ΚΑΤΑ TNMHNIAN

183
Π<Ι>ΙΟΑΙΚΟΝ symAMMA ΚΑΤΑ TNMHNIAN <KMAOM<KON TOMO* ..l*\ AK 3 (ΙΟΥΛΙΟΙ-£<ΠΤ<Μ&Ν<>£ 1»70> ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Θ. ΒΕΛΛΙΑΝΙΤΟΥ........ Πολυλάς, Μαρκορας καΐ ή Σχολή τής Κερκύρας (Μελέτη) ΙΩ. Ν. ΔΑΜΠΑΣΗ... 'Ιατρική Σχολή τοϋ Πανεπιστημίου τής Βολωνίας (Μελέτη) Δ. Κ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ... .Τρία μεταβυζαντινά στιχουργήματα άπό χειρόγραφα τοΟ 'Αγίου "Ορους (Μελέτη) Ν. Γ. ΚΑΛΛΕΡΓΗ - ΜΑΥΡΟΓΕΝΗ ...... Ό ήγεμών τής Ούγγροβλαχίας Νικόλαος Ιωάννης Μαυρογέννης (Μέλέτη> ΑΓΓ. ΠΑΝΩΦΟΡΟΠΟΥΛΟΥ - ΣΙΓΑΛΑ... .Το πάθος τής Διδοΰς για τον ΑΙνεία στην Αΐνειάδα τοϋ Βεργιλίου (Μελέτη) ΣΠ. ΜΟΣΧΟΝΑ ..... .Το τραγικόν στοιχείον είς τον Προμηθέα Δεσμώτην τού Αίσχό- λου (Μελέτη) Γ. ΔΗΜΗΤΡΟΚΑΛΛΗ Τα περί εγκαταστάσεως Μικρασιατών είς Νάξον (Μελέτη) Γ. Θ. ΖΩΡΑ Ό Χάρος καΐ ή άπεικόνισις αύτόΟ έν τφ στιχουργήματι Πένθος θανά- - του (Μελέτη) ΣΤ. ΓΈΩΡΓΑΛΑ ΟΙ Έλληνες για τό θάνατο τοΰ Carducci (Μελέτη) ΓΕΡ. ΠΕΝΤΟΓΑΛΟΥ....... Νεώτερα στοιχεία δια τον Ήλίαν Μηνιάτην (Μελέτη) Μ. ΜΑΝΤΟΫΒΑΛΟΥ. ...,.Ένα άγνωστο γράμμα τοΰ Λασκαράτου για τή Γλωσσά (Μελέτη) GIUSEPPE MARTANO Ή μεταξύ αισθητικής και διαλεκτικής αρχαία ρητορική και ή θέσις τοΰ Περί ύψους (μετάφρασις Α. Ράλλη) (Μελέτη) ΙΩ. ΚΟΥΧΤΣΟΓΛΟΥ '... Μία σκιαγραφία : 'Ηρακλής 'Αποστολίδης (Μελέτη) ΑΓ. ΠΑΤΑΓΑΝΑ .Νόβελλον, Νούβελλον, Ύπόνόβολον (Μελέτη) ΧΡΟΝΙΚΑ Γ.Θ.Ζ Τής Συντάξεως (Χρονικόν) ir . Ή Α' 'Επτανησιακή Έβδομος είς Κέρκυραν (Σημείωμα) it Ή ίδρυσις Νυκτερινού Γυμνασίου τοΰ «Παρνασσού» (Σημείωμα) Χ. Γ. ΠΕΡΟΙ7ΑΝΝΑΚΗ .......... .... Ό Κλαύδιος Πτολεμαίος ΓΑνακοίνωσις) •il .' ..... Ό καθηγητής Giuseppe Martano Σημείωμα) Γ. Ν. ΑΙΠΑΛΕΙΔΗ ................ .... Ό Καβάφης καί οί καιροί (Επιστολή) μ.μ... : .... .Ελένη Βεντούρα Πολίτη (Σημείωμα) Γ. θ. ΖΩΡΑ ....... .. 'Αποτελέσματα 49ορΚαλήκαιρινείου θεατρικού διαγωνισμού ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΣ.. ^Προκήρυξις υποτροφιών «Παρνασσού» κληροδοτήμ. Γ. Πολίτου Γ. ΣΚΛΑΒΟΥ. .. ... Μουσική (Χρονικόν) μ.μ. 'Από τήν κίνησιν τού Συλλόγου «Παρνασσός» (Δελτίον 5) (Χρονικόν) * „.. Νέα Βιβλία

Transcript of ΚΑΤΑ TNMHNIAN

Page 1: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

Π<Ι>ΙΟΑΙΚΟΝ symAMMA

ΚΑΤΑ TNMHNIAN <KMAOM<KON

TOMO* . . l * \ AK 3 (ΙΟΥΛΙΟΙ-£<ΠΤ<Μ&Ν<>£ 1»70>

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Θ. ΒΕΛΛΙΑΝΙΤΟΥ.... . . . . Πολυλάς, Μαρκορας καΐ ή Σχολή τής Κερκύρας (Μελέτη) ΙΩ. Ν. ΔΑΜΠΑΣΗ... . Ή 'Ιατρική Σχολή τοϋ Πανεπιστημίου τής Βολωνίας (Μελέτη) Δ. Κ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ... .Τρία μεταβυζαντινά στιχουργήματα άπό χειρόγραφα τοΟ 'Αγίου

"Ορους (Μελέτη) Ν. Γ. ΚΑΛΛΕΡΓΗ - ΜΑΥΡΟΓΕΝΗ.. . . . . Ό ήγεμών τής Ούγγροβλαχίας Νικόλαος

Ιωάννης Μαυρογέννης (Μέλέτη> ΑΓΓ. ΠΑΝΩΦΟΡΟΠΟΥΛΟΥ - ΣΙΓΑΛΑ... .Το πάθος τής Διδοΰς για τον ΑΙνεία στην

Αΐνειάδα τοϋ Βεργιλίου (Μελέτη) ΣΠ. ΜΟΣΧΟΝΑ.... . .Το τραγικόν στοιχείον είς τον Προμηθέα Δεσμώτην τού Αίσχό-

λου (Μελέτη) Γ. ΔΗΜΗΤΡΟΚΑΛΛΗ Τα περί εγκαταστάσεως Μικρασιατών είς Νάξον (Μελέτη) Γ. Θ. ΖΩΡΑ Ό Χάρος καΐ ή άπεικόνισις αύτόΟ έν τφ στιχουργήματι Πένθος θανά-

- του (Μελέτη) ΣΤ. ΓΈΩΡΓΑΛΑ ΟΙ Έλληνες για τό θάνατο τοΰ Carducci (Μελέτη) ΓΕΡ. ΠΕΝΤΟΓΑΛΟΥ.......Νεώτερα στοιχεία δια τον Ήλίαν Μηνιάτην (Μελέτη) Μ. ΜΑΝΤΟΫΒΑΛΟΥ. . . . , . Έ ν α άγνωστο γράμμα τοΰ Λασκαράτου για τή Γλωσσά

(Μελέτη) GIUSEPPE MARTANO Ή μεταξύ αισθητικής και διαλεκτικής αρχαία ρητορική

και ή θέσις τοΰ Περί ύψους (μετάφρασις Α. Ράλλη) (Μελέτη) ΙΩ. ΚΟΥΧΤΣΟΓΛΟΥ '... Μία σκιαγραφία : 'Ηρακλής 'Αποστολίδης (Μελέτη) ΑΓ. ΠΑΤΑΓΑΝΑ .Νόβελλον, Νούβελλον, Ύπόνόβολον (Μελέτη)

ΧΡΟΝΙΚΑ Γ.Θ.Ζ Τής Συντάξεως (Χρονικόν) ir . Ή Α' 'Επτανησιακή Έβδομος είς Κέρκυραν (Σημείωμα) it Ή ίδρυσις Νυκτερινού Γυμνασίου τοΰ «Παρνασσού» (Σημείωμα) Χ. Γ. ΠΕΡΟΙ7ΑΝΝΑΚΗ. . . . . . . . . . . . . . Ό Κλαύδιος Πτολεμαίος ΓΑνακοίνωσις) •il . ' . . . . . Ό καθηγητής Giuseppe Martano Σημείωμα) Γ. Ν. ΑΙΠΑΛΕΙΔΗ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Ό Καβάφης καί οί καιροί (Επιστολή) μ.μ... : ­.... .Ελένη Βεντούρα ­ Πολίτη (Σημείωμα) Γ. θ . Ζ Ω Ρ Α . . . . . . . . . 'Αποτελέσματα 49ορΚαλήκαιρινείου θεατρικού διαγωνισμού ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΣ.. ^Προκήρυξις υποτροφιών «Παρνασσού» κληροδοτήμ. Γ. Πολίτου Γ. ΣΚΛΑΒΟΥ. . . . . . Μουσική (Χρονικόν) μ.μ. 'Από τήν κίνησιν τού Συλλόγου «Παρνασσός» (Δελτίον 5) (Χρονικόν) * „ . . Νέα Βιβλία

Page 2: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

Π Α Ρ Κ A S i Ο S Ρ<Ν*ΑΙΚΟΚ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑ

ΚΑΤΑ ΤΝΜΗΗΙΑΗ <ΚΑΙΑ*Μ<Η*Η

Ί δ ι ο κ τ ή τη ς ­ έ κ δ ό τ η ς : Φιλολογικός Σύλλογος «Παρνασσός» Γ ρ α φ ε t α : Πλατεία Άγ. Γεωργίου Καρύτση 8 — 'Αθήναι ÇT.T. 124)

Δ ι ε υ θ υ ν τ ή ς Σ υ ν τ ά ξ ε ω ς : ΓΕΩΡΓΙΟΣ Θ. ΖΩΡΑΣ οδός Πολυτεχνείου 5α, 'Αθήναι (Τ.Τ. 103)

Προϊστάμενος τυπογραφείου : Ι. Δ. ΜΥΡΤΙΔΗΣ— οδός Σεΐζανη 5, 'Αθήναι (Ν. Δ. 346) 1969, αρθρ. 9, παραγρ. 3)

ΔΙΕΥΘΥΝΟΥΣΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Ι. ΘΕΟΔΩΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ : Πρόεδρος Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασός ΣΑΒΒΑΣ ΛΟΪΖΙΔΗΣ : Γεν. Γραμματεύς Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός ΓΕΩΡΓΙΟΣ Θ. ΖΩΡΑΣ : Πρόεδρος Φιλολογικού τμήματος Παρνασσού ΜΑΡΙΑ ΜΑΝΤΟΥΒΑΛΟΥ : Γραμματεύς Συντάξεως

ΕΤΗΣΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗ (συμπεριλαμβανομένων καί τών ταχυδρομικών) : 'Εσωτερικού Δρχ. 120 'Εξωτερικού Δολ. 6

Δια Συλλόγους, Σχολεία, Επιχειρήσεις, 'Οργανισμούς, Τράπεζας, 'Ανωνύμους Εταιρείας, Δήμους καί Κοινότητας Δρχ. 200

Τιμή έκαστου τεύχους Δρχ. 30

^Εμβάσματα αποστέλλονται έπ* ονόματι τοΰ Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» Χειρόγραφα δημοσιευόμενα ή μή δεν επιστρέφονται.

Page 3: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

Ρ Α ^ Κ Α * * ^ * TOMO* Ifc' ΙΟΥΛΙΟ* · £<PT<M&NOS 1*70 ANO. 3

Θ. ΒΕΛΛΙΑΝΙΤΟΥ

ΠΟΛΥΛΑΣ, ΜΑΡΚΟΡΑΣ ΚΑΙ Η ΣΧΟΛΗ ΤΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ

ΙΑΚΩΒΟΣ ΠΟΛΥΛΑΣ

Είς την σημερινήν διάλεξιν, Υψηλότατε, Κυρίαι και Κύριοι, πρόκει­

ται περί δύο μεγάλων διδασκάλων τοϋ λόγου, του 'Ιακώβου Πολυλά και τοϋ Γερασίμου Μαρκορά, προς δε περί της Κερκυραϊκής Σχολής, ή οποία εξακολουθεί συνεχίζουσα και σήμερον ετι τάς περί ποιήσεως και τέχνης εν γένει αρχάς, τάς οποίας καθιέρωσαν διάσημοι ποιηταί και λογογράφοι του ημετέρου Έθνους. Ή Κερκυραϊκή Σχολή, περί τής οποίας ό λόγος, δεν είναι ειμή ή έξακολούθησις τής Ζακυνθίας τοιαύτης, τής οποίας αρχη­

γός ύπήρξεν ό θεμελιωτής τής νεωτέρας ελληνικής ποιήσεως Διονύσιος Σολωμός. Αί άρχαί τής Σχολής ταύτης ήσαν, ώς γνωστόν, ή καλλιέργεια τής ελληνικής γλώσσης, τής πνιγμένης μέχρι τής εποχής εκείνης είς τό σκότος τής άμαθείας και τής δουλείας, ώς λέγει είς τα προλεγόμενα τής πρώτης εκδόσεως των έργων τοϋ Σολωμού ό Ιάκωβος Πολυλάς, και ή χάραξις τής όδοΰ, ην ώφειλε να άκολουθήση ή νέα ημών ποίησις.

Ή ποίησις εν Ελλάδι εϊχεν εκλείψει προ πολλού. Όμοϋ με τον Θεό­

κριτον, λέγει ό ίδιος Πολυλάς, είχε συναποθάνει τό πρωτότυπον εκείνο πνεύμα, τό όποιον είχε πλουσιωτάτην τήν ούσίαν του. Μετά τήν απώλεσαν δε και τής πολιτικής αυτονομίας τής Ελλάδος, ή σοφία του κόσμου, από τήν άγνήν άτμοσφαΐραν τής φύσεως κατέφυγεν είς τήν ερευναν του σπου­

δαστηρίου. «Ή τέχνη, ούτως, έπαυσε να χύνη τάς πλήρεις ζωής πηγάς αυτής είς τα σπλάγχνα τής κοινωνίας και να λαμβάνη παρ' αυτής τήν άμορφον ϋλην, όπως διαπλάττη έργα καλλιτεχνικά. Ένεκα τούτου μέγα χάσμα έχώ­

ρισε τους λογίους άπό τοϋ λαοΰ. Οί λόγιοι προσεπάθησαν να διατηρήσουν τους τεχνικούς και γλωσσικούς τύπους του παρελθόντος, εν φ ό λαός δια­

λύσας τον σοφόν όργανισμόν τής αρχαίας γλώσσης, έμόρφωσεν εκ τών συντριμμάτων αυτής και εξ άλλων στοιχείων τήν νέαν γλώσσαν, ήτις ολί­

γον κατ' ολίγον έκυρίευσεν δλας τάς κοινωνικός τάξεις». Ούτως ό Πολυλάς άπό τής εποχής ακόμη τοϋ Θεόκριτου ευρίσκει

22

Page 4: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 334 —

έκλεΐψαν το πρωτότυπον έλληνικον εκείνο πνεϋμα, όπερ εδωκεν εις τον κόσμον μίαν μεγάλην ποίησιν. "Αν έλειψεν όμως ή ποίησις και τα γνήσια έργα τής τέχνης άπο της 'Ελλάδος, δεν έπαυσεν εν τούτοις παντελώς ή καλλιέργεια τών γραμμάτων εις ούδεμίαν έποχήν του εθνικού ημών βίου. Δέν είναι δε ακριβές το πιστευόμενον κοινώς ότι από της πτώσεως της βυζαντινής αυτοκρατορίας εΐχεν εκλείψει πάσα πνευματική εργασία έν Ελ­

λάδι, ουδέ ότι υπό τήν δουλείαν επήλθε πλήρης στέρησις πάσης φιλολο­

γικής παραγωγής. Κατά τους χρόνους τής δουλείας άπαντώμεν πλήθος λογίων ανδρών ασχολουμένων εις τα γράμματα. Είναι αληθές δτι πάντες ούτοι άκολουθούσι τους αρχαίους γλωσσικούς τύπους. Ό λ η αυτών ή πνευ­

ματική εργασία τείνει να προσέγγιση τα αρχαία πρότυπα, πάσα δέ ή πνευ­

ματική των φιλοπονία είναι μία ενδελεχής προσπάθεια άπομιμήσεως τού­

των. "Ενεκα τούτου ή φιλολογία αύτη δέν εύρίσκετο εις ούδεμίαν έπαφήν μετά τής ελληνικής συνειδήσεως. Ό υπό τήν δουλείαν λαός δέν εύρισκε τίποτε απορρέον εκ τής ζωής αύτοϋ, και τίποτε εκπροσωπούν τάς σκέψεις και τάς ιδέας του έν τη φιλολογία ταύτη. Τούτο συμβαίνει πάντοτε εις τους λαούς εκείνους τών οποίων ή ποίησις και έν γένει ή λογοτεχνία έγεν­

νήθη ουχί αμέσως εκ τής ζωής του λαού, άλλ' εξ άπομιμήσεως. ΤΗτο κατ' άκολουθίαν ή φιλολογία αύτη παραπλάνησις πνευματική. Ή λογοτε­

χνική αύτη εργασία ύπήρξεν όντως αποτέλεσμα πλάνης και ψεύδους, διότι έξέφευγεν από τον κύκλον τον συμφωνούντα προς τάς συγχρόνους ιδέας και προς τήν σύγχρονον ζωήν. Ποίησις, κλασσικήν έχουσα όχι μόνον τήν μορφήν άλλα και τήν ούσίαν, έν αίώνι άλλω δέν ήδύνατο να εχη πλέον το απλούν και το ευγενές μεγαλεΐον, ή αξία τών οποίων εύρίσκετο εις τήν άρμονίαν τής τέχνης και τής ζωής μετά τής ποιητικής αληθείας. Ή αρχαία ελληνική ποίησις ήτο αναντιρρήτως σύμφωνος προς τον βίον του έθνους έξ ου προήλθεν άλλα μετά τοΰ Θεόκριτου είχε λήξει ό αιών τής ιδανικής ποιήσεως, ή τέχνη κατ' άκολουθίαν ή ώφειλε ν' άλλάξη χαρακτήρα ή ν' άποθάνη. Μετά τον αιώνα τούτον πάσα απόπειρα όπως δοθή εις τήν ποίησιν ιδανικός χρωματισμός ήτο ψευδής. Εΐχομεν εισέλθει πλέον εις τον ψευδοκλασσικίσμόν, άφοΰ ή ποίησις δέν συνεφώνει προς τήν ζωήν, και καθίστατο ψυχρά αλληγορία. Τοιαύτη δέ αληθώς ύπήρξεν ή ελληνική ποίησις, δτε άφήσασα τον κύκλον αυτής, διήλθεν, ώς ωχρά σκιά, δια τής 'Αλεξανδρείας. Ή ποίησις όμως, ήτις δέν δύναται να περικλεισθή εις τους νεκρούς τύπους, έζήτησεν έν τη νέα ζωή τής Ελλάδος διέξοδον εις τα βουνά και εις τα πελάγη, εκείθεν δέ απέρρευσαν τα δημοτικά μας τραγού­

δια και ιδίως τα κλέφτικα τοιαύτα, τα όποια υπήρξαν ή μόνη άπ' αιώνων γνησία ελληνική ποίησις, ή απηχούσα τάς ευγενεστέρας ιδέας του Έθνους. Ήσαν τα κλέφτικα τραγούδια, αυτοί ούτοι οί παλμοί τής φυλής, αυτή αύτη ή διαμαρτυρία τοϋ καταπεσόντος εις τήν δουλείαν "Εθνους.

Page 5: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 335 —

Οΰτω το καριοφύλι του κλέφτη και το ήρωϊκόν του τραγούδι δεν έπαυ­

σαν διαλαλοϋντα το άκοίμητον αίσθημα προς τήν έλευθερίαν του ελλη­

νικού γένους. Ή ήρω'ΐκή αυτή ποίησις, αρχομένη άπο του περίφημου θρήνου της

αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως, έξηκολούθησε καθ' δλην τήν μακράν διάρκειαν της δουλείας, και ήρχισεν έξαντλουμένη άμα τη ένάρξει τοϋ Ελληνικού αγώνος. "Εληγεν οΰτω ή παράδοσις τοϋ προφορικού έπους και ήγγιζεν ή στιγμή της εμφανίσεως τών ποιητών της εμπνεύσεως και της τέχνης. Άπο τών αιγιαλών δε της Ζακύνθου ηκούσθησαν αί πρώται μολπαί γνήσιας ελληνικής ποιήσεως, αϊτινες άνεμίγησαν με τους κρότους τών όπλων της επανάστασης και αγωνιζομένης Ελληνικής φυλής.

Ή ποίησις τοϋ Σολωμοϋ διεδέχθη το λαϊκον τραγοΰδι, ή δε ποίησις τής εμπνεύσεως ήκολούθησε τον αυτόν τύπον τοϋ δημοτικού άσματος. Ή δημοσίευσις τών δημοτικών τραγουδιών τής Ελλάδος ύπό τοϋ Φωριέλ και ό θαυμασμός τον όποιον έπροκάλεσαν ταΰτα εν Ευρώπη, λέγει ό Κερ­

κυραίος κριτικός Γεώργιος Καλοσγοϋρος, έσωσαν τήν ποίησιν. "Ισως άνευ τοϋ Φωριέλ και τών άλλων, οϊτινες εξήραν τήν δημοτική ν ημών ποίησιν και τον τύπον αυτής δέν θα εΐχομεν τον Σολωμόν, άνευ δέ τούτου δεν θα εΐχομεν τον Ζαλοκώσταν, τον Βαλαωρίτην, τον Μαρκοράν και τόσους άλλους, οί όποιοι διέσωσαν και ανέπτυξαν τον τύπον εκείνον τής ποιή­

σεως, εν μέσω τοϋ κλύδωνος τής γενικής αναρχίας. Οί Επτανήσιοι ποιη­

ταί τοϋ Ι θ ' αιώνος υπήρξαν οί αληθείς μαθηταί τών περιπλανωμένων αοι­

δών τών ελληνικών ορέων. Χωρίς ν' απομιμούνται ούτοι δουλικώς τα αθά­

νατα εκείνα τραγούδια, διέσωσαν τον τύπον και τήν γλώσσαν αυτών. Οΰτω δέ έθεμελιώθη ή νέα ημών ποίησις.

Ή έμφάνισις τοϋ Σολωμοϋ και ποιητών οίοι ό Κάλβος, ό Βαλαωρίτης, ό Ιούλιος Τυπάλδος, ό Τερτσέτης, ό Λασκαράτος, ό Πολυλάς, ό Μαρκο­

ράς κατά τό πρώτον ήμισυ τοϋ 10' αιώνος, δέν είναι ώς ήθελεν υποθέσει τις τυχαΐον φαινόμενον, άλλα φυσική συνέπεια μιας πνευματικής εργασίας, ή οποία έξηκολούθησεν επί τρεις περίπου αιώνας έν Έπτανήσω και μία διαρκής επικοινωνία προς τον δυτικόν πολιτισμόν. "Οπως εξήγηση τις τό φαινόμενον τοΰτο, δέον να γνωρίζη τήν Έπτάνησον ύπό τάς διαφόρους μορφάς τής πολιτικής, τής διοικητικής, τής κοινωνικής και τής πνευματι­

κής αυτής συστάσεως. Ή θέσις έν πρώτοις τής Επτανήσου ήτο κατά τό χρονικόν τοΰτο διάστημα πολύ διάφορος τής λοιπής Ελλάδος. Ή τουρ­

κική εισβολή ή παρασύρασα εις τήν όρμήν της τον ύφιστάμενον έν τη χώρα πολιτισμόν δέν έφθασε μέχρι τών γοητευτικών ακτών τών 'Ιονίων νήσων. Δέν ήτο βεβαίως ελευθέρα και ή Επτάνησος, άλλ' άπό τήν βενετι­

κήν κυριαρχίαν διετήρησεν αΰτη πολιτικήν τίνα αύθυπαρξίαν και πλήρη τήν πνευματικήν αυτής άνεξαρτησίαν. Ή διαρκής έξ άλλου επικοινωνία

Page 6: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 336 —

των 'Επτανησίων μετά της 'Ιταλίας, ήτις κατά τήν έποχήν έκείνην ήτο ή μάλλον πολιτισμένη χώρα της Ευρώπης, εις ην εθαλλον αί τέχναι και τα γράμματα, εν φ συνετέλεσεν εις τήν είσαγωγήν των νέων φιλοσοφικών θεωριών, υπό τήν έπίδρασιν τών οποίων διεπλάσσοντο αί Εύρωπαϊκαί κοι­

νωνίαι, διεμόρφωσεν άφ' έτερου τήν άντίληψιν τών Επτανησίων τοιαύτην, ώστε τα νέα εισαγόμενα στοιχεία, να μή παραφθείρωσι τήν έλληνικήν αυτών αΐσθησιν. Τουναντίον υπό το κράτος τών νέων ιδεών άφυπνίζετο το αίσθημα της εθνικής ένότητος εν Έπτανήσω, και αί πρωτεύουσαι τών νήσων καθίσταντο κέντρα ελληνικά αποβλέποντα εις τήν πραγματοποίησιν τής διαθήκης, ην άφήκεν ήμΐν πίπτων προ της Πύλης τοϋ Ρωμανού ό τελευ­

ταίος αυτοκράτωρ τοϋ Βυζαντίου. Πολυάριθμοι Επτανήσιοι άπήρχοντο τότε εις τήν Ίταλίαν και έσπούδαζον εις τα Πανεπιστήμια της. Πολλοί τούτων έγένοντο αργότερα καθηγηταί ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων, και άλλοι κατέλαβον μεγάλας θέσεις εις ξένα κράτη. Επιστρέφοντες ούτοι εις τήν Πατρίδα των, μετέδιδον τάς επιστημονικός έκείνας γνώσεις, αί όποΐαι τοσούτον απέβησαν χρήσιμοι, όταν έν Έπτανήσω έδημιουργήθη, κατά τάς αρχάς τοϋ 10' αιώνος, το πρώτον άνεξάρτητον έλληνικόν κράτος. Έκτος τών μεταβαινόντων πολυαρίθμων Επτανησίων προς συμπλήρωσιν επιστη­

μονικών σπουδών εις τάς εστίας τοϋ δυτικοΰ πολιτισμού, πλήθος άλλο ευγενών 'Ιταλών κατήρχετο εις τήν Έπτάνησον, έξοριζομένων εκείθεν λόγω τής προοδευτικής παραφορας τών πολιτικών των ιδεών. Ούτοι έκόμιζον τάς ιδέας των εις τήν Έπτάνησον. Τοιουτοτρόπως αί πόλεις αύται καθί­

σταντο κέντρα ζωηρδς πνευματικής κινήσεως και έσχηματίζετο κοινωνικός βίος αναπτυσσόμενος εντός ατμοσφαίρας πνευματικής, προσομοιαζούσης προς τήν τών ιταλικών πόλεων, ένθα εθαλλον αί τέχναι και αί έπιστήμαι, έπωάζετο δε ή νέα ζωή με τάς Ιδέας έκείνας τάς οποίας έσκόρπισεν εις τα πέρατα του κόσμου ή θύελλα τής Γαλλικής επαναστάσεως. Έάν επρόκειτο όμως να ερευνήσω τήν πνευματικήν ταύτην περίοδον τής Επτανήσου ήθε­

λον κατ' ανάγκην εισέλθει εις τήν ίστσρικήν άφήγησιν τοϋ όλου επτανη­

σιακού βίου, καθ' ην έποχήν έκυριάρχει εις τάς νήσους του 'Ιονίου ή Βενε­

τία. Τα όρια τής παρούσης διαλέξεως είναι λίαν περιωρισμένα, δέν επιθυμώ δε καταχρώμενος τής εύμενείας υμών να εκτείνω τα όρια ταϋτα. 'Αρκούμαι μόνον να παρατηρήσω ότι ή τότε κοινωνική, πολιτική και ή πνευματική κατάστασις τής Επτανήσου δικαιολογεί τήν άθρόαν έμφάνισιν τόσων ποιη­

τών, εις μίαν τόσον μικράν έλληνικήν κοινωνίαν, οϊα ήτο ή Επτανησιακή. Ή Κερκυραϊκή Σχολή είναι πεπληρωμένη μέ τάς ιδέας και με τήν

ποίησιν τοϋ Σολωμού. Άλλα περί τών πρώτων χρόνων τοϋ μεγάλου ημών ποιητοΰ ώμίλησεν ήδη τόσον εύγλώττως ό κ. Μάτεσις, ώστε να μήν ύπάρχη ανάγκη να ενδιατρίψω έπί τοϋ αύτοϋ θέματος. Ό τ ε άπήλθεν εκ Ζακύνθου ό Σολωμός έν ετει 1828, όπως ζήση τον ύπόλοιπον βίον του εις τήν Κέρ­

Page 7: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 337 —

κυραν άφοσιούμενος μόνον εϊς την τέχνην, έκόμισεν εις την νέαν αύτοΰ κατοικίαν τάς ιδέας αύτοΰ, περί ποιήσεως και γλώσσης, τάς οποίας ήκολού­

θησαν νεαροί τότε ποιηταί και λογογράφοι, οΐτινες υπήρξαν οπαδοί και μαθηταί αύτοϋ, διατηρήσαντες άγνάς τάς ύποθήκας τοΰ μεγάλου των διδα­

σκάλου. Οΰτως εδημιουργήθη ή Κερκυραϊκή Σχολή, εκ της οποίας προήλθον διάσημοι ποιηταί, κριτικοί και λογογράφοι και μεταξύ των οποίων προέ­

χουν ό Πολυλάς και ό Μαρκοράς, περί ών ή παρούσα κυρίως διάλεξις. Και οί δύο Κερκυραίοι ποιηταί έγεννήθησαν κατά το αυτό έτος. Ό

'Ιάκωβος Πολυλάς έγεννήθη εν Κέρκυρα τήν 7ην Φεβρουαρίου 1826, άπό ευγενή τής νήσου οίκογένειαν, κατελθοΰσαν, δπως τόσαι άλλαι οίκογέ­

νειαι των 'Ιονίων νήσων, εκ Κωνσταντινουπόλεως μετά τήν άλωσιν αυτής. Οί πρόγονοι του Πολυλά υπήρξαν αγαθοί και ενάρετοι πολΐται. Είχε τήν άτυχίαν ό 'Ιάκωβος να χάση τον πατέρα του εις παιδικήν ήλικίαν, ώστε πάσα ή μέριμνα τής εκπαιδεύσεως και μορφώσεως αύτοϋ αφέθη εις τήν μητέρα του. Ή τ ο αύτη εξαίρετος Δέσποινα, εις τήν οποίαν ήρεσκεν ή ποίη­

σις και ή μουσική. Έπαιζεν μετά πολλού αισθήματος άρπαν, και ήγάπα τήν ποίησιν, ιδίως τήν Ίταλικήν ήτις ήτο τόσον οικεία τότε είς τους κα­

τοίκους των πόλεων τής Επτανήσου. Άπό τήν μητέρα του οΰτως έδιδάχθη ν' άγαπα τήν τέχνην και να λατρεύη τήν ποίησιν. Κατ' ευτυχή σύμπτωσιν άφίκετο εις Κέρκυραν και ό Σολωμός, όστις συνδεθείς μετά του Πολυλά, οτε ούτος ήτο έφηβος ακόμη, καθωδήγησεν αυτόν είς τον δρόμον, δν ήκο­

λούθησεν άργότερον ή ψυχή του. Οΰτως ό Σολωμός απέβη ό πνευματικός αύτοϋ πατήρ, όστις έκέντρισε τήν φυσικήν φιλομάθειαν του παιδός και έξήψε τήν τάσιν του προς τήν ποίησιν. Περί τον Σολωμόν έσχηματίσθη κύκλος νέων ποιητών και λογογράφων αποτελούμενος άπό τον Μαρκοραν, τον Ίούλιον Τυπάλδον, τον Καρ. Κουαρτάνον, τον Μάνεσην, τον Μανοϋ­

σον και άλλους νέους, μεταξύ δε αυτών συγκατελέγοντο και διάσημοι ξέ­

νοι ώς ό 'Ιταλός ποιητής Ρεγάλδης και ό Δαλματός Θωμαζέος. Έν μέσω τοιούτου κύκλου αντηχούν αϊ ύψηλαί όμιλίαι του μεγάλου ποιητοϋ, έγί­

νοντο αίσθητικαί και φιλοσοφικοί συζητήσεις, ό δε Σολωμός ένεθουσία τους νέους Κερκυραίους, οί όποιοι άπέβλεπον είς αυτόν ώς προς διδάσκα­

λον και πνευματικόν εΰεργέτην. Μετά του Πολυλά ό Σολωμός συνεδέθη πλειότερον παντός άλλου. Ή ερευνητική και βαθεϊα διάνοια τοΰ νεανίου εΐλκυε τον ποιητήν προς αυτόν. "Οντως εξαιρετική ήτο ή έπίδοσις είς τα γράμματα τοϋ Πολυλά και ή πολυμάθεια αύτοϋ. Νεανίας ακόμη έγνώριζε κατά βάθος τάς κυριωτέρας ευρωπαϊκός φιλολογίας, έμελέτα τον Όμηρον, τον Πλάτωνα, τον Πίνδαρον, τον Θουκυδίδην και μετέφραζε τους «Τεχνί­

τας» τοϋ Σίλλερ και τήν «Τρικυμίαν» τοΰ Σαιξπήρου. Παρακολουθών δε τήν έξέλιξιν τοΰ πνεύματος τοΰ μεγάλου ημών ποιητοΰ μετέφραζε χάριν αύτοϋ τα αισθητικά συγγράμματα τοΰ Σίλλερ και τήν «Φαινομενολογίαν»

Page 8: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 338 —

τοϋ Έγέλου, καθιστών τοιουτοτρόπως τον Σολωμόν κοινωνόν της νέας γερμανικής φιλοσοφίας.

Είχε νυμφευθή ό Πολυλάς εικοσαετής σχεδόν, άλλα μετά μικρόν ή σύζυγος του προσεβλήθη εξ ανιάτου νοσήματος. Τήν μετέφερεν εις τήν Νεάπολιν κατά τό 1852 και όταν μετά δύο έτη έπέστρεψεν εις τήν Κέρκυ­

ραν ή ευγενική του συμβία άπέθανεν. Κατά τήν είς Νεάπολιν διαμονήν του ήκροάσθη φιλοσοφικά μαθήματα εις τό Πανεπιστήμιον της πόλεως ταύ­

της. Ή επάνοδος εις τήν Κέρκυραν ήτο τραγική υπό πασαν εποψιν. Ό φιλόσοφος Πολυλάς έζήτησε παρηγορίαν τότε τοϋ δυστυχήματος του εις τήν καλλιέργειαν τών γραμμάτων και της ποιήσεως. Τότε δε έδημοσίευσε και τό πρώτον μεταφραστικόν αύτοϋ έργον τήν «Τρικυμίαν» του Σαίξπηρ, της οποίας προέταξεν ώραιοτάτην κριτικήν μελέτην. Είς τήν μετάφρασιν ταύτην κατεφάνη ή πλαστική και ή κριτική δύναμις τοϋ Πολυλά.

Έκτοτε άρχεται ή φιλολογική και πολιτική σταδιοδρομία αύτοϋ. Τό φιλολογικόν μέρος τοϋ σοφοΰ Κερκυραίου είναι κυρίως τό μεταφραστικόν καί τό κριτικόν. Ή κριτική βαθύτης αύτοϋ κατεφάνη ευθύς εξ αρχής κατά τήν πρώτη ν εκδοσιν τών έργων τοϋ Σολωμοΰ, τήν οποίαν επεμελήθη ούτος καί της προέταξε μακρόν πρόλογον, όστις θεωρείται ώς αριστούργημα κριτικής αναλύσεως. Δι' αυτής έγνωρίσαμεν πλειότερον τον Σολωμόν ημείς οί μεταγενέστεροι. Όλαι αί σκέψεις τοϋ Πολυλά περί ποιήσεως καί τέχνης, όλαι αί αίσθητικαί αύτοϋ θεωρίαι είναι έγκατεσπαρμέναι είς τους προλόγους τών μεταφράσεων του καί είς τάς σημειώσεις με τάς οποίας συνοδεύει αύτάς. Εις ταύτας ό Πολυλάς εμφανίζεται αληθώς υπέροχος κρι­

τικός. Είναι, ώς λέγει ό Παλαμάς, κριτικός κατά τήν εύρυτάτην σημασίαν της λέξεως. Κατέχει τό δώρον τοϋ συλλαμβάνειν τάς γενικάς εννοίας τών πραγμάτων καί ή εργασία του δεν είναι παρά υψηλή τις απόπειρα προς έφαρμογήν αυτών. Ή φιλοσοφική ίδιότης τοϋ πνεύματος του αναδεικνύεται κυρίως εις τον πολυχρόνιον αγώνα της διαμορφώσεως τής νεωτέρας Ελλη­

νικής γλώσσης δια τής μεταφράσεως κλασσικών αριστουργημάτων. Ό Πο­

λυλάς ηΰρυνε τάς περί γλώσσης μελετάς αύτοϋ καί δεν ήρκέσθη εις τον πρωτογενή τύπον τής άφελοϋς δημοτικής γλώσσης, άλλ' επεχείρησε τήν δημιουργίαν νέου γλωσσικού τύπου αξίου τής τέχνης καί αξίου τοϋ Έθνους. Ή θεωρία αύτη περί γλώσσης ήτο εκείνη ην ήσπάζετο καί ό Σολωμός, ώς ήκουσα προ ολίγων ήμερων έντεΰθεν παρά τοϋ κ. Στεφάνου, όστις άνέ­

γνωσεν έπιστολήν τοϋ Σολωμοΰ προς τον Τερτσέτην σχετικώς μέ τον δρό­

μον τον όποιον ώφειλε ν' άκολουθήση ή γλώσσα εξελισσόμενη ώς όργανον χρήσιμον είς τάς άνάγκας τοϋ άφυπνισθέντος έθνους. 'Από τοιούτων άρχων αγόμενος ό Πολυλάς κατεγίνετο κυρίως εις μεταφράσεις κλασσικών έργων. Τοϋτο ήθελεν ϊσως θεωρηθή ώς ασήμαντος τίτλος δι' άνδρα τής φιλολο­

γικής περιωπής τοϋ Πολυλά. Άλλ ' ή κυρίως εργασία τοϋ ανδρός είναι ή

Page 9: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 339 —

μεταφραστική και αποτελεί ίδιαίτερον όλως και άξιοθαύμαστον φαινόμε­

νον εϊς την νεωτέραν ημών φιλολογίαν. Ή μεταφραστική του εργασία είναι όλως πρωτότυπος και παρουσιάζει νέαν γλώσσαν και νέους ρυθμούς. Κατ' αυτόν δε τον πρωτότυπον τρόπον ό Πολυλάς κατέτριψε τήν ζωήν αύτου μεταφράζων τον "Ομηρον, τον Σαιξπήρον, τον Σίλλερ και πλήθος στίχων Λατίνων και Γερμανών ποιητών. Μεταξύ τών Επτανησίων ποιη­

τών, οϊτινες άποτελοϋσι τήν καθαράν Έπτανησιακήν Σχολήν, ό Πολυλάς και ό Βαλαωρίτης διακρίνονται μάλλον τών άλλων δι' ιδιαιτέρου χαρα­

κτήρος. Του χαρακτήρος δε τούτου, λέγει εις τίνα μελέτην του ό Παλαμάς, ή άντίθεσις καθίσταται άποτομωτέρα, όταν θελήσωμεν να συγκρίνωμεν αυτούς. 'Αποσπώ όλόκληρον τήν περίοδον ταύτην του κ. Παλαμά, ήτις είναι λίαν χαρακτηριστική.

«Και οί δύο μάλλον ελεύθεροι και περισσότερον όργώντες προς κίνη­

σιν έφάνησαν, ώς άποσχισθέντες της εκκλησίας τών πατέρων των, και άπετίναξαν τα όρια του κύκλου, τον όποιον διεχάραξεν ό Σολωμός. Άλλα τα έπεξέτειναν έκαστος κατ' άντίθετον διεύθυνσιν. Ό Βαλαωρίτης υπό του επικού δαιμονίου κεντριζόμενος, έπεξέτεινε ταϋτα προς τήν φύσιν και έβυθίσθη ολόκληρος εις τήν έποπτείαν του παρελθόντος, ό δε Πολυλάς ποδηγετούμενος υπό του κριτικού νοϋ, άπέβλεψεν εργαζόμενος κυρίως εις το μέλλον και έστησε μάλλον ώς σκοπόν της τέχνης τό βαθύ νόημα αυτής. Δημοκρατικώτερον τό έργον του Βαλαωρίτη, άριστοκρατικώτερον τό του Πολυλά. 'Αμφότερα όμως προήλθον εκ τής αυτής μητρός, καθόσον δέ ήνδροϋντο έξεδήλουν διαφορετικάς τάσεις, μέχρις ου ή μεταξύ των άντί­

θεσις προσέλαβε διαστάσεις βιβλικάς. Παρ' ολην όμως τήν παρατηρουμέ­

νην αντίθεσιν, αμφότεροι είναι κήρυκες τής καλλιτεχνικής αληθείας». 'Αλλ' ή διαφορά και ή διάστασις είναι βαθύτερα ακόμη ή ώς χαρακτη­

ρίζει αυτήν ό κ. Παλαμάς. "Ινα έννοήση τις τήν αντίθεσιν ταύτην πρέπει να διεξέλθη τα κριτικά περί 'Αριστοτέλους Βαλαωρίτη άρθρα, τα όποια έδημοσίευεν εις τον «Κώδωνα», κερκυραϊκήν εφημερίδα, τής οποίας αυτός ήτο ή ψυχή. Δεν περιωρίζετο μάλιστα είς τήν ανηλεή κριτικήν, άλλα πα­

ρφδει τα ποιήματα του Λευκαδίου ποιητου και προσεπάθει να κατακρη­

μνίση όλόκληρον τό ποιητικόν έργον του. Τήν κριτικήν ταύτην δεν ύπη­

γόρευον είς τον Πολυλά κυρίως λόγοι αισθητικοί. Εις τήν άγρίαν έκείνην έπίθεσιν προκύπτει ό πολιτικός αντίπαλος και ό αμείλικτος δημοσιογρά­

φος. Ή πολιτική δέ άντίθεσις ήτο τοιαύτη τότε, ώστε δεν άφήκεν άνεπη­

ρέαστον τον φιλόσοφον καί τον κριτικόν, αλλά τον παρέσυρεν είς πολε­

μικήν όμοίαν τής οποίας σπανίως παρέστη ή κοινωνία τής Ελλάδος. Τον πολιτικοφιλολογικόν εκείνον αγώνα καθιστών κυρίως ενδιαφέροντα αί έξέχουσαι φυσιογνωμίαι του κρίνοντος και του κρινόμενου. 'Αλλ' αί κριτι­

καί έκεΐναι μελέται, ένεκα του λόγου του προκαλέσαντος αύτάς, δέν ήτο

Page 10: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 340 —

δυνατόν νά ένασκήσωσιν ούδεμίαν έπιρροήν επί της γενικής εκτιμήσεως του ποιητικού έργου του Βαλαωρίτου, διό έλησμονήθησαν και έξητμίσθη­

σαν όμοϋ με τα πολιτικά πάθη, τά όποια παρέλαβον μετ' αυτών εϊς τον τάφον οί άντιπαλαίοντες πολιτικοί άνδρες τής εποχής εκείνης.

Παρ' δλην τήν τοιαύτην αντίθεσιν δ τε Πολυλάς και ό Βαλαωρίτης εϊναι αληθώς κήρυκες τής αυτής καλλιτεχνικής αληθείας. 'Αλλ' ό Βαλαωρί­

της είναι κατ' εξοχήν ό ποιητής, ό άναστήσας εν τή ποιήσει αύτοϋ τήν φυλήν τών προεπαναστατικών πολεμιστών τών οποίων αυτή ή ζωή ήτο ή ζώσα ποίησις του Ελληνικού έθνους. Τήν ποίησιν του Λευκαδίου ποιη­

τοϋ δονεί διαρκώς εν φλογερόν αίσθημα φιλοπατρίας, όπερ διέσειεν ώς σεισμός τήν ψυχήν αύτοΰ, κατά τήν ώραίαν εικόνα, ην εδωκεν αυτός ό ϊδιος ποιητής, καί τήν διακρίνει μία αγάπη βαθύτατη προς τήν έλληνικήν φύσιν τής οποίας έγένετο ύμνητής. Προ παντός ή εργασία του είναι πρωτό­

τυπος καί απορρέει έκ τής ζωηφόρου εκείνης πηγής, εκ τής οποίας άπέρ­

ρευσεν ή ποίησις του Θεόκριτου, τήν διαπνέει δε μία δύναμις μεγάλης ποιητικής δημιουργίας.

Τό έργον του Πολυλά είναι πολύ διάφορον καί μετριοφρονέστερον. Ό Πολυλάς είναι ό άριστοτέχνης μεταφραστής, ή εργασία του δε καίτοι μεταφραστική προσεγγίζει τά όρια τής υψηλής τέχνης, αλλ' είναι πάντοτε μεταφραστική, στερείται δηλαδή τής δημιουργικής πνοής. 'Αλλ' ή εργασία αϋτη απέβη μεγάλης σημασίας κατά τήν δημιουργίαν τής νέας φιλολογίας μας, διότι είναι απόρροια βαθείας μελέτης αριστουργημάτων του ανθρωπί­

νου πνεύματος καί άπόδοσις αυτών με νέαν όλως γλώσσαν καί νέους ρυ­

θμούς. Είναι εργασία έχουσα μεγάλην φιλολογικήν άξίαν, κυρίως από γλωσσικής καί κριτικής απόψεως, εις μίαν δέ νεοδημιούργητον φιλολογίαν ή τοιαύτη εργασία δύναται νά έννοήση πας τις πόσον είναι πολύτιμος. Εις τήν φιλολογικήν ταύτην φιλοπονίαν του Πολυλά όφείλομεν τάς μετα­

φράσεις του Όμηρου, τής «Τρικυμίας», του «"Αμλετ» του Σαιξπήρου, τών «Τεχνιτών» τοΰ Σίλλερ καί πλήθους λατινικών καί γερμανικών ποιημάτων.

Δια τών μεταφράσεων τούτων κατέβαλε πάσαν προσπάθειαν ϊνα διά­

πλαση τήν δημοτικήν γλώσσαν τοιαύτην, ώστε νά ύψωθή εις στρώματα υψηλότερα τής συνήθους δημώδους εκφράσεως τών αισθημάτων. Έζήτησε νά συγχώνευση πολυειδή στοιχεία, δια τής τοιαύτης δέ γλωσσοπλαστικής συγχωνεύσεως έσκέπτετο ορθότατα ότι ήδύνατο ν' άνέλθη ή ελληνική γλώσσα εις τό ΰψος αληθούς φιλολογικής γλώσσης. Αι προσπάθειαι αύται του Πολυλά δεν έλυσαν βεβαίως τό γλωσσικόν ζήτημα, ουδέ έδημιούργη­

σαν γλώσσαν άσπαστήν γενομένην παρά πάντων. Αϊ θεωρίαι του όμως αύται δεικνύουν ότι ό Πολυλάς εΐχεν εύρυτέρας γλωσσικός ιδέας τών παλαιοτέρων καί τών νεωτέρων γλωσσολόγων μας.

Πρωτότυπον έργασίαν έλαχίστην κατέλιπεν. 'Εκτός τών κριτικών προ­

Page 11: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 341 —

λεγομένων μεθ' ών συνώδευσε τάς εκδόσεις των μεταφράσεων του, δύο ή τριών σοννέτων, άλλων τόσων διηγημάτων δημοσιευθέντων εις τήν φιλο­

λογικήν «Έστίαν» και μιας νεκρικής φδής δημοσιευθείσης κατά τον θά­

νατον του Διονυσίου Σολωμού, ουδέν άλλο πρωτότυπον έργον του υπάρ­

χει πλην των παρωδιών τών ποιημάτων του Αριστοτέλους Βαλαωρίτου, τών δημοσιευομένων εις τήν εφημερίδα τής Κερκύρας «Κώδωνα», καθ' ην έποχήν διεξήγε πολιτικόν και φιλολογικόν αγώνα εναντίον του Λευκαδίου ποιητοϋ και του εξαδέλφου αύτοΰ Σπυρίδωνος. 'Αλλ' ώς εΐπον, ό Πολυλάς θα κριθή ώς άριστοτέχνης μεταφραστής, ώς κριτικός τοιούτος και ώς σο­

φός, όστις ανέπτυξε μετά σπανίας βαθύνοιας τάς περί τέχνης θεωρίας και επέδρασε μεγάλως επί τών οπαδών τής Κερκυραϊκής Σχολής, δι' αυτής δέ εμμέσως και εις τους νεωτέρους λογοτεχνικούς κύκλους τής λοιπής Ελλά­

δος. Ύπό τήν εποψιν ταύτην θά καταλάβη εν τή ιστορία τών νεοελληνικών γραμμάτων ξεχωριστήν όλως θέσιν. Είναι ό κριτικός όστις εν τή έρεύνη του εισδύει εις τήν έξέτασιν τών πραγμάτων, εξάγει εκείθεν τα ιστορικά και φιλοσοφικά αύτοϋ συμπεράσματα και εφαρμόζει τάς αισθητικός του θεωρίας, ουχί εις έργα τής ιδίας αύτοϋ εμπνεύσεως, άλλ' εις μεταφράσεις αριστουργημάτων τής παγκοσμίου φιλολογίας. Εις τήν τοιαύτην διαμόρ­

φωσιν τής φιλολογικής του διανοίας συνετέλεσεν ή ευρυμάθεια αύτοϋ και ή γνώσις τών ευρωπαϊκών φιλολογιών. Τό φαινόμενον δέ τοΰτο είναι το­

σοΰτον μάλλον περίεργον, καθ' όσον ό Πολυλάς δέν έφοίτησεν ουδέποτε εις σχολεϊον και δέν ήκροάσθη τους εν Γερμανία και Γαλλία φιλοσόφους, τών οποίων τα φιλοσοφικά συστήματα έφαίνοντο ότι εμελλον να μεταβάλ­

λωσι τήν πνευματικήν και τήν κοινωνικήν όψιν τής Ευρώπης. Κάτοικων διαρκώς εις τήν ώραίαν νήσόν του και μή αποσπασθείς σχεδόν απ' αυτής, κεκλεισμένος καθ' όλην τήν ήμέραν εις τό ευρύ σπουδαστήριον του οίκου του, κειμένου εις τήν πλατεϊαν τοϋ επισκοπικού ναοΰ τών καθολικών, αύτο­

εδημιουργεϊτο εις τον φιλοσοφικώτερον κριτικόν τής συγχρόνου Ελλάδος, όστις έξήσκησεν, ώς είπον ήδη, καταπληκτική ν έπιρροήν, όχι μόνον έφ' όλης τής Κερκυραϊκής Σχολής, άλλα και εις τό πνεΰμα του Διονυσίου Σολωμού, τόσον δέ, όίστε νά πιστευθή ότι υπό τήν έπίδρασιν αύτοϋ, ανα­

ζητών ό μέγας ποιητής τό τέλειον εν τή τέχνη, άφήκεν ατελή τά ωραιότερα εκ τών έργων του. Ότι ή γνωριμία τοϋ Σολωμοΰ μετά τής γερμανικής φιλο­

σοφίας ανέκοψε τήν φυσικήν έξέλιξιν τής ιδιοφυΐας του, ουδεμία δύναται νά ύπαρξη βάσιμος αμφιβολία. Τά γερμανικά φιλοσοφικά συστήματα, εμφα­

νισθέντα κατά τάς αρχάς τοϋ παρελθόντος αιώνος έπαρουσίαζον έργασίαν νέων έξημμένων διανοιών, ένεκα μιας προηγηθείσης πνευματικής κινή­

σεο^ς. Αϊ διάνοιαι αύται είναι βέβαιον ότι εΐχον καταβάλει πάσαν προσπά­

θειαν, όπως άπαλλαγώσι τών μεσαιωνικών προλήψεων. Και ή μέν γερμα­

νική μεταφυσική φιλοσοφία άπήλλασσε τά πνεύματα εκ τών καθιερωμένων

Page 12: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 342 —

προλήψεων και παρασκεύαζεν αυτά εις άνεξάρτητον έργασίαν άλλ' ήτο ανεπαρκής προς τοΰτο, διότι ή εισαγωγή των πνευμάτων τούτων εις τους μεταφυσικούς λαβυρίνθους της τα έστέρει της καθαρας ατμοσφαίρας και της φυσικής σκέψεως. Εντός τοιούτων λαβυρίνθων περιεπλανήθη και το πνεύμα του Σολωμού κατά τήν τελευταίαν περίοδον του βίου του. Έπιστεύθη δε έκ τούτου ότι επέδρασεν ή γερμανική φιλοσοφία όλεθρίως επί τοΰ μεγά­

λου ημών ποιητοΰ, όστις δεν αφέθη εις τάς φυσικός ορμάς της λυρικής του ιδιοφυΐας.

Ή λατρεία των οπαδών τοΰ Σολωμού έξεδηλώθη πολυτρόπως και ζών­

τος και μετά τον θάνατον αύτοΰ. Μεταξύ τών άλλων ό Πολυλάς εγραψεν, ώς εϊπον, νεκρικήν φδήν επί τω θανάτω του. Ό κ. Παλαμάς είχε τήν καλω­

σύνην να μοΰ υπόδειξη τήν φδήν ταύτην, ήτις, δημοσιευθείσα προ έξήκοντα χρόνων και μή άναδημοσιευθείσα έκτοτε, εθεωρείτο ώς απολεσθείσα. Ό Μαβίλης όμως εϊχε διασώσει ταύτην και τήν απέστειλε προς τον Παλαμαν, όστις μοΰ τήν επεμψεν όπως τήν χρησιμοποιήσω εις τήν παροΰσαν διάλε­

ξιν. 'Ιδού ή φδή αύτη :

Εις τον ΰ'άνατον τοϋ Διονυσίου Σολωμού

1. Ελλάς, τα μαϋρα φόρεσε και κλίνε το κεφάλι' το κάλλιο από τα τέκνα σον στοϋ τάφου τήν αγκάλη τ' άψυχο σώμα ανάπαψε, κι άπο τους ουρανούς,

2. που φώτιζε το πνεϋμα τον μ' απόκρυφη βοφία, κ' ερρύθμιζε τα χείλη του μ' ανήκουστη αρμονία που θέλει φθάσει ανίκητη στους υστέρους καιρούς,

3. της δόξας τ' άχερόπλεκτο στεφάνι λησμονώντας γέρνει σ' εσέ φιλόστοργον τον πόνο σον θωρώντας και να χαρή τ άδάκρυτα βασίλει άργοπορά.

Page 13: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 343 —

4. Άργοπορά' τα δάκρυα σον πολληώρα μελετάει τ ' αθάνατα σον αισθήματα με ζήλο άνθολογάει δώρο στο θρόνο τ' άπλαστον να φέργι ταπεινά.

5. Κλάψε ! Φωνή δεν βρίσκεται να σε παρηγόρηση, πάρεξ από τον πόνο σον για λίγο αν ξαναζήση το χεϊλι που εχαιρέτισε την θείαν ελευθέρια.

6. Κλάψε ! Και πάλι θάρρεψε στον πόνο, ώ μαθημένη ! Αίώνεζ δεν σον μάραναν την αρετή κρυμμένη στ' αραχνιασμένο σάβανο, στην έρμη σκοτεινιά.

7. Και όταν στεριές και Trt'Aaya ξανάειδαν τη μορφή σον τόσο λαμπρή, πού χλώμιασαν οι τύραννοι της γης σον, με ύμνους σ' εστεφάνωσε τ6 τέκνο πού θρηνείς.

8. Κ* ή Μούσα y) νέα τον 'Ελληνας πετάχθη αρματωμένη ωραία σαν την αθάνατη πού ο μύθος παρασταίνει, ανδρειωμένο γέννημα ουράνιας κορνφής.

9. "Α. ! στα θεϊκά τον ονε/οατα ο ποιητής θωρούσε της μοίρας σον το πλήρωμα και το στεφάνι ανθούσε πού ολόγυρα στην κόμη σον θα πλέξονν οι καιροί,

Page 14: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 344 —

10. όταν θα Ιδής το πνεύμα σου σημαία φωτός να στήση σ όλη τη γη που βάρβαρος εχθρός έχει πατήσει κι από τον νον την δύναμι ή οργή τον νικηθή.

11. Και τώρα στην παράδεισο ασπάσθη τον υιό σον άγγελος πώχει μέριμνα γλυκεία το ριζικό σον, μια φλογερή στο πρόσωπο ουσία χερουβική.

12. Στην άβυσσο τον μέλλοντος βυθίζοντας το βλέμμα στην κεφαλή του άπίθίοσε ολόφωτο εν α στέμμα, και «Χαίρε, λέει, του Πλάστη μας είκόνα αγαπητή.

13. »Tò πάτημα σου εθαύμασεν όπου φεγγοβολούσε αιώνας και στα πόδια σου τον έπαινο σκορπούσε πουν' άνθος αξιόλογο τσ ανθρώπινης φωνής.

14. »Κ' εσν μ' εμένα έχαίροσονν την ποθητή αλήθεια και σον άναβρύζαν άσματα στα φλογισμένα στήθια την ώρα άθανατίζοντας της πρόσκαιρης ζωής.

15. » Θάρρος συχνά σον στάλαζα στην ταπεινήν ανδρεία σον, και θ' άληθέψη, σον 'λεγα, ο πόθος της καρδιάς σου στή γη, πού πρώτη τό 'δείξε, να λάμψη το Καλό.

Page 15: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 345 —

16. »Στον τάφο σον εγονάτισε ή 'Ελλάς άρφανεμένη' με νέαν ορμή στο δρόμο της να σηκωθη ζωσμένη εγκάρδια προς τον άπλαστο μ' εσε παρακαλώ» *.

Ή λογοτεχνική εργασία του Πολυλά περί της οποίας εϊπον ανωτέρω δεν είναι το μόνον σημείον της δράσεως αύτου. Ή Επτανησιακή Σχολή συνέδεεν άναποσπάστως τήν τέχνην και τήν λαϊκήν γλώσσαν μετά τής πατρίδος. Αί τάσεις προς τήν πλήρη ενότητα της φυλής, αί εκδηλωθεΐσαι ευρύτατα εν Έπτανήσω κατεκυρίευσαν αυτήν. Εΐχεν αρχίσει είτα ό άγων υπέρ της ενώσεως της Επτανήσου μετά της Ελλάδος, το δέ γενικόν τοϋτο αίσθημα έπλήρωσε τήν ψυχήν του νεαρού Κερκυραίου συγγραφέως και ô Πολυλάς με άκατάβλητον όρθολογισμόν, γράφων άρθρα φλεγόμενα υπό της μεγάλης ελληνικής ιδέας, και αντλούμενα εκ της λαϊκής ψυχής, έγένετο ό αληθής ερμηνευτής τών αισθημάτων του κερκυραϊκού λαοϋ. Εΐχεν ίδρυθή τότε ό περίφημος Σύλλογος της 'Αναγεννήσεως, του Συλλόγου δέ τούτου υπήρξε ψυχή ό Πολυλάς. Τα άρθρα του, τα γραφόμενα εις τό όργανον του Συλλόγου, και σήμερον ετι άναγινωσκόμενα προκαλούν συγκίνησιν εις ημάς τους Επτανησίους. Δύναται τις λοιπόν να φαντασθή όποιον προεκά­

λουν ένθουσιασμόν, και οποίας έγέννων ψυχικάς τρικυμίας εις τους πατέ­

ρας ημών, οϊτινες ήγοντο εξ ενός πόθου και μιας σκέψεως, πώς ή ψυχή των να συγχωνευθή μετά της ψυχής της 'Ελλάδος. Ούτως ό Πολυλάς είσήλθεν εις τήν πολιτικήν ως δημοσιογράφος κατ' αρχάς και ως βουλευτής κατόπιν, εν τή Βουλή δέ και έκτος αυτής, όλη του ή ζωή εστράφη περί τον άξονα τής Μεγάλης ιδέας, της συνοψιζομένης εις τήν πλήρη τής φυλής ενότητα,

* Ό κ. Παλαμάς πέμπων μοι τήν φδήν ταύτην τήν συνώδευσε δια τής ακολούθου επιστολής :

'Αθήνα 1.7.16. Φίλτατέ μου, Σοϋ στέλνω τήν φδή τοΰ Πολυλά, πιστά αντιγραμμένη από το χειρόγραφο πού

μοϋ έστειλε ό Μαβίλης μέ τήν ακόλουθη σημείωση : «Έποιήθηκε το 1857 κ' έτυπώθηκε τον ίδιο χρόνο τές 4 τον 'Απρίλη στην «'Εφη­

μερίδα τής Κερκύρας». Μοϋ έζήτησες τήν γνώμη μου για τήν ωδή. Ή εντύπωση μου είναι ότι τήν ξεχωρίζει από τήν πατριωτική ζέστα του Βαλαωρίτη και τήν αισθηματική γλυκύτητα τοϋ Μαρκορά — έννοω τα ποιήματα επάνω στο ίδιο θέμα — κάποια διανοη­

τική ευγένεια πού πάει προς τα ΰψη». Μαθαίνω ότι έχεις άρρωστη τήν παιδούλα σου, εύχομαι περαστικά.

Πάντα πρόθυμος μέ τήν αγάπη Κ. ΠΑΛΑΜΑΣ

Page 16: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 346 —

την οποίαν εϊδομεν μετά τοσαύτης άφοσιώσεως και ορμής να συμπλήρωση κατά το μέγιστον μέρος ή καθ" ημάς γενεά.

Έν τω μέσω του πολυτάραχου πολιτικού βίου, εύρισκε καιρόν ό ακα­

ταπόνητος άνήρ ν' άσχολήται εις την τέχνην και να διεξάγη αγώνα υπέρ της λαλουμένης γλώσσης.

Αί θεωρίαι του αύται επέδρασαν έπί της Κερκυραϊκής Σχολής, οί δέ μαθηταί και οπαδοί αύτοϋ, ό Νικόλαος Κογιεβίνας, ό Γεώργιος Καλοσγου­

ρος και ό Λαυρέντιος Μαβίλης, δέν κλειούν την Σχολήν ταύτην. 'Από του κοπέντος κορμού τής μεγάλης φιλολογικής δρυός άνεφάνησαν νέοι βλα­

στοί έν Κέρκυρα, τους οποίους δέν ήδυνήθη ν' άποπνίξη ή μονοτονία του επαρχιακού βίου. Ό Πολυλάς άπέθανεν έβδομηκοντούτης. Τα πλείστα τών έργων του έδημοσιεύθησαν ήδη, αλλ' υπάρχουν και αδημοσίευτα τοιαύτα, τα όποια προετίθετο να έκδώση ό Λαυρέντιος Μαβίλης, ό ποιητής όμως της «Λήθης» εύρεν ήρωϊκόν θάνατον προ τών 'Ιωαννίνων και έματαιώθη ή έλπίς ότι ταχέως θα ϊδωσι τό φώς ταϋτα.

Τό δημοσιογραφικόν του έργον δέν είναι όλιγώτερον σημαντικόν του φιλολογικού του. Προ τής ενώσεως τής Επτανήσου εξέδιδε τήν «Άναγέν­

νησιν», εις ην εχύθη όλη ή θέρμη τής φιλοπάτριδος ψυχής αύτοϋ, άφιερω­

θεΐσα εξ ολοκλήρου, κατά τήν περίοδον ταύτην τής ζωής του, εις τον υπέρ τής Ενώσεως αγώνα. Κατόπιν ήγωνίζετο κατά τών ξένων προπαγανδών εις τον Ρήγαν Φεραΐον και εις τήν σατιρικήν εφημερίδα «Κώδωνα». Εις τήν εφημερίδα ταύτην άνεπτύχθη και εν νέον εϊδος δημοσιογραφικής σατι­

ρικής ποιήσεως, τής οποίας ποιητής ήτο ό Στυλιανός Χρυσομάλης, όστις τυφλός σήμερον, διανύει τάς τελευταίας ημέρας τοΰ βίου του εις Άργο­

στόλιον. Τα άρθρα του, σχετιζόμενα προς τήν γενικήν και τήν τοπικήν πολιτική ν τής Κερκύρας, ήσαν πλήρη πάθους και σφοδρότητος, λόγω δέ τοΰ μαχητικού χαρακτήρος τοΰ ανδρός και τών ποικίλων ζητημάτων, άτινα έκόχλαζον έν τη Κερκυραϊκή κοινωνία ό πολιτικός άγων προσελάμβα­

νεν έκτακτον σφοδρότητα και έδιδε μεγάλην πολιτικήν κίνησιν εις τήν Κέρκυραν.

'Εκλεχθείς πεντάκις βουλευτής, απέφυγε κατόπιν να εϊσέλθη εις τήν Βουλήν, καίτοι διηύθυνε τήν όλην πολιτικήν τής Κερκύρας. 'Αλλ' ήλθε στιγμή, καθ' ην δέν εξελέγη ούτε δημοτικός Σύμβουλος.

"Εκτοτε επαυσεν άναμιγνυόμενος εις τήν πολιτικήν και εζη μεταξύ κύκλου φιλολογούντων ανδρών, οίοι ήσαν ό Νικόλαος Κογιεβίνας, ό Γεώρ­

γιος Καλοσγοϋρος και ό Λαυρέντιος Μαβίλλης, όστις τοιούτον θαυμασμόν είχε προς τον Πολυλάν, ώστε άντέγραφεν ιδία χειρί τήν Ίλιάδα, ην είχε μεταφράσει ούτος. Κατά τό 1896 ό Πολυλάς εξέπεμπε τον τελευταΐον αύτου στεναγμόν, ούτω δέ έξέλιπεν, όχι μόνον μία υπέροχος φιλολογική φυσιο­

γνωμία, άλλα και εις άτεγκτος χαράκτη ρ, και εις πολίτης, όμοιον τοϋ οποίου

Page 17: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 347 —

πρέπει ν ' αναζήτηση τις εν Ρώμη εις την άκμήν της μεγάλης Δημοκρατίας. Τοιούτος ύπηρξεν ό φιλολογικός και πολιτικός βίος τοϋ ανδρός. Και

ώς φιλόλογος και ώς πολιτικός εξυπηρέτησε με δλας τάς δυνάμεις της ψυχής του τήν έλληνικήν ΐδέαν. Τοιαύτη δέ ύπηρξεν ή επιβολή αύτοϋ και εις τους συγχρόνους και εις τους μεταγενεστέρους του, ώστε, καίτοι τόσα ετη παρήλθον άπό του θανάτου του, ή νέα γενεά των εν Κέρκυρα λογοτε­

χνών υφίσταται ακόμη τήν έπίδρασιν του Κερκυραίου διδασκάλου. Δεν μου είναι δυνατόν ν' αποσπάσω τεμάχια εκ τών μεταφράσεων τών 'Ομηρι­

κών επών ή έκ τών δραμάτων τοϋ Σαίξπηρ και τοϋ Σίλλερ, όπως καταδείξω ύμΐν τους ρυθμούς και τήν γλώσσαν, οΰς μετεχειρίσθη εν τή εργασία του ταύτη, έφαρμόζων τάς αισθητικός του θεωρίας. Άλλα θα μου επιτρέψετε ν' αναγνώσω δύο πρωτότυπα σοννέτα του, τα όποια έδημοσιεύθησαν ολί­

γον προ τοϋ θανάτου τοϋ ποιητοϋ. Ιδού το εν :

Μία πρώτη αγάπη

Άπάνοι εις τήν γλυκεία θωριά σου εκείνη μαγευτική χλωμάδα είναι χυμένη, στα φρύδια και στα χείλη είναι γραμμένη αγνή της παρθενιάς ταπεινοσύνη.

Ό στοχασμός τήν κεφαλή σον κλίνει και ή ψυχή σον με σε μονάχη κραίνει, κι αν σήκωσης το μάτι αύτοΰ προβαίνει άγγέλον αγάπη και ονρανον γαλήνη. ΆΑν περπατής, το μάτι ερωτεμένο εις δλα τα γλυκά κινήματα σον της ψυχής το γλνκόγελο γνωρίζει,

καί αν στα χείλη φωνή στείΧ ή καρδιά σου δροσιά παρηγοριάς αντή ραντίζει μέσα σε κάθε στήθος πονεμένο.

'Ιδού και το άλλο :

'Ερασιτέχνης

"Οταν στα βάθη της ννκτος με περιζώνη άκρα θαλάσσης, ονρανον και γης γαλήνη, τα πνεϋμα, όπου στην ταραχή τοϋ κόσμου σβήνει, σιγά τήν μυστική ζοχήν του ανανεώνει.

Page 18: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 348 —

Τών πόθων δλων και παθών αγάλι οι πόνοι παύουν, καθώς στον νουν απλ.ώνετ ευφροσύνη, ό αιθέρας, όπου άρχήθεν ή ψυχ?) μου κλίνει, ήσυχη ορμή προς κόύμον άλλον με φτερώνει.

Κι όσα πνεύματα εδώ στα πλάσματα τους είδα, άκαθρέφτιστα εκεί θωρεϊ τα ή φαντασία και όταν θαρρώ πώς τήν χρυσήν πατώ βαθμίδα,

όπου αντηχεί ψηλάθε απέραντη αρμονία, θαμπή στιγμή τήν ιλαρή μου παίρνει ελπίδα με ουράνιο φίλημα να ειπώ τραγούδια θεία.

Με τα δύο αυτά σοννέτα κλείω τήν ώχράν εικόνα, τήν οποίαν προσεπά-

θησα να σχεδιάσω προ υμών, ανδρός όστις εις τήν πνευματικήν ίστορίαν της συγχρόνου Ελλάδος κατέχει έξαιρετικήν όλως θέσιν, διότι αν αυτός δεν επλασεν ιδίαν ποίησιν, καθωδήγησεν όμως τους νεωτέρους ποιητάς να εισδύσουν εις τό βάθος των ιδεών του ποιητοϋ εκείνου, όστις ίδρυσε τήν νεωτέραν έλληνικήν ποίησιν. Συνετέλεσεν ό Πολυλάς όσον ουδείς άλλος εις τήν κατάρριψιν μερικών προλήψεων, αϊτινες έπεκάθηντο επί της νέας ημών ποιήσεως επί δεκάδας ετών, μή άφήνουσαι ταύτην να άκολου-

θήση τον δρόμον της αληθείας και να άντληση τήν εμπνευσιν άπό τάς ζωηφόρους έκείνας πηγάς, τάς οποίας έπανέφερον εις τήν έπιφάνειαν τα δημοτικά της Ελλάδος τραγούδια και ό Διονύσιος Σολωμός.

Page 19: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΜΑΡΚΟΡΑΣ

"Αν ό Πολυλάς ήτο ό άνήρ τοΰ σπουδαστηρίου, ό σοφός κριτικός, ό ορμητικός δημοσιογράφος και ό οξύς πολιτικός, ό ασχολούμενος εις μετα­

φράσεις αριστουργημάτων της παγκοσμίου λογοτεχνίας, όπως έφαρμόση εις αύτας πρακτικώς τάς αισθητικός του θεωρίας, ό Γεράσιμος Μαρκορας είναι ô άντίπους αύτοΰ. Ούδεμίαν ουδέποτε έπεχείρησεν ούτος μετάφρασιν, παρά μόνον τήν μετάφρασιν ολίγων στίχων του Σολωμού εις τήν Ίταλι­

κήν, και δεν γνωρίζομεν ουδέν άλλο γραφέν παρ' αύτοΰ είς πεζον λόγον, παρά μόνον ολίγας βραχυτάτας υποσημειώσεις, επεξηγηματικός δύο ή τριών ποιημάτων του. Δέν άνεμίχθη ουδέποτε ούτος εις τήν πολιτικήν, δεν τον εσυρον είς τήν παλαίστραν τα ποικίλα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα τής Επτανήσου, ειμή μόνον ό άγων της Ενώσεως, δέν άνεμίχθη εις τάς τοπίκάς έριδας, δέν κατήλθεν εις τήν δημοσιογραφίαν και δέν έγραψε παρά μόνον στίχους, άποτελών τοιουτοτρόπως τήν ένσάρκωσιν της ποιή­

σεως. Εϊναι τοιουτοτρόπως ό Μαρκορας ό κατ' εξοχήν μέγας μαθητής τοΰ μεγάλου της Ζακύνθου Διδασκάλου.

Όπως ό Σολωμός απήλθε της Ζακύνθου και μετέβη εις τήν Κέρκυραν, ϊνα άποσπασθή άπό παντός άλλου βιοτικού περισπασμοϋ και άφωσιωθή αποκλειστικώς εις τήν τέχνην, ούτω και ό Μαρκορας έγκατέλιπε πασαν άλλην ένασχόλησιν και άφωσιώθη είς τήν ποίησιν μέχρι τών τελευταίων αύτοΰ στιγμών.

Έγεννήθη εν Κεφαλληνία κατά τό έτος 1826. Ή οικογένεια του έκ τών αρχαιοτέρων ευγενών της Κερκύρας ήτο ιταλικής καταγωγής.Ό πρώτος αφιχθείς είς τήν νήσον ιππότης Μαρκορας, κατά τήν παράδοσιν, προήλθεν έκ Ναυπλίου. Συνδεθεΐσα ή οικογένεια του μέ τον τόπον δι' έπιγαμιών, δέν ήργησεν, όχι μόνον να έξελληνισθή, αλλά και ν' άσπασθή τό όρθόδοξον δόγμα, ούτως ώστε μετά τήν πρώτην γενεάν να μήν άπομείνη ουδέ ή ελαχί­

στη αΐσθησις εις αυτήν της ιταλικής της καταγωγής. Εϊς τών προγόνων του, ό Ίωαννίκιος Μαρκοράς, αναφέρεται ώς μεταφραστής τοΰ 'Αριστο­

τέλους. 'Αλλ' ό εν λόγω Ίωαννίκιος δέν εϊναι ό μόνος έκ τών Μαρκορά­

δων, ό αφοσιωθείς εις τα γράμματα. Ό πατήρ τοΰ Γερασίμου, Γεώργιος, ύπήρξεν επίσης διακεκριμένος συγγραφεύς νομικών και θεολογικών συγ­

γραμμάτων, ελληνιστί, ίταλιστί και γαλλιστί γραμμένων, προς δέ ήτο συν­

θέτης ωραίων ιταλικών ποιημάτων. 'Αλλ' έκτος τοΰ πατρός και ό αδελφός 23

Page 20: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 350 —

του Γερασίμου Στυλιανός, αποθανών εν νεαρωτάτη ηλικία, ήτο επίσης γεν­

νημένος ποιητής. Είχε συνθέσει και ούτος ολίγα ελληνικά ποιήματα, τα όποια προεκάλεσαν τον επαινον του Σολωμού. "Ωστε ή οικογένεια Μαρ­

κορα δεικνύεται δτι ήγάπα και έκαλλιέργει τα γράμματα και τήν ποίησιν, ô δε ποιητής ευρέθη παιδιόθεν εις ενα οΐκογενειακόν κύκλον λογίων καΐ ποιητών.

Ό Γεράσιμος Μαρκορας έσπούδασεν έν Έπτανήσω, συνεπλήρωσε δε τάς πανεπιστημιακός του σπουδάς εις τήν Ίταλίαν. Έσπούδασε τα νομικά, άλλ' ουδέποτε ένήσκησε τήν νομικήν έπιστήμην. Εις τήν Ίταλίαν, όπου έσπούδαζον συνήθως οι Επτανήσιοι, κατέγινε περισσότερον εις τήν καλ­

λιέργειαν τών γραμμάτων και της ποιήσεως, παρά εις τήν έπιστήμην του. Έξέμαθε τότε τήν ΐταλικήν φιλολογίαν, τήν δε ΐταλικήν γλώσσαν εις τοιαύτην έντέλειαν, ώστε τήν μετεχειρίζετο όπως και τήν μητρικήν του. Εις τήν Ίταλίαν παρέμεινε τρία ετη, επανέφερε δε αυτόν εις τήν Κέρκυραν ό απροσδόκητος θάνατος του άδελφοϋ του και τό καθήκον να παρηγόρηση τον πατέρα του. Έκεΐ συνεδέθη μετά κύκλου νέων, οϊοι ήσαν ό Πολυλάς, ό Κουαρτάνος, ό Κάρολος Μάνεσης και ό 'Αντώνιος Μανοϋσος, οί όποιοι μετ' άλλων τινών άπετέλουν τον κύκλον του Διονυσίου Σολωμού. Ό κύκλος τών νέων τούτων διήρχετο τον καιρόν του φαιδρώς, αύτοσχεδιάζων μεταξύ άλλων και σατιρικά ποιήματα, συνεπήχθη δε κατόπιν εις μίαν θεατρικήν Έταιρείαν ερασιτεχνών, ήτις άνεβίβασεν επί της σκηνής, υπέρ φιλανθρω­

πικών σκοπών, κωμωδίας και δράματα, εις έλληνικήν και ΐταλικήν γλώσ­

σαν. Διεκρίνετο δε κατά τήν ύπόκρισιν ό Μαρκορδς, προκαλών τον γενι­

κόν ένθουσιασμόν με τήν ζωντανήν αύτου άπαγγελίαν. 'Αληθώς σπανίως συνέβη και εις έμέ ν' ακούσω ώραιοτέραν άπαγγελίαν από τήν άπαγγελίαν τοΰ Μαρκορα, όταν εις τό κομψό ν του σπουδαστή ριον έν Κέρκυρα μοί άπήγγειλε προ εικοσιπενταετίας τον «Σκαφτιάν» του και τό «Ρημάδι του χωριού», τα όποια κατόπιν συμπεριελήφθησαν εις τον δεύτερον τόμον τών ποιημάτων, τών έπιγραφομένων «Μικρά ταξείδια».

Έπιστρέψας εξ Ιταλίας κατά τάς αρχάς του 1852, συνεδέθη μετά του Σολωμού, όστις ήτο φίλος της οικογενείας του. Ή Κέρκυρα ήτο τότε κέν­

τρον πνευματικόν σπάνιον. Ή Ιόνιος 'Ακαδημία εύρίσκετο ακόμη έν πλήρει ακμή. "Ηκμαζον εις τήν ώραίαν νήσον και έλάμπρυνον τήν κοινωνίαν της άνδρες, οί οποίοι αποτελούν τήν δόξαν τών νεωτέρων ελληνικών γραμμά­

των και τεχνών. Ό Σολωμός, όστις άπό τοΰ 1828 εΐχεν έγκατασταθή εις Κέρκυραν, κατοικήσας εις τον διάσημον καταστάντα εξ αύτου οίκον παρά τα Μουράγια, ήκτινοβόλει έν όλη τή ακμή της ιδιοφυΐας του. Έκεΐ συνήρ­

χοντο μεταξύ τόσων άλλων διασήμων ανδρών ό Μουστοξύδης, ό Δελβι­

νιώτης, ό Μάντζαρος, ό συνθέτης του «'Εθνικού ύμνου» και της «Φαρμα­

κωμένης», της οποίας ή μελωδία έθελγε τάς ψυχάς τών γονέων μας και

Page 21: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 351 —

εθώπευσε τάς ίδικάς μας κατά τήν παιδικήν μας ήλικίαν. «Εκεί, λέγει ô Γεώργιος Καλοσγοϋρος, έλεγες ότι στον πρώτο αυτόν σταθμον της Ελλά­

δος είχαν συναχθή για να δώσουν ένα λαμπρό προεικόνισμα τών ελπίδων τοϋ μέλλοντος οί εγκάρδιοι φίλοι της νεανικής ηλικίας του Γερασίμου Μαρκορά, οί οποίοι με άγιον ένθουσιασμον και μέ άφοσίωσιν και λατρείαν έπιναν, ωσάν δροσιά, τον ήχο τοϋ αθανάτου κορυδαλοϋ και έδυνάμωναν καθημερινώς τήν ψυχήν των μέ τήν λατρείαν τής αληθείας, της τέχνης και τής πατρίδος».

Ή άνάμνησις τών ήμερων εκείνων ήκολούθησε τον Μαρκοράν μέχρι τής τελευταίας πνοής του. Εις τον κύκλον τών νέων φίλων του διηγεϊτο μέχρις εσχάτων τάς λεπτομέρειας τής ευτυχούς εκείνης εποχής, πολλάκις δέ, όταν έσβηνον οί τελευταίοι ήχοι τής φιλαρμονικής και άπεσύρετο το σοβούν πλήθος άπο το Λιστόν, και εμενεν έρημος ή Σπιανάδα, κατά τάς αλησμόνητους έαρινάς εσπέρας τοϋ 1894, άφηγείτο εις ενα μικρόν μας κύκλον ανέκδοτα τοϋ Σολωμοΰ. Τινά τούτων διέσωσεν ό Καλοσγοΰρος, ό άλλος εκείνος μετριόφρων κριτικός, όστις εζησεν εν τή ατμόσφαιρα τής Κερκυραϊκής Σχολής, μηδέν άλλο έπιδιώξας εις τήν ζωήν του άπό τήν έξυπηρέτησιν τής αληθείας εν τή ποιήσει και τή γλώσση.

Ό Μαρκοράς ήτο ό δειλότερος και ό μετριοφρονέστερος νέος τοϋ θαυμάσιου εκείνου σολωμικοΰ κύκλου. Καίτοι έγραφε ποιήματα ελληνικά και ιταλικά, δεικνύοντα έξαιρετικήν ίδιοφυΐαν, εν τούτοις ουδέποτε ετόλ­

μησε ν' άπαγγείλη ή να επίδειξη τοιαϋτα εις τον Σολωμόν. Τό πρώτον ποίημα μέ τό όποιον ενεφανίσθη εις τήν δημοσιότητα ό Μαρκορας, ήτο «Τό πρώτο ψυχοσάββατο», όπερ είναι νεκρική φδή προς τον προώρως αποθανόντα Διονύσιον Σολωμόν. Εις τον θάνατον τοϋ Σολωμοϋ εγράφη­

σαν πολλά ποιήματα. Ό θάνατος του έπροξένησε καταπληκτικήν έντύπω­

σιν είς τήν πρωτεύουσαν τοϋ 'Ιονίου Κράτους. Ή Βουλή διέκοψε τάς εργα­

σίας της και σύσσωμος μετέβη εις τον οΐκον τοϋ ποιητοϋ εις ενδειξιν πέν­

θους προς τον μεγάλον νεκρόν. Ό Αριστοτέλης Βαλαωρίτης συνέθεσε τον γνωστόν αύτοΰ θρήνον «Ή δάφνη και τό αηδόνι», ό Πολυλάς τήν περί­

φημον νεκρολογίαν του και τήν «Νεκρικήν Ώδήν» του, ό Μαρκορας «Τό πρώτο ψυχοσάββατο».

"Εκτοτε ό Μαρκορας δεν έπαυσε συνθέτων, άπό καιροϋ δέ εϊς καιρόν έδημοσίευσε ποιήματα εις τα εγχώρια φύλλα, τα όποια μετά συμπαθείας και θαυμασμοϋ παρηκολούθουν ολίγοι μέν, αλλ' οί εκλεκτότεροι τών συμ­

πολιτών του. Ή φήμη τοϋ ποιητοϋ δεν έξήρχετο τών στενών ορίων τής Κερκύρας

και μόλις έφθανε μέχρι τών νήσων τοϋ 'Ιονίου. Μάλιστα και εκεί περιωρί­

ζετο αϋτη μεταξύ ολίγων φίλων εκ τών αποτελούντων φιλολογικούς κύ­

κλους, οί όποιοι δέν έλειψαν και άπό τάς αλλάς νήσους.

Page 22: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 352 —

4Η μετριοφροσύνη του ποιητοϋ ήτο ολίγον περίεργος. Ούδεμίαν προσ­

πάθειαν κατέβαλε να καταστήση τα έργα του γνωστά, περιωρίζετο δε να κυκλοφορά ιδίως ποιήματα κοινωνικού τοπικού ενδιαφέροντος, γραφέντα έπί ευκαιρία γάμων ή θανάτων φίλων και συγγενών του, και τα όποια καίτοι όλως επίκαιρα, έχουν πάντοτε μίαν εκτακτον αβρότητα εμπνεύσεως και αισθήματος και κομψότητα στίχων, οΐτινες συγκινοΰσι βαθύτατα και προ­

καλοϋν το ερώτημα, πώς ήτο δυνατόν ό ποιητής αυτών να διατελή άγνω­

στος, εις χώραν ένθα ή στιχουργία εϊχεν οργιάσει. Ό νεανικός βίος του Μαρκορα υπήρξεν αμέριμνος και ατάραχος.

Ένυμφεύθη εν τω μεταξύ τήν θυγατέρα του Γενικού Γραμματέως τής Γε­

ρουσίας κόμιτος 'Αντωνίου Δούσμανη, όστις ήτο ό κατ' ούσίαν πρωθυ­

πουργός του 'Ιονίου κράτους, διέρρευσε δε τοιουτοτρόπως, άνευ περιπε­

τειών, ακύμαντος ολόκληρος ή ζωή του. Αι μόναι συγκινήσεις ας έδοκί­

μασεν ήσαν αϊ συγκινήσεις της τέχνης. 'Αργά ή σκιά του πένθους έξηπλώθη έπ' αυτού" μέ τον θάνατον τής ακριβής του συζύγου καί τοΰ αδελφού του.

Κατά τό μακρόν τούτο χρονικόν διάστημα είσήλθεν ό ποιητής, όπως όλοι οί τής σχολής του, είς τον φλογερόν υπέρ της ενώσεως έπτανησιακόν αγώνα, χωρίς όμως να κατέλθη άπό τα υψηλά στρώματα τής ποιητικής αυτού ατμοσφαίρας. Έδημοσίευσε τότε ποιήματα τίνα, ότε δέ έπληρώθη τό όνειρον τοΰ επτανησιακού λαού, δια τής ενώσεως, ή Κέρκυρα παρεδί­

δετο είς τήν Ελλάδα, κατεδαφιζομένων τών παρακτίων φρουρίων της. Ό Μαρκορδς έδημοσίευσε τότε τα «Κάστρα μας», ποίημα, δπερ εκρίθη ώς ό αληθής αντίλαλος τοΰ λαϊκοΰ αισθήματος. Ό Πολυλάς, γράφων περί τοΰ ποιήματος τούτου, ελεγεν ότι «ή ωραία αύτη ποιητική εμπνευσις πού αντανακλά εις τα πλάσματα τής φαντασίας τό άδολον αίσθημα και τό ϋψος τών εθνικών καί κοινωνικών ιδεών, είναι τόσο λαμπρά, ώστε να συναρι­

θμήται μέ τα πολύτιμα κειμήλια τής χριστιανικής ποιήσεως». Τα κατεδα­

φισθέντα φρούρια ήσαν εκείνα, άτινα άνεχαίτισαν τήν τουρκικήν κατά τής Ευρώπης είσβολήν, ότε έγένετο απόπειρα αλώσεως τοΰ φρουρίου της. Τοΰ ποιήματος τούτου θα μοΰ έπιτρέψητε να σας αναγνώσω δύο μόνον όκτάστιχα :

Τάχα οι Τούρκοι πετούν ατον αέρα, με τυφλή, μέ παράκαιρη βία}/

δσα τείχη απόφραξαν μια μέρα τη μεγάλη εχθρική τους ορμή ; "Οχι, κόσμε' ή φιλόνομη "Αγγλία τέτοια δόξα τον Τούρκου φθονάει, ξαρματώνει, ρημάζει, χαλάει πριν ά.φήαχ\ τήν μαύρη μας γη. . .

Page 23: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 353 —

Ναί, στα κάστρα, που δείχνουνε τώρα της φθοράς τον πολέμου τα χνάρια, θε va ίδης, ώ πολύπαθη χώρα, δοξασμένο σημάδι εθνικό. Τότ εκείνα τα μαϋρα λιθάρια, νέα τριγνρου σκορπώντας μαγεία, θα φάνουν ή καημένη θυσία στον ωραίο της πατρίδος βωμό.

Κατόπιν έδημοσίευσεν άλλα τινά ποιήματα, μεταξύ των οποίων τόν «'Ερχομό του Γεωργίου Α'», το οποίον είναι έκ των ωραιότατων τής νεοελ­

ληνικής ποιήσεως. Κατά δε το 1875 έδημοσιεύθη εϊς ίδιαίτερον φυλλάδιον το άριστον των έργων αύτοΰ, ό «"Ορκος», περί του οποίου θα φέρω τον λό­

γον κάπως εύρύτερον κατόπιν. Άλλα και ή δημοσίευσις τοϋ ποιήματος τούτου άφήκεν απαθείς και ψυχρούς τους νεωτέρους κριτικούς. Ουδείς σχε­

δόν εγένετο λόγος περί αύτου εν 'Αθήναις, ούτω δε είχε λησμονηθή μετ' ο­

λίγον. Και αυτοί ακόμη οί καταγινόμενοι εις τα γράμματα και οί παρακο­

λουθήσαντες τήν έξέλιξιν της Ελληνικής ποιήσεως έγνώριζον μόνον τόν Μαρκοράν έκ τοϋ δημοσιευθέντος βραχυτάτου αποσπάσματος τοΟ «"Ορκου» εις τόν «Παρνασσόν» τοϋ Παναγιώτου Ματαράγγα, όστις ήτο εις πολυ­

σέλιδος τόμος, περιλαμβάνων έργα όλων των νεωτέρων ποιητών άπό τοϋ Ρήγα Φεραίου μέχρι τών καθ' ήμας χρόνων.

