Κουτσουπιά

2
Κουτσουπιά (Cercis siliquastrum L.) Περιγραφή: Μικρό φυλλοβόλο δέντρο, μέσου ρυθμού αύξησης, με γκριζωπό φλοιό. Φθάνει τα 12 μ. ύψος και 10 μ. πλάτος κόμης. Βρίσκεται σε θερμές πετρώδεις πλαγιές και σε ξηρά θερμόβια δάση. Τα φύλλα είναι έμμισχα, ακέραια κατ’ εναλλαγή, καρδιόσχημα ή στρογγυλά (διάμετρος 10-12 εκ.). ʼνθη ερμαφρόδιτα. Τα άνθη έχουν ωραίο κόκκινο χρώμα και πολλές φορές εκπτύσσονται ακόμη και από τον κορμό. Εμφανίζονται πριν από τα φύλλα σε εντυπωσιακές ταξιανθίες. Ανθίζει το Μάρτιο και Απρίλιο. Η επικονίαση γίνεται κυρίως με τις μέλισσες. Ο καρπός είναι χέδρωπας, στην αρχή πράσινος και στη συνέχεια καφέ-κόκκινος. Πεπιεσμένος. Οι σπόροι ωριμάζουν γύρω στο Σεπτέμβριο. Γενικές πληροφορίες: Είναι φωτόφιλο είδος. Επιδέχεται μόνο μερική σκίαση, αντέχει σε παροδική και όχι παρατεταμένη ξηρασία. Σε ώριμη ηλικία υποφέρει τις χειμερινές θερμοκρασίες που φθάνουν και μέχρι τους -15 οC. Σε νεαρή όμως ηλικία είναι πολύ ευαίσθητο στους παγετούς. Αναπτύσσεται και σε φτωχά εδάφη, σε ξηρά ή νωπά, σε ελαφριά, μέτρια ή βαριά, αρκεί να αποστραγγίζονται καλά. Αντέχει επίσης σε όξινα, ουδέτερα μέχρι και πολύ αλκαλικά εδάφη. Δεν αντέχει όμως αλατούχα εδάφη. Χρησιμότητα: Χρησιμοποιείται για κατασκευή ακριβής ξύλινης επένδυσης και στη μαγειρική. Τα άνθη που εμφανίζονται ακόμη και στον κορμό, του δίνουν μια ελκυστική όψη. Δημιουργεί συμβιώσεις (μυκόρριζα) και έτσι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εδαφοβελτιωτικό, ιδίως σε φτωχά σε άζωτο, εδάφη. Ανήκει στην οικογένεια Leguminosae (Caesalpiniaceae) . Τα άνθη εκφύονται σε ομάδες κατευθείαν από τα κλαδιά ή και το βλαστό. Έχουν ροδόχρωμη, ζυγόμορφή, ψυχόμορφη στεφάνη. Είναι είδος της Α Μεσογείου, το οποίο

Transcript of Κουτσουπιά

Page 1: Κουτσουπιά

Κουτσουπιά  (Cercis siliquastrum L.)

Περιγραφή: Μικρό φυλλοβόλο δέντρο, μέσου ρυθμού αύξησης, με γκριζωπό φλοιό. Φθάνει τα 12 μ. ύψος και 10 μ. πλάτος κόμης. Βρίσκεται σε θερμές πετρώδεις πλαγιές και σε ξηρά θερμόβια δάση. Τα φύλλα είναι έμμισχα, ακέραια κατ’ εναλλαγή, καρδιόσχημα ή στρογγυλά (διάμετρος 10-12 εκ.). ʼνθη ερμαφρόδιτα. Τα άνθη έχουν ωραίο κόκκινο χρώμα και πολλές φορές εκπτύσσονται ακόμη και από τον κορμό. Εμφανίζονται

πριν από τα φύλλα σε εντυπωσιακές ταξιανθίες. Ανθίζει το Μάρτιο και Απρίλιο. Η επικονίαση γίνεται κυρίως με τις μέλισσες. Ο καρπός είναι χέδρωπας, στην αρχή πράσινος και στη συνέχεια καφέ-κόκκινος. Πεπιεσμένος. Οι σπόροι ωριμάζουν γύρω στο Σεπτέμβριο.

