Ν. 489/1976

12
1 ΤΟ ΤΡΟΧΑΙΟ ΑΤΥΧΗΜΑ Αστική ευθύνη των εμπλεκομένων μερών-Ανάδειξη σύγχρονων προβλημάτων δικαστηριακής πρακτικής 24 - 25 Σεπτεμβρίου 2010 Ξενοδοχείο ΑΣΤΗΡ Πάτρα Αγαθονίκης Διονυσίου Τεμπονέρα Δικηγόρου Αθηνών Η αντινομία των προβλεπομένων στο άρθρο 7 Ν. 489/1976 εξαιρέσεων από την έννοια του τρίτου σε σχέση με την υποχρεωτικότητα της ασφαλιστικής σύμβασης και την έκταση της Η αξίωση του ασφαλισμένου ως ανυπαιτίου ζημιωθέντος από το όχημα και οι άγνωστες εξαιρέσεις - παγίδες. 1. Η ασφάλιση των έναντι τρίτων προκαλούμενων ζημιών από την κυκλοφορία αυτοκινήτων είναι υποχρεωτική σύμφωνα με τα άρθρα 2, 6 Ν. 489/1976 Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι το ακριβές νόημα και ο σκοπός του νομοθέτη στο σύνολο του ελληνικού ασφαλιστικού δικαίου και στο νόμο 489/1976, όπως ισχύει κωδικοποιημένος, είναι να ασφαλισθεί το όχημα και να καλυφθεί η αστική ευθύνη του κάθε οδηγού ασφαλισμένου οχήματος καθώς επίσης και να καλυφθεί η ζημία του κάθε ανυπαίτιου ζημιωθέντος προσώπου από την κυκλοφορία του οχήματος αυτού. Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές των άρθρων 2 παρ. 1 του ιδίου Νόμου «… Ο κύριος ή κάτοχος αυτοκινήτου που κυκλοφορεί μέσα στην Ελλάδα επί οδού, υποχρεούται να έχει καλύψει με ασφάλιση, την εκ τούτου έναντι τρίτων αστική ευθύνη , σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος…» και 6 παρ. 1, 2 του ιδίου Νόμου «… Η ασφάλιση πρέπει να καλύπτει την αστική ευθύνη του κυρίου, του κατόχου και κάθε οδηγού ή υπεύθυνου του ασφαλισμένου αυτοκινήτου. Εξαιρείται η αστική ευθύνη των προσώπων που επελήφθησαν του αυτοκινήτου με κλοπή ή βία και αυτών που προκάλεσαν το

Transcript of Ν. 489/1976

Page 1: Ν. 489/1976

1

ΤΟ ΤΡΟΧΑΙΟ ΑΤΥΧΗΜΑ

Αστική ευθύνη των εμπλεκομένων μερών-Ανάδειξη σύγχρονων

προβλημάτων δικαστηριακής πρακτικής

24 - 25 Σεπτεμβρίου 2010Ξενοδοχείο ΑΣΤΗΡ

ΠάτραΑγαθονίκης Διονυσίου Τεμπονέρα

Δικηγόρου Αθηνών

Η αντινομία των προβλεπομένων στο άρθρο 7 Ν. 489/1976 εξαιρέσεων από την έννοια του τρίτου σε σχέση με την υποχρεωτικότητα της ασφαλιστικής σύμβασης και την έκταση της

Η αξίωση του ασφαλισμένου ως ανυπαιτίου ζημιωθέντος από το όχημα και οι άγνωστες εξαιρέσεις - παγίδες.

