2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η...

23
Ι ΩΑΝΝΑ Κ ΑΠΠΑ (2002). Πανεπιστήμιο Κρήτης ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ 2 Βασικές έννοιες 2.0 Εισαγωγή Η πρώτη ερώτηση που θέτουμε όταν θέλουμε να περιγράψουμε μια γλώσσα είναι η εξής: “ποιούς φθόγγους χρησιμοποιεί η γλώσσα;” Το πρώτο μέλημα δηλαδή της φωνολογίας είναι ο καθορισμός ενός καταλόγουτων φθόγγων μιας γλώσσας, διότι σε κάθε γλώσσα δεν πραγματώνονται όλοι οι πιθανοί φθόγγοι, ακόμα και όταν είναι δυνατόν από φωνητική άποψη. Όταν καθορίσουμε τον κατάλογοτων φθόγγων της γλώσσας, τότε πρέπει να διακρίνουμε τις σχέσεις ανάμεσά τους. Στην κλασική γλωσσολογία γίνεται διάκριση ανάμεσα στους φθόγγους που χρησιμοποιούνται με διαφοροποιητική λειτουργία και στους φθόγγους που είναι παραλλαγές των πρώτων. 2.1 Φωνήματα Οι φθόγγοι που χρησιμοποιούνται με διαφοροποιητική λειτουργία και διακρίνουν τις σημασίες ανάμεσα στα λεξικά τεμάχια (λέξεις) ονομάζονται φωνήματα 1 . Παραδείγματα με αντιθετικά ζεύγη της ελληνικής στο (1) μας δείχνουν την ύπαρξη των διαφορετικών φωνημάτων της γλώσσας που 1 Η έννοια του φωνήματος απαντάται καταρχάς στις μελέτες των B. de Courtenay (1895) και F.de Saussure (1916). Η αποκορύφωση όμως στην έρευνα γίνεται στα πλαίσια της δομικής φωνολογίας βλ. τις μελέτες των δομιστών, όπως των Sapir (1921), Bloomfield (1933:κεφ.5), Trubetzkoy (1939), Pike (1947), Jones (1950) και Hockett (1955, 1958).

Transcript of 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η...

Page 1: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΠΠΑ (2002). Πανεπιστήμιο Κρήτης

ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ

2 Βασικές έννοιες 2.0 Εισαγωγή Η πρώτη ερώτηση που θέτουμε όταν θέλουμε να περιγράψουμε μια γλώσσα είναι η εξής: “ποιούς φθόγγους χρησιμοποιεί η γλώσσα;” Το πρώτο μέλημα δηλαδή της φωνολογίας είναι ο καθορισμός ενός “καταλόγου” των φθόγγων μιας γλώσσας, διότι σε κάθε γλώσσα δεν πραγματώνονται όλοι οι πιθανοί φθόγγοι, ακόμα και όταν είναι δυνατόν από φωνητική άποψη. Όταν καθορίσουμε τον “κατάλογο” των φθόγγων της γλώσσας, τότε πρέπει να διακρίνουμε τις σχέσεις ανάμεσά τους. Στην κλασική γλωσσολογία γίνεται διάκριση ανάμεσα στους φθόγγους που χρησιμοποιούνται με διαφοροποιητική λειτουργία και στους φθόγγους που είναι παραλλαγές των πρώτων.

2.1 Φωνήματα

Οι φθόγγοι που χρησιμοποιούνται με διαφοροποιητική λειτουργία και διακρίνουν τις σημασίες ανάμεσα στα λεξικά τεμάχια (λέξεις) ονομάζονται φωνήματα1. Παραδείγματα με αντιθετικά ζεύγη της ελληνικής στο (1) μας δείχνουν την ύπαρξη των διαφορετικών φωνημάτων της γλώσσας που 1 Η έννοια του φωνήματος απαντάται κατ’ αρχάς στις μελέτες των B. de Courtenay

(1895) και F.de Saussure (1916). Η αποκορύφωση όμως στην έρευνα γίνεται στα πλαίσια της δομικής φωνολογίας βλ. τις μελέτες των δομιστών, όπως των Sapir (1921), Bloomfield (1933:κεφ.5), Trubetzkoy (1939), Pike (1947), Jones (1950) και Hockett (1955, 1958).

Page 2: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ: εισαγωγή στις θεμελιώδεις έννοιες 38

διαφοροποιούν τη σημασία, σε κατά τα άλλα φωνητικά όμοιες λέξεις (τα αντιθετικά ζεύγη περιέχουν μια ακολουθία φθόγγων, όπου σε κάποια συγκεκριμένη θέση ένας φθόγγος είναι διαφορετικός, ενώ όλοι οι υπόλοιποι είναι όμοιοι).2 (1) Ελάχιστα αντιθετικά ζεύγη

/p/: /"pira/ πείρα, /n/: /"pina/ πείνα /m/: /"mira/ μοίρα /ƒ/: /"miƒa/ μύγα /f/: /"fira/ φύρα, /l/: /"fila/ φύλλα /v/: /"vira/ βίρα /t /: /"vita/ βήτα

Τα φωνήματα είναι αφηρημένες οντότητες που δεν γίνονται πάντα

αντιληπτές στον προφορικό λόγο, διότι πολλές φορές αυτό που ακούμε είναι μια παραλλαγή του φωνήματος. Σύμφωνα με τον Τrubetzkoy (1939) “φώνημα είναι η ελάχιστη φωνολογική μονάδα που δεν επιδέχεται περαιτέρω ανάλυση και που αποτελείται από ένα σύνολο διαφοροποιητικών φωνολογικών χαρακτηριστικών”.3 Το φώνημα είναι μια αφηρημένη παράσταση και είναι δυνατόν να εκδηλώνεται φυσικά (φωνητικά) με ένα, δύο ή και τρεις φθόγγους, όπως για παράδειγμα το έρρινο φώνημα /n/ της ελληνικής και οι φθόγγοι [n, ¯]. Ο φθόγγος είναι δηλαδή η φωνητική πραγμάτωση του φωνήματος, είναι αυτό που πραγματικά ακούμε. Όταν το φώνημα εκδηλώνεται φωνητικά μόνο με ένα φθόγγο, τότε έχουμε μια αντιστοιχία μεταξύ φωνήματος και φθόγγου, όπως στην περίπτωση των /m/: [m], /p/: [p], /t/: [t], /T/: [T], /D/: [D] κ.α. της ελληνικής.

2.2 Αλλόφωνα - ποικιλίες

Όταν το φώνημα εκδηλώνεται φυσικά με περισσότερους από ένα φθόγγους, τότε μιλάμε για αλλόφωνα ή για φωνητικές ποικιλίες του

2 Τα φωνήματα και οι φθόγγοι συμβολίζονται με γράμματα του φωνητικού αλφαβήτου. Τα φωνήματα τίθενται μέσα σε διαγώνιες γραμμές / /, ενώ οι φθόγγοι μέσα σε ορθογώνιες αγκύλες [ ].

3 Αυτός είναι ο λειτουργικός ορισμός του φωνήματος σύμφωνα με τη σχολή της Πράγας (δομική φωνολογία).

Page 3: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

2. Βασικές έννοιες 39

φωνήματος4 (allophones, phonetic variants). Στην ελληνική έχουμε για παράδειγμα τα φωνήματα /k/, /x/ και αντιστοίχως τα αλλόφωνα [k, c], [x, C]. Παρατηρούμε ότι το κάθε φώνημα πραγματώνεται φωνητικά είτε με τον αντίστοιχο φθόγγο είτε με ένα ακόμα φθόγγο. Τα φωνήματα αυτά πραγματώνονται ως άηχα υπερωικά σύμφωνα [k], [x], όταν έπεται ένα οπίσθιο φωνήεν, όπως τα φωνήεντα [a, o, u]. Όταν έπεται ένα πρόσθιο φωνήεν [i, e] λειτουργεί ο φωνολογικός κανόνας της ουρανικοποίησης (πβλ. 5.2.1, παράδ. 4) και τα φωνήματα /k/, /x/ πραγματώνονται αντιστοίχως ως άηχα ουρανικά σύμφωνα [c] και [C] όπως στο (2). (2) Αλλόφωνα - ελάχιστα αντιθετικά ζεύγη

/k/: [k] [c] [ka"los] καλός ["cima] κύμα ["kopos] κόπος [ce"ros] καιρός [ku"pi] κουπί

[x] [C]

/x/: ["xari, "xoma, "xufta] - ["Cina, "Ceri] χάρη, χώμα, χούφτα χήνα, χέρι

Οι ανωτέρω φθόγγοι [k, c], [x, C] στο (2) εμφανίζονται συστηματικά

στην ελληνική και η παρουσία του ενός φθόγγου σε ένα συγκεκριμένο φωνητικό περιβάλλον αποκλείει την παρουσία του άλλου, βρίσκονται δηλαδή μεταξύ τους σε σχέση συμπληρωματικής κατανομής. Αυτού του είδους τα αλλόφωνα θεωρούνται ως συνδυαστικές φωνητικές ποικιλίες ενός φωνήματος. Η παρουσία του κάθε φθόγγου είναι προβλέψιμη, ανάλογα με το φώνημα που ακολουθεί, γι΄αυτό το λόγο τα αλλόφωνα δεν έχουν διαφοροποιητική αξία, δεν μεταβάλλουν δηλαδή τη σημασία των λέξεων. Εφόσον οι αλλοφωνικές ποικιλίες είναι προβλέψιμες δεν καταχωρούνται στο λεξικό της γλώσσας, όπως καταχωρούνται τα φωνήματα. Αν ένας αλλοδαπός προφέρει τη λέξη [Ceri] ως [xeri] θα την καταλάβουμε σίγουρα, όπως θα καταλάβουμε και ότι δεν την προφέρει σωστά.

