Η συμφωνία NAFTA υπό το πρίσμα του νεοφιλελευθερισμού...

9
Αντώνιος Κάργας Ιανουάριος 2015 Η συμφωνία NAFTA υπό το πρίσμα του νεοφιλελευθερισμού (θεωρία διεθνών σχέσεων) Εισαγωγή Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και η παγκοσμιοποίηση, έφερε στο προσκήνιο μία νέα πραγματικότητα για τα κράτη, σε επίπεδο διεθνών σχέσεων. Ο ρεαλισμός, με την έμφαση στην ισχύ των κρατών ως μέσο επίτευξης του εθνικού συμφέροντος, υστερούσε στην ερμηνεία ζητημάτων συνεργασίας κρατών [1], έναντι του νεοφιλελευθερισμού ο οποίος μπορούσε να ερμηνεύσει καλύτερα την πραγματικότητα [2], δίνοντας ιδιαίτερο βάρος στην μελέτη των παραγόντων που οδηγούν σε διασυνδέσεις αυξανόμενης έντασης μεταξύ κρατών και μη κρατικών δρώντων. Στο επίκεντρο της θεώρησης αυτής, βρέθηκαν οι σύνθετες αλληλεξαρτήσεις και οι πολλαπλές αλληλεπιδράσεις που αναπτύσσονται σε διεθνές επίπεδο και οι οποίες επιτρέπουν το πέρασμα από τον ανταγωνισμό, σε μία μορφή συνεργασίας που οδηγεί σε κατά pareto αύξηση της ωφέλειας όλων των εμπλεκομένων εταίρων [3], όπως φαίνεται στο Γράφημα 1. Γράφημα 1 Κατά pareto αύξηση ωφέλειας Πηγή: Powel R. [3] Τα κράτη βρίσκονται στο σημείο Q (status quo), ενώ το πέρασμα στα σημεία Α1 και Α4 σηματοδοτεί αύξηση της ωφέλειας (U) μόνο του ενός έναντι του άλλου. Υπάρχει όμως η δυνατότητα να μετακινηθούν σε κάποιο εκ των ενδιάμεσων σημείων (Α, Α2, Α3), στα οποία μεγαλώνει από κοινού η ωφέλεια, έστω και σε σχετικά διαφορετικό βαθμό. Υφίσταται έτσι το ζήτημα του σχετικού οφέλους (έναντι του απόλυτου οφέλους), όπου οι δρώντες καλούνται να αποφασίσουν αν προτιμούν να αυξήσουν τη δική τους ωφέλεια ή αν πρώτιστο μέλημα τους είναι απλά να μην αυξηθεί η ωφέλεια άλλων εμπλεκόμενων δρώντων [4]. Το πέρασμα από τον ανταγωνισμό, στη συνεργασία οδήγησε στη βαθμιαία ανάπτυξη πολλαπλών διαύλων επικοινωνίας μεταξύ των δρώντων στην παγκόσμια σκακιέρα των διεθνών σχέσεων [5]. Οι διεθνείς θεσμοί και τα διεθνή καθεστώτα, έρχονται προς την κατεύθυνση αυτή, να αποτελέσουν τον διαμεσολαβητή και το μέσο για την επίτευξη συνεργασίας, διαχειριζόμενα την παγκοσμιοποίηση, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από την προσπάθεια διαμόρφωσης πολυμερών συνεργασιών [3]. Οι συνεργασίες αυτές ενισχύουν τάσεις «περιφερειοποίησης» (regionalism) της πολιτικής οικονομίας μεγάλων γεωπολιτικών ζωνών, ακόμα και αν η ολοκλήρωση δεν επιτυγχάνεται απόλυτα σε όλους τους τομείς [6].

Transcript of Η συμφωνία NAFTA υπό το πρίσμα του νεοφιλελευθερισμού...

Αντώνιος Κάργας Ιανουάριος 2015

Η συμφωνία NAFTA υπό το πρίσμα του νεοφιλελευθερισμού (θεωρία διεθνών σχέσεων)

Εισαγωγή

Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και η παγκοσμιοποίηση, έφερε στο προσκήνιο μία νέα

πραγματικότητα για τα κράτη, σε επίπεδο διεθνών σχέσεων. Ο ρεαλισμός, με την έμφαση στην

ισχύ των κρατών ως μέσο επίτευξης του εθνικού συμφέροντος, υστερούσε στην ερμηνεία

ζητημάτων συνεργασίας κρατών [1], έναντι του νεοφιλελευθερισμού ο οποίος μπορούσε να

ερμηνεύσει καλύτερα την πραγματικότητα [2], δίνοντας ιδιαίτερο βάρος στην μελέτη των

παραγόντων που οδηγούν σε διασυνδέσεις αυξανόμενης έντασης μεταξύ κρατών και μη

κρατικών δρώντων.