Ό Μαρκορας είχε παύσει έκτοτε δημοσιεύων ποιήματα καίτοι άνδρες, όποιοι ό Βράϊλας, ό Πολυλάς, ό Τυπάλδος, ό θωμαζέος ένεψύχουν και έθαύμαζον τόν ποιητήν.

Κατά περίεργον σύμπτωσιν ελαχεν εις έμέ ή τιμή ν' αποκαλύψω εις ευρύτερους κύκλους τοϋ Ελληνικού δημοσίου τόν Μαρκοράν προ είκοσι και επτά ετών άπό τής αυτής θέσεως, άπό τής οποίας έχω τήν τιμήν να ομιλώ και σήμερον. Ή διάλεξίς μου εκείνη προεκάλεσε κατάπληξιν, διότι εις τήν Έπτανησιακήν Σχολήν, εις τήν οποίαν έλαμψαν ό Σολωμός, ό Κάλβος, ό Βαλαωρίτης, προσετίθετο νέος ποιητής, ό όποιος συνέχιζε τάς ωραίας παραδόσεις με τό βαθύτατον αίσθημα, τήν άβράν φράσιν, τήν ευγενή εκφρασιν, τήν κρυσταλλίνην διαύγειαν και τήν άρμονικήν πλαστικότητα μεγάλου καλλιτέχνου. Ό ποιητής ούτος ήτο ήδη γέρων και τό πρώτον δημοσιευθέν ποίημα του έχρονολογεΐτο άπό τοϋ 1858. Εις τήν διάλεξίν μου έκείνην κατέγινα κυρίως ν' απαγγείλω δσον τό δυνατόν πλειοτέρους στίχους τοϋ Μαρκορά, παρά να κρίνω αυτόν διότι ήμουν βέβαιος, ότι οί άκροαταί μου θα ήσθάνοντο πλειότερον τό θέλγητρον τής ποιήσεως τοϋ Μαρκορά τοιουτοτρόπως, παρά αν ήθελον προσπαθήσει να εξηγήσω εις αυτούς τάς τεχνικάς άρετάς και τα θέλγητρα τών στίχων του.

Page 24: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 354 ­

'Ολίγους μήνας κατόπιν έδημοσιεύθησαν εις ενα τόμον τα «Ποιητικά έργα», περιλαβόντα τα πλείστα των δημοσιευθέντων και πολλά ανέκδοτα τών ποιημάτων του. Ή εκδοσις των έργων του Κερκυραίου ποιητοΰ έγέ­

νετο αποδεκτή μετ' ανυπόκριτου αληθώς ενθουσιασμού υπό τών ποιητών, τών λογογράφων και τών κριτικών τών 'Αθηνών. Ό Παλαμάς, ό Μητσά­

κης, ό Ξενόπουλος και άλλοι έγραψαν μακράς αναλύσεις, ό Γεώργιος Κα­

λοσγοϋρος έδημοσίευσε βιογραφίαν αύτοΰ, ό δέ 'Εμμανουήλ Ροΐδης μου εξέφραζε τον άπεριόριστον θαυμασμόν του. Τα περιοδικά και αί εφημερί­

δες έφιλοδόξουν να δημοσιεύουν άρθρα περί αύτοΰ και στίχους του. Ούτως ό ποιητής είδε ν' αναγνώριση ή νέα γενεά το ποιητικόν έργον, όπερ ή σύγ­

χρονος του, το διήλθεν αδιάφορος και ψυχρά. Τοιουτοτρόπως είς τό γήρας αύτοϋ, δια μιας άνήλθεν εις τήν κορυφήν τοΰ νεοελληνικού 'Ολύμπου. Έτη τινά μετά τήν πρώτην εκδοσιν, έδημοσίευσεν έτερον τόμον ποιημά­

των υπό τον τίτλον «Μικρά ταξείδια». Είς τον τόμον τούτον ό Μαρκοράς παρουσιάζεται ό αυτός άριστοτέχνης τών «Ποιητικών έργων». Εις τα μικρά εκείνα ποιήματα του εμφανίζεται εϊς δλην αύτοϋ τήν καλλιτεχνικήν έκδή­

λωσιν, εϊς όλην τήν ποικιλίαν τών μέτρων και τών ρυθμών, και με όλον εκείνο τό βαθύτατον και μελαγχολικόν αίσθημα, όπερ προσιδιάζει τόσον εϊς τήν ποίησίν του.

Εις τα μικρά αυτά ποιήματα ενυπάρχει ή έκδήλωσις τών αισθημάτων, τα όποια προεκάλεσαν σύγχρονα γεγονότα, άπλα και ασήμαντα, ή εντυπώ­

σεις της καθημερινής ζωής, είς τάς οποίας ένεφύσησε τήν καλλιτεχνικήν του πνοήν ό ποιητής. 'Από τα μικρά ταϋτα ποιήματα θα μου έπιτρέψητε να σας αναγνώσω ελάχιστα, όπως αίσθανθήτε πλειότερον τον χαρακτήρα και τήν λεπτότητα της τέχνης ταύτης του Μαρκορά είς τό είδος τούτο της ποιήσεως. «Οί αθώοι φόβοι» εν παραδείγματι είναι διάλογος όρφανισθέν­

τος παιδιού μετά τοΰ πατρός του. Τό ποίημα όλόκληρον αποτελείται εκ δώδεκα μόνον στίχων. Μέσα όμως είς αυτούς τους δώδεκα στίχους περι­

εκλείσθη συγκίνησις φέρουσα τα ρίγη εκείνα, άτινα προκαλούν μόνον τα αριστουργήματα.

Ά'θ'ώοί φόβοι

Παιδί. Θέλω τη μάννα. Πατέρας Έπέταξε καί ύτ άστρα πάει να ζήσ^. Παιδ. Πώς τόσο μάκρος άρροιβτη δννήθηκε να αχώ}] ; Πατ. "Εχουν φτερούγιες οι ψυχές. Παιδ. Γιατί δεν τ ες απλώνει

τότε ή δική μας, μην αυτή τρέξη τ' αστέρια μόνη. Πατ. Δεν είναι μόνη' γύρω της φτεροκοπούν άγγελοι.

Page 25: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 355 —

Παιδ. ΛΛν άγγελο της μ έλεγε, κοντά της θα με θέλη. Πατ. "Ω ! δίχως κάλεσμα θεοϋ, ψηλά κανείς δεν πάει.

Κοιμήσου τώρα' ησύχασε. Παιδ. Και ποιος μου τραγουδάει ; Πατ. 'Εγώ πουλάκι μου ! Παιδ. Έσύ κλαις. Πατ. Οχϊ σ' εμε απιθώσου.

«Ζάχαρη νά 'ναι ο ύπνος σου και μέλι τ' όνειρο σου». Παιδ. Νυστάζω. Άπο το πλάγι μου καθόλου μη σπαράξης

Δός μου το χέρι — σκιάζομαι μήπως καϊ συ πετάξης.

Το «Ρημάδι του χωρίου» πάλιν είναι ποίημα εις το όποιον απηχούν αί συμπάθειαι του Μαρκορα προς τάς λαϊκάς τάξεις, προς τάς τάξεις των χωρικών εκείνων, οί όποιοι διέρχονται την ζωήν των καλλιεργοϋντες τήν γήν, οί οποίοι παρέρχονται από τήν ζωήν ταύτην χωρίς ν' αφήσουν ουδέν ϊχνος της διαβάσεως των, και οί όποιοι, όταν ή πατρίς τους καλέση, προσέρ­

χονται όπως προσφέρουν και τήν ύπερτάτην θυσίαν. 'Ιδού το «Ρημάδι του χωρίου» :

Το Ρημάδι του χωριοϋ

Πανέρμο σπίτι, ακίνητος, δταν εδώ ζυγώνο) θωράω τ απομεινάρια σου με σέβας και με πόνο. Μην έργο θείου τεχνίτη ηρώων φωλιά μην ήσουνα, μικρό πανέρμο σπίτι ;

"Αχ, αν άλλου, που διάβηκαν μαύροι καιροί, ώργισμένοι, μιλη από σκόρπια μάρμαρα μία δόξα περασμένη, εδώ έναν μόνον ήχο ό αγέρας βγάνει, φεύγοντας άπο σχισμένο τοίχο.

Ποιος σε κοιτάζει ; 'Αδιάφορο πέφτει σέ εσε το μάτι, πού σταματάει περίλυπο σ' έρμο αδειανό παλάτι, εκεί πού ή φαντασία χίλια τοϋ δείχνει ολόγυρα χαμένα μεγαλεία.

Άλ,λ' αν ή τύχη εφάνηκε μαζί σου άκριβοχέρα, τάχα κ' εδώ δεν έζησαν τέκνα θεοϋ μία μέρα ; "Ω πόσα καταβόδια συχνά κ' εδώ θ' ακούστηκαν σε γάμους και σέ ξόδια !

Page 26: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 356 —

Παιδιά τής φτώχιαζ, πώρχεται, περνάει, και δεν αφίνει ατή γη κανένα χνάρι της, ήταν λυγιάζω, εκείνοι, πού μέσα σον, ώ ρημάδι, την πρώτη αυγή τους είδανε και το στερνό τους βράδυ.

Λουλούδια ούρανοπότιστα, που μες το λόγγο βγαίνουν κ' εκεί σκορπούν το μόσχο τους και αγνώριστα πεθαίνουν δάκρυα νερού, πού χύνει βρυσούλα ξερολίβαδου, και ή γη τα καταπίνει.

Φτωχό, πανέρμο χάλασμα, το μάτι μου σε βρέχει με της καρδιάς τα κλάηματα, και τρέχουν τούτα, ώς τρέχει τού πόνου μου το κύμα, σα βλέπω δίχως όνομα χορταριασμένο μνήμα.

Άναγινώσκω και έτερον εκ του είδους τούτου των ποιημάτων, τον «Σκαφτιάν», όπερ μοΟ φέρει μίαν πάλαιαν άνάμνησιν. Είναι το ποίημα, όπερ πρώτον μου άπήγγειλεν ό Μαρκορας και του οποίου μέχρι της σήμερον αντηχεί εις τα ώτα μου ή θαυμάσια απαγγελία του ποιητου :

Ό σκαφτιάς

Βαριά κοιμάται ό γέροντας, αυτός πού κάθε μέρα εκίναε σ* άκοπη δουλειά, προτού λαλήσουν τα πουλιά

στον ήσυχον αέρα.

Βαριά κοιμάται σήμερα, κ ή δίκοπη του μνήσκει ριμένη ακόμα στην αυλή, οπού, σαστίζοντας, αργή

τ αβέβαιο φως τη βρίσκει.

Τού κάκου αποχαιρέτησαν της χαραυγής το χρώμα όλες τού κήπου του οι φωλιές' μήν ονειρεύεται ; Για Ιδές !

Γελάει τ αχνό του στόμα.

Δε θα ξυπνήση' αλίμονον Ι για το φτωχό ασπρομάλλη πώσκαψε κάμπους και βουνά, δύο πήχες τόπο μοναχά

τώρα'θά σκάψουν άλλοι.

Page 27: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

- 357 —

Θαρρείς, όπου αναπαύοντας τη σκεβρωμένη ράχι, λαΛ>/ματ' άλλα καρτερεί, να χαιρετήσουν μίαν αυγή,

που φως αιώνια Οά 'χη.

Εις τους μελαγχολικούς εκείνους στίχους ό ποιητής άφομοιουται προς τα προβαλλόμενα πρόσωπα, ώσεί αυτός ό λαός να έκδηλοι τάς απόκρυφους σκέψεις του και τα μυστικά του αισθήματα. Αυτός ακόμη ό ρυθμός των προσλαμβάνει πολλάκις τον χαρακτήρα της λαϊκής ποιήσεως, ή δε γλώσσα πληρούται από τήν πλουσίαν εκείνη ν πλαστικότητα, τήν εκφραστικότητα και τήν σαφήνειαν, αί όποϊαι διακρίνουν τα λαϊκά τραγούδια τ' άναβλύ­

σαντα μέσα εϊς τα πτωχά χωρία, τα άναρριχόμενα εις τα πλάγια των ελλη­

νικών βουνών και τα όποια έχουσι κλασσικήν όντως απλότητα. Τοιαύτα ποιήματα, εκτός εκείνα τα όποια σας άνέγνωσα, είναι καί άλλα οία : «Στην ελιά άπό κάτω», « Ό γυρισμός τών έπιστράτων μας», τα όποια τα διαπνέει βαθύτατη συμπάθεια προς τους πτωχούς εργατικούς ανθρώπους τών ταπει­

νών χωρίων μας ή προς τους προλεταρίους τών πόλεων μας, τών οποίων είναι αληθές ότι ή μοίρα είναι πικρά, άλλ' άπό ταύτης δέν λείπει τό ηθικόν κάλλος. Ό λυρισμός τών μικρών τούτων ποιημάτων είναι μελαγχολικός καί πένθιμος, ώς να είναι ή έκδηλωσις τών αισθημάτων αυτών τούτων τών εικονιζόμενων προσώπο)ν. Ή βραχύτης δέ καί τό κάλλος των μου έδωσε τό θάρρος να σας αναγνώσω μερικά έξ αυτών προ μικρού.

Άλλ ' έκτος τών ποιημάτων τούτων, καί έκει όπου ό ποιητής θίγει υψη­

λότερα πατριωτικά αισθήματα, τα όποια προύκάλεσαν χαρμόσυνα ή θλι­

βερά ιστορικά γεγονότα, παρατηρείται ή αυτή κλασσική άπλότης, ή αυτή άκρα ευγένεια, ή οποία δέν έχει ουδέν κοινόν προς τα πατριωτικά εκείνα ποιήματα, έκ τών οποίων γέμει ή ποίησις της περιόδου καθ' ην ήκμασεν ό Μαρκορας.'Έν έκ τών ποιημάτων τούτων είναι «Ή άνοιξη καί τό παλληκάρι της Ηπείρου», εις τό όποιον τό εαρ αναπέμπει προφητείας περί της μελ­

λούσης τύχης του εις τον βαρύθυμον σκλάβον της 'Ηπείρου, τον μή αίσθα­

νόμενον ουδέν θέλγητρον έκ της άναγεννωμένης φύσεως της χώρας του, έν δσω αύτη κύπτει ύπό τον σκληρόν ζυγόν. Ή άνοιξις, θωπεύουσα μέ τάς δροσεράς της πνοάς τον κύπτοντα δοϋλον Ήπειρώτην, του εμφυσά εις τήν ψυχήν τους πόθους της αναγεννήσεως της πατρίδος του καί τοΰ προφη­

τεύει τα ακόλουθα :

Κάμε, ναι, τ' αγνά μου κάλλη άναβάθρα μες το νου, και θα ΙΟης που θα σε βγά?>η ώς το θρόνο τον Θεον.

Page 28: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 358 —

Έκεϊ πάνου χαραγμένη είναι ή μέρα κ' ή στιγμή, πού ή καρδιά σου περιμένει με λαχτάρα δυνατή.

"Οσα λέω δεν είναι πλάνη εχε θάρρος Ι και για σε θέλω πλέξει 'ένα στεφάνι, που δεν τό 'πλεξα ποτέ !

Άνέφερον τους προφητικούς τούτους στίχους τοϋ Μαρκορά, όστις όραματιζόμενος έβλεπε την προσεχή άπελευθέρωσιν της χώρας εκείνης, της οποίας παιδιόθεν ήτένιζε σκλαβωμένα τα χιονοσκεπή όρη.

"Αλλα παρόμοια ποιήματα είναι « Ό ετοιμοθάνατος Σουλιώτης», « Ό αποκλεισμός του 1886», «Το άγαλμα τοϋ Καποδίστρια» και «ό Βασιλικός ύμνος». Ό ύμνος ούτος έγράφη προ πεντήκοντα όλων ετών, άλλα νομίζει τις ότι τον ενέπνευσαν σημερινά γεγονότα, ότι απηχεί τα σύγχρονα λαϊκά αισθήματα και έκδηλοι εν τη βραχυολογία του τάς αιωνίας ελπίδας τοϋ Ελληνισμού. Παρακαλώ, τον ύμνον τοϋτον, βραχύτατον άλλως τε,νά μοί έπιτρέψητε ν' αναγνώσω όλόκληρον, δια να ϊδητε τήν διαφοράν ενός έργου τέχνης, προς τα πεζολογήματα εκείνα τα όποια έβασάνισαν τα φωνητικά μας όργανα [και τα παιδικά μας ώτα κατά τήν μαθητικήν περίοδον της ζωής μας :

Βασιλικός ϋμνος

Κατά τα άστρα, στο θρόνο τοϋ Ύψιστου της Ελλάδος το τέκνο ας γυρίση τ' άνα/^ενα φτερά της ψυχής του, και στη φλόγα τοϋ πόθου του ας πή : Ό καλός Βασιλιάς μου να ζήση, τήν 'Ελλάδα μεγάλη να Ιδή.

"Οταν αχνή πρνηοφαίνεται ή μέρα, δταν ήλιος χρυσώνει τή δύση, ας πετάη στον αμέτρητο αιθέρα ένας ήχος, μια μόνη φωνή : Ό καλός Βασιλιάς μου να ζήση, τήν 'Ελλάδα μεγάλη να Ιδή.

Page 29: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 359 —

ΜΑν ή ελπίδα κανένα ποτήρι μυστικά και τον σκλάβου γιομίση, στο φτωχό του εθνικό πανηγύρι με χαρά χαμηλόφωνη ας πή : r0 καλός Βασιλιάς μου να ζήση, την 'Ελλάδα μεγάλη να Ιδή.

Πλην εις δλα τα ελεύθερα μέρη δίχως φόβο το ζήτω ας βροντίση' χλωμιασμένο τον Τονρκον τ' αστέρι ας άκονση τον ήχο να πή : Ό καλός Βασιλιάς μου να ζήση, την Ελλάδα μεγάλη να ίδή.

Τα θέματα των στίχων τούτων, των ερωτικών ασμάτων, των θρηνητι­

κών ελεγείων, των πατριωτικών φδών, λέγει εις έτερος μεγάλος ποιητής ομιλών περί Μαρκορα, έξεμεταλλεύθησαν όλοι οί ποιητίσκοι και παρεγέ­

μισαν με αυτά τάς στήλας τών επαρχιακών εφημερίδων και τα καλάθια τών 'Αθηναϊκών περιοδικών. 'Αληθώς τα ποιήματα ταϋτα δεν παρουσιά­

ζουν νέαν τινά κοσμοθεωρίαν, νέας φιλοσοφικάς 'ιδέας, νέαν άντίληψιν της ζωής. Έν τούτοις εκ τών ποιημάτων τούτων αναβλύζει εν θέλγητρον, μία χάρις και μία δύναμις όλως πρωτότυπος. Πόθεν όμως πηγάζουν τα θέλ­

γητρα ταϋτα, και που πρέπει ν' άποδώση τις αυτά, αφ' ου ουδέν νέον έμφα­

νίζουσιν εις τήν έν γένει λογοτεχνίαν ; Ό κ. Παλαμάς ευρίσκει τήν κλείδα τήν λύουσαν τό μυστήριον τούτο,

διότι ό Παλαμάς εισδύει εις τα μυστήρια της τέχνης, ουχί ως κριτικός μό­

νον, άλλα κυρίως ώς ποιητής και ώς μέγας καλλιτέχνης. «Τήν χάριν, λέγει, και τήν δύναμιν τών ποιημάτων τοϋ Μαρκορα δεν πρέπει να τήν ζητήσω­

μεν χωριστά, ούτε εις τό εΐδος ούτε εις τήν ΰλην των, αλλ' όμοϋ εις τήν άριστοτεχνικήν συγχώνευσιν αμφοτέρων τών στοιχείων, τα όποια μόνον ηνωμένα έχουν ύπόστασιν, πρωτοτυπίαν, ζωήν, κάλλος, νεότητα, μόνον ηνωμένα έκχύνουν έκείνην τήν "πρωτάκουστον φωνήν" και εϊναι γεμάτα "άπό κελαϊδισμόν άτελείωτον". Ή Μοΰσα τοϋ Ποιητοϋ ώς τό πνεύμα της ανοίξεως του ! εις "τήν άνοιξιν και τό παλληκάρι της Ηπείρου" περιχύνει φύσημα ζωής εις τα άψυχα και επί παλαιών θεμάτων θεμελιώνει νέαν ποίησιν».

"Οντως ό,τι συνέθεσεν ό Μαρκοράς όλα φέρουν τήν σφραγίδα τοϋ υπέροχου καλλιτέχνου. Ουδέποτε ευρίσκει τις εις αυτό τό κοινόν και τό τετριμμένον. 'Αλλ' ή ποίησις αύτοϋ ένεσαρκώθη είς τον «Όρκον», τό δε ποίημα τοϋτο δέν είναι απλώς τό αριστούργημα τοϋ Κερκυραίου ποιητοϋ,

Page 30: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 360 —

άλλ' ϊσως είναι το άρτιώτερον έργον της νεωτέρας ελληνικής ποιήσεως. « Ό Όρκος» είναι διήγημα, ώς το τιτλοφορεί τουλάχιστον ό ποιητής του. Άλλ ' ώς διήγημα δεν έχει ουδέν τών στοιχείων εκείνων, τα όποια

χαρακτηρίζουν το είδος τοϋτο της λογοτεχνίας. « Ό Όρκος» είναι λυρικόν ποίημα, καθ' όλην τήν έκτασιν τής λέξεως. Ή ύπόθεσίς του ώς διήγημα είναι απλούστατη και ήδύνατο δέ να περιορισθή είς τάς ολίγας ταύτας λέξεις :

Ή Ευδοκία, κόρη τής Κρήτης, λεπτοφυής και εύθραυστος :

"Εδειχνεν δτι στης ζωής τήν πρώτη άνεμοζάλη νεκρό σαν άνθος έμελλε να γύρη το κεφάλι.

Έν τούτοις το εύθραυστον αυτό άνθος υπέστη όλας τάς συμφοράς τών προσφύγων Κρητών τής Επαναστάσεως του 1866. Μόνη έν μέσφ ανθρώπων ξένων, στερούμενη τών πάντων άλλ' έχουσα άκλόνητον τήν πεποίθησιν είς τήν άπελευθέρωσιν τής πατρίδος της, και πιστεύουσα άκραδάντως εις τον όρκον τον όποιον τής έδωκεν ό μνηστή ρ της όταν τήν κατευώδωσεν είς τήν Ελλάδα, θέσας ώς μάρτυρα τό φώς του δύοντος ηλίου ότι θα έπανί­

δωσιν αλλήλους, ενώ παρέμεινεν ούτος είς τήν Κρήτην, όπως άκολουθήση τάς περιπέτειας τής επαναστατικής ζωής τής νήσου. Άλλ ' ένω μακράν τής πατρίδος της μέ τοιαύτα έτρέφετο όνειρα επί τρία ολόκληρα ετη, ήκούσθη έξαφνα άπαισία κραυγή, ή όποια έψιθύρισεν εις τα αυτιά της :

"Επεσε ή Κρήτη ! με το νον πλατειά μην άρμενίσης. Έκεϊθε σκλάβα εμίσσεψες και σκλάβα θα γνρίσης! Σαν το πουλάκι πού με μιας θανατερό μολύβι τήν άπλοηή φτερούγα τον σκληρά κατασυντρίβει, κεραυνωμένη από ψηλά κ ή ελεύθερη ψνχή της έπεσε κάτω, άκούοντας τή σνφορά τής Κρήτης.

Σκλάβα λοιπόν και πάλιν, όμοϋ μετ' άλλων γυναικών και παίδων επι­

στρέφει ή Ευδοκία εις τήν δούλην πατρίδα πιστεύουσα ότι είς τήν μεγάλην συμφοράν ήτις τής έστέρησε τους γονείς της θα εύρισκε τουλάχιστον ζώντα τον μνηστήρα της, τον ήρωϊκόν Μάνθον, όστις τής είχεν όρκι­

σθή ότι έμελλε να συναντηθώσι μίαν ήμέραν εκεί είς τα βουνά τής πατρίδος των.

Είς τήν Κρήτην εμαθεν ότι ό Μάνθος είχε πέσει εις τήν Μονήν του 'Αρκαδίου. Σπεύδει προς τα ερείπια τής Μονής, εκεί δε εμφανίζεται αίφνης προ αυτής τό φάντασμα του Μάνθου, και τής διηγείται τα κατά τήν μάχην, και τα κατά τήν μεγάλην έκείνην έθνικήν θυσίαν. Ή Ευδοκία εκπνέει κλίνουσα ώς κοπέν άνθος επί τών ερειπίων τής Μονής και ανέρχεται είς

Page 31: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 361 —

τους ουρανούς, δπου κατασκηνοΰσιν όλοι εκείνοι, οι όποιοι υπήρξαν ήρωες ή θύματα τής αγρίας τριετούς πάλης.

Αυτός είναι ό σκελετός τοΰ έργου. Ώς διήγημα ό «Όρκος» είναι πρα­

γματικώς άνευ τινός αξίας, αλλ' επί τής απλής αυτής υποθέσεως ό ποιητής έδημιούργησεν εν αριστούργημα, τοΰ οποίου οι ήρωες δεν είναι άνθρωποι μέ όστα και σάρκας, δέν ανήκουν εις ενα τόπον και είς μίαν έποχήν, είναι αιώνιοι χαρακτήρες και αιώνια σύμβολα παντός φιλελευθέρου λαού. Είς τάς άφηρημένας ταύτας εννοίας εδωκεν εν τούτοις ό ποιητής τοιαύτην ζωήν και ένέργειαν και κίνησιν, ώστε τα κατέστησεν είς τάς αισθήσεις μας όντα υπαρκτά, ζώντα τήν αυτήν μέ ήμας ζωήν και παλλόμενα ύπό των αυτών αισθημάτων και τών αυτών μέ ήμας συγκινήσεων, εντός ενός πλαι­

σίου γέμοντος άπό φώς και άρμονίαν. Όσοι δέν γνωρίζουν τυχόν το ποίημα δέν δύνανται να λάβωσι σαφή

ΐδέαν εξ όσων εϊπον περί τοΰ ωραίου και τοΰ υψηλού, τα όποια έκβλύζουν άπό πδσαν αύτου σελίδα. Δέν δύνανται να άντιληφθώσι τάς θαυμάσιας εικόνας, τάς οποίας ό ποιητής έπλημμύρισεν ώς γνήσιος Κερκυραίος, μέ χρώματα και μέ φώς και μετέδωκεν ολην έκείνηντήνδιαφάνειαν τήν άπαλό­

τητα τήν χάριν καί τήν πλαστικότητα τής κερκυραϊκής φύσεως εις στίχους, ομοίους τών οποίων σπανίως ευρίσκει τις είς τήν νεωτέραν ημών ποίησιν.

Ό χρόνος και ή φύσις του ποιήματος δέν μου επιτρέπει να κάμω άνά­

λυσιν αύτου. δια τούτο περιορίζομαι ν' αποσπάσω μερικά τεμάχια τα όποια δύνανται να δώσουν απλώς εννοιάν τίνα ποιήματος, όπερ έχαρακτηρίσθη ώς το άσμα τών ασμάτων του συγχρόνου ελληνικού ηρωισμού. 'Ιδού πώς περιγράφει εν παραδείγματι τήν νύκτα, καθ' ην ή Ευδοκία απέρχεται εις τα ερείπια του 'Αρκαδίου.

Είχε νυκτώαει. — 7" ουρανού βαθύτατη μαυρίλα τη χλόη τοϋ κάμπου εσκέπαζε καί τοΰ βουνού τα φύλλα. — μαυρολογούσαν τα βουνά κ οι βράχοι τής θαλάσσης, άστρο χλωμό δεν έφεγγε στην ερημιά τής πλάσης, και μόνον έκανε, κρυφά περνώντας το φεγγάρι, μιαν άκρη από τά σύγνεφα λάμψι αργυρή νά πάρη. Φ(ονή δεν άκουες' πούπετα δεν έβλεπες διαβάτη. Είχε τον ύπνο αποδεχτή καλύβι και παλάτι' δεν εσπαρνούσαν τά πουλιά, πού σύσκοτα είχαν βάλει, σκέπη Θερμή, τήν ίδια τους φτερούγα στο κεφάλι. *Ηταν το χόρτο, το κλαρί κι ό άνθος τήν ώρα εκείνη τοΰ μαμουδιού προσκέφαλο, τής πεταλούδας κλίνη. Τ' αρνί στην μάντρα επλάγιαζε, τ αγρίμι στη μονιά του, δλα τά πλάσματα, Θεέ, στον ήσκιο σου άπό κάτου.

Page 32: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 362 —

'Ιδού και εν άλλο επίσης απόσπασμα άπο το δνειρον της ήρωΐδος, ή οποία επιστρέφουσα εις τήν Κρήτην βλέπει επί τοϋ ατμόπλοιου καθ' ύπνους ότι ετοιμάζεται να προσέλθη νύμφη, περιστοιχουμένη ύπό τών νεανίδων τοϋ χωρίου της :

Της φαίνεται οπού, σεμνά σα νύφη στολισμένη, τ αγαπημένο αγόρι της εντροπαλή αναμένει. Πλούσιες ωστόσο φορεσιές, άγερικα. μαγνάδια, μαλαματένια εΐδίσματα, πολύτιμα πετράδια θωράει σε ξένες και δικές, όπου τήν παραστέκουν, πού ζο)ντανο τριγύρω της ώραΐο στεφάνι πλέκουν, και με τα μάγια τον χοροϋ συσμίγουν επιτήδεια νέαν ομορφιά στα κάλλη τους, νέα χάρι στα στολίδια. 'Ως πεταλούδες, που σιμά στον κρίνο παιγνιδίζουν, κ ενώ μίαν αύρα ολόγυρα πετώντας δε συγχύζουν, βλέπεις και δείχνουν στα φτερά, με άκοπο παιγνίδι, λευκό, γαλάζιο, πράσινο, κάθε βαφής πλουμίδι.

Το γλυκύ δνειρον διακόπτεται και επανέρχεται αυτή εις τήν σκληράν πραγματικότητα. Άλλα με ποίαν λεπτότητα αφυπνίζει τήν ήρωΐδα του, ό ποιητής ; φαίνεται ώς να τήν αποσπά από το δνειρον της μέ βροχήν ροδο-

φύλλων. Ή Ευδοκία, εξακολουθούσα το δνειρον της, ακούει τα βήματα τοΰ εισερχομένου εις το σπίτι της μελλονύμφου. Τότε δέ :

Σπαρνοϋν τα φυλλοκάρδια της' χάμου γυρνάει το βλέμμα, πυρομαχοϋν τα μάγουλα και ξεσταλάζουν αίμα' άλλα τ αγνό της αίσθημα τοϋ πόθου ή ορμή νικάει, τα μάτια πάλε από τή γη σηκώνει — και ξυπνάει. Είχαν ροδίσει τα νερά' και, καθώς δλα ή μέρα έκαμε τ άστρα να σβηστούν άπάνου στον αιθέρα, σβησμένα, ευθύς οπιοφεξε τοϋ λογισμού ή αχτίνα, τα δνειρά της έμειναν άστρα ουρανού κ' εκείνα.

'Ακόμη δώδεκα στίχους αποσπώ άπο τον διάλογον τοϋ φαντάσματος μετά της ψυχορραγούσης Ευδοκίας, εϊς τους οποίους εικονίζεται ή ηθική φυσιογνωμία της ήρωΐδος, εις τήν οποίαν είχε δώσει θείαν δύναμιν ή πίστις :

Ή πίστις όπου χύνοντας προφητικό ποτάμι έκαμε πλάτανο αυτό το λυγηρο καλάμι.

Page 33: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 363 —

'Ιδού οί στίχοι ούτοι :

'Εσύ — πού δεν έγνώριζες πίκρα τής γης καμμία, που είχες ήλιο τή χαρά, πνοή τήν ευτυχία, κ έδειχνες δτι στης ζ(οής τήν πρώτη άνεμοζάλη νεκρό σαν άνθος έμελλε να γύρης το κεφάλι, δύστυχη ξάφνου και ορφανή, σε μέρη μακρυσμένα έκλαιες θερμά τοϋ τόπου σου τον ουρανό κ' εμένα' και άντις ή μαύρη συμφορά νά σε νικήση φως μου, τά πλούτη, οπού ' χες μέσα σου, φανέρούσες τοϋ κόσμου. Στον ϊδιο τρόπο και μια γη, πού λέει κανείς πλασμένη γιά νά 'ναι άπ άνθια μοναχά και χόρτα στολισμένη, δείχνει στον ήλιο, αν ο σεισμός, βαθυά ­ βαθυά τήν σχίση, εδώ χρυσάφι άπάρθενο, κ εκεί καθάρια βρύσι.

Τοιούτων στίχων και τοιούτων εικόνων είναι πλήρης « Ό "Ορκος». Άλλ ' έξ αυτών άμυδράν ΐδέαν έλάβατε περί του όλου ποιήματος. Έξ αυτών μακρόθεν μόνον ακούεται το κελάρυσμα της ποιητικής εκείνης πηγής, ήτις προχέει τήν μουσικήν μελωδίαν εις στιχουργίαν περιλαμβάνουσαν εις μίαν άρμονικήν συγχώνευσιν όλα εκείνα τα στοιχεία τ' αποτελούντα το άΐδιον κάλλος τοϋ Πλάτωνος.

Εις τήν ποίησίν του ό Μαρκορας περιέλαβεν, όπως όλοι σχεδόν οί "Ελληνες ποιηταί, τήν πατρίδα, τον έρωτα και τον θάνατον. Περιέλαβε δηλαδή τά τρία στοιχεία περί τά όποια έξειλίχθη σχεδόν ή ποίησις καθ1 ό­

λους τους αιώνας. Διότι αν αφαίρεση τις τήν ποίησιν, ήτις είσήλθεν εις τάς άνάγκας της συγχρόνου ζωής και εξυπηρέτησε τάς δημοκρατικός δοξα­

σίας τών νεωτέρων φιλοσόφων, ή ποίησις δεν είναι ή συγχώνευσις τών ιδίων αισθημάτων υπό νεωτέραν μορφήν εμφανιζομένων. Ή ποίησις εις τους παλαιοτέρους και εις τους νέους λαούς είναι πάντοτε ή ϊδία ιδανική και αληθής. Μεταβάλλει εκάστοτε μορφήν, άλλ' ή ουσία παραμένει ή αυτή. Ή αλήθεια δε ευρίσκεται και εις τήν Ίλιάδα, όπως ευρίσκεται και εις τα δράματα τοϋ Σαιξπήρου. Ή διατύπωσις μόνον αυτής είναι διάφορος και ανάλογος προς τήν άντίληψιν τής εποχής. Τό σημερινόν πνεύμα, όδη­

γούμενον υπό τοϋ Σαιξπήρου, είσέδυσεν εις τό άπρόσιτον ιερόν τής ανθρω­

πινής φύσεως και αληθείας τής ζωής, συνησθάνθη τους μυστηριώδεις παλ­

μούς και τους απόκρυφους σφυγμούς τοϋ ανθρώπου, έξ αύτοΰ δε άνέθορεν ή σύγχρονος ποίησις με τάς σκέψεις της, με τους δισταγμούς της, με τάς έρευνας της, με τάς ψηλαφήσεις περί τοϋ άγνωστου μέλλοντος και έπήγασεν ούτως ή αλήθεια, ή υψίστη αλήθεια, στρεφόμενη περί τά αυτά ποιητικά στοιχεία.

Περί τά αυτά στοιχεία στρέφεται και ρυθμίζεται ή ποίησις τοϋ Map­

Page 34: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 364 —

κόρα. Άλλα κατά τίνα τρόπον έκδηλοϋται αΰτη, και κατά ποίαν μορφήν παρουσιάζονται τα γεννήματα ταΰτα της άβρας φαντασίας του ποιητου ; Λέγει ô Παλαμάς : «Τα πάντα εμφανίζονται προ αύτοϋ ώραϊα, αίσια, περι­

βεβλημένα τόν στέφανον της αιωνίας νεότητος, ό έρως τον όποιον ψάλλει ό ποιητής είναι τό μυστήριον, ύπό τήν έπίδρασιν του οποίου τό γυναικεΐον κάλλος δεν είναι απλώς αρμονία χρωμάτων και σχημάτων φαινομενική, άλλα απόρροια του θείου καλοΰ του πηγάζοντος εκ του αθανάτου».

Ό θάνατος πάλιν δεν είναι δια τον Μαρκοραν φρικώδης τις κάθοδος εις τα τάρταρα, ούδ' απλή μεταβολή καταστάσεως, ουδέ συγχώνευσις μετά του σύμπαντος, ούδ' επιστροφή εις τήν άνυπαρξίαν. Είναι άναγέννησις είς όλβιωτέρους κόσμους και νέα ζωή είς παραδείσους ασύλληπτου φωτός και κάλλους.

Ή δε φιλοπατρία είς τά ποιήματα αύτοϋ δεν λαμβάνει τόν χαρακτήρα, ώς εΐπον, της στιχουργημένης πατριδολογίας, αλλά, φεύγουσα τά συνήθη και τετριμμένα, τά όποια σκοπόν έχουσι να θίξωσι τάς ψυχάς τών συγκι­

νουμένων εκ τών συγχρόνων γεγονότων, ανέρχεται είς τάς ύψηλάς σφαίρας της τέχνης και καθιστά τά γεγονότα ταύτα, άτινα συνετάραξαν τήν έποχήν του και συνεκίνησαν τους συγχρόνους του ποιητικά έργα, κτήματα πάσης εποχής και παντός λαού. Ούτω ό Κερκυραίος ποιητής δεν είναι ποιητής τών στενών ορίων του τόπου του, ούτε τών ορίων του Έθνους του. Είναι ποιητής ανήκων είς τήν τάξιν τών φωτεινών εκείνων πνευμάτων, τά οποία διασπείρουν τάς ιδέας αυτών και δίδουσι τοιαύτην γενικότητα είς αύτάς, άπαλλάσσοντες συγχρόνως ταύτας παντός ψεύδους, πάσης νοθείας, παντός κόμπου ρητορικού, ώστε τάς εμφανίζουν ύπό γνησίαν και καλλιτεχνικήν όλως μορφήν.

Τοιαύτη ή ποίησις του Μαρκορά. Μεγάλη και αβρά, προσλαμβάνει χαρακτήρα γενικώτερον και παγκοσμιώτερον, ενώ δε είναι πλουσία είς στίχους, οί όποιοι αποδίδουν δλην τήν πλαστικότητα τής ελληνικής φύ­

σεως και εμπνέονται άπό τήν έλληνικήν ζωήν και τήν έλληνικήν γήν, έχει εν τούτοις τό άνέκφραστον εκείνο μυστήριον, όπερ θίγει τήν ψυχήν παντός άνθρωπου. Αυτό δε είναι χαράκτηριστικόν τής μεγάλης ποιήσεως, ήτις, ώς λέγει ό Ταίν, δεν θνήσκει και δεν γηράσκει, άλλα μένει άεί νεά­

ζουσα και άείποτε παρθενική. Παρθενική και νεάζουσα θ' άπομένη ή ποίησις του Κερκυραίου ψάλ­

του, διότι υπάρχει είς αυτήν τό άΐδιον κάλλος τοϋ Πλάτωνος.

Page 35: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

Ι. Ν. ΔΑΜΠΑΣΗ

Η ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΤΗΣ ΒΟΛΩΝΙΑΣ

Το Σάλερνον θεωρείται ή πρεσβΰτις Ιπποκρατική πόλις των μέσων χρόνων, χάρις εις την έν αύτη άρχαιοτέραν και εύφήμως γνωστήν ίατρικήν σχολήν, περί ης έπραγματεύθημεν ι. Το πρωτεΐον της ιδρύσεως πανεπι­

στημίου (studium generale), έν φ πλείονες της μιας έπιστήμαι έδιδάσκσν­

το, κατέχει ή Βολωνία 2, δια της άπό του 11ου μ.Χ. αιώνος υφισταμένης έν αύτη νομικής σχολής και τής βραδύτερον συσταθείσης ιατρικής τοιαύτης Ά, τής τελευταίας κατάστασης εστίας ανατομικών ερευνών καί χειρουργικής πράξεως. Ή έξέλιξις τής νομικής σχολής ύπήρξεν αύξουσα καί ταχεία, διότι άπό τοΰ 12ου μ.Χ. αιώνος ή Βολώνιος νομοθεσία υποκατέστησε την υπό του Άλαρίχου Β', βασιλέως τών Βησιγότθων, κωδικοποίησιν νόμων τω 506 μ.Χ., υπό τον τίτλον Breviarium Alarici, καί σπουδαιοτέραν θεωρου­

μένην τής ύπό του Θεοδωρίχου του Μεγάλου, βασιλέως τών 'Οστρογότθων (475 ­ 526 μ.Χ.), γενομένης συλλογής νόμων, υπό τον τίτλον Edictum Theo­

dorici, έν τη προσπάθεια τών βαρβάρων τούτων ηγεμόνων, μετά την κατά­

λυσιν τής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ν" άφομοιώσωσι τον πολιτισμόν τών κατακτηθέντων καί προσαρμόσωσι την νομο'θεσίαν προς θεραπείαν τών ιδίων αναγκών '. Τό έν τη πόλει ταύτη καί υπό τήν αιγίδα τής κοινότητος εις πανεπιστήμιον άναπτυχθέν ίδρυμα, δια τής ιδρύσεως καί ιατρικής σχο­

λής από του 1158 μ.Χ., διφκεΐτο ώς αυτόνομος οργανισμός, δημοκρατικά)

1. Ι. Ν. Δ ά μ π α σ η ς , Ή 'Ιατρική Σχολή τοΰ Σαλέρνου. «Παρνασσός», 11 :4, 1969.

2. Στράβων: Πόλεις δ' είσίν εντός του Πάδου καί περί τον Πάδον επιφανείς Πλα­

κεντία μέν καί Κρεμώνη, πλησιαίσταται κατά μέση ν που τήν χώραν, μεταξύ δε τούτων τε καί Άριμίνου Πάρμα καί Μουτίνη καί Βονωνία (ώς έκαλεΐτο ή Βολωνία το πάλαι) πλησίον ήδη 'Ραουέννης καί μικρά πολίσματα ανά μέσον τούτων, δι' ων ή εις 'Ρώμην οδός. (Γεωγραφικά, C. 217, Kramer. Ed. Nicolai, Berolini, 1852).

3. R. Β a r g ο 11 a, An Illustrated History of Medicine, p. 128. Ed. Lewis, P. Pubi. Hamlyn, Middlesex, 1967.

4. G. S a r t ο n, Introduction to the History of Science, vol. I, p. 348. Pubi. Car­

negie Institution of Washington, 1953. . , 24

Page 36: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 366 —

τφ τρόπω* των διδασκάλων και του πρυτάνεως υπό των σπουδαστών εκλε­

γομένων, και του κολλεγίου των καθηγουμένων ιατρών κεκτημένου το δικαί­

ωμα να δίδη αδείας ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος '. 'Αλλ' ή ιατρική σχολή έξηρτατο άπο τήν νομικήν και μόλις άπό του 1306 μ.Χ. επετράπη αύτη να έκλέγη ϊδιον κοσμήτορα και αί άνατομαί ανθρωπίνων πτωμάτων να τελώνται υπό τήν προστασίαν του νόμου2. Μή λησμονώμεν, εν προ­

κειμένω, ότι εν 'Αλεξάνδρεια, λήγοντος του Δ' π.Χ. αιώνος, ό Ηρόφιλος έξετέλει άνατομάς επί ανθρωπίνων πτωμάτων γεγονός, τό όποιον έδωκε λαβήν εις μεν τον Κέλσον (ακμή περί τω 30 π.Χ.) να κατηγορήση αυτόν λέγων, δτι άνέτεμε ζώντας κατάδικους, κατόπιν βασιλικής αδείας, προς μελέτην τών υπό της φύσεως κεκρυμμένων μερών του σώματος, εις δε τον Τερτουλιανόν (ακμή φθίνοντος του Β' μ.Χ. αΙώνος) να τον άποκαλέση σφαγέα, αποκρούων τήν χρήσιν του υπ' αύτου έπινοηθέντος έμβρυοτόμου, δι' ου και τους ενήλικας ακόμη άπέκτεινεν, ώς αμφότεροι περιέργως ισχυρίζονται3.

Ή ιατρική σχολή της Βολωνίας κατά τα πρώτα αυτής στάδια καίτοι ύπήρξεν έδρα σχολαστικών απόψεων προαγαγουσα τους ίκανωτέρους σχο­

λιαστάς και διαλεκτικούς, εν τούτοις αί σχολαστικαί συζητήσεις προϊόν­

τως ύποχωροϋσι χάριν τής ανάγκης τών πρακτικών παρατηρήσεων. Έν αυτή πρώτος έκ τών διασήμων διδασκάλων αναφέρεται ό Taddeo Alderotti, διδάξας άπό του 1260 μ.Χ., έπαινούμενος εις τους στίχους του Δάντου — παρακολουθήσαντος πιθανώς μαθήματα αύτου, εφ' όσον τον αποκαλεί Ίπποκρατικόν — και θεωρούμενος ώς ιδρυτής τής διαλεκτικής μεθόδου έν τή ιατρική. Μετέφρασεν 'Αριστοτέλην και έσχολίασεν Τπποκράτην, ακο­

λουθών εις τάς Έλληνο ­ Άραβικάς παραδόσεις τής σχολής του Σαλέρνου. Ώ ς επαγγελματίας ήτο περιζήτητος και μέγαν πλοϋτον άπέκτησεν ότε δ' εκλήθη να θεραπεύση τον πάπαν Όνώριον Δ', άπήτησεν όχι όλιγωτέραν τών εκατόν δουκάτων ήμερησίαν άμοιβήν, ίνα μετακινηθή τής έδρας του. Συνέγραψε συλλογήν κλινικών περιπτώσεων ύπό τον τίτλον Consilia, έν φήμη μέχρι του ΙΖ' μ.Χ. αιώνος, και παραγγέλματα υγιεινά, άφορώντα εις τήν φροντίδα του στόματος και τών οδόντων και τήν συχνότητα τών καθη­

μερινών ασκήσεων, υπό τον τίτλον Della conservazione della salute4. Tò μέν πρώτον έργον, άπευθυνόμενον εις σπουδαστάς και ιατρούς, έγράφη εϊς

1. J. G r e e n , Medical History, p. 61. Pubi. Thomas, Springfield, 1968. 2. C. S i n g e r , History of Anatomy and Physiology, p. 70. Dover Publications,

1957. 3. I.N. Δ ά μ π α σ η ς , Ηρόφιλος και Ερασίστρατος, οί Κορυφαίοι τής Αλε­

ξανδρινής 'Ιατρικής Σχολής. «'Ιατρικά Χρονικά», 8:2, 1968. 4. Α. C a s t i g l i o n e History of Medicine, p. 333­334. Pubi. Knopf, New

York, 1947.

Page 37: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 367 —

Λατινικήν, το δε δεύτερον, προοριζόμενον δια το εύρύτερον κοινόν, εις την όμιλουμένην γλώσσαν, την Ίταλικήν.

Μεταξύ των πρώτων χειρουργών της ιατρικής σχολής τής Βολωνίας καταλέγεται ό Rolandus de Parma, μαθητής του Σαλερνίου χειρουργού Rogerius, συγγραφέως των Practica chirurgica *, διδάξας εν αύτη και έπανεκ­

δόσας το βιβλίον του διδασκάλου του τω 1250 μ.Χ.2. Άλλα διασημό­

τεροι και ίδρυταί του κλάδου τής σχολής ταύτης ;! είναι ό Ugo de Lucca και ό Theodoricus de Lucca, του δευτέρου αναφερομένου ως υίοϋ i , ή απλώς μαθητού 5, ή πνευματικού τέκνου τού πρώτου ". Ό Ugo διετέλεσε χειρουρ­

γός τών Βολωνίων Σταυροφόρων έν Συρία και ΑΙγύπτω, όπου διεκρίθη, καί, κατόπιν, εκλήθη να διδάξη έν Βολωνία έναντι αδρότατης αμοιβής 7. Εις αυτόν οφείλεται ή άπλοποίησις τής θεραπείας τών τραυμάτων τών άκρων καί τών καταγμάτων, ώς εκ του έργου του Theodoricus πληροφορού­

μεθα, τών συγγραφών του Ugo άπολεσθεισών μετά τον έν ετει 1252 μ.Χ. θάνατον του. Ό Theodoricus (1205 ­ 1298 μ.Χ.), του τάγματος τών Δομινι­

κανών, επίσκοπος του Bitonto καί εΐτα τής Cervia8, ήσχολήθη εύδοκίμως εις τήν χειρουργικήν μέχρι του 1266 μ.Χ., οτε ήκολούθησε τον ίερατικον βίον 9. Ούτος δεν έδέχετο τήν άποψιν του Rogerius καί του Rolandus, ώς καί πολλών τών μαθητών αυτών καί όλων τών συγχρόνων αύτω χειρουργών, καθ' ην ή παραγωγή πύου είναι αναγκαία δια τήν έπούλωσιν τών τραυμά­

των. Του σφάλματος αύτοΰ δεν υπάρχει μεγαλύτερον, διότι ή τοιαύτη παρα­

γωγή παρατείνει τήν νόσον καί παρεμποδίζει το έργον τής φύσεως προς ϊασιν καί σταθεροποίησιν του τραύματος. Καί, αναφερόμενος εις τάς αντι­

λήψεις του Ugo, συνεχίζει γράφων, ότι τα χείλη τοϋ τραύματος πρέπει να διανοιχθώσι καί να καθαρισθή τοϋτο από ράκη, τρίχας καί παν ξένον σώμα, να έκπλυθή δι' οίνου καί να έπιδεθή εις τρόπον ώστε τα άκρα να συμπλη­

σιάσωσιν, ϊνα ή έπούλωσις έπιταχυνθή. Το μέγα έργον τοϋ Theodoricus έγράφη τω 1266 μ.Χ., έν αύτω δε γίνεται παραδεκτή ή κατά πρώτον σκοπόν ΐασις τών πληγών καί δίδονται όδηγίαι, ώς εϊδομεν, περί τοϋ τρόπου τής ίάσεως αυτών. Μνημονεύει, ακόμη, του Γαληνοϋ περί συρραφής τραυμά­

των καί συνιστά τήν έντερορραφήν δια λεπτής μετάξης ή χορδής εντέρου

1. Ι. Ν. Δ ά μ π α σ η ς, Ή 'Ιατρική Σχολή τοϋ Σαλέρνου. ΊΕνθ' άνωτ. 2. J. G r e e n , Ibid., p. 62. 3. C. S i n g e r , Ibid., p. 71. 4. A. Ca s t i g l i o ni, Ibid., p. 335. 5. C. S i n g e r , Ibid., p. 71. 6. J. G r e e n , Ibid., p. 62. 7. J. G r e e n , Ibid., p. 62. 8. A. C a s t i g l i o n i , Ibid., p. 335. 9. C. S i n g e r , Ibid., p. 71.

Page 38: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 368 —

ως και την ταχεΐαν έπανατοποθέτησιν τών εντέρων εντός του κοιλιακού κύτους, προς αποφυγήν της ξηραντικής έπ' αυτών επιδράσεως τοϋ αέρος1. Έτερος μέγας χειρουργός της Ιατρικής σχολής τής Βολωνίας είναι ό Guglielmo Saliceti (1210­ 1277 μ.Χ.), όστις έπανεισήγαγε τήν χρήσιν του χειρουργικού μαχαιριού, τελείως έγκαταλειφθέντος υπό τών 'Αράβων, χρη­

σιμοποιούντων μόνον θερμοκαυτήρα, επεχείρησε τήν συρραφήν διαταμέν­

των νεύρων, διεγίγνωσκε τήν φλεβικήν τής αρτηριακής αιμορραγίας, περι­

έγραψε το σημεΐον sonitus ossis fracti δια τήν διάγνωσιν τών καταγμάτων, ώς και τον εις τήν νόσον τοϋ Bright (χρονίαν σπειραματονεφρίτιδα) οφει­

λόμενον ΰδρωπα (durities in renibus). Tò βιβλίον αύτοϋ Cyrurgia, εκδοθέν κατά το 1476 μ.Χ., έφημίσθη περισσότερον τοϋ εις τήν έσωτερικήν παθο­

λσγίαν άφορώντος πονήματος του2 . Έν τη Cyrurgia υπάρχει κεφάλαιον ανατομικής εκ τών 'Αραβικών συγγραμμάτων είλημμένον, πλην όμως δια­

φαίνεται έν αύτω ή επαφή τοϋ Guglielmo μετ' ανθρωπίνων πτωμάτων 3. Ή ιατρική σχολή της Βολωνίας κατέστη διάσημος δια τών έν αύτη

διδαξάντων περίφημων ανατόμων, κατ' αρχήν μεταφραστών καί σχολια­

στών έργων τοϋ Γαληνοΰ καί τοϋ Άβικέννα, ώς ό Torrigiano dei Torri­

giani καί ό Dino del Garbo i, καί, έν συνεχεία, τών επί ανθρωπίνων πτωμά­

των άπό αμφιθεάτρου άνατεμνόντων, περί ων κατωτέρω. Ό Bartolomeo da Varignana, καθηγητής τής ιατρικής σχολής τής Βολωνίας, τον όποιον διε­

δέχθη εις τήν εδραν ό υιός του καί σί δύο εγγονοί του, φέρεται, επί κεφαλής δύο ιατρών παθολόγων καί τριών χειρουργών, έκτελών έν ετει 1302 μ.Χ. νεκροτομήν έπί τοϋ ύπόπτως θανόντος Azzolino, κατόπιν δικαστικής εντο­

λής. Έν τη* εκθέσει των καταλήγουσιν ούτοι, ότι ουδέν το ασύνηθες προέκυ­

ψεν εκ τής δια τών αισθήσεων των αντιλήψεως καί της εξετάσεως τών άνα­

τμηθέντων μελών τοϋ πτώματος. "Ας σημειωθή, ότι κατά τήν περίοδον ταύ­

την έσπούδασεν έν Βολωνία ύ Νορμανδός Henri de Mondeville (1260 ­ 1320 μ.Χ.), όστις έδίδαξε κατόπιν εύδοκίμως τήν άνατομικήν καί τήν χειρουργι­

κήν έν ταΐς ίατρικαΐς σχολαΐς τοϋ Montpellier καί τών Παρισίων καί συνέ­

γραψεν είς τήν Γαλλικήν τό έργον Chirurgie \ ", 7. Ό τίτλος, όμως, τοϋ

1. R. M e a d e , Introduction to the History of General Surgery, p. 13­ 14. Pubi. Davis, Philadelphia, 1968.

2. A. C a s t i g 1 i ο n i, Ibid., p. 336 ­ 337. 3. C. S i n g e r , Ibid., p. 72. 4. A. C a s t i g l i o n i , Ibid., p. 340. 5. C. S i n g e r , Ibid., p. 73. 6. R. M e a d e , Ibid., p. 5­6, 48. 7. Ό Bartolomeo υπήρξε μαθητής τοϋ Taddeo καί ένδιεφέρθη, ώς ό διδάσκαλος,

εις τήν μετάφρασιν έκ τής Ελληνικής εις τήν Λατινικήν συγγραφών 'Αριστοτέλους καί Γαληνού, καταλιπών μετά τον θάνατον του άξιόλογον μεταφραστικον έργον είς το Πανε­

πιστήμιον τής Βολωνίας (C. S i n g e r , Ibid., p. 83).

Page 39: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 369 ­

άνακαινιστοϋ της ανατομικής ανήκει εις τον Mondino de Luzzi (1270 ­ 1326 μ.Χ.), παρά τφ Taddeo μαθητεύσαντα, μετά του Henri de Mondeville εκπαι­

δευθέντα, περί τω 1290 μ.Χ. αποφοιτήσαντα και από τοΰ 1306 μ.Χ. καθηγη­

σάμενον εν τη έν λόγω ιατρική σχολή. Ούτος συστηματικώς κατέγινεν εϊς την άνατομικήν, άνέτεμεν ανθρώπινα πτώματα δημοσία και έξέδωκεν, υπό τον τίτλον Anothomia το πρώτον έν τη ιατρική γραμματεία σύγχρονον άνατομικόν έργον. Έν αύτω ή Λατινική γλώσσα είναι «έκτος βάσεως», ή ορολογία συγκεχυμένη (οΰτω, το μέν ιερόν όστοϋν αντί sacrum αποκαλεί alchatim, allannis και alhavius, το δε ισχίον καί τον σκελετόν της λεκάνης ονομάζει κοινώς anchoe) καί αί πηγαί προέρχονται κυρίως έξ Αράβων συγγραφέων, ιδία τοΰ Άβικέννα (έξ ου ή ονοματολογία mirach δια το πρόσθιον κοιλιακόν τοίχωμα, siphac δια το περίτονον πέταλον του περιτο­

ναίου, zirbus δια τό μείζον επίπλουν), χωρίς ν' άγνοήται καί ό Γαληνός, έν μεταφράσει. 'Αλλ' επειδή άνέτεμε προσωπικώς καί δέν εδιδεν οδηγίας άπό καθέδρας εις τους παρασκευαστάς, ώς έπραττον οί διάδοχοι του μέχρι τής εποχής του Vesalius (1514 ­ 1564 μ.Χ.), έπετέλεσε μέγα βήμα προς τά εμπρός, πλησιάσας προς τήν έπιστημονικήν γνώσιν τής σήμερον. 'Αποκαλεί φυ­

σικά μέλη τά όργανα τής πέψεως καί αναπαραγωγής, πνευματικά μέλη τά έν τω θώρακι καί ζωικά μέλη τήν κεφαλήν, τήν σπονδυλικήν στήλην, τά άνω καί κάτω άκρα. Ή περιγραφή τών οργάνων είναι στοιχειώδης καί συ­

χνάκις ανακριβής' άλλα, μή λησμονώμεν, ότι άφ' ενός ή ελλειψις τών συν­

τηρητικών ύπεχρέωνεν αυτόν ν' άνατέμνη ταχέως καί άφ' ετέρου ή έξεύρε­

σις πτωμάτων καταδίκων δέν ήτο τόσον συχνή. Οΰτω, περιγράφονται ό στόμαχος στρογγυλός, τό ήπαρ πεντάλοβον (ώς τοΰ κυνός), ή χοληδόχος κύστις έδρα τής κίτρινης χολής, ό σπλήν έκκρίνων τήν μέλαιναν χολήν, τό τυφλόν άνευ σκωληκοειδούς άποφύσεως, τό πάγκρεας μετά τοΰ έκφορη­

τικοΰ πόρου του ασαφώς, τό ούρον διηθούμενον έκ τοΰ αίματος δια τών νεφρών, ή μήτρα ύποδιαιρουμένη εις πέντε κοιλότητας, ή έγχείρησις τής κήλης μετά ή άνευ εύνουχισμοΰ, ή θεραπεία τραυμάτων τών εντέρων, ή συρραφή τραυμάτων, ή έγχείρησις λιθιάσεως, ή καρδία έχουσα τρεις κοι­

λίας, ό λάρυγξ καί ή έπιγλωττίς ασαφώς, ή κοιλότης τοΰ εγκεφάλου διαι­

ρούμενη εις τρεις κοιλίας, ό εγκέφαλος έδρα τοΰ νσεΐν καί αίσθάνεσθαι, άλλα καί όργανον ψΰχον τήν καρδίαν, οί φακοί τών οφθαλμών κείμενοι εις τό κέντρον, ή έγχείρησις τοΰ καταρράκτου, τά άκρα τοΰ σώματος πλημ­

μελώς ι. Έν τη Anothomia τοΰ Mondino περιέχονται, όθεν, γνώσεις όχι μόνον ανατομικής, άλλα καί φυσιολογίας καί χειρουργικής.

Έκ τών διαδόχων τοΰ Mondino έν τη ιατρική σχολή τής Βολωνίας αξιόλογοι υπήρξαν ό Pietro d'Argellata, ό έξετάσας τήν σορόν τοΰ πάπα

1. C. S i n g e r , Ibid., p. 74­86.

Page 40: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 370 —

'Αλεξάνδρου Ε', θανόντος αιφνιδίως έν Βολωνία τώ 1410 μ.Χ. Συνέγραψε βιβλίον χειρουργικής, έν φ προεξάρχει ή ανατομική γνώσις, και ό Ales­

sandro Achillini (1463 ­ 1512 μ.Χ.), όστις έδίδαξε και έν Παδούη, έσχολίασε το έργον του Mondino και περιέγραψε λεπτομερέστερον τα σπλάγχνα1, δι' ων κλείει ή περίοδος των μέσων χρόνων, καθ' ην ή σχολή αύτη κατείχε τα σκήπτρα τής χειρουργικής πράξεως καί, Ιδία, τής ανατομικής προόδου. 'Αλλ' αρχομένης τής 'Αναγεννήσεως και συγχρόνων τω Leonardo da Vinci (1475 ­ 1564 μ.Χ.), ο Jacobus Derengarius de Carpi, καθηγητής του πανεπι­

στημίου τής Βολωνίας τω 1502 ­ 1527 μ.Χ., έξετέλεσε πλείστας νεκροτομάς καί έξέδωκε δύο αξιόλογους άνατομικάς συγγραφάς, έν αίς σχολιάζεται το έργον του Mondino καί περιλαμβάνονται εικόνες άνατομικαί, αν όχι πλή­

ρους ακριβείας, ούχ ήττον όμως εξαίρετου τέχνης. Ούτος περιέγραψε τήν σκωληκοειδή άπόφυσιν, τον άρυταινοειδή χόνδρον του λάρυγγος, τον θύμον αδένα2. Καί ή παλαίφατος έδρα τής ανατομικής του πανεπιστημίου τής Βολω­

νίας έξηκολούθησε ν' άναδεικνύη διεθνούς φήμης μαθητάς καί διδασκάλους μέχρι τής συγχρόνου εποχής, έν οίς οί κάτωθι : Constantinus Varolius (1543 ­1575 μ.Χ.), Andreas Vesalius (1514­ 1564 μ.Χ.), διατελέσας καθηγητής καί έν Παδούη καί έν Πίζη, Julio Caesar Aranzio (1530­1589 μ.Χ.), μαθητής του Vesalius, Marcello Malpighi (1628 ­ 1694 μ.Χ.), διδάξας καί έν Πίζη καί έν Μεσσίνη, Antonio Maria Valsalva (1666­1723 μ.Χ.), διάδοχος του Mal­

pighi, Giandomenico Santorini (1681 ­ 1737 μ.Χ.), μαθητεύσας έν Βολωνία, Marco Antonio Caldani (1725­1813 μ.Χ.), Βολώνιος καθηγητής έν Πα­

δούη, Antonio Scarpa (1747­1832 μ.Χ.), μαθητεύσας έν Βολωνία, Luigi Calori (1807­ 1896 μ.Χ.), μαθητής του Francesco Mondini, Giuseppe Vin­

cenzo Ciaccio (1824­1901 μ.Χ.), Giovanni Martinotti (1857­1928 μ.Χ.), καθηγητής καί έν Μοδένη καί έν Σιένη, Angelo Ruffini (1874 ­ 1929 μ.Χ.)8.

1. C. S i n g e r , Ibid., p. 88­89. 2. C. S i n g e r , Ibid., p. 97. 3. J. D o b son , Anatomical Eponyms, I.e. Pubi. Liningston, London, 1962.

Page 41: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

I

ΔΗΜ. Κ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ Καθηγητού Φιλολογίας

ΤΡΙΑ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΣΤΙΧΟΥΡΓΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ

Τα κείμενα πού δημοσιεύονται εδώ έχουν σκοπό να βοηθήσουν στο να διαμορφώσωμε μία όσο το δυνατόν πλήρη εικόνα της δημώδους παραγωγής τών μετά τήν άλωση χρόνων. Με αυτό τον τρόπο, και προτού ή έρευνα προ­

χώρηση σέ συνθετικώτερες προσπάθειες ή γενικώτερους χαρακτηρισμούς, συμπληρώνομε τον θεματικό κύκλο της παραγωγής αυτής, χωρίς να είναι μικρότερη ή συμβολή τών κειμένων αυτών και από γλωσσική και λεξικογρα­

φική άποψη.

1. Ί ο πρώτο στιχούργημα περιορίζεται σέ 20 στίχους και σώζεται στο φ. 82r ­ 82ν του κώδ. 375 (3448) τής μονής Κουτλουμουσίου \ πού περιέχει καί άλλα δημώδη στιχουργήματα. Τό ποίημα δεν είναι άλλο από μία μονό­

τονη έκκληση πού ένας πατέρας απευθύνει στον Χριστό για τήν επιστροφή τοΰ παιδιού του. Οί λόγοι του χωρισμού αυτού δεν καθορίζονται στο κείμενο· ϊσως όμως να μή είναι τολμηρό να ύποτεθή, έχοντας υπ' όψη και τις συνθή­

κες τής εποχής πού γράφηκε ή έμμετρη αυτή παράκληση, πώς τό πρόσωπο στο όποιο απευθύνονται οί στίχοι είχε μεταφερθή αιχμάλωτο τών Τούρκων σέ μακρινό τόπο.

Σύμφωνα μέ τήν ένδειξη τοΰ Καταλόγου ό κώδ. έχει γραφή τον ιη' αι.2. Τό ποίημα όμως μπορεί να θεωρηθή καί παλαιότερο.

'Αναμφισβήτητο στοιχείο πρωϊμότητος είναι ή υποτυπώδης ρίμα του μέ τήν μονότονη επανάληψη τής ίδιας λέξεως τέκνον σ' όλο τό ποίημα3,

1. Σ π υ ρ. Π. Λ ά μ π ρ ο υ , Κατάλογος τών εν ταΐς Βιβλιοθήκαις του 'Αγίου "Ορους ελληνικών κωδίκων Α', εν Κανταβριγία 1895, σ. 312­ 313.

2. Σ π υ ρ. Π. Λ ά μ π ρ ο υ , ο.π., σ. 312. 3. Στους στίχους εναλλάσσονται οί φράσεις ώ τοΰ Θεοϋ μου τέκνον καί τέκνον

συνήθως μέ ενα επίθετο πού φανερώνει τήν αγάπη τοΰ πατέρα, όπως ποθητόν, καλόν, άγα­

πητόν, άγαπημένον, φίλτατον.

Page 42: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 372 —

έκτος εάν δεχθούμε, κι αυτό φαίνεται πιθανώτερο, πώς ή στιχουργική αύτη ιδιορρυθμία οφείλεται σε αδεξιότητα ή αποτελεί απλό μετρικό παιχνίδι.

"Ανάλογες απόπειρες ομοιοκαταληξίας παρατηρούνται και σε άλλα κεί­

μενα, πού ανήκουν χρονολογικά στον ιε' ­ ις­' αι., όπως οι ακόλουθοι στί­

χοι από Πατμιακό χφ :

συν co πονλήν που κοι\λαδής, και λέγης πάντα \ δίκαιον ώ (;) τίναν και \ άλλον ήκονσες και λέ\γειτο το δίκαιον. οι μεγι\στάνοι οι άρχοντες \ εφήκαντο το δίκαιον. | και εσύ άπαπέσο) \ απτό κλονβήν στρι\γκίζεις πάντα δίίκαιον 1.

ή τό επόμενο τμήμα άπό στιχούργημα του ΐς­' αί. :

Έβγηκα και έζήτησα άνθρο^πον σαν εμένα, ενγενικον και φρόνιμον, δμοιον tbç έμενα, άρχοντα καϊ περίδοξον, να σώνη μετά μένα, να ελθγ] εις το σπίτι μου αντάμα μετά μένα 2.

2. Τό δεύτερο στιχούργημα καταλαμβάνει τό φ. l r ­ 1 ν του κωδ. 379 (3452) της μονής Κουτλουμουσίου και έχει γραφή τον \ς' αϊ.9. Τό κείμενο μας έχει παραδοθή κολοβό και χωρίς τίτλο. Τό αρχικό γράμμα κάθε διστίχου έχει γραφή με ερυθρό μελάνι. Τα ορθογραφικά και άλλα λάθη είναι ασήμαντα.

Σχετικά τώρα με τό περιεχόμενο και τον προορισμό του ποιήματος τό πρώτο δίστιχο :

Καθίσετε στην τράπεζαν να φάτε μετά μένα και άκονετε άνάγνωσιν άσματα γεγραμμένα

μας επιτρέπει να σχηματίσωμε τή γνώμη ότι τό στιχούργημα κυκλοφορούσε μεταξύ των μοναχών και αποτελούσε ενα ευχάριστο άκουσμα κατά τήν ώρα τοΰ φαγητού. Ή θέση δημωδών κειμένων στην αυστηρή μοναχική παράδο­

ση δέν πρέπει να μας έκπλήσση, αν αναλογισθούμε ότι και τα ελάχιστα δη­

μοτικά τραγούδια πού έχομε σε χειρόγραφα προέρχονται άπό μοναχικό κάλαμο ή έχουν γραφή σέ μοναστικό περιβάλλον 4.

1. Ά θ. Δ. Κ ο μ ί ν η , Σακκελίωνος παραλειπόμενα, Κέντρον Βυζαντινών ερευ­

νών. Σύμμεικτα 1 (1966), 73. 2. Α. Π α π α δ ο π ο ύ λ ο υ ­ Κ ε ρ α μ έ ω ς , Δημώδες βυζαντινόν άσμα. . ., Λαο­

γραφία 1 (1909), 568,ιι κ.έ. 3. Βλ. Σ π υ ρ . Π. Λ ά μ π ρ ο υ , ό.π., σ. 313. 4. Βλ. Ν. Β έ η, Νεοελληνικά δημώδη ςίσματα εκ χειρογράφων κωδίκων, Παναθή­

ναια 19 (1910), 211 ­216, 292­293, 20 (1911), 294­296, Β. B o u v i e r , Δημοτικά τρα­

γούδια άπό χειρόγραφο της μονής τών Ιβήρων, 'Αθήνα 1960.

Page 43: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 373 —

Οί πρώτοι στίχοι αποτελούν παράφραση ψαλμικών χωρίων πού υπο­

νοούν τη θεία μετάληψη, ενώ το τμήμα πού ακολουθεί αναφέρεται στην ανάσταση του Χριστού και τον θρήνο τής Παναγίας 1. Οί τελευταίοι αυτοί στίχοι παρουσιάζουν τήν Ιδια δομή, τήν ϊδια γλώσσα και τα ϊδια εκφραστικά σχήματα με το γνωστό άπο πολλές παραλλαγές, χφφ και εκδόσεις ήμιλόγιο Κυπριακό άσμα «Το τραούδιν τής ανάστασης» 2. Ή έλλειψη αυτή αλληλου­

χίας μας επιτρέπει νά ύποθέσωμε πώς έχομε εδώ συγκόλληση δύο διαφο­

ρετικών ποιημάτων.

3. Τό κείμενο πού ακολουθεί βρίσκεται στα παράφυλλα γ Γ ­δ Γ τοϋκώδ. 717 (4837) τής μονής Ιβήρων και ανήκει στην πλούσια παράδοση τών αλφα­

βηταρίων πού έχουν για πρώτο στίχο :

'Αρχή τον κόσμον γέγονεν ό κτίστης τών απάντων.

Τα τρία πρώτα δίστιχα του ποιήματος υπάρχουν αυτούσια και με τό ϊδιο χέρι γραμμένα και στο πσράφυλλο βν .

Ή μνεία τής παραλλαγής αυτής όχι μόνο λείπει από τίς σχετικές ενδεί­

ξεις πού συγκεντρώνει ή Έλ. Δ. Κακουλίδη 3, αλλά και άπό τον ϊδιο τον Κα­

τάλογο τών χφφ τής μονής. Τό αλφαβητάριο δέν μας έχει παραδοθή πλήρες· λείπουν τα οκτώ

τελευταία γράμματα, ένώ έχει απλώς σημειωθή στο κείμενο τό γράμμα Ν χωρίς νά παρατίθενται και οί ανάλογοι στίχοι. Τα κενά αυτά πρέ­

πει νά αποδοθούν στην ελλιπή κατάσταση του προτύπου πού χρησι­

μοποίησε ό αντιγραφέας, όπως φαίνεται και άπό τήν ακόλουθη σημείωση πού πρόσθεσε ό ϊδιος στο φ. δ1' : τω αναγνώσθγ) σνγχώρησιν αΐτονμεν ότι ονχ ενρομεν τα η' έτερα γράμματα να τα σκιάσωμεν4 και σνχώρησιν αΐτοϋμεν 5.

1. Υπάρχει πλούσια παράδοση σχετικών κειμένων βλ. τις ενδείξεις τών χφφ πού συγκεντρώνει ό Μ. Ι. Μ α ν ο ύ σ α κ α ς , 'Ελληνικά ποιήματα για τή σταύρωση τοΰ Χριστού, Mélanges Octave et Melpo Merlier II, Athènes 1956, σ. 51, σημ. 1.

2. Πρβλ. "A θ. Α. Σ α κ ε λ λ α ρ ί ο υ, Τά Κυπριακά Β', εν 'Αθήναις 1891, σ. 88 ­92, αριθ. 29, Γ. Χ. Π α π α χ α ρ α λ ά μ π ο υ ς, Κυπριακά ήθη και έθιμα, εν Λευκωσία 1965, σ. 263­265, Ν. Κ λ η ρ ί δ η, Κυπριακά δημοτικά τραγούδια Α', Λευκωσία 1967, σ. 139­ 149 (συγκέντρωση παραλλαγών) κλπ.

3. Έλ. Δ. Κ α κ ο υ λ ί δ η , Νεοελληνικά θρησκευτικά αλφαβητάρια, Θεσσαλο­

νίκη 1964, σ. 64­65. Έκεΐ (σ. 107­108) και έκδοση τοΰ κειμένου μέ βάση το χφ Vat. Pal. gr. 364.

4. Nò σημειωθή ή χρήση τού σκιάζω — σκιαγραφώ, σχεδιάζω' ή σημασία αυτή τού ρήματος πού είναι ήδη αρχαία διατηρήθηκε και στή διάλεκτο τής Κύπρου. Βλ. T h e ­

m i s S i a p k a r a s ­ P i t s i l l i d è s , Le Pétrarquisme en Chypre. Poèmes d'amour..., Athènes 1952, σ. 90, αριθ. 7,ιι :

/; μέ μολύβιν τάχα να τα σκιάσω. 5. Ή σημείωση παρατίθεται μέ αποκατεστημένη τήν ορθογραφία.

Page 44: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 374 —

Έκτος άπο τις παραλείψεις αυτές, το αλφαβητάριο παρουσιάζει ακόμη κακή διάταξη ώρισμένων στίχων, καθώς και αδέξια μεταφορά διαφόρων Γρα­

φικών και ύμνογραφικών τόπων, φαινόμενο πού δεν εϊναι σπάνιο στα ποιή­

ματα του είδους. Ό δεύτερος στίχος πού άνηκε στο γράμμα Κ δεν υπάρχει στο χφ· ή ϊδια έλλειψη σημειώνεται και στην παραλλαγή του Vat. Pal. gr. 364, άλλα ό πρώτος στίχος της είναι διαφορετικός.

Το αλφαβητάριο παρουσιάζει στενή συγγένεια με ανάλογα στιχουργή­

ματα ' πού στρέφονται γύρω άπο τήν παράβαση, τήν έξωση τών πρωτοπλά­

στων και τον θρήνο του Αδάμ 2. Ή βασική πηγή τών δημωδών αυτών κειμέ­

νων, όπως ορθότατα έχει ύποδειχθή3, πρέπει να άναζητηθή στην 'Ακολουθία του όρθρου πού ψάλλεται τήν Κυριακή της Τυρινής και πού διέπεται κατά το μεγαλύτερο της μέρος άπο τα μοτίβα αυτά.

Τό ποίημα έχει γραφή άπο άμαθη αντιγραφέα και με πάμπολλα ορθο­

γραφικά σφάλματα. 'Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν ώρισμένες γραφές του χφ, όπως σννέσθησας (στίχ. 3), άνάσθηθι (στίχ. 6), κτίσθης (στίχ. 21), πρωτόπλασθε (στίχ. 26), πού οφείλονται χωρίς αμφιβολία στην τάση του αντιγραφέα να έξαρχαΐση τό σύμπλεγμα στ σε σθ και δέν μπορούν να έχουν φωνητική σημασία. 'Ανάλογοι τύποι απαντούν σέ μεγάλη κλίμακα και στο

1. Θα ήθελα να σημειώσω έδώ ότι το ποίημα «Στίχοι θρηνητικοί 'Αδάμ και παρα­

δείσου» (Paris, gr. 929), πού ή Έλ. Δ. Κακουλίδη (σ. 66) συγκρίνει με τα αλφαβητάρια αύτοΰ του τύπου, δέν πρέπει να θεωρήται ενιαίο έργο. Το ίδιο σφάλμα και από τον Β. Κ n ο s, L'histoire de la littérature néo­grecque, Uppsala [1962], σ. 84 και άλλους γραμμα­

τολόγους. Πράγματι, όπως απέδειξε ό S. G. M e r c a t i , Osservazioni intorno agli Στί­

χοι θρηνητικοί 'Αδάμ και παpαδείσoυ,Bessarione 22 (1918), 229 ­ 236, το ποίημα πού άφορα τήν έξωση τών πρωτοπλάστων περιλαμβάνει 62 στίχους, ενώ οί υπόλοιποι, πού δέν έχουν καμία σχέση μέ τον κύκλο του 'Αδάμ, ανήκουν σέ άλλο ποίημα και βρίσκονται αυτοτελείς και στον Vat. gr. 578, άπο όπου έξεδόθησαν από τον Α. Π α π α δ ό π ο υ λ ο ­ Κ ε ρ α ­

μέα, Μιχαήλ γραμματικός ό ιερομόναχος, Byzantinische Zeitschrift 20 (1911), 132­133 και πληρέστερα άπό τον S. G. M e r c a t i , Intorno a Μιχαήλ γραμματικός ό Ιερομόνα­

χος, Bessarione 21 (1917), 204 ­ 205. Τό ποίημα για τον 'Αδάμ και στον Paris. Suppl. gr. 441 (έκδοση μέ βάση τους δύο κωδ.: S. G. M e r c a t i , Osservazioni..., σ. 234­236), καθώς και στον κώδ. 522 της 'Εθνικής Βιβλιοθήκης της 'Ελλάδος παρέμβλητο στο «Πεν­

τηκοντακέφαλον» τοΰ 'Αγίου Νεοφύτου τού 'Εγκλείστου, άπό όπου καί έχει έκδοθή από τον Ί ω. Π. Τ σ ι κ ν ό π ο υ λ ο, Ή ποιητική παραγωγή τού 'Εγκλείστου 'Αγίου Νεο­

φύτου, Κυπριακαί Σπουδαί 16 (1952), 46 ­ 47 καί τ ο ΰ ί δ ι ο υ , Τρία ανώνυμα βυζαντινά ποιήματα έπανευρίσκουν τον ποιητήν των "Αγιον Νεόφυτον, ο.π., 27 (1963), 88 ­ 90. Έκεΐ καί τό κείμενο τοΰ Paris, gr. 929 (σ. 90­92), καθώς καί τοΰ Paris. Suppl. gr. 441 (σ. 92 ­ 93).

2. Στον ίδιο κύκλο ανήκει καί τό Κυπριακό ήμιλόγιο «ΤΑσμα τού Αδάμ». Τό κείμενο δημοσιεύεται άπό τον Ά θ. Α. Σ α κ ε λ λ α ρ ί ο υ, Τα Κυπριακά Β', έν 'Αθήναις 1891, σ. 78 ­ 82, αριθ. 26.

3. Έ λ . Δ. Κ α κ ο υ λ ί δ η , δ. π., σ. 66.

Page 45: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 375 —

Παρισινό χφ του Χρονικού του Μορέως ' , την πεζή διασκευή τοΰ 'Ακριτι­

κού έπους 2 και άλλα μσν. κείμενα 3.

ΤΑ Κ Ε Ι Μ Ε Ν Α

1

φ. 82r Στίχοι πατρός προς ήγαπημένον τέκνον παρακαλονντος τον θεον δια να τον το εξαποστείλη.

Θαρρούσα δ άρρίζικος, ώ τοϋ θεοϋ μου τέκνον, πώς γέννησα δια χαράν το ποθητόν μου τέκνον, κ εγώ βλέπω ό άχαρος, ώ τον θεον μον τέκνον, πώς έχω θλίψεις και καημούς δια το καλόν μον τέκνον. Φθάνει μον, πολνέλεε, ώ τον θεον μον τέκνον, 5 φθάνονν τα δέρτια που τραβώ για το καλόν μ,ου τέκνον. Λυπήσου με πλιό, στείλε το, ώ του θεοϋ μου τέκνον, να ευφρανθώ καΐ να χαρώ τ ' αγαπητόν μου τέκνον. Καν πτέρυγας περιστεράς δός μον, θεον μον τέκνον, για να πετάξω να εύρώ τ' άγαπημένον τέκνον. 10 Πρέπει νά στείλης ΐνα βρώ τ ' αγαπητόν μου τέκνον, δτι εγήρασα θεέ, ώ τον θεον μον τέκνον ας με γηροτροφήση νυν το φίλτατόν μου τέκνον. Καθώς το γέρο Συμεών, ώ τοΰ θεοϋ μου τέκνον, ήξύοσες νά σε Ιδη, ετζι κάμε το τέκνον 15 άξίωσον νά το Ιδώ, ώ τοϋ θεον μου τέκνον, πριν νά πεθάνιο ο πτο^χός, ώ τοϋ θεοϋ μου τέκνον.

φ 82ν Και τότε νά ειπώ κάγώ, ώ τοϋ θεοϋ μου τέκνον : «νϋν απολύεις δέσποτα, οτ εϊδον μου το τέκνον και ώς ποθώ απόλαυσα το φίλτατόν μου τέκνον». 20

9 Ps. 54,7 14 Luc. 2,25 sequ. 19 Luc. 2,29

1. Πρβλ. J. S c h m i t t , tîber phonetische und graphische Erscheinungen im Vulgârgriechischen, Leipzig 1898, σ. 25­26.

2. Πρβλ. Δημ. Π α σ χ ά λ η , Οι δέκα λόγοι τοϋ Διγενούς Άκριτου, Λαογραφία 9 (1926), 413.

3. Βασική εξέταση τοϋ φαινομένου στα δημώδη κείμενα : S i l v i a J a n n a c c o n e , Sur l'hypercorrection en grec, Neophilologus 35 (1951), 151 ­ 161.

Page 46: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 376 —

2 φ . |Γ Καθίσετε στην τράπεζαν να φάτε μετά μένα

και άκούετε ανάγνωσιν ά'σ/ίατα γεγραμμένα. Φάγετε, φάτε σήμερον, φάγετε οι πλησίοι και πιέτε και μεθνσθητε ώς τέλειοι και θείοι' διότι δια λόγου σας έγινε το ποτήρι 5 το πάγχρνσον, πού βρίσκεται μέσα εις το ψαλτήρι και γράφει εις τα χείλη τον τοντην την όμιλίαν : «δια τ εσάς, απόστολοι, έγινε προφητεία και λέγει : μεθνσθήσονται από ποιότητος σον, ποιότητος τον οίκον σον οι μαθηταί ομπρός σον, 10 θέ μον επονράνιε, διότι της τρνφής σον τον χειμάρρον ποτίσεις τους, τα λόγια της Γραφής σον». Εις την τοιαύτην τράπεζαν τρώγουν οι μαθητάδες ετούτοι, δπον ήκονσες, οι εναγγελιστάδες.

φ. | ν "Επειτα ερωτήσασι την κόρην την αγίαν 15 δια την δόξαν τον θεού και δια την θεωρίαν οίας λογής εφάνηκεν, οίας λογής τον είδες, ώ Παναγία, τον Χριστόν, αν είναι και τον είδες ; Καί ή Παρθένος λέγει μας, καθώς ai βίβλοι γράφον : «ώσπερ ννμφίος εκ παστον προήλθεν εκ τον τάφου 20 εψές το σάββατον αργά, πριν τον μεσοννκτίον, τρεις ώρες επεράσασιν από δνσιν ήλίον. "Αναπτεν το λνχνάρι μον, αναπτίν κ ή καρδιά μον, από την λνπην καίοννταν όλα τα σοιδικά μον. Ρομφαία δίστομος, σπαθί πον κόπτει από δύο, 25 εσούβλιζε τα μέλη μον εν τω παρόντι βίω, κ έκλαια εις την στέρησιν εγÒJ τον "Ιησού μον, το αίμα εις τα ρούχα μον έβλεπα τού νιου μον».

(Desunt cetera)

9 Ps. 35,9 11 Ps. 35,9 20 Ps. 18,6

8 τεσάς cod. 12 χειμάρρον cod. ; cfr. χειμάρρονν LXX

Page 47: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 377 —

φ. γΓ 'Αρχή τοϋ κόσμου γέγονεν ο κτίστης των απάντων, πλασθείς εκ των αχράντων σον χειρών ώς ήβονλήθης. Βονλήματί σου, δέσποτα, σννέστησας τον κόσμον και ουρανούς εφαίδρννας τω κάλλει των αστέρων. Γή­ν έγεννήθης, ανθρίοπε, πάλιν εις γήν πορεύσον, 5 πάλιν ανάστηθι, θέλων θεον να προσκύνησης. Δύο φωστήρας εστησας μέσον την οϊκουμένην, δ ήλιος και ή σελήνη φέγγει τή οικουμένη. Έτοίμασάς με, δέσποτα, μέσον τοϋ παραδείσου, ήξίοισάς με ψάλλειν σοι μετά τον αρχαγγέλου. 10 Ζηλώσας γαρ ό αντίδικος και την τιμήν φθονήσας εις κάλαμον εσέβη και τον δφιν ψιθυρίζει :

φ. γν Θεοί γένεσθε σήμερον, αν φάγεσθε εκ τοϋ ξύλου τοϋ της βρώσεως, ου εν τω παράδεισο). Ίδών ή Ενα το δενδρον φντον καλόν και ώραΐον 15 λαβών εκ ταϋτο εφαγεν και τον 'Αδάμ εδώκεν. Καλόν εις βρώσιν το δενδρόν, αλλά πικρον εις πόσιν. Ααβών τα φύλλα τής συκής περίζωσμα εποίησαν (ίνα φορέσουσιν αυτό), μή τους Ιδή δ δεσπότης. Μεγάλως ετρομάξασιν τα μέλη τής σαρκός μον, 20 δταν δ κτίστης ελεγεν : 'Αδάμ, 'Αδάμ, ποϋ είσαι ;

(Desunt versus duo) φ. δΓ Ξένον ποιώ σε σήμερον, 'Αδάμ, τοϋ παραδείσου,

δτι την Εναν ήκονσας, ε με ουκ εφοβήθης. "0?Μ τα δένδρη κλαύσατε, φυτά τοϋ παραδείσου, κλαϋσε κ' εσύ, παράδεισε, την άποχώρισίν σου. 25 Πάλιν 'Αδάμ προπόπλαστε και πρώτε τών ανθρώπων πάλιν ανάστηθι θέλεις, θεόν να προσκύνησης.

(Desunt cetera)

7 Gen. Ι,ιβ­π 15 Gen. ΙΠ,ΰ 18 Gen. 111,7 21 Gen. 111,9

2 άχράτον cod. : παναχράτον in versibus iteratis f. βν 3 σννέσθησας cod. 6 άνά­

σθηθι cod. 7 φωστήρες cod. quod ipse librarius supra lineam in φωστήρας correxit 8 φένγη τή οικουμένη cod. 13 γενέσθαι cod. 14 ov cod. 16 εδωκεν cod. 17 δέν­

δρων eoa. 19 supplevi e Vat. Pal. gr. 364 21 κτίσθης cod. 24 δενδρί cod. 26 .τρω­

τόπλασθε cod. 27 άνάσθηθι cod. : num άναστηθήΊ

Page 48: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 378 —

Σ Η Μ Ε Ι Ω Σ Ε Ι Σ

1 Στίχ. 1. άρρίζικος· ή λ. και σε δημ. τραγούδι από χφ των Μετεώρων (Ν. Β έ η ,

Νεοελληνικά δημώδη φσματα εκ χειρογράφων κωδίκων, Παναθήναια 19 (1910), 216, αριθ. 3) :

"Αμοιρος πού γεννήθηκα και άρρίζικος οπού 'μαι.

Για τη λ. βλ. και Ίστ. Λεξ. Άκαδ. Γ', σ. 116. || ώ τον θεον μου τέκνον εννοεί τον Χριστό.

Στίχ. 6. δέρτια­ από το τουρκ. dert — καημός. Χρήσιμη ή σχετική σημ. του C. Η ò e g, Les Saracatsans. Une tribu nomade grecque II, Paris­ Copenhague 1926, σ. 181.

Στίχ. 9 κ.έ. Πρβλ. Ψαλμ. νδ',7 : τις δώσει μοι πτέρυγας ώσεί περιστεράς, και πετα­

σθήσομαι καΐ καταπαύσω; 'Απήχηση τοϋ ψαλμικοϋ χωρίου και σέ άλλα κείμενα" πρβλ. Διγενή Κρυπτ. Γ 55 :

τις μοι παράσχοι πτέρυγας και πετάσαι, φιλτάτη κλπ.

2 Στίχ. 1 κ.έ. Παρόμοια αποστροφή και στον «Λόγο παρηγορητικό περί δυστυχίας και

ευτυχίας» (S ρ y r. P. L a m b r ο s, Collection de romans grecs, Paris 1880, σ. 289,ir> κ.έ.):

δεΰτε σμιγήτε σήμερον, ελθατε μετ έμεναν και νά σας άφηγήσωμαι της δυστυχίας τους πόνους.