4 Στο παρόν κεφάλαιο αναφερόμαστε πολύ συνοπτικά στα φωνήματα και στις ποικιλίες τους. Στο κεφ. 3 περιγράφονται διεξοδικά όλοι οι φθόγγοι.

Page 4: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ: εισαγωγή στις θεμελιώδεις έννοιες 40

Όταν δύο φθόγγοι εμφανίζονται στο ίδιο φωνητικό περιβάλλον, χωρίς να μεταβάλλουν τη σημασία μιας λέξης, τότε θεωρούνται ως ελεύθερες φωνητικές ποικιλίες ή παραλλαγές ενός φωνήματος. Η παρουσία του κάθε φθόγγου δεν είναι προβλέψιμη, αλλά οφείλεται σε κοινωνικούς, υφολογικούς κ.α. παράγοντες, όπως για παράδειγμα τα φωνήματα /n/ και /l/ της ελληνικής στο (3) προφέρονται πολλές φορές ως ουρανικά [¯ ] και [¥].5 (3) /n/: ["nikos] ~ ["¯ikos] Νίκος /l/: ["lisa] ~ ["¥isa] λύσσα

Να επισημάνουμε ότι σε πολλές γλώσσες οι φθόγγοι που πραγματώνονται είναι περισσότεροι από τα φωνήματά τους, διότι εμφανίζονται και οι διάφορες ποικιλίες των φωνημάτων. Να προσθέσουμε ακόμα, ότι παρ’ όλο που υπάρχουν κοινές αλλοφωνικές ποικιλίες ανάμεσα στις γλώσσες, πολλές φορές ο φθόγγος που είναι αλλόφωνο σε μια γλώσσα, είναι φώνημα σε μια άλλη. Για παράδειγμα στην ελληνική και στην κορεατική ο φθόγγος [s] είναι φώνημα, ενώ ο φθόγγος [S]6 είναι μια φωνητική ποικιλία που πραγματώνεται φωνητικά, όταν μετά το φθόγγο ακολουθεί ένα πρόσθιο φωνήεν [i], πβλ. (4α). Στην αγγλική όμως αυτοί οι δύο φθόγγοι έχουν διαφοροποιητική σημασία, άρα είναι φωνήματα, όπως αποδεικνύουν τα ελάχιστα ζεύγη στο (4β).

(4) α) [kra"si] ~ [kra"Si] κρασί

β) [s I n] - [S I n] (sin- shin) αμαρτία - κνήμη

2.3 Αρχιφώνημα

Μια ακόμα περίπτωση είναι οι φθόγγοι που έχουν διαφοροποιητική σημασία μόνο σε συγκεκριμένα περιβάλλοντα και όχι σε κάποια άλλα. Για παράδειγμα οι κλειστοί φθόγγοι στη γερμανική, στην τουρκική, στην

5 Oι ανωτέρω διακρίσεις των φθόγγων σε φωνήματα και σε αλλόφωνα

(συνδυαστικές και ελεύθερες ποικιλίες) διατυπώθηκαν για πρώτη φορά στον Trubetzkoy (1939).

6 Ο φθόγγος [S] είναι μια χαρακτηριστική ποικιλία στις διαλέκτους της ελληνικής.

Page 5: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

2. Βασικές έννοιες 41

ολλανδική εμφανίζουν αντίθεση ως προς την ηχηρότητα και πραγματώνουν τα ζεύγη [p-b], [t-d], [k-g] στην αρχή της λέξης και στην αρχή της συλλαβής. Όπως παρατηρούμε στα ελάχιστα ζεύγη της γερμανικής, πρόκειται για διαφορετικά φωνήματα που διαφοροποιούν τη σημασία των λέξεων στο (5α, β).

(5α) Αρχή λέξης

[pel´n] - [bel´n] (pellen - bellen) ξεφλουδίζω - γαυγίζω [taNk] - [daNk] (Tank - Dank) δεξαμενή - ευχαριστία [kUnst] - [gUnst] (Kunst - Gunst) τέχνη - εύνοια (5β) Αρχή συλλαβής

[StaUp´] - [StaUb´] (Staupe - Staube) μάστιγα - σκόνη [vaIt´] - [vaId´] (Weite - Weide) πλάτος - βοσκοτόπι [rçk´n] - [rçg´n] (Rocken - Roggen) ρόκα -σίκαλη

Όταν αυτά τα αντιθετικά ζεύγη φωνημάτων είναι στο τέλος της λέξης ή της συλλαβής τότε δεν παρατηρείται πλέον η αντίθεση μεταξύ τους, δηλαδή γίνεται μια άρση της αντίθεσης, η οποία ονομάζεται ουδετέρωση. Παραθέτουμε παραδείγματα από τη γερμανική στο (6) και από την τουρκική στο (7).

(6) /ve:g/: [ve:-g´] [ve:k] δρόμοι - δρόμος /bund/: [bun-d´] [bunt] δεσμοί - δεσμός

vs. /bunt/: [bun-t´] [bunt] πολύχρωμα - πολύχρωμο /çkta:v/: [çkta:-v´] [çkta:f] οκτάβες - οκτάβα (7) /kÆtab/: [kÆta- bÆ] [kÆtap] βιβλίο (αντικειμεν.) -(ονομ.)

Σύμφωναμε τον Τrubetzkoy (1939/1971:70) το κλειστό ή τριβόμενο

φώνημα που εμφανίζεται σε μια “ασθενή θέση” (signifikant schwache Position), όπως είναι το τέλος της λέξης ή της συλλαβής7, είναι ένα

7 Αυτή η θέση (έξοδος συλλαβής) δεν είναι μόνο προσωδιακά, αλλά και αντιληπτικά ασθενής. Η θέση στην αρχή της λέξης ή της συλλαβής (έμβαση) θεωρείται προσωδιακά, αλλά και αντιληπτικά “ισχυρή” θέση

Page 6: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ: εισαγωγή στις θεμελιώδεις έννοιες 42

αφηρημένο στοιχείο, το οποίο φέρει μόνο τα κοινά διαφοροποιητικά χαρακτηριστικά των μελών ενός αντιθετικού ζεύγους. Αυτό το αφηρημένο στοιχείο ονομάζεται αρχιφώνημα και αντιπροσωπεύεται φωνητικά με το ένα από τα δύο μέλη της αντίθεσης, δηλαδή με το [-ηχηρό] μέλος (το οποίο είναι το αμαρκάριστο στοιχείο, πβλ. 3.3.6). Το αρχιφώνημα /p/ αντιπροσωπεύει ένα μη-έρρινο, χειλικό σύμφωνο, το αρχιφώνημα /k/ αντιπροσωπεύει ένα μη-έρρινο, υπερωικό σύμφωνο, ενώ το αρχιφώνημα /t/ αντιπροσωπεύει ένα μη-έρρινο, οδοντικό σύμφωνο.

Σύμφωνα με τη γενετική φωνολογία8 ο φθόγγος που βρίσκεται στο υποκείμενο επίπεδο της γλώσσας είναι ένα [+ηχηρό] φώνημα. Όταν αυτό το φώνημα εμφανισθεί (στo επιφανειακό επίπεδο) σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον, που είναι το τέλος είτε της συλλαβής είτε του μορφήματος, τότε μεταβάλλεται σε άηχο φθόγγο (πβλ. κεφ. 5.2.9, παράδ. 27). Αυτό το φαινόμενο της αηχοποίησης απαντάνται όχι μόνο στις στις γλώσσες που αναφέραμε, αλλά και σε άλλες γλώσσες, όπως στην πολωνική και στη ρωσική.

Οι θεωρητικές απόψεις του Τrubetzkoy (1939) αποτέλεσαν το θεμέλιο για την ανάπτυξη και εξέλιξη ορισμένων σύγχρονων θεωριών, όπως αυτής των μαρκαρισμένων χαρακτηριστικών και αυτής των υποπροσδιορισμένων χαρακτηριστικών (πβλ. 3.3.6, 3.3.7 και 3.3.8). Σύμφωνα με αυτές τις θεωρίες, οι φθόγγοι είναι λεξικά προσδιορισμένοι (μαρκαρισμένοι) μόνο ως προς την παρουσία9 του Δ.Χ. της ηχηρότητας, δηλαδή ως [+ηχηροί], μόνο σε περίοπτες θέσεις, όπως είναι η αρχή της λέξης ή της συλλαβής. Αν οι φθόγγοι εμφανισθούν σε μια άλλη θέση (όπως είναι το τέλος της λέξης ή συλλαβής -έξοδος-, που ονομάζεται και θέση ουδετέρωσης) θα είναι υποπροσδιορισμένοι ως προς την ηχηρότητα. Κατά τη φωνητική τους πραγμάτωση, οι φθόγγοι θα πάρουν την καθολικά αμαρκάριστη τιμή, στην προκειμένη περίπτωση θα πραγματωθούν φωνητικά ως [-ηχηροί].

2.4 Επίπεδα αναπαράστασης

8 Πρωταρχικά στους Chomsky & Halle (1968). 9 Αυτή η προσέγγιση παραπέμπει στις “στερητικές”αντιθέσεις του Trubetzkoy, όπως και η σύλληψη των “μαρκαρισμένων-αμαρκάριστων” χαρακτηριστικών.

