους μέσα στη ζούγκλα, ούτε πρέπει να ράβουν με βελόνα, γιατί οι σύζυγοι πιθανώς να πατήσουν μυτερά, μεγάλα καρφιά τοποθετημένα στο μονοπάτι από τον εχθρό, ενώ αν μία γυναίκα είναι άπιστη, ο άντρας της θα σκοτωθεί στην εχθρική χώρα. Αυτοί οι κανονισμοί εφαρμόζονταν από τις γυναίκες των Banting μέχρι πρόσφατα, όσο οι άντρες τους πολεμούσαν στο πλευρό των Άγγλων εναντίον των ανταρτών. Αλίμονο όμως! Αυτές οι προφυλάξεις είχαν μικρή αξία, γιατί παρόλο που οι γυναίκες ήταν πιστές και φύλαγαν το σπίτι, οι άντρες σκοτώνονταν.
Στο νησί Τιμόρ, όταν γίνεται πόλεμος, ο αρχιερέας δεν εγκαταλείπει ποτέ το ναό, αλλά εκεί μέσα του μαγειρεύουν ή του φέρνουν φαγητό, γιατί αυτός πρέπει να διατηρεί μέρα νύχτα τη φλόγα αναμμένη, διαφορετικά οι πολεμιστές θα παθαίνουν καταστροφές που θα διαρκούν μέχρι να κρυώσει η εστία. Επίσης αυτός πρέπει να πίνει μόνο ζεστό νερό όσο ο στρατός θ’ απουσιάζει, γιατί το κρύο νερό θα μείωνε την πολεμική διάθεση των στρατιωτών απέναντι στον εχθρό.
Στα Νησιά Κέι, όταν οι πολεμιστές αναχωρούν, οι γυναίκες βγάζουν έξω από τα σπίτια καλάθια με φρούτα και πέτρες, που αλείφουν με λάδι και τοποθετούν πάνω σε μια σανίδα, μουρμουρίζοντας τα εξής: «Αφέντη ήλιε, φεγγάρι, κάνε τις σφαίρες ν’ απομακρυνθούν από τους συζύγους, αδερφούς, αρραβωνιαστικούς κι άλλους συγγενείς, όπως ακριβώς αναπηδούν και φεύγουν οι σταγόνες της βροχής από τ’ αντικείμενα που είναι αλειμμένα με λάδι». Μόλις ακουστεί ο πρώτος πυροβολισμός, οι γυναίκες αφήνουν τα καλάθια στην άκρη κι αρπάζοντας τις βεντάγιες τους ορ- μούν έξω από τα σπίτια. Μετά κυματίζοντάς τες προς την κατεύθυνση του εχθρού, διασχίζουν τρέχοντας το χωριό και τραγουδούν «Χρυσές βεντάγιες! Κάντε τις σφαίρες μας να χτυπήσουν το στόχο τους κι εκείνες των εχθρών να χαθούν». Το έθιμο ν’ αλείφουν τις πέτρες για ν’ απομακρύνουν τις σφαίρες από τους άντρες τους, όπως απομακρύνονται οι σταγόνες της βροχής από τις πέτρες, είναι καθαρή ομοιοπαθητική ή μιμητική μαγεία, ενώ η προσευχή στον ήλιο αποτελεί θρησκευτική πράξη, που μπορεί να προστέθηκε αργότερα. Το κυμάτισμα επίσης της βεντάγιας είναι ένας μαγικός τρόπος για να κατευθύνουν τις σφαίρες στο στόχο τους ή να τις απομακρύνουν απ’ αυτόν, ανάλογα.
46
Ένας παλιός ιστορικός της Μαδαγασκάρης μας πληροφορεί ότι «κατά το διάστημα που βρίσκονται οι άντρες στον πόλεμο και μέχρι να επιστρέφουν, οι γυναίκες και τα κορίτσια δε σταματούν να χορεύουν νύχτα μέρα κι ούτε ξαπλώνουν ούτε παίρνουν φαγητό μες στα σπίτια τους. Και παρόλο που θεωρούνται πολύ φιλήδονες, για τίποτε στον κόσμο δε σχετίζονται με άλλον άντρα, όσο ο δικός τους είναι στον πόλεμο, γιατί έχουν την πεποίθηση ότι ο άντρας τους θα σκοτωθεί ή θα τραυματιστεί. Πιστεύουν μάλιστα ότι χορεύοντας μεταδίνουν στους συζύγους τους δύναμη, κουράγιο και καλή τύχη. Έτσι χορεύουν συνέχεια, θεωρώντας αυτό το έθιμο ιδιαίτερα θρησκευτικό».
Στους Τσι της Χρυσής Ακτής, όταν οι άντρες λείπουν σε πόλεμο, οι γυναίκες βάφονται άσπρες και στολίζουν το πρόσωπό τους με χάντρες και φυλαχτά, ενώ την ημέρα της μάχης τρέχουν γύρω γύρω, κρατώντας όπλα ή ραβδιά που μοιάζουν με όπλα και παίρνοντας πράσινα πόου-πόου (φρούτα σε σχήμα πεπονιού), τα κομματιάζουν μ’ ένα μαχαίρι σαν ν’ αποκεφαλίζουν τον εχθρό. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η παντομίμα αυτή είναι μιμητική μαγεία, για να μπορέσουν και οι άντρες να κάνουν στον εχθρό ό,τι οι γυναίκες στα πόου-πόου. Στην πόλη Φράμιν της Δυτικής Αφρικής, όταν πριν μερικά χρόνια γινόταν ο πόλεμος των Ashantee, ο κος Φιτζέραλντ Μάρριοτ παρακολούθησε ένα χορό γυναικών, ενώ οι άντρες τους έλειπαν σε πόλεμο. Ήταν βαμμένες άσπρες kui φορούσαν μόνο ένα κοντό μεσοφόρι. Στο κεφάλι τους είχαν τυλίξει ένα παλιό, κοντό, άσπρο και ζαρωμένο μεσοφόρι και τα μαλλιά τους ήταν χτενισμένα σχηματίζοντας ένα κέρατο, ενώ το μαύρο τους πρόσωπο, τα στήθια, τα μπράτσα και τα πόδια ήταν στολισμένα με άσπρους κύκλους και μισοφέγγαρα. Όλες κρατούσαν μακριές, άσπρες βούρτσες από ουρά βουβαλιού ή αλόγου και καθώς χόρευαν, τραγουδούσαν: «Οι άντρες μας έχουν πάει στη χώρα των Ashantee' είθε να σαρώσουν τους εχθρούς και να τους εξαφανίσουν από το πρόσωπο της γης!»
Όταν οι Ινδιάνοι Τόμσον της Βρετανικής Κολομβίας πήγαιναν να πολεμήσουν, οι γυναίκες τους χόρευαν σε συχνά διαστήματα, γιατί πίστευαν ότι με αυτό τον τρόπο εξασφάλιζαν την επιτυχία της εκστρατείας. Οι χορεύτριες έσειαν απειλητικά τα μαχαίρια τους και πετούσαν μακριά, μπροστά και πίσω, μυτερά ακόντια ή ξύλα που είχαν στην άκρη τους ένα γάντζο. Όταν έριχναν τ’ ακόντια μπροστά, σήμαινε ότι διαπερνούσαν ή απέκρουαν τον εχθρό κι όταν τα έριχναν πίσω, σήμαινε ότι τραβούσαν τους
47
άντρες τους μακριά από τον κίνδυνο, ενώ ο γάντζος, εφαρμοσμένος γερά στην άκρη του ξύλου, έλεγαν ότι έσωζε ζωές. Οι γυναίκες έδειχναν πάντοτε με τα όπλα τους προς την εχθρική χώρα. Έβαφαν το πρόσωπο κόκκινο, τραγουδούσαν καθώς χόρευαν και προσεύχονταν στα όπλα για να προστατεύουν τους συζύγους τους και να τους βοηθούν να σκοτώνουν εχθρούς. Μερικές απ’ αυτές κολλούσαν φτερά αετών στην άκρη του ακόντιου. Μόλις τελείωνε ο χορός, έκρυβαν τα όπλα. Αν μία γυναίκα, της οποίας ο άντρας έλειπε στον πόλεμο, νόμιζε ότι είδε μαλλιά ή δέρμα κεφαλής πάνω στο όπλο της, όταν το έβγαζε, πίστευε ότι ο σύζυγός της είχε σκοτώσει έναν εχθρό. Αλλά, αν έβλεπε σταγόνα αίμα σ’ αυτό, πίστευε ότι ο άντρας της ήταν πληγωμένος ή νεκρός. Όταν οι άντρες της φυλής Γιούκι στην Καλιφόρνια πολεμούσαν, οι γυναίκες στο σπίτι δεν κοιμόνταν' χόρευαν συνέχεια σε κύκλο, τραγουδούσαν και κυμάτιζαν ραβδιά από φύλλα, γιατί έλεγαν ότι με αυτό τον τρόπο οι άντρες τους δε θα κουράζονταν. Στα νησιά Βασίλισσα Καρλόττα, όταν οι Ινδιάνοι Χάιντα πήγαιναν στον πόλεμο, οι γυναίκες στο σπίτι ξυπνούσαν πολύ νωρίς το πρωί και, κάνοντας ότι πολεμούσαν, έπεφταν πάνω στα παιδιά τους, τα οποία υποτίθεται ότι αιχμαλώτιζαν. Έτσι πίστευαν ότι βοηθούσαν τους συζύγους τους να κάνουν το ίδιο. Αν πάλι μια γυναίκα ήταν άπιστη, ο άντρας της σκοτωνόταν. Για δέκα νύχτες οι γυναίκες ξάπλωναν με το κεφάλι προς τη διεύθυνση που έδειχνε η πυξίδα ότι κωπηλατούσαν τα πολεμικά κανό και μετά άλλαζαν θέση, γιατί υποτίθεται ότι οι πολεμιστές τους επέστρεφαν στην πατρίδα. Στο Μάσσετ, οι γυναίκες Χάιντα χόρευαν και τραγουδούσαν πολεμικά τραγούδια, όσο καιρό πολεμούσαν οι άντρες τους, κι έπρεπε γύρω τους να επικρατεί τάξη. Αν μία σύζυγος δεν τηρούσε τα έθιμα αυτά, πίστευαν ότι ο άντρας της κινδύνευε να σκοτωθεί. Όταν μια ομάδα Ινδιάνοι Κάριμπ του Ορινόκο είχαν φύγει για πόλεμο, οι φίλοι τους στην πατρίδα υπολόγιζαν, όσο μπορούσαν καλύτερα, την ακριβή ώρα της επίθεσης. 'Επαιρναν τότε δύο εφήβους, τους κάθιζαν σ’ έναν πάγκο κι άρχιζαν να τους μαστιγώνουν άγρια. Οι νεαροί υπέμεναν το μαστίγωμα χωρίς να μουρμουρίζουν, γιατί είχαν μεγαλώσει με την πίστη, ότι όσο πιο γενναία αντιμετώπιζαν τη σκληρή δοκιμασία, τόσο μεγαλύτερη ανδρεία θα έδειχναν οι σύντροφοί τους κατά τη μάχη.
Μία από τις πολλές ευεργετικές χρήσεις των αρχών της ομοιοπαθητικής ή μιμητικής μαγείας είναι η καρποφορία των δέντρων και των φυτών στην κατάλληλη εποχή. Στη Θουριγγία αυ
48
τός που σπέρνει λινάρι <-χ»:ι το σπόρο μέσ» σι: μι» μακριά τσάντα, που αρχίζει «πό τον ώμο και τελεκόνει στ» γόν»τ», κ«ι περπατάει μι; μεγάλα βήματα, ώστε η τσάντα ν» κουνιέται μπρος πίσω, γκχτί πιστεύεται ότι έτσι κ«ι το λινάρι 0» κυματίζει στον άνεμο. Στο εσωτερικό της Σουμάτρας όταν οι γυναίκες σπέρνουν ρύζι, έχουν τ» μαλλιά τους λυτά, για να βγει το ρύζι άφθονο και με μακρύ κοτσάνι. Και στο αρχαίο Μεξικό είχαν μια γιορτή, αφιερωμένη στη θεά του αραβόσιτου ή, όπως λεγόταν, «μακρομαλλούσα μάνα». Η γιορτή άρχιζε, «όταν το φυτό είχε αναπτυχτεί τελείως και οι ίνες του έβγαιναν απ’ την πράσινη κορυφή, δείχνοντας ότι οι καρποί είχαν πια σχηματιστεί για καλά. Κατά τη διάρκεια της γιορτής οι γυναίκες άφηναν τα μακριά μαλλιά τους λυτά και στους χορούς, που ήταν το κύριο χαρακτηριστικό της γιορτής, τα κουνούσαν και τα τίναζαν. Έτσι ο θύσανος του αραβόσιτου θα έβγαινε πλούσιος και τα σιτηρά θα ήταν μεγάλα και πλατιά, γι» να έχουν οι άνθρωποι αφθονία». Σε πολλά μέρη της Ευρώπης, ο χορός που συνοδεύεται από άλματα ψηλά στον αέρα θεωρείται ο σωστός ομοιοπαθητικός τρόπος για να ψηλώνουν τα γεννήματα. Στην περιοχή Franche-Comte λένε ότι πρέπει να χορεύεις στο Καρναβάλι, για να ψηλώνει το κανναβούρι.
Η αντίληψη, ότι ένα άτομο μπορεί να επηρεάσει ομοιοπαθη- τικά ένα φυτό, φαίνεται καθαρά απ’ την απάντηση μιας Μαλαισίας γυναίκας. Όταν τη ρώτησαν γιατί γυμνωνόταν από τη μέση και πάνω για να θερίσει το ρύζι, εξήγησε ότι έτσι θα ήταν υ φλοιός λεπτότερος και δε θα κουραζόταν να τον τρίψει. Πίστευε δηλαδή ότι όσο πιο λίγα ρούχα φορούσε, τόσο πιο λεπτό θα ήταν το περίβλημα του ρυζιού. Η μαγική δύναμη μιας εγκύου να φέρνει ευφορία είναι γνωστή στου χωρικούς της Βαυαρίας και Αυστρίας, που πιστεύουν ότι, αν δώσεις το πρώτο φρούτο σε μια γυναίκα με παιδί στην κοιλιά, το δέντρο θα βγάλει άφθονους καρπούς τον επόμενο χρόνο. Στην Μπάγκαντα πάλι πιστεύουν ότι μια στείρα γυναίκα μολύνει τον κήπο του άντρα της κι εμποδίζει τα δέντρα ν» καρποφορήσουν εξαιτίας της στειρότητάς της’ έτσι τη στείρα γυναίκ» τη χωρίζουν. Οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι θυσίαζαν εγκύους στις θεές των σιτηρών και της γης, για να υπάρχει ευφορία κ»ι να φουσκο)σουν τα σιτηρά. Όταν ένας Καθολικός ιερέας ρ<ί>τησε τους Ινδιάνους του Ορινόκο γιατί αφήνουν γυναίκες με μωρά στην «γκαλιά ν» σπέρνουν τ» χωράφι» μες στον καυτό ήλιο, αυτοί »πάντησ»ν: «ΙΙ»τέρ», δεν καταλαβαίνεις αυτά τ» πράγματα κ»ι γι’ »υτό σ’ ενοχλούν. Ξέρεις βέβαια ότι οι γυναίκες
4‘)
είναι εκείνες που γεννούν παιδιά κι εμείς οι άντρες όχι. Όταν λοιπόν σπέρνουν αυτές, ο βλαστός του αραβόσιτου γεννάει δύο ή τρεις καρπούς, η ρίζα του φυτού γιούκκα γεμίζει δύο με τρία καλάθια κι όλα πολλαπλασιάζονται αναλογικά. Τώρα, γιατί γίνεται έτσι; Απλά, γιατί οι γυναίκες ξέρουν πώς να παράγουν και πώς να κάνουν το σπόρο που έσπειραν να καρποφορήσει. Άσε λοιπόν αυτές να σπείρουν, εμείς οι άντρες δεν ξέρουμε πολλά πάνω σ’ αυτά».
Έτσι, με βάση την ομοιοπαθητική μαγεία, ένα άτομο μπορεί να επηρεάσει τη βλάστηση καλά ή κακά, ανάλογα με τις πράξεις του: για παράδειγμα η γόνιμη γυναίκα μπορεί να κάνει ένα φυτό να καρποφορήσει, ενώ η στείρα το κάνει άγονο. Αυτό επομένως το πιστεύω για τη βλαβερή και μολυσματική φύση ορισμένων ιδιοτήτων ή ατυχημάτων δημιούργησε πολλούς απαγορευτικούς κανόνες κι οι άνθρωποι αποφεύγουν να κάνουν ορισμένες πράξεις, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν ομοιοπαθητικά τους καρπούς της γης. Όλες αυτές οι απαγορεύσεις αποτελούν την αρνητική μαγεία ή ταμπού. Ως παράδειγμα κακής επίδρασης στα φυτά των ανθρώπινων πράξεων ή καταστάσεων αναφέρουμε τους Galelareese, οι οποίοι πιστεύουν ότι δεν πρέπει να ρίξεις με τόξο και βέλη κάτω από ένα δέντρο που έχει καρπούς, γιατί τότε, όπως πέφτουν τα βέλη στο έδαφος, έτσι και το δέντρο θα ρίξει τους καρπούς του' όταν επίσης τρώει κάποιος καρπούζι, δεν πρέπει ν’ ανακατεύει τα κουκούτσια που φτύνει με αυτά που θα χρησιμεύσουν για σπόρος, γιατί με τον τρόπο αυτό ίσως φυτρώσουν τα κουκούτσια που φτύνει, αλλά οι καρποί τους θα πέφτουν διαρκώς κάτω, όπως τα κουκούτσια που έφτυνε. Η ίδια σκέψη οδηγεί τους Βαυαρούς χωρικούς να πιστεύουν ότι δεν πρέπει ν’ αφήσουν να πέσει κάτω το μπόλι ενός δέντρου με καρπούς, γιατί το δέντρο που θα φυτρώσει θα ρίξει τους καρπούς του πρόωρα. Όταν οι Τσαμς της Κοχιγκίνας σπέρνουν ρύζι στα χωράφια τους και δε θέλουν να πέσει ραγδαία βροχή, για να μη καταστραφεί η σοδειά, τρώνε το ρύζι τους στεγνό.
Στις προηγούμενες περιπτώσεις, πιστεύεται ότι ένα πρόσωπο επηρεάζει τη βλάστηση ομοιοπαθητικά, δηλαδή επηρεάζει δέντρα ή φυτά με τις καλές ή κακές του ιδιότητες ή πράξεις. Αλλά με βάση την ομοιοπαθητική μαγεία η επιρροή είναι αμοιβαία: το φυτό μπορεί να επηρεάσει τον άνθρωπο, καθώς και ο άνθρωπος το φυτό. Στη μαγεία, όπως και στη φυσική, όσο εγώ ξέρω, η δράση και η αντίδραση είναι ίσες και αντίθετες. Οι Ινδιάνοι Che-
50
rokcc είναι εξοικειωμένοι με τη χρήση το>ν βοτανι<ί>ν στην ομοιοπαθητική. Έτσι, επειδή οι νευρώδεις ρίζες του φυτού κάτγκουτ στο αυλάκι είναι τόσο σκληρές, που μπορούν να σταματήσουν ένα ζευγά, οι γυναίκες της φυλής πλένουν τα μαλλιά τους με το νερό των ριζών αυτών για να τα δυναμώσουν, ενώ οι παίχτες της μπάλας πλένουν το σώμα τους μ’ αυτό, για να κάνουν δυνατούς μυς. Οι Galelareese πιστεύουν ότι, αν φας ένα φρούτο που έπεσε στο έδαφος, θ’ αποκτήσεις τη συνήθεια να σκοντάφτεις και να πέφτεις κάτω κι αν πάρεις κάτι ξεχασμένο (όπως μια γλυκοπατάτα που έχει μείνει στην κατσαρόλα ή μια μπανάνα), θα ξεχαστείς κι εσύ. Πιστεύουν επίσης ότι, αν μια γυναίκα φάει δύο μπανάνες που βγήκαν από ένα κοτσάνι, θα γεννήσει δίδυμα. Οι Ινδιάνοι Γκουα- ράνι πάλι της Νότιας Αμερικής είχαν την αντίληψη ότι μια γυναίκα θα γεννούσε δίδυμα αν έτρωγε διπλό κόκκο κεχριού. Κατά τους Βεδικούς χρόνους, μια περίεργη εφαρμογή αυτής της αρχής, οδηγούσε σε μαγική πράξη, με την οποία ένας τιμωρημένος πρίγκιπας μπορούσε ν’ αποκατασταθεί στο βασίλειό του. Αυτός έπρεπε να φάει φαγητό μαγειρεμένο σε φωτιά που έκαιγε με τα ξύλα του κορμού ενός κομμένου δέντρου. Η ανανεωτική δύναμη του δέντρου θα διοχετευόταν δια μέσου της φωτιάς στο φαγητό και στη συνέχεια στον πρίγκιπα που το έτρωγε. Οι Sundanese πιστεύουν ότι, αν ένα σπίτι κατασκευαστεί από ξύλο αγκαθωτού δέντρου, τότε η ζωή των ανθρώπων που κατοικούν σ’ αυτό θα είναι γεμάτη αγκάθια και προβλήματα.
Υπάρχει ένας κλάδος της ομοιοπαθητικής μαγείας, που χρησιμοποιεί τους πεθαμένους' όπως δηλαδή ο νεκρός δεν μπορεί να δει, ν’ ακούσει ή να μιλήσει, έτσι μπορεί κανείς βασισμένος στις αρχές της ομοιοπαθητικής μαγείας να κάνει κάποιον τυφλό, κουφό ή άλαλο, χρησιμοποιώντας οστά νεκρού ή οτιδήποτε άλλο έχει αγγίξει ο θάνατος. Στους Galelareese, όταν ένας νεαρός ερωτοτροπεί τη νύχτα, παίρνει λίγο χώμα από έναν τάφο και το σκορπίζει στη στέγη, πάνω ακριβώς από το δωμάτιο των γονιών της αγαπημένης του, γιατί πιστεύει ότι έτσι αυτοί δε θα ξυπνήσουν, αφού το χώμα του τάφου θα τους κάνει να κοιμηθούν τόσο βαθιά, όσο κι οι πεθαμένοι. Οι νυχτοκλέφτες όλων των εποχών και τόπων εφάρμοζαν τέτοια μαγικά, γιατί ήταν χρήσιμα στη δουλειά τους. Ο Νοτιοσλαύος διαρρήκτης αρχίζει το έργο του ρίχνοντας το κόκαλο ενός πεθαμένου πάνω στο σπίτι που πρόκειται να διαρ- ρήξει και λέγοντας σαρκαστικά: «Λν μπορεί να ξυπνήσει αυτό το κόκαλο, έτσι μπορούν να ξυπνήσουν και τούτοι οι άνθρωποι».
51
Μετά απ’ αυτό κανείς μέσα στο σπίτι δεν μπορεί να κρατήσει τα μάτια του ανοιχτά. Στην Ιάβα επίσης ο διαρρήκτης σκορπίζει χώμα τάφου γύρω από το σπίτι που θα κλέψει, γιατί αυτό κάνει τους ένοικους να πέσουν σε βαθύ ύπνο. Για τον ίδιο λόγο ένας Ινδός κλέφτης σκορπίζει στάχτη πεθαμένου μπροστά στην πόρτα του σπιτιού, ενώ οι Ινδιάνοι του Περού σκορπίζουν σκόνη απ’ τα κόκαλα του νεκρού. Οι διαρρήκτες της Ρουθηνίας βγάζουν το μυελό από μια ανθρώπινη κνήμη, τη γεμίζουν με λίπος και την ανάβουν σαν δαυλό, κάνοντας το γύρο του σπιτιού τρεις φορές. Έτσι, οι κάτοικοι του σπιτιού κοιμούνται σαν πεθαμένοι. Οι ίδιοι διαρρήκτες της Ρουθηνίας φτιάχνουν και φλάουτο από τα οστά του ποδιού και παίζουν μ’ αυτό' όσα άτομα το ακούσουν, αρχίζουν να νυστάζουν. Οι Ινδιάνοι του Μεξικού, για τον ίδιο κακό σκοπό, χρησιμοποιούσαν το αριστερό χέρι μιας γυναίκας που πέθανε στη γέννα του πρώτου της παιδιού, το οποίο όμως έπρεπε να είναι κλεμμένο. Με αυτό χτυπούσαν τη γη, πριν μπουν στο σπίτι που σκόπευαν να ληστέψουν, με αποτέλεσμα όλοι οι ένοικοι να μη μπορούν να μιλήσουν ούτε να κινηθούν. Ήταν σαν πεθαμένοι κι ενώ άκουγαν κι έβλεπαν τα πάντα δεν μπορούσαν ν’ αντιδράσουν. Μερικοί μάλιστα κοιμόνταν κι ακόμη ροχάλιζαν. Στην Ευρώπη παρόμοιες ιδιότητες αποδίνονταν στο Χέρι της Δόξας, που ήταν το ταριχευμένο χέρι ενός κρεμασμένου. Αν άναβαν ένα κερί φτιαγμένο από το λίπος ενός επίσης κρεμασμένου κακοποιού και το τοποθετούσαν στο Χέρι της Δόξας, όπως σε κηροπήγιο, αυτό ακινητοποιούσε όλους εκείνους στους οποίους παρουσιαζόταν σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μην μπορούν να κουνήσουν ακόμη και τα δάχτυλά τους, σαν πεθαμένοι. Μερικές φορές πάλι χρησιμοποιούσαν το χέρι ενός νεκρού σαν κερί ή δέσμη κεριών καθώς άναβαν τα νεκρά δάχτυλα' αλλά, εάν κάποιο μέλος του σπιτιού ήταν ξύπνιο, τότε ένα απ’ τα δάχτυλα δε θ’ άναβε. Τα στυγερά αυτά κεριά έσβηναν μόνο με γάλα. Υπάρχει μάλιστα και η συνταγή ότι το κερί του κλέφτη πρέπει να είναι φτιαγμένο από τα δάχτυλα ενός νεογέννητου ή καλύτερα αγέννητου παιδιού. Μερικές φορές είναι απαραίτητο ο διαρρήκτης να διαθέτει ένα τέτοιο κερί για κάθε πρόσωπο του σπιτιού, γιατί, αν έχει ένα μόνο μικροσκοπικό κερί, θα ξυπνήσει κάποιος στο σπίτι και θα τον πιάσει. Το δέκατο έβδομο αιώνα οι ληστές δολοφονούσαν εγκύους, για να βγάλουν κερί απ’ τη μήτρα τους. Ένας αρχαίος Έλληνας, ληστής ή νυχτοκλέφτης, πίστευε ότι μπορούσε να ηρεμήσει και το πιο άγριο σκυλί, αν είχε μαζί του δαυλό από πεθαμένο. Οι γυναίκες επίσης στη
52
Σερβία tern Βουλγαρία, ότ<ίν ασφυκτιούσαν από τους περιορισμούς της οικογενειακής ζωής, έπαιρναν τα χάλκινα νομίσματα από τα μάτια ενός πτώματος, τα έπλεναν σε κρασί ή νερό κι έδιναν το υγρό στους άντρες τους, οι οποίοι, όταν το έπιναν, γίνονταν τελείως τυφλοί στις μικροαπιστίες των γυναικών τους, όπως ο νεκρός που τοποθέτησαν στα μάτια του τα νομίσματα.
Πιστεύεται ακόμη ότι τα ζώα έχουν ικανότητες ή ιδιότητες χρήσιμες στον άνθρωπο, τις οποίες η ομοιοπαθητική ή μιμητική μαγεία προσπαθεί να του μεταδώσει, χρησιμοποιώντας διάφορους τρόπους. Οι Bechuanas, για παράδειγμα, φοράνε το κουνάβι σαν φυλαχτό, γιατί πιστεύουν ότι εμποδίζει το θάνατο, αφού αυτό το ίδιο είναι γεμάτο ζωή, ενώ άλλοι για παρόμοιο σκοπό φοράνε ένα συγκεκριμένο έντομο, ακρωτηριασμένο, αλλά ζωντανό. Οι πολεμιστές επίσης βάζουν ανάμεσα στα μαλλιά τους τρίχες από βόδι χωρίς κέρατα και στο μανδύα τους δέρμα βατράχου, γιατί ο βάτραχος και το βόδι χωρίς κέρατα γλιστρούν και δεν πιάνονται εύκολα' έτσι, εκείνος που είναι εφοδιασμένος με αυτά τα φυλαχτά δεν πιάνεται από τον εχθρό. Ο πολεμιστής πάλι της Νότιας Αφρικής βάζει ανάμεσα στα μαύρα κατσαρά μαλλιά του τρίχες ποντικού, γιατί, με τον τρόπο αυτό, έχει μεγάλες πιθανότητες ν’ αποφύγει το εχθρικό δόρυ, όπως ο γρήγορος ποντικός μπορεί ν’ αποφεύγει ό,τι του ρίχνουν' σε περίοδο λοιπόν πολέμου οι τρίχες του ποντικού γίνονται ανάρπαστες σ’ αυτές τις περιοχές. Ένα αρχαίο Ινδικό βιβλίο αναφέρει ότι ο βωμός, όπου προσφέρονται θυσίες για τη νίκη, πρέπει να είναι φτιαγμένος από χώμα, στο οποίο κυλίστηκε ένας κάπρος, γιατί σ’ αυτό το χώμα υπάρχει η δύναμη του κάπρου. Όταν επίσης κάποιος παίζει το μονόχορδο λαούτο και παρατηρεί δυσκαμψία στα δάχτυλά του, πρέπει να ψήσει αράχνες με μακριά πόδια και μετά να τρίψει τις στάχτες ανάμεσα στα δάχτυλά του, που θα γίνουν τότε εύκαμπτα και γρήγορα, όπως τα πόδια της αράχνης' αυτό τουλάχιστο πιστεύουν οι Galelareese. Ένας Άραβας πάλι, για να φέρει πίσω ένα σκλάβο που δραπέτευσε, σχεδιάζει ένα μαγικό κύκλο στο έδαφος, μπήγει ένα καρφί στη μέση του κύκλου και δένει εκεί με κλωστή ένα σκαθάρι, το οποίο πρέπει να έχει το ίδιο φύλο με το δραπέτη. Καθώς λοιπόν το σκαθάρι σέρνεται γύρω γύρω, τυλίγεται κι η κλωστή γύρω από το καρφί, με αποτέλεσμα να κονταίνει αυτή και να φέρνει το ζωύφιο όλο και πιο κοντά στο κέντρο. Έτσι, με βάση την ομοιοπαθητική μαγεία, ο δραπέτης σκλάβος θα ξαναγυρίσει στον κύριό του.
Μ
Στις δυτικές περιοχές της Βρετανικής Νέας Γουινέας, όταν κάποιος πρόκειται να πάει στο δάσος, σκοτώνει ένα φίδι, το καίει κι αλείφει τα δάχτυλά του με τις στάχτες, για να μην τον δαγκώσει κανένα φίδι τις επόμενες μέρες. Αν τώρα ένας Νοτιοσλαύος σκοπεύει να κλέψει στην αγορά, καίει μια τυφλή γάτα και πετάει λίγη στάχτη στο άτομο από το οποίο σκοπεύει ν’ αρπάξει κάτι' μετά από αυτό μπορεί να πάρει ό,τι θέλει, χωρίς ο ιδιοκτήτης ν’ αντιληφτεί τίποτε, γιατί αυτός θα είναι τόσο τυφλός, όσο κι η γάτα, που με τη στάχτη της τον ράντισε. Όταν μάλιστα ο κλέφτης ρωτήσει τολμηρά «Πλήρωσα γι’ αυτό;», ο εξαπατημένος γυρολόγος θ’ απαντήσει: «Βεβαίως». Εξίσου απλό κι αποτελεσματικό είναι το τέχνασμα που χρησιμοποιούν οι ιθαγενείς της Κεντρικής Αυστραλίας, όταν επιθυμούν να βγάλουν γένια. Τρυπάνε το πηγούνι τους μ’ ένα αιχμηρό κόκαλο και μετά το χτυπάνε προσεχτικά μ’ ένα μαγικό ραβδί ή πέτρα, που αντιπροσωπεύει ένα είδος ποντικού με πολύ μακριές τρίχες. Έτσι η δύναμη από τις τρίχες αυτές περνάει στο ραβδί ή στην πέτρα κι απ’ εκεί εύκολα μεταβιβάζεται στο πηγούνι, που σύντομα γεμίζει πλούσια γένια. Οι αρχαίοι Έλληνες πάλι πίστευαν ότι, αν κάποιος φάει το άγρυπνο αηδόνι, δε θ’ αποκοιμηθεί κι ότι, αν αλείψουν τα μάτια ενός τσιμπλιάρη με χολή αετού, αυτός θ’ αποκτήσει αετήσια όραση' πίστευαν ακόμη ότι τα αυγά του κόρακα μαυρίζουν τα γκρίζα μαλλιά, αλλά εκείνος που θα επιχειρήσει κάτι τέτοιο, πρέπει να έχει το στόμα του γεμάτο λάδι, γιατί αλλιώς θα μαυρίσουν και τα δόντια του και δε θα ξανασπρίσουν ποτέ. Εφαρμόζοντας κανείς αυτή τη μέθοδο έπαιρνε περισσότερα απ’ όσα παζάρευε.
Οι Ινδιάνοι Huichol θαυμάζουν τα όμορφα σημάδια στις ράχες των φιδιών. Έτσι, όταν μια γυναίκα πρόκειται να κεντήσει, ο άντρας της πιάνει ένα μεγάλο φίδι και το βάζει στη σχισμή ενός ραβδιού, ενώ η γυναίκα χτυπάει τη ράχη του φιδιού με το ένα της χέρι και μετά περνάει το ίδιο χέρι πάνω απ’ το μέτωπο και τα μάτια της, ώστε να μπορέσει να κεντήσει το ίδιο όμορφο σχέδιο.
Σύμφωνα λοιπόν με τις αρχές της ομοιοπαθητικής μαγείας και τ’ άψυχα πράγματα, όπως τα ζώα και τα φυτά, σκορπίζουν ευλογία ή όλεθρο γύρω τους, ανάλογα με τον πραγματικό τους προορισμό και την ικανότητα του μάγου να φέρει ή να σταματήσει την ευημερία ή τη συμφορά. Στη Σαμαρκάνδη οι γυναίκες δίνουν στα μωρά να γλείψουν ζαχαρωτό και βάζουν στο χέρι τους κόλλα, ώστε, όταν μεγαλώσουν, οι κουβέντες τους να είναι γλυκές
54
και στα χέρια τους να κολλάν»; πολύτιμα αντικείμενα. Οι Ίϊλλη- νες πάλι πίστευαν ότι, αν κάποιος φορέσει προβιά αρνιού που θανατώθηκε από λύκο, θα έχει κι αυτός την ίδια τύχη. Είχαν ακόμη τη γνώμη ότι, αν μια πέτρα, που είχε δαγκώσει σκύλος, έπεφτε μέσα σε κρασί, όλοι όσοι έπιναν απ’ αυτό, θα μάλωναν μεταξύ τους, ενώ στους Άραβες του Μοαβία μια γυναίκα χωρίς παιδί δανείζεται το φόρεμα μιας πολύτεκνης ελπίζοντας ότι έτσι θ’ αποκτήσει τη γονιμότητα της άλλης. Οι Κάφροι επίσης της Σόφαλα, στην Ανατολική Αφρική, φοβόνταν πολύ μήπως τους χτυπήσουν με κάποιο κούφιο αντικείμενο, καλάμι ή άχυρο, και προτιμούσαν να τους κοπανίσουν μ’ ένα μεγάλο χοντρό ρόπαλο ή με μια σιδερένια βέργα, που σίγουρα θα τους πονούσε πολύ περισσότερο. Κι αυτό, γιατί πίστευαν ότι, αν κάποιος δεχόταν χτύπημα από ένα κούφιο αντικείμενο, θα έχανε όλο το εσωτερικό του σώματός του με αποτέλεσμα να πεθάνει. Στις Ανατολικές θάλασσες υπάρχει ένα μεγάλο όστρακο, το οποίο οι Buginese της Κελέβης ονομάζουν «γέρο» (Kadjawo). Κάθε Παρασκευή λοιπόν αναποδογυρίζουν αυτούς τους «γέρους» και τους τοποθετούν στο κατώφλι του σπιτιού τους, .επειδή έχουν την πεποίθηση ότι, όποιος περάσει αυτό το κατώφλι, θα ζήσει μέχρι τα βαθιά γεράματα. Όταν ένας νεαρός Βραχμάνας μυείται, πρέπει να πατήσει με το δεξί πόδι πάνω σε μια πέτρα, επαναλαμβάνοντας τις λέξεις: «Πάτησε σ’ αυτή την πέτρα’ θα είσαι σταθερός όπως αυτή». Όμοια τελετή γίνεται και στο γάμο, όπου η Βραχμάνα νύφη κάνει ακριβώς τα ίδια, ενώ στη Μαδαγασκάρη θάβουν μια πέτρα στην είσοδο του σπιτιού, για να τους φέρει γούρι. Το κοινό έθιμο να ορκίζονται στην πέτρα, μπορεί να βασίζεται κάπως στην πίστη ότι η δύναμη και η σταθερότητα της πέτρας δίνει μεγαλύτερη ισχύ στον όρκο. Έτσι ο παλιός Δανός ιστορικός Σάξο Γραμματικός μας λέει ότι, όταν «οι αρχαίοι ήθελαν να εκλέξουν βασιλιά, συνήθιζαν να στέκονται πάνω σε πέτρες, ριζωμένες στη γη. Η σταθερότητα της πέτρας εξασφάλιζε την εγκυρότητα της εκλογής και τη μακροχρόνια θητεία του βασιλιά που εκλεγόταν».
Αλλά, ενώ υποτίθεται ότι όλες οι πέτρες έχουν κάποιο μαγικό αποτέλεσμα εξαιτίας του βάρους και της στερεότητάς τους, σε ορισμένα είδη πετρωμάτων αποδίνονται και ιδιαίτερες μαγικές δυνάμεις, ανάλογα με το σχήμα και το χρώμα τους. Για παράδειγμα, οι Ινδιάνοι του Περού χρησιμοποιούσαν άλλες πέτρες για την αύξηση του αραβόσιτου, άλλες για την πατάτα κι άλλες για τη γονιμότητα των ζώων. Οι πι':τρι:ς που χρησίμευαν για την παρα-
SS
γωγή του αραβόσιτου είχαν σχήμα όμοιο με το στάχυ του κι οι πέτρες που προορίζονταν για την αύξηση των κοπαδιών είχαν σχήμα πρόβατου.
Σε μερικά μέρη της Μελανησίας επικρατεί μια παρόμοια πίστη, ότι δηλαδή ορισμένες πέτρες είναι προικισμένες με θαυματουργές δυνάμεις, που ανταποκρίνονται στο σχήμα τους. Επομένως, σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, ένα κοράλι της παραλίας έχει συχνά μια εκπληκτική ομοιότητα με τον αρτόκαρπο. Όταν λοιπόν κάποιος στα νησιά Μπανκς βρει ένα τέτοιο κοράλι, το τοποθετεί στη ρίζα ενός αρτόδεντρου, για να έχει πλούσια παραγωγή. Αν το αποτέλεσμα είναι ευνοϊκό, τότε, με αμοιβή, θα βάλει τις πέτρες των άλλων κοντά στη δική του, για ν’ αποκτήσουν κι αυτές τη μαγική της δύναμη. Παράλληλα μια πέτρα που έχει πάνω της μικρούς δίσκους, πιστεύεται ότι φέρνει χρήματα, ενώ, αν κάποιος βρει μια μεγάλη πέτρα με πολλές μικρότερες από κάτω της, σαν τη γουρούνα που θηλάζει τα μικρά της, αυτός είναι βέβαιος ότι οι γουρούνες του θα γεννήσουν. Σ’ αυτές και άλλες παρόμοιες περιπτώσεις, οι Μελανήσιοι αποδίνουν τις μαγικές δυνάμεις όχι στην ίδια την πέτρα, αλλά στο πνεύμα που βρίσκεται μέσα της’ και μερικές φορές, όπως έχουμε παρατηρήσει, ο άνθρωπος, κάνοντας προσφορές στην πέτρα, προσπαθεί να εξευμενίσει το πνεύμα που υπάρχει μέσα της. Η ιδέα όμως της εξιλέωσης δεν ανήκει στο χώρο της μαγείας, αλλά σ’ εκείνο της θρησκείας. Όπου βρίσκεται μια τέτοια ιδέα, όπως εδώ, σε συνδυασμό με καθαρά μαγικές δοξασίες και πρακτική, θεωρείται ότι η μαγεία αποτελεί τη βάση πάνω στην οποία στηρίχτηκε αργότερα η θρησκεία. Γιατί υπάρχουν ισχυροί λόγοι να πιστεύεται, σχετικά με την εξέλιξη της σκέψης, ότι η μαγεία προηγήθηκε της θρησκείας. Αλλά γι’ αυτό ειδικά το θέμα θα επανέλθουμε αμέσως.
Οι αρχαίοι πίστευαν ακράδαντα στις μαγικές ιδιότητες ορισμένων πολύτιμων λίθων και πραγματικά αποδείχτηκε ότι τέτοιες πέτρες χρησιμοποιούνταν σαν φυλαχτά, πολύ πριν φορεθούν σαν απλά κοσμήματα. Έτσι οι Έλληνες έδωσαν τ’ όνομα του δέντρου αχάτη σε μια πέτρα, η οποία έμοιαζε με το δέντρο αυτό και πίστευαν ότι, αν έδεναν δυο τέτοιες πολύτιμες πέτρες στα κέρατα ή στους λαιμούς των βοδιών που έσερναν το άροτρο, θα εξασφάλιζαν πλούσια σοδειά. Πίστευαν ακόμη ότι μια γαλατόπετρα έκανε τις γυναίκες να έχουν πολύ γάλα, αν την έπιναν διαλυμένη σε υδρόμελι. Οι γαλατόπετρες χρησιμοποιούνται στην Κρήτη και στη Μήλο για τον ίδιο σκοπό μέχρι και σήμερα, ενώ στην Αλβα
56
νία οι μητέρες που θηλάζουν φοράνε τις πέτρες αυτές, για να εξασφαλίσουν άφθονο γάλα. Οι Έλληνες επίσης πίστευαν ότι μια συγκεκριμένη πέτρα θεράπευε το δάγκωμα του φιδιού και γι’ αυτό την ονόμασαν φιδόπετρα. Για να δοκιμάσουν τ’ αποτελέσματα άλεθαν την πέτρα κι έβαζαν τη σκόνη της πάνω στην πληγή. Η πέτρα αμέθυστος πάλι, η οποία έχει το χρώμα του κρασιού, πήρε αυτό τ’ όνομα, γιατί υποτίθεται ότι κρατάει νηφάλιο εκείνον που τη φοράει, ενώ, για να παραμείνουν αγαπημένα δύο αδέρφια, τα συμβούλευαν να κυκλοφορούν έχοντας μαζί τους μαγνήτη, ο οποίος τραβώντας το ένα κοντά στο άλλο, θα τα εμπόδιζε να τσακωθούν.
Στα αρχαία βιβλία των Ινδών υπάρχει ο ακόλουθος κανόνας. Μετά τη δύση του ήλιου, κατά τη γαμήλια νύχτα, ο άντρας πρέπει να καθήσει σιωπηλός μαζί με τη γυναίκα του, μέχρι τ’ αστέρια ν’ αρχίσουν να λάμπουν στον ουρανό. Όταν φανεί ο πολικός αστέρας, αυτός πρέπει να της τον δείξει και να στραφεί προς το άστρο λέγοντας: «Είσαι σταθερό' σε βλέπω σταθερό. Φέρε σταθερότητα και σ’ εμένα, λαμπρό άστρο!» Μετά γυρίζοντας στη γυναίκα του πρέπει να πει: «Ο Brihaspati μου έδωσε για σύζυγο εσένα, η οποία αποκτώντας απογόνους από εμένα, θα ζήσεις μαζί μου εκατοντάδες φθινόπωρα». Σκοπός της τελετής είναι να προφυ- λάξει από την αστάθεια της τύχης και της γήινης ευτυχίας με τη σταθερή επιρροή του άστρου. Η ίδια αυτή ευχή εκφράζεται και στο τελευταίο σονέτο του Κητς:
«Λαμπρό αστέρι! Ας ήμουν σαν κι εσένα σταθερόςΔεν κρέμεσαι μοναχικό στα ύψη μες στη θαυμάσια νύχτα.»
Οι παραθαλάσσιοι λαοί δεν μπορούσαν να μείνουν ασυγκίνητοι κι ανεπηρέαστοι από το αδιάκοπο πήγαιν’ έλα της θάλασσας. Έτσι διακρίνουμε μια λεπτή σχέση, μια μυστική αρμονία ανάμεσα στην παλίρροια και στη ζωή των ανθρώπων, των ζώων και των φυτών' και καθώς αυτοί είναι επιρρεπείς στις αρχές της πρωτόγονης φιλοσοφίας της συμπάθειας και ομοιότητας, στην πλημμυρίδα δε βλέπουν απλά ένα σύμβολο, αλλά την αιτία της αφθονίας, της ευημερίας κι αυτής της ίδιας της ζωής, ενώ κατά την άμπωτη, που το νερό υποχωρεί κι απομακρύνεται, νιώθουν να τους κυριεύει το αίσθημα της αποτυχίας, της αδυναμίας και του θανάτου. Οι Βρετόνοι χωρικοί πιστεύουν ότι το τριφύλλι πρέπει να σπέρνεται κατά τη φάση της πλημμυρίδας, για να μεγα-
57
λοκτΓ.ι καλά, Γ.νώ, αν σπέρνεται σε χαμηλό νερό ή, όταν η παλίρροια φεύγει, τότε δε θα μεγαλώσει κι οι αγελάδες, που τρέφονται απ’ αυτό, θα σκάσουν. Οι γυναίκες τους πάλι πιστεύουν ότι το καλύτερο βούτυρο φτιάχνεται, όταν η παλίρροια έρχεται και το νερό αρχίζει ν’ ανεβαίνει, ότι το γάλα που φουσκώνει στη γαβάθα θα συνεχίσει να φουσκώνει, μέχρι να περάσει η φουσκονεριά, κι ότι το νερό που βγάζουν από το πηγάδι ή το γάλα που αρμέγουν από την αγελάδα, ενώ ανεβαίνει η παλίρροια, θα φουσκώσει στη χύτρα ή στην κατσαρόλα και θα ξεχειλίσει, με αποτέλεσμα να χυθεί στη φωτιά. Σύμφωνα επίσης με τους αρχαίους, το δέρμα της φώκιας ακόμη κι όταν έχει αποχωριστεί από το κορμί της, διατηρεί κάποια μυστική σχέση με τη θάλασσα, γιατί παρατηρήθηκε ότι ταράζεται κατά την άμπωτη, ενώ ένα αρχαίο πιστεύω, που αποδίνεται στον Αριστοτέλη, ήταν, ότι κανένα πλάσμα δεν μπορούσε να πεθάνει παρά μόνο στην περίοδο αυτή της παλίρροιας' κι αν δώσουμε εμπιστοσύνη στα λόγια του Πλίνιου, το πιστεύω αυτό διαπιστώθηκε στους κατοίκους των Γαλλικών ακτών. Ο Φι- λόστρατος πάλι μας βεβαιώνει ότι στα Γάδειρα οι ετοιμοθάνατοι δεν παράδιναν το πνεύμα, όσο τα νερά ήταν υψωμένα. Μια παρόμοια πεποίθηση συναντιέται σε μερικά ακόμη μέρη της Ευρώπης. Στην ακτή της Κανταβριγίας, πιστεύουν ότι τα άτομα που πεθαίνουν από χρόνιες ή οξείες ασθένειες, ξεψυχούν τη στιγμή που αποσύρεται η παλίρροια, ενώ στην Πορτογαλία, στις ακτές της Ουαλίας καθώς και σε μερικά παράλια της Βρεττάνης επικρατεί η πίστη ότι οι άνθρωποι γεννιούνται, όταν έρχεται η παλίρροια και πεθαίνουν, όταν φεύγει. Ο Ντίκενς επιβεβαιώνει την ύπαρξη αυτής της πρόληψης στην Αγγλία. «Οι άνθρωποι δεν μπορούν να πεθάνουν στην ακτή», είπε ο κος Πέγκοττυ, «παρά μόνο, όταν φύγει η παλίρροια. Δεν μπορούν να γεννηθούν, εκτός εάν έρχεται παλίρροια κι ο τοκετός δεν ολοκληρώνεται παρά μόνο, όταν το νερό αρχίσει να πλημμυρίζει». Η πίστη ότι οι περισσότεροι θάνατοι συμβαίνουν κατά την περίοδο της άμπωτης, λέγεται ότι επικρατεί κατά μήκος της ανατολικής ακτής της Αγγλίας, από το Νορθάμπερλαντ ως το Κεντ. Και ο Σαίξπηρ επίσης πρέπει να ήταν εξοικειωμένος με την αντίληψη αυτή, γιατί έκανε τον Φάλ- σταφ να πεθάνει «μεταξύ δώδεκα και μίας, κατά το γύρισμα της παλίρροιας». Συναντάμε ξανά αυτό το πιστεύω στους Χάιντας των ακτών του Ειρηνικού της Βόρειας Αμερικής. Έτσι, όταν ένας καλός Χάιντα είναι έτοιμος να πεθάνει, βλέπει ένα κανό, επανδρωμένο με μερικούς από τους πεθαμένους φίλους του, που έρχεται
58
μι: την παλίρροια, για να τον καλωσορίσουν στον κόσμο των πνευμάτων. «Έλα τώρα μαζί μας», λένε, «γιατί έρχεται η άμπωτη και πρέπει να φύγουμε». Στο Port Stephens, στη Νότια Νέα Ουαλία, οι ντόπιοι έθαβαν πάντοτε τους νεκρούς τους κατά την πλημμυρίδα και ποτέ κατά την άμπωτη, γιατί φοβόνταν ότι το νερό, όπως θ’ αποτραβιόταν, θα παρέσυρε την ψυχή του πεθαμένου και θα τη μετέφερε σε κάποια μακρινή χώρα.
Οι Κινέζοι, για να εξασφαλίσουν μακροβιότητα, έχουν κα- ταφύγει σε ορισμένα πολύπλοκα φυλαχτά, που συγκεντρώνουν, σύμφωνα με τις αρχές της ομοιοπαθητικής, την πεμπτουσία, η οποία απορρέει από τις καιρικές συνθήκες και τις εποχές, από πρόσωπα και πράγματα. Το πιο συνηθισμένο μέσο μεταφοράς αυτών των καλών επιδράσεων αποτελούσαν τα ρούχα του τάφου, τα οποία πολλοί Κινέζοι προμηθεύονταν, όταν ακόμη ζούσαν. Έβαζαν λοιπόν μια ανύπαντρη ή πολύ νέα γυναίκα να τα κόψει και να τα ράψει, υπολογίζοντας σοφά, ότι, αφού αυτή πιθανώς θα ζή- σει πολλά χρόνια ακόμη, ένα μέρος της προοπτικής της για μακροζωία περνάει σίγουρα μέσα στα ρούχα, τα οποία ετοιμάζει, κι έτσι απομακρύνει για πολλά χρόνια τη στιγμή που αυτά θα φορεθούν για την ιδιαίτερη χρήση τους. Ακόμη τα υφάσματα αυτά κατασκευάζονται κατά προτίμηση σε χρόνο που έχει έναν πρόσθετο μήνα και για τους Κινέζους φαίνεται πολύ απλό το γεγονός ότι τα ρούχα του τάφου, τα οποία ετοιμάζονται μια χρονιά με ξεχωριστή διάρκεια, θα έχουν την ιδιότητα να παρατείνουν τη ζωή σε ασυνήθιστα υψηλό βαθμό. Ανάμεσα στα ρούχα υπάρχει ένα επίσημο ένδυμα για το οποίο έχουν καταβάλει ιδιαίτερο κόπο, ώστε να το εμποτίσουν με αυτή την ανεκτίμητη ιδιότητα. Αυτό είναι ένας μακρύς μεταξωτός μανδύας, που έχει σκούρο μπλε χρώμα και τη λέξη «μακροβιότητα», κεντημένη με χρυσή κλωστή. Όταν ένα παιδί χαρίσει στον ηλικιωμένο γονιό του ένα τέτοιο πολύτιμο ρούχο, γνωστό ως «φόρεμα της μακροβιότητας», θεωρείται ότι προσέχει τους γονιούς του κι ενδιαφέρεται γι’ αυτούς, αφού η πράξη του είναι δείγμα ευσέβειας. Ο κάτοχος του μανδύα τον φοράει συχνά, ιδίως κατά τις γιορτές, ώστε η επίδραση της μακροζωίας, που δημιουργείται από το πλήθος των χρυσών κεντητών γραμμάτων, να είναι όσο το δυνατό πιο μεγάλη. Ο μανδύας αυτός φοριέται οπωσδήποτε κατά την ημέρα των γενεθλίων του κατόχου του, γιατί στους Κινέζους η κοινή λογική απαιτεί να συγκεντρώνουν πολλή ζωτική ενέργεια την ημέρα αυτή, ώστε να μπορούν να την ξοδέψουν στο υπόλοιπο του χρόνου.
V)
Γην ημέρα εκείνη, ντυμένοι στον πλουμισμένο μανδύα κι απορροφώντας την ευλογημένη επίδρασή του σε κάθε πόρο, οι ευτυχισμένοι κάτοχοι δέχονται ευχαριστημένοι τα συγχαρητήρια των φίλων και των συγγενών, που εκφράζουν θερμά το θαυμασμό τους γι’ αυτό το εξαιρετικό νεκρικό ένδυμα και για την υιική ευσέβεια από την οποία παρακινημένα τα παιδιά προσφέρουν ένα τόσο χρήσιμο και πολύτιμο δώρο στον άνθρωπο που τα έφερε στη ζωή.
Μια άλλη εφαρμογή της αρχής ότι τα όμοια γεννούν όμοια συναντιέται στην Κινέζικη αντίληψη πως η τύχη μιας πόλης είναι στενά δεμένη με το σχήμα της κι ότι το μέλλον της καθορίζεται από την τύχη του πράγματος με το οποίο μοιάζει το σχήμα της πόλης. Έτσι λέγεται ότι πολύ παλιά η πόλη Tsuen-cheu-fu, που το περίγραμμά της θύμιζε κυπρίνο, έπεφτε συχνά θύμα επιδρομών από τη γειτονική πόλη Yung-chun, που το σχήμα της έμοιαζε με δίχτυ και η κατάσταση αυτή συνεχιζόταν μέχρι τότε, που οι κάτοικοι της Tsuen-cheu-fu σκέφθηκαν να χτίσουν δυο ψηλές παγόδες στο κέντρο της πόλης τους. Αυτές οι παγόδες, οι οποίες εξακολουθούν ακόμη να δεσπόζουν στην πόλη, άλλαξαν τη μοίρα της, γιατί καθώς υψώνονταν πάνω απ’ την πόλη εμπόδιζαν το φανταστικό δίχτυ να βυθιστεί και να πιάσει τον κυπρίνο. Πριν από σαράντα περίπου χρόνια η ανακάλυψη των αιτίων μιας τοπικής επανάστασης έβαλε σε μεγάλη δοκιμασία τους σοφούς της Σαγ- γάης, οι οποίοι μετά από προσεκτική έρευνα εξακρίβωσαν ότι η επανάσταση είχε την αιτία της στο σχήμα ενός νέου μεγάλου ναού που πολύ άτυχα χτίστηκε με τη μορφή χελώνας, ζώου με ιδιαίτερα κακό χαρακτήρα. Η δυσκολία ήταν σοβαρή, ο κίνδυνος πιεστικός’ αν γκρέμιζαν το ναό κινδύνευαν να διαπράξουν ασέβεια, αν πάλι τον άφηναν όπως ήταν, θα παρέμεναν ευάλωτοι σε παρόμοιες ή και χειρότερες καταστροφές. Τελικά η ιδιοφυία των τοπικών καθηγητών της γεωμαντείας ξεπέρασε θριαμβευτικά τη δυσκολία κι αποσόβησαν τον κίνδυνο. Κλείνοντας δηλαδή δυο πηγάδια που αντιπροσώπευαν τα μάτια της χελώνας, αμέσως τύφλωσαν το κακό ζώο και το έκαναν ανίκανο να προξενήσει άλλα προβλήματα.
Μερικές φορές η ομοιοπαθητική ή μιμητική μαγεία χρησιμοποιείται, για να εξουδετερώσει έναν κακό οιωνό, πραγματοποιώντας μια απομίμηση της καταστροφής. Το αποτέλεσμα είναι να παρακάμψει κανείς τη μοίρα αντικατασταίνοντας την πραγματική συμφορά με μια κατ’ απομίμηση συμφορά. Στη Μαδαγασκάρη αυτός ο τρόπος εξαπάτησης της μοίρας έχει εξελιχτεί σ’
60
ένα κανονικό σύστημα. Κκεί η τύχη του καΟενός καθορίζεται από την ημέρα ή την ώρα της γέννησής του' κι αν αυτή συμβεί να είναι κακή, σφραγίζει και την τύχη του, εκτός εάν το κακό εξορ- κιστεί με τη χρήση κάποιου υποκατάστατου. Υπάρχουν πολλοί τρόποι εξορκισμού του κακού. Για παράδειγμα, αν κάποιος γεννηθεί την πρώτη μέρα του δεύτερου μήνα (Φεβρουάριου), όταν ενη- λικιωθεί, το σπίτι του θα καταστραφεί από φωτιά. Έτσι, για να εξουδετερώσουν το κακό, οι οικείοι του μωρού θα στήσουν μια καλύβα στα χωράφια και θα την κάψουν. Η μαγεία όμως θα έχει πραγματική επίδραση μόνο, εάν το βρέφος μαζί με τη μητέρα του βρίσκονται μέσα στην καλύβα, απ’ όπου θα τους σώσουν την τελευταία στιγμή. Ο βροχερός Νοέμβριος επίσης είναι ο μήνας των δακρύων και όποιος γεννιέται τότε, έχει μπροστά του μια ζωή γεμάτη δάκρυα. Για να σκορπίσει λοιπόν τα σύννεφα που μαζεύονται πάνω απ’ το μέλλον του, δεν έχει παρά να τινάξει το καπάκι μιας κατσαρόλας που βράζει. Οι σταγόνες που πέφτουν απ’ αυτό διαγράφουν τη μοίρα του κι έτσι εμποδίζουν τα δάκρυα να κυλήσουν στα μάτια του. Αν πάλι η μοίρα έχει αποφασίσει ότι κάποια νέα κοπέλα, ανύπαντρη ακόμη, θα δει με θλίψη τ’ αγέννητα παιδιά της να πεθαίνουν, πριν απ’ αυτή, τότε η νέα, για ν’ αποφύγει τη συμφορά, κάνει το εξής: Σκοτώνει μια ακρίδα, την τυλίγει σ’ ένα κουρέλι, που παριστάνει το σάβανο, και κλαίει σπαραχτικά πάνω απ’ αυτό, όπως έκλαιγε η Ραχήλ για τα παιδιά της. Κόβει ακόμη πόδια και φτερά από μερικές άλλες ακρίδες, τις οποίες έπειτα τοποθετεί σαν θλιμμένους συγγενείς γύρω από το σαβανωμένο σύντροφό τους. Ο βόμβος των βασανισμένων εντόμων και οι ταραγμένες κινήσεις των σημείων του ακρωτηριασμού παρασταίνουν τη συμπεριφορά αυτών που πενθούν στην κηδεία. Έπειτα, αφού θάψει τη νεκρή ακρίδα, αφήνει τις υπόλοιπες να συνεχί- σουν το μοιρολόι τους, μέχρι ο θάνατος να τις απαλλάξει από τον πόνο, ενώ η ίδια, μαζεύοντας τα ξέπλεκα μαλλιά της, αφήνει τον τάφο και φεύγει με βάδισμα λυπημένο. Από τότε έχει πια τη βεβαιότητα ότι δε θα χάσει τα παιδιά της, γιατί δεν είναι μπορετό να τα κλάψει δυο φορές. Αν τώρα η μοίρα έχει σημαδέψει κάποιον να ζήσει στη φτώχεια, αυτός μπορεί εύκολα να εξαλείψει το μοιραίο αγοράζοντας και θάβοντας δυο πολύ φτηνά μαργαριτάρια. Γιατί ποιος άλλος, παρά μόνο ο πλούσιος αυτού του κόσμου, μπορεί να πετάξει μαργαριτάρια;
3. Μαγεία εξ Επαγωγής. Μέχρι εδώ έχουμε ασχοληθεί κυρίως με τον κλάδο εκείνο της συμπαθητικής μαγείας που μπορεί
(>Ι
vu χαρακτηριστεί ομοιοπαθητική ή μιμητική και της οποίας βασική αρχή, όπως είδαμε, είναι ότι όμοιο γεννάει όμοιο ή, με άλλα λόγια, ότι ένα αποτέλεσμα μοιάζει με το αίτιό του. Ο άλλος μεγάλος κλάδος της συμπαθητικής μαγείας, τον οποίο ονόμασα Μαγεία εξ Επαγωγής, λειτουργεί με βάση την αρχή ότι πράγματα που ενώθηκαν κάποτε παραμένουν ενωμένα, ακόμη κι όταν απομακρυνθούν, σε μια ιδιότυπη σχέση, που είναι συμπαθητική, με την έννοια ότι, αν συμβεί κάτι στο ένα, θα πρέπει να επηρεαστεί ανάλογα και το άλλο. Έτσι η λογική βάση της Μαγείας εξ Επαγωγής, όπως κι εκείνη της Ομοιοπαθητικής Μαγείας, είναι ένας σφαλερός συσχετισμός ιδεών. Η φυσική βάση και των δύο, αν μπορούμε να μιλήσουμε για κάτι τέτοιο, είναι κάποιο είδος υλικού διάμεσου, που σαν τον αιθέρα της σύγχρονης φυσικής υποτίθεται ότι ενώνει απομακρυσμένα αντικείμενα και μεταδίνει εντυπώσεις από το ένα στο άλλο. Το πιο γνωστό παράδειγμα Μαγείας εξ Επαγωγής είναι η μαγική συμπάθεια, που πιστεύεται ότι υπάρχει ανάμεσα σ’ έναν άνθρωπο και σ’ ένα αποκομμένο μέλος του σώματός του, όπως είναι τα μαλλιά ή τα νύχια. Έτσι, όποιος εξασφαλίσει στην κατοχή του μαλλιά ή νύχια κάποιου άλλου, απο- χτά δύναμη κι επιρροή από απόσταση πάνω σ’ αυτόν. Η πρόληψη αυτή είναι γνωστή σε παγκόσμια κλίμακα και περιπτώσεις σχετικές με το θέμα μας θα εξεταστούν αργότερα στην εργασία αυτή.
Μεταξύ των φυλών της Αυστραλίας υπήρχε μία κοινή πρα- χτική, ν’ αφαιρούν ένα ή και περισσότερα μπροστινά δόντια από το αγόρι κατά την τελετή μύησης του αρσενικού. Αυτή τη δοκιμασία έπρεπε να την υποστεί κάθε αρσενικό μέλος, για να μπορεί ν’ απολαβαίνει τα προνόμια και τα δικαιώματα κάθε ενήλικου αρσενικού. Η αιτία της πράξης παραμένει σκοτεινή' εκείνο όμως που ξέρουμε είναι η πεποίθηση ότι εξακολουθούσε να υπάρχει μια συμπαθητική σχέση ανάμεσα στο νέο και στα δόντια του, ακόμη κι όταν αυτά είχαν αφαιρεθεί από τα ούλα του. Μερικές φυλές πάλι στον Ποταμό Ντάρλινγκ, στη Νότια'Νέα Ουαλία, τοποθετούσαν το βγαλμένο δόντι κάτω από το φλοιό ενός δέντρου κοντά στο ποτάμι ή σ’ ένα νερόλακκο. Εάν ο φλοιός του δέντρου αναπτυσσόταν πάνω απ’ το δόντι ή, αν το δόντι έπεφτε στο νερό, όλα θα πήγαιναν καλά' αν όμως παρέμενε εκτεθειμένο και γέμιζε μυρμήγκια, τότε πίστευαν ότι το αγόρι θα υπέφερε από μία ασθένεια του στόματος. Οι Murring κι άλλες φυλές της Νότιας Νέας Ουαλίας έδιναν το δόντι σ’ ένα γέρο, για να το προσέχει, ο οποίος στη συνέχεια το έδινε σε άλλο γέρο κι αυτός επίσης σε άλλο,
62
μέχρι που το δόντι, αφού έκανε το γύρο της κοινότητας, κατέληγε στον πατέρα του νεαρού και τελικά στον ίδιο το νέο. Κάνοντας όμως αυτό τον κύκλο, το δόντι δεν έπρεπε με κανένα τρόπο να τοποθετηθεί μέσα σε τσάντα, που περιείχε μαγικές ουσίες, γιατί τότε, όπως πίστευαν, θα έβαζε σε μεγάλο κίνδυνο τον κάτοχό του. Κάποτε, λοιπόν, δόθηκαν μερικά δόντια νεοφώτιστων στο μακαρίτη Δρα Χόβιτ κι οι γεροντότεροι τον παρακαλούσαν θερμά να μην τα βάλει στην τσάντα του, που περιείχε κρυστάλλους χαλαζία, γιατί ισχυρίζονταν ότι η μαγεία των κρυστάλλων θα περνούσε στα δόντια κι επομένως θα έβλαπτε τους νέους. Κάπου ένα νρόνο αργότερα, ο Δρ. Χόβιτ δέχτηκε ξαφνικά την επίσκεψη ενός από τους αρχηγούς της φυλής, ο οποίος είχε ταξιδέψει περίπου διακόσια πενήντα μίλια, για να πάει να φέρει πίσω τα δόντια. Όπως εξήγησε ο ίδιος, είχε σταλθεί από τους ανθρώπους της φυλής του, γιατί αρρώστησε ένα από τα παιδιά και πίστευαν ότι τα δόντια είχαν χτυπηθεί, με αποτέλεσμα αυτό να επηρεάσει την υγεία του νέου. Ο απεσταλμένος, αφού βεβαιώθηκε ότι τα δόντια είχαν φυλαχτεί καλά σ’ ένα κουτί μακριά από παράγοντες που μπορούσαν να τα επηρεάσουν, όπως είναι οι κρύσταλλοι χαλαζία, επέστρεψε στην πατρίδα μεταφέροντας με προσοχή τα δόντια.
Οι Μπασούτος κρύβουν πολύ προσεχτικά τα βγαλμένα δόντια, γιατί φοβούνται μήπως αυτά πέσουν στα χέρια κάποιων μυθικών όντων που στοιχειώνουν τους τάφους και που, όπως πιστεύουν, μπορούν να κάνουν μάγια και να βλάψουν άμεσα τον κάτοχο των δοντιών. Στο Σάσσεξ, πριν πενήντα χρόνια, μία υπηρέτρια ισχυριζόταν ότι δεν έπρεπε να πετάνε τα πρώτα δόντια του παιδιού, γιατί ίσως τα έβρισκε και τα δάγκωνε κάποιο ζώο κι έτσι το παιδί θα έβγαζε δόντια όμοια με του ζώου αυτού. Προσπαθούσε μάλιστα ν’ αποδείξει τους ισχυρισμούς της, φέρνοντας για παράδειγμα ένα παλιό αφεντικό της, το Σίμμονς, που είχε ένα μεγάλο δόντι σαν του χοίρου στο πάνω σαγόνι, κι όπως έλεγε, η μητέρα του είχε πετάξει κατά λάθος ένα παιδικό του δόντι στη σκάφη των χοίρων, με αποτέλεσμα αυτό το προσωπικό του ελάττωμα. Ένα παρόμοιο πιστεύω, βασισμένο στις αρχές της ομοιοπαθητικής μαγείας, οδήγησε στην αντικατάσταση παλιών δοντιών με καινούργια και καλύτερα. Έτσι, σε πολλά μέρη του κόσμου, συνηθίζεται να βάζουν τα βγαλμένα δόντια σε μέρη, όπου θα τα βρουν οι ποντικοί, γιατί πιστεύουν ότι εξαιτίας της συμπαθητικής σχέσης, που εξακολουθεί να υπάρχει μεταξύ του κατόχου και του δοντιού, αυτός ίσως αποχτήσει δόντια εξαιρετικά, όπως είναι τα
63
δόντια αυτών των τρωκτικών. Αναφέρουν ότι στη Γερμανία είναι συνηθισμένο φαινόμενο να βάζουν τα βγαλμένα δόντια μέσα σε ποντικότρυπες, γιατί αυτό εμποδίζει το παιδί να υποφέρει αργότερα από πονόδοντο. Ή μπορεί κανείς να σταθεί με την πλάτη στραμμένη στη θερμάστρα και να πετάξει το δόντι πάνω από το κεφάλι του και προς τα πίσω λέγοντας: «Ποντίκι, χάρισέ μου το σιδερένιο σου δόντι. Θα σου δώσω το κοκάλινο δόντι μου». Μετά απ’ αυτό τα δόντια θα παραμείνουν γερά. Αλλά και μακριά από την Ευρώπη, στη Ραρατόνγκα του Ειρηνικού, όταν έβγαζαν δόντι από ένα παιδί, έλεγαν την ακόλουθη προσευχή:
«Μεγάλο ποντίκι! μικρό ποντίκι!Να το παλιό μον δόντι.Σε παρακαλώ δώσε μου ένα καινούργιο.»
Μετά πετούσαν το δόντι πάνω στην αχυρένια στέγη του σπιτιού, όπου φώλιαζαν τα ποντίκια, κι ο λόγος που τα καλούσαν ήταν, γιατί γνώριζαν ότι αυτά είχαν τα πιο γερά δόντια.
Άλλα μέλη που, όπως πιστεύουν, διατηρούν μια συμπαθητική σχέση με το σώμα ακόμη και όταν έχουν αποσπαστεί από αυτό, είναι ο ομφάλιος λώρος και ο πλακούντας μετά τη γέννα' πιστεύεται μάλιστα ότι αυτή η σχέση με τα συγκεκριμένα μέλη είναι τόσο στενή, ώστε να επηρεάζει την τύχη των ανθρώπων, καλά ή κακά. Αν λοιπόν φυλάξουν και διατηρήσουν σε καλή κατάσταση τον ομφάλιο λώρο ή τον πλακούντα, τότε το άτομο θα ευημερήσει, ενώ αν αυτά χαθούν ή τραυματιστούν, τότε και το άτομο θα υποφέρει. Έτσι, ορισμένες φυλές στη Δυτική Αυστραλία πιστεύουν ότι οι κολυμβητικές ικανότητες ενός άντρα είναι άμεσα εξαρτημένες από το αν η μητέρα του, μετά τη γέννα, πέταξε ή όχι τον ομφάλιο λώρο στο νερό. Ανάμεσα πάλι στους ιθαγενείς του ποταμού Πεννηφάδερ της Κουηνσλάνδης υπάρχει η πεποίθηση ότι ο πλακούντας κρατάει ένα μέρος από το πνεύμα του παιδιού (cho-i) γι’ αυτό και η γιαγιά παίρνει τον πλακούντα και τον θάβει στην άμμο, τοποθετώντας γύρω απ’ αυτόν βέργες, τις οποίες δένει στην κορυφή, ώστε να μοιάζει με κώνο. Όταν λοιπόν ο Αη- jea, το πνεύμα που κάνει τις γυναίκες να συλλαμβάνουν, τοποθε- τ<ί>ντας πήλινα μωρά στη μήτρα τους, δει αυτούς τους χώρους, παίρνει το πνεύμα του παιδιού και το μεταφέρει σ’ ένα κρησφύγετό του, όπως είναι ένα δέντρο, μια τρύπα ενός βράχου ή μια λίμνη, όπου μπορεί να παραμένει για χρόνια' αλλά κάποια
64
στιγμή αργότερα, ξαναβάζει το πνεύμα σ’ ένα άλλο μωρό, ώστε αυτό να έλθει ακόμη μια φορά στον κόσμο. Στο Πόναπ επίσης, ένα από τα νησιά της Καρολίνας, βάζουν τον ομφάλιο λώρο μέσα σ’ ένα όστρακο και το μέρος τοποθέτησής του καθορίζει τη σταδιοδρομία που έχουν διαλέξει οι γονείς για το παιδί' για παράδειγμα, αν οι γονείς επιθυμούν να μπορεί το παιδί τους να σκαρφαλώνει μ’ επιδεξιότητα, κρεμούν το όστρακο πάνω σ’ ένα δέντρο. Οι κάτοικοι πάλι του νησιού Κέι θεωρούν τον ομφάλιο λώρο σαν αδερφό ή αδερφή του παιδιού, ανάλογα με το φύλο του' τον βάζουν λοιπόν σ’ ένα δοχείο με στάχτη, που το κρεμάνε στα κλαδιά ενός δέντρου, απ’ όπου θα παρακολουθεί προσεχτικά την τύχη των συντρόφων του. Ανάμεσα στους Μπάτακς της Σουμά- τρας και σε πολλούς άλλους λαούς του Ινδικού Αρχιπελάγους, επικρατεί η αντίληψη ότι ο πλακούντας του πρώτου παιδιού θα επηρεάσει το φύλο των αδερφών του και γι’ αυτό τον θάβουν κάτω από το σπίτι. Πιστεύεται επίσης ότι ο πλακούντας είναι δεμένος με την ευημερία του παιδιού κι αποτελεί το μέρος όπου πηγαίνει η ψυχή, με την οποία θ’ ασχοληθούμε αργότερα. Οι Κάρο Μπάτακς ακόμη επιβεβαιώνουν ότι ανάμεσα στις δύο ψυχές του ανθρώπου η πραγματική βρίσκεται στον πλακούντα, που είναι θαμμένος κάτω από το σπίτι και ισχυρίζονται ότι αυτή είναι η ψυχή που γεννά παιδιά.
Οι Μπάγκαντα πιστεύουν ότι κάθε άνθρωπος γεννιέται διπλός κι αυτή η δεύτερη μορφή του είναι ο πλακούντας τον οποίο θεωρούν σαν δεύτερο παιδί. Έτσι, η μητέρα θάβει τον πλακούντα στη ρίζα μιας μπανανιάς, που γίνεται πια ιερή, κι όταν το φρούτο ωριμάσει, το κόβουν και το μοιράζουν κατά τη διάρκεια μιας ιερής γιορτής στην οικογένεια. Οι Cherokees πάλι θάβουν τον ομφάλιο λώρο ενός κοριτσιού κάτω από έναν αραβοσιτόμυλο, για να γίνει η κόρη αυτή καλή φουρνάρισσα, και τον ομφάλιο λώρο ενός αγοριού τον κρεμάνε σ’ ένα δέντρο, για να γίνει το νεογέννητο καλός κυνηγός. Οι Ίνκας επίσης του Περού φύλαγαν πολύ προσεχτικά τον ομφάλιο λώρο του παιδιού, κι όταν αυτό αρρώσταινε, του τον έδιναν να τον θηλάσει, ενώ στο αρχαίο Μεξικό έδιναν τον ομφάλιο λώρο ενός αγοριού στους στρατιώτες, που τον έθαβαν στο χώρο της μάχης, για ν’ αποχτήσει το παιδί το πάθος του πολέμου, και τον ομφάλιο λώρο ενός κοριτσιού τον έθαβαν δίπλα στο σπίτι, για ν’ αποχτήσει η νεογέννητη κόρη αγάπη προς το σπίτι και τη μαγειρική.
Kui στην Ιίυρώπη όμο>ς, ακόμη και το>ρα, πολλοί εξακολου-
65
Οούν να πιστεύουν ότι η μοίρα ενός προσώπου είναι δεμένη με τον ομφάλιο λώρο του ή τον πλακούντα. Έτσι, στη Βαυαρική Ρηνανία τυλίγουν τον ομφάλιο λώρο σ’ ένα κομμάτι παλιό λινό και τον φυλάνε για λίγο καιρό' μετά τον κόβουν ή τον τρυπούν, ανάλογα με το γένος του παιδιού, για να γίνει επιδέξιος τεχνίτης το αγόρι και καλή μοδίστρα το κορίτσι. Στο Βερολίνο πάλι, η μαμή παραδίνει τον ομφάλιο λώρο στον πατέρα, με την εντολή να τον φυλάξει προσεχτικά, γιατί, όσο αυτός είναι καλά φυλαγμένος, το παιδί θα ζήσει, θα ευτυχήσει και δε θ’ αρρωστήσει, ενώ στις Beauce και Perche οι άνθρωποι προσέχουν πολύ να μην πέσει ο ομφάλιος λώρος στο νερό ή στη φωτιά, γιατί τότε το παιδί θα πνιγεί ή θα καεί.
Παρατηρούμε λοιπόν ότι σε πολλά μέρη του κόσμου, ο ομφάλιος λώρος ή πιο συχνά ο πλακούντας θεωρείται σαν ζωντανός οργανισμός, ο αδερφός ή η αδερφή του νηπίου, ή σαν ένα αντικείμενο, όπου μέσα του κατοικεί το πνεύμα φύλακας ή μέρος της ψυχής του παιδιού. Αυτή η συμπαθητική σχέση μεταξύ του ατόμου και του πλακούντα ή του ομφάλιου λώρου του φαίνεται καθαρά από τον τρόπο με τον οποίο τον μεταχειρίζονταν, αφού αυτός επηρέαζε το χαρακτήρα και τη σταδιοδρομία του παιδιού για όλη του τη ζωή' δηλαδή αν ήταν αγόρι, μπορούσε να γίνει ένας ευκίνητος στην αναρρίχηση άνθρωπος, ένας καλός κολυμβητής, ένας δεινός κυνηγός ή ένας γενναίος στρατιώτης κι αν ήταν κορίτσι, μπορούσε να γίνει μια επιτήδεια μοδίστρα, μια καλή μαγείρισσα και άλλα παρόμοια. Βλέπουμε επομένως ότι τα πιστεύω και οι χρήσεις του πλακούντα και του ομφάλιου λώρου βαδίζουν παράλληλα με τη δοξασία για την ψυχή που μεταβιβάζεται ή εξωτερική ψυχή και τα έθιμά της' κι αυτό δεν αποτελεί μια απλή σύμπτωση, γιατί ο πλακούντας είναι η φυσική βάση (όχι απαραίτητα και η μοναδική) για τη θεωρία και πραχτική της εξωτερικής ψυχής. Το θέμα αυτό θα το εξετάσουμε πιο αναλυτικά σε άλλο μέρος του έργου.
Μια παράξενη εφαρμογή της δοξασίας για τη μεταδοτική μαγεία είναι η σχέση που πίστευαν ότι υπάρχει ανάμεσα σ’ έναν πληγωμένο και στον αίτιο του τραυματισμού του, ώστε οτιδήποτε συνέβαινε απ’ αυτόν ή σ’ αυτόν θα επηρέαζε άμεσα και τον πληγωμένο είτε για καλό είτε για κακό. Έτσι ο Πλίνιος μας λέει ότι, αν πλήγωνε κανείς κάποιον και λυπόταν γι’ αυτό, το μόνο που είχε να κάνει ήταν να φτύσει το χέρι που πλήγωσε τον άλλον κι αμέσως ο πληγωμένος θ’ ανακουφιζόταν από τον πόνο. Στη Μελα
66
νησία πάλι, αν οι φίλοι του πληγωμένου πάρουν στην κατοχή τους το βέλος που τον πλήγωσε, το τοποθετούν σε υγρό μέρος ή μέσα σε δροσερά φύλλα, για να σβήσει η φλόγωση και να κοπάσει ο πόνος, ενώ ο εχθρός που έριξε το βέλος προσπαθεί να χειροτερέψει την πληγή, όσο πιο πολύ μπορεί. Αυτός λοιπόν και οι φίλοι του πίνουν ζεστούς και μάλιστα καυτούς χυμούς και μασάνε καυτερά φύλλα, γιατί πιστεύουν ότι έτσι ερεθίζεται περισσότερο η πληγή. Βάζουν επίσης το τόξο που προκάλεσε το χτύπημα κοντά στη φωτιά, για να προκληθεί φλόγωση στην πληγή, κι αν βρουν και το ίδιο το βέλος, το βάζουν κι αυτό στη φωτιά. Φροντίζουν ακόμη να είναι το τόξο τεντωμένο και από καιρό σε καιρό το τεντώνουν περισσότερο, γιατί αυτό δημιουργεί στον πληγωμένο ένταση στο νευρικό του σύστημα και σπασμούς τετάνου. «Είναι σταθερή αντίληψη», μας λέει ο Βάκων, «ότι, αν επα- λείψουμε το όπλο που προκάλεσε την πληγή, τότε η πληγή μπορεί να γιατρευτεί. Σ’ αυτόν τον πειραματισμό, σχετικά με τις αφηγήσεις ανθρώπων κοινής αποδοχής (αν κι εγώ δεν είμαι εντελώς πεπεισμένος), θα πρέπει να παρατηρήσουμε και τα εξής: Η αλοιφή αποτελείται από διάφορα συστατικά, ανάμεσα στα οποία το πιο περίεργο είναι το βρύο που βρίσκουν πάνω στο κρανίο ενός άταφου νεκρού και το λίπος ενός κάπρου και μιας αρκούδας που φονεύτηκαν κατά τη γέννησή τους». Με την πολύτιμη αλοιφή, που είχε αυτά κι άλλα συστατικά, άλειφαν το όπλο κι όχι την πληγή, όπως μας εξηγεί ο φιλόσοφος, κι αυτό γινόταν χωρίς να ξέρει τίποτα ο πληγωμένος, και πολλές φορές, ακόμη κι όταν ο ίδιος βρισκόταν μακριά. Έκαναν μάλιστα την εξής δοκιμή: αφαιρούσαν την αλοιφή από το όπλο, πάλι χωρίς να το ξέρει ο πληγωμένος, με αποτέλεσμα να γίνει πιο δυνατός ο πόνος, μέχρι που ν’ αλείψουν ξανά το όπλο. Επίσης «είναι βέβαιο ότι, αν δε βρεθεί το όπλο, μπορούν να χρησιμοποιήσουν για υποκατάστατο ένα σίδερο ή ξύλο, που να του μοιάζει, το οποίο, όταν αλείψουν, θα έχουν το ίδιο αποτέλεσμα». Θεραπείες τέτοιου είδους, που αναφέρει ο Βάκων, εξακολουθούν να είναι της μόδας στις ανατολικές επαρχίες της Αγγλίας. Έτσι, στο Σάφφολκ, αν κάποιος κοπεί μ’ ένα κλαδευτήρι ή μ’ ένα δρεπάνι, φροντίζει να κρατήσει αυτό το αντικείμενο καθαρό και το λαδώνει, για να εμποδίσει τη μόλυνση της πληγής. Αν πάλι του μπει στο χέρι ένα αγκάθι, τότε παίρνει το βγαλμένο αγκάθι και το λαδώνει. Κάποτε λοιπόν, ένας άντρας πήγε στο γιατρό με φλεγμονή στο χέρι από ένα αγκάθι, κι όταν ο γιατρός του είπε ότι η πληγή είχε πιάσει πύο, ο άνθρωπος πα
67
ρατήρησε: «Λυτό δεν έπρεπε να γίνει, γιατί λάδωσα το αγκάθι πολύ καλά, όταν το έβγαλα». Αν πάλι πληγωθεί το πόδι ενός αλόγου με καρφί, ένας ιπποκόμος του Σάφφολκ θα πάρει το καρφί, θα το καθαρίσει και θα το λαδώνει κάθε μέρα, για να μη μολυνθεί η πληγή. Οι αγρότες επίσης του Καίμπριτζ νομίζουν ότι, αν συμβεί το ίδιο σ’ ένα άλογο, πρέπει ν’ αλείψουν το καρφί με λίπος ή λάδι και να το φυλάξουν, γιατί διαφορετικά το άλογο δε θα γίνει ποτέ καλά. Έτσι, πριν λίγα χρόνια κάλεσαν έναν κτηνίατρο για κάποιο άλογο που είχε σχίσει την πλευρά του στο χερούλι μιας καγκελόπορτας. Φθάνοντας λοιπόν ο γιατρός στο αγρόκτημα παρατήρησε ότι δεν είχαν κάνει τίποτα στο πληγωμένο άλογο, παρά μόνο ένας άνθρωπος προσπαθούσε να βγάλει το χερούλι, για να το λαδώσουν και να το βάλουν σε σίγουρο μέρος, γιατί κατά τους δοκησίσοφους αγρότες του Καίμπριτζ με αυτό τον τρόπο θα θεραπευόταν το ζώο. Παράλληλα στο Έσσεξ, οι χωρικοί πιστεύουν ότι, αν κάποιος μαχαιρωθεί, πρέπει να λαδώσουν το μαχαίρι και να το βάλουν στο κρεβάτι του, ενώ στη Βαυαρία, αν κάποιος κοπεί με τσεκούρι, δένουν στην άκρη του ένα κομμάτι λινό ύφασμα, που το έχουν βουτήξει σε λίπος, προσέχοντας να κρατάνε το τσεκούρι με την αιχμηρή άκρη του προς τα πάνω, γιατί, μαζί με το λίπος που ξεραίνεται, γιατρεύεται και η πληγή. Στα όρη Χαρτζ πάλι, όταν κάποιος κόβεται με μαχαίρι ή ψαλίδι, το πασαλείβει με λίπος και το βάζει σ’ ένα ξερό μέρος στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, γιατί κι εδώ, όπως ξεραίνεται το λίπος στο μαχαίρι, γιατρεύεται και η πληγή. Άλλοι όμως άνθρωποι στη Γερμανία μπήγουν το μαχαίρι σε υγρό μέρος και καθώς αυτό σκουριάζει, η πληγή γιατρεύεται' κι άλλοι, πάλι στη Βαυαρία, αλείφουν το τσεκούρι ή όποιο άλλο αντικείμενο προκάλεσε τον τραυματισμό με αίμα και το τοποθετούν κάτω από το γείσο της στέγης.
