Πιερ Ζανέ: Σχετικά με την σχιζοφρένεια, μετάφραση Emmanuel...

18
Πιερ Ζανέ Σχετικά με την σχιζοφρένεια Μετάφραση: Μανώλης Κοζαδίνος (Emmanuel Kosadinos) 1

description

Ο κ. Bleuler έκανε σχετικά με τους σχιζοφρενείς μια πολύ ενδιαφέρουσα παρατήρηση που μου φαίνεται πως βρίσκει ακριβώς εφαρμογή στις δυο μας άρρωστες, ότι δηλαδή δεν υπάρχει πραγματική καταστροφή κάποιας ψυχολογικής λειτουργίας, ότι όλες οι πράξεις, αντίληψη, γλώσσα, μνήμη, κλπ, μπορούν να συντελεστούν σωστά. Είναι αυτό που άλλοτε ονόμαζα έλλειψη έκπτωσης (détérioration) στους νευροπαθείς (névropathes), είναι αυτό που, μεταφράζοντας κάπως χονδροειδώς, λέγεται πως δεν υπάρχουν εντοπισμένες εγκεφαλικές βλάβες σε αυτούς τους αρρώστους.

Transcript of Πιερ Ζανέ: Σχετικά με την σχιζοφρένεια, μετάφραση Emmanuel...

Page 1: Πιερ Ζανέ: Σχετικά με την σχιζοφρένεια, μετάφραση Emmanuel Kosadinos (Μανώλης Κοζαδίνος)

Πιερ Ζανέ

Σχετικά με την σχιζοφρένεια

Μετάφραση: Μανώλης Κοζαδίνος (Emmanuel Kosadinos)

1

Page 2: Πιερ Ζανέ: Σχετικά με την σχιζοφρένεια, μετάφραση Emmanuel Kosadinos (Μανώλης Κοζαδίνος)

Pierre Janet (1859-1947)A propos de la schizophrénie (1927)Source : P.Janet,A propos de la schizophrénie, Journal de psychologie normale et pathologique, organe officiel de la Société de psychiatrie, XXIVéme année, N° 6, 15 juin1927, Paris, Félix Alcan

Πιερ Ζανέ (1859-1947)

Πιερ Ζανέ: «Σχετικά με την σχιζοφρένεια», άρθρο που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «JOURNAL DE PSYCHOLOGIE NORMALE ET PATHOLOGIQUE», επίσημο όργανο της (γαλλικής) Εταιρείας Ψυχιατρικής, 24ο έτος, N° 6, 15 Ιουνίου 1927, Παρίσι, Εκδόσεις «FELIX ALCAN»

Σχετικά με την σχιζοφρένεια(1927)

Ο κύριος Μινκόφσκι μας παρουσίασε, με πολύ ενδιαφέροντα τρόπο, στην Εταιρεία Ψυχολογίας τις θεωρίες του κυρίου Μπλόϋλερ για την ψυχολογική διάσπαση (που συναντάται) στην σχιζοφρένεια. Υπάρχει σε αυτές τις μελέτες μια αξιοσημείωτη προσπάθεια για να για να εκφραστούν σε σύγχρονο ψυχολογικό ιδίωμα μερικές από τις σοβαρές χρόνιες διαταραχές που έχουν ταξινομηθεί από κλινική σκοπιά στην λίγο συγκεχυμένη ομάδα της πρώιμης άνοιας. Για να δείξω το ενδιαφέρον μου για αυτές τις έρευνες θα ήθελα να προσθέσω στις παρατηρήσεις που μας παρουσίασε ο κ. Μινκόφσκι μια δικιά μου και θα ήθελα να δοκιμάσω να υπενθυμίσω με ποιο τρόπο είμαι διατεθειμένος να ερμηνεύσω αυτήν την διάσπαση.

Ι

Μια νέα κοπέλα τριάντα ετών που θα προσδιορίσω με το όνομα Σόνια μου φαίνεται πως πλησιάζει στον τύπο που μόλις μας περιέγραψαν.

Σε αυτήν την οικογένεια υπάρχει κληρονομικό αναμνηστικό και νευροπαθητικές διαταραχές, ωστόσο αυτή η νέα κοπέλα φαινόταν όχι μόνο φυσιολογική αλλά και αξιοσημείωτα έξυπνη μέχρι τα είκοσι τρία ή είκοσι τέσσερα χρόνια. Αν και δεν ήταν πρακτικός άνθρωπος και δεν ασχολιόταν διόλου με τις οικιακές εργασίες και με τα υλικά ζητήματα, εργαζόταν πού, μελετούσε την ποίηση διαφόρων χωρών, μετέφραζε βιβλία και έμοιαζε πολύ ικανή για να πετύχει μια καριέρα λογοτεχνικής κριτικού, όπως ήταν η φιλοδοξία της. Χωρίς αμφιβολία, είχε παρουσιάσει μερικούς νυκτερινούς εφιάλτες, κραυγές κατά την διάρκεια του ύπνου της, περιόδους ήπιας θλίψης και περιόδους ελαφριάς εύθυμης ανησυχίας, χωρίς αμφιβολία υποστηρίζει ακόμη σήμερα πως ήταν πάντοτε άρρωστη, από την παιδική της ηλικία, αλλά το περιβάλλον της δεν το αντιλαμβανόταν.

Αυτή η νέα κοπέλα δοκίμασε αναστατώσεις και μεγάλη κόπωση κατά την διάρκεια του πολέμου. Υπήρξε νοσοκόμα σε ένα νοσοκομείο και εξαντλήθηκε από την κούραση και τις συγκινήσεις. Έπρεπε να αλλάξει πόλη και χώρα και προσαρμόστηκε με δυσκολία. Γύρω στην ηλικία των είκοσι τεσσάρων ετών παρουσίασε για πρώτη φορά αλλόκοτη εμφάνιση και συμπεριφορά, κάτι που προκάλεσε εντύπωση. Έπαψε να ενδιαφέρεται για τις διάφορες ασχολίες της, παραπονιόταν πως ήταν κουρασμένη και επέτρεπε στον εαυτό της να διηγείται αλλόκοτες ιστορίες. «Ένας νέος άνδρας, παντρεμένος με μια από τις φίλες της, δεν αγαπούσε την γυναίκα του (όπως ισχυριζόταν εκείνη) αλλά ένοιωθε αγάπη μόνο για εκείνη την ίδια. Είχε σκοπό να εγκαταλείψει το ζευγάρι του και να την παντρευτεί.» Η ηρεμία με την οποία η Σόνια βεβαίωνε αυτήν την ιστορία, που εξ άλλου ήταν τελείως ανακριβής, η αδιαφορία με

2

Page 3: Πιερ Ζανέ: Σχετικά με την σχιζοφρένεια, μετάφραση Emmanuel Kosadinos (Μανώλης Κοζαδίνος)

την οποία εξέφραζε ιδέες που θα μπορούσαν να έχουν σοβαρές συνέπειες αλλά και η ευκολία με την οποία φαινόταν να τις εγκαταλείπει ήταν η αιτία που προκαλούσε κατάπληξη στο περιβάλλον της. Η νέα αυτή κοπέλα δέχτηκε κάποιες φροντίδες και η αποκατάσταση φάνηκε να είναι πλήρης για μερικούς μήνες. Όλα αυτά όμως ξανάρχισαν και κάποιος αριθμός διανοητικών συμπτωμάτων εξελίχτηκε με αυξανόμενο τρόπο. Αν και τα συμπτώματα αυτά είχαν διακυμάνσεις, δεν εξαφανίστηκαν ποτέ και μάλλον επιδεινώθηκαν τα έξη τελευταία χρόνια.