1. Η ασφάλιση των έναντι τρίτων προκαλούμενων ζημιών από την κυκλοφορία αυτοκινήτων είναι υποχρεωτική σύμφωνα με τα άρθρα 2, 6 Ν. 489/1976

Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι το ακριβές νόημα και ο σκοπός του νομοθέτη στο σύνολο του ελληνικού ασφαλιστικού δικαίου και στο νόμο 489/1976, όπως ισχύει κωδικοποιημένος, είναι να ασφαλισθεί το όχημα και να καλυφθεί η αστική ευθύνη του κάθε οδηγού ασφαλισμένου οχήματος καθώς επίσης και να καλυφθεί η ζημία του κάθε ανυπαίτιου ζημιωθέντος προσώπου από την κυκλοφορία του οχήματος αυτού. Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές των άρθρων 2 παρ. 1 του ιδίου Νόμου «… Ο κύριος ή κάτοχος αυτοκινήτου που κυκλοφορεί μέσα στην Ελλάδα επί οδού, υποχρεούται να έχει καλύψει με ασφάλιση, την εκ τούτου έναντι τρίτων αστική ευθύνη, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος…» και 6 παρ. 1, 2 του ιδίου Νόμου «… Η ασφάλιση πρέπει να καλύπτει την αστική ευθύνη του κυρίου, του κατόχου και κάθε οδηγού ή υπεύθυνου του ασφαλισμένου αυτοκινήτου. Εξαιρείται η αστική ευθύνη των προσώπων που επελήφθησαν του αυτοκινήτου με κλοπή ή βία και αυτών που προκάλεσαν το ατύχημα εκ προθέσεως Η ασφαλιστική κάλυψη πρέπει να περιλαμβάνει την έναντι τρίτων αστική ευθύνη εξαιτίας θανάτωσης ή σωματικής βλάβης ή ζημιών σε πράγματα, στην οποία περιλαμβάνεται και η χρηματική ικανοποίηση για ψυχική οδύνη ή ηθική βλάβη, καθώς και την αστική ευθύνη λόγω θανάτωσης ή σωματικών βλαβών έναντι των μελών της οικογένειας του ασφαλισμένου, οδηγού ή κάθε άλλου προσώπου του οποίου η αστική

Page 2: Ν. 489/1976

2

ευθύνη καλύπτεται σύμφωνα με την πρώτη παράγραφο, ανεξάρτητα από δεσμό συγγενείας…», εισάγεται και επιβάλλεται η υποχρεωτική ασφάλιση όλων των κυκλοφορούντων οχημάτων για όλες τις έναντι τρίτων προκαλούμενες ζημίες από την κυκλοφορία τους και μάλιστα επιβάλλεται η υποχρεωτική ασφάλιση επί ποινή αυστηροτάτων ποινικών και διοικητικών κυρώσεων.

1α. Η ιστορική αναδρομή του Νόμου και οι τροποποιήσεις του κατ’ επιταγή της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας.

Οι λόγοι που επέβαλαν την υποχρεωτική σύναψη σύμβασης ασφαλίσεως ήταν η συχνότητα των προκαλούμενων εξ αμελείας ζημιών από την κυκλοφορία των οχημάτων, οι ιδιομορφίες που εμφανίζει η απαίτηση του θύματος και ο κίνδυνος θεμελιώσεως υποχρεώσεως έναντι των προσώπων που συνδέονται με το αυτοκίνητο για την αποζημίωση των προσώπων που ζημιώθηκαν από αυτοκινητικό ατύχημα, τους οποίους ακριβώς στοχεύει να καλύψει ο ασφαλιστικός νόμος. Κύριος σκοπός της σύναψης ασφαλιστικής συμβάσεως ήταν εξ αρχής και είναι η έναντι ανταλλάγματος μετάθεση στον ασφαλιστή των περιουσιακής φύσεως δυσμενών συνεπειών της πρόκλησης του ατυχήματος. Η κοινωνική αναγκαιότητα αυτή εισήχθη στο δίκαιο της χώρας μας με τα παραπάνω άρθρα 2 και ιδίως 6 του Ν. 489/1976, διατάξεις αναγκαστικού δικαίου, όπως προκύπτει από την επιτακτικότητα της διατύπωσης του κανόνα. Το άρθρο 6 προβλέπει τα πρόσωπα των οποίων η αστική ευθύνη καλύπτεται. Αρχικά με την εισαγωγή του Ν. 489/1976 το άρθρο 6 παρ. 1, 2 είχε ως εξής: «… Η ασφάλιση πρέπει να καλύπτει την αστική ευθύνη του κυρίου, του κατόχου και κάθε οδηγού ή προστηθέντος για την οδήγηση ή υπευθύνου του ασφαλισμένου αυτοκινήτου. Εξαιρείται η ασφαλιστική ευθύνη των προσώπων που επελήφθησαν του αυτοκινήτου με κλοπή ή βία και αυτών που προκάλεσαν το ατύχημα εκ προθέσεως. Η ασφαλιστική κάλυψη πρέπει να περιλαμβάνει την έναντι τρίτων αστική ευθύνη εξ αιτίας θανάτωσης ή σωματικής βλάβης ή ζημιών σε πράγματα στην οποία περιλαμβάνεται και η χρηματική ικανοποίηση για ψυχική οδύνη ή ηθική βλάβη. Αυτή πρέπει επίσης να περιλαμβάνει την αστική ευθύνη έναντι των επιβαινόντων του αυτοκινήτου προσώπων (γενική κάλυψη) …» και προέβλεπε και τις κατηγορίες των προσώπων των οποίων η αστική ευθύνη καλύπτετο υποχρεωτικά από τη σύμβαση ασφαλίσεως, χωρίς να μπορεί να υπάρξει απαλλακτική συμφωνία ασφαλισμένου – ασφαλιστή για οιοδήποτε από τα πρόσωπα αυτά, ήτοι τον κύριο, τον κάτοχο και κάθε οδηγό ή προστηθέντα για την οδήγηση ή υπεύθυνο του ασφαλισμένου αυτοκινήτου αλλά και κυρίως επέβαλε την υποχρεωτική κάλυψη όλων των ζημιών για όλους τους επιβάτες του οχήματος.