Page 7: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

2. Βασικές έννοιες 43

Σύμφωνα με τις θέσεις της σύγχρονης φωνολογικής θεωρίας, τα φωνήματα και οι φθόγγοι ανήκουν σε δύο διαφορετικά επίπεδα αναπαράστασης. Τα φωνήματα, τα οποία είναι το αντικείμενο έρευνας στη φωνολογία, ανήκουν στο φωνηματικό ή αφηρημένο (υποκείμενο) επίπεδο κάθε γλώσσας. Οι φθόγγοι, που είναι το αντικείμενο της φωνητικής, ανήκουν στο φωνητικό ή φυσικό (επιφανειακό) επίπεδο της γλώσσας. Τα δύο επίπεδα συνδέονται μέσω των φωνολογικών διαδικασιών που υφίστανται τα φωνήματα προκειμένου να πραγματωθούν ως φθόγγοι σε κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5).

Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα10 συνοψίζεται στα εξής επιχειρήματα:

i) Ένα βασικό επιχείρημα είναι η οικονομία ως προς τις “πληροφορίες” που καταχωρούνται στο (νοητικό) λεξικό της γλώσσας που βρίσκεται στο υποκείμενο επίπεδο (βλ. επίσης 2.5). Πρέπει λοιπόν να καταχωρούνται μόνο οι αναγκαίες πληροφορίες, στη συγκεκριμένη περίπτωση, μόνο τα φωνήματα της γλώσσας, τα οποία διαφοροποιούν τις σημασίες των λεξικών τεμαχίων. Τα αλλόφωνα συνιστούν πλεονάζουσες πληροφορίες που μπορούν να προβλεφθούν με βάση τους φωνολογικούς κανόνες της γλώσσας.

ii) Ένα μόνο επίπεδο αναπαράστασης δεν μπορεί να εκφράσει τη φωνολογική συγγένεια που υπάρχει ανάμεσα σε ποικιλίες μορφημάτων (αλλόμορφα). Ας παρατηρήσουμε ορισμένα παράδειγμα από την ελληνική.

(8) kov-

α) /"kov-o/ κόβω β) /"kóp-s-o/ κόψω γ) /kof-t-ó/ κοφτό Τα μορφήματα /kov-/, /kop-/ και /kof-/ στα παραδείγματα (8α-γ) φέρουν την ίδια σημασία και έχουν εν μέρει την ίδια φωνητική μορφή. Παρατηρούμε όμως ότι, ανάλογα με το φωνητικό περιβάλλον πραγματώνουν διαφορετικά το τελευταίο σύμφωνο. Πρόκειται δηλαδή για ένα μόρφημα με τρείς

10 Όπως θα δούμε στο κεφ. 7 (λεξική φωνολογία), ανάμεσα στο υποκείμενο και το επιφανειακό επίπεδο της γλώσσας θεωρείται ότι υπάρχει ένα ενδιάμεσο επίπεδο, αυτό των λεξικών αναπαραστάσεων.

Page 8: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ: εισαγωγή στις θεμελιώδεις έννοιες 44

φωνητικές πραγματώσεις, τις οποίες ονομάζουμε αλλόμορφα ή ποικιλίες του μορφήματος. Όταν ακολουθεί φωνήεν, πραγματώνουν φωνητικά το φθόγγο [v], όπως στο (8α), όταν ακολουθεί ένα διαρκές συριστικό σύμφωνο πραγματώνουν το φθόγγο [p], όπως στο (8β) και όταν ακολουθεί ένα άηχο, κλειστό σύμφωνο πραγματώνουν το φθόγγο [f], όπως στο (8γ). Αυτά τα αλλόμορφα βρίσκονται μεταξύ τους σε σχέση συμπληρωματικής κατανομής, δηλαδή η παρουσία του ενός αλλομόρφου σε ένα συγκεκριμένο φωνητικό περιβάλλον αποκλείει την παρουσία των δύο άλλων αλλομόρφων. Αυτή η αλλομορφία είναι φωνολογικά καθορισμένη (phonologically conditioned), διότι υπαγορεύεται από τα φωνολογικά χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος. Το ζήτημα είναι ποιό από τα τρία αλλόμορφα είναι ταυτόχρονα και το υποκείμενο (αφηρημένο) μόρφημα, διότι θεωρητικά θα μπορούσε να είναι το καθένα από τα τρία αλλόμορφα. Ένας όμως από τους τρείς τύπους αλλομόρφων οδηγεί στην πιο οικονομική περιγραφή.

Αν θεωρήσουμε το αλλόμορφο /kof-/ ως τον υποκείμενο τύπο, τότε, προκειμένου να παραχθεί ο επιφανειακός τύπος [kσ .vo] στο (8α), πρέπει να υποθέσουμε ότι υπάρχει ένας γενικός κανόνας που ηχηροποιεί τα άηχα σύμφωνα όταν βρίσκονται σε θέση έμβασης. Αυτός όμως ο κανόνας θα δημιουργούσε και στη λέξη “κοφίνι” /kof-ini/ το λανθασμένο επιφανειακό τύπο *[kovini].

Αν θεωρήσουμε το αλλόμορφο /kop-/ ως τον υποκείμενο τύπο, τότε, προκειμένου να παραχθεί ο επιφανειακός τύπος /kσ .vo/ στο (8α), πρέπει να υποθέσουμε ότι επενεργούν δύο διαφορετικοί φωνολογικοί κανόνες που μεταβάλλουν το υποκείμενο /p/ σε επιφανειακό [v], όταν βρίσκεται σε θέση έμβασης: ένας γενικός κανόνας που αποστιγμικοποιεί τα κλειστά σύμφωνα, /p/ → [f] και ένας δεύτερος κανόνας που ηχηροποιεί τα διαρκή [f] → [v]. Αυτοί οι κανόνες θα δημιουργούσαν όμως και στη λέξη “κόπος” /kop-os/ το λανθασμένο επιφανειακό τύπο *[kovos] και δεν συνιστούν σε καμμία περίπτωση την πιο οικονομική περιγραφή. Εξάλλου ο κανόνας αποστιγμικοποίησης είναι ένας ανομοιωτικός κανόνας (πβλ. 5.2.2) και ο κανόνας της ηχηροποίησης ένας αφομοιωτικός κανόνας (πβλ. 5.2.1, παράδ. 6) και χρειάζονται το κατάλληλο φωνητικό περιβάλλον προκειμένου να εφαρμοστούν. Το φωνήεν που ακολουθεί το αλλόμορφο δεν συνιστά σε καμμία περίπτωση το κατάλληλο φωνητικό περιβάλλον.

Page 9: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

2. Βασικές έννοιες 45

Στο παράδειγμα (8α) μετά το σύμφωνο του τύπου /kov-/ ακολουθεί ένα φωνήεν, το οποίο δεν επηρεάζει φωνολογικά τον τύπο και δεν χρειάζεται την εφαρμογή κανόνων, προκειμένου να πραγματωθεί φωνητικά. Τα χαρακτηριστικά του συμφώνου [v] δεν προβλέπονται από το περιβάλλον, άρα το υποκείμενο αφηρημένο μόρφημα είναι το kov- και αυτό συνιστά την πλέον οικονομική περιγραφή. Τα υπόλοιπα αλλόμορφα είναι προβλέψιμα, διότι πραγματώνονται επιφανειακά με την εφαρμογή φωνολογικών κανόνων, ανάλογα με το φωνητικό περιβάλλον. Το σύμπλεγμα [ps], στο παράδειγμα (8β), πραγματώνονται φωνητικά ως ένα αποτέλεσμα της διαδικασίας της ανομοίωσης ανάμεσα σε γειτνιάζοντα διαρκή σύμφωνα, /vs/ → [ps]. Στο παράδειγμα (8γ) πραγματώνεται φωνητικά το σύμπλεγμα [ft] ως το αποτέλεσμα της διαδικασίας της αφομοίωσης ως προς την ηχηρότητα ανάμεσα σε γειτνιάζοντα εμποδιστικά σύμφωνα, /vt/ → [ft].

Ένα ακόμα κλασικό παράδειγμα στη βιβλιογραφία είναι ο σχηματισμός του πληθυντικού αριθμού στην αγγλική. Συγκεκριμένα, το μόρφημα που σχηματίζει τον πληθυντικό αριθμό στα ουσιαστικά της αγγλικής έχει στο υποκείμενο επίπεδο τη βασική φωνολογική μορφή /z/. Ανάλογα με το φωνητικό περιβάλλον, το /z/ μεταβάλλει τη φωνολογική του μορφή και πραγματώνεται επιφανειακά με τρία αλλόμορφα ως [z], [s] και [Iz]. Στο επιφανειακό επίπεδο φαίνονται ως τρία διαφορετικά μορφήματα, διότι δεν φαίνεται ότι προέρχονται από το ίδιο μόρφημα. Παραθέτουμε τα παραδείγματα στο (9).

(9) ενικός πληθυντικός

α) cow - cow[z] αγελάδα /ες β) cat - cat[s] γάτα /ες γ) dog - dog[z] σκύλος /οι δ) bus - bus[Iz] λεωφορείο /α

Στο παράδειγμα (9α), όταν το μόρφημα βρίσκεται μετά από φωνήεν, τότε είναι σε αντιστοιχία με το βασικό [z] στο υποκείμενο επίπεδο.