Στίχ. 5 κ.έ. Ό ποιητής υπονοεί ίσως τό ψαλμικό κβ',5 : και το ποτήριόν σον μεθύ­

σκον ώς κράτιστον. Στίχ. 9 κ.έ. Πρβλ. Ψαλμ. λε',9 : μεθνσθήσονται από ποιότητος τοϋ οίκου σου. Στίχ. 11 κ.έ. Πρβλ. Ψαλμ. λε',9 : και τον χειμάρρονν της τρυφής σου ποτιε'ις αυτούς.

Διετήρησα τή γραφή τοϋ χφ χειμάρρον. Ό τονισμός χείμαρρον είναι προσφορώτερος στο μέτρο, απομακρύνεται όμως από τό χωρίο των Ο', πού οπωσδήποτε είχε υπ' όψη του ό ποιητής.

Στίχ. 12. τα λόγια της Γραφής σου· επεξήγηση στή φρ. τον χειμμάρρον της τρυφής. Στίχ. 20. Πρβλ. Ψαλμ. ιη',ι; : και αντος ώς νυμφίος έκπορευόμενος εκ παστον,

όπου γίνεται λόγος για τον ήλιο. Ή εικόνα χρησιμοποιείται στην υμνολογία για να συμβο­

λίση τήν ανάσταση τοϋ Χρίστου­ πρβλ. «Τή Κυριακή τοϋ Πάσχα, Πρωί», Στιχηρά τοϋ Πάσχα, δ' (Πεντηκοστάριον χαρμόσυνον..., εν Ρώμη 1883, σ. 12) : * και γαρ εκ τάφου σήμερον, * ωσπερ εκ παστον, * έκλάμψας Χριστός. *

Στίχ. 27. κ' έκλαια εις τήν στέρησιν ή έκφραση και σέ Κρητικό ποίημα τοϋ ιζ' αϊ. (Ε. Κ ρ ι α ρ δ, Λεηλασία τής Παροικίας της Πάρου, 'Αθηνά 48 (1938), 143,4ÔU) :

μά 'κλαίγε τήν ύστέρησιν τοϋ γιου τον.

Στίχ. 28. το αίμα... έβλεπα­ ή εικόνα καί σέ Κυπρ. ποίημα για τα Πάθη (Ν. Κ λ η­

Page 49: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 379 —

ρ ί δ η, Προλεγόμενα και κείμενον της 'Ακολουθίας τοΰ αγίου ενδόξου μεγαλομ. Μάμαν­

τος τοϋ θαυματουργού, Κυπριακαί Σπουδαί 15 (1951), 144) :

Παρίστατο εις τον Σταυρόν αύτοϋ δακρνρροοΰσα ή μήτηρ του, το αίμα του το ρέον θεωρούσα.

3 Στίχ. 2. άχραντων το χφ άχράτον. Πρόκειται για τή συνηθισμένη στα μσν. χφφ γρα­

φική απόδοση του φθόγγου ντ μέ τ. Πρβλ. τήν παρατήρηση τοΰ Η. Ρ e r n ο t, Études de linguistique néo­hellénique I. Phonétique des parlers de Chio, Paris 1907, σ. 379, σημ. 2. Βλ. ακόμη G. Μ ο r a ν c s i k, Il Caronte bizantino, Studi bizantini e neoellenici 3 (1931), 62 ­ 63. Παρόμοια γραφή και σέ 'Αλφαβητάριο ανθρώπου και Χάρου (Μ ο r a ν c s i k, ο.π., σ. 65,7i) :

Πανάχρατε τοΰ ούρανοϋ . . .

Στίχ. 3 κ.έ. Πρβλ. «Διήγηση της πόλεως Θεοδώρου» (S. G. M e r c a t i , Versi di Matteo ieromonaco, Studi bizantini 2 (1927), 28,9t; κ.έ.) :

Ό πρώτον στέγην εκπληρών και τότε κτίζων βάθρα, δς ούρανον εφαίδρυνε τω κάλλει των αστέρων.

'Αξίζει να άναφερθή ότι ό ίδιος ό Mercati είχε συσχετίσει τους στίχους της «Διηγή­

σεως» μέ τό ανέκδοτο τότε αλφαβητάριο τοϋ Vat. Pal. gr. 364. Στίχ. 5 κ.έ. 'Ανάλογοι στίχοι και σέ αλφαβητάριο πού δέν έχει σχέση μέ τον κύκλο

τοϋ 'Αδάμ ( Φ α ί δ. Μ π ο υ μ π ο υ λ ί δ ο υ , Δημώδεις μεταβυζαντινοί άλφάβητοι, ΕΕΒΣ 25 (1955), 300,5 κ.έ.) :

Γη εγεννήθης, άνθρωπε, και πάλιν γη γενέσθαι, και πάλιν μέλλεις άνιστά θεον γαρ προσκυνεϊσθαι.

Στίχ. 7. μέσον τήν οίκονμένην θα μπορούσαμε να γράψωμε σύμφωνα μέ τον Vat. Pal. gr. 364 (Κ α κ ο υ λ ί δ η, Νεοελλ. θρησκ. άλφ., σ. 107,τ) : μέσον της οικουμένης, ανά­

λογες όμως συντάξεις δέν είναι σπάνιες στα κείμενα τής εποχής. Πρβλ. Χρονικό Λεοντίου Μαχαιρά § 370 (R. Μ. D a w k i n s , Leontios Makhairas I, Oxford 1932, σ. 348,as) : μέσον τους απίστους Τούρκους και Σαρακηνούς.

Στίχ. 11. τήν τιμήν φθονήσας· ίσως απήχηση από τον Κανόνα «Τή Κυριακή τής Τυρινής», '£?δή γ', τροπ. α' (Τριφδιον κατανυκτικόν. . . , εν Ρώμη 1879, σ. 102) :

"Οφις ό δόλιος ποτέ, * τήν τιμήν μου φθονήσας, * εψιθύρισε δόλον * τής Εϋας εν τοις ώσίν. *

Στίχ. 12. εις κάλαμον εσέβη. . .· τίποτε σχετικό στή Γραφή. Ό ποιητής μοιάζει να μεταφέρη εδώ μία λαϊκή πίστη. Ή ίδια εικόνα και στην Κοσμογέννηση τοΟ Γ. Χούμνου (F. Η. M a r s h a l l , Old Testament Legends, Cambridge 1925, σ. 25,7i κ.έ.) :

Κ' είδεν δένδρον πολλά ψηλον σιμά προς το ποτάμιν, όπου τήν Εϋαν εδόλεψεν ό δφις στο καλάμιν

καθώς και στο ήμιλόγιο Κυπριακό «ΤΑσμα τοϋ Αδάμ» ( Ά θ. Α. Σ α κ ε λ λ α ρ ί ο υ, Τα Κυπριακά Β', σ. 80,59) :

όφις εζεδιπλώθηκεν 'που μέσα 'ς το καλάμι.

Page 50: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 380 —

Στίχ. 13. γένεσθε­ το χφ γενέσθαι. Διόρθωσα από τον Vat. Pal. gr. 364 ( Κ ά κ ο υ ­

λ ί δ η , σ. 107,15) :

Θεοί γένεσθε σήμερον α φάτε εκ τον ξύλου.

Στίχ. 15. δενδρόν σχετικά με ανάλογους τονισμούς, βλ. Κ. K r u m b a c h e r , Beitràge zu einer Geschichte der griech. Sprache, Weimar 1884, σ. 43.

Στίχ. 17. Πρβλ. τον Κανόνα «Τη Κυριακή της Τυρινής», 'Ωδή θ', τροπ. α' (Τριώ. διον. . ., σ. 106) : Γλυκύς * είς γεϋσιν καρπός της γνώσεως* . . . είς χολήν δε γέγονε το τέλος . . .*

Στίχ. 24. 'Ανάλογη έκκληση καί στον Κανόνα, Ώ δ ή δ', τροπ. γ' (Τριώδιον . . . , σ. 104) : Λειμών μακάριε, * φντά θεόφντα, * Παραδείσου τερπνότης, * νϋν επ εμε * δά­

κρυα σταλάξατε. *

Page 51: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

NIK. ΓΡ. ΚΑΛΛΕΡΓΗ­ ΜΑΥΡΟΓΕΝΗ

Ο ΗΓΕΜΩΝ ΤΗΣ ΟΥΓΓΡΟΒΛΑΧΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΥΡΟΓΕΝΗΣ

Το άρχικον όνομα της επιφανούς ταύτης του Ελληνισμού οικογενείας ήτο Μ α υ ρ ο κ η ν ό ς ή Μ α υ ρ ο γ έ ν η ς , το όποιον ύποστάν τήν έπί­

δρασιν της ιταλικής γλώσσης (κατά τήν έγκατάστασιν του γένους έν Ένε­

τία τον ΙΟον α'ιώνα) μετεβλήθη εις Μ ο ρ ο ζ ί ν ι, παρ' όλον ότι εις τον γραπτόν λόγον έκράτησε πάντοτε τον τύπον του αρχικού ονόματος Μ α υ­

ρ ο γ έ ν η ς (π.χ. έν Ένετία, έν τω Ναώ του 'Αγίου Στεφάνου, υπάρχει ή επιτύμβιος πλάξ δια τον Δόγην και Άρχιναύαρχον Φραγκΐσκον Μορο­

ζίνι με τήν έξης διατύπωσιν : «Φραγκίσκου Μαυρογένγ} ή Γερουσία, εν ετει 1694»).

Ό Ν ι κ ό λ α ο ς ' Ι ω ά ν ν η ς Π έ τ ρ ο υ Β ο ε β ό δ α Μ α ύ ρ ο ­

γ έ ν η ς, απόγονος του ανωτέρω Δόγη Φραγκίσκου (Μοροζίνι) Μαυρο­

γένη του «Πελοποννησιακού» κατά τήν κρατούσαν οίκογενειακήν παρά­

δοσιν, αύθέντης και ήγεμών πάσης Ούγγροβλαχίας (1786 ­ 1790), δέν ύπήρ­

ξεν ό μόνος άξιος έκγονος της επιφανούς ταύτης οικογενείας. Άλλα ενταύθα, εις τήν παροΰσαν μικράν ίστορικήν πραγματείαν

— άλλοτε δημοσιευθεϊσαν έν μέρει — 1 , θα κρίνωμεν μόνον εξέχον μέλος τοΰ γένους τούτου, τον ώς άνω προτασσόμενον Νικόλαον Μαυρο­

γένην, τήν πλέον πολυσύνθετον προσωπικότητα τοΰ 18ου αιώνος, ίσως δέ και τήν πλέον άγνωστον, καλυπτομένην ετι δια πέπλου μυστικισμού. Ούτος έγεννήθη τω 1735 έν Πάρω, όπου τω μεταξύ ή οικογένεια εΐχεν εις τα παλαιά αυτής κτήματα έγκατασταθή, καθ' όσον ό πατήρ του Πέτρος, ύποπρόξενος της Αυστρίας, είχεν ήδη αυτόθι καλώς άποκατασταθή. Είχε δέ ούτος τέκνα, έκτος του Νικολάου, τον Δημήτριον (Βοεβόδαν Μυκόνου), τήν Είρήνην και τήν Μαρίαν. Ό Βοεβόδας Δημήτριος ήλθεν εις γάμον πρώτον μεν μετά της θυγατρός τοΰ Ζανή Σκορδίλη καί κατά δεύτερον μετά

1. Ώς ημείς έπράξαμεν κατά το παρελθόν, εν περ. «Νέοι Δρόμοι», περί τούτου άλλα καί αλλαχοΰ, έν περ. «Ελληνική Έπιθεώρησις» (Εύγ. Ζωγράφου), έφημ. «Καθη­

μερινή» καί «Messager d'Athènes». 25

Page 52: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 382 —

της απογόνου του ευγενούς Ενετικού οίκου τών Γύζη Ειρήνης ( = Καλο­

γερδ). Ή Μαρία Μαυρογένη ήτο ωραιότατη, ύπανδρεύθη δε τον έξάδελ­

φόν της Τζώρτζην Κονδύλην Μαυρογένην. Ό βιογράφος τών Μαυρογε­

νών, Θεόδωρος Μπλανκάρ, άνεδημοσίευσε δημώδες άσμα προς αυτήν άναφερόμενον ι.

Παραθέτομεν τοϋτο λόγω της ιδιαζούσης γλώσσης του, άλλα και της ιδιοτυπίας του :

Ποια V αυτή πού πάγει πέρα ή περήφανη κοπέλλα τ ζ' όμορφη σαν περιστέρα με κοντό κατηφεδένιο τζε ζωνάρι λαχουρένιο πού φορεί μαργαριτάρι στο λαιμό τζί στο τζηφάλι με βραχιόλια διαμαντένια τζ' άλνσσο μαλαματένια, Θυγατέρα βοϊβόδα Πέτρου Μπέη Μαυρογένους τζί το καύχημα της Πάρου, της Μυκόνου, τζί τοϋ γένους, ή μονάκριβη Μαρία τοϋ Τζωρίτζ' Γεώργ' ή συμβία ποϋρθε εις την Μυτιλήνη, καλεσμένη τ' άδελφοΰ της τοϋ Νικόλα Μαυρογένη, μπέη μας τζ" άγαπητοϋ της, τζί Μεγάλου δραγουμάνου της άρμάδας τοϋ Σουλτάνου, π' δ καπετάν Πασσάς τον έχει μυστικόν του Σεκρετάρη, χατηρλίδικόν του φίλον τζί στα τζέρια του Σερδάρη.

Ό Όσποδάρος Νικόλαος έγεννήθη, ώς εϊπομεν, έν Πάρω, τυχών εξαίρετου ανατροφής και παιδεύσεως 2. Φιλομαθής και νοήμων, προσελήφθη νεαρώτατος εις τήν ίδιαιτέραν ύπηρεσίαν τοϋ πανίσχυρου στολάρχου Καπουδάν Πασσα ­ γαζή Χασάν Πασσά τον Τζεζαερλή, τον άλλως έπι­

λεγόμενον «Μουστάκαν». Διετέλεσεν αρχικώς μεν ιδιαίτερος γραμματεύς του, είτα δε διερμηνεύς του στόλου, περιβληθείς δι' υψηλής δικαιοδοσίας και είς τον Ταρσανάν της Κωνσταντινουπόλεως.

« Ό διασημότερος τών Δραγουμάνων τοϋ Στόλου ύπήρξεν αναμφιβό­

λως ό Νικόλαος Πέτρου Μαυρογένης — λέγει είς τήν έξαίρετον μελέτην αύτοΰ ό Βασ. Βλ. Σφυρόερας 8 — όστις προσέδωσεν είς το αξίωμα όλως ίδιαιτέραν αίγλη ν και κατώρθωσε να άνέλθη, καίτοι μή Φαναριώτης, εις τον ήγεμονικόν θρόνον της Βλαχίας και να διαδραματίση σημαντικώτα­

1. Ούτος παρέλαβεν αυτό έκ της «Αρμονίας» (Σμύρνης). 2. Τήν έγκύκλιον παίδευσιν ελαβεν έν Σίφνφ, όπου έλειτούργει τότε ονομαστή

σχολή (Βλ. Κ. Γ κ ι ώ ν, 'Ιστορία τής νήσου Σίφνου, σελ. ι' ­ μη'). 3. Βλ. Β α σ. Βλ. Σ φ υ ρ ό ε ρ α, Οί Δραγομάνοι του Στόλου, ό θεσμός και οι

φορείς του, 'Αθήναι 1965, σελ. 123 κ.έξ.

Page 53: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 383 —

τον ρόλον εις τήν διοίκησιν και τα πολεμικά γεγονότα της 'Οθωμανικής αυτοκρατορίας επί εϊκοσιν ετη».

Δεν θα άπετέλει ύπερβολήν να λεχθή ότι ύπήρξεν ό πρώτος Δραγο­

μάνος του Στόλου, ό όποιος ΰψωσε τήν θέσιν ταύτην εις τήν γενική ν έκτί­

μησιν τών νησιωτών, λόγφ των μεγάλων ευεργεσιών αύτοϋ προς τους κα­

τοίκους τής "Ανδρου, Νάξου, Σίφνου, Μυκόνου, Κέας. Ούτος ανέπτυξε μεγίστην φιλογενή δρασιν υπέρ τών νήσων του 'Αρχιπελάγους μετά το 1775, εις αυτόν δε οφείλεται ή ϊδρυσις, επαναλειτουργία σχολείων, κατα­

σκευή κοινωφελών έργων, κυρίως όμως ή συστηματική όργάνωσις τής παιδείας δια τής τονώσεως του εθνικού αισθήματος εις τους νέους. 'Αλλά και τα φιλογενή αυτοϋ αισθήματα αναντιρρήτως τον ώδήγησαν να σώση έκ βεβαίας καταστροφής τα Ψαρά, προσωπικώς μεσιτεύσας υπέρ τούτων εις τον πανίσχυρον Καπουδάν πασσαν '. Εις τον Μαυρογένην επίσης οφεί­

λεται ή χορήγησις γενικής προς τους νησιώτας αμνηστίας 2. Οί νησιώται, εξ έτερου, βλέποντες εν τω προσώπω του Μαυρογένη

τον φιλογενή συντοπίτην των, ποικιλοτρόπως έξεδήλουν τα προς αυτόν αισθήματα των, ώς π.χ. έν κοινή προς τήν Πύλην αναφορά (20 Αυγούστου 1782), τών προεστώτων τών νήσων Νάξου, 'Αμοργού, Αιγίνης Κούλουρης (Σαλαμίνος), "Υδρας, Πόρου, 'Αντιπάρου, Πάτμου, Κιμώλου, Σίκινου, Φολεγάνδρου, Σπετσών, δι' ής εκφράζουν τήν βαθυτάτην αυτών εύγνωμο­

σύνην προς τον Νικόλαον Μαυρογένην. Το εγγραφον αυτό συνετάχθη έν Ντριώ (Πάρου) και υπογράφεται ωσαύτως υπό τών 'Αγίων Επισκόπων Παροναξίας Νεοφύτου (του έπωνυμουμένου Λαχοβάρη έκ Φαναριού, γενομένου δέ Μητροπολίτου Νάξου τω 1780) και του άπό Σίφνου 'Ιωσήφ 3.

Εις τάς συνεχείς δέ υποδείξεις τοϋ Μαυρογένη οφείλεται ή καθόλου τότε άρξαμένη πολιτική τής Τουρκίας έν Μάνη, ώς και ή εξοντωτική δρα­

σις κατά τών δηούντων τήν Πελοπόννησον Τουρκαλβανών 4. Εις τήν ολην δρασιν τοϋ ήγεμόνος Μαυρογένη — κατατετμημένην εις

τρία κύρια στάδια — ήτοι: α) Δραγομανίαν (1770­1786), β) τήν Άρχι­

στρατηγίαν του (1788 ­ 1790) και γ) τήν Ήγεμονίαν του (26 Μαρτίου 1786 ­8 'Ιουνίου 1790), (δέον να θεωρηθή Ιδιον και ή μετά τοϋ Ρήγα Φεραίου

1. Βλ. Κ. Ν ι κ ο δ ή μ ο υ, 'Υπόμνημα τής νήσου Ψαρρών, τ. Α', έν 'Αθήναις 1862, σελ. 37 ­ 39.

2. Βλ. Δ. Π. Π α σ χ ά λ η , Αί Κυκλάδες υπό τους Ρώσους (1770­1774), «Έπετ. Έταιρ. Κυκλαδ. Μελετών», τ. 1 (1961), σελ. 278­279.

3. Το εγγραφον αυτό ευρίσκεται έν τή Γενναδείω Βιβλιοθήκη, MS, Κ 24, φάκ. 1. Βλ. επίσης και Σ φ υ ρ ό ε ρ α , ενθ' άν., σελ. 127.

4. Βλ. 'Απ. Β. Δ α σ κ α λ ά κ η , Ή Μάνη και ή 'Οθωμανική Αυτοκρατορία, σελ. 192 ­ 197 και Σ. Κ ο υ γ έ α, Ίστορικαί πηγαί δια τήν ήγεμονίαν τής Μάνης (1774 ­ 1821), «Πελοποννησιακά», τ. 5 (1962), σελ. 60.

Page 54: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 384 —

σχέσις αύτοϋ) \ δεσπόζει ή αίνιγματώδης μεν άλλα λίαν ισχυρά προσωπι­

κότης του. Μείγμα θρησκόληπτου μυστικιστοϋ, μηδέποτε άποβαλλών τήν χριστιανική ν πίστιν — καίτοι πιεσθείς ύπο τοϋ Σουλτάνου — πλήρης ρομαντισμοί), βίαιος και ισχυρογνώμων, δίκαιος όμως και πνευματώδης (γελοιοποιήσας τήν ίθύνουσαν τάξιν των βογιάρων, δίδων τίτλους εις τους Ιππους του !), ρεαλιστής καί 'Ανατολίτης, φιλογενέστατος περί παν το πατριωτικόν Έλληνικόν, εκδικητικός, ενίοτε μέχρι σκληρότητος, έπα­

ναλαμβάνομεν ότι υπήρξε μορφή όλως εξαιρετική τοϋ 18ου αιώνος. Είδικώτερον όμως περί τοϋ Ρήγα θα έλέγομεν ότι πώς είναι δυνατόν

— ώς ύπεστηρίχθη ευρέως παρά κατηγόρων τοϋ Ν. Μαυρογένους — να ήτο εχθρός τούτου κατά τον χρόνον πού υπηρετεί παρ' αύτω ώς γραμματεύς, ότε εις τον περίφημον «Θούριόν» του λέγει, μεταξύ άλλων :

Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή.

Τι σ' ωφελεί κι αν ζήσης και είσαι στή σκλαβιά. Στοχάσον πώς σέ ψήνουν κάθ' ώρα στή φωτιά. Αύθέντης Δραγουμάνος, Βεζύρης κι' αν σταθής δ Τύραννος σε κάμνει αδίκως να χαθής. Δουλεύεις δλη μέρα εις δ,τ ι κι αν σοΰ πή κι' αυτός πασχίζει πάλι το αίμα σου να πιή. Ό Σούτσος, ό Μουρούζης, Πετράκης, Σκαναβής, Γκίκας καί Μαυρογένης, καθρέφτης είν να οής. . . 2.

* * *

Οι κάτοικοι τής Βλαχίας έζησαν έπί μακρόν χρονικόν διάστημα διοι­

κούμενοι υπό βογιάρων σλαβικής καταγωγής, οΐτινες τους εΐχον υποτάξει, ένεστερνίσθησαν δέ τα έθιμα καί τάς εν γένει δοξασίας τούτων. Ό φεουδαρ­

χισμός αυτός, ό όποιος σύν τω χρόνω κατέστη αφόρητος, διήρκεσε μέχρι τής ημέρας καθ' ην ό Ν. Μαυροκορδάτος, Μέγας Δραγουμάνος τής Πύλης,

1. Κατηγόρους τοϋ Μαυρογένους θα ήδυνάμεθα ν' άναφέρωμεν αρκετούς, έν οϊς καί τον Ρουμάνον Στούρτζα.

2. Βλ. τοϋτο καί έτερα ενδιαφέροντα περί τήν όργάνωσιν των Παριστρίων Ηγε­

μονιών έν Δ η μ. Σ. Σ ο ύ τ ζ ο υ, Ό Έκατόνταρχος τοΰ Ίεροϋ Λόχου Δ. Κ. ΣοΟτζος, Αθήναι 1969. Έν σελ. 34 κ.έξ., έν κεφαλαίω «Πρίγκιπες τής Τουρκοκρατίας» (λαμπρός χαρακτηρισμός, διότι ηγέτιδα τάξιν οί έπωμισθέντες τον Σταυρόν Μαρτυρίου τής φυλής άπετέλουν, ουχί τοϋ 'Οθωμανικού Κράτους βεβαίως, ώς κακόπιστοι καί κακόβουλοι τινές λέγουν, οί Ηγεμόνες εκείνοι, άλλα καί τήν αληθή εύγένειαν τοΟ Δούλου ΈλληνισμοΟ).

Page 55: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 385 —

έπεισε το Διβάνιον ν' άφήση την διοίκησιν των παραδουνάβιων αυτών επαρχιών εις τάς δεξιάς χείρας τών Φαναριωτών. Ό Ν. Μαυροκορδάτος ώνομάσθη πρώτος ήγεμών Φαναριώτης τής Βλαχίας κατά τω 1716, ενώ κατά το ίδιον έτος ό Μιχαήλ Ρακοβίτσα έγκαθίστατο εν Ίασίω ώς ήγεμών της Μολδαβίας.

Ή τάξις τών ευγενών εν Βλαχία διηρεΐτο εις τρεις κατηγορίας, ή πρώτη τών οποίων περιελάμβανε δέκα αξιωματούχους. Κατά το 1761 προσετέθη καί το του vel ­ vornik, άναβιβασθέντων οΰτω εις ένδεκα (εν τούτοις, εϊναί γνωστή ώς «τάξις τών δώδεκα»). Ή δευτέρα κατηγορία περιελάμβανεν ένδε­

κα βογιάρους, οϊτινες δέν έκάθηντο ενώπιον του πρίγκιπος, εφερον δε τήν προσωνυμίαν του «πϊστοϋ». Ή τρίτη, τέλος, κατηγορία, άπετελειτο εξ εκεί­

νων οΐτινες εφερον απλώς τον τίτλον του «βογιάρου». Άξιομνημόνευτον εί­

ναι ότι άπαντα τα αξιώματα κατείχοντο ύπο Χριστιανών, εξαιρέσει τεσσά­

ρων, άτινα κατελάμβανον Μουσουλμάνοι, δηλαδή του «Διβάν έφέντη», τοΰ «Βεχελί άγα» (ανωτάτου δικαστικού αξιωματούχου), του «Μεχτέρ μπαχή» (αρχιμουσικού του Ήγεμόνος) καί τοΰ «Μπαϊρακτάρ» (σημαιοφόρου).

Δεδικαιολογημένως ό Μαυρογένης εϊχεν έξεγερθή κατά τοΰ τρόπου πολυτελούς ζωής τών βογιάρων καί της υπεροψίας αυτών. Ή πολυτέλεια καί ή χλιδή εν μέσω της οποίας εζων ούτοι εν Μολδοβλαχία ήτο παροι­

μιώδης. Ό R. Walsh, όστις έπεσκέφθη πολύ βραδύτερον τού Μαυρογένους τό Βουκουρέστιον (1828) ', γράφει ότι το πρώτον θέαμα πού κατέπληξεν αυτόν, μόλις άφίχθη εις Βουκουρέστιον, ήτο ό μέγας αριθμός τών θαυμά­

σιων αμαξών αϊτινες διέσχιζον τάς οδούς καθ' δλας τάς διευθύνσεις... «Αύτη δε ή πολυτέλεια μοί έφάνη ώς τι εντελώς νέον», γράφει ούτος. Οί βογιάροι έθεώρουν πολύ ύπερήφανον τον εαυτόν των, διατηροΰντες πολυτελείς άμαξας καί έξώδευον μεγάλα ποσά δια τήν συντήρησίντων. Ούτοι εφερον πολυτελε­

στάτην μηλωτήν (γούνινον έπανοφώριον) ώς καί ύψηλόν «καλπάκι» (πίλον) περιέργου σχήματος επί της κεφαλής, κατεσκευασμένον έκ πρασίνου καί ερυθρού βελούδου. Οί περισσότεροι εξ αυτών είχον ωσαύτως πολυτελή ελκυθρα ­ άμαξας, συρόμενα ύπό έλάφων, ό δε τρόπος της ζωής των μόνον προς τους φεουδάρχας τών 'Ιταλικών πόλεων ή τους "Αγγλους ευγενείς ήδύνατο να παρομοιωθή.

Ή Υψηλή Πύλη έθεώρει τήν Βλαχίαν ώς υποτελή μεν χώραν, διοι­

κουμένην όμως ύπό ιδίων νόμων καί εθίμων. "Αλλωστε εις αυτά τα αυτο­

κρατορικά φιρμάνια έχαρακτηρίζετο αυτή ώς «Αύτοκρατορικόν κατάστη­

μα» ! (Méfrouzol calimé ve maktonoul kidemé). Μέχρι τοΰ 1665 ή Βλαχία έπλήρωνεν 60.000 πιάστρα ώς έτήσιον φόρον,

1. R. W a l s h , Voyage en Turquie et en Constantinople, trad, de H. Vilmainet E. Rives, Turin 1829 τόμ. 2, σελ. 28.

Page 56: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 386 —

όστις όμως ηύξήθη μετά τήν έπανάστασιν της εποχής εκείνης. Μέχρι της ανεξαρτησίας των, οί κάτοικοι της Βλαχίας, κατέβαλλον εις το σουλτανικόν ταμεΐον 230.000 πιάστρα και ανάλογα μικρότερα ποσά εις διαφόρους άλλους αξιωματούχους της τουρκικής αυλής (π.χ. εις τον «κιζλάραγαν», 2.000 πιά­

στρα ετησίως). Τα ήθη των κατοίκων τής Βλαχίας ήσαν παρεμφερή προς τα τών τουρκικών. Αϊ κατοικίαι ήσαν τουρκικού ρυθμοΰ. Αί γυναίκες εζων εις τους γυναικωνίτας των, όπως και εν Τουρκία. Αυτή — εν όλίγαις γραμμαΐς — ήτο ή χώρα εις τήν οποίαν εκλήθη να ηγεμόνευση ό Νικόλαος Μαυ­

ρογένης. Ό Τ. Hope, σκιαγραφών τον ηγεμόνα Μαυρογένην, χαρακτηρίζει

αυτόν ώς «εν κράμα γλυκύτητος και άγριότητος. Είχε κατάμαυρα γένια και μουστάκια. "Οταν ώμίλει έφαίνοντο δύο σειραί άπό λευκότατα δόντια, είχε μακρούς όνυχας, οί όποιοι ήσαν ωραιότατοι και τους περιποιεϊτο μέ ίδιαιτέραν φιλαρέσκειαν». Ό Μπλανκάρ, άφ' έτερου, χαρακτηρίζει τον ηγεμόνα ώς «τήν προσωποποίησιν τοϋ θάρρους, τής ανδρείας και τής δι­

πλωματικής δεξιότητος». Τήν Κυριακήν, 17 Μαΐου 1786, έκαμε τήν θριαμβευτικήν του εϊσοδον

εις Βουκουρέστιον. Είσήλθεν εκ τής Πύλης τοϋ Σερβάν ­ Βόδα καί διηυ­

θύνθη είς τον ναόν τοϋ 'Αγίου Σπυρίδωνος δια τήν δοξολογίαν. Εις τήν «Τστορίαν τής Ρουμανίας», ό Urechia δίδει λεπτομερή περιγραφήν τής μεγαλειώδους πομπής, τήν οποίαν άπετέλουν χιλιάδες στρατιωτών, αξιω­

ματούχων κλπ. Ό Μπλανκάρ παρέχει σαφή περιγραφήν τής ένθρονίσεως τοϋ Μαυρογένη, φρονεί δε ότι έπ' ευκαιρία τοϋ γεγονότος αύτοΰ, ό καθη­

γητής Θεόδωρος, τής ελληνικής πριγκιπικής σχολής τοϋ 'Αγίου Σάββα, συνέθεσε και άπήγγειλε τήν έξης φδήν :

"Εγρεο, Μαυρογένη Πέτρε μάκαρ ολβιόδαιμνίν, "Οφρα ΐδης Δακίης σον τέκος ηγεμόνα, Πάρος νήσων Δία συ τέρπεο πάτρα εονσα Νικόλεω λαμπρού κράντορος Ούγγροβλάχιον, Ξεϊνοι τ' άρχοντες, τ' αυτόχθονες ήδ' ιδιώται, Χαίρετε ώς τοϊον κτώμενοι ηγεμόνα.

Ό Χρηστάκης γράφει τα έξης διά τάς πρώτας ημέρας τής ηγεμονίας τοϋ Μαυρογένη : «Κατά το 1786, ολίγας ημέρας μετά τήν έκθρόνισιν υπό τοϋ λαοϋ τοϋ πρίγκιπος Σούτσου, ήκούσαμεν να γίνεται λόγος δι' ενα πρίγ­

κιπα, όστις εΐχεν υπηρετήσει ώς διερμηνεύς τοϋ στόλου καί ό όποιος ώνο­

μάζετο Μαυρογένης. Τον έθεώρουν ένεργητικόν καί δραστήριον, μεγάλης δε ανδρείας, καί ενώ ήτοιμάζομεν μίαν μεγαλειώδη ύποδοχήν, μέ χαράν άναμέναμεν τήν άφιξιν εκείνου δια τον όποιον τόσοι έπαινοι ήκούοντο».

Page 57: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 387 —

Ό Δ. Φωτεινός, εις την «Ίστορίαν της Δακίας», λέγει δτι «ό Ν. Μαυ­

ρογένης είχε λίαν περίεργον χαρακτήρα, φθάνων δε εις την Βλαχίαν έδεί­

χθη εξαιρετικά αυστηρός. Ύπήρξεν αληθής τύραννος δια τους άρχοντας και ευγενείς. Δια νά γελοιοποίηση τους ευγενείς δεν έδίστασε να δώση τίτλον και εις αυτόν τον ϊππον του. 'Από πολλούς εθεωρείτο ώς ανισόρρο­

πος λόγω της τοιαύτης στάσεως του, εάν δμως έξετάσωμεν προσεκτικώτε­

ρον, θα διαπιστώσωμεν ότι υπήρξε δίκαιος δια τον λαόν τον όποιον έκυ­

βέρνα, και ανεκτίμητος προστάτης τής χώρας, ή μάλλον ύπήρξεν ό αληθής σωτήρ τής Βλαχίας, έμποδίσας τάς τουρκικάς όρδάς νά δηώσουν τήν ατυ­

χή χώραν και νά υποδουλώσουν τους κατοίκους». Ά φ ' έτερου, ό επιφανής Ρουμάνος ιστοριοδίφης και γερουσιαστής

Urechia, είς έπιστολήν του κατά τάς αρχάς του παρόντος αιώνος προς τον φιλέλληνα ιστορικόν και βιογράφον των Μαυρογενών Θεόδωρον Μπλανκάρ, γράφει : «Προσπαθώ νά ανασκευάσω εις τήν «Ίστορίαν μου τής Ρουμανίας» τα του πρίγκιπος Μαυρογένη· κατέχων ώρισμένα ανέκδοτα έγγραφα, είδα τον γενναΐον ηγεμόνα ύπό διάφορον όμμα από τους λοιπούς ιστορικούς μας. Ούτως ώστε, καίτοι αργά, άνέλαβον εν τούτοις νά υπερασπίσω αυτόν, κατώρθωσα δε νά τιμηθή ή μνήμη του άπό τους σπουδαστάς τής φιλολογίας του Πανεπιστημίου του Βουκουρεστίου».

Ή εν Μολδοβλαχία δράσις του Ν. Μαυρογένη αποτελεί φωτεινόν παράδειγμα ήγεμόνος, διαπνεόμενου άπό ανώτερα αισθήματα αλτρουισμού, φιλανθρωπίας και στοργικής διοικήσεως. «Προσεπάθησε νά εξύψωση τό ηθικόν επίπεδον τών Ρουμάνων», λέγει ό Μπλανκάρ. "Ετερος συγγρα­

φεύς, ό Μουσουλμάνος Abd ­ our ­ Rahman, εις τήν «Ίστορίαν του τής 'Οθωμανικής Αυτοκρατορίας», γράφει ότι : «Τό δνειρον του πρίγκιπος Μαυρογένη υπήρξε νά άνυψώση τήν Βλαχίαν άπό τήν κατάπτωσιν εις ην εύρίσκετο και νά εμφύσηση είς τους Μολδοβλάχους πνεύμα πατριωτισμού και αγάπης προς τήν έργασίαν».

Ίδιάζουσαν όλως σημασίαν έχουν και τα διάφορα εγκώμια ή φδαί, αΐτινες έποιουντο ελληνιστί και άφιεροϋντο εις τον όσποδάρον Μαυρογέ­

νην. Ούτω, τό έγκώμιον του «Κυρίου Γεωργίου, υίοϋ τοΰ ευγενέστατου άρχοντος πρφην μεγάλου βορνίκου Σλατινιάνου, δια στίχων ήρωελεγείων», άρχεται ούτω :

Φύτλης ημέτερης μέγα δνειαρ Ιδ' ήχος απάντων Ουδας οίκονντων ευτΰχεον Δακίης Κοίρανε Μαυρογένη δηίφριων χάρμ' εΰσεβεόντων Φώσφορος άτρεκέως εκθορας ήέλιος Λαμπετόων άκεΐσι τεής κραδίης μεγάθυμου δείγμααι φραγμοσύνης εργμασι τ' ΐσμοσύνης κλπ.

Page 58: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 388 —

'Ενδιαφέρον είναι και το προσφώνημα του «Ευγενέστατου άρχοντος, πρφην μεγάλου Κοσμίου, κυρίου Άλεξ. Κάλφογλου» :

Εις το πέλαγος τον κόσμου πλέοντας δ λογισμός μου κινδυνεύει να πνιγή. Πώς στον τρέχοντα αιώνα εκαμ έναν ηγεμόνα ήρωα φρικτον ή γη, και τοιούτον ηγεμόνα όπου έγινε κορώνα και των νυν και τών ποτέ. "Οτι έχει πίστιν κι άλλα προτερήματα μεγάλα, τον στολίζουν άρεταί.

Λ ι' αυτήν λοιπόν την πίστιν εκ Θεοϋ εδιωρίσθη ώς Δαβίδ δ εκλεχθείς κ' εγεννήθη νεϋσις θεία στην βασιλική καρδία καϊ τον εστεψεν εύθνς πρίντζιπα πάσης Βλαχίας, κήρυκα της αληθείας δικαιότατην κριτήν. Κι απ τον ύψηλον τον θρόνον με μεγάλον ψυχής πόνον μας εδίδασκ' αρετή.

"Ενας καν δεν θέλει μένει ξενροντας τον Μαυρογένη πώς ορίζει στή Βλαχιά. "Οθεν γέροντες και νέοι Μουσουλμάνοι και Ριομαϊοι δλοι τους το απορούν πώς με τί οικονομία, δίχως σύγχνσι κα/ζ^/α, δλα τρέχουν κατά ρουν.

Πώς εξουσιάζει πλήθη, ανυπότακτα άήθη και τους γίνεται οδηγός. Πώς αυτό το πριντζιπάτο έφερε τα άνω κάτω δυο φρικτών βασιλειών. Ποϋ αυτό να τ άποδώσης δεν είναι άλλο παρά γνώσις καί ελπίς προς τον θεον κλπ. κλπ.

Θα έπεκτεινόμεθα όμως υπέρ το δέον, έάν ανεφέραμεν άπάσας τας ώδάς, ακροστιχίδας κλπ., τάς άφιερωμένας εις τον πρίγκιπα Μαυρογένην. Άρκούμεθα μόνον να σημειώσωμεν ότι ώραιότατον διά τε την ίδιάζουσαν γλώσσαν ώς καί δια τήν περιγραφήν είναι καί το «Ποίημα του ευγενέστατου

Page 59: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 389 —

άρχοντος πρφην μεγάλου Λογοθέτου κυρίου Ιωάννου Τζανέτου μετά "δου­

λικής ύποκλίσεως" προσφωνηθέν» ' . 'Αξιομνημόνευτος τέλος και έτερα ανώνυμος ωδή εις τον Ν. Μαυ­

ρογένην, εν τή όποια γίνεται μνεία περί τής συγγενείας των Μαυρογένη ­

Μοροζίνι . 'Αναφέρω τήν αρχήν :

Λαμπρον και περιβόητον ήτον είς Βενετίαν των Μαυρογενων όνομα πάντα για τήν άνδρείαν. Με τόσην ύπερτέρησιν στους άλλους συμπολίτας ωσάν τον ήλιον λαμπρον καΐ τους λοιπούς πλανήτας. Ώς και Πελοποννήσιον κατ' άντινομασίαν τον Μαυρογένην 2 έκραξαν όλοι εις Βενετίαν. Γιατί τήν Πελοπόννησον εΐχεν εξουσιάσει κι απ* τής δουλείας τον ζυγον τήν είχεν αποσπάσει. Πλην τώρα αν εύρίσκετο μακρόθεν να κοιτάζϊ] του ήγε μόνος τής Βλαχιάς καθ' ενα να θαιμάζη τα τόσα προτερήματα, τήν άκραν άοκνίαν, το προς τα θεία σέβας του καϊ πίστιν τήν τελείαν, ήθελε σπάσει λάρνακας, επιγράμματα σχίσει με τα όποια οι 'Ενετοί τον είχανε στολίσει. Γιατί λαμπρά ήτον ποτέ τά προτερήματα του και έξοχα είς τους λοιπούς τά κατορθώματα του. Πλην τώρα που άνέτειλεν είς τήν Ελλάδα άλλος φωστήρ πολλά λαμπρότερος και εις άρετάς μεγάλος, εθάμπωσ εκείνου το φως και άρχισε νά σβήνη καθώς κοντά στον ήλιο χάνεται ή σελήνη.

'Αξιομνημόνευτα όμως εΐναι όσα περί τής ζωής του Μαυρογένη εν Βουκουρεστίφ γράφει ή λαίδη Κράβεν, ήτις, μερικάς εβδομάδας μετά τήν ένθρόνισίν του, τον έπεσκέφθη.

Αΰτη έγεννήθη περί τό 1750 είς Σπρίνγκ ­ Γκάρντεν. Θυγάτηρ του κόμιτος Berkeley, ύπανδρεύθη εις τά 1767 τον Αόρδον Κράβεν, με τον όποιον άπέκτησεν επτά τέκνα, έγκαταλειφθείσα δε ύπό του συζύγου της, έζήτησε διαζύγιον και ήρχισε ταξιδεύουσα. Συνεδέθη με τον άνεψιόν του Φρειδε­

ρίκου του Μεγάλου, Μαργκράβου τοϋ Brandebourg, Auspach Bayreyth,

1. Βλ. Θ. Μ π λ α ν κ ά ρ, Οί Μαυρογέναι (γαλλιστί), β' εκδ., τόμ. Α'­ Β', Παρί­

σιοι 1909 (ιδία εν σελ. 722 ­ 733 τοϋ Α' τόμου). 2. Πρόκειται περί τοϋ Φραγκίσκου Μοροζίνι, Δόγη και Ναυάρχου τής Βενετίας

(1618­1694).

Page 60: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 390 —

όστις και την ένυμφεύθη περί το 1791, μετά τον θάνατον του πρώτου συζύ­

γου της. Απεσύρθη μετ' αυτής εις Άγγλίαν, μετά δε τον κατά το 1706 έπισυμβάντα θάνατον του Μαργκράβου, ή λαίδη έπανήρχισε τα ταξίδια της, άποθανοϋσα εν Νεαπόλει το 1828.

Εις βιβλίον, δπερ έξέδωσεν αύτη εις Λονδινον τό 1789 \ υπάρχει σειρά επιστολών αναφερομένων είς την έπίσκεψιν της περιέργου ταύτης γυναικός εις τήν αύλήν του πρίγκιπος Μαυρογένη. Θ' άκολουθήσωμεν, λοιπόν, την λαίδην Κράβεν είς τα ανάκτορα του ήγενόνος και θα ΐδωμεν λεπτομέρειας τινάς της ζωής του και τής συζύγου του Δόμνας Μαριόρας.

« Ό πρίγκιψ — γράφει ή λαίδη Κράβεν — περιεστοιχίζετο εξ όλων των αξιωματικών και φρουρών του. "Ανωθεν τής κεφαλής του, επί του τοίχου, έκρέμοντο το μέγα κράνος, το λοφίον, τό θαυμάσιον ξίφος 2 και τα λοιπά όπλα, ατινα εΐχον ίδή να κρατούν επισήμως προ αύτου είς τάς οδούς τής Κωνσταντινουπόλεως.

Ή πριγκίπισσα ήτο καθισμένη κατά τήν τουρκικήν συνήθειαν, με τάς τρεις εκ τών θυγατέρων της γύρω της, ηλικίας περίπου εννέα, δέκα και ένδεκα ετών. Είναι πολύ ωραία και ηλικίας τριάκοντα περίπου ετών. 'Ομοιά­

ζει δε πολύ με τήν δούκισσαν του Γκόρντον. [Ή 'Ιωάννα Γκόρντον (1749 ­1812), ή περίφημος και ωραιότατη ευνοούμενη του Πίττ, ένυμφεύθη τον Άλέξανδρον, δούκα του Γκόρντον, έναν εκ τών πλουσιωτέρων ευγενών τής 'Αγγλίας. Υπήρξε θαυμαστής ώραιότητος αύτη, όπως άλλωστε καταφαί­

νεται τοϋτο και εκ τής εξόχου προσωπογραφίας της, γενομένης υπό του Reynolds (1775). Ή οικία της εν Pall­ Mall υπήρξε, κατά τήν δεκατετραε­

τή διακυβέρνησιν τής χώρας ύπό του Πίττ (1787­ 1801), τό κέντρον τής αγγλικής αριστοκρατίας].

Ή διαφορά πού παρουσιάζει προς τήν δούκισσαν του Γκόρντον είναι ότι τό πρόσωπον τής Δόμνας Μαριόρας Μαυρογένη Ά εκφράζει περισσοτέ­

ραν γλυκύτητα, ότι τό δέρμα της είναι λευκότερον και ότι έχει τήν κόμην

1. A journey through the Crimea to Constantinople in a series of letters from the Right Hon. El. Lady Craven to his serene Highness the Margrave of Brandburg.

2. Κατά τήν οίκογενειακήν παράδοσιν, το ξίφος τοΰ Ν. Μαυρογένη ήτο εν τών τοϋ άοιδίμου τελευταίου Έλληνος Αύτοκράτορος Κωνσταντίνου τοΰ Παλαιολόγου. Τοϋτο περιήλθεν είς τήν άνεψιάν αύτοϋ Μαντώ Μαυρογένους, τήν ηρωίδα τής Μυκό­

νου. Αΰτη δέ, είς στιγμάς πατριωτικού ενθουσιασμού, έδώρησε τοϋτο προς τον φίλον αυτής Κυβερνήτην Ίω. Καποδίστριαν. Ούτος δέ, ώς μή έδει, προσέφερεν αυτό ώς δώρον είς τον Γάλλον στρατηγόν Maison (Μαιζώνα), προς άναγνώρισιν τών προς τήν Ελλάδα γενναίων αύτοϋ υπηρεσιών. Έκτοτε αγνοείται ή τύχη τοΰ ίστορικοΰ τούτου ξίφους !

3. Ό Ν. Μαυρογένης ένυμφεύθη περί τα 1763 τήν Μαριόραν Σκαναβή, πλουσίαν και ευγενή Φαναριώτισσαν, μεθ' ης έσχε τρεις υιούς και πέντε θυγατέρας, εκ τών οποίων ή μεν Σμαράγδα υπήρξε σύζυγος τοϋ ήγεμόνος τής Μολδοβλαχίας Καρόλου Καλλιμάχη, ή Ρωξάνη τοϋ Κωνσταντίνου Μάνου, ή Ευφροσύνη τοΰ Κωνσταντίνου Νέγρη και ή

Page 61: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 391 —

ξανθήν. Πρέπει να προσθέσω ότι είναι κάπως εύσωμος και ότι εύρίσκετο εϊς τον έκτον μήνα της ογδόης εγκυμοσύνης της. Μέ έπήρεν από το χέρι και μου υπέδειξε να καθήσω πλησίον της. Ό πρΐγκιψ, δια να μου δείξη τον έξαιρετικόν σεβασμόν του, έπέτρεψεν είς τον Μ. Β. όπως είσέλθη εις τον γυναικωνίτην του, δόσας είς αυτόν θέσιν πλησίον του. Ύπήρχον είκοσι περίπου γυναίκες εντός της αιθούσης, μία των οποίων έφόρει ύψηλόν πΐλον εκ ζιμπελίνας, στερεούμενον επί της οπίσθιας πλευράς της κομμώσεως της και στηριζόμενον επί λωρίδος. Το σύνολον δεν ήτο άσχημον, ούτε άκα­

λαίσθητον. Ή πριγκίπισσα μέ έπληροφόρησεν ότι επρόκειτο περί κυρίας της Βλαχίας και ότι ό πίλος αυτός ήτο κάλυμμα του τόπου της. Άφοϋ ή πριγκίπισσα μέ ήρώτησεν αν ήμην ένδεδυμένη σύμφωνα μέ τήν γαλλικήν μόδαν, προσέθεσεν ότι θα έθεώρει ευτυχή τον εαυτόν της, εάν έδεχόμην να μέ φιλοξενήση είς Βλαχίαν έπί εν έτος. Ό πρΐγκιψ έφαίνετο να το έπεθύμει και ό ϊδιος όσον και ή σύζυγος του. Τους έπληροφόρησα όμως ότι δέν έσκό­

πευον να παραμείνω είς το Βουκουρέστιον πέραν τοϋ ενός εικοσιτε­

τραώρου. Τότε μέ έκάλεσαν να γευματίσω μαζί των. Φυσικά έδέχθην. Το γεϋμα

παρετέθη μάλλον κατά τον εύρωπαϊκόν τρόπον, πράγμα το όποιον δέν έπερίμενα. Τόσο μεγάλο τραπέζι και τόσον ωραία καθίσματα δέν ήλπιζον να ϊδω. Ό πρΐγκιψ έκάθητο εις τήν κορυφήν τής τραπέζης, έχων δεξιά και αριστερά τήν σύζυγόν του και έμέ. Ό Μ. Β., πού ήτο επίσης προσκεκλη­

μένος, έκάθησεν αριστερά μου. Πολλαί κυρίαι επίσης ήσαν είς το γεϋμα μαζί μας. Ή πριγκίπισσα εΐχεν εννέα γυναίκας είς τήν ύπηρεσίαν της. Είδα πολλά αργυρά επιτραπέζια σκεύη, τα όποια μου έφάνησαν αγγλικής κατασκευής. Εϊδα επίσης τέσσαρα κηροπήγια εξ αλαβάστρου, διακεκοσμη­

μένα μέ άνθη, σχηματισμένα από σαπφείρους και άλλους πολύτιμους λί­

θους, τα όποια ήσαν εξαιρετικώς ώραϊα. "Επαιζαν, καθ' όλην τήν διάρκειαν τοϋ γεύματος, τουρκικήν μουσικήν ευτυχώς όμως, εν τω μεταξύ διεκόπτετο άπό βοημικά άσματα γλυκύτατα και ρυθμικώτατα. Ό πρΐγκιψ αντελήφθη τήν εύχάριστον αυτήν έντύπωσιν και διέταξε να παίζουν συχνότερα τά βοημικά παρά τά τουρκικά. Φαίνεται ότι οί Βοημοί έχουν γεννηθή σκλάβοι, και ότι ανήκουν εκάστοτε είς τον κυβερνώντα πρίγκιπα τής Βλαχίας. Μοΰ είπαν ότι έμενον ακόμη πέντε χιλιάδες εις τήν χώραν, άπό είκοσι πέντε χιλιάδας Βοημούς, πού ήσαν άλλοτε. Άφοϋ έτελείωσε τό γεϋμα, μετέβημεν είς τήν μεγάλην αϊθουσαν, έκεΐ όπου μέ εΐχον δεχθή τήν πρώτην φοράν. Ό πρΐγκιψ και ό Μ. Β. έκάθησαν εις τήν μίαν πλευ­

Σουλτάνα τοϋ 'Εμμανουήλ Μάνου. Υίος ταύτης υπήρξε και ό επιφανής στρατηγός Ίω. Μάνος, υπουργός των Στρατιωτικών, βουλευτής, γερουσιαστής κλπ. επί ηγεμονίας τοϋ πρίγκιπος Κούζα (1864).

Page 62: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 392 —

ράν της αιθούσης, ή πριγκίπισσα δέ και ημείς αί άλλαι κυρίαι εις τήν άλλην πλευράν.

Ό σύζυγος της έκάπνιζε πίπαν και. ήμην πολύ στενοχωρημένη πού ή ευγένεια προς μίαν φιλοξενουμένην τήν εμπόδιζε να κάμη το ίδιον. Ό πρϊγκιψ με ήρώτησεν αν έγνώριζα τον αυτοκράτορα και τον πρίγκιπα του Κώνιτς, εις καταφατική ν μου δέ άπάντησιν, με ήρώτησεν, αν έσκόπευα να τους επανίδω.

«—Έ, λοιπόν — προσέθεσε— είπέτε εις τον πρίγκιπα, δτι του είμαι δλως άφωσιωμένος­ και εις τον αυτοκράτορα, δτι τώρα πού είμεθα γείτονες, ελπίζω να ζήσωμεν ώς φίλοι».

Έκ της λεπτομερούς ταύτης περιγραφής του γεύματος, έλάβομεν κατά το μάλλον ή ήττον σαφή ίδέαν τής ιδιωτικής ζωής του πρίγκιπος Μαυ­

ρογένη. Ό βιογράφος του, Θεόδωρος Μπλανκάρ, γράφει δτι ύπήρχεν εθιμοτυπία, ένθυμίζουσα εν πολλοίς έκείνην τής αυλής του Λουδοβίκου του ΙΔ' τής Γαλλίας. «Ήτο κανών, ό ήγεμών να μή ζητή τίποτα κατά τήν ώραν του φαγητού. "Ολα ήσαν προητοιμασμένα, και αυτός ό άρτος ήτο τεμαχισμένος εις πολύ μικρά μέρη. . . Ό οίνος εύρίσκετο εις φιάλας έκ κρυστάλλου, ένω δέ έγευμάτιζεν ούτος, τεσσαράκοντα μουσικοί άθίγαννοι έκ τής παραπλεύρως αιθούσης, επαιζον βιολί και έτραγούδουν εθνικά ελλη­

νικά άσματα». Ό Μπλανκάρ προσθέτει ακόμη : « Ό καφές έσερβίρετο περί τήν Ιην

μ.μ., μετά το γεύμα, είς το όποιον είχον παρακαθήσει ή Δόμνα, αί Δομνίτσαι και ό Μπεηζαδές. Τα κύπελλα ήσαν κατάμεστα εξ αδαμάντων. Μετά τον καφέ ήκούετο ήχος κώδωνος έκ του πύργου των ανακτόρων τοΰ ήγεμόνος. Μετά τήν μετάδοσιν τοΰ σήματος αυτού, έπρεπε να παύση πάς θόρυβος έν τη πόλει, διότι ό ήγεμών άνεπαύετο. Είς τάς 4 μ.μ. νέος ήχος τού κώδωνος άνήγγειλλεν ότι ό ήγεμών ήγέρθη, και ήδύνατο έκαστος νά έπαναρχίση τήν έργασίαν του».

Ό Ν. Δ. Ποπέσκου \ κρίνων τον ηγεμόνα Μαυρογένην, πλέκει το έγκώμιόν του και τονίζει το γεγονός δτι αυτός επανέφερε το παλαιόν σύ­

στημα απονομής δικαιοσύνης άπ' ευθείας δια τοΰ όσποδάρου και των πα­

τρικίων του, άπαλλάξας ούτω τον λαόν του άπό το άγος τής χρηματικής εκμεταλλεύσεως άπό μέρους των διαφόρων βογιάρων. Είναι περίεργον εξ άλλου το γεγονός τής αναθέσεως τής άρχιστρατηγίας των οθωμανικών στρατευμάτων είς τον πρίγκιπα Μαυρογένην. Οί λεξικογράφοι Βουτυράς, Βρεττός και Βασιάδης λέγουν δτι «ό Ν. Μαυρογένης ύπήρξεν ό πρώτος και τελευταίος των Ελλήνων, τον όποιον εκαμεν ή Πύλη Άρχιστράτηγον (Σερδαρεκρέμ)».

1. Calendario Peuntru toti Romanis, Buchurest 1890.

Page 63: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 393 ­

Ό de Salsberry τονίζει ότι ό Μαυρογένης ήξιώθη της εξαιρετικής τιμής δι' ενα χριστιανόν, να διοίκηση τήν όθωμανικήν στρατιάν.

'Αξιομνημόνευτα ομοίως και τα ύπό του επιφανούς ιστορικού Ι. Γ. Πιτσιπιοΰ βέη 1 γραφόμενα :

« Ό πρΐγκιψ Ν. Μαυρογένης, ονομασθείς κατά το 1788, δι' ενός Χατ ­1 ­σερίφ τοϋ Σουλτάνου Άβδούλ Χαμίτ, αρχιστράτηγος κατά τους πολέμους ους ή Πύλη διεξήγε κατά τήν έποχήν έκείνην εναντίον Αυστριακών και Ρώσων, διφκει αυτός ό ίδιος τα στρατεύματα, ενώ ό Μέγας Βεζύρης Γιου­

σούφ ένήργει κατόπιν των οδηγιών, αν μή τών διαταγών, τοϋ Έλληνος τούτου πρίγκιπος». Τό πλέον περίεργον είναι ότι ό διορισμός αυτός έγέ­

νετο μετά άπό μίαν αύτόγραφον έπιστολήν τοΰ Σουλτάνου, δια τής οποίας παρώτρυνεν αυτόν ν' άσπασθή τον ίσλαμισμόν. Ό Μαυρογένης όμως ήρνή­

θη κατηγορηματικώς. Έτερος συγγραφεύς, ό Γούδας, μας λέγει ότι: «""Ο Μαυρογένης άπήλαυεν

εμπιστοσύνης άνευ ορίων, είχε δε λάβει τοιαύτην έξουσίαν από τον Σουλ­

τάνον, ώστε ήτο σχεδόν Μέγας βεζύρης, ή τό alter ego τοϋ Σουλτάνου, είχε διατάξει δέ όλους τους Τούρκους αρχηγούς να μή διαπράττουν ούδε­

μίαν άδικίαν ή βιαιότητα εις τήν χώραν. 'Αλλά, Τούρκοι και πειθαρχία, Τούρκοι και τάξις, ήσαν πράγματα άγνωστα διά τήν έποχήν έκείνην» 2. Κατά τάς μαρτυρίας τοΰ Κούμα 3, φαίνεται ότι διφκει άνω τών 70.000 στρα­

τιωτών, αν και ό Δ. Φωτεινός 4 αναβιβάζει τούτους εις 100.000. Ό Κούμας προσθέτει ακόμη ότι «οι Τούρκοι στρατηγοί εμενον όρθιοι, ενώ ό Μαυρο­

γένης έκάθητο». Εις τα λίαν στενά όρια, βεβαίως, τής μελέτης αυτής, ήτις δεν έχει αξιώ­

σεις βιογραφίας τοΰ μεγάλου εκείνου Έλληνος ήγεμόνος, είτε θέλουν τοΰτο οι κατήγοροι του εϊτε όχι, σήμερον, οπότε τόσον άπεμακρύνθημεν άπό τους βιογράφους του, έξυμνητάς ή μνημονευτάς του, δεν δυνάμεθα παρά μετά θαυμασμού να κρίνωμεν τον άνδρα, ό όποιος έστω και αν επέδειξε σκληρό­

τητα — άλλα και ποίος ηγέτης δεν επιδεικνύει, ιδίως εις πολεμικάς περιό­

δους ; — εν τούτοις όμως ή κυρίαρχος αύτοΰ μορφή δεσπόζει εν τη ημετέρα 'Ανατολή τό δεύτερον ήμισυ τοΰ 18ου αιώνος.

Έγράφη επίσης κατ' αύτοΰ, ως να ήτο ελάττωμα, ότι ό Μαυρογένης δεν ήτο Φαναριώτης ! 'Αλλά και ποίοι — ελάχιστοι ήγουν — υπήρξαν οί ακραιφνώς γηγενείς εκεί ; Μήπως οι πλείστοι δεν ώρμήθησαν εξ άλλων τόπων ; Και τοΰτο ακριβώς άπετέλει και τήν άξίαν τοΰ αξιώματος ότι

1. L'Orient et les réformes de l'Empire Byzantin, Paris 1888, σελ. 79. 2. Κ ο ύ μ α , Βίοι παράλληλοι, τόμ. 2, σελ. 113. 3. Δ. Φ ω τ ε ι ν ο ύ , Ιστορία ανθρωπίνων πράξεων, τόμ. 10, σελ. 390. 4. Δ. Φ ω τ ε ι ν ο ύ , 'Ιστορία τής Δακίας, τόμ. 11, Βιέννη 1818, σελ. 300.

Page 64: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 394 —

δι' εναλλαγής προσώπων εκ διαφόρων περιφερειών της Ελλάδος εν ανα­

μίξει μετά τών αυτοχθόνων γηγενών της συνοικίας Φαναριού της Κωνσταν­

τινουπόλεως παρήχθη εκείνη ή ιδιάζουσα τών Φαναριωτών τάξις τής μετά της Επτανησιακής (ελευθέρας εκείνης από τουρκικού ζυγοϋ) αποτελούσης και τήν μόνην άριστοκρατίαν του Γένους.

Έξ άλλου φυσικόν ήτο μετά τήν άπελευθέρωσιν οί αυτόχθονες ένταϋθα να μισήσουν τήν οιονεί αυτήν άριστοκρατίαν, καίτοι πολλά δεινά θ' άπε­

φεύγοντο μετά τήν σύστασιν του μικρού μας τότε εκείνου Βασιλείου, εάν μίσος δεν διεχώριζε τους γηγενείς προς τους έτερόχθονας και αν ήδύνατο ιδία ή εξωτερική υπηρεσία τότε να έπανδρωθή δια τών Φαναριωτών. Ή τάξις πάντως αΰτη έκράτησε πάντοτε ύψηλόν το Έλληνικόν όνομα και είναι ευτύχημα δ,τι ιστορικός του κύρους ενός Παπαρρηγοπούλου λέγει :

«Έκράτησαν υψηλά ούτοι τό Έλληνικόν όνομα ουδέ δύναται τις να λησμονήση ότι μέρος τής Εθνικής μας υπάρξεως οφείλει εις τα μέρη εκεί­

να εως σήμερα ή Πατρίς μας εις τους Φαναριώτας ηγεμόνας». Ό Χ. Δασκαλάκης 1 γράφει μεταξύ άλλων ότι «αναντίρρητος είναι ή

φιλοπατρία τών πλείστων εκ τών Φαναριωτών, οϊτινες πολλάκις έξεμεταλ­

λεύθησαν τήν επί τής Πύλης έπιρροήν των έπ' άγαθω του υποδούλου Ελ­

ληνισμού. Δείγματα δε τής φιλοπατρίας των είναι αί ένέργειαι του Ν. Μαυ­

ρογένους σώσαντος τήν νήσον Ψαρά, ην προετίθετο να καταστρέψη ό ναύαρχος Χασάν Πάσας ώς μετασχοϋσαν τής Επαναστάσεως του 1770...»­\

Ό αείμνηστος ημών διδάσκαλος 'Ιάκωβος Χαρ. Δραγάτσης, εις μικράν μελέτην του περί Φαναριού λέγει μεταξύ άλλων δια τους Φαναριώτας ότι «...Σαφέστατα φαίνεται ότι παρά πάσας τάς ελλείψεις αυτών, οί άν­

δρες εκείνοι, ενώ ή Πατρίς ημών σύμπασα διετέλει ύπό τον βαρύν τής δου­

λείας ζυγόν, ενώ μαρασμώδης κατάστασις κατείχε τα πάντα αυτοί, εκπροσω­

πούντες τήν πατροπαράδοτον μεγαλοφυΐαν, συνεκράτησαν εις χείρας αυτών τάς τύχας μεγάλης κραταιάς Αυτοκρατορίας, περιέστειλαν κατά τό δυνατόν τάς ορμάς του φανατισμού καί τής βαρβαρότητος τόσων βάναυσων και αγρίων δεσποτών, δεν έπαυαν όμως θεραπεύοντες καί τάς Μούσας αληθώς κατ' άξιοθαύμαστον τρόπον ουκ ολίγοι δε αυτών προσηνέχθησαν θύματχ καί ολοκαυτώματα εις τον βωμόν τής Πατρίδος».

Ό 'Αντωνόπουλος αφ' έτερου είς τήν μελέτην του περί του πρίγκιπος Μαυρογένους προ ετών, τονίζει ότι «εάν δέν ύπήρχεν ό ήγεμών Μαυρογέ­

νης, άπό τό 1789 ολόκληρος ή Βαλκανική θα άνήκεν είς τους Ρώσους καί

1. Βλ. Χ. Δ α σ κ α λ ά κ η , Περί Φαναριού καί Φαναριωτών, εν Μεγάλη Ελλη­

νική 'Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. ΚΓ', σελ. 815 ­ 816. 2. Βλ. μικράν μελέτην του : «Το Φανάρι καί αί Φαναριώτισσαι (τί προσήνεγκον

είς τον 'Ιερόν αγώνα τοΰ "Εθνους)», 'Αθήναι 1930, σελ. 7.

Page 65: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 395 —

Αυστριακούς». Ti καταστροφή δια την έλληνικήν ύπόθεσιν, εάν τοιούτον τι συνέβαινεν ! Ή ανοργάνωτος υπόδουλος μικρά Ελλάς δεν θα ήδύνατο να κινηθή κατά των δύο αυτών «πεπολιτισμένων» ισχυρών Κρατών και οποία διάφορος θα ήτο ή εν γένει έξέλιξις ημών και ή Ελλάς· άπό τότε θα άπετέλει άπλήν Αύστριακήν έπαρχίαν ! Θα έπέτρεπεν ό μισέλλην Μέττερνιχ με την Ίεράν Συμμαχίαν άποτίναξιν ζυγοϋ ; Ερωτήματα ουσιώδη, άτινα δεν δύνανται να διαφύγουν τήν προσοχήν τοϋ εξετάζοντος τήν ιστορίαν της Ελλάδος.

Ό Ν. Μαυρογένης, παρ" όλην τήν εχθραν τήν οποίαν εΐχεν άπό μέρους σημαινόντων Φαναριωτών και μηχανορραφίας, παρ' δλας τάς δυσμενείς περιστάσεις καθ' ας εΐχε να παλαίση εν τη τότε άναρχουμένη Ούγγροβλα­

χία, κατά τών δολοπλοκιών τών διαφόρων βογιάρων, κατά της τουρκικής πλεονεξίας και απληστίας, και της εκ μέρους ένίων Ελλήνων παρεξηγή­

σεως και καχυποψίας, ύπήρξεν αληθώς μέγας, απέθανε δέ, με στέφανον μαρτυρίου, εγκαταλειφθείς ύπό άμαθους και άσπλαχνου Κυβερνήσεως, μετά στωϊκότητος ιδιαζούσης εις "Ελληνα. Λαμπρός είναι ό ύπό τοϋ Ζαλόνυ χαρακτηρισμός : « Ό Μαυρογένης ύπήρξεν άνήρ πολλής γενναιότητος και μεγαθυμίας πλησιαζούσης προς τήν στωϊκότητα».

Ό ήγεμών Μαυρογένης απέθανε περί τά 1790. Μετά τήν κατά τό 1789 ήτταν τοϋ τούρκικου στρατοϋ εν Φωξανίω ύπό τών Αύστρο ­ ρώσων ή μήνις τοϋ Σουλτάνου Σελίμ εστράφη κυρίως κατά τοϋ αρχιστρατήγου τών οθωμα­

νικών δυνάμεων Νικολάου Μαυρογένη, όστις χριστιανός ων, πιθανόν να κατεπροδόθη άπό τους Μουσουλμάνους, ούτω δέ διέταξε τον άποκεφαλι­

σμόν τούτου. Τό τοιοϋτον άλλωστε εμφαίνεται και εξ ώρισμένων εγγράφων τών αυτοκρατορικών αρχείων της Βιέννης.

Ούτω κατ" άναφοράν τοϋ πρίγκιπος του Cobourg : « Ό πρΐγκιψ Μαυρογέ­

νης άπεκεφαλίσθη τήν Ιην Όκτωβρίου τοϋ 1790 και ή κεφαλή του απεστά­

λη εις τήν Κωνσταντινούπολιν». Ό Σ. Κρητικός, γράφων εν τω περιοδικώ «"Εσπερος» τό 1889 περί τοϋ

Ν. Μαυρογένη καί έξιστορών τον τραγικόν θάνατον του, επιλέγει ότι ό Μαυρογένης ύπήρξεν «εις εκ τών δεξιωτέρων ηγεμόνων της Βλαχίας, άριστος διπλωμάτης καί, όπερ καί κυριώτερον, ήτο πεπροικισμένος δια μεγάλων στρατιωτικών αρετών. 'Αλλ' άραγε ποΰ νά εχη ταφή ό άνθρωπος τον όποιον έκόσμουν τόσα προτερήματα ; Ουδείς γνωρίζει. Έν τούτοις ή μνήμη του θα παραμείνη αθάνατος καί έλπίζομεν ότι οι "Ελληνες καί οί Ρουμάνοι θα τοϋ αποδώσουν μίαν ήμέραν δικαιοσύνην. Πότε όμως ;».

Κατά ταΰτα ό ήγεμών Μαυρογένης ωφέλησε τό Έλληνικόν πολλα­

πλώς. Διότι καί ήγειρεν αληθή μνημεία εθνικής δραστηριότητος ελληνικού χαρακτήρος, ηγεμόνευσε κατά δημοκρατικόν τρόπον δια τήν έποχήν του, έστρεψε τήν προσοχήν του προς τήν υποτυπώδη τότε έκπαίδευσιν έν

Page 66: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

­ 396 —

Ούγγροβλαχία καί συνετέλεσεν εις την έξύψωσιν ταύτης, ενεψύχωσε τον Ρήγαν Φεραΐον εις τα περί λυτρώσεως τοΰ Γένους σχέδια του και πλειστά­

κις απέτρεψε τον Σουλτάνον εις εκδικητικά αύτοΰ σχέδια κατά των Ελ­

λήνων. Ά φ ' έτερου δε υπήρξε «μόνος» εν όλη τη φιλοσοφική έννοια τής λέξεως. Δηλαδή μή άποτελων μέρος τής «κλίκας» ή τής φαναριωτικής καμαρίλλας, έφερε μόνος αυτός τον Σταυρόν του Γολγοθά παρ' ούδενός έβοηθήθη εν Φαναρίω θεωρούμενος ώς έτερόχθων παρά των υπεροπτών Φαναριωτών. Έκτος δέ τούτου φυσικόν ήτο ή έκτακτος αύτοΰ ιδιότυπος προσωπικότης να έπισύρη τον φθόνον των μικρών ή το μίσος τών μεγάλων!..

Ούδένα εξ έτερου είχε συμπαραστάτη ν εις τό σκληρόν αύτοϋ έργον να ηγεμόνευση λαοΰ ετερόφυλου και ήμιβαρβάρου. Οί έτεροι ηγεμόνες εκπροσωπούντες «φέουδα» οικογενειακά ή ξενοκινήτους έπιρροάς (Γαλλι­

κάς, Ρωσικάς, Αύστριακάς κ.ά.) ήδύναντο να κινηθούν άνετώτερα επι­

βαλλόμενοι και παρά τή Πύλη δια τών οικείων Πρέσβεων. Ουδέν εκ τού­

των είχε ν' αντιπαράταξη ό Μαυρογένης. Εΐχεν όμως δπλον ϊσχυρόν τήν εξοχον διπλωματικήν αύτοΰ ικανότητα τάς ήγετικάς καί στρατιωτικός άρετάς καί τήν εντονον «γοητευτικήν» προσωπικότητα του ! Έθελγε πάντα συνομιλητήν του, ή δέ ευστροφία του απετέλεσε τρόπον τινά οΐκο­

γενειακήν παράδοσιν, διότι κατά τό διάστημα δέκα αιώνων τοΰ βίου τοΰ επιφανούς τούτου έλληνικοΰ γένους, τών Μαυρογενών, πλέον τών τριάκοντα επτά μελών τής οικογενείας κατέλαβον έξοχους διπλωματικάς θέσεις ή στρατιωτικός ήγετικάς τοιαύτας. Ό λέων τής Ένετίας, ό οποίος πα­

ρέμεινε σύμβολον τοΰ γένους τούτου καί στηρικτής εις τον θυρεόν, δέν ήτό τι τυχαΐον ούτε μόνον έραλδικώς έσήμαινε τήν λαμπρότητα καί αϊγλην τών Μαυρογενών. 'Αποτελεί βαθύτερον έμβλημα τής ευγενείας τοΰ λέον­

τος, ό όποιος ουδέποτε επιτίθεται πρώτος καί δέν είναι αιμοδιψής. Καί αϊ άνθρώπιναι δυστυχώς άδυναμίαι ευκόλως μετατρέπουν τους ανθρώπους ε ι ς . . . ύαινας ζώσας έκ τοΰ αίματος τών άλλων ! !

Ό Νικόλαος Μαυρογένης έπαιξε σπουδαΐον ρόλον εις τήν ίστορίαν τής καθ' ημάς Ανατολής, όμως δέν έξετιμήθη εισέτι δεόντως λόγφ τής άμβλυωπίας ένίων ιστορικών συγγραφέων. Τό όλον στωϊκόν μεγαλεΐον τής μεγάλης εκείνης ελληνικής ψυχής του δέν θα κατανοηθή αν δέν γνωσθή δια τής παρεμβάσεως ευσυνείδητου βιογράφου ­ ίστορικοΰ, ή πλή­

ρης περιπετειών, δόξης, δράσεως καί μαρτυρίου πικρά ζωή του . . .

Page 67: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΠΑΝΩΦΟΡΟΠΟΥΛΟΥ ­ ΣΙΓΑΛΑ Φιλολόγου ­ Καθηγήτριας

ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΤΗΣ ΔΙΔΟΥΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΙΝΕΙΑ ΣΤΗΝ «ΑΙΝΕΙΑΔΑ» ΤΟΥ ΒΕΡΠΛΙΟΥ

Άπό τα δώδεκα βιβλία της Αΐνειάδος του Βεργιλίου ενα από τα πιο ώραΐα και τα πιο «προσωπικά» του, σύμφωνα με τή γνώμη εκείνων πού με­

λετούν το Βεργίλιο σέ παραβολή με τα επη τοΰ Όμηρου, είναι το τέταρτο. Ό Αινείας, κινώντας άπο τήν Τροία για τήν πεπρωμένη του γη της Ιταλίας, έχει φτάσει (άπο το Αίν. Ι, 158) στους Αιβυκούς γιαλούς, όπου ή βασίλισσα Διδώ χτίζει τήν Καρχηδόνα. Ή παραμονή του κοντά της, ή λεβεντιά τοΰ κορμιού καί της ψυχής του, οί θαυμαστές του διηγήσεις τήν έχουν βαθιά συγκλονίσει καί γοητεύσει τή βασίλισσα Διδώ, τήν άλλοτε γυναίκα τοΰ Συχαίου, πού μετά το θάνατο του κανείς δε μπόρεσε να τή λυγίση καί να της γέννηση πόθο ερωτικό. Μα τώρα φλέγεται άπο πάθος για τον Αινεία. Το τέταρτο βιβλίο της Αίνειάδος είναι κατάμεστο άπό αυτό της τό πάθος, πού αλόγιστα κυβερνά τις πράξεις της. Δεν έχει εδώ ό Βεργίλιος καμιά σχέση μέ το θείο, μα φυσικό ερωτικό ξέσπασμα, τοΰ Δία για τήν "Ηρα στο Ζ της Ίλιάδος. Ούτε μέ τό δυσκολοεύρετο αίσθημα συμπαθείας ή αγάπης του 'Αχιλλέα για τή Βρισηίδα, πού μόλις σαν μια ζητημένη μάλλον απαιτητική μας απάντηση ανακοινώνει ό 'Αχιλλεύς (στο Ι, 343) στην πρεσβεία τοΰ 'Αγα­

μέμνονος. Ούτε ακόμη μέ τήν τόσο στεγνή, μα μεγαλόπρεπη για τοΰτο ίσως, συνάντηση τοΰ 'Οδυσσέως καί της Πηνελόπης στο ψ της Όδυσσείας, μετά άπό τόσα χρόνια συνάντηση ενός αναγνωρισμένου βασιλικού ζευγαριού. Ούτε μέ τον έρωτα ακόμα της Καλυψοΰς για τον 'Οδυσσέα, πού τόσο πειθή­

νια καί αυτή ακούει στα λόγια τοΰ Έρμου ν' άφήση τον 'Οδυσσέα να γύρη στή γη του. Ούτε μέ τή γενική πίστη στα Όμηρικά επη για τή σωματική αναγκαιότητα τοΰ ερωτισμού (Ι, 275 καί άλλου). Στέκει ακόμη διάφορο και άπό αυτή τήν αγάπη καί τον έρωτα τοΰ Παριδος καί της Ελένης, πού κινή­

σανε για τοΰτο έναν ολόκληρο πόλεμο ανάμεσα σέ δυο λαούς, μα πού καί αυτό είναι άπό τους θεούς καί τή μοίρα σταλμένο, καί ή Ελένη τό προσδέχεται κάθε φορά στα δώματα μέσα πια τοΰ άντρα της τοΰ τωρινού, τοΰ Πάριδος, χωρίς να μπορή να τό αποτίναξη ούτε καί στις αρνητικές της ώρες. Τό πάθος για τον Αινεία της Διδοΰς, στο IV βιβλίο της Αίνειάδος, είναι απερίγραπτο,

26

Page 68: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 398 —

καινούργιο, ακατανόμαστο, πηγαίο: Φωτιά από τα κόκκαλά της και μέχρι τα κόκκαλά της. Είναι αυτό πού θα διδάξη αργότερα τή Δύση και πιο μετά τον κόσμον όλο, το τί είδους «έν δράσει ύφαίστειον» εϊναι τό στοιχεϊον «έρως» για την πολλαπλή του χρήση στην τέχνη, εϊτε λογοτεχνία, είτε μουσική, είτε ο,τι άλλο είναι αυτή.

'Από αυτό το φλογερό IV βιβλίο παραθέτομε μέρη σέ νεοελληνική (δική μας) έμμετρη μετάφραση :

Κι ωστόσο λαβωμένη από βαρώ κι ή αφέντρα ερωτοπόθο, 1 στίς φλέβες μέσα τρέφει την πληγή, κρυφή την τρώγει λάβα. Τον άντρα ή περίσσια αντρεία και της γενιάς ή δόξα τον ή περίσσια κλωθογυρνοϋν στο νου της' στην καρδιά τα λόγια κι ή μορφή τον σφηνώνονται' κι ή σκέψη στο κορμί γαλήνεψη δέ δίνει. 5

Τήν άλλη μέρα ή αδελφή της "Αννα τήν πείθει σέ μια συζήτηση τους «να μήν πολέμα γι αγάπη πού της αρέσει» και να κράτηση κοντά της τον Αινεία, μέ πονηριές ακόμα για γάμο, για τό καλό της πόλης τους . . .

. . .Μ' αυτά τή φλογισμένη της καρδιά πνρπόλησε άπ αγάπη, 54 στο δίβονλον ελπίδα δίνει νον, ξελύνει τή ντροπή της.

Και κατάρας πηγαίνονν στα ιερά και στους ναούς γαλήνη ζητώντας' κι όπως πρέπει, διαλεχτές θνσιάζουνε προβάτες στή νομοδότρα Δήμητρα, μαζί στο Φοίβο και στο Βάκχο· στην "Ηρα πριν απ' δλονς, τά δεσμά τον γάμον που φροντίζει. Δεξιοκρατεΐ ή πεντάμορφη Αιδώ μονάχη της κανάτα 60 κι ανάμεσα στα κέρατα κρασί δαμάλας άσπρης στάζει' μπρος σε μορφές θεών περνοκοπά, στονς πλούσιους τους βωμούς τονς, τή μέρα δλο γλυκαίνει προσφορές· κι άφον τά στήθια ανοίξει των ζώων, ξεριζώνει και ρωτά τά τρέμουλα τους σπλάχνα. "Ω, ανέγνωρα των μάντηδων μυαλά! Τί ευχές τή μανιασμένη, 65 τί τ' άγια τή φελάν ; ! Φωτιά, λαφρή της τρώγει το μελούδι κι ή σιγαλή πληγή της στην καρδιά μέσα της κρυφοβόσκει. Φλογάναψε ή τρισδύμοιρη Αιδώ, τρελή σ όλη τήν πόλη πλανιέται' σα λαφίνα α απλωσιά με τόξο βαρεμένη μακριάθε που τήν πλήγωσε βοσκός άφύλαχτη με τόξα 70 σε δάση κυνηγώντας Κρητικά, πού τό φτερένιο βέλος στ' αστόχαστα τ' αφήνει' τρέχει αυτή, δρυμούς της Δίκτης δάση πλανιέται, με μπηγμένο στο πλευρό το θανοφόρο βέλος. Τή μια στα κάστρα μέσα τριγνρνά μαζί της τον Αινεία, τον δείχνει τους Σιδώνιονς θησαυρούς, τήν ετοιμή τους πόλη' 75 κινά να τοϋ μιλήση, μά ή φωνή της κόβεται στή μέση.

Page 69: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 399 —

Καί τώρα πάλι, ή μέρα σαν περνά, ζητά συμπόσια πάλι, και πάλι, δίχως σκέψη, επιθυμεί τα βάσανα της Τροίας ν* άκούση' καί στο στόμα τον ξανά κρεμιέται ώς τα διηγιέται. Μετά, σαν πια χωρίζουν και το φως σκοταδερή ή σελήνη 80 κρύβη ξανά και τ άστρα τους καλούν στον ύπνο, καθώς δύουν, μονάχη κλαίγει στ άδεια σπιτικά, ξαπλώνει στα στροοσίδια τον Αινεία τ αφημένα. 'Απόντα αυτόν κι ακούει και βλέπει απούσα ! Κρατά στον κόρφο, σκλάβα της μορφής τον κύρη, τον Άσκάνιο*, ανείπωτη μη δα και δννηθή να ξεγελάση αγάπη... 85

Στο πάθος της μέσα ή Διδώ λησμόνησε τα πάντα : Την πολεμική άσκη­

ση των νέων, το χτίσιμο των οχυρωματικών έργων, τα λιμάνια. Ή "Ηρα, πού νοιάζεται για τη Διδώ, και ή 'Αφροδίτη, πού είναι γιος της ό Αινείας, τα συνταιριάζουν και ή Διδώ με τον Αινεία σ' ενα επίσημο κυνήγι, στή διάρ­

κεια μιας καταιγίδας βρίσκονται μοναχιασμένοι σέ μια σπηλιά.

. . .Στην ίδια ό Τρώας ρήγας κι ή Αιδώ σπηλιά μπήκανε μέσα. 165 Ή Γή το σήμα δίνει πρωταρχής κι ή προξενήτρα "Ηρα. Ζ" άστραποβρόντα λάμψαν κι οι ουρανοί, σαν ένιωσαν το γάμο· και πέρα άπ την πανύψηλη κορφή κι οι Νύφες αλάλαξαν. Ή μέρα κείνη πρώτη τον χαμού, των σνμφορών της πρώτη τής στάθηκε αφορμή. Μηδέ τιμή, μηδέ τη μέλει ή φήμη, 170 μηδέ τον ερωτά της ή Αιδώ κρνφο τον λογαριάζει. Τον ονομάζει γάμο· κι έτσι αύτη το σφάλμα της σκεπάζει. . .

Κι αργότερα ή Φήμη διαδίδει :

. . .πώς τώρα, δσο βαστάει ή χειμωνιά, ζωή περνούνε λάγνα, 193 τα κράτη τους ξεχνώντας, άπα αισχρό κυριεμένοι πάθος.

"Αλλά ό Αινείας δέχεται κάποτε καί τήν προσταγή του Δία να τα παρα­

τήση τούτα καί να κινήση ξανά για τα πεπρωμένα του χώματα. Τί να κάνη λοιπόν ;

. . . τον φάνη τούτη ή σκέψη πιο καλή καθώς διπλογνωμούσε : 287 Τον Σέργεστον μηνά και τον Μνησθέα, τον Σέρεστου του αντρείου, τ άρμενα να ταιριάξουν σιγανά, τ άρματα νά 'τοιμάσονν, τονς φίλονς νά σννάζονν στις ακτές· το λόγο δμως για τοϋτα νά τον σιωπούν κι αντος στο μεταξύ, μια κι ή Διδώ ή θανμάσια δεν ξέρει κι οντε ελπίζει νά σβηστούν οι τόσες τονς αγάπες, θα πάη νά δοκιμάση και στην πιο κατάλληλη της ώρα

* Άσκάνιος είναι του Αινεία ό γιος, ό μικρός "Ιουλος.

Page 70: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 400 —

θα της το πή μέ τρόπο μαλακό. Κι όλόγοργα όλοι τότε περίχαροι στα λόγια του υπακούν, τις προσταγές του κάνουν. 295

Μά ή ρήγισσα τους δόλους — ποιος μπορεί και γέλαε ερωτεμένη — 297 κατάλαβε και πρώτη τη φυγή νογά, πού είναι να γίνη' 300 χάνει το νου, μανιάζει και παντοϋ στην πόλην όλη τρέχει, πανόμοια με Θυιάδα, που ιερές παράφορες σπρωγμένη, σ όργια σαν την καλούν τριετηρικά τα «Βάκχε Ιώ» που ακούει και πέρα μ' ουρλιαχτό ο νυχτερινός φωνάζει Κιθαιρώνας. Τέλος μ' αυτά τα λόγια πρώτη αυτή τοϋ Αινεία κουβεντιάζει : «Να κρύψης, άπιστε, έλπισες, κακό πώς θα μπορούσες τέτοιο; 305 Κι από τα χώματα μου θα βγής στα μουλωχτά να φύγης; 303 . . .Μοΰ φεύγεις ; Σε ικετεύω στο δεξί χέρι, στα δάκρυα μου, 3U

μια και παρηγοριά στην άθλια εμε καμιά δεν άφησα άλλη, στο μισαρχινημένο μας των δυο τοϋ γάμου μας τραγούδι, στον ερωτά μας, θες κάποιο καλό σου 'κάνα, θες δικό μου σ' έχει γλυκάνει κάτι, πού διαλάν τα σπίτια μου, λυπήσου, κι αν παίρνης άπο ευχές, τη σκέψη αύτη ξερίζωσε άπ' το νοϋ σου. Για σε τα Λίβυα κράτη με μισούν, οι ρήγες των Νομάδων, 320 κι οι Τύριοι δε με θέλουν' μοναχά για σέναν ή ντροπή μου σβήστηκε κι ή καλή μου φήμη, πριν πού μ έφτανε στ αστέρια. Το θάνατο πού μέλλεται να βρω, σε ποιον μ' αφήνεις, ξένε ; Τ' όνομα αυτό σε μένα μοναχά μοϋ απόμεινε άπο τοϋ άντρα ! 324 Νά 'χα γεννήσει γόνο μοναχά τουλάχιστο άπο σένα 327 προτού μοϋ φύγης ! Νά 'παίζε σ' εμε μικρός ένας Αινείας μες στην αυλή μου, αυτός πού στη μορφή νά 'φέρνε τη δικιά σου ! Δε θα φαινόμουν τότε παντελώς αιχμάλωτη και μόνη».

Μα ό Αίνείας μένει αγύριστος, πάνω στις προσταγές πιστός του Δία κι ανάμεσα στ' άλλα της ομολογεί :

«Την 'Ιταλία οι Λύκειοι χρησμοί νά πάρουμε μοϋ ορίζουν. 346 Αύτη για μένα αγάπη μου και γη. . . »

. . . κι έτσι μετά τοϋ λέγει αγριεμένη : 364 «Μηδέ θεά 'ναι ή μάνα σου, μηδέ κι ο Δάρδανος γενάρχης, άπιστε' μά μονάχα ό τρομερός, με τ' άγρια βουνογκρέμια, Καύκασος σ έχει κάνει, Ύρκανικες σ έχουν θηλάσει τίγρεις. Χάθηκε ή μπιστοσύνη άπο παντοϋ! Ριγμένον στ' ακρογιάλι 373 τον μάζεψα φτωχό, κι άμυαλη, γη τοϋ 'δωσα άπ' τη δικιά μου, τα σκόρπια τον καράβια άπ' το χαμό τον 'σωσα και τους φίλους. "Αχ, φλομωμένη πάθος τριγυρνώ ! Νά τώρα ô μάντης Φοίβος, τώρα οι χρησμοί του Λύκειοι κι άπ' αυτόν σταλτος τον Ιδιο Δία,

Page 71: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 401 —

φριχτέζ δ διερμηνέας των θεών βουλές στις αύρες φέρνει. Λες τούτη ειν' ή φροντίδα των θεών και τους γαλήνιους τούτη ταράζει ή έγνοια ! Πια δέ σε κρατώ, μηδέ πια σ' αντιλέγω. 380 Τράβα, μ' αγέρες πλέε στην 'Ιταλία' στα πέλαα ζήτα κράτη. Μα ελπίζω σέ ξερόβραχα, οι θεοί κι αν κάποια δύναμη έχουν, τ άδικα να πλήρωσης και πολλές φορές συ τ' ονομά μου θα πής Αιδώ. Μέ μαύρες θ' άκλουθώ φωτιές, μακριά κι αν είμαι. Κι ακόμα αν κρύος χάρος την ψυχή χωρίση άπα τά μέλη, 385 παντού σιμά σου θά 'μαι σά Σκιά' κακούργε, θά πλήρωσης. Θ' ακούσω καϊ θά μοϋ "ρθη ή φήμη αύτη βαθιά στον "Αδη κάτω. . .»