Γενικές πληροφορίες: Είναι φωτόφιλο είδος. Επιδέχεται μόνο μερική σκίαση, αντέχει σε παροδική και όχι παρατεταμένη ξηρασία. Σε ώριμη ηλικία υποφέρει τις χειμερινές θερμοκρασίες που φθάνουν και μέχρι τους -15 οC. Σε νεαρή όμως ηλικία είναι πολύ ευαίσθητο στους παγετούς. Αναπτύσσεται και σε φτωχά εδάφη, σε ξηρά ή νωπά, σε ελαφριά, μέτρια ή βαριά, αρκεί να αποστραγγίζονται καλά. Αντέχει επίσης σε όξινα, ουδέτερα μέχρι και πολύ αλκαλικά εδάφη. Δεν αντέχει όμως αλατούχα εδάφη.

Χρησιμότητα: Χρησιμοποιείται για κατασκευή ακριβής ξύλινης επένδυσης και στη μαγειρική. Τα άνθη που εμφανίζονται ακόμη και στον κορμό, του δίνουν μια ελκυστική όψη. Δημιουργεί συμβιώσεις (μυκόρριζα) και έτσι μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εδαφοβελτιωτικό, ιδίως σε φτωχά σε άζωτο, εδάφη.

Ανήκει στην οικογένεια Leguminosae (Caesalpiniaceae) . Τα άνθη εκφύονται σε ομάδες κατευθείαν από τα κλαδιά ή και το βλαστό. Έχουν ροδόχρωμη, ζυγόμορφή, ψυχόμορφη στεφάνη. Είναι είδος της Α Μεσογείου, το οποίο εξαπλώνεται σε ολόκληρη την ηπειρωτική Ελλάδα και στα νησιά του Β Αιγαίου και του Ιονίου πελάγους. Καλλιεργείται ως καλλωπιστικό.

Είναι άριστο μελισσοκομικό φυτό (τα άνθη είναι ερμαφρόδιτα και γονιμοποιούνται από τις

μέλισσες). Του αρέσει το φως, ΑΝΤΕΧΕΙ στην ξηρασία και ανήκει στη ΣΠΟΥΔΑΙΑοικογένεια

των Leguminosae (ψυχανθή). Τα μέλη της οικογένειας αυτής –και ΜΟΝΟ

αυτής- κατασκευάζουν μόνα τους λίπασμα (Ν, άζωτο). Tα ψυχανθη οσο ειναι ζωντανα φυτα-δεν

τα κοψουμε δηλ.- το λιπασμα το χρησιμοποιουν μονο για τον ευατο τους δηλ. δεν μπορει να το

παρει κανενα αλλο φυτο.

Page 2: Κουτσουπιά

Για αυτή τη πολύ σημαντική περιβαλλοντικά οικογένεια έχω γράψει αναλυτικά σε παλιότερο

ποστ.

Η αντοχή της στην ξηρασία και η ικανότητα της να παρασκευάζει μόνη της λίπασμα, είναι δυο πολύ σημαντικά χαρακτηριστικά που θα έπρεπε να λάβουν σοβαρά υπ’ όψιν όσοι (σχετικοί και άσχετοι), ασχολούνται με τη δεντροφύτευση σε πάρκα και δρόμους και η κουτσουπιά θα έπρεπε να είναι η πρώτη προτίμηση (που ΔΕΝ είναι) και αυτό είναι ένα άλλο σύμπτωμα της νεοελληνικής ανοησίας μας.

Αλλού τη λένε τσερακιά, μελικουκιά ή κουτσικιά και αλλού αγριοκερατιά. Είναι ξαδέρφη της χαρουπιάς. Οι καρποί της είναι σαν μακριά φασόλια, πολύ σκληροί και χορταίνουν τα πουλιά, όταν ωριμάσουν.

Τα φύλλα της κουτσουπιάς χρησιμοποιούνταν ως ένα είδος...

αλουμινόχαρτου, παλιότερα, στα ορεινά χωριά της Στερεάς Ελλάδας

και της Ηπείρου. Με τα μεγάλα, πλατιά κουτσουπόφυλλα οι γυναίκες

τύλιγαν τις μπομποτίσιες κουλούρες που παράχωναν στη χόβολη.

Έκαναν μάλιστα και αρμαθιές από φύλλα τις οποίες ξέραιναν στη

σκιά, για να τις χρησιμοποιήσουν το χειμώνα. Πριν τη χρήση,

μαλάκωναν τα φύλλα σε νερό.

Το ξύλο της κουτσουπιάς δεν έχει ιδιαίτερη αξία, γι' αυτό και έχουν

γλιτώσει από την... αγριότητα της υλοτόμησης. Παλιότερα κάποιοι

μερακλήδες έφτιαχναν μικροέπιπλα ή στόλιζαν με ξύλο κουτσουπιάς το

σαμάρι του ζώου τους.

Οι πληροφορίες του σημερινού ποστ είναι βασισμένες στο περιοδικό

"Γεωτρόπιο", τεύχος 209,