Στο ίδιο θέμα οι αυτόχθονες της Κεντρικής Αυστραλίας προχωρούν πιο πολύ από τους χωρικούς της Αγγλίας και Γερμανίας καθώς και από τους άγριους της Μελανησίας και Αμερικής. Στην Αυστραλ'α δηλαδή, για να εξασφαλιστεί η ανάρρωση του πληγωμένου, πρέπει οι στενοί συγγενείς ν’ αλείψουν τα σώματά τους με λίπος, να περιορίσουν τη διατροφή τους και ν’ αλλάξουν συμπεριφορά. Όταν πάλι γίνει περιτομή σ’ ένα νέο και η πληγή δεν κλείνει, η μητέρα του δεν πρέπει να φάει ζώο opossum ή ένα ορισμένο είδος σαύρας ή φιδιού carpet ή οτιδήποτε λιπαρό, γιατί αλλιώς θα γίνει αιτία να καθυστερήσει η θεραπεία της πληγής.
6Χ
Κάθε μέρα επίσης αλείφει με λίπος και προσέχει συνέχεια τις τσάπες με τις οποίες σκάβει και τη νύχτα τις βάζει στο προσκέφαλό της. Τις τσάπες αυτές δεν επιτρέπεται να τις αγγίξει κανείς. Κάθε μέρα ακόμη η μητέρα τρίβει το σώμα της με λίπος για να βοηθήσει στην ανάρρωση του παιδιού της. Μια άλλη λεπτότητα της ίδιας αρχής, που έχει την αιτιολογία της στην αφέλεια του Γερμανού αγρότη, φαίνεται από το εξής: Στη Βαυαρική Ρηνανία ή στην Έσση, αν ένα γουρούνι ή πρόβατο σπάσει το πόδι του, οι χωρικοί δένουν με επίδεσμο το πόδι μιας καρέκλας, στην οποία δεν πρέπει να καθήσει κανείς για μερικές μέρες ούτε να τη μετακινήσει ούτε να τη χτυπήσει, γιατί έτσι θα προκαλέσει πόνο στο ζώο και θα εμποδίσει τη θεραπεία του. Η τελευταία αυτή περίπτωση δείχνει καθαρά ότι έχουμε φύγει από το χώρο της μεταδοτικής μαγείας και έχουμε περάσει στο χώρο της ομοιοπαθητικής ή μιμητικής μαγείας. Η επίδεση του καρεκλοπόδαρου είναι μια απομίμηση της θεραπείας που θα εφάρμοζε ένας χειρούργος στον πραγματικό ασθενή.
Η συμπαθητική σχέση, που υποτίθεται ότι υπάρχει ανάμεσα στον πληγωμένο και στο όπλο που τον πλήγωσε, βασίζεται στην αντίληψη πως το αίμα στο όπλο εξακολουθεί να είναι το ίδιο ζωντανό, όπως το αίμα του πληγωμένου. Γι’ αυτό το λόγο οι Παπούα του Τούμλεο, νησιού στη Νέα Γουινέα, ποτέ δεν πετούν τους ματωμένους επιδέσμους, με τους οποίους είχαν δέσει τις πληγές τους, στη θάλασσα, γιατί, αν τους βρει ο εχθρός, μπορεί να κάνει κακό χρησιμοποιώντας μαγικά. Έτσι, όταν κάποτε ένας άνθρωπος που είχε πληγωθεί στο στόμα και αιμορραγούσε πήγε στους ιεραπόστολους για να τον θεραπεύσουν, η πιστή του γυναίκα φρόντισε να μαζέψει με πολύ κόπο όλο το αίμα και να το χύσει στη θάλασσσα. Όσο παράξενη κι αν φαίνεται σ’ εμάς αυτή η αντίληψη, είναι σίγουρα λιγότερο αφύσικη από τη μαγική συμπάθεια που λέγεται ότι υπάρχει ανάμεσα σ’ ένα πρόσωπο και στα ρούχα του, ώστε οτιδήποτε πάθουν αυτά, ο κάτοχός τους θα το νιώσει, ακόμη κι αν βρίσκεται πολύ μακριά. Με βάση τη δοξασία αυτή, στη φυλή Wotjobaluk της Βικτωρίας, ένας μάγος έπαιρνε το χαλί από possum κάποιου και το έψηνε σιγά σιγά στη φωτιά και τότε ο κάτοχός του αρρώσταινε. Εάν όμως έπειθαν το μάγο να σταματήσει τις μαγικές του ενέργειες, αυτός έδινε πίσω το χαλί με την εντολή να το βάλουν μέσα σε νερό «για να ξεπλυθεί η φωτιά». Μετά απ’ αυτό ο μαγεμένος ένιωθε μια ανακουφιστική δροσιά και πιθανώς συνερχόταν. Στην Τάννα πάλι, ένα νησί από
69
τις Νέες Εβρίδες, αν κανείς μισούσε κάποιον κι επιθυμούσε το θάνατό του, δεν είχε παρά να του πάρει ένα ιδρωμένο ρούχο. Εάν το πετύχαινε, έτριβε το ρούχο προσεχτικά με τα φύλλα και τα βλαστάρια ενός ορισμένου δέντρου και μετά, αφού το τύλιγε και τα έδενε όλα μαζί σαν λουκάνικο, έκαιγε σιγά σιγά το δέμα στη φωτιά. Καθώς λοιπόν αυτό άρχιζε να λιώνει, το θύμα αρρώσταινε κι όταν το δέμα γινόταν στάχτη, πέθαινε. Σ’ αυτή την τελευταία περίπτωση η μαγική συμπάθεια δε βρίσκεται τόσο ανάμεσα στον άνθρωπο και στο ρούχο, όσο ανάμεσα στον άνθρωπο και στο ιδρωμένο του ρούχο. Σε άλλες όμως περιπτώσεις, παρατηρούμε ότι και μόνο το ρούχο είναι αρκετό, για να δώσει στο μάγο τη δυνατότητα να επιδράσει πάνω στο θύμα του. Η μάγισσα στο Θεόκριτο, ενώ έλιωνε το κέρινο ομοίωμα του αγαπημένου της, για να τον κάνει να λιώσει από αγάπη γι’ αυτήν, έριξε στη φωτιά κι ένα κομμάτι από το μανδύα του. Στην Πρωσσία πάλι λένε ότι αν δεν μπορείς να πιάσεις τον κλέφτη, το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να κρατήσεις κάποιο ρούχο του που ίσως έπεσε, όπως έφευγε' κι αν χτυπήσεις αυτό γερά, ο κλέφτης θ’ αρρωστήσει. Η πίστη αυτή είναι βαθιά ριζωμένη στο λαό. Έτσι, πριν ογδόντα μ’ ενενήντα χρόνια, στη γειτονιά Μπέρεντ, ανακάλυψαν κάποιον που προσπαθούσε να κλέψει μέλι και το ’σκάσε αφήνοντας πίσω το παλτό του. Όταν λοιπόν αυτός έμαθε ότι ο εξοργισμένος ιδιοκτήτης πήρε το χαμένο παλτό του και το χτυπούσε, θορυβήθηκε τόσο πολύ, που έπεσε στο κρεβάτι και πέθανε.
Συμπαθητική μαγεία όμως μπορεί ν’ ασκηθεί πάνω σε κάποιον και από τα ίχνη των βημάτων του στην άμμο ή στο χώμα. Η πρόληψη ότι, εάν πληγώσεις τις πατημασιές ενός ανθρώπου, έχεις τη δυνατότητα να πληγώσεις τα πόδια του είναι πλατιά διαδομένη. Έτσι οι ιθαγενείς της Νοτιοανατολικής Αυστραλίας πιστεύουν ότι μπορείς να κουτσάνεις κάποιον μπήγοντας αιχμηρά κομμάτια χαλαζία, γυαλιού, κόκαλου ή ξυλάνθρακα στις πατημασιές του. Σ’ αυτή την αιτία αποδίνουν συχνά και τους πόνους από τους ρευματισμούς. Όταν κάποτε ο Κος Χόβιτ είδε έναν Tat- ungolung πολύ κουτσό, τον ρώτησε τι είχε συμβεί κι αυτός απάντησε: «Κάποιος έχει μπήξει ένα μπουκάλι στο πόδι μου». Υπέφερε από ρευματισμούς, αλλά πίστευε ότι ένας εχθρός του έβαλε κομμάτι από σπασμένο μπουκάλι στην πατημασιά του και η μαγική επήρι-,ια πέρασε στο πόδι του.
I Ιαρόμοιες αντιλήψεις επικρατούν και σε διάφορα μέρη της Ιίυρώπης. Στο Μέκλενμπουργκ, για παράδειγμα, πιστεύουν ότι, αν
70
βάλεις ένα καρφί, από φέρετρο κατά προτίμηση, στην πατημασιά κάποιου, μπορείς να τον κουτσάνεις, ενώ ένας παρόμοιος τρόπος καταπολέμησης του εχθρού επικρατεί και στη Γαλλία. Λένε επίσης ότι στο Στόου του Σάφφολκ σύχναζε μια γριά, που ήταν μάγισσα. Αν λοιπόν κάποιος έμπηγε ένα καρφί ή μαχαίρι στις πατημασιές της, καθώς αυτή προχωρούσε, τότε σταματούσε και δεν μπορούσε να κάνει βήμα, μέχρι να βγάλουν το καρφί. Στη Νο- τιοσλαυία πάλι, τα κορίτσια σκάβουν το χώμα από τα ίχνη των βημάτων του αγαπημένου τους και το βάζουν σε μια γλάστρα, όπου φυτεύουν ένα είδος χρυσάνθεμου, το οποίο πιστεύουν ότι δε μαραίνεται. Όπως λοιπόν το άνθος μεγαλώνει, ανθίζει και δε μαραίνεται, έτσι και η αγάπη του εκλεκτού της καρδιάς τους δε θα σβήσει ποτέ. Επομένως, η γη που πάτησε ο νέος χρησιμοποιείται για τα μαγικά της αγάπης. Ένας εξάλλου παλιός Δανέζικος τρόπος για τη σύναψη συμμαχίας βασιζόταν στη συμπαθητική σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και στις πατημασιές του. Οι δύο δηλαδή αντίπαλες παρατάξεις ράντιζαν τις πατημασιές τους με το αίμα τους κι αυτό ήταν μια μορφή υπόσχεσης για πίστη. Παρόμοιες προλήψεις φαίνεται ότι υπήρχαν και στην αρχαία Ελλάδα, γιατί πίστευαν ότι, εάν ένα άλογο πατούσε στα χνάρια ενός λύκου, τότε αυτός μούδιαζε σ’ ολόκληρο το σώμα, ενώ για τον Πυθαγόρα λένε ότι απαγόρευε στους ανθρώπους να μπήγουν στις πατημασιές κάποιου ένα καρφί ή μαχαίρι.
Οι κυνηγοί σε πολλά μέρη του κόσμου πιστεύουν στην ίδια πρόληψη. Έτσι στη Γερμανία μπήγουν ένα καρφί από φέρετρο στα ίχνη του θηράματος με την πεποίθηση ότι το ζώο δε θα μπορέσει να δραπετεύσει και στη Βικτωρία βάζουν για τον ίδιο σκοπό αναμμένα κάρβουνα, ενώ οι κυνηγοί Χόττεντοτ πετούν στον αέρα μια χούφτα χώμα από τα πατήματα ενός ζώου, για να το αναγκάσουν να έλθει. Οι Ινδιάνοι επίσης Τόμσον έβαζαν φυλαχτά πάνω στα ίχνη ενός πληγωμένου ελαφιού' μετά απ’ αυτό έκριναν ότι ήταν περιττό ν’ ακολουθήσουν αυτή την ημέρα το ζώο περισσότερο, γιατί με το να είναι μαγεμένο δε θα μπορούσε να πάει μακριά και σύντομα θα πέθαινε. Οι Ινδιάνοι πάλι Ojebway έβαζαν «φάρμακο» πάνω στα χνάρια του πρώτου ελαφιού ή της αρκούδας που συναντούσαν, πιστεύοντας ότι αυτό θα έκανε το ζώο να φανεί σύντομα, ακόμη κι αν βρισκόταν σε απόσταση δύο ή τριών ημερών, γιατί το φυλαχτό είχε τη δύναμη να συντομέψει ένα πολυήμερο ταξίδι σε λίγες ώρες. Και οι κυνηγοί όμως της Δυτικής Αφρικής μπήγουν ένα αιχμηρό ξύλο στα ίχνη του θηράματος με σκοπό ν' ακρωτηριαστεί και να το πιάσουν.
71
Αλλά οι πατημασιές δεν είναι το μόνο χνάρι από το σώμα με το οποίο μπορεί η μαγεία να επιδράσει σ’ έναν άνθρωπο. Έτσι στη Νοτιοανατολική Αυστραλία πιστεύουν ότι μπορούν να βλάψουν κάποιον, αν θάψουν αιχμηρά κομμάτια χαλαζία, γυαλιού κ.τ.λ. στο αποτύπωμα που άφησε το σώμα, όταν είχε ξαπλώσει, γιατί η μαγική δύναμη αυτών των αιχμηρών αντικειμένων εισχωρεί στο σώμα και προκαλεί οξείς πόνους, γνωστούς στους Ευρωπαίους ως ρευματισμούς. Επομένως αντιλαμβανόμαστε το γνω- μικό των Πυθαγορείων, που λέει ότι πρέπει να εξαλείφει κανείς το αποτύπωμα του σώματός του από τα στρωσίδια, όταν σηκώνεται από το κρεβάτι. Ο κανόνας αυτός ήταν ένας πρωτόγονος τρόπος προφύλαξης από τη μαγεία κι αποτελούσε μέρος ενός κώδικα προλήψεων, τις οποίες η αρχαιότητα αποδίνει στον Πυθαγόρα, αν και αναμφίβολα ήταν γνωστές και στους βάρβαρους προγόνους των Ελλήνων, πολύ πριν από την εποχή του φιλόσοφου.
4. Η Εξέλιξη του Μάγου. Έχουμε λοιπόν ολοκληρώσει την εξέταση των γενικών αρχών της συμπαθητικής μαγείας. Τα παραδείγματα τα οποία χρησιμοποίησα τα έχω πάρει, στο μεγαλύτερο μέρος τους, απ’ αυτή που μπορεί να ονομαστεί ιδιωτική μαγεία, δηλαδή από μαγικές τελετές και μαγικές πράξεις, οι οποίες είχαν σκοπό το καλό ή το κακό κάποιου. Αλλά στη βαρβαρική κοινωνία είναι συνηθισμένο να βρίσκεται και η δημόσια μαγεία, δηλαδή η μαγεία που εφαρμοζόταν για όφελος όλης της κοινότητας. Σ’ αυτές τις τελετές για το κοινό καλό, ο μάγος παύει να είναι ένας απλός επαγγελματίας και γίνεται δημόσιος λειτουργός. Η εξέλιξη μιας τέτοιας τάξης λειτουργών παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον για την πολιτική και θρησκευτική εξέλιξη της κοινωνίας. Αφού λοιπόν η ευημερία της φυλής υποτίθεται ότι έχει εξάρτηση απ’ αυτές τις τελετές, ο μάγος μπορεί ν’ αποχτήσει μεγάλη επιρροή και υπόληψη, ώστε να φτάσει στο πιο υψηλό αξίωμα του αρχηγού ή βασιλιά. Φυσικά σ’ αυτό το βαθμό εξουσίας φτάνουν οι πιο επιδέξιοι και φιλόδοξοι άντρες της φυλής κι αποχτούν τέτοια ευπορία, τιμή και δύναμη, που δύσκολα θα έβρισκαν σε κάθε άλλη σταδιοδρομία. Ένας έξυπνος άνθρωπος δεν είναι δύσκολο να κοροϊδέψει τους αφελείς και να εκμεταλλευτεί τις προλήψεις τους για δικό του κέρδος. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι ο μάγος είναι πάντοτε κάποιος αγύρτης και απατεώνας' τις περισσότερες φορές πιστεύει κι ο ίδιος ότι έχει κάποιες ιδιαίτερες δυνάμεις, τις οποίης του αποδίνουν οι αφελείς συμπατριώτες του. Αλλά όσο πιο έξυπνος είναι, τόσο πιο εύκολα μπορεί να νιώσει τις απάτες
72
που κάνει στους άλλους. Έτσι, τα πιο ικανά μέλη του Επαγγέλματος είναι συνειδητοί απατεώνες κι αυτοί ακριβώς είναι που κερδίζουν για τον εαυτό τους τα υψηλότερα αξιώματα. Οι παγίδες που υπάρχουν στο δρόμο του επαγγελματία μάγου είναι πολλές και μόνο ένας άνθρωπος που διαθέτει μεγάλη ψυχραιμία κι εξυπνάδα μπορεί να τις αποφύγει. Γιατί πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι κάθε μαγική πράξη είναι πράξη απάτης, συνειδητής ή ασυνείδητης. Επομένως, ο μάγος που πιστεύει στις τεράστιες δυνατότητές του βρίσκεται σε πιο δύσκολη θέση από τον απατεώνα μάγο, επειδή ο τίμιος μάγος περιμένει πάντοτε ότι τα μαγικά του θα φέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα κι όταν αποτύχει στις ενέργειές του, μένει σαστισμένος, ενώ ο απατεώνας έχει πάντοτε μια ωραία δικαιολογία σε περίπτωση αποτυχίας του.
Σ’ αυτή λοιπόν τη φάση της εξέλιξης της κοινωνίας, το αποτέλεσμα είναι η δύναμη της εξουσίας να πέφτει στα χέρια πανούργων κι ασυνείδητων ανθρώπων. Εάν όμως ζυγίσουμε τη ζημιά που προκαλούν με την απάτη τους, αλλά και τα οφέλη που προσφέρουν με τη μεγάλη τους εξυπνάδα, μπορεί να διαπιστώσουμε ότι το καλό εκμηδενίζει το κακό. Γιατί μεγαλύτερο κακό έχει γίνει στον κόσμο από τίμιους τρελούς σε υψηλές θέσεις, παρά από τετραπέρατους απατεώνες. Όταν ένας κατεργάρης εκπληρώσει τις φιλοδοξίες του και δεν έχει άλλες μελλοντικές βλέψεις για τον εαυτό του, μπορεί, και μερικές φορές το κάνει, να διαθέσει το ταλέντο, την πείρα και την εξυπνάδα του για το κοινό καλό. Πολλοί άντρες που ήταν ελάχιστα ευσυνείδητοι προκειμένου ν’ απο- χτήσουν δύναμη, όταν την απόχτησαν, αποδείχτηκαν οι πιο καλοί. Ένας ραδιούργος και σκληρός νικητής στο χώρο της πολιτικής ίσως μεταβληθεί σε σοφό και μεγαλόψυχο αρχηγό, ευλογημένο στη ζωή του, τιμημένο στο θάνατό του και πρότυπο θαυμασμού για τους μεταγενέστερους. Από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι ο Ιούλιος Καίσαρ και ο Αύγουστος. Ο τρελός όμως παραμένει πάντα τρελός και όσο μεγαλύτερη δύναμη έχει στα χέρια του, τόσο πιο πολλές καταστροφές μπορεί να προκαλέ- σει. Η μεγαλύτερη συμφορά στην ιστορία της Αγγλίας, η ρήξη της με την Αμερική, ποτέ δε θα συνέβαινε, αν ο Γεώργιος ο Γ' δεν ήταν ένας τίμιος ηλίθιος.
Όσο λοιπόν η μαγεία επηρεάζει τη σύσταση της βαρβαρι- κής κοινωνίας, βλέπουμε ότι ο έλεγχος της εξουσίας ήταν στα χέρια των πιο ικανών αντρών. Το γεγονός αυτό έστρεψε τη ζυγαριά της δύναμης από τους πολλούς στον ένα κι αντικατάστησε
Ί λ
τη δημοκρατία ή ολιγαρχία με μοναρχία ηλικιωμένων ανθρώπων, γιατί στο μεγαλύτερο μέρος τη βαρβαρική κοινωνία διοικούσε ένα συμβούλιο γερόντων και όχι ένα σώμα νέων αντρών. Η αλλαγή, όπως και να έγινε, αποδείχτηκε στο σύνολό της πολύ ευεργετική, γιατί η μοναρχία βοήθησε το ανθρώπινο γένος να βγει από τη βαρβαρότητα. Κανένα όμως ανθρώπινο ον δεν ήταν τόσο προσκολλημένο στα έθιμα και στις παραδόσεις, όσο ο δημοκρατικός βάρβαρος, με αποτέλεσμα η πρόοδος να είναι πολύ αργή και δύσκολη. Η παλιά αντίληψη ότι ο βάρβαρος ήταν το πιο ελεύθερο ανθρώπινο είδος, στην πραγματικότητα είναι εντελώς εσφαλμένη. Αυτός ήταν σκλάβος, κι όχι σ’ έναν υπαρκτό κύριο, αλλά στο παρελθόν και στα πνεύματα των νεκρών προγόνων του, που στοίχειωναν κάθε του βήμα από την ώρα που γεννιόταν μέχρι την ώρα που πέθαινε και τον κατεύθυναν με σιδερένια εξουσία. Ό,τι είχαν αφήσει ήταν ένα είδος άγραφου νόμου, στον οποίο όφειλε τυφλή υπακοή, και μόνο το εξαιρετικό ταλέντο μερικών μπόρεσε ν’ αλλάξει αυτά τα έθιμα προς το καλύτερο. Οι πιο ικανοί υποβιβάζονταν από τους πιο αδύνατους και ηλίθιους που χάραζαν τα πρότυπα και, αφού αυτοί δεν μπορούσαν ν’ αναδειχτούν, χάνονταν και οι άλλοι. Η εικόνα μιας τέτοιας κοινωνίας παρουσιάζει μια ομοιόμορφη στασιμότητα και, όσο ήταν ανθρώπινα δυνατό, προσπαθούσαν να μειώσουν τη φυσική ανισότητα, τις αμέτρητες διαφορές της έμφυτης ικανότητας και του χαρακτήρα με μια ψεύτικη, τεχνητή ισότητα. Απ’ αυτή λοιπόν τη χαμηλή και στάσιμη κατάσταση πραγμάτων, την οποία οι δημαγωγοί και οι ονειροπόλοι των μεταγενέστερων χρόνων επαίνεσαν σαν ιδανική κατάσταση της ανθρωπότητας, σαν τη Χρυσή Εποχή της, οτιδήποτε είναι αυτό που βοηθάει στην κοινωνική άνοδο, ανοίγοντας δρόμο στο ταλέντο και ρυθμίζοντας αναλογικά το βαθμό εξουσίας μι: τη φυσική ικανότητα, αξίζει να το καλωσορίσουν όλοι που θέλουν πραγματικά το καλό των συνανθρώπων τους. Από την ώρα που άρχισαν να λειτουργούν οι ανοδικές τάσεις -κα ι δεν μπορούν πια ποτέ να σταματήσουν- ο πολιτισμός σημειώνει ραγδαία εξέλιξη. Όταν λοιπόν ένας άνθρωπος με ξεχωριστό μυαλό παίρνει την εξουσία στα χέρια του, μπορεί να προκαλέσει σε λίγο χρόνο τόσες αλλαγές, όσες δεν κατάφεραν προηγούμενες γενιές. Ακόμα κι αυτές οι ιδιοτροπίες και τα καπρίτσια ενός τυράννου μπορούν να σπάσουν την αλυσίδα των εθίμων που βαραίνουν το βάρβαρο. Μόλις η φυλή παύει να επηρεάζεται από τις δειλές και ίσο>ς αντιμαχόμενες συμβουλές των γερόντων και κατευθύνεται
74
από ένα μόνο αλλά δυνατό και σταθερό μυαλό, γίνεται ισχυρή και μπαίνει στο στάδιο της ανάπτυξης, που θα βοηθήσει στην κοινωνική, βιομηχανική και πνευματική πρόοδο. Γιατί, επεκτείνο- ντας τη δύναμή της, άλλοτε βίαια με τα όπλα και άλλοτε με τη θεληματική υποταγή πιο αδύνατων φυλών, απόχτησε πλούτο και σκλάβους ανακουφίζοντας ορισμένες τάξεις ανθρώπων από το συνεχή αγώνα για απλή επιβίωση. Σ’ αυτούς έδωσε τη δυνατότητα ν’ αφιερωθούν αφιλοκερδώς στην αναζήτηση της γνώσης, η οποία είναι το ευγενέστερο και ισχυρότερο μέσο για τη βελτίωση της ανθρώπινης μοίρας.
Η πνευματική πρόοδος, που απεικονίζεται στην ανάπτυξη της τέχνης και της επιστήμης καθώς και στην εξάπλωση πιο φιλελεύθερων ιδεών, βαδίζει χέρι χέρι με τη βιομηχανική και οικονομική πρόοδο, όπου μεγάλη ώθηση δίνουν οι κτήσεις και η αυτοκρατορία. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι μετά από μία νίκη συναντάμε σφοδρές εκρήξεις δραστηριότητας του ανθρώπινου μυαλού κι ακόμη ότι οι μεγαλύτερες καταχτητικές φυλές του κόσμου έχουν συμβάλει πάρα πολύ στην άνοδο και εξάπλωση του πολιτισμού κλείνοντας έτσι τις πληγές που άνοιξε ο πόλεμος. Οι Βαβυλώνιοι, οι Έλληνες, οι Ρωμαίοι και οι Άραβες είναι μάρτυ- ρές μας για το παρελθόν, ενώ σήμερα περιμένουμε μια παρόμοια έκρηξη στην Ιαπωνία. Ούτε, όπως φαίνεται από τις ιστορικές πηγές, είναι τυχαίο το γεγονός ότι τα πρώτα μεγάλα βήματα του πολιτισμού σημειώθηκαν κάτω από δεσποτικές και θεοκρατικές κυβερνήσεις, όπως έγινε στην Αίγυπτο, στη Βαβυλώνα και στο Περού, εκεί όπου τον ανώτατο άρχοντα τον τιμούσαν και τον λάτρευαν με τη διπλή ιδιότητα του βασιλιά και του θεού. Όσο λοιπόν κι αν φαίνεται παράλογο, ο δεσποτισμός εκείνης της εποχής είναι ο καλύτερος φίλος της ανθρωπότητας και αυτής ακόμη της ελευθερίας, γιατί υπάρχει μεγαλύτερη ελευθερία -ελευθερία να σκεφτούμε και να διαμορφώσουμε τη μοίρα μας- κάτω από ένα απόλυτα δεσποτικό καθεστώς, κάτω από μία καταπιεστική τυραννία, παρά κάτω από ένα φιλελεύθερο καθεστώς βάρβαρης ζωής, όπου η μοίρα των ατόμων είναι προκαθορισμένη από την κούνια μέχρι τον τάφο.
Έτσι, το επάγγελμα της μαγείας στα χέρια των ικανών ήταν ένας δρόμος για ν’ αποχτήσουν εξουσία και συνετέλεσε επίσης στην απελευθέρωση του ανθρώπινου γένους από τη δουλεία της παράδοσης, ώστε με την άνοδό του να έχει μια πιο πλατιά θέαση του κόσμου. Αυτό δεν είναι μικρή προσφορά στην ανθρωπότητα.
75
Ηάν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι η μαγεία έστρωσε το δρόμο της επιστήμης, τότε οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι ήταν βέβαια η πηγή πολλών κακών, αλλά και εξίσου πολλών καλών' δηλαδή, εάν είναι το παιδί του λάθους, έγινε επίσης η μητέρα της ελευθερίας και-της αλήθειας.
7(>
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΜΑΓΕΙΑ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ
Τα παραδείγματα που αναφέραμε στο προηγούμενο κεφάλαιο είναι αρκετά για να παρουσιάσουν τις γενικές αρχές της συμπαθητικής μαγείας με τους δύο κλάδους της, την Ομοιοπαθητική και την Εξ Επαγωγής. Σε μερικές περιπτώσεις μαγείας είδαμε ότι οι άνθρωποι προσπαθούσαν να κερδίσουν την εύνοια των πνευμάτων με προσευχές και θυσίες, αλλά αυτές είναι εξαιρετικές περιπτώσεις, στις οποίες η μαγεία παίρνει θρησκευτική απόχρωση. Η συμπαθητική μαγεία στην πιο ανόθευτη μορφή της βασίζεται στην αρχή ότι στη φύση ένα γεγονός ακολουθεί απαραίτητα και σταθερά ένα άλλο, χωρίς κάποια άυλη ή προσωπική επέμβαση. Έτσι, η θεμελιώδης αντίληψή της, που είναι η σταθερή πίστη στην τάξη και στην ομοιομορφία της φύσης, είναι ίδια με αυτή της μοντέρνας επιστήμης. Ο μάγος δεν έχει καμιά αμφιβολία ότι οι ίδιες αιτίες παράγουν πάντα τα ίδια αποτελέσματα, ότι δηλαδή μια τελετή που συνοδεύεται από τις κατάλληλες λέξεις θα φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα, εκτός εάν τα μαγικά του ματαιωθούν κι εξουδετερωθούν από τα μαγικά ενός πιο ισχυρού μάγου, ο οποίος δεν ταπεινώνεται ούτε ικετεύει ούτε ζητάει την εύνοια κά- ποιας μεγαλύτερης δύναμης ή θεότητας. Όμως η δύναμή του, όσο μεγάλη κι αν πιστεύει αυτός ότι είναι, με κανένα τρόπο δεν είναι αυθαίρετη και απεριόριστη. Μπορεί να την εξασκήσει, όσο αυτή περιορίζεται στους κανόνες της τέχνης του ή σ’ αυτούς που μπορούν να πάρουν το όνομα νόμοι της φύσης σύμφωνα με την αντίληψή του. Εάν αδιαφορήσει για τους κανόνες ή παραβεί αυτούς τους νόμους, έστω και στο ελάχιστο, θ’ αποτύχει κι αυτό ίσως
77
τον βάλει σε μεγάλο κίνδυνο. Εάν θελήσει να επιβάλει κυριαρχία στη φύση, αυτό είναι μια θεμιτή πράξη, αυστηρά όμως περιορισμένη στο σκοπό του και ακριβώς προσαρμοσμένη στην αρχαία συνήθεια. Έτσι λοιπόν βλέπουμε ότι η αναλογία της μαγικής και της επιστημονικής αντίληψης είναι στενά δεμένες. Η διαδοχή των γεγονότων και στις δύο γίνεται μ’ έναν τελείως κανονικό ρυθμό και καθορίζεται από αμετάβλητους νόμους, που τη λειτουργία τους μπορούμε να προβλέψουμε και να υπολογίσουμε ακριβώς. Τα στοιχεία του καπρίτσιου, της τύχης και του συμπτωματικού δεν υπάρχουν στη φύση. Επομένως και οι δύο αντιλήψεις ανοίγουν ένα απέραντο πεδίο πιθανοτήτων σ’ εκείνον που γνωρίζει τις αιτίες των πραγμάτων και μπορεί ν’ αγγίξει τα μυστικά ελατήρια που βάζουν σε κίνηση τον τεράστιο και πολύπλοκο μηχανισμό του κόσμου. Εδώ ανήκει η μεγάλη επιρροή της μαγείας και της επιστήμης πάνω στον ανθρώπινο νου κι εδώ το ισχυρό κίνητρο που έδωσαν και οι δύο για το κυνηγητό της γνώσης. Αυτές προσφέρουν την ελπίδα στον κατάκοπο ερευνητή, στον κουρασμένο οδοιπόρο και μέσα από τις απογοητεύσεις του παρόντος του δίνουν υποσχέσεις για το μέλλον' τον πηγαίνουν στην κορυφή ενός πανύψηλου βουνού και μέσα από τα σύννεφα και την ομίχλη του παρουσιάζουν το όραμα της ουράνιας πόλης λουσμένης μέσα στο φως του ονείρου.
Το μοιραίο λάθος της μαγείας είναι η κακή αντίληψη για τη φύση και για ορισμένους νόμους, που καθορίζουν την ακολουθία των γεγονότων. Αν αναλύσουμε τις διάφορες περιπτώσεις της συμπαθητικής μαγείας, τις οποίες έχουμε συναντήσει στις προηγούμενες σελίδες, θα δούμε ότι όλες αποτελούν εφαρμογές των δύο βασικών νόμων της σκέψης, που είναι η σύνδεση των ιδεών με βάση την ομοιότητα και η σύνδεση των ιδεών με βάση τη σχέση τους στο χώρο και στο χρόνο. Μια εσφαλμένη σύνδεση όμοιων ιδεών παράγει την ομοιοπαθητική ή μιμητική μαγεία και μια εσφαλμένη σύνδεση σχετικών ιδεών παράγει τη μαγεία εξ επαγωγής. Οι αρχές της σύνδεσης είναι εξαιρετικές και ουσιώδεις στη λειτουργία του ανθρώπινου νου. Η επιστήμη είναι το αποτέλεσμα της νόμιμης εφαρμογής τους, ενώ η μαγεία είναι το αποτέλεσμα της παράνομης εφαρμογής τους, γι’ αυτό και θεωρείται η νόθη αδελφή της επιστήμης. Είναι λοιπόν μια παλιά αλήθεια, σχεδόν μια ταυτολογία, να πούμε ότι όλη η μαγεία είναι ένα ψέμα, μια απάτη' γιατί, αν ποτέ γινόταν αλήθεια, δε θα ήταν πια μαγεία, (ίλλά επιστήμη. Από την αρχαιότητα ο άνθρωπος προσπαθούσε
7Κ
να βρει τις γενικές αρχές που Οα τον βοηθούσαν ν’ αλλάξει τη διάταξη των φυσικών φαινομένων προς όφελός του και στη διάρκεια αυτής της μακροχρόνιας έρευνας έχει απορρίψει ένα μεγάλο αριθμό κανόνων, από τους οποίους άλλοι άξιζαν και άλλοι όχι. Οι καλοί ή χρυσοί κανόνες αποτελούν τον κορμό της εφαρμοσμένης επιστήμης, που αποκαλούμε τέχνες, ενώ οι λαθεμένοι τη μαγεία.
Αφού λοιπόν βρήκαμε ότι η μαγεία είναι συγγενής της επιστήμης, θα εξετάσουμε τώρα τη σχέση της με τη θρησκεία. Αλλά, για να προχωρήσουμε στην έρευνα της σχέσης αυτής, πρέπει πρώτα να δώσουμε τον ορισμό της θρησκείας. Είναι όμως αδύνατο να δοθεί ένας ορισμός που να ικανοποιεί όλους' κι αυτό, γιατί υπάρχουν αμέτρητες γνώμες στην οικουμένη σχετικά με τη φύση της θρησκείας. Έτσι, το μόνο που μπορεί να κάνει ένας συγγραφέας είναι να ορίσει τι εννοεί με τη λέξη θρησκεία και την έννοια αυτή να την τηρήσει μέχρι το τέλος του έργου του. Θρησκεία λοιπόν, εγώ εννοώ την εξιλέωση του ανθρώπου από δυνάμεις ανώτερές του, οι οποίες πιστεύεται ότι κατευθύνουν και ελέγχουν τόσο τη φύση, όσο και την ανθρώπινη ζωή. Η θρησκεία αποτελείται από δύο στοιχεία, τη θεωρία και την πρακτική, κι απ’ αυτές η πρώτη εκφράζεται με την πίστη σε δυνάμεις ανώτερες του ανθρώπου, ενώ η δεύτερη είναι η προσπάθεια να εξευμενίσουμε ή να ευχαριστήσουμε τις δυνάμεις αυτές. Από τις δύο η πίστη έρχεται καθαρά πρώτη, αφού πρέπει πρώτα να πιστέψουμε στην ύπαρξη ενός θείου όντος και μετά ν’ αποπειραθούμε να το ευχαριστήσουμε. Αν όμως μια πίστη δεν οδηγεί σε μια αντίστοιχη πρακτική, δεν είναι μια θρησκεία, αλλά απλά μια θεολογία. Σύμφωνα με τον Άγιο Ιάκωβο «η πίστη μόνη της, χωρίς την πρακτική της, είναι νεκρή». Με άλλα λόγια κανένας άνθρωπος δεν είναι θρήσκος, αν η συμπεριφορά του δε χαρακτηρίζεται από το φόβο ή την αγάπη του στο θεό. Από την άλλη μεριά πάλι, απλή πρακτική απογυμνωμένη από κάθε θρησκευτική πίστη δεν είναι θρησκεία. Δύο άνθρωποι λοιπόν μπορεί να συμπεριφέρονται το ίδιο κι ο ένας να είναι θρήσκος, ενώ ο άλλος όχι. Αν δηλαδή ο ένας ενεργεί από αγάπη ή φόβο για το θεό, είναι θρήσκος, αν πάλι ο άλλος ενεργεί από αγάπη ή φόβο για τον άνθρωπο, είναι ηθικός ή ανήθικος, ανάλογα με το αν η διαγωγή του συμφωνεί ή συγκρούεται με το γενικό όφελος. Επομένως, βλέπουμε ότι η πίστη και η πρακτική είναι απαραίτητες στη θρησκεία, γιατί χωρίς αυτές τις δύο θρησκεία δεν μπορεί να υπάρξει. Δεν είναι όμως
Ή
απαραίτητο η θρησκευτική πρακτική να είναι τελετουργική' δεν είναι δηλαδή ανάγκη ν’ αποτελείται από προσφορές Ουσιών, προσευχές και άλλες εξωτερικές τελετές. Σκοπός της είναι να ευχαριστήσει τη θεότητα' κι αν η θεότητα αυτή ευχαριστιέται με φιλανθρωπία, ευσπλαχνία και αγνότητα και όχι με αιματηρές προσφορές, ψαλμωδίες ύμνων και καπνούς λιβανιών, οι πιστοί της θα την ευχαριστήσουν καλύτερα όχι ξαπλώνοντας μπροστά της, απαγγέλλοντας προσευχές και γεμίζοντας το ναό με ακριβά δώρα, αλλά όντας αγνοί, φιλεύσπλαχνοι και ελεήμονες προς τους συνανθρώπους τους' γιατί μ’ αυτό τον τρόπο προσπαθούν να φτάσουν, όσο βέβαια τους επιτρέπει η ανθρώπινη αδυναμία, την τελειότητα της θεότητας. Αυτό το ηθικό κεφάλαιο της θρησκείας επέδρασε στους Εβραίους προφήτες, ώστε να εμπνευστούν τη θεϊκή καλοσύνη και αγιότητα. Έτσι ο Μιχαίας λέει: «Σου έχει δείξει, άνθρωπε, ο θεός τι είναι καλό' και τι άλλο απαιτεί από εσένα ο Κύριος, παρά να πράττεις το δίκαιο, ν’ αγαπάς το έλεος και ν’ ακολουθείς ταπεινά το θεό;». Και αργότερα βλέπουμε ότι η κυριότερη αιτία που συνετέλεσε στην εξάπλωση της Χριστιανοσύνης ήταν η ίδια υψηλή αντίληψη για την ηθική φύση του θεού και το καθήκον των ανθρώπων να συμμορφωθούν σ’ αυτή την ηθική. Ο Άγιος Ιάκωβος λέει: «Αγνή και άμωμη θρησκεία είναι για το θεό και πατέρα να επισκεφτείς τα ορφανά και τις χήρες στη λύπη τους και να παραμείνεις αγνός μέσα στον κόσμο».
Αλλά, εάν η θρησκεία είναι πρώτον η πίστη σε ανώτερα όντα που κυβερνούν τον κόσμο και δεύτερον η προσπάθεια να κερδίσουμε την εύνοιά τους, τότε και τα φυσικά φαινόμενα δεν είναι σταθερά και αμετάβλητα και μπορούμε εξευμενίζοντας αυτά τα ισχυρά όντα να στρέψουμε τη ροή των πραγμάτων προς όφελός μας. Τώρα αυτή η υποθετική ελαστικότητα ή αστάθεια της φύσης έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές της μαγείας και της επιστήμης, που θεωρούν και οι δύο ότι η πορεία των φυσικών φαινομένων είναι άκαμπτη και σταθερή και ότι πολύ λίγο μπορεί ν’ αλλάξει με την πειθώ και τις ικεσίες ή τις απειλές και τον εκφοβισμό. Η διάκριση ανάμεσα στις δύο αντίθετες απόψεις δίνει την απάντηση στο κρίσιμο ερώτημα, αν οι δυνάμεις που κυβερνούν τον κόσμο είναι συνειδητές και προσωπικές ή ασυνείδητες και απρόσωπες. Η θρησκεία ως συμβιβασμός των ανωτέρων δυνάμεων υποστηρίζει το πρώτο μέρος της διάζευξης. Γιατί ο συμβιβασμός σημαίνει ότι το ον που συμβιβάζεται είναι ένας συνειδητός ή προσωπικός μεσάζοντας που η διαγωγή του σε κάποιο μέτρο είναι απρόβλε-
ΧΟ
πτη, μπορεί όμο>ς να πάρει την επιθυμητή κατεύθυνση, εάν ελέγχονται τα ενδιαφέροντα, οι ορέξεις και οι συγκινήσεις. I Ιοτέ δεν υπάρχει συμβιβασμός στα άψυχα ούτε σε άτομα που η συμπεριφορά τους κάτω από ορισμένες περιστάσεις είναι καθορισμένη με απόλυτη βεβαιότητα. Όσο λοιπόν η θρησκεία θεωρεί ότι ο κόσμος διευθύνεται από συνειδητούς μεσάζοντες που αλλάζουν συμπεριφορά εάν πειστούν, είναι εντελώς αντίθετη από τη μαγεία και την επιστήμη, οι οποίες πιστεύουν ότι η ροή της φύσης είναι σταθερή και δεν μπορεί ν’ αλλάξει από τα πάθη και τα καπρίτσια ορισμένων όντων, παρά μόνο εάν αυτοί οι αμετάβλητοι νόμοι μπουν σε μηχανική λειτουργία. Αυτό στη μαγεία είναι απλά υποθετικό, ενώ στην επιστήμη είναι κατηγορηματικό. Είναι επίσης γεγονός ότι η μαγεία ασχολείται με τα πνεύματα, που είναι προσωπικοί μεσάζοντες κατά τη θρησκεία. Η μαγεία όμως συμπερι- φέρεται σ’ αυτούς όπως στα άψυχα όντα, γι’ αυτό τους εξαναγκάζει ή τους πιέζει, αντί να συμβιβάζεται και να προσπαθεί να τους εξευμενίσει, όπως συμβαίνει στη θρησκεία. Η μαγεία θεωρεί ότι οι απρόσωπες δυνάμεις που ελέγχουν τον κόσμο εξουσιάζουν όλα τα ανθρώπινα ή θεϊκά όντα και είναι δυνατό να ευνοήσουν κάποιον, αν αυτός κάνει τις κατάλληλες τελετές προφέροντας τις ανάλογες λέξεις. Στην αρχαία Αίγυπτο, για παράδειγμα, οι μάγοι είχαν τη δύναμη να επιβάλλουν τις επιθυμίες τους ακόμη και στους θεούς, και αν αυτοί δεν υπάκουαν, οι μάγοι μπορούσαν να τους καταστρέψουν. Μερικές φορές μάλιστα, ο μάγος απειλούσε ότι θα σκόρπιζε τα κόκαλα του Όσιρη ή θα αποκάλυπτε τον ιερό του θρύλο, αν ο θεός δεν υπάκουε. Στην Ινδία επίσης του σήμερα, η μεγάλη Ινδική τριάδα του Βράχμα, του Βισνού και του Σίβα, βρίσκεται κάτω από τη θέληση των μάγων, οι οποίοι ασκούν τέτοια επίδραση πάνω στις ισχυρές θεότητες, ώστε αυτές να υπακούνε πειθήνια στους μάγους και να εκτελούν τις εντολές τους στη γη και στον ουρανό. Πάλι στην Ινδία λένε το εξής: «Ολόκληρο το σύμπαν υπακούει στους θεούς' οι θεοί υπακούν στα μάγια (mantras)' τα μάγια στους Βραχμάνες' οι Βραχμάνες λοιπόν είναι οι θεοί μας».
Αυτή η ριζική διαφορά αρχής μεταξύ της μαγείας και της θρησκείας εξηγεί ικανοποιητικά την αδυσώπητη εχθρότητα, με την οποία, από παλιά ο ιερέας κυνήγησε το μάγο. Η υπεροπτική αυτάρκεια του μάγου, η αλαζονική συμπεριφορά του στις ανώτερες δυνάμεις και η αδιάντροπη απαίτησή του να ασκεί εξουσία πάνω σ’ αυτές, οδήγησε στην επανάσταση του ιερέα, ο οποίος,
XI
μ*: τη φοβερή αντίληψη που είχε για τη θεϊκή δύναμη και τη σεμνή στάση του απέναντι της, θεωρούσε αυτού του είδους τις απαιτήσεις και τη διαγωγή ασέβεια και βλάσφημο σφετερισμό των προνομίων που ανήκουν μόνο στο θεό. Και μερικές φορές, υποψιαζόμαστε την ύπαρξη ταπεινών κινήτρων που υποδαυλίζουν αυτή την εχθρότητα. Ο ιερέας ισχυριζόταν ότι ήταν ο πραγματικός μεσάζοντας, ο αληθινός μεσολαβητής ανάμεσα στο θεό και στον άνθρωπο και αναμφίβολα τα ενδιαφέροντα και οι ευαισθησίες του βλάπτονταν συχνά από έναν πρακτικό αντίπαλο, ο οποίος κήρυττε ένα δρόμο πολύ πιο σίγουρο και εύκολο για την απόχτηση της ευτυχίας, από το ανώμαλο και γλιστερό μονοπάτι της θεϊκής εύνοιας.
Αυτός ο ανταγωνισμός, που γνωρίζουμε πολύ καλά, εμφανίζεται κάπως αργά στην ιστορία της θρησκείας. Αρχικά το λειτούργημα του ιερέα και του μάγου ήταν ένα και το αυτό ή, για να μιλήσουμε καλύτερα, δεν είχε ξεχωρίσει το ένα από το άλλο. Ο άνθρωπος τότε, για να εξυπηρετήσει τους σκοπούς του, επε- δίωκε την εύνοια των θεών ή των πνευμάτων με προσευχές και Ουσίες, παράλληλα όμως έκανε μαγικές τελετές και πρόφερε λέξεις με την ελπίδα ότι θα έφερνε το ποθητό αποτέλεσμα χωρίς τη βοήθεια του θεού ή του διαβόλου. Δηλαδή έκανε θρησκευτικές και μαγικές τελετές ταυτόχρονα' ψέλλιζε προσευχές και μαγικούς ύμνους μαζί και δεν έδινε ιδιαίτερη σημασία σ’ αυτή του τη θεωρητική ασυνέπεια, αφού με το μαγικό ραβδί μπορούσε να έχει αυτό που επιθυμούσε. Περιπτώσεις συγχώνευσης ή σύγχυσης της μαγείας με τη θρησκεία συναντήσαμε ήδη στην πρακτική των Μελανησιών και άλλων λαών.
Αυτή η σύγχυση μαγείας και θρησκείας παρατηρήθηκε ακόμη και σε λαούς που είχαν φτάσει σε υψηλό επίπεδο πολιτισμού και επικρατούσε στην αρχαία Ινδία και στην αρχαία Αίγυπτο' απλώνεται επίσης και μεταξύ των Ευρωπαίων χωρικών ακόμη και σήμερα. Από έναν εξαίρετο λόγιο της Σανσκριτικής μαθαίνουμε ότι στην αρχαία Ινδία «η τελετή προσφοράς θυσιών σε πολύ παλιά εποχή, για την οποία έχουμε λεπτομερή πληροφόρηση, είχε το πνεύμα της πιο πρωτόγονης μαγείας». Μιλώντας για τη σημασία της μαγικής στην Ανατολή, και ιδιαίτερα στην Αίγυπτο, ο Καθηγητής Μασπερό σημειώνει ότι: «η λέξη μαγεία δεν πρέπει να παίρνει την ταπεινωτική έννοια, η οποία έρχεται σχεδόν αναπόφευκτα στο μυαλό του σημερινού ανθρώπου. Η αρχαία μαγεία ήταν ο θεμέλιος λίθος της θρησκείας. Ο πιστός που
επιθυμούσε την εύνοια του θεού δεν είχε άλλο τρόπο επιτυχίας, παρά μόνο να εκβιάσει τη θεότητα κι αυτό μπορούσε αποκλειστικά να επιτευχθεί με ορισμένες τελετές, θυσίες, προσευχές και ψαλμωδίες, που ο ίδιος ο θεός τού είχε υποδείξει και ο οποίος, με αυτόν τον τρόπο, ήταν αναγκασμένος να κάνει ό,τι του ζητούσε ο πιστός».
Την ίδια σύγχυση ιδεών, το ίδιο ανακάτεμα θρησκείας και μαγείας, συναντούμε και στους αμαθείς της σύγχρονης Ευρώπης. Έτσι, στη Γαλλία λέγεται ότι: «η πλειονότητα των χωρικών εξακολουθεί να πιστεύει ότι ο ιερέας ασκεί μια μυστική και ακαταμάχητη δύναμη πάνω στα στοιχεία της φύσης. Απαγγέλλοντας ορισμένες προσευχές, που μόνο αυτός γνωρίζει και έχει το δικαίωμα να πει, μετά την απαγγελία των οποίων όμως πρέπει να ζητήσει άφεση αμαρτιών, μπορεί, σε περίπτωση κινδύνου, να σταματήσει ή ν’ αλλάξει για μια στιγμή τους αιώνιους νόμους του φυσικού κόσμου. Οι άνεμοι, οι καταιγίδες, το χαλάζι και η βροχή υπακούουν στην προσταγή και θέλησή του. Η φωτιά επίσης εξαρτιέται απ’ αυτό και οι φλόγες της πυρκαγιάς σταματούν μπροστά στα λόγια του». Για παράδειγμα, οι Γάλλοι χωρικοί πίστευαν, ίσως και μέχρι σήμερα πιστεύουν, ότι οι ιερείς μπορούσαν να κάνουν ειδικές ιεροτελεστίες, όπως τη Λειτουργία του Αγίου Πνεύματος, τόσο αποτελεσματικές και θαυματουργές, που δεν τις σταματούσε ούτε η θεία θέληση' έτσι, ο Θεός ήταν αναγκασμένος να ικανοποιήσει αυτό το αίτημα, έστω κι αν ήταν απερίσκεπτο κι ενοχλητικό. Δεν υπήρχε ιδέα ασέβειας ή ανευλάβειας στο μυαλό αυτών που ζητούσαν να πάρουν τη βασιλεία των ουρανών με αυτές τις ασυνήθιστες ιεροτελεστίες. Οι κοσμικοί ιερείς, γενικά, αρνούνταν να κάνουν τη Λειτουργία του Αγίου Πνεύματος, αλλά οι καλόγηροι, και ιδιαίτερα οι μοναχοί Καπουτσίνοι, δεν είχαν κανέναν ενδοιασμό μπροστά στις παρακλήσεις των ανήσυχων και ταλαιπωρημένων χωρικών. Ο εξαναγκασμός που οι Καθολικοί χωρικοί πιστεύουν ότι ασκεί ο ιερέας πάνω στη θεότητα, φαίνεται να είναι μια ακριβής αντιστοιχία της δύναμης που οι αρχαίοι Αιγύπτιοι απέδιναν στους μάγους τους. Επίσης, για να πάρουμε ένα άλλο παράδειγμα, σε μερικά χωριά της Προβηγκίας ο ιερέας θεωρείται ότι κατέχει την ικανότητα ν’ απομακρύνει τις καταιγίδες. Αυτό βέβαια δεν μπορεί να το κάνει κάθε ιερέας και σε μερικά χωριά, όταν αλλάζει ο πάστορας, οι ενορίτες ανυπομο- νούν να μάθουν αν ο καινούργιος έχει αυτή τη δύναμη (pouder), όπως τη λένε. Έτσι, με το πρώτο σημάδι μιας βαριάς καταιγίδας.
83
τον καλούν να το αποδείξει εξορκίζοντας τα απειλητικά σύννεφα, κι αν το αποτέλεσμα ανταποκρίνεται στις ελπίδες τους, ο νέος ποιμένας κερδίζει τη συμπάθεια και την εκτίμηση του ποιμνίου του. Σε μερικές ενορίες, όπου η δύναμη του βοηθού είναι μεγαλύτερη, σ’ αυτό το θέμα, από του εφημέριου, δημιουργείται ένταση στις σχέσεις τους, με αποτέλεσμα ο επίσκοπος ν’ αναγκαστεί να μεταθέσει τον εφημέριο σε άλλη εκκλησία. Οι χωρικοί πάλι της Γασκωνίας πιστεύουν ότι για να εκδικηθούν τους εχθρούς τους οι κακοί άνθρωποι, παρακινούν έναν ιερέα να κάνει μια λειτουργία που ονομάζεται Λειτουργία του Αγίου Σεκαίρ. Πολλοί λίγοι ιερείς γνωρίζουν αυτή τη λειτουργία, αλλά κι απ’ αυτούς που τη γνωρίζουν, τα τρία τέταρτα δεν τη λένε για τίποτα στον κόσμο' μόνο οι πραγματικά κακοί ιερείς τολμούν να κάνουν αυτή τη φριχτή τελετή και να είστε βέβαιοι ότι αυτή θα τους βαρύνει πολύ κατά την τελευταία τους μέρα. Κανένας εφημέριος ή επίσκοπος ούτε ακόμη κι ο αρχιεπίσκοπος του Auch μπορεί να τους συγχωρήσει' αυτό το δικαίωμα ανήκει μόνο στον Πάπα της Ρώμης. Η Λειτουργία του Αγίου Σεκαίρ γίνεται μόνο μέσα σε μια κατα- στραμμένη ή εγκαταλειμμένη εκκλησία, όπου κουκουβάγιες αθυ- μούν και κρώζουν και νυχτερίδες πετούν στο λυκόφως, όπου κοιμούνται οι τσιγγάνοι τη νύχτα και χερσαίοι βάτραχοι κάθονται κάτω απ’ το βεβηλωμένο βωμό. Εκεί έρχεται τη νύχτα ο κακός ιερέας με το φως της αγάπης και μόλις γίνει έντεκα η ώρα, αυτός αρχίζει να μουρμουρίζει τη λειτουργία ανάποδα και σταματάει, όταν τα ρολόγια σημάνουν μεσάνυχτα. Η αγάπη του επιδρά όπως του ιερέα. Η όστια, που αυτός ευλογεί, είναι μαύρη κι έχει τρία σημάδια. Ο ιερέας δεν πίνει κρασί, αλλά αντί γι’ αυτό πίνει νερό από ένα πηγάδι, όπου έχουν ρίξει το σώμα ενός αβάπτιστου νηπίου. Κάνει επίσης το σημείο του σταυρού στο έδαφος με το αριστερό του πόδι, καθώς και πολλά άλλα πράγματα, που δεν μπορεί να τα δει ένας καλός Χριστιανός χωρίς να τυφλωθεί, να κουφαθεί και να βουβαθεί για όλη του τη ζωή. Αλλά ο άνθρωπος για τον οποίο έγινε η λειτουργία σβήνει σιγά σιγά και κανένας δεν μπορεί να πει τι συμβαίνει με αυτόν' ακόμη και οι γιατροί δεν μπορούν να κάνουν τίποτε, γιατί δεν ξέρουν ότι αυτός αργοπεθαίνει εξαιτίας της Λειτουργίας του Αγίου.
Αν και η φύση της μαγείας είναι τέτοια που ν’ ανακατεύεται και να συγχωνεύεται με τη θρησκεία σε πολλές χώρες και για πολλά χρόνια, υπάρχουν μερικοί λόγοι που μας κάνουν να σκε- φτούμε ότι αυτό δεν είναι κάτι πρωτόγονο και ότι υπήρξε εποχή,
84
όπου ο άνθρωπος χρησιμοποιούσε μόνο τη μ<χγι:ί« για να ικανοποιήσει αυτές τις προσδοκίες, που ήταν πάνω από τις άμεσες ζωώδεις επιθυμίες του. Αρχικά λοιπόν μια πρώτη μελέτη για τις θεμελιώδεις έννοιες της μαγείας και της θρησκείας μας κάνει να υπονοήσουμε ότι η μαγεία προΰπήρχε της θρησκείας στην ιστορία της ανθρωπότητας. Είδαμε βέβαια ότι από τη μια μεριά η μαγεία δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μια λαθεμένη εφαρμογή της πιο απλής και πιο στοιχειώδους πορείας του μυαλού, δηλαδή της σχέσης των ιδεών με βάση την ομοιότητα ή τη συνάφεια' από την άλλη πάλι, είδαμε ότι η θρησκεία υποστηρίζει την ύπαρξη συνειδητών ή προσωπικών μεσαζόντων, πίσω απο τη φύση που εμείς βλέπουμε, οι οποίοι θεωρούνται ανώτεροι του ανθρώπου. Προφανώς η ιδέα των προσωπικών μεσαζόντων είναι πολύ πιο σύνθετη από μια απλή αναγνώριση της ομοιότητας ή της συνάφειας των ιδεών και μια θεωρία, που παραδέχεται ότι η πορεία της φύσης καθορίζεται από συνειδητούς μεσάζοντες, είναι πολύ πιο δυσνόητη και μυστικιστική και απαιτεί για την κατανόησή της υψηλό βαθμό ευφυΐας, παρά η άποψη ότι τα πράγματα διαδέχονται απλά το ένα το άλλο με βάση τη συνάφεια ή την ομοιότητά τους. Έτσι τα κτήνη συνδέουν τα πράγματα εκείνα που μοιάζουν μεταξύ τους ή που έχουν βρεθεί μαζί από τον τρόπο ζωής τους και πολύ δύσκολα θα μπορούσαν να ζήσουν για μια μέρα, αν σταματούσαν να κάνουν αυτό. Αλλά ποιος αποδίνει στα ζώα την πίστη ότι τα φαινόμενα της φύσης είναι ρυθμισμένα από πλήθος αόρατα ζώα ή από ένα τεράστιο και πολύ δυνατό ζώο πίσω από τις σκηνές; Επομένως, ίσως δεν είναι άδικο για τα κτήνη να παραδεχτούμε ότι τέτοιου είδους θεωρίες ανήκουν αποκλειστικά στην ανθρώπινη λογική. Εάν λοιπόν η μαγεία προκύπτει άμεσα από στοιχειώδεις διεργασίες της λογικής και πραγματικά είναι ένα λάθος στο οποίο ο νους πέφτει σχεδόν αυθόρμητα, ενώ η θρησκεία στηρίζεται σε έννοιες, που το ζωώδες μυαλό δύσκολα μπορεί ν’ αντιληφτεί, τότε πιθανώς η μαγεία προϋπήρξε της θρησκείας κατά την εξέλιξη της ανθρώπινης φυλής και ο άνθρωπος δοκίμασε να υποτάξει στις επιθυμίες του τη φύση με την υπερφυσική δύναμη της μαγείας, πριν προσπαθήσει να καλοπιάσει και να καταπραΰνει μια σεμνή, ιδιότροπη ή ευέξαπτη θεότητα με προσευχές και θυσίες.
Το συμπέρασμα στο οποίο έχουμε φτάσει μελετώντας τις θεμελιώδεις ιδέες της θρησκείας και της μαγείας επιβεβαιώνεται επαγωγικά με την παρατήρηση ότι μεταξύ των ιθαγενών της Αυ
Κ5
στραλίας, οι πιο άγριοι, για τους οποίους διαθέτουμε πιστή πληροφορία, εξασκούσαν πλατιά τη μαγεία, ενώ η θρησκεία, με την έννοια του εξευμενισμού ή του συμβιβασμού προς τις ανώτερες δυνάμεις, φαίνεται ότι ήταν σχεδόν άγνωστη. Όλοι οι άνθρωποι εκεί ήταν μάγοι, αλλά κανένας ιερέας' καθένας πίστευε ότι μπορούσε να επηρεάσει τους συνανθρώπους του ή τη φύση χρησιμοποιώντας τη συμπαθητική μαγεία, κανείς όμως δε σκεφτόταν να εξευμενίσει τους θεούς με προσευχές και θυσίες.
Αλλά, εάν στην πολύ μακρινή εποχή της ανθρώπινης κοινωνίας, που τώρα μας είναι γνωστή, βρίσκουμε τη μαγεία τόσο φανερά παρούσα και τη θρησκεία τόσο φανερά απούσα, δεν μπορούμε λογικά να συμπεράνουμε ότι οι πολιτισμένες φυλές του κόσμου έχουν περάσει επίσης σε κάποια περίοδο της ιστορίας τους από μια τέτοια πνευματική φάση και ότι προσπάθησαν να δαμάσουν τις δυνάμεις της φύσης προς όφελός τους, πριν καν σκε- φτούν την προσφορά θυσιών και προσευχών; Δηλαδή ότι, όπως ακριβώς από υλικής πλευράς του ανθρώπινου πολιτισμού, υπήρχε παντού μια Εποχή Λίθου, έτσι και από πνευματικής πλευράς υπήρχε παντού μια Εποχή Μαγείας; Υπάρχουν λόγοι, για ν’ απαντήσουμε καταφατικά. Όταν εξετάσουμε τις ανθρώπινες φυλές από τη Γροιλανδία μέχρι τη Γη του Πυρός ή από τη Σκωτία μέχρι τη Σιγκαπούρη, παρατηρούμε ότι διακρίνονται μεταξύ τους από μία μεγάλη ποικιλία θρησκειών και ότι αυτές οι διακρίσεις δεν είναι απλά φυλετικές, αλλά φτάνουν έως τις πιο λεπτές υποδιαιρέσεις των κρατών και των πολιτειών κι ακόμη από πόλη σε πόλη, από χωριό σε χωριό κι από οικογένεια σε οικογένεια, έτσι ώστε η επιφάνεια της κοινωνίας να είναι ραγισμένη, χωρισμένη και υπονομευμένη από χάσματα και ρήγματα που σχετίζονται με θρησκευτικές διαφωνίες. Όταν επίσης εξετάσουμε αυτές τις διαφορές, οι οποίες επηρεάζουν ιδιαίτερα το μορφωμένο και γενικότερα το πνευματικό σύνολο της κοινωνίας, θα βρούμε ότι κάτω απ’ αυτό υπάρχει ένα στέρεο στρώμα διανοητικής συμφωνίας που το αποτελούν οι ηλίθιοι, οι αδύναμοι, οι προληπτικοί και αυτοί που έχουν άγνοια, οι οποίοι και αποτελούν, δυστυχώς, το μεγαλύτερο μέρος της ανθρωπότητας. Μία από τις μεγαλύτερες επιτεύξεις του δέκατου ένατου αιώνα ήταν να ερευνήσει το χαμηλό αυτό στρώμα σε πολλά μέρη του κόσμου κι έτσι ν’ ανακαλύψει παντού την τρομακτική ομοιομορφία. Αυτή είναι κάτω απ’ τα πόδια μας -κα ι όχι μακριά απ’ αυτά- εδώ στην Ευρώπη σήμερα κι απλώνεται στην καρδιά της άγριας Αυστραλίας κι οπουδήποτε
86
η άφιξη ενός υψηλού πολιτισμού δεν κατόρθωσε να την εξαφανίσει από τη γη. Η παγκόσμια αυτή πίστη, η αληθινή Καθολική πίστη, είναι μια πεποίθηση στην αποτελεσματικότητα της μαγείας κι ενώ τα θρησκευτικά συστήματα δε διαφέρουν μόνο ανάμεσα στα κράτη, αλλά και μέσα στο ίδιο το κράτος σε διαφορετικές εποχές, οι αρχές και η πρακτική της συμπαθητικής μαγείας παραμένουν ουσιαστικά ίδιες παντού και πάντα. Οι αμαθείς και προληπτικοί της σύγχρονης Ευρώπης είναι ίδιοι με τους ανθρώπους που έζησαν στην αρχαία Αίγυπτο και Ινδία, καθώς και με τους σημερινούς βαρβάρους, οι οποίοι βρίσκονται στις πιο απομακρυσμένες γωνιές του κόσμου. Εάν μπορούσε να γίνει τεστ της αλήθειας με ανάταση των χεριών, θα βλέπαμε ότι το σύστημα της μαγείας θα είχε μεγαλύτερη απήχηση από το περίφημο δόγμα της Καθολικής Εκκλησίας, η οποία στηρίζει το αλάνθαστό της πάνω στο εξής ρητό: «Quod semper, quod ubique, quod ab omnibus.»
Εδώ φυσικά δεν είναι δουλειά μας να μελετήσουμε τι επιπτώσεις θα έχει στο ανθρώπινο γένος η συνεχής ύπαρξη ενός τέτοιου στερεού στρώματος βαρβαρότητας κάτω από την επιφάνεια της κοινωνίας, το οποίο δεν επηρεάζεται από τις επιφανειακές αλλαγές της θρησκείας και του πολιτισμού. Ένας αμερόληπτος παρατηρητής που οι μελέτες του τον βοήθησαν να εξετάσει σε βάθος το θέμα, θα δυσκολευόταν να το δει διαφορετικά, παρά μόνο ως μία διαρκή απειλή προς τον πολιτισμό. Φαίνεται σαν να κινούμαστε πάνω σ’ ένα λεπτό φλοιό, ο οποίος σε κάθε στιγμή μπορεί να σχιστεί από τις υπόγειες δυνάμεις που κοιμούνται, ενώ από καιρό σε καιρό ένα υπόκωφο μουρμουρητό ή το αναπήδημα μιας φλόγας μας πληροφορούν για το τι συμβαίνει κάτω από τα πόδια μας. Πού και πού, ο πολιτισμένος κόσμος τρομάζει διαβάζοντας μια παράγραφο στην εφημερίδα, που αναφέρει ότι στη Σκωτία βρέθηκε ένα ομοίωμα γεμάτο καρφίτσες, το οποίο είχε σκοπό να σκοτώσει ένα μισητό λόρδο ή υπουργό, ή πως έκαψαν ζωντανή μια γυναίκα στην Ιρλανδία, γιατί τη θεωρούσαν μάγισσα, ή ότι στη Ρωσία δολοφονήθηκε με αποκεφαλισμό ένα κορίτσι, για να κατασκευάσουν κεριά από ανθρώπινο λίπος, που το φως τους χρησιμοποιούν οι κλέφτες τη νύχτα, για να μη τους βλέπουν. Αλλά τελικά θα επικρατήσουν είτε οι επιδράσεις που ευνοούν την εξέλιξη είτε αυτές που ανατρέπουν κάθε δημιουργία' αν η ωστική ενέργεια της μειονότητας των ανθρώπων ή το αρνητικό βάρος της πλειονότητας θα δείξει τη μεγαλύτερη δύναμη που θα μας οδηγήσει υψηλότερα ή θα μας βυθίσει στην άβυσσο είναι ερωτήσεις
87
περισσότερο γκχ το σοφό, τον ηθικολόγο και τον πολιτικό, του οποίου η αετήσια ματιά ερευνάει με προσοχή το μέλλον παρά για το σεμνό μελετητή του παρόντος και του παρελθόντος. Εδώ, στοχεύουμε μόνο να εξετάσουμε κατά πόσο ένα πιστεύω στη μαγεία με την ομοιομορφία, την παγκοσμιότητα και τη διάρκειά του, όταν συγκρίνεται με την ατέλειωτη ποικιλία και το μεταβλητό χαρακτήρα θρησκευτικών πεποιθήσεων, δημιουργεί την εικασία ότι το προηγούμενο αποτελεί μια σκληρότερη και παλιότερη φάση του ανθρώπινου μυαλού, δια μέσου του οποίου όλες οι ανθρώπινες φυλές έχουν περάσει ή περνούν στο δρόμο τους για τη θρησκεία και την επιστήμη.
Εάν λοιπόν η εποχή της θρησκείας, όπως τολμώ να υποθέσω, έχει έτσι παντού ακολουθήσει την εποχή της μαγείας, είναι φυσικό ν’ αναρωτηθούμε τι οδήγησε το ανθρώπινο γένος ή ένα μέρος του να εγκαταλείψει τη μαγεία και να στραφεί προς τη θρησκεία. Όταν αναλογιστούμε την πλειονότητα, την ποικιλία και τη σύνθεση των γεγονότων που πρόκειται να ερμηνευτούν και για τα οποία έχουμε ανεπαρκή πληροφόρηση, θα καταλάβουμε αμέσως ότι είναι δύσκολο να περιμένουμε μια πλήρη και ικανοποιητική λύση ενός τέτοιου προβλήματος και ότι το περισσότερο που μπορούμε να κάνουμε με την παρούσα κατάσταση της γνώσης μας είναι να διακινδυνεύσουμε ένα λιγότερο ή περισσότερο ικανοποιητικό συμπέρασμα. Τότε, με όλη την απαιτούμενη δυσπιστία, θα πρέπει να επισημάνω ότι η καθυστερημένη αναγνώριση της απάτης και της φτώχειας της μαγείας οδήγησε τα πιο φωτισμένα μυαλά της ανθρωπότητας ν’ αναζητήσουν μια πιο αληθινή θεωρία για τη φύση και μια πιο αποτελεσματική μέθοδο για να επιβάλουν τη θέλησή τους. Οι πιο έξυπνοι και διορατικοί πρέπει να αντιλή- φθηκαν έγκαιρα ότι οι μαγικές τελετές δεν έφερναν το ποθητό αποτέλεσμα, η πλειονότητα όμως των συνανθρώπων τους εξακολουθούσε να πιστεύει σ’ αυτές. Η σημαντική αυτή ανακάλυψη για την ανεπάρκεια της μαγείας πρέπει να δημιούργησε μια ριζική αν και, προφανώς, αργή επανάσταση στα μυαλά αυτών που είχαν την οξύνοια να την πραγματοποιήσουν. Έτσι οι άνθρωποι για πρώτη φορά κατάλαβαν την ανικανότητά τους να ρυθμίσουν για ευχαρίστησή τους ορισμένες φυσικές δυνάμεις, τις οποίες μέχρι τότε πίστευαν ότι ελέγχουν ολοκληρωτικά. Αυτό ήταν μια παραδοχή της ανθρώπινης άγνοιας και αδυναμίας. Ο άνθρωπος διαπίστωσε ότι θεωρούσε αιτίες αυτά που δεν ήταν στην πραγματικότητα αιτίες κι ότι όλες του οι προσπάθειες γΓ αυτές τις φανταστι
XX
κές αιτίες αποδείχτηκαν μάταιες. Ο κόπος του πήγε χαμένος, η ευφυΐα του σπαταλήθηκε άσκοπα. Τον τραβούσαν δίχτυα, στα οποία τίποτα δεν υπήρχε' βάδιζε, όπως νόμιζε, κατευθείαν στο σκοπό του, ενώ στην πραγματικότητα βημάτιζε σ’ ένα στενό κύκλο. Αυτά βέβαια, για τα οποία αγωνιζόταν τόσο σκληρά, δε σταμάτησαν να συμβαίνουν’ συνέχισαν να παράγονται, όχι όμως απ’ αυτόν. Η βροχή εξακολουθούσε να πέφτει στη διψασμένη γη, ο ήλιος και το φεγγάρι εξακολουθούσαν να κάνουν το ημερήσιο και το νυχτερινό αντίστοιχα ταξίδι τους κατά μήκος του ουρανού, ενώ οι εποχές διαδέχονταν στη γη, ήσυχα η μία την άλλη μέσα στο φως και στη σκιά, στο σύννεφο και στη λιακάδα. Οι άνθρωποι εξακολουθούσαν να γεννιούνται, να δουλεύουν, να λυπούνται και, μετά από μία προσωρινή διαμονή εδώ, να μαζεύονται στο μεταθανάτιο σπίτι των προγόνων τους. Όλα συνεχίζονταν κανονικά, όπως πρώτα, αλλά τώρα ο άνθρωπος τα έβλεπε κάτω από διαφορετικό πρίσμα. Δεν μπορούσε πια να έχει την ευχάριστη εντύπωση ότι ήταν αυτός που εξούσιαζε τη γη και τον ουρανό στην πορεία τους και είχε τη δύναμη να σταματήσει τις αλλαγές τους. Στο θάνατο των εχθρών και των φίλων του δεν έβλεπε πια την απόδειξη της ακαταμάχητης δύναμής του ή της δύναμης του εχθρού. Τώρα καταλάβαινε ότι η δύναμη των εχθρών και των φίλων, όπως και η δική του, υπέκυπτε σε μια άλλη πολύ μεγαλύτερη κι ότι όλα υπάκουαν σ’ ένα πεπρωμένο που αυτός δεν μπορούσε να ελέγξει.
Έτσι έκοψε τα παλιά σίγουρα παλαμάρια του κι έγινε έρμαιο μιας θάλασσας ταραγμένης από αμφιβολία κι αβεβαιότητα' η παλιά πεποίθηση στον εαυτό του και στις δυνάμεις του δοκιμάστηκε σκληρά' αυτός ο πρωτόγονος φιλόσοφος πρέπει να μπερδεύτηκε και να ταράχτηκε πολύ, ώσπου να φτάσει στην ηρεμία, όπως σ’ ένα ήσυχο λιμάνι μετά από ένα τρικυμισμένο ταξίδι, σ’ ένα νέο σύστημα πίστης και πρακτικής, το οποίο φαίνεται ότι πρόσφερε μια λύση στις ταραγμένες αμφιβολίες του κι ένα υποκατάστατο, οπωσδήποτε πρόσκαιρο, της κυριαρχίας του πάνω στη φύση, την οποία είχε ακούσια αρνηθεί. Εάν ο κόσμος συνέχιζε την πορεία του χωρίς τη βοήθειά του ή των συντρόφων του, αυτό θα έπρεπε να γίνεται γιατί υπήρχαν άλλα όντα, όπως αυτός, αλλά πιο δυνατά, που, αόρατα, διεύθυναν αυτή την πορεία και έλεγχαν τα ποικιλόμορφα γεγονότα τα οποία μέχρι τώρα πίστευε ότι ρυθμίζονταν από τη μαγεία του. Ήταν λοιπόν αυτά τα όντα, όπως πίστευε τώρα, κι όχι ο ίδιος, που έκαναν το δυνατό άνεμο να φυ
89
σάει, την αστραπή να λάμπει και τον κεραυνό να πέφτει' αυτά που έβαλαν τα θεμέλια της γερής γης, όρισαν σύνορα στην ανήσυχη θάλασσα, τα οποία δεν μπορούσε να περάσει, κι έκαναν όλα τα θαυμαστά φώτα του ουρανού να λάμπουν' αυτά που έδιναν στα πτηνά και στα άγρια ζώα της ερήμου την τροφή τους, που πρόσταζαν την καρποφόρα γη να παράγει σε αφθονία, τους υψηλούς λόφους να ντύνονται με δάση, τις ορμητικές πηγές να ξεχύνονται στην κοιλάδα και τα βοσκοτόπια να πρασινίζουν' κι ήταν αυτά που έδιναν πνοή στον άνθρωπο και τον έκαναν να ζει ή τον οδηγούσαν στην καταστροφή στέλνοντας πείνα, λοιμό και πόλεμο. Σ’ αυτά τα δυνατά όντα, που η επιρροή τους χαρακτήριζε όλη την πολύχρωμη και ποικιλόμορφη πορεία της φύσης, απευθυνόταν τώρα ο άνθρωπος ομολογώντας σεμνά την εξάρτησή του από την αόρατη δύναμή τους και ζητώντας την εύνοιά τους για να τον εφοδιάσουν με όλα τα καλά, να τον βοηθήσουν σε όλες τις περιπέτειες και τους κινδύνους από τους οποίους είναι περικυκλωμένη η θνητή μας ζωή και τελικά να οδηγήσουν το αθάνατο πνεύμα του, απαλλαγμένο από το βάρος του σώματος, σ’ ένα πιο ευτυχισμένο κόσμο, μακριά από τον πόνο και τη λύπη, όπου θα μπορούσε να ησυχάσει μαζί μ’ αυτά τα αόρατα όντα και με τα πνεύματα των καλών ανθρώπων σε παντοτινή ευτυχία και μακαριότητα.
Κάπως έτσι τα πιο δυνατά μυαλά θα συνέλαβαν την ιδέα της μεγάλης αλλαγής από τη μαγεία στη θρησκεία. Αλλά και σ’ αυτούς ακόμη τους ανθρώπους η αλλαγή δε θα ήταν ξαφνική' προφανώς προχωρούσε πολύ σιγά κι απαίτησε μακρύ διάστημα για την ολοκλήρωσή της. Η αναγνώριση της αδυναμίας του ανθρώπου να εξουσιάσει τη φύση σε μεγάλο βαθμό θα πρέπει να έγινε βαθμηδωτά. Δε θ’ απομακρύνθηκε αμέσως από όλη τη φανταστική κυριαρχία του, αλλά σκαλί σκαλί θα υποχώρησε από την αλαζονική του θέση' μέρα τη μέρα θα εγκατέλειψε με στεναγμό το έδαφος που κάποτε θεωρούσε δικό του. Άλλοτε θα ήταν ο άνεμος, άλλοτε η βροχή, άλλοτε η λιακάδα, άλλοτε η βροντή, που θα τον έκαναν να ομολογήσει την αδυναμία του για την πραγματοποίηση των επιθυμιών του. Και καθώς ο άνθρωπος έχανε το ένα μετά το άλλο τα σημεία επιβολής του στη φύση κι ένιωθε ακόμη πως ό,τι είχε φανεί κάποτε ως βασίλειό του τώρα τον έκανε να ζαρώνει φοβισμένα σε φυλακή, θα πρέπει να συγκλονιζόταν όλο και πιο βαθιά συνειδητοποιώντας την αδυναμία του και τη δύναμη των αόρατων όντων, από τα οποία πίστευε ότι ήταν περικυκλωμέ-
‘>0
νος. Η θρησκεία λοιπόν αρχίζοντας σαν απλή και μερική γνώση των δυνάμεων, που ήταν ανώτερες από τον άνθρωπο, οδηγεί, με την ανάπτυξη της γνώσης, το ανθρώπινο ον να ομολογήσει την πλήρη υποταγή του στο θείο' την παλιά, ελεύθερη συμπεριφορά του αντικατασταίνει η εξάρτησή του από τις αόρατες μυστηριακές δυνάμεις και η μεγάλη του αρετή είναι να υποτάξει τη θέλησή του σ’ αυτές: In la sua volontade e nostra pace. Αλλά αυτή η βαθιά έννοια της θρησκείας, αυτή η πλήρης υποταγή όλων των πραγμάτων στη θεϊκή βούληση επηρεάζει μόνο τους ευφυείς, οι οποίοι έχουν την ικανότητα ν’ αντιλαμβάνονται την απεραντοσύνη του σύμπαντος και τη μικρότητα του ανθρώπου' τα μικρά μυαλά δεν μπορούν να συλλάβουν μεγάλες ιδέες' στη ρηχή τους αντίληψη, στην κοντόφθαλμη όρασή τους, τίποτα δε φαίνεται πραγματικά μεγάλο κι ενδιαφέρον παρά μόνο ο εαυτός τους. Τέτοια μυαλά γενικά είναι δύσκολο να φτάσουν στο ύψος της θρησκείας. Αυτοί οι άνθρωποι είναι επηρεασμένοι από τους ανώτε- ρούς τους σε μια εξωτερική συμφωνία με τις αρχές της θρησκείας και σε μια επιφανειακή υποταγή στο δόγμα' αλλά μέσα τους εξακολουθούν να είναι προσκολλημένοι στις παλιές μαγικές προλήψεις, οι οποίες μπορεί ν’ αποδοκιμάστηκαν και ν’ απαγορεύτηκαν, παραμένουν όμως βαθιά ριζωμένες στη μεγάλη πλειονότητα του ανθρώπινου γένους παρά την επίδραση της θρησκείας.
