ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ - ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΕΣ ΟΝΟΜΑΤΙΚΕΣ

1
ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΝΟΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ=χρησιμοποιούνται ως υποκείμενο ή αντικείμενο του ρ. από το οποίο εξαρτώνται, ή ως επεξήγηση σε όρο της πρότασης (κυρίως στο ουδέτερο δεικτικής αντωνυμίας). ΕΙΣΑΓΟΝΤΑΙ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΘΕΣΗ ΕΞΑΡΤΩΝΤΑΙ ΕΚΦΕΡΟΝΤΑΙ ΕΙΔΙΚΕΣ Με τους ειδικούς συνδέσμους: 1. ὅτι: όταν το περιεχόμενό τους παρουσιάζεται ως πραγματικό 2. ὡς: όταν το περιεχόμενό τους παρουσιάζεται ως υποκειμενικό Υποκείμενο απροσώπων ρημάτων ή εκφράσεων Αντικείμενο ρημάτων Επεξήγηση του υποκειμένου ή του αντικειμένου του ρ. από το οποίο εξαρτώνται Από ρήματα: λεκτικά, αισθητικά γνωστικά δηλωτικά Επειδή προέρχονται από απόδοση σε πλάγιο λόγο των κυρίων προτάσεων κρίσεως, εκφέρονται με τις εγκλίσεις των προτάσεων κρίσεως, δηλαδή: 1. Με απλή οριστική: όταν εξαρτώνται από αρκτικό χρόνο και δηλώνουν το πραγματικό 2. Με ευκτική του πλαγίου λόγου:όταν εξαρτώνται από ιστορικό χρόνο. 3. Με δυνητική οριστική (+ἄν): με εξάρτηση από οποιονδήποτε χρόνο, όταν δηλώνουν γεγονός δυνατό στο παρελθόν ή μη πραγματικό 4. Με δυνητική ευκτική: με εξάρτηση από οποιονδήποτε χρόνο, όταν δηλώνουν γεγονός δυνατό στο παρόν ή μέλλον ΠΛΑΓΙΕΣ ΕΡΩΤΗΜΑΤΙΚΕ Σ Α΄ ΟΛΙΚΗΣ ΑΓΝΟΙΑΣ 1. Οι απλές με τα ερωτηματικά μόρια εἰ, ἐάν, ἄν 2. Οι διμερείς με το πότερον (ή ποτέρα) -ἠ, εἰ...ἤ, εἴτε...εἴτε Β΄ ΜΕΡΙΚΗΣ ΑΓΝΟΙΑΣ 1. Με ερωτηματικές αντωνυμίες-επιρρήματα 2. Με αναφορικές αντωνυμίες-επιρρήματα Υποκείμενο απροσώπων ρημάτων ή εκφράσεων Αντικείμενο ρημάτων Επεξήγηση του υποκειμένου ή του αντικειμένου του ρ. από το οποίο εξαρτώνται Από ρήματα, όπως: ἐρωτῶ, ἀπορῶ, θαυμάζω, σκοπῶ, σκοποῦμαι, λέγω, πειρῶμαι, ἐπιμελοῦμαι, δείκνυμι, δῆλον/ἄδηλόν ἐστι κ.ά. Όπως και οι ευθείες ερωτήσεις, δηλαδή: Α) Όταν είναι κρίσεως (άρνηση οὐ) 1. απλή οριστική (ή ευκτική πλαγίου λόγου) 2. δυνητική οριστική 3. δυνητική ευκτική Β) Όταν είναι επιθυμίας (άρνηση μη) Με απορηματική υποτακτική (αν η εξάρτηση είναι από ιστορικό χρόνο μετατρέπεται σε ευκτική του πλαγίου λόγου) ΕΝΔΟΙΑΣΤΙΚΕΣ Με τα ενδοιαστικά μόρια: 1. Μὴ(=μήπως), ὅπως μὴ(=μήπως) 2. μὴ οὐ(=μήπως δεν) Υποκείμενο απροσώπων ρημάτων ή εκφράσεων Αντικείμενο ρημάτων Επεξήγηση του υποκειμένου ή του αντικειμένου του ρ. από το οποίο εξαρτώνται Από ρήματα που σημαίνουν: φόβο, αμφιβολία, υποψία, προσδοκία, κίνδυνο, έρευνα 1. Με απλή οριστική ( παρουσιάζεται ως πραγματικό γεγονός) 2. Με υποτακτική: το γεγονός παρουσιάζεται ως προσδοκόμενο 3. Με δυνητική οριστική: όταν το γεγονός ήταν δυνατό να συμβεί στο παρελθόν, αλλά δε συνέβη 4. Με δυνητική ευκτική: όταν το γεγονός παρουσιάζεται ως δυνατό στο παρόν ή μέλλον

Transcript of ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ - ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΕΣ ΟΝΟΜΑΤΙΚΕΣ

Page 1: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ - ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΕΣ ΟΝΟΜΑΤΙΚΕΣ

ΔΕΥΤΕΡΕΥΟΥΣΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ

ΟΝΟΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ=χρησιμοποιούνται ως υποκείμενο ή αντικείμενο του ρ. από το οποίο εξαρτώνται,ή ως επεξήγηση σε όρο της πρότασης (κυρίως στο ουδέτερο δεικτικής αντωνυμίας).