Στο επίκεντρο της θεώρησης αυτής, βρέθηκαν οι σύνθετες αλληλεξαρτήσεις και οι πολλαπλές

αλληλεπιδράσεις που αναπτύσσονται σε διεθνές επίπεδο και οι οποίες επιτρέπουν το

πέρασμα από τον ανταγωνισμό, σε μία μορφή συνεργασίας που οδηγεί σε κατά pareto αύξηση

της ωφέλειας όλων των εμπλεκομένων εταίρων [3], όπως φαίνεται στο Γράφημα 1.

Γράφημα 1 Κατά pareto αύξηση ωφέλειας

Πηγή: Powel R. [3]

Τα κράτη βρίσκονται στο σημείο Q (status quo), ενώ

το πέρασμα στα σημεία Α1 και Α4 σηματοδοτεί

αύξηση της ωφέλειας (U) μόνο του ενός έναντι του

άλλου. Υπάρχει όμως η δυνατότητα να μετακινηθούν

σε κάποιο εκ των ενδιάμεσων σημείων (Α, Α2, Α3),

στα οποία μεγαλώνει από κοινού η ωφέλεια, έστω

και σε σχετικά διαφορετικό βαθμό.

Υφίσταται έτσι το ζήτημα του σχετικού οφέλους

(έναντι του απόλυτου οφέλους), όπου οι δρώντες

καλούνται να αποφασίσουν αν προτιμούν να

αυξήσουν τη δική τους ωφέλεια ή αν πρώτιστο

μέλημα τους είναι απλά να μην αυξηθεί η ωφέλεια

άλλων εμπλεκόμενων δρώντων [4].

Το πέρασμα από τον ανταγωνισμό, στη συνεργασία οδήγησε στη βαθμιαία ανάπτυξη

πολλαπλών διαύλων επικοινωνίας μεταξύ των δρώντων στην παγκόσμια σκακιέρα των

διεθνών σχέσεων [5]. Οι διεθνείς θεσμοί και τα διεθνή καθεστώτα, έρχονται προς την

κατεύθυνση αυτή, να αποτελέσουν τον διαμεσολαβητή και το μέσο για την επίτευξη

συνεργασίας, διαχειριζόμενα την παγκοσμιοποίηση, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από την

προσπάθεια διαμόρφωσης πολυμερών συνεργασιών [3]. Οι συνεργασίες αυτές ενισχύουν

τάσεις «περιφερειοποίησης» (regionalism) της πολιτικής οικονομίας μεγάλων γεωπολιτικών

ζωνών, ακόμα και αν η ολοκλήρωση δεν επιτυγχάνεται απόλυτα σε όλους τους τομείς [6].

Αντώνιος Κάργας Ιανουάριος 2015

Η παρούσα εργασία έρχεται να εξετάσει την “North American Free Trade Agreement” (NAFTA

εφεξής) και να αναδείξει μέσα από τη συμφωνία αυτή ότι:

1. Τα κράτη αποτελούν βασικούς δρώντες στις διεθνείς σχέσεις, αλλά δεν αποτελούν τους

μοναδικούς σημαντικούς δρώντες. Λειτουργούν ορθολογικά και επιδιώκουν να

μεγιστοποιήσουν τα συμφέροντα τους [3].

2. Η επιδίωξη αυτή οδηγεί τα κράτη στο να επιδιώκουν τη συνεργασία και να ανησυχούν

λιγότερο για τα κέρδη ή τα πλεονεκτήματα που αποκομίζουν τα άλλα συμβαλλόμενα

κράτη σε μία συνεργασία [1].

3. Εμπόδιο για τη συνεργασία είναι η μη συμμόρφωση και μέσο για τον περιορισμό της

είναι η ύπαρξη διεθνών θεσμών που μέσω ορθολογικού θεσμικού σχεδιασμού, θα

διευκολύνουν την επαναληπτικότητα και θα μειώνουν τα εμπόδια στη συνεργασία [7].