Μ' αυτά τά λόγια κόβει παρευθύς στή μέση την κουβέντα, λιγόψυχε ι, γυρνά, χάνει το φώς, του σβήνει άπα τά μάτια, αφήνοντας πού δείλιαζε πολλά καϊ μύρια ετοιμαζόταν 390 να πή. Την παίρνουν δούλες σηκωτή καϊ τ άπνοά της μέλη σέ μαρμαρένιο δώμα κουβαλούν και σέ στρωμνή ξαπλώνουν.

Μα και μετά από τοϋτα ή Διδώ δεν παρατιέται άπο τήν αγάπη και τον ερωτά της. Παρακαλεί, κάνει μάγια, καταριέται, ξεστομίζει τη μεγάλη κα­

τάρα για το μίσος το ασίγαστο ανάμεσα στους δυο λαούς τους, μέχρι καί πού σφαγιάζεται μονάχη της πάνω στο σωρό των ρούχων του «περγελαστή» ΑΙνεία, πού τά είχε σωρέψει να τά κάψη σέ μια πελώρια πυρά. Μα ίσως τοϋτα να τά παρουσιάσουμε κάποια άλλη φορά.

Page 72: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

ΣΠΥΡ. ΜΟΣΧΟΝΑ Θεολόγου ­ Φιλολόγου

Β. Γυμνασιάρχου

ΤΟ ΤΡΑΓΙΚΟΝ ΣΤΟΙΧΕΙΟΝ ΕΙΣ ΤΟΝ «ΠΡΟΜΗΘΕΑ ΔΕΣΜΩΤΗΝ» ΤΟΥ ΑΙΣΧΥΛΟΥ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Αναμφισβητήτως εξ όλων των τραγικών δραματουργών της αρχαιό­

τητος ό Αισχύλος κατώρθωσε να συλλαβή δια της τιτανικής διανοίας του, επακριβώς το πρόβλημα της σχέσεως του άνθρωπου προς τό θείον. 'Εντός αύτοϋ του κλίματος κινείται ομολογουμένως τόσον άνέτως ώστε δύναται ευκόλως να έννοήση όστις δήποτε ότι τό πρόβλημα αυτό δια τον Αίσχύλον υπήρξε μία βαθεΐα προσωπική βιωματική κατάστασις.

Εις όλα τα αισχυλικά έργα καταφαίνεται αυτή ή βαθεΐα ανησυχία του δραματουργού δι' εκείνα τα προβλήματα τα όποια σχετίζονται μετά της ανθρωπινής μοίρας. Ό μελετητής τοϋ έργου του αντιλαμβάνεται ότι ό ποιη­

τής διακατέχεται από μίαν άσβεστον έσωτερικήν φλόγα ήτις τον ωθεί να διερεύνηση τα βαθύτερα προβλήματα του άνθρωπου και να μάθη μέχρι ποίου σημείου δύναται να φθάση ή γνώσις επί τών μυστηρίων τα όποια περιβάλ­

λουν αυτόν. 'Ιδιαιτέρως ή ανησυχία αυτή τοϋ ποιητοϋ καταφαίνεται εις τό ώριμον

έργον του, εις τήν τριλογίαν του «Προμηθεύς» ' της οποίας, ώς γνωστόν, δυστυχώς μόνον τό δεύτερον δράμα διεσώθη εξ ολοκλήρου, ό «Προμηθεύς Δεσμώτης». Έκ τών υπολοίπων δύο, αποσπάσματα τινά διεσώθησαν ελά­

χιστα εκ τοϋ «Προμηθέως Λυομένου» και δύο μόνον στίχοι έκ τοϋ «Προμη­

θέως Πυρφόρου».

1. Έκ τών γνωστών δραμάτων τοϋ Αισχύλου μέ ήρωα τον Προμηθέα δεν έχει σχέ­σιν μέ τήν τριλογίαν αυτήν το έργον «Προμηθεύς Πυρκαεύς» το όποιον αποτελεί σατυ­ρικον δράμα της τριλογίας εις τήν οποίαν ανήκουν οί «Πέρσαι». Ίδέ και Albin L e s k i, 'Ιστορία της 'Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, σελ. 371.

Page 73: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

- 403 —

ΤΟ ΝΟΗΜΑ TOY ΔΡΑΜΑΤΟΣ

Εις τα έργα του αυτά ό Αισχύλος άφορμώμενος έκ του γνωστού μύθου τοϋ Προμηθέως προσπαθεί να θέση προ των συγχρόνων του το μέγα πρόβλη­

μα : «θεός και "Ανθρωπος». Μέχρι τότε ό άνθρωπος είχε την βαθυτάτην πεποίθησιν ότι ή υποταγή του εις τα κελεύσματα του θείου ήτο δι' αυτόν απαραίτητος και υποχρεωτική. Ή έρευνα και ή προσπάθεια να έρμηνεύση τα φαινόμενα ήτο άγνωστος εις αυτόν, αν μή άπηγορευμένη. Το θείον ήτο και παρέμενεν άκατάληπτον και άνερεύνητον ι. Ή βουλή των θεών ήτο υπεράνω του θελήματος των ανθρώπων. Χαρακτηριστικώς τοϋτο υπο­

γραμμίζεται εις τα αρχαιότατα ελληνικά κείμενα, ιδιαιτέρως δε εις τα ομηρικά επη.

Α ιός ο' ετελείετο βουλή (Ίλιάδ. Α 5).

"Ηδη όμως εφθασεν ή ώρα δια να λυθούν τα μυστήρια, τά όποια περι­

βάλλουν τον προαισχυλικόν άνθρωπον. Ό Προμηθεύς θα έφαρπάση έκ των 'Ολυμπίων το φώς και τοιουτοτρόπως θα παύση τοϋ λοιπού ή γνώσις να άποτελη προνόμιον τοϋ θείου και επιτέλους ό άνθρωπος θα μετάσχη εις τά βαθύτερα μυστήρια της ζωής και τοϋ κόσμου. Κατ' αυτόν τον τρόπον ό άνθρωπος δια της ιδίας του δυνάμεως θα κατορθώση να γίνη, ώς ενα ση­

μείον, μέτοχος της θείας σοφίας, όχι κατά παραχώρησιν αυτής προς εκείνον αλλά δια μιας ανθρωπινής ανταρσίας. Τοϋτο τό γνωρίζει καλώς ό δραματουρ­

γός. Κατ' αυτόν ό Προμηθεύς είναι ό πρώτος όστις τολμά να κηρύξη αυτήν τήν άνταρσίαν εναντίον τής «καθεστηκυίας» τάξεως. Δεν γίνεται δε τοϋτο άνευ τιμήματος. Και εις τήν προκειμένην περίπτωσιν τό τίμημα τοϋ Προμη­

θέως ύπήρξεν ή τιμωρία. Ό ήρως τοϋ Αισχύλου είναι ένας υπεράνθρωπος, ένας Τιτάν, όστις θέλει να απελευθέρωση τον άνθρωπον έκ τών εσωτερικών του δεσμών και νά προσφέρη εις αυτόν ώς δώρσν τήν γνώσιν. Και δεν παρα­

μένει τοϋτο μόνον επιθυμία. Γίνεται πράξις μοναδική εις τήν ίστορίαν τοϋ ανθρωπίνου πνεύματος. Αισθάνεται ένεκα τούτου δικαίως ύπερηφάνειαν δια τό τόλμημα όπως ό ίδιος ομολογεί προς τον χορόν τών 'Ωκεανίδων εις τό τέλος τοϋ πέμπτου μονολόγου του.

βραχεί òè μύθω πάντα Συλλήβδην μάθε, πάααι τέχναι βροτοΐσιν εκ Προμηθέως

(στίχ. 505 ­ 6506).

1. Σχετική είναι και ή άποψις τοϋ Πλάτωνος : «.. .τον δε Πατέρα και δημιουργον πάντων οϋθ' εύρεϊν ρΊίδιον, ουτ' εύρόντα εις πάντας ειπείν ασφαλές...». Πλάτωνος Τί­

μαιος, 28).

Page 74: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 404 —

Tò τόλμημα έχει ώς τίμημα την τιμωρίαν. Καταδικασμένος δια τούτο αιωνίως επί τοΰ Καυκάσου, του απομεμακρυσμένου αύτοϋ και ύπερορείου, δια τους 'Αθηναίους τοΰ Αισχύλου, όρους, πληρώνει τήν άνταρσίαν, θϋμα ό ϊδιος του ιδανικού του. Δια της θυσίας του δμως αυτής κατώρθωσε να κάμη προσιτά εις τον άνθρωπον τα μυστικά των θεών. 'Απαριθμεί δε ένα προς ενα αυτά εις τον τραγικόν μονόλογόν του ό Προμηθεύς. "Εχει τήν συνείδησιν ότι δια τήν ανθρωπότητα ύπήρξεν ό μέγας ευεργέτης. Προ της προσφοράς του αυτής οί οφθαλμοί τών ανθρώπων ήσαν κλειστοί, αϊ δε άκοαί αυτών δεν ήσαν εις θέσιν να συλλάβουν τον πραγματικόν ήχον τών γεγονότων. Εύρίσκετο ή άνθρωπότης ολόκληρος εις νηπιακή ν κατάστασιν:

νηπίονζ δνταζ το πριν εϋνονς εθηκα και φρενών εκηβόλονς

(στίχ. 443 ­ 444).

Ό Αισχυλικός ήρως έχει τήν συναίσθησιν δτι ή τραγική μοίρα αυτόν πρώτον ώθησεν εις τό ν' ανακάλυψη τα μυστικά της επιστήμης και τής τέχνης. 'Επί πλέον διακατέχεται από τήν βεβαιότητα δτι ζή εις μίαν τραγικήν ώραν κατά τήν οποίαν παύουν ίσχύσυσαι αί παλαιαί δοξασίαι τών μύθων και αναφαίνονται αί πρώται έπιστημονικαί κατακτήσεις του άνθρωπου. Τούτο διακηρύσσεται δια τών ακολούθων στίχων :

εστί δε αφιν άντολάς êyàj άστρων έδειξα τάς τε δνσκρίτονς δύσεις

(στ. 457 ­ 458).

ΑΥΘΕΝΤΙΑ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΕΡΕΥΝΑ

Είναι βεβαίως γνωστόν ότι αί σκέψεις του Προμηθέως αποτελούν προσωπικάς σκέψεις τοΰ Αισχύλου. Ό δραματουργός δέν παύει να εΐναι ό ίδιος ό τραγικός άνθρωπος τής εποχής του, μιας πολυσυνθέτου εποχής, όπως παρουσιάζεται περίπου τό μεταίχμιον τοΰ Τ' προς τον Ε' αιώνα π.Χ. εις τό όποιον ζή ό ποιητής. Κατά τον αιώνα τοΰ Αισχύλου οί άνθρωποι δια πρώτην φοράν κατώρθωσαν να υπερνικήσουν τους μύθους τής κοσμο­

γονίας και διετύπωσαν τάς πρώτας, έστω, άπλας θεωρίας σχετικώς προς τήν δομήν και τήν προέλευσιν τής ύλης και τοΰ σύμπαντος. Καί κατά τήν ιδίαν περίπου έποχήν προβάλλει επίσης διά πρώτην φοράν ή έρευνα επί τής ουσίας άλλα καί τοΰ προορισμοΰ τής ανθρωπινής υπάρξεως.

'Οπωσδήποτε ό Αισχύλος εδέχθη τάς επιδράσεις τών 'Ιώνων φιλο­

σόφων καί ιδιαιτέρως τών φυσιοκρατών. Κατά τήν έποχήν του εξ άλλου ηκούσθησαν καί τα πρώτα κηρύγματα χειραφετήσεως τοΰ άνθρωπου εκ

Page 75: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 405 -

του θείου. Βεβαίως ό Αισχύλος δεν είναι ύλιστής. Δεν δυνάμεθα όμως να παραβλέψωμεν τάς προσπάθειας των σκεπτόμενων συγχρόνων του προς άπελευθέρωσιν τοϋ πνεύματος των εκ των πρωτογόνων θεοκρατικών αντι­

λήψεων, πράγμα το όποιον αναμφιβόλως έπέδρασεν καί επί της σκέψεως του Αισχύλου. "Ενεκα τούτου αισθάνεται ό ϊδιος ίσχυρόν τον έσωτερικόν κλονισμόν, προβληματίζεται καί θέτει προς συζήτησιν τα θέματα τα όποια τον απασχολούν.

"Ανθρωπος με πλούσιον φιλοσοφικόν στοχασμόν άλλα καί ταυτοχρό­

νως βαθεΐα θρησκευτική φύσις, προσπαθεί να ανακάλυψη τρόπον συμβι­

βασμού μεταξύ των δύο αυτών αντιθέτων δυνάμεων ι. Της θείας δυνάμεως τήν οποίαν κατ" ούδένα τρόπον αρνείται καί της προσπάθειας τοϋ άνθρω­

που προς άναζήτησιν της αυτονομίας του, τήν οποίαν δεν δύναται επίσης να άγνοήση. Άπα αυτήν τήν έσωτερικήν πάλην τοϋ δραματουργού προέ­

κυψεν ό «Προμηθεύς». Ό ήρως κατά ταΰτα αντιπροσωπεύει τήν άνθρωπί­

νην άνταρσίαν έναντι τοϋ θείου. Ή πράξις αυτή έχει ως τίμημα, ώς προε­

λέχθη, τήν τιμωρίαν εκ μέρους της οπωσδήποτε ύπερτέρας θείας δυνάμεως. Δια τοϋτο δεν γνωρίζει κανείς τί να θαυμάση περισσότερον εις τό έργον αυτό τοϋ Αισχύλου. Τήν θείαν δύναμιν ή οποία τελικώς υπερισχύει ή τήν άνθρωπίνην προσπάθειαν πού τιμωρημένη παραμένει εν τούτοις δια τον άνθρωπον μία κατάκτησις ­.

ΔΓ αυτήν τήν κατάκτησιν αισθάνεται ύπερηφάνειαν ό αισχυλικός ήρως έστω καί εάν δοκιμάζη θλΐψιν βαθεΐαν δι' αυτήν. 'Απευθυνόμενος προς τόν χορόν τών 'Ωκεανίδων ό Προμηθεύς θά εϊπη :

μη τοι χλιδή δοκεϊτε μήδ' αΰθα<5/α σιγαν με. σνννοία δε δάπτομαι κέαρ, ορών εμαντον ώδε προνσελονμενον. καίτοι θεοϊαιν τοις νέοις τούτοις γέρα τις άλλος ή 'γώ παντελώς διώρισεν ;

(στίχ. 436­440).

Ό Αισχύλος γνωρίζει καλώς ότι άπό τήν στιγμήν κατά τήν οποίαν ό άνθρωπος πραγματοποιεί τήν πρώτην του διερεύνησιν δεν εΐναι δυνατόν να συγκρατηθή εις εν μόνον σημεΐον. Ή ερευνητική αυτή προσπάθεια ώς άνεμος σφοδρός εξέρχεται εκ του μυθολογικού άσκοϋ τοϋ Αιόλου προς

1. Ό Αισχύλος ανατραφείς εις το εντονον θρησκευτικον περιβάλλον της Έλευσΐνος, ένωρίτατα ήσθάνθη εντός αύτοϋ τήν έπίδρασιν της θρησκείας. Άλλως τε, κατά αξιό­

πιστους μαρτυρίας, ό ίδιος υπήρξε μύστης των 'Ελευσίνιων μυστηρίων. (Ίδέ Γ. Μ υ­

σ τ ρ ι ώ τ ο υ , Γραμματολογία, τόμ. Α', σελ. 452). Ό Α. Le s k i (ενθ' άνωτ., σελ. 352), παρά ταϋτα αμφισβητεί τήν έπίδρασιν αυτήν.

2. G. T h o m s o n , Αισχύλος καί 'Αθήναι, σελ. 363.

Page 76: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 406 —

ολας τάς κατευθύνσεις. Τοιουτοτρόπως ό άνθρωπος καθίσταται πολυμερής. 'Ανακαλύπτει την μυστικήν άρμονίαν των αριθμών και τον τρόπον της διατυπώσεως του λόγου δια τών συμβόλων και τών σημείων.

και μην αριθμόν, εξοχον σοφισμάτ(ον εξηϋρον αντοϊς γραμμάτων τε συνθέσεις

(στίχ. 459­460).

"Ηδη ô λόγος έγινε προσιτός εις τον άνθρωπον δια της γραφικής παρα­

στάσεως. Καί τοΰτο αναμφιβόλως απετέλεσε ενα εκ τών μεγάλων άθλων του άνθρωπου.

'Αλλ' εις τους ανωτέρω λόγους του Προμηθέως ό ερευνητής διακρίνει έν σμικρογραφία τήν έπίδρασιν της φιλοσοφικής σκέψεως του Πυθαγόρου συμφώνως προς τήν οποίαν ό αριθμός είναι ή αρχή παντός δ,τι υπάρχει *. Ό απόηχος τών πυθαγορείων συλλογισμών γίνεται τοιουτοτρόπως έκδηλος εις τό αίσχυλικόν έργον. Τοϋτο δε δεν γίνεται άνευ λόγου. Είναι σχεδόν σύγχρονος ό δραματουργός με τον Κροτωνιάτην φιλόσοφον. "Αλλως τε είναι γνωστόν ότι ό ίδιος ό ποιητής ύπηρξεν άνθρωπος τών περιηγήσεων καί γνώστης τών φιλοσοφικών τάσεων της εποχής του. 'Ιδιαιτέρως κατά τάς επισκέψεις του εις Σικελίαν καί Μεγάλην Ελλάδα γενικώτερον, είχε τήν εύκαιρίαν να γνωρίση τα νέα φιλοσοφικά ρεύματα τα όποια εϊχον μεταπη­

δήσει εκ της 'Ιωνίας εις τήν Σικελίαν καί τήν Κάτω Ίταλίαν ­.

ΓΝΩΣΙΣ ΚΑΙ «ΥΒΡΙΣ»

Ό «Προμηθεύς» έγράφη μεταξύ τών δύο επισκέψεων του Αισχύλου εις τήν Σικελίαν. Εις μίαν από αύτάς έγινεν ή φοβερά εκρηξις του ηφαι­

στείου της Αϊτνης της οποίας έγένετο ό ποιητής θεατής ;i. "Ισως αυτή ή ήφαιστιακή έκρηξις να έστάθη καί ή πηγή της εμπνεύσεως εις τον ποιητήν δια να παρουσίαση τήν μεγαλοπρέπειαν του θείου όντως σκηνικού με τήν περιγραφήν τοΰ οποίου αρχίζει τήν τραγωδίαν του :

Χθονος μεν ες τηλονρον ήκομεν πέδον, Σκύθην ες οϊμον, άβροτον εις ερημίαν. "Ηφαιστε, σοι δε χρή μέλειν επιστολάς ας σοι πατήρ εφεϊτο, τόνδε προς πέτραις

1. Ίδέ Ν. Λ ο ύ β α ρ ι , 'Ιστορία της Φιλοσοφίας, τόμ. Α', σελ. 41. 2. Ίδέ Γ. Μ υ σ τ ρ ι ώ τ ο υ , Γραμματολογία, τόμ. Α', σελ. 430. 3. Ειδική μελέτη δια τάς σχέσεις του Αισχύλου μετά της Σικελίας έχει αφιερώσει

ό M. B o c k , Aischylos und Akragas, βλ. Gymn. 65 (1958), 402.

Page 77: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 407 —

νψηλοκρήμνοις τον λεωργον όχμάσαί αδαμάντινων δεσμών εν άρρήκτοις πέδαις

(στίχ. 1­6).

Ό Αισχύλος έζησε τήν τραγικήν ώραν της Αϊτνης και δια τοϋτο ήδυ­

νήθη να αίσθανθή προσωπικά βιώματα τα όποια άφίνει έν συνεχεία έκδηλα νά παρουσιασθούν εις τήν τραγωδίαν του.

Έκ των ανωτέρω κατέστη φανερόν ότι το μεγαλύτερον πρόβλημα, το όποιον θίγεται και τίθεται εις τό έργον αυτό του Αισχύλου είναι τό πρόβλη­

μα της ανθρωπινής γνώσεως. Γεννάται όμως τό ερώτημα : ή γνώσις ώς σύλ­

ληψις έκ μέρους της ανθρωπινής προσπάθειας δύναται να προσδώση είς τό άτομον τήν ύπεραξίαν τήν οποίαν αναζητεί ; Ή γνώσις ικανοποιεί τό άτομον και προ παντός συμβάλλει είς τήν έσωτερικήν άρμονίαν του ; Τό πρόβλημα νομίζω ότι είναι γενικώτερον και άπησχόλησε πάντοτε τον σκεπτόμενον άνθρωπον. Δεν είναι δε τυχαΐον τό γεγονός ότι καί είς άλλα αρχαιότατα κείμενα τίθεται τό αυτό πρόβλημα.

Κατ' εξοχήν είς τήν Πάλαιαν Διαθήκην τό πρόβλημα παρουσιάζεται πλέον εντονον. Έκεΐ δε μάλιστα με μίαν περισσοτέραν δραματικότητα εφ' όσον από τό σχήμα «γνώσις ­ πίστις» εξαρτάται ή αιωνία ευδαιμονία του ανθρώπου. Κατά τήν άποψιν της Παλαιάς Διαθήκης, ήτις φέρει τήν σφραγίδα της θείας άποκαλύψεως, ή στιγμή της γνώσεως αποτελεί τήν αρχήν τοΰ θανάτου είς τον άνθρωπον. Είναι ρητή ή μαρτυρία της Παλαιάς Διαθήκης έν προκειμένω : «. . . από δε τον ξύλου τον γινώσκειν καλόν και πονηρόν, ον φάγεαθε απ αντον. fi δ' αν ημέρα φάγητε απ αντον, θανάτω αποθανεϊσθε» ι.

Βεβαίως δέν δυνάμεθα ν' άρνηθώμεν τό γεγονός ότι ή γνώσις αυτή καθ' έαυτήν αποτελεί ενα έκ τών αντικειμενικών σκοπών του άνθρωπου. Δύναται όμως νά ύπαρξη τό ένδεχόμενον νά άπστελέση αύτη «παγίδα» εντός της οποίας τό άνθρώπινον ον νά συνθλιβή. Έκ της απόψεως αυτής ή γνώσις πρέπει νά θεωρήται μόνον ώς μέσον τελειοποιήσεως τοΰ άτομου, εντός όμως τών ανθρωπίνων δυνατοτήτων. Κατά ταϋτα δέον νά υπάρχουν «γνωστικοί φραγμοί» πέραν τών οποίων ή προσπάθεια διεισδύσεως τοΰ ανθρώπου ν' άποτελή «ΰβριν» με τήν άρχαίαν έννοιαν τοΰ όρου. Τελικώς δε τό μυστήριον θα περιβάλη τον άνθρωπον. "Ισως ή ϋπαρξις τοΰ μυστηρίου νά εϊναι μία άναγκαιότης. 'Από τήν στιγμήν όμως κατά τήν οποίαν ό άνθρω­

πος καταλύει αυτόν τον φραγμόν και επιζητεί τα πάντα νά έρμηνεύση δια της λογικής καί συνεπώς νά γίνη κύριος τής γνώσεως απόλυτος, καταντςί τραγική ΰπαρξις.

Αυτό τό σχήμα τό όποιον ανεπιφυλάκτως δέχεται καί φανερώς διδά­

1. Γεν. β', 17.

Page 78: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 408 —

σκει ή Παλαιά Διαθήκη εις την προαναφερθείσαν περικοπήν τής Γενέσεως, εντονον παρουσιάζεται εις τήν έποχήν μας. Ό άνθρωπος άπεγύμνωσε τον εαυτόν του εκ τοϋ πέπλου του μυστηρίου, κατέλυσε τας μυστικας δυνάμεις του εσωτερικού του κόσμου και παρέμεινεν όλως μόνος εις το χάος τοϋ σύμπαντος, αγχώδης και τραγική ΰπαρξις, περιφερών τήν άδιαπέραστον μόνωσίν του.

Με μίαν καταπληκτικήν σαφήνειαν και ομοιότητα εν πολλοίς, παρα­

τηρουμεν ότι τοΰτο ήδη εκφράζεται και υπό τοϋ Αισχύλου εις τους μεστούς τραγικότητος μονολόγους τοϋ Προμηθέως. Ό τραγικός ήρως παρά τους υπερήφανους λόγους του δεν παραλείπει να έκφραση και τήν βαθυτάτην συγχρόνως λύπην του δια τό τραγικόν κατάντημα του. Συναισθάνεται ότι, παρά τήν προσφοράν της γνώσεως εκ μέρους του προς τήν ανθρωπότητα, ό ίδιος παρέμεινεν ανυπεράσπιστος και μόνος, βαστάζων τήν μοΐραν του. "Η γνώσις τοϋ προσεκόμισε τήν μόνωσιν διότι ό σύνδεσμος του μετά τοϋ θείου κατελύθη. Τοΰτο ομολογεί φανερώς και ή ομολογία του αυτή επιτρέ­

πει εις ημάς να είσδύσωμεν εις τα βάθη της ψυχής τοϋ ήρωος και νά αίσθαν­

θώμεν ώς ίδικήν μας τήν ίδικήν του περιπέτειαν.

Τοιαύτα μηχανήματα εξενρών τάλας βροτοϊσιν, αυτός ονκ εχω σόφισμ δτφ της νυν παρούσης πημονής απαλλαγώ. . .

(στίχ. 469­471).

Εις τους στίχους αυτούς διακρίνεται ό βαθύς πόνος, ό όποιος πλημμυ­

ρίζει τον έσωτερικόν του κόσμον καί υπογραμμίζεται το φοβερόν τίμημα πού έπληρώθη δια τήν άπόκτησιν της γνώσεως. Καί τό τίμημα αυτό είναι πλέον ή μόνωσις καί τό χάος.

Ό χορός των Ωκεανίδων ό όποιος παρεμβάλλεται εις τό σημεΐον αυτό αντί νά παρηγόρηση τον δυστυχή κατάδικον τοϋ Καυκάσου, αυξάνει περισσότερον τον πόνον του. Είναι ανίκανος ό χορός νά έξεύρη λόγους παρηγορητικούς. Ευρίσκεται ενώπιον της αμηχανίας εκείνης ή οποία δεν γνωρίζει πώς νά φερθή εις τάς μεγάλας καί δύσκολους περιστάσεις των ανθρώπων. Ό χορός αναγνωρίζει τήν σκληράν τιμωρίαν τοϋ Προμηθέως άλλα δεν δύναται ν' παρηγόρηση τον πάσχοντα ήρωα.

πεπονθας οίκες πημ άποσφαλεϊς φρενών πλάνη, κακός δ' Ιατρός ώς τις ες νόσον πεσών άθνμεΐς και σεαντον ονκ έχεις ενρεϊν οποίοις φαρμάκοις ιάσιμος

(στίχ. 472­475).

Page 79: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

­ 409 ­

Η ΜΟΝΩΣΙΣ ΤΙΜΗΜΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΕΩΣ

Εις τάς κρίσιμους στιγμάς τής ζωής του ό άνθρωπος ευρίσκεται μόνος του. Αυτή είναι ή μοίρα του. Κατά τήν διάρκειαν τής ζωής πλεΐσται όσαι περιστάσεις μονώσεως θα παρουσιασθούν εις τον ανθρωπον. 'Αναζητεί βεβαίως ό άνθρωπος τον συμπαραστατών, τον συμβοηθόν, άλλ' αποδεικνύε­

ται συνήθως ή άναζήτησις αυτή ματαιοπονία. Φαίνεται ότι είναι ανάγκη να διέρχεται μόνος ό άνθρωπος τήν νύκτα τής ζωής. Τότε οί θόρυβοι κοπά­

ζουν, οί αντίλαλοι τής καθημερινότητος σβήνουν, αί φωναί τών αγαπημέ­

νων προσώπων μακραίνουν και γίνονται ψίθυροι μόλις άκουόμενοι, αί μορφαί ομοιάζουν προς οπτασίας και αί πραγματικότητες γίνονται όνειρα. Ό άνθρωπος μένει τότε μόνος έναντι του έαυτου του. «Ενώπιος ενωπίω».

Εις αύτάς τάς απέραντους στιγμάς τής μονώσεως τίποτε δεν καθίσταται ίκανόν να στηρίξη τον παραπαίοντα ανθρωπον. Μόνη καταφυγή του εις τάς περιπτώσεις αύτάς παραμένει το θείον. Έκεΐ καταφεύγει τότε ή ανθρωπινή αδυναμία. . .

Εις μίαν τοιαύτην κατάστασιν μονώσεως ευρίσκεται ό Αισχυλικός ήρως. Δεν ακούει τα απαρηγόρητα λόγια του χορού τών 'Ωκεανίδων, τα όποια, άλ­

λωστε, ούδεμίαν ένίσχυσιν του προσφέρουν. Ώ ς να άκούη μόνον ό ίδιος τήν ιδίαν φωνήν του εξακολουθεί τον μονόλογόν του άπαριθμών τα αποτε­

λέσματα τής τραγικής προσπάθειας του. Ζητεί δε με όλα αυτά να δικαίωση τον εαυτόν του. Ματαίως όμως. Ή τραγικότης του καθίσταται όλο και μεγαλύτερα. Διατί ; 'Ιδού τό άναπάντητον ερώτημα. Παρά ταϋτα συνεχίζει τήν έξιστόρησιν τής προσφοράς του. 'Υπέδειξε τρόπους θεραπείας τών ασθενειών και τρόπους χρήσεως καταλλήλων φαρμάκων :

πριν γ' iyò) σφίσιν έδειξα κράσεις ήπιων άνεσμάτων

(στίχ. 481 ­482).

Έξ άλλου εκ τών σημείων και τών οιωνών έμαθε τον ανθρωπον νά προλέγη τό μέλλον :

κακρινα πρώτος εξ όνειράτο^ν α χρή νπαρ γενέσθαι, κλήδονας τε δνσκρίτονς εγνώρισ'' αντοϊς ενοδίονς τε σνμβόλονς

(στίχ. 485 ­ 486).

'Επί πλέον ή προσφορά τοΰ Προμηθέως επεκτείνεται και εις πρακτικά δια τον ανθρωπον ώφέλη. Δεν απεκάλυψε μόνον τα μυστικά τοϋ μέλλοντος άλλα και τα μυστικά τής γης, όσα τό υπέδαφος της έκράτει μακράν τοϋ άν­

Page 80: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 410 —

θρώπου. Ή γνωστική ικανότης του ανθρώπου κατώρθωσε νά εξερεύνηση και να κατάκτηση τον ύλικόν κόσμον. "Εγινε τοιουτοτρόπως ό άνθρωπος ό κυρίαρχος της γης. Ή βαθεΐα επιθυμία έξεπληρώθη. "Ύπερηφάνειαν δεικνύουν οί λόγοι τοΰ Προμηθέως επί του σημείου αύτου :

ενερθε ôè χθονος κεκρυμμεν άνθρώποισιν ωφελήματα χαλκόν, σίδηρον, άργνρον, χρυσόν τε τις φάσοιεν αν πάροιθεν εξευρεΐν εμον ; ουδείς, σάφ" οϊδα, μη μάτην φλνσαι θελων

(στίχ. 500­504).

Ό τελευταίος στίχος μας δίδει την δυνατότητα να συμπεράνωμεν την εσωτερική ν ύπερηφάνειαν του αισχυλικού ήρωος. "Αν και καταδικασμένος, ένεκα ακριβώς αυτής της γνώσεως του, εν τούτοις αισθάνεται μέγας. Είναι ό ένας, ό μοναδικός. "Εχει δε απόλυτον συναίσθησιν αυτής τής μοναδικό­

τητας του. Και εδώ έγκειται το τραγικόν μεγαλεΐον του. Με άπεριόριστον ήδονήν διαπιστώνει και αναφωνεί :

ουδείς, αάψ οϊδα.

Και αυτό είναι το άντίβαρον εις το φοβερόν πάθημα του.

Η ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Ό Προμηθεύς ώς έτονίσθη ήδη, εκφράζει αναμφισβητήτως τάς σκέψεις και τα προσωπικά προβλήματα τοΰ Αισχύλου. 'Αποτελεί κατά ταύτα προϊόν σκέψεως ενός λαμπρού Αθηναίου πολίτου, ό όποιος εζησεν εις μίαν έξ εκείνων των εποχών αί όποϊαι χαρακτηρίζονται ώς κοσμοϊστορικοί. Έδρα­

σεν εις ενα μεταίχμιον τοΰ ανθρωπίνου πολιτισμού. "Εζησεν επίσης εις μίαν μεγάλην έποχήν δια τήν Ελλάδα. Ήτσ τότε ή εποχή κατά τήν οποίαν ή ασιατική λαίλαψ ύπό τήν περσικήν μορφήν έκρουε τάς εύρωπαϊκάς θύρας. Ό Αισχύλος είναι ό άνθρωπος των άρχων τοΰ Ε' αιώνος π.Χ., ό άνθρωπος τοΰ Μαραθώνος και τής Σαλαμίνος. Ύπήρξεν αδελφός τοΰ ημιθέου εκείνου, ό όποιος δια τών χειρών του και τών οδόντων συνεκράτησε το έχθρικόν πλοϊον δια νά μήν άποφύγη τήν αίχμαλωσίαν. Ήτο ό Αισχύλος αδελφός τοΰ Κυναιγείρου ι.

Έπί πλέον κατώρθωσεν ό ϊδιος νά συλλαβή τήν εικόνα μιας εποχής

1. Πρβλ. Γ. Μ υ σ τ ρ ι ώ τ ο υ , Γραμματολογία, τόμ. Α', σελ. 428.

Page 81: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 411 —

νέας ή οποία ήρχετο εις τήν πατρίδα του. 'Ηθέλησε δε δια των δραμάτων του και ιδιαιτέρως δια του «Προμηθέως» του, να απελευθέρωση τον Αθή­

ναιον πολίτην άπό τάς μέχρι τότε κρατούσας γενικώς αντιλήψεις και κοσμοθεωρίας.

Ό Προμηθεύς εις το έργον αυτό παρουσιάζεται ώς μία αρραγής και ισχυρά προσωπικότης. Πλάθει ό ϊδιος τήν ζωήν του. Καί οπωσδήποτε έχει μεγαλυτέραν άξίαν ό άνθρωπος εκείνος ό όποιος παρουσιάζει κάτι νέον καί συνεπώς δημιουργεί, παρά εκείνος ό όποιος βαδίζει έπί τών ιχνών άλλων πρωτοπόρων. Ό δεύτερος είναι απλώς ό μιμητής. Συγκεκριμμένως, κατά τήν γνώμην μας, εδώ προβάλλεται ό ανήσυχος άνθρωπος του Ε' π.Χ. αι. με τάς μεταφυσικάς ανησυχίας του. Με θαυμάσιον δε τρόπον κατώρθωσεν ό Αισχύλος να παρουσίαση τάς ανησυχίας αύτάς καί να τάς διαμόρφωση εις ένα σύστημα ιδεών άπαράμιλλον. Δια τούτο άνευ υπερβολής δυνάμεθα να ίσχυρισθώμεν ότι αν ό Αισχύλος ύπήρξεν ό κύριος διαμορφωτής της τρα­

γωδίας \ ό «Προμηθεύς» αποτελεί τήν πεμπτουσίαν της τραγωδίας. Καί τοϋτο διότι εντός αύτοΰ περικλείεται όλόκληρον τό πρόβλημα της εσωτερι­

κής τραγφδίας του ανθρώπου. Ό ποιητής αισθάνεται ό ϊδιος αύτάς τάς ανησυχίας καί τήν έσωτερικήν άντινομίαν καί τήν τραγικότητα τών συγκρού­

σεων. Άνήκεν αναμφιβόλως εις τήν κατηγορίαν τών ανθρώπων εκείνων δια τους οποίους ό μέγας Γερμανός Φιλόλογος Wilamovitz δίδει θαυμάσιον όρισμόν : «Τραγικός δεν είναι εκείνος ό όποιος έχει βιοτικάς μέριμνας, περιπέτειας καί δυσκολίας έξωτερικάς άλλ' εκείνος ό όποιος έχει συνεί­

δησιν της υπάρξεως του». Αυτό δε τό τελευταίον κάμνει τον άνθρωπον να είναι το μοναδικόν τραγικόν δν του κόσμου. Βεβαίως τήν τραγικότητα αισθάνονται μόνον οι σκεπτόμενοι άνθρωποι. Υπάρχουν ανθρώπινα όντα τα όποια ουδέποτε έπροβληματίσθησαν επί τοϋ σκοπού της υπάρξεως. Ζουν καί κινούνται εντός τοΰ χώρου καί τοϋ χρόνου με συμπεριφοράν ζώου. Διότι τό ζώον δεν λαμβάνει συνείδησιν της υπάρξεως του. Οί άνθρωποι όμως αυτοί θα πρέπη ν' αποτελούν μειονότητα. Διότι οπωσδήποτε κατά τήν διάρκειαν της ζωής θα παρουσιασθούν έστω καί έλάχισται εύκαιρίαι κατά τάς οποίας τό άτομον θα ευρέθη ενώπιον τοΰ μεγάλου προβλήματος τοΰ σκοπού της ζωής.

"Αν τούτο όντως άπετέλει πρόβλημα δια τον άνθρωπον τοΰ Ε' π.Χ. αι., δια τον σημερινόν άνθρωπον αποτελεί άγχος. Είναι μακρύς ό κατάλογος τών σημερινών υπαρξιακών φιλοσόφων οί όποιοι εναγωνίως αναζητούν διέξοδον εις τό φλέγον έσωτερικόν πρόβλημα. Εις πολλούς εξ αυτών φαίνεται ματαιοπονία ή άναζήτησις σκοποΰ εις τήν ζωήν καί περιπί­

πτουν εις τήν φιλσσοφίαν τοΰ παραλόγου καί τοΰ παραδόξου, τό όποιον

1. Ίδέ G. M u r r a y , Aeschylus the Creator of Tragedy, Oxford 1962.

Page 82: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 412 —

όμως κατ' ούδένα τρόπον δικαιολογεί και καταξιώνει την άνθρωπίνην προσωπικότητα '.

Επιστρέφοντες εις τον Προμηθέα, εχομεν την έντύπωσιν καθώς ομι­

λεί και διηγείται ό ήρως αυτός τα παθήματα του, ότι αντιπροσωπεύει τήν ιδίαν μας υπαρξιν. Οι εσωτερικοί κραδασμοί του γίνονται και ίδικαί μας συνθλίψεις αί όποΐαι όμως λαμβάνουν εις ημάς περισσοτέραν τραγικήν ύπόστασιν. Αϊ πρσσπάθειαί του είναι και γίνονται ίδικαί μας προσπάθειαι, αυτόν δε τον ίδιον τον αίσθανόμεθα ώς «σάρκα εκ τής σαρκός» μας, διότι αποτελεί άναπόσπαστον τμήμα της αιωνίας ανθρωπινής ουσίας ­.

Μερικοί έρμηνευταί του αισχυλικού αύτοΰ δράματος διαβλέπουν, κατά ενα πρωθύστερον βεβαίως σχήμα, εις το πρόσωπον του Προμηθέως τον σαιξπηρικόν ήρωα "Αμλετ. Ή διαφορά έγκειται εις το ότι ό δεύτερος παραμένει εις τήν άμφιβολίαν, συμπιέζεται μεταξύ του «to be or not to be», και δια τούτο γίνεται περισσότερον τραγικός Ά. Ό Προμηθεύς αντιθέτως προχωρεί δια να περάση τελικώς εις τήν άνταρσίαν. Δι' αυτόν δέ ακριβώς τον λόγον ό Προμηθεύς δύναται να θεωρηθή ώς ή πρώτη γνησία ανθρωπινή μορφή εις τήν ίστορίαν του δράματος. Διακατέχεται άπό μίαν βαθεΐαν συναί­

σθησιν τής ευθύνης του παρά το γεγονός ότι παραμένει μέχρι τέλους ένας αδιάλλακτος. Δεν αρνείται δέ τήν άνταρσίαν και επειδή αναλαμβάνει τήν εύθύνην δια τα έργα του, υπομένει τήν τιμωρίαν και ομολογεί :

εκών, εκών ήμαρτον, ουκ άρνήσομαι (στίχ. 266).

1. Ή φιλοσοφική αυτή διάθεσις καταφαίνεται κυρίως εις τάς ιδέας τών νεωτέρων Γάλλων στοχαστών και μάλιστα του J. Paul Sartre. Ίσως όμως πλέον αντιπροσωπευτικός των νέων αυτών τάσεων είναι ό Albert Camy. Ό τελευταίος ενσαρκώνει κατά ενα ίδανικον τρόπον τον άρχαϊον αίσχυλικόν ήρωα. Και τούτο διότι εις όλα του τα έργα ό Camy παρέ­

μεινε ένας αιώνιος révolté. 2. Ώς παρατηρεί ό Μ. Ρ a t i n, ό 'Αρχαίος Προμηθεύς επανεμφανίζεται και

εις άλλους χρόνους και εις διαφόρους τόπους εντός τής 'Ιστορίας τής νεωτέρας ποιήσεως, ή οποία, αν και εμπνέεται ύπό νέων υποκειμένων, έν τούτοις ταϋτα ευρίσκονται αποτυπω­

μένα είς τους λόγους του Αισχύλου. Έπί πλέον ό αισχυλικός μύθος μέ διαφόρους μετα­

σχηματισμούς προσφέρεται εις δανεισμόν. Εύρίσκομεν δέ τήν συμβολικήν του εκφρασιν έπί τής φύσεως τής ανθρωπινής ψυχής, έπί τής πορείας τής άνθρωπότητος, έπί τής ιστο­

ρίας των θρησκευτικών επαναστάσεων, έπί του μέλλοντος των κοινωνιών και τών λατρειών. (Études sur les Tragiques Grecs : Eschyle, σελ. 303 ­ 304).

3. Είναι αναμφίβολος ή έπίδρασις του «Προμηθέως» έπί τών νεωτέρων δραματουρ­

γών. Ενδεικτικώς άναφέρομεν τήν έπίδρασιν αύτοΰ είς τα έργα του Calderon, τοΟ Milton και τοϋ Goethe.

Page 83: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 413 —

TO METPON ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ! ΤΗΣ ΤΑΞΕΩΣ

Δια των πράξεων του αυτών τελικώς ό Προμηθεύς επιτυγχάνει να ελθη αντιμέτωπος προς τήν άρμονίαν και την τάξιν. Εις τήν προκειμένην περί­

πτωσιν ή τάξις είναι ή υποταγή τών ανθρώπων εις τήν βουλήν των θεών. Παραβιάσας ό ήρως αυτήν τήν τάξιν αντιμετωπίζει ήδη τήν βούλησιν του υπέρτατου "Οντος. "Ερχεται τοιουτοτρόπως εις αντίθεσιν προς τήν μοΐραν, ή οποία εδώ ταυτίζεται προς τους θεούς. Τούτο αποτελεί συχνήν άντίληψιν είς τον άρχαΐον άθηναΐον πολίτην. Ό άνθρωπος παρ' όλας τάς προσπάθειας του δεν δύναται να αποφυγή τήν μοΐραν. Δια τούτο και ό Προμηθεύς εδώ «πληρώνει» δια τήν «ΰβριν» αυτήν. "Εγκειται δε ή «ύβρις» είς το γεγονός ότι ό ήρως διογκώνει τήν ίδικήν του προσωπικότητα και τοποθετεί αυτήν έναντι, αν μή και αντιθέτως, τών θείων δυνάμεων αϊτινες διέπουν τον κόσμον. Είς το σημεΐον όμως αυτό ή «ύβρις» του Προμηθέως έφθασε τα όρια τοΰ άπη­

γορευμένου. Δια τούτο ό δραματουργός προσπαθεί τώρα να άνευρη τρόπον συμβιβασμού μεταξύ της ανθρωπινής αυτής ενεργείας και τοΰ θείου κύρους '.

Αυτός ό συμβιβασμός θα έπιτευχθή δια τοΰ «μέτρου». Τό «μέτρον» ή άλλως «μέσον» είναι μία γνωστή όσον και προσφιλής έννοια είς τον άρχαΐον "Ελληνα 2. Επανερχόμενος ό Αισχύλος είς τήν εννοιαν αυτήν τοΰ μέτρου, τοποθετεί έκ νέου τον Προμηθέα είς τήν πραγματικήν θέσιν του. Αυτή δε είναι ή υποταγή του είς τάς θείας δυνάμεις και ή άναγνώρισις έκ μέρους αύτοΰ της υπεροχής αυτών Λ. 'Επί πλέον δε ή τιμωρία έρχεται ώς θεία δικαιοσύνη. 'Εντός αύτοΰ τοΰ μέτρου θα δικαιωθή ή δύναμις τοΰ θείου, διότι τό μέτρον απαιτεί τήν τιμωρίαν τοΰ εξεγερθέντος άνθρωπου.

Τοιουτοτρόπως τα πάντα επανέρχονται σχεδόν εις τήν αρχική ν των κατάστασιν. Περαίνων δε τήν τραγωδίαν αυτήν ό Αισχύλος, άφοΰ ήνοιξε μίαν θυρίδα δια τής οποίας μας επέτρεψε να παρακολουθήσωμεν τάς ανη­

συχίας τοΰ βαθύτερου έσωτερικοΰ κόσμου τοΰ ήρωος, ανακαλεί τον τελευ­

ταΐον είς τήν τάξιν. Ή ανθρωπινή προσωπικότης και προσπάθεια δεν δύ­

ναται να ύπερβή τό θείον. Ό Προμηθεύς είς τό τέλος βλέπει τον εαυτόν του να εξαφανίζεται τιμωρούμενος δικαίως υπό τοΰ Διός.

1. Ίδέ και Γ. Μ υ σ τ ρ ι ώ τ ο υ , Γραμματολογία, τόμ. Α', σελ. 453. 2. Παρ' Άριστοτέλει εΰρηται το «χρυσοϋν μέσον». Γνωστή ή έννοια και έκ τοΟ

αρχαίου γνωμικού «μέτρον άριστον». 3. Ή δραματικότης τών τελευταίων στίχων τής τραγωδίας δικαιώνουν απολύτως

τήν ίίποψιν τοϋ ίστορικοϋ τής παγκοσμίου λογοτεχνίας Hervin Laatz, όστις υποστηρίζει ότι at τραγωδίαι τοΟ Αισχύλου είναι καθαρά θρησκευτικά ορατόρια, όπου οί θεοί ενερ­

γούν μέσω τών ανθρώπων. 27

Page 84: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 414 —

Τοιάδ' επ εμοί ριπή Διόθεν τενχονσα φόβον στείχει φανερώς. ώ μητρός εμής σέβας, ώ πάντων αίθήρ κοινον φάος είλίσσων, εσοράς με ώς εκδικα πάσχω.

(στίχ. 1090­ 1093).

Ό Προμηθεύς υπήρξε μία εκρηξις τιτανικής διανοίας, ή οποία εζησεν είς μίαν έποχήν κοσμοϊστορικήν και άνεζήτησεν ενα καλύτερον μέλλον δια τήν άνθρωπίνην υπαρξιν. Ό «Προμηθεύς Δεσμώτης» δεν αποτελεί τίποτε άλλο παρά το αίώνιον άνθρώπινον δράμα. Το Δράμα !

Β Ι Β Λ Ι Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α

Α) Ξ έ ν η

1. Μ C r o i se t , Eschyle, Paris 1928. 2. R. D. D a w e, The Collation and Investigation of manuscripts of Aeschylos, Cam­

bridge 1964. 3. E. A. H a ν e 1 ο e k, Prometheus. With a translation of Aeschylus Prometheus,

University of Washington Press, 1968. 4. L e o n G o l d e n , In Praise of Prometheus Humanism and Rationalism in Aeschy­

lean Thoyght, North Carolina 1966. 5. E. I g n a c i o G r a n e r ò , Esquilo Prometeo encadenado, Mentoza, 1963. 6. G. M a r r ay , Aeschylus the Creator of Tragedy, Oxford 1962. 7. M. P a t i n , Études sur les Tragiques Grecs. Eschyle, Paris, Hachette, 1858. 8. K. R e i n h a r d t , Aischylos als Régisseur und Theologe, Bern 1949. 9. J. de R o m i l l y , La crainte et l'angoisse dans le Théâtre d'Eschyle, Paris 1958.

10. G. T h o m s o n , Aeschylus and Athens, London, 1946. 11. M a n . V a l g i m i g l i , Eschilo. La Trilogia di Promiteo, Bologna 1904. 12. A l b i n L e s k y, Geschichte der Griechischen Literatur, Bern und Munchen, 1963.

Β) Ε λ λ η ν ι κ ή

1. Κ. Ι. Β ου ρ βέ ρ η, Το νόημα τοΟ πολιτικού φαινομένου τής ζωής (Αισχύλος ­Πλάτων) ΕΕΦΣΠΑ 11 (1960­1961) 249­265.

2. Τ ο ϋ α ύ τ ο Ο , θείος φόβος. ΕΕΦΣΠΑ 4 (1953­1954) 122­132. 3. Β. Κ α λ ό γ ε ρ ο , Ή βαθύτερα ουσία του τραγικού έν τη τραγωδία Πλάτων 10,

(1958) 287­294. 4. Τ ο ϋ α ύ τ ο ΰ , Αισθητική ερμηνεία τής αρχαίας τραγωδίας, Θεσσαλονίκη 1957. 5. Ν. Ι. Λ ο ύ β α ρ ι , 'Ιστορία τής Φιλοσοφίας, Έκδ. 'Ελευθερουδάκη, 'Αθήναι. 6. Γ. Μ υ στ ρ ι ώ τ ο υ , Προμηθεύς, 'Αθήναι 1902. 7. ToC α υ τ ο ύ , Γραμματολογία, τόμ. Α', Β', 'Αθήναι 1892.

Page 85: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 415 —

8. I. Χ. Π ο ύ λ λ ο υ, Εισαγωγή εις το άρχαΐον Έλληνικον δράμα, 'Αθήναι 1952. 9. Τ. Μ π ά ρ λ α, Προμηθεύς Δεσμώτης, Εισαγωγή — Ρυθμική άπόδοσις — σχόλια,

έκδ. «Πάπυρος», 1948. 10. Κ. Τ α μ β ά κ η , Το νόημα της τραγικής κάθαρσης, 'Αθήνα 1960. 11. Α. Χ α ρ β α λ ι δ , 'Αρχαίοι "Ελληνες Τραγικοί, Πειραιευς 1950.

Σ η μ. Δια το κείμενον έχρησιμοποιήθη ή εκδοσις τής 'Οξφόρδης.

Page 86: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΟΚΑΛΛΗ

ΤΑ ΠΕΡΙ ΕΓΚΑΤΑΣΤΆΣΕΩς ΜΙΚΡΑςΙΑΤΩΝ ΕΙΣ ΝΑΞΟΝ

Πριν από λίγο καιρό ό φίλος και καλός φιλόλογος κ. Ίω. Προμπονάς, έδημοσίευσε μερικά μικρασιατικά πατριδωνυμικά επίθετα, πού σε διάφορες εποχές βρίσκουμε στή Νάξο \ στηριζόμενος δε πάνω σ' αυτά, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οί μικρασιατικών εθνικών Νάξιοι «δέν είναι ει μή απόγονοι, ολίγοι εκ πολλών, παλαιοτέρων Μικρασιατών εποίκων εξ εκεί­

νων, οί όποιοι φεύγοντες τών ποικιλώνυμων τουρκικών φύλων τάς βαρβα­

ρικάς έπιδρομάς, εγκαθίστανται σταδιακώς από του 11ου έως Μου αι. εις τήν νήσον»2. "Οσον άφορα τήν έκταση τής μικρασιατικής έποικήσεως ό συνάδελφος γράφει : «Άλλα και εξ άλλων δυνάμεθα να συμπεράνωμεν περί τοΟ αριθμού τών Μικρασιατών εποίκων εκ τής παρατηρήσεως δηλ. ότι οί είς τήν νήσον έλθόντες προέρχονται έκ ποικίλων, μακράν δ' αλλήλων κειμένων, τόπων τής Μικράς 'Ασίας, είναι δ' εύλογον να ύποθέσωμεν, κυρίως ένεκα τών κρατουσών τότε συνθηκών, ύφ' δς αί μετοικήσεις έγέ­

νοντο, ότι καθ' ομάδας ούτοι και ουχί μεμονωμένως εφευγον και έγκαθί­

σταντο εις τάς νέας των πατρίδας» 3. Τα επίθετα επί τών οποίων στηρίζει τα συμπεράσματα του ό συγγρα­

φεύς είναι τα έξης : Άτταλειώτης, Φιλαδελφειανός, Χωματιανός, Αιασίτης (έκ τοϋ Ίασος τής Καρίας), Θεολογίτης (έκ τοϋ Θεολόγος = Έφεσος) και Διασορηνός, το οποίον παράγει, ακολουθώντας τή γνώμη του Άμάντου, έκ τοϋ Διός 'Ιερόν τής Λνδίας*.

Έπ' αυτών όμως ας μού επιτραπούν κατ' αρχήν ώρισμένες προσθή­

κες : α) Έκτος άπό τα παραπάνω πατριδωνυμικά έχουμε ακόμα στή Νάξο

1. Ί ω. Π ρ ο μ π ο ν α, Μικρασιαται είς Νάξον, «Παρνασσός» 10 (1968) 246 ­ 253. 2. Ίω. Π ρ ο μ π ο ν α , ένθ' άνωτ., σελ. 253. 3. Ί ω. Π ρ ο μ π ο ν α , δνθ' άνωτ., σελ. 253. 4. Κ. Ά μ ά ν τ ο υ , Γλωσσικά έκ Χίου, «Λαογραφία» 7 (1923) 337.

Page 87: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 417 —

και τα Σμυρναίος ι καί Σνναδηνος ­ (έκ τής πόλεως Σΰν(ν)αδα τής Φρυγίας). Είναι ακόμη γνωστό καί το Σαμψονντιος*, πού όμως είναι γνωστό ότι ανα­

φέρεται σε εξαιρετικά πρόσφατη εποίκηση. β) Μικρασιατικά μπορούν να θεωρηθούν καί όλα τα εθνικά των μικρα­

σιατικών νήσων, πού, αν καί σήμερα αντιδιαστέλλονται απ' τήν ίδια τήν Μικρά 'Ασία, στην βυζαντινή εποχή αποτελούσαν ενιαίο γεωγραφικό χώρο. Τέτοια επίθετα είναι τα Μυτιληναίος 4, Χίος 5, Χιώτης tì, Ροδίτης 7, Ροδαϊος8, Κυπραϊος 9, Κυπριάδης ι0, Κυπριώτης ιι, Δεσύπρης ν2, Τατζίπρης νΛ

καί Τζίπρης u . Παρά τήν ύπαρξη όμως των παραπάνω μικρασιατικών επιθέτων καί

παρ' όλο πού είναι γνωστό ότι τμήματα του μικρασιατικού πληθυσμού μετακινήθηκαν προς τα νησιά του Αιγαίου μετά τήν μάχη τοϋ Μαντζικέρτ (1071)15, δεν νομίζω ότι ή ύπαρξη των επιθέτων αυτών αποδεικνύει μαζική ή έστω και αξιόλογη εγκατάσταση Μικρασιατών στή Νάξο. Σε περίπτωση ομαδικής μετακινήσεως, οί μετακινηθέντες θά διατηρούσαν τα αρχικά των επίθετα. Είναι αδιανόητο οί κάτοικοι ενός ολόκληρου χωριού ή μιας περιο­

χής να αποκαλούνται καί μεταξύ των καί από τους Ναξίους με το ίδιο πατρι­

1. Ν. Κ ε φ α λ λ η ν ι ά δ ο υ, Ή Ιερά Μονή Παναγίας τής Ύψηλοτέρας είς Έγ­

καρές Νάξου, Νάξος 1966, σελ. 15. Β. Σ φ υ ρ ό ε ρ α, Γάμοι καί διαζύγια στή Νάξο τον ιζ' καί ιη' αίώνα, «Κυκλαδικά» 1 (1956), 35, 268, όπου καί προγενέστερη βιβλιο­

γραφία. 2. Ά. Κα τ σ ο υ ρ ο ϋ, Ναξιακά δικαιοπρακτικά έγγραφα τοϋ ΙΖ' αιώνος, «Έπε­

τηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών» 7 (1968) 141. 3. Ναξιακός Όδηγός, 'Αθήναι 1947, σελ. 140. 4. Ί ω. Β ι σ β ί ζ η, Ναξιακά νοταριακά έγγραφα τών τελευταίων χρόνων τοϋ Δου­

κάτου τοϋ Αίγαίου (1538 ­1577), «Έπετηρίς τοϋ 'Αρχείου τής 'Ιστορίας τοϋ Ελληνικού Δικαίου», τεύχος Δ' (1951) 30, 73, 78, 79 κτλ. Το επίθετο είναι γνωστό κι άπό άλλες συλλογές δημοσιευμένων έγγραφων, πού όμως παραλείπω για ν' αποφύγω το φόρτο τών υποσημειώσεων. Το ίδιο συμβαίνει καί για τα περισσότερα επίθετα πού αναφέρω.

5. Ναξιακός Όδηγός, ενθ' άνωτ., σελ. 98. 6. Ί ω . Β ι σ β ί ζ η , ενθ' άνωτ., σελ. 22, 50, 51. 7. Ί ω. Β ι σ β ί ζ η, ενθ' άνωτ., σελ. 77, 78, Ν. Κ ε φ α λ λ η ν ι ά δ ο υ, ενθ' άνωτ.,

σελ. 16. 8. Ί ω . Β ι σ β ί ζ η , ενθ' άνωτ., σελ. 92. 9. Ά. Κ α τ σ ο υ ρ ο ΰ , ενθ' άνωτ., σελ. 238.

10. Ναξιακός Όδηγός, ενθ' άνωτ., σελ. 134. 11. Ί ω. Β ι σ β ί ζ η , ενθ' άνωτ., σελ. 100, Ναξιακός Όδηγός, ενθ' άνωτ., σελ. 95. 12. Ναξιακός Όδηγός, ενθ' άνωτ., σελ. 116. 13. Ί ω . Β ι σ β ί ζ η , ενθ' άνωτ., σελ. 27, 28. 14. Ί ω . Β ι σ β ί ζ η , ενθ' άνωτ., σελ. 54, 57. 15. Κ. Ά μ ά ν τ ο υ, Γλωσσικά έκ Χίου, «Λαογραφία» 7 (1923) 335­336, Τ ο ϋ

α ύ τ ο ΰ , Σχέσεις Ελλήνων καί Τούρκων, 'Αθήναι 1955, σελ. 32­33, Ά. Σ ο υ λ ι ώ ­

τ η , Οί Κάτοικοι τής Μικρός 'Ασίας, 'Αθήναι 1921, σελ. 22.

Page 88: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 418 —

δωνυμικό. Τα μικρασιατικά εθνικά πού συναντούμε σε διάφορες εποχές στη Νάξο αποδεικνύουν την εγκατάσταση μεμονωμένων ατόμων ή και οικογενειών προερχομένων εκ Μικρας 'Ασίας ή — γιατί να το αποκλείσου­

με ; — εδόθησαν σε άτομα πού προσωρινώς είχαν μεταναστεύσει ή ταξι­

δεύσει στη Μικρά Ασία. Έν προκειμένω ας θυμηθούμε το νεοελληνικό επίθετο 'Αμερικάνος.

Ή καλύτερη απόδειξη τών ισχυρισμών μου βρίσκεται ϊσως στην αντιστροφή του προβλήματος : Τό επίθετο Άξιώτης βρίσκεται σήμερα είς τήν 'Αττική, τήν Κρήτη (Ήράκλειον), τήν Μακεδονία (Δράμα, Θεσσαλο­

νίκη, Καβάλλα, Καστοριά), τα νησιά του Αιγαίου (Αέσβος, Πάτμος ι, Χίος), ενώ παράλληλα είναι γνωστά και τα επίθετα Ναξάκης ('Αθήναι, Χανιά), Ναξιάδης ('Αθήναι, Θεσσαλονίκη), Άξιοτόπονλος (Καλαμάτα), Άξιωτάκης (Χίος) και Άξιωτίδης (Κομοτινή). Είναι δυνατόν ή ύπαρξη όλων αυτών τών επιθέτων να σημαίνει εποίκηση ή ομαδική μετακίνηση Ναξίων ;

"Αν άλλωστε ή ύπαρξη μιας δεκάδος πατριδωνυμικών επιθέτων άπε­

δείκνυε τήν εγκατάσταση Μικρασιατών στή Νάξο, θάπρεπε να δεχτούμε καί τήν εγκατάσταση Στερεοελλαδιτών, βασιζόμενοι στα επίθετα 'Αθηναίος ­, Μπαφίτης Ά, Ενριπαϊος ι, Ενριπιώτης 5, Θηβαίος (ί, Μενιδιάτης "', καί Με­

σολογγίτηςΗ, πού τά περισσότερα όμως είναι γνωστό ότι ανήκουν σε άτομα πού μόνο προσωρινά είχαν σχέση με τή Νάξο.

Έξ άλλου είναι πιθανώτατη αν όχι βεβαία ή εγκατάσταση Πελοπον­

νησίων στή Νάξο 9, αλλ' αυτή αποδεικνύεται μάλλον άπ' τήν μορφή τών επιθέτων καί τών καταλήξεων των (­αράς, ­όπονλος) καί άλλα στοιχεία καί όχι άπ' τά λίγα πατριδωνυμικά της Πελοποννήσου πού έχουμε στή Νάξο : Άναπλιώτης (Ναυπλιώτης) 10, 'Αρκαδιώτης ιι, Μωραΐτης Vi, Σοφι­

1. Το επίθετο Ναξιώτης πού δεν ξέρω αν ύπάρχη σήμερα στην Πάτμο, αναφέρεται σέ κώδικες τοϋ ιγ' καί ις ' αιώνα, βλ. F Γ. M i k l o s i c h ­ J . M i l l i e r , Acta et Diplo­

mata, vol. VI, Vindobonae 1890, pp. 150, 276. 2. Ί ω . Β ι σ β ί ζ η , ενθ' άνωτ., σελ. 51, 70, 72, 95. 3. Ί ω . Β ι σ β ί ζ η , ένθ' άνωτ., σελ. 44­45, 107. 4. Ναξιακός Όδηγός, ενθ' άνωτ., σελ. 110, 117. 5. Ναξιακος 'Οδηγός, ενθ' άνωτ., σελ. 94. 6. Ναξιακός Όδηγός, ενθ' άνωτ., σελ. 132. 7. Ναξιακός Όδηγός, ενθ' άνωτ., σελ. 113. 8. Ναξιακός Όδηγός, ενθ' άνωτ., σελ. 117. 9. Ν. Α. Β έ η , Ή Τσακωνική έποίκησις έν Νάξω, «Ναξιακόν Άρχεΐον» 2 (1949)

189­ 191. 10. Τό πολύ γνωστό 'Αναπλιώτης βρίσκεται καί σήμερα στή Νάξο (Ναυπλιώτης), ή

δέ παρουσία του είναι γνωστή ήδη άπ' τό 1538. Βλ. Ί ω . Β ι σ ζ ί β η, ενθ' άνωτ., σελ. 13. 11. Ί ω. Β ι σ β ί ζ η, ενθ' άνωτ., σελ. 66, 104. 12. Ά. Κ α τ σ ο υ ρ ο ϋ , ενθ' άνωτ., σελ. 259.

Page 89: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 419 —

κίτης ι (εκ του Σοφικον Κορινθίας) και Τσακωνιάτης2. "Ας σημειωθή άλλωστε ότι τα πελοποννησιακά αυτά πατριδωνυμικά δεν υπάρχουν στην περιοχή εκείνη της Νάξου για την οποία πιθανολογείται πελοποννησιακή καταγωγή. Βεβαία είναι επίσης και ή εγκατάσταση Κρητών στην Άπεί­

ρανθο 3, άλλα και εκεί δεν υπάρχουν κρητικά πατριδωνυμικά, έκτος ϊσως του επιθέτου Κρητικός, πού ασφαλώς δόθηκε σέ άτομο πού σέ μεταγενέστε­

ρη εποχή εγκαταστάθηκε έκεΐ. Έν συμπεράσματι έχω τή γνώμη ότι τα υπό του καλού φίλου κ. Ίω.

Προμπονά σημειωθέντα μικρασιατικά επίθετα αποδεικνύουν μεμονωμένη και μόνο εγκατάσταση Μικρασιατων στή Νάξο, τις δε αποδείξεις για μια μαζική εγκατάσταση — εάν βεβαίως υπήρξε ποτέ — πρέπει να τις αναζη­

τήσουμε σέ άλλους τομείς και ασφαλώς μέ άλλες μεθόδους.

1. Ναξιακος Όδηγός, ενθ' άνωτ., σελ. 98, 105, 113, 115 κτλ. 2. Ν. Κ ε φ α λ λ η ν ι ά δ ο υ , ενθ. άνωτ., σελ. 15, Ναξιακος Όδηγός, ενθ' άνωτ.,

σελ. 103, 118, 121, 123. 3. Ά. Σ ι γ ά λ α , Γλωσσικά Ιδιώματα και εποικισμοί της Νάξου, «Ναξιακόν

Άρχεΐον» 2 (1949) 273, Δ. Β. Ο î κ ο ν ο μ ί δ ο υ, Περί του Γλωσσικού 'Ιδιώματος Άπε­

ράθου­Νάξου, «Αθηνά» 46 (1952) 273.

Page 90: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

ΓΕΩΡΓΙΟΥ Θ. ΖΩΡΑ Καθηγητού Πανεπιστημίου

Ο ΧΑΡΟΣ ΚΑΙ Η ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΙΣ ΑΥΤΟΥ ΕΝ ΤΩ ΣΤΙΧΟΥΡΓΗΜΑΤΙ «ΠΕΝΘΟΣ ΘΑΝΑΤΟΥ»

Εις το στιχούργημα «Πένθος θανάτου, ζωής μάταιον και προς Θεον επιστροφή», το όποιον έδημοσιεύσαμεν εις το προηγούμενον τεύχος του «Παρνασου» ι, γίνεται πολλάκις λόγος περί του Χάρου, όστις άνευ διακρί­

σεως και εις άνύποπτον χρόνον, άφαρπάζει νέους και γέροντας, γυναίκας και παιδία. Ό ποιητής, μάλιστα, φροντίζει εις το πέρας του στιχουργήματος να παράθεση, δίκη ν επιλόγου, στίχους τινάς, δι' ών παρέχει χρησίμους συμβουλάς, άφορώσας είς τήν άναπαράστασιν του Χάρου.

Έν πρώτοις παραγγέλλει να άφίνεται λευκόν τό πρώτον φύλλον, ϊνα εν αύτω εικονίζεται ακριβώς ό Χάρος, έν συνεχεία δε υποδεικνύει απαραι­

τήτους περί τής αναπαραστάσεως τής μορφής και τοϋ οπλισμού αύτοϋ λε­

πτομέρειας. Οί σχετικοί στίχοι έχουν ώς ακολούθως :

Το πρώτον φύλλον, πρόσεχε, άγραφον να τ άφησες καί τάφον ενα δολερον 'ς αυτό να ζωγράφισες, να γέμη στιάτα ανθρωπινά' και γύρω ας στέκουν πλήθοζ άνδρες, γυναίκες, λυπηρά και με θλιμμένον ήθος. Και ολίγο απάνω ας στέκεται ô Χάρος και ας βαστάζη των τριών λογών τά άρματα, εκείνα πού μας σφάζει : το δρέπανον καί το σπαθί, δοξάρι καϊ σαγίττες, καί ομπρός τον ας είναι κεφαλές, καί ας δείχνη ότι πατεί τες.

Και τους στίχους όπου βάνω, γράψε άπο τον Χάρ' απάνω :

"Ανθρωποι, μη θαυμάζετε, ξεύροντα 'τ' είμ εχθρός σας κ ημέρα ­ νύκτα πάντοτε δεν λείπω 'χ το πλευρό σας, με πάντα τρόπον θέλοντα 'χ τον κόσμον νά σας βγάλο),

"τι αύτοϋ οπού κείτονται και αυτοί βιάζομαι νά σας βάλω. Οντως γαρ ενι πρόσταγμα καί ορισμός Κυρίου, δια τήν πλάνην τον 'Αδάμ καϊ δόλον τον θηρίου

(στίχ. 617 ­ 632).

1. Βλ. Γ. Θ. Ζώρα, Πένθος θανάτου, ζωής μάταιον καί προς Θεον επιστροφή, Παρνασσός 12 (1970) 279­313.

Page 91: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 421 —

Ό ποιητής έσκέπτετο προφανώς να σχεδίαση ό ίδιος τήν παράστασιν του Χάρου εν τω χειρογράφω, ώς όμως και εις άλλα χειρόγραφα συνέβη \ δι' άγνωστους εις ημάς λόγους ­, δέν ήδυνήθη να πραγματοποίηση τήν πρόθεσιν ταύτην, έκτος αν δεχθώμεν τήν ύπόθεσιν ότι τό σχετικόν φύλλον άπεκόπη βραδύτερον ή οπωσδήποτε άπωλέσθη. Πρέπει πάντως να ύπο­

γραμμισθή ότι ή υπό τοϋ ποιητοϋ παρεχομένη έμμετρος περιγραφή αποτε­

λεί πρωτοτυπίαν τοϋ στιχουργήματος, δεδομένου ότι τοιαϋται, και δή και τόσον λεπτομερείς στιχηραί υποδείξεις, δέν είναι συνήθεις είς ανάλογα λογοτεχνικά κείμενα τής εποχής.

*

Ή μορφή τοϋ έν τω στιχουργήματι μνημονευομένου Χάρου τής νεοελ­

ληνικής παραδόσεως έν τη πραγματικότητι δέν είναι ειμή ό Χάρων τής αρχαίας εποχής, όστις όμως άπό άπλοϋς ψυχοπομπος έταυτίσθη προς αυτόν τοϋτον τον θάνατον, σκληρός και ανηλεής «θεριστής», ό όποιος νίκα πάν­

τοτε είς άνισον αγώνα τον άνθρωπον και καταρρίπτει τοϋτον νεκρόν. Ώς ήτο έπόμενον, και ή μορφή αύτοϋ υπέστη ριζικήν άλλαγήν, προσαρ­

μοσθεΐσα προς τάς νέας αντιλήψεις. Τον άρχαΐον λευκότριχα Χάροντα διε­

δέχθη ήδη άπό τών μεσαιωνικών χρόνων — ενίοτε ύπό τήν έπίδρασιν τής Δύσεως — ό άγριος τήν όψιν, σκελετώδης και βαρέως ώπλισμένος Χάρος, έτοιμος πάντοτε να πλήξη τό θΰμα και «να πάρη τήν ψυχήν του» 3.

1. Πολλάκις οι συγγραφείς έργων ή οί γραφείς χειρογράφων άφινον κενά, μέ τήν πρόθεσιν νάσυμπληρωθώσι ταϋτα μεταγενέστερον δι' είκονογραφήσεως μέ είδικήν μελάνην ή υπό ειδικών σχεδιαστών, κατόπιν όμως, εξ αμελείας ή ποικίλων άλλων αιτιών, ή συμπλήρωσις αυτή δέν έπραγματοποιείτο. Τοΰτο συνέβη και έν τω ύπό μελέτη ν χειρο­

γράφω. Πρβ. Γ. Θ. Ζ ω ρ α, 'Ιωάννου Άξαγιώλου, Διήγησις συνοπτική Καρόλου τοϋ Ε' ενθ' άν., σελ. 20.

2. Είναι έν τούτοις επίσης πιθανόν, ότι ό συγγραφεύς δέν έσκέπτετο να σχεδίαση έν τφ χειρογράφω του τήν παράστασιν του Χάρου και ότι ακριβώς δια τον λόγον τοϋτον έφρόντισε να παράσχη λεπτομερείς υποδείξεις προς τον μελλοντικόν έκδότην και δια τήν μορφήν και δια τον όπλισμόν αύτοϋ, αΐτινες θά ήσαν ίσως περιττοί, αν τό χειρόγραφον είχεν ήδη είκονογραφηθή καταλλήλως.

3. Περί τοϋ Χάρου έν τή άντιλήψει τοϋ ελληνικού λαοϋ υπάρχει πλούσια βιβλιο­

γραφία. Περιοριζόμεθα νά μνημονεύσωμεν τα σημαντικώτερα έργα, τα όποια έχρησι­

μοποιήσαμεν έν τή παρούση μελέτη: L. S c h m i d t , Das Volksleben der Neugriechen und das hellenische Altertum, I, Leipzig 1871, Γ. Κ α λ α ϊ σ ά κ η , Περί Χάρωνος και "Αδου, περ. Έβδομάς 3 (1886) 187­189 καί 196­197, D. C. Η e s s e 1 i n g, Charos. Ein Beitrag zur Kenntniss des neugriechischen Volksglaubens, Leiden ­ Leipzig 1897, Ν. Γ. Π ο λ ί τ ο υ , Μελέτη έπί τοϋ βίου τών νεωτέρων Ελλήνων, τόμ. Α', μέρος Β', Έν'Αθήναις 1874 (κεφ. Ζ'Ύποχθόνιοι θεότητες: Χάρος σσ. 237­302), S. R o c c o , Il mito di Caronte nell'arte e nella letteratura, Torino 1897, O. W a s e r, Charon, Cha­

rum, Charos. Mythologisch ­ archàologische Monographie, Berlin 1898, Ν. Π ο λ ί τ ο υ ,

Page 92: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 422 —

Περί τοϋ νεοελληνικού τούτου Χάρου ό Moravcsik γράφει τα έξης : «Il Caronte neo­greco è la morte stessa la cui atra figura appare sulla

terra e porta seco le anime degli uomini. È armato di spada e di saette colle quali uccide la sua preda. Piglia l'uomo per i capelli, spesso si bisticcia e lotta con esso. La fantasia del popolo ce lo mostra come cacciatore, cavalliere, mie­

titore ο vignaiuolo, che si è provvisto di saette, di falci ο di falcetti. In queste figure nuove il nocchiere antico vive pallido nella mente del popolo neogreco. Oltre alcuni rarissimi atteggiamenti caratteristici, piuttosto l'obolo dato anche oggi al morto in parecchi luoghi ci serba la memoria di esso. L'antica parola Χάρων coll'andar del tempo è divenuta Χάρος ed insieme col vocabolo si trasformò anche il contenuto dell'immagine. Gli strati culturali delle varie epoche cancellano i concetti appartenenti al vecchio nome; e trasformano ed arricchiscono e con tratti e lineamenti sempre più vivi rinfrescano il volto seco­

lare di Caronte. Idee e pensieri nuovi all'epoca bizantina influirono per la prima volta sul popolo greco, quando sulle sponde di Bosforo s'incontrarono le tendenze culturali dell'Oriente e dell'Occidente. Nell'epoca bizantina si trova l'origine delle numerose canzoni, favole e miti popolari neogreci, dalle quali conosciamo la figura del Caronte Bizantino. Abbiamo per probabile, che il significato del nome di Caronte si sia cambiato e arricchito nell'epoca bizantina e per questo mi sembra molto istruttivo di esaminare la figura del Caronte Bizantino» *.

Έν τη ζωγραφική τέχνη ό Χάρος απετέλεσε σύνηθες θέμα, ιδία εν τη εκκλησιαστική αγιογραφία. Περί του τρόπου της παραστάσεως του Χάρου ( = θανάτου) πληροφορίαι ακριβείς παρέχονται ύπο Διονυσίου του εκ Φουρνα2, όστις μνημονεύει τάς ακολούθους περιγραφάς έν τω περί τής ερμηνείας της ζωγραφικής τέχνης έργω αυτού :

Ή παραβολή τής άκαρπου συκής : «και ό Θάνατος πλησίον αύτον βα­

στών δρεπάνι». Ή παραβολή των κακών δούλων : «και ό Θάνατος πλησίον με το όρέπανον

Οερίζων αυτούς».

Μελέται περί τοϋ βίου και τής γλώσσης του 'Ελληνικού λαοϋ, Παραδόσεις, τόμ. Α', Αθήναι 1904, Κ. H e i n e m a n n , Thanatos in Poesie Kund unst der Griechen, Diss., Munchen 1913, H. P e r n o t , Études de littérature grecque moderne, Paris 1916, Δ. Ζ α κ υ θ η ν ο Ο , Ό Χάρος στο δημοτικό τραγούδι, Κερκυραϊκή Ανθολογία 4 (1924) 26 έπ., Α. Le s ky, Pontische Lieder als Trâger eines Wandermotivs, Deuxième Congrès International des Études Byzantines, Compte­rendu, Belgrade 1929, G i u l i o Mo­

r a v c s i k , Il Caronte Bizantino, Studi Bizantini e Neoellenici 3 (1930) 45 έπ. 1. G. Μ ο r a ve s i k, Il Caronte Bizantino, ενθ' av., σελ. 47­48. 2. Δ ι ο ν υ σ ί ο υ τ ο ϋ έκ Φ ο υ ρ ν α , 'Ερμηνεία τής ζωγραφικής τέχνης ύπο

Α. Παπαδοπούλου ­ Κεραμέως, 'Εν Πετρουπόλει 1909.

Page 93: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

- 423 —

Ή Άποκάλυψις Ιωάννου του Θεολόγου : «και όπισθεν αντοϋ πάλιν ό Θάνα­

τος, καθήμενος εις πράσινον άλογον και βαστών και δρεπάνι μεγάλον». Πώς ίστορίζεται ό βίος του άληθοϋς μονάχου : «και γράψον επάνωθεν αντοϋ

ταντην την επιγραφήν "ό μάταιος κόσμος". Ύποκάτωθεν ôè αντοϋ ποίησον {τάφον) και εξ αντοϋ εξερχόμενον τον Θάνατον, βαστάζουν εις τους ώμονς τον θεριστήριον μέγα, έχων εις την κεφαλήν τον ημιώρων και βλέπων τον μοναχόν και επάνωθεν αντοϋ αντη ή επιγραφή' "ό Θάνατος και δ τάφος"».

Πώς ίστορίζεται ό μάταιος βίος τοϋ κόσμου τούτου : «Κάτωθεν δε τοϋ τρο­

χού ποίησον τάφον και εν αντω δράκοντα μέγαν, έχων εις το στόμα τον άνθρωπον προύμντα (φαινόμενον ώς την μέσην), και πλησίον αντοϋ τον Θάνατον, καί αντος μέσ τον τάφον βαστών δρεπάνι μεγάλο καί βάνει αυτό εις τον τράχηλον τοϋ γέροντος και τραβίζει αντον κάτω» ' .

Ώ ς εκ τών ανωτέρω προκύπτει, ό Χάρος έν τη ελληνική τέχνη εικονί­

ζεται συνήθως έφιππος, έξ ού καί ό χαρακτηρισμός «καβαλλάρης». Σχετι­

κόν είναι καί τό χωρίον της Άποκαλύψεως τοϋ 'Ιωάννου : «και Ιδον ίππος χλωρός, και ό καθήμενος επάνίο αντοϋ, όνομα αντω θάνατος, και ό αδης ήκολονθει μετ αντοϋ» *. «Έκ της περιγραφής ταύτης της Άποκαλύψεως, ώς παρατηρεί ό Πολίτης, ή ελληνική εκκλησία ζωγραφίζει τον θάνατον επί πρασίνου (χλωρού) ϊππου επιβαίνοντα» 3.

Έ ξ άλλου εις εικονογραφίας τής Δύσεως, κατά τήν μεσαιωνικήν επο­

χήν, παριστώσας τους Χορούς τών Μακάβρων (danses macabres), ό θάνατος εμφανίζεται επιβαίνων κατά κανόνα ϊππου μέλανος, ή τοιαύτη δέ παράστα­

σις έπέδρασεν επίσης επί τήν νεωτέραν περί τοϋ Χάρου έλληνικήν άντί­

ληψιν. Ποικίλας απεικονίσεις, αϊτινες ενθυμίζουν τάς μνημονευθείσας περι­

γραφάς τοϋ Χάρου, άνευρίσκομεν έν Ε λ λ ά δ ι εις παλαιότερα δημώδη στιχουργήματα καί εις τήν δημοτικήν π ο ί η σ ι ν ούτω :

«Ρίμα θρηνητική» :

μαϋρον εκαβαλλίκενσεν, εβάσταν και γεράκιν κ έκράτειεν εις τήν χέραν τον σαγίτταν και τοξάκιν i .

1. Δ ι ο ν υ σ ί ο υ τ ο ϋ έκ Φ ο ύ ρ ν ο , Ερμηνεία τής ζωγραφικής τέχνης, ενθ' αν., βλ. σελ. 123, 124, 130, 210, 214.

2. Άποκάλυψις 'Ιωάννου 6, 8. 3. Ν. Π ο λ ί τ ο υ , Μελέτη επί του βίου τών νεωτέρων Ελλήνων, τόμ. Α', μέρος

Β', ενθ' αν., σελ. 260. 4. «Ρίμα θρηνητική», Βλ. Έ μ μ. Κ ρ ι α ρ α, Ή Ρίμα θρηνητική του'Ιωάννου

Πικατόρου. Άνάτυπον έκ τής Έπετηρίδος Μεσαιωνικού 'Αρχείου τής 'Ακαδημίας 'Αθηνών 2 (1942) 37 ­ 69, στίχ. 68 ­ 69.

Page 94: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 424 —

επίσης : κ' ήρθε (ό Χάρος) στην πόρταν τρέχοντας στον μαϋρον καβαλλάρης 1

καί : κ' εκέντησεν τον μαϋρον τον και άρχισεν κ επερπάτει2.

Συνήθης δ' είναι έν τη δημοτική ποιήσει ή είκών : εϊδα τον Χάρον κ' ετρεχεν 'ς τους κάμπους καβαλλάρης.

Ουχί σπανίως όμως ό Χάρος προσλαμβάνει διάφορον μορφήν. Ύπο τήν έπίδρασιν θρησκευτικών δοξασιών, τών δυτικών ιδία λαών, ούτος παρί­

σταται σκελετώδης, γέρων, με άπαισίαν τήν όψιν. Ώ ς τονίζει ό Πολίτης, «ό θάνατος απεικονίζεται συνήθως εις τάς θρησκευτικός του μεσαίωνος εικόνας ώς σκελετός άποτρόπαιον έχων όψιν, και δια δρέπανου τους ζώντας θερίζων» 3. Ή μορφή δ' αύτη, ύπο ποικίλας παραλλαγάς, κυριαρχεί εις λογοτεχνικά κείμενα τής παλαιοτέρας εποχής, μάλιστα θρησκευτικού περιεχομένου καί έν πολλοίς είς απομιμήσεις αναλόγων δυτικών προτύπων.

Ούτως είς το υπό τοΰ Γεωργίου Μέγα μνημονευόμενο ν άνέκδοτον κρητικόν ποίημα περί τοΰ Κάτω Κόσμου, ώς ακολούθως περιγράφεται ή μορφή τοΰ Χάρου :

"Ανθρωπος : Ποιος εΐν' το βλεπο) καί έρχεται μαύρος, σκοτεινιασμένος, άσονσσονμος και ανέγνωρος και ξεκοκκαλισμένος ; Πέ μου ποιος είσαι, να χάρης, και είς μέγα φόβο είμαι' ό φόβος σου άποθαίνει με, ή θωριά σον καταλεϊ με.

Ή αντίληψη σου πώς ακούς ; πώς λέσι το ονομά σον ; να σε γνωρίσω κάμε με, να λείψω εκ τη φοβιά σον.

Χάρος : 'Εγώ είμαι ό ποιος, 6 ταδεποιός, αν ήκονσες, ό Χάρος, όπου τινάς δε μ' εϋρηκε βοήθεια μονδε θάρρος.

'Εγώ 'μαι όποιος φανερά τον κόσμο διαγονμίζω, καί όπον Ρηγάδες και 'Αφεντιές δε ντες άναγυρίζω.

Ό Χάρος είμαι, ό χαλασμός τσή 'Ανατολής και Λύσης, καί μη φοβάσαι τίβοτας σήμερο να μιλήσης *.

Καί είς τήν «Ρίμαν θρηνητικήν» :

κ' εϊχεν (ό Χάρος) θωριάν άγριόθωρην, μαύρην καί αλλοτριωμένη κ' ή φορεσιά του χάλκινη και καταματωμένη 5.

1. «Ρίμα θρηνητική», ενθ' αν., στίχ. 97. 2. «Ρίμα θρηνητική», ενθ' αν., στίχ. 183. 3. Ν. Π ο λ ί τ ο υ , Μελέτη έπί τοΰ βίου τών νεωτέρων 'Ελλήνων, ένθ'άν., σελ. 253. 4. Γ. Μέγα, Άνέκδοτον κρητικόν ποίημα περί τοϋ Κάτω Κόσμου, Ήμερολόγιον

τής Μεγάλης Ελλάδος, 1930, σελ. 509 ­ 520 (= Λαογραφία 25 (1967) 635) στίχ. 1 ­12. 5. «Ρίμα θρηνητική», ενθ' άν., στίχ. 70­71.

Page 95: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 425 —

"Ετι χαράκτηριστικωτέρα είναι ή περιγραφή του Χάρου είς τον Πρό­

λογον της «Έρωφίλης» :

Ή άγρια κ' ή άνελύπητη κ ή σκοτεινή θωριά μου κάί το δραπάν όπου βαστώ, και τοϋτα τα γδυμνά μου κόκκαλα, κ' οι πολλές βροντές κ οι αστραπές όμάδι, όπου τη γήν άνοίξασι, κ' εβγήκ άπου τον "Αδη, ποιος είμαι, μοναχά τωνε δίχως μιλιά μπορονσι να φανερώσου σήμερο 'ς δσους με συντηροϋσι!.

Και κατωτέρω : 'Εγώ 'μ' εκείνος το λοιπό, απ' δλοι με μισοΰσι, και σκυλλοκάρδη και τυφλό κι άπονο με λαλονσι ·.

'Επίσης είς «Το θανατικον τής Ρόδου» :

Πολλοί σ' εζωγραφήσασιν και κάθεσαι επάνω' αμμη εγώ θωρώντα σε είμαι δια ν' αποθάνω, και αν σκιαστον τρομάσσω σε, νά 'σαι σαν τον τρομάρχην, επάνω εις τον Κερβερον σατανοδιαβολάρχην, πρόσωπον ξενοχάραγον, κορμίν και όντα πράγμα, με τα γυμνά τα πράτζα σου, να πή δεν σώνει γράμμα, τες ευμορφιες και κάλλη σου, τα εχ ή βασίλεια σου, κρατών πασίλογ' άρματα και με τα δρέπανα σου

να μη σε καταβάλουσι, διατ εϊσαι μέγα πράγμα, διατ είσαι δυνατόν θηρών πλέον και το λεοντάρι, και ουδέν σοϋ σφάζουν άρματα, καν μιας λογής ξιφάρι3.

Θλιβερά και άγρια είναι ή μορφή τοϋ Χάρου και εις τήν δημοτικήν ποίησιν :

εγώ είμαι Χάρος χλιβερος και παραπονεμένος.

Καί αυτή ή μήτηρ τοϋ Χάρου αποκαλεί τον υίόν της «κυνηγάρην» :

γυιέ μ , 'ς το κυνήγι πού θα πάς και 'ς το κυνήγημά σου *.

1. «Έρωφίλη», 6κδ. Ξανθουδίδου, 'Αθήναι 1928, σελ. 6, στίχ. 1­6. 2. «Έρωφίλη», £νθ' αν., σελ. 6, στίχ. 9 ­10. 3. «Τό θανατικον τΐ\ς Ρόδου», £κδ. Γ. Θ. Ζ ώ ρ α, Βυζαντινή ποίησις, ενθ' αν.,

σελ. 227, στίχ. 210­221. 4. Pas sow, Popularia carmina Graeciae recentioris, Leipzig 1860, σελ. 291,

αριθ. 408. Βλ. καί Α. Σ α κ ε λ λ α ρ ί ο υ , Κυπριακά, ήτοι γεωγραφία, ιστορία καί γλώσσα τής νήσου Κύπρου άπα των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερον. Τόμ. Γ', 'Αθήναι 1868, σελ. 46­47 (=Χρυσαλλίς 3 (1865) 597 έπ.).

Page 96: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 426 —

'Ανάλογος περιγραφή της δημοτικής ποιήσεως εμφανίζει τον Χάρον «μαϋρον», και «μαϋρα» τα περιστοιχίζοντα αυτόν έμψυχα και άψυχα :

μαύρος εΐνε, μαϋρα φορεί, μανρο V και τ' αλογό τον, ^αΰρα καί τα λαγωνικά, μανρος είναι και ό κάμπος ι.

* * *

Ό σ ο ν άφορα εις τον όπλισμόν, ή ελληνική άντίληψις παριστφ τον Χά­

ρον φέροντα εν μόνον οπλον, συνήθως τόξον με βέλη, ενίοτε δμως άλλα όπλα, ως ξίφος, σπάθην, λόγχην, άκόντιον, μάχαιραν.

Έκ τών όπλων τούτων ή σπάθη, το άκόντιον, ή λόγχη καί ή μάχαιρα (εξ ού καί ή προσωνυμία «μαχαιροφόρος») εν τη ελληνική ποιήσει απαντούν μάλλον σπανίως, ή δε άπεικόνισις αυτών — εν πολλοίς κατά μίμησιν τής παραστάσεως του αρχαγγέλου Μιχαήλ — οφείλεται προφανώς εις δυτικήν έπίδρασιν.