Στα υπόλοιπα τρία παραδείγματα, ανάλογα με το περιβάλλον, επενεργούν ορισμένοι φωνολογικοί κανόνες που μεταβάλλουν το υποκείμενο μόρφημα σε τρία παραγόμενα αλλόμορφα:

Page 10: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ: εισαγωγή στις θεμελιώδεις έννοιες 46

9β) αηχοποίηση (αφομοίωση ως προς την ηχηρότητα του [s]) 9γ) ηχηροποίηση (αφομοίωση ως προς την ηχηρότητα του [g]) 9δ) επένθεση [I] ανάμεσα σε δύο συριστικά. iii) Υπάρχουν φωνολογικές γενικεύσεις (κανόνες) που εκφράζονται μόνο

στο υποκείμενο επίπεδο, για παράδειγμα η επένθεση στο (9δ) λαμβάνει χώρα στο υποκείμενο επίπεδο

2.5 Τα φωνήματα της ελληνικής Υποθέτουμε ότι κάθε γλώσσα επιλέγει από ένα καθολικό κατάλογο φωνημάτων (και διακριτικών χαρακτηριστικών) αυτά που θα εντάξει στο φωνολογικό της σύστημα, προκειμένου να διαφοροποιήσει τις σημασίες των λέξεων. Το σύνολο των φωνημάτων μιας γλώσσας χαρακτηρίζεται ως ο φωνηματικός της κατάλογος (phoneme inventory). Ο καθορισμός του φωνηματικού καταλόγου μιας γλώσσας δεν είναι πάντα απλό ζήτημα, διότι πολλές φορές, ορισμένοι φθόγγοι έχουν ένα αμφισβητούμενο φωνηματικό στάτους, όπως θα δούμε παρακάτω και στα σύμφωνα της ελληνικής. Όσο λιγότερα αλλόφωνα διαθέτει μια γλώσσα, τόσο απλούστερο είναι το φωνολογικό της σύστημα, διότι πλησιάζει σχεδόν σε μια αμφιμονοσήμαντη αντιστοιχία φωνημάτων-αλλοφώνων. Όσα περισσότερα τα αλλόφωνα, τόσο πιο περίπλοκο των φωνολογικό σύστημα. Η ελληνική έχει ένα σχετικά απλό φωνολογικό σύστημα σε σχέση με το σύστημα της αγγλικής ή της γερμανικής. Στο κεφάλαιο 1 περιγράφονται τα φωνήεντα και τα σύμφωνα της ελληνικής στο φωνητικό επίπεδο και ο πίνακας (11) στο κεφ. 1.3.2 αποτελεί το φωνητικό ευρετήριο των συμφώνων. Στο φωνολογικό σύστημα της ελληνικής τα φωνηματικά φωνήεντα είναι τα βραχέα [i, u, e, o, a], τα οποία σχηματίζουν μεταξύ τους ελάχιστα αντιθετικά ζεύγη, όπως στο (10).

(10) ["mira] ["mera] ["mura]

μοίρα μέρα μούρα

["k΄ipos] ["kapos] ["kopos] κήπος κάπως κόπος

Page 11: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

2. Βασικές έννοιες 47

Τα φωνηματικά σύμφωνα της ελληνικής παρουσιάζονται στον πίνακα (11). Τα σύμφωνα που βρίσκονται σε παρενθέσεις αμφισβητούνται από πολλούς ερευνητές ως προς τη φωνηματική τους υπόσταση και θα συζητηθούν στη συνέχεια.

(11) ΤΟΠΟΣ AΡΘΡΩΣΗΣ Διχει- Χειλο- Οδοντικά Φατνιακά Ουρανικά Υπερωικά ΤΡΟΠΟΣ λικά δοντικά κλειστά p, (b) t, (d) k, (g) τριβόμενα f, v θ, D s, z x, γ προστριβόμενα (ts, dz) έρρινα m n πλευρικά l πολυπαλλόμενο r ημίφωνα ( j )

Όλα τα σύμφωνα σχηματίζουν μεταξύ τους ελάχιστα αντιθετικά ζεύγη, σε όλες τις θέσεις μέσα στη λέξη, εκτός από τους φθόγγους [b, d, g] που σχηματίζουν ελάχιστα ζεύγη μόνο όταν βρίσκονται στην αρχή της λέξης, όπως στο (12). Ακόμα όμως και γι’ αυτή την αντίθεση υπάρχουν αντενδείξεις (βλ. την επόμενη παράγραφο). (12) πείρα ["pira] - ["bira] μπύρα Τα επιχειρήματα υπέρ ή κατά της φωνηματικής αξίας των φθόγγων [b, d, g, ts, dz, j] και η προβληματική στη φωνολογική ανάλυση παρουσιάζονται στις αμέσως επόμενες παραγράφους. i. Οι φθόγγοι [b], [d], [g]

Ένα από τα προβλήματα στη φωνολογική ανάλυση της ελληνικής αποτελεί η υπόσταση των φθόγγων [b], [d], [g]. Αντικείμενο διαφωνίας αποτελεί το κατά πόσο αυτοί οι φθόγγοι αντιπροσωπεύουν φωνήματα ή κατά πόσο είναι φωνητικές πραγματώσεις μιας ακολουθίας από ένα έρρινο και ένα άηχο κλειστό, συγκεκριμένα των /Νp/, /Νt/, /Νk/.

Σύμφωνα με μια άποψη τα ηχηρά κλειστά είναι φωνήματα της ελληνικής και ένδειξη μας παρέχει η προφορά των δάνειων λέξεων, όπως ρομπότ [robot], σνομπ [snob] (Householder 1964, Koutsoudas 1962, Σετάτος

Page 12: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ: εισαγωγή στις θεμελιώδεις έννοιες 48

1974).11 Σύμφωνα όμως με τη νεώτερη έρευνα έχουμε ενδείξεις ότι τα ηχηρά κλειστά σύμφωνα σε αυτά τα δάνεια προσαρμόζονται12 και οι λέξεις προφέρονται πολλές φορές προερρινοποιημένες ως [rombot] και [snomb] ή και ως [rompot] (Kappa, 1995).

Kριτήριο για την τοποθέτηση στο ζήτημα αποτελεί η επιστημονική απαίτηση να περιορίζεται το φωνηματικό ευρετήριο μιας γλώσσας, δηλαδή η φωνολογική ανάλυση να στηρίζεται σε όσο το δυνατό λιγότερα φωνήματα. Σύμφωνα λοιπόν με αυτό το κριτήριο οι φθόγγοι [b], [d], [g] δεν είναι διακριτά φωνήματα, αλλά αποτελούν τη φωνητική πραγμάτωση ακολουθιών από [έρρινο+άηχο κλειστό]13 και “η παρουσία ή απουσία του έρρινου και πιθανά ο βαθμός ερρινοποίησης εξαρτάται από τη θέση τους στη λέξη και από άλλους παράγοντες περισσότερο κοινωνιογλωσσικού παρά καθαρά γλωσσικού χαρακτήρα” (πβλ. μεταξύ άλλων, Newton 1961, 1972, Philippaki-Warburton 1970, Χαραλαμπόπουλος et al. 1992). Η παρουσία ή απουσία της ερρινότητας κατά την προφορά των ηχηρών κλειστών φθόγγων έχει αποτελέσει αντικείμενο πειραματικής και εμπειρικής έρευνας. Η πειραματική έρευνα με το λαρυγγογράφο έδειξε ότι τα ηχηρά κλειστά προφέρονται με ερρινοποίηση σε όλες τις θέσεις (Pagoni, 1991). Τα πορίσματα όμως αυτής της έρευνας βασίζονται σε ένα σώμα δεδομένων από ένα άτομο. Η εμπειρική έρευνα σε είκοσι άτομα παρέχει την ένδειξη ότι η τάση των ομιλητών είναι να προφέρουν τα ηχηρά κλειστά χωρίς ερρινοποίηση (Χαραλαμπόπουλος et al. 1992). Αντίστοιχα αποτελέσματα δίνει η έρευνα των Arvaniti & Joseph (2000) με από μια πειραματική (ενόργανη) ανάλυση σε ένα σώμα δεδομένων από τριάντα άτομα. Οι Arvaniti & Joseph υποστηρίζουν ότι αυτή η (φωνητική) επικράτηση των μη ερρινοποιημένων ηχηρών κλειστών, όπως στον τύπο [edeka], υποδηλώνει α) ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μια μεταβολή φθόγγων και β) ότι η ποικιλία στην προφορά ανάμεσα σε ένα ερρινοποιημένο ηχηρό κλειστό και σε ένα μη-

11 Υπέρ της φωνηματικής αξίας των [b, d, g] τοποθετείται και ο Viechnicki (1996) υποστηρίζοντας την άποψή του με μια συστηματική θεωρητική ανάλυση των δεδομένων από τη νέα ελληνική και τις διαλέκτους.

12 Για τη φωνολογική προσαρμογή των δανείων λέξεων από την αγγλική βλ. Αποστόλου-Πανάρα (1985) και από τη γαλλική βλ. Αναστασιάδη-Συμεωνίδη (1994).

13 Πβλ. Hamp 1961, Newton 1961, 1972b, Μαλικούτη 1970, Τζιβάκη 1985, Malikouti-Drachman & Drachman 1992, Pagoni 1993, Kappa 1995, Μικρός 1997, Arvaniti 1999.