4. Τα κράτη προκειμένου να εξασφαλίσουν σχετικά οφέλη είναι διατεθειμένα να

μεταφέρουν πίστη και πόρους στους θεσμούς, επιτρέποντας τους να λειτουργούν

αυτόνομα, αν θεωρηθούν αμοιβαίως ωφέλιμοι και αν παρέχουν στα κράτη ολοένα και

περισσότερες ευκαιρίες για να εξασφαλίσουν τα διεθνή τους συμφέροντα [7].

Διαπραγμάτευση και Αυτονομία

Η NAFTA έχει αποτελέσει πεδίο οικονομικής και πολιτικής σύγκρουσης για σειρά μελετητών και

οικονομολόγων [8]. Η συμφωνία υπήρξε προϊόν διαπραγμάτευσης μεταξύ του Καναδά, των

Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και του Μεξικού και τέθηκε σε ισχύ το 1994 [9], μετά από μία

σειρά διαπραγματεύσεων που είχαν ξεκινήσει το 1991 [10]. Η συμφωνία κάλυπτε μία

διάφορους κλάδους, όπως: πετρελαϊκά και πετροχημικά προϊόντα, προϊόντα

αυτοκινητοβιομηχανίας, εμπορικές υπηρεσίες, βιομηχανικά προϊόντα και κεφάλαια,

χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και αγροτικά προϊόντα, ενώ οι στόχοι της περιλάμβαναν [11]:

την κατάργηση των εμποδίων στο εμπόριο και την εύκολη διακίνηση αγαθών και

υπηρεσιών μεταξύ των εμπλεκομένων μερών, ώστε να δοθούν χαμηλότερες τιμές

στους καταναλωτές,

την προώθηση του δίκαιου ανταγωνισμού ώστε να αυξηθεί το μέγεθος της αγοράς και

να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων,

την διαμόρφωση συνθηκών σταθερότητας που επιτρέπουν τις επενδύσεις μεταξύ των

κρατών,

την διασφάλιση των πνευματικών δικαιωμάτων.

Κρίσιμο σημείο για τη NAFTA αποτελεί το γεγονός πως η συμφωνία πραγματοποιήθηκε μεταξύ

δύο ανεπτυγμένων χωρών που ήδη διέθεταν μία διμερή συμφωνία διασύνδεσης και μίας

Αντώνιος Κάργας Ιανουάριος 2015

αναπτυσσόμενης χώρας με διαφορετικά κίνητρα και ανάγκες [10]. Οι ΗΠΑ και ο Καναδάς είχαν

διαμορφώσει την CUFTA (Canada – USA Free Trade Area agreement) από το 1989, προϊόν

διαπραγματεύσεων από τη δεκαετία του 1970 [10]. Οι αντίστοιχες διαπραγματεύσεις μεταξύ

Μεξικό – ΗΠΑ περιλάμβαναν την πραγματοποίηση δομικών αλλαγών εκ μέρους του πρώτου,

σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο [12], όπως: μείωση της κρατικής παρέμβασης στην

οικονομία, άρση των περιορισμών εισροής ξένων κεφαλαίων και εμπορευματικών αγαθών,

διαμόρφωση ενός νέου θεσμικού πλαισίου για την λειτουργία του εμπορικού κλάδου και την

εναρμόνιση με τον GATT [11].

Η διαφορετικότητα στην κατάσταση των τριών χωρών, από πολιτικής και οικονομικής πλευράς,

θα μπορούσε να έχει δημιουργήσει περιορισμούς στη διαδικασία διαπραγμάτευσης, αν δεν

υπήρχαν οι ελίτ των χωρών [13], οι οποίες μοιράζονταν τις ίδιες νεοφιλελεύθερες αρχές και

επιθυμούσαν την υιοθέτηση της NAFTA [14]. Συγκεκριμένα οι κύριοι δρώντες που υποστήριξαν

την υιοθέτηση της συμφωνίας [14] ήταν: α) οι πολυεθνικές επιχειρήσεις (ειδικά των ΗΠΑ) που

επιθυμούσαν τον περιορισμό του ρυθμιστικού πλαισίου, ώστε να διευκολυνθεί το εμπόριο και

οι επενδυτικές δραστηριότητες και β) οι πολιτικές ελίτ (του Μεξικού και του Καναδά) που

ασπάζονταν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές και είχαν στενούς δεσμούς με το

χρηματοοικονομικό και βιομηχανικό κεφάλαιο. Ο ρόλος που διαδραμάτισαν αυτές αποτελεί

και ένδειξη των πολλαπλών καναλιών που συνδέουν τις κοινωνίες και υπερβαίνουν σε πολλές

περιπτώσεις τις σχέσεις κρατών [2].

