Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου

285
Ιωάννης Κούζας Εργασιακές σχέσεις και συνδικαλισμός Το συνδικαλιστικό κίνημα των καθηγητών στο Βόρειο Έβρο. Η Β΄ ΕΛΜΕ ΕΒΡΟΥ (1981-2008) ΛΥΧΝΟΣ Ε.Π.Ε. Γραφικές Τέχνες Εκδοτικές Επιχειρήσεις ΑΘΗΝΑ 2008

description

Ιστορία της Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου, συνδικαλισμός, εργατικές σχέσεις.

Transcript of Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου

Ιωάννης Κούζας

Εργασιακές σχέσεις και συνδικαλισµός Το συνδικαλιστικό κίνηµα των καθηγητών στο Βόρειο Έβρο.

Η Β΄ ΕΛΜΕ ΕΒΡΟΥ (1981-2008)

ΛΥΧΝΟΣ Ε.Π.Ε. Γραφικές Τέχνες – Εκδοτικές Επιχειρήσεις

ΑΘΗΝΑ 2008

2

1η έκδοση: Οκτώβριος 2008

Εικόνα του εξωφύλλου: Θεωρία σκακιστικών µαχών, 2002. Έργο του Νικόλα Σφήκα από τη συλλογή του Παναγιώτη ∆. Καγκελάρη.

© 2008 Ιωάννης Κούζας Περικλέους 41 68200 Ορεστιάδα ΛΥΧΝΟΣ Ε.Π.Ε. Γραφικές Τέχνες – Εκδοτικές Επιχειρήσεις Πέτρας 16, 104 44 Αθήνα Τηλ.: 210 5156300 Fax: 210 5156299 E-mail:[email protected]

ISBN 978-960-930880-9

3

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος………………………………………………………………………4

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Επισκόπηση του συνδικαλιστικού κινήµατος. Στόχοι και επιδιώξεις. Η αποτελεσµατικότητα των διεκδικήσεων…………………………………….5 Η προστασία των συνδικαλιστικών ελευθεριών……………………………..24 Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις……………………………………………...27 Σκοποί συνδικαλιστικών οργανώσεων……………………………………….29

ΜΕΡΟΣ ∆ΕΥΤΕΡΟ Η πόλη της Ορεστιάδας τη δεκαετία του ’80………………………………...40 Κοινωνική διαστρωµάτωση και πολιτιστικό επίπεδο της πόλης……………..43 Η έδρα και τα Γραφεία της Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου………………………………..47 Οι συνδικαλιστικές παρατάξεις της Ένωσης και η λειτουργία τους…………49 Η Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου και οι προϊστάµενοι του Γραφείου ∆. Ε. Ορεστιάδας….53 Οι Σχολικοί Σύµβουλοι του Γραφείου ∆. Ε. Ορεστιάδας……………………55

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ Οι διεκδικήσεις και οι δράσεις της Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου σε τοπικό επίπεδο……56

ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ Οι διεκδικήσεις και οι δράσεις της Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου σε πανελλαδικό επίπεδο………………………………………………………………………..63

ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ Παράρτηµα. Έγγραφα από τη δράση της Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου…………………82

ΜΕΡΟΣ ΕΚΤΟ Καταστατικά Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου, ΟΛΜΕ και Α.∆.Ε.∆.Υ…………………….91

ΜΕΡΟΣ ΕΒ∆ΟΜΟ Ο Ν.1264/1982……………………………………………………………...165

ΜΕΡΟΣ ΟΓ∆ΟΟ ∆ιακηρύξεις και θέσεις των συνδικαλιστικών παρατάξεων της ΟΛΜΕ…………………………………………………………………..205

ΜΕΡΟΣ ΕΝΑΤΟ Η σύνθεση των ∆. Σ. και οι Πρόεδροι της Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου………………252 Βιβλιογραφία - Πηγές……………………………………………………….281

4

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Στο βιβλίο αυτό γίνεται µια προσπάθεια να καταγραφούν οι δράσεις

του συνδικαλιστικού κινήµατος των καθηγητών της ∆.Ε. στην περιοχή του Βορείου Έβρου. Τους καθηγητές εκπροσωπεί η Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου, η οποία δηµιουργήθηκε γι’ αυτό το σκοπό το 1981.

Με επίκεντρο την Ένωση επιχειρείται µια καταγραφή της τοπικής κοινωνίας και µια σύνδεση µε το συνδικαλιστικό κίνηµα της χώρας µας. Η Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου προωθούσε στην περιοχή τα πανελλαδικά αιτήµατα του κλάδου, όπως αυτά εκφράζονταν µέσα από τις διεκδικήσεις της ΟΛΜΕ.

Με το βιβλίο αυτό γίνεται επίσης µια προσπάθεια να ενηµερωθούν τα νεότερα µέλη του κλάδου των καθηγητών για τα συνδικαλιστικά δικαιώµατα, τους στόχους του συνδικαλιστικού κινήµατος και τα σηµερινά του προβλήµατα.

Τέλος έχουν καταγραφεί όλα τα ∆.Σ. της Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου µε τα πρόσωπα που συµµετείχαν ενεργά στις δράσεις της Ένωσης.

Ορεστιάδα, Οκτώβριος 2008

5

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝ∆ΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ. ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΕΠΙ∆ΙΩΞΕΙΣ. Η ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ∆ΙΕΚ∆Ι-ΚΗΣΕΩΝ.

Με τον όρο συνδικαλισµό εννοούµε: 1. Τη συνένωση προσώπων, που ασκούν το ίδιο επάγγελµα, σε µια

οργάνωση, που έχει σκοπό να προασπίσει και να προωθήσει τα συµφέροντα των µελών της. Η οργάνωση αυτή ονοµάζεται συνδικάτο ή σωµατείο.

Το συνδικάτο προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξη σύνδικος, που σηµαίνει το τρίτο πρόσωπο που βοηθάει κατά τη δίκη. Από αυτή προήλθαν οι λέξεις syndicus και syndicatum στα Λατινικά. Από τις λατινικές λέξεις προέκυψε η λέξη syndicat στα Γαλλικά, syndicate στα Αγγλικά και Syndikat στα Γερµανικά.

Ο όρος συνδικαλισµός απαντάται σήµερα ως syndicalisme στα Γαλλικά, syndicalism ή trade unionism στα Αγγλικά και Syndikalismus ή Gewerkschaft, Gewerkswesen στα Γερµανικά.

Στο Ν. 1264/82 χρησιµοποιείται για πρώτη φορά ο όρος «συνδικαλιστική οργάνωση», που αποτελεί ένωση προσώπων που δεν έχει κερδοσκοπικό χαρακτήρα.

2. Τη δράση που αναπτύσσει κάποιος στα πλαίσια ενός συνδικάτου. 3. Τη θεωρία σύµφωνα µε την οποία τα συνδικάτα παίζουν σηµαντικό

ρόλο στον προγραµµατισµό και ως εκ τούτου στις σχέσεις του βιοµηχανικού συστήµατος µε το κράτος (Γκαλµπραίηθ, 1969: 289-296). Ο όρος σύνδικος και εξ αυτού το συνδικάτο δηλώνουν τη δυνατότητα των συνδικαλιστικών οργανώσεων να λάβουν µέρος στη σύνταξη των κανόνων και στη διαδικασία εφαρµογής τους, όπως επίσης και στην αντιµετώπιση των κρίσεων, απαλύνοντας έτσι τις δυσµενείς επιδράσεις των κανόνων και τον τρόπο εφαρµογής τους (Γκαλµπραίηθ, 1969: 289-296).

Το συνδικαλιστικό κίνηµα είναι απόρροια της ανάπτυξης του καπιταλιστικού συστήµατος, αφού εµφανίστηκε ως αντίδραση των εργαζόµενων στην ατοµική τους αδυναµία να αντιπαρατεθούν στους εργοδότες. Προήλθε από την συνειδητοποίηση ότι µέσα από τη συλλογική δράση µπορούν να βελτιώσουν τη θέση τους. Έτσι αποτελεί την έκφραση της συλλογικής εκπροσώπησης της µισθωτής εργασίας, του αδύνατου πόλου, µε στόχο την εξυπηρέτηση των συµφερόντων τους απέναντι στην πολιτική του κεφαλαίου και των εκφραστών του, δηλαδή του ισχυρού πόλου. Στη διάρκεια της ιστορίας του ο συνδικαλισµός εξελίχθηκε και προσαρµόστηκε ανάλογα µε τις πολιτικές συνθήκες που διαµορφώνονταν στα διάφορα κράτη και τις αλλαγές που επέρχονταν στην οργάνωση της εργασίας και τις τεχνικές της παραγωγής στην βιοµηχανία.

6

Σε κάποιες χώρες, ιδιαίτερα τις πρώτες βιοµηχανικά αναπτυγµένες, δηµιουργήθηκαν ιδιαίτερες παραδόσεις. Από τις «εργατικές λέσχες» της Μεγάλης Βρετανίας, της Γαλλίας και των Η.Π.Α., που προέκυψαν από µια πολύ συγκεκριµένη και συνήθως ειδικευµένη επαγγελµατική απασχόληση, κατά τον 19ο αιώνα διαµορφώθηκαν συγκεκριµένοι τύποι συνδικαλιστικής οργάνωσης, που η καθεµιά είχε τις δικές της παραδόσεις.

1. Ο ιδεολογικοποιηµένος - πολιτικοποιηµένος συνδικαλισµός. Είχε επαναστατική κατεύθυνση στη Γαλλία και τη Γερµανία στα τέλη

του 19ου αιώνα και στην Ιταλία αργότερα και επιδίωκε την οργάνωση των εργαζοµένων, ανεξαρτήτως επαγγέλµατος, σε γεωγραφική βάση, πιστεύοντας ότι έτσι ενισχύει την ταξική αλληλεγγύη και δηµιουργεί τις προϋποθέσεις για την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήµατος. Ο Καρλ Μαρξ διακήρυττε ότι «οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα».

Το κίνηµα αυτό δεν αποδέχεται το καπιταλιστικό σύστηµα παραγωγής και αναγνωρίζει τις µεταρρυθµίσεις και τις βελτιώσεις, που το σύστηµα αναγκάζεται να παραχωρήσει στους εργάτες και τους µισθωτούς, µόνον σαν ενδιάµεσες και προσωρινά αναγκαίες λύσεις µέχρι την τελική κατάργηση του καπιταλισµού. Οι επαναστάτες συνδικαλιστές έθεταν ως στόχο τους την γενική απεργία, για να επιτύχουν την ανατροπή της αστικής τάξης. Σύµφωνα µε τις αποφάσεις της Α΄ ∆ιεθνούς των Εργατών του 1866 τα συνδικάτα «Οφείλουν τώρα να δράσουν ως εστίες οργάνωσης της εργατικής τάξης, για να επιτευχθεί ο µεγάλος σκοπός, που είναι η ριζική χειραφέτησή της». Με την έναρξη του Α΄ Παγκοσµίου Πολέµου (1914-1918) το κίνηµα αυτό αποδυναµώνεται και η επιρροή των επαναστατών συνδικαλιστών στους εργάτες µειώνεται.

2. Ο ρεφορµιστικός ή µεταρρυθµιστικός συνδικαλισµός. Ο συνδικαλισµός αυτός δεν αµφισβητεί την καπιταλιστική οργάνωση

της κοινωνίας. Επιδιώκει, µέσω του διαλόγου, διαπραγµατεύσεις µε τους οικονοµικούς υπευθύνους των επιχειρήσεων και του κράτους µε σκοπό τη συµµετοχή του στη διαχείριση του συστήµατος, ώστε να αυξήσει την οικονοµική του δύναµη, να προστατεύσει και να επαυξήσει τα δικαιώµατά του ή να ενισχύσει την κοινωνική και πολιτική του επιρροή µέσα στο καπιταλιστικό σύστηµα.

Οι εργαζόµενοι συνενώνονται σε Οµοσπονδίες ανά βιοµηχανικό κλάδο ή Υπηρεσίες. Η συνεργασία µε την εργοδοσία και το κράτος δεν σηµαίνει πως αυτές οι συνδικαλιστικές οργανώσεις είναι υπάκουες και εντελώς χειραγωγηµένες. Κατέρχονται σε απεργιακές κινητοποιήσεις, που πολλές φορές είναι σκληρές και µακρόχρονες. Για τη βελτίωση της οικονοµικής τους θέσης χρησιµοποιούν τις συλλογικές συµβάσεις.

7

Τα αγγλοσαξονικά συνδικάτα έχουν εµπειρία στην εφαρµογή αυτής της τακτικής, διότι διέθεταν ικανά επαγγελµατικά στελέχη, ειδικευµένα στα οικονοµικά προβλήµατα του συγκεκριµένου κλάδου, αλλά και σηµαντικούς οικονοµικούς πόρους που τα επέτρεπαν να οργανώνουν αποτελεσµατικές απεργίες, όταν υπήρχε ανάγκη. Μετά τον Α΄ Παγκόσµιο Πόλεµο ο συνδικαλισµός αυτός κυριάρχησε στη Γερµανία, την Αυστρία, τις Σκανδιναβικές Χώρες, στη Μεγάλη Βρετανία και στις Η.Π.Α. Σήµερα τα περισσότερα συνδικάτα του ∆υτικού Κόσµου ακολουθούν το ρεφορµιστικό ή µεταρρυθµιστικό συνδικαλισµό.

Ο θεσµός του συνδικαλισµού θεωρείται στα κράτη αυτά, µαζί µε το κοινοβούλιο και την τοπική αυτοδιοίκηση, ένα από τα βάθρα της δηµοκρατίας, µε τα θετικά και τα αρνητικά του δεδοµένα. Στις κοινοβουλευτικές αυτές δηµοκρατίες λειτουργούν θεσµοί τριµερούς συνεργασίας ανάµεσα στους συνδικαλιστικούς εκπροσώπους των µισθωτών, των εργοδοτών και των εργασιακών φορέων του κράτους.

Αντικείµενο συζήτησης και διαπραγµάτευσης των τριών µερών αποτελούν οι εργασιακές σχέσεις. Οι συλλογικές διαπραγµατεύσεις είναι µια διαδικαστική µέθοδος, µε την οποία οι ενώσεις των µισθωτών διαπραγµατεύονται µε τους εργοδότες ή τις ενώσεις τους τις αµοιβές, τους όρους και τις συνθήκες εργασίας των µελών τους. Οι διαπραγµατεύσεις αυτές καταλήγουν στην υπογραφή των συλλογικών συµβάσεων εργασίας.

Στην περίπτωση που διαπραγµατεύονται ιδιώτες εργοδότες, οι φορείς του κράτους είναι ο λεγόµενος σύνδικος, που βοηθάει στην διαπραγµάτευση. Στην περίπτωση που εργοδότης είναι το κράτος, σύνδικος δεν µπορεί να υπάρχει και η εργασιακή σχέση καθορίζεται µονοµερώς από τον εργοδότη.

3. Ο συντεχνιακός συνδικαλισµός. Προήλθε από τις συντεχνίες, τις αδελφότητες και τις ενώσεις

αλληλοβοήθειας. Υποστηρίζει την αναγκαιότητα συγκρότησης οµοσπονδιών κατά επάγγελµα σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Όπως και οι πρώτες εργατικές λέσχες, συνένωνε κυρίως ειδικευµένους εργάτες, για να αµυνθούν έναντι του κινδύνου της προλεταριοποίησής τους, τον οποίο προκαλούσε η εισαγωγή των µηχανών και της φιλελεύθερης αντίληψης στην βιοµηχανία. Τα συνδικάτα αυτά επιδίωξαν όχι µόνον να αγωνιστούν για την βελτίωση των αµοιβών και των συνθηκών εργασίας των µελών τους, αλλά και να ελέγξουν την είσοδο στο επάγγελµα, που µπορούσε να πραγµατοποιηθεί είτε µέσω µαθητείας και πρακτικής εξάσκησης είτε µέσω προσλήψεων ή µεταθέσεων. Στις ΗΠΑ, η ισχυρή Αµερικανική Οµοσπονδία Εργασίας (American Federation of Labor, AFL) ήταν οργανωµένη κυρίως σε συντεχνιακή βάση, µε οργανώσεις-µέλη συγκροτηµένες ανά επάγγελµα, ως την συγχώνευσή της, το

8

1955, µε το Κογκρέσο Βιοµηχανικών Οργανώσεων (Congress of Industrial Organizations, CIO). Ο συντεχνιακός συνδικαλισµός ανήκει στον µεταρρυθµιστικό και σήµερα έχει αποδυναµωθεί σε τέτοιο βαθµό, που τείνει να εκλείψει. Οι σχέσεις των συνδικάτων και τα πολιτικών κοµµάτων πέρασαν από διάφορες φάσεις και διαµορφώθηκαν τέσσερις βασικοί τύποι σχέσεων και εναλλακτικών λύσεων:

1. Ο αναρχοσυνδικαλισµός. Υποστηρίζει ότι το συνδικάτο πρέπει να είναι απολύτως ανεξάρτητο

από κάθε πολιτικό κόµµα. Σύµφωνα µε την άποψη αυτή η συνδικαλιστική οργάνωση πρέπει να

λειτουργεί «στο επίπεδο της βάσης» και να ενθαρρύνονται τέτοιες πρωτοβουλίες, γιατί σε τελική ανάλυση οι ίδιοι οι εργάτες είναι προορισµένοι να αναλάβουν τον έλεγχο της παραγωγής. Οι Οµοσπονδίες και οι Συνοµοσπονδίες διαδραµατίζουν κυρίως συντονιστικό ρόλο. Το συνδικαλιστικό κίνηµα της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας επηρεάστηκε έντονα από τον αναρχοσυνδικαλισµό. Τα καταστατικά όλων των εργατικών συνδικαλιστικών οργανώσεων της Γαλλίας, µε πρώτο εκείνο που εγκρίθηκε από το συνέδριο της Γενικής Οµοσπονδίας Εργασίας (Confederation Generale du Travail, C.G.Τ.) στην Αµιένη το 1906, διακηρύττουν θεωρητικά την πλήρη ανεξαρτησία του συνδικάτου έναντι όλων των πολιτικών σχηµατισµών.

2. Ο τρεϊντγιουνιονισµός. (Αγγλικά: trade-unionism). Στοχεύει στην εκλογή συνδικαλιστών στο Κοινοβούλιο, αφού πρώτα

οι εργάτες ιδρύσουν ένα δικό τους κόµµα, το οποίο θα είναι προέκταση της συνδικαλιστικής οργάνωσης και θα επιδιώκει να αποκτήσει η συνδικαλιστική διεκδίκηση πολιτική έκφραση. Με αυτό το σκεπτικό ιδρύθηκε το βρετανικό Εργατικό Κόµµα το 1906 και τον ίδιο χρόνο εξελέγησαν βουλευτές 29 µέλη των συνδικάτων, γεγονός που επέτρεπε στα συνδικάτα να καταθέτουν και να υπερασπίζονται στη Βουλή σχέδια νόµων σε θέµατα κοινωνικής πρόνοιας.

3. Η σοσιαλδηµοκρατική άποψη και θέση. Σύµφωνα µε αυτή, η πρωτοβουλία και η προτεραιότητα για την

πολιτική έκφραση των εργατικών επιδιώξεων ανήκει κατ’ εξοχήν στο σοσιαλιστικό κόµµα. Πρέπει να υπάρχει διάκριση ανάµεσα στο συνδικάτο, το οποίο ασχολείται µε τους άµεσους, οικονοµικής φύσεως διεκδικητικούς αγώνες, και το κόµµα, το οποίο εκφράζει τις πολιτικές προοπτικές της εργατικής δράσης. Η διάσκεψη των συνδικαλιστών, που έγινε στα πλαίσια του πρώτου Συνεδρίου του Γερµανικού Σoσιαλδηµoκρατικoύ Κόµµατος στην Γκότα το 1875, αποδέχτηκε:

9

α) ότι καθήκον των εργαζοµένων είναι να µεριµνούν, ώστε η πολιτική να παραµένει εκτός των συνδικάτων.

β) ότι ηθική υποχρέωση των εργαζοµένων είναι να προσχωρήσουν στο σοσιαλδηµοκρατικό κόµµα, γιατί είναι το µόνο που µπορούσε να εξασφαλίσει την πολιτική και οικονοµική κατάσταση που συνέφερε στο προλεταριάτο.

4. Η λενινιστική άποψη και θέση. Οι θιασώτες αυτής της άποψης θεωρούν ότι το κοµµουνιστικό κόµµα

πρέπει να παίζει ηγετικό ρόλο στην ταξική πάλη. Το συνδικάτο, ως µαζική οργάνωση, δεν είναι σε θέση να διαµορφώσει την ορθή πολιτική, η οποία απορρέει από τη γνώση της µαρξιστικής θεωρίας. Έτσι µόνο το κόµµα είναι εκείνο που µπορεί, µέσω των µελών του, να προωθήσει την πολιτική του στα συνδικάτα.

Ο Λένιν υποστήριζε ότι, σε αντιδιαστολή µε το κόµµα, τα συνδικάτα πρέπει να είναι πλατιές οργανώσεις, ικανές να συνενώνουν ακόµα και τους καθυστερηµένους εργάτες, που κατανοούν µόνο την ανάγκη της συνένωσης για την πάλη ενάντια στους εργοδότες και την κυβέρνηση. Τις οργανώσεις αυτές πρέπει το κόµµα να προσπαθεί να τις θέσει υπό την καθοδήγησή του διεξάγοντας αδιάλλακτη πάλη ενάντια στη ρεφορµιστική πτέρυγα. Ανάµεσα στο κόµµα λοιπόν και τη µάζα των εργατών υπάρχει µια αµφίρροπη σχέση. Το κόµµα µεταβιβάζει τη γνώση σ’ αυτούς, ώστε να µπορούν να προχωρήσουν σε µια απλή, βασική οργάνωση, η οποία θα λειτουργούσε ως τροφοδότρια και του κόµµατος, αφού τα πιο δυναµικά και δοκιµασµένα στελέχη του συνδικαλισµού θα χρησιµοποιούνταν στην συνέχεια από το κόµµα. Ο Λένιν θεωρούσε το συνδικάτο ως το πρώτο σχολείο του κοµµουνισµού.

Μια άλλη κατηγορία συνδικαλισµού είναι οι οργανώσεις, που σχετίζονται όχι µε πολιτικά κόµµατα, αλλά µε Εκκλησίες ή µε µειονότητες.

Στις αρχές του 20ου αιώνα δηµιουργήθηκαν σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες τα χριστιανικά καθολικά συνδικάτα µε σκοπό την προώθηση της εφαρµογής των κοινωνικών αντιλήψεων της Εκκλησίας.

Στις Η.Π.Α. επίσης εθνικές µειονότητες συγκρότησαν οµάδες πίεσης εν είδει συνδικαλιστικής οργάνωσης, για να προωθήσουν αιτήµατα όχι µόνον εργασιακά αλλά και κοινωνικής αποµόνωσης και διαφορετικής αντιµετώπισής τους από το κράτος. Για να περιοριστούν οι φυγόκεντρες τάσεις από τα συνδικάτα, αυτά κατέβαλαν προσπάθειες για την ένταξη Μαύρων, Μεξικανών, Πορτορικανών και άλλων στις γραµµές τους.

Στις ευρωπαϊκές χώρες οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, όσο και αν έχουν ιδεολογικοπολιτική συγγένεια και δεσµούς µε τα πολιτικά κόµµατα, δεν είναι ποτέ κάτω από κοµµατική κηδεµόνευση. Ακόµα και αν το συγγενές προς το συνδικάτο πολιτικό κόµµα σχηµατίσει κυβέρνηση, είναι συνηθισµένη η πρακτική της συνδικαλιστικής οργάνωσης να έρχεται σε αντίθεση και

10

σύγκρουση µε την κυβέρνηση, όταν δεν εξυπηρετούνται και πολύ περισσότερο όταν απειλούνται τα συµφέροντα των µελών της (Θεοδώρου,1983: 30).

Σε µονοκοµµατικό καθεστώς, στο οποίο υπάρχουν συνδικαλιστικές οργανώσεις, οι οποίες λειτουργούν ως συνεπίκουροι της εξουσίας, τίθεται σε αµφιβολία κατά πόσο αυτές οι οργανώσεις µπορούν να είναι αυτόνοµες και ακηδεµόνευτες. Κλασικό παράδειγµα τέτοιας οργάνωσης ήταν το συνδικάτο «Αλληλεγγύη» στην Πολωνία, το 1960. Την εποχή που δηµιουργήθηκε δεν ήταν δυνατόν να είναι µια ακηδεµόνευτη από το κράτος συνδικαλιστική οργάνωση. Το συνδικαλιστικό κίνηµα σε κάθε χώρα ακολούθησε και είχε τη δική του πορεία. Το ίδιο έγινε και στην Ελλάδα, όπου το συνδικαλιστικό κίνηµα εµφανίστηκε µε χρονική καθυστέρηση σε σχέση µε αυτό των χωρών της ∆υτικής Ευρώπης. Το ελληνικό συνδικαλιστικό κίνηµα µπορεί, συµβατικά, να χωριστεί σε τέσσερις περιόδους. Πρώτη περίοδος 1879 – 1918

Στην Ελλάδα το 1879 δηµιουργήθηκε το πρώτο συνδικάτο από τους εργάτες ξύλου των ναυπηγείων της Σύρου. Η αδελφότητα αυτή έκανε τον ίδιο χρόνο και την πρώτη απεργία ως αντίδραση των συνεπειών της οικονοµικής κρίσης, που µείωσε κατά 30% την αγοραστική δύναµη των αµοιβών των µελών της.

Οι λόγοι της καθυστερηµένης ανάπτυξης του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήµατος στη χώρα µας ήταν η έλλειψη βιοµηχανικών µονάδων και µεγάλων επιχειρήσεων και εποµένως η ανυπαρξία εργατικού δυναµικού. Η Ελλάδα ήταν µέχρι επί Χαριλάου Τρικούπη µια χώρα γεωκτηνοτροφική και το µεγαλύτερο µέρος του πληθυσµού της ζούσε στην ύπαιθρο. Έπρεπε να επέλθει η αστικοποίηση και η δηµιουργία των πρώτων µεγάλων πόλεων, για να εµφανιστεί εργατικό δυναµικό και να δηµιουργηθούν συνδικαλιστικές οργανώσεις.

Έτσι µόνον από τα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου αιώνα άρχισε να αναπτύσσεται το ελληνικό συνδικαλιστικό κίνηµα. Η πρώτη περίοδος αρχίζει µε την εκδήλωση των πρώτων απεργιών στη Σύρο και κλείνει µε την ίδρυση της Γενικής Συνοµοσπονδίας Εργατών (Γ.Σ.Ε.Ε.) το 1918. Τα Ελληνικά Εργατικά Σωµατεία πρωτοεµφανίστηκαν στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα (1875 και εντεύθεν), όταν µεγάλο τµήµα του πληθυσµού, που ζούσε στην ύπαιθρο, µετακινήθηκε στα αστικά κέντρα και άρχισε να απασχολείται στα βιοµηχανικά και εµπορικά κέντρα δηµιουργώντας έτσι µία µόνιµη εργατική τάξη.

11

Απεργία εργαζοµένων έγινε το 1882 στην Αθήνα και τον Πειραιά και στο Λαύριο το 1883 από τους µεταλλωρύχους. Οι απεργίες έγιναν για αυξήσεις µισθών, µείωση του ωραρίου εργασίας σε 10 ώρες, προστασία από τα ατυχήµατα και παροχή ιατρικής περίθαλψης.

Στις 3 ∆εκεµβρίου 1908 28 εργατικές οργανώσεις, που υπήρχαν τότε, οργάνωσαν µαζικές διαδηλώσεις ενάντια στη φορολογία των «µη δυνάµενων πλέον να ανθέξωσι εργατικών και επαγγελµατικών τάξεων».

Στην ουσία οι πρώτες εργατικές οργανώσεις παρέµειναν µέχρι το 1909 φιλανθρωπικά και αλληλοβοηθητικά σωµατεία (Μουζέλης, 1987: 113) και απέδιδαν πρωταρχική σηµασία στην ευηµερία των µελών τους µε τη δηµιουργία αλληλοβοηθητικών ταµείων.

Το 1910 δηµιουργήθηκε στην Αθήνα µια Κεντρική Οργάνωση των Εργατικών Σωµατείων.

«Μετά το 1909 ο Βενιζέλος προσπάθησε να αντιµετωπίσει το κοινωνικό ζήτηµα εφαρµόζοντας τις πατερναλιστικές τεχνικές του «καρότου και του µπαστουνιού», που συνίστανται στην παροχή ορισµένων δικαιωµάτων και ωφεληµάτων στην εργατική τάξη, ενώ παράλληλα θεσµοθετούνται περιοριστικοί κανόνες για να µειωθεί η αυτονοµία των συνδικάτων» (Μουζέλης, 1987: 115).

Τότε ψηφίστηκαν νόµοι για τη µείωση του ωραρίου εργασίας, την εργασία των γυναικών και των παιδιών, τα εργατικά ατυχήµατα και ταυτόχρονα νόµοι για την κηδεµόνευση του συνδικαλιστικού κινήµατος από το κράτος (Μουζέλης, 1987: 115). Το 1917 υπήρχαν 206 εργατικά σωµατεία µε 44.230 µέλη. Το 1918 η ελληνοεβραϊκή Συνδικαλιστική Κοινωνική Οµοσπονδία Federation, η οποία ήταν κυρίαρχη του Εργατικού Κέντρου Θεσσαλονίκης, πρωτοστατούσε για την ίδρυση κεντρικής οργάνωσης των συνδικάτων στην Ελλάδα. Έτσι το Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης µε τη σύµπραξη του Εργατικού Κέντρου Αθήνας και του Πειραιά συγκάλεσε Πανελλαδική Συνδιάσκεψη των συνδικαλιστικών οργανώσεων για τη δηµιουργία Εθνικού Κέντρου. Στο συνέδριο πήραν µέρος αντιπρόσωποι από 44 σωµατεία, που αντιπροσώπευαν περίπου 60.000 εργαζόµενους, σε σύνολο 75.000 εγγεγραµµένων µελών. Η κατάληξη της πρώτης Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης ήταν η δηµιουργία ενός Εθνικού Συνδικαλιστικού Κέντρου µε την προσχώρηση Εργατικών Σωµατείων, Εργατικών Κέντρων και Οµοσπονδιών (Κουζής, 2006).

Η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 στη Ρωσία φαίνεται ότι άσκησε ευεργετική επίδραση στο εργατικό κίνηµα της Ελλάδας. Συνέβαλε στην ανάπτυξη των σοσιαλιστικών ιδεών και η εργατική τάξη άρχισε περισσότερο να συνειδητοποιεί ότι για να έχει επιτυχία ο αγώνας της πρέπει να συνενωθεί σε καλά συγκροτηµένες οργανώσεις. Επιπλέον δηµιούργησε προϋποθέσεις για

12

την ίδρυση κεντρικού συνδικαλιστικού καθοδηγητικού οργάνου και για τη συγκρότηση ενιαίου κόµµατος του ελληνικού προλεταριάτου.

∆εύτερη περίοδος 1919 - 1936 Αρχίζει από την ίδρυση της Γ.Σ.Ε.Ε. και κλείνει µε την θεµελίωση του κρατικού συνδικαλισµού από τον δικτάτορα Ι. Μεταξά το 1936.

Η Γ.Σ.Ε.Ε. ιδρύθηκε το1918. Το 1ο Συνέδριό της έγινε τον Οκτώβριο του 1918 (αρχές Νοεµβρίου σύµφωνα µε το νέο ηµερολόγιο). Σ’ αυτό συµµετείχαν 214 σωµατεία, που εκπροσωπούσαν περίπου 65.000 εργάτες µέλη. Στο Συνέδριο παρουσιάστηκαν από την αρχή οι δύο κύριες τάσεις µέσα στο εργατικό κίνηµα, η φιλοβενιζελική, που ήταν κατά της πάλης των τάξεων και υποστήριζε ότι τα σωµατεία πρέπει να µείνουν µακριά από κάθε πολιτική, και η σοσιαλιστική τάση. Υπερψηφίστηκαν µεν οι θέσεις των σοσιαλιστών, αλλά τη ∆ιοίκηση της Γ.Σ.Ε.Ε. κέρδισαν οι φιλοβενιζελικοί µε 6 µέλη έναντι 5 των σοσιαλιστών.

Ο τρόπος µε τον οποίο ιδρύθηκε η Γ.Σ.Ε.Ε. αποτελεί πολύ σαφή µαρτυρία και απεικόνιση του βαθµού ελέγχου που ασκούσε η κυβέρνηση Βενιζέλου στο εργατικό κίνηµα (Μουζέλης, 1987: 115).

Στις αρχές Νοεµβρίου έγινε στον Πειραιά το Πρώτο Πανελλαδικό Σοσιαλιστικό Συνέδριο, το οποίο συσπείρωσε τις δυνάµεις των πρώτων σοσιαλιστικών οµάδων και κατέληξε στην ίδρυση του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόµµατος Ελλάδας (ΣΕΚΕ). Από τότε η αστική τάξη και η κυβέρνηση Βενιζέλου, που µέχρι τότε είχε υποχείριους τους εργάτες στο κόµµα των Φιλελευθέρων, άρχισαν έναν πόλεµο φθοράς του εργατικού κινήµατος.

Την Πρωτοµαγιά του 1919 η κυβέρνηση, για λόγους εθνικούς, απαγόρευσε κάθε συγκέντρωση στην Αθήνα και τον Πειραιά και έστειλε τον στρατό µε πολυβόλα για να αποκλείσει τα γραφεία των συνδικάτων.

Η ενέργεια αυτή δηµιούργησε τη πρώτη ανοιχτή ρήξη µέσα στη Γ.Σ.Ε.Ε. Οι σοσιαλιστές καλούσαν τα συνδικάτα να κατέβουν στην απεργία της Πρωτοµαγιάς σε κοινές εκδηλώσεις µε το ΣΕΚΕ, ενώ οι Βενιζελικοί συνδικαλιστές ζητούσαν να πειθαρχήσουν οι εργάτες στην κυβέρνηση. Ο Βενιζέλος, φοβούµενος την απεργία, διατάζει την σύλληψη των σοσιαλιστών ηγετών της Γ.Σ.Ε.Ε. και τους εξορίζει στην Φολέγανδρο. Τα εργατικά σωµατεία κήρυξαν απεργία τον Ιούλιο. Η κυβέρνηση αντέδρασε µε την κήρυξη του στρατιωτικού νόµου και τη λογοκρισία. Επιστράτευσε τους εργάτες και εξόρισε συνδικαλιστές. Οι διώξεις αυτές είχαν ως αποτέλεσµα να στραφούν οι εργάτες προς την σοσιαλιστική τάση της Γ.Σ.Ε.Ε.

Το 1920 το ΣΕΚΕ αποφάσισε να αποχωρήσει από τη ∆εύτερη ∆ιεθνή και να προσχωρήσει στην Κοµιντέρν και το 1924 µετονοµάστηκε επίσηµα Κοµµουνιστικό Κόµµα Ελλάδας (Μουζέλης, 1987: 116).

13

Από το 1920 µέχρι την επιβολή της βραχύβιας δικτατορίας του Πάγκαλου (Ιούνιος 1925- Αύγουστος 1926) οι κοµµουνιστές είχαν τον έλεγχο της Γ.Σ.Ε.Ε. Η δικτατορία όµως έθεσε εκτός νόµου το ΚΚΕ και φυλάκισε ή εξόρισε την ηγεσία του. Το ΚΚΕ µετά την πτώση της δικτατορίας Πάγκαλου ουδέποτε κατάφερε να ανακτήσει τον έλεγχο της Γ.Σ.Ε.Ε. και γι’ αυτό το λόγο αποφάσισε το 1929 να ιδρύσει αντίπαλη οµοσπονδία, την Ενωτική Συνοµοσπονδία Εργασίας (Μουζέλης, 1987: 116). Στη διάρκεια αυτής της περιόδου από την ίδρυση της Γ.Σ.Ε.Ε. και µετά οι απεργίες των απασχολούµενων ως µισθωτών επεκτείνονται. Πρωτοστατούν σε αυτά οι καπνεργάτες, οι οδηγοί και οι εισπράκτορες του τραµ και οι σιδηροδροµικοί. Η εκβιοµηχάνιση του Μεσοπολέµου και κυρίως η µεγάλη προσφορά εργατικού δυναµικού, λόγω των προσφύγων, που ήλθαν στην Ελλάδα µετά το 1922, οδήγησαν εργοδότες και εργαζόµενους σε τέτοια κοινωνική αντίθεση, που χρειάστηκε η παρέµβαση τους κράτους µε κατασταλτικά µέτρα, για να σταµατήσει ή να µειωθεί. Οι συνδικαλιστικές συλλογικές δραστηριότητες των µισθωτών ήταν αντικείµενο εντατικών πολιτικών διώξεων. Η αστυνοµία και ο στρατός τάσσονταν σταθερά υπέρ της εργοδοσίας και κατά των απεργιακών κινηµάτων. Οι συλλήψεις, οι καταδίκες και οι εξορίες συνδικαλιστών ήταν τα κύρια µέσα ρύθµισης των εργασιακών συλλογικών διαφορών. Στα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη ο ρόλος του αστικού κράτους ήταν να παρεµβαίνει άµεσα, οικονοµικά και πολιτικά, για να διαφυλάξει και να προασπίσει το καπιταλιστικό σύστηµα και τα µονοπώλια. Αυτό έγινε στην Ιταλία µε τον Μουσολίνι, ο οποίος µιλούσε για φασιστικό πείραµα και συντεχνιακή οικονοµία, η οποία σέβεται την ατοµική ιδιοκτησία. Ο φασισµός, όπου επιβάλλεται, στρέφεται µε σφοδρότητα εναντίον του εργατικού κινήµατος και επιδιώκει την πλήρη καθυπόταξη της εργατικής τάξης στις αποφάσεις του κράτους και της εργοδοσίας. Έτσι µε νόµο του 1926 καταργήθηκαν στην Ιταλία όλα τα ελεύθερα συνδικάτα και αναγνωρίστηκαν µόνον εκείνα που ενέκρινε το καθεστώς µε περιορισµούς στη δράση τους και µε διαρκή επέµβαση αυτού στα καταστατικά και τα ∆.Σ. (Θεοδώρου, 1983: 37-38).

Τα ίδια έγιναν και στην Γερµανία από τον Μάρτιο του 1933. Ο Χίτλερ συνέλαβε όλους τους ηγέτες των Εργατικών Ενώσεων και κατήργησε τις συλλογικές συµβάσεις εργασίας. Αντί αυτών ίδρυσε το «Γερµανικό Μέτωπο Εργασίας», ένα ελεγχόµενο φασιστικό συνδικάτο. Οι εργάτες και οι υπάλληλοι της Γερµανίας θα είχαν από τη στιγµή αυτή και µετά µόνον υποχρεώσεις χωρίς κανένα δικαίωµα. Όφειλαν υπακοή στις εντολές της εργοδοσίας και πίστη στην «κοινότητα της επιχείρησης» (Θεοδώρου, 1983: 38)

14

Την ίδια στάση έναντι των εργαζοµένων τήρησε το κράτος και στις Η.Π.Α. Παρόλο που η πολιτική εξουσία ήταν διαφορετική από αυτήν της Ιταλίας και της Γερµανίας, από τους οικονοµικούς παράγοντες χρησιµοποιήθηκε ο κρατικός µηχανισµός για να προστατευθεί το καπιταλιστικό σύστηµα και τα συµφέροντα των οικονοµικών παραγόντων. Το 1920 ο Πρόεδρος των Η.Π.Α. διακήρυττε ότι «δεν έχει δικαίωµα κανείς, πουθενά και για κανένα λόγο, να απεργεί». Τα κρατικά όργανα στράφηκαν µε την ίδια σκληρότητα και στις Η.Π.Α. κατά των εργατικών κινηµάτων. Μόνον µετά το 1929, για να αποφύγουν την γενικευµένη επαναστατική διάθεση και να στηριχθεί το καπιταλιστικό σύστηµα, εφαρµόζεται από τον Ρούσβελτ η «New Deal» (Νέα Συµφωνία), µε την εξαγγελία φιλολαϊκών µεταρρυθµιστικών µέτρων (Θεοδώρου, 1983: 38-39).

Η Ελλάδα του Μεσοπολέµου δεν µπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση σε µια γενικευµένη τάση που επικρατούσε, όσον αφορά την αντιµετώπιση του συνδικαλιστικού κινήµατος εκ µέρους των εργοδοτών και του κράτους. Η περίοδος 1924-’29 είναι περίοδος ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισµού και ιδιαίτερα ανάπτυξης της βιοµηχανίας. Βασισµένη στην σχετική σταθεροποίηση, την ανάπτυξη της παγκόσµιας οικονοµίας, την εξαθλίωση των εργατών µετά την ήττα του 1922 στην Μ. Ασία και τη µαζική ανεργία η βιοµηχανία γνώρισε σηµαντική άνοδο.

Το 1917 υπήρχαν 2.000 βιοµηχανικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις, µε αξία εγκαταστάσεων 200.000.000 και βιοµηχανικής παραγωγής επίσης 200.000.000 δραχµές. Το 1929 οι επιχειρήσεις είχαν διπλασιαστεί, η αξία των εγκαταστάσεων έφτασε τα 560 εκατοµµύρια και της παραγωγής τα 480 εκατοµµύρια. Στην άνοδο αυτή αποφασιστικό ρόλο έπαιξε, ιδιαίτερα µετά το 1920, το ντόπιο και ξένο τραπεζιτικό κεφάλαιο. Υπολογίζεται ότι Αγγλικά και Γαλλικά κεφάλαια είχαν τοποθετηθεί αυτή την περίοδο σε διάφορες επιχειρήσεις γύρω στα 375 εκατοµµύρια χρυσά φράγκα (Μαρξιστική Φωνή, 2007).

Η βιοµηχανική αυτή ανάπτυξη έφερε όµως µαζί της και την αποφασιστική ενίσχυση της εργατικής τάξης. Υπολογίζεται ότι ενώ το 1920 υπήρχαν περίπου 104.000 εργάτες σε µεσαίες και µεγάλες βιοµηχανίες (µε πάνω από 5 εργάτες), το 1928 ο αριθµός τους έφτασε τις 249.000, από τους οποίους οι 110.000 σε µεγάλες επιχειρήσεις (πάνω από 25 εργάτες). Η εξέλιξη αυτή συνέτεινε αποφασιστικά στο να επουλωθούν γρήγορα οι πληγές της ήττας του 1922-’23. Το µέσο ηµεροµίσθιο το 1927 ήταν 6 φορές µεγαλύτερο από αυτό του 1914, ενώ ο τιµάριθµος είχε ανέβει 18 φορές (Μαρξιστική Φωνή, 2007). Μεταξύ των ετών 1931 και 1940 οι τιµές των βασικών ειδών διαβίωσης αυξήθηκαν κατά 151%. Μεταξύ των ετών 1923 και 1939 η αύξηση των τιµών στα βασικά είδη διαβίωσης εκτιµάται σε 184% (Μητροφάνης, 2003: 156-157). Ο χαρακτήρας του ελληνικού καπιταλισµού ήταν

15

εξαρτηµένος και χωρίς προοπτικές ανάπτυξης. Τα κέρδη της ελαφριάς βιοµηχανίας και της βιοτεχνίας διοχετεύονταν και τοποθετούνταν από τους ντόπιους και ξένους στο εξωτερικό.

Μεταξύ 1929 και 1934 οι εξαγωγές της χώρας µειώθηκαν κατά 70% και η επίσηµη ανεργία έφτασε το 1934 τους 180.000. Το 1932 το εξωτερικό χρέος έφτασε στα 100 δολάρια κατά κεφαλή και µόνο για την κάλυψη των τοκοχρεολυσίων χρειάζονταν το 40-50% του προϋπολογισµού. Τον Απρίλιο του 1932 τα συναλλαγµατικά αποθέµατα της χώρας είχαν σχεδόν εξαντληθεί. Τον ίδιο χρόνο η Ελλάδα αναγκάστηκε να προσφύγει στην Κοινωνία των Εθνών και ζήτησε έγκριση δανείου 12,5 εκατοµµυρίων αγγλικών λιρών και πενταετή αναστολή καταβολής των τοκοχρεολυσίων του εξωτερικού χρέους της (Μητροφάνης, 2003: 155).

Ανάµεσα στο 1924 και 1928 µεσολάβησαν 3 γενικές εκλογές, 11 κυβερνήσεις, 11 πραξικοπήµατα και 2 στρατιωτικές δικτατορίες, ενώ από το 1932 µέχρι το 1936 έγιναν 4 εκλογικές αναµετρήσεις και δηµοψηφίσµατα, ορκίστηκαν 5 κυβερνήσεις και εκδηλώθηκαν 1 κίνηµα και 2 δικτατορίες. Η πολιτική αστάθεια και αβεβαιότητα αντανακλούσε την αδυναµία του ελληνικού καπιταλισµού να αντεπεξέλθει στην οικονοµική κρίση και να αντιµετωπίσει τις δίκαιες απαιτήσεις των εργαζοµένων (Μαρξιστική Φωνή, 2007).

Στην Ελλάδα των ετών 1928 - 1936 το ΚΚΕ ήταν αναµφισβήτητα η κυρίαρχη πολιτική δύναµη στο χώρο του συνδικαλισµού. Οι γενικότερες όµως γεωστρατηγικές ισορροπίες, που διακυβεύονταν ανάµεσα στην ΕΣΣ∆ και στην Γερµανία του Χίτλερ ή γενικότερα του φασισµού δεν επέτρεψαν την ηγεσία της να διαχειρισθεί το συνδικαλιστικό κίνηµα προς την κατεύθυνση αποκοµίσεως οφελών. Πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου 1936 είχαν ήδη συµφωνήσει να στηρίξουν το ∆εξιό Λαϊκό Κόµµα του Παναγή Τσαλδάρη. Όταν αυτή η συµφωνία µαταιώθηκε, η ηγεσία του ΚΚΕ προχώρησε σε µια συµφωνία µε το κόµµα των Φιλελευθέρων του Θεµιστοκλή Σοφούλη, αλλά οι Φιλελεύθεροι, αντί να σχηµατίσουν οι ίδιοι κυβέρνηση, ψήφισαν στις 27 Απριλίου την κυβέρνηση ∆ερµετζή - Μεταξά. Στις 30 Απριλίου η Βουλή διέκοψε τις εργασίες της για τέσσερις µήνες, έως τις 30 Σεπτεµβρίου. Μέχρι τότε τη νοµοθετική εξουσία θα ασκούσε η κυβέρνηση και η Επιτροπή Εξουσιοδοτήσεως από 40 µέλη. Έτσι άνοιγε ο δρόµος για να επιβληθεί λίγο αργότερα η ∆ικτατορία του 1936.

Το εργατικό κίνηµα, εκτιµώντας ότι οι εξελίξεις σε πολιτικό επίπεδο µεταβάλλονταν προς την κατεύθυνση περιορισµού των δικαιωµάτων του και των οικονοµικών του απαιτήσεων, προχώρησε σε δυναµικές κινητοποιήσεις και επαναστατικές πράξεις.

Το 1932 ξέσπασε ένα µεγάλο απεργιακό κύµα σε όλη τη χώρα µε 200 περίπου απεργίες και 80.000 απεργούς. Το 1933 οι χωροφύλακες

16

δολοφόνησαν 5 υφαντουργούς στη Νάουσα. Οι απεργίες έφτασαν τις 339. Οι καπνεργάτες της Καβάλας κατέλαβαν τα καπνοµάγαζα και πέτυχαν στον απεργιακό τους αγώνα. Το 1935 οι απεργοί ξεπέρασαν τις 200.000. Κάθε βδοµάδα ξεσπούσαν µαχητικές πανελλαδικές και τοπικές απεργίες σε όλη τη χώρα. Χαρακτηριστικό αυτών των αγώνων ήταν το πείσµα των εργατών να συγκρούονται ανοιχτά µε την αστυνοµία.

Στο Ηράκλειο τον Αύγουστο του 1935 δολοφονήθηκαν 6 σταφιδεργάτες. Η Γ.Σ.Ε.Ε. προκήρυξε 24ωρη πανελλαδική απεργία, ενώ οι απεργοί του Ηρακλείου οπλίστηκαν για να εκδικηθούν τη δολοφονία των εργατών. Η κυβέρνηση έστειλε πολεµικά πλοία και κήρυξε τον στρατιωτικό νόµο, για να ελέγξει την κατάσταση. Στη Πελοπόννησο στα τέλη του Αυγούστου ξεσηκώθηκαν οι σταφιδοπαραγωγοί. Οι καταλήψεις δηµόσιων κτιρίων από ένοπλους αγρότες οδήγησαν σε σφοδρές συγκρούσεις µε την αστυνοµία και τον στρατό (Χουµεριανός, 2003: 61). Σε πολλές πόλεις οι αγρότες κατέβαιναν σε συλλαλητήρια µε όπλα και δρεπάνια και έδιναν µάχη µε τους χωροφύλακες.

Το 1936 η ταξική πάλη παίρνει επαναστατική µορφή. Στις 29 και 30 Απριλίου 1936 ξέσπασε µαχητική πανελλαδική απεργία 40.000 καπνεργατών. Ο αγώνας εξαπλώθηκε µε ενθουσιασµό και στο τελευταίο καπνοµάγαζο της χώρας. Οι απεργοί οργάνωναν εργατικές φρουρές και περιφρουρούσαν την απεργία τους. Στις 8 Μαΐου ο απεργιακός αγώνας εξαπλώθηκε και σε άλλους κλάδους από πόλη σε πόλη. Ένα τεράστιο κύµα συµπαράστασης εµφανίστηκε σε όλη τη χώρα. Όλοι οι αγώνες ξεκινούσαν από τη βάση, χωρίς να µπορεί κανένας να ελέγξει τις κινήσεις των απεργών. Επαγγελµατίες, δήµοι και κοινότητες τάσσονταν υπέρ του αγώνα, κηρύσσοντας 24ωρες απεργίες συµπαράστασης στους απεργούς. Μπροστά στην οργή και την µαχητικότητα των εργαζοµένων πολλά Εργατικά Κέντρα προχώρησαν στην κήρυξη πανεργατικών και πανεπαγγελµατικών απεργιών.

Στις 8 Μαΐου η κυβέρνηση έντροµη αποφάσισε να αντιδράσει. Η Θεσσαλονίκη µετατρέπεται από τους έφιππους χωροφύλακες σε πεδίο µάχης. Τραυµατίζονται 70 απεργοί και συλλαµβάνονται 100. Οι εργάτες όµως και ο λαός της Θεσσαλονίκης δεν πτοήθηκαν. Οι απεργοί έστησαν οδοφράγµατα, οι νοικοκυρές πέταγαν γλάστρες και τούβλα από τα µπαλκόνια κατά των χωροφυλάκων. Όταν οι αξιωµατικοί διέταξαν τους στρατιώτες να επιτεθούν, αυτοί αρνήθηκαν να υπακούσουν (Μαρξιστική Φωνή, 2007).

Για τις 9 Μαΐου 1936 εξαγγέλθηκε πανεργατική απεργία. Η κυβέρνηση έλαβε µέτρα εκτάκτου ανάγκης θέτοντας σε πολιορκία την πόλη, συγκροτώντας έκτακτα στρατοδικεία και επιστρατεύοντας όλους τους απεργούς. Οι απεργοί όµως χωρίς προετοιµασία, χωρίς καµία οργάνωση και χωρίς ηγεσία συγκρούστηκαν µε τους οπλισµένους χωροφύλακες και ο

17

απολογισµός εκείνης της ηµέρας ήταν 12 εργάτες νεκροί και εκατοντάδες βαριά ή ελαφρά τραυµατισµένοι.

Το απόγευµα της ίδιας µέρας χιλιάδες λαού ξεχύνονται στους δρόµους µε µαύρες σηµαίες. Οι χωροφύλακες κλείνονται στα τµήµατα και οι στρατιωτικές περίπολοι ενώνονται µε το λαό.

Σε όλη την Ελλάδα ξέσπασαν παλλαϊκές απεργίες και συλλαλητήρια. Στη Κοκκινιά χιλιάδες εργατών µε σύνθηµα «εκδίκηση» συγκρούστηκαν για 2 ώρες µε την αστυνοµία.

Από το απόγευµα της 9ης Μαΐου η εξουσία στη Θεσσαλονίκη βρέθηκε στα χέρια των εργατών και του λαού. Στις 10 Μαΐου 150.000 άνθρωποι µε συνθήµατα «Κάτω ο Μεταξάς», «Γενική Απεργία» και «Εκδίκηση» έθαψαν τους νεκρούς της προηγούµενης µέρας. Στο δρόµο αφόπλισαν χωροφύλακες, λιθοβόλησαν αστυνοµικά τµήµατα και πολλοί στρατιώτες ενώθηκαν µαζί τους (Μαρξιστική Φωνή, 2007).

Η εξουσία για 36 ώρες είχε περάσει στα χέρια του λαού, αλλά οι ίδιοι χωρίς µια επαναστατική ηγεσία δεν ήξεραν πώς να την διαχειριστούν. Στις 17 Μαΐου 1936 πέθανε ο Παναγής Τσαλδάρης και το Λαϊκό Κόµµα έµεινε χωρίς αρχηγό. Οι διαπραγµατεύσεις του Μεταξά µε τα άλλα κόµµατα γίνονταν για να κερδηθεί χρόνος, ώστε να επιβληθεί στις 4 Αυγούστου 1936, παραµονή εικοσιτετράωρης απεργίας, δικτατορία, αναστέλλοντας την ισχύ του Συντάγµατος και διαλύοντας τη Βουλή (Μαυρογορδάτος, 2003: 29-30). Οι πολιτικές και συνδικαλιστικές ελευθερίες περιορίστηκαν, τέθηκαν εκτός νόµου οι εργατικές ενώσεις, απαγορεύτηκαν οι απεργίες, διαλύθηκαν οι αγροτικοί συνεταιρισµοί και φυλακίστηκαν οι διαφωνούντες. Οι ηγεσία του συνδικαλιστικού κινήµατος, που διορίστηκε από τον Μεταξά, µετατράπηκε σε όργανο της κρατικής εξουσίας (Χουµεριανός, 2003: 62). Όπως έγινε στην Ιταλία και τη Γερµανία, ο ελληνικός φασισµός στράφηκε µε ιδιαίτερη σφοδρότητα ενάντια στο εργατικό κίνηµα, γιατί κύριο µέληµα του φασιστικού κράτους ήταν η στήριξη των οικονοµικών παραγόντων, που βοήθησαν την πολιτική ηγεσία για την κατάληψή του. Μετά τη δικτατορία του Μεταξά ακολούθησε ο πόλεµος του 1940-1941 και η κατοχή της Ελλάδας από τους Γερµανούς, περίοδος κατά την οποία το συνδικαλιστικό κίνηµα δύσκολα µπορούσε να εκδηλωθεί.

Ωστόσο η περίοδος αυτή έχει να παρουσιάσει κάποιες αξιοµνηµόνευτες δράσεις του συνδικαλιστικού κινήµατος.

Στις 12 Απριλίου 1942 εκδηλώθηκε ταυτόχρονα στην Αθήνα, τον Πειραιά, τη Θεσσαλονίκη και την Πάτρα γενική απεργία των δηµοσίων υπαλλήλων, που, παρά την τροµοκρατία και τις συλλήψεις, διήρκεσε 9 ηµέρες και ανάγκασε την κατοχική κυβέρνηση του στρατηγού Τσολάκογλου να

18

υποχωρήσει. Τον Αύγουστο, το Σεπτέµβριο και το ∆εκέµβριο του ιδίου έτους έγιναν απεργίες και σε εργοστάσια.

Στις 23 Φεβρουαρίου του 1943 έγινε στην Αθήνα µαζική διαδήλωση ενάντια στα σχέδια των Γερµανών να επιστρατεύσουν τους εργαζόµενους, για να τους στείλουν ως εργάτες στη Γερµανία. Την επόµενη µέρα, ενώ ο λαός διαδηλώνει κατά των σχεδίων των Γερµανών, αυτοί επεµβαίνουν και πυροβολούν στο πλήθος.

Στις 5 Μαρτίου το ΕΑΜ καλεί σε γενική απεργία των δηµοσίους υπαλλήλους και, παρά την απειλή χρήσης όπλων, 200.000 άνθρωποι κατεβαίνουν στους δρόµους. Οι αστυνοµικοί και οι Γερµανοί ρίχνουν χειροβοµβίδες και πυροβολούν µε αυτόµατα κατά των διαδηλωτών. Παρά την επέµβαση των Γερµανών και της Αστυνοµίας οι διαδηλωτές κατέλαβαν το Υπουργείο Εργασίας και το έκαψαν.

Την άλλη µέρα η κυβέρνηση υποσχέθηκε αυξήσεις στους δηµοσίους υπαλλήλους και ο Γερµανός ∆ιοικητής ανήγγειλε ότι δεν υπάρχει θέµα πολιτικής επιστράτευσης.

Τρίτη περίοδος 1947 έως 1990

Το 1945 µε το άρθρο 1 της Συµφωνίας της Βάρκιζας αποκαθίστανται οι συνδικαλιστικές ελευθερίες και στις 3 ∆εκεµβρίου 1947 ιδρύθηκε η Ανωτάτη ∆ιοίκηση Ενώσεων ∆ηµοσίων Υπαλλήλων (Α.∆.Ε.∆.Υ.).

Η περίοδος αυτή καλύπτει την περίοδο ανάπτυξης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και την περίοδο της κρίσης του από το 1973 και µετά. Τα κύρια χαρακτηριστικά της περιόδου αυτής είναι η υπέρογκη αύξηση της µισθωτής εργασίας από επιχειρήσεις που ελέγχονται από το κράτος. Στη δεκαετία 1971-1981 η επέκταση γενικά της µισθωτής απασχόλησης έφτασε στο ιστορικά υψηλότερο ποσοστό της.

Ο έντονος κρατικός παρεµβατισµός στα συνδικάτα, η οικονοµική εξάρτηση της χώρας, η καθυστέρηση ουσιαστικών θεσµικών κατοχυρώσεων και οι διώξεις στελεχών των συνδικάτων ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά έως τη µεταπολίτευση.

Αποτέλεσµα έντονου κρατικού παρεµβατισµού - µε νόµο του 1922 που απαγόρευε στους ∆ηµοσίους Υπαλλήλους να ενταχθούν στη Γ.Σ.Ε.Ε. - ήταν και η µη ενιαία έκφραση σε µία Συνοµοσπονδία του συνόλου των δυνάµεων της µισθωτής εργασίας.

Αλλά και µετά το 1974, µετά την πτώση της δικτατορίας, δεν έγινε σοβαρή προσπάθεια αποκατάστασης της τάξης στον ελληνικό συνδικαλισµό.

Το Σύνταγµα του 1975, άρθρο 106, αποτέλεσε το νοµικό βάθρο για την εγκαθίδρυση του κρατικοµονοπωλιακού καπιταλισµού στην Ελλάδα. Τόσο σ’ αυτό, όσο και στα επόµενα συντάγµατα αναφέρεται ότι «Για την εδραίωση της κοινωνικής ειρήνης και την προστασία του γενικού

19

συµφέροντος το Κράτος προγραµµατίζει και συντονίζει την οικονοµική δραστηριότητα στη Χώρα, επιδιώκοντας να εξασφαλίσει την οικονοµική ανάπτυξη όλων των τοµέων της εθνικής οικονοµίας…». Το άρθρο αυτό όµως δεν επέβαλε και τον περιορισµό των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εργαζοµένων, αφού διακήρυττε πως «η ιδιωτική οικονοµική πρωτοβουλία δεν επιτρέπεται να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ή προς βλάβη της εθνικής οικονοµίας»1

Τα κύρια χαρακτηριστικά του αστικοδηµοκρατικού κράτους ήταν και είναι:

1. Η πολιτική αντιπροσώπευση µε τεκµήριο τη λαϊκή συγκατάθεση δεν ανταποκρίνεται σε γενική αντιπροσώπευση, αλλά επιδιώκει την αντιπροσώπευση καθορισµένων ταξικών συµφερόντων.

2. Η δηµιουργία µεγάλων µαζικών πολιτικών κοµµάτων, που πρέπει να εκπροσωπούν όχι µια τάξη ή σύµµαχες τάξεις, αλλά ένα πλατύ φάσµα κοινωνικών οµάδων και κοινωνικών δυνάµεων.

3. Οι κρατικές θέσεις µοιράζονται στα µέλη των κυβερνητικών κοµµάτων εναλλάξ, χωρίς διαµαρτυρίες από το κόµµα που βρίσκεται συγκυριακά εκτός εξουσίας.

4. Η πλήρης υποταγή της νοµοθετικής εξουσίας στην εκτελεστική. Η νοµοθετική εξουσία λειτουργεί ως εντολοδόχος της εκτελεστικής. Οι δικαστικές πράξεις και αποφάσεις πρέπει να θεωρούνται νόµιµες και οι δικαστές να θεωρούνται «ανεξάρτητοι».

5. ∆ηµιουργία µιας κρατικο-κοµµατικής γραφειοκρατίας. Η κρατική γραφειοκρατία αποτελείται πλέον από το µόνιµο τµήµα της, µε τους υπαλλήλους καριέρας και το ανακλητό τµήµα της, µε διευθυντές κρατικών οργανισµών, συµβούλους Υπουργείων, Γενικούς Γραµµατείς, συνεργάτες κ.λπ.

6. ∆ηµιουργία πολιτικών προσωπικοτήτων και ηγετών, που πρέπει να είναι πέρα και έξω από κάθε κριτική, για να προβάλλονται ως εγγυητές της λειτουργίας της δηµοκρατίας.

7. Νοµοθεσία έκτακτων µέτρων, όταν η συνήθης νοµιµότητα δεν µπορεί να προστατέψει το µονοπωλιακό καπιταλιστικό κράτος (Θεοδώρου, 1983: 40-45). Στη διάρκεια αυτής της περιόδου οι αρτεργάτες, οι τυπογράφοι, οι

οικοδόµοι, οι εργαζόµενοι στο µέταλλο, αλλά και οι εργαζόµενοι στο δηµόσιο και σε δηµόσιες επιχειρήσεις, όπως οι τραπεζικοί, οι υπάλληλοι του ΟΤΕ, της ∆ΕΗ, των ΕΛΤΑ και οι καθηγητές πρωτοστατούσαν στην συνδικαλιστική δραστηριότητα.

1 Σύνταγµα 2001, άρθρο 106, § 1 και 2.

20

Τα αιτήµατα ήταν οι αυξήσεις των χαµηλών µισθών και η προστασία από τον πληθωρισµό. Αµφισβητούνταν παράλληλα νοµικές ρυθµίσεις του κράτους για τις απολύσεις, τις συλλογικές συµβάσεις, τις αποζηµιώσεις, τις συνδικαλιστικές εισφορές και τις συνδικαλιστικές ελευθερίες.

Μια προσπάθεια αποκατάστασης της τάξης στον συνδικαλισµό έγινε µε τον Ν. 1264/82, την εκκαθάριση των συνδικαλιστικών µητρώων και την οργάνωση γνήσιου συνεδρίου της Γ.Σ.Ε.Ε. (1983). Η θετική αυτή εξέλιξη διεκόπη από την κρίση στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόµµατος (1985) και την ουσιαστική διάσπαση της Γ.Σ.Ε.Ε. επί τριετία (1985-1988). Με τη λήξη της κρίσης στη Γ.Σ.Ε.Ε. αποκαθίσταται τυπικά η οµαλότητα στο εσωτερικό του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήµατος.

Τέταρτη περίοδος 1990 – σήµερα Οι περισσότεροι µελετητές χωρίζουν το συνδικαλιστικό κίνηµα σε

τρεις περιόδους, θεωρώντας πως από το 1947 και µετά υπάρχει µόνον µια περίοδος.

Το 1990 όµως ήταν χρονολογία σταθµός για το συνδικαλιστικό κίνηµα, γιατί η κατάρρευση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισµού και η αλλαγή στον συσχετισµό δυνάµεων είχε αρνητικές συνέπειες στο χώρο των εργατικών δυνάµεων.

Στην Ελλάδα αυτές οι συνέπειες και οι αλλαγές συντελέστηκαν µε την κυβέρνηση Τζανετάκη, την Οικουµενική και τις µετέπειτα κυβερνήσεις. Οι αλλαγές αυτές, όσο και αν επιβλήθηκαν από τις αντίστοιχες κυβερνήσεις, έγιναν αποδεκτές από τις δυνάµεις της εργασίας µέσα στην σύγχυση και τον αποπροσανατολισµό, που δηµιούργησε η είσοδος σε µια νέα εποχή (Ευσταθίου, 2007).

Από το 1990 και µετά το Κεφάλαιο επιδόθηκε σε µια επιχείρηση ιδεολογικής υποταγής των δυνάµεων της εργασίας, διάσπασης και πολιτικού και οργανωτικού εκφυλισµού τους (Ευσταθίου, 2007).

Από το 1990 και µετά το συνδικαλιστικό κίνηµα έχει αποδεχθεί τη λογική της ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης της ελληνικής οικονοµίας, έγινε κοινωνικός εταίρος σ’ αυτή την προσπάθεια του Κεφαλαίου και έτσι αποξενώθηκε από τις ανάγκες και τα προβλήµατα των απλών µελών του.

Στην Ελλάδα υπάρχει µια παραδοσιακή πρακτική κρατικών και κοµµατικών παρεµβάσεων στα εσωτερικά των συνδικάτων. Αυτά δέχονταν και εξακολουθούν να δέχονται έντονες πιέσεις από τις πολύµορφες εµπλοκές των πολιτικών κοµµάτων στην εσωτερική ζωή τους, µε αποτέλεσµα να είναι αναξιόπιστα και η στάση των απλών µελών προς τις ηγεσίες τους να είναι από επιφυλακτική έως εχθρική.

Η µισθωτή εργασία στην Ελλάδα αντιπροσωπεύει το 60% της απασχόλησης, σε αντίθεση µε τα κράτη της πρώην Ε. Ε. των 15, στα οποία το

21

ποσοστό είναι περίπου στο 85%. Αυτό συµβαίνει, γιατί η ελληνική κοινωνία χαρακτηρίζεται από αυτοαπασχολούµενους.

Έτσι µε αυτά τα δεδοµένα, το συνδικαλιστικό κίνηµα στην Ελλάδα εξαρτάται από το επίπεδο της συνδικαλιστικής πυκνότητας. Αν και δεν υπάρχει επίσηµη καταγραφή του αριθµού και του ποσοστού των συνδικαλισµένων µελών, αυτή εκτιµάται στο 29% περίπου επί του συνόλου των µισθωτών, παρουσιάζοντας µια σχετικά µέση προς χαµηλή πυκνότητα αναφορικά µε τα αντίστοιχα συµβαίνοντα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βέβαια το ειδικό βάρος του συνδικαλιστικού κινήµατος σε µία χώρα εξαρτάται και από το βαθµό συσπείρωσης των εργαζοµένων στις διεκδικήσεις του. Ο βαθµός αυτός κυµαίνεται κατά περίπτωση. Τα υψηλότερα ποσοστά συσπείρωσης παρουσιάστηκαν στις κινητοποιήσεις του 2001 για το ασφαλιστικό ζήτηµα (Κουζής, 2006).

Σχετικά µε τη συνδικαλιστική πυκνότητα στην Ελλάδα, το ποσοστό συνδικαλισµού παρουσιάζει σοβαρή διαφοροποίηση ανάµεσα στον ιδιωτικό και δηµόσιο τοµέα. Στον ιδιωτικό τοµέα, το ποσοστό συνδικαλισµού δεν φαίνεται να υπερβαίνει το 15%, ενώ αντίθετα στον δηµόσιο τοµέα παρατηρείται σε ορισµένους χώρους και ποσοστό της τάξης του 90% (όπως συµβαίνει στις δηµόσιες τράπεζες και επιχειρήσεις). Υπολογίζεται ότι ο δηµόσιος τοµέας καλύπτει το 55% του συνόλου των συνδικαλισµένων. Πιο συγκεκριµένα οι δηµόσιοι υπάλληλοι παρουσιάζουν ποσοστό συνδικαλισµού της τάξης του 51%, ενώ το συνολικό ποσοστό του στενού και ευρύτερου δηµόσιου υπολογίζεται στο 60%.

Οι λόγοι της διαφοροποίησης µεταξύ ιδιωτικού και δηµόσιου τοµέα είναι εξηγήσιµοι. Από τη µια πλευρά η παραδοσιακά εχθρική στάση της εργοδοσίας απέναντι στην έννοια του συνδικαλισµού και η επιφυλακτική στάση του εργαζόµενου απέναντι στο συνδικαλισµό, αφού η συνδικαλιστική ένταξη αντιµετωπίζεται από την πλειοψηφία των εργοδοτών σαν αρνητική κίνηση, αποτελούν βασικούς παράγοντες για την περιορισµένη ανάπτυξη του συνδικαλισµού στον ιδιωτικό τοµέα. Επιπλέον, το γεγονός ότι ο ιδιωτικός τοµέας κυριαρχείται από µικρές επιχειρήσεις (97% δεν υπερβαίνουν τους 20 εργαζόµενους) επηρεάζει αρνητικά τη συσπείρωση των εργαζοµένων στα συνδικάτα (Κουζής, 2006).

Αντίθετα, ο δηµόσιος τοµέας, παρουσίαζε πάντα υψηλό δείκτη συνδικαλισµού. Οι κυριότερες αιτίες αυτού του φαινόµενου εστιάζονται στην ασφάλεια που αισθάνεται ο µισθωτός του στενού και ευρύτερου δηµόσιου τοµέα, ώστε η ένταξη στο συνδικάτο να µη συνεπάγεται αρνητικές συνέπειες. Επιπλέον, η στενή διασύνδεση της πολιτικής των κοµµατικών φορέων µε τον τρόπο λειτουργίας του δηµόσιου τοµέα ευνοεί, µέσω της παρουσίας των συνδικαλιστικών παρατάξεων, κοµµατικών εξαρτηµάτων στο συνδικαλιστικό

22

χώρο, την ανάπτυξη της συνδικαλιστικής δράσης στους χώρους που καλύπτει ο δηµόσιος τοµέας.

Η υψηλή συνδικαλιστική πυκνότητα στον δηµόσιο τοµέα, συγκριτικά µε την κατάσταση που επικρατεί στον ιδιωτικό τοµέα, αποτελεί µεν χαρακτηριστικό στοιχείο του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήµατος, αλλά η µείωση της παρουσίας του δηµόσιου τοµέα και η αύξηση του φαινοµένου των ιδιωτικοποιήσεων επηρεάζει σηµαντικότατα το συνολικό µέγεθος του συνδικαλισµού στην Ελλάδα, προς την κατεύθυνση της µείωσης της συνδικαλιστικής πυκνότητας, που επικρατεί διεθνώς και η οποία έχει υποχωρήσει κατά 12% ποσοστιαίες µονάδες κατά την τελευταία 15ετία (Κουζής, 2006).

Την εποχή µετά την ∆ικτατορία δηµιουργήθηκαν συνδικαλιστικές παρατάξεις, που το χαρακτηριστικό τους γνώρισµα είναι η στενή διασύνδεσή τους µε συγκεκριµένα κόµµατα και όχι η αναφορά τους σε ιδεολογικές αφετηρίες και η αναγνώρισή τους µε βάση αυτές. Οι παρατάξεις αυτές έχουν καθιερώσει κάθετες οργανωτικές δοµές και αποτελούν τους βραχίονες των κοµµάτων στα συνδικάτα.

Η σύνδεση των συνδικαλιστικών παρατάξεων µε τα κόµµατα έχει και θετικά και αρνητικά αποτελέσµατα. Το θετικό είναι ότι µπορούν να οργανώνονται, να ενηµερώνονται και να δρουν πιο εύκολα υπό την καθοδήγηση οργανωµένων σχηµατισµών, όπως είναι τα κόµµατα. Και αυτό θα ισχύει όσο τα συνδικάτα θα λειτουργούν µε την υπάρχουσα δοµή. Το αρνητικό είναι ότι τα σωµατεία είναι υποχρεωµένα να υποτάσσονται στις επιλογές και τις σκοπιµότητες των κοµµάτων, που πολλές φορές είναι άγνωστες και αντίθετες µε το συνδικαλιστικό συµφέρον τους.

Οι συνδικαλιστικές παρατάξεις που υπάρχουν στην Ελλάδα σήµερα είναι: α) ΠΑΣΚΕ (Πανελλήνια Αγωνιστική Συνδικαλιστική Κίνηση

Εργαζοµένων), που πρόσκειται στο ΠΑΣΟΚ β) ∆ΑΚΕ (∆ηµοκρατική Αγωνιστική Κίνηση Εργαζοµένων), που

πρόσκειται στη Νέα ∆ηµοκρατία γ) ΕΣΑΚ-Σ (Ενωτική Συνδικαλιστική Αντιδικτατορική Κίνηση-

Συνεργαζόµενοι), που δηµιούργησε κατά την τελευταία δεκαετία το ΠΑΜΕ (Πανεργατικό Μέτωπο), που πρόσκειται στο ΚΚΕ.

δ) Αυτόνοµη Παρέµβαση, που πρόσκειται στο Συνασπισµό της Αριστεράς. Η σηµερινή όµως κάθετη οργανωτική δοµή των συνδικαλιστικών

παρατάξεων, η στενή ταύτισή τους µε τα κόµµατα και η κατάθεση διαφορετικών παραταξιακών ψηφοδελτίων στις εκλογικές διαδικασίες συνήθως απωθούν τους εργαζόµενους από τη συµµετοχή στη συλλογική µορφή παρέµβασης. Οι συνέπειες από την παραταξιοποίηση του συνδικαλιστικού κινήµατος προβλέπονται πολύ σοβαρές, σε συνδυασµό µε τις

23

δυσµενείς για τους εργαζόµενους εξελίξεις στην υφή της παγκόσµιας οικονοµίας. Η πλήρης κατάρρευση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισµού σε συνδυασµό µε την πλήρη φιλελευθεροποίηση και παγκοσµιοποίηση της οικονοµίας κατέστησε τη θέση των εργαζοµένων πολύ δυσµενή.

Ο κρατικοµονοπωλιακός καπιταλισµός έδωσε τη θέση του στην ατοµική ιδιοκτησία και πρωτοβουλία, η οποία λειτουργεί εντελώς ελεύθερη. Στην Ελλάδα, αν ακόµα υπάρχουν κρατικοποιηµένες επιχειρήσεις, είναι ζήτηµα χρόνου να παραδοθούν στους ιδιώτες.

Από τα τέλη του 20ου αιώνα τα συνδικάτα βρίσκονται σε αµυντική θέση. Αντιµετωπίζουν, σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, την κυρίαρχη πρόκληση της επίλυσης του «νέου κοινωνικού ζητήµατος». Το συνδικαλιστικό κίνηµα έχει να αντιµετωπίσει κυρίαρχες νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις, που στοχεύουν, µέσα στα πλαίσια της ευρωπαϊκής και της ελληνικής οικονοµίας, σε κοινωνικοοικονοµικούς σχηµατισµούς φτηνού κόστους, εργασιακής και κοινωνικής ανασφάλειας, θεσµικής και λειτουργικής απορρύθµισης της εργασίας και εµπορευµατοποίησης των δηµόσιων αγαθών.

Τα συνδικάτα δέχονται συνεχείς πιέσεις και επιθέσεις, πλήττονται σε όλα τα εργασιακά τους θέµατα και παρουσιάζονται ανίκανα να αντισταθούν. Παρ’ όλες τις απεργίες που έγιναν, δεν µπόρεσαν να πείσουν ή να αναγκάσουν το κράτος να λάβει µέτρα εξισορρόπησης του συστήµατος.

24

Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΣΥΝ∆ΙΚΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΩΝ Τα συνδικαλιστικά δικαιώµατα των εργαζοµένων προστατεύονται από το Σύνταγµα και τους νόµους.

Κάθε αστικό Σύνταγµα περιγράφει την κυριαρχία της αστικής τάξης και του κράτους της πάνω στην εργατική τάξη και στο σύνολο της κοινωνίας. Είναι η «καταστατική» έκφραση της κυριαρχίας της στα µέσα παραγωγής, κατοχυρώνει την ατοµική ιδιοκτησία και το κέρδος. Παρ’ όλα αυτά, τα αστικά Συντάγµατα περιέχουν διατάξεις που εκφράζουν αξίες που προέρχονται από προηγούµενες περιόδους, όταν η αστική τάξη συγκρουόταν µε τη φεουδαρχία ή που υπερασπίζουν ελευθερίες και δικαιώµατα που κατακτήθηκαν σε προηγούµενες περιόδους µε σκληρούς αγώνες από την εργατική τάξη και το συνδικαλιστικό κίνηµα. Τέτοιες διατάξεις είναι αυτές που κάνουν λόγο για ίσα δικαιώµατα, για υπεράσπιση ζωής, τιµής και ελευθερίας χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων, αυτές που απαγορεύουν την έκδοση πρόσφυγα που διώκεται για τη δράση του υπέρ της ελευθερίας και αυτές που υπερασπίζουν δικαιώµατα, όπως της δηµόσιας δωρεάν παιδείας, της υγείας κ.ά.

Γι’ αυτό το Σύνταγµα του 1975 αποτύπωσε τον συσχετισµό των δυνάµεων, που διαµορφώθηκαν µετά την µεταπολίτευση. Από την µια σταθεροποιήθηκε το αστικό πολιτικό σύστηµα και από την άλλη κατοχυρώθηκαν δικαιώµατα και ελευθερίες, που το εργατικό κίνηµα κέρδισε µε τους αγώνες για την ανατροπή της δικτατορίας.

Στο θέµα της εργασίας το Σύνταγµα του 1975 χαρακτηρίζει αυτή ως δικαίωµα των πολιτών και δηλώνεται σ’ αυτό η υποχρέωση της πολιτείας να δηµιουργεί συνθήκες για την απασχόληση όλων των πολιτών. Παράλληλα η κατοχύρωση της συνδικαλιστικής ελευθερίας αποτυπώθηκε στο άρθρο 23, που προέβλεπε:

ΑΡΘΡΟ 23 1. Το Κράτος λαµβάνει τα προσήκοντα µέτρα για τη διασφάλιση της

συνδικαλιστικής ελευθερίας και την ανεµπόδιστη άσκηση των συναφών µ’ αυτή δικαιωµάτων εναντίον κάθε προσβολής τους, µέσα στα όρια του νόµου.

2. Η απεργία αποτελεί δικαίωµα και ασκείται από τις νόµιµα συστηµένες συνδικαλιστικές οργανώσεις για τη διαφύλαξη και προαγωγή των οικονοµικών και εργασιακών γενικά συµφερόντων των εργαζοµένων.

Για το άρθρο αυτό υπάρχει ερµηνευτική δήλωση, που αναφέρει ότι απαγορεύεται η απεργία µε οποιαδήποτε µορφή στους δικαστικούς λειτουργούς και σ’ αυτούς που υπηρετούν στα σώµατα ασφαλείας. Το δικαίωµα προσφυγής σε απεργία των δηµοσίων υπαλλήλων και των υπαλλήλων της τοπικής αυτοδιοίκησης και των νοµικών προσώπων δηµοσίου δικαίου, καθώς και του προσωπικού των κάθε µορφής επιχειρήσεων δηµοσίου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, που η λειτουργία τους έχει ζωτική σηµασία για

25

την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, υπόκειται στους συγκεκριµένους περιορισµούς του νόµου που το ρυθµίζει. Οι περιορισµοί αυτοί δεν µπορούν να φθάνουν έως την κατάργηση του δικαιώµατος της απεργίας ή την παρεµπόδιση της νόµιµης άσκησής του.

Παράλληλα, µε έµµεσο τρόπο το συνδικαλιστικό δικαίωµα αναγνωρίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 12 του Συντάγµατος, µε το οποίο κατοχυρώνεται το δικαίωµα του συνεταιρίζεσθαι και η ελευθερία σύστασης σωµατείων ευρύτερου περιεχοµένου και προσανατολισµού.

Το Σύνταγµα του 1975 αναθεωρήθηκε, µέχρι σήµερα, δύο φορές. Η διαδικασία της πρώτης αναθεώρησης άρχισε τον Μάρτιο του 1985

και ολοκληρώθηκε τον Μάρτιο του 1986, στην ΣΤ΄ Αναθεωρητική Βουλή. Η διαδικασία της δεύτερης αναθεώρησης άρχισε τον Ιούνιο του 1997,

µετά από παράλληλες προτάσεις βουλευτών του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και της Νέας ∆ηµοκρατίας, και ολοκληρώθηκε τον Απρίλιο του 2001, στην Ζ΄ Αναθεωρητική Βουλή.

Το Σύνταγµα του 2001 αναφέρει στο άρθρο 22 και 23. ΑΡΘΡΟ 22 - (Προστασία της εργασίας)

1. H εργασία αποτελεί δικαίωµα και προστατεύεται από το Κράτος, που µεριµνά για τη δηµιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών και για την ηθική και υλική εξύψωση του εργαζόµενου αγροτικού και αστικού πληθυσµού. Όλοι οι εργαζόµενοι, ανεξάρτητα από φύλο ή άλλη διάκριση, έχουν δικαίωµα ίσης αµοιβής για παρεχόµενη εργασία ίσης αξίας.

2. Με νόµο καθορίζονται οι γενικοί όροι εργασίας, που συµπληρώνονται από τις συλλογικές συµβάσεις εργασίας συναπτόµενες µε ελεύθερες διαπραγµατεύσεις και, αν αυτές αποτύχουν, µε τους κανόνες που θέτει η διαιτησία.

3. Νόµος ορίζει τα σχετικά µε τη σύναψη συλλογικών συµβάσεων εργασίας από τους δηµόσιους υπαλλήλους και τους υπαλλήλους οργανισµών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νοµικών προσώπων δηµοσίου δικαίου.

4. Οποιαδήποτε µορφή αναγκαστικής εργασίας απαγορεύεται. Ειδικοί νόµοι ρυθµίζουν τα σχετικά µε την επίταξη προσωπικών υπηρεσιών σε περίπτωση πολέµου ή επιστράτευσης ή για την αντιµετώπιση αναγκών της άµυνας της Χώρας ή επείγουσας κοινωνικής ανάγκης από θεοµηνία ή ανάγκης που µπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δηµόσια υγεία, καθώς και τα σχετικά µε την προσφορά προσωπικής εργασίας στους οργανισµούς τοπικής αυτοδιοίκησης για την ικανοποίηση τοπικών αναγκών.

5. Το Κράτος µεριµνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζοµένων, όπως νόµος ορίζει.

Ερµηνευτική δήλωση: Στους γενικούς όρους εργασίας περιλαµβάνεται

26

και ο προσδιορισµός του τρόπου και του υποχρέου είσπραξης και απόδοσης στις συνδικαλιστικές οργανώσεις της συνδροµής των µελών τους που προβλέπεται από τα καταστατικά τους. ΑΡΘΡΟ 23 - (Συνδικαλιστική ελευθερία)

1. Το Κράτος λαµβάνει τα προσήκοντα µέτρα για τη διασφάλιση της συνδικαλιστικής ελευθερίας και την ανεµπόδιστη άσκηση των συναφών µ’ αυτή δικαιωµάτων εναντίον κάθε προσβολής τους, µέσα στα όρια του νόµου.

2. H απεργία αποτελεί δικαίωµα και ασκείται από τις νόµιµα συστηµένες συνδικαλιστικές οργανώσεις για τη διαφύλαξη και προαγωγή των οικονοµικών και εργασιακών γενικά συµφερόντων των εργαζοµένων.

Απαγορεύεται η απεργία µε οποιαδήποτε µορφή στους δικαστικούς λειτουργούς και σ’ αυτούς που υπηρετούν στα σώµατα ασφαλείας. Το δικαίωµα προσφυγής σε απεργία των δηµόσιων υπαλλήλων και των υπαλλήλων της τοπικής αυτοδιοίκησης και των νοµικών προσώπων δηµοσίου δικαίου, καθώς και του προσωπικού των κάθε µορφής επιχειρήσεων δηµόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, που η λειτουργία τους έχει ζωτική σηµασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, υπόκειται στους συγκεκριµένους περιορισµούς του νόµου που το ρυθµίζει. Οι περιορισµοί αυτοί δεν µπορούν να φθάνουν έως την κατάργηση του δικαιώµατος της απεργίας ή την παρεµπόδιση της νόµιµης άσκησής του.

Με βάση τα συντάγµατα ψηφίστηκαν ο Ν. 1264/82 «Για τον εκδηµοκρατισµό του συνδικαλιστικού κινήµατος και την κατοχύρωση των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εργαζοµένων» και οι τροποποιηµένοι νόµοι 1915/90 και 2224/94. Οι διατάξεις αυτών των νόµων εφαρµόζονται σε όλους τους εργαζόµενους που απασχολούνται µε σχέση εξαρτηµένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου τόσο στον ιδιωτικό τοµέα, όσο και στο ∆ηµόσιο, Ν.Π.∆.∆. και Ο.Τ.Α. ∆εν εφαρµόζεται για τις δηµοσιογραφικές και ναυτεργατικές οργανώσεις, για τις οποίες ισχύουν ειδικές διατάξεις. Για τους δηµόσιους υπαλλήλους, υπαλλήλους Ν.Π.∆.∆. και Ο.Τ.Α. εφαρµόζονται οι ειδικές ρυθµίσεις του άρθρου 30 του Ν. 1264/82.2 Εκτός από την εθνική νοµοθεσία τα συνδικαλιστικά δικαιώµατα προστατεύονται από τις διεθνείς συµβάσεις εργασίας, όπως οι 87, 98 και 135 ∆ΣΕ, τις οποίες η χώρα µας επικύρωσε.

2 Για τον χαρακτήρα του συνδικαλιστικού δικαιώµατος µε βάση το Σύνταγµα και των εξ αυτού νόµων βλ. Θεοδώρου: 69-113

27

ΟΙ ΣΥΝ∆ΙΚΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις διακρίνονται σε πρωτοβάθµιες,

δευτεροβάθµιες και τριτοβάθµιες. 1. Πρωτοβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις είναι : α) τα επιχειρησιακά ή κλαδικά σωµατεία ή οµοιοεπαγγελµατικά

συνδικάτα που ιδρύονται από 21 τουλάχιστον εργαζόµενους. Στα επιχειρησιακά συνδικάτα τα µέλη τους απασχολούνται σε µια

συγκεκριµένη επιχείρηση. Ο αριθµός των επιχειρησιακών σωµατείων στην Ελλάδα είναι πολύ µικρός, επειδή κυριαρχεί το µικρό µέγεθος των επιχειρήσεων. Το 97% των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τοµέα δεν υπερβαίνουν σε αριθµό τους 20 απασχολούµενους, ώστε να δηµιουργηθεί σωµατείο. Αποτέλεσµα αυτής της ιδιαιτερότητας είναι η δηµιουργία των επιχειρησιακών συνδικάτων να περιορίζεται σε µεγάλες επιχειρήσεις, συνήθως σ’ εκείνες που απασχολούν περισσότερα από 100 άτοµα.

Στα κλαδικά συνδικάτα τα µέλη τους απασχολούνται σε πολλές οµοειδείς επιχειρήσεις του ίδιου κλάδου, όταν δεν υπάρχει επιχειρησιακό συνδικάτο. Παράδειγµα κλαδικού συνδικάτου είναι το συνδικάτο µετάλλου του Πειραιά και η Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου.

Στα οµοιοεπαγγελµατικά συνδικάτα τα µέλη τους έχουν µόνο κοινό χαρακτηριστικό γνώρισµα την άσκηση ενός συγκεκριµένου επαγγέλµατος, ανεξάρτητα από την επιχείρηση, το είδος ή τον κλάδο της επιχείρησης στην οποία απασχολούνται. Παράδειγµα τέτοιου σωµατείου είναι το Σωµατείο Λογιστών Αθήνας.

Για την ίδρυσή τους απαιτείται απόφαση του Πρωτοδικείου και εγγραφή στο βιβλίο σωµατείων. Είναι νοµικά πρόσωπα και η λειτουργία τους διέπεται από τις διατάξεις του αστικού κώδικα.

β) Οι ενώσεις προσώπων σε επιχειρήσεις που απασχολούν µέχρι 40 άτοµα και δεν υπάρχει σωµατείο µε τους µισούς τουλάχιστον ως µέλη του. Την ένωση προσώπων δηµιουργούν 10 τουλάχιστον εργαζόµενοι µε ιδρυτική πράξη που καταθέτουν στο αρµόδιο Ειρηνοδικείο και κοινοποιούν στον εργοδότη. Η ιδρυτική πράξη της πρέπει να αναφέρει το σκοπό της, δύο εκπροσώπους της και τη διάρκειά της, που δεν υπερβαίνει τους 6 µήνες.

γ) Τα τοπικά παραρτήµατα σωµατείων ευρύτερης ή πανελλαδικής έκτασης, που προβλέπονται από τα καταστατικά τους και µόνο για το δικαίωµα να γίνουν µέλη του αντίστοιχου Εργατικού Κέντρου.

Οι πρωτοβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις είναι συνδικάτα βάσης και ο αριθµός τους στην Ελλάδα είναι υπερβολικά µεγάλος. Επί συνόλου 3.700 σωµατείων τα 2.400 υπάγονται στη Γ.Σ.Ε.Ε. και τα 1.300 υπάγονται στην Α.∆.Ε.∆.Υ. Ο πολυκερµατισµός των δυνάµεων των συνδικάτων έχει επιπτώσεις στη συνολική παρέµβαση και αποτελεσµατικότητα του συνδικαλιστικού κινήµατος.

28

2. ∆ευτεροβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις είναι : α) Οι Οµοσπονδίες, ενώσεις 2 τουλάχιστον σωµατείων του ίδιου ή

συναφών κλάδων οικονοµικής δραστηριότητας ή επαγγελµάτων. Η ΟΛΜΕ ανήκει στις Οµοσπονδίες, γιατί αποτελείται από την συνένωση όλων των τοπικών ΕΛΜΕ.

β) Τα Εργατικά Κέντρα, ενώσεις 2 τουλάχιστον σωµατείων και τοπικών παραρτηµάτων που έχουν την έδρα τους µέσα στην περιφέρεια του αντίστοιχου Εργατικού Κέντρου.

3. Τριτοβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις ή συνοµοσπονδίες είναι:

Οι Ενώσεις Οµοσπονδιών και Εργατικών Κέντρων. Οι εργαζόµενοι µε σχέση ιδιωτικού δικαίου, στον ιδιωτικό και

ευρύτερο δηµόσιο τοµέα συνδικαλίζονται στην ΓΣΕΕ, ενώ οι ∆ηµόσιοι Υπάλληλοι του στενού δηµόσιου τοµέα στην Α∆Ε∆Υ. Η Γενική Συνοµοσπονδία Εργατών Ελλάδος (Γ.Σ.Ε.Ε.) απαρτίζεται από 73 δευτεροβάθµιες οργανώσεις και η Ανωτάτη ∆ιοίκηση Ενώσεων ∆ηµοσίων Υπαλλήλων (Α∆Ε∆Υ) από 46. Σύµφωνα µε τα στοιχεία του 30ου Συνεδρίου της Α∆Ε∆Υ, του 1998, τα µέλη των οργανώσεών της ήταν 240.463.

Με τον όρο «µισθωτός» εννοείται ο απασχολούµενος µε σχέση εξαρτηµένης εργασίας. Εργοδότης είναι το άτοµο ή η επιχείρηση που απασχολεί µισθωτούς µε σχέση εξαρτηµένης εργασίας. Εργασιακοί εκπρόσωποι του κράτους είναι τα Υπουργεία, οι Υπηρεσίες και οι φορείς που κατά κύριο λόγο ασχολούνται µε εργασιακά ζητήµατα, όπως είναι τα Υπουργεία Εργασίας, Οικονοµικών, Εθνικής Οικονοµίας, ο Ο.Α.Ε.∆., η Εργατική Εστία, η Εργατική Κατοικία, ο Οργανισµός ∆ιαµεσολάβησης και ∆ιαιτησίας, κ.λπ.

29

ΟΙ ΣΚΟΠΟΙ ΤΩΝ ΣΥΝ∆ΙΚΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν σκοπό τη διαφύλαξη και προαγωγή των εργασιακών, οικονοµικών, ασφαλιστικών, κοινωνικών και συνδικαλιστικών συµφερόντων των εργαζοµένων.

Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις για την πραγµατοποίηση των σκοπών τους δικαιούνται µεταξύ άλλων:

α) Να αναφέρονται στις διοικητικές και άλλες αρχές για κάθε ζήτηµα που αφορά τους σκοπούς τους και τα συµφέροντα των µελών τους.

β) Να καταγγέλλουν στις διοικητικές και δικαστικές αρχές τις παραβιάσεις της εργατικής και ασφαλιστικής νοµοθεσίας και των κανονισµών που αφορούν τις ίδιες και τα µέλη τους. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις απαγορεύεται να ασκούν κερδοσκοπική δραστηριότητα. Μπορούν όµως χωρίς επιδίωξη κέρδους να συνιστούν καταναλωτικούς ή πιστωτικούς συνεταιρισµούς, να διατηρούν εντευκτήρια και βιβλιοθήκες και να παρέχουν µαθήµατα επιµόρφωσης των µελών τους.

Επίσης µπορούν να δηµιουργούν ειδικά κεφάλαια για την εξυπηρέτηση εκτάκτων σκοπών αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας των µελών τους.

Στο Σύνταγµα του 2001 αναφέρεται: Άρθρο 11

1. Οι Έλληνες έχουν το δικαίωµα να συνέρχονται ήσυχα και χωρίς όπλα

2. Μόνο στις δηµόσιες υπαίθριες συναθροίσεις µπορεί να παρίσταται η αστυνοµία. Οι υπαίθριες συναθροίσεις µπορούν να απαγορευτούν µε αιτιολογηµένη απόφαση της αστυνοµικής αρχής, γενικά, αν εξαιτίας τους επίκειται σοβαρός κίνδυνος για τη δηµόσια ασφάλεια, σε ορισµένη δε περιοχή, αν απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονοµικής ζωής, όπως νόµος ορίζει. Άρθρο 12

1. Οι Έλληνες έχουν το δικαίωµα να συνιστούν ενώσεις και µη κερδοσκοπικά σωµατεία, τηρώντας τους νόµους, που ποτέ όµως δεν µπορούν να εξαρτήσουν την άσκηση του δικαιώµατος αυτού από προηγούµενη άδεια.

2. Το σωµατείο δεν µπορεί να διαλυθεί για παράβαση του νόµου ή ουσιώδους διάταξης του καταστατικού του, παρά µόνο µε δικαστική απόφαση.

3. Οι διατάξεις της προηγούµενης παραγράφου εφαρµόζονται αναλόγως και σε ενώσεις προσώπων που δεν συνιστούν σωµατείο.

4. Οι γεωργικοί και αστικοί συνεταιρισµοί κάθε είδους αυτοδιοικούνται σύµφωνα µε τους όρους του νόµου και του καταστατικού

30

τους και προστατεύονται και εποπτεύονται από το Κράτος, που είναι υποχρεωµένο να µεριµνά για την ανάπτυξή τους.

5. Επιτρέπεται η σύσταση µε νόµο αναγκαστικών συνεταιρισµών που αποβλέπουν στην εκπλήρωση των σκοπών κοινής ωφέλειας ή δηµόσιου ενδιαφέροντος ή κοινής εκµετάλλευσης γεωργικών εκτάσεων ή άλλης πλουτοπαραγωγικής πηγής, εφόσον πάντως εξασφαλίζεται η ίση µεταχείριση αυτών που συµµετέχουν.

Ερµηνευτική δήλωση στο άρθρο 12: Με την αναθεώρηση καταργείται η παράγραφος 4, που έθετε περιορισµούς στο δικαίωµα των δηµοσίων υπαλλήλων, των υπαλλήλων των OΤΑ ή άλλων Νοµικών Προσώπων ∆ηµοσίου ∆ικαίου ή δηµοσίων επιχειρήσεων να συνεταιρίζονται. Η κατάργηση αυτή ολοκληρώνει, στο επίπεδο του Συντάγµατος, τα µέτρα που έχουν ήδη ληφθεί µε την 151 ∆ιεθνή Σύµβαση Εργασίας που κυρώθηκε µε το Ν. 2405/1996. Για το αντίστοιχο δικαίωµα των αστυνοµικών υπαλλήλων πρέπει εδώ να σηµειωθεί το άρθρο 1 του Ν. 2265/1994. Τα σχετικά δικαιώµατα των δηµοσίων υπαλλήλων είχαν διευρυνθεί µε το άρθρο 46 του Ν. 2683/1999 και κάτι ανάλογο προβλέπει και ο ισχύων Υπαλληλικός Κώδικας (Ν. 3528/07, άρθρο 46). Το κείµενο εκείνο που αποτυπώνει καλύτερα τους σκοπούς του συνδικαλιστικού κινήµατος των ∆ηµοσίων Υπαλλήλων είναι η πρώτη ανακοίνωση της Εκτελεστικής Επιτροπής της Συνοµοσπονδίας ∆ηµοσίων Υπαλλήλων Ελλάδας (Σ.∆.Υ.Ε) τον Μάιο του 1926. Ένα κείµενο διαχρονικό και για τις µέρες µας πολύ επίκαιρο και διδακτικό.

Προς τας δηµοσιοϋπαλληλικάς οργανώσεις Προς άπαντας τους ∆ηµοσίους Υπαλλήλους Συνάδελφοι, Ζώµεν εις εποχήν οξυτάτης κοινωνικής διαπάλης. Ουδεµία κοινωνική

τάξις µένει ανοργάνωτος. Κοινοί σκοποί και κοινά συµφέροντα επέβαλαν εις όλας τας τάξεις της συγχρόνου κοινωνίας την οργάνωσίν των προς οµαδικήν προάσπισιν των συµφερόντων. ∆υστυχώς η µόνη καθυστερηµένη εις επαγγελµατικήν οργάνωσιν τάξις είναι η τάξις µας, η τάξις των δηµοσίων υπαλλήλων, καίτοι περισσότερον πάσης πιέζεται και δεινοπαθεί εις τον τραχύν αγώνα της ζωής. Τούτο οφείλεται εις την έλλειψιν συναδελφικής αλληλεγγύης, επαρκούς επαγγελµατικής συνειδήσεως, συνοχής των επαγγελµατικών δυνάµεων και ενιαίας διοικήσεως. Αλλά τα πολύτιµα διδάγµατα, τα οποία αποκοµίσαµεν εκ του παρελθόντος και της τελευταίας υπαλληλικής δοκιµασίας, ώθησαν τας νέας διοικήσεις των οργανώσεών µας εις την σύµπτυξιν ανωτάτου οργανισµού συγκεντρούντος ολόκληρον την της δηµοσιοϋπαλληλικής επαγγελµατικήν κίνησιν.

31

Αγγέλλοµεν ευχαρίστως ότι συντακτικόν συνέδριον εις ό µετέσχον αντιπρόσωποι, όσων οργανώσεων κατέστη τεχνικώς δυνατή η πρόσκλησις, συνελθόν την 2αν Μαΐου ε.ε. εψήφισε την ίδρυσιν Συνοµοσπονδίας. Ο ανώτατος ούτος επαγγελµατικός οργανισµός, του οποίου τον προορισµόν πας τις δύναται να εκτιµήσει, έχει σκοπόν ευρύτατον. Θα χρησιµεύση ως µόνιµος και τακτικός εντολοδόχος του δηµοσιοϋπαλληλικού κόσµου. Και θα αγωνισθή: 1ον Να υπαγάγη υπ’ αυτόν και να συνενώση τας διεσπαρµένας ήδη δυνάµεις του δηµοσιοϋπαλληλικού κόσµου εις οργανώσεις ισχυράς και ικανάς διά την διεκδίκησιν των ηθικών και υλικών αυτού συµφερόντων. 2ον Να επιχειρήση την εκ βάθρων αναδιοργάνωσιν των πεπαλαιωµένων κλάδων της ∆ιοικήσεως και επιτύχη την αναγκαίαν προσαρµογήν αυτών προς τας συγχρόνους αντιλήψεις και το σύγχρονον δηµοκρταικόν πνεύµα. 3ον Να επιτύχη την ηθικήν εξύψωσιν του δηµοσίου υπαλλήλου διά της αναβιώσεως της µονιµότητας συµφώνως προς την Συνταγµατικήν ρήτραν του άρθρου 111 του ανασταλέντος Συντάγµατος διά της ανασυστάσεως των υπηρεσιακών συµβουλίων επί νέων βάσεων και ψηφίσεως του περί καταστάσεως υπαλλήλων νόµου.

4ον Να εξασφαλίση την οικονοµικήν ανεξαρτησίαν του δηµοσίου υπαλλήλου διά της προσαρµογής των αποδοχών προς τας εκάστοτε ανάγκας της ζωής και δι’ άλλων συναφών µέτρων οικονοµικής φύσεως.

5ον Αξιοί να επιτύχη τον χωρισµόν της Νοµοθετικής από της Εκτελεστικής εξουσίας θέτουσα φραγµούς και εµπόδια κατά των πολιτικών επεµβάσεων εν τη διοικήσει καθ’ όσον οµολογουµένη είναι η αδυναµία των µελών της εκτελεστικής εξουσίας όπως αντιστώσι εις την φθοροποιόν βουλευτοκρατίαν.

6ον Θα αγωνισθή κατά της κρατούσης προλήψεως ότι δηµόσιοι υπάλληλοι συνετέλεσαν εις την χαλάρωσιν της ∆ιοικήσεως και την αύξησιν του αριθµού αυτών διαφωτίζουσα την κοινήν γνώµην ότι τούτο οφείλεται εις τα πολιτικά κόµµατα κι όχι εις τους υπαλλήλους. Θα συντελέση εις την ανάπτυξιν της υπαλληλικής συνειδήσεως θέτουσα ως αρχήν ότι οι υπάλληλοι είναι υπηρέται των πολιτών και νόµιµοι προστάται των συµφερόντων του λαού, εξ ου πηγάζει και πάσα εξουσία, ήτις είναι εµπεπιστευµένη εις αυτούς και ότι υπέχουσι και οι υπουργοί και οι υπάλληλοι ατοµικήν αστικήν ευθύνην διά πάσαν πράξιν ή ενέργειαν αυτών, εάν κατά την ενάσκησιν της εµπεπιστευµένης αυτοίς εξουσίας περέβησαν το επιβαλλόµενον έναντι τρίτου υπηρεσιακόν καθήκον. 7ον Θα αγωνισθή να αναδείξη τον υπάλληλον από στοιχείον άβουλον και αδρανές, ως τον έχουν καθηλώση σήµερον καθυστερηµέναι αντιλήψεις, εις πραγµατικόν πολίτην ελεύθερον εν τη διαχειρίσει και ενασκήσει των

32

δικαιωµάτων του, καθ’ όσον οι δηµόσιοι υπάλληλοι ως άνθρωποι και πολίται αρνούνται να θεωρηθώσιν ως ειδική κατηγορία πολιτών εν τω Κράτει άνευ των στοιχειωδών πολιτικών δικαιωµάτων. Η οργάνωσίς µας δεν αποβλέπει όπως επιβληθώµεν επί των πολιτικών εξουσιών, αλλά θα χρησιµοποιήσωµεν ταύτην ως όργανο βελτιώσεως των διαφόρων κλάδων της ∆ιοικήσεως, θα εξυπηρετήση το κατά Σύνταγµα και Νόµους δηµόσιον συµφέρον της εκάστοτε πλειοψηφούσης πολιτικής µερίδος, ήτις συνηθέστατα ταυτίζει την έννοιαν του Κράτους µε την του κόµµατος και θεωρή τους δηµοσίους υπαλλήλους ως κοµµατικά όργανα. Προς τούτο θέλει χρησιµοποιήσει όλα τα νόµιµα µέσα τηρούσα απόλυτον πολιτικήν ουδετερότητα. Προς εκπλήρωσιν του βαρυτάτου και δυσχερούς τούτου έργου καλούµεν τους απανταχού της Ελλάδος συναδέλφους να οργανωθώσι και προσχωρήσωσιν αµέσως εις την δύναµιν της Συνοµοσπονδίας. Ας εργασθώµεν όλοι κάτω από το σύνθηµα: «Πάντες οι υπάλληλοι εις τας Οργανώσεις. Πάσαι οι Οργανώσεις εις την Συνοµοσπονδίαν».3

Απαραίτητη προϋπόθεση της επιτυχίας στους σκοπούς της η Σ.∆.Υ.Ε. θεωρούσε από τότε την ενότητα του συνδικαλιστικού κινήµατος. Έτσι και σήµερα ο κατακερµατισµός δυνάµεων στο ελληνικό συνδικαλιστικό κίνηµα θεωρείται από τους µελετητές και τους θεωρητικούς ερευνητές ότι έχει αρνητικές επιπτώσεις σ’ αυτό.

Αντί να ληφθούν αυτά υπόψη και να επιδιωχθεί η µε κάθε θυσία ενότητα, το ελληνικό συνδικαλιστικό κίνηµα αντιµετωπίζει προβλήµατα αποµαζικοποίησης, κοµµατικοποίησης, γραφειοκρατίας, µειωµένης κοινωνικής αξιοπιστίας και αποτελεσµατικότητας στη δράση του.

«Σήµερα παρατηρείται τάση παραίτησης από τη συνδικαλιστική δράση, όχι µόνο στη χώρα µας αλλά και παγκόσµια, ως αποτέλεσµα διεργασιών που λαµβάνουν χώρα στο επίπεδο της συνείδησης και των αντιλήψεων που κυριαρχούν στο κοινωνικό γίγνεσθαι, της κοινωνικής σύνθεσης του παράγοντα εργασίας από την άποψη των αναδιατάξεων, που συντελούνται στο εσωτερικό του κατά τη διαδικασία της παραγωγής, καθώς επίσης και των κοινωνικών συσχετισµών που διαµορφώνει η κοινωνική συγκυρία» (Κολλιάς, 2007). Στο ερώτηµα γιατί το συνδικαλιστικό κίνηµα δεν ακολουθεί επιτυχηµένες µορφές παρέµβασης υπέρ των εργαζοµένων και γιατί οι διεκδικήσεις δεν είναι αποτελεσµατικές, µπορούν να δοθούν κάποιες απαντήσεις.

3 Ιστοσελίδα Α.∆.Ε.∆.Υ.

33

Ένα αίτιο είναι ο κατακερµατισµός των συνδικαλιστικών δυνάµεων των δηµοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι σε τριτοβάθµιο επίπεδο εκπροσωπούνται από την Α.∆.Ε.∆.Υ.

Εκτός από τα Υπουργεία ΥΠΕΧΩ∆Ε και Αιγαίου, στα οποία όλοι οι εργαζόµενοι εκφράζονται ενιαία από µια συνδικαλιστική οργάνωση, στα υπόλοιπα Υπουργεία λειτουργούν παραπάνω από δύο δευτεροβάθµιες οργανώσεις.

Ο αριθµός των συνδικαλιστικών οµοσπονδιών ανά Υπουργείο είναι: Α/Α ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΜΟΣΠΟΝ∆ΙΕΣ

1 Αιγαίου 1 2 Ανάπτυξης 3 3 Γεωργίας 6 4 ∆ηµοσίας Τάξεως 3 5 ∆ικαιοσύνης 4 6 Εθνικής Αµύνης 2 7 Εξωτερικών 3 8 Εργασίας 5 9 Εσωτερικών 6 10 Ναυτιλίας 2 11 Μεταφορών 2 12 Οικονοµικών 6 13 Παιδείας 8 14 Πολιτισµού 2 15 ΥΠΕΧΩ∆Ε 1 16 Υγείας – Πρόνοιας 6

Στο Υπουργείο Παιδείας λειτουργούν οκτώ συνδικαλιστικές οµοσπονδίες: η ΟΛΜΕ (Οµοσπονδία Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης), η ∆ΟΕ (∆ιδασκαλική Οµοσπονδία Ελλάδας), η Π.Ο.∆.Π-ΑΕΙ (Πανελλήνια Οµοσπονδία ∆ιοικητικού Προσωπικού ΑΕΙ), η Π.Ο.Π.ΑΕΙ (Πανελλαδική Οµοσπονδία Παρασκευαστών ΑΕΙ), η Π.Ο.∆.Υ.Κ.∆.Ε (Πανελλήνια Οµοσπονδία ∆ηµοσίων Υπαλλήλων Κλάδου ∆ευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης), η Π.Ο.Σ.Υ.Π (Πανελλήνια Οµοσπονδία Συλλόγων Υπουργείου Παιδείας), η Ο.Λ.Τ.Ε.Ε (Οµοσπονδία Λειτουργών Τεχνικής και Επαγγελµατικής Εκπαίδευσης), και η Ο.Σ.∆.Υ-ΤΕΙ (Οµοσπονδία Συλλόγων ∆ιοικητικών Υπαλλήλων ΤΕΙ Ελλάδας) (Κολλιάς, 2007).