Ο αναγνώστης βέβαια μπορεί δικαιολογημένα να ρωτήσει: γιατί οι ευφυείς άνθρωποι δεν αντιλήφθηκαν νωρίτερα την πλάνη της μαγείας; Πώς μπορούσαν να τρέφουν ακόμη ελπίδες που σίγουρα ήταν μάταιες; Με τι καρδιά εξακολουθούσαν να παίζουν παιχνίδια που δεν οδηγούσαν πουθενά και να μουρμουρίζουν ιερές φλυαρίες που δεν έφερναν κανένα αποτέλεσμα; Πώς έμεναν πιστοί σε αρχές που ήταν κατηγορηματικά αντίθετες με την προσωπική τους εμπειρία; Πώς επέμεναν να επαναλαμβάνουν πειράματα που συχνά είχαν αποτύχει; Η απάντηση φαίνεται νά είναι ότι η πλάνη δε γινόταν τόσο εύκολα αντιληπτή, η αποτυχία με κανένα τρόπο φανερή, αφού σε πολλές, ίσως στις περισσότερες, περιπτώσεις, το ποθητό αποτέλεσμα ακολουθούσε, μετά από ένα μεγάλο ή μικρό διάστημα, την ιεροτελεστία που προσπαθούσε να το δημιουργήσει κι ένα μυαλό ανώτερο από το κοινό μέτρο ήταν ανάγκη να παρατηρήσει ότι, ακόμη και σ’ αυτές τις περιπτώσεις, δεν ήταν η ιεροτελεστία η αιτία του γεγονότος. Μετά από μια τελετή με σκοπό να φυσήξει αέρας, να πέσει βροχή ή να πεθάνει ένας εχθρός, συμπτωματικά, αργά ή γρήγορα, αυτό θα γινόταν' μπο-
‘>1
ρούμι: λοιπόν να συγχωρήσουμε τον πρωτόγονο άνθρωπο για την πίστη του στη σύμπτωση ως άμεσο αποτέλεσμα και ως την καλύτερη δυνατή απόδειξη της επίδρασης της τελετής. Οι τελετουργίες επίσης που γίνονταν το πρωί για να βοηθήσουν στην ανατολή του ήλιου, κι αυτές που γίνονταν την άνοιξη, για να ξυπνήσει η γη από το χειμωνιάτικο ύπνο, φαίνεται ότι πετύχαιναν, τουλάχιστον στις εύκρατες ζώνες, γιατί σ’ αυτές τις περιοχές ο ήλιος ανατέλλει κάθε πρωί από την ανατολή και κάθε χρόνο η ανοιξιάτικη γη στολίζεται μ’ έναν καταπράσινο μανδύα. Ο πρακτικός λοιπόν βάρβαρος με τα συντηρητικά του ένστικτα έκανε πως δεν άκουγε τις πανουργίες του θεωρητικού αμφισβητία, του ριζοσπαστικού φιλοσόφου, ο οποίος ισχυριζόταν ότι η ανατολή του ήλιου καθώς και η άνοιξη δεν μπορούσαν να επηρεάζονται από συγκεκριμένες τελετές, ημερήσιες ή ετήσιες, και ότι ο ήλιος θα συνέχιζε να βγαίνει καθώς και τα δέντρα ν’ ανθίζουν, έστω κι αν οι τελετές έπαυαν για λίγο ή σταματούσαν τελείως. Αυτές τις σκεπτι- κιστικές αμφιβολίες τις απέκρουε ο άλλος με αγανάκτηση και περιφρόνηση, γιατί τις θεωρούσε σαν αέρινες ονειροφαντασίες, ανατρεπτικές της πίστης και διαψευσμένες από την πείρα. «Υπάρχει τίποτα πιο απλό, έλεγε, απ’ το ν’ ανάψω ένα φτηνό κερί στη γη και τότε ο ήλιος ν’ ανάψει τη μεγάλη του φωτιά στον ουρανό; Θα ήμουν ευχαριστημένος να ξέρω, αν εγώ ντυνόμουν στα πράσινα την άνοιξη, θα έκαναν και τα δέντρα μετά το ίδιο; Αυτά τα γεγονότα είναι γνωστά στον καθένα και σ’ αυτά εγώ στηρίζομαι. Είμαι ένας απλός πρακτικός, όχι ένας από τους θεωρητικούς σας, που ψιλολογούν και κομματιάζουν τη λογική. Οι θεωρίες και το θεωρητικό συμπέρασμα είναι καλά και μπορείτε να έχετε όσες αντιρρήσεις θέλετε, αρκεί να τις κρατάτε για τον εαυτό σας και να μην τις μεταφέρετε βέβαια στην καθημερινή πρακτική. Αλλά, για να ξέρω πού βρίσκομαι, πρέπει να μένω προσκολλημένος στα γεγονότα». Η πλάνη αυτής της αιτιολόγησης είναι για μας προφανής, γιατί συμβαίνει να ασχολούμαστε με γεγονότα που εδώ και πολύ καιρό έχουμε ξεκαθαρίσει στο μυαλό μας. Αλλά σε μια διαφωνία της ίδιας διαμέτρου πάνω σε γεγονότα που είναι ακόμη υπό συζήτηση, ένα Βρετανικό ακροατήριο θα έδινε δίκιο σ’ αυτόν που τα επιχειρήματά του θα φαίνονταν πιο σίγουρα, όχι, ίσως, ιδιαίτερα φωτεινά ή σκοτεινά, αλλά εντελώς κατανοητά και πρακτικά. Αν λοιπόν τέτοιου είδους επιχειρηματολογία μπορεί να πε- ράσει ανάμεσά μας, χρειάζεται ν’ αναρωτηθούμε πώς έπειθε τον πρωτόγονο άνθρωπο;
ι)2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
Ο ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΚΑΙΡΙΚΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΔΙΑ ΤΗΣ ΜΑΓΕΙΑΣ
1. Ο Δημόσιος Μάγος. Ο αναγνώστης μπορεί να θυμάται ότι βυθιστήκαμε στο λαβύρινθο της μαγείας από τη θεωρία των δύο διαφορετικών τύπων ημίθεου. Αυτό είναι το νήμα που οδήγησε τα δισταχτικά βήματά μας μέσω του λαβύρινθου προς τα έξω και μας έφερε τελικά σ’ ένα πιο υψηλό επίπεδο από όπου, αφού σταματήσαμε για λίγο, μπορούμε να δούμε πίσω μας το μονοπάτι που έχουμε κιόλας περάσει και μπροστά μας έναν πιο μεγάλο και δύσκολο δρόμο που έχουμε ακόμη να διαβούμε.
Συμπερασματικά λοιπόν οι δύο τύποι των ημίθεων μπορούν εύκολα να χωριστούν στους θρησκευτικούς και στους μαγικούς, αντίστοιχα. Στον πρώτο τύπο, ένα ον, διαφορετικό και ανώτερο από τον άνθρωπο, υποτίθεται ότι μπαίνει για κάποιο μεγαλύτερο ή μικρότερο χρονικό διάστημα σ’ ένα ανθρώπινο σώμα εκδηλώνοντας την υπερφυσική του δύναμη και γνώση με θαύματα και προφητείες δια μέσου του σώματος, στο οποίο καταδέχτηκε να κατοικήσει προσωρινά. Αυτός ο τύπος μπορεί με σιγουριά να ονομαστεί εμπνευσμένος ή ενσαρκωμένος ημίθεος και σ’ αυτή την περίπτωση το ανθρώπινο σώμα είναι απλά ένα εύθραυστο, γήινο δοχείο, γεμάτο με θεϊκό και αθάνατο πνεύμα. Από την άλλη μεριά, ένας ημίθεος του μαγικού είδους δεν είναι τίποτε άλλο, παρά ένας άνθρωπος, που διαθέτει σε ασυνήθιστα υψηλό βαθμό δυνάμεις, τις οποίες τα περισσότερα άτομα νομίζουν ότι έχουν, αλλά σε πιο μικρό βαθμό' γιατί στις πρωτόγονες κοινωνίες δεν υπάρχει σχεδόν κανείς που να μην ανακατεύεται με τη μαγεία. Επομένως,
‘>3
επειδή ένας ημίθεος του πρώτου ή του εμπνευσμένου τύπο») αντλεί τις θεϊκές του δυνάμεις από μια θεότητα, που διάλεξε να κρύψει την ουράνια ακτινοβολία της πίσω από ένα σκοτεινό προσωπείο γήινης λάσπης, ένας ημίθεος του δεύτερου τύπου αντλεί τις εξαιρετικές του δυνάμεις από μιαν ορισμένη σωματική συγγένεια με τη φύση. Δεν είναι απλά ο αποδέκτης ενός θείου πνεύματος. Όλη του η ύπαρξη, με την ψυχή και το σώμα, είναι τόσο τέλεια συγχρονισμένη με την αρμονία του κόσμου, ώστε ένα άγγιγμα του χεριού του ή μια στροφή του κεφαλιού του μπορούν να στείλουν κραδασμούς σε ολόκληρο το σύμπαν, ενώ, αντίθετα, ο θεϊκός οργανισμός του είναι πολύ ευαίσθητος σε τέτοιες λεπτές αλλαγές του περιβάλλοντος, οι οποίες θα άφηναν τους κοινούς θνητούς τελείως ανεπηρέαστους. Αλλά η γραμμή ανάμεσα στους δύο αυτούς τύπους του ημίθεου, την οποία μπορούμε να τραβήξουμε καθαρά στη θεωρία, είναι δύσκολο να χαραχτεί στην πράξη κι έτσι, σε ό,τι ακολουθήσει δε θα επιμείνω πάνω σ’ αυτό το θέμα.
Παρατηρήσαμε ότι η τέχνη της μαγείας στην πρακτική μπορεί να εφαρμοστεί για το καλό είτε μονωμένων ατόμων είτε ολόκληρης της κοινότητας και σύμφωνα με την κατεύθυνσή της στο ένα ή στο άλλο απ’ αυτά τα δύο αντικείμενα μπορεί να πάρει το όνομα ιδιωτική ή δημόσια μαγεία. Έχω επίσης επισημάνει ότι ο δημόσιος μάγος κατέχει μία θέση μεγάλης επιρροής, από την οποία, αν είναι συνετός και ικανός άνθρωπος, μπορεί να προχωρήσει βήμα με βήμα στο αξίωμα του αρχηγού ή βασιλιά. Έτσι, μια μελέτη της δημόσιας μαγείας οδηγεί σε μια εξήγηση της βασιλείας κατά τους παλιούς χρόνους, αφού στην άγρια και βάρβαρη κοινωνία πολλοί αρχηγοί και βασιλιάδες φαίνεται να χρεω- στούν, σε μεγάλο βαθμό, την εξουσία τους στην εκτίμηση που είχαν ως μάγοι.
Μεταξύ των αντικειμένων δημόσιας χρήσης, που η μαγεία με την εφαρμογή της προσπαθεί να εξασφαλίσει, το πιο βασικό είναι η επάρκεια τροφής. Τα παραδείγματα που αναφέρθηκαν στις προηγούμενες σελίδες φανερώνουν ότι οι προμηθευτές τροφής - ο κυνηγός, ο ψαράς, ο αγρότης- όλοι καταφεύγουν σε μαγικά, για να επιτύχουν τους ποικίλους σκοπούς τους' αλλά ενεργούν μόνο (ος μονωμένα άτομα για το καλό το δικό τους και των οικογενειών τους, παρά ως δημόσιοι λειτουργοί για το καλό όλης της κοινότητας. Είναι λοιπόν διαφορετικά, όταν οι ιεροτελεστίες γίνονται όχι από τους κυνηγούς, τους ψαράδες, τους αγρότες, αλλά από επαγγελματίες μάγους για το γενικό συμφέρον. Στην πρωτόγονη
94
κοινωνία όμως, όπου η ομοιομορφία της απασχόλησης είναι κανόνας και ο διαχωρισμός σε ποικίλες τάξεις εργατών δεν έχει γίνει ακόμη αισθητός, κάθε άντρας, λίγο πολύ, είναι μάγος για τον εαυτό του' κάνει μαγικά για το καλό το δικό του και για το κακό των εχθρών του. Ένα μεγάλο βήμα όμως προς τα εμπρός σημειώθηκε, όταν δημιουργήθηκε η ιδιαίτερη τάξη των μάγων' όταν δηλαδή ξεχώρισε ένας αριθμός αντρών με ξεκάθαρο σκοπό να χρησιμοποιούν τις ικανότητές τους για όφελος όλης της κοινότητας, εφόσον αυτές απέβλεπαν στη θεραπεία ασθενειών, στην πρόγνωση του μέλλοντος, στη ρύθμιση του καιρού ή σε κάθε αντικείμενο γενικής χρησιμότητας. Η αδυναμία των μέσων, που χρησιμοποιούσαν οι περισσότεροι από αυτούς τους πρακτικούς για να ολοκληρώσουν το σκοπό τους, δεν πρέπει να μας εμποδίσει να δούμε την τεράστια σπουδαιότητα του θεσμού. Εδώ υπάρχει ένα σώμα ανθρώπων, που έφτασε τελικά στις ανώτερες βαθμίδες της κοινωνίας των αγρίων από τη σκληρή ανάγκη να κερδίσει την τροφή του. Σ’ αυτή τη μερίδα ανθρώπων, οι άλλοι όχι μόνο επέτρεψαν, αλλά κι έδωσαν θάρρος να ερευνήσει τους μυστικούς δρόμους της φύσης περιμένοντας τ’ αποτελέσματα. Ήταν λοιπόν καθήκον και συμφέρον αυτών των αντρών να γνωρίζουν περισσότερα από τους συνανθρώπους τους, να γνωρίζουν οτιδήποτε θα μπορούσε να βοηθήσει τον άνθρωπο στη δύσκολη πάλη του με τη φύση, οτιδήποτε θα μπορούσε να καταπραΰνει τους πόνους του και να παρατείνει τη ζωή του. Οι ιδιότητες των φαρμάκων και των ορυκτών, τα αίτια της βροχής και της ξηρασίας, του κεραυνού και της αστραπής, η αλλαγή των εποχών, οι φάσεις του φεγγαριού, τα ημερήσια και ετήσια ταξίδια του ήλιου, οι κινήσεις των άστρων, το μυστήριο της ζωής και του θανάτου, όλα αυτά πρέπει να διέγειραν το θαυμασμό των πρώτων αυτών φιλοσόφων και να τους ώθησαν να βρουν λύσεις σε προβλήματα, που, αναμφίβολα, συχνά απασχολούσαν την προσοχή τους εξαιτίας των ενοχλητικών απαιτήσεων των πελατών τους, οι οποίοι περίμεναν απ’ αυτούς όχι απλά να καταλάβουν, αλλά και να ρυθμίσουν τη μεγάλη πορεία της φύσης για το καλό του ανθρώπου. Το γεγονός ότι οι πρώτες τους διώξεις απέτυχαν δεν μπόρεσε να βοηθήσει. Η αργή και ατέλειωτη προσέγγιση στην αλήθεια αποτελείται από υποθέσεις που σχηματίζονται και εξετάζονται συνεχώς κι απ’ αυτές άλλες γίνονται δεκτές, γιατί ταιριάζουν τη στιγμή εκείνη, κι άλλες απορρίπτονται. Οι απόψεις για τα φυσικά αίτια που υποστήριζαν οι μάγοι φαίνονται οπωσδήποτε σ’ εμάς ψεύτικες και
παράλογες, για την εποχή τους όμως ήταν σωστές υποθέσεις, αν και δεν είχαν ακόμη περάσει από τον έλεγχο της πείρας. Το έπαθλο βέβαια της γελοιότητας και της κατηγορίας ανήκει όχι σ’ εκείνους που επινόησαν αυτές τις πρωτόγονες θεωρίες, αλλά σ’ εκείνους που παρέμειναν πεισματικά προσκολλημένοι σ’ αυτές, ενώ είχαν βρεθεί άλλες καλύτερες. Είναι σίγουρο ότι ποτέ άλλοτε άνθρωποι δεν είχαν πιο δυνατά κίνητρα για την επιδίωξη της αλήθειας παρά αυτοί οι μάγοι. Κάποια επίδειξη των γνώσεών τους ήταν απόλυτα απαραίτητη για να υποστηρίξουν τις απόψεις τους' ένα μοναδικό λάθος που θα φανερωνόταν, ίσως να τους στοίχιζε τη ζωή. Αυτό, χωρίς αμφιβολία, τους οδήγησε να εξαπατούν, για να καλύπτουν την άγνοιά τους' αλλά αυτό το ίδιο πάλι τους έδωσε το πιο δυνατό κίνητρο, για ν’ αντικαταστήσουν την ψεύτικη γνώση με την αληθινή, γιατί, αν θέλει κανείς να φαίνεται ότι γνωρίζει κάτι, ο καλύτερος τρόπος είναι να το γνωρίσει πραγματικά. Ενώ όμως δίκαια μπορούμε ν’ απορρίψουμε τις υπερβολικές φιλοδοξίες των μάγων και να καταδικάσουμε την απάτη που διέπραξαν στο ανθρώπινο γένος, από την άλλη διαπιστώνουμε ότι ο αρχικός θεσμός αυτής της τάξης των ανθρώπων προκάλεσε ένα ανυπολόγιστο καλό στην ανθρωπότητα. Αυτοί ήταν οι άμεσοι πρόγονοι όχι μόνο των γιατρών και των χειρούργων μας, αλλά και των ερευνητών και εξερευνητών μας σε κάθε κλάδο της φυσικής επιστήμης. Αυτοί άρχισαν το έργο, που οι διάδοχοί τους ολοκλήρωσαν ένδοξα και ευεργετικά, μετά από αιώνες' και αν λοιπόν το ξεκίνημα εκείνο ήταν φτωχό και αδύνατο, αυτό πρέπει να καταλογιστεί στις αναπόφευκτες δυσκολίες που περιστοίχιζαν το μονοπάτι της γνώσης παρά στη φυσική ανικανότητα ή στην εκούσια απάτη των αντρών εκείνων.
2. Ο Έλεγχος της Βροχής δια της Μαγείας. Το σπουδαιότερο από τα πράγματα που κάνει ο δημόσιος μάγος για το καλό της φυλής είναι να ελέγχει τον καιρό και ιδιαίτερα να εξασφαλίζει επαρκή πτώση βροχής. Το νερό είναι πολύ βασικό στοιχείο για τη ζωή και στις περισσότερες χώρες η παροχή του ρυθμίζεται από τις βροχοπτώσεις. Χωρίς βροχή η βλάστηση μαραίνεται, τα ζ(όα και οι άνθρωποι φθίνουν και πεθαίνουν. Γι’ αυτό στις πρωτόγονες κοινωνίες ο βροχοποιός είναι μία σπουδαία προσωπικότητα' συχνά μάλιστα υπάρχει ιδιαίτερη τάξη μάγων, για να κανονίζει την παροχή ουράνιου νερού και οι μέθοδοι που χρησιμοποιούν, για ν’ ασκήσουν τα καθήκοντά τους, βασίζονται συνήθως στην αρχή της ομοιοπαθητικής ή μιμητικής μαγείας. Κάν θέλουν
%
να προκαλέσουν βροχή, μιμούνται αυτή ραντίζοντας μι: νερό ή παρασταίνοντας τα σύννεφα, ενώ, αν θέλουν να σταματήσουν τη βροχή και να φέρουν ξηρασία, αποφεύγουν το νερό και καταφεύγουν στη θερμότητα και στη φωτιά για να στεγνώσουν την υγρασία. Παρόμοιες προσπάθειες δεν περιορίζονται, όπως ίσως φαντάζεται ο καλλιεργημένος αναγνώστης, μόνο στους γυμνούς ιθαγενείς των θερμών χωρών, όπως είναι η Κεντρική Αυστραλία και μερικά μέρη της Ανατολικής και Νότιας Αφρικής, όπου συχνά για ολόκληρους μήνες ο ανελέητος ήλιος χτυπάει από ένα γαλάζιο και ασυννέφιαστο ουρανό πάνω στην καψαλισμένη και σχισμένη γη, αλλά είναι ή τείνουν να είναι και στους πολιτισμένους λαούς της Ευρώπης με το υγρό κλίμα. Έτσι τώρα θ’ απεικονίσω αυτά με παραδείγματα από τη δημόσια και ιδιωτική μαγεία.
Σ’ ένα χωριό λοιπόν, κοντά στην πόλη Ντόρπατ της Ρωσίας, όταν ήθελαν πολύ να βρέξει, τρεις άντρες συνήθιζαν να σκαρφαλώνουν στα έλατα ενός παλιού ιερού άλσους. Ο ένας απ’ αυτούς χτυπούσε έναν κάδο ή ένα μικρό βαρέλι με σφυρί, για να μιμηθεί τον κεραυνό' ο δεύτερος χτυπούσε δύο δαδιά μεταξύ τους κι έκανε τις φλόγες να πετούν για να μιμηθεί την αστραπή, ενώ ο τρίτος, τον οποίο ονόμαζαν «βροχοποιό», είχε μια δέσμη κλωνάρια, που τα βουτούσε σ’ ένα δοχείο με νερό και ράντιζε τριγύρω. Για να βάλουν επίσης τέλος στην ξηρασία και να φέρουν βροχή, γυναίκες και κορίτσια του χωριού Πλόσκα συνήθιζαν να πηγαίνουν τη νύχτα γυμνές στα σύνορα του χωριού κι εκεί να χύνουν στο έδαφος νερό. Στο μεγάλο νησί Αλμαχέρα ή Τζιλόλο, δυτικά της Νέας Γουινέας, ένας μάγος προκαλεί βροχή βυθίζοντας το κλαδί ενός συγκεκριμένου δέντρου σε νερό και σκορπίζοντας την υγρασία απο το βρεγμένο κλωνάρι πάνω στη γη. Στη Νέα Βρετανία ο βρο- χοποιός τυλίγει μερικά φύλλα ερπυστικού φυτού με κόκκινες και πράσινες ραβδώσεις σε μια μπανανόφλουδα, νοτίζει το δέμα με νερό και το θάβει' μετά μιμείται με το στόμα του το πιτσίλισμα της βροχής. Στους Ινδιάνους Ομάχα της Βόρειας Αμερικής, όταν το σιτάρι αρχίζει να μαραίνεται από την έλλειψη βροχής, τα μέλη της ιερής Κοινωνίας Μπούφαλο γεμίζουν ένα μεγάλο δοχείο με νερό και χορεύουν τέσσερις φορές γύρω του. Μετά ένας απ’ αυτούς πίνει λίγο νερό και το φτύνει στον αέρα σχηματίζοντας λεπτό αφρό σε απομίμηση ομίχλης ή ψιχάλας. Έπειτα αναποδογυρίζει το δοχείο χύνοντας έτσι το νερό στο έδαφος' τότε οι χορευτές πέφτουν κάτω και πίνουν νερό λασπώνοντας συνάμα τα πρόσωπά τους. Ί'κλικιί ραντίζουν στον αέρα σχηματίζοντας μια λκ-
‘>7
πτή ομίχλη. Με αυτό τον τρόπο σώζεται το σιτάρι. Την άνοιξη οι Natchez της Βόρειας Αμερικής συνήθιζαν να συγκεντρώνονται, για να ζητήσουν από τους μάγους ευνοϊκό καιρό για τη σοδειά τους. Εάν είχαν ανάγκη από βροχή, οι μάγοι νήστευαν και χόρευαν έχοντας στο στόμα τους πίπες γεμάτες νερό. Οι πίπες αυτές ήταν διάτρητες, όπως είναι το στόμιο σ’ ένα ποτιστήρι και μέσα από τις τρύπες ο βροχοποιός φύσαγε νερό προς το μέρος εκείνο του ουρανού, όπου είχαν μαζευτεί τα πιο βαριά σύννεφα. Αν όμως ζητούσαν καλοκαιρία, ο μάγος σκαρφάλωνε στη στέγη της καλύβας του και με απλωμένα χέρια φυσούσε με όλη του τη δύναμη κάνοντας νόημα στα σύννεφα ν’ απομακρυνθούν. Στην Κεντρική Angoniland πάλι, όταν δε βρέχει την κατάλληλη εποχή, οι άνθρωποι επισκευάζουν αυτό που λέγεται ναός της βροχής. Καθαρίζουν τον τόπο από τα χορτάρια και ο αρχηγός χύνει μπύρα σ’ ένα δοχείο, που θάβεται στη γη, ενώ λέει: «Chauta, Κύριέ μας, έχεις οκληρύνει την καρδιά σου απέναντι μας, τι θέλεις να κάνουμε; Πραγματικά πρέπει να χαθούμε. Στείλε στα τέκνα σου βροχή, εκεί είναι η μπύρα που σου δώσαμε». Τότε όλοι πίνουν από την μπύρα που έμεινε, ακόμη και τα παιδιά. Μετά παίρνουν κλαδιά από τα δέντρα και χορεύουν τραγουδώντας, για να βρέξει. Όταν επιστρέφουν στο χωριό, βρίσκουν στο κατώφλι ενός σπιτιού ένα δοχείο με νερό, το οποίο έχει αφήσει μια γριά’ βυθίζουν σ’ αυτό τα κλαδιά τους, τα σηκώνουν ψηλά και κουνώντας τα σκορπίζουν τις σταγόνες στον αέρα. Μετά απ’ αυτό είναι βέβαιο ότι η βροχή θα έλθει μέσα σε βαριά σύννεφα. Σ’ αυτές τις πρακτικές βλέπουμε ένα συνδυασμό θρησκείας και μαγείας' γιατί το ράντισμα με τα κλαδιά είναι μια καθαρά μαγική τελετή, αλλά η προσευχή για τη βροχή και η προσφορά της μπύρας είναι καθαρά θρησκευτικές ιεροτελεστίες. Στη φυλή Mara της Βόρειας Αυστραλίας ο βροχοποιός πηγαίνει σε μια μικρή λίμνη και τραγουδάει πάνω απ’ αυτή το μαγικό του τραγούδι. Μετά παίρνει λίγο νερό στις χούφτες του, το ρουφάει και στη συνέχεια το φτύνει σε διάφορες κατευθύνσεις. Έπειτα ρίχνει νερό σε όλο του το σώμα, τινάζεται και επιστρέφει ήσυχος πια στον καταυλισμό, πιστεύοντας ότι σε λίγο θα βρέξει. Οι Άραβας ιστορικός Makrizi περιγράφει μια μέθοδο για να σταματήσει η βροχή, η οποία, όπως αναφέρουν, σώζεται στους νομάδες Alqamar στο Hadramaut. Έκοβαν δηλαδή το κλαδί ενός ορισμένου δέντρου της ερήμου, το άναβαν και μετά ράντιζαν μι: νερό το κλαδί που καιγόταν. Ύστερα απ’ αυτό η ορμή της βροχής μετριαζόταν, όπως ακριβώς το νερό, το οποίο
9Χ
έπεφτε πάνο) στον πυραχτωμένο δαυλό. Μερικές φυλές των Ανατολικών Angamis του Μάνιπουρ λένε ότι κάνουν μια παρόμοια τελετή με σκοπό να φέρουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Εδώ ο αρχηγός τοποθετεί έναν αναμμένο δαυλό στον τάφο κάποιου που κάηκε και σβήνει το δαυλό με νερό, ενώ προσεύχεται να βρέξει. Σ’ αυτή την περίπτωση το σβήσιμο της φωτιάς με νερό, που είναι μια μίμηση βροχής, δυναμώνει από την επίδραση του πεθαμένου, ο οποίος, επειδή κάηκε, είναι φυσικό να περιμένει τη βροχή, για να δροσίσει το καψαλισμένο του κορμί και να καταπραΰνει τους πόνους του.
Εκτός όμως από τους Άραβες και άλλοι λαοί έχουν χρησιμοποιήσει τη φωτιά ως μέσο, για να σταματήσουν τη βροχή. Έτσι, οι Sulka της Νέας Βρετανίας πυραχτώνουν πέτρες και μετά τις βάζουν κάτω από τη βροχή ή πετάνε στον αέρα καυτή στάχτη. Με αυτό τον τρόπο πιστεύουν ότι σύντομα θα σταματήσει να βρέχει, γιατί στη βροχή δεν αρέσει να καίγεται από καυτές πέτρες ή στάχτες. Οι Telugus στέλνουν ένα μικρό κορίτσι γυμνό έξω στη βροχή μ’ ένα πυραχτωμένο ξύλο στο χέρι, το οποίο δείχνει στη βροχή’ κι αυτό υποτίθεται ότι είναι ένας τρόπος για να σταματήσει να βρέχει. Στο Port Stephens της Νέας Νότιας Ουαλίας οι μάγοι συνήθιζαν ν’ απομακρύνουν τη βροχή πετώντας στον αέρα πυραχτωμένα ραβδιά, ενώ συγχρόνως φύσαγαν και φώναζαν. Κάθε μέλος της φυλής Anula στη Βόρεια Αυστραλία μπορεί να σταματήσει τη βροχή θερμαίνοντας απλά μια πράσινη βέργα και μαστιγώνοντας με αυτή τον αέρα.
Σε καιρό μεγάλης ξηρασίας οι Dieri της Κεντρικής Αυστραλίας θρηνούν δυνατά τη φτώχεια και την πείνα τους καλώντας τα πνεύματα των μακρινών προγόνων τους, που ονομάζουν Mura- muras, να τους δώσουν τη δύναμη να φέρουν βροχοπτώσεις, γιατί πιστεύουν ότι τα σύννεφα είναι σώματα, όπου μέσα τους μαζεύεται η βροχή με τις τελετές τις δικές τους ή των γειτονικών φυλών δια μέσου όμως των Mura-muras. Ο τρόπος που χρησιμοποιούν, για να πάρουν τη βροχή από τα σύννεφα, είναι ο ακόλουθος: σκάβουν ένα λάκκο δώδεκα πόδια βάθος και οχτώ με δέκα πόδια φάρδος και πάνω του κατασκευάζουν από κορμούς και κλαδιά δέντρων μια καλύβα σε σχήμα κώνου. Στη συνέχεια ένας γέρος με υψηλό αξίωμα τρυπά μ’ ένα μυτερό πυρόλιθο και ματώνει δύο μάγους, οι οποίοι υποτίθεται ότι έχουν πάρει κάποια ειδική έμπνευση από τους Muras-muras και το αίμα τους στάζοντας κάτω από τους αγκώνες τους πέφτει πάνω στους άντρες που είναι συνω-
σχισμένοι μέσα στην καλύβα. Συγχρόνως οι δύο άντρες που αι- μορραγούν πετάνε χούφτες χώμα τριγύρω, από το οποίο άλλο κολλάει πάνω στο σώμα των συντρόφων τους, εκεί που υπάρχουν πιτσίλες από αίμα, και άλλο πλανιέται στον αέρα πιστεύοντας ότι το αίμα αντιπροσωπεύει τη βροχή, ενώ το χώμα τα σύννεφα. Στη διάρκεια της τελετής τοποθετούνται δύο μεγάλες πέτρες στη μέση της καλύβας, για να συγκεντρώσουν τα σύννεφα και να προαναγγείλουν τη βροχή. Τότε οι ματωμένοι μάγοι μεταφέρουν τις δύο πέτρες δέκα με δεκαπέντε μίλια μακριά και τις βάζουν όσο μπορούν πιο ψηλά, στο πιο ψηλό δέντρο, ενώ οι υπόλοιποι μαζεύουν γύψο, τον τρίβουν καλά και τον πετάνε μέσα σ’ ένα λάκκο με νερό. Αυτό το βλέπουν οι Mura-muras και αμέσως ο ουρανός γεμίζει σύννεφα. Τελικά οι άντρες, μικροί και μεγάλοι, περικυκλώνουν την καλύβα και σκύβοντας τη χτυπούν με τα κεφάλια τους, που τα χρησιμοποιούν σαν έμβολα. Έτσι πιέζοντας διαπερνούν την καλύβα και βγαίνουν από την άλλη μεριά επαναλαμβάνοντας αυτή τη διαδικασία μέχρι να κατεδαφιστεί η καλύβα. Σ’ αυτό τους το έργο απαγορεύεται να χρησιμοποιήσουν τα χέρια τους, αλλά όταν παραμείνουν χοντροί κορμοί, επιτρέπεται να τους τραβήξουν με τα χέρια. «Όταν διαπερνούν την καλύβα με τα κεφάλια τους, σημαίνει ότι διαπερνούν τα σύννεφα, ενώ η πτώση της καλύβας συμβολίζει τις βροχοπτώσεις». Είναι επίσης φανερό ότι η τοποθέτηση πολύ ψηλά στα δέντρα των δύο μεγάλων λίθων, που αντιπροσωπεύουν τα σύννεφα, είναι ένας τρόπος για να κάνουν τα πραγματικά σύννεφα ν’ ανεβούν ψηλά στον ουρανό. Οι Dieri, πάλι, πιστεύουν ότι η μεμβράνη από την περιτομή των νεαρών διαθέτει μεγάλη δύναμη για να φέρει βροχή. Γι’ αυτό το Μεγάλο Συμβούλιο της φυλής έχει πάντοτε στη διάθεσή του ένα μικρό αριθμό από μεμβράνες έτοιμες για χρήση, που φυλάγονται προσεχτικά, τυλιγμένες σε φτερά, μαζί με το λίπος άγριου σκύλου και τοπικού φιδιού. Η γυναίκα σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται να δει ν’ ανοίγεται αυτό το δέμα. Με το τέλος της τελετής η μεμβράνη θάβεται, γιατί η δύναμή της έχει εξαντληθεί. Αφού πέσει βροχή, μερικοί άντρες της φυλής υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση, κατά την οποία κόβεται δέρμα από το στήθος και τα μπράτσα τους μ’ ένα μυτερό πυρόλιθο. Τότε χτυπάνε ελαφρά την πληγή μ’ ένα πλατύ ξύλο, για ν’ αυξήσουν τη ροή του αίματος και στη συνέχεια τρίβουν πάνω της κόκκινη ώχρα. Έτσι δημιουρ- γούνται πληγές. Ο λόγος που προβάλλουν οι ιθαγενείς γι’ αυτή την πρακτική είναι ότι με τον τρόπο αυτό εκφράζουν τις ευχαρι
100
στίες τους στη βροχή και ότι υπάρχει σχέση μεταξύ της βροχής και των πληγών. Η εγχείρηση, προφανώς, δεν είναι οδυνηρή, γιατί κατά τη διάρκειά της ο ασθενής γελάει και αστειεύεται, ενώ τα μικρά παιδιά συνωστίζονται γύρω του και περιμένουν υπομονετικά τη σειρά τους. Μετά την επέμβαση τρέχουν μακριά και τραγουδώντας προβάλλουν τα μικρά τους στήθη για να πέσει πάνω τους. η βροχή. Την επόμενη όμως μέρα δε φαίνονται και τόσο ευχαριστημένοι, γιατί οι πληγές τους έχουν σκληρύνει και πονούν. Στην Ιάβα όταν ζητάνε να βρέξει, μερικές φορές, δυο άντρες χτυπιούνται μ’ ευλύγιστα ραβδιά, μέχρι ν’ αρχίσει το αίμα να κυλάει στην πλάτη τους. Το αίμα αυτό που ρέει αντιπροσωπεύει τη βροχή και, χωρίς αμφιβολία, πιστεύουν ότι με αυτό τον τρόπο θα την κάνουν να πέσει στη γη. Οι άνθρωποι του Egghiou, μιας περιοχής της Αβησσυνίας, συνήθιζαν να δίνουν αιματηρές μάχες ο ένας με τον άλλο, χωριό με χωριό, για μια βδομάδα κάθε Γενάρη, για να προκαλέσουν βροχοπτώσεις. Πριν όμως από μερικά χρόνια ο αυτοκράτορας Μενελίκ απαγόρευσε το έθιμο' αλλά τον επόμενο χρόνο η βροχή ήταν ανεπαρκής και η λαϊκή κατακραυγή τόσο μεγάλη, που ανάγκασε τον αυτοκράτορα να υποχωρήσει. Επέτρεψε λοιπόν να ξαναρχίσουν οι αιματηρές μάχες, αλλά να γίνονται μόνο δύο μέρες το χρόνο. Ο συγγραφέας, που μας αναφέρει αυτό το έθιμο, θεωρεί ότι σ’ αυτές τις περιπτώσεις το αίμα που χύνεται αποτελεί ένα είδυς εξευμενιστικής θυσίας προς τα πνεύματα που ελέγχουν τη βροχή' ίσως όμως, όπως στην Αυστραλία και στην Ιάβα, αυτές οι τελετές να είναι μια μίμηση της βροχής. Οι προφήτες επίσης του Βάαλ, όταν ήθελαν να προξενήσουν βροχή, κόβονταν με μαχαίρι, μέχρι ν’ αρχίσει να τρέχει αίμα και είναι πιθανό η πράξη αυτή να βασίζεται στην ίδια αρχή.
Υπάρχει μια πλατιά πίστη, ότι τα δίδυμα παιδιά ασκούν μαγική δύναμη πάνω στη φύση και ιδιαίτερα στη βροχή και στον καιρό. Αυτή η περίεργη πρόληψη επικρατεί κυρίως ανάμεσα στους Ινδιάνους της Βρετανικής Κολομβίας και συχνά τους έχει οδηγήσει να επιβάλουν ορισμένους ασυνήθιστους περιορισμούς ή ταμπού στους γονείς των διδύμων, αν και η ακριβής έννοια αυτών των περιορισμών είναι γενικά σκοτεινή. Οι Ινδιάνοι λοιπόν Tsimshian της Βρετανικής Κολομβίας πιστεύουν ότι οι δίδυμοι ελέγχουν τον καιρό, γι’ αυτό προσεύχονται στον άνεμο και στη βροχή λέγοντας τα εξής: «Ηρέμησε, ανάπνευσε από τους διδύμους». Πιστεύουν επίσης ότι πάντοτε εκπληρώνονται οι επιθυμίες των διδύμων κι όλοι τους φοβούνται, γιατί μπορούν να βλάψουν
ΙΟΙ
τον άνθρωπο που μισούν και ακόμη να προσελκύσουν το σολομό και το ψάρι olachen ή candle-fish κι έτσι είναι γνωστοί με το όνομα που σημαίνει «δημιουργοί αφθονίας». Κατά τη γνώμη των Ινδιάνων Kwakintl της Βρετανικής Κολομβίας, οι δίδυμοι αποτε- λούν μεταμόρφωση του σολομού, γι’ αυτόν το λόγο ίσως δεν πλησιάζουν το νερό από φόβο μήπως ξαναγίνουν ψάρια. Στην παιδική τους ηλικία μπορούν να καλέσουν τον άνεμο με κινήσεις των χεριών τους και μπορούν να φέρουν καλό ή κακό καιρό, ενώ κουνώντας ένα μεγάλο ξύλινο κρόταλο μπορούν να θεραπεύσουν ασθένειες. Οι Ινδιάνοι Nootka, επίσης της Βρετανικής Κολομβίας, πιστεύουν ότι οι δίδυμοι έχουν κάποια σχέση με τους σολομούς, γι’ αυτό ίσως οι δίδυμοί τους δεν πιάνουν σολομό και δεν τρώνε ή δεν αγγίζουν το φρέσκο ψάρι. Αυτοί έχουν τη δύναμη να προκαλέσουν καλοκαιρία ή κακοκαιρία, καθώς και βροχή, βάφοντας τα πρόσωπά τους μαύρα και ξεπλένοντάς τα’ αυτό αντιπροσωπεύει ίσως τη βροχή που πέφτει από τα μαύρα σύννεφα. Οι Ινδιάνοι Shuswap, όπως και οι Τόμσον, συνδέουν τους διδύμους με την γκρίζα αρκούδα και τους ονομάζουν «νεαρές γκρίζες αρκούδες». Σύμφωνα με αυτούς, οι δίδυμοι είναι προικισμένοι με υπερφυσικές δυνάμεις σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Ιδιαίτερα μάλιστα μπορούν να φέρουν καλοκαιρία ή κακοκαιρία. Παράγουν βροχή ρίχνοντας νερό από ένα κοφίνι στον αέρα, φέρνουν καλοκαιρία κουνώντας ένα μικρό πλατύ κομμάτι ξύλου, που είναι δεμένο με σπάγγο σ’ ένα μπαστούνι, και σηκώνουν καταιγίδα στρώνοντας κάτω κλαδιά από έλατα.
Οι Baronga, μια φυλή των νέγρων Μπαντού που ζουν στις ακτές Delagoa Bay της Νοτιο-ανατολικής Αφρικής, αποδίνουν στους διδύμους τις ίδιες δυνάμεις επιρροής στις καιρικές συνθήκες. Έτσι, ονομάζουν Tilo, που σημαίνει ουρανός, τη μητέρα των διδύμων και τα δίδυμα, παιδιά του ουρανού. Όταν το Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο, που θεωρούνται βροχεροί μήνες, δε βρέξει και αυτοί απειλούνται από την ξηρασία και την πείνα, ενώ όλη η φύση, που επί έξι μήνες καιγόταν και καψαλιζόταν από έναν καυτό ήλιο πάνω σ’ έναν ξάστερο ουρανό, περιμένει διψασμένη την ποθητή ανοιξιάτικη βροχή της Νότιας Αφρικής, οι γυναίκες κάνουν τελετές, για να φέρουν τη μακρινή βροχή στην ξεραμένη γη. Έτσι γυμνώνονται εντελώς και φοράνε ζώνες και καλύμματα κεφαλιού από χόρτα ή κοντά μισοφόρια από τα φύλλα ενός ιδιαίτερου είδους ερπυστικού φυτού. Ντυμένες με τον τρόπο αυτό βγάζουν παράξενες κραυγές και τραγουδούν άσεμνα τραγούδια, ενώ τριγυ-
102
ρίζυυν από τη μία πηγή στην άλλη, τις οποίες και καθαρίζουν από τις λάσπες και τις ακαθαρσίες, που έχουν μαζευτεί σ’ αυτές. Οι πηγές μπορεί να ειπωθεί ότι είναι απλά τρύπες στην άμμο, όπου υπάρχει λίγο στάσιμο, θολό και ανθυγιεινό νερό. Οι γυναίκες πρέπει επίσης να επισκευάσουν το σπίτι μιας από τις κουμπάρες τους που γέννησε δίδυμα και να καταβρέξουν την ίδια με νερό, το οποίο φέρνουν μέσα σε μικρές κανάτες. Στη συνέχεια προχωρούν τραγουδώντας με διαπεραστικές φωνές τα αυτοσχέδια τραγούδια τους και χορεύοντας άσεμνα. Κανένας άντρας δεν επιτρέπεται να δει τις γυναίκες αυτές κατά τη διάρκεια της τελετής κι αν κατά τύχη συναντήσουν κάποιον, τον ξυλοκοπούν και τον σπρώχνουν στο πλάι. Αφού καθαρίσουν τις πηγές, πρέπει να πάνε στο ιερό άλσος και να ρίξουν νερό στους τάφους των προγόνων τους, ενώ πολλές φορές συμβαίνει έπειτα από διαταγή του μάγου να πάνε και να ρίξουν νερό στους τάφους των διδύμων, γιατί πιστεύεται ότι ο τάφος ενός διδύμου πρέπει να είναι πάντα υγρός' γι’ αυτό και κανονικά θάβουν τους διδύμους κοντά σε λίμνη. Εάν όλες τους οι προσπάθειες να φέρουν βροχή αποδειχτούν μάταιες, θα θυμηθούν ότι κάποιος δίδυμος είναι θαμμένος σε ξηρό μέρος, στην πλαγιά ενός λόφου. Σ’ αυτή την περίπτωση ο μάγος λέει: «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο ουρανός είναι πύρινος. Πάρτε το σώμα του και σκάψτε έναν τάφο στην όχθη της λίμνης». Αυτές υπακούνε αμέσως στις διαταγές του, γιατί πιστεύουν ότι είναι ο μόνος τρόπος να φέρουν τη βροχή.
Μερικά από τα προηγούμενα γεγονότα υποστηρίζουν δυνατά μια ερμηνεία, την οποία έδωσε ο Καθηγητής Όλντεμπεργκ για τους κανόνες που πρέπει να τηρεί ένας Βραχμάνας, όταν μαθαίνει ένα συγκεκριμένο ύμνο από την αρχαία Ινδική συλλογή, γνωστή ως Σαμαβέντα. Ο ύμνος, που φέρνει το όνομα Σακβάρι, πίστευαν ότι έχει μέσα του τη δύναμη του όπλου του Ίντρα, τον κεραυνό- εξαιτίας λοιπόν της τρομερής κι επικίνδυνης δύναμής του, ο τολμηρός μαθητής που δοκίμαζε να τον μάθει έπρεπε ν’ απομονωθεί από τους συντρόφους του και ν’ αποτραβηχτεί από το χωριό στο δάσος. Εκεί παρέμενε από ένα μέχρι δώδεκα χρόνια, ανάλογα με τους διάφορους νομομαθείς κι έπρεπε να τηρήσει ορισμένους κανόνες ζωής ανάμεσα στους οποίους ήταν οι ακόλουθοι: Έπρεπε να έρχεται σ’ επαφή με το νερό τρεις φορές την ημέρα, να φοράει μαύρα ρούχα και να τρώει μαύρη τροφή, ενώ, όταν έβρεχε, δεν έπρεπε ν’ αναζητάει καταφύγιο, αλλά να κάθεται στη βροχή και να λέει: «Το νερό είναι το τραγούδι Σακβάρι». Όταν
103
πάλι άστραφτε, έλεγε: «Ο Μεγάλος Μοναδικός κάνει μεγάλο θόρυβο». Δεν έπρεπε να διασχίσει ένα ποτάμι χωρίς να βραχεί' απαγορευόταν επίσης ν’ ανεβεί σε πλοίο, εκτός εάν η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο, αλλά ακόμη και τότε έπρεπε πρώτα να βραχεί και μετά ν’ ανεβεί στο πλοίο, «γιατί στο νερό», έλεγε το ρητό, «βρίσκεται η δύναμη του τραγουδιού Sakvari». Όταν τελικά του δινόταν η άδεια να μάθει το τραγούδι, έπρεπε πρώτα να βουτήξει τα χέρια του σ’ ένα δοχείο με νερό, μέσα στο οποίο ήταν τοποθετημένα όλων των ειδών τα λουλούδια. Εάν λοιπόν κάποιος εκτε- λούσε όλες αυτές τις εντολές, έλεγαν ότι ο θεός της βροχής Par- janya θα έστελνε βροχή όποτε αυτός ο άνθρωπος επιθυμούσε. Είναι επομένως φανερό, όπως σωστά μας αποδείχνει ο Καθηγητής Όλντεμπεργκ, ότι «όλοι αυτοί οι κανόνες έχουν σκοπό να φέρουν το Βραχμάνα σ’ επαφή με το νερό, να τον κάνουν σύμμαχο των δυνάμεων του νερού και συγχρόνως να τον προστατέψουν απ’ αυτές τις δυνάμεις. Τα μαύρα ενδύματα και η μαύρη τροφή έχουν επίσης την ίδια σημασία. Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι αυτά συνδέονται με τα σύννεφα της βροχής, όταν κυρίως θυμάται πως για να προκαλεσουν βροχή θυσίαζαν ένα μαύρο θύμα λέγοντας: «είναι μαύρο, γιατί τέτοια είναι η φύση της βροχής». Ένα άλλο πάλι μαγικό για τη βροχή είναι η ακόλουθη φράση: «Αυτός φοράει ένα μαύρο ένδυμα, με ρέλι επίσης μαύρο, γιατί τέτοια είναι η φύση της βροχής». Θα μπορούσαμε λοιπόν να υποθέσουμε ότι στον κύκλο των ιδεών και των θεσμών της Βεδικής σχολής διατη- ρήθηκαν ορισμένες μαγικές εφαρμογές τής πολύ μακρινής αρχαιότητας, οι οποίες είχαν σκοπό να προετοιμάσουν το βροχο- ποιό για το αξίωμά του και να τον αφιερώσουν σ’ αυτό».
Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι, όπου είναι επιθυμητό ένα αντίθετο αποτέλεσμα, η πρωτόγονη λογική επιβάλλει στον ειδικό μάγο του καιρού ν’ ακολουθήσει ακριβώς τους αντίθετους κανονισμούς. Στο τροπικό νησί Ιάβα, στο οποίο η πλούσια βλάστηση δηλώνει αφθονία βροχοπτώσεων, οι τελετές για την πτώση βροχής είναι σπάνιες, είναι όμως συνηθισμένες οι τελετές για την κατάπαυσή της. Όταν κάποιος πρόκειται να κάνει μια μεγάλη γιορτή κατά την περίοδο των βροχών κι έχει καλέσει πολλούς ανθρώπους, πηγαίνει σ’ ένα μάγο ειδικό του καιρού και του ζητάει να «κρατήσει τα σύννεφα, ώστε αυτά να μην κατέβουν χαμηλά». Εάν ο μάγος συμφωνήσει να εξασκήσει τις επαγγελματικές του δυνάμεις, αρχίζει να ρυθμίζει τη συμπεριφορά του με βάση ορισμένους κανόνες, μόλις φύγει ο πελάτης του. Πρέπει δη
104
λαδή να νηστέψρ και να μην πια ούτε να λουστεί' το ελάχιστο που 0(χ φάα πρέπα να ιιίναι στεγνό και σι: καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται να έλθει σ’ επαφή με νερό. Ο οικοδεσπότης απ’ την πλευρά του και οι υπηρέτες του, άντρες και γυναίκες, δεν πρέπει να πλύνουν ρούχα ούτε να λουστούν οι ίδιοι, όσο θα διαρκεί η γιορτή' πρέπει επίσης όλοι να τηρούν μια αυστηρή αγνότητα. Ο μάγος πάλι, λίγο πριν αρχίσει η γιορτή, κάθεται στην κρεβατοκάμαρά του πάνω σε μια καινούργια ψάθα και μπροστά σ’ ένα μικρό λυχνάρι ψιθυρίζει την ακόλουθη προσευχή ή μαγική ρήση: «Παππού και Γιαγιά Sroekoel» (το όνομα είναι εντελώς τυχαίο- συνήθως χρησιμοποιούν άλλα), «γυρίστε πίσω στη χώρα σας. Η Akkemat είναι η πατρίδα σας. Αφήστε κάτω τον κάδο σας με το νερό και κλείστε τον προσεχτικά, για να μη χυθεί έξω ούτε σταγόνα». Συγχρόνως ο μάγος, ενώ προφέρει αυτή την προσευχή, κοιτάζει προς τα πάνω καίγοντας θυμίαμα. Έτσι ο βροχοποιός των Τοράντζας, που ειδικότητά του είναι η απομάκρυνση της βροχής, προσέχει, ώστε να μη βραχεί με νερό πριν, κατά τη διάρκεια ή μετά το τέλος των επαγγελματικών του καθηκόντων. Επίσης δε λούζεται, τρώει με άπλυτα ρούχα, δεν πίνει τίποτα παρά μόνο κρασί από φοίνικα και, αν πρέπει να διασχίσει ποτάμι, προσέχει να μην πατήσει στο νερό. Έχοντας έτσι προετοιμάσει τον εαυτό του για το έργο του έχει χτίσει σ’ έναν ορυζώνα, έξω απ’ το χωριό, μια μικρή καλύβα, όπου συντηρεί μια μικρή φωτιά, η οποία με κανένα τρόπο δεν πρέπει να σβήσει και στην οποία καίει διάφορα ξύλα, που υποτίθεται ότι έχουν την ιδιότητα να διώχνουν μακριά τη βροχή. Όσες φορές φαίνεται ότι θα βρέξει, ο μάγος φυσάει προς την κατεύθυνση της βροχής κρατώντας μια δέσμη από φύλλα κι ένα φλοιό δέντρου που έχουν τη δύναμη να διώχνουν τα σύννεφα, όχι από τη χημική τους σύνθεση, αλλά από το όνομά τους, το οποίο τυχαίνει να σημαίνει κάτι ξηρό ή κάτι που εξατμίζεται. Εάν λοιπόν φανούν σύννεφα στον ουρανό, όταν αυτός δουλεύει, παίρνει ασβέστη στις χούφτες του και τον φυσάει προς την κατεύθυνσή τους, γιατί ο ασβέστης, επειδή είναι πολύ ξηρός, μπορεί να διασκορπίσει τα υγρά σύννεφα. Εάν πάλι θέλουν βροχή, το μόνο που έχει να κάνει ο μάγος είναι να ρίξει νερό στη φωτιά του κι αμέσως θ’ αρχίσει να βρέχει ραγδαία.
Ο αναγνώστης θα παρατηρεί βέβαια πόσο οι κανόνες στην Ιάβα και Τοράντζα, που έχουν σκοπό να εμποδίσουν τη βροχή, διαφέρουν από τους κανόνες των Ινδιάνων, που έχουν σκοπό να την προκαλέσουν. Ο Ινδιάνος σοφός πρέπει να έρθει σ’ επαφή με
105
το νερό τρεις φορές την ημέρα κανονικά, καθώς επίσης και σε διάφορες εξαιρετικές περιπτώσεις, ενώ ο μάγος της Ιάβα και Το- ράντζα δεν πρέπει να τ’ αγγίξει σε καμιά περίπτωση. Ο Ινδιάνος, επίσης, ζει έξω στο δάσος και δε ζητάει καταφύγιο, ακόμα κι όταν βρέχει, ενώ ο μάγος της Ιάβα και Τοράντζα μένει σε σπίτι ή σε καλύβα. Ο ένας δηλώνει τη συμπάθειά του στο νερό αφήνοντας να τον χτυπάει η βροχή στο πρόσωπο και μιλώντας μ’ εκτίμηση γι’ αυτήν, ενώ ο άλλος ανάβει λάμπα ή φωτιά και κάνει ό,τι μπο- ρεί για να διώξει μακριά τη βροχή. Η αρχή επίσης με βάση την οποία ενεργούν και οι τρεις είναι ίδια' καθένας δηλαδή απ’ αυτούς διαθέτοντας ένα είδος παιδικής αφέλειας, ταυτίζει τον εαυτό του με το φαινόμενο που επιθυμεί να προξενήσει. Αυτό είναι η παλιά αυταπάτη ότι το αποτέλεσμα μοιάζει με την αιτία του: εάν θέλουμε υγρό καιρό, πρέπει να είμαστε κι εμείς υγροί' εάν πάλι θέλουμε ξηρασία, πρέπει να είμαστε στεγνοί.
Στη Νοτιο-ανατολική Ευρώπη σήμερα γίνονται τελετές με σκοπό τη βροχόπτωση, οι οποίες δεν παραμένουν μόνο στις ίδιες αρχές της σκέψης με τις προηγούμενες, αλλά ακόμα και στις λεπτομέρειες μοιάζουν με τις τελετές που γίνονται για τον ίδιο σκοπό από τους Baronga του Delagoa Bay. Οι Έλληνες της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας, όταν η ξηρασία διαρκούσε πολύ, συνήθιζαν να στέλνουν μια πομπή παιδιών στα πηγάδια και στις γύρω πηγές. Επικεφαλής της πομπής βάδιζε ένα κορίτσι στολισμένο με λουλούδια, το οποίο, σε κάθε του σταμάτημα, οι σύντροφοί του έραιναν με νερό, ενώ έψελναν μία προσευχή, που απόσπα- σμά της είναι το ακόλουθο:
«Περπερία, ποτισμένη με δροσιά Δρόσισε όλη τη γειτονιά:Από τα δάση ως τη δημοσιά,'Οπως πηγαίνεις, παρακάλεσε τώρα το Θεό:Θεέ μου, πάνω στην πεδιάδα,Στείλε μας ποτιστική βροχή Για να καρποφορήσουν τα χωράφια Και ν' ανθίσουν τ’ αμπέλια,Για να μεστώσει το σιτάρι Και να πλουτίσουν οι άνθρωποι.»
Σε περίοδο ξηρασίας οι Σέρβοι γυμνώνουν ένα κορίτσι και το ντύνουν από την κορφή μέχρι τα νύχια με χλόη, βότανα και λουλούδια' ακόμη και το πρόσο>πό του σκεπάζεται πίσο> από ένα
106
πράσινο πέπλο. Έτσι μεταμφιεσμένη η νέα με το όνομα Dodola τριγυρίζει στο χωριό μαζί με μια ομάδα κοριτσιών, που σταματούν μπροστά σε κάθε σπίτι και ενώ η σπιτονοικοκυρά ρίχνει ένα κουβά νερό πάνω στη Dodola που στροβιλίζεται και χορεύει, τα άλλα κορίτσια σχηματίζουν κύκλο γύρω της και τραγουδούν ένα από τα τραγούδια της, όπως είναι το εξής:
«Τριγυρίζουμε στο χωριό Τα σύννεφα είναι στον ουρανό'Περπατάμε πιο γρήγορα,Τα σύννεφα κινούνται πιο γρήγορα'Μας προσπεράσανεΚι έβρεξαν το σιτάρι και τ’ αμπέλια.»
Στην Πούνα της Ινδίας, όταν θέλουν να βρέξει, τα αγόρια ντύνουν ένα απ’ όλα μόνο με φύλλα και το ονομάζουν Βασιλιά της Βροχής. Έπειτα γυρίζουν το χωριό, από σπίτι σε σπίτι, όπου ο νοικοκύρης ή η γυναίκα του ραντίζει με νερό το Βασιλιά της Βροχής και προσφέρει στην ομάδα διάφορα φαγητά. Όταν έχουν επισκεφτεί όλα τα σπίτια, γυμνώνουν το Βασιλιά της Βροχής από τη στολή των φύλλων και τρώνε ό,τι έχουν μαζέψει.
Σε μερικά μέρη της Νότιας και Δυτικής Ρωσίας, το πλύσιμο θεωρείται μαγικό φίλτρο της βροχής. Έτσι συχνά μετά τη λειτουργία οι ενορίτες ρίχνουν κάτω τον παπά και τον ραντίζουν με νερό. Άλλες φορές πάλι, κατά τη γιορτή του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, οι γυναίκες πλένονται όλες μαζί χωρίς να βγάλουν τα ρούχα τους, ενώ συγχρόνως βουτάνε στο νερό μια φιγούρα από κλαδιά, χλόη και βότανα, που υποτίθεται ότι αντιπροσωπεύουν τον άγιο. Στην Κούρσκ, μια επαρχία στη Νότια Ρωσία, όταν θέλουν πολύ τη βροχή, οι γυναίκες πιάνουν έναν ξένο περαστικό και τον πετάνε στο ποτάμι ή τον βρέχουν από την κορφή ως τα νύχια. Αργότερα θα δούμε ότι ένας περαστικός συχνά ταυτίζεται με μια θεότητα ή με κάποια φυσική δύναμη. Έχει γραφτεί επίσημα ότι στη διάρκεια της ξηρασίας του 1790 οι χωρικοί του Scheroutz και του Werboutz συγκέντρωσαν όλες τις γυναίκες και τις ανάγκασαν να πλυθούν, για να βρέξει. Μια μαγική ενέργεια των Αρμενίων είναι να ρίχνουν στο νερό τη γυναίκα ενός παπά και να τη ραντίζουν. Οι Άραβες πάλι της Βόρειας Αφρικής ρίχνουν έναν ευσεβή, θέλοντας και μη, μέσα σε μια πηγή σαν θεραπεία για την ξηρασία και στη Minahassa, μια επαρχία της Βόρειας
107
Κελέβης, ο ιερέας λούζεται σαν γητειά για τη βροχή. Στην Κεντρική Κελέβη, όταν δεν έχει βρέξει για πολύ καιρό και τα κοτσάνια του ρυζιού αρχίζουν να ζαρώνουν, πολλοί χωρικοί, ιδιαίτερα οι νέοι, πηγαίνουν σ’ ένα κοντινό ρυάκι, όπου, φωνάζοντας δυνατά, βρέχει ο ένας τον άλλο ή τον ραντίζει με καλάμια μπαμπού, ενώ πότε πότε μιμούνται την πτώση της βροχής χτυπώντας με τα χέρια τους την επιφάνεια του νερού ή τοποθετώντας σ’ αυτό μια αναποδογυρισμένη κολοκύθα που τη χτυπούν με τα δάχτυλά τους.
Οι γυναίκες πάλι, υποτίθεται ότι μερικές φορές μπορούν να προκαλέσουν βροχή οργώνοντας τη γη ή κάνοντας ότι την οργώνουν. Έτσι, οι Pshaws και οι Chewsurs του Καυκάσου έχουν μια τελετή, που την ονομάζουν «οργώνοντας τη βροχή» και την τηρούν σε περιόδους ξηρασίας. Τότε τα κορίτσια μπαίνουν κάτω από το ζυγό ενός άροτρου που το σέρνουν στο ποτάμι και προχωρούν μέσα στο νερό μέχρι τη μέση. Στην Αρμενία επίσης, κορίτσια και γυναίκες σε παρόμοιες περιπτώσεις κάνουν το ίδιο. Η πιο μεγάλη από τις γυναίκες ή η γυναίκα του παπά φοράει το ράσο του, ενώ οι υπόλοιπες ντυμένες αντρικά σέρνουν το άροτρο δια μέσου του νερού, αντίθετα στο ρεύμα. Στη Γεωργία, επαρχία του Καυκάσου, όταν η ξηρασία διαρκέσει αρκετά, τα κορίτσια, τα οποία είναι σε ηλικία γάμου, μπαίνουν ανά δύο στο ζυγό ενός βοδιού, που τα ηνία κρατάει ένας ιερέας, κι έτσι ζεμένες περπατούν μέσα σε ποτάμια, λάσπες και έλη, ενώ προσεύχονται, ξεφωνίζουν, κλαίνε και γελάνε. Σε μια περιοχή της Τρανσυλβανίας, όταν η γη είναι καψαλιασμένη από την ξηρασία, μερικά κορίτσια βγάζουν τα ρούχα τους και οδηγημένα απο μια μεγάλη γυναίκα, επίσης γυμνή, κλέβουν ένα βολοκόπο και τον μεταφέρουν σ’ ένα ρυάκι διασχίζοντας τα χωράφια, όπου τον ρίχνουν και τον αφήνουν να επιπλέει. Στη συνέχεια κάθονται πάνω στο βολοκόπο και ανάβουν σε κάθε γωνιά του μια μικροσκοπική φλόγα για μια ώρα. Τέλος τον αφήνουν στο νερό και γυρίζουν στα σπίτια τους. Μια παρόμοια γητειά βροχής συνηθίζεται σε μερικά μέρη της Ινδίας, όπου γυμνές γυναίκες σέρνουν τη νύχτα μέσα απ’ τα χωράφια ένα άροτρο, ενώ οι άντρες πρέπει να μείνουν μακριά, γιατί η παρουσία τους θα χαλάσει τη μαγική ενέργεια.
Μερικές φορές τα ξόρκια της βροχής ενεργούν μέσω του νεκρού. Ετσι, στη Νέα Καληδονία οι βροχοποιοί, αφού βάφονταν μαύροι, ξέθαβαν έναν πεθαμένο κι έβαζαν τα κόκαλά του σε μια σπηλιά, όπου τα συναρμολογούσαν και κρέμαγαν το σκελετό
ΙΟΚ
πάνω στα φύλλα ενός τροπικού δέντρου. Μετά έριχναν νερό πάνω στο σκελετό, το οποίο βέβαια κυλούσε και πάνω στα φύλλα. Μ»; τον τρόπο αυτό πίστευαν ότι η ψυχή του νεκρού έπαιρνε το νερό, το μετέτρεπε σε βροχή και τους την έδινε πάλι. Στη Ρωσία, σύμφωνα με πληροφορία, δεν πάει πολύς καιρός από τότε, οι χωρικοί που βασανίζονταν από την ξηρασία συνήθιζαν να ξεθάβουν το πτώμα κάποιου πνιγμένου και να το βυθίζουν στον πιο κοντινό βάλτο ή λίμνη με την πεποίθηση ότι αυτό θα τους εξασφάλιζε την πτώση της ποθητής βροχής. Το 1868 η προοπτική μιας κακής συγκομιδής εξαιτίας παρατεταμένης ξηρασίας ώθησε τους κατοίκους ενός χωριού στην περιφέρεια Tarashchansk να ξεθάψουν το σώμα κάποιου Ρασκόλνικου ή Dissenter, που είχε πεθάνει τον προηγούμενο Δεκέμβριο' και ενώ μερικοί χτυπούσαν το κεφάλι του πτώματος ή ό,τι είχε απομείνει απ’ αυτό, φωνάζοντας «Δώσε μας βροχή!», άλλοι του έριχναν νερό μέσα από ένα κόσκινο. Η ροή του νερού μέσα από το κόσκινο είναι προφανώς μίμηση μιας μπόρας και μας θυμίζει τον τρόπο με τον οποίο ο Στρεψιάδης του Αριστοφάνη φανταζόταν ότι η βροχή ερχόταν από το Δία. Οι Το- ράντζας πάλι μερικές φορές, στην προσπάθειά τους να προκαλέ- σουν βροχή, κάνουν έκκληση στην ευσπλαχνία του νεκρού. Έτσι στο χωριό Kalingooa υπάρχει ο τάφος ενός διάσημου αρχηγού, παππού του σημερινού, κι όταν η γη υποφέρει από άκαιρη ξηρασία, πηγαίνουν σ’ αυτό τον τάφο και χύνοντας νερό λένε τα εξής: «Παππού, ελέησέ μας' εάν θέλεις να φάμε αυτό το χρόνο, τότε στείλε βροχή». Μετά παίρνουν ένα μπαμπού, τρυπημένο στην κάτω άκρη, το γεμίζουν νερό, το κρεμάνε πάνω απ’ τον τάφο, και, για να στάζει συνέχεια, το ξαναγεμίζουν μέχρι που η βροχή μουσκεύει τη γη. Εδώ λοιπόν, όπως και στη Νέα Καληδονία, βρίσκουμε τη θρησκεία ανάμεικτη με τη μαγεία, γιατί η προσευχή στο νεκρό αρχηγό, η οποία είναι καθαρά θρησκευτική, αποτελεί και μαγική μίμηση της βροχής στον τάφο του. Είδαμε ακόμη, ότι οι Baronga του Delagoa Bay βρέχουν τους τάφους των προγόνων τους και ιδιαίτερα τους τάφους των διδύμων σαν ξόρκι, για να προκαλέσουν βροχή. Σε μερικές φυλές πάλι Ινδιάνων της περιοχής Ορινόκο ήταν έθιμο οι συγγενείς του νεκρού να ξεθάβουν τα κόκαλά του ένα χρόνο μετά την ταφή, να τα καίνε και να σκορπούν τις στάχτες στους ανέμους, γιατί πίστευαν ότι αυτές θα γίνονταν βροχή, την οποία θα έστελνε ο πεθαμένος σε αντάλλαγμα της κηδείας του. Οι Κινέζοι επίσης πιστεύουν ότι, εάν μένουν άθαφτα νεκρά σώματα, οι ψυχές των τελευταίων κατόχων τους δεν
KW
αισθάνονται άνετα, όταν βρέχει, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τους ζωντανούς ανθρώπους, όταν είναι εκτεθειμένοι χωρίς καταφύγιο στην αγριότητα του καιρού. Αυτές λοιπόν οι δυστυχισμένες ψυχές κάνουν ό,τι μπορούν, για να εμποδίσουν τη βροχή και συχνά το πετυχαίνουν. Μετά επακολουθεί ξηρασία, η πιο φοβερή απ’ όλες τις συμφορές στην Κίνα, γιατί το αποτέλεσμά της είναι κακή σοδειά, έλλειψη τροφής και πείνα. Γι’ αυτό οι Κινέζοι σε περιόδους ξηρασίας συνηθίζουν να θάβουν τα κόκαλα των άταφων νεκρών, με σκοπό να σταματήσουν το κακό και να φέρουν βροχή.
Τα ζώα επίσης παίζουν συχνά ένα σημαντικό ρόλο σ’ αυτές τις γητειές του καιρού. Η φυλή Anula της Βόρειας Αυστραλίας συνδέει το πουλί dollar-bird με τη βροχή και το ονομάζουν πουλί της βροχής. Όταν κάποιος έχει το πουλί ως τοτέμ, μπορεί να προκαλέσει βροχή σ’ ένα ορισμένο νερόλακκο με τον εξής τρόπο: πιάνει ένα φίδι, το βάζει ζωντανό μέσα στο νερόλακκο και αφού το κρατήσει μέσα στο νερό αρκετή ώρα, το βγάζει, το σκοτώνει και το βάζει δίπλα στο ρυάκι. Μετά κατασκευάζει μια αψίδα από πράσινα κοτσάνια φυτών, σε μίμηση του ουράνιου τόξου, και τη βάζει πάνω από το φίδι. Ύστερα απ’ όλα αυτά που έχει κάνει, τραγουδάει πάνω από το φίδι και τη μίμηση του ουράνιου τόξου' αργά ή γρήγορα η βροχή θα πέσει. Εξηγούν αυτή τη διαδικασία λέγοντας ότι πολύ παλιά το πουλί dollar-bird είχε για ταίρι του σ’ αυτό το σημείο ένα φίδι, που ζούσε στο νερόλακκο κι έφερνε βροχή φτύνοντας προς τον ουρανό, μέχρι να φανούν τα σύννεφα και το ουράνιο τόξο και να πέσει βροχή. Ένας συνηθισμένος τρόπος για να προκαλέσουν βροχή σε πολλά μέρη της Ιάβας, είναι να κάνουν μπάνιο σε μία ή σε δύο γάτες, αρσενική και θηλυκή' μερικές φορές τα ζώα μεταφέρονται με συνοδεία μουσικής. Ακόμη και στη Βαταβία μπορείς από καιρό σε καιρό να δεις παιδιά να τριγυρίζουν για τον ίδιο σκοπό με μία γάτα, την οποία, αφού βουτήξουν σ’ ένα νερόλακκο, την αφήνουν να φύγει.
Όταν ένας μάγος Wambugwe στην Ανατολική Αφρική θέλει να φέρει βροχή, παίρνει ένα μαύρο πρόβατο και ένα μαύρο μοσχάρι και τα βάζει, όταν λάμπει ο ήλιος, στη στέγη της κοινής καλύβας, όπου οι άνθρωποι μένουν μαζί. Μετά σχίζει τα στομάχια των ζώων, σκορπίζει το περιεχόμενο προς όλες τις κατευθύνσεις και στη συνέχεια χύνει νερό και φάρμακο μέσα σ’ ένα δοχείο' εάν η μαγική ενέργεια πετύχει, το νερό βράζει και η βροχή πέφτει. Αν όμως ο μάγος θέλει να εμποδίσει τη βροχόπτωση, απο- τραβιέται στο εσοπερικό της καλύβας κι εκεί χτυπάει έναν
110
ορεινό κρύσταλλο σι: μια νεροκολοκυθιά. Οι Wagogo επίσης, όταν θέλουν να βρέξα, θυσιάζουν μαύρα πουλιά, μαύρο πρόβατο και μαύρη αγελάδα στους τάφους των νεκρών προγόνων τους και ο βροχοποιός φοράει μαύρα ρούχα κατά τη διάρκεια της εποχής των βροχών. Οι μάγοι πάλι της φυλής Matabele, για να προκαλέ-. σουν βροχή, χρησιμοποιούσαν το αίμα και τη χολή ενός μαύρου βοδιού, ενώ σε μια περιφέρεια της Σουμάτρας για τον ίδιο σκοπό όλες οι γυναίκες του χωριού, ελαφριά ντυμένες, πηγαίνουν στο ποτάμι και βαδίζοντας μέσα σ’ αυτό πιτσιλίζουν η μία την άλλη. Ρίχνουν επίσης στο ποτάμι μια μαύρη γάτα, την οποία αφήνουν για λίγο μέσα στο νερό και μετά της επιτρέπουν να βγει στην όχθη κυνηγημένη από τα πιτσιλίσματά της. Κατά την περίοδο της ξηρασίας και οι Garos του Ασσάμ θυσιάζουν μια μαύρη κατσίκα στην κορφή ενός πολύ ψηλού βουνού. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις το χρώμα του ζώου αποτελεί μέρος της μαγείας, γιατί, όταν το ζώο είναι μαύρο, θα μαυρίσει ο ουρανός από τα σύννεφα της βροχής. Έτσι οι Bechuanas καίνε κατά τη νύχτα το στομάχι ενός βοδιού, γιατί λένε ότι: «Ο μαύρος καπνός θα μαζέψει τα σύννεφα και αυτά θα φέρουν βροχή». Οι Timorese πάλι, όταν θέλουν να βρέξει, θυσιάζουν ένα μαύρο γουρούνι στη θεά Γη και, όταν θέλουν καλοκαιρία, θυσιάζουν ένα άσπρο ή κόκκινο στο θεό Ήλιο, ενώ οι Angoni θυσιάζουν ένα μαύρο βόδι, για να βρέξει, κι ένα άσπρο, για να κάνει καλό καιρό. Ανάμεσα στα ψηλά βουνά της Ιαπωνίας είναι μια περιοχή, στην οποία, εάν έχει πολύ καιρό να βρέξει, μια ομάδα χωρικών πηγαίνει με πομπή προς την κοίτη ενός χείμαρρου έχοντας επικεφαλής έναν ιερέα που σέρνει ένα μαύρο σκύλο. Μόλις φτάσουν στο συγκεκριμένο σημείο, δένουν το ζώο σε μια πέτρα και το κάνουν στόχο για τις σφαίρες και τα βέλη τους. Όταν το αίμα του βάψει τα βράχια, οι χωρικοί πετάνε κάτω τα όπλα τους και υψώνουν τις φωνές τους ικετεύοντας τη θεότητα δράκοντα του ποταμού να ρίξει αμέσως ραγδαία βροχή, για να ξεπλύνει το μέρος από το μόλυσμα. Το έθιμο επιβάλλει, σ’ αυτές τις περιστάσεις, να είναι μαύρο το χρώμα του θύματος, για να συμβολίζει τα βροχερά σύννεφα, που οι άνθρωποι αυτοί επιθυμούν' αλλά, αν θέλουν καλοκαιρία, το θύμα πρέπει να είναι άσπρο χωρίς ούτε μια κηλίδα.
Η στενή σχέση των βατράχων με το νερό απέδωσε σ’ αυτούς την ιδιότητα των ρυθμιστών της βροχής' συχνά λοιπόν παίζουν το ρόλο τους στα μαγικά που στοχεύουν να φέρουν ραγδαία βροχή από τον ουρανό. Μερικοί Ινδιάνοι του Ορινόκο θεωρούσαν
III
το βάτραχο θεό ή κύριο των νερών, γι’ αυτό και φοβόνταν να τον σκοτώσουν. Είναι μάλιστα γνωστό ότι φύλαγαν βατράχους κάτω από ένα δοχείο και σε περιόδους ξηρασίας τους χτυπούσαν με ραβδιά' αναφέρουν επίσης ότι οι Ινδιάνοι Aymara κατασκευάζουν συχνά ομοιώματα βατράχων και άλλων υδρόβιων ζώων, τα οποία τοποθετούν στις κορυφές των λόφων ως μέσο, για να έρθει βροχή. Οι Ινδιάνοι πάλι Τόμσον της Βρετανικής Κολομβίας, καθώς και μερικοί Ευρωπαίοι, πιστεύουν ότι, αν σκοτώσουν ένα βάτραχο, θα βρέξει. Για τον ίδιο λόγο, στις Κεντρικές Επαρχίες της Ινδίας, οι άνθρωποι της κατώτερης κοινωνικής τάξης δένουν ένα βάτραχο σ’ ένα ραβδί, σκεπασμένο από πράσινα φύλλα και κλαδιά του δέντρου nim (Azadirachta Indica) και τον μεταφέρουν από πόρτα σε πόρτα τραγουδώντας:
«Βάτραχε, στείλε μας γρήγορα το στολίδι του νερού!Και ωρίμασε το σιτάρι και το κεχρί στα χωράφια.»
Οι Kapus ή Reddis είναι μια μεγάλη κοινωνική τάξη καλλιεργητών και κτηματιών στην Προεδρία του Μαντράς. Όταν λοιπόν δε βρέχει, οι γυναίκες αυτής της κοινωνικής τάξης πιάνουν ένα βάτραχο και τον δένουν ζωντανό σ’ ένα καινούργιο λιχνιστήρι από μπαμπού. Πάνω σ’ αυτό το λιχνιστήρι ρίχνουν μερικά φύλλα margosa και πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι τραγουδώντας: «Η Κυρία βάτραχος πρέπει να κάνει το μπάνιο της. Θεέ της βροχής, δώσε της λίγο νερό». Ενώ λοιπόν οι γυναίκες Kapu τραγουδούν αυτό το τραγούδι, η νοικοκυρά ρίχνει νερό στο βάτραχο και δίνει μια ελεημοσύνη πιστεύοντας ότι έτσι θα βρέξει γρήγορα και θα γεμίσουν οι χείμαρροι.
Μερικές φορές, όταν μια ξηρασία διαρκέσει πολύ, οι άνθρωποι, αφού κάνουν πρώτα τη συνηθισμένη αγυρτεία της μιμητικής μαγείας χωρίς αποτέλεσμα, θυμώνουν τόσο πολύ για το χρόνο που έχασαν στ;ς προσευχές, ώστε με απειλές πια και κατάρες ή ακόμη και με εντελώς φυσική δύναμη αποσπούν με τη βία τα νερά του ουρανού από το υπερφυσικό ον που τους τα στέρησε. Σ’ ένα Ιαπωνικό χωριό, όταν η τοπική θεότητα έμεινε για πολύ καιρό κουφή στις προσευχές των χωρικών για να βρέξει, αυτοί στο τέλος πέ- ταξαν κάτω το ομοίωμά της και με δυνατές κατάρες το εκσφενδόνισαν σ’ ένα δύσοσμο ορυζώνα, λέγοντας: «Εκεί θα μείνεις για ένα διάστημα, για να δούμε πώς θα νιώθεις εσύ, όταν βρεθείς για λίγες μέρες καψαλισμένος κάτω απ’ τον καυτό ήλιο, που καίει τη
112
ζωή σκι σκασμένο χωράφια μ«ς». I»; π»ρόμοιι:ς πι:ριπτ(όσι:ις, οι Fcloupcs της Senogamhia ρίχνουν κάτω τα φι:τ(χ τους kui, σέρνο- ντάς τα βίαια στ» χωράφι», τ» βλ»στημούν μέχρι να βρέξει.
Οι Κινέζοι r.ivm έμπειροι στην τέχνη της απόκτησης της ουράνιας β»σιλ»:ί»ς ιιιφνιδιαστικά. Έτσι, όταν θέλουν βροχή, κατασκευάζουν έναν πελώριο δράκοντα από χαρτί ή ξύλο, που αντιπροσωπεύει το θεό της βροχής, και τον περιφέρουν σε πομπή' εάν όμως δε βρέξει, αναθεματίζουν τον ψευτοδράκο και τον σχίζουν σε κομμάτια. Άλλες φορές πάλι, εάν ο θεός δεν τους δώσει βροχή, τον απειλούν και τον χτυπούν ή τον απολύουν δημόσια από το αξίωμα της θεότητας. Από την άλλη μεριά όμως, αν πραγματοποιηθεί η επιθυμία τους για βροχόπτωση, προάγουν το θεό σε υψηλότερο αξίωμα, με αυτοκρατορικό διάταγμα. Τον Απρίλιο του 1888 οι μανδαρίνοι της Καντώνας προσεύχονταν στο θεό Lung-wong να σταματήσει η αδιάκοπη πτώση της βροχής κι όταν αυτός δεν άκουσε τις παρακλήσεις τους, τον έβαλαν σ’ ένα κρα- τητήριο για πέντε μέρες. Αυτό είχε ένα σωτήριο αποτέλεσμα. Η βροχή σταμάτησε κι ο θεός ξαναβρήκε την ελευθερία του. Πριν μερικά χρόνια επίσης, κατά τη διάρκεια της ξηρασίας, αυτή την ίδια θεότητα την έδεσαν με αλυσίδες και την εξέθεσαν για μέρες στον ήλιο μέσα στον περίβολο του ναού της, για να μπορέσει να νιώσει και η ίδια την επιτακτική ανάγκη της βροχής. Οι Σιαμαίοι πάλι, όταν θέλουν βροχή, βάζουν τα είδωλά τους κάτω απ’ τον καυτό ήλιο, ενώ, όταν θέλουν ξηρασία, βγάζουν τη στέγη των ναών κι αφήνουν τη βροχή να πέφτει πάνω στα είδωλα, γιατί πιστεύουν ότι η δύσκολη αυτή κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι θεοί θα τους παρακινήσει ν’ ακούσουν τις επιθυμίες των πιστών τους.
Ο αναγνώστης ίσως χαμογελάσει με τη μετεωρολογία της Άπω Ανατολής' αλλά και στη σημερινή Χριστιανική Ευρώπη υπάρχουν παρόμοιοι τρόποι για την πρόκληση βροχοπτώσεων. Κατά τα τέλη Απριλίου του 1893, η Σικελία πέρασε μια μεγάλη δοκιμασία από έλλειψη νερού. Η ξηρασία κράτησε έξι μήνες. Ο ήλιος ανάτελλε και βασίλευε καθημερινά μέσα σ’ ένα γαλάζιο και ασυννέφιαστο ουρανό. Οι κήποι Conca d’ Oro, που περιζώνουν το Παλέρμο με μια θαυμάσια ζώνη πράσινου, μαραίνονταν. Η τροφή είχε αρχίσει να λιγοστεύει. Ο κόσμος ανησυχούσε πολύ. Όλες οι δοκιμασμένες μέθοδοι για την πρόκληση βροχής είχαν εφαρμοστεί χωρίς αποτέλεσμα. Πομπές διέσχιζαν τους δρόμους κ»ι τους αγρούς. Άντρες, γυναίκες και παιδιά λέγοντας προσευ
113
χές έμεναν ξαπλωμένοι ολόκληρες νύχτες μπροστά στα άγια είδωλά τους. Τ’ αγιασμένα κεριά έκαιγαν μέρα και νύχτα στις εκκλησίες. Στα δέντρα κρέμονταν κλαδιά από βάγια, που είχαν ευ- λογηθεί την Κυριακή των Βαΐων. Στη Solaparuta, σύμφωνα μ’ ένα πολύ παλιό έθιμο, σκούπιζαν τις εκκλησίες την Κυριακή των Βαΐων και μετά έριχναν τη σκόνη στα χωράφια. Στα συνηθισμένα χρόνια, αυτή η άγια σκόνη φύλαγε τη σοδειά' αλλά εκείνη τη χρονιά, ό,τι κι αν έκαναν δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα. Στο νησί Λευκωσία οι κάτοικοι με γυμνά κεφάλια και ξυπόλυτοι, κουβαλούσαν σταυρωμένους μέσα από όλες τις συνοικίες της πόλης και μαστίγωναν ο ένας τον άλλο με σιδερένια μαστίγια. Όλα όμως αποδείχτηκαν μάταια. Ακόμη κι ο μεγάλος Άγιος Φραγκίσκος της Πάολας, ο οποίος κάθε χρόνο έκανε το θαύμα της βροχής και μεταφερόταν κάθε άνοιξη μέσα από τη λαχαναγορά, δεν μπορούσε ή δεν έκανε τίποτα για να βοηθήσει. Λειτουργίες, εσπερινοί, συναυλίες, φωταψίες, πυροτεχνήματα -τίποτα δεν τον έπειθε. Τελικά οι χωρικοί άρχισαν να χάνουν την υπομονή τους. Οι περισσότεροι άγιοι εξορίστηκαν. Στο Παλέρμο, ξεφόρτωσαν τον Άγιο Ιωσήφ σ’ έναν κήπο, για να δει ο ίδιος πώς είχαν τα πράγματα, κι ορκίστηκαν να τον αφήσουν εκεί, μέσα στον ήλιο, μέχρι να βρέξει! Άλλους αγίους τούς γύριζαν με το πρόσωπο στον τοίχο, όπως τα άταχτα παιδιά, ενώ άλλους τους ξέντυναν από τα ωραία τους ρούχα, τους εξόριζαν μακριά από τις ενορίες τους, τους απειλούσαν, τους πρόσβελναν άσχημα και τους βουτούσαν εκεί που έπιναν τα άλογα νερό. Στην Καλτανιζέττα αφαίρεσαν τα χρυσά φτερά από τους ώμους του Αγίου Μιχαήλ του Αρχάγγελου και τα αντικατάστησαν με χάρτινα' του έβγαλαν επίσης τον πορφυρό μανδύα και του φόρεσαν έναν μπαλωμένο. Στη Λικάτα ο προστάτης άγιος, ο Άγιος Άντζελο, πέρασε ακόμα χειρότερα, γιατί τον άφησαν χωρίς κανένα ρούχο' τον έβριζαν, τον φυλάκισαν και τον απειλούσαν με πνιγμό ή κρεμάλα. «Βροχή ή κρεμάλα!» του φώναζαν οι οργισμένοι άνθρωποι, καθώς κουνούσαν τις γροθιές τους μπροστά στο πρόσωπό του.