Σε καθαρά πολιτικό επίπεδο, οι ΗΠΑ επιθυμούσαν τη συμφωνία, καθώς αυτό θα δημιουργούσε

νέες θέσεις εργασίας και θα περιόριζε δραστικά την παράνομη μετανάστευση στα νότια

σύνορα της χώρας, μέσω της βελτίωσης της οικονομικής κατάστασης και των προσδοκιών στο

ίδιο το Μεξικό [15], αλλά και ως μέσο επέκτασης του παγκοσμιοποιημένου μοντέλου

διακυβέρνησης που προωθούσαν οι ΗΠΑ σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο [15]. Ο Καναδάς

ενεπλάκη στις διαπραγματεύσεις, μόνο αφότου ανακοινώθηκε η πρόθεση των δύο άλλων

χωρών για την επίτευξη διμερούς εμπορικής συμφωνίας [10]. Η χώρα είχε μικρές εμπορικές και

επενδυτικές σχέσεις με το Μεξικό [16], διέθετε ήδη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με τις ΗΠΑ

(CUFTA) η οποία δεχόταν κριτική στο εσωτερικό της [10], αλλά παράλληλα αισθανόταν την

ανάγκη να συμμετέχει στη διαμόρφωση του θεσμικού πλαισίου της NAFTA, ώστε:

1. να αποτρέψει μία πιθανή μετακίνηση των βιομηχανιών αμερικανικών συμφερόντων

από τον Καναδά στο Μεξικό [16] και να διασφαλίσει ότι ο Καναδάς θα παραμείνει

ελκυστικός για μελλοντικές επενδύσεις από κεφάλαια των ΗΠΑ [10],

2. να διασφαλίσει ότι το Μεξικό δεν θα πετύχει καλύτερους όρους πρόσβασης στην

αγορά προϊόντων/υπηρεσίων και κεφαλαίου των ΗΠΑ, από τους όρους που ο Καναδάς

είχε μέσω της CUFTA [16],

3. να αποκτήσει πρόσβαση σε μία μεγαλύτερη αγορά, διευκολύνοντας τις επιχειρήσεις

του να πετύχουν οικονομίες κλίμακας [17].

Αντώνιος Κάργας Ιανουάριος 2015

Από την άλλη πλευρά, το Μεξικό αποτελούσε τον «περίεργο» εταίρο στη συμφωνία [18],

καθώς για να γίνει η συμφωνία θα έπρεπε να προχωρήσει σε σημαντικές μεταβολές στον

κλειστού τύπου οικονομίας του [10]. Η πολιτική ηγεσία της χώρας είχε να αντιμετωπίσει ένα

υψηλό εθνικό χρέος, οικονομική αστάθεια, υψηλά επίπεδα διαφθοράς και εσωτερική άρνηση

για μεταρρυθμίσεις [18]. Υιοθέτησε μία λογική πολιτικού υποστηρικτή της «ανοικτής

περιφερειοποίησης» ως μέσο εξάλειψης των επενδυτικών διακρίσεων και ανάκαμψης της

εθνικής οικονομίας [19]. Παράλληλα, η κυβέρνηση του Μεξικού αναζητούσε διεθνείς εταίρους

στην προσπάθεια περαιτέρω εκδημοκρατισμού της χώρας και θεωρούσε πως η «σύνδεση» με

τις ΗΠΑ σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο θα συντελούσε στην εισροή επενδυτικών

κεφαλαίων και διεθνών θεσμών, που θα εξασφάλιζαν το πέρασμα της στις ανεπτυγμένες χώρες

[20]. Οι ΗΠΑ στήριξαν εμπράκτως τη διαδικασία μετασχηματισμού του Μεξικού, παρέχοντας

δανειακά κεφάλαια και τεχνική υποστήριξη στην κυβέρνηση του [12], παρακολουθώντας στενά

διαδικασίες όπως η ιδιωτικοποίηση των κρατικών επιχειρήσεων και η υποτίμηση του εθνικού

νομίσματος [21].