Ο µεγάλος αριθµός δευτεροβάθµιων συνδικαλιστικών ενώσεων δεν δίνει τη δυνατότητα αποτελεσµατικής παρέµβασης, επειδή ο συντονισµός από

34

το τριτοβάθµιο συνδικαλιστικό όργανο, την Α.∆.Ε.∆.Υ., είναι δύσκολο να επιτευχθεί (Κολλιάς, 2007).

Η τάση που επικρατεί στα περισσότερα εθνικά ευρωπαϊκά συνδικάτα είναι ο περιορισµός των µικρών οργανώσεων. Στη Γερµανία η Συνοµοσπονδία DGB, µε ενιαία έκφραση, εκπροσωπεί µέσω 8 συνδικάτων το 84% των 9 εκατοµµυρίων µελών των Γερµανών µισθωτών. Αν εξαιρέσουµε τη Γαλλία, στην οποία έχουµε κατακερµατισµό µε κριτήριο τον ιδεολογικοπολιτικό προσανατολισµό και στην Ιταλία υπάρχει τάση σήµερα για µετάβαση από τον τύπο της οργάνωσης µε κριτήριο την πλουραλιστική έκφραση σ’ αυτόν της ενιαίας οργανωτικής έκφρασης.

Η πολυδιάσπαση των συνδικάτων όµως στην Ελλάδα οφείλεται στο ότι αυτά ακολουθούν την παραδοσιακή οµοιοεπαγγελµατική δοµή και τα µέλη τους δυσκολεύονται να εγκαταλείψουν αυτή την παράδοση.

Ένας άλλος λόγος µη αποτελεσµατικής παρέµβασης των συνδικάτων είναι η λειτουργία και ο ρόλος των συνδικαλιστικών παρατάξεων. Οι παρατάξεις λειτουργούν ως κοµµατικοί βραχίονες στους κόλπους των συνδικάτων (Κουζής, 2006). Η µεταξύ τους σχέση είναι ιδιαίτερα στενή και πολλοί µιλούν για σχέση υποτέλειας της συνδικαλιστικής παράταξης προς το κόµµα. Οι παρατάξεις σε επίπεδο Οµοσπονδιών και Συνοµοσπονδίας µπορεί να έχουν ενιαία οργανωτική συνδικαλιστική δοµή, αλλά στην πράξη αυτές λειτουργούν διασπαστικά.

Οι ιδεολογικές διαφοροποιήσεις των παρατάξεων εµποδίζουν στα µέλη τους να δουν αυτό που αποτελεί κοινό συµφέρον τους. Πολλοί συνδικαλιστές παρατάξεων της λενινιστικής και της σοσιαλιστικής παράδοσης αγωνίζονται για αυτό που ισχυρίζονταν ο Φρίντριχ Ένγκελς: «Ο συνδικαλισµός αποτελεί την ιδεώδη προετοιµασία για την κοινωνική επανάσταση».

Στο Κοµµουνιστικό Μανιφέστο το 1848 ο Φρίντριχ Ένγκελς και Καρλ Μαρξ ισχυρίζονταν πως η εργατική τάξη θα έπρεπε να πολεµήσει κάτω από τη δική της σηµαία και µε το δικό της πρόγραµµα. Το Κοµµουνιστικό Μανιφέστο διακήρυξε καθαρά πως οι εργάτες πρέπει να δηµιουργήσουν το δικό τους πολιτικό κόµµα.

Όσο αυτό δεν γίνεται πράξη, «οι εργάτες πρέπει να µάχονται τόσο ενάντια στη µείωση των µισθών, όσο και ενάντια στις καταστάσεις εκείνες που καθιστούν αυτή τη µείωση απαραίτητη. Πρέπει να δείξουν πως εφόσον είναι ανθρώπινα όντα δεν προτίθενται να παραδοθούν στις πιέσεις σκοτεινών δυνάµεων. Αντίθετα, απαιτούν οι οικονοµικές δυνάµεις να προσαρµοστούν, ώστε να εξυπηρετούν τις δικές τους ευκολίες».

Συνδικαλιστές άλλων παρατάξεων απορρίπτουν a priori τέτοιες θέσεις και αποδεχόµενοι την οικονοµία της αγοράς ενδιαφέρονται για λύσεις στα προβλήµατα των εργαζοµένων µέσα στα πλαίσια της αστικοκοινοβουλευτικής δηµοκρατίας.

35

Οι περισσότερες παρατάξεις διακηρύσσουν θεωρητικά την αυτονοµία τους από τα κόµµατα, αλλά στην πράξη ποτέ δεν την εφαρµόζουν. Αυτό δηµιουργεί κρίση εµπιστοσύνης των απλών µελών προς την ηγεσία των συνδικάτων και µε τη σειρά του οδηγεί στην αποµαζικοποίηση του συνδικαλιστικού κινήµατος.

Η διαφοροποίηση των παρατάξεων, ανάλογα µε την πολιτική συγκυρία, από ένα κοινό στόχο, για να υποστηριχθούν κοµµατικά ή ευρύτερα πολιτικά συµφέροντα, στερεί το συνδικαλιστικό κίνηµα από την άσκηση µαζικής πίεσης.

Υπάρχει πάντα και η καχυποψία προς τα στελέχη τόσο των Οµοσπονδιών, όσο και της Συνοµοσπονδίας ότι δεν ασχολούνται µε τα κοινά για εξεύρεση λύσης υπέρ των εργαζοµένων. Τα στελέχη αυτά κατηγορούνται ότι συµβιβάζονται και συναλλάσσονται, για να έχουν προσωπικά οφέλη. Απόδειξη τούτου αποτελεί και το γεγονός ότι στελέχη συνδικαλιστικών οργανώσεων, κάτω από ορισµένες προϋποθέσεις, αποκτούν δικαίωµα επικουρικής συνταξιοδότησης από το «ταµείο εργατικών στελεχών», δυνατότητα που αξιοποιούν πολλά συνδικαλιστικά στελέχη, όταν αποσύρονται από την ενεργό συνδικαλιστική και εργασιακή δραστηριότητα (Κουζής, 2006). Παράλληλα τα συνδικαλιστικά στελέχη έχουν διευκολύνσεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και η διασφάλιση των αξιωµάτων τους αποτελεί, πολλές φορές, προτεραιότητα έναντι των συγκρούσεών τους µε την εξουσία.

Αποτελεί κοινό τόπο πλέον ότι οι ηγεσίες των συνδικάτων φροντίζουν περισσότερο να διασφαλίσουν την προσωπική-ηγετική τους παρουσία στο πολιτικο-κοµµατικό και συνδικαλιστικό προσκήνιο.

Και όλα αυτά παρατηρούνται σε εποχή που οι εξελίξεις, ήδη από το 1990, είναι δυσµενείς για το συνδικαλιστικό κίνηµα. Η τάση σήµερα στον οικονοµικό και κοινωνικό σχηµατισµό είναι να µετατρέπεται καθετί αθροιστικό σε ακέραιο. Έτσι από µεµονωµένα κράτη της Ευρώπης προέκυψε η Ε.Ε. των 27 και έπεται συνέχεια. Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια οι παρεµβάσεις που µπορεί να κάνει το εθνικό κράτος στην παραγωγή, το εµπόριο και την κατανοµή του πλούτου είναι πολύ περιορισµένες.

Παράλληλα ενισχύονται διεθνικοί φορείς, όπως είναι οι πολυεθνικές επιχειρήσεις, που έχουν τη δυνατότητα να επιβάλλουν τους δικούς τους νόµους στην εργασία και την αγορά.

Αξίζει τέλος να ληφθεί υπόψη ότι η αλλαγή του χαρακτήρα της νέας τεχνολογίας στην παραγωγική διαδικασία δηµιουργεί αντιθετικές προοπτικές στις οικονοµικές και κοινωνικές πτυχές του διεθνούς συστήµατος (Ροµπόλης, 2007).

«Αποτέλεσµα των νέων στοιχείων της διεθνοποίησης είναι η ένταση των ανισοτήτων λόγω της αφαίρεσης από το Κράτος των αναδιανεµητικών

36

του ικανοτήτων και λειτουργιών, µε αποτέλεσµα οι σύγχρονες κοινωνίες να αποκτούν ολοένα και περισσότερο χαρακτηριστικά κοινωνίας 2/3» (Ροµπόλης, 2007).

«Οι όροι του παιγνιδιού µεταβάλλονται σήµερα σ’ όλους τους τοµείς. Το Κεφάλαιο κατ’ αρχάς εξαπλώνεται παντού και δεν περιορίζεται στο εργοστάσιο ή στα συγκεκριµένα πλαίσια του έθνους-κράτους. Αντίθετα καταλαµβάνει ολόκληρο τον παγκόσµιο κοινωνικό περίγυρο. Αλλά και οι δυνάµεις της εργασίας δεν είναι πια καθηλωµένες σ’ έναν µοναδικό και περιορισµένο τόπο (π.χ. εργοστάσιο), ούτε χαρακτηρίζονται αποκλειστικά από το χειρωνακτικό στοιχείο. Αντίθετα, καλύπτουν σήµερα ολόκληρο το φάσµα των κοινωνικών σχέσεων και αγκαλιάζουν το σύνολο των παραγωγικών και κοινωνικών διαδικασιών. Στην εποχή µας δηλαδή, οι δυνάµεις αυτές ενσωµατώνουν µέσα τους και βασικά στοιχεία επιστήµης, γνώσης, επικοινωνίας και γλώσσας. Συνεπώς δεν είναι εύκολα ελέγξιµες, όπως στο παρελθόν. Με τη δύναµη άλλωστε, που διαθέτουν, δεν παράγουν και δεν αναπαράγουν µόνον προϊόντα. Παράγουν και αναπαράγουν και ανθρώπινες σχέσεις. Η ικανότητά τους συνεπώς είναι «βιοπολιτική», γεγονός που επιδρά άµεσα και στη συγκρότηση του νέου κόσµου.

Οι αλλαγές βέβαια αυτές δεν επιφέρουν και παύση της εκµετάλλευσης. Απλά οι παραγωγικές δυνάµεις παύουν να χαρακτηρίζονται από εντοπιότητα και επεκτείνονται σ’ ολόκληρο τον παγκόσµιο χώρο. Συγχρόνως αντικείµενο της παραγωγής τους είναι όχι µόνον εµπορεύµατα, αλλά και κοινωνικές σχέσεις –µερικές φορές µάλιστα ιδιαίτερα ισχυρές– οι οποίες δεν συνδέονται µε έναν συγκεκριµένο τόπο, αλλά καταλαµβάνουν ολόκληρο τον παγκόσµιο ορίζοντα» (Χατζηγάκης, 2005).

«Αυτός ο παγκόσµιος χώρος, που αποτελεί σήµερα το πεδίο δράσης και του Κεφαλαίου και της εργασίας, είναι ένας νέος χώρος, που θέτει καινούργιους κανόνες και συµπεριφορές. Τι σηµαίνει φερ’ ειπείν σήµερα «εναντίωση» στην εξουσία; Σε ποια εξουσία; Πού βρίσκεται αυτή η εξουσία; Και επίσης, ποιος θ’ αντισταθεί; Πού και πώς µπορεί να εξεγερθεί ο λαός κατά της καταπίεσης; Πώς θα διεκδικήσει και θα υποχρεώσει τις δυνάµεις του Κεφαλαίου να υποχωρήσουν και να «συµφωνήσουν» µαζί του; Και ακόµα πώς θα εντοπισθεί και θα προσδιορισθεί «ο εχθρός», απέναντι στον οποίο θα στραφεί η εξέγερση;

Οι δυσκολίες αυτές πολλαπλασιάζονται, αν λάβει κανείς υπ’ όψη πως το µισθωτό καθεστώς, που ίσχυε προηγουµένως στα εθνικά κράτη, αντικαθίσταται, ως ρυθµιστική λειτουργία, από ένα ευέλικτο παγκόσµιο νοµισµατικό σύστηµα. Την ίδια στιγµή, οι διαδικασίες της παραδοσιακής ∆ηµοκρατίας αντικαθίστανται από παγκόσµιες διαδικασίες ελέγχου, οι οποίες κάτω από την ισοπεδωτική δύναµη των επικοινωνιακών δικτύων περιορίζουν δραµατικά την άσκηση των κυριαρχικών δικαιωµάτων των πολιτών.

37

Από την άλλη πλευρά στις σηµερινές κοινωνίες οι οργανωµένες ισχυρές µειοψηφίες είναι εκείνες που διαµορφώνουν την «ατζέντα» και καθορίζουν το «πολιτικό παιγνίδι». Αυτό µάλιστα, εξωθεί συχνά τα συνδικάτα στην ταύτισή τους µε ειδικά συµφέροντα, ενώ άλλες φορές καθίστανται ευθείες γραµµικές προεκτάσεις των πολιτικών κοµµάτων. Στις περιπτώσεις αυτές καταλήγουν τελικά να µην υποστηρίζουν τα πραγµατικά συµφέροντα των κοινωνικών οµάδων που εκπροσωπούν, αλλά τα κόµµατα και τις καλά οργανωµένες ισχυρές µειοψηφίες, ακυρώνοντας έτσι το γενικό «Κοινωνικό Συµβόλαιο», το οποίο έχουν ταχθεί να υπηρετούν» (Χατζηγάκης, 2005).

Κανένας δεν µπορεί να παραβλέψει ότι το περιβάλλον, µέσα στο οποίο είναι αναγκασµένο να δράσει το συνδικαλιστικό κίνηµα, χαρακτηρίζεται από τα ακόλουθα στοιχεία:

• Ραγδαίες αλλαγές στην επιστήµη και την τεχνολογία, που επιφέρουν δραµατικές αλλαγές στα µέσα παραγωγής, στους θεσµούς, τις εργασιακές σχέσεις, την ποιότητα ζωής και τη συµπεριφορά του πολίτη.

• Το πολιτικοοικονοµικό σύστηµα, που διαµορφώθηκε από την δεκαετία του ’70 και που αποτελείται από παγκόσµιους και περιφερειακούς οργανισµούς και κερδοσκοπικά κεφάλαια, στοχεύει στην θεσµική και λειτουργική απορρύθµιση της εργασίας και της κοινωνικής ασφάλισης. Αποδιοργανώνει τις βασικές λειτουργίες του κράτους και των δηµοσίων υπηρεσιών, υποβαθµίζει τη θέση και το ρόλο των εργαζοµένων στο ∆ηµόσιο και γενικά, µέσω των ελεγχόµενων ΜΜΕ, υποβαθµίζει τη συλλογική δράση και θεοποιεί την ατοµική πρωτοβουλία.

• ∆ιαµόρφωση της ιδεολογίας ότι ο ανταγωνισµός και η ελευθερία των αγορών είναι ο µοναδικός δρόµος για την ευηµερία του ατόµου και της κοινωνίας.

• Υπονόµευση των συνδικάτων. Συνδικαλιστικά στελέχη, προσπαθώντας να δώσουν λύσεις στις νέες

αυτές προκλήσεις, προτείνουν: «Σε αυτές τις συνθήκες, θεωρώ ότι τα συνδικάτα και οι ηγεσίες τους

είναι υποχρεωµένες να επαναπροσδιορίσουν την ταυτότητα και τη στρατηγική τους, προκειµένου να προστατεύσουν το σύνολο των εργαζοµένων, να διευρύνουν τα δικαιώµατά τους και να συσπειρώσουν στις γραµµές τους ευρύτερες κατηγορίες εργαζοµένων.

Γι αυτό η λύση δεν είναι οργανωτική, αλλά πρωτίστως πολιτική και ιδεολογική, µε την έννοια ότι τα συνδικάτα θα πρέπει να διεισδύσουν δυναµικά µε την εµπιστοσύνη τους στους εργαζόµενους και ιδιαίτερα στις νέες γενιές. Επίσης να αναπτύξουν τη δράση τους σε νέα πεδία της οικονοµικής και κοινωνικής ζωής (καταναλωτικό κίνηµα), εντός αλλά και εκτός του χώρου εργασίας µε την κινητοποίηση των πολιτών για τα ζητήµατα

38

του περιβάλλοντος, του τρόπου ζωής, της ψυχαγωγίας, του πολιτισµού, της κουλτούρας, της κατοικίας, της καθαριότητας, του πολιτισµού κ.λπ.» (Παναγόπουλος, 2007).

Πολιτικά πρόσωπα του συντηρητικού χώρου ρίχνουν το γάντι στο συνδικαλιστικό κίνηµα και, εκτός των αυτονόητων ορθών επισηµάνσεων, νουθετούν: «Τα νέα δεδοµένα, έχουν ανατρέψει τον παραδοσιακό ρόλο των συνδικάτων, τα οποία χρειάζονται ν’ αποκτήσουν ευελιξία και προσαρµογή. Θα πρέπει επίσης να δουν κατάµατα ορισµένες αδήριτες πραγµατικότητες, που διαµορφώνονται στα πλαίσια της «Νέας Τάξης πραγµάτων». Απέναντι σ’ αυτές θα πρέπει να προσαρµοσθούν. Κυρίως όµως θα πρέπει να καθορίσουν τη νέα τους ταυτότητα και την στρατηγική τους. Και να ξεκαθαρίσουν τελικά ποιον πρέπει να στηρίζουν και µε ποιον τρόπο. ∆ιαφορετικά θα αποτελούν ένα αναχρονιστικό κίνηµα, βλαπτικό για τη συνοχή των σηµερινών κοινωνιών» (Χατζηγάκης, 2005).

Το 1999 το ίδιο πρόσωπο όµως δήλωνε: «Ο υπερφιλελευθερισµός λοιπόν, αµφισβητεί άµεσα κυρίως τις συλλογικές δοµές, που θα µπορούσαν να του σταθούν εµπόδιο στη πορεία του προς τη καθαρή αγορά. Αµφισβητεί δηλαδή κατ’ αρχήν τη σηµαντικότητα της λειτουργίας του έθνους και αποδέχεται τη λογική της παγκοσµιοποίησης, στην ακραία της όµως µορφή, των ανεξέλεγκτων χρηµατοοικονοµικών αγορών και της οικονοµικής και κοινωνικής ανασφάλειας. Αµφισβητεί επίσης κάθε συλλογική προσπάθεια οποιασδήποτε οµάδας, που θα αγωνιζόταν για τη βελτίωση των µισθών των µελών της, για την επαγγελµατική τους εξέλιξη, για την υπεράσπιση των δικαιωµάτων των εργαζοµένων, κ.λπ.

Ο αχαλίνωτος όµως αυτός νέο-καπιταλισµός επιφέρει ταυτόχρονα και την πολιτιστική ισοπέδωση του κόσµου και βέβαια το διχασµό των ανθρώπινων κοινοτήτων. Οι στόχοι της υπερφιλελεύθερης θεωρίας δεν θα µπορούσαν να πραγµατοποιηθούν ποτέ, αν δεν υποβαθµίζονταν συνειδητά ο ρόλος της κοινωνίας και η αξία των ανθρώπων, ως αγαθά µε ίδια αξία» (Χατζηγάκης, 1999).

Στην καρδιά του καπιταλισµού η πρόταση των συνδικάτων για το ξεπέρασµα της κρίσης είναι:

«Οι εργαζόµενοι στις ΗΠΑ δέχονται µία πρωτοφανή, τουλάχιστο για τα ογδόντα τελευταία χρόνια, επίθεση στην κοινωνική ασφάλιση, την οικονοµική πολιτική, επίθεση για την κατάργηση των συλλογικών διαπραγµατεύσεων και τη στέρηση του δικαιώµατός τους να συνδικαλίζονται.

Σε τέτοιους καιρούς, χρειαζόµαστε ενότητα και αλληλεγγύη, που νοµίζω πως αξίζουν στους εργαζόµενους της χώρας µας.

Θα πρέπει να αντεπιτεθούµε πιο δυνατά και πιο έξυπνα, και θα πρέπει να το κάνουµε αυτό όλοι µαζί.

39

Η δύναµή µας ιστορικά προερχόταν από το ότι, αν και δε συµφωνούσαµε πάντα, ενωνόµασταν, όποτε τα πράγµατα σοβάρευαν και τα βάζαµε µε το µεγάλο Κεφάλαιο και τους πολιτικούς µας αντιπάλους» (Τζάνις, 2005).

40

ΜΕΡΟΣ ∆ΕΥΤΕΡΟ Η ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΟΡΕΣΤΙΑ∆ΑΣ ΤΗ ∆ΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ ’80

Οι πρώτοι κάτοικοι της Νέας Ορεστιάδα, που ήταν 900 οικογένειες

από το Κάραγατς και την Αδριανούπολη, εγκαταστάθηκαν σε µια τοποθεσία που απέχει 17 χιλιόµετρα νοτιότερα του Κάραγατς. Η τοποθεσία αυτή επιλέχθηκε ως εγκατάσταση αυτών που µετά τη συνθήκη της Λωζάννης έπρεπε να παραδώσουν στην Τουρκία την περιοχή του Κάραγατς, για να έχει η Αδριανούπολη στρατιωτική ασφάλεια και σιδηροδροµικό σταθµό.

Οι περισσότεροι Καραγατσιανοί της νέας πόλης ήταν γεωργοί. Τα 2/3 των χωραφιών τους ήταν επί ελληνικού εδάφους, στη γύρω από τη νέα πόλη περιοχή και γι’ αυτό δεν ήθελαν να αποµακρυνθούν από αυτά.

Οι Αδριανουπολίτες έµποροι και σιδηροδροµικοί υπάλληλοι, που εγκαταστάθηκαν µαζί τους, δεν έµειναν για µεγάλο χρονικό διάστηµα στην πόλη και µετοίκησαν σε άλλες περιοχές της Ελλάδας.

Τα επίσηµα εγκαίνια της νέας πόλης έγιναν στις 12 Αυγούστου 1923 και ο υπεύθυνος για την ίδρυσή της, ο Σπύρος ∆άσιος, Γενικός ∆ιοικητής Θράκης, ήθελε η Ορεστιάδα να είναι µια καινούργια Αδριανούπολη. Είχε κατά νου να δηµιουργήσει ένα µεγάλο αστικό κέντρο, που να αποτελεί το αντίπαλο δέος για τους απέναντι Τούρκους και γι’ αυτό εργάστηκε επίµονα και ακούραστα, βοηθώντας την πόλη για πολλά χρόνια και µετά την ίδρυσή της.

Ο Πολύκαρπος, πρώτος Μητροπολίτης Ορεστιάδας, ήθελε επίσης την Ορεστιάδα αστικό κέντρο της περιοχής και γι’ αυτό προσπαθούσε να συγκρατήσει, µε το κύρος που διέθετε, όσους αστούς είχαν σκοπό να αποχωρήσουν από την πόλη. Πολλοί όµως εύποροι Καραγατσιανοί και αστοί Αδριανουπολίτες, για να αποφύγουν τις ταλαιπωρίες, εγκαταστάθηκαν σε άλλα µέρη.

Στην πόλη εγκαταστάθηκαν και αρκετές οικογένειες Αρµενίων και Εβραίων, που βοήθησαν στην εµπορική δραστηριότητα της νέας πόλης. Τον Μάιο του 1943 όµως οι Γερµανοί συνέλαβαν όλους τους εβραϊκής καταγωγής κατοίκους και τους µετέφεραν στη Γερµανία. Μπόρεσαν να σωθούν µόνον 20 οικογένειες περίπου, από τις οποίες καµία δεν ξαναγύρισε στην Ορεστιάδα.

Μέσα σε ένα χρόνο δηµιουργήθηκε η Ορεστιάδα. Η XI ∆ιλοχία Μηχανικού δεν έκανε µόνο την διάνοιξη των δρόµων και την κατασκευή των δηµοσίων κτιρίων, αλλά βοηθούσε και τους κατοίκους στο κτίσιµο των σπιτιών τους.

Η κεντρική πλατεία της Ορεστιάδας, η πλατεία ∆ασίου, αποτελούσε το επίκεντρο της οικονοµικής, κοινωνικής και πολιτιστικής δραστηριότητας των Ορεστιαδιτών.

41

Με το ξεπέρασµα των πρώτων δυσκολιών η πόλη άρχισε να δείχνει τη δυναµική της. Κατάφερε σε σύντοµο χρονικό διάστηµα να κυριαρχήσει οικονοµικά, κοινωνικά και πολιτιστικά στα υπόλοιπα παλαιά ηµιαστικά κέντρα και να αποτελέσει τον πόλο έλξης ολόκληρου του Βορείου τµήµατος του νοµού Έβρου.

Ο πληθυσµός της πόλης µε την απογραφή του 1928 ήταν µόλις 3.246 κάτοικοι. Το 1946 από κοινότητα έγινε ∆ήµος µε πληθυσµό 6.652 κατοίκους.

Μετά τον Β΄ Παγκόσµιο Πόλεµο η εξέλιξη του πληθυσµού της πόλης ήταν η εξής:

Ο ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΤΗΣ ΟΡΕΣΤΙΑ∆ΑΣ

Α/Α ΕΤΟΣ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ

ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΟΡΕΣΤΙΑ∆ΑΣ

1 1951 12.832 42.831 2 1961 13.948 47.624 3 1971 12.513 39.949 4 1981 14.727 42.226 5 1991 14.783 40.049 6 2001 21.730 -

Το 1998, που µετατράπηκε σε Καποδιστριακό ∆ήµο περιλαµβάνοντας

τα γύρω χωριά, ο πληθυσµός της υπερέβαινε τους 20.000. Σήµερα ο ∆ήµος της Ορεστιάδας, µε την απογραφή του 2001, έχει 21.730 κατοίκους4 και υπάρχει µια τάση διαρκώς να αυξάνεται, σε βάρος όµως της ενδοχώρας της, που είναι τα παραπλήσια χωριά και οι κωµοπόλεις.

Η Ορεστιάδα είναι µια από τις καλύτερα ρυµοτοµηµένες πόλεις της Ελλάδας και η πρώτη εντύπωση που αποκοµίζει κάποιος, όταν την επισκέπτεται, είναι οι φαρδείς δρόµοι, τα µεγάλα πεζοδρόµια και γενικά η άπλα της µέσα στον κάµπο, που απλώνεται ολόγυρά της. Από κάποιο κοντινό λόφο την βλέπει κάποιος να δεσπόζει ανάµεσα στον κάµπο, κατά µήκος του ποταµού Έβρου. Η επέκτασή της δεν εµποδίζεται από λόφους ή ορεινούς όγκους. Το µόνο εµπόδιο είναι ότι δεν µπορεί να επεκταθεί προς τα Ανατολικά, γιατί βρίσκεται ο Έβρος ποταµός. Όλη η άλλη πεδιάδα της ανήκει. Γι’ αυτό πολλοί την ονοµάζουν και επίπεδη πόλη.

Η κύρια πηγή πλούτου της Νέας Ορεστιάδας και της περιοχής της είναι η αγροτική οικονοµία. Παράλληλα µε τη γεωργική παραγωγή σηµαντική είναι και η κτηνοτροφική παραγωγή της επαρχίας της. Οι καλλιέργειες στη Νέα Ορεστιάδα χαρακτηρίζονται από υψηλή στρεµµατική απόδοση της γης, 4 Πηγή: ΕΣΥΕ

42

κυρίως στις αρδευόµενες εκτάσεις. Ο πρωτογενής τοµέας, και κύρια η αγροτική οικονοµία και η κτηνοτροφία, αποτελεί το συγκριτικό πλεονέκτηµα της περιοχής µε πάνω από 1.000.000 στρέµµατα εύφορης γης και µε πλεόνασµα υδάτινων πόρων. Τα γεωργικά προϊόντα της είναι κυρίως σιτάρι, καλαµπόκι, βαµβάκι, πατάτες, ζαχαρότευτλα, κριθάρι, ηλίανθος, σκόρδα, σόργο για σκούπα, σίκαλη, πεπόνια, καρπούζια, σπαράγγια, σταφύλια, φασόλια, ρεβίθια και φακή.

Συνδεδεµένος µε τον πρωτογενή τοµέα της οικονοµίας είναι και ο δευτερογενής της τοµέας, που τον αποτελούν το εργοστάσιο σακχάρεως στην νότια είσοδο της πόλης, το συσκευαστήριο σπαραγγιών στην Νέα Βύσσα, το συσκευαστήριο οσπρίων και άλλων γεωργικών προϊόντων µε την ονοµασία «Αγροκήπιο» στη Λεπτή, η βιοτεχνία γεωργικών εργαλείων Ε.Β.Α.Κ. Ορεστιάδας, η βιοµηχανία γάλακτος «Εβροφάρµα» στο ∆ιδυµότειχο και το εργοστάσιο επεξεργασίας κρέατος «Θράκη» στην περιοχή των Φερρών, το οποίο από το 2005 βρίσκεται σε κρίση και κινδυνεύει να κλείσει.

Τα περισσότερα προβλήµατα της νέας πόλης σχετίζονται µε τη γεωγραφική της θέση, αφού είναι µακριά από τα αστικά κέντρα και η αποµόνωση αυτή καθιστά δύσκολη την οικονοµική και πολιτιστική της πρόοδο.

Στη δεκαετία 1980-1990 ο πληθυσµός γενικότερα της Θράκης παρουσίασε µείωση 2% και αποτελεί την πλέον αραιοκατοικηµένη περιοχή της χώρας µε πυκνότητα µόλις 39 κατοίκους ανά τετραγωνικό χιλιόµετρο. Η Θράκη κατείχε την τελευταία θέση µεταξύ των ευρωπαϊκών περιφερειών το 1986-1988 σε κατά κεφαλήν ΑΕΠ, η παραγωγικότητα στην περιφέρεια ήταν η χαµηλότερη τουλάχιστον κατά 30% από κάθε άλλη περιφέρεια της Ε.Ε. και συγκέντρωνε µόνο το 10% των επιδοτούµενων ιδιωτικών επενδύσεων από το 1982 έως το 1990.5

Οι επιπτώσεις της υπανάπτυξης στην Θράκη έχει τον αντίκτυπό της στην περιοχή της Ορεστιάδας περισσότερο από άλλες περιοχές της ίδιας της Περιφέρειας.

5 Μαλκίδης, Θρακικά, τ. 12., σ. 206.

43

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ∆ΙΑΣΤΡΩΜΑΤΩΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ.

Στη δεκαετία του ’80 η Ορεστιάδα ήταν µια ηµιαστική αγροτική περιοχή µε πλήθος αγροτών τόσο µέσα στην πόλη, όσο και έξω από αυτήν, στους παρακείµενους οικισµούς και τα χωριά. Ο πλούτος της πόλης προέρχονταν από την γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή, που διοχετεύονταν στα µεγάλα αστικά κέντρα της χώρας µας. Η µόνη επεξεργασία γεωργικού προϊόντος που γίνονταν στην περιοχή ήταν τα ζαχαρότευτλα, τα οποία γίνονταν ζάχαρη στο εργοστάσιο σακχάρεως της πόλης.

Το εργατικό δυναµικό του εργοστασίου αριθµούσε περίπου 500 άτοµα, από τα οποία τα µισά ήταν εποχιακοί εργάτες. Αυτό το εργατικό δυναµικό αποτελούσε τον κύριο κορµό του Εργατικού Κέντρου της Ορεστιάδας, το οποίο περιελάµβανε στους κόλπους του και µικρά σωµατεία από εργάτες σε µικρές βιοτεχνίες, κυρίως κλωστοϋφαντουργίας, σωµατεία καθαριστριών, σωµατεία ιδιωτικών υπαλλήλων σε εµπορικά µαγαζιά και εργάτες του κλάδου των οικοδοµών.

Όλοι αυτοί οι εργάτες και µισθωτοί παράλληλα είχαν και έγγειο περιουσία. Ασχολούνταν παράλληλα και µε γεωργικές εργασίες και έτσι ενίσχυαν το οικογενειακό τους εισόδηµα. Η ταξική τους συνείδηση ήταν λοιπόν αµβλυµµένη ή και ανύπαρκτη και το ενδιαφέρον τους για κοινωνικούς αγώνες ήταν περιορισµένο.

Οι περισσότεροι ελεύθεροι επαγγελµατίες, γιατροί, δικηγόροι, συµβολαιογράφοι, µηχανικοί, φαρµακοποιοί, λογιστές και ασφαλιστές κοίταζαν τη δουλειά τους. Γέµιζαν τα γραφεία τους µε εκκλησιαστικές εικόνες, µάζευαν το χρήµα και το επένδυαν σε ακίνητα στην Αθήνα, την Θεσσαλονίκη, στην Αλεξανδρούπολη και στις παραλιακές περιοχές της Ελλάδας.

Στην πόλη ζούσε ένα µεγάλο ποσοστό δηµοσίων υπαλλήλων και στρατιωτικών, που προέρχονταν από άλλες περιοχές της Ελλάδας. Οι ∆ηµόσιες Υπηρεσίες στελεχώνονταν την δεκαετία του `70 και `80 από µη ντόπια άτοµα και ο καθένας από αυτούς έφερε µαζί του τις ιδέες και την νοοτροπία της περιοχής από την οποία προέρχονταν. Επειδή η νοοτροπία και η συµπεριφορά των υπαλλήλων διέφερε από αυτή των ντόπιων, θεωρούνταν παρείσακτοι και αντιµετωπίζονταν µε καχυποψία.

Ο χώρος των καθηγητών ήταν ό,τι πιο προοδευτικό µπορούσε να συναντήσει κάποιος στην Ορεστιάδα της δεκαετίας του ’80. Η πρόσφατη απαλλαγή από την δικτατορία και η επικράτηση αριστερής ιδεολογίας και συµµετοχικών διαδικασιών, τις οποίες ενίσχυαν οι καθηγητές µε τη δράση τους, τρόµαζαν τον ντόπιο πληθυσµό, που ζώντας σε ένα στρατιωτικά περιφραγµένο πλαίσιο έβλεπαν όλες αυτές τις ιδέες ως επικίνδυνες και βλαβερές.

44

Ο στρατός, η ασφάλεια και οι εκκλησιαστικές και παρεκκλησιαστικές οργανώσεις κρατούσαν τον πληθυσµό υπό τον άµεσο έλεγχό τους και η χειραφέτησή του αποτελούσε πλήγµα για τα όποια συµφέροντα είχαν οι ίδιοι. Ο κύριος κορµός των αγροτών και των µικροαστών εµπόρων ήταν φίλα προσκείµενοι στη δικτατορία και πολλοί από αυτούς καµάρωναν για το γεγονός πως ο δικτάτορας Παπαδόπουλος υπηρέτησε και έζησε στην Ορεστιάδα ως ∆ιοικητής Πυροβολικού. Οι αγρότες θεωρούσαν τους εαυτούς τους ευνοηµένους από την ∆ικτατορία, γιατί ο Παπαδόπουλος τους χάρισε τα χρέη, αλλά και τους κατασκεύασε το εργοστάσιο σακχάρεως, στο οποίο έδιναν την παραγωγή τους και παράλληλα εύρισκαν και εποχιακή δουλειά.

Την εποχή που το ΠΑΣΟΚ φαινόταν πως θα κερδίσει την εξουσία και θα σχηµάτιζε κυβέρνηση, οι περισσότεροι αγρότες πίστευαν πως θα τους πάρει τα χωράφια τους και θα τα κρατικοποιήσει κατά το πρότυπο της Σοβιετικής Ένωσης ή θα γίνουν κολχόζ, όπως στη γειτονική Βουλγαρία. Πολλοί κτηνοτρόφοι φοβούνταν πως θα έχαναν τα πρόβατά τους και οι επαγγελµατίες φοβούνταν πως θα στερούνταν τη σίγουρη πελατεία τους, που ήταν όλοι οι αγρότες της περιοχής. Οι εκκλησιαστικοί και στρατιωτικοί κύκλοι παραδοσιακά εχθρεύονταν τα αντιδεξιά κινήµατα και ιδιαίτερα τα σοσιαλιστικά, τα οποία έκαναν κριτική στις πρακτικές και τις συµπεριφορές τους.

Οι πρώτοι καθηγητές, που ίδρυσαν την Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου, µέλη του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ, βρέθηκαν αντιµέτωποι µε την εχθρότητα του συνόλου του πληθυσµού της πόλης, γιατί νόµιζαν πως η δυναµική που έφερναν µαζί τους θα κλόνιζε τα θεµέλια της κοινωνίας τους. Στην Ορεστιάδα οι περιπτεράδες ήταν «άνθρωποι» της Ασφάλειας και τα µέλη του ΚΚΕ, που ήθελαν να πάρουν και να διαβάσουν τον Ριζοσπάστη, έπρεπε να βρουν τον περισσότερο αξιόπιστο περιπτερά για να εφοδιαστούν την εφηµερίδα τους. Εκείνη την εποχή προοδευτικός περιπτεράς θεωρούνταν ο Ράσγκελης Κωνσταντίνος. Από αυτόν έπαιρναν γρήγορα την εφηµερίδα, την δίπλωναν στα δύο, την έβαζαν κάτω από την µασχάλη και αποµακρύνονταν βιαστικά χωρίς να κοιτάζουν δεξιά και αριστερά.

Σε µια κλειστή κοινωνία τα όρια των δραστηριοτήτων ήταν περιορισµένα. Ο κόσµος έκανε τη δουλειά του όλη την εβδοµάδα µέχρι το Σάββατο. Το πενθήµερο δεν υπήρχε µέχρι το 1982 ούτε για τον ∆ηµόσιο ούτε για τον Ιδιωτικό Τοµέα. Το Σάββατο το βράδυ ήταν η βραδιά της οικογενειακής εξόδου των Ορεστιαδιτών και την Κυριακή το πρωί οι περισσότερες κυρίες θα κατέφευγαν στις εκκλησίες για να προσευχηθούν, να δουν πρόσωπα και να σχολιάσουν. Μετά την εκκλησία θα πήγαιναν να πιουν τον καφέ τους σε παρακείµενες καφετέριες και ζαχαροπλαστεία. Αν υπήρχε και καµιά οµιλία χριστιανικού περιεχοµένου ή αν γίνονταν καµιά εκδήλωση του Λυκείου Ελληνίδων, των ∆εσποινίδων και των Κυριών της Ορεστιάδας ή

45

του Μουσικοχορευτικού Συλλόγου «Απόλλων», έσπαζε η ανία του καθορισµένου προγράµµατος και όλοι ήταν ευχαριστηµένοι. Τα προαναφερθέντα σωµατεία, όλα δηµιουργήµατα των συντηρητικών κύκλων της πόλης, αποτελούσαν και το πολιτιστικό επίπεδο της πόλης.

Το βράδυ της Κυριακής ήταν η έξοδος των οικογενειών από τα χωριά. Σύσσωµοι οι οικογενειάρχες κατέβαιναν από τα παρακείµενα χωριά, για έναν καφέ στην καφετέρια ή για ένα δείπνο στις ταβέρνες και τις πιτσαρίες.

Αυτή ήταν η ζωή της Ορεστιάδας υπό το φως του ηλίου. Με την πτώση του ηλίου η πόλη ζούσε τη ζωή της νύχτας. Μέχρι τα µέσα της δεκαετίας του ’90 υπήρχαν στην ευρύτερη περιοχή της Ορεστιάδας περίπου 45 µπαρ, κλαµπ και µπουζουξίδικα, στα οποία κατέφευγαν οι αγρότες συνήθως µετά τις πληρωµές τους από την αγροτική παραγωγή και εκτονώνονταν από την ρουτίνα της καθηµερινότητας. Κοντά σ’ αυτούς ακολουθούσαν και οι έµποροι, οι ελεύθεροι επαγγελµατίες και κάποιοι υπάλληλοι, για να κάνουν επίδειξη του πλούτου τους και να ενισχύσουν το κοινωνικό τους προφίλ.

Όλοι επιθυµούσαν το γρήγορο κέρδος, οι αγρότες µε τις επιδοτήσεις, οι έµποροι και οι καταστηµατάρχες µε τον µονοπωλιακό έλεγχο της ντόπιας αγοράς και οι ελεύθεροι επαγγελµατίες µε την χωρίς ανταγωνιστές δραστηριότητά τους. Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 εµφανίστηκαν νεόπλουτοι, που µαζί µε τους µικροαστούς προσπάθησαν να ελέγξουν την οικονοµική, πολιτική και πολιτιστική ζωή της πόλης.

Μέχρι τότε η πόλη είχε τους δικούς της νόµους, τις δικές της συνήθειες, τους καθιερωµένους συσχετισµούς και τις αποδεκτές ισορροπίες. Όλοι ήταν ευχαριστηµένοι µε τον τρόπο που ζούσαν και κανένας δεν ήθελε να τους διαταράξει την ησυχία τους.

Στη δεκαετία όµως του ’80 µε την διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ όλα αυτά άρχισαν να κλονίζονται. Το κάθε χωριό δηµιούργησε τον δικό του πολιτιστικό σύλλογο, που δραστηριοποιούνταν µε χορευτικά συγκροτήµατα, χοροεσπερίδες, οµιλίες και διαλέξεις. Το κλίµα ήταν πρόσφορο για να αναδειχθούν φιλόδοξα άτοµα, που απαιτούσαν ρόλους στα τεκταινόµενα της πόλης και του νοµού. Ο διαχωρισµός σε Ορεστιαδίτες-Καραγατσιανούς και σε «χωριανούς» εµπόδιζε για πολλά χρόνια άτοµα από τους συνοικισµούς της πόλης και από τα χωριά να παίξουν κάποιο ρόλο στην οικονοµική, πολιτική και πολιτιστική ζωή της. Ο διαχωρισµός αυτός άρχισε σταδιακά να ατονεί και µε τον Καποδιστριακό ∆ήµο του 1998 να εκλείπει.

Η δραστηριοποίηση όµως των τοπικών συλλόγων ανέπτυξε ένα τοπικιστικό πνεύµα. Το κάθε χωριό θεωρούσε τον εαυτό του ως κάτι το ξεχωριστό και σπουδαίο και αυτό είχε ως αποτέλεσµα να βλέπουν οι κάτοικοι την οικονοµική και κοινωνική τους δραστηριότητα µόνον µέσα στα στενά πλαίσια του χωριού τους και των διπλανών χωριών. Με το άνοιγµα του ∆ήµου

46

σε Καποδιστριακό η νοοτροπία αυτή µετατράπηκε σε έναν πιο διευρυµένο τοπικισµό, που έπαιρνε και παίρνει την µορφή των Γκαγκαούζηδων, των Αρβανιτών, των Μάρηδων, των Καραγατσιανών, των Ποντίων και των Σαρακατσαναίων, που βρίσκονται όλοι υπό τον έλεγχο πολιτικών και άλλων παραγόντων.

Οι νέοι καιροί και οι νέες ιδέες της δεκαετίας του `80 άργησαν να γίνουν αποδεκτές και να αφοµοιωθούν από τις συντηρητικές δυνάµεις της πόλης. Ο εορτασµός για την επέτειο του Πολυτεχνείου λόγου χάρη, ενώ πανελλαδικά ήταν αποδεκτός, στην Ορεστιάδα µόλις στις αρχές του `90 θεωρήθηκε ως µια φυσιολογική εκδήλωση.

Η πρώτη οργάνωση πορείας για την επέτειο του Πολυτεχνείου έγινε µε ευθύνη της Β΄ ΕΛΜΕ το 1984. Συµφωνήθηκε µε την Αχτιδική Επιτροπή του ΚΚΕ να ξεκινήσει µια πορεία από το χώρο του 1ου Γυµνασίου και Λυκείου Ορεστιάδας µε συµµετοχή των µαθητών, που θα εξασφάλιζε η Β΄ ΕΛΜΕ. Για να µην προκληθούν οι µαθητές και οι κάτοικοι της πόλης, συµφωνήθηκε το ΚΚΕ να συµµετάσχει χωρίς κόκκινες κοµµατικές σηµαίες. Το βράδυ κλείστηκε η συµφωνία και την άλλη ηµέρα στο χώρο της εκκίνησης απλώθηκαν οι κόκκινες σηµαίες του ΚΚΕ. Το αποτέλεσµα ήταν να αποχωρήσουν οι περισσότεροι µαθητές, αλλά η πορεία, µέσα από εντάσεις και αντεγκλήσεις για αθέτηση συµφωνηθέντων, έγινε. Η πορεία διήλθε το µήκος της Βασιλέως Κωνσταντίνου µέχρι την πλατεία ∆ασίου. Οι καταστηµατάρχες και οι κάτοικοι έβλεπαν αποσβολωµένοι για πρώτη φορά πορεία στην Ορεστιάδα και άκουγαν αντιδικτατορικά και αντιαµερικανικά συνθήµατα.

Η είσοδος σε µια νέα εποχή έγινε αντιληπτή πρώτα από τους καθηγητές της ∆ΑΚΕ, οι οποίοι οργανώθηκαν κατά τα πρότυπα των άλλων παρατάξεων, έπεισαν ίσως και τις άλλες συντηρητικές δυνάµεις της πόλης έξω από την ΕΛΜΕ ότι αυτά είναι αναπόφευκτα και τελικά για πρώτη φορά κατήλθαν ως ∆ΑΚΕ στις εκλογές της ΕΛΜΕ το 1984 εκλέγοντας δύο εκπροσώπους, έναν θεολόγο και µία σύζυγο αντιδηµάρχου.

Η λειτουργία της ΕΛΜΕ στην πόλη της Ορεστιάδας δεν ήταν µόνον συνδικαλιστική µε στενά κλαδικά αιτήµατα. Τα πρώτα άτοµα που συµµετείχαν στην ΕΛΜΕ ήταν άτοµα πολιτικοποιηµένα µε ευρύτητα σκέψης και οι προθέσεις τους στόχευαν στην ανάπτυξη συλλογικής κοινωνικής συνείδησης και σε συλλογικό όφελος. Η ΕΛΜΕ απέπνεε εκείνη την εποχή έναν αέρα ελεύθερης πολιτικής και κοινωνικής έκφρασης και γι’ αυτό σε πολλά θέµατα ήρθε αντιµέτωπη µε την συντηρητική και αρτηριοσκληρωτική νοοτροπία των κατεστηµένων κύκλων.

47

Ε∆ΡΑ ΚΑΙ ΓΡΑΦΕΙΑ ΤΗΣ Β΄ ΕΛΜΕ Η έδρα της Β΄ ΕΛΜΕ ήταν και είναι η Ορεστιάδα και οι πρώτες

συνεδριάσεις του ∆.Σ. γίνονταν στα Γραφεία του ∆.Σ. ∆ασκάλων Ορεστιάδας. ∆ύο φορές χρησιµοποιήθηκαν για συνεδρίαση και τα Γραφεία του Πολιτιστικού Συλλόγου ∆ιδυµοτείχου.

Στη συνεδρίαση της 4ης ∆εκεµβρίου 1982 αποφασίστηκε από το ∆.Σ. να αποκτηθούν Γραφεία της Ένωσης σε µισθωµένο από τους καθηγητές διαµέρισµα επί της Βασιλέως Κωνσταντίνου 63, στον 1ο όροφο, έναντι µηνιαίου τιµήµατος 5.000 δραχµών. Η απόφαση αυτή στηρίζονταν στην εκτίµηση ότι οι καθηγητές έπρεπε να έχουν αυτονοµία του χώρου τους, χωρίς περιορισµούς στο ωράριο των συνεδριάσεών τους και κυρίως γιατί πίστευαν πως τα Γραφεία έπρεπε να λειτουργήσουν ως χώρος συγκέντρωσης των µελών της το απόγευµα. Τα µέλη θα περνούσαν από τα Γραφεία, τα οποία θα έµειναν ανοιχτά µε συγκεκριµένο ωράριο. Εκεί οι προσερχόµενοι καθηγητές θα ενηµέρωναν από τη µια µεριά το ∆.Σ. για τα προβλήµατα των Σχολείων και τα προσωπικά τους προβλήµατα και από την άλλη µεριά θα ενηµερώνονταν από τα µέλη του ∆.Σ. για τις πρόσφατες εξελίξεις στο χώρο της εκπαίδευσης και του συνδικαλισµού.

Τα Γραφεία της ΕΛΜΕ επί της Βασιλέως Κωνσταντίνου τη δεκαετία του ’80 απετέλεσε ένα πραγµατικό εργαστήριο παραγωγής και διακίνησης ιδεών τόσο στον συνδικαλιστικό, όσο και στον πολιτικό και κοινωνικό χώρο. Επειδή η θέσης τους ήταν στο κέντρο της Ορεστιάδας εκεί γίνονταν οι επαφές και οι συζητήσεις εκπροσώπων και άλλων φορέων, όταν επρόκειτο να οργανωθεί ένα συλλαλητήριο, µια πορεία, µια κοινή πολιτική ή πολιτιστική εκδήλωση.

Η αυτονοµία αυτή είχε και το ανάλογο κόστος. Τα περισσότερα από τα χρήµατα της συνδροµής των µελών της Ένωσης αναλίσκονταν για το ενοίκιο και τα λειτουργικά έξοδα του Γραφείου.

Τον Ιανουάριο του 1989 έγινε η µετακόµιση των Γραφείων επί της Κωνσταντινουπόλεως 207 (στη στοά). Ο χώρος αυτός ήταν εξ ίσου κεντρικός, τα Γραφεία έµειναν ανοικτά για την προσέλευση των καθηγητών τα απογεύµατα, αλλά οι εποχές ήταν διαφορετικές και οι καθηγητές άρχισαν να αδιαφορούν για τα τεκταινόµενα στο συνδικαλιστικό χώρο. Έτσι οι επισκέψεις στα Γραφεία άρχισαν να γίνονται όλο και λιγότερες.

Το υψηλό κόστος διατήρησης του Γραφείου6 και η απροθυµία των καθηγητών να περνούν και να συγκεντρώνονται σ’ αυτά οδήγησε το ∆.Σ. να πάρει απόφαση µετεγκατάστασης των Γραφείων του σε έναν χώρο που προσφέρθηκε χωρίς ενοίκιο από το ∆ήµο Ορεστιάδας. Ο χώρος ήταν στα

6 Τον ∆εκέµβριο του 1991 το ενοίκιο για τα Γραφεία ανέρχονταν στο ποσό των 25.000 µηνιαίως. (Πρακτικά 1990-95, σ. 96).

48

∆ικαστήρια Ορεστιάδας, στο ισόγειο αυτού του συγκροτήµατος, επί της οδού Εθνοµαρτύρων 64α.

Τα Γραφεία ήταν µακριά από το κέντρο της πόλεως και οι καθηγητές εντελώς αποκοµµένοι από τα κοινωνικά και πολιτιστικά δρώµενά της. Τα µέλη της Ένωσης δεν µπορούσαν εύκολα να έχουν πρόσβαση σ’ αυτά και έτσι το µόνο που εξυπηρετούσαν ήταν ότι τα µέλη του ∆.Σ. µπορούσαν να κάνουν τις συνεδριάσεις τους σε ένα δικό τους χώρο χωρίς πληρωµή ενοικίου.

Με τον καιρό πείσθηκαν όλοι για την ακαταλληλότητα του χώρου των ∆ικαστηρίων και έγινε προσπάθεια να πεισθεί η ∆ηµαρχία να παραχωρήσει άλλα Γραφεία, κάπου στο κέντρο της πόλης. Το 2006 βρέθηκε ένα Γραφείο µέσα στο Εργατοϋπαλληλικό Κέντρο Ορεστιάδας επί της Αγίων Θεοδώρων 95, το οποίο η ΕΛΜΕ το µοιράστηκε µε άλλα τρία σωµατεία. Εκεί γίνονται από τότε οι συνεδριάσεις του ∆.Σ. και τηρούνται τα αρχεία της Ένωσης.

49

ΟΙ ΣΥΝ∆ΙΚΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΑΞΕΙΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥΣ.

Μέχρι το 1981 οι εκλογές στις κατά τόπους ΕΛΜΕ γίνονταν µε το πλειοψηφικό σύστηµα και οι συµµετέχοντες στο ψηφοδέλτιο, πέρα από την προσωπική τους εικόνα που παρουσίαζαν στους συναδέλφους τους, δεν είχαν επίσηµα, εκφρασµένη προς τα έξω, καµιά κοµµατική ή πολιτική ταυτότητα.

Η διαφοροποίηση, που επικράτησε στη δεκαετία του ’80, για τον τρόπο µε τον οποίο θα διεκδικούσαν οι υποψήφιοι την ψήφο των καθηγητών, ήταν επιλογές των κοµµάτων, και ιδιαίτερα των κοµµάτων του σοσιαλισµού, της Αριστεράς και των άλλων λεγόµενων «προοδευτικών» δυνάµεων.

Μέχρι το 1980 στον Έβρο υπήρχε µια ΕΛΜΕ και οι υποψήφιοι για το ∆.Σ. επιλέγονταν έτσι, ώστε να υπάρχει αναλογική εκπροσώπηση όλων των περιοχών. Τη χρονιά 1980-81 µια οµάδα καθηγητών από το ∆ιδυµότειχο και την Ορεστιάδα ανέλαβε πρωτοβουλία για να δηµιουργηθεί µια νέα ΕΛΜΕ στο Βόρειο Έβρο, που θα ονοµάζονταν Β΄ ΕΛΜΕ ΕΒΡΟΥ ως διαφοροποίηση από την άλλη ΕΛΜΕ, που θα έφερε το όνοµα Α΄ ΕΛΜΕ ΕΒΡΟΥ.

Η ανάγκη για τη δηµιουργία της νέας ΕΛΜΕ προέκυπτε και από το γεγονός πως σε ένα τόσο µεγάλο νοµό υπήρχαν προβλήµατα δυσλειτουργίας του ∆.Σ. και η ενηµέρωση των µελών της µιας, ενιαίας ΕΛΜΕ ήταν πληµµελής. Η σχέση µελών και ∆.Σ. δεν ήταν αµφίδροµη και οι συνδικαλιστές του ∆.Σ. ήταν απληροφόρητοι για πολλά καθηµερινά, πρακτικά προβλήµατα, που αντιµετώπιζαν οι καθηγητές στα σχολεία τους.

Η καινούρια ΕΛΜΕ, από την άποψη του χώρου, θα κάλυπτε συνδικαλιστικά τους καθηγητές που θα υπηρετούσαν στα σχολεία του Βόρειου Έβρου, που την περίοδο αυτή ήταν:

1. Γυµνάσιο Λαβάρων 2. 1ο Γυµνάσιο ∆ιδυµοτείχου 3. 2ο Γυµνάσιο ∆ιδυµοτείχου 4. 1ο Λύκειο ∆ιδυµοτείχου 5. 2ο Λύκειο ∆ιδυµοτείχου 6. Τεχνικό Λύκειο ∆ιδυµοτείχου 7. Γυµνάσιο Μεταξάδων 8. Γυµνάσιο Σοφικού7 9. 1ο Γυµνάσιο Ορεστιάδας 10. 2ο Γυµνάσιο Ορεστιάδας 11. 1ο Λύκειο Ορεστιάδας

7 Το Γυµνάσιο Σοφικού, Ποιµενικού, Μ. ∆οξιπάρας και το 2ο Λύκειο ∆ιδυµοτείχου έκλεισαν στο τέλος και τις αρχές του 2000 και αντ’ αυτών δηµιουργήθηκαν το 3ο Γυµνάσιο Ορεστιάδας, οι Λυκειακές Τάξεις Μεταξάδων και οι Λυκειακές Τάξεις Κυπρίνου. Το 2004 λειτούργησε επίσης το Εσπερινό Γυµνάσιο και το Εσπερινό Λύκειο Ορεστιάδας. Στα σχολεία της ∆.Ε. ανήκει και το ΕΕΕΕΚ Ορεστιάδας, που ιδρύθηκε το 2003.

50

12. 1ο Λύκειο Ορεστιάδας 13. Τεχνικό Λύκειο Ορεστιάδας 14. Γυµνάσιο Νέας Βύσσας 15. Λύκειο Νέας Βύσσας 16. Γυµνάσιο Ριζίων 17. Γυµνάσιο Ποιµενικού 18. Γυµνάσιο Μεγάλης ∆οξιπάρας 19. Γυµνάσιο Κυπρίνου 20. Γυµνάσιο ∆ικαίων 21. Λύκειο ∆ικαίων

Τις πρώτες διαδικασίες κίνησαν η παράταξη της ΠΑΣΚ και της ∆ΕΕ. Ως µέλη των κοµµάτων ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ αντίστοιχα, οι περισσότεροι συνδικαλιστές αυτών των παρατάξεων επεδίωκαν να διευρύνουν τον κύκλο των συµµετεχόντων στα κοινά και αυτό γίνονταν µε τη έγκριση της πολιτικής ή κοµµατικής τους ηγεσίας. Εξ άλλου το κλίµα ήταν πρόσφορο για συµµετοχικές διαδικασίες, γιατί η πρόσφατη πτώση της ∆ικτατορίας στην Ελλάδα οδηγούσε τους πολίτες σε συµµετοχή στα κοινά. Η ψυχολογία του κόσµου ήταν να συγκεντρώνονται, να µιλούν για τα προβλήµατά τους, να εκφράζουν τη γνώµη τους και να διατυπώνουν προτάσεις για αλλαγή του εργασιακού τους χώρου και γενικότερα της κοινωνίας. Υπό αυτές τις συνθήκες η ανάπτυξη του συνδικαλιστικού κινήµατος ήταν δεδοµένη.

Το πρώτο καταστατικό της Ένωσης δηµιουργήθηκε από µέλη αυτών των δύο παρατάξεων και το πρώτο προσωρινό ∆ιοικητικό Συµβούλιο απαρτίζονταν αποκλειστικά από µέλη της ΠΑΣΚ και της ∆ΕΕ.

Στις εκλογές του Νοεµβρίου 1984 εµφανίστηκε για πρώτη φορά η συνδικαλιστική παράταξη της ∆ΑΚΕ και εξέλεξε δύο εκπροσώπους για το ∆.Σ. της Ένωσης.

Τον Οκτώβριο του 1996 παρουσιάστηκε µια νέα παράταξη µε την ονοµασία Εναλλακτική Κίνηση, που αποτελούνταν κυρίως από πρόσωπα που ήταν δυσαρεστηµένα ή αντίθετα µε την ΠΑΣΚ. Τα µέλη αυτής της παράταξης απορροφήθηκαν γρήγορα από µια νέα κίνηση, υπό την ονοµασία Αγωνιστική Ενότητα. Η Αγωνιστική Ενότητα προσείλκυσε πιο συστηµατικά τους ψηφοφόρους της ΠΑΣΚ και µε τη στήριξη πρώην µελών της ΠΑΣΚ είχε τον έλεγχο του ∆.Σ. της Β΄ ΕΛΜΕ για µια δεκαετία περίπου. Η Αγωνιστική Ενότητα κέρδισε την πλειοψηφία του ∆.Σ. για πρώτη φορά στις εκλογές της 26ης Νοεµβρίου 1998.

Επειδή η σχέση συνδικαλιστικών παρατάξεων και κοµµάτων, που αυτές εκπροσωπούσαν, ήταν συγκοινωνούντα δοχεία, η άνοδος ή η πτώση τους στο συνδικαλιστικό στερέωµα απέρρεε από την επιρροή του αντίστοιχου κόµµατος στην κοινωνία. Όταν το ΠΑΣΟΚ ήταν στην εξουσία και υπήρχε δυσαρέσκεια στους ψηφοφόρους, παρατηρούνταν µια πτώση της ΠΑΣΚ και

51

αντίστοιχη άνοδος της ∆ΑΚΕ και της Αγωνιστικής Ενότητας. Όταν η Ν.∆. είχε επιρροή στην κοινωνία και όδευε προς την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας, παρατηρούνταν και µια άνοδος της αντίστοιχης συνδικαλιστικής της παράταξης. Η επιρροή της ∆ΕΕ στο χώρο των καθηγητών ήταν σχεδόν πάντα στα ποσοστά που συγκέντρωνε αντίστοιχα το ΚΚΕ.

Η κάθε µια παράταξη έπαιρνε οδηγίες από την πολιτική της ηγεσία, παρόλο που όλες οι παρατάξεις διατυµπάνιζαν πως είναι αυτόνοµες και ανεξάρτητες. Η εξάρτηση αυτή δεν ήταν όµοια για όλες τις παρατάξεις. Η ∆ΕΕ ισχυρίζονταν πως η κατάθεση των προτάσεων για την εκπαίδευση διαµορφώνονταν από τους συνδικαλιστές και η πολιτική ηγεσία απλώς τις επικύρωνε. Το ίδιο σε ένα µικρότερο βαθµό γίνονταν και στην παράταξη της ΠΑΣΚ. Για τη ∆ΑΚΕ υπήρχε η γενικότερη αίσθηση ότι όλες οι θέσεις της επιβάλλονταν από την κορυφή και γίνονταν δεκτές χωρίς καµιά αντίρρηση από τους συνδικαλιστές.

Κατά τόπους αυτή η εξάρτηση δεν λειτουργούσε πάντα και αυτό συνέβαινε κυρίως στην ΠΑΣΚ, που πολλές φορές είχε θέσεις και στάσεις εντελώς αυτόνοµες και αντίθετες µε την γενική εκπαιδευτική πολιτική, που είχε η κεντρική ΠΑΣΚ. Όταν οι τοπικές ΠΑΣΚ προσαρµόστηκαν απόλυτα στις οδηγίες του πολιτικού φορέα της και της κεντρικής ΠΑΣΚ, έχασαν ένα µεγάλο µέρος από την εκλογική τους δύναµη και αυτό συνέβη και στη περιοχή της Β΄ ΕΛΜΕ στο τέλος της δεκαετίας του 20ου αιώνα

Το 1998-1999 εµφανίστηκε και η συνδικαλιστική παράταξη Αγωνιστική Παρέµβαση, η οποία αργότερα µετονοµάστηκε σε Αγωνιστική Συνεργασία. Από τότε και µετά απετέλεσε την κυρίαρχη δύναµη στην Β΄ ΕΛΜΕ, γιατί συγκέντρωσε τις ψήφους των δυσαρεστηµένων από την ΠΑΣΚ και σε µικρότερο βαθµό από τη ∆ΑΚΕ.

Με τον καιρό σταθεροποιήθηκε η εκλογική βάση των παρατάξεων. Όσοι από τους καθηγητές ήταν µόνιµοι κάτοικοι της περιοχής που κάλυπτε η Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου είχαν δώσει τα δείγµατα πού ανήκε ο καθένας από αυτούς. Η κάθε παράταξη γνώριζε τα µέλη της και τους φίλους της και µπορούσε να προβλέψει την εκλογική δύναµη και την εκπροσώπησή της στο ∆.Σ. της Ένωσης. Η ανατροπή σε κάθε πρόβλεψη γίνονταν από τους νεοδιοριζόµενους καθηγητές. Στο Γραφείο της ∆.Ε. διορίζονταν κάθε χρόνο πάνω από εκατό καθηγητές, που έµειναν στην περιοχή µόνον για ένα µικρό χρονικό διάστηµα. Οι περισσότεροι από αυτούς έφευγαν µε την συµπλήρωση ενός χρόνου στην προσωρινή θέση τους και µετατίθεντο στις περιοχές από τις οποίες κατάγονταν. Κάποιοι έµειναν για δύο και τρία χρόνια, αλλά απέφευγαν να εκδηλωθούν πολιτικά ή, αν το έκαναν, εκδηλώνονταν συνήθως υπέρ της κυβερνητικής παράταξης, γιατί νόµιζαν πως έτσι θα εξασφάλιζαν καλύτερα τη µετάθεσή τους. Αυτό συνέβαινε για την πλειοψηφία των νεοδιοριζοµένων. Υπήρχαν και οι εξαιρέσεις εκείνων των καθηγητών που ήταν

52

κοµµατικοποιηµένοι και πολιτικοποιηµένοι πριν την έλευσή τους στην περιοχή και, όταν τοποθετούνταν στα σχολεία, αναλάµβαναν αµέσως ενεργό δράση στις παρατάξεις τους. Οι νεοδιόριστοι αυτοί αποτελούσαν τον αστάθµητο παράγοντα στις εκλογές για το ∆.Σ.

Όλες οι παρατάξεις προσπαθούσαν να προσεγγίσουν αυτούς τους νέους ψηφοφόρους στην αρχή της συνδικαλιστικής χρονιάς. Μόλις διορίζονταν, γίνονταν µια εκδήλωση υποδοχής από το ∆.Σ., που ήταν µια εθιµοτυπική πράξη, αλλά παράλληλα έδινε τη δυνατότητα στους συνδικαλιστές να γνωρίσουν και να βολιδοσκοπήσουν τους νεοδιοριζοµένους για τις πολιτικές και συνδικαλιστικές τους πεποιθήσεις. Σ’ αυτή τη συνάντηση το ∆.Σ. της ΕΛΜΕ παράλληλα εξέφραζε τη αλληλεγγύη του στα όποια αρχικά προβλήµατα των νεοδιοριζοµένων και έκανε γνωστή την παρουσία της Ένωσης στα νέα µέλη της. Σε µικρότερο βαθµό επηρέαζαν το αποτέλεσµα των εκλογών οι αναπληρωτές και οι ωροµίσθιοι. Συνήθως οι περισσότεροι, επειδή προσλαµβάνονταν παλαιότερα από την ∆ιεύθυνση ∆.Ε. του Νοµού ή αργότερα από το Υπουργείο Παιδείας, τάσσονταν κάθε φορά µε το µέρος της κυβερνητικής συνδικαλιστικής παράταξης. Όταν οι προσλήψεις των µονίµων καθηγητών άρχισαν να γίνονται µε τον ΑΣΕΠ και οι προσλήψεις των αναπληρωτών µε συγκεκριµένα κριτήρια, η «συνδικαλιστική οµηρία» τους άρθηκε και όλοι αυτοί ψήφιζαν εκείνους τους συνδικαλιστές και εκείνες τις παρατάξεις που τους έπειθαν περισσότερο για τα δίκαια των διεκδικήσεών τους.

53

Η Β΄ ΕΛΜΕ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΙ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ∆.Ε. ΟΡΕΣΤΙΑ∆ΑΣ

Όταν ιδρύθηκε η Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου το Γραφείο ∆.Ε. είχε Γενικό Επιθεωρητή Μέσης Εκπαίδευσης, που ήταν ο Παπαγεωργίου Φ. Γεώργιος, φιλόλογος. Τότε ονοµάζονταν Β΄ Γενική Επιθεώρηση Μ.Ε., είχε έδρα την Ορεστιάδα και τα Γραφεία της βρίσκονταν επί της πλατείας ∆ασίου 40. Ο Επιθεωρητής είχε καθήκοντα και αρµοδιότητες διοικητικές και επιστηµονικές-παιδαγωγικές. Μπορούσε να επισκεφθεί ένα σχολείο όποια ώρα ήθελε και να µπει στην αίθουσα διδασκαλίας, για να παρακολουθήσει πώς διδάσκει ο καθηγητής το µάθηµά του και να τον κρίνει ανάλογα. Οι δικαιοδοσίες του ήταν διευρυµένες και µπορούσε να λειτουργήσει ανεξέλεγκτα. Γι’ αυτό και προκαλούσε φόβο και τρόµο στους καθηγητές. Κανένας καθηγητής δεν ήθελε να έλθει σε επαφή µαζί του και θεωρούσε τον εαυτό του πολύ άτυχο, αν συνέβαινε να επισκεφθεί ο Επιθεωρητής το Σχολείο του και να τον επιλέξει ως εξεταζόµενο στο µάθηµά του. Ο Επιθεωρητής του Γραφείου Ορεστιάδας είχε την φήµη του θεολογίζοντος φιλολόγου και η συµπεριφορά του ήταν αυταρχική. Είχε την υποστήριξη όλων των συντηρητικών κύκλων και τον χρησιµοποιούσαν ως οµιλητή και επίσηµο προσκεκληµένο στις διάφορες εκδηλώσεις τους.

Με τη δηµιουργία της Β΄ ΕΛΜΕ αναπόφευκτα τα µέλη του ∆.Σ. και ο Επιθεωρητής οδηγήθηκαν σε σύγκρουση. Οι συνδικαλιστές απαιτούσαν να αλλάξει τη συµπεριφορά και τη στάση του έναντι των καθηγητών. Ο ίδιος επέµενε εγωιστικά στις δικές του θέσεις και απόψεις και έτσι άρχισαν οι καταγγελίες εκ µέρους της Ένωσης και η σταδιακή φθορά του στα µάτια όλων των καθηγητών. Η ΕΛΜΕ αντιµετώπισε περιπτώσεις, που αφορούσαν αυθαίρετες αποφάσεις, παράνοµες τοποθετήσεις ή αποσπάσεις και κλήση σε απολογία καθηγητών. Γενικά ο θεσµός του Επιθεωρητή την εποχή εκείνη θεωρούνταν από τον κλάδο των καθηγητών ως κάτι το απηρχαιωµένο και έπρεπε να αντικατασταθεί, γιατί δεν είχε τίποτα να προσφέρει, ιδίως στον τοµέα της επιστηµονικής-παιδαγωγικής καθοδήγησης.

Με την αλλαγή της πολιτικής εξουσίας το 1981 αποφασίστηκε η κατάργηση του Επιθεωρητή και στη θέση του ορίστηκαν Προϊστάµενοι ∆ιευθύνσεων και Γραφείων ∆.Ε., µε διοικητικά καθαρά καθήκοντα και αρµοδιότητες. Τις παιδαγωγικές αρµοδιότητες θα αναλάµβαναν οι Σχολικοί Σύµβουλοι κατά ειδικότητες.

Ο Γενικός Επιθεωρητής παύτηκε στις 15 Νοεµβρίου 1982 και τη µεταβατική άσκηση των καθηκόντων του άσκησε η Ιουλία Σγουρού µέχρι τις 6 Σεπτεµβρίου 1983.

Στις 6 Σεπτεµβρίου 1983 ∆ιοικητικός Προϊστάµενος του Γραφείου ∆.Ε. έγινε ο Φυντάνης Σωτήριος, φιλόλογος. Η άσκηση των καθηκόντων του

54

ήταν πάντα µέσα στα πλαίσια των νόµων και η συνεργασία Γραφείου – Β΄ ΕΛΜΕ δεν είχε προβλήµατα.

Μετά την συνταξιοδότηση του Φυντάνη Σωτηρίου, στις 1 Σεπτεµβρίου 1986 τη διοίκηση του Γραφείου ανέλαβε ο Αζάς Στέφανος, Φυσικός. Με την τυπική άσκηση των καθηκόντων του µέσα στα πλαίσια των υφισταµένων νόµων δεν έδωσε ποτέ λαβή για να διαταραχθούν οι σχέσεις µεταξύ Γραφείου ∆.Ε. και ΕΛΜΕ.

Ο επόµενος Προϊστάµενος ήταν ο Κολοκοτρώνης Γεώργιος, καθηγητής Φυσικής Αγωγής. Ανέλαβε στις 12 Ιουλίου 1990. Ως ντόπιος µε σχέσεις και φιλίες µε πρόσωπα του τόπου του, σε πολλές περιπτώσεις, δέχονταν κριτική για τις επιλογές του, ιδιαίτερα στον σχηµατισµό Επιτροπών και σε κρίσεις για διοικητικές θέσεις. Η ΕΛΜΕ δεν αντιδρούσε εξ αιτίας της εντοπιότητας του Προϊσταµένου και εξ αιτίας του γεγονότος ότι τα πρόσωπα που βρέθηκαν εκείνη την εποχή επικεφαλής της ΕΛΜΕ είχαν άλλη αντίληψη περί συνδικαλισµού. Οι επικεφαλής της Ένωσης θεωρούσαν τον Προϊστάµενο δικό τους µηχανισµό για την επίλυση των προβληµάτων τους σε τοπικό επίπεδο. Οι επικεφαλής στην ΕΛΜΕ εκλέγονταν µε την δύναµη των αναπληρωτών και των ωροµισθίων και ο Προϊστάµενος µπορούσε να παίξει καθοριστικό ρόλο στην πρόσληψη όλων αυτών.

Όταν συνταξιοδοτήθηκε ο Κολοκοτρώνης Γεώργιος το 2006, Προϊστάµενος έγινε ο Πετρέσης Κυριάκος, Φυσικός. Άσκησε τα καθήκοντά του για µικρό χρονικό διάστηµα, µέχρι τις κρίσεις ∆ιευθυντών και Προϊσταµένων του 2007. Ως συνδικαλιστής κατά το παρελθόν στην περιοχή της Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου ήταν ιδιαίτερα προσεκτικός στην άσκηση των καθηκόντων του.

Με τις κρίσεις του 2007 για την στελέχωση των Υπηρεσιών σε διοικητικές θέσεις του Υπουργείου Παιδείας τη θέση του Προϊσταµένου του Γραφείου ∆.Ε. ανέλαβε ο Ζιαγάκης Παναγιώτης, Μαθηµατικός, µε ενεργό συνδικαλιστική δράση κατά το παρελθόν και ένας από τους ιδρυτές της Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου.

55

ΟΙ ΣΧΟΛΙΚΟΙ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ∆.Ε. ΟΡΕΣΤΙΑ∆ΑΣ Η Ορεστιάδα είχε και έχει µόνον Σχολικό Σύµβουλο Φιλολόγων. Οι υπόλοιπες ειδικότητες καλύπτονταν από τους Σχολικούς Συµβούλους του Νοµού Έβρου, όπως γίνονταν µε τον Σύµβουλο των Μαθηµατικών και των Φυσικών, που είχαν έδρα την Αλεξανδρούπολη. Όλες οι άλλες ειδικότητες καλύπτονταν από τους αντίστοιχους Συµβούλους στην Περιφέρεια. Με το Ν 1304/1982 «Για την επιστηµονική-παιδαγωγική καθοδήγηση και τη διοίκηση στη Γενική και τη Μέση Τεχνική-Επαγγελµατική Εκπαίδευση» πρώτος Σχολικός Σύµβουλος Φιλολόγων έγινε ο Ζιώγας Παναγιώτης, ο οποίος µέχρι τότε ήταν Γυµνασιάρχης στο 2ο Γυµνάσιο Ορεστιάδας. Όταν ο Ζιώγας Παναγιώτης µετατέθηκε το 1985 στην Καβάλα, τη θέση του Σχολικού Συµβούλου Φιλολόγων στις 3 Φεβρουαρίου 1986 κατέλαβε ο Σταλίδης Κωνσταντίνος, ο οποίος παρέµεινε στην Ορεστιάδα µέχρι το 1991. Μετά την αποχώρησή του Σχολική Σύµβουλος Φιλολόγων έγινε η Φωτιάδου Αποστολία. Η Φωτιάδου Αποστολία άσκησε καθοδηγητικό έργο, στοχεύοντας, µέσα από την συνεργασία και το διάλογο, στην εξύψωση του ρόλου των φιλολόγων. Παρέµεινε στην Ορεστιάδα µέχρι το 1994 και µετά την αποχώρησή της η θέση του Σχολικού Συµβούλου έµεινε κενή και τις ανάγκες των Φιλολόγων ως προς την επιστηµονική τους καθοδήγηση κάλυπτε ο Σχολικός Σύµβουλος Φιλολόγων της Αλεξανδρούπολης Καφετζής Φώτιος. Με τις κρίσεις του 2002 (Π.∆. 25/2002, ΦΕΚ 20, τ. Α΄) ως Σχολική Σύµβουλος επιλέχθηκε η Καλογεράκη Ασηµένια, η οποία παρέµεινε στη θέση της και µε τις κρίσεις του 2007. Οι σχέσεις της Β΄ ΕΛΜΕ και Σχολικών Συµβούλων ήταν πάντα καλές και ποτέ δεν παρουσιάστηκε κάτι που να τις διαταράξει, γιατί όλοι οι Σύµβουλοι έµειναν αυστηρά προσηλωµένοι στα εκ του νόµου απορρέοντα καθήκοντά τους.

56

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ ΟΙ ∆ΙΕΚ∆ΙΚΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ∆ΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ Β΄ ΕΛΜΕ ΣΕ ΤΟΠΙΚΟ ΕΠΙΠΕ∆Ο

Η επικοινωνία της Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου µε τα µέλη της γίνονταν µε τους ακόλουθους τρόπους:

1. Με ενηµερωτικά που στέλνονταν στα σχολεία και ενηµέρωναν τους καθηγητές για τα προβλήµατα και τις δράσεις της Ένωσης. Τα ενηµερωτικά που στέλνονταν στα σχολεία κάθε χρόνο ήταν κατά µέσο όρο 20-25 την δεκαετία του ’80 και 15-20 κατά στις δεκαετίες ’90 και 2000.8

2. Με τους συνδέσµους των σχολείων. Στην αρχή της συνδικαλιστικής χρονιάς ο σύλλογος του κάθε σχολείου εξέλεγε έναν καθηγητή, ο οποίος θα ήταν επιφορτισµένος να µεταφέρει τα προβλήµατα και τα αιτήµατα του σχολείου του στο ∆.Σ. Ο σύνδεσµος επίσης θα µετέφερε τις θέσεις και τις απαντήσεις του ∆.Σ. προς το σχολείο του.

3. Με την επίσκεψη των µελών του ∆.Σ. στα Σχολεία. Καταστατικά ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και ο Γενικός Γραµµατέας ήταν και είναι υποχρεωµένοι να περνούν κατά τακτά χρονικά διαστήµατα από τα σχολεία, για να ενηµερώνουν τα µέλη της Ένωσης και να ενηµερώνονται επίσης για τα προβλήµατα των καθηγητών και των σχολείων τους.

4. Με τις Γ.Σ., τακτικές ή έκτακτες, στις οποίες ο καθένας είχε δικαίωµα λόγου και κριτικής στα θέµατα της Ηµερήσιας ∆ιάταξης. Τη συνδικαλιστική χρονιά 1987-88 έγιναν οι περισσότερες Γ.Σ. όλων των εποχών, συνολικά επτά, λόγω των απεργιακών κινητοποιήσεων του κλάδου.

5. Με την παρουσία του οποιουδήποτε µέλους της Ένωσης στις συνεδριάσεις του ∆.Σ.. Οι συνεδριάσεις του ήταν ανοικτές και τα πρώτα χρόνια κρατούσαν από 4-6 ώρες. 9 1. Οι διεκδικήσεις και οι δράσεις τη δεκαετία του 1980

Στους καταστατικούς σκοπούς της Ένωσης προβλέπεται η έκφραση γνώµης για θέµατα γενικότερου ενδιαφέροντος, καθώς και η συµµετοχή στις κοινές προσπάθειες για την αντιµετώπισή τους. Σκοπός της επίσης είναι και η ελεύθερη διακίνηση των ιδεών και η κατοχύρωση των πολιτικών δικαιωµάτων. Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια εντάσσονταν η διήµερη εκδήλωση για την Ειρήνη, που έγινε στις 12 και 13 Μαΐου 1984, µε ισότιµη συµµετοχή των φορέων και των σωµατείων της πόλης. Την εκδήλωση πραγµατοποίησαν η Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου, η Ένωση Γυναικών Ελλάδας- Παράρτηµα Ορεστιάδας, ο

8 Ενδεικτικά το 1983-84 στάλθηκαν στα Σχολεία 26 ενηµερωτικά. 9 Στη συνεδρίαση του ∆.Σ. της 30ης Ιουνίου 1982 µέλος του ∆.Σ. αποχώρησε µε το αιτιολογικό ότι ένα θέµα της Ηµερήσιας ∆ιάταξης τέθηκε µετά από έξι ώρες (Πρακτικά, 1981-1982, σ. 38).

57

Αγροτικός Σύλλογος Ορεστιάδας, ο ∆ιδασκαλικός Σύλλογος Ορεστιάδας, η ΚΛΟ, η Επιτροπή Ειρήνης και οι Μαθητικές Κοινότητες του 1ου και 2ου Γυµνασίου Ορεστιάδας, 1ου και 2ου Λυκείου Ορεστιάδας και Τεχνικού- Επαγγελµατικού Λυκείου Ορεστιάδας.

Στην αρχή της συνδικαλιστικής χρονιάς του 1984-85 ξέσπασε µια διαµάχη ανάµεσα στη Β΄ ΕΛΜΕ και τις παρεκκλησιαστικές οργανώσεις της περιοχής και τους Συλλόγους Γονέων και Κηδεµόνων. Το θέµα ήταν ο εκκλησιασµός των µαθητών τις δύο πρώτες ώρες της Παρασκευής, σε βάρος του κανονικού προγράµµατος των Σχολείων. Οι παρεκκλησιαστικές οργανώσεις απαιτούσαν να γίνεται αυτός ο εκκλησιασµός, γιατί σύµφωνα µε σχετική διαταγή του Υπουργείου Παιδείας στις µεγάλες πόλεις, που την Κυριακή γεµίζουν οι εκκλησίες µε πιστούς, οι µαθητές δεν µπορούν να εκκλησιαστούν. Η Β΄ ΕΛΜΕ θεωρούσε αυτό υποκριτικό, γιατί η Ορεστιάδα ούτε µεγάλη πόλη ήταν ούτε υπήρχε πρόβληµα να εκκλησιάζονται οι µαθητές τις Κυριακές, εάν το ήθελαν.

Η διαµάχη ξεκίνησε, όταν ο Προϊστάµενος του Γραφείου ∆.Ε. Φυντάνης Σωτήριος προσπάθησε να σταµατήσει τον εκκλησιασµό των σχολείων, που λειτουργούσε σε βάρος των µαθηµάτων. Τυπικά ο εκκλησιασµός γίνονταν την πρώτη ώρα, αλλά µε το χρόνο της επιστροφής των µαθητών από την εκκλησία στο σχολείο τους χάνονταν άλλη µία ώρα και γενικά διαταράσσονταν όλο το πρόγραµµα της ηµέρας. Στη διαµάχη αυτή αναµείχθηκε και ο Μητροπολίτης Ορεστιάδας και ∆ιδυµοτείχου εκείνης της εποχής, κ. Αγαθάγγελος. ∆ιακινήθηκαν πολλά έγγραφα µε τις εκατέρωθεν θέσεις και είδαν το φως της δηµοσιότητας πολλά κείµενα, που δηµοσιεύτηκαν στην «Ελεύθερη Θράκη» και τα «Ακριτικά Νέα». Σ’ αυτά τα κείµενα χαρακτηρίζονταν τα µέλη της Β΄ ΕΛΜΕ ως συνοδοιπόροι του Προϊσταµένου και οι συντάκτες τους αποφαίνονταν ότι η ΕΛΜΕ κήρυξε έναν ανίερο και ανειλικρινή πόλεµο κατά της Εκκλησίας.

Το θέµα παραπέµφθηκε στο Υπουργείο Παιδείας. Ο τότε Υφυπουργός Παιδείας, Μώραλης Πέτρος, µε µια ερµηνευτική διαταγή δικαίωσε ουσιαστικά τις παρεκκλησιαστικές οργανώσεις αποφαινόµενος ότι η Ορεστιάδα ανήκει στις µεγάλες πόλεις. Με τον καιρό πείσθηκαν όλοι αυτοί που δικαιώθηκαν προσωρινά ότι ο εκκλησιασµός δεν µπορούσε να γίνεται κατ’ αυτόν τον τρόπο και έτσι σταµάτησε. Εκκλησιασµός γίνονταν από τότε και στο εξής µόνον κατά τις παραµονές των εορτών των Χριστουγέννων και του Πάσχα, ενέργεια λογική και αποδεκτή τόσο από τους καθηγητές όσο και από το σύνολο της κοινωνίας.10

Η θέση αυτή όµως του Υπουργείου Παιδείας δυσαρέστησε πολλά στελέχη της ΠΑΣΚ, τα οποία άρχισαν να παίρνουν αποστάσεις από την

10 Στο παράρτηµα δίνονται οι επιστολές που δηµοσιεύτηκαν εκείνη την εποχή.

58

κυβερνητική πολιτική και να αµφισβητούν πάρα πολλές θέσεις του κόµµατος για την παιδεία.

Η διαµάχη αυτή έλαβε τέτοια οξύτητα, γιατί συγκρούονταν διαφορετικές νοοτροπίες και ιδεολογίες. Η ΕΛΜΕ απέπνεε κάτι καινούριο, κάτι διαφορετικό από αυτό που πίστευαν και υποστήριζαν οι καθεστηκυίες δυνάµεις της πόλης. Η εκ του πονηρού εµπλοκή της ΕΛΜΕ στο θέµα του εκκλησιασµού, µε κατηγορίες που εκτόξευσαν χωρίς να δοθεί καµιά αφορµή από την Β΄ ΕΛΜΕ, στόχευε να διαβάλλει την Ένωση, ώστε να της στερήσει τη δυνατότητα επηρεασµού των κατοίκων της περιοχής.

Τον Νοέµβριο του 1984 έγινε για πρώτη φορά πορεία για το Πολυτεχνείο στην πόλη της Ορεστιάδας. Η πορεία οργανώθηκε από τη Β΄ ΕΛΜΕ σε συνεργασία και µε άλλους φορείς της πόλης. Η ΕΛΜΕ ήταν επιφορτισµένη να προσεγγίσει τα Μαθητικά Συµβούλια και να τα πείσει να συµµετάσχουν στην πορεία. Η πορεία ξεκίνησε από το χώρο του 1ου Λυκείου και Γυµνασίου Ορεστιάδας και αφού διήνυσε όλη τη Βασιλέως Κωνσταντίνου κατέληξε στην κεντρική πλατεία ∆ασίου.

Ένα από τα κύρια αιτήµατα της Β΄ ΕΛΜΕ στη δεκαετία του `80 ήταν η επίλυση του φαρµακευτικού προβλήµατος. Οι φαρµακοποιοί αρνούνταν να υπογράψουν συµβάσεις, για να παίρνουν τα χρήµατα εκ των υστέρων από την Υγειονοµική Επιτροπή της Νοµαρχίας και έτσι οι καθηγητές πλήρωναν τα φάρµακα και µε αίτηση κατόπιν τα διεκδικούσαν από το Τµήµα Υγείας της Νοµαρχίας Έβρου. Για το θέµα της ιατρικής περίθαλψης η ΕΛΜΕ προχώρησε και σε 24ωρη προειδοποιητική απεργία στις 6-3-1984. Το θέµα λύθηκε στις αρχές της δεκαετίας του `90, όταν οι φαρµακοποιοί υπέγραψαν σύµβαση µε το ∆ηµόσιο. Σύµφωνα µε αυτήν οι καθηγητές δεν πλήρωναν τα φάρµακα, αφού οι φαρµακοποιοί θα τα έπαιρναν εκ των υστέρων µε καταστάσεις που θα υπέβαλαν στο τέλος κάθε µήνα. Σχεδόν κάθε χρόνο οι διορισµοί στον Βόρειο Έβρο ήταν λιγότεροι από αυτούς που ζητούσαν οι αρµόδιες Υπηρεσίες και γι’ αυτό µονίµως στέλνονταν έγγραφα διαµαρτυρίας της ΕΛΜΕ προς το Υπουργείο Παιδείας για συµπληρωµατικούς διορισµούς ή για πρόσληψη αναπληρωτών. Στις δράσεις της ΕΛΜΕ σε τοπικό επίπεδο ανήκουν και οι πρωτοβουλίες της για ραδιοφωνικές εκποµπές µε θέµατα εκπαιδευτικά και κοινωνικά και η διοργάνωση κάθε χρόνο χοροεσπερίδας. Η χοροεσπερίδα, πέρα από το ότι έφερνε σε επαφή τους καθηγητές µεταξύ τους και σε επαφή µε άλλους ανθρώπους, που τιµούσαν την εκδήλωση µε την παρουσία τους, στόχευε στην οικονοµική ενίσχυση της ΕΛΜΕ, κυρίως για να αντεπεξέλθει στα έξοδα διατήρησης Γραφείων και στα έξοδα µετακίνησης των µελών του ∆.Σ. στην Αθήνα, για να παρευρίσκονται στις Γ.Σ. και τα συνδικαλιστικά συνέδρια του κλάδου. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 τα ετήσια έσοδα της

59

ΕΛΜΕ ήταν περίπου 2.000.000 δραχµές.11 Ο πρώτη χοροεσπερίδα έγινε στο ξενοδοχείο «Πλωτίνη» ∆ιδυµοτείχου στις 26 Φεβρουαρίου 1983 και είχε µεγάλη επιτυχία. Από τότε και στο εξής η ετήσια χοροεσπερίδα των καθηγητών έγινε θεσµός. Όταν αργότερα, στα τέλη του 1990, οι χοροεσπερίδες έγιναν πολλές και ο κάθε επαγγελµατικός σύλλογος και το κάθε σωµατείο έκανε το χορό του, η προσέλευση των µελών άρχισε να µειώνεται και η ΕΛΜΕ προχώρησε σε κοινή διοργάνωση της χοροεσπερίδας µε το Σύλλογο ∆ασκάλων και Νηπιαγωγών Ορεστιάδας. 2. Οι διεκδικήσεις και οι δράσεις τη δεκαετία του 1990

Στις αρχές της συνδικαλιστικής χρονιάς 1990-91 ξεκίνησαν οι διαδικασίες για την αναθεώρηση του καταστατικού της Ένωσης,

Το 1990 µε τις κινητοποιήσεις των µαθητών και τις καταλήψεις των σχολείων η Β΄ ΕΛΜΕ ασχολήθηκε µε θέµατα υποδοµής των σχολείων και συνεργάστηκε µε συλλόγους καθηγητών, συλλόγους Γονέων και Κηδεµόνων, µε ∆ήµους και Κοινότητες για διαµόρφωση µιας τοπικής πρότασης παιδείας.

Επιµέρους ζητήµατα, που σχετίζονταν µε κρίσεις ∆ιευθυντών, παραβιάσεις στην επετηρίδα και αυθαίρετες τοποθετήσεις νεοδιοριζοµένων, οδηγούσαν τους θιγόµενους καθηγητές στην ΕΛΜΕ, η οποία προχωρούσε σε διαµαρτυρίες και καταγγελίες των Προϊσταµένων και του ΠΥΣ∆Ε Ν. ΕΒΡΟΥ.

Την εποχή αυτή τα κενά στα περιφερειακά σχολεία άγγιζαν το 50%, οι νεοδιοριζόµενοι παρουσιάζονταν µετά από µέρες ή µήνες από την έναρξη των µαθηµάτων, παρατηρούνταν ελλείψεις στην αποστολή των βιβλίων και υπήρχαν καθυστερήσεις στην κάλυψη των λειτουργικών εξόδων των σχολείων.

Στο τέλος του 1991 ξέσπασε µια διαµάχη ανάµεσα στην ΕΛΜΕ και τη Μητρόπολη ∆ιδυµοτείχου-Ορεστιάδας. Το θέµα ξεκίνησε το 1989 και αφορούσε την παραχώρηση ∆ηµοτικού χώρου στη Μητρόπολη, για να κτιστεί Μητροπολιτικός Ναός. Ο χώρος αυτός όµως ήταν στην αυλή των συγκεντρωµένων σχολείων του ∆ιδυµοτείχου. Τέσσερις ∆ιευθυντές Σχολείων έστειλαν επιστολή στην ∆ηµαρχία να σταµατήσουν οι εργασίες, που ξεκίνησαν το 1991. Η πολεοδοµία επίσης κατήγγειλε πως δεν υπάρχει άδεια από τον Ο∆ΕΠ και ζήτησε να σταµατήσουν οι εργασίες. Οι ∆ιευθυντές ζήτησαν την συµπαράσταση της ΕΛΜΕ τόσο για την µη ανέγερση της εκκλησίας, όσο και για την απρεπή στάση του Μητροπολίτη κ. Νικηφόρου απέναντι στους καθηγητές.

11 Την συνδικαλιστική χρονιά 1990-1991 ο προϋπολογισµός της ΕΛΜΕ προέβλεπε έσοδα 2.058.000 και έξοδα 2.005.200 δραχµές. (Πρακτικά 1990-1995, σ. 88). Το 1995-1996 τα έσοδα ήταν 3.280.725 και τα έξοδα 2.726.272. (Πρακτικά 1995-2007, σ. 43). Το 2007-2008 ο προϋπολογισµός εσόδων – εξόδων ήταν 10.838,83 €.

60

Στις κινητοποιήσεις κατά της ανέγερσης πρωτοστατούσαν καθηγητές από τα σχολεία αυτά, όπως η Καραφυλλούδη Τριάδα και η Ρενταρή Όλγα.

Η ΕΛΜΕ παρενέβη στη διαµάχη, αλλά δεν κατάφερε να σταµατήσει τις εργασίες και ο Μητροπολιτικός Ναός ολοκληρώθηκε στα αµέσως επόµενα χρόνια.

Η συµµετοχή της ΕΛΜΕ σε εκδηλώσεις των Ορεστείων, που γίνονταν από τον ∆ήµο Ορεστιάδας κάθε χρόνο, ξεκίνησε το 1991. Από τότε συνέχισε να συµµετέχει κανονικά κατ’ έτος µε θέµατα εκπαιδευτικά και πολιτιστικά.

Τη συνδικαλιστική χρονιά 1991-92 έγινε ένα τριήµερο εκδηλώσεων για τα δέκα χρόνια λειτουργίας της Β΄ ΕΛΜΕ. Οι εκδηλώσεις στις 13, 14 και 15 ∆εκεµβρίου 1991 περιελάµβαναν οµιλίες, συζητήσεις και θεατρική παράσταση µε το έργο του Σωτήρη Πατατζή «∆ον Καµίλο» από την Θεατρική Οµάδα Εκπαιδευτικών – Γονέων ∆ιδυµοτείχου.

Το 1998-99 ήταν η χρονιά που η ΕΛΜΕ συζητούσε το νόµο 2525/97 και εξέφραζε επιφυλάξεις για τις ρυθµίσεις του νόµου, προτείνοντας βελτιώσεις σε αρκετά σηµεία του.

Στις 27 Φεβρουαρίου 1999 επισκέφθηκε την Ορεστιάδα ο Υπουργός Παιδείας, για να ανακοινώσει την ίδρυση των δύο Πανεπιστηµιακών Σχολών στην πόλη και να ανακηρυχθεί επίτιµος δηµότης της πόλεως. Η ΕΛΜΕ, ελεγχόµενη τότε από την Αγωνιστική Ενότητα µε πρόεδρο τον Μουµουζιά Γεώργιο, προχώρησε στην έκδοση του παρακάτω κειµένου:

«Θεωρούµε ότι η ίδρυση Πανεπιστηµιακών Τµηµάτων στο Βόρειο Έβρο είναι εθνική ανάγκη και χρόνιο αίτηµα του ακριτικού λαού. Όµως µέχρι τώρα δεν έχουµε πάρει ουσιαστική απάντηση στα εξής ερωτήµατα:

• Θα είναι Προγράµµατα Σπουδών Επιλογής ή Πανεπιστηµιακές Σχολές;

• Ποια θα είναι η χρηµατοδότηση τώρα και στο µέλλον; • Ποια είναι η υλικοτεχνική υποδοµή για τη λειτουργία τους; • Ποια η υποδοµή για ουσιαστική έρευνα; • Ποια προβλήµατα θα προκύψουν στην α΄/βάθµια και

β΄/βάθµια εκπαίδευση και πώς θα λυθούν; • Με ποιο επιστηµονικό διδακτικό τεχνικό προσωπικό έχουν

στελεχωθεί και πότε; • Πώς ύστερα από όλα αυτά θα λειτουργήσουν το Σεπτέµβριο;

Για τα παραπάνω η Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου θα πάρει θέση, µόλις απαντηθούν από τους αρµοδίους τα ερωτήµατα.

Όµως η ανακήρυξη του συγκεκριµένου Υπουργού Παιδείας ως

61

επίτιµου δηµότη µε νωπές ακόµη τις µνήµες από την αυταρχική συµπεριφορά του στην εκπαιδευτική κοινότητα θεωρείται από τη Β΄ ΕΛΜΕ βεβιασµένη, άστοχη και δηµιουργεί πολλά ερωτηµατικά».12

Η ΕΛΜΕ διαµόρφωσε προτάσεις για κίνητρα παραµονής των καθηγητών στην περιοχή. Τέτοια κίνητρα µπορούσαν να είναι ένα είδος στεγαστικού επιδόµατος, όπως το επίδοµα των στρατιωτικών, φορολογικά κίνητρα, όπως η αύξηση της φοροαπαλλαγής και η πριµοδότηση µορίων θέσης. Προς το σκοπό αυτό δηµιούργησε µια Επιτροπή, η οποία υπέβαλε µια έκθεση µε περιληπτικές προτάσεις. Οι προτάσεις, που τελικά διαµορφώθηκαν, ήταν:

1. Οικονοµική ενίσχυση των καθηγητών που υπηρετούν σε σχολεία της ΕΛΜΕ στο ύψος των 40.000 δραχµών.

2. Φοροαπαλλαγή ύψους 20% 3. Πριµοδότηση µορίων θέσης. Τα σχολεία της περιοχής χωρίστηκαν σε

δύο ζώνες, την Α΄ και Β΄. Στη ζώνη Α΄ προβλέπονταν πριµοδότηση 50% και στη ζώνη Β΄ 20%.

Οι προτάσεις αυτές στάλθηκαν σε τοπικές Υπηρεσίες, στην ΟΛΜΕ και στο Υπουργείο Παιδείας.

Τα µόρια θέσης που ισχύουν για τα Σχολεία της Β΄ΕΛΜΕ Έβρου είναι:

Α/Α ΣΧΟΛΕΙΟ ΜΟΡΙΑ 1 1ο Γυµνάσιο ∆ιδυµοτείχου Η 2 2ο Γυµνάσιο ∆ιδυµοτείχου Η 3 Γενικό Λύκειο ∆ιδυµοτείχου Η 4 ΤΕΕ ∆ιδυµοτείχου Η 5 Γυµνάσιο Λαβάρων Θ 6 Γυµνάσιο Μεταξάδων Ι 7 1ο Γυµνάσιο Ορεστιάδας Η 8 2ο Γυµνάσιο Ορεστιάδας Η 9 3ο Γυµνάσιο Ορεστιάδας Η 10 Εσπερινό Γυµνάσιο Ορεστιάδας Η 11 1ο Γενικό Λύκειο Ορεστιάδας Η 12 2ο Γενικό Λύκειο Ορεστιάδας Η 13 Εσπερινό Γενικό Λύκειο Ορεστιάδας Η 14 ΤΕΕ Ορεστιάδας Η 15 ΕΕΕΕΚ Ορεστιάδας Η 16 Γυµνάσιο Κυπρίνου Ι

12 Βιβλίο Πρακτικών της Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου 1995-2007, σσ. 143-144.

62

17 Γυµνάσιο Νέας Βύσσας Θ 18 Γενικό Λύκειο Νέας Βύσσας Θ 19 Γυµνάσιο Ριζίων Θ 20 Γυµνάσιο ∆ικαίων Ι 21 Γενικό Λύκειο ∆ικαίων Ι 3. Οι διεκδικήσεις και οι δράσεις τη δεκαετία του 2000 Στις 5 Μαρτίου 2000 η ΕΛΜΕ µε τον Σύλλογο ∆ασκάλων Ορεστιάδας προχώρησε στην συνδιοργάνωση οµιλίας-συζήτησης στην Ορεστιάδα µε οµιλητή τον Βώρο Φανούριο, επίτιµο σύµβουλο του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, µε θέµα την κατάσταση της παιδείας.

Τα περισσότερα προβλήµατα που αντιµετώπιζε η εκπαίδευση της ∆.Ε. στον Έβρο σχετίζονταν µε τους διορισµούς των εκπαιδευτικών. Σχεδόν κάθε χρόνο διορίζονταν λιγότεροι από αυτούς που ζητούσε το Γραφείο της ∆.Ε. Κάποιες δε χρονιές υπήρχαν υπεραριθµίες σε ειδικότητες και αυτές δηµιουργούσαν ένα επιπρόσθετο πρόβληµα, γιατί αµέσως άρχιζε η διαδικασία για να αποσπασθούν αυτοί οι υπεράριθµοι σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Συνήθως τα µαθήµατα γίνονταν κανονικά από τα µέσα Νοεµβρίου της σχολικής χρονιάς, γιατί τα κενά σε προσωπικό καλύπτονταν µε αναπληρωτές και ωροµίσθιους, οι οποίοι προσλαµβάνονταν δυο µε τρεις µήνες µετά την έναρξη των µαθηµάτων. Η ΕΛΜΕ κάθε χρόνο διαµαρτύρονταν και έκανε καταγγελίες για το µικρό αριθµό των διορισµών, τους διορισµούς υπεραρίθµων σε ειδικότητες που δεν ζητήθηκαν ποτέ και τις ανεπαρκείς πιστώσεις για προσλήψεις αναπληρωτών.

Για την αντιµετώπιση των µεταθέσεων, που γίνονταν µετά από ένα χρόνο παραµονής των νεοδιοριζοµένων καθηγητών στην περιοχή, η ΕΛΜΕ ζητούσε:

• Αύξηση του επιδόµατος παραµεθόριας περιοχής • Επίδοµα θέρµανσης • Επίδοµα ενοικίου στους νεοδιοριζόµενους και χαµηλότοκα δάνεια

αγοράς πρώτης κατοικίας • Επαναφορά των πλασµατικών χρόνων.

∆ιαβήµατα έγιναν για τη µόνιµη στέγαση του Ειδικού Γυµνασίου (ΕΕΕΕΚ), για τη δηµιουργία Εσπερινού ΕΠΑΛ, το οποίο νοµοθετικά ιδρύθηκε στις αρχές του 2007, αλλά δεν λειτούργησε στην πράξη για τη σχολική χρονιά 2007-2008. Μέσα στα αιτήµατα για ίδρυση σχολείων περιλαµβάνονταν και η δηµιουργία Αθλητικού Λυκείου. Από την προηγούµενη δεκαετία υπήρχε Τµήµα Αθλητικής ∆ιαπαιδαγώγησης (ΤΑ∆), που λειτουργούσε στο 2ο Γυµνάσιο Ορεστιάδας. Τέλος ένα αίτηµα των τελευταίων ετών είναι η δηµιουργία Μουσικού Σχολείου στην Ορεστιάδα.

63

ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ ΟΙ ∆ΙΕΚ∆ΙΚΗΣΕΙΣ ΤΗΣ Β΄ ΕΛΜΕ ΣΕ ΠΑΝΕΛΛΑ∆ΙΚΟ ΕΠΙΠΕ∆Ο

Οι θέσεις του συνδικαλιστικού κινήµατος των καθηγητών διαµορφώνονται σε συνέδρια του κλάδου, που γίνονται κάθε δύο χρόνια.

Τα συνέδρια αυτά κατά χρονολογική σειρά ήταν: 1ο Συνέδριο, Ιούνιος 1983 2ο Συνέδριο, Ιούνιος 1985 3ο Συνέδριο, Ιούνιος 1987 4ο Συνέδριο, Ιούνιος 1989 5ο Συνέδριο, Ιούνιος 1991 6ο Συνέδριο, Ιούνιος 1993 7ο Συνέδριο, Ιούνιος 1995 8ο Συνέδριο, Ιούνιος 1997 9ο Συνέδριο, Ιούνιος 1999 10ο Συνέδριο, Ιούνιος 2001 11ο Συνέδριο, από 28-6-03 µέχρι και 1-7-2003 12ο Συνέδριο, από 28-6-05 µέχρι και 1-7-2005 13ο Συνέδριο, από 28-6-07 έως και 1-7-2007.

Μεταξύ των δύο συνεδρίων γίνεται µια µετασυνεδριακή Γ.Σ. των προέδρων των ΕΛΜΕ, για να ελεγχθεί κατά πόσο υλοποιούνται οι αποφάσεις του και να εξεταστούν τυχόν διαφοροποιήσεις από αυτά που ψηφίστηκαν στο συνέδριο.

Η ΕΛΜΕ έχοντας µια συγκεκριµένη οργάνωση, που απορρέει από το καταστατικό της, είναι υποχρεωµένη να εξετάζει τα πανελλαδικά αιτήµατα που θέτει η ΟΛΜΕ και να καταθέτει ή δικές της προτάσεις ή να συµφωνεί µε την συλλογική πρόταση της Οµοσπονδίας.

Οι προτάσεις αυτές εξετάζονταν πρώτα από το ∆.Σ., ετοίµαζε µια δική του εισήγηση και στη συνέχεια συγκαλούσε Γ.Σ., για να αποφανθούν τα µέλη της Ένωσης. Όλες αυτές οι ενέργειες γίνονταν, όχι µόνο γιατί υπήρχε καταστατική δέσµευση, αλλά και γιατί έτσι αποτυπώνονταν η πραγµατική διάθεση των µελών της.

Οι Γ.Σ. στη δεκαετία του ’80 ήταν µαζικές και σ’ αυτές κατετίθεντο αξιόλογες θέσεις και προτάσεις είτε µεµονωµένων µελών είτε παρατάξεων. Με τον καιρό όµως παρουσιάστηκε µια απροθυµία για συµµετοχή, γιατί διαπίστωναν στην πράξη ότι οι ιδέες και οι προτάσεις τους δεν λαµβάνονταν υπόψη. Αυτό άρχισε να παρατηρείται κυρίως από τα µέσα της δεκαετίας του 1990.

Το συνδικαλιστικό συνέδριο του κλάδου είναι ένα κορυφαίο γεγονός, γιατί σ’ αυτό διαµορφώνονται οι θέσεις επί όλων των ζητηµάτων που απασχολούν τους καθηγητές και των θεµάτων που σχετίζονται µε την

64

παιδεία.13 Στο τέλος του συνεδρίου γίνονται οι εκλογές για την ανάδειξη του ∆.Σ. της Οµοσπονδίας. Η Β΄ ΕΛΜΕ συµµετείχε µε εκπροσώπους της, που την δεκαετία του ’80 ήταν δύο και από την δεκαετία του ’90 και µετά ήταν τρεις. Η εκπροσώπηση προέκυπτε από τον αριθµό των ψηφισάντων µελών της Ένωσης.

Το 1982 η ΕΛΜΕ είχε εγγεγραµµένα 169 µέλη, το 1992 ο αριθµός τους ανέρχονταν στα 243 και το 2007 τα οικονοµικά τακτοποιηµένα µέλη ήταν 280.

Όταν υπήρχαν οξυµένα προβλήµατα, όπως απεργίες και πολύ δυσµενείς εξελίξεις για τους καθηγητές ή για την εκπαίδευση, γίνονταν έκτακτες Γ.Σ., στις οποίες την εκπροσώπηση της ΕΛΜΕ έκανε ο Πρόεδρός της.

Όλες αυτές τις διαδικασίες η ΕΛΜΕ τις τηρούσε και προσπαθούσε πάντα να έχει τις θέσεις και των απλών µελών, µέσα από τοπικές Γ.Σ. Οι διεκδικήσεις της Β΄ ΕΛΜΕ σε πανελλαδικό επίπεδο ήταν στην ουσία διεκδικήσεις του κλάδου µε ελάχιστες διαφοροποιήσεις, όταν τα γενικά αιτήµατα έρχονταν σε σύγκρουση µε τις τοπικές ιδιαιτερότητες. Οι διεκδικήσεις γενικά των δηµοσίων υπαλλήλων και των καθηγητών, µε δεδοµένη την εργασιακή ασφάλεια, κινούνταν πάντα προς τρεις κατευθύνσεις: α) ∆ιεκδίκηση για µεγιστοποίηση των υλικών τους απολαβών. β) Αίτηµα για αριστοποίηση των κοινωνικών συνθηκών εργασίας, µε την έννοια της ελαχιστοποίησης του χρόνου, του µόχθου και του ελέγχου. γ) Αίτηµα για την εξασφάλιση µιας, όσο το δυνατόν, µηχανικής και αυτόµατης διαδικασίας µισθολογικής και ιεραρχικής ανέλιξης, που να επηρεάζεται όσο το δυνατόν λιγότερο από τον υπηρεσιακό έλεγχο. Αξίζει τέλος να επισηµανθεί ότι οι ήδη εξασφαλισµένοι δηµόσιοι υπάλληλοι επιδιώκουν στα αιτήµατά τους την σχολαστική τυποποίηση αρµοδιοτήτων, οι οποίες περιγράφονται µε κάθε λεπτοµέρεια (Τσουκαλάς, 1987: 137-139). 1. Οι διεκδικήσεις τη δεκαετία του 1980

Οι γενικότερες διεκδικήσεις της δεκαετίας αυτής συνοψίζονται στα εξής:

Αλλαγή του Ν. 309/1976 και η ψήφιση του Αντί-309, που µετά από πολλές συζητήσεις και προτάσεις κατέληξε στην ψήφιση του Ν. 1566/1985.

13 Το πρώτο συνδικαλιστικό συνέδριο έγινε τον Ιούνιο 1983 και η ΕΛΜΕ έστειλε έναν αντιπρόσωπο. Το Ιούνιο 2007 έγινε το 13ο συνέδριο, στο οποίο η ΕΛΜΕ συµµετείχε µε τρεις αντιπροσώπους.