Μερικές φορές όμως οι άνθρωποι προσπαθούν να προκαλέ- σουν την ευσπλαχνία των θεών. Έτσι οι Ζουλού, όταν το σιτάρι τους καίγεται από τον ήλιο, ψάχνουν να βρουν ένα «ουράνιο πουλί», που το φονεύουν και το ρίχνουν σε μια μικρή λίμνη. Τότε ο ουρανός λιώνει από τρυφερότητα για το θάνατο του πουλιού' «η βροχή είναι ο θρήνος του ουρανού, ένας επικήδειος θρήνος». Στη Ζουλουλάνδη, οι γυναίκες θάβουν μερικές φορές τα παιδιά τους
114
μέχρι το λαιμό μιι, αφού αποτραβηχτούν σ>: κάποια απόσταση, ουρλιάζουν ()λι|1ι:ρ<ί για αρκετή (όρα και υποτίθεται ότι ο ουρανός αντικρύζοντας αυτό το θέαμα λκόνκι από έλεος. Ύστερα οι γυναίκες ξεθάβουν τα παιδιά τους, σίγουρες πια ότι σύντομα θα βρέξει. Λένε ότι με τον τρόπο αυτό καλούν «τον κύριο, που είναι πάνω» και του ζητούν να στείλει βροχή. Αν λοιπόν έρθει η βροχή, αυτές λένε ότι «ο Ουζόντο βρέχει». Κατά την περίοδο ξηρασίας οι Guauches της Τενερίφης οδηγούσαν το κοπάδι τους σε ιερό τόπο κι εκεί χώριζαν τα αρνιά από τις μητέρες τους, ώστε τα παραπονεμένα βελάσματα ν’ αγγίζουν την καρδιά του θεού. Στο Κουμάον ένας τρόπος, για να σταματήσουν τη βροχή, είναι να στάξουν καυτό λάδι στο αριστερό αυτί ενός σκύλου. Το ζωό ουρλιάζει από τον πόνο κι ο Ίντρα ακούγοντας τα ουρλιαχτά του νιώθει έλεος γι’ αυτό και σταματάει τη βροχή. Οι Τοράντζας, μερικές φορές, στην προσπάθειά τους να φέρουν βροχή, βάζουν τα κοτσάνια ορισμένων φυτών στο νερό, λέγοντας: «Πηγαίνετε και ζητάτε βροχή, γιατί, όσο δε βρέχει, δε σας ξαναφυτεύω κι εκεί θα πεθάνετε». Βάζουν επίσης μερικά σαλιγκάρια σ’ ένα σχοινί που το κρεμάνε σ’ ένα δέντρο λέγοντας στα σαλιγκάρια: «Πηγαίνετε και ζητάτε βροχή, γιατί, όσο δεν έρχεται βροχή, εγώ δε θα σας πάρω πίσω στο νερό». Μετά απ’ αυτό τα σαλιγκάρια πηγαίνουν κλαίγοντας στους θεούς που τα λυπούνται και στέλνουν βροχή. Οι προηγούμενες τελετές είναι οπωσδήποτε περισσότερο θρησκευτικές παρά μαγικές, αφού επικαλούνται την ευσπλαχνία των ανώτερων δυνάμεων.
Συχνά υποτίθεται πως οι πέτρες έχουν την ιδιότητα να φέρνουν βροχή με την προϋπόθεση ότι αυτές έχουν βουτηχτεί σε νερό ή έχουν ραντιστεί με αυτό ή έχουν δεχτεί κάτι ανάλογο. Έτσι σ’ ένα χωριό των Σαμόα φύλαγαν προσεχτικά μια συγκεκριμένη πέτρα ως εκπρόσωπο του βροχοποιού θεού και σε καιρό ξηρασίας οι ιερείς αυτού του θεού μετέφεραν την πέτρα με πομπή και τη βουτούσαν σ’ ένα ποτάμι. Ο βροχοποιός επίσης της φυλής Ta-ta-thi της Νότιας Νέας Ουαλίας σπάει ένα κομμάτι κρύσταλλου χαλαζία και το φτύνει προς τον ουρανό, ενώ το υπόλοιπο το τυλίγει με φτερά του μεγάλου Αυστραλέζικου πουλιού emu. Ύστερα μουσκεύει στο νερό το κρύσταλλο και τα φτερά και τα κρύβει προσεχτικά. Ο μάγος της φυλής Keramin, πάλι στη Νότια Νέα Ουαλία, αποτραβιέται στην κοίτη ενός ρυακιού και ρίχνει σταγόνες νερού πάνω σε μια στρογγυλή επίπεδη πέτρα, την οποία μετά σκεπάζει και κρύβει. Σε μερικές φυλές της Βορειο-δυτικής
115
Αυστραλίας Επίσης ο βροχοποιός καθαρίζει ένα κομμάτι γης, όπου Οα κάνει τα μάγια του, για να φέρει βροχή. Εκεί φτιάχνει ένα σωρό από πέτρες ή από άμμο, βάζει στην κορφή του τη μαγική του πέτρα και προχωρεί ή χορεύει γύρω από το σωρό τραγουδώντας τα μαγικά του τραγούδια για ώρες, μέχρι ν’ αναγκαστεί να σταματήσει από την εξάντληση και να πάρει τη θέση του ο βοηθός του. Ραντίζουν την πέτρα με νερό και ανάβουν μεγάλες φωτιές, ενώ κατά τη διάρκεια της μυστηριακής τελετής κανένας λαϊκός δεν πρέπει να πλησιάσει τον ιερό τόπο. Όταν οι Sulka της Νέας Βρετανίας θέλουν να προκαλέσουν βροχή, μαυρίζουν πέτρες με τη στάχτη ορισμένων καρπών και τις βάζουν έξω στον ήλιο μαζί με άλλα φυτά και μπουμπούκια. Έπειτα βουτάνε στο νερό μια χούφτα βλαστάρια και ζυγίζοντάς τα με πέτρες λένε ένα μαγικό τραγούδι' μετά απ’ αυτό είναι σίγουροι ότι θα βρέξει. Στο Μανιπούρ, πάνω σ’ έναν ψηλό λόφο, υπάρχει μια πέτρα, που η λαϊκή φαντασία την παρομοιάζει με ομπρέλα, κι όταν οι κάτοικοι θέλουν βροχή, ο ηγεμόνας τους πάει και φέρνει νερό από μια πηγή, για να ραντίσει την πέτρα. Στη Σαγκάμη της Ιαπωνίας υπάρχει μια πέτρα που φέρνει βροχή, όταν ρίξουν πάνω της νερό. Οι Wa- kondyo πάλι, μια φυλή της Κεντρικής Αφρικής, όταν θέλουν να βρέξει, πηγαίνουν στους Wawamba, που κατοικούν στους πρόπο- δες των χιονισμένων βουνών κι είναι οι ευτυχείς κάτοχοι μιας «πέτρας της βροχής»' οι Wawamba μετά από αμοιβή πλένουν την πολύτιμη πέτρα, την αλείφουν με λάδι και τη βάζουν σ’ ένα δοχείο γεμάτο νερό' ύστερα απ’ αυτό η βροχή δε θ’ αργήσει να έρθει. Στις άνυδρες ερήμους της Αριζόνας και του Νέου Μεξικού, οι Απάτσι ζητούσαν να πέσει βροχή μεταφέροντας νερό από μια συγκεκριμένη πηγή και ρίχνοντάς το από ένα ορισμένο σημείο ενός ψηλού βράχου' μετά απ’ αυτό πίστευαν ότι τα σύννεφα θα μαζεύονταν και θ’ άρχιζε να βρέχει.
Τα έθιμα όμως αυτού του είδους δεν περιορίζονται μόνο στους άγριους της Αφρικής και της Ασίας ή στις καυτές ερήμους της Αυστραλίας και του Νέου Κόσμου, αλλά έχουν επικρατήσει και στο ψυχρό κλίμα και κάτω από τον γκρίζο ουρανό της Ευρώπης. Υπάρχει λοιπόν μια πηγή με ρομαντική φήμη, που ονομάζεται Μπάρεντον, σ’ εκείνα τα «άγρια δάση του Broceliande», όπου, εάν ο μύθος αληθεύει, ο μάγος Merlin εξακολουθεί να κοιμάται τον ανάλαφρο μαγικό του ύπνο κάτω από τη σκιά του λευ- κάκανθου. Εκεί συνήθιζαν να καταφεύγουν οι χωρικοί της Βρετάνης, όταν χρειάζονταν βροχή. Έπαιρναν λοιπόν λίγο από το
116
νερό σι: μια κανάκι και το έριχναν σ»; μια πλάκα κοντά στην πηγή. Στο Σνόουντον υπάρχει μια μικρή μοναχική λίμνη, που ονομάζεται Dulyn ή Μαύρη Λίμνη και βρίσκεται «μέσα σε μια απότομη χαράδρα, περιτριγυρισμένη από ψηλούς κι επικίνδυνους βράχους». Μια σειρά από πέτρες ξεκινάει από την όχθη και συνεχίζει μέσα στη λίμνη' κι αν κανείς πατώντας στις πέτρες κατορθώσει να βρέξει την πιο μακρινή, που ονομάζεται Κόκκινος Βωμός, «τότε θα είναι αδύνατο να μην έχεις βροχή μέχρι το βράδυ, ακόμα κι όταν είναι ζεστό καλοκαίρι». Σ’ αυτές τις περιπώσεις φαίνεται πιθανό, όπως στη Σαμόα, ότι η πέτρα θεωρείται λίγο πολύ θεϊκή. Αυτό αποδείχνει το έθιμο που παρατηρήθηκε μερικές φορές, να βουτάνε στην Πηγή του Μπάρεντον ένα σταυρό, για να προκαλέσουν βροχόπτωση, το οποίο είναι σαφώς ένα Χριστιανικό υποκατάστατο του παλιού ειδωλολατρικού τρόπου να ρίχνουν νερό πάνω στην πέτρα. Σε διάφορα μέρη της Γαλλίας, για παράδειγμα, μέχρι τελευταία συνηθίζουν να βυθίζουν το ομοίωμα ενός αγίου στο νερό ως μέσα, για να φέρουν βροχή. Έτσι δίπλα στο παλιό κοινόβιο του Commagny υπάρχει μια πηγή, η πηγή του Αγίου Ζερβαί, όπου οι κάτοικοι πηγαίνουν σε πομπή, όταν θέλουν να βρέξει ή να κάνει καλό καιρό, ανάλογα με τις ανάγκες της σοδειάς. Σε καιρό μεγάλης ξηρασίας ρίχνουν μέσα στο κοίλωμα της πηγής ένα παλιό πέτρινο ομοίωμα του αγίου, ο οποίος στέκει σ’ ένα είδος κόγχης, από όπου τρέχει η πηγή. Στις Collo- brieres και Carpentras παρατηρήθηκε μια παρόμοια πρακτική με τα είδωλα των Αγίων Πονς και Γκενς, αντίστοιχα. Σε πολλά χωριά της Ναβάρρα προσευχές της βροχής προσφέρονταν στον Ά γιο Πέτρο, ενώ οι χωρικοί, ασκώντας πίεση στους αγίους, μετέφεραν σε πομπή το ομοίωμα του αγίου στο ποτάμι, όπου τον κα- λούσαν τρεις φορές ν’ αναθεωρήσει την απόφασή του και να ει- σακούσει τις προσευχές τους' τότε, αν αυτός εξακολουθούσε να επιμένει, τον βουτούσαν στο νερό παρά τις διαμαρτυρίες των κληρικών, που ισχυρίζονταν, όσο πιο έντονα μπορούσαν, ότι η απλή προειδοποίηση ή η νουθεσία προς το ομοίωμα θα έφερνε ένα εξίσου καλό αποτέλεσμα. Μετά απ’ αυτό ήταν σίγουροι ότι μέσα σε είκοσι τέσσερις ώρες θα έβρεχε. Αλλά το βύθισμα των άγιων ειδώλων στο νερό, για να έρθει βροχή, δεν είναι μονοπώλιο των Καθολικών χωρών. Έτσι, στη Μιγγρελία, όταν η σοδειά κινδυνεύει, παίρνουν ένα ιδιαίτερο άγιο είδωλο και το βυθίζουν στο νερό καθημερινά, μέχρι να πέσει ραγδαία βροχή. Στην Άπω Ανατολή επίσης οι Shans, όταν το ρύζι κινδυνεύει από την ξηρασία
117
βρέχουν με νερό τα είδωλα του Βούδα. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις είναι πιθανό να υπάρχει στο βάθος συμπαθητική μαγεία, η οποία όμως ίσως κρύβεται πίσω από την τιμωρία ή την απειλή.
Οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι, όπως οι άλλοι λαοί, όταν οι προσευχές και οι τελετές δεν έφερναν αποτέλεσμα, κατέφευγαν στα μάγια, για να προκαλέσουν βροχοπτώσεις. Στην Αρκαδία, για παράδειγμα, όταν τα σιτηρά και τα δέντρα ξεραίνονταν από την ξηρασία, ο ιερέας του Δία βύθιζε ένα κλαδί βαλανιδιάς μέσα σε μια ορισμένη πηγή στο βουνό Λύκαιο κι αυτό είχε ως αποτέλεσμα να σηκωθεί από το νερό ένα ομιχλώδες σύννεφο, από το οποίο σύντομα θα έπεφτε βροχή πάνω στη γη. Ένας παρόμοιος τρόπος πρόκλησης βροχής εξακολουθεί να υπάρχει, όπως είδαμε, στην Αλμαχέρα, κοντά στη Νέα Γουινέα. Στη Θεσσαλία, ο λαός της Κραννώνας, είχε ένα μπρούντζινο άρμα που το φύλαγε σ’ ένα ναό κι όταν επιθυμούσαν να βρέξει, δεν είχαν παρά να κουνήσουν το άρμα κι η βροχή έπεφτε. Ίσως το κροτάλισμα του άρματος να ήταν μίμηση του κεραυνού. Ήδη έχουμε δει ότι στη Ρωσία και Ιαπωνία οι ψευτοκεραυνοί και οι ψευτοαστραπές αποτελούν μέρος της μαγικής ενέργειας για βροχή. Ο μυθικός Σαλμονέας, Βασιλιάς της Ήλιδας, δημιουργούσε ψεύτικους κεραυνούς τραβώντας πίσω από το άρμα του μπρούντζινες χύτρες ή περνώντας πάνω από μια μπρούντζινη γέφυρα και εκσφενδονίζοντας αναμμένα δαδιά σε μίμηση της αστραπής. Αυτό ήταν η ασεβής του επιθυμία να μιμη- θεί το βροντερό άρμα του Δία, καθώς διέσχιζε τον ουράνιο θόλο. Πραγματικά δήλωνε ότι ήταν ο Δίας και απαιτούσε από το λαό να προσφέρει θυσίες σ’ αυτόν τον ίδιο. Κοντά σ’ ένα ναό του Ά ρη, έξω από τα τείχη της Ρώμης, φυλαγόταν μια συγκεκριμένη πέτρα, γνωστή ως lapis manalis. Σε περιόδους ξηρασίας η πέτρα σερνόταν μέσα στη Ρώμη κι η πράξη αυτή υποτίθεται ότι θα προ- καλούσε αμέσως βροχόπτωση.
3. Ο Έλεγχος του Ήλιου δια της Μαγείας. Όπως νομίζει ο μάγος ότι μπορεί να προξενήσει βροχή, όμοια φαντάζεται και ότι μπορεί να κάνει τον ήλιο να λάμπει και να επισπεύσει ή να επιβραδύνει την πορεία του. Κατά τη διάρκεια λοιπόν μιας έκλειψης, οι Ojebways, νομίζοντας πως ο ήλιος έσβηνε, άρχισαν να ρίχνουν στον αέρα πυρωμένα βέλη νομίζοντας ότι έτσι θα άναβαν πάλι το χαμένο φως του. Οι Sends επίσης του Περού κατά τη διάρκεια μιας έκλειψης έριχναν πυρωμένα βέλη στον ήλιο, πιθανώς όμως όχι για να τον φωτίσουν ξανά, αλλά για να διώξουν μακριά ένα άγριο κτήνος, με το οποίο υποτίθεται ότι πάλευε ο
ΙΙΚ
ήλιος. Αντίθετα, κατά τη διάρκεια μιας έκλειψης του φεγγαριού μερικές φυλές του Ορινόκο συνήθιζαν να θάβουν αναμμένους δαυλούς, γιατί έλεγαν ότι, αν το φεγγάρι έσβηνε, θα έσβηνε μαζί με αυτό και κάθε φωτιά πάνω στη γη, εκτός από εκείνη που, καθώς ήταν κρυμμένη, δεν την έβλεπε το φεγγάρι. Κατά τη διάρκεια μιας έκλειψης του ήλιου οι κάτοικοι της Καμτσάτκα συνήθιζαν να φέρνουν έξω από τις καλύβες τους φωτιά και να προσεύχονται στο μεγάλο φωτοβόλο σώμα να ξαναλάμψει, όπως πριν' αλλά η προσευχή που απευθυνόταν προς τον ήλιο δείχνει ότι αυτή η τελετή ήταν μάλλον θρησκευτική παρά μαγική. Καθαρή όμως μαγική τελετή παρατηρήθηκε σε παρόμοιες περιπτώσεις στους Ινδιάνους Chilcotin, όπου άντρες και γυναίκες ανασκουμπώνονταν, όπως κάνουν όταν πρόκειται να ταξιδέψουν, και στηριγμένοι σε βαρελοσάνιδα, σαν να ήταν βαριά φορτωμένοι, περπατούσαν κυκλικά μέχρι να περάσει η έκλειψη. Πίστευαν σαφώς ότι έτσι υποστήριζαν τα ασταθή βήματα του ήλιου, καθώς αυτός βάδιζε κουρασμένα στον ουρανό. Το ίδιο και στην αρχαία Αίγυπτο, ο βασιλιάς ως αντιπρόσωπος του ήλιου περπατούσε μεγαλόπρεπα γύρω από τους τοίχους ενός ναού, για να είναι σίγουρος ότι ο ήλιος θα έκανε το καθημερινό του ταξίδι στον ουρανό χωρίς να τον δια- κόψει κάποια έκλειψη ή άλλο ατύχημα. Επίσης οι αρχαίοι Αιγύπτιοι μετά τη φθινοπωρινή ισημερία έκαναν μια γιορτή, που είχε το όνομα «η γέννηση του μπαστουνιού του ήλιου», γιατί, καθώς το φωτοβόλο σώμα έγερνε καθημερινά στον ουρανό με αποτέλεσμα να ελαττώνεται το φως και η θερμοκρασία, πίστευαν ότι χρειαζόταν ένα ραβδί, για ν’ ακουμπήσει. Όταν ένας μάγος της Νέας Καληδονίας θέλει να φέρει ηλιοφάνεια, παίρνει μερικά φυτά Και κοράλλια και πηγαίνει στο νεκροταφείο, όπου τα φτιάχνει σε δέμα προσθέτοντας δύο μπούκλες από τα μαλλιά ενός ζωντανού παιδιού της οικογένειάς του και δύο δόντια ή μια ολόκληρη μασέλα από το σκελετό ενός προγόνου. Ύστερα ανεβαίνει σ’ ένα βουνό, που η κορυφή του δέχεται τις πρώτες ακτίνες του πρωινού ήλιου' εκεί τοποθετεί τρία είδη φυτών σε μια επίπεδη πέτρα, βάζει το κλαδί ενός ξερού κοραλλιού δίπλα σ’ αυτά και κρεμάει πάνω απ’ την πέτρα το δέμα με τα μάγια. Το άλλο πρωί επιστρέφει στο ίδιο σημείο και κατά τη στιγμή που ο ήλιος ανατέλλει από τη θάλασσα ανάβει φωτιά στο δέμα. Έπειτα, ενώ ο καπνός ανεβαίνει, τρίβει το ξερό κοράλλι πάνω στην πέτρα κι επικαλείται τους προγόνους του λέγοντας: «Ήλιε! Αυτό το κάνω για να μπορείς να καις και να καταπίνεις όλα τα σύννεφα στον
II')
ουρανό». II ίδια τελετή γίνεται ξανά στη δύση του ήλιου. Πάλι στη Νέα Καληδονία, για να προκαλέσουν ξηρασία, χρησιμοποιούν μια στρογγυλή πέτρα, η οποία έχει μια τρύπα. Την ώρα λοιπόν που βγαίνει ο ήλιος, ο μάγος κρατάει την πέτρα στο χέρι του και περνώντας συνέχεια μέσα από την τρύπα έναν αναμμένο δαυλό, λέει: «Ανάβω τον ήλιο, για να φάει τα σύννεφα και να ξεράνει τη γη μας, ώστε αυτή να μην παράγει τίποτα». Οι Νησιώτες Μπανκς, για να φέρουν ηλιοφάνεια, χρησιμοποιούν έναν ψευτοήλιο. Παίρνουν δηλαδή μια ολοστρόγγυλη πέτρα, που ονομάζεται vat loa ή ηλιόπετρα, τυλίγουν γύρω της ένα κόκκινο σιρίτι πάνω στο οποίο κολλάνε φτερά κουκουβάγιας, που παρασταίνουν τις ακτίνες του ήλιου, και τραγουδούν το κατάλληλο μαγικό άσμα με χαμηλή φωνή. Έπειτα κρεμάνε την πέτρα σ’ ένα δέντρο banyan, υψηλή Ινδική συκιά, ή σ’ ένα δέντρο καζοκαρίνο, σε μια ιερή θέση.
Οι προσφορές που κάνουν οι Βραχμάνες το πρωί υποτίθεται ότι φέρνουν τον ήλιο' λένε μάλιστα ότι «εάν δεν έκαναν αυτές τις προσφορές, σίγουρα ο ήλιος δε θα ανέτελλε». Οι αρχαίοι Μεξικάνοι θεωρούσαν τον ήλιο ως πηγή όλης της ζωτικής ενέργειας και γι’ αυτό τον ονόμαζαν Ipalnemohuani, που σήμαινε «αυτός που δίνει ζωή στους ανθρώπους». Αλλά, εάν αυτός έδινε ζωή στον κόσμο, είχε επίσης την ανάγκη να παίρνει ζωή απ’ αυτόν' και καθώς η καρδιά είναι η θέση και το σύμβολο της ζωής, πρόσφεραν στον ήλιο ματωμένες καρδιές ανθρώπων και ζώων, για να τον διατηρήσουν δυνατό και ικανό να συνεχίζει την πορεία του στον ουρανό. Έτσι, οι θυσίες των Μεξικάνων στον ήλιο ήταν περισσότερο μαγικές παρά θρησκευτικές και είχαν σκοπό όχι τόσο να τον ευχαριστήσουν και να τον εξιλεώσουν, όσο να ανανεώσουν τις ενέργειές του, δηλαδή τη θερμότητα, το φως και την κίνηση. Η σταθερή αναζήτηση ανθρώπινων θυμάτων για διατήρηση της ηλιακής φωτιάς κινούσε κάθε χρόνο πολέμους ανάμεσα στα γειτονικά κράτη φέρνοντας ομάδες αιχμαλώτων για να θυσιαστούν στο βωμό. Οι ακατάπαυστοι λοιπόν πόλεμοι των Μεξικάνων και οι άγριες ανθρωποθυσίες τους, οι πιο τερατώδεις που έχουν κατα- γραφεί, πήγαζαν κατά ένα μεγάλο ποσοστό από μια λαθεμένη θεωρία για το ηλιακό σύστημα. Δεν υπάρχει πιο χτυπητή απεικόνιση από τις καταστροφικές συνέπειες αυτής της πρακτικής που βασίζεται σ’ ένα καθαρά θεωρητικό λάθος. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι ο ήλιος διέσχιζε τον ουρανό πάνω σ’ ένα άρμα, γι’ αυτό και οι Ροδίτες, που λάτρευαν τον ήλιο ως αρχηγική τους
120
θεότητα, του αφιέρωναν κάϋ»; χρόνο ήνα άρμα και τέσσερα άλογα, τα οποία πετούσαν στη θάλασσα, για να τα χρησιμοποιήσει* είχαν δηλαδή την πεποίθηση ότι μετά από τη χρήση ενός χρόνου τα γέρικά του άλογα και το άρμα χρειάζονταν αντικατάσταση. Από ένα παρόμοιο κίνητρο προφανώς οι ειδωλολάτρες των Ιουδαίων αφιέρωναν στον ήλιο άρματα και άλογα, ενώ οι Σπαρτιάτες, οι Πέρσες και οι Μασσαγέτες θυσίαζαν άλογα σ’ αύτον. Οι Σπαρτιάτες μάλιστα έκαναν τη θυσία στην κορφή του βουνού Ταΰγετος, γιατί πίσω απ’ αυτή την όμορφη έκταση έβλεπαν το μεγάλο φωτοβόλο σώμα να δύει κάθε βράδυ. Αυτό ήταν τόσο φυσικό για τους κατοίκους της Σπαρτιάτικης κοιλάδας, όσο ήταν για τους νησιώτες της Ρόδου να πετούν το άρμα και τα άλογα στη θάλασσα, γιατί μέσα σ’ αυτήν φαινόταν ότι βυθίζεται ο ήλιος κάθε νύχτα. Έτσι, είτε πάνω στο βουνό είτε μέσα στη θάλασσα, τα καινούργια άλογα ήταν έτοιμα για τον κουρασμένο θεό, που τα καλοδεχόταν στο τέλος του ημερήσιου ταξιδιού του.
Όπως λοιπόν μερικοί άνθρωποι νομίζουν ότι μπορούν να φωτίσουν τον ήλιο ή να επιταχύνουν την πορεία του, το ίδιο και μερικοί άλλοι φαντάζονται ότι μπορούν να τον καθυστερήσουν ή να τον σταματήσουν. Σ’ ένα πέρασμα των Περουβιανών Ανδεων, στέκονται τα ερείπια δύο πύργων πάνω σε αντικρυστούς λόφους. Στους τοίχους αυτών των πύργων είχαν βάλει σιδερένιους γάντζους με σκοπό να τεντώσουν ένα δίχτυ από τον ένα πύργο στον άλλο, για να πιάσουν μέσα τον ήλιο. Οι ιστορίες ανθρώπων που έπιασαν τον ήλιο σε μια θηλιά είναι πολύ διαδομένες. Όταν το φθινόπωρο ο ήλιος πηγαίνει νότια και βυθίζεται όλο και πιο χαμηλά στον Αρκτικό ουρανό, οι Εσκιμώοι του Iglulik παίζουν το παιχνίδι κούνια της γάτας, για να τον πιάσουν μέσα στις θηλιές του σπάγγου κι έτσι να εμποδίσουν την εξαφάνισή του. Αντίθετα κατά την άνοιξη, όταν ο ήλιος κινείται προς το βοριά, παίζουν το παιχνίδι κύπελλο και μπάλα, για να επισπεύσουν την επιστροφή του. Όταν ένας μαύρος της Αυστραλίας επιθυμεί να μη χαθεί ο ήλιος μέχρι να πάει σπίτι του, βάζει χλόη στη διχάλα ενός δέντρου ακριβώς απέναντι από τη δύση. Από την άλλη, όταν επιθυμούν να βασιλέψει πιο γρήγορα, οι Αυστραλοί πετάνε άμμο στον αέρα και τη φυσάνε με κατεύθυνση προς τον ήλιο, ίσως για να μεταφέρουν δυτικά την αργοπορημένη σφαίρα μέσω του αέρα και να τη θάψουν κάτω από την άμμο, όπου φαίνεται να βυθίζεται κάθε βράδυ.
Όπως όμως φαντάζονται μερικοί ότι μπορούν να επισπεύ
121
σουν την πορεία του ήλιου, έτσι άλλοι φαντάζονται ότι μπορούν να σπρώξουν ελαφρά το αργό φεγγάρι. Οι ιθαγενείς της Νέας Γουινέας υπολογίζουν τους μήνες από το φεγγάρι και είναι γνωστό ότι μερικοί απ’ αυτούς πετούν πέτρες και λόγχες στο φεγγάρι, για να επιταχύνουν την πορεία του κι έτσι να επισπεύσουν την επιστροφή των φίλων τους που για δώδεκα μήνες λείπουν μακριά από το σπίτι τους δουλεύοντας σε φυτείες καπνού. Οι Μαλαίοι νομίζουν ότι μια δυνατή λάμψη κατά το ηλιοβασίλεμα μπορεί να φέρει πυρετό σ’ ένα ασθενικό άτομο και προσπαθούν να σβήσουν τη λάμψη φτύνοντας νερό και πετώντας στάχτες σ’ αυτό. Οι Ινδιάνοι πάλι Shuswap πιστεύουν ότι μπορούν να φέρουν χειμώνα καίγοντας το ξύλο ενός δέντρου που χτυπήθηκε από κεραυνό. Αυτή η πίστη μπορεί να βασίζεται στην παρατήρηση ότι στη χώρα τους ακολουθεί κρύο μετά από μια θύελλα με κεραυνούς. Γι’ αυτό την άνοιξη, όταν ταξιδεύουν στα ορεινά μέσα στο χιόνι καίνε τα πελεκούδια ενός τέτοιου ξύλου, για να μη λιώσει η κρούστα του χιονιού.
4. Ο Έλεγχος του Ανέμου δια της Μαγείας. Ακόμη μια φορά οι άγριοι νομίζουν ότι μπορούν να κάνουν τον άνεμο να φυσήξει ή να σταματήσει. Όταν λοιπόν ένας Yakut έχει να κάνει πολύ δρόμο και η ημέρα είναι ζεστή, παίρνει μια πέτρα που βρήκε κατά τύχη μέσα σ’ ένα ζώο ή ψάρι, ανεμίζει πολλές φορές αλογό- τριχες γύρω απ’ αυτή, τις οποίες ύστερα δένει σ’ ένα ραβδί και στη συνέχεια κουνάει το ραβδί προφέροντας ένα ξόρκι. Αμέσως μετά απ’ αυτό αρχίζει να πνέει μια δροσερή αύρα. Για να έχουν επί εννέα ημέρες δροσερό άνεμο, πρέπει αρχικά να βουτήξουν την πέτρα στο αίμα ενός πουλιού ή ζώου και μετά να την προσφέρουν στον ήλιο, ενώ ο μάγος κάνει τρεις γύρους αντίθετα με την πορεία του φωτοβόλου σώματος. Εάν ένας Οττεντότος θέλει να πέσει ο αέρας, παίρνει ένα από τα πιο λιπαρά του δέρματα και το κρεμάει στην άκρη ενός κονταριού, πιστεύοντας ότι με το φύσημα του αέρα θα πέσει κάτω το δέρμα κι ο άνεμος χάνοντας όλες τις δυνάμεις του θα πέσει κι αυτός. Οι μάγοι πάλι Fuegian ρίχνουν όστρακα ενάντια στον άνεμο, για να τον κάνουν να πέσει, ενώ για τους ιθαγενείς του νησιού Bibili, έξω από τη Νέα Γουινέα, πιστεύεται ότι μπορούν να φέρουν άνεμο φυσώντας με το στόμα τους. Όταν λοιπόν φυσάει δυνατός άνεμος, οι Bogadjim λένε: «Η φυλή Bibili φυσάει πάλι μακριά». Ένας άλλος επίσης τρόπος για να προκληθεί άνεμος στη Νέα Γουινέα, είναι να χτυπήσουν ελαφρά μ’ ένα ραβδί μια «πέτρα του ανέμου», την οποία, αν μάλιστα
122
χτυπήσουν δυνατά, μπορούν να φέρουν καταιγίδα. Έτσι λοιπόν οι μάγοι στη Σκωτία σήκωναν τον άνεμο βυθίζοντας σε νερό ένα κουρέλι και χτυπώντας το τρεις φορές πάνω σε μια πέτρα, ενώ έλεγαν:
«Χτυπώ αυτό το κουρέλι πάνω σ’ αυτή την πέτραΓια να φέρω τον άνεμο με τη μορφή καταιγίδαςΔε θα σταματήσει μέχρι να τον παρακαλέσω ξανά.»
Στη Γροιλανδία μια λεχώνα υποτίθεται ότι, ακόμα και αρκετό καιρό μετά τον τοκετό, διαθέτει τη δύναμη να φέρει καταιγίδα' το μόνο που έχει να κάνει είναι να βγει έξω από το σπίτι, να γεμίσει το στόμα της με αέρα και μπαίνοντας ξανά μέσα στο σπίτι να τον φυσήξει έξω. Κατά την αρχαιότητα υπήρχε μια οικογένεια στην αρχαία Κόρινθο, που απολάβαινε εκτίμηση, γιατί τα μέλη της μπορούσαν να καθησυχάσουν το μανιασμένο άνεμο' αλλά δε γνωρίζουμε με τι τρόπο εξασκούσαν ένα τέτοιο χρήσιμο λειτούργημα, το οποίο προφανώς τους απέδινε μια πιο σταθερή αμοιβή από μια απλή εκτίμηση ανάμεσα στο θαλασσινό πληθυσμό του ισθμού. Κατά τους Βυζαντινούς επίσης χρόνους και επί της βασιλείας του Κωνσταντίνου, κάποιος με το όνομα Σώπατρος θανατώθηκε στην Κωνσταντινούπολη, γιατί κατηγορήθηκε ότι είχε δέσει τους ανέμους με μάγια, επειδή έτυχε να σταματήσουν μακριά τα πλοία με τα σιτηρά από την Αίγυπτο και τη Συρία, εξαιτίας νηνεμίας ή σφοδρών ανέμων κι αυτό προκάλεσε οργή κι απογοήτευση στον πεινασμένο Βυζαντινό όχλο. Οι Φινλανδοί πάλι μάγοι συνήθιζαν να πουλούν άνεμο στους ναυτικούς που σταμάτησαν ένεκα θύελλας. Έκλειναν τον άνεμο σε τρεις κόμπους' αν έλυναν τον πρώτο, θα σηκωνόταν ένας μέτριος άνεμος, αν έλυναν το δεύτερο, ένας δυνατός άνεμος κι αν έλυναν τον τρίτο, θα ξεσπούσε μια καταιγίδα. Πραγματικά, οιΈσθονοί, που η χώρα τους χωρίζεται από τη Φινλανδία μόνο με ένα θαλασσινό βραχίονα, ακόμη πιστεύουν στη μαγική δύναμη των βορεινών γειτόνων τους. Οι τσουχτεροί άνεμοι, οι οποίοι φυσούν την άνοιξη από βοριά και βορειο-ανατολικά, προκαλώντας ρίγη πυρετού και ρευματικές φλεγμονές κατευνάζονται από τους απλούς Εσθονούς χωρικούς, που εναντιώνονται στις μηχανορραφίες των μάγων. Τους τρομάζουν μάλιστα ιδιαίτερα τρεις ημέρες την άνοιξη, που τις ονομάζουν Ημέρες του Σταυρού' η μία απ’ αυτές συμπίπτει με την Παραμονή της Αναλήψεως. Οι άνθρωποι στα περίχωρα της
Φι,λλιν δε βγαίνουν έξω αυτές τις ημέρες από φόβο μήπως οι άγριοι άνεμοι της Λαπωνίας τους πλήξουν θανάσιμα. Ένα λαϊκό τραγούδι, αγαπητό στους Εσθονούς, είναι το εξής:
«Άνεμε του Σταυρού! σφοδρέ και ισχυρέ!Δυνατό το φύσημα των πτερύγων σου στο πέρασμά σου!Άγριε, θρηνητικέ άνεμε της ατυχίας και της λύπης,Οι Μάγοι της Φινλανδίας έρχονται μαζί με το φύσημα.»
Λένε επίσης ότι ναύτες, λοξοδρομώντας προς τη στεριά από τον άνεμο του κόλπου της Φινλανδίας, μερικές φορές βλέπουν ένα παράξενο πλεούμενο να εμφανίζεται πίσω τους και να τους προφταίνει σιγά σιγά. Προχωρεί κατά πάνω τους σαν ένα σύννεφο από φουσκωμένα πανιά, σχίζοντας τ’ αφρισμένα κύματα και πε- τώντας αφρούς από την πλώρη του, με όλα τα πανιά φουσκωμένα, έτοιμα να σχιστούν και όλα του τα σχοινιά τεντωμένα, έτοιμα να σπάσουν. Τότε οι ναυτικοί πιστεύουν ότι αυτό έρχεται από τη Φινλανδία.
Η τέχνη να δένεται ο άνεμος σε τρεις κόμπους, ώστε όσο πιο πολλοί κόμποι λύνονται, τόσο πιο δυνατός άνεμος να φυσάει, αποδίνεται στους μάγους της Λαπωνίας και στις μάγισσες του Shetland, του Lewis και του Νησιού του Ανθρώπου. Οι ναυτικοί του Shetland εξακολουθούν ν’ αγοράζουν ανέμους, με τη μορφή κόμπων σε μαντίλια ή σε κλωστές, από γριές που ισχυρίζονται ότι κατευθύνουν τις καταιγίδες. Λένε ότι υπάρχουν γριούλες στο Lerwick, που ακόμα και σήμερα ζουν από την πώληση του ανέμου. Ο Οδυσσέας παρέλαβε τους ανέμους από τον Αίολο, Βασιλιά των Ανέμων, μέσα σ’ ένα δερμάτινο σάκο. Οι Motumotu της Νέας Γουινέας νομίζουν ότι στέλνει τους ανέμους ένας μάγος Oiabu, ο οποίος έχει ένα μπαμπού για κάθε άνεμο, που το ανοίγει, όποτε αυτός θέλει. Στη κορυφή του βουνού Agu στο Togo, μια περιοχή της Δυτικής Αφρικής, υπάρχει ένα φετίχ που ονομάζεται Baoba και υποτίθεται πως ελέγχει τον άνεμο και τη βροχή' αναφέρουν μάλιστα ότι ο ιερέας του φυλάει τους ανέμους κλεισμένους μέσα σε μεγάλα δοχεία.
Συχνά ο θυελλώδης άνεμος θεωρείται σαν ένα κακό στοιχείο, που το φοβερίζουν, το διώχνουν μακριά ή το σκοτώνουν. Όταν οι καταιγίδες και ο κακός καιρός διαρκούν για πολύ και η τροφή είναι σπάνια, οι Κεντρικοί Εσκιμώοι προσπαθούν να εξορκίσουν τη θύελλα φτιάχνοντας ένα μαστίγιο από φύκια με το
124
οποίο οπλισμένοι πηγαίνουν ati|v παραλία και χτυπώντας προς τη διεύθυνση ton ανέμου φωνάζουν «Tabu (αρκετά)!». Όταν κά- ποτι: οι βορειο-δυτικοί άνεμοι κράτησαν τον πάγο στην ακτή για πολύ και η τροφή χανόταν, οι Εσκιμώοι έκαναν μια τελετουργία για να φέρουν νηνεμία. Άναψαν μια φωτιά στην ακτή και οι άντρες μαζεύτηκαν γύρω της τραγουδώντας. Στη συνέχεια ένας γέρος πάτησε πάνω στη φωτιά και με μελιστάλαχτη φωνή κάλεσε το δαίμονα του ανέμου να πάει κάτω από τη φωτιά, για να ζεσταθεί. Όταν λοιπόν αυτός υποτίθεται ότι έφτασε εκεί, ένας γέρος έριξε στις φλόγες ένα δοχείο νερό, για το οποίο συνεργάστηκαν όλοι οι παρόντες κι αμέσως έπεσε προς το μέρος της φωτιάς μια σειρά από βέλη. Αυτοί νόμιζαν ότι ο δαίμονας δε θα έμενε εκεί όπου του φέρθηκαν τόσο άσχημα. Για να έχουν μάλιστα καλύτερο αποτέλεσμα, πυροβόλησαν προς διάφορες κατευθύνσεις και προσ- κάλεσαν τον καπετάνιο ενός Ευρωπαϊκού πλοίου να κανονιοβολήσει τον άνεμο. Στις είκοσι μία Φεβρουάριου του 1883, οι Εσκι- μώοι του Point Barrow στην Αλάσκα έκαναν μια παρόμοια τελετουργία για να σκοτώσουν το πνεύμα του ανέμου. Οι γυναίκες έδιωχναν το δαίμονα από τα σπίτια τους με ρόπαλα και μαχαίρια, με τα οποία δημιουργούσαν περάσματα στον αέρα, ενώ οι άντρες συγκεντρωμένοι γύρω από μια φωτιά τον πυροβολούσαν και τον σύνθλιψαν κάτω από μια βαριά πέτρα, τη στιγμή που ο ατμός ανέβαινε σαν σύννεφο από τη στάχτη που σιγόκαιγε, πάνω στην οποία μόλις είχαν ρίξει έναν κάδο νερό.
Οι Ινδιάνοι Lengua του Gran Chaco αποδίνουν την ορμή του ανεμοστρόβιλου στο πέρασμα ενός πνεύματος κι εκσφενδονίζουν πάνω του κοντάρια, για να τον φοβίσουν και να τον τρέψουν σε φυγή. Οι Payaguas επίσης της Νότιας Αμερικής, όταν ο άνεμος γκρεμίζει τις καλύβες τους, αρπάζουν αναμμένους δαυλούς και τρέχουν εναντίον του απειλώντας τον με αυτούς, ενώ άλλοι χτυπούν με τις γροθιές τους τον αέρα, για να φοβίσουν τη θύελλα. Οι Guaycurus πάλι, όταν απειλούνται από σφοδρή θύελλα, οι άντρες βγαίνουν έξω οπλισμένοι, ενώ οι γυναίκες και τα παιδιά ξεφωνίζουν, όσο γίνεται πιο δυνατά, για να φοβίσουν το δαίμονα. Οι κάτοικοι του χωριού Batak της Σουμάτρας στη διάρκεια μιας θύελλας έτρεξαν έξ<ο από τα σπίτια τους οπλισμένοι με ξίφη και λόγχες και με επικεφαλής τον αρχηγό τους πελεκούσαν και κομμάτιαζαν τον αόρατο εχθρό φωνάζοντας άγρια. Μια γριά μάλιστα έδειξε ιδιαίτερη δριιοιηριόιηκι κατά την άμυνα του σπιτιού της, σχίζοντας τον αέρα Λΐ;),ιά κι αριπιερά μ’ ένα μακρύ ξίφος. Σε μια
Ι Λ
|Η(ΐιη καταιγίδα, που οι βροντές ακούγονταν πολύ κοντά, οι Kayans του Βόρνεο έκαναν πως τραβούσαν απειλητικά τα σπαθιά τους, σαν να ήθελαν να φοβίσουν και να τρέψουν σε φυγή τους δαίμονες της θύελλας. Στην Αυστραλία πάλι οι τεράστιες στήλες κόκκινης άμμου, οι οποίες κινούνται γρήγορα κατά μήκος μιας έρημης έκτασης, θεωρούνται από τους ιθαγενείς ότι είναι πνεύματα που διαβαίνουν. Κάποτε ένας νεαρός μαύρος αθλητής κυνήγησε μια απ’ αυτές τις κινητές στήλες, για να τη σκοτώσει με μπούμερανγκ. Έλειψε δυο ή τρεις ώρες και γύρισε πολύ κουρασμένος λέγοντας ότι σκότωσε τον Koochee (το δαίμονα), αλλά ο Koochee είχε στενάξει κι έτσι αυτός έπρεπε να πεθάνει. Οι Βε- δουίνοι της Ανατολικής Αφρικής λένε ότι «κανένας ανεμοστρόβιλος δε σαρώνει το μονοπάτι χωρίς να διωχτεί από μια ντουζίνα άγριους, οι οποίοι με τραβηγμένα εγχειρίδια μαχαιρώνουν το κέντρο της στήλης από σκόνη, για ν’ απομακρύνουν το κακό πνεύμα, που πιστεύουν ότι βρίσκεται πάνω στον καταστρεπτικό άνεμο».
Στο πνεύμα αυτών των παραδειγμάτων, μια ιστορία του Ηρόδοτου, την οποία οι σύγχρονοι κριτικοί έχουν αντιμετωπίσει ως μύθο, είναι πολύ αξιόπιστη. Αυτός λέει, χωρίς όμως και να παίρνει την ευθύνη για την αλήθεια της ιστορίας, ότι κάποτε στη χώρα Ψύλλοι, τη σημερινή Τρίπολη, ο άνεμος που φυσούσε από τη Σαχάρα είχε ξεράνει όλες τις δεξαμενές νερού. Έτσι οι άνθρωποι αποφάσισαν και προχώρησαν συνταγμένοι, για να κάνουν πόλεμο ενάντια στο νότιο άνεμο. Όταν όμως μπήκαν στην έρημο, ο λίβας τους σάρωσε και τους έθαψε όλους. Την ιστορία θα μπορούσε κάλλιστα να την έχει πει κάποιος, που τους παρακολούθησε να εξαφανίζονται παραταγμένοι για μάχη, με τα τύμπανα και τα κύμβαλα να χτυπούν μέσα σ’ ένα κόκκινο σύννεφο άμμου που στροβιλιζόταν.
126
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI
01 ΜΑΓΟΙ ΩΣ ΒΑΣΙΛΙΑΔΕΣ
Η προηγούμενη απόδειξη πιθανώς να μας ικανοποιεί, γιατί σε πολλές χώρες και φυλές η μαγεία ισχυριζόταν ότι ελέγχει τις μεγάλες δυνάμεις της φύσης για το καλό του ανθρώπου. Εάν ήταν έτσι, τα άτομα που εξασκούσαν αυτή την τέχνη έπρεπε αναγκαστικά να είναι πρόσωπα σημαντικά και να επηρεάζουν κάθε κοινωνία που εμπιστευόταν την αλλόκοτη οίησή τους' επομένως δε θα μας παραξένευε το γεγονός εάν, εξαιτίας της υπόληψης που ι-.ίχαν και του σεβασμού που ενέπνεαν, μερικοί απ’ αυτούς έφταναν στα ανώτερα αξιώματα δια μέσου των εύπιστων συντρόφων τους. Όπως είχαν λοιπόν τα γεγονότα, οι μάγοι φαίνεται ότι συχνά γίνονταν αρχηγοί και βασιλιάδες.
Ας αρχίσουμε μελετώντας την κατώτερη ανθρώπινη φυλή, για την οποία έχουμε μάλλον πλήρεις και ακριβείς πληροφορίες, δηλαδή τους αυτόχθονες της Αυστραλίας. Αυτοί λοιπόν οι άγριοι δεν έχουν ούτε αρχηγούς ούτε βασιλιάδες. Οι φυλές τους μπορεί να ειπωθεί ότι έχουν ένα πολιτικό σχήμα, που είναι μια δημοκρατία ή καλύτερα μία ολιγαρχία από γέρους κι ανθρώπους με επίδραση, οι οποίοι σε συνεδριάσεις, από όπου αποκλείονται οι νεότεροι, παίρνουν αποφάσεις για όλα τα σημαντικά θέματα. Η συγκέντρωσή τους είναι ανάλογη με αυτή της γερουσίας των κατοπινών χρόνων. Εάν λοιπόν έπρεπε να δώσουμε όνομα σε μια τέτοια κυβέρνηση γερόντων, πιθανώς θα την ονομάζαμε γεροντοκρατία. Έτσι, στην πρωτόγονη Αυστραλία, αυτοί οι πιο γέροι, που συνεδριάζουν και κατευθύνουν τις υποθέσεις της φυλής τους, φαίνεται να είναι σε γενικές γραμμές οι φύλαρχοι των δικών τους
127
τοτεμικών φυλών. Στην Κεντρική Αυστραλία, όπου η ερημική φύση του εδάφους και ο σχεδόν τέλειος αποκλεισμός από ξένες επιδράσεις έχουν καθυστερήσει την πρόοδο και έχουν κρατήσει τους ιθαγενείς, στο σύνολό τους, στην πιο πρωτόγονη κατάσταση, οι φύλαρχοι των διαφόρων τοτεμικών φυλών είναι επιφορτισμένοι με το σπουδαίο έργο να εκτελούν μαγικές τελετουργίες για τον πολλαπλασιασμό των τοτέμ' και καθώς την πλειονότητα των ιερών συμβόλων αποτελούν φαγώσιμα ζώα ή φυτά, επόμενο είναι ν’ αναμένουν συνήθως απ’ αυτούς τους ανθρώπους την προμήθεια της τροφής με τη βοήθεια της μαγικής τέχνης. Άλλοι πάλι πρέπει να προκαλέσουν τη βροχή ή να προσφέρουν άλλες υπηρεσίες στην κοινότητα. Με λίγα λόγια στις φυλές της Κεντρικής Αυστραλίας οι φύλαρχοι είναι δημόσιοι μάγοι. Η πιο σημαντική τους λειτουργία είναι να έχουν την ευθύνη για την ιερή αποθήκη, μια σχισμή στους βράχους ή μια τρύπα στο έδαφος, όπου φυλάγονται οι ιερές πέτρες και οι βέργες (churinga), με τις οποίες υποτίθεται ότι δένονται, κατά κάποιο τρόπο, οι ψυχές όλων των ανθρώπων, ζωντανών και πεθαμένων. Έτσι, αφού οι αρχηγοί της φυλής εκτελούν αυτά που προφανώς θα ονομάζαμε καθήκοντα της πολιτείας, όπως να επιβάλλουν τιμωρία για παράβαση εθίμου της φυλής, οι κύριες λειτουργίες τους είναι ιερές ή μαγικές.
Εάν περάσουμε από την Αυστραλία στη Νέα Γουινέα, θα δούμε ότι, αν και οι ιθαγενείς βρίσκονται σ’ ένα υψηλότερο επίπεδο πολιτισμού από τους αυτόχθονες της Αυστραλίας, το πολίτευμά τους εξακολουθεί να είναι βασικά δημοκρατικό ή ολιγαρχικό και η έννοια της αρχηγίας βρίσκεται ακόμη σε κατάσταση εμβρύου. Ο Sir William MacGregor μας λέει ότι στη Βρετανική Νέα Γουινέα κανένας δε γεννήθηκε αρκετά σοφός, τολμηρός και δυνατός, για να γίνει δεσπότης ακόμη και σε μια μόνο περιφέρεια. «Η πιο εύκολη προσέγγιση σ’ αυτή τη θέση είναι ο πολύ δύσκολος δρόμος για να γίνει κανείς αναγνωρισμένος μάγος' αλλά αυτό έχει αποχτηθεί μόνο μ’ εκβιασμό».
Σύμφωνα με την έκθεση ενός ιθαγενούς, η ρίζα της δύναμης των Μελανησιών αρχηγών βρίσκεται ολοκληρωτικά στην πίστη ότι αυτοί επικοινωνούν με δυνατά πνεύματα και ότι ασκώντας την υπερφυσική τους αυτή ιδιότητα μπορούν να προκαλέσουν την επιρροή των πνευμάτων που την έχουν. Εάν ένας αρχηγός έβαζε κάποιο πρόστιμο, το πρόστιμο αυτό πληρωνόταν, γιατί οι άνθρωποι σι: όλο τον κόσμο φοβόνταν τη δύναμη του πνεύματος και πίστευαν ακράδαντα ότι ο αρχηγός μπορούσε να επιβάλει συμ
128
φορά και ασθένεια σι: όποιον αρνιόταν να πλήρωσα. Μόλις όμως ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων του άρχιζε να δυσπιστεί για την επίδρασή του στα πνεύματα, αυτός έχανε τη δύναμη να εισπράττει πρόστιμα. Ο Δρ. George Brown μας λέει επίσης ότι στη Νέα Βρετανία «ένας αρχηγός υποτίθεται πως ασκούσε πάντοτε και ιερατικά καθήκοντα' βρισκόταν σε διαρκή επικοινωνία με τα tebarans (πνεύματα) και με την επιρροή τους ήταν ικανός να φέρει βροχή ή λιακάδα, καλούς ή κακούς ανέμους, ασθένεια ή υγεία, επιτυχία ή καταστροφή στον πόλεμο και γενικά κάθε ευλογία ή κατάρα σ’ αυτόν που θα του το ζητούσε και θα πλήρωνε αρκετά».
Ανεβαίνοντας τη σκάλα του πολιτισμού φτάνουμε στην Αφρική, όπου και οι δύο, η αρχηγία και η βασιλεία, έχουν εξελιχτεί πλήρως και είναι φανερή εδώ η απόδειξη της εξέλιξης του μάγου και κυρίως του βροχοποιού σε αρχηγό. Έτσι, στους Wam- bugwe, ένα λαό Μπαντού της Ανατολικής Αφρικής, η αρχική μορφή κυβέρνησης ήταν μια οικογενειακή δημοκρατία, αλλά η τεράστια δύναμη των μάγων, που πήγαινε κληρονομικά, τους ανέβασε σύντομα στη σειρά των μικρών λόρδων ή αρχηγών. Το 1894, από τους τρεις αρχηγούς που ζούσαν στη χώρα, τους δύο έτρεμαν ως μάγους κι ο πλούτος από την κτηνοτροφία πήγαινε σχεδόν όλος σ’ αυτούς, με τη μορφή δώρων, που προσφέρονταν για τις υπηρεσίες τους από τη μαγική τους ικανότητα. Η κυριό- τερη τέχνη τους ήταν αυτή του βροχοποιού. Λένε ότι οι αρχηγοί των Wataturu, ενός άλλου λαού της Ανατολικής Αφρικής, δι:ν ήταν τίποτε άλλο παρά μόνο μάγοι μακριά από κάθε πολιτική επιρροή. Στους Ουαγκόγκο επίσης της Ανατολικής Αφρικής, η δύναμη των αρχηγών απορρέει κυρίως από την τέχνη τους να προ- καλούν βροχή' κι αν ένας αρχηγός δεν μπορούσε να φέρει βροχή ο ίδιος, έπρεπε να την προμηθευτεί από κάποιον που διέθετε αυτή την ικανότητα.
Στις φυλές του Άνω Νείλου, οι θεραπευτές είναι γενικά και οι αρχηγοί. Η εξουσία τους βασίζεται πάνω απ’ όλα στην υποθετική δύναμή τους να κάνουν βροχή, γιατί «η βροχή είναι το μόνο πράγμα που απασχολεί τους ανθρώπους αυτών των περιοχών, αφού, εάν δε βρέξει την κατάλληλη εποχή, αυτό σημαίνει απερίγραπτες συμφορές για την κοινότητα. Δεν υπάρχει λοιπόν αμφιβολία ότι άτομα επιτήδεια διεκδικούσαν για τον εαυτό τους τη δύναμη να προκαλούν βροχή ή, εάν είχαν κερδίσει αυτή την εκτίμηση, εκμεταλλεύονταν την ευπιστία των απλοϊκών γειτόνων τους». Έτσι, «οι περισσότεροι αρχηγοί αυτών των φυλών είναι
129
βροχοποιοί και η δημοτικότητα τους είναι ανάλογη με τη δύναμή τους να δώσουν βροχή στο λαό τους την κατάλληλη εποχή... Οι βροχοποιοί αρχηγοί χτίζουν πάντοτε τα χωριά τους στις πλαγιές αρκετά υψηλών λόφων, καθώς γνωρίζουν αναμφισβήτητα ότι οι λόφοι ελκύουν τα σύννεφα κι έτσι είναι αρκετά σίγουροι στις καιρικές τους προγνώσεις». Ο καθένας απ’ αυτούς τους βροχοποιούς έχει μια ποσότητα από βροχόπετρες, όπως είναι ο ορεινός κρύσταλλος, ο aventurine και ο αμέθυστος, που τις φυλάει σ’ ένα δοχείο. Όταν αυτός θέλει να βρέξει, βουτάει τις πέτρες στο νερό και κρατώντας ένα ξεφλουδισμένο καλάμι, σχισμένο στην κορυφή, κάνει νόημα στα σύννεφα να έρθουν ή ν’ απομακρυνθούν μουρμουρίζοντας συγχρόνως ένα ξόρκι' ή ρίχνει νερό και τα εν- τόσθια πρόβατου ή κατσίκας στην τρύπα μιας πέτρας και μετά ραντίζει τον αέρα με νερό. Όμως, αν και ο αρχηγός αποχτά πλούτο εξαιτίας των υποθετικών του μαγικών δυνάμεων, συχνά, ίσως πάντοτε, καταλήγει σ’ ένα βίαιο τέλος, γιατί σε περίοδο ξηρασίας θυμωμένα άτομα συγκεντρώνονται και τον σκοτώνουν πιστεύοντας ότι αυτός είναι εκείνος που εμποδίζει τη βροχή να πέσει. Το αξίωμα αυτό είναι συνήθως κληρονομικό και περνάει από πατέρα σε γιο. Ανάμεσα στις φυλές που έχουν αυτά τα πιστεύω και διατηρούν αυτά τα έθιμα είναι οι Latuka, Bari, Laluba και Lokoiya.
Στην Κεντρική Αφρική, η φυλή Lendu, που βρίσκεται στα δυτικά της Λίμνης Αλβέρτου, πιστεύει ότι ορισμένοι άνθρωποι είναι ικανοί να φέρουν βροχή κι ο βροχοποιός της ή είναι αρχηγός ή κατά κανόνα γίνεται. Οι Banyoro επίσης τρέφουν μεγάλη εκτίμηση στους χορηγούς της βροχής, τους οποίους φορτώνουν με άφθονα δώρα. Ο μεγάλος όμως χορηγός, αυτός που έχει απόλυτη και ανεξέλεγκτη δύναμη πάνω στη βροχή, είναι ο βασιλιάς, ο οποίος μπορεί να στείλει τη δύναμή του και σε άλλα άτομα, έτσι ώστε η ωφέλεια να μοιραστεί και η ουράνια βροχή να πέσει στα διάφορα μέρη του βασιλείου.
Στη Δυτική, καθώς επίσης και στην Ανατολική και Κεντρική Αφρική, βλέπουμε την ίδια ένωση αρχηγικών καθηκόντων με μαγικές λειτουργίες. Στη φυλή μάλιστα Φαν δεν υπάρχει διάκριση μεταξύ αρχηγού και μάγου-γιατρού. Ο αρχηγός είναι και μάγος-γιατρός κι ακόμη σιδεράς, γιατί για τους Φαν η τέχνη του σιδερά είναι ιερή και μόνο οι αρχηγοί μπορούν ν’ ασχολούνται με αυτή.
Ως προς τη σχέση ανάμεσα στη θέση του αρχηγού και του
130
βροχοποιού στη Νότια Αφρική, ένας καλά πληροφορημένος συγγραφέας παρατηρεί: «ΙΙολύ παλιά, ο αρχηγός ήταν ο μεγάλος Βροχοποιός της φυλής. Μερικοί αρχηγοί δεν επέτρεπαν σε κανέ- ναν άλλο να τους συναγωνιστεί από φόβο μήπως κάποιος επιτυχημένος Βροχοποιός εκλεγεί αρχηγός. Υπήρχε επίσης κι ένας άλλος λόγος: ο Βροχοποιός ήταν βέβαιο ότι θα πλούτιζε, αν κέρδιζε τη γενική εκτίμηση' και ήταν σαφές ότι ο αρχηγός δεν άφηνε ποτέ κάποιον άλλο να είναι πιο πλούσιος απ’ αυτόν. Ο Βροχοποιός ασκεί τεράστιο έλεγχο πάνω στους ανθρώπους και είναι πολύ σημαντικό αυτή η λειτουργία να συνδέεται με τη βασιλεία. Η παράδοση τοποθετεί πάντοτε τη δύναμη δημιουργίας βροχής ως τη βασική αιτία δόξας αρχαίων αρχηγών και ηρώων και φαίνεται πιθανό αυτή η δύναμη ν’ αποτελεί την αρχή του αρχηγικού αξιώματος. Ο άνθρωπος που μπορούσε να φέρει βροχή ήταν φυσικό να γίνει αρχηγός. Με τον ίδιο τρόπο ο Chaka (ο περίφημος δεσπότης των Ζουλού) δήλωνε ότι ήταν ο μοναδικός μάντης στη χώρα, γιατί, αν επέτρεπε την ύπαρξη αντιπάλων, θα κινδύνευε η ζωή του». Μιλώντας επίσης γενικά για τις φυλές της Νότιας Αφρικής, ο Δρ. Μόφφατ λέει ότι «ο βροχοποιός έχει την εκτίμηση του λαού ασκώντας στο μυαλό των ανθρώπων επιρροή που είναι ανώτερη απ’ αυτή του βασιλιά, ο οποίος αναγκάζεται κατά κάποιο τρόπο να υποχωρεί στις εντολές αυτού του αρχιλειτουρ- γού».
Η προηγούμενη απόδειξη φανερώνει πιθανώς ότι στην Αφρική ο βασιλιάς συχνά εξελίχτηκε από το δημόσιο μάγο και ιδιαίτερα από το βροχοποιό. Ο απεριόριστος φόβος που εμπνέει ο μάγος και ο πλούτος που συγκεντρώνει κατά την άσκηση του επαγγέλματος του, ίσως και τα δύο να έχουν συντελέσει στην προαγωγή του. Αλλά, εάν η σταδιοδρομία του μάγου και ιδιαίτερα του βροχοποιού προσφέρει μεγάλες ανταμοιβές στον επιτυχημένο πρακτικό της τέχνης, περιστοιχίζεται όμως από πολλές παγίδες, στις οποίες μπορεί να πέσει ο αδέξιος ή άτυχος τεχνίτης. Η θέση του δημόσιου μάγου είναι στην πραγματικότητα πολύ αβέβαιη' γιατί, όπως οι άνθρωποι πιστεύουν θερμά ότι έχει τη δύναμη να φέρει βροχή, να φέρει ηλιοφάνεια και να βοηθήσει την καρποφορία, είναι φυσικό ν’ αποδίνουν και την ξηρασία καθώς και την έλλειψη αγαθών στην ένοχη αμέλειά του ή στην εκούσια ισχυρο- γνωμοσύνη του, με συνέπεια να τον τιμωρούν ανάλογα. Έτσι στην Αφρική, ο αρχηγός που αποτυχαίνει να φέρει βροχή, συχνά εξορίζεται ή θανατώνεται, ενώ σε μερικά μέρη της Δυτικής Αφρι
131
κής, όταν οι προσευχές και οι προσφορές στο βασιλιά δε φέρνουν βροχή, οι υπήκοοί του τον δένουν με σχοινιά και τον πηγαίνουν βίαια στον τάφο των προγόνων του, ώστε να πάρει απ’ αυτούς την αναγκαία βροχή. Οι Banjars επίσης της Δυτικής Αφρικής αποδίνουν στο βασιλιά τους την ικανότητα να προκαλέσει βροχόπτωση ή καλοκαιρία. Όσο λοιπόν ο καιρός είναι καλός, φορτώνουν αυτόν με δώρα, όπως στάρι και ζώα' αλλά, αν η ξηρασία κρατήσει καιρό ή η βροχή απειλεί να καταστρέψει τη σοδειά, τον βρίζουν και τον χτυπούν μέχρι ν’ αλλάξει ο καιρός. Όταν πάλι η συγκομιδή καταστραφεί ή τα τεράστια κύματα εμποδίζουν το ψάρεμα, οι άνθρωποι της Λοάνγκα κατηγορούν το βασιλιά τους για «σκληρόκαρδο» και του αφαιρούν την εξουσία. Στη Grain Coast, ο μέγας ιερέας ή ο βασιλιάς φετίχ, που φέρνει τον τίτλο Bodio, ευθύνεται για την υγεία της κοινότητας, την ευφορία της γης και την αφθονία των ψαριών στη θάλασσα και στα ποτάμια' και αν η χώρα υποφέρει σ’ ένα από τα προηγούμενα, ο Bodio χάνει το αξίωμά του. Στην Ussukuma, μια μεγάλη περιοχή στη νότια όχθη της Βικτώριας Νυάνζα «το πρόβλημα της βροχής και της ακρίδας αποτελεί μέλημα της κυβέρνησης του Σουλτάνου, ο οποίος πρέπει να γνωρίζει πώς να φέρει βροχή και να διώξει τις ακρίδες. Εάν αυτός και οι μάγοι-γιατροί του δεν είναι σε θέση να εκπληρώσουν αυτά τα καθήκοντα, διακινδυνεύει η ύπαρξή του, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις, όταν η πολυπόθητη από τους ανθρώπους βροχή δεν έρχεται, ο Σουλτάνος απλά εξορίζεται (στην Ututwa, κοντά στη Nassa). Είναι γεγονός ότι οι άνθρωποι θεωρούν δοσμένο πως οι αρχηγοί πρέπει να ορίζουν τη Φύση και τα φαινόμενά της». Έχουμε επίσης πληροφορίες για τους ιθαγενείς της Νυάνζα ότι «είναι πεπεισμένοι πως η βροχή πέφτει μόνο ως αποτέλεσμα της μαγείας και η βασική ευθύνη της πρόκλησής της βαραίνει τον αρχηγό της φυλής. Εάν η βροχή δεν έρθει την κατάλληλη εποχή, όλοι παραπονιούνται και περισσότεροι από ένας μικροί βασιλιάδες εξορίζονται εξαιτίας της ξηρασίας». Στους Λα- τούκα του Άνω Νείλου, όταν η συγκομιδή ξεραίνεται και όλες οι προσπάθειες του αρχηγού για να πέσει βροχή πάνε χαμένες, ο λαός κάνει επίθεση στον αρχηγό τη νύχτα, τον ληστεύει από όλα όσα έχει και τον διώχνει' αλλά συχνά τον σκοτώνει.
Σε πολλά άλλα μέρη του κόσμου ήταν δοσμένο ότι οι βασιλιάδες ρυθμίζουν την πορεία της φύσης για το καλό του λαού τους και, αν αποτύχαιναν, τους τιμωρούσαν. Φαίνεται μάλιστα ότι οι Σκύθες, όταν υπήρχε έλλειψη τροφής, έδεναν τον αρχηγό τους.
132
Στην αρχαία Αίγυπτο κατηγορούσαν τους ιερούς βασιλιάδες για την αποτυχία της συγκομιδής, αλλά παράλληλα θεωρούσαν υπεύθυνα και τα ιερά ζώα για την πορεία της φύσης. Όταν λοιμός και άλλες συμφορές έπεφταν στη χώρα σε συνδυασμό με σοβαρή και μακροχρόνια ξηρασία, οι ιερείς έπιαναν τα ζώα τη νύχτα και τα απειλούσαν, αλλά, εάν το κακό δεν περιοριζόταν, τα φόνευαν. Στο κοραλλιογενές νησί Νιουή ή Άγριο Νησί του Νότιου Ειρηνικού, βασίλευε άλλοτε μια γενιά βασιλιάδων. Αλλά καθώς οι βασιλιάδες ήταν επίσης και μεγάλοι ιερείς και υποτίθεται ότι είχαν την ευθύνη για την τροφή, οι άνθρωποι θύμωναν μαζί τους, όταν υπήρχε έλλειψη, και τους σκότωναν μέχρι που τελικά φονεύτηκαν ο ένας μετά τον άλλο. Έτσι, κανένας δε θα γινόταν βασιλιάς κι η μοναρχία έφτασε στο τέλος της. Οι αρχαίοι Κινέζοι συγγραφείς μας πληροφορούν ότι στην Κορέα, όποτε έπεφτε πάρα πολλή ή ελάχιστη βροχή με αποτέλεσμα να μην ωριμάζει η συγκομιδή, η κατηγορία βάραινε το βασιλιά. Μερικοί μάλιστα έλεγαν ότι αυτός έπρεπε να διωχτεί από το θρόνο, ενώ άλλοι επέμεναν να φονευτεί.
Η μεγαλύτερη ανάπτυξη του πολιτισμού των Ινδιάνων της Αμερικής σημειώθηκε κάτω από τις μοναρχικές ή θεοκρατικές κυβερνήσεις του Μεξικού και του Περού' γνωρίζουμε όμως πολύ λίγα από την παλιότερη ιστορία αυτών των χωρών κι έτσι δεν μπορούμε να πούμε αν οι προκάτοχοι των θεοποιημένων βασιλιάδων τους ήταν μάγοι-γιατροί ή όχι. Η ανίχνευση μιας τέτοιας διαδοχής ίσως μπορεί ν’ ανακαλυφτεί από τον όρκο που έδιναν οι βασιλιάδες του Μεξικού, οι οποίοι, όταν ανέβαιναν στο θρόνο, ορκίζονταν ότι θα έκαναν τον ήλιο να λάμπει, τα σύννεφα να φέρνουν βροχή, τα ποτάμια να τρέχουν και τη γη να έχει άφθονους καρπούς. Φυσικά στην πρωτόγονη Αμερική ο μάγος ή θεραπευτής περιβαλλόταν από ένα φωτοστέφανο μυστηρίου και από μια ατμόσφαιρα φόβου ανάμεικτου με σεβασμό. Ήταν μια προσωπικότητα με μεγάλη επιρροή και σπουδαιότητα και μπορούσε κάλ- λιστα σε πολλές φυλές να εξελιχτεί σε αρχηγό ή βασιλιά, αν και δεν έχουμε επαρκείς αποδείξεις για μια τέτοια εξέλιξη. Ο Κάτλιν μας λέει ότι στη Βόρεια Αμερική οι θεραπευτές «έχουν αξία ανώτερων λειτουργών της φυλής και είναι πολύ σεβαστοί από ολόκληρη την κοινωνία όχι μόνον εξαιτίας της ικανότητάς τους στη materia medica, αλλά κυρίως για την επαφή τους με τη μαγεία και τα μυστήρια με τα οποία όλοι ασχολούνται σε μεγάλο βαθμό... Σε όλες τις φυλές οι γιατροί είναι εξορκιστές -είναι μάγοι- κίναι μάντεις και θα έλεγα καλύτερα μεγάλοι ιερείς, γιατί επιβλέ
133
πουν και κατευθύνουν όλες τις θρησκευτικές τελετές' όλοι τούς θεωρούν ως μάντεις του έθνους και στα συμβούλια πολέμου και ειρήνης έχουν πάντα μια θέση πλάι στους αρχηγούς' κατά κανόνα τους συμβουλεύονται, πριν πάρουν οποιαδήποτε απόφαση, κι όλοι τους υπακούνε και τους σέβονται». Στην Καλιφόρνια επίσης «ο μάγος-ιερέας ήταν, και ακόμη είναι, το πιο σημαντικό ίσως άτομο ανάμεσα στους Μαϊντού. Με την απουσία ενός συγκεκριμένου κυβερνητικού συστήματος ο λόγος του μάγου-ιερέα έχει μεγάλη βαρύτητα' ως τάξη απολαβαίνουν μεγάλο σεβασμό και ως εξουσία τους υπακούνε όλοι πολύ περισσότερο από τον αρχηγό».
Στη Νότια Αμερική οι μάγοι ή θεραπευτές φαίνεται να είναι σε καλό δρόμο για την αρχηγία ή τη βασιλεία. Ένας από τους πρώτους άποικους στην ακτή της Βραζιλίας, ο Γάλλος Τεβέ, αναφέρει ότι οι Ινδιάνοι «έχουν αυτούς τους pages (ή μάγους-για- τρούς) σε τέτοια τιμή και υπόληψη, που τους λατρεύουν ή μάλλον τους κάνουν ινδάλματά τους. Μπορείτε να δείτε τους απλούς ανθρώπους να πηγαίνουν προς συνάντησή τους, να γονατίζουν μπροστά τους και να προσεύχονται σ’ αυτούς λέγοντας: “Χάρισέ μου την υγεία, ώστε να μην είμαι άρρωστος, ώστε να μην πεθάνω ούτε εγώ ούτε τα παιδιά μου” ή κάτι παρόμοιο. Και αυτοί απαντούν: “Δε θα πεθάνεις, δε θ’ αρρωστήσεις” και άλλες τέτοιες φράσεις. Αλλά, αν μερικές φορές συμβαίνει οι pages να μην πουν την αλήθεια και τα πράγματα να εξελιχτούν διαφορετικά από ό,τι προβλέψανε, οι άνθρωποι δεν έχουν κανέναν ενδοιασμό να τους θανατώσουν, καθώς αυτοί δεν αξίζουν τον τίτλο και το αξίωμα των pages». Στους Ινδιάνους Λενγκόυα του Γκραν Τσάκο, κάθε φυλή έχει τον κάζικ ή αρχηγό της, αλλά αυτός έχει περιορισμένη εξουσία. Εξαιτίας του αξιώματος του πρέπει να προσφέρει πολλά δώρα' έτσι σπάνια πλουτίζει και γενικά είναι πολύ πιο φτωχικά ντυμένος από τους υπηκόους του. «Αποτελεί όμως γεγονός ότι ο μάγος είναι ο άνθρωπος που έχει πάρα πολλή δύναμη στα χέρια του και είναι συνηθισμένος να παίρνει δώρα παρά να δίνει». Το καθήκον του μάγου είναι να φέρνει δυστυχία και λοιμούς στους εχθρούς της φυλής του, καθώς επίσης και να προστατεύει το λαό του απο τα μάγια του εχθρού. Γι’ αυτές τις υπηρεσίες καλοπληρώνεται και ένεκα αυτών αποχτά μια θέση με μεγάλη επιρροή και εξουσία.
Σε ολόκληρη τη Μαλαιική περιοχή, ο ηγεμόνας ή βασιλιάς θεωρείται με δεισιδαίμονα σεβασμό ως κάτοχος υπερφυσικών δυ- νάμεων και υπάρχουν βασικές υπόνοιες ότι και αυτός προφανώς.
134
όπως και τόσοι άλλοι Αφρικανοί αρχηγοί, ξεκίνησε από απλός μάγος. Στη σημερινή εποχή οι Μαλαίοι πιστεύουν θερμά ότι ο βασιλιάς ασκεί προσωπική επιρροή πάνω στη φύση, όπως στην αύξηση της συγκομιδής και στην καρποφορία. Την ίδια γόνιμη αρετή υποτίθεται ότι έχουν οι αντιπρόσωποί του, αλλά σε μικρότερο βαθμό, καθώς και οι Ευρωπαίοι που τυχαίνει να διοικούν περιφέρειες. Στη Σελάνγκορ, για παράδειγμα, μία από τις περιοχές της Μαλαιικής Χερσονήσου, η επιτυχία ή αποτυχία της συγκομιδής του ρυζιού αποδίνεται συχνά στην αλλαγή των περιφερειακών διοικητών. Οι Tooreteyas επίσης της Νότιας Κελέβης πιστεύουν ότι η ευδοκίμηση του ρυζιού εξαρτιέται από τη συμπεριφορά των πριγκίπων τους και ότι μια κακή κυβέρνηση, δηλαδή μια κυβέρνηση που δε συμμορφώνεται με τα αρχαία έθιμα, θα έχει ως αποτέλεσμα την αποτυχία της συγκομιδής.
Οι Dyaks του Σάραβακ πίστευαν ότι ο διάσημος Αγγλος κυβερνήτης τους, ο Ράτζα Μπρουκ, ήταν προικισμένος με μια συγκεκριμένη μαγική αρετή, η οποία, αν εφαρμοζόταν σωστά, μπορούσε να φέρει αφθονία στη συγκομιδή ρυζιού. Όταν λοιπόν αυτός επισκεπτόταν μια φυλή, συνήθιζαν να του φέρνουν το σπόρο που σκόπευαν να σπείρουν τον επόμενο χρόνο και τον γονιμοποι- ούσε κουνώντας πάνω απ’ αυτόν τα γυναικεία περιδέραια, τα οποία προηγουμένως είχαν βουτηχτεί σ’ ένα ειδικό μείγμα. Όταν πάλι αυτός έμπαινε σ’ ένα χωριό, οι γυναίκες τού έπλεναν τα πόδια πρώτα με νερό, έπειτα με γάλα μικρής τροπικής καρυδιάς και τελευταία πάλι με νερό' κι όλο αυτό το νερό που τον είχε αγγίξει το φύλαγαν, για να το μοιράσουν στα χωράφια τους πιστεύοντας ότι με τον τρόπο αυτό εξασφάλιζαν άφθονη συγκομιδή. Φυλές που βρίσκονταν μακριά του και δεν μπορούσε αυτός να τις επισκεφτεί, του έστελναν ένα μικρό κομμάτι από άσπρο ύφασμα και λίγο χρυσό ή ασήμι κι όταν αυτά τα πράγματα γονιμοποιούνταν από τη γεννητική του δύναμη, οι χωρικοί τα έθαβαν στα χωράφια τους και περίμεναν με πεποίθηση μια καλή σοδειά. Κάποτε, όταν ένας Ευρωπαίος παρατήρησε ότι η συγκομιδή ρυζιού της φυλής Σάμπαν ήταν λίγη, ο αρχηγός απάντησε αμέσως ότι δε θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, αφού ο Ράτζα Μπρουκ δεν τους είχε επισκε- φτεί ποτέ και στη συνέχεια τον παρακάλεσε να μεσολαβήσει στον κ. Μπρουκ, για να επισκεφτεί τη φυλή του και να εκλείψει η στει- ρότητα από τη χώρα τους.
Η πίστη ότι οι βασιλιάδες κατέχουν μαγικές ή υπερφυσικές δυνάμεις με τις οποίες μπορούν να κάνουν εύφορη τη γη και να
135
προσφέρουν στους υπηκόους τους κι άλλες ευεργεσίες, φαίνεται ότι επικρατούσε στους προγόνους της Αρίας φυλής, από τις Ινδίες μέχρι την Ιρλανδία, κι έχει αφήσει καθαρά ίχνη και στη χώρα μας μέχρι τη σύγχρονη εποχή. Το αρχαίο νομοθετικό βιβλίο των Ινδών, που ονομάζεται Οι Νόμοι του Μανού περιγράφει τ’ αποτελέσματα της βασιλείας ενός καλού βασιλιά ως εξής: «Στη χώρα όπου ο βασιλιάς αποφεύγει να πάρει την ιδιοκτησία των θνητών αμαρτωλών, οι άνθρωποι γεννιούνται τη στιγμή που πρέπει και ζουν για πολύ, η σοδειά ξεπετιέται, όπως την έσπειραν οι γεωργοί, τα παιδιά δεν πεθαίνουν και δε γεννιέται κανένας παραμορφωμένος». Στην Ομηρική Ελλάδα θεωρούσαν τους βασιλιάδες και τους αρχηγούς ιερούς ή θεϊκούς, τα σπίτια τους επίσης θεϊκά και τ’ άρματά τους ιερά. Πίστευαν μάλιστα ότι κατά τη βασιλεία ενός καλού βασιλιά η γη έδινε στάρι και κριθάρι, τα δέντρα ήταν φορτωμένα με καρπούς, τα κοπάδια πολλαπλασιάζονταν και η θάλασσα έβγαζε πολλά ψάρια. Το Μεσαίωνα, όταν ο βασιλιάς της Δανίας Ουάλντεμαρ I ταξίδεψε στη Γερμανία, οι μητέρες πήγαν σ’ αυτόν τα νήπιά τους και οι γεωργοί τους σπόρους τους, για να βάλει πάνω τα χέρια του, νομίζοντας ότι τα παιδιά τους θα ευημε- ρούσαν, επειδή τα άγγιξε ο βασιλιάς. Για τον ίδιο λόγο οι αγρότες τού ζήτησαν να ρίξει το σπόρο στη γη για λογαριασμό τους. Οι αρχαίοι πάλι Ιρλανδοί πίστευαν ότι, όταν οι βασιλιάδες τηρούσαν τα έθιμα των προγόνων τους, οι εποχές ήταν ήπιες, η συγκομιδή άφθονη, τα ζώα καρπερά, τα νερά γεμάτα ψάρια και τα καρποφόρα δέντρα χρειάζονταν υποστήριγμα εξαιτίας του βάρους των καρπών τους. Ένας κανόνας ο οποίος αποδίνεται στον Άγιο Πατρίκιο, απαριθμεί ανάμεσα στα καλά που συνδέονται με τη βασιλεία ενός δίκαιου βασιλιά «καλοκαιρία, ήρεμες θάλασσες, άφθονη συγκομιδή και δέντρα παραφορτωμένα με καρπούς». Από την άλλη μεριά ο λιμός, η στειρότητα των αγελάδων, η καταστροφή των καρπών και η έλλειψη σιτηρών αποτελούσαν αλάθευτη απόδειξη ότι ο βασιλιάς που βασίλευε ήταν κακός.
Το τελευταίο ίσως λείψανο τέτοιων προλήψεων που παρέμεναν γύρω από τους βασιλιάδες της Αγγλίας ήταν η αντίληψη ότι αυτοί μπορούσαν να γιατρέψουν με το άγγιγμά τους τη χοιράδω- ση, η οποία ήταν γνωστή ως το Κακό του Βασιλιά' και η Βασίλισσα Ελισάβετ εξασκούσε συχνά το θαυματουργό χάρισμα της θεραπείας. Κατά την Ημέρα του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου το 1633, ο Κάρολος ο Πρώτος θεράπευσε μονομιάς εκατό ασθενείς στο βασιλικό παρεκκλήσι του Χόλυρουντ. Αλλά η πρακτική
136
αυτή φαίνεται ότι έφτασε στο μεγαλύτερο βαθμό δημοτικότητας, όταν βασίλευε ο γιος του, Κάρολος ο Δεύτερος, για τον οποίο λένε ότι στη διάρκεια της βασιλείας του άγγιξε περίπου εκατό χιλιάδες άτομα με σκοπό να τα θεραπεύσει από τη χοιράδωση. Ο συνωστισμός για να τον πλησιάσουν ήταν μερικές φορές τόσο τρομαχτικός, ώστε σε μια περίπτωση έξι ή εφτά άτομα, απ’ αυτά που πήγαιναν να. θεραπευτούν, ποδοπατήθηκαν και σκοτώθηκαν. Ο ψύχραιμος Ουίλλιαμ ο Τρίτος αρνήθηκε περιφρονητικά να διαθέσει τον εαυτό του στις αγυρτείες κι όταν το παλάτι του πολιορ- κήθηκε από το συνηθισμένο αντιπαθητικό πλήθος, τους διέταξε ν’ απομακρυνθούν δίνοντάς τους μια μικρή ελεημοσύνη. Στη μοναδική περίπτωση που του ζήτησαν φορτικά ν’ ακουμπήσει τα χέρια του πάνω σ’ έναν ασθενή, είπε σ’ αυτόν: «ο Θεός να σου δίνει καλύτερη υγεία και περισσότερη λογική». Αυτή όμως η πρακτική συνεχίστηκε, όπως θα περίμενε κανείς, από τον ηλίθιο φανατικό Ιάκωβο το Δεύτερο και από την ηλίθια κόρη του, Βασίλισσα Άννα.
Οι βασιλιάδες επίσης της Γαλλίας ισχυρίζονταν ότι είχαν το ίδιο χάρισμα, δηλαδή να θεραπεύουν με το άγγιγμά τους, το οποίο λέγεται ότι πήραν απο τον Κλόβις ή από τον Άγιο Λουδοβίκο, ενώ οι Άγγλοι βασιλιάδες το κληρονόμησαν από τον Εδουάρδο τον Εξομολογητή. Το ίδιο και οι άγριοι αρχηγοί τ<ον Τόνγκα πιστεύεται ότι θεράπευαν τη χοιράδωση καθώς και περιπτώσεις σκλήρυνσης του συκωτιού με το άγγιγμα των ποδιών τους και η θεραπεία ήταν αυστηρά ομοιοπαθητική, γιατί η ασθένεια, όπως και η θεραπεία, πιστεύεται ότι προερχόταν από την επαφή με το βασιλικό πρόσωπο ή με κάτι δικό του.
Γενικά, φαίνεται πως είμαστε δικαιολογημένοι ως προς το συμπέρασμα ότι σε πολλά μέρη του κόσμου ο βασιλιάς είναι ο άμεσος διάδοχος του παλαιού μάγου ή μάγου-γιατρού. Όταν κάποτε ξεχώρισε από την κοινότητα μια ιδιαίτερη τάξη μάγων και κέρδισε την εμπιστοσύνη των ανθρώπων, που της ανέθεσαν καθήκοντα πάνω στα οποία είχαν τη γνώμη ότι βασιζόταν η δημόσια ασφάλεια και ευημερία, αυτοί οι άνθρωποι προόδευαν σιγά σιγά σε πλούτο και δύναμη, μέχρι που οι αρχηγοί έγιναν ιεροί βασιλιάδες. Αλλά τη μεγάλη κοινωνική επανάσταση, η οποία αρχίζει με τη δημοκρατία και τελειώνει με το δεσποτισμό, ακολουθεί μια επανάσταση της διανόησης, που επηρεάζει και την ιδέα και τις λειτουργίες της βασιλείας. Γιατί με την πάροδο του χρόνου, η απάτη της μαγείας γίνεται όλο και πιο φανερή στα έξυπνα
137
μυαλά και σταδιακά αντικατασταίνεται από τη θρησκεία- με άλλα λόγια, ο μάγος ανοίγει δρόμο στον ιερέα, ο οποίος αρνιέται την προσπάθεια να ελέγξει απευθείας την πορεία της φύσης προς όφελος του ανθρώπου και ζητάει να επιτύχει το ίδιο αποτέλεσμα έμμεσα, κάνοντας έκκληση στους θεούς να πραγματοποιήσουν για χάρη του ό,τι αυτός δεν μπορεί πια να καταφέρει. Ο βασιλιάς λοιπόν, ενώ ξεκίνησε ως μάγος, τείνει σιγά σιγά να ανταλλάξει τη μαγική πρακτική με τις ιερατικές λειτουργίες της προσευχής και της θυσίας. Και ενώ η διάκριση ανάμεσα στο ανθρώπινο και το θεϊκό είναι ακόμη ακαθόριστη, συχνά επικρατεί η αντίληψη ότι οι ίδιοι οι άνθρωποι κατορθώνουν να γίνουν θεότητες, όχι μόνο μετά το θάνατο, αλλά και κατά τη διάρκεια της ζωής τους, όταν ένα μεγάλο και δυνατό πνεύμα κατοικήσει στο ανθρώπινο σώμα, προσωρινά ή για πάντα. Αυτό το πιστεύω της πιθανής ενσάρκωσης θεού σε άνθρωπο ωφέλησε πολύ την τάξη των βασιλιάδων. Το δόγμα της ενσάρκωσης και μαζί του η θεωρία της θεϊκής υπόστασης των βασιλιάδων, με την αυστηρή έννοια της λέξης, θ’ αποτελέσουν το θέμα του επόμενου κεφαλαίου.