Η διαταραχή συμπεριφοράς η πιο εμφανής είναι η όλο και πιο πλήρης απουσία δραστηριότητας. Κατάργησε σιγά σιγά σχεδόν όλες τις ευχάριστες, αλλά μη απαραίτητες δραστηριότητες. Δεν θέλει πια να βγαίνει καθόλου, δεν θέλει να κάνει καμία επίσκεψη ούτε και να πηγαίνει σε κανένα θέαμα. Δεν είναι ότι στην πραγματικότητα δεν την πηγαίνουν σε επισκέψεις, αλλά ότι όταν της έχουν επιβάλει κάποια έξοδο υπακούει αρκετά εύκολα όταν κάποιος άλλος επιμένει γιατί δεν είναι διόλου ικανή να αντισταθεί. Όμως αφήνεται να συρθεί με αδιαφορία και δεν κοιτάζει τίποτε, ακούει μετά βίας και κυρίως αρνείται απόλυτα να πει οτιδήποτε σε κανέναν. Στο σπίτι της ή στα σπίτια άλλων μετά βίας λέει καλημέρα και παραμένει σιωπηλή σε μια γωνιά. Έχει παραιτηθεί από οποιαδήποτε μελέτη και σχεδόν από κάθε ανάγνωσμα, δεν τακτοποιεί κανένα αντικείμενο στο δωμάτιο της, δεν επιδιώκει καμία τάξη και καμία διακόσμηση. Μόλις είναι πίσω σπίτι της καταπέφτει σε μια πολυθρόνα ή ψάχνει να ξαπλώσει στο κρεβάτι. Κατ’ εξαίρεση έχουν διατηρηθεί κάποιες συνήθεις δραστηριότητες. Διατρέφεται σωστά χωρίς να λεει κουβέντα, πραγματοποιεί τις αυτοφροντίδες υγιεινής και, όταν η μητέρα της ή ο αδελφός της είναι άρρωστοι, τους παρέχει κάποιες φροντίδες. Δεν έχει καταργήσει τελείως κάθε δραστηριότητα, την έχει περιορίσει σε ότι της φαίνεται ουσιώδες. Έξω από τις συνήθεις δραστηριότητες δεν είναι δυνατό να προσηλωθεί η προσοχή της και το ενδιαφέρον της περισσότερο από μια στιγμή. Είναι δυνατό μερικές φορές να την κάνουν να κοιτάξει ένα θέαμα στο δρόμο, να διαβάσει μερικές γραμμές, να μιλήσει για λίγο αλλά αυτές οι προκλητές ή ακόμη και αυθόρμητες δραστηριότητες διαρκούν πολύ λίγο. Ακούει καλά και απαντάει σωστά για μερικά λεπτά, κατόπιν μόμως γίνεται αδιάφορη και δεν απαντάει διόλου.

Μέσα από τα λόγια της η άρρωστη εκφράζει κάποια συναισθήματα. Πράγματι έχει διατηρήσει κάποια σωστά συναισθήματα. Έχει έγνοια για τα μέλη της οικογένειας της και εκφράζει από καιρό σε καιρό ανησυχία για την υγεία της μητέρας της ή για την υγεία του αδελφού της που φαίνεται να αγαπά. Έχει μερικές φορές συναισθήματα της μελαγχολικής σειράς που περιγράφω με την ονομασία συναισθήματα δείνωσης (péjoration). Τα πρόσωπα που την περιβάλλουν εμφανίζονται δυσάρεστα, δύσμορφα, «τέρατα δυσμορφίας με πράσινα μάτια και τεράστια αυτιά». Εν εκφράζουν παρά «κακά ήθη, βαριά ελαττώματα, την ανηθικότητα της αχαριστίας». Η πόλη του Παρισιού, η συνοικία όπου κατοικεί, τα έπιπλα του διαμερίσματος, όλα έχουν γίνει «φρικτά, χυδαία, βρώμικα». Όμως τέτοια συναισθήματα εμφανίζονται σπάνια και δεν διαρκούν πολύ χρόνο. Συχνότερα παρατηρούνται συναισθήματα θλίψης λιγότερο βαθιάς «συναισθήματα δυσθυμίας (morosité)». «Είμαι θλιμμένη και αδύναμη, θλιμμένη για την ίδια μου την ζωή... είμαι κουρασμένη, υπερβολικά κουρασμένη, ποτέ ξεκούραστη, δεν ενδιαφέρομαι για τίποτε, ούτε καν για να ζήσω, όλα μου είναι όμοια και αδιάφορα, δεν θέλω τίποτε να κάνω.» Αυτά τα συναισθήματα οδηγούν μέχρι την σειρά των συναισθημάτων κενού. «Τίποτε πια δεν με κινητοποιεί, τίποτε πια δεν με αγγίζει, γύρω μου το παν κενό, είναι σαν μόλις να έπεσα από τον ουρανό σε έναν κόσμο όπου δεν υπάρχει πια τίποτε... τα πάντα απόμακρα και απόντα». Πρέπει όμως να επιμείνω στο γεγονός πως τέτοιες εκφράσεις δεν είναι συχνές και πως η άρρωστη δεν φαίνεται να υποφέρει εξ αιτίας αυτών των συναισθημάτων κενού. Εξ άλλου αυτά τα συναισθήματα κενού δεν φτάνουν ποτέ σε αυτήν την άρρωστη στην φυσική τους κατάληξη, σε συναισθήματα μη πραγματικού (irréel). Τέλος πρέπει να σημειωθούν συναισθήματα άλλης τάξης: συναισθήματα έντασης (tension) ή πίεσης, που παίρνουν σε εκείνην την τυπική μορφή ανησυχίας και δυσάρεστης ανίας (ennui).

3

Page 4: Πιερ Ζανέ: Σχετικά με την σχιζοφρένεια, μετάφραση Emmanuel Kosadinos (Μανώλης Κοζαδίνος)

Αισθάνεται δυσάρεστη ανία (ennui) πάντα όπου βρίσκεται, θα ήθελε να βρίσκεται αλλού: «Ας αλλάξει κάποιος την ζωή μου γιατί αυτή που ζω μου προκαλεί ναυτία.» Όμως, επαναλαμβάνω, αυτά τα συναισθήματα δεν φαίνεται να παίζουν υπολογίσιμο ρόλο.

Ένα άλλο σύμπτωμα λαμβάνει πράγματι τέτοια έκταση που απαλείφει την έκφραση των συναισθημάτων, είναι η ονειροπόληση (rêverie) στην οποία η άρρωστη αυτάρεσκα εγκαταλείπεται για αόριστο χρόνο. Έχω συχνά περιγράψει στο μάθημα για τις νευρώσεις την «συνέχιση της ιστορίας (l’histoire continuée) ». Είναι όμως σπάνιο να παίρνει τόσο μεγάλη έκταση. Συνέχεια η Σόνια διηγείται στον εαυτό της, ή αν προτιμάται παίζει στον εαυτό της, πλήθος μικρές θεατρικές πράξεις, στην κάθε μια από τις οποίες έχει πρωτεύοντα ρόλο, με την μορφή στάσεων, αναπαραστάσεων και κυρίως εσωτερικών ομιλιών. Ας δούμε κατ’ αρχήν το περιεχόμενο ή τα υποκείμενα αυτών των ατελείωτων κωμωδιών. Έχουμε την προδιάθεση να πιστέψουμε πως αυτές οι αναπαραστάσεις σχετίζονται αποκλειστικά με ιστορίες αγάπης. Αυτό σε πρώτη προσέγγιση φαίνεται αρκετά σωστό διότι κάποιος αριθμός ονειροπολήσεων της Σόνια σχετίζονται συχνά με τον γάμο: σπάνια αναπαραστά πως την αγαπά ή πως την αποζητά κάποιος, θεωρεί σχεδόν πάντα πως είναι ήδη παντρεμένη. Μόνο το όνομα του συζύγου παραλλάσσει: για τρεις μήνες ήταν παντρεμένη με τον ρώσο πρίγκιπα Τ., κατόπιν με έναν γερμανό πρίγκιπα, μετά με έναν άγγλο πρίγκιπα και τέλος και για μακρά περίοδο με έναν πρίγκιπα άγγλο και γερμανό ταυτόχρονα, απόγονο της οικογένειας του Byron. Η ονειροπόληση σχετίζεται με την επιφανή οικογένεια του συζύγου, με τα ιστορικά προηγούμενα, με τον γάμο που έγινε εδώ και πολύ καιρό όταν η ίδια ήταν δεκαοκτώ χρονών. Πράγμα περίεργο ο ίδιος ο γάμος και οι αρχή της έγγαμης συμβίωσης δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον για την άρρωστη. Επινοεί για τον εαυτό της όχι μόνο έναν σύζυγο αλλά κατασκευάζει και έναν αδελφό, μια αδελφή με την οποία έχει άριστες σχέσεις. Το πράγμα που την ενδιαφέρει περισσότερο στον γάμο δεν είναι ο σύζυγος, που παίζει απλό επίσημο ρόλο, είναι οι οικογενειακές σχέσεις και πάνω από όλα τα παιδιά. Εάν κάποιος θα ήθελε να ερευνήσει την τάση που ικανοποιείται στις ονειροπολήσεις, δεν θα έπρεπε να βάλει σε πρώτη σειρά την σεξουαλική τάση αλλά την μητρική τάση: η Σόνια είναι πολύ περισσότερο μητέρα από σύζυγος. Όποιον σύζυγο και να υιοθετήσει έχει πάντα τρία παιδιά: η μεγαλύτερη είναι «ένα γοητευτικό κορίτσι, ξανθό με γαλανά μάτια, ίσια μύτη, λεπτό και καλογραμμένο στόμα, το ιδανικό των μικρών κοριτσιών, που μοιάζει στην μητέρα της αλλά πολύ πιο κομψή». Τα δύο άλλα είναι γλυκά αγόρια, αλλά ακόμη πολύ μικρά. Η Σόνια συναντά τα παιδιά της στους δρόμους του Παρισιού, ιδίως όταν έρχεται να με δει και μου διηγείται «πως είναι ακόμη όλη αναστατωμένη γιατί το γοητευτικό μικρό κοριτσάκι είχε ένα τόσο λυπημένο ύφος. Αυτό είναι φυσικό εφόσον την χωρίζουν από την μητέρα της και εφόσον είναι αδύνατο να την αγκαλιάζει η μητέρα της όταν την συναντά.»