65

Τροποποίηση του Ν. 287/76 «περί παραµεθορίων περιοχών». Το 1/3 των καθηγητών ήταν διορισµένοι µε αυτό το νόµο και ήταν υποχρεωµένοι να µένουν σε σχολεία της περιοχής για µια πενταετία. Εκείνο που ζητούσε η ΕΛΜΕ ήταν να µειωθεί ο χρόνος παραµονής τους σε τριετία.

Επαναπροσδιοριµός των µορίων των Σχολείων σε πανελλαδικό επίπεδο. Ο στόχος ήταν να. διευρυνθεί ο συντελεστής θέσης (µόρια σχολείων), για να µπορούν οι καθηγητές των παραµεθορίων περιοχών να παίρνουν πιο εύκολα µεταθέσεις.

Το 1985 άλλαξε ο Ν. 287/76 και στη θέση του ψηφίστηκε ο νόµος περί δυσπροσίτων περιοχών και περί δυσπροσίτων σχολείων, που υποχρέωνε πλέον τους καθηγητές να παραµένουν στη θέση τους για µια τριετία. Ο νόµος αυτός για ένα διάστηµα ήταν ανενεργός. Η Β΄ ΕΛΜΕ αντιµετώπιζε προβλήµατα στην κάλυψη των πολλών δυσπροσίτων σχολείων της µε καθηγητές και γι’ αυτό το 1986 έθεσε το θέµα επιτακτικά τόσο στην ΟΛΜΕ, όσο και στο Υπουργείο Παιδείας, για να αρχίσουν να γίνονται οι διορισµοί. Το Υπουργείο πείσθηκε για το δίκαιο του αιτήµατος και από την επόµενη σχολική χρονιά άρχισαν να γίνονται διορισµοί µε αυτό το νόµο.

Έκφραση αντίθεσης στην εισοδηµατική πολιτική των κυβερνήσεων, που ήταν όλες εναρµονισµένες και ενταγµένες στις εντολές της ΕΟΚ και του ΟΟΣΑ.

Εφαρµογή Ενιαίου Μισθολογίου-Βαθµολογίου µε ενσωµάτωση της ΑΤΑ σ’ αυτό. Όσο καθυστερούσε η εφαρµογή του Ενιαίου Μισθολογίου η ΕΛΜΕ µονίµως ζητούσε να χορηγηθεί ολόκληρη η ΑΤΑ.

Οι διορισµοί να γίνονται από την επετηρίδα, το µόνο αξιόπιστο και φερέγγυο θεσµό.

Πάγιο αίτηµα του κλάδου κατά τη δεκαετία αυτή ήταν η αύξηση των δαπανών για την παιδεία στο 15% του Κρατικού Προϋπολογισµού για την αντιµετώπιση των προβληµάτων υλικοτεχνικής υποδοµής και άλλων λειτουργικών δαπανών.

Αναθεώρηση του άρθρου 29 του Συντάγµατος, που περιόριζε τα Πολιτικά ∆ικαιώµατα των ∆ηµοσίων Υπαλλήλων.

Η συνδικαλιστική χρονιά του 1987-88 ήταν η χρονιά των απεργιακών κινητοποιήσεων µε αιτήµατα οικονοµικά και κλαδικά. Ο κλάδος απείργησε κατά τη διάρκεια των Πανελλήνιων Εξετάσεων. Το 1988 υπήρχαν περιπτώσεις πολλών καθηγητών που είχαν κάνει 45 ηµέρες απεργίας, παρά τα τεράστια οικονοµικά προβλήµατα που αντιµετώπιζαν. Η συµµετοχή των καθηγητών της Β΄ΕΛΜΕ ήταν µαζική, τα ποσοστά ήταν πολύ µεγάλα και γενικά υπήρχε µια δραστηριότητα των µελών του ∆.Σ. και των απλών µελών της ΕΛΜΕ, που ανέδειξαν τα προβλήµατα στην κοινή γνώµη και κέρδισαν την συµπαράσταση των άλλων εργαζοµένων. Γι’ αυτό και η τότε κυβέρνηση

66

αναγκάστηκε να αναγνωρίσει και να λύσει ορισµένα από τα δίκαια αιτήµατα των απεργών. 2. Οι διεκδικήσεις τη δεκαετία του 1990

Στη δεκαετία αυτή επιχειρήθηκε η «µεταρρύθµιση» του εκπαιδευτικού συστήµατος. Το κράτος επικέντρωσε βασικά το ενδιαφέρον του στην πίεση των συντελεστών της εκπαίδευσης, µαθητών και καθηγητών, χωρίς να βελτιώσει ουσιαστικά κανένα από τα χρόνια προβλήµατά της. Οι εξελίξεις αυτές έθεταν στην πρώτη γραµµή των πολιτικών εξελίξεων το δηµοκρατικό αίτηµα για «δηµόσια και δωρεάν παιδεία» και για αύξηση των δαπανών για την παιδεία στο 15% του Κρατικού Προϋπολογισµού. Τα ειδικότερα οικονοµικά αιτήµατα του κλάδου τη δεκαετία αυτή ήταν:

• Αύξηση του αφορολόγητου ορίου των µισθωτών στο ύψος των 2.000.000 δραχµών.

• Τιµαριθµοποίηση της φορολογικής κλίµακας. • Άµεση καταβολή των αναδροµικών του επιδόµατος των 18.000 δρχ.

χωρίς κανένα συµψηφισµό. • Κατάργηση του αντιασφαλιστικού- αντισυνταξιοδοτικού πλαισίου. • Πλήρης σύνταξη στα 30 χρόνια υπηρεσίας, χωρίς όριο ηλικίας και µε

διατήρηση του δικαιώµατος συνταξιοδότησης στη 15ετία και 25ετία. • H σύνταξη να δίδεται στο 80% των εν ενεργεία αποδοχών και να

υπολογίζεται µε βάση τον τελευταίο µισθό σε τριακοστά και όχι πεντηκοστά.

• Κατάργηση του ∆ηµοσιοϋπαλληλικού Κώδικα (Π.∆. 611/77) και σύνταξη νέου, µε βάση τις θέσεις του δηµοσιοϋπαλληλικού κινήµατος. Κατοχύρωση πλήρων πολιτικών δικαιωµάτων για τους εκπαιδευτικούς και όλους τους δηµόσιους υπαλλήλους. Η κατάργηση της επετηρίδας, ενός θεσµού που είχε διαφυλάξει τους

εκπαιδευτικούς αλλά και το δηµόσιο σχολείο από κάθε είδους πελατειακούς µηχανισµούς, έβρισκε αντίθετη την πλειοψηφία των καθηγητών. Για επιµέρους προβλήµατα, που είχε η επετηρίδα, η θέση των καθηγητών ήταν να γίνει εκκαθάρισή της µε τρόπο δίκαιο και φερέγγυο. Στην κατάργηση αυτής συναινούσαν µόνον οι νέοι απόφοιτοι των καθηγητικών Σχολών, για να έχουν µια ευκαιρία γρήγορου ή άµεσου διορισµού.

Αίτηµα γενικό ήταν οι µαζικοί διορισµοί, για να µην υπάρχουν κενά στα σχολεία και παράλληλα ολοκληρωµένη παιδαγωγική κατάρτιση και εισαγωγική επιµόρφωση µετά το διορισµό. Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια εντάσσονταν ειδικότερα αιτήµατα, όπως η κατάργηση του θεσµικού πλαισίου που ψηφίστηκε την περίοδο 1990-1993 (νόµος για την επιµόρφωση των

67

εκπαιδευτικών και την επαγγελµατική κατάρτιση, αξιολόγηση του εκπαιδευτικού, που θεωρούνταν επαναφορά του επιθεωρητισµού, νοµοθετικές ρυθµίσεις για τους σχολικούς συµβούλους) και τροποποίηση του N.1566/85.

Η πάγια θέση του κλάδου για τους σχολικούς συµβούλους ήταν ότι ο ρόλος τους στη διαδικασία της αξιολόγησης είναι καθοδηγητικός, συµβουλευτικός και παιδαγωγικός.

Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και η υπηρεσιακή κρίση πρέπει να διαχωριστούν. H υπηρεσιακή κρίση γίνεται µόνο για τη στελέχωση της εκπαίδευσης και δεν συνδέεται µε τη µισθολογική εξέλιξη.

Αιτήµατα που αφορούσαν την εκπαίδευση των µαθητών της ∆.Ε. ήταν: 1. Γενίκευση του θεσµού της ενισχυτικής διδασκαλίας στα Γυµνάσια µε

παράλληλη αναγνώριση κινήτρων για τους καθηγητές. 2. Ειδικά προγράµµατα για οµάδες µε ιδιαιτερότητες και δυσκολίες στη

µάθηση (παιδιά µεταναστών, προσφύγων, τσιγγάνων), µε στόχο την ενσωµάτωσή τους σε κανονικά σχολεία.

3. Κατάργηση του «Εθνικού Απολυτηρίου», γιατί η καθιέρωσή του • διεύρυνε τη φροντιστηριακή εικόνα του σχολείου, µέσα από την

επέκταση των εξεταστικών διαδικασιών • διεύρυνε τις κοινωνικές ανισότητες µέσα στην εκπαίδευση • ενίσχυε την παραπαιδεία, που µέσα σε συνθήκες παρατεταµένης

λιτότητας ουσιαστικά θα απέκλειε µεγάλα κοινωνικά στρώµατα από την πρόσβαση στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση

• οδηγούσε την επανίδρυση του Λυκείου σε αναπαλαίωση µε τα ίδια υλικά (ξεπερασµένα αναλυτικά προγράµµατα και διδακτικές µέθοδοι).

Η πρόταση του κλάδου για διεύρυνση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης από 9χρονη σε 12χρονη έβρισκε σύµφωνη και τη Β΄ ΕΛΜΕ και την πρόταση αυτή στήριζε µε τις αποφάσεις της σε επίπεδο κλαδικό, αλλά και µε επιχειρηµατολογία, που την κοινοποιούσε προς τους Γονείς και Κηδεµόνες και άλλους αρµόδιους. 3. Οι διεκδικήσεις τη δεκαετία του 2000

Στη δεκαετία αυτή οι τάσεις φιλελευθεροποίησης και η διαρκώς αυξανόµενη ιδιωτικοποίηση απειλούσαν το κοινωνικό κράτος και συνακόλουθα και τη δηµόσια εκπαίδευση ως κοινωνικό αγαθό και υποχρέωση της πολιτείας.

Ήταν λοιπόν αναµενόµενο και στην Ελλάδα να τεθούν φραγµοί και εµπόδια στην επίτευξη του βασικού στόχου για επαρκή µόρφωση σε όλους τους νέους χωρίς φραγµούς και διακρίσεις.

68

Στη δεκαετία αυτή ήταν εµφανείς οι αρνητικές εξελίξεις στους εκπαιδευτικούς θεσµούς, όπως η συνεχής υποβάθµιση της δηµόσιας εκπαίδευσης, η διατήρηση υψηλών ποσοστών µαθητικής «διαρροής» και αναλφαβητισµού, η προχειρότητα σχεδιασµού και άσκησης της εκπαιδευτικής πολιτικής, η εµπορευµατοποίηση της γνώσης, οι πελατειακές σχέσεις και η συνεχής υποβάθµιση, οικονοµική και κοινωνική, του ίδιου του εκπαιδευτικού.

Στη δεκαετία αυτή στόχος όλων των κυβερνητικών πολιτικών ήταν και είναι να πληγούν η δηµόσια και δωρεάν παιδεία, το δικαίωµα στην εργασία, οι µισθοί και οι συντάξεις, τα εργασιακά και συνδικαλιστικά δικαιώµατα και η παιδαγωγική αυτονοµία των καθηγητών.

Οι σηµαντικότερες προτεραιότητες και παρεµβάσεις του κλάδου αφορούσαν κυρίως το ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό, το οικονοµικό, το Ν. 2986/2002 (διοίκηση της εκπαίδευσης, αξιολόγηση, επιµόρφωση), το εξεταστικό και τους αναπληρωτές.

Το οικονοµικό αίτηµα του κλάδου στις αρχές της δεκαετίας του 2000 ήταν η αύξηση των αποδοχών των καθηγητών κατά 25% και η χορήγηση του ποσού των 176 € και στους καθηγητές.

Η µη χορήγηση στους εκπαιδευτικούς του ποσού των 176 € διεύρυνε περισσότερο τις ανισότητες του Ν. 2470/1997 και έφερε τον κλάδο αντιµέτωπο µε τις κυβερνητικές οικονοµικές επιλογές. Κατ’ εφαρµογή της εξουσιοδοτικής διατάξεως του Ν. 3016/2002 το ποσό αυτό δόθηκε µε τη µορφή επιδόµατος εξοµάλυνσης µισθολογικών διαφορών και στη συνέχεια επεκτάθηκε σε επιλεγµένες κατηγορίες υπαλλήλων του ∆ηµοσίου και Ν.Π.∆.∆. Άρχισαν αγωγές για δικαστική διεκδίκηση αυτού του ποσού µε αναδροµική ισχύ και προς την ίδια κατεύθυνση κινήθηκε και η Β΄ ΕΛΜΕ πείθοντας πολλά από τα µέλη της να προχωρήσουν σε τέτοιες αγωγές.

Το 2005 ο κλάδος ζητούσε αύξηση των δαπανών για την παιδεία στο 5% του ΑΕΠ µε απώτερο στόχο να φτάσουν στο 7% του ΑΕΠ ή του 15% του Κρατικού Προϋπολογισµού.

Μέσα στην αύξηση των δαπανών για την παιδεία περιλαµβάνονταν και η διεκδίκηση αυξήσεων στο βασικό µισθό, µε αφετηρία τα 1.400 € συνολικές καθαρές αποδοχές στο νεοδιόριστο (εισαγωγικό µισθολογικό κλιµάκιο)

Σε επιµέρους οικονοµικά ζητήµατα η ΟΛΜΕ ζητούσε: • Ενσωµάτωση των επιδοµάτων στους βασικούς µισθούς και, µέχρι να

υλοποιηθεί αυτό, να επανέλθουν οι όροι χορήγησης του κινήτρου απόδοσης, που προέβλεπε ο Ν. 2470/97

• Ακώλυτη µισθολογική εξέλιξη - µη σύνδεση του µισθού και βαθµού µε την παραγωγικότητα

• Ουσιαστικές αυξήσεις στα οικογενειακά επιδόµατα

69

• Ουσιαστική αύξηση στην ωροµίσθια αποζηµίωση και στην αµοιβή για υπερωριακή απασχόληση των καθηγητών, που παραµένει στα επίπεδα του 1996

• Ουσιαστικές αυξήσεις σε όλες τις αµοιβές που αφορούν τις Πανελλήνιες Εξετάσεις και την Ενισχυτική ∆ιδασκαλία

• Τιµαριθµοποίηση της φορολογικής κλίµακας • Αφορολόγητο όριο στο ύψος του µισθού του νεοδιόριστου

εκπαιδευτικού Ο κλάδος των καθηγητών αντιτάχθηκε µαζί µε το σύνολο των

δηµοσίων υπαλλήλων στην κυβερνητική πολιτική του περιορισµού και της κατάργησης βασικών ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών δικαιωµάτων του. Οι ειδικότερες ρυθµίσεις για τους εκπαιδευτικούς, που περιλαµβάνονταν στο δεύτερο συνεχόµενο νόµο που ψήφισε η κυβέρνηση (Ν. 3075/2002) απέχει πολύ από τη θέση του για πλήρη σύνταξη µε 30 χρόνια υπηρεσίας.

Οι θέσεις του κλάδου για το συνταξιοδοτικό – ασφαλιστικό ήταν και είναι:

• Πλήρης σύνταξη στα 30 χρόνια υπηρεσίας χωρίς όριο ηλικίας µε υπολογισµό της στο 80% του συνόλου των αποδοχών κατά το µήνα αποχώρησης

• Κατάργηση του ισχύοντος αντιασφαλιστικού – αντισυνταξιοδοτικού πλαισίου και ειδικότερα κατάργηση των διαχωριστικών γραµµών σε ό,τι αφορά τα όρια ηλικίας και τις ασφαλιστικές εισφορές για τους διορισθέντες πριν και µετά το 1983, πριν και µετά το 1993

• Σε κάθε περίπτωση, πάγωµα των δυσµενών αλλαγών που πρόκειται να εφαρµοστούν από 1-1-2008 µε τη σταδιακή µείωση των συντάξεων (Ν. 3029/02)

• Επιστροφή όλων των οφειλόµενων στα ασφαλιστικά ταµεία Ο Ν. 2986/2002, για τη στελέχωση της διοίκησης της εκπαίδευσης, την

αξιολόγηση και την επιµόρφωση δεν είχε αντιστοίχηση στις θέσεις και τις διεκδικήσεις του κλάδου.

Οι σχετικές ρυθµίσεις του παραπάνω νόµου για την αξιολόγηση οδηγούν στην «ανατροπή κατακτήσεων και δικαιωµάτων των εκπαιδευτικών, όπως η ακώλυτη µισθολογική εξέλιξη, η παιδαγωγική αυτονοµία και εν τέλει η µονιµότητα». Γι αυτό τόσο η ΟΛΜΕ, όσο και οι τοπικές ΕΛΜΕ ζητούσαν την κατάργησή του. Ο κλάδος επίσης ζητούσε κατάργηση του Π.∆. για την επιλογή των στελεχών της διοίκησης, επειδή στόχος του ήταν «η χειραγώγηση των εκπαιδευτικών και η ενίσχυση του κοµµατικού ελέγχου της διοίκησης της εκπαίδευσης».

Τα αποτελέσµατα και τα αρνητικά στατιστικά στοιχεία από τις Πανελλήνιες Εξετάσεις της Β΄ και Γ΄ Λυκείου, που έγιναν µε το νόµο

70

Αρσένη, οδήγησε την κλάδο στο να ζητήσει την κατάργησή τους και να προτείνει τη µορφωτική και παιδαγωγική αυτοδυναµία του Λυκείου. Παράλληλα διεκδίκησε την ουσιαστική αναβάθµιση της ΤΕΕ και την ισότιµη ένταξή της στη Λυκειακή βαθµίδα.

Τα ειδικότερα αιτήµατα για την ∆ευτεροβάθµια Εκπαίδευση ήταν: • Η άµεση καθιέρωση 12χρονης υποχρεωτικής δηµόσιας και δωρεάν

εκπαίδευσης για όλους • Η άµεση και ουσιαστική αναβάθµιση της ΤΕΕ µε στόχο και προοπτική

την ισότιµη ένταξή της στη Λυκειακή βαθµίδα, µε βάση τις αρχές που έχει υιοθετήσει η ΟΛΜΕ

• Ουσιαστική εφαρµογή της Π.∆.Σ. και άλλων ανάλογων µέτρων µετά από αναλυτική µελέτη και µε εξασφάλιση επαρκούς χρηµατοδότησης Για την ΟΛΜΕ και τις ΕΛΜΕ οι αναπληρωτές αποτελούσαν και

αποτελούν αναπόσπαστο τµήµα του σώµατος των εκπαιδευτικών. Συνεχής και πάγια απαίτηση του κλάδου υπήρξε η άρση της εργασιακής οµηρίας τους, ώστε να αποκτήσουν µόνιµη και σταθερή εργασία.

Γι’ αυτό και µονίµως η ΟΛΜΕ και οι κατά τόπους ΕΛΜΕ ζητούσαν αυξηµένους διορισµούς, για να καλυφθούν οι ανάγκες των σχολείων, κατάργηση του θεσµού των ωροµισθίων καθηγητών, άµεσο διορισµό όλων των 16µηνιτών αναπληρωτών και νοµοθετική ρύθµιση για το διορισµό των υπολοίπων µε βάση την προϋπηρεσία τους, πλήρη εργασιακά, ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώµατα γι’ αυτούς και 12µηνη σύµβαση εργασίας. 3α. Οι διεκδικήσεις σύµφωνα µε τις αποφάσεις του συνδικαλιστικού συνεδρίου 2007.

Οι διεκδικήσεις του κλάδου των καθηγητών στο τέλος της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα διαµορφώθηκαν στο τελευταίο συνδικαλιστικό συνέδριό τους το 2007 και είναι οι εξής: Οικονοµικά αιτήµατα

Βασικό άξονα της πολιτικής της ΟΛΜΕ στα οικονοµικά αποτελεί η διεκδίκηση µισθολογικών αυξήσεων, ώστε να ικανοποιηθεί το κεντρικό και επίκαιρο αίτηµα «να ζούµε µε αξιοπρέπεια από το µισθό µας».

Ο κλάδος διεκδικεί ένα νέο µισθολογικό καθεστώς, που θα εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό τη δυνατότητα να ασκεί απερίσπαστος το εκπαιδευτικό-παιδαγωγικό του έργο ως πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. Να έχει επαρκή και διαρκή πρόσβαση στη βιβλιογραφία και τις εξελίξεις στους τοµείς της επιστήµης, της παιδαγωγικής και της διδακτικής. Να υποστηρίζεται ουσιαστικά η συνεχής παρουσία και συµµετοχή του στα πολιτιστικά δρώµενα και να µπορεί να αποχωρήσει από την υπηρεσία όσο είναι ακόµα σε βιολογική και πνευµατική ακµή.

71

Οι εξελίξεις των τελευταίων χρόνων -εισοδηµατικές, φορολογικές, ακρίβεια- σε συνδυασµό µε τον αντιλαϊκό και ανάλγητο τρόπο αντιµετώπισης των αιτηµάτων της απεργίας µας, και η ουσιαστική εξαίρεσή µας από την καταβολή των 176 ευρώ, όπως και η παραποµπή των οικονοµικών αιτηµάτων µας στο αόριστο µέλλον µέσω και του νέου µισθολογίου των ∆ηµόσιων Υπαλλήλων, κάνουν ακόµα πιο επιτακτική την ανάγκη του αγώνα για την οικονοµική αναβάθµιση των καθηγητών. ∆εν είναι δυνατόν να βρίσκονται οι µισθοί τους στο 50% του µέσου όρου των µισθών των καθηγητών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η εισοδηµατική πολιτική και ο προϋπολογισµός του 2007 φέρνουν νέα λιτότητα για τους εκπαιδευτικούς και ευρύτερα για τους µισθωτούς του ∆ηµοσίου. Οι αυξήσεις που δόθηκαν είναι οριακά στο ύψος του επίσηµου πληθωρισµού («αυξήσεις» 3,5% επί του βασικού µισθού), αλλά στην πραγµατικότητα αντιστοιχούν στο 2% περίπου επί του συνόλου των αποδοχών. Αυτό µεταφράζεται σε πραγµατική µείωση των αποδοχών, η οποία, τελικά, γίνεται ακόµη µεγαλύτερη, αν συνδυαστεί µε τη µη τιµαριθµοποίηση της φορολογικής κλίµακας.

Ο κλάδος των καθηγητών θα συνεχίσει να αγωνίζεται για την άµεση καταβολή του επιδόµατος των 176 ευρώ και του συνόλου των αναδροµικών, όπως ορίζει µε σαφή και κατηγορηµατικό τρόπο η πρόσφατη απόφαση του Τριµελούς ∆ιοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. ∆ιεκδικεί:

• Ουσιαστικές αυξήσεις στους βασικούς µισθούς, µε αφετηρία τα 1.400 ευρώ συνολικές καθαρές αποδοχές στον νεοδιόριστο (εισαγωγικό µισθολογικό κλιµάκιο).

• Η σχέση εισαγωγικών προς καταληκτικές αποδοχές να διαµορφωθεί στο 1/ 2,5.

• Όχι στη σύνδεση µισθού µε την αξιολόγηση – απόδοση. • Ακώλυτη µισθολογική εξέλιξη. • Ενσωµάτωση του κινήτρου απόδοσης στο βασικό µισθό. • Να καταργηθούν οι προβλεπόµενες προϋποθέσεις χορήγησης του

κινήτρου απόδοσης για όσο αυτό διατηρείται, ώστε να σταµατήσει σε κάθε περίπτωση η περικοπή του.

• ∆ιπλασιασµό των οικογενειακών επιδοµάτων. • Τιµαριθµοποίηση φορολογικής κλίµακας αναδροµικά από το 1992 µε

αφορολόγητο όριο τουλάχιστον τα 15.000 ευρώ. • ∆ιπλασιασµό της ωροµίσθιας αποζηµίωσης και της αµοιβής για

υπερωριακή απασχόληση των καθηγητών και σύνδεσή της (ως ποσοστό) µε τις συνολικές αποδοχές του εκπαιδευτικού.

72

• Αύξηση των αµοιβών των πάσης φύσεως εργασιών των Πανελλαδικών Εξετάσεων.

• Αναγνώριση των χρόνων σπουδών όλων των καθηγητών για µισθολογική εξέλιξη (κατ’ αναλογία µε τη ρύθµιση που ισχύει για τους πτυχιούχους της ΑΣΕΤΕΜ /ΣΕΛΕΤΕ).

• Επανακατάταξη των εκπαιδευτικών των παραµεθόριων περιοχών στα αντίστοιχα Μ.Κ. µε συνυπολογισµό διπλάσιου χρόνου προϋπηρεσίας (Ν. 2085/92, 1943/81).

Ασφαλιστικά – συνταξιοδοτικά αιτήµατα Τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώµατα των καθηγητών

βρίσκονται στο στόχαστρο των νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο ΣΕΒ πιέζουν για νέες, δυσµενείς για τους

εργαζόµενους παρεµβάσεις, µέσα από την παραπέρα µείωση των συντάξεων, την αύξηση των ορίων ηλικίας, τη φαλκίδευση της επικουρικής σύνταξης, την υποβάθµιση του δηµόσιου χαρακτήρα του ασφαλιστικού συστήµατος και την ενίσχυση της ιδιωτικής ασφάλισης.

Ο κλάδος έχει δώσει µακροχρόνιους αγώνες για την υπεράσπιση των ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών δικαιωµάτων του, που απειλούνται θανάσιµα από τις αδιαφανείς χρηµατιστηριακές πρακτικές και τα παιχνίδια που παίζουν οι διορισµένες από τις κυβερνήσεις διοικήσεις των Ταµείων.

Αγωνίζεται για τη διασφάλιση του δηµόσιου, καθολικού και κοινωνικού χαρακτήρα του ασφαλιστικού µας συστήµατος και την ακύρωση των νέων, επώδυνων αντιασφαλιστικών µέτρων. ∆ιεκδικεί:

• Πλήρη σύνταξη στα 30 χρόνια υπηρεσίας χωρίς όριο ηλικίας µε υπολογισµό της στο 80% του συνόλου των αποδοχών κατά το µήνα αποχώρησης.

• Κατάργηση του ισχύοντος αντιασφαλιστικού – αντισυνταξιοδοτικού πλαισίου και ειδικότερα κατάργηση των διαχωριστικών γραµµών σε ό,τι αφορά τα όρια ηλικίας και τις ασφαλιστικές εισφορές για τους διορισθέντες πριν και µετά το 1983, πριν και µετά το 1993.

• Σε κάθε περίπτωση, πάγωµα των δυσµενών αλλαγών που πρόκειται να εφαρµοστούν από 1-1-2008 µε τη σταδιακή µείωση των συντάξεων (Ν. 3029/02).

• Όχι στις σχεδιαζόµενες νέες αντιασφαλιστικές ανατροπές. • Επιστροφή όλων των οφειλόµενων στα ασφαλιστικά ταµεία, που

λεηλάτησαν οι κυβερνήσεις, οι τράπεζες και η εργοδοσία στη µεταπολεµική περίοδο µέχρι σήµερα. Τα αποθεµατικά των ταµείων να αξιοποιούνται µε σταθερές και σίγουρες αποδόσεις χωρίς κανένα

73

ρίσκο και µεσάζοντες. Θέσπιση δικαιώµατος veto των εκπροσώπων των εργαζοµένων σε κάθε κρίσιµη απόφαση.

• Κατάργηση της διάταξης που απαγορεύει τη συνταξιοδότηση των εκπαιδευτικών κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς.

• Η στρατιωτική θητεία να αναγνωρίζεται αυτοδίκαια (χωρίς εξαγορά) ως χρόνος υπηρεσίας τόσο για την κύρια σύνταξη, όσο και για τα υπόλοιπα ταµεία και για όσους θεµελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωµα µετά τις 31/12/1997.

• Αναγνώριση ως συντάξιµου χρόνου εργασίας όλων των χρονικών διαστηµάτων που µεσολαβούν µεταξύ δύο διαδοχικών συµβάσεων αναπληρωτών.

• Πλήρη ιατροφαρµακευτική και υγειονοµική περίθαλψη. ∆ωρεάν περίθαλψη για οδοντιατρικά και φυσιοθεραπεία. ∆ωρεάν χορήγηση γυαλιών όρασης και φακών επαφής.

• Αναπροσαρµογές της κύριας σύνταξης µε βάση τις αυξήσεις των εν ενεργεία εκπαιδευτικών.

• Θεµελίωση του δικαιώµατος συνταξιοδότησης σε περίπτωση θανάτου ή ολικής αναπηρίας, ανεξάρτητα από τα χρόνια υπηρεσίας, µε κατώτερο όριο σύνταξης στο ύψος του 80% των αποδοχών του νεοδιόριστου εκπαιδευτικού.

• Χορήγηση του συνόλου της σύνταξης του θανόντος υπαλλήλου στην οικογένειά του, όταν υπάρχουν ανήλικα ή άγαµα παιδιά, καθώς η σύνταξη αποτελεί κληρονοµικό δικαίωµα της οικογένειας. Όταν δεν συντρέχουν οι παραπάνω λόγοι, να χορηγούνται τουλάχιστον τα 7/10 της σύνταξης του θανόντος συζύγου στον επιζώντα και στα τέκνα του εφ’ όρου ζωής.

• Αναγνώριση ως συντάξιµου του χρόνου αδιοριστίας και των βασικών σπουδών σε ΑΕΙ - ΑΤΕΙ, των εκπαιδευτικών, εφόσον οι σπουδές αυτές αποτελούν τυπικό προσόν διορισµού.

• Να θεωρείται συντάξιµος χρόνος πραγµατικής υπηρεσίας όλο το χρονικό διάστηµα της εκπαιδευτικής άδειας.

Εργασιακά αιτήµατα Η προκλητική αµφισβήτηση και προϊούσα αναίρεση των

κατακτηµένων εργασιακών δικαιωµάτων συνιστά ένα από τα πιο σοβαρά προβλήµατα που απασχολούν τον κλάδο. Πολλοί καθηγητές καταδικάζονται σε εργασιακή αβεβαιότητα, περιπλάνηση και ανασφάλεια. Ο νόµος για τη διοίκηση της εκπαίδευσης και το «καθηκοντολόγιο» επιβάλλουν ένα ασφυκτικό διοικητικό πλαίσιο, µέσω του οποίου επιχειρείται η χειραγώγηση και η υποταγή του εκπαιδευτικού, ώστε να περιοριστεί σε ρόλο εκτελεστικού οργάνου της εκάστοτε κυβερνητικής πολιτικής.

74

Γι’ αυτό πρέπει να οργανώνονται συλλογικές αντιστάσεις σε κάθε απόπειρα εφαρµογής του πλαισίου αξιολόγησης – χειραγώγησης. Κανείς αξιολογητής στην τάξη.

Η τεχνική επαγγελµατική εκπαίδευση είναι ο χώρος της εκπαίδευσης που δοκιµάζεται περισσότερο από αυτές τις πολιτικές. Με την ψήφιση του Ν. 3475/2006 για την ΤΕΕ το εργασιακό καθεστώς των εκπαιδευτικών της ΤΕΕ επιδεινώθηκε. ∆ιεκδικεί:

• Ελεύθερες και γνήσιες συλλογικές διαπραγµατεύσεις στο ∆ηµόσιο σε όλα τα επίπεδα. Κατοχύρωση για τους καθηγητές του δικαιώµατος των ουσιαστικών κλαδικών Συλλογικών Συµβάσεων Εργασίας εφ’ όλης της ύλης.

• Παιδαγωγική ελευθερία και δηµοκρατία στο σχολείο µε κατάργηση ολόκληρου του νοµοθετικού πλαισίου, µε το οποίο επιχειρείται η «συµµόρφωση» - χειραγώγηση του εκπαιδευτικού.

• Κατάργηση του «Καθηκοντολόγιου». • Όχι στην αξιολόγηση – χειραγώγηση των εκπαιδευτικών. Όχι στην

κοινωνική κατηγοριοποίηση των σχολείων µέσω της αξιολόγησης των σχολικών µονάδων.

• Σταθερή και µόνιµη εργασία στην εκπαίδευση. ∆ιορισµοί σύµφωνα µε τις πραγµατικές εκπαιδευτικές ανάγκες.

• Κατάργηση του θεσµού της εργασιακής σχέσης του ωροµισθίου αλλά και του αναπληρωτή (εξαίρεση οι περιπτώσεις πραγµατικής αναπλήρωσης). Στο ενδιάµεσο διάστηµα πλήρη ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώµατα και 12µηνη σύµβαση εργασίας για τους αναπληρωτές.

• Άµεση µονιµοποίηση όλων των αναπληρωτών που καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες.

• Αναγνώριση της προϋπηρεσίας όλων των αναπληρωτών-ωροµισθίων που εργάστηκαν στις σχολικές µονάδες που προσφέρουν µέχρι σήµερα ∆ευτεροβάθµια Τεχνική Επαγγελµατική Εκπαίδευση και ανήκουν σε άλλα Υπουργεία. Μέχρι την υπαγωγή αυτών των σχολικών µονάδων στο ΥΠΕΠΘ, να δηµιουργηθεί ενιαίο σύστηµα διορισµών στην εκπαίδευση όλων των Υπουργείων και οι διορισµοί αυτοί να γίνονται µε βάση τη διαδικασία πρόσληψης και τοποθέτησης των αναπληρωτών και ωροµίσθιων εκπαιδευτικών στη ∆ευτεροβάθµια Εκπαίδευση.

• Κάθε πρόσληψη, από την επόµενη χρονιά, αναπληρωτή ή ωροµίσθιου καθηγητή στη δηµόσια δευτεροβάθµια ή πρωτοβάθµια εκπαίδευση να πραγµατοποιείται από τον ενιαίο πίνακα αναπληρωτών (πίνακα κατάταξης µε βάση την πραγµατική εκπαιδευτική προϋπηρεσία σε

75

δηµόσιες σχολικές µονάδες της δευτεροβάθµιας ή πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης του ΥΠΕΠΘ) και, σε περίπτωση εξάντλησής του, από πίνακα µε βάση την ηµεροµηνία λήψης πτυχίου.

• Να θεσπιστεί µειωµένο ωράριο για τους καθηγητές και καθηγήτριες που είναι γονείς παιδιών µε αναπηρία πάνω από 67%, όπως ισχύει για όλους τους εργαζόµενους στο δηµόσιο τοµέα, στα ΝΠ∆∆ και τους ΟΤΑ, σύµφωνα µε τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 16 του Ν. 2527/1997. Η ανωτέρω µείωση του ωραρίου να ισχύει και για τους καθηγητές και καθηγήτριες που έχουν οι ίδιοι αναπηρία πάνω από 67% ή έχουν υποστεί έµφραγµα µυοκαρδίου, έχουν υποβληθεί σε αγγειοπλαστική ή by pass εγχείρηση.

• Να µειώνεται το ωράριο των εκπαιδευτικών όλων των ειδικοτήτων µε συνυπολογισµό ολόκληρης της δηµόσιας προϋπηρεσίας, εφόσον έχει προσφερθεί µε το ίδιο πτυχίο, ανεξάρτητα από το αν αυτή είναι εκπαιδευτική ή όχι. Οι 3 ώρες του µειωµένου ωραρίου των υπευθύνων εργαστηρίων σε όλους τους τύπους σχολείων να αφαιρούνται από το ωράριο που έχει ήδη ο εκπαιδευτικός σύµφωνα µε τα χρόνια υπηρεσίας του.

• Ριζική αλλαγή του ∆ηµοσιοϋπαλληλικού Κώδικα µε κατάργηση των αυταρχικών διατάξεών του.

• Οι αναθέσεις διδασκαλίας των µαθηµάτων να ρυθµίζονται µε επιστηµονικά και παιδαγωγικά κριτήρια.

• Πρόσληψη και τοποθέτηση γραµµατέων, επιστατών και φυλάκων σε όλα τα σχολεία.

• Να οργανωθούν σε συνεργασία µε το ΥΠΕΠΘ κατασκηνώσεις και παιδικοί σταθµοί για τα παιδιά των εκπαιδευτικών, µε πρόβλεψη της αναγκαίας χρηµατοδότησης.

• Στις εκλογές για την ανάδειξη αιρετών µελών στα Υπηρεσιακά Συµβούλια να συµµετέχουν τα οικονοµικά τακτοποιηµένα µέλη των ΕΛΜΕ.

• Να επαναφερθούν στο ΚΥΣ∆Ε οι αρµοδιότητες που του αφαιρέθηκαν (διορισµοί, αποσπάσεις στα ΑΕΙ, διοικητικές θέσεις κ.λπ.).

• Να θεσµοθετηθούν µοριοδοτούµενα κριτήρια για όλες τις κατηγορίες αποσπάσεων (από νοµό σε νοµό, από σχολείο σε σχολείο, στον ΟΕΕΚ και τα ΙΕΚ, στα ΑΕΙ-ΑΤΕΙ, σε διοικητικές θέσεις κ.λπ.). Όλοι οι εκπαιδευτικοί να λαµβάνουν τα µόρια της περιοχής στην οποία υπηρετούν και όχι αυτά της οργανικής τους θέσης, εφόσον δεν υπηρετούν σε αυτή.

76

Εκπαιδευτικά αιτήµατα Η εκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης επικεντρώθηκε στην

προσπάθεια να επιβάλει µια νεοφιλελεύθερης έµπνευσης αντιδραστική «µεταρρύθµιση» στο πνεύµα των κατευθύνσεων της «Λισαβόνας» και της «Μπολόνιας». Το τελευταίο διάστηµα εντάθηκαν οι προσπάθειες για την ολοκλήρωση αυτής της προσπάθειας σε όλες πλέον τις βαθµίδες της εκπαίδευσης. Η κυβέρνηση έφτασε στο σηµείο να απειλεί µέχρι και µε πρόωρες εκλογές µε σηµαία τη «µεταρρύθµιση» στην εκπαίδευση, στην προσπάθειά της να κατασιγάσει τις µαζικές αντιδράσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας - και όχι µόνο.

Επρόκειτο όµως για µια «διάτρητη σηµαία» σε όλα τα ζητήµατα, από το θεµελιακό ζήτηµα της συνεχιζόµενης καθήλωσης-µείωσης των εκπαιδευτικών δαπανών, παρά τις προεκλογικές δεσµεύσεις, µέχρι το περιεχόµενο της σχολικής γνώσης και το βασικό προσανατολισµό του εκπαιδευτικού συστήµατος, όπως δοµείται από τα νέα µέτρα και τις σχετικές εξαγγελίες.

Αποτέλεσµα αυτής της προωθούµενης αντιεκπαιδευτικής πολιτικής είναι η όξυνση των προβληµάτων της σχολικής στέγης. Η ΟΛΜΕ εκφράζει την πλήρη αντίθεσή της στο προβαλλόµενο µε νεοφιλελεύθερη κοµπορρηµοσύνη «µαγικό ραβδί» των Συµπράξεων ∆ηµόσιου και Ιδιωτικού Τοµέα (Σ∆ΙΤ), για τη δήθεν άµεση αντιµετώπιση του προβλήµατος της σχολικής στέγης και την ένταξή του επίσηµα στους σχεδιασµούς του ΟΣΚ. Στην ουσία πρόκειται για νέα εκχώρηση στο «κερδοσκοπικό» κατασκευαστικό κεφάλαιο, ενώ ταυτόχρονα εγκαινιάζεται η εµπορευµατική χρήση των σχολικών µονάδων για την «απόσβεση» της ιδιωτικής επένδυσης (υπόγεια parking, internet café στα ισόγεια κ.λπ).

Η εκπόνηση νέων προγραµµάτων σπουδών και σχολικών βιβλίων υπήρξε µια επώδυνη διαδικασία, που δηµιούργησε σοβαρά προβλήµατα ειδικά στο Γυµνάσιο. Από την αρχή εκφράστηκε η ριζική αντίθεση µε τις αυταρχικές, συγκεντρωτικές και αντιδηµοκρατικές διαδικασίες που ακολουθήθηκαν.

Εκφράστηκε, επίσης, η αντίθεση του κλάδου στην εκπαίδευση της αγοράς και των επιχειρήσεων, που προκρίνει στη θέση της µόρφωσης και της ολοκληρωµένης γνώσης την εκµάθηση δεξιοτήτων, τη συσσώρευση πληροφοριών και ασπόνδυλες γνώσεις. Τα νέα αναλυτικά προγράµµατα και βιβλία καθώς και οι εκπαιδευτικές «καινοτοµίες», όπως η ευέλικτη ζώνη ή η ονοµαζόµενη διαθεµατικότητα, µε τον τρόπο που αυτές προωθούνται, είναι διαδικασίες που ευνοούν την κυριαρχία του «σχολείου της αγοράς». Απαίτηση του κλάδου είναι οι εταιρείες και οι χορηγοί να µην εµπλέκονται στην εκπαιδευτική διαδικασία.

77

∆εν πρέπει, επίσης, να παραλειφθεί η αναφορά στην έκθεση του περιβόητου ΕΣΥΠ για τη ∆ευτεροβάθµια Εκπαίδευση. Πρόκειται για ένα πραγµατικά αντιδραστικό «ντοκουµέντο». Καλύπτει θέµατα από την καθιέρωση της «οικονοµικής αυτοτέλειας» των σχολικών µονάδων και των «οικονοµικών υποδιευθυντών» (µάνατζερ), µε ουσιαστικό στόχο την αυτοχρηµατοδότηση των σχολικών µονάδων, µέχρι τον πολλαπλασιασµό των εξετάσεων τύπου «Αρσένη» από τη Γ΄ Γυµνασίου σε όλο το Λύκειο, από την κυριαρχία των διαδικασιών αξιολόγησης µέχρι την «Ακαδηµία Εισαγωγικής Επιµόρφωσης» ως συστήµατος επιλογής για διορισµούς στην εκπαίδευση, αµφίβολης αξιοπιστίας και αποτελεσµατικότητας, και την επιβάρυνση της υποχρεωτικής παραµονής των εκπαιδευτικών στο σχολείο κατά 10 ώρες πέρα του διδακτικού ωραρίου.

Το 2006-2007 εφαρµόστηκε για πρώτη φορά ο αντιεκπαιδευτικός νόµος για την ΤΕΕ (Ν. 3475/06) µε τις γνωστές, πλέον, αρνητικές συνέπειες για τη δευτεροβάθµια επαγγελµατική εκπαίδευση, τους µαθητές µας και τους διδάσκοντες - καθηγητές κλάδων και ειδικοτήτων. Οι συνέπειες αυτές έχουν επανειληµµένα επισηµανθεί και καταγγελθεί. Με υπουργικές αποφάσεις, που υλοποιούν το νόµο αυτόν, καταργούνται αρκετές ειδικότητες από τα ΕΠΑΛ, ενώ ταυτόχρονα τελούν ακόµη υπό κατάργηση σχολικές µονάδες της ΤΕΕ και οι εκπαιδευτικοί βρίσκονται σε εργασιακή ανασφάλεια

Οι προτάσεις του κλάδου για τα την ΤΕΕ κινούνται σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση από τις επιλογές της κυβέρνησης, όπως αυτές αποτυπώνονται στο Ν. 3475/06, ο οποίος πρέπει άµεσα να καταργηθεί. Επανειληµµένα καταγγέλθηκε το Υπουργείο Παιδείας, επειδή συνεχίζει να αγνοεί προκλητικά τις τεκµηριωµένες προτάσεις του κλάδου.

Επιβεβαιώνονται, και από τις µέχρι σήµερα εξελίξεις, οι εκτιµήσεις πως βασικό χαρακτηριστικό των αλλαγών που προωθεί το ΥΠΕΠΘ για την ΤΕΕ είναι η στροφή του µαθητικού δυναµικού στην πρόωρη κατάρτιση, αφενός µέσα από ένα τετραπλό ουσιαστικά δίκτυο επαγγελµατικής εκπαίδευσης και κατάρτισης µετά το Γυµνάσιο (ΕΠΑΛ, ΕΠΑΣ, ΕΠΑΣ άλλων Υπουργείων, όπως οι σχολές µαθητείας του ΟΑΕ∆ και Μεταγυµνασιακά ΙΕΚ), και αφετέρου µέσα από τον εξοβελισµό από τα ΕΠΑΛ πολλών ειδικοτήτων που µέχρι σήµερα υπήρχαν στα ΤΕΕ και τη µεταφορά τους σε σχολές κατάρτισης, τις ΕΠΑΣ.

Για το σύστηµα πρόσβασης στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση, ο κλάδος διεκδικεί σταθερά τη διεύρυνση της πρόσβασης στην τριτοβάθµια εκπαίδευση, µε αντίστοιχη, βέβαια, γενναία χρηµατοδότηση των υποδοµών των ιδρυµάτων της και ενίσχυση του εκπαιδευτικού προσωπικού, ώστε να µην υποβαθµίζονται συνεχώς οι σπουδές σε αυτά µε την είσοδο όλο και περισσότερων φοιτητών µε την ίδια χρηµατοδότηση και την ύπαρξη σοβαρών κενών σε εκπαιδευτικούς. Και ενώ θα έπρεπε να οδηγούµαστε στη διεύρυνση

78

της πρόσβασης προς την Τριτοβάθµια Εκπαίδευση – προς αυτή την κατεύθυνση ωθεί άλλωστε και η αναγκαιότητα καθιέρωσης της 12χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης, για την οποία έχει δεσµευτεί και η σηµερινή κυβέρνηση – ψηφίστηκε από την κυβερνητική πλειοψηφία στη Βουλή νόµος που προβλέπει την καθιέρωση της βαθµολογικής βάσης στις πανελλαδικές εξετάσεις.

Πρόκειται ουσιαστικά για µέτρο αποκλεισµού, που οδηγεί προς την αντίθετη κατεύθυνση, τη µείωση, δηλαδή, του φοιτητικού πληθυσµού. Τα αποτελέσµατα και οι παρενέργειες του µέτρου αυτού είναι η ενίσχυση της τάσης προσφυγής στα κάθε είδους φροντιστήρια, η αύξηση της φοίτησης σε πανεπιστήµια του εξωτερικού και στα ποικιλώνυµα ιδιωτικά «κέντρα ελεύθερων σπουδών», το κλείσιµο σχολών στην περιφέρεια, καθώς και παραπέρα στρεβλώσεις στο ίδιο το εξεταστικό σύστηµα.

Τελικά, το αποσπασµατικό αυτό µέτρο ενισχύει τους ταξικούς φραγµούς στη µόρφωση και πλήττει τις ασθενέστερες τάξεις. Είναι στην κατεύθυνση της µείωσης των δαπανών για την παιδεία, αφού οδηγεί σε κλείσιµο πολλές σχολές, και του περιορισµού των διεξόδων για την τριτοβάθµια εκπαίδευση παρά την αντίθετη, καθολική απαίτηση για τη διεύρυνσή της. Όσο η εκπαιδευτική πολιτική καθοδηγείται από το δόγµα «η αγορά αποφασίζει», τόσο η παιδεία ως κοινωνικό αγαθό θα υποτάσσεται στο χρήµα και το θεµελιακό δικαίωµα όλων για πρόσβαση στη γνώση θα γίνεται εµπόρευµα. ∆ιεκδικεί:

• Άµεση αύξηση δηµόσιων δαπανών για την Παιδεία στο 5% του ΑΕΠ τουλάχιστον, µε στόχο αυτές να φτάσουν στο 7% του ΑΕΠ ή το 15% του Προϋπολογισµού.

• Καθολική δηµόσια δωρεάν εκπαίδευση σε όλες τις βαθµίδες, που θα παρέχει µόρφωση, καλλιέργεια και εφόδια σε όλα τα παιδιά χωρίς αποκλεισµούς µε παιδαγωγική ελευθερία και δηµοκρατία.

• Άµεση καθιέρωση της 12χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης µε προοπτική το ενιαίο 12χρονο σχολείο. ∆ίχρονη υποχρεωτική προσχολική αγωγή. Όχι στην υπαγωγή της προσχολικής αγωγής στους ∆ήµους και στους ιδιώτες. Όχι στη «σχολειοποίησή» της.

• Κατάργηση του Ν. 3475/06 για την τεχνική εκπαίδευση. • Στο πλαίσιο της µεταβατικής πρότασης της ΟΛΜΕ για την ΤΕΕ

(παραµένει ισχυρή η σχετική απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των Προέδρων των ΕΛΜΕ – Ιούνης 2006), προτείνει τα παρακάτω άµεσα µέτρα:

• Κατάργηση όλων των σχολικών µονάδων που προσφέρουν σήµερα δευτεροβάθµια τεχνικο-επαγγελµατική εκπαίδευση και ανήκουν σε

79

άλλα υπουργεία (ΟΑΕ∆, ΟΤΕΚ, Υγείας, Γεωργίας) και υπαγωγή τους στο ΥΠΕΠΘ.

• Καµιά κατάργηση σχολικής µονάδας, τοµέα και ειδικότητας στην ΤΕΕ. Κατάργηση της διάταξης του νόµου που απαγορεύει στους απόφοιτους Λυκείων να εγγράφονται στο ΕΠΑΛ για απόκτηση ειδικότητας.

• ∆ιασφάλιση της µόνιµης εργασιακής σχέσης για όλους τους εκπαιδευτικούς της ΤΕΕ.

• Ανεξάρτητα από δοµές και συστήµατα µετάβασης, όλοι οι µαθητές πρέπει να έχουν το δικαίωµα και τη δυνατότητα «οριζόντιας κινητικότητας», καθώς και της πρόσβασης στην τριτοβάθµια εκπαίδευση, κάτι που καθιστά απαγορευτικό ο νέος νόµος για την ΤΕΕ µε την καθιέρωση των ΕΠΑΣ.

• Να δηµιουργηθεί δηµόσιο Μεταλυκειακό Έτος Ειδίκευσης, λειτουργικά συνδεδεµένο µε τη δευτεροβάθµια εκπαίδευση, που θα αξιοποιεί την υποδοµή και το εκπαιδευτικό προσωπικό των ΕΠΑΛ, και θα µπορεί να περιλαµβάνει το σύνολο των ειδικοτήτων που παρέχονται σήµερα, αλλά και όποια άλλη κριθεί αναγκαίο να δηµιουργηθεί µε βάση τις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας, µε ταυτόχρονη κατάργηση και ενσωµάτωση σε αυτό κάθε άλλης µορφής επαγγελµατικής µεταλυκειακής εκπαίδευσης και κατάρτισης (ΙΕΚ κ.λπ).

• Να συµπεριληφθούν στο ΕΠΑΛ τουλάχιστον όλες εκείνες οι ειδικότητες για τις οποίες υπάρχουν αντίστοιχες σχολές στην τριτοβάθµια εκπαίδευση.

• Να κατοχυρωθεί πραγµατική και ουσιαστική δυνατότητα πρόσβασης των αποφοίτων της ΤΕΕ στην τριτοβάθµια εκπαίδευση (ΑΕΙ-ΑΤΕΙ), χωρίς τους φραγµούς και τις διακρίσεις που υφίστανται σήµερα, και αναλογικά µε το µαθητικό δυναµικό της ΤΕΕ.

• Ελεύθερη πρόσβαση στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση µε βάση το απολυτήριο που θα αποκτάται µε ενδοσχολικές εξετάσεις. Στο µεταβατικό χρονικό διάστηµα η πρόσβαση στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση να γίνεται µετά την αποφοίτηση από το Λύκειο, µε πανελλαδικές εξετάσεις σε περιορισµένο αριθµό µαθηµάτων µε την ευθύνη της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης.

• Συνεχή διεύρυνση της πρόσβασης στην τριτοβάθµια εκπαίδευση, µε τελικό στόχο την κατάργηση του κλειστού αριθµού εισακτέων µε την αντίστοιχη γενναία χρηµατοδότηση των υποδοµών των ιδρυµάτων της.

• 25 µαθητές στο τµήµα, 20 στις κατευθύνσεις και 10 µαθητές στα εργαστήρια.

80

• Κατάργηση του µέτρου της βαθµολογικής βάσης του 10 ως ελάχιστου προαπαιτούµενου για την εισαγωγή στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση, που αποκλείει από την Τριτοβάθµια Εκπαίδευση χιλιάδες νέους από τα λαϊκά κοινωνικά στρώµατα και τους εξωθεί στα ιδιωτικά δίκτυα κατάρτισης (ΙΕΚ, ΚΕΚ, Κολέγια κ.λπ).

• Ουσιαστική αλλαγή του πλαισίου της Πρόσθετης ∆ιδακτικής Στήριξης, ώστε να λειτουργεί µε όρους διαφάνειας και αποτελεσµατικότητας, και έγκαιρη έναρξή της στην αρχή του διδακτικού έτους.

• Ουσιαστικά µέτρα και πολιτικές αντισταθµιστικής εκπαίδευσης – να λειτουργήσουν άµεσα Ζώνες Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας βάσει επιστηµονικού σχεδιασµού.

• Όχι στο νοµοθετικό πλαίσιο των Σ∆ΙΤ, που αναθέτει σε ιδιώτες και εταιρείες την ανέγερση σχολείων και άλλων δηµόσιων υποδοµών και οδηγεί στην ανοιχτή εµπορευµατοποίηση της λειτουργίας των δηµόσιων σχολείων, σε αύξηση του κόστους και στη δηµιουργία λειτουργικών προβληµάτων στις σχολικές µονάδες.

• Άµεση κατάρτιση, ψήφιση και εφαρµογή νέου νόµου, που θα διασφαλίζει την αντικειµενική και αξιοκρατική επιλογή των στελεχών της εκπαίδευσης, και κατάργηση του νόµου 3467/06, χωρίς αποκλεισµούς κλάδων.

• Καµία υλοποίηση των περιεχοµένων - προτάσεων της Έκθεσης του ΕΣΥΠ για τη δευτεροβάθµια εκπαίδευση - (αξιολόγηση, εξετάσεις, ωράριο καθηγητών, υποδιευθυντές µάνατζερ κ.λπ).

• Πρωινή λειτουργία όλων των σχολείων και εξοπλισµό τους µε όλα τα απαιτούµενα µέσα (σχολική βιβλιοθήκη, εργαστήρια, αίθουσα υπολογιστών κ.λπ), βάσει ενός σωστά σχεδιασµένου µεσοπρόθεσµου προγραµµατισµού.

• Ανάπτυξη της διαπολιτισµικής και αντιρατσιστικής εκπαίδευσης σε όλα τα επίπεδα και τους θεσµούς της εκπαίδευσης.

• Αποτελεσµατικά µέτρα στήριξης παιδιών µε ειδικές ανάγκες. • Το δηµόσιο σχολείο (µέχρι τα 18 χρόνια) να παρέχει πιστοποιητικό

γλωσσοµάθειας επιπέδου Α΄ σε µια τουλάχιστον ξένη γλώσσα και χρήσης ηλεκτρονικού υπολογιστή µέσα από δηµόσιες εξετάσεις.

• Να ενταχθεί στη βασική εκπαίδευση του διδακτικού προσωπικού της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης όλων των κλάδων και ειδικοτήτων και η παιδαγωγική κατάρτιση.

• Επιµόρφωση των καθηγητών µε τη συνεργασία των ΑΕΙ, µε δηµοκρατική οργάνωση και ενεργό συµµετοχή των επιµορφουµένων. Ουσιαστική εισαγωγική επιµόρφωση µετά το διορισµό. Ετήσια

81

περιοδική επιµόρφωση µε απαλλαγή από τα διδακτικά καθήκοντα για όλους τους εκπαιδευτικούς. Πολύµορφη, βραχύχρονη επιµόρφωση µε τις ίδιες όπως παραπάνω προϋποθέσεις (ΑΕΙ, απαλλαγή από διδακτικά καθήκοντα κ.λπ).

• Θεσµοθέτηση της µετεκπαίδευσης των εκπαιδευτικών της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης και σύνδεσή της µε µεταπτυχιακό τίτλο σπουδών. Φορέας πρέπει να είναι τα ΑΕΙ. Η επιλογή µεταξύ των υποψηφίων να γίνεται µε αξιοκρατικές και αδιάβλητες διαδικασίες, ενώ πρέπει να προβλέπονται κίνητρα τόσο για τους µετεκπαιδευόµενους, όσο και για τους διδάσκοντες και επιβλέποντες καθηγητές.

• Ουσιαστική αναµόρφωση του θεσµικού πλαισίου του ΙΚΥ και διεύρυνση και ενίσχυση των προγραµµάτων ανταλλαγής εκπαιδευτικών σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.14

14 Αιτήµατα του 13ου Συνεδρίου, 2007.

82

ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

1. ΕΓΓΡΑΦΑ ΓΙΑ ΤΗ ∆ΙΑΜΑΧΗ ΤΟΥ ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΜΟΥ

ΥΠΕΠΘ Φ. 200.21/16/139249/26-11-77

…………………………………………………………………………………..

4. Επειδή γνωρίζουµε τις δυσκολίες που παρουσιάζονται στην πραγµατοποίηση του εκκλησιασµού των µαθητών και οι οποίες µάλιστα, τις περισσότερες φορές, είναι ανεξάρτητες από τη θέληση και τη διάθεση των υπευθύνων των σχολείων, γι’ αυτό µε την εγκύκλιό µας αυτή αναφερόµεθα στο θέµα του εκκλησιασµού και δίδουµε ορισµένες οδηγίες, οι οποίες θα βοηθήσουν στην αντιµετώπιση των δυσκολιών που παρουσιάζονται-και ιδιαίτερα των τεχνικών- για την πραγµατοποίηση του εκκλησιασµού.

α) Η πραγµατοποίηση του εκκλησιασµού των σχολείων προϋποθέτει την ύπαρξη χώρου στον ενοριακό Ναό και συνοδούς εκπαιδευτικούς, οι οποίοι πρέπει να προσφέρονται θεληµατικά, ή, αν ορίζονται από τους ∆ιευθυντές των σχολείων, να µη δηµιουργείται σ’ αυτούς πρόβληµα που θα γίνεται αιτία αγανακτήσεως ή κοπώσεως ή οικονοµικών, οικογενειακών ή άλλων συναφών επιπτώσεων.

β) Στα σχολεία των επαρχιών (χωριών και µικρών πόλεων) πιστεύουµε ότι δεν υπάρχει πρόβληµα και ο εκκλησιασµός πρέπει να γίνεται, γιατί και οι ενοριακοί Ναοί µπορούν άνετα να εξασφαλίσουν χώρο και εκπαιδευτικοί λειτουργοί θα προσφέρονται να συνοδεύσουν αυτούς, αν βέβαια διαµένουν στο ίδιο µέρος.

γ) Το ίδιο φρονούµε ότι µπορεί να γίνει στις επαρχιακές µεγαλύτερες πόλεις, µε τη διαφορά ότι οι µαθητές µπορούν να εκκλησιάζονται τµηµατικά σε δύο ή περισσότερους Ναούς, εφόσον βέβαια και εδώ θα προσφέρονται συνοδοί εκπαιδευτικοί.

δ) Το πρόβληµα του εκκλησιασµού παρουσιάζει δυσκολίες στις µεγάλες πόλεις (Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη, Πάτρα κ.λπ), αλλά και εδώ, µε µια καλή διάθεση και προσπάθεια όλων των εκπαιδευτικών, µπορούµε να βρούµε λύση, ώστε ο εκκλησιασµός να γίνεται, ανά δεκαπενθήµερο ή τουλάχιστον κατά µήνα. Είναι δυνατόν π.χ. να προγραµµατίζονται ειδικές σύντοµες λειτουργίες στους ενοριακούς Ναούς των σχολείων, εκτός Κυριακών, για τους µαθητές των σχολείων. Οι λειτουργίες αυτές θα γίνονται ύστερα από συνεννόηση µε τους οικείους εφηµερίους σε πρωινά και εφ’ όσον βέβαια τα Σχολεία λειτουργούν πρωινές ώρες και στη συνέχεια θα γίνονται τα

83

µαθήµατα της ηµέρας, µε µια µικρή συντόµευση των ωρών διδασκαλίας, ώστε να καλύπτονται όλες οι ώρες της ηµέρας αυτής.

Επίσης τα απογευµατινά και Νυκτερινά σχολεία καλόν είναι να παρακολουθούν µια ειδική λειτουργία προηγιασµένων, χαιρετισµούς ή άλλες θρησκευτικές τελετές, ώστε οι µαθητές τους να µην έχουν πλήρη αποξένωση από τη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας.

5. Τέλος τονίζουµε ότι µε την εγκύκλιό µας αυτή δε δίδουµε εντολές για εκτέλεση, αλλά επισηµαίνουµε και υπενθυµίζουµε βασικές υποχρεώσεις που πηγάζουν από την αποστολή µας ως εκπαιδευτικών λειτουργών και υπευθύνων ∆ιευθυντών, οι οποίοι ασκούν το ιερό λειτούργηµα της αγωγής, που αποβλέπει «στην ανάπτυξη της θρησκευτικής και εθνικής συνειδήσεως των νέων».

………………………………………………………………………………….. Επιστολή Γονέων προς την «Ελεύθερη Θράκη», 16-11-84

Κύριε ∆ιευθυντά, Ζούµε στον ακριτικό Έβρο, στην Ορεστιάδα και βλέπουµε κάθε µέρα

υψωµένους µιναρέδες στις χαµένες πατρίδες µας και αισθανόµαστε ότι φυλάµε Θερµοπύλες Χριστιανισµού και Ελληνισµού.

Όµως διοικητικοί και συνδικαλιστικοί φορείς της Μέσης Εκπαιδεύσεως της περιφερείας µας εξαπέλυσαν ανίερο και ανειλικρινή πόλεµο εναντίον του σχολικού Εκκλησιασµού των παιδιών µας.

1. Ο Προϊστάµενος του Γραφείου Μέσης Εκπαιδεύσεως κ. Σωτήριος Φυντάνης απαγόρευσε φέτος τον εκκλησιασµό µε την αριθ. πρωτ. 3127/9-10-84 εγκύκλιο-διαταγή του κάνοντας εσκεµµένα παρερµηνεία της σχετικής Εγκυκλίου του ΥΠΕΠΘ Φ. 200.21/16/139249/26-11-77, που ισχύει µέχρι σήµερα από το 1977 για όλα τα σχολεία της χώρας πλην της περιφέρειας της δικής µας, για την οποία ισχυρίζεται ότι ο εκκλησιασµός των σχολείων πρέπει να γίνεται µόνο Κυριακές. Μεταθέτοντας όµως το σχολικό εκκλησιασµό την Κυριακή ουσιαστικά τον καταργεί.

2. Σε όσα σχολεία οι καθηγητές έκαναν τον καθιερωµένο εκκλησιασµό χωρίς απώλεια διδακτικών ωρών µε τρόπο «αποφασίζουµε και διατάζουµε» επέβαλε τις δικές του πεποιθήσεις και απόψεις.

Τα Ελληνόπουλα του ακριτικού Έβρου δεν δικαιούνται σχολικού Εκκλησιασµού;

Τα ακριτόπουλα της Ορεστιάδας απαγορεύεται να ζήσουν λατρευτικές στιγµές σαν σχολείο;

Μάλιστα σε καιρούς που ιδιαίτερα πρέπει να καλλιεργηθούν τα ελληνορθόδοξα βιώµατα σ’ όλους τους νέους, πολύ δε περισσότερο της

84

ακριτικής πόλης µας. Πώς ο κ. Προϊστάµενος της Μ.Ε. εκδίδει απαγορευτικές διαταγές;

Το θέµα είναι πολύ σοβαρό και σαν γονείς µας ανησυχεί η στάση του κ. Φυντάνη, διότι θίγει τα Ελληνορθόδοξα πιστεύω του τόπου µας.

Ορεστιάδα 5-11-84 Οι γονείς 1) Αραµπατζής Στέφανος 2) ∆οβρίδης Στέφανος

Επιστολή του Μητροπολίτη ∆ιδυµοτείχου- Ορεστιάδας και Σουφλίου στην εφηµερίδα «Ακριτικά Νέα» Ορεστιάδας.

Στις στήλες της εγκρίτου εφηµερίδος σας δηµοσιεύονται επιστολές

και ειδήσεις σχετικές µε τον εκκλησιασµό των µαθητών και την στάση της Τοπικής Εκκλησίας.

Προτού προχωρήσουµε στο κύριο θέµα πρέπει να δηλώσουµε ότι η Εκκλησία και ο Μητροπολίτης ουδέποτε αντιδικούν ή πρέπει να αντιδικούν µε τις Υπηρεσίες αλλά και το Ποίµνιο. Η Εκκλησία είναι σκέπη όλων και σκέπη ανεξίκακος και αλεξικέραυνος των επιθέσεων, ώστε πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους ότι ο Μητροπολίτης αλλά και οι υπ’ αυτόν Ιερείς του λαού του Θεού επίσης µάχονται υπέρ των δικαίων και των δικαιωµάτων των πιστών.

Αυτά που χαράσσονται τώρα είναι και από άποψη θέσεως και από άποψη αποδοχής απροσωπόληπτα, διότι δεδοµένον είναι ότι ο Μητροπολίτης είναι πατέρας όλων και τους αντιµετωπίζει όλους µε πατρικά αισθήµατα. Ευκαιρία εδώ είναι να σηµειώσουµε ότι ουδεµία απροκάλυπτη και αντίθετη άποψη την θεωρούµε εχθρική. Αντίθετα τα πάντα τα αντιµετωπίζουµε µε χριστιανική αγάπη αλλά και το αληθινό συµφέρον του λαού του Θεού. Ο αρχαιότερος, ο πιο δηµοκρατικός και ο πιο αντιπροσωπευτικός λαϊκός θεσµός είναι της Εκκλησίας µας. Από τη θέση λοιπόν αυτή θα προχωρήσω σε ορισµένες παρατηρήσεις και οι αναγνώστες έχω την βεβαιότητα ότι θα εξαγάγουν ασφαλή συµπεράσµατα.

1. Το κύριο θέµα είναι ο εκκλησιασµός των µαθητών. Επίσηµα κείµενα (Εγκύκλιοι του Υπουργείου Παιδείας και απαντήσεις των συλλόγων καθηγητών και γονέων) ουδ’ επ’ ελάχιστον αµφισβητούν το καθήκον, αλλά και την προκύπτουσα ωφέλεια εκ του εκκλησιασµού των µαθητών.

2. Το θέµα προέκυψε α) εκ του µη εκκλησιασµού των µαθητών και β) εκ των δοθεισών αιτιολογιών διά τον µη εκκλησιασµόν.

3. Είµαι υποχρεωµένος να παρατηρήσω ότι και ο µη εκκλησιασµός ως πράξις και αι δοθείσαι αιτιολογίαι της παραλείψεώς του ουδέν έρεισµα ευρίσκουν εις τον Νόµον (Εγκύκλιοι Υπουργείου Παιδείας κ.λπ) και εις την

85

Ελληνικήν Παράδοσιν (ουδέποτε Ελληνικόν Σχολείον απηγόρευσε τον εκκλησιασµόν, αντιθέτως σε όλα τα Ελληνικά Σχολεία και σε όλους τους χρόνους, δίσεκτους και µη, ο εκκλησιασµός αποτελούσε πρώτιστον καθήκον και µέριµναν).

4. Αι προταθείσαι δικαιολογίαι και ιδία του Επιθεωρητού του Γραφείου Μ.Ε. Ορεστιάδας και των επιστρατευθέντων συνδικαλιστών δεν αποτελούν δικαιολογίας, αλλά εξωφθάλµους περερµηνείας του Νόµου και των καθηκόντων των καθηγητών και του καθήκοντος του Έλληνος Ορθοδόξου έναντι της Παραδόσεώς του.

5. Απλανώς και χωρίς διάθεσιν κατακρίσεως οπωσδήποτε όµως κριτικής παρατηρούµε ότι αποτελούν πρωτοφανή παρερµηνεία και συνιστούν παράβασιν καθήκοντος. Ουδείς εκπαιδευτικός και όπως νοµίζοµεν ουδέν συνδικαλιστικόν όργανον δύναται να υιοθετήσει και εφαρµόσει την απαγόρευση του εκκλησιασµού των µαθητών. Άπαγε της βλασφηµίας.

6. Εµείς ως Εκκλησία έχοµεν πράξει το καθήκον µας, θεωρούµεν όµως υποχρέωσή µας ν’ απαντήσουµε στις αιτιάσεις των συνδικαλιστικών καθηγητών (Βλέπε «Ελεύθερη Θράκη», 20.12.1984) ότι δήθεν δεν συνεργαστήκαµε στην εφαρµογή του προγράµµατός των για την νεολαία.

α) Μόλις επληροφορήθην, κατά την έναρξη του σχολικού έτους 1982-1983, ήτοι κατά τον µήνα Οκτώβριο 1982, ότι εµεθοδεύετο η µαταίωσις του εκκλησιασµού των µαθητών, προσωπικώς επεσκέφθην τα περισσότερα σχολεία της περιφερείας της Ιεράς Μητροπόλεως ∆ιδυµοτείχου και επέστησα την προσοχήν των υπευθύνων και συνέστησα ότι σε περίπτωση που υπήρχον αντιρρήσεις θα εδεχόµην δηµόσιον διάλογον παρουσία πάντων των ενδιαφεροµένων.

Αντί του διαλόγου µας επροτάθη «η παρουσία της Εκκλησίας σε συναντήσεις» του συνδικαλιστικού οργάνου «µε τις µαθητικές κοινότητες και τους συλλόγους των γονέων και κηδεµόνων για την προσέγγιση των νέων και για την εξέταση και επίλυση των προβληµάτων τους» (Βλέπε ΕΛΜΕ Β΄ ΓΕΜΕ Έβρου αριθµ Πρωτ. 161/22-11-1982).

β) Η ως άνω πρότασις ήτο και είναι αόριστος και παρέµεινε απραγµατοποίητος, δηλαδή στα χαρτιά, διότι ουδεµία σχετική εκδήλωσις έλαβε χώραν και ουδεµία πρόσκλησις περί τούτου έλαβε η Ιερά Μητρόπολις από τότε µέχρι σήµερον από την ΓΕΜΕ Ορεστιάδας για εκδηλώσεις υπέρ των νέων. Επειδή δεν παροικούµεν την Ιερουσαλήµ, δυνάµεθα και χωρίς να σκανδαλίσουµε κανένα να υποστηρίξουµε ότι η πρότασις της ΓΕΜΕ Ορεστιάδας αποσκοπούσε στο να θολώσει τα νερά ή να µετατοπίσει το θέµα.

γ) Έχουµε να δηλώσουµε ότι η ένεκα λόγων υγείας απουσία µας από την Μητρόπολη δεν είχε παρακωλύσει το έργον της Εκκλησίας και ουδεµία δικαιολογία περί σιωπής εκ µέρους της Εκκλησίας δύναται να ευσταθήσει.

86

Η παράθεση των ως άνω είναι ολίγον εκτενής. ∆εν µπορούσε όµως να γίνει αλλοιώς, διότι εµείς πιστεύουµε και στον δηµοκρατικόν διάλογον αλλά και στο δικαίωµα κάθε πολίτου να γνωρίζει την αλήθεια, πολύ δε περισσότερον όταν αυτή η αλήθεια αφορά αυτήν ταύτην την εθνικήν υπόστασίν του σαν ορθοδόξου χριστιανού και Έλληνος.

∆εν προβαίνουµε σε κρίσεις. Έχουµε απευθυνθεί αρµοδίως και τώρα µε τα ως άνω δεδοµένα πραγµατικά περιστατικά απευθυνόµαστε στον λαό του Θεού. Η πρότασις, οθενδήποτε προερχοµένη και εξ οιουδήποτε λόγου διατυπωµένη, ότι «απαγορεύεται ο Εκκλησιασµός των µαθητών» είναι εθνικώς, εκπαιδευτικώς, χριστιανικώς αλλά και δηµοκρατικώς αποκρουστέα.

Εν ∆ιδυµοτείχω τη 18η Ιανουαρίου 1985 Μετ’ ευχαριστιών και ευχών Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΑΓΑΘΑΓΓΕΛΟΣ

Απάντηση του Προϊσταµένου προς τους Γονείς, «Ελεύθερη Θράκη», 30-11-1984

Κύριε ∆ιευθυντά, Σχετικά µε το περιεχόµενο των κ.κ. 1) Αραµπατζή Στεφάνου και 2)

∆οβρίδη Στεφάνου, κατοίκων Ορεστιάδας, που δηµοσιεύσατε στο φύλλο της έγκριτης εφηµερίδας σας στις 16-11-84 µε τίτλο «Απαγόρευσαν τον εκκλησιασµό;» έχω την τιµή να σας γνωρίσω ότι η θέση µας στο θέµα του Εκκλησιασµού των µαθητών των Σχολείων Μ.Ε. της Περιφέρειας του Γραφείου µας στηρίζεται στη µε αριθ. Πρωτ. Φ. 200.21/16/139249/26-11-77 Εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας, που αναφέρει σε πιστή µεταφορά της σχετικής παραγράφου τα εξής:

«4. α)…………………………………………………………………………….

β) Στα σχολεία των επαρχιών (χωριών και µικρών πόλεων) πιστεύουµε ότι δεν υπάρχει πρόβληµα και ο εκκλησιασµός πρέπει να γίνεται, γιατί και οι ενοριακοί Ναοί µπορούν άνετα να εξασφαλίσουν χώρο και εκπαιδευτικοί λειτουργοί θα προσφέρονται να συνοδεύσουν αυτούς, αν βέβαια διαµένουν στο ίδιο µέρος.

γ) Το ίδιο φρονούµε ότι µπορεί να γίνει στις επαρχιακές µεγαλύτερες πόλεις, µε τη διαφορά ότι οι µαθητές µπορούν να εκκλησιάζονται τµηµατικά σε δύο ή περισσότερους Ναούς, εφόσον βέβαια και εδώ θα προσφέρονται συνοδοί εκπαιδευτικοί.

δ) Το πρόβληµα του εκκλησιασµού παρουσιάζει δυσκολίες στις µεγάλες πόλεις (Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη, Πάτρα κ.λπ), αλλά και εδώ, µε µια καλή διάθεση και προσπάθεια όλων των εκπαιδευτικών, µπορούµε να

87

βρούµε λύση, ώστε ο εκκλησιασµός να γίνεται, ανά δεκαπενθήµερο ή τουλάχιστον κατά µήνα. Είναι δυνατόν π.χ. να προγραµµατίζονται ειδικές σύντοµες λειτουργίες στους ενοριακούς Ναούς των σχολείων, εκτός Κυριακών, για τους µαθητές των Σχολείων.

5……………………………………………………………………………….».

Από τα παραπάνω και ιδιαίτερα από το εδάφιο δ΄ προκύπτει ότι θέµα Εκκλησιασµού των µαθητών εκτός Κυριακών υπάρχει µόνο για τις µεγάλες πόλεις (Αθήνα, Θεσσαλονίκη κ.λπ).

Ορεστιάδα 20-11-1984 Με τιµή Ο Προϊστάµενος του Γραφείου ΣΩΤΗΡΗΣ ΦΥΝΤΑΝΗΣ Λυκειάρχης- Φιλόλογος

Απάντηση του Προϊσταµένου σε έγγραφο του Μητροπολίτη Ύστερα από το παραπάνω έγγραφό σας, που µας κοινοποιήσατε µε το

992/2-10-84, σχετικά µε τον εκκλησιασµό των µαθητών, σας αναφέρουµε τα εξής:

1. Από τη µε αριθ. πρωτ. Φ. 200.21/16/139249/26-11-77 Εγκύκλιο του ΥΠ.Ε.Π.Θ., που αναφέρεται στο θέµα αυτό και αντίγραφο της οποίας σας κοινοποιούµε, προκύπτει ότι τα Σχολεία της περιοχής µας δεν υπάγονται στην περίπτωση εκκλησιασµού των µαθητών τους σε ηµέρες και ώρες διδασκαλίας των µαθηµάτων (παράγραφος 4, εδάφια β-δ).

2. Ο εκκλησιασµός των µαθητών µας απασχολεί και µας προβληµατίζει και θα είµαστε πολύ ευτυχείς, εάν, µε τη συνδροµή όλων των αρµόδιων παραγόντων, και ιδιαίτερα της Εκκλησίας και των Θεολόγων καθηγητών των Σχολείων, οι µαθητές µας εθίζονταν σε τακτικό εκκλησιασµό κατά την Κυριακή, Ηµέρα του Κυρίου.

Ο Προϊστάµενος του Γραφείου ΣΩΤΗΡΗΣ ΦΥΝΤΑΝΗΣ Λυκειάρχης-Φιλόλογος

Απάντηση της Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου σε δηµοσιεύµατα επιστολών και σε Γονείς του Συλλόγου Γονέων και Κηδεµόνων του 1ου Γυµνασίου Ορεστιάδας για τον εκκλησιασµό των µαθητών, «Ακριτικά Νέα» Ορεστιάδας, 30-01-1985.

Επειδή το θέµα αναφέρεται στα σχολεία της περιοχής µας, στον Προϊστάµενο του Γραφείου Μ.Ε. Ορεστιάδας και µέλος της Ένωσής µας κ.

88

Φυντάνη Σωτήρη και επειδή ταυτόχρονα δηµιουργήθηκε ένας θόρυβος, ως ∆.Σ. είµαστε υποχρεωµένοι ν’ απαντήσουµε στα παραπάνω δηµοσιεύµατα.

1. Κατ’ αρχάς τα δηµοσιεύµατα διαστρεβλώνουν και παραποιούν τα γεγονότα, όταν µιλάνε για παράνοµη και αυθαίρετη απαγόρευση του εκκλησιασµού από τον Προϊστάµενο του Γραφείου Μ.Ε., γιατί αυτός δεν έκανε τίποτε άλλο πέρα από την ερµηνεία και εφαρµογή των νόµων που ισχύουν από το 1977.

2. Με τα δηµοσιεύµατα γίνεται καπηλεία της θρησκευτικής και πατριωτικής συνείδησης, εξαπολύεται αδικαιολόγητη επίθεση ενάντια στον Προϊστάµενο του Γραφείου Μ.Ε., κ. Φυντάνη Σωτήρη και επιχειρείται µια ωµή παρέµβαση στο χώρο των σχολείων µε «αγνώστους» σκοπούς.

Συγκεκριµένα α) Ο κος … καλεί τους Συλλόγους Καθηγητών να µην εφαρµόσουν τη διαταγή του Προϊσταµένου τους, δηλ. να µην εφαρµόσουν διαταγή της Πολιτείας, χαρακτηρίζοντάς την παράνοµη και αυθαίρετη.

β) Ο Σύλλογος Γονέων-Κηδεµόνων 1ου Γυµνασίου Ορεστιάδας διατυπώνει απειλές γράφοντας τα εξής: «Εάν δεν ακυρωθεί η προαναφεροµένη διαταγή του κου

Φυντάνη, τότε οι αντιδράσεις των κατοίκων της πόλεώς µας θα είναι έντονες και η εξέλιξή των απρόβλεπτη»

Και αναρωτιόµαστε: Οι παραπάνω ενέργειες και απειλές συµβιβάζονται µε την ιδεολογία του Χριστιανισµού και του εκκλησιασµού που τον χρησιµοποιούν σαν σύνθηµα;

Η λύση στο οποιοδήποτε σχολικό πρόβληµα θέλουν να επιβάλλεται αυθαίρετα απ’ αυτούς και να µην δίνεται µέσα από τη συνεργασία των φορέων της εκπαίδευσης;

Μήπως ο εκκλησιασµός είναι το πρόσχηµα, ώστε να µπορούν στη συνέχεια να παρεµβαίνουν, όποτε και όπως αυτοί θέλουν στο χώρο των σχολείων;

Αλήθεια ποιος τους έχρισε σαν τους µοναδικούς θεµατοφύλακες των «Ελληνο-Χριστιανικών» ιδεωδών;

Το γεγονός ότι, για το θέµα του σχολικού εκκλησιασµού, άρχισε µια συντονισµένη επιχείρηση µέσα από τις εφηµερίδες, χωρίς να προηγηθεί διάλογος ανάµεσα στους ενδιαφερόµενους φορείς (Καθηγητές- Μαθητές- Γονείς- Πολιτεία), σε συνδυασµό µε το ότι δεν επιδείχθηκε ανάλογο ενδιαφέρον για πιο καυτά προβλήµατα των µαθητών, µας ανησυχεί.

Ως δάσκαλοι, γνωρίζουµε καλύτερα από τον καθένα τα προβλήµατα των µαθητών µας.

Γι’ αυτό και πιστεύουµε πως η ηθική και πνευµατική βελτίωση των νέων δεν µπορεί να προέλθει µόνο από µια ώρα εκκλησιασµού το 15νθήµερο και αυτή µάλιστα σε ώρα µαθήµατος.

Απαιτείται πλησίασµα και προσέγγιση των προβληµάτων τους. Χρειάζεται να τους δώσουµε ερεθίσµατα για έναν άλλο τρόπο ζωής.

89

Είναι επιτακτική ανάγκη το πολιτιστικό και πνευµατικό ανέβασµα των µαθητών, ώστε να µπορέσουν να ξεφύγουν απ’ όλα εκείνα τα αρνητικά στοιχεία που τους βοµβαρδίζουν καθηµερινά και που στοχεύουν στον αποπροσανατολισµό τους και την αλλοτρίωση του χαρακτήρα τους. Είναι απαραίτητο να ολοκληρωθεί άµεσα η κατασκευή του Πνευµατικού Κέντρου Ορεστιάδας, που χρόνια τώρα καθυστερεί.

Προς την κατεύθυνση αυτή δεν είδαµε, µέχρι τώρα, να κινούνται οι υπογράφοντες τα δηµοσιεύµατα και γενικά όλοι εκείνοι που υπεραµύνονται του σχολικού εκκλησιασµού στην περιοχή µας, ενώ γνωρίζουν κάλλιστα την άσχηµη κατάσταση που επικρατεί στην περιοχή («σκυλάδικα», ναρκωτικά…). Στις 3 και 4 Νοέµβρη 1984 πραγµατοποιήθηκαν στην Ορεστιάδα 2ήµερες «εκδηλώσεις για την Ειρήνη». Η πρωτοβουλία ανήκε στις Μαθητικές Κοινότητες, στην Β΄ ΕΛΜΕ και άλλους φορείς. Όµως από τις εκδηλώσεις αυτές απουσίασαν επιδεικτικά οι αµύντορες του εκκλησιασµού και οι εκπρόσωποί της εκκλησίας. Το ενδιαφέρον µας για τα προβλήµατα των νέων φαίνεται και από έγγραφα που στείλαµε στο Μητροπολίτη ∆ιδυµοτείχου-Ορεστιάδας και στις Μαθητικές Κοινότητες Γυµνασίων και Λυκείων της περιοχής. (Σας επισυνάπτουµε φωτοτυπίες των εγγράφων µας). Με τα όσα γράφουµε δε στρεφόµαστε εναντίον κανενός. Θεωρήσαµε όµως χρέος µας ν’ αποκαταστήσουµε την αλήθεια, γιατί φρονούµε πως παρόµοια δηµοσιεύµατα βλάπτουν τα σχολεία και την εκπαίδευση και εµποδίζουν τη σωστή συνεργασία των φορέων Καθηγητών – Μαθητών – Συλλόγων Γονέων και Κηδεµόνων – Πολιτείας). Ταυτόχρονα η επιστολή µας αποτελεί κάλεσµα, ώστε κάθε καλοπροαίρετος να δείξει έµπρακτα το ενδιαφέρον του για τα προβλήµατα των µαθητών. Για το ∆.Σ. Ο Πρόεδρος Ζιαγάκης Παναγιώτης Ο Γεν. Γραµµατέας Σιώζιος Παναγιώτης Επιστολή της Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου προς τον Μητροπολίτη Σεβασµιότατε,

Ύστερα από την συνάντηση που είχατε µε µέλος της Ένωσής µας, Σας πληροφορούµε ότι η ΕΛΜΕ Β΄ ΓΕΜΕ εδρεύει στην Ορεστιάδα και το ∆.Σ. έχει ως εξής: Πρόεδρος: Γιαννούλης Νίκος Αντιπρόεδρος: Ζιαγάκης Παναγιώτης

90

Γεν. Γραµµατέας: Καβάζης Τηλέµαχος Οργ. Γραµµατέας: Κούζας Ιωάννης Ταµίας: Κάργας Αλέξανδρος Μέλη: Κιτσάκης Γεώργιος Σιώζιος Παναγιώτης

Με µεγάλη µας χαρά ακούσαµε ότι επιζητάτε τη συνεργασία µας πάνω στα προβλήµατα που απασχολούν τους νέους της περιοχής µας.

Σας γνωστοποιούµε λοιπόν ότι σκοπός της Ένωσής µας, εκτός των άλλων, είναι η επαφή µε τις µαθητικές κοινότητες και τους συλλόγους Γονέων και Κηδεµόνων για την προσέγγιση των νέων και για την εξέταση και επίλυση των προβληµάτων τους.

Η ΕΛΜΕ θα προχωρήσει σύντοµα στη διοργάνωση διαλέξεων και συναντήσεων. Σ’ αυτές θα υπάρξει ανοικτός και δηµοκρατικός διάλογος.

Η παρουσία της Εκκλησίας σ’ αυτές τις συναντήσεις είναι ευπρόσδεκτη και απαραίτητη.

Αν λοιπόν θέλετε να συνεργαστείτε µαζί µας πάνω στα προβλήµατα των νέων, παρακαλούµε να µας γνωστοποιήσετε γραπτώς πώς εννοείτε αυτή τη συνεργασία, πάνω σε ποια βάση µπορεί να γίνει και µε ποιο τρόπο θα πραγµατοποιηθεί. Με σεβασµό Ο Πρόεδρος Νίκος Γιαννούλης Ο Γεν. Γραµµατέας Τηλέµαχος Καβάζης

91

ΜΕΡΟΣ ΕΚΤΟ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΑ 1. ΤΟ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΗΣ Β΄ ΕΛΜΕ

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΗΣ Β΄ ΕΝΩΣΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗΣ ΝΟΜΟΥ ΕΒΡΟΥ

Όπως τροποποιήθηκε στη Γενική Συνέλευση της 19-5-1991, που συγκλήθηκε γι’ αυτό το σκοπό. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ (ΤΙΤΛΟΣ – Ε∆ΡΑ – ΣΚΟΠΟΣ – ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ – ΜΕΣΑ) ΑΡΘΡΟ 1

Το από το 1981 µε την µε αριθµό 330/81 απόφαση του Πολυµελούς Πρωτοδικείου Έβρου ιδρυµένο και αναγνωρισµένο σωµατείο (αρ. Β. Σωµατείου 7/82) µε την επωνυµία «Ένωση Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης Β΄ ΓΕΜΕ ΕΒΡΟΥ», του οποίου το καταστατικό τροποποιείται, εξακολουθεί να υπάρχει µε την επωνυµία «Β΄ Ένωση Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης Νοµού Έβρου», µε έδρα την Ορεστιάδα (Β΄ ΕΛΜΕ ΕΒΡΟΥ).

ΑΡΘΡΟ 2 (ΣΚΟΠΟΣ)

Σκοπός της Ένωσης είναι α) Η πνευµατική, κοινωνική και υλική εξύψωση των µελών της. β) Η προάσπιση και προαγωγή των επαγγελµατικών και οικονοµικών συµφερόντων του κλάδου. γ) Η συµβολή της στην επίλυση των εκπαιδευτικών προβληµάτων της χώρας και στην βελτίωση της όλης παιδείας του ελληνικού λαού. δ) Η δηµιουργία και διατήρηση της ενότητας και της αλληλεγγύης ανάµεσα στα µέλη της. ε) Η υλική και ηθική συµπαράσταση των µελών που πέφτουν θύµατα της αφοσίωσης στις επιδιώξεις της Ένωσης. στ) Η εργασία για την επιµόρφωση των µελών της. ζ) Η ανάπτυξη της αλληλεγγύης και ενότητας µε τους υπόλοιπους ∆ηµόσιους Υπαλλήλους και τους άλλους εργαζόµενους. η) Η προάσπιση της ειρήνης, της δηµοκρατίας και της εθνικής ανεξαρτησίας. θ) Η έκφραση γνώµης για θέµατα γενικότερου ενδιαφέροντος, καθώς και η συµµετοχή στις κοινές προσπάθειες για την αντιµετώπισή τους. ι) Η ελεύθερη διακίνηση των ιδεών και η κατοχύρωση των πολιτικών δικαιωµάτων.

ΑΡΘΡΟ 3 (ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ)

92

Για την πραγµατοποίηση των παραπάνω σκοπών η ΕΛΜΕ µεταχειρίζεται τα ακόλουθα µέσα: α) Συµµετέχει ως ενεργό µέλος στην ΟΛΜΕ και συνεργάζεται µε κάθε νόµιµη οργάνωση που επιδιώκει τη βελτίωση της εκπαίδευσης και την ανύψωση του µορφωτικού επιπέδου του ελληνικού λαού. β) Συνεργάζεται και διαφωτίζει την κοινή γνώµη και τους αρµόδιους παράγοντες για την κοινωνική και εθνική σηµασία της αποστολής των εκπαιδευτικών της ∆.Ε. και για τα εκπαιδευτικά ζητήµατα. γ) Πραγµατοποιεί εκδηλώσεις εθνικού, πολιτιστικού, παιδαγωγικού και ψυχαγωγικού περιεχοµένου µε συγκεντρώσεις, παραστάσεις, διαλέξεις, συνέδρια, περιοδείες, εκδροµές κ.λπ. δ) ∆ηµιουργεί Πνευµατική Εστία µε βιβλιοθήκη αναγνωστήριο, εκπαιδευτήριο, αίθουσα εκθέσεως. ε) Εκδίδει δηµοσιογραφικό έντυπο για την ενηµέρωση των µελών της. στ) Η Ένωση χρησιµοποιεί όλα τα νόµιµα αγωνιστικά µέσα σε περίπτωση που η πολιτεία αρνείται να ικανοποιήσει τα δίκαια αιτήµατα του κλάδου πάντοτε σε συνεννόηση και συνεργασία µε την ΟΛΜΕ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ (ΠΟΡΟΙ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ)

ΑΡΘΡΟ 4

1. Οι πόροι της Ένωσης διακρίνονται σε τακτικούς και έκτακτους. Τακτικοί είναι η ετήσια συνδροµή των µελών της που το ύψος της καθορίζει η Γ.Σ. Έκτακτοι, κάθε έσοδο από έκτακτες εισφορές, δωρεές, κληροδοσίες και περισσεύµατα από εορτές, παραστάσεις, εκδροµές κ.λπ.

2. Κληροδοσίες και δωρεές µε όρους γίνονται δεκτές µε απόφαση της Γ.Σ. και εφ’ όσον δεν δεσµεύουν κατά οποιοδήποτε τρόπο τους καταστατικούς σκοπούς της Ένωσης.

3. Τα έσοδα της ΕΛΜΕ διατίθενται: α) για την έκδοση περιοδικού και την εκτύπωση κάθε είδους διαφωτιστικού και ενηµερωτικού εντύπου, β) για έξοδα λειτουργίας γραφείων, γ) για οικονοµική ενίσχυση σε συναδέλφους που υπέστησαν ατυχήµατα ή βρίσκονται σε δύσκολη οικονοµική κατάσταση, δ) για έξοδα κίνησης και παράστασης των µελών του ∆.Σ., ε) για πληρωµή της ετήσιας συνδροµής των µελών της στην ΟΛΜΕ στο ύψος που καθορίζει η Γ.Σ. της Οµοσπονδίας και µέσα στα χρονικά όρια που προβλέπει το καταστατικό της ΟΛΜΕ και στ) για κάθε άλλη ανάγκη που περιλαµβάνεται στον προϋπολογισµό. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ (ΜΕΛΗ) ΑΡΘΡΟ 5

93

Τα µέλη της ΕΛΜΕ διακρίνονται σε κανονικά και επίτιµα. 1. Κανονικά µέλη µπορούν να γίνουν όσοι εκπαιδευτικοί λειτουργοί

υπηρετούν στα σχολεία της Β΄ ΕΛΜΕ Έβρου και στο Γραφείο της Β΄ ΕΛΜΕ. 2. Επίτιµα µέλη ανακηρύσσονται µε απόφαση της Γ.Σ. οι

εκπαιδευτικοί λειτουργοί που πρόσφεραν εξαιρετική εκπαιδευτική, πνευµατική ή συνδικαλιστική δράση, µε θετικό αντίκτυπο στην πραγµατοποίηση των σκοπών της Ένωσης και του Εκπαιδευτικού Συνδικαλισµού γενικότερα και που έχουν αποχωρήσει από την Υπηρεσία. ΑΡΘΡΟ 6

Η εγγραφή των κανονικών µελών γίνεται µε αίτηση του ενδιαφεροµένου και µε προκαταβολή 1800 δρχ. Εάν το ∆.Σ. αρνηθεί την εγγραφή, τότε ο ενδιαφερόµενος εκπαιδευτικός µπορεί να ζητήσει την εγγραφή του µε απόφαση της πρώτης τακτικής ή έκτακτης Γ.Σ. της Ένωσης. Η εγγραφή είναι αυτοδίκαιη, όταν πληρούνται οι προβλεπόµενοι από το καταστατικό όροι. ΑΡΘΡΟ 7

Τα κανονικά µέλη της Ένωσης έχουν δικαίωµα να συµµετέχουν στις τακτικές και έκτακτες Γ.Σ., να παίρνουν το λόγο, σύµφωνα µε τις διατάξεις του καταστατικού και να εκθέτουν ελεύθερα τις απόψεις τους σχετικά µε τα θέµατα της Ηµερήσιας ∆ιάταξης, να αξιώνουν την εφαρµογή των σκοπών της Ένωσης, να συµβάλλουν σ’ αυτή, να ενηµερώνονται από το ∆.Σ. για οτιδήποτε θέµα τα αφορά και να ελέγχουν τις ενέργειες του ∆.Σ.

Επίσης δικαιούνται να ασκούν τα εκλογικά τους δικαιώµατα (να εκλέγουν και να εκλέγονται) και να ψηφίζουν κάθε φορά που γίνεται ψηφοφορία για τη λήψη αποφάσεως.

Οφείλουν να εξοφλούν έγκαιρα τις οικονοµικές τους υποχρεώσεις προς την Ένωση καταβάλλοντας µε την εγγραφή τους το 1/3 της συνδροµής και µέχρι τέλους Μαΐου κάθε χρονιάς το υπόλοιπο της συνδροµής τους.

Τα µέλη οφείλουν να προωθούν προς επίλυση, διαµέσου της Ένωσης, τα ατοµικά τους προβλήµατα που ξεκινούν από την κακή εφαρµογή των κειµένων διατάξεων και εφ’ όσον δεν δίνεται λύση από την προϊσταµένη αρχή.

Τα επίτιµα µέλη έχουν δικαίωµα λόγου στις Γ.Σ. µόνο µε απόφαση της Γενικής Συνέλευσης.

Μόνο µετά την εξόφληση των οικονοµικών υποχρεώσεών του µπορεί ένα µέλος να ασκεί τα δικαιώµατα που του παρέχει το καταστατικό. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ∆΄ (∆ΙΑΓΡΑΦΗ ΜΕΛΩΝ)

94

ΑΡΘΡΟ 8

1. ∆ιαγραφή µέλους µπορεί να γίνει µε πρόταση του ∆.Σ. ή του 1/4 των µελών προς τη Γ.Σ., η οποία αποφασίζει µε πλειοψηφία 3/4 των παρόντων µελών ορίζοντας συγχρόνως και τη διάρκεια της διαγραφής.

Πρόταση διαγραφής µπορεί να στηριχθεί µόνο: α) Όταν µέλος βεβαιωµένα αντιτίθεται στους σκοπούς της Ένωσης και

αναπτύσσει αντισυνδικαλιστική δράση. β) Όταν συστηµατικά παρακωλύει τη λειτουργία της Ένωσης. 2. Η απόφαση για τη διαγραφή µέλους δεν µπορεί να ληφθεί από τη

Γ.Σ., αν προηγουµένως δεν έχει δοθεί η ευκαιρία στο υπόλογο µέλος να απολογηθεί και να αντικρούσει τις κατηγορίες εις βάρος του.

3. Αν το υπόλογο µέλος δεν προσέλθει µέσα σε τακτή προθεσµία για απολογία και εξηγήσεις, τότε η Γ.Σ. µπορεί να πάρει απόφαση. ΑΡΘΡΟ 9

Το µέλος που διαγράφεται µπορεί να ζητήσει από τη Γ.Σ. την επανεγγραφή του στην ΕΛΜΕ µετά την πάροδο του χρόνου της διαγραφής του. ΑΡΘΡΟ 10

∆ιαγράφονται αυτοδικαίως µε απόφαση του ∆.Σ. όσα µέλη µετατίθενται ή αποσπώνται για χρονικό διάστηµα µεγαλύτερο του ενός διδακτικού έτους σε σχολεία έξω από την περιοχή της ΕΛΜΕ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ (∆ΙΟΙΚΗΣΗ – ∆ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ – ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ) ΑΡΘΡΟ 11

Την ΕΛΜΕ διοικεί ∆ιοικητικό Συµβούλιο από επτά (7) µέλη, που εκλέγεται από τη Γενική Συνέλευση για ετήσια θητεία. Το ∆.Σ. αποτελείται από τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο, τον Γενικό Γραµµατέα, τον Οργανωτικό Γραµµατέα, τον Ταµία και δύο µέλη. ΑΡΘΡΟ 12

Μέλη του ∆.Σ. εκλέγονται εκπαιδευτικοί λειτουργοί ∆.Ε. που είναι τακτικά µέλη της Ένωσης. Αποκλείονται από το ∆.Σ.:

α) Εφόσον είναι µέλη ∆.Σ. άλλου συνδικαλιστικού σωµατείου, εκτός αν µετά την εκλογή τους παραιτηθούν από την άλλη θέση.

95

β) Εφόσον έχουν αποσπασθεί µε αίτησή τους εκτός περιοχής της ΕΛΜΕ για ένα διδακτικό έτος.

γ) Εφόσον συµµετέχουν στη ∆ιοίκηση µε συγγενείς µέχρι 4ου βαθµού. Στην περίπτωση αυτή είναι άκυρη η εκλογή ενός από τους συγγενείς που συγκριτικά έχει λιγότερες ψήφους.

Για το ∆.Σ. εκλέγονται από τη Γ.Σ. 7 τακτικά µέλη και 3 αναπληρωµατικά από τους υποψηφίους που έχουν τα προσόντα των προηγούµενων παραγράφων. ΑΡΘΡΟ 13

Η συγκρότηση του ∆.Σ. σε σώµα γίνεται µε µυστική ψηφοφορία στην πρώτη συνεδρίαση που συγκαλεί γι’ αυτό το σκοπό ο σύµβουλος που πλειοψήφησε από τον πρώτο σε ψήφους συνδυασµό το αργότερο σε 8 µέρες µετά τις αρχαιρεσίες. Η εκλογή για τις θέσεις του άρθρου 11 απαιτεί την απόλυτη πλειοψηφία των µελών του ∆.Σ. της ΕΛΜΕ. Όταν οι δύο πρώτες ψηφοφορίες αποβούν άκαρπες, τότε από την τρίτη ψηφοφορία εκλέγεται αυτός που έχει τη σχετική πλειοψηφία. Σε περίπτωση ισοψηφίας εκλέγεται ο υποψήφιος του συνδυασµού που πλειοψήφησε. Μετά την συγκρότηση σε σώµα του νέου ∆.Σ. γίνεται παράδοση του αρχείου της ∆ιοίκησης από το προηγούµενο ∆.Σ. µε σύνταξη ειδικής πράξεως των δύο ∆.Σ. και ειδικού πρωτοκόλλου για την παράδοση του Ταµείου και του υλικού της Ένωσης το αργότερο σε τρεις µέρες από την συγκρότηση του νέου ∆.Σ. Μέχρι την ηµέρα αυτή καθήκοντα ∆.Σ. ασκεί το παλαιό ∆.Σ. ΑΡΘΡΟ 14

1. Το ∆.Σ. συνεδριάζει τακτικά δυο φορές το µήνα και έκτακτα, όταν το κρίνει αναγκαίο ο πρόεδρος ή το ζητήσουν µε έγγραφη αίτησή τους τρία τουλάχιστον µέλη του. Αν ο πρόεδρος αρνηθεί ή αναβάλει την έκτακτη σύγκληση του ∆.Σ. περισσότερο από πέντε µέρες, τότε καλούν το ∆.Σ. σε συνεδρίαση τα µέλη που υπέγραψαν τη σχετική αίτηση.

2. Την Ηµερήσια ∆ιάταξη καταρτίζει ο πρόεδρος σε συνεργασία µε το Γενικό Γραµµατέα, αφού λάβουν υπόψη τους τις απόψεις των υπολοίπων µελών του ∆.Σ. και την ανακοινώνει µαζί µε την πρόσκληση του ∆.Σ. τουλάχιστον δύο µέρες πριν από την συνεδρίαση.

Όταν πρόκειται για έκτακτη συνεδρίαση, τα θέµατα αναγράφονται απαραίτητα στην αίτηση των µελών που ζητούν την έκτακτη συνεδρίαση και γνωστοποιούνται στα υπόλοιπα µέλη από τον πρόεδρο όπως και τα θέµατα της τακτικής συνεδρίασης ή απ’ ευθείας από τα µέλη που υπογράφουν την αίτηση για συνεδρίαση σε περίπτωση που αρνείται ο πρόεδρος να καλέσει σε συνεδρίαση το ∆.Σ. Για την έκτακτη συνεδρίαση δεν είναι αναγκαία η διήµερη προειδοποίηση.

96

3. Το ∆.Σ. βρίσκεται σε απαρτία, εάν παρευρίσκονται τουλάχιστο 4 από τα µέλη του και οι αποφάσεις παίρνονται µε απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων.

Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η άποψη µε την οποία τάχθηκε ο πρόεδρος. Η ώρα και η µέρα των τακτικών συνεδριάσεων ορίζεται µε απόφαση του ∆.Σ. Μέλος του ∆.Σ. που απουσιάζει αδικαιολόγητα από τρεις συνεχείς τακτικές συνεδριάσεις ή πέντε συνολικά συνεδριάσεις, τακτικές και έκτακτες, ή απουσιάζει συνεχώς για διάστηµα µεγαλύτερο των τριών µηνών αντικαθίσταται από το πρώτο αναπληρωµατικό µέλος, όπως ορίζεται στο άρθρο 18. Σε όλες τις συνεδριάσεις του ∆.Σ., τακτικές ή έκτακτες, τηρούνται πρακτικά σε ειδικό βιβλίο και υπογράφονται το αργότερο πριν από την επόµενη συνεδρίαση, η οποία δεν πραγµατοποιείται, αν δεν υπογραφούν τα πρακτικά της προηγούµενης συνεδρίας.

4. Οι συνεδριάσεις του ∆.Σ. είναι ανοικτές. Τα µέλη που παρευρίσκονται µπορούν να πάρουν το λόγο, εφόσον το κρίνει σκόπιµο το ∆.Σ. Σε περίπτωση που µέλος της Ένωσης παρακωλύει σκόπιµα τη συνεδρίαση υφίσταται τις προβλεπόµενες από το καταστατικό κυρώσεις. ΑΡΘΡΟ 15

Το ∆.Σ. στην άσκηση της ∆ιοίκησης έχει τις παρακάτω συλλογικές υποχρεώσεις (καθήκοντα) και αρµοδιότητες:

α) Προβαίνει σε οποιαδήποτε ενέργεια που συµβάλλει στην πραγµατοποίηση των καταστατικών σκοπών της Ένωσης.

β) Εκτελεί τις αποφάσεις των Γ.Σ. γ) Παρακολουθεί όλα τα θέµατα που αφορούν τον κλάδο γενικότερα

και ειδικότερα την περιοχή και ενηµερώνει σχετικά τα µέλη της. δ) Συγκροτεί επιτροπές µελέτης διαφόρων θεµάτων µε συµµετοχή ενός

µέλους του ∆.Σ. ε) Παρέχει στην ΟΛΜΕ και τις άλλες Ενώσεις της χώρας κάθε

πληροφορία που της ζητούν και αλληλογραφεί µαζί τους κοινοποιώντας τα στην ΟΛΜΕ.

στ) Αποφασίζει και πραγµατοποιεί συγκεντρώσεις καθηγητών, γονέων και πολιτών στην περιφέρεια της Ένωσης.

ζ) Κινητοποιεί τα µέλη σε περιόδους αγωνιστικών διεκδικήσεων του κλάδου.

η) Καλεί περιοδικά τους συνδέσµους των σχολείων για συνεργασία και ενηµέρωση.

θ) Συνεργάζεται µε άλλους συλλόγους της περιοχής για προβλήµατα κοινού ενδιαφέροντος.

ι) Συντάσσει και υποβάλλει στη Γ.Σ. την έκθεση των πεπραγµένων, τον οικονοµικό ισολογισµό και απολογισµό της θητείας του, καθώς και τον

97

προϋπολογισµό της επόµενης χρονιάς, τα οποία κοινοποιούνται στα Σχολεία µαζί µε την πρόσκληση για Γ.Σ.

ια)Λογοδοτεί για την άσκηση της διοίκησης στην ετήσια Γ.Σ. ιβ) Γενικά αποφασίζει και προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για κάθε

θέµα που αφορά τα συµφέροντα του κλάδου. ιγ) Επισκέπτεται τα σχολεία και ιδιαίτερα όσα έχουν προβλήµατα και

έρχεται σε επαφή µε τους συλλόγους καθηγητών. ιδ) Προσλαµβάνει και απολύει προσωπικό των Γραφείων και

Υπηρεσιών της ΕΛΜΕ (καθαρίστριες κ.ά.). ιε) Συνεργάζεται µε τους αιρετούς εκπροσώπους των Υ.Σ. στην

άσκηση των καθηκόντων τους και παρέχει σ’ αυτούς κάθε διευκόλυνση. ΑΡΘΡΟ 16

1. Τα τακτικά µέλη του ∆.Σ. λαµβάνουν έξοδα κίνησης και παράστασης, που καθορίζονται από το ∆.Σ. µε ειδική απόφαση. Η απαιτούµενη πίστωση εγγράφεται στον προϋπολογισµό και εγκρίνεται από τη Γ.Σ.

2. Καµιά άλλη αµοιβή ή αποζηµίωση δεν παίρνει µέλος του ∆.Σ. για απασχόληση ή εργασία του στην ΕΛΜΕ ή για την ΕΛΜΕ. Ούτε επιτρέπεται να συνάπτει µε την Ένωση οποιαδήποτε σύµβαση µε την οποία µπορεί να πάρει αµοιβή. ΑΡΘΡΟ 17

1. Τακτικό µέλος του ∆.Σ. δεν πρέπει: α)Να παραβαίνει τις διατάξεις του καταστατικού της ΕΛΜΕ. β) Να ενεργεί αντίθετα από τις αποφάσεις των Γ.Σ. του κλάδου. γ) Να προβαίνει ενσυνείδητα σε πράξεις που αποβλέπουν ή απολήγουν

στην αναστολή, περιορισµό, εξουδετέρωση ή µαταίωση των σκοπών και επιδιώξεων της ΕΛΜΕ.

δ) Να αντιστρατεύεται στις αποφασισµένες ενέργειες του ∆.Σ., έστω και αν µειοψήφησε στις σχετικές αποφάσεις.

2. Κάθε µια από τις προηγούµενες παραβάσεις αποτελεί λόγο µέχρι και έκπτωσης του υπαιτίου από τη θέση του τακτικού µέλους του ∆.Σ.

3. Μετά από έγγραφη ενυπόγραφη καταγγελία από µέλος της ΕΛΜΕ εναντίον µέλους του ∆.Σ. ότι υπέπεσε σε παραβάσεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού ο πρόεδρος κοινοποιεί την καταγγελία στο υπόλογο µέλος και το καλεί εγγράφως να απαντήσει στις κατηγορίες σε ειδική συνεδρίαση του ∆.Σ. µε µόνο θέµα στην Ηµερήσια ∆ιάταξη την εκδίκαση της καταγγελίας. Η συνεδρίαση πρέπει να πραγµατοποιηθεί πέντε (5) µέρες το αργότερο µετά την κατάθεση της καταγγελίας.