Οΰτως εν τω άλφαβήτω «"Αρχοντες καί μεγιστάνοι» άπαντςί ή περι­

Υραφή : ξίφος έρχεται τον Χάρον, πού Θερίζει την ζωήν2

καί εν τή «Ρίμα θρηνητική» : και την σαΐτταν την βαστώ και το μανρο κοντάρι3

ώς καί : και με την λόγχη 4 την πικρία εβγάνω τές ψυχές τονς 5.

Καίτοι δυτικής επίσης προελεύσεως, συνήθης κατέστη εν τούτοις έν τή νεοελληνική ποιήσει ή άπεικόνισις του Χάρου ώπλισμένου δια δρέπα­

νου, δια του οποίου «θερίζει» ή «τρυγάει» τους θνητούς, διό «θεριστής» καί «τρυγητής» προσαγορεύεται :

Οΰτως έν τω άλφαβήτω «"Ανθρωπε, πώς άποκοτςίς» άναγινώσκεται :

θάνατε, τί σον κάμαμεν και μας αποχωρίζεις και ώσπερ δρεπάνι κοπτερον κόπτεις και μας θερίζεις ;6

l . T h . K i n d , Anthologie neugriechischer Volkslieder, Leipzig 1861, σελ. 68, αριθ. 6, στίχ. 7 ­ 8.

2. G. M ο r a v e s i k, Il Caronte Bizantino, ενθ' av., σελ. 61, στίχ. 27. 3. «Ρίμα θρηνητική», ενθ' άν., στίχ. 312. 4. "Αν δεχθώμεν τήν διόρθωσιν του Κριαρά «λόγχην τήν», αντί του έν τώ χειρο­

γράφω επιθέτου «φλογινήν». Βλ. «Ρίμα θρηνητική», ενθ' άν., σελ. 29 (κριτικόν υπόμνημα). 5. «Ρίμα θρηνητική», ενθ' αν., στίχ. 327. 6. 'Αλφάβητος «"Ανθρωπε, πώς άποκοτφς», Έπετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπου­

δών 25 (1955) 300, στίχ. 15 ­16, καί Έ λ. Κ α κ ο υ λ ί δ ο υ, Νεοελληνικά θρησκευτικά αλφαβητάρια, Θεσσαλονίκη 1964, σελ. 103.

Page 97: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 427 —

και εν τη «Έρωφίλη» (Πρόλογος) :

και το δραπάν' όπου βαστώ (ό Χάρος)1.

Παράστασις του Χάρου, φέροντος δρέπανον, άπαντα εις την εκκλησίαν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου τών Γουρνιών. Γράφει σχετικά ό 'Ιωάννης Σπ. Ράμφος : «Είναι άξιαι ιδιαιτέρας προσοχής δύο συμβολικοί παραστάσεις του (του Δευτερεύοντος) εις τον Β. τοίχον του «Καθολικού», «ό μάταιος χρόνος τον βίου τούτον και ai επτά ήλικίαι τών ανθρώπων» και «ο βίος τον αληθινού μονάχου». Εις τήν πρώτην τούτων εικονίζεται μέγας τροχός, τον όποιον περιστρέφουν δια σχοινιού δύο μικροί άγγελοι (ή «ήμερα» και ή «νύξ»), κάτωθεν δε τής παραστάσεως αυτής εικονίζεται «ό θάνατος», κατά δυτικά πρότυπα, κρατών δρέπανον και αναμένων τον 75ετή πλέον άνθρωπον, όστις και κραυγάζει περίτρομος: Βαβαί, βαθαί, ώ θάνατε, τίς δύναται φυγείν σε;»2.

Περιγραφήν του Χάρου, ώπλισμένου δια δρέπανου, αναφέρει και ό Διονύσιος ό εκ Φουρνά, ώς ελέχθη ανωτέρω.

Συνήθης είναι εις τα δημοτικά τραγούδια ή φράσις :

εθέρισε τον Χάρον το δρεπάνι,

έξ ου και εν τή νεωτέρα ποιήσει :

τόνε στέλνει θεριστή τον άγριο καβαλάρη στων μανάδων τα παιδιά και ατών σπιτιών τή χάρη 3.

Παρά ταύτα ό Χάρος δεν αποκαλείται «δρεπανοφόρος», άλλα «τρυ­

γητής»4 : Ούτως έν τω «Διαλόγω 'Ανθρώπου και Χάρου» :

ϊντα δενδρον ευρίσκομαι και θες να με τρύγησης ;5

1. «Έρωφίλη», ενθ' αν., σελ. 6, στίχ. 2. 2. ' Ι ω ά ν ν ο υ Σ π. Ρ ά μ φ ο υ, Ό Δευτερεύων Σίφνου. Συμβολή εις τήν ίστορίαν

τής Σίφνου, Έν 'Αθήναις 1948, σελ. 18. 3. Κ. Π α λ α μ ά , Ό Τάφος, εκδ. "Απαντα, τόμ. Α', Μπίρης, 'Αθήναι [ά.χ.], σελ.

407. Βλ. επίσης ' Ι ω ά ν ν ο υ Π ο λ έ μ η , Ζωή και Θάνατος:

Στον γέρον το προσκέφαλο στέκ' ή ζωή θ/.ιμμέν?]' στη θύρα τον μπροστά

ό κοκκαλιάρης θάνατος ολόρθος περιμένει και δρέπανο βαστά.

4. Βλ. και Γ. Κ α λ α ϊ σ ά κ η, Περί Χάρωνος και "Αδου, ενθ' αν., σελ. 188. 5. Έ λ. Κ ά κ ο υ λ ί δ ου, Νεοελληνικά θρησκευτικά αλφαβητάρια, ενθ' άν.,

σελ. 90.

Page 98: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 428 —

Ό Χάρος φέρων δρέπανον (βλ. σελ. 427). (Παράστασις εις την έκκλησίαν τής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου των Γουρνιών).

Page 99: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 429 —

επίσης εν τη δημοτική ποιήσει :

ούλος ο κόσμος εϊν δεντρί και μεϊς το πωρικό τον, ό Χάρος εϊν δ τρυγητής' σέρνει το μερτικό του 1.

Γράφει σχετικώς ô Πολίτης : «Το συνηθέστατον και κύριον παρά τοις χριστιανοΐς προ πάντων της λοιπής Ευρώπης έμβλημα τοΰ θανά­

του, το δρέπανον, ούδαμοΰ σχεδόν των παραδόσεων του λαοϋ και τών δημο­

τικών ασμάτων αναφέρεται, καίτοι γίνεται ενίοτε μνεία αύτοϋ εν πολλοίς μνημείοις τής νεοελληνικής φιλολογίας κατά τον μεσαίωνα* μεταφορικώς όμως λέγεται ότι θερίζει ό Χάρος, ώς λέγεται ότι θερίζει ή πείνα κλπ., ή δ' εκφρασις αΰτη άπαντα και εν τω θανατικώ τής 'Ρόδου τοΰ Γεωργιλδ, ποιητου μικρόν μετά τήν άλωσιν τής Κωνσταντινουπόλεως γράψαντος :

να τες θερίση το σπαθιν του Χάρου 2

και άλλαχου :

εμπαίνεις κ' εις τα σπίτια των και παίρνεις και θερίζεις3

(στίχ. 209)».

Κατά γενικωτέραν όμως άντίληψιν του Ελληνικού λαοΰ, ό Χάρος είναι ώπλισμένος με τόξον και με βέλη, δπλον το όποιον παρέχει τήν εύχέρειαν και μακρόθεν να πλήττη το θΰμά του. Ούτως έν τω γνωστώ δημοτικώ άσμα­

τι «Του Διγενή και του Χάρου» αναγράφεται :

Ζηλεύγει ό Χάρος, με χωσιά μακρά τόνε βιγλίζει ( = τοξεύγεί), κ ελάβωσε του τήν καρδιά και τή ψυχή του πήρε4.

Κατά τον Πολίτην : «Βέλη δε και τόξα είσί τα συνήθη του Χάρου όπλα. Ό Χάρος σαϊττεύει όσους θέλει να πάρη :

κι ό Χάρος τή σαγίττεψε, κ ή κόρη κιτρινιάζει, δεύτερη, τρίτη σαγιττιά, κλινάρι τήνε ρίχνει. . .

Έν τή αρχαία μυθολογία αί ψυχοπομποί θεότητες, ό 'Απόλλων καΐ ή "Αρτεμις, φέρουσι τόξα και βέλη καί δια τούτων βάλλουσι τους αποθνή­

σκοντας. Σημειοϋμεν δ' έν παρόδω ενταύθα ότι, όπως ή αρχαία ψυχοπομπός

1. Ρ a s s ο w, Popularia carmina Graeciae recentioris, ενθ' άν., σελ. 593, αριθ. 1154.

2. (Σημ. Πολίτου) : Γεωργιλάς, στίχ. 192. 3. Ν. Π ο λ ί τ ο υ , Μελέτη έπί τοΰ βίου τών νεωτέρων Ελλήνων, τόμ. Α', μέρος

Β', ενθ' αν., σελ. 284­285. 4. Ν. Π ο λ ί τ ο υ , Έκλογαί άπο τα τραγούδια τοΟ Έλληνικοϋ λαοΰ, ενθ' άν.,

σελ. 105. 28

Page 100: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 430 —

θεότης "Αρτεμις έμυθολογεΐτο θεότης κυνηγετική, οΰτω και ό Χάρος λέγε­

ται κυνηγός, και εν τινι δημοτικφ ασματι αναφέρεται ότι βγήκε 'ς τα βουνά ν' άλαφοκυνηγήση» 1. «Κυνηγάρης» καλείται ό Χάρος και εν τω «Διαλό­

γω 'Ανθρώπου και Χάρου» :

άνθρωπος είμαι, Χάροντα, κ' εσύ 'σαι κυνηγάρης 2.

Τον όπλισμον του Χάρου με τόξον (ή δοξάριν) αναφέρουν ικανά τον αριθμόν κείμενα, ώς ή «Ρίμα θρηνητική», εν ή" άπαντα ή περιγραφή :

μαΰρον εκαβαλλίκευσεν, εβάσταν και γεράκιν κ εκράτειεν εις την χέραν του σαγίτταν και τοξάκιν κ εϊχεν θωριάν άγριόθωρην, μαύρην και αλλοτριωμένη κ η φορεσιά του χάλκινη καί καταματωμένη 3.

Και κατωτέρω (ομιλεί ό Χάρος) :

βλέπεις ετοϋτον το βαστώ το σιδερό δοξάρι και την σαΐττα την βαστώ και το μαΰρο κοντάρι ; 4

Έ ν τω αύτω στιχουργήματι αναφέρεται άλλαχοϋ ταυτόχρονος χρήσις δύο όπλων :

και Οποτε σώσω, πολεμώ, γεμίζω το δοξάρι, καβαλλικεύω το φαρίν και παίρνω το κοντάρι' και άπάνωθέν τους στένομαι, δοξεύω τες καρδιές τους και με την λόγχη την πικρία εβγάνοί τες ψυχές τους 5.

Με τόξον άπαντα επίσης (οπλισμένος ό Χάρος έν τω «Διαλόγω 'Ανθρώ­

που καί Χάρου» :

ϊντα κακό σοϋ έκαμα και θε να με δοξέψης με την σαΐτα της πρικιάς για να με ξολοθρέψης ;(i

1. Ν. Π ο λ ί τ ο υ , Μελέτη έπί τοΰ βίου των νεωτέρων Ελλήνων, τόμ. Α', μέρος Β', ενθ' άν., σελ. 282­283.

2. Έ λ . Κ α κ ο υ λ ί δ ο υ , Νεοελληνικά θρησκευτικά αλφαβητάρια, ενθ' άν., σελ. 89. Ό Χάρος αποκαλείται συχνάκις καί «κλέπτης». Βλ. «Άχιλληΐς», στίχ. 1615 :

αλλ' ώσπερ κλέπτης έρχεται, κανείς ουδέν τον βλέπει απλώνω καί ονχ ευρίσκω τον, το τι να ποίσω ουκ εχω.

3. «Ρίμα θρηνητική», ενθ' άν., σελ. 21, στίχ. 68­71. 4. «Ρίμα θρηνητική», ενθ' άν., σελ. 29, στίχ. 311 ­312. 5. «Ρίμα θρηνητική», ενθ' άν., σελ. 29, στίχ. 324­327. 6. Έ λ. Κ α κ ο υ λ ί δ ο υ , Νεοελληνικά θρησκευτικά αλφαβητάρια, ενθ'άν., σελ.

91, στίχ. 77­78.

Page 101: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

­ 431 ­

και εν τώ «Διαλόγω Χάρου και Άνθρωπου» :

τώρα θωρώ, κυρ Χάροντα, το τόξον ορδινιάζεις καί την σαΐτα την πικρία άπα την θήκη βγάζεΐζ \

επίσης δε καί εν τω άλφαβήτω «Άρχοντες καί μεγιστάνοι» :

οι σαΐττες και τά τόξα τον Θανάτου ειν πολλά και καιρόν δεν διορίζουν, που το ξεύρομεν καλά 2.

* * *

Έν αντιθέσει προς τάς ανωτέρω περιγραφάς, κατά τάς οποίας ό Χάρος παρίσταται οπλισμένος με εν μόνον οπλον — καί δη καί με τόξον — σπα­

νίως δε με δύο, το «Πένθος θανάτου» περιγράφει τούτον φέροντα ταυτοχρό­

νως τριών ειδών όπλα, ήτοι τόξον, δρέπανον καί ξίφος. Έξ αυτών το τόξον, το κατά τήν λαϊκήν άντίληψιν κατ' εξοχήν οπλον του Χάρου, είναι εκείνο δι' ου ούτος ενεδρεύει άνά πασαν στιγμήν ϊνα πλήξη «με χωσιά» τό θύμα· το δρέπανον είναι μακρόν καί κοπτερόν οπλον, δι' ού «θερίζει» τά πλήθη των θνητών πάσης ηλικίας· τέλος, ή σπάθη εϊναι τό οπλον, δι' ού αποκόπτει τάς κεφάλας, ως δια τρομερας ρομφαίας.

Τήν παράστασιν ταύτην, ώς μνημονεύεται έν τω έπιλόγω του στιχουρ­

γήματος, συμπληροΐ ή περιγραφή τών στίχ. 217 ­ 220, ήτις προφανώς έχρη­

σίμευσε προς καθοδήγησιν τοΰ σχεδιαστού :

Να βάλης κάτω το σπαθί, ν' άφήκης το δ ο ξ ά ρ ι ν, νά ρίξης τες σ αγ ίτ τ ε ς σου' δέν θέλομ άλλην χάριν. Καί το δρεπάνι οπού βαστάς, καθώς σε ζωγραφίζουν, άψες το πλέον, μεν το κρατης, ότι όλοι σε κακίζουν 3.

Ανάλογος προς τήν ανωτέρω είναι καί ή περιγραφή «Του θανατικού της Ρόδου» :

πολλοί σ' εζωγραφήσασιν και κάθεσαι επάνοχ άμμή εγώ θωρώντα σε είμαι δια ν' άποθάνοί. . . κρατών πασίλογ" αρ/^ατα και με τα δρέπανα σου i.

Τα πασίλογ' άρματα αντιστοιχούν προς τά τριών λογών άρματα τοΰ «Πένθους θανάτου», ή περιγραφή δέ θα ήτο ετι μάλλον συγγενής, εάν εις

1. Έ λ. Κ α κ ο υ λ ί δ ο υ, Νεοελληνικά θρησκευτικά αλφαβητάρια, ενθ" αν., σελ. 95, στίχ. 75 ­ 76.

2. G. Μ ο r a ν c s i k, Il Caronte Bizantino, ενθ' av., σελ. 61, στίχ. 13­14. 3. «Πένθος θανάτου», στίχ. 217­220. 4. «Το θανατικον τής Ρόδου», ενθ' άν., σελ. 227, στίχ. 210 έπ.

Page 102: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 432 —

«Tò θανατικον τής Ρόδου» δεν υπήρχε κενόν ακριβώς εις το σημεΐον τοϋτο. Μνεία των εν τω στιχουργήματι «Πένθος θανάτου» αναγραφομένων

τριών ειδών όπλων άπαντα επίσης και εις τους πρώτους στίχους του «Άπό­

κοπου», οϊτινες δεν άφοροϋν όμως εις τον Χάρον, άλλ' εις τον πρωταγωνι­

στήν του στιχουργήματος άνθρωπον :

κ είχα στην ζώσιν μου σπαθίν, στην χέρα μου κοντάριν, ζωσμένος ήμουν άρματα, σαγίττες και δοξάριν \

με μόνην την διαφοράν ότι εις την θέσιν του δρέπανου υπάρχει το κοντά­

ριν. Δεν είναι ευχερές να καθορισθή αν ύπάρχη άμεσος συσχέτισις μεταξύ των δύο παραλλήλων κειμένων ή αν οι ποιηταί αυτών ήντλησαν άπ' ευθείας έκαστος εκ τρίτης κοινής πηγής.

Οί ποιηταί και του «Πένθους θανάτου» και «Του θανατικού της Ρόδου» αναφέρονται έξ άλλου εις ζωγραφικούς πίνακας : «καθώς σε ζωγραφίζουν», γράφει ό Γλυκός, «πολλοί σ' έζωγραφήσασιν», γράφει ό Γεωργιλάς, όπερ μαρτυρεί ότι κατά τήν περιγραφήν των εϊχον αμφότεροι υπ' όψιν εικονο­

γραφίας του Χάρου. Ποϊαι όμως ήσαν αύται άγνοοΰμεν 2. Είναι πάντως προφανές ότι ό οπλισμός του Χάρου, αλλά καί ή εν γένει άναπαράστασις αύτοϋ, κατά τήν γενομένην εν τω «Πένθει θανάτου» περιγραφήν, δέν ακο­

λουθεί τάς γνωστάς αντιλήψεις καί τήν είκονογραφίαν τής ελληνικής παραδόσεως. Επομένως είναι πιθανωτέρα ή ύπόθεσις δυτικής μάλλον επιδράσεως.

* * *

Τής εν τω «Πένθει θανάτου» περιγραφής τής μορφής καί του οπλισμού του Χάρου παραδίδονται δύο έξ ολοκλήρου διάφοροι εικονογραφήσεις, έξ ων ή μία άπαντα εις τάς εκδόσεις τών ετών 1528 και 1543, ή δε έτερα εις τήν εκδοσιν τοΰ 1564. Έκ τούτων όμως μόνον ή πρώτη ανταποκρίνεται προς τάς υποδείξεις του ποιητοΰ.

Α ) Ή παράστασις τών πρώτων εκδόσεων.— Καίτοι τής πρώτης εκδό­

σεως τοΰ στιχουργήματος, εν ετει 1524, ουδέν διεσώθη άντίτυπον, είναι βέβαιον ότι τό κείμενον καί ή είκονογράφησις αυτής συνέπιπτον πλή­

ρως προς τάς δύο αμέσως έπομένας3, δεδομένου ότι καί αϊ τρεις αύται

1. «Άπόκοπος», βλ. Μ π ε ρ γ α δ ή , Άπόκοπος, εκδ. Στ. 'Αλεξίου, Ήράκλειον 1965, σελ. 211, στίχ. 7­8.

2. Χαράκτηριστικον είναι ότι καί το «Πένθος θανάτου» καί «Το θανατικον τής Ρόδου» εγράφησαν εις ένετοκρατουμένας περιοχάς, εις τάς οποίας ήτο γνωστή ή δυτική τέχνη.

3. Βλ. κατωτέρω : Ή παράδοσις του κειμένου.

Page 103: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 433 —

54 fit'? Ì Λ Ik Κ f ■ i i S - | « e f £ g ·■*· ί -rs I

ί J. " 3 * * 3 Β

.* * a 2 g Ε 6

ο β «·■»

Ι?*»- -s·»-? I t ; » s

M a: fe E lu f n

' 3 ^

ο co

s ca [I]

Ο a

■a X

Page 104: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

434 —

έγένοντο τύποις και επιμέλεια των αυτών εκδοτών, επομένως ισχύουν περί αυτής αί περί των επομένων δύο παρατηρήσεις.

Αί εκδόσεις τών ετών 1528 και 1543 — ήτοι αί δύο παλαιότεραι διασω­

θεΐσαι — δημοσιεύουν εν ξυλογραφία τήν αυτήν ακριβώς άναπαράστασιν του Χάρου ', γενομένην ύπό σχεδιαστού, όστις, ακολουθών πιστώς και κατά γράμμα τάς υποδείξεις του συγγραφέως 2, έφρόντισε να σχεδίαση εν τη πρώτη σελίδι του κειμένου τήν περιγραφομένην μορφήν, δέν γνωρί­

ζομεν αν αρκεσθείς μόνον εις τάς παρεχομένας συμβουλάς ή αν έχων ως γνώμονα προ οφθαλμών άλλην τινά σχετικήν εικόνα 3.

Ή είκών παριστά εύρεΐαν εκτασιν γης, εις το βάθος της οποίας και εις ύψηλότερον έπίπεδον διακρίνεται αριστερά μεν κατωκημένη περιοχή (ϊσως πόλις) και ύψηλόν πολύφυλλον δένδρον, δεξιά δε ύψωμα με θάμνους. Εις χαμηλότερον έπίπεδον και εις το έμπροσθεν μέρος τής εικόνος υπάρ­

χει ευρύς τάφος, πλήρης σκελετών, εξ ων διακρίνονται σαφώς τουλάχιστον εξ. Πέριξ τοΰ τάφου «στέκουν πλήθος, άνδρες, γυναίκες, λυπηρά και με θλιμμένον ήθος», τινές μέν γονυκλινείς, έτεροι δε όρθιοι. Υπάρχουν νέοι αγένειοι ή και άνδρες ώριμοι τήν ήλικίαν, άντικρύζοντες τα οστά τών σκε­

λετών με εκφρασιν βαθείας περισκέψεως και πόνου, ώς και γυναίκες όδυρό­

μεναι και μοιρολογοϋσαι, εξ ων μία έχει ύψωμένας τάς χείρας εις στάσιν απελπισίας και επικλήσεως.

«Όλίγο απάνω», εις ύψηλότερον δηλ. πεδίον και στηριζόμενος επί τοΰ χείλους του τάφου, ϊσταται όρθιος και θριαμβευτής ό Χάρος, έχων μορφήν ύψηλοϋ και σκελετώδους ανδρός, αποτρόπαιου τήν όψιν, απειλη­

τικού και άνοικτίρμονος, ώς χαρακτηρίζεται έν τω στιχουργήματι :

εσύ για μέγας και πολύς και φοβερός βαστάσαι, και εμείς οι κακορρίζικοι δλοι φοβονμεστά σε 4.

Ό οπλισμός τοΰ Χάρου είναι ποικίλος. Ώ ς λέγει ό ποιητής, «βαστάζη τών τριών λογών τα άρματα, εκείνα πού μας σφάζει» 5, ήτοι το δρέπανον, το ξίφος και τό τόξον μετά βελών. Άκριβέστερον δε δια τής δεξιάς χειρός κρατεί τό δρέπανον, δια τής αριστεράς τό τόξον μέ βέλη, ενώ ή σπάθη

1. Ή έν τη έκδόσει του έτους 1543 δημοσιευομένη είκών του Χάρου είναι προφανώς απλή άνατύπωσις τής έν τή έκδόσει τοΰ έτους 1528 δημοσιευθείσης.

2. Τό σχετικον κείμενον περιλαμβάνει λεπτομερή περιγραφήν τής μορφής καί του οπλισμού του Χάρου, τής στάσεως αύτοϋ, ώς καί τών σκελετών, τέλος δέ τους λό­

γους τους οποίους εκείνος απευθύνει προς τους θνητούς. 3. Ή μνεία «καθώς σε ζωγραφίζουν» επιτρέπει να είκάσωμεν ότι ό ποιητής είχεν

υπ' όψιν του, ίσως δέ προ οφθαλμών παράστασίν τίνα τοΰ Χάρου. 4. «Πένθος θανάτου», στίχ. 207 ­ 208. 5. «Πένθος θανάτου», στίχ. 623.

Page 105: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

- 435 —

a

V!l -5. & ? '

Ό τελευταίος βυζαντινός αυτοκράτωρ και ό Χάρος. (Μαρκιανος έλλην. κώδιξ VII 22, f. 89r). (βλ. σελ. 436).

Page 106: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 436 —

κρέμαται — ουχί όμως ώς ή ρομφαία του αρχαγγέλου Μιχαήλ — άλλ' από της οσφύος, εντός πολυτελούς θήκης, ένθυμίζουσα μορφήν μεσαιωνι­

κού δυτικού ίππότου. 'Επί πλέον από του αριστερού μηρού εξαρτάται είδος μακράς φαρέτρας, εν τη οποία φυλάσσονται θανατηφόρα βέλη. Τέλος, υπεράνω της εικόνος άναγινώσκονται οί μνημονευθέντες στίχοι, περιλαμ­

βάνοντες τους λόγους, τους οποίους λέγει ό Χάρος, μετά τίνος δόσεως υπερηφάνειας, άλλα και υπό τύπον απολογίας. Πράγματι, απευθυνόμενος προς τους όδυρομένους άνδρας και γυναίκας, τονίζει ότι δεν πρέπει να εκ­

πλήσσονται, αν ούτος νυχθημερόν επείγεται να θανατώνη και να μεταφέρη είς τον "Αδην τα θύματα του, διότι ή πρωτοβουλία δεν ανήκει εις αυτόν, όστις περιορίζεται απλώς εις τήν έκτέλεσιν θείας προσταγής, προς τιμω­

ρίαν των θνητών ένεκα του προπατορικού αμαρτήματος ι. Τό όλον σχεδίασμα είναι σαφές και καθαρόν και έχει έκτελεσθή μετά

προσοχής και επιμελείας. Συγγενής άναπαράστασις της μορφής τοϋ Χάρου προς τήν του «Πέν­

θους θανάτου» άπαντςί και εις έτέραν είκονογράφησιν, σωζομένην εν τω Μαρκιανώ έλληνικώ κώδικι VII. 22. φύλλ. 89Γ, άφορώντι εις τον τελευταΐον αυτοκράτορα τοϋ Βυζαντίου. Έν αύτη ό Χάρος εμφανίζεται ώπλισμέ­

νος επίσης δια τών εν τω «Πένθει θανάτου» μνημονευομένων τριών ειδών όπλων 2.

Β) Ή παράστασις του Χάρου έν τη έκδόσει τοδ 1564.— Έξ ολοκλήρου διάφορος τής τών προηγουμένων είναι ή είκονογράφησις της εκδόσεως τοϋ έτους 1564. Ή σχετική ξυλογραφία, καταλαμβάνουσα το κάτω ήμισυ τοϋ φύλλου Al l , είναι έπιμεμελημένης κατασκευής, καίτοι τεχνικώς υστε­

ρεί τής ξυλογραφίας τών δύο προηγουμένων εκδόσεων. Εντός εύρέος πλαισίου, κατέχοντος τό μεγαλύτερον μέρος τής εικόνος,

άπλοΰται εκτασις, είς τό βάθος τής οποίας διακρίνεται χώρος κατωκημένος και λόφοι κεκαλυμμένοι έν μέρει Οπό δένδρων και άλλων φυτών. Κατά μήκος και πλάτος τής εκτάσεως ταύτης κείνται κατά γής κατεσπαρμένοι τήδε κακεΐσε σωροί νεκρών, παιδίων, γυναικών και ανδρών, οϊτινες φέρου­

σιν ακόμη τάς ενδυμασίας αυτών, γεγονός όπερ μαρτυρεί δτι μόνον προ μικροΰ άπεχωρίσθησαν άπό τοϋ κόσμου τούτου.

Είς τό πρώτον έπίπεδον τής εικόνος διακρίνεται τετράτροχον άρμα — δυτικού μάλλον τύπου — συρόμενον υπό δύο άτιθάσσων ϊππων, επί δε τοϋ άρματος γυμνός, σκελετώδης, απειλητικός, ΐσταται όρθιος και υπερή­

φανος, ώς θριαμβευτής κοσμοκράτωρ, ό Χάρος, κρατών δι' αμφοτέρων

J. «Πένθος θανάτου», στίχ. 631 ­632. 2. Βλ. άναπαράστασιν έν G. Μ ο r a ν c s i k, Il Caronte Bizantino, ένθ' av., σελ. 46.

Page 107: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 437 —

Ρ (meet λι\ν kgu u cvKcu un Λ/ΛΓΠ <çwc*, i~iU~­­*jrx* τίωμιαα 6«σ·/λΗ«ΐ'Τί, HOU τΰΧ^τοκξΚΎΰξΚβ) · J ^

L r , ^ A­' Μξϋττοι μΉ $χυμχ?ί7ί, J Λ'? »*5?ώ»^χ9£ ώ:*Χ > ^ κ «^tra j vV.7Λ πάποπ , «ftV teig^rà τίλ^ξίσ­α^ 1±^ΙΒ!2£^3βιΜα/Ìite\£&XfÙΥ­όαμόνιαatt&yShiti >

Λ " ' T U ^ T ^ I C7te v.iHMicu v­où cositi j βιάσ­ομ&ί $■«' cr<rs $£#" Ο ι/τ·.* j.o^> tw /­T '̂osflfyjLiCïjMcà όξία­μος >.νξΐϋ.

A^r»i u

A (1 Άπεικόνισις τοϋ Χάρου. Ξυλογραφία της εκδόσεως τοϋ 1564

μετά των στίχων 31­34 τοϋ προλόγου και 627­632 του στιχουργήματος. (αί προσθηκαι δια μελάνης οφείλονται είς τον Κούρσιον)

(βλ. σελ. 436).

Page 108: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 438 —

των χειρών μακρόν δρέπανον, δι' ου «θερίζει» τα ανθρώπινα θύματα του. Είναι καταφανές ότι ή παράστασις αυτή δεν συμφωνεί προς την περι­

γραφήν του στιχουργήματος : Δεν υπάρχει τάφος, δεν διακρίνονται οστά καί, το σημαντικώτερον, ό Χάρος δεν είναι ώπλισμένος δια τών τριών ειδών όπλων, άλλα δι' ενός μόνου, τοϋ δυτικής προελεύσεως δρέπανου. 'Επί πλέον ό Χάρος έποχεΐται άρματος, οί νεκροί μόνον άπό μικρού έχουν αποθά­

νει, ούδαμοΰ δέ διακρίνονται πρόσωπα μοιρολογοϋντα την άπώλειαν προσφιλών.

Κατά πάσαν πιθανότητα ό σχεδιαστής δέν εϊχεν υπ' όψιν του τάς υποδείξεις τοϋ ποιητοϋ, άλλ' άλλην τινά περιγραφήν ή ζωγραφικήν παρά­

στασιν τοϋ Χάρου, διάφορον μέν τής τοϋ Γλυκού, ένθυμίζουσαν όμως επίσης δυτικήν νοοτροπίαν καί πρότυπα.

Page 109: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

ΣΤΕΛΛΑΣ ΓΕΩΡΓΑΛΑ Καθηγήτριας Φιλολογίας

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ CARDUCCI

Στην Ιταλία, τον 19° αιώνα, έζησε και έδημιούργησε ô ποιητής και ιστορικός συγγραφεύς Ίωσίας Καρντούτση. Γεννήθηκε στο Val di Ca­

stello της Τοσκάνης, και πέθανε στην Πίζα ενα χρόνο άφ' ότου τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ. Σπούδασε φιλολογία και νεώτατος διωρίσθηκε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Πίζας.

Οί ποιητικές του συλλογές Juvenilia, Levia Gravia, Giambi e epodi και τα πεζογραφήματα του «Εξομολογήσεις και αγώνες», «Τέφραι και σπινθή­

ρες» παρουσιάζουν τον ποιητή έντονα επηρεασμένο άπό τήν Παρνασσική Σχολή. 'Αδιαφορεί για τον ρωμαντισμό και τήν αίσθηματολογία της επο­

χής του, και στην δημιουργία του κυριαρχεί ό κοινωνικός άνθρωπος. Βλέπει τήν θρησκεία σαν έκδήλωσι υποκρισίας. Σαν τον 'Ιουλιανό

τον Παραβάτη, στην λατρεία της Παναγίας αντιτάσσει τήν λατρεία της κλασ­

σικής ωραιότητας, στο χριστιανικό ιδεώδες τό ειδωλολατρικό, ενώ συγ­

χρόνως συνάπτει τό 'Αττικό προς τό Αατινικό Ιδεώδες. 'Επιμελήθηκε όλες σχεδόν τις εκδόσεις κλασσικών, πού έγιναν στην

'Ιταλία μετά τό 1870 μέχρι τό 1900. Πρώτος αυτός προσπάθησε να δώση συνθετική εικόνα της ιστορίας της Ιταλικής Αογοτεχνίας.

Στην Ιταλία, πριν άπό τήν κατάργησι της μοναρχίας, οί γερουσιασταί ήσαν ισόβιοι. Ή 'Ιταλική Γερουσία δεν έξελέγετο, αλλ' ό βασιλεύς διώ­

ριζε τους επιφανέστερους αντιπροσώπους της πνευματικής ζωής. Ό φημι­

σμένος, λοιπόν, και τιμημένος Carducci, έγινε γερουσιαστής. Στην ποίησί του απομιμήθηκε τα αρχαία μετρικά σχήματα στο έργο

του «Βάρβαροι Ώδαί». "Οπως δέ οί "Ελληνες Βαλαωρίτης και Παλαμάς απευθύνονται προς τους νεωτέρους "Ελληνες, έτσι και ό Carducci, πατριώ­

της, απευθύνεται κυριώτατα προς τους 'Ιταλούς. Τα έργα του, γεμάτα ενθου­

σιασμό για τήν ελευθερία, ένεπνέοντο άπό τήν 'Αρχαία Ελλάδα πού εξαιρε­

τικά αγάπησε. Τα αισθήματα του αυτά για τους "Ελληνες εκδηλώνονται διάπλατα

και υπάρχουν διάχυτα στο ποίημα του «Έλληνικαί Ανοίξεις» : «θνήσκουσιν οί άλλοι θεοί, άλλ' αί θεότητες της Ελλάδος δέν γνωρίζουσι δύσιν». Άθά­

Page 110: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 440 —

νατοι, λοιπόν, θα μείνουν οί θεοί της Ελλάδος, λέγει ό Carducci, αιώνιοι κ' οί ποιητές της· και αυτής ακριβώς της αΐωνιότητος φιλοδοξεί και ό 'Ιταλός ποιητής να γίνη κοινωνός. Δεσμούς στενούς είχε ό ποιητής μέ τους Έλληνες ­ και οί Έλληνες ανάλογα έτίμησαν τον θάνατο του.

'Από τα πρακτικά της συνεδριάσεως της Βουλής τών Ελλήνων της 12ης Φεβρουαρίου 1907, τά φυλασσόμενα στα αρχεία Ν. Λεβίδη στον «Παρνασσό», πληροφορούμεθα ότι, μόλις έγινε επισήμως γνωστός ό θάνα­

τος του μεγάλου Φιλέλληνος και θαυμαστού της κλασσικής Ελλάδος, «ό βουλευτής και κοσμήτωρ της Βουλής κ. Α. Τυπάλδος ­ Μπασιάς απηύθυνε σύστασιν, ήτις μετ' επευφημιών και δι' αναστάσεως έγένετο δεκτή παρά της Βουλής»· έχει δ' ούτω :

«Τό άναθρώσκον φλογερόν αίσθημα τής 'Ιταλίας προς τήν Ελλάδα και οί αρχαίοι και ιστορικοί δεσμοί τών δύο τούτων αδελφών λαών μοί έπι­

βάλλουσι, φρονώ, τό καθήκον, όπως αναγγείλω τή Βουλή τον θάνατον του Ίωσία Καρντούτση.

Ή φήμη του εμπνευσμένου τής 'Ιταλίας ποιητοΰ προ χρόνων ήδη υπερέβη τά όρη τής γενναίας αύτοΰ πατρίδος και τό άδρόν και άφνειόν αύτοϋ έργον έγαλούχησε τά έθνη μέ τά νάματα τής ελευθερίας, τό δε παγκό­

σμιον αύτοΰ ιδεώδες έστέφθη δια τής υψίστης τών τιμών τοΰ Νοβελείου βραβείου.

Μετά τον Ούγγώ, τον Βερανζέ, τον Χάϊνε, τον Πλάτεν, τον Πετράρ­

χην, τον Λεοπάρδην, ή 'Ιταλία και ή Ευρώπη έχασαν τον τελευταΐον τών μεγάλων αυτών ποιητών, ου ή τηλεκλυτή Μοΰσα ύπήρξεν εφάμιλλος τών προρρηθέντων, ιδίαν ίδρύσασα Σχολήν.

Τά έργα αύτοϋ, έμπλεα ακράτητου ενθουσιασμού υπέρ τής ελευθερίας, ενεπνέοντο ύπό τής 'Αρχαίας Ελλάδος, ην τοσούτον ήγάπησε. Τούτο δια­

τρανοΐ εν ταϊς Έλληνικαΐς αύτοΰ Άνοίξεσιν, άνακράζων "Θνήσκουσιν οί άλλοι Θεοί, αλλ' αί θεότητες τής Ελλάδος δεν γνωρίζουσι δύσιν. Καθεύδουσιν αύται εν ταΐς μητρικαΐς άγκάλαις και εν μέσω τών ανθέων, επί τών ορέων, τών ποταμών και τών αιωνίων θαλασσών".

Και ταΰτα λέγων ό ποιητής, οιονεί άσυναισθήτως προύδίκαζε τό ίδιον άθάνατον αύτοΰ μέλλον.

Ή αγάπη αυτή τοΰ ποιητοΰ, ώς εικός, δεν περιωρίσθη μόνον προς τήν άρχαίαν τοΰ πολιτισμοΰ κοιτίδα, άλλ' άείποτε μετά περισσής ευφρά­

δειας εγένετο υπέρμαχος τών δικαίων τών τέκνων αυτής, οσάκις ό νεώτερος Ελληνισμός χαλεπούς διήρχετο καιρούς.

Δεν θα άκουσθή πλέον ή μελίφθογγος λύρα τοΰ άειθαλοΰς τον νουν και τήν καρδίαν γηραιοΰ ποιητοΰ, άλλα τό έργον αύτοΰ, διαδιδόμενον από στόματος εις στόμα, θέλει μείνει άθάνατον, γαλουχοΰν τους λαούς προς τήν έλευθερίαν και επιτρέπον τούτοις να ϊδωσι τήν έκπλήρωσιν τών

Page 111: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

­ 441 —

πόθων αυτών, ώς αυτός είδε τήν τών ιδίων και τών της έαυτοϋ πατρίδος. Θρηνεί το πτολίεθρον Val di Castello της σοβαρωτάτης Πίζης τον

θάνατον τοϋ τέκνου αύτοϋ, στοναχεΐ δ" άπασα ή χώρα τοΰ Τυρρηνικού και του Άδρία, από τοϋ Τάραντος μέχρι τών "Αλπεων, δια τον ποιητήν, και συν αύταΐς ολόκληρος ό πολιτισμός συμπενθεΐ, μόνη ν δ' έχουσι παραμυθίαν τήν υπέρ αύτοϋ έκδήλωσιν της συμπαθείας τών ευγενών λαών.

"Οθεν λαμβάνω τήν τιμήν να προτείνω τή Βουλή, ϊνα δια τοΰ Προε­

δρείου αυτής έκφρασθώσι θερμότατα συλλυπητήρια τή τε Ιταλική Γερου­

σία και τή Κυβερνήσει, ώς και τή οικογένεια τοΰ εστεμμένου ποιητοΰ». Ό λόγος ούτος τοΰ Τυπάλδου ­ Μπασια μεταφράσθηκε στην 'Ιταλι­

κή και έτυπώθηκε σέ αυτοτελές τεΰχος, όπου περιελήφθησαν τό έλληνικόν πρωτότυπον και ή ιταλική μετάφρασις Χ.

1. Ή ιταλική μετάφρασις έχει ώς ακολούθως : Camera dei deputati Ellenica. Seduta XXXVI Addi 12/25 Febrajo 1907 L'on, deputato A. Typaldo ­ Bassia, questore della Camera, ha fatto la proposta

del seguente tenore, che venne approvata dalla Camera con alzata ed ovazioni : I sentimenti calorosamente simpatici dell'Italia, verso la Grecia e gli antichi

storici legami tra questi due popoli fratelli, parmi m'impongano il dovere di annunciare alla Camera la morte di Giosuè Carducci.

La fama dell'ispirato poeta Italiano ha da lunga pezza oltrevarcato i confini della generosa sua patria; e l'opera sua, grande tanto in molle quanto in dovizia, ha abbeverato le nazioni alle fonti della libertà, percui il suo idealismo, che rinserra Vuni­

versale, è stalo coronato dal massimo degli onori, col premio Nobel. Dopo Hugo, Beranger, Heine, Platen, Petrarca, Leopardi, si spense per l'Italia

e l'Europa Vemule loro, l'ultimo dei grandi poeti, di cui la Musa sublime sua propria fondò scuola.

Le sue opere, piene d'irresistibile entusiasmo per la libertà, s'ispirarono dalla Grecia antica, che tanto egli amò. Egli esprime ciò /ielle sue «Primavere Elleniche» esclamando :

«Muoiono gli altri dèi: di Grecia i numi Non sanno occaso; ei dormon ne' materni Tronchi e ne' fiori, sopra i monti, i fiumi,

I mari eterni». Cosi esprimendosi il poeta, quasi prediceva, inconscientemente, l'immortalità

della sua fama. L'amore del poeta per la Grecia non si limitò all'antica culla della civiltà, ma si

estese altresì all'ellenismo moderno, di cui sempre mai, con facondia ispirata, fu il propugnatore dei diritti nei tempi tristi che traversò l'ellenismo.

Non si udrà più la lira meliflua del vecchio poeta, sempre verde di cuore e di mente ; ina le opere sue, tramandate da bocca in bocca, resteranno imperiture ; e var­

ranno ad ispirare i popoli alla libertà onde loro venga fatto di conseguire i loro desi­

derati, com'egli vide conseguiti i suoi e quelli della Patria sua. Si riveste di gramaglie la cittadella di Val di Castello della severa Pisa per la

Page 112: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 442 —

Κατά την συνεδρίασιν της Ιταλικής Γερουσίας της 20ής Μαρτίου του 1907 εις το Μέγαρον Μαδάμα τής Ρώμης, υπό την προεδρίαν του Cano­

nico, άνεκοινώθη ό λόγος του Έλληνος βουλευτού. Εις τα σχετικά πρακτικά αναγράφονται τα έξης : « Ό πρόεδρος άναγινώσκει έπιστολήν του Προέδρου τής Ελληνικής Βουλής, μετά τής οποίας διαβιβάζονται 150 αντίτυπα των πρακτικών τής συνεδριάσεως τής 12 Φεβρουαρίου 1907, κατά τα όποια ή Ελληνική Βουλή ένετείλατο τω Προεδρεία» της να έκφραση προς τήν Γερουσίαν του Βασιλείου τής Ιταλίας και προς τήν οίκογένειαν Καρδού­

τση τα θερμά συλλυπητήρια της έπί τω θανάτω του εξόχου ποιητου. Δηλοΐ ότι, εν τή βεβαιότητι ότι διερμηνεύει τα αισθήματα τής Γερου­

σίας, θέλει διαβιβάσει τάς ευχαριστίας προς το Προεδρείον τής Ελληνι­

κής Βουλής έπί τή εκδηλώσει ταύτη συμπαθείας προς τε τήν Ίταλίαν και τήν Γερουσίαν. (Έπιδοκιμασίαι)».

Συγκινημένη ή 'Ιταλική Γερουσία ηύχαρίστησε έν συνεχεία μέ τήν ακόλουθη επιστολή του προέδρου της τήν Ελληνική Βουλή :

«Έν Ρώμη τή 20 Μαρτίου 1907 Έξοχώτατε

"Ελαβον σήμερον την πρωΐαν παρά τον εντιμότατου Πρεσβευτοϋ τής 'Ελλάδος και άνεκοίνωσα σήμερον προς τήν Γερουσίαν τήν ευγενή έπιστολήν τής Υ. Ε. και τα εγκάρδια συλλυπητήρια ατινα, τή προτάσει τοϋ εντιμότα­

του βουλευτού και κοσμήτορος τής Βουλής Κον Τυπάλδου ­ Μπασιά ή Έλ­

ληνική Βουλή διεβίβασε προς τήν Γερουσίαν, προς τήν Ίταλικήν Κυβέρνησιν καϊ προς τήν οίκογένειαν Καρδούτση επί τω θανάτω τοϋ ενδόξου ποιητου.

'Π 'Ιταλική Γερουσία, μετ άκρας συγκινήσεως ευχαριστεί, δι εμοϋ, τήν Υ. Ε. τον εντιμότατον κ. Μπασιάν τήν Έλληνικήν Βουλήν και, δι' αυτής, όλόκληρον τήν 'Ελλάδα, τήν πεφιλημενην ταύτην άδελφήν, ην ή 'Ιταλία εύλα­

βεΐται ώς Μητέρα, διότι παρ' αυτής έλαβε, κατά το πλείστον, τους θησαυρούς τής ποιήσεως, τής σοφίας και τής τέχνης.

Δεχθήτε, 'Εξοχότατε Κύριε Πρόεδρε τα διακεκριμένα σεβάσματα τοϋ 'Υμετέρου προθύμου

ΤΑΓΚΡΕΔΗ ΚΑΝΟΝΙΚΟΥ Προέδρου τής 'Ιταλικής Γερουσίας» ι.

morte dell'illustre suo figlio ; si contrista intera la terra che bagna il Tirreno e l'Adriatico da Taranto alle Alpi, per la morte del poeta; ed al suo lutto partecipa la civiltà intera di cui lenisce il dolore l'attestato di condoglianza universale dei popoli civili.

Egli è quindi che ho l'onore di proporre alla Camera di transmettere, a mezzo della Presidenza, le nostre calorose condoglianze al Senato ed al Governo Italiano non­

ché alla famiglia del poeta laureato. 1. Kai κείμενο τοϋ ΐταλικοϋ πρωτοτύπου 'έχει ώς έξης :

Page 113: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 443 —

'Από την Ρώμη εξ άλλου ό τότε "Υπουργός των 'Εξωτερικών της 'Ιτα­

λίας Tittoni με επιστολή του προς τήν Ελληνική Πρεσβεία εκφράζει τις ευχαριστίας του ώς έξης :

«Έν Ρώμη τή 2 "Απριλίου 1907 αριθ. 17759

30 Το επί τών "Εξωτερικών Ύπουργεϊον προς τήν 'Ελληνικήν Πρεσβείαν.

Aia τής υμετέρας σημειώσεως της 18ης λήξαντος Μαρτίου εύηρεστή­

θητε να εκτελέσητε τήν εντολήν, ην ο κύριος Πρόεδρος τής Βουλής των Έλ­

λ.ήνων ενετείλατο Ύμϊν, άνακοινοϋντες τήν εκδήλωσιν συμπαθείας, ην ή ρη­

θείσα Βουλή επεδείξατο επί τω άνηκέστω θανάτω τοϋ Carducci. Βαθύτατα συγκινημένος επί τή εκδηλώσει ταύτη, τη και πάλιν μαρτυ­

ρούση τήν άμοιβαίαν φιλίαν τών δύο 'Εθνών, ευχαριστώ επί τή φιλόφρονι ανακοινώσει, εκ νέου εκφράζουν Ύμϊν, κύριε επιτετραμμένε, τήν διαβεβαίω­

σιν τής άκρας ύπολήψεώς μου. ΤΙΤΤΟΝΙ»

Τα έγγραφα τής 'Ιταλικής Γερουσίας καί τοϋ Υπουργού τών 'Εξωτερι­

κών Tittoni διαβιβάστηκαν στην Ελληνική Βουλή από τον "Ελληνα Πρεσβευτή στή Ρώμη Χ. Μητσόπουλο.

Τέλος, έστειλε επιστολή προς τον πρόεδρον τής Βουλής Λεβίδην και ή οικογένεια τοϋ ποιητή Carducci «ευχαριστώντας θερμότατα» για τή συμ­

μετοχή στο πένθος της. Ό 'Ιταλός ποιητής Carducci αγάπησε τήν Ελλάδα, άλλα και αγαπή­

θηκε καί τιμήθηκε άπ' αυτήν. Ποιήματα του όπως «Το καράβι», «'Αρχαίος θρήνος», «Πανθεϊσμός»

κ.ά. μεταφράσθηκαν άπό τον Μαρίνο Σίγουρο καί άλλους νεοέλληνες ποιητές θαυμαστές του.

«Senato del Regno Roma, 20 Marzo 1907 Eccellenza

Ho ricevuto stamane dalVon. Ministro di Grecia ed ho comunicato oggi stesso al Senato la lettera gentile di S.E. e le affettuose condoglianze che, su proposta delVon. Deputato Questore sig. Typaldo ­ Bassià, la Camera Ellenica ha mandato al Senato, al Governo Italiano ed alla famiglia Carducci per la morte dell'illustre poeta.

Il Senato Italiano, con la più viva emozione, ringrazia per mio mezzo VE.V., l'on. Bassià, la Camera Ellenica, — e per essa l'intera Grecia: questa cara Nazione Sorella, che l'Italia venera come Madre, perchè da essa ricevette in gran parte i tesori della poesia, della sapienza e dell'arte.

Gradisca, Ecc.mo Sig. Presidente, i più distinti ossequi del Dev.mo Suo

Tancredi Canonico Presidente del Senato Italiano»

Page 114: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

ΓΕΡ. ΠΕΝΤΟΓΑΑΟΥ, Δ. Ίατρ.

ΝΕΩΤΕΡΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΑ ΤΟΝ ΗΛΙΑΝ ΜΗΝΙΑΤΗΝ (Έκ σωζόμενων εγγράφων της έποχης του)

Εις τάς Νοταριακάς πράξεις 'Αργοστολίου, τάς οποίας έξέδωκεν ό αείμνηστος καθηγητής Γεώργιος Α. Πετρόπουλσς εις τον 4ον τόμον των Μνημείων του Μεταβυζαντινού Δικαίου ι, άναφερομένας εις τήν οίκογέ­

νειαν Χωραφα, ανευρίσκονται τέσσαρα έγγραφα σχέσιν έχοντα μέ τήν οικογένειαν τοϋ 'Ηλία Μηνιάτη, τα υπ' αριθ. Α. 128­Α. 131. Έτερον έγ­

γραφον άνέκδοτον ευρίσκεται παρ' έμοί, άναφερόμενον εις τήν οικογέ­

νειαν Μηνιάτη και εις τήν Έκκλησίαν αυτής τοϋ Αγίου Νικολάου τών Μηνιατών.

Αί περιεχόμεναι ειδήσεις δια τήν οικογένειαν είναι ένδιαφέρουσαι. Κατ' αρχήν έκ τοϋ ανεκδότου έγγραφου πληροφορούμεθα ότι εν έτει 1650 ό Ναός τοϋ 'Αγίου Νικολάου, κτητορικός τών Μάρκου ­ 'Αντωνίου ιερέως 'Ιωάννου Μηνιάτη και Σαλβατώρ Μηνιάτη, μετατρέπεται εις συναδελφικον μέ μνείαν έν τω πρακτικω ότι ιερεύς θα διορίζεται έκ τών απογόνων τών δύο κτητόρων, καί, έν ελλείψει, έκ τών άλλων συνάδελφων. Σημειοϋμεν ότι πάντες οι δηλώσαντες συμμετοχήν είς τήν συναδελφότητα εχουσι το έπί­

θετον Μηνιάτης. Ούτω εΐναι ένδεχόμενον, υπό τήν έννοιαν αυτήν να θεω­

ρήται ώς ιδιόκτητος εισέτι τοϋ έν Αηξουρίφ κλάδου της οίκογείας Μη­

νιάτη έν έτει 1745, οτε και άνωκοδομήθη ό Ναός2. Έκ τών πρώτων οϊτινες υπογράφουν συμμετοχήν εις τήν αδελφότητα

είναι ό Τζουάννης (Ιωάννης) Μηνιάτης — μετά τών αδελφών του 'Ηλία καί Δημητρίου — πιθανώτατα πατήρ τοϋ Φραγκίσκου Μηνιάτη καί πάππος τοϋ 'Ηλία καί Δημητρίου Μηνιάτη, τέκνων τοϋ ανωτέρω Φραγκίσκου.

Ή ύπόθεσις στηρίζεται είς τήν έπικρατοΰσαν έν Κεφαλληνία παρά­

δοσιν, όπως άφ' ενός ονόματα εκλιπόντων μελών της οικογενείας δίδωνται

1. Γ. Α. Π ε τ ρ ο π ο ύ λ ο υ , Μνημεία Μεταβυζαντινού Δικαίου (4). Νοταριακα έγγραφα Κεφαλληνίας. Παράρτημα Έπετηρίδος Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου 'Αθη­

νών, 'Αθήναι 1962. 2. ' Η λ ί α Τ σ ι τ σ έ λ η , Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Α', σελ. 455 (έν βιογραφία

Γεωργίου Μηνιάτου).

Page 115: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 445 —

εις απογόνους ταύτης και δή του πάππου εις τον πρωτότοκον, των δε λοι­

πών αδελφών εις τα επόμενα κατά σειράν τέκνα, άφ' ετέρου εις τήν όνσ­

μασίαν του 'Ιωάννου Μηνιάτη, πρωτοτόκου υίοΰ του Φραγκίσκου Μηνιάτη και βραδύτερον πρωτοπαπά Ληξουρίου, ώς «Παπά κυρ Τζονγάννη» εν εγγράφω Α. 129 τών Νοταριακων πράξεων 'Αργοστολίου.

'Αλλά και έτερα ενδιαφέροντα στοιχεία έρχονται εις φώς. Έκ του εγγράφου Α. 128 πληροφορούμεθα ότι ύπήρχον δύο έτεροι αδελφοί του Ηλία Μηνιάτη άγνωστοι μέχρι τούδε, ό Δημήτριος και ό Νικόλαος. Ούτοι μετά του πατρός των και του πρωτοτόκου υίου 'Ιωάννου είναι υπόλογοι έναντι τών αρχόντων Φραγκίσκου, 'Αναστασίου, Γεωργίου και Στυλιανού Χωραφάδων δια σειράν χρεωστικών ομολόγων, συναφθέντων από του 1693 μέχρι του 1722 υπ' αυτών, εϊτε όμοϋ είτε ύφ' εκάστου κεχωρισμένως δια λογαριασμόν και τών άλλων. Αί πτωχαί άπολαβαί του πατρός δεν ήδύναντο να καλύψουν τα έξοδα της οικογενείας, βαρυνομένης με σπουδάς τέκνων και ενδεχομένως και με άλλας δαπανάς.

Έ ν τών χρεωστικών ομολόγων, το υπό ήμερομηνίαν 1707 «Φλεβα­

ρίου 15», υπογράφει και «'Ηλίας Ιερεύς ό Μηνιάτης», όστις βέβαιοι ότι : «έλαβα καί υπόσχομαι ώς άνωθεν», υπό δε του Νοταρίου γίνεται μνεία του ώς «Κυρ Δια διδασκάλου», έν στίχω 17 του Α. 128 εγγράφου. Έκ τούτου συνάγεται ότι έν έτει 1707 ό 'Ηλίας Μηνιάτης εύρίσκετο μετά βεβαιότητος εις Κεφαλληνίαν.

Τα χρέη ταύτα έν έτει 1722 Μαΐου 20 έφθασαν εις τό ποσόν τών 226 ρεαλίων και 381 αργυρών δουκάτων, ήτοι, κατά τα βασικώς παραδεδεγμένα περί της αξίας τών νομισμάτων είς τάς 'Ιονίους Νήσους με μέτρον τήν χρυ­

σήν δραχμήν, περίπου 670 χρυσών δραχμών. Τό φιλεύσπλαγχνον και ανιδιο­

τελές του μεγάλου 'Ηλία Μηνιάτη, δέν επέτρεψε τήν συγκέντρωσιν του ποσού πού θα διέγραφε τα παλαιότερα χρέη της οικογενείας και ή συμφορά του θανάτου του άνεβίβασεν αυτά εις υψηλότερα επίπεδα. Είναι χαρακτηρι­

στικόν ότι δύο χρεωστικά ομόλογα έχουν υπογραφή τό 1715, εν έτος μετά τον θάνατον του Ίεράρχου. Και παρά τήν χαριστικήν άπόσβεσιν 200 δου­

κάτων ύπό του δανειστού Ζάχαρη Χωραφα, ώς σχετική παραγγελία έν τή διαθήκη του προς τους κληρονόμους του, τό ϋψος του χρέους είναι πάντοτε μεγάλον : 483 ρεάλια. Ή ανωτέρω δωρεά του Ζάχαρη Χωραφα, αλλά και ή προθυμία με τήν οποίαν οί κληρονόμοι του αδελφοί Χωραφα αποδέχονται τήν έξόφλησιν του χρέους εις ετησίας δόσεις, «θέλοντες να δώσουν σημείο αγάπης», αποδεικνύει τήν ίδιαιτέραν έκτίμησιν ής άπελάμβανεν ή οικογέ­

νεια του 'Ηλία Μηνιάτη μεταξύ τών ευγενών της Νήσου. Έν έτει 1722, οκτώ έτη μετά τον θάνατον του 'Ηλία, τα χρέη είναι

πάντοτε δυσβάστακτα. "Ηδη ό γέρων Φραγκίσκος άπό του 1722 έχει χειρα­

φετήσει άπό της πατρικής εξουσίας τα τέκνα του, άτινα και εχουσιν άνα­

29

Page 116: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 446 —

λάβει τάς προς τρίτους σίκογενειακάς υποχρεώσεις. Παρά την παραχώρη­

σιν δύο τεμαχίων αμπέλου το χρέος παραμένει πάντοτε ύψηλόν, οΰτως ώστε θεωρούν ύποχρέωσίν των να καταθέσουν ώς ενέχυρα — ενδεχομένως ζητηθέντα παρά τών δανειστών — διάφορα αργυρά σκεύη άτινα εύρίσκοντο εις τον οίκον των. Ή ρύθμισις τελικώς τών χρεών αυτών (ανερχομένων είς 1290 ρεάλια) λαμβάνει χώραν το 1726 Νοεμβρίου 3, δτε οί αδελφοί Ιωάννης ô πρωτσπαππάς, Δημήτριος και Νικόλαος, ενεργούντες και δια λογαριασμον του εις Μόσχαν ευρισκομένου αδελφού των Ευαγγέλου, παρα­

χωρούν τήν έν Ληξσυρίω πατρικήν οίκίαν των είς τον Στυλιανον Χωρα­

φάν, καταβάλλοντες δε το ύπόλοιπσν, λαμβάνουν είς τήν κατοχήν των τα έν ένεχύρω ευρισκόμενα άργυρο σκεύη, επερχόμενης πλήρους εκκαθα­

ρίσεως του λογαριασμού. Ούτω ή οικία, έν τη οποία καθ' ύπόθεσιν έδίδαξεν ό 'Ηλίας Μηνιάτης

«τα έγκύκλια και τήν φιλοσοφίαν» εις τους συμπατριώτας του κατοίκους Ληξουρίου *, παραχωρείται δια τήν έξόφλησιν τών οικογενειακών χρεών, μή υφισταμένου έτερου τρόπου αποσβέσεως των. Ή τύχη της παραμένει άγνωστος υπό τον νέον Ιδιοκτήτην, ή δε παράδσσις δεν περιέσωσε τήν πιθανήν θέσιν όπου εκείτο αύτη.

Μερικαί εισέτι συμπληρωματικαί πληροφορίαι. Έκ του κειμένου τοΰ Α. 128 εγγράφου (στίχος 19­21) πιθανολογείται ώς επάγγελμα τοϋ έκ τών αδελφών Νικολάου το του ναυτικού ή το του ταξιδεύοντος κατ' επάγ­

γελμα (παραγγελιοδόχος ;). Δια τον έτερον άδελφόν Εύάγγελον, γνωστόν μέχρι τούδε ώς έργαζόμενον είς νοσοκομεΐον της Βενετίας, πιθανώτατα ώς υπάλληλος 2, σημειοΰται ή παρουσία του εις Μόσχαν τον Νοέμβριον τοϋ 1726, δια μή καθοριζομένη ν αίτίαν. Και τέλος, ένω απαντώνται έν τοις έγ­

γράφοις τέσσαρες αδελφοί τοΰ'Ιεράρχου, οί Ιωάννης, Δημήτριος, Νικόλαος, Ευάγγελος, ούδαμοϋ σημειοΰται ό υπό άλλων αναφερόμενος Ματθαίος 3.

Τ Α Ε Γ Γ Ρ Α Φ Α

Παρατίθενται εδώ κατά σειράν το άνέκδοτον εγγραφον περί της 'Εκ­

κλησίας τοΰ 'Αγίου Νικολάου τών Μηνιατών, τό ύπ' αριθ. Α. 128 τών Νοτα­

ριακών πράξεων 'Αργοστολίου άνευ της συνακολουθούσης αναλυτικής αναγραφής τών αποδείξεων, πλην της υπογραφομένης υπό τοΰ 'Ηλία Μη­

1. Ή λ. Τ σ ι τ σ έ λ η , Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, ενθ' άν., Α', σελ. 457­458. 2. Ή λ. Τ σ ι τ σ έ λ η , Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, 6νθ' άν., Α', σελ. 455 και Τά­

σ ο υ *ΑΘ. Γ ρ ι τ σ ο π ο ύ λ ο υ , 'Ηλίας Μηνιάτης, Παρνασσός 11 (1969) 560. 3. Όπου προηγουμένως.

Page 117: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 447 —

νιάτη, ήτις και αναγράφεται ολόκληρος, και τέλος το ύπ' αριθ. Α. 131 της αυτής συλλογής. Ταϋτα επελέγησαν ώς κεκτημένα ίδιαίτερον ενδιαφέρον.

Εις την οίκογένειαν Μηνιάτη αναφέρονται και τα ύπ' αριθ. 129 και 130 της πρσμνησθείσης συλλογής.

Κατά την παρουσίασιν τοϋ ανεκδότου εγγράφου έτήρησα τους δια­

μορφωθέντας κανόνας εκδόσεως μεταβυζαντινών εγγράφων, ώς ούτοι είναι νυν ευρύτατα παραδεκτοί, πλην στοιχειώδους αποκαταστάσεως τής ορθο­

γραφίας και τής στίξεως, διότι άλλως καθίστατο λίαν δυσχερής ή άνάγνω­

σις τοϋ εγγράφου. Εις τα δημοσιευθέντα ήδη έγγραφα Α. 128 και Α. 129 κατήργησα τάς — έλαχίστας άλλωστε — αναλύσεις, συντομογραφιών, και αποκατέστησα λέξεις ήλλοιωμένας σαφώς ή δυσνόητους, σημειουμένων εν τέλει έκαστου των αιτιολογικών στοιχείων τής αποκαταστάσεως. (Ση­

μείωσις τούτων δι' ύπογραμμίσεως). Σημειώσεις έπεξηγηματικαί ετέθησαν εις τό τέλος έκαστου εγγράφου.

"Εγγραφον 1

Σειρά 'Ανεκδότων έγγραφων Εκκλησιαστικής 'Ιστορίας τής Κεφαλληνίας αριθ. 7 (Συλλογή Γ. Πεντόγαλου). Άντίγραφον μνημονευομένου κωδικός Άγ. Νικολάου των Μη νιάτων υπό άγνωστου γραφέν (1701).

Κόπια έβγαλιμένη από τό πρωτόκολλο, ήγουν βραβίον τον 'Αγίου Νικο­

λάου εις τα Μη\2νιατάταα σε φύλλα 5 δηλοΐ ούτος είς φ. 16, 1701 'Οκτω­

βρίου 15.

(εν τω περιθωρίω :) 1701 adi 6 (Nove(mbre) presentata 1704 adi 14 Marzo presentata) $

|3 Εις δόξαν τοϋ εν τριάδι ύμνουμένου Θεοϋ. "Ετη από 'Αδάμ ζ.ρ.μ.ν. τής αύτοϋ γε\^ννήσε(ΰς ε(το)ς 1650 Μαρτίου τρεις. 'Επειδή κατά θείο ζήλο έκινήθησαν οι υπογεγραμμένοι κληρονόμοι διάδοχοι τοϋ ποτέ κ(υρ) Γου­

λιάμο, Γεωργίου και |<; Άντρέου αύταδελφώ(ν) Μηνιατέω(ν), μισερ Μαρ­

καντόνιο Μηνιάτης, υιός |7 τοϋ ποτέ ευλαβέστατου εν ιερεϋσ(ι) Ιωάννου, και μισερ Σαλβαδόρος |8 Μηνιάτης γ, οι όποιοι, επειδή και εχου(ν) από τους προ­

γόνους τους εις δια\9δοχή τήν εκκλησία τοϋ εν Άγί(οι)ς Πατρός ΉμοΖν Νικολάου τοϋ εν Μύροις | ιυ, κειμένη εις τό Αιξούρι b, δια τοϋτο οι άνωθεν, μιμούμενοι τους προγενεστέ\ιιρους κτήτορας τοϋ προειρημένου θείου ναοϋε, έκινήθησαν δι αιδοϋς \ι­ τιμιωτάτης με θερμότατη ζέση μιας βουλής και αγαθής προ\ιΛαιρέσεως θέλοντας να συνάξουν αδελφότητα εις τον αυτόν θείον

1. Μ. Μ α ν ο ύ σ α κ α , 'Ανέκδοτα Πατριαρχικά Γράμματα (1547­1806), Βενετία 1968, σελ. κγ' ­ κδ'.

Page 118: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 448 —

| u ναόνί θέλουν καί στέργονν άπο μίαν γνώμην δτι, όστις και έλθει |15 υπογράψει εις το παρόν, να άγροικιέται και αυτός συνάδελφος |1ι; εις τον αυτόν θείον ναον ώς και τους ιδίους κτήτορας και έκαστος |1Τ συντρέχει και συνβοηθή το κατά δύναμιν εις άνακαίνισιν του προειρη\18μένου θείου ναοϋς, ο Χ(ριστο)ς Χρι­

στιανοϊς προσιτότατο(ς) εις δόξαν του εν άγίοις |19 Πατρός ημών Νικολάου καί επαινον των ορθοδόξων Χριστιανών και |2ϋ εις άφεσιν αμαρτιών τών κτη­

τόρων καί δωρητών της αγίας ταύτης, |21 με τοιούτον τρόπον να εφημερεύη αενάως εις τον αυτόν ναον ιε\22ρεύς άπο τους άνωθεν Μηνιατέους ζ και κληρο­

νόμους αυτών |23 καί, αν το(ν) ποτέ καιρό δεν ήθέλει είναι ιερείς από τους αυτούς \2ί κτήτορας και κληρονόμους αύτοϋ, να εφημερεύη ήτις (sic) από τους ε\26πιλοίπους αδελφούς ήθέλει εΐσται άπο τους επίλοιπους κληρονόμους. |2ΰ Εις γαρ και περί τούτου δήλωσιν και ασφάλεια κατατέθη όλα τα άνω \21 τω παρόντι θείω κώντικι (sic) της σεβάσμιας ταύτης μετανοίας καί ούτω \Μ ετε­

λείωσαν την παροϋσαν ψυχωφελή γραφή. \29 Φραγγίσκος Περλιγγής δια παρακαλεστος τών άνωθεν έκαμα το παρόν

γραμμάτι(ον). |30 Τζουάννης Μηνιάτης βεβαιώνω ώς άνωθεν καί υπογράφω και δια τα

άδέ\31λφια μου το μισερ Aia και το μισερ Δημήτρη διάνα μήν ήξέρουν νά γράψουν η.

|32 Έγώ Βαγγέλης Μηνιάτης βεβαιώνω ώς άνωθεν και υπόγραψα. |33 Μαρκαντώνιος Μηνιάτης βεβαιώνω ώς άνωθεν και υπόγραψα. |34 Κάρλος Μηνιάτης βεβαιώνω ώς άνωθεν και υπόγραψα και δια τον |35 αδελ­

φό μου το μισερ Τζανή εσοντας και νά μήν ήξέρη νά γράψη. |3" Σαλβαδόρος Μηνιάτης βεβαιώνω ώς άνωθεν και υπόγραψα. |37 Τάβιος® Μηνιάτης βεβαιώνω ώς άνωθεν και υπόγραψα. |38 Κωνσταντής Κατσαΐτης παρακαλεστος άπο το μισερ Νικολό Μην\Α9ιά­

τη, υπόσχεται ώς άνωθεν εσοντας και δεν ήξέρει νά γράψη. |10 Γερόλυμος Περλινγγής βαλμένος άπο το μισερ Μαρκαντώνη |11 Μηνιάτη

τοϋ ποτέ Γιώργου υπόσχεται ώς άνωθεν και ύπόγρα\ί2ψα δια νά μήν ήξέρη νά γράφη. καί τα εξής.

Σ Η Μ Ε Ι Ω Σ Ε Ι Σ

α) Ή Εκκλησία τοϋ 'Αγίου Νικολάου τών Μηνιατων σώζεται μέχρι σήμερον. Άνοικοδομηθεϊσα μετά τους σεισμούς τοΰ 1953, περιέχει πολλά από τα αντικείμενα καί σκεύη της παλαιάς. Μεσημβρινώς τοϋ Άγ. Βήματος κείται νϋν ό άνδριάς τοΰ 'Ηλία Μηνιάτη και εις τον νότιον τοΐχον δεξιά τω είσερχομένω είναι έντετειχισμένη ή πλάξ με τήν συνταχθεΐσαν υπό Κωνσταντίνου Τυπάλδου ­ Ίακωβάτου έπιγραφήν, ην παραθέτει ό Μαζαράκης (βλ. Ά ν θ. Μ α ζ α ρ ά κ η , Βίοι τών ενδόξων της Κεφαλληνίας ανδρών. Βενετία, «Φοίνιξ», 1843, σελ. 49). Έν αύτη φυλάσσονται μικρά κοινή κολυμβήθρα, όπου

Page 119: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 449 —

κατά παρύδοσιν έβαπτίσθη ό Ηλίας Μηνιάτης, και χρυσοκέντητον έπιτραχήλιον, ανήκον κατά παράδοσιν εις τον ίδιον. Εις τήν εικόνα τοϋ 'Αγίου Νικολάου έν τφ θρόνφ είς το μέσον τοϋ Ναοϋ υπάρχουν δύο μορφαί εις το κάτω μέρος έζωγραφισμέναι : ή μία ιερω­

μένου φέροντος έπανωκαλύμαυχον, ή έτερα ασαφής. Ό επικείμενος καθαρισμός της θέλει βεβαιώσει τήν ταυτότητα των εικονιζόμενων και τον ζωγράφον, εφ' όσον είς το κα­

τώτερον μέρος υπάρχει επιγραφή, ή δέ είκών δείκνυται καλής τέχνης. Το ένταϋθα άνα­

φερόμενον βραβίον τής εκκλησίας δέν είναι γνωστόν έάν εΰρηται ποϋ. β) Ή μνημονευομένη ένταϋθα παρουσίασις ίταλιστί (θεώρησις) έχει τήν έννοιαν

πιθανώτατα παρατάσεως τής Ισχύος τής συμφωνίας (presentata). γ) Πρόκειται περί απογόνων απομεμακρυσμένων, ως φαίνεται, τών προμνημονευο­

μένων Γουλιέλμου, Γεωργίου και 'Ανδρέου Μηνιατών. Άρχαιότερον τούτων έν Παλική έσημειώσαμεν Ίωάννην ιερέα Μηνιάτην, υπογράφοντα ώς μάρτυρα έν εγγράφω τοϋ Νοταρίου Φραγκίσκου Ληβαθινοΰ, υπό ήμερομηνίαν 18 'Ιουνίου 1545, άποκειμένω είς συλλογήν έγγραφων τής Λατινικής Επισκοπής Κεφαλληνίας και Ζακύνθου (IT ai.) έν δέσμη 45 Γενικών 'Αρχείων τοϋ Κράτους και φ. 76Γ.

δ) Δύναται να θεωρηθή βέβαιον ότι ό Ναός έκτίσθη προ τοϋ 1600, και συνεπώς είναι έκ τών παλαιοτέρων τής πόλεως Ληξουρίου.

ε) Ένταϋθα μνεία και περί παλαιοτέρας συγκροτήσεως συναδελφότητος, άγνωστον όμως πότε. ΤΑρα γε και τότε μεταξύ κλάδων τής αυτής οικογενείας;

?) Έάν οί Φραγκίσκος και 'Ιωάννης Μηνιάται διετέλεσαν και εφημέριοι τοϋ ώς άνω Ναοϋ δέν άπαντφ που έν τη γνωστή βιβλιογραφία.

ζ) Σημειοΰται ή ελλειψις γραμματικών γνώσεων είς πλείστους τών αναφερομένων, έν οίς και τών Ηλία και Δημητρίου Μηνιάτη αδελφών τοϋ 'Ιωάννου Μηνιάτη, έκ τών συνάδελφων τής εκκλησίας και πιθανοϋ πάππου τοϋ Ίεράρχου.

η) Είναι αξιοσημείωτος ή παρουσία ονομάτων «Δυτικών» εις τους διαφόρους κλά­

δους τής οικογενείας Μηνιάτη, ώς Καρόλου, Σαλβατώρ, 'Οκτάβιου, Φραγκίσκου.

"Εγγραφον 2

Γ. Α. Π ε τ ρ ο π ο ύ λ ο υ , Νοταριακαί Πράξεις 'Αργοστολίου (1701 ­1762), ενθ' av., εγγραφ. υπ' αριθ. Α. 128, σελ. 140 ­142 «.

(σ. 102Γ). 1722 Μαγιον 20 είς το 'Αργοστόλι. Έν τω Κανγκέλω εμοϋ Νοταρίου ενεφανίσθησαν τα παρόντα μέρη, από τδνα ο σινώρ Φραντζέσκος σίνιορ 'Ανάστασης σινώρ Τζώρτζης σινώρ Στέλιος αδελφοί Χωραφάδες^, παιδιά ποτέ σινώρ "Αντζονλον και κληρονόμοι ποτέ σινώρ Ζάχαρη νονον τους, και εκ τον έτερου δ αιδεσιμώτατος κυρ 'Ιωάννης Μηνιάτης και σινώρ Δημή­

τρης αδελφός του, οί όποιοι πρεμετάρουν "* δ è ράτο δ και δια τον αϊδεσι­

μώτατο πάτερα τους και σινώρ Νικολό αδελφό τους οπού λείπουν από το Νησί, τα όποια αδέλφια Μηνιατάδες έχουνε χρέος να πλερώσουνε τδτι χρωστάει ό άνωθεν πατέρας τους και ρεπετιβαμέντε ε αυτοί έσοντάς και να ελάβανε τήν ελευτερία τους από τήν πατρική εξουσία, ώς φαίνεται ή μαντζιπατζώ * εις τάς πράξεις μου στις 10 τοϋ Γεναρίου άπερασμένου' λοιπόν φαίνεται χρεωφε­

λέτης ο άνωθεν πατήρ τους με σκρίττο ζ γενόμενο στους 1693 Μαρτίου 28 δια ριάλια η Ν° 57 λίτρες û, 2 στδνομα τής χήρας ποτέ 'Αντρέα Μηνιάτη με

Page 120: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 450 —

την κλαούζουλαι ατ τ ο π ρ ε ζ ε ν τ ά ρ α ια, ώς καθώς θέλει ρεγκιστρα­

ριστή ι& με τάλλα σκρίττα, περί πλεό είς την ϊδια καβουτζιό 1Υ στιζ 2 'Ιου­

λίου 1711 δια δουκάτα ασημένια Ν° 90, δια το όποιο σκρίττο το εστεριώσανε με υπογραφή τους τάδέλφια δλα στις 26 Μαρτίου 1715' έτερο σκρίττο στους 1696 δια ριάλια 50 και άπου κάτου από το αυτό στις 2 Νοεμβρίου 1708 δια ριάλια σαράντα εφτά λίτρες 9, βεβαιωμένο και αυτό από τάδέλφια δλα 28 Μαρτίου 1715' έτερο σκρίττο στους 1707 Φλεβαρίου 15, με την υπογραφή του Πρωτοπαπά και κυρ Aia διδασκάλου και παπά κυρ 'Ιωάννη, δια τζεκκίνια πενήντα 50 άπου κάτου οχ lb τα όποια φαίνεται χρεώστης ο σινιορ Νικολός αδελφός τους δι' άλλα ριάλια 20 λίτρες 8 στις 22 Νεομβρίου 1708. περί πλέο ό αυτός σινιόρ Νικολός εις τη σπετζιαλιτά ιε του είναι χρεώστης τοϋ σινιόρ 'Ανάσταση, με σκρίττο 14 Σεπτεμβρίου 1717, δια βλησίδι άρίζικο μαρίτιμο ις

ριάλια εκατόν οκτώ 108 με δμπλιγο ^ τοϋ κ ά μ π ι ο υ ιη και κατά τό λογαριασμό όπου στο αυτό σκρίττο φαίνεται μνέσχει μόνο χρεωφελέτης ριά­

λια Ν° 51. είναι ό ϊδιος σινιόρ Νικολός με άλλο σκρίττο 20 Αύγουστου 1718 προς τον Ιδιο σινιόρ 'Ανάσταση είσε άλλα τζεκκίνια 39 άρίζικο μαρίτιμο, όπου με τό κάμπιο είκοσι τα εκατό άριτορνάρε1® γίνονται τζεκκίνια Ν° 47. ώστε όπου δλες οί άνωθεν σοϋμμες κάνουνε ριάλια διακόσια 'κοσιέξη Ν° 226 λίτρες 9 δουκάτα ασημένια δλο' και τζεκκίνια χρυσά Ν° 97, οπού και ετούτα ρεντάροντάς κ τα σε δουκάτα κάμουνε δουκάτα 291. ώστε οπού σουμμάρουνε δλα ριάλια 226 λίτρες 9 και δουκάτα ασημένια 381, από τά όποια ν ε τ έ­

ρ ο ν τ α ς*α δουκάτα 200 κατά την διαθήκη τοϋ νονοϋ τους ποτέ (σ. 102ν) σινιόρ Ζάχαρη όπου μπενιφιτζιάρει κΡ των αυτών Πρωτοπαπά χγ και Φραγκί­

σκο, μνέσχουν μόνο εις τά χρέη τους δουκάτα ασημένια Ν° 181, τα όποια ρεντάροντάς*0 τα σε ριάλια κατά πώς τρέχουνε στο παρό κε κάνουνε ριάλια 256 και λίτρες 5' τα οποία σμίγοντας τα με τάλλα ριάλια τάπάνου 226 και λίτρες 9 γίνονται ή όλότης ριάλια τετρακόσια όγδοήντα τρία λίτρες τέσ­

σαρες Ν° ρ. 483 και λ. 4. μην έχοντας δια τό παρό τό μόδο κ ? να δόσουν την εύχαρίστησι, επαρακάλεσαν τους άνωθεν άρχοντες νά τους δόσουν μόδο και άμπιλιτάκζ νά ημπορέσουν με κόμμοδό τους κη νά ευχαριστήσουν τά χρέη τους' οί όποιοι άρχοντες αδελφοί Χωραφάδες, θέλοντας νά δώσουν σημείο αγάπης, έσύντρεξαν νά ευχαριστήσουν και νά δώσουν κόμμοδο δια την αύτη πλερωμή και εύχαριστιώνται δτι οί αυτοί Μηνιατάδες νάχουν δώσουν τον κάθε χρόνο τό μήνα τον 'Οκτώβρη, αρχινώντας από τον πρώτον ερχόμενο, ριάλια 100, κετζι άπ' 'Οκτώβρη σε 'Οκτώβρη, μνέσχοντας δια την ύστερη ράτακ θ

να δώσουν ριάλια Ν° 83 λίτρες 4, με πρέσα κονδιτζιό λ δτι, λείποντας από καμία ράτα, να είναι και άγροικώνται παρευτύς ξεπεσομένοι από τό μπενε­

φίτζιο τής άμπιλιτάς λα και νά στενεύωνται σωματικώς και με τά καλά τους δι' δλη την άνωθεν σοϋμμα σιμούλ λβ και ίνσόλιδουμ λγ" και διά πίστεως αλη­

θείας θέλουν βεβαιώσουν υπό χειρός τους και εις μαρτυρίας τών κάτωθεν.

Page 121: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 451 —

Ι51 ρέγκιστρα τον σκριττώνε λόγον προς λόγον δηλών όντως.

[8ιΐ άκολονθοϋνε τα έτερα. 1707 Φλεβαρίον 15' την σήμερον λαβαίνω εγώ ό κύρ ­ Ιωάννης από τον εκλαμπρότατο σινιορ Ζάχαρη Χωραφά μετρητά τζεκκίνια χρνσα ρονσπιδα λδ από λίτρες 27 : 6 λε το ενα πενήντα, τα όποια τα λαβαίνομε δανεικά δια χρόνο ενα, υπόλογοι τόσο τον άνωθεν σινιορ Ζάχαρη ώα αν και ότινος άλλοννον είχε πρεζεντάρει το παρά υποσχόμενοι σωματικώς και με τα καλά μας παρόντα και μέλλοντα ώς άπόφασι θεληματική και δια πίστεως αληθείας θέλομε υπογράψει. 'Ηλίας ιερεύς ό Μη(ρ. 103ν)νίάτ^ς έλαβα και υπόσχομαι ώς άνωθεν, Φραγκίσκος πρωτοπαπάς ό Μηνιάτης έλαβα και βεβαιώνω ώς άνωθε, 'Ιωάννης 'ιερεύς ό Μηνιάτης έλαβα και υπόσχομαι ώς άνωθεν

'Ιωάννης πρωτοπαπάς ό Μηνιάτης βεβαιώνω καϊ υπόσχομαι ώς άνωθεν. Δημήτρης Μηνιάτης βεβαιώνω και υπόσχομαι ώς άνωθεν. Νικόλαος ιερεύς δ Φαβάτας μαρτυρώ τ' άνωθεν. Γιάννης Μαλακής παρακαλεστος από τους άνωθεν μαρτυρώ τάνωθεν. 'Ανάστασης Χωραφάς βεβαιώνω πώς έλαβα τα σκρίττα τα άουτεντικά^. Πιέρρος Μανροειδης Νοτάριος λζ.

Σ Η Μ Ε Ι Ω Σ Ε Ι Σ

α) Έκ κωδικός περιέχοντος αντίγραφα (κόπιας) Νοταριακών έγγραφων τής οικο­

γενείας Χωραφά κατοικούσης εις τον οίκισμάν Σαμόλι — Πάλλης — Κεφαλληνίας. Νϋν σώζεται οικία των περισωθεΐσα των σεισμών του 1953, χαράκτηριστικόν δείγμα παλαιού «αρχοντικού» ιδιοκτησία Αικατερίνης Map. Τυπάλδου ­ Φορέστη. Ό κώδιξ υπάρχει εις τα Γενικά 'Αρχεία τοϋ Κράτους είς φακ. Κ 72 ε­στ ' .

β) Πρόκειται περί τών σημαντικωτέρων εκπροσώπων τοϋ οίκου Χωραφδ, ενός έκ τών ισχυρότερων της Κεφαλληνίας, ιδιαιτέρως συνδεθέντος προς εξαίρετους επιδόσεις, αλλά και προς τάς εμφυλίους έριδας. (Δια πλείονα ί δ έ : ' Η λ ί α Τ σ ι τ σ έ λ η , Κεφαλ­

ληνιακά Σύμμικτα Α', σελ. 827­842, εν βιογραφία Γεωργίου Χωραφά). Υ) ηρεμετάρονν = προτίθενται (premettere). δ) δέ ράτο = αντί τοϋ έν τφ κειμένω δια ράτο και όπου κατωτέρω άπαντα δε ράτο —

δια τό άναλογοΰν μέρος (derrata). ε) ρεπετφαμέντε = επαναλαμβάνουν τα προειρημένα (repetizione). ς) μαντζιπατζώ = χειραφέτησις (emancipazione). ζ) σκρίττο = χρεωστικόν σημείωμα (scritto). η) ριάλια = ρεάλιον. Ίσπανικόν νόμισμα λίαν έν χρήσει εις τάς συναλλαγάς έν

τη Βενετοκρατούμενη 'Ανατολή (βλ. Γ. Π ε τ ρ ο π ο ύ λ ο υ , Νοταριακαί πράξεις Κε­

φαλληνίας Β' Κώδιξ Μαντζαβινάτων, ώς ανωτέρω, σελ. 322 και V i n c e n t , «Θησαυρί­

σματα» 5 (1968) 142 (όπου ό όρος reali crossati di Spagna). θ) λίτρα = Ή Βενετική λίρα όπου κατά τήν διατίμησιν έν ετει 1796 4 λίτρες καϊ

18 σολδία ήσαν αντίστοιχα 1/2 άργυροϋ δουκάτου καί 22 λίτρες αντίστοιχοι 1 χρυ­

Page 122: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 452 —

σοΰ δουκάτου ή τζεκκινίου. (Δια πλείονα βλ. Μ. Ά ν δ ρ ε ά δ ο υ , Περί τής ΟΙκονο­

μικής Διοικήσεως τής 'Επτανήσου έπί Βενετοκρατίας Α', 'Αθήναι 1914, σελ. 42). ι) κλαονζουλα = ρήτρα (clausola). ια) αττο πρεζεντάρα = καταλλήλως έγχειρισθεΐσαν (atto ώς έπίθ. κατάλληλος

presentare = παρουσιάζω, εγχειρίζω). ιβ) ρεγκιστραριστή — καταχωρισθή (regis tro = βιβλίο καταχωρήσεων). ιγ) καβοντζώ = εγγυητική γραφή, έγγύησις (cauzione). ιδ) οχ — εισέτι έν χρήσει εκφρασις π.χ. οχ τ' 'Αργοστόλι = εκ τοϋ 'Αργοστολίου. ιε) σπετζιαλιτά = είδικότης (speziali ta). ΐς) βλησίδι άρίζικο μαρίτιμο — τόκος θαλασσίου κινδύνου (βλησίδι = έκ τοΰ βάλλω·

αρίζικο = κινδυνεύω (arrisico)· μαρίτιμο = θαλάσσιος (marittimo). ιζ) δμπλιγο = χρέος, ύποχρέωσις (obbligo). ιη) κάμπιου = αντί του έν τω κειμένφ καμπιοϋ, τύπος απαντών συχνότατα εις τά

έγγραφα τής εποχής = συναλλαγή, ανταλλαγή (cambio). ιθ) άριτορνάρε = αντί τοϋ έν κειμένω αποδιδόμενου ώς α. αριτορνάρ = εις τήν

επιστροφή ν (a ritornare). κ) ρεντάροντας = αποδίδοντας το άντίτιμον (rendere). κα) νετέροντας = αντί τοϋ έν τφ κειμένω νοντέροντας, όπου σαφώς λανθασμένη

άνάγνωσις = εκκαθαρίζοντας (nettare). κβ) μπενιφιτζιάρει = χαρίζει (beneficio = χάρις). κγ) Ένταΰθα βεβαιοϋται ότι έν ετει 1722 Μαΐου 20, ήμερομηνίαν συντάξεως τοΰ

έγγραφου, ήδη ό Φραγκίσκος εϊχεν αποχωρήσει της θέσεως τοΰ πρωτοπαπά, ταύτην δέ είχε λάβει ό υίός του 'Ιωάννης. Τοΰτο βεβαίως και αλλοθεν γνωστόν. ( Τ σ ι τ σ έ λ η ς , Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, ενθ' αν., Α, σελ. 477).

κδ) ρεντάροντας = αντί τοΰ έν τω κειμένω ρεντούροντας, ώς ανωτέρω. κε) ριάλια κατά πώς τρέχουνε στο παρά = ή τρέχουσα τιμή τών νομισμάτων έν

Έπτανήσω έπί Βενετοκρατίας, ώς γνωστόν, ήτο λίαν ασταθής (βλ. και ' Α ν δ ρ ε ά δ η , όπου και ανωτέρω, σελ. 36 ­ 44). Συνεπώς απαραίτητος όρος ήτο ή δήλωσις της κατά τήν συγκεκριμένην στιγμήν αξίας των.

κς) μόδο = τρόπον (modo). κζ) άμπιλιτά = ίκανότης (abilità). κη) κόμμοδο = ευκολία (comodo). κθ) ράτα = άναλογοϋν μέρος (rata). λ) κονδιτζώ = συμφωνία (condizione). λα) μπενεφίτζιο της άμπιλιτάς = άπό τήν χάριν προς τακτοποίησιν (αϊ λ. ανωτέρω). λβ) σιμονλ = όμοϋ (simul). λγ) Ινσόλιδουμ = αλληλεγγύως (in solido). λδ) τζεκκίνια χρυσά ρούσπιδα = το «ρούσπιδο» (ruspio), λεγόμενον δια νομίσματα

και ιδιαιτέρως δια τζεκκίνια (zechini ruspio), εννοεί τά μόλις εξελθόντα τοΰ νομισματο­

κοπείου και κατ' έπέκτασιν τά μή έφθαρμένα, άρα μή λιποβαρή (βλ. και Β ο e r i ο, Dizionario del dialetto Veneziano, Venezia 1861, σελ. 588).

λε) λίτρες 27: 6 το ενα = το 6 ένταΰθα δηλοΐ σολδία (soldi), ύποδιαίρεσιν της Βενετικής λίτρας (lire).

λς) άουτεντικά = αυθεντικά (autentico). λζ) Ό νοτάριος Πιέρρος (Πέτρος) Μαυροειδής ήσκησε τό επιτήδευμα τοΰ Νοτα­

ρίου έν Άργοστολίω άπό τοΰ 1703 μέχρι τοΰ 1723, συντάσσων ώς Νοτάριος της πόλεως έγγραφα εις Έλληνικήν και Ίταλικήν (Μνεία αύτοΰ και εις Τ σ ι τ σ έ λ η , Κεφαλλη­

νιακά Σύμμικτα, ένθ' άν., Β', σελ. 361).

Page 123: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 453 —

"Εγγραφον 3

Γ. Α. Π ε τ ρ ο π ο ύ λ ο υ , Νοταριακαί πράξεις 'Αργοστολίου (1701 ­1762), ενθ' άν., εΥΥραφ. υπ' αριθ. Α. 131, σελ. 147­ 150 «.

(σ. 106ν) 1726 Νοεβρίον 3. είς τό 'Αργοστόλι την σήμερον ενεφανίσθη­

σαν ενπροσθεν εμοϋ Νοταρίον και μαρτύρων τά παρόντα όνο μέρη, από το ενα ο αΐδεσιμώτατος πρωτοπαπάς 'Ιωάννης Μηνιάτης, άνταμώς με το σινιορ Δημήτρη και σινιορ Νικολό αδελφούς του, πρεμετάροντας δε ράτο και δια τον άλλο αδελφό σινιορ Βαγκέλη Ρ όπου είς το παρόν βρίσκεται στη Μοσκο­

βία, και εκ τον έτερον ο ευγενής σινιορ Στέλιος ΧωραφάςΥ, ένας από τους κληρονόμους ποτέ σινιορ Ζάχαρη νονού τον, οι οποίοι δηλονν όντως ότι, επειδή και ο άνωθεν σινιορ Στέλιος να ύπαγαίνη κρεδιτόρος δ άνταμώς με τα αδέλ­

φια τον πάρτη ε δια σκρίττα εδικά τονς καί πάρτη δι' άλλα σκρίττα, οπού ώς κληρονόμοι ποτέ σινιορ νονον τον ήλθανε εις τα χέρια τον από τους προ­

γεγραμμένονς Μηνιατάδες και ποτέ κύρ Φραγκίσκο πρωτοπαπά πατέρα τονς είσέ ριάλια διακόσια είκοσι 'έξη Ν° 226 και δονκάτα ασημένια τρακόσια όγδοήντα ενα Ν° 381, άπα τ à όποια εβγάνοντας δονκάτα ασημένια τον π ά σ ο υ* Ν° 100, όπου ό άνωθεν νονός τον είχε αφήσει του προγε­

γραμμένου ποτέ πατέρα τονς, ρεστάρει ζ νά δώσονν δονκάτα ασημένια Ν° 181 και ριάλια Ν° 226 λίτρες 9, ώς καθώς διαλαμβάνει το ίνστρομέντο η, γενόμενο 1722 Μαγιοϋ εις τάς πράξεις μον και υπογεγραμμένο από τα μέρη, έσυμφώ­

νησαν μέ τους άνωθεν Μηνιατάδες νά δίνον(ν) τον κάθε 'Οκτώβριο άκόντο9

στο άνωθεν χ ρ έ ϊ ι ρεάλια εκατό Ν° 100, εμείνανε διφετίβοιια είς τές ράτες και περί πλέο εμέτρησε ό σινιορ Φραντζίσκος Χωραφάς, αδελφός τον άνωθεν σινιορ Στέλιου δια όνομα τών άνωθεν Μηνιατάδων, προς τον σινιορ Ζέππο Πάρδη τζεκκίνια χρνσά ρούσπιδα εκατόν δεκάξη Ν° 116 και λίτρες βενετι­

κές Ν° 17 κομπρέζες ^ έξοδες και κάμπια ι"* όπου εδραμαν είς την Βενετία, ώς καθώς φανερώνει τό ίνστρομέντο γενόμενο υπό χειρός σινιορ Γιάννη Μαλα­

κή Νοτάριου ιδ 1722 Μαγιοΰ 30, άκόμην άλλα τζεκκίνια χρνσά πενήντα δύο Ν° 52 και δον(α. \0ΊΤ)κάτα ασημένια δύο 2, μέ τά όποια ερεκονπεράρανεει

οι αυτοί Μηνιατάδες τά σημάδια ις τονς, όπου σέ περίσια χέρια εύρισκόντανε σημαδεμένα άκόντο είς την ετερη σοϋμμα τον σινιορ Φραντζίσκον, οπού είναι τζεκκίνια εκατόν εξήντα εννέα ήμισν, Ν° 169,5, εδώσανε δύο κομμάτια αμπέλια είς τό μέρος της Παλικής είς τό Μερτινιά, καθώς φαίνεται είς τό άνωθεν ίνστρο­

μέντο τό όποιο νάχη τό βιγόρ ιΧ> τον ξετιμωμένα δια τζεκκίνια τριάντα ενα, Ν° 31, τά όποια, μπατέροντας LT1 από τήν άνωθεν σοϋμμα τον ύστερον γράμ­

ματος, ρεστάροννε νά δώσοννε τζεκκίνια εκατόν τριάντα οκτώ ήμισν, Ν° 138,5, διά τά όποια εμείνανε στα χέρια τον αυτού σινιορ Φραντζέσκου όλα τά σημά­

δια τών αυτών Μηνιατάδων, οπού καταλεπτώς φανερώνει τό ίνστρομέντο 1722 Γεναρίου 30, ώστε πού, σμίγοντας είς τό παρό τή σοϋμμα τοϋ πρώτου ίνστρο­

Page 124: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 454 —

μέντου toaàv καϊ τον δευτέρου, γίνεται ή όλότης τζεκκίνια χρυσά εκατόν έν­

νενήντα εννιά και ριάλια διακόσια κοσιέξη, τά οποία τζεκκίνια, ρεντάρον­

τ ά ς ι* τα είσε ριάλια, γίνονται χίλια εξήντα τέσσερα, Ν° 1064 λίτρες 6, κά­

νουνε όλα ριάλια χίλια διακόσια ενενήντα, Ν° 1290 και λίτρες 6, τα όποια, μην έχοντας το μόδο οι προγεγραμμένοι Μηνιατάδες να πλερώσουνε είσε τόσα μετρητά, εσυμφώνησαν με τον άνωθεν σινώρ Στέλιο, έναν από τους κληρονό­

μους ποτέ σινώρ Ζάχαρη νονοϋ τον, τον οποίον είς την μοιρασιά οπού έκαμε με τ αδέλφια του τον έπεσε το παρόν χ ρ έ ϊ κ των προγεγραμμένω(ν) Μη­

νιατάδων, και δίδουν, πουλούν και παντελώς ελεντερώνον(ν) οι αντοί Μηνια­

τάδες προς τον άνωθεν σινώρ Στέλιο καϊ κληρονομιά τον το σπίτι πα­

λάτι κο, όπον εχοννε εις τό μέρος τής Παλικής στο Ληξούρι στον "Αγιο Νικόλαο στα Μηνιατάτα, εις το όποιο εβάλανε άμφοτέρως τα μέρη το σινώρ Βιττόρο Τνπάλδο Μπασιά και σινώρ Λιά Πλαρινό ποτέ σινώρ Δημήτρη, οι οποίοι επήγανε σωματικώς είς το άνωθεν παλάτι και είδαν το φόντι χβ τοϋ αντού παλατιού τό μάκρος όριες κγ 8 και τον πλάτον όριές 6 πλέο λιγότερο και τό ετιμήσανε, άπ όσο έγνώρισαν με τό θεό και με την ψυχή τους, δουκάτα τρακόσια από λίτρες 6 τδνα, περί πλέο τό μάστρο Γιάννη και μάστρο Ζήσιμο μαραγκούς ΛενκόκοιλονςΚΟ, οι όποιοι, τηράξαντες καταλεπτώς την ξνλή και κάρφωσι τον αντού σπιτιού, την εξετίμωσαν, με φόβον θεού και με την ψνχή τονς, δονκάτα χίλια όγδοήντα εννιά ήμισυ από λίτρες 6, ύστερα το μάστρο Θοδωρή Τραυλό και μάστρο Γιάννη Καρύδη κτιστάδες, οι όποιοι καϊ αυτοί, βλέποντας τό άνωθεν παλάτι, τό ετίμησαν είσε κείνο οπού άπαρθε­

νίζει τής τέχνης τους δουκάτα πεντακόσια εξήντα οκτώ ήμισυ άπό λίτρες 6' γίνονται ολ«ς· οι άνωθεν ξ ε τ ί μ co σ ε ς χε δονκάτα άπό λίτρες 6 χίλια ενιακόσια εξήντα οκτώ, Ν° 1968, κάνονν ριάλια χίλια εκατόν (σ. 107ν) όγδοή­

κοντα, Ν° 1180 καϊ λίτρες 8. την όποια ξετίμωση, μπονφρικάροντας χ?" ο άνω­

θεν σινώρ Στέλιος την προγεγραμμένη σονμμα οπού είχε να λάβη, ρεστάρει ακόμη κρεδιτόρος*^ ριάλια εκατόν εννιά λίτρες 8, τα όποια οι άνωθεν Μηνιατάδες την σήμερον τα εμετρήσανε ενπροσθεν εμού και μαρτύρων καϊ τά επερίλαβε ό αυτός σινώρ Στέλιος εις τά χέρια του σώα και άνέλλιπτα είσε τόσα τζεκκίνια χρυσά, με τά όποια καϊ με την παράδοσιν τον άνωθεν σπιτιού, κράζεται πλερωμένος κ' ευχαριστημένος και διά τά όποια ό αντός σινώρ Χωραφάς ρεστιτονΐρει κτι προς τους προγεγραμμένονς Μηνιατάδες όλο τονς τό ασήμι, ήγονν καντήλια ασημένια 5, σοτοκόπες κ* 2, κ αν τ η λ ι έ ρ ι δ ε ς μικρούς ζευγάρι ενα, μία φουρτερούλα λ, μία σαλιέραλα, ενα βάζο κι ενα φιόρο απάνω χρυσωμένο καϊ περονοκούταλα 16, τό όποϊο ήτονε εκείνο οπού OJÇ άνωθεν είχε στα χέρια τον κατά τό κοντενοντο λ^ τον Ινστρουμέντου 1722 Μαγιού 30. και Ιδού άπό την σήμερον νά ήμπορή νά μπαίνη σε νομή και κυ­

ριότητα ό αυτός σινώρ Στέλιος και κληρονομιά τον είς τό άνωθεν παλάτι με κάθε τον δικαίωμα και περίγνροΧ^, οπού τό άπαρθενίζει να τό εχη είς

Page 125: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 455 —

τήν εξουσία τον ποίηση το ώς θέλει και βούλεται, με νπόσχεσι των άνωθεν αδελ­

φών Μηνιατάδων va ô φ ε λ ο ν ν κ ai διαφεντάρονν^0 όμοϋ καί Ινσόλιδονμ τον προγεγραμμένο άκουζιτόρο λε άπο καθένα όπονχε τον δώσει καμία ενόχλησι το ποτέ καιρό με τα παντοία τονς αγαθά καί σωματικώς εξεκαθαρίζονν δτι, επειδή και το φόντι τον αντού σπιτιού να δίνη πάκτο προς την κληρονομιά ποτέ σινιορ 'Ανάσταση Δελλαπόρτα στάρι βατζέλι ενανήμισν το χρόνο, το άνωθεν πάκτο ρεστάρει άπάνον στους άνωθεν Μηνιατάδες, δίδον­

τας παντελώς ελεύτερο προς τον προγεγραμμένο αγοραστή από κάθε αγρα­

βιο λ?" το αυτό παλάτι με κάθε τον δικαίωμα καί περίγνρο, καί, αν ϊσως κ εις κανένα καιρό είχε λάβει ό σινιορ Χωραφάς καμία ενόχλησι δια το αντο πάκτο, να είναι κρατούμενοι οι άνωθεν αδελφοί Μηνιατάδες να τόνε ρεφάροννε με τα ετερά τονς αγαθά, όντως εσνμφώνησαν εν τω μέσω τονς, ρεστάροντας με την κονσενιά ^ τον άνωθεν σπιτιού και εσπόρσο λη, οπού την σήμερον έκαμαν ελεύτεροι απ' δλα τάνωθεν χρέγια ώς καθώς και δ Στέλιος καί κληρονομιά τον εις τήν τελείαν κνριότητα τού αυτού σπιτιού το οποίο θέλοννε ότι οι αντοί Μηνιατάδες, παίρνοντας 6 ερχόμενος πρώτος "Αγονστος, να μήν ημπορούνε πλέο να το ρεκονπεράροννε, ρενοντζιάροντας λ* έπειτα από τήν άνωθεν διορίαν κάθε μπονιφιτζώ τόπον και νόμον. όντως (σ. 108r) ενχαριστήθησαν και θέ­

λουν βεβαιώσουν τα μέρη υπό χειρός τονς εις μαρτυρίας τών κάτωθεν. Τα σκρίττα δλα, οπού περιέχουν τις άνωθεν σούμμες, εμείνανε στα χέρια τού αυτού σινιορ Στέλιου δια καουτέλα μ του. 'Ιωάννης Μηνιάτης πρωτοπαπάς βεβαιώνω τάνωθεν. Δημήτρης Μηνιάτης βεβαιώνω τάνωθεν. Νικολός Μηνιάτης βεβαιώνω τάνωθεν. Stelio Corafan affermo quanto di sopra»*. 'Ηλίας Πλαρινος ετίμησα το φόντι ώς άνωθεν. Βιττόρος Τυπάλδος ετίμησα το φόντι ώς άνωθεν. Δημήτρης Κρασάς παρακαλεστος άπο το μάστρο Τζονγάννη κτίστη μαρτνρώ

τάνωθεν μήν ήξέροντας νά γράψη. Σπύρος Δ αβενέτζιας^ παρακαλεστος άπο το μισερ Γιάννη Αενκό­

κοιλο ώς ξετιμωτής της ξνλής και φαραμέντον μν μαρτνρώ τάνωθεν μήν ήξέροντας νά γράψη.

'Ανάστασης Κονλονμπής παρακαλεστος άπο το μισερ Ζήσιμο. Αενκόκοιλος ώς ξετιμωτής της ξνλής και φαραμέντον βεβαιώνιο τάνωθεν μην

ήξέροντας νά γράψη. Θοδωρής Τρανλος ετίμησα το ματεριάλε μδ ώς άνωθεν. 'Ανάστασης Πίλικας μαρτνρώ τάνωθεν. 'Αντώνης Σολομός μαρτνρώ τάνωθεν.

Πιέρρος Μανροειδής Νοτάριος με.

Page 126: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 456 —

Σ Η Μ Ε Ι Ω Σ Ε Ι Σ

α) Έγγραφον εκ του αύτοΰ κωδικός ώς έν σημειώσει α) τοΰ εγγράφου 2. β) Πρόκειται περί του γνωστοΟ τελευταίου άδελφοΰ του 'Ηλία Μηνιάτη υπαλλήλου

Νοσοκομείου έν Βενετία, όστις ενταύθα μνημονεύεται, ευρισκόμενος, άγνωστον δια ποίαν αίτίαν, εις Μόσχαν.

γ) Ό κόμης Στυλιανός Χωραφάς, παραμείνας εις Κεφαλληνίαν, επέσυρε την μήνιν των έχθρων της οικογενείας, άποπειραθέντων να δολοφονήσουν τοϋτον (βλ. Τ σ ι τ σ έ λ η , Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, ενθ' άν., Α', σελ. 832).

δ) κρεδιτόρος — δανειστής (creditore). ε) πάρτη = μέρος (parte). ς) δουκάτα ασημένια τον πάσου = τό υπό του έκδώσαντος τό έγγραφον έρωτημα­

τικόν δέν έχει θέσιν δια τήν λέξιν «πάσου», ύποδηλοΰντος ένταϋθα «τον μέτρον» και κατ' έπέκτασιν «της σειράς», ήτοι κοινά, κατ' άντιδιαστολήν προς τα τραπεζιτικά έχοντα, ηύξημένην άξίαν (βλ. λέξιν δουκάτα εις Μεγ. Έλλ.Έγκυκλ. Δρανδάκη, τόμ. Θ , σελ. 510).

ζ) ρεστάρει = μένει (res tare). η) Ινστρομέντο = όργανον, σκεϋος, ένταϋθα έγγραφον αναγνωρίσεως τοϋ χρέους

(strumento). θ) άκόντο = δόσις, προπληρωμή εις λογαριασμόν (acconto). ι) χρέι = αντί τοΰ αναγραφομένου χρέη. Έκφρασις λίαν έν χρήσει εις Κεφαλλη­

νίαν ώς ούδέτερον, το χρέϊ. ια) διφετίβοι = ελλιπείς (difettivo). ιβ) κομπρέζες = πλήρεις (compreso). ιγ) κάμπια = συναλλαγές (cambio). ιδ) Ό Νοτάριος 'Ιωάννης Μαζάκης ήσκησεν ώς Νοτάριος έν Άργοστολίω, έξηκρι­

βωμένως από τοϋ 1720 μέχρι τοϋ 1744 (βλ. Π ε τ ρ ο π ο ύ λ ο υ , Νοταριακαί Πράξεις Κεφαλληνίας, ώς ανωτέρω, σελ. 108 και 271).

ιε) ερεκονπεράρανε = ανέλαβαν (recuperare = αναλαμβάνω). ις) σημάδια = ένταϋθα αντικείμενα Οπό τήν έννοιαν τοΰ ενεχύρου. ιζ) βιγορ = Ισχύν (vigore). ιη) μπατέροντας = κτυπώντας (battere) και κατ' έπέκτασιν ένταϋθα αφαιρώντας. ιθ) ρεντάροντας — ή αυτή αναγραφή ώς και εις έγγραφον 2, αντί τοΰ έν κειμένφ

ρεντονροντας. κ) χρέϊ = ώς έν σημειώσει ι). κα) σπίτι παλάτι = δια τοΰ όρου τούτου δηλοϋται έν Κεφαλληνία τό διώροφον

μέχρι σήμερον έν τοις χωρίοις. κβ) ψόντι = πεδίον, βάθος χώρου, ένταϋθα διαστάσεις οικίας (fondo). κγ) ορίές = όρια, μέτρον άδρας μετρήσεως μήκους, πλάτους και ιδία βάθους εισέτι

έν χρήσει έμπειρικώς έν Κεφαλληνία, αντιστοιχεί εις τό μήκος ανοίγματος αμφοτέρων των χειρών (περίπου 2 μέτρα).

κδ) Λευκόκοιλους = αντί τοΰ αναγραφομένου έν τω κειμένφ Λενκοκοίλιονς. Έπί­

θετον σωζόμενον εισέτι έν Κεφαλληνία. κε) ξετίμωσες = αντί τοΰ λανθασμένως αναγραφομένου ύπό τοΰ Νοταρίου «ξετί­

μωσι» και σημειουμένου ύπό τοΰ έκδώσαντος. κς) μπονιφικάροντας = περνώντας εις λογαριασμόν (bonificare). κζ) κρεδιτόρος = αντί τοΰ έν τω κειμένω κριδιτόρος. Προηγουμένως ή ορθή ανα­

γραφή έν σημειώσει δ).

Page 127: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 457 —

κη) ρεστιτονίρει = αποδίδει κατεχόμενον παρ' αύτοΰ ξένον άντικείμενον (resti­

tuire). κθ) σοτοκόπες = υπό κύπελλον πινάκιον ή πιατάκι (sottocopa). λ) φουρτερονλα = όπωροθήκη (φρουτιέρα) μικρά (fruttiera). λα) σαλιέρα = άλατοδοχεΐον (saliera). λβ) κοντενοϋτο = περιεχόμενον (contenuto). λγ) περίγυρο = αντί τοΰ αναγραφομένου περίγερο. Κατωτέρω και εις στίχον 78

ή ορθή αναγραφή. λδ) να όφελοΰν και διαψεντάρονν = αντί τοΰ αναγραφομένου «να είχαν ωφελεί και

διαφεντάρει». Έν άλλω εγγράφω του αύτοΰ Νοταρίου ή έκφρασις ώς ανωτέρω όπερ και σύνηθες εις τα Νοταριακά έγγραφα της εποχής (βλ. και Π ε τ ρ ο π ο ύ λ ο υ , Νοταριακαί Πράξεις Κεφαλληνίας, ώς ανωτέρω, σελ. 210).

λε) άκονζιτόρο = έγκαλοΰντα (accusatore = ό έγκαλών). λς) άγραβώ = βάρος (aggravio). λζ) κονσενιά = παράδοσις (consenta). λη) εσπόρσο = διασαφηνίζουν (esporre). λθ) ρενοντζιάροντας = παραιτούμενοι (rinunziare = παραιτούμαι). μ) καοντέλα = ασφάλεια (cautela). μα) quanto di sopra = αντί τοΰ ελλιπώς έν τω κειμένω αναγραφομένου (g) (di

sopra — βεβαιώ τα άνωθεν). μβ) Δαβενέτζιας = αντί τοΰ αναγραφομένου Δαβινέτζιας Έπίθετον άπαντώμενον

μέχρι προ ετών έν Κεφαλληνία (βλ. και Τ σ ι τ σ έ λ η , Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, ενθ' άνωτ., Α', σελ. 780).

μγ) φαραμέντο = κατασκευή (fare = κατασκευάζω). μδ) ματεριάλε = ύλικον (materiale). με) Το εγγραφον συντάσσει ό αυτός Νοτάριος ό συντάξας και το εγγραφον 2.

Page 128: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

ΜΑΡΙΑΣ ΜΑΝΤΟΥΒΑΛΟΥ Φιλολόγου ­ Καθηγήτριας

ΕΝΑ ΑΓΝΩΣΤΟ ΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ

Στο πλούσιο 'Αρχείο του Ν. Λεβίδη \ πού ό ίδιος έδώρισε στον Φιλο­

λογικό Σύλλογο «Παρνασσό» και πού έχω άπο καιρό αναλάβει την κατά­

ταξη καί μελέτη2, σώζεται ένα άγνωστο γράμμα του 'Ανδρέα Λασκαρά­

του, πού παρουσιάζει σημαντικό ενδιαφέρον καί για το ύφος καί για τίς γλωσσικές παρατηρήσεις του 3.

Ό Ν. Λεβίδης, πού έκτος άπο πολιτευόμενος καί δημοσιογράφος, ήταν καί λόγιος, άρχισε άπο νέος να δημοσιεύη, εϊτε σέ περιοδικά καί εφη­

μερίδες είτε σέ αυτοτελή βιβλία, ποικίλες μελέτες του, πού φρόντιζε να στέλνη σέ φίλους, σέ γνωστούς ή καί σέ ανθρώπους των γραμμάτων γενι­

κώτερα. Στα κατάλοιπα του βρίσκονται πολλά γράμματα ανθρώπων, πού τον ευχαριστούν για τέτοιες αποστολές.

"Ετσι στα 1874 έστειλε καί στον 'Ανδρέα Λασκαρατο δύο μελέτες του (πού ό ϊδιος καταγράφει καί στον «Πίνακα τινών των δημοσιευθέν­

των έργων»)4, τίς εξής : 1) «Τα "Αγια Λείψανα» υπό Νικολάου Δ. Λεβίδου. Όμιλία άπαγγελ­

1. Ό Νικόλαος Δ. Λεβίδης (1848­1941), νομικός, αφιερώθηκε από νέος στην πολιτική. Εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής το 1881 καί έπειτα πολλές φορές. "Εγινε επανειλημμένα υπουργός καί έλαβε μέρος σέ πολλές κρατικές επιτροπές καί συμβούλια. Δημοσίευσε πολλές μελέτες πάνω σέ ποικίλα θέματα πολιτικά, ιστορικά, οικονομικά, θρησκευτικά. Έκτος άπο πολλά άλλα χειρόγραφα του ανέκδοτα, σώζονται στο «Παρνασ­

σό»— του οποίου διετέλεσε πρόεδρος το 1871 ­1872 — 25 τόμοι βιογραφικών σημειώ­

σεων καί απομνημονευμάτων, τα όποια τώρα μελετώνται καί θα έκδοθοϋν σέ διαδοχικούς τόμους κατά τό περιεχόμενο. Για τή ζωή καί τό έργον του βλ. : Ν ι κ ο λ ά ο υ Δ. Λ ε β ί­δ η, Πίναξ τινών των δημοσιευθέντων έργων. Βιογραφικαί τίνες σημειώσεις περί αύτοϋ, έν 'Αθήναις 1934.

2. Μ α ρ ί α ς Μ α ν τ ο υ β ά λ ο υ , Οί Γαριβάλδη καί ή Ελλάς, Παρνασσός 11 (1969) 450, σημ., 2.

3. Στο Άρχεΐον του Λεβίδη υπάρχουν πολλά γράμματα — τα περισσότερα μέ πολι­

τικό περιεχόμενο — πού ό ίδιος έχει κατατάξει μέ αλφαβητική σειρά. 4. Ν. Δ. Λ ε β ί δ η , Πίναξ τινών των δημοσιευθέντων έργων. Βιογραφικαί τίνες

σημειώσεις περί αύτοΰ, ενθ' αν., σελ. 53.

Page 129: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 459 —

θείσα εν τω Φιλολογικώ Συλλόγφ Παρνασσώ κατά την συνεδρίασιν της 8 Μαΐου 1871. Μέρος πρώτον Άθήνησι 1872 και

2) <<0 Συνεταιρισμός και ή Πολιτεία». Μελέτη άναγνωσθεΐσα μεν τη 1 Φεβρουαρίου 1874 έν τω Φιλολογικώ Συλλόγω «Παρνασσώ», δημο­

σιευθείσα δε το πρώτον έν τω «Αΐώνι» έν τοις υπ" αριθ. 3016, 3017 και 3221 φύλλοις του 1874 (1874).

Στην πρώτη μελέτη ό Λεβίδης κατακρίνει και καταδικάζει την θρησκο­

ληψία και την τυφλή λατρεία τών αγίων λειψάνων, πού δεν είναι άλλο παρά υπόλοιπο μιας παλαιάς ειδωλολατρικής συνήθειας. «Όθεν — γρά­

φει — ταϋτα πάντα πείθουσι πρώτον μέν, ότι ή λατρεία αΰτη (τών αγίων λειψάνων») ύπήρχεν έκπαλαι, έπειτα δέ, ότι ού μόνον ό Χριστιανικός ορι­

σμός συμπίπτει τω ειδωλολατρικά), άλλ' ότι και αί περιπέτειαι και αί ένέργειαι είσί συγγενείς και όμοιοι, άπερ πάντα προς το παρόν έπεθύμουν να αποδείξω» ι.

Στή δεύτερη μελέτη, ό Λεβίδης «διεχειρίσθη το ζήτημα τής δια τών απανταχού Συλλόγων Ένότητος του Ελληνισμού και τής δι' αυτών κοινω­

νικής καί πολιτικής διδασκαλίας τοϋ Λαοϋ» 2. Τις μελέτες τους αυτές ô νεαρός τότε Λεβίδης έστειλε προς τον ώριμο

πλέον καί γνωστότατο Λασκαράτο :\ όχι βέβαια τυχαία, άλλα γιατί, μιλών­

τας στην πρώτη για τα λείψανα τών αγίων, έκανε τήν ακόλουθη μνεία σε δημοσίευμα του τελευταίου : «Περί τοϋ ζητήματος, αν ήναι λατρεία, τιμή, σέβας, προσκύνησις, παραπέμπω προς το παρόν εις τήν σελίδα 58 τοϋ φυλλα­

δίου : Ή δίκη μου με τη Συνοδό παρά 'Ανδρέου Λασκαράτου, Κεφαλληνία 1869, μέλλων να εξετάσω το ζήτημα τοΰτο έν τω Β' Μέρει τής παρούσης πραγματείας» 4.

Σαν φανατικός θιασώτης τής καθαρεύουσας ·"', ό Λεβίδης έγραψε καί τα δύο του έργα σε γλώσσα λογία, αν μή αρχαΐζουσα.

1. Ν. Δ. Λ ε β ί δ ο υ , Τα Άγια Λείψανα υπό—.ενθ' αν., σελ. 49. 2. Ν. Δ. Λ ε β ί δ ο υ , Πίναξ τινών τών δημοσιευθέντων έργων. Βιογραφικαί τίνες

σημειώσεις περί αύτοΰ, ενθ' αν., σελ. 13. 3. Τό 1874, όταν εστάλη ή επιστολή, ό Λεβίδης ήταν περίπου 26 ετών καί ό Λα­

σκαράτος 63. 4. Ν. Δ. Λ ε β ί δ η , Τα "Αγια Λείψανα υπό—, ενθ' όν., σελ. 13, σημ. 1. Οί υπο­

γραμμισμένες στο κείμενο τοϋ Λεβίδη λέξεις είναι του Λασκαράτου. Βλ. σχετικώς ' Α ν δ ρ έ α Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , Ή δίκη μου με τη Σύνοδο. "Απαντα, ενθ'αν., τόμ. Α', σελ. 461.

5. Ό Ν. Λεβίδης είχε υποστηρίξει με όλες του τις δυνάμεις τή λόγια παράδοση, όπως τονίζει καί ό ίδιος : «Σπουδαίως εδρασεν (ένν. ό ίδιος) υπέρ κατισχύσεως τής καθα­

ρευούσης γλώσσης ώς ζητήματος εθνικού» (Πίναξ τινών τών δημοσιευθέντων έργων, ενθ' αν., σελ. 11). Για το γλωσσικό ζήτημα έξεφώνησε διαφόρους λόγους στή Βουλή καί δημοσίευσε καί σχετικές μελέτες του.

Page 130: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 460 —

Αυτό όμως έσκανδάλισε τον Λασκαρατο, θερμό υποστηρικτή της δημο­

τικής, πού, σαν το Σολωμό, θεωρούσε τή λογία παράδοση καταστροφή για το έθνος και εμπόδιο στην ευρύτερη μόρφωση του λαοϋ. Έγραφε μεταξύ των άλλων : «Ή άφυσικότητα είναι το άντίθετον τής άπλότητος και είναι πάντα προσπαθησμένη. Είναι τό μπέρδεμα των ΐδεών, μέσα στο μπέρδεμα τής συν­

τάξεως* καί είναι το στίγμα τής σημερινής Ελλάδος* ή μονομανία των αποπλανημένων λογιότατων ή δυστυχία του Ελληνικού Έθνους. Ή δυστυ­

χία του, επειδή, έθνος του οποίου οί λόγιοι έχουνε γι' αρχή τους να γράφουν και να μιλούνε σε τρόπο πού οί εξω αυτών βλέποντες, βλέπωσι καί μη ϊδωσι­ άκονοντες άκονωσι καί μη σννιώσι. . . εκείνο το έθνος δεν εϊναι προωρισμένο για να μείνη ελεύθερο. 'Εκείνου του έθνους του φυλάττεται ή δουλεία, καθώς του γεωργού του φυλάττεται ό καρπός του σπόρου πού έσπειρε.

Κάθε λογιότατος στην Ελλάδα σήμερα, προσπαθεί να μπερδεύη καί να σκοτίζη τήν σύνταξη των ιδεών του, για να φαίνεται ακόμη λογιοτατότερος. Ό σ ο πουλιό ακατάληπτος, τόσο πουλιό προκομμένος! [ ]. Σε λίγους χρόνους ακόμη, αν τό κλίμα τής Ελλάδος λάβη καιρό να ένεργήση άπάνου στους λογιότατους, καί νάν τους κάμη κ' εκείνους Έλληνας, ό λο­

γιοτατισμός θέλει πάψει, καί τό ελληνικό πνεύμα θέλει ξανάλθει στον τόπο των αρχαίων προγόνων του» ι.

Τις σκέψεις του αυτές έσυμπλήρωσε αργότερα στην «επιστολή του περί γλώσσης», εξορκίζοντας κυρίως τους νέους να μή παρασυρθούν από τήν οπισθοδρομική καί ολέθρια τάση των παλαιοτέρων, πού οδηγούν τό γλωσσικό ζήτημα προς τό αδιέξοδο. Γράφει : « Ό λογιοτατισμός μάλιστα ένόθεψε τα γλωσσικά χυτήρια του πνεύματος εις τρόπον, ώστε ούδ' αυτοί τώρα πλέον οί λογιότατοι, αν έπιστρέφανε στή μητρική τους γλώσσα τή δημοτική, δεν ήθελε — 'μπορέσουνε ν α γράψουνε με πνεύμα τή γλώσσα του "Εθνους. Έτσι κηόλα ή προτροπές μου τούτες δεν είναι δι' αυτούς. Αυτοί τώρα πλέον έγιναν άνεπίδεχτοι πνεύματος καί ανίατοι. 'Αλλ' είναι δια τους νέους όπου λέγω. Δια τους νέους εκείνους οί όποιοι τώρα θ' αρχίσουν ή μόλις άρχισαν να συγγράφουν. 'Εκείνοι να σκεφθούν τα λεγόμενα μου, επειδή ή εξέταση των λεγομένων μου ημπορεί να τους ώφελήση» 2.

Ήταν, λοιπόν, επόμενο όταν έλαβε τις δύο μελέτες του Λεβίδη να αντίδραση, άφοΰ μάλιστα ήταν φανερό ότι επρόκειτο για νέο άνθρωπο

1. ' Α ν δ ρ έ α Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , Στιχουργική τής Γραικικής γλώσσης, 'Απαντα. Εισαγωγή 'Αλέκου Παπαγεωργίου. Επιμέλεια Άντ. Μοσχοβάκη, εκδόσεις Άτλας, 'Αθήνα 1959, τόμ. Β', σελ. 287.

2. ' Α ν δ ρ έ α Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , Επιστολή «περί γλώσσης» (α). Άπαντα, ενθ' άν.; τόμ. Γ', σελ. 525.

Page 131: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 461 —

πού έδειχνε τάσεις προοδευτικές. Γι' αυτό έσπευσε να του απάντηση και να τον ευχαρίστηση για την αποστολή, εκφράζοντας του συνάμα την επιδοκιμασία του για όσα γράφει κατά των θρησκευτικών προλήψεων και της λατρείας των λειψάνων, γιατί συμφωνούν εξ ολοκλήρου και με τις δικές του ιδέες.

'Αμέσως έπειτα όμως το γράμμα του παίρνει ειρωνικό χαρακτήρα και μετατρέπεται σε αυστηρή καταδίκη της «λογιοτατίστικης»— όπως την λέει — γλώσσας, πού μεταχειρίζεται ό αποστολέας, τόσο στο λεξιλόγιο όσο και στή σύνταξη, μέ αποτέλεσμα να μή κατορθώνη ούτε ό ίδιος να τήν κατανόηση, έτσι όπως εϊναι σχολαστική και έξω τής πραγματικό­

τητας. Γι' αυτό περιωρίστηκε — μέ πολύ κόπο — να διάβαση μόνο το ένα από τα δύο έργα, γιατί τον ενδιέφερε άμεσα, αφήνοντας το άλλο ανέπαφο 1.

Ή επιστολή εϊναι γραμμένη σε ύφος πολύ έντονο πού βέβαια δεν θα ευχαρίστησε τον λόγιο Λεβίδη. 'Αλλ' όπως είναι γνωστό, ό Λασκαρατος δεν γνώριζε στή ζωή του ούτε συμβιβασμούς ούτε υποχωρήσεις. Τό τονίζει ό ίδιος στην «Αυτοβιογραφία» του, γράφοντας «Ή καρδιά μου ποτέ δεν έκλονίσθηκε­ ό χαραχτήρας μου ποτέ δέν έπεσε σ' αντίφαση* μια υπεράν­

θρωπη δύναμη μέ κυβερνούσε : Ή Αλήθεια»2 . Σκληρός στις αρχές του δέν έκανε διακρίσεις σε οποιονδήποτε και αν

άποτείνετο. Μιλούσε τή φωνή της κατ' αυτόν αλήθειας έστω και αν επρό­

κειτο μ' αυτόν του τον τρόπο να δυσαρέστηση ή ακόμα και να εξόργιση τους ανθρώπους πού νόμιζε ότι έβλαπταν τό έθνος γενικώτερα και ότι παρακώλυαν τή μόρφωση του λαοϋ.

"Ετσι έκανε και μέ τον Λεβίδη στέλνοντας του τό γράμμα 3, πού ανα­

φέραμε και πού έχει ώς έξης :

1. Ό ίδιος ό Λασκαράτος ομολογεί ότι δέν διάβαζε κείμενα σε «λογιωτατίστικη», όπως τή λέει, γλώσσα, και όταν κάτι τον ενδιέφερε έβαζε τρίτους να τα διαβάζουν καί να του κάνουν περίληψη : «'Εκείνο πού άπ' εναντίας έκαμα μ' αγάπη και μ' όλη μου τήν ψυχή, ήταν ή Τ έ χ ν η τ ο υ Δ η μ η γ ο ρ ε ΐ ν κ α ι τ ο υ σ υ γ γ ρ ά φ ε ι ν. Σ' αυτό το έργο έβαλα αληθινά ολην μου τήν καρδιά γιατί οι Λογιώτατοι (Σχολαστικοί της Αθήνας) μ' απέλπιζαν μέ τήν κορακίστική τους. Δε μπορούσα να διαβάσω και δέν έδιάβαζα ποτέ τα γραψίματα τους πού μοΰ έδιναν, από οίκτο γι' αυτούς και από διάθεση για εμετό. "Οταν κατά τύχη βρισκότανε στις εφημερίδες τους κανένα άρθρο, πού μ' απόβλεπε ή και μπορούσε να μ' ένδιαφέρη κάπως, υποχρέωνα τα κορίτσια μου νά τό διαβάσουν και να ειπούν τήν γενικήν έννοια» ( ' Α ν δ ρ έ α Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , Άπαντα, ενθ' όν., τόμ. Α', σελ. 61).

2. ' Α ν δ ρ έ α Α α σ κ α ρ ά τ ο υ , Αυτοβιογραφία. "Απαντα, ενθ' αν., τόμ. Α', σελ. 55.

3. Τό γράμμα του Λασκαράτου είναι τετρασέλιδο και είναι γραμμένο μέ τον γνωστό καθαρό και ευανάγνωστο χαρακτήρα του. Δημοσιεύομε φωτοτυπία τής πρώτης σελίδας.

30

Page 132: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

­ 462 ­

«Έκ της έξοχης μου

Τάς 15 αύγούστου ε.π. 1874 Κύριε Λεβίδη.

Προχθές έ'Λ,αβα δνόσον συγγράμματα «Τα άγια λείψανα» και τον «Συνε­

ταιρισμον κλ.». — 'Υποθέτω δτι σύ ο ϊδιος μοϋ έκαμες την τιμή να με ενθυ­

μηθής, καί ιδού διευθύνομαι προς εσε άμεσους. Εύχαριοτώνταςσε δια το δώροσου, επίτρεψέμου να σοϋ εχφράσω τη

λύπημου δτι, εξαιτίας της λογιοτατίστικης γλώσσας τους δεν ημπορώ νάν τα διαβάσω. Δηλαδή, τα μεν «"Αγια λείψανα», επειδή το προκείμενον εκείνο με ενδιαφέρει και μ' εύχαριστάει παράπολυ, εκα/ζα δύναμην εις τον εαυτόν μου, και το έπέρασα δλο, άφίνοντας οπίσω τα δυσκολονόητα, και ζητώντας εις την εξακολούθηση το εν γένει νόημα τοϋ συγγράμματόςσου. "Ετσι, έφθα­

σα εις το τέλος, με τήν πεποίθηση δτι εϊμασθε των αυτών φρονημάτων δι δσον αποβλέπει τα δυστυχή εκείνα άγια ­ λείψανα, άλλα χο^ρις να 'μπορέσω να Ιδώ τήν εχτασην δλην τών Ιδεώνσου σε κάθε μέρος.

Εις δε τον «Συνεταιρισμον κλ.», μοϋ εστάθηκε αδύνατο να 'μπορέσω να προχωρήσω. 'Υπομονή δια τες λέξες' ή απαραίτητες δια το νόημα είναι πάντα λίγες, και ήθελα τες ζητήσω στα λεξικά μου : μα ή σύνταξη τών περιόδων Ι. . . ή λογιοτατίστικη σύνταξη είναι δια το πνεύμα μου μία αληθινή baricadc. "Ενα σύγγραμμα γραμμένο μ' εκείνην τή σύνταξη, είναι δια ε με μία χώρα με τους δρόμους της δλους baricadès, εις τήν οποίαν θέλοντας να εμπω, πρέπει σε κάθε στράτα να σταματώ να 'βγάνω τα 'μπόδια — να σταματώ να κάνω τήν ανάλυση της περιόδου καθώς κάνουνε τα παιδιά στο σχολείο ι — να 'βρίσκω τα ουσιαστικά και τά επίθετα δσα ανάγονται εις τά άρθρα όπου σε τέσσαρες ή πέντε γραμμές παραπόνου εδιάβασα, να βάνω τά ρήματα εις τον τόποτους, τες πρόθεσες δπου ό φυσικός τρόπος ήθελε τες βάλλει, νά βάνω τέλος ­ πάντων με το νοϋ μου κάθε λέξη στή θέση της, για νά κατα­

λαβαίνω τήν τεχνιτήν εκείνη σύγχιση της baricade, και νά εννοώ το νόημα της! νά 'βρίσκω το νόημα 'σαν ηϋρεμα, και 'σαν τον μισθον τοϋ κόπουμου.

Φίλοι μου — Δεν σας λέω νά 'σπλαγχνισθήτε έμέ — να 'σπλαγχνισθήτε το έθνος —για το Θεό, 'σπλαγχνισθήτετο ΓΉθελε μοϋ'πείτε πώς το έθνος σας εννοεί. Ναί, σας εννοεί καθώς ο υπηρέτης τοϋ καφφενείον στή Φλωρεντία

1. Τά ίδια περίπου επαναλαμβάνει, κρίνοντας ενα άρθρο δημοσιευμένο στους «Και­ρούς» : «Δια να καταλάβω τές δέκα υστέρες λέξες της περιόδου τούτης, έχρειάσθηκα να κάμω κ' έγώ, καθώς κάμνουν τα παιδιά με τά puzzles. Έκοψα δέκα μικρά χαρτάκια, επάνω σέ καθένα από τά όποια έγραψα μίαν από τές λέξες εκείνες καί έπειτα άρχισα νά τές συν­δυάζω παντοιοτρόπως, εως ότου έλαβα το ευτυχές αποτέλεσμα της ακόλουθης συντά­ξεως καί νοήματος» ( Α ν δ ρ έ α Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , Τέχνη τοϋ δημηγορεϊν καί τοϋ συγγράφειν, "Απαντα, ενθ' άν., τόμ. Β', σελ. 333).

Page 133: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 463 —

é^t*. Jut e^fv y *sfy

— ' ^ ' ^ '/

^ <-J/*VA_ e/v*S^> S*1*f^yO dtyeyt, Λ/W / ^ Λ.^Α,/1./,

/ " · η r > ι y * /

Φωτοτυπία 1ης σελίδος επιστολής Λασκαράτου.

Page 134: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 464 —

εννοούσε τον γρεκον εκείνον οπού τον έλεγε «μωρέ, φέρε μου έναν καφφέ» και ό υπηρέτης τον ενοούσε και τοϋ έφερνε καφφέ ι. Μα δεν είναι μ εκείνον τον τρόπον που χειραγογοϋνται καΐ αναθρέφονται τα βρέφη ­ έθνη.

Ξανάρχομαι εις τα άγια λείψανα. Τα άγια λείψανα ήθελ' είναι καιρός τώρα πλέον να ξεγένοννε από άγια, κ al va γενούνε σεβαστά, σεβαστά, καθο λεί­

ψανα ανθρώπινα' καΐ τα ανθρώπινα λείψανα δεν πρέπει να περιφέρονται είδεχθώς εις τους δρόμους, άλλα πρέπει ενλαβώς να θάφτονται εις την γήν, επειδή γη είναι, καΐ στην γήν πρέπει να επιστρέφουν. Άλλα, ή αλήθειες τούτες δεν δι­

κάει να λέγονται μια φορά τόσο, επειδή μένουνε χωρίς αποτέλεσμα. 'Η αλή­

θειες, κάποιες τουλάχιστον από τες αλήθειες έπρεπε άδιακόπως να φωνάζονται εϊς τήν κοινώνίαν έως δτον να πραγματοποιηθούνε. 'Η αλήθειες είναι κ εκές 'σαν τή μουσική, ποΰ δεν τή νοστιμεύονται οι άνθρωποι παρ' άφοϋ τήν ακού­

σουν πολλές φορές. "Ενα βιβλίο, ενα φυλλάδιο, κατά των εσφαλμένοι Ιδεών, είναι μία διαμαρτύρηση, ή λίγο περσότερο . Μία εφημερίδα που 'ξακολον­

θηνά να εχτνπονσε τες εσφαλμένες Ιδέες ήθελ' είναι μία μάστιγα δια τες εσφαλμένες Ιδέες. Το δε προφορικό καθημερούσιο κήρυγμα κατά τών εσφαλ­

μένων Ιδεών καΐ της πλάνης, ήθελ' είναι δ καταποντισμός τους. *Αν εγώ είχα φωνή, ήθελε κάμω τοϋτο το ύστερο' μα ή φύση που μδδοσε

τήν επιθυμία καΐ το θάρρος, με υστέρησε από φωνή 2. Τελειώνω ζητώντας σου συγνώμην δια τήν ελευθερία πού επήρα ώστε

να σον ειπώ τή γνώμη μου απάνω στή γλώσσα πού μεταχειρίζεσαι στα σνγ­

γράμματάσου, καΐ σέ παρακαλώ να με νομίζης εις ταΐς διαταγαίς σου. Άνδ. Λασκαράτος» 3.

Αυτό εϊναι το γράμμα του Λασκαράτου σέ τόνο τόσο αυστηρό, ώστε στο τέλος να αίσθάνεται ό ϊδιος τήν ανάγκη να ζητήση συγγνώμη. Στην

1. Το ίδιο ανέκδοτο, τροποποιημένο όμως και σέ πρώτο πρόσωπο πλέον, αναφέρει ό Λασκαράτος και στή γνωστή μελέτη του «ή Γλώσσα» : «Ό λαός μας, άκουσα να λένε, τα εννοεί τα λογιωτατίστικα»· Το πιστεύω [ ]. Τα εννοεί τα λογιωτατίστικα. ΚαΙ με τοϋτο, ποία ή ωφέλεια ; Το πιστεύω πώς ό λαός μας τα εννοεί τα λογιω­

τατίστικα· επειδή και οί υπηρέτες εις τα Καφφενεΐα της 'Ιταλίας ένοοΰσαν τα γρεκικά, όταν έμεΐς άστευόμενοι τους έλέγαμε. «Μωρέ, φέρε καφφέ» και έφερναν καφφέ. 'Αλλ' ό σκοπός τής γλώσσης δέν είναι τοιούτος. Δέν αρκεί να εννοείται ή εννοιά μας από κάποιες λέξες. Ή ëvvoia μας πρέπει να παρουσιάζεται ευθύς, ολόκληρη, και σ' ολην της τή λαμ­

πρότητα, 'σαν το πρόσωπο μας μέσ' στον καθρέφτη» (Ά ν δ ρ έ α Λ α σ κ α ρ ά τ ο υ , Άπαντα, ενθ' av., τόμ. Γ', σελ. 527).

2. Είναι γνωστό, ότι ό Λασκαράτος έπασχε από άρρώστεια τών φωνητικών του οργάνων. Σχετικά ό Ξενόπουλος γράφει : «είχε (ό Λασκαρατος) μια φωνούλα ψιλή, αδύ­

νατη, ύπόβραχνη, μια αδυναμία τών «φωνητικών οργάνων όπως τ' ολεγε ό ίδιος πού πάντα τον δυσκόλευε στή ζωή του και στον αγώνα του» (βλ. ' Α ν δ ρ έ α Λ α σ κ α ρ ά ­

τ ο υ , "Απαντα, ένθ. av., τόμ. Α', σελ. ι). 3. Διατηρήσαμε τήν ορθογραφία του Λασκαράτου χωρίς καμμία αλλαγή.

Page 135: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 465 —

πραγματικότητα δμως είχε ήδη πει όσα ήθελε να διατύπωση καί, κατά πδσαν πιθανότητα, ό Λεβίδης θα μετάνοιωσε γιά την αποστολή του.

'Οπωσδήποτε το γράμμα του Λασκαράτου παραμένει πάντα ενδιαφέρον καί αποτελεί μίαν ακόμη απόδειξη του ακεραίου χαρακτήρα καί τών στα­

θερών ιδεών του. Όσον άφορα στό δημοσίευμα του Λεβίδη, είχε καί τοϋτο τις περιπέ­

τειες του. Πράγματι, μας πληροφορεί ό ϊδιος τα έξης : «Έκ τών πρωτοτύπων έργων μου τό κατά τό 1872 έτος δημοσιευθέν φυλλάδιον «Τα "Αγια Λεί­

ψανα» έπήνεγκε τήν ποινικήν καταδίωξιν, θεωρηθέν ως προσβάλλον δήθεν την χριστιανικήν πίστιν, πλην τό δικαστικόν συμβούλιον άπήλλαξέ με διά βουλεύματος της καταδιώξεως, καθόσον τό έργον εΐχεν απλώς φιλολο­

γικόν σκοπόν. Βάσις της μελέτης ταύτης ήν ή δια πλείστων χωρίων άπό­

δειξις, ότι καί οί αρχαίοι είχον "Αγια Λείψανα, άτινα άλλοτε άλλως ώνό­

μαζον, πάντοτε δμως έτίμων» '.

1. Βλ. Άρχεΐον Ν. Λ ε β ί δ η » Βιογραφικά Σημειώματα καί 'Απομνημονεύματα, τόμ. Α', σελ. 11­12 (ανέκδοτον).

Page 136: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

GIUSEPPE MARTANO Καθηγητού τοΟ Πανεπιστημίου τής Νεαπόλεως

Η ΜΕΤΑΞΥ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΑΕΚΤΙΚΗΣ ΑΡΧΑΙΑ ΡΗΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ Η ΘΕΣΙΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΥΨΟΥΣ

"Εχει καταστή, πλέον, άναμφισβήτητον, ότι εκείνος όστις θα ήθελε να όρίση sic etsimpliciterτην εννοιαν την έκφραζομένην δια του όρου ρ η τ ο ­

ρ ι κ ή , δεν θα ήδύνατο να πράξη άλλο τι ειμή να απάντηση κατά προσέγ­

γισιν, τήν οποίαν ή παράδοσις φροντίζει να χαρακτηρίζη συνήθως ώς από­

λυτον, ότι ή ρητορική — και εδώ θα αναφερθωμεν εις εν αριστοτελικόν μοτίβον — ταυτίζεται μετά της τ έ χ ν η ς τ ο υ π ε ί θ ε ι ν, και ώς εκ τούτου ανευρίσκεται είς τήν εύγλωττίαν, ή, πάντως, εις τήν τέχνην του συζητεΐν.

'Εάν ήθελεν, έπειτα, νά εύρύνη τήν σημασίαν τοϋ όρου, έπιχειρών μίαν κατά πλάτος έπέκτασιν τοϋ πεδίου αύτοϋ, ή κατά βάθος δια τής αναλύσεως, τότε θά πρέπει νά έπανέλθη εις υποδείξεις του Κικέρωνος και τοϋ Κουϊντι­

λιανοϋ, κατά τους οποίους δεν δύναται νά νοηθή εύγλωττία άνευ της λογο­

τεχνικής και φιλοσοφικής καλλιέργειας· τοιουτοτρόπως ή ρητορική θα διευρύνη ακόμη γενικώτερον τήν περιοχήν τής αρμοδιότητος αυτής, ταυτι­

ζομένη μετά τής τ έ χ ν η ς τ ο υ λ ό γ ο υ προφορικού ή γραπτοϋ. 'Αρκεί, όπως βλέπομεν, μία αναφορά εις δύο τύπους ορισμού και ευθύς

διαπιστούται, ότι ανακύπτει εν πρώτοις μία προβληματική, ήτις καθιστφ ματαίαν πδσαν προσπάθειαν αξιωματικού ορισμού : τ έ χ ν η τ ο ΰ π ε ί ­

θε ι ν δύναται νά σημαίνη είτε ικανότητα όπως δι' υποβολής παρασύρης τον άκροατήν, δια μιας επιδέξιου διεγέρσεως τής περιοχής τής συγκινητι­

κότητος αυτού, είτε ικανότητα επιχειρηματική ν, δύναμιν όρθολογιστικήν, δεσμεύουσαν τον νουν όπως άποδεχθή τα αποτελέσματα ενός διαλογισμού αποκαλύπτοντας τάς καθολικάς και αναγκαίας αρχάς καί ώς τοιαύτας ακα­

ταμάχητους. Τ έ χ ν η τ ο ϋ λ έ γ ε ι ν , θεωρείται ακολούθως ότι ύποδηλοΐ τό στά­

διον τής ύποκειμενικότητος εις φάσιν έκφραστικήν, αλλά αντιθέτως, υπό τήν φόρμουλαν, διαφαίνεται επίσης καί κυρίως ή όψις άντικειμενικοποιή­

σεως τοϋ φαινομένου καί ά π ο κ ρ υ σ τ α λ λ ώ σ ε ω ς τής γλώσσης εις μίαν επιστημονικού χαρακτήρος δομήν, εντός τής οργανώσεως, δηλαδή,

Page 137: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

- 467 —

ενός σώματος διδαγμάτων περί του λέγειν, το όποιον αντλεί βεβαίως τον λόγον υπάρξεως του εκ της χρήσεως ύφ' ενός λαοϋ αλλά πρό παντός έκ της μελέτης υπό των καλυτέρων συγγραφέων, τών οποίων οί εκφραστικοί τύποι θέτουν νόμους εις την διάθεσιν του λεκτικού και δημιουργούν γλωσσο­

λογικά σχήματα δια χρήσιν πρακτική ν. Ή διπλή οψις, ήτοι το στάδιον της δημιουργούσης υποκειμενικότητας

και το της μετακινήσεως προς τήν άποκρυσταλλωμένην ένόργανον αντι­

κειμενικότητα, αποκαλύπτει — είναι προφανές — τήν σοβαράν προβλημα­

τικήν τών σχέσεων μεταξύ αισθητικής και ρητορικής άφ' ενός και ρητορι­

κής και επιστήμης, ρητορικής και φιλοσοφίας άφ' ετέρου, και καλεί είς μίαν έξέτασιν τών όχι ευκόλως διακριτών ορίων μεταξύ τών διαφόρων περιοχών.

Έκινήσαμεν, λοιπόν, έκ μιας απόπειρας προσδιορισμού τής ρητορι­

κής και ύστερον από ολίγον είμεθα υποχρεωμένοι να χρησιμοποιήσωμεν σημειώσεις επί μέρους, αί όποϊαι καλύπτουν εν διάστημα χρόνου άπό του 'Αριστοτέλους εως τον Κικέρωνα και τον Κουϊντιλιανόν : δηλαδή έκ τής αντιλήψεως περί μιας ρητορικής ώς «Vis inveniendi omnia in oratione persuadibilia» (παρόμοια της οποίας ό 'Αριστοτέλης εύρισκε το του Ισο­

κράτους πειθούς δημιονργον και υπό τίνα εννοιαν και τήν θέσιν τοϋ Γορ­

γίον) ι, γενικώς παραδεκτής, ή έρευνα έπεξετάθη ολίγον κατ' ολίγον έπι­

διώκουσα να ανακάλυψη ante omnia quid sit rhetorice, μήπως τέχνη καλών ή κακών ανθρώπων, μήπως όργανον γνώσεως και μέσον ηθικής τελειοποιή­

σεως ή τέχνη «A scientia et virtute dijunctam (κακοτεκνίαν)»'2. νΗρκεσαν> επομένως, έλάχισται γενικαί θεωρήσεις δια να άντιληφθώμεν ότι ή αρχαία ρητορική, όσον και αν προσεπάθησε να διακήρυξη τήν αύτονομίαν αύτης τόσον έναντι τής αισθητικής, όσον και έναντι τής επιστήμης, της φιλοσο­

φίας, τής ηθικής, ουδέποτε κατώρθωσε να προσδιορίση επακριβώς — και δια τούτο να καταστήση όριστόν — τήν φύσιν, τήν λειτουργίαν και τους αντικειμενικούς αυτής σκοπούς.

Δέν υπάρχει πλέον λαμπρά άπόδειξις, όπως ύποστηριχθή το αδύνατον καθορισμού τής ρητορικής εννοίας δι' όρων στατικών και όπως άναγνωρι­

σθή ή άναγκαιότης παρακολουθήσεως μέσω τής ιστορίας τής εξελίξεως αυτής, χαρακτηριζόμενης ύπό συνεχών μεταλλαγών, αλλά συχνότερον ύπό τής πάντοτε άνακυπτούσης συμπλέξεως τών δύο βασικών σταδίων, τοϋ υποκειμενικού και τοΰ αντικειμενικού, του αισθητικού και τοΰ επιστη­

μονικού. Δέν δυνάμεθα, λοιπόν, να όμιλήσωμεν περί ρ η τ ο ρ ι κ ή ς , ειμή εντός

1. Quint, Inst., 2, 15. 2. Αυτόθι.

Page 138: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 468 —

των ορίων της ί σ τ ο ρ ι κ ό τ η τ ο ς αυτής, ήτις, μόνη, θα δυνηθή να προσκόμιση μαρτυρίας περί των μεταλλαγών, τάς οποίας λαμβάνει ή έν­

νοια — από τής αρχαιότητος — ώς τέχνη του λέγειν, εμπεριέχουσα τάς δύο φάσεις τ έ χ ν η ς και ε π ι σ τ ή μ η ς του λεκτικού. Είναι in nuce το ζή­

τημα, ότι ακόμη και σήμερον, παλαίει μεταξύ ιδεαλιστικής θέσεως του λεκτικού ώς δημιουργίας και θετικιστικής άντι­θέσεως, ότι ή γλώσσα είναι επιστήμη μιας χρήσεως καθολικευμένης και ώς εκ τούτου άντικειμενικο­

ποιηθείσης εντός τής πραγματικότητος. Επαναλαμβάνεται συνήθως συχνά, ότι ή κλασσική ποιητική παρου­

σιάζει χαρακτηριστικά ενός κυριαρχοϋντος διανοητισμοϋ. Πρέπει όμως να λάβωμεν υπό σημείωσιν τήν συχνήν άνάδυσιν στοιχείων άντιδιανοητικών, τα όποια δεν θα δυνηθούν, είναι αλήθεια, να καταπνίξουν το βα,σικόν μοτί­

βον, άλλα θα αντιπροσωπεύσουν, εκ του Πλάτωνος εως τον συγγραφέα του 'Ύψους, μίαν πρώτην άπωτάτην φωνήν μιας αισθητικής τής ύποκειμενικό­

τητος και δια τούτο ρωμαντικοϋ τίνος τόνου. Αί θεωρήσεις αύται μας καλούν εις μίαν σύντομον προεισαγωγήν επί

τής ιστορικής αναπτύξεως τής εννοίας τής ρ η τ ο ρ ι κ ή ς προτού έντά­

ξωμεν το καταπληκτικόν «Δοκίμιον» περί "Υψους και γνωρίσωμεν και τήν ίδικήν του άμφιταλάντευσιν μεταξύ ποιητικής και στυλιστικής, μεταξύ εμπνεύσεως και τεχνικής, μετά μιας ύποβαλλούσης υπερασπίσεως του ουσιώ­

δους τής πρώτης στιγμής, τό όποιον οί ρήτορες τών σχολών δεν έξετίμη­

σαν, όσον ώφειλεν. 'Ή μήπως ή «φλέβα» και ή «εμπνευσις» ήσαν, ϊσως, άντικείμενον διδασκαλίας, προσκτήσεις δύναται μέσω μιας επιδέξιου διδα­

κτικής, παρά χαρίσματα μιας προνομιούχου φύσεως ι;

"Οψεις καί φάσεις τής ελληνικής ρητορικής έν τη αναπτύξει αυτής

Αί άπαρχαί τής αρχαίας ρητορικής, αί όποΐαι μέχρι του παρελθόντος αιώνος συνεδέοντο μετά τής αριστοτελικής θεωρίας, σήμερον, πλέον άπη­

κριβωμένως, ανάγουν τάς ρίζας των εις τήν σοφιστικήν ρητορικήν και εις τους πυθαγορείους προδρόμους αυτής, ιδιαιτέρως δε τους σικελιώτας.

Πολλοί αρχαίοι συγγραφείς, καί ό ίδιος ό 'Αριστοτέλης, αναφέρουν τον 'Εμπεδοκλή ώς διδάσκαλον καί εύρετήν τής σικελικής ρητορικής, ή οποία μετεφέρθη βραδύτερον ύπό του Γοργίου εις τάς 'Αθήνας' συμφώνως προς τον Bignone­, ό 'Εμπεδοκλής έδίδαξεν εις τον Πλάτωνα τό πάθος του μύθου.

Ό 'Εμπεδοκλής αποβλέπει εις τήν πειθώ θέτων εις ένέργειαν όχι μόνον

1. Sext. Adv. Math. 7, 6" Διογ. Λαέρτ. VIII, 57, 58 καί έπ.' Quint, Inst., 3, 1, 8. 2. E. B i g n o n e , Empedocle, Milano 1916, σ. 100.

Page 139: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 469 —

την νόησιν : δΐαλογιστικός, βεβαίως, άγαπα και την ύποβάλλουσαν ε π α ­

ν ά λ η ψ ι ν , χροιάς προφητικής, οιονεί σφυροκοπούσης αφ' ύψηλοϋ' γνω­

μολογει συχνάκις δηκτικώς (ας άναλογισθώμεν τα αποσπάσματα 24 και 25), άγαπα την ακριβή και συγχρόνως ευηχον λέξιν, έχει την αϊσθησιν των μεταφορών, και είναι μάλλον ξένος προς τήν σύντομον έπιχειρηματολογίαν. Παρά ταύτα, το μάθημα το όποιον εδωσεν εις τον Γοργίαν ήτο το έξης : του έδειξε τήν μαγείαν τής λέξεως ώς φεγγίτου, όστις ανοίγει προς χίλιους ορίζοντας, ώς συμβόλου επιφορτισμένου δια μιας απειρίας σημασιών και αντηχήσεων, οργάνου αποκαλυπτικού του προσωπικού κόσμου των π α­

Οών μάλλον ή ενδεικτικού τών πραγμάτωνι. 'Αλλ' ή λίαν γνωστή μαρτυρία του Κικέρωνος είς τον Βροϋτον2 βέ­

βαιοι περί τής υπάρξεως μιας παλαιάς ρητορικής παραδόσεως εις τήν Σικε­

λίαν, ήτις ειδεν εις τον Κόρακα και τον Τεισίαν τους πρώτους διατυπώσαν­

τας, κατά τον 5ον αιώνα, τους κανόνας τους αναφερομένους εις τήν τέχνην του λέγειν. Είς τον Φαΐδρον 3 άνευρίσκομεν τήν μαρτυρίαν περί τής δοξα­

σίας του Τεισίου και περί τής συγγενικής σχέσεως ταύτης μετά τής γοργια­

νής θέσεως : Τεισίαν ôè Γοργίαν τε εάύομεν εϋδειν, οι προ τών αληθών τα εικότα εΐδον ώς τιμητέα μάλλον. . . το αληθοφανές, λοιπόν, πλέον άξιο­

τίμητον του αληθούς, και ή δύναμις του λόγου (ρώμη λόγου) ικανή να παρα­

στήση μέγα εκείνο το όποιον είναι μικρόν, νέον εκείνο τό όποιον είναι παλαιόν και αντιστρόφως. Μία ρητορική, επομένως, θεμελιωμένη επί τής έπιδεξιότητος τής πειθούς (εναντίον τών υπερβολών τής οποίας έπολέμει ό 'Επίχαρμος, θέτων, σατιρικώς, είς τό στόμα του οφειλέτου τον γνωστόν συλλογισμόν : αν όλα γίνωνται δεκτά, τότε γίνεται δεκτή και ή πίστωσις!), μία τεχνική αξιοπρόσεκτος, παραπλεύρως τής οποίας, όμως, δεν έλειπε τό ρεύμα μιας άνορθολόγου ρητορικής, ήτις έτόνιζε τήν σημασίαν του αισθή­

ματος και τής προσωπικής ορμής, μιας ρητορικής ψ υ χ α γ ω γ ο ύ , ικανής να κατάκτηση και να μεταστρέψη τήν ψυχήν του α κ ο υ σ τ ο ύ . Εΐναι εν ρεύμα, τό όποιον απορρέει και αυτό έκ του πυθαγορικοΰ μυστικισμού, επί του οποίου ό Rostagni ι έχει ενδιατρίψει μέ όξυδέρκειαν, εύρίσκων τοιουτοτρό­

πως τάς άπωτέρας ρίζας τής άπό αιώνων αντινομίας τών προβλημάτων (επι­

στήμη ή τέχνη ; άντικειμενικόν σύστημα κανόνων ή ανεπανάληπτος δημι­

ουργική και πρωτότυπος ενέργεια τής μοναδικότητος;) είς τους λόγους του Πυθαγόρου τους διαβιβασθέντας υπό του Ίαμβλίχου Γ>.

1. Πλατ. Φαϊδρ., 248Β και έπ. 2. Κικέρ. Βροϋτ., 12, 46. 3. 167Α. 4. Α. R o s t a g n i , Un nuovo capitolo nella storia della retorica e della sofistica,

έν Scritti Minori I, Estetica, Torino 1955. 5. Βίος Πυθ., 37 καί έπ.

Page 140: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 470 -

Έ ν τοιοΰτον πυθαγόρειον ρεύμα απαρνείται την δυνατότητα όπως πι­

στεύωμεν εις ενα «λόγον» άντικειμενικόν, συνταχθέντα επί κανόνων απολύ­

των και προτρέπει όπως λαμβάνωμεν υπ' όψιν την, μη έξάλειψιν της π ο λ υ­

τ ρ ο π ί α ς, δηλαδή τήν πολλαπλότητα κατευθύνσεων, τάς οποίας δύναται να προσλάβη ένας λόγος αναλόγως του τύπου του ακροατοϋ προς τον όποιον απευθύνεται. Είναι λίαν προφανές, ότι εις το σημεΐον τοϋτο διατυποϋμεν θεωρίαν επί ενός ασύλληπτου στοιχείου ενδεχομένης ψυχολογικής σχέ­

σεως, ήτις δημιουργείται μεταξύ ρήτορος και ακροατοϋ, μεταξύ συγγρα­

φέως και άναγνώστου. Θεωρητική, λοιπόν, ενός μή δυναμένου να διατυ­

πωθή εις θεωρίαν, το όποιον είσορμα εις τήν σχέσιν με εν εϊδος «διαισθή­

σεως» της καταστάσεως εκ μέρους ενός των δύο προσώπων (εκ μέρους, δηλαδή, εκείνου, όστις ομιλεί) : εν είδος διαισθητικής π ρ ο ε ι δ ο π ο ί η ­

σ ε ω ς περί των δυνατοτήτων, τάς οποίας προσφέρει ή κατάστασις δια τήν κ α τ ά κ τ η σ ι ν του άλλου.

Και ή συχνή χρησιμοποίησις αντιθέσεων ακολουθεί τήν πυθαγόρειον δοξασίαν περί τών αντιθέτων : τίποτε τό πλέον πειστικόν του να καταφεύ­

γωμεν δια να δημιουργήσωμεν λογικήν καταφάνειαν, εις τήν διαλεκτικήν τών αντιθέσεων.

Δύο σχολαί, λοιπόν, ή του Κόρακος, στηριζομένη επί της πεποιθή­

σεως, ότι ή ρητορική οφείλει να τηρή ορθολογικούς επιστημονικούς κανό­

νας (ή συμμόρφωσις προς τήν τ ε χ ν ι κ ή ν συνδέεται στενώς μετά της δραστικότητος του παρουσιάζειν επιχειρήματα) και ή πυθαγόρειος, ήτις, αντιθέτως, απαρνείται τήν διαλογιστικήν άκρίβειαν, έξασφαλίζουσα τήν έπιτυχίαν δια της διεγέρσεως τών παθών του ακροατοϋ και δια της ικανό­

τητος όπως παρασύρη τούτον υπό της πληθώρας τοϋ αισθήματος. Έκ τών πυθαγορείων, μέσω τοϋ Εμπεδοκλέους, ό Γοργίας θα έξαγάγη

τό μοτίβον — βασικόν, παραπλεύρως τοϋ τεχνολογικού στοιχείου — μιας ρητορικής ψυχαγωγού, έν αρμονία μετά τοϋ μοτίβου, και αύτοϋ πυθαγορείου, τοϋ καιρόν.

Όμως, πριν ακόμη μνημονεύσωμεν τον Γοργίαν ώς τον θεωρητικόν μιας αυτονόμου θεωρίας της ρητορικής, καλόν θα είναι να άναφερθώμεν δι' ολίγων επί της πυθαγορείου δοξασίας. Ό Πρωταγόρας συμφώνως προς τας μαρτυρίας τοϋ Πλάτωνος 1 και τοϋ 'Αριστοτέλους 2, έλθών ήδη εις έπα­

φήν μετά της ρητορικής σχολής της Σικελίας — ό Ιππίας τον είχε συναν­

τήσει εις Σικελίαν—εΐχεν ύποστή τήν έπίδρασιν ταύτης, έστω και αν απέρ­

ριπτε τάς δογματικάς αρχάς, αϊτινες τήν ένέπνεον (δηλαδή τό μαθηματι­

κόν ύπόβαθρον, τήν προσφυγήν είς τήν άρμονίαν) καί είχε παραβλέψει τον

1. Ίππ. μείζ., 282 D ­ Ε. 2. Ρητ., 11, 24, 1402 Α, 17 και έπ.

Page 141: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 471 —

ήθικοποιον σκοπον αυτής, δια να έξάρη την δύναμιν της ρητορικής έπιδε­

ξιότητος, ικανής να ύποστηρίζη το άνυποστήρικτον καί, όπως βέβαιοι ô 'Αριστοτέλης ι, να καθιστά «πλέον άποτελεσματικόν τον λόγον τον ολιγώ­

τερον εγκυρον» 2. Είναι μία τοποθέτησις, ή οποία, θεμελιώνουσα επί της δοξασίας της πυθαγορείου αντιθέσεως καί του ήρακλειτίου γίγνεσθαι, τήν κριτικήν της ρητορικής, τήν έκφρασθεϊσαν δια τής δοξασίας των οισαοι λόγοι, θα όδηγήση εις τήν σχετικότητα των άξιων (άντιλογίαι) καί εις τήν κατάκτησιν μιας προσωρινής συγκεκριμένης αληθείας, ήτις είναι δυνατή εις τον άνθρωπον. Ή λογική ί σ σ σ θ έ ν ε ι α των αντιθέτων άντανακλφ εις πδσαν διαλεκτικήν συζήτησιν τήν αρχήν τής έ ν α ν τ ι ο δ ρ ο μ ί α ς , πυθα­

γορικο ­ ήρακλειτίου προελεύσεως : εξ αύτοϋ καί ό φαινομενολογικός συλλο­

γισμός καί ή αποφασιστική π ρ ο τ ί μ η σ ι ς μιας εκ των δύο αντιθέτων θέσεων : μία εκλογή, εις τήν βάσιν της οποίας δυνάμεθα να διακρίνωμεν εν όρίζον στοιχεΐον αισθητικού ή ωφελιμιστικού χαράκτηρος.

Ή γοργιανή ρητορική παρουσιάζει σημεία μεγαλυτέρας συστηματικό­

τητος. Αύτη εκκινεί εκ τής προϋποθέσεως ότι ό λόγος έχει δύο λειτουργίας : π ε ι θ ο ύ ς καί ά π α τ η ς . Ή πρώτη, πειθώ, πότε είναι λογικότης, πότε δαιμονική μανία \ ή δευτέρα, άπατη, συνίσταται εις τήν ικανότητα δημιουρ­

γίας αυταπατών εις τον άκροατήν. Ό Plebe διακρίνει5, καί νομίζω με όξυδέρκειαν, εις τήν γοργιανήν

άπάτην εν στοιχεΐον πυθαγορο ­ έμπεδοκλείου προελεύσεως «συναφές προς τήν μαγικό ­ αίσθητικήν άντίληψιν, ιδίαν τών πυθαγορείων», μέ τήν μόνην διαφοράν, ότι, ενώ δια τους Πυθαγορείους ή τέχνη θεραπεύει άπό τάς ασθε­

νείας, δια τον Γοργίαν ή απάτη δημιουργεί «μίαν γλυκεΐαν άσθένειαν εις τήν ψυχήν» t!.

Καθίσταται πάντως σαφές, ότι εις τήν διπλήν ταύτην κ α τ ε ύ θ υ ν ­

α ι ν του πείθειν καί τής γ ο η τ ε ί α ς αναγνωρίζεται πάντοτε εις τον λ ό γ ο ν μία άκαταγώνιστος ψυχαγωγός δύναμις, ήτις αποκαλύπτει μίαν άνορθόλογον αρχήν : είναι πάντοτε ή ασυγκράτητος δύναμις τής ιδιαιτέ­

ρας φύσεως μιας άτομικότητος να έπιβάλλη τον νόμον επί τής επιτυχίας.

1. Ρητ., 1402 Α, 23. 2. Παραθέτω τήν ύπό του P l e b e , Breve storia della retorica antica, Ν.A.E.,

Milano 1961, σ. 26) μετάφρασιν τής γνωστής φόρμουλας το τον ήττω λόγον κρείττω ποιεΐν.

3. Διογ. Λαέρτ. IX, 51 : καί πρώτος εφη... κτλ. 4. M. U n t e r s t e i n e r , Ι Sofisti, 1949, σσ. 133 καί έπ. Το έργον, άνα­

θεωρηθέν καί έπαυξηθέν, έπανεξεδόθη το 1967, εκ τής τυπογραφίας Lampugnani Nigri, Milano. Πρβλ. δια το έν λόγω απόσπασμα τάς σελ. 177 καί έπ.

5. Ένθ' άνωτ., σ. 30. 6. Αυτόθι σ. 131.

Page 142: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 472 —

Περί τής ρητορικής ταύτης, δημιουργού πειθούς, δεν υπάρχει (ολοκλη­

ρωμένη θεωρία, ήτις να προχωρή πέραν τής διαπιστώσεως, ότι το λ έ γ ε ι ν είναι καρπός μιας παρορμήσεως άντιδιανοητικής· αύτη δεν είναι δυνατόν να γίνη άντικείμενον ε π ι σ τ ή μ η ς , διότι μία όρθόλογος και συστημα­

τική οικοδομική νόμων δεν θα έπετύγχανε ποτέ να ύπερβή μερικάς άμετα­

τρέπτους λίαν άτομικάς όψεις (και δια τούτο απολύτως μή δυναμένας να καταστώσι καθολικαί) τής εκφράσεως.

'Αλλ' αν εως εδώ, ή ρητορική — δια τής παραδοχής ενός στοιχείου δ α ι μ ο ν ι κ ο ύ — έχει αποκαλύψει τήν σύμπλεξιν αυτής μετά τής ποιητι­

κής, δια του Πλάτωνος εκδηλώνεται μία νέα σύμπλεξις ήτις θέτει ετι περισ­

σότερον εν άμφιβόλω τήν θεωρητικήν προσδιορισιμότητα τής ρητορικής. Το πρόβλημα τίθεται τώρα πλέον υπό του Πλάτωνος όχι περί τάς σχέ­

σεις μεταξύ ρητορικής και ποιητικής άλλα μεταξύ ρητορικής και φιλοσο­

φίας : τούτο σημαίνει επίσης και μεταξύ ρητορικής και ηθικής, ρητορικής και παιδαγωγικής.

Ό Πλάτων δια να χαρακτηρίση τάς χειροτέρας πλευράς τής ρητορικής, αρχίζει δια τής ταυτίσεως ρητορικής και σοφιστικής εις τον Ενθύδημον κατόπιν, είς τον Γοργίαν, αρνείται εις τήν ρητορικήν πασαν δυνατότητα όπως άνυψωθή εις αξίωμα τ έ χ ν η ς ή ε π ι σ τ ή μ η ς και απομονώνει ταύτην είς τήν θέσιν τής καθαράς ε μ π ε ι ρ ί α ς , θεωρών αυτήν ώς μίαν επιδεξιότητα καθαρώς τυποκρατικήν του πείθειν πάση θυσία, οιονδήποτε και αν είναι τό περιεχόμενον του λόγου και το ηθικόν του κύρος.

Ώ ς είναι γνωστόν, είς τον Γοργίαν ή ρητορική θεωρείται ώς ή κ ο λ α ­

κ ε υ τ ι κ ή μορφή τής έρεύνης του δικαίου, τυποκρατικόν ρητορικόν όργα­

νον, τό όποιον δύναται να συγκαλύπτη πασαν αναρμοδιότητα. Τον άντιρρη­

τορικόν αγώνα κατηύθυνεν ό άντισοφιστής φιλόσοφος, ό όποιος, αντί να άπαρνηθή τήν ρητορικήν, προσπαθεί να απελευθέρωση ταύτην άπό τήν όψιν τυποκρατικής κενότητος, δια να καταστήση ταύτην ίκανήν όπως έκφράζη μίαν αύθεντικήν γ ν ώ σ ι ν , να εξομοίωση ταύτην προς τήν δια­

λεκτικήν, να θέση ταύτην εν τη υπηρεσία μιας ηθικής άνυψώσεως τής κοινωνίας ι.

Μία τοιαύτη τάσις τής πλατωνικής σκέψεως εκφράζεται, τω δντι, εν προοδευτική αποσαφηνίσει είς τον Φαΐδρον, όπου ή ρητορική ευρίσκει τήν πρώτην αυτής νομιμοποίησιν ύπό τον όρον ότι θα ταυτίζεται μετά τής κα­

θαράς έρεύνης, μετά τής διαλεκτικής, μετά τών λ ό γ ω ν , δηλαδή, βοηθεϊν ικανοί και ουχί άκαρποι, ωφελίμων και πνευματικώς καρποφόρων 2, οϊτινες έν τούτοις δεν εϊναι άμοιροι μιας ικανότητος ψυχολογικής διεισδύσεως, ή

1. Πλάτ. Γοργ. 653 Α ­ 455 Α και Πλουτάρχου (Πρβλ. Ρητ. Έλ. VII, 33, 27 και έπ.). 2. Φαΐδρ, 277 Α.

Page 143: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 473 —

οποία μας επαναφέρει — έστω και εντός ώρισμένων ορίων — εις τήν πυθα­

γορικο ­ σοφιστικήν δοξασίαν του καιρόν. Άλλα το έπιζητεΐν το κύρος μιας ψυχολογικής διεισδύσεως εμποδίζει

ακόμη τήν ρητορικήν να καταστή επιστήμη : εάν ένας λόγος αποτείνεται προς μίαν ομάδα ή προς ενα ώ ρ ι σ μ έ ν ο ν άκροατήν, ή ρητορική δέν θα δυνηθή ποτέ να καθολικευθή. 'Αντιθέτως αΰτη θα διατήρηση χαρα­

κτήρα άνορθολογικόν, θα έξομοιωθή προς τον ενθονσιασμον και τήν θείαν μανίαν, άτινα χαρακτηρίζουν τήν ποίησιν (είναι αί αντίστοιχοι θέσεις του "Ιωνος και του Φαιδρού), δίδοντα εις ταύτην τήν θείαν δύναμιν άνυψώσεως ή οποία λείπει εκ τής μιμητικής ποιήσεως.

Υπάρχει οΰτω μία ρητορική, ήτις οφείλει να άποβλέπη προς τήν δια­

λεκτικήν, όπως υπάρχει μία ποιητική εμπνευσις, ήτις οφείλει να πλησιάζη το ύπεράνθρωπον και τήν μυστικήν σύνδεσιν τής θείας πλευράς του ανθρώ­

που μετά τής αοράτου πραγματικότητος τής ιδέας (όχι εις μάτην ό Πλάτων εις τους Νόμους διακηρύσσει ποιητικόν το έγκωμιαστικόν και θρησκευτι­

κόν άσμα, το όποιον εξεγείρει είς έξάσκησιν τής αρετής και εϊς τήν λατρείαν των μεταφυσικών άξιων).

Το ψυχαγωγόν μοτίβον είναι κοινόν είς τάς δοξασίας του Γοργίου και του Πλάτωνος, άλλα μεταξύ τών δύο θέσεων υπάρχει ή διαφορότης θεωρη­

τικής προοπτικής, ήτις προβάλλει μίαν διαφορότητα αντικειμενικών σκο­

πών : δια τον πρώτον έχει άξίαν αποκλειστικώς ό ανθρώπινος κόσμος δια τής έξάρσεως τής άτομικότητος, δια τον δεύτερον ό αόρατος κόσμος τών ιδεωδών πραγματικοτήτων ι. Ψυχαγωγία, βεβαίως, είς άμφοτέρας τάς κινή­

σεις, άλλα προς σκοπούς ωφελιμιστικούς ή πρώτη και σκοπούς ηθικούς και έσχατολογικούς ή δευτέρα.

Μεταξύ τών δύο θέσεων παρεμβάλλεται τό ίσοκρατικόν ιδεώδες, έχον σκοπόν να εναρμόνιση τό ψυχαγωγόν άτομικιστικόν στοιχεϊον μετά άμι­

γοϋς προσπάθειας πραγματοποιήσεως τών ηθικών άξιων. Και ή θέσις τοϋ 'Αριστοτέλους άναφορικώς με τα προβλήματα τής

ρητορικής υφίσταται ίστορικήν έξέλιξιν εκ τών πρώτων θέσεων τοϋ Γρνλλον, είς τάς πλέον μελέτη μένας και αναλυτικός τής Ρητορικής. Ήμας ενδιαφέρει να διαπιστώσωμεν ότι, αν και ύπερισχύη τό άποδεικτικόν μοτί­

βον (βασικόν δια μίαν ίδιοσυγκρασίαν λ ο γ ι κ ο υ, ώς ήτο ή τοϋ Σταγειρί­

1. Είναι ή θέσις ήτις θα προβληθή έκ νέου και θα τονισθή ύπο τοϋ Πλωτίνου και τών νεοπλατωνικών, οΐτινες θεωροϋν τήν τέχνη ν ώς μέσον εύδαιμονοποιήσεως, μυστικής επαφής μετά τοϋ 'Απολύτου, Πηγήν Πρώτην και Σκοπόν εσχατον όλων τών όντων. Άλλα μέ τήν μεγάλην διαφοράν, ότι ένώ ό Πλάτων έθετε μίαν άδιαπέραστον άβυσσον μεταξύ τής ιδανικής Ώραιότητος (άΰλου και μεταφυσικής) και τής καλλιτεχνικής δημιουργίας, ό Πλωτίνος προσεγγίζει τάς δύο σφαίρας, αποδίδων είς τήν Τέχνην την ικανότητα όπως πλησιάζη το Ώραΐον καθ' εαυτό.

Page 144: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 474 —

του), υπάρχει εν τούτοις εκ παραλλήλου — είς το βιβλίον Π — το μοτίβον του πάθους.

Ή εξ αρχής και συνεπής εξαρσις της ά π ο δ ε ι κ τ ι κ ό τ η τ ο ς ώς βασικού οργάνου της πειθούς συναπανταται μετά του συγκινητικής φύσεως στοιχείου, το όποιον διαδραματίζει τον ρόλον του κατά τήν ώρίμανσιν μιας κρίσεως : είναι το γνωστόν διώνυμον ήθους και πάθους, εν τω όποίω άπόδειξις έ ν θ υ μ η μ α τ ι κ ή και εναυσις παθών ευρίσκουν τήν ακριβή ίσορροπίαν των.

Ό Αριστοτέλης έχει συλλάβει επιτυχώς είς το σημεΐσν τούτο τήν ούσίαν της αυθεντικής ρητορικής ώς έκδήλωσιν τής ολικής προσωπικό­

τητος του ανθρώπου, ήτις είναι σύμπλεξις λογικού* και αισθήματος, διαλο­

γιστικής ακριβείας και συγκινούσης ορμής. Ή ρητορική εκφράζει ούτω τήν άρμονικήν σύνθεσιν των δύο σφαιρών, εν τή οποία έκδηλσϋται ή προ­

σωπική συνείδησις (νόησις και αίσθημα) καί, ώς σύνθεσις τών δύο διαφό­

ρων σταδίων, φαίνεται να τα διαχωρίζη δια μιας μεσολαβήσεως, ήτις θα ήθελε να εχη τήν συνάφειαν μεταβάσεως εκ τής μιας σφαίρας εις τήν άλλην. Είς τήν αντίθεσιν φιλοσοφία ­ ποιητική ή ρητορική τίθεται εις τό κέντρον — αβόλευτος θέσις ισορροπίας... ασταθούς — ώς εν διάμεσον και ώς εκ τούτου, εάν είναι πλησιεστέρα προς τήν ποιητικήν παρ' όσον ή φιλοσοφία, είναι επίσης πλησιεστέρα προς τήν φιλοσοφίαν παρ' όσον ή ποιητική.

Τοιουτοτρόπως ό 'Αριστοτέλης διασφαλίζει πειστικώς τήν σχέσιν ηθι­

κής καί ρητορικής, προσδίδων εις τήν τελευταίαν ταύτην τήν χαρακτηρι­

στικήν θετικήν δυνατότητα συμπλέξεως τής ή θ ι κ ό τ η τ ο ς μετά τοΟ πάθους : ήθος καί π ά θ ο ς είναι στοιχεία δυνάμενα να διακριθούν, βε­

βαίως, όχι να χωρισθούν. Παραμένει, όμως, άμετάβλητον, ότι ό Αριστοτέλης, ωθούμενος εκ τοΟ

πλατωνικού ιδεώδους του έκφρασθέντος εις τον Φαϊδρον, θεωρεί το π ά θ ο ς όχι ώς δημιουργούν «μόνον του» τήν ρητορικήν, αλλ' ώς στοιχεΐον, το όποιον προσφέρει είς τήν ρητορικήν, εννοούμενης ύπό τήν ύψηλοτέραν αυτής μορφήν (τεινσύσης δηλαδή προς τήν διαλεκτικήν), τό ύλικόν εντός τοϋ οποίου καθίσταται εφικτή ή πραγματοποίησις μιας καθολικής αξίας ι.

1. Πρβλ. Α. R u s s o , La filosofia della retorica in Aristotele, S.A.E.L., Napoli 1962, σ. 56 : «.. .ή θεωρητική έξέτασις τής ρητορείας δέν δύναται να έκκινή έκ τών παθών, ατινα είναι το πλέον μεταβλητον καί φευγαλέον στοιχεΐον ταύτης, αλλ' εκ τίνος πλέον σταθερού καί ορθολογικού.

Μόνον δια διαλεκτικών συλλογισμών ό ομηρικός καί ό δραματικός κόσμος τών ανθρωπίνων παθών δύναται να παρουσιασθώ μέσω μιας περιγραφής ήτις δέν αφίνει ούδεμίαν λεπτομέρειαν εις τήν σκιάν. Δια τον λόγον τούτον ό 'Αριστοτέλης δέν φοβείται μήπως απολέση νοητικήν καθαρότητα προσηλούμενος είς μίαν παρουσίασιν πλουσίαν όχι μόνον θεωρητικής ακριβείας αλλ' επίσης καί καλλιτεχνικών παλμών». Είναι ή άκρι­

Page 145: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 475 ­

Έξ αύτοϋ και μία ακόμη διεύρυνσις : ό προσανατολισμός τής ρητο­

ρικής είς την πεποίθησιν τοΰ Θεοφράστου (είναι ή θέσις του περί λέξεως) προς διπλήν κατεύθυνσιν : προς τον αίσθηματικόν κλονισμόν όταν πρόκηται περί α ν θ ρ ώ π ω ν , προς τήν ακριβή γνωστικήν ερευναν δταν πρόκηται περί π ρ α γ μ ά τ ω ν . Δύο ρητορικαί, λοιπόν, συγκινούσα και ψυχαγωγός ή μία, θεωρητική, ακριβής, τείνουσα προς τήν άλήθειαν ή άλλη.

Ή δοξασία του Θεοφράστου—έσυστηματοποίει τήν θέσιν του 'Αρι­

στοτέλους ήτις είχεν ύπερβή τήν άποδεικτικήν λογικήν — τήν μόνην εχου­

σαν άξίαν επιστήμης (Αναλυτικοί) και τήν διαλεκτικήν, ήτις περιελάμβανε και τήν ρητορικήν, συνισταμένην εις τήν τέχνην τοϋ συζητεΐν και τοΟ πεί­

θειν τον συνομιλητήν (Τοπικοί). Ό αρχαίος Στωικισμός προώθησεν έτι περαιτέρω τήν θέσιν μιας ορι­

στικής ταυτίσεως ρητορικής και διαλεκτικής και έξ αύτοΰ μέχρι τής ταυτί­

σεως λογικής και διαλεκτικής. Ό στωικός σκοπεύει προς τήν ά λ ή θ ε ι α ν σταθερώς, διότι ή δύναμις τής κεκτημένης εν τη γνησιότητί της αληθείας εξασφαλίζει το άκαταμάχητον τών επιχειρημάτων. Ή διαλεκτική δια τους Στωικούς δεν πρέπει να είναι, όπως δια τον 'Αριστοτέλη, ή επιστήμη τοϋ αληθοφανούς, άλλα, όπως ακριβώς ή λογική, οφείλει να είναι επιστήμη τοΰ αληθούς και τοΰ πλαστοΰ : όχι πλέον τέχνη μιας πειθοΰς ήτις να δίδη ίσχύν εις το φανταστικόν, άλλα τέχνη αποδεικτική. Ύπ' αυτήν τήν εννοιαν οι Στωικοί δ ε ν α ν έ π τ υ ξ α ν τήν ρητορικήν ', προτιμώντες τήν έπι­

νόησιν νέων όρων και τήν έγκατάλειψιν τών ήδη εν χρήσει. Έκ τοΰ Ζήνω­

νος είς τον Χρύσιππον, ή ρητορική (ήτις δια τον πρώτον έκ τών δύο διεκρί­

νετο τής διαλεκτικής όχι έκ τοΰ περιεχομένου άλλ' έκ τής μεγαλυτέρας συντομίας κατά τήν φοράν τοΰ λόγου) και ή διαλεκτική έπανευρίσκονται

βής ερμηνεία τοϋ δεσπόζοντος μοτίβου τοΰ άριστοτελισμοΰ, δηλαδή τής λογικής προ­

τεραιότητος τής πράξεως άναφορικώς προς τήν ένέργειαν, το όποιον εξηγεί τήν δ υ α­

δ ι κ ό τ η τ α τής φιλοσοφικής του εργασίας, όχι τόσον ώς καρπόν μιας ιστορικής εξελίξεως τής σκέψεως τοϋ 'Αριστοτέλους όσον ώς εκφρασιν μιας εσωτερικής δια­

λεκτικής. Τήν θέσιν τής «δυαδικότητος», τήν οποίαν έπρόβαλλε είδημόνως ό Κ a n t e 1­

h a r d t (De Aristotelis Rhetoricis, Gòttingen 1911), ύπεστήριξεν ó S o l m s e n (Die Entwicklung der aristotelischen Logik und Rhetorik, Berlin 1929, αλλ' ώς μίαν ίστορι­

κήν έξέλιξιν παρά ώς εν διαλεκτικόν έσωτερικόν παιγνίδιον τοΰ l e i t ­ m o t i v τής σκέψεως τοϋ Σταγειρίτου.

Περί τοϋ ζητήματος, περί τής κριτικής τής ασκηθείσης έπί τοϋ Solmsen ύπό τοΰ T h r o m (Die Thesis, Paderbon 1932 και ύπό τοϋ D u f o u r (Aristote : Rhétorique, 1, I, Paris 1932), βλέπε τήν ΕΙσαγωγήν τοϋ Α. P l e b e είς τήν μετάφρασιν τής Ρητο­

ρικής (Bari 1961) και Α. R u s s o (ενθ' αν., σσ. 55­58). 1. Είναι ή κρίσις τοΰ Κικέρωνος (de fin., 4, 3, 7).

Page 146: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 476 —

ήνοποιημέναι εις το εύ λέγειν, το δε «ευ λέγειν» σημαίνει δια τους Στωι­

κούς το «λέγειν την άλήθειαν» ι. Ή μέση θέσις, μεταξύ ποιητικής και φιλοσοφίας, την οποίαν ή ρητο­

ρική είχε εις τον 'Αριστοτέλη, δια τής ύπο των στωικών ταυτίσεως ρητο­

ρικής και διαλεκτικής εξαφανίζεται : ή ρητορική είναι το ϊδιον το φιλο­

σοφείν, δεν δύναται να είναι άλλο παρά τούτο, δεν δύναται να εχη τον ρό­

λον οργάνου (όργανον), άλλα μ έ ρ ο υ ς τής φιλοσοφίας. Ό φιλόσοφος προσέχει όλιγώτερον τήν επιδεξιότητα εις τήν διήγησιν από τον όρθο­

λογικόν προσδιορισμόν μιας μεθόδου· δια τοϋτο ή ρητορική, κατά τήν καθαρώς τυποκρατικήν αυτής όψιν, είναι εν μηδέν, ενώ ώς συγκεκριμένη εκφρασις ενός περιεχομένου λαβόντος ύπόστασιν δια τής αληθείας δεν είναι πλέον μία πρακτική τέχνη, άλλα ή ιδία ή έ π ι σ τ ή μ η τών πραγμά­

των, ήτις ευρίσκει τό λεκτικόν της* είναι, εν συμπεράσματι, ή σκέψις, ήτις γίνεται λόγος.

Έκ τούτου ή μεγάλη ηθική σημασία τής ρητορικής ­ διαλεκτικής τών Στωικών : ό λόγος είναι καρπός ερεύνης σοβαρδς και ή λέξις είναι γνησία μαρτυρία τής σκέψεως, είναι τό γνώρισμα τής σοφίας. Έκ του Ζήνωνος εις τον Χρύσιππον, εις τον Διογένη Βαβυλώνιον, πλην μερικών λεπτομε­

ρειακών χαρακτηριστικών, είναι κοινόν εις τους αρχαίους στωικούς τό προαναφερθέν μοτίβον μιας ρητορικής εννοούμενης ώς επιστήμης τοϋ αλη­

θούς όχι όλιγώτερον τής λογικής, και συνεπώς μιας ρητορικής ώς εκφραστι­

κής μορφής τής έξωτερικευούσης και κοινοποιούσης λογικότητος. Σημείον συγκλίσεως τών πλέον εγκύρων άρχων τών προηγουμένων

δοξασιών είναι ή ρητορική τοϋ Έρμαγόρου τής Τήμνου (β' ήμισυ του 2ου αιώνος π.Χ. ­ α' ήμισυ του Ιου) του διασήμου ρήτορος τών χρόνων τοϋ Πομπηίου και τοϋ Κικέρωνος. Χαρακτηρίζεται συνήθως ώς στωικός, άλλα ή θέσις του εν τη πραγματικότητι, εύφυώς εκλεκτική ύπό μίαν εν­

νοιαν, δύναται να καθορισθή ώς ορθολογική τις συστηματοποίησις μοτί­

βων, τα όποια αποκλείουν συγκρούσεις και αποβλέπουν εις τό να συνυπάρ­

χουν άρμονικώς. Δι' αυτόν ή ρητορική είναι εκφρασις τής εσωτερικής ζωής τής προσω­

πικότητος, τείνουσα είτε προς τάς ύπερτάτας θεωρητικάς γνώσεις, είτε προς τήν λύσιν εν αναφορά προς αύτάς, τών ιδιαιτέρων περιπτώσεων τής ζωής : ή ρητορική δύναται να εχη ώς άντικείμενον είτε τό άναγκαΐον ή τό ένδεχόμενον είτε τό έπιστημονικόν ή τό έμπειρικόν, είτε τό καθολικόν ή τό μερικόν.

Θεωρούμενη έν τω προσανατολισμφ της προς τήν πρώτην τών δύο απόψεων, ή ρητορική απαιτεί όπως ταυτίζεται μετά τής φιλοσοφίας : είναι

1. Α. P l e b e , Breve storia, 'ένβ' àv., σ. 105.

Page 147: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 477 —

γνωστή ή θέτουσα νόμους έρμαγόρειος θέσις των «σ τ ά σ ε ω ν», των ερωτημάτων δηλαδή γενικού χαρακτήρος, εγκύρων ώς αξιωμάτων ανεξαρ­

τήτων άπό της ιδιαιτέρας περιπτώσεως. Έκ τούτου ή δυνατότης δια τήν ρητορικήν ά ν υ ψ ώ σ ε ω ς προς τήν φιλοσοφίαν και αναλήψεως του ρό­

λου μοναδικού οργάνου εκδηλώσεως της σκέψεως. Ό άλλος προσανατολισμός της ρητορικής είναι προς τήν ύ π ό θ ε σ ι ν ,

προς τήν ιδιαιτέραν περίπτωσιν δηλαδή, προς εν δεδομένον συμβεβηκός : χαρακτηριστικόν γνώρισμα, τούτο, της δικανικής ρητορικής.

Εις τον διπλούν τούτον προσανατολισμόν τής ρητορικής προς τους τύπους τής αφηρημένης όρθολογικότητος (προς τήν φιλοσοφική ν λογική ν δηλαδή) καί προς τό συγκεκριμένον μιας καταστάσεως γεγονότος μετά των στοιχείων αυτής ενδεχομένου και άνορθολογικότητος δυνάμεθα να διακρίνωμεν μίαν έμβάθυνσιν — υποστηρίζει ό Plebe ι — τής αριστοτελι­

κής διακρίσεως των «κοινών τόπων» και των «ιδίων τόπων». Ό Έρμαγό­

ρας κατ' αυτόν τον τρόπον θα έπηλήθευε τήν άνεγνωρισμένην δυνατότητα τής ρητορικής όπως ευρίσκεται είς τό μέσον, μεταξύ τοΰ καθολικού και τοΰ μερικού, μεταξύ τής θεωρίας των αξιωμάτων καί τής πρακτικής των περι­

πτώσεων, εις τρόπον ώστε ν ά κ α τ α β ι β ά ζ η τό αξίωμα εις τήν περί­

πτωσιν ή να ύποβάλη τήν περίπτωσιν εις τό αξίωμα. Έξ αυτού ή έρμαγό­

ρειος θεωρητικοποίησις μιας ρητορικής υψηλά φιλοσοφικής καί μιας ρη­

τορικής στενώς δικανικής.

Ή ρητορική είς τήν σκέψιν τοϋ Κικέρωνος καί του Όρατίου

Ταύτα είναι, κεφαλαιωδώς, τα βασικά θέματα τής ελληνικής ρητορι­

κής. Θέματα τόσης ποικιλίας, ώστε να καθιστούν δικαιολογησίμους τάς κατηγορίας αΐτινες εΐχον άποδοθή είς τήν ρητορικήν : ότι δεν είναι τέχνη, ότι δεν προσπορίζει οφέλη, ότι δεν δημιουργεί ρήτορας (μήπως δεν είναι αλήθεια, ότι οί μεγάλοι Έλληνες ρήτορες ήγνόουν τήν ρητορικήν;), ότι, επί πλέον, συχνά βλάπτει τον ρήτορα διότι δέν γίνεται ποτέ πολιτικός· καί, ή πλέον κακεντρεχής όλων, ότι ή ρητορική δέν ήδυνήθη να κατάκτηση τό πεδίον τής φιλοσοφίας 2. Έκ τής κατηγορίας ταύτης ύπερησπίσθη τήν

1. Α. P l e b e , ενθ' αν., σ. 111. Άπήχησιν τής ένδιαφερούσης έρμαγορείου θέσεως εχομεν σήμερον εν τω έργω τοϋ C. P e r e l m a n (Rhétorique et philosophie, Paris 1952), όστις προσεπάθησε—μέ τήν ευγενή πρόθεσιν όπως αναβίωση τήν πίστιν είς το άνθρώπινον λογικον — να έπαναφέρη τήν ρητορικήν προς τήν φιλοσοφίαν, ώς γνώσιν ύποκειμενικήν, βεβαίως, έρριζωμένην εν τη εύσυγκινησία, αλλ' ίκανήν να πλησιάζη αληθείας όχι ορθολογικός (αΐτινες είναι αρμοδιότητος τής ορθολογικής, επιστημονικής γνώσεως), α ξ ί α ς όμως ασφαλώς.

2. Β. R i p o s a t i , Problemi di retorica antica, έν Introduzione alla filologia classica, Milano 1951, σ. 678 καί έπ.

31

Page 148: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 478 —

ρητορικήν ό Κικέρων, όπως ô Αριστοτέλης την εϊχε ύπερασπισθή έναντι του Πλάτωνος. Ό λόγος τον όποιον θα κάμωμεν εν συντομία, θα κατάδειξη το κλίμα εντός του οποίου ωρίμασε το «Δοκίμων περί "Υψονς».

Δια τον Κικέρωνα δεν υπάρχει αληθής ρήτωρ χωρίς φιλοσοφίαν : τοϋτο τουλάχιστον το μοτίβον διατυποϋται εις τάς ρητορικάς εργασίας της τελευταίας φάσεως της ζωής τοϋ Άρπυνάτου, όταν, δηλαδή, εκείνος, απο­

γοητευμένος και συντετριμμένος, εγκατέλειψε τήν πολιτικήν διαμάχην, χάριν τής οποίας εϊχε φθάσει να θεώρηση τήν ρητορικήν έξ έπόψεως αποκλει­

στικώς πραγματιστικής. 'Εάν κατά τήν περίοδον ήτις διαρκεί άπό τοϋ 77/76 μέχρι τοϋ 55, ό

Κικέρων εΐχεν άπαρνηθή τον στωϊκόν κανόνα τής ισοτιμίας ρητορικής ­

διαλεκτικής και εϊχεν αρχίσει να ύποστηρίζη, ότι ή πλέον αληθής φιλο­

σοφία εξ όλων είναι πάντοτε ή έχουσα τήν μεγαλυτέραν άξίαν δια τήν ρητορικήν 1, ό Κικέρων, ό όποιος καταφεύγει εκ νέου εις τήν ερευναν, επιστρέφει εις τα ιδανικά τής νεότητος, όταν ύπό τήν έπίδρασιν τοϋ Φαι­

δρού του Πλάτωνος καί τών στωικών δοξασιών, έπλήρου πάλιν περιεχομέ­

νου τήν ρητορικήν, άποδοκιμάζων τήν κενήν τυποκρατικήν αύτονομίαν αυτής και έξομοιώνων ταύτην προς τήν φιλοσοφίαν. Έκτος, λοιπόν, άπό τήν πολιτικήν παρένθεσιν, ή σκέψις τοϋ Κικέρωνος έπικυροΐ τήν άπαρά­

βατον ανάγκην μιας άμιγοΰς θεωρητικής στάσεως τοϋ ρήτορος, όπως απο­

δεικνύουν τα μεγάλα παραδείγματα τής ιστορίας, ενός Περικλέους μαθη­

τού τοϋ Άναξαγόρου, ενός Δημοσθένους ακουστού τοϋ Πλάτωνος. Καί όπως δεν υπάρχει αληθής ρήτωρ χωρίς φιλοσοφίαν, ούτω δεν υπάρχει αλη­

θής φιλόσοφος, όστις δύναται να παράβλεψη τήν ρητορικήν παρά τήν άντί­

θετον γνώμην, τήν ύποστηριχθεΐσαν ύπό τοϋ Σωκράτους καί τοϋ Πλάτωνος, οϊτινες εϊδον εις τήν ρητορικήν τήν άρνησιν ό,τι καλοϋ, τό όποιον υπάρχει μόνον είς τήν διαλεκτικήν.

Καί είς τον Κικέρωνα, επομένως, ή έννοια τής ρ η τ ο ρ ι κ ή ς υπέστη άξιοσημείωτον έξέλιξιν. Αύτη είναι συνδεδεμένη μετά τής ιστορίας τής πολεμικής μεταξύ ά τ τ ι κ ι σ μ ο ϋ καί ά σ ι α ν ι σ μ ο ϋ , καί μετά τών άμφιταλαντεύσεων, τάς οποίας παρουσίασεν ό ρήτωρ υπό τήν έπίδρασιν τών δύο ρευμάτων.

Ό άττικισμός είναι ή έκδήλωσις γραμματικών καί ρητορικών μελετών, αϊτινες συνδέονται μετά τής θέσεως περί τοϋ ενδεδειγμένου μιμήσεως τών

1. Εις τον De oratore εκφράζεται ίσως το πλέον ύψηλον σημεΐον τής πολεμικής άντι ­ στωικής θέσεως. "Ας ένθυμηθώμεν μεταξύ άλλων το απόσπασμα : «Verum ego non quaero nunc, quae sit philosophia verissima...» (Ill, 17, 64), ένθα έχει ωριμάσει, πλέον, ή πραγματική ή αυτόχρημα ωφελιμιστική πεποίθησις. Βλέπε E. C a s t o r i n a , L'atticismo nella evoluzione del pensiero di Cicerone, Catania 1952.

Page 149: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 479 —

κλασσικών προτύπων. Εις την Ρώμην, κατά τήν έποχήν της παρακμής της δημοκρατίας και μεσουρανούσης της Αύγουστιανής εποχής, ό άττικισμος έταυτίζετο μετά τής κ α θ α ρ ο λ ο γ ί α ς , τήν οποίαν "Ελληνες γραμματικοί και ρήτορες έκήρυσσον κατά τήν διδασκαλίαν των. Ό άσιανισμός, αντι­

θέτως, προτείνει δια τήν ρητορικήν τους πλεονασμούς, τήν χρήσιν τής καθη­

μερινής γλώσσης, τήν αύθαιρεσίαν κατά τήν οργάνωσιν τών μερών τοϋ λόγου, τήν άγάπην τής μεταφοράς, τον προσανατολισμόν «προς το ποιητι­

κον λεξιλόγιον και τήν διθυραμβικήν ήχητικότητα γοργιανου τύπου» '. Ποίαν θέσιν ελαβεν ό Κικέρων άναφορικώς με τήν πολεμική ν ; Κατά

τήν νεανικήν του ήλικίαν εύρίσκετο υπό τήν έπίδρασιν τής αριστοτελι­

κής ρητορικής και ακόμη περισσότερον τής στωικής και ιδίως του Παναι­

τίου και του Ποσειδωνίου* αν όμως εις τους πρώτους λόγους μία νεανική r e d u n d a n t i a ένεφανίζετο όχι ολίγον εμποτισμένη ασιανισμου, εις τάς ρητορικάς εργασίας — ας άναλογισθώμεν το de inventione — ό Κικέ­

ρων αποκαλύπτεται έρμαγόρειος και στωϊκίζων : συμβουλεύει τήν λιτότητα, αποτρέπει άπο τα τεχνάσματα και το καλλωπισμένον. Φαίνεται, όμως, ότι ή πολεμική τοϋ Κικέρωνος δεν ασκείται τόσον εναντίον τών άσιανών, όσον εναντίον ενός ρεύματος μέσο ­ άττικιστικοϋ (τοϋ «ροδιακού»), το όποιον άπεμακρύνετο τοϋ ακρότατου άττικισμοϋ δια να ένδώση, άλλα λίαν μετρη­

μένως, εις τον καλλωπισμόν και τους υποβάλλοντας πλατυασμούς. Έν τού­

τοις ό Κικέρων αδυνατών να άποδεχθή αυτός ό ϊδιος πλήρως τον πλέον αύστηρόν άττικισμόν, προσεπάθει να κρούση τον κώδωνα κινδύνου εναντίον τών ενδεχομένων ολισθημάτων τών μέσων άττικιστών προς τάς άσιανάς μορφάς, αΐτινες προετίμων τήν d e l e c t a t i o τής V e r i t a s 2 .

Μία μεγαλύτερα παραχώρησις προς τον άσιανισμόν σημειοϋται είς τον Κικέρωνα, ότε το πολιτικόν πάθος παρασύρει τοΰτον να πιστεύη είς τον λ ό γ ο ν, ώς είς όργανον ένδεδειγμένως ψυχαγωγόν. Ό Κικέρων αρχίζει να σκέπτεται τήν κατάκτησιν τοϋ πλήθους και αποφασίζει να έπα­

1. S. D ' E l i a , La retorica in Roma, έν Guida allo studio della civiltà romana antica, I.E.M., Napoli, τόμ. II, έκδ. 2α, σσ. 479­498.

2. Τον άττικισμόν τούτον μέσον μεταξύ στωικισμού και πλατωνισμοΰ δυνάμεθα να εΰρωμεν είς τον Ποσειδώνιον.

Είς μίαν έργασίαν Per una ricostruzione di Posidonio (ευρίσκεται έν «Χρον. τής φιλολογικής και φιλοσοφικής σχολής τοϋ Πανεπιστημίου τοϋ Bari, τόμ. IX, 1964) ό V. C i l e n t o χαρακτηρίζει τήν δοξασίαν τοϋ διανοητού τής Apamea ώς εκφρασιν μιας πλατωνοποιήσεως τής Στοάς : «.. .ούτος υποστηρίζει θερμώς τον Πλάτωνα, εναντίον τής στωικής παραδόσεως, όθεν ούτος είναι είς αιρετικός τοϋ στωικισμού...» (σ. 20) και γράφει εν περί παθών εναντίον τοϋ Χρυσίππου δια να απόδειξη ότι «τα πάθη δέν είναι εσφαλμένοι κρίσεις τοϋ λογικοϋ...» και ότι ταϋτα δημιουργεί ή παρέκκλισις τοϋ ανθρώπου από τήν φωνήν τοϋ δ α ί μ ο ν ο ς . Μοτίβα, ήντλημένα και ταϋτα οπωσ­

δήποτε, έκ τοϋ πλατωνισμοΰ.

Page 150: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 480 —

ναφέρη βαθμιαίως τον ρητορικόν άττικισμον εις ην θέσιν κατείχε προηγου­

μένως : ή άττικιστική ρητορεία έχει άξίαν δια τήν πειθώ τών δικαστών. Εις τον Orator άνευρίσκομεν τήν πρώτην σοβαράν «άναγνώρισιν τοϋ άσια­

νοϋ ρήτορος άποκληθέντος gravis, acer, ardens και ακόμη amplus, copio­

sus, ornatus, in quo pro fee to maxima vis est, και να δύναται δια της μεγα­

λειώδους και ήχηρας φοράς του να μεταστρέφη και να κατακτά τάς ψυχάς καί να τάς κάμνη να συγκινούνται υπό πάσης αίσθήσεως...» ι. Εννοείται ότι ό άσιανός, όστις είναι μόνον άσιανός καί δεν γνωρίζει τήν κατάλληλον στιγμήν «να είναι καί α τ τ ι κ ό ς ή ρ ό δ ι ο ς , είναι κατά τον πλέον από­

λυτον τρόπον άξιοκαταφρόνητος» 2. Αΰτη είναι ή εύστροφος θέσις της ισορροπίας μεταξύ τών d u o ge­

n e r a , ή οποία υπερνικά τήν μονομερή προσήλωσιν εις μίαν πραγμα­

τιστικήν καί άνεπιστημονικήν ίδέαν περί ρητορείας τήν οποίαν είχε διατυπώσει ό Κικέρων εις το De Oratore, ήτοι κατά τό 55, δτε έφαίνετο να προσανατολίζεται προς τήν όριστικήν έγκατάλειψιν τοϋ νεανικού φίλο ­ άττι­

κισμοΰ. Μεταξύ του 55 καί του 46 (χρονολογίαι του Brutus καί του Orator) επέρχονται αί πολιτικαί απογοητεύσεις καί το πρώτον γήρας, άτινα όμοΰ δημιουργούν τό αίσθημα ματαιότητος της κοινής υπάρξεως καί προετοιμά­

ζουν προς μίαν έμβάθυνσιν τής σημασίας τής ζωής : ψυχικαί καταστάσεις έκ τών οποίων προκύπτουν μία ανανεωμένη «ήθικοκρατία» καί μία έπανεξέ­

τασις τών άρχων τών μεγάλων διδασκάλων3. Άπάρνησις, εν ολίγοις, τής πολιτικής παρενθέσεως, ήτις, αν καί ικανοποίησε κάποιο φιλόδοξον πνεύμα τό όποιον έκρύπτετο εις τό βάθος τής προσωπικότητος τοϋ Άρπινά­

του, δεν κατέστρεψε τήν εμφυτον θεωρητικήν εξιν ταύτης. Είς τήν ίστορίαν τής ρωμαϊκής ρητορείας, κατά τήν έποχήν τής δημοκρατίας, ούτος λαμβάνει θέσιν μεταξύ τών δύο ακραίων τάσεων τοΰ αύστηροϋ άττικισμοΰ καί τοϋ άνευ κριτηρίου άσιανισμοϋ, μεταξύ ενός Λυσίου, ως να έλέγομεν, καί ένας Θουκυδίδου (ό Κικέρων θεωρεί άνυπέρβλητον τον Θουκυδίδην ώς ιστορι­

κόν, αλλά αρνείται τήν άξίαν αύτοϋ είς τό πεδίον τής ρητορείας) i, καί ύπο­

1. Orai., 28, 29. Ό C a s t ο r i n a (ενθ' άν., σ. 12ύ) παρηκολούθησε τήν έξέλιςιν τής ρητορικής σκέψεως τοϋ Κικέρωνος εξ ενός άρχικοϋ άττικισμοΰ προς μίαν όλονέν αυξουσαν άποδοχήν μοτίβων άσιανών, έξηγουμένης ύπο τής έμφανισθείσης επιθυμίας πολιτικών επιτυχιών, εως εις μίαν μελετημένην έπιστροφήν προς ενα ίσορροπημένον άττικισμον κατά τήν τελευταίαν περίοδον τής ζωής τοΰ συγγραφέως, όστις εΐχεν όδη­

γηθή υπό τών πολιτικών απογοητεύσεων είς πλέον γαλήνιον έκτίμησιν τών πραγμάτων. 2. Orat., 28, 29. 3. Αυτόθι : «At vero hic noster, quem principem ponimus, gravis acer ardens.. si

ad hoc unum est natus aut in hoc solo se exercuit aut huic generi studuit uni, nec suam copiam cum Mis duobus generibus tempérant, maxime est contemnendus»,

4. Orat., 9, 30.

Page 151: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 481 —

στηρίζει ενα μ ε τ ρ ι ο π α θ ή ά τ τ ι κ ι σ μ ό ν , όστις σέβεται και εναρμο­

νίζει τους δύο συστατικούς παράγοντας τοϋ ανθρωπίνου π ρ ο σ ώ π ο υ : λογικόν και αίσθημα. Ή ανθρωπινή ζωή ευρίσκεται ύπο διάτασιν διπολι­

κήν : απαιτήσεις τοϋ λογικού και παρορμήσεις άνορθόλογοι εναλλάσσον­

ται εις μίαν διαλεκτικήν, ήτις αγνοεί διακοπάς. "Ενας μετριοπαθής άττικι­

σμός, ενα ρεϋμα μέσον, δηλαδή, μεταξύ τών άκρων, το όποιον να άναγνω­

ρίζη τα δικαιώματα αμφοτέρων τών σφαιρών, και εν τη συμπλέξει των (εν τη διασταυρώσει των, θα ελεγον) να αντανακλά τάς μεταλλαγάς, εντός τών οποίων πραγματοποιούνται ή ίδική μας προσωπική ζωή και το όποιον να εύρίσκίη τήν πλέον ίσορροπημένην έκφρασιν εϊς τήν ρητορικήν : ήτις οφείλει να εϊναι αποξενωμένη τόσον εκ τής υπέρμετρου καθαρολογικής εκζητήσεως και τής σχολαστικής και εξεζητημένης αρχιτεκτονικής αύστη­

ρότητος, όσον και εκ τής εξυψώσεως είς νόμον τής εκφράσεως τής συγκε­

χυμένης παρορμήσεως και τής διαπύρου παράφορος, ήτις αδυνατεί να άνευρη τήν όδόν τής ορθολογικής διατάξεως καί ήτις εις τήν χειροτέραν μορφήν αυτής δύναται να εκφυλίζεται εις το έκφραστικόν τέχνασμα καί είς τους ασήμαντους καί μετ' έμφάσεως πλεονασμούς. Το μετριοπαθές άττικόν υφός ree te lauda tur : τίθεται μεταξύ τοϋ ά π λ ο ΰ καί τοϋ ύ ψ η λ ο ΰ, μεταξύ τής σαφοΰς σκιαγραφίας καί τοϋ αξιοθαύμαστου καλλωπισμένου.

Ή τελική αύτη άποψις, ήτις έχει επίσης καί τήν ήθικήν σημασίαν μιας αποφασιστικής νίκης τοϋ ζ ή ν ε ν φ ι λ ο σ ο φ ί α επί τοϋ ζ ή ν ε ν π ο ­

λ ι τ ι κ ή είναι ένας σκοπός όστις έξεπήγασε κοπιωδώς — ή μάλλον συνει­

δητώς : ή ρητορική δεν είναι επιστήμη καθαρώς τυποκρατική, τό περιεχό­

μενον αυτής εϊναι ή απαραίτητος κτήσις ενός καθαροΰ οράματος, μιας ακρι­

βούς κρίσεως, μιας άψευδοΰς γνώσεως. Υπάρχει μία τελεία ισορροπία μεταξύ μορφής καί περιεχομένου, ώστε δέν υπάρχει ποτέ μία έγκυρος εκ­

φρασις, ήτις να ύπερβάλλη τήν συμμετρικότητα του έργου, όπως δέν υπάρ­

χει έργον τό όποιον να εκφράζεται είς μίαν μορφήν μή άνάλογον προς τάς διαστάσεις αύτοϋ. 'Έν ένδεικτικόν απόσπασμα διαβάζομεν είς τον De Ora­

tore 1 (παρά τήν στροφήν χαράκτηρος άντι ­ στωϊκοϋ καί τάσεων πραγματι­

στικών) : «εϊναι άπαραίτητον όπως ό λόγος άνθίζη καί διαδίδεται (efflo­

rescat et redundet) λόγφ τής άκριβοϋς γνώσεως τών πραγμάτων (ex rerum cognitione)». Άλλως θα πρόκυψη εξ αύτοϋ μία elocutio inanis καί paene puerilis.

Εις τό ση μείον τοΰτο, δυνάμεθα να άναγνωρίσωμεν τον Πλάτωνα καί τήν Στοάν εναρμονισμένους μετά μιας φλέβας ίσοκρατικής καί αριστοτε­

λικής προελεύσεως. Πράγματι, εις τον Κικέρωνα, τό ψυχαγωγικόν στοι­

χεΐον, σύμφυτον στενώς μετά τής άτομικότητος καί τής συγκεκριμένης πεί­

1. 6, 20.

Page 152: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 482 —

ρας αυτής, δεν αποκλείει, άλλα απαιτεί μάλλον την συνύπαρξιν ενός ρυθμι­

στικού ορθολογικού στοιχείου μιας καθολικοποιούσης διατάσεως, ήτις είναι — στωϊκώς — γ ν ώ σ ι ς και α ξ ί α όμοΰ, ε π ι σ τ ή μ η και α ρ ε τ ή . Ή ρητορική τέχνη, λοιπόν, μας αποκαλύπτεται εις τήν σκέψιν του Κικέ­

ρωνος ώς μία αρμονική σύνθεσις ο ρ θ ο λ ο γ ι κ ή ς τ ε χ ν ι κ ή ς και ενός κατ' ιδίαν και ανεπανάληπτου στοιχείου τής π ε ί ρ α ς , ενός αντικει­

μενικού, δηλαδή, στοιχείου και ενός υποκειμενικού. Και ή επιστολή του Όρατίου Ad Pis ones ι είναι δείκτης αρκούντως

σημαντικός τής άμφιταλαντεύσεως τής ρητορικής : τής έλξεως αυτής προς τάς ύψηλοτέρας μορφάς τής πνευματικής ζωής — έπιστημολογίαν, μετα­

φυσικήν, ήθικήν — και του να παρασύρη μεθ' εαυτής ακόμη και τήν δοξα­

σίαν περί τής τέχνης, μετά τονισμού τής περιπατητικής θεωρίας. Ό κανών τής έ ν ό τ η τ ο ς του έργου τέχνης, τής τελείας αρμονικής ισορροπίας μορφής και περιεχομένου, τής ανάγκης τής προσαρμογής του ύ φ ο υ ς προς το «είδος» και τον «χαρακτήρα» τής προσωπικότητος και προς τον κόσμον τοΟ πάθους· ή εξαρσις του διανοητικού ελέγχου τεθέντος εις πράξιν ύπό τής limae labor και ακόμη ή θέσις του ότι είναι αδύνατον δια τήν ποίη­

σιν να παραβλέπη τήν φιλοσοφικήν καλλιέργειαν, και τήν ήθικήν, ούτως ώστε ή ποίησις να έκφράζη το αληθές και το καλόν «διηνθισμένα εις αβρούς στίχους» αποβλέποντας προς τήν τέρψιν και συγχρόνως προς τό ηθικόν όφελος· τα πάντα καθιστούν καθαρώς φανεράν τήν κατεύθυνσιν, τήν οποίαν θα λάβη ή ρητορική εις τήν Ρώμην εν αρμονία μετά τής λειτουργικότητος όλων των μορφών τής πνευματικής ζωής χάριν τής υπέρτατης μορφής : αύτη, δηλαδή, παραδεχόμενη όμοΰ μετά τής αναγνωρίσεως τής ιδιοφυΐας και τήν της εμπνεύσεως, έλκει μεθ' εαυτής τήν ποιητικήν προς τον ύπέρτα­

τον σκοπόν, προς τον όποιον πάσα ανθρωπινή πράξις κατευθύνεται, δηλαδή, προς τον πρακτικόν σκοπόν του σχηματισμού τής ηθικής συνειδήσεως.

Άπολλοδώρειοτ και Θεοδώρειοι

Κρίνομεν ένδεδειγμένον να άναφέρωμεν ενταύθα τήν Ιδιαιτέραν θεμα­

τικήν, ήτις καθώρισε τήν έμφάνισιν τής περίφημου έριδος μεταξύ Άπολ­

λοδωρείων και Θεοδωρείων ­. Τό γνωστόν γραπτόν ρητορικής, υπό τον τίτλον Anonymus Segueria­

1. Έν τη παραθέσει ταύτη ό Κουϊντιλιανός 8, 3, 60 εδωσεν, ώς είναι γνωστόν, εις τήν επιστολή ν τον επιτυχή τίτλον Ars poetica.

2. Πρβλ. D. M a r i n , Apollodorei e Teodorei, Storia della controversia, έν> «Ann. della Facoltà di Lettere e Filosofia» dell'Università di Bari, τόμ. XI (I960, σσ. 81 ­143.

Page 153: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 483 —

nus, το οποίον φέρει χρονολογίαν του 3ου αιώνος π.Χ., παρέσχε τα δεδομένα της έριδος, άλλ' εις τόσην άπόστασιν άπο τάς αρχάς αυτής — τρεις αιώνες περίπου—, ώστε τα σχόλια του χαρακτηρισμού θα έχουν παρουσιασθή, αναμφιβόλως, ασύμμετρα.

Μίαν σκιαγραφίαν τών δύο ρευμάτων εις τάς πηγάς των προσεπάθησε να προσφέρη ό Ammon \ όστις απέδωσεν εις τον 'Αριστοτέλη και τον 'Ισοκράτη τάς αρχάς της αντιστοίχου προελεύσεως Θεοδωρείων και Άπολ­

λοδωρείων. Είναι μία σκιαγραφία, ήτις αποκαλύπτεται πλέον έγκυρος ϊσως τής διατυπωθείσης ύπό του Rostagni2, όστις βλέπει εις τήν γένεσιν τής έριδος τον Πλάτωνα ώς γενάρχην τής Θεοδωρειανής κατευθύνσεως (έκθειάζοντα το ά ν ο ρ θ ό λ ο γ ο ν τής τέχνης) και τον 'Αριστοτέλη, αντιθέτως, ώς άπώτατον πρόγονον τής ορθολογιστικής τάσεως τών Άπολ­

λοδωρείων. Μεταξύ τής σκιαγραφίας τοϋ Ammon και τής τοϋ Rostagni, υπάρχει

ή αξιοσημείωτος διαφορά μετατοπίσεως τής αριστοτελικής ρητορικής εις τον ρόλον προϋποθέσεως τοϋ άπολλοδωρισμοϋ. Ό 'Αριστοτέλης προσφέ­

ρεται με τον ίσορροπημένον σεβασμόν τών δύο σταδίων (τοϋ άνορθολόγου και τοϋ ορθολογικού, παρά το γεγονός ότι το πρώτον εϊναι προωρισμένον όπως υποτάσσεται ύπό του δευτέρου) δια να στήριξη τήν αντίθεσιν τών δύο σχολών, καθ' δν τρόπον τήν εΐδεν ό Rostagni.

Έν τούτοις, πριν ακόμη άρχίσωμεν τήν έξέτασιν τής τελευταίας ταύτης προτάσεως — λόγω τών υποβαλλόντων αλλ' όχι πειστικών συλλογισμών, είς ους δίδει λαβήν — μας επιβάλλεται να έξετάσωμεν λεπτομερώς και με άκρίβειαν τους όρους τής θεωρητικής διαφωνίας μεταξύ τών δύο τάσεων. Κυρίως, ήτο άντίθεσις έλαφράς ή σοβαράς όντότητος ; Ένας μελετητής 3

έχει εκμηδενίσει σχεδόν τάς διαφοράς μεταξύ τών δύο κατευθύνσεων ένας άλλος 4 τάς έχει αναγάγει εις αποχρώσεις τεχνικής τοϋ ύφους. Υπάρχει εν χωρίον τοϋ ρήτορος Σενέκαδ, όμως, τό όποιον αποκαλύπτει βασι­

κήν διαφοράν μεταξύ τών δύο σχολών : ή narratio δια τον Άπολλόδωρον είναι απαραίτητος, δια τον Θεόδωρον, όχι. Τοΰτο σημαίνει, ότι οί Άπολ­

1. Άπολλοδώρειοι και Θεοδώρειοι, «Blatter fur das Bayer. Gymnasialschulwesen» έκδιδόμενον ύπό A. Romer, XXVII bd. (1891), σσ. 231 ­237.

2. 'Ανωνύμου, Περί "Υψους, κείμενον, μετάφρασις, και σχόλια ύπό Α. R o s t a g n i , Ίταλικόν έκδ. Ίνστ., Μιλάνον 1947, σ. Χ και έπ. τής Εισαγωγής.

3. Ό M o r a w s k i (De Dionysii et Caecilii studiis rhetoricis, «Rh. Mus.» XXXIV (1897) σσ. 370­176).

4. Ό Β 1 a s s, (Griech. Beredsamkeit von Alex, bis auf Aug.). Πρβλ. D. M a­

r i n (ενθ' av., σ. 101). 5. Controv., 11, 1, 36 σ. 131. bu. Τό χωρίον προσέβαλεν ό S c h a n z (Die Apollo­

doreer und Theodoreer), Ερμής XXV (1890) σσ. 36­54).

Page 154: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 484 —

λοδώρειοι δεν ανέχονται εξαιρέσεις ούδενος είδους εις τους ρητορικούς νόμους, οι Θεοδώρειοι ναί.

Πόρισμα : άμετάβλητον τών μερών του λόγου δια τους Άπολλοδω­

ρείους, μεταβλητόν — μέχρι της καταργήσεως ενός εξ αυτών — δια τους Θεοδωρείους, οϊτινες αναλαμβάνουν δι' εαυτούς μεγαλυτέραν έλευθερίαν κινήσεων εις τήν εκφρασιν.

Αύτη ασφαλώς είναι αξιοσημείωτος άντίθεσις — άλλα μόνον έπ' αυ­

τού —, ήτις άπαντα μεταξύ τών γραμματικών ( ά ν α λ ο γ ι σ τ α ί άφ' ενός και ά ν ω μ α λ ι σ τ α ί άφ' ετέρου), μεταξύ τών φιλολόγων (κ α θ α­

ρ ο λ ό γ ο ι και ά ν τ ι κ α θ α ρ ο λ ό γ ο ι ) και μεταξύ τών δικαστών ( p r o c u l i a n i και s a b i n i ani ) . Έν συμπεράσματι, οι Άπολλοδώρειοι είναι αυστηροί παραδοσιακοί, οι Θεοδώρειοι όλιγώτερον κονφορμισταί (αλλ' ουδόλως ά ν τ ι κ ο ν φ ο ρ μ ι σ τ α ί ) .

Ή μεγαλύτερα διαφορά, αντιθέτως, ευρίσκεται περί τον όρισμόν της ρητορικής. Μία ακριβής διασάφισις του Κουϊντιλιανοϋ ι βέβαιοι ότι δια τον Άπολλόδωρον το καθήκον του ρήτορος είναι τό π ε ί θ ε ι ν μ έ σ ω α π ο δ ε ί ξ ε ω ν (ρητορική πειθούς δημιουργός), δια τον Θεόδω­

ρον, αντιθέτως, παρά τήν πειθώ δέν πρέπει και δεν δύναται να έλλείπη τ ό π α θ η τ ι κ ό ν σ τ ο ι χ ε ί ον, ζωοποιόν του λέγειν. Είναι ή θεωρία της ρητορικής ­ επιστήμης εναντίον τής άλλης, τής ρητορικής ­ τέχνης.

Έξ αύτοϋ ή άπολλοδώρειος ορθοδοξία έναντι του διδάγματος έν αντι­

θέσει προς τήν Θεοδώρειον έτεροδοξίαν. Σκιαγραφοϋντες τοιουτοτρόπως τήν έριδα, ας προσέξωμεν όμως ότι

ενδείκνυται όπως έλαττώσωμεν τάς σχηματοποιήσεις : είναι πεπρωμένον αυτών να αποκτούν δύναμιν, ακριβώς δταν παρουσιάζωνται ύπό μορφήν καθαρας αντιθέσεως. "Ας λάβωμεν ώς παράδειγμα τό θέμα του πάθους (τό όποιον ενδιαφέρει ήμας περισσότερον)' θα ϊδωμεν, ότι, αν και οί Θεο­

δώρειοι έξεθείασαν τήν σπουδαιότητα τούτου, δέν δύναται τις να άποκλείση και άπό τους άπολλοδωρείους τον σεβασμόν προς τήν έμπνευσιν. Και επί πλέον, εννοείται, και τό π ά θ ο ς έλάμβανεν ύπό τών οπαδών του'Απολλο­

δώρου τήν ενταξίν του : εύρισκε θέσιν, παραδείγματος χάριν, ακριβώς εις τ ό π ρ ο ο ί μ ι ο ν και εις τον έ π ί λ ο γ ο ν 2 , ήτο δι' αυτούς μία εμπνευσις «ρυθμισμένη» και άναπηδώσα μόνον κατά τήν στιγμήν, καθ' ην τό προδιέ­

γραφεν ή κανονιστική, ενώ δι' ενα Θεοδώρειον είναι ή είσόρμησις, ήτις δέν ανέχεται εντολάς, ήτις δέν αναμένει προδιαταχθεΐσας λήξεις, άλλ' εκ­

φράζει τήν δραματικήν εκρηξιν τών παθών τήν ιδίαν τήν στιγμήν τής πυρώσεώς των.

1. Inst. 2, 15, 12 και 2, 15, 21. 2. Anonym. Seg., 27.

Page 155: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 485 ­

Άμφότεραι αί κατευθύνσεις, λοιπόν, αποδέχονται το πάθος, αλλ' ή Θεοδώρειος εμπιστεύεται εις τοΰτο τον ρόλον του πρωταγωνιστοϋ, ενώ ή Άπολλοδώρειος βλέπει τοΰτο χαλιναγωγημένον και υπό τα ηνία του λογικού (και ύπ' αυτήν τήν εννοιαν δύναται να έξηγηθή ή μετά πεποιθή­

σεως αναφορά τοϋ άπολλοδωρισμοϋ εις τον Αριστοτέλη, ή ύποστηριχθεΐ­

σα ύπό τοϋ Rostagni). Tò π ά θ ο ς δια τον Άπολλόδωρον πείθει, δια τον Θεόδωρον εξίστηοΊ, ακόμη και ενθουσιά.

Ούτω οί όροι τοϋ ζητήματος αποσαφηνίζονται ώς έξης : ή ρητορική οφείλει να τηρή τον σεβασμόν προς το σύνολον τών γραμματικών κανόνων ένθέτουσα εις τα αντικειμενικά και αναγκαία ταΰτα διαγράμματα τό αύθόρ­

μητον της εμπνεύσεως ; ή οφείλει να στηρίζεται έπί της άμεσότητος τοϋ π ά θ ο υ ς , επί της εκρήξεως της ψυχικής καταστάσεως και επί τής ψυχα­

γωγοΰ δυνάμεως τήν οποίαν κατέχει αΰτη, ύποτάσσουσα εις τό πρωταρχι­

κόν τοΰτο στοιχείον τήν λεξιλογικήν και στυλιστικήν ερευναν και τό όφελος εκ μιας «δοξασίας περί τοΰ λόγου» ορθολογικώς και επιστημονι­

κώς ώργανωμένης επί τών κανόνων τούτου ; 'Εάν τό Δοκίμιον περί "Υψους τοποθετήται εις εν χρονικόν διάστημα

σχετικώς βραχύ, έκτεινόμενον άπό τής εποχής τοΰ Αυγούστου εως τήν τοΰ Καλλιγούλα, εις τό σημεΐον τοΰτο δύναται νά παρεντεθή εις τήν πολιτι­

στικήν διαμάχην με τό άναφερόμενον εις αυτό ζήτημα. Τοΰτο αντιπροσω­

πεύει μετ' ακριβείας μίαν θέσιν ισορροπίας σεβομένην τήν r é g u l a , αλλ' ακόμη περισσότερον τήν εμπνευσιν.

Επίλογος

Έκ τών ήδη λεχθέντων συνάγεται, ότι ή έννοια τής ρητορικής κατά τήν αρχαιότητα, λόγω τής θέσεως αυτής, μεσολαβήσεως μεταξύ τής περιο­

χής τής άμεσότητος και τής λελογισμένης μεσολαβήσεως — αισθητική και λογική — έχει ύποστή τάς αμφιταλαντεύσεις τάς οποίας πότε ή μία, πότε ή άλλη προεκάλουν έπ' αυτής : πότε ή αισθητική προσεπάθει να απορρόφηση τήν ρητορικήν υπό τήν κυριαρχίαν της (άνθρωπίνην, ύπο­

κειμενικήν και δια τοΰτο, πλην τής δαιμονικής καταλήψεως τείνουσα εις σοφιστείαν κατά τον Πλάτωνα) και να τήν ύποτάξη, πότε ή έπαληθεύουσα φιλοσοφική σκέψις έξήσκει τήν ύποβολήν της, προσελκύουσα τήν ρητο­

ρικήν προς τήν περιοχήν τής όρθολογικότητος και τής καθολικοποιούσης ακριβείας.

Έξ αυτών τών συνεχών άμφιταλαντεύσεων δέον όπως συμπεράνωμεν ότι εϊτε επιστήμη είναι αΰτη είτε πρακτική — τ έ χ ν η ή ε μ π ε ι ρ ί α — κα­

ταλήγει νά έκφράζη λίαν ασταθή προβληματικήν και έκ τοΰ ίστορικοΰ αυ­

τής γίγνεσθαι δέν απομένει ειμή δυσάρεστος άνάμνησις μιας σειράς προσπα­

Page 156: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 486 —

θειων τεινουσών να εδραιώσουν έκαστη εν σύστημα διδαγμάτων, εγκύρων όλων κατά προσέγγισιν, άπο πλευράς ευθυκρισίας ακόμη και όταν φαίνον­

ται εν αντιθέσει μεταξύ των. Έν τούτοις, αν και επικρατεί ή γνώμη, ότι ή αρχαία ρητορική έχει

ύπερβαλλόντως ύποστή τήν ελξιν τής ανωτέρας πνευματικής σφαίρας προσπαθούσα να προσλάβη Ιδιότητας επιστημονικής γνώσεως (εις βάρος μιας διευρύνσεως προς τήν κατεύθυνσιν τής ταυτότητος εκφράσεως και γλωσσολογίας, εις τήν οποίαν ή σκέψις κατώρθωσε να φθάση μέσω του επιπόνου δρόμου ό όποιος εκ του Vico και του Baumgarten οδηγεί εις τον Croce), τό Δοκίμων περί "Υψους αποτελεί ζωντανήν άπόδειξιν του άλλου αιτήματος, τό όποιον ακόμη και ή αρχαία ρητορική προήγγειλε, τιθέμενον όχι μόνον ώς τάσις προς ερευναν των οργάνων τής πειθούς, άλλ' επίσης και ώς έρευνα των θεμελίων τής τέχνης τοΰ λέγειν, τής έκπορεύσεως των πρώτων απαρχών τής λ έ ξ ε ω ς , τής άμεσου στιγμής τής δημιουργίας τοΰ λεκτικοϋ : τόσον, ώστε να δυνάμεθα να συμπεράνωμεν, ότι ή ρητορική ένεΐχεν έν εαυτή από τής αρχαιότητος τα σημεία τής εύθραυστότητος — ώς αυτόνομος επιστήμη — ώς και τό αίτιον τής διασπάσεως αυτής εις διπλήν κατεύθυνσιν, προς τήν κατεύθυνσιν τής ποιήσεως δηλαδή και του διαλο­

γισμοΟ, τάς οποίας φανερώνει είς τό λεκτικόν τής τέχνης και τό λεκτικόν τής επιστήμης, εις τήν ύπηρεσίαν των οποίων τίθεται ή γλώσσα των γραμ­

ματικών ώς ιστορική άντικειμενοποίησις αμφοτέρων τών εκφραστικών μορφών.

Τό περί "Υψους θεωρείται έν τή λογοτεχνία ώς δοκίμιον ρητορικής, ενώ τουναντίον είναι μία μαρτυρία τής διασπάσεως ταύτης. Ό άγνωστος συγγραφεύς, ενώ μας οδηγεί θαρραλέως εντός του κόσμου του καλλιτέχνου, δέν αποφεύγει να συμβουλεύη μερικούς στυλιστικούς κανόνας, αξιωμα­

τικούς, οίτινες συμβάλλουν βεβαίως εις τήν καλλιέπειαν τής εκφράσεως άλλ' υπό τήν άπαράβατον προϋπόθεσιν τής μεγαλοφυούς εμπνεύσεως, ήτις τροφοδοτείται υπό τοΰ πάθους και βοηθείται ύπό μιας φυσικής ικανότητος όπως πλησίαση τό νψος.

Μετάφρασις Ά ρ ι σ τ έ α ς Ρ ά λ λ η

Page 157: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

ΙΩ. ΚΟΥΧΤΣΟΓΛΟΥ Φιλολόγου ­ Συγγραφέως

ΜΙΑ ΣΚΙΑΓΡΑΦΙΑ

ΗΡΑΚΛΗΣ Ν. ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ Πάσα γαρ ψνχή, άκουσα, στερείται της αληθείας.

Ε π ί κ τ η τ ο ς , «Διατριβαί».

Οί πνευματικές δυνατότητες του Ηρακλή Ν. 'Αποστολίδη, πού αύτοα­

ξιοποιήθηκαν μερικά ', δεν είναι κάτι το συνηθισμένο στον τόπο μας. Ήταν, αυτοδύναμα, ή ενσάρκωση του πλάτους και του βάθους, της σπάνιας διανοητικής ευλυγισίας. Άγχίνοια πολυδιάστατη. Ή σοφία δέ στάθηκε γι' αυτόν μια σκέτα γόνιμη γνωστική αφομοίωση, αλλά και μια πολλαπλή αρετή. Τον κέντριζε για πλατύτερες αναζητήσεις, γι' αναθεωρήσεις, άνα­

τοπσθετήσεις, γι' ανανεώσεις καινότροπες, για εντόπιση θετικών κι αρνη­

τικών «θέσεων» αυθεντιών του Λόγου, για ηθικές και κοινωνικές ανα­

κατατάξεις, μέ ζωτικές, συχνά έξω­τοπικές κ' έξω­χρονικές, προεκτάσεις. 'Εραστής φλογερός του κλασικού και οικουμενικού, παρέμενε άντιδο­

γματικός σέ κάθε περίπτωση. "Εβλεπε στο δόγμα μια στατικότατα τυπο­

ποιημένη ­ σ' όποιο δόγμα. Επέμενε στην αέναη ροή τών πραγμάτων, πού τή θεωρούσε σαν πάγιο νόμο της άνασυνθέσεως, τοΰ γίγνεσθαι, της ατελεύτητης πορείας τοΰ Παντός. Κι όμως οί αιώνιες αξίες, μ' όλη τήν εκάστοτε προσαρμογή τους στον ίστορισμό, δέν έχαναν, γι' αυτόν, τον πυρήνα τής ουσιαστικής συστάσεως τους, ούτε τή γενικώτερη μορφολογική καί νοηματική τους υφή. Δέν έπαυε να προβληματίζεται μέ προσωπικούς προσανατολισμούς, πού διέπονταν από έντονην αφαιρετική τάση πιθανο­

κρατίας ή αγνωστικισμού.

1. Ιδρυτής τής Ενώσεως Συντακτών μέ τον Ίω. Κονδυλάκη (1911), συνεργάτης τών «Καιρών», τοΰ «Σκρίπ», τής «Εσπερινής», τής «Νέας Ελλάδος», τής «Νέας Ημέ­

ρας», αρχισυντάκτης τής «Ήχους τής Ελλάδος» κλπ., γενικός γραμματεύς τής «Μεγά­

λης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας» (1926­1934). 'Εξέδωσε τήν «Ποιητικήν Ανθολογία» (1708 ­ 1959), πού βγήκε εννέα φορές συμπληρωμένη, «Τό άλλο στην Ανθολογία» (1964), το «Διήγημα ανθολογημένο» (1960, τρεις τόμοι), τα «Ένάριθμα» (1967), τα «Υστερό­

γραφα» (1968) και τα «Τελευταία» (1968). Πληροφορούμαι, ότι πολλά ανώνυμα δημοσιεύ­

ματα του συγκεντρώνονται για νά βγουν σέ τόμους.

Page 158: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 488 —

Και μόνο τα ποικιλώτατα διαβάσματα του — διαβάσματα άπό πάθος αχόρταγο και μ' έπιφυλακτικήν, ωστόσο, αποδοχή θέσεων — αποδείχνουν σε τί απροσδιόριστους ορίζοντες κινιόταν. Δεχόταν, όμως, ανεπιφύλακτα την ενότητα της πνευματικής ενέργειας, τήν αλληλοσυμπλήρωση των δια­

χωριστικών τομέων της. Περιδιάβαζε άνετα σε κάθε περιοχή πνευματικής δραστηριότητος, και είχε κατασταλαγμένες, ΰστερ' άπο πολυχρόνια βασα­

νιστικήν ερευνητική διαδικασία, απόψεις για τα πιο διαφορετικά θέματα. Τήν πιθανοκρατία του τήν εκτιμούσες και τήν αναγνώριζες στην

ίσόκυρη δσο κι άντιθετικήν επιχειρηματολογία, πού ανέπτυσσε, με τον πυκνό προφορικό του λόγο, πάνω σ' ενα θέμα, όπου μπορούσε να διατύπω­

ση κάμποσες αντίθετες θέσεις, δίνοντας σ' όλες τήν 'ίδια βαρύτητα, χωρίς να σταματά ιδιαίτερα σε καμιά. Μερικοί αυτό τολεγαν άντιφατισμό, δίχως να προσέχουν, ότι οί αντιθέσεις τούτες δεν άλληλοαναιροϋνταν, γιατί είχαν όργανικήν αυτοτέλεια, ετερότητα. Τις ξεχώριζε ή εννοιολογική συστοιχία, ή αμοιβαιότητα (corrélation) της καθεμιάς. Δεν ϊσχυε, δηλαδή, εδώ εκείνο πού λέμε στην τυπική Λογική «αντιφατική αντίθεση», με τήν προϋπόθεση, ότι ή μια έννοια καί κρίση είναι απλή άρνηση της άλλης. Έπειτα μήν ξεχνάμε καί τήν «αρχή της αντιφάσεως», σύμφωνα με τήν οποία δεν μπορούμε να κάνουμε θετική κι αρνητική μαζί κρίση για το ϊδιο πράγμα, γιατί κάθε έννοια πρέπει να παίρνεται με τήν αυτήν άποψη καί σημασία, διαφορετικά έχουμε σοφίσματα καί παραλογισμούς. Για τούτο ή «αρχή της αντιφάσεως» αποτελεί «αρχήν βεβαιοτάτην πασών», κατά τον 'Αριστοτέλη. Βασικά, πρόκειται για — νά τον πούμε «διαλεκτικόν» ; — ένδεχομενισμό (τηρώ τις απαραίτητες αναλογίες) : κάθε πράγμα, πού δεν είναι αναγκαστικά όπως είναι, άλλα μπορούσε ή νά μήν ύπάρχη καθόλου ή νά ύπάρχη άλλοιώς άπ' δ,τι υπάρχει. Ή πιθανοκρατία του ξεκινούσε από τον σχετικισμό της γνώσεως. Χωρίς νά τοΰ λείπη ή κάποια μεταφυσική απόχρωση, τον σταματούσε οδυνηρά ή θανάσιμη ανεπάρκεια του άνθρωπο­

μορφισμού. "Ετσι διέγραφε, μοιραία, έναν μηδενιστικό φαύλο κύκλο. Σε τελευταίαν ανάλυση, το μόνο πού θεωρούσε βέβαιο, ήταν, ότι οί υπο­

θέσεις, οί συλλήψεις καί οί επαληθεύσεις δραστηριοποιούνται μέσα στά πλαίσια τοΰ «πλάσματος» (Fiktion). Κι εδώ συγκλίνει με τις αρχές τοΰ Vàhinger, τοΰ περίφημου εισηγητή της φιλοσοφίας τοΰ «As ob» («Σάν Νά»), πού υποστήριξε, ότι ή αλήθεια είναι «ή σκοπιμώτερη πλάνη».

Τον ηθικό παράγοντα τον ανήγαγε σε ζήτημα έντιμότητος κι αξιο­

πρέπειας τοΰ άτομου, μ' αφετηρία τήν παγανιστικά ασκητική δυναμικήν αυτοπειθαρχία. Εύγλωττοι οί αφορισμοί του αυτοί άπό τα «Ένάριθμα» : «'Απαιτητικός ; Άπαιτητικώτατος, άλλα κυρίως άπό τον εαυτό σου». «Εύγένιζε κ' εύγενίζου». «Μπορείς ! Δε φαντάζεσαι τί μπορείς ! Καί μόνος ! Τόλμα, λοιπόν, με σύνεση καί φειδώ». «Ζεύγου μόνος στή δουλειά, νά μή

Page 159: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 489 —

θέλεις ζευγολάτη». «Και το καλό και το κακό τιμωρούν όταν τα υποτιμάς». «Πρώτα το δίκιο του άλλου κ' υστέρα το δικό σου». «Σε θέλω και νά 'χεις Θεό και να μην προσκυνάς». Ή αυτοπειθαρχία, στην περίπτωση μας, απορ­

ρέει άπό ενα συνειδητοποιημένον αυτοσεβασμό, ή από ενα συνειδητόν εθισμό του «εύ πράττειν». Κι ακόμη, από μιαν έξαντλητικήν αύτεπίγνωση, μ' έμμονη σφυρηλάτηση των δυνατοτήτων μας. Πίστευε πώς καλλιεργείται, βέβαια, τό ηθικό συναίσθημα, ή πώς διαμορφώνεται ή ηθική συνείδηση με τήν αγωγή, πού ισχυροποιεί τή βούληση κι εξισορροπεί τό άτομο απέναντι τοϋ έαυτοϋ του (εξυφαίνοντας τό ήθος άνάμεσ' άπό τή σωματική και ψυχικήν αντοχή στις λογής δοκιμασίες), φτάνει νά μήν παίρνουμε τήν αγωγή σαν αυτοσκοπό, παρά σαν αρρενωπή, σπαρτιατική διαδικασία εξανθρωπισμού τοϋ άνθρωπου. 'Επιβάλλεται, πρώτιστα, ή, όσο γίνεται πιο γόνιμη, αύτοεμπιστοσύνη και ή διάλυση παραπλανητικών, καθ' υπέρ­

βαση αυταπατών. Δεν παραδεχόταν γενικές αρχές και προσπερνούσε τις συστηματοποιήσεις. Ό σ ο για τήν ομαδική κοινωνικήν ηθικότητα, νομίζω πώς τήν έκδεχόταν σα φαινόμενο έτεραρχικής πειθαρχίας.

Τί έδωσε, αλήθεια, ό Η. 'Αποστολίδης άπό τήν πληθωρικότητα του πνεύματος του ; "Ενα μικρό ποσοστό. "Εδειξε, μόνο, τ ί θα μ π ο ρ ο ύ σ ε ν α δ ώ σ η. Γιατί άφηνε τήν εντύπωση άνθρωπου απεγνωσμένα φειδωλού σε πληρότητα δημοσίων εκδηλώσεων. Οί καθαρά δημιουργικές του εκδη­

λώσεις έμειναν, κυριώτατα, για τον εαυτό του. Τις ήθελε, αποκλειστικά, για λογαριασμό του. Μοΰ εξομολογήθηκε κάποτε, ότι καταπιάστηκε νά ολοκλήρωση μια δική του κοινωνιολογία, για νά «αύτοπληροφορηθή» τί μπορεί κι ώς πού μπορεί. Καί, κατόπι, έσκισε τα χειρόγραφα. . . Με τή συγκέντρωση καί τήν προσεχή έκδοση σε τόμους πολλών ανωνύμων — καί σκόρπιων — δημοσιευμάτων του, θα φωτισθή καί άπό μιαν άλλη πλευρά ή πνευματική του προσωπικότητα.

Διαβρωτικά, φοβάμαι, βίωνε τό άσκοπο καί τό μάταιο, πού τοΰ προ­

καλούσαν ανάσχεση της δημιουργικής του παρουσίας, ή τον παρότρυναν σ' ανέφικτες αξιώσεις νά τα ξεπεράση. Τον είπαν, λοιπόν, «άγονο» (κι ας επεξεργάστηκε ριζικά ξένα έργα, κι ας έγραψε για τρίτους, πολύ γνωστούς καί καθιερωμένους...), αν κι ό χυμώδης προφορικός του λόγος δέ γνώριζε σταματημό σαν άρχιζε νά κυλά, πλημμυρίδα πραγματική, πού δρόσιζε τους γύρω μέ φρεσκάδα κ' ευρωστία. Πολλοί τον χαίρονταν αυτόν τον άπεφθο, πέρα γιά πέρα άντιρρητορικό κι άντισυμβατικό λόγο.

Όπως μιλούσε, έτσι κ' έγραφε, πολύμοχθα, ωστόσο, κυριεμένος άπό τήν αγωνία της άρτιας μορφής. Τάχα ένας τέτοιος λόγος ήταν εύκολο νά ύποταχθή στους αυστηρούς κανόνες της πλαστικής γραπτής γλώσσας καί να γίνη, άπό εξαίρετο «άκουσμα», πολύτιμο «ανάγνωσμα» ; Γιατί άλλοι πάλι έβρισκαν κουραστικό τον γραπτό του λόγο, παραφορτωμένον άπό

Page 160: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 490 ­

μεταφορές και παρεκβάσεις. Τους ξάφνιαζε δυσάρεστα, φαίνεται, ή διαρκής στροφή προς τα μέσα, ή έσωτερικοποίηση των λέξεων, ή κυκλική πορεία του έπίμοχθου θεωρητισμοϋ και ό — συχνά βραδυκίνητος — ρυθμός της σκέψεως και τών συναισθηματικών αντιδράσεων, ένδειξη του πόσο άκρι­

βοζύγιζε ό συγγραφέας δσα προσπαθούσε να διατύπωση, ακόμη και κατά τήν ύστατη στιγμή της οριστικής μορφοποιήσεώς τους.

"Αν και τον Η. 'Αποστολίδη τον γνώριζες καλύτερα με τήν άμεση επαφή, πάντα ή «δημόσια» προσφορά του δείχνει έναν άκαταπόνητον ερ­

γάτη τοϋ πνεύματος. Ή συμβολή του στην Εγκυκλοπαίδεια του «Πυρσού», σε μια περίοδο πού το έδαφος για ένα τέτοιο εγχείρημα ήταν στην Ελλάδα παρθένο, προδίδει αυτοπεποίθηση, οξυδέρκεια καί πολυμέρεια. Τα γραφτά του εκεί προβάλλουν έναν ενημερωμένο καί μεστωμένο στοχαστή. Ποιος άλλος θα μπορούσε να τα βγάλη πέρα μέ μια τόσο συντριπτική δουλειά ; Ή μελέτη του για τον Γιάννη 'Αποστολάκη — πού για τον ίδιον ανοικονό­

μητο, σκληρόν άρνητή Αποστολάκη στάθηκε αποκαλυπτική έκπληξη — αποτελεί τεκμήριο συνθετικής αυτάρκειας. Οί ανθολογήσεις του, έπειτα, έκτος άπό τον πλήρη ειδικό κατατοπισμό, δικαιώνουν απτά τήν εκλεκτική του όσφρηση, τήν κριτική του οξύτητα, τή λεπτή του ευαισθησία καί τήν ακμαία αισθητική του συνείδηση. Είναι μια προσφορά εγγυημένης ποιότη­

τος. Τέλος, ή άποφθεγματογραφία του θάπρεπε να θεωρηθή σαν απόσταγμα κ' επιστέγασμα πολυεδρικής ένατενίσεως. Έχει μιαν έπιγραμματικότητα τόσο συμπυκνωμένη ! Στοχασμός διεισδυτικός, μύχια τρεμοσαλέματα, δεοντολογία παραινετική, κατ' αίσθηση καί κατά διαίσθηση εμπειρία.

Στερνά, μας έλεγε ό Ρένος, καθώς ξεκινούσαμε μετά τήν ταφή, δήλωσε κοφτά : «Πεθαίνω όποτε θέλω εγώ, όχι όποτε θέλει ό Γεραμπής !». Ή ανα­

στάτωση τών αγαπημένων προσώπων τοϋ οικογενειακού του περιβάλλοντος δέ φάνηκε να τον επηρέασε πολύ. Νάταν οί σωματικές παθήσεις, πού τον ταλαιπωρούσαν καιρό, φέρνοντας τον σέ αδιέξοδο, ή τοταξε στον ίδιο να κάμη τό δίχως γυρισμό ταξίδι όταν τούρθη ή μαύρη πεθυμιά ; Καί παρα­

μέλησε, πεισιθάνατα, τή θεραπεία πού τοϋ επέβαλαν οί γιατροί, ως τό σημείο πού άλλο δέν έπαιρνε πιά.

Ό Ήρ. Ν. 'Αποστολίδης αύτοαδικήθηκε ηθελημένα σαν άνθρωπος τοϋ πνεύματος, αντιμετωπίζοντας, μέ καρτερική νηφαλιότητα καί πικρή γεύση, τήν τυφλή μας μοίρα μέσα σ' ένα θολό Σύμπαν. Γιατί είχε τραγικά κατανοήσει, ότι οί υπέρμετρες ανθρώπινες ανάγκες καί προθέσεις δέν αντι­

στοιχούν ούτε καί στις ευτυχέστερες ανθρώπινες πραγματώσεις.

Page 161: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

ΑΓΗΣΙΛΑΟΥ ΠΑΤΑΓΑΝΑ Δικηγόρου

ΝΟΒΕΛΛΟΝ, ΝΟΥΒΕΛΛΟΝ, ΥΠΟΝΟΒΟΛΟΝ

Εις το περιοδικόν «Παρνασσός», τεύχος Ιανουαρίου ­ Μαρτίου 1970, έδημοσιεύθη μικρά μελέτη μου περί την λέξιν νπονόβολον εξ αφορμής προηγηθείσης ανακοινώσεως του κ. Στεφ. Μακρυμιχάλου επί της αυτής λέξεως, δια της οποίας μελέτης μου διευκρίνιζον ώρισμένα σημεία περί τήν ερευναν τής εννοίας τής λέξεως ταύτης.

Ό κ. Μακρυμίχαλος διετύπωσεν επί τής ανωτέρω λέξεως ιδίαν γνώμην, διότι δεν ηθέλησε να δεχθή τα όσα οί ερωτηθέντες ύπ' αύτοϋ κ. κ. Τ. Γριτσό­

πουλος και Π. Ζέπος έθεσαν ύπ' δψιν του πριν ή προβή εις τήν άρχικήν άνακοίνωσίν του. Ούτω επανέρχεται ό κ. Μακρυμίχαλος επί του αύτοϋ θέματος δια δευτέρου δημοσιεύματος εις το αυτό περιοδικόν «Παρνασσός», τεύχος 'Απριλίου ­ 'Ιουνίου 1970, εξ αφορμής τής ανωτέρω μελέτης μου, και διατυπώνει τον φόβον του ότι δεν θα έδιάβασα προσεκτικά τήν άνακοί­

νωσίν του πριν ή ασχοληθώ κατ' ιδίαν περί του θέματος. Όμολογώ κατεπλάγην δταν άνέγνωσα ότι διετύπωσα τάς σκέψεις μου

δια τήν λέξιν νπονόβολον κατά λίαν άξιωματικόν τρόπον, ώς επίσης ότι αί εκ μέρους μου παρερμηνίαι είναι πολλαί και διάφοροι κατά τον κ. Μακρυ­

μίχαλον και ακόμη, οτι ανέπτυξα θεωρίαν περί τήν λέξιν άντίθετον τής πραγματικής εννοίας της, μη φεισθέντος τοϋ κ. Μακρυμιχάλου μάλιστα και θαυμαστικών δια τάς διατυπωθείσας σκέψεις μου. Θα προσπαθήσω δια μίαν ακόμη φοράν να θέσω τα πράγματα εις τήν θέσιν των, παραλεί­

πων να προσθέσω θαυμαστικά εις όσας σκέψεις ό κ. Μακρυμίχαλος διετύπωσεν εις τήν δευτέραν του άνακοίνωσίν.

Κατ' αρχήν, παρά τήν βαρύνουσαν γνώμην τών κ. κ. Τ. Γριτσοπούλου, διαπρεπούς ιστορικού, και τοϋ καθηγητού Π. Ι. Ζέπου, ότι ή λέξις νπονό­

βολον είναι διάφορος τύπος τοϋ νομικοΰ όρου νόβελλο ή νούβελλο με τον όποιον είναι γνωστή ή εμπράγματος σχέσις τής έδαφονομής, και ότι επί πλέον πρόκειται περί θεσμού ό όποιος προήλθεν εκ του Ενετικού δικαίου άπαντώμενος και εν τω Ίονικω δικαίω (ας διάβαση ό κ. Μακρυ­

μίχαλος τήν πρώτην του άνακοίνωσίν), δεν νομίζει ότι αί ανωτέρω παρα­

τηρήσεις αποτελούν έξήγησιν.

Page 162: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 492 —

Διερωτώμαι όθεν διατί έν προκειμένω ό κ. Μακρυμίχαλος ζητεί άπο έμέ τάς πηγάς της υπ' έμοϋ υποστηριζόμενης γνώμης δια τήν λέξιν ύπονό­

βολον, άφοϋ ευθέως ταύτας έδωσαν εις αυτόν οί ανωτέρω ειδικοί έρευνηταί. 3Αλλ' ανεξαρτήτως τούτου, ό κ. Μακρυμίχαλος παρεμβάλλει τήν προσω­

πικήν του γνώμην, τήν οποίαν στηρίζει εις το περιεχόμενον της αποδεί­

ξεως του ηγουμένου της Μονής Καρυας, και αποφαίνεται ότι μία είναι ή πιθανή έξήγησις, ήτοι ότι ό ηγούμενος, γνώστης μιας άλλης λέξεως (νπό­

βολλον) του Βυζαντινού οικογενειακού δικαίου και θέλων να έντυπω­

σιάση τους άγρότας νοβελιάριδες με τάς γνώσεις του, μετέβαλε τον ανω­

τέρω νομικον δρον ύπόβολλον, ό όποιος έσήμαινε τήν προγαμιαίαν δωρεάν, εις ύπονόβολον.

'Ομολογώ ότι δεν διαθέτω τόσην φαντασίαν. "Αν και δια του δημοσιεύ­

ματος του προφυλάσσει εαυτόν ό κ. Μακρυμίχαλος άπο τήν παρακεκινδυ­

νευμένην σκέψιν του, διότι τα όσα γράφει είναι ατομική του γνώμη, δεχό­

μενος ώς πιθανήν τήν έξήγησιν πού δίδει, δεν φαίνεται να ήσθάνθη τήν ανάγκην να έπεκτείνη τήν έρευνάν του ή ακόμη και τήν σκέψιν του πέραν της πιθανής έξηγήσεώς του. Νόβελλο ή νούβελλο και ύπονόβολο έχουν τήν αυτήν εννοιαν, ήτοι δεν σημαίνουν τό καταβαλλόμενον εις είδος ή χρήμα ύπό του καλλιεργητού είς τον γεωκτήμονα, άλλα απηχούν νομικήν σχέσιν συνδέουσαν τον γεωκτήμονα με τον καλλιεργητή ν, τήν άφετηρίαν τών οποίων ανωτέρω λέξεων εύρίσκομεν έν τω Ένετικω δικαίω και μετά ταύτα εϊς τό δίκαιον τών 'Ιονίων νήσων, ώς και έν συνεχεία έν Ελλάδι, όπου ή λέξις νόβελλο θα υπέστη κάποια άνασύνθεσιν λόγω τών τοπικών γλωσσικών ίδιωτισμών. Μήπως δεν άκούομεν καθημερινώς τους άνά τάς 'Αθήνας λαχειοπώλας ν' αναγγέλλουν «σ ή μ η ρ η ς κληρώνει το λαϊκό», αντί του «σήμερα κληρώνει. . .». Επομένως εάν εις τήν λέξιν νόβελλο ή νονβελλο, άπό τήν οποίαν προήλθεν ή λέξις νπονόβολο, μετετράπη τό ε είς ο, τούτο ουδόλως άλλοιοΐ τήν νομικήν εννοιαν ταύτης, ούτε ακόμη δια της προτάξεως της προθέσεως «ύπό» ανατρέπεται ή ουσιαστική έξήγη­

σις της λέξεως. Δια τον λόγον αυτόν λέγω ότι ή λέξις ύπονόβολον έχει τήν εννοιαν

προς ό,τι λέγομεν σήμερον ύ π ο μ ί σ θ ω σ ι ν και όχι ώς εσφαλμένως έξέλαβεν ό κ. Μακρυμίχαλος ότι συνέδεσα ταύτην κατ' άναλογίαν προς τήν ύ π ο μ ί σ θ ω σ ι ν , διότι τούτο έπραξα προς παραλληλισμόν και μόνον και όχι προς συσχετισμόν.

Τέλος σφάλλεται ό κ. Μακρυμίχαλος Ισχυριζόμενος ότι εάν εϊχε τό ζήτημα ώς εγώ Ισχυρίζομαι, τότε ό ηγούμενος της Μονής Καρυας δεν φαίνεται να συνεβάλλετο δια λογαριασμόν της Μονής παρά μόνον δια να ύπονοβελιάση τα κτήματα κάποιου γεωκτήμονός. Είναι γνωστόν ότι ή Μονή Κ,αρυας, ώς και αί περισσότεραι Μοναί έν Ελλάδι, κέκτηνται ή

Page 163: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 493 —

έκέκτηντο μεγάλην κτηματικήν περιουσίαν, τήν οποίαν διέθετον εις καλ­

λιεργητάς, έξασφαλίζουσαι εισοδήματα δια της συμμετοχής των εις τήν παραγωγήν των νοβελίάρικων κτημάτων.

Πώς έξέλαβεν ό κ. Μακρυμίχαλος ότι, κατ' έμέ και επί τη βάσει των όσων έγραψα, ή Μονή Καρυας θα συνεβάλετο ώς νοβελιάρισσα με τον άρχικον γεωκτήμονα και θα νπενοβέλιαζε τα κτήματα εις τους καλλιερ­

γητάς απορώ. Φαίνεται ότι δεν ενόησε καλώς, ώς γράφει, τα λεγόμενα μου. Προσεκτικωτέρα άνάγνωσις της ανευρεθείσης και εις χείρας του κ.

Μακρυμιχάλου ευρισκομένης αποδείξεως του ηγουμένου θα τον έπειθε περί του λόγου το ασφαλές.

Έκ της επιστολής ταύτης προκύπτει ότι ό λαβών δραχμάς 2 ηγούμενος Γεράσιμος Λουρής τής Μονής Καρυας έπληρώθη δια το νπονόβολον του έτους 1881. 'Εάν ή λέξις νπονόβολον έσήμαινε τα όσα εις τήν άνακοίνωσίν του, ουχί ορθώς, εκλαμβάνει ό κ. Μακρυμίχαλος ώς πιθανήν έξήγησιν, θα επρεπεν ό ανωτέρω ηγούμενος δια τής αποδείξεως του να έδήλου ότι ελαβεν ή έπληρώθη το νπονόβολλον και όχι ότι έπληρώθη δια το νπονό­

βολον, άφου μάλιστα ό ηγούμενος φέρεται εγγράμματος με σχετικάς νομι­

κας γνώσεις καί, κατά τον κ. Μακρυμίχαλον, γνώστης τής Έξαβίβλου του 'Αρμενοπούλου, τής περιεχούσης τάς διατάξεις τών Βυζαντινών Αυτο­

κρατόρων. Ταϋτα έν συντομία προς άποτροπήν πάσης περαιτέρω επεκτά­

σεως τής έρεύνης επί του αμφισβητουμένου υπό του κ. Μακρυμιχάλου θέματος, διότι δεν φαίνεται ή λέξις νπονόβολλον ν' άντέχη εις μεγαλυτέραν βάσανον.

· · · · m • m

w

32

Page 164: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

Χ ρ ο ν ι κ ά

Τ Η Σ Σ Υ Ν Τ Α Ξ Ε Ω Σ

Είς το μετά χείρας τεΰχος τον «Παρνασσού» — τρίτον τον τρέχοντος έτους — κατα­

χωρίζεται εκ της σειράς των «παλαιοτέρων σελίδων» το κείμενον διαλέξεως τον Θεοδώρου Βελλιανίτον περί της Σχολής της Κερκύρας εν γένει, είδικώτερον ôè περί τον 'Ιακώβου ΊΊολνλά και τον Γερασίμον Μαρκορα, αμφοτέρων πιστών οπαδών και εθνικού μας ποιητον Διοννσίον Σολωμού και αγνών υποστηρικτών της δημοτικής παραδόσεως.

Δημοσιεύονται επίσης μελέτη τον καθηγητού της 'Ιστορίας τής 'Ελληνικής Φιλοσο­

φίας εν τώ Πανεπιστήμια) Νεαπόλεως κ. Giuseppe Martano — περί τον όποιον λόγος γίνεται κατωτέρω — υπό τον τίτλον «Ή μεταξύ αισθητικής και διαλεκτικής αρχαία ρητο­

ρική και ή θέσις τον Περί ύφους», τον καθηγητού τον Πανεπιστημίον Γεωργίον Θ. Ζώρα με θέμα τον Χάρον καί την άπεικόνισιν αυτού εις διάφορα βνζαντινά και μεταβυζαντινά στιχουργήματα, τον τακτικού σννεργάτον τού περιοδικού καί μελετητού τής 'Ιστορίας τής 'Ιατρικής Ίω. Ν. Δάμπαση περί τής 'Ιατρικής Σχολής τού Πανεπιστημίον τής Βολωνίας, τού φιλολόγον καθηγητού Δημητρίον Μιχαηλίδη άφορώσα εις τρία άγνωστα μεταβνζαν­

τινά κείμενα από χειρόγραφα τού Άγιου "Ορους, τού δρος Νομικής Νικ. Καλλέργη ­

Μανρογένη με θέμα τον ηγεμόνα τής Ούγγροβλαχίας Νικόλαον Ίωάννην Μαυρογένην, τής φιλολόγου καθηγήτριας 'Αγγελικής Πανωφοροπούλου ­ Σιγάλα υπό τον τίτλον «Το πάθος τής Διδούς για τον Αινεία στην ΑΙνειάδα τού Βεργιλίον» και μετάφρασιν των σχε­

τικών στίχων τής «Αίνειάδος», τού φιλολόγον βοηθού ­ γνμνασιάρχον Σπνρίδωνος Μο­

σχονά με θέμα το τραγικόν στοιχεϊον εις τον Προμηθέα Δεσμώτην τον Αισχύλου, εν τή οποία αναπτύσσονται και γενικώτεραι Ιδέαι περί τής αρχαίας τραγωδίας, τού άρχιτέκτο­

νος Γεωργίου Δημητροκάλλη περί τής εγκαταστάσεως Μικρασιατών εις Νάξον, τής φιλο­

λόγου καθηγήτριας Μαρίας Μαντονβάλου άφορώσα είς την άνακοίνωσιν άγνωστου μέχρι τούδε επιστολής τού 'Ανδρέου Αασκαράτου, απευθυνόμενης προς τον Ν. Αεβίδην καί σχε­

τικής περί τάς γλωσσικός θεωρίας του, τής φιλολόγου καθηγήτριας Στέλλας Γεωργαλά περί τών μεταθανάτιων εκδηλώσεων τής 'Ελληνικής Βουλής ύπερ τού μεγάλου 'Ιταλού ποιητού καί θαυμαστού τής κλασσικής 'Ελλάδος Ίωσία Carducci, τού διδ. 'Ιατρικής Γερ. Πεντογάλου περί τίνων νεωτέρων στοιχείων δια τον Ήλίαν Μηνιάτην έξ εγγράφων τής εποχής του, τού φιλολόγου Ίω. Κονχτσόγλον με θέμα την σκιαγραφίαν τού αποβιώσαν­

τος γνωστού σνγγραφέως Ήρακλ. 'Αποστολίδη, γενικού γραμματέως τής Μεγάλης 'Ελ­

ληνικής 'Εγκυκλοπαίδειας και εκδότου τής Ποιητικής 'Ανθολογίας τής νεωτέρας 'Ελλά­

δος, τού δικηγόρον 'Αγησιλάου Γιαταγάνα με θέμα το «Νόβελλον, Νονβελλον, Ύπονό­

βολον», το όποιον έχει ήδη απασχολήσει επανειλημμένως τάς στήλας τού περιοδικού μας. Είς τα «Χρονικά» καταχωρίζονται ή τακτική σννεργασία περί τής Μονσικής υπό

τού Γεωργίον Σκλάβου, σημείωμα τού ταξιάρχου έ.ά. Χαραλ. Περογιαννάκη περί τής ελληνικής εθνικότητος τού Κλαυδίου Πτολεμαίου, επιστολή τού δικηγόρον Γ. Ν. Αϊγια­

λείδον περί Κ. Καβάφη κλπ. Δημοσιεύονται επίσης τα αποτελέσματα τού 49ον Κάλο­

Page 165: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 495 —

καιρινείον θεατρικού διαγωνισμού, Προκήρυξις τον διαγωνισμού υποτροφιών Γ. Πολίτου, σημειώματα περί της Α' 'Επτανησιακής 'Εβδομάδος, της ιδρύσεως Νυκτερινού Γυμνα­

σίου τον «Παρνασσού» κλπ., το νπ αριθμόν 5 Δελτίον της πνευματικής Κινήσεως τον Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» υπό μ.μ., και άλλα σημειώματα.

Γ. Θ. Ζ.

Η Α' ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΗ ΕΒΔΟΜΑΣ ΕΙΣ ΚΕΡΚΥΡΑΝ 1970

Το Γ' Πανιόνιον Συνέδριον κατά την καταληκτήριον συνεδρίαν της 29ης Σεπτεμ­

βρίου 1965 είχε, σύν άλλοις, αποφασίσει, όπως κατ' έτος όργανοϋται «Επτανησιακή Έβδομος» εκ περιτροπής εις έκάστην των 'Ιονίων Νήσων, δια να αναπτύσσεται στενωτέρα πνευματική και ψυχική επαφή μεταξύ των Επτανησίων και αξιοποιείται, κατά το δυνα­

τόν, ή επτανησιακή πολιτιστική παράδοσις. Εις έφαρμογήν της αποφάσεως ταύτης, ή Εταιρεία Κερκυραϊκών Σπουδών ανέλαβε

τήν όργάνωσιν τής Α' Επτανησιακής 'Εβδομάδος εις Κέρκυραν, από 14ης μέχρι 20ης Σεπτεμβρίου 1970.

Κύριοι σκοποί τών πνευματικών εκδηλώσεων τής 'Εβδομάδος ταύτης, ώς καθορίζει αυτούς το σχετικον πρόγραμμα, ήσαν «ή ύπογράμμισις τής συμβολής τής 'Επτανήσου είς τήν Νεοελληνικήν άναγέννησιν και τής παρουσίας της είς τον πνευματικόν χώρον τής συγχρόνου 'Ελλάδος. Παραλλήλως ή άναθέρμανσις του θέματος τής 'Ιονίου 'Ακαδημίας δι' υπευθύνου συζητήσεως περί τοΰ περιεχομένου το όποιον δέον να λάβη είς περίπτωσιν αναβιώσεώς της».

Ή τιμητική επιτροπή τής 'Εβδομάδος άπετελέσθη άπό αρμοδίους παράγοντας, ή δέ εκτελεστική έκ τών κ.κ. Κ. Δαφνή, προέδρου 'Εταιρείας Κερκυραϊκών Σπουδών (όστις ύπήρξεν ό κύριος συντελεστής τής επιτυχίας τής 'Εβδομάδος), Σπ. Καζιάνη, προέδρου τής Φιλαρμονικής 'Εταιρίας Κερκύρας, Κ. Νικολάκη Μούχα, προέδρου τής 'Αναγνω­

στικής 'Εταιρίας και Στ. Φακιολά, προέδρου τοΰ Δικηγορικού Συλλόγου Κερκύρας. Κατά τήν Έπτανησιακήν 'Εβδομάδα, κληθέντες, έκαμαν ομιλίας επί 'Επτανησια­

κών θεμάτων οί ακαδημαϊκοί κ.κ. Δ. Ζ α κ υ θ η ν ό ς , περί τής Νέας 'Ελληνικής Λογο­

τεχνίας και συγκριτικής φιλολογίας, Γρ. Κ α σ ι μ ά τ η ς , περί τής συμβολής τής 'Επτανήσου στή νεοελληνική αναγέννηση, Π. Χ ά ρ η ς , περί του 'Επτανησιακού κρι­

τικού λόγου, οί καθηγηταί τοΰ Πανεπιστημίου κ.κ. Γ. Θ. Ζ ώ ρ α ς, περί νέων αγνώστων στοιχείων άπό τήν ζωήν και το έργον τοΰ 'Ανδρέου Κάλβου, Λ. Π ο λ ί τ η ς, περί τής δο­

μής τοΰ Κρητικού τοΰ Δ. Σολωμού, Κ. Γ ρ ό λ ι ο ς, περί τών Ελληνομαθών λογίων άπό τον 17° ώς τον 18° αιώνα, Δ. Λ ο υ κ ά τ ο ς , περί τής'Επτανησιακής λαϊκής παρά­

δοσης και τοΰ συγχρόνου χρέους, Ε. Μ ο υ τ σ ό π ο υ λ ο ς , περί τής διαμορφώσεως τής φιλοσοφίας τοΰ Πέτρου Βράϊλα Άρμένη, Αύγ . Σ ο ρ δ ί ν α ς , περί τών λίθινων εργαλείων άπό τήν προϊστορική Ζάκυνθο, ό επιμελητής Βυζαντινών 'Αρχαιοτήτων Π. Β ο κ ο τ ό π ο υ λ ο ς , περί τής Βυζαντινής τέχνης στην 'Επτάνησο, ή λογοτέχνις Μ. Δ α λ μ ά τ η , περί τοΰ Φώσκολου, κλπ.

Είς τα πλαίσια τής 'Εβδομάδος ώργανώθησαν είς τήν Ο ΐ κ ί α ν Σ ο λ ω μ ό ΰ, εκ­

θεσις έργων τοΰ Κερκυραίου ΰδατογράφου 'Αγγέλου Γιαλλινά και εις τήν αίθουσαν τής ' Α ν α γ ν ω σ τ ι κ ή ς ' Ε τ α ι ρ ε ί α ς εκθεσις παλαιών χαλκογραφιών τής Κερκύρας. Ώργανώθησαν επίσης περιηγήσεις ανά τήν πόλιν, συναυλία τοΰ Μουσικοΰ Σώματος τής Φιλαρμονικής 'Εταιρίας και έορταστικαί εκδηλώσεις είς τήν πλατεΐαν Γεωργίου Α' μέ έπίδειξιν ελληνικών και κερκυραϊκών χορών, με συμμετοχήν συγκροτημάτων έξ όλων

Page 166: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 496 —

των νήσων της 'Επτανήσου ώς και τοϋ συνόλου των Φιλαρμονικών. Τέλος, υπό του 'Οργα­

νισμού Κρατικών θεάτρων 'Ελλάδος εδόθη παράστασις μέ τό έργον «Το Ζαμπελάκι» τοϋ Δ. Ρώμα.

Την τελευταίαν ήμέραν τοΰ συνεδρίου εις τήν αΐθουσαν της 'Αναγνωστικής 'Εται­

ρίας και υπό τήν προεδρίαν τοϋ Επτανησίου ακαδημαϊκού κ. Δ. Ζακυθηνοϋ έγένετο ειδική συνεδρία, μέ συμμετοχήν αρμοδίων παραγόντων δια τήν μελέτην της ανασυστά­

σεως της 'Ιονίου 'Ακαδημίας. Μετά μακράς συζητήσεις οί παρόντες κατέληξαν εις τάς εξής αποφάσεις : α) να καταβληθούν προσπάθειαι δια τήν ταχυτέραν άνοικοδόμησιν τοϋ κτηρίου της 'Ιονίου 'Ακαδημίας, β) νά συνεχισθούν αί άπό μακροΰ άρξάμεναι ένέργειαι δια τήν ϊδρυσιν εις Κέρκυραν πανεπιστημιακής σχολής ή τμήματος, προσαρμόζοντος προς τήν ίστορίαν καί τάς πνευματικάς παραδόσεις της 'Επτανήσου, γ) να ίδρυθή νομικόν πρόσωπον ιδιωτικού δικαίου των φίλων της «'Ιονίου Ακαδημίας» υπό μορφήν Κέντρου 'Ερευνών συγκριτικής φιλολογίας και τέχνης, συγκριτικής μελέτης τών πολιτικών καί κοινωνικών θεσμών καί σπουδών, παλαιογραφίας καί άρχειονομίας. Προς τον σκοπον τοΰτον συνεστήθη πενταμελής επιτροπή, αποτελούμενη έκ τών καθηγητών Πανεπιστη­

μίου κ.κ. Δ. Ζακυθηνοϋ, Γ. Θ. Ζώρα καί Ε. Μουτσοπούλου, τοϋ διοικητού τής Κτηματι­

κής Τραπέζης κ. Κ. Άρλιώτη καί τοΰ πρ. αντιπροέδρου τοϋ Συμβουλίου 'Επικρα­

τείας κ. Δ. Καρβελα, 'ίνα φροντίση περί της εγκρίσεως τοΰ καταστατικοΰ καί τής οργανώσεως τής περαιτέρω δράσεως τοΰ Κέντρου.