Η μητέρα και ο πατέρας πράγματι διακινδυνεύουν μέσω φοβερών συνομωσιών: παρόλο που είναι αριστοκράτες και από πριγκιπική ράτσα, έχουν προχωρημένες σοσιαλιστικές απόψεις και, για να λυτρώσουν τους λαούς από τους τυράννους καταπιεστές, δεν οπισθοχώρησαν σε κανένα έγκλημα, και δεν πρέπει τα αξιαγάπητα παιδιά τους να θεωρηθούν υπεύθυνα για τα απαραίτητα ανομήματα των γονιών τους.

Τα εγκλήματα παίζουν μεγάλο ρόλο στην φαντασία της Σόνια: δεν περιορίζεται στο να δολοφονεί όλες τις πιθανές μεγάλες προσωπικότητες, δολοφονεί όλα τα πρόσωπα που την δυσαρεστούν στο ελάχιστο. Εάν ένα πρόσωπο της φαίνεται να έχει «φυσιογνωμία Κινέζου ή Πέρση», δηλαδή έγινε από εκείνην αισθητό με δυσάρεστο και ατελή τρόπο με συναίσθημα δείνωσης (péjoration), «πρέπει να εξαφανιστεί, είναι ήδη νεκρό, υποθέτω (ή πιστεύω) πως είναι ήδη πεθαμένο όπως ένα έντομο που το λιώνουμε». Κατασκευάζει ένα μακρύ μυθιστόρημα στο οποίο εκείνη η ίδια ή οι συνεταίροι της εκτελούν την καταδικαστική απόφαση. Οι ιστορίες αυτών ων εγκλημάτων ενάντια στους τυράννους ή ενάντια σε δυσάρεστα πρόσωπα είναι εξαιρετικά περίπλοκες: υπάρχουν εταιρείες όπως εκείνη «των

4

Page 5: Πιερ Ζανέ: Σχετικά με την σχιζοφρένεια, μετάφραση Emmanuel Kosadinos (Μανώλης Κοζαδίνος)

σπασμένων αλυσίδων», συνομωσίες, ενέδρες, κομπίνες για την εξαφάνιση των πτωμάτων, που σχηματίζουν τα ωραία κεφάλαια αυτών των ατελείωτων μυθιστορημάτων.

Μαζί με τα εγκληματικά μυθιστορήματα, υπάρχουν μυθιστορήματα φιλόδοξα και απλά. Η Σόνια κατασκευάζει μια οικογένεια: θυσιάζει τους γονείς της, όμως καθώς διατηρεί για αυτούς έγνοια, τους περιορίζει στο ρόλο του παππού και της γιαγιάς. Τις περισσότερες φορές η πραγματική της μητέρα αναπαραστάται ως μια πολύ διάσημη και εκθαμβωτικής ομορφιάς ηθοποιός που κατάγεται από τους αρχαίους γάλλους βασιλείς Καπετίδες και ταυτόχρονα από τον Richelieu (ΣτΜ: καρδινάλιος-πρωθυπουργός του Λουδοβίκου 13ου , προερχόμενος από την Ιταλία!). Μέσω μιας αλλόκοτης γενεαλογίας, συνδέεται με τον ίδιο τον Αχιλλέα, πράγμα που δεν την εμποδίζει να την θεωρεί και εξαδέλφη του Renan (ΣτΜ: γάλλος ιστορικός που γεννήθηκε στην βορειοδυτική Γαλλία!). Αυτή η ηθοποιός εννοείται πως... ήταν παντρεμένη με έναν διάσημο πρίγκιπα και είχε μιαν λαμπρή καριέρα, γεγονός που επέτρεψε στην κόρη της (ΣτΜ: την ίδια την άρρωστη) να σχετισθεί με τις μεγαλύτερες προσωπικότητες της πολιτικής και της λογοτεχνίας.

Η Σόνια, πράγματι δοκίμασε τους μεγαλύτερους λογοτεχνικούς θριάμβους. Καθώς μελέτησε πολύ κάθε είδους λογοτεχνία και τις θαυμάζει, αποδίδει στον εαυτό της τα έργα που της φαίνονται τα πιο ενδιαφέροντα και είναι δημιουργός πολλών τόμων διάσημων ποιημάτων. Τα βιβλία της έχουν δημοσιευθεί, είναι αλήθεια, κάτω από ένα άλλο όνομα, πρόκειται όμως για παρανόηση: « Εγώ είμαι που έφτιαξα αυτούς τους στίχους, μου τους έχουν κλέψει, στην πραγματικότητα εγώ αυτή η ποιήτρια που επαινούν στις εφημερίδες... Είμαι επίσης η δημιουργός πολλών μυθιστορημάτων από τα οποία ένα μέρος μόνο έχει δημοσιευτεί με συμβατικά ονόματα συγγραφέων.» Όχι μόνο συγχέει τον εαυτό της με τους συγγραφείς διάσημων βιβλίων, μα κάποιες φορές θέλει επίσης να είναι και τα πρόσωπα αυτών ων έργων: έτσι λοιπόν φαντάζεται ένα μυθιστόρημα για να δείξει πως είναι η Μαργαρίτα του Faust. Είναι άχρηστο να επιμείνει κανείς κι άλλο στις λεπτομέρειες αυτών των ιστοριών που είναι ατελείωτες. Είναι σημαντικότερο να σημειώσει κανείς την μορφή των πεποιθήσεων που συνοδεύουν αυτές τις διηγήσεις.