Page 3: Ν. 489/1976

3

Στη συνέχεια και κατ’ επιταγή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας και προκειμένου να αμβλυνθούν οι αποκλίσεις στις νομοθεσίες των κρατών – μελών και να προστατευθεί το κοινωνικό σύνολο από τους αυξανόμενους κινδύνους που συνεπάγεται η κυκλοφορία οχημάτων, με την Οδηγία 84/5 ΕΟΚ, υποχρεώθηκαν τα κράτη – μέλη να εξαλείψουν οιαδήποτε τυχόν υπάρχουσα στην νομοθεσία τους εξαίρεση από την ασφαλιστική κάλυψη.

Στη νομοθεσία μας, όπως πάντα καθυστερημένα, τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του Π.Δ. 237/1986 και εν συνεχεία με το άρθρο 2 του ΠΔ 264/1991, ως έχει σήμερα «… η ασφαλιστική κάλυψη πρέπει να περιλαμβάνει την έναντι τρίτων αστική ευθύνη εξαιτίας θανάτωσης ή σωματικής βλάβης ή ζημιών σε πράγματα, στην οποία περιλαμβάνεται και η χρηματική ικανοποίηση για ψυχική οδύνη ή ηθική βλάβη καθώς και την αστική ευθύνη λόγω θανάτωσης ή σωματικών βλαβών έναντι των μελών της οικογενείας του ασφαλισμένου, οδηγού ή κάθε άλλου προσώπου του οποίου η αστική ευθύνη καλύπτεται σύμφωνα με την πρώτη παράγραφο, ανεξάρτητα από δεσμό συγγενείας …». Για την επίτευξη του επιδιωκόμενου κοινωνικού σκοπού εξειδικεύει ο Νόμος ότι υποχρεωτικά την ιδιότητα του ασφαλισμένου – δηλαδή εκείνου που δεν εκτίθεται σε κίνδυνο - στο άρθρο 1 του Ν. 489/1976 έχουν ο κύριος, ο κάτοχος, ο κάθε οδηγός προστηθείς για την οδήγηση και ο υπεύθυνος του ασφαλισμένου αυτοκινήτου, ακριβώς για να διευρύνει τον κύκλο των προστατευόμενων προσώπων ένθεν και ένθεν, δηλαδή και από την πλευρά του ζημιώσαντος και από την πλευρά του ζημιωθέντος, διότι η σύμβαση ασφαλίσεως δεν ασφαλίζει πρόσωπα αλλά ασφαλίζει το όχημα για οποιαδήποτε ζημία προκληθεί από την κυκλοφορία του και επομένως καλύπτει υποχρεωτικά όλα ανεξαιρέτως τα πρόσωπα, ανεξαρτήτως της οιασδήποτε σχέσης τους με το αυτοκίνητο, τον ΚΑΘΕ οδηγό.

