ΒΕΡΕΝΙΚΗ((1670)( - · PDF file3...

4

Click here to load reader

Transcript of ΒΕΡΕΝΙΚΗ((1670)( - · PDF file3...

Page 1: ΒΕΡΕΝΙΚΗ((1670)( - · PDF file3 τοποθετούν"πάνωαπ’"όλους"τους"κωμικούς"ποιητές"για"την"εκφραστικήτουκομψότητα"και"

1

ΒΕΡΕΝΙΚΗ  (1670)  

 

Η  Βερενίκη   είναι   ένα   έργο   απλό.   Σχεδόν   χωρίς   δράση.   Τρεις   άνθρωποι,   παγιδευμένοι   σε   μια  

σχέση   ερωτικού   τριγώνου,   βρίσκονται   στα   πρόθυρα   μιας   αλλαγής   που   απαιτεί   να  

παραμερίσουν   τα   αισθήματά   τους,   για   διαφορετικούς   λόγους   ο   καθένας,   και   να   χωριστούν.  

Αυτή   η   απαίτηση   προκαλεί   οδυνηρές   και   περίπλοκες   συγκρούσεις,   μέσα   σε   μια   κατάσταση  

αδιεξόδου.  Τελικά  και  τα  τρία  πρόσωπα  υποκύπτουν  στην  επιταγή  της  ανάγκης.  Το  έργο  μένει  

μετέωρο  και  ανοιχτό,  σαν  ένα  παράξενο  ιντερμέτζο  που  αποτυγχάνει  να  ολοκληρωθεί  τραγικά.  

Η  τραγωδία  παρουσιάστηκε  στη  σκηνή  στις  21  Νοεμβρίου  του  1670,  με  μεγάλη  επιτυχία.  

Το   κοινό   ξέσπασε   σε   δάκρυα.   Υπήρξαν   όμως   και   αντιδράσεις   αντιπάλων   του   Ρακίνα,   που  

ενοχλήθηκαν  από   το  πνεύμα   του   δραματουργού,   διορατικά  προσανατολισμένου  σε   μια   λιτή  

και  απλή  ατμόσφαιρα  δωματίου,   και   τον  κατηγόρησαν  για  πνευματική   ένδεια  και   ιστορικές  

ανακρίβειες.   Αλλά   ούτε   οι   λίβελοι   και   οι   ενστάσεις,   ούτε   το   ταυτόχρονο   ανέβασμα   μιας  

τραγωδίας   του   Κορνέιγ   με   το   ίδιο   θέμα   [Τίτος   και   Βερενίκη],   ούτε   και   οι   αρνητικές   γνώμες  

αρκετών   κριτικών,   αργότερα,   τον   18ο   αιώνα,   που   θεώρησαν   το   έργο   μάλλον   ελεγείο   παρά  

δράμα,   δεν   μπόρεσαν   να   εμποδίσουν   την   τελική   δικαίωση   της   Βερενίκης   του   Ρακίνα,   τόσο  

ταιριαστής  με  το  σύγχρονο  ποιητικό  και  θεατρικό  πνεύμα.  

Στους   χαρακτήρες   και   την  πλοκή   του   έργου  θα  μπορούσαμε   να   διακρίνουμε  πρόσωπα  

και  πράγματα  της  γαλλικής  Αυλής.  Πίσω  από  τον  Τίτο   ίσως  να  κρύβεται  ο  Λουδοβίκος  ο   ΙΔ΄,  

ενώ   πίσω   από   τη   Βερενίκη,   η   Marie   Mancini,   ανεψιά   του   Μαζαρίνου.   Αν   και   ερωτευμένοι,  

αναγκάστηκαν  να  διακόψουν,  αφού  ο  νεαρός  Louis  υποχρεώθηκε,  για  λόγους  πολιτικούς,  να  

νυμφευθεί   την   ινφάντα  της   Ισπανίας.  Η  Marie   εκτοπίστηκε  στην  Brouage,  στην  περιοχή  της  

Charente-­‐Maritime.  Τη  στιγμή  της  αναχώρησής  της  ο  βασιλιάς  ξέσπασε  σε  λυγμούς,  κι  εκείνη  

του  είπε:  «Μεγαλειότατε,  είστε  ο  βασιλιάς  και  κλαίτε»,  φράση  που  τη  βρίσκουμε  και  μέσα  στο  

έργο,  παραλλαγμένη  από  τον  Ρακίνα.  