Υπάρχουν περίοδοι, γενικά κατά τις μέρες της εμμήνου ρύσης, ή μετά από κάποια κόπωση, που η Σόνια χάνει κάθε συνείδηση του χαρακτήρα των ονειροπολήσεων της. Εάν βρεθεί μόνη της με κάποιο άγνωστο πρόσωπο ή με κάποιο πρόσωπο που δεν έχει δει για πολύ καιρό αφήνεται στην διήγηση των περίεργων ιστοριών της με πλήρη πεποίθηση. Μερικές φορές πετάει μπροστά στην μητέρα της μια ατυχή φράση: «Μα επιτέλους! Που είναι τα παιδιά μου; Γιατί να μου τα κρύβουν συνέχεια;» Συμβαίνει ακόμη μερικές φορές τα πράγματα να γίνονται πιο σοβαρά: η Σόνια γράφει πραγματικά παράλογα γράμματα σε άγνωστες της προσωπικότητες, σε μεγάλους συγγραφείς που έχουν πεθάνει πριν πολύ καιρό, ή ακόμη στην αστυνομία για να παραπονεθεί ή για να ζητήσει πληροφορίες. Άλλες φορές παρατάει εδώ κι εκεί αυτά τα γράμματα χωρίς να ανησυχήσει. Άλλες φορές πηγαίνει και τα στέλνει με το ταχυδρομείο, με δυσάρεστα αποτελέσματα. Στην ίδια της την συμπεριφορά διαπιστώνονται στάσεις σε σχέση με κάποιο ή το άλλο όνειρο: εκδηλώνει αντιπάθεια για τις νέες νιόπαντρες γυναίκες, σαν να τις ζήλευε. Καταλαμβάνεται από πάθος για κάποια μικρά παιδιά που μοιάζει να υιοθετεί σαν να ήταν δικά της και τα εγκαταλείπει ξαφνικά όταν δεν αποδέχεται πια την αντίστοιχη ονειροπόληση. Τείνω να πιστέψω πως το σύμπτωμα της ψευδούς αναγνώρισης που εμφανίζεται εκείνη την στιγμή είναι φαινόμενο του ιδίου είδους και εξαρτάται από κάποια απότομη και άκριτη πεποίθηση.

Όμως αυτές οι περίοδοι είναι σπάνιες και βραχείας διάρκειας: σχεδόν πάντοτε οι ιστορίες της εμφανίζονται με την μορφή συνειδητών ονειροπολήσεων, εντελώς ανάλογες παρά την υπερβολή τους με τις «συνεχιζόμενες ιστορίες (histoires continuées) » που ευχαριστούν αρκετά συχνά τα πιο φυσιολογικά άτομα. Είναι ορατό πως η Σόνια δεν παίρνει στα σοβαρά αυτά που διηγείται στον εαυτό της: αρνείται τις έρευνες που της προτείνω να κάνει για να επιβεβαιώσει γιατί γνωρίζει πολύ καλά πως «αυτό δεν θα οδηγήσει πουθενά».

5

Page 6: Πιερ Ζανέ: Σχετικά με την σχιζοφρένεια, μετάφραση Emmanuel Kosadinos (Μανώλης Κοζαδίνος)

Έρχεται η ίδια να μου διηγηθεί τις ιστορίες της παρακαλώντας με να μην τις αποκαλύψω στους γονείς της, γιατί «αυτό θα την γελοιοποιούσε». Λεει η ίδια πως έχει αλλάξει ιστορία: «Η άλλη ήταν θέμα εξαντλημένο». Γελάει η ίδια με μερικές λεπτομέρειες: «Γελάω με τον εαυτό μου όταν με συλλαμβάνω με όλες αυτές τις βρισιές στο στόμα μου, έτοιμη να τις επαναλάβω σαν παπαγάλος ενάντια σε όλους τους ανθρώπους που συναντώ.» Από καιρό σε καιρό επαινεί τον εαυτό της γιατί ονειροπόλησε λιγότερο: «Με επαναφέρατε στην γη, ευτυχώς θέλω λιγότερο να σκοτώσω τους ανθρώπους και είμαι πιο ήσυχη... Θα έπρεπε να μπορέσω να ασχοληθώ με κάτι άλλο, να αλλάξω τη ζωή μου... Έχω τόσο πολύ επινοήσει την ζωή μου που δεν ξέρω πια τι είναι αληθινό και τι δεν είναι... Υπάρχουν όνειρα από τα οποία ξυπνάω μόνη μου και ξέρω πως δεν είναι το νήμα της πραγματικότητας... Χάρη στο Θεό, δεν δημιούργησα ποτέ για τον εαυτό μου έναν φανταστικό φίλο τον οποίο να μην μπορώ να ξεφορτωθώ... Αλλά υπάρχουν στιγμές όπου αυτό μου είναι δύσκολο, αυτά γυρίζουν στο κεφάλι μου σαν μια ρόδα, μπερδεύω τα πάντα, και δεν πρέπει να ντροπιαστώ πολύ για αυτές τις μικρές διασκεδαστικές ιστορίες.» Υπάρχει εδώ όχι μόνο η συμπεριφορά του παιχνιδιού αλλά και κάποια συνείδηση του παιχνιδιού.

Εάν δεν κάνω λάθος, αυτή η παρατήρηση προσκολλάται αρκετά καλά στην ομάδα αρρώστων που ο κ. Bleuler μας περιέγραψε κάτω από την ονομασία Σχιζοφρενείς και που ο κ. Minkowski μας παρουσίασε με τόσο ενδιαφέροντα τρόπο.

ΙΙ

Για να αποπειραθούμε να ερμηνεύσουμε λίγο αυτά τα φαινόμενα, μου φαίνεται χρήσιμο να συγκρίνουμε αυτήν την άρρωστη με μία γειτονική ομάδα που νομίζω πως γνωρίζω λίγο καλύτερα, και σας ζητώ την άδεια να σας παρουσιάσω μιαν άλλη άρρωστη, την Κλωντίν, μια νέα γυναίκα τριάντα τεσσάρων ετών. Είχα ήδη την ευκαιρία να την περιγράψω σε μια συνδιάσκεψη στην Γενεύη πάνω στις «Μη πραγματικές αναμνήσεις» (« Les souvenirs irréels ») που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Archives de Psychologie τον Ιανουάριο του 1924. Πρόκειται για μια ωραία περίπτωση νευρικής εξάντλησης, αυτής της ψυχολογικής εξασθένησης (asthénie) που αρχίζει να γίνεται καλύτερα γνωστή. Εδώ η εξάντληση φαίνεται καλά δικαιολογημένη από κάθε είδους υπερβολές εργασίας και συγκινήσεων. Δυσκολεύεται κανείς να αναπαραστήσει τα πράγματα που αυτό το πρόσωπο, από φύση πολύ ενεργό και ακόμη υπερδραστήριο, μπόρεσε να κάνει στην οικογενειακή του εστία και σε ένα μεγάλο εργοστάσιο όπου εργαζόταν μαζί με τον πατέρα της. Κατά την διάρκεια του πολέμου, έδειξε όχι μόνο μεγάλη δραστηριότητα, αλλά ακόμη μεγάλο κουράγιο, διευθύνοντας τους εργάτες, ενθαρρύνοντας τους, πηγαίνοντας να τους βρει στα υπόγεια όπου κατέφευγαν κατά την διάρκεια των βομβαρδισμών. Κατόπιν ήρθαν οι εξαντλήσεις μιας οικογενειακής ζωής ενδιαφέρουσας αλλά περίπλοκης, μεγάλων ταξιδιών με αυτοκίνητο σε ολόκληρη την Γαλλία, δύο κυήσεων πολύ κοντινών, μίας γριππώδους λοίμωξης, της αναστάτωσης που προκλήθηκε από τον θάνατο του πατέρα που λάτρευε, κλπ.

Η Κλωντίν έπεσε αρκετά απότομα σε μεγάλη εξάντληση που πλησιάζει την μελαγχολική κατάθλιψη με κάθε είδους διαταραχές των λειτουργιών του συμπαθητικού (νευρικού συστήματος), διαταραχές που υπήρχαν επίσης αλλά λιγότερο σοβαρές στην προηγούμενη άρρωστη, των οποίων όμως η μελέτη θα μας παρέσυρε έξω από το θέμα μας.

Όσον αφορά ένα πρώτο σημείο, εάν λάβει κανείς υπ’ όψιν του την εξωτερική δραστηριότητα, μοιάζει παντελώς με την Σόνια. Η απουσία δραστηριότητας είναι περίπου πλήρης, δεν κάνει πια τίποτε, δεν ασχολείται πια με τίποτε, φαίνεται να αποσύρει τον ενδιαφέρον της από την οικογενειακή της εστία και από τα παιδιά της. Το πολύ πολύ μπορεί κάποιος να παρατηρήσει πως λυπάται πολύ για αυτήν την απουσία δραστηριότητας, πως

6

Page 7: Πιερ Ζανέ: Σχετικά με την σχιζοφρένεια, μετάφραση Emmanuel Kosadinos (Μανώλης Κοζαδίνος)

βασανίζεται για αυτό και πως μέμφεται σοβαρά τον εαυτό της. Αυτό είναι που δίνει γέννηση σε ιδεοψυχαναγκασμούς ενδοιασμού και λεπτολογίας διαφόρων μορφών.