ΠΧ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII
ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΘΕΩΝ
Τα παραδείγματα των προηγούμενων κεφαλαίων, που πήρα από τα πιστεύω και τις πρακτικές των απολίτιστων ανθρώπων ανά τον κόσμο, είναι αρκετά για ν’ αποδείξουν ότι ο άγριος δεν μπορεί ν’ αντιληφτεί τα σύνορα της δύναμής του πάνω στη φύση, που σε μας είναι ολοφάνερα. Σε μια κοινωνία, όπου κάθε άνθρωπος υποτίθεται πως είναι προικισμένος λίγο πολύ με δυνάμεις που θα ονομάζαμε υπερφυσικές, γίνεται σαφές ότι η διάκριση ανάμεσα σε θεούς και ανθρώπους δεν είναι καθαρή ή μάλλον μόλις διακρί- νεται. Η αντίληψη, ότι οι θεοί είναι υπεράνθρωπα όντα με δυνάμεις μπρος τις οποίες ο άνθρωπος δε διαθέτει αντίστοιχες σε βαθμό και πολύ πιο δύσκολα σε είδος, αναπτύχθηκε σταδιακά στην πορεία της ιστορίας. Οι πρωτόγονοι άνθρωποι δε θεωρούν τους υπερφυσικούς μεσάζοντες ούτε λίγο ούτε πολύ ανώτερους του ανθρώπου, γιατί αυτοί μπορεί ν’ απειλούνται και να εξαναγκάζονται από τον άνθρωπο να πραγματοποιήσουν αυτό που θέλει. Σ’ αυτό το επίπεδο σκέψης ο κόσμος θεωρείται σαν μια μεγάλη δημοκρατία, όπου όλα τα όντα, φυσικά ή υπερφυσικά, υποτίθεται ότι βρίσκονται σε μια σχετική ισότητα. Αλλά με την ανάπτυξη της γνώσης, ο άνθρωπος μαθαίνει ν’ αντιλαμβάνεται πιο καθαρά την απεραντοσύνη της φύσης και τη δική του μικρότητα και αδυναμία απέναντι σ’ αυτή. Η αναγνώριση όμως της αδυναμίας του δε φέρνει κι ένα ανάλογο πιστεύω για την αδυναμία αυτών των υπερφυσικών όντων, με τα οποία η φαντασία του γεμίζει το σύμπαν. Αντίθετα, ενισχύει την αντίληψή του για τη δύναμή τους, γιατί η ιδέα του κόσμου ως συστήματος απρόσωπων δυνά-
139
μι;(»>ν, που δρουν σε συμφωνία με σταθερούς και αμετάβλητους νόμους, δεν έχει ακόμη εμφανιστεί πλήρως ή έστω σαν σκιά. Αυτός έχει βέβαια το σπέρμα της ιδέας και ενεργεί ανάλογα, όχι μόνο στον τομέα της μαγείας αλλά και στην καθημερινή ζωή. Αλλά η ιδέα είναι ακόμη στο στάδιο της ανάπτυξης κι ο άνθρωπος προσπαθώντας να εξηγήσει τον κόσμο, μέσα στον οποίο ζει, τον βλέπει σαν εκδήλωση συνειδητής θέλησης και προσωπικής μεσολάβησης. Εάν τότε νιώσει πόση αδυναμία και αναξιότητα έχει, πόσο τεράστια και δυναμικά πρέπει αυτός να θεωρεί τα όντα που ελέγχουν τη γιγάντια μηχανή της φύσης! Έτσι, καθώς η παλιά του αντίληψη για ισότητα με τους θεούς εξασθενεί σιγά σιγά κι αυτός παραιτείται από την ελπίδα να κατευθύνει την πορεία της φύσης με τα δικά του αβοήθητα μέσα, δηλαδή με τη μαγεία, στρέφεται όλο και περισσότερο προς τους θεούς, ως τη μοναδική πηγή υπερφυσικής δύναμης, την οποία κάποτε ισχυριζόταν ότι μοιραζόταν μαζί τους. Με την πρόοδο λοιπόν τη γνώσης η προσευχή και η θυσία παίρνουν κυριαρχική θέση στις θρησκευτικές τελετές και η μαγεία, που κάποτε βρισκόταν σε ίδια μοίρα μαζί τους, σταδιακά εξορίζεται μακριά και φτάνει στο επίπεδο μαύρης τέχνης. Τώρα θεωρείται σαν καταπάτηση, μάταιη και ασεβής, της κυριαρχίας των θεών και γι’ αυτό αντιμετωπίζει τη σταθερή αντίδραση των ιερέων, των οποίων η υπόληψη και η επιρροή ακολουθεί την άνοδο ή την πτώση των θεών τους. Έτσι, όταν αργότερα δημιουργείται ο διαχωρισμός μεταξύ θρησκείας και πρόληψης, βλέπουμε ότι η θυσία και η προσευχή είναι το μέσο του ευσεβούς και φωτισμένου μέρους της κοινότητας, ενώ η μαγεία είναι το καταφύγιο των προληπτικών και των αμαθών. Αλλά όταν, ακόμη αργότερα, η αντίληψη των στοιχειωδών δυνάμεων ως προσωπικών μεσαζόντων δίνει τη θέση της στην αναγνώριση του φυσικού νόμου, τότε η μαγεία βασισμένη απόλυτα στην ιδέα μιας αναγκαίας και αμετάβλητης ακολουθίας της αιτίας και του αποτελέσματος, ανεξάρτητης από την προσωπική θέληση, βγαίνει από την αφά- νεια και τη δυσφήμηση, όπου είχε πέσει, και ερευνώντας την αι- τιολογική ακολουθία στη φύση ετοιμάζει κατευθείαν το δρόμο προς την επιστήμη. Η αλχημεία οδηγεί στη χημεία.
Η έννοια ενός ανθρώπου-θεού ή ενός ανθρώπινου όντος, προικισμένου με θεϊκές ή υπερφυσικές δυνάμεις, ανήκει βασικά σ’ εκείνη την πρώτη περίοδο της θρησκευτικής ιστορίας, κατά την οποία θεοί και άνθρωποι εξακολουθούσαν να θεωρούνται όντα του ίδιου βαθμού, πριν χωριστούν από το αδιάβατο χάσμα,
1 4 0
που άνοιξε αργότερα «νάμεσά τους. Όσο λοιπόν κι αν μας φαίνεται παράξενη η iMu της ενσάρκωσης ενός θεού σε άνθρωπο, δεν έχει τίποτα το εκπληκτικό για τον πρωτόγονο άνθρωπο, που βλέπει ότι ένας άνθρωπος-θεός ή θεός-άνθρωπος έχει μόνο σε μεγαλύτερο βαθμό τις ίδιες υπερφυσικές δυνάμεις, τις οποίες κι αυτός διεκδικεί πιστεύοντας απόλυτα στον εαυτό του, κι ούτε κάνει ιδιαίτερο διαχωρισμό ανάμεσα σ’ ένα θεό και σ’ ένα δυνατό μάγο. Συχνά οι θεοί του είναι απλά αόρατοι μάγοι, που πίσω από το πέπλο της φύσης κάνουν τα ίδια μαγικά και ξόρκια, τα οποία ο ανθρώπινος μάγος κάνει μπροστά στους συνανθρώπους του. Και καθώς είναι παραδεχτό ότι οι θεοί έχουν την ίδια μορφή με τους λατρευτές τους, είναι εύκολο για το μάγο, με τις υποθετικές θαυματουργές του δυνάμεις, ν’ αποχτήσει την υπόληψη μιας ενσαρκωμένης θεότητας. Έτσι ξεκινώντας λίγο παραπάνω από έναν απλό ταχυδαχτυλουργό, ο θεραπευτής ή μάγος τείνει να γίνει μονομιάς ένας ολοκληρωμένος θεός και βασιλιάς. Όταν όμως ανα- φερόμαστε σ’ αυτόν ως θεό, πρέπει να είμαστε προσεχτικοί, ώστε να μην περιλάβουμε στην αντίληψη της θεότητας εκείνες τις αφηρημένες και πολύπλοκες ιδέες που εμείς δίνουμε σ’ αυτό τον όρο, γιατί για τον άγριο δεν ισχύουν. Οι δικές μας ιδέες πάνω σ’ αυτό το σοβαρό θέμα είναι το αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας διανοητικής και ηθικής εξέλιξης και απέχουν πολύ απ’ αυτές του άγριου, ο οποίος δεν μπορεί να τις καταλάβει ακόμα κι όταν του τις εξηγήσουμε. Η μεγαλύτερη αμφισβήτηση, η οποία μαίνεται στις κατώτερες φυλές γύρω από τη θρησκεία, δημιουργήθηκε απλά και μόνο από μια αμοιβαία παρεξήγηση. Ο άγριος δεν μπορεί να καταλάβει τις σκέψεις του πολιτισμένου ανθρώπου, όπως και λίγοι πολιτισμένοι καταλαβαίνουν τις σκέψεις του άγριου. Όταν ο άγριος χρησιμοποιεί τη λέξη θεός, έχει υπόψη του ένα ον ενός συγκεκριμένου, είδους, ενώ ο πολιτισμένος, όταν χρησιμοποιεί τη λέξη θεός, έχει υπόψη του ένα ον ενός πολύ διαφορετικού είδους' και αφού, όπως συνήθως συμβαίνει, οι δύο άνθρωποι είναι εξίσου ανίκανοι να μπουν ο ένας στη θέση του άλλου, πάνω σ’ αυτή την αντίληψη, το αποτέλεσμα των συζητήσεών τους δε θα είναι τίποτε άλλο παρά η σύγχυση και τα λάθη. Εάν εμείς οι πολιτισμένοι άνθρωποι επιμένουμε να περιορίζουμε το όνομα του Θεού σ’ αυτή την ιδιαίτερη αντίληψη της θεϊκής φύσης, την οποία εμείς οι ίδιοι έχουμε σχηματίσει, τότε πρέπει να παραδεχτούμε ότι ο άγριος δεν έχει καθόλου θεό. Αλλά θα είμαστε πιο κοντά στα ιστορικά γεγονότα, εάν επιτρέψουμε τουλάχιστο στους πιο ανα
141
πτυγμένους άγριους να έχουν μια στοιχειώδη αντίληψη κάποιων υπερφυσικών όντων, που μπορούν να ονομάζονται θεοί, έστω και χωρίς την πλήρη έννοια με την οποία εμείς χρησιμοποιούμε τη λέξη. Αυτή η στοιχειώδης αντίληψη αντιπροσωπεύει με κάθε πιθανότητα το σπόρο από τον οποίο οι πολιτισμένοι άνθρωποι ανέπτυξαν τη δική τους υψηλή αντίληψη για τη θεότητα' κι αν μπορέσουμε να παρακολουθήσουμε ολόκληρη την πορεία της θρησκευτικής εξέλιξης, ίσως βρούμε ότι η αλυσίδα που ενώνει τη δική μας ιδέα για τη θεότητα με αυτή των πρωτόγονων ανθρώπων είναι μία και αδιάσπαστη.
Με αυτές τις εξηγήσεις και αιτιολογήσεις θ’ αναφέρω και μερικά παραδείγματα θεών, οι οποίοι, όπως πίστευαν οι λατρευτές τους, είχαν ενσαρκωθεί σε ζωντανά ανθρώπινα όντα, άντρες ή γυναίκες. Τα άτομα στα οποία πιστεύουν ότι αποκαλύφτηκε μια θεότητα, δεν είναι με κανένα τρόπο πάντοτε βασιλιάδες ή απόγονοι βασιλιάδων' η υποθετική ενσάρκωση μπορεί να συμβεί ακόμα και σε άτομα πάρα πολύ χαμηλής τάξης. Στην Ινδία, για παράδειγμα, ένας ανθρώπινος θεός άρχισε τη ζωή του ως λευκαντής μπαμπακιού κι ένας άλλος ως γιος ενός ξυλουργού! Επομένως δε θα πάρω τα παραδείγματά μου αποκλειστικά από βασιλικά πρόσωπα, γιατί επιθυμώ ν’ απεικονίσω τη γενική αρχή της θεοποίησης των κοινών ανθρώπων, δηλαδή την ενσάρκωση μιας θεότητας σε άνθρωπο. Τέτοιοι ενσαρκωμένοι θεοί είναι πολύ συνηθισμένοι στην πρωτόγονη κοινωνία. Η ενσάρκωση μπορεί να είναι προσωρινή ή διαρκής. Στην πρώτη περίπτωση η ενσάρκωση -γνωστή ως έμπνευση ή κτήση- φανερώνεται περισσότερο μέσα από την υπερφυσική γνώση παρά μέσα από την υπερφυσική δύναμη. Με άλλα λόγια οι συνηθισμένες εκδηλώσεις της είναι η μαντεία και η προφητεία μάλλον παρά τα θαύματα. Από την άλλη πάλι, όταν η ενσάρκωση δεν είναι απλά προσωρινή, όταν το θεϊκό πνεύμα κατοικήσει σ’ ένα ανθρώπινο σώμα μόνιμα, συνήθως αναμένουν να δικαιώσει ο άνθρωπος-θεός το χαρακτήρα του μέσα από τα θαύματα. Εκείνο που πρέπει να έχουμε υπόψη είναι ότι οι άνθρωποι σ’ αυτό το στάδιο της σκέψης δε θεωρούν τα θαύματα ως ρήξη με το φυσικό νόμο. Αφού λοιπόν ο πρωτόγονος δεν αντιλαμβάνεται την ύπαρξη του φυσικού νόμου, δεν μπορεί και ν’ αντιληφτεί τη ρήξη με αυτόν. Ένα θαύμα είναι απλά γι’ αυτόν μια ασυνήθιστη εκδήλωση μιας συνηθισμένης δύναμης.
Το πιστεύω της προσωρινής ενσάρκωσης ή έμπνευσης είναι παγκόσμια διαδομένο. Υποτίθεται ότι ορισμένα άτομα από καιρό
142
σκ καιρό Μίτέχονται από ένα πνκύμα ή θεότητα και κατά το χρονικό αυτό διάστημα η δική τους προσωπικότητα βρίσκεται σ’ εκκρεμότητα, ενώ η παρουσία του πνεύματος αποκαλύπτεται με σπασμούς και ταρακουνήματα όλου του ανθρώπινου σώματος, καθώς και με άγριες χειρονομίες κι ερεθισμένο βλέμμα. Όλα τα προηγούμενα ανάγονται όχι στον άνθρωπο, αλλά στο πνεύμα που έχει μπει μέσα σ’ αυτόν' και κατά τη διάρκεια αυτής της αφύσικης κατάστασης όλες του οι λέξεις είναι παραδεχτές ως η φωνή του θεού ή του πνεύματος που κατοικεί μέσα του και μιλάει δια μέσου αυτού. Έτσι, για παράδειγμα, στα Νησιά Σάντουιτς, ο βασιλιάς παριστάνοντας το θεό έδινε τις απαντήσεις του μαντείου κρυμμένος μέσα σ’ ένα πλαίσιο από πλέγμα λυγαριάς. Αλλά στα νότια νησιά του Ειρηνικού ο θεός «έμπαινε συχνά μέσα στον ιερέα, ο οποίος, καθώς ήταν εμποτισμένος με τη θεότητα, έπαυε να λειτουργεί ή να μιλάει ως εθελοντικός μεσάζοντας και κινούνταν ή μιλούσε σαν να βρισκόταν εντελώς κάτω από υπερφυσική επιρροή. Απ’ αυτή την άποψη υπήρχε μια καταπληχτική ομοιότητα ανάμεσα στα πρωτόγονα μαντεία της Πολυνησίας κι εκείνα των περίφημων εθνών της αρχαίας Ελλάδας. Μόλις ο θεός υποτίθεται ότι έμπαινε μέσα στον ιερέα, αυτός άρχιζε να ταράζεται βίαια κι έφτανε ολοφάνερα στο μεγαλύτερο βαθμό φρενίτιδας' οι μυώνες των άκρων ταράζονταν από σπασμούς, το σώμα φούσκωνε, η όψη γινόταν τρομαχτική, τα χαρακτηριστικά διαστρέφονταν και το βλέμμα γινόταν έντονο και άγριο. Σ’ αυτή την κατάσταση, συχνά αυτός κυλιόταν στο έδαφος βγάζοντας αφρούς από το στόμα, σαν να κουραζόταν κάτω από την επίδραση της θεότητας που τον κίχκ καταλάβει, και με διαπεραστικές φωνές και βίαιους όσο και ασαφείς ήχους αποκάλυπτε τη θέληση του θεού. Οι ιερείς, που παρακολουθούσαν και ήταν έμπειροι στα μυστήρια, έπαιρναν τα μηνύματα, που είχαν έτσι φτάσει, και τα μετέφεραν στους ανθρώπους. Όταν ο ιερέας πρόφερε την απάντηση του μαντείου, ο βίαιος παροξυσμός κόπαζε σιγά σιγά κι ακολουθούσε μια σχετική ηρεμία. Ο θεός όμως δεν τον εγκατέλειπε πάντα αμέσως μετά την επικοινωνία. Μερικές φορές ο ίδιος taura ή ιερέας συνέχιζε για δύο ή τρεις μέρες να διακατέχεται από το πνεύμα ή τη θεότητα' ένα κομμάτι από ντόπιο ύφασμα ξεχωριστού είδους, περασμένο στον ένα βραχίονα, ήταν η ένδειξη της έμπνευσης ή της συνύπαρξης του Οκού με το άτομο που το φορούσε. Οι πράξεις του ανθρώπου κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου λογιαριάζονταν σαν πράξεις του Οκού και γι’ αυτό έδιναν ιδιαίτερη προσοχή στις εκφράσεις και
143
στο σύνολο της συμπεριφοράς του... Όταν ο ιερέας ήταν κάτω από την επιρροή του πνεύματος, uruhia, τον θεωρούσαν ιερό σαν θεό και σ’ αυτό το διάστημα τον ονόμαζαν taura ή ιερέα».
Παραδείγματα όμως τέτοιας προσωρινής έμπνευσης είναι τόσο κοινά σε κάθε μέρος του κόσμου και είναι τώρα τόσο γνωστά από τα εθνολογικά βιβλία, που δε χρειάζεται να προσθέσουμε άλλα. Ίσως όμως είναι καλό ν’ αναφέρουμε δύο ιδιαίτερους τρόπους δημιουργίας προσωρινής έμπνευσης, γιατί ίσως είναι λιγό- τερο γνωστοί από μερικούς άλλους και γιατί θα έχουμε λόγο να τους αναφέρουμε αργότερα. Ένας απ’ αυτούς τους τρόπους δημιουργίας έμπνευσης είναι το ρούφηγμα φρέσκου αίματος από ένα θύμα που προσφέρθηκε ως θυσία. Στο ναό του Απόλλωνα του Δει- ραδιώτη στο Άργος, μια φορά το μήνα, θυσίαζαν τη νύχτα ένα αρνί' μια γυναίκα, που έπρεπε να είναι αγνή, δοκίμαζε το αίμα του αρνιού κι έτσι με την έμπνευση του θεού προφήτευε ή μάντευε. Στην Αιγείρα επίσης της Αχαΐας, η ιέρεια της Γης έπινε το ζεστό αίμα ενός ταύρου, προτού κατεβεί στη σπηλιά για να προφητέψει. Οι Kuruvikkarans πάλι, μια τάξη κυνηγών πουλιών και ζητιάνων στη Νότια Ινδία, πιστεύουν ότι η θεά Κάλη κατεβαίνει πάνω στον ιερέα κι αυτός δίνει χρησμούς, αφού ρουφήξει το αίμα που τρέχει από τον κομμένο λαιμό ενός τράγου. Σε μια γιορτή των Alfoors της Μιναχάσσα, στη Βόρεια Κελέβη, αφού σκοτώσουν ένα γουρούνι, ο ιερέας ορμάει με μανία σ’ αυτό και βάζει το κεφάλι του μέσα στο πτώμα, για να πιει από το αίμα. Μετά τον σέρνουν βίαια και τον βάζουν σε μια καρέκλα, από όπου αυτός αρχίζει να προφητεύει για τη σοδειά του ρυζιού εκείνης της χρονιάς. Για δεύτερη φορά τρέχει στο πτώμα και πίνει από το αίμα, για δεύτερη φορά τον καθίζουν βίαια στην καρέκλα και συνεχίζει τις προβλέψεις του, αφού επικρατεί η πίστη ότι υπάρχει ένα πνεύμα μέσα του, που έχει τη δύναμη να προφητεύει.
Ο άλλος τρόπος δημιουργίας προσωρινής έμπνευσης, που θ’ αναφέρουμε εδώ, βασίζεται στη χρήση ενός ιερού δέντρου ή φυτού. Οι Ινδοί Koosh λοιπόν ανάβουν φωτιά με τα κλωνάρια του ιερού κέδρου και η Dainyal ή μάντισσα, μ’ ένα ύφασμα πάνω στο κεφάλι της, εισπνέει τον παχύ τσουχτερό καπνό, μέχρι που κυριεύεται από σπασμούς και πέφτει κάτω αναίσθητη. Σύντομα όμως σηκώνεται κι αρχίζει να ψάλλει ένα διαπεραστικό ψαλμό, που επαναλαμβάνεται δυνατά από το κοινό της. Έτσι η προφήτισσα του Απόλλωνα έτρωγε την ιερή δάφνη και θυμιατιζόταν με αυτήν, πριν προφητέψει. Οι Μπάτσαναλς πάλι τρώνε κισσό και η
144
εμπνευσμένη μανία τους, όπως πιστεύουν μερικοί, είναι αποτέλεσμα των ερεΟιστικίόν και μεΟυστικίόν ιδιοτήτων του φυτού. Στην Ουγκάντα επίσης ο ιερέας, για να εμπνευστεί απο τό θεό του, καπνίζει με μανία μια πίπα με καπνό, μέχρι να τον πιάσει φρενίτιδα' η βροντερή ερεθισμένη ομιλία του αναγνωρίζεται ως η φωνή του θεού, ο οποίος μιλάει μέσω αυτού. Στη Μαντούρα πάλι, ένα νησί πέρα από τη βόρεια ακτή της Ιάβα, κάθε πνεύμα έχει το μεσάζο- ντά του, που είναι τις πιο πολλές φορές γυναίκα παρά άντρας. Αυτή προετοιμάζεται για να δεχτεί το πνεύμα εισπνέοντας καπνούς θυμιάματος, ενώ κάθεται με το κεφάλι πάνω από ένα λιβανιστήρι και σιγά σιγά πέφτει σ’ ένα είδος έκστασης, που συνοδεύεται από κραυγές, γκριμάτσες και βίαιους σπασμούς. Τότε υποτίθεται ότι το πνεύμα μπήκε μέσα της και, όταν αυτή ηρεμήσει, τα λόγια της θεωρούνται μαντικά, ότι δηλαδή είναι εκφράσεις του πνεύματος που κατοικεί μέσα της, ενώ η ψυχή της προσωρινά λείπει.
Το άτομο που εμπνέεται προσωρινά, πιστεύουν ότι αποκτά όχι μόνο θεϊκή γνώση, αλλά και θεϊκή δύναμη, τουλάχιστον μερικές φορές. Στην Καμπότζη, όταν ξεσπάσει μια επιδημία, οι κάτοικοι από διάφορα χωριά ενώνονται και πηγαίνουν μαζί με μια μουσική μπάντα στον αρχηγό τους, για ν’ αναζητήσει τον άνθρωπο που ο ντόπιος θεός υποτίθεται ότι έχει διαλέξει για την προσωρινή του ενσάρκωση. Όταν αυτός βρεθεί, οδηγείται στο βωμό του θεού, όπου συντελείται το μυστήριο της ενσάρκωσης, κι ο άνθρωπος αυτός γίνεται αντικείμενο σεβασμού για τους συνανθρώπους του, που τον ικετεύουν να προστατέψει το χωριό από το λοιμό. Ένα είδωλο του Απόλλωνα που βρισκόταν σε μια ιερή σπηλιά, στις Ύλες, κοντά στη Μαγνησία, πίστευαν ότι μετέδινε υπερφυσική δύναμη. Ιεροί άντρες, που εμπνεύστηκαν απ’ αυτό, πηδούσαν γκρεμούς, ξερίζωναν τεράστια δέντρα και τα μετέφεραν στην πλάτη τους μέσα από πολύ στενά μονοπάτια. Τα κατορθώματα που εκτελούσαν εμπνευσμένοι δερβίσηδες ανήκουν στην ίδια κατηγορία.
Από όσα έχουμε αναφέρει μέχρι τώρα, είδαμε ότι ο άγριος αποτυχαίνοντας να ξεχωρίσει τα σύνορα της ικανότητάς του σχετικά με τον έλεγχο της φύσης, αποδίνει στον εαυτό του και σε όλους τους ανθρώπους κάποιες δυνάμεις, που εμείς σήμερα ονομάζουμε υπερφυσικές. Είδαμε ακόμη ότι πάνω και πέρα απ’ αυτές τις γενικές υπερφυσικές δυνάμεις, μερικά άτομα υποτίθεται ότι εμπνέονται, για σύντομο χρονικό διάστημα, από ένα θεϊκό πνεύμα
145
κι έτσι απολαύουν προσωρινά τη γνώση και τη δύναμη της θεότητας που έχει κατοικήσει σ’ αυτά. Η πίστη σ’ αυτές τις δοξασίες είναι ένας εύκολος τρόπος που οδηγεί στην αντίληψη ότι ορισμένοι άνθρωποι κατέχονται διαρκώς από μια θεότητα ή με κάποιον άλλο ακαθόριστο τρόπο ντύνονται σε τέτοιο υψηλό βαθμό με υπερφυσική δύναμη, ώστε να κατατάσσονται στην τάξη των θεών και να απολαβαίνουν το σεβασμό στις προσευχές και στις θυσίες. Μερικές φορές αυτοί οι ανθρώπινοι θεοί περιορίζονται σε λειτουργίες καθαρά υπερφυσικές ή πνευματιστικές, ενώ μερικές φορές πάλι εξασκούν και τεράστια πολιτική δύναμη. Σ’ αυτή την περίπτωση είναι βασιλιάδες, όπως επίσης και θεοί, και η κυβέρνηση είναι θεοκρατική. Έτσι στα Μαρκονέζας ή Νησιά Ουάσι- γκτων υπήρχε μια τάξη ανθρώπων, που είχαν θεοποιηθεί για όλη τους τη ζωή και υποτίθεται ότι ασκούσαν μια υπερφυσική δύναμη πάνω στα στοιχεία της φύσης. Μπορούσαν δηλαδή αυτοί να δώσουν άφθονη συγκομιδή ή να προκαλέσουν στειρότητα του εδάφους και μπορούσαν ακόμη να επιβάλουν ασθένεια και θάνατο. Γι’ αυτό τους πρόσφεραν ανθρώπινες θυσίες, για ν’ αποτρέψουν την οργή τους. Δεν υπήρχαν πολλοί απ’ αυτούς αλλά μόνο ένας ή δύο σε κάθε νησί. Ζούσαν σε μυστική απομόνωση και οι δυνάμεις τους ήταν, μερικές φορές και όχι πάντοτε, κληρονομικές. Ένας ιεραπόστολος περιέγραψε κάποιον από τους ανθρώπινους αυτούς θεούς από προσωπική παρατήρηση. Ο θεός ήταν ένας άντρας πολύ ηλικιωμένος, που ζούσε σ’ ένα μεγάλο σπίτι με περίβολο. Μέσα στο σπίτι υπήρχε ένα είδος βωμού, ενώ σε όλα τα δοκάρια του σπιτιού και στα δέντρα τριγύρω του ήταν κρεμασμένοι ανάποδα ανθρώπινοι σκελετοί. Κανένας δεν έμπαινε στον περίβολο, εκτός από τα πρόσωπα που ήταν αφιερωμένα στην υπηρεσία του θεού* μόνο κατά τις ημέρες που γίνονταν ανθρωποθυσίες μπορούσαν οι κοινοί άνθρωποι να μπουν στον απαγορευμένο χώρο. Αυτός ο ανθρώπινος θεός δεχόταν τις περισσότερες ανθρωποθυσίες απ’ όλους τους άλλους θεούς. Συχνά καθόταν πάνω σ’ ένα είδος εξέδρας, μπροστά στο σπίτι του, και καλούσε δύο ή τρία ανθρώπινα θύματα κάθε φορά, τα οποία του έφερναν πάντοτε, γιατί ο φόβος που είχε εμπνεύσει ήταν πολύ μεγάλος. Αυτόν επικαλούνταν σ’ όλο το νησί και οι προσφορές στέλνονταν σ’ αυτόν από κάθε σημείο. Για τα Νησιά γενικά του Ειρηνικού μας λένε ότι καθένα είχε κάποιον άντρα που αντιπροσώπευε ή προσωποποιούσε τη θεότητα. Μερικές φορές ο άνΟρωπος-Οεός ήταν ο ίδιος ο βασιλιάς, συχνά όμως ήταν ο ιερέας ή ένας κατώτερος αρχηγός.
146
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι, μένοντας μακριά απ’ το να περιορίσουν τη λατρεία τους σε γάτες και σκύλους και το όμοιο με αυτά μικρό ελάφι, επέκτειναν αυτήν ελεύθερα προς τους ανθρώπους. Μία απ’ αυτές τις ανθρώπινες θεότητες κατοικούσε στο χωριό Άναβης και προσφέρονταν σ’ αυτή θύματα που θυσιάζονταν πάνω στους βωμούς. Στη συνέχεια, λέει ο Πορφύριος, ο θεός αυτός μπορούσε να δειπνήσει όπως ένας κοινός θνητός. Στην κλασική αρχαιότητα ο Σικελός φιλόσοφος Εμπεδοκλής ανακοίνωσε ότι δεν ήταν απλά ένας μάγος, αλλά ένας θεός' μιλώντας μάλιστα στους συμπολίτες του σε έμμετρο λόγο είπε τα εξής:
«Φίλοι, σ’ αυτή τη μεγάλη πόλη,που σκαρφαλώνει στην κίτρινη πλαγιάΤης ακρόπολης του Ακράγαντα,που μετατρέπει τους σκοπούς σας σε ωραία έργα,Που προσφέρει στον ξένο ένα ήσυχο και όμορφο λιμάνι,Γεια σας! Ανάμεσά σας τιμημένος περπατώ αγέρωχα.Με στεφάνια, με ανθισμένα στεφάνια στο ευγενικό μου μέτωπο.'Οχι πια ένας θνητός, αλλά μια αθάνατη θεότητα.Όπου κι αν πάω, άνθρωποι μαζεύονται και με τιμούν.Και χιλάδες ακολουθούν,ψάχνοντας να μάθουν τον καλύτερο δρόμο.Μερικοί διψούν για οράματα προφητικά, μερικοί χτυπημένοι από οδυνηρή αγωνία Πρόθυμα ακούνε λέξεις παρηγοριάς και δεν υποφέρουν πια.»
Αυτός ισχυρίζεται ότι μπορούσε να διδάξει τους μαθητές του πώς να κάνουν τον άνεμο να φυσήξει ή να σταματήσει, τη βροχή να πέσει και τον ήλιο να λάμψει' πώς επίσης να διώχνουν την ασθένεια και τα γεράματα και ν’ ανασταίνουν τους πεθαμένους. Όταν ο Δημήτριος ο Πολιορκητής ξανάφερε τη δημοκρατία στην Αθήνα το 307 π.Χ., οι Αθηναίοι απέδωσαν θεϊκές τιμές σ’ αυτόν και στον πατέρα του τον Αντίγονο, που ζούσαν και οι δύο τότε με τον τίτλο των Θεών Σωτήρων. Στήθηκαν επίσης βωμοί στους Σίοτήρες και διορίστηκε ένας ιερέας, για ν’ ασχολείται με τη λατρεία τους. Οι άνθρωποι πήγαν να συναντήσουν τον ελευθερωτή τους με ύμνους και χορούς, με στεφάνια, θυμιάματα και σπονδές' μαζεύτηκαν στους δρόμους και τραγουδούσαν ότι αυτός ήταν ο μόνος αληθινός θεός, γιατί οι άλλοι θεοί ή κοιμόνταν ή κατοικούσαν μακριά ή δεν υπήρχαν. Το ακόλουθο είναι ποίημα ενός
147
«Από όλους τους θεούς οι πιο μεγάλοι και οι πιο αγαπημένοι Έρχονται στην πόλη.Γιατί τη Δήμητρα και το Δημήτριο Ο χρόνος τους φέρνει μαζί.Αυτή έρχεται, για να κάνειτις φοβερές ιεροτελεστίες της Παρθένου.Κι αυτός καταχαρούμενος, όμορφος και γελαστός,Όπως ταιριάζει σ’ ένα θεό.Ένα λαμπρό θέαμα, με όλους τους φίλους του γύρω,Αυτός ανάμεσά τουςΑυτοί σαν τ’ αστέρια κι αυτός σαν τον ήλιο.Γιος του ισχυρού Ποσειδώνα, της Αφροδίτης γιος, Ζητωκραυγάστε!Οι άλλοι θεοί κατοικούν μακριά,Ή δεν ακούνε,Ή δεν υπάρχουν ή δε μας προσέχουν.Αλλά εσένα σε βλέπουμε τώρα,Όχι θεό του δάσους ή της πέτρας, αλλά αληθινή θεότητα.Έτσι εμείς προσευχόμαστε σ’ εσένα.»
Οι αρχαίοι Γερμανοί πίστευαν ότι υπήρχε κάτι το άγιο στις γυναίκες και γι’ αυτό τις συμβουλεύονταν σαν μάντισσες. Μας πληροφορούν ότι οι ιερές τους γυναίκες παρατηρούσαν τη δίνη των ποταμών κι άκουγαν το μουρμούρισμα ή το βουητό του νερού' κι από το θέαμα και τον ήχο μάντευαν το μέλλον. Αλλά συχνά ο σεβασμός των αντρών προχωρούσε περισσότερο και λάτρευαν τις γυναίκες σαν αληθινές και ζωντανές θεές. Για παράδειγμα, κατά τη βασιλεία του Βεσπασιανού, κάποια Βελέδη των Βρουκτέρων ήταν κοινά παραδεχτή ως θεότητα και με αυτή την ιδιότητα βασίλεψε στο λαό της, ενώ το κράτος της ήταν πολύ γνωστό. Αυτή ζούσε σ’ έναν πύργο στον ποταμό Λίππε, παραπόταμο του Ρήνου. Όταν οι κάτοικοι της Κολωνίας έστειλαν αντιπροσώπους, για να συνθηκολογήσουν μαζί της, απαγορεύτηκε στους πρεσβευτές να τη δουν. Οι διαπραγματεύσεις έγιναν μέσω ενός υπουργού, ο οποίος μίλησε ως αντιπρόσωπος της θεότητας και ανέφερε τους χρησμούς της. Το παράδειγμα δείχνει πόσο εύκολα ενώνονταν στους άξεστους προγόνους μας οι ιδέες της θεότητας και της βασιλείας. Λένε όμως ότι ακόμη και στην αρχή της εποχής μας, στους Γέτες υπήρχε πάντα ένας άντρας, που προ-
σύγχρονου ποιητή, το οποίο έψελναν δημόσια και ιδιωτικά:
1 4 8
σωποποιούσε ένα Οκό και ονομαζόταν από το λαό Θκός. Αυτός κατοικούσε σ’ ένα ικρό βουνό και λειτουργούσε ως σύμβουλος του βασιλιά.
Σύμφωνα με τον παλαιό Πορτογάλο ιστορικό Ντος Σάντος, οι Zimbas ή Muzimbas, ένας λαός της Νοτιο-ανατολικής Αφρικής, «δε λατρεύουν είδωλα ούτε αναγνωρίζουν κανένα θεό, αλλά σέβονται και τιμούν αντί γι’ αυτόν το βασιλιά τους, τον οποίο θεωρούν ως μια θεότητα και λένε ότι είναι ο μεγαλύτερος και καλύτερος στον κόσμο. Και ο ίδιος ο βασιλιάς δηλώνει για τον εαυτό του ότι είναι ο μόνος θεός στη γη και γι’ αυτό το λόγο, εάν βρέχει ή κάνει πολλή ζέστη, όταν αυτός δεν επιθυμεί, ρίχνει βέλη στον ουρανό για την ανυπακοή του». Οι Mashona της Νότιας Αφρικής πληροφόρησαν τον επίσκοπό τους ότι κάποτε είχαν ένα θεό, αλλά οι Matabeles τον έδιωξαν. «Αυτό το τελευταίο ήταν σχετικό μ’ ένα περίεργο έθιμο μερικών χωριών να φυλάνε έναν άντρα, που ονόμαζαν θεό τους, και φαίνεται ότι αυτόν συμβουλεύονταν οι άνθρωποι και του πρόσφεραν δώρα. Τον παλιό καιρό υπήρχε ένας στο χωριό που ανήκε στον αρχηγό Magondi. Μας ζήτησαν μάλιστα να μη ρίξουμε πυροβολισμούς κοντά στο χωριό, γιατί θα τον τρομάζαμε και θα έφευγε». Αυτός ο θεός των Mashona ήταν αρχικά υποχρεωμένος να δίνει ετήσιο φόρο στο βασιλιά των Matabeles τέσσερα βόδια κι ένα χορό. Ένας ιεραπόστολος είδε και περιέγραψε τη θεότητα να εκτελεί το δεύτερο μέρος της υποχρέωσής της μπροστά στην καλύβα του βασιλιά. Για τρεις τραγικές ώρες, χωρίς διακοπή, κάτω από το χτύπο ενός μικρού τύμπανου, τον κροταλισμό των κροτάλων και το βούισμα ενός μονότονου τραγουδιού, ο μελαψός θεός χόρευε ξέφρενο χορό, χτυπώντας τους μηρούς του, ιδρώνοντας σαν ένα γουρούνι και πηδώντας με μια ευκινησία που μαρτυρούσε τη δύναμη κι ελαστικότητα των θεϊκών ποδιών.
Οι Baganda της Κεντρικής Αφρικής πίστευαν σ’ ένα θεό της Λίμνης Νυάνζα, ο οποίος μερικές φορές έκανε κατοικία του το σώμα ενός άντρα ή μιας γυναίκας. Όλοι φοβόνταν πολύ τον ενσαρκωμένο θεό, ακόμη κι ο βασιλιάς και οι αρχηγοί. Όταν το μυστήριο της ενσάρκωσης είχε πραγματοποιηθεί, ο άντρας, ή μάλλον ο θεός, απομακρυνόταν περίπου ενάμισι μίλι από τη λίμνη κι εκεί περίμενε την εμφάνιση του καινούργιου φεγγαριού, πριν ασχοληθεί με τα ιερά του καθήκοντα. Από τη στιγμή που το μισοφέγγαρο έκανε αμυδρά την εμφάνισή του στον ουρανό, ο βασιλιάς και όλοι οι υπήκοοί του ήταν κάτω από τις διαταγές του Οεϊ-
149
κού ανθρώπου, ο οποίος ονομαζόταν Lubare (θεός) και. ο οποίος ήταν ο ανώτατος άρχοντας όχι μόνο σε ζητήματα πίστης και ιεροτελεστίας, αλλά επίσης και σε ζητήματα πολέμου και πολιτικής. Με μια του λέξη μπορούσε να φέρει ή να θεραπεύσει την ασθένεια, ν’ αναχαιτίσει τη βροχή και να προξενήσει λιμό. Απ’ αυτόν ζητούσαν συμβουλές σαν μάντη και του πρόσφεραν τότε μεγάλα δώρα. Ο αρχηγός της Urua, μιας μεγάλης περιοχής δυτικά της Λίμνης Τανγκανίκα, «σφετερίζεται θεϊκές τιμές και θεϊκή δύναμη και προσποιείται ότι απέχει από το φαγητό για μέρες, χωρίς να νιώθει την ανάγκη του* δηλώνει μάλιστα ότι ως θεός είναι υπεράνω του φαγητού και απλά τρώει, πίνει και καπνίζει για ευχαρίστησή του». Στους Γκάλλας πάλι, όταν μια γυναίκα κουραστεί από τις φροντίδες του σπιτιού, αρχίζει να μιλάει ασυνάρτητα και συμπεριφέρεται αλλόκοτα. Αυτό σημαίνει ότι το άγιο πνεύμα Callo κατέβηκε σ’ αυτήν. Αμέσως ο άντρας της ξαπλώνει κάτω και τη λατρεύει. Εκείνη παύει να φέρει τον ταπεινό τίτλο της συζύγου και ονομάζεται πια «Κύριος»' παύει επίσης ν’ ασχο- λείται με τα οικιακά και η θέλησή της είναι θεϊκός νόμος.
Ο βασιλιάς του Loango απολαβαίνει τιμές από το λαό του «σαν να ήταν θεός και ονομάζεται Sambee και Pango, που σημαίνουν θεός. Πιστεύουν μάλιστα ότι, αν αυτός θέλει, μπορεί να τους δώσει βροχή και μια φορά το χρόνο, το Δεκέμβριο, τον καιρό που θέλουν να βρέξει, ο λαός έρχεται να τον παρακαλέσει να τους δώσει βροχή». Σ’ αυτή την περίπτωση, ο βασιλιάς από το θρόνο του ρίχνει ένα βέλος στον αέρα, που υποτίθεται ότι θα φέρει βροχή. Το ίδιο πιστεύουν και για το βασιλιά της Μομπάσα. Μέχρι πριν μερικά χρόνια και ο βασιλιάς του Μπενίν ήταν το κύριο αντικείμενο λατρείας στην επικράτειά του, αλλά η πνευματική του βασιλεία στη γη έληξε απότομα από τα όπλα των Άγγλων ναυτών. «Αυτός έχει εδώ ανώτερη θέση από τον Πάπα στην Καθολική Ευρώπη, γιατί αυτός δεν είναι μόνο αντιπρόσωπος του θεού στη γη, αλλά είναι ο ίδιος ένας θεός, τον οποίο οι υποτελείς του υπακούν και λατρεύουν, αν και πιστεύω ότι η λατρεία τους πηγάζει από το φόβο μάλλον παρά από την αγάπη». Ο βασιλιάς του Iddah είπε στους Άγγλους βαθμοφόρους της Νιγηριανής Εκστρατείας: «Ο θεός με έκανε όμοιό του. Είμαι ακριβώς ίδιος με το θεό και αυτός με διόρισε βασιλιά».
Ήνας ιδιαίτερα διψασμένος για αίμα μονάρχης στην Μπούρ- μα, με το όνομα Badonsachen, του οποίου η όψη αντανακλούσε, την έμφυτη θηριωδία του και κάτο» από τη βασιλεία του οποίου
150
χάθηκαν από το δήμιο περισσότερα θύματα παρά από τον κοινό εχθρό, σχημάτισε την ιδέα ότι ήταν κάτι περισσότερο από θνητός και ότι αυτή η υψηλή διάκριση είχε παραχωρηθεί σ’ αυτόν ως αμοιβή για τις αμέτρητες καλές του πράξεις. Έτσι άφησε κατά μέρος τον τίτλο του βασιλιά σκοπεύοντας να γίνει θεός. Μ’ αυτή την προοπτική κι έχοντας υπόδειγμα το Βούδα, ο οποίος, πριν προαχθεί σε θεότητα, εγκατέλειψε το βασιλικό παλάτι και το χαρέμι του κι αποτραβήχτηκε από τον κόσμο, ο Μπαντονσάχεν έφυγε από το παλάτι του και πήγε να μείνει σε μια τεράστια παγόδα, τη μεγαλύτερη στην αυτοκρατορία, την οποία κατασκεύαζε για πολλά χρόνια. Εκεί έκανε συνδιασκέψεις με τους πιο σοφούς καλόγερους, τους οποίους προσπαθούσε να πείσει ότι τα πέντε χιλιάδες χρόνια που ορίστηκαν για την τήρηση του νόμου του Βούδα είχαν πια περάσει κι ότι αυτός ο ίδιος ήταν ο θέος, που προοριζόταν να εμφανιστεί μετά απ’ αυτή την περίοδο' ζητούσε μάλιστα την κατάργηση του παλιού νόμου και την αντικατάστασή του με δικό του. Αλλά προς μεγάλη του ταπείνωση πολλοί από τους καλόγερους ανέλαβαν ν’ αποδείξουν το αντίθετο. Αυτή η απογοήτευση σε συνδυασμό με την αγάπη του για δύναμη και την ανυπομονησία του κάτω από τους περιορισμούς μιας ασκητικής ζωής τον έβγαλαν γρήγορα από τη φαντασίωση να γίνει θεός και τον οδήγησαν πίσω στο παλάτι του και στο χαρέμι του. Το βασιλιά του Σιαμ πάλι «τον σέβονται το ίδιο με μια θεότητα. Οι υπήκοοί του δεν πρέπει να τον κοιτάζουν στο πρόσωπο' όταν περνάει, αυτοί ξαπλώνουν μπροστά του και παρουσιάζονται σ’ αυτόν γονατιστοί με τους αγκώνες στο έδαφος». Υπάρχει μια ιδιαίτερη γλώσσα αφιερωμένη στο ιερό του πρόσωπο και στις ιδιότητές του, η οποία πρέπει να χρησιμοποιείται απ’ όλους εκείνους που μιλούν σ’ αυτόν ή γι’ αυτόν. Ακόμη και οι ιθαγενείς δυσκολεύονται να μάθουν αυτό το μοναδικό λεξιλόγιο. Τα μαλλιά του μονάρχη, οι πατούσες των ποδιών του, η αναπνοή του, η παραμικρή λεπτομέρεια γύρω από το άτομό του, εξωτερική και εσωτερική, έχει ιδιαίτερο όνομα. Όταν τρώει ή πίνει, κοιμάται ή περπατάει, μια ειδική λέξη δείχνει ότι αυτές οι πράξεις γίνονται από τον ηγεμόνα και τέτοιες λέξεις δεν ισχύουν για τις πράξεις των άλλων ανθρώπων. Δεν υπάρχει λέξη στη γλώσσα των Σιαμαίων που να παριστάνει υψηλότερο βαθμό ή μεγαλύτερο αξίωμα απ’ αυτό του μονάρχη και οι ιεραπόστολοι, όταν μιλάνε για το θεό, είναι υποχρεωμένοι να χρησιμοποιούν την τοπική λέξη, που σημαίνει βασιλιάς.
151
Λλλά ίσως καμιά χώρα στον κόσμο δεν υπήρξε τόσο γόνιμη σε ανθρώπινους θεούς, όπως η Ινδία' πουθενά αλλού η θεία χάρη δε μοιράστηκε τόσο ελεύθερα σ’ όλες τις τάξεις της κοινωνίας από τους βασιλιάδες μέχρι τους απλούς γαλατάδες. Έτσι στους Τόντας, έναν ποιμενικό λαό στους Λόφους Neilgherry της Νότιας Ινδίας, το γαλακτοπωλείο είναι ένας ναός και ο γαλακτοπώλης που το δουλεύει θεωρείται θεός. Όταν ερωτήθηκε ένας απ’ αυτούς τους θεϊκούς γαλατάδες, αν οι Τόντας χαιρετούν τον ήλιο, απάντησε: «Εκείνοι οι φτωχοί άνθρωποι χαιρετούν, αλλά εγώ» χτυπώντας το στήθος του, «εγώ, ένας θεός! Γιατί θα έπρεπε να χαιρετώ τον ήλιο;». Όλοι, ακόμη και ο ίδιος ο πατέρας του, ξαπλώνουν μπροστά στο γαλακτοπώλη και κανένας δεν τολμάει να του αρνηθεί τίποτα. Κανένα ανθρώπινο ον, εκτός από έναν άλλο γαλακτοπώλη, δεν μπορεί να τον αγγίξει και δίνει χρησμούς σε όσους ζητούν τη συμβουλή του, μιλώντας με τη φωνή του θεού.
Στην Ινδία επιπλέον «κάθε βασιλιάς θεωρείται κάπως σαν ένας υπαρκτός θεός». Το Ινδικό νομοθετικό βιβλίο των Manu προχωρεί παραπέρα και γράφει ότι: «ακόμη κι ένα βασιλικό βρέφος δεν πρέπει να περιφρονείται με την ιδέα πως είναι ένας απλός θνητός, γιατί αυτό είναι μια μεγάλη θεότητα με ανθρώπινη μορφή». Λένε ότι στην Ορίσσα, πριν μερικά χρόνια, υπήρχε μια αίρεση, που λάτρευε την τελευταία Βασίλισσα Βικτωρία κατά τη διάρκεια της ζωής της σαν την κύρια θεότητά της. Μέχρι και σήμερα στην Ινδία όλοι οι ζωντανοί άνθρωποι με αξιοσημείωτη δύναμη ή ανδρεία ή με υποθετικές θαυματουργές ικανότητες, διατρέχουν τον κίνδυνο να λατρεύονται σαν θεοί. Έτσι, μια αίρεση στο Punjaub λάτρευε μια θεότητα την οποία ονόμαζαν Νίκκαλ Σι:ν' και δεν ήταν παρά ο φοβερός Στρατηγός Νίκολσον, που μόνο αυτός με τα λόγια και τις πράξεις του μπορούσε να μετριάσει τη φλόγα των πιστών του. Όσο μάλιστα πιο πολύ τους τιμωρούσε, τόσο περισσότερο αυξανόταν ο θρησκευτικός θαυμασμός με τον οποίο τον λάτρευαν. Πριν λίγα χρόνια στο Μπεναρές, ενσαρκώθηκε μια περίφημη θεότητα σ’ έναν Ινδό αριστοκράτη, που άκουγε στο ευφωνικό όνομα Σουάμι Μπασκαρανάντατζι Σαρα- σουάτι κι έμοιαζε πάρα πολύ με τον Καρδινάλιο Μάννινγκ, μόνο που ήταν πιο ειλικρινής. Τα μάτια του ακτινοβολούσαν από καλοκάγαθο ανθρώπινο ενδιαφέρον και έπαιρνε από τις θεϊκές τιμές που του απέδιναν οι λατρευτές του ό,τι χαρακτηρίζεται σαν αθώα ευχαρίστηση.
Στην Τσίντσβαντ, μια μικρή πόλη περίπου δέκα μίλια από
152
την ΙΙούν» της Δυτικής Ινδίας, υπάρχει μια οικογένεια, στην οποία ένας σε κάθε γενιά θεωρείται από ένα μεγάλο ποσοστό των Μαχράττας ότι είναι η ενσάρκωση του ελεφαντοκέφαλου θεού Γκανπούττυ. Αυτή η περίφημη θεότητα ενσαρκώθηκε για πρώτη φορά περίπου το 1640 σ’ ένα Βραχμάνα της Πούνα, με το όνομα Μουραμπά Γκόσσιν, που αναζητούσε τη σωτηρία του μέσα από την εγκράτεια, την ταπείνωση και την προσευχή. Η ευσέβειά του είχε την αμοιβή της. Ο ίδιος ο θεός αποκαλύφτηκε σ’ αυτόν, σ’ ένα νυχτερινό όραμα, και του υποσχέθηκε ότι ένα μέρος του, δηλαδή ένα μέρος του αγίου πνεύματος του Γκανπούττυ, θα διέμενε σ’ αυτόν και στο σπέρμα του μέχρι και την έβδομη γενιά. Η θεϊκή υπόσχεση εκπληρώθηκε και εφτά διαδοχικές ενσαρκώσεις, που μεταβιβάζονταν από πατέρα σε γιο, φανέρωσαν το φως του Γκανπούττυ σ’ ένα σκοτεινό κόσμο. Ο τελευταίος αυτής της σειράς, ένας θεός με βραδυκίνητο βλέμμα και πολύ αδύνατα μάτια, πέθανε το 1810. Αλλά η αιτία της πίστης ήταν τόσο ιερή και η αξία της εκκλησιαστικής περιουσίας τόσο σημαντική, ώστε επέτρεψε στους Βραχμάνες να μελετήσουν με ηρεμία την απερίγραπτη στέρηση που θα είχε ένας κόσμος ο οποίος δε θα γνώριζε τον Γκανπούττυ. Έτσι αναζήτησαν και βρήκαν ένα ιερό δοχείο, όπου μέσα του είχε αποκαλυφτεί και πάλι το θεϊκό πνεύμα του κυρίου, και η αποκάλυψη από τότε συνεχίστηκε ευτυχώς σε μι» αδιάκοπη σειρά δοχείων. Αλλά ένας ανεξήγητος νόμος πνευματικής οικονομίας, του οποίου τη λειτουργία στην ιστορί» της θρησκείας ίσως θρηνούμε, αν και δεν μπορούμε να μεταβάλλουμε, όρισε ότι θαύματα που έγιναν από το θεό-άνθρωπο σ’ αυτή την εκφυλισμένη εποχή δεν είναι δυνατό να συγκριθούν με τ» θαύματα των προκατόχων του στο παρελθόν' γίνεται ακόμα γνωστό ότι το μόνο δείγμα παραχώρησης από την πλευρά του στη σημερινή γενιά των μοχθηρών ανθρώπων είναι το θαύμα της διατροφής του πλήθους, στο οποίο αυτός παραθέτει ετήσιο γεύμα στο Τσί- ντσβαντ.
Μια Ινδική αίρεση, που έχει πολλούς οπαδούς στη Βομβάη και στην Κάτω Ινδία, υποστηρίζει ότι οι πνευματικοί της αρχηγοί ή Μαχαραγιάδες, όπως ονομάζονταν, είναι αντιπρόσωποι ή και πραγματικές ενσαρκώσεις του θεού Κρίσνα στη γη. Και καθώς ο Κρίσνα κοιτάζει από τον ουρανό κάτω με την πιο μεγάλη εύνοια ως λειτουργός της θέλησης των διαδόχων και ιερέων του στη γη, έχει θεσπιστεί μια ιδιόρρυθμη ιεροτελεστία, που ονομάστηκε Αυτοαφοσίωση, κατά την οποία οι πιστοί του παραδίνουν
153
τα σώματά τους, τις ψυχές τους και ό,τι πιο σημαντικό ίσως έχουν, τη γήινη υπόστασή τους, στις λατρευτές του ενσαρκώσεις' και οι γυναίκες διδάσκονται να πιστεύουν ότι η μεγαλύτερη ευδαιμονία γι’ αυτές και τις οικογένειές τους είναι εφικτή, όταν πέσουν στην αγκαλιά εκείνων, στους οποίους με ανεξήγητο τρόπο συνυπάρχει η θεϊκή φύση μαζί με την ανθρώπινη μορφή και ακόμη με τις ανθρώπινες ορέξεις.
Και ο Χριστιανισμός επίσης δεν απέφυγε τη μόλυνση απ’ αυτές τις ατυχείς πλάνες' πραγματικά συχνά κηλιδώθηκε από τις υπερβολές ματαιόδοξων μνηστήρων σχετικά με τη θεϊκή τους ισότητα ή ακόμη και ανωτερότητά τους ως προς το μεγάλο Ιδρυτή. Κατά το δεύτερο αιώνα ο Μοντανός της Φρυγίας ισχυρίστηκε ότι ήταν η ενσάρκωση της Τριάδας, ο Πατέρας Θεός, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, ενωμένοι στο μοναδικό άτομό του. Και αυτή η υπέρμετρη αξίωση ενός ανισόρροπου μυαλού δεν αποτελεί μια μοναδική περίπτωση. Από τους πρώτους χρόνους μέχρι και σήμερα πολλές αιρέσεις έχουν πιστέψει ότι ο Χριστός, αλλά ακόμη κι ο ίδιος ο Θεός, ενσαρκώνεται σε κάθε πλήρως μυημένο Χριστιανό κι αυτή η πίστη οδήγησε στο λογικό αποτέλεσμα να λατρεύουν ο ένας τον άλλον. Ο Τερτυλλιανός αναφέρει ότι έτσι συνέβαινε ανάμεσα στους Χριστιανούς συντρόφους του της Καρχηδόνας κατά το δεύτερο αιώνα, ενώ οι μαθητές του Αγίου Κολούμπα λάτρευαν αυτόν σαν ενσωμάτωση του Χριστού. Τον όγδοο αιώνα πάλι ο Ελίπανδος του Τολέδο μίλησε για το Χριστό σαν «ένα θεό ανάμεσα σε θεούς», που σημαίνει ότι όλοι οι πιστοί ήταν εξίσου θεοί, όπως και ο Χριστός. Στους Αλμπιτζένσες η λατρεία του ενός στον άλλο ήταν κάτι το συνηθισμένο και παρατηρήθηκε εκατοντάδες φορές σε αναγραφές γεγονότων της Ιερής Εξέτασης στην Τουλούζη, στις αρχές του δέκατου τέταρτου αιώνα.
Τον δέκατο τρίτο αιώνα δημιουργήθηκε μια αίρεση, με το όνομα οι Αδελφοί εν Χριστώ και οι Αδελφές του Ελεύθερου Πνεύματος, που υποστήριξε ότι, μετά από μακριά κι εξονυχιστική μελέτη, οποιοσδήποτε άνθρωπος μπορεί να ενωθεί με τη θεότητα μ’ έναν ανεξήγητο τρόπο και να γίνει ένα με την πηγή και πατέρα των όλων' κι εκείνος που με αυτό τον τρόπο έφτασε στο Θεό κι απορροφήθηκε από την ευλογημένη του ουσία, στην πραγματικότητα σχημάτισε ένα μέρος με τη θεότητα και έγινε ο Υιός του Θεού, όπως και ο Χριστός, κι απολάβαινε μια λαμπρή, απόλυτη ελευθερία σχετικά με τα εμπόδια όλων των ανθρώπινων και θεϊκών νόμων. Ευχαριστημένοι εσωτερικά απ’ αυτή τη μακά
154
ρια πεποίθηση, αν και εξωτερικά παρουσίαζαν στην όψη τους και στους τρόπους τους έναν ηλεκτρισμένο αέρα παραφροσύνης και σύγχυσης, οι αιρετικοί γύριζαν από μέρος σε μέρος ντυμένοι με τα πιο φανταστικά ρούχα και ζητιανεύοντας για το ψωμί τους με άγριες φωνές και κραυγές, ενώ απέρριπταν με αγανάχτηση κάθε είδος τίμιας εργασίας και μόχθου ως εμπόδιο στη θεϊκή θεωρία και την ανύψωση της ψυχής προς τον Πατέρα των πνευμάτων. Σε όλες τους τις πορείες συνοδεύονταν από γυναίκες με τις οποίες είχαν πολύ στενές σχέσεις και ζούσαν μαζί. Κι όσοι απ’ αυτούς φαντάζονταν ότι είχαν κάνει τη μεγαλύτερη πρόοδο στην ανώτερη πνευματική ζωή, παραμελούσαν εντελώς τη χρήση ενδυμάτων στις συγκεντρώσεις τους, γιατί θεωρούσαν την κοσμιότητα και τη σεμνότητα σημάδια εσωτερικής διαφθοράς, χαρακτηριστικά μιας ψυχής που εξακολουθεί να είναι κάτω από την κυριαρχία της σάρκας και δεν έχει φτάσει ακόμη σε κοινωνία με το θεϊκό πνεύμα, το κέντρο του και την πηγή του. Μερικές φορές η πρόοδός τους προς αυτή τη μυστική κοινωνία επιταχυνόταν από την Ιερή Εξέταση και αυτοί έσβηναν στις φλόγες όχι απλά με ασυννέφιαστη γαλήνη, αλλά με τα πιο θριαμβευτικά συναισθήματα ευθυμίας και χαράς.
Γύρω στο έτος 1830 παρουσιάστηκε σε μια από τις Πολιτείες της Αμερικανικής Ένωσης, στα σύνορα του Κεντάκυ, ένας απατεώνας που δήλωσε ότι ήταν ο Υιός του Θεού, ο Σωτήρας του ανθρώπινου γένους και ότι εμφανίστηκε πάλι στη γη, για ν’ ανακαλέσει τους ασεβείς, τους άπιστους και τους αμαρτωλούς στα καθήκοντά τους. Διαβεβαίωνε μάλιστα ότι, αν αυτοί δεν έμπαιναν στον ίσιο δρόμο μέσα σε ορισμένο χρόνο, αυτός θα έδινε το σύνθημα και σ’ ένα λεπτό ολόκληρος ο κόσμος θα γκρεμιζόταν σε ερείπια. Αυτές οι υπερβολικές αξιώσεις έγιναν δεχτές ευνοϊκά ακόμη και από πρόσωπα με πλούτο και με θέση στην κοινωνία. Τελικά ένας Γερμανός ικέτεψε ταπεινά το νέο Μεσσία να ανακοινώσει την τρομερή καταστροφή στους συμπατριώτες του, αλλά στη Γερμανική Γλώσσα, καθώς αυτοί δεν καταλάβαιναν Αγγλικά και θα ήταν κρίμα να καταδικαστούν εξαιτίας αυτού και μόνο του γεγονότος. Ο υποθετικός Σωτήρας σε απάντηση, ομολόγησε με μεγάλη ειλικρίνεια ότι δεν ξέρει Γερμανικά. «Τι!» απάντησε ο Γερμανός, «εσύ ο Υιός του Θεού και δε μιλάς όλες τις γλώσσες και μάλιστα δεν ξέρεις Γερμανικά; Έλα, έλα' είσαι ένας απατεώνας, ένας υποκριτής κι ένας τρελός. Το Μπέντλαμ είναι ο τόπος για σένα». Οι θεατές γέλασαν κι απομακρύνθηκαν ντροπιασμένοι για την ευπιστία τους.
155
Μιμικές φορές μ»: το θάνατο της ανθρώπινης ενσάρκωσης το θεϊκό πνεύμα μεταναστεύει σε άλλον άνθρωπο. Οι Βουδιστές Τάρταροι πιστεύουν σ’ ένα μεγάλο αριθμό από ζωντανούς Βούδες, που λειτουργούν σαν Μεγάλοι Λάμα, επικεφαλής στα πιο σπουδαία μοναστήρια. Όταν ένας απ’ αυτούς τους Μεγάλους Λάμα πε- Οάνει, οι μαθητές του δεν τον πενθούν, γιατί ξέρουν ότι σύντομα Οα εμφανιστεί και πάλι με τη μορφή ενός βρέφους. Η μόνη τους ανησυχία είναι ν’ ανακαλύψουν τον τόπο της γέννησης. Εάν λοιπόν την ώρα εκείνη δουν ένα ουράνιο τόξο, το θεωρούν ως σημάδι, το οποίο τους έστειλε ο Λάμα που πέθανε, για να τους οδηγήσει στην κούνια του. Κάποτε μάλιστα το ίδιο το θεϊκό βρέφος αποκαλύπτει την ταυτότητά του λέγοντας: «Είμαι ο Μεγάλος Λάμα, ο ζωντανός Βούδας του δείνα και του τάδε ναού. Πάρτε με στο παλιό μου μοναστήρι. Είμαι η αθάνατη κεφαλή του». Με οποιοδήποτε τρόπο κι αν αποκαλύπτεται ο τόπος γέννησης του Βούδα, είτε με την ομολογία του ίδιου του Βούδα είτε με σημάδι στον ουρανό, οι χαρούμενοι προσκυνητές κατασκηνώνουν και, με αρχηγό συχνά το βασιλιά ή ένα από τα πιο διαλεχτά μέλη της βασιλικής οικογένειας, ξεκινούν αμέσως, για να βρουν και να φέρουν στην πατρίδα το θεϊκό βρέφος. Αυτό γεννιέται συνήθως στο Θιβέτ, την ιερή χώρα, και για να φτάσει ως εκεί το καραβάνι, συχνά έχει να διασχίσει τις πιο τρομερές ερήμους. Όταν τελικά βρουν το παιδί, πέφτουν κάτω και το προσκυνούν. Πριν όμως αυτό αναγνωριστεί ως ο Μεγάλος Λάμα που αναζητούν, πρέπει να τους ικανοποιήσει με την ταυτότητά του. Τον ερωτούν λοπόν για το όνομα του μοναστηριού, στο οποίο αυτός ισχυρίζεται ότι είναι επικεφαλής, ή πόσο μακριά είναι το μοναστήρι και πόσοι καλόγεροι μένουν σ’ αυτό' πρέπει επίσης να περιγράψει τις συνήθειες του πεθαμένου Μεγάλου Λάμα και τον τρόπο που πέθανε. Στην συνέχεια διάφορα είδη, όπως βιβλία προσευχών, τσαγιέρες και φλιτζάνια, τοποθετούνται μπροστά του και αυτός πρέπει να δείξει εκείνη που χρησιμοποιούσε στην προηγούμενη ζωή του. Ηάν δεν κάνει κανένα λάθος, οι ισχυρισμοί του γίνονται δεχτοί και οδηγείται θριαμβευτικά στο μοναστήρι. Μπροστά από όλους τους Λάμα είναι ο Δαλάι Λάμα της Λάσα, της Ρώμης του Θιβέτ, που θεωρείται ως ζωντανός θεός και που, μετά το θάνατό του, το θεϊκό και αθάνατο πνεύμα του μεταβιβάζεται σ’ ένα παιδί. Σύμφωνα με μερικές πληροφορίες, ο τρόπος ανακάλυψης του Δαλάι Λάμα είναι όμοιος με τη μέθοδο για την ανακάλυψη ενός κοινού Μεγάλου Λάμα, που ήδη περιγράψαμε. Άλλες πάλι πληροφορίες
156
αναφέρουν γι« μια εκλογή μι: κλήρους από ένα χρυσό δοχείο. Ό- ποτι: αυτός γεννιέται, τα δέντρα και τα φυτά βγάζουν πράσινα φύλλα' μι: ι:ντολή του ανθίζουν τα λουλούδια και αναβλύζουν νερό οι πηγές και η παρουσία του σκορπίζει ουράνια ευλογία.
Αλλά σ’ αυτές τις χώρες αυτός με κανένα τρόπο δεν είναι ο μόνος άνθρωπος που εμφανίζεται ως θεός. Έτσι στην αυτοκρατορία της Κίνας υπάρχει ένας κατάλογος όλων των ενσαρκωμένων θεών, ο οποίος είναι φυλαγμένος στο Li fan yuan ή Αποικιακό Γ ραφείο στο Πεκίνο. Οι θεοί λοιπόν που έχουν πάρει άδεια είναι εκατόν εξήντα. Το Θιβέτ ευλογείται με τριάντα απ’ αυτούς, η Βόρεια Μογγολία αγάλλεται με δεκαεννέα και η Νότια Μογγολία θερμαίνεται στη λιακάδα τουλάχιστον πενήντα εφτά εξ αυτών. Η κυβέρνηση της Κίνας με πατρική φροντίδα για την ευημερία των υπηκόοων της απαγορεύει στους θεούς του καταλόγου να ξανα- γεννηθούν οπουδήποτε αλλού εκτός του Θιβέτ. Αυτοί φοβούνται μήπως η γέννηση ενός θεού στη Μογγολία θα έχει σοβαρές πολιτικές συνέπειες με τη διέγερση του κοιμισμένου πατριωτισμού και του φιλοπόλεμου πνεύματος των Μογγόλων, οι οποίοι μπορεί να μαζευτούν γύρω από μια φιλόδοξη εγχώρια θεότητα βασιλικής γενεαλογίας και θελήσουν να πάρουν γι’ αυτή, με τα ξίφη τους, ένα προσωρινό, όπως επίσης ένα πνευματικό βασίλειο. Αλλά κοντά σ’ αυτούς τους θεούς που έχουν άδεια ή δημόσιους θεούς, υπάρχουν και πολλοί άλλοι μικροί ιδιωτικοί θεοί ή πρακτικοί, που δεν έχουν άδεια και που κάνουν θαύματα και ευλογούν τους πιστούς τους κρυφά. Κατά τα τελευταία χρόνια η Κινεζική κυβέρνηση έχει κλείσει τα μάτια στο ξαναγέννημα αυτών των στρεψό- δικων θεοτήτων έξω από το Θιβέτ. Οπωσδήποτε όμως, μιας και γεννηθούν, η κυβέρνηση τους παρακολουθεί όπως και τους κανονικούς πρακτικούς θεούς' κι αν κάποιος απ’ αυτούς συμπεριφερ- θι:ί άσχημα, αμέσως καθαιρείται, εξορίζεται σ’ ένα απομακρυσμένο μοναστήρι κι απαγορεύεται αυστηρά να ξαναγεννηθεί με σάρκα.
Από την έρευνά μας για τη θρησκευτική θέση του βασιλιά στις απολίτιστες κοινωνίες μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο ισχυρισμός περί θεϊκών και υπερφυσικών δυνάμεων που πρόβαλ- λαν οι μονάρχες των μεγάλων ιστορικών αυτοκρατοριών, όπως αυτές τις Αιγύπτου, του Μεξικού και του Περού, δεν ήταν η απλή εξωτερίκευση κούφιας ματαιοδοξίας ή η κενή έκφραση φτηνής κολακείας' ήταν απλώς η επιβίωση και παράταση της παλιάς βάρβαρης αποθέωσης των ζωντανών βασιλιάδων. Έτσι, για παράδειγ
157
μα, οι Ίνκας του Περού, ως παιδιά του Ήλιου, λατρεύονταν για θεοί' αυτοί δεν μπορούσαν να κάνουν λάθος και κανένας δεν ονειρεύτηκε να εναντιωθεί στο πρόσωπο, στην τιμή ή στην περιουσία του μονάρχη ή οποιουδήποτε βασιλικού μέλους. Επίσης οι Ίνκας δε θεωρούσαν την ασθένεια σαν κακό, όπως οι περισσότεροι άνθρωποι, αλλά τη λογάριαζαν μήνυμα από τον πατέρα τους Ήλιο, που τους καλούσε να έρθουν και να μείνουν μαζί του στον ουρανό. Γι’ αυτό, οι συνηθισμένες λέξεις με τις οποίες ένας Ίνκα ανάγ- γελε ότι πλησίαζε το τέλος του, ήταν αυτές: «Ο πατέρας μου με καλεί να πάω και να ησυχάσω κοντά του». Δεν εναντιώνονταν στη θέληση του πατέρα τους, προσφέροντας θυσία για ανάρρωση, αλλά δήλωναν ανοιχτά ότι αυτός τους είχε καλέσει στο ησυχαστήριό του. Βγαίνοντας από τις πυραχτωμένες κοιλάδες προς το υψηλό οροπέδιο των Κολομβιανών Άνδεων, οι Ισπανοί καταχτητές ξαφνιάστηκαν, όταν βρήκαν, σε αντίθεση με τις βάρβαρες ορδές τις οποίες είχαν αφήσει κάτω στις πνιγηρές ζούγκλες, ένα λαό που είχε υψηλό πολιτισμό, που ασχολιόταν με τη γεωργία και που ζούσε κάτω από μια κυβέρνηση την οποία ο Χάμπολντ έχει παραλληλίσει με τις θεοκρατίες του Θιβέτ και της Ιαπωνίας. Αυτοί οι λαοί ήταν οι Chibchas, οι Muyscas ή Mozcas, χωρισμένοι σε δύο βασίλεια, με πρωτεύουσες την Μπογκοτά και την Τούνχα, αλλά ενωμένοι σαφώς με την πνευματική υποταγή τους στο μεγάλο αρχιερέα του Σογκαμόζο ή Ιράκα. Μετά από μακρά και ασκητική μαθητεία, αυτός ο σεβαστός πνευματικός αρχηγός είχε αποκτήσει τέτοια αγιότητα, ώστε τα νερά και η βροχή υπά- κουαν σ’ αυτόν και ο καιρός ρυθμιζόταν από τη θέλησή του. Κατά την άνοδό τους στο θρόνο, οι βασιλιάδες του Μεξικού, όπως έχουμε δει, έδιναν όρκο ότι θα κάνουν τον ήλιο να λάμπει, τα σύννεφα να φέρνουν βροχή, τα ποτάμια να ρέουν και τη γη να παράγει καρπούς σε αφθονία. Έχουμε επίσης πληροφορίες ότι ο Μοντεζούμα, ο τελευταίος βασιλιάς του Μεξικού, λατ'ρευόταν από το λαό του ως ένας θεός.
Οι πρώτοι Βαβυλώνιοι βασιλιάδες, από την εποχή του Σαργών I μέχρι την τέταρτη δυναστεία της Ουρ ή αργότερα, ισχυρίζονταν ότι κατά τη διάρκεια της ζωής τους ήταν θεοί. Οι μονάρχες μάλιστα της τέταρτης δυναστείας της Ουρ έχτιζαν ναούς προς τιμή τους. Έστηναν επίσης τα αγάλματά τους σε διάφορα ιερά και διέταζαν το λαό να τους προσφέρει Ουσίες. Ο όγδοος μήνας ειδικά ήταν αφιερωμένος στους βασιλιάδες και προσφέρονταν σ’ αυτούς Ουσίες με το καινούργιο φεγγάρι καΟ<ί>ς και στις δεκαπέντε
158
κάθε μήνα. Οι ΙΙάρθοι πάλι μονάρχης του οίκου το>ν Αρσακιδών, προσαγορεύονταν αδερφοί του ήλιου και του φεγγαριού και λατρεύονταν ως θεότητες, ενώ θεωρούνταν ιεροσυλία να χτυπηθεί σε φιλονικία έστω και ένα μέλος της οικογένειας των Αρσακιδών.
Οι βασιλιάδες της Αιγύπτου θεοποιούνταν κατά τη διάρκεια της ζωής τους και λατρεύονταν σε ειδικούς ναούς με ειδικούς ιερείς' προσφέρονταν μάλιστα σ’ αυτούς θυσίες. Πραγματικά η λατρεία των βασιλιάδων μερικές φορές ήταν χωνεμένη με αυτή των θεών στη σκιά. Έτσι, όταν βασίλευε ο Μερενρά, ένας ανώτατος υπάλληλος δήλωσε ότι είχε χτίσει πολλές ιερές θέσεις, ώστε να μπορεί να επικαλεστεί το πνεύμα του βασιλιά, του αθάνατου Μερενρά, «πιο πολύ από όλους τους θεούς». «Ποτέ δεν αμφισβητή- θηκε ότι ο βασιλιάς διεκδικούσε την πραγματική θεότητα' αυτός ήταν ο “μεγάλος θεός”, ο “χρυσός Ώρος” και ο γιος του Ρα. Αυτός απαιτούσε εξουσία όχι μόνο πάνω στην Αίγυπτο, αλλά πάνω σε “όλες τις χώρες και όλα τα έθνη”, “στο μήκος και στο πλάτος όλου του κόσμου, από ανατολή σε δύση” σε “ολόκληρη την περιοχή της μεγάλης ηλιακής τροχιάς” ' “ο ουρανός και ό,τι είναι σ’ αυτόν, η γη και ό,τι είναι πάνω σ’ αυτήν”, “κάθε πλάσμα που περπατάει στα δύο ή στα τέσσερα πόδια, όλα όσα πετάνε ή φτερουγίζουν, ολόκληρος ο κόσμος προσφέρει τα προϊόντα του σ’ αυτόν”. Πραγματικά, οτιδήποτε ίσχυε για το θεό Ήλιο ήταν δογματικά κατοχυρωμένο και στο βασιλιά της Αιγύπτου. Οι τίτλοι του έφταναν απευθείας από το θεό Ήλιο». Μας πληροφορούν ότι «κατά τη διάρκεια της ζωής του ο βασιλιάς της Αιγύπτου εξαντλούσε όλες τις πιθανές αντιλήψεις περί θεότητας, τις οποίες αυτοί οι ίδιοι οι Αιγύπτιοι είχαν σχηματίσει. Ένας υπεράνθρωπος θεός από τη γέννησή του και από το βασιλικό του αξίωμα γινόταν ανθρώπινος θεός μετά το θάνατό του. Έτσι όλα όσα γνώριζαν σχετικά με τη θεότητα συνοψίζονταν σ’ αυτόν».
Έχουμε τώρα ολοκληρώσει το σκιαγράφημά μας, γιατί δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα σκιαγράφημα της εξέλιξης αυτής της ιερής βασιλείας που έφτασε στο αποκορύφωμά της, στην πιο απόλυτη έκφρασή της, στις μοναρχίες του Περού και της Αιγύπτου. Από ιστορική άποψη ο θεσμός φαίνεται να γεννήθηκε από την τάξη των δημόσιων μάγων ή θεραπευτών, από λογική όμως άποψη στηρίζεται σ’ ένα λαθεμένο συμπέρασμα της σύνδεσης ιδεών. Οι άνθρωποι μπέρδεψαν την τάξη των ιδεών τους με την τάξη της φύσης, κι έτσι πίστεψαν ότι ο έλεγχος που έχουν, ή φαίνεται να έχουν, πάνω στις σκέψεις τους τους επέτρεπε να
159
ασκούν έναν ανάλογο έλεγχο πάνω στα πράγματα. Οι άνθρωποι που, για τον ένα ή τον άλλο λόγο, εξαιτίας της δύναμης ή της αδυναμίας των φυσικών μελών τους, υποτίθεται ότι κατείχαν στον πιο μεγάλο βαθμό αυτές τις μαγικές δυνάμεις, ξεχώρισαν σιγά σιγά από τους συνανθρώπους τους και αποτέλεσαν μια ξεχωριστή τάξη, που ήταν προορισμένη να ασκήσει την πιο μακροχρόνια επιρροή στην πολιτική, θρησκευτική και πνευματική εξέλιξη του ανθρώπινου γένους. Η κοινωνική πρόοδος όπως γνωρίζουμε, στηρίζεται κυρίως σε μια διαδοχική διαφοροποίηση των λειτουργιών ή, πιο απλά, σ’ έναν καταμερισμό της εργασίας, η οποία στην πρωτόγονη κοινωνία εκτελείται το ίδιο απ’ όλους και από όλους εξίσου αδέξια ή σχεδόν έτσι και η οποία σταδιακά διανέμεται σε διαφορετικές τάξεις εργατών και τελειοποιείται όλο και περισσότερο' και όσο τα προϊόντα, σημαντικά ή ασήμαντα, αυτής της ειδικευμένης εργασίας μοιράζονται σε όλους, ολόκληρη η κοινότητα ωφελείται από την ειδίκευση, που διαρκώς αυξάνεται. Τώρα οι μάγοι ή θεραπευτές φαίνεται ότι αποτελούν την παλιότερη τεχνητή ή επαγγελματική τάξη στην εξέλιξη της κοινωνίας, γιατί οι μάγοι βρίσκονται σε κάθε άγρια φυλή που εμείς γνωρίζουμε' και ανάμεσα στους πρωτόγονους, όπως είναι οι αυτόχθονες της Αυστραλίας, αυτοί αποτελούν τη μόνη επαγγελματική τάξη που παραμένει. Καθώς ο χρόνος προχωρεί και η εξέλιξη της διαφοροποίησης συνεχίζεται, η τάξη των θεραπευτών υποδιαιρείται σε τέτοιες τάξεις, όπως αυτή των θεραπευτών ασθενειών, των βροχο- ποιών και άλλων, ενώ το πιο ισχυρό μέλος της τάξης κερδίζει για τον εαυτό του τη θέση αρχηγού και σιγά σιγά εξελίσσεται σ’ έναν ιερό βασιλιά. Οι παλιές του μαγικές λειτουργίες μπαίνουν όλο και περισσότερο στο περιθώριο και αντικατασταίνονται με ιερατικά ή θεϊκά καθήκοντα, ανάλογα, καθώς η μαγεία σιγά σιγά εκτοπίζεται από τη θρησκεία. Λίγο αργότερα, πραγματοποιείται ένας διαχωρισμός μεταξύ της πολιτικής και της θρησκευτικής άποψης της βασιλείας, όπου ένα άτομο αναλαμβάνει την κοσμική δύναμη κι ένα άλλο την πνευματική. Στο μεταξύ, οι μάγοι, που μπορεί να παραμερίστηκαν, αλλά δεν ξεριζώθηκαν με την επικράτηση της θρησκείας, συνεχίζουν τα παλιά κρυφά τους τεχνάσματα, προτιμώντας αυτά από τη νέα ιεροτελεστία της θυσίας και της προσευχής. Με τον καιρό οι πιο οξυδερκείς απ’ αυτούς αντιλαμβάνονται την απάτη της μαγείας και στρέφονται σ’ έναν πιο αποτελεσματικό τρόπο χειρισμού των δυνάμεων της φύσης για το καλό του ανθρώπου* με λίγα λόγια εγκαταλείπουν τη μαγεία για
160
την κπιστήμη. Απέχω πολύ από το να επικυρώσο) ότι η πορεία της ανάπτυξης ακολούθησε αυστηρά και παντού αυτή τη σειρά' αναμφισβήτητα υπήρξε μεγάλη ποικιλία στις διάφορες κοινωνίες. Απλά εννοώ να δείξω με την πιο πλατιά περιγραφή, πώς αντιλαμβάνομαι τη γενική τάση που επικρατούσε. Από βιομηχανική σκοπιά, η ομοιομορφία εξελίχτηκε σε ποικιλία λειτουργιών και, από πολιτική σκοπιά, η δημοκρατία έφτασε στο δεσποτισμό. Σ’ αυτή την έρευνα όμως εμάς δε μας ενδιαφέρει η μεταγενέστερη ιστορία της μοναρχίας και ιδιαίτερα η παρακμή του δεσποτισμού και η αντικατάστασή του με κυβερνητικά σχήματα που προσαρμόζονταν καλύτερα στις ανώτερες ανάγκες της ανθρωπότητας, γιατί το θέμα μας είναι η ανάπτυξη, όχι η παρακμή, ενός μεγάλου και, για την εποχή του, ευεργετικού θεσμού.