2. Άγνωστες εξαιρέσεις για όλους μας από την ασφαλιστική σύμβαση, οι οποίες δεν αναγράφονται στα ασφαλιστήρια συμβόλαια.

Το πρόβλημα που έχει δημιουργήσει το άρθρο 7 Ν. 489/1976.

Στα ασφαλιστήρια συμβόλαια αναγράφονται ρητά ως εξαιρέσεις από την ασφάλιση των ζημιών οι εξής περιπτώσεις, όπως έχουν προσδιορισθεί ήδη και στον κωδικοποιημένο πλέον Νόμο: α) του οδηγού ο οποίος στερείται της άδειας οδήγησης που προβλέπεται από τον Νόμο για την κατηγορία του οχήματος που οδηγεί, β) του οδηγού ο οποίος κατά το χρόνο του ατυχήματος τελούσε υπό την επίδραση οινοπνεύματος ή

Page 4: Ν. 489/1976

4

τοξικών ουσιών κατά παράβαση του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, εφόσον η παράβαση τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με την πρόκληση του ατυχήματος και γ) του αυτοκινήτου οχήματος του οποίου γίνεται διαφορετική χρήση από αυτήν που καθορίζεται στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο και στην άδεια κυκλοφορίας, εφόσον η χρήση αυτή τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με την πρόκληση του ατυχήματος.

Και ενώ οι παραπάνω εξαιρέσεις πάντα αναγράφονταν και αναγράφονται στα ασφαλιστήρια συμβόλαια και τις γνωρίζουν όλοι, η εξαίρεση με τις πλέον δυσμενείς επιπτώσεις στο κοινωνικό σύνολο, είναι παντελώς άγνωστη σε όλους μας. Το πρόβλημα της εξαίρεσης αυτής αντλείται από την ασαφή διατύπωση του άρθρου 7 του Ν. 489/1976 και την εσφαλμένη ερμηνεία του από την πρόσφατη νομολογία του Αρείου Πάγου. Αρχικά την 1-1-1976 το άρθρο 7 είχε ως εξής: «… Δεν θεωρούνται τρίτοι κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 2 παράγραφος 1 και του άρθρου 6 παράγραφος 2: α) Ο οδηγός του αυτοκινήτου που προξένησε τη ζημία β) Κάθε πρόσωπο του οποίου η ευθύνη καλύπτεται με σύμβαση ασφάλισης γ) Εκείνος ο οποίος έχει καταρτίσει μετά του ασφαλιστή την ασφαλιστική σύμβαση δ) Οι σύζυγοι των προσώπων τα οποία αναφέρονται στις προηγούμενες περιπτώσεις ως και οι συγγενείς αυτών είτε εξ αίματος, είτε εξ αγχιστείας, εφόσον κατοικούν στην αυτή στέγη ή διατρέφονται από αυτούς ή εφόσον μεταφέρονται με το αυτοκίνητο το οποίο προξένησε τη ζημία ε) Οι νόμιμοι εκπρόσωποι νομικού προσώπου που είναι ασφαλισμένο ή εμπορικής εταιρίας που δεν έχει αποκτήσει νομική προσωπικότητα, ως και οι σύζυγοι αυτών…».

Σε συμμόρφωση της Οδηγίας 84/5 ΕΟΚ, με το άρθρο 4 του π.δ. 264/1991 τροποποιήθηκε το άρθρο 7 του Νόμου 489/1976 στην περίπτωση (δ) και καταργήθηκαν πλήρως οι εξαιρέσεις λόγω συγγένειας.

3. Οι αρνητικές προεκτάσεις του προβλήματος του άρθρου 7 Ν. 489/1976.