Η   Βερενίκη,   ο   Τίτος   και   ο   Αντίοχος   είναι   πρόσωπα   υπαρκτά.   Ο   έρωτας   του   Ρωμαίου  

αυτοκράτορα  Τίτου  και  της  Ιουδαίας  βασίλισσας  Βερενίκης  (γύρω  στα  70-­‐80  μ.χ.)  αναφέρεται  

σε   ιστορικά   κείμενα.   Ο   Ρακίνας   όμως   χειρίστηκε   τα   περιστατικά   με   μεγάλη   ελευθερία   και  

αφαίρεση.   Η   Βερενίκη   έχει   ως   χαρακτήρας   μεταμορφωθεί.   Ο   Αντίοχος   έχει   ολότελα  

μεταπλαστεί.  Πιο  κοντά  στα  ιστορικά  πρόσωπα  είναι  ο  Τίτος.  [...]  

(Jean  Racine,  Βερενίκη,  μτφρ.  Στρατής  Πασχάλης,  Αθήνα:  Νεφέλη,  2006,  «Εισαγωγή»,  σσ.  9-­‐10)  

 

 

Page 2: ΒΕΡΕΝΙΚΗ((1670)( - · PDF file3 τοποθετούν"πάνωαπ’"όλους"τους"κωμικούς"ποιητές"για"την"εκφραστικήτουκομψότητα"και"

2

 

Πρόλογος  

 

Titus   reginam  Berenicem,   cui   etiam  nuptias   pollicitus   ferebatur,   statim   ab  urbe  dimisit  

invitus  invitam.∗  

 

Δηλαδή,   «ο   Τίτος   που   αγαπούσε   φλογερά   τη   Βερενίκη   και   που   όλοι   πίστευαν   πως   της   είχε  

υποσχεθεί  ακόμη  και  να  την  παντρευτεί,  την  έδιωξε  από  τη  Ρώμη,  παρά  τη  δική  του  αλλά  και  

τη   δική   της   θέληση,   τις   πρώτες   κιόλας   μέρες   της   ηγεμονίας   του».   Πρόκειται   για   περιβόητο  

ιστορικό  γεγονός  και  το  θεώρησα   ιδανικό  για  τη  σκηνή,  αφού  μπορεί  να  διεγείρει  θυελλώδη  

πάθη.   Ο   αποχωρισμός   του   Αινεία   και   της   Διδώς,   στο   Βιργίλιο,   είναι   ό,τι   συγκινητικότερο  

υπάρχει   σε   ολόκληρη   την   ποίηση.   Αν   λοιπόν   αυτό   το   γεγονός   πρόσφερε   αρκετό   υλικό   για  

ολόκληρη   ραψωδία   επικού   ποιήματος,   με   πολυήμερη   διάρκεια   δράσης,   γιατί   να   μην   μπορεί  

κάλλιστα  να  είναι  και  το  θέμα  μιας  τραγωδίας,  που  λίγες  μόνο  ώρες  πρέπει  να  διαρκεί.  Βέβαια,  

τη   Βερενίκη   δεν   την   ώθησα  ως   το   σημείο   να   σκοτωθεί,   όπως   η   Διδώ,   γιατί   η   Βερενίκη,   μη  

έχοντας  με  τον  Τίτο  τη  στενή  σχέση  που  είχε  η  Διδώ  με  τον  Αινεία,  δεν  ήταν  απαραίτητο  να  

δώσει   τέλος   στη   ζωή   της,   όπως   εκείνη.   Ωστόσο,   το   ύστατο   χαίρε   της   προς   τον   Τίτο   και   η  

επώδυνη   απόφασή   της   να   τον   εγκαταλείψει   είναι   ό,τι   πιο   τραγικό   περιέχει   το   έργο.   Γιατί  

νομίζω   ότι   γεννά   στην   καρδιά   του   θεατή   συμπυκνωμένο   το   κυρίαρχο   αίσθημα   απ’   όλα   τα  

υπόλοιπα   μέρη.   Δεν   χρειάζονται   αίματα   και   νεκροί   σε   μια   τραγωδία.   Αρκεί   η   δράση   να   έχει  

μέγεθος,  οι  χαρακτήρες  να  είναι  ηρωικοί,  τα  πάθη  φλογερά  και  παντού  το  κείμενο  να  αποπνέει  

εκείνη  τη  θλίψη  τη  μεγαλειώδη,  που  συνιστά  και  όλη  τη  χάρη  της  τραγωδίας.  

Όλα  αυτά  τα  στοιχεία  θεώρησα  ότι  το  θέμα  μου  τα  διέθετε.  Περισσότερο  απ’  όλα  όμως  

μου   άρεσε   η   τρομερή   του   απλότητα.   Χρόνια   τώρα   ήθελα   να   δοκιμαστώ   στη   σύνθεση   μιας  

τραγωδίας  με  την  απέριττη  πλοκή  που  λάτρευαν  οι  Αρχαίοι.  Άλλωστε,  αυτή  αποτελεί,  μεταξύ  

άλλων,  και  την  πρωταρχική  τους  προς  εμάς  παραίνεση:  «Ό,τι  κάνετε»,  λέει  ο  Οράτιος  «να  είναι  

απλά   και   μοναδικά».   Θαύμασαν   τον   Αίαντα   του   Σοφοκλή,   που   βασίζεται   αποκλειστικά   και  

μόνο   στην   αυτοχειρία   του   πικραμένου   Αίαντα   μετά   τη   μανία   που   τον   κατέλαβε   γιατί   του  

αρνήθηκαν  τα  όπλα  του  Αχιλλέα.  Θαύμασαν  τον  Φιλοκτήτη,  που  όλο  το  θέμα  περιορίζεται  στην  

προσπάθεια   του   Οδυσσέα   να   αρπάξει   τα   βέλη   του   Ηρακλή.   Κι   ακόμη   τον   Οιδίποδα,   που  

μολονότι   βρίθει   από   σκηνές   αναγνωρίσεων,   είναι   θεματικά   πιο   απογυμνωμένος   και   από   τη  

λιτότερη   τραγωδία   των   ημερών   μας.   Τέλος,   οι   οπαδοί   του   Τερέντιου,   που   σωστά   τον   ∗ Λατινική φράση: Σουητώνιος

Page 3: ΒΕΡΕΝΙΚΗ((1670)( - · PDF file3 τοποθετούν"πάνωαπ’"όλους"τους"κωμικούς"ποιητές"για"την"εκφραστικήτουκομψότητα"και"

3

τοποθετούν  πάνω  απ’  όλους  τους  κωμικούς  ποιητές  για  την  εκφραστική  του  κομψότητα  και  

την   αληθοφάνεια   των   χαρακτήρων   του,   ομολογούν   ωστόσο   παντού   και   συνεχώς,   ότι   ο  

Πλαύτος  διαθέτει  έναντί  του  το  μέγα  προσόν  της  θεματικής  απλότητας  στα  περισσότερα  έργα  

του.   Κι   όσα   εγκώμια   του   έπλεξαν   οι   Αρχαίοι,   σε   αυτήν   τη   θαυμαστή   απλότητα   σίγουρα  

οφείλονται.  Όσο  για  τον  Μένανδρο,  αυτός  κι  αν  υπήρξε  λιτός,  αφού  ο  Τερέντιος  αναγκάστηκε  

να  συγχωνεύσει  δύο  του  κωμωδίες  για  να  καταλήξει  σε  μία  από  τις  δικές  του.  

Σε   καμιά   περίπτωση,   όμως,   ο   κανόνας   αυτός   δεν   είναι   προϊόν   ιδιοτροπίας   όσων   τον  

έθεταν.   Γιατί,   αν   εκείνο   που   συγκινεί   στην   τραγωδία,   πάνω   απ’   όλα,   είναι   η   αληθοφάνεια,  

πόσο  αληθοφανές  είναι  άραγε,  τόσα  και  τόσα  πράγματα,  που  μετά  βίας  θα  χωρούσαν  ακόμη  

και   στη   διάρκεια   εβδομάδων,   να   συμβαίνουν   σε   μια   μόνο   μέρα;   Ορισμένοι   θεωρούν   πως   η  