Όμως δεν πρέπει να συγχέει κανείς αυτούς τους ιδεοψυχαναγκασμούς με τις «συνεχιζόμενες ιστορίες (histoires continuées)» της Σόνια. Στην Κλωντίν δεν βρίσκουμε τίποτε το παρεμφερές: ποτέ δεν έχει την παραμικρή παραληρηματική πεποίθηση και ποτέ δεν διηγείται στον εαυτό της την παραμικρή ιστορία. Τα συναισθήματα είναι αυτά που αναπτύσσονται και που γεμίζουν την συνείδηση. Τα συναισθήματα «πίεσης» είναι σπάνια και δεν εμφανίζονται παρά στις καλύτερες στιγμές μαζί με τους ιδεοψυχαναγκασμούς. Έχω συχνά παρατηρήσει σχετικά πως αυτοί οι άρρωστοι δεν έχουν το συναίσθημα της δυσάρεστης ανίας (ennui). Κάτι τέτοιο είναι (για αυτούς τους ασθενείς) σημάδι της (επικείμενης) επιστροφής στην δραστηριότητα. Τα μελαγχολικά συναισθήματα δείνωσης (péjoration) υπάρχουν στις πολύ κακές περιόδους, αλλά δεν είναι συνήθη. Αυτό που παίρνει πραγματικά πελώρια έκταση είναι τα συναισθήματα κενού σε όλες τους τις μορφές.

Νομίζω χρήσιμο να διακρίνω τα συναισθήματα απαξίωσης (dévalorisation) που είναι ειδικά αυτής της ομάδας (αρρώστων) από τα συναισθήματα δείνωσης (péjoration) που είναι ειδικά των μελαγχολικών: τα πράγματα δεν είναι πια ωραία αλλά δεν είναι ούτε ακριβώς δύσμορφα. Η Κλωντίν δεν έχει πια ποτέ κανένα συναίσθημα ευχαρίστησης ή απόλαυσης, όλα τα πράγματα έχουν χάσει την αξία τους. «Δεν υπάρχει πια ποιότητα σε τίποτε, τίποτε δεν είναι ενδιαφέρον, τίποτε δεν διεγείρει την παραμικρή επιθυμία.» Τα πρόσωπα έχουν χάσει τις ειδικές τους ιδιότητες, και την σχέση που τα συνέδεε με το υποκείμενο, ο σύζυγος δεν είναι πια σύζυγος, τα παιδιά δεν είναι πια παιδιά της: «δεν είναι πια τα παιδιά μου εφόσον όταν κλαινε, μου κάνει το ίδιο.» Αυτή η ίδια έχει αλλάξει, δεν αγαπάει πια τον εαυτό της, δεν υπολογίζει τον εαυτό της στα σοβαρά, παρότι σκέφτεται συνέχεια για τον εαυτό της και παρότι ψάχνει τον εαυτό της αδιάκοπα. «Δεν είμαι εγώ που τρωω, που αισθάνομαι την γεύση... Δεν είμαι εγώ που ανεβαίνω την σκάλα, δεν είμαι εγώ που κοιτάζω, δεν μπορώ να συμμετέχω σε τίποτε, δεν είμαι ποτέ παρούσα, μου φαίνεται πως δεν είμαι εκεί, έχω φύγει κάπου, δεν ξέρω που... Δεν είμαι εγώ που μιλάω. Ακούω την ομιλία μου με κατάπληξη, σαν να μην την παρακολουθούσα, σαν να ήταν η ομιλία κάποιας άλλης, σαν αυτή η ομιλία να μην είχε μέσα μου αντήχηση. Όχι, δεν σκέφτομαι αυτά που λεω... Πρέπει να είμαι πεθαμένη, είμαι πεθαμένη, πεθαίνω, πεθαίνω..» Τα αντικείμενα κυρίως έχουν γίνει παράξενα και ξένα: «Το εξοχικό σπίτι δεν είναι πια ιδιοκτησία της, τα έπιπλα, τα ρούχα δεν είναι πια δικά της... οι άνθρωποι που βλέπει κανείς από το παράθυρο είναι παράξενοι... Τους βλέπω καλά και είναι μακριά, μακριά. Ειναι πραγματικοί άνθρωποι, είναι ζωντανοί; Το διπλανό δωμάτιο είναι τόσο μακριά που δεν είναι πια στο ίδιο σπίτι. Υπάρχει;... Τα αντικείμενα δεν είναι πια τα ίδια...» Παίρνει ένα λουλούδι για να το κοιτάξει από κοντά: «Είναι βέβαια ένα γεράνι, μα όχι δεν είναι γεράνι... Δεν είναι ένα λουλούδι, τι είναι; Δεν είναι πραγματικό, είναι τόσο παράξενο. Έχω τυφλωθεί ή ο κόσμος έχει αλλάξει; Βρίσκομαι σε μια άλλη ζωή μετά τον θάνατο;»

Είναι σχετικά με αυτήν την άρρωστη και σχετικά με μερικούς άλλους του ιδίου είδους που έκανα τις μελέτες σχετικά με τις «Μη πραγματικές αναμνήσεις» (« Les souvenirs irréels »). Κατ’ αρχήν απορρίπτει όλες τις αναμνήσεις πολύ μακριά πίσω της. Η Κλωντίν μόλις βγήκε από την Κλινική εδώ και μερικές μέρες. Όταν κάποιος της μιλάει για αυτήν την Κλινική, απαντά: «Το σπίτι εκείνο όπου ήμουν πριν από είκοσι πέντε χρόνια...» Εξ άλλου όλα όσα διηγείται, τα τοποθετεί σε εκείνην την ίδια εποχή, είκοσι πέντε χρόνια πίσω. «Όταν έκανα τα παιδιά μου» λεει «εδώ και πολύν καιρό, εδώ και είκοσι πέντε χρόνια»

- Συγγνώμη κυρία μου. Καθώς είστε τώρα είκοσι εννέα ετών, θα πρέπει να κάνατε τα δυο παιδιά σας σε ηλικία τεσσάρων ετών, είναι λίγο πρώιμο. - Είναι αλήθεια, είναι παράξενο. Μου φαίνεται πως όλα είναι πολύ μακρινά και όλα στην ίδια απόσταση, με την ίδια πάντα απομάκρυνση για τα πάντα, για αυτό λεω πάντα είκοσι πέντε χρόνια.

7

Page 8: Πιερ Ζανέ: Σχετικά με την σχιζοφρένεια, μετάφραση Emmanuel Kosadinos (Μανώλης Κοζαδίνος)

Πιο συχνά επαναλαμβάνει πως έχει τελείως χάσει την μνήμη, πράγμα που αληθεύει, αλλά, αφού τα διηγηθεί όλα, προσθέτει: «Δεν είναι πραγματικές αναμνήσεις, είναι ασήμαντο, δεν είναι αλήθεια, αυτό μου είναι υπερβολικά αδιάφορο... Μιλάω με τον ίδιο τρόπο για την μικρή μου κόρη που είναι ζωντανή όπως και για τον πατέρα μου που είναι πεθαμένος εδώ και δυο χρόνια, όλα μου είναι αδιάφορα, δεν είναι παρά μια ανάμνηση.»

Αυτά τα ακραία αναπτυγμένα συναισθήματα κενού είναι το σύμπτωμα που εντυπωσιάζει περισσότερο στην Κλωντίν και που προστίθεται στην απουσία δραστηριότητας. Φαίνεται να συγκροτούν μια αρρώστια διαφορετική από εκείνη της Σόνια, που δεν εμφανίζει παρά ίχνη των ίδιων συναισθημάτων και που προσθέτει σε μια τελείως ανάλογη απουσία δραστηριότητας μια παντελώς διαφορετική ανάπτυξη της ονειροπόλησης.

ΙΙΙ

Ο κ. Bleuler έκανε σχετικά με τους σχιζοφρενείς μια πολύ ενδιαφέρουσα παρατήρηση που μου φαίνεται πως βρίσκει ακριβώς εφαρμογή στις δυο μας άρρωστες, ότι δηλαδή δεν υπάρχει πραγματική καταστροφή κάποιας ψυχολογικής λειτουργίας, ότι όλες οι πράξεις, αντίληψη, γλώσσα, μνήμη, κλπ, μπορούν να συντελεστούν σωστά. Είναι αυτό που άλλοτε ονόμαζα έλλειψη έκπτωσης (détérioration) στους νευροπαθείς (névropathes), είναι αυτό που, μεταφράζοντας κάπως χονδροειδώς, λέγεται πως δεν υπάρχουν εντοπισμένες εγκεφαλικές βλάβες σε αυτούς τους αρρώστους.

Για την συγκεκριμενοποίηση αυτών των εννοιών, ας ονομάσουμε πρωτογενείς τάσεις (tendances primaires) τις τάσεις που ενεργοποιούνται από εξωτερικής προέλευσης διεγέρσεις και που καταλήγουν σε πράξεις ικανές να τροποποιήσουν τον εξωτερικό κόσμο. Όλες αυτές οι πρωτογενείς τάσεις (tendances primaires)διατηρούνται άθικτες στις δυο μας άρρωστες, και μπορώ να καταφέρω την Σονια να πραγματοποιήσει μια δύσκολη μετάφραση όπως και να ανακαλέσω όλες τις αναμνήσεις της Κλωντίν. Οι πρωτογενείς πράξεις (actes primaires) δεν εκδηλώνουν καμία διαταραχή, ακόμη και όταν είναι περίπλοκες, εμφανίζονται με όλη την σειρά διαδοχικών κινήσεων που τις αποτελούν.

Να γιατί καταλαβαίνω λιγότερο καλά ένα άλλο χαρακτηριστικό της σχιζοφρενικής νόσου που έχει περιγραφεί από τον κ. Bleuler και στο οποίο ο κ. Minkowski έχει επιμείνει την διάσπαση συνειρμού (dissociation). Μου φαίνεται πως η λέξη χρησιμοποιείται με τρόπο αόριστο. Μας λένε πως αυτοί οι ασθενείς απαντούν στις ερωτήσεις με γενικό και όχι συγκεκριμένο τρόπο. Αν ερωτηθούν που είναι η πλατεία Ομονοίας (place du Châtelet) θα απαντήσουν πως βρίσκεται ανάμεσα στους Αμπελόκηπους (porte Maillot) και στα Πετράλωνα (porte de Vincennes). Δεν είναι διόλου χρήσιμη πληροφορία, η απάντηση δεν είναι προσαρμοσμένη στην ερώτηση και βρίσκει εκεί κανείς την διάσπαση συνειρμού (dissociation).

Πρόκειται απλά εδώ για έλλειμμα προσπάθειας και προσοχής, για απουσία νέας σύνθεσης. Δεν κατασκευάζουν με τις έννοιες που προγενέστερα κατέχουν για την πλατεία Ομονοίας (place du Châtelet), μια απάντηση προσαρμοσμένη στην ερώτηση που έκανε ο ξένος, στην κατάσταση, στον περίπατο που θα επιθυμούσε να κάνει. Στην πραγματικότητα έχουν διατηρήσει όλες τις έννοιες για την πλατεία Ομονοίας (place du Châtelet), για την ύπαρξη συντριβανιού (sur ses rapports avec la Seine) και για τους γειτονικούς δρόμους. Κατασκευάζουν άσχημα έναν καινούργιο συνειρμό ιδεών, δηλαδή δεν κάνουν καλά μια σύνθεση αλλά δεν καταστρέφουν τους παλαιούς συνειρμούς, δεν εμφανίζουν διάσπαση συνειρμού (dissociation). Μου φαίνεται πως η λέξη dissociation οφείλει να χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την διάσπαση του συνειρμού ανάμεσα σε μια λέξη και την σημασία της, ανάμεσα στις διάφορες συνεπακόλουθες κινήσεις μιας και της ίδιας πράξης, σε μια φράση στην καταστροφή μιας πρωτογενούς τάσης (tendance primaire), ιδιοστασιακής ή επίκτητης.

8

Page 9: Πιερ Ζανέ: Σχετικά με την σχιζοφρένεια, μετάφραση Emmanuel Kosadinos (Μανώλης Κοζαδίνος)

Άρα μόλις είδαμε πως δεν βρίσκουμε τίποτε παρόμοιο ούτε στην μια ούτε στην άλλη άρρωστη.

Έχω ακόμη δείξει κάποτε άλλοτε πως, σε άρρωστες κατ’ εμφάνιση τόσο αδιάφορες, θα μπορούσε κανείς να θέσει σε κίνηση τον μηχανισμό των συναισθημάτων και την έκφραση τους. Μπορεί κανείς να προκαλέσει στην Κλωντίν αλλαγές στην αναπνοή και κλάματα υπενθυμίζοντας της έντονα τον θάνατο του πατέρα της. Συνεχίζει εν τούτοις να επαναλαμβάνει το ίδιο πως δεν αισθάνεται τίποτε, πως η θλίψη δεν προσεγγίζει την ψυχή της. Όμως στην πραγματικότητα δεν υπάρχει διάσπαση της θλίψης, που παραμένει συγκροτημένη από τα ίδια στοιχεία, ομαδοποιημένα με τον ίδιο τρόπο. Δυσκολεύομαι να καταλάβω ότι κάποιος μιλάει για διάσπαση, όταν παραδέχεται την διατήρηση στο ακέραιο όλων των πρωτογενών τάσεων (tendances primaires), όλων των ψυχολογικών συστημάτων.

Ας ξαναπιάσουμε την παρατήρηση της Κλωντίν, και ίσως θα μπορέσουμε να διακρίνουμε μια διαταραχή της δραστηριότητας, ή αν κάποιος προτιμά, μια μορφή διάσπασης λίγο διαφορετικής και περισσότερο κατανοήσιμης. Μόλις μπήκα στο δωμάτιο όπου η άρρωστη είναι ξαπλωμένη, και, ίσως λίγο απρόσεκτα, έχω ρίξει το πανωφόρι μου σε μια πολυθρόνα. Η Κλωντίν, με τα μάτια προσηλωμένα στην πολυθρόνα, επαναλαμβάνει τα συνηθισμένα παράπονα: «Αυτή η πολυθρόνα με το πανωφόρι σας επάνω μου φαίνεται τόσο παράξενο, τόσο μακριά από μένα, τόσο λίγο πραγματικό... δεν θα έβλεπα αυτό άλλη φορά έτσι όπως το βλέπω τώρα.

- Τι του λείπει λοιπόν; Διακρίνετε τώρα λιγότερο καλά, αναγνωρίζετε λιγότερο καλά τώρα τι είναι αυτό;

- Με κανένα τρόπο. Βλέπω όλες τις λεπτομέρειες όπως άλλοτε.Με μεγάλη επιμονή κατορθώνω να την κάνω να πει: «Άλλη φορά δεν θα είχα δει

τίποτε παραπάνω, θα είχα όμως ίσως κάνει κάτι παραπάνω ή θα είχα την επιθυμία να κάνω... Το πανωφόρι σας είναι πεταμένο εντελώς στραβά, δεν είναι στην θέση του. Θα το είχα σηκώσει, διπλώσει και κρεμάσει αλλού. Τώρα δεν έχω καμία επιθυμία να σηκωθώ για να κάνω αυτό. Την προηγούμενη στιγμή δεν σκεφτόμουν τίποτε κοιτάζοντας το, δεν σκεφτόμουν να πω για την προσοχή που πρέπει να έχετε για το πανωφόρι σας, δεν σκεφτόμουν τίποτε, το ίδιο μου έκανε... Ίσως σε αυτό δεν είμαι όμοια με αυτό που ήμουν.» Κοιτάζει τους πυρσούς στο τζάκι και τους βρίσκει «αστείους, παράξενους, τόσο μακριά από μένα...»

- Τι έχουν το ιδιαίτερο;- Είδα πάνω τους σκόνη- Τι λοιπόν αυτή η σκόνη έχει το εξαιρετικό;- Τίποτε... Όμως άλλη φορά θα τους είχα σκουπίσει. Με κορόιδευαν γιατί είχα

πάντοτε ένα ξεσκονόπανο στο χέρι... και τώρα ούτε παραμικρή επιθυμία να τους σκουπίσω ή να ζητήσω να τους σκουπίσουν... Με κάνετε τώρα να το σκεφτώ, όμως τη προηγούμενη στιγμή κοιτούσα την σκόνη χωρίς να σκέφτομαι τίποτε, και ίσως αυτό να ήταν το εξαιρετικό.»

«Περπατώ σαν να είχα πεταχτεί έξω από την ζωή. Ότι βλέπω κάποιον άλλον θα τον ενδιέφερε αλλά όχι εμένα. Είναι σαν να υπήρχε μόνο για κάποιο περιοδικό, μόνο για να βλέπεται, όχι για να βιώνεται.» Μια άλλη μέρα κοιτάζει από το παράθυρο ένα ατύχημα που μόλις συνέβη στο δρόμο όπου ένα άλογο τραυματίστηκε από ένα αυτοκίνητο και όπου βλέπει κανείς να σχηματίζεται μια μικρή ομάδα: «Πόσο παράξενο είναι, θα έλεγε κανείς στ’ αλήθεια πως αυτό μόλις συνέβη σε έναν κόσμο πελώρια μακρινό, στο φεγγάρι.» Η οικογένεια της μου διηγείται πως είχε έναν χαρακτήρα περίεργο και παιδικό και πως άλλοτε ήταν δύσκολο να την υποχρεώσει κανείς να μείνει στο δωμάτιο όταν υπήρχε μια σύναξη κάτω από τα παράθυρα: «Έπρεπε να πάει να δει».Και είναι γιατί δεν έχει την παραμικρή επιθυμία «να πάει να δει» που βρίσκει αυτό μακρινό και απροσπέλαστο. Κατά την ανάρρωση, θα μας πει πως το δωμάτιο των παιδιών είναι αρκετά μακριά από το δικό της όταν εκείνη είναι δίπλα γιατί να

9

Page 10: Πιερ Ζανέ: Σχετικά με την σχιζοφρένεια, μετάφραση Emmanuel Kosadinos (Μανώλης Κοζαδίνος)

ενοχληθεί για να παει σε αυτό όταν ένα παιδί καλεί και μεταφράζει αυτή την αδιαφορία σε ιδέα απομάκρυνσης.

Μου διηγείται τότε μία εντύπωση που δοκίμασε στην αρχή της αρρώστιας της και που την είχε έντονα εντυπωσιάσει: «Ήμουν καθισμένη ακίνητη και έβλεπα χωρίς να κοιτάζωτο παιδί μου ( ένα κοριτσάκι τριών ετών) που κυλιόταν στο χαλί. Το παιδί είχε την ιδέα να σκαρφαλώσει σε μια καρέκλα από την πίσω μεριά της πλάτης και το θέαμα μου φάνηκε τόσο παράξενο, σαν από κάποιον άλλο κόσμο... Το σκέφτηκα από τότε: άλλοτε, τη προηγούμενη μέρα ακόμη, θα είχα μεγάλο φόβο μήπως η καρέκλα αναποδογυρίσει πάνω στο παιδί και θα έτρεχα. Εκείνη την φορά έμεινα ακίνητη, χωρίς επιθυμία να επέμβω ή να καλέσω, χωρίς ιδέα για να κάνω κάτι... Ναι, αυτό ήταν το παράξενο, ήμουν εκεί και δεν ήμουν εκεί, όπως μέσα στον αιθέρα όπου δεν μπορεί να κάνει κανείς τίποτε.»

Η Κλωντίν δεν μπορούσε άλλοτε να σκεφτεί το εξοχικό της σπίτι χωρίς να προετοιμάσει την επόμενη επίσκεψη της: « Θα πρέπει να πάρω μαζί μου αυτήν την προμήθεια που λείπει, να ετοιμάσω τα δαχτυλίδια για τα πόδια των πουλερικών, να πω το τάδε στον κηπουρό, να μετρήσω τα φρούτα, να ελέγξω αν αυτή η επισκευή έγινε, κλπ.» Δεν υπήρχε εικόνα του σπιτιού χωρίς την συνοδεία από σχέδια, προθέσεις, αρχινισμένες πράξεις στη φάση της ανέγερσης. Οι αναμνήσεις του πατέρα της που είχε πολύ αγαπήσει ήταν του ίδιου είδους. Συνοδεύονταν πάντα από ένα είδος επανάληψης πράξεων που είχαν γίνει με αυτόν, αρχινισμένων συζητήσεων: «Ξαναρχίζω να γελώ καθώς τον σκέφτομαι, σαν να επρόκειτο να ξαναρχίσει τα συνηθισμένα του αστεία.» Και τώρα πια τίποτε: η λεκτική ανάμνηση που ανακαλείται από την ερώτηση φαίνεται σωστή, αναμφίβολη και επιβεβαιωμένη, γιατί αυτή η πράξη πεποίθησης έχει διατηρηθεί, αλλά χωρίς την συνοδεία των αρχινισμένων πράξεων, στεγνή και κενή.

Είναι περίεργο να παρατηρήσει κανείς πως οι άρρωστοι που είναι ανίκανοι να εκτελέσουν κάποια πράξη ως δευτερογενή πράξη (acte secondaire) είναι τέλεια ικανοί να την εκτελέσουν όταν εμφανίζεται ως πρωτογενής πράξη (acte primaire). Είδαμε πως η Κλωντίν έχει το συναίσθημα του κενού κοιτάζοντας ένα πανωφόρι πάνω σε μια καρέκλα, γιατί δεν έχει την επιθυμία να σηκωθεί για να το τακτοποιήσει. Βλέποντας την σκόνη πάνω στους πυρσούς, γιατί δεν έχει τη επιθυμία να τους σκουπίσει. Δεν πρέπει να πιστέψει κανείς πως έχει χάσει την ικανότητα να εκτελεί αυτές τις πράξεις. Μπορώ να της ζητήσω να σηκωθεί, να την παρακαλέσω να τακτοποιήσει το πανωφόρι μου, να της δώσω ένα ξεσκονόπανο, και να την κάνω να σκουπίσει τους πυρσούς. Θα το κάνει τέλεια . Μόνον όταν αυτή η ίδια πράξη παρουσιάζεται ως δευτερογενές φαινόμενο, σχετικά με κάποια ενατένιση που δεν εμπεριέχει άμεση εντολή, δεν θα την ολοκληρώσει. Αυτές οι δευτερογενείς πράξεις (actes secondaires) δεν είναι ενσωματούμενο τμήμα της πρωτογενούς πράξης (acte primaire), δεν είναι συστατικά στοιχεία που εκτυλίσσονται συνειρμικά. Μπορούν να υπάρξουν ξέχωρα, μπορούν να λείπουν, παρότι η πρωτογενής πράξη εξακολουθεί να είναι πλήρης. Αυτό που τις χαρακτηρίζει, δεν είναι η φύση τους, είναι η συνθήκες της εμφάνισης τους. Συνήθως η λανθάνουσα δραστηριότητα μας τάσης εκλύεται από μια ικανή και αναγκαία διέγερση που προέρχεται από έξω και που επικαθορίζει μια μεταβολή στην περιφέρεια του οργανισμού. Η δευτερογενής δραστηριότητα έχει άλλη αρχή. Δεν είναι συνειρμός της πρωτογενούς πράξης, είναι αντίδραση στην πρωτογενή πράξη, ανάλογη των ιδιοδεκτικών αντιδράσεων για τις οποίες μιλούσε ο Sherrington.

Αυτές οι δευτερογενείς πράξεις εξαρτώνται κυρίως από έναν μηχανισμό ρυθμιστικό των πράξεων, που παίζει ουσιώδη ρόλο στα συναισθήματα. Άλλοτε πρόκειται για επαύξηση, για τελειοποίηση της πράξης που τους προσθέτει όπως στις προηγούμενες περιπτώσεις περισσότερες ή λιγότερες δευτερογενείς πράξεις. Άλλοτε πρόκειται για στιγμιαία στάση βραχύτερης ή μακρότερης διάρκειας, της πρωτογενούς πράξης. Άλλοτε πρόκειται για φόβο της πράξης με δευτερογενείς πράξεις φυγής, παραμερίσματος, απώθησης της πράξης. Άλλοτε πρόκειται για οριστικό τερματισμό της πρωτογενούς πράξης με σπατάλημα των

10

Page 11: Πιερ Ζανέ: Σχετικά με την σχιζοφρένεια, μετάφραση Emmanuel Kosadinos (Μανώλης Κοζαδίνος)

υπολειμματικών δυνάμεων σε θρίαμβο. Αναμφίβολα δεν είναι εύκολο να καταλάβει κανείς αυτό που καθορίζει την έκλυση αυτών των συμπεριφορών: αυτές οι ιδιοδεκτικές αντιδράσεις έχουν σαν σημείο αφετηρίας, αντί διεγέρσεων, κάποια χαρακτηριστικά της εκτέλεσης των πρωτογενών πράξεων, επιβραδύνσεις, ασυμμετρίες, υπερβολικές διευκολύνσεις των πρωτογενών πράξεων.

Η σχεδόν πλήρης εξαφάνιση των δευτερογενών πράξεων στην Κλωντίν εντάσσεται σε μια ομάδα φαινομένων των οποίων συχνά έχω υπογραμμίσει την σημασία, τις στενώσεις του πνεύματος. Είναι εύκολο να διαπιστώσει κανείς σε αυτούς τους αρρώστους αρκετές εκδηλώσεις αυτής της στένωσης, γιατί σε αυτούς οι εκδηλώσεις που καθορίζονται από τις εξωτερικές διεγέρσεις περιορίζονται στο αυστηρά ελάχιστο.

Αυτή η ίδια η στένωση συνδέεται με μια πολύ συχνή συμπεριφορά, την συμπεριφορά της «δύσθυμης απουσίας δραστηριότητας» (« inaction morose »), της οποίας η μελέτη είναι πολύ ενδιαφέρουσα για να εξηγηθεί ο μηχανισμός της λύπης και του άγχους. Είναι μια προδιάθεση για περιορισμό, για οικονομία των πράξεων που συνοδεύεται συχνά, όπως από κάποιο είδος συμβολικής έκφρασης, από οικονομία στο χρήμα, από μια τσιγγουνιά όλως ιδιαίτερη. Ο άρρωστος περιορίζει την ζωή του, καταργεί όλες τις πράξεις που δεν είναι απαραίτητες, εξ άλλου νομίζει πως μπορεί κανείς με ευκολία να απαλλαγεί από κάποια πράξη, γιατί κάθε στιγμή επαναλαμβάνει «προς τι το καλό;» Φαίνεται πως οι δευτερεύουσες πράξεις, προστιθέμενες στην πρωτογενή αντίδραση, αυτές οι εποπτεύσεις, αυτά τα ενδιαφέροντα, αυτοί οι φόβοι της πράξης, αυτοί οι θρίαμβοι είναι ως ένα σημείο πράξεις πολυτέλειας. Οι τσιγκούνηδες καταργούν οτιδήποτε μοιάζει με πολυτέλεια, χωρίς να υποψιασθούν πως, για να έχει κανείς αρκετά, πρέπει να έχει επιπλέον και πως υπάρχουν πολυτέλειες που είναι απαραίτητες. Έχουν απλοποιήσει την ζωή τους καταργώντας τα συναισθήματα, και πέφτουν στο μη πραγματικό και στο όνειρο. Στο βάθος αυτών των περιορισμών της δραστηριότητας και αυτών των αποξηράνσεων του συναισθήματος βρίσκεται μια κατάσταση εξάντλησης.

Παρά τις εμφανείς διαφορές, μπορούμε να ερευνήσουμε εάν και οι διαταραχές της Σόνια δεν υπόκεινται σε ανάλογη ερμηνεία. Η απουσία δραστηριότητας, η γενικευμένη λύπη είναι περίπου παρόμοιες αν και ίσως λίγο λιγότερο δυνατές. Η έκταση της ονειροπόλησης, η υποκατάσταση της πραγματικής ζωής από την ζωή της ονειροπόλησης υποδεικνύουν πως η πραγματική πράξη έχει ήδη χάσει από την σημασία της και πως το υποκείμενο είναι περισσότερο αδιάφορο. Αναμφίβολα η Σόνια δεν εκφράζει, όπως η Κλωντίν, συναισθήματα μη πραγματικότητας, αλλά παραπονιέται πως δεν απολαμβάνει τίποτε, πως δεν βρίσκει κανένα ενδιαφέρον στην ζωή που διάγει. Για εκείνην υπάρχει μικρότερη διαφορά ανάμεσα στην ζωή και στην ονειροπόληση από ότι για τους άλλους και περνάει ευκολότερα από την μια κατάσταση στην άλλη. Η κατάχρηση ονειροπόλησης είναι από μόνη της μια απόδειξη της ελάττωσης των δευτερογενών πράξεων και της στένωσης του πνεύματος.

Από μια μεριά αυτή η ονειροπόληση παίζει κάποιο ρόλο στην φύση των συναισθημάτων. Πρόκειται πάντα για μεγάλες καταστάσεις, για επιτυχίες στην οικογένεια ή στον πολιτικό αγώνα, για λογοτεχνική δόξα. Στην πραγματικότητα, η Σονια που δεν θριαμβεύει ποτέ στην πραγματική ζωή, θριαμβεύει σταθερά στην ζωή της ονειροπόλησης. Είναι αυτό ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του παιχνιδιού που είναι μια ατελής δραστηριότητα, ανίκανη να καθορίσει πραγματικές αλλαγές του εξωτερικού κόσμου και λόγω αυτού μάλιστα ολιγοδάπανη, ικανή ωστόσο να εκλύσει εσωτερικά την αντίδραση θριάμβου και να προκαλέσει στο πνεύμα σπατάλημα δυνάμεων. Αναμφίβολα αυτό το παιχνίδι μπορεί να προκαλέσει μεγάλες σπατάλες, ωστόσο έχει κάποια δράση για την ανόρθωση του πνεύματος. Μπορεί κάποιος να αναρωτηθεί εάν δεν είναι αυτός ο συνεχής θρίαμβος μέσα από το παιχνίδι που δίνει στην Σόνια λιγότερο θλιμμένη όψη και που ελαττώνει τα συναισθήματα μη πραγματικότητας. Η ονειροπόληση παίζει σε αυτήν το ρόλο που παίζει σε πολλούς άλλους το

11

Page 12: Πιερ Ζανέ: Σχετικά με την σχιζοφρένεια, μετάφραση Emmanuel Kosadinos (Μανώλης Κοζαδίνος)

αλκοόλ ή η μορφίνη, είναι το «ηθικό κοκτέιλ» του William James ( αμρικανός φιλόσοφος, θεμελιωτής του πραγματισμού, 1842-1910).

Η Σόνια είναι ψυχολογικά ασθενική όπως η Κλωντίν: είναι όπως και εκείνη, σε μια κατάσταση δύσθυμης απουσίας δραστηριότητας με αντίδραση στένωσης, αλλά εμφανίζει διαφορετική κατανομή των δυνάμεων εξ αιτίας της ανάπτυξης της θριαμβικής ονειροπόλησης. Οι άρρωστοι που ονομάζονται σχιζοφρενείς μήπως δεν είναι ψυχολογικά ασθενικοί που κατά κάποιον τρόπο εγκαταστάθηκαν μέσα στην αρρώστια τους και που την έκαναν χρόνια ύστερα από μία νέα ισορροπία των περιορισμένων δυνάμεων;

12