98

4. Αν από την εξέταση διαπιστωθεί ότι οι κατηγορίες είναι πραγµατικές, το ∆.Σ. κατά πλειοψηφία απαγγέλλει σε ειδικό πρακτικό θεµελιωµένη την κατηγορία και εισηγείται στο Εποπτικό Συµβούλιο την εκδίκαση της υπόθεσης. Η απόφαση υπόκειται στον έλεγχο της Γ.Σ.

5. Οι ποινές που µπορεί να επιβληθούν είναι: α) Επίπληξη έγγραφη. β) Προσωρινή έκπτωση από µέλος του ∆.Σ. από ένα (1) µέχρι τρεις (3)

µήνες. γ) Οριστική έκπτωση από την ιδιότητα του µέλους του ∆.Σ.

ΑΡΘΡΟ 18

1. α) Σε περίπτωση που µέλος του ∆.Σ. πεθάνει, µετατεθεί, παραιτηθεί ή εκπέσει (διαγραφεί οριστικά) αναπληρώνεται από το πρώτο στη σειρά αναπληρωµατικό µέλος του αντίστοιχου ψηφοδελτίου. Σε περίπτωση µεµονωµένου υποψηφίου ή συνδυασµού που δεν έχει αναπληρωµατικούς, η αναπλήρωση γίνεται από τον συνδυασµό που πλειοψήφησε. β) Σε περίπτωση που παραιτηθούν µέλη ενός ή περισσότερων συνδυασµών και δεν υπάρχουν αναπληρωµατικά ή τα υπάρχοντα αρνούνται την αναπλήρωση, τότε αυτή γίνεται από αναπληρωµατικούς των άλλων συνδυασµών ανάλογα µε τη δύναµή τους σε έδρες.

2. Μετά από κάθε αντικατάσταση µέλους του ∆.Σ., εκτός από τα µέλη του προεδρείου, που αποχωρεί από αυτό για οποιοδήποτε λόγο γίνεται ανασυγκρότηση του ∆.Σ. σε σώµα µε µυστική ψηφοφορία εκτός από Προεδρείο (Πρόεδρος, Αντιπρόεδρος, Γεν. Γραµµατέας).

3. Σε περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο (παρ. 1) αποχωρεί µέλος του προεδρείου εκτός του Προέδρου, γίνεται ανασύνθεση µε µυστική ψηφοφορία σε όλες τις θέσεις εκτός του Προέδρου. Αν δε αποχωρήσει ο Πρόεδρος, τότε γίνεται γενική ανασύνθεση.

4. Η διαδικασία ανασύνθεσης των παραγράφων 2 και 3 εφαρµόζεται και στην περίπτωση που: α) οποιοδήποτε µέλος του ∆.Σ. παραιτείται από το αξίωµά του όχι όµως και από τη θέση του στο ∆.Σ. και β) όταν η πλειοψηφία του ∆.Σ. ζητήσει εγγράφως και µε γνώµονα το συµφέρον του κλάδου, το οποίο πρέπει να δικαιολογείται ικανοποιητικά και µε αντικειµενική θεµελίωση, την γενική ανακατανοµή των αξιωµάτων.

5. Κάθε παραίτηση µέλους του ∆.Σ. από το αξίωµα µόνο ή το αξίωµα και τη θέση στο ∆.Σ. υποβάλλεται εγγράφως και θεωρείται ότι έγινε αποδεκτή, αν σε οκτώ (8) µέρες δεν αποφασίσει το ∆. Σ. για την αποδοχή ή όχι της παραιτήσεως.

6. Σε περίπτωση που παραιτούνται ή εκπίπτουν µέλη του ∆.Σ. περισσότερα από 3 ή λιγότερα µεν από 3, αλλά αρνούνται ισάριθµα αναπληρωµατικά να τα αναπληρώσουν, τότε µε πρόταση του ∆.Σ. συγκαλείται

99

από το Εποπτικό Συµβούλιο έκτακτη Γ.Σ. το αργότερο σε ένα µήνα για να εκλέξει το νέο ∆.Σ. Στο ενδιάµεσο διάστηµα τα εναποµείνοντα µέλη του επιµελούνται τις κατεπείγουσες και ανεπίδεκτες αναβολής υποθέσεις της Ένωσης, περιοριζόµενα όµως στην ενέργεια των εντελώς απαραίτητων πράξεων.

7. Η ισχύς της παραγράφου 6 αναστέλλεται στις θερινές διακοπές. ΑΡΘΡΟ 19

1. Τα µέλη του ∆.Σ. είναι ισότιµα. Ο Πρόεδρος πρώτος ανάµεσα σε ίσους είναι µαζί µε τον Γενικό Γραµµατέα το κύριο εκτελεστικό όργανο των αποφάσεων του ∆.Σ. Ο Πρόεδρος εκπροσωπεί και αντιπροσωπεύει την ΕΛΜΕ σε όλες τις σχέσεις µε τρίτους (επαγγελµατικές, επιστηµονικές, εκπαιδευτικές, υπηρεσιακές, δικαστικές οργανώσεις και αρχές) αυτοπροσώπως.

2. Ο Πρόεδρος του ∆.Σ. µε τον Γενικό Γραµµατέα λαµβάνουν µέρος στις συναντήσεις της ΕΛΜΕ µε πολιτικούς, πνευµατικούς, δηµοσιογραφικούς παράγοντες.

3. Συνυπογράφει µε τον Γενικό Γραµµατέα όλα τα έγγραφα και µε τον ταµία τα εντάλµατα πληρωµής.

4. Συγκαλεί το ∆.Σ. σε συνεδριάσεις τακτικές και έκτακτες, καθορίζει την Ηµερήσια ∆ιάταξη της συνεδρίασης, σύµφωνα µε το άρθρο 14 παρ. 2 και διευθύνει τη συζήτηση.

5. Ασκεί γενική εποπτεία σ’ όλες τις υπηρεσίες και τα όργανα της ΕΛΜΕ και ασκεί έλεγχο σ’ όλα τα µέλη του ∆.Σ. στην άσκηση των καθηκόντων τους. ΑΡΘΡΟ 20

1. Ο Αντιπρόεδρος αναπληρώνει τον Πρόεδρο, όταν απουσιάζει, σ’ όλες τις αρµοδιότητες και τη δικαιοδοσία του.

2. Μπορεί να αναπληρώσει τον Πρόεδρο µόνιµα ή για ορισµένο χρόνο και ορισµένα από τα καθήκοντά του µε ειδική πράξη ανάθεσης του Προέδρου, που καταχωρίζεται στα πρακτικά των συνεδριάσεων του ∆.Σ. ΑΡΘΡΟ 21

1. Ο Γενικός Γραµµατέας συνεκπροσωπεί την ΕΛΜΕ σύµφωνα µε την παρ. 2 του άρθρου 19.

2. Είναι υπεύθυνος για την αλληλογραφία και τις ανακοινώσεις της ΕΛΜΕ και συνυπογράφει µε τον Πρόεδρο όλα τα έγγραφα.

3. Φροντίζει για τη σύνταξη των πρακτικών των συνεδριάσεων του ∆.Σ., των κοινών συνεδριάσεων Ε.Σ. και ∆.Σ. και των Γενικών Συνελεύσεων.

4. Φυλάσσει το αρχείο και τη σφραγίδα της ΕΛΜΕ και είναι υπεύθυνος για τη λειτουργία των γραφείων.

100

5. Συντάσσει και υποβάλλει στο ∆.Σ. για έγκριση την ετήσια έκθεση πεπραγµένων του ∆.Σ. και την παρουσιάζει στην Τακτική Γενική Συνέλευση.

6. Φροντίζει για τις εκδόσεις της ΕΛΜΕ, την αποστολή κάθε εντύπου στα µέλη και παρακολουθεί κάθε δηµοσίευµα, εκδήλωση, κίνηση, ενέργεια εκτός της ΕΛΜΕ σχετική µε τους σκοπούς και τα ενδιαφέροντα της ΕΛΜΕ και του κλάδου. ΑΡΘΡΟ 22

Ο Οργανωτικός Γραµµατέας είναι υπεύθυνος για την αποτελεσµατικότερη οργάνωση των σχέσεων και επαφών της ΕΛΜΕ µε την ΟΛΜΕ και τις άλλες Ενώσεις.

Ειδικότερα: α) Ο Οργανωτικός Γραµµατέας αναπληρώνει τον Γενικό Γραµµατέα,

όταν απουσιάζει, προσωρινά σ’ όλες τις αρµοδιότητες και τα καθήκοντά του. β) Οργανώνει και προγραµµατίζει τις εκδηλώσεις της ΕΛΜΕ

(συγκεντρώσεις, συνεδριάσεις, διαλέξεις, συνέδρια, συνεντεύξεις, καλλιτεχνικές εκδηλώσεις).

γ) Σε συνεργασία µε τον Γενικό Γραµµατέα συντονίζει τις οργανωτικές επαφές και σχέσεις µε τους αντιπροσώπους των Σχολείων και µε άλλες συνδικαλιστικές οργανώσεις. ΑΡΘΡΟ 23

1. Ο Ταµίας εισπράττει µε τριπλότυπες αποδείξεις όλους τους τακτικούς πόρους της ΕΛΜΕ και µε διπλότυπες αποδείξεις εκτελεί κάθε πληρωµή προβλεπόµενη από τον προϋπολογισµό δαπανών ύστερα από έκδοση των σχετικών ενταλµάτων πληρωµής υπογεγραµµένων από τον Πρόεδρο και τον ίδιο.

2. Τηρεί τα απαραίτητα διαχειριστικά βιβλία της ΕΛΜΕ και ευθύνεται για την κινητή και ακίνητη περιουσία της ΕΛΜΕ.

3. Αναλαµβάνει τις καταθέσεις της ΕΛΜΕ ύστερα από απόφαση του ∆.Σ. ∆ιαχειρίζεται ποσό ίσο προς 1/10 των ετήσιων δαπανών και καταθέτει τα επιπλέον στο ταµιευτήριο για λογαριασµό της ΕΛΜΕ. Το ποσό που διαχειρίζεται ο Ταµίας µπορεί να αναπροσαρµόζεται µετά από απόφαση Γενικής Συνέλευσης.

4. Συντάσσει και υποβάλλει για έγκριση στη Γ.Σ. τον προϋπολογισµό της επόµενης διαχειριστικής περιόδου και τον απολογισµό του προηγούµενου χρόνου.

5. Τον Ταµία, όταν απουσιάζει, αναπληρώνει ένα από τα µέλη του ∆.Σ., που ορίζεται από το ∆.Σ.

101

(ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ) ΑΡΘΡΟ 24

1. Την εποπτεία της ΕΛΜΕ ασκεί τριµελής Ελεγκτική Επιτροπή που εκλέγεται από τη Γ.Σ. για ετήσια θητεία και αποτελείται από τον Πρόεδρο, τον Γενικό Γραµµατέα και ένα µέλος. Η εκλογή γίνεται όπως και για το ∆.Σ. Εκλέγονται 3 τακτικά µέλη και 2 αναπληρωµατικά.

2. Η συγκρότησή της σε σώµα γίνεται σε οκτώ το πολύ µέρες από την εκλογή των µελών του στα γραφεία της ΕΛΜΕ σε συνεδρίαση που συγκαλεί γι’ αυτό το σκοπό ο σύµβουλος που πλειοψήφησε από τον πρώτο σε ψήφους συνδυασµό.

3. Μέλος της Ε.Ε. που αποχωρεί για οποιοδήποτε λόγο αναπληρώνεται από το αµέσως επόµενο αναπληρωµατικό. Αν πρόκειται για αποχώρηση του Προέδρου, γίνεται ανασυγκρότηση σε σώµα της Ε.Ε. µετά την αναπλήρωσή του.

4. Η Ε.Ε. συνέρχεται: α) τακτικά ύστερα από απόφασή της κάθε τρίµηνο ή εξάµηνο, β) έκτακτα, όταν υπάρχει ανάγκη και µε απόφασή της, γ) όταν καλείται από το ∆.Σ. και δ) όταν καλείται από τα δύο µέλη της. Οι συνεδριάσεις της Ε.Ε. γίνονται ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου στην οποία αναγράφονται και τα θέµατα της συζήτησης. Οι συνεδριάσεις έχουν απαρτία, αν παρευρίσκονται δύο από τα µέλη της. Στις συνεδριάσεις τηρούνται πρακτικά σε ειδικό βιβλίο πρακτικών της Ε. Ε. ΑΡΘΡΟ 25

1. Καθήκοντα και αρµοδιότητες της Ε.Ε. είναι κυρίως ο διοικητικός και διαχειριστικός έλεγχος του ∆.Σ. της ΕΛΜΕ, καθώς και η παραποµπή υποθέσεων εναντίον µελών του ∆.Σ. κατά το άρθρο 17, παρ. 4.

Ο διοικητικός έλεγχος της Ε.Ε. συνίσταται στο να εξακριβώσει τις ενέργειες ή παραλείψεις και γενικά τη δράση του ∆.Σ. και να τις χαρακτηρίζει ανάλογα εξετάζοντας επιπλέον αν συµφωνούν ή όχι µε το καταστατικό και τις αποφάσεις της Γ.Σ. Γι’ αυτές τις διαπιστώσεις και το σχετικό χαρακτηριστικό συντάσσει ειδική έκθεση.

Ο διαχειριστικός έλεγχος γίνεται τουλάχιστον µια φορά το χρόνο και αναφέρεται σε όλα τα έσοδα και τα έξοδα που πραγµατοποιήθηκαν στην περίοδο και συντάσσεται ειδική έκθεση που παρουσιάζεται στη Γ.Σ.

2. Η εκδίκαση κατηγοριών εναντίον µελών του ∆.Σ. γίνεται κατά την ακόλουθη διαδικασία:

α) Καλεί το υπόλογο µέλος του ∆.Σ. να απολογηθεί εγγράφως το πολύ σε πέντε µέρες.

102

β) Αποφασίζει την παραποµπή, οπότε ορίζει ένα από τα µέλη της ως εισηγητή, ή την απαλλαγή του µέλους του ∆.Σ. µετά την µελέτη της απολογίας και όλου του σχετικού φακέλου.

γ) Αν η Ε.Ε. αποφασίσει οµόφωνα την απαλλαγή του εγκαλούµενου, συντάσσει σχετική πράξη – απόφαση που αιτιολογεί την απαλλαγή.

δ) Αν η απαλλαγή δεν είναι οµόφωνη, αποφασίζεται η παραποµπή του και η Ε.Ε. µε άλλη έγγραφη πρόσκληση καλεί τον εγκαλούµενο να απολογηθεί προφορικά για την αποδιδόµενη σ’ αυτόν κατηγορία.

ε) Μετά από αυτά η Ε.Ε. αποφασίζει κατά πλειοψηφία για την οριστική απαλλαγή ή την τιµωρία µε αιτιολογηµένη απόφαση στα πρακτικά. Σε περίπτωση τιµωρίας επιβάλλεται µια από τις ποινές του άρθρου 17, παρ. 5 και η απόφαση υπόκειται στον ανατρεπτικό έλεγχο της Γ.Σ. που πρέπει να γίνει το αργότερο σ’ ένα µήνα.

στ) Όταν επιβληθεί ποινή οριστικής έκπτωσης (έκπτωση από τη θέση του µέλους του ∆.Σ.), το υπόλογο µέλος έχει δικαίωµα προσφυγής σύµφωνα µε το άρθρο 88 του Α.Κ. ΑΡΘΡΟ 26

1. Είναι δυνατόν για θέµατα µεγάλου ενδιαφέροντος, εκπαιδευτικά, επαγγελµατικά, συνδικαλιστικά, να γίνεται κοινή συνεδρίαση Ε.Ε. και ∆.Σ. ύστερα από πρόταση του ∆.Σ.

2. Οι συνεδριάσεις αυτές βρίσκονται σε απαρτία, όταν υπάρχει απαρτία για το καθένα συµβούλιο ξεχωριστά, προεδρεύονται από τον πρόεδρο της Ε.Ε. και κρατάει πρακτικά ο Γενικός Γραµµατέας του ∆.Σ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄ (ΓΕΝΙΚΕΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΙΣ) ΑΡΘΡΟ 27

1. Οι Γενικές Συνελεύσεις, τακτικές και έκτακτες, είναι τα ανώτατα όργανα διοίκησης της Ένωσης.

2. Στη διάρκεια του συνδικαλιστικού έτους γίνονται δύο τακτικές Γενικές Συνελεύσεις. Η πρώτη πραγµατοποιείται µέσα στον Οκτώβρη ή Νοέµβρη και η δεύτερη στο τέλος της σχολικής χρονιάς (Μάιος – Ιούνιος). Στην τακτική Γ.Σ. του Οκτώβρη – Νοέµβρη λογοδοτεί το ∆.Σ. για τις πράξεις και τις ενέργειές του, γίνεται οικονοµικός απολογισµός και διαβάζεται η έκθεση της Ελεγκτικής Επιτροπής σχετικά µε την όλη δράση του ∆.Σ. Λογοδοτούν επίσης οι αντιπρόσωποι της ΕΛΜΕ στην προηγούµενη τακτική Γ.Σ. ή το συνέδριο της ΟΛΜΕ και οι αιρετοί του Υπηρεσιακού Συµβουλίου Ν. Έβρου. Γίνεται κριτική των πεπραγµένων του απερχόµενου ∆.Σ. και ακολουθεί ψηφοφορία για την έγκριση ή όχι αυτών και του προϋπολογισµού

103

του επόµενου συνδικαλιστικού έτους. Η ψηφοφορία για την έγκριση των πεπραγµένων είναι φανερή.

3. Η Γενική Συνέλευση εκλέγει 3/µελή Εφορευτική Επιτροπή και ισάριθµα αναπληρωµατικά µέλη αµέσως µετά την εκλογή του Προεδρείου της Γενικής Συνέλευσης. Η Εφορευτική Επιτροπή έχει την ευθύνη της διαδικασίας της εκλογής για το ∆.Σ. και Ε.Σ., όπως ορίζεται στο άρθρο 32. ΑΡΘΡΟ 28 1. α) Στην τακτική Γενική Συνέλευση Μαΐου – Ιουνίου γίνεται συζήτηση και παίρνονται αποφάσεις στα θέµατα που καθορίζονται από την Ηµερήσια ∆ιάταξη της ΟΛΜΕ. β) Η Γενική Συνέλευση εκλέγει 3/µελή Εφορευτική Επιτροπή και ισάριθµα αναπληρωµατικά µέλη αµέσως µετά την έναρξη των εργασιών της Γενικής Συνέλευσης. Η Εφορευτική Επιτροπή έχει την ευθύνη της διαδικασίας της εκλογής των αντιπροσώπων για το συνέδριο της ΟΛΜΕ.

2. Ο αριθµός των αντιπροσώπων που δικαιούται η Ένωση καθορίζεται από το Καταστατικό της ΟΛΜΕ. ΑΡΘΡΟ 29

1. Οι τακτικές Γενικές Συνελεύσεις συγκαλούνται µε πρόσκληση του ∆.Σ. που ανακοινώνεται στα σχολεία της δικαιοδοσίας της ΕΛΜΕ οκτώ (8) µέρες τουλάχιστον πριν από τη µέρα που ορίζεται για τη Γενική Συνέλευση.

2. Στις προσκλήσεις αναφέρονται η ηµεροµηνία, ο τόπος, η ώρα και τα θέµατα της ηµερήσιας διάταξης της Γενικής Συνέλευσης.

3. Η Γενική Συνέλευση έχει το δικαίωµα πριν από την έναρξη της συζήτησης των θεµάτων της ηµερήσιας διάταξης να τροποποιεί την Η.∆., να διαγράφει ή να προσθέτει θέµατα.

4. ∆ικαίωµα ψήφου στην πρώτη Γ.Σ. του Οκτώβρη – Νοέµβρη έχουν όλα τα κανονικά µέλη της ΕΛΜΕ που έχουν καταβάλει το 1/3 της συνδροµής τους και στη δεύτερη Γ.Σ. του Μαΐου – Ιουνίου όλα τα κανονικά µέλη που έχουν εξοφλήσει το σύνολο της συνδροµής τους προς την ΕΛΜΕ και ΟΛΜΕ. Κανένα δικαίωµα ψήφου δεν παρέχεται σε µέλος τον Μάιο – Ιούνιο, αν δεν έχει εξοφλήσει, πριν τη Γ.Σ., το σύνολο της συνδροµής. ΑΡΘΡΟ 30

1. Η τακτική Γ.Σ. θεωρείται ότι βρίσκεται σε απαρτία, όταν από τα ταµειακώς εντάξει µέλη της παρευρίσκεται το 1/2 τουλάχιστον. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει απαρτία, η Γενική Συνέλευση αναβάλλεται και πραγµατοποιείται µέσα σε οκτώ (8) µέρες, µε νέα πρόσκληση και µε τα ίδια θέµατα. Η νέα αυτή Γενική Συνέλευση θεωρείται ότι έχει απαρτία, µε το 1/3 των ταµειακώς τακτοποιηµένων µελών. Σε περίπτωση που και αυτή η Γενική

104

Συνέλευση δεν έχει απαρτία αναβάλλεται και πραγµατοποιείται µετά οκτώ (8) µέρες χωρίς νέα πρόσκληση στον ίδιο τόπο, την ίδια ώρα και µε τα ίδια θέµατα. Η Τρίτη Γ.Σ. θεωρείται ότι έχει απαρτία µε οσαδήποτε µέλη παρόντα.

2. Όλες οι αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεων παίρνονται µε απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων και µε φανερή ψηφοφορία (ανάταση χεριού), εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στο καταστατικό ή πρόκειται για προσωπικά ζητήµατα ή αν αποφασιστεί διαφορετικά ως προς τον τρόπο ψηφοφορίας από τη Γενική Συνέλευση.

3. Τις εργασίες των Γενικών Συνελεύσεων διευθύνει το Προεδρείο του ∆.Σ., εκτός από τις δύο τακτικές Γ.Σ., στις οποίες εκλέγεται τριµελές προεδρείο, αποτελούµενο από τον Πρόεδρο και δύο Γραµµατείς, που διευθύνει τις εργασίες της Γ.Σ. και στο τέλος συντάσσει σχετική πράξη. Η εκλογή του Προεδρείου της Γ.Σ. γίνεται αµέσως µετά τη διαπίστωση απαρτίας.

4. Σε κανένα δεν δίνεται ο λόγος, αν δεν γραφεί προηγουµένως στον κατάλογο των οµιλητών και δεν µπορεί να µιλήσει πριν από τη σειρά εγγραφής του. Η προεγγραφή και η σειρά δεν τηρείται για τα µέλη του ∆.Σ. και της Ε.Ε., στα οποία δίνεται υποχρεωτικά ο λόγος, όταν το ζητήσουν. Η πρόβλεψη αυτή ισχύει για τις Γ.Σ. ως τη στιγµή της ψηφοφορίας για τα πεπραγµένα του απερχόµενου ∆.Σ.

5. Αν ο κατάλογος των οµιλητών για ένα θέµα είναι µεγάλος, η Συνέλευση µπορεί να ορίσει χρονικό όριο στους οµιλητές.

6. Ποτέ δεν υποβάλλεται θέµα σε ψηφοφορία, αν δεν εξαντληθεί ο κατάλογος των οµιλητών γι’ αυτό το θέµα. Αν ληφθεί τέτοια απόφαση είναι άκυρη.

7. Είναι έγκυρη απόφαση χωρίς εξάντληση του καταλόγου των οµιλητών, αν οι δικαιούµενοι υπόλοιποι να µιλήσουν παραιτηθούν από το δικαίωµά τους.

8. Κάθε πρόταση στη Γενική Συνέλευση για συζήτηση ή ψηφοφορία δεν γίνεται δεκτή από τον Πρόεδρο της Γ.Σ., αν δεν είναι γραπτή.

9. Μέλη, που δεν τηρούν τη διαδικασία της συζήτησης και γενικά παρεκτρέπονται, ανακαλούνται στην τάξη από τον Πρόεδρο και αν εξακολουθούν, τους αφαιρείται ο λόγος. ΑΡΘΡΟ 31

1. Έκτακτη Γενική Συνέλευση συγκαλείται: α) Όταν κρίνεται αναγκαίο από το ∆.Σ. β) Όταν ζητείται µε αίτηση από το 1/5 τουλάχιστον των οικονοµικά

τακτοποιηµένων µελών της ΕΛΜΕ. γ) Όταν ανακύπτουν θέµατα εµπιστοσύνης προς το ∆.Σ. και τα µέλη

του και εφόσον το ζητήσουν τουλάχιστον το 1/5 των οικονοµικά

105

τακτοποιηµένων µελών της Ένωσης. Σ’ αυτή τη Γενική Συνέλευση εκλέγεται Προεδρείο. Η απόφαση για έκπτωση του ∆.Σ. ή κάποιου µέλους του λαµβάνεται µε τα 3/4 του αριθµού των παρόντων µελών ευρισκοµένων σε απαρτία (1/2). Αν η Γ.Σ. δεν βρίσκεται σε απαρτία, συγκαλείται δεύτερη Γ.Σ. µέσα σε οκτώ (8) µέρες µε το ίδιο θέµα. Αν και πάλι δεν έχει απαρτία (1/2), µαταιώνεται και δεν συγκαλείται τρίτη. Η έκτακτη αυτή Γ.Σ. είναι ειδική και συγκαλείται, µόνο όταν ανακύπτουν θέµατα εµπιστοσύνης.

2. Η έκτακτη Γ.Σ. για τρέχοντα θέµατα πραγµατοποιείται µέσα σε πέντε (5) µέρες µε πρόσκληση του ∆.Σ. στα µέλη της Ένωσης και θεωρείται ότι βρίσκεται σε απαρτία, αν παρευρίσκονται το 1/3 τουλάχιστον των ταµειακώς εντάξει µελών της. Εάν δεν υπάρχει απαρτία, συγκαλείται δεύτερη µέσα σε 5 µέρες, η οποία πραγµατοποιείται µε οσαδήποτε µέλη παρόντα. Η διαδικασία καθορισµού των θεµάτων της Ηµερήσιας ∆ιάταξης για τις τακτικές Γ.Σ. ισχύει και για τις έκτακτες.

3. α) Όταν συγκαλείται η έκτακτη Γενική Συνέλευση ύστερα από αίτηση των µελών της, ο χρόνος σύγκλησής της καθορίζεται από τα µέλη που τη συγκαλούν στα χρονικά όρια των 3 – 20 ηµερών. β) Τα θέµατα της Η.∆. καθορίζονται από εκείνους που συγκαλούν την έκτακτη Γενική Συνέλευση.

4. Τυχόν ενστάσεις σχετικά µε τις εργασίες των Γενικών Συνελεύσεων υποβάλλονται γραπτά στο προεδρείο της Γ.Σ. που αποφαίνεται για το βάσιµο ή µη της ένστασης. ΑΡΧΑΙΡΕΣΙΕΣ ΑΡΘΡΟ 32

1. Οι αρχαιρεσίες για την ανάδειξη νέων συµβουλίων, ∆ιοικητικού και Εποπτικού, και για την εκλογή αντιπροσώπων για το συνέδριο της ΟΛΜΕ, γίνονται µε µυστική ψηφοφορία και µε ψηφοδέλτια.

2. Η ψηφοφορία διεξάγεται από 3/µελή Εφορευτική Επιτροπή που εκλέγεται µετά το τέλος της Γ.Σ. και προεδρεύεται από δικαστικό αντιπρόσωπο, Πρωτοδίκη ή Ειρηνοδίκη, που ορίζεται µετά από αίτηση της ΕΛΜΕ από τον Πρόεδρο Πρωτοδικών Ορεστιάδας. Τη χρονική διάρκειά της καθορίζει η Γ.Σ. Η εκλογή της Εφορευτικής Επιτροπής γίνεται όπως ορίζεται στα άρθρα 27 και 28.

3. ∆ικαίωµα για υποψηφιότητα έχουν όλα τα κανονικά µέλη της ΕΛΜΕ, όπως ορίζεται από τα άρθρα 12 και 29.

4. Εκλογικό σύστηµα για την ανάδειξη του ∆.Σ., της Ε.Ε. και των αντιπροσώπων για το συνέδριο της ΟΛΜΕ είναι η απλή αναλογική, όπως αναλύεται στο άρθρο 34.

5. α) Κάθε συνδυασµός καταρτίζει ψηφοδέλτιο, στο οποίο περιλαµβάνονται µε αλφαβητική σειρά όλοι οι υποψήφιοι του συνδυασµού.

106

β) Κάθε µεµονωµένος υποψήφιος αποτελεί συνδυασµό και γράφεται σε ξεχωριστό ψηφοδέλτιο. γ) Εάν υπάρχουν µόνο µεµονωµένοι υποψήφιοι, γράφονται σε κοινό ψηφοδέλτιο και εκλέγονται ανάλογα µε τους σταυρούς προτίµησης.

6. Οι υποψηφιότητες υποβάλλονται στο ∆.Σ., πρωτοκολλούνται στο πρωτόκολλο της ΕΛΜΕ, η οποία ετοιµάζει τα ψηφοδέλτια. Το ψηφοδέλτιο για κάθε συνδυασµό είναι χωριστό για το ∆.Σ. και την Ε.Ε. Τελευταία προθεσµία για την υποβολή υποψηφιοτήτων είναι πέντε (5) µέρες πριν από τη Γ.Σ. (η προθεσµία αυτή γίνεται γνωστή σ’ όλα τα σχολεία τουλάχιστον δύο (2) µέρες πριν µε ευθύνη του ∆.Σ.). Υποβάλλεται επίσης έγγραφη κοινή δήλωση υπογεγραµµένη από όλους τους υποψηφίους που παίρνουν µέρος στον συνδυασµό. Η δήλωση περιέχει τα ονοµατεπώνυµα και τις ιδιότητές τους. Το ∆.Σ. µε ευθύνη του δύο (2) τουλάχιστον µέρες πριν την ψηφοφορία ανακοινώνει τους υποψηφίους και κάνει γνωστούς τους συνδυασµούς καθώς και τους µεµονωµένους στα σχολεία. Κατόπιν συντάσσει τους εκλογικούς καταλόγους και τυπώνει τα ψηφοδέλτια.

7. Οι αρχαιρεσίες γίνονται στην έδρα της Ένωσης µε ονοµαστικές καταστάσεις κατά σχολείο θεωρηµένες από το απερχόµενο ∆.Σ. και ελεγµένες από την Εφορευτική Επιτροπή.

8. Τα υλικά των εκλογών µεταφέρονται µε ευθύνη του ∆.Σ. ΑΡΘΡΟ 33

1. Η Εφορευτική Επιτροπή φροντίζει να τοποθετεί στην αίθουσα των εκλογών µια κάλπη για τα ψηφοδέλτια του ∆.Σ. και µια για τα ψηφοδέλτια της Ε.Ε. Το ίδιο και στην εκλογή αντιπροσώπων για το συνέδριο της ΟΛΜΕ. Επίσης φροντίζει να υπάρχουν στην αίθουσα τα ψηφοδέλτια και οι φάκελοι.

2. Τα ψηφοδέλτια θα γράφουν στο πάνω µέρος µε κεφαλαία γράµµατα την επωνυµία του συνδυασµού, εφόσον υπάρχει, και στη συνέχεια τη φράση «∆ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ» ή «ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ» και θα ακολουθούν τα ονόµατα των υποψηφίων µελών µε αλφαβητική σειρά.

3. Κάθε ψηφοφόρος παίρνει από την Εφορευτική Επιτροπή όλα τα ψηφοδέλτια των συνδυασµών µε τους απαραίτητους φακέλους, αποσύρεται σε περίκλειστο ειδικό χώρο, ετοιµάζει τα ψηφοδέλτιά του, τοποθετεί τα δύο (1 για ∆.Σ. και 1 για Ε.Ε.) ψηφοδέλτια στους φακέλους, που στη συνέχεια τους κλείνει και τους ρίχνει στις αντίστοιχες κάλπες, υπογράφει σε ειδική κατάσταση ότι ψήφισε και αποχωρεί από την αίθουσα.

4. Οι υποψήφιοι θα σηµειώνουν µε µπλε ή µαύρο µολύβι στα ψηφοδέλτια µέχρι τέσσερις (4) σταυρούς για το ∆.Σ. και µέχρι δύο (2) σταυρούς για την Ε.Ε. Για τους αντιπροσώπους µέχρι τόσους σταυρούς όσοι ψήφοι προβλέπονται από το καταστατικό της ΟΛΜΕ.

107

5. Κάθε άλλο διακριτικό γνώρισµα στο ψηφοδέλτιο παραβιάζει το απόρρητο της εκλογής και αποτελεί στοιχείο ακυρότητας του ψηφοδελτίου.

6. Μετά το τέλος της ψηφοφορίας ανοίγονται οι κάλπες, µετριούνται οι φάκελοι και παραβάλλεται ο αριθµός τους µε τον αριθµό των ψηφισάντων, στη συνέχεια ανοίγονται οι φάκελοι, γίνεται διαλογή και καταµέτρηση των ψήφων και συντάσσεται για όλα ειδικό πρακτικό.

7. Τις έδρες που αντιστοιχούν σε κάθε ψηφοδέλτιο καταλαµβάνουν υποψήφιοι του ψηφοδελτίου κατά σειρά ψήφων. Σε περίπτωση ισοψηφίας γίνεται κλήρωση. Οι υπόλοιποι κάθε συνδυασµού θεωρούνται αναπληρωµατικοί κατά σειρά ψήφων του ψηφοδελτίου.

8. ∆ικαιούται κάθε συνδυασµός ή µεµονωµένος υποψήφιος να υποδείξει έναν αντιπρόσωπό του να παρευρίσκεται σε όλη τη διαδικασία των αρχαιρεσιών και τη διαλογή των ψηφοδελτίων σαν παρατηρητής.

9. Μετά την εκλογή στο πρακτικό της Επιτροπής αναγράφονται αναλυτικά τα αποτελέσµατα για το ∆.Σ., την Ε.Ε. και τους αντιπροσώπους για το συνέδριο της ΟΛΜΕ κατά περίπτωση.

10. Τυχόν ενστάσεις σχετικά µε τις αρχαιρεσίες υποβάλλονται εντός δέκα (10) ηµερών γραπτά στην Εφορευτική Επιτροπή που αποφαίνεται για το βάσιµο ή µη της ένστασης. ΑΡΘΡΟ 33Α (ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΚΛΟΓΩΝ)

1. Η εκλογή των οργάνων της συνδικαλιστικής οργάνωσης γίνεται µε το σύστηµα της απλής αναλογικής.

2. Οι έδρες του ∆ιοικητικού Συµβουλίου και της Ελεγκτικής Επιτροπής και ο αριθµός των αντιπροσώπων κατανέµονται µεταξύ των συνδυασµών και των χωριστών υποψηφίων ανάλογα µε την εκλογική τους δύναµη. Το σύνολο των έγκυρων ψηφοδελτίων διαιρείται µε τον αριθµό των εδρών του ∆ιοικητικού Συµβουλίου ή της Ελεγκτικής Επιτροπής ή µε τον αριθµό των αντιπροσώπων που εκλέγονται. Το πηλίκον αυτής της διαίρεσης, παραλειποµένου του κλάσµατος, αποτελεί το εκλογικό µέτρο. Κάθε συνδυασµός καταλαµβάνει τόσες έδρες στο ∆ιοικητικό Συµβούλιο ή την Ελεγκτική Επιτροπή και εκλέγει τόσους αντιπροσώπους όσες φορές χωρεί το εκλογικό µέτρο στον αριθµό των εγκύρων ψηφοδελτίων που έλαβε.

3. Χωριστός υποψήφιος που έλαβε τον ίδιο ή µεγαλύτερο αριθµό ψήφων από το εκλογικό µέτρο καταλαµβάνει µια έδρα στο όργανο για το οποίο είχε θέσει υποψηφιότητα ή εκλέγεται αντιπρόσωπος, εφόσον ήταν υποψήφιος για τη θέση αυτή.

108

4. Συνδυασµός που περιλαµβάνει υποψήφιους λιγότερους από τις έδρες, που του ανήκουν, καταλαµβάνει τόσες µόνο έδρες ή εκλέγει τόσους µόνο αντιπροσώπους όσοι είναι και οι υποψήφιοί του.

5. Οι έδρες, που µένουν αδιάθετες και ο αριθµός των αντιπροσώπων που δεν καλύπτεται σύµφωνα µε τις διατάξεις των προηγούµενων παραγράφων, κατανέµονται από µια στους συνδυασµούς εκείνους που έχουν καταλάβει τουλάχιστον µια έδρα ή έχουν εκλέξει έναν αντιπρόσωπο και οι οποίοι συγκεντρώνουν υπόλοιπο ψηφοδελτίων µεγαλύτερο από το 1/3 του εκλογικού µέτρου και που πλησιάζουν περισσότερο το εκλογικό µέτρο.

6. Οι έδρες που µένουν αδιάθετες ή ο αριθµός των αντιπροσώπων που δεν καλύπτεται και µετά την εφαρµογή των διατάξεων της προηγούµενης παραγράφου κατανέµονται µεταξύ των συνδυασµών που έχουν το µεγαλύτερο υπόλοιπο ψηφοδελτίων από µια έδρα ή από έναν αντιπρόσωπο. Σε περίπτωση ισοδυναµίας γίνεται κλήρωση. ΑΡΘΡΟ 34 (ΣΥΝ∆ΕΣΜΟΙ – ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΙ ΣΧΟΛΕΙΩΝ)

Για να µπορεί το ∆.Σ. να ενηµερώνεται καλύτερα πάνω στα προβλήµατα που απασχολούν τους συναδέλφους, εκλέγονται σε κάθε σχολείο ένας τακτικός και ένας αναπληρωµατικός σύνδεσµος (αντιπρόσωπος) από τους καθηγητές που υπηρετούν σε αυτό. Οι σύνδεσµοι εκλέγονται µε ψηφοφορία από το σύλλογο των καθηγητών αµέσως µετά τις εκλογές για το ∆.Σ. για ολόκληρη τη σχολική χρονιά. Οι σύνδεσµοι και οι αναπληρωµατικοί τους:

α) Μελετούν τα ζητήµατα του σχολείου τους και κάνουν τα απαραίτητα διαβήµατα και παραστάσεις στον άµεσο προϊστάµενο µετά από ενηµέρωση και έγκριση του ∆.Σ.

β) Οργανώνουν κοινές εκδηλώσεις µε µαθητικές κοινότητες, Συλλόγους Γονέων και Κηδεµόνων και τους άλλους φορείς της περιοχής του σχολείου για τη διευκόλυνση και πραγµατοποίηση των σκοπών της ΕΛΜΕ σε συνεργασία και µε τη έγκριση του ∆.Σ.

γ) Μεριµνούν για την έγκαιρη οικονοµική τακτοποίηση των µελών του Συλλόγου των καθηγητών του Σχολείου και την εγγραφή νέων µελών.

δ) Συµβάλλουν στην πραγµατοποίηση της πιο πλατιάς συµµετοχής των µελών του Συλλόγου των καθηγητών στις Συνελεύσεις και τους αγώνες του κλάδου.

ε) Το ∆.Σ. συγκαλεί περιοδικά συγκέντρωση συνδέσµων για ενηµέρωση.

109

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄ (∆ΙΑΛΥΣΗ ΕΝΩΣΗΣ – ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ) ΑΡΘΡΟ 35

1. Η διάλυση της Ένωσης αποφασίζεται από Γενική Συνέλευση που καλείται ειδικά για το σκοπό αυτό και στην οποία παρευρίσκεται το 1/2 τουλάχιστον των οικονοµικά τακτοποιηµένων µελών της. Η απόφαση για τη διάλυσή της παίρνεται από τα τρία τέταρτα (3/4) των παρόντων.

2. ∆ιαλύεται επίσης, όταν τα τακτικά µέλη της µείνουν λιγότερα από 21. ΑΡΘΡΟ 36

Σε περίπτωση διάλυσης της ΕΛΜΕ όλα τα περιουσιακά στοιχεία της παραδίδονται για φύλαξη στην ΟΛΜΕ και επιστρέφονται στην Ένωση, όταν επανιδρυθεί. ΑΡΘΡΟ 37

1. Το καταστατικό αυτό µπορεί να αναθεωρηθεί ή να τροποποιηθεί µόνο µε απόφαση Γ.Σ. τακτικής ή έκτακτης (καταστατικής).

2. Η σύγκληση της καταστατικής ή αναθεωρητικής Γενικής Συνέλευσης γίνεται ύστερα από απόφαση προηγούµενης Γ.Σ. που ορίζει και τα άρθρα που κρίνεται ότι πρέπει να αναθεωρηθούν.

3. Η Γ.Σ. που θα προβεί στην τροποποίηση ή αναθεώρηση του καταστατικού πρέπει να απαρτίζεται από το 1/2 των µελών που είναι οικονοµικά τακτοποιηµένα και οι κατ’ άρθρο και στο σύνολο του καταστατικού τροποποιήσεις πρέπει να εγκρίνονται από τα τρία τέταρτα (3/4) των παρόντων. ΑΡΘΡΟ 38 Η Ένωση ανήκει στην ΟΛΜΕ και θα ενεργεί σύµφωνα µε τις αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεων του κλάδου. ΑΡΘΡΟ 39

Η σφραγίδα της Ένωσης είναι στρογγυλή και έχει περιφερειακά την επωνυµία «Β΄ ΕΝΩΣΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗΣ ΝΟΜΟΥ ΕΒΡΟΥ» και µέσα έχει ένα βιβλίο ανοικτό και δίπλα ένα µελανοδοχείο µε µια πέννα µέσα. ΑΡΘΡΟ 40

Ό,τι δεν προβλέπεται από το καταστατικό κανονίζεται από το ∆.Σ. της Ένωσης σύµφωνα µε τις διατάξεις των Νόµων περί Σωµατείων.

110

2. ΤΟ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΗΣ ΟΛΜΕ Ισχύει από τις 20 Ιανουαρίου 1987 ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝ∆ΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ (Τίτλος, έδρα, σκοπός, µέσα) ΑΡΘΡΟ 1

Ιδρύεται ένωση όλων των ενώσεων λειτουργών Μ.Ε. της Ελλάδας µε την Επωνυµία: ΟΜΟΣΠΟΝ∆ΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗΣ ΑΡΘΡΟ 2

Σκοπός της ΟΛΜΕ είναι: 1. Ο συντονισµός και η ενιαία κατεύθυνση των προσπαθειών όλων των

ενώσεων, που τη συγκροτούν, για τη βελτίωση της Μ.Ε., την ηθική, επιστηµονική και υλική εξίσωση των λειτουργών της και την προάσπιση και προαγωγή των επαγγελµατικών και υλικών συµφερόντων του κλάδου.

2. Η συµβολή της στη βελτίωση της όλης Παιδείας του Ελληνικού λαού.

3. Η προώθηση της συνεργασίας και της αλληλεγγύης µεταξύ των ∆.Υ. και των εργαζοµένων γενικότερα.

4. Η προώθηση και προάσπιση των συνδικαλιστικών ελευθεριών, των δηµοκρατικών θεσµών και της εθνικής ανεξαρτησίας.

5. Η έκφραση γνώµης για θέµατα γενικότερου ενδιαφέροντος, καθώς και η συµµετοχή στις κοινές προσπάθειες για την αντιµετώπισή τους,

6. Η ελεύθερη διακίνηση των ιδεών και η κατοχύρωση των πολιτικών δικαιωµάτων.

7. Η συµβολή της στον αγώνα για την εδραίωση και προάσπιση της Ειρήνης και η ανάλογη διαπαιδαγώγηση των νέων. ΑΡΘΡΟ 3

Για την πραγµατοποίηση των προαναφεροµένων σκοπών η ΟΛΜΕ µεταχειρίζεται τα ακόλουθα µέσα:

1. Συγκεντρώνει τις γνώµες των µελών της και τις συζητεί δηµοσιογραφικά ή σε Γεν. Συνελεύσεις και Συνέδρια.

2. ∆ιεξάγει και καθοδηγεί αγώνες για την κατοχύρωση και διεύρυνση των κατακτήσεων του κλάδου µε διαµαρτυρίες, καταγγελίες, ψηφίσµατα, απεργίες και όλα τα πρόσφορα µέσα.

111

3. ∆ιαφωτίζει και ενηµερώνει την κοινή γνώµη, τα πνευµατικά ιδρύµατα και τα όργανα της Πολιτείας για την εθνική, πολιτιστική και κοινωνική αποστολή των εκπαιδευτικών λειτουργών Μ.Ε. και για εκπαιδευτικά ζητήµατα µε διαλέξεις, δηµοσιεύµατα σε εφηµερίδες και περιοδικά, µε συνέδρια, µε δηµόσιες συζητήσεις, µε ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκποµπές, µε βιβλία, φυλλάδια και εγκυκλίους και µε άλλα πρόσφορα µέσα.

4. Επικοινωνεί και συνεργάζεται µε εκπαιδευτικές οργανώσεις του εξωτερικού ειδικά της Μ.Ε. µε σκοπό την παρακολούθηση των διεθνών εξελίξεων στα θέµατα της Παιδείας και, µετά από απόφαση Γεν. Συνέλευσης ή Συνεδρίου, γίνεται µέλος.

5. Εκδίδει δηµοσιογραφικό όργανο, το Πληροφοριακό ∆ελτίο και επιστηµονικό περιοδικό το ΛΟΓΟΣ και ΠΡΑΞΗ που λειτουργούν µε ειδικό κανονισµό το καθένα.

6. Οργανώνει συγκεντρώσεις, συνέδρια, περιοδείες και αποστολές στο εξωτερικό και στο εσωτερικό.

7. Συνεργάζεται µε κάθε οργάνωση που επιδιώκει τη βελτίωση της εκπαίδευσης και την ανύψωση του µορφωτικού επιπέδου του ελληνικού λαού. Συνεργάζεται επίσης µε άλλους κοινωνικούς φορείς που έχουν σκοπούς ανάλογους µε εκείνους της ΟΛΜΕ.

8. Μπορεί να συνεργάζεται µε κλαδικές ενώσεις, οµοσπονδίες ∆.Υ. και οργανώσεις άλλων εργαζοµένων και να συµµετέχει σε ευρύτερους συνδικαλιστικούς οργανισµούς για την αποτελεσµατικότερη επιδίωξη των σκοπών της, διατηρώντας την αυτονοµία της σαν κλαδική οργάνωση.

9. Ιδρύει ΤΑΜΕΙΟ ΑΛΛΗΛΟΒΟΗΘΕΙΑΣ για την ενίσχυση των ενώσεων – µελών της, που λειτουργεί σύµφωνα µε κανονισµό που καταρτίζεται από το ∆.Σ. και εγκρίνεται από Γενική Συνέλευση ή Συνέδριο. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ (Συγκρότηση ΟΛΜΕ) ΑΡΘΡΟ 4

Η ΟΛΜΕ συγκροτείται από όλες τις ενώσεις λειτουργών Μ.Ε. που υπάρχουν ή θα συσταθούν νόµιµα σε όλη τη χώρα και το εξωτερικό. Η κάθε µία ΕΛΜΕ καλύπτει περιοχή µέχρι και ενός Νοµού ή Νοµαρχιακού ∆ιαµερίσµατος και, όπου ειδικές συνθήκες επικοινωνίας το επιβάλλουν, καλύπτει ανάλογη περιοχή κατά τον προσφορότερο συνδικαλιστικό τρόπο. Οι ΕΛΜΕ απαρτίζονται:

1. Από εκπαιδευτικούς όλων των κλάδων και βαθµών που υπηρετούν στα ∆ηµόσια Σχολεία Μ.Ε. και στις υπηρεσίες αρµοδιότητας Υπουργείου Παιδείας.

112

2. Από εκπαιδευτικούς των ισότιµων σχολείων προς τα ∆ηµόσια Μ.Ε. και

3. Από εκπαιδευτικούς της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ (Εγγραφή, διαγραφή Ενώσεων – µελών της ΟΛΜΕ) Εγγραφή µελών ΑΡΘΡΟ 5

1. Μια ένωση για να γίνει µέλος της ΟΛΜΕ πρέπει να έχει τη σχετική νόµιµη απόφαση της Γεν. Συνέλευσης των µελών της και να ζητήσει την γραπτή εγγραφή της από το ∆.Σ. της ΟΛΜΕ µε αίτηση που πρέπει να συνοδεύεται από:

α) Αντίγραφο της απόφασης της Γεν. Συνέλευσης των µελών της για την εγγραφή στην ΟΛΜΕ.

β) Αντίγραφο µητρώου των µελών της για το συνδικαλιστικό έτος της εγγραφής.

γ) Τις ετήσιες συνδροµές των µελών της για το συνδικαλιστικό έτος της εγγραφής.

δ) Αντίγραφο εγκεκριµένου καταστατικού. 2. Μετά την υποβολή της αίτησης µε τα καθορισµένα στα εδάφια α΄,

β΄, γ΄, και δ΄, της προηγούµενης παραγράφου, το ∆.Σ. της ΟΛΜΕ µε απόφασή του εγγράφει την ένωση στα µέλη της ΟΛΜΕ και κοινοποιεί την απόφαση.

3. Η εγγραφή νέων ενώσεων, που ιδρύονται στο χώρο όπου υπάρχουν από πριν ενώσεις, γίνεται ύστερα από έγκριση της υπάρχουσας ΕΛΜΕ και ύστερα από έγκριση της πρώτης µετά την υποβολή της αίτησης Γεν. Συνέλευσης, Τακτικής ή Έκτακτης, ή του Συνεδρίου της ΟΛΜΕ. Το θέµα συζητιέται στην αρχή της Ηµερήσιας ∆ιάταξης και εγκρίνεται σύµφωνα µε το Καταστατικό ή τη σύσταση και εγγραφή µιας τέτοιας ένωσης.

4. Οι ψήφοι των νέων ενώσεων που ιδρύονται σε χώρο όπου υπάρχουν από πριν ενώσεις, όπως και των αρχικών ενώσεων, καθορίζονται από το ∆.Σ. της ΟΛΜΕ σύµφωνα µε το άρθρο 36. ΑΡΘΡΟ 6

1. Το ∆.Σ. της ΟΛΜΕ, εάν κρίνει ότι δεν πρέπει να εγγράψει στα µέλη της ΟΛΜΕ µια ένωση, πρέπει να εκδώσει σχετική απόφαση µε τους λόγους άρνησής του και να την κοινοποιήσει το αργότερο σε ένα µήνα στην ενδιαφερόµενη ένωση. Περίληψη της απόφασης δηµοσιεύεται στο Πληροφοριακό ∆ΕΛΤΙΟ.

2. Η ενδιαφερόµενη ένωση δικαιούται να προσφύγει στην πρώτη µετά την απόρριψη της αίτησής της Γεν. Συνέλευση, Τακτική ή Έκτακτη ή το

113

Συνέδριο και να ζητήσει από τα όργανα αυτά να κρίνουν και να αποφασίσουν για την εγγραφή της.

3. Εάν τελικά τα προηγούµενα όργανα αποφασίσουν την εγγραφή στην ΟΛΜΕ της ενδιαφερόµενης ένωσης, τότε η εγγραφή στην ΟΛΜΕ θεωρείται ότι έγινε από την ηµέρα που υποβλήθηκε στο ∆.Σ. η σχετική αίτηση εγγραφής.

4. Οι νέες ενώσεις αποκτούν πλήρη δικαιώµατα µέλους αµέσως µετά την έγκριση της εγγραφής τους στη δύναµη της Οµοσπονδίας. ΑΡΘΡΟ 7

Οι ενώσεις – µέλη της ΟΛΜΕ έχουν το δικαίωµα: 1. Να συµµετέχουν µε τους νόµιµους εκπροσώπους τους στις Γεν.

Συνελεύσεις και τα Συνέδρια της Οµοσπονδίας µε δικαίωµα λόγου, ελέγχου και ψήφου στα θέµατα της Ηµερήσιας ∆ιάταξης.

2. Να συµβάλλουν στη διαµόρφωση της Ηµερήσιας ∆ιάταξης των Γενικών Συνελεύσεων και των Συνεδρίων µε έγγραφες υποδείξεις – προτάσεις προς το ∆.Σ. της ΟΛΜΕ.

3. Να δηµοσιεύουν αποφάσεις και ανακοινώσεις τους στο δηµοσιογραφικό όργανο της ΟΛΜΕ.

4. Να ζητεί το 1/10 τουλάχιστον των Ενώσεων – µελών µε κοινή αίτησή τους τη σύγκληση Έκτακτης Γεν. Συνέλευσης της ΟΛΜΕ για συγκεκριµένα και γενικού ενδιαφέροντος θέµατα.

5. Να υποβάλλουν προβλήµατα – αιτήµατα των µελών τους για λύση ή ικανοποίηση.

6. Να µεταφέρουν τις απόψεις και τις υποδείξεις – προτάσεις τους προς το ∆.Σ. της ΟΛΜΕ σχετικά µε θέµατα που απασχολούν τον κλάδο.

7. Τηρώντας τις διατάξεις του καταστατικού και ακολουθώντας τη γενική γραµµή της Οµοσπονδίας, να κάνουν ανακοινώσεις στον τύπο, να απευθύνονται στις δηµόσιες αρχές και να επικοινωνούν απευθείας µε τις άλλες ΕΛΜΕ σχετικά µε τα ζητήµατα που απασχολούν τον κλάδο και να µπορούν να εκδίδουν έντυπα. ΑΡΘΡΟ 8

Οι ενώσεις – µέλη της ΟΛΜΕ οφείλουν: 1. Να συµµορφώνονται µε τις διατάξεις του καταστατικού της ΟΛΜΕ. 2. Να εναρµονίζουν τη δράση τους σύµφωνα µε τα γενικότερα

συµφέροντα και τις επιδιώξεις της ΟΛΜΕ. 3. Να ενηµερώσουν το ∆.Σ. της ΟΛΜΕ για τις ενέργειες που

προβλέπονται από το άρθρο 7, κοινοποιώντας τα σχετικά έγγραφα. 4. Να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για την υλοποίηση των

αποφάσεων των Συνεδρίων, των Γεν. Συνελεύσεων και του ∆.Σ. της ΟΛΜΕ.

114

5. Να γνωστοποιούν στην ΟΛΜΕ µε έγγραφο τις µεταβολές στη σύνθεση των ∆ιοικητικών τους Συµβουλίων, καθώς και τις ταχυδροµικές και τηλεφωνικές διευθύνσεις των µελών του ∆.Σ.

6. Να γνωστοποιούν κάθε νέα εγγραφή ή διαγραφή µέλους της ένωσής τους και να αποστέλλουν µέρος της συνδροµής των µελών τους στην ΟΛΜΕ. Το ποσό για κάθε µέλος της ένωσής τους που αποδίδεται στην ΟΛΜΕ είναι το οριζόµενο στο άρθρο 6 του καταστατικού και αποστέλλεται µε χωριστές καταστάσεις κατά σχολείο. ∆ιαφορετικά στερούνται τα δικαιώµατα του άρθρου 7 για όσο χρόνο καθυστερεί η οικονοµική τους τακτοποίηση.

7. Όπου στο καταστατικό αναφέρεται ο όρος «ταµειακά τακτοποιηµένη», θα πρέπει η ένωση να έχει πληρώσει τις συνδροµές της σύµφωνα µε την παρ. 6 του άρθρου αυτού. ΑΡΘΡΟ 9

1. Οποιεσδήποτε προτάσεις στην ΟΛΜΕ για αντιµετώπιση αναγκών, προβληµάτων, αιτηµάτων και επιδιώξεων µεµονωµένων συναδέλφων ή και οµάδων συναδέλφων ή Συλλόγων σχολείων, γίνονται οπωσδήποτε και µόνο µέσω των ∆.Σ. των Ενώσεων στις οποίες ανήκουν οι συνάδελφοι και πάντοτε γραπτώς, κατά το πνεύµα του άρθρου 7 παρ. 5.

2. Μόνο σε περίπτωση που το ∆.Σ. της ΕΛΜΕ αρνείται αδικαιολόγητα να προωθήσει το θέµα ή καθυστερεί πάνω από 15 ηµέρες, επιτρέπεται επικοινωνία µεµονωµένων ή και οµάδων συναδέλφων απευθείας µε την ΟΛΜΕ, µε έγγραφο οπωσδήποτε στο οποίο θα αναφέρεται και ο λόγος της απευθείας επικοινωνίας.

3. Απαραίτητη προϋπόθεση, για την απευθείας επικοινωνία συναδέλφων µε την ΟΛΜΕ, είναι η έγκαιρη τακτοποίηση των οικονοµικών υποχρεώσεών τους. ΑΡΘΡΟ 10 (∆ιαγραφή µελών)

1. Κάθε ένωση µπορεί να ζητήσει τη διαγραφή της από την ΟΛΜΕ ύστερα από απόφαση των 3/4 των µελών της, εκφρασµένη σε Γεν. Συνέλευση που συγκλήθηκε γι’ αυτό το σκοπό.

2. Η αίτηση διαγραφής από την ΟΛΜΕ πρέπει να συνοδεύεται: α) από αντίγραφο της απόφασης της Γεν. Συνέλευσης και β) από τις συνδροµές των µελών της ένωσης προς την ΟΛΜΕ για το έτος στο οποίο ζητείται η διαγραφή.

3. Η διαγραφόµενη ένωση και µετά τη διαγραφή της ευθύνεται για τις υποχρεώσεις που ανέλαβε η ΟΛΜΕ µέχρι την ηµέρα που υπέβαλε την αίτηση για διαγραφή.

115

4. Η διαγραφή επισηµοποιείται µε πράξη του ∆.Σ. της ΟΛΜΕ που συντάσσεται µετά την παραλαβή της αίτησης διαγραφής και γνωστοποιείται µε το πρώτο Πληροφοριακό ∆ελτίο. ΑΡΘΡΟ 11

1. Ενώσεις που βεβαιωµένα εναντιώνονται στους σκοπούς και τις επιδιώξεις της ΟΛΜΕ και αντιδρούν στην πραγµατοποίησή τους ή παραβαίνουν τις επιδιώξεις του Καταστατικού και τις αποφάσεις των Γεν. Συνελεύσεων και του Συνεδρίου ή καθυστερούν αδικαιολόγητα την εκπλήρωση των οικονοµικών υποχρεώσεών τους προς την ΟΛΜΕ περισσότερο από ένα χρόνο υπόκεινται σε διαγραφή.

2. Για τη διαγραφή αποφασίζει Γεν. Συνέλευση, Τακτική ή Έκτακτη ή Συνέδριο ύστερα από πρόταση του ∆.Σ. της ΟΛΜΕ ή από πρόταση του 1/10 των ενώσεων µε την ακόλουθη διαδικασία:

α) Με πρόσκληση, που αποστέλλεται στην ενδιαφερόµενη ένωση ένα µήνα πριν, καλείται στη Γεν. Συνέλευση ή το Συνέδριο που θα αποφασίσει για τη διαγραφή ο νόµιµος εκπρόσωπος της υπόλογης ένωσης, για να απαντήσει στους αποδιδόµενους λόγους διαγραφής.

β) Μετά την απολογία η Γεν. Συνέλευση ή το Συνέδριο µε πλειοψηφία 3/4 των ψήφων που διαθέτουν τα παρόντα µέλη ή τα 3/4 των παρόντων συνέδρων αντίστοιχα διαγράφει την εγκαλούµενη ένωση, ορίζοντας και τη χρονική διάρκεια της διαγραφής.

γ) Εάν η εγκαλούµενη ένωση αδικαιολόγητα δεν προσέλθει για απολογία και εξηγήσεις, τότε η διαγραφή της αποφασίζεται χωρίς νέα πρόσκληση στην επόµενη Γεν. Συνέλευση ή Συνέδριο. ΑΡΘΡΟ 12

1. Ένωση που διαγράφεται µε αίτησή της µπορεί να επανεγγραφεί µε αίτησή της κατά τη διαδικασία του άρθρου 5.

2. Εάν στο διάστηµα διαγραφής µιας ένωσης ιδρύθηκε στο χώρο της νέα ένωση, τότε η επανεγγραφή της διαγραµµένης, όπως και της νέας, αποφασίζεται από Γεν. Συνέλευση ή Συνέδριο.

3. Ένωση που διαγράφηκε από Γεν. Συνέλευση ή Συνέδριο µπορεί να επανεγγραφεί:

α) Πριν από την παρέλευση της περιόδου διαγραφής που επιβλήθηκε, αν στο µεταξύ τα µέλη της ανέδειξαν νέα ∆ιοίκηση, που συµµορφώνεται µε τις διατάξεις του άρθρου 8 του Καταστατικού της ΟΛΜΕ.

β) Μετά την παρέλευση της περιόδου διαγραφής που επιβλήθηκε. 4. Η επανεγγραφή και στις δύο περιπτώσεις (3α, 3β) γίνεται ύστερα

από αίτηση της διαγραµµένης ένωσης και προηγούµενη απόφαση της Γεν. Συνέλευσης των µελών της.

116

5. Η αίτηση επανεγγραφής συνοδεύεται από τα προβλεπόµενα στο άρθρο 5 παρ. 1. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ∆΄ (∆ιοίκηση, ∆ιοικητικό Συµβούλιο και Ελεγκτική Επιτροπή) ΑΡΘΡΟ 13

Την ΟΛΜΕ διοικεί ∆ιοικητικό Συµβούλιο 11µελές, που εκλέγεται από το Συνέδριο του κλάδου µε 2ετή θητεία, η οποία αρχίζει από τις αρχαιρεσίες του Ιούνη και λήγει µε την εκλογή του νέου ∆.Σ. (Συγκρότηση ∆.Σ. της ΟΛΜΕ) ΑΡΘΡΟ 14

1. Το ∆.Σ. της ΟΛΜΕ απαρτίζεται από τους: α) Πρόεδρο, β) Αντιπρόεδρο, γ) Γεν. Γραµµατέα, δ) Ειδ. Γραµµατέα, ε) Οργ. Γραµµατέα, στ) Ταµία, ζ) Βοηθό Ταµία και Έφορο υλικού, η) Έφορο δηµοσίων σχέσεων, θ) Έφορο βιβλιοθήκης και εκδόσεων και ι) 2 µέλη.

2. α) Η συγκρότηση σε σώµα γίνεται µε µυστική ψηφοφορία στην πρώτη συνεδρία, που συγκαλεί γι’ αυτό το σκοπό ο σύµβουλος που πλειοψήφησε από τον πρώτο σε ψήφους συνδυασµό, το αργότερο σε πέντε ηµέρες µετά τις αρχαιρεσίες.

β) Η εκλογή για τις θέσεις της παρ. 1 του ίδιου άρθρου απαιτεί την απόλυτη πλειοψηφία των µελών του ∆.Σ. της ΟΛΜΕ. Όταν οι δύο πρώτες ψηφοφορίες αποβούν άκαρπες, τότε από την τρίτη ψηφοφορία εκλέγεται αυτός που έχει τη σχετική πλειοψηφία. Σε περίπτωση ισοψηφίας εκλέγεται ο υποψήφιος του συνδυασµού που πλειοψήφησε.

3. Το ∆.Σ. µπορεί παράλληλα να οργανώνεται και σε οµάδες για µελέτη και παρακολούθηση ειδικών θεµάτων (εκπαιδευτικά, οικονοµικά, συνταξιοδοτικά, επαγγελµατικά κ.λπ.), οι οποίες µπορεί να ενισχύονται και από µη µέλη του ∆.Σ. µε ειδικές γνώσεις και πείρα σε ειδικά θέµατα.

4. Τα µέλη του ∆.Σ. µετά την εκλογή τους δεν εκπροσωπούν πλέον την ένωση από την οποία προέρχονται, αλλά την ΟΛΜΕ.

5. Τα µέλη του ∆.Σ. της ΟΛΜΕ εξακολουθούν να είναι µέλη των ΕΛΜΕ από τις οποίες προέρχονται, χωρίς να συµµετέχουν στις διαδικασίες των πρωτοβάθµιων οργάνων, διατηρώντας µόνο το δικαίωµα ψήφου για την ανάδειξη ∆ιοικήσεων των Ενώσεων, αντιπροσώπων για το Συνέδριο και αιρετών για τα Υπηρεσιακά Συµβούλια.

117

ΑΡΘΡΟ 15 1. Μετά τη συγκρότηση σε σώµα του νέου ∆.Σ. γίνεται η παράδοση

της ∆ιοίκησης από το προηγούµενο ∆.Σ. µε σύνταξη ειδικής πράξης των δύο ∆.Σ. και ειδικών πρωτοκόλλων για την παράδοση του Ταµείου και του υλικού της ΟΛΜΕ.

2. Εφόσον υπάρχουν θέµατα και επιδιώξεις που βρίσκονται σε εξέλιξη, είναι δυνατό µε απόφαση του νέου ∆.Σ. να παραταθεί στην ΟΛΜΕ η θητεία δύο µελών του προηγούµενου ∆.Σ., για όσο χρόνο κρίνεται αναγκαία η παρουσία τους, η οποία όµως δεν µπορεί να διαρκέσει περισσότερο από ένα (1) µήνα από την ηµέρα της παράδοσης της ∆ιοίκησης.

3. Στο διάστηµα αυτό τα παραµένοντα µέλη του προηγούµενου ∆.Σ. συµµετέχουν στις συνεδριάσεις του νέου ∆.Σ., µόνο εφόσον πρόκειται να συζητηθεί θέµα που κάνει αναγκαία την παρουσία τους και αποζηµιώνονται όπως και όσο τα µέλη του νέου ∆.Σ. κατά περίπτωση.

4. Η συµµετοχή αυτών των µελών στις συνεδριάσεις του νέου ∆.Σ. έχει χαρακτήρα καθαρά συµβουλευτικό. ∆εν έχουν δικαίωµα ψήφου ούτε δικαίωµα άσκησης οποιασδήποτε εξουσίας για λογαριασµό της Οµοσπονδίας. (Συνεδριάσεις ∆.Σ.) ΑΡΘΡΟ 16

1. Το ∆.Σ. της ΟΛΜΕ συνεδριάζει τακτικά µια φορά την εβδοµάδα και έκτακτα, όταν το κρίνει αναγκαίο ο Πρόεδρος ή το ζητήσουν µε έγγραφη αίτησή τους τρία (3) τουλάχιστον µέλη του. Αν αρνηθεί ο Πρόεδρος ή αναβάλλει την έκτακτη σύγκληση του ∆.Σ. περισσότερο από πέντε (5) ηµέρες, τότε καλούν το ∆.Σ. σε συνεδρία τα µέλη που υπογράφουν την σχετική αίτηση.

2. Την Ηµερήσια ∆ιάταξη καταρτίζει ο Πρόεδρος, σε συνεργασία µε το Γ. Γραµµατέα, αφού λάβουν υπόψη τους τις απόψεις των υπολοίπων µελών του ∆.Σ. και την ανακοινώνει µαζί µε την πρόσκληση στα µέλη του ∆.Σ. τουλάχιστον δύο ηµέρες πριν τη συζήτηση.

Όταν πρόκειται για έκτακτη συνεδρία, τα θέµατα αναγράφονται απαραίτητα στην αίτηση των µελών που ζητούν την έκτακτη συνεδρία και γνωστοποιούνται στα υπόλοιπα µέλη από τον Πρόεδρο, όπως και τα θέµατα της τακτικής συνεδρίας ή απευθείας από τα µέλη που υπογράφουν την αίτηση για συνεδρία, σε περίπτωση που αρνείται ο Πρόεδρος να καλέσει σε συνεδρία το ∆.Σ. ∆εν είναι αναγκαία η διήµερη προειδοποίηση, όταν πρόκειται για επείγοντα θέµατα.

3. Το ∆.Σ. βρίσκεται σε απαρτία, εάν παρευρίσκονται τουλάχιστον έξι (6) µέλη και οι αποφάσεις λαµβάνονται µε πλειοψηφία των παρόντων. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η άποψη µε την οποία τάχθηκε ο Πρόεδρος.

118

4. Μέλος του ∆.Σ. που απουσιάζει αδικαιολόγητα από δύο συνεχείς τακτικές συνεδρίες και το 50% των συνολικών συνεδριών, τακτικών ή εκτάκτων, ανά δίµηνο, ή απουσιάζει συνεχώς για διάστηµα µεγαλύτερο των τριών µηνών, αντικαθίσταται από το πρώτο στη σειρά αναπληρωµατικό µέλος σύµφωνα µε το άρθρ. 20 παρ. 1.

5. Σε όλες τις συνεδριάσεις του ∆.Σ., τακτικές ή έκτακτες, τηρούνται πρακτικά σε ειδικό βιβλίο και υπογράφονται το αργότερο πριν την εποµένη συνεδρία, η οποία δεν πραγµατοποιείται, αν δεν υπογραφούν προηγουµένως τα πρακτικά της προηγούµενης συνεδρίας. Οι συνεδριάσεις του ∆.Σ. της ΟΛΜΕ είναι ανοιχτές. (Καθήκοντα και αρµοδιότητες του ∆.Σ.) ΑΡΘΡΟ 17

Το ∆.Σ. της ΟΛΜΕ στην άσκηση της ∆ιοίκησης έχει τις ακόλουθες συλλογικές υποχρεώσεις (καθήκοντα) και αρµοδιότητες:

1. Προβαίνει σε οποιαδήποτε ενέργεια που συµβάλλει στην υλοποίηση των καταστατικών σκοπών της ΟΛΜΕ και κρίνει και αποφασίζει για κάθε ζήτηµα που εισηγείται ο Πρόεδρος ή µέλη του και αφορά τους σκοπούς της ΟΛΜΕ.

2. Εκτελεί τις αποφάσεις του Συνεδρίου και των Γεν. Συνελεύσεων Τακτικών ή Εκτάκτων.

3. Παρακολουθεί όλα τα θέµατα που αφορούν τον κλάδο και τον ενηµερώνει σχετικά.

4. Συγκροτεί επιτροπές µελέτης διαφόρων θεµάτων, σύµφωνα και µε την παρ. 3 του άρθρ. 14.

5. Παρέχει στις ενώσεις και στην Ελεγκτική Επιτροπή της ΟΛΜΕ κάθε πληροφορία που ζητούν και αλληλογραφεί µαζί τους.

6. Παρακολουθεί την εξέλιξη του προϋπολογισµού, εγκρίνει τις µηνιαίες δαπάνες και τις αναγκαίες αναµορφώσεις του προϋπολογισµού, καθορίζει την αποζηµίωση των µελών του ∆.Σ., σύµφωνα µε το άρθρ. 19, την αµοιβή του µόνιµου και έκτακτου προσωπικού των γραφείων, την αποζηµίωση του Νοµικού Συµβούλου, την αµοιβή της εντεταλµένης περιοδικής εργασίας (διόρθωση τυπογραφικών δοκιµίων του Πληροφοριακού ∆ελτίου και του επιστηµονικού περιοδικού) και αποφασίζει για έκτακτες δαπάνες απρόβλεπτες από τον ετήσιο προϋπολογισµό, σε συνολικά ετήσιο ύψος µέχρι το 1/20 του προϋπολογισµού.

7. Αποφασίζει για περιοδείες κι αποστολές στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, που εξυπηρετούν τους σκοπούς της ΟΛΜΕ και ρυθµίζει τα σχετικά µε τις ενέργειες αυτές, έξοδα (ταξιδιού, κίνησης, παράστασης κ.λπ.).

119

8. Προσλαµβάνει και απολύει το µόνιµο και έκτακτο προσωπικό των γραφείων και υπηρεσιών της ΟΛΜΕ και µεριµνά για την κινητή και ακίνητη περιουσία της.

9. Καταρτίζει και τροποποιεί τον κανονισµό έκδοσης και λειτουργίας του Πληροφοριακού ∆ελτίου και του επιστηµονικού περιοδικού ΛΟΓΟΣ και ΠΡΑΞΗ και τον υποβάλλει στη συνέχεια για έγκριση στην επόµενη Γενική Συνέλευση ή Συνέδριο, αφού προηγούµενα δηµοσιευτεί στο ∆ΕΛΤΙΟ, ένα µήνα νωρίτερα από τη Γ.Σ. ή το Συνέδριο. Ρυθµίζει την ύλη, τη µορφή και το πρόγραµµά του µε το διορισµό ειδικής για το καθένα επιτροπής από τα µέλη του και από άλλους ειδικούς συναδέλφους – µέλη ενώσεων.

10. Αποφασίζει και πραγµατοποιεί συγκεντρώσεις καθηγητών, γονέων και πολιτών στην έδρα της Οµοσπονδίας, ή στις έδρες των ενώσεων, ή σε άλλες πόλεις για την εξυπηρέτηση των σκοπών της ΟΛΜΕ, σε συνεργασία µε τις τοπικές ενώσεις.

11. Γνωστοποιεί έγκαιρα τους υποψήφιους αιρετούς εκπροσώπους του κλάδου για τα Κεντρικά Υπηρεσιακά Συµβούλια από το Πληροφοριακό ∆ελτίο και, µετά την εκλογή τους, συνεργάζεται µε αυτούς στην άσκηση των καθηκόντων τους.

12. Αποφασίζει για αγωνιστικές εκδηλώσεις για τη διεκδίκηση των συµφερόντων του κλάδου και τις υποβάλλει σε Γεν. Συνέλευση για έγκριση, εάν περιλαµβάνεται σε αυτές απεργία. Για τις άλλες ζητεί την έγκριση της Γεν. Συνέλευσης κατά την κρίση του.

13. Συγκαλεί τους αντιπροσώπους των ενώσεων σε Γεν. Συνελεύσεις, Τακτικές ή Έκτακτες, και σε Συνέδρια.

14. Αποστέλλει στις ενώσεις, ένα µήνα πριν από την Τακτική Γεν. Συνέλευση, συνοπτική έκθεση πεπραγµένων του πρώτου έτους της θητείας του, τον οικονοµικό απολογισµό του προηγούµενου χρόνου και τον προϋπολογισµό του επόµενου χρόνου.

15. Συντάσσει και υποβάλλει στο Συνέδριο την έκθεση πεπραγµένων, τον ισολογισµό και απολογισµό της θητείας του, καθώς και τον προϋπολογισµό του επόµενου χρόνου.

16. Λογοδοτεί και ελέγχεται για την άσκηση της ∆ιοίκησης στο συνέδριο και για κάθε θέµα που αφορά τη διοίκηση της ΟΛΜΕ και τα συµφέροντα της ΟΛΜΕ και του κλάδου. (Υποχρεώσεις µελών ∆.Σ. ΟΛΜΕ) ΑΡΘΡΟ 18

1. Τακτικό µέλος του ∆.Σ. της ΟΛΜΕ δε συγχωρείται: α) Να παραβαίνει τις διατάξεις του καταστατικού της ΟΛΜΕ, β) να ενεργεί αντίθετα µε τις αποφάσεις των Γεν. Συνελεύσεων και του Συνεδρίου, γ) να προβαίνει

120

σε πράξεις που αποβλέπουν ή απολήγουν στην αναστολή, τον περιορισµό, την εξουδετέρωση και µαταίωση των σκοπών και των επιδιώξεων της ΟΛΜΕ, δ) να αντιστρατεύεται στις αποφασισµένες ενέργειες του ∆.Σ., έστω κι αν µειοψήφησε στις σχετικές αποφάσεις.

2. Καθεµιά από τις προηγούµενες παραβάσεις αποτελεί λόγο µέχρι και έκπτωσης του υπαιτίου από τη θέση του τακτικού µέλους του ∆.Σ.

3. Μετά από ενυπόγραφη καταγγελία από Ένωση – µέλος της ΟΛΜΕ κατά µέλους του ∆.Σ. ότι υπέπεσε σε παραβάσεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, το ∆.Σ. εξετάζει την υπόθεση και αποφασίζει σύµφωνα µε την επόµενη παράγραφο.

4. Η εκδίκαση των κατηγοριών κατά µελών του ∆.Σ. γίνεται σύµφωνα µε την ακόλουθη διαδικασία:

α) Ύστερα από την υποβολή γραπτής καταγγελίας σύµφωνα µε το άρθρο 18, παρ. 3, το ∆.Σ. της ΟΛΜΕ εξετάζει την υπόθεση και αποφαίνεται για την αναγκαιότητα της παραποµπής ή όχι της υπόθεσης στην επόµενη Γ.Σ. ή Συνέδριο. Η σχετική παραπεµπτική απόφαση πρέπει να συγκεντρώνει τουλάχιστον 8 από τις 11 ψήφους του ∆.Σ.

β) Η Γ.Σ. ή το Συνέδριο αποφασίζει για τη σχετική υπόθεση. Με πλειοψηφία 3/4 των ψήφων που διαθέτουν τα παρόντα µέλη ή τα 3/4 των παρόντων συνέδρων αντίστοιχα µπορεί να αποφασίζει για ενδεχόµενη επιβολή µιας από τις ποινές που περιλαµβάνονται στο άρθρο αυτό και στην παρ.5.

5. Οι ποινές που µπορεί να επιβληθούν είναι: α) Επίπληξη εγγράφως, β) έκπτωση από το αξίωµα που κατέχει το µέλος στο ∆.Σ. και γ) οριστική έκπτωση από την ιδιότητα του µέλους του ∆.Σ. ΑΡΘΡΟ 19

1. Τα τακτικά µέλη του ∆.Σ. λαµβάνουν έξοδα κίνησης και παράστασης που καθορίζονται από το ∆.Σ. µε ειδική απόφαση που ανανεώνεται κάθε χρόνο. Η απαιτούµενη πίστωση εγγράφεται στον προϋπολογισµό και εγκρίνεται από τη Γεν. Συνέλευση ή το Συνέδριο.

2. Τα τακτικά από επαρχίες µέλη του ∆.Σ. παίρνουν επιπλέον έξοδα στέγασης, µετακίνησης και εγκατάστασης που καθορίζονται και εγκρίνονται όπως και τα έξοδα κίνησης και παράστασης.

3. Ο ταµίας επιπλέον δικαιούται για διαχειριστικά λάθη το 1/200 του ποσού των καθαρών συνδροµών των δύο ταµείων (Τακτικού και Τ.Α.) χωρίς να υπολογίζεται το ταµειακό υπόλοιπο προηγούµενης χρήσης.

4. Καµιά άλλη αµοιβή ή αποζηµίωση δεν παίρνει µέλος του ∆.Σ. για απασχόληση ή εργασία του στην ΟΛΜΕ και για την ΟΛΜΕ και ούτε επιτρέπεται να συνάπτει µε την ΟΛΜΕ οποιαδήποτε σύµβαση, µε την οποία µπορεί µε οποιοδήποτε τρόπο να πάρει οποιαδήποτε αµοιβή.

121

(Αντικατάσταση µελών του ∆.Σ.) Ανασύνθεση και παραίτηση ∆.Σ. της ΟΛΜΕ ΑΡΘΡΟ 20

1. α) Σε περίπτωση που ένα µέλος του ∆.Σ. πεθάνει, παραιτηθεί ή διαγραφεί, αναπληρώνεται από το πρώτο στη σειρά αναπληρωµατικό µέλος του αντίστοιχου ψηφοδελτίου. Σε περίπτωση µεµονωµένου υποψηφίου ή συνδυασµού που δεν έχει αναπληρωµατικούς, η αναπλήρωση γίνεται από το ψηφοδέλτιο που πλειοψήφησε.

β) Σε περίπτωση που παραιτηθούν µέλη ενός η περισσοτέρων συνδυασµών και δεν υπάρχουν αναπληρωµατικά ή τα υπάρχοντα αρνούνται την αναπλήρωση, τότε αυτή γίνεται από τους αναπληρωµατικούς των άλλων συνδυασµών ανάλογα µε τη δύναµή τους σε έδρες.

2. Μετά από κάθε αντικατάσταση µέλους του ∆.Σ., εκτός από τα µέλη του Προεδρείου, που αποχωρεί από αυτό για οποιοδήποτε λόγο (παρ.1), γίνεται ανασυγκρότηση του ∆.Σ. σε σώµα µε µυστική ψηφοφορία, εκτός από το Προεδρείο (Πρόεδρος, Αντιπρόεδρος και Γεν. Γραµµατέας).

3. Σε περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο (παρ. 1) αποχωρεί από το ∆.Σ. µέλος του Προεδρείου, εκτός του Προέδρου, γίνεται ανασύνθεση µε µυστική ψηφοφορία σε όλες τις θέσεις εκτός του Προέδρου. Αν αποχωρήσει ο Πρόεδρος, τότε γίνεται γενική ανασύνθεση.

4. Η διαδικασία ανασύνθεσης των παρ. 2 και 3 εφαρµόζεται και στην περίπτωση που: α) οποιοδήποτε µέλος του ∆.Σ. παραιτείται από το αξίωµά του όχι όµως και τη θέση του στο ∆.Σ. και β) όταν η πλειοψηφία του ∆.Σ. ζητήσει εγγράφως και µε γνώµονα το συµφέρον του κλάδου, το οποίο πρέπει να δικαιολογείται ικανοποιητικά και µε αντικειµενική θεµελίωση, τη γενική ανακατανοµή των αξιωµάτων.

5. Σε κάθε παραίτηση µέλους του ∆.Σ. από το αξίωµα µόνο ή το αξίωµα και τη θέση στο ∆.Σ. υποβάλλεται εγγράφως και θεωρείται ότι έγινε αποδεκτή, αν σε 8 ηµέρες δεν αποφασίσει το ∆.Σ. για την αποδοχή ή όχι της παραίτησης.

6. Σε περίπτωση που παραιτούνται ή εκπίπτουν µέλη του ∆.Σ. περισσότερα από 6 ή λιγότερα από 7, αλλά αρνούνται ισάριθµα αναπληρωµατικά να τα αναπληρώσουν, τότε σε πρόταση του ∆.Σ. συγκαλείται από την Ελεγκτική Επιτροπή Έκτακτο Συνέδριο, το αργότερο εντός δύο µηνών, για να εκλέξει το νέο ∆.Σ. Στο ενδιάµεσο διάστηµα τα εναποµένοντα µέλη του επιµελούνται τις κατεπείγουσες και ανεπίδεκτες αναβολής υποθέσεις της ΟΛΜΕ περιοριζόµενα όµως στην ενέργεια των εντελώς απαραίτητων πράξεων.

122

(Αρµοδιότητες µελών ∆.Σ.) ΑΡΘΡΟ 21

1. Τα µέλη του ∆.Σ. είναι ισότιµα. Ο Πρόεδρος, πρώτος ανάµεσα σε ίσους, είναι µαζί µε το Γεν. Γραµµατέα το κύριο εκτελεστικό όργανο των αποφάσεων του ∆.Σ.

2. Ο ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ εκπροσωπεί και αντιπροσωπεύει την ΟΛΜΕ δικαστικώς και εξωδίκως σε όλες τις σχέσεις της µε τρίτους (µε δικαστικές, διοικητικές και κάθε είδους αρχές, µε επαγγελµατικές, επιστηµονικές και εκπαιδευτικές οργανώσεις και µε ιδιώτες, φυσικά και νοµικά πρόσωπα) αυτοπροσώπως.

3. Εκπροσωπεί µε το Γεν. Γραµµατέα την ΟΛΜΕ στις παραστάσεις και επαφές µε πολιτικούς, πνευµατικούς, δηµοσιογραφικούς, συνδικαλιστικούς, κυβερνητικούς και υπηρεσιακούς παράγοντες.

4. Συνυπογράφει µε το Γεν. Γραµµατέα όλα τα έγγραφα και τα εντάλµατα πληρωµής.

5. Συγκαλεί το ∆.Σ. σε συνεδριάσεις, τακτικές και έκτακτες, καθορίζει την Ηµερήσια ∆ιάταξη της συνεδρίας σύµφωνα µε το άρθρο 16 παρ. 2 και διευθύνει τη συζήτηση. ΑΡΘΡΟ 22

1. Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ αναπληρώνει τον ΠΡΟΕ∆ΡΟ, όταν απουσιάζει, σε όλες τις αρµοδιότητες και τη δικαιοδοσία του.

2. Μπορεί να αναπληρώνει τον Πρόεδρο µόνιµα ή για ορισµένο χρόνο σε ειδικά καθήκοντα του Προέδρου που µπορεί να του αναθέσει, µετά από εισήγηση του Προέδρου, το ∆.Σ. µε απόφασή του που καταχωρίζεται στα πρακτικά των συνεδριάσεων του ∆.Σ. ΑΡΘΡΟ 23

1. Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ αντιπροσωπεύει την ΟΛΜΕ σύµφωνα µε το άρθρο 21 παρ. 2.

2. Είναι υπεύθυνος για την αλληλογραφία και για τις ανακοινώσεις της ΟΛΜΕ και υπογράφει µε τον Πρόεδρο όλα τα έγγραφα και τα χρηµατικά εντάλµατα πληρωµής.

3. Φροντίζει για τη σύνταξη των πρακτικών των συνεδριάσεων του ∆.Σ., των κοινών συνεδριάσεων ∆.Σ. – Ε.Ε., των συνελεύσεων και του συνεδρίου.

4. Φυλάει το αρχείο και τη σφραγίδα της ΟΛΜΕ και είναι υπεύθυνος για τη λειτουργία των γραφείων.

5. Φροντίζει για την ύλη του Πληροφοριακού ∆ΕΛΤΙΟΥ, την έκδοση και την αποστολή του στους συνδροµητές και παρακολουθεί κάθε

123

δηµοσίευµα, εκδήλωση, κίνηση, ενέργεια εκτός της ΟΛΜΕ σχετική µε τους σκοπούς και τα ενδιαφέροντα της ΟΛΜΕ και του κλάδου.

6. Συντάσσει και υποβάλει στο ∆.Σ. προς έγκριση την έκθεση πεπραγµένων του ∆.Σ. και την παρουσιάζει στο συνέδριο και την τακτική Γεν. Συνέλευση. ΑΡΘΡΟ 24

1. Ο ΕΙ∆ΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ αναπληρώνει τον ΓΕΝΙΚΟ, όταν αυτός απουσιάζει προσωρινά σε όλες τις αρµοδιότητες και τα καθήκοντά του.

2. Είναι δυνατόν το ∆.Σ. να του αναθέσει για όλη την περίοδο της θητείας του ή για ορισµένο χρόνο την άσκηση ορισµένων καθηκόντων της αρµοδιότητας του Γεν. Γραµµατέα. ΑΡΘΡΟ 25

1. Ο ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ είναι υπεύθυνος για την αποτελεσµατικότερη οργάνωση των σχέσεων και επαφών της ΟΛΜΕ µε τις ενώσεις των δραστηριοτήτων της ΟΛΜΕ.

Ειδικότερα: α) Ενεργοποιεί και συντονίζει την επικοινωνία της ΟΛΜΕ µε τις

ενώσεις, ώστε να εξασφαλίζεται διαρκής οργανική επαφή µε αυτές και ενηµερώνει σε έκτακτα επείγοντα θέµατα.

β) Οργανώνει και προγραµµατίζει τις σύνθετες εκδηλώσεις της ΟΛΜΕ (συγκεντρώσεις – συνεδριάσεις – διαλέξεις – συνέδρια – συνεντεύξεις, αποστολές, καλλιτεχνικές εκδηλώσεις κ.λπ.).

γ) Σε συνεργασία µε το Γεν. Γραµµατέα συντονίζει τις οργανωτικές επαφές και σχέσεις µε άλλες συνδικαλιστικές οργανώσεις. ΑΡΘΡΟ 26

1. Ο ΤΑΜΙΑΣ εισπράττει µε διπλότυπες αποδείξεις όλους τους χρηµατικούς πόρους του Τακτικού Ταµείου και του Ταµείου Αλληλοβοηθείας της ΟΛΜΕ και εκτελεί κάθε πληρωµή προβλεπόµενη από τον προϋπολογισµό δαπανών, ύστερα από έκδοση των σχετικών ενταλµάτων πληρωµής που υπογράφονται από τον Πρόεδρο και το Γεν. Γραµµατέα.

2. Στο τέλος κάθε µήνα εισηγείται στο ∆.Σ. της έγκριση των δαπανών του µήνα και φροντίζει για την έγκαιρη αναµόρφωση του προϋπολογισµού δαπανών.

3. Τηρεί τα απαραίτητα διαχειριστικά βιβλία της ΟΛΜΕ, ευθύνεται για τη χρηµατική και ακίνητη περιουσία της ΟΛΜΕ και συνεργάζεται µε το βοηθό Ταµία και υπεύθυνο υλικού για την κινητή περιουσία της ΟΛΜΕ (έπιπλα, σκεύη, µηχανές κ.λπ.).

124

4. Αναλαµβάνει τις καταθέσεις της ΟΛΜΕ ύστερα από απόφαση του ∆.Σ. και διαχειρίζεται ποσό ίσο µε το 1/3 του Μ.Ο. των µηνιαίων συνδροµών της ΟΛΜΕ και καταθέτει τα επιπλέον στο λογαριασµό της ΟΛΜΕ στο Ταχυδροµικό Ταµιευτήριο ή οποιοδήποτε τραπεζικό ταµιευτήριο.

5. Είναι υπεύθυνος και επιβλέπει την αποστολή του ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΟΥ ∆ΕΛΤΙΟΥ στους συνδροµητές σε συνεργασία µε το Γεν. Γραµµατέα.

6. Συντάσσει και υποβάλλει για έγκριση στη Γεν. Συνέλευση ή το Συνέδριο τον προϋπολογισµό της επόµενης διαχειριστικής περιόδου και τον απολογισµό του προηγούµενου χρόνου. ΑΡΘΡΟ 27

1. Ο ΒΟΗΘΟΣ ΤΑΜΙΑ – ΕΦΟΡΟΣ ΥΛΙΚΟΥ αναπληρώνει τον ταµία, όταν αυτός απουσιάζει, προσωρινά και µέχρι 2 µήνες ή µόνιµα όταν ο ταµίας απουσιάζει περισσότερο από 2 µήνες. Στην τελευταία περίπτωση γίνεται ύστερα από απόφαση του ∆.Σ., ή ύστερα από ανασυγκρότηση του ∆.Σ.

2. Είναι δυνατόν και µε εισήγηση του Ταµία στο ∆.Σ. να αναταθεί στο Βοηθό Ταµία η διαχείριση του Ταµείου Αλληλοβοηθείας, καθώς και η ευθύνη της αποστολής του ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΟΥ ∆ΕΛΤΙΟΥ στους συνδροµητές και η παρακολούθηση της δηµοσίευσης των διαφηµίσεων στο ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΟ ∆ΕΛΤΙΟ.

3. Είναι υπεύθυνος για το υλικό της ΟΛΜΕ, για την κατάσταση του ακίνητου και για τη συντήρηση του υλικού και του ακινήτου.

4. Ασχολείται µε τα οικονοµικά – µισθολογικά θέµατα του προσωπικού Μ.Ε. καθώς και τα συνταξιοδοτικά. ΑΡΘΡΟ 28

1. Ο ΕΦΟΡΟΣ ∆ΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ φροντίζει σε συνεργασία µε τον Οργανωτικό Γραµµατέα για τις δηµόσιες σχέσεις της ΟΛΜΕ και ειδικότερα:

α) Για τη φιλοξενία επισκεπτών και εκπροσώπων άλλων οργανώσεων, εκπαιδευτικών και συνδικαλιστικών, του εσωτερικού και του εξωτερικού και για την επαφή της ΟΛΜΕ µε αντίστοιχες οργανώσεις του εξωτερικού.

β) Την οργάνωση των πολιτιστικών εκδηλώσεων, διαλέξεων, συνεδρίων, συνεντεύξεων τύπου κ.λπ.

γ) Τη δηµοσιογραφική προβολή των δραστηριοτήτων της ΟΛΜΕ, τις τηλεοπτικές εµφανίσεις, την οργάνωση ειδικών αποστολών στο εσωτερικό και εξωτερικό.

125

ΑΡΘΡΟ 29 1. Ο ΕΦΟΡΟΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ ΚΑΙ ΕΚ∆ΟΣΕΩΝ είναι υπεύθυνος

για την κατάσταση και λειτουργία της βιβλιοθήκης της ΟΛΜΕ, της οποίας τα βιβλία χρεώνονται µε ειδικό πρωτόκολλο από το Βοηθό Ταµία και Έφορο Υλικού.

2. Είναι επικεφαλής της επιτροπής επιλογής της ύλης του επιστηµονικού περιοδικού και υπεύθυνος για την έκδοσή του. Συνεργάζεται µε το Βοηθό Ταµία για τη διανοµή (αποστολή) του στους συνδροµητές. ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΡΘΡΟ 30

1. Τον έλεγχο της οικονοµικής διαχείρισης της ΟΛΜΕ ασκεί 5µελής Ελεγκτική Επιτροπή, που εκλέγεται από το Συνέδριο για 2ετή θητεία και που αποτελείται από τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο, το Γραµµατέα και 2 µέλη.

2. Η συγκρότησή της σε σώµα γίνεται στα γραφεία της ΟΛΜΕ µε µυστική ψηφοφορία σε πέντε το πολύ µέρες από την εκλογή των µελών της από το Συνέδριο και ύστερα από πρόσκληση του πρώτου σε ψήφους σύµβουλου του συνδυασµού που πλειοψήφησε.

3. Μέλος της Ε.Ε,. που αποχωρεί για οποιοδήποτε λόγο, αναπληρώνεται από τον πρώτο αναπληρωµατικό του ψηφοδελτίου. Αν πρόκειται για µεµονωµένο υποψήφιο, η αναπλήρωση γίνεται από το ψηφοδέλτιο που πλειοψήφησε. Εάν πρόκειται για αποχώρηση Προέδρου, γίνεται ανασυγκρότηση σε σώµα της Ε.Ε. µετά την αναπλήρωσή του. Το εδάφιο β της παρ. 1 του άρθρου 2 εφαρµόζεται και στην περίπτωση της αναπλήρωσης της Ε.Ε.

4. Η Ε.Ε. συνέρχεται στην Αθήνα στα γραφεία της ΟΛΜΕ: α) Τακτικά στους µήνες ∆εκέµβρη και Απρίλη κάθε χρόνο. β) Έκτακτα όταν καλείται από το ∆.Σ. της ΟΛΜΕ ή από 3 τουλάχιστον µέλη της ίδιας της Ε.Ε.

5. Οι τακτικές συνεδριάσεις της Ε.Ε. γίνονται ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου της, στην οποία αναγράφονται και τα ειδικά θέµατα της συζήτησης. Οι συνεδριάσεις έχουν απαρτία, αν παρευρίσκονται τρία από τα µέλη της, µαζί µε τον πρόεδρο απαραίτητα, εκτός αν αυτός εµποδίζεται ή αρνείται, οπότε υπάρχει απαρτία µε οποιαδήποτε τρία µέλη. Στις συνεδριάσεις τηρούνται πρακτικά σε ειδικό βιβλίο πρακτικών της Ε.Ε.

6. Τα έξοδα ταξιδιού, κίνησης και παράστασης των µελών της Ε.Ε. που µετακινούνται και παραµένουν στην Αθήνα για συνεδρία και για άσκηση των καθηκόντων τους βαρύνουν εξ ολοκλήρου το ταµείο της ΟΛΜΕ. ΑΡΘΡΟ 31

1. Η αρµοδιότητα της Ε.Ε. είναι ο οικονοµικός – διαχειριστικός έλεγχος του ∆.Σ. της ΟΛΜΕ.

126

2. Ο οικονοµικός – διαχειριστικός έλεγχος γίνεται στις τακτικές συνεδριάσεις της Ε.Ε. ή έκτακτα και σύµφωνα πάντα µε τις διαδικασίες του άρθρου 30, παράγραφος 4. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ (Γενικές Συνελεύσεις) ΑΡΘΡΟ 32

1. Οι Γενικές Συνελεύσεις, Τακτικές και Έκτακτες, είναι τα ανώτατα όργανα διοίκησης της Οµοσπονδίας µεταξύ δύο συνεδρίων και συγκροτούνται από τους προέδρους των ενώσεων ή τους νόµιµους εκπροσώπους τους.

2. Η τακτική Γεν. Συνέλευση πραγµατοποιείται στο ενδιάµεσο χρονικό διάστηµα µεταξύ των δύο συνεδρίων και συγκαλείται το µήνα Ιούνη στην Αθήνα.

3. α) Στις έκτακτες Γεν. Συνελεύσεις προεδρεύει ο Πρόεδρος του ∆.Σ. της ΟΛΜΕ ή ο νόµιµος αναπληρωτής του και η Γραµµατεία των Συνελεύσεων εξυπηρετείται από µέλη του ∆.Σ.

β) Στην τακτική Γεν. Συνέλευση του Ιούνη προεδρεύει τριµελές αιρετό προεδρείο από Πρόεδρο, Αντιπρόεδρο και Γεν. Γραµµατέα, που εκλέγεται από τη Γεν. Συνέλευση χωριστά για κάθε θέση.

γ) Σε περίπτωση θέµατος εµπιστοσύνης προς το ∆.Σ. προεδρεύει ο πρόεδρος της Ε.Ε.

δ) Προκειµένου να συζητηθεί θέµα εµπιστοσύνης προς το ∆.Σ. της ΟΛΜΕ συγκαλείται έκτακτη Γεν. Συνέλευση µε µόνο αυτό το θέµα. Η Γεν. Συνέλευση µπορεί να συγκληθεί από:

Ι) Από το ∆.Σ. της ΟΛΜΕ ΙΙ) Από το 1/10 των ΕΛΜΕ. Η εµπιστοσύνη αίρεται µε απόφαση της

Γεν. Συνέλευσης, όταν αυτή συγκεντρώνει το 1/2 συν 1 του συνολικού αριθµού των ενώσεων – µελών που διαθέτουν το 1/2 συν 1 των ψήφων.

4. Στην πρόσκληση για την Τακτική Γεν. Συνέλευση του Ιούνη, που δηµοσιεύεται στο ∆ελτίο δύο µήνες πριν, πρέπει να αναφέρονται:

α) Ο τόπος, η χρονική διάρκεια µε ηµέρα και ώρα έναρξης και ο αριθµός (αύξων) της Συνέλευσης.

β) Τα θέµατα που θα συζητηθούν και ο αναγκαίος για απαρτία της Συνέλευσης αριθµός µελών.

5. Οι προτάσεις της ∆ιοίκησης για τα θέµατα της Συνέλευσης δηµοσιεύονται στο ∆ελτίο του Απρίλη.

6. Σε ένα µήνα από τη δηµοσίευση της πρόσκλησης µπορούν οι ενώσεις να υποβάλλουν στην ΟΛΜΕ κάθε θέµα µε τις σχετικές γι’ αυτό προτάσεις, που κρίνουν ότι πρέπει να προστεθεί στα θέµατα της Ηµερήσιας ∆ιάταξης της Γεν. Συνέλευσης και να δηµοσιευτεί.

127

7. Προσθήκη νέων θεµάτων στην Ηµερήσια ∆ιάταξη µετά τη µηνιαία προθεσµία, γίνεται µόνο µε απόφαση της Γεν. Συνέλευσης πριν αρχίσει η συζήτηση της Η.∆.

8. Μετά τη δηµοσίευση της Η.∆. γίνεται σχετική µε αυτή συζήτηση από τις στήλες του ∆ΕΛΤΙΟΥ. ∆ικαίωµα συµµετοχής στις συζητήσεις αυτές έχουν µόνο οι οικονοµικά τακτοποιηµένες ενώσεις. (Τακτικές Γενικές Συνελεύσεις) ΑΡΘΡΟ 33

Η Τακτική Γεν. Συνέλευση του Ιούνη: 1. Ελέγχει τα της πορείας και µπορεί να τροποποιεί την ιεράρχηση

στόχων που έγινε στο συνέδριο. 2. Τροποποιεί ή εγκρίνει τον προϋπολογισµό του Τακτικού Ταµείου

και του Ταµείου Αλληλοβοηθείας της ΟΛΜΕ και εγκρίνει τον απολογισµό των αντιστοίχων Ταµείων ή καταλογίζει ευθύνες, ύστερα από εισήγηση της Ελεγκτικής Επιτροπής.

3. Εγκρίνει ή τροποποιεί τον κανονισµό έκδοσης και κυκλοφορίας του Πληροφοριακού ∆ελτίου και του Επιστηµονικού περιοδικού, καθώς και τον κανονισµό λειτουργίας του Ταµείου Αλληλοβοηθείας της ΟΛΜΕ.

4. Αποφασίζει για τις σχέσεις της ΟΛΜΕ µε τις άλλες συνδικαλιστικές οργανώσεις καθώς και για τη συµµετοχή της σε ευρύτερους συνδικαλιστικούς οργανισµούς.

5. Αποφασίζει για κάθε θέµα που ενδιαφέρει την ΟΛΜΕ και τον κλάδο, χωρίς να αλλάζει ουσιαστικά τους στόχους του Συνεδρίου.

6. Ελέγχει τα πεπραγµένα των Αιρετών Συµβούλων των Κεντρικών Υπηρεσιακών Συµβουλίων.

7. Αποφασίζει για την πόλη στην οποία θα πραγµατοποιηθεί το επόµενο συνέδριο. (Έκτακτες Γεν. Συνελεύσεις) ΑΡΘΡΟ 34

1. Όταν ζητήµατα της ΟΛΜΕ απαιτούν την έγκριση των ενώσεων, είτε κατά την απαίτηση του καταστατικού είτε κατά την κρίση του ∆.Σ. είτε ύστερα από αίτηση του 1/10 τουλάχιστο των ενώσεων, καλούνται οι ενώσεις σε Έκτακτες Γεν. Συνελεύσεις από τον Πρόεδρο της ΟΛΜΕ και ύστερα από απόφαση του ∆.Σ.

2. Για τη σύγκληση της Έκτακτης Γεν. Συνέλευσης δεν ισχύουν οι προθεσµίες της Τακτικής ούτε η διαδικασία καθορισµού των θεµάτων της Ηµερήσιας ∆ιάταξης. Αλλά:

128

α) Όταν αποφασίζεται η σύγκληση της Γεν. Συνέλευσης (Έκτακτης) από το ∆.Σ., ορίζεται η πραγµατοποίησή της µέσα σε πέντε (5) ηµέρες, όταν συντρέχει επείγουσα ανάγκη και σε είκοσι (20) το πολύ ηµέρες σε οµαλές περιστάσεις.

β) Όταν συγκαλείται η Έκτακτη Γεν. Συνέλευση, ύστερα από αίτηση των ενώσεων, ο χρόνος σύγκλησής της καθορίζεται από τις ενώσεις στα χρονικά όρια των 20 – 30 ηµερών.

γ) Τα θέµατα Η.∆. καθορίζονται από εκείνους που συγκαλούν την Έκτακτη Γεν. Συνέλευση και προτάσσονται στη συζήτηση. Επιπλέον το ∆.Σ. µπορεί να προσθέσει στην Η.∆. της πρόσκλησης των ενώσεων και άλλα θέµατα που κοινοποιούνται στις ενώσεις µαζί µε τα θέµατα των ενώσεων, που ζήτησαν τη σύγκληση της Έκτακτης Γεν. Συνέλευσης. ΑΡΘΡΟ 35

1. Οι Ενώσεις πρέπει έγκαιρα να αναφέρουν στην ΟΛΜΕ, αν θα συµµετάσχουν ή όχι στη Γεν. Συνέλευση, Τακτική ή Έκτακτη.

2. Αν στις απαντήσεις των ενώσεων προκύψει ότι η Γεν. Συνέλευση δεν θα έχει απαρτία τότε:

α) Αν πρόκειται για Έκτακτη επείγουσα Γεν. Συνέλευση, αυτή µαταιώνεται και η σχετική απόφαση, που αναµενόταν από την Έκτακτη Γεν. Συνέλευση, την επείγουσα, λαµβάνεται από το ∆.Σ.

β) Αν πρόκειται για Έκτακτη, όχι επείγουσα Γεν. Συνέλευση, αναβάλλεται για το επόµενο 20ήµερο. Αν και µετά την αναβολή δεν εξασφαλιστεί απαρτία, µαταιώνεται.

γ) Αν πρόκειται για την Τακτική Γεν. Συνέλευση τον Ιούνη, τότε αυτή αναβάλλεται για το πρώτο 10ήµερο του Σεπτέµβρη, οπότε πραγµατοποιείται και µε το 1/3 των οικονοµικά τακτοποιηµένων ενώσεων, µε βάση την οικονοµική υποχρέωση της προηγούµενης συνδικαλιστικής περιόδου.

3. Κάθε αναβολή ή µαταίωση Γεν. Συνέλευσης γνωστοποιείται, όπως και η πρόσκληση για τη σύγκλησή της. Οι απαντήσεις των ενώσεων δηµοσιεύονται στο πρώτο ∆ΕΛΤΙΟ µετά την αναβολή ή µαταίωση. ΑΡΘΡΟ 36

1. Η απαρτία της Γ.Σ. καθορίζεται ως εξής: Στην Γεν. Συνέλευση του Ιούνη, καθώς και στις Έκτακτες Γεν.

Συνελεύσεις, πρέπει να παραβρίσκονται τουλάχιστον τα µισά (1/2) συν 1 από τα οικονοµικά τακτοποιηµένα µέλη και που διαθέτουν το 1/2 συν 1 τουλάχιστον του συνολικού αριθµού των ψήφων όλων των ΕΛΜΕ.

2. Οικονοµικά τακτοποιηµένες ενώσεις θεωρούνται όσες καταβάλλουν τη συνδροµή των µελών τους στην ΟΛΜΕ σύµφωνα µε το άρθρο 8 παρ. 6 του καταστατικού.

129

3. Οι αποφάσεις της Γεν. Συνέλευσης λαµβάνονται µε ανάταση του χεριού των αντιπροσώπων των ενώσεων – µελών που δικαιούνται ψήφο ή µε ονοµαστική κλήση ή µε µυστική ψηφοφορία, εφόσον το ζητήσουν 5 τουλάχιστον µέλη που έχουν δικαίωµα ψήφου.

4. Όταν πρόκειται για ζητήµατα εµπιστοσύνης στη ∆ιοίκηση και στην Ελεγκτική Επιτροπή, η ψηφοφορία είναι µυστική µε ψηφοδέλτιο.

5. Κάθε Πρόεδρος ή νόµιµος εκπρόσωπός του ψηφίζει µε τις ψήφους που διαθέτει η ένωσή του εκτός από θέµατα διαδικασίας όπου ψηφίζει µε µία ψήφο.

6. Οι ψήφοι κάθε ένωσης είναι ο αριθµός των αντιπροσώπων της στο προηγούµενο Συνέδριο.

7. Σε όλες τις ψηφοφορίες οι αποφάσεις λαµβάνονται µε το 1/2 συν 1 του συνολικού αριθµού των ψήφων που διαθέτουν τα παρόντα µέλη, εκτός από θέµατα διαδικασίας όπου απαιτείται η απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων µελών (Άρθρο 36 παρ.5). Εξαιρούνται οι περιπτώσεις της παρ. 2 του άρθρου 11, της παρ. 4 του άρθρου 18 και της παρ. 2 του άρθρου 48.

8. Η απόφαση για µεταβολή του σκοπού της ΟΛΜΕ απαιτεί οµοφωνία.

9. Στη Γεν. Συνέλευση που αποφασίζει για απεργία, η απόφαση λαµβάνεται µε πλειοψηφία του 1/2 συν 1 των παρόντων µελών, που πρέπει να διαθέτουν τα 2/3 του συνολικού αριθµού των ψήφων που διαθέτουν τα παρόντα µέλη.

10. Στις Γεν. Συνελεύσεις Τακτικές και Έκτακτες, ΕΛΜΕ που δεν εξέλεξαν αντιπροσώπους στο τελευταίο Συνέδριο, µετέχουν µε µία ψήφο. ΑΡΘΡΟ 37

1. ∆ικαίωµα λόγου σε Γεν. Συνελεύσεις, Τακτικές ή Έκτακτες, στα θέµατα της Η.∆., έχουν µόνο οι Πρόεδροι των ενώσεων, που είναι έγκαιρα οικονοµικά τακτοποιηµένες και, σε περίπτωση απουσίας, οι νόµιµοι εκπρόσωποί τους και τα µέλη του ∆ιοικητικού Συµβουλίου και της Ελεγκτικής Επιτροπής.

2. ∆ικαίωµα ψήφου έχουν µόνον οι Πρόεδροι των ενώσεων ή οι νόµιµοι εκπρόσωποί τους.

3. Μπορεί µε απόφαση της Γεν. Συνέλευσης να δοθεί ο λόγος, όχι και δικαίωµα ψήφου, σε πρόσωπα ειδικής κατάρτισης, αν κριθεί αναγκαίο να φωτιστεί το Σώµα σε συγκεκριµένο θέµα της Η.∆.

130

(Συνέδριο) ΑΡΘΡΟ 38

1. Κάθε δύο χρόνια, το µήνα Ιούνη, πραγµατοποιείται στην Αθήνα (εκτός και αποφασίσει διαφορετικά η προηγούµενη του Συνεδρίου Τακτική Γ.Σ.) το Συνέδριο των ενώσεων της ΟΛΜΕ µε συµµετοχή αντιπροσώπων τους που εκλέγονται πρόσφατα για το σκοπό αυτό. Οι αντιπρόσωποι εκλέγονται µε τον τρόπο εκλογής του ∆.Σ. της ΟΛΜΕ.

2. Στην πρόσκληση για το Συνέδριο, που δηµοσιεύεται στο ∆ΕΛΤΙΟ του Απρίλη, πρέπει να αναφέρονται:

α) Η πόλη, ο τόπος, η χρονική διάρκεια µε ηµέρα και ώρα έναρξης και ο αριθµός (αύξων) του Συνεδρίου.

β) Τα θέµατα που θα συζητηθούν και η αναγκαία απαρτία του Συνεδρίου, που είναι το 1/2 συν 1 τουλάχιστο του συνολικού αριθµού αντιπροσώπων.

3. Οι προτάσεις της ∆ιοίκησης για τα θέµατα του Συνεδρίου δηµοσιεύονται στο ∆ΕΛΤΙΟ του Απρίλη.

4. Οι διατάξεις του άρθρου 32, παρ. 7, 8 ισχύουν και για το Συνέδριο. 5. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει απαρτία, το Συνέδριο αναβάλλεται

για το πρώτο 20ήµερο του Σεπτέµβρη και πραγµατοποιείται µε απαρτία του 1/2 συν 1 των οικονοµικά τακτοποιηµένων ενώσεων και µε τους ίδιους αντιπροσώπους.

6. Το συνέδριο συγκαλείται έκτακτα από την Ε.Ε. στην περίπτωση του άρθρου 20 παρ. 6.

7. Το εκλογικό µέτρο για την ανάδειξη αντιπροσώπων για το Συνέδριο της ΟΛΜΕ είναι το εκατό (100). ΑΡΘΡΟ 39

1. Το Συνέδριο των αντιπροσώπων των ενώσεων αποτελεί το ανώτατο κυρίαρχο όργανο ∆ιοίκησης της ΟΛΜΕ και ελέγχου της πολιτείας του ∆.Σ. και των άλλων οργάνων της ∆ιοίκησης.

Ειδικότερα: α) Κρίνει και αποφαίνεται για τα πεπραγµένα της ∆ιοίκησης. β) Τροποποιεί ή εγκρίνει τον προϋπολογισµό του Τακτικού Ταµείου

και του Ταµείου Αλληλοβοηθείας της ΟΛΜΕ και εγκρίνει τον απολογισµό των αντίστοιχων ταµείων ή καταλογίζει ευθύνες, ύστερα από εισήγηση της Ε.Ε. και της Οικονοµικής Εξελεγκτικής Επιτροπής, που την εκλέγει το ίδιο Συνέδριο.

γ) Αποφασίζει για την εγγραφή νέων ενώσεων στην ΟΛΜΕ, την επανεγγραφή ή διαγραφή ενώσεων – µελών στην ΟΛΜΕ.

131

δ) Εκλέγει για την καθορισµένη θητεία τους το ∆.Σ. και της Ε.Ε. της ΟΛΜΕ.

ε) Τροποποιεί το Καταστατικό και αποφασίζει για τη διάλυση της ΟΛΜΕ σύµφωνα µε το άρθρο 47 του Καταστατικού.

στ) Εγκρίνει και τροποποιεί τον κανονισµό έκδοσης και κυκλοφορίας του Πληροφοριακού ∆ΕΛΤΙΟΥ και του Επιστηµονικού περιοδικού και του Ταµείου Αλληλοβοήθειας της ΟΛΜΕ.

ζ) Αποφασίζει για τις σχέσεις της ΟΛΜΕ µε τις άλλες συνδικαλιστικές οργανώσεις, καθώς και για τη συµµετοχή της σε ευρύτερους συνδικαλιστικούς οργανισµούς.

η) Ανακηρύσσει επίτιµους Προέδρους της ΟΛΜΕ και καθιερώνει τιµητικά µετάλλια για προσφορά υπηρεσίας στον κλάδο ή σοβαρής περιουσίας της ΟΛΜΕ.

θ) Αποφασίζει για κάθε θέµα που ενδιαφέρει την ΟΛΜΕ και τον κλάδο.

ι) Κρίνει και ελέγχει τις αποφάσεις της Ε.Ε. ια) Ελέγχει τα πεπραγµένα των Αιρετών Συµβούλων των Κεντρικών

Υπηρεσιακών Συµβουλίων. 2. Εκλέγει τους αντιπροσώπους της ΟΛΜΕ για συµµετοχή σε

ευρύτερους συνδικαλιστικούς οργανισµούς µε ανάλογη εφαρµογή των διατάξεων του παρόντος καταστατικού που ρυθµίζουν την εκλογή του ∆.Σ. της ΟΛΜΕ και για θητεία ίση µε αυτή του ∆.Σ. της ΟΛΜΕ. ΑΡΘΡΟ 40

1. ∆ικαίωµα λόγου στα θέµατα της Η.∆. του Συνεδρίου έχουν µόνο οι τακτικοί αντιπρόσωποι των ενώσεων που είναι έγκαιρα οικονοµικά τακτοποιηµένοι και σε περίπτωση απουσίας οι νόµιµοι αναπληρωτές τους και τα µέλη του ∆.Σ. και της Ε.Ε. της ΟΛΜΕ.

2. ∆ικαίωµα ψήφου έχουν µόνο οι αντιπρόσωποι των ενώσεων. 3. Μπορεί, µε απόφαση του Συνεδρίου, να δοθεί ο λόγος, όχι και

δικαίωµα ψήφου, σε πρόσωπα ειδικής κατάρτισης, αν κριθεί αναγκαίο να φωτιστεί το Σώµα σε συγκεκριµένο θέµα της Η.∆. ΑΡΘΡΟ 41

1. Μετά τη συγκέντρωση των αντιπροσώπων στο χώρο του Συνεδρίου, µε πρόταση του Προέδρου του ∆.Σ. εκλέγεται µε ανάταση των χεριών το Προσωρινό Προεδρείο του Συνεδρίου (Πρόεδρος και δύο µέλη) µε έργο:

α) Την εκλογή τριµελούς Επιτροπής ελέγχου των πληρεξουσίων των αντιπροσώπων και του αριθµού των αντιπροσώπων που δικαιούνται οι ενώσεις.

β) Την εκλογή του µόνιµου Προεδρείου.

132

2. Μετά την ανακοίνωση των ονοµάτων των υποψηφίων για το οριστικό Προεδρείο, εκλέγονται από ενιαίο ψηφοδέλτιο: α) Ο Πρόεδρος, β) ο Αντιπρόεδρος, γ) ο Γεν. Γραµµατέας και δ) δύο πρακτικογράφοι, για να διευθύνουν τις εργασίες του Συνεδρίου. Οι σταυροί προτίµησης είναι µέχρι τρεις και τα αξιώµατα κατανέµονται µε τη σειρά σταυρών προτίµησης. Σε περίπτωση ισοψηφίας γίνεται κλήρωση.

3. Μετά τη συµπλήρωση της εκλογής του οριστικού Προεδρείου και µε φροντίδα πλέον αυτού του Προεδρείου εκλέγονται:

α) Τριµελής Οικονοµική Εξελεγκτική Επιτροπή για τον έλεγχο διαχείρισης των ταµείων της ΟΛΜΕ (Τακτικού και Αλληλοβοηθείας).

β) Επιτροπή Τύπου και ∆ηµοσίων Σχέσεων (τριµελής) του Συνεδρίου µε έργο τη σύνταξη σχεδίων ψηφισµάτων του Συνεδρίου και δελτίων τύπου από τις εργασίες του Συνεδρίου.

γ) Επταµελής Εφορευτική Επιτροπή στην οποία υποβάλλονται οι υποψηφιότητες για τα όργανα της ∆ιοίκησης της ΟΛΜΕ. Η Εφορευτική Επιτροπή, µετά το πέρας της προθεσµίας υποβολής υποψηφιοτήτων, ανακηρύσσει τους υποψήφιους, διεξάγει τις αρχαιρεσίες, έχοντας την εποπτεία τους και αποφαίνεται για κάθε αµφισβήτηση που θα υποβληθεί.

4. Μετά την εκλογή των επιτροπών της παραπάνω παραγράφου, µπαίνει σε σύντοµη συζήτηση η Ηµερήσια ∆ιάταξη σύµφωνα µε την παρ. 8 του άρθρου 32. Η τελική διαµόρφωση της Η.∆. εγκρίνεται από το Συνέδριο µε ψηφοφορία.

5. Σε κανένα δε δίνεται ο λόγος, αν δεν γραφτεί προηγουµένως στον κατάλογο των οµιλητών και δεν µπορεί να µιλήσει πριν από τη σειρά εγγραφής του. Η προεγγραφή και η σειρά δεν τηρείται για τα µέλη του ∆.Σ. και της Ε.Ε. στα οποία δίνεται υποχρεωτικά ο λόγος, όταν το ζητήσουν. Η πρόβλεψη αυτή ισχύει για τις Γεν. Συνελεύσεις και για το Συνέδριο, ως τη στιγµή της ψηφοφορίας για τα πεπραγµένα του απερχόµενου ∆.Σ. Μετά την ψηφοφορία ο λόγος δίνεται στα µέλη του ∆.Σ., όταν πρόκειται να κάνουν εισήγηση σε κάποιο από τα θέµατα της Ηµερήσιας ∆ιάταξης ή όταν το ζητήσει το Συνέδριο. Σε κάθε περίπτωση τα µέλη του ∆.Σ. και της Ε.Ε. εκφράζουν θέσεις των οργάνων αυτών και όχι προσωπικές απόψεις.

6. ∆ευτερολογίες στο ίδιο θέµα, πριν εξαντληθεί ο κατάλογος των οµιλητών σε αυτό το θέµα, αντεγκλήσεις, διαλογικές συζητήσεις και διακοπές δεν επιτρέπονται, εκτός αν η διακοπή αποβλέπει στην τήρηση της διαδικασίας, που ενδεχοµένως, παραβιάζεται.

7. Αν ο κατάλογος των οµιλητών για ένα θέµα είναι µεγάλος, το Συνέδριο µπορεί να ορίσει χρονικό όριο στους οµιλητές, όχι πάντως κατώτερο από πέντε λεπτά.

133

8. Ποτέ δεν υποβάλλεται θέµα σε ψηφοφορία, αν δεν εξαντληθεί ο κατάλογος των οµιλητών γι’ αυτό το θέµα. Αν ληφθεί τέτοια απόφαση είναι άκυρη.

9. Είναι έγκυρη απόφαση χωρίς εξάντληση του καταλόγου των οµιλητών:

α) Αν οι υπόλοιποι που δικαιούνται να µιλήσουν παραιτηθούν από το δικαίωµά τους.

β) Αν, ενώ υποβάλλεται σε ψηφοφορία το θέµα, δεν υπάρχει διαµαρτυρία του από πριν γραµµένου στον κατάλογο οµιλητή, που δε µίλησε.

10. Ο κατάλογος των οµιλητών οπωσδήποτε εξαντλείται, όταν πρόκειται για τον έλεγχο πεπραγµένων της ∆ιοίκησης, ή όταν όσοι αποµένουν να µιλήσουν δηλώσουν ότι έχουν κάτι νέο και διαφορετικό από όσα έως κείνη τη στιγµή έχουν ακουστεί.

11. Κάθε πρόταση συνέδρου είτε απορρέει από τα συζητούµενα θέµατα είτε υποβάλλεται στο Συνέδριο για συζήτηση ή ψηφοφορία δε γίνεται δεκτή από τον Πρόεδρο του Συνεδρίου, αν δεν είναι γραπτή. Προφορικές προτάσεις µπορεί να γίνουν δεκτές από τον Πρόεδρο, αν είναι αναµφισβήτητα λιγόλογες.

12. Μέλη, που δεν τηρούν τη διαδικασία συζήτησης και γενικά παρεκτρέπονται, ανακαλούνται στην τάξη από τον Πρόεδρο. Και αν εξακολουθούν, τους αφαιρείται ο λόγος. ΑΡΧΑΙΡΕΣΙΕΣ ΑΡΘΡΟ 42

1. Στο τέλος των εργασιών του Συνεδρίου διεξάγονται αρχαιρεσίες για την ανάδειξη νέου ∆ιοικητικού Συµβουλίου, Εξελεγκτικής Επιτροπής και αντιπροσώπων για συµµετοχή σε ευρύτερους συνδικαλιστικούς οργανισµούς.

2. Οι υποψηφιότητες υποβάλλονται στην Εφορευτική Επιτροπή µέχρι και τη λήξη των εργασιών της προτελευταίας ηµέρας του Συνεδρίου. ΑΡΘΡΟ 43

1. Μέλη του ∆.Σ., της Ε.Ε. και αντιπρόσωποι για ευρύτερους συνδικαλιστικούς οργανισµούς εκλέγονται εκπαιδευτικοί λειτουργοί Μ.Ε. που αποτελούν τακτικά µέλη ένωσης – µέλους της ΟΛΜΕ.

2. Αποκλείονται από το ∆.Σ., την Ε.Ε, και από αντιπρόσωποι για ευρύτερους συνδικαλιστικούς οργανισµούς εκπαιδευτικοί λειτουργοί:

α) Εφόσον είναι µέλη ∆ιοίκησης άλλου συνδικαλιστικού σωµατείου, εκτός εάν µετά την εκλογή τους παραιτηθούν από την άλλη θέση.

β) Εφόσον είναι εκδότες ή ∆/ντές εφηµερίδων ή περιοδικών.

134

ΑΡΘΡΟ 44 1. Εκλογικό σύστηµα για την ανάδειξη του ∆.Σ. και της Ε.Ε. είναι η

απλή αναλογική. 2. Κάθε συνδυασµός καταρτίζει ψηφοδέλτιο στο οποίο

περιλαµβάνονται µε αλφαβητική σειρά όλοι οι υποψήφιοι του συνδυασµού που ο αριθµός τους είναι απεριόριστος.

3. Κάθε µεµονωµένος υποψήφιος αποτελεί συνδυασµό και γράφεται σε ξεχωριστό ψηφοδέλτιο.

4. Για την εκλογή των µελών του ∆.Σ. και της Ε.Ε. ακολουθείται η εξής διαδικασία:

α) ∆ιαιρείται ο αριθµός των εγκύρων ψηφοδελτίων µε τον αριθµό των εδρών για την εξαγωγή του εκλογικού µέτρου. Εκλογικό µέτρο είναι το ακέραιο τµήµα του πηλίκου.

β) Κάθε συνδυασµός παίρνει τόσες έδρες, όσες φορές ο αριθµός των ψήφων που καλύπτει το εκλογικό µέτρο.

γ) Οι µεµονωµένοι υποψήφιοι εκλέγονται, εφόσον καλύπτουν το εκλογικό µέτρο.

δ) Στην β΄ κατανοµή για την κάλυψη των αδιάθετων εδρών συµµετέχουν όσοι έπιασαν τα 4/5 του εκλογικού µέτρου της α΄ κατανοµής και µπορούν να καταλαµβάνουν από µία έδρα.

ε) Για την εξαγωγή του εκλογικού µέτρου στη β΄ κατανοµή διαιρείται ο συνολικός αριθµός των υπολοίπων ψήφων των συνδυασµών που συµµετέχουν στη β΄ κατανοµή µε το αριθµό των αδιάθετων εδρών συν 1.

στ) Αν το µέτρο της β΄ κατανοµής πιάνουν περισσότεροι συνδυασµοί από τον αριθµό των αδιάθετων εδρών, τότε οι έδρες διατίθενται κατά φθίνουσα σειρά υπολοίπων. Σε ίσα υπόλοιπα οι έδρες δίνονται µε φθίνουσα σειρά των αρχικών ψήφων.

ζ) Αν και µε τη β΄ κατανοµή παραµείνουν έδρες αδιάθετες, κατανέµονται στους συνδυασµούς, που πήραν µέρος στη β΄ κατανοµή, ανάλογα µε το συνολικό αριθµό των ψήφων τους.

5. ∆ικαιούται κάθε συνδυασµός ή µεµονωµένος υποψήφιος να υποδείξει έναν αντιπρόσωπό του να παραβρίσκεται σε όλη τη διαδικασία των αρχαιρεσιών και τη διαλογή των ψηφοδελτίων ως παρατηρητής.

6. Τα ψηφοδέλτια, από λευκό αρίγωτο χαρτί, πρέπει να έχουν όλα τις ίδιες διαστάσεις και θα κλείνεται το καθένα, πριν ριχτεί στην κάλπη, σε φάκελο λευκό, αν πρόκειται για το ∆.Σ., ενώ σε χρωµατιστά αν πρόκειται για την Ε.Ε. και τα ευρύτερα συνδικαλιστικά όργανα.

7. Τα ψηφοδέλτια θα γράφουν στο επάνω µέρος µε κεφαλαία γράµµατα την επωνυµία του συνδυασµού, εφόσον υπάρχει, και στη συνέχεια τη φράση «∆ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ» και θα ακολουθούν τα ονόµατα των υποψηφίων µελών µε αλφαβητική σειρά ή «ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ»

135

και θα ακολουθούν µε αλφαβητική σειρά τα ονόµατα των υποψηφίων µελών ή την επωνυµία του ευρύτερου συνδικαλιστικού οργάνου και θα ακολουθούν µε αλφαβητική σειρά τα ονόµατα των υποψηφίων µελών.

8. Οι ψηφοφόροι θα σηµειώσουν, µε µπλε µολύβι, στα ψηφοδέλτια µέχρι 11 σταυρούς για το ∆.Σ., µέχρι 5 σταυρούς για την Ε.Ε. και µέχρι όσους απαιτεί ο ευρύτερος συνδικαλιστικός οργανισµός.

9. Κάθε άλλο διακριτικό γνώρισµα στο ψηφοδέλτιο παραβιάζει το απόρρητο της εκλογής και αποτελεί στοιχείο ακυρότητας του ψηφοδελτίου. ΑΡΘΡΟ 45

1. Η Εφορευτική Επιτροπή φροντίζει να τοποθετηθούν στην αίθουσα εκλογών 3 κάλπες, µία για τα ψηφοδέλτια του ∆.Σ., µία για της Ε.Ε. και µία για τα ψηφοδέλτια του ευρύτερου συνδικαλιστικού οργανισµού.

2. Κάθε ψηφοφόρος παίρνει από την Εφορευτική Επιτροπή ψηφοδέλτια και τους απαραίτητους φακέλους. Αποσύρεται σε περίκλειστο χώρο, ετοιµάζει εκεί τα ψηφοδέλτιά του, ρίχνει κλειστά τα φάκελα µε τα ψηφοδέλτια στην κάλπη, υπογράφει σε ειδική κατάσταση ότι ψήφισε και αποχωρεί από την αίθουσα.

3. Μετά το τέλος της ψηφοφορίας ανοίγονται οι κάλπες, µετριούνται οι φάκελοι και παραβάλλεται ο αριθµός τους µε τον αριθµό των ψηφισάντων. Ανοίγονται οι φάκελοι, γίνεται διαλογή και καταµέτρηση των ψήφων και συντάσσεται για όλα ειδικό πρακτικό.

4. Τις έδρες που αντιστοιχούν σε κάθε ψηφοδέλτιο καταλαµβάνουν οι υποψήφιοι του ψηφοδελτίου κατά σειρά ψήφων. Σε περίπτωση ισοψηφίας γίνεται κλήρωση. Οι υπόλοιποι υποψήφιοι κάθε συνδυασµού θεωρούνται αναπληρωµατικοί κατά σειρά ψήφων του ψηφοδελτίου. Η αναπλήρωση γίνεται σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 20.

5. Μετά την εκλογή στο οικείο πρακτικό της Επιτροπής αναγράφονται αναλυτικά τα αποτελέσµατα για το ∆.Σ., την Ε.Ε. και τον ευρύτερο συνδικαλιστικό οργανισµό. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄ (Πόροι της ΟΛΜΕ)

1. Οι πόροι της ΟΛΜΕ είναι Τακτικοί και Έκτακτοι. Τακτικοί είναι οι ετήσιες συνδροµές των µελών για το τακτικό ταµείο

και το ταµείο αλληλοβοήθειας. Η τακτική ετήσια συνδροµή κάθε ένωσης είναι 650 δρχ., για κάθε µέλος της προς το τακτικό ταµείο και 25 δρχ. για το ταµείο αλληλοβοηθείας. Το ποσό αυτό µπορεί να αναπροσαρµοστεί από Γεν. Συνέλευση ή Συνέδριο µε πλειοψηφία 1/2 συν 1 των ψήφων που διαθέτουν τα παρόντα µέλη ή 1/2 συν 1 των παρόντων συνέδρων αντίστοιχα. Έκτακτοι πόροι είναι κάθε έσοδο που προέρχεται από έκτακτες εισφορές των µελών,

136

που αποφασίζονται πάλι από τη Γεν. Συνέλευση ή το Συνέδριο, ή το ∆.Σ., από κληρονοµιές, κληροδοσίες, δωρεές, προαιρετικές εισφορές, από αξιοποίηση χαρτιού, από εκποίηση υλικού.

3. Κληροδοσίες, κληρονοµιές και δωρεές υπέρ της ΟΛΜΕ για ορισµένο σκοπό, όχι αντίθετο προς το καταστατικό της, είναι διαχειριστικά ξεχωρισµένες στον προϋπολογισµό της ΟΛΜΕ και οι πόροι από αυτές διατίθενται αποκλειστικά για το σκοπό που όρισε ο διαθέτης ή ο δωρητής.

4. Τα έσοδα της ΟΛΜΕ διατίθενται: α) για µισθούς υπαλληλικού προσωπικού, β) για την έκδοση του πληροφοριακού ∆ΕΛΤΙΟΥ και του επιστηµονικού περιοδικού και για άλλες εκδόσεις, γ) για έξοδα παράστασης, εγκατάστασης και ενοικίου, µετακίνησης κ.λπ. των µελών του ∆.Σ., της Ε.Ε. και των εκπροσώπων της ΟΛΜΕ σε ευρύτερους συνδικαλιστικούς οργανισµούς, δ) για έξοδα των γραφείων, ε) για κάθε άλλη ανάγκη της ΟΛΜΕ που περιλαµβάνεται στον προϋπολογισµό. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄ ∆ιάλυση της ΟΛΜΕ Αναθεώρηση Καταστατικού ΑΡΘΡΟ 47

1. Η διάλυση της ΟΛΜΕ αποφασίζεται από το Συνέδριο που συγκαλείται ειδικά για το σκοπό αυτό. Πριν από αυτό το ειδικό Συνέδριο διεξάγονται υποχρεωτικά εκλογές στις ΕΛΜΕ για την ανάδειξη αντιπροσώπων, οι οποίοι και εκπροσωπούν τις ΕΛΜΕ στο παραπάνω Συνέδριο. Το Συνέδριο αυτό βρίσκεται σε απαρτία, εφόσον παραβρίσκονται οι µισές τουλάχιστον ενώσεις που έχουν δικαίωµα ψήφου και η σχετική απόφαση λαµβάνεται από τα 3/4 των παρόντων µελών µε δικαίωµα ψήφου. 2. Επίσης διαλύεται εκ των πραγµάτων η ΟΛΜΕ, όταν αποχωρήσουν από αυτήν όλες οι ενώσεις ή έχουν διαγραφεί για διάφορους καταστατικούς λόγους και δεν υπάρχουν ενώσεις – µέλη να αποφασίσουν τη διάλυση.

3. Στην περίπτωση της προηγούµενης παραγράφου και ώσπου να ανασυνταχθεί η ΟΛΜΕ, η περιουσία της, κινητή και ακίνητη, αποτελεί οµάδα περιουσίας που τη διαχειρίζεται 5µελής επιτροπή που θα αποτελείται από τους τρεις τελευταίους Προέδρους της ΟΛΜΕ που βρίσκονται στην υπηρεσία και από του δύο Αιρετούς των Κεντρικών Υπηρεσιακών Συµβουλίων. Όταν όµως διαλυθεί µε απόφαση του ειδικού Συνεδρίου, τότε το ίδιο το Συνέδριο αποφασίζει για τη διάθεση και τη διαχείριση της περιουσίας της ΟΛΜΕ. ΑΡΘΡΟ 48

1. Το καταστατικό αυτό µπορεί να αναθεωρηθεί ή να τροποποιηθεί µόνο µε απόφαση της Γεν. Συνέλευσης, Τακτικής ή Έκτακτης, ή Συνεδρίου.

137

2. Η Γεν. Συνέλευση ή το Συνέδριο, που θα προβεί στην τροποποίηση – αναθεώρηση του καταστατικού, πρέπει να απαρτίζεται από το 1/2 των ενώσεων που έχουν δικαίωµα ψήφου και οι κατ’ άρθρο και στο σύνολο του καταστατικού τροποποιήσεις πρέπει να εγκρίνονται µε πλειοψηφία 3/4 των ψήφων που διαθέτουν τα παρόντα µέλη ή 3/4 των παρόντων συνέδρων στο Συνέδριο. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η΄ (Γενικές ∆ιατάξεις) ΑΡΘΡΟ 49

Η σφραγίδα της Οµοσπονδίας είναι στρογγυλή, έχει περιφερειακά την επωνυµία της Οµοσπονδίας και το έτος ίδρυσης και στο κέντρο απεικόνιση της κεφαλής της Αθηνάς. ΑΡΘΡΟ 50

Ό,τι δεν προβλέπεται από το καταστατικό κανονίζεται από το ∆.Σ. σύµφωνα µε τις διατάξεις περί σωµατείων. ΑΡΘΡΟ 51

Τα καταστατικά των ενώσεων – µελών πρέπει να βασίζονται στο Καταστατικό της ΟΛΜΕ. Οι ενώσεις – µέλη οφείλουν να αναµορφώσουν για το σκοπό αυτό τα καταστατικά τους. ΑΡΘΡΟ 52

Το ∆.Σ. της ΟΛΜΕ είναι υποχρεωµένο να στείλει στις ενώσεις – µέλη αντίτυπα του καταστατικού µετά την έγκρισή του από τις αρµόδιες αρχές. ΑΡΘΡΟ 53

Το καταστατικό αυτό αρχίζει να ισχύει από την ηµέρα που θα εγκριθεί από το αρµόδιο ∆ικαστήριο και θα εγγραφεί στο Ειδικό βιβλίο αυτού. ΕΙ∆ΙΚΗ ∆ΙΑΤΑΞΗ

Η ΕΛΜΕ Προτύπων συνεχίζει να λειτουργεί, ως µέλος της ΟΛΜΕ για την τρέχουσα συνδ. χρονιά 1986 – 87. Από την επόµενη συνδ. χρονιά διαγράφεται από την ΟΛΜΕ και τα µέλη της εγγράφονται αυτοδίκαια στις ΕΛΜΕ που καλύπτουν τα αντίστοιχα σχολεία.

138

3. ΤΟ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΗΣ Α.∆.Ε.∆.Υ. Στις 2 Μαΐου 1926 ιδρύθηκε η Συνοµοσπονδία ∆ηµοσίων Υπαλλήλων

Ελλάδας (Σ.∆.Υ.Ε.), το καταστατικό της οποίας εγκρίθηκε µε την 825/1927 απόφαση του Πρωτοδικείου Αθήνας.

Το πρώτο καταστατικό της Ανωτάτης ∆ιοίκησης Ενώσεων ∆ηµοσίων Υπαλλήλων (Α.∆.Ε.∆.Υ.) εγκρίθηκε µε την απόφαση 2722/1946 του Πρωτοδικείου Αθήνας και η τελευταία τροποποίηση, που έγινε από το 32ο Οργανωτικό –Καταστατικό Συνέδριο των Αντιπροσώπων της Α∆Ε∆Υ του 2004, εγκρίθηκε µε την 528/2007 απόφαση του Μονοµελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.

Άρθρο 1 Ι∆ΡΥΣΗ – ΕΠΩΝΥΜΙΑ – Ε∆ΡΑ

Ιδρύεται τριτοβάθµια συνδικαλιστική ένωση των δευτεροβάθµιων

συνδικαλιστικών δηµοσιοϋπαλληλικών οργανώσεων Ελλάδος (∆ηµοσίου, Ν.Π.∆.∆. και Ο.Τ.Α.), µε τίτλο «Ανώτατη ∆ιοίκηση Ενώσεων ∆ηµοσίων Υπαλλήλων» (Α.∆.Ε.∆.Υ.) και έδρα την Αθήνα.

Άρθρο 2 ΣΚΟΠΟΙ

Σκοποί της Α.∆.Ε.∆.Υ. είναι: α) Η βελτίωση, ο εκδηµοκρατισµός, ο εκσυγχρονισµός και η

αναβάθµιση της λειτουργίας της κρατικής µηχανής και της ∆ηµόσιας ∆ιοίκησης προς όφελος του λαού και του τόπου.

β) Η σφυρηλάτηση της ενότητας και της συνεργασίας µεταξύ των µελών της και ο συντονισµός της δράσης τους για την διασφάλιση, την προστασία και την προαγωγή των οικονοµικών, εργασιακών, κοινωνικών, ασφαλιστικών, συνταξιοδοτικών και γενικότερων συµφερόντων των εργαζοµένων στο ∆ηµόσιο και την υπεράσπισή τους απέναντι σε κάθε αυθαιρεσία της εξουσίας.

γ) Η συνεχής προσπάθεια και ο συντονισµένος αγώνας για την διερεύνηση της συµµετοχής των Εργαζοµένων στο ∆ηµόσιο στο εθνικό εισόδηµα, στην κατεύθυνση της εµπέδωσης της κοινωνικής δικαιοσύνης.

δ) Η προστασία του δηµοκρατικού µας πολιτεύµατος, η διασφάλιση και η διεύρυνση των δηµοκρατικών θεσµών, η προάσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας και ο αγώνας για την επικράτηση της ειρήνης.

ε) Η προάσπιση της ανεξαρτησίας του συνδικαλιστικού κινήµατος από κάθε παρέµβαση, καθώς και η διασφάλιση των διαδικασιών που βασίζονται

139

στις αρχές της ∆ηµοκρατίας και της αυτονοµίας στη λειτουργία και τη δράση του.

στ) Ο σεβασµός της ανθρώπινης αξίας, της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, της προσωπικής και πολιτικής ελευθερίας και ασφάλειας. Η προάσπιση της ελευθερίας της σκέψης, του λόγου και της δράσης και της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών, καθώς επίσης η προστασία των ατοµικών και συνδικαλιστικών ελευθεριών και δικαιωµάτων.

ζ) Η ουσιαστική, αντιπροσωπευτική και αποφασιστική συµµετοχή της Α.∆.Ε.∆.Υ και των µελών της στα κρατικά όργανα διοίκησης, ελέγχου, κοινωνικής πολιτικής, σχεδιασµού, κατάρτισης και εφαρµογής προγραµµάτων, καθώς και η συµµετοχή σε όργανα διοίκησης ασφαλιστικών ταµείων, υπηρεσιακά και εργασιακά συµβούλια.

η) Η προώθηση, ολοκλήρωση κι υλοποίηση της ισοτιµίας των δύο φύλων.

Άρθρο 3 ΜΕΣΑ

Η Α.∆.Ε.∆.Υ. επιδιώκει την πραγµατοποίηση των σκοπών της µε: α) Την ανάπτυξη πνεύµατος αλληλεγγύης µεταξύ των εργαζοµένων

στο ∆ηµόσιο, Ν.Π.∆.∆. και Ο.Τ.Α., την προώθηση της ενεργούς συµµετοχής τους στη λειτουργία και τη δράση των συνδικαλιστικών τους οργανώσεων και τη σφυρηλάτηση της ενότητας του ∆ηµοσιοϋπαλληλικού κινήµατος.

β) Την οργάνωση και το συντονισµό των αγώνων του σ.κ. µε παραστάσεις, διαµαρτυρίες, καταγγελίες, συγκεντρώσεις, στάσεις εργασίας, απεργίες και κάθε άλλο πρόσφορο διεκδικητικό µέσο.

γ) Τη συστηµατική ενηµέρωση των µελών της και όλων των εργαζοµένων, της κοινής γνώµης, της Κυβέρνησης και της πολιτικής ηγεσίας του τόπου, των συνδικαλιστικών και κοινωνικών φορέων για τα προβλήµατα και αιτήµατα των εργαζοµένων και για τις θέσεις και προτάσεις του σ.κ.

δ) Τη χρησιµοποίηση των µέσων µαζικής ενηµέρωσης και του τύπου, την έκδοση και κυκλοφορία εφηµερίδας, φυλλαδίων, ανακοινώσεων, εντύπων και βιβλίων για την προβολή των θέσεων και των αιτηµάτων τους.

ε) Τη δηµιουργία επιτροπών µελέτης και επεξεργασίας των ζητηµάτων που αφορούν τους εργαζόµενους στο δηµόσιο και το σ.κ. µε τη χρησιµοποίηση σύγχρονων µεθόδων τεκµηρίωσης και πληροφορικής.

στ) Τη συγκέντρωση και επεξεργασία των ζητηµάτων των προτάσεων και αποφάσεων των µελών της, την οργάνωση συγκεντρώσεων, συνεδρίων, διαλέξεων, σεµιναρίων συνδικαλιστικής επιµόρφωσης, αποστολών στο εσωτερικό και το εξωτερικό και κάθε άλλης πρόσφορης εκδήλωσης.

140

ζ) Τη συνεργασία και επικοινωνία µε άλλες δηµοκρατικές συνδικαλιστικές οργανώσεις στο εσωτερικό και το εξωτερικό και την ένταξή της ως µέλους διεθνών οµοειδών συνδικαλιστικών οργανώσεων ύστερα από απόφαση του συνεδρίου της.

η) Την ίδρυση Ταµείου Αλληλοβοήθειας, καταναλωτικών, προµηθευτικών και οικοδοµικών συνεταιρισµών και βρεφονηπιακών σταθµών, για την εξυπηρέτηση των µελών των οργανώσεων που ανήκουν στη δύναµή της.

Άρθρο 4 ΜΕΛΗ

Μέλη της Α.∆.Ε.∆.Υ. γίνονται οι δευτεροβάθµιες δηµοσιοϋπαλληλικές

συνδικαλιστικές οργανώσεις (του ∆ηµοσίου, των Ν.Π.∆.∆. και των Ο.Τ.Α.), που πληρούν τις προϋποθέσεις του παρόντος καταστατικού. ∆ικαίωµα εγγραφής στις δηµοσιοϋπαλληλικές οργανώσεις έχουν εργαζόµενοι µε µόνιµη σχέση εργασίας δηµοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, που απασχολούνται στο ∆ηµόσιο, τους Ο.Τ.Α. και στα Ν.Π.∆.∆., καθώς και σε Νοµικά Πρόσωπα που είναι στον αµιγή και αποκλειστικό έλεγχο του ∆ηµοσίου και των Ο.Τ.Α. Όπου υπάλληλοι ενός Υπουργείου ανήκουν σε µία και ενιαία συνδικαλιστική οργάνωση του Υπουργείου αυτού, µε περισσότερους κλάδους, η οργάνωσή τους θεωρείται για το λόγο αυτό και σαν δευτεροβάθµια.

Άρθρο 5 ΝΟΜΑΡΧΙΑΚΑ ΤΜΗΜΑΤΑ, ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΕΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ,

ΤΜΗΜΑ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΑ ΕΙ∆ΙΚΑ ΣΩΜΑΤΑ

Α. – ΝΟΜΑΡΧΙΑΚΑ ΤΜΗΜΑΤΑ

1. Στην έδρα κάθε Νοµού συνιστώνται Νοµαρχιακά Τµήµατα της Α.∆.Ε.∆.Υ. για τον συντονισµό της δράσης των εργαζοµένων στο ∆ηµόσιο, τα Ν.Π.∆.∆. και τους Ο.Τ.Α.

2. Η συγκρότηση και λειτουργία των Νοµαρχιακών Τµηµάτων καθορίζεται µε εσωτερικό κανονισµό που εγκρίνεται µε απόφαση του Γ.Σ. της Α.∆.Ε.∆.Υ. που λαµβάνεται µε πλειοψηφία των 4/5 των µελών του.

Το Γ.Σ. της Α.∆.Ε.∆.Υ. υποχρεούται µέσα σε ένα χρόνο από την έγκριση της τροποποίησης του καταστατικού να εκδώσει τον σχετικό κανονισµό.

3. Τα Νοµαρχιακά Τµήµατα δεν αποτελούν µέλη της Α.∆.Ε.∆.Υ.

141

Β. – ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΕΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ

1. Στην έδρα κάθε Περιφέρειας συνιστώνται Περιφερειακές Επιτροπές της Α.∆.Ε.∆.Υ. που αποτελούνται:

α) Από µέλη του Γενικού Συµβουλίου. β) Από Προέδρους και µέλη Νοµαρχιακών Τµηµάτων της οικείας

Περιφέρειας. γ) Από στελέχη των συνδικαλιστικών οργανώσεων της οικείας

Περιφέρειας. 2. Η σύνθεση των Περιφερειακών Επιτροπών ορίζεται µε απόφαση

του Γ.Σ. της Α.∆.Ε.∆.Υ., που λαµβάνεται µετά από σχετική εισήγηση της Ε.Ε. της Α.∆.Ε.∆.Υ. µέσα σε έξι (6) µήνες από την συγκρότηση των νέων, µετά το 30ό Συνέδριο, οργάνων της Α.∆.Ε.∆.Υ.

3. Η συγκρότηση και λειτουργία των Περιφερειακών Επιτροπών καθορίζεται µε απόφαση του Γ.Σ. της Α.∆.Ε.∆.Υ., που λαµβάνεται µε πλειοψηφία των µελών του.

4. Συντονιστής της Περιφερειακής Επιτροπής ορίζεται, µε απόφαση της Ε.Ε. της Α.∆.Ε.∆.Υ., µέλος της Ε.Ε. ή του Γ.Σ. της Α.∆.Ε.∆.Υ. Γ. – ΤΜΗΜΑΤΑ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΑ ΣΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΙ∆ΙΚΩΝ

ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

1. Στην έδρα της Α.∆.Ε.∆.Υ. συνιστάται τµήµα των εργαζοµένων στα σώµατα των ειδικών υπηρεσιών του Κράτους.

2. Την ευθύνη του συντονισµού και της λειτουργίας του Τµήµατος έχει ΓΑΜΜΑΤΕΙΑ ΤΗΣ Α.∆.Ε.∆.Υ., που αναδεικνύεται και συγκροτείται σύµφωνα µε σχετικό κανονισµό, που αποφασίζεται από το Γ.Σ. της Α.∆.Ε.∆.Υ. µε πλειοψηφία 3/4 των µελών του.

3. Η Γραµµατεία του Τµήµατος συµµετέχει µε συµβουλευτική ψήφο σε συνεδριάσεις του Γ.Σ. της Α.∆.Ε.∆.Υ., όποτε συζητούνται θέµατα που αφορούν το τµήµα.

Στις διατάξεις του άρθρου 5 να γίνει η εξής προσθήκη: ∆. – ΤΜΗΜΑΤΑ ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΩΝ ∆ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ

1. Στην έδρα της Α.∆.Ε.∆.Υ. συνιστάται τµήµα συνταξιούχων

δηµοσίων υπαλλήλων 2. Την ευθύνη του συντονισµού και της λειτουργίας του τµήµατος έχει

ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ της Α.∆.Ε.∆.Υ., που αναδεικνύεται και συγκροτείται σύµφωνα µε σχετικό κανονισµό, που αποφασίζεται από το Γ.Σ. της Α.∆.Ε.∆.Υ. µε πλειοψηφία των 3/4 των µελών του.

142

3. Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ του τµήµατος συµµετέχει µε συµβουλευτική ψήφο σε συνεδριάσεις του Γ.Σ. ή της Ε.Ε. της Α.∆.Ε.∆.Υ., όποτε συζητούνται θέµατα που αφορούν το τµήµα.

Στην παράγραφο 12 του Κεφαλαίου Β΄ του άρθρου 16 προστίθεται εδάφιο β΄ ως εξής: β) µε µυστική ψηφοφορία και µε πλειοψηφία των 3/4 των παρόντων µελών της λαµβάνει απόφαση για την πραγµατοποίηση και 24ωρων απεργιακών κινητοποιήσεων.

Άρθρο 6 ΕΓΓΡΑΦΗ ΜΕΛΩΝ

Α. Για την εγγραφή µέλους απαιτείται: 1. Αίτηση εγγραφής. 2. Επικυρωµένο αντίγραφο της απόφασης του αρµόδιου κατά το

καταστατικό τους οργάνου. 3. Επικυρωµένο αντίγραφο του µητρώου των µελών του και τον

ακριβή αριθµό φυσικών µελών τους. 4. Επικυρωµένο αντίγραφο του εγκεκριµένου καταστατικού. 5. Επίσηµο πρακτικό των τελευταίων αρχαιρεσιών, υπογεγραµµένο

από ∆ικαστικό Αντιπρόσωπο και πρακτικό του ∆.Σ. της οργάνωσης µέλους µε τη συγκρότησή του σε Σώµα και την κατανοµή των αρµοδιοτήτων τους.

6. Απόδειξη καταβολής δικαιώµατος εγγραφής. Β. Αρµόδιο να αποφασίσει επί της αιτήσεως είναι το Γ.Σ. της

Α.∆.Ε.∆.Υ. µετά από εισήγηση της Ε.Ε., το οποίο και υποχρεούται να αιτιολογήσει την απόφασή του και να τη γνωστοποιήσει προς την αιτούσα οργάνωση µέσα σε δύο (2) µήνες από την υποβολή της αίτησης.

Άρθρο 7

1. Σε περίπτωση αρνητικής απόφασης, η συνδικαλιστική οργάνωση µπορεί να επανέλθει µε νέα αίτηση εγγραφής, εφόσον πλέον πληροί τους όρους του καταστατικού.

2. Αν και πάλι η απόφαση είναι αρνητική ή το Γ.Σ. δεν απαντήσει µέσα στην προθεσµία του παραπάνω άρθρου, το ενδιαφερόµενο για εγγραφή µέλος, πέραν της υπό του νόµου καθοριζοµένης διαδικασίας, δικαιούται να προσφύγει στο πρώτο τακτικό ή έκτακτο συνέδριο µε αίτησή του στην Ε.Ε. που αποφασίζει για την εγγραφή του ή όχι. Η αίτηση εξετάζεται πριν από κάθε άλλο θέµα της Ηµερήσιας ∆ιάταξης υποχρεωτικά και σε περίπτωση που γίνεται αποδεκτή η εγγραφή, η οργάνωση συµµετέχει στις διαδικασίες µε όλα τα δικαιώµατα και τις υποχρεώσεις.

143

Άρθρο 8 ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΜΕΛΩΝ

Τα µέλη έχουν όλα τα κατά το νόµο και το παρόν Καταστατικό

δικαιώµατα των µελών και ειδικότερα δικαιούνται: 1. Να εκλέγουν αντιπροσώπους, οι οποίοι µετέχουν σε συνέδρια της

Α.∆.Ε.∆.Υ., ελέγχουν τη ∆ιοίκηση, εκφράζουν ελεύθερα τη γνώµη τους επί οποιουδήποτε θέµατος, ψηφίζουν κατά τη λήψη των αποφάσεων και εκλέγουν και εκλέγονται σε όλα τα όργανα αυτής, σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος.

2. Να ζητούν την υποστήριξη της Α.∆.Ε.∆.Υ. για κάθε ζήτηµα γενικού ενδιαφέροντος που δεν αντιστρατεύεται τους σκοπούς της.

Άρθρο 9 ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΜΕΛΩΝ

Οι οργανώσεις – µέλη της Α.∆.Ε.∆.Υ. είναι υποχρεωµένες: 1. Να τηρούν το καταστατικό της Α.∆.Ε.∆.Υ. και να συµµορφώνονται

µε τις διατάξεις του σε ό,τι αφορά τις σχέσεις και τις υποχρεώσεις τους µε την Α.∆.Ε.∆.Υ.

2. Να εφαρµόζουν τις αποφάσεις των Συνεδρίων και των άλλων οργάνων της Α.∆.Ε.∆.Υ. στην κατεύθυνση της εξυπηρέτησης των συµφερόντων των µελών τους, ενηµερώνοντας τα µέλη τους και καταβάλλοντας κάθε δυνατή προσπάθεια για την υλοποίησή τους.

3. Να εκπληρώνουν τις οικονοµικές τους υποχρεώσεις προς την Α.∆.Ε.∆.Υ. µέσα στις προθεσµίες που καθορίζονται στο παρόν καταστατικό.

4. Να υποβάλλουν, τουλάχιστον κάθε χρόνο, στην Ε.Ε. της Α.∆.Ε.∆.Υ. εγγράφως κάθε µεταβολή στο µητρώο µελών τους και στην αριθµητική δύναµή τους στα ταµειακά τακτοποιηµένα µέλη τους, στη σύνθεση του Συµβουλίου τους και των αντιπροσώπων τους για την Α.∆.Ε.∆.Υ., αποστέλλοντας τα σχετικά πρακτικά Εφορευτικών Επιτροπών των αρχαιρεσιών των δευτεροβάθµιων και πρωτοβάθµιων συνδικαλιστικών οργανώσεων.

5. Να ενηµερώνουν έγκαιρα την Ε.Ε. της Α.∆.Ε.∆.Υ. για το χρόνο, τόπο και τα θέµατα ηµερησίας διάταξης των τακτικών και εκτάκτων συνεδρίων τους. Να κοινοποιούν στην Α.∆.Ε.∆.Υ. τις αποφάσεις των συνεδρίων τους και των λοιπών οργάνων διοίκησής τους.

6. Να συµµετέχουν µε εξουσιοδοτηµένους εκπροσώπους τους στις συσκέψεις που συγκαλούνται στην Α.∆.Ε.∆.Υ.

144

Άρθρο 10 ΣΤΕΡΗΣΗ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Ταµειακά τακτοποιηµένη θεωρείται η οργάνωση - µέλος που δεν

οφείλει στην Α.∆.Ε.∆.Υ. συνδροµές παραπάνω από έξι (6) συµπληρωµένους µήνες.

Μέλος που καθυστερεί την καταβολή οικονοµικών του υποχρεώσεων πλέον των έξι (6) µηνών στερείται όλων των προβλεποµένων από το παρόν καταστατικό δικαιωµάτων του. Η ανάκτηση των δικαιωµάτων προϋποθέτει την καταβολή όλων των καθυστερούµενων συνδροµών.

Άρθρο 11 ∆ΙΑΓΡΑΦΗ ΜΕΛΩΝ

1. Με απόφαση του Γ.Σ. ύστερα από πρόταση της Ε.Ε. της Α.∆.Ε.∆.Υ.

διαγράφεται κάθε µέλος που καθυστερεί την εκπλήρωση των οικονοµικών του υποχρεώσεων πέραν των έξι (6) µηνών. Το µέλος που διαγράφηκε για τον παραπάνω λόγο επανεγγράφεται αυτοδικαίως, αφού καταβάλει όλες τις οφειλές του καθώς και το δικαίωµα της εγγραφής.

2. Με πρόταση της Ε.Ε. ή του 1/3 του συνόλου των µελών του Γ.Σ. και µε απόφαση του Γ.Σ., που λαµβάνεται µε πλειοψηφία των 3/4 του συνόλου των µελών του, διαγράφεται κάθε µέλος που αντιστρατεύεται τους καταστατικούς σκοπούς της Α.∆.Ε.∆.Υ.

3. Πριν από κάθε απόφαση περί διαγραφής καλείται υποχρεωτικά το µέλος δι’ αντιπροσώπου του στη σχετική συζήτηση για να δώσει εξηγήσεις.

4. Οργάνωση, στην οποία έχει επιβληθεί η διαγραφή από το Γ.Σ. σύµφωνα µε την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, δικαιούται πέραν της υπό του νόµου προβλεπόµενης διαδικασίας να προσφύγει στο πρώτο τακτικό ή έκτακτο συνέδριο µετά τη διαγραφή της, µε αίτησή της στην Ε.Ε.

Η προσφυγή εξετάζεται υποχρεωτικά πριν από κάθε άλλο θέµα και ύστερα από την εξέταση τυχόν αιτήσεων εγγραφής. Το Συνέδριο αποφασίζει µε πλειοψηφία των 3/4 των συνέδρων.

Σε περίπτωση αποδοχής της προσφυγής η οργάνωση συµµετέχει στις διαδικασίες µε όλα τα δικαιώµατα και τις υποχρεώσεις.

5. ∆ιαγράφεται αυτοδικαίως το µέλος, που για οποιοδήποτε λόγο έπαυσε να υφίσταται ως συνδικαλιστική οργάνωση.

6. Κάθε µέλος της Α.∆.Ε.∆.Υ. µπορεί να αποχωρήσει από τη δύναµή της, ύστερα από απόφαση του αρµοδίου κατά το καταστατικό του οργάνου του.

Η σχετική αίτηση προς την Α.∆.Ε.∆.Υ. πρέπει να συνοδεύεται από αντίγραφο της απόφασης αυτής. Το Γ.Σ. της Α.∆.Ε.∆.Υ., αφού διαπιστώσει το

145

νοµότυπο της αίτησης και της απόφασης περί διαγραφής, αποφασίζει εντός δύο µηνών από την υποβολή της αιτήσεως τη διαγραφή της οργάνωσης από τη δύναµη της Α.∆.Ε.∆.Υ.

7. Η οργάνωση που διαγράφεται ή αποχωρεί ευθύνεται και µετά τη διαγραφή της για όλες τις οικονοµικές υποχρεώσεις της έναντι της Α.∆.Ε.∆.Υ., ως και όλες τις οικονοµικές υποχρεώσεις που ανέλαβε η Α.∆.Ε.∆.Υ. µέχρι τη διαγραφή της ή την ηµέρα που επέβαλε την αίτηση αποχώρησής της, στερούµενη αυτοδίκαια κάθε δικαιώµατος σε περιουσιακά στοιχεία της Α.∆.Ε.∆.Υ. που αποκτήθηκαν κατά τη διάρκεια που ήταν µέλος της.

Άρθρο 12 ΟΡΓΑΝΑ ΤΗΣ Α.∆.Ε.∆.Υ.

Όργανα της Α.∆.Ε.∆.Υ. είναι: 1. Το Συνέδριο. 2. Το Γενικό Συµβούλιο (Γ.Σ.). 3. Η Εκτελεστική Επιτροπή (Ε.Ε.). 4. Η Ελεγκτική Επιτροπή (Ελ.Ε). 5. Η Επιτροπή Πιστοποίησης (Ε.Π.).

Άρθρο 13

ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ (Γ.Σ..) Α΄ ΕΚΛΟΓΗ – ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ

1. Το Γενικό Συµβούλιο της Α.∆.Ε.∆.Υ. αποτελείται από ογδόντα πέντε (85) µέλη, που εκλέγονται από το Συνέδριο, µε τριετή θητεία.

2. Τα εκλεγµένα µέλη του Γ.Σ. συγκροτούνται σε σώµα σε δέκα (10) ηµέρες µετά από την εκλογή τους, ύστερα από πρόσκληση του πλειοψηφήσαντος Συµβούλου του πλειοψηφήσαντος συνδυασµού.

Αν ο πλειοψηφήσας Σύµβουλος δεν συγκαλέσει εµπρόθεσµα το Γ.Σ., τότε την ευθύνη της σύγκλησης έχει ο πλειοψηφήσας Σύµβουλος του δεύτερου κατά σειρά συνδυασµού, που το συγκαλεί µέσα σε πέντε (5) ηµέρες από τη λήξη της παραπάνω προθεσµίας. Η διαδικασία αυτή επαναλαµβάνεται µε τους υπόλοιπους κατά σειρά ψήφων συνδυασµούς.

Σε περίπτωση έλλειψης απαρτίας του Γ.Σ. κατά την πρώτη συνεδρίαση, ο Γενικός Σύµβουλος, που το συγκάλεσε, το συγκαλεί και πάλι την ίδια ώρα και ηµέρα της επόµενης εβδοµάδας στα γραφεία της Α.∆.Ε.∆.Υ.

3. Στην πρώτη του Συνεδρίαση το Γ.Σ. εκλέγει το προεδρείο του, αποτελούµενο από τον Πρόεδρο, δύο Αντιπροέδρους, το Γραµµατέα και τον

146

Αναπληρωτή Γραµµατέα. Η εκλογή γίνεται µε µυστική ψηφοφορία και χωριστά για κάθε θέση. Την ευθύνη της διαδικασίας µέχρι την εκλογή του προέδρου έχει ο Σύµβουλος που συγκάλεσε το Γ.Σ. συνεπικουρούµενος από τριµελή Εφορευτική Επιτροπή που εκλέγεται από το Γ.Σ. Τα µέλη της Εφορευτικής Επιτροπής δεν µπορεί να είναι υποψήφια για τις παραπάνω θέσεις.

Ο Σύµβουλος που εκλέγεται Πρόεδρος αναλαµβάνει την ευθύνη της συνέχισης της διαδικασίας µαζί µε την Εφορευτική Επιτροπή. Για την εκλογή στις θέσεις του προεδρείου απαιτείται απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων.

4. Το Γ.Σ. αναλαµβάνει τις αρµοδιότητές του αµέσως µετά τη συγκρότησή του σε σώµα.

5. Το Προεδρείο του απερχόµενου Γ.Σ. παραδίδει στο νέο Προεδρείο, µέσα σε δέκα (10) ηµέρες από την εκλογή του, όλα τα τηρούµενα από αυτό βιβλία, µε πρωτόκολλο παραλαβής και παράδοσης.

6. Η θέση του µέλους του γενικού Συµβουλίου της Α.∆.Ε.∆.Υ. είναι ασυµβίβαστη µε θέσεις που προσδιορίζονται από το Σύνταγµα και το νόµο ως πολιτικές κυβερνητικές θέσεις. Β΄ ΑΡΜΟ∆ΙΟΤΗΤΕΣ – ∆ΙΑΚΑΙΟ∆ΟΣΙΕΣ

Το Γ.Σ. της Α.∆.Ε.∆.Υ.: 1. Τηρεί όλα τα αναγκαία βιβλία, θεωρηµένα και µε αριθµηµένες

σελίδες. 2. Αποφασίζει για όλα τα θέµατα ∆ιοίκησης και διαχείρισης της

Α.∆.Ε.∆.Υ. 3. Φροντίζει για την ανάπτυξη της δραστηριότητας της Α.∆.Ε.∆.Υ. και

για την πιστή τήρηση και εκτέλεση από την Ε.Ε. των διατάξεων του καταστατικού και των αποφάσεων των συνεδρίων και των δικών του.

4. Εκλέγει την Ε.Ε. µε το σύστηµα της απλής αναλογικής, όπως αυτή τουλάχιστον καθιερώνεται στο Ν. 1264/82.

5. Εκχωρεί αρµοδιότητές του στην Ε.Ε. και την εξουσιοδοτεί για συγκεκριµένες δραστηριότητες και πράξεις.

6. Αποφασίζει για διεκδικήσεις, κινητοποιήσεις και απεργίες, για την προώθηση των συµφερόντων των εργαζοµένων που εκπροσωπεί.

7. Εγκρίνει ετήσιο απολογισµό εσόδων και εξόδων, καθώς και τον προϋπολογισµό του επόµενου έτους, που υποβάλλεται από την Ε.Ε.

8. Το Γ.Σ. συγκαλεί τα Συνέδρια της Α.∆.Ε.∆.Υ. και εγκρίνει την ηµερήσια διάταξη των εργασιών τους. Ταυτόχρονα εκλέγει µε το σύστηµα της απλής αναλογικής πενταµελή επιτροπή ελέγχου των νοµιµοποιητικών στοιχείων των συνέδρων του συγκληθέντος συνεδρίου. Ειδικά στο τακτικό συνέδριο υποβάλλει διά της Ε.Ε. τον ισολογισµό, τον προϋπολογισµό, καθώς και τον απολογισµό της δράσης της Α.∆.Ε.∆.Υ. και ζητά την έγκρισή τους.

147

9. Αποφασίζει το ύψος της συνδροµής των µελών της Α.∆.Ε.∆.Υ., καθώς και για την έκτακτη προαιρετική ή υποχρεωτική εισφορά. Γ΄ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ Γ. Σ.

1. Το Γ.Σ. της Α.∆.Ε.∆.Υ. συνεδριάζει τακτικά κάθε µήνα, έπειτα από πρόσκληση του προέδρου του Γ.Σ. που κοινοποιείται στα µέλη, τουλάχιστον πέντε ηµέρες νωρίτερα από την ηµεροµηνία συνεδρίασης.

Σε περίπτωση κωλύµατος ή άρνησης του προέδρου του Γ.Σ. η πρόσκληση αποστέλλεται από ένα από τους αναπληρωτές του ή από την Ε.Ε.

Στην πρόσκληση αναγράφονται η ηµέρα, η ώρα, ο τόπος της συνεδρίασης, καθώς και τα θέµατα της Ηµερησίας ∆ιάταξης.

2. Το Γ.Σ. συγκαλείται έκτακτα, όταν το ζητήσουν: α. Ο Πρόεδρος του Γ.Σ. β. Η Εκτελεστική Επιτροπή. γ. Είκοσι (20) τουλάχιστον µέλη του µε έγγραφη αίτησή τους που

υποβάλλεται στην Ε.Ε. µέσω του προέδρου του Γ.Σ., που υποχρεώνεται να συγκαλέσει το Γ.Σ. µέσα σε επτά (7) ηµέρες από την υποβολή της αίτησης.

Σε κάθε περίπτωση έκτακτης σύγκλησης του Γ.Σ. η πρόσκληση κοινοποιείται στα µέλη τουλάχιστον τρεις (3) ηµέρες νωρίτερα.

3. Στις συνεδριάσεις του Γ.Σ. προεδρεύει ο Πρόεδρος του Γ.Σ. ή νόµιµος αναπληρωτής του. Βρίσκεται σε απαρτία µε παρόντα το 1/2 συν 1 των µελών του και οι αποφάσεις παίρνονται µε απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπεται αυξηµένη πλειοψηφία. Σε περίπτωση απουσίας του Προέδρου του Γ.Σ. καθώς και των αναπληρωτών του, στη συνεδρίαση προεδρεύει ο Πρόεδρος ή ο ένας εκ των Αντιπροέδρων της Ε.Ε.

4. Για όσα δεν προβλέπονται στο παρόν άρθρο έχει ισχύ ο κανονισµός του Γ.Σ. που καταρτίζεται και εγκρίνεται µε απόφασή του.

Άρθρο 14 ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΠΡΟΕ∆ΡΟΥ, ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΩΝ

ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΩΝ ΤΟΥ Γ.Σ. Ο Πρόεδρος καλεί το Γ.Σ. σε τακτικές και έκτακτες συνεδριάσεις,

σύµφωνα µε το άρθρο 13 του παρόντος καταστατικού, στις οποίες διευθύνει τη διαδικασία. Καταρτίζει σε συνεργασία µε την Ε.Ε. την Ηµερησία ∆ιάταξη και συνυπογράφει µε το Γραµµατέα τα πρακτικά των συνεδριάσεων του Γ.Σ. Τον Πρόεδρο απόντα αναπληρώνει ένας από τους Αντιπροέδρους. Ο Γραµµατέας τηρεί το βιβλίο των πρακτικών των συνεδριάσεων του Γ.Σ. Το Γραµµατέα απόντα αναπληρώνει ο αναπληρωτής του και αυτόν ένα µέλος που επιλέγεται από το Γ.Σ.

148

Άρθρο 15 ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΜΕΛΩΝ Γ.Σ.

1. Μέλος του Γ.Σ. θεωρείται παραιτηµένο και αντικαθίσταται: α. Αν υποβάλλει έγγραφη παραίτηση. β. Αν απουσιάσει αδικαιολόγητα επί τρεις (3) συνεχείς συνεδριάσεις

του Γ.Σ. γ. Αν χάσει την ιδιότητα του ∆.Υ. δ. Αν απολυθεί από την υπηρεσία του, εκτός και αν η απόλυσή του

οφείλεται σε συνδικαλιστική δράση. 2. Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις το µέλος του Γ.Σ.

αντικαθίσταται: α. Από το πρώτο αναπληρωµατικό, στη σειρά, µέλος του συνδυασµού

µε τον οποίο εκλέχτηκε. β. Εάν ήταν µεµονωµένος υποψήφιος ή ο συνδυασµός µε τον οποίο

εκλέχτηκε δεν έχει αναπληρωµατικούς, ή τους έχει εξαντλήσει ή αυτοί που υπάρχουν αρνούνται να τον αναπληρώσουν, τότε η αναπλήρωση γίνεται από τους αναπληρωµατικούς των άλλων συνδυασµών σύµφωνα µε το σύστηµα της απλής αναλογικής για την κατανοµή των αδιάθετων εδρών, όπως το σύστηµα αυτό κατοχυρώνεται τουλάχιστον στο νόµο 1264/82.

γ. Αν το µέλος του Γενικού Συµβουλίου που αντικαθίσταται κατείχε θέση του Προεδρείου του γενικού Συµβουλίου, το Γενικό Συµβούλιο µετά την αντικατάστασή του εκλέγει ένα από τα µέλη του για την κενή θέση.

3. Κάθε παραίτηση µέλους του Γενικού Συµβουλίου από αξίωµα ή από µέλος υποβάλλεται εγγράφως στον Πρόεδρο του Γ.Σ.

4. Το Γενικό Συµβούλιο: α. Αν εξαιτίας παραίτησης ή έκπτωσης µελών του, που για

οποιονδήποτε λόγο δεν καθίσταται δυνατή η αντικατάστασή τους, παραµένει µε 75 τουλάχιστον µέλη, είναι σε θέση να εξαντλήσει την προβλεπόµενη θητεία του, εφόσον το υπόλοιπο χρονικό διάστηµα που πρόκειται να διανυθεί δεν είναι µεγαλύτερο του 1/3 της συνολικής θητείας του. ∆ιαφορετικά ισχύει η διάταξη της επόµενης παραγράφου.

β. Αν αποµείνει µε λιγότερα από 75, αλλά τουλάχιστον 43 µέλη, υποχρεούται µέσα σε τέσσερις µήνες να διενεργήσει Συνέδριο αρχαιρεσιών για ανάδειξη νέων οργάνων της Α.∆.Ε.∆.Υ.

γ. Αν αποµείνει µε λιγότερα από 43 µέλη, τότε τα µέλη που αποµένουν µαζί µε όσους προέδρους οργανώσεων-µελών της Α.∆.Ε.∆.Υ. αποδέχονται να µην συµµετάσχουν, συγκροτούν Γενικό Συµβούλιο που υποχρεώνεται µέσα σε τέσσερις µήνες να διενεργήσει Συνέδριο αρχαιρεσιών για ανάδειξη νέων οργάνων της Α.∆.Ε.∆.Υ. Η αποδοχή ή η άρνηση της συµµετοχής των Προέδρων δηλώνεται µε έγγραφό τους που καταθέτουν στο πρωτόκολλο της Α.∆.Ε.∆.Υ.

149

Στην περίπτωση αυτή την ευθύνη σύγκλησης του Γενικού Συµβουλίου έχει ο πρόεδρος της οργάνωσης - µέλους της Α.∆.Ε.∆.Υ., που έχει τα περισσότερα φυσικά µέλη. Σε περίπτωση άρνησής του την ευθύνη σύγκλησης έχουν κατά σειρά οι πρόεδροι των αµέσως επόµενων σε πλήθος οργανώσεων.

Ως προς τον χρόνο, τρόπο και διαδικασία σύγκλησης ισχύουν οι γενικές διατάξεις του καταστατικού αυτού.

5. Στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, το Γενικό Συµβούλιο έχει όλα τα δικαιώµατα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το παρόν καταστατικό.

Στις περιπτώσεις β΄ και γ΄ της ίδιας παραγράφου και άρθρου, το Γενικό Συµβούλιο επέχει θέση προσωρινής διοίκησης, της οποίας οι ενέργειες περιορίζονται στις εντελώς απαραίτητες πράξεις µέσα στα πλαίσια των αποφάσεων του Συνεδρίου.

Κατά τα λοιπά και στις τρεις περιπτώσεις ισχύουν οι διατάξεις του καταστατικού.

Άρθρο 16 ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Α΄ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ – ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

1. Η Ε.Ε. αποτελείται από 17 µέλη και εκλέγεται από το γενικό Συµβούλιο κατά την πρώτη συνεδρίασή του και µετά τη συγκρότησή του σε σώµα, µε τριετή θητεία.

Την ευθύνη της διαδικασίας για την εκλογή της Ε.Ε. έχει το Προεδρείο του Γ.Σ.

Η ψηφοφορία είναι µυστική και γίνεται µε το σύστηµα της απλής αναλογικής.

2. Μέσα σε τρεις ηµέρες από την εκλογή τους, τα µέλη της Ε.Ε. συνέρχονται και συγκροτούνται σε σώµα, εκλέγοντας κατά σειρά τους: Πρόεδρο, τρεις Αντιπροέδρους, Γενικό Γραµµατέα και Οργανωτικό Γραµµατέα.

Η Ε.Ε. της Α.∆.Ε.∆.Υ., σύµφωνα µε τον εσωτερικό κανονισµό λειτουργίας της, δύναται να αναθέτει και άλλες αρµοδιότητες στα µέλη της.

Την ευθύνη σύγκλησης της Ε.Ε. σε πρώτη συνεδρίαση έχει ο πλειοψηφών σύµβουλος του πλειοψηφήσαντος συνδυασµού, η δε συνεδρίαση γίνεται στα γραφεία της Α.∆.Ε.∆.Υ.

Αν ο πλειοψηφήσας Σύµβουλος δεν συγκαλέσει εµπρόθεσµα την Ε.Ε., τότε την ευθύνη σύγκλησης έχει ο πλειοψηφήσας Σύµβουλος του δεύτερου κατά σειρά συνδυασµού, που συγκαλεί µέσα σε δύο (2) ηµέρες από τη λήξη της παραπάνω προθεσµίας. Η διαδικασία αυτή επαναλαµβάνεται µε τους υπόλοιπους κατά σειρά ψήφων συνδυασµούς.

150

3. Η συγκρότηση σε σώµα γίνεται µε µυστική ψηφοφορία. Η εκλογή για τις θέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού απαιτεί την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων µελών της Ε.Ε.

4. Στην πρώτη συνεδρίαση η Ε.Ε. βρίσκεται σε απαρτία, αν παρευρίσκονται τουλάχιστον 13 µέλη. Σε περίπτωση έλλειψης απαρτίας, πραγµατοποιείται δεύτερη µέσα σε τρεις ηµέρες, οπότε απαιτείται για απαρτία η παρουσία 9 τουλάχιστον µελών.

5. Μετά τη συγκρότηση σε σώµα της νέας Ε.Ε. γίνεται παράδοση της ∆ιοίκησης από την προηγούµενη Ε.Ε. στη νέα, µε σύνταξη ειδικής πράξης για το ταµείο και το υλικό της Α.∆.Ε.∆.Υ.

Η παράδοση γίνεται σε 8 ηµέρες το αργότερο από τη συγκρότηση της νέας Ε.Ε.

6. Η Ε.Ε. συνεδριάζει τακτικά δύο φορές το µήνα και έκτακτα, όταν το κρίνει αναγκαίο ο πρόεδρος ή το ζητήσουν µε έγγραφη αίτηση, στην οποία αναγράφονται τα θέµατα ηµερήσιας διάταξης, έξι (6) µέλη, ή η Ελεγκτική Επιτροπή για θέµατα της αρµοδιότητάς της. Αν ο Πρόεδρος µέσα σε τρεις ηµέρες δεν συγκαλέσει την Ε.Ε. σε συνεδρίαση, τότε την καλούν τα µέλη που υπέγραψαν τη σχετική αίτηση.

7. Την ηµερησία διάταξη καταρτίζει ο Πρόεδρος σε συνεργασία µε το Γενικό Γραµµατέα, την οποία κοινοποιεί στα µέλη δύο τουλάχιστον ηµέρες πριν τη συνεδρίαση.

Για τις έκτακτες συνεδριάσεις η διαδικασία αυτή δεν είναι απαραίτητη. 8. Η Ε.Ε. βρίσκεται σε απαρτία, εάν παρευρίσκονται στη συνεδρίαση

τουλάχιστον 9 µέλη και οι αποφάσεις παίρνονται µε απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων. Β΄ ΑΡΜΟ∆ΙΟΤΗΤΕΣ – ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ

1. Η Ε.Ε. της Α.∆.Ε.∆.Υ. έχει την ευθύνη της εκτέλεσης των αποφάσεων του Συνεδρίου και του Γ.Σ.

2. Προβαίνει σε οποιαδήποτε νόµιµη ενέργεια που συµβάλλει στην υλοποίηση των καταστατικών σκοπών της Α.∆.Ε.∆.Υ. και των αποφάσεων των Συνεδρίων και των δικών τους αποφάσεων.

3. Παρέχει στα µέλη της Α.∆.Ε.∆.Υ. και την Ελεγκτική Επιτροπή της Α.∆.Ε.∆.Υ. κάθε πληροφορία που ζητούν και αλληλογραφεί µαζί τους.

4. Συγκροτεί επιτροπές από φυσικά µέλη των πρωτοβάθµιων συνδικαλιστικών οργανώσεων, µε ειδικές γνώσεις και πείρα σε ειδικά θέµατα για µελέτη και παρακολούθηση ειδικών θεµάτων.

5. Παρακολουθεί την εξέλιξη του προϋπολογισµού και εγκρίνει τις αναγκαίες αναµορφώσεις του, καθώς και τις µηνιαίες δαπάνες της Α.∆.Ε.∆.Υ.

151

6. Καθορίζει την αµοιβή του µόνιµου και του έκτακτου προσωπικού των γραφείων, την αποζηµίωση του Νοµικού Συµβούλου, οικονοµοτεχνικών συµβούλων ή άλλης περιοδικής εργασίας.

7. Αποφασίζει για έκτακτες δαπάνες απρόβλεπτες από τον προϋπολογισµό και τις υποβάλλει για έγκριση στο Γ.Σ.

8. Αποφασίζει για αποστολές στο εσωτερικό και το εξωτερικό που εξυπηρετούν τους σκοπούς της Α.∆.Ε.∆.Υ.

9. Προσλαµβάνει και απολύει το µόνιµο και έκτακτο προσωπικό των γραφείων της Α.∆.Ε.∆.Υ. και µεριµνά για την κινητή και ακίνητη περιουσία της Α.∆.Ε.∆.Υ.

10. Καταρτίζει και τροποποιεί κανονισµό εσωτερικής λειτουργίας της Ε.Ε., κανονισµό έκδοσης του δηµοσιογραφικού οργάνου ή άλλων εκδόσεων και ρυθµίζει την ύλη, τη µορφή και το πρόγραµµά τους.

11. Αποφασίζει και πραγµατοποιεί συγκεντρώσεις εργαζοµένων µε έδρα την Α.∆.Ε.∆.Υ. ή στις έδρες των µελών της ή σε οποιαδήποτε πόλη της Ελλάδας για την εξυπηρέτηση των σκοπών της Α.∆.Ε.∆.Υ.

12. Αποφασίζει για τις διεκδικήσεις των εργαζοµένων που εκπροσωπεί για αγωνιστικές εκδηλώσεις και κινητοποιήσεις στα πλαίσια των αποφάσεων του Γενικού Συµβουλίου.

13. Συγκαλεί τα µέλη της Α.∆.Ε.∆.Υ. σε συσκέψεις. 14. Συντάσσει την ηµερησία διάταξη των τακτικών και εκτάκτων

συνεδρίων, συντάσσει και υποβάλλει την έκθεση πεπραγµένων, λογοδοτεί και ελέγχεται για την άσκηση της ∆ιοίκησης, µετά από έγκριση του Γενικού Συµβουλίου.

15. Γενικά κρίνει, αποφασίζει και προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες για κάθε θέµα που αφορά τη διοίκηση της Α.∆.Ε.∆.Υ. και τα συµφέροντα των εργαζοµένων που εκπροσωπεί, στα πλαίσια των αποφάσεων του Συνεδρίου και του Γ.Σ. Γ΄ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΜΕΛΩΝ Ε.Ε. – ΑΝΑΚΛΗΣΗ

1. Τα µέλη της Ε.Ε. δεν επιτρέπεται να ενεργούν αντίθετα µε τις διατάξεις του καταστατικού της Α.∆.Ε.∆.Υ., µε τις αποφάσεις των συνεδρίων, να προβαίνουν ενσυνείδητα σε πράξεις ή παραλείψεις που αποβλέπουν ή απολήγουν στην αναστολή, τον περιορισµό, την εξουδετέρωση ή µαταίωση των σκοπών και επιδιώξεων της Α.∆.Ε.∆.Υ.

2. Κάθε µία από τις προηγούµενες παραβάσεις αποτελεί λόγο για ανάκληση του υπαιτίου από το αξίωµα που τυχόν κατέχει.

3. Η ανάκληση από το αξίωµα αποφασίζεται από την Ε.Ε. µε την απόλυτη πλειοψηφία του συνόλου των µελών της.

152

4. Μέλος της Ε.Ε., που για οποιοδήποτε λόγο χάνει την ιδιότητά του αυτή, αντικαθίσταται από το πρώτο αναπληρωµατικό του συνδυασµού µε το οποίο εκλέχθηκε.

5. Αν τα αναπληρωµατικά µέλη ενός συνδυασµού δεν επαρκούν για την αντικατάσταση των µελών του ίδιου συνδυασµού, η αναπλήρωση γίνεται µε συµπληρωµατική εκλογή από το Γ.Σ. µε υποψηφίους από τον ίδιο συνδυασµό και µε σχετική πλειοψηφία. Αν δεν υπάρξουν υποψήφιοι του ίδιου συνδυασµού, η εκλογή γίνεται µεταξύ όλων των µελών του Γ.Σ. σύµφωνα µε τις διατάξεις του καταστατικού.

Αν πρόκειται για αναπλήρωση µεµονωµένου υποψηφίου ή µέλους συνδυασµού που δεν είναι δυνατή η αντικατάστασή του από τον ίδιο συνδυασµό, η αναπλήρωση γίνεται µε συµπληρωµατική εκλογή από το Γ.Σ. σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος.

6. Σε περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο µείνει κενή η θέση του προέδρου γίνεται συνολική ανασυγκρότηση της Ε.Ε. Σε κάθε άλλη περίπτωση γίνεται εκλογή µόνο για τη συγκεκριµένη θέση.

Άρθρο 17 ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΠΡΟΕ∆ΡΟΥ – ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΩΝ Ε.Ε.

1. Ο Πρόεδρος της Ε.Ε. εκπροσωπεί την Α.∆.Ε.∆.Υ. µπροστά σε κάθε

δικαστική ή γενικότερα δηµόσια αρχή για όλες τις σχέσεις και τις διαφορές της.

2. Συγκαλεί την ηµερήσια διάταξη, σύµφωνα µε το άρθρο 16 του Καταστατικού και εισηγείται τα σχετικά θέµατα.

3. Συνυπογράφει µε το γενικό Γραµµατέα όλα τα έγγραφα καθώς και τα πρακτικά της Ε.Ε.

4. Ασκεί Γενική Εποπτεία σε όλες τις υπηρεσίες της Α.∆.Ε.∆.Υ. και συντονίζει το έργο των µελών της Ε.Ε. στην άσκηση των καθηκόντων τους ως πρώτος µεταξύ ίσων.

5. Συνυπογράφει µε το Γενικό Γραµµατέα και Ταµία όλα τα εντάλµατα πληρωµής δαπανών, αποδείξεις, γραµµάτια, συναλλαγµατικές επιταγές, παραστατικά δαπανών και όλα τα έγγραφα που έχουν σχέση µε την οικονοµική διαχείριση.

6. Τον Πρόεδρο κωλυόµενο ή απόντα αναπληρώνει ένας των Αντιπροέδρων οριζόµενος από την Ε.Ε.

7. Αν ο Πρόεδρος της Ε.Ε. της Α.∆.Ε.∆.Υ. αδρανήσει για οποιονδήποτε λόγο να συγκαλέσει την Ε.Ε. για χρονικό διάστηµα διπλάσιο του κανονικού, αυτήν καλεί ένας των Αντιπροέδρων.

153

Άρθρο 18 ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ

ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗ ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ

1. Ασκεί τη διεύθυνση και την εποπτεία στα γραφεία της Α.∆.Ε.∆.Υ. και στο προσωπικό της, σύµφωνα µε τις γενικές κατευθύνσεις που χαράσσει η Ε.Ε.

2. Είναι υπεύθυνος για την αλληλογραφία, φυλάει το αρχείο και τη σφραγίδα και υπογράφει µαζί µε τον Πρόεδρο όλα τα έγγραφα και τα χρηµατικά εντάλµατα.

3. Συντάσσει τα πρακτικά των συνεδριάσεων της Ε.Ε. και υποβάλλει στην Ε.Ε. για έγκριση την ετήσια έκθεση πεπραγµένων.

4. Εισηγείται στην Ε.Ε. για θέµατα επικοινωνίας µε τις οργανώσεις – µέλη της Α.∆.Ε.∆.Υ. και υλοποιεί σχετικές αποφάσεις της Ε.Ε.

5. Προγραµµατίζει από κοινού µε τον Οργανωτικό Γραµµατέα τις διάφορες εκδηλώσεις της Α.∆.Ε.∆.Υ. (συγκεντρώσεις, συνελεύσεις, διαλέξεις, συνέδρια, αποστολές κ.λπ) και συντονίζει τις οργανωτικές επαφές και σχέσεις µε άλλες συνδικαλιστικές οργανώσεις.

6. Τηρεί βιβλία µητρώου οργανώσεων – µελών της Α.∆.Ε.∆.Υ., καθώς και όλα τα απαραίτητα βιβλία εκτός των διαχειριστικών, συνεπικουρούµενος από τον Οργανωτικό Γραµµατέα.

7. Υποχρεούται να παρέχει αντίγραφο πρακτικών συνεδριάσεων Ε.Ε., όταν εγγράφως ζητηθεί από οργάνωση – µέλος και µετά από απόφαση της Ε.Ε.

8. Το Γενικό Γραµµατέα κωλυόµενο ή απόντα αναπληρώνει ο Αναπληρωτής Γεν. Γραµµατέας.

9. Η Ε.Ε. µπορεί µε πράξη της ή µε τον εσωτερικό κανονισµό λειτουργίας της να αναθέσει την άσκηση ορισµένων καθηκόντων στον Αναπληρωτή Γεν. Γραµµατέα.

Άρθρο 19 ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΑΜΙΑ

1. Ενεργεί τις εισπράξεις και τις πληρωµές της Α.∆.Ε.∆.Υ., µε τα

αντίστοιχα γραµµάτια και εντάλµατα που υπογράφονται από τον ίδιο, τον Πρόεδρο και τον Γεν. Γραµµατέα. Τηρεί τα απαραίτητα βιβλία: α) Βιβλίο περιουσίας στο οποίο καταγράφεται µε κάθε λεπτοµέρεια η κινητή και ακίνητη περιουσία της Α.∆.Ε.∆.Υ. β) Βιβλίο εισπράξεων πληρωµών όπου καταγράφονται τακτικά, κατά χρονολογική σειρά, όλες οι εισπράξεις και πληρωµές.

2. Ευθύνεται για τη χρηµατική περιουσία της Α.∆.Ε.∆.Υ.

154

3. Αναλαµβάνει τις καταθέσεις της Α.∆.Ε.∆.Υ. ύστερα από απόφαση της Ε.Ε. και ενεργεί καταθέσεις για λογαριασµό της Α.∆.Ε.∆.Υ. στο Ταχυδροµικό Ταµιευτήριο ή σε άλλη Ελληνική Τράπεζα. Η Ε.Ε. µπορεί µε εφ’ άπαξ ειδική εξουσιοδοτική απόφαση να εξουσιοδοτήσει τον Ταµία και δύο µέλη της Ε.Ε. να ενεργούν τις καταθέσεις και αναλήψεις από το Ταχυδροµικό ταµιευτήριο ή τις Τράπεζες.

4. Συντάσσει και υποβάλλει για έγκριση στην Ε.Ε. τον προϋπολογισµό της επόµενης διαχειριστικής περιόδου και τον απολογισµό του προηγούµενου έτους της θητείας της Ε.Ε.

5. Προΐσταται των υπαλλήλων του λογιστηρίου. 6. Επιµελείται για τη διαφύλαξη και διαχείριση της περιουσίας της

Α.∆.Ε.∆.Υ. µέσα στα πλαίσια των αποφάσεων των οργάνων της Α.∆.Ε.∆.Υ. και είναι προσωπικά υπεύθυνος για κάθε απώλεια χρηµάτων και για κάθε ανωµαλία στη διαχείρισή τους.

7. Ο Ταµίας συντάσσει τρίµηνη απολογιστική έκθεση δαπανών και εσόδων την οποία υποβάλλει προς έγκριση στην Ε.Ε. της Α.∆.Ε.∆.Υ. Την έκθεση αυτή υποβάλλει επίσης για έγκριση στην Ελεγκτική Επιτροπή. Ο Ταµίας είναι υποχρεωµένος µέσα σε χρονικό διάστηµα πέντε (5) ηµερών, αφ’ ότου ζητηθεί, να ενηµερώσει για την ταµειακή κατάσταση την Ε.Ε. ή την Ελεγκτική Επιτροπή.

8. Ο Ταµίας µπορεί να κρατάει µετρητά χρήµατα για την εξυπηρέτηση άµεσων αναγκών και µέχρι του ποσού που αποφασίζεται από την Ε.Ε.

Άρθρο 20 ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

1. Ο Οργανωτικός Γραµµατέας φροντίζει γενικά για τα θέµατα καλής

οργάνωσης και λειτουργίας της Α.∆.Ε.∆.Υ. 2. Παρακολουθεί τις αυξοµειώσεις της δύναµης των οργανώσεων-

µελών της Α.∆.Ε.∆.Υ., καθώς και όλες τις σχετικές µεταβολές και ενηµερώνει µαζί µε το Γενικό Γραµµατέα το µητρώο των οργανώσεων-µελών καθώς και το µητρώο αντιπροσώπων.

3. Φροντίζει για την οργάνωση συγκεντρώσεων, σεµιναρίων, εορτών, εκδηλώσεων που προγραµµατίζονται µε το Γενικό Γραµµατέα, έπειτα από αποφάσεις της Ε.Ε.

4. Με πράξη της Ε.Ε. ή µε εσωτερικό κανονισµό λειτουργίας επικουρεί το Γεν. Γραµµατέα σε ζητήµατα οργανωτικά.

5. Είναι υπεύθυνος για την εύρυθµη λειτουργία και τον εξοπλισµό των γραφείων της Α.∆.Ε.∆.Υ.

6. Αναπληρώνει το Γενικό Γραµµατέα σε όλες τις αρµοδιότητες, όταν απουσιάζει ο Γεν. Γραµµατέας και ο Αναπληρωτής του.

155

Άρθρο 21

ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

1. Τον οικονοµικό έλεγχο της Α.∆.Ε.∆.Υ. ασκεί 5µελής Ελεγκτική Επιτροπή που εκλέγεται από το Συνέδριο από κοινού µε το Γενικό Συµβούλιο. Έχει θητεία 3 ετών και αποτελείται από τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο, το Γραµµατέα και δύο µέλη.

2. Τα µέλη της Ελεγκτικής Επιτροπής συγκροτούνται σε σώµα στα Γραφεία της Α.∆.Ε.∆.Υ. µε µυστική ψηφοφορία σε 15 το πολύ ηµέρες από την εκλογή τους ύστερα από πρόσκληση του πρώτου µέλους του συνδυασµού που πλειοψήφησε. Αν αυτός αµελήσει, η σύγκληση γίνεται από οποιοδήποτε µέλος που εκλέχτηκε για την Ελεγκτική Επιτροπή.

3. Μέλος της Ελεγκτικής Επιτροπής που αποχωρεί για οποιονδήποτε λόγο, αναπληρώνεται από το πρώτο αναπληρωµατικό µέλος του αντίστοιχου συνδυασµού.

Αν πρόκειται για αποχώρηση προέδρου, γίνεται ανασυγκρότηση σε σώµα της Ελεγκτικής Επιτροπής µετά την αναπλήρωση. Το άρθρο 15 παρ. 2β εφαρµόζεται και στην περίπτωση της αναπλήρωσης της Ελεγκτικής Επιτροπής. Όπου δε στο συγκεκριµένο άρθρο αναφέρεται Γεν. Συµβούλιο, νοείται η Ελεγκτική Επιτροπή.

Άρθρο 22

1. Η Ελεγκτική Επιτροπή συνέρχεται στην Αθήνα στα γραφεία της Α.∆.Ε.∆.Υ.:

α. Τακτικά ανά τρίµηνο για τον έλεγχο της οικονοµικής διαχείρισης της Α.∆.Ε.∆.Υ. Τηρεί δικό της βιβλίο πρακτικών. Λαµβάνει γνώση όλων των στοιχείων της οικονοµικής κατάστασης της Α.∆.Ε.∆.Υ. Ο Ταµίας ειδοποιείται εγγράφως και οφείλει µέσα σε τρεις ηµέρες να έχει στη διάθεση της Ελ. Ε. όλα τα στοιχεία. Εντός τριών µηνών από της λήξης του οικον. έτους υποβάλλει στο Γ.Σ. την έκθεσή της. Όταν όµως λήξει η τριετής οικονοµική περίοδος η Ελ. Ε. υποβάλλει στο Συνέδριο έκθεση της οικονοµικής διαχείρισης της Α.∆.Ε.∆.Υ. και τη γενική οικονοµική κατάσταση.

β. Έκτακτα όταν καλείται από την Ε.Ε. της Α.∆.Ε.∆.Υ. και όταν καλείται από τρία µέλη της.

2. Η τακτική συνεδρίαση της Ελ. Ε. γίνεται ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου στην οποία αναγράφονται και τα θέµατα συζήτησης που ανακοινώνονται στα µέλη της, πέντε (5) ηµέρες πριν τη συνεδρίαση. Για επείγοντα θέµατα δεν είναι αναγκαία η πενταήµερη προειδοποίηση.

156

3. Η Ελ. Ε. βρίσκεται σε απαρτία, αν παρευρίσκεται τουλάχιστον 3 από τα µέλη της µαζί µε τον Πρόεδρο απαραίτητα. Αν ο Πρόεδρος δηλώσει εγγράφως ότι κωλύεται, τότε η Ελ. Ε. βρίσκεται σε απαρτία µε την παρουσία τριών µελών της.

Οι αποφάσεις της Ελ. Ε. παίρνονται µε απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων.

Άρθρο 23 ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ

Α. Για τη γνησιότερη πραγµατοποίηση των τακτικών Συνεδρίων της Α.∆.Ε.∆.Υ. εκλέγεται 9µελής Επιτροπή Πιστοποίησης των διαδικασιών συγκρότησης του σώµατος των Συνεδρίων. Η Επιτροπή Πιστοποίησης είναι λειτουργικό όργανο που γνωµοδοτεί µε τρίµηνες εκθέσεις προς τα όργανα της Α.∆.Ε.∆.Υ. για την εγκυρότητα των διαδικασιών εκλογής των αντιπροσώπων για την Α.∆.Ε.∆.Υ. Η Επιτροπή Πιστοποίησης εποπτεύει και ελέγχει τις σχετικές διαδικασίες, µε βάση τις ισχύουσες διατάξεις, µε ιδιαίτερη έµφαση στην παρουσία δικαστικού, τη λειτουργία Εφορευτικής Επιτροπής, τον έλεγχο για αποφυγή διπλοψηφιών, τον έλεγχο διαδικασιών ψήφου διά αλληλογραφίας και φροντίζει µε ιδιαίτερη επιµέλεια την ορθή σύνταξη των πρακτικών. Η εκλογή και η συγκρότηση της Επιτροπής Πιστοποίησης ακολουθεί τη διαδικασία που ισχύει και προβλέπεται για την εκλογή και συγκρότηση της Ελεγκτικής Επιτροπής. Στις εποπτικές, ελεγκτικές της διαδικασίες η Επιτροπή Πιστοποίησης έχει την υποχρέωση πρόσκλησης εκπροσώπου ψηφοδελτίου που εκπροσωπείται µε εκλογή µέλους στο Γενικό Συµβούλιο της Α.∆.Ε.∆.Υ., αλλά δεν εκπροσωπείται µε εκλογή µέλους στην Επιτροπή Πιστοποίησης.

Β. Για τη διασφάλιση της αντιπροσωπευτικότητας και τη γνήσια αποτύπωση της πραγµατικότητας, η εκλογή για τη συγκρότηση των σωµάτων των οργανώσεων, που εκλέγουν αντιπροσώπους για την Α.∆.Ε.∆.Υ., διενεργείται στο χρονικό κύκλο λειτουργίας των οργάνων της Α.∆.Ε.∆.Υ., µε βάση τα τακτικά Συνέδρια. Οι οργανώσεις-µέλη της Α.∆.Ε.∆.Υ. οφείλουν να ολοκληρώσουν την προσαρµογή των σχετικών διαδικασιών έως 31/12/2008.

Γ. Όπου αναφέρεται στο ισχύον καταστατικό Επιτροπή για τον έλεγχο των νοµιµοποιητικών στοιχείων των αντιπροσώπων, νοείται η Επιτροπή Πιστοποίησης.

∆. Η καταστατική ρύθµιση για τη λειτουργία της Επιτροπής Πιστοποίησης ισχύει για την εκλογή και συγκρότηση άµεσα από το 32ο Συνέδριο.

Άρθρο 24 ∆ΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ

157

Η Α.∆.Ε.∆.Υ. εκδίδει δηµοσιογραφικό όργανο, την ευθύνη του οποίου έχει το Γενικό Συµβούλιο διά της Ε.Ε. και της Συντακτικής Επιτροπής, που ορίζεται από την ίδια κατά τρόπο αντιπροσωπευτικό.

Άρθρο 25 ΑΜΟΙΒΕΣ ΜΕΛΩΝ – ΟΡΓΑΝΩΝ Α.∆.Ε.∆.Υ.

Η υπηρεσία των µελών των οργάνων της Α.∆.Ε.∆.Υ. (Συνέδριο,

Γενικό Συµβούλιο, Εκτελεστική και Ελεγκτική Επιτροπή) είναι άµισθη. Είναι δυνατόν τα όργανα της Α.∆.Ε.∆.Υ. µε αποφάσεις των οργάνων να εγκρίνουν έξοδα κίνησης και παράστασης µελών της.

Άρθρο 26 ΠΟΡΟΙ – ∆ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ – ΒΙΒΛΙΑ

Α΄. ΠΟΡΟΙ ΤΗΣ Α.∆.Ε.∆.Υ. είναι:

1. Το δικαίωµα εγγραφής των οργανώσεων – µελών που ορίζεται σε µηδενικό ποσό κατά φυσικό πρόσωπο-µέλος της αντίστοιχης οργάνωσης.

2. Η µηνιαία συνδροµή των οργανώσεων – που ορίζεται στο ποσό των 0,25 € για κάθε φυσικό µέλος τους.

Τα ποσά των παραγράφων 1 και 2 µπορούν να αναπροσαρµόζονται µε απόφαση του Συνεδρίου του Γενικού Συµβουλίου.

3. Έκτακτες εισφορές, ύστερα από απόφαση του Γενικού Συµβουλίου το οποίο καθορίζεται και το ύψος τους.

4. Τα έσοδα (τόκοι, πρόσοδοι) από την περιουσία της Α.∆.Ε.∆.Υ. 5. Τα έσοδα από τυχόν δωρεές, διάφορες εκδηλώσεις και εορτές,

εθελοντικές εισφορές, κληρονοµίες και κληροδοσίες, από εκδόσεις, εκποίηση υλικού ή άλλες νόµιµες οικονοµικές παροχές, που γίνονται προς την Α.∆.Ε.∆.Υ. χωρίς δεσµεύσεις και όρους αντίθετους µε τους καταστατικούς σκοπούς της.

6. Ο τρόπος και η διαδικασία είσπραξης των τακτικών µηνιαίων συνδροµών καθορίζεται µε απόφαση του Συνεδρίου. Β΄. ∆ΙΑΘΕΣΗ ΕΣΟ∆ΩΝ – ∆ΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟ∆ΟΣ

1. Τα έσοδα της Α.∆.Ε.∆.Υ. διατίθενται για µισθούς υπαλληλικού προσωπικού, για έξοδα γραφείων, για εκδόσεις, για έξοδα κίνησης και παραστάσεις των µελών των οργάνων της, για περιοδείες και αποστολές, για διεθνείς σχέσεις και συνδροµές σε διεθνείς οργανώσεις, για την κάλυψη κάθε άλλης δαπάνης της Α.∆.Ε.∆.Υ. που περιλαµβάνει στον εγκεκριµένο προϋπολογισµό της.

158

Γ΄. ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΤΗΡΟΥΝΤΑΙ είναι: 1. Μητρώο µελών, όπου αναγράφονται όλα τα σχετικά µε τα µέλη της

στοιχεία. 2. Πρακτικών Συνεδρίων. 3. Πρακτικών Γενικού Συµβουλίου. 4. Πρακτικών Εκτελεστικής Επιτροπής. 5. Πρακτικών Ελεγκτικής Επιτροπής. 6. Ταµείου. 7. Περιουσίας.

Άρθρο 27 ΣΥΝΕ∆ΡΙΑ

Το Συνέδριο είναι το ανώτατο και κυρίαρχο όργανο της Α.∆.Ε.∆.Υ.

που αποφασίζει για κάθε ζήτηµα που δεν προβλέπεται από το καταστατικό, καθορίζει τους στόχους του πανδηµοσιοϋπαλληλικού συνδικαλιστικού κινήµατος και ελέγχει όλα τα όργανα. Τα συνέδρια διακρίνονται σε τακτικά και έκτακτα.

Άρθρο 28 ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΣΥΝΕ∆ΡΙΟΥ

α. Το συνέδριο συγκροτείται από αιρετούς αντιπροσώπους των

οικονοµικά τακτοποιηµένων µελών της Α.∆.Ε.∆.Υ., που έχουν εκλεγεί µε το σύστηµα της απλής αναλογικής, όπως αυτή τουλάχιστον καθιερώνεται µε το Ν. 1264/82.

β. Για κάθε 375 ψηφίσαντα φυσικά µέλη πρωτοβαθµίων οργανώσεων µελών της αντίστοιχης δευτεροβάθµιας οργάνωσης – µέλους της Α.∆.Ε.∆.Υ. εκλέγεται ένας αντιπρόσωπος.

γ. Για τη νοµιµοποίηση και τη συµµετοχή των αντιπροσώπων στο Συνέδριο της Α.∆.Ε.∆.Υ. απαιτούνται αντίγραφα των πρακτικών της Εφορευτικής Επιτροπής της δευτεροβάθµιας οργάνωσης και των πρωτοβάθµιων οργανώσεων – µελών της, καθώς και τα αντίστοιχα πρωτόκολλα ψηφοφορίας. Τα παραπάνω νοµιµοποιητικά στοιχεία απαιτείται να κατατεθούν στην αρµόδια επιτροπή ένα (1) τουλάχιστον µήνα πριν από την έναρξη του Συνεδρίου. Μέσα στην ίδια προθεσµία επιβάλλεται να γίνει οικονοµική τακτοποίηση των οργανώσεων µελών.

δ. Παραίτηση αντιπροσώπου γίνεται προς το Συνέδριο που τον αντικαθιστά ταυτόχρονα µε τον αµέσως επόµενο του συνδυασµού του.

ε. Κάθε σύνεδρος έχει δικαίωµα λόγου, µιας ψήφου, να εκλέγει και να εκλέγεται στα όργανα αυτοπροσώπως.

159

στ. Στα συνέδρια συµµετέχουν και τα µέλη του Γ.Σ. µε δικαίωµα λόγου, έστω και αν δεν έχουν εκλεγεί αντιπρόσωποι.

Άρθρο 29 ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΑ ΣΥΝΕ∆ΡΙΩΝ

α. Χρέη προσωρινού Προεδρείου εκτελεί το Προεδρείο του Γενικού

Συµβουλίου µέχρι της εκλογής του µονίµου Προεδρείου του Συνεδρίου. β. Η επιτροπή για τον έλεγχο των νοµιµοποιητικών στοιχείων των

αντιπροσώπων συντάσσει σχετικό πρακτικό το οποίο υποβάλλει στο συνέδριο. γ. Μετά τη διαπίστωση της νοµιµοποίησης των αντιπροσώπων και της

απαρτίας του Συνεδρίου γίνεται η εκλογή πενταµελούς Προεδρείου που αποτελείται από: τον Πρόεδρο που διευθύνει τις εργασίες του, δύο Αντιπροέδρους που τον αναπληρώνουν και δύο Γραµµατείς.

δ. Με την επιφύλαξη των διατάξεων που απαιτούν αυξηµένη απαρτία, το Συνέδριο βρίσκεται σε απαρτία, αν παρευρίσκεται σ’ αυτό το µισό συν ένα τουλάχιστον του συνολικού αριθµού των δικαιουµένων αντιπροσώπων, που εκπροσωπούν το µισό συν ένα τουλάχιστον των ταµειακώς εντάξει µελών. Σε περίπτωση που δεν υπάρξει απαρτία, το Συνέδριο συγκαλείται µε τα ίδια ακριβώς θέµατα εντός µηνός και βρίσκεται σε απαρτία, εφόσον παρίσταται το 1/3 τουλάχιστον των δικαιουµένων να συµµετάσχουν αντιπροσώπων που εκπροσωπούν το 1/3 τουλάχιστον των ταµειακώς εντάξει µελών. Αν δεν υπάρξει και πάλι απαρτία συγκαλείται απαρχής νέο συνέδριο. Συζήτηση και λήψη αποφάσεως δεν µπορεί να γίνει, αν δεν παρευρίσκεται το ήµισυ πλέον ενός των νοµιµοποιηθέντων συνέδρων.

ε. Το Συνέδριο αποφασίζει για κάθε θέµα που αναγράφεται στην ηµερησία διάταξη ή προτείνεται για συζήτηση πριν από την έναρξη της ηµερησίας διάταξης, ύστερα από πρόταση του 1/5 των νοµιµοποιηθέντων συνέδρων.

στ. Οι αποφάσεις του Συνεδρίου παίρνονται µε απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων συνέδρων µε ανάταση των χεριών εκτός από τις περιπτώσεις όπου σύµφωνα µε το καταστατικό και το νόµο ορίζεται διαφορετικά. Για θέµατα εµπιστοσύνης προς τη διοίκηση, προσωπικά, έγκριση λογοδοσίας απαιτείται µυστική και απόλυτη πλειοψηφία των νοµιµοποιηθέντων συνέδρων.

ζ. Οι αποφάσεις του συνεδρίου καταχωρούνται στο βιβλίο πρακτικών των συνεδριάσεων των Συνεδρίων και υπογράφονται από το Προεδρείο.

160

Άρθρο 30 ΤΑΚΤΙΚΑ ∆ΥΝΕ∆ΡΙΑ

Α΄. ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ – ΣΥΓΚΛΗΣΗ

1. Κάθε τρία χρόνια πραγµατοποιείται το Τακτικό Συνέδριο των αντιπροσώπων.

2. Το Συνέδριο διεξάγεται δύο µήνες τουλάχιστον µετά την προκήρυξή του, που γίνεται από το Γενικό Συµβούλιο.

3. Η προκήρυξη του Συνεδρίου δηµοσιεύεται σε δύο ηµερήσιες εφηµερίδες του τόπου όπου γίνεται και σε κάθε έντυπη ενηµέρωση των ∆ηµοσίων Υπαλλήλων, σαράντα πέντε (45) τουλάχιστον ηµέρες πριν από την πραγµατοποίησή του.

4. Πριν από σαράντα πέντε (45) τουλάχιστον ηµέρες κοινοποιείται από την Ε.Ε. της Α.∆.Ε.∆.Υ. σε όλες τις οργανώσεις µέλη της η πρόσκληση για τη σύγκληση του Συνεδρίου, στην οποία περιέχεται ο τόπος και ο χρόνος σύγκλησης του Συνεδρίου, τα θέµατα ηµερησίας διάταξης και ο χρόνος σύγκλησης του δεύτερου Συνεδρίου σε περίπτωση που το πρώτο δεν έχει απαρτία. Β΄. ΑΡΜΟ∆ΙΟΤΗΤΕΣ

1. Ελέγχει τη δράση και τις οικονοµικές πράξεις της Ε.Ε., εγκρίνει ή απορρίπτει τα πεπραγµένα, τον οικονοµικό απολογισµό και προϋπολογισµό.

2. Αποφασίζει σύµφωνα µε το νόµο για θέµατα µοµφής ή άρσης εµπιστοσύνης.

3. Συζητά και λαµβάνει αποφάσεις για θέµατα που αναφέρονται στην ηµερησία διάταξη.

4. Εκλέγει το Γενικό Συµβούλιο και την Ελεγκτική Επιτροπή.

Άρθρο 31 ΕΚΤΑΚΤΑ ΣΥΝΕ∆ΡΙΑ

1. Τα έκτακτα Συνέδρια προκηρύσσονται και συγκαλούνται

οποτεδήποτε από το Γ.Σ. ή µετά από αίτηση του 1/4 των οικονοµικά τακτοποιηµένων µελών της Α.∆.Ε.∆.Υ.

2. Σε περίπτωση υποβολής αίτησης των οργανώσεων – µελών το Γενικό Συµβούλιο είναι υποχρεωµένο να συγκαλέσει Έκτακτο Συνέδριο µέσα σε ένα (1) µήνα από την υποβολή της αίτησης. Στην περίπτωση αυτή η πρόσκληση προς τις οργανώσεις – µέλη κοινοποιείται προ δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ηµερών.

3. Στο έκτακτο Συνέδριο προτάσσονται και συζητούνται πάντα τα θέµατα για τα οποία συγκλήθηκε.

161

4. Κατά τα λοιπά εφαρµόζονται οι διατάξεις των άρθρων 27 και 28 του παρόντος καταστατικού.

Άρθρο 31α ΕΤΗΣΙΑ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΣΥΝ∆ΙΑΣΚΕΨΗ

1. Η Ε.Ε. της Α.∆.Ε.∆.Υ. συγκαλεί, µέσα στο πρώτο 15νθήµερο του

Σεπτεµβρίου, ετήσια Πανελλαδική Συνδιάσκεψη. 2. Μέλη της Συνδιάσκεψης είναι τα µέλη της Ε.Ε., του Γ.Σ. της

Α.∆.Ε.∆.Υ., τα προεδρεία των Οµοσπονδιών – Μελών της Α.∆.Ε.∆.Υ. και τα Προεδρεία των Νοµαρχιακών Τµηµάτων.

3. Κύριο αντικείµενο των εργασιών της Συνδιάσκεψης αποτελεί η διαµόρφωση της πολιτικο-συνδικαλιστικής τακτικής και δράσης της Α.∆.Ε.∆.Υ.

4. Οι αποφάσεις της Συνδιάσκεψης απευθύνονται στο Γ.Σ. της Α.∆.Ε.∆.Υ. και έχουν γνωµοδοτικό της χαρακτήρα.

Άρθρο 32 ΑΡΧΑΙΡΕΣΙΕΣ – ΕΦΟΡΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

1. Οι αρχαιρεσίες για την εκλογή του Γενικού Συµβουλίου και της

Ελεγκτικής Επιτροπής διεξάγονται µαζί στο τέλος των εργασιών του Συνεδρίου, µε µυστική ψηφοφορία και µε το σύστηµα της απλής αναλογικής όπως αυτό καθιερώνεται στο Ν. 1264/82.

2. Την ευθύνη για τη διενέργεια των αρχαιρεσιών έχει η Εφορευτική Επιτροπή, η οποία απαρτίζεται από το ∆ικαστικό Αντιπρόσωπο ως Πρόεδρο και τέσσερα µέλη που εκλέγονται µε ισάριθµα αναπληρωµατικά από το Συνέδριο µε µυστική ψηφοφορία και µε το σύστηµα της απλής αναλογικής.

Η εκλογή της Εφορευτικής Επιτροπής γίνεται µε την επίβλεψη του δικαστικού Αντιπροσώπου και τη βοήθεια τριών ψηφολεκτών που ορίζονται από το Συνέδριο. Τα τακτικά και αναπληρωµατικά µέλη της Εφορευτικής Επιτροπής δεν µπορούν να είναι υποψήφιοι για τα όργανα της Α.∆.Ε.∆.Υ.

Άρθρο 33 ΥΠΟΨΗΦΙΟΤΗΤΕΣ – ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΨΗΦΟ∆ΕΛΤΙΩΝ

1. Οι υποψήφιοι µπορούν να κατέρχονται µεµονωµένοι ή να

συµµετέχουν σε συνδυασµούς. Κάθε αντιπρόσωπος µπορεί να θέσει υποψηφιότητα για ένα όργανο

(Γ.Σ. ή Ελεγκτική Επιτροπή). Αν θέσει υποψηφιότητα και για τα δύο όργανα

162

καλείται από την Εφορευτική Επιτροπή να δηλώσει εγγράφως την προτίµησή του. Σε περίπτωση αρνήσεώς του απορρίπτεται η υποψηφιότητά του.

2. Η αίτηση υποψηφιότητας υπογράφεται από τον υποψήφιο και περιέχει το ονοµατεπώνυµο, την οργάνωση από την οποία προέρχεται και το όργανο στο οποίο επιθυµεί να εκλεγεί.

Οι συνδυασµοί καταρτίζονται και υποβάλλονται στη Εφορευτική Επιτροπή µε κοινή αίτηση που περιέχει όλα τα παραπάνω στοιχεία των υποψηφίων και υπογράφεται από όλους τους υποψηφίους. Είναι δυνατόν να υπογράφονται από δύο τουλάχιστον εκπροσώπους του συνδυασµού, εφόσον επισυνάπτονται όλες οι αιτήσεις των υποψηφίων που συµµετέχουν στο συνδυασµό.

3. Οι υποψηφιότητες υποβάλλονται στην Εφορευτική Επιτροπή µέσα στο χρόνο που ορίζει το Συνέδριο µε απόφασή του, όχι όµως µικρότερο από 24 ώρες πριν την έναρξη της ψηφοφορίας.

4. Η Εφορευτική Επιτροπή καταρτίζει τα ψηφοδέλτια 12 τουλάχιστον ώρες πριν από την έναρξη της ψηφοφορίας. Τα ψηφοδέλτια τυπώνονται µε την φροντίδα της Εφορευτικής Επιτροπής σε συνεργασία µε την απερχόµενη Ε.Ε. και ταυτόχρονα φροντίζει για την προµήθεια των φακέλων, όπου κλείνονται τα ψηφοδέλτια πριν ριχτούν στην κάλπη.

5. Τα ψηφοδέλτια γράφουν στο επάνω µέρος µε κεφαλαία γράµµατα την επωνυµία του συνδυασµού και είναι χωρισµένα σε δύο µέρη:

Κάτω από την ένδειξη ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ καταχωρούνται µε αλφαβητική σειρά τα ονόµατα των υποψηφίων για το Γενικό Συµβούλιο και κάτω από την ένδειξη ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ καταχωρούνται τα ονόµατα των υποψηφίων για την Ελεγκτική Επιτροπή µε αλφαβητική σειρά.

Άρθρο 34 ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ

1. Η ψηφοφορία γίνεται µε βάση τον κατάλογο των νοµιµοποιηθέντων

Συνέδρων, µε την επίδειξη του εκλογικού συνδικαλιστικού βιβλιαρίου ή του βιβλιαρίου υγείας και την κάρτα του αντιπροσώπου.

Η Εφορευτική Επιτροπή τηρεί πρωτόκολλο ψηφοφορίας µε τα στοιχεία κάθε αντιπροσώπου και συντάσσει πρακτικά για τα περιστατικά που συνέβησαν κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας καθώς και για τα αποτελέσµατά της. Όλα τα έγγραφα της εκλογής υπογράφονται από το ∆ικαστικό Αντιπρόσωπο και τα µέλη της Εφορευτικής Επιτροπής.

2. Κάθε ψηφοφόρος δικαιούται να σηµειώσει κατ’ ανώτατο όριο τόσους σταυρούς όσος είναι ο αριθµός των µελών που εκλέγονται στο όργανο το οποίο ψηφίζει.

163

3. Για τη διαλογή και την εγκυρότητα των ψηφοδελτίων εφαρµόζονται οι διατάξεις και οι αρχές της εκλογικής διαδικασίας.

4. Τις έδρες που αντιστοιχούν σε κάθε συνδυασµό καταλαµβάνουν οι υποψήφιοι που πήραν τους περισσότερους σταυρούς προτίµησης. Οι υπόλοιποι υποψήφιοι του κάθε συνδυασµού θεωρούνται αναπληρωµατικοί κατά τη σειρά των ψήφων που έλαβαν.

Άρθρο 35

Μέσα σε τρία χρόνια από την έγκριση του παρόντος οι οργανώσεις πρέπει να προσαρµόσουν τα καταστατικά τους µε τις διατάξεις του παρόντος.