ΕΙΣΑΓΟΝΤΑΙ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΘΕΣΗ ΕΞΑΡΤΩΝΤΑΙ ΕΚΦΕΡΟΝΤΑΙ

ΕΙΔΙΚΕΣ

Με τους ειδικούς συνδέσμους:1. ὅτι: όταν το

περιεχόμενό τουςπαρουσιάζεται ως πραγματικό

2. ὡς: όταν το περιεχόμενό τους

παρουσιάζεται ως υποκειμενικό

Υποκείμενοαπροσώπων ρημάτων ή εκφράσεων

Αντικείμενο ρημάτων

Επεξήγηση του υποκειμένου ή του αντικειμένου του ρ. από το οποίο εξαρτώνται

Από ρήματα:

λεκτικά, αισθητικά γνωστικά δηλωτικά

Επειδή προέρχονται από απόδοση σε πλάγιο λόγο των κυρίων προτάσεων κρίσεως, εκφέρονται με τις εγκλίσεις των προτάσεων κρίσεως, δηλαδή:1. Με απλή οριστική: όταν εξαρτώνται από

αρκτικό χρόνο και δηλώνουν το πραγματικό2. Με ευκτική του πλαγίου λόγου:όταν

εξαρτώνται από ιστορικό χρόνο.3. Με δυνητική οριστική (+ἄν): με εξάρτηση

από οποιονδήποτε χρόνο, όταν δηλώνουν γεγονός δυνατό στο παρελθόν ή μη πραγματικό

4. Με δυνητική ευκτική: με εξάρτηση από οποιονδήποτε χρόνο, όταν δηλώνουν γεγονός δυνατό στο παρόν ή μέλλον

ΠΛΑΓΙΕΣ ΕΡΩΤΗΜΑΤΙΚΕΣ

Α΄ ΟΛΙΚΗΣ ΑΓΝΟΙΑΣ1. Οι απλές με τα ερωτηματικά μόρια εἰ, ἐάν, ἄν2. Οι διμερείς με το πότερον (ή ποτέρα) -ἠ, εἰ...ἤ, εἴτε...εἴτε

Β΄ ΜΕΡΙΚΗΣ ΑΓΝΟΙΑΣ1. Με ερωτηματικές αντωνυμίες-επιρρήματα2. Με αναφορικές αντωνυμίες-επιρρήματα

Υποκείμενοαπροσώπων ρημάτων ή εκφράσεων

Αντικείμενο ρημάτων

Επεξήγηση του υποκειμένου ή του αντικειμένου του ρ. από το οποίο εξαρτώνται

Από ρήματα, όπως:ἐρωτῶ, ἀπορῶ, θαυμάζω, σκοπῶ, σκοποῦμαι, λέγω,πειρῶμαι, ἐπιμελοῦμαι, δείκνυμι, δῆλον/ἄδηλόν ἐστικ.ά.

Όπως και οι ευθείες ερωτήσεις, δηλαδή:Α) Όταν είναι κρίσεως (άρνηση οὐ)1. απλή οριστική (ή ευκτική πλαγίου λόγου)2. δυνητική οριστική3. δυνητική ευκτική

Β) Όταν είναι επιθυμίας (άρνηση μη)Με απορηματική υποτακτική (αν η εξάρτηση είναι από ιστορικό χρόνο μετατρέπεται σε ευκτική του πλαγίου λόγου)

ΕΝΔΟΙΑΣΤΙΚΕΣ

Με τα ενδοιαστικά μόρια:1. Μὴ(=μήπως), ὅπως μὴ(=μήπως)

2. μὴ οὐ(=μήπως δεν)

Υποκείμενοαπροσώπων ρημάτων ή εκφράσεων

Αντικείμενο ρημάτων

Επεξήγηση του υποκειμένου ή του αντικειμένου του ρ. από το οποίο εξαρτώνται

Από ρήματα που σημαίνουν: φόβο, αμφιβολία, υποψία, προσδοκία, κίνδυνο, έρευνα

1. Με απλή οριστική ( παρουσιάζεται ως πραγματικό γεγονός)2. Με υποτακτική: το γεγονός παρουσιάζεται ως προσδοκόμενο3. Με δυνητική οριστική: όταν το γεγονός ήταν δυνατό να συμβεί στο παρελθόν, αλλά δε συνέβη4. Με δυνητική ευκτική: όταν το γεγονός παρουσιάζεται ως δυνατό στο παρόν ή μέλλον