161
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΥΙΠ
ΒΑΣΙΛΙΑΔΕΣ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
Η προηγούμενη έρευνα έχει αποδείξει ότι η ίδια ένωση ιερών λειτουργιών με ένα βασιλικό τίτλο, που συναντάμε στο Βασιλιά του Άλσους του Νέμους, στο Θυσιαστή Βασιλιά της Ρώμης και στον άρχοντα Βασιλιά της Αθήνας, παρουσιάζεται συχνά πέρα από τα σύνορα της κλασικής αρχαιότητας και είναι ένα κοινό χαρακτηριστικό των κοινωνιών σε όλα τα στάδια από το βαρβαρισμό μέχρι τον πολιτισμό. Φαίνεται ακόμη ότι ο βασιλικός ιερέας είναι συχνά ένας βασιλιάς, όχι μόνο στο όνομα αλλά και στην πράξη, κραδαίνοντας το σκήπτρο, όπως και την πατερίτσα του επισκόπου. Αυτό επιβεβαιώνει την παραδοσιακή άποψη της προέλευσης των επίτιμων και ιερέων βασιλιάδων στις δημοκρατίες της αρχαίας Ελλάδας και Ιταλίας. Τουλόχιστο, δείχνοντας ότι ο συνδυασμός της πνευματικής και κοσμικής δύναμης, με τον οποίο διατηρήθηκε η μνήμη της Ελληνο-Ιταλικής παράδοσης, υπήρξε πραγματικά σε πολλούς τόπους, αποφεύγουμε οποιαδήποτε υποψία έλλειψης πιθανότητας που ίσως μπορούσε να πρσκολληθεί στην παράδοση. Γι’ αυτό λοιπόν δίκαια μπορούμε τώρα να ερωτήσουμε, μήπως ο Βασιλιάς του Άλσους δεν είχε την προέλευση που μια πιθανή παράδοση αποδίνει στο Θυσιαστή Βασιλιά της Ρώμης και στον επίτιμο Βασιλιά της Αθήνας; Με άλλα λόγια, μήπως οι προκάτοχοί του στο αξίωμα δεν ανήκαν σε μια γενιά βασιλιάδων, από τους οποίους μια δημοκρατική επανάσταση αφαίρεσε την πολιτική τους δύναμη, αφήνοντάς τους μόνο τις θρησκευτικές λειτουργίες και τη σκιά ενός στέμματος; Υπάρχουν τουλάχιστο δύο λόγοι, για ν’ απαντήσουμε αρνητικά σ’
αυτή την ερώτηση. Ο ένας λόγος έχει σχέση με την κατοικία του ιερέα του Νέμους και ο άλλος με τον τίτλο του ως Βασιλιά του Άλσους. Εάν οι προκάτοχοί του ήταν βασιλιάδες με την κοινή έννοια, αυτός σίγουρα Οα κατοικούσε, όπως οι έκπτωτοι βασιλιάδες της Ρώμης και της Αθήνας, στην πόλη της οποίας το σκήπτρο είχε περάσει απ’ αυτόν. Η πόλη αυτή πρέπει να ήταν η Αρικία, γιατί δεν υπήρχε άλλη πιο κοντά. Αλλά η Αρικία ήταν τρία μίλια μακριά από το ναό του στο δάσος δίπλα στην όχθη της λίμνης. Εάν λοιπόν αυτός βασίλεψε, δε βασίλεψε στην πόλη, αλλά στο άλσος. Ο τίτλος του επίσης, ως Βασιλιά του Άλσους, δύσκολα μας επιτρέπει να υποθέσουμε ότι κάποτε αυτός ήταν βασιλιάς με την κοινή σημασία της λέξης. Πιθανότερα αυτός ήταν ένας βασιλιάς της φύσης και μάλιστα ενός ειδικού τμήματος της φύσης, του δάσους, από το οποίο και είχε πάρει τον τίτλο του. Εάν ήταν δυνατό να επικυρώσουμε παραδείγματα απ’ αυτούς που μπορούμε να ονομάσουμε βασιλιάδες τμημάτων της φύσης, δηλαδή ανθρώπους οι οποίοι υποτίθεται ότι κυβερνούσαν ένα ιδιαίτερο στοιχείο ή όψη της φύσης, αυτοί θα πλησίαζαν πιο πολύ ίσως στο Βασιλιά του Άλσους, από ό,τι οι θεϊκοί βασιλιάδες που έχουμε μελετήσει μέχρι τώρα και των οποίων ο έλεγχος πάνω στη φύση είναι περισσότερο γενικός παρά ειδικός. Παραδείγματα τέτοιων τμηματικών βασιλιάδων της φύσης δε λείπουν.
Σ’ ένα λόφο της Μπόμα, κοντά στην εκβολή του Κόνγκο, κατοικεί ο Namvulu Vumu, Βασιλιάς της Βροχής και της Καταιγίδας. Μας πληροφορούν επίσης ότι μερικές από τις φυλές του Άνω Νείλου δεν έχουν βασιλιάδες με την κοινή έννοια και τα μόνα πρόσωπα που αναγνωρίζουν με αυτή την ιδιότητα είναι οι Βασιλιάδες της Βροχής, Mata Kodou, που θεωρούνται ότι έχουν τη δύναμη να φέρνουν βροχή την κατάλληλη εποχή, δηλαδή την εποχή των βροχών. Πριν οι βροχές αρχίσουν να πέφτουν, στο τέλος του Μαρτίου, η χώρα είναι μια ξερή και άγονη έρημος και τα ζώα, που αποτελούν την κύρια πηγή πλούτου του λαού, χάνονται από έλλειψη πράσινου. Έτσι, όταν φτάσει το τέλος Μαρτίου, κάθε νοικοκύρης καταφεύγει στο Βασιλιά της Βροχής και του προσφέρει μια αγελάδα, αφού αυτός μπορεί να κάνει τα ευλογημένα ουράνια νερά να πέσουν πάνω στη σκούρα και μαραμένη βοσκή. Εάν τελικά δε βρέξει, ο λαός συγκεντρώνεται και ζητάει από το βασιλιά να του δώσει βροχή' και εάν ο ουρανός εξακολουθεί να είναι ασυννέφιαστος, αυτοί ανοίγουν την κοιλιά του βασιλιά, γιατί πιστεύουν ότι εκεί μέσα αυτός κρύβει τις καταιγίδες.
163
Στη φυλή Μπάρι πάλι, ένας απ’ αυτούς τους Βασιλιάδες της Βροχής προκαλούσε βροχή ραντίζοντας το έδαφος με νερό που έπαιρνε μέσα από μία κουδούνα.
Ένα παρόμοιο αξίωμα υπάρχει ανάμεσα στις φυλές που κατοικούν στα σύνορα της Αβησσυνίας και περιγράφεται από έναν παρατηρητή ως εξής: «Η ιεροσύνη του Alfai, όπως τον ονομάζουν οι Barea και οι Kunama, είναι πολύ σπουδαία, γιατί αυτός θεωρείται ότι είναι ικανός να φέρει βροχή. Αυτό το αξίωμα υπήρχε από πριν ανάμεσα στους Algeds και φαίνεται ότι εξακολουθεί να υπάρχει στους μαύρους Νουβαίους. Ο Alfai των Barea, που τον συμβουλεύονται επίσης και οι Βόρειοι Kunama, ζει κοντά στην Tcmbadere, σ’ ένα βουνό, μόνος με την οικογένειά του. Ο λαός πληρώνει φόρο σ’ αυτόν με τη μορφή υφασμάτων και καρπών και καλλιεργούν για λογαριασμό του ένα μεγάλο χωράφι που του ανήκει. Αυτός είναι ένα είδος βασιλιά και το αξίωμά του περνάει κληρονομικά στον αδελφό του ή στο γιο της αδερφής του. Ο Alfai υποτίθεται ότι με μάγια προκαλεί βροχή και διώχνει μακριά της ακρίδες. Αλλά, εάν απογοητέψει το λαό του στην προσδοκία του και μια μεγάλη ξηρασία πέσει στη χώρα, καταδικάζεται σε θάνατο με λιθοβολισμό και οι πιο κοντινοί συγγενείς του είναι υποχρεωμένοι να ρίξουν τον πρώτο λίθο σ’ αυτόν. Όταν περάσαμε από τη χώρα, το αξίωμα του Alfai εξακολουθούσε να το κατέχει ένας γέροντας, αλλά άκουσα ότι η βροχόπτωση είχε αποδειχτεί πολύ επικίνδυνη γι’ αυτόν και ότι είχε απαρνηθεί το αξίωμά του.
Στα δάση της Καμπότζ ζουν δύο μυστήριοι ηγεμόνες, που είναι γνωστοί ως Βασιλιάς της Φωτιάς και Βασιλιάς του Νερού. Η φήμη τους απλώνεται σε ολόκληρη τη νότια Ινδο-Κινεζική χερσόνησο, αλλά μόνο μια αμυδρή ηχώ έχει φτάσει στη Δύση. Πριν μερικά χρόνια κανένας Ευρωπαίος, όσο είναι γνωστό, δεν είχε δει ούτε τον ένα ούτε τον άλλο και η ύπαρξή τους μπορούσε να έχει περάσει για μύθος, αν δεν γίνονταν πρόσφατα γνωστές οι επικοινωνίες που διατηρήθηκαν ανάμεσα σ’ αυτούς και στο Βασιλιά της Καμπότζ, ο οποίος κάθε χρόνο αντάλλαζε δώρα με αυτούς. Οι βασιλιάδες αυτοί δεν έχουν πολιτική εξουσία και οι βασιλικές τους λειτουργίες είναι καθαρά μυστικιστικής ή πνευματικής υφής' αυτοί είναι απλοί χωρικοί, που ζουν από τον ιδρώτα του προσώπου τους και από τις προσφορές των πιστών. Σύμφωνα με μια πληροφορία ζουν σε απόλυτη μοναξιά, δε συναντούν ποτέ ο ένας τον άλλο και ποτέ δε βλέπουν ανθρώπινο πρόσωπο. Κατοικούν διαδοχικά σε εφτά πύργους, που βρίσκονται πάνω σε εφτά
164
βουνά και κάθε χρόνο φεύγουν από τον ένα και πηγαίνουν στον άλλο. Οι άνθρωποι έρχονται κρυφά μέχρι εκεί και τους ρίχνουν ό,τι χρειάζονται για τη συντήρησή τους. Η βασιλεία τους διαρ- κεί εφτά χρόνια, ώστε να καλύψουν το χρονικό διάστημα που είναι απαραίτητο, για να κατοικήσουν σε όλους τους πύργους. Πολλοί όμως πεθαίνουν, πριν το διάστημα αυτό εξαντληθεί. Το αξίωμά τους είναι κληρονομικό και πηγαίνει σε μία ή (σύμφωνα με μερικούς) σε δύο βασιλικές οικογένειες, που απολαβαίνουν υψηλή αβροφροσύνη, έχουν εισοδήματα προορισμένα γι’ αυτούς και απαλλάσσονται από την ανάγκη της καλλιέργειας της γης. Αλλά φυσικά κανείς δεν επιθυμεί αυτό το αξίωμα και, όταν υπάρξει κενό, όλοι οι εκλέξιμοι άντρες (αυτοί πρέπει να είναι δυνατοί και να έχουν παιδιά) φεύγουν και κρύβονται. Σύμφωνα όμως με μια άλλη πληροφορία, που είναι παραδεχτή, η απροθυμία των υποψήφιων κληρονόμων να δεχτούν το στέμμα δεν ευνοεί τη διάδοση ότι ζούσαν απομονωμένοι στους εφτά πύργους σαν ερημίτες, γιατί παρουσιάζει το λαό ξαπλωμένο μπρούμυτα μπροστά σ’ αυτούς τους μυστικιστικούς βασιλιάδες, όποτε αυτοί παρουσιάζονται δημόσια. Επικρατεί μάλιστα η πίστη ότι, αν παραλει- φτεί αυτό το σημάδι υποταγής, μια τρομερή καταιγίδα θα ξεσπάσει πάνω στη χώρα. Όπως πολλοί άλλοι ιεροί βασιλιάδες, τους οποίους θα συναντήσουμε αργότερα, οι Βασιλιάδες της Φωτιάς και του Νερού δεν επιτρέπεται να έχουν ένα φυσιολογικό θάνατο, γιατί έτσι θα χάσουν ένα μέρος από την υπόληψή τους. Όταν λοιπόν ένας απ’ αυτούς αρρωστήσει σοβαρά, οι γέροντες κάνουν συμβούλιο και, αν νομίσουν ότι αυτός δε θα γίνει καλά, τον μαχαιρώνουν μέχρι να πεθάνει. Στη συνέχεια καίνε το σώμα του και μαζεύουν ευλαβικά τις στάχτες του, στις οποίες αποδίνουν τιμές δημόσια, για πέντε χιονιά. Ένα μέρος απ’ αυτές δίνουν στη χήρα που τις φυλάει σ’ ένα δοχείο, το οποίο πρέπει να μεταφέρει στην πλάτη της, όταν πηγαίνει να θρηνήσει στον τάφο του συζύγου της.
Μας πληροφορούν επίσης ότι ο Βασιλιάς της Φωτιάς, ο πιο σπουδαίος από τους δύο, του οποίου οι υπερφυσικές δυνάμεις ποτέ δεν αμφισβητήθηκαν, ιερουργεί σε γάμους, γιορτές και θυσίες προς τιμή του Yan ή πνεύματος. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις ξεχωρίζουν γι’ αυτόν ένα ειδικό μέρος και το μονοπάτι από το οποίο έρχεται στρώνεται με άσπρα μπαμπακερά υφάσματα. Η αιτία που το βασιλικό αξίωμα μένει στην ίδια οικογένεια είναι το γεγονός ότι η οικογένεια αυτή έχει στην κατοχή της ορισμένα
165
φημισμένα φυλαχτά, τα οποία θα έχαναν τη δύναμή τους ή θα εξαφανίζονταν, αν έφευγαν από την οικογένεια. Αυτά τα φυλαχτά είναι τρία: ο καρπός ενός αναρριχητικού φυτού, που ονομάζεται Cu/, τον οποίο έχουν μαζέψει πριν πολλά χρόνια, στον τελευταίο κατακλυσμό, αλλά είναι ακόμη φρέσκος και πράσινος, ένας ινδο- φοίνικας, επίσης πολύ παλιός, αλλά που έχει πάνω του λουλούδια, τα οποία δε μαραίνονται ποτέ' και τέλος ένα ξίφος που κλείνει μέσα του ένα Yan ή πνεύμα, το οποίο φυλάνε συνεχώς και με αυτό κάνουν θαύματα. Το πνεύμα λένε ότι ανήκει σ’ ένα σκλάβο, του οποίου το αίμα έπεσε κατά τύχη πάνω στη λεπίδα, όταν το ξίφος σφυρηλατούνταν, και αυτός πέθανε εθελοντικά για να παρα- γραφεί έτσι το ακούσιο λάθος του. Χρησιμοποιώντας τα δύο πρώτα φυλαχτά, ο Βασιλιάς του Νερού έχει τη δύναμη να δημιουργήσει μια πλημμύρα, που μπορεί να πνίξει ολόκληρη τη γη. Εάν πάλι ο Βασιλιάς της Φωτιάς τραβήξει το μαγικό σπαθί μερικά εκατοστά από τη θήκη του, ο ήλιος θα κρυφτεί και οι άνθρωποι καθώς και τα ζώα θα πέσουν σε βαθύ ύπνο, ενώ αν το βγάλει τελείως έξω από τη θήκη του, θα μπορούσε να έρθει το τέλος του κόσμου. Για να βρέξει, θυσιάζουν βουβάλια, γουρούνια, πτηνά και χήνες και τα προσφέρουν σ’ αυτό το θαυμαστό ξίφος, το οποίο φυλάγεται τυλιγμένο σε μπαμπάκι και μετάξι. Ανάμεσα στα πλούσια δώρα, που έστελνε ο Βασιλιάς της Καμπότζ, ήταν και πλούσια υφάσματα για να τυλίξουν το ιερό ξίφος.
Αντίθετα με την κοινή συνήθεια της χώρας, δηλαδή να θάβεται ο νεκρός, τα σώματα αυτών των δύο μυστικιστικών μοναρχών καίγονται, αλλά τα νύχια τους και μερικά από τα δόντια τους καθώς και μερικά από τα κόκαλά τους φυλάγονται με θρησκευτική ευλάβεια σαν φυλαχτά. Κατά το χρονικό διάστημα που το πτώμα καίγεται στη νεκρική πυρά, οι συγγενείς του πεθαμένου μάγου φεύγουν και κρύβονται στο δάσος, γιατί φοβούνται μήπως πάρουν το μισητό αξίωμα που αυτός μόλις άφησε. Οι άνθρωποι πηγαίνουν και ψάχνουν γι’ αυτούς και τον πρώτο που θ’ ανακαλύ- ψουν στην κρυψώνα του τον κάνουν Βασιλιά της Φωτιάς ή του Νερού.
Τα προηγούμενα λοιπόν είναι παραδείγματα αυτών που ονόμασα βασιλιάδες τμημάτων της φύσης, αλλά για την Ιταλία αποτελούν μια μακρινή κραυγή, που φτάνει από τα δάση της Καμπότζ και τις πηγές του Νείλου. Και μολονότι έχουν βρεθεί οι Βασιλιάδες της Βροχής, του Νερού και της Φωτιάς, έχουμε ακόμη ν’ ανα- καλύψουμε ένα Βασιλιά του Άλσους, για να τον συνδυάσουμε με
166
τον w.pfti της Αρικίας που ι:ίχι: αυτό τον τίτλο. Και ίσ<·>ς ν<ι τον βρούμε πιο κοντά μας.
167
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX
Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΩΝ ΔΕΝΤΡΩΝ
I. Τα Πνεύματα των Δέντρων. Η λατρεία των δέντρων έχει παίξει έναν πολύ σημαντικό ρόλο στη θρησκευτική ιστορία της Αρίας φυλής στην Ευρώπη. Τίποτε δε θα μπορούσε να είναι πιο φυσικό, γιατί από την αυγή της ιστορίας η Ευρώπη ήταν καλυμμένη με τεράστια πρωτόγονα δάση, μέσα στα οποία τα σκόρπια ξέφωτα θα έμοιαζαν σαν μικρά νησιά σ’ έναν πράσινο ωκεανό. Στον πρώτο αιώνα της εποχής μας, ο Ερκύνιος δρυμός εκτεινόταν ανατολικά του Ρήνου και κάλυπτε μια έκταση τεράστια και άγνωστη. Οι Γερμανοί, για τους οποίους ο Καίσαρας είχε αμφιβολίες, ταξίδευαν για δύο μήνες μέσα σ’ αυτό, χωρίς να φτάσουν στο τέλος του. Τέσσερις αιώνες αργότερα το επισκέφτηκε ο Αυτοκρά- τορας Ιουλιανός και η ερημιά, το σκοτάδι και η σιωπή του δάσους φαίνεται ότι είχαν προκαλέσει μια πολύ βαθιά εντύπωση στην ευαίσθητη φύση του, ώστε δήλωσε πως δε γνώριζε τίποτε σαν αυτό στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Στην πατρίδα μας οι άδεντρες περιοχές του Κεντ, του Σάρρεΰ και του Σάσσεξ είναι υπολείμματα του μεγάλου δάσους της Anderida, που έντυνε κάποτε ολόκληρο το νοτιο-ανατολικό μέρος του νησιού. Δυτικά εκτεινόταν μέχρι ένα άλλο δάσος, το οποίο άρχιζε από το Χαμσάιρ κι έφτανε στο Ντέβον. Κατά τη βασιλεία του Ερρίκου II οι κάτοικοι του Λονδίνου κυνηγούσαν ακόμη ταύρους και αγριογούρουνα στα δάση του Hampstead. Αλλά και κάτω από τους τελευταίους Πλα- νταγκνέτες τα βασιλικά δάση ήταν εξήντα οχτώ. Λένε ότι στο δάσος του 'Λρντεν μέχρι και τη σύγχρονη εποχή, ένας σκίουρος θα μπορούσε να πηδήξει από δέντρο σι: δέντρο σχεδόν σε όλο το
I 6 S
μήκος του Warwickshire. Οι ανασκαφές στα αρχαία χωριά της κοιλάδας του Πάδου, έχουν δείξει ότι πολύ πριν από την ανάπτυξη και ίσως την ίδρυση της Ρώμης, το βόρειο μέρος της Ιταλίας σκεπαζόταν με πυκνά δάση από φτελιές, καστανιές και κυρίως βαλανιδιές. Εδώ η αρχαιολογία επικυρώνεται από την ιστορία, γιατί οι κλασικοί συγγραφείς αναφέρουν πολλές φορές τα Ιταλικά δάση, που τώρα έχουν εξαφανιστεί. Μέχρι και τον τέταρτο αιώνα, πριν την εποχή μας, η Ρώμη χωριζόταν από την κεντρική Ετρουρία με τον τρομερό Κιμίνιο δρυμό, τον οποίο ο Λί- βιος συγκρίνει με τα δάση της Γερμανίας. Κανένας έμπορος, αν μπορούμε να εμπιστευτούμε το Ρωμαίο ιστορικό, δεν πέρασε ποτέ μέσα απ’ αυτή την αδιάβατη μοναξιά και θεωρήθηκε πολύ μεγάλο κατόρθωμα, όταν ένας Ρωμαίος στρατηγός, αφού έστειλε δύο ανιχνευτές να εξετάσουν τις δυσκολίες του, οδήγησε το στρατό του μέσα στο δάσος και προχωρώντας προς μια κορφή των δασωτών βουνών αντίκρυσε τα πλούσια Ετρουριανά χωράφια να απλώνονται κάτω. Στην Ελλάδα, όμορφα δάση από πεύκα, βαλανιδιές και άλλα δέντρα υπάρχουν ακόμη στις πλαγιές των υψηλών βουνών της Αρκαδίας' εξακολουθούν ακόμη να στολίζουν με την πρασινάδα τους το βαθύ φαράγγι, μέσα από το οποίο ο Λάδωνας σπεύδει να συναντήσει τον ιερό Αλφειό και καθρεφτίζονταν ακόμη, πριν μερικά χρόνια, στα βαθιά γαλάζια νερά της λίμνης Φενεού. Αλλά αυτά είναι απλά κομμάτια από τα δάση τα οποία κάλυπταν μεγάλες εκτάσεις στην αρχαιότητα και τα οποία, σε μια πιο μακρινή εποχή, ίσως σκέπαζαν ολόκληρη την Ελληνική χερσόνησο από θάλασσα σε θάλασσα.
Εξετάζοντας τις τεκτονικές λέξεις σχετικά με «ναό», ο Γκριμμ έκανε προφανές ότι στους Γερμανούς τα πιο παλιά ιερά ήταν φυσικά δάση. Η λατρεία όμως των δέντρων παρατηρείται σε όλες τις μεγάλες οικογένειες της Αριας φυλής. Ανάμεσα στους Κέλτες, η λατρεία της βαλανιδιάς από τους Δρυΐδες είναι γνωστή στον καθένα και η αρχαία της ονομασία για το ιερό φαίνεται να είναι όμοια ως προς την καταγωγή και την έννοιά της με τη Λατινική λέξη nemus, η οποία σημαίνει ένα άλσος ή ένα άδεντρο μέρος δάσους που εξακολουθεί να υπάρχει στο όνομα της Νέμη. Τα ιερά άλση ήταν κοινά ανάμεσα στους αρχαίους Γερμανούς και η λατρεία των δέντρων δεν έχει εξαφανιστεί εντελώς από τους απογόνους τους σήμερα. Πόσο σημαντική ήταν αυτή η λατρεία στο παρελθόν φαίνεται καθαρά από την αυστηρή τιμωρία, την ορισμένη από τους Γερμανικούς νόμους για όποιον τολμούσε να
Ι6()
ξεφλουδίσει το φλοιό ενός δέντρου. Έλυναν τον αφαλό του ενόχου και τον κάρφωναν στο μέρος του δέντρου που αυτός είχε ξεφλουδίσει, ενώ τον ίδιο τον γύριζαν γύρω γύρω από το δέντρο, μέχρι που όλο του το έντερο να τυλιχτεί γύρω από τον κορμό. Ο σκοπός της τιμωρίας ήταν ν’ αντικαταστήσουν το νεκρό φλοιό μ’ ένα ζωντανό μέρος του ενόχου' ήταν μία ζωή για μια άλλη ζωή' η ζωή του ανθρώπου για τη ζωή του δέντρου. Στην Ουψάλα, την παλιά θρησκευτική πρωτεύουσα της Σουηδίας, υπήρχε ένα ιερό άλσος,' στο οποίο κάθε δέντρο θεωρούνταν θεϊκό, ενώ οι ειδωλο- λάτρες Σλαύοι λάτρευαν τα δέντρα και τα άλση. Οι Λιθουανοί δεν είχαν προσηλυτιστεί στο Χριστιανισμό ακόμη και προς το τέλος του δέκατου τέταρτου αιώνα και μέχρι τον προσηλυτισμό τους η λατρεία των δέντρων ήταν σπουδαία σ’ αυτούς. Μερικοί μάλιστα σέβονταν τις βαλανιδιές και άλλα μεγάλα σκιερά δέντρα, από τα οποία έπαιρναν μαντικούς χρησμούς. Μερικοί επίσης διατηρούσαν ιερά άλση στα χωριά τους ή στα σπίτια τους κι αν κανείς έσπαζε έστω κι ένα κλωνάρι, θα είχε κάνει αμαρτία. Αυτοί πίστευαν ότι εκείνος που έκοβε έναν κλώνο από ένα τέτοιο άλσος ή πέθαινε ξαφνικά ή σακατευόταν σ’ ένα από τα άκρα του. Αποδείξεις για την ύπαρξη της λατρείας των δέντρων στην αρχαία Ελλάδα και Ιταλία είναι άφθονες. Στο ιερό του Ασκληπιού στην Κω, για παράδειγμα, ήταν απαγορευμένο να κόβουν τα κυπαρίσσια, με πρόστιμο χιλίων δραχμών. Αλλά πουθενά ίσως, στον αρχαίο κόσμο, αυτή η αρχαία μορφή θρησκείας δε διατηρήθηκε καλύτερα παρά στην καρδιά της μεγάλης μητρόπολης. Στην Αγορά, το πολυάσχολο κέντρο της Ρωμαϊκής ζωής, η ιερή συκιά του Ρω- μύλου λατρευόταν μέχρι και την εποχή της αυτοκρατορίας και ο μαρασμός της ήταν αρκετός για να σκορπίσει τρόμο στην πόλη. Στην πλαγιά επίσης του Παλατίνου Λόφου υπήρχε μια κρανιά που θεωρούνταν ένα από τα πιο ιερά αντικείμενα στη Ρώμη. 'Οπότε κάποιος περαστικός την έβλεπε να μαραίνεται, έβγαζε μια κραυγή που ηχούσε στους δρόμους και σύντομα εμφανιζόταν ένα πλήθος να τρέχει αναστατωμένο απ’ όλες τις μεριές με κάδους γεμάτους νερό, σαν να έσπευδαν να σβήσουν μια φωτιά, όπως μας λέει ο Πλούταρχος.
Στις Φινλανδο-Ουγγρικές φυλές της Ευρώπης οι ειδωλολα- τρικές τελετές γίνονταν συνήθως σε ιερά άλση, τα οποία ήταν πάντα περιφραγμένα. Ένα τέτοιο άλσος συχνά αποτελούνταν από ένα άδεντρο μέρος ή ξέφωτο με μερικά διάσπαρτα δέντρα, πάνω στα οποία κατά το παρελθόν κρεμούσαν τα δέρματα τ<ι»ν θυ
170
σιασμένων θυμάτων. Το κεντρικό σημείο του άλσους, τουλάχιστο για τις φυλές του Βόλγα, ήταν το ιερό δέντρο, πλάι στο οποίο καθετί άλλο βυθιζόταν στην αφάνεια. Μπροστά σ’ αυτό το δέντρο συγκεντρώνονταν οι πιστοί κι ο ιερέας προσευχόταν, ενώ στις ρίζες του θυσιαζόταν το θύμα και τα κλαδιά του μερικές φορές χρησιμοποιούνταν σαν άμβωνας. Κανένα δέντρο δεν επιτρεπόταν να κοπεί και κανένας κλώνος να σπάσει σ’ αυτό το άλσος' δεν επιτρεπόταν επίσης να μπουν γυναίκες σ’ αυτό.
Είναι όμως ανάγκη να εξετάσουμε με κάθε λεπτομέρεια τις ιδέες πάνω στις οποίες βασίζεται η λατρεία των δέντρων και των φυτών. Για τον βάρβαρο όλος ο κόσμος γενικά είναι έμψυχος και τα δέντρα καθώς και τα φυτά δεν αποτελούν εξαίρεση στον κανόνα. Αυτός νομίζει ότι έχουν ψυχή σαν τη δική του και συμπερι- φέρεται σ’ αυτά ανάλογα. Ο αρχαίος φυτοφάγος Πορφύριος γράφει τα εξής: «Αυτοί λένε ότι οι πρωτόγονοι άνθρωποι περνούσαν μια δυστυχισμένη ζωή, γιατί η δεισιδαιμονία τους δε σταματούσε στα ζώα, αλλ’ απλωνόταν ακόμη και στα φυτά. Γιατί λοιπόν να έπρεπε η σφαγή ενός βοδιού ή πρόβατου να είναι μεγαλύτερο κακό από την πτώση ενός έλατου ή μιας βαλανιδιάς, αφού πίστευαν ότι και σ’ αυ%ά τα δέντρα ακόμη υπάρχει επίσης μια ψυχή;». Το ίδιο και οι Ινδιάνοι Hidatsa της Βόρειας Αμερικής πιστεύουν ότι κάθε φυσικό αντικείμενο έχει το πνεύμα του ή πιο σωστά τη σκιά του. Σ’ αυτές τις σκιές οφείλουν αβροφροσύνη ή σεβασμό, αλλά όχι εξίσου σε όλες. Για παράδειγμα, η σκιά της λεύκας, που είναι το μεγαλύτερο δέντρο στην κοιλάδα του Άνω Μισσούρι, υποτίθεται ότι έχει μια ευφυΐα, η οποία, εάν χρησιμοποιηθεί σωστά, μπορεί να βοηθήσει τους Ινδιάνους σε ορισμένες επιχειρήσεις, αλλά οι σκιές των θάμνων και των χορταρικών έχουν πολύ μικρή αξία. Όταν ο Μισσούρι φουσκώνοντας από μια ξαφνική πλημμύρα την άνοιξη παρασύρει ένα μέρος από τις όχθες του και σαρώνει κάποιο ψηλό δέντρο στη ροή του, λέγεται ότι το πνεύμα του δέντρου κλαίει, όσο οι ρίζες του είναι ακόμα πιασμένες στο έδαφος και μέχρι να πέσει ο κορμός μέσα στο ποτάμι. Αρχικά οι Ινδιάνοι πίστευαν ότι ήταν κακό να ρίξουν κάτω έναν απ’ αυτούς τους γίγαντες και, όταν χρειάζονταν μεγάλους κορμούς, χρησιμοποιούσαν μόνο τα δέντρα που είχαν πέσει από μόνα τους. Μέχρι πρόσφατα, μερικοί από τους πιο εύπιστους γέροντες δήλωναν ότι πολλές από τις δυστυχίες του λαού τους είχαν την αιτία τους στη σημερινή αδιαφορία για τα δικαιώματα της ζωντανής λεύκας. Οι Iroquois επίσης πίστευαν ότι κάθε είδος δέ-
171
ντροί), θάμνου, φυτού, βότανου είχε το δικό του πνεύμα και σ’ αυτά τα πνεύματα είχαν τη συνήθεια ν’ αποδίνουν ευχαριστίες. Οι Wanika πάλι της Ανατολικής Αφρικής φαντάζονται ότι κάθε δέντρο και ιδιαίτερα κάθε δέντρο καρύδας έχει το πνεύμα του. «Η καταστροφή ενός δέντρου καρύδας θεωρείται ίση με μητροκτονία, γιατί αυτό το δέντρο τους δίνει ζωή και τροφή, όπως μια μητέρα κάνει για το παιδί της». Οι Σιαμαίοι καλόγεροι πιστεύοντας ότι υπάρχουν παντού ψυχές και ότι, αν καταστρέψει κανείς κάτι βίαια, αφαιρεί συγχρόνως και μια ψυχή, δε σπάνε τα κλαδιά των δέντρων, «όπως δε θα σπάσουν το χέρι ενός αθώου ανθρώπου». Φυσικά, αυτοί οι καλόγεροι είναι Βουδιστές, αλλά ο Βουδιστικός ανιμισμός δεν είναι μια φιλοσοφική θεωρία. Είναι απλά ένα συνηθισμένο βαρβαρικό δόγμα που συγχωνεύτηκε με το σύστημα μιας ιστορικής θρησκείας. Υποθέτω, όπως ο Μπένφυ και άλλοι, ότι οι θεωρίες του ανιμισμού και το ρεύμα της μετεμψύχωσης, ανάμεσα στους βάρβαρους λαούς της Ασίας, που απορρέουν από το Βουδισμό, είναι αντιστροφή των γεγονότων.
Μερικές φορές μόνο ορισμένα είδη δέντρων υποτίθεται ότι έχουν πνεύμα. Έτσι στο Grbalj της Δαλματίας λέγεται ότι ανάμεσα στις μεγάλες οξιές, στις βαλανιδιές και σε άλλα δέντρα υπάρχουν μερικά τα οποία είναι προικισμένα με σκιές ή ψυχές και σε όποιον πέσει ένα από αυτά πρέπει αυτός να πεθάνει στη θέση που βρίσκεται ή τουλάχιστο να είναι άρρωστος για το υπόλοιπο της ζωής του. Αν ένας ξυλοκόπος φοβάται ότι το δέντρο που έχει ρίξει ανήκει σ’ αυτό το είδος, πρέπει ν’ αποκεφαλίσει μια ζωντανή κότα πάνω στον κορμό του δέντρου, με το ίδιο τσεκούρι με το οποίο έριξε κάτω το δέντρο. Αυτό θα τον προστατέψει από κάθε κακό, ακόμη και αν το δέντρο ανήκει στο εμψυχωμένο είδος. Η ποικιλία της λεύκας, που οι τεράστιοι κορμοί της φτάνουν σε καταπληκτικό ύψος και ξεχωρίζει από όλα τα άλλα δέντρα του δάσους, απολαβαίνει το σεβασμό σε ολόκληρη τη Δυτική Αφρική, από τη Σενεγάλη μέχρι τη Νιγηρία και πιστεύουν ότι αυτά τα δέντρα είναι η κατοικία ενός θεού ή πνεύματος. Στους Γιου της Ακτής των Σκλάβων, ο θεός που κατοικεί σ’ αυτόν το γίγαντα του δάσους ονομάζεται Χαντίν. Τα δέντρα στα οποία αυτός κυρίως κατοικεί -γιατί δεν τιμάει κάθε ποικιλία λεύκας έτσι- είναι περιζωμένα από μια ζώνη με φύλλα φοίνικα, ενώ προσφορές πτηνών και μερικές φορές ανθρώπινων όντων δένονται στον κορμό ή τοποθετούνται στη βάση του δέντρου. Ένα δέντρο που ξεχωρίζει με αυτό το περίζθ)μα από φύλλα φοινικιάς δεν πρέ
172
πει μ»; κανένα τρόπο να κοπεί ή να τραυματιστεί. Ακόμα μάλιστα και τα άλλα δέντρα αυτής της ποικιλίας, στα οποία υποτίθεται ότι δεν κατοικεί ο Χαντίν, δεν πρέπει να κοπούν, εκτός εάν ο ξυλοκόπος προσφέρει πρώτα θυσία πτηνών καθώς και φοινικόλαδο, για να εξαγνιστεί από την ιεροσυλία που σκοπεύει να κάνει. Η παράλειψη της θυσίας είναι ένα αδίκημα που μπορεί να τιμωρηθεί με θάνατο. Στα βουνά Κάνγκρα του Παντζάμπ συνήθιζαν κάθε χρόνο να θυσιάζουν ένα κορίτσι σ’ ένα γέρικο κέδρο κι οι οικογένειες του χωριού αναλάβαιναν με τη σειρά τους να του προμηθεύουν το θύμα. Το δέντρο αυτό κόπηκε πριν λίγα χρόνια.
Εάν λοιπόν τα δέντρα είναι εμψυχωμένα, έχουν αναγκαστικά κι ευαισθησία' έτσι το κόψιμό τους είναι μια λεπτή χειρουργική επέμβαση, που πρέπει να γίνει με ένα σεβασμό όσο γίνεται πιο τρυφερό για τα δέντρα που πονούν, τα οποία διαφορετικά είναι δυνατό να γυρίσουν και να ξεσχίσουν τον απρόσεχτο ή κακότεχνο χειρουργό. Όταν κόβεται μια βαλανιδιά «βγάζει δυνατές κραυγές ή βογκητά, που μπορούν ν’ ακουστούν ένα μίλι μακριά, σαν να είναι το πνεύμα της βαλανιδιάς που θρηνεί. Ο αξ. Ε. Ουίλντ έχει ακούσει αυτό πολλές φορές». Οι Ojebways «πολύ σπάνια κόβουν πράσινα ή ζωντανά δέντρα με τη σκέψη ότι τα κάνουν να πονέσουν και μερικοί από τους θεραπευτές τους ομολογούν ότι έχουν ακούσει το θρήνο των δέντρων κάτω από το τσεκούρι». Δέντρα που αιμορραγούν ή ξεφωνίζουν από πόνο ή αγανάκτηση, όταν τα κομματιάζουν ή τα καίνε, συναντιούνται πολύ συχνά στα Κινέζικα βιβλία και μάλιστα ακόμα και σε κλασικές ιστορίες. Οι γέροι χωρικοί σε μερικά μέρη της Αυστρίας πιστεύουν ακόμη ότι τα δέντρα του δάσους είναι εμψυχωμένα και δεν επιτρέπουν να γίνει τομή στο φλοιό χωρίς ειδικό λόγο, γιατί έχουν ακούσει από τους πατεράδες τους ότι τα δέντρα νιώθουν το κόψιμο όχι λιγότερο από ό,τι ένας πληγωμένος άνθρωπος την πληγή του' κι όταν κόβουν ένα δέντρο, του ζητάνε συγνώμη. Στο Άνω Παλατινάτο επίσης αναφέρουν ότι οι γέροι ξυλοκόποι, πριν κόψουν ένα γερό δέντρο, ζητάνε ακόμη μυστικά συγνώμη απ’ αυτό, ενώ στο Τζακίνο οι ξυλοκόποι εκλιπαρούν τη συγνώμη των δέντρων που κόβουν. Οι Ιλοκέινς στο Λουζάν, που κόβουν δέντρα στα παρθένα δάση ή στα βουνά, απαγγέλλουν μερικούς στίχους με το εξής περιεχόμενο: «Μην είσαι στενοχωρημένος, φίλε μου, αν και σε κόβουμε, γιατί διαταχτήκαμε να σε κόψουμε». Αυτό το κάνουν, για να μην τραβήξουν πάνω τους το μίσος των πνευμάτων που ζουν στα δέντρα και που είναι έτοιμα να πάρουν εκδίκηση
173
προκαλώντας βαριά ασθένεια καθώς και άλλη βλάβη, χωρίς τιμωρία. Οι Basoga πάλι της Κεντρικής Αφρικής νομίζουν ότι, όταν κόβεται ένα δέντρο, το θυμωμένο πνεύμα που κατοικεί μέσα σ’ αυτό μπορεί να προκαλέσει το θάνατο του αρχηγού της οικογένειας. Για να εμποδίσουν λοιπόν αυτή την καταστροφή, συμβουλεύονται το θεραπευτή, πριν κόψουν ένα δέντρο, κι αν ο ειδικός άνθρωπος τους δώσει άδεια να προχωρήσουν, ο ξυλοκόπος προσφέρει πρώτα στο δέντρο ένα πτηνό και μία κατσίκα- έπειτα, αφού έχει δώσει το πρώτο χτύπημα με το τσεκούρι, εφαρμόζει το στόμα του στην τομή και ρουφάει λίγο χυμό. Με αυτό τον τρόπο σχηματίζει αδελφότητα με το δέντρο, όπως ακριβώς γίνονται αδελφοποιτοί δύο άντρες ρουφώντας ο ένας από το αίμα του άλλου. Μετά απ’ αυτό μπορεί να κόψει το δέντρο-αδελφό του χωρίς επιπτώσεις.
Αλλά τα πνεύματα της βλάστησης δεν τα μεταχειρίζονται πάντα με σεβασμό και εκτίμηση. Μερικές φορές, εάν τα ωραία λόγια και η καλή συμπεριφορά δεν τα συγκινούν, παίρνουν πιο σκληρά μέτρα. Το δέντρο ντούριαν της Ανατολικής Ινδίας, του οποίου ο λείος κορμός φτάνει σε ύψος τα ογδόντα ή ενενήντα πόδια χωρίς να πετάξει ένα κλαδί, παράγει έναν καρπό με την πιο ωραία γεύση και την πιο αηδιαστική μυρωδιά. Οι Μαλαίοι καλλιεργούν αυτό το δέντρο για τον καρπό του κι έχει γίνει γνωστό ότι καταφεύγουν σε μια περίεργη ιεροτελεστία, με σκοπό ν’ αυξήσουν τη γονιμότητά του. Κοντά στην Τζούγκρα στο Σελάν- γκορ, υπάρχει ένα μικρό άλσος από δέντρα ντούριαν, όπου συνηθίζουν να μαζεύονται οι χωρικοί μια καθορισμένη μέρα. Εκεί ένας από τους τοπικούς μάγους παίρνει μία σπάθα και δίνει μερικά δυνατά χτυπήματα στον κορμό του πιο άγονου δέντρου λέγοντας: «Θα φέρεις τώρα καρπούς ή όχι; Εάν όχι, θα σε κόψω». Σ’ αυτά απαντάει το δέντρο με το στόμα ενός άλλου ανθρώπου, που έχει σκαρφαλώσει σ’ ένα κοντινό δέντρο μανγκόστιν (στο δέντρο ντούριαν δεν μπορείς να σκαρφαλώσεις): «Ναι, τώρα θα κάνω καρπούς- σε ικετεύω να μη με κόψεις». Έτσι και στην Ιαπωνία, για να κάνουν τα δέντρα να καρποφορήσουν, δυο άντρες μπαίνουν σ’ ένα περιβόλι, κι ενώ ο ένας σκαρφαλώνει σ’ ένα δέντρο, ο άλλος ο ιέκεται κοντά στη ρίζα του μ’ ένα τσεκούρι και ρωτάει το δέντρο, αν θα έχει καλή καρποφορία τον επόμενο χρόνο απειλώντας να το κόψει στην αντίθετη περίπτωση. Σ’ αυτόν ο άνθρωπος μέσα από τα κλαδιά απαντάει για λογαριασμό του δέντρου, ότι θα φέρει πολλούς :*αρπούς. Παράξενος μπορεί να φανεί σ’ εμάς
174
αυτός ο τρόπος δεντροκαλλιέργειας, έχει όμως την ίδια ακριβός αντιστοιχία και στην Ευρώπη. Έτσι, την παραμονή των Χριστουγέννων πολλοί χωρικοί της Βουλγαρίας και της Νότιας Σλαυίας κραδαίνουν απειλητικά ένα τσεκούρι κοντά σ’ ένα δέντρο το οποίο δεν καρποφόρησε, ενώ ένας άλλος άντρας, που στέκεται δίπλα, παρεμβαίνει υπέρ του δέντρου λέγοντας: «Μην το κόψεις' γρήγορα θα κάνει πολλούς καρπούς». Τρεις φορές υψώνεται απειλητικά το τσεκούρι και τρεις φορές το επικείμενο χτύπημα εμποδίζεται με την παράκληση του μεσολαβητή. Μετά απ’ αυτό, το φοβισμένο δέντρο θα καρποφορήσει σίγουρα τον επόμενο χρόνο.
Η αντίληψη ότι τα δέντρα και τα φυτά είναι εμψυχωμένα όντα έχει σαν φυσικό αποτέλεσμα ν’ αντιμετωπίζονται αυτά ως αρσενικά και θηλυκά, που μπορούν να παντρευτούν στην πραγματικότητα και όχι με μεταφορική ή ποιητική έννοια της λέξης. Αυτή η γνώμη δεν είναι τελείως φανταστική, αφού τα φυτά όπως και τα ζώα, έχουν τα γένη τους και η αναπαραγωγή του είδους τους γίνεται από την ένωση των αρσενικών με τα θηλυκά στοιχεία. Αλλά, ενώ σε όλα τα ανώτερα ζώα τα όργανα των δύο φύλων είναι κανονικά χωρισμένα ανάμεσα σε διαφορετικά άτομα, στα περισσότερα φυτά υπάρχουν μαζί σε κάθε άτομο του είδους. Έτσι αυτός ο κανόνας δεν είναι με κανένα τρόπο γενικός και σε πολλά είδη το αρσενικό φυτό ξεχωρίζει από το θηλυκό. Η διάκριση φαίνεται να έχει επισημανθεί από μερικούς άγριους, γιατί είμαστε πληροφορημενοι ότι οι Μαορί «είναι ενημερωμένοι για το φύλο των δέντρων κ.τ.λ. και έχουν ξεχωριστά ονόματα για το αρσενικό και το θηλυκό μερικών δέντρων». Οι αρχαίοι γνώριζαν τη διαφορά ανάμεσα στην αρσενική και τη θηλυκή χουρμαδιά και τις γονιμοποιούσαν τεχνητά ρίχνοντας τη γύρη του αρσενικού δέντρου στα άνθη του θηλυκού. Αυτή η γονιμοποίηση γινόταν την άνοιξη. Οι ειδωλολάτρες της Χαρράν ονόμαζαν το μήνα της γονιμοποίησης της χουρμαδιάς Μήνα του Χουρμά και σ’ αυτό το χρονικό διάστημα γιόρταζαν τη γαμήλια τελετή όλων των θεών, αρσενικών και θηλυκών. Διαφορετικοί απ’ αυτό τον αληθινό και γόνιμο γάμο της χουρμαδιάς είναι οι ψεύτικοι και άγονοι γάμοι των φυτών, που παίζουν ρόλο στις Ινδικές προλήψεις. Για παράδειγμα, εάν ένας Ινδός έχει φυτέψει ένα χώρο με μάνγκος, ούτε ο ίδιος ούτε η γυναίκα του μπορεί να γευτεί τον καρπό μέχρι να παντρέψει επίσημα ένα από τα δέντρα, σαν γαμπρό, με ένα δέντρο διαφορετικού είδους, συνήθως ένα ταμαρίντ, που φυτρώνει κοντά σ’ αυτό. Αν δεν υπάρχει ένα ταμαρίντ, για να παραστήσει τη νύ
175
φη, ένα γιασεμί Οα πάρει τη θέση του. Τα έξοδα ενός τέτοιου γάμου είναι συχνά σημαντικά, γιατί όσο πιο πολλοί Βραχμάνες είναι προσκαλεσμένοι σ’ αυτόν, τόσο πιο μεγάλη δόξα αποδίνεται στον ιδιοκτήτη του δεντροφυτεμένου χώρου. Έχει γίνει γνωστό ότι μια οικογένεια πούλησε τα χρυσά και ασημένια μικροτεχνή- ματά της κι επιπλέον δανείστηκε όλα τα χρήματα τα οποία ήταν απαραίτητα, για να παντρέψει ένα δέντρο μάνγκο μ’ ένα γιασεμί, με την πομπή και τελετή που άρμοζε. Την παραμονή των Χριστουγέννων, οι Γερμανοί χωρικοί συνήθιζαν να δένουν οπωροφόρα δέντρα μεταξύ τους, με αχυρένια σχοινιά, για να τα κάνουν να καρποφορήσουν, λέγοντας ότι έτσι τα δέντρα παντρεύτηκαν.
Στις Μολλούκες, όταν τα γαριφαλόδεντρα είναι στην άνθισή τους, τα φροντίζουν, όπως την έγκυο γυναίκα. Κανένας θόρυβος δεν μπορεί να γίνει κοντά τους' κανένα φως ή καμία φωτιά δεν μπορεί να περάσει μπροστά τους κατά τη νύχτα' κανείς δεν μπορεί να τα πλησιάσει με το καπέλο στο κεφάλι, αλλά όλοι πρέπει να αποκαλυφτούν στην παρουσία τους. Αυτές οι προφυλάξεις τηρούνται, μήπως τρομάξει το δέντρο και δεν καρποφορήσει ή ρίξει τους καρπούς του πολύ γρήγορα, όπως συμβαίνει με την πρόωρη γέννα μιας γυναίκας η οποία φοβήθηκε κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της. Έτσι και στην Ανατολή το ρύζι στην ανάπτυξή του έχει συχνά την ίδια προσεχτική μεταχείριση, όπως μια έγκυος γυναίκα. Στο νησί Αμπόινα λοιπόν, όταν το ρύζι είναι σε άνθιση, οι άνθρωποι λένε ότι είναι έγκυος και δεν πυροβολούν ούτε κάνουν άλλους θορύβους κοντά στο χωράφι, από φόβο μήπως, εάν τρομάξει το ρύζι, θα αποτύχει και η σοδειά θα είναι όλο άχυρο και καθόλου σπόρος.
Μερικές φορές επικρατεί η πεποίθηση ότι οι ψυχές των νεκρών πηγαίνουν στα δέντρα. Έτσι η φυλή Ντιέρι της Κεντρικής Αυστραλίας θεωρεί ως πολύ ιερά κάποια δέντρα, τα οποία υποτίθεται ότι είναι οι πατεράδες τους μεταμορφωμένοι, γι’ αυτό μιλούν με σεβασμό για τα δέντρα αυτά και προσέχουν μήπως κοπούν ή καούν. Εάν οι άποικοι ζητήσουν απ’ αυτούς να κόψουν τα δέντρα, διαμαρτύρονται έντονα με τον ισχυρισμό ότι, αν τα κόψουν, δε Οα έχουν ποτέ τύχη και μπορεί να τιμωρηθούν, επειδή δεν προστάτεψαν τους προγόνους τους. Μερικοί νησιώτες των Φιλιππινών πιστεύουν ότι οι ψυχές των προγόνων τους βρίσκονται σε κάποια δέντρα, που συνεπώς είναι γι’ αυτούς ξεχωριστά' κι αν είναι υποχρεωμένοι να κόψουν ένα απ’ αυτά τα δέντρα, δικαιολογούν τους εαυτούς τους λέγοντας ότι ήταν ο ιερέας ο οποίος τους ανάγκασε
176
να κάνουν αυτό. ΐα πνεύματα κατοικούν κατά προτίμηση σι: υψηλά κι επιβλητικά δέντρα με μεγάλα απλωμένα κλαδιά. Όταν ο αέρας Οροΐζει μέσα στα φύλλα, οι ιθαγενείς πιστεύουν ότι είναι η φωνή του πνεύματος' και ποτέ δεν περνούν κοντά σ’ ένα από αυτά τα δέντρα χωρίς να υποκλιθούν με σεβασμό και να ζητήσουν συγνώμη από το πνεύμα, γιατί τάραξαν τη γαλήνη του. Στους Ί- γκνορροτς κάθε χωριό έχει το ιερό του δέντρο, στο οποίο κατοικούν οι ψυχές των νεκρών προγόνων του συνοικισμού. Στο δέντρο δίνονται προσφορές και οποιοσδήποτε τραυματισμός γίνει σ’ αυτό θεωρείται ότι θα φέρει κακή τύχη στο χωριό. Αν το δέντρο κοπεί, το χωριό και όλοι του οι κάτοικοι αναπόφευκτα θα κατα- στραφούν.
Στην Κορέα, οι ψυχές των ανθρώπων που πεθαίνουν από επιδημία ή στο δρόμο και των γυναικών που πεθαίνουν στη γέννα συνήθως κατοικούν στα δέντρα. Για τέτοια πνεύματα, προσφορές από πίτες, κρασί και χοιρινό είναι τοποθετημένες σε πέτρες σωριασμένες κάτω απ’ αυτά τα δέντρα. Στην Κίνα έχει γίνει συνήθεια από αμνημόνευτο χρόνο να φυτεύουν δέντρα πάνω στους τάφους, με σκοπό να δυναμώνουν την ψυχή του νεκρού κι έτσι να σώζουν το σώμα του από την αλλοίωση' κι επειδή το αειθαλές κυπαρίσσι και το πεύκο θεωρούνται ότι έχουν μεγαλύτερη ζωτικότητα από άλλα δέντρα, έχουν διαλεχτεί κατά προτίμηση γι’ αυτό το σκοπό. Έτσι τα δέντρα που φυτρώνουν πάνω στους τάφους μερικές φορές ταυτίζονται με τις ψυχές των νεκρών. Στους Μιάο-Κία, μια ιθαγενή φυλή της Νότιας και Δυτικής Κίνας, ένα ιερό δέντρο στέκεται στην είσοδο κάθε χωριού και οι κάτοικοι πιστεύουν ότι αυτό κατοικείται από την ψυχή του πρώτου προγόνου τους και ότι κατευθύνει τη μοίρα τους. Μερικές φορές κοντά στο χωριό είναι ένα ιερό άλσος, όπου τα δέντρα σαπίζουν και πεθαίνουν. Τα πεσμένα τους κλαδιά ενοχλούν το έδαφος και κανένας δεν μπορεί να τα κουνήσει, εκτός εάν έχει ζητήσει άδεια από το πνεύμα του δέντρου και του έχει προσφέρει θυσία. Οι Μα- ράβες της Νότιας Αφρικής σέβονται πάντοτε το νεκροταφείο ως ιερό τόπο, όπου ούτε δέντρο μπορεί να κοπεί ούτε ζωό να φονευτεί, γιατί καθετί εκεί υποτίθεται ότι κατοικείται από τις ψυχές των νεκρών.
Στις περισσότερες αν όχι σε όλες απ’ αυτές τις περιπτώσεις το πνεύμα φαίνεται σαν ενσωματωμένο στο δέντρο' δίνει ζωή σ’ αυτό και πρέπει να υποφέρει και να πεθάνει μαζί του. Σύμφωνα όμως με μια άλλη και πιθανώς νεότερη άποψη, το δέντρο δεν είναι
177
το σώμα, αλλά απλώς η κατοικία του δέντρου-πνεύματος, από την οποία αυτό μπορεί να φεύγει και να επιστρέφει όποτε θέλει. Οι κάτοικοι του Σιάου, ενός νησιού της Ανατολικής Ινδίας, πιστεύουν σε κάποια δασικά πνεύματα, τα οποία κατοικούν στα δάση ή σε μεγάλα μοναχικά δέντρα. Κατά την πανσέληνο το πνεύμα .βγαίνει από την κρύπτη του και περιπλανιέται. Αυτό έχει μεγάλο κεφάλι, πολύ μακριά χέρια και πόδια και βαρύ σώμα. Για να εξευμενίσουν τα πνεύματα του δάσους, οι άνθρωποι κάνουν προσφορές από τροφή, δηλαδή από πτηνά, κατσίκια και άλλα, στους τόπους όπου υποτίθεται ότι συχνάζει το πνεύμα. Οι κάτοικοι του Νιάς νομίζουν ότι, όταν ένα δέντρο πεθαίνει, το ελευθερωμένο πνεύμα του γίνεται ένας δαίμονας, που μπορεί να καταστρέψει τα δέντρα καρύδας πέφτοντας απλώς πάνω στα κλαδιά της και μπορεί ακόμη να προκαλέσει το θάνατο όλων των παιδιών σ’ ένα σπίτι φωλιάζοντας σ’ έναν από τους στύλους που στηρίζουν τις καλύβες. Έχουν επίσης τη γνώμη ότι ορισμένα δέντρα κατοικού- νται πάντα από δαίμονες, οι οποίοι περιπλανιούνται και οι οποίοι, αν τα δέντρα πειραχτούν, θα ελευθερωθούν, για να περιφέρονται προκαλώντας δυστυχία. Γι’ αυτό οι άνθρωποι σέβονται αυτά τα δέντρα και προσέχουν να μην τα κόψουν.
Πολλές τελετές, που παρατηρούνται κατά το κόψιμο στοι- χειωμένων δέντρων, είναι βασισμένες στην πίστη ότι τα πνεύματα έχουν την ικανότητα να εγκαταλείπουν τα δέντρα, όποτε θέλουν ή όποτε είναι ανάγκη. Έτσι, όταν οι νησιώτες του Πέλιου κόβουν ένα δέντρο, μαγεύουν το πνεύμα του δέντρου, για να το εγκατα- λείψει και να εγκατασταθεί σ’ ένα άλλο. Οι πονηροί επίσης μαύροι στην Ακτή των Σκλάβων, όταν θέλουν να κόψουν ένα δέντρο ushorin, επειδή ξέρουν ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει, όσο το πνεύμα παραμένει μέσα στο δέντρο, βάζουν λίγο φοινικόλαδο στο έδαφος σαν δόλωμα και τότε, μόλις το ανυποψίαστο πνεύμα φύγει από το δέντρο για να πάρει μέρος σ’ αυτή τη νοστιμιά, κόβουν γρήγορα την πρώην κατοικία του. Όταν οι Toboongkoos της Κε- λέβης πρόκειται να καθαρίσουν ένα κομμάτι του δάσους, για να φυτέψουν ρύζι, χτίζουν ένα μικροσκοπικό σπίτι και το εφοδιάζουν με μικροσκοπικό ρούχα, με λίγη τροφή και χρυσό. Μετά καλούν μαζί όλα τα πνεύματα του δάσους, προσφέρουν σ’ αυτά το μικρό σπίτι με το περιεχόμενό του και τα ικετεύουν να εγκαταλείψουν την τοποθεσία. Ύστερα απ’ αυτό μπορούν με ασφάλεια να κόψουν το δάσος χωρίς φόβο να πληγωθούν. Οι Τόμοροι, μια άλλη φυλή της Κελέβης, πριν κόψουν ένα υψηλό δέντρο, τοποθετούν
Ι7Κ
ένα φύλλο μασητού καπνού στη ρίζα του και προσκαλούν το πνεύμα που μένα στο δέντρο ν’ αλλαξει διαμονή' βάζουν επίσης μια σκάλα στον κορμό του, για να το διευκολύνουν να κατεβεί με ασφάλεια και άνεση. Οι Mandelings πάλι της Σουμάτρας προσπαθούν να ρίξουν το φταίξιμο για όλες τις παρόμοιες κακές πράξεις στις Ολλανδικές αρχές. Έτσι, όταν ένας άντρας θέλοντας ν’ ανοίξει δρόμο μέσα από το δάσος, αναγκαστεί να κόψει ένα υψηλό δέντρο το οποίο εμποδίζει το δρόμο, δε θα πιάσει το τσεκούρι του, πριν πει τα εξής: «Πνεύμα που κατοικείς σ’ αυτό το δέντρο, μη με εκδικηθείς, επειδή κόβω την κατοικία σου, γιατί αυτό δε γίνεται από δική μου επιθυμία, αλλά από διαταγή του Επόπτη». Όταν πάλι αυτός επιθυμεί να καθαρίσει μια δασώδη έκταση για καλλιέργεια, είναι απαραίτητο να έρθει σε μια ικανοποιητική συμφωνία με τα πνεύματα του δάσους που ζουν εκεί, πριν να ρίξει κάτω τις πολύφυλλες κατοικίες τους. Γι’ αυτό το σκοπό πηγαίνει στο κέντρο του χώρου, σκύβει και προσποιείται ότι σηκώνει από κάτω ένα γράμμα. Μετά ξεδιπλώνει ένα κομμάτι χαρτί και διαβάζει φωναχτά ένα φανταστικό γράμμα από την Ολλανδική Κυβέρνηση, με το οποίο παίρνει αυστηρή διαταγή να καθαρίσει τη γη χωρίς καθυστέρηση. Ύστερα απ’ αυτή την πράξη λέει: «Το ακούσατε αυτό, πνεύματα. Πρέπει ν’ αρχίσω αμέσως να καθαρίζω, αλλιώς θα με κρεμάσουν».
Ακόμα κι όταν ένα δέντρο έχει κοπεί κι είναι πριονισμένο σε σανίδες για το χτίσιμο ενός σπιτιού, είναι πιθανό το πνεύμα του δάσους να εξακολουθεί να κρύβεται στην ξυλεία' γι’ αυτό και μερικοί άνθρωποι προσπαθούν να το εξιλεώσουν πριν ή αφού κατοικήσουν το καινούργιο σπίτι. Έτσι οι Τοράτζας της Κελέβης, όταν ετοιμαστεί μια νέα διαμονή, σκοτώνουν μια κατσίκα, ένα γουρούνι ή ένα βούβαλο και με το αίμα του πασαλείβουν τα ξύλινα μέρη του σπιτιού. Αν το χτίριο είναι ένα lobo ή κατοικία του πνεύματος, σκοτώνουν ένα πτηνό ή ένα σκύλο στην κορυφή της στέγης κι αφήνουν το αίμα του να τρέξει και στις δύο πλευρές. Οι πιο βάρβαροι Τονάπου σε μια τέτοια περίπτωση, θυσιάζουν πάνω στη στέγη έναν άνθρωπο. Αυτή η θυσία στη στέγη ενός lobo ή ναού εξυπηρετεί τον ίδιο σκοπό όπως και το πασάλειμμα του αίματος πάνω στα ξύλινα μέρη ενός κοινού σπιτιού. Σκοπός δηλαδή είναι να εξιλεώσουν τα πνεύματα του δάσους, που μπορεί να είναι ακόμα μέσα στην ξυλεία, και με αυτό τον τρόπο τους προκαλούν καλή διάθεση, ώστε να μην κάνουν κακό στους ένοικους του σπιτιού. Για ένα παρόμοιο λόγο, οι άνθρωποι στην
179
Κελέβη και στις Μολλούκες φοβούνται πολύ μήπως τοποθετήσουν κάποιο στύλο ανάποδα κατά το χτίσιμο ενός σπιτιού, γιατί το πνεύμα του δάσους, που ίσως να βρίσκεται ακόμη μέσα στην ξυλεία, είναι πολύ φυσικό ν’ αγαναχτήσει με την προσβολή και να προκαλέσει ασθένεια στους ένοικους. Οι Κάγιανς του Βόρνεο έχουν τη γνώμη ότι τα πνεύματα των δέντρων είναι πολύ αυστηρά στο θέμα της τιμής και δείχνουν στους ανθρώπους τη δυσαρέ- σκειά τους για οποιονδήποτε τραυματισμό τους. Έτσι μετά το χτίσιμο μιας κατοικίας, όπου οι άνθρωποι αναγκάστηκαν να κακομεταχειριστούν πολλά δέντρα, τηρούν μια περίοδο μετάνοιας για ένα χρόνο, κατά τον οποίο πρέπει ν’ απέχουν από πολλά πράγματα, όπως είναι ο σκοτωμός αρκούδας, τίγρης και φιδιών.
2. Ευεργετικές Δυνάμεις των Πνευμάτων των Δέντρων. 'Οταν ένα δέντρο αρχίσει ν’ αντιμετωπίζεται όχι πια ως το σώμα του πνεύματος του δέντρου, αλλά απλά ως κατοικία του, την οποία μπορεί να εγκαταλείψει όποτε θέλει, θα έχει γίνει μια σημαντική πρόοδος στη θρησκευτική σκέψη. Ο ανιμισμός περνάει στον πο- λυθεϊσμό. Με άλλα λόγια, αντί κάθε δέντρο να θεωρείται ως ζωντανό και ενσυνείδητο ον, ο άνθρωπος βλέπει τώρα σ’ αυτό μια άψυχη, αδρανή μάζα που κατοικείται, για μικρό ή μεγάλο διάστημα, από ένα υπερφυσικό ον, το οποίο μπορεί να περάσει ελεύθερα από δέντρο σε δέντρο. Γι’ αυτό το λόγο έχει κάποιο δικαίωμα κτήσης ή κυριαρχίας πάνω στα δέντρα και παύει να είναι η ψυχή ενός δέντρου' γίνεται τώρα ένας θεός του δάσους. Μόλις λοιπόν το πνεύμα του δέντρου είναι κατά κάποιο τρόπο απαλλαγμένο από κάθε συγκεκριμένο δέντρο, αυτό αρχίζει ν’ αλλάζει σχήμα και να παίρνει ανθρώπινη μορφή, σύμφωνα με μια γενική τάση της πρωτόγονης σκέψης να ντύνει όλα τα αφηρημένα πνευματικά όντα με συγκεκριμένη ανθρώπινη μορφή. Έτσι στην κλασική τέχνη οι θεότητες του δάσους απεικονίζονται με ανθρώπινο σχήμα κι ο δασικός τους χαρακτήρας δηλώνεται από ένα κλαδί ή κάποιο εξίσου φανερό σύμβολο. Αλλά αυτή η αλλαγή του σχήματος δεν επηρεάζει το βασικό χαρακτήρα του πνεύματος του δέντρου. Τις δυνάμεις που εξασκούσε σαν ψυχή δέντρου, ενσωματωμένη σ’ ένα δέντρο, εξακολουθεί να τις εξασκεί σαν θεός των δέντρων. Αυτό Οα προσπαθήσω ν’ αποδείξω τώρα με λεπτομέρεια. Θα δείξω πρώτα ότι δέντρα που λογαριάζονται ως έμψυχα όντα θεωρούνται ότι έχουν τη δύναμη να κάνουν τη βροχή να πέφτει, τον ήλιο να λάμπει, τα κοπάδια να πολλαπλασιάζονται και τις γυναίκες να γεννούν εύκολα και δεύτερον ότι οι ίδιες ακριβώς δυνάμεις οπο
ί 80
δίνονται σε θεούς δέντρων, είτε αυτοί γίνονται αντιληπτοί ως ανθρωπόμορφα όντα είτε ως ενσαρκωμένοι σε ζωντανούς ανθρώπους.
Πρώτα λοιπόν επικρατεί η πίστη ότι τα δέντρα ή τα πνεύματα των δέντρων δίνουν βροχή και λιακάδα. Όταν ο ιεραπόστολος Ιερώνυμος της Πράγας έπειθε τους ειδωλολάτρες Λιθουανούς να κόψουν τα ιερά τους άλση, ένα πλήθος από γυναίκες ικέτευε τον Πρίγκιπα της Λιθουανίας να τον σταματήσει λέγοντας ότι μαζί με τα δάση κατέστρεφε και την κατοικία του θεού, από τον οποίο είχαν συνηθίσει να παίρνουν βροχή και λιακάδα. Οι Μού- νταρις στην Ασσάμ νομίζουν ότι, αν κοπεί ένα δέντρο του ιερού άλσους, οι θεοί του δάσους θα δείξουν τη δυσαρέσκειά τους κατακρατώντας τη βροχή. Για να προκαλέσουν βροχόπτωση οι κάτοικοι του Μόνυο, ενός χωριού στην περιοχή Σαγκάινγκ της Άνω Μπούρμα, διάλεγαν το μεγαλύτερο δέντρο ταμαρίντ που ήταν κοντά στο χωριό και το ονόμαζαν κατοικία του πνεύματος (oat), που ελέγχει τη βροχή. Μετά πρόσφεραν ψωμί, καρύδες, μπανάνες και πτηνά στο φύλακα-πνεύμα του χωριού και στο πνεύμα που φέρνει βροχή και στη συνέχεια προσεύχονταν λέγοντας τα εξής: «Κύριε nat, δείξε έλεος για μας τους φτωχούς θνητούς και μην εμποδίζεις τη βροχή. Αφού η προσφορά μας δε δίνεται συμφεροντολογικά, άσε τη βροχή να πέφτει μέρα και νύχτα». Έπειτα γίνονταν σπονδές προς τιμή του πνεύματος του δέντρου ταμαρίντ και λίγο αργότερα τρεις ηλικιωμένες γυναίκες, ντυμένες με ωραία ρούχα και στολισμένες με περιδέραια και σκουλαρίκια, τραγουδούσαν το Τραγούδι της Βροχής.
Τα πνεύματα επίσης των δέντρων αυξάνουν τη συγκομιδή. Στους Μούνταρις κάθε χωριό έχει το ιερό του άλσος και «οι θεότητες του άλσους είναι υπεύθυνες για τη σοδειά, τιμούνται μάλιστα ιδιαίτερα σε όλες τις μεγάλες αγροτικές γιορτές». Οι μαύροι της Χρυσής Ακτής έχουν τη συνήθεια να θυσιάζουν στις ρίζες ορισμένων υψηλών δέντρων και νομίζουν ότι, εάν ένα απ’ αυτά τα δέντρα κοπεί, θα χαθούν όλοι οι καρποί της γης. Οι Γκάλλας πάλι χορεύουν ζευγαρωτά γύρω από τα ιερά δέντρα, ενώ προσεύχονται για έναν καλό θερισμό. Κάθε ζευγάρι αποτελείται από έναν άντρα και μια γυναίκα που συνδέονται μεταξύ τους μ’ ένα ραβδί, του οποίου ο καθένας κρατάει μία άκρη, ενώ από τους βρα- χίονές τους έχουν πράσινο αραβόσιτο ή χλόη. Οι Σουηδοί χωρικοί μπήγουν ένα πολύφυλλο κλαδί σε κάθε αυλάκι των αγρών τους με τα δημητριακά πιστεύοντας ότι αυτό θα τους εξασφαλίσει
181
άφθονη συγκομιδή. Η ίδια ιδέα βγαίνει από το Γερμανικό και Γαλλικό έθιμο του Μαγιάτικου Θερισμού. Αυτό είναι ένα μεγάλο κλαδί ή ένα ολόκληρο δέντρο, το οποίο στολίζεται με στάχυα και μεταφέρεται σπίτι από τον αγρό του θερισμού με το τελευταίο κάρο' στη συνέχεια στερεώνεται στη στέγη της αγροικίας ή της αποθήκης και μένει εκεί ένα χρόνο. Ο Μάνχαρντ απέδειξε ότι αυτό το κλαδί ή το δέντρο ενσαρκώνει το πνεύμα του δέντρου, που θεωρείται γενικά ως το πνεύμα της βλάστησης, του οποίου η ζωογόνα και καρποφόρα επιρροή περνάει ιδιαίτερα στα δημητριακά. Στη Σουαβία ο Μαγιάτικος Θερισμός στερεώνεται ανάμεσα στα τελευταία στελέχη των σιτηρών που έχουν μείνει όρθια στον αγρό, ενώ σε άλλα μέρη είναι φυτεμένος στον αγρό και το τελευταίο δεμάτι που κόβεται δένεται στον κορμό του.
Το πνεύμα επίσης του δέντρου πολλαπλασιάζει τα βότανα και ευλογεί τις γυναίκες με γονιμότητα. Στη Βόρεια Ινδία το Em- blica officinalis είναι ένα ιερό δέντρο. Στις έντεκα λοιπόν του μήνα Φάλγκουν (Φεβρουάριου) γίνονται σπονδές στη ρίζα του δέντρου, ενώ γύρω από τον κορμό του είναι δεμένος ένας κόκκινος ή κίτρινος σπάγγος και οι άνθρωποι προσεύχονται για την καρποφορία των γυναικών, των ζώων και της συγκομιδής. Πάλι στη Βόρεια Ινδία, η καρύδα θεωρείται ένας από τους πιο ιερούς καρπούς και ονομάζεται Σρίφαλα ή καρπός της Σρι, της θεάς της ευημερίας. Αυτό δηλαδή είναι το σύμβολο της ευφορίας, που σε όλη την Άνω Ινδία φυλάγεται σε ιερές θήκες και παρουσιάζεται από τους ιερείς στις γυναίκες, οι οποίες επιθυμούν να γίνουν μητέρες. Στην πόλη Κούα, κοντά στην Παλιά Κάλαμπαρ, φύτρωνε συνήθως ένα φοινικόδεντρο, που εξασφάλιζε τη σύλληψη σε κάθε στείρα γυναίκα, η οποία θα έτρωγε έναν καρπό από τα κλαδιά του. Στην Ευρώπη το δέντρο του Μάη ή ο πάσσαλος του Μάη θεωρείται προφανώς ότι διαθέτει παρόμοιες δυνάμεις σχετικά με τις γυναίκες και τα ζώα. Έτσι σε μερικά μέρη της Γερμανίας, την Πρωτομαγιά, οι χωρικοί βάζουν δέντρα του Μάη ή θάμνους του Μάη στις πόρτες των στάβλων, ένα για κάθε άλογο και για κάθε αγελάδα, γιατί πιστεύουν ότι αυτό κάνει τις αγελάδες να βγάζουν πολύ γάλα. Για τους Ιρλανδούς έχουμε την πληροφορία ότι «φαντάζονται πως ένα πράσινο κλωνάρι δέντρου, στερεωμένο στο σπίτι την Πρωτομαγιά, θα φέρει πολύ γάλα αυτό το καλοκαίρι».
Στις δύο Ιουλίου μερικοί από τους Ουέντς συνήθιζαν να στήνουν μια βαλανιδιά στη μέση του χωριού μ’ ένα σιδερένιο πι:-
ΙΚ2
τεινό στην κορφή της' έπειτα χόρευαν γύρω απ’ αυτή και ωθούσαν και το ζώο γύρω της, για να τους κάνει ευτυχισμένους. Οι Κιρκάσιοι θεωρούν την αχλαδιά σαν προστάτη των ζώων. Έτσι κόβουν μια νέα αχλαδιά στο δάσος και τη μεταφέρουν στο σπίτι, όπου τη λατρεύουν σαν θεότητα. Σχεδόν κάθε σπίτι έχει μία τέτοια αχλαδιά. Το φθινόπωρο, κατά την ημέρα της γιορτής, το δέντρο μεταφέρεται μέσα στο σπίτι με μεγάλη τελετή, κάτω από τους ήχους της μουσικής και ανάμεσα στις χαρούμενες κραυγές όλων των ενοίκων, που του κάνουν φιλοφρονήσεις για την καλότυχη άφιξή του. Αυτό στολίζεται με κεριά και στην κορφή του στερεώνεται τυρί, ενώ γύρω του τρώνε, πίνουν και τραγουδούν. Μετά το αποχαιρετούν και το επαναφέρουν στην αυλή, όπου μένει για τον υπόλοιπο χρόνο, ακουμπισμένο στον τοίχο, χωρίς κανένας πια να του δίνει σημασία.
Στη φυλή Τοχόε των Μαορί «αποδίνουν τη δύναμη που κάνει τις γυναίκες γόνιμες στα δέντρα. Αυτά τα δέντρα συνδέονται με τους ομφάλιους λώρους ορισμένων μυθικών προγόνων και πραγματικά συνήθιζαν να κρεμούν πάνω σ’ αυτά τους ομφάλιους λώρους όλων των παιδιών μέχρι και κάπως πρόσφατα. Μια στείρα γυναίκα έπρεπε ν’ αγκαλιάσει ένα τέτοιο δέντρο και τότε αυτή έμενε έγκυος για αρσενικό ή θηλυκό παιδί, ανάλογα με το αγκάλιασμα του δέντρου από την ανατολική ή τη δυτική πλευρά». Το συνηθισμένο Ευρωπαϊκό έθιμο της τοποθέτησης πράσινου θάμνου την Πρωτομαγιά μπροστά ή πάνω στο σπίτι μιας αγαπημένης, ξεκινάει προφανώς από το πιστεύω της γονιμοποιητικής δύναμης του πνεύματος του δέντρου. Σε μερικά μέρη της Βαυαρίας τέτοιους θάμνους στήνουν επίσης στα σπίτια των νιόπαντρων ζευγα- ριών και τους βγάζουν μόνο όταν η γυναίκα κοντεύει να γεννήσει, γιατί σ’ αυτή την περίπτωση λένε ότι ο άντρας «έστησε ο ίδιος το Μαγιάτικο θάμνο». Στους Νότιους Σλαύους, μια στείρα γυναίκα που επιθυμεί να κάνει παιδί τοποθετεί την παραμονή της γιορτής του Αγίου Γεωργίου ένα καινούργιο της πουκάμισο πάνω σ’ ένα καρποφόρο δέντρο. Το άλλο πρωί, πριν ξημερώσει, αυτή εξετάζει το ρούχο και, αν διαπιστώσει ότι κάποιο ζωντανό πλάσμα σύρθηκε πάνω του, ελπίζει ότι η επιθυμία της θα πραγματοποιηθεί μέσα σ’ ένα χρόνο. Τότε φοράει το πουκάμισο με την πεποίθηση ότι και αυτή θα είναι τόσο γόνιμη όσο το δέντρο, πάνω στο οποίο το ρούχο πέρασε τη νύχτα. Στους Μαύρους Κιργίσιους, οι στείρες γυναίκες κυλιούνται στο έδαφος, κάτω από μια μοναχική μηλιά, με σκοπό ν’ αποχτήσουν γονιμότητα. Τέλος, η αντί
183
ληψη, ότι τα δέντρα έχουν τη δύναμη να προσφέρουν στις γυναίκες έναν εύκολο τοκετό, βρίσκεται και στη Σουηδία και στην Αφρική. Σε μερικές περιοχές της Σουηδίας υπήρχε άλλοτε ένα burdtriid ή φύλακας-δέντρο (φιλύρα, φλαμουριά ή φτελιά) κοντά σε κάθε αγρόκτημα. Κανένας δεν τολμούσε να μαδήσει ούτε κι ένα φύλλο από το ιερό δέντρο και οποιοσδήποτε τραυματισμός του είχε σαν τιμωρία του ενόχου την κακή τύχη ή την ασθένεια. Όταν εγκυμονούσαν οι γυναίκες, συνήθιζαν ν’ αγκαλιάζουν το δέντρο, για να τους δώσει έναν εύκολο τοκετό. Σε μερικές πάλι φυλές μαύρων της περιοχής του Κονγκό, οι γυναίκες που εγκυμονούν φτιάχνουν υφάσματα από το φλοιό ενός ορισμένου ιερού δέντρου, γιατί πιστεύουν ότι αυτό το δέντρο τις σώζει από τους κινδύνους του τοκετού. Ο μύθος, κατά τον οποίο η Λητώ αγκάλιασε ένα φοίνικα και μια ελιά ή δύο δάφνες, όταν ήταν έτοιμη να γεννήσει τους θεϊκούς διδύμους, Απόλλωνα και Άρτεμη, ίσως δείχνει ένα παρόμοιο Ελληνικό πιστεύω για την αποτελεσματι- κότητα ορισμένων δέντρων στο θέμα της διευκόλυνσης του τοκετού.
1X4
ΚΕΦΑΛΑΙΟ X
ΛΕΙΨΑΝΑ ΤΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΤΩΝ ΔΕΝΤΡΩΝ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΥΡΩΠΗ
Από τις προηγούμενες αναφορές για τις ευεργετικές ιδιότητες που αποδίνονται στα πνεύματα των δέντρων, είναι εύκολο να καταλάβουμε γιατί έθιμα, όπως το δέντρο του Μάη ή ο πάσσαλος του Μάη, επικράτησαν τόσο πλατιά και απεικονίστηκαν τόσο έξοχα στις λαϊκές γιορτές των Ευρωπαίων χωρικών. Την άνοιξη ή στις αρχές του καλοκαιριού ή ακόμη την ημέρα του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, υπήρχε κι εξακολουθεί να υπάρχει σε πολλά μέρη της Ευρώπης το έθιμο να πηγαίνουν στα δάση, να κόβουν ένα δέντρο και να το φέρνουν στο χωριό, όπου το στήνουν μέσα σε γενική χαρά. Ή πάλι οι άνθρωποι κόβουν κλαδιά στο δάσος και τα στερεώνουν σε κάθε σπίτι. Ο σκοπός αυτών των εθίμων είναι να φέρνουν στο χωριό και σε κάθε σπίτι τις ευλογίες που το πνεύμα του δέντρου έχει τη δύναμη ν’ απονέμει. Γι’ αυτό συνηθίζουν να φυτεύουν ένα Μαγιάτικο δέντρο μπροστά σε κάθε σπίτι ή να περιφέρουν το Μαγιάτικο δέντρο του χωριού από πόρτα σε πόρτα, ώστε κάθε νοικοκυρά να μπορεί να πάρει μέρος από την ευλογία του. Από το πλήθος των αποδείξεων γι’ αυτό το θέμα μπορούμε να διαλέξουμε λίγα παραδείγματα.
Ο Σερ Henry Piers, στο βιβλίο του Description of Westmeath, γραμμένο το 1682, μας λέει τα εξής: «Την παραμονή του Μάη, κάθε οικογένεια στήνει μπροστά στην πόρτα της έναν πράσινο θάμνο, πάνω στον οποίο είναι σκορπισμένα κίτρινα λουλούδια, τα οποία προσφέρουν πλουσιοπάροχα τα λιβάδια. Στις χώρες όπου η ξυλεία είναι άφθονη στήνουν υψηλά, λεπτά δέντρα, τα
185
οποία στέκονται υπερήφανα σχεδόν όλο το χρόνο' έτσι, καθώς θα πλησίαζε ένας ξένος, θα φανταζόταν ότι όλα αυτά ήταν σημάδια πωλητών ζύθου κι ότι όλα τα σπίτια ήταν ζυθοπωλεία». Στο Northamptonshire, την Πρωτομαγιά, συνήθιζαν να φυτεύουν μπροστά σε κάθε σπίτι ένα νέο δέντρο δέκα ή δώδεκα πόδια υψηλό, για να φαίνεται ότι φύτρωσε εκεί, ενώ λουλούδια ήταν ριγμένα πάνω του και σκορπισμένα γύρω από την πόρτα. «Ανάμεσα στα αρχαία έθιμα, που διατηρούνται ακόμη στην Κορνουάλη, μπορούμε ν’ αναφέρουμε εκείνο κατά το οποίο την Πρωτομαγιά στολίζουν τις πόρτες και τις βεράντες τους με πράσινους κλώνους συκομουριάς και λευκάκανθας και φυτεύουν δέντρα ή μάλλον κορμούς δέντρων μπροστά στα σπίτια τους». Στη βόρεια Αγγλία παλιότερα υπήρχε έθιμο, οι νέοι άνθρωποι να ξυπνούν λίγο μετά τα μεσάνυχτα, ξημερώνοντας Πρωτομαγιά, και να βγαίνουν έξω στα δάση με συνοδεία μουσικής και με φύσημα κεράτων, όπου έσπαζαν κλαδιά και τα στόλιζαν με ανθοδέσμες και στεφάνια λου- λουδιών. Αφού έκαναν αυτό, επέστρεφαν στα σπίτια τους με την ανατολή του ήλιου και στερέωναν αυτά τα στολισμένα κλαδιά πάνω από τις πόρτες και τα παράθυρα. Στο Άμπινγκντον του Μπερκσάιρ, άλλοτε οι άνθρωποι έβγαιναν έξω το πρωί της Πρωτομαγιάς σε ομάδες, τραγουδώντας ένα άσμα, στο οποίο ανήκουν οι ακόλουθες δύο στροφές:
«Περιπλανηθήκαμε όλη τη νύχτα,Και μερικές φορές αυτή τη μέρα'Και τώρα επιστρέφουμε,Φέρνοντας ένα χαρούμενο στεφάνι.
Ένα χαρούμενο στεφάνι σου φέρνουμε εδώ'Και στεκόμαστε στην πόρτα σου'Είναι ένας θαλερός βλαστός,Η δουλειά των χεριών του Κυρίου μας.»
Στις πόλεις Σάφρον-Ουόλντεν και Ντέμπντεν του Έσσεξ, την Πρωτομαγιά, μικρά κορίτσια περιφέρονται σε παρέες από πόρτα σε πόρτα τραγουδώντας ένα τραγούδι σχεδόν όμοιο με το προηγούμενο και κρατώντας στεφάνια, ενώ μια κούκλα ντυμένη στα άσπρα είναι τοποθετημένη συνήθως στη μέση κάθε στεφανιού. Παρόμοια έθιμα υπήρχαν κι εξακολουθούν να παρατηρούνται σε διάφορα μέρη της Αγγλίας. Τα στεφάνια γενικά έχουν σχήμα κρίκου και χωρίζονται σχηματίζοντας ορθή γωνία. Φαίνε
186
ται ότι ένας κρίκος είναι πλεγμένος με μουριές και χρυσάνθεμα και μέσα κρέμονται δύο μπάλες. Ένα τέτοιο στεφάνι κρατούν ακόμη στα χέρια τους οι χωρικοί σε μερικά χωριά της Ιρλανδίας, την Πρωτομαγιά. Οι μπάλες, που μερικές φορές είναι καλυμμένες με χρυσόχαρτο ή ασημόχαρτο, υποτίθεται ότι αντιπροσώπευαν αρχικά τον ήλιο και το φεγγάρι.
Την πρώτη Κυριακή του Μαΐου σε μερικά χωριά, στα Βόσ- για Όρη, νέα κορίτσια σχηματίζοντας ομίλους πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι τραγουδώντας ένα δοξαστικό τραγούδι για το Μάη, στο οποίο μνημονεύεται «το ψωμί και το γεύμα που έρχονται το Μάιο». Εάν τους δώσουν χρήματα, οι νέες στερεώνουν έναν πράσινο κλώνο στην πόρτα, ενώ, αν τους αρνηθούν, εύχονται στην οικογένεια ν’ αποκτήσει πολλά παιδιά και να μην έχει ψωμί για να τα θρέψει. Στην περιοχή Μαγιέν της Γαλλίας, αγόρια που ονομάζονταν Maillotins γύριζαν από αγρόκτημα σε αγρόκτημα την Πρωτομαγιά τραγουδώντας άσματα, για τα οποία έπαιρναν χρήματα ή ένα ποτό και τότε φύτευαν ένα μικρό δέντρο ή έναν κλάδο δέντρου σε κάθε αγρόκτημα. Κοντά στο Σαβέρν πάλι της Αλσατίας, ομάδες ανθρώπων τριγυρίζουν μεταφέροντας δέντρα του Μάη. Ανάμεσά τους είναι ένας άντρας που φοράει άσπρο πουκάμισο κι έχει μαυρίσει το πρόσωπό του. Μπροστά απ’ αυτόν μετα- φέρεται ένα μεγάλο δέντρο του Μάη, αλλά και κάθε μέλος της ομάδας μεταφέρει ένα πιο μικρό, ενώ κάποιος από την παρέα κρα- τάει ένα τεράστιο καλάθι, στο οποίο μαζεύει αυγά, καπνιστό χοιρινό και διάφορα άλλα τρόφιμα.