Άρθρο 36

Η τροποποίηση του παρόντος καταστατικού γίνεται µε απόφαση του Συνεδρίου που αποφασίζει µε πλειοψηφία 3/4 των παρόντων αντιπροσώπων. Η πρόταση της τροποποίησης υποβάλλεται στο Συνέδριο από το Γενικό Συµβούλιο ύστερα από εισήγηση της Ε.Ε. ή µετά από αίτηση του 1/4 τουλάχιστον των οικονοµικά τακτοποιηµένων οργανώσεων – µελών.

Άρθρο 37

Η διάλυση της Α.∆.Ε.∆.Υ. γίνεται µε απόφαση του Συνεδρίου της που λαµβάνεται µε την πλειοψηφία των 3/4 των παρόντων αντιπροσώπων που εκφράζουν τα 2/3 των οργανώσεων-µελών. Σε περίπτωση διάλυσης της Α.∆.Ε.∆.Υ. τα περιουσιακά της στοιχεία περιέρχονται σε τριτοβάθµια οργάνωση της χώρας σύµφωνα µε απόφαση του Συνεδρίου.

Άρθρο 38 ΣΦΡΑΓΙ∆Α

Η σφραγίδα της Α.∆.Ε.∆.Υ. είναι στρογγυλή µε δύο κύκλους ανάµεσα

στους οποίους αναγράφεται αναλυτικά η επωνυµία, στο δε κέντρο φέρει σχηµατική σύνθεση µε την ελληνική σηµαία κυµατίζουσα, την ένδειξη Α.∆.Ε.∆.Υ. και το έτος ίδρυσης της Συνοµοσπονδίας ∆ηµοσίων Υπαλλήλων Ελλάδας (2 ΜΑΗ 1926).

Άρθρο 39

Η Α.∆.Ε.∆.Υ. γιορτάζει την ηµέρα της Πρωτοµαγιάς, ηµέρα των αγώνων των εργαζοµένων.

164

Άρθρο 40

Ό,τι δεν προβλέπεται από το παρόν καταστατικό ρυθµίζεται ανάλογα

µε βάση την ισχύουσα νοµοθεσία και τους εσωτερικούς κανονισµούς που εγκρίνονται από το Γενικό Συµβούλιο.

Άρθρο 41

Το παρόν καταστατικό, από 41 άρθρα, αποτελεί κωδικοποίηση του καταστατικού της Α.∆.Ε.∆.Υ., όπως τροποποιήθηκε στο 32ο οργανωτικό της συνέδριο που έγινε στην Αθήνα στις 22-11-2004. Η ισχύς του θα αρχίσει από την έγκρισή του από το ∆ικαστήριο και την εγγραφή του στο Πρωτοδικείο Αθηνών.

165

ΜΕΡΟΣ ΕΒ∆ΟΜΟ 1. ΝΟΜΟΣ 1264/1982 (ΦΕΚ 79/1-7-82, τ. Α΄) (ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΟΣ ΚΑΤΑ ΜΕΡΗ ΑΠΟ ΤΟ Ν. 2738/99, ΦΕΚ 180, τ. Α΄ ) «Για τον εκδηµοκρατισµό του Συνδικαλιστικού Κινήµατος και την κατοχύρωση των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εργαζοµένων».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΣΥΝ∆ΙΚΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείµενο

1. Με την επιφύλαξη της ισχύος των ∆ιεθνών Συµβάσεων Εργασίας που έχουν κυρωθεί, ο νόµος αυτός κατοχυρώνει τα συνδικαλιστικά δικαιώµατα των εργαζοµένων και ρυθµίζει την ίδρυση, οργάνωση, λειτουργία και δράση των συνδικαλιστικών οργανώσεών τους. Για την εφαρµογή αυτού του νόµου εργαζόµενοι είναι όσοι απασχολούνται µε σχέση εξαρτηµένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου (µισθωτοί), στους οποίους περιλαµβάνονται και οι εργαζόµενοι στο δηµόσιο ή Ν.Π.∆.∆. ή Ο.Τ.Α.

Ειδικά για τις οργανώσεις του νόµου αυτού οι διατάξεις του Α.Κ. και του Εισ. Ν.Α.Κ. ισχύουν όπως τροποποιούνται ή συµπληρώνονται µε αυτόν.

2. ∆εν εφαρµόζεται ο νόµος αυτός: α) Για τις δηµοσιογραφικές οργανώσεις εκτός από τις διατάξεις των

άρθρων 12, 14, 15, 19, 20 µε εξαίρεση το εδάφιο. γ΄ της παραγράφου 1, 21, 22, 23 και 26.

β) Για τις ναυτεργατικές οργανώσεις. Για αυτές, µέχρις ότου ψηφιστεί και δηµοσιευθεί ειδικός νόµος, θα εξακολουθήσει να εφαρµόζεται το ισχύον σήµερα νοµικό καθεστώς.

∆εν υπάγονται στις διατάξεις του νόµου αυτού επαγγελµατικές οργανώσεις που συνιστώνται µε νόµο ως νοµικά πρόσωπα δηµοσίου δικαίου.

3. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις διακρίνονται σε πρωτοβάθµιες, δευτεροβάθµιες και τριτοβάθµιες.

α) Πρωτοβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις είναι: αα) τα σωµατεία, ββ) τα τοπικά παραρτήµατα συνδικαλιστικών οργανώσεων ευρύτερης περιφέρειας ή πανελλαδικής έκτασης, που προβλέπονται από τα καταστατικά τους, και µόνο για το δικαίωµα να γίνουν µέλη του αντίστοιχου εργατικού κέντρου, γγ) οι ενώσεις προσώπων, µία για κάθε εκµετάλλευση, επιχείρηση, δηµόσια υπηρεσία Ν.Π.∆.∆. ή Ο.Τ.Α, που συνιστούν 10 τουλάχιστο

166

εργαζόµενοι µε ιδρυτική πράξη την οποία καταθέτουν στο γραµµατέα του αρµόδιου Ειρηνοδικείου και κοινοποιούν στον εργοδότη, εφόσον ο συνολικός αριθµός των εργαζοµένων δεν υπερβαίνει τους σαράντα (40) και δεν υπάρχει σωµατείο µε τους µισούς τουλάχιστο ως µέλη του. Εάν µετά την τυχόν σύσταση της ένωσης προσώπων πάψει να συντρέχει µια από τις πιο πάνω προϋποθέσεις, η ένωση προσώπων διαλύεται, χωρίς άλλη διατύπωση. Η ιδρυτική πράξη της ένωσης προσώπων πρέπει να αναφέρει απαραίτητα το σκοπό της, δύο εκπροσώπους της και τη διάρκειά της που δεν υπερβαίνει το εξάµηνο.

Για τις ενώσεις προσώπων εκτός από το άρθρο 20, παράγραφος 1, εδάφιο γ΄ εφαρµόζονται ανάλογα και οι διατάξεις για τα σωµατεία των άρθρων 3, παράγραφος 1α, 7, παράγραφος 1, 5, 6, 7 και 8 του νόµου αυτού.

Για την εκλογή των εκπροσώπων της ένωσης προσώπων επιµελείται τριµελής εφορευτική επιτροπή.

β) ∆ευτεροβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις είναι οι Οµοσπονδίες και τα Εργατικά Κέντρα. Οι οµοσπονδίες είναι ενώσεις δύο (2) τουλάχιστο σωµατείων του ίδιου ή συναφών κλάδων οικονοµικής δραστηριότητος ή του ίδιου ή συναφών επαγγελµάτων.

Τα Εργατικά Κέντρα είναι ενώσεις δύο (2) τουλάχιστον σωµατείων και τοπικών παρατηµάτων που έχουν την έδρα τους µέσα στην περιφέρεια του αντίστοιχου Εργατικού Κέντρου ανεξάρτητα από τον τόπο απασχόλησης των µελών τους.

γ) Τριτοβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις (συνοµοσπονδίες) είναι ενώσεις Οµοσπονδιών και Εργατικών Κέντρων.

Άρθρο 2 Καταχώρηση συνδικαλιστικών οργανώσεων

1. Σε κάθε Πρωτοδικείο τηρείται ειδικό βιβλίο συνδικαλιστικών

οργανώσεων στο οποίο καταχωρίζονται τα στοιχεία του άρθρου 81 Α.Κ., ο αριθµός της δικαστικής απόφασης που εγκρίνει ή τροποποιεί το καταστατικό της οργάνωσης και σηµειώνεται η ενδεχόµενη διάλυσή της. Μετά την εγγραφή στο παραπάνω βιβλίο επέρχονται τα αποτελέσµατα του άρθρου 83 Α.Κ.

2. Σε κάθε Πρωτοδικείο τηρείται φάκελος που περιέχει το καταστατικό κάθε συνδικαλιστικής οργάνωσης και τις τροποποιήσεις του καθώς και τα έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 13, παράγραφος 2 του νόµου αυτού.

3. Αντίγραφα των παραπάνω εγγράφων και βεβαιώσεις για στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού χορηγούνται από τον Γραµµατέα του Πρωτοδικείου σε όποιον έχει έννοµο συµφέρον.

167

Άρθρο 3 Βιβλία συνδικαλιστικών οργανώσεων

1. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις τηρούν τα ακόλουθα βιβλία, που

αριθµούνται και θεωρούνται από το Γραµµατέα του Πρωτοδικείου της έδρας τους πριν αρχίσουν να χρησιµοποιούνται:

α) Μητρώου µελών, όπου αναγράφονται αριθµηµένα το ονοµατεπώνυµο, το επάγγελµα, η διεύθυνση κατοικίας, ο αριθµός του δελτίου ταυτότητας, ο αριθµός του εκλογικού συνδικαλιστικού βιβλιαρίου και µέχρι την έκδοσή του ο αριθµός του ασφαλιστικού βιβλιαρίου υγείας, το Ταµείο ασφάλισης και οι χρονολογίες εγγραφής και διαγραφής κάθε µέλους. Προκειµένου για νοµικά πρόσωπα αναγράφονται η επωνυµία, η έδρα, οι αριθµοί και οι χρονολογίες των δικαστικών αποφάσεων έγκρισης ή τροποποίησης των καταστατικών τους, οι χρονολογίες εγγραφής και διαγραφής τους, ο αριθµός των γραµµένων µελών τους και αυτών που πήραν µέρος στις τελευταίες εκλογές.

β) Πρακτικών συνεδριάσεων Γενικών Συνελεύσεων των µελών. γ) Πρακτικών συνεδριάσεων διοίκησης. δ) Ταµείου όπου καταχωρίζονται κατά χρονολογική σειρά όλες οι

εισπράξεις και πληρωµές. ε) Περιουσίας, όπου καταγράφονται όλα τα κινητά και ακίνητα

περιουσιακά στοιχεία της οργάνωσης. 2. Γραµµάτια εισπράξεων αριθµούνται και θεωρούνται από την

Ελεγκτική Επιτροπή, πριν από τη χρησιµοποίησή τους. 3. Τα µέλη της οργάνωσης και όποιος άλλος έχει έννοµο συµφέρον

έχουν το δικαίωµα να πληροφορούνται τα παραπάνω στοιχεία.

Άρθρο 4 Σκοποί συνδικαλιστικών οργανώσεων

1. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν σκοπό τη διαφύλαξη και προαγωγή των εργασιακών, οικονοµικών, ασφαλιστικών, κοινωνικών και συνδικαλιστικών συµφερόντων των εργαζοµένων.

2. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις απαγορεύεται να ασκούν κερδοσκοπική δραστηριότητα, µπορούν όµως χωρίς επιδίωξη κέρδους να συνιστούν καταναλωτικούς ή πιστωτικούς συνεταιρισµούς ή να διατηρούν εντευκτήρια και βιβλιοθήκες και να παρέχουν µαθήµατα επιµόρφωσης των µελών τους. Μπορούν επίσης να δηµιουργούν ειδικά κεφάλαια για την εξυπηρέτηση ορισµένων έκτακτων σκοπών αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας των µελών τους.

3. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις για την πραγµατοποίηση των σκοπών τους δικαιούνται µεταξύ άλλων:

168

α) Να αναφέρονται στις διοικητικές και άλλες αρχές για κάθε ζήτηµα που αφορά τους σκοπούς τους, τα µέλη τους, τις εργασιακές και γενικότερα επαγγελµατικές σχέσεις και τα συµφέροντα των µελών τους.

β) Να καταγγέλλουν και να εγκαλούν στις διοικητικές και δικαστικές αρχές τις παραβιάσεις της εργατικής και ασφαλιστικής νοµοθεσίας και των κανονισµών ή οργανισµών που αφορούν τις ίδιες ή τα µέλη τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΑ

Άρθρο 5 Πόροι

1.Πόροι των συνδικαλιστικών οργανώσεων είναι: α) Τα δικαιώµατα εγγραφής, οι συνδροµές και οι εθελοντικές εισφορές

των µελών. β) Τα εισοδήµατα από την αξιοποίηση της περιουσίας της οργάνωσης. γ) Τα έσοδα δωρεών, κληρονοµιών, κληροδοσιών ως και διαφόρων

εκδηλώσεων και εορτών. 2. Ο τρόπος καθορισµού και το ύψος του δικαιώµατος εγγραφής και

των συνδροµών ορίζονται από το καταστατικό της οργάνωσης. 3. Οι δωρεές και οι επιχορηγήσεις προς συνδικαλιστικές οργανώσεις

γίνονται πάντοτε επώνυµα. 4. Απαγορεύεται να δέχονται οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εισφορές

και ενισχύσεις από εργοδότες ή οργανώσεις τους, καθώς και από κοµµατικούς οργανισµούς ή άλλες πολιτικές οργανώσεις.

Από την παραπάνω απαγόρευση εξαιρούνται παροχές του εργοδότη για την εξυπηρέτηση κοινωφελών σκοπών της µοναδικής πρωτοβάθµιας συνδικαλιστικής οργάνωσης, στην οποία ανήκουν οι εργαζόµενοι σ’ αυτόν, ή εφόσον υπάρχουν περισσότερες, ισοµερώς σε όλες.

5. Η περιουσία του σωµατείου, που χρειάζεται για την στοιχειώδη λειτουργία του, είναι ακατάσχετη.

Άρθρο 6 Είσπραξη εισφορών

1. Οι πρωτοβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν δικαίωµα να

εισπράττουν τα δικαιώµατα εγγραφής, τις συνδροµές και γενικά τις εισφορές των µελών τους και µέσα στο χώρο εργασίας, εκτός χρόνου απασχόλησης. Ο χρόνος αυτός είναι εκείνος που στη διάρκειά του ο εργαζόµενος δεν οφείλει να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον εργοδότη.

169

2. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν δικαίωµα να εισπράττουν τις συνδροµές των µελών τους µε σύστηµα παρακράτησης και απόδοσης από τον εργοδότη, του οποίου οι λεπτοµέρειες καθορίζονται µε Εθνική Γενική Συλλογική Σύµβαση Εργασίας ή όµοιας έκτασης απόφαση διαιτησίας.

«Η καθοριζοµένη να παρακρατείται συνδροµή καθώς και ο τρόπος κατανοµής της µεταξύ των συνδικαλιστικών οργανώσεων, όλων των βαθµών, καθορίζεται από τις οικείες γενικές συνελεύσεις ή τα ∆ιοικητικά Συµβούλια κατά τους ορισµούς των καταστατικών. Για την παρακράτηση της συνδροµής απαιτείται η κατάθεση έγγραφης, θετικής δηλώσεως του µισθωτού στον εργοδότη, ελεύθερα ανακαλούµενης. Η απόδοση των παρακρατούµενων από τον εργοδότη συνδροµών θα γίνεται στο πρωτοβάθµιο επιχειρησιακό σωµατείο που θα έχει και την ευθύνη της κατανοµής τους» (προσθήκη του µέσα σε εισαγωγικά εδαφίου από το πρώτο εδάφιο του άρθρου 8 του Ν.1915/90, ΦΕΚ 186, τ. Α΄).

3. (Η παράγραφος 3 καταργήθηκε από το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 8 του Ν. 1915/90, ΦΕΚ 186, τ. Α΄).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ ΟΡΓΑΝΩΣΗ - ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ - ∆ΙΟΙΚΗΣΗ

Άρθρο 7

Μέλη συνδικαλιστικών οργανώσεων

1. Κάθε εργαζόµενος που έχει συµπληρώσει ένα δίµηνο µέσα στον τελευταίο χρόνο στην επιχείρηση ή εκµετάλλευση ή τον κλάδο απασχόλησής του έχει δικαίωµα να γίνει µέλος µίας οργάνωσης της επιχείρησης ή εκµετάλλευσης και µιας του επαγγελµατικού κλάδου απασχόλησής του, εφόσον έχει τις νόµιµες προϋποθέσεις των καταστατικών τους.

Ανήλικοι και αλλοδαποί, εργαζόµενοι νόµιµα µπορούν να είναι µέλη συνδικαλιστικών οργανώσεων.

Αν δεν ορίζει διαφορετικά το καταστατικό, διαγράφεται το µέλος της συνδικαλιστικής οργάνωσης: 1) που χωρίς να συντρέχει ανώτερη βία δεν πήρε µέρος στις δύο τελευταίες εκλογές για τη διοίκηση, 2) που πριν έξι (6) µήνες έχει πάψει µε τη θέλησή του να απασχολείται στην επιχείρηση ή στον επαγγελµατικό κλάδο απασχόλησής του, εκτός εάν τούτο οφείλεται στην εκλογή του στο Κοινοβούλιο ή την Τοπική Αυτοδιοίκηση.

2. Κάθε σωµατείο έχει το δικαίωµα να γίνει µέλος της αντίστοιχης Οµοσπονδίας και του αντίστοιχου Εργατικού Κέντρου. Κάθε τοπικό παράρτηµα σωµατείου ευρύτερης περιφέρειας ή πανελλαδικής έκτασης µπορεί να γίνει µέλος του αντίστοιχου Εργατικού Κέντρου, ύστερα από απόφαση της διοίκησης του σωµατείου.

170

Κάθε σωµατείο ευρύτερης περιφέρειας ή πανελλαδικής έκτασης που ανήκει στο Εργατικό Κέντρο της περιφέρειας στην οποία βρίσκεται η έδρα του εκπροσωπείται στην συνέλευση του Εργατικού Κέντρου για το σύνολο των µελών του, αφού αφαιρεθούν µέλη τακτικών παραρτηµάτων, που τυχόν υπάρχουν και έχουν εγγραφεί σε άλλα Εργατικά Κέντρα.

3. Κάθε Οµοσπονδία και κάθε Εργατικό Κέντρο έχει το δικαίωµα να γίνει µέλος µιας συνοµοσπονδίας.

4. ∆ιάταξη καταστατικού συνδικαλιστικής οργάνωσης που απαγορεύει τη συµµετοχή µελών της σε άλλη οργάνωση είναι ισχυρή.

5. Εργαζόµενος ή πρωτοβάθµια ή δευτεροβάθµια συνδικαλιστική οργάνωση εγγράφεται στην αντίστοιχη οργάνωση µετά από αίτηση που υποβάλλει στο αρµόδιο να αποφασίσει όργανο. Το όργανο τούτο αποφασίζει στην πρώτη µετά την υποβολή της αίτησης συνεδρίασή του.

6. Εάν το αρµόδιο να αποφασίσει την εγγραφή όργανο της συνδικαλιστικής οργάνωσης απορρίψει την αίτηση ή µέσα σε ένα µήνα από την υποβολή της για πρωτοβάθµια οργάνωση και Εργατικό Κέντρο και σε δύο µήνες για Οµοσπονδία και τριτοβάθµια οργάνωση δεν έχει γνωστοποιηθεί απόφαση του οργάνου για αποδοχή ή απόρριψη της αίτησης στον αιτούντα, αυτός έχει δικαίωµα να προσφύγει στο αρµόδιο Ειρηνοδικείο και να ζητήσει την εγγραφή, κατά τη διαδικασία των άρθρων 663 και επ. του Κ. Πολ. ∆.

Ο εργαζόµενος ή η οργάνωση, από την κοινοποίηση της απόφασης του Ειρηνοδικείου που διατάζει την εγγραφή, γίνεται χωρίς άλλη διατύπωση µέλος της αντίστοιχης οργάνωσης. Το ∆ικαστήριο µπορεί να διατάξει ως ασφαλιστικό µέτρο την προσωρινή εγγραφή του αιτούντα, ύστερα από αίτησή του.

7. Ύστερα από αίτηση µελών της συνδικαλιστικής οργάνωσης ή υπερκείµενής της και εφόσον το αρµόδιο για την εγγραφή νέων µελών όργανο εντελώς αδικαιολόγητα και κατά παράβαση των αρχών της καλής πίστης αρνείται την εγγραφή νέων µελών, το Ειρηνοδικείο µε τη διαδικασία των άρθρων 663 και επ. του Κωδ. Πολ. ∆ικ. κηρύσσει έκπτωτη τη διοίκηση της οργάνωσης. Στην περίπτωση αυτή το αρµόδιο δικαστήριο διορίζει κατά το άρθρο 69 του Α.Κ. προσωρινή διοίκηση στην οποία αναθέτει το έργο της εγγραφής νέων µελών και της διενέργειας εκλογών για ανάδειξη νέας διοίκησης της οργάνωσης µέσα σε δύο µήνες από το διορισµό της για τις πρωτοβάθµιες και τέσσερις µήνες για τις λοιπές οργανώσεις.

Άρθρο 8 Συνέλευση µελών – Απαρτία – Λήψη - Προσβολή αποφάσεων

171

1. Η Συνέλευση των µελών της συνδικαλιστικής οργάνωσης συγκαλείται κατά τους όρους των άρθρων 95 και 96 του Α.Κ. και αποφασίζει για όλα τα θέµατα που αφορούν την οργάνωση, εκτός αν κατά το καταστατικό υπάγονται στην αρµοδιότητα άλλου οργάνου της.

2. Με την επιφύλαξη των άρθρων 99 και 100 Α.Κ. όπως και κάθε άλλης διάταξης µε την οποία προβλέπεται ειδική απαρτία και εφόσον το καταστατικό δεν ορίζει διαφορετικά, για να γίνει συζήτηση και για να ληφθεί απόφαση, κατά τις Συνελεύσεις, απαιτείται η παρουσία τουλάχιστο του ενός τρίτου (1/3) των οικονοµικά τακτοποιηµένων µελών. Αν δεν υπάρχει απαρτία κατά την πρώτη συζήτηση συγκαλείται νέα συνέλευση µέσα σε δύο (2) µέχρι δεκαπέντε (15) µέρες κατά την οποία απαιτείται η παρουσία τουλάχιστο του ενός τετάρτου (1/4) των οικονοµικά τακτοποιηµένων µελών. Εάν δεν υπάρχει απαρτία κατά τη δεύτερη συνέλευση, συγκαλείται µέσα σε δύο (2) µέχρι 15 µέρες τρίτη κατά την οποία είναι αρκετή η παρουσία του ενός πέµπτου (1/5) των οικονοµικά τακτοποιηµένων µελών.

Απαγορεύεται η συµµετοχή στις Συνελεύσεις και στις ψηφοφορίες µε οποιουδήποτε είδους εξουσιοδότηση.

3. Η Γενική Συνέλευση αποφασίζει πάντοτε µε ψηφοφορία, ποτέ όµως διά βοής.

Είναι µυστική κάθε ψηφοφορία που αναφέρεται σε εκλογές διοικητικού συµβουλίου, ελεγκτικής και εφορευτικής επιτροπής και αντιπροσώπων σε δευτεροβάθµια και τριτοβάθµια οργάνωση, επιλογή δευτεροβάθµιας οργάνωσης για αντιπροσώπευση στην τριτοβάθµια, θέµατα εµπιστοσύνης προς τη διοίκηση, έγκριση λογοδοσίας, προσωπικά ζητήµατα και κήρυξη απεργίας.

Οι αποφάσεις της Συνέλευσης, αν δεν ορίζεται διαφορετικά στο καταστατικό, λαµβάνονται µε σχετική πλειοψηφία των παρόντων.

Σε κάθε περίπτωση µυστικής ψηφοφορίας, αν για την απαρτία της Συνέλευσης είναι αρκετή η παρουσία ως και του ενός τετάρτου (1/4) των µελών, είναι δε παρόντα τόσα µέλη όσα να καλύπτουν τον ελάχιστο αυτόν αριθµό, απαιτείται πλειοψηφία των τριών τετάρτων (3/4) των παρόντων.

Απόφαση Συνέλευσης µπορεί να ακυρωθεί, αν στη Συνέλευση παραβρέθηκαν πρόσωπα που δεν ήταν µέλη της συνδικαλιστικής οργάνωσης και η παρουσία τους µπορούσε να επηρεάσει το αποτέλεσµα.

Σε περίπτωση που µε απόφαση της διοίκησης συνδικαλιστικής οργάνωσης ή µετά από αίτηση του 1/10 των οικονοµικά τακτοποιηµένων µελών της συγκληθεί Γενική Συνέλευση για να αποφασίσει την ενοποίησή της µε άλλη οµοιοεπαγγελµατική οργάνωση, ισχύουν χωρίς την επιφύλαξη των άρθρων 99 και 100 Α.Κ. όσα καθορίζονται παραπάνω στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου αυτού. Η Συνέλευση αυτή αποφασίζει και για την εκχώρηση

172

των περιουσιακών στοιχείων στην ενιαία οργάνωση που θα προκύψει από την ενοποίηση.

4. Αίτηση για την αναγνώριση ακυρότητας απόφασης Συνέλευσης υποβάλλεται µέσα σε αποκλειστική προθεσµία τριάντα (30) ηµερών από τη λήξη της Συνέλευσης στο Ειρηνοδικείο της περιφέρειας που εδρεύει η συνδικαλιστική οργάνωση.

Η σχετική αίτηση πρέπει να υποβάλλεται για τις πρωτοβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις από το 1/50 τουλάχιστο των οικονοµικά τακτοποιηµένων µελών και για τις λοιπές αποκλειστικά από οποιαδήποτε συνδικαλιστική οργάνωση που µετέχει, οικονοµικά τακτοποιηµένη κατά τη συζήτηση της αίτησης.

Η απόφαση του Ειρηνοδικείου είναι δυνατό να εκκληθεί στο Μονοµελές Πρωτοδικείο µέσα σε δέκα µέρες από την επίδοσή της.

Άρθρο 9 ∆ιοικητικά Συµβούλια.

Ελεγκτικές Επιτροπές - Αντιπρόσωποι

1. Η διοίκηση της συνδικαλιστικής οργάνωσης συγκροτείται όπως ορίζει το καταστατικό. Οι ιδιότητες του Προέδρου, Αντιπροέδρου, Γεν. Γραµµατέα ή Ταµία δεν επιτρέπεται να συµπίπτουν στο ίδιο πρόσωπο.

Η θητεία των διοικητικών οργάνων δεν µπορεί να είναι µεγαλύτερη από 3 χρόνια.

2. Σε κάθε συνδικαλιστική οργάνωση εκλέγεται απ’ τη Γενική Συνέλευση των µελών της ελεγκτική επιτροπή, κατά το καταστατικό της. Ο αριθµός των µελών της και ο τρόπος λειτουργίας της ορίζονται από το καταστατικό της οργάνωσης. Η διάρκεια της θητείας των ελεγκτικών επιτροπών ακολουθεί πάντοτε τη θητεία του διοικητικού συµβουλίου. Οι εκλογές για διοικητικό συµβούλιο και ελεγκτική επιτροπή γίνονται ταυτόχρονα.

Αρµοδιότητα της ελεγκτικής επιτροπής είναι η παρακολούθηση και ο έλεγχος του διοικητικού συµβουλίου ως προς την οικονοµική διαχείριση της οργάνωσης.

3. Η Συνέλευση των µελών κάθε πρωτοβάθµιας οργάνωσης εκλέγει τους αντιπροσώπους της για την Οµοσπονδία και το Εργατικό Κέντρο στα οποία συµµετέχει.

Η Συνέλευση κάθε Οµοσπονδίας, και κάθε Εργατικού Κέντρου εκλέγει τους αντιπροσώπους της για τη Συνοµοσπονδία στην οποία συµµετέχει.

Ο αριθµός των αντιπροσώπων σε κάθε δευτεροβάθµια ή τριτοβάθµια συνδικαλιστική οργάνωση ορίζεται µε το ίδιο µέτρο για όλες τις οργανώσεις, που συµµετέχουν στην δευτεροβάθµια ή τριτοβάθµια οργάνωση. Ο σχετικός

173

υπολογισµός γίνεται µε βάση τον αριθµό των µελών που ψήφισαν για την ανάδειξη των αντιπροσώπων στην πρωτοβάθµια οργάνωση.

Σε περίπτωση που προκύπτει κλάσµα µεγαλύτερο από το µισό του αριθµού που αποτελεί το µέτρο, προστίθεται ένας ακόµη αντιπρόσωπος. ∆εν αντιπροσωπεύεται η οργάνωση που δεν καλύπτει τουλάχιστο το µισό του µέτρου.

Σωµατεία, των οποίων η αριθµητική δύναµη λόγω της ιδιοµορφίας τους καθορίζεται από ειδικό νόµο ή ειδική επιτροπή που είναι ΝΠ∆∆, µπορούν να αντιπροσωπεύονται στις δευτεροβάθµιες οργανώσεις ανεξάρτητα εάν τα µέλη τους είναι λιγότερα από το µισό του µέτρου που προβλέπει το καταστατικό της δευτεροβάθµιας οργάνωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ∆΄ ΕΚΛΟΓΙΚΕΣ ∆ΗΜΟΚΡΑΤΙΚΕΣ ∆ΙΑ∆ΙΚΑΣΙΕΣ

Άρθρο 10 Εκλογές

1. α) Οι εργαζόµενοι, µέλη των πρωτοβάθµιων συνδικαλιστικών

οργανώσεων, εκλέγουν τα διοικητικά συµβούλια και τις ελεγκτικές επιτροπές και αντιπροσώπους στις δευτεροβάθµιες οργανώσεις και εκλέγονται επίσης εφόσον έχουν εκπληρώσει τις οικονοµικές υποχρεώσεις, που προβλέπονται από τα καταστατικά τους.

β) Τα µέλη των πρωτοβάθµιων συνδικαλιστικών οργανώσεων δικαιούνται να ψηφίσουν αντιπροσώπους, µόνο για µια Οµοσπονδία και ένα Εργατικό Κέντρο. Αν ανήκουν σε δύο οργανώσεις επιλέγουν τη µια απ’ αυτές για να ασκήσουν το δικαίωµά τους αυτό µε δήλωσή τους προς τον πρόεδρο της εφορευτικής επιτροπής των εκλογών. Η δήλωση αυτή δεσµεύει τον εργαζόµενο για όλο το χρόνο της θητείας των αντιπροσώπων που ψήφισε και της θητείας των οργάνων που ψήφισαν οι αντιπρόσωποι της οργάνωσής του.

2. α) Κάθε πρωτοβάθµια συνδικαλιστική οργάνωση συµµετέχει µε τους αντιπροσώπους της στην εκλογή των οργάνων της διοίκησης της Οµοσπονδίας και του Εργατικού Κέντρου, που ανήκει και εφόσον έχει εκπληρώσει τις οικονοµικές υποχρεώσεις, που προβλέπονται από τα καταστατικά τους.

β) Οι πρωτοβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις αντιπροσωπεύονται στην τριτοβάθµια δια µέσου µιας µόνο δευτεροβάθµιας οργάνωσης.

Η Γενική Συνέλευση των µελών κάθε πρωτοβάθµιας συνδικαλιστικής οργάνωσης αποφασίζει αν η αντιπροσώπευσή της στην τριτοβάθµια θα γίνει διά µέσου του Εργατικού Κέντρου ή διά µέσου της Οµοσπονδίας που τυχόν ανήκει.

174

Για την απόφαση της Γενικής Συνέλευσης αρκεί η σχετική πλειοψηφία των παρόντων µελών και η σχετική µυστική ψηφοφορία γίνεται στην ίδια συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης και αµέσως µετά την εκλογή της εφορευτικής επιτροπής, για την εκλογή αντιπροσώπων.

Την απόφαση αυτή και πίνακα των αντιπροσώπων ανακοινώνει µε έγγραφό του ο Πρόεδρος της εφορευτικής επιτροπής και στις δύο δευτεροβάθµιες οργανώσεις, που τυχόν µετέχει η οργάνωση, καθώς επίσης στην αντίστοιχη τριτοβάθµια. Ταυτόχρονα στις ίδιες υπερκείµενες οργανώσεις αποστέλλει ο δικαστικός αντιπρόσωπος αντίγραφο του µητρώου, που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 6 του Ν.∆. 4361/1964, µε τα πρόσθετα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, εδάφιο α΄ του παρόντος νόµου.

Η παραπάνω δέσµευση της συνδικαλιστικής οργάνωσης ισχύει για όλο το χρόνο της θητείας των αντιπροσώπων που ψήφισαν οι αντιπρόσωποί της στη δευτεροβάθµια οργάνωση που επέλεξε.

3. Κάθε δευτεροβάθµια συνδικαλιστική οργάνωση εκλέγει αντιπροσώπους µόνο για µια τριτοβάθµια.

4. Οι αντιπρόσωποι στις δευτεροβάθµιες και τριτοβάθµιες οργανώσεις έχουν δικαίωµα να εκλέγονται σε όλα τα όργανα διοίκησης, όπως επίσης και στα όργανα που υποκαθιστούν τις συνελεύσεις των οργανώσεων αυτών.

Άρθρο 11 ∆ιεξαγωγή εκλογών

1. Οι εκλογές για τα όργανα των συνδικαλιστικών οργανώσεων

διεξάγονται από εφορευτική επιτροπή, που ο αριθµός των µελών της και η διαδικασία εκλογής τους ορίζεται από το καταστατικό και προεδρεύεται από τον δικαστικό αντιπρόσωπο. Σε όλη τη διάρκεια της διεξαγωγής των εκλογών µέχρι και την ανακήρυξη των επιτυχόντων µπορεί να παραβρίσκεται ανά ένας αντιπρόσωπος κάθε συνδυασµού.

2. Οι διατάξεις των παραγράφων 2-5 του άρθρου 6 του Ν.∆. 4361/1964 εφαρµόζονται και για τις συνδικαλιστικές οργανώσεις του νόµου αυτού.

3. ∆ικαστικός αντιπρόσωπος ορίζεται Πρωτοδίκης ή Ειρηνοδίκης, εφόσον πρόκειται για δευτεροβάθµιες και τριτοβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις.

Ο δικαστικός αντιπρόσωπος ορίζεται, µε αίτηση της οργάνωσης, από τον Πρόεδρο του Πρωτοδικείου της έδρας της από πίνακα όλων των Πρωτοδικών ή Ειρηνοδικών µε αλφαβητική σειρά. Υπέρβαση της σειράς επιτρέπεται µόνο για λόγους ανώτερης βίας, που βεβαιώνονται από τον

175

Πρόεδρο Πρωτοδικών στην έγγραφη εντολή του στον επόµενο στη σειρά Πρωτοδίκη ή Ειρηνοδίκη και για όσο χρόνο διαρκεί η ανώτερη βία.

4. ∆ικαστικός αντιπρόσωπος ορίζεται Πρωτοδίκης ή Ειρηνοδίκης, εφόσον πρόκειται για σωµατεία, που έχουν την έδρα τους σε τόπους που εδρεύει Πρωτοδικείο. Τα εδάφια β΄ και γ΄ της παραγράφου 3 εφαρµόζονται ανάλογα.

5. ∆ικαστικός αντιπρόσωπος στα άλλα σωµατεία είναι ο Ειρηνοδίκης της περιφέρειας όπου βρίσκεται η έδρα του σωµατείου, στον οποίο κατατίθεται και η σχετική αίτηση.

6. ∆εν απαιτείται η παρουσία δικαστικού αντιπροσώπου σε εκλογές σωµατείων που έχουν την έδρα τους εκτός της έδρας του Ειρηνοδικείου και ο αριθµός των µελών τους δεν υπερβαίνει τους (50) πενήντα.

Άρθρο 12 Σύστηµα εκλογών

1. Η εκλογή των οργάνων της συνδικαλιστικής οργάνωσης γίνεται µε

το σύστηµα της απλής αναλογικής. «Για την εκλογή του Προέδρου, των Α΄ και Β΄ Αντιπροέδρων, του

Γενικού Γραµµατέα και του Ταµία, στη συνδικαλιστική οργάνωση των συντακτών ηµερησίων εφηµερίδων Αθηνών, ισχύει το εκλογικό σύστηµα που ορίζει το καταστατικό τους.

Για την εκλογή των λοιπών µελών του ∆ιοικητικού Συµβουλίου ισχύει το σύστηµα της απλής αναλογικής που ορίζει το παρόν άρθρο». (Προσθήκη των µέσα σε εισαγωγικά εδαφίων από το άρθρο 30 του Ν. 2081/92, ΦΕΚ 154, τ. Α΄).

2. Οι έδρες του διοικητικού συµβουλίου της ελεγκτικής επιτροπής και ο αριθµός των αντιπροσώπων κατανέµονται µεταξύ των συνδυασµών και των χωριστών υποψηφίων ανάλογα µε την εκλογική τους δύναµη. Το σύνολο των έγκυρων ψηφοδελτίων διαιρείται µε τον αριθµό των εδρών του διοικητικού συµβουλίου ή της ελεγκτικής επιτροπής, ή µε τον αριθµό των αντιπροσώπων που εκλέγονται.

Το πηλίκον αυτής της διαίρεσης, παραλειποµένου του κλάσµατος, αποτελεί το εκλογικό µέτρο. Κάθε συνδυασµός καταλαµβάνει τόσες έδρες στο διοικητικό συµβούλιο ή την ελεγκτική επιτροπή και εκλέγει τόσους αντιπροσώπους όσες φορές χωρεί το εκλογικό µέτρο στον αριθµό των έγκυρων ψηφοδελτίων που έλαβε.

3. Χωριστός υποψήφιος που έλαβε το ίδιο ή µεγαλύτερο αριθµό ψήφων από το εκλογικό µέτρο καταλαµβάνει µία έδρα στο όργανο για το οποίο είχε θέσει υποψηφιότητα ή εκλέγεται αντιπρόσωπος, εφόσον ήταν υποψήφιος για τη θέση αυτή.

176

4. Συνδυασµός, που περιλαµβάνει υποψηφίους λιγότερους από τις έδρες που του ανήκουν, καταλαµβάνει τόσες έδρες ή εκλέγει τόσους µόνο αντιπροσώπους, όσοι είναι και οι υποψήφιοί του.

5. Οι έδρες που µένουν αδιάθετες και ο αριθµός των αντιπροσώπων που δεν καλύπτεται σύµφωνα µε τις διατάξεις των προηγουµένων παραγράφων κατανέµονται από µια στους συνδυασµούς εκείνους που έχουν καταλάβει τουλάχιστο µια έδρα ή έχουν εκλέξει έναν αντιπρόσωπο και οι οποίοι συγκεντρώνουν υπόλοιπο ψηφοδελτίων µεγαλύτερο από το 1/3 του εκλογικού µέτρου και που πλησιάζουν περισσότερο το εκλογικό µέτρο.

6. Οι έδρες που µένουν αδιάθετες ή ο αριθµός των αντιπροσώπων που δεν καλύπτεται και µετά την εφαρµογή των διατάξεων της προηγουµένης παραγράφου κατανέµονται µεταξύ των συνδυασµών που έχουν το µεγαλύτερο υπόλοιπο ψηφοδελτίων από µια έδρα ή από έναν αντιπρόσωπο. Σε περίπτωση ισοδυναµίας γίνεται κλήρωση.

Άρθρο 13 Ψηφοφορία - Πρακτικά διαλογής

1. Η ψηφοφορία γίνεται πάντοτε µε την επίδειξη της αστυνοµικής

ταυτότητας ή άλλου δηµοσίου εγγράφου και του εκλογικού συνδικαλιστικού βιβλιαρίου. Στο βιβλιάριο σηµειώνεται από το δικαστικό αντιπρόσωπο η χρονολογία άσκησης του εκλογικού δικαιώµατος του µέλους, η διάρκεια της θητείας των αντιπροσώπων που ψήφισε, καθώς και η διάρκεια της θητείας των οργάνων που θα ψηφίσουν οι αντιπρόσωποί του. Το γνήσιο των εγγραφών αυτών βεβαιώνει ο δικαστικός αντιπρόσωπος µε την υπογραφή του και τη σφραγίδα της οργάνωσης.

2. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του άρθρου 11 τα πρακτικά διαλογής των ψηφοδελτίων και ανακηρύξεως των επιτυχόντων, καθώς και το πρωτόκολλο της ψηφοφορίας ως και απόσπασµα πρακτικών για την κατά το άρθρο 10, παράγραφος 2β απόφαση της Γενικής Συνέλευσης παραδίνονται την επόµενη µέρα µετά το τέλος της εκλογής από το δικαστικό αντιπρόσωπο στο γραµµατέα του αρµοδίου Πρωτοδικείου και φυλάσσονται στο φάκελο της οικείας συνδικαλιστικής οργάνωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ ΣΥΝ∆ΙΚΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ

ΚΑΙ ∆ΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Άρθρο 14 Προστασία και διευκολύνσεις

συνδικαλιστικής δράσης

177

1. Τα όργανα τους Κράτους έχουν την υποχρέωση να εφαρµόζουν τα

απαραίτητα µέτρα για τη διασφάλιση της ανεµπόδιστης άσκησης του δικαιώµατος για την ίδρυση και αυτόνοµη λειτουργία των συνδικαλιστικών οργανώσεων.

2. Απαγορεύεται στους εργοδότες, σε πρόσωπα που ενεργούν για λογαριασµό τους και σε οποιοδήποτε τρίτο να προβαίνουν σε οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη που κατατείνει στην παρακώλυση της άσκησης των συνδικαλιστικών δικαιωµάτων των εργαζοµένων και ιδιαίτερα:

α) να ασκούν επιρροή στους εργαζόµενους, για την ίδρυση ή µη ίδρυση συνδικαλιστικής οργάνωσης.

β) να επιβάλλουν ή να παρεµποδίζουν µε οποιοδήποτε τρόπο ή µέσο την προσχώρηση εργαζοµένων σε ορισµένη συνδικαλιστική οργάνωση.

γ) να απαιτούν από τους εργαζόµενους δήλωση συµµετοχής, µη συµµετοχής ή αποχώρησης από συνδικαλιστική οργάνωση.

δ) να υποστηρίζουν ορισµένη συνδικαλιστική οργάνωση ή µε οικονοµικά ή µε άλλα µέσα.

ε) να επεµβαίνουν µε οποιοδήποτε τρόπο στη διοίκηση, στη λειτουργία και στη δράση των συνδικαλιστικών οργανώσεων.

στ) να µεταχειρίζονται µε ευµένεια ή δυσµένεια τους εργαζοµένους ανάλογα µε τη συµµετοχή τους σε ορισµένη συνδικαλιστική οργάνωση.

3. ∆εν επιτρέπεται να συµµετέχουν σε συνδικαλιστική οργάνωση εργαζοµένων εργοδότες.

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου αυτής καταργήθηκε από το άρθρο 7 του Ν. 1446/84.

4. Είναι άκυρη η καταγγελία της σχέσης εργασίας για νόµιµη συνδικαλιστική δράση.

5. Είναι άκυρη η καταγγελία της σχέσης εργασίας: α) των µελών της διοίκησης, σύµφωνα µε το άρθρο 92 Α.Κ., της

συνδικαλιστικής οργάνωσης. β) των µελών της προσωρινής, σύµφωνα µε το άρθρο 79 Α.Κ.,

διοίκησης συνδικαλιστικής οργάνωσης που διορίζει το δικαστήριο σύµφωνα µε το άρθρο 69 του Αστικού Κώδικα και

γ) των µελών της διοίκησης που εκλέγονται προσωρινά κατά την ίδρυση συνδικαλιστικής οργάνωσης.

Η απαγόρευση ισχύει κατά τη διάρκεια της θητείας και ένα χρόνο µετά τη λήξη της, εκτός αν συντρέχει ένας από τους λόγους της παραγράφου 10 και διαπιστωθεί κατά τη διαδικασία του άρθρου 15.

6. Η παραπάνω προστασία παρέχεται στην ακόλουθη έκταση: α) εάν η οργάνωση έχει ως 200 µέλη προστατεύονται επτά µέλη της

διοίκησης.

178

β) εάν η οργάνωση έχει ως 1000 µέλη προστατεύονται εννέα µέλη και γ) εάν η οργάνωση έχει περισσότερα από 1000 µέλη προστατεύονται

ένδεκα. 7. Τη σειρά των µελών που προστατεύονται ορίζει το καταστατικό.

Εάν το καταστατικό δεν προβλέπει, προστατεύονται κατά σειρά ο Πρόεδρος, Αναπληρωτής Πρόεδρος ή Αντιπρόεδρος, Γενικός Γραµµατέας, Αναπληρωτής Γενικός Γραµµατέας, Ταµίας και οι λοιποί κατά την τάξη της εκλογής.

8. Προστατεύονται επίσης: Τα πρώτα 21 ιδρυτικά µέλη της πρώτης υπό σύσταση συνδικαλιστικής

οργάνωσης της επιχείρησης ή εκµετάλλευσης ή του επαγγελµατικού κλάδου απασχόλησης, εφόσον η επιχείρηση στην οποία εργάζονται απασχολεί από 80 µέχρι 150 εργαζοµένους, 25 µέλη αν απασχολεί πάνω από 150, 30 µέλη αν απασχολεί πάνω από 300 και 40 µέλη αν απασχολεί πάνω από 500. Εφόσον οι εργαζόµενοι είναι πάνω από 40 και µέχρι 80, προστατεύονται µέχρι 7 ιδρυτικά µέλη κατά την τάξη υπογραφής της ιδρυτικής πράξης.

Η προστασία αυτή ισχύει για ένα χρόνο από την ηµέρα της υπογραφής της ιδρυτικής πράξης. Εάν η υπό σύσταση οργάνωση δεν συσταθεί πραγµατικά µέσα σε 6 µήνες από την υπογραφή της ιδρυτικής πράξης, η προστασία των ιδρυτικών µελών παύει και ισχύει για τα µέλη της επόµενης υπό σύσταση οργάνωσης.

9. Με την επιφύλαξη του άρθρου 11, παράγραφος 3 του Ν. 1256/1982 «για την πολυθεσία, την πολυαπασχόληση και την καθιέρωση ανωτάτου ορίου απολαβών στο δηµόσιο τοµέα καθώς και για το Ελεγκτικό Συνέδριο, το Νοµικό Συµβούλιο του Κράτους και άλλες διατάξεις» δεν επιτρέπεται µετάθεση των εργαζοµένων που αναφέρονται στις παραγράφους 5, 6, 7 και 8 χωρίς τη συγκατάθεση της αντίστοιχης συνδικαλιστικής οργάνωσης. Ο εργοδότης έχει δικαίωµα να προσφύγει στην επιτροπή του άρθρου 15 που αποφασίζει για την αναγκαιότητα της µετάθεσης.

10. Η καταγγελία της σχέσης εργασίας των προσώπων, που προστατεύονται σύµφωνα µε όσα αναφέρονται στο άρθρο αυτό, επιτρέπεται µόνον:

α) Όταν κατά τη σύναψη της σύµβασης εργασίας µε τον εργοδότη ο εργαζόµενος τον εξαπάτησε παρουσιάζοντας ψεύτικα πιστοποιητικά ή βιβλιάρια για να προσληφθεί ή να λάβει µεγαλύτερη αµοιβή.

β) Όταν ο εργαζόµενος απεκάλυψε βιοµηχανικά ή εµπορικά µυστικά ή ζήτησε ή δέχτηκε αθέµιτα πλεονεκτήµατα, κυρίως προµήθειες από τρίτους.

γ) Όταν ο εργαζόµενος προκάλεσε σωµατικές βλάβες ή εξύβρισε σοβαρά ή απείλησε τον εργοδότη ή τον εκπρόσωπό του.

δ) Όταν ο εργαζόµενος επίµονα και αδικαιολόγητα αρνήθηκε να εκτελέσει την εργασία για την οποία έχει προσληφθεί.

179

ε) Όταν ο εργαζόµενος δεν προσέρχεται αδικαιολόγητα στην εργασία του για περισσότερο από 7 ηµέρες διάστηµα.

(Αντικατάσταση του προτελευταίου εδαφίου της παραγράφου 10 του άρθρου 14 από την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του Ν. 1915/90, ΦΕΚ 186, τ. Α΄).

Η συνδροµή κάποιου από τους παραπάνω σπουδαίους λόγους δεν απαλλάσσει τον εργοδότη από τις υποχρεώσεις που έχει σύµφωνα µε τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα και της εργατικής νοµοθεσίας σχετικά µε την καταγγελία της σχέσης εργασίας.

Άρθρο 15 Επιτροπές Προστασίας Συνδικαλιστικών Στελεχών

1. Για την ύπαρξη ενός από τους λόγους του άρθρου 14 παρ. 10 πριν

από την καταγγελία της σχέσης εργασίας αποφασίζει κατά πλειοψηφία επιτροπή, της οποίας η απόφαση υπόκειται σε έφεση, η οποία αποτελείται:

«α) Από τον Πρόεδρο Πρωτοδικών της περιφέρειας που παρέχει την εργασία του ο εργαζόµενος, εφόσον στο Πρωτοδικείο υπηρετούν δύο τουλάχιστον πρόεδροι, ή άλλως από Πρωτοδίκη που ορίζεται από τον Πρόεδρο µε τη σειρά του άρθρου 11, παρ. 3 του νόµου αυτού και για ένα χρόνο.

β) Από έναν αντιπρόσωπο του Εµποροβιοµηχανικού Επιµελητηρίου της περιφέρειας και αν δεν λειτουργεί Επιµελητήριο, του Εµπορικού Συλλόγου. Όταν εκδικάζεται υπόθεση που αφορά µισθωτό βιοµηχανίας, ο Σύνδεσµος Βιοµηχάνων, όπου υπάρχει, υποδείχνει έναν εκπρόσωπό του που συµµετέχει στην Επιτροπή αντί του εκπροσώπου του Επιµελητηρίου».

γ) Από έναν εκπρόσωπο των εργαζοµένων που υποδείχνει η πιο αντιπροσωπευτική τριτοβάθµια οργάνωση.

«2. Η έφεση απευθύνεται σε δευτεροβάθµια επιτροπή που είναι και αυτή τριµελής και αποτελείται:

α) Από τον αρχαιότερο πρόεδρο πρωτοδικών, αναπληρούµενο από άλλον Πρόεδρο, σε περίπτωση απουσίας, ελλείψεως ή κωλύµατός του και µόνο σε περίπτωση που δεν υπηρετεί άλλος Πρόεδρος προεδρεύει ο αρχαιότερος πρωτοδίκης, που δεν συµµετέσχε στην πρωτοβάθµια επιτροπή, όταν αυτή έλαβε την προσβαλλόµενη απόφαση.

β) Από έναν αντιπρόσωπο του εµποροβιοµηχανικού επιµελητηρίου µε τις πιο πάνω διακρίσεις, υποδεικνυόµενο όπως και στην παράγραφο 1, εδάφιο β΄ του άρθρου αυτού.

γ) Από έναν εκπρόσωπο των εργαζοµένων υποδεικνυόµενο όπως και στην παράγραφο 1, εδάφιο γ΄ του άρθρου αυτού.

180

3. Τακτικά ή αναπληρωµατικά µέλη της πρωτοβάθµιας επιτροπής δεν µπορούν, για τον ίδιο χρόνο, να ορίζονται ή να συµµετέχουν στη δευτεροβάθµια επιτροπή. Κατά τα λοιπά και για τις δύο επιτροπές εφαρµόζεται το άρθρο 11, παράγραφος 3, εδάφιο β΄ του νόµου αυτού, και στην πρώτη εφαρµογή της διάταξης αυτής η θητεία και των δευτεροβαθµίων επιτροπών λήγει ταυτόχρονα µε τις πρωτοβάθµιες.

Η απαρτία και στις δυο επιτροπές σχηµατίζεται από τον Πρόεδρό της και ένα τουλάχιστο µέλος της επιτροπής.

4. Η δευτεροβάθµια επιτροπή επιλαµβάνεται ύστερα από έφεση διαδίκου, που ασκείται µέσα σε πέντε εργάσιµες µέρες από την κοινοποίηση σ’ αυτόν της πρωτοβάθµιας απόφασης.

5. Το πρώτο δεκαπενθήµερο του Ιανουαρίου, κάθε χρόνο, ο Πρόεδρος κάθε Πρωτοδικείου που θα αναλάβει τη δευτεροβάθµια επιτροπή καλεί τις παραπάνω οργανώσεις να υποδείξουν µέσα στον Ιανουάριο έναν τακτικό και έναν αναπληρωµατικό εκπρόσωπο για το ερχόµενο ηµερολογιακό έτος και για κάθε µια επιτροπή.

Εάν οι παραπάνω οργανώσεις δεν υποδείξουν εκπροσώπους, ο Πρόεδρος ορίζει µέσα στο πρώτο 10ήµερο του Φεβρουαρίου έναν εργοδότη και έναν αναπληρωµατικό του, καθώς και έναν εργαζόµενο και έναν αναπληρωµατικό του και µε απόφασή του συγκροτεί και τις δύο Επιτροπές Προστασίας Συνδικαλιστικών Στελεχών της περιφέρειάς του. Ένας από τους υπαλλήλους της δικαστικής γραµµατείας ορίζεται γραµµατέας για κάθε επιτροπή.

Η κάθε επιτροπή συγκαλείται από τον Πρόεδρό της, ύστερα από αίτηση του εργοδότη ή έφεση του ενδιαφεροµένου που κατατίθεται στη γραµµατεία της, µέσα σε 38 µέρες από την υποβολή της αίτησης ή της έφεσης και συζητεί την υπόθεση, εφαρµόζοντας ανάλογα τις διατάξεις των άρθρων 739 έως 759 του Κώδικα Πολιτικής ∆ικονοµίας».

(Αντικατάσταση του άρθρου 15 από το άρθρο 25 του Ν. 1545/85, ΦΕΚ 91, τ. Α΄). «Οι επιτροπές έχουν υποχρέωση να εκδώσουν την απόφασή τους την ίδια ηµέρα συζητήσεως της υποθέσεως» (αντικατάσταση του µέσα σε εισαγωγικά τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 15 από το εδάφιο β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Ν. 1915/90, ΦΕΚ 186, τ. Α΄).

Άρθρο 16 ∆ηµοκρατία στους τόπους εργασίας

1. Η εργασία αποτελεί δικαίωµα και προστατεύεται από το Κράτος. Οι

εργαζόµενοι και οι συνδικαλιστικές τους οργανώσεις προστατεύονται κατά την άσκηση κάθε συνδικαλιστικού δικαιώµατος και στον τόπο εργασίας.

181

2. Τα σωµατεία δικαιούνται να έχουν πίνακες ανακοινώσεων για τους σκοπούς τους στους τόπους εργασίας και σε χώρους που συµφωνούν ο κάθε εργοδότης και η διοίκηση του σωµατείου.

3. Οι τακτικές ή έκτακτες συνελεύσεις της πιο αντιπροσωπευτικής συνδικαλιστικής οργάνωσης συνέρχονται εκτός χρόνου απασχόλησης, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 6 σε κατάλληλο χώρο του τόπου εργασίας, εκτός των χώρων παραγωγής, που είναι υποχρεωµένος να διαθέτει ο εργοδότης, εφόσον υπάρχει η δυνατότητα αυτή και εφόσον η εκµετάλλευση απασχολεί τουλάχιστο ογδόντα εργαζοµένους. Ο εργοδότης που έχει την παραπάνω υποχρέωση µπορεί εναλλακτικά να παραχωρήσει ή να µισθώσει κατάλληλο χώρο σε ακτίνα µέχρι 1.000 µέτρα από τον τόπο εργασίας.

4. Ο εργοδότης ή εξουσιοδοτηµένος εκπρόσωπός του έχει την υποχρέωση να συναντάται µε τους εκπροσώπους των συνδικαλιστικών οργανώσεων µετά από αίτησή τους τουλάχιστο µια φορά το µήνα και να µεριµνά για την επίλυση των θεµάτων που απασχολούν τους εργαζοµένους ή την οργάνωσή τους.

5. Ο εργοδότης, του οποίου η εκµετάλλευση απασχολεί περισσότερους από εκατό (100) εργαζοµένους, έχει υποχρέωση να διαθέτει κατάλληλο χώρο για γραφείο στον τόπο εργασίας στη συνδικαλιστική οργάνωση της επιχείρησης που έχει τα περισσότερα µέλη για την εξυπηρέτηση των συνδικαλιστικών σκοπών της, εφόσον ζητηθεί και σύµφωνα µε τις δυνατότητές του.

6. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις κάθε βαθµού έχουν δικαίωµα να διανέµουν ανακοινώσεις τους µέσα στο χώρο εργασίας εκτός χρόνου απασχόλησης, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 6.

7. Εκπρόσωποι του διοικητικού συµβουλίου του σωµατείου της επιχείρησης και, αν δεν υπάρχει σωµατείο, του εργατικού κέντρου της περιοχής, δικαιούνται να παρευρίσκονται κατά την επιθεώρηση που ενεργούν τα αρµόδια όργανα του Υπουργείου Εργασίας και να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους.

8. Ο αρµόδιος επιθεωρητής εργασίας αποφαίνεται, αν προκύψει διαφωνία στις περιπτώσεις 2, 3, 5 και 7 του άρθρου αυτού, µε αιτιολογηµένη απόφασή του µέσα σε δέκα (10) µέρες από την προσφυγή σ’ αυτόν του εργοδότη ή της συνδικαλιστικής οργάνωσης. Εάν ο εργοδότης δεν συµµορφώνεται µε την απόφαση του επιθεωρητή, αυτός του επιβάλλει για κάθε παράβαση των διατάξεων του άρθρου αυτού και για κάθε άρνηση συµµόρφωσης του εργοδότη πρόστιµο από δρχ. 5.000 µέχρις 100.000 υπέρ της Εργατικής Εστίας που εισπράττεται σύµφωνα µε τις διατάξεις του ΚΕ∆Ε.

9. Ο εργοδότης έχει δικαίωµα να ασκήσει ανακοπή στο Ειρηνοδικείο του τόπου της εργασίας κατά της απόφασης επιβολής προστίµου από τον

182

επιθεωρητή εργασίας. Το Ειρηνοδικείο δικάζει µε την διαδικασία των άρθρων 663 και επ. του Κώδικα Πολιτικής ∆ικονοµίας.

Άρθρο 17 Συνδικαλιστικές άδειες

1. Ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να διευκολύνει τα µέλη των

διοικητικών συµβουλίων, των ελεγκτικών επιτροπών και τους αντιπροσώπους των πρωτοβάθµιων στις δευτεροβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Την ίδια υποχρέωση έχει για τα διοικητικά συµβούλια, τις ελεγκτικές επιτροπές και τους αντιπρόσωπους των δευτεροβαθµίων στις τριτοβάθµιες, όπως και για τα διοικητικά συµβούλια και τις ελεγκτικές επιτροπές των τριτοβάθµιων οργανώσεων.

2. Ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να παρέχει: α) Στα µέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής της πιο αντιπροσωπευτικής

τριτοβάθµιας συνδικαλιστικής οργάνωσης άδεια απουσίας όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους.

β) Στα µέλη των ∆ιοικητικών Συµβουλίων των πιο αντιπροσωπευτικών δευτεροβαθµίων οργανώσεων άδεια απουσίας έως 9 µέρες το µήνα και έως 15 για τον Πρόεδρο, Αντιπρόεδρο, Γεν. Γραµµατέα και Ταµία.

γ) Στους Πρόεδρο, Αντιπρόεδρο, Γενικό Γραµµατέα των πρωτοβάθµιων συνδικαλιστικών οργανώσεων άδεια απουσίας έως 5 µέρες το µήνα, αν τα µέλη τους είναι 500 και πάνω, και ως τρεις µέρες αν είναι λιγότερα.

δ) Στους αντιπροσώπους στις δευτεροβάθµιες και τριτοβάθµιες οργανώσεις άδεια απουσίας για όλη τη διάρκεια συνεδρίων που συµµετέχουν.

3. Οι αναφερόµενες στην παρ. 2 άδειες απουσίας περιορίζονται σε τριάντα (30) µέρες το χρόνο για τα µέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής, αλλιώς του Προεδρείου των µη αντιπροσωπευτικών τριτοβάθµιων οργανώσεων και στο 1/3 του αναφεροµένου στα εδάφια. β΄ και γ΄ χρόνου προκειµένου για την αµέσως επόµενη, της πιο αντιπροσωπευτικής, οργάνωση.

4. Ο χρόνος απουσίας των εργαζοµένων κατά τις διατάξεις της προηγουµένης παραγράφου θεωρείται χρόνος πραγµατικής εργασίας για όλα τα δικαιώµατα που απορρέουν από την εργασιακή και ασφαλιστική σχέση εκτός από το δικαίωµα λήψεως αποδοχών για τον αντίστοιχο χρόνο.

Οι ασφαλιστικές εισφορές συνδικαλιστικών στελεχών για το χρόνο της συνδικαλιστικής άδειάς τους καταβάλλονται από την οργάνωσή τους.

5. Για κάθε διαφωνία σχετική µε την εφαρµογή των διατάξεων αυτού του άρθρου αποφασίζει, ύστερα από αίτηση της µιας ή της άλλης πλευράς, η Επιτροπή του άρθρου 15 αυτού του νόµου.

183

Άρθρο 18 Ρύθµιση συνδικαλιστικών δικαιωµάτων

1. Οι διατάξεις των άρθρων 14, 15, 16, 17 αποτελούν ελάχιστα

συνδικαλιστικά δικαιώµατα. 2. Ρυθµίσεις ευνοϊκότερες για την άσκηση των δικαιωµάτων αυτών

που έχουν ήδη αποκτηθεί ή θα αποκτηθούν µε συµφωνία µισθωτών και εργοδοτών ή µε Συλλογικές Συµβάσεις Εργασίας ή ∆ιαιτητικές Αποφάσεις υπερισχύουν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄ ΑΠΕΡΓΙΑ

Άρθρο 19

∆ικαίωµα απεργίας

1. Η απεργία αποτελεί δικαίωµα των εργαζοµένων που ασκείται από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις α) ως µέσο για τη διαφύλαξη και προαγωγή των οικονοµικών, εργασιακών, συνδικαλιστικών και ασφαλιστικών συµφερόντων των εργαζοµένων και ως εκδήλωση αλληλεγγύης για τους αυτούς σκοπούς και β) ως εκδήλωση αλληλεγγύης εργαζοµένων επιχειρήσεων ή εκµεταλλεύσεων που εξαρτώνται από πολυεθνικές εταιρείες προς εργαζοµένους σε επιχειρήσεις ή εκµεταλλεύσεις ή στην έδρα της ίδιας πολυεθνικής εταιρείας και εφόσον η έκβαση της απεργίας των τελευταίων θα έχει άµεσες επιπτώσεις στα οικονοµικά ή εργασιακά συµφέροντα των πρώτων.

Η απεργία στην περίπτωση β΄ κηρύσσεται µόνο από την πιο αντιπροσωπευτική τριτοβάθµια συνδικαλιστική οργάνωση.

Για την άσκηση του δικαιώµατος της απεργίας απαιτείται προειδοποίηση του εργοδότη ή της συνδικαλιστικής του οργάνωσης 24 τουλάχιστο ώρες πριν από την πραγµατοποίησή της.

2. Η απεργία των εργαζοµένων µε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στο δηµόσιο, στους οργανισµούς τοπικής αυτοδιοίκησης, στα νοµικά πρόσωπα δηµοσίου δικαίου, στις επιχειρήσεις δηµοσίου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, η λειτουργία των οποίων έχει ζωτική σηµασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, επιτρέπεται µετά από την τήρηση της διαδικασίας των άρθρων 20, παράγραφος 2 και 21 του παρόντος.

Επιχειρήσεις δηµόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, η λειτουργία των οποίων έχει ζωτική σηµασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, χαρακτηρίζονται οι επιχειρήσεις ή εκµεταλλεύσεις:

184

α) Παροχής υγειονοµικών υπηρεσιών από νοσηλευτικά εν γένει ιδρύµατα.

β) ∆ιύλισης και διανοµής ύδατος. γ) Παραγωγής και διανοµής ηλεκτρικού ρεύµατος ή καυσίµου αερίου. δ) Παραγωγής ή διύλισης ακάθαρτου πετρελαίου. ε) Μεταφοράς προσώπων και αγαθών από την ξηρά, την θάλασσα και

τον αέρα. στ) Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδροµείων, Ραδιοφωνίας και

Τηλεόρασης. ζ) «Αποχέτευσης και απαγωγής ακάθαρτων υδάτων και λυµάτων και

αποκοµιδής και εναποθέσεως απορριµµάτων» (Αντικατάσταση της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 19

από την παράγραφο 1 του άρθρου 3 του Ν. 1915/90, ΦΕΚ 186, τ. Α΄). η) Φορτοεκφόρτωσης και αποθήκευσης εµπορευµάτων στα λιµάνια. θ) «Τραπέζης της Ελλάδος, Πολιτικής Αεροπορίας και κάθε είδους

υπηρεσίες ή τµήµατα υπηρεσιών που απασχολούνται µε την εκκαθάριση και πληρωµή των µισθών του προσωπικού του κατά το άρθρο 51 του Ν. 1892/90 δηµόσιου τοµέα».

(Προσθήκη της περίπτωσης θ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 19 από την παράγραφο 2 του άρθρου 3 του Ν. 1915/90, ΦΕΚ 186, τ. Α΄).

Άρθρο 20 Κήρυξη απεργίας

1. Η απεργία στις πρωτοβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις

κηρύσσεται µε απόφαση της Γενικής Συνέλευσης. Για ολιγόωρες στάσεις, εφόσον δεν πραγµατοποιούνται την ίδια µέρα ή µέσα στην ίδια εβδοµάδα, αρκεί απόφαση του διοικητικού συµβουλίου, εκτός αν το καταστατικό ορίζει διαφορετικά. Η απεργία στις πρωτοβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις ευρύτερης περιφέρειας ή πανελλαδικής έκτασης κηρύσσεται µε απόφαση του διοικητικού συµβουλίου, εκτός αν το καταστατικό ορίζει διαφορετικά.

Η απεργία στις δευτεροβάθµιες και τριτοβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις κηρύσσεται µε απόφαση του διοικητικού συµβουλίου, εκτός αν το καταστατικό τους ορίζει διαφορετικά.

Ενώσεις προσώπων, κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 3, περίπτωση α΄, υποπερίπτωση γγ΄ µπορούν να ασκήσουν το δικαίωµα απεργίας ύστερα από απόφαση, µε µυστική ψηφοφορία, της πλειοψηφίας των εργαζοµένων σε εκµετάλλευση, επιχείρηση, δηµόσια υπηρεσία Ν.Π.∆.∆. ή Ο.Τ.Α. Για τους εργαζοµένους σε εκµετάλλευση, επιχείρηση, δηµόσια υπηρεσία Ν.Π.∆.∆. ή Ο.Τ.Α, εάν δεν υπάρχει ένωση προσώπων ή επιχειρησιακό σωµατείο ή κλαδικό σωµατείο µε µέλη τους περισσότερους από

185

αυτούς, την απόφαση για απεργία µπορεί να πάρει το πιο αντιπροσωπευτικό Εργατικό Κέντρο της περιοχής που εργάζονται.

Εργαζόµενοι του κλάδου ή της επιχείρησης, που δεν είναι µέλη της συνδικαλιστικής οργάνωσης που κήρυξε απεργία, µπορούν να λάβουν µέρος σ’ αυτή.

2. Προκειµένου για εργαζοµένους του άρθρου 19 παράγραφος 2 κήρυξη απεργίας δεν µπορεί να πραγµατοποιηθεί πριν περάσουν τέσσερις (4) πλήρεις ηµέρες απ’ τη γνωστοποίηση των αιτηµάτων και των λόγων που τα θεµελιώνουν µε έγγραφο που κοινοποιείται µε δικαστικό επιµελητή στον εργοδότη ή στους εργοδότες, στο Υπουργείο το οποίο ασκεί τη σχετική εποπτεία και στο Υπουργείο Εργασίας.

Η απεργία δεν µπορεί να αφορά αιτήµατα διάφορα από εκείνα που γνωστοποιήθηκαν.

«3. Οι εργαζόµενοι του άρθρου 19 παράγραφος 2, πριν να λάβουν απόφαση για απεργία, µπορούν να ζητήσουν από τον εργοδότη µε έγγραφο που κοινοποιείται µε δικαστικό επιµελητή να γίνει δηµόσιος διάλογος µε βάση τα αιτήµατά τους και τους λόγους που τα θεµελιώνουν.

Αν οι εργαζόµενοι δεν ζητήσουν το διάλογο, µπορεί να τον ζητήσει από αυτούς ο εργοδότης, όταν κατά οποιονδήποτε τρόπο γνωστοποιηθούν σ’ αυτόν τα αιτήµατα των εργαζοµένων µε έγγραφό του που κοινοποιείται µε δικαστικό επιµελητή.

Αν τα µέρη συµφωνήσουν, ο δηµόσιος διάλογος διεξάγεται µε εκπροσώπους τους, µέσα σε 48 ώρες από την κοινοποίηση του προαναφεροµένου εγγράφου σε τόπο και χρόνο που ορίζονται, που επιλέγουν οι εκπρόσωποι, συναντώµενοι προηγουµένως στον οριζόµενο τόπο, από ειδικό κατάλογο µεσολαβητών, προβλεπόµενο από το άρθρο 15, παράγραφος 3 του Ν. 1876/1990.

Σε περίπτωση συµφωνίας ο µεσολαβητής ορίζεται µε κλήρωση. Ο µεσολαβητής προσπαθεί να επιτύχει την προσέγγιση των απόψεων

των µερών για την επίλυση της διαφοράς. Αν µέσα σε 48 ώρες από την έναρξη του διαλόγου τα µέρη δεν

καταλήξουν σε συµφωνία, ο µεσολαβητής µπορεί να υποβάλει σ’ αυτά, µέσα σε 24 ώρες από τη λήξη του 48ώρου, δική του πρόταση που τα µέρη µπορούν να αποδεχθούν ή να απορρίψουν µέσα σε 48 ώρες από την κοινοποίησή της.

Η αποδοχή και ή απόρριψη κοινοποιείται στο µεσολαβητή και στο άλλο µέρος µε δικαστικό επιµελητή.

Η πρόταση του µεσολαβητή µπορεί, µε φροντίδα του, να δηµοσιεύεται στον ηµερήσιο τύπο.

Έως ότου καταρτιστεί ο ειδικός κατάλογος µεσολαβητών ως µεσολαβητής επιλέγεται πρόσωπο από κατάσταση 10 προσώπων, που ορίζει προσωρινά το διοικητικό συµβούλιο του Οργανισµού Μεσολάβησης και

186

∆ιαιτησίας, λαµβάνοντας υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων µεσολαβητών που ορίζονται στο άρθρο 17, παράγραφος 2 του Ν. 1876/1990.

Για τα αιτήµατα εργαζοµένων, τις αποφάσεις των µερών και την πρότασή του ο µεσολαβητής συντάσσει πρακτικά. Στο διάλογο µπορούν να συµµετέχουν, παριστάµενοι, εκπρόσωποι παραγωγικών τάξεων ενδιαφεροµένων οργανώσεων του Τύπου κ.λπ., σύµφωνα µε όσα ορίζει ειδικότερα απόφαση του Υπουργού Εργασίας».

«4. Η µυστική ψηφοφορία της γενικής συνελεύσεως που αναφέρεται στην κήρυξη απεργίας, διεξάγεται από εφορευτική επιτροπή. Καθήκοντα εφορευτικής επιτροπής εκτελεί το διοικητικό συµβούλιο της συνδικαλιστικής οργανώσεως και δικαστικού αντιπροσώπου, ο πρόεδρος του διοικητικού συµβουλίου ή ο αντικαταστάτης του. Κατά τα λοιπά εφαρµόζεται η διαδικασία του άρθρου 13 του Ν. 1264/1982».

(Προσθήκη των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 20 από τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 2 του Ν. 1915/90, ΦΕΚ 186, τ. Α΄).

(Σηµείωση: Το άρθρο 2 του Ν. 1915/90, ΦΕΚ 186, τ. Α΄ που µε τις παραγράφους 1 και 2 προσθέτει τις πιο πάνω παραγράφους 3 και 4 στο άρθρο 20 του παρόντος νόµου καταργήθηκε από το άρθρο 10 του Ν. 2224/94, ΦΕΚ 112, τ. Α΄).

Άρθρο 21 Προσωπικό ασφαλείας

1. Κατά τη διάρκεια της απεργίας η συνδικαλιστική οργάνωση, η

οποία την κηρύσσει έχει υποχρέωση να διαθέτει το αναγκαίο προσωπικό για την ασφάλεια των εγκαταστάσεων της επιχείρησης και την πρόληψη καταστροφών και ατυχηµάτων.

2. Στις υπηρεσίες, οργανισµούς και επιχειρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 19 παρ. 2 του Ν. 1264/82, όπως συµπληρώθηκε µε τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 3 και του άρθρου 4 παράγραφος 1 του Ν. 1915/90, των οποίων η λειτουργία έχει ζωτική σηµασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, πέραν του προσωπικού ασφαλείας της προηγούµενης παραγράφου διατίθεται και προσωπικό για την αντιµετώπιση στοιχειωδών αναγκών του κοινωνικού συνόλου κατά τη διάρκεια της απεργίας.

3. Το διατεθειµένο προσωπικό των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού παρέχει τις υπηρεσίες του κάτω από τις οδηγίες του εργοδότη, προς εκπλήρωση των σκοπών για τους οποίους διατίθεται.

4. Το προσωπικό των παραγράφων 1 και 2 αυτού του άρθρου καθορίζεται µε ειδική συµφωνία µεταξύ της αντιπροσωπευτικής συνδικαλιστικής οργάνωσης στην επιχείρηση και της διοίκησης της

187

επιχείρησης. Η πλέον αντιπροσωπευτική είναι η συνδικαλιστική οργάνωση, η οποία έχει ως µέλη τους εργαζόµενους που προέρχονται από όλους τους κλάδους της επιχείρησης. Αν στην επιχείρηση υπάρχουν περισσότερες συνδικαλιστικές οργανώσεις, αντιπροσωπευτικότερη είναι εκείνη που συγκεντρώνει το µεγαλύτερο αριθµό µελών, που ψήφισαν κατά τις τελευταίες εκλογές για την ανάδειξη διοίκησης, ανεξάρτητα από τις ειδικότητες των εργαζοµένων που είναι µέλη της. Οι λοιπές συνδικαλιστικές οργανώσεις δικαιούνται να παρέµβουν στις διαπραγµατεύσεις και τις λοιπές διαδικασίες.

5. Για τις επιχειρήσεις δηµοσίου χαρακτήρα ή κοινής ωφελείας πέραν του προσωπικού της παραγράφου 2 µε την ίδια συµφωνία είναι δυνατόν να καθορίζονται οι συγκεκριµένες ανάγκες του κοινωνικού συνόλου, τις οποίες πρέπει να καλύπτει η επιχείρηση σε περίπτωση απεργίας και οι συνέπειες για την παραβίαση της συµφωνίας. Κριτήρια για τα θέµατα αυτά αποτελούν το είδος και η κοινωνική κρισιµότητα των υπηρεσιών και αγαθών που παρέχει η επιχείρηση και η ανάγκη διασφάλισης της άσκησης του δικαιώµατος της απεργίας.

6. Η συµφωνία καταρτίζεται µε απευθείας διαπραγµατεύσεις µεταξύ των µερών. Έως την 5η Νοεµβρίου κάθε ηµερολογιακού έτους ένα από τα ενδιαφερόµενα µέλη καλεί το άλλο σε διαπραγµάτευση µε εξώδικη κλήση, στην οποία περιέχεται υποχρεωτικά η πρόταση για καθορισµό του προσωπικού των παραγράφων 1 και 2 αυτού του άρθρου. Η κλήση επιδίδεται µε δικαστικό επιµελητή και κατά τον ίδιο τρόπο κοινοποιείται στο Υπουργείο Εργασίας.

7. Η συµφωνία καταρτίζεται το αργότερο έως τις 25 Νοεµβρίου κάθε ηµερολογιακού έτους και κατατίθεται στην αρµόδια υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας, µέσα σε πέντε (5) ηµέρες από την υπογραφή της. Η συµφωνία αυτή ισχύει ολόκληρο το ηµερολογιακό έτος που ακολουθεί.

8. Εάν δεν τηρηθεί η διαδικασία της παραγράφου 5 αυτού του άρθρου ή αν συµφωνία δεν καταρτισθεί έως την 25ην Νοεµβρίου ή δεν κατατεθεί στο Υπουργείο Εργασίας µέσα στην προθεσµία που ορίζεται στην παράγραφο 5 του άρθρου αυτού τα µέρη υποχρεούνται να προσφύγουν στη διαδικασία της µεσολάβησης σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 15 του Ν. 1876/90, ΦΕΚ 27, τ. Α΄.

Η µεσολάβηση πρέπει να ολοκληρωθεί µέσα σε 15 ηµέρες από την ανάληψη των καθηκόντων του µεσολαβητή.

Εάν η µεσολάβηση δεν καταλήξει σε συµφωνία, κάθε ενδιαφερόµενη πλευρά έχει δικαίωµα να παραπέµψει το θέµα στην επιτροπή του άρθρου 15 του Ν. 1264/82, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 25 του Ν. 1545/85.

9. «Όλα τα ζητήµατα των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 αυτού του άρθρου µπορούν να ρυθµίζονται και µε συλλογικές συµβάσεις εργασίας για όλες τις

188

επιχειρήσεις ανεξάρτητα από το δηµόσιο ή µη χαρακτήρα τους και την υπαγωγή τους ή µη στην κοινή ωφέλεια»

(Αντικατάσταση του άρθρου 21 από την παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Ν. 2224/94, ΦΕΚ 112, τ. Α΄).

Άρθρο 22 Απαγόρευση προσλήψεων απεργοσπαστών.

Απαγόρευση ανταπεργίας - νοµιµότητα απεργίας

1. Απαγορεύεται κατά τη διάρκεια νόµιµης απεργίας η πρόσληψη απεργοσπαστών.

2. Απαγορεύεται η ανταπεργία (λοκ-άουτ). 3. ∆εν επιτρέπεται η δικαστική απαγόρευση απεργίας µε ασφαλιστικά

µέτρα. 4. Για διαφορές που προκύπτουν από την εφαρµογή των διατάξεων

των άρθρων 19 - 22 αποφασίζει «ο Πρόεδρος Πρωτοδικών» (αντικατάσταση της µέσα σε εισαγωγικά φράσης από το πρώτο εδάφιο του άρθρου 5 του Ν. 1915/90, ΦΕΚ 186, τ. Α΄) της έδρας της συνδικαλιστικής οργάνωσης που έχει κηρύξει την απεργία, κατά τη διαδικασία των άρθρων 663 έως 676 του Κώδικα Πολιτικής ∆ικονοµίας.

Σε επείγουσες περιπτώσεις οι πρόεδροι των αρµοδίων πρωτοβάθµιων και δευτεροβάθµιων δικαστηρίων προσδιορίζουν σύντοµη δικάσιµη και συντέµνουν τις προθεσµίες επίδοσης των δικογράφων, ώστε η συζήτηση να πραγµατοποιηθεί µέσα σε τρεις 3 «5» (σύντµηση της µέσα σε παρενθέσεις προθεσµίας από το πρώτο εδάφιο του άρθρου 5 του Ν. 1915/90, ΦΕΚ 186, τ. Α΄) ηµέρες από την κατάθεσή τους, ανεξάρτητα από τον αριθµό των υποθέσεων που εκκρεµούν.

«Για την έφεση αποφασίζει ο πρόεδρος εφετών κατά τα οριζόµενα στο άρθρο 674 του Κώδικα Πολιτικής ∆ικονοµίας»

(Προσθήκη του µέσα σε εισαγωγικά τρίτου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 22 από το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 5 του Ν. 1915/90, ΦΕΚ 186, τ. Α΄).

Η προθεσµία της έφεσης είναι τρεις (3) ηµέρες.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ΄ ΠΟΙΝΙΚΕΣ ∆ΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 23

1. Ο εργοδότης και οι εκπρόσωποί του, ως και οποιοσδήποτε τρίτος

που παραβαίνει τις διατάξεις του άρθρου 14 παράγραφοι 2 και 3 του νόµου

189

αυτού τιµωρούνται µε φυλάκιση ή και µε χρηµατική ποινή µέχρι 5.000.000 δρχ και εφόσον δεν προβλέπεται βαρύτερη ποινή από άλλη διάταξη.

2. Ο εργοδότης και οι εκπρόσωποί του, που παραβαίνουν τις διατάξεις του άρθρου 14 παράγραφοι 5, 8 και 9 ή που αρνούνται την πραγµατική απασχόληση εργαζοµένου που η απόλυσή του έχει κριθεί άκυρη µε δικαστική απόφαση ή που αρνούνται την επαναπρόσληψη και πραγµατική απασχόληση των εργαζοµένων που αναφέρονται στο άρθρο 24, τιµωρούνται µε φυλάκιση ή και µε χρηµατική ποινή µέχρις 1.000.000 δρχ για κάθε παράβαση ή άρνηση.

3. Οποιοσδήποτε παραποιεί ή νοθεύει το αποτέλεσµα εκλογών για την ανάδειξη συλλογικών οργάνων ή αντιπροσώπων οποιασδήποτε συνδικαλιστικής οργάνωσης τιµωρείται µε φυλάκιση τουλάχιστο τριών µηνών και εάν πρόκειται για µέλος εφορευτικής επιτροπής µε φυλάκιση τουλάχιστο έξι µηνών.

4. Όποιος χρησιµοποιεί την επωνυµία ή αντιποιείται την εκπροσώπηση συνδικαλιστικής οργάνωσης χωρίς δικαίωµα, για δικό του όφελος, τιµωρείται µε φυλάκιση µέχρις ενός έτους, αν η πράξη δεν τιµωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη.

5. Όποιος εµποδίζει µε σωµατική ή ψυχολογική βία τις συνεδριάσεις της διοίκησης ή τις συνελεύσεις µελών συνδικαλιστικών οργανώσεων τιµωρείται µε φυλάκιση µέχρις ενός έτους, αν η πράξη δε τιµωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η΄ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ∆ΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 24

Αποκατάσταση συνδικαλιστών

1. Μέλη διοικήσεων ως και ιδρυτικά µέλη συνδικαλιστικών οργανώσεων µέσα στα όρια των παραγράφων 6 και 8 του άρθρου 14 που έχουν απολυθεί µετά την ισχύ του νόµου 330/1976 επαναπροσλαµβάνονται στην επιχείρηση, η οποία έχει καταγγείλει τη σύµβαση εργασίας τους, χωρίς άλλη διατύπωση

Η διάταξη του εδαφίου α΄ δεν εφαρµόζεται, εάν η καταγγελία της σύµβασης έγινε για παράβαση ποινικού νόµου, εκτός των διατάξεων του Ν. 330/1976 και του άρθρου 332 Π.Κ., για την οποία έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση.

2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 εφαρµόζεται και για τους εργαζοµένους των οποίων οι συµβάσεις εργασίας έχουν καταγγελθεί κατά τις διατάξεις του άρθρου 38 του Ν. 330/1976, εφόσον ήσαν άνεργοι κατά την 1.4.1982 και εξακολουθούν ή κατέστησαν άνεργοι µέχρι τη δηµοσίευση αυτού

190

του νόµου, χωρίς υπαιτιότητά τους ή η εργασία τους µειονεκτεί σοβαρά σε σχέση µε εκείνη από την οποία απολύθηκαν.

3. Εργαζόµενοι, των οποίων οι συµβάσεις εργασίας έχουν καταγγελθεί µετά την ισχύ του Ν. 330/1976, ένα µήνα πριν κηρυχθεί η απεργία, κατά τη διάρκειά της και µέσα σε δύο µήνες µετά από τη λήξη της απεργίας στην οποία έλαβαν µέρος στην επιχείρηση ή τον κλάδο απασχόλησής τους, επαναπροσλαµβάνονται στην επιχείρηση, η οποία έχει καταγγείλει τη σύµβαση εργασίας τους, χωρίς άλλη διατύπωση, εφόσον ήσαν άνεργοι κατά την 1.4.1982 και εξακολουθούν ή κατέστησαν άνεργοι µέχρι τη δηµοσίευση αυτού του νόµου χωρίς υπαιτιότητά τους ή η εργασία τους µειονεκτεί σοβαρά σε σχέση µε εκείνη από την οποία απολύθηκαν.

Η διάταξη αυτή δεν εφαρµόζεται, εάν έχει κριθεί µε δικαστική απόφαση ότι η απόλυση δε έγινε για συνδικαλιστικούς λόγους ή αν πρόκειται για εποχιακά απασχολούµενους, όπως αυτό προκύπτει από τη φύση της παραγωγικής λειτουργίας της επιχείρησης.

Η διάταξη του εδαφίου β΄ της παραγράφου 1 ισχύει και στις περιπτώσεις της παραγράφου αυτής.

4. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται οι παράγραφοι 1, 2 και 3, εδάφιο γ΄, αν έχει εκδοθεί αµετάκλητη δικαστική απόφαση σε βάρος του εργαζοµένου, η επαναπρόσληψη έχει την έννοια αναγκαστικής σύναψης νέας σύµβασης εργασίας αορίστου χρόνου.

5. Ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να επαναπροσλάβει τον εργαζόµενο που έχει απολυθεί κατά τις παραγράφους 1, 2 και 3 και εφόσον ο εργαζόµενος του κοινοποιήσει σχετική έγγραφη δήλωση µε δικαστικό επιµελητή µέσα σε ανατρεπτική προθεσµία 60 ηµερών από τη δηµοσίευση του νόµου αυτού. Η προθεσµία αυτή αρχίζει µετά το τέλος της εκκρεµούς ποινικής δίκης για τις περιπτώσεις των παραγράφων 1, εδάφιο β΄ και 3, εδάφιο γ΄ του άρθρου αυτού.

6. Αν οι εργαζόµενοι που θα υποβάλλουν τη δήλωση επαναπρόσληψης της παραγράφου 4 υπερβαίνουν το 5% αλλά όχι το 10% των απασχολουµένων στην επιχείρηση, ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να τους επαναπροσλάβει ισοµερώς κατά µήνα µέσα σε ένα εξάµηνο από το τέλος της προθεσµίας υποβολής της παραπάνω δήλωσης. Αν υπερβαίνουν το 10% και για το ποσοστό πέραν του 10% και µέχρι 20% προσλαµβάνονται ισοµερώς κατά µήνα µέσα στον επόµενο χρόνο. Η πρόσληψη γίνεται µε τη σειρά υποβολής της παραπάνω δήλωσης και µε προτίµηση των εργαζοµένων της παραγράφου 1, στη συνέχεια της παραγράφου 2 και, τέλος, της παραγράφου 3, και µέσα σε κάθε οµάδα µε προτίµηση όσων είχαν µεγαλύτερη προϋπηρεσία στην επιχείρηση. Εκείνοι που δεν καλύπτονται από τα παραπάνω ποσοστά έχουν δικαίωµα προτίµησης σε µελλοντικές τυχόν προσλήψεις.

191

Αποζηµιώσεις που έχουν τυχόν καταβληθεί δεν επιστρέφονται από τους επαναπροσλαµβανόµενους.

7. Για διαφορές, που προκύπτουν σχετικά µε την εφαρµογή των διατάξεων του άρθρου αυτού, αποφασίζει το Μονοµελές Πρωτοδικείο είτε του τόπου της έδρας της επιχείρησης είτε του τόπου παροχής της εργασίας µε τη διαδικασία των άρθρων 663 - 676 του Κώδικα Πολιτικής ∆ικονοµίας.

Οι διατάξεις του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 22 εφαρµόζονται ανάλογα.

8. Στις περιπτώσεις της παραγράφου 6, αν η επιχείρηση, που υποχρεώνεται στην επαναπρόσληψη, βρίσκεται σε προφανή οικονοµική αδυναµία να αντιµετωπίσει τις πρόσθετες δαπάνες από τις επαναπροσλήψεις, µπορεί να υπαχθεί µε απόφαση του Υπουργού Εργασίας στα προγράµµατα του ΟΑΕ∆ για την επιδότηση δηµιουργίας νέων θέσεων απασχόλησης, µε βάση τους όρους και ύστερα από τη διαδικασία που ορίζει το κάθε πρόγραµµα.

Άρθρο 25 Εγγραφές µελών - Εκκαθάριση µητρώων

1. Επί ένα χρόνο από τη δηµοσίευση αυτού του νόµου, εάν το όργανο

που είναι αρµόδιο κατά το καταστατικό της ή µε εξουσιοδότηση του οργάνου αυτού το Προεδρείο της να αποφασίσει την εγγραφή µελών σε οποιαδήποτε οργάνωση σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 7 δεν δεχτεί την αίτηση του εργαζοµένου ή της οργάνωσης που θέλει να εγγραφεί ή µέσα σε 10 µέρες από την υποβολή της για πρωτοβάθµια οργάνωση και 20 µέρες για δευτεροβάθµια ή τριτοβάθµια δεν έχει γνωστοποιηθεί η απόφαση για την αποδοχή ή απόρριψη της αίτησης στον αιτούντα, αυτός έχει δικαίωµα να προσφύγει στο αρµόδιο Ειρηνοδικείο και να ζητήσει την εγγραφή κατά τη διαδικασία των άρθρων 663 και επ. του Κώδικα Πολιτικής ∆ικονοµίας.

Οι λοιπές διατάξεις της παραγράφου 6 και η παράγραφος 7 του άρθρου 7 εφαρµόζονται ανάλογα.

Η προθεσµία της παραγράφου 7 του άρθρου 7 ορίζεται σε 45 µέρες για τις πρωτοβάθµιες και 75 µέρες για τις λοιπές οργανώσεις.

Οι διατάξεις του άρθρου 22, παράγραφος 4 εφαρµόζονται ανάλογα. 2. Ένα τουλάχιστο µήνα πριν από την πρώτη µετά την έναρξη

εφαρµογής αυτού του νόµου συνέλευση κάθε συνδικαλιστικής οργάνωσης, η διοίκησή της οφείλει να προβεί στην εκκαθάριση του µητρώου των µελών της σύµφωνα µε όσα ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 7 και 2 και 3 του άρθρου 28 του νόµου αυτού. Για την περίπτωση µη συµµόρφωσης της διοίκησης ως και για διαφορές που µπορεί να προκύψουν αποφασίζει το

192

αρµόδιο Ειρηνοδικείο και εφαρµόζονται ανάλογα οι διατάξεις των άρθρων 7 παράγραφος 7 και 22 παράγραφος 4 του νόµου αυτού.

Άρθρο 26 Άµεση εφαρµογή αναλογικής

1. Η Συνέλευση των µελών κάθε συνδικαλιστικής οργάνωσης µπορεί

να αποφασίσει την άµεση εφαρµογή των σχετικών µε τις εκλογές διατάξεων του νόµου αυτού. Η συνέλευση, που θα αποφασίσει σχετικά και σε καταφατική περίπτωση θα προχωρήσει στην εκλογή εφορευτικής επιτροπής και στη συνέχεια στην εκλογή του διοικητικού συµβουλίου, της ελεγκτικής επιτροπής και αντιπροσώπων, συγκαλείται ύστερα από έγγραφη αίτηση του 1/10 των µελών της προς το αρµόδιο για τη σύγκλησή της όργανο σύµφωνα µε το καταστατικό της οργάνωσης.

Αν σε 15 µέρες δεν γνωστοποιηθεί στον πρώτο από τους αιτούντες µε έγγραφο του αρµοδίου οργάνου η αποδοχή της αίτησης, ή δεν κοινοποιηθεί και δηµοσιευθεί, όπως ορίζεται στην παράγραφο 4 αυτού του άρθρου, η πρόσκληση για συνέλευση, το Μονοµελές Πρωτοδικείο της έδρας της οργάνωσης εξουσιοδοτεί τους αιτούντες ή ορισµένους από αυτούς και ύστερα από αίτησή τους που συζητείται µε τη διαδικασία των άρθρων 739 και επ. του Κ. Πολ. ∆. να συγκαλέσουν αυτοί τη Γενική Συνέλευση και ρυθµίζει την προεδρία της.

Η Συνέλευση αποφασίζει µε σχετική πλειοψηφία των παρόντων µελών της και µε τις απαρτίες που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 8 του νόµου αυτού χωρίς την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 99 του Αστικού Κώδικα.

2. Αν η Συνέλευση αποφασίσει αρνητικά συνεχίζεται κανονικά η θητεία των οργάνων µε την επιφύλαξη του άρθρου 9, παράγραφος 1, εδάφιο β΄.

Αν πρόκειται για συνέλευση πρωτοβάθµιας οργάνωσης, στην περίπτωση αυτή, αµέσως µετά την ανακοίνωση της αρνητικής της απόφασης καλείται από τον πρόεδρό της να αποφασίσει εάν θα αντιπροσωπευθεί στην τριτοβάθµια οργάνωση διά µέσου του Εργατικού Κέντρου ή της Οµοσπονδίας που τυχόν ανήκει. Η παράγραφος 2β του άρθρου 10 εφαρµόζεται κατά τα λοιπά αναλόγως.

Σε περίπτωση που δεν πραγµατοποιηθεί η Συνέλευση των µελών σύµφωνα µε τη διαδικασία της παραγράφου 1, η διοίκηση της πρωτοβάθµιας συνδικαλιστικής οργάνωσης συγκαλεί τη Συνέλευση, η οποία αποφασίζει εάν θα αντιπροσωπευθεί στην τριτοβάθµια συνδικαλιστική οργάνωση δια µέσου του Εργατικού Κέντρου ή της Οµοσπονδίας. Η παράγραφος 2β του άρθρου 10 εφαρµόζεται και στις περιπτώσεις της παραγράφου αυτής.

193

3. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρµόζονται για τις πρωτοβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις µετά τέσσερις µήνες, για τις δευτεροβάθµιες µετά επτά µήνες και για τις τριτοβάθµιες µετά εννέα µήνες από τη δηµοσίευση του νόµου.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, και αν συντρέχουν σπουδαίοι λόγοι, µπορεί να καθορίζεται χρόνος έναρξης των παραπάνω προθεσµιών έξι µηνών αντί τεσσάρων για τις πρωτοβάθµιες οργανώσεις, εννέα µηνών αντί επτά για τις δευτεροβάθµιες οργανώσεις και δώδεκα µηνών αντί εννέα για τις τριτοβάθµιες οργανώσεις ή ορισµένες εξ αυτών.

4. Προκειµένου για πρωτοβάθµιες οργανώσεις µε περισσότερα από 200 µέλη και επί ένα χρόνο από τη δηµοσίευση του νόµου αυτού, οι υπεύθυνοι για τη σύγκληση συνελεύσεων οφείλουν, εκτός από άλλη τυχόν πρόβλεψη του καταστατικού και πριν από 20 τουλάχιστο µέρες, να δηµοσιεύσουν σε µια ηµερήσια και αν δεν υπάρχει σε µία εβδοµαδιαία εφηµερίδα του τόπου της έδρας της οργάνωσης και να κοινοποιήσουν µε δικαστικό επιµελητή στις υπερκείµενες οργανώσεις πρόσκληση προς τα µέλη τους για τη συνέλευση, που θα πραγµατοποιηθεί µε σηµείωση για τον ακριβή τόπο και χρόνο και το σκοπό της.

Αν δεν γίνουν η δηµοσίευση και οι κοινοποιήσεις της πρόσκλησης αυτής, η συνέλευση είναι άκυρη.

Στην περίπτωση αυτή το Μονοµελές Πρωτοδικείο µε αίτηση του 1/20 των µελών της οργάνωσης αποφασίζει όπως ορίζεται στην παράγραφο 1.

5. Για το πρώτο µετά την έναρξη ισχύος αυτού του νόµου συνέδριο κάθε τριτοβάθµιας συνδικαλιστικής οργάνωσης, µπορεί η διοίκησή της να ζητήσει από τις δευτεροβάθµιες οργανώσεις της δύναµής της να αντιπροσωπευτούν σ’ αυτό µε αντιπροσώπους που η εκλογή τους θα έχει πραγµατοποιηθεί το πολύ ενάµισι χρόνο πριν από την ηµέρα έναρξης του συνεδρίου. Η απόφαση αυτή πρέπει να ανακοινωθεί στις δευτεροβάθµιες οργανώσεις το λιγότερο τρεις µήνες πριν από την αποφασισµένη ηµεροµηνία του συνεδρίου.

Άρθρο 27 ∆ιάλυση Ο∆ΕΠΕΣ

1. Ο Οργανισµός ∆ιαχειρίσεως Ειδικών Πόρων Εργασιακών

Σωµατείων (Ο∆ΕΠΕΣ) καταργείται, όπως και το Ν.∆. 891/1971 «περί οικονοµικής υποβοηθήσεως εργασιακών σωµατείων και ενώσεων». Η τύχη της περιουσίας του καταργούµενου Ο∆ΕΠΕΣ διέπεται αποκλειστικά από τις επόµενες διατάξεις.

194

2. Από τη δηµοσίευση αυτού του νόµου όλα τα δικαιώµατα και οι υποχρεώσεις του Ο∆ΕΠΕΣ αναλαµβάνονται από την Εργατική Εστία χωρίς άλλη διατύπωση.

Η Εργατική Εστία εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του Ο∆ΕΠΕΣ προς τις συνδικαλιστικές οργανώσεις µε τη διαδικασία και τους όρους του Π.∆. 901/1976 «περί αντικαταστάσεως των διατάξεων του Π.∆. 189/1975 και περί της οικονοµικής ενισχύσεως των επί τη βάσει του Ν. 89/1975 ανασυσταθέντων εργατοϋπαλληλικών επαγγελµατικών σωµατείων και ενώσεων» που εξακολουθεί να ισχύει µέχρι και τρεις (3) µήνες από την κατάρτιση της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύµβασης Εργασίας ή την έκδοση της όµοιας έκτακτης απόφασης διαιτησίας ή του Προεδρικού ∆ιατάγµατος που αναφέρονται στο άρθρο 6 του νόµου αυτού. Για το σκοπό αυτό το προσωπικό του Ο∆ΕΠΕΣ συνεχίζει να παρέχει τις υπηρεσίες του στην Εργατική Εστία µέχρι και την ολοκλήρωση των διαδικασιών και των ρυθµίσεων της παραγράφου 3. Ειδικά για τις οικονοµικές ενισχύσεις του έτους 1982 οι προθεσµίες της παραγράφου 1, περίπτωση δ΄ του άρθρου 1 του Π.∆. 901/1976 παρατείνεται µέχρι 31.8.1982.

3. Όλοι οι εργαζόµενοι, µέχρι τη δηµοσίευση του νόµου αυτού, στον Ο∆ΕΠΕΣ, µπορεί να ενταχθούν ύστερα από αίτησή τους και απόφαση του διοικητικού συµβουλίου της Εργατικής Εστίας που εγκρίνεται από τον Υπουργό Εργασίας, ανεξάρτητα από το όριο ηλικίας τους, σε αντίστοιχες προσωρινές θέσεις που θα συσταθούν στην Εργατική Εστία, ανάλογα µε τις ανάγκες της.

Με Π.∆., που θα εκδοθεί µε πρόταση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Οικονοµικών και Εργασίας, θα καθορισθούν οι λεπτοµέρειες της ένταξης, οι κλάδοι και οι βαθµοί των θέσεων που θα συσταθούν καθώς και τα τυπικά προσόντα διορισµού του προσωπικού που θα ενταχθεί.

Ειδικά για το προσωπικό του Ο∆ΕΠΕΣ, ως προϋπηρεσία για την ένταξη αναγνωρίζεται και αυτή που διανύθηκε στον Ο∆ΕΠΕΣ.

Κανένας από τους παραπάνω εργαζοµένους, που εντάσσεται στην Εργατική Εστία σύµφωνα µε τις διατάξεις του νόµου αυτού, δεν λαµβάνει συνολικά αποδοχές λιγότερες από εκείνες που ελάµβανε πριν από την ένταξή του. Σε περίπτωση επί πλέον διαφοράς, αυτή διατηρείται σαν προσωρινό επίδοµα µέχρι την κάλυψή του.

Οι εργαζόµενοι στον Ο∆ΕΠΕΣ που για οποιοδήποτε λόγο δεν θα ενταχθούν ως µόνιµοι, σύµφωνα µε τα παραπάνω, είναι δυνατόν ύστερα από αίτησή τους µε απόφαση του ∆.Σ. της Εργατικής Εστίας που εγκρίνεται από τον Υπουργό Εργασίας να συνεχίσουν την απασχόλησή τους στην Εργατική Εστία µε τη σχέση και τους όρους που εργάζονται σ’ αυτόν. Στους υπόλοιπους η Εργατική Εστία οφείλει τις νόµιµες αποζηµιώσεις σαν να είχε καταγγελθεί η

195

σύµβαση εργασίας τους και είχαν απολυθεί κατά τη δηµοσίευση του παραπάνω Π.∆.

Άρθρο 28 Λοιπές µεταβατικές διατάξεις

1. Μέχρις εκδόσεως του κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 29

εκλογικού συνδικαλιστικού βιβλιαρίου ο εργαζόµενος, µέλος συνδικαλιστικής οργάνωσης, χρησιµοποιεί το ασφαλιστικό βιβλιάριο υγείας, όπου γίνονται όλες οι εγγραφές που καθορίζει το άρθρο 13 παράγραφος 1.

2. Εργαζόµενος που είναι µέλος σε περισσότερα από δύο σωµατεία κατά τη διάκριση της παραγράφου 1 του άρθρου 7 υποχρεούται µέσα σε 2 µήνες από τη δηµοσίευση του νόµου αυτού να επιλέξει τις οργανώσεις στις οποίες θα είναι µέλος και να ζητήσει τη διαγραφή του από τις λοιπές.

Μετά την παραπάνω προθεσµία, αν υπάρχουν πολλές εγγραφές, είναι έγκυρες µόνο οι δύο πρώτες κατά σειρά εγγραφής και µε την διάκριση της παραγράφου 1 του άρθρου 7.

Τυχόν ωφελήµατα από ασφαλιστική ή υγειονοµική κάλυψη που απολαµβάνουν µέλη σωµατείου, από τη δύναµη του οποίου είτε διαγράφονται είτε αποχωρούν ύστερα από την παραπάνω ρύθµιση, δε θίγονται.

3. Όσα αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου αυτού ισχύουν ανάλογα για τις πρωτοβάθµιες και δευτεροβάθµιες οργανώσεις σε σχέση µε όσα αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 7.

4. Ποινές που έχουν επιβληθεί για πράξεις που προέβλεπε και τιµωρούσε ο Ν. 330/1976 και που δεν θεωρούνται αξιόποινες µε το νόµο αυτό διαγράφονται από τα ποινικά µητρώα µε φροντίδα του αρµοδίου Εισαγγελέα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ΄ ΕΞΟΥΣΙΟ∆ΟΤΙΚΕΣ ∆ΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 29

1. Με Προεδρικά ∆ιατάγµατα που εκδίδονται µε πρόταση των

Υπουργών Εργασίας και ∆ικαιοσύνης ρυθµίζονται οι λεπτοµέρειες α) της τήρησης του ειδικού βιβλίου και του φακέλου συνδικαλιστικών οργανώσεων ως και της χορήγησης αντιγράφων των εγγράφων και των βεβαιώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 2.

β) της τήρησης των βιβλίων των συνδικαλιστικών οργανώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 3.

2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, µετά γνώµη της πιο αντιπροσωπευτικής τριτοβάθµιας οργάνωσης της χώρας, καθορίζεται η

196

διαδικασία εκδόσεως, το σχήµα και τα λοιπά στοιχεία του συνδικαλιστικού εκλογικού βιβλιαρίου καθώς και οι εγγραφές που γίνονται σ’ αυτό.

3. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας ρυθµίζεται ο τρόπος και το ύψος της αµοιβής των δικαστικών αντιπροσώπων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι΄ ΕΙ∆ΙΚΕΣ ∆ΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 30

Συνδικαλιστικές ελευθερίες και δικαιώµατα δηµοσίων υπαλλήλων

1. Ο νόµος αυτός, όπως είναι, εκτός από τις διατάξεις των άρθρων 14

παράγραφοι 3 – 10, 16, παράγραφοι 7 – 9, 22, παράγραφοι 1 και 2, 24 και 27, εφαρµόζεται µε τις ειδικές ρυθµίσεις που προβλέπονται παρακάτω ανάλογα και στους έµµισθους πολιτικούς υπαλλήλους του ∆ηµοσίου, µε εξαίρεση τους υπαλλήλους της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Ε.Υ.Π.), όπως και στους µόνιµους ή µε θητεία υπαλλήλους των Οργανισµών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυµάτων, των εκκλησιαστικών Νοµικών Προσώπων ∆ηµοσίου ∆ικαίου και λοιπών Νοµικών Προσώπων ∆ηµοσίου ∆ικαίου, ακόµη δε και στους υπαλλήλους µε σχέση ιδιωτικού δικαίου που κατέχουν οργανικές θέσεις, σύµφωνα µε το άρθρο 103 παράγραφος 3 του Συντάγµατος.

2. Για την επέκταση της κατά την προηγούµενη παράγραφο εφαρµογής, ως εργαζόµενοι λογίζονται και οι δηµόσιοι υπάλληλοι. Όπου στον παρόντα νόµο αναφέρονται οι λέξεις εργοδότης, επιχείρηση, εκµετάλλευση, µε τον όρο αυτό νοούνται και το ∆ηµόσιο και τα πιο πάνω νοµικά πρόσωπα µε τις αρµόδιες υπηρεσίες τους. Όπου γίνεται λόγος για Εργατικό Κέντρο, η µνεία δεν αφορά τους δηµοσίους υπαλλήλους.

3. ∆ευτεροβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις των δηµοσίων υπαλλήλων είναι: α) Οι οµοσπονδίες των κατά κλάδους ή ειδικότητες σωµατείων, που τα µέλη τους υπάγονται οργανικά σε ένα ή και σε περισσότερα Υπουργεία ή τα Ν.Π.∆.∆. της παραγράφου 1 του παρόντος και β) οι οµοσπονδίες σωµατείων που τα µέλη τους υπάγονται οργανικά στο ίδιο Υπουργείο ή στα κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου Ν.Π.∆.∆. ή οµάδα Ν.Π.∆.∆. που τελεί υπό την εποπτεία του ίδιου Υπουργείου.

Όπου υπάλληλοι ενός υπουργείου ανήκουν σε µία και ενιαία συνδικαλιστική οργάνωση του Υπουργείου αυτού, µε περισσότερους κλάδους, η οργάνωσή τους θεωρείται, για το λόγο αυτό, και σαν δευτεροβάθµια.

Κάθε πρωτοβάθµια οργάνωση µπορεί να γίνει µέλος σε µια µόνο δευτεροβάθµια, εφόσον δεν υπάρχει άλλη οργάνωση.

197

Σε περίπτωση που πρωτοβάθµια συνδικαλιστική οργάνωση ανήκει σε περισσότερους από µια δευτεροβάθµιες οργανώσεις υποχρεούται, στην πρώτη γενική συνέλευση των µελών της, που θα συγκληθεί µετά την ισχύ του νόµου αυτού, να αποφασίσει σε ποια δευτεροβάθµια (οµοσπονδία) θα παραµείνει ως µέλος της.

4. Κάθε υπάλληλος από το διορισµό του µπορεί να γίνει µέλος µόνο µιας συνδικαλιστικής οργάνωσης των κατά κλάδους ή ειδικότητες διαρθρωµένων και µιας οργάνωσης του χώρου εργασίας, αφού καταβάλει την ορισµένη από το καταστατικό συνδροµή. Εκτός των άλλων περιπτώσεων που τυχόν ορίζει το καταστατικό της οργάνωσής του ο υπάλληλος διαγράφεται από µέλος αυτής, από το χρονικό σηµείο της λύσης της υπαλληλικής σχέσης, καθώς και αν δεν πήρε µέρος στις δύο τελευταίες εκλογές, για την ανάδειξη της διοίκησης.