Γνωρίζουμε όταν είμαστε επιβάτες ασφαλισμένων οχημάτων για πόσους από εμάς δεν καλύπτονται οι ζημίες που υφιστάμεθα;

Πόσοι από εμάς οδηγούμε ασφαλισμένα οχήματα χωρίς να γνωρίζουμε ότι η αστική μας ευθύνη δεν καλύπτεται από την ασφαλιστική εταιρία, ενώ εμείς ευθυνόμαστε με την προσωπική μας περιουσία;

Page 5: Ν. 489/1976

5

Καθημερινά, κανείς μας δεν περιορίζεται στην οδήγηση οχημάτων ιδιοκτησίας του και μόνον. Οδηγούμε και οχήματα συγγενικών και φιλικών μας προσώπων, προσώπων του ευρύτερου κοινωνικού και επαγγελματικού μας κύκλου, με συνεπιβαίνοντες τους ίδιους τους ιδιοκτήτες τους, αλλά και εμείς οι ίδιοι, είμαστε συνεπιβάτες σε οχήματα ιδιοκτησίας μας, τα οποία παραχωρούμε οικειοθελώς και οδηγούν οδηγοί των παραπάνω κατηγοριών. Η καθημερινή αυτή πρακτική, σύμφωνα με την πρόσφατη νομολογία του Αρείου Πάγου για την εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 7, κρύβει καλά στημένες παγίδες και εμπίπτει σε μία νέα άγνωστη εξαίρεση από την ασφαλιστική σύμβαση, η οποία σε ουδέν ασφαλιστήριο συμβόλαιο αναγράφεται και την οποία σχεδόν ουδείς από εμάς γνωρίζει. Ποίος από εμάς δηλαδή γνωρίζει ότι όταν οδηγεί όχημα, το οποίο είναι ιδιοκτησίας του ή ιδιοκτησίας της συζύγου μας, των τέκνων μας, των γονέων μας, των αδερφών μας, των συγγενών μας, του εργοδότη μας, των φίλων μας ή οποιοδήποτε όχημα του οποίου δεν είμαστε εμείς οι ιδιοκτήτες ή οι αποκλειστικοί ιδιοκτήτες, με συνεπιβαίνοντα τον εκάστοτε ιδιοκτήτη ή συνιδιοκτήτη του ή τον λήπτη της ασφάλισης του και προκαλέσουμε εξ αμελείας μας ατύχημα, κατά το οποίο τραυματίζεται ή θανατώνεται αυτός ο συνεπιβαίνων, τότε τόσον εμείς που οδηγούμε όσον και οι συνεπιβαίνοντες βρισκόμαστε εν αγνοία μας σε ανασφάλιστο όχημα, που ουδείς το καλύπτει ασφαλιστικά και ο συνεπιβαίνων ζημιωθείς δεν αποζημιώνεται από ασφαλιστική εταιρία;

Είμαστε επομένως αντιμέτωποι με μία πραγματικότητα, η οποία καταργεί την ασφαλιστική κάλυψη ως εξής:

Πρώτον: Εξαιρεί από την ασφαλιστική κάλυψη οποιονδήποτε οδηγό επιληφθεί νόμιμα ξένου οχήματος με συνεπιβαίνοντα τον ιδιοκτήτη ή συνιδιοκτήτη αυτού ή τον λήπτη της ασφάλισης αυτού, με αποτέλεσμα σε περίπτωση που από υπαιτιότητα του οδηγού αυτού τραυματιστεί ή θανατωθεί ο συνεπιβάτης αυτός – ιδιοκτήτης κλπ. - , να υποχρεούται προσωπικά ο ίδιος ο οδηγός να καταβάλει οιαδήποτε ζημία του τραυματισθέντα ή θανατωθέντα εξ ιδίων χρημάτων, χωρίς να καλύπτεται από την ασφαλιστική σύμβαση. Δηλαδή, ενώ η ασφαλιστική εταιρία απαλλάσσεται της υποχρεώσεως να καταβάλει αποζημίωση, προβάλλοντας την ένσταση της μη ενεργητικής νομιμοποίησης, ο οδηγός

Page 6: Ν. 489/1976

6

υποχρεούται σε αποζημίωση διότι ο ίδιος δεν μπορεί να προβάλει την ένσταση εκ της ασφαλιστικής συμβάσεως.