Την Πέμπτη, πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής, οι Ρώσοι χωρικοί «πηγαίνουν στα δάση, τραγουδώντας κι ανεμίζο- ντας στεφάνια, όπου κόβουν ένα νέο δέντρο σημύδας, το οποίο ντύνουν με γυναικεία ρούχα ή το στολίζουν με πολύχρωμες λουρίδες και κορδέλες. Ύστερα απ’ αυτό κάνουν μια γιορτή, στο τέλος της οποίας παίρνουν αυτό το συγκεκριμένο δέντρο και το μεταφέρουν στο χωριό τους χορεύοντας και τραγουδώντας χαρούμενα" στη συνέχεια το στήνουν σ’ ένα από τα σπίτια του χωριού, όπου παραμένει μέχρι την Κυριακή της Πεντηκοστής απολαβαίνοντας τις τιμές ενός φιλοξενούμενου. Τις επόμενες δύο μέρες κάνουν επισκέψεις στο σπίτι όπου βρίσκεται “ο φιλοξενούμενός” τους' αλλά την τρίτη μέρα, την Πεντηκοστή, φέρνουν το δέντρο σ’ ένα ποτάμι και το ρίχνουν μέσα στα νερά του», πετώντας και τα στεφάνια τους μετά απ’ αυτό. Στο Ρωσικό αυτό έθιμο, το ντύσιμο του δέντρου σημύδα με γυναικεία ρούχα δείχνει καθαρά την
187
προσωποποίηση του δέντρου, ενώ το ρίξιμό του στο ποτάμι είναι προφανώς ένα ξόρκι για τη βροχή.
Σε μερικά μέρη της Σουηδίας, την παραμονή της Πρωτομαγιάς οι έφηβοι τριγυρίζουν κρατώντας ο καθένας από μια δέσμη φρέσκα κλωνάρια σημύδας, που έχουν όλα τα φύλλα τους ή και ένα μέρος απ’ αυτά. Με το βιολιστή του χωριού επικεφαλής τους γυρίζουν όλα τα σπίτια τραγουδώντας τραγούδια του Μάη, που η επωδός τους είναι μια προσευχή για καλό καιρό, για πλούσια συγκομιδή και για υλική και πνευματική ευδαιμονία. Ένας από τους νεαρούς κρατάει ένα καλάθι, μέσα στο οποίο μαζεύει δώρα από αυγά και άλλα παρόμοια. Εάν αυτά είναι ικανοποιητικά, οι έφηβοι μπήγουν στη στέγη, πάνω από την πόρτα του αγροτόσπιτου, ένα πολύφυλλο κλωνάρι. Αλλά στη Σουηδία, αυτές οι τελετές παρατηρούνται κυρίως το μεσοκαλόκαιρο. Την παραμονή του Αγίου Ιωάννου (είκοσι τρεις Ιουνίου) καθαρίζουν καλά τα σπίτια τους και τα στολίζουν με πράσινους κλώνους και λουλούδια. Μπροστά στις πόρτες στήνουν μικρά έλατα, καθώς και σε άλλα μέρη του σπιτιού και πολύ συχνά βάζουν στον κήπο μικρές σκιερές κληματαριές. Στη Στοκχόλμη, αυτή τη μέρα, γίνεται ένα παζάρι πράσινου, στο οποίο πουλιούνται χιλιάδες Μαγιάτικα κοντάρια (Maj Stanger), από έξι ίντσες έως δώδεκα πόδια ύψος, τα οποία στολισμένα με φύλλα, λουλούδια, πολύχρωμες χάρτινες λουρίδες, επιχρυσωμένα τσόφλια αυγών δεμένα με σπάγγο σε καλάμια και άλλα, είναι εκτεθειμένα για πούληση. Οι άνθρωποι ανάβουν φωτιές στους λόφους και χορεύουν γύρω απ’ αυτές ή πηδούν από πάνω τους. Αλλά το μεγαλύτερο γεγονός της ημέρας είναι το στήσιμο του Μαγιάτικου κονταριού, που είναι ένα ίσιο και υψηλό ελατόπευκο, ξεγυμνωμένο από τα κλαδιά του. «Μερικές φορές στεφάνια και μερικές φορές κομμάτια από ξύλα, τοποθετημένα σταυρωτά, είναι προσαρμοσμένα σ’ αυτό κατά διαστήματα, ενώ άλλες φορές πάλι το κοντάρι είναι εφοδιασμένο με κλώνους που παρασταίνουν, όπως λένε, έναν άντρα με τα χέρια στα ισχία. Το Μαγιάτικο κοντάρι “Maj Stang” καθώς και τα στεφάνια, οι κλώνοι κ.τ.λ. στολίζονται από πάνω μέχρι κάτω με φύλλα, λουλούδια, λουρίδες από διάφορα υφάσματα, επιχρυσωμένα τσόφλια αυγών κ.τ.λ., ενώ στην κορφή του κονταριού υπάρχει ένας ανεμοδείχτης ή μια σημαία». Το στήσιμο του Μαγιάτικου κονταριού, του οποίου ο στολισμός γίνεται από τις κόρες του χωριού, θεωρείται μεγάλη γιορτή. Οι άνθρωποι μαζεύονται απ’ όλες τις συνοικίες και χορεύουν γύρο) από (χυτό σε μεγάλους κύκλους.
I KK
Παρόμοια έθιμα του μεσοκαλόκαιρου παρατηρήΟηκαν στο παρελθόν και σε μερικά μέρη της Γερμανίας. Έτσι, στις πόλεις που είναι στα Όρη Άνω Χάρζ, υψηλά έλατα, με το φλοιό ξεφλουδισμένο στο κάτω μέρος του κορμού τους, στήνονταν στο ύπαιθρο και στολίζονταν με λουλούδια και αυγά, βαμμένα κίτρινα και κόκκινα. Γύρω απ’ αυτά τα δέντρα χόρευαν την ημέρα οι νέοι και το βράδυ οι γέροι. Σε μερικά μέρη επίσης της Βοημίας το στήσιμο του Μαγιάτικου κονταριού ή του δέντρου του μεσοκαλόκαιρου γίνεται την παραμονή του Αγίου Ιωάννου. Οι έφηβοι πηγαίνουν στο δάσος και φέρνουν ένα υψηλό έλατο ή πεύκο και το τοποθετούν σ’ ένα ύψωμα, όπου τα κορίτσια το στολίζουν με ανθοδέσμες, στεφάνια και κόκκινες κορδέλες' έπειτα αυτό καίγεται.
Θα ήταν άτοπο να παραθέσουμε σε μάκρος τα έθιμα που επικράτησαν σε διάφορα μέρη της Ευρώπης, όπως στην Αγγλία, Γαλλία και Γερμανία, σχετικά με το στήσιμο του Μαγιάτικου δέντρου ή κονταριού την ημέρα της Πρωτομαγιάς. Γι’ αυτό θ’ αρκε- στούμε σε λίγα παραδείγματα. Ο πουριτανός συγγραφέας Φίλιπ Σταμπς, στο βιβλίο του Anatomie of Abuses, που εκδόθηκε για πρώτη φορά στο Λονδίνο το 1583, περιγράφει με φανερή αηδία πώς οι άνθρωποι συνήθιζαν να φέρνουν το Μαγιάτικο κοντάρι στις μέρες της καλής Βασίλισσας Ελισάβετ. Η περιγραφή του μας δίνει μία ζωντανή εικόνα της εύθυμης Αγγλίας της παλιάς εποχής. «Κατά το Μάιο, την Κυριακή της Πεντηκοστής ή άλλες φορές, όλοι οι νέοι και οι νέες καθώς και οι μεγάλοι άντρες και γυναίκες περιπλανιούνται τη νύχτα στα δάση, στα άλση, στους λόφους και στα βουνά, όπου διασκεδάζουν και το πρωί επιστρέφουν φέρνοντας μαζί τους σημύδα και κλάδους δέντρων, για να στολίσουν περισσότερο τις συγκεντρώσεις τους. Και δεν κρατούν προσχήματα, γιατί είναι παρών ανάμεσά τους ένας μεγάλος Κύριος, σαν επόπτης και Κύριος των διασκεδάσεών τους, που ονομάζεται Σά- θαν, πρίγκιπας της κόλασης. Αλλά το κυριότερο κόσμημα που φέρνουν μαζί τους είναι το Μαγιάτικο κοντάρι, που το πηγαίνουν σπίτι τους με μεγάλο σεβασμό, ως εξής: Έχουν είκοσι ή σαράντα ζεύγη βοδιών και στην άκρη των κεράτων κάθε βοδιού έχουν τοποθετήσει μια ανθοδέσμη. Αυτά τα βόδια σέρνουν το Μαγιάτικο κοντάρι (αυτό το μάλλον βρώμικο είδωλο), που είναι καλυμμένο ολόκληρο με λουλούδια και βότανα, δεμένα με σπάγγους από πάνω μέχρι κάτω και μερικές φορές βαμμένα με διάφορα χρώματα, και που το ακολουθούν με μεγάλη ευλάβεια διακόσιοι ή τριακόσιοι άντρες, γυναίκες και παιδιά. Στη συνέχεια το στήνουν όρθιο
189
κρεμώντας στην κορφή του μαντίλια και σημαίες και στρώνοντας στο έδαφος ψάθες, ενώ γύρω του δένουν πράσινους κλώνους και στερεώνουν κληματαριές για καλοκαιρινά κιόσκια. Μετά ρίχνονται στο χορό γύρω απ’ αυτό, όπως έκαναν οι ειδωλολάτρες κατά την αφιέρωση των Ειδώλων τους, η οποία αποτελεί τέλειο πρότυπο ή μάλλον πρόκειται για το ίδιο έθιμο. Άκουσα να λένε αξιόπιστοι (και μάλιστα viva voce) άνθρωποι με μεγάλη σοβαρότητα και υπόληψη ότι από τις σαράντα, εξήντα ή εκατό παρθένες κόρες που πηγαίνουν εκείνη τη νύχτα στο δάσος είναι σπάνιο το ένα τρίτο απ’ αυτές να επιστρέψουν στο σπίτι αμόλυντες».
Στη Σουαβία, την πρώτη του Μάη, συνήθιζαν να φέρνουν στο χωριό ένα ψηλό έλατο, το οποίο στόλιζαν με κορδέλες και στη συνέχεια το έστηναν όρθιο, χορεύοντας εύθυμα γύρω του με συνοδεία μουσικής. Το δέντρο έμενε στο χωριό έναν ολόκληρο χρόνο, μέχρι που ένα νέο δέντρο μεταφερόταν την επόμενη Πρωτομαγιά. Στη Σαξονία πάλι, «οι άνθρωποι δεν ήταν ευχαριστημένοι φέρνοντας συμβολικά το καλοκαίρι (σαν βασιλιά ή βασίλισσα) στο χωριό, αλλά έφερναν αυτό το ίδιο το πράσινο από τα δάση ακόμη και μέσα στα σπίτια τους. Είναι δηλαδή τα Μαγιάτικα δέντρα ή δέντρα της Πεντηκοστής και των μετέπειτα ημερών, που αναφέρονται σε ντοκουμέντα από το δέκατο τρίτο αιώνα και μετά. Η προσαγωγή του Μαγιάτικου δέντρου ήταν επίσης μια γιορτή. Οι άνθρωποι πήγαιναν έξω στα δάση, για ν’ αναζητήσουν το Μάη (majum quaerere) κι έφερναν στο χωριό νεαρά δέντρα, κυρίως έλατα και σημύδες, τα οποία έστηναν μπροστά στις πόρτες των σπιτιών τους ή των στάβλων ή μέσα στα δωμάτια. Καθώς έ.χουμε ήδη αναφέρει, οι νέοι έστηναν τέτοια Μαγιάτικα δέντρα μπροστά στα δωμάτια των αγαπημένων τους. Εκτός απ’ αυτά τα δέντρα για την οικογένεια, ένα μεγάλο Μαγιάτικο δέντρο ή Μαγιάτικο κοντάρι, το οποίο μεταφερόταν με επίσημη συνοδεία στο χωριό, στηνόταν στη μέση του χωριού ή στην αγορά της πόλης. Αυτό το δέντρο το είχε διαλέξει ολόκληρη η κοινότητα και το πρόσεχαν όλοι με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Γενικά το δέντρο ήταν γυμνό από κλαδιά και φύλλα, εκτός από την κορυφή του, στην οποία τοποθετούσαν, πέρα από τις πολύχρωμες κορδέλες και τα πολύχρωμα ρούχα, διάφορα τρόφιμα, όπως λουκάνικα, πίτες και αυγά. Οι νέοι εξασκούο'αν τους εαυτούς τους για ν’ αποχτήσουν αυτά τα βραβεία. Στα λιγδιασμένα κοντάρια που βλέπουμε ακόμη στα πανηγύρια μας, έχουμε ένα κατάλοιπο αυτών των παλιών Μα- γιάτικο>ν κονταριών. Συνήθως γινόταν ένας αγώνας δρόμου ή ιπ
190
ποδρομία γι’ αυτό το Μαγιάτικο δέντρο -μ ια γιορτή για την Κυριακή της Ιΐΐ'.ντηκοστής, η οποία με το πέρασμα του χρόνου έχασε το σκοπό της και διατηρήθηκε μέχρι σήμερα σαν ένα λαϊκό έθιμο σε πολλά μέρη της Γερμανίας». Στο Μπορντώ, την πρώτη του Μάη τα αγόρια κάθε δρόμου συνήθιζαν να στήνουν σ’ αυτόν ένα Μαγιάτικο κοντάρι, που το στόλιζαν με στεφάνια και μια μεγάλη κορώνα και κάθε βράδυ, στη διάρκεια όλου του μήνα, οι νέοι άνθρωποι και των δύο φύλων τραγουδούσαν και χόρευαν γύρω του. Μέχρι και σήμερα Μαγιάτικα δέντρα στολισμένα με λουλούδια και κορδέλες στήνονται την Πρωτομαγιά σε κάθε χωριό και χωριουδάκι στη χαρούμενη Προβηγκία. Κάτω απ’ αυτά τα δέντρα οι νέοι διασκεδάζουν και οι γέροι ξεκουράζονται.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, σαφώς το έθιμο είναι ή ήταν να φέρνουν ένα καινούργιο Μαγιάτικο δέντρο κάθε χρόνο. Στην Αγγλία όμως φαίνεται να έχει γίνει κανόνας, τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια, το Μαγιάτικο κοντάρι του χωριού να παραμένει το ίδιο και να μην ανανεώνεται κάθε χρόνο. Τα χωριά της Άνω Βαυαρίας πάλι αντικατασταίνουν το Μαγιάτικο κοντάρι τους κάθε τρία, τέσσερα ή πέντε χρόνια. Αυτό είναι ένα έλατο από το δάσος, στο οποίο, ανάμεσα στα στεφάνια, στις σημαίες και στις επιγραφές που το διακοσμούν, ένα βασικό στοιχείο αποτελεί η δέσμη του πράσινου φυλλώματος, η οποία βρίσκεται στην κορφή του «σαν ένα ενθύμιο ότι σ’ αυτό δεν έχουμε να κάνουμε μ’ ένα άψυχο κοντάρι, αλλά μ’ ένα ζωντανό δέντρο του δάσους». Δύσκολα μπορούμε ν’ αμφιβάλλουμε ότι αρχικά ήταν παντού η πρακτική να στήνουν κάθε χρόνο ένα καινούργιο Μαγιάτικο δέντρο. Καθώς ο σκοπός του εθίμου ήταν να φέρουν το καρποφόρο πνεύμα της βλάστησης ξαναζωντανεμένο την άνοιξη, το αποτέλεσμα θα ματαιωνόταν, αν αντί για ένα ζωντανό, πράσινο και γεμάτο χυμούς δέντρο είχε στηθεί ένα παλιό και ξεραμένο χρόνο μετά το χρόνο ή αν ανέχονταν να είναι στημένο εκεί διαρκώς. Όταν όμως ξεχά- στηκε η σημασία του εθίμου και το Μαγιάτικο δέντρο θεωρήθηκε απλά σαν μέσο πανηγυριού, οι άνθρωποι είδαν ότι δεν υπήρχε λόγος να κόβουν κάθε χρονο ένα καινούργιο δέντρο και προτίμησαν ν’ αφήσουν το ίδιο δέντρο να στέκεται εκεί για πάντα, μόνο που την Πρωτομαγιά το διακοσμούσαν με φρέσκα λουλούδια. Αλλά ακόμα κι όταν το Μαγιάτικο κοντάρι είχε γίνει έτσι ένα εξάρτημα, μερικές φορές ήταν αισθητή η ανάγκη να δώσουν σ’ αυτό την εμφάνιση ενός ζωντανού δέντρου και όχι ενός νεκρού κονταριού. Έτσι στο Weverham του Cheshire «υπάρχουν δύο
191
Μαγιάτικα κοντάρια, τα οποία είναι στολισμένα την ημέρα αυτή (Πρωτομαγιά) με όλη την προσοχή που απαιτεί η αρχαία επισημότητα’ στις πλευρές τους έχουν κρεμασμένα στεφάνια και η κορφή τους τελειώνει σε μια σημύδα ή σε άλλο ψηλόλιγνο δέντρο με τα φύλλα του’ ο κορμός του δέντρου αυτού ξεφλουδίζεται και συνδέεται με το κοντάρι έτσι, ώστε να δίνει την εντύπωση ενός δέντρου στην κορφή του κονταριού». Η ανανέωση δηλαδή του Μαγιάτικου δέντρου μοιάζει με τη Μαγιάτικη Συγκομιδή' καθε- μία έχει σκοπό της να εξασφαλίσει ένα νέο τμήμα του καρπερού πνεύματος της βλάστησης και να το διατηρήσει όλο το χρόνο. Αλλά, επειδή το αποτέλεσμα της Μαγιάτικης Συγκομιδής περιορίζεται στην αύξηση της σοδειάς, το Μαγιάτικο δέντρο ή ο Μαγιάτικος κλάδος εκτείνεται, όπως είδαμε, στις γυναίκες και στα ζώα. Τέλος είναι αξιοσημείωτο ότι το παλιό Μαγιάτικο δέντρο μερικές φορές καίγεται στο τέλος του χρόνου. Έτσι στην περιφέρεια της Πράγας οι νέοι σπάζουν κομμάτια από το δημόσιο Μαγιάτικο δέντρο και τα βάζουν πίσω από τις ιερές εικόνες στα δωμάτιά τους, όπου παραμένουν μέχρι την επόμενη Πρωτομαγιά’ και τότε καίγονται στο τζάκι. Στη Βυρτεμβέργη οι θάμνοι που τοποθετούνται στα σπίτια την Κυριακή των Βαίων μερικές φορές μένουν εκεί για ένα χρόνο και μετά καίγονται.
Αυτά είναι αρκετά, για να κατανοήσουμε την αντίληψη που υπήρχε, ότι το πνεύμα του δέντρου ήταν ενσωματωμένο στο δέντρο ή σύμφυτο με αυτό. Έχουμε τώρα να δείξουμε ότι το πνεύμα του δέντρου θεωρείται συχνά και εικονίζεται ως αποσπασμένο από το δέντρο και ντυμένο με ανθρώπινη μορφή' και ακόμα ως ενσωμάτωση σε ζωντανούς άντρες ή γυναίκες. Η απόδειξη γι’ αυτή την ανθρωπομορφική παρουσία του πνεύματος του δέντρου συναντιέται πλατιά στα λαϊκά έθιμα των Ευρωπαίων χωρικών.
Υπάρχει μια διδακτική κατηγορία περιπτώσεων, στην οποία το πνεύμα του δέντρου εικονίζεται ταυτόχρονα και με μορφή φυτού και με μορφή ανθρώπου, που είναι τοποθετημένες πλάι πλάι σαν μια ρητή προϋπόθεση για να εξηγήσουν η μία την άλλη. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις η ανθρώπινη απεικόνιση του πνεύματος του δέντρου είναι μερικές φορές μια κούκλα κι άλλες φορές ένας ζωντανός άνθρωπος' αλλά, είτε κούκλα είτε άνθρωπος, τοποθετείται δίπλα σ’ ένα δέντρο ή κλώνο, έτσι που μαζί ο άνθρωπος ή η κούκλα και το δέντρο ή ο κλώνος σχηματίζουν ένα είδος δίγλωσσης επιγραφής, ή μάλλον, όπως θα λέγαμε, το ένα ον είναι η εξήγηση του άλλου. Εδώ λοιπόν δεν υπάρχουν περιθώρια αμφιβολίας ότι
192
το πνεύμα του δέντρου ακονίζεται πράγματι με ανθρώπινη μορφή. Έτσι στη Βοημία την τέταρτη Κυριακή της Σαρακοστής, νεαροί ρίχνουν στο νερό μια κούκλα που ονομάζουν Θάνατο' τότε τα κορίτσια πηγαίνουν στο δάσος, κόβουν ένα νέο δέντρο και δένουν σ’ αυτό μια κούκλα ντυμένη στ’ άσπρα που μοιάζει με γυναίκα' στη συνέχεια με αυτό το δέντρο και την κούκλα γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι μαζεύοντας φιλοδωρήματα και τραγουδώντας τραγούδια με την ακόλουθη επωδό:
«Μετα<ρέρουμε το Θάνατο έξω από το χωριό.Φέρνουμε το Καλοκαίρι μέσα στο χωριό.»
Εδώ, θα δούμε αργότερα, το «Καλοκαίρι» είναι το πνεύμα της βλάστησης που επιστρέφει ή ξαναζωντανεύει την άνοιξη. Σε μερικά μέρη της χώρας μας παιδιά τριγυρίζουν με μικρές απομιμήσεις των Μαγιάτικων κονταριών και ζητούν πένες, έχοντας ακόμη μαζί τους και μία καλοντυμένη κούκλα, που την ονομάζουν Κυρία του Μάη. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι ολοφάνερο ότι το δέντρο και η κούκλα θεωρούνται ισάξια.
Στο Θαν της Αλσατίας, ένα κορίτσι που ονομάζουν Μικρό Μαγιάτικο Τριαντάφυλλο, ντυμένο στ’ άσπρα, κρατάει ένα μικρό Μαγιάτικο δέντρο, που είναι στολισμένο με στεφάνια και κορδέλες, ενώ οι φίλες της μαζεύουν δώρα πηγαίνοντας από πόρτα σε πόρτα και τραγουδώντας το τραγούδι που ακολουθεί:
«Μικρό Μαγιάτικο Τριαντάφυλλο κάνε τρεις γύρους,Άσε μας να σε κοιτάξουμε γύρω γύρω!Τριαντάφυλλο του Μάη, έλα στο δάσος,Θα είμαστε όλοι χαρούμενοι.Έτσι πάμε από το Μάιο στα τριαντάφυλλα.»
Στην πορεία του το τραγούδι εκφράζει μια ευχή για εκείνους που δε δίνουν τίποτα' να χάσουν τα πτηνά τους από το κουνάβι, τ’ αμπέλι τους να μη βγάλει σταφύλια, η καρυδιά τους να μην κάνει καρύδια, το χωράφι τους να μη βγάλει σιτηρά' υποτίθεται ότι η παραγωγή της χρονιάς ρυθμίζεται από τα δώρα που προσ- φέρονται σ’ αυτές τις τραγουδίστριες του Μάη. Εδώ, όπως και στις προηγούμενες περιπτώσεις, όπου παιδιά με πράσινους κλώνους ή στεφάνια τριγυρίζουν την Πρωτομαγιά τραγουδώντας και μαζεύοντας χρήματα, η εξήγηση είναι ότι αυτά μαζί με το πνεύμα
193
της βλάστησης φέρνουν αφθονία και καλή τύχη στο σπίτι και γι’ αυτό περιμένουν ν’ αμειφθούν για την υπηρεσία τους. Στη Ρωσική Λιθουανία, την πρώτη του Μάη, συνήθιζαν να στήνουν ένα πράσινο δέντρο μπροστά στο χωριό. Μετά οι νεαροί αγρότες διάλεγαν το ωραιότερο κορίτσι και, αφού το στεφάνωναν και το τύλιγαν με κλάδους σημύδας, το έβαζαν δίπλα στο Μαγιάτικο δέντρο, ενώ αυτοί χόρευαν, τραγουδούσαν και φώναζαν: «Μάη! Μάη!». Στο Μπρι (Isle de France) ένα Μαγιάτικο δέντρο στήνεται στη μέση του χωριού' η κορφή του στεφανώνεται με λουλούδια, ενώ στο κάτω μέρος τυλίγεται με φύλλα και κλωνάρια κι ακόμη χαμηλότερα με μεγάλα πράσινα κλαδιά. Τα κορίτσια χορεύουν γύρω του και συγχρόνως ένας νεαρός, που είναι τυλιγμένος με φύλλα και ονομάζεται Πατέρας του Μάη, οδηγείται γύρω γύρω. Στις μικρές πόλεις που είναι στα βουνά Φράνκεν Ουόλντ της Βόρειας Βαυαρίας, στις δύο Μαΐου, στήνουν ένα δέντρο Walber μτ:ροστά από μια ταβέρνα κι ένας άντρας, τυλιγμένος με άχυρα από την κορφή μέχρι τα νύχια με τέτοιο τρόπο, ώστε τα στάχυα ενωμένα πάνω απ’ το κεφάλι του να σχηματίζουν στέμμα, χορεύει γύρω από το δέντρο. Αυτός ονομάζεται Walber και παλιότερα συνήθιζαν να τον οδηγούν με πομπή μέσα από τους δρόμους, που ήταν στολισμένοι με βλαστούς σημύδας.
Στους Σλαύους της Καρινθίας, την ημέρα του Αγίου Γεωργίου (στις είκοσι τρεις του Απρίλη), οι νέοι στολίζουν με λουλούδια και στεφάνια ένα δέντρο που έχει κοπεί την παραμονή της γιορτής. Στη συνέχεια το δέντρο μεταφέρεται με πομπή, κάτω από τους ήχους της μουσικής και μέσα σε χαρούμενες επευφημίες, ενώ το κύριο πρόσωπο της πομπής είναι ο Πράσινος Γιώργος, ένας νεαρός ντυμένος από την κορφή μέχρι τα νύχια με πράσινα κλαδιά σημύδας. Στο τέλος της γιορτής ο Πράσινος Γιώργος, δηλαδή το ομοίωμά του, ρίχνεται στο νερό. Στόχος του νεαρού, που παίζει το ρόλο του Πράσινου Γιώργου, είναι να βγει από το πολύφυλλο περιτύλιγμά του και ν’ αντικατασταθεί από το ομοίωμά του τόσο επιδέξια, ώστε κανείς να μην αντιληφθεί την αλλαγή. Σε πολλά όμως μέρη ρίχνουν τον ίδιο το νεαρό, που παίζει το ρόλο του Πράσινου Γιώργου, σ’ ένα ποτάμι ή σε μία λίμνη μι: φανερό σκοπό να εξασφαλίσουν βροχή, για να πρασινίσουν τα χωράφια και τα λιβάδια το καλοκαίρι. Σε άλλα επίσης μέρη στεφανώνουν τα ζώα και τα οδηγούν έξω από τους στάβλους τους μι: τη συνοδεία του ακόλουθου τραγουδιού:
1‘Μ
«Φέρνουμε τον Πράσινο Γιώργο,Συνοδεύουμε τον Πράσινο Γιώργο,Μακάρι να θρέψει καλά τα χόρτα μας.Εάν όχι, στο νερό μαζί του.»
Εδώ βλέπουμε ότι οι ίδιες δυνάμεις για τη δημιουργία βροχής και την προστασία των ζώων, που αποδίνονται στο πνεύμα του δέντρου, όταν αυτό θεωρείται ενσωματωμένο στο δέντρο, οι ίδιες επίσης αποδίνονται και στο πνεύμα του δέντρου που απεικονίζεται από ένα ζωντανό άνθρωπο.
Για τους τσιγγάνους της Τρανσυλβανίας και Ρουμανίας, η γιορτή του Πράσινου Γιώργου είναι η πιο σπουδαία γιορτή της άνοιξης. Μερικοί τον γιορτάζουν τη Δευτέρα του Πάσχα, ενώ άλλοι την ημέρα του Αγίου Γεωργίου (στις είκοσι τρεις του Απρίλη). Την παραμονή της γιορτής κόβουν μια νέα ιτιά, που τη στολίζουν με στεφάνια και φύλλα και στη συνέχεια τη στήνουν στο έδαφος. Οι επίτοκες γυναίκες βάζουν ένα από τα ρούχα τους κάτω από το δέντρο και το αφήνουν εκεί όλη τη νύχια' εάν το επόμενο πρωί βρουν ένα φύλλο του δέντρου πάνω στο ρούχο, τότε ξέρουν ότι η γέννα τους θα είναι εύκολη. Άρρωστοι και γέροι άνθρωποι πηγαίνουν στο δέντρο το βράδυ και φτύνοντας σ’ αυτό τρεις φορές λένε: «Εσύ θα πεθάνεις γρήγορα, άσε όμως εμάς να ζήσουμε». Το επόμενο πρωί οι τσιγγάνοι σηκώνουν από κάτω την ιτιά. Η κυριότερη μορφή της γιορτής είναι ο Πράσινος Γιώργος, ένας νεαρός καλυμμένος από την κορφή μέχρι τα νύχια με πράσινα φύλλα και λουλούδια. Αυτός πετάει μερικές χούφτες χόρτου στα ζώα της φυλής, για να μην τους λείψει η τροφή κατά τη διάρκεια της χρονιάς. Μετά παίρνει τρία σιδερένια καρφιά, που έχουν μείνει τρεις μέρες και τρεις νύχτες στο νερό, και τα καρφώνει στην ιτιά' έπειτα τα βγάζει και τα εκσφενδονίζει σ’ ένα ρυάκι, για να εξευμενίσει τα πνεύματα του νερού. Τέλος, γίνεται μια προσποίηση ότι ρίχνουν στο νερό τον Πράσινο Γιώργο, αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται για μια κούκλα, φτιαγμένη από κλαδιά και φύλλα, που τη ρίχνουν στο ποτάμι. Σ’ αυτή την εξήγηση του εθίμου, οι δυνάμεις που χαρίζουν μια εύκολη γέννα στις γυναίκες και ζωτική ενέργεια στους ασθενείς και στους γέροντες σαφώς αποδίνονται στην ιτιά' ενώ ο Πράσινος Γιώργος, το ανθρώπινο δίδυμο του δέντρου, δίνει τροφή στα ζώα κι επιπλέον εξασφαλίζει την εύνοια των πνευμάτων του νερού, φέρνοντας αυτά σε έμμεση επικοινωνία με το δέντρο.
195
Χωρίς ν’ αναφέρουμε περισσότερα παραδείγματα με την ίδια επίδραση, μπορούμε να συνοψίσουμε τ’ αποτελέσματα των προηγουμένων σελίδων στα λόγια του Μάνχαρντ: «Τα έθιμα που αναφέρθηκαν είναι αρκετά για να στερεώσουν με βεβαιότητα το συμπέρασμα, ότι σ’ αυτές τις ανοιξιάτικες πομπές το πνεύμα της βλάστησης εικονίζεται συχνά και από το Μαγιάτικο δέντρο και από έναν άντρα ντυμένο με πράσινα φύλλα ή λουλούδια ή από ένα κορίτσι στολισμένο με όμοιο τρόπο. Είναι το ίδιο πνεύμα που δίνει ψυχή στο δέντρο και δραστηριότητα στα κατώτερα φυτά και το οποίο έχουμε αναγνωρίσει στο Μαγιάτικο δέντρο και στη Μαγιάτικη Συγκομιδή. Το πνεύμα υποτίθεται επίσης ότι δηλώνει την παρουσία του στο πρώτο λουλούδι της άνοιξης και αποκαλύπτει τον εαυτό του και σ’ ένα κορίτσι που αντιπροσωπεύει ένα Μαγιάτικο τριαντάφυλλο καθώς και στο πρόσωπο του Walber, ως δωρητή της συγκομιδής. Η πομπή με τον αντιπρόσωπο της θεότητας υποτίθεται ότι έφερνε τα ίδια ευεργετικά αποτελέσματα στα πτηνά, στα καρποφόρα δέντρα και στη συγκομιδή, όπως η παρουσία της ίδιας της θεότητας. Με άλλα λόγια ο μεταμφιεσμένος δεν απεικονιζόταν ως απλό είδωλο, αλλά ως πραγματικός αντιπρόσωπος του πνεύματος της βλάστησης" απ’ αυτό πηγάζει και η εκφρασμένη ευχή των συνοδών του Μαγιάτικου τριαντάφυλλου και του Μαγιάτικου δέντρου για εκείνους οι οποίοι αρνιούνται σ’ αυτούς δώρα από αυγά, καπνιστό χοιρινό και άλλα, να μην έχουν μερίδιο στις ευλογίες, τις οποίες έχει τη δύναμη να δώσει το πνεύμα που περιοδεύει. Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι αυτές οι παρακλητικές πομπές με τα δέντρα του Μάη ή τα κλαδιά του Μάη από πόρτα σε πόρτα («που φέρνουν το Μάη ή το καλοκαίρι») αρχικά είχαν παντού μια σπουδαία και, κατά κάποιο τρόπο, μυσταγωγική σημασία. Οι άνθρωποι πράγματι πίστευαν ότι ο θεός της ανάπτυξης υπήρχε αόρατος μέσα στον κλώνο και δια μέσου της πομπής μεταφερόταν από σπίτι σε σπίτι, για να δώσει τις ευλογίες του. Τα ονόματα Μάιος, Πατέρας Μάιος, Κυρία του Μάη, Βασίλισσα του Μάη, με τα οποία συχνά φανερώνεται το ανθρωπομορφικό πνεύμα της βλάστησης, δείχνουν ότι η ιδέα του πνεύματος της βλάστησης συγχωνεύεται με μια προσωποποίηση της εποχής κατά την οποία εκδηλώνονται πολύ έντονα οι δυνάμεις του πνεύματος».
Μέχρι τώρα έχουμε δει ότι το πνεύμα του δέντρου ή το πνεύμα της βλάστησης σε γενικές γραμμές παρασταίνεται είτε με μορφή φυτού μόνο, όπως είναι ένα δέντρο, ένας κλώνος ή ένα
1%
λουλούδι, είτε με μορφή φυτού και ανθρώπου ταυτόχρονα, όπως είναι ένα δέντρο, ένας κλώνος ή ένα λουλούδι σε συνδυασμό με μια κούκλα ή ένα ζωντανό πρόσωπο. Μένει λοιπόν να δείξουμε ότι η απεικόνισή του από ένα δέντρο, κλώνο ή λουλούδι χάνεται τελείως μερικές φορές, ενώ η απεικόνισή του από ένα ζωντανό πρόσωπο παραμένει. Σ’ αυτή την περίπτωση ο αντιπροσωπευτικός χαρακτήρας του προσώπου σημειώνεται γενικά με το ντύσιμο αυτού ή αυτής με φύλλα ή λουλούδια' μερικές φορές επίσης αυτό φαίνεται από το όνομα που έχει αυτός ή αυτή.
Έτσι σε μερικά μέρη της Ρωσίας, την ημέρα του Αγίου Γεωργίου (στις είκοσι τρεις του Απρίλη), ένας νεαρός ντύνεται με φύλλα και λουλούδια, όπως ο δικός μας Τζακ στα πράσινα. Οι Σλοβένοι τον ονομάζουν Πράσινο Γιώργο. Αυτός λοιπόν κρατώντας στο ένα χέρι έναν αναμμένο δαυλό και στο άλλο μια πίτα, πηγαίνει στα χωράφια των δημητριακών με συνοδεία κοριτσιών, που τραγουδούν επίκαιρα τραγούδια. Έπειτα βάζουν φωτιά σ’ έναν κύκλο από χαμόκλαδα, στη μέση του οποίου βρίσκεται η πίτα. Τότε όλοι όσοι παίρνουν μέρος στην τελετή κάθονται κάτω, γύρω από τη φωτιά και μοιράζουν την πίτα μεταξύ τους. Σ’ αυτό το έθιμο ο Πράσινος Γιώργος, ντυμένος με φύλλα και λουλούδια, είναι εντελώς απαράλλαχτος με τον όμοια μεταμφιεσμένο Πράσινο Γιώργο που έχει σχέση μ’ ένα δέντρο, κατά τα έθιμα τα οποία παρατηρούνται την ίδια μέρα στην Καρινθία, Τρανσυλβανία και Ρουμανία. Είδαμε επίσης ότι στη Ρωσία τις ημέρες που ακολουθούν την Πεντηκοστή ντύνουν ένα δέντρο σημύδα με γυναικεία ρούχα και το στήνουν μέσα στο σπίτι. Σαφώς ισάξιο με αυτό είναι το έθιμο που παρατηρήθηκε να τηρείται από νεαρές Ρωσίδες στην περιοχή του Πινσκ, τη Δευτέρα της Πεντηκοστής. Αυτές διαλέγουν την ωραιότερη ανάμεσά τους, την τυλίγουν με φύλλα σημύδας και αγριοπλάτανου και την περιφέρουν στο χωριό.
Στη Ράχλα την άνοιξη, μόλις τα δέντρα αρχίζουν να πρασινίζουν, τα παιδιά μαζεύονται μια Κυριακή και πηγαίνουν στα δάση' εκεί διαλέγουν ένα παιδί από τους συμπαίχτες τους, για να είναι το Μικρό Ανθρώπινο Φύλλο. Έπειτα σπάζουν κλαδιά από τα δέντρα και τυλίγουν μ’ αυτά το παιδί τόσο σφιχτά, που μόνο τα παπούτσια του βγαίνουν έξω από τον πολύφυλλο μανδύα. Επίσης ανοίγουν τρύπες, για να βλέπει, και δύο από τα παιδιά οδηγούν το Μικρό Ανθρώπινο Φύλλο, για να μη σκοντάψει ή πέσει. Ύστερα τραγουδώντας και χορεύοντας το πηγαίνουν από σπίτι
197
σε σπίτι ζητώντας για δώρα τρόφιμα, όπως αυγά, κρέμα, λουκάνικα και πίτες. Τέλος, ραντίζουν με νερό το Ανθρώπινο Φύλλο και μετά γιορτάζουν με τα τρόφιμα που έχουν μαζέψει. Στο Φρί- κταλ της Ελβετίας, τις ημέρες μετά την Πεντηκοστή, τ’ αγόρια πηγαίνουν στο δάσος και τυλίγουν με πολύφυλλους κλώνους ένα παιδί από τη συντροφιά τους, που ονομάζεται αγροίκος της Πεντηκοστής' στη συνέχεια αυτός ανεβασμένος σ’ ένα άλογο και κρατώντας ένα πράσινο κλαδί στο χέρι του οδηγείται πίσω στο χωριό. Στο πηγάδι όμως του χωριού φωνάζουν έναν κουτσό και κατεβάζοντας από το άλογο τον πολύφυλλα ντυμένο αγροίκο τον βουτούν στη σκάφη. Μετά απ’ αυτό έχει το δικαίωμα να ραντίζει καθένα και εξασκεί το δικαίωμά του ιδιαίτερα στα κορίτσια και στα αγοράκια που είναι στο δρόμο, τα οποία βαδίζοντας μπροστά του σε ομάδες τον παρακαλούν να τους δώσει το βάπτισμα της Πεντηκοστής.
Στην Αγγλία, το πιο γνωστό παράδειγμα αυτών των μεταμφιεσμένων, των ντυμένων με φύλλα, είναι ο Τζακ στα Πράσινα, ένας καπνοδοχοκαθαριστής, ο οποίος περπατάει κλεισμένος σ’ ένα σκαρί σε σχήμα πυραμίδας από πλέγμα λυγαριάς, που είναι καλυμμένο με πρινάρι και κισσό και στην κορφή του έχει ένα στέμμα από λουλούδια και κορδέλες. Έτσι λοιπόν στολισμένος αυτός χορεύει την Πρωτομαγιά επικεφαλής μιας ομάδας καπνοδοχοκαθαριστών, οι οποίοι μαζεύουν πένες. Στο Φρίκταλ έχουν ένα παρόμοιο πλαίσιο από υλικό καλαθιού, που ονομάζεται Καλάθι της Πεντηκοστής. Μόλις τα δέντρα αρχίσουν ν’ ανθίζουν, οι έφηβοι του χωριού διαλέγουν ένα μέρος στο δάσος και φτιάχνουν αυτό το πλαίσιο με απόλυτη μυστικότητα από φόβο μήπως τους προλάβουν άλλοι. Πολύφυλλα κλαδιά τυλίγονται γύρω σε δύο στεφάνια, από τα οποία το ένα μένει στους ώμους του φορέα και το άλλο περιβάλλει τις κνήμες του. Στη συνέχεια ανοίγονται τρύπες για τα μάτια και το στόμα του και μια μεγάλη ανθοδέσμη στεφανώνει το σύνολο. Έτσι μεταμφιεσμένος αυτός παρουσιάζεται ξαφνικά στο χωριό κατά την ώρα του εσπερινού, ενώ μπροστά του προχωρούν τρία αγόρια που φυσούν κέρατα φτιαγμένα από φλοιό ιτιάς. Ο κύριος σκοπός των οπαδών του είναι να στήσουν το Καλάθι της Πεντηκοστής στην πηγή του χωριού και να το κρατήσουν, όπως κι αυτόν εκεί, παρά τις προσπάθειες εφήβων από γειτονικά χωριά να πάρουν το Καλάθι και να το τοποθετήσουν στη δική τους πηγή.
Στην κατηγορία των περιπτώσεων, τ<ον οποίο>ν είναι δείγ
198
ματα τα προηγούμενα, φαίνεται καθαρά ότι το ντυμένο μ»: φύλλα άτομο, το οποίο οδηγούν γύρω, είναι ισοδύναμο με το δέντρο του Μάη, με τον κλώνο του Μάη ή με την κούκλα του Μάη, που τα παιδιά περιφέρουν από σπίτι σε σπίτι ζητιανεύοντας. Και τα δύο αντιπροσωπεύουν το ευεργετικό πνεύμα της βλάστησης, του οποίου η επίσκεψη στο σπίτι ανταμείβεται με ένα χρηματικό δώρο ή με τροφή.
Συχνά το ντυμένο με φύλλα άτομο, που αντιπροσωπεύει το πνεύμα της βλάστησης, είναι γνωστό ως ο βασιλιάς ή η βασίλισσα' έτσι, για παράδειγμα, αυτός ή αυτή ονομάζεται ο Βασιλιάς του Μάη, ο Βασιλιάς της Πεντηκοστής, η Βασίλισσα του Μάη και τα παρόμοια. Αυτοί οι τίτλοι, όπως ο Μάνχαρντ παρατηρεί, σημαίνουν ότι το ενσωματωμένο πνεύμα της βλάστησης είναι ο άρχοντας, του οποίου η δημιουργική δύναμη είναι τεράστια.
Σ’ ένα χωριό κοντά στο Σαλζουέντελ, μετά την Πεντηκοστή, στήνουν ένα Μαγιάτικο δέντρο και τ’ αγόρια κάνουν αγώνα δρόμου για να φτάσουν σ’ αυτό' εκείνο που θα φτάσει πρώτο είναι βασιλιάς και του περνούν γύρω από το λαιμό ένα λουλουδένιο στεφάνι, ενώ στα χέρια του κρατάει ένα Μαγιάτικο θάμνο (λευ- κάκανθα), με τον οποίο, καθώς προχωρεί η πομπή, σκουπίζει τη δροσιά. Σε κάθε σπίτι αυτοί τραγουδούν ένα τραγούδι που εύχεται καλή τύχη στους ενοίκους αναφέροντας «τη μαύρη αγελάδα στο στάβλο, που βγάζει άσπρο γάλα, τη μαύρη κότα στη φωλιά, που γεννάει άσπρα αυγά» και συγχρόνως ζητούν αυγά, καπνιστό λαρδί και άλλα. Στο Έλγκοτ της Σιλεσίας παρατηρείται μία τελετή την εβδομάδα μετά την Πεντηκοστή, που ονομάζεται ο Αγώνας του Βασιλιά. Ένα κοντάρι μ’ ένα ύφασμα δεμένο σ’ αυτό στήνεται σ’ ένα λιβάδι και νέοι άντρες το προσπερνούν έφιπποι προσπαθώντας ο καθένας ν’ αρπάξει το ύφασμα, καθώς το άλογο καλπάζει. Εκείνος που πετυχαίνει να το αποσπάσει και να το βου- τήξει στο γειτονικό ποταμό Όντερ ανακηρύσσεται Βασιλιάς. Εδώ, το κοντάρι είναι καθαρά ένα υποκατάστατο του Μαγιάτικου δέντρου. Σε μερικά χωριά επίσης της Βρουνσβίκης, την εβδομάδα μετά την Πεντηκοστή, ένας Βασιλιάς του Μάη ντύνεται από την κορφή μέχρι τα νύχια μ’ ένα θάμνο του Μάη, ενώ την ίδια εποχή στη Θουριγγία έχουν ένα Βασιλιά του Μάη, αλλά ντυμένο διαφορετικά. Κατασκευάζουν δηλαδή ένα ξύλινο πλαίσιο στο οποίο μπορεί να σταθεί ένας άνθρωπος' αυτό το πλαίσιο καλύπτεται εντελώς με κλώνους σημύδας, ενώ στην κορφή του τοποθετείται ένα στέμμα από σημύδα και λουλούδια και πάνω σ’ αυτό δένεται ένα
199
κουδούνι. Στη συνέχεια πηγαίνουν το πλαίσιο στο δάσος και μέσα σ’ αυτό μπαίνει ο Βασιλιάς του Μάη. Οι υπόλοιποι αρχίζουν να ψάχνουν γι’ αυτόν κι όταν τον βρουν τον οδηγούν πίσω στο χωριό, μπροστά στον άρχοντα, στον ιερέα και σε άλλους, οι οποίοι πρέπει να μαντέψουν ποιος βρίσκεται μέσα στο πολύφυλλο πλαίσιο. Εάν δε μαντέψουν σωστά, ο Βασιλιάς του Μάη χτυπάει το κουδούνι του κουνώντας το κεφάλι του και τότε αυτός που απέ- τυχε στο μάντεμά του πληρώνει για πρόστιμο μπύρα ή κάτι παρόμοιο. Στο Ουάρστεντ, τ’ αγόρια, την εβδομάδα μετά την Πεντηκοστή, διαλέγουν με κλήρο ένα βασιλιά κι έναν αρχιεπιστάτη. Ο τελευταίος κρύβεται τελείως μέσα σε μια λευκάκανθα φορώντας ένα ξύλινο στέμμα τυλιγμένο με λουλούδια κι έχοντας ένα ξύλινο σπαθί. Ο βασιλιάς από την άλλη μεριά διακρίνεται μόνο από μια ανθοδέσμη στο κάλυμμα του κεφαλιού του κι από ένα καλάμι με μια κόκκινη κορδέλα δεμένη σ’ αυτό που κρατάει στο χέρι του. Αυτοί γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι ζητώντας αυγά κι απειλώντας όποιον δεν τους δώσει τίποτα, ότι οι κότες του δε θα γεννήσουν ούτε ένα αυγό όλο το χρόνο. Σ’ αυτό το έθιμο φαίνεται, κατά κάποιο τρόπο, ότι ο αρχιεπιστάτης έχει σφετεριστεί τα εμβλήματα του βασιλιά. Στο Hiidesheim, πέντε ή έξι νεαροί τριγυρίζουν το απόγευμα της Δευτέρας της Πεντηκοστής χτυπώντας κατά διαστήματα μεγάλα μαστίγια και μαζεύοντας αυγά από τα σπίτια. Το κύριο πρόσωπο της ομάδας είναι ο Βασιλιάς των Φύλλων, ένας έφηβος τυλιγμένος εντελώς με κλωνάρια σημύδας, που τίποτα απ’ αυτόν δεν μπορεί να φανεί παρά μόνο τα πόδια του, ενώ το παράστημά του συμπληρώνει ένα μεγάλο κάλυμμα κεφαλιού από κλωνάρια σημύδας. Αυτός κρατάει μια μακριά γκλίτσα, με την οποία προσπαθεί να πιάσει περιπλανώμενα σκυλιά και παιδιά. Σε μερικά μέρη της Βοημίας, τη Δευτέρα της Πεντηκοστής οι νεαροί μεταμφιέζονται φορώντας ψηλά καπέλα από φλοιό σημύδας στολισμένα με λουλούδια κι ένας απ’ αυτούς ντυμένος σαν βασιλιάς οδηγείται στο δάσος του χωριού πάνω σ’ ένα έλκηθρο' και αν στο δρόμο τους περάσουν από κάποια λιμνούλα, αναποδογυρίζουν το έλκηθρο μέσα σ’ αυτή. Όταν φτάσουν στο δάσος, μαζεύονται όλοι γύρω από το βασιλιά και ο.κήρυκας πηδάει πάνω σε μια πέτρα ή σκαρφαλώνει σ’ ένα δέντρο, από όπου απαγγέλλει σάτιρες για κάθε σπίτι και τους ενοίκους του. Ύστερα αποβάλλουν τις μεταμφιέσεις από φλοιό και τριγυρίζουν στο χωριό με γιορτινή ενδυμασία κρατώντας ένα δέντρο του Μάη και ζητιανεύοντας. Οι χωρικοί μερικές φορές τους δίνουν πίτες, αυγά και δημη
τριακά. Στην Κροσβάργκουλα, κοντά στη Λανγκενσάλτζα, το δέκατο όγδοο (ΐιώνα, συνήθιζαν να οδηγούν με πομπή έναν Πράσινο Βασιλιά, την εβδομάδα μετά την Πεντηκοστή. Αυτός ήταν κλεισμένος μέσα σε μια πυραμίδα από κλαδιά λεύκας, της οποίας η κορφή στολιζόταν με ένα βασιλικό στέμμα από κλαδιά και λουλούδια. Ήταν πάνω σε άλογο με την πολύφυλλη πυραμίδα γύρω του, έτσι ώστε το κάτω μέρος της άγγιζε το έδαφος, ενώ υπήρχε ένα άνοιγμα μόνο για το πρόσωπό του. Περιστοιχισμένος λοιπόν από έφιππους νεαρούς, προχωρούσε προς το δημαρχείο, το πρεσβυτέριο και αλλού, όπου όλοι έπιναν μπύρα. Στη συνέχεια, κάτω από τις εφτά φλαμουριές του γειτονικού Σόμερμπεργκ, ο Βασιλιάς του Πράσινου έβγαινε από το πράσινο περίβλημά του κι έδινε το στέμμα του στο Δήμαρχο, ενώ τα κλαδιά τα έμπηγαν στα χωράφια λιναριού, για να γίνει υψηλό το λινάρι. Με αυτό το τελευταίο χαρακτηριστικό φαίνεται καθαρά η γόνιμη επιρροή που αποδίνε- ται στον αντιπρόσωπο του πνεύματος του δέντρου.
Στο Πίλσεν (Βοημία), την εβδομάδα μετά την Πεντηκοστή, στήνεται στη μέση του χωριού μια κωνική καλύβα από πράσινα κλαδιά, χωρίς καθόλου πόρτα, προς την οποία βαδίζει μια ομάδα καβαλάρηδες από έφηβους του χωριού με επικεφαλής ένα βασιλιά, που έχει ένα ξίφος στο πλευρό του κι ένα καπέλο σε σχήμα κώνου ζάχαρης από βούρλα στο κεφάλι. Στην ακολουθία του υπάρχει ένας δικαστής, ένα κήρυκας κι ένα πρόσωπο που ονομάζεται βασανιστής των Βατράχων ή Δήμιος. Αυτός ο τελευταίος είναι ένα είδος κουρελή γελωτοποιού, που κρατάει ένα σκουριασμένο παλιό ξίφος και διασκελίζει μια ελεεινή άμαξα. Φτάνοντας στην καλύβα, ο κήρυκας κατεβαίνει από το άλογο και γυρίζοντας γύρω απ’ αυτή ψάχνει να βρει μια πόρτα' επειδή όμως δε βρίσκει καμιά, λέει: «Α, αυτό είναι μάλλον ένα μαγεμένο κάστρο' οι μάγισσες γλιστρούν σ’ αυτό μέσα από τα φύλλα και δε χρειάζονται πόρτα». Στο τέλος τραβάει το σπαθί του και πελεκώντας τα κλαδιά μπαίνει μέσα στην καλύβα, όπου υπάρχει μια καρέκλα, πάνω στην οποία κάθεται και κάνει έμμετρη κριτική για τα κορίτσια, τους αγρότες και τους υπηρέτες του αγροκτήματος, που ζουν στη γειτονιά. Όταν αυτό τελειώσει, ο βασανιστής Βατράχων προχωρεί και, αφού παρουσιάσει ένα κλουβί με βατράχια, στήνει μια αγχόνη και τα κρεμάει με τη σειρά. Στο Πλας, η τελετή διαφέρει σε ορισμένα σημεία. Ο βασιλιάς και οι στρατιώτες του είναι καλυμμένοι ολόκληροι με φλοιό στολισμένο με λουλούδια και κορδέλες' όλοι έχουν σπαθιά και ιππεύουν σε άλογα, στολισμένα με
201
πράσινα κλαδιά και λουλούδια. Ενώ λοιπόν οι κυρίες και τα κορίτσια του χωριού ακούνε κριτική για τον εαυτό τους στην κληματαριά, ο κήρυκας τσιμπάει και τρυπάει κρυφά ένα βάτραχο, μέχρι ν’ αρχίσει αυτός να κοάζει. Ο βασιλιάς απαγγέλλει την ποινή του θανάτου στο βάτραχο και ο δήμιος τον αποκεφαλίζει κι εκσφενδονίζει το ακέφαλο σώμα πάνω στους θεατές. Τέλος, ο βασι- λάς βγαίνει βίαια από την καλύβα και καταδιώκεται από τους στρατιώτες. Όπως παρατηρεί ο Μάνχαρντ, το τσίμπημα και ο αποκεφαλισμός του βατράχου είναι αναμφισβήτητα ένα μαγικό για τη βροχή. Έχουμε δει ήδη ότι μερικοί Ινδιάνοι του Ορινόκο χτυπούν βατράχους ως ρητή προϋπόθεση για την πρόκληση βροχής και ότι ο θάνατος ενός βατράχου είναι και Ευρωπαϊκό ξόρκι για τη βροχή.
Συχνά το πνεύμα της βλάστησης κατά την άνοιξη εικονίζε- ται από μία βασίλισσα παρά από ένα βασιλιά. Στο Λίμποβιτς (Βοημία), την τέταρτη Κυριακή της Σαρακοστής, κορίτσια ντυμένα στ’ άσπρα και φορώντας στα μαλλιά τους τα πρώτα ανοιξιάτικα λουλούδια, όπως βιολέτες και μαργαρίτες, περιφέρουν στο χωριό ένα κορίτσι, που ονομάζεται Βασίλισσα και είναι στεφανωμένο με λουλούδια. Κατά τη διάρκεια της παρέλασης, η οποία γίνεται με μεγάλη επισημότητα, κανένα από τα κορίτσια δεν πρέπει να σταθεί ακίνητο, αλλά όλα πρέπει να στροβιλίζονται διαρ- κώς και να τραγουδούν. Η Βασίλισσα αναγγέλλει σε κάθε σπίτι τον ερχομό της άνοιξης και εύχεται στους ενοίκους καλή τύχη κι ευδαιμονία, παίρνοντας δώρα ως αντάλλαγμα των ευχών της. Στη Γερμανική Ουγγαρία τα κορίτσια διαλέγουν το πιο όμορφο, για να είναι Βασίλισσα της εβδομάδας μετά την Πεντηκοστή, και στο μέτωπό της στερεώνουν ένα υψηλό στεφάνι. Στη συνέχεια την περιφέρουν στους δρόμους τραγουδώντας και σταματούν σε κάθε σπίτι για να τραγουδήσουν παλιές μπαλάντες και να πάρουν δώρα. Την Πρωτομαγιά, στη νοτιο-ανατολική Ιρλανδία, συνήθιζαν να διαλέγουν το πιο όμορφο κορίτσι, για να είναι Βασίλισσα της περιοχής επί δώδεκα μήνες. Τη στεφάνωναν με αγριολούλουδα και στη συνέχεια γινόταν γιορτή με χορό και αγροτικά αθλήματα, που έκλεινε το βράδυ με μια μεγάλη παρέλαση. Κατά τη διάρκεια της θητείας της, αυτή προέδρευε σε αγροτικές συγκεντρώσεις νέων ανθρώπων, σε χορούς και σε διασκεδάσεις. Εάν όμως παντρευόταν πριν από τη νέα Πρωτομαγιά, η εξουσία της τελείωνε, αλλά η διάδοχός της δεν εκλεγόταν, μέχρι να φτάσει εκείνη η μέρα. II Βασίλισσα του Μάη είναι οικεία στη Γαλλία και Αγγλία.
202
Μερικές φορές το πνεύμα της βλάστησης αντιπροσ(»πι;ύι:ται από ένα βασιλιά και μια βασίλισσα, έναν άρχοντα και μια αρχόντισσα ή από ένα γαμπρό και μία νύφη. Εδώ πάλι υπάρχει ο παραλληλισμός ανάμεσα στην ανθρωπόμορφη και τη φυτική απεικόνιση του πνεύματος του δέντρου, γιατί, όπως έχουμε ήδη συναντήσει, μερικές φορές τα δέντρα παντρεύονται μεταξύ τους. Στο Χάλφορντ του νότιου Ουορουικσάιρ, για παράδειγμα, την Πρωτομαγιά τα παιδιά πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι παρελαύνοντας σε δυάδες και έχοντας επικεφαλής ένα Βασιλιά και μια Βασίλισσα. Δύο αγόρια κρατούν το Μαγιάτικο κοντάρι, που έχει ύψος έξι ή εφτά πόδια και είναι καλυμμένο με λουλούδια και πρασινάδα. Κοντά στην κορφή του είναι στερεωμένα δύο σταυρωτά ραβδιά, που σχηματίζουν ορθή γωνία μεταξύ τους και είναι επίσης στολισμένα με λουλούδια, ενώ από τις άκρες τους κρέμονται στεφάνια το ίδιο στολισμένα. Τα παιδιά τραγουδούν στα σπίτια τραγούδια του Μάη και παίρνουν χρήματα, τα οποία χρησιμοποιούν για να πληρώσουν το απογευματινό τους τσάι στο ιδιωτικό εκπαιδευτήριο. Σ’ ένα χωριό της Βοημίας, κοντά στο Koniggratz, τη Δευτέρα της Πεντηκοστής τα παιδιά παίζουν το παιχνίδι του βασιλιά, κατά το οποίο ένας βασιλιάς και μια βασίλισσα βαδίζουν κάτω από ένα στέγαστρο θρόνου. Η βασίλισσα φοράει ένα στεφάνι και το πιο μικρό κορίτσι προχωρεί πίσω τους κρατώντας ένα πιάτο με δύο στεφάνια μέσα, ενώ αγόρια και κορίτσια, που ονομάζονται παρά- νυμφοι και παράνυμφες, τους ακολουθούν και πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι μαζεύοντας δώρα. Ένα τακτικό γνώρισμα του λαϊκού εορτασμού της εβδομάδας μετά την Πεντηκοστή, στη Σιλε- σία, ήταν και κατά κάποιο τρόπο εξακολουθεί να είναι ο αγώνας για τη βασιλεία. Ο αγώνας αυτός είχε διάφορες μορφές, αλλά ο στόχος του ή ο σκοπός του γενικά ήταν το δέντρο του Μάη ή το κοντάρι του Μάη. Μερικές φορές ο νέος που κατάφερνε να σκαρφαλώσει στο λείο κοντάρι και να πάρει το βραβείο ανακη- ρυσσόταν Βασιλιάς της εβδομάδας μετά την Πεντηκοστή και η αγαπημένη του Νύφη της εβδομάδας μετά την Πεντηκοστή. Έπειτα ο βασιλιάς κρατώντας το Μαγιάτικο θάμνο πήγαινε με την υπόλοιπη συντροφιά στην μπυραρία, όπου η διασκέδαση τελείωνε με χορούς και γιορτή. Συχνά οι νεαροί αγρότες και γεωργοί έκαναν αγώνες ιπποδρομίας προς το Μαγιάτικο κοντάρι, που ήταν στολισμένο με λουλούδια, κορδέλες κι ένα στέμμα. Αυτός που θα έφτανε πρώτος στο κοντάρι, γινόταν ο Βασιλιάς της εβδομάδας μετά την Πεντηκοστή κι εκείνη την ημέρα έπρεπε όλοι να υπα-
203
κούουν στις διαταγές του, ενώ ο χειρότερος αναβάτης γινόταν ο κλόουν. Στο Μαγιάτικο δέντρο όλοι κατέβαιναν από τ’ άλογα και σήκωναν στους ώμους τους το βασιλιά, ο οποίος σκαρφάλωνε επιδέξια στο κοντάρι και κατέβαζε το Μαγιάτικο θάμνο και το στέμμα που ήταν στερεωμένο στην κορφή. Στο διάστημα αυτό ο κλόουν έτρεχε στην μπυραρία, για να καταβροχθίσει τριάντα κουλούρες και να πιει με μανία τέσσερα λίτρα ποτό, όσο μπορούσε πιο γρήγορα. Τον ακολουθούσε ο βασιλιάς, που κρατούσε το Μαγιάτικο θάμνο και το στέμμα, επικεφαλής της ομάδας. Εάν κατά την άφιξή τους ο κλόουν είχε ήδη καταναλώσει τις κουλούρες καθώς και το ποτό και χαιρετούσε το βασιλιά με μια ομιλία κι ένα ποτήρι μπύρα, το λογιαριασμό τού τον πλήρωνε ο βασιλιάς, διαφορετικά έπρεπε να τον πληρώσει αυτός ο ίδιος. Μετά την ώρα της εκκλησίας η μεγαλοπρεπής παρέλαση γύριζε μέσα στο χωριό κι επικεφαλής της ήταν ο βασιλιάς πάνω σε άλογο, στολισμένος με λουλούδια και κρατώντας το Μαγιάτικο θάμνο. Μετά ερχόταν ο κλόουν με τα ρούχα του φορεμένα από την ανάποδη κι έχοντας στο πηγούνι του μια μακριά ξανθή γενειάδα και στο κεφάλι του το στέμμα της εβδομάδας μετά την Πεντηκοστή, ενώ ακολουθούσαν δύο ιππείς μεταμφιεσμένοι σε φρουρούς. Η πομπή σταματούσε σε κάθε αγρόκτημα, όπου οι δύο φρουροί κατέβαιναν από τ’ άλογα, έκλειναν τον κλόοουν μέσα στο σπίτι και απαιτούσαν από τη νοικοκυρά μια συνδρομή, για ν’ αγοράσουν σαπούνι και να πλύνουν τη γενειάδα του κλόουν. Το έθιμο επέτρεπε σ’ αυτούς να πάρουν όσα τρόφιμα δεν ήταν φυλαγμένα. Στο τέλος πήγαιναν στο σπίτι, όπου ζούσε η αγαπημένη του βασιλιά. Τότε αυτή έπαιρνε τον τίτλο της Βασίλισσας της εβδομάδας μετά την Πεντηκοστή και δεχόταν ανάλογα δώρα, δηλαδή μια πολύχρωμη ζώνη, ένα ύφασμα και μια ποδιά, ενώ ο βασιλιάς έπαιρνε σαν έπαθλο ένα γιλέκο, μια τραχηλιά και άλλα. Αυτός επίσης είχε το δικαίωμα να στήσει το Μαγιάτικο θάμνο ή το δέντρο της εβδομάδας μετά την Πεντηκοστή στην αυλή του αφεντικού του, όπου αυτό παρέμενε σαν δείγμα τιμής μέχρι την ίδια μέρα του επόμενου χρόνου. Τελικά η πομπή κατέληγε στην ταβέρνα, όπου ο βασιλιάς και η βασίλισσα άνοιγαν το χορό. Μερικές φορές ο Βασιλιάς και η Βασίλισσα της εβδομάδας μετά την Πεντηκοστή έπαιρναν το αξίωμά τους με διαφορετικό τρόπο. Ένας αχυράνθρωπος, σε φυσικό μέγεθος και φορώντας έναν κόκκινο σκούφο, μεταφερόταν πάνω σ’ ένα κάρο, ανάμεσα σε δύο οπλισμένους άντρες μεταμφιεσμένους σε φρουρούς, σ’ ένα μέρος όπου ένα ψευτοδικαστήριο
204
πι;ρίμι;νι: vu τον δικάσει. Ένα μεγάλο πλήθος ακολουθούσε το κάρο. Μετά από μια τυπική δίκη ο αχυράνθρπωος καταδικαζόταν σε θάνατο και δενόταν σ’ έναν πάσσαλο στον τόπο εκτελέσεων, ενώ οι νέοι άντρες έχοντας τα μάτια τους δεμένα προσπαθούσαν να τον τρυπήσουν με μία λόγχη. Αυτός που θα το κατόρθωνε γινόταν βασιλιάς και η αγαπημένη του βασίλισσα. Ο αχυράνθρωπος ήταν γνωστός με τ’ όνομα Γολιάθ.
Σε μια κοινότητα της Δανίας την εβδομάδα μετά την Πεντηκοστή επικρατούσε το έθιμο να ντύνουν ένα μικρό κορίτσι σαν τη νύφη της Πεντηκοστής κι ένα μικρό αγόρι σαν γαμπρό της. Αυτή στολιζόταν με όλη τη λεπτότητα μιας κανονικής νύφης και φορούσε ένα στέμμα με τα πιο φρέσκα λουλούδια της άνοιξης. Ο γαμπρός στολιζόταν επίσης με λουλούδια, κορδέλες και φιόγκους. Τα υπόλοιπα παιδιά στολίζονταν κι αυτά όσο μπορούσαν καλύτερα, με τα κίτρινα λουλούδια τρόλλιους και κάρθα. Μετά πήγαιναν με μεγάλη πομπή από αγροτόσπιτο σε αγροτόσπιτο' επικεφαλής της πομπής προχωρούσαν δύο κορίτσια σαν παράνυμ- φοι και έξι ή οκτώ καβαλάρηδες κάλπαζαν μπροστά, πάνω σε μικρά άλογα, αναγγέλλοντας τον ερχομό τους. Αυτοί έπαιρναν για προσφορές αυγά, βούτυρο, καρβέλια, αφρόγαλα, καφέ, ζάχαρη και κεριά από λίπος, τα οποία κουβαλούσαν μέσα σε καλάθια. 'Οταν είχαν γυρίσει όλα τα αγροκτήματα, μερικές γυναίκες των αγροτών βοηθούσαν για την προετοιμασία της γαμήλιας τελετής και τα παιδιά χόρευαν χαρούμενα φορώντας ξυλοπάπουτσα, που άφηναν το αποτύπωμά τους στο πάτωμα από λάσπη, μέχρι την ανατολή του ήλιου, όταν τα πουλιά άρχιζαν να τραγουδούν. Όλα αυτά όμως ανήκουν τώρα στο παρελθόν και μόνο οι γέροι θυμούνται ακόμα τη μικρή νύφη της Πεντηκοστής και τη μιμητική πομπή της.
Είδαμε ότι στη Σουηδία οι τελετές που συνδέονται με την Πρωτομαγιά ή την εβδομάδα μετά την Πεντηκοστή συνήθως γίνονται το Μεσοκαλόκαιρο. Έτσι, βρίσκουμε ότι σε μερικά μέρη της Σουηδικής επαρχίας Μπλέκιντζ εξακολουθούν να εκλέγουν τη Νύφη του Μεσοκαλόκαιρου, στην οποία δίνουν κάποτε και το «στεφάνι της εκκλησίας». Το κορίτσι διαλέγει για τον εαυτό του ένα γαμπρό και ακολουθεί μια συγκέντρωση για το ζευγάρι, το οποίο γι’ αυτή την περίπτωση θεωρείται ως αντρόγυνο. Και οι υπόλοιποι επίσης νέοι διαλέγουν ο καθένας τη νύφη του. Μια παρόμοια τελετή φαίνεται ότι εξακολουθεί να διατηρείται στη Νορβηγία.
205
Στο Μπριανσόν (Ντωφινέ) την Πρωτομαγιά οι έφηβοι τυλίγουν με πράσινα φύλλα ένα σύντροφό τους, τον οποίο η αγαπημένη του εγκατέλειψε ή παντρεύτηκε με άλλον. Αυτός ξαπλώνει στο έδαφος και προσποιείται ότι κοιμάται. Τότε ένα κορίτσι που τον αγαπά και θα ήθελε να τον παντρευτεί έρχεται και τον ξυπνά και, καθώς εκείνος σηκώνεται, του προσφέρει το χέρι της κι ένα νάρκισσο. Μετά πηγαίνουν στην μπυραρία, όπου το ζευγάρι οδηγεί το χορό. Αυτοί όμως πρέπει να παντρευτούν μέσα σ’ ένα χρόνο, διαφορετικά αντιμετωπίζονται σαν γεροντοπαλίκαρο και γεροντοκόρη και αποκλείονται από την παρέα των άλλων νεαρών. Ο έφηβος αυτός ονομάζεται ο Γαμπρός του μήνα Μάη. Στην μπυραρία αφαιρεί από πάνω του το ένδυμα από φύλλα, με το οποίο, καθώς και με λουλούδια, η σύντροφός του στο χορό φτιάχνει μία ανθοδέσμη και τη φοράει στο στήθος της την επόμενη μέρα, όταν ο συνοδός της την οδηγεί πάλι στην μπυραρία. Παρόμοιο είναι ένα Ρωσικό έθιμο που παρατηρήθηκε στην περιοχή Νερέχτα, την Πέμπτη, πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής. Τα κορίτσια πηγαίνουν σ’ ένα δάσος με σημύδες κι εκεί τυλίγουν μια ζώνη ή ταινία γύρω από μια μεγαλοπρεπή σημύδα, ενώ με τα χαμηλότερα κλαδιά της πλέκουν ένα στεφάνι και φιλάει μέσα απ’ αυτό η μία νέα την άλλη, κατά ζεύγη. Αυτά τα κορίτσια ονομάζονται μεταξύ τους κουμπάρες. Ένα από τα κορίτσια βαδίζοντας μπροστά μιμείται ένα μεθυσμένο, γι’ αυτό πέφτει κάτω, κυλιέται στο χορτάρι και προσποιείται ότι κοιμήθηκε γρήγορα. Τότε ένα άλλο κορίτσι ξυπνάει αυτήν που κάνει την κοιμισμένη και τη φιλά, ενώ όλο το πλήθος των κοριτσιών βαδίζει τραγουδώντας μέσα στο δάσος και φτιάχνει στεφάνια, τα οποία ρίχνει στο νερό' στη μοίρα αυτών των στεφανιών που επιπλέουν τα κορίτσια διαβάζουν και τη δική τους μοίρα. Εδώ, ο ρόλος του κοιμισμένου πιθανώς παιζόταν κάποτε από έναν έφηβο. Σ’ αυτά τα Γαλλικά και Ρωσικά έθιμα έχουμε έναν εγκαταλειμμένο γαμπρό και στη συνέχεια μια εγκαταλειμμένη νύφη. Την Καθαρά Τρίτη, οι Σλοβένοι του Oberkrain σέρνουν πάνω κάτω στο χωριό μια αχυρένια κούκλα με χαρούμενες κραυγές, την οποία μετά πετούν στο νερό ή την καίνε και από το ύψος της φλόγας κρίνουν την αφθονία της επόμενης σοδειάς. Τη θορυβώδη ομάδα ακολουθεί μια γυναίκα με μάσκα, που τραβάει μια μεγάλη σανίδα μ’ ένα σπάγγο και φωνάζει ότι είναι μια εγκαταλειμμένη νύφη.
Σύμφωνα με τα προηγούμενα, το ξύπνημα του εγκαταλειμμένου υπναρά σ’ αυτές τις τελετές είναι πιθανό ν’ αντιπροσωπεύει
206
το ξαναζωντάνεμα της βλάστησης την άνοιξη. Αλλά δεν είναι εύκολο ν’ αποδώσουμε τους αντίστοιχους ρόλους στον εγκαταλειμμένο γαμπρό και στο κορίτσι που τον ξυπνάει από τον ελαφρό του ύπνο. Είναι ο κοιμισμένος το άφυλλο δάσος ή η γυμνή χειμωνιάτικη γη; Είναι το κορίτσι που τον ξυπνάει η δροσερή χλόη ή η χαρούμενη ηλιοφάνεια της άνοιξης; Είναι πολύ δύσκολο με την απόδειξη μπροστά μας ν’ απαντήσουμε σ’ αυτές τις ερωτήσεις.
Στα Χάιλαντς της Σκωτίας, συνήθιζαν να παρασταίνουν γραφικά το ξαναζωντάνεμα της βλάστησης την άνοιξη, την Ημέρα της Αγίας Μπράιντ=Νύφης, την πρώτη Φεβρουάριου. Έτσι στις Εβρίδες «η κυρία και οι υπηρέτες κάθε οικογένειας παίρνουν ένα δεμάτι βρόμη, το ντύνουν με γυναικεία ρούχα και το βάζουν σ’ ένα μεγάλο καλάθι, ενώ δίπλα του τοποθετούν ένα ξύλινο ρόπαλο, το οποίο ονομάζουν κρεβάτι της Μπρίιντ' στη συνέχεια η κυρία και οι υπηρέτες φωνάζουν τρεις φορές “έρχεται η Μπρίιντ, καλωσορίζουμε την Μπρίιντ”. Αυτό γίνεται ακριβώς πριν πάνε για ύπνο και, όταν ξυπνήσουν το πρωί, κοιτάζουν στη στάχτη περι- μένοντας να δουν εκεί το αποτύπωμα του ρόπαλου της Μπρίιντ' εάν το δουν, θεωρούν αυτό ένα αληθινό προμήνυμα μιας καλής σοδειάς κι ενός ευτυχισμένου χρόνου, ενώ το αντίθετο το κρίνουν σαν έναν κακό οιωνό». Το ίδιο έθιμο περιγράφεται από έναν άλλο μάρτυρα ως εξής: «Τη νύχτα, πριν από τη γιορτή της Υπαπαντής, είναι συνήθεια να φτιάχνουν ένα κρεβάτι από σίτο και σανό, σ’ ένα μέρος του σπιτιού, κοντά στην πόρτα, και πάνω του ν’ απλώνουν μερικές κουβέρτες. Όταν αυτό ετοιμαστεί, ένα άτομο βγαίνει έξω από το σπίτι κι επαναλαμβάνει τρεις φορές... “Μπρίτζετ, Μπρίτζετ, έλα μέσα' το κρεβάτι σου είναι έτοιμο”. Αφήνουν μάλιστα ένα ή και περισσότερα κεριά αναμμένα κοντά στο κρεβάτι, όλη τη νύχτα». Το ίδιο στο Νησί του Ανθρώπου «την παραμονή της πρώτης Φεβρουάριου, γινόταν παλιά μία γιορτή, που λεγόταν στη γλώσσα των Mavus Laa’l Breeshey, προς τιμή της Ιρλανδής κυρίας που πήγε στο Νησί του Ανθρώπου, για να παραλάβει το πέπλο από τον Άγιο Μώγκολντ. Το έθιμο ήταν να συγκεντρώσουν ένα δέμα από πράσινα βούρλα και με αυτά στο χέρι να σταθούν στο κατώφλι της πόρτας προσκαλώντας την ιερή Αγία Μπρίτζετ να έρθει και να μείνει μαζί τους εκείνη τη νύχτα. Στη γλώσσα των Mavus, η πρόσκληση εκείνη είναι η εξής: “Brede, Brede, tar gys my thie tar dyn thie ayms noght. Foshil jee yn dor- rys da Brede, as Ihig da Brede e heet staigh”, που σημαίνει “ Μπρίτζετ, Μπρίτζετ, έλα σπίτι μου, έλα σπίτι μου απόψε. Ανοί-
207
χτε την πόρτα για την Μπρίτζετ και αφήστε την να μπει”. Μετά την επανάληψη αυτών των λέξεων, έστρωναν τα βούρλα στο πάτωμα σαν χαλί ή κρεβάτι για την Αγία Μπρίτζετ. Ένα σχεδόν όμοιο με αυτό έθιμο παρατηρήθηκε επίσης σε μερικά από τα νησιά Άουτ του αρχαίου βασιλείου του Ανθρώπου». Σ’ αυτές τις τελετές είναι σαφές ότι η Αγία Μπράιντ ή Αγία Μπρίτζετ είναι μια παλιά ειδωλολατρική θεά της ευφορίας, μεταμφιεσμένη μ’ ένα τριμμένο Χριστιανικό μανδύα. Προφανώς δεν είναι άλλη από την Μπρίτζιτ, την Κελτική θεά της φωτιάς ή της σοδειάς.
Συχνά ο γάμος του πνεύματος της βλάστησης την άνοιξη, αν και δεν είναι μια απευθείας απεικόνιση, παρασταίνεται από τον ανθρώπινο αντιπρόσωπο του πνεύματος, ντυμένο με νυφική ενδυμασία, «τη Νύφη». Έτσι, σε μερικά χωριά του Άλτμαρκ, την εβδομάδα μετά την Πεντηκοστή, ενώ τα αγόρια τριγυρίζουν κρατώντας το δέντρο του Μάη ή οδηγώντας ένα αγόρι τυλιγμένο με φύλλα και λουλούδια, τα κορίτσια οδηγούν τη Νύφη του Μάη, ένα κορίτσι ντυμένο σαν νύφη με μια μεγάλη ανθοδέσμη στα μαλλιά. Αυτά τα κορίτσια πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι και η Νύφη του Μάη τραγουδά ένα τραγούδι, με το οποίο ζητάει ένα δώρο και λέει στους ενοίκους κάθε σπιτιού ότι, αν της δώσουν κάτι, θα έχουν κι αυτοί όλο το χρόνο κάτι, αν όμως δεν της δώσουν τίποτα, δε θα έχουν κι αυτοί τίποτα. Σε μερικά πάλι μέρη της Βεστφαλίας, δύο κορίτσια οδηγούν ένα άλλο, στεφανωμένο με λουλούδια, που το ονομάζουν Νύφη της εβδομάδας μετά την Πεντηκοστή, από πόρτα σε πόρτα, τραγουδώντας ένα τραγούδι με το οποίο ζητούν αυγά.
2ΘΧ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ XI
Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΦΥΛΩΝ ΣΤΗ ΒΛΑΣΤΗΣΗ
Από την προηγούμενη εξέταση των εορτών της άνοιξης και του καλοκαιριού στην Ευρώπη, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι άγριοι πρόγονοί μας προσωποποιούσαν τις δυνάμεις της βλάστησης σε αρσενικές και θηλυκές και προσπαθούσαν, με βάση την αρχή της ομοιοπαθητικής ή μιμητικής μαγείας, να επισπεύσουν την ανάπτυξη των δέντρων και των φυτών παρασταίνοντας το γάμο των θεών του δάσους με τα πρόσωπα του Βασιλιά και της Βασίλισσας του Μάη, της Νύφης και του Γαμπρού της Πεντηκοστής κ.τ.λ. Συνεπώς τέτοιες αναπαραστάσεις δεν ήταν απλά συμβολικά ή αλληγορικά δράματα ή ποιμενικά έργα, προορισμένα να διασκεδάσουν ή να καθοδηγήσουν ένα αγροτικό κοινό, αλλά ήταν μαγικά, με σκοπό να πρασινίσουν τα δάση, να βλα- στήσει το δροσερό χορτάρι, τα σιτηρά να πετάξουν άνθη και τα λουλούδια ν’ ανθίσουν. Ήταν λοιπόν φυσικό να επικρατεί η αντίληψη ότι, όσο πιο καλή ήταν η μίμηση του ψεύτικου γάμου των μεταμφιεσμένων με ντύσιμο από φύλλα ή λουλούδια σχετικά με τον πραγματικό γάμο των πνευμάτων του δάσους, τόσο πιο αποτελεσματικό θα ήταν και το μαγικό. Επομένως μπορούμε να υποθέσουμε, με μεγάλη πιθανότητα, ότι η ακολασία που ολοφάνερα ακολουθούσε αυτές τις τελετές κάποτε δεν ήταν μια τυχαία υπερβολή, αλλά ένα βασικό στοιχείο των ιεροτελεστιών και, κατά τη γνώμη εκείνων που έπαιρναν μέρος σ’ αυτές, ο γάμος των δέντρων και των φυτών δε θα καρποφορούσε χωρίς την πραγματική ένωση των ανθρώπινων φύλων. Σήμερα είναι ίσως μάταιο να ψάξουμε στην πολιτισμένη Ευρώπη για τέτοια έθιμα, που παρατη-
209
ρήΟηκαν με σαφή σκοπό την προώθηση της ανάπτυξης της βλάστησης. Αλλά πρωτόγονες φυλές, σε άλλα μέρη του κόσμου, έχουν συνειδητά χρησιμοποιήσει τη σχέση των φύλων σαν έναν τρόπο για να εξασφαλίσουν την καρποφορία της γης' και μερικές ιεροτελεστίες, που γίνονται ή που γίνονταν μέχρι τελευταία στην Ευρώπη, μπορούν λογικά να ερμηνευτούν σαν απομεινάρια μιας παρόμοιας πρακτικής" κι αυτό θα γίνει σαφές από τα ακόλουθα.