5. Με την επιφύλαξη του άρθρου 11 του Ν. 1256/1982 «για την πολυθεσία, την πολυαπασχόληση και την καθιέρωση ανωτάτου ορίου απολαβών στο δηµόσιο τοµέα καθώς και για το Ελεγκτικό Συνέδριο, το Νοµικό Συµβούλιο του Κράτους και άλλες διατάξεις», δεν επιτρέπεται η µετάθεση των κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δηµοσίων υπαλλήλων, που είναι µέλη διοικητικών συµβουλίων ή προσωρινών διοικήσεων πρωτοβάθµιων συνδικαλιστικών οργανώσεων, εφ’ όσον αυτές ανήκουν σε δευτεροβάθµιες µέλη τριτοβάθµιων οργανώσεων, χωρίς την έγγραφη συγκατάθεση των ίδιων των υπαλλήλων και της συνδικαλιστικής τους οργάνωσης.

Κατά τον ίδιο τρόπο προστατεύονται και τα µέλη των διοικήσεων των δευτεροβαθµίων και των τριτοβάθµιων συνδικαλιστικών οργανώσεων.

6. Η επιτροπή του άρθρου 15 του νόµου αυτού, όταν πρόκειται για δηµοσίους υπαλλήλους, αποτελείται:

α) Από τον Πρόεδρο Πρωτοδικών της περιφέρειας όπου παρέχει τις υπηρεσίες του ο υπάλληλος ή Πρωτοδίκη ή Ειρηνοδίκη που ορίζεται απ’ αυτόν µε την αναφερόµενη στο άρθρο 11 σειρά για ετήσια θητεία.

β) Από έναν υπάλληλο, που ορίζει ο Υπουργός Προεδρίας Κυβερνήσεως, ύστερα από συνεννόηση µε τον κατά περίπτωση αρµόδιο Υπουργό.

γ) Από έναν εκπρόσωπο των υπαλλήλων, που υποδεικνύει η πιο αντιπροσωπευτική τριτοβάθµια οργάνωση της χώρας.

7. Η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του νόµου αυτού εφαρµόζεται και για το δικαίωµα απεργίας των δηµοσίων υπαλλήλων.

Ο χρόνος της απεργίας των δηµοσίων υπαλλήλων θεωρείται ως χρόνος πραγµατικής δηµοσίας υπηρεσίας, χωρίς όµως να καταβάλλονται οι αποδοχές του χρόνου απεργίας.

198

8. α). Προκειµένου για δηµοσίους υπαλλήλους της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, κήρυξη της απεργίας δεν µπορεί να πραγµατοποιηθεί πριν περάσουν τέσσερις (4) πλήρεις µέρες, από την γνωστοποίηση των αιτηµάτων και των λόγων που τα θεµελιώνουν, µε έγγραφο που κοινοποιείται, µε δικαστικό επιµελητή, στο Υπουργείο Προεδρίας Κυβερνήσεως, στο Υπουργείο Οικονοµικών, στο Υπουργείο που υπάγονται οι υπάλληλοι αυτοί, καθώς επίσης και στις διοικήσεις των φορέων που εποπτεύονται απ’ αυτό, όταν πρόκειται για απεργία υπαλλήλων τους.

β) Η απεργία κηρύσσεται από δευτεροβάθµιες ή τριτοβάθµιες οργανώσεις µετά από απόφαση της Γενικής Συνέλευσης.

9. Κατά τη διάρκεια απεργίας των δηµοσίων υπαλλήλων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν επιτρέπεται η πρόσληψη εκτάκτων υπαλλήλων.

10. Στις πρωτοβάθµιες, δευτεροβάθµιες και τριτοβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις των δηµοσίων υπαλλήλων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν µπορούν να είναι µέλη συνταξιούχοι ή συνδικαλιστικές οργανώσεις συνταξιούχων.

Άρθρο 30α

1. Ο νόµος αυτός όπως ισχύει σήµερα εκτός από τις διατάξεις των άρθρων 1 παράγραφος 3, 7 παράγραφοι 1 και 3, 11 παράγραφος 1 εδάφιο 2, 12, 14 παράγραφοι 3-10, 15, 16, παράγραφοι 5 και 7-9, 17, 18 παράγραφος 1, 22, 23 παράγραφος 1 και 24, 26, 27 και 30 εφαρµόζεται ανάλογα, µε τις ειδικές ρυθµίσεις που προβλέπονται και στους εν ενεργεία αστυνοµικούς υπαλλήλους κάθε βαθµού της Ελληνικής Αστυνοµίας.

2. Για την εφαρµογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, όπου στο νόµο αυτόν χρησιµοποιούνται οι όροι «εργοδότης», «επιχείρηση» ή «εκµετάλλευση» νοείται το ∆ηµόσιο και όπου χρησιµοποιείται ο όρος «εργαζόµενοι» νοούνται οι υπάλληλοι της προηγούµενης παραγράφου. Οµοίως, όπου γίνεται λόγος για «Εργατικό Κέντρο», η µνεία δεν αφορά τους υπαλλήλους της προηγούµενης παραγράφου.

3. Με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα η άσκηση των συνδικαλιστικών δικαιωµάτων των αστυνοµικών υπαλλήλων δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα όρια που προσδιορίζονται από τις ιδιοµορφίες, την αποστολή και ιδιαίτερα τον εθνικό, κοινωνικό και υπερκοµµατικό χαρακτήρα της Ελληνικής Αστυνοµίας.

4. Οι εν ενέργεια αστυνοµικοί υπάλληλοι επιτρέπεται να συστήσουν: α) Σε κάθε νοµό µια ένωση αστυνοµικών υπαλλήλων µέχρι και το

βαθµό του ανθυπαστυνόµου και σε κάθε διοικητική περιφέρεια µια ένωση αξιωµατικών ως πρωτοβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις. Μέλη των

199

οργανώσεων αυτών µπορούν να είναι όσοι υπηρετούν στα όρια του νοµού ή της διοικητικής περιφέρειας, αντίστοιχα. Οι αξιωµατικοί δύνανται, αντί της ένωσης αξιωµατικών, να γίνονται µέλη της ένωσης αστυνοµικών υπαλλήλων. Οι ανθυπαστυνόµοι δύνανται αντί της ένωσης αστυνοµικών υπαλλήλων να γίνονται µέλη της ένωσης αξιωµατικών.

β) Μία οµοσπονδία των πρωτοβάθµιων συνδικαλιστικών οργανώσεων αστυνοµικών υπαλλήλων και µία οµοσπονδία των πρωτοβάθµιων συνδικαλιστικών οργανώσεων αξιωµατικών, ως δευτεροβάθµιες συνδικαλιστικές οργανώσεις.

γ) Μία τριτοβάθµια συνδικαλιστική οργάνωση (συνοµοσπονδία) την οποία απαρτίζουν οι δύο παραπάνω οµοσπονδίες και στην οποία εκπροσωπούνται µε αριθµό αντιπροσώπων, που καθορίζεται µε το καταστατικό της.

Η διάταξη του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του παρόντος νόµου δεν έχει εφαρµογή για την εκπροσώπηση των ανωτέρω οµοσπονδιών στην τριτοβάθµια οργάνωση.

5. Κάθε αστυνοµικός υπάλληλος δικαιούται να είναι µέλος µόνο της πρωτοβάθµιας συνδικαλιστικής οργάνωσης του νοµού ή της διοικητικής περιφέρειας όπου υπηρετεί. Σε περίπτωση µετάθεσής του σε άλλο νοµό ή σε άλλη περιφέρεια διαγράφεται υποχρεωτικά από τη συνδικαλιστική οργάνωση, της οποίας ήταν µέλος και δικαιούται να εγγραφεί στη συνδικαλιστική οργάνωση του νοµού ή της διοικητικής περιφέρειας στην οποία µετατίθεται.

6. Οι εισφορές των µελών παρακρατούνται από τη διαχείριση χρηµατικού της υπηρεσίας από την οποία πληρώνονται και αποδίδονται στις συνδικαλιστικές οργανώσεις του παρόντος άρθρου, σύµφωνα µε τις καταστάσεις µελών που υποβάλλονται από αυτές.

7. Από την παρούσα δύναµη κάθε υπηρεσίας δεν επιτρέπεται να απουσιάζει για συµµετοχή σε συνελεύσεις των συνδικαλιστικών οργανώσεών τους ποσοστό µεγαλύτερο του 1/3 των αξιωµατικών και του 1/4 των κατωτέρων υπαλλήλων και µε την προϋπόθεση ότι το επιτρέπουν οι ανάγκες της υπηρεσίας κατά την αιτιολογηµένη κρίση του διοικητή της µονάδας. Αν τα µέλη, που επιθυµούν να συµµετάσχουν σε συνέλευση, ξεπερνούν τα παραπάνω ποσοστά, διενεργείται κλήρωση µεταξύ τους µε τρόπο που ορίζεται στο καταστατικό της οικείας συνδικαλιστικής οργάνωσης.

8. Στον πρόεδρο και στο γενικό γραµµατέα κάθε συνδικαλιστικής οργάνωσης των αστυνοµικών υπαλλήλων παρέχονται για την εκπλήρωση των συνδικαλιστικών τους υποχρεώσεων ειδικές άδειες απουσίας έως τέσσερις (4) ηµέρες το µήνα κατ’ ανώτατο όριο.

Στους αντιπροσώπους της οµοσπονδίας παρέχεται άδεια απουσίας καθ’ όλη τη διάρκεια των συνεδρίων στα οποία µετέχουν, η οποία όµως δεν δύναται να υπερβαίνει τις τέσσερις (4) ηµέρες κατ’ έτος. Οι δικαιούµενοι

200

άδειας υποχρεούνται να ενηµερώνουν για τη χρήση της το διοικητή της υπηρεσίας τους, πριν δύο (2) τουλάχιστον ηµέρες. Τα παραπάνω πρόσωπα µε βαθµό µέχρι και Αστυνοµικού Υποδιευθυντή δεν µετατίθενται, όσο διαρκεί η θητεία τους, εκτός της περιοχής µετάθεσης, στην οποία υπηρετούν, αν δεν το ζητήσουν οι ίδιοι ή δεν κριθεί τούτο αναγκαίο λόγω προαγωγής, άσκησης πειθαρχικής δίωξης για πειθαρχικό παράπτωµα, για το οποίο προβλέπεται από τις οικείες διατάξεις ανώτερη πειθαρχική ποινή ή θέσης τους σε κατάσταση διαθεσιµότητας για λόγους πειθαρχίας

9. Η εκλογή των οργάνων και αντιπροσώπων των συνδικαλιστικών οργανώσεων γίνεται από ενιαίο ψηφοδέλτιο στο οποίο συµπεριλαµβάνονται όλοι οι υποψήφιοι.

Κάθε εκλογέας µπορεί να θέσει αριθµό σταυρών ίσο µε το 1/3 του αριθµού των εδρών του διοικητικού συµβουλίου ή της ελεγκτικής επιτροπής ή των αντιπροσώπων. Σε περίπτωση κλάσµατος ο επιτρεπόµενος αριθµός σταυρών στρογγυλοποιείται στον αµέσως προηγούµενο ακέραιο.

Εκλέγονται κατά σειρά οι υποψήφιοι που συγκέντρωσαν τους περισσότερους σταυρούς προτίµησης, έως ότου συµπληρωθεί ο αριθµός των εδρών του διοικητικού συµβουλίου ή της ελεγκτικής επιτροπής ή των αντιπροσώπων.

10. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των αστυνοµικών υπαλλήλων, καθώς και τα µέλη τους, δεν επιτρέπεται ιδίως:

α) Να συµµετέχουν σε απεργίες, καθώς και σε κάθε είδους εκδηλώσεις πολιτικών ή συνδικαλιστικών φορέων ή πολιτικών προσώπων ή να ασκούν προπαγάνδα υπέρ ή κατά αυτών. Εξαιρούνται τα συνέδρια και οι πολιτιστικές εκδηλώσεις των συνδικαλιστικών φορέων.

β) Να προσχωρούν ή να γίνονται µέλη άλλων επαγγελµατικών συνδικαλιστικών οργανώσεων εκτός των ∆ιεθνών Αστυνοµικών Συνδικαλιστικών Οργανώσεων, ή να εκπροσωπούν άλλους εργαζοµένους.

γ) Να αναµειγνύονται µε οποιονδήποτε τρόπο σε θέµατα διοίκησης των Υπηρεσιών.

11. Οργανώσεις αστυνοµικών υπαλλήλων της Ελληνικής Αστυνοµίας, που έχουν ήδη συσταθεί, οφείλουν να προσαρµόσουν τα καταστατικά τους στις ρυθµίσεις των παραπάνω διατάξεων και να ζητήσουν την έγκριση αυτών από τα αρµόδια δικαστήρια µέσα σε δύο (2) µήνες από την έναρξη ισχύος του νόµου αυτού. Οι οργανώσεις αυτές καθώς και όσες ιδρυθούν βάσει του νόµου αυτού, οφείλουν να προκηρύξουν εκλογές για την ανάδειξη των οργάνων τους όχι νωρίτερα από τέσσερις (4) µήνες και όχι αργότερα από έξι (6) µήνες από την έγκριση του καταστατικού τους. Μόνον οι ενώσεις αστυνοµικών, που συνιστώνται και λειτουργούν σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εκπροσωπούν τα συµφέροντα των αστυνοµικών.

201

12. Αστυνοµικοί, που ως µέλη διοικητικού συµβουλίου αστυνοµικών οργανώσεων τιµωρήθηκαν πειθαρχικά για παραπτώµατα που είχαν άµεση σχέση µε τη συνδικαλιστική τους δράση, δικαιούνται, εφόσον είναι στην ενέργεια, να ζητήσουν την επανεξέταση των πειθαρχικών τους υποθέσεων υποβάλλοντας σχετική αίτηση στην Υπηρεσία τους εντός ανατρεπτικής προθεσµίας τριάντα (30) ηµερών από τη δηµοσίευση του παρόντος. Οι αιτήσεις εξετάζονται από τα αρµόδια όργανα τα οποία επέβαλαν τις πειθαρχικές ποινές.

(Προσθήκη του άρθρου 30α από το άρθρο 1 του Ν. 2265/94, ΦΕΚ 209, τ. Α΄).

Άρθρο 30β Συνδικαλιστικά δικαιώµατα πολιτικού προσωπικού Ε.Υ.Π.

1. Ο νόµος αυτός, όπως ισχύει σήµερα, εκτός από τις διατάξεις των

άρθρων 2, 3, 11 παράγραφος 1, περίοδος δεύτερη και παράγραφος 2, 12, 13 παράγραφος 2, 14 παράγραφοι 3 έως και 10, 15, 16 παράγραφοι 7 έως και 9, 18, 19 έως και 22, 23 παράγραφοι 1 και 2, 24, 26, 27 και 30 παράγραφοι 1, 3, 5, 7, 8 και 9, εφαρµόζεται, ανάλογα µε τις ειδικές ρυθµίσεις που προβλέπονται στις επόµενες παραγράφους του παρόντος άρθρου, στο µόνιµο πολιτικό προσωπικό και στο ειδικό επιστηµονικό προσωπικό µε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Ε.Υ.Π.).

2. Με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 281 του αστικού Κώδικα, η άσκηση των συνδικαλιστικών δικαιωµάτων των υπαλλήλων της παραγράφου 1 δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα όρια που προσδιορίζονται από τις ιδιοµορφίες, την αποστολή και ιδιαίτερα τον εθνικό, κοινωνικό και υπερκοµµατικό χαρακτήρα της Ε.Υ.Π.

3. Οι υπάλληλοι της παραγράφου 1 του παρόντος δεν επιτρέπεται να είναι µέλη πρωτοβάθµιας οργάνωσης, της οποίας µέλη της υπάγονται οργανικά σε άλλη υπηρεσία του δηµοσίου ή Ν.Π.∆.∆.. ∆ευτεροβάθµια συνδικαλιστική οργάνωσή τους επιτρέπεται να είναι µόνον η οµοσπονδία των σωµατείων που όλα τα µέλη τους υπάγονται οργανικά στην Ε.Υ.Π.

4. Η εκλογή των οργάνων στις πρωτοβάθµιες και τη δευτεροβάθµια συνδικαλιστική οργάνωση γίνεται από ενιαίο ψηφοδέλτιο, στο οποίο περιλαµβάνονται όλοι οι υποψήφιοι. Κάθε εκλογέας µπορεί να θέσει αριθµό σταυρών ίσο µε τον αριθµό των εδρών του ∆ιοικητικού Συµβουλίου ή της Ελεγκτικής Επιτροπής. Εκλέγονται κατά σειρά οι υποψήφιου που συγκέντρωσαν τους περισσότερους σταυρούς προτίµησης, έως ότου συµπληρωθεί ο αριθµός των εδρών του ∆ιοικητικού Συµβουλίου ή της Ελεγκτικής Επιτροπής.

202

5. Οι αντιπρόσωποι της δευτεροβάθµιας οργάνωσης στην τριτοβάθµια οργάνωση έχουν δικαίωµα να εκλέγονται στα όργανα διοίκησης και στα όργανα που υποκαθιστούν τις συνελεύσεις της τριτοβάθµιας οργάνωσης, µόνο εφόσον οι εκλογές έγιναν από ενιαίο ψηφοδέλτιο και σύµφωνα µε την ανωτέρω διαδικασία.

6. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, ∆ηµόσιας ∆ιοίκησης και Αποκέντρωσης, µετά την εισήγηση του ∆ιοικητή της Ε.Υ.Π., καθορίζονται:

α) Η Αρχή ή η ∆ηµόσια Υπηρεσία στην οποία καταχωρούνται και ο τρόπος καταχωρίσεως των στοιχείων του άρθρου 2 του παρόντος, καθώς και οι έννοµες συνέπειες των εγγράφων.

β) Η Αρχή ή η ∆ηµόσια Υπηρεσία στην οποία τηρείται ο φάκελος της παρ. του άρθρου 2 του παρόντος, τα στοιχεία που περιέχονται σε αυτόν, καθώς και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες χορηγούνται σε συγκεκριµένα πρόσωπα αντίγραφα των εγγράφων και βεβαιώσεις για τα καταχωρηθέντα στοιχεία.

γ) Τα τηρούµενα στοιχεία από τις πρωτοβάθµιες και τη δευτεροβάθµια συνδικαλιστική οργάνωση των υπαλλήλων της παραγράφου 1 βιβλία, ο τρόπος θεώρησής τους, τα στοιχεία που εγγράφονται σε αυτά και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες παρέχεται σε συγκεκριµένα πρόσωπα πληροφόρηση για τα στοιχεία των εγγραφών.

δ) Η Αρχή ή η ∆ηµόσια Υπηρεσία στην οποία κατατίθενται και ο τρόπος φυλάξεως από την των προβλεπόµενων από τις διατάξεις του άρθρου 13, παράγραφος 2 του παρόντος και των παραγράφων 2 έως και 4 του άρθρου 6 του Ν.∆. 6341/1964 στοιχείων.

ε) Κάθε αναγκαία λεπτοµέρεια για τη ρύθµιση των ανωτέρω θεµάτων. 7. Οι πρωτοβάθµιες και η δευτεροβάθµια συνδικαλιστική οργάνωση

του παρόντος άρθρου καθώς και τα µέλη τους απαγορεύεται : α) Να κηρύσσουν ή να συµµετέχουν σε απεργίες, καθώς και σε κάθε

είδους εκδηλώσεις πολιτικών ή συνδικαλιστικών φορέων ή πολιτικών προσώπων ή να ασκούν προπαγάνδα υπέρ ή κατά αυτών. Εξαιρούνται τα συνέδρια και οι πολιτιστικές εκδηλώσεις που οργανώνονται από τις ίδιες τις πρωτοβάθµιες ή τη δευτεροβάθµια συνδικαλιστική οργάνωση.

β) Να αναµειγνύονται µε οποιονδήποτε τρόπο σε θέµατα διοίκησης της υπηρεσίας τους.

8. Η θητεία των ∆ιοικητικών Συµβουλίων, των Ελεγκτικών Επιτροπών και των αντιπροσώπων στις πρωτοβάθµιες και στη δευτεροβάθµια οργάνωση των υπαλλήλων της παραγράφου 1 του παρόντος λήγουν αυτοδικαίως µε την πάροδο τεσσάρων (4) µηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου. Μέσα στην ανωτέρω προθεσµία οι συνελεύσεις των µελών των πρωτοβάθµιων συνδικαλιστικών οργανώσεων των υπαλλήλων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου οφείλουν να εκλέξουν εφορευτική

203

επιτροπή και στη συνέχεια να προχωρήσουν στην εκλογή ∆ιοικητικών Συµβουλίων, Ελεγκτικών Επιτροπών και Αντιπροσώπων, σύµφωνα µε τη διαδικασία που ορίζεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου. Μετά την πάροδο της ανωτέρω προθεσµίας µόνον οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, των οποίων τα όργανα εκλέχθηκαν σύµφωνα µε την ανωτέρω διαδικασία, εκπροσωπούν τα συµφέροντα των υπαλλήλων της Ε.Υ.Π.

9. Υπάλληλοι της Ε.Υ.Π., οι οποίοι, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου, έχουν εκλεγεί στα όργανα διοίκησης ή στα όργανα που υποκαθιστούν τις συνελεύσεις τριτοβάθµιας οργάνωσης χωρίς τη διαδικασία της παραγράφου 4 του παρόντος, µετατάσσονται υποχρεωτικώς σε υπηρεσίες του ∆ηµοσίου ή σε Ν.Π.∆.∆., µε την ίδια σχέση εργασίας, εκτός και αν µέσα σε προθεσµία δύο (2) µηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου δηλώσουν µε έγγραφό τους, που επιδίδεται στην τριτοβάθµια συνδικαλιστική οργάνωση στην οποία έχουν εκλεγεί και κοινοποιείται στην Ε.Υ.Π., ότι παραιτούνται από τη θέση στην οποία έχουν εκλεγεί. Η µετάταξη διενεργείται µε κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, ∆ηµόσιας ∆ιοίκησης και Αποκέντρωσης και του αρµόδιου Υπουργού, εφαρµοζόµενης αναλόγως της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του Ν. 1645/1986 (Προσθήκη του άρθρου 30β).

Άρθρο 31

1. Η εργασιακή σχέση των απασχολουµένων στον Τύπο και η λύση της διέπεται από τις ισχύουσες γενικές διατάξεις του Εργατικού δικαίου καταργούµενης κάθε αντίθετης ρύθµισης.

2. Κάθε διάταξη νόµου που κατοχυρώνει, περιορίζει ή εξαρτά το δικαίωµα της εργασίας στον Τύπο και την παροχή στους εργαζόµενους σ’ αυτόν παρεπόµενων της εργασίας τους δικαιωµάτων από τη συµµετοχή τους ή µη σε συγκεκριµένη επαγγελµατική οργάνωση ή από την υπαγωγή τους στο Ν. 1186/1981 ή σε ορισµένο ασφαλιστικό φορέα, καταργείται.

3. Η ικανοποίηση των παρεπόµενων της εργασίας δικαιωµάτων προϋποθέτει του λοιπού µόνο την απόδειξη ύπαρξης σύµβασης Εργασίας µε τον Τύπο.

4. Στο άρθρο 4 του Α.Ν. 99/1967 προστίθεται τέταρτη περίπτωση που έχει ως εξής:

«δ) Επί απολύσεων τεχνικών, απασχολουµένων εις τας Ηµερησίας Εφηµερίδας Αθηνών και Θεσσαλονίκης».

5. Η αληθινή έννοια της παρ. 4 του άρθρου 9 του Ν. 1186/1981 είναι ο υπολογισµός του χρόνου υπηρεσίας των Τεχνικών Τύπου, στους οποίους αναφέρεται η διάταξη, γίνεται κατά τις κείµενες νοµοθετικές διατάξεις ή Συλλογικές Συµβάσεις Εργασίας, εφόσον ειδικά ρυθµίζουν το θέµα.

204

6. Η αποζηµίωση που προβλέπεται από τις κείµενες διατάξεις για την περίπτωση της οικειοθελούς αποχωρήσεως λόγω συνταξιοδοτήσεως ή της απολύσεως των Τεχνικών Τύπου που συνδέονται µε σύµβαση εργασίας στις εφηµερίδες Αθηνών και Θεσσαλονίκης, των οποίων η στοιχειοθεσία γίνεται εν όλω ή εν µέρει σε λινοτυπικές µηχανές και η εκτύπωση σε κυλινδρικά πιεστήρια, ορίζεται στο ήµισυ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΑ΄ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ∆ΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 32

Καταργούνται µε την επιφύλαξη της παραγράφου 2, εδάφιο β΄ του

άρθρου 1: 1. Ο Ν. 330/1976 «περί επαγγελµατικών σωµατείων και ενώσεων και

διασφαλίσεως της συνδικαλιστικής ελευθερίας». Η παράγραφος 2 του άρθρου µόνου του Α.Ν. 620/1945 «περί

τροποποιήσεως και συµπληρώσεως των νόµων 148 του 1945, 274 του 1945 και 581 του ιδίου έτους».

3. Ο Α.Ν. 1803/1951 «περί προστασίας των συνδικαλιστικών στελεχών».

4. Οι διατάξεις νόµων, βασιλικών διαταγµάτων, αναγκαστικών νόµων και νοµοθετικών διαταγµάτων, που είχαν καταργηθεί µε το άρθρο 41 παράγραφος 1 του Ν. 330/1976 θεωρούνται επίσης καταργηµένες.

5. Ο Ν. 643/1977 «περί διασφαλίσεως της συνδικαλιστικής ελευθερίας των δηµοσίων υπαλλήλων και περί του δικαιώµατος της απεργίας αυτών».

6. Όσες διατάξεις νόµων, διαταγµάτων και υπουργικών αποφάσεων είναι αντίθετες προς τις διατάξεις του παρόντος νόµου ή αναφέρονται σε θέµατα ρυθµιζόµενα µε αυτόν.

Άρθρο 33

Η ισχύς αυτού του νόµου αρχίζει από τη δηµοσίευσή του στην Εφηµερίδα της Κυβέρνησης.

205

ΜΕΡΟΣ ΟΓ∆ΟΟ ∆ΙΑΚΗΡΥΞΕΙΣ ΚΑΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΣΥΝ∆ΙΚΑΛΙΣΤΙΚΩΝ

ΠΑΡΑΤΑΞΕΩΝ ΤΗΣ ΟΛΜΕ 1α. ∆ΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΗΣ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ

1. Η Αγωνιστική Συνεργασία είναι αυτόνοµη, ανεξάρτητη, σύγχρονη, ανανεωτική, ριζοσπαστική, δηµοκρατική, ενωτική, ενιαία, ταξική συνδικαλιστική κίνηση, που λειτουργεί και αναπτύσσει τη δράση της σε όλα τα επίπεδα του συνδικαλιστικού κινήµατος των καθηγητών της ∆ευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης.

Συγκεκριµένα, η Αγωνιστική Συνεργασία: • είναι αυτόνοµη από κάθε είδους κυβερνητικές, κρατικές και

κοµµατικές παρεµβάσεις • παλεύει για την ανεξαρτησία των συνδικαλιστικών οργανώσεων από

κάθε είδους µηχανισµούς που συντηρούν και αναπαράγουν την πολιτική, οργανωτική ή οποιασδήποτε άλλης µορφής εξάρτησή τους

• επιδιώκει την ολόπλευρη και ουσιαστική ανανέωση του συνδικαλιστικού κινήµατος (προγραµµατική, ιδεολογική, οργανωτική, ηλικιακή κ.λπ)

• έχει ριζοσπαστικό λόγο, προτάσεις και θέσεις που στοχεύουν στην ουσιαστική αναβάθµιση των εκπαιδευτικών, του δηµόσιου σχολείου και, γενικότερα, της δηµόσιας εκπαίδευσης

• είναι βαθιά δηµοκρατική σε όλες τις διαδικασίες, τις λειτουργίες και τα όργανά της. Ενισχύει την πολυφωνία σε κάθε µορφή συλλογικής έκφρασής της και επιδιώκει προωθητικές συνθέσεις. Παίρνει αποφάσεις µέσω των θεσµοθετηµένων οργάνων της σύµφωνα µε την αρχή της δηµοκρατικά εκφρασµένης πλειοψηφίας. ∆ιασφαλίζει το αναφαίρετο δικαίωµα της διαφορετικής γνώµης

• υποστηρίζει την ενότητα των εκπαιδευτικών στη δράση, στη βάση των συγκεκριµένων προβληµάτων που πρέπει να αντιµετωπιστούν κάθε φορά, µέσα από τη διαφορετικότητα των απόψεών τους

• είναι σταθερά υπέρ της ενιαίας έκφρασης του συνδικαλιστικού κινήµατος, που ξεπερνά τη διαίρεση των εργαζοµένων

• έχει ταξικό χαρακτήρα, προσανατολισµό και περιεχόµενο. Υπερασπίζεται αγωνιστικά τα δικαιώµατα των εκπαιδευτικών και των εργαζοµένων γενικότερα, σε τοπική, εθνική, ευρωπαϊκή και παγκόσµια κλίµακα.

2. Η Αγωνιστική Συνεργασία:

206

• είναι µια συνδικαλιστική κίνηση πανελλαδικού χαρακτήρα, που λειτουργεί µε χαλαρό παραταξιακό σχήµα

• ο βασικός προσανατολισµός της δουλειάς και της δράσης των µελών της είναι τα πρωτοβάθµια και δευτεροβάθµια συνδικαλιστικά όργανα (ΟΛΜΕ, ΕΛΜΕ), µε στόχο να ενισχυθεί ο παρεµβατικός, διεκδικητικός και αγωνιστικός τους ρόλος

• µέλη της Α.Σ. είναι οι καθηγητές της δηµόσιας ∆.Ε., µέλη της ΟΛΜΕ, που συµφωνούν µε τις αρχές και τις κατευθύνσεις της

• η συµµετοχή και η προσφορά των µελών της Α.Σ. στην παράταξη είναι εθελοντική

• η Α.Σ. στηρίζεται σε αποκλειστικά δικά της οικονοµικά µέσα, που προέρχονται µόνο από τις εισφορές των µελών της

• η Α.Σ. συγκροτείται αποκεντρωµένα σε κάθε περιοχή της χώρας ή του εξωτερικού, όπου υπάρχει ΕΛΜΕ.

3. Η Αγωνιστική Συνεργασία δεν καθοδηγείται στις λειτουργίες και τη δράση της από κανένα κοµµατικό ή άλλο όργανο.

Έχει ως πρώτη προτεραιότητά της τη συγκρότηση µιας νέας αγωνιστικής ενότητας του συνδικαλιστικού κινήµατος των καθηγητών ∆.Ε. Η οργανωτική ενότητα, η ενότητα πάνω στο πρόβληµα, η ενότητα στη δράση, ο σεβασµός των διαφορετικών απόψεων, η βασανιστική προσπάθεια για τη διαµόρφωση προωθητικών συνθέσεων, η ουσιαστική και µαζική συµµετοχή των καθηγητών στη λήψη των αποφάσεων αποτελούν τους όρους αυτής της νέας ενότητας, που είναι και κεντρικός στόχος της Α.Σ.

Η Α.Σ. επιδιώκει τη συγκρότηση ευρύτερων συσπειρώσεων και ψηφοδελτίων µε τις ζωντανές δυνάµεις της Αριστεράς και µε δηµοκράτες εκπαιδευτικούς που συµφωνούν να δράσουν και να αγωνιστούν από κοινού για συγκεκριµένα προβλήµατα της δηµόσιας εκπαίδευσης, των εκπαιδευτικών και, γενικότερα, των εργαζοµένων.

Στις επιδιώξεις της Α.Σ. συµπεριλαµβάνεται η προαγωγή της ισότητας των δύο φύλων σε όλες τις εκφάνσεις του συνδικαλιστικού κινήµατος. 1β. ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟ 12Ο ΣΥΝΕ∆ΡΙΟ ΤΗΣ ΟΛΜΕ (Ιούνιος 2005).

Ένα χρόνο µετά την κυβερνητική αλλαγή στη χώρα µας και ενώ οι αντεργατικές επιλογές της κυβερνητικής νεοφιλελεύθερης πολιτικής ξεδιπλώνονται (καθήλωση των κοινωνικών δαπανών, ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, ανεργία, ένταση των κοινωνικών ανισοτήτων κ.λπ), συνειδητοποιούµε ότι η ζωή µας ως πολιτών και η εργασία µας ως εκπαιδευτικών δυσκολεύουν ολοένα και περισσότερο.

207

Η κυβέρνηση της Ν.∆., βαδίζοντας στο δρόµο που χάραξαν οι προηγούµενες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, συνεχίζει την πολιτική της µισθολογικής καθήλωσης και της κοινωνικής απαξίωσης του εκπαιδευτικού και της υπονόµευσης της ∆ηµόσιας και δωρεάν Εκπαίδευσης.

Ο προϋπολογισµός λιτότητας του 2005, η τροµοκρατία των ελλειµµάτων και του ΕΚΟΦΙΝ, η ασφυκτική εισοδηµατική πολιτική, το αναθεωρηµένο «Πρόγραµµα Σταθερότητας», η καλπάζουσα ανεργία και ακρίβεια, η φοροµπηχτική πολιτική, ο ψευδεπίγραφος «Εθνικός ∆ιάλογος» για την Παιδεία είναι επαρκή δείγµατα κυβερνητικής γραφής, που δεν αφήνουν περιθώρια για αυταπάτες. Η «ήπια προσαρµογή» της Ν.∆., όπως και η «δηµιουργική λογιστική» του ΠΑΣΟΚ, δεν άργησε να αποδειχτεί λιτότητα χωρίς ηµεροµηνία λήξης.

Η χώρα µας βιώνει µια αλληλοτροφοδοτούµενη οικονοµική και θεσµική κρίση. Θεσµοί – πυλώνες της κρατικής εξουσίας, όπως η ∆ικαιοσύνη και η Εκκλησία, συγκλονίζονται από οικονοµικά και ηθικά σκάνδαλα. Το συνδικαλιστικό κίνηµα των καθηγητών πρέπει να εγγράψει στην ατζέντα των διεκδικήσεών του – όπως ήδη έχει αποφασίσει το 5ο Συνέδριο της ΟΛΜΕ, τον Ιούνιο του 1991 – τον πλήρη χωρισµό της Εκκλησίας από το Κράτος και την Εκπαίδευση.

Η κρίση που αντιµετωπίζει η χώρα µας σε όλους τους τοµείς της οικονοµικής, κοινωνικής, πολιτικής και πολιτιστικής ζωής εκδηλώνεται αναπόφευκτα και στους εκπαιδευτικούς θεσµούς µε ιδιαίτερη ένταση και καταλυτικές συνέπειες. Συµπτώµατα αυτής της κρίσης είναι η συνεχής υποβάθµιση της δηµόσιας εκπαίδευσης και των εκπαιδευτικών, η αµφισβήτηση των εργασιακών µας δικαιωµάτων, η συρρίκνωση του µαθητικού πληθυσµού στο Λύκειο, η όξυνση των αντιθέσεων και των συγκρούσεων γύρω από τα ζητήµατα της εκπαίδευσης µέσα και έξω από το σχολείο.

Για την αντιµετώπιση των κρίσιµων προβληµάτων σε όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης είναι αναγκαία µια άλλη εκπαιδευτική πολιτική, που θα στηρίζεται στην ευρύτερη δυνατή λαϊκή συµπαράταξη και θα κατευθύνεται από τα πορίσµατα της επιστήµης, µε στόχο την ποιοτική αναβάθµιση και την ανανέωση του εκπαιδευτικού συστήµατος.

Σε µια περίοδο που ο νεοφιλελευθερισµός ως ιδεολογία, πολιτική και διαχείριση του καπιταλισµού ηγεµονεύει σε διεθνές επίπεδο και στη χώρα µας, όρος ύπαρξης για το συνδικαλιστικό κίνηµα είναι η ενότητα, η συλλογικότητα, η αυτονοµία από κόµµατα και εξουσία, η κινηµατική λογική, η διεθνιστική αλληλεγγύη, η αγωνιστική στάση ζωής. Γι’ αυτό και επιδιώκουµε, µέσα από ευρύτερες µορφές συλλογικής δράσης, όπως είναι το Ευρωπαϊκό και το Παγκόσµιο Κοινωνικό Φόρουµ, να αντισταθούµε στη λαίλαπα του νεοφιλελευθερισµού.

208

∆εσµευόµαστε ότι θα συνεχίσουµε να υπερασπίζουµε µε επιµονή αυτές τις σταθερές, διαχρονικές αξίες. Θα συνεχίσουµε το δύσκολο δρόµο της σύνθεσης των απόψεων και της ενότητας στη δράση, µε τη βεβαιότητα ότι µόνο αυτή µπορεί να οδηγήσει στην ενεργοποίηση και στη συµπαράταξη όλων των δυνάµεων του κλάδου για την υπεράσπιση των κατακτήσεων και την ικανοποίηση των δίκαιων αιτηµάτων του. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΑΙΤΗΜΑΤΑ

Βασικός άξονας της πολιτικής της ΟΛΜΕ στα οικονοµικά ζητήµατα πρέπει να είναι η διεκδίκηση της καθιέρωσης εκπαιδευτικού µισθολογίου για τους καθηγητές, στο οποίο θα αποτυπώνονται η ιδιαιτερότητα και ο κρίσιµος χαρακτήρας του έργου τους.

∆ιεκδικούµε ένα εκπαιδευτικό µισθολόγιο στο οποίο θα εκφράζεται η αναγκαιότητα ο εκπαιδευτικός να ασκεί απερίσπαστος το εκπαιδευτικό-παιδαγωγικό του έργο, να έχει άνετη και διαρκή πρόσβαση στη βιβλιογραφία και τις εξελίξεις της επιστήµης του, της παιδαγωγικής και της διδακτικής, δυνατότητα συνεχούς παρουσίας και συµµετοχής στα πολιτιστικά δρώµενα και να µπορεί να αποχωρήσει από την υπηρεσία όσο είναι ακόµα σε βιολογική και πνευµατική ακµή.

Η παρατεταµένη λιτότητα και η αντιλαϊκή εισοδηµατική κυβερνητική πολιτική των τελευταίων χρόνων έχουν οδηγήσει τους µισθούς µας σε απαράδεκτα χαµηλά επίπεδα. Ακόµη και η προεκλογική εισοδηµατική πολιτική για το 2004, που µέσα από το νέο µισθολόγιο έδωσε µεγαλύτερες αυξήσεις από τις συνήθεις, επιφύλαξε για τους εκπαιδευτικούς άδικη µεταχείριση µε την εξαίρεσή µας από την καταβολή του επιδόµατος των 176 ευρώ. Ύστερα από τα παραπάνω το αίτηµά µας, να ζούµε µε αξιοπρέπεια από το µισθό µας, γίνεται σήµερα περισσότερο επίκαιρο. ∆εν µπορούµε άλλο να ανεχθούµε ο Έλληνας καθηγητής να αµείβεται µε το 50% του µέσου όρου των µισθών των καθηγητών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

∆ιεκδικούµε: • Εκπαιδευτικό µισθολόγιο για τους καθηγητές, το οποίο θα

αναπροσαρµόζεται και θα εξελίσσεται κάθε χρόνο µέσα από ουσιαστική και εφ’ όλης της ύλης κλαδική συλλογική σύµβαση.

• 25% αυξήσεις στις αποδοχές µας.

• Ενσωµάτωση όλων των επιδοµάτων (εκτός από το οικογενειακό και των επιδοµάτων αυξηµένης ευθύνης) στο βασικό µισθό.

• Ακώλυτη µισθολογική εξέλιξη: αποσύνδεση µισθού – βαθµού, όχι στη σύνδεση του µισθού µε «αξιολόγηση – απόδοση».

209

• Σταθερή σχέση εισαγωγικών – καταληκτικών αποδοχών (1:2,5) µε κλιµάκωση στα 30 χρόνια.

• Άµεση καταβολή του συνόλου των αναδροµικών του οικογενειακού επιδόµατος και σε κάθε περίπτωση για χρονικό διάστηµα τουλάχιστον 14 µηνών επιπλέον από την πρόβλεψη του Ν. 3205/03.

• Κατοχύρωση δικαιώµατος ουσιαστικών συλλογικών συµβάσεων εφ’ όλης της ύλης για τους καθηγητές (κατάργηση του Ν. 2738/99 και του άρ. 24 παρ.3 του Ν. 3205/03).

• Να καταργηθούν οι όροι χορήγησης του κινήτρου απόδοσης και να σταµατήσει σε κάθε περίπτωση η περικοπή του.

• Ουσιαστική αύξηση του οικογενειακού επιδόµατος. • ∆ιπλασιασµό της υπερωριακής αποζηµίωσης, που παραµένει

καθηλωµένη εδώ και 6 χρόνια, καθώς και των πάσης φύσης αµοιβών για τις πανελλαδικές εξετάσεις.

• Αύξηση των αµοιβών της ενισχυτικής διδασκαλίας, στο ύψος των αµοιβών της πρόσθετης διδακτικής στήριξης.

• Αφορολόγητο εισόδηµα στο ύψος των αποδοχών του νεοδιόριστου καθηγητή.

• Τιµαριθµοποίηση της φορολογικής κλίµακας αναδροµικά από το 1992.

• Αναγνώριση των χρόνων σπουδών όλων των καθηγητών για µισθολογική εξέλιξη (κατ’ αναλογία µε τη ρύθµιση που ισχύει για τους πτυχιούχους της ΑΣΕΤΕΜ /ΣΕΛΕΤΕ).

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ – ΣΥΝΤΑΞΙΟ∆ΟΤΙΚΑ ΑΙΤΗΜΑΤΑ

Θεµέλιο της επίθεσης κατά των ασφαλιστικών µας δικαιωµάτων είναι η κατάργηση ή ο περιορισµός της µισθωτής εργασίας και κατ’ επέκταση της κοινωνικής ασφάλισης.

Ο κλάδος µας έχει δώσει µακροχρόνιους αγώνες για την υπεράσπιση των ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών δικαιωµάτων µας.

Πιστεύουµε ότι πρέπει επιτέλους να υλοποιηθεί ολοκληρωµένα η κυβερνητική υπόσχεση για αναγνώριση της ιδιαιτερότητας του κλάδου µας, µε την ικανοποίηση του κεντρικού µας αιτήµατος για πλήρη σύνταξη στα 30 χρόνια υπηρεσίας χωρίς όριο ηλικίας και σταδιακή επέκταση των ειδικών ρυθµίσεων και στα ταµεία επικουρικής ασφάλισης (ΤΕΑ∆Υ, ΜΤΠΥ και ΤΠ∆Υ) µε την ταυτόχρονη λήψη µέτρων, ώστε να µην υπάρχουν δυσµενείς επιπτώσεις στα αποθεµατικά των ταµείων.

210

∆ιεκδικούµε: • Πλήρη σύνταξη στα 30 χρόνια υπηρεσίας, χωρίς όριο ηλικίας, και

υπολογισµό σε τριακοστά για όλους τους καθηγητές. • Θεµελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώµατος στα 25 χρόνια υπηρεσίας,

χωρίς όριο ηλικίας. • Κύρια σύνταξη ίση µε το 80% του συνόλου των αποδοχών, όπως αυτές

διαµορφώνονται κατά το µήνα αποχώρησης του εκπαιδευτικού.

• Κατάργηση του αντιασφαλιστικού-αντισυνταξιοδοτικού πλαισίου που επιβλήθηκε µε τους νόµους της περιόδου 1990-2002 και ειδικότερα των διαχωριστικών γραµµών σε ό, τι αφορά τα όρια ηλικίας για τους διορισθέντες πριν και µετά το ’83, πριν και µετά το ’93. Εξίσωση των ασφαλιστικών εισφορών που ισχύουν για τους µετά το ’93 διορισθέντες µε όλων των άλλων συναδέλφων.

• Να ενταχθεί στις συντάξιµες αποδοχές το επίδοµα εξωδιδακτικής απασχόλησης.

• ∆ιατήρηση του υφιστάµενου θεσµικού πλαισίου ως προς τους φορείς χορήγησης της κύριας σύνταξης, της επικουρικής, των µερισµάτων και του εφάπαξ.

• Εγγύηση του κράτους για τα κατώτερα ποσοστά σύνταξης από το ΜΤΠΥ και ΤΕΑ∆Υ, για τα οποία µέχρι πρόσφατα το κράτος ως εργοδότης δεν είχε καµιά συµµετοχή.

• Αναπροσαρµογές της κύριας σύνταξης µε βάση τις αυξήσεις των εν ενεργεία εκπαιδευτικών.

• Θεµελίωση δικαιώµατος συνταξιοδότησης σε περίπτωση θανάτου ή ολικής αναπηρίας, ανεξάρτητα από τα χρόνια υπηρεσίας, µε κατώτερο όριο σύνταξης στο ύψος του 80% των αποδοχών του νεοδιόριστου εκπαιδευτικού.

• Αναγνώριση ως συντάξιµου του χρόνου βασικών σπουδών σε ΑΕΙ-ΤΕΙ των εκπαιδευτικών, εφόσον οι σπουδές αυτές αποτελούν τυπικό προσόν διορισµού.

• Αναγνώριση ως δηµόσιας εκπαιδευτικής υπηρεσίας κάθε ασφαλισµένης εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας.

• Ανάληψη από το κράτος της ευθύνης για την κάλυψη των ελλειµµάτων που δηµιουργήθηκαν από την καταλήστευση των αποθεµατικών των Ταµείων.

211

• Πλήρη ιατροφαρµακευτική και υγειονοµική περίθαλψη. ∆ωρεάν περίθαλψη για οδοντιατρικά και φυσιοθεραπεία. ∆ωρεάν χορήγηση γυαλιών όρασης και φακών επαφής.

• Βελτίωση των διοικητικών διαδικασιών απονοµής των νοµοθετηµένων ασφαλιστικών παροχών και εξάλειψη της πολύχρονης αναµονής και γραφειοκρατίας.

• Πραγµατική αυτοδιοίκηση και αυτοδιαχείριση των Ταµείων µας και αξιοποίηση των αποθεµατικών τους για την ικανοποίηση αναγκών των ασφαλισµένων (στέγη – δάνεια - παιδικοί σταθµοί - κατασκηνώσεις κ.λπ).

Πιστεύουµε ότι πρέπει η ΟΛΜΕ να προετοιµάσει και να οργανώσει, στα πλαίσια του δηµοσιοϋπαλληλικού κινήµατος, τον αγώνα των εκπαιδευτικών για απόκρουση των κυβερνητικών επιλογών και αποδοχή των προτάσεών µας.

ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ ΑΙΤΗΜΑΤΑ

Με το νοµοθετικό πλαίσιο που ισχύει επιδεινώθηκε το εργασιακό καθεστώς των εκπαιδευτικών, κατακτηµένα εργασιακά δικαιώµατα αµφισβητούνται και πολλοί συνάδελφοι καταδικάζονται σε εργασιακή περιπλάνηση και ανασφάλεια. Ο Ν. 2986/02 και το «καθηκοντολόγιο» επιβάλλουν ένα ασφυκτικό διοικητικό πλαίσιο, µέσω του οποίου επιχειρείται η χειραγώγηση και η υποταγή του εκπαιδευτικού, ώστε να περιοριστεί σε ρόλο εκτελεστικού οργάνου της εκάστοτε κυβερνητικής πολιτικής.

∆ιεκδικούµε: • Κατάργηση του νόµου 2896/2002 για τη διοίκηση της εκπαίδευσης,

του «καθηκοντολόγιου» και όλου του πλαισίου µε το οποίο επιχειρείται να χειραγωγηθεί ο εκπαιδευτικός.

• Πλήρη παιδαγωγική ελευθερία και δηµοκρατία στο σχολείο, σεβασµό στα εργασιακά µας δικαιώµατα.

• Όχι στην αξιολόγηση-«χειραγώγηση». • ∆ιασφάλιση της οργανικότητας της θέσης και του ισχύοντος

εργασιακού καθεστώτος. Τοποθέτηση των νεοδιορίστων και µετατιθέµενων σε οργανική θέση.

• Να επαναφερθούν στο ΚΥΣ∆Ε οι αρµοδιότητες που του αφαιρέθηκαν µε πρόσφατες νοµοθετικές ρυθµίσεις (∆ιορισµοί, αποσπάσεις στα ΑΕΙ, διοικητικές θέσεις κ.λπ).

212

• Να θεσµοθετηθούν µοριοδοτούµενα κριτήρια για όλες τις κατηγορίες αποσπάσεων (από νοµό σε νοµό, από σχολείο σε σχολείο, στον ΟΕΕΚ και τα ΙΕΚ, στα ΑΕΙ-ΤΕΙ, σε διοικητικές θέσεις κ.λπ).

• Κατοχύρωση πλήρων πολιτικών δικαιωµάτων στους δηµόσιους υπαλλήλους.

• Ριζική αλλαγή του ∆ηµοσιοϋπαλληλικού Κώδικα µε κατάργηση των αυταρχικών διατάξεών του.

• Να κατοχυρωθεί ότι οι αναθέσεις διδασκαλίας των µαθηµάτων (Γυµνασίων, Λυκείων και ΤΕΕ) ρυθµίζονται µε συµφωνία ΥΠΕΠΘ -ΟΛΜΕ.

• Πρόσληψη και τοποθέτηση γραµµατέων, επιστατών και φυλάκων σε όλα τα σχολεία.

• Να οργανωθούν µε ευθύνη του ΥΠΕΠΘ κατασκηνώσεις για τα παιδιά των εκπαιδευτικών.

ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΕΣ ∆ιορισµοί-εργασιακά δικαιώµατα.

Είναι σαφές, µετά και τις εξελίξεις των τελευταίων χρόνων, ότι η ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων µε την επέκταση του θεσµού του αναπληρωτή και ωροµίσθιου αποτελεί σήµερα µια από τις µεγαλύτερες πληγές του δηµόσιου σχολείου.

Κυβερνητική πολιτική εξακολουθεί να είναι η κάλυψη ενός µεγάλου µέρους των αναγκών της εκπαίδευσης µε ελαστικές και ανασφαλείς εργασιακές σχέσεις. ∆εν πρέπει και δεν µπορούµε να αφήσουµε αυτή τη κατάσταση να συνεχίζεται. Απειλεί τη δηµόσια εκπαίδευση και τις κατακτήσεις του εκπαιδευτικού κινήµατος αυτή η υπονόµευση, η αναίρεση, ουσιαστικά, της µόνιµης και αξιοπρεπούς εργασίας. ∆ιεκδικούµε:

• Μονιµοποίηση όλων όσοι συµπληρώνουν 18 µήνες προϋπηρεσίας ως αναπληρωτές ή ωροµίσθιοι στα δηµόσια σχολεία. Θέσπιση ανώτατου ορίου στην αναπλήρωση τους 18 µήνες υπηρεσίας..

• Κανείς αναπληρωτής να µην απολυθεί ως την οριστική µονιµοποίησή του.

• Πλήρη εργασιακά, ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώµατα για τους αναπληρωτές.

• Οι συµβάσεις των αναπληρωτών να λύνονται µε τη λήξη του σχολικού έτους, δηλαδή στις 31 Αυγούστου.

213

• Να υπολογίζεται η προϋπηρεσία του αναπληρωτή - ωροµίσθιου στη µετέπειτα βαθµολογική του εξέλιξη ως µονίµου.

• Πλήρη ιατροφαρµακευτική περίθαλψη για τους αναπληρωτές.

• Κατάργηση τώρα του θεσµού του ωροµίσθιου καθηγητή. • Κατάργηση του διαγωνισµού του ΑΣΕΠ. Να µη γίνει νέος

διαγωνισµός. • Ένταξη των ΙΕΚ, των ΚΕΚ, των σχολών του ΟΑΕ∆ κ.λπ. στο ενιαίο

σύστηµα διορισµών στην εκπαίδευση. Οι διορισµοί αυτοί να γίνονται µε βάση τη διαδικασία πρόσληψης και τοποθέτησης των αναπληρωτών και ωροµισθίων εκπαιδευτικών στη ∆ευτεροβάθµια Εκπαίδευση.

• Κάθε διορισµός, από την επόµενη χρονιά, αναπληρωτή ή ωροµίσθιου καθηγητή στη δηµόσια δευτεροβάθµια ή πρωτοβάθµια εκπαίδευση να πραγµατοποιείται από τον ενιαίο πίνακα αναπληρωτών (πίνακα κατάταξης µε βάση την πραγµατική εκπαιδευτική προϋπηρεσία σε δηµόσιες σχολικές µονάδες της δευτεροβάθµιας ή πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης του ΥΠΕΠΘ) και, σε περίπτωση εξάντλησής του, από πίνακα µε βάση την ηµεροµηνία λήψης πτυχίου (σηµερινός πίνακας Γ΄, που πρέπει να συσταθεί για όλες τις ειδικότητες).

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ Στη διετία που µεσολάβησε από το 11ο Συνέδριο έγινε σαφές ότι οι παρατάξεις του κυβερνητικού συνδικαλισµού, ανάλογα µε το αν βρίσκονται ή όχι στην εξουσία, αποδέχονται ή απορρίπτουν τις προτεινόµενες µορφές αξιολόγησης σύµφωνα µε τις µικροπαραταξιακές τους σκοπιµότητες.

Με συνεπή λόγο και σταθερό προσανατολισµό στην υπεράσπιση των συµφερόντων της εκπαίδευσης και του κλάδου, αντισταθήκαµε σε όποια απόπειρα χειραγώγησης του κλάδου µέσω της αξιολόγησης.

Επιµένοντας στις ίδιες αρχές: • Απορρίπτουµε κάθε αυταρχικό πλαίσιο που στο όνοµα της

«αξιολόγησης» δηµιουργεί σχέσεις εξάρτησης και υποταγής στο χώρο του σχολείου µε τον υποκειµενικό και αυθαίρετο έλεγχο από µονοπρόσωπα και ελεγχόµενα όργανα (σχολικός σύµβουλος – διευθυντής).

• ∆ε θα επιτρέψουµε τη µετάλλαξη του σχολικού συµβούλου σε αξιολογητή – επιθεωρητή. Αντίθετα, απαιτούµε την αναβάθµιση του

214

ρόλου του σε εκείνο του επιστηµονικού και παιδαγωγικού συµβούλου και συνεργάτη.

• Αρνούµαστε κάθε απόπειρα σύνδεσης του µισθού, του βαθµού ή της µονιµότητας µε την απόδοση του εκπαιδευτικού.

• Απαιτούµε την ανάδειξη του συλλόγου των καθηγητών σε κυρίαρχο όργανο στη διαδικασία προγραµµατισµού, παρακολούθησης και αποτίµησης του εκπαιδευτικού έργου και στην ανάδειξη των στελεχών της σχολικής µονάδας.

• ∆ιεκδικούµε θεσµούς πραγµατικής ενίσχυσης του εκπαιδευτικού έργου και του εκπαιδευτικού απαιτώντας εκδηµοκρατισµό, ουσιαστική επιµόρφωση και οικονοµικά µέσα που θα στηρίζουν στην πράξη πρωτοβουλίες του συλλόγου καθηγητών σε συνεργασία µε τους σχολικούς συµβούλους. Το σύνολο των θέσεών µας για µια ουσιαστική, δηµοκρατική,

συµµετοχική και δηµιουργική αποτίµηση του εκπαιδευτικού έργου προϋποθέτει ένα άλλο, δηµοκρατικό εκπαιδευτικό σύστηµα, ριζικά διαφορετικό από το σηµερινό. Η δράση µας σήµερα προς αυτή την κατεύθυνση δηµιουργεί τις κοινωνικές και πολιτικές προϋποθέσεις για ένα ριζικό δηµοκρατικό µετασχηµατισµό του εκπαιδευτικού συστήµατος. ∆ΙΟΙΚΗΣΗ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗΣ

Τόσο η σηµερινή κυβέρνηση, όσο και οι προηγούµενες, στο ευαίσθητο θέµα της επιλογής διευθυντικών στελεχών της εκπαίδευσης ακολουθούν την ίδια πολιτική, που καθορίζεται από κοµµατικά κριτήρια. Είναι καιρός να πάρουν τέλος οι επιλογές αυτές, που συντηρούν την αναξιοκρατία στο χώρο της εκπαίδευσης.

Αγωνιζόµαστε για τη διαµόρφωση και εφαρµογή ενός θεσµικού πλαισίου επιλογής διευθυντικών στελεχών της εκπαίδευσης, που θα διέπεται από τις αρχές της αξιοκρατίας, της διαφάνειας και της αντικειµενικότητας. Ενός θεσµικού πλαισίου που θα εξασφαλίζει τη δηµοκρατική λειτουργία, την ανεξαρτησία και την αυτοτέλεια των Υπηρεσιακών Συµβουλίων και των Συµβουλίων Επιλογής Στελεχών της Εκπαίδευσης. Ενός θεσµικού πλαισίου που θα κατοχυρώνει τη θέση και τον ουσιαστικό ρόλο του Συλλόγου των ∆ιδασκόντων και των µαχόµενων Εκπαιδευτικών και θα προωθεί τη δηµοκρατία στο χώρο του σχολείου.

Για την επιλογή των στελεχών εκπαίδευσης προτείνουµε: • Τα στελέχη της εκπαίδευσης επιλέγονται µε 4ετή θητεία. • Τα κριτήρια επιλογής στο σύνολό τους µοριοδοτούνται.

215

• Η συνέντευξη έχει µικρή συµβολή στη συνολική βαθµολογία και τα επιµέρους στοιχεία της µοριοδοτούνται ανάλογα.

• Για την κρίση των διευθυντών των σχολείων απαιτείται η έκφραση γνώµης του συλλόγου από τον οποίο προέρχονται.

• Οι υποδιευθυντές εκλέγονται από το σύλλογο διδασκόντων. Για τα Υπηρεσιακά Συµβούλια προτείνουµε:

• Οι εκλογές για την ανάδειξη των αιρετών στα Υπηρεσιακά Συµβούλια να αποτελούν υπόθεση αποκλειστικά του συνδικαλιστικού κινήµατος.

• Εκλογή τρίτου αιρετού στα Υπηρεσιακά Συµβούλια. • Θεσµοθέτηση ενός νέου πλαισίου για τη συγκρότηση και λειτουργία

πραγµατικά ανεξάρτητων και µη ελεγχόµενων από την εκάστοτε εξουσία Υπηρεσιακών Συµβουλίων. Ενός πλαισίου που θα κατοχυρώνει την αξιοκρατία, τη διαφάνεια, την αντικειµενικότητα, τη δικαιοσύνη και τη δηµοκρατική τους λειτουργία.

ΒΑΣΙΚΗ ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗ - ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ Κατά την άποψή µας, η επιµόρφωση των εκπαιδευτικών και η ανάγκη

της ανανέωσης του επιστηµονικού και παιδαγωγικού εξοπλισµού τους αποτελούν ζωτικής σηµασίας λειτουργίες, για να µπορεί η εκπαίδευση να παρακολουθεί τις σύγχρονες εξελίξεις.

Η σηµερινή κυβέρνηση, συνεχίζοντας την πολιτική των προηγούµενων κυβερνήσεων, υποβαθµίζει ουσιαστικά την επιµόρφωση. ∆εν διαθέτει τα απαιτούµενα κονδύλια για την οργάνωσή της και δεν έχει προχωρήσει σε κανενός είδους σχεδιασµό προγραµµάτων επιµόρφωσης. Όχι µόνο δε στηρίζει καµία προσπάθεια επιστηµονικής αναβάθµισης των εκπαιδευτικών, αλλά αντίθετα περικόπτει το κίνητρο απόδοσης στους µετεκπαιδευόµενους συναδέλφους.

Στον κεντρικό πυρήνα της επιµορφωτικής διαδικασίας πρέπει να περιλαµβάνεται η µακράς διάρκειας επιµόρφωση όλων των εκπαιδευτικών και η καθιέρωση υποτροφιών µε αδιάβλητες και αξιοκρατικές διαδικασίες για όλους τους εκπαιδευτικούς. Προτάσεις

• Άµεση καθιέρωση επαρκούς και σύγχρονης ψυχοπαιδαγωγικής κατάρτισης και πρακτικής άσκησης όλων των υποψήφιων εκπαιδευτικών µε την προσθήκη ενός έτους για όσους σκοπεύουν να εργαστούν στην εκπαίδευση.

• Καθιέρωση ετήσιας και περιοδικής επιµόρφωσης µε ταυτόχρονη απαλλαγή από τα διδακτικά καθήκοντα. Βασικός φορέας αυτής της

216

επιµόρφωσης να είναι τα ΠΕΚ, εφόσον λειτουργούν µε συµµετοχικότητα, αυτοτέλεια, δηµοκρατία, αξιοκρατία, διαφάνεια κ.λπ. Ιδιαίτερα σηµαντικός πρέπει να είναι ο ρόλος των επιστηµονικών και συνδικαλιστικών οργανώσεων των εκπαιδευτικών, όπως και των Τριτοβάθµιων Ιδρυµάτων.

• Καθιέρωση επιµόρφωσης µικρής διάρκειας συµπληρωµατικού χαρακτήρα ως προς τη µακράς διάρκειας επιµόρφωση, που θα αφορά ιδιαίτερες περιπτώσεις (νέα προγράµµατα και βιβλία, διδακτικές καινοτοµίες, διαπολιτισµική και αντιρατσιστική εκπαίδευση, καινοτόµες δράσεις κ.λπ).

• Κέντρα Στήριξης του Εκπαιδευτικού Έργου.

• Θεσµοθέτηση της µετεκπαίδευσης των εκπαιδευτικών της ∆ευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης και σύνδεσή της µε µεταπτυχιακό τίτλο σπουδών. Φορέας πρέπει να είναι κατά κύριο λόγο τα ΑΕΙ. Η επιλογή µεταξύ των υποψηφίων να γίνεται µε αξιοκρατικές και αδιάβλητες διαδικασίες, ενώ πρέπει να προβλέπονται κίνητρα τόσο για τους µετεκπαιδευόµενους, όσο και για τους διδάσκοντες και επιβλέποντες καθηγητές.

• Ουσιαστική αναµόρφωση του θεσµικού πλαισίου του ΙΚΥ και διεύρυνση και ενίσχυση των προγραµµάτων ανταλλαγής εκπαιδευτικών σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Ο ΟΕΠΕΚ, εξαρτηµένος από την εκάστοτε ασκούµενη εκπαιδευτική

πολιτική, δεν παρακολουθεί τις εκπαιδευτικές εξελίξεις και έχει µεταβληθεί σε ένα γραφειοκρατικό οργανισµό, που επισωρεύει προβλήµατα αντί να τα επιλύει. Σε κάθε περίπτωση, και παρά τις αδυναµίες του, η αναστολή της λειτουργίας του επί ένα σχεδόν έτος δηµιούργησε σοβαρά προβλήµατα στην επιµορφωτική διαδικασία.

∆εν µπορούµε όµως να αποδεχθούµε έναν Οργανισµό, ο οποίος θα επιδιώκει να διασφαλίσει την «οικονοµική του αυτάρκεια µέσω προσφοράς αµειβοµένου έργου».

Σε καµία περίπτωση δεν αποδεχόµαστε την ανάληψη επιµορφωτικών δραστηριοτήτων που αφορούν εκπαιδευτικούς του ∆ηµοσίου από ιδιωτικούς φορείς.

Λειτουργίες, όπως αυτές που ανατέθηκαν στον ΟΕΠΕΚ, θα έπρεπε να ανατεθούν σε ένα ουσιαστικά αναβαθµισµένο, δηµοκρατικής δοµής και λειτουργίας Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, το οποίο κάτω από κατάλληλες συνθήκες θα µπορούσε να αναλάβει ένα τέτοιο ρόλο, όπως και να ενοποιήσει

217

το σύνολο των λειτουργιών παρακολούθησης και στήριξης του εκπαιδευτικού έργου σε όλους τους επιµέρους τοµείς.

ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΤΙΚΑ Γυµνάσιο

Η εκπαιδευτική πολιτική των τελευταίων χρόνων εξακολουθεί να αγνοεί τις σοβαρές αδυναµίες που παρατηρούνται στο Γυµνάσιο.

Ανάµεσα στα προβλήµατα του Γυµνασίου, που διεκδικούµε να αντιµετωπιστούν άµεσα, συγκαταλέγονται:

• Τα µεγάλα ποσοστά οργανικού και λειτουργικού αναλφαβητισµού. • Η έλλειψη σωστής σύνδεσης ανάµεσα στο Γυµνάσιο και στο

∆ηµοτικό.

• Το αναχρονιστικό πρόγραµµα σπουδών, που αγνοεί σε µεγάλο βαθµό τις σύγχρονες εξελίξεις.

• Τα ξεπερασµένα και σε µεγάλο βαθµό ακατάλληλα σχολικά βιβλία και άλλα διδακτικά υλικά.

• Η εµµονή σε παραδοσιακές, άκαµπτες διδακτικές πρακτικές που δε λαµβάνουν υπόψη τους την ιδιαιτερότητα των µαθητών.

• Η υποβάθµιση του συλλογικού πνεύµατος και της αλληλεγγύης. • Ο εθνοκεντρικός και µονοδιάστατος πολιτισµικά χαρακτήρας του

προγράµµατος και του παιδαγωγικού κλίµατος στο σχολείο.

• Το σοβαρό έλλειµµα στον τοµέα της αντισταθµιστικής εκπαίδευσης, που οδηγεί πολλούς µαθητές και µαθήτριες σε πρόωρη εγκατάλειψη των σπουδών.

Λύκειο

Η υποταγή του Λυκείου, αλλά και των ΤΕΕ, στις εξεταστικές διαδικασίες για την πρόσβαση στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση, σε βάρος του διδακτικού – παιδαγωγικού έργου ακύρωσε το µορφωτικό ρόλο του σχολείου και το µετέτρεψε σε ένα συνεχή εξεταστικό µαραθώνιο, µε σοβαρές συνέπειες τόσο για τη µορφωτική αυτονοµία και το µορφωτικό αποτέλεσµα, όσο και για τη σωµατική και ψυχική υγεία των µαθητών. Ο εξετασιοκεντρικός χαρακτήρας του Λυκείου, παρά τα εξαγγελλόµενα, διατηρείται. Η µορφωτική αφυδάτωση του Λυκείου υφίσταται, όσο ισχύει η ταύτιση της εξεταστέας ύλης µε τη διδακτέα, καθώς η παρεχόµενη γνώση περιορίζεται στα εξεταστικώς αναγκαία και χρήσιµα. Αλλά και µε τη διάκριση των µαθηµάτων του προγράµµατος σε δύο κατηγορίες (πανελλαδικώς εξεταζόµενα και µη) υποβαθµίζονται σηµαντικοί τοµείς της γνώσης. Συνολικά, ο τρόπος

218

αξιολόγησης και εξετάσεων που εφαρµόζεται, ακόµη και µε αυτές τις αλλαγές, δεν ενισχύει την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης και της δηµιουργικότητας των µαθητών του Λυκείου, ενώ ο ρόλος της αποστήθισης παραµένει κυρίαρχος.

Το περιεχόµενο σπουδών του Λυκείου εξακολουθεί να είναι µακριά από τις σύγχρονες ανάγκες και προβληµατισµούς. Παραµένει εγκλωβισµένο ανάµεσα στις παραδοσιακές αντιλήψεις για τη γνώση και σε ένα τεχνοκρατικό εκσυγχρονισµό, που σε καµία περίπτωση δεν µπορεί να εξασφαλίσει την ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας των νέων του σήµερα. Τοµείς σηµαντικοί για την ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας των µαθητών, όπως είναι οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήµες, η αισθητική καλλιέργεια, η περιβαλλοντική εκπαίδευση, η αγωγή υγείας, η προετοιµασία συνολικά του σύγχρονου ενεργού πολίτη, δεν έχουν τη θέση που τους αρµόζει στο Ενιαίο Λύκειο. Οι όποιες δυνατότητες για την καλλιέργεια αυτών των τοµέων στο Λύκειο εξανεµίζονται κάτω από την ασφυκτική πίεση των εξεταστικών διαδικασιών για την πρόσβαση στην Τριτοβάθµια Εκπαίδευση.

Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΝΙΑΙΟ ΛΥΚΕΙΟ

Το Ενιαίο Λύκειο πρέπει να παρέχει ενιαία σε όλους τους µαθητές και σε όλες τις µαθήτριες:

α) Ολοκληρωµένη γενική µόρφωση, αντίστοιχη µε την ηλικία των µαθητών και τις σύγχρονες κοινωνικές απαιτήσεις. Βασική επιδίωξη της γενικής µόρφωσης στο λύκειο είναι η διαµόρφωση πολιτών που έχουν συνείδηση των προβληµάτων του κοινωνικού και φυσικού περιβάλλοντος και είναι ικανοί να ενεργούν αποτελεσµατικά και δραστήρια για την αντιµετώπισή τους.

β) Σύνολο επιλεγόµενων αντικειµένων, που στοχεύουν στην ικανοποίηση των ιδιαίτερων ενδιαφερόντων και των προεπαγγελµατικών απαιτήσεων των µαθητών, ώστε να εξασφαλίζεται η συνέχιση των σπουδών τους σε ειδικότερους τοµείς της µεταδευτεροβάθµιας εκπαίδευσης και κατάρτισης (πανεπιστηµιακής και µη).

Το λύκειο που µπορεί να παρέχει τέτοιου είδους µόρφωση και να περιορίζει τις άνισες ευκαιρίες στα παιδιά της εργατικής τάξης και των υποβαθµισµένων κοινωνικών στρωµάτων είναι ένα πραγµατικά Ενιαίο Λύκειο.

Το Ενιαίο Λύκειο πρέπει να ενταχθεί στη διευρυµένη υποχρεωτική εκπαίδευση, η οποία να περιλαµβάνει µέρος της προσχολικής, το σηµερινό εννιάχρονο και το λύκειο. Επίσης, πρέπει να ληφθούν µέτρα για την ενιαιοποίηση της επαγγελµατικής κατάρτισης και ειδίκευσης σε ένα δηµόσιο σύστηµα.

219

∆ιεκδικούµε: • Αγωνιζόµαστε για ενιαία δωδεκάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση

ποιοτικά αναβαθµισµένη, που θα παρέχεται ως δηµόσιο αγαθό σε όλους, χωρίς διακρίσεις και αποκλεισµούς.

• Αύξηση των κρατικών δαπανών για την παιδεία στο 5% του ΑΕΠ. • Ανώτατο όριο 25 µαθητών σε κάθε τµήµα, 20 µαθητών στα ΤΕΕ και

10 µαθητών ανά καθηγητή στα εργαστήρια των ΤΕΕ. Να υπολογίζονται διπλά στη δύναµη των τµηµάτων οι µε µαθησιακά προβλήµατα και γλωσσικές ιδιαιτερότητες.

• Πρωινή λειτουργία όλων των σχολείων και εξοπλισµός τους µε όλα τα απαιτούµενα µέσα (σχολική βιβλιοθήκη, εργαστήρια, αίθουσα υπολογιστών κ.λπ), βάσει ενός βραχυπρόθεσµου, σωστά σχεδιασµένου προγραµµατισµού.

• Ανάπτυξη της διαπολιτισµικής, αντιρατσιστικής εκπαίδευσης σε όλα τα επίπεδα και τους θεσµούς της εκπαίδευσης.

• Ουσιαστικά µέτρα και πολιτικές αντισταθµιστικής εκπαίδευσης. Να λειτουργήσουν άµεσα Ζώνες Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας.

• Να λειτουργήσουν παιδικοί σταθµοί για τα παιδιά των εργαζόµενων µαθητών.

Τεχνική-Επαγγελµατική Εκπαίδευση

Είναι γεγονός αναµφισβήτητο πως η εκπαιδευτική πολιτική που ασκήθηκε τα τελευταία χρόνια για την Τεχνική Επαγγελµατική Εκπαίδευση δηµιούργησε σοβαρά προβλήµατα. Η πολιτική αυτή, όπως εκφράστηκε µε τους νόµους 2525/97 και 2640/98, απέτυχε παταγωδώς, όχι µόνο γιατί ο σχεδιασµός και η στόχευσή της ήταν εξαρχής σε αντιεκπαιδευτική κατεύθυνση, αλλά και γιατί ακολουθήθηκε µια πολιτική διακρίσεων σε βάρος των µαθητών και των εκπαιδευτικών της ΤΕΕ, που πρέπει άµεσα να εγκαταλειφθεί.

Η σηµερινή ηγεσία του ΥΠΕΠΘ υποστηρίζει ότι «θα δηµιουργήσει το Επαγγελµατικό Λύκειο και θα αναβαθµίσει την Τ.Ε.Ε» χωρίς όµως να ξεκαθαρίζει το περιεχόµενο και του στόχους του νέου τύπου σχολείου που εξαγγέλλει και χωρίς να δεσµεύεται για το εργασιακό καθεστώς των εκπαιδευτικών της ΤΕΕ. Είναι δε γεγονός ότι πολλές φορές, όταν εξαγγέλλονται αλλαγές, οι τίτλοι φαντάζουν ελκυστικοί, όµως η δοµή και το περιεχόµενο του σχολείου δεν αλλάζουν ή ακόµη και χειροτερεύουν.

Η πρότασή µας για τα άµεσα µέτρα αναβάθµισης της Τεχνικής Επαγγελµατικής Εκπαίδευσης είναι η παρακάτω:

220

• Κατάργηση του νοµοθετικού πλαισίου (Ν. 2525/97 και Ν. 2640/98), ώστε να αρθεί ο κάθετος διαχωρισµός «Ενιαίου Λυκείου» – Τ.Ε.Ε.

• Ισότιµη ένταξη της Τ.Ε.Ε. στο Λύκειο µε ό, τι αυτό συνεπάγεται.

221

2. ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΩΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ – ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΕΩΝ – ΚΙΝΗΣΕΩΝ ΣΤΟ 12Ο ΣΥΝΕ∆ΡΙΟ ΤΗΣ ΟΛΜΕ (Ιούνιος 2005).

Οι σύγχρονες οικονοµικές και κοινωνικές εξελίξεις, που πραγµατοποιούνται στο πλαίσιο της καπιταλιστικής παγκοσµιοποίησης, διαµορφώνουν ένα διαφορετικό σκηνικό για τη δοµή και τη λειτουργία της δηµόσιας εκπαίδευσης, αλλά και τον ίδιο το χαρακτήρα του εκπαιδευτικού - συνδικαλιστικού κινήµατος. Βασικά χαρακτηριστικά αυτών των εξελίξεων είναι η διεύρυνση των ανισοτήτων σε όλα τα επίπεδα, η διόγκωση της ανεργίας, η φτώχεια, η στέρηση και ο κοινωνικός αποκλεισµός για όλο και µεγαλύτερες οµάδες ανθρώπων, η ενίσχυση της εξουσίας και η στενότερη διαπλοκή της µε τα µεγάλα οικονοµικά συµφέροντα, ο έλεγχος στην πληροφόρηση και την ενηµέρωση, η υποβάθµιση της ποιότητας και των συνθηκών ζωής και οι συχνά ανεπανόρθωτες καταστροφές στο φυσικό περιβάλλον.

Η νεοφιλελεύθερη οικονοµική πολιτική και η διαρκώς εντεινόµενη ιδιωτικοποίηση, που υπονοµεύει ακόµη και το θεµελιακό πυρήνα του κοινωνικού κράτους, απειλούν ολοένα και περισσότερο τη δηµόσια εκπαίδευση ως κοινωνικό αγαθό και υποχρέωση της Πολιτείας, και δηµιουργούν ακόµη περισσότερα εµπόδια στην επίτευξη του βασικού στόχου για επαρκή µόρφωση σε όλους τους νέους χωρίς φραγµούς και διακρίσεις.

Η κυβέρνηση της Ν∆ συνεχίζει και βαθαίνει την πολιτική λιτότητας, ακρίβειας και καταλήστευσης των λαϊκών εισοδηµάτων. Μια πολιτική που δεν δίνει ούτε 2% αύξηση στους εκπαιδευτικούς, ενώ οι αυξήσεις στα είδη λαϊκής κατανάλωσης ξεπερνούν το 10% και οι απώλειες των τελευταίων χρόνων ξεπερνούν το 30%. Πολιτική που δε δίνει στους εργαζόµενους ούτε 1 ευρώ από τη σταθερά σηµαντική αύξηση της παραγωγικότητας και του Α.Ε.Π. Πολιτική που όχι µόνο δε δηµιουργεί νέες θέσεις δουλειάς, αλλά εξαθλιώνει την εργασία, επεκτείνοντας και γενικεύοντας τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις και επιβάλλει το καθεστώς της ηµιαπασχόλησης, της µερικής εργασίας και της ωροµίσθιας. Πολιτική που ταυτόχρονα αυξάνει δραµατικά τα κέρδη των επιχειρήσεων και αυξάνει ακόµα περισσότερο την ψαλίδα ανάµεσα στα φτωχότερα και πλουσιότερα στρώµατα της κοινωνίας. Πολιτική που καταρρίπτει καθηµερινά τους µύθους της ευρωπαϊκής σύγκλισης, αφού οι τιµές είναι πια «Βρυξελλών», οι µισθοί όµως συνεχίζουν να είναι «Αθηνών». Το αντιλαϊκό πρόσωπο του προϋπολογισµού φαίνεται και από το ότι η αύξηση κατά 8% των εσόδων του δεν θα προέλθει από τη φορολόγηση των κερδών των επιχειρήσεων και συνολικά του κεφαλαίου, αλλά από τις κρατήσεις του φόρου εισοδήµατος των µισθωτών και συνταξιούχων, από τη µη τιµαριθµοποίηση της φορολογικής κλίµακας, από την αύξηση των έµµεσων φόρων (που είναι και οι πιο άδικοι και επιβαρύνουν

222

κυρίως τα λαϊκά στρώµατα), από την αύξηση του ΦΠΑ και τους ειδικούς φόρους σε µια σειρά προϊόντων ευρείας κατανάλωσης (τσιγάρα και ποτά) µε το επιχείρηµα ότι βλάπτουν την υγεία.

Η κυβέρνηση έχει αρχίσει νέα επίθεση στην κοινωνική ασφάλιση. Ήδη, ξεκινώντας από τα ασφαλιστικό των τραπεζών, ανοίγει το ασφαλιστικό, ώστε να ικανοποιηθούν η Ε.Ε. και το ελληνικό κεφάλαιο (ΣΕΒ κ.λπ), που πιέζουν για νέες µεγάλες συνολικές αντιδραστικές αλλαγές, ώστε να κατεδαφίσουν ό,τι απέµεινε από την κοινωνική ασφάλιση, να αποδεσµευτούν από τις υποχρεώσεις τους και να συνεχίσουν την καταλήστευση των Ταµείων.

Προωθεί τις ευέλικτες εργασιακές σχέσεις, εµπεδώνει την ωροµίσθια στην εκπαίδευση και µε πιλότο τον ΟΤΕ και τις άλλες ∆ΕΚΟ κάνει το πρώτο σοβαρό βήµα για την άρση της µονιµότητας.

Επιδιώκει να ιδιωτικοποιήσει µεγάλα τµήµατα του δηµόσιου τοµέα και να υποτάξει πλήρως τη λειτουργία των δηµόσιων υπηρεσιών στους νόµους της αγοράς.

Σε µια πορεία σύµπλευσης της εκπαιδευτικής πολιτικής στη χώρα µας µε αρνητικές διεθνείς τάσεις και εξελίξεις (συµφωνία GATS, αποφάσεις συνόδου Υπουργών Παιδείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Μπολόνια και το Μπέργκεν) επιχειρείται να εδραιωθεί και στην Ελλάδα η αντίληψη ότι το κύριο ζήτηµα σήµερα είναι να προσαρµοστεί η εκπαίδευση στις απαιτήσεις της αγοράς σύµφωνα µε το δόγµα «ο καθένας για τον εαυτό του και η αγορά για όλους». Η λαίλαπα των ιδιωτικοποιήσεων απειλεί δικαιώµατα και κατακτήσεις των εργαζοµένων, που διασφαλίστηκαν µε πολύχρονους αγώνες και συχνά µε θυσίες, και ανάµεσα σε αυτές και τη δηµόσια παιδεία.

Σε αιχµή του δόρατος αναδεικνύεται αυτή την περίοδο η τριτοβάθµια εκπαίδευση. Η πρόθεση της κυβέρνησης για την εφαρµογή της διαδικασίας της Μπολόνιας, µε την εφαρµογή των δύο κύκλων σπουδών (τριετείς προπτυχιακές και διετείς µεταπτυχιακές σπουδές) δεν ανταποκρίνεται στις επιστηµονικές απαιτήσεις της εποχής µας. Μια τέτοια ρύθµιση θα οδηγήσει στην υποβάθµιση της ίδιας της ουσίας της ανώτατης παιδείας και θα µετατρέψει τα ΑΕΙ σε κέντρα κατάρτισης. Γι’ αυτό το εκπαιδευτικό κίνηµα των καθηγητών στη χώρα µας έχει εκφράσει τη ριζική αντίθεσή του σε µια τέτοια προοπτική.

Η ΟΛΜΕ, µαζί µε όλες τις Οµοσπονδίες των εκπαιδευτικών στη χώρα µας, µε κοινή µας διακήρυξη το Φλεβάρη του 2003, έχουµε εκφράσει τη συλλογική µας βούληση να αντιδράσουµε απέναντι στη συνεχή και εντεινόµενη υποβάθµιση της εκπαίδευσης που παρέχεται σήµερα σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθµίδες και να υπερασπιστούµε µε κάθε τρόπο τη δηµόσια και δωρεάν Παιδεία. Έχουµε διακηρύξει τη ριζική αντίθεσή µας στην ακολουθούµενη εκπαιδευτική πολιτική της «αγοράς», που προωθείται στο

223

πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πολιτική που υπονοµεύει το µέλλον της κοινωνίας που οραµατιζόµαστε. Τα χαρακτηριστικά αυτής της πολιτικής είναι: • Η έµµεση ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης, µέσω της σύνδεσής της µε

την τοπική αυτοδιοίκηση και την αξιολόγηση των σχολικών µονάδων, µε ουσιαστικό κριτήριο την εξεύρεση πόρων.

• Η χειραγώγηση των εκπαιδευτικών µέσω της αξιολόγησης και η οικονοµική τους υποβάθµιση, µε µοχλό την πίεση που ασκεί ο συνεχώς αυξανόµενος ρυθµός ελαστικής απασχόλησης µε τις διάφορες µορφές «ευέλικτων προγραµµάτων». Στην παρούσα φάση βλέπουµε την κυβέρνηση:

• Να επείγεται να «περάσει» την κατάτµηση των Πανεπιστηµίων και την αξιολόγησή τους, προποµπό της πλήρους επιβολής της αξιολόγησης σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθµίδες, µε την αξιοποίηση των νόµων του ΠΑΣΟΚ, τους οποίους το εκπαιδευτικό κίνηµα έχει κρατήσει ακόµη σε µεγάλο βαθµό ανενεργούς.

• Να προαναγγέλλει εξετάσεις ακόµη κι από το ∆ηµοτικό, για να διαχωριστούν οι µαθητές από πολύ νωρίς.

• Να εξαγγέλλει την καθιέρωση βάσης για την εισαγωγή στην τριτοβάθµια εκπαίδευση, ώστε, µε κατάλληλη επιλογή θεµάτων στις εξετάσεις, να περιορίζει κατά το δοκούν τον αριθµό των εισακτέων, την ίδια στιγµή που διόλου δεν ενδιαφέρεται για το πώς φθάνουν οι µαθητές στην ηλικία των 18 ετών να µη µπορούν να είναι επαρκείς στη γλώσσα και τις θετικές επιστήµες.

• Να προωθεί κάποια επαγγελµατικά Λύκεια που τάχα θα είναι ελκυστικά, ενώ η ίδρυσή τους θα συνδυαστεί µε φραγµούς στο Γενικό Λύκειο, ώστε να επιτυγχάνεται ο βίαιος πρώιµος προσανατολισµός µαθητών, κατά κανόνα των προερχόµενων από τα λαϊκά στρώµατα, προς εξειδίκευση. Στο σηµείο αυτό παίζεται ένα άσχηµο παιχνίδι στους εκπαιδευτικούς των ΤΕΕ, στους οποίους παρουσιάζονται τέτοιες λύσεις σαν οι µόνες που εξασφαλίζουν την οργανική τους θέση. Η πραγµατικότητα είναι ότι, όσο η εκπαίδευση συνδέεται µε την αγορά, καµιά θέση δεν είναι µόνιµη, αφού «οι ανάγκες της αγοράς εργασίας» µεταβάλλονται µε ραγδαίους ρυθµούς και, µοιραία, το µέλλον κάθε τοµέα της επαγγελµατικής εκπαίδευσης είναι υπονοµευµένο. Για µας η παιδεία είναι δικαίωµα όλων, όχι προνόµιο των λίγων.

∆ιεκδικούµε µια παιδεία, σε όλες τις βαθµίδες της εκπαίδευσης, που θα παρέχει σε όλες και σε όλους τα µέσα και τα εφόδια (γνωστικά και µορφωτικά) για την πολύπλευρη κατανόηση του κοινωνικού γίγνεσθαι και την κριτική και δηµιουργική παρέµβασή τους σε αυτό. Στο πλαίσιο αυτό διεκδικούµε, µεταξύ των άλλων: να στηριχθεί ουσιαστικά και αποφασιστικά η

224

αναβάθµιση της δηµόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης, να µην εφαρµοστούν οι πολιτικές της αγοράς, που προωθούν το «πανεπιστήµιο - επιχείρηση» και το «σχολείο - επιχείρηση» και να µην εφαρµοστεί η νεοφιλελεύθερη στρατηγική στο χώρο της παιδείας, όπως αυτή εκφράστηκε στη Σύνοδο της Μπολόνιας. ΣΤΟΧΟΙ

• Αύξηση των δαπανών για την παιδεία το 2005 στο 5% του ΑΕΠ – 15% του Γ.Κ.Π.

• Άµεση καθιέρωση 12χρονου ενιαίου δηµόσιου δωρεάν σχολείου για όλους.

• Κανείς νέος δεν πρέπει να εργάζεται, να εγκαταλείπει το σχολείο, να οδηγείται σε επαγγελµατική εξειδίκευση πριν από τα 18 του χρόνια. Για την επίτευξη του στόχου αυτού πρέπει να υπάρξουν αντισταθµιστικά µέτρα όπως: α) Ειδική οικονοµική υποστήριξη στη φτωχή οικογένεια και β) πρόσθετη εκπαιδευτική στήριξη στους µαθητές που το έχουν ανάγκη.

• Καθιέρωση ανώτατου ορίου 25 µαθητών ανά τµήµα και 10 στα εργαστήρια.

• Ουσιαστική εφαρµογή της ενισχυτικής διδασκαλίας και άλλων ανάλογων µετά από αναλυτική µελέτη, µε εξασφάλιση επαρκούς χρηµατοδότησης και µε µόνιµο εκπαιδευτικό προσωπικό.

• Λήψη ολοκληρωµένων µέτρων αντισταθµιστικής εκπαίδευσης, όπως είναι οι ζώνες εκπαιδευτικής προτεραιότητας, για να βοηθηθούν όλοι οι µαθητές να ολοκληρώνουν τη 12χρονη υποχρεωτική εκπαίδευση.

• Κατάργηση των νόµων 2525 και 2640. • Η παροχή και τεχνικής – επαγγελµατικής εκπαίδευσης (τα σηµερινά

ΤΕΕ και οι διάσπαρτες σχολές τύπου ΟΑΕ∆ κ.τ.λ.) πρέπει να ανήκουν στην απόλυτη ευθύνη του ΥΠΕΠΘ µε κύρια διαφοροποίηση ότι µεταφέρεται στην ηλικία µετά τα 18 και στα πλαίσιά της να εξασφαλίζονται τα εργασιακά δικαιώµατα των καθηγητών – εργαστηριακών βοηθών όλων των ειδικοτήτων. Η ΟΛΜΕ προέβαλλε πάντα το αίτηµα της διεύρυνσης της πρόσβασης

στην τριτοβάθµια εκπαίδευση, µε αντίστοιχη, βέβαια, γενναία χρηµατοδότηση των υποδοµών των ιδρυµάτων της, ώστε να µην υποβαθµίζονται συνεχώς οι σπουδές σε αυτά µε την είσοδο όλο και περισσότερων φοιτητών µε την ίδια χρηµατοδότηση και την ύπαρξη σοβαρών κενών σε εκπαιδευτικό προσωπικό.

Στην πορεία για την καθιέρωση της «ελεύθερης πρόσβασης» προτείνουµε: • Κατάργηση των Πανελλαδικών Εξετάσεων και της Γ΄ Λυκείου. Το

απολυτήριο του λυκείου να χορηγείται µε ενδοσχολικές εξετάσεις. • Αποσύνδεση του Λυκείου από το σύστηµα πρόσβασης σε ΑΕΙ –ΤΕΙ.

225

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΑΙΤΗΜΑΤΑ

Σε µια εποχή που η παρατεταµένη λιτότητα, την οποία συνεχίζει η νέα κυβέρνηση, έχει οδηγήσει τους µισθούς µας σε απαράδεκτα χαµηλά επίπεδα, τα οικονοµικά µας αιτήµατα αποτελούν αναπόφευκτα µια κεντρική αιχµή των διεκδικήσεων και των κινητοποιήσεών µας. Το µισθολόγιο που ισχύει σήµερα έχει ως βασικό γνώρισµα την τριχοτόµηση των αποδοχών σε βασικό µισθό, κίνητρο απόδοσης και επίδοµα εξωδιδακτικής απασχόλησης. Η δοµή αυτή στην πραγµατικότητα συµπιέζει το βασικό µισθό, οδηγεί σε µείωση των συντάξιµων αποδοχών και υπονοµεύει τα ασφαλιστικά δικαιώµατα µέσα και από τις µισθολογικές ρυθµίσεις. Η διατήρηση του κινήτρου απόδοσης και η χορήγησή του µε όρους ανοίγει το δρόµο για τη σύνδεση του µισθού µε την παραγωγικότητα και την εξατοµίκευση και τη διάλυση κάθε έννοιας συλλογικότητας µεταξύ των εργαζοµένων. Με την εισοδηµατική πολιτική για το 2005, κλιµακώνεται η πολιτική σκληρής λιτότητας σε βάρος των εργαζόµενων και των συνταξιούχων του ∆ηµοσίου. Οι «αυξήσεις» 3,6% στους βασικούς µισθούς σηµαίνουν, ουσιαστικά, µείωση του εισοδήµατος και της αγοραστικής δύναµης των αποδοχών µας. Οι δήθεν αυξήσεις σε συνδυασµό µε τις νέες αντιλαϊκές φορολογικές ρυθµίσεις, που ρίχνουν νέα βάρη στις πλάτες των κοινωνικά ασθενέστερων - σε αντίθεση µε τα µεγάλα εισοδήµατα, για τα οποία προβλέπονται γενναίες φοροαπαλλαγές - καθώς και το κύµα ακρίβειας, θα οδηγήσουν σε οικονοµική εξαθλίωση τους εργαζόµενους.

Ύστερα από τα παραπάνω το αίτηµά µας, να ζούµε µε αξιοπρέπεια από το µισθό µας, γίνεται σήµερα περισσότερο επίκαιρο.

Κεντρικό στοιχείο των παρεµβάσεων της κυβέρνησης είναι η πλήρης παράδοση της «ανάπτυξης» στο ιδιωτικό κεφάλαιο µέσα από την ολοκληρωτική µετάλλαξη του κράτους, του πολιτικού συστήµατος και του παραδοσιακού δηµόσιου τοµέα. Το αστικό κράτος (ως εκσυγχρονισµένο επιτελείο των πολυεθνικών) και οι υπερεθνικοί µηχανισµοί θα σχεδιάζουν και θα εγγυώνται τις υποδοµές, ενώ η εκµετάλλευση και η κερδοφορία θα πηγαίνει στους ιδιώτες. Η πολιτική αυτή προϋποθέτει µια σφοδρότατη επιχείρηση ισοπέδωσης των εργασιακών σχέσεων σε δηµόσιο και ιδιωτικό τοµέα, µε τη γενίκευση της ελαστικής και µαύρης εργασίας και µια γιγάντια µεταφορά πόρων στις επιχειρήσεις µέσα από φοροαπαλλαγές, επιδοτήσεις, ασφαλιστικές ελαφρύνσεις, νοµοθετικές «αντιγραφειοκρατικές» ρυθµίσεις. Για το πέρασµα των µέτρων υιοθετεί ολόπλευρα την τακτική των «ρετιρέ», αξιοποιεί σε κάθε ευκαιρία τον κοινωνικό αυτοµατισµό και το διαχωρισµό των εργαζοµένων, προωθεί στρατηγικού βάθους «συµφωνίες», αξιοποιώντας και ένα τµήµα του συνδικαλιστικού κινήµατος (π.χ. ΟΤΕ).

226

Απαιτούµε: • Ουσιαστικές αυξήσεις στις αποδοχές µας (25%). • Η σχέση των εισαγωγικών προς τις καταληκτικές αποδοχές να

διαµορφωθεί στο 1 : 2,5. • Ενσωµάτωση όλων των επιδοµάτων στους βασικούς µισθούς και,

µέχρι να υλοποιηθεί αυτό, να επανέλθουν οι όροι χορήγησης του κινήτρου απόδοσης που προέβλεπε ο Ν. 2470/97. Σε κάθε περίπτωση, να µη γίνεται περικοπή του στους εκπαιδευτικούς που λαµβάνουν εκπαιδευτική άδεια και να επιστραφούν τα παρακρατηθέντα ποσά.

• Ακώλυτη µισθολογική εξέλιξη - µη σύνδεση του µισθού και βαθµού µε απόδοση.

• Ουσιαστικές αυξήσεις (διπλασιασµός) στα οικογενειακά επιδόµατα. • Ουσιαστική αύξηση (διπλασιασµός) στην ωροµίσθια αποζηµίωση και

στην αµοιβή για υπερωριακή απασχόληση των καθηγητών, που παραµένει στα επίπεδα του 1996.

• Ουσιαστικές αυξήσεις σε όλες τις αµοιβές που αφορούν τις Πανελλαδικές Εξετάσεις.

• Άµεση καταβολή του συνόλου των αναδροµικών του οικογενειακού επιδόµατος και σε κάθε περίπτωση για χρονικό διάστηµα τουλάχιστον 14 µηνών επιπλέον από την πρόβλεψη του Ν. 3205/03.

• Τιµαριθµοποίηση της φορολογικής κλίµακας. • Αφορολόγητο όριο ο µισθός του νεοδιόριστου εκπαιδευτικού. • Κατοχύρωση δικαιώµατος ουσιαστικών συλλογικών συµβάσεων εφ’

όλης της ύλης για τους καθηγητές (κατάργηση του Ν. 2738/99 και του Ν. 3205/03).

• Αναγνώριση των χρόνων σπουδών όλων των καθηγητών για µισθολογική εξέλιξη (κατ’ αναλογία µε τη ρύθµιση που ισχύει για τους πτυχιούχους της ΑΣΕΤΕΜ /ΣΕΛΕΤΕ).

ΣΥΝΤΑΞΙΟ∆ΟΤΙΚΑ-ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΑΙΤΗΜΑΤΑ Τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώµατα συνέχισαν και συνεχίζουν να βρίσκονται στο στόχαστρο των νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Το ∆ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο, η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο ΣΕΒ πιέζουν για νέες δυσµενείς, για τους εργαζόµενους παρεµβάσεις. Πιο συγκεκριµένα προτείνουν την παραπέρα µείωση των συντάξεων, τη µείωση και τη φαλκίδευση της επικουρικής σύνταξης, την αύξηση των ορίων ηλικίας, την υποβάθµιση του δηµόσιου χαρακτήρα του ασφαλιστικού συστήµατος και την ενίσχυση της ιδιωτικής ασφάλισης. Με αυτές τις πολιτικές οι κυβερνήσεις θέλουν από τη µια να αποποιηθούν τις δικές τους ευθύνες για την κατάσταση

227

του ασφαλιστικού συστήµατος, και από την άλλη να φορτώσουν την κρίση στις πλάτες των εργαζόµενων.

• Αγωνιζόµαστε για τη διασφάλιση του δηµόσιου, καθολικού και κοινωνικού χαρακτήρα τους ασφαλιστικού µας συστήµατος.

• Απαιτούµε την επιστροφή των απωλειών των ασφαλιστικών ταµείων από την καταλήστευση των αποθεµατικών τους και από την άσκηση «κοινωνικής πολιτικής» µε τα χρήµατα των ασφαλισµένων.

• Απαιτούµε την κατάργηση όλων των αντιασφαλιστικών νόµων. Απαιτούµε:

• πλήρη σύνταξη στα 30 χρόνια υπηρεσίας, µε αναγνώριση ως συντάξιµων 5 χρόνων σπουδών των καθηγητών

• η κύρια σύνταξη να υπολογίζεται στο 80% του συνόλου των αποδοχών κατά το µήνα αποχώρησης του εκπαιδευτικού

• κατάργηση ολόκληρου του ισχύοντος αντιασφαλιστικού-αντισυνταξιοδοτικού πλαισίου και ειδικότερα κατάργηση των διαχωριστικών γραµµών σε ό,τι αφορά τα όρια ηλικίας για τους διορισθέντες πριν και µετά το `83, πριν και µετά το `93

• εξίσωση των ασφαλιστικών εισφορών που ισχύουν για τους µετά το `93 διορισθέντες µε αυτές όλων των άλλων συναδέλφων

• πλήρη ιατροφαρµακευτική και υγειονοµική περίθαλψη (οδοντιατρική περίθαλψη, οπτικά κ.ά.)

• διατήρηση του υφιστάµενου θεσµικού πλαισίου ως προς τους φορείς χορήγησης της κύριας σύνταξης, της επικουρικής, των µερισµάτων και του «εφάπαξ»

• κατάργηση της διάταξης (Ν. 3149/03, άρ. 13, παρ. 20, εδ. α΄) που απαγορεύει τη συνταξιοδότηση των εκπαιδευτικών κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς

• η στρατιωτική θητεία να αναγνωρίζεται αυτοδίκαια (χωρίς εξαγορά) ως χρόνος υπηρεσίας τόσο για την κύρια σύνταξη και για όσους θεµελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωµα µετά τις 31-12-1997, όσο και για τα υπόλοιπα ταµεία

• λειτουργία κατασκηνώσεων για τα παιδιά των εκπαιδευτικών. ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ ΑΙΤΗΜΑΤΑ

Οι καθηγητές είµαστε αποφασισµένοι να υπερασπίσουµε, µαζί µε την εκπαιδευτική κοινότητα, τη ∆ηµοκρατία στο σχολείο και τα κατακτηµένα εργασιακά µας δικαιώµατα. ∆εν θα επιτρέψουµε σε καµιά περίπτωση να µετατραπεί το σχολείο σε χώρο χειραγώγησης και πειθαναγκασµού εκπαιδευτικών και µαθητών.

228

Απαιτούµε την κατάργηση της σχετικής Υπουργικής Απόφασης («καθηκοντολόγιο») που αναφέρεται στα καθήκοντα και τις αρµοδιότητες των οργάνων διοίκησης της εκπαίδευσης.

Απαιτούµε σεβασµό στα εργασιακά µας δικαιώµατα και πλήρη παιδαγωγική ελευθερία και δηµοκρατία στο σχολείο µε κατάργηση όλου του πλαισίου µε το οποίο επιχειρείται να χειραγωγηθεί ο εκπαιδευτικός. Είµαστε αντίθετοι στην κοινωνική κατηγοριοποίηση των σχολείων µέσω της αξιολόγησης των σχολικών µονάδων. Λέµε όχι στην αξιολόγηση-χειραγώγηση των εκπαιδευτικών.

Οργανώνουµε τις συλλογικές µας αντιστάσεις από ΕΛΜΕ, συλλόγους καθηγητών ακυρώνοντας στην πράξη κάθε προσπάθεια εφαρµογής της.

Απαιτούµε την κατάργηση του Ν. 2986 για την αξιολόγηση. ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΕΣ-∆ΙΟΡΙΣΜΟΙ Ένα από τα µεγαλύτερα προβλήµατα που αντιµετωπίζει το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστηµα είναι η καθιέρωση ελαστικών εργασιακών σχέσεων, µε την επέκταση του θεσµού των ωροµισθίων και αναπληρωτών εκπαιδευτικών. Η µόνιµη εργασία τίθεται υπό αίρεση και οι γκρίζες ζώνες της εργασιακής αβεβαιότητας και της περιπλάνησης στο χώρο της δηµόσιας εκπαίδευσης διευρύνονται. Ένα από τα βασικά αιτήµατα του κλάδου µας είναι να σταµατήσει η εργασιακή οµηρία των αναπληρωτών, να αποκτήσουν µόνιµη και σταθερή εργασία όλοι οι αναπληρωτές συνάδελφοι, να καταργηθεί το απαράδεκτο καθεστώς της κάλυψης πάγιων και διαρκών αναγκών από συµβασιούχους. ∆ιεκδικούµε:

• Άµεση µονιµοποίηση όλων των αναπληρωτών που συµπληρώνουν 18µηνη προϋπηρεσία, χωρίς να λαµβάνονται υπόψη το είδος των συµβάσεων (αναπληρωτής ή ωροµίσθιος), ο αριθµός των συµβάσεων, το χρονικό διάστηµα διακοπής των συµβάσεων καθώς και αν αυτές είναι διαδοχικές ή όχι. Στη ρύθµιση αυτή να συµπεριληφθούν όλοι οι κλάδοι και όλες οι ειδικότητες των εκπαιδευτικών µε βάση µόνο την προϋπηρεσία τους.

• Κατάργηση της εργασιακής σχέσης του ωροµισθίου. (Μέχρι τότε πλήρη συνδικαλιστικά δικαιώµατα).

• Πλήρη εργασιακά, ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώµατα στους αναπληρωτές, 12µηνη σύµβαση εργασίας.

• Να συσταθεί επιτροπή διαφάνειας µε τη συµµετοχή εκπροσώπων της ΟΛΜΕ, που να λειτουργεί σε µόνιµη βάση, για τον έλεγχο των διορισµών αναπληρωτών και ωροµισθίων εκπαιδευτικών, και να

229

δίνονται στην ΟΛΜΕ όλα τα στοιχεία που αφορούν τους πίνακες αναπληρωτών και τους διορισµούς.

• Κατάργηση του ΑΣΕΠ. Σύστηµα πρόσληψης µε βάση το χρόνο λήψης του πτυχίου και την προϋπηρεσία. Το τελευταίο διάστηµα η Κυβέρνηση αγνοώντας την θέληση και τους

αγώνες των εργαζοµένων προχωρεί ακάθεκτη στην εφαρµογή της αντεργατικής της πολιτικής, Έχοντας στο πλευρό της τον ΣΕΒ, καταργεί εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώµατα, κατασυκοφαντεί το συνδικαλιστικό κίνηµα αλλά και εργαζόµενους, που στηλιτεύει µάλιστα και αυτούς σαν εχθρούς των δήθεν µεταρρυθµίσεών της και της κοινωνίας.

Όµως, το µαύρο δεν γίνεται άσπρο. Οι χαριστικές ρυθµίσεις στους τραπεζίτες και η κατάργηση ασφαλιστικών δικαιωµάτων των τραπεζοϋπαλλήλων ούτε πρόοδος είναι, ούτε αναγκαία αλλαγή. Προίκα στο κεφάλαιο είναι και κοινωνική οπισθοδρόµηση.

Η κυβέρνηση διεκδικώντας, πάση θυσία ρόλο µεταρρυθµιστή και εφαρµόζοντας µε συνέπεια την πιο βάρβαρη νεοφιλελεύθερη πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων και των συντηρητικών αναδιαρθρώσεων έδωσε στη δηµοσιότητα το νοµοσχέδιο για τις «συµπράξεις δηµόσιου και ιδιωτικού τοµέα».

Με το νοµοσχέδιο αυτό προωθείται η ιδιωτικοποίηση και η παράδοση στους ιδιώτες, µέσα από αδιαφανείς µάλιστα διαδικασίες, των αρµοδιοτήτων που ασκεί το κράτος ακόµα και για βασικά δηµόσια αγαθά, όπως η παιδεία και η υγεία, για να αυξήσουν παραπέρα τα υπερκέρδη τους σε βάρος των αναγκών των κοινωνικά ασθενέστερων.

Οι νεοφιλελεύθερες αυτές επιλογές θα οδηγήσουν στην παραπέρα απαξίωση των δηµόσιων υπηρεσιών, στη συρρίκνωση του κράτους προς όφελος των ιδιωτών, στην παραπέρα επιβάρυνση των πολιτών, στη φαλκίδευση των δικαιωµάτων των εργαζοµένων.

Με τις παραπάνω επιλογές δέχονται νέο ισχυρότατο πλήγµα η µονιµότητα και οι εργασιακές σχέσεις καθώς και τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώµατα των εργαζοµένων στο δηµόσιο, αφού αρµοδιότητες και θέσεις εργασίας του ∆ηµοσίου εκχωρούνται στους ιδιώτες.

Ο εκπαιδευτικός κόσµος, µαζί µε όλους τους εργαζόµενους της χώρας µας, αντιστέκεται στην πολιτική διάσπασης των εργαζοµένων σε δηµόσιους και ιδιωτικούς, σε παλιούς και νέους και στην πολιτική κατάργησης κάθε δικαιώµατος για τους νέους. Εκφράζει, επίσης, την αλληλεγγύη του στους εργαζόµενους στις Τράπεζες στο δίκαιο αγώνα τους.

Καµιά ανοχή δεν πρέπει να δοθεί σε αυτή τη νεοφιλελεύθερη πολιτική που παίρνει από τους εργαζόµενους και δίνει στο κεφάλαιο. Καµία συγκατάβαση στην προπαγάνδα περί προνοµιούχων ανάµεσα στους εργαζόµενους, που στόχο έχει να διασπάσει τους εργαζόµενους.

230

Η µάχη που έχουµε µπροστά µας είναι στρατηγικής σηµασίας. Θα καθορίσει το κοινωνικό και πολιτικό τοπίο για µια µεγάλη περίοδο. Οι νίκες ή οι ήττες του σήµερα θα διαµορφώσουν σε µεγάλο βαθµό το χάρτη των εργασιακών δικαιωµάτων για τα επόµενα χρόνια.

Η κυβέρνηση πρέπει να ηττηθεί στο πεδίο των εργατικών αγώνων και των απεργιών. Αν δε συµβεί αυτό, τότε είναι δεδοµένο ότι η επίθεση θα συνεχιστεί µέχρι τη συνολική συντριβή των δικαιωµάτων µας!

Εποµένως δεν υπάρχει άλλη διέξοδος από εκείνη των σκληρών αγώνων. Σ’ αυτό το πεδίο θα κριθούµε όλοι. Για να αντιµετωπίσουν νικηφόρα την κυβερνητική επίθεση οι ζωντανές δυνάµεις του κινήµατος πρέπει να προχωρήσουν σε µια ποιοτική στροφή στην αντίληψη και τη δράση τους, να πετύχουν ένα νέο επίπεδο ενότητας και αγώνα και να εγκαταλείψουν την «αρχαία σκουριά» και τις λογικές που οδηγούν στην ήττα και τη χρεοκοπία.

Το νέο ∆Σ της ΟΛΜΕ πρέπει άµεσα να πάρει όλα τα αναγκαία µέτρα, ώστε ο κλάδος από το Σεπτέµβρη µέσα από τις διαδικασίες των Γ.Σ. των ΕΛΜΕ να οργανώσει τις αντιστάσεις και τη διεκδίκηση των στόχων του µε µαζικό και παρατεταµένο αγώνα.

231

3. ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ∆ΑΚΕ ΣΤΟ 12Ο ΣΥΝΕ∆ΡΙΟ ΤΗΣ ΟΛΜΕ (Ιούνιος 2005). ΠΑΙ∆ΕΙΑ, ΠΡΩΤΗ ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ

Η Παιδεία αποτελεί την πρώτη επιλογή και την κύρια υποδοµή για το µέλλον του Έθνους. ∆ιαπλάθει και αναδεικνύει το ανθρώπινο δυναµικό της χώρας, κατοχυρώνει την εθνική µας ταυτότητα και αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση για οποιασδήποτε µορφής κοινωνική, πολιτιστική και οικονοµική ανάπτυξη.

Ιδιαίτερα, στη σηµερινή εποχή της γνώσης και της παγκοσµιοποίησης, η γνώση είναι αυτή που µπορεί να βελτιώσει δραστικά το µέλλον της κοινωνίας, το µέλλον των πολιτών και το ανθρώπινο κεφάλαιο είναι η πιο σηµαντική επένδυση στις σύγχρονες και ανοικτές κοινωνίες. Η Ελλάδα, για να έχει προοπτική στο νέο ευρωπαϊκό και παγκόσµιο περιβάλλον, οφείλει να θέσει ως πρώτη επιλογή την επένδυση στη γνώση µε την ανάπτυξη ενός ολοκληρωµένου και ποιοτικού συστήµατος εκπαίδευσης, κατάρτισης και διά βίου εκπαίδευσης. ∆υστυχώς όµως, η πολύπλευρη και βαθιά κρίση στην οποία έχει οδηγηθεί η Ελληνική κοινωνία τα τελευταία χρόνια βρίσκει το αποκορύφωµά της στην Παιδεία. Είναι ανάγκη, χωρίς αναβολή και µε βαθιές τοµές, να βελτιώσουµε την ποιότητα του εκπαιδευτικού συστήµατος.