Page 13: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

2. Βασικές έννοιες 49

ερρινοποιημένο ["edeka ~ "e ndeka] δεν υποδηλώνει πλέον μια υφολογική ποικιλότητα, αλλά εξαρτάται από την ηλικία του ομιλητή, το φωνητικό περιβάλλον και κοινωνικοπολιτικούς παράγοντες.

Μια ισχυρή ένδειξη για τη μη φωνηματική αξία των φθόγγων [b, d, g] μας παρέχουν τα χειλικόληκτα ρήματα ["lamb+o]~[ "lab+o] λάμπω, ["pemb+o] ~ ["peb+o] πέμπω τα οποία στον αόριστο και στα παράγωγα (του ενεστώτα) πραγματώνουν την ακολουθία [έρρινο+άηχο κλειστό], για παράδειγμα ["lamp+si], λάμψη, ["elamp+se] έλαμψε (Χαραλαμπόπουλος, 1985:57).

Στο εσωτερικό της λέξης βρίσκονται σε σχέση συμπληρωματικής κατανομής με [έρρινο+άηχο κλειστό], για παράδειγμα οι τύποι ["edeka ~ "endeka ~ "enteka] “έντεκα” (Joseph & Philippaki-Warburton 1987:231, Kappa 1995 και Arvaniti 1999). οι φθόγγοι [b, d, g] εμφανίζονται χωρίς προερρινοποίηση μόνο στην αρχή της λέξης όπου βρίσκονται σε σχέση αντίθεσης με τα αντίστοιχα άηχα σύμφωνα (["pira] - ["bira] “πείρα-μπύρα”). Σύμφωνα όμως με άλλες μελέτες έχουμε ενδείξεις ότι τα ηχηρά κλειστά σύμφωνα προφέρονται πολλές φορές και στην αρχή της λέξης με ένα, έστω και χαμηλό, βαθμό ερρινοποίησης, για παράδειγμα [mbira] “ μπύρα” Αυτό είναι μια ακόμα ισχυρή ένδειξη ότι τα ηχηρά κλειστά είναι στην υποκείμενη δομή μια ακολουθία αποτελούμενη από [έρρινο+άηχο κλειστό] (Kappa, 1995) που πραγματώνεται φωνητικά είτε ως ηχηρό κλειστό είτε ως ερρινοποιημένο ηχηρό κλειστό, ανάλογα με την ιδιόλεκτο του ομιλητή.

ii. Το πρόβλημα των [ts] και [dz]

Πρόβλημα στην ανάλυση του φωνολογικού συστήματος της νέας ελληνικής, υπάρχει και σε σχέση με τους προστριβόμενους φθόγγους. Αυτοί οι φθόγγοι δεν υπήρχαν στο φωνολογικό σύστημα της αρχαίας ελληνικής και είναι προϊόν της εξέλιξης της ελληνικής γλώσσας από τους μετακλασσικούς χρόνους και μετά, καθώς και της επιρροής από δάνειες λέξεις που ενσωματώθηκαν στο λεξικό της ελληνικής (Setatos, 1969). Τα προστριβόμενα σύμφωνα μπορούν να αναλυθούν είτε ως απλά συμφωνικά τεμάχια,14 ήτοι το [ts] ως άηχο προστριβόμενο και το [dz] ως ηχηρό

14 Πβλ. Householder (1964), Μαλικούτη (197), Pagoni (1993), Kappa (1995, 1998).

Page 14: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ: εισαγωγή στις θεμελιώδεις έννοιες 50

προστριβόμενο, είτε ως συμπλέγματα που σχηματίζονται από τα σύμφωνα [t+s] και [d+z]15 αντίστοιχα.

Οι υπέρμαχοι της άποψης ότι τα προστριβόμενα είναι στην υποκείμενη δομή συμφωνικά συμπλέγματα στηρίζονται στα εξής επιχειρήματα:

α) Μετά το [ts] ακολουθεί πάντα μόνο φωνήεν και δεν είναι δυνατόν να ακολουθήσει ένα σύμφωνο (Newton, 1961).

β) Τα δύο μέλη της ακολουθίας συμφώνων εμφανίζονται και μεμονωμένα στο ίδιο φωνητικό περιβάλλον, δηλαδή σχηματίζουν ελάχιστα ζεύγη, για παράδειγμα [pa"tas] “πατάς”, [pa"sas] “πασάς”, [pa"tsas] “πατσάς” (Setatos 1969, Μαγουλάς 1979).

γ) Διεξοδικά ασχολείται με το πρόβλημα ο Setatos (1969) καταλήγοντας ότι είναι περισσότερο οικονομικό για τη φωνολογική ανάλυση να μην θεωρηθεί ο φθόγγος [ts] ως φώνημα.

Οι υπέρμαχοι της άποψης ότι το προστριβόμενο [ts] είναι φώνημα της γλώσσας στηρίζονται στα ακόλουθα επιχειρήματα:

α) Ο φθόγγος [ts] απαντάται μόνο στην αρχή (λέξης ή συλλαβής) ή στο τέλος ενός μορφήματος και δεν μπορεί να διασπαστεί σε επιμέρους φθόγγους, για παράδειγμα [tsep+i] “τσέπη”, [kal. tsa] “κάλτσα”, [kots+i] “κότσι”, *[kot+si] (Householder, 1964).

β) Μια ακόμα ένδειξη παρέχει η μορφολογία του ονόματος, όπου σε περίπτωση μορφολογικής συμπλοκής [t+s], δεν έχει σαν αποτέλεσμα την ακολουθία [t+s], αλλά [∅ + s], όπως /θet+s+i/ → [θesi] “θέση” άρα δεν έχουμε παράλληλη τάση προς τις αντίστοιχες συμπλοκές [p+s] και [k+s] της γλώσσας όπως /plek+s+i/ → [pleksi] “πλέξη”. Κατά τον ίδιο τρόπο θεωρείται ο φθόγγος [dz] ως η φωνητική πραγμάτωση του συμπλέγματος /Νts/ του λεξικού (Μαλικούτη, 1970).

γ) Ο φθόγγος [ts] απαντάνται και αναδιπλασιαζόμενος, για παράδειγμα οι λέξεις [tsatsara] “τσατσάρα”, [tsitsiDi] “τσιτσίδι”, [tsitsirizo] “τσιτσιρίζω”, όπως αναδιπλασιάζονται και τα απλά σύμφωνα, για παράδειγμα [leleki] “λελέκι”, [papaγalos] “παπαγάλος”, [kukuli] “κουκούλι”. Αυτό είναι μια

15 Πβλ. Newton (1961), Koutsoudas (1962), Warburton-Φιλιππάκη Ε. (1970), Σετάτος (1969, 1974), Μαγουλάς (1979). Επίσης οι Holton, Mackridge & Φιλιππάκη Warburton (1997) δεν περιλαμβάνουν το [ts] στα φωνήματα της γλώσσας με διαφοροποιητική αξία.

Page 15: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

2. Βασικές έννοιες 51

ακόμα ένδειξη της φωνηματικής αξίας του [ts], διότι τα συμπλέγματα συμφώνων δεν αναδιαπλασιάζονται στην ελληνική.16 (Householder, 1964).

δ) Σύμφωνα με το γλωσσικό αίσθημα του φυσικού ομιλητή της ελληνικής ο φθόγγος [ts] αποτελεί ένα τεμάχιο.

Οι Joseph & Philippaki-Warburton (1987:232) σχολιάζουν τις επιμέρους απόψεις, χωρίς ωστόσο, οι ίδιοι να υποστηρίζουν μια ορισμένη θέση θεωρώντας ότι η απάντηση που θα δώσει κανείς εξαρτάται από το ποια διάλεκτο θα θεωρήσει ως βασική (στάνταρτ), καθώς και από τη σημασία που θα δώσει στις δάνειες λέξεις. Αναφέρουν, ωστόσο τη διαδικασία της προσφυματοποίησης (με τα παραγωγικά επιθήματα - itsa, -utsiko) ως ένα επιχείρημα υπέρ του να θεωρηθούν τα [ts] και [dz] φωνήματα.17

Το συμφωνικό σύμπλεγμα [ts] εμφανίζεται μόνο στην επιφανειακή δομή ως αποτέλεσμα του κανόνα ανομοίωσης ως προς τον τρόπο άρθρωσης που ακολουθεί την απαλοιφή ενός άτονου φωνήεντος, όπως η λέξη “κάθισε” και ο εναλλακτικός τύπος “κάτσε”: ["kaθise] → ["kaθ∅se] → ["katse]. iii. Το πρόβλημα του [j]

Ένα ακόμα πρόβλημα για τους μελετητές είναι το αν ο φθόγγος [j]

θεωρείται ως φώνημα ή ως αλλόφωνο της ελληνικής. Να επισημάνουμε ότι ο Πετρούνιας (1984:388), είναι ο μόνος από τους ερευνητές που διαχωρίζει το ουρανικό διαρκές σύμφωνο [j] από το μπροστινό (ουρανικό) ημίφωνο [j], υποστηρίζοντας ότι το δεύτερο παράγεται λίγο πιο χαμηλά από το σύμφωνο [j] και λίγο πιο ψηλά από το φωνήεν [i]. Παρατηρεί, όμως, ότι “σήμερα, οι περισσότεροι ομιλητές της (καθομιλουμένης) ελληνικής σε κανονική ομιλία αντί ημίφωνο προφέρουνε σύμφωνο, ηχηρό αν το προηγούμενο σύμφωνο είναι ηχηρό, άηχο αν το προηγούμενο σύμφωνο είναι άηχο (αφομοίωση ηχηρότητας): [peδja], [spitCa]. Παρατηρεί, ακόμη, ότι και ο τύπος /eklisia/ προφέρεται σε πολλές διαλέκτους και συνήθως και στην καθομιλουμένη ελληνική ως [eklisCa]. Την ίδια άποψη υιοθετούν και οι Holton, Mackridge και Philippaki-Warburton (1997:7), οι οποίοι αναφέρουν τα [j] και [C] ως 16 Τα φαινομενικά και εξαιρετικά μεμονωμένα παραδείγματα αναδιπλασιασμού ενός συμφωνικού συμπλέγματος όπως στις λέξεις [psipsina] “ψιψίνα”, [krikri] “κρι-κρι”, [γriγri] “γρι-γρι” δεν θεωρώ ότι επαρκούν ως αντιπαραδείγματα, διότι δεν αντικατοπτρίζουν μια παραγωγική τάση της γλώσσας.