Δεύτερον: Εξαιρεί από την ασφαλιστική κάλυψη τον ιδιοκτήτη ή συνιδιοκτήτη του οχήματος και τον λήπτη της ασφάλισης και τον νόμιμο εκπρόσωπο του ιδιοκτήτη του οχήματος νομικού προσώπου, εάν, συνεπιβαίνων στο όχημα ιδιοκτησίας του, τραυματισθεί ή θανατωθεί από αποκλειστική υπαιτιότητα του οδηγού, στον οποίο νόμιμα παραχώρησε την οδήγηση του ασφαλισμένου οχήματος του, και στερεί πλήρως στον ίδιο και την οικογένεια του τη δυνατότητα αποζημίωσης από τον ασφαλιστικό οργανισμό. Όλοι γνωρίζουμε ότι δεν απαγορεύεται είτε να είμαστε συνεπιβάτες μέσα στα οχήματα μας είτε να παραχωρούμε νόμιμα την οδήγηση του οχήματος μας σε άλλα πρόσωπα. Πως όμως θα προστατευθούμε στις περιπτώσεις αυτές; Πώς θα προστατευθούμε στις περιπτώσεις που επιβάλλεται η παραχώρηση της οδήγησης του οχήματος, είτε για λόγους αδυναμίας μας να οδηγήσουμε λόγω κατανάλωσης αλκοόλ είτε για άλλους αντικειμενικούς λόγους υγείας, ηλικίας, εργασίας, προσωπικού οδηγού; Τι θα γίνει στην περίπτωση του προσωπικού οδηγού; Τι θα γίνει στην περίπτωση που ο οδηγός που οδηγεί νόμιμα το όχημα μας, προκαλέσει σε εμάς ατύχημα ως πεζούς; Ποίος ο λόγος να συνάπτουμε ασφαλιστικές συμβάσεις και να καταβάλουμε ασφάλιστρα, όταν καλύπτουμε όλα τα άλλα πρόσωπα εκτός ημών των ιδίων, των οικείων μας και των εργαζομένων μας; Η μόνη λύση φαίνεται να βρίσκεται στο εξής παράλογο: στην εκ των προτέρων πρόβλεψη των θεμάτων αυτών, ώστε να προηγείται της νόμιμης παραχώρησης της οδήγησης, η μεταβίβαση του οχήματος στο όνομα του εκάστοτε οδηγού. Μόνο έτσι θα απαλλαγούμε από την ιδιότητα του ασφαλισμένου και τις εξαιρέσεις που μας επιφυλάσσει αυτή.

4. Η αντινομία του άρθρου 7.

Ο κανόνας είναι ότι αντικείμενο της ασφαλιστικής σύμβασης είναι το αυτοκίνητο και οι προκαλούμενες από την κυκλοφορία του ζημίες.

Οι προβλεπόμενες όμως στο άρθρο 7 του νόμου εξαιρέσεις είναι ασαφείς, έρχονται σε αντίφαση με τις εκπεφρασμένες αξιολογήσεις των ανωτέρω άρθρων 1, 2 παρ. 1 και 6 παρ. 1, 2 και αναδεικνύουν δυσεπίλυτα προβλήματα.

Η δε γραμματική διατύπωση του απέχει από τον σκοπό του Νόμου για τη λειτουργία της ασφαλιστικής σύμβασης.

Page 7: Ν. 489/1976

7

Δηλαδή με το άρθρο αυτό εξαιρούνται ανυπαίτιοι επιβάτες και πεζοί για τις δικές τους σωματικές βλάβες και τις σωματικές βλάβες των συγγενών τους;

Εξαιρούνται και οι αυτοτελείς αξιώσεις των συγγενών ως προς τους ανυπαίτιους ασφαλισμένους επιβάτες; Και αν ναι, πως είναι δυνατόν να εξαιρούνται πλήρως όλες οι περιπτώσεις τραυματισμού ή θανάτωσης του καταρτίσαντος την ασφαλιστική σύμβαση, του ιδιοκτήτη, του κατόχου του αυτοκινήτου κλπ, όταν είναι ανυπαίτιοι επιβάτες και ουδεμία σχέση έχουν με την πρόκληση του ατυχήματος;

Η εