100. Η μεταγλώσσα, η διακειμενικότητα και η λεξιπλασία...

13

Click here to load reader

description

ΤΡΙΑ ΣΧΕΔΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ ΤΗΣ ΚΕΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ & ΜΙΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΙΔΕΑ.

Transcript of 100. Η μεταγλώσσα, η διακειμενικότητα και η λεξιπλασία...

Page 1: 100. Η μεταγλώσσα, η διακειμενικότητα και η λεξιπλασία στο έργο του Πάρι Τακόπουλου, κείμενο του Αλέξανδρου

ΤΡΙΑ ΣΧΕΔΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ ΤΗΣ ΚΕΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

& ΜΙΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΙΔΕΑ.

Η μεταγλώσσα, η διακειμενικότητα και η λεξιπλασία

στο έργο του Πάρι Τακόπουλου.

(Ορισμένες εισαγωγικές σκέψεις αντί προλόγου).

Μέσα από το κείμενο που ακολουθεί θα επιχειρήσω μια ιδιαίτερη και σύνθετη

ανάγνωση της Κενής Διαθήκης του Πάρι Τακόπουλου. Εφαρμόζοντας τρία

ανεξάρτητα, αλλά ομόφωνα μεταξύ τους, σχέδια ανάγνωσης θα ήθελα να

επισημάνω ορισμένους κεντρικούς άξονες που διαπλέκονται στο έργο και το

μεταμορφώνουν, κατά τη θεώρησή μου, σε παραδειγματικό πεδίο λόγου.

Ήδη από τον υπότιτλο έχουν διαφανεί οι προθέσεις μου. Θα επιχειρήσω να

αναδείξω μια τριπλή ταυτότητα του αφηγηματικού εγχειρήματος του Π/Τ με

επίκεντρα: το ενδεχόμενο μιας μετα-γλωσσικής προφάνειας, τη λειτουργική

σημασία της διακειμενικότητας και την εμφάνιση μιας ουσιώδους λεξιπλασίας.

ΣΧΕΔΙΟ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ ΠΡΩΤΟ:

1. Κάθε λόγος έχει μια επικράτεια. Ο ιστορικός λόγος, ο καθημερινός λόγος, ο

ρητορικός λόγος αποτελούν ορισμένα μόνο δείγματα. Επιπρόσθετα, ο λόγος

της ποίησης, ο λόγος της πίστης, ο λόγος της μνήμης αναδεικνύουν δυνητικά

τις άπειρες κατηγορίες των επιμέρους λόγων. Υπάρχουν ειδικές καταστάσεις

λόγου. Ο υποκειμενικός λόγος, ο παραληρηματικός λόγος, ο μεταφυσικός

λόγος και ο υπερβατολογικός λόγος μεταξύ άλλων. Υπάρχουν συνθήκες

λόγου, όπως μονόλογος, αντίλογος, διάλογος. Και επίσης σχήματα λόγου: ο

πρόλογος, ο επίλογος, ο κατάλογος. Τέλος, θα μπορούσαμε να διανοηθούμε

έναν συμβολικό λόγο, έναν φαντασιακό λόγο και έναν πραγματικό λόγο.

Page 2: 100. Η μεταγλώσσα, η διακειμενικότητα και η λεξιπλασία στο έργο του Πάρι Τακόπουλου, κείμενο του Αλέξανδρου

2. Σε κάθε επικράτεια ορίζεται η απόσχιση και η σύμπτωση των διαφορετικών

λόγων. Με τη σημασία της διαμόρφωσης ενός μοναδικού εννοιολογικού

πλαισίου κάθε επικράτεια καταλήγει σε έναν και μόνο λόγο –άλλοτε

περιστασιακά, άλλοτε καταναγκαστικά και άλλοτε προαιρετικά, της αντιστοιχεί

ένας μικρός αλλά ολόκληρος λόγος. Αυτός ο μικρός λόγος αντιδιαστέλλεται με

τον μεγάλο, κυριολεκτικό και ατελεύτητο Λόγο –τον ανολοκλήρωτο λόγο, το

λόγο του μεγάλου παρόντος. Αποκαλούμε ατελεύτητο το Μέγα Λόγο, διότι η

επικράτεια των επικρατειών του λόγου δεν υφίσταται. Ενίοτε υπονοείται ως

μετά το συμβάν-λόγος και ίσως συμβαίνει ως προ-λόγος του συμβάντος. Αλλά

πρόκειται για ενδιάμεσες περιοχές, περιοχές ανάμεσα. Καθαρός λόγος του

συμβάντος δεν υπάρχει. Συμβάν και Λόγος διαρθρώνονται ως εκ διαμέτρου

αντίθετα νοούμενα, αποτελούν ένα ρυθμιστικό δίπολο, δικλείδα μαζί και

μεταίχμιο της αισθητηριακής εποπτείας.

3. Σε κάθε επικράτεια ο λόγος υποτίθεται ότι επιχειρεί τη χαρτογράφησή της.

Καθώς φωτίζει και αναπτύσσεται –ταυτόχρονα ως ενέργημα και πάθημα–

επιφέρει μεταβολές, αναδεικνύει νέες έννοιες και ερμηνείες. Ανασύρει ειδικά

και γενικά νοήματα στην επιφάνεια, ανακαλύπτει νέα εδάφη της ίδιάς του της

εμφάνισης. Ο λόγος υποστασιοποιείται μέσω της επικράτειάς του. Εντούτοις,

κάθε λόγος είναι αυτοδημιούργητος, προϋπάρχει του φασματικού του πεδίου.

Είναι αδύνατον να χαρτογραφήσει την επικράτειά του και να αποκτήσει

συνολική εποπτεία. Η δράση του διενεργείται τοπολογικά και επιγενετικά.

Διαμορφώνοντας εκ των υστέρων μεθόδους και προγράμματα επιτελεί την

κανονιστικότητα, τη διατακτικότητα και το συστημικό του δίκαιο. Καταληκτικά,

εγκαθιδρύει την αυτοκρατορία του. Αυτή η δυναμική του εμφάνιση είναι που

ερμηνεύεται ως γλωσσική του επικράτεια.

4. Οι επικράτειες των λόγων δεν εφαρμόζονται παραθετικά. Δεν συνορεύει η

μια με την άλλη, ούτε αλληλοσυμπληρώνονται. Οι διαφορές τους,

γλωσσολογικές και εννοιολογικές, προηγούνται των κατηγοριών τους. Είναι

κομμάτια ενός κατακερματισμένου και ταυτόχρονα συμπλεγματικού κόσμου.

Εμφανίζονται ως παλίμψηστα διάσπαρτων λόγων. Αποτελούν θραύσματα

μιας ολοσχερούς ρωγμής. Οι λόγοι αιωρούνται στους μικρούς γαλαξίες των

ψυχονοητικών μας ικανοτήτων.

Page 3: 100. Η μεταγλώσσα, η διακειμενικότητα και η λεξιπλασία στο έργο του Πάρι Τακόπουλου, κείμενο του Αλέξανδρου

5. Πού θεμελιώνεται η επικράτεια του λόγου της Κενής Διαθήκης ;

6. Ο λόγος του Π/Τ είναι λόγος μεταποιητικός. Με τη σημασία της μετα-

ποίησης, διαθέτει πρωτίστως τα εγγενή χαρακτηριστικά ενός διαρθρωτικού

λόγου. Συμμετρικότητα, ανακλαστικότητα και μεταβατικότητα. Επικράτειά του

είναι ο λόγος ενός δισυπόστατου προσώπου με συγκροτησιακή ιδεολεξία.

Λόγος αμφίδρομος, λόγος αμφίλογος και λόγος παρατυπικός. Είναι λόγος

καινοτόμος –και εδώ αμέσως ερχόμαστε στη δύναμη της γραμματικής, του

συντακτικού και της ορθογραφίας. Ερχόμαστε στα μορφικά χαρακτηριστικά

του λόγου που συντάσσουν μια γλώσσα. Ο λόγος του Π/Τ είναι γλώσσα.

Λεκτική, φωνητική, ηχητική –και με αυτή τη σειρά–, μια γλωσσολογική

παράθλαση. Μια καθαρή ιδιωματική γλωσσολαλιά.

7. Η γλώσσα της Κενής Διαθήκης διατηρεί τα χαρακτηριστικά της

πρωτογενούς και πολυσχηματικής έκφρασης. Μέθοδός της η παρατυπική

εννοιολογική παράσταση, η εμφάνιση μιας εκδηλωτικής ουσίας του συν-

διαζευκτικού. Η μετα-γλωσσική της δυναμική οριοθετεί την ορολογία ενός

αναπτυσσόμενου λόγου, ενός λόγου υπό κατασκευήν.

8. Ας διερευνήσουμε την λεκτική, φωνητική και ηχητική παράθλαση στη

γλώσσα του Π/Τ : α) Η λεκτικότητα στη διαδικασία του εξελικτικού σχεδίου της

Κενής Διαθήκης αποτελεί πρωταρχική λειτουργία του υπερκειμένου.

Συντελείται ως καταλυτική μορφοποίηση του ιδιωματικού λόγου και προηγείται

της αυτοματικής προφάνειας του γλωσσικού συμβάντος. β) Η εκφορά του

φωνητικού περιεχομένου στο έργο διαπλάθεται με κέντρο αναφοράς τη δια-

λεκτική του ικανότητα. Υποδόριοι μετασχηματισμοί, οι φωνές μιας προ-

λεκτικής σχηματοποίησης του λόγου, ανασύρονται στην επιφάνεια του

επιλεκτικού συγχρονισμού –η συγχρονικότητα είναι διαρκής και πλήρης εδώ–

και το φώνημα προκύπτει ως επαναληπτικός μηχανισμός. Αίρει το βάρος της

αλλότριας παρουσίας. γ) Τέλος, ο ηχητικός δια-τονισμός αρθρώνει-δομεί το

ύστατο περίβλημα του συνόλου. Μικρές χαρακιές διαβρωτικών ήχων ενέχουν

θέση παύσεων, στίξεων και αντιστίξεων. Ηχηρή κατάληξη πάντοτε του

αποκαλυπτικού λόγου, η αρμονικότητα των συζεύξεων.

Page 4: 100. Η μεταγλώσσα, η διακειμενικότητα και η λεξιπλασία στο έργο του Πάρι Τακόπουλου, κείμενο του Αλέξανδρου

11. Η μεταγλώσσα του Π/Τ είναι ιδεολεκτική (ένας ιδεολεκτικός φορμαλισμός).

Ο δυνητικός λόγος στοχεύει (βολιδοσκοπεί) ένα εξίσου δυνητικό πεδίο και

παράγει (διαμορφώνει) ένα σύνθετο γλωσσικό συμβάν, μια ιδεολεκτική

επικράτεια λόγου.

12. Ο λόγος και η επικράτεια ορίζουν τη γλώσσα, η γλώσσα και ο λόγος την

επικράτεια. Η επικράτεια και η γλώσσα αιωρούνται στο κενό ενός λόγου που

σημαίνει πάντοτε το πεδίο του. Πεδίο του λόγου είναι η δυνατότητα λόγου και

η γλωσσική εμφάνιση προσδιορίζει αποκλειστικά τον ικανό λόγο. Κεντρική

ιδέα του αναγνωστικού εγχειρήματος, εδώ, αποτελεί η διαπίστωση της

προφάνειας. Με τον ορισμό της προφάνειας επιχειρείται η ανάδειξη της

γλωσσικής αυτο-αναφορικότητας που ενυπάρχει στο αφήγημα του κεντρικού

και διλημματικού προσώπου της Διαθήκης. Του εντεταλμένου προσ-κείμενου,

–αυτού που καθορίζεται ανάμεσα στο υποκείμενο και το αντικείμενο. Η

κενότητα του προσώπου εντελέχεται πλέον στην παρακαταθήκη. Εκεί

θεμελιώνει τον προσδιορισμό του. Με τον όρο της Διαθήκης επισημαίνεται το

ενδεχόμενο μιας μετα-γλωσσικής ευχέρειας του σημαίνοντος πεδίου. Του

πεδίου που ανήκει στον προσκείμενο λόγο. Ο ικανός λόγος μετασχηματίζεται

εκ των υστέρων σε δυνητικό λόγο. Πρόκειται για μια πλήρη μεταστροφή. Το

αιωρούμενο παραμένει στην επικράτεια της αυτοαναφορικότητας, αλλά τώρα

επανέρχεται ως ετεροπροσδιορισμός. Και αυτό το γλωσσικό γεγονός είναι

που το μετασχηματίζει σε προ-γλωσσικό συμβάν. Η μεταγλώσσα του Π/Τ

αφορά τις προ-γλωσσικές μας δυνατότητες και ο αφηγητής παραμένει

σταθερά στην επικράτεια του ισχυρού και ικανού λόγου. Ο αφηγητής λέγει.

Και μαζί του λέγει και ο αναγνώστης. Ταυτόχρονα. Σε χρόνο παράθλασης. Ο

αναγνώστης δεν αντανακλά την ηχώ του αφηγητή παρά μόνο εκστομίζει τη

φωνητική του διάσταση. Η σύμπραξη του λεκτικού-φωνητικού-ηχητικού

πλαισίου έχει ολοκληρωθεί –και με αυτή τη σειρά. Το οφείλουμε στην προ-

γλωσσική ικανότητα του Π/Τ. Στον μετα-ποιητικό λόγο της Κενής Διαθήκης.

Page 5: 100. Η μεταγλώσσα, η διακειμενικότητα και η λεξιπλασία στο έργο του Πάρι Τακόπουλου, κείμενο του Αλέξανδρου

ΣΧΕΔΙΟ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ ΔΕΥΤΕΡΟ:

13. Η ταυτοχρονία των προ-λεκτικών σημείων, η γραμμικότητα της αφήγησης

και το δίπολο του συνταγματικού και παραδειγματικού γλωσσικού ιδιώματος

του Π/Τ μας οδηγούν στη διακειμενική λειτουργία της Κενής Διαθήκης.

14. Έσχατο τρίπτυχο παρεμβατικού λόγου είναι: ο λόγος του κυβερνώντος, ο

λόγος του παιδαγωγού και ο λόγος του ψυχαναλυτή που συντάσσουν μια

ειδική κατηγορία εσαεί αδόκιμου λόγου, καθώς διεκδικούν καθένας έκαστος

προς ίδιον όφελος τα σπάνια χαρακτηριστικά του Μέγα Λόγου. Με έντονη τη

διαφορά της προσομοίωσης ενός Μικρού Λόγου, ήτοι ενός ολόκληρου και

επιτήδειου λόγου, σφετερίζονται τον ατελεύτητο λόγο ως λόγο καθ’

ολοκληρίαν. Λόγο τελειωτικό. Η κίνηση αυτή επιφέρει την οριστικοποίηση της

δικής τους επικράτησης, της δικής τους αυτοκρατορίας. Και ως εκ τούτου

αυτόματα εκπίπτουν στην επικράτεια του μικρού μεγάλου λόγου. Του

φθίνοντος λόγου.

15. Ο παρεμβατικός λόγος –το τρίπτυχο αδόκιμου λόγου– διαρθρώνεται στη

βάση της δυναμικής ενός υποστασιοποιημένου πλαισίου με άξονες τη

συμμετρία, την ανάκλαση και τη μετάβαση. Πρόκειται για τον καθορισμό της

δομιστικής εμμένειας. Η διακειμενικότητα αποκτά το νόημα μιας αποδεικτικής

και καταδεικτικής διεργασίας. Τίποτα δεν μπορεί να διαφύγει του κανονιστικού

δομιστικού πλαισίου, της σχεσιακής δέσμευσης ανάμεσα στις γενικεύσεις που

εξηγούν και τις ειδικεύσεις που περιγράφουν. Είναι ο μηχανισμός της

νομολογικής εγκυρότητας που προσδίδει το επιθυμητό επιστημολογικό και

οντολογικό βάθος.

16. Η εμμενής διακειμενικότητα δεν αποτελεί έμφαση εναλλακτικού,

διαλεκτικού και ανταλλακτικού –στη βάση μιας ισότιμης συνδιαλλαγής–

λόγου, αλλά λογικό είδος νομολογικών γενικεύσεων. Αυτή τη χρήση επιβάλει

ο παρεμβατικός λόγος. Μια χρήση μέσω της οποίας διασταλτικά

μετασχηματίζεται σε υπερβατικό λόγο και συσταλτικά σε δογματικό λόγο.

Αυτό είναι που τον καθιστά αδόκιμο. Το ανέφικτο της νομολογικής του

εμμένειας.

Page 6: 100. Η μεταγλώσσα, η διακειμενικότητα και η λεξιπλασία στο έργο του Πάρι Τακόπουλου, κείμενο του Αλέξανδρου

17. Η διακειμενικότητα της Κενής Διαθήκης αποστασιοποιείται του

παρεμβατικού λόγου. Προάγει μια νέα χρήση. Στο λόγο του κυβερνώντος, του

παιδαγωγού και του ψυχαναλυτή αντιτάσσει έναν άλλον, ανοίκειο –σε

αντιδιαστολή με τον αδόκιμο– όσο και αλλότριο λόγο. Έναν λόγο παράβασης

–με την τραγωδιακή και δραματουργική σημασία του όρου που επιλέγει τη

διακοπή της αφηγηματικής δράσης, ώστε να αναδυθεί ο βιωματικός και

πραγματολογικός λόγος των προσώπων που συμμετέχουν. Αυτό συνιστά την

παραβατικότητα της μαρτυρίας, ως καταστασιακό διακείμενο ή διακειμενικό

συμβάν. Με παρόμοιο τρόπο δρα και ο λειτουργικός κώδικας του Π/Τ.

Συστοιχίες διαχρονικών κειμένων, αναφορές ολιστικών διακηρύξεων, ένθετα

σπαράγματα λόγου και πλειάδα ιστορικιστικών στοιχείων παρατίθενται ως

σύννομες μορφολογικές παραστάσεις, διαγράφοντας αυτοστιγμεί τον εγγενή

χαρακτήρα της περιεχομενικής τους αυτοτέλειας. Το αίτημα του διακειμενικού

εγχειρήματος ολοκληρώνεται. Η γλώσσα διαθλάται, το κείμενο διασπάται και

ιδού το νέο προσκείμενο σώμα. Ό,τι απομένει εξαλείφει τα περιθώρια του

υπερβατικού και δογματικού λόγου. Το υπερκείμενο μιας άναρχης και αντι-

συμβατικής πρόσπτωσης εμφανίζεται.

18. Αυτή η χρήση των διακειμενικών συστοιχιών, το υπερκείμενο, αποκτά τη

σημασία ενός διανοητικού μετασχηματισμού, μιας συμπαιγνίας του νου που

επιτρέπει δραστικά τη νέα θέαση των επιμέρους κειμένων. Πρόκειται για τη

θέαση ενός προτύπου, μιας αναδυόμενης ποιότητας για τη διαισθητική

κατανόηση και την εννοιολογική σύνδεση των πραγμάτων. Ο αναγνώστης, ως

αναγνωριστής πλέον, ενέχει τη θέση μιας κομβικής συμμετοχής στο πλέγμα

του κειμένου και ταυτόχρονα αναλαμβάνει το λειτουργικό προνόμιο της

διάκρισής του. Ένα δίπολο παραδειγματικής χρήσης αναπτύσσεται ως

εργαλείο διακειμενικής αποτελεσματικότητας. Η εμμένεια διασαλεύεται και

μαζί της διασκορπίζεται ο πυρήνας του τρίπτυχου παρεμβατικού λόγου, η

βαθιά δομή που κρύβεται στο λόγο της εξουσίας, στο λόγο της

διαπαιδαγώγησης και στο λόγο της ψυχαναλυτικής. Απομένουν ερείπια

λόγων.

Page 7: 100. Η μεταγλώσσα, η διακειμενικότητα και η λεξιπλασία στο έργο του Πάρι Τακόπουλου, κείμενο του Αλέξανδρου

ΣΧΕΔΙΟ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ ΤΡΙΤΟ:

19. Η λέξη αποτελεί μονάδα του γλωσσικού ιδιώματος του Π/Τ. Όχι η

πρόταση αλλά η λέξη είναι αυτή που σχίζεται σαν από τσεκούρι ξυλοκόπου,

(οφείλω μήπως να πω γραφίδα γλωσσοκόπου;), μέσα στο δάσος των λέξεων.

Αυτή η νέα λέξη, ολόκαινη-ολοκαίνουργια ως αναδύεται, αναλαμβάνει την

περιχαράκωση του ομιλητικού λόγου εκ νέου, την οριοθέτηση των διασταλτών

περιθωρίων του, την κατοχύρωση των επιφανών δικαιωμάτων της νέας

γλωσσικής του επικράτειας.

20. Σημαντική στιγμή στην επαφή με το κείμενο αποτελεί η διαπίστωση της

ίδιάς του της τιτλοφορίας. Κενή διαθήκη σημαίνει πρωτίστως ανατροπή της

αυτοματικής πρόληψης, ανατροπή των αυτονόητων εννοιών. Αυτό το έψιλον

διασαλεύει καθοριστικά τους ιδιολεκτικούς συνειρμούς. Μια απλή γραμματική

παρατυπία που συμπαρασύρει στην επικράτεια του δικού της σχεδίου.

Ακριβώς διότι δεν αλλοιώνει στο ελάχιστο το αρχικό μόνημα. Εδώ, το μόνημα

νοείται ως ρίζα και κατάληξη μιας ενιαίας φωνητικής και ηχητικής μετάπτωσης,

ενός γνήσιου γλωσσικού συμβάντος.

21. Σύνολο το γλωσσικό εγχείρημα του Π/Τ διατρέχεται από την εφαρμογή της

λεξιπλασίας. Κατά πλάτος και κατά μήκος, απλώνονται οι λέξεις-νησίδες σε

ωκεανό γλωσσολογικού πραξικοπήματος. Κάθε λέξη, εδώ, μετουσιώνεται και

μαζί της μετασχηματίζεται όλος ο πυρήνας του ιδεολεκτικού πλέγματος. Η

λέξη αποκτά τη δυναμική χροιά μιας λεξιλαγνείας. Επιθυμία και

μεταστοιχείωση είναι η τελετουργία του λόγου που βασίζεται αποκλειστικά

στον αδιάρρηκτο δεσμό της λέξης με το νόημα, της απεικονιστικής και

αντιστικτικής τους διάταξης. Καμία ύστερη αφήγηση πλέον δε διασαλεύει τη

χωροχρονική τους παρουσία. Οι λέξεις αποτελούν το μόνο εχέγγυο της

αμεσότητας. Διαπιστώνουν ακριβώς το αληθές του λόγου. Μέσα από την

κειμενοποίηση της γλώσσας αναπαράγεται η λεξικοποίηση της γνησιότητάς

της. Η εγγενής γλωσσολαλιά του ιδεώδους μιας επιφοίτησης.

22. Η εμφάνιση –συχνή, επίπονη, επίμονη και διαδραστική– της λεξιπλασίας

του Π/Τ διατρέχει ουσιωδώς το εγχείρημα της Κενής Διαθήκης. Πρόκειται για

Page 8: 100. Η μεταγλώσσα, η διακειμενικότητα και η λεξιπλασία στο έργο του Πάρι Τακόπουλου, κείμενο του Αλέξανδρου

τη σύμπραξη αντιδιασταλτών στοιχείων της γλώσσας, –ρίζες που

συμπλέκονται, φωνήματα που διασπαθίζονται, σχήματα ήχων και σύμβολα

γραφής που αλληλοαναιρούνται, σημάνσεις και επισημάνσεις, νοήματα που

αλληλοσπαράσσονται, και τέλος, μια νέα μεγάλη επικράτεια λόγου, ένα

παραδειγματικό, με τη σημασία του υποδειγματικού, εργοτάξιο διάπλασης των

λέξεων. Λεξικοτάξιο. Η ανασυνθετική λέξη φέρει ακέραια την ιστορικότητά της,

τη συναισθητική της αυτονομία και την επιθυμητική της αυτάρκεια. Η ποιητική

διεργασία –μεθερμηνευόμενη εδώ και ως Αυτοποιητική θεώρηση– του Π/Τ

ολοκληρώνεται.

23. Με το όρο της Αυτοποιητικής θεώρησης εννοείται η εγγενής κυκλικότητα

της δημιουργίας και της διατήρησης ενός διαδραστικού συστήματος κατά

τρόπο ώστε να συμπεριλαμβάνεται –εμπεριέχεται για την ακρίβεια– και η

μονάδα της αυτοπαρατήρησής του. Κάθε μονάδα δράσης-νόησης του

συστήματος οφείλει να συμμετέχει εξ’ ορισμού στη λειτουργία, κατανόηση,

περιγραφή και ερμηνεία της περιβάλλουσας συστοιχίας της. Αποτελεί μια

υπερδομή πολλαπλών «αντικειμενόμορφων» πεδίων. Εφαρμόζεται κυρίως

στη βιολογία, τη φιλοσοφία της γλώσσας, την κοινωνιολογία και την τεχνητή

νοημοσύνη. Εισάγω εδώ τη χρήση της και στο πεδίο του ποιητικού λόγου,

ακριβώς για να ερμηνεύσω τη δυναμική και ιδιαίτερη πραξικολογία του Π/Τ.

Με μια μικρή προσθήκη που αιτιολογείται από την καινοφανή υπόσταση της

Κενής Διαθήκης στρέφω το ενδιαφέρον στη συγκεκριμένη μεθοδολογία και

διακρίνω το εγχείρημα του Π/Τ ως Εαυτοποιητική προσέγγιση.

24. Η σύμμεικτη ελληνική λέξη επιστρέφει στην ελληνική γλώσσα. Εύρωστη,

ανυπότακτη, ενσυνείδητη και νηφάλια. Δεν οφείλει η λέξη στο νόημα, αλλά το

νόημα οφείλει πλέον στη λέξη. Πρόκειται για τη διεργασία που διατηρεί το

θρόισμα της φυλλωσιάς, το μουρμουρητό της ροής, τον κυματισμό στην

επανάληψη του αρχετυπικού φωνήματος. Τότε, συμβαίνει η γραφή ως

τοπολογία και ως επιγένεση με τη σημασία μιας ομιλητικής διάρκειας. Κάθε

λέξη αποτελεί εποπτεία του ιδίου σώματός της, κάθε λέξη συντελείται ως όριο

εντός του κειμένου της. Ιδού η επικράτεια των λέξεων. Ιδού η παθολογική και

ιδεογραμματική τελετουργία μιας λεξο-κεντρικής συγγραφής. Ιδού η συμβολή

της Εαυτοποιητικής του Πάρι Τακόπουλου.

Page 9: 100. Η μεταγλώσσα, η διακειμενικότητα και η λεξιπλασία στο έργο του Πάρι Τακόπουλου, κείμενο του Αλέξανδρου

(Εν κατακλείδι)

Όλα όσα αναφέρονται παραπάνω σχετίζονται με το δίπτυχο έργο του Πάρι

Τακόπουλου που αποτελείται από την Κενή Διαθήκη και την Απορία προς τα

Έθνη στην ομοούσια έκδοσή τους από τα Ελληνικά Γράμματα. Ευελπιστούμε

και αναμένουμε την ολοκλήρωση του συγγραφικού τρίπτυχου, προφανώς,

εγχειρήματος με την προσδοκία μιας επιστροφής:

μιας Αποστροφής εις την Γη της Απαγγελίας, καθώς και μια, φημολογούμενη

από τα σημεία των καιρών, Αποφοίτηση του Αγ. Πνεύματος.

ΜΙΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΙΔΕΑ:

Στο πλαίσιο της διευρυνόμενης ανάγνωσης εκ μέρους μου του έργου του Πάρι

Τακόπουλου, προγραμματίζεται η υλοποίηση ενός αντίστοιχου σύμμεικτου

οπτικοακουστικού έργου πολυμέσων. Με τα χαρακτηριστικά της φιλμικής και

ηχητικής εγκατάστασης, μιας εικαστικής και θεματικής σύνθεσης, προβλέπεται

η συναρμογή ενός πολυδιάστατου υλικού και μιας αλυσιδωτής επαλληλίας

λόγου, εικόνας και μουσικής. Μια φιλμική όπερα με στόχο τη μεταγραφή των

πρωτογενών στοιχείων του κειμένου και τη συμμετοχική τους ανάδειξη σε

εννοιολογικούς πυρήνες μικρών και επιμέρους δημιουργικών περιβαλλόντων.

Πρωτότυπο υλικό κινηματογράφησης, αρχειακές και ιστορικές στιγμές

ντοκουμέντων, μουσικές συνθέσεις και φυσικοί ήχοι, επαναληπτικές κινήσεις,

αφηγηματικοί διάλογοι και μονόλογοι προσώπων, αποσπασματικές σιωπές,

εκφράσεις, τοπία, φωνές και θόρυβοι συντελούν στην αναδιαμόρφωση της

Page 10: 100. Η μεταγλώσσα, η διακειμενικότητα και η λεξιπλασία στο έργο του Πάρι Τακόπουλου, κείμενο του Αλέξανδρου

φασματικής πολυμορφίας του συγγραφικού εγχειρήματος. Σημασία έχει η

εμφάνιση ενός, παράλληλου του κειμένου, οπτικοακουστικού λόγου, με τρόπο

ώστε να διατηρείται η παραβατικότητα, η εκφραστική δυναμική και οι

πολύτιμες συνιστώσες του παραδειγματικού αφηγηματικού πεδίου της Κενής

Διαθήκης.

Αλέξανδρος Ευάγγελος Φασόης

σκηνοθέτης,

μεταπτυχιακός στην Ιστορία της Φιλοσοφίας και της Θεωρίας των Επιστημών.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ:

Εννοιολογικός χάρτης όρων και θεωρήσεων, ήτοι η επεξηγηματική προσέγγιση.

(όπου επιχειρείται η αποσαφήνιση τουλάχιστον όσων εμφανίζονται με πλάγια γράμματα).

1. παραδειγματικό (πεδίο): θεωρητικός όρος που εμφανίζεται στην κατά Κουν

ερμηνεία της ασυνεχούς δομής των επιστημονικών επαναστάσεων και τη νέα

θεώρηση της ιστορικιστικής στροφής στην εξέλιξη των επιστημών. Συναντάται

κυρίως στην επιστημολογία και τη φιλοσοφία της επιστήμης.

2. δυνητική (ανάδειξη): θεμελιώδης αρχή της αριστοτελικής τελεολογίας και των

αριστοτελικών κατηγοριών. Εδράζεται στη γνωσιοθεωρητική θεμελίωση της

λογικής και κατευθύνει τον επαγωγικό συλλογισμό. Η αριστοτελική χρήση του

όρου επεκτείνεται στη φυσική, τη βιολογία, την οντολογία και τη διαλεκτική.

Σύγχρονες επεκτάσεις της έννοιας ανιχνεύονται στον απειροστικό λογισμό, τις

ακολουθίες σειρών, τη θεωρία συνόλων και την κβαντομηχανική.

3. τοπολογικά / επιγενετικά: μετασχηματιστικός και προσδιοριστικός τρόπος

επιτέλεσης που αξιοποιεί την ολιστική κλειστότητα μιας συνέχειας και τις

Page 11: 100. Η μεταγλώσσα, η διακειμενικότητα και η λεξιπλασία στο έργο του Πάρι Τακόπουλου, κείμενο του Αλέξανδρου

οριακές αναταράξεις των διαβαθμίσεών της. Η διαρθρωτική πολυπλοκότητα

που εμφανίζεται εννοιολογείται ως ανάδυση με κανονιστικούς ρυθμούς την

πύκνωση και την περιοδικότητα. Ενδέχεται, η θέση της κανονικότητας να

οριοθετηθεί και ως χαοτική, εφόσον το φασικό σύμπλεγμα των ελκυστών

διαφοροποιείται από τους ρυθμούς μεταβατικότητας. Η καταγωγή των όρων

συσχετίζει τη γεωμετρία με τη θεωρία συνόλων και μορφοποιεί τους χώρους

συναρτήσεων ως μετρικούς χώρους. Στην εμφάνιση του λόγου που

ερμηνεύεται ως γλωσσική επικράτεια, όπως εδώ σημειώνεται, δεν

υπεισέρχονται μη φραγμένα συστήματα –που θα τροφοδοτούσαν μια

εκρηκτική μη περιοδικότητα λόγω της αρχής της επέκτασης– και αυτό

οφείλεται στην εγγενή ιδιότητα της επαναληπτικότητας του λόγου, αλλά

επίσης δεν εκδηλώνονται και ευαίσθητες αρχικές συνθήκες εξαιτίας της

υφολογικής συνάρτησης ομιλητικού λόγου και γραμματικών τύπων

προτασιακής δέσμευσης. Αυτές οι δύο περιοριστικές συνθήκες είναι που

απαλλάσσουν το λόγο από τη φαινομεναλιστική τυχαιότητα, ενώ δεν του

αφαιρούν τη δυναμική των μη γραμμικών συστημάτων. Ο λόγος ως πρόταση,

τουλάχιστον ακόμα, επιμένει και παραμένει να προσδιορίζει την επικράτεια

του άλλου. Εκεί, συναρτάται η γλωσσικότητα.

4. η κενότητα (του προσώπου): ορισμός που αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στη

θεατρικότητα και τη θρησκευτικότητα με κοινό όχημα την απουσία της

έκφρασης. Το πεδίο ενός ουδέτερου προσώπου συνενώνει τρία πρότυπα: το

πρόσωπο του αφηγητή, το πρόσωπο του εξηγητή και το πρόσωπο του

μάρτυρα. Ισομορφικές πλευρές μιας τριαδικής αυτοψίας.

5. προσκείμενος (λόγος): αναθεωρητικός χαρακτηρισμός μέσω του οποίου

επιχειρείται η οριοθέτηση μιας οντότητας με τη σημασία της στοιχείωσης ενός

οριστικού ονόματος ανάμεσα στο υποκείμενο και το αντικείμενο. Ελέγχεται το

δυναμικό εύρος αυτού του καθορισμού στο βαθμό που αποτελεί μετα-νοητικό

έκδηλο. Η προσοχή αξίζει να στραφεί στις ιδιότητες που φέρει ο ιδιότυπος

μετασχηματισμός μιας αιωρούμενης αυτοαναφορικότητας προς το

ετεροπροσδιορισμένο νεφέλωμά της. Εδώ, η νέα χρήση του προσκείμενου

δεν αντικατοπτρίζει τη συνήθη έννοια ενός υποστηρικτικού λόγου. Την

υπερβαίνει προς όφελος ενός διασυνδετικού λόγου.

6. συνταγματικό και παραδειγματικό (γλωσσικό ιδίωμα): αμφότεροι ορισμοί της

σύγχρονης γλωσσολογίας που αναφέρονται στους κύριους άξονες της

φωνολογικής, γραμματολογικής και σημασιολογικής ανάπτυξης της

γλωσσικής επάρκειας.

Page 12: 100. Η μεταγλώσσα, η διακειμενικότητα και η λεξιπλασία στο έργο του Πάρι Τακόπουλου, κείμενο του Αλέξανδρου

7. αδόκιμος (λόγος): ορισμός που προσιδιάζει στην λακανική μυθολογία της

πρόσληψης ενός ψυχαναλυτικού μηχανισμού κατά τον οποίον η δυναμική του

λόγου δεν υπερβαίνει ουδέποτε τα όρια της επιθυμητικής του εφαρμογής.

Αδόκιμος εμφανίζεται κάθε λόγος που εντάσσεται στην αδιάλειπτη παρουσία

του λακανικού Άλλου.

8. (δομιστική) εμμένεια: ειδικός φιλοσοφικός ορισμός της εμμονής του όντος στο

δομιστικό είναι. Η οντολογία της ύπαρξης οφείλει να συμμορφώνεται ως

σχεσιακή δέσμευση στο κανονιστικό δίκτυο των πραγματικοτήτων εντός των

οποίων λειτουργεί. Ειδάλλως, καταρρέει η συστηματική και κατανοητική της

ερμηνεία και η υπερβατικότητα εισβάλλει στο περιγραφικό πλαίσιο. Εμμενής

προσδιορίζεται η φύση της σκέψης, καταρχήν, και εν συνεχεία ελέγχεται η

γνωσιακή συμπεριφορά της λειτουργίας του νου. Ο όρος συναντάται με

πλείστες αποχρώσεις στη διαχρονική πορεία του φιλοσοφικού στοχασμού.

Σύγχρονες αντι-συστημικές ερμηνείες διερευνούν τη δυνατότητα μιας μη

δομιστικής εμμένειας.

9. η λέξη ενός ομιλητικού (λόγου): ορισμός εξ αντανακλάσεως που μας οδηγεί

στον αντίποδα του φιλοσοφικού ρεύματος των αρχών του 20ου αιώνα, κατά το

οποίο η επικέντρωση στην πρόταση αποτελεί κομβικό σημείο θετικιστικού

ελέγχου και εμπειρικής τεκμηρίωσης. Η κατά Φρέγκε, Ράσσελ και

Βιτγκενστάιν θεμελίωση της αναλυτικής σκέψης του λογικισμού ως

γενικευμένης στροφής στη γλώσσα δεν συντάσσεται στην εμβέλεια μιας

απλής και εξακολουθητικής λέξης ενός καθημερινού ομιλητικού λόγου. Η

εγγενής πραγματολογία των λογικών συστημάτων δοκιμάζεται με την

αναστροφή της επικέντρωσης στη μονάδα λέξη. Η σημασία του έργου του

Γιώργου Χειμωνά μας οδηγεί στον πυρήνα του προβλήματος, μας

υπενθυμίζει την ευθραυστότητα της ομιλητικής μας δεινοπάθειας.

10. (αρχικό) μόνημα: προσδιορισμός της γλωσσικής μονάδας στον τύπο του

σχηματισμού της. Η ρίζα και η κατάληξη μιας λέξης ομού ως εμφανίζεται.

Όρος της γλωσσολογίας και της νευροψυχολογίας.

11. λεξιπλασία: γραμματολογικός και λογοτεχνικός όρος που αφορά στη σύνθεση

και ανασύνθεση λεξικών τύπων. Διαδικασία μέσω της οποίας διευρύνεται το

εννοιολογικό και το σημασιολογικό πλαίσιο μιας γλωσσικής εμφάνισης.

12. Εαυτοποιητική (προσέγγιση): διευρυμένος όρος που οριοθετείται εντός του

κειμένου με βάση την Αυτοποιητική θεώρηση της βιολογίας. Η έμφαση του

προσδιορισμού, εδώ, προκύπτει από το καθοριστικό ερώτημα που πρόσφατα

τίθεται στη θεωρία των αυτοπαρατηρούμενων συστημάτων: εάν και κατά

πόσο μέσα από τα διενεργήματα συγκεκριμένων εφαρμοστικών λειτουργιών

Page 13: 100. Η μεταγλώσσα, η διακειμενικότητα και η λεξιπλασία στο έργο του Πάρι Τακόπουλου, κείμενο του Αλέξανδρου

είναι δυνατόν να ορίσουμε μια εξέλιξη προς τον Εαυτόν; Αποτελεί

γνωσιοθεωρητικό όσο και ηθικοπραγματολογικό ερώτημα που αγγίζει τη

διαδικασία του απροσδιόριστου, ήτοι του μη αναγνώσιμου εντός δεδομένου

κατανοητικού πλαισίου.

13. σύμμειξη, νόημα και συγγραφή: το σχέδιο που συναρθρώνεται, εδώ,

αναφέρεται σε μια τελετουργικής έντασης διαδικασία, έναν κυρίαρχο

αναστοχασμό της δηλωτικής και κατασκευαστικής του λόγου. Η συγγραφή

πραγματοποιείται ως λεξοκεντρική αμεσότητα. Το νόημα ενεργοποιείται ως

μηχανισμός αναπαραγωγής του αναγνωσμένου. Και, τέλος, η σύμμειξη, με τη

σημασία της φωνολογικής σύμφυσης, είναι αυτή που διαβρώνει το σύνολο

της απο-εννοιολόγησης. Ένας γνήσιος και τελετουργικός ιδεογραμματισμός

επικυρώνεται ακριβώς μέσω αυτού του σχεδίου.