Η εθνική διάσταση της Παιδείας απαιτεί µια πολιτική µε συνέχεια και συνέπεια, χωρίς κοµµατικές σκοπιµότητες. Μια πολιτική µε διαύγεια και σταθερότητα στόχων, ελευθερία επιλογών, άµιλλα, αξιοκρατία και επάρκεια πόρων, προσώπων και εγκαταστάσεων, µέσα στα πλαίσια ενός δηµιουργικού ανταγωνισµού. Η µέθοδος για να πετύχουµε είναι η αλλαγή νοοτροπίας, το αίσθηµα ευθύνης από όλους, ο ειλικρινής και ουσιαστικός διάλογος, η χάραξη εθνικής πολιτικής για την εκπαίδευση στη χώρα µας.

Η ∆ΑΚΕ απαιτούσε πάντα και εξακολουθεί να απαιτεί διάλογο για την Παιδεία και Εθνική πολιτική για την εκπαίδευση. Τη θέση της αυτή συµµερίζεται η µεγάλη πλειοψηφία των συναδέλφων και το σύνολο σχεδόν της ελληνικής κοινωνίας. ∆ιαφώνησε έντονα και κατήγγειλε την απόφαση της ευκαιριακής πλειοψηφίας της ΟΛΜΕ να αποχωρήσει από τον εθνικό διάλογο, θυσιάζοντας την υπόθεση της παιδείας και τα συµφέροντα των εκπαιδευτικών στο βωµό της κοµµατικής σκοπιµότητας εκθέτοντας τον κλάδο ανεπανόρθωτα σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία.

ΠΑΙ∆ΕΙΑ, ΟΠΛΟ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΣΤΗ ΝΕΑ ΕΥΡΩΠΗ

Η χώρα µας έχει ανάγκη από ένα σύγχρονο και ολοκληρωµένο σύστηµα παιδείας που µαζί µε τον Πολιτισµό αποτελούν το µεγάλο στρατηγικό πλεονέκτηµα της χώρας µας.

Η ∆ΑΚΕ οραµατίζεται την παιδεία

232

• Ως βασικό µοχλό κοινωνικής προόδου και διαµόρφωσης ελεύθερων και υπεύθυνων πολιτών.

• Ως την πιο σίγουρη προοπτική αναδιανοµής πλούτου και εξασφάλισης πολλαπλών ευκαιριών.

• Ως το χώρο όπου µπορεί και πρέπει να πρωταγωνιστήσει η Ελλάδα του 21ου αιώνα.

Η ∆ΑΚΕ πιστεύει ότι βασικοί στόχοι του εκπαιδευτικού συστήµατος πρέπει να είναι:

• Η διαµόρφωση πολιτών µε ολοκληρωµένη προσωπικότητα, µε ικανότητα επικοινωνίας και συνεργασίας, µε στέρεες γνώσεις και προσαρµοστικότητα στις σύγχρονες εξελίξεις, µε συνείδηση της καταγωγής τους και της πολιτισµικής τους ταυτότητας.

• Η ανάπτυξη ενός ευέλικτου, δυναµικού και ανταγωνιστικού συστήµατος διά βίου εκπαίδευσης και κατάρτισης που θα συνδέεται µε τις σύγχρονες παραγωγικές δραστηριότητες και θα προσφέρει πολλαπλές ευκαιρίες σε όλους τους νέους.

∆ιεκδικούµε: • Θεσµοθέτηση εθνικής πολιτικής για την εκπαίδευση. • Αύξηση των εκπαιδευτικών δαπανών στο 5% του ΑΕΠ. • Σταδιακή καθιέρωση 12χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης. • Ριζική αναθεώρηση αναλυτικών και ωρολογίων προγραµµάτων. • Ουσιαστική και τυπική αυτονοµία του Λυκείου από τη διαδικασία

επιλογής για την τριτοβάθµια εκπαίδευση. • Τεχνική Επαγγελµατική Εκπαίδευση σε ισότιµη Λυκειακή βαθµίδα. • Ουσιαστικό και σύγχρονο σύστηµα επιµόρφωσης.

ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ-ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ-ΣΤΕΛΕΧΩΣΗ-ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

Θεµελιώδης παράγοντας για την ανύψωση του επιπέδου της εκπαίδευσης είναι η στελέχωση της εκπαίδευσης µε εκπαιδευτικούς κύρους, µε άρτια µόρφωση και παιδαγωγική και εκπαιδευτική κατάρτιση. Η καθιέρωση του µικτού συστήµατος πρόσληψης εκπαιδευτικών αποτελεί «Σολοµώντεια λύση» ανάµεσα στην πεπαλαιωµένη επετηρίδα και το διαγωνισµό του ΑΣΕΠ και δεν εξασφαλίζει τις παραπάνω προϋποθέσεις.

Η ∆ΑΚΕ θεωρεί απαραίτητη προϋπόθεση διορισµού την παιδαγωγική και διδακτική κατάρτιση των υποψήφιων εκπαιδευτικών, την οποία θα αποκτούν µετά την λήψη του πτυχίου παρακολουθώντας σε πανεπιστηµιακό επίπεδο µαθήµατα ειδίκευσης διάρκειας ενός έτους. Η πιστοποίηση της ειδίκευσης στην παιδαγωγική και διδακτική είναι υποχρεωτική προκειµένου να διοριστούν ως εκπαιδευτικοί.

Η επιµόρφωση των εκπαιδευτικών, µια βασική αναγκαιότητα, δυστυχώς τη τελευταία δεκαετία είναι ανύπαρκτη. Η συντριπτική πλειονότητα

233

των εκπαιδευτικών έχουν καταρτιστεί ελάχιστα ή και καθόλου κατά την διάρκεια των βασικών τους σπουδών, γεγονός που τους οδηγεί απροετοίµαστους στο διδακτικό τους έργο. Η επιµόρφωση συµπληρώνει τη βασική επιστηµονική κατάρτιση του εκπαιδευτικού µε καινούργιο γνωστικό υλικό και τον ενηµερώνει γύρω από τις σύγχρονες τάσεις και τις κατευθύνσεις των επιστηµών. Το σύστηµα της επιµόρφωσης πρέπει να είναι λειτουργικό και αποτελεσµατικό, εξασφαλίζοντας ένα ικανοποιητικό επίπεδο εισαγωγικής επιµόρφωσης αλλά και την συνεχή περιοδική επιµόρφωση όλων των εκπαιδευτικών.

Η ∆ΑΚΕ αγωνίσθηκε και αγωνίζεται για αξιοκρατική επιλογή των στελεχών της εκπαίδευσης. Προτείνουµε την ίδρυση Σχολής Στελεχών της Εκπαίδευσης και διαφανείς διαδικασίες διαγωνισµού εισαγωγής τους. Τα στελέχη επιλέγονται από τους αποφοίτους της σχολής µε αντικειµενικά και µετρήσιµα κριτήρια και είναι µόνιµα. Στο µεταβατικό στάδιο η επιλογή στελεχών της εκπαίδευσης γίνεται µε µοριοδότηση µετρήσιµων αντικειµενικών κριτηρίων, συνεκτιµωµένων προσόντων και συνέντευξης, η οποία πρέπει να είναι ουσιαστική, αξιόπιστη και τα αποτελέσµατά της τεκµηριωµένα.

Να γίνεται διάκριση των µεταπτυχιακών τίτλων και πτυχίων των κρινοµένων, µεταξύ εκείνων που έχουν σχέση µε τη θέση που διεκδικεί ο υποψήφιος και εκείνων που δεν έχουν. Τα πρώτα µοριοδοτούνται ουσιαστικά από τα µέλη του συµβουλίου, ενώ τα δεύτερα συµβολικά.

∆ιευθυντική προϋπηρεσία, που ουδέποτε αξιολογήθηκε, δεν µοριοδοτείται.

Η ∆ΑΚΕ από την πρώτη µέρα της δηµιουργίας της δεν έπαψε ούτε στιγµή να υποστηρίζει την ανάγκη αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου και των συντελεστών του και, βεβαίως, στα πλαίσια αυτά την αξιολόγηση και των καθηγητών. Σε καµιά περίπτωση η αξιολόγηση δεν συνδέεται µε την µισθολογική εξέλιξη του εκπαιδευτικού, ούτε µε την τοποθέτησή του σε σχολική µονάδα.

Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού αποβλέπει στην ενίσχυση του έργου του και πρέπει να είναι ένα από τα κριτήρια για την αξιοκρατική επιλογή των στελεχών της εκπαίδευσης.

Η περιοδική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου είναι αναγκαία για τη βελτίωση των αποτελεσµάτων του σχολείου, των εκπαιδευτικών και των µαθητών και είναι ο καλύτερος καθρέπτης για την βελτίωση της απόδοσης.

Η ∆ΑΚΕ διεκδικεί: • Την ίδρυση Μεταπτυχιακών Πανεπιστηµιακών Σχολών Εκπαίδευσης

και κατάρτισης εκπαιδευτικών µονοετούς διάρκειας.

234

• Την αντικειµενική και συνολική αξιολόγηση του εκπαιδευτικού συστήµατος και των συντελεστών του µε στόχο την ποιοτική αναβάθµιση των παρεχόµενων υπηρεσιών της εκπαίδευσης.

• Την ίδρυση σχολών στελεχών εκπαίδευσης. • Εισαγωγική περιοδική ταχύρυθµη επιµόρφωση για όλους τους

εκπαιδευτικούς. ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΤΙΚΟ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΟ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΙΟ∆ΟΤΙΚΗ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΗ

Η ∆ΑΚΕ συνεχίζει µε συνέπεια να υποστηρίζει την καθιέρωση εκπαιδευτικού µισθολογίου προσβλέποντας σε βελτίωση της οικονοµικής µας κατάστασης, σε µια σύνδεση του µισθολογίου µας µε αυτό των καθηγητών της τριτοβάθµιας εκπαίδευσης, δεδοµένου ότι η ένταξή µας στο ενιαίο µισθολόγιο το 1984 οδήγησε να είµαστε οι χειρότερα αµειβόµενοι από τους περισσότερους δηµόσιους υπαλλήλους, οι οποίοι διατήρησαν πολλά επιδόµατα. Απαιτούµε οι αποδοχές του καθηγητή να καθορισθούν στο 75% των αποδοχών του λέκτορα. Οι συλλογικές συµβάσεις, τις οποίες εµείς υποστηρίζουµε, είναι µηχανισµός διεκδίκησης και όχι στόχος όπως είναι το εκπαιδευτικό µισθολόγιο.

Το αίτηµά µας να ζούµε µε αξιοπρέπεια από τον µισθό µας δεν έχει ικανοποιηθεί. Απαιτούµε: • Την άµεση καθιέρωση του Εκπαιδευτικού Μισθολογίου. • Την ουσιαστική βελτίωση του πραγµατικού µας εισοδήµατος. • Την κατοχύρωση πλήρους συνταξιοδοτικού δικαιώµατος στα 30

χρόνια υπηρεσίας. • Την κατοχύρωση της σύνταξης στο ύψος του 80% των συνολικών

αποδοχών του χρόνου αποχώρησης. • Την πλήρη ιατροφαρµακευτική µας κάλυψη. • Την αύξηση του αφορολόγητου στο ύψος των αποδοχών του

νεοδιόριστου. • Την θεσµοθέτηση κλαδικών συλλογικών συµβάσεων εργασίας για όλα

τα θέµατα που µας αφορούν. Η ∆ΑΚΕ από την πρώτη στιγµή της ψήφισης του Ν. 2525

(Σεπτέµβριος `97) αγωνίστηκε για την κατοχύρωση των δικαιωµάτων των συναδέλφων αναπληρωτών. Η σταθερότητα και η επιµονή της ∆ΑΚΕ οδήγησε στο να γίνει κατανοητή η θέση µας και αποδεκτή από την κοινωνία µε αποτέλεσµα να την υιοθετήσουν και άλλες παρατάξεις καθώς και πολιτικοί φορείς.

∆ιεκδικούµε την µονιµοποίηση όλων των αναπληρωτών µε 18µηνη προϋπηρεσία.

235

4α. Ι∆ΡΥΤΙΚΗ ∆ΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΗΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑΣ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ Μ. Ε.

Η παιδεία γενικά και η εκπαίδευση ειδικότερα, είναι ταυτόχρονα προϋπόθεση και αποτέλεσµα της οικονοµικής ανάπτυξης και της κοινωνικής προόδου. Γι’ αυτό και το εκπαιδευτικό σύστηµα µιας χώρας και οι δοµές λειτουργίας του βρίσκονται πάντα στο κέντρο των επιταγών του επιλεγµένου µοντέλου οικονοµικής και κοινωνικής ανάπτυξης.

Στα πλαίσια αυτής της λειτουργίας η εκπαίδευση στη χώρα µας προγραµµατίστηκε και λειτούργησε µέχρι σήµερα µε κύρια χαρακτηριστικά τη µεταβίβαση της ιδεολογίας της άρχουσας τάξης, την αναπαραγωγή των διακρίσεων και των κανόνων συµπεριφοράς του συστήµατος, τη δηµιουργία επιστηµόνων και τεχνικών για την αποδοτικότερη στελέχωση των µηχανισµών κέρδους και εκµετάλλευσης, τον έλεγχο της επιστηµονικής και τεχνολογικής εξέλιξης και τη διάπλαση ατόµων χωρίς πολιτική σκέψη, πρωτοβουλία και κριτικές ικανότητες.

Η άρχουσα τάξη, έχοντας συνειδητοποιήσει πως ο ρόλος του καθηγητή ήταν καθοριστικός για την επίτευξη των στόχων της, προσπάθησε να τον κρατήσει µακριά από τα κέντρα αποφάσεων για την εκπαίδευση, εγκλωβισµένο σε ένα ασφυκτικά ανελεύθερο θεσµικό πλαίσιο, εξαθλιωµένο οικονοµικά, κοινωνικά υποβαθµισµένο, µε ανεπαρκή µόρφωση και ανύπαρκτη επιµόρφωση.

Όµως παρά τις προσπάθειές της δεν κατάφερε να κάνει τον εκπαιδευτικό όργανό της. Οι αγώνες για την επίλυση εκπαιδευτικών, επαγγελµατικών και οικονοµικών προβληµάτων του κλάδου συνέβαλαν στην ανάπτυξη ταξικής συνείδησης και στη µαταίωση των σχεδίων για τη χειραγώγηση του συνδικαλιστικού µας κινήµατος.

Σήµερα, µετά την ανάληψη της εξουσίας από τις δυνάµεις της αλλαγής και µε την ψήφιση του νέου συνδικαλιστικού νόµου 1264/82, διαµορφώνονται συνθήκες κατάλληλες για νέο προσανατολισµό του Συνδικαλιστικού Κινήµατος.

Η ΠΑΣΚ καθηγητών Μ.Ε. µε την ίδρυσή της αποσκοπεί, µέσα στις νέες ευνοϊκές κοινωνικοπολιτικές συνθήκες και την ποιοτική µεταβολή στην κοινωνική και πολιτική φύση της εξουσίας και το φορέα άσκησή της, να συµβάλλει µε τις δικές της δυνάµεις για ριζική αλλαγή στην εκπαίδευση και εξυπηρέτηση των συνδικαλιστικών συµφερόντων των λειτουργών της µέσα από τις διαδικασίες των συνδικαλιστικών οργάνων.

Η ΠΑΣΚ Καθηγητών Μ.Ε. είναι η συνδικαλιστική κίνηση που εκφράζει όλους τους καθηγητές που πιστεύουν σε ένα ταξικό, µαζικό, ενωτικό, πολιτικοποιηµένο, οργανωτικά αυτόνοµο και ακηδεµόνευτο Συνδικαλιστικό Κίνηµα. Ειδικότερα:

236

α) Στο συνδικαλιστικό τοµέα Στη σηµερινή πολιτική συγκυρία, το Συνδικαλιστικό Κίνηµα των

καθηγητών, χωρίς κηδεµονίες και δεσµεύσεις, οφείλει να επαναπροσδιορίσει τη φυσιογνωµία του, να συγχρονίσει τη στρατηγική του και να ανανεώσει ποιοτικά τους στόχους του, την τακτική του και τις µορφές πάλης του, προβάλλοντας συνολικά την πολιτική και κοινωνική του δυναµική στον αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση των εργαζοµένων.

Το Συνδικαλιστικό Κίνηµα είναι φανερό πως δεν µπορεί πια να στοχεύει σε στενά κλαδικούς και συντεχνιακούς αγώνες, χωρίς να συλλαµβάνει το νόηµα της ιστορικής συγκυρίας κι ούτε στο Συνδικαλιστικό Κίνηµα µπορεί να δεσπόζει µοναδικά ο οικονοµίστικος χαρακτήρας. Η εµµονή και η άκριτη καθήλωση σ’ αυτή τη λογική καθιστά τον αγώνα αµυντικό, λειψό και ατροφικό και είναι αδύνατο να συµβάλλει θετικά σε µια προοπτική ενότητας των εργαζοµένων.

Μια ολοκληρωµένη διεκδικητική στρατηγική, ειδικά στις σηµερινές συνθήκες, οφείλει να έχει ευρύτερο οπτικό πεδίο. Είναι απαραίτητο το Συνδικαλιστικό Κίνηµα, σε κάθε διεκδίκησή του και σε κάθε µορφή αγώνα, να µην κατακερµατίζει την ενότητα και τη συνοχή του, να µην αποκόβεται από τους ευρύτερους διεκδικητικούς αγώνες του λαϊκού κινήµατος και να µη λειτουργεί αποσυνθετικά και αποδιαρθρωτικά στη σχέση του µε άλλες κοινωνικές δυνάµεις, που τα αντικειµενικά τους συµφέροντα έχουν µια σταθερή σύγκλιση και συµπόρευση.

Σήµερα, που το δηµοκρατικό δηµοσιοϋπαλληλικό κίνηµα προωθεί µε επιτυχία µια δυναµική αναµέτρηση µε τις δυνάµεις που καθήλωσαν και υπονόµευσαν τα συµφέροντα των δηµοσίων υπαλλήλων, οποιαδήποτε άλλη λογική φανερώνει σκοπιµότητες έξω και πέρα από τα αντικειµενικά συµφέροντα των εργαζοµένων.

Η ΠΑΣΚ στο συνδικαλιστικό χώρο απορρίπτει τρεις λογικές: • Τη θεωρία της ταύτισης του κόµµατος µε το µαζικό φορέα, τη

µετατροπή δηλαδή του µαζικού φορέα σε φερέφωνο του κόµµατος. • Τη θεωρία της «θεοποίησης» του µαζικού φορέα και του µηδενισµού

του ρόλου των κοµµάτων. • Τη θεωρία της πολιτικής ουδετερότητας των µαζικών φορέων.

Η ΠΑΣΚ πιστεύει και προωθεί ένα διεκδικητικό συνδικαλισµό θέσεων, που ξέρει να διεκδικεί επιµέρους στόχους, αλλά και να υπερασπίζει, να εµβαθύνει και να ελέγχει τις πολιτικές, κοινωνικές και θεσµικές κατακτήσεις. Παράλληλα βλέπει το Συνδικαλιστικό Κίνηµα διαλεκτικά δεµένο µε το γενικότερο λαϊκό κίνηµα, ενταγµένο µέσα στη στρατηγική της εθνικής λαϊκής ενότητας, µε προοπτική την κοινωνική αλλαγή και την απελευθέρωση των εργαζοµένων µέσα σε µια αυτοδιαχειριζόµενη, αποκεντρωµένη, σοσιαλιστική κοινωνία.

237

β) Στον εκπαιδευτικό τοµέα Αγωνίζεται:

1. Για µια εκπαίδευση που θα στηρίζεται στην πίστη στις ανθρώπινες αξίες, στο σεβασµό και την αξιοποίηση των παραδόσεων, του λαού µας και που θα συνδέεται µε την παραγωγική και κοινωνική διαδικασία, συµβάλλοντας έτσι αποφασιστικά στην πνευµατική, πολιτιστική, οικονοµική και κοινωνική ανάπτυξη.

2. Για την κατάργηση των φραγµών που υπάρχουν στη µόρφωση. 3. Για την εξασφάλιση συνθηκών ισότητας στις εκπαιδευτικές

ευκαιρίες, µε την εξάλειψη της παραπαιδείας, την κατάργηση της ιδιωτικής εκπαίδευσης και των προνοµιακών σχολείων, την εξάλειψη της διαφοράς µόρφωσης στα δύο φύλα και τη θέσπιση ειδικών µέτρων για τους εργαζόµενους µαθητές και τα ελληνόπουλα του εξωτερικού.

4. Για τη δηµιουργία ίδιας και υψηλής ποιότητας παιδείας, µε σωστή υλικοτεχνική υποδοµή σε κάθε γωνιά της πατρίδας µας, µέσα από µια συνεχόµενη αύξηση συµµετοχής της παιδείας στο ακαθάριστο εθνικό προϊόν και τον κρατικό προϋπολογισµό.

5. Για τη θεσµοθέτηση της συµµετοχής του οργανωµένου κλάδου στη λήψη των αποφάσεων σε θέµατα που τον αφορούν.

6. Για ένα αποκεντρωµένο εκπαιδευτικό σύστηµα, µε έντονη τη λαϊκή παρέµβαση και τον κοινωνικό έλεγχο σε όλα τα επίπεδα, δεµένο µε την κοινωνία και τη ζωή και απαλλαγµένο από ξένα πρότυπα.

7. Για να αναχθεί η εκπαιδευτική διαδικασία µέσα από την ουσιαστική µάθηση, την πολιτιστική αυτενέργεια και τον αθλητισµό, σε διαδικασία κοινωνικοποίησης, εκπολιτισµού και επαγγελµατικής κατάρτισης.

8. Για την εξύψωση του ρόλου του εκπαιδευτικού λειτουργού και τη µε κάθε τρόπο ενίσχυσή του (σύγχρονη πανεπιστηµιακή µόρφωση, συνεχή επιµόρφωση, κατάλληλες συνθήκες εργασίας, δίκαιες αµοιβές), ώστε να επιδοθεί απερίσπαστος στο λειτούργηµά του.

γ) Στα γενικότερα ζητήµατα 1. Ειρήνη – Εθνική Ανεξαρτησία Η ΠΑΣΚ πιστεύει ότι, ιδιαίτερα για την πατρίδα µας, ο αγώνας για την

προάσπιση της ειρήνης είναι παράλληλος µε τον αγώνα για την υπεράσπιση της Εθνικής Κυριαρχίας, την κατάκτηση της Εθνικής Ανεξαρτησίας και την κατοχύρωση της πορείας προς την κοινωνική απελευθέρωση των εργαζοµένων στην πατρίδα µας.

Γι’ αυτό και συµµετέχει στα ζωντανά λαϊκά κινήµατα για την Ειρήνη, την Ύφεση και τον Αφοπλισµό και αντιτάσσει σωστά και µεθοδευµένα τις δυνάµεις της για την αποσύνδεση της χώρας µας από τους στρατιωτικούς, πολιτικούς και οικονοµικούς συνασπισµούς, που υπονοµεύουν την Ειρήνη, την Εθνική µας Ανεξαρτησία και το κυριαρχικό δικαίωµα του ελληνικού λαού

238

να προγραµµατίζει αυτός την κοινωνική, οικονοµική, πολιτική και πολιτιστική πορεία της χώρας του.

2. Πολιτικά δικαιώµατα ∆.Υ. Ο εγκλωβισµός του νεοελληνικού κράτους στα δεσµά της ξένης

εξάρτησης συντέλεσε στη διαµόρφωση πολιτικού κλίµατος που κράτησε µακριά από τις πολιτικές διαδικασίες τις λαϊκές δυνάµεις, µε αποκορύφωµα την απαγόρευση για συµµετοχή στα κοινά όλων των ∆.Υ.

Οι αρνητικές συνέπειες αυτής της κατάστασης είναι προφανείς. Αδρανοποιείται ένα µεγάλο και ζωντανό µέρος των πολιτών, περιορίζονται οι δηµοκρατικές διαδικασίες, παρεµποδίζεται η ανανέωση του πολιτικού κόσµου, δίνεται η δυνατότητα µονοπώλησης της πολιτικής ζωής από κάποιες προνοµιούχες τάξεις και αφήνεται αναξιοποίητο το πνευµατικό δυναµικό των χιλιάδων ∆.Υ.

Η ΠΑΣΚ πιστεύει πως ήρθε η στιγµή για την πολιτική χειραφέτηση των ∆.Υ. Γι’ αυτό και θα αγωνιστεί µε όλες τις δυνάµεις της για τις αναγκαίες νοµικές και άλλες ρυθµίσεις, που θα οδηγήσουν στην πραγµατοποίηση της θεσµικής αυτής αλλαγής στα πολιτικά µας ήθη.

3. Γυναικείο Ζήτηµα Η ιδιαιτερότητα των προβληµάτων της γυναίκας στις συνθήκες

δουλειάς, σε συνδυασµό µε τη θέση της στην οικογένεια, την ανυπαρξία προστασίας, τις διακρίσεις σε βάρος της σε όλα τα επίπεδα της πολιτικής, κοινωνικής και οικονοµικής ζωής του τόπου, συνθέτουν το πρόβληµα της πολλαπλής καταπίεσης της Ελληνίδας.

Η ΠΑΣΚ πιστεύει πως η ισοτιµία της γυναίκας θα προέλθει µόνο µέσα από την κοινωνική της απελευθέρωση και συµπαρατάσσεται µε τις γυναικείες οργανώσεις που αγωνίζονται στην ίδια κατεύθυνση. Η ΠΑΣΚ µελετά και προβάλλει ιδιαίτερα τα προβλήµατα της Ελληνίδας εκπαιδευτικού, προτείνοντας συγκεκριµένα τρόπους επίλυσής τους.

4. Πρόβληµα απασχόλησης επιστηµόνων Οι επιστήµονες είναι ο χώρος που έχει θίξει αρκετά η ανεργία, η

υποαπασχόληση και η ετεροαπασχόληση. Η ΠΑΣΚ δέχεται και προωθεί όσα οι επιστήµονες διεκδίκησαν µέσα από τους αγώνες τους, δηλ. την αυτοδύναµη οικονοµική ανάπτυξη, την προώθηση της έρευνας και της συνεχιζόµενης εκπαίδευσης, την επιλογή και διαµόρφωση µιας εθνικής τεχνολογίας, την ενδυνάµωση του ρόλου των επιστηµόνων µέσα στην παραγωγική διαδικασία και αγωνίζεται ιδιαίτερα για την επίλυση του κοινωνικού προβλήµατος της αδιοριστίας των εκπαιδευτικών.

5. Πολιτιστικό Πρόβληµα Η µεθοδευµένη και σκόπιµη πολιτιστική υποβάθµιση του λαού µας και

η εξάρτηση του νεοελληνικού κράτους είχε σαν αποτέλεσµα:

239

• Την αποδιοργάνωση των παραδοσιακών ελληνικών µορφών κοινωνικής ζωής.

• Τη µεταφορά ξένων πολιτιστικών προτύπων µαζικής κατανάλωσης. • Την αποµάκρυνση από την ντόπια λαϊκή κουλτούρα. • Την πολιτιστική απαλλοτρίωση και υπανάπτυξη.

Το νέο δηµοκρατικό σχολείο, µε πρωταγωνιστή τον καθηγητή, δεµένο µε τον κοινωνικό περίγυρο, πνευµατικό και πολιτιστικό κέντρο της γειτονιάς, του χωριού, της περιφέρειας, δεν µπορεί παρά να συµβάλλει στη δηµιουργία µιας νέας πολιτιστικής προοπτικής.

Η ΠΑΣΚ απορρίπτει την αστική ιδεολογία και τον αστικό τρόπο ζωής και προτείνει την πολιτιστική αυτοδυναµία, που θα αξιοποιεί τη γνήσια λαϊκή και εθνική µας παράδοση και παράλληλα θα αφοµοιώνει δηµιουργικά όλες τις σύγχρονες πολιτιστικές αξίες.

6. Προβλήµατα Νέας Γενιάς Η ολόπλευρη κρίση της ελληνικής κοινωνίας εκδηλώνεται

πολύπλευρα στη νεολαία. Η µακρόχρονη εξάρτηση, οι πόλεµοι, η κατοχή, η αντίσταση, ο εµφύλιος διχασµός, οι συνθήκες τροµοκρατίας, οι επεµβάσεις, ο αντιδικτατορικός αγώνας σηµάδεψαν καίρια αλλεπάλληλες γενιές του λαού µας.

Όλο αυτό το κλίµα συνυπάρχει µε τα τωρινά προβλήµατα. Συνυπάρχει µε την ανεργία, την κρίση του περιεχοµένου της εκπαίδευσης και τις λειτουργίες της, µε την έλλειψη εµπιστοσύνης των νέων προς τους θεσµούς και τις αξίες, µε την ανασφάλεια, µε την αµφισβήτηση της πατριαρχικής – αυταρχικής οικογένειας και της πουριτανικής και υποκριτικής ηθικής.

Η σηµερινή ελληνική νεολαία είναι ο κληρονόµος αυτής της ιστορίας και ο αποδέκτης των σύγχρονων αντιφάσεών της. Για τούτο η νεολαία είναι ο χώρος σύνορο. Ο χώρος όπου γονιµοποιούνται οι µελλούµενες εξελίξεις και κυοφορείται η ελπίδα.

Η ΠΑΣΚ θεωρεί ότι έχουν ωριµάσει οι συνθήκες για να δικαιωθούν οι αγώνες της νεολαίας µας – που έχει συνδέσει την παρουσία της µε κορυφαίες προσπάθειες του λαού µας – και να υλοποιηθεί το χρέος της πολιτείας απέναντι στη νέα γενιά για το δικαίωµα στη δουλειά, τη µόρφωση και τον πολιτισµό.

Ειδικότερα στο χώρο του σχολείου, µετά την ψήφιση του νέου δηµοκρατικού κανονισµού των Μαθητικών Κοινοτήτων, η ΠΑΣΚ πιστεύει ότι οι σχέσεις καθηγητών – µαθητών πρέπει και είναι δυνατό να µπουν σε νέες βάσεις, που θα στηρίζονται στην αλληλοκατανόηση, τον αλληλοσεβασµό και τη συνεργασία για να υλοποιηθούν οι σκοποί της εκπαίδευσης.

Συνάδελφοι,

240

Η ΠΑΣΚ µε αυτή της τη διακήρυξη σας καλεί να πυκνώσετε τις γραµµές της και να συµβάλλετε µέσα από αυτή, στα πλαίσια του δηµιουργικού διαλόγου και προβληµατισµού, στο δυνάµωµα του Συνδικαλιστικού Κινήµατος, αποφασιστικού παράγοντα στην εδραίωση της δηµοκρατίας και της κοινωνικής αλλαγής στην πατρίδα µας.

Για ένα ταξικό, µαζικό, ενωτικό, πολιτικοποιηµένο, οργανωτικά αυτόνοµο και ακηδεµόνευτο συνδικαλιστικό κίνηµα 4β. ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΣΚ ΣΤΟ 12Ο ΣΥΝΕ∆ΡΙΟ ΤΗΣ ΟΛΜΕ (Ιούνιος 2005).

Το σηµερινό παγκόσµιο πολιτικό σκηνικό χαρακτηρίζεται από την ισχυρή τάση παγίωσης ενός νεοφιλελεύθερου status quo. Η καπιταλιστική βαρβαρότητα µέσω του ιστορικού-κλασικού µητροπολιτικού κέντρου της, των ΗΠΑ και άλλων περιφερειακών δορυφόρων τους στην Ε.Ε. και αλλού, φαίνεται να κατισχύει µπροστά στις αµήχανες, ασυντόνιστες, χωρίς ανακλαστικά και τον απαιτούµενο αγωνιστικό σχεδιασµό, κοινωνικές δυνάµεις που καταπιέζονται.

Το παντοδύναµο στρατιωτικό και βιοµηχανικό κατεστηµένο από πιο «προωθηµένες», πλέον, θέσεις µπορεί σήµερα να διεξάγει προληπτικούς πολέµους, π.χ. στο Ιράκ και αύριο, ίσως, στο Ιράν, τη Συρία κ.ο.κ., χωρίς να χρειάζεται την τυπική, έστω συµβολική, νοµιµοποίηση του ΟΗΕ!

Ο άνθρωπος και το περιβάλλον συµπεριλαµβάνονται µεταξύ των αξιών που συνεχώς υποτιµώνται. Στο γκρίζο έως και ζοφερό αυτό τοπίο τα δηµοκρατικά δικαιώµατα και οι κατακτήσεις των πολιτών του 21ου αιώνα και των εργαζόµενων απειλούνται ή συρρικνώνονται ήδη και οι κοινωνικές ανισότητες διευρύνονται.

Στην Ε.Ε. το πολιτικό ντοκουµέντο της Λισσαβώνας (Μάρτης 2000), µε τις φιλόδοξες διακηρύξεις του, αναθεωρείται, αν δεν εγκαταλείπεται. Η στρατηγική του όχι µόνο δεν ενέπνευσε και δεν προώθησε πολιτικές συµβατές προς τις ανάγκες της κοινωνίας, αλλά διαµόρφωσε, εν τοις πράγµασι, «νοµιµοποιητικούς» όρους για την επιβολή στα κράτη-µέλη µιας χωρίς προσχήµατα νεοφιλελεύθερης διαχείρισης (π.χ. οικονοµία, εργασιακές σχέσεις, απασχόληση-ασφάλιση, εκπαίδευση-κατάρτιση).

Για την εκπαίδευση, ειδικότερα, η διακήρυξη της Μπολώνιας (Ιούνιος 1999) και οι αποφάσεις της συνόδου της Λισσαβώνας συγκλίνουν αποδεδειγµένα στο στόχο να εξυπηρετηθούν πρώτιστα οι απαιτήσεις του ανταγωνισµού και της αγοράς. Γι’ αυτό και η πρώιµη εξειδίκευση στη δευτεροβάθµια εκπαίδευση. Γι’ αυτό και η δραστική µείωση του κόστους των ευρωπαϊκών πανεπιστηµιακών σπουδών µέσω της υιοθέτησης των δύο κύκλων του Αγγλοσαξονικού συστήµατος. Ο «ενιαίος ευρωπαϊκός χώρος

241

στην τριτοβάθµια εκπαίδευση» και η αξιολόγηση είναι ακόµη δύο παράµετροι του όλου ζητήµατος.

Στη χώρα µας η περιβόητη «δηµοσιονοµική απογραφή» υπήρξε η σπονδή της νέας δεξιάς διακυβέρνησης στο δόγµα της «οικονοµικής σταθερότητας» και, ταυτόχρονα, θυσία στο βωµό µιας ανεύθυνης και παρωχηµένης µικροκοµµατικής «αντεκδίκησης». Έτσι, η Κυβέρνηση δεν έθεσε µόνο την οικονοµία της χώρας υπό ασφυκτική και επονείδιστη επιτήρηση. Παρά το επικοινωνιακό τρυκ –πρωτοφανής πολιτική εξαπάτηση των ανυποψίαστων και των ευπίστων- της πρωθυπουργικής «ήπιας προσαρµογής» το µέλλον της ελληνικής οικονοµίας διαγράφεται, πλέον, αβέβαιο, ενώ τις οδυνηρές συνέπειες της σκληρής λιτότητας τις βιώνουµε, ήδη, κλιµακούµενες οι εργαζόµενοι και οι ασθενέστερες οικονοµικά κοινωνικές οµάδες.

Αψευδείς µάρτυρες ο αντικοινωνικός, αντιαναπτυξιακός και πλασµατικός κρατικός προϋπολογισµός του 2005, η προκλητικά άδικη φορολογική πολιτική (ευνοεί σκανδαλωδώς τα υψηλά εισοδήµατα και συµπιέζει ασφυκτικά τα χαµηλά) µε πρόσφατο επεισόδιο τη φορολογική καταιγίδα του κ. Υπουργού Οικονοµίας και η κοινωνικά ανάλγητη εισοδηµατική πολιτική.

Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασµό µε µια ανεπαρκή και αλαζονική αντίληψη του κυβερνώντος κόµµατος για τον τρόπο άσκησης της κυβερνητικής ευθύνης, δηµιουργούν δηµοκρατικό έλλειµµα και τροφοδοτούν την αρνητική δυναµική που διαπερνά τους ίδιους τους θεσµούς µας, αλλοιώνει «σεµνά και ταπεινά» το αληθινό νόηµα της πολιτικής, κοµίζει στην κουλτούρα µας εθνικιστικά - σκοταδιστικά ιδεολογήµατα και ανέχεται πρακτικές ευθείας αµφισβήτησης ακόµη και του κοσµικού χαρακτήρα του κράτους!

Στο πλαίσιο αυτό, η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας και η Κυβέρνηση αποδεικνύονται καθηµερινά κατώτεροι των περιστάσεων. Χωρίς συγκροτηµένη και ολοκληρωµένη πρόταση και πολιτική στο χώρο της εκπαίδευσης, ουσιαστικά, εξαντλούνται σε µια µίζερη, µικροκοµµατική και βαθιά συντηρητική διαχείριση. Και, ασφαλώς, την ένδεια αυτή δεν µπορεί να αποκρύψει το «φύλλο συκής» του ΕΣΥΠ και οι φιλότιµες προσπάθειες του Προέδρου του, οι «εκτός προγράµµατος» δηλώσεις του οποίου επιτείνουν, κατά κανόνα, την εικόνα της κυβερνητικής σύγχυσης.

Στο 15µηνο της µέχρι τώρα θητείας της η νέα πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας και στο όνοµα της «επανίδρυσης του κράτους» µπορεί να υπερηφανεύεται ότι σε βάρος του δηµόσιου συµφέροντος και µε την επίδειξη πρωτοφανούς και επικίνδυνου για τους δηµοκρατικούς εκπαιδευτικούς θεσµούς µας κυνισµού προχώρησε τον Αύγουστο του 2004, «εν µια νυκτί», σε «αποκεφαλισµό» 600 περίπου στελεχών της εκπαίδευσης

242

στο µέσον της τετραετούς θητείας τους! Σκοπός της η κοµµατική άλωση της διοίκησης της εκπαίδευσης!

Ακολούθησαν πρόχειρες, µονοµερείς, αποσπασµατικές και «προσωρινού» χαρακτήρα επιλογές και ρυθµίσεις για σηµαντικά θέµατα, µε αποτέλεσµα να υπάρχουν δικαιολογηµένες ανησυχίες µεταξύ των µαθητών και των οικογενειών τους καθώς και των µελών της εκπαιδευτικής κοινότητας για ό,τι δυσάρεστο φαίνεται να τους επιφυλάσσει το µέλλον.

Η Κυβέρνηση αντιµετωπίζει εχθρικά τους εκπαιδευτικούς και µε ιδεολογική προκατάληψη τη δηµόσια εκπαίδευση. Ισχυρά δείγµατα η προκλητική ασυνέπειά της στο ζήτηµα των 176 ευρώ, που, αντίθετα προς τις προεκλογικές δεσµεύσεις της, αρνείται τη χορήγησή τους και στους εκπαιδευτικούς, η δυσµενής ρύθµιση για τους αναπληρωτές (30µηνο αντί, έστω, 24µηνο), η µείωση των δαπανών επί του ΑΕΠ για την Παιδεία κ.λπ.

Μπροστά σε όλα αυτά, που, πολύ επιγραµµατικά, επισηµαίνονται, οι εργαζόµενοι, το συνδικαλιστικό κίνηµα, τα κοινωνικά κινήµατα και οι προοδευτικές πολιτικές δυνάµεις σε εθνικό και διεθνές επίπεδο έχουν µία µόνο επιλογή. Να αντιτάξουν συντονισµένα, συλλογικά και αποτελεσµατικά τη δική τους θετικά ανατρεπτική δράση και παρέµβαση!

Για µας, για την ΠΑΣΚ, η Παιδεία και η εκπαίδευση είναι, κατ’ εξοχή, κοινωνικό αγαθό και δεν διαπραγµατευόµαστε το δηµόσιο χαρακτήρα τους. Η άµεση αύξηση των δαπανών για την παιδεία, τουλάχιστον, στο 5% επί του ΑΕΠ, η 12χρονη υποχρεωτική εκπαίδευση και η ολόπλευρη στήριξη των εκπαιδευτικών είναι οι πρώτες προτεραιότητές µας.

∆εν έχουµε αυταπάτες. Το υπαρκτό έλλειµµα κινηµατικής αντίληψης καθιστά ιδιαίτερα δύσκολο εγχείρηµα την αναγκαία κινηµατική στάση και απάντησή µας. Όµως, το µεγάλο κοινό στοίχηµά µας πρέπει να είναι, εδώ και τώρα, να καλύψουµε αυτό το έλλειµµα. Εδώ και τώρα να υπερβούµε τις αδυναµίες µας, για να υποτάξουµε το επιµέρους και το µικρό στο κοινό, το γενικό και το µεγάλο.

Το 12ο τακτικό συνέδριο της ΟΛΜΕ πρέπει να είναι όχι µόνο συνέδριο θέσεων που θα προωθήσουν θετικές απαντήσεις και λύσεις στα προβλήµατα του δηµόσιου σχολείου και του καθηγητή, αλλά και αφετηρία για νέους, ενωτικούς, µαζικούς και αποτελεσµατικούς αγώνες! ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΤΙΚΑ ΑΙΤΗΜΑΤΑ Εκπαιδευτικό σύστηµα-Εκπαίδευση

Απέναντι στις προκλήσεις της εποχής µας το εκπαιδευτικό σύστηµα πρέπει να έχει ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα, να είναι ουσιαστικά αποκεντρωµένο, µε έµφαση στη σχολική µονάδα και επαρκώς χρηµατοδοτούµενο.

Οφείλει:

243

• Να καλλιεργεί την προσωπικότητα του αυριανού πολίτη, µε βάση τις αξίες του ανθρωπισµού, της δηµοκρατίας, της αλληλεγγύης και της ειρήνης.

• Να παρέχει δηµόσια, δωρεάν και υψηλής ποιότητας εκπαίδευση και µόρφωση σε όλους, χωρίς φραγµούς και διακρίσεις.

∆ιεκδικούµε: • Να θεσµοθετηθεί η 12χρονη υποχρεωτική εκπαίδευση. • Να αυξηθούν οι κρατικές δαπάνες για την παιδεία στο 5%, επί του

AEΠ από το 2005. • Να εφαρµοσθούν άµεσα µέτρα εκπαιδευτικής πολιτικής για ίσες

ευκαιρίες στην εκπαίδευση και για την ουσιαστική καταπολέµηση του κοινωνικού αποκλεισµού.

• 25 µαθητές ανά τµήµα ως ανώτατο όριο, 20 µαθητές ανά τµήµα στις κατευθύνσεις.

• Ουσιαστική επιστηµονική, οικονοµική και επαγγελµατική αναβάθµιση του εκπαιδευτικού.

• Συστηµατική εκπαίδευση των αποδήµων, των παλιννοστούντων, των προσφύγων και των οικονοµικών µεταναστών.

• Ανάπτυξη του διαπολιτισµικού χαρακτήρα και της ευρωπαϊκής διάστασης της εκπαίδευσης. Περαιτέρω ενίσχυση-αναβάθµιση της εκπαίδευσης των ατόµων µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.

• Λήψη µέτρων για την αντιµετώπιση της µαθητικής διαρροής και της σχολικής αποτυχίας.

• Πρωινή λειτουργία όλων των σχολείων. Γυµνάσιο-Ενιαίο Λύκειο

Το Γυµνάσιο και το Ενιαίο Λύκειο οφείλουν να παρέχουν επαρκή µορφωτικά προσόντα και εφόδια αντίστοιχα των υψηλών απαιτήσεων της εποχής µας, να αναπτύσσουν δεξιότητες και να καλλιεργούν ανθρωπιστικές αξίες και θετικές στάσεις.

Στο πλαίσιο αυτό απαιτούνται: Νέα αναλυτικά προγράµµατα Γυµνασίου – Ενιαίου Λυκείου, µε στόχο

την αναβάθµιση του περιεχοµένου σπουδών, που θα στηρίζεται στην ποιότητα και όχι στον όγκο της ύλης, σε αντιστοίχηση προς τις συντελούµενες ευρύτερες αλλαγές στην επιστήµη, την τεχνολογία και την κοινωνία.

Συστηµατική ανάπτυξη δραστηριοτήτων που εµπλουτίζουν ποιοτικά το µορφωτικό περιεχόµενο του σχολείου (αισθητική αγωγή – περιβαλλοντική εκπαίδευση - αγωγή υγείας, αγωγή καταναλωτή κ.λπ) και το καθιστούν χώρο ανάδειξης δηµιουργικών και υπεύθυνων πολιτών µε αισθητικές αξίες και ευαισθησίες.

244

Πρόσθετη ∆ιδακτική Στήριξη - Ενισχυτική ∆ιδασκαλία: η υποβάθµιση του θεσµού από τη σηµερινή κυβέρνηση καθιστά περισσότερο επιτακτική από ποτέ την ανάγκη να υπάρξουν άµεσες διοικητικές και λειτουργικές ρυθµίσεις, ώστε ο θεσµός να αναπτυχθεί ουσιαστικά σε όλα τα σχολεία και να γίνει περισσότερο αξιόπιστος και αποτελεσµατικός.

Σχολικός επαγγελµατικός προσανατολισµός: πρέπει να παρέχει στους µαθητές επιστηµονικά αξιόπιστη πληροφόρηση και στήριξη, ώστε να παίρνουν τις καλύτερες δυνατές αποφάσεις που αφορούν το µέλλον τους. Τεχνική-Επαγγελµατική Εκπαίδευση

Θεµελιώδης στόχος της Τεχνικής Επαγγελµατικής Εκπαίδευσης (ΤΕΕ) πρέπει να είναι η δηµιουργία ολοκληρωµένων ανθρώπων µε άρτια γενική µόρφωση, µε κριτική σκέψη και µε βασικές επαγγελµατικές δεξιότητες για την ενεργή ένταξή τους στην κοινωνία και στην παραγωγική διαδικασία. Στο πλαίσιο αυτό, είναι απαραίτητη η άµεση και ουσιαστική αναβάθµιση της ΤΕΕ. H επιτυχία αυτού του στόχου προϋποθέτει την ισχυρή χρηµατοδότησή της για τη δηµιουργία της απαραίτητης υλικοτεχνικής και εργαστηριακής υποδοµής, τα πλήρη και σύγχρονα προγράµµατα σπουδών και την παιδαγωγική και επιστηµονική αναβάθµιση των λειτουργών της.

Βασικά στοιχεία ενός αξιόπιστου συστήµατος Τεχνικής Επαγγελµατικής Εκπαίδευσης.

1. Η ΤΕΕ πρέπει να παρέχεται από ενιαίο τριετές σχολείο (ένας κύκλος σπουδών, ένα πτυχίο).

2. Οι απόφοιτοι της ΤΕΕ να έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης σε AEI-TEI.

3. Όλες οι σχολικές µονάδες που παρέχουν Τεχνική Επαγγελµατική Εκπαίδευση να υπάγονται στο YΠEΠΘ.

4. Πρέπει να καταργηθούν άµεσα τα µεταγυµνασιακά IEK. H κατάρτιση να παρέχεται µετά τις σπουδές στο Ενιαίο Λύκειο και στην Τεχνική Επαγγελµατική Εκπαίδευση.

5. Είναι αναγκαία η ουσιαστική αναβάθµιση της κτιριακής και εργαστηριακής υποδοµής.

6. 10 µαθητές ανά εκπαιδευτικό στα εργαστήρια. 7. Απαιτείται σύγχρονη, ολοκληρωµένη και κατά προτεραιότητα

επιµόρφωση όλων των εκπαιδευτικών της Τεχνικής Επαγγελµατικής Εκπαίδευσης. Εξεταστικό Α. Αξιολόγηση µαθητών

H αξιολόγηση των µαθητών αποτελεί αναπόσπαστο µέρος της εκπαιδευτικής-µορφωτικής λειτουργίας, της οποίας επιδιώκει τη συνεχή βελτίωση ως διαδικασία ανατροφοδότησής της.

245

Στοχεύει, επίσης, στη συνεχή βελτιωτική παρέµβαση του σχολείου, που ως θεσµός πρέπει να λειτουργεί στην κατεύθυνση άµβλυνσης των µορφωτικών και κοινωνικών ανισοτήτων. Β. Το σύστηµα πρόσβασης στην τριτοβάθµια Εκπαίδευση

• Το εξεταστικό σύστηµα δεν θα πρέπει να ακυρώνει το στόχο της µορφωτικής και παιδαγωγικής επάρκειας και αυτονοµίας του σχολείου. Αντίθετα, οφείλει να τον προάγει.

• Μεταβατικά και στην πορεία για την καθιέρωση της ελεύθερης πρόσβασης προτείνουµε τα παρακάτω µέτρα:

1. Η πρόσβαση στην τριτοβάθµια εκπαίδευση να γίνεται µετά την αποφοίτηση από το Λύκειο µε πανελλαδικές εξετάσεις σε περιορισµένο αριθµό µαθηµάτων, µε διαφορετικό συντελεστή βαρύτητας για ορισµένα από αυτά.

2. Οι εξετάσεις διεξάγονται µε την ευθύνη της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης. Η εξεταστέα ύλη καθορίζεται από το ΥΠΕΠΘ και αντιστοιχεί στη διδαχθείσα.

3. Οι υποψήφιοι έχουν απεριόριστες ευκαιρίες να συµµετέχουν στη διαδικασία της πρόσβασης στην τριτοβάθµια εκπαίδευση.

Επιµόρφωση των Εκπαιδευτικών H επιµόρφωση των εκπαιδευτικών οφείλει να συµβάλλει στη συνεχή

ανανέωση της επιστηµονικής και παιδαγωγικής κατάρτισής τους, να προσεγγίζει δηµιουργικά τα έγκυρα επιστηµονικά δεδοµένα καθώς και τις διδακτικές µεθόδους.

Πρέπει να έχει σαφή προσανατολισµό και συγκεκριµένους στόχους, αλληλένδετους µε τις ανάγκες και τις αλλαγές του εκπαιδευτικού συστήµατος. Είναι ουσιαστική, καθολική και περιοδική. Μορφές επιµόρφωσης:

• Εισαγωγική, µετά το διορισµό (πριν την έναρξη των µαθηµάτων). • Μακράς διάρκειας (ετήσια και 5µηνη), µε απαλλαγή από τα διδακτικά

καθήκοντα. • Ταχύρρυθµη µε τη µορφή σεµιναρίων.

Στο πλαίσιο της ετήσιας επιµόρφωσης να επιµορφώνονται τουλάχιστον 4.000 καθηγητές κάθε φορά και τα επιµορφωτικά προγράµµατα να υλοποιούνται κυρίως µε την ευθύνη των AEI.

Παράλληλα, είναι αναγκαία η θεσµοθέτηση της δυνατότητας συµµετοχής των εκπαιδευτικών σε επιµορφωτικά και ερευνητικά προγράµµατα που αναπτύσσονται στα AEI. Αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών

Αξιολόγηση: Είναι δυναµική διαδικασία συνεχούς αποτίµησης του έργου και των αποτελεσµάτων της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

246

Σκοπός της αξιολόγησης είναι η διαρκής βελτίωση όλων των συντελεστών της εκπαιδευτικής διαδικασίας και γενικότερα της ποιότητας του εκπαιδευτικού συστήµατος, µέσα από µια συνεχή ανατροφοδότησή του από έγκυρα και αξιόπιστα παιδαγωγικά και επιστηµονικά πληροφοριακά στοιχεία. H αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, υπηρετώντας τον παραπάνω γενικό στόχο, επιδιώκει ειδικότερα: α) να καταγράφει κατά τρόπο έγκυρο και αξιόπιστο τις δυσκολίες και τα προβλήµατα που συναντούν οι εκπαιδευτικοί στην επιτέλεση του έργου τους, ώστε να προσδιορίζονται τα αναγκαία, κάθε φορά, επιµορφωτικά προγράµµατα. β) να συµβάλλει στην αυτογνωσία των εκπαιδευτικών και στην αναβάθµιση των επαγγελµατικών τους προσόντων.

• H διαδικασία αξιολόγησης πρέπει να καθορίζεται µε πλήρη σαφήνεια. Τα κριτήρια της αξιολόγησης πρέπει να είναι σαφή, αντικειµενικά, επιστηµονικά και παιδαγωγικά αξιόπιστα. Οι µέθοδοι αξιολόγησης πρέπει να σέβονται απολύτως την παιδαγωγική ελευθερία των εκπαιδευτικών, να ενθαρρύνουν την πρωτοβουλία και να αναγνωρίζουν την υπευθυνότητά τους.

• Οι εκπαιδευτικοί τόσο στη βασική τους κατάρτιση, όσο και στην επιµόρφωσή τους πρέπει να εκπαιδεύονται, στην πράξη, στις επιστηµονικά και παιδαγωγικά δόκιµες µεθόδους αξιολόγησης και αυτοαξιολόγησης.

• Αξιολόγηση της ίδιας της διαδικασίας της αξιολόγησης καθώς και των αξιολογητών, σε σχέση µε την επάρκειά τους κατά την άσκηση του έργου τους.

• Οι διευθυντές των σχολείων, οι διευθυντές εκπαίδευσης και οι προϊστάµενοι γραφείων εκπαίδευσης, οι σχολικοί σύµβουλοι και οι ίδιοι οι αξιολογούµενοι εκπαιδευτικοί (αυτοαξιολόγηση) έχουν διακριτούς ρόλους στη διαδικασία αξιολόγησης.

• Οι αξιολογούµενοι πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να προσφεύγουν σε δευτεροβάθµια κρίση ενώπιον των αρµόδιων υπηρεσιακών συµβουλίων.

∆ιοίκηση της εκπαίδευσης O θεσµός του περιφερειακού διευθυντή εκπαίδευσης, υπό

προϋποθέσεις, είναι δυνατόν να υπηρετήσει µε ουσιαστικό τρόπο την εκπαιδευτική αποκέντρωση και την αναβάθµιση της περιφέρειας.

Οι περιφερειακοί διευθυντές να µην είναι µετακλητοί. Να επιλέγονται όπως και τα υπόλοιπα στελέχη της διοίκησης από ειδικό συµβούλιο επιλογής.

Είναι απαραίτητη µια βαθιά τοµή στο σύστηµα επιλογής και τοποθέτησης των στελεχών της διοίκησης της εκπαίδευσης. Ειδικότερα, θεωρούµε ότι πρέπει να ιδρυθεί σχολή στελεχών διοίκησης της εκπαίδευσης, η

247

οποία θα λειτουργεί παράλληλα και ως φορέας επιµόρφωσης των στελεχών της διοίκησης.

Στο µεταβατικό στάδιο, για την επιλογή των στελεχών εκπαίδευσης προτείνουµε:

1. Τα µοριοδοτούµενα κριτήρια να είναι σαφή, αντικειµενικά και ουσιαστικά.

2. Οι αξιολογικές µονάδες να διαµορφώνονται ως εξής: 50% από τα µοριοδοτούµενα κριτήρια, 30% από τα συνεκτιµώµενα, 20% από τη διαδικασία της συνέντευξης, η οποία πρέπει να είναι αξιόπιστη. Κατά τη συνέντευξη θα πρέπει να αξιολογούνται συγκεκριµένα κριτήρια µε επιµέρους µοριοδότηση.

3. Τα µέλη των συµβουλίων επιλογής να ορίζονται από θεσµικά συλλογικά όργανα και διαδικασίες.

4. Να αυξηθούν οι αρµοδιότητες του AΠYΣ∆E. 5. Να υπάρχει διαφορετικό ανώτατο όριο στις αξιολογικές µονάδες που

προκύπτουν από τα ίδια µοριοδοτούµενα κριτήρια, ανάλογα µε τα καθήκοντα που ζητεί να ασκήσει ο υποψήφιος (διοίκηση ή επιστηµονική καθοδήγηση).

6. Για την αποτελεσµατικότερη λειτουργία των σχολικών µονάδων πρέπει να τοποθετούνται σ’ αυτές υποδιευθυντές ανεξάρτητα από τον αριθµό των τµηµάτων. H επιλογή των υποδιευθυντών των σχολικών µονάδων να γίνεται από το Σύλλογο ∆ιδασκόντων.

7. H θητεία όλων των στελεχών της διοίκησης της εκπαίδευσης να λήγει ταυτόχρονα στο τέλος της 4ετίας.

Αναπληρωτές καθηγητές 1. ∆ιορισµός όλων των αναπληρωτών οι οποίοι στις 30/6/2004 είχαν

συµπληρώσει 18µηνη τουλάχιστον εκπαιδευτική προϋπηρεσία. 2. Πλήρη εργασιακά, µισθολογικά, ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά

δικαιώµατα για τους αναπληρωτές συναδέλφους και για όλους τους µήνες του χρόνου. H προϋπηρεσία τους να λαµβάνεται υπόψη για όλα τα υπηρεσιακά θέµατα (µισθολογικά κλιµάκια, άδειες, υγειονοµική περίθαλψη, ωράριο).

Σύστηµα πρόσληψης των εκπαιδευτικών Για την πρόσληψη των εκπαιδευτικών να απαιτείται πιστοποιητικό

παιδαγωγικής και διδακτικής κατάρτισης, το οποίο θα χορηγείται από τα AEI ύστερα από ετήσιας διάρκειας φοίτηση. Το πιστοποιητικό αυτό είναι µεταπτυχιακού επιπέδου. ∆ιορισµοί

• ∆ιορισµοί για την κάλυψη των εκάστοτε οργανικών κενών, καθώς και όλων των θέσεων που θα προκύπτουν από την καθολική εφαρµογή των προγραµµάτων πρόσθετης διδακτικής στήριξης και ενισχυτικής

248

διδασκαλίας, καθώς και από τις νέες σχολικές δραστηριότητες που απαιτούνται για τον εµπλουτισµό και την αναβάθµιση του µορφωτικού περιεχοµένου του σχολείου.

OIKONOMIKA AITHMATA

Σήµερα που οι αλλαγές στην κοινωνία και στην εκπαίδευση καθιστούν περισσότερο σηµαντικό το ρόλο του εκπαιδευτικού αναδεικνύεται ως κεντρικό, πολιτικό και εκπαιδευτικό πρόταγµα η ισχυρή οικονοµική στήριξή του.

Στο πλαίσιο αυτό θεωρούµε ότι οι Συλλογικές ∆ιαπραγµατεύσεις πρέπει είναι ο βασικός µοχλός για την ουσιαστική οικονοµική αναβάθµιση του καθηγητή. Όµως, η µέχρι σήµερα εφαρµογή του θεσµού των Συλλογικών ∆ιαπραγµατεύσεων ανέδειξε την ανάγκη το σχετικό θεσµικό πλαίσιο (N.2738/99) να βελτιωθεί και να διευρυνθεί, ώστε να κατοχυρώνεται η δυνατότητα και των Οµοσπονδιών για σύναψη ειδικής συλλογικής σύµβασης και συµφωνίας σε σηµαντικά ζητήµατα, όπως τα εργασιακά και το καθεστώς των αµοιβών.

Βασικές αρχές της πολιτικής µισθών: • Σύνδεση αποδοχών µε την πορεία του τιµάριθµου και την αύξηση του

AEΠ. • ∆ιαµόρφωση των αποδοχών στην κατεύθυνση επίτευξης σταθερής

σχέσης εισαγωγικών-καταληκτικών αποδοχών 1:2 (εσωτερική) και 1:3 (εξωτερική).

• Ουσιαστική αναγνώριση της ιδιαιτερότητας του καθηγητικού επαγγέλµατος.

Στο πλαίσιο των αρχών αυτών διεκδικούµε: • Αύξηση των αποδοχών µας (ακαθάριστων) σε ποσοστό 25% των

σηµερινών. Στην ικανοποίηση αυτής της διεκδίκησης θα συµβάλουν: • Η άµεση ενσωµάτωση του υπόλοιπου του κινήτρου απόδοσης στο

βασικό µισθό. • Η χορήγηση και στους καθηγητές του ποσού των 176 ευρώ. • Ο διπλασιασµός του επιδόµατος εξωδιδακτικής απασχόλησης. • Η χορήγηση επιδόµατος βιβλιοθήκης.

∆ιεκδικούµε επίσης: • ∆ιπλασιασµό των οικογενειακών επιδοµάτων και άµεση καταβολή του

υπολοίπου των αναδροµικών. • Να αυξηθούν τα επιδόµατα και οι παροχές προς τους εκπαιδευτικούς

των ακριτικών και των προβληµατικών περιοχών.

249

• H πολιτεία να αντιµετωπίζει τις αποδοχές των εκπαιδευτικών µε αναλογικό τρόπο και σε αντιστοίχιση µε τις τρεις βαθµίδες της εκπαίδευσης.

Φορολογικά ∆ιεκδικούµε µια πολιτική που θα υπηρετεί κατά προτεραιότητα τα

συµφέροντα των εργαζοµένων και θα έχει ως συστατικό στοιχείο της ένα δίκαιο φορολογικό σύστηµα. Ειδικότερα απαιτούµε:

• Την αύξηση των κοινωνικών δαπανών µέσω και της πάταξης της φοροδιαφυγής και της φοροαπαλλαγής.

• Τη δίκαιη κατανοµή των βαρών, µε ουσιαστική µείωση του ποσοστού συµµετοχής των µισθωτών και συνταξιούχων στα φορολογικά έσοδα.

• ∆ιαµόρφωση φορολογικής κλίµακας µε συντελεστές που θα απαλλάσσουν από τα υπερβολικά φορολογικά βάρη τα χαµηλά εισοδήµατα και θα ελαφρύνουν ουσιαστικά τα µεσαία.

• Τιµαριθµοποίηση σε ετήσια βάση της φορολογικής κλίµακας. • Αλλαγή της σχέσης άµεσων και έµµεσων φόρων, ώστε να υπάρξει

ουσιαστική µείωση των έµµεσων φόρων. • Αύξηση του αφορολόγητου ορίου στο ύψος του µισθού του

νεοδιόριστου καθηγητή. ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ – ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ – ΣΥΝΤΑΞΙΟ∆ΟΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

O δηµόσιος και κοινωνικός χαρακτήρας του Ασφαλιστικού Συστήµατος είναι για το συνδικαλιστικό κίνηµα κεκτηµένο αδιαπραγµάτευτο και η διατήρησή του στόχος αµετακίνητος. Ειδικότερα για το ασφαλιστικό των καθηγητών προτείνουµε:

• Την καταβολή επικουρικής σύνταξης από το T.E.A.∆.Y.-M.T.Π.Y., τουλάχιστον στο 20% των συντάξιµων αποδοχών, για 30 χρόνια ασφάλισης.

• H κύρια σύνταξη να υπολογίζεται στο 80% του συνόλου των αποδοχών κατά το µήνα αποχώρησης του εκπαιδευτικού.

• Αναγνώριση ως χρόνου υπηρεσίας της στρατιωτικής θητείας χωρίς το κόστος εξαγοράς, σε κάθε περίπτωση.

• Αναγνώριση της ιδιαιτερότητας του κλάδου των καθηγητών ως προς τη σύνταξη. Πλήρης σύνταξη (35/35) στα 30 χρόνια µε την αναγνώριση σε όλους τους καθηγητές 5 χρόνων πλασµατικής υπηρεσίας.

250

ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΑ - ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΑ Στόχος είναι η αντιστοίχηση των δράσεων της OΛME προς την

εκάστοτε πλειοψηφική βούληση του κλάδου, ως απάντηση όχι µόνο στο υπαρκτό έλλειµµα της δηµοκρατικής νοµιµοποίησης των αποφάσεών µας, αλλά και στην προϊούσα αποµαζικοποίηση του κλάδου, µε ό,τι αρνητικό αυτό συνεπάγεται (αναποτελεσµατικότητα -γραφειοκρατικοποίηση του συνδικάτου, αστοχία στις επιλογές και στις ιεραρχήσεις του).

Προτείνουµε: α) Για τις EΛME:

1. ∆ιετής θητεία του ∆ιοικητικού Συµβουλίου για καλύτερο προγραµµατισµό δράσης και αξιοποίηση της εµπειρίας των µελών του ∆.Σ. σε εύλογο χρόνο.

2. Για καλύτερο συντονισµό µε την OΛME, προσαρµογή των καταστατικών τους, όπου είναι απαραίτητο, µε στόχο την αντιστοίχησή τους µε εκείνο της Οµοσπονδίας .

3. Οι Γ.Σ. να παίρνουν αποφάσεις για σηµαντικά θέµατα (π.χ. απεργιακές κινητοποιήσεις), µόνο εφόσον συµµετέχει σ’ αυτές ένας ελάχιστος αριθµός µελών (ενδεικτικά, 15%). 4. Άµεση καθολική εφαρµογή του νέου συστήµατος είσπραξης συνδροµών.

β) Για την OΛME: 1. Εκλογή 45µελούς Γενικού Συµβουλίου (Γ.Σ.). Στο Γ.Σ.

εκπροσωπούνται µε ένα (1) τουλάχιστον εκπρόσωπο οι ευρύτερες (διοικητικές) περιφέρειες της χώρας.

2. Εκτελεστική Επιτροπή (ή ∆ιοικητικό Συµβούλιο) 11µελής κατά την πρώτη εφαρµογή. Σταδιακά µπορεί να προβλεφθεί να είναι 9µελής ή 7µελής. Έχει µόνον εκτελεστικές αρµοδιότητες.

3. Γενική Συνέλευση των Προέδρων των EΛME: Θα συνέρχεται α) το Σεπτέµβριο, αµέσως µετά το τακτικό συνέδριο, προκειµένου να ιεραρχήσει αιτήµατα και στόχους που περιλαµβάνονται στις αποφάσεις του τελευταίου συνεδρίου, β) Το Μάιο - Ιούνιο, των ενδιαµέσων, µεταξύ των δύο συνεδρίων, ετών, για έγκριση του οικονοµικού προϋπολογισµού - απολογισµού και για προσδιορισµό των στόχων της επόµενης χρονιάς.

4. Για ζητήµατα µείζονος σηµασίας, που ρητά προσδιορίζονται στο καταστατικό της OΛME (π.χ. κήρυξη 3ήµερης απεργίας και άνω), οι αποφάσεις λαµβάνονται από σώµα που απαρτίζεται από τα µέλη του Γενικού Συµβουλίου και τους προέδρους των EΛME.

5. Οι πρόεδροι των EΛME συµµετέχουν στο σώµα αυτό µε δικαίωµα ψήφου, εφόσον οι αποφάσεις, για τα µείζονος σηµασίας αυτά θέµατα, έχουν ληφθεί από τις Γενικές Συνελεύσεις των ενώσεων που

251

εκπροσωπούν, µε συµµετοχή τουλάχιστον του 15% των εγγεγραµµένων µελών τους,

6. Τριετής θητεία των οργάνων της OΛME.

252

ΜΕΡΟΣ ΕΝΑΤΟ 1. Η ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΩΝ ∆. Σ. ΤΗΣ Β΄ ΕΛΜΕ ΕΒΡΟΥ.

1981 (27-10-1981)

Προσωρινό ∆. Σ. ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Μπαµπασίδης Παναγιώτης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Μίγγας ∆ηµήτριος

Γ.ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Ζιαγάκης Παναγιώτης

ΤΑΜΙΑΣ

Γιαννούλης Νικόλαος

ΟΡΓ.ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Τσιµούρας ∆ηµήτριος

ΜΕΛΗ

Σιώζιος Μηδιούρης

Παναγιώτης Ευάγγελος

1982

(17-3-1982) ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Μπαµπασίδης Παναγιώτης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Γιαννούλης Νικόλαος

Γ.ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Ζιαγάκης Παναγιώτης

ΤΑΜΙΑΣ

Κάργας Αλέξανδρος

ΟΡΓ.ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Σιώζιος Παναγιώτης

ΜΕΛΗ

Κούζας Τσιµούρας

Ιωάννης ∆ηµήτριος

1982-83 (11-11-1982)

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Γιαννούλης Νικόλαος

253

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Ζιαγάκης Παναγιώτης

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Καβάζης Τηλέµαχος

ΤΑΜΙΑΣ

Κάργας Αλέξανδρος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κούζας Ιωάννης

ΜΕΛΗ

Σιώζιος Κιτσάκης

Παναγιώτης Γεώργιος

1983-84

(09-11-1983) ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Γιαννούλης Νικόλαος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Καβάζης Τηλέµαχος

Γ.ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κούζας Ιωάννης

ΤΑΜΙΑΣ

Κάργας Αλέξανδρος

ΟΡΓ.ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Σιώζιος Παναγιώτης

ΜΕΛΗ

Ιωάννου Ντιντή

Ελευθερία Λεµονιά

1984 (02-06-1984)

Ανασύνθεση ∆. Σ. ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Γιαννούλης Νικόλαος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Καβάζης Τηλέµαχος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κούζας Ιωάννης

ΤΑΜΙΑΣ

Παραπαγγίδης Παναγιώτης

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Σιώζιος Παναγιώτης

254

ΜΕΛΗ

Αντωνίου Ντιντή

Μαρία Λεµονιά

1984 (13-09-1984)

Ανασύνθεση ∆. Σ. ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Καβάζης Τηλέµαχος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Σιώζιος Παναγιώτης

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κούζας Ιωάννης

ΤΑΜΙΑΣ

Παραπαγγίδης Παναγιώτης

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Ντιντή Λεµονιά

ΜΕΛΗ

Αντωνίου Χαβάνης

Μαρία Στράτος

1984-85

(06-11-1984) ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Ζιαγάκης Παναγιώτης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Κούζας Ιωάννης

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Σιώζιος Παναγιώτης

ΤΑΜΙΑΣ

Θεολογίτης Ελευθέριος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

∆ροσόπουλος Κωνσταντίνος

ΜΕΛΗ

Μιαούλη Παραπαγγίδης

Αναστασία Παναγιώτης

1985 (09-06-1985)

Ανασύνθεση ∆. Σ.

255

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Ζιαγάκης Παναγιώτης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Κούζας Ιωάννης

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Σιώζιος Παναγιώτης

ΤΑΜΙΑΣ

Θεολογίτης Ελευθέριος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Χαλάτσης Ιωάννης

ΜΕΛΗ

Μιαούλη Παραπαγγίδης

Αναστασία Παναγιώτης

1985 (20-06-1985)

Ανασύνθεση ∆. Σ. ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Ζιαγάκης Παναγιώτης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Χαλάτσης Ιωάννης

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κούζας Ιωάννης

ΤΑΜΙΑΣ

Θεολογίτης Ελευθέριος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Παραπαγγίδης Παναγιώτης

ΜΕΛΗ

Μιαούλη Ραχούτης

Αναστασία Φάνης

1985-86 (05-11-1985)

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Κούζας Ιωάννης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Ζιαγάκης Παναγιώτης

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Ευρώπας Χρήστος

256

ΤΑΜΙΑΣ

Μποϊδίδου Χαρίκλεια

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Παραπαγγίδης Παναγιώτης

ΜΕΛΗ

Μιαούλη Θεολογίτης

Αναστασία Ελευθέριος

1986 (06-02-1986)

Ανασύνθεση ∆. Σ. ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Κούζας Ιωάννης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Ζιαγάκης Παναγιώτης

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Μποϊδίδου Χαρίκλεια

ΤΑΜΙΑΣ

Χαλάτσης Ιωάννης

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Παραπαγγίδης Παναγιώτης

ΜΕΛΗ

Μιαούλη Θεολογίτης

Αναστασία Ελευθέριος

1986 (18-09-1986)

Ανασύνθεση ∆. Σ. ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Κούζας Ιωάννης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Ζιαγάκης Παναγιώτης

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Μποϊδίδου Χαρίκλεια

ΤΑΜΙΑΣ

Χαλάτσης Ιωάννης

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Παραπαγγίδης Παναγιώτης

ΜΕΛΗ

Μιαούλη Πανταζής

Αναστασία Νικόλαος

257

1986-87 (04-12-1986)

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Τριγγίδης Νικόλαος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Καραµπάτσας Βασίλειος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Μιαούλη Αναστασία

ΤΑΜΙΑΣ

Ζιαγάκης Παναγιώτης

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Θεοδώρου Σπύρος

ΜΕΛΗ

Κούζας Πανταζής

Ιωάννης Νικόλαος

1987 (13-01-1987)

Ανασύνθεση ∆. Σ. ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Τριγγίδης Νικόλαος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Καραµπάτσας Βασίλειος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Μιαούλη Αναστασία

ΤΑΜΙΑΣ

Ζιαγάκης Παναγιώτης

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Ραχούτης Φάνης

ΜΕΛΗ

Κούζας Πανταζής

Ιωάννης Νικόλαος

1987 (23-02-1987)

Ανασύνθεση ∆. Σ. ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Τριγγίδης Νικόλαος

258

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Καραµπάτσας Βασίλειος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Μιαούλη Αναστασία

ΤΑΜΙΑΣ

Ζιαγάκης Παναγιώτης

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Ραχούτης Φάνης

ΜΕΛΗ

Κυρκούσης Πανταζής

Αθανάσιος Νικόλαος

1987-88

(27-10-1987) ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Ζιαγάκης Παναγιώτης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Σταµατόπουλος Αθανάσιος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κυρκούσης Αθανάσιος

ΤΑΜΙΑΣ

- -

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κούζας Ιωάννης

ΜΕΛΗ

Τζούκα Μιαούλη Καραµπάτσας

Γιούλα Αναστασία Βασίλειος

1988

(04-02-1988) Ανασύνθεση ∆. Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Ζιαγάκης Παναγιώτης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Σταµατόπουλος Αθανάσιος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κυρκούσης Αθανάσιος

ΤΑΜΙΑΣ

- -

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Παραπαγγίδης Παναγιώτης

259

ΜΕΛΗ

Τζούκα Μιαούλη Ζουπίδης

Γιούλα Αναστασία Γεώργιος

1988

(13-09-1988) Ανασύνθεση ∆. Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Ζιαγάκης Παναγιώτης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Σταµατόπουλος Αθανάσιος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κυρκούσης Αθανάσιος

ΤΑΜΙΑΣ

- -

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Παραπαγγίδης Παναγιώτης

ΜΕΛΗ

Πάτσας Μιαούλη Ζουπίδης

Μιχαήλ Αναστασία Γεώργιος

1988-89

(24-11-1988) ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Μιαούλη Αναστασία

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Γαβρικούδης ∆ηµήτριος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

∆ηµητροπούλου Μαρίνα

ΤΑΜΙΑΣ

Καραµπάτσας Βασίλειος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Παραπαγγίδης Παναγιώτης

ΜΕΛΗ

Κυρκούσης Σκόρδα

Αθανάσιος Αντιγόνη

1989 (24-02-1989)

Ανασύνθεση ∆. Σ.

260

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Μιαούλη Αναστασία

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Γαβρικούδης ∆ηµήτριος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

∆ηµητροπούλου Μαρίνα

ΤΑΜΙΑΣ

Καραµπάτσας Βασίλειος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Ναζίρης Γεώργιος

ΜΕΛΗ

Κυρκούσης Σκόρδα

Αθανάσιος Αντιγόνη

1989 (14-09-1989)

Ανασύνθεση ∆. Σ. ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Μιαούλη Αναστασία

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Γαβρικούδης ∆ηµήτριος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Σκόρδα Αντιγόνη

ΤΑΜΙΑΣ

Τσαρούδης Χρήστος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Αργυρίου Γεώργιος

ΜΕΛΗ

Κυρκούσης Ναζίρης

Αθανάσιος Γεώργιος

1989-90 (30-11-1989)

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Μιαούλη Αναστασία

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Αργυρίου Γεώργιος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Σκόρδα Αντιγόνη

261

ΤΑΜΙΑΣ

Τσαρούδης Χρήστος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Πατσίδης Αντώνιος

ΜΕΛΗ

Παπαδόπουλος Σταµατόπουλος

Κωνσταντίνος Αθανάσιος

1990 (09-01-1990)

Ανασύνθεση ∆. Σ. ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Μιαούλη Αναστασία

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Αργυρίου Γεώργιος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Σκόρδα Αντιγόνη

ΤΑΜΙΑΣ

Τσαρούδης Χρήστος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Πατσίδης Αντώνιος

ΜΕΛΗ

Παραπαγγίδης Σταµατόπουλος

Παναγιώτης Αθανάσιος

1990

(27-03-1990) Ανασύνθεση ∆. Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Μιαούλη Αναστασία

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Τσαρούδης Χρήστος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Σκόρδα Αντιγόνη

ΤΑΜΙΑΣ

Αργυρίου Γεώργιος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Πατσίδης Αντώνιος

ΜΕΛΗ

Παραπαγγίδης Σταµατόπουλος

Παναγιώτης Αθανάσιος

262

1990 (13-09-1990)

Ανασύνθεση ∆. Σ. ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Μιαούλη Αναστασία

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Τσαρούδης Χρήστος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Σαρµπεζούδης ∆ηµήτριος

ΤΑΜΙΑΣ

- -

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Πατσίδης Αντώνιος

ΜΕΛΗ

Παραπαγγίδης Σταµατόπουλος Κιζήλος

Παναγιώτης Αθανάσιος Νικόλαος

1990-91

(13-11-1990) ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Κυρκούσης Αθανάσιος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Κούρτογλου Γεώργιος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Τσιακίρης ∆ηµήτριος

ΤΑΜΙΑΣ

Καραδήµας Βασίλειος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

- -

ΜΕΛΗ

Μιαούλη Σαρµπεζούδης Πατσίδης

Αναστασία ∆ηµήτριος Αντώνιος

1991

(10-09-1991) Ανασύνθεση ∆. Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Κυρκούσης Αθανάσιος

263

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Κούρτογλου Γεώργιος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Τσιακίρης ∆ηµήτριος

ΤΑΜΙΑΣ

Σταµατόπουλος Αθανάσιος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

- -

ΜΕΛΗ

Τσαρούδης Παπαδηµητρίου ∆ερµενζοπούλου

Χρήστος Ευθύµιος Ελισάβετ

1991-92

(18-11-1991) ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Σιανκούρης Παναγιώτης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Ζησάκης Ζήσης

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Παναγιωτοπούλου ∆ήµητρα

ΤΑΜΙΑΣ

Κυρκούσης Αθανάσιος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Ναζίρης Γεώργιος

ΜΕΛΗ

Μιαούλη Πανταζής

Αναστασία Νικόλαος

1992 (22-09-1992)

Ανασύνθεση ∆. Σ. ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Σιανκούρης Παναγιώτης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Ναζίρης Γεώργιος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Τρυφωνίδης Ιωάννης

ΤΑΜΙΑΣ

Κυρκούσης Αθανάσιος

264

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

∆ερµεντζοπούλου Ελισάβετ

ΜΕΛΗ

Αλεξανδρίδου Πανταζής

Σύρµω Νικόλαος

1992-93

(18-11-1992) ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆ηµητριάδης Πανταζής

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Τσούµας ∆ηµήτριος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Τρυφωνίδης Ιωάννης

ΤΑΜΙΑΣ

Τσουλουβή Ζαφειρώ

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Τσιακίρης ∆ηµήτριος

ΜΕΛΗ

Λαθήρα Πανταζής

Ιωάννα Νικόλαος

1993

(09-09-1993) Ανασύνθεση ∆. Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Τσιακίρης ∆ηµήτριος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆ερνεκτσής Νικόλαος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Τρυφωνίδης Ιωάννης

ΤΑΜΙΑΣ

Τσουλουβή Ζαφειρώ

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Βαχαβιώλος Κωνσταντίνος

ΜΕΛΗ

∆ερµεντζοπούλου Αθανασιάδου

Ελισάβετ Φρειδερίκη

265

1993-94 (25-11-1993)

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Τσουλουβή Ζαφειρώ

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Ζησάκης Ζήσης

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Τρυφωνίδης Ιωάννης

ΤΑΜΙΑΣ

∆ερνεκτσής Νικόλαος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Ναζίρης Γεώργιος

ΜΕΛΗ

Σκαρλατίδης Πανταζής

Αθανάσιος Νικόλαος

1994

(25-01-1994) Ανασύνθεση ∆. Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Τσουλουβή Ζαφειρώ

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Ζησάκης Ζήσης

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Τρυφωνίδης Ιωάννης

ΤΑΜΙΑΣ

∆ερνεκτσής Νικόλαος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Γαργάλας Παναγιώτης

ΜΕΛΗ

Σκαρλατίδης Πανταζής

Αθανάσιος Νικόλαος

1994 (06-09-1994)

Ανασύνθεση ∆. Σ. ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Τρυφωνίδης Ιωάννης

266

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Βαχαβιώλος Κωνσταντίνος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Σαµπάνης Κωνσταντίνος

ΤΑΜΙΑΣ

∆ερνεκτσής Νικόλαος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Χριστοδούλου Γεώργιος

ΜΕΛΗ

Αθανασιάδου Πανταζής

Φρειδερίκη Νικόλαος

1994-95

(14-11-1994) ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Τρυφωνίδης Ιωάννης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆ερνεκτσής Νικόλαος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Σαµπάνης Κωνσταντίνος

ΤΑΜΙΑΣ

Χαρακοπίδης Χρήστος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

- -

ΜΕΛΗ

∆εµεδερσλής Ζησάκης Πανταζής

Γεώργιος Ζήσης Νικόλαος

1994

(16-11-1994) Ανασύνθεση ∆. Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Τρυφωνίδης Ιωάννης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆ερνεκτσής Νικόλαος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Σαµπάνης Κωνσταντίνος

ΤΑΜΙΑΣ

Χαρακοπίδης Χρήστος

267

ΟΡΓ.ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

- -

ΜΕΛΗ

Γκόλτσιος ∆εµερδεσλής Πανταζής

Γεώργιος Γεώργιος Νικόλαος

1995

(13-09-1995) Ανασύνθεση ∆. Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Τρυφωνίδης Ιωάννης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Παραπαγγίδης Παναγιώτης

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Χαρακοπίδης Χρήστος

ΤΑΜΙΑΣ

∆ερνεκτσής Νικόλαος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Οικονόµου Νικόλαος ΜΕΛΗ

Κυρκούσης Πανταζής

Αθανάσιος Νικόλαος

1995-96

(13-11-1995) ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Τρυφωνίδης Ιωάννης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Παραπαγγίδης Παναγιώτης

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Χαρακοπίδης Χρήστος

ΤΑΜΙΑΣ

Καζαλτζής Χρήστος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Ασιµή Άννα

ΜΕΛΗ

Οικονόµου Βλάχος

Νικόλαος Αθανάσιος

268

1996 10-01-1996)

Ανασύνθεση ∆. Σ. ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Τρυφωνίδης Ιωάννης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Παραπαγγίδης Παναγιώτης

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Χαρακοπίδης Χρήστος

ΤΑΜΙΑΣ

Καζαλτζής Χρήστος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Ασιµή Άννα ΜΕΛΗ

Ζησάκης Βλάχος

Ζήσης Αθανάσιος

1996 (21-05-1996)

Ανασύνθεση ∆. Σ. ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Τρυφωνίδης Ιωάννης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Παραπαγγίδης Παναγιώτης

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Χαρακοπίδης Χρήστος

ΤΑΜΙΑΣ

Βαχαβιώλος Κωνσταντίνος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Ασιµή Άννα ΜΕΛΗ

Τσουλουχάς Τζιότζιος

Χάρης Αθανάσιος

1996-97

(23-10-1996) ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Παραπαγγίδης Παναγιώτης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Χαρακοπίδης Χρήστος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Τρυφωνίδης Ιωάννης

269

ΤΑΜΙΑΣ

Ξανθόπουλος Κωνσταντίνος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κυρκούσης Αθανάσιος

ΜΕΛΗ

∆εµερδεσλής Μιδάλκος

Γεώργιος Παναγιώτης

1997

(21-02-1997) Ανασύνθεση ∆. Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Παραπαγγίδης Παναγιώτης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Χαρακοπίδης Χρήστος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Τρυφωνίδης Ιωάννης

ΤΑΜΙΑΣ

Ξανθόπουλος Κωνσταντίνος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Κυρκούσης Αθανάσιος ΜΕΛΗ

Ξυδάς Μιδάλκος

Απόστολος Παναγιώτης

1997

(12-05-1997) Ανασύνθεση ∆. Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Παραπαγγίδης Παναγιώτης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Χαρακοπίδης Χρήστος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Τρυφωνίδης Ιωάννης

ΤΑΜΙΑΣ

Βαχαβιώλος Κωνσταντίνος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Κυρκούσης Αθανάσιος ΜΕΛΗ

Παπαδοπούλου Μιδάλκος

Άρτεµις Παναγιώτης

270

1997-98 (11-11-1997)

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Παραπαγγίδης Παναγιώτης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Μιδάλκος Παναγιώτης

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Πετρέσης Κυριάκος

ΤΑΜΙΑΣ

Βαχαβιώλος Κωνσταντίνος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Παπαδηµητρίου Ευθύµιος

ΜΕΛΗ

Ξυδάς ∆ηµητρίου

Απόστολος Παναγιώτα

1998

(15-10-1998) Ανασύνθεση ∆. Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Παραπαγγίδης Παναγιώτης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Βαλαβανίδου Σοφία

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Πετρέσης Κυριάκος

ΤΑΜΙΑΣ

Βαχαβιώλος Κωνσταντίνος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Σκαλτσάς Γεώργιος ΜΕΛΗ

Παπαδοπούλου ∆ηµητρίου

Άρτεµις Παναγιώτα

1998-99

(26-11-1998) ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Μουµουζιάς Γεώργιος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Γκότση Ευαγγελία

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Πατουχέας ∆ηµήτριος

ΤΑΜΙΑΣ

Βαχαβιώλος Κωνσταντίνος

271

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Παπαδοπούλου Άρτεµις

ΜΕΛΗ

Πετρέσης Λαυκίδης

Κυριάκος Απόστολος

1999

(27-04-1999) Ανασύνθεση ∆. Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Πατουχέας ∆ηµήτριος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Γκότση Ευαγγελία

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Πετρέσης Κυριάκος

ΤΑΜΙΑΣ

Βαχαβιώλος Κωνσταντίνος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Παπαδοπούλου Άρτεµις ΜΕΛΗ

Σκαλτσάς Λαυκίδης

Γεώργιος Απόστολος

1999

(09-09-1999) Ανασύνθεση ∆. Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Ζησάκης Ζήσης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Βαχαβιώλος Κωνσταντίνος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Πετρέσης Κυριάκος

ΤΑΜΙΑΣ

Σκαλτσάς Γεώργιος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Παπαδοπούλου Άρτεµις ΜΕΛΗ

Αθανασιάδου Βαλαβανίδου

Φρειδερίκη Σοφία

1999-2000

(30-11-1999) ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Ζησάκης Ζήσης

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ Βαχαβιώλος Κωνσταντίνος

272

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Πετρέσης Κυριάκος

ΤΑΜΙΑΣ

Παπαδοπούλου Άρτεµις

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

∆ερµεντζοπούλου Έλση

ΜΕΛΗ

Κωνσταντάς Σκαλτσάς

Αυγουστής Γεώργιος

2000

(30-06-2000) Ανασύνθεση ∆. Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Πετρέσης Κυριάκος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Κωνσταντάς Αυγουστής

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Σκαλτσάς Γεώργιος

ΤΑΜΙΑΣ

Βαχαβιώλος Κωνσταντίνος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ∆ερµεντζοπούλου Έλση ΜΕΛΗ

Παπαδηµητρίου Χριστοδούλου

Ευαγγελία Γεώργιος

2000-2001

(22-11-2000) ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆εµερδεσλής Γεώργιος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Κωνσταντάς Αυγουστής

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

∆ερµεντζοπούλου Έλση

ΤΑΜΙΑΣ

Βαχαβιώλος Κωνσταντίνος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κυπραίου Μαρία

ΜΕΛΗ

Πετρέσης Σκαλτσάς

Κυριάκος Γεώργιος

273

2001 (15-03-2001)

Ανασύνθεση ∆. Σ. ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Σκαλτσάς Γεώργιος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Κωνσταντάς Αυγουστής

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

∆ερµεντζοπούλου Έλση

ΤΑΜΙΑΣ

Βαχαβιώλος Κωνσταντίνος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Κυπραίου Μαρία ΜΕΛΗ

Πετρέσης ∆εµερδεσλής

Κυριάκος Γεώργιος

2001

(25-06-2001) Ανασύνθεση ∆. Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Σκαλτσάς Γεώργιος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Κωνσταντάς Αυγουστής

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

∆ερµεντζοπούλου Έλση

ΤΑΜΙΑΣ

Λαυκίδης Απόστολος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Παπαδηµητρίου Ευαγγελία ΜΕΛΗ

Πετρέσης ∆εµερδεσλής

Κυριάκος Γεώργιος

2001

(20-09-2001) Ανασύνθεση ∆. Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆ερµεντζοπούλου Έλση

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆εµερδεσλής Γεώργιος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κωνσταντάς Αυγουστής

ΤΑΜΙΑΣ

Παπαδηµητρίου Ευαγγελία

274

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Πετρέσης Κυριάκος ΜΕΛΗ

- -

- -

2001-2002 (05-12-2001)

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆εµερδεσλής Γεώργιος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Παντελίδου Κυριακή

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Πετρέσης Κυριάκος

ΤΑΜΙΑΣ

∆ερµεντζοπούλου Έλση

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Οικονόµου Αθανασία

ΜΕΛΗ

Κασάπης Παπαδηµητρίου

Αθανάσιος Ευαγγελία

2002

(06-06-2002) Ανασύνθεση ∆. Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆εµερδεσλής Γεώργιος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Κασάπης Αθανάσιος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Πετρέσης Κυριάκος

ΤΑΜΙΑΣ

∆ερµεντζοπούλου Έλση

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Οικονόµου Αθανασία ΜΕΛΗ

Γκογκίδης Παπαδηµητρίου

Κωνσταντίνος Ευαγγελία

2002-2003

(29-11-2002) ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆εµερδεσλής Γεώργιος

275

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Λαυκίδης Απόστολος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

∆ερµεντζοπούλου Έλση

ΤΑΜΙΑΣ

Οικονόµου Αθανασία

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κεραµιτσή Στέλλα

ΜΕΛΗ

Κωνσταντάς Πενταφτίκης

Αυγουστής Απόστολος

2003

(30-10-2003) Ανασύνθεση ∆. Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆εµερδεσλής Γεώργιος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Λαυκίδης Απόστολος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

∆ερµεντζοπούλου Έλση

ΤΑΜΙΑΣ

Γεωργουσίδου Μαρία

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Κεραµιτσή Στέλλα ΜΕΛΗ

Κωνσταντάς Πενταφτίκης

Αυγουστής Απόστολος

2003-2004 (08-12-2003)

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆εµερδεσλής Γεώργιος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Βαλαβανίδου Σοφία

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Βαρσαµακίδου Βασιλική

ΤΑΜΙΑΣ

Βουγιούκας Παναγιώτης

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

∆ερµεντζοπούλου Έλση

276

ΜΕΛΗ

Λεµονάκης Πενταφτίκης

Χρήστος Απόστολος

2004 (08-09-2004)

Ανασύνθεση ∆. Σ. ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆εµερδεσλής Γεώργιος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Στεργάτος Γεώργιος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Βαρσαµακίδου Βασιλική

ΤΑΜΙΑΣ

Αλεξανδρίδου Σύρµω

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ∆ερµεντζοπούλου Έλση ΜΕΛΗ

Λεµονάκης Πενταφτίκης

Χρήστος Απόστολος

2004-2005 (13-12-2004)

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆εµερδεσλής Γεώργιος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Βαρσαµακίδου Βασιλική

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Αναστασιάδης Πασχάλης

ΤΑΜΙΑΣ

∆οσίδης Ευάγγελος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Αλεξανδρίδου Σύρµω

ΜΕΛΗ

Πενταφτίκης Στεργάτος

Απόστολος Γεώργιος

277

2005-2006 (12-12-2005)

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆οσίδης Ευάγγελος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆εµερδεσλής Γεώργιος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Αναστασιάδης Πασχάλης

ΤΑΜΙΑΣ

Κασάπης Αθανάσιος

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Πενταφτίκης Απόστολος

ΜΕΛΗ

Βαρσαµακίδου Σταµατόπουλος

Βασιλική Χαράλαµπος

2006

(19-10-2006) Ανασύνθεση ∆.Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆εµερδεσλής Γεώργιος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Βαρσαµακίδου Βασιλική

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κασάπης Αθανάσιος

ΤΑΜΙΑΣ

- -

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

- -

ΜΕΛΗ

Αναστασιάδης Ζαλοκώστας Πενταφτίκης Σταµατόπουλος

Πασχάλης Χρήστος Απόστολος Χαράλαµπος

2006-2007

(13-12-2006) ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆εµερδεσλής Γεώργιος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Περιστεράκης Βασίλειος

278

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Αλεβυζάκης Γεώργιος

ΤΑΜΙΑΣ

Οικονόµου Αθανασία

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κασάπης Αθανάσιος

ΜΕΛΗ

Λεµονάκης Τσαγγαλία

Χρήστος Βασιλική

2007

(06-09-2007) Ανασύνθεση ∆.Σ.

ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆εµερδεσλής Γεώργιος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Περιστεράκης Βασίλειος

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Αλεβυζάκης Γεώργιος

ΤΑΜΙΑΣ

Οικονόµου Αθανασία

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Κασάπης Αθανάσιος

ΜΕΛΗ

Λεµονάκης Τσιτσιµάκας

Χρήστος Αθανάσιος

2007-2008

(13-12-2007) ΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

∆εµερδεσλής Γεώργιος

ΑΝΤΙΠΡΟΕ∆ΡΟΣ

Αναστασιάδης Πασχάλης

Γ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Αλεβυζάκης Γεώργιος

ΤΑΜΙΑΣ

Καϊσίδου Αναστασία

ΟΡΓ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Οικονόµου Αθανασία

ΜΕΛΗ

Κασάπης Παπαµιχαήλ

Αθανάσιος Βασίλειος

279

2. ΟΙ ΠΡΟΕ∆ΡΟΙ ΤΗΣ Β΄ ΕΛΜΕ ΕΒΡΟΥ. (1981-2007)

Α/Α ΕΠΩΝΥΜΟ ΟΝΟΜΑ ΕΤΗ ΠΑΡΑΤΑΞΗ * 1 Γιαννούλης Νικόλαος 1982-1983

1983-1984 ΠΑΣΚ

2 ∆εµερδεσλής Γεώργιος 2000-2001 2001-2002 2002-2003 2003-2004 2004-2005 2006-2007 2007-2008

ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ

3 ∆ερµεντζοπούλου Έλση 2001 ∆ΑΚΕ *

4 ∆ηµητριάδης Πανταζής 1992-1993 ΠΑΣΚ 5 ∆οσίδης Ευάγγελος 2005-2006 ∆ΑΚΕ 6 Ζησάκης Ζήσης 1999-2000 ΠΑΣΚ 7 Ζιαγάκης Παναγιώτης 1984-1985

1987-1988 ΠΑΣΚ

8 Καβάζης Τηλέµαχος 1984 ΠΑΣΚ *

9 Κούζας Ιωάννης 1985-1986 ΠΑΣΚ 10 Κυρκούσης Αθανάσιος 1990-1991 ΠΑΣΚ 11 Μιαούλη Αναστασία 1988-1989

1989-1990 ∆ΑΚΕ

12 Μουµουζιάς Γεώργιος 1998-1999 ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ

13 Μπαµπασίδης Παναγιώτης 1981-1982 ΠΑΣΚ 14 Παραπαγγίδης Παναγιώτης 1996-1997

1997-1998 ΠΑΣΚ

15 Πατουχέας ∆ηµήτριος 1999 ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ

*

16 Πετρέσης Κυριάκος 1999 ∆ΑΚΕ *

17 Σιανκούρης Παναγιώτης 1991-1992 ΠΑΣΚ 18 Σκαλτσάς Γεώργιος 2001 ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ

ΕΝΟΤΗΤΑ *

19 Τριγγίδης Νικόλαος 1986-1987 ∆ΕΕ

280

20 Τρυφωνίδης Ιωάννης 1994-1995 1995-1996

ΠΑΣΚ

21 Τσακίρης ∆ηµήτριος 1993 ΠΑΣΚ *

22 Τσουλουβή Ζαφειρώ 1993-1994 ΠΑΣΚ

* Ανασύνθεση ∆. Σ.

281

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Ακριτικά Νέα Ορεστιάδας, 30-01-1985. Γερµίδης Α. ∆ηµήτριος, Πληθωρισµός και συνδικάτα, Gutenberg, Αθήνα, 1976. Γκαλµπραίηθ Κ. Τζων, Το νέον βιοµηχανικόν κράτος, Παπαζήσης, Αθήνα, 1969. Γκίβαλος Μενέλαος, Συνδικαλιστική και πολιτική κρίση, Παρόν της Κυριακής, 26- 02-2006. Ελεύθερη Θράκη, 16-11-1984. Ελεύθερη Θράκη, 30-11-1984. Ευσταθίου Κ., Κεφαλληνός Π., Μιχελής Κ., Η προσπάθεια αναγέννησης και ανασυγκρότησης του εργατικού συνδικαλιστικού κινήµατος είναι µονόδροµος, www.geocities.com/aseote2/pan14305, 2007. Θεοδώρου Ε. Θεόδωρος, Συνδικαλιστικό ∆ίκαιο, (Συλλογικό Εργατικό ∆ίκαιο), Αφοί Τολίδη, Αθήνα, 1983. Κατσανέβας Κ. Θεόδωρος, Το σύγχρονο συνδικαλιστικό κίνηµα στην Ελλάδα, Νέα Σύνορα, Αθήνα, 1981. Κολλιάς Γιώργος, Το συνδικαλιστικό κίνηµα των ∆ηµοσίων Υπαλλήλων, www.inegsee.gr/enimerwsi-48-doc4.htm, 2007. Κούζας Ιωάννης, Η ίδρυση της Νέας Ορεστιάδας, οι απαρχές της νεότερης ελληνικής πόλης, Ιστορικά Θέµατα, τ. 70, Φεβρουάριος 2008. Κουζής Γιάννης, Το συνδικαλιστικό κίνηµα και οι συλλογικές διαπραγµατεύσεις στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, από το συλλογικό τόµο: Η µεταρρύθµιση του κοινωνικού κράτους, Κριτική, Αθήνα, 1999. Κουζής Γιάννης, Το συνδικαλιστικό κίνηµα στην Ελλάδα, Ενηµέρωση, τ. 122, Νοέµβριος 2006. Κουζής Γιάννης, Τα χαρακτηριστικά του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήµατος, Gutenberg, Αθήνα, 2007. Λιανός Π. Θεόδωρος, Εργατικός µισθός και απασχόλησις. Θεωρητική και οικονοµική ανάλυσις, Παπαζήσης, Αθήνα, 1975. Μαλκίδης Φάνης, Παλιά και νέα µετανάστευση στο νοµό Έβρου, Θρακικά, τ. 12, Αθήνα, 1999-2000. Μαρξιστική Φωνή, Η ιστορία του εργατικού κινήµατος, www.marxismos.com/ content/view/58/28/1/2/, 2007. Μαυρογορδάτος Γιώργος, Μεταξύ δύο πολέµων, Πολιτική Ιστορία 1922- 1940, Ιστορία του Νέου Ελληνισµού, τ. 7, σ.σ. 9-32, Ελληνικά Γράµµατα, Αθήνα, 2003. Μητροφάνης Ν. Γιώργος, Η ∆ηµόσια Οικονοµία, Ανασυγκρότηση και κρίση, Ιστορία του Νέου Ελληνισµού, τ. 7, σ.σ. 141-158, Ελληνικά Γράµµατα, Αθήνα, 2003.

282

Μουζέλης Π. Νίκος, Κοινοβουλευτισµός και εκβιοµηχάνιση στην ηµι- περιφέρεια. Ελλάδα, Βαλκάνια, Λατινική Αµερική, Θεµέλιο, Αθήνα, 1987. Παναγόπουλος Γιάννης, Αναγκαία η ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήµατος, Ηµερησία, 29-12-2007. Ροµπόλης Σάββας, Το συνδικαλιστικό κίνηµα στα νέα διεθνή δεδοµένα, www.inegsee.gr/enimerwsi-48-doc2.htm, 2007. Σύνταγµα της Ελλάδας και οι προτάσεις των κοµµάτων για την αναθεώρησή του, Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα, 2006. Τζάνις Φάιν, Συζητώντας το µέλλον του συνδικαλισµού, 28-07-2005, www.ppol.gr/fullarticle.php?id=1388. Τσάτσος Θ. ∆ηµήτρης, Κοντιάδης Ι. Ξενοφών, Το Σύνταγµα της Ελλάδας, 1975/86/2001, Σάκκουλας, Αθήνα, 2001. Τσουκαλάς Κωνσταντίνος, Κράτος, κοινωνία, εργασία στη µεταπολεµική Ελλάδα, Θεµέλιο, Αθήνα, 1987. Χατζηγάκης Σωτήρης, Τα αποτελέσµατα του χωρίς όρια καπιταλισµού, Ηµερησία, 6-7 Νοεµβρίου 1999. Χατζηγάκης Σωτήρης, Η νέα ταυτότητα του σηµερινού συνδικαλισµού, Βήµα, 24-09-2005. Χουµεριανός Μανώλης, Από το ΣΕΚΕ στο ΚΚΕ. Το εργατικό κίνηµα στο µεσοπόλεµο, Ιστορία του Νέου Ελληνισµού, τ. 7, σ.σ. 47-64, Ελληνικά Γράµµατα, Αθήνα, 2003. www.adedy.gr www.agonsyn.gr/poioi_eim_2.htm www.dakede.gr/docs1/15_10_2006.doc www.eete-ote.gr/Docs/Syndikalismos.doc www.marxismos.com/content/view/58/28/1/2/. www.olme.gr www.pask.gr/main1.html www.pask.gr/right1_1.html www.esakdee.org www.paremvaseis.org/olme125.htm

ΠΗΓΕΣ Αποφάσεις του 8ου Συνεδρίου της ΟΛΜΕ, Αθήνα, 1997. Βιβλίο Πράξεων Β΄ ΓΕΜΕ ΕΒΡΟΥ, 6 Φεβρουαρίου 1981- 29 Μαρτίου 1996. Βιβλίο Πρακτικών Γενικών Συνελεύσεων των µελών της ΕΛΜΕ Β΄ ΓΕΜΕ ΕΒΡΟΥ, 1982-1996. Βιβλίο Πράξεων ∆.Σ. της Β΄ ΕΛΜΕ ΕΒΡΟΥ, 1981-1982.

283

Βιβλίο Πρακτικών Συνεδριάσεων του ∆.Σ. της ΕΛΜΕ Β΄ ΓΕΜΕ ΕΒΡΟΥ, 1982-1985. Βιβλίο Πρακτικών Συνεδριάσεων του ∆.Σ. της Β΄ ΕΛΜΕ ΕΒΡΟΥ, 1985- 1990. Βιβλίο Πρακτικών Συνεδριάσεων του ∆.Σ. της Β΄ ΕΛΜΕ ΕΒΡΟΥ, 1990- 1995. Βιβλίο Πρακτικών Συνεδριάσεων του ∆.Σ. της Β΄ ΕΛΜΕ ΕΒΡΟΥ, 1995- 2007. Έκθεση πεπραγµένων ∆.Σ. της Β΄ ΕΛΜΕ ΕΒΡΟΥ συνδικαλιστικής χρονιάς 1987-`88 Έκθεση πεπραγµένων ∆.Σ. της Β΄ ΕΛΜΕ ΕΒΡΟΥ συνδικαλιστικής χρονιάς 1988-`89 Πορίσµατα 11ου Συνεδρίου της ΟΛΜΕ, Αθήνα, 2003. Πορίσµατα 12ου Συνεδρίου της ΟΛΜΕ, Αθήνα, 2005. Πορίσµατα του 13ου Συνεδρίου της ΟΛΜΕ, Αθήνα, 2007. Πρωτόκολλο αλληλογραφίας Β΄ ΕΛΜΕ ΕΒΡΟΥ, από 29-10-1981 έως 10-10- 1984. Πρωτόκολλο αλληλογραφίας Β΄ ΕΛΜΕ ΕΒΡΟΥ, από 10-10-1984 έως 26-02- 1987. Πρωτόκολλο αλληλογραφίας Β΄ ΕΛΜΕ ΕΒΡΟΥ, από 23-01-1993 έως 23-05- 1996.

284

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Ο Κούζας Ιωάννης είναι φιλόλογος του Τµήµατος Κλασικών Σπουδών και του Τµήµατος Ιστορίας-Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Θεσσαλονίκης. Έκανε µεταπτυχιακές σπουδές στον Τοµέα ∆ιεθνών Σπουδών της Νοµικής Θράκης και διδάσκει στην ∆. Ε. Εξέδωσε: Εκθέσεων Λόγος, Κωστόγιαννος, Χαλκίδα, 2006. Επιµελήθηκε την έκδοση: 1) Ποιήµατα µαθητών της Α΄ τάξης του 1ου Γυµνασίου Ορεστιάδας, έκδ. Εµµανουηλίδου, Ορεστιάδα, 2004. 2) Η σύνδεση του χθες µε το σήµερα, (µέσω της Ελένης του Ευριπίδη), έκδ. Εµµανουηλίδου, Ορεστιάδα, 2007. ∆ηµοσίευσε: 1) «Η ενεργός συµµετοχική έρευνα µέσω των συνθετικών δηµιουργικών εργασιών στο Ενιαίο Λύκειο», Τα Εκπαιδευτικά, 79-80, Ιούνιος 2006. 2) «Ο Παλαιών Πατρών Γερµανός και οι Έλληνες του 1821», Ιστορικά Θέµατα, τ. 56, Νοέµβριος 2006. 3) «Η ίδρυση της Νέας Ορεστιάδας (1923), οι απαρχές της νεότερης ελληνικής πόλης», Ιστορικά Θέµατα, τ. 70, Φεβρουάριος 2008. 4) «Ο κίνδυνος συρρίκνωσης της ελληνικής Γλώσσας και οι πολιτικές προώθησής της στην παγκοσµιοποιηµένη κοινωνία», Πρακτικά 8ου ∆ιεθνούς Συνεδρίου «Ελληνικά ως ∆εύτερη ή Ξένη Γλώσσα», ΚΕ.∆.ΕΚ. Πανεπιστηµίου Πατρών, Πάτρα, 2005. 5) «Η διδασκαλία της ελληνικής ως ξένης γλώσσας στις διαµορφούµενες συνθήκες του 21ου αιώνα», Πρακτικά του ∆ιεθνούς Συνεδρίου «∆ιδακτική της Ελληνικής Γλώσσας ως ∆εύτερης Ξένης… νέες τάσεις», University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2006. 6) «Σηµασιολογικά και επικοινωνίας λάθη τελειόφοιτων µαθητών Λυκείου. Επισηµάνσεις, διαπιστώσεις, προτάσεις». Πρακτικά του Πανελλήνιου Εκπαιδευτικού Συνεδρίου «Τα Λάθη των Μαθητών: ∆είκτες Αποτελεσµατικότητας ή Κλειδιά για τη Βελτίωση της Ποιότητας της Εκπαίδευσης;», Βιβλίο Περιλήψεων Κ. Ε. Ε., Θεσσαλονίκη, 2007. Αρθρογραφεί στην εφηµερίδα «Μεθόριος» Ορεστιάδας και «Γνώµη» Αλεξανδρούπολης.

285

Η Β΄ ΕΛΜΕ ΕΒΡΟΥ είναι η συνδικαλιστική οργάνωση των καθηγητών του Βορείου Έβρου, από τα Λάβαρα ∆ιδυµοτείχου µέχρι τα ∆ίκαια. ∆ηµιουργήθηκε το 1981 µε έδρα την Ορεστιάδα και υπήρξε η πιο συγκροτηµένη οργάνωση της περιοχής. Σε µια µεταβατική περίοδο για την κοινωνία της περιοχής Ορεστιάδας οι δράσεις και παρεµβάσεις της δεν περιορίζονταν σε θέµατα µόνον συνδικαλιστικά. Συµµετείχε και διαµόρφωνε το πολιτιστικό και πολιτικό γίγνεσθαι. Την πορεία αυτής της Ένωσης µε τα αιτήµατά της και τις δράσεις της εξετάζει αυτό το βιβλίο. Επιπλέον καταγράφονται τα εκατοντάδες πρόσωπα από όλη την Ελλάδα, που συµµετείχαν ενεργά στα συνδικαλιστικά δρώµενα και κυρίως στα όργανα της Β΄ ΕΛΜΕ ΕΒΡΟΥ.

ISBN 978-960-930880-9