απλότητα   είναι   δείγμα   μειωμένης   ευρηματικότητας.   Αγνοούν   ότι   όλη   η   ευρηματικότητα  

βρίσκεται,   αντιθέτως,   στην   ικανότητα   να  δημιουργείς   κάτι  από   το   τίποτα,   κι   ότι   στα  πολλά  

επεισόδια  κατέφυγαν  πάντα  ποιητές  που  ένιωθαν  πνευματικά  στερημένοι  από  φαντασία  και  

σφρίγος,  ώστε  να  μπορούν  να  συναρπάζουν  μέσα  σε  πέντε  πράξεις  τους  θεατές  με  μια  δράση  

λιτή,   ενισχυμένη   από   τη   δύναμη   του   πάθους,   την   ομορφιά   των   αισθημάτων   και   την  

κομψότητα   του   ύφους.   Με   κανέναν   τρόπο,   προς   Θεού,   δεν   θεωρώ   ότι   το   έργο   μου  

χαρακτηρίζεται   απ’   όλα   αυτά   τα   γνωρίσματα.   Αλλ’   ούτε   και   πιστεύω   ότι   το   κοινό  

δυσαρεστήθηκε   γιατί   του   πρόσφερα   μια   τραγωδία   που   η   τριακοστή   παράστασή   της  

συγκέντρωσε  όσους  θεατές  και  η  πρώτη.  

Δεν  παρέλειψαν  βέβαια  ορισμένοι  να  με  κατηγορήσουν  ακριβώς  γι’  αυτή  την  απλότητα  

που  πάσχισα   να  πετύχω.  Είπαν  ότι   μια   τραγωδία  με   τόσο  απέριττη  πλοκή  αντιβαίνει   στους  

κανόνες  του  θεάτρου.  Ζήτησα  να  μάθω  αν  παραπονιούνται  ότι  έπληξαν.  Ακούω  πως  ομόφωνα  

ομολόγησαν  ότι  όχι  μόνο  ανία  δεν  ένιωσαν,  αλλά  ότι  σε  πάρα  πολλά  σημεία  τους  συγκίνησε  κι  

ότι  ευχαρίστως  θα  την  ξανάβλεπαν.  Τι  παραπάνω  θέλουν;  Τους  εξορκίζω  να  μην  έχουν  τόσο  

κακή  γνώμη  για  τον  εαυτό  τους,  ώστε  να  πιστεύουν  πως  ένα  έργο  που  τους  συγκινεί  και  τους  

προσφέρει   ευχαρίστηση   μπορεί   να   βρίσκεται   σε   απόλυτη   αντίθεση   με   τους   κανόνες.  

Πρώτιστος   κανόνας   είναι   να   τέρπεις   και   να  συγκινείς.  Οι   υπόλοιποι   δημιουργήθηκαν   για   να  

υπηρετήσουν  αυτή  την  υπέρτατη  αρχή.  Και  είναι  γεμάτοι  από  λεπτομέρειες  με  τις  οποίες  τους  

συμβουλεύω   να   μην   καταγίνονται.   Έχουν   σπουδαιότερες   ασχολίες.   Ας   αφήσουν   σε   μας   την  

ευθύνη  για  τη  λύση  των  προβλημάτων  της  Ποιητικής  του  Αριστοτέλη.  Εκείνοι  ας  περιοριστούν  

στην  απόλαυση  των  δακρύων  και  της  συγκίνησης,  κι  ας  μου  επιτρέψουν  να  τους  πω  ό,τι  είπε  

ένας   μουσικός   στον   βασιλιά   της  Μακεδονίας  Φίλιππο,   όταν   αυτός   ισχυρίστηκε   πως   κάποιο  

Page 4: ΒΕΡΕΝΙΚΗ((1670)( - · PDF file3 τοποθετούν"πάνωαπ’"όλους"τους"κωμικούς"ποιητές"για"την"εκφραστικήτουκομψότητα"και"

4

τραγούδι  δεν  συμφωνούσε  με  τους  κανόνες:  «Μη  δώσει  ο  Θεός,  κύριέ  μου,  και  ζήσετε  ποτέ  τη  

μεγάλη  δυστυχία  να  ξέρετε  αυτά  τα  θέματα  καλύτερα  από  μένα!»  