17 Οι διάφορες απόψεις και τα επιχειρημάτα υπέρ ή κατά της φωνηματικής αξίας του [ts] παρουσιάζονται αναλυτικά στην Pagoni (1993).

Page 16: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ: εισαγωγή στις θεμελιώδεις έννοιες 52

αλλόφωνα του [i]. Δεν κάνουν, όμως, τη διάκριση που κάνει Πετρούνιας ανάμεσα στο ημίφωνο [j] και το ουρανικό τριβόμενο [j]. Αντίθετα, το [j] περιγράφεται ότι προκύπτει από δύο διαφορετικές πηγές, α) ως ουρανικό αλλόφωνο του φωνήματος /γ/ όταν το ακολουθεί [+πρόσθιο] φωνήεν και β) ως αλλόφωνο του [i] όταν βρίσκεται άτονο πριν από φωνήεν και μετά από ηχηρό σύμφωνο. Είναι, μάλιστα, οι μόνοι οι οποίοι αναφέρουν ότι τα [j] και [η] μετέχουν στο σχηματισμό ποικίλων συμφωνικών συμπλεγμάτων. Και αναφέρουν ως παραδείγματα τους τύπους /Dioxno/: [Djoxno] “διώχνω”, /vi"azome/: ["vjazome] “βιάζομαι”, /pi"ano/: ["pçano] “πιάνω”. Οι μεταβολές αυτές αποδίδονται στην αποφυγή της χασμωδίας, η οποία είναι μια περίπτωση της γενικότερης τάσης των γλωσσών να προωθήσουν τη συλλαβική δομή [ΣΦ], έτσι ώστε “τα δύο φωνήεντα αλλάζουν σε ημίφωνο και φωνήεν, και στη συνέχεια μπορεί το ημίφωνο να τραπεί σε σύμφωνο, επειδή, ακόμη κι αν προηγείται άλλο σύμφωνο, η αλλαγή οδηγεί πιο κοντά στην επιθυμητή συλλαβική δομή” (Πετρούνιας, 1984:393).

Οι Holton, Mackridge & Philippaki-Warburton (1997) επισημαίνουν ακόμα ότι ο ουρανικός φθόγγος που παράγεται από το [i] μπορεί να γίνει έρρινος ουρανικός [¯] μετά το έρρινο /m/: /mia/ → [mja] → [m¯a]. Διεξοδικα με το ζήτημα ασχoλούνται και οι Joseph και Philippaki-Warburton (1986). Θεωρούν, όπως και οι προηγούμενοι, ότι το [j] δεν αποτελεί χωριστό φώνημα της ελληνικής, αλλά είναι μια φωνητική πραγμάτωση είτε του /γ/ είτε του /i/. Δεν αναφέρουν, όμως, το [η] ως αλλόφωνο του [i] μετά από άηχο σύμφωνο, ούτε και την ερρινοποίησή του σε περίπτωση που ακολουθεί το έρρινο /m/. Έτσι οι τύποι [mia] ή [mja] και [θios] ή [θjos] αναφέρονται ως εναλλακτικές προφορές (ποικιλίες), ενώ οι τύποι [peδi]-[peδju] και [mati]-[matja] ως μορφοφωνηματικές εναλλαγές.

Χωρίς να διαφοροποιείται κατά τα άλλα από την παραπάνω άποψη, η Μαλικούτη (1970) θεωρεί ότι το [j] παράγεται όχι μόνο από το [i] αλλά και από το [e], δηλαδή από τα [+πρόσθια] φωνήεντα. Διατυπώνει ωστόσο η άποψη ότι ο κανόνας δεν εφαρμόζεται σε όλες τις λέξεις της ελληνικής. Ως μια από τις περιπτώσεις που δεν εφαρμόζεται ο κανόνας της παραγωγής του “μη συλλαβικού” [j] / [η] από το άτονο [i] αναφέρεται η περίπτωση που το σύμφωνο που προηγείται είναι το [r]: [aγrios] “άγριος”, [γria] “γριά”. Τόσο αυτές οι περιπτώσεις, όπως και η μη ημιφωνοποίηση του [i] σε λέξεις που προέρχονται από την καθαρεύουσα, έχουν ως αποτέλεσμα η συμπεριφορά των [i] / [j] ανάμεσα σε σύμφωνο και φωνήεν να μην είναι πάντα

Page 17: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

2. Βασικές έννοιες 53

προβλέψιμη. Oι πιθανές εμφανίσεις ταξινομούνται ως εξής: α) μη παράγωγες ρίζες σε σχέση αντίθεσης, όπως [ie"ros] vs. [je"ros] “ιερός-γερός”, β) παραγωγικοί τύποι σε σχέση αντίθεσης, όπως [skupiδjaris] .vs [vivliario] “σκουπιδιάρης-βιβλιάριο” ή ως ελεύθερα αλλόμορφα [sxolio]~[sxoljo] “σχολείο~σχολειό”, γ) μορφολογικοί τύποι, όπως οι παθητικοί τύποι, π.χ. [aγapjeme] “αγαπιέμαι” και ο πληθυντικός των ουδετέρων σε [i], όπως [molivi]-[molivja] “μολύβι-μολύβια” όπου η ημιφωνοποίηση είναι υποχρεωτική λόγω της συλλαβικής δομής (πβλ. Malikouti-Drachman, 1984).

Τελειώνοντας αναφέρουμε τα πορίσματα μιας μελέτης των δεδομένων που συγκλίνουν με τις ανωτέρω απόψεις, ότι ο φθόγγος [j] δεν είναι υποκείμενο φώνημα της Ελληνικής με διαφοροποιητικό χαρακτήρα (Kappa, 200δ/υπό έκδ.). Οι προβληματικές περιπτώσεις όπου φωνήεντα πραγματώνονται φωνητικά σαν [j] και η προφορά του που -ανάλογα με το φωνητικό περιβάλλον- ποικίλει από ουρανικό, διαρκές, σύμφωνο μέχρι πραγματικό ημίφωνο εξηγούνται ως εξής: Οι περιορισμοί της συλλαβικής δομής της δημοτικής και της λόγιας γλώσσας καθορίζουν την εμφάνιση [j] σε θέση έμβασης συλλαβής (δημοτική) ή την μη-εμφάνιση του [j], αλλά τη διατήρηση του συλλαβικού /i/ σε θέση πυρήνα συλλαβής (λόγια), π.χ. οι παράλληλοι τύποι που η προφορά τους οφείλεται στη λόγια επίδραση, εμφανίζουν ακολουθίες, δύο άτονων φωνηέντων, όπως “άδεια” ["aDia], τονισμένου και άτονου φωνήεντος “δύο” ["Diο], ή αντίστροφα άτονου και τονισμένου φωνήεντος “ιός” [i"os], παρά την εμφάνιση χασμωδίας που δημιουργεί μία μαρκαρισμένη συλλαβική δομή. Η φωνητική πραγμάτωση του συλλαβικού /i/ σε προφωνηεντική θέση, σαν συμφώνου [j] / ημιφώνου [i9 ] στους αντίστοιχους τύπους της δημοτικής ["aDja ~ "aDi9a, Djo ~ Di9o, jos], είναι ένδειξη της τάσης της γλώσσας για αμαρκάριστες συλλαβικές δομές, ή αποφυγή χασμωδίας (μαρκαρισμένες συλλαβικές δομές). Υποστηρίζεται επίσης ότι το πρόβλημα σχηματισμού ημιφώνου και τονισμού αντιμετωπίζεται, αν θεωρήσουμε ότι πρώτα ολοκληρώνεται η προσωδιακή δομή (άρα και ο σχηματισμός ημιφώνου σε θέση έμβασης, στην περίπτωση της δημοτικής) και μετά προσδίδεται ο κύριος τόνος.

2.6 Λεξικό

Page 18: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ: εισαγωγή στις θεμελιώδεις έννοιες 54

Ο λεξικός τομέας αποτελεί ένα από τα συστατικά της γραμματικής μιας γλώσσας. Επιμέρους τμήματα του λεξικού αποτελούν το νοητικό λεξικό (mental lexicon) και οι λεξικοί κανόνες (lexical rules)18, οι οποίοι κανόνες που εκφράζουν φωνολογικές γενικεύσεις και κανόνες που παράγουν νέα λεξικά τεμάχια από άλλα (πβλ. κεφ. 7), δηλαδή κανόνες για το σχηματισμό λέξεων από μορφήματα, τους επονομαζόμενους κανόνες σχηματισμού λέξεων (word formation rules).