Αί έργασίαι της 'Επτανησιακής 'Εβδομάδος έτερματίσθησαν μέ τήν εύχήν συγκλή­

σεως νέας 'Εβδομάδος κατά τό προσεχές έτος.

Η ΙΔΡΥΣΙΣ ΝΥΚΤΕΡΙΝΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΤΟΥ «ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ»

Έ ν τών κυριωτέρων θεμάτων, προς τό όποιον ευθύς έξ αρχής έστρεψε τήν προσο­

χήν της ή νέα 'Εφορεία είναι τό θέμα τών Νυκτερινών Σχολών, ή λειτουργία τών οποίων αποτελεί βασικόν κοινωνικόν σκοπόν τοΰ Συλλόγου.

Τα Δημοτικά σχολεία απόρων παίδων τοϋ «Παρνασσού», ίδρυθέντα προ εκατον­

ταετίας, δτε έν 'Ελλάδι δέν ύπήρχον άλλα ανάλογα ιδρύματα, καί εις έποχήν κατά τήν οποίαν ό αναλφαβητισμός έμάστιζε τήν χώραν μας, έξεπλήρωσαν μεγάλην άποστολήν, παρέχοντα τα μέσα σπουδής εις χιλιάδας πτωχών καί παρημελημένων νεαρών υπάρξεων.

Ό αριθμός τών τροφίμων ανήρχετο κατ' έτος εις πολλάς εκατοντάδας ή καί εις χιλιάδας, ώστε παρέστη ανάγκη νά λειτουργήσουν καί παραρτήματα.

Στεγαζόμεναι κατ' αρχάς αί Νυκτερινοί αύται Σχολαί εις τό κεντρικόν μέγαρον, έκεϊ όπου υπάρχει σήμερον ή Βιβλιοθήκη, καί εις διάφορα άλλα οικήματα, απέκτησαν από τοΰ 1930 ϊδιον εύρύχωρον μέγαρον εις τό κέντρον τής πόλεως (γωνία οδών Θεμιστο­

κλέους καί Κατακουζηνοΰ), εις τό όποιον φιλοξενούνται μέχρι σήμερον. Βραδύτερον όμως, κατάστασης υπό τής Πολιτείας υποχρεωτικής τής δημοτικής

εκπαιδεύσεως δια πάντας τους Έλληνόπαιδας, κατηργήθησαν δια νόμου τα νυκτερινά δημοτικά σχολεία καί μετετράπησαν εις σχολεία αναλφάβητων. Καί Οπό τήν νέαν ταύτην μορφήν, αί Νυκτερινοί Σχολαί τοΰ «Παρνασσοΰ» πολλάς υπηρεσίας προσέφερον καί εξα­

κολουθούν νά προσφέρουν, όμως, ώς ήτο έπόμενον, ό αριθμός τών μαθητών βαίνει συνε­

χώς έλαττούμενος, θα είναι δε ευχής έργον νά φθάση ημέρα, καθ' ην δέν θα υπάρχουν έν τη χώροι αναλφάβητοι.

Ή νέα κατάστασις καί ή κατ' άκολουθίαν φυσιολογική καί συνεχής έλάττωσις

Page 167: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 497 —

τροφίμων άπησχόλησε σοβαρώς τάς εκάστοτε Εφορείας τοϋ Συλλόγου, αΐτινες από εικο­

σιπενταετίας συνεζήτουν το θέμα, χωρίς όμως και να δυνηθούν να δώσουν λύσιν τινά. Μακραί μελέται συνετάχθησαν, έζητήθη κρατική ένίσχυσις, σχέδια και προγράμματα ετέθησαν υπό συζήτησιν, ουδέν όμως μέτρον λυσιτελές ελήφθη.

Ή νέα Εφορεία, ώς ελέχθη, επελήφθη εξ αρχής τοϋ ζητήματος, εις αλλεπάλληλους δέ συνεδρίας αυτής μετά τής Κοσμητείας, ώς καί αρμοδίων παραγόντων, έμελετήθησαν αί ποικίλαι πλευραί του θέματος, ήτοι ή αποστολή του Συλλόγου, αί σύγχρονοι κοινωνικοί απαιτήσεις, αί οικονομικοί δυνατότητες κλπ. Τέλος, αΰτη κατέληξεν εις τάς κατωτέρω αποφάσεις :

α) να διατηρηθούν αί νυν λειτουργούσα· Νυκτεριναί Σχολαί αναλφάβητων, δια­

μορφούμενοι αναλόγως του αριθμού εγγραφόμενων καί καταβαλλομένης πάσης δυνατής προσπάθειας προς καταπολέμησιν τοΰ αναλφαβητισμού,

β) να ίδρυθή αμέσως καί σταδιακώς τριτάξιον Γυμνάσιον, τό όποιον ανοίγει τάς πύλας προς τήν τεχνικήν έκπαίδευσιν,

γ) να λειτουργήση ώς συμπλήρωμα τοΰ Γυμνασίου καί φροντιστήριον ξένων γλωσ­

σών δι' απόρους νέους, δ) να μελετηθή ή δυνατότης ιδρύσεως καί τεχνικών σχολών. Τάς αποφάσεις ταύτας ή 'Εφορεία υπέβαλε προς τήν Γενικήν Συνέλευσιν τοΰ Συλ­

λόγου εις εκτακτον συνεδρίαν τής 29ης 'Ιουνίου 1970, ετυχον δέ της σχεδόν ομοφώνου εγκρίσεως.

Καίτοι ή εποχή ήτο προκεχωρημένη καί αί εισιτήριοι δια τό Γυμνάσιον εξετάσεις εΐχον ήδη διενεργηθή, ή Εφορεία, μή επιθυμούσα να άναβάλη πλέον τήν πραγματο­

ποίησιν τής ληφθείσης αποφάσεως, κατέληξεν ομοφώνως εις τήν άμεσον άπό τοΰ έτους 1970­ 1971 ϊδρυσιν τοΰ Γυμνασίου, ώστε κατά τον έορτασμόν τής έκατονταετηρίδος άπό τής ιδρύσεως τών Σχολών τοΰ «Παρνασσοΰ» ή λειτουργία τοΰ νέου σχολείου νά είναι πραγματικότης.

Δια τήν άρτιωτέραν εν τούτοις όργάνωσιν, τον πλουτισμόν δια τοΰ αναγκαίου έξο­

πλισμοΰ εις διδακτικά όργανα, τήν σύστασιν μικρός βιβλιοθήκης δια τους μαθητάς κλπ., τών οποίων ή προπαρασκευή απαιτεί άνεσιν χρόνου, ή 'Εφορεία άπεφάσισεν όπως κατά τό άρξάμενον 'έτος λειτουργήση μόνον τό πρώτον έτος τοΰ Γυμνασίου, συμπληρουμέ­

νων τών υπολοίπων τάξεων κατά τα επόμενα ετη. Άλλα καί έτερα σκέψις ώδήγησεν εις τήν αυτήν άπόφασιν. Ή επιθυμία δηλ. νά μή σχηματίση ό «Παρνασσός» τάξεις έξ απο­

τυχημένων καί αμελών μαθητών, αποσπώμενων έξ άλλων σχολείων, άλλα νά παραλαβή τους τροφίμους του άπό τής πρώτης τάξεως, διαμόρφωση καί διαπαιδαγώγηση τούτους κατά τάς παραδόσεις τοΰ Συλλόγου, αναδεικνυόμενου ούτω τοΰ Γυμνασίου του προτύπου, ώς είναι ή άπόφασις τής 'Εφορείας.

Οΰτω μετά μακράς άκαρπους προσπάθειας τών παρελθόντων ετών, ή Εφορεία, μή φειδομένη κόπων καί απασχολήσεως τών μελών αυτής, κατά τήν διάρκειαν τών θερινών μηνών, ήδυνήθη νά φέρη εις πέρας τό βαρύ έργον τής συστάσεως νέου Γυμνασίου καί να θέση τοΰτο εις τήν όρθήν βάσιν λειτουργίας.

Page 168: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 498 —

Ο ΚΛΑΥΔΙΟΣ ΠΤΟΛΕΜΑΙΟΣ

Έν 'Αθήναις τη 3­8­1970 Προς το περιοδικόν «Παρνασσός»

ΈνταΟθα Θ έ μ α : «Η ΕΘΝΙΚΟΤΗΣ ΤΟΥ ΚΛΑΥΔΙΟΥ ΠΤΟΛΕΜΑΙΟΥ» Σχετικά : α) American Practical Navigator (Η.Ο. Pub. No 9, Goverment Printing

Office,Washington 1958, pp. 19. β) J.L.E. Dreyer : «A History of Astronomy from Thaïes to Kepler, Dover Pub. 1953, Chapter IX. γ) Encyclopaidia Britanica, Vol. 18, Cop. 1962, pp. 733. Γνωρίζονται ύμΐν τα κάτωθι :

1. Ώς εμφαίνεται έκ των συνημμένων φωτοαντιγράφων, εις το ΰπερθεν (α) σχε­

τικόν, ό Έλλην μέγας αστρονόμος Κλαύδιος Πτολεμαίος αναφέρεται, εσφαλμένως, ώς «ΑΙγύπτιος». Τοΰτο ασφαλώς οφείλεται είτε εις ελλιπή ερευναν των πηγών, ασαφών άλλωστε, ώς γνωστόν, ώς προς το έξεταζόμενον ένταΰθα θέμα, είτε εις την έκτίμησιν τών πραγμάτων με κριτήρια όμοια προς τα ισχύοντα σήμερον εις την Άμερικανικήν Συμπολιτείαν, εις τήν οποίαν χαρακτηρίζεται ώς «Αμερικανός» πάς πολίτης αυτής, ανεξαρτήτως της ιδιαιτέρας εθνικότητος αύτοϋ.

Εις τα έτερα (β) και (γ) σχετικά, ή έθνικότης τοΰ έν λόγω μεγάλου έπιστήμονος, ώς Έλληνος, διαφαίνεται έστω και εμμέσως ή έν πάση περιπτώσει δεν χαρακτηρίζεται άπό απόψεως εθνικότητος.

2. 'Επειδή οί σκοποί τοϋ «Παρνασσού», υπό τήν εύρυτέραν εννοιαν εξεταζόμενοι περιλαμβάνουν, ασφαλώς, και τήν διατήρησιν και τήν προβολήν, άμα δέ και τήν κατο­

χύρωσιν πάσης ελληνικής παραδόσεως, παρακαταθήκης και συμβολής εις τον πολι­

τισμόν γενικώς, εχω τήν γνώμην ότι, έν τφ πλαισίω τών σκοπών αυτών, επιβάλλεται ή έκδήλωσις, μέσω της ενδεικνυομένης διαδικασίας, ενεργείας προς τό Ύπουργεΐον Ναυτικών της 'Αμερικής (Ύδρογραφικήν Ύπηρεσίαν), ίνα έπέλθη ή δέουσα διόρθωσις εις τό ώς (α) σχετικόν σύγγραμμα, όσον άφοροι εις τήν εθνικότητα τοϋ Κλαυδίου Πτολε­

μαίου, είτε άπό τούδε δια τής εκδόσεως ειδικού φύλλου διορθώσεως, είτε κατά τήν έπανέκδοσιν τοΰ ύπ' όψιν συγγράμματος.

Έπίμετρον Προσφάτως ήλίευσα και έτερον «μαργαρίτην» σχετικόν με τον ήρωα μας, τον Πτο­

λεμαΐον. Σας έσωκλείω τό σχετικόν απόκομμα έκ τής εφημερίδος «Ελεύθερος Κόσμος» τής 11/8/70, άναφερόμενον εις λεχθέντα κατά τό 39ον Συνέδριον άμερικανιστών εις τήν Λίμαν τοΰ Περοΰ. Είς τοΰτο ό Πτολεμαίος χαρακτηρίζεται ώς έκρωμαϊσθείς ΑΙγύ­

πτιος. Παρακαλώ όπως λάβητε και αυτό ύπ' όψιν σας. Μετά τιμής

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΠΕΡΟΠΑΝΝΑΚΗΣ Ταξίαρχος αεροπορίας έ.ά.

Page 169: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 499 —

Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ GIUSEPPE MARTANO

Ό Giuseppe Martano, τοϋ οποίου καταχωρίζεται ανωτέρω φιλοσοφική μελέτη άφορωσα είς την Αίσθητικήν, έγεννήθη είς Νεάπολιν το 1912, είναι δέ σήμερον τακτικός καθηγητής της 'Ιστορίας τής Ελληνικής Φιλοσοφίας έν τω Πανεπιστημίω τής πόλεως εκείνης. Μαθητής τοϋ μεγάλου διδασκάλου Antonio Aliotta, έχει να παρουσίαση εύρυ­

τάτην έπιστημονικήν παραγωγήν, άφορώσαν είς τήν Ίστορίαν τής Φιλοσοφίας γενικώ­

τερον, Ιδία δέ είς τήν έλληνικήν φιλοσοφίαν. Εκτενής μελέτη του, αναφερομένη είς τον Πρόκλον, έβραβεύθη ύπο τής Εθνικής 'Ιταλίας 'Ακαδημίας «dei Lincei». Έπεμελήθη επίσης το τμήμα τής Ιστορίας τής Φιλοσοφίας τοϋ Zeller περί τών Νεοπλατωνικών. Διαπρεπής επιστήμων και εκλεκτός διδάσκαλος, διακρίνεται δια τα φιλελληνικά του αισθήματα και τον θαυμασμόν του προς τήν άρχαίαν έλληνικήν σκέψιν, είς τήν ερευναν τής οποίας άφιέρωσεν ολην τήν έπιστημονικήν του έπίδοσιν.

*

Ο ΚΑΒΑΦΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΙΡΟΙ (Μία επιστολή)

Προς τήν Διευθύνουσαν Έπιτροπήν τοϋ Περιοδικού «Παρνασσός». Ένταΰθα

'Αξιότιμοι Κύριοι, Ή δημοσίευσι στο τελευταίο τεϋχος τοϋ περιοδικοΰ «Παρνασσός» τής κατά πάν­

τα αξιόλογου μελέτης τοϋ κ. Ι. Μ. Χατζηφώτη περί Καβάφη, μοΰ έφερεν εις τον νουν τό κατωτέρω περιστατικόν, άπό τό όποιο φαίνεται πόσο μέ τον καιρό μεταβάλλονται αί αντιλήψεις και πόσο μία «Ά ξ ί α», οσαδήποτε κι αν λεχθοΰν, τελικώς αυτή θα έπι­

βληθή. Στα 1938 βρισκότανε στην 'Αθήνα ό Δρ. 'Απόστολος Σκουφόπουλος, ιατρός και

λόγιος, εγκατεστημένος είς Πόρτ ­ Σάϊτ, αδελφός τοϋ Ναυάρχου Κωνστ. Σκουφοπούλου. Είχε γνωρίσει τον Καβάφη και είχε παρακολουθήσει τό ποιητικό του έργο. 'Ηθέλησε να δώση μια διάλεξι πάνω στον 'Αλεξανδρινό ποιητή και στο έργο του και άπετάθη στον Σύλλογο «Παρνασσός», μέ τήν παράκλησι να τοϋ παραχωρηθή ή αίθουσα του για τον ανωτέρω σκοπό. ΟΙ ήμερες περνούσαν, χωρίς ουδεμία να τοϋ δίδεται άπάντησι. Έπειγόμενος να έπιστρέψη στην Αίγυπτο, επήγε ό ίδιος είς τον ΠΑΡΝΑΣΣΟ για να μάθη τί έπί τέλους θα γίνη μέ τό ζήτημα τής αιθούσης. 'Οποία όμως ύπήρξεν ή εκπλη­

ξί του, όταν τοϋ έδηλώθηκε ότι ό Σύλλογος ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ δέν έδέχετο να παραχώρη­

ση τήν αίθουσα προκειμένου να δοθή σ' αυτή διάλεξι για τον Καβάφη!!!. Σήμερα, τό ίδιο περιοδικό τοϋ Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός, «Ο ΠΑΡΝΑΣ­

ΣΟΣ», καταχωρεί μελέτες γι' αυτόν τον ίδιο ΚΑΒΑΦΗ, για τον όποιο τότε έθεώρησε μή πρέπουσα τήν παραχώρησι τής αιθούσης του. Πόσο αλλάζουν οί καιροί... και πόσο αί ' Α ξ ί ε ς τελικά νικοϋν και επιβάλλονται!!..

Μετά τιμής Γ. Ν. ΑΙΓΙΑΛΕΙΔΗΣ

Δικηγόρος

Page 170: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 500 —

ΕΛΕΝΗ ΒΕΝΤΟΥΡΑ ­ ΠΟΛΙΤΗ

Εις νεαράν ακόμη ήλικίαν, άπεβίωσεν εις 'Αθήνας τήν 31 ην Ιουλίου ε.ε., ή "Ελενα Βεντούρα ­ Πολίτη, της οικογενείας τοϋ ήρωος ­ ποιητοϋ Λορέντσου Μαβίλη. Φιλόλο­

γος ή ιδία και θαυμάστρια της ζωής και τοϋ έργου του μεγάλου συγγενούς της, έφρόντισε μετά περισσής επιμελείας και αγάπης, σχεδόν λατρείας, να διαφύλαξη τά κατάλοιπα εκείνου — έργα και κειμήλια — και να διάσωση αυτά ασφαλώς άπό της καταστροφής και τής παντελούς άπωλείας, όπερ συνέβη μέ τά χειρόγραφα άλλων λογοτεχνών μας.

Ευγενής και φίλη των γραμμάτων, μέ πλήρη συνείδησιν ότι τά πολύτιμα χειρόγραφα τοΰ ποιητοϋ άποτελοΰν έθνικήν περιουσίαν, έθεσε ταύτα εις τήν διάθεσιν των ερευνητών, προσφερόμενη προθύμως να συμπλήρωση αυτά μέ πλήθος σχετικών προφορικών ειδή­

σεων και οικογενειακών αναμνήσεων. Χάρις εις τήν γενναιοδωρίαν ταύτην κατέστη δυνατόν να ΐδουν κατά καιρούς τό φώς

άγνωστοι σελίδες τοΰ Λορέντσου Μαβίλη, προσφάτως δέ και εκδοσις τών απάντων τοΰ ποιητοϋ.

μ.μ.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ 49ου ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΕΙΟΥ ΘΕΑΤΡΙΚΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Εις τον 49ον Καλοκαιρίνειον θεατρικόν διαγωνισμόν, προκηρυχθέντα ολίγον μόνον χρόνον μετά τον 48ον, ένεκα ποικίλων αιτιών, δέν ήδυνήθησαν να συμμετάσχουν ειμή μόνον εις περιωρισμένον αριθμόν υποψήφιοι. "Ηδη έξομαλυνθεισών τών σχετικών συνθη­

κών, άπό τοΰ 50οΰ διαγωνισμού, ή τάξις επανέρχεται και πάλιν, αί δέ προβλεπόμενοι προθεσμίαι προκηρύξεως και εξαγγελίας τών αποτελεσμάτων θά τηρηθοΰν εις τό μέλλον επακριβώς.

Εις τον ύπό κρίσιν διαγωνισμόν υπεβλήθησαν συνολικώς εννέα (9) έργα, συμφώνως προς τον Κανονισμόν τοΰ διαγωνισμού, καθ' δν «εις τον διαγωνισμόν γίνονται δεκτά μόνον θεατρικά έργα (δράματα ή κωμωδίαι) ανέκδοτα. 'Ανέκδοτα θεωρούνται τά έργα τά όποια δέν έχουν διδαχθή άπό σκηνής και δέν έχουν γνωστοποιηθή εις τό κοινόν δι' οιου­

δήποτε δυνατού τρόπου και δή και δι' εντύπου εκδόσεως, ραδιοφώνου, τηλεοράσεως και αναγνώσεως εις δημοσίαν συγκέντρωσιν».

Είναι δέ τά υποβληθέντα έργα κατά σειράν αποστολής τά εξής :

1) Μ ε σ α ρ ί ο υ : Βαπόρι αγόνου γραμμής, θεατρικόν έργον εις τρία μέρη και επτά σκηνάς.

2) ' Α ν ω ν ύ μ ο υ : Παιδί μου. . . , οίκογενειακόν δράμα, εμπνευσμένο άπό τήν πραγμα­

τικήν οίκογενειακήν και σχολικήν ζωήν, εις πράξεις τρεις και εικόνας 7. 3) ' Α ν ω ν ύ μ ο υ : Άπό τά περασμένα, δραματικόν θεατρικόν έργον, είς πράξεις πέντε

και εικόνας εξ. 4) ' Α ν ω ν ύ μ ο υ : Τό μεγάλο μήλο, φαντασία δια θέατρον είς μέρη τρία. 5 ) Μ α ν ώ λ η ' Α τ τ ι κ ο ύ : Τό πικρό παραμύθι τοΰ "Αδωνι, ποιητικόν δράμα εις

τρεις πράξεις. 6) ' Α ν ω ν ύ μ ο υ : Τό άγαλμα, δράμα είς δύο πράξεις. 7) ' Α ν ω ν ύ μ ο υ : Ό πόνος τοΰ πατέρα, μονόπρακτον είς δύο εικόνας.

Page 171: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 501 —

8) "Α ρ η Β ε ρ ύ κ ι ο υ : Tò τραγούδι της μηχανής, εις δύο μέρη και δέκα εξ εικόνας. 9) Ν ί κ ο υ Μ υ σ τ ρ α : Ή φωνή του Αυγερινού, δράμα εις τον Μυστρά τοϋ 1444,

εις πράξεις τρεις.

Δυστυχώς όχι μόνον ποσοτικώς άλλα και ποιοτικώς ό 49ος διαγωνισμός έσημείω­

σε σημαντικήν κάμψιν έναντι των προηγουμένων. Τα περισσότερα έργα, καΐ όταν ακό­

μη έχουν ένδιαφέρουσαν πλοκήν, παρουσιάζουν βασικάς αδυναμίας και ελαττώματα, ιδία δέ πλήρη άπειρίαν των απαιτήσεων της σκηνικής οικονομίας. Συχναί επαναλήψεις των αυτών ιδεών και εικόνων, μακροί καί εν πολλοίς άστοχοι διάλογοι, υφός άντιθεα­

τρικόν χαρακτηρίζουν πολλά τών υποβληθέντων έργων. Οί συγγραφείς λησμονούν ότι εις τό θεατρικόν έργον δέν άρκεΐ μόνον ή λογο­

τεχνική επεξεργασία ενός θέματος, αλλ' ότι είναι αναγκαία εκ παραλλήλου ή σκηνική δράσις, ό ζωηρός διάλογος, ή έναρμόνισις τών εικόνων. Πάντα ταΰτα διαχωρίζουν ακρι­

βώς τό λογοτεχνικόν από τό θεατρικόν εΐδος, προς έπιτυχίαν τοϋ οποίου απαιτείται βα­

θεϊα γνωριμία της δραματικής φιλολογίας ως καί μακρά σκηνική εμπειρία καί άσκησις. Καθαρώς κωμικού περιεχομένου έργον ουδέν υπεβλήθη εις τον υπό κρίσιν δια­

γωνισμόν, τα δέ υποβληθέντα δράματα είναι κυρίως κοινωνικού, ψυχολογικού ή ιστο­

ρικού χαρακτήρος. Δέν ελλείπουν καί ηθογραφικά έργα, εις τα όποια περιγράφονται ήθη καί έθιμα τοϋ έλληνικοϋ λαοΰ, όμως κατά τρόπον προσεγγίζοντα τό άπίθανον καί τήν παραδοξολογίαν, οπωσδήποτε δέ ως σύνολον υστερούν εις τήν άνάπτυξιν καί δέν κατορ­

θώνουν να υπερνικήσουν τήν μετριότητα. Εις τίνα έργα οί συγγραφείς επιχειρούν βαθυτέρας φιλοσοφικός ή ψυχολογικάς

αναλύσεις τών πρωταγωνιστών ή ποικίλων θεωριών καί καταστάσεων της συγχρόνου κοινωνίας. Προς έπιτυχίαν όμως τόσον σοβαρού θέματος προϋποτίθεται μακρά μελέτη καί πείρα. "Αλλως, ώς συμβαίνει εις τά περισσότερα τών υποβληθέντων έργων, ή προσ­

πάθεια αποτυγχάνει, ή ψυχανάλυσις μετατρέπεται εις κενήν ρητορίαν, τά πρόσωπα εμφανίζονται αφύσικα, έξω της πραγματικότητος καί της λογικής, μη ανταποκρινόμενα προς τήν στοιχειώδη λογικήν. Πολλαί σκηναί είναι άπαράδεκται καί αϊ προβαλλόμε­

ναι καταστάσεις εμφανίζονται ευθύς έξ αρχής προσποιηταί καί συμβατικαί. Άπό τεχνικής, τέλος, απόψεως τά περισσότερα έκ τών υποβληθέντων έργων στε­

ρούνται τής τελικής εκείνης επεξεργασίας, ήτις είναι απαραίτητος δια τήν άρτίαν καί ίκανοποιητικήν έμφάνισιν ενός ώλοκληρωμένου έργου. Εις τοΰτο συνέβαλον, ίσως, καί αί περιωρισμέναι προς ύποβολήν τών έργων προθεσμίαι, περί τών οποίων έγένετο ήδη ανωτέρω λόγος.

* * *

Μετά έπισταμένην άνάγνωσιν τών έργων, ή Κριτική 'Επιτροπή επεσήμανε άρε­

τάς εις τίνα έξ αυτών, τελικώς όμως έκρινεν ότι υπερτερούν τών λοιπών καί κατά τήν πλοκήν του θέματος καί κατά τήν σκηνικήν άνάπτυξιν τά έξης δύο : α) τό υπ' αριθ. 5 ύπό ψευδώνυμον Μανώλης 'Αττικός καί τίτλον : «Τό πικρό παραμύθι τοϋ "Αδωνι» καί β) τό υπ' αριθ. 9, ύπό ψευδώνυμον Νίκος Μυστράς καί τίτλον : «Ή φωνή τοϋ Αύγερινοϋ».

Τό πρώτον είναι ποιητικόν δράμα εις τρεις πράξεις. Ό συγγραφεύς εκμεταλλεύε­

ται επιτυχώς ενδιαφέρον θέμα, τό όποιον έχει χρησιμοποιηθή ήδη ύπό ποιητών καί δραματικών συγγραφέων. Τό έργον είναι συμβολικόν, μέ πρωταγωνιστάς τον Ιερέα καί τον Γραμματικόν, καί ύπόθεσιν τον θάνατον τοϋ Άδώνιδος, τον όποιον μάτην οί οπαδοί του προσπαθούν να επαναφέρουν εις τήν άρχαίαν δόξαν του. Ό υποψήφιος άπο­

Page 172: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 502 —

δεικνύει γνωριμίαν τών ιδεολογικών συγκρούσεων, αί όποΐαι κατ' εξοχήν έσημειώθη­

σαν κατά τήν μεταβατικήν περίοδον από τοϋ παλαιού ειδωλολατρικού προς τον νεώ­

τερον χριστιανικον κόσμον, επαναλαμβάνονται όμως κατά καιρούς υπό διαφόρους μορ­

φάς και χαρακτήρας. Άλλα το έργον γίνεται κουραστικον ένεκα τών συχνών παλλι­

λογιών και στερείται δράσεως, ώστε να καταντφ μάλλον ενα εκτενές λυρικόν ποίημα παρά ενα δραματικον έργον. Ύπο τήν ύποβληθεΐσαν μορφήν, ή διδασκαλία άπο σκηνής δεν φαίνεται πιθανή.

Το δεύτερον είναι δράμα εις πράξεις τρεις. Ή ύπόθεσις, εν τη οποία ενώνονται το πατριωτικόν μετά τοϋ ερωτικού αισθήματος, ύπο το βάρος παλαιού αμαρτήματος, εξελίσσεται εις τον Μυστραν κατά τάς παραμονάς τής καταλύσεως της βυζαντινής αυ­

τοκρατορίας και ακριβώς κατά το έτος 1444. 'Ενδιαφέρουσα είναι ή πλοκή καί έντονοι αί περιγραφαί τών χαρακτήρων καί τών καταστάσεων. Τα πρόσωπα αναλύονται επιτυ­

χώς, ή δέ δρασις βαίνει φυσική καί άνευ βιασμών. Το έργον είναι καλογραμμένον καί ζωηρός ό διάλογος. Παρενοχλούν όμως τον άναγνώστην αί άστοχοι μακρυγορίαι, ύπερ­

βολικαί τίνες καί απίθανοι καταστάσεις, ιδία δέ αί συνεχείς σκηναί φόνων. Παρ' όλα ταύτα ό συγγραφεύς παρουσιάζει αναμφισβήτητους θεατρικάς άρετάς, είναι δέ βέβαιον ότι άν ήθελε περαιτέρω έπεξεργασθή τό έργον του καί τό απαλλάξει ώρισμένων αδυ­

ναμιών, τούτο θα επιτυχή άρτίαν σύνθεσιν καί μορφήν. 'Οπωσδήποτε υπερέχει σημαν­

τικώς τών λοιπών υποβληθέντων έργων καί κατά τήν πλοκήν καί κατά τήν έπεξεργασίαν. Έν συμπεράσματι, ή Κριτική 'Επιτροπή, συγκειμένη έκ τών κ.κ. Π. Χάρη, ακαδη­

μαϊκού, Γ. Θ. Ζώρα, καθηγητού Πανεπιστημίου καί Χρ. Σολομωνίδη, λογοτέχνου άπε­

φάσισεν ομοφώνως τήν άπονομήν τών κατωτέρω βραβείων : 1) Βραβείου, μετ' επάθλου (έξ επτά χιλιάδων δραχμών) εις τό ύπό τό ψευδώνυμον Νίκος

Μυστρδς καί τίτλον «Ή φωνή τοΰ Αυγερινού» δράμα. 2) 'Επαίνου εις τό ύπό τό ψευδώνυμον Μανώλης 'Αττικός καί τίτλον «Τό πικρό παρα­

μύθι τοΰ Άδωνι» δράμα. Μετά τήν αποσφράγισιν τών σχετικών φακέλων, διεπιστώθη ότι τα ψευδώνυμα

τών διαγωνιζομένων αντιστοιχούν ώς έξης : Νίκος Μυστρας : Νίκος Παπαγεωργίου. Μανώλης 'Αττικός : Μανώλης Κορνήλιος.

Γ. Θ. ΖΩΡΑΣ

ΠΡΟΚΗΡΥΞΕ ΥΠΟΤΡΟΦΙΩΝ «ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ» Κ Λ Η Ρ Ο Δ Ο Τ Ή Μ Α Τ Ο ς Γ. ΠΟΛΙΤΟΥ

Ό Φ.Σ. «Παρνασσός» προκηρύσσει διαγωνισμόν δια δύο υποτρόφους τοΰ Κλη­

ροδοτήματος Γ. Πολίτου προς σπουδήν τής ιατρικής ή μιας τών θετικών επιστημών. Εις τον διαγωνισμόν δύνανται να λάβωσι μέρος απόφοιτοι Γυμνασίου, εγγεγραμμένοι εις τό πρώτον έτος ανωτάτης Σχολής, προς σπουδήν μιας τών ανωτέρω επιστημών, κατα­

γόμενοι δέ έκ μιας τών κοινοτήτων τοΰ τέως Δήμου Θεραπαινών τοΰ νομοΰ Λακωνίας. Ό Διαγωνισμός θα διεξαχθή μετά 45 ημέρας άπό τής δημοσιεύσεως τής παρούσης, έν τφ Καταστήματι τοΰ Γυμνασίου 'Αρρένων Σπάρτης ενώπιον τής υπό τής διαθήκης ορι­

ζόμενης 'Επιτροπής. Οί υποψήφιοι θα έξετασθώσι γραπτώς εις τήν εκθεσιν ιδεών καί εις δύο ακόμη μα­

θήματα, ώς κατωτέρω ορίζεται, έπί τής ύλης τής διδασκόμενης έν τη τελευταία τάξει τοΰ

Page 173: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 503 —

Γυμνασίου : 1) Δια την ΐατρικήν σχολήν ή τό όδοντοϊατρικόν τμήμα εϊς τήν φυσική ν και τήν άνθρωπολογίαν. 2) Δια το Πολυτεχνεϊον, το μαθηματικον τμήμα της φυσικο­

μαθηματικής σχολής των Πανεπιστημίων και τήν Άν. Γεωπονικήν Σχολήν εις τήν άλ­

γεβραν και τήν γεωμετρίαν. 3) Δια τα τμήματα φυσικής, χημείας και φαρμακευτικής εις τήν φυσικήν και τήν χημείαν. Επιτυχών θεωρείται ό υποψήφιος, του οποίου ό μέσος όρος γενικής βαθμολογίας θα είναι τουλάχιστον 14. Το ποσόν της υποτροφίας ορίζεται είς δραχμάς δύο χιλιάδας (2.000) μηνιαίως, ή δε διάρκεια αυτής άπο της χρονολογίας ην θα φέρη το εγγραφον τοϋ διορισμού του μέχρι πέρατος των σπουδών του εν τη οικεία Σχολή.

Σχετικαί αιτήσεις δέον νά υποβληθούν προς τον Φ.Σ. «Παρνασσός» (πλατεία 'Αγίου Γεωργίου Καρύτση), 15 πλήρεις ημέρας προ τοϋ διαγωνισμού, επισυναπτομένων τών κά­

τωθι πιστοποιητικών : 1) Πιστοποιητικον Προέδρου Κοινότητος, έμφαΐνον τήν κατα­

γωγήν και ήλικίαν τοϋ αίτοϋντος. 2) Άπολυτήριον Γυμνασίου. 3) Πιστοποιητικόν κοι­

νωνικών φρονημάτων ή βεβαίωσιν ότι υπεβλήθη τοιαύτη αίτησις. 4) Ύπεύθυνον δή­

λωσιν του αιτούντος ότι δέν λαμβάνει έτέραν ύποτροφίαν καί τέλος τον καθορισμον τής Σχολής είς ήν προτίθεται νά φοίτηση, οί δέ φοιτώντες βεβαίωσιν της οικείας Σχο­

λής. 5) 'Απόσπασμα ποινικού μητρώου εκδοθέν εντός τοϋ τελευταίου τριμήνου.

Μ Ο Υ Σ Ι Κ Η

Κρατική 'Ορχήστρα "Αθηνών

Τεσσάρας περίπου εβδομάδας προ τοΰ επισήμου «Φεστιβάλ 'Αθηνών 1970», είς τάς 22 'Ιουνίου, ή Κρατική 'Ορχήστρα 'Αθηνών ένεκαινίασε τάς μουσικάς εκδηλώσεις είς τό «Ήρώδειον», μέ τήν Ιην της θερινήν Συναυλίαν, τήν οποίαν διηύθυνεν ό 'Ανδρέας Παρίδης. Καμμία «Συμφωνία» είς τό πρόγραμμα, όλα όμως τα έργα από τα λαοφιλέστε­

ρα και αγαπητά είς τό πολύ κοινόν. Τί ώραιότερον, αίφνης, από τήν Είσαγωγήν τοΰ «Γου­

λιέλμου Τέλλ» τοΰ Ροσσίνι, τήν οποίαν οί σύγχρονοι μαέστροι δέν καταδέχονται πλέον νά μας παρουσιάζουν ; Μήπως δια τό είσαγωγικόν σόλο τοΰ βιολεντσέλλου ή δια τήν ζωντάνεια τοΰ συνόλου; Θα ηύχόμην πολλά σύγχρονα έργα νά είχαν τον αύθορμητι­

σμόν τής απαράμιλλου αυτής σελίδος. —'Από τα λαοφιλέστερα όμως έργα είναι και τό «Κοντσέρτο για πιάνο άρ. 1, σε σι υφ. ελ.» τοϋ Τσαϊκόφσκυ, τό όποιον έπηκολούθη­

σεν, εκτελεσθέν από τον διακεκριμένον καλλιτέχνην Shura Cherkasky, πού έπεσκέ­

πτετο τάς 'Αθήνας δια πέμπτην φοράν. Ή έκτέλεσις όμως τοΰ Κοντσέρτου αύτοΰ έδημιούργησε πολλάς συζητήσεις μεταξύ τών φιλόμουσων καί τών ειδικών. Και τοϋτο διότι ό εκτελεστής ύπερέβαλλεν συνεχώς είς ήχον, δίδων τήν έντύπωσιν εις πολλά ση­

μεία, δτι «θα σπάση τα κόκκαλα τοΰ πιάνου». 'Ανεξαρτήτως όμως τούτου ή τεχνική τοΰ Τσερκάσκυ είναι άπό τάς καταπληκτικότερος πού μπορεί κανείς νά συνάντηση. — Είς τό δεύτερον μέρος τοΰ προγράμματος ακούσαμε τό συμφωνικό πρελούντιο «'Αγία Βαρβάρα» τοΰ αειμνήστου Μαρίου Βάρβογλη, ό όποιος, είς τάς 31 'Ιουλίου, συνεπλή­

ρωνε τρία ετη άπό τοΰ θανάτου του. Ό Παρίδης ανέδειξε πραγματικά τήν ώραίαν αυτήν σελίδα τοΰ αλησμόνητου μουσικοΰ. — Άπό τα τρία «Νυκτερινά» τοϋ Debussy ό Παρί­

δης παρουσίασε μόνον τα δύο πρώτα : «Σύννεφα» καί «Γιορτές» (παραλείψας τις «Σει­

ρήνες»). Καί ή μέν λεπτότης τοϋ πρώτου έξ αυτών είναι τοιαύτη, ώστε δυσκόλως προσαρ­

μόζεται είς τον άνοικτόν χώρον τοΰ «Ηρωδείου», ένώ, αντιθέτως, ή φωτεινή ατμόσφαιρα ή κίνησις, ή ρυθμική δίνη πού χαρακτηρίζουν τις «Γιορτές» είναι ό,τι χρειάζεται δια νά ενθουσίαση τό κοινόν, όπερ καί συνέβη, κατά τήν συναυλίαν αυτήν είς τό «Ήρώδειον». — Οί «Πολοβτσιανοί Χοροί», άπό τον «Πρίγκιπα Ίγκορ» τοΰ Μποροντίν (μέ τήν θαυ­

Page 174: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 504 —

μασίαν ένορχήστρωσι τοΰ Ρίμσκυ Κορσακώφ), ή «ανατολίτικη αύτη γιορτή», ήτο ο,τι έχρειάζετο δια να συγκλονίση ό Παρίδης το κοινον και να κλείση τήν συναυλίαν.

Την 2αν Θερινήν συναυλίαν της Κρατικής 'Ορχήστρας (29.6.70) διηύθυνεν, εις το «Ήρώδειον», ό Κινέζος μαέστρος — εγκατεστημένος νυν εις Λονδϊνον — Choo Hoey, όστις εΐχεν ήδη παρουσιασθή εις το όθηναϊκόν κοινον τον Μάρτιον του 1968 και έχει δεσμούς μέ τήν Ελλάδα, διότι ένυμφεύθη Ελληνίδα. Πρόκειται περί καλλιτέ­

χνου ολκής, ό όποιος 'έχει έγκολπωθή τον μουσικόν πολιτισμόν της Δύσεως καί είσέ­

δυσεν εϊς τό πνεύμα αύτοϋ, ώς άπέδειξεν ή ερμηνεία όλων των εκτελεσθέντων έργων. Ό Choo Hoey ήρχισε το πρόγραμμα του μέ τό «Ίντερμέτζο» άπό τήν «Κυρά Φροσύνη» τοΰ υποφαινομένου. Τολμώ να πώ ότι τό πλειστάκις παιχθέν έργον αυτό άπεδόθη, από απόψεως «φραζαρίσματος», κατά τρόπον μοναδικόν καί ότι ό καλλιτέχνης αυτός της "Απω 'Ανατολής έπλησίασε τόσον πολύ εις τό έλληνικόν πνεύμα, όσον, ϊσως, καί ένας αυτόχθων δέν θά ημπορούσε να έπιτύχη. Διό καί ό Κινέζος μαέστρος έχειροκροτήθη μέ ένθουσιασμόν. — Ό προ ολίγων μόλις ετών αποθανών Γερμανός συνθέτης Π. Χίντε­

μιτ είναι άπό τάς μεγαλυτέρας μουσικάς φυσιογνωμίας τών τελευταίων δεκαετιών, ό καλλιτέχνης, ό κατορθώσας να συνδυάση τάς παλαιάς παραδόσεις, αρχόμενος άπό τάς τοΰ Μπαχ, μέ τάς συγχρόνους τάσεις, χωρίς όμως να προσδώση τάς βάσεις τής «το­

νικής μουσικής», έστω καί αν ενίοτε καταφεύγει εις τολμηρούς αρμονικούς συνδυασμούς, ενίοτε δέ καί εις τήν άτονικότητα. Τοΰτο αντελήφθησαν, ασφαλώς, οί παρακολουθήσαν­

τες τήν έκτέλεσιν τοΰ έργου «Συμφωνικές Μεταμορφώσεις», ή θεαματική άνάπτυξις τών οποίων είναι πράγματι υποδειγματική, τό δέ όλον πολύμορφον καί ίδιότυπον, άριστα άποδοθέν άπό τον Choo Hoey καί τους μουσικούς τής ΚΟΑ. — Θαυμάζει κανείς εις τον Ίταλο ­ Άμερικανόν βιολιστήν Ruggiero Ricci — γνωστόν εις τους 'Αθηναίους καί άπό προγενεστέρας του εμφανίσεις — κατά πρώτον τήν θαυμασίαν ποιότητα τοΰ ήχου, ώς καί τήν έξαιρετικήν τεχνικήν, πού τοΰ επιτρέπει να υπερπήδηση πασαν δυσκο­

λίαν, πράγμα πού διεπίστωσαν οί παρακολουθήσαντες τήν έκτέλεσιν τοΰ «Κοντσέρτου για βιολί σέ Λα ελ.» τοΰ Ντβόρζακ. Ό Ρίτσι έχειροκροτήθη ζωηρώς καί έξετέλεσε τό απαραίτητο «μπίς». — Ή συναυλία έκλεισε μέ τήν «Συμφωνίαν άρ. 2» τοΰ Σοΰμαν, έργον πού ξεφεύγει εντελώς άπό τήν παράδοσιν, δια να δημιουργήση κάτι τό εντελώς προ­

σωπικόν, πράγμα πού προκαλεί τον τρόμον τών διευθυντών ορχήστρας. Ευτυχώς ό Choo Hoey, αν καί εκπρόσωπος τής Άπω 'Ανατολής, όχι μόνον δέν έπρόδωσε τό έργον, αλλά καί τό ανύψωσε.

Εις τό βάθρον τοΰ διευθυντοΰ ορχήστρας, κατά τήν 3ην Συναυλίαν τής Κ.Ο.Α., εις τό Ήρώδειον (6.7.70), ό Γάλλος μαέστρος — γνωστός καί αυτός ήδη εις τάς 'Αθήνας — Serge Fournier, ό όποιος ήρχισε τό πρόγραμμα του μέ τό έργον «'Ακρογιάλια καί βουνά τής 'Αττικής», μια σύνθεσι τοΰ Άντιόχου Εύαγγελάτου, γεμάτη φώς καί λυρι­

σμόν, ιδιότητας τάς οποίας άνέδειξεν απόλυτα ό Φουρνιέ. Έν συνεχεία ακούσαμε τό «Κοντσέρτο για πιάνο» τοΰ Grieg, έργο τό όποιον, 102 έτη μετά τήν σύνθεσί του, όχι μόνον καμμίαν ρυτίδα δέν παρουσιάζει, άλλα τουναντίον εμφανίζεται ώς αιωνίως νέον καί δροσερόν, μέ ευγενικά ξεσπάσματα ρομαντισμοΰ. Ό διακεκριμένος πιανίστας Gabriel Jacchino, ό όποιος τό έπαιξεν εις τό «Ήρώδειον», έχάρισεν εις τους άκροατάς, ανωτέ­

ρας στιγμάς μουσικής άπολαύσεως, πού έθύμιζεν, εις τους παλαιοτέρους, τήν ώραίαν εποχή ν» τής μουσικής. Εις τό δεύτερον μέρος τοΰ προγράμματος, αϊ «Εικόνες άπό μια εκθεσι» τοΰ Μουσσόργσκυ, άντικατεστάθησαν άπό τήν «Ήρωϊκήν» τοΰ Μπετόβεν, ή οποία έπέτρεψεν εις τον Γάλλον διευθυντήν ορχήστρας, να ανάδειξη, καθ' άπασαν τήν γραμμήν, τα ανώτερα καλλιτεχνικά του προσόντα.

Ό 'Αμερικανός μαέστρος Henry Swoboda μάς ήτο ήδη γνωστός άπό τοΰ 1963, ότε έπεσκέφθη, δια πρώτην φοράν τήν 'Ελλάδα. Κατά τήν έφετεινήν του συναυλίαν τής

Page 175: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 505 —

Κ.Ο.Α. (13.7.70), παρουσιάσθη ετι ώριμώτερος, ως απέδειξε, κυρίως, ή συνοδεία τοΰ «Κοντσέρτου για πιάνο αρ. 3» τοϋ Ραχμάνινωφ, έργον πού δέν έχει καμμίαν σχέσιν, όχι μόνον με ότι έχει γράψει προηγουμένως ό διάσημος Ρώσος συνθέτης, άλλα και με τίποτε από οιανδήποτε σύνθεσιν της φιλολογίας των κοντσέρτων. Τέτοια είναι ή ελευθερία της συλλήψεως και της αρχιτεκτονικής, ώστε να προκαλή κατάπληξιν, ενίοτε μάλιστα και δέος. Χωρίς, όμως, όλα αυτά να αποβαίνουν εις βάρος τής συνθέσεως. Παραλ­

λήλως ήρως πρέπει να θεωρήται ό δυνάμενος να φέρη εις αίσιον πέρας τήν έκτέλεσιν παρομοίου έργου. Δι' αυτό και δίκαιος έπαινος και δάφνη οφείλεται εις τον Γάλλον σο­

λίστ, τον πιανίσταν Bernard Ringeissen, αί τεχνικαί και μουσικαί ικανότητες τοϋ οποίου προκαλούν δίκαιον θαυμασμόν. —Ή συναυλία ήρχισε μέ το «συμφωνικό ποίημα σε μορφή χορευτικής Σουίτας», ώς επιγράφεται, «Ό θάνατος τής Αντρειωμένης» τοΰ Μα­

νώλη Καλομοίρη. Δέν υπάρχει αμφιβολία ότι το έργον αυτό είναι από τα καλύτερα τοϋ Έλληνος μουσουργού. Τό μόνον ότι τό μοτίβο τοϋ «Χοροΰ τοΰ Ζαλόγγου» έρχεται εις μεγάλην αντίθεσιν, μέ τό γενικόν πνεύμα τοϋ συνόλου, πνεΰμα πού αποδίδει τον ήρωϊ­

σμόν και τό μαρτύριον. Ό Swoboda εβαλεν όλον τον εαυτόν του δια ν' άποδώση, ώς πρέπει, τό έργον τοϋ Καλομοίρη — μολονότι εις ώρισμένα σημεία ημπορεί να έχη κα­

νείς επιφυλάξεις — και έκλεισε τήν συναυλίαν μέ μίαν, ανωτέρας πνοής, έρμηνείαν τής 7ης Συμφωνίας τοϋ Σοϋμπερτ.

Μέ τήν συναυλίαν τής 31ης 'Ιουλίου (έπαναληφθεΐσαν καί τήν 2αν Αυγούστου), ή Κρατική 'Ορχήστρα αρχίζει να λαμβάνη μέρος είς τό έπίσημον πρόγραμμα τοΰ Φεστιβάλ 'Αθηνών. Καί αί δύο αύται συναυλίαι ύποτίθενται ότι ήσαν άφιερωμέναι είς τον έορτα­

σμόν τών 200 ετών από τής γεννήσεως τοϋ Μπετόβεν, έορτασμόν ό όποιος εδωσεν άφορ­

μήν δι' ανωτέρας μουσικός εκδηλώσεις εις όλον τον πολιτισμένον κόσμον. Περιέργως όμως τό έπίσημον γενικόν πρόγραμμα τοΰ Φεστιβάλ δέν αναφέρει ούτε λέξιν περί τοΰ έορτασμοϋ αύτοΰ. Τό πρόγραμμα τής συναυλίας — υπό τήν διεύθυνσιν τοϋ 'Ανδρέα Παρίδη — περιελάμβανε δύο μόνον έργα : τήν Είσαγωγήν «Αεονώρα άρ. 3» καί τήν «9ην Συμφωνίαν». Σπανίως ή 'Ορχήστρα καί ό διευθύνων αυτήν ήρθησαν είς τέτοια υψη. Ό Παρίδης ύπήρξεν ό εμπνευσμένος καλλιτέχνης, ό όποιος μετέδιδε μίαν άνωτέ­

ραν πνοήν είς τους υπ' αυτόν μουσικούς, ώς καί εις τήν χορωδίαν τής 'Εθνικής Λυρικής Σκηνής, ή οποία, προετοιμασθεισα από τον Μιχάλη Βούρτση, απέδωσε τό δυσκολώτα­

τον «Φινάλε» κατά άμεμπτον πράγματι τρόπον, πού θα έζήλευαν καί τα διασημότερα συγκροτήματα. Μία μικρά παραφωνία πρέπει μόνον να άναφερθή. Τό φινάλε τής «'Ενά­

της Συμφωνίας», περιλαμβάνει, ώς γνωστόν, εκτός από τήν χορωδίαν, καί τεσσάρας σο­

λίστ. Μέ επί κεφαλής τον διακεκριμένον Έλληνα βαθύφωνον Νικ. Ζαχαρίου, τήν σο­

πράνο Θεοπίστην Μαραντίδου, τήν μεσόφωνον Ria Bollen, καί τον τενόρον Janos Korda, άπεδόθη ό «"Υμνος είς τήν χαράν» τοΰ Σίλλερ, τον όποιον, καινοτόμων, ό Μπετόβεν έμελοποίησε καί έχρησιμοποίησεν ώς τελευταϊον μέρος τής Συμφωνίας. Καί οί μέν τρεις έκ τών σολίστ, μέ επί κεφαλής τήν Ria Bollen, υπήρξαν είς τό ΰψος τοϋ ρόλου των. Δυ­

στυχώς ή σοπράνο Θεοπίστη Μαραντίδου, παρά τήν συμπαθητικήν φωνήν της, δέν ήκού­

ετο, σχεδόν καθόλου, όχι μόνον είς τά μέρη τοΰ φωνητικού κουαρτέττου, άλλ' ούτε είς τα καθαυτό σόλα της. Διατί να μή χρησιμοποιηθή μία ύψίφωνος μέ μεγαλύτερον όγκο ν φωνής;

Καί τάς τρεις ακόμη συναυλίας τής Κρατικής 'Ορχήστρας, αί όποΐαι περιελαμβά­

νοντο είς τό πρόγραμμα τοϋ Φεστιβάλ 'Αθηνών, διηύθυναν ξένοι μαέστροι. Οΰτω, κατά τήν συναυλίαν τής 10ης Αυγούστου, έπί κεφαλής τής ορχήστρας παρουσιάσθη ό Γερμα­

νός καλλιτέχνης Franz ­ Paul Decker, ό όποιος μας έδωσε μίαν ανωτέρας πνοής έρμηνείαν

Page 176: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 506 —

τής «7ης Συμφωνίας» τοϋ Μπροϋκνερ. Το κολοσσιαΐον αυτό δημιούργημα τοϋ Αυστρια­

κού μουσουργού δέν επιδέχεται μέσον όρον. Και δι' αυτό είναι άξιος συγχαρητηρίων τόσον ό αρχιμουσικός όσον και οί Έλληνες μουσικοί, διότι υπήρξαν εις το ΰψος τοΰ Μργου. — Ό Γάλλος δεξιοτέχνης τοϋ πιάνου Philippe Entremont μας είναι γνωστός και από προηγουμένας εμφανίσεις. Εις τό «Ήρώδειον» έπαιξε τό «Κοντσέρτο για πιάνο αρ. 5» τοϋ Μπετόβεν, από τεχνικής μέν απόψεως κατά τρόπον άψογον, ένφ άπό απόψεως ερμηνείας θα ήθελε κανείς περισσότερον συναισθηματισμόν και λεπτότητα, εις τό δεύ­

τερον κυρίως μέρος τοΰ κοντσέρτου.

Την συναυλίαν της 17ης Αυγούστου διηύθυνεν ό "Αγγλος αρχιμουσικός John Pritchard. Θα εξάρω ιδιαιτέρως τον τρόπον με τον όποιον ή ορχήστρα απέδωσε τήν ορμη­

τικότητα και τήν ίδιάζουσαν ρυθμικήν της ΕΙσαγωγής άπό τον «Μπενβενοΰτο Τσελλίνι» τού Μπερλιόζ. Ό Πρίτσαρντ μας εδωσεν, επίσης, μίαν άγνώριστον έρμηνείαν της «4ης Συμφωνίας» τοϋ Τσαϊκόφσκυ, τόσον εις τα λεπτά όσον και εις τα ηχητικά χειμαρρώδη μέρη τοΰ έργου. Τέλος ή Βουλγαρικής καταγωγής σολίστ τής συναυλίας, ή δεξιοτέχνις τοΰ βιολίου Ντίνα Σνάϊντερμαν, παρουσίασε τό «Κοντσέρτο για βιολί» τοΰ Μπετόβεν, άπό τεχνικής μέν απόψεως κατά τρόπον άμεμπτον, ένφ, ώς ερμηνεία, θα έπεθύμει κανείς περισσοτέραν ποίησιν και εσωτερικότητα.

"Ηκουσα αρκετούς να μέμφωνται τον ρωσικής καταγωγής μαέστρον Έφραίμ Κούρτς, ό όποιος διηύθυνε τήν «Κρατικήν», είς τήν συναυλίαν τής 31ης Αυγούστου, δια τον ήχη­

τικόν πλοΰτον τον όποιον έζήτει συνεχώς και έπετύγχανεν άπό τήν όρχήστραν. Τοΰτο όμως είναι καθαρώς ζήτημα προσωπικής ερμηνείας. Δέν νομίζω να έχασε τίποτε ή Εισα­

γωγή τοΰ «Έγκμοντ» τοΰ Μπετόβεν, παρουσιασθεϊσα τόσον πλούσια είς ήχον άπό τάς πρώτας της συγχορδίας, ό δέ ακροατής να εχη τήν έντύπωσιν ότι παίζει διπλάσιους αρι­

θμούς έγχορδων. Αγνώριστη, επίσης, και ή «Πέμπτη Συμφωνία» τοΰ Μπετόβεν, τόσον συγκλονιστική ώς ερμηνεία, ώστε τό κοινόν να έκσπάση είς φρενίτιδα χειροκροτημάτων και να δίδη τήν έντύπωσιν έξαλλου πλήθους. Παραλλήλως και ό σολίστ τής συναυλίας, ό Ούγγρος πιανίστας Gyorgy Cziffra — ό όποιος εις τάς 2 Σεπτεμβρίου έδωσε και Ρε­

σιτάλ πιάνου, είς τα πλαίσια τοΰ Φεστιβάλ , παρουσιάσθη με τό «Κοντσέρτο άρ. 1, σε Μι ελ.» τοΰ Σοπέν κατά τρόπον πού τοΰ επέτρεψε να έπιδείξη τα βασικά χαρακτηρι­

στικά τής τέχνης του : αύτοκυριαρχίαν άνευ προηγουμένου, άσύγκριτον τεχνικήν, ιδιά­

ζοντα τρόπον σβησίματος τοΰ ήχου και πολλά άλλα προτερήματα, πού είχαν τήν εύκαι­

ρίαν να απολαύσουν, ακόμη περισσότερο, οί παρακολουθήσαντες και τό Ρεσιτάλ του.

Ξένα μουσικά συγκροτήματα Εις τα πλαίσια τοΰ «Φεστιβάλ Αθηνών», ή «Κρατική Συμφωνική 'Ορχήστρα τής

Ουγγαρίας» έδωσε τρεις συναυλίας, έξ ών παρηκολούθησα μόνον τήν πρώτην (11 Αύγ.). Όλόκληρον τό πρόγραμμα τής συναυλίας αυτής ήτο άφιερωμένον εις έργα τοΰ μεγάλου Οϋγγρου μουσουργοΰ Μπέλα Μπάρτοκ, ούτινος τήν μνήμην εορτάζει, εφέτος, όχι μόνον ή χώρα τής καταγωγής του, άλλα και αί Ήνωμέναι Πολιτεΐαι τής 'Αμερικής, όπου ό διάσημος συνθέτης έπέρασε τα τελευταία έτη τής ζωής του και όπου και απέθανε τό 1945. Ώς γνωστόν ό Μπάρτοκ ύπήρξεν ό μεγαλύτερος «φολκλορίστας» τοΰ κόσμου, ό άφιερώσας τήν ζωήν του είς τήν συλλογήν των δημωδών ασμάτων, όχι μόνον τής Ουγ­

γαρίας, άλλα και τών ύπό τήν αύστριακήν, τότε, κυριαρχίαν Ρουμανικών περιοχών, ώς και πολλών άλλων χωρών, μεταξύ τών οποίων και ή Νότιος ακόμη 'Αφρική.Τό «φολκλόρ»

Page 177: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 507 —

αυτό επέδρασε και επί τής δημιουργικής του εργασίας, πολλαί δε συνθέσεις του, παρ' ό­

λον τον συγκεκαλυμμένον τρόπον και τήν ίδιάζουσαν τέχνην μέ τήν οποίαν είναι γραμ­

μένοι, δέν δύνανται να αποκρύψουν τήν δημώδη των προέλευσιν. Ή συναυλία ήρχισε μέ τήν Σουΐταν άπό τήν σκηνικήν παντομίμαν «Ό Θαυμαστός Μανδαρίνος», έργον πλού­

σιον εις μουσικός εικόνας, τάς οποίας επρεπεν, όμως, να μαντεύση ό ακροατής, διότι το πρόγραμμα ούδεμίαν άνάλυσιν περιελάμβανε. Το επακολουθήσαν «Κονσέρτο για πιάνο, άρ. 3», παρά τινας ελευθερίας, ακολουθεί τήν καθιερωμένην μορφήν και άπεδόθη κατ' άνώτερον τρόπον από τον Ούγγρον πιανίστα Gyula Kiss. Ή συναυλία έκλεισε μέ το «Κοντσέρτο», τό όποιον έπέτρεψεν εις τήν Όρχήστραν τής Ουγγαρίας να έπιδείξη τα προσόντα της, κυρίως εις το β' μέρος και τό «φινάλε». 'Ιδιαιτέρα μνεία πρέπει να γίνη και δια τον διευθύνοντα τήν ορχήστρα Γιάνος Φέρεντσιχ, ό όποιος παρουσίασε το συγκρότημα τής Ουγγαρίας κατά τρόπον πού τιμά τήν χώραν του.

Προ δύο αιώνων, περίπου, καί μέχρι αύτοϋ τοΰ Μπετόβεν, αί συμφωνικαί όρχήστραι δέν ήσαν κρατικοί οργανισμοί, άλλα συγκροτήματα περιορισμένων αριθμών μουσικών, ανήκοντα εις τάς Αύλάς τών 'Ηγεμόνων, ή και ευπόρων ιδιωτών, εις τάς αίθουσας τών οποίων, ή καί κατά τήν ώραν τών συμποσίων, επαιζον. Αί όρχήστραι αύταί, αί καί «Όρ­

χήστραι Δωματίου» καλούμεναι, άπετελοϋντο άπό 20 ­ 24 μουσικούς (Μπαχ), ό αριθμός τών οποίων ηύξήθη, τό πολύ μέχρι 36, έπί τής εποχής του μουσικού κλασσικισμου. Μία τέτοια ορχήστρα, ή «'Ορχήστρα Δωματίου Κρατικής Όπερας Βαυαρίας», αποτελούμενη άπό 30 εκτελεστός, παρουσιάσθη στο «Ήρώδειον», στάς 3 Σεπτεμβρίου. Φυσικά, ως έσυ­

νειθίζετο, πραγματικός διευθυντής ορχήστρας δέν ύπήρχεν, αλλ' ό κορυφαίος βιολιστής έδιδε καί τό «τέμπο». Εις τήν περίπτωσιν τής «'Ορχήστρας Δωματίου Βαυαρίας» κορυφαίος ήτο ό Herbert Becker, ό όποιος καί επαιζεν, ώς σολίστ, τό «Κοντσέρτο για βιολί αρ. 2, σέ Μι μεΐζ.» τοΰ Μπαχ, τό καί ώραιότερον άπό τα επτά παρεμφερή έργα, του μεγάλου κάντορος. Παρά τινας επιφυλάξεις όσον άφορφ εις τήν άκρίβειαν τοΰ ήχου, τό όλον ήτο μάλλον ίκανοποιητικόν, ακόμη δέ καλύτερα ήτο ή έκτέλεσις τής Εισαγωγής άπό τον «Μαγεμένο Αύλόν» τοΰ Μότσαρτ. Μάλλον πτωχή είς ήχον καί μουσικόν ενδιαφέρον μας έφάνη ή «1η Συμφωνία» τοΰ Μπετόβεν. (Δέν παρηκολούθησα τήν «Ροζαμούνδην τοΰ Σοΰμπερτ».

Ή «Φιλαρμονική 'Ορχήστρα Τσεχοσλαβακίας», ή οποία είχε τρεις εμφανίσεις είς το «Ήρώδειον», απέδειξε, δια μίαν ακόμη φοράν, τί σημασίαν έχει, δια τήν μουσικήν, ή συνέχισις τής παραδόσεως. Ή δέ παράδοσις αριθμεί δύο αιώνων καί πλέον βίον καί εί­

ναι στενώς συνδεδεμένη μέ τον μουσικόν πολιτισμόν τής Βιέννης. Ήδη άπό τήν πρώ­

την της έμφάνισιν, εις τήν συναυλίαν τής 7 Σεπτεμβρίου, ή 'Ορχήστρα έδωσε τήν έντύ­

πωσιν ότι είναι τό άνώτερον ξένον μουσικόν συγκρότημα, τό όποιον έλαβε μέρος εις τό Φεστιβάλ 'Αθηνών τοΰ 1970. Ή συναυλία ήρχισε μέ τον «Μολδαύαν» τοΰ Σμέτανα, ενα είδος έθνικόν συμβόλου, τό όποιον έθύμιζε, τήν έποχήν τών 'Αψβούργων, ότι υπάρχει έθνότης Τσέχων, Μοραβών, κλπ., όπως ή «Finlandia» τοΰ Σιμπέλιους εφερεν εις τήν μνήμην, ότι ή Φιλλανδία δέν έχει τίποτε τό κοινόν μέ τήν τσαρικήν Ρωσίαν. Άπό τον «Μολδαύαν» θα εξάρω, ιδιαιτέρως, τον ώραΐόν, ήχον τών έγχορδων, ώς καί τήν τελειό­

τητα μέ τήν οποίαν έπαιξαν τα φλάουτα τό είσαγωγικόν μοτίβο. 'Εκεί, όμως, όπου ή «Φι­

λαρμονική 'Ορχήστρα Τσεχοσλοβακίας» καί ό διευθύνων αυτήν Vaclav Neumann έδω­

σαν τήν έντύπωσιν τοΰ ανυπερβλήτου, ήτο ή «Έκτη Συμφωνία» τοΰ Τσεχοσλοβάκου μουσουργοΰ Μποχουσλάβ Μαρτινόν, έργον εντελώς ελευθέρας δομής, δίδοντας τήν έντύ­

πωσιν συμφωνικής μάλλον φαντασίας, μέ εντελώς πρωτότυπον ένορχήστρωσιν. Μετά τον ήχητικόν χείμαρρον καί τήν ποικιλίαν τής Συμφωνίας τοΰ Μαρτινόν, ή «4η Συμ­

φωνία» τοΰ Μπράμς, είς τάς αρχάς, έδιδε τήν έντύπωσιν τοΰ πενιχροΰ, τό ενδιαφέ­

ρον όμως ηΰξανεν, έφ' όσον τό έργον έβαινε προς τό τέλος, μέ αποτέλεσμα, μετά τό

Page 178: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 508 —

«Φινάλε» το πλήθος να χειροκρότηση, έξάλλως, την Όρχήστραν και τον διακεκριμένον διευθυντή ν της '.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΚΛΑΒΟΣ

ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΙΝΗΣΙΝ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ «ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ» (Δελτίον αριθ. 5, Σεπτέμβριος 1970)

ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΙΣ ΠΡΩΤΟΥ ΕΤΟΥΣ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΦΟΡΕΙΑΣ.— Έπί τω πέρατι τής δραστηριότητος του συλλογικού έτους και εν όψει των θερινών δια­

κοπών, κατά τήν Συνεδρίαν τής 28ης 'Ιουλίου 1970, ό πρόεδρος κ. Ίω. Θεοδωρακόπουλος ύπεγράμμισεν ότι ή νέα Εφορεία συνεπλήρωσε τυπικώς τό πρώτον έτος τής δράσεως της. τήν οποίαν έχαρακτήρισε κοινή προσπάθεια όλων τών Συμβούλων αυτής προς άνάπτυξιν του Συλλόγου και εύρυτέραν κοινωνικήν έμφάνισιν αύτοΰ. Προσέθεσεν ότι τα αποτε­

λέσματα υπήρξαν ικανοποιητικά, ως αναγνωρίζεται άπό τον τύπον, τα μέλη και τήν κοι­

νωνίαν. Τοϋτο όμως γεννά περαιτέρω υποχρεώσεις, και ηύχήθη όπως τό νέον έτος είναι εξ ίσου ή ακόμη περισσότερον καρποφόρον εις επιτεύγματα.

ΕΙΣΔΟΧΗ ΝΕΩΝ ΜΕΛΩΝ. — Τήν 28ην 'Ιουλίου έγένετο ή εισδοχή τών νέων μελών του «Παρνασσού», τών εκλεγέντων κατά τήν συνεδρίαν τής 8ης 'Ιουλίου 1970. Προς τους προσελθόντας ώμίλησεν ό πρόεδρος κ. Ίω. Θεοδωρακόπουλος, ύπενθυμίσας δια βραχέων τήν μακράν ίστορίαν και τήν πολλαπλήν άποστολήν του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός», τοΰ αρχαιοτέρου και αναμφισβητήτως εύρυτέρας πνευματικής δράσεως ιδρύματος τής Χώρας. Χαιρετίζων τήν έκλογήν τών νέων μελών, έκάλεσε ταΰτα όπως συμβάλουν ενεργώς εις τους σκοπούς τοΰ Συλλόγου, βοηθοΰντα ούτω τήν Έφο­

ρείαν εις τήν προσπάθειαν τής επαναφοράς τοΰ Συλλόγου εις τήν παλαιοτέραν αϊγλην αύτοΰ. Έκ μέρους τών νέων μελών απήντησαν καταλλήλως ό πρωτοδίκης κ. Έμμ. Σερ­

γάκης και ό δικηγόρος κ. Σπ. Μπαμπακος, έκφράσαντες τάς ευχαριστίας των δια τήν τιμητικήν έκλογήν των και ύποσχεθέντες τήν ενθερμον συνεργασίαν των δια τήν έπι­

τυχίαν τών σκοπών τοΰ «Παρνασσού». Έν συνεχεία ό κ. Θεοδωρακόπουλος απένειμεν εις εκαστον νέον μέλος τό δίπλωμα

και τό σήμα τοΰ Συλλόγου, ώς και τό μετάλλιο ν τής εκατονταετή ρίδος τοΰ «Παρνασσοΰ». Μετά τήν ώς άνω εισδοχή ν τών νέων μελών, τα κατά τό έτος 1970 εκλεγέντα νέα

μέλη άνήλθον συνολικώς εϊς έβδομήκοντα (70).

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ 49ου ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΕΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ. — Έν τώ με­

γάρω τοΰ Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» ή Κριτική 'Επιτροπή τοΰ 49ου Καλο­

καιρινείου Θεατρικοΰ Διαγωνισμοΰ τοΰ έτους 1969, συγκειμένη έκ τών κ.κ. Π. Χάρη, άκαδημαϊκοΰ, προέδρου, Γ. Θ. Ζώρα, καθηγητοΰ Πανεπιστημίου, εισηγητού, και Χρ. Σολομωνίδη, λογοτέχνου, προέβη εις τήν άνάγνωσιν τής εισηγητικής εκθέσεως περί τών υποβληθέντων έργων και τήν άνακοίνωσιν τών αποτελεσμάτων τοΰ Διαγωνισμοΰ. Μετά τήν άποσφράγισιν τών φακέλων, προκύπτει ότι βραβευθέντες τοΰ Διαγωνισμοΰ είναι οί έξης :

1. ( Σ η μ ε ί ω σ ι ς Σ υ ν τ ά ξ ε ω ς ) . "Ενεκα καθυστερημένης λήψεως, δεν κατέστη δυνατόν να περιληφθή ή συνέχεια τοϋ Χρονικού της Μουσικής, άφορώντος εις τήν κριτι­

κήν τών έργων τής Λυρικής Σκηνής.

Page 179: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 509 —

Β ρ α β ε ì ο ν, μετά επάθλου εξ 7.000 δραχμών, ό κ. Νίκος Παπαγεωργίου, συγ­

γραφεύς του έργου «Ή φωνή τοϋ Αυγερινού», υποβληθέντος ύπο το ψευδώνυμον Νίκος Μυστρδς.

Έ π α ι ν ο ς ό κ. Μανώλης Κορνήλιος, συγγραφεύς τοϋ έργου «Το πικρό παρα­

μύθι τοϋ "Αδωνι», υποβληθέντος ύπο το ψευδώνυμον Μανώλης 'Αττικός. Έν τω μεταξύ ή Κριτική Επιτροπή ήρχισε τήν μελέτην τών εις τον 50òv Καλο­

καιρίνειον θεατρικον διαγωνισμόν υποβληθέντων έργων, τών οποίων ό αριθμός άνήλθεν εις 81. Το χρηματικον επαθλον τοϋ Διαγωνισμού ώρίσθη εις δρχ. είκοσι χιλιάδας (20.000).

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ.—Ή Βιβλιοθήκη τοϋ Συλλόγου έπλουτίσθη δι' ίκανοΰ άριθμοϋ βιβλίων, περιοδικών και ποικίλων δημοσιευμάτων, ιδία φιλολογικοΰ και λογοτεχνικοΰ περιεχομένου, προερχομένων εξ αγοράς καί δωρεών τών συγγραφέων φίλων τοϋ «Παρ­

νασσοΰ». "Ηδη μελετάται ευρύτερον το θέμα άρτιωτέρας εμφανίσεως της Βιβλιοθήκης, ώστε αυτή να καταστή προσιτή ουχί μόνον εις τα μέλη τοϋ Συλλόγου, άλλα γενικώτε­

ρον εις τους επιστήμονας και νεαρούς μελετητάς τών 'Αθηνών.

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗΣ. — Κατά τους θερινούς μήνας ή αίθουσα τής Πινακοθήκης παρέμεινε κλειστή επί τω σκοπώ γενικοΰ καθαρισμού και αναδιαρθρώ­

σεως μετά τήν δωρεάν σημαντικοΰ άριθμοϋ πινάκων εκ μέρους διαφόρων καλλιτεχνών. Ή επαναλειτουργία αυτής θα άρχίση άπό τοϋ προσεχούς μηνός 'Οκτωβρίου.

ΔΙΑΘΕΣΙΣ ΑΙΘΟΥΣΩΝ ΕΚΘΕΣΕΩΣ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ. — Ή ύπο τής 'Εφορείας συσταθείσα τριμελής επιτροπή εκ τών κ.κ. Γ. Θ. Ζώρα, Σ. Λοϊζίδη καί Χρ. Σολομωνίδη, λαβοΰσα ύπ' όψιν τάς κρίσεις αρμοδίων καλλιτεχνικών συμβούλων καί τάς υπάρχου­

σας δυνατότητας, συνέταξε τον τελικόν πίνακα διαθέσεως τών αιθουσών εκθέσεων ζω­

γραφικής ('Ισογείου, Β' ορόφου καί Γ' ορόφου), όστις καί έκοινοποιήθη εις τους ενδια­

φερομένους.

ΑΥΞΗΣΙΣ ΑΡΙΘΜΟΥ ΥΠΟΤΡΟΦΙΩΝ ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΜΑΤΟΣ Γ. ΠΟΛΙΤΟΥ. — Έν τή Έφημερίδι τής Κυβερνήσεως έδημοσιεύθη ή κατωτέρω υπουργική άπόφασις, άφορώσα εις τήν αυξησιν τοΰ άριθμοϋ τών υποτρόφων τοϋ κληροδοτήματος Γ. Πολίτου :

«Δια πράξεως τών 'Υπουργών Οικονομικών καί 'Εθνικής Παιδείας καί Θρησκευ­

μάτων ύπ' αριθ. Π. 584/249 τής 20 Μαρτίου 1968, εκδοθείσης συμφώνως προς : 1) τήν άπό 1.3.1934 μυστικήν διαθήκην τοϋ Γεωργίου Πολίτου, 2) τάς διατάξεις τοϋ άρθρου 54 παρ. 3 τοΰ Α.Ν. 2039/39, 3) τήν ύπ' αριθ. 112/18.11.1967 πρότασιν τοϋ Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός», περί αυξήσεως τοΰ άριθμοϋ τών υποτρόφων εις βάρος τών προσόδων τοϋ κληροδοτήματος Γ. Πολίτου άπό ενός (1) εις τρεις (3) καί 4) τήν άπό 25.1.1968 σύμφωνον γνωμοδότησιν τοΰ Συμβουλίου Εθνικών Κληροδοτημάτων (περίπτ. 11), ενεκρίθη ή ώς άνω άπό 18.11.1967 πρότασις τοΰ Φιλολογικοΰ Συλλόγου «Παρνασ­

σός» περί αυξήσεως τοΰ άριθμοϋ τών εις βάρος τών προσόδων τοϋ Κληροδοτήματος Γ. Πολίτου υποτρόφων άπό ενός (1) εις τρεις (3), λόγω επάρκειας τών εσόδων τοΰ ώς άνω κληροδοτήματος».

ΠΡΟΚΗΡΥΞΕ ΥΠΟΤΡΟΦΙΩΝ Γ. ΠΟΛΙΤΟΥ. — Ή Εφορεία, εις έφαρμογήν της ανωτέρω υπουργικής αποφάσεως, διετύπωσε τους όρους προκηρύξεως δύο υποτρο­

φιών εις βάρος τοΰ κληροδοτήματος Γ. Πολίτου δια τό προσεχές έτος 1970­ 1971. Οι όροι δημοσιεύονται ανωτέρω.

Page 180: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 510 —

ΧΟΡΗΓΗΣΕ ΑΔΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΚΑΙ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟΥ ΞΕΝΩΝ ΓΛΩΣΣΩΝ. ΔΙΑΡΘΡΩΣΙΣ ΣΧΟΛΕΙΩΝ «ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ». — α) Δια της υπ αριθ. 100034/6.8.1969 'Υπουργικής Πράξεως έχορηγήθη εις τον Φιλολογικον Σύλλογον «Παρνασσός» άδεια ιδρύσεως 'Ιδιωτικού Νυκτερινού Γυμνασίου, β) Δια τοϋ υπ' αριθ. 67112/30.6.1970 έγγραφου του'Υπουργείου Εθνικής Παιδείας άνενεώθη εις τον Φιλο­

λογικον Σύλλογον «Παρνασσός» ή άδεια λειτουργίας 'Ιδιωτικού Νυκτερινού Γυμνασίου, γ) Δια τοϋ υπ' αριθ. 67711/25.5.70 έγγραφου 'Υπουργείου 'Εθνικής Παιδείας έχορη­

γήθη είς τον Φιλολογικον Σύλλογον «Παρνασσός» άδεια ιδρύσεως Φροντιστηρίου μα­

θημάτων ξένων γλωσσών. Ούτω ή διάρθρωσις των Νυκτερινών Σχολών 'Εργαζομένων Παίδων τοϋ «Παρ­

νασσού» έχει ώς έξης : 1) Νυκτεριναί Σχολαί 'Εργαζομένων Παίδων Δημοτικής 'Εκπαιδεύσεως. 2) Νυκτερινον Γυμνάσιον 'Εργαζομένων Νέων. 3) Φροντιστήριον μαθημάτων ξένων γλωσσών. Κατωτέρω καταχωρίζονται τα κείμενα τών μνημονευομένων υπουργικών αποφάσεων.

ΕΥΠΡΕΠΙΣΜΟΣ ΚΤΗΡΙΟΥ ΣΧΟΛΩΝ «ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ». — Έν συνεχείς τής απο­

φάσεως ιδρύσεως Γυμνασίου και Φροντιστηρίου Ξένων Γλωσσών, ή 'Εφορεία έλαβε τήν άπόφασιν το μέν να προβή εις άπελευθέρωσιν πάντων τών μέχρι τούδε μη χρησιμο­

ποιουμένων δια τα Σχολεία αυτής χώρων, το δε να φροντίση δια τον εύπρεπισμον ολοκλήρου τοϋ Μεγάρου, ώς και δια τήν κατά το δυνατόν έπωφελεστέραν άξιοποίη­

σιν αύτοΰ.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΝΙΣΧΥΣΙΣ ΕΠΙΜΕΛΩΝ ΑΠΟΡΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ. — Προτάσει τοϋ κ. Ζώρα, ή Εφορεία απεφάσισε παμψηφεί, όπως — μή καθισταμένης εφικτής τής λειτουργίας οίκοτροφείου δι' απόρους μαθητάς — ληφθή πρόνοια δια χρηματικήν ένί­

σχυσιν άπορων μαθητών, διακρινομένων έπί άκεραιότητι ήθους και σχολική έπιδόσει. μ.μ.

ΥΠΟΥΡΓΙΚΑΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΙΔΡΥΣΕΩΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΚΑΙ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟΥ ΞΕΝΩΝ ΓΛΩΣΣΩΝ

Α.—Περί Ιδρύσεως Νυκτερινού Γυμνασίου: «Δι' υπουργικής πράξεως υπ' αριθ. 100034/6.8.1969 εκδοθείσης κατά τάς διατά­

ξεις τών άρθρων 8, 9, 10, 11, 12, 13 και 14 τοΰ Α.Ν. 2545/40 «περί Ιδιωτικών Σχολείων, Φροντιστηρίων κλπ.», έν συνδυασμώ προς τάς διατάξεις τοϋ Α.Ν. 129/1967 και τήν σχε­

τικήν γνώμην τοϋ 'Ανωτάτου Γνωμοδοτικού Συμβουλίου 'Εκπαιδεύσεως (Α.Γ.Σ.Ε.) περι­

λαμβανομένων έν τη ύπ' αριθ. 53/17.7.69 πράξει αύτοϋ, χορηγείται είς τον Φιλολογικον Σύλλογον «Παρνασσός» άδεια Ιδρύσεως τών τριών πρώτων τάξεων, ήτοι (Α', Β' και Γ') 'Ιδιωτικού Νυκτερινού Έπταταξίου Γυμνασίου έν 'Αθήναις άπο τοΰ σχολικού έτους 1969 ­1970. Ή λειτουργία τών ώς άνω τάξεων θα καταστη δυνατή μετά τήν έκπλήρωσιν τών διατυπώσεων τών ύπο τών άρθρων 15 και 16 τοΰ αύτοϋ ώς άνω Νόμου 2545/1940 προ­

βλεπομένων. Ή παρούσα άδεια παύει ισχύουσα, αν δεν άνανεοΰται μέχρι τής προτεραίας τής ενάρξεως εκάστου σχολ. έτους συμφώνως προς τάς διατάξεις τοΰ άρθρου 17 τοΰ Α.Ν. 2545/40».

Page 181: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 511 —

Β . — Π ε ρ ί αδείας λειτουργίας Νυκτερινού Γυμνασίου: «Έχοντες ύπ' δψει τάς διατάξεις των άρθρων 15 και 16 του Α.Ν. 2545/1940 «περί

'Ιδιωτικών σχολείων, Φροντιστηρίων κλπ.», την υπ' αριθμ. 63/8­5­70 πράξιν της 'Επ ι ­

τροπής 'Ελέγχου καταλληλότητος διδακτηρίων ως και τα λοιπά δικαιολογητικά, υποβλη­

θέντα ήμΐν δια της υπ' αριθμ. 2360/16­5­70 αναφοράς του Γενικού 'Επιθεωρητού Μέσης 'Εκπαιδεύσεως Α' περιφερείας

Ά π ο φ α σ ί ζ ο μ ε ν Χορηγουμεν εις ύμας την άδειαν στεγάσεως και λειτουργίας του υμετέρου ιδιωτικού

Νυκτερινού Γυμνασίου άπο του σχολικού έτους 1970 ­ 1971 εις το εν 'Αθήναις καΐ επί της όδοΰ Κατακουζηνοΰ 2 οϊκημα και εις τάς τρεις (3) αίθουσας τάς κειμένας εν τω πρώτω όρόφω αύτοΰ, δια τάς οποίας ή ως άνω ρηθείσα 'Επιτροπή απεφάνθη δτι είναι κατάλληλοι ως αϊθουσαι διδασκαλίας, υπό τον δρον δπως ό αριθμός των εις αύτάς φοιτώντων μαθητών μή ύπερβαίνη τον υπό της 'Επιτροπής καθορισθέντα, ήτοι τους εκατόν τεσσαράκοντοί επτά (147) συνολικώς».

Γ . — Π ε ρ ί χορηγήσεως αδείας ιδρύσεως Φροντιστηρίου: «Έχοντες υπ' δψει τάς διατάξεις τών άρθρων 63, 64, 65 καΐ 68 τοΰ Α.Ν. 2545/40

«περί 'Ιδιωτικών σχολείων, Φροντιστηρίων κλπ.» και τήν γνωμάτευσιν τοΰ 'Εποπτικού Συμβουλίου 'Ιδιωτικής 'Εκπαιδεύσεως περιλαμβανομένην εν τή υπ' αριθ. 3/23­3­70 πρά­

ξει αύτοΰ. Χ ο ρ η γ ο υ μ ε ν

εις ύμας άδειαν ιδρύσεως Φροντιστηρίου μαθημάτων Ξένων Γλωσσών εν 'Αθήναις. Ή λειτουργία τοϋ Φροντιστηρίου τούτου θα καταστή δυνατή μόνον μετά τήν ύποβολήν ήμΐν εκθέσεως, τοΰ οικείου σχολιάτρου περί της καταλληλότητος τών αιθουσών διδασκαλίας ως ορίζει ή παρ. 3 τοΰ άρθρου 65 τοΰ Α.Ν. 2545/1940 ως και πρότασιν διορισμοΰ Διευ­

θυντού. Ή παρούσα άδεια παύει ισχύουσα, αν δεν άνανεοΰται εντός τοΰ 'Οκτωβρίου εκά­

στου έτους συμφώνως τω άρθρω 66 τοΰ είρημένου Νόμου».

Ν Ε Α Β Ι Β Λ Ι Α

Α ϊ κ. Χ ρ ι σ τ ο φ ι λ ο π ο ύ λ ο υ , Ή αντιβασιλεία εις το Βυζάντιον, Βασιλικόν Ίδρυμα Ερευνών ­ Κέντρον Βυζαντινών Ερευνών /Αθήναι 1970.

Φ. Φ ά λ μ π ο υ , Ό Φραγκομαχαλάς της Σμύρνης, Ιστορική Μελέτη, 'Αθήναι 1970. Α. Κ α ρ α ν ι κ ό λ α , Κατάλογος χειρογράφων προερχομένων εκ τής Σχολής Κύμης,

Άνάτυπον από τα «Ελληνικά», Θεσσαλονίκη 1970. Σ π. Ε ύ α γ γ ε λ ά τ ο υ , 'Ιστορία τοϋ θεάτρου εν Κεφαλληνία 1600 ­ 1900,'Εν 'Αθή­

ναις 1970. Ά λ ύ Ν ο ύ ρ, Το Κοράνιον και το Βυζάντιον, 'Εν 'Αθήναις 1970. Κ. Ν τ ε λ ο π ο ύ λ ο υ , Νεοελληνικά φιλολογικά ψευδώνυμα, 'Αθήναι 1969. Κ. Ν τ ε λ ο π ο ύ λ ο υ , Κανόνες ταξιθετήσεως δελτίων καταλόγου, 'Αθήναι 1969. Κ ω ν σ τ . Χ α τ ζ η σ τ ε φ ά ν ο υ , Ό τραγικός Σοφοκλής ώς ήθογράφος ευγενών χαρα­

κτήρων, Λάπηθος 1970. Κ ώ σ τ α Μ ι χ α η λ ί δ η , Ή ενότητα ιδεών στην αρχαία μας λογοτεχνία και το δη­

μοτικό μας τραγούδι, Λάπηθος 1970. Μ. Χ α ι ρ έ τ η , Τα παλαιότερα κατάστιχα τοϋ 'Αρχείου τοϋ Δούκα τής Κρήτης ώς

ίστορικαί πηγαί, Άνάτυπον από τα «Κρητικά Χρονικά», 'Ηράκλειον 1969.

\

Page 182: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

— 512 —

Δημ. Μ ι χ α η λ ί δ η , Οί Τραπεζουντιακοί θρήνοι για την άλωση τής Κωνσταντινου­

πόλεως, Άνάτυπον άπό το «Άρχεϊον Πόντου», 'Αθήναι 1970. Π. Γ ι α γ κ ο π ο ύ λ ο υ , Τα φαινόμενα της ραβδοσκοπίας και ή επιστημονική το.'ν

πλευρά, Λάπηθος 1970. Γ ε ω ρ γ ί ο υ Χ α τ ζ η κ ω σ τ ή , Το λογοτεχνικό έργο τοϋ Ευαγόρα Παλληκαρίδη,

πηθος 1970. ^ Θ. Ξ ύ δ η, Ποιήματα 1969 ­1970, Ίωλκός, 'Αθήναι 1970. ' Α ν τ ώ ν η Δ ε κ α β ά λ λ ε , 'Ωκεανίδες, Ποιήματα, "Ικαρος 1970. " Α ν δ ρ έ α Π α σ τ ε λ λ α , Χώρος διασποράς, Ποιήματα, Δίφρος, 'Αθήναι 1970. Π ά ν ο υ Κ α ρ ά β ι α , Πάθος γραφής και τά τοπία, Εστία, 'Αθήναι 1970. Φ ο ί β ο υ Δ έ λ φ η , Γιάννης Κοφίνης, ό ποιητής τής Άγόριανης, Ίωλκός 1970. Χ ρ. Κ υ π ρ ι α ν ο ύ , Μερικές κυπριακές τροφές, Λάπηθος 1970. Διαλέξεις τοϋ Γυμνασίου Λαπήθου, επιμέλεια Χρ. Κυπριανού, τεύχη Γ, Δ, Ε, Λάπηθος

1970.

Page 183: ΚΑΤΑ TNMHNIAN

ΦΙΛΟ ΛΟΓΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ «ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ» ΕΚΔΟΣΕΙΣ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ : ΓΕΩΡΓΙΟΣ θ. ΖΩΡΑΣ

Α'. «ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ»

Περιοδικον σύγγραμμα κατά τριμηνίαν έκδιδόμενον Π ε ρ ί ο δ ο ς Α': τόμοι 13, δτη 1877­1894.

. Έ π ε τ ή ρ ί ς : δτη 1896­1918 καΐ 1925­1939. Π ε ρ ί ο δ ο ς Β': τόμοι 12, δτη 1959­1970.

Έκαστος τόμος σελ. 650. — Ετησία συνδρομή : δρχ. 120.

Β\ ΣΕΙΡΑ ΔΙΑΛΕΞΕΩΝ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΩΝ

Έ ξ ε δ ό θ η σ α ν : 1. Κωστή Παλαμά, Ανδρέας Κάλβος, Αθήναι 1969. 2. Κωστή Παλαμά, Ιούλιος Τυπάλδος,'Αθήναι 1970. 3. Γ. Τ σ ο κ ο π ο ύ λ ο υ , OÎ αδελφοί ΣοΟτσοι καί ή πολιτική ποίησις έπί "Όθωνος,

'Αθήναι 1970. 4. Θ. Β ε λ λ ι α ν ί τ ο υ , Πολυλάς, Μαρκορας καί ή Σχολή τής Κερκύρας, 'Αθήναι

1970. Έκαστον τεΟχος δρχ. 20.

Γ. ΣΕΙΡΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΔΙΑΤΡΙΒΩΝ

' Υ π ό è κ τ ύ π ω σ ι ν : . 1. Μ. Μαντουβάλου , Τά έν'Ελλάδι πολιτικά γεγονότα τοϋ 1862 καί τά έν τφ

«Παρνασσφ» κατάλοιπα τοΟ Δ. Βούλγαρη. 2. Ά ρ. Σ τ ε ρ γ έ λ λ η , Τα δημοσιεύματα τών'Ελλήνων σπουδαστών τοΟ Πανεπιστη­

μίου τής Πάδοβας τον 17ον καί 18ον αίωνα.