Για τέσσερις μέρες, πριν ρίξουν το σπόρο στη γη, οι Πάι- πιλς της Κεντρικής Αμερικής, έμεναν χωριστά από τις γυναίκες τους, «ώστε τη νύχτα, πριν φυτέψουν, να παραδοθούν στα πάθη τους με την πιο μεγάλη ένταση. Λένε ακόμα ότι μερικά άτομα ήταν προορισμένα να εκτελέσουν τη σεξουαλική πράξη τη στιγμή ακριβώς που οι πρώτοι σπόροι θα έπεφταν στη γη». Η χρήση των συζύγων τους εκείνη την εποχή ήταν πραγματικά εντολή των ιερέων στους ανθρώπους σαν ένα θρησκευτικό καθήκον, που, εάν το παρέβαιναν, δεν επιτρεπόταν η σπορά. Η μόνη πιθανή εξήγηση αυτού του εθίμου φαίνεται να είναι το γεγονός ότι οι Ινδιάνοι μπέρδευαν τη μέθοδο αναπαραγωγής του ανθρώπινου είδους με τη μέθοδο αναπαραγωγής των φυτών και νόμιζαν ότι καταφεύγοντας στην πρώτη προωθούσαν συγχρόνως τη δεύτερη. Σε μερικά μέρη της Ιάβας, την εποχή που κοντεύει ν’ ανθίσει το ρύζι, ο γεωργός και η γυναίκα του πηγαίνουν τη νύχτα στα χωράφια τους κι εκεί έρχονται σε σεξουαλική επαφή με σκοπό την αύξηση της σοδειάς. Στο Λέτι, Σαρμάτα και μερικά άλλα νησιά που βρίσκονται ανάμεσα στις δυτικές ακτές της Νέας Γουινέας και στο βόρειο μέρος της Αυστραλίας, ο ειδωλολατρικός πληθυσμός θεωρεί τον ήλιο ως το αρσενικό στοιχείο που γονιμοποιεί τη γη ή αλλιώς το θηλυκό στοιχείο. Τον ονομάζουν Άπου-λέρα ή κ. Ήλιο και τον παρασταίνουν με τη μορφή ενός λυχναριού, φτιαγμένου από φύλλα καρύδας, που μπορεί να το δει κανείς κρεμασμένο σε κάθε μέρος του σπιτιού τους καθώς και στην ιερή τους συκιά. Κάτω από το δέντρο βρίσκεται μια μεγάλη επίπεδη πέτρα που χρησιμοποιείται σαν θυσιαστήριο και πάνω της έβαζαν κι εξακολουθούν ακόμη να τοποθετούν, σε μερικά νησιά, τα κεφάλια των σκοτωμένων εχθρών τους. Μια φορά το χρόνο, με την αρχή της περιόδου των βροχών, ο κ. Ήλιος κατεβαίνει στην ιερή συκιά, για να γονιμοποιήσει τη γη και, για να διευκολύνουν την κάθοδό του, μεταφέρουν ευλαβικά μια σκάλα με εφτά βαθμίδες, που είναι στη διάθεσή του. Λυτή τοποθετείται κάτω από το δέντρο και στολίζεται με χαραγμένες μορφές πουλιών, των οποίων
210
η διαπεραστική σάλπιγγα διαλαλεί την ανατολή του ήλιου. Μ»; αυτή την ευκαιρία θυσιάζονται άφθονα γουρούνια και σκύλοι, ενώ άντρες και γυναίκες παραδίνονται σε όργια και η μυστική ένωση του ήλιου με τη γη παρασταίνεται δημόσια, μέσα από τραγούδια και χορό, με την πραγματική ένωση των φύλων κάτω από το δέντρο. Ο σκοπός της γιορτής, όπως μας πληροφορούν, είναι να προκαλέσουν βροχή, αφθονία τροφής και ποτών, πολλαπλασιασμό των ζώων και των παιδιών και πλούτη από τον παππού Ήλιο. Προσεύχονται λοιπόν να κάνει αυτός κάθε γίδα να γεννήσει δύο ή τρία μικρά, τους ανθρώπους να πολλαπλασιαστούν, τα νεκρά γουρούνια ν’ αντικατασταθούν από ζωντανά, τα άδεια καλάθια ρυζιού να γεμίσουν και άλλα. Για να τον παρακινήσουν μάλιστα να εισακούσει τις παρακλήσεις τους, του προσφέρουν χοιρινό, ρύζι και οινοπνευματώδη ποτά και τον καλούν να κατέ- βει. Στα νησιά Μπάμπαρ, κατά τη διάρκεια αυτής της γιορτής, υψώνουν μια ειδική σημαία σαν σύμβολο της δημιουργικής ενέργειας του ήλιου. Αυτή είναι από καθαρό μπαμπάκι, έχει ύψος περίπου εννιά πόδια κι αποτελείται από τη φιγούρα ενός άντρα στην κατάλληλη στάση. Θα ήταν άδικο να θεωρήσουμε αυτά τα όργια σαν μια απλή έκρηξη αχαλίνωτου πάθους' χωρίς αμφιβολία βέβαια, η οργάνωσή τους γίνεται σκόπιμα και με επισημότητα σαν βασική αρχή για την ευφορία της γης και την ευημερία του ανθρώπου.
Οι ίδιοι τρόποι που εφαρμόζονται έτσι, για να υποκινήσουν την αύξηση της σοδειάς, είναι φυσικό να προσαρμόζονται και για να εξασφαλίσουν την καρποφορία των δέντρων. Σε μερικά μέρη της Αμπόυνα λοιπόν, όταν η κατάσταση της φυτείας του γαρίφαλου δείχνει ότι η σοδειά ενδέχεται να είναι ανεπαρκής, οι άντρες πηγαίνουν γυμνοί στις φυτείες τη νύχτα κι εκεί ζητούν να γονιμο- ποιήσουν τα δέντρα, όπως ακριβώς θα γονιμοποιούσαν τις γυναίκες, ενώ συγχρόνως φωνάζουν για «Περισσότερα γαρίφαλα!» Αυτό υποτίθεται ότι κάνει τα δέντρα να βγάλουν άφθονους καρπούς.
Οι Μπάγκαντα της Κεντρικής Αφρικής πιστεύουν ακράδαντα στη στενή σχέση μεταξύ της σεξουαλικής επαφής των ανθρώπων και της γονιμότητας της γης. Γι’ αυτό διώχνουν γενικά μια στείρα σύζυγο, αφού υποτίθεται ότι αυτή εμποδίζει τον κήπο του άντρα της να καρποφορήσει. Αντίθετα, ένα ζευγάρι που έχει δώσει απόδειξη εξαιρετικής γονιμότητας, αποκτώντας δίδυμα, θεωρείται από τους Μπάγκαντα ότι είναι προικισμένο με μια ανά
211
λογη δύναμη, που αυξάνει την παραγωγή της μπανανιάς, η οποία τους προμηθεύει την κυριότερη τροφή τους. Λίγο καιρό λοιπόν μετά τη γέννηση των διδύμων, γίνεται μια τελετή, που σκοπός της είναι σαφώς η μεταβίβαση της αναπαραγωγικής δύναμης των γονιών στις μπανανιές. Η μητέρα ξαπλώνει ανάσκελα πάνω στο πυκνό χορτάρι, κοντά στο σπίτι και βάζει ανάμεσα στα πόδια της ένα λουλούδι μπανανιάς. Μετά έρχεται ο άντρας της και χτυπώντας το λουλούδι με το γεννητικό του όργανο το πετάει μακριά. Οι γονείς επίσης γυρίζουν στην εξοχή, χορεύοντας μέσα στους κήπους στενών τους φίλων, με σκοπό προφανώς να κάνουν τις μπανανιές να βγάλουν άφθονο καρπό.
Σε διάφορα μέρη της Ευρώπης, τα έθιμα που επικρατούν κατά την άνοιξη και το θερισμό βασίζονται ξεκάθαρα στην ίδια ωμή αντίληψη ότι η ένωση των ανθρώπινων φύλων μεταξύ τους μπορεί να χρησιμοποιηθεί έτσι ώστε να επισπεύσει την ανάπτυξη των φυτών. Στην Ουκρανία, για παράδειγμα, την ημέρα του Αγίου Γεωργίου (είκοσι τρεις Απριλίου), ο παπάς με τη συνοδεία των βοηθών του και ντυμένος στα ράσα του βγαίνει στα χωράφια του χωριού, όπου η συγκομιδή αρχίζει να πρασινίζει πάνω απο τη γη, και την ευλογεί. Στη συνέχεια οι νεαροί παντρεμένοι άνθρωποι ξαπλώνουν κάτω στα σπαρμένα χωράφια κατά ζεύγη και κυλιούνται πάνω σ’ αυτά αρκετές φορές πιστεύοντας ότι έτσι θ’ αυξήσουν τη σοδειά. Σε μερικά μέρη της Ρωσίας κυλιέται ο ίδιος ο ιερέας μαζί με τις γυναίκες πάνω στη σοδειά που βλασταίνει, χωρίς να λογαριάσει τη λάσπη και τις λακκούβες που μπορεί να συναντήσει κατά την αγαθοεργή του πορεία. Εάν ο ποιμένας αντιστέκεται ή διαμαρτύρεται, το ποίμνιό του μουρμουρίζει: «Μικρέ Πατέρα, αληθινά δε θέλεις να ευχηθείς σ’ εμάς καλό, δε θέλεις να ευχηθείς να έχουμε εμείς σιτηρά, αν και επιθυμείς να ζήσεις από τα σιτηρά μας». Σε μερικά επίσης μέρη της Γερμανίας, κατά τη συγκομιδή, οι άντρες και οι γυναίκες που έχουν πάρει μέρος στο θερισμό κυλιούνται μαζί στα χωράφια. Αυτό πάλι είναι προφανώς μετριασμός ενός πιο παλιού και πιο βάρβαρου εθίμου, που σκόπευε να μεταδώσει γονιμότητα στους αγρούς με μεθόδους όπως αυτές στις οποίες κατέφευγαν οι Πάιπιλς της Κεντρικής Αμερικής πολύ παλιά και οι καλλιεργητές ρυζιού στην Ιάβα σήμερα.
Για το σπουδαστή που ενδιαφέρεται να ανιχνεύσει τη δύσκολη πορεία του ανθρώπινου μυαλού, αναζητώντας την αλήθεια, παρουσιάζει κάποιο ενδιαφέρον η παρατήρηση ότι η ίδια Οεο>ρη-
212
τική πίστη για τη συμπαθητική επίδραση των φύλων πάνω στη βλάστηση, η οποία οδήγησε μερικούς λαούς να παραδοθούν στα πάθη τους σαν ένα μέσο γονιμοποίησης της γης, οδήγησε άλλους να επιτύχουν τον ίδιο σκοπό με τελείως διαφορετικούς τρόπους. Έτσι, από τη στιγμή που έσπερναν τον αραβόσιτο, μέχρι την ώρα που τον θέριζαν, οι Ινδιάνοι της Νικαράγουα ζούσαν αγνά, μένοντας μακριά από τις γυναίκες τους και μάλιστα ακόμα και την ώρα του ύπνου. Δεν έτρωγαν καθόλου αλάτι και δεν έπιναν ούτε κακάο ούτε chicha, το βρασμένο ποτό που γίνεται από αραβόσιτο. Με λίγα λόγια, η εποχή ήταν γι’ αυτούς, όπως παρατηρεί Ισπανός ιστορικός, περίοδος εγκράτειας. Μέχρι και σήμερα, μερικές φυλές Ινδιάνων της Κεντρικής Αμερικής είναι εγκρατείς, γιατί πιστεύουν ότι η εγκράτεια αυτή θ’ αυξήσει τη σοδειά τους. Μας πληροφορούν σχετικά ότι οι Ινδιάνοι Κέκτσι, πριν σπείρουν τον αραβόσιτο, κοιμούνται χωριστά από τις γυναίκες τους και δεν τρώνε κρέας για πέντε ημέρες, ενώ οι Λανκουινέρος και Κατζα- μπονέρος παρατείνουν την περίοδο αποχής από τις σαρκικές απολαύσεις σε δεκατρείς ημέρες. Για μερικούς Γερμανούς της Τρανσυλβανίας είναι νόμος, κανένας άντρας να μην κοιμάται με τη γυναίκα του σε όλο το χρονικό διάστημα που θα σπέρνει τα χωράφια του. Ο ίδιος νόμος παρατηρείται και στο Kalotaszeg της Ουγγαρίας' οι άνθρωποι νομίζουν ότι, αν δε διατηρούσαν αυτό το έθιμο, τα σιτηρά θα μούχλιαζαν. Επίσης ένας αρχηγός της φυλής Kekchi της Κεντρικής Αυστραλίας απέχει αυστηρά από τις συζυγικές του σχέσεις όλο το διάστημα που κάνει μαγικές τελετές για την ανάπτυξη των φυτών, γιατί πιστεύει ότι μια παράβαση αυτού του κανονισμού θα εμπόδιζε το σπόρο να βλαστήσει κανονικά. Σε μερικά πάλι νησιά της Μελανησίας, όταν καλλιεργούν αμπέλια διοσκουρίας (yam), οι άντρες κοιμούνται κοντά στους κήπους και δεν πλησιάζουν ποτέ τις γυναίκες τους' εάν μπουν στον κήπο παραβαίνοντας αυτό τον κανονισμό της εγκράτειας, οι καρποί του κήπου θα καταστραφούν.
Εάν αναρωτηθούμε γιατί αυτά τα όμοια πιστεύω έπρεπε λογικά να οδηγούν, μεταξύ διαφορετικών λαών, σε τόσο αντίθετους τρόπους διαγωγής, όπως η αυστηρή αγνότητα και η, κατά κάποιο τρόπο, ανοιχτή ασωτία, δε θα χρειαστεί να ψάξουμε μακριά για την αιτία, όπως αυτή παρουσιάζεται στον πρωτόγονο νου. Εάν ο πρωτόγονος άνθρωπος ταυτίζει κάπως τον εαυτό του με τη φύση, εάν αποτυχαίνει να διακρίνει τις παρορμήσεις και τις εξελίξεις μέσα του από τις μεθόδους που υιοθετεί η φύση, για να εξασφα-
213
λίσα την αναπαραγωγή των φυτών και των ζώων, μπορεί να κα- ταλήξει σ’ ένα από τα δύο συμπεράσματα. Ή λοιπόν αυτός θα συμπεράνει ότι υποχωρώντας στις ορέξεις του θα βοηθήσει στον πολλαπλασιασμό των φυτών και των ζώων ή ίσως φανταστεί ότι η δύναμη με την οποία αρνείται να ξοδέψει ενέργεια στην αναπαραγωγή του είδους του θα σχηματίσει ένα είδος αποθηκευμένης ενέργειας, με την οποία άλλα όντα, είτε φυτά είτε ζώα, θα ωφεληθούν, κατά κάποιο τρόπο, στον πολλαπλασιασμό του είδους τους. Έτσι, από την ίδια ωμή φιλοσοφία, από τις ίδιες πρωτόγονες αντιλήψεις για τη φύση και τη ζωή, ο πρωτόγονος ίσως βγάζει, από διαφορετικούς δρόμους, έναν κανονισμό περί ακολασίας ή ασκητισμού.
Για τους αναγνώστες που ανατράφηκαν με μια θρησκεία ποτισμένη από τον ασκητικό ιδεαλισμό της Ανατολής, η ερμηνεία την οποία έχω δώσει για το νόμο της εγκράτειας, που παρατηρή- Οηκε κάτω από ορισμένες συνθήκες στους πρωτόγονους ή άγριους λαούς, ίσως να φαίνεται μακρινή και απίθανη. Ίσως σκεφτούν ότι η ηθική καθαρότητα, που συνδέεται τόσο στενά στο μυαλό τους με την τήρηση ενός τέτοιου νόμου, προσφέρει μια αρκετά ικανοποιητική εξήγηση γι’ αυτήν' ίσως πιστεύουν, μαζί με τον Μίλτωνα, ότι η ίδια η αγνότητα είναι μία ευγενική αρετή και ότι το εμπόδιο που βάζει σε μια από τις πιο δυνατές ορμές της ζωώδους φύσης μας κάνει να ξεχωρίσουν εκείνοι οι οποίοι μπορούν να υπακούσουν σ’ αυτήν ως άνθρωποι που ξεχώρισαν από την αγέλη και τους αξίζει να πάρουν τη σφραγίδα της θεϊκής επιδοκιμασίας. Όσο όμως κι αν φαίνεται σ’ εμάς φυσικός αυτός ο τρόπος σκέψης, για τον άγριο είναι τελείως ξένος και πραγματικά ακατανόητος. Εάν σε κάποια ευκαιρία αντισταθεί στο σεξουαλικό ένστικτο, αυτό δε γίνεται ούτε από υψηλό ιδεαλισμό ούτε από αιθέρια φιλοδοξία που πηγάζει από την ηθική καθαρότητα, αλλά προς χάρη κάποιου μακρινού, τέλεια όμως ορισμένου και συγκεκριμένου σκοπού, για τον οποίο είναι έτοιμος να θυσιάσει την πρόσκαιρη ευχαρίστηση των αισθήσεών του. Αν λοιπόν τα πράγματα είναι έτσι ή κάπως έτσι, τα παραδείγματα που έχω παραθέσει είναι αρκετά για να το αποδείξουν. Αυτά δείχνουν ότι, όπου υπάρχει το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, το οποίο εκδηλώνεται κυρίως στην ανεύρεση τροφής, συγκρούεται ή φαίνεται να συγκρούεται με το ένστικτο που οδηγεί στον πολλαπλασιασμό του είδους και το πρώτο, ως αρχικό και πιο θεμελιακό, είναι ικανό να κυριαρχήσει στο δεύτερο. Mr. λίγα λόγια, ο πρωτόγονος είναι πρόθυμος
214
να περιορίσει τη σεξουαλική του τάση εξαιτίας της τροφής. Ίίνα άλλο θέμα, προς χάρη του οποίου αυτός συγκατανεύει να δείξει την ίδια εγκράτεια, είναι η νίκη σε πόλεμο. Όχι μόνο ο πολεμιστής στο πεδίο της μάχης, αλλά και οι φίλοι του στην πατρίδα συχνά θα χαλιναγωγήσουν τις ορέξεις των αισθήσεών τους από ένα πιστεύω ότι κάνοντας αυτό θα καταβάλουν πιο εύκολα τους εχθρούς τους. Η πλάνη ενός τέτοιου πιστέυω, όπως είναι το πιστεύω ότι η αγνότητα του σπορέα οδηγεί στην αύξηση του σπόρου, είναι για εμάς αρκετά σαφής. Ακόμα ίσως, η εγκράτεια και άλλα παρόμοια πιστεύω, μάταια και ψεύτικα, που έχουν επικρατήσει στο ανθρώπινο είδος, δεν είναι άχρηστα για τη στήριξη και ενίσχυση του γένους. Γιατί η δύναμη χαρακτήρα του ατόμου στον αγώνα έγκειται κυρίως στο κουράγιο να θυσιάζει το παρόν για το μέλλον, να παρακάμπτει τους άμεσους πειρασμούς της εφήμερης ευχαρίστησης για πιο μακρινές και διαρκείς πηγές ικανοποίησης. Όσο πιο πολύ εξασκείται αυτή η δύναμη, τόσο πιο τέλειος και πιο δυνατός γίνεται ο χαρακτήρας, μέχρι που οι άνθρωποι φτάνουν σ’ έναν τόσο μεγάλο βαθμό ηρωισμού, ώστε απαρνιούνται τις απολαύσεις της ζωής και ακόμα και την ίδια τη ζωή, για να κρατήσουν ή να κερδίσουν άλλες, ίσως ακόμα πιο μελλοντικά, .τις ευλογίες της ελευθερίας και της αλήθειας.
215
ΚΕΦΑΛΑΙΟ XII
Ο ΙΕΡΟΣ ΓΑΜΟΣ
I. Η Ντιάνα ως Θεά της Γονιμότητας. Έχουμε δει ότι, σύμφωνα με μια πλατιά διαδομένη πίστη που δεν είναι χωρίς βάση, τα φυτά αναπαράγουν το είδος τους μέσω της σεξουαλικής ένωσης του αρσενικού με το θηλυκό στοιχείο και ότι σύμφωνα με την αρχή της ομοιοπαθητικής ή μιμητικής μαγείας αυτή η αναπαραγωγή υποτίθεται ότι προωθείται από τον πραγματικό ή ψεύτικο γάμο αντρών και γυναικών, που εκείνη την ώρα μεταμφιέζονται σε πνεύματα της βλάστησης. Τέτοια μαγικά δρώμενα, που έχουν παίξει μεγάλο ρόλο στις λαϊκές γιορτές της Ευρώπης και βασίζονται, όπως τελούνται, πάνω σε μια πολύ ακατέργαστη αντίληψη του φυσικού νόμου, είναι σαφές ότι πρέπει να προέρχονται από μία μακρινή αρχαιότητα. Δύσκολα λοιπόν θα κάνουμε λάθος, αν παραδεχτούμε ότι αυτά χρονολογούνται από μια εποχή, κατά την οποία οι πρόγονοι των πολιτισμένων εθνών της Ευρώπης ήταν ακόμα βάρβαροι και ζούσαν βόσκοντας τα κοπάδια τους και καλλιεργώντας σιτηρά σε λωρίδες γης μέσα στα ξέφωτα των μεγάλων δασών, που τότε κάλυπταν το μεγαλύτερο μέρος της ηπείρου από τη Μεσόγειο μέχρι τον Αρκτικό ωκεανό. Αλλά, αν αυτά τα παλιά ξόρκια για την αύξηση των φύλλων και του πράσινου, των λου- λουδιών και των καρπών έχουν διατηρηθεί μέχρι τις ημέρες μας με τη μορφή ποιμενικών έργων και διασκεδάσεων, δεν είναι λογικό να υποθέσουμε ότι αυτά λειτούργησαν, σε πιο απλές μορφές, κάπου δύο χιλιάδες χρόνια πριν, στους πολιτισμένους λαούς της αρχαιότητας; Ή, για να το τοποθετήσουμε διαφορετικά, δεν είναι πιθανό οι: ορισμένες γιορτές των αρχαίων ν’ ανακαλύψουμε ίσως
216
αντίστοιχους μι: τους δικούς μας εορτασμούς της Πρωτομαγιάς, της εβδομάδας μετά την Πεντηκοστή και του Μεσοκαλόκαιρου, με τη διαφορά ότι σ’ εκείνα τα χρόνια οι γιορτές δεν είχαν ακόμη καταλήξει σε απλές επιδείξεις και θεάματα, αλλά εξακολουθούσαν να είναι μαγικές ή θρησκευτικές ιεροτελεστίες, στις οποίες οι ηθοποιοί συνειδητά έπαιζαν τους υψηλούς ρόλους των αρσενικών και θηλυκών θεών; Στο πρώτο κεφάλαιο αυτού του βιβλίου βρήκαμε λόγο να πιστέψουμε ότι ο ιερέας που είχε τον τίτλο του Βασιλιά του Δάσους του Νέμους είχε για σύντροφό του τη θεά του Άλσους, την ίδια την Ντιάνα. Ίσως ούτε αυτός ούτε αυτή, ως Βασιλιάς και Βασίλισσα του Δάσους, να μην ήταν τα πιστά πανομοιότυπα των εύθυμων μεταμφιεσμένων που παίζουν το Βασιλιά και τη Βασίλισσα της Πρωτομαγιάς, το Γαμπρό και τη Νύφη της εβδομάδας μετά την Πεντηκοστή στην Ευρώπη του σήμερα. Και ίσως η ένωσή τους να μη γιορταζόταν κάθε χρόνο με μία θεογαμία. Τέτοιοι γάμοι θεών με θεές, καθώς θα δούμε αμέσως, γίνονταν ως επίσημες θρησκευτικές τελετές σε πολλά μέρη του αρχαίου κόσμου κι έτσι πραγματικά δεν είναι απίθανη η υπόθεση ότι το ιερό άλσος του Νέμους ήταν ίσως το σκηνικό μιας ετήσιας τελετής αυτού του είδους. Δεν υπάρχει καμία θετική απόδειξη γι’ αυτό, αλλά η αναλογία συνηγορεί σ’ αυτή την κατεύθυνση, όπως θα προσπαθήσω τώρα ν’ αποδείξω.
Η Ντιάνα ήταν κυρίως μια θεά των δασών, όπως η Δήμητρα ήταν θεά των δημητριακών και ο Βάκχος θεός των αμπελιών. Τα ιερά της ήταν συνήθως στα άλση και πραγματικά κάθε άλσος ήταν αφιερωμένο σ’ αυτήν' συχνά μάλιστα, στ’ αφιερώματα, την ταύτιζαν με το θεό του δάσους Σιλβάνο. Αλλά οποιαδήποτε κι αν ήταν η προέλευσή της, η Ντιάνα δεν ήταν πάντοτε μια απλή θεά των δέντρων. 'Οπως η Ελληνίδα αδελφή της Άρτεμη, αυτή φαίνεται να έχει εξελιχτεί σε μια προσωποποίηση της ζωντανής φύσης ζώων και φυτών. Ως κυρία του δάσους ήταν φυσικό να θεωρείται ότι εξούσιαζε τα κτήνη, ήμερα ή άγρια, που ζούσαν μέσα σ’ αυτό και που κρύβονταν για τη λεία τους στα σκοτεινά του βάθη, μασώντας δροσερά φύλλα και βλαστούς ανάμεσα στους κλώνους ή δρέποντας το χορτάρι στα ξέφωτα και στις μικρές πράσινες κοιλάδες. Έτσι, αυτή έφτασε να γίνει η προστάτιδα θεά των κυνηγών και των βοσκών, όπως ακριβώς ο Σιλβάνος ήταν θεός όχι μόνο των δασών, αλλά και των ζώων. Το ίδιο στη Φινλανδία, τα άγρια ζώα του δάσους θεωρούνταν κοπάδια του δασικού θεού Τάπιο και της επιβλητικής και όμορφης γυναίκας του.
217
Κανένας δεν μπορούσε να σκότωσα ένα από αυτά τα ζώα χωρίς τη φιλανθρωπική άδεια των θεϊκών κατόχων τους. Γι’ αυτό ο κυνηγός προσευχόταν στις θεότητες του δάσους και τους έταζε πλούσιες προσφορές, εάν αυτές οδηγούσαν το θήραμα στο δρόμο του. Και τα ζώα επίσης φαίνεται ότι απολάβαιναν την προστασία αυτο>ν των πνευμάτων του δάσους, κι όταν ήταν στους στάβλους τους κι όταν τριγύριζαν στο δάσος. Πριν οι Γκάγιος της Σουμά- τρας κυνηγήσουν στα δάση ελάφια, άγριους τράγους ή αγριογούρουνα με κυνηγετικά σκυλιά, κρίνουν απαραίτητο να πάρουν την άδεια του αόρατου Κυρίου του δάσους κι αυτό γίνεται σύμφωνα μ’ έναν ορισμένο τρόπο από κάποιον άντρα που διαθέτει ιδιαίτερη εμπειρία στους νόμους του δάσους. Αυτός αφήνει κάτω ένα φύλλο μασητού καπνού, μπέτελ, μπροστά σ’ έναν πάσσαλο, που είναι κομμένος μ’ έναν ιδιαίτερο τρόπο, ώστε να παρασταίνει τον Κύριο του Δάσους, και μετά προσεύχεται στο πνεύμα για να του απο- καλύψει τη συγκατάθεση ή την άρνησή του. Στην πραγματεία του για το κυνήγι ο Αρριανός μας λέει ότι οι Κέλτες συνήθιζαν να προσφέρουν ετήσια θυσία στην Άρτεμη την ημέρα των γενεθλίων της, αγοράζοντας το θύμα για τη θυσία με τα πρόστιμα τα οποία είχαν πληρώσει στο ταμείο της για κάθε αλεπού, λαγό και ζαρκάδι που είχαν σκοτώσει στη διάρκεια του έτους. Το έθιμο αυτό φανέρωνε καθαρά ότι τα άγρια ζώα ανήκαν στη θεά και ότι αυτή έπρεπε ν’ αποζημιωθεί για τη σφαγή τους.
Αλλά η Ντιάνα δεν ήταν απλά προστάτιδα των άγριων θηρίων, κυρία των δασών και των λόφων, των ερημικών ξέφωτών και των ηχηρών ποταμών' θεωρούνταν ότι ήταν το φεγγάρι και ιδιαίτερα το κίτρινο φεγγάρι της εποχής του θερισμού' αυτή γέμιζε τα αγροκτήματα με νόστιμους καρπούς και άκουγε τις προσευχές των γυναικών κατά τον τοκετό. Στο ιερό της άλσος στο Νέμος, όπως είδαμε, λατρευόταν κυρίως ως θεά της γέννας, που έδινε στους ανθρώπους απογόνους. Έτσι η Ντιάνα, όπως η Ελλη- νίδα Άρτεμη, με την οποία βρισκόταν σε διαρκή ταύτιση, μπορεί να χαρακτηριστεί γενικά ως θεά της φύσης και ειδικά της γονιμότητας. Δε χρειάζεται λοιπόν ν’ αναρωτηθούμε γιατί στο ιερό της, στον Αβεντίνο λόφο, παρασταινόταν μ’ ένα είδωλο, αντίγραφο του ειδώλου της Άρτεμης στην Έφεσο, που είχε πλούσια στήθη, με όλα τα σύμβολα της άφθονης γονιμότητας. Τώρα μπορούμε να κατανοήσουμε γιατί ένας αρχαίος Ρωμαϊκός νόμος, που τον απέδιναν στο Βασιλιά Τύλλο Οστίλιο, διέταζε, σε περίπτωση αιμομιξίας, να προσφέρουν οι αρχιερείς μια εξαγνιστική Ουσία
218
στο άλσος της Ντιάνα. Γιατί ξέρουμε ότι υπάρχει δοξασία πως το έγκλημα της αιμομιξίας προκαλεί λιμό, που, για ν’ αντιμετωπιστεί, έπρεπε να γίνει εξιλέωση γι’ αυτό το αμάρτημα στη θεά της γονιμότητας.
Τώρα με βάση την αρχή ότι η θεά της γονιμότητας έπρεπε να είναι και η ίδια γόνιμη, έπρεπε και η Ντιάνα να έχει έναν αρσενικό σύντροφο. Εάν λοιπόν μπορούμε να εμπιστευτούμε τη μαρτυρία του Σέρβιου, το ταίρι της ήταν ο Βίρμπιος, που ο αντιπρόσωπός του ή καλύτερα η ενσάρκωσή του ήταν ο Βασιλιάς του Δάσους του Νέμους. Σκοπός της ένωσής τους ήταν ν’ αυξήσουν την καρποφορία της γης, των ζώων και του ανθρώπινου γένους κι ήταν φυσικό να πιστεύουν οι άνθρωποι ότι αυτός ο σκοπός θα πετύχαινε πιο σίγουρα, αν γιόρταζαν κάθε χρόνο τους ιερούς γά- μους. Τους ρόλους της θεϊκής νύφης και του θεϊκού γαμπρού έπαιζαν είτε τα είδωλά τους είτε ζωντανοί άνθρωποι. Βέβαια κανένας αρχαίος συγγραφέας δεν αναφέρει ότι κάτι τέτοιο γινόταν στο άλσος του Νέμους, αλλά οι γνώσεις μας για τις ιεροτελεστίες στην Αρικία είναι τόσο ανεπαρκείς, ώστε οι πληροφορίες πάνω σ’ αυτό το θέμα δεν μπορούν να λογαριαστούν σαν μοιραία ένσταση γι’ αυτή τη θεωρία, η οποία από έλλειψη επαρκών στοιχείων πρέπει αναγκαστικά να βασιστεί στην αναλογία παρόμοιων εθίμων που επικρατούσαν αλλού. Μερικά νεότερα παραδείγματα τέτοιων εθίμων, εκφυλισμένων λίγο ή πολύ, περιγράφτηκαν στο τελευταίο κεφάλαιο. Εδώ θα μελετήσουμε τα αρχαία τους πανομοιότυπα.
2. Ο Γάμος των Θεών. Στη Βαβυλώνα, ο επιβλητικός ναός του Βελ υψωνόταν σαν μια πυραμίδα πάνω από την πόλη, σε μια σειρά από οκτώ πύργους ή πατώματα, τοποθετημένα το ένα στην κορφή του άλλου. Στον υψηλότερο πύργο, όπου έφτανε κανείς από μια ανάβαση η οποία τύλιγε όλους τους υπόλοιπους, βρισκόταν ένας ευρύχωρος ναός' μέσα σ’ αυτόν ήταν ένα μεγάλο κρεβάτι, σκεπασμένο με εξαιρετικά υφάσματα και μαξιλάρια και δίπλα του ένα χρυσό τραπέζι. Στο ναό δεν υπήρχε κανένα είδωλο και κανένας άνθρωπος δεν μπορούσε να περάσει εκεί μέσα τη νύχτα του, παρά μόνο μια γυναίκα την οποία, σύμφωνα με τους Χαλδαί- ους ιερείς, διάλεγε ο θεός ανάμεσα στις γυναίκες της Βαβυλώνας. Έλεγαν μάλιστα ότι ο θεός ερχόταν στο ναό τη νύχτα και κοιμόταν στο μεγάλο κρεβάτι και η γυναίκα ως σύζυγος του θεού δεν έπρεπε να έχει καμία σχέση με θνητό.άντρα.
Στη Θήβα της Αιγύπτου, μια γυναίκα κοιμόταν στο ναό του Άμμωνα ως σύντροφος του θεού και, όπως η ανθρώπινη σύζυγος
219
του Βελ της Βαβυλώνας, έλεγαν ότι δεν είχε καμιά επαφή με άντρα. Στα Αιγυπτιακά κείμενα, αυτή παρουσιάζεται συχνά ως «η θεϊκή σύζυγος» και συνήθως δεν ήταν άλλο πρόσωπο παρά η ίδια η Βασίλισσα της Αιγύπτου. Γιατί, σύμφωνα με τους Αιγύπτιους, οι μονάρχες τους έχουν την προέλευση από το θεό Άμμωνα, ο οποίος έπαιρνε για την περίπτωση τη μορφή του βασιλιά που βασίλευε και κάτω απ’ αυτή τη μεταμφίεση είχε σεξουαλική επαφή με τη βασίλισσα. Η θεϊκή παραγωγή είναι σκαλισμένη και ζωγραφισμένη με μεγάλες λεπτομέρειες στους τοίχους δύο από τους πιο παλιούς ναούς της Αιγύπτου, του Ντέιρ ελ Μπάχαρι και του Αούξορ και οι επιγραφές αυτών των εικόνων δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας σχετικά με την έννοια των σκηνών.
Στην Αθήνα, ο θεός των αμπελιών Διόνυσος ζευγάρωνε κάθε χρόνο με τη Βασίλισσα και φαίνεται ότι η ολοκλήρωση της θεϊκής ένωσης καθώς επίσης και ο γάμος πραγματώνονταν κατά τη διάρκεια της γιορτής' αλλά δε γνωρίζουμε αν το ρόλο του θεού έπαιζε άνθρωπος ή είδωλο. Από τον Αριστοτέλη μαθαίνουμε ότι η τελετή γινόταν στην παλιά επίσημη κατοικία του Βασιλιά, η οποία βρισκόταν κοντά στο Πρυτανείο ή Δημαρχείο, στη βορειοανατολική πλαγιά της Ακρόπολης. Ο σκοπός του γάμου δεν μπορούσε να είναι άλλος παρά η εξασφάλιση της ευφορίας των αμπελιών και άλλων καρποφόρων δέντρων, των οποίων ήταν θεός ο Διόνυσος. Έτσι, και στον τύπο και στην ουσία, η γιορτή αυτή αποτελεί απάντηση στους γάμους του Βασιλιά και της Βασίλισσας του Μάη.
Στα μεγάλα Ελευσίνια μυστήρια γιορταζόταν το μήνα Σεπτέμβριο η ένωση του ουράνιου θεού Δία με τη θεά των δημητριακών Δήμητρα και φαίνεται ότι αυτό εικονιζόταν στην ένωση του ιεροφάντη με την ιέρεια της Δήμητρας, που έπαιζαν τους ρόλους του θεού και της θεάς. Αλλά η ένωσή τους ήταν δραματική ή συμβολική, γιατί ο ιεροφάντης αφαιρούσε προσωρινά την αντρική του ικανότητα παίρνοντας κώνειο. Μετά το σβήσιμο των δαυλών, το ζευγάρι κατέβαινε σ’ ένα σκοτεινό μέρος, ενώ το πλήθος των πιστών περίμενε με αγωνία το αποτέλεσμα της μυστικής συνάντησης, από την οποία πίστευαν ότι εξαρτιόταν η δική τους σωτηρία. Έπειτα από λίγο παρουσιαζόταν ο ιεροφάντης και κάτω από το φως μιας φλόγας έδειχνε σιωπηλά στη συγκέντρωση ένα θερισμένο στάχυ, τον καρπό του θεϊκού γάμου, λέγοντας δυνατά ότι «η Βασίλισσα Βριμώ έφερε στον κόσμο ένα ιερό αγόρι, τον Ηριμώ», που σήμαινε ότι «η Ισχυρή έφερε στον κόσμο τον Ισχυ
22»
ρό». Στην πραγματικότητα η μητέρα των σιτηρών είχε γεννήσει το παιδί της, το σίτο, και οι ωδίνες του τοκετού παρασταίνονταν κατά το ιερό δράμα. Αυτή η αποκάλυψη του θερισμένου σταχυού φαίνεται ότι ήταν το αποκορύφωμα των μυστηρίων. Έτσι, μέσα από την αίγλη που είχε δημιουργηθεί γύρω απ’ αυτές τις τελετές με την ποίηση και τη φιλοσοφία των μετέπειτα αιώνων, φαίνεται η εικόνα μιας απλής αγροτικής γιορτής, σαν ένα μακρινό τοπίο μέσα από την ηλιοφώτιστη ομίχλη, προορισμένο να καλύψει την πλατιά πεδιάδα της Ελευσίνας, με μια άφθονη σοδειά μέσω του γάμου της θεάς των σιτηρών με τον ουράνιο θεό, που γονιμοποι- ούσε την άγονη γη, στέλνοντας ζωογόνες ραγδαίες βροχές. Κατά καιρούς, οι άνθρωποι στις Πλαταιές της Βοιωτίας έκαναν μια γιορτή, τα Μικρά Δαίδαλα, όπου έκοβαν μια βαλανιδιά από ένα αρχαίο δάσος με βαλανιδιές. Στο δέντρο σκάλιζαν ένα είδωλο και ντύνοντας αυτό σαν νύφη το τοποθετούσαν πάνω σ’ ένα κάρο, που το έσερναν ταύροι, ενώ δίπλα έβαζαν μια παράνυφη. Το είδωλο φαίνεται ότι σερνόταν μέχρι την όχθη του ποταμού Ασωπού και πάλι πίσω στην πόλη, ενώ ακολουθούσε ένα πλήθος ανθρώπων, που έπαιζαν αυλούς και χόρευαν. Κάθε εξήντα χρόνια όλοι οι κάτοικοι της Βοιωτίας γιόρταζαν τα Μεγάλα Δαίδαλα' σ’ αυτή τη γιορτή όλα τα είδωλα, δεκατέσσερα τον αριθμό, που είχαν συγκεντρωθεί από μικρότερες γιορτές, μεταφέρονταν πάνω σε κάρα και σε παρέλαση στον ποταμό Ασωπό κι από εκεί στην κορφή του βουνού Κιθαιρώνα, όπου καίγονταν σε μια μεγάλη φωτιά. Η ιστορία που επινοήθηκε, για να εξηγήσει τις γιορτές, υποδηλώνει ότι αυτοί γιόρταζαν το γάμο του Δία και της Ήρας, που παρασταίνονταν από το είδωλο της βαλανιδιάς, ντυμένο νυφικά. Στη Σουηδία, κάθε χρόνο, το είδωλο -σ ε φυσικό μέγεθος- του θεού Φρέι, θεού της γονιμότητας των ζώων και των φυτών, σερνόταν στη χώρα μέσα σε μια άμαξα, την οποία ακολουθούσε ένα όμορφο κορίτσι, που το ονόμαζαν σύζυγο του θεού. Αυτό ήταν επίσης και ιέρειά του στο μεγάλο ναό της Ουψάλα. Κάθε φορά που ερχόταν η άμαξα με το είδωλο του θεού και τη δροσερή νύφη, οι άνθρωποι συνωστίζονταν, για να τους συναντήσουν, και πρόσφεραν θυσίες για μια εύφορη χρονιά.
Επομένως, το έθιμο των θεϊκών γάμων με είδωλα ή με ανθρώπινα όντα ήταν πλατιά διαδομένο ανάμεσα στους λαούς της αρχαιότητας. Οι ιδέες πάνω στις οποίες βασίζεται ένα τέτοιο έθιμο είναι πολύ ωμές, για να μας επιτρέψουν ν’ αμφιβάλλουμε ότι οι πολιτισμένοι Βαβυλώνιοι, Αιγύπτιοι και Έλληνες το κλη-
221
ρονήμησαν από τους βάρβαρους, ή άγριους προγόνους. Αυτή η υπόθεση ενισχύεται, όταν βρίσκουμε παρόμοιες ιεροτελεστίες, συνηθισμένες στις κατώτερες φυλές. Έτσι, για παράδειγμα, μας πληροφόρησαν ότι κάποτε οι Ουότιανς της Ρωσικής περιοχής Μαλμύζ ήταν στενοχωρημένοι για τις συνεχείς σιτοδείες και δεν ήξεραν τι να κάνουν, αλλά στο τέλος έφτασαν στο συμπέρασμα ότι ο δυνατός αλλά άτακτος θεός τους Κερέμετ θα ήταν θυμωμένος, γιατί ήταν ανύπαντρος. Τότε μια αντιπροσωπεία από γέροντες επισκέφτηκε τους Ουότιανς της Κούρα, με τους οποίους ήλθαν σε συνεννόηση για το θέμα. Όταν επέστρεψαν στην πατρίδα τους, συγκέντρωσαν μια μεγάλη ποσότητα αλκοόλ και, αφού στόλισαν χαρούμενα μια άμαξα με άλογα, προχώρησαν με πομπή στο ιερό άλσος της Κούρα, ενώ χτυπούσαν τα κουδούνια, όπως γίνεται, όταν πάνε να φέρουν τη νύφη. Εκεί, έφαγαν και ήπιαν διασκεδάζοντας όλη νύχτα και το άλλο πρωί έκοψαν μια τούφα χλόης από το άλσος και την πήραν μαζί τους στην πατρίδα. Μετά απ’ αυτό η τελετή πέτυχε για το λαό της Μαλμύζ, απέτυχε όμως για το λαό της Κούρα, γιατί στην πρώτη περιοχή το ψωμί ήταν καλό, ενώ στη δεύτερη κακό. Οι άντρες λοιπόν της Κούρα που συμφώνισαν για το γάμο κατηγορήθηκαν από τους αγανακτι- σμένους συγχωριανούς τους, οι οποίοι στη συνέχεια τους καταχέρισαν σκληρά. «Τι νόημα είχε γι’ αυτούς αυτή η γαμήλια τελετή», λέει ο συγγραφέας που μας δίνει την πληροφορία, «δεν είναι εύκολο να το φανταστούμε, Ίσως, όπως ο Bechterew νομίζει, εννοούσαν ότι έκαναν τους γάμους του Κερέμετ με την καλή και καρπερή Μουκύλτσιν, τη σύζυγο Γη, για να επηρεάσει αυτόν θετικά». Στη Βεγγάλη πάλι, όταν σκάβουν πηγάδια, κατασκευάζουν ένα ξύλινο ομοίωμα του θεού και το παντρεύουν με τη θεά του νερού.
Συχνά η νύφη που προορίζεται για το θεό δεν είναι κορμός ξύλου ή βώλος γης, αλλά μια ζωντανή γυναίκα με σάρκα και οστά. Είναι γνωστό ότι οι Ινδιάνοι ενός χωριού του Περού πάντρευαν ένα όμορφο κορίτσι, περίπου δεκατεσσάρων ετών, με μια πέτρα που είχε ανθρώπινο σχήμα, την οποία θεωρούσαν ότι ήταν θεός (huaca). Όλοι οι κάτοικοι του χωριού έπαιρναν μέρος στη γαμήλια τελετή, που διαρκούσε τρεις ημέρες, πλαισιωμένη από πολλά όργια. Έπειτα η νεαρή κόρη παρέμενε παρθένα και αφιερωνόταν στο είδωλο για το καλό του λαού, που της έδειχνε τον πιο μεγάλο σεβασμό και τη θεωρούσε θεϊκή. Κάθε χρόνο, γύρω στα μέσα Μαρτίου, όταν άρχιζε η εποχή για ψάρεμα με δίχτυα.
οι Αλγκόνκιν και οι Χουρόν πάντρευαν τα δίχτυα τους με δύο νεαρά κορίτσια, ηλικίας έξι ή εφτά ετών. Κατά τη γαμήλια τελετή τοποθετούσαν το δίχτυ ανάμεσα στις δύο παρθένες και το παρακινούσαν να πάρει θάρρος και να πιάσει πολλά ψάρια. Ο λόγος που διάλεγαν τόσο νεαρές νύφες ήταν για να είναι σίγουροι ότι αυτές ήταν παρθένες. Αναφέρουν ότι το έθιμο έχει την εξής προέλευση: Μια χρονιά, όταν έφτασε η εποχή για ψάρεμα, οι Αλ- γκόνκιν έριξαν τα δίχτυα τους, όπως συνήθιζαν, αλλά δεν έπιασαν τίποτα. Έκπληκτοι για την αποτυχία τους, δεν ήξεραν τι να κάνουν, μέχρι που παρουσιάστηκε σ’ αυτούς η ψυχή ή το δαιμόνιο (oki) του διχτυού, με τη μορφή ενός ψηλού, ρωμαλέου άντρα, ο οποίος τους είπε με μεγάλο πάθος: «Έχασα τη γυναίκα μου και δεν μπορώ να βρω άλλη, που να μην έχει γνωρίσει άλλον άντρα παρά εμένα. Αυτός είναι ο λόγος της αποτυχίας σας και δε θα καταφέρετε τίποτα μέχρι να με ικανοποιήσετε». Έτσι, οι Αλγκόν- κιν έκαναν συμβούλιο και αποφάσισαν να κατευνάσουν το πνεύμα του διχτυού παντρεύοντας αυτό με δύο πολύ νεαρά κορίτσια, ώστε να μην έχει περιθώρια να παραπονεθεί γι’ αυτό το θέμα στο μέλλον. Κάνοντας έτσι, το ψάρεμά τους σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Η ιστορία διαδόθηκε στους γείτονές τους Χουρόν, που υιοθέτησαν κι αυτοί το έθιμο. Ένα μέρος των ψαριών δινόταν πάντοτε στις οικογένειες των κοριτσιών που γίνονταν νύφες του διχτυού για κάθε χρονιά.
Οι Όραονς της Βεγγάλης λατρεύουν τη Γη σαν θεά και κάθε χρόνο γιορτάζουν το γάμο της με το θεό Ήλιο Dharme, την εποχή που ανθίζει το δέντρο sal. Η τελετή γίνεται ως εξής: Αρχικά λούζονται όλοι και μετά οι άντρες πηγαίνουν στο ιερό άλσος (sama), ενώ οι γυναίκες συγκεντρώνονται στο σπίτι του ιερέα του χωριού. Έπειτα, αφού θυσιάσουν μερικά πτηνά στο θεό Ήλιο και στο δαίμονα του άλσους, οι άντρες τρώνε και πίνουν. «Στη συνέχεια μεταφέρεται ο ιερέας πίσω στο χωριό, πάνω στους ώμους ενός δυνατού άντρα' κοντά στο χωριό, τους συναντούν οι γυναίκες και τους πλένουν τα πόδια. Ύστερα, χτυπώντας τα τύμπανα, τραγουδώντας, χορεύοντας και πηδώντας, προχωρούν όλοι προς το σπίτι του ιερέα, που έχει στολιστεί με φύλλα και λουλούδια. Εκεί εκτελείται ο συνηθισμένος τύπος του γάμου μεταξύ του ιερέα και της συζύγου του, που συμβολίζει την υποθετική ένωση του Ήλιου με τη Γη. Μετά την τελετή όλοι τρώνε, πίνουν και διασκεδάζουν' χορεύουν και τραγουδούν αισχρά τραγούδια και τέλος παραδίνονται σε αχρεία όργια, με σκοπό να γίνει εύφορη η μητέρα
223
γη». Έτσι λοιπόν ο Ιερός Γάμος του Ήλιου με τη Γη, προσωπο- ποιημένος από τον ιερέα και τη γυναίκα του, γιορτάζεται σαν ξόρκι, για να εξασφαλιστεί η γονιμότητα του εδάφους και για τον ίδιο σκοπό, με βάση την αρχή της ομοιοπαθητικής μαγείας, οι άνθρωποι παραδίνονται σ’ ένα ακόλαστο όργιο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το υπερφυσικό ον που παντρεύονται οι γυναίκες είναι συχνά ένας θεός ή πνεύμα του νερού. Έτσι, στο Μουκάσα, θεό της λίμνης Βικτώρια Νυάνζα, στον οποίο εξιλεώνονταν οι Μπάγκαντα, κάθε φορά που θα έκαναν ένα μακρινό ταξίδι, πρόσφεραν παρθένες να τον εξυπηρετούν ως σύζυγοί του. Όπως οι Εστιάδες, το ίδιο κι αυτές έπρεπε να είναι αγνές, αλλά φαίνεται ότι συχνά ήταν άπιστες, αντίθετα με τις Εστιάδες. Το έθιμο αυτό διατηρήθηκε μέχρι την εποχή που οι Μούανγκα προσηλυτίστηκαν στο Χριστιανισμό. Οι Ακικούγιου της Βρετανικής Ανατολικής Αφρικής λατρεύουν το φίδι ενός συγκεκριμένου ποταμού και σε αραιά χρονικά διαστήματα παντρεύουν το θεό-φίδι με γυναίκες, αλλά ιδιαίτερα με νεαρά κορίτσια. Γι’ αυτό το σκοπό, και κατά διαταγή των θεραπευτών, χτίζουν καλύβες, όπου αυτοί οι θεραπευτές ολοκληρώνουν τον ιερό γάμο με τις εύπιστες λάτρισσες. Εάν αρκετά κορίτσια δεν. πάνε στις καλύβες με τη θέλησή τους, συλλαμβάνονται και σέρνονται βίαια στην αγκαλιά της θεότητας. Οι γόνοι αυτών των μυστικών ενώσεων θεωρούνται γιοι του Θεού (Ngai)' και βέβαια υπάρχουν παιδιά ανάμεσα στους Ακικούγιου, που θεωρούνται παιδιά του Θεού. Αναφέρουν ότι κάποτε, όταν οι κάτοικοι στο Καγιέλι του Μπουρού, ενός νησιού της Ανατολικής Ινδίας, κινδύνευαν να καταστραφούν από ένα πλήθος κροκοδείλων, απέδωσαν το κακό στο πάθος του πρίγκιπα των κροκοδείλων για ένα συγκεκριμένο κορίτσι. Έτσι, ανάγκασαν τον πατέρα της νέας να τη ντύσει με νυφικά και να την πα- ραδώσει στα δόντια του ερωτευμένου κροκόδειλου.
Μια παρόμοια συνήθεια αναφέρουν ότι επικρατούσε στα Νησιά Μαλδίβες, πριν από τον προσηλυτισμό των κατοίκων τους στον Ισλαμισμό. Ο διάσημος Άραβας ταξιδιώτης Ιμπν Μπατούτα περιέγραψε το έθιμο και τον τρόπο με τον οποίο αυτό σταμάτησε. Αυτός επιβεβαιώθηκε από κάποιους αξιόπιστους ιθαγενείς, των οποίων δίνει τα ονόματα' και γράφει ότι, όταν οι κάτοικοι των νησιών ήταν ειδωλολάτρες, εμφανιζόταν σ’ αυτούς κάθε μήνα ένα κακό πνεύμα από τα τζιν, που ερχόταν μέσα από τη θάλασσα με τη μορφή ενός πλοίου με αναμμένα λυχνάρια. Η συνήθεια των κατοίκίον, μόλις το αντιλαμβάνονταν, ήταν να παίρνουν μια
224
νεαρή παρθένα και στολίζοντάς την να την οδηγούν σ’ έναν ειδω- λολατρικό ναό που βρισκόταν στην παραλία, με παράθυρο προς τη θάλασσα. Εκεί άφηναν την κοπέλα τη νύχτα και, όταν γύριζαν πίσω το πρωί, την έβρισκαν νεκρή κι όχι πια παρθένα. Κάθε μήνα τραβούσαν κλήρο και σ’ εκείνον που έπεφτε έδινε την κόρη του στο τζίνι της θάλασσας. Η τελευταία από τις παρθένες, η οποία προσφέρθηκε μ’ αυτό τον τρόπο στο πνεύμα, διασώθηκε απο έναν ευσεβή Βέρβερο, που απαγγέλλοντας το Κοράνι κατάφερε να διώξει το τζίνι πίσω στη θάλασσα.
Η αφήγηση του Ιμπν Μπατούτα για τον εραστή-δαίμονα και τις θνητές συζύγους του μοιάζει πολύ μ’ ένα πλατιά διαδομένο τύπο λαϊκών μύθων, των οποίων εκδοχές έχουν βρεθεί από την Ιαπωνία και την Αννάμ στην Ανατολή μέχρι τη Σενεγκάμπια, τη Σκανδιναβία και Σκωτία στη Δύση. Η ιστορία διαφέρει στις λεπτομέρειες από λαό σε λαό, αλλά σε γενικές γραμμές είναι κοινή. Μια ορισμένη χώρα τη λυμαίνεται ένα φίδι με πολλά κεφάλια, ένας δράκος ή ένα άλλο τέρας, που θα κατέστρεφε ολόκληρο το λαό, εάν δεν του έδιναν κατά διαστήματα ένα ανθρώπινο θύμα και ιδιαίτερα μία παρθένα. Πολλά θύματα έχουν χαθεί και τελικά ο κλήρος πέφτει στην κόρη του βασιλιά για να θυσιαστεί. Αυτή παραδίνεται στο τέρας, αλλά ο ήρωας του μύθου, συνήθως ένας νέος άντρας ταπεινής καταγωγής, παρεμβαίνει προς χάρη της, σφάζει το τέρας και παίρνει ως ανταμοιβή του το χέρι της πριγκί- πισσας. Σε πολλούς μύθους το τέρας, που μερικές φορές περιγρά- φεται σαν φίδι, κατοικεί στα νερά μια θάλασσας, μιας λίμνης ή μιας πηγής. Άλλοτε πάλι είναι φίδι ή δράκος που έχει στην κατοχή του τις πηγές και επιτρέπει τη ροή του νερού ή τη χρήση του από τους ανθρώπους μόνο με τη συμφωνία να παίρνει ένα ανθρώπινο θύμα.
Θα ήταν προφανώς λάθος να θεωρήσουμε όλους αυτούς τους μύθους σαν απλά επινοήματα παραμυθάδων. Μπορούμε μάλλον να υποθέσουμε ότι αυτοί οι μύθοι αντανακλούν ένα πραγματικό έθιμο, κατά το οποίο κορίτσια ή γυναίκες θυσιάζονταν ως σύζυγοι των πνευμάτων του νερού, τα οποία πολύ συχνά φαντάζονταν οι άνθρωποι σαν μεγάλα φίδια ή δράκους.
225
ΚΕΦΑΛΑΙΟ XIII
ΟΙ ΒΑΣΙΛΙΑΔΕΣ ΤΗΣ ΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΛΒΑ
1. Νουμάς και Ηγερία. Από την προηγούμενη έρευνα περί εθίμων και μύθων μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο ιερός γάμος των δυνάμεων της βλάστησης και του νερού γιορταζόταν από πολλούς λαούς προς χάρη της γονιμότητας της γης, από την οποία εξαρτιέται η ζωή ανθρώπων και ζώων, και ότι σε τέτοιες τελετές ο ρόλος του θεϊκού γαμπρού ή της θεϊκής νύφης παιζόταν συχνά από έναν άντρα ή από μια γυναίκα. Πιθανώς λοιπόν το συμπέρασμα να υποστηρίζει κάπως την εικασία ότι στο ιερό άλσος του Νέμους, όπου οι δυνάμεις της βλάστησης και του νερού παρουσιάζονταν με την ωραία μορφή σκιερών δασών, καταρραχτών που πέφτουν ορμητικά και γυάλινης λίμνης, ένας γάμος, όπως αυτός του Βασιλιά και της Βασίλισσας του Μάη, γιορταζόταν κάθε χρόνο μεταξύ του θνητού Βασιλιά του Δάσους και της αθάνατης Βασίλισσας του Δάσους, της Ντιάνα. Σ’ αυτή τη σχέση μια σημαντική μορφή του άλσους ήταν η νύμφη του νερού Ηγερία, που λατρευόταν από τις εγκύους γυναίκες, γιατί αυτή, όπως και η Ντιάνα, μπορούσε να τους χαρίσει έναν εύκολο τοκετό. Απ’ αυτό φαίνεται σίγουρο να συμπεράνουμε πως επικρατούσε πεποίθηση ότι, όπως πολλές άλλες πηγές, έτσι και το νερό της Ηγερίας είχε τη δύναμη να διευκολύνει τη σύλληψη καθώς και τον τοκετό. Τ’ αφιερώματα, που βρέθηκαν σ’ αυτό το σημείο και τα οποία σχετίζονται ολοκάθαρα με τη γέννηση των παιδιών, πιθανώς να ήταν αφιερωμένα μάλλον στην Ηγερία παρά στην Ντιάνα ή, για να πούμε καλύτερα, η νύμφη του νερού Ηγερία είναι απλά μια άλλη μορφή της μεγάλης θεάς της φύσης, της Ντιάνα, που ήταν η κυ
226
ρία των ηχηρών ποταμών και των σκιερών δασών, που είχε το σπίτι της κοντά στη λίμνη και τον καθρέφτη της στα ήσυχα νερά της και της οποίας το Ελληνικό πανομοιότυπο, η Άρτεμη, σύχναζε σε λίμνες και πηγές. Η ταύτιση της Ηγερίας με την Ντιάνα επιβεβαιώνεται από ένα κείμενο του Πλούταρχου, σύμφωνα με το οποίο η Ηγερία ήταν μία από τις νύμφες της βαλανιδιάς, για την οποία πίστευαν οι Ρωμαίοι ότι προεδρεύει σε κάθε πράσινο άλσος με βαλανιδιές' γιατί, ενώ η Ντιάνα ήταν μια θεά των δασών γενικά, φαίνεται ότι ήταν στενά δεμένη με τις βαλανιδιές ιδιαίτερα και κυρίως στο ιερό της άλσος του Νέμους. Ίσως μάλιστα η Ηγερία ήταν η νεράιδα μιας πηγής, που ανάβλυζε από τις ρίζες μιας ιερής βαλανιδιάς. Μια τέτοια πηγή λένε ότι έτρεχε με ορμή από τις ρίζες της μεγάλης βαλανιδιάς στη Δωδώνη και από την ψιθυριστή ροή της η ιέρεια χρησμοδοτούσε. Ανάμεσα στους Έλληνες επικρατούσε η αντίληψη ότι ένα ρεύμα νερού από ορισμένες ιερές πηγές ή πηγάδια είχε προφητικές δυνάμεις. Αυτό θα μπορούσε να εξηγήσει περισσότερο από καθετί άλλο τη θνητή σοφία με την οποία, σύμφωνα με την παράδοση, η Ηγερία ενέπνευσε το βασιλικό της σύζυγο ή εραστή Νουμά. Όταν θυμηθούμε πόσο συχνά στις αρχικές κοινωνίες ο βασιλιάς είναι υπεύθυνος για την πτώση της βροχής και την ευφορία της γης, δε φαίνεται απερίσκεπτο να εικάσουμε ότι ο μύθος των γάμων του Νουμά με την Ηγερία είναι ανάμνηση ενός ιερού γάμου που οι παλιοί Ρωμαίοι βασιλιάδες έκαναν σε τακτά διαστήματα με μια θεά της βλάστησης ή του νερού, για να προκαλέσουν τις θεϊκές ή μαγικές του ικανότητες. Σε μια τέτοια ιεροτελεστία το ρόλο της θεάς έπαιζε ή ένα είδωλο ή μία γυναίκα, η οποία προφανώς ήταν η Βασίλισσα. Εάν υπάρχει κάποια αλήθεια σ’ αυτή την εικασία, μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο Βασιλιάς και η Βασίλισσα της Ρώμης μασκαρεύονταν κατά το γάμο τους σε θεό και θεά, όπως ακριβώς φαίνεται ότι έκαναν ο Βασιλιάς και η Βασίλισσα της Αιγύπτου. Ο μύθος του Νουμά και της Ηγερίας αναφέρει μάλλον ένα ιερό άλσος, παρά ένα σπίτι, σαν σκηνικό της γαμήλιας ένωσης, η οποία, όπως ο γάμος του Βασιλιά και της Βασίλισσας του Μάη ή του θεού των αμπελιών και της Βασίλισσας της Αθήνας, θα πρέπει να γιορταζόταν κάθε χρόνο σαν ξόρκι, για να εξασφαλίσει τη γονιμότητα όχι μόνο της γης, αλλά και ανθρώπων και ζώων. Σύμφωνα με μερικές πληροφορίες, το σκηνικό του γάμου δεν ήταν άλλο παρά το ιερό άλσος του Νέμους και, από διαφορετικές σκοπιές, οδηγηθήκαμε στην υπόθεση ότι στο ίδιο αυτό άλσος ο Βασιλάς του Δάσους έκανε
227
τους γάμους του με την Ντιάνα. Η συνάντηση των δύο ξεχωριστών γραμμών έρευνας υποθέτει ότι η μυθική ένωση του Ρωμαίου βασιλιά με την Ηγερία θα ήταν μια αντανάκλαση ή αντίγραφο της ένωσης του Βασιλιά του Δάσους με την Ηγερία ή με το αντίστοιχό της, την Ντιάνα. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι οι Ρωμαίοι βασιλιάδες είχαν κάποτε υπηρετήσει ως Βασιλιάδες του Δάσους στο άλσος της Αρικίας, αλλά ότι αρχικά μπορεί να είχαν πάρει μια ιερή ιδιότητα του ίδιου είδους και ότι μπορεί να κατείχαν το αξίωμα κάτω από παρόμοιες συνθήκες. Για να γίνουμε πιο σαφείς, είναι πιθανό να βασίλευαν αυτοί όχι από κληρονομικό δικαίωμα αλλά από τη δύναμη της υποθετικής θεότητάς τους, ως εκπρόσωποι ή ενσαρκώσεις του θεού. Έτσι λοιπόν ζευγάρωναν με μια θεά κι έπρεπε κατά καιρούς να δείχνουν την καλή φυσική τους κατάσταση και να φανερώνουν τις θεϊκές τους ικανότητες, μπαίνοντας σε μια σκληρή μάχη, σώμα με σώμα, που μπορούσε συχνά να είναι γι’ αυτούς θανατηφόρα, αφήνοντας το στέμμα στο νικητή αντίπαλό τους. Οι γνώσεις μας σχετικά με τη Ρωμαϊκή βασιλεία είναι πολύ ανεπαρκείς, για να μας επιτρέψουν να επιβεβαιώσουμε μ’ εμπιστοσύνη οποιαδήποτε απ’ αυτές τις προτάσεις' αλλά τουλάχιστο υπάρχουν μερικές σκόρπιες νύξεις ή ενδείξεις ομοιότητας σε όλες αυτές τις σχέσεις ανάμεσα στους ιερείς του Νέμους και στους βασιλιάδες της Ρώμης ή καλύτερα, ίσως, ανάμεσα στους μακρινούς προγόνους τους στα σκοτεινά χρόνια που προη- γήθηκαν της αυγής του μύθου.
2. Ο Βασιλιάς ως Γιούπιτερ. Αρχικά λοιπόν φαίνεται ότι ο Ρωμαίος βασιλιάς δεν αντιπροσώπευε μια κατώτερη θεότητα, αλλά τον ίδιο τον Γιούπιτερ. Γιατί από τους αυτοκρατορικούς χρόνους, οι νικηφόροι στρατηγοί που γιόρταζαν ένα θρίαμβο και οι άρχοντες που προέδρευαν στους αγώνες του Ιπποδρόμου φορούσαν τη στολή του Γιούπιτερ, την οποία δανείζονταν για την περίσταση από το μεγάλο ναό του στο Καπιτώλιο' και αυτό τη- ρήθηκε πιθανώς και από τους αρχαίους και από τους νεότερους, που κάνοντας έτσι αντέγραφαν την παραδοσιακή περιβολή και τα εμβλήματα των Ρωμαίων βασιλιάδων, οι οποίοι ανέβαιναν σ’ ένα άρμα που το έσερναν τέσσερα άλογα στεφανωμένα με δάφνες και περνούσαν μέσα από την πόλη, ενώ κάθε άλλος πήγαινε με τα πόδια. Αυτοί φορούσαν πορφυρούς μανδύες κεντημένους ή στολισμένους με χρυσάφι και στο δεξί χέρι κρατούσαν ένα κλαδί δάφνης, ενώ στο αριστερό ένα σκήπτρο από φίλντισι, που είχε στην κορφή του έναν αετό. Ήταν στεφανωμένοι μ’ ένα δάφνινο στε
φάνι K'tn τα πρόσωπά τους ήταν κοκκινισμένα από κιννάβαρι, ενώ ένας σκλάβος κρατούσε πάνω από το κεφάλι τους ένα βαρύ χρυσό στέμμα, που έμοιαζε με φύλλα βαλανιδιάς. Σ’ αυτή την αμφίεση η εξομοίωση του ανθρώπου προς το θεό βγαίνει κυρίως από τον αετό της κορφής του σκήπτρου, από το στέμμα σε σχήμα φύλλων βαλανιδιάς και από το κοκκινισμένο πρόσωπο. Γιατί ο αετός ήταν το πουλί του Δία, η βαλανιδιά ήταν το ιερό του δέντρο και το πρόσωπο του ειδώλου του, καθώς στεκόταν πάνω στο άρμα με τα τέσσερα άλογα στο Καπιτώλιο, βαφόταν κόκκινο με τον ίδιο τρόπο στις γιορτές' πραγματικά ήταν τόσο σημαντικό αυτό, ώστε νόμιζαν ότι έπρεπε να κρατούν κυρίως τα θεϊκά χαρακτηριστικά κοκκινισμένα, κι αποτελούσε ένα από τα κυριότερα καθήκοντα των κηνσόρων να ελέγχουν αν είχε γίνει έτσι. Καθώς η θριαμβευτική πομπή τελείωνε πάντα στο ναό του Γιούπιτερ στο Καπιτώλιο, είχε ιδιαίτερη σημασία να είναι το κεφάλι του νικητή εστεμμένο από φύλλα βαλανιδιάς' γιατί δεν ήταν μόνο κάθε βαλανιδιά αφιερωμένη στον Γιούπιτερ, αλλά και ο ναός του θεού στο Καπιτώλιο έλεγαν ότι είχε χτιστεί από το Ρωμύλο δίπλα σε μια ιερή βαλανιδιά, την οποία σέβονταν οι βοσκοί και στην οποία ο βασιλιάς κρεμούσε τα λάφυρα που κέρδιζε από το στρατηγό του εχθρού στη μάχη. Αναφέρουν ρητά ότι το στέμμα βαλανιδιάς inav αφιερωμένο στον Γιούπιτερ του Καπιτωλίου' ένα κείμενο μάλιστα του Οβίδιου αποδείχνει ότι αυτό θεωρούνταν σαν το ιδιαίτερο έμβλημα του θεού.
Σύμφωνα με μία παράδοση, που δεν έχουμε λόγο να την απορρίψουμε, η Ρώμη ιδρύθηκε από αποίκους της Μακράς Άλβα, μιας πόλης χτισμένης στην πλαγιά των λόφων του Αλβανού, η οποία κοιτάζει από ψηλά τη λίμνη και την Καμπανία. Εάν λοιπόν οι Ρωμαίοι βασιλιάδες ισχυρίζονταν ότι ήταν αντιπρόσωποι ή ενσωματώσεις του Γιούπιτερ, του θεού του ουρανού, της βροντής και της βαλανιδιάς, είναι φυσικό να υποθέσουμε ότι οι βασιλιάδες της Άλβα, από τους οποίους καταγόταν ο ιδρυτής της Ρώμης, είναι πιθανό να είχαν προβάλει τον ίδιο ισχυρισμό πριν απ’ αυτούς. Τώρα η δυναστεία των Αλβανών είχε το όνομα Σίλβιοι ή Δάσος και δεν μπορεί να είναι χωρίς σημασία το γεγονός, ότι στο όραμα από τις ιστορικές δόξες της Ρώμης, που αποκαλύφτη- καν στον Αινεία, όταν κατέβηκε στον κάτω κόσμο, ο Βιργίλιος, ένας αρχαιόφιλος και ποιητής, παρουσίαζε όλη τη γενιά των Σιλ- βίων στεφανωμένη με φύλλα βαλανιδιάς. Φαίνεται λοιπόν ότι ένα στεφάνι από φύλλα βαλανιδιάς αποτελούσε μέρος των εμβλημά
229
των των αρχαίων βασιλιάδων της Μακράς Άλβα, καθώς και των διαδόχων τους, των βασιλιάδων της Ρώμης' και στις δύο περιπτώσεις το στεφάνι αυτό χαρακτήριζε το μονάρχη ως τον ανθρώπινο αντιπρόσωπο του θεού της βαλανιδιάς. Τα Ρωμαϊκά χρονικά αναφέρουν ότι ένας από τους βασιλιάδες της Άλβα, με το όνομα Ρωμύλος, Ρεμύλος ή Αμούλλιος Σίλβιος, θεώρησε τον εαυτό του ίσο και ανώτερο του Γιούπιτερ. Για να υποστηρίξει τους ισχυρισμούς του και να επιβάλει το σεβασμό στους υπηκόους του, κατασκεύασε μηχανές που μιμούνταν τον ήχο της βροντής και τη λάμψη της αστραπής. Ο Διόδωρος παραδίνει ότι στην εποχή της καρποφορίας, όταν οι βροντές ήταν δυνατές και συχνές, ο βασιλιάς διέταζε τους στρατιώτες του να πνίξουν τη βουή του ουράνιου πυροβολικού χτυπώντας τα ξίφη πάνω στις ασπίδες τους' αλλά τελικά τιμωρήθηκε για την ασέβειά του, γιατί χάθηκε και ο ίδιος και το παλάτι του, όταν χτυπήθηκε από έναν κεραυνό στη διάρκεια μιας τρομαχτικής καταιγίδας, κατά την οποία, ξεχυλίζο- ντας από τη βροχή, η λίμνη του Αλβανού πλημμύρισε και έπνιξε το παλάτι του. Ένας πάλι άλλος αρχαίος ιστορικός μας πληροφορεί ότι, όταν το νερό είναι χαμηλωμένο και η επιφάνειά του αρυ- τίδωτη από την αύρα, μπορεί κανείς να δει τα ερείπια του παλατιού στον πυθμένα της καθαρής λίμνης. Παραλληλίζοντας την παρόμοια παράδοση του Σαλμονέα, βασιλιά της Ήλιδας, αυτός ο μύθος μας οδηγεί σ’ ένα πραγματικό έθιμο που παρατηρήθηκε στους πρώτους βασιλιάδες της Ελλάδας και της Ιταλίας από τους οποίους, όπως οι συνάνθρωποί τους στην Αφρική μέχρι τους νεότερους χρόνους, πρόσμεναν οι υπήκοοί τους να φέρουν βροχή και βροντή για το καλό της σοδειάς. Ο ιερατικός βασιλιάς Νου- μάς θεωρήθηκε ειδικός στην τέχνη να προκαλεί την πτώση του κεραυνού από τον ουρανό. Γνωρίζουμε επίσης ότι διάφοροι λαοί χρησιμοποιούσαν την πλαστή βροντή σαν γητειά της βροχής στους νεότερους χρόνους' γιατί λοιπόν να μη γινόταν αυτό και στους βασιλιάδες της αρχαιότητας;
Έτσι, εάν οι βασιλιάδες της Άλβα και της Ρώμης μιμούνταν τον Γιούπιτερ ως θεό της βαλανιδιάς φορώντας ένα στέμμα σε σχήμα φύλλων βαλανιδιάς, φαίνεται επίσης ότι είχαν αντιγράψει και τις ιδιότητές του ως θεού των καιρικών συνθηκών προσπαθώντας να προκαλέσουν βροντές και αστραπές. Και, εάν πετύχαιναν, είναι πιθανό ότι, όπως ο Γιούπιτερ στον ουρανό και πολλοί βασιλιάδες στη γη, λειτουργούσαν και αυτοί ως δημόσιοι βροχο- ποιοί, αποσπώντας με τα μαγικά τους ραγδαίες βροχές από το
230
σκοτιηνό ουρανό, όποτε η ξεραμένη γη φώναζε για τη δροσιστική υγρασία. Στη Ρώμη, μια ιερή πέτρα άνοιγε τα αυλάκια του ουρανού και αυτή η τελετή φαίνεται ότι αποτελούσε μέρος της ιεροτελεστίας για τον Γιούπιτερ Ελίκιου (Καταβάτη), το θεό που μπορούσε ν’ αποσπάσει από τα σύννεφα τη λάμψη της αστραπής και τις σταγόνες της βροχής. Και ποιος θα ήταν ο πιο κατάλληλος για την τέλεση αυτής της γιορτής, παρά ο βασιλιάς, ο ζωντανός αντιπρόσωπος του ουράνιου θεού;
Εάν οι βασιλιάδες της Ρώμης μιμούνταν το Δία του Καπιτωλίου, οι πρόγονοί τους, οι βασιλιάδες της Άλβα, μιμούνταν πιθανώς τον μεγάλο Γιούπιτερ Λάτιαν (Λατιάριο), ο οποίος είχε το θρόνο του πάνω από την πόλη στην κορφή του Όρους Αλβανού. Ο Λατίνος, ο μυθικός πρόγονος της δυναστείας, υπήρχε παράδοση ότι, αφού εξαφανίστηκε από τον κόσμο με τον ανεξήγητο χαρακτηριστικό τρόπο των παλιών Λατίνων βασιλιάδων, έγινε ο Γιούπιτερ Λάτιαν. Το ιερό του θεού στην κορφή του βουνού ήταν το θρησκευτικό κέντρο της Λατινικής Ένωσης, όπως η Άλβα ήταν ή πολιτική της πρωτεύουσα, μέχρι που η Ρώμη πήρε την κυριαρχία από την αρχαία της αντίπαλο. Είναι φανερό ότι κανένας ναός, με τη δική μας σημασία της λέξης, δεν ιδρύθηκε ποτέ για τον Γιούπιτερ πάνω στο άγιο βουνό του. Ως θεός του ουρανού και της βροντής λατρευόταν κανονικά στο ύπαιθρο. Το στερεό τείχος, του οποίου μερικά υπολείμματα εξακολουθούν να περιβάλλουν τον παλαιό κήπο του μοναστηριού των Πάσιονιστ, φαίνεται ότι ήταν τμήμα του ιερού περιβόλου που ο Ταρκύνιος ο Περήφανος, ο τελευταίος βασιλιάς της Ρώμης, είχε ορίσει για το επίσημο ετήσιο συνέδριο της Λατινικής Ένωσης. Το παλιότερο ιερό του θεού στην κορφή του βουνού ήταν ένα άλσος' και έχοντας στο μυαλό όχι μόνο την ειδική αφιέρωση της βαλανιδιάς στον Γιούπιτερ, αλλά και το παραδοσιακό στέμμα σε σχήμα φύλλων βαλανιδιάς των Αλβανών βασιλιάδων καθώς και το ανάλογο του Γιούπιτερ στο Καπιτώλιο της Ρώμης, μπορούμε να υποθέσουμε ότι τα δέντρα στο άλσος ήταν βαλανιδιές. Ξέρουμε ότι στην αρχαιότητα το Άλγιδον Όρος, ένα ξεμοναχιασμένο τμήμα των Αλβανών λόφων, ήταν σκεπασμένο με σκοτεινά δάση βαλανιδιάς' και κατά τους πρώτους χρόνους, ανάμεσα στις φυλές που ανήκαν στην Λατινική Ένωση και είχαν δικαίωμα να πάρουν μερίδιο από το κρέας του άσπρου ταύρου, που θυσιαζόταν στο Όρος Αλβανό, υπήρχε μία της οποίας τα μέλη προσαγορεύονταν Άνθρωποι της Βαλανιδιάς, χωρίς αμφιβολία εξαιτίας των δασών όπου αυτοί κατοικούσαν.
231
Αλλά (Ια κάναμε σφάλμα, αν απεικονίζαμε τη χώρα να καλύπτεται απο συνεχές δάσος με βαλανιδιές κατά τους ιστορικούς χρόνους. Ο Θεόφραστος μας έχει αφήσει μια περιγραφή των δασών του Λατίου, όπως ήταν αυτά τον τέταρτο αιώνα προ Χριστού, στην οποία λέει: «Η χώρα του Λατίου είναι ολόκληρη υγρή. Οι πεδιάδες είναι γεμάτες δάφνες, μυρτιές και θαυμάσιες οξιές, γιατί ρίχνουν δέντρα με τέτοιο μέγεθος, ώστε ένας μόνο κορμός αρκεί για την καρίνα ενός Τυρρηνικού πλοίου, ενώ στα βουνά φυτρώνουν πεύκα και έλατα. Ό,τι ονομάζουν χώρα της Κίρκης είναι ένα υψηλό ακρωτήρι, που καλύπτεται από πυκνά δάση βαλανιδιάς, μυρτιάς και άφθονες δάφνες. Οι ντόπιοι λένε ότι εκεί κατοικεί η Κίρκη και δείχνουν τον τάφο του Ελπήνορα, από τον οποίο βγαίνουν μυρτιές κι απ’ αυτές κατασκευάζονται στεφάνια, επειδή τα άλλα δέντρα μυρτιάς είναι υψηλά». Έτσι, η θέα από την κορυφή του Αλβανού Όρους, κατά τους πρώτους Ρωμαϊκούς χρόνους, πρέπει, από πολλές απόψεις, να ήταν πολύ διαφορετική από ό,τι είναι σήμερα. Πραγματικά, τα πορφυρά Απέννινα με την αιώνια ηρεμία τους από τη μια πλευρά και η ηλιόλουστη Μεσόγειος με την αιώνια ανησυχία της από την άλλη παρουσίαζαν την ίδια εικόνα με τη σημερινή, είτε τα έλουζε ο ήλιος είτε καλύπτονταν από τα παροδικά σκιερά σύννεφα' αλλά αντί της έρημης καφέ έκτασης της πυρετώδους Καμπανίας, που συνδεόταν με τις μακριές σειρές των ερειπωμένων υδραγωγείων της, όπως οι σπασμένες αψίδες της γέφυρας στο όραμα του Μίθρα, το μάτι πρέπει να περιπλανιόταν πάνω σε τεράστιες δασώδεις εκτάσεις, που απλώνονταν μίλια μακριά απ’ όλες τις πλευρές, μέχρι που οι διάφορες αποχρώσεις του πράσινου ή του φθινοπωρινού κόκκινου και χρυσού έλιωναν ανεπαίσθητα μέσα στο γαλάζιο των μακρινών βουνών και της θάλασσας.
Αλλά ο Γιούπιτερ δε βασίλευε μόνος του στην κορυφή του άγιου βουνού του. Είχε μαζί του τη σύντροφό του, τη θεά Γιούνο, που λατρευόταν κι εδώ με το ίδιο όνομα, Μονέτα, όπως και στο Καπιτώλιο της Ρώμης. Όπως λοιπόν στο Καπιτώλιο, το στέμμα σε σχήμα φύλλων βαλανιδιάς ήταν αφιερωμένο στον Γιούπιτερ και στη Γιούνο, το ίδιο μπορούμε να υποθέσουμε ότι γινόταν και στο Αλβανό Όρος, από το οποίο ξεκινούσε η λατρεία του Γιούπιτερ του Καπιτωλίου. Ο θεός λοιπόν της βαλανιδιάς ήταν μαζί με τη θεά της βαλανιδιάς στο ιερό άλσος της βαλανιδιάς. Έτσι, στη Δωδώνη, ο θεός της βαλανιδιάς, ο Δίας, είχε για ταίρι του τη Διώνη (Dionc), της οποίας το όνομα έχει απλά μια γλωσσική
232
διαφορά από τη I ιούνο (Juno), ι:νώ στην κορυφή του 'Ορους Κι- Ouipo>vu, όπ(ι>ς έχουμε δει, αυτός φαίνεται ότι έκανε κατά περιόδους τους γόμους του μ’ ένα είδωλο της Ήρας, κατασκευασμένο από βαλανιδιά. Είναι πιθανό, αν και δεν μπορούμε να το αποδείξουμε με βεβαιότητα, ότι ο ιερός γάμος του Γιούπιτερ με τη Γιούνο γιορταζόταν κάθε χρόνο από όλες τις φυλές που ανήκαν στο γένος των Λατίνων, το μήνα του καλοκαιριού που είχε το όνομα της θεάς, Ιούνιο (June).
Εάν σε οποιαδήποτε εποχή του χρόνου οι Ρωμαίοι γιόρταζαν τον ιερό γάμο του Γιούπιτερ και της Γιούνο, όπως οι Έλληνες γιόρταζαν τον αντίστοιχο γάμο του Δία και της Ήρας, μπορούμε να υποθέσουμε ότι, επί Δημοκρατίας, η τελετή παρουσιαζόταν με είδωλα του θεϊκού ζευγαριού ή με τον Φλάμεν Ντιάλις και τη σύζυγό του Φλαμινίκα. Γιατί ο Φλάμεν Ντιάλις ήταν ο ιερέας του Δία. Πραγματικά, αρχαίοι και σύγχρονοι συγγραφείς τον θεο>- ρούν, με μεγάλη πιθανότητα, σαν ζωντανό είδωλο του Γιούπιτερ, σαν ανθρώπινη ενσάρκωση του ουράνιου θεού. Κατά τους πρώτους χρόνους ο Ρωμαίος βασιλιάς, ως εκπρόσωπος του Γ ιούπιτερ, ήταν φυσικό να παίζει το ρόλο του ουράνιου γαμπρού στον ιερό γάμο, ενώ η βασίλισσα έπαιζε το ρόλο της ουράνιας νύφης, όπο>ς ακριβώς στην Αίγυπτο ο βασιλιάς και η βασίλισσα μασκαρεύο- νταν σε θεότητες και στην Αθήνα η βασίλισσα παντρευόταν κάθε χρόνο το θεό των αμπελιών Διόνυσο. Το ότι ο Ρωμαίος βασιλιάς και η βασίλισσα έπαιζαν τους ρόλους του Γιούπιτερ και τη<„ Γιούνο φαίνεται πολύ φυσικό, γιατί αυτές οι θεότητες είχαν tov τίτλο του Βασιλιά και της Βασίλισσας.
Είτε ήταν έτσι είτε όχι, ο μύθος του Νουμά και της ΙΙγερίιι·. φαίνεται να είναι ανάμνηση μιας εποχής κατά την οποία ο ιι.ριι τικός βασιλιάς έπαιζε το ρόλο του θεϊκού γαμπρού. Αφού λοιηόν έχουμε λόγο να υποθέσουμε ότι οι Ρωμαίοι βασιλιάδες εκπροπι» πούσαν το θεό της βαλανιδιάς, ενώ η Ηγερία λέγεται ρηιά όιι ήταν μια νύμφη της βαλανιδιάς, ο μύθος της ένωσής τοΐ\ nm ιερό άλσος γεννάει την πιθανότητα, ότι στη Ρώμη κατά τη βιιοι λική περίοδο γινόταν περιοδικά μια τελετή, ακριβώς ανάλογη μ' εκείνη που γιορταζόταν κάθε χρόνο στην Αθήνα μέχρι την εηο/ή του Αριστοτέλη. Ο γάμος του Βασιλιά της Ρώμης με τη θεά ι η·, βαλανιδιάς, όπως ο γάμος του θεού των αμπελιών με τη lluoi λισσα της Αθήνας, θα πρέπει να σκόπευε στην επιτάχυνση ιη.„ ανάπτυξης της βλάστησης, σύμφωνα με την ομοιοπαθητική μα γεία. Από τους δύο τύπους ιεροτελεστίας, δύσκολα μπορούμε ν"
233
αμφιβάλλουμε ότι η Ρ<ι>μαϊκή ήταν η αρχαιότερη και ότι, πολύ πριν οι βόρειοι επιδρομείς φτάσουν στα αμπέλια των Μεσογειακών ακτ<όν, οι πρόγονοί τους έκαναν τους γάμους του θεού του δέντρου με τη θεά του δέντρου μέσα στα πλατιά δάση βαλανιδιάς της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης. Στην Αγγλία της εποχής μας τα δάση έχουν σε γενικές γραμμές εξαφανιστεί' όμως σε πολλά χωριά κι εξοχικούς δρόμους έχει απομείνει ένα ξεθωριασμένο είδωλο του ιερού γάμου στην αγροτική παρέλαση της Πρωτομαγιάς.
234
Το έργο θα ολοκληρωθεί σε τέσσερεις τόμους και η σχετική βιβλιογραφία θα δημοσιευτεί στον τέταρτο τόμο.
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ TOY J. G. FRAZER «Ο ΧΡΥΣΟΣ ΚΛΩΝΟΣ»
ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΣΤΗ ΦΩΤΟΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΙΚΗ Ο.Ε.
ΦΙΛΜ-ΜΟΝΤΑΖ ΑΤΕΛΙΕ «ΤΟΞΟ» ΤΥΠΩΣΕ Ο ΑΓΓΕΛΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ
ΤΟΝ ΧΕΙΜΩΝΑ ΤΟΥ ’90