Το λεξικό περιέχει ένα “κατάλογο” των δεσμευμένων και ελευθέρων μορφημάτων μιας γλώσσας19, τα οποία ονομάζονται λεξικά τεμάχια, λήμματα του λεξικού ή λεξήματα20 (lexical items/entries/lexems). Αυτά τα στοιχεία είναι οι ελάχιστοι γλωσσικοί τύποι, που είναι φορείς σημασίας και έχουν συγκεκριμένη φωνολογική μορφή. Για κάθε λήμμα δίνεται στο λεξικό μια σειρά πληροφοριών που το αφορά σχετικά με τη φωνολογική δομή, τις μορφολογικές, τις συντακτικές και τις σημασιολογικές ιδιότητες, καθώς και κάθε ιδιοσυγκρασιακή πληροφορία. Για παράδειγμα: α) ποιά είναι η βασική φωνολογική μορφή ενός μορφήματος (φωνολογική πληροφορία), β) σε ποια μορφολογική τάξη ανήκει μια λέξη, όπως γένος κ.λπ. (μορφολογική πληροφορία), γ) αν ένα ρήμα είναι μεταβατικό ή αμετάβατο κ.λπ. (συντακτική πληροφορία), δ) “ανώμαλους” τύπους/εξαιρέσεις που δεν μπορούν να προβλεφθούν και πρέπει να δηλώνονται στο λεξικό (ιδιοσυγκρασιακές πληροφορίες). Όλες αυτές οι πληροφορίες συνιστούν τη λεξική αναπαράσταση (lexical representation) ενός μορφήματος, η οποία έχει αφηρημένη μορφή και δεν ταυτίζεται πάντα με την αντίστοιχη φωνητική αναπαράσταση, δηλαδή τη φωνούμενη πραγμάτωση του μορφήματος.

΄Ενα από τα θέματα που απασχολούν το γλωσσολογικό χώρο είναι το τι πρέπει να περιέχεται στο λεξικό μιας γλώσσας, δηλαδή τι είδους και πόσες 18 Λεξικός κανόνας: α) κάθε κανόνας που εκφράζει μια γενίκευση σε μια ομάδα λεξικών λημμάτων και β) μια λειτουργία που βάζει τις λεξικές μονάδες στα δέντρα φραστικής δομής.

19 Τα ελεύθερα μορφήματα αποτελούν μόνα τους μια λέξη, π.χ. “από, εκεί, και, επί”. Τα δεσμευμένα μορφήματα δεν μπορούν να αποτελέσουν μόνα τους μια λέξη, αλλά βρίσκονται πάντα σε συνδυασμό με άλλα μορφήματα προκειμένου να σχηματίσουν μια λέξη, π.χ. “έλυσα” e+li+sa. Υπάρχουν επίσης τα ελευθερώσιμα μορφήματα, τα οποία πότε εμφανίζονται ως ελεύθερα, π.χ. η πρόθεση “επί” epiκαι πότε ως δεσμευμένα, π.χ. “επιλύω” epi+li+o.

20 Τα ελεύθερα μορφήματα είναι τα γλωσσικά σημεία (linguistic signs), πβλ. de Saussure (1916).

Page 19: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

2. Βασικές έννοιες 55

πληροφορίες. Αυτό το θέμα συνδέεται άμεσα με την εκμάθηση μιας γλώσσας. Δεδομένου ότι η ανθρώπινη μνήμη έχει ορισμένους περιορισμούς ως προς την αποθήκευση των πληροφοριών, αν οι πληροφορίες για κάθε λήμμα είναι υπερβολικά πολλές, τότε η εκμάθηση του λεξικού δεν είναι δυνατή. Οι πληροφορίες που θα περιέχει το λεξικό πρέπει να είναι λοιπόν οργανωμένες κατά τρόπο συστηματικό και όσο το δυνατόν λιγότερες, δηλαδή τόσες πληροφορίες όσες χρειάζονται τελικά για τον ορθό σχηματισμό μιας πρότασης. Αυτή η οργάνωση έχει ως αποτέλεσμα την εκμάθηση του λεξικού μιας γλώσσας σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Κατά την παραγωγή μιας πρότασης επιλέγονται από το λεξικό ομάδες ελευθέρων ή και δεσμευμένων μορφημάτων που οργανώνονται σε φράσεις και μετά την εφαρμογή μια σειράς συντακτικών διαδικασιών/κανόνων δίνουν ένα τελικό τύπο. Αυτός ο τελικός τύπος είναι η συντακτική πρόταση που πραγματώνεται φωνητικά και ερμηνεύεται σημασιολογικά. Σύμφωνα με την άποψη, τόσο των δομιστών όσο και των γενετικών γλωσσολόγων, το λεξικό πρέπει λοιπόν να διέπεται από οικονομία ως προς τις πληροφορίες που αποθηκεύει και πρέπει να περιέχει μόνο τις ιδιοσυγκρασιακές πληροφορίες. Για παράδειγμα, από φωνολογική άποψη, πρέπει να δηλώνονται μόνο αναγκαίες φωνολογικές πληροφορίες, όπως τα διακριτικά χαρακτηριστικά που διαφοροποιούν τις σημασίες των λεξικών τεμαχίων ή πρέπει να δηλώνεται μόνο ο βασικός φωνολογικός τύπος των μορφημάτων και όχι τα αλλόμορφα (βλ. 2.4). Οι γενετικοί γλωσσολόγοι θεωρούν ότι, όλες οι προβλέψιμες όψεις μιας αναπαράστασης που μπορούν να παραχθούν μέσω ενός κανόνα, για παράδειγμα από τη φωνολογία ή τη σύνταξη της γλώσσας, δεν πρέπει να περιέχονται ως πληροφορίες μέσα στη λεξική αναπαράσταση. Αυτό περιλαμβάνει και κανονικότητες στην προφορά και γενικότερα στη φωνολογική δομή, όπως για παράδειγμα δεν περιλαμβάνονται στο λεξικό τα πλεονάζοντα διακριτικά χαρακτηριστικά (βλ. 3.3.7).

Στην προσπάθεια περιορισμού του περιεχομένου του λεξικού έχουν διατυπωθεί οι ακόλουθες προτάσεις:

α) Διάκριση μεταξύ υπαρκτών (actual words) και δυνάμει ή πιθανών λέξεων (potential words). Υπαρκτή είναι κάθε λέξη που χρησιμοποιείται από τον ομιλητή και είναι καταγεγραμμένη στο λεξικό “κατάλογο” μιας γλώσσας (lexical listing). Αυτό το λεξικό αποτελεί το μόνιμο ή σταθερό λεξικό (permanent lexicon ή dictionary) σε αντιδιαστολή με το πιθανό ή

Page 20: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ: εισαγωγή στις θεμελιώδεις έννοιες 56

δυνάμει λεξικό (potential lexicon) που περιλαμβάνει όλες τις δυνάμει ή πιθανές λέξεις που μπορούν να είναι γραμματικά ορθές (well-formed), αποτελέσματα των κανόνων σχηματισμού. Οι ομιλητές μπορούν να διακρίνουν αν μια γραμματικά ορθή λέξη είναι και υπαρκτή, δηλαδή μπορούν να ξεχωρίσουν αν πρόκειται για μια νεοδημιούργητη λέξη ή για μια υπαρκτή.

β) Για να περιορισθεί ακόμα περισσότερο το σταθερό λεξικό, θεωρείται ότι περιέχει μόνο λεξικά τεμάχια/λήμματα. Έτσι δεν περιλαμβάνονται ομαλά παράγωγα (εφόσον μπορούν να σχηματισθούν με κάποιο κανόνα). Επίσης αποφεύγεται το πρόβλημα, όπου ένα λήμμα αντιστοιχεί σε πολλούς τύπους (γραμματικών) λέξεων, ιδιαίτερα σε γλώσσες με πλούσιο κλιτικό σύστημα.

γ) Ένας ακόμα τρόπος περιορισμού του λεξικού είναι να θεωρήσουμε ότι το λεξικό περιέχει μια λίστα μορφημάτων, καθώς και μια λίστα λέξεων που σχηματίζονται από μη παραγωγικές μορφολογικές διαδικασίες. Δεν θα περιέχει όμως λέξεις που σχηματίζονται με παραγωγικές διαδικασίες, όπου η σημασία των λέξεων καθορίζεται από την σημασία των μορφημάτων που την απαρτίζουν, όπως για παράδειγμα, το λεξικό δεν θα περιέχει τους ομαλούς κλιτικούς τύπους των λέξεων.

Το πεδίο δράσης / αντικείμενο (scope) του λεξικού ποικίλλει και ανάλογα με τη θεωρητική προσέγγιση θεωρείται ότι: α) είναι απλά ένα υποσυστατικό της (γενετικής) γραμματικής β) είναι η βάση για όλα (σχεδόν) τα γραμματικά σχήματα (patterns) γ) είναι ένας κατάλογος μορφημάτων χωρίς εσωτερική δομή δ) είναι ένα δίκτυο λημμάτων που συνδέονται μέσω των λεξικών κανόνων και των χαρακτηριστικών που μοιράζονται από κοινού σε διάφορα επίπεδα.

Όπως αναφέραμε ο λεξικός τομέας περιέχει επίσης τους κανόνες σχηματισμού λέξεων. Πολλές θεωρητικές προσεγγίσεις τοποθετούν αυτους τους λεξικούς κανόνες σε ανεξάρτητο τομέα της γραμματικής. Οι κανόνες αυτοί λειτουργούν επιλέγοντας μορφήματα από το λεξικό και τα συνδυάζουν προκειμένου να σχηματίσουν λέξεις. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, το λεξικό πρέπει να περιέχει τη λίστα των μορφημάτων της γλώσσας και ο γλωσσολόγος πρέπει να “αποσπάσει” όση προβλέψιμη πληροφορία είναι δυνατόν από τη δομή της λέξης και να “γράψει” αυτή την πληροφορία στους κανόνες σχηματισμού λέξεων. Το πρόβλημα σε αυτή τη θεωρητική θέση είναι το εξής: Η σημασία μιας λέξης δεν είναι πάντα προβλέψιμη από

Page 21: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

2. Βασικές έννοιες 57

τη σημασία των μορφημάτων της. Μερικές φορές δεν μπορεί επίσης να προβλεφθεί η τελική προφορά μιας λέξης με βάση τον φωνολογικό τύπο των μορφημάτων που την απαρτίζουν.

2.7 Γλωσσικά καθολικά Με τον όρο γλωσσικά καθολικά (language universals) αναφερόμαστε από τυπολογική σκοπιά στις γενικεύσεις για τα γλωσσικά σχήματα που χαρακτηρίζουν τις φυσικές γλώσσες. Όπως σχολιάζει ο Greenberg, ανεξάρτητα από τις επιμέρους ιδιομορφίες που παρατηρούνται επιφανειακά στη γραμματική κάθε γλώσσας, υπάρχουν τέτοιες ομοιομορφίες ανάμεσα στις γλώσσες σαν να “είναι όλες κομμένες από το ίδιο πατρόν” Υπάρχουν τουλάχιστον τρία είδη γλωσσικών καθολικών σε σχέση με τα φωνήματα των γλωσσών (Greenberg et al., 1963:xv). 21

i) Γλωσσικά καθολικά που ισχύουν ανεξαιρέτως για όλες τις γλώσσες, τα οποία ονομάζονται απόλυτα καθολικά χαρακτηριστικά (absolute universals), όπως για παράδειγμα:

♦ Όλες οι γλώσσες έχουν σύμφωνα και φωνήεντα. ♦ Ο αριθμός των ερρίνων φωνηέντων μιας γλώσσας δεν είναι ποτέ

μεγαλύτερος από τον αριθμό των μη-ερρίνων φωνηέντων. ♦ Όλες οι γλώσσες έχουν ένα τουλάχιστον κλειστό σύμφωνο.

ii) Γλωσσικά καθολικά που ισχύουν για την πλειονότητα των γλωσσών (universal tendencies, Comrie, 1989:19). Παραθέτουμε ορισμένα παραδείγματα.

♦ Οι περισσότερες γλώσσες έχουν ένα τουλάχιστον τριβόμενο σύμφωνο. ♦ Τα φωνηεντικά συστήματα, τα οποία έχουν μόνο τρία μέλη,

αποτελούνται ως επί το πλείστον από τα φωνήεντα [i, u, a]. ♦ Οι περισσότερες γλώσσες έχουν δύο υγρά σύμφωνα. ♦ Στις περισσότερες γλώσσες τα πρόσθια φωνήεντα είναι μη-στρογγυλά.

iii) Η παρουσία ενός καθολικού γλωσσικού (Α) συνεπάγεται την παρουσία ενός άλλου άλλου χαρακτηριστικού (Β) και αυτό ονομάζεται

21 Στον Greenberg (1963) προτείνονται 45 καθολικά γλωσσικά που αφορούν στην σειρά των όρων, στα συντακτικά και στα μορφολογικά χαρακτηριστικά.

Page 22: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ: εισαγωγή στις θεμελιώδεις έννοιες 58

συνεπαγωγικό καθολικό (implicational universal), δεν ισχύει όμως το αντίστροφο. Παραθέτουμε ορισμένα παραδείγματα συνεπαγωγικών καθολικών.

♦ Αν μια γλώσσα έχει στο φωνολογικό της σύστημα τα ηχηρά κλειστά σύμφωνα [b, d, g], συνεπάγεται ότι έχει και τα άηχα, κλειστά [p, t, k].

♦ Αν μια γλώσσα έχει άηχα έρρινα σύμφωνα, τότε έχει και ηχηρά έρρινα σύμφωνα.

♦ Αν μια γλώσσα έχει τριβόμενα σύμφωνα, τότε έχει και κλειστά.

Στο συνεπαγωγικό σχήμα “αν Α, τότε Β” τα (Α) και (Β) είναι φθόγγοι ή ομάδες φθόγγων. Τα (Α) και (Β) αναφέρονται επίσης ως μαρκαρισμένες δομές (Α) οι οποίες συνεπάγονται την παρουσία των αμαρκάριστων δομών (Β). (Greenberg, 1966). Οι μαρκαρισμένες δομές22 εμφανίζονται σπανιότερα στις γλώσσες από τις αντίστοιχες αμαρκάριστες δομές. Η συχνότητα εμφανίσεως δέν είναι όμως το μόνο κριτήριο για το χαρακτηρισμό μιας μαρκαρισμένης δομής, ενός φθόγγου στην προκειμένη περίπτωση. Οι μαρκαρισμένοι φθόγγοι έχουν σε γενικές γραμμές τις εξής ιδιότητες (Jakobson, 1941, Trubetzkoy, 1939).

♦ Οι μαρκαρισμένοι φθόγγοι εμφανίζονται σε λιγότερες γλώσσες, από ότι οι αντίστοιχοι αμαρκάριστοι.

♦ Οι μαρκαρισμένοι φθόγγοι υποδηλώνουν την ύπαρξη των αντίστοιχων αμαρκάριστων φθόγγων.

♦ Οι μαρκαρισμένοι φθόγγοι κατακτώνται αργότερα από τα παιδιά. ♦ Οι μαρκαρισμένοι φθόγγοι είναι ιστορικά ασταθείς. Έχει

παρατηρηθεί ότι σε ένα μεταγενέστερο γλωσσικό στάδιο αυτοί οι φθόγγοι είτε χάνονται είτε μεταβάλλονται στους αντίστοιχους αμαρκάριστους.

Η θεωρία των καθολικών χαρακτηριστικών έχει ως στόχο να προσδιορίσει ποιες ιδιότητες είναι αναγκαίες στις ανθρώπινες γλώσσες, ποιες ιδιότητες δεν είναι δυνατές και τέλος ποιες ιδιότητες αποτελούν πιθανά χαρακτηριστικά μιας γλώσσας, αλλά δεν απαντούν υποχρεωτικά σε όλες τις ανθρώπινες γλώσσες (Comrie, 1989:33-4).

Σύμφωνα με το πρότυπο της γενετικής μετασχηματιστικής γραμματικής τα γλωσσικά καθολικά χαρακτηριστικά είναι οι αναγκαίες ιδιότητες και οι

22 Για τις μαρκαρισμένες δομές πβλ. τους μαρκαρισμένους φθόγγους στο κεφ.

3.3.6, τα συμφωνικά συμπλέγματα και τις συλλαβικές δομές στο κεφ. 4.

Page 23: 2 ?a f???µata“ΛΩΦ153/1... · 2010-11-28 · κάθε γλώσσα (πβλ. κεφ. 5). Η ανάγκη για τη διάκριση ανάμεσα στα δύο επίπεδα.

2. Βασικές έννοιες 59

γενικές αρχές που διέπουν την ανθρώπινη γλώσσα, ενυπάρχουν δε από κοινού σε όλες τις ανθρώπινες γλώσσες. Τα γλωσσικά καθολικά αποτελούν α) μέρος της νοητικής συγκρότησης του ανθρώπου αντανακλώντας τη γλωσσική του ικανότητα, β) το κλειδί για τον καθορισμό του μηχανισμού της γλωσσικής κατάκτησης. Αυτές δηλαδή οι αρχές απηχούν την έμφυτη ικανότητα και τον τρόπο με τον οποίο το παιδί κατακτά, κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής του, αβίαστα, φυσικά και σε μικρό χρονικό διάστημα το αφηρημένο σύστημα της γραμματικής της μητρικής του γλώσσας, με βάση τα αποσπασματικά δεδομένα στα οποία είναι εκτεθειμένο. Τα γλωσσικά καθολικά χαρακτηριστικά είναι έμφυτα στοιχεία στον άνθρωπο και βιολογικά προκαθορισμένα, συνιστούν δε την καθολική γραμματική (universal grammar).

Η καθολική γραμματική είναι ένα ιδεατό σύστημα, σύμφωνα με το οποίο η ανθρώπινη γλώσσα αποτελείται από ένα σύνολο θεμελιωδών γενικών αρχών και παραμέτρων που είναι γενετικά προκαθορισμένες και γι’αυτό εμφανίζονται σε όλες τις γλώσσες. Ως πρότυπο περιγραφής ασχολείται με τoν καθορισμό των καθολικών και γενικευμένων αρχών που διέπουν την οργάνωση του γλωσσικού συστήματος. Αντιπροσωπεύει δε τη (βιολογικά καθορισμένη) καθολική γλωσσική ικανότητα ή γλωσσική δημιουργικότητα του ανθρώπου που πραγματώνεται στις διάφορες μορφές της υπό την επίδραση περιβαλλοντικών δεδομένων (Chomsky, 1957, 1965, 1986).