Από την ανωτέρω ανάλυση καθίσταται σαφής η ύπαρξη διασύνδεσης των θεμάτων κατά τη

φάση διαπραγμάτευσης της NAFTA, καθώς κάθε χώρα επιχειρούσε να διασφαλίσει τα δικά της

συμφέροντα, αλλά παράλληλα να μην υπονομεύσει τη συνεργασία. Επίσης, η ύπαρξη

εσωτερικής κριτικής στον Καναδά για την CUFTA και η άρνηση για μεταρρυθμίσεις στο

εσωτερικό του Μεξικού, καθιστούν σαφές το γιατί επέλεξαν το σχηματισμό ενός διεθνής

οργάνου, με αυτόνομες νομικά διαδικασίες και όργανα λήψεις αποφάσεων, που δεσμεύουν

όλους τους δρώντες, μέσω κανόνων και μηχανισμών επίλυσης διαφορών.

Οι συμμετέχοντες στις διαπραγματεύσεις, ενεπλάκησαν προοδευτικά σε μία κατάσταση

αλληλοεξάρτησης (interdependence) των επιλογών τους με αυτές των “εταίρων” τους, κατά

την οποία η Θεωρία Παιγνίων ως εργαλείο, έχει αποδειχτεί κατάλληλη ως προς την ανάλυση

της [22]. Στην περίπτωση μελέτης του πρώτου σταδίου διαπραγμάτευσης της NAFTA μπορεί για

αξιοποιηθεί το παίγνιο του «κυνηγιού του ελαφιού», με τις τρεις χώρες να προσομοιώνονται

με τους κυνηγούς που καλούνται να επιλέξουν αν θα συνεργαστούν για να πετύχουν

υψηλότερα αποτελέσματα (το ελάφι) ή θα ακολουθήσουν ανεξάρτητη πορεία, διεκδικώντας

λιγότερα αλλά περισσότερο διασφαλισμένα αποτελέσματα (λαγός). Ο Πίνακας 1 περιγράφει τις

σχέσεις που αναπτύσσονται, με τις γραμμές να αντιστοιχούν στις επιλογές των ΗΠΑ και τις

στήλες στις επιλογές του Μεξικού ως προς την υλοποίηση της συμφωνίας, ενώ ο κάθε υπό-

πίνακας περιγράφει την επιλογή του Καναδά.

Το παίγνιο υποδεικνύει στην ύπαρξη πολλαπλών επιλογών για τους δρώντες. Η επιλογή ενός ή

δύο εξ αυτών να μην συμμετάσχουν (στρατηγικές: US2, ME2, CA2 και US3, ME3, CA3) δίνει

κάποια οφέλη σε έναν ή και στους δύο εξ αυτών, αλλά ποτέ στον τρίτο δρώντα. Η θεωρία

παιγνίων όμως έχει δείξει πως στα επαναλαμβανόμενα παίγνια, όπως είναι οι

διαπραγματεύσεις, το αμοιβαίο συμφέρον ωθεί τους δρώντες να επιλέξουν μεταξύ των δύο

επιλογών, που εμφανίζονται με κίτρινο χρώμα και που συνιστούν τα σημεία ισορροπίας κατά

Nash [23]. Έτσι, οι χώρες είχαν να επιλέξουν μεταξύ του να μην υλοποιήσουν τη συμφωνία,

Αντώνιος Κάργας Ιανουάριος 2015

ακολουθώντας ανεξάρτητη πορεία (ο λαγός του παιγνίου, στρατηγική: US1, ME1, CA1) ή να

συνεργαστούν επιτυγχάνοντας μεγαλύτερα σχετικά οφέλη (το ελάφι του παιγνίου,

στρατηγική: US4, ME4, CA4).

Πίνακας 1 Το κυνήγι του ελαφιού και η NAFTA

Όπου: USA = US, Mexico = ME, Canada = CA

Παράλληλα, οι εμπλεκόμενοι δρώντες κατανοούσαν πλήρως ότι η συμφωνία δεν θα μπορούσε

να τίθεται συνεχώς σε καθεστώς επαναδιαπραγμάτευσης, κάθε φορά που θα υφίσταντο

πολιτική αλλαγή σε κάποια από τις χώρες ή θα άλλαζαν οι πολιτικές προτεραιότητες. Επίσης,

έπρεπε να αποφευχθούν φαινόμενα κατά τα οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί η σχετική

ισχύς κάποιου προκειμένου να πετύχει αλλαγές προς όφελος του. Οι ξένες άμεσες επενδύσεις

και η παγκοσμιοποιημένη κοινωνία απαιτούν σταθερότητα στο ρυθμιστικό περιβάλλον, ενώ

και ο πολιτικός παράγοντας χρειαζόταν μία θεσμοθετημένη οντότητα που να παρέχει ένα

σταθερό πλαίσιο νομικών διαδικασιών για τη λειτουργία και τον έλεγχο της NAFTA.

Δημιουργήθηκε έτσι ένα αυτόνομο σχήμα, που πέραν του κανονιστικού πλαισίου που όριζε τις

αρμοδιότητες του επί των κρατών και των δρώντων, είχε το δικό του σώμα ελέγχου (Free Trade

Commission) και τη δική του διοικητική γραφειοκρατία (Secretariat). Οι εξουσίες που έχουν

παραχωρηθεί στο σώμα ελέγχου, είναι τεχνικές, ειδικές και υποχρεωτικές ως προς την αποδοχή

τους από τα κράτη μέλη, ενώ διαθέτει διοικητικές δομές και στα τρία κράτη.

Σχετικά οφέλη και αποσκίρτηση

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, δημιουργείται εύλογα το ερώτημα, περί των σχετικών

οφελών που αποκόμισαν οι συμμετέχοντες στη NAFTA. Αν και τα ερευνητικά αποτελέσματα για

τη συνεισφορά της NAFTA στις εθνικές οικονομίες των χωρών που συμμετέχουν σε αυτή είναι

αντικρουόμενα, καθώς δίνουν έμφαση σε διαφορετικές οικονομικές πτυχές, υπάρχουν και

κοινά αποδεκτά δεδομένα [8].

Αντώνιος Κάργας Ιανουάριος 2015

Γράφημα 2 Αύξηση ΑΕΠ

Πηγή: OECD

Σύμφωνα με την Υπηρεσία Ερευνών του

Κογκρέσου των ΗΠΑ (CRS εφεξής), το ΑΕΠ

των χωρών της NAFTA παρουσιάζει από το

1993 αύξηση, ενώ ακόμα και μετά την

χρηματοοικονομική κρίση του 2007,

παραμένει υψηλότερο του μέσου όρου των

χωρών του Οργανισμού Οικονομικής

Συνεργασίας και Ανάπτυξης (Γράφημα 2). Η

σημασία του γεγονότος πως η NAFTA

παραμένει η μεγαλύτερη σε όρους ΑΕΠ ζώνη

ελεύθερου εμπορίου παγκοσμίως, έγκειται

στην ανάδυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και

στην οικονομική ανάπτυξη της Κίνας, ως

ανταγωνιστών στην παγκόσμια αγορά.

Στα θετικά της NAFTA βάσει του CRS συγκαταλέγονται [8]:

1. Ο τριπλασιασμός του εμπορίου

μεταξύ των χωρών και η αύξηση

της ανταγωνιστικότητας των

επιχειρήσεων σε τομείς που η

κάθε μία διέθετε συγκριτικό

πλεονέκτημα (Γράφημα 3). Από το

1993 έως το 2012 το εμπόριο

μεταξύ τους εκτινάχτηκε από τα

297 δισεκατομμύρια δολάρια, στο

1,6 τρισεκατομμύρια δολάρια. Οι

ΗΠΑ παρουσίασαν θετικό

εμπορικό ισοζύγιο στις υπηρεσίες

και το Μεξικό στις εξαγωγές

βιομηχανικών προϊόντων.

Γράφημα 3 Εμπόριο ΗΠΑ με χώρες NAFTA

Πηγή: Villarreal, M. & Ferguson, I. [8]

2. Η ενοποίηση της αγοράς της Βορείου Αμερικής στην παραγωγή προηγμένων αγαθών

[8], η παραγωγή των οποίων πραγματοποιείται σε μία εκ των χωρών, αλλά τα

εξαρτήματα παράγονται σε περισσότερες της μίας. Παράλληλα, τριπλασιάστηκαν οι

άμεσες επενδύσεις των ΗΠΑ σε Μεξικό και Καναδά, γεγονός που συνετέλεσε

σημαντικά στην οικονομία των δύο χωρών.

3. Η συμφωνία αποτέλεσε οδηγό για μία μελλοντική επέκταση της σε χώρες της Κεντρικής

και της Λατινικής Αμερικής, γεγονός που μεγαλώνει την οικονομική και πολιτική

σημασία της.

Αντώνιος Κάργας Ιανουάριος 2015

4. Οι επιχειρήσεις του Μεξικού αναγκάστηκαν να γίνουν περισσότερο ανταγωνιστικές και

εξυγιάνθηκε η λειτουργία τους, γεγονός που οδήγησε στη μετατροπή της χώρας από

υποανάπτυκτη χώρας, σε μία σταθερή δημοκρατία, με μία ανερχόμενη μεσαία τάξη

[24].

5. Η συμφωνία δεν οδήγησε στις απώλειες των θέσεων εργασίας, όπως

επιχειρηματολογούσαν όσοι εναντιώνονταν, ενώ παράλληλα πέτυχε τη μείωση των

τιμών για τους καταναλωτές σε σειρά αγαθών και υπηρεσιών [25].

Τα σχετικά αυτά οφέλη, αποτελούν και την κύρια αιτία, που παρά την καταγεγραμμένη κριτική

στα αποτελέσματα της NAFTA [8], δεν έχουν υπάρξει φαινόμενα αποσκίρτησης από αυτήν

κάποιων από τους μετέχοντες. Οι ΗΠΑ είναι ο μόνος από τους τρεις δρώντες που διαθέτει τη

σχετική ισχύ να αποχωρήσει από τη συμφωνία, σε αντίθεση με το Μεξικό και τον Καναδά που

βρίσκονται σε διαφορετική μεταξύ τους θέση, αλλά σε κάθε περίπτωση μειονεκτικότερη έναντι

των ΗΠΑ. Η NAFTA δεν βασίζεται στην επιβολή κυρώσεων προκειμένου να αποτρέψει τους

μετέχοντες από μία πιθανή αποχώρηση τους, αλλά αντιθέτως, αξιοποιεί την συμμόρφωση, την

ενθάρρυνση ή ώθηση δηλαδή των δρώντων προκειμένου να συνεχίσουν να συνεργάζονται. Τα

οφέλη, όπως έγινε σαφές από τα ανωτέρω, δεν είναι μόνο οικονομικά, αλλά και πολιτικά.

Μία πιθανή αποχώρηση του Μεξικού για παράδειγμα, θα μπορούσε εν δυνάμει να αποκόψει

τη χώρα από τον μεγαλύτερο «καταναλωτή» προϊόντων της, να δυσχεράνει τη συνέχιση της

βιομηχανικής της παραγωγής που στηρίζεται σε ηλεκτρονικά εξαρτήματα που παράγονται στις

ΗΠΑ, να περιορίσει την αξιοπιστία που απολαμβάνει η χώρα από ξένους επενδυτές και να

οδηγήσει σε γενικότερη οπισθοδρόμηση της οικονομίας της. Η αλληλεξάρτηση των

οικονομιών αποτελεί την ισχυρότερη αποτροπή ενάντια στην αποσκίρτηση.

Συμπεράσματα

Στις ενότητες που προηγήθηκαν, έγινε σαφές ότι:

1. Η NAFTA δεν υπήρξε προϊόν μόνο κρατικής πολιτικής, αλλά και αλληλεπίδρασης των

οικονομικών και πολιτικών ελίτ των τριών χωρών.

2. Η συνεργασία των τριών χωρών δημιούργησε έναν περιφερειακό, ενιαίο οικονομικό

χώρο, που μπορεί να ανταγωνιστεί άλλες περιφερειακές ενώσεις (π.χ. Ε.Ε.) ή

οικονομικές δυνάμεις (π.χ. Κίνα).

3. Οι μετέχοντες, για τους δικούς του λόγους ο καθένας, επιθυμούσαν τη δημιουργία ενός

οργάνου που θα ελέγχει την υλοποίηση της συμφωνίας και θα επιβάλει κανόνες,

προκειμένου να αποφεύγονται οι διμερείς διαφωνίες, που μπορούν να υποσκάψουν

την ομαλότητα της συνεργασίας.

Αντώνιος Κάργας Ιανουάριος 2015

4. Υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις για το ποιο εκ των τριών κρατών ωφελήθηκε

λιγότερο ή περισσότερο από τη NAFTA, αλλά η προσδοκία για σχετικά οφέλη από τη

συνεργασία μεγαλύτερα των απόλυτων κερδών από την ανεξάρτητη πορεία της κάθε

μίας χώρας, οδήγησε στην υλοποίηση της συμφωνίας και στη συνέχιση της.

5. Η αλληλεξάρτηση των οικονομιών αποτελεί την ισχυρότερη αποτροπή ενάντια στην

αποσκίρτηση.

Πηγές

[1] R. O. Keohane, After hegemony : cooperation and discord in the world political economy. Princeton, N.J.: Princeton University Press, 1984.

[2] R. O. Keohane and J. S. Nye, Power and interdependence : world politics in transition. Boston: Little, Brown, 1977.

[3] R. Powell, "Anarchy in International Relations Theory : the Neorealist-Neoliberal Debate," International Organization, vol. 48, pp. 313-344, 1994.

[4] D. A. Baldwin, Neorealism and neoliberalism : the contemporary debate. New York: Columbia University Press, 1993.

[5] S. D. Krasner, Power, the state, and sovereignty : essays on international relations. London; New York: Routledge, 2009.

[6] J. Öjendal, M. Schulz, and F. Söderbaum, "Introduction: A Framework for Understanding Regionalization," in Regionalization in a Globalizing World: A Comparative Perspective on Forms, Actors and Processes, J. Öjendal, M. Schulz, and F. Söderbaum, Eds. London: Zed Books, 2001, pp. 1-22.

[7] J. J. Mearsheimer, "A Realist Reply," Internationl Security, vol. 20, pp. 82, 1995. [8] M. A. Villarreal and I. F. Fergusson, "NAFTA at 20 : overview and trade effects," vol. 7-

5700, Congressional Research Service, Ed.: Library of Congress,, 2014. [9] J. M. Ayres and L. Macdonald, North America in question : regional integration in an era

of economic turbulence. Toronto: University of Toronto Press, 2012. [10] J. A. Heindl, "Toward a History of NAFTA's Chapter Eleven," Berkeley journal of

international law, vol. 24, pp. 672-686, 2006. [11] J. A. Loyola and Y. M. Schettino, Estrategia empresarial en una economνa global.

Mexico: Grupo Editorial Iberoamιrica : Instituto Mexicano de Ejecutivos de Finanzas, 1994.

[12] C. Gesser, "Neoliberalism and NAFTA: A Case Study of the Coffee Commodity System and Huatusco, Veracruz, Mexico," Western Kentucky University, 1997.

[13] M. Schulz, F. Soderbaum, and J. Ojendal, Regionalization in a globalizing world : a comparative perspective on forms, actors, and processes. London; New York: Zed Books, 2001.

[14] M. Marchand, "North American Regionalisms and Regionalization in the 1990’s," in Regionalization in a Globalizing World: A Comparative Perspective on Forms, Actors and Processes, J. Ojendal, M. Schulz, and F. Soderbaum, Eds. London: Zed Books, 2001, pp. 198-210.

Αντώνιος Κάργας Ιανουάριος 2015

[15] T. A. Miller, "A New Look at Neo-Liberal Economic Policies and the Criminalization of Undocumented Migration," SMU law review : a publication of Southern Methodist University School of Law., vol. 61, pp. 171-190, 2008.

[16] M. A. Cameron and B. W. Tomlin, The making of NAFTA : how the deal was done. Ithaca, N.Y.: Cornell University Press, 2000.

[17] J. McKinney, "NAFTA's Effects on North American Economic Development: A United States Perspective," presented at NAFTA and the Future of North America: Trilateral Perspectives on Governance, Economic Development and Labour, Toronto, 2005.

[18] R. H. Folsom, M. W. Gordon, and D. Lopez, NAFTA : a problem-oriented coursebook. St. Paul, Minn.: West Group, 2000.

[19] R. Icaza-Garza, "The End of Neo-Liberal Regionalism in Mexico?," in Big Picture Realities: Canada and Mexico at the Crossroads, D. Drache, Ed. Ontario: Wilfrid Laurier University Press, 2008, pp. 185-204.

[20] D. Boris and K. Hirschkorn, The North American Free Trade Agreement (NAFTA) : consequences of neoliberal market strategies for Mexico and Canada. Marburg: FEG am Inst. fόr Politikwissenschaft, Philipps-Univ., 1996.

[21] M. Robert, Negotiating NAFTA : explaining the outcome in culture, textiles, autos, and pharmaceuticals. Toronto: University of Toronto Press, 2000.

[22] T. C. Schelling, The strategy of conflict. Cambridge: Harvard University Press, 1960. [23] J. F. Nash, H. W. Kuhn, and S. Nasar, The essential John Nash. Princeton, N.J.: Princeton

University Press, 2002. [24] A. Tornell and G. E. Hernandez, "The Political Economy of Mexico's Entry into NAFTA," in

Regionalism versus Multilateral Trade Arrangements, T. Ito and A. O. Krueger, Eds. Chicago: University of Chicago Press, 1997.

[25] R. E. D. Hoyos and L. Iacovone, "Economic Performance Under NAFTA : a Firm-Level Analysis of the Trade-Productivity Linkages," The World Bank, Washington, D.C. 2011.