Να  λοιπόν,  τι   έχω  να  πω  σε  όσους  με  κάνουν  περήφανο  που  τους  αρέσω.  Όσο  για  το  

λίβελο   που   γράφτηκε   εναντίον   μου,   πιστεύω   ότι   οι   αναγνώστες   μου   θα   χαρούν   με   την  

απόφασή  μου  να  μην  απαντήσω.  Τι  να  απαντήσω  άλλωστε  σε  έναν  άνθρωπο  με  ανύπαρκτη  

σκέψη,  ανήμπορο  και  να  διατυπώσει  τις  απόψεις  του;  Αναφέρεται  στην  πρόταση,  σάμπως  να  

καταλάβαινε  το  νόημα  αυτής  της  λέξης,  και  απαιτεί  το  πρώτο  αυτό  από  τα  τέσσερα  μέρη  της  

τραγωδίας  να  είναι  πάντα  το  πλησιέστερο  του  τελευταίου,  που  είναι  η  λύση.  Λυπάται  που  η  

βαθύτατη   γνώση   των   κανόνων   τον   εμποδίζει   να   γευτεί   την   ψυχαγωγία   που   προσφέρει   το  

έργο.   Κρίνοντας   βέβαια   από   την   πραγματεία   του,   θα   δούμε   ότι   δεν   υπάρχει   πιο   παράλογη  

λύση.  Είναι  φανερό  ότι  δεν  διάβασε  ποτέ  Σοφοκλή,  αφού  κάνει  το  βαρύ  λάθος  να  τον  επαινεί  

για   «τα  πολλά   επεισόδιά   του»,   αλλά  και   την  Ποιητική   την   έχει   διαβάσει   μόνο  σε  προλόγους  

τραγωδιών.  Εγώ  όμως  του  συγχωρώ  την  άγνοια  των  κανόνων  του  θεάτρου,  μια  που  ευτυχώς  

για  το  κοινό,  δεν  ασχολείται  με  αυτό  το  συγγραφικό  είδος.  Ό,τι  δεν  του  συγχωρώ  είναι  η  τόσο  

περιορισμένη   γνώση   των   κανόνων   του  πνευματώδους,   σ’   έναν  άνθρωπο  που   δεν   μπορεί   να  

αρθρώσει  λέξη,  χωρίς  να  κάνει  πνεύμα.  Νομίζει,  αλήθεια,  πως  υπάρχει  άνθρωπος  πολιτισμένος  

που  να  βρίσκει  διασκεδαστικές  εκφράσεις  όπως  «τα  αλίμονο  τα  έχει  στο  τσεπάκι»  ή  «άφησα  

στην   είσοδο   τους   αξιοσέβαστους   κυρίους   κανόνες»,   καθώς   και   πλήθος   άλλες   ευτελείς  

επιτηδεύσεις,  που  θα  δει  να  καταδικάζουν  όλοι  οι  μεγάλοι  συγγραφείς,  αν  ποτέ  στρωθεί  και  

τους  μελετήσει;  

Όλες  αυτές  οι  κρίσεις  είναι  το  μονοπώλιο  τεσσάρων  ή  πέντε  ταλαίπωρων  συγγραφίσκων  

που   δεν   κατόρθωσαν   ποτέ   να   ερεθίσουν   το   ενδιαφέρον   του   κοινού.   Καραδοκούνε   πάντα   ν’  

αδράξουν  την  ευκαιρία  κάποιου  πετυχημένου  έργου  και  να  του  επιτεθούν,  όχι  από  ζήλια  –  πού  

άλλωστε  να  τη  βασίσουν;  –  αλλά  με  την  ελπίδα  ότι  ο  συγγραφέας  θα  μπει  στον  κόπο  να  τους  

απαντήσει,   ανασύροντάς   τους   από   την   αφάνεια   όπου   θα   έμεναν   για   όλη   τους   τη   ζωή,   αν  

στηρίζονταν  αποκλειστικά  και  μόνο  στα  δικά  τους  έργα.  

(Jean  Racine,  Βερενίκη,  μτφρ.  Στρατής  Πασχάλης,  ό.π.,  σσ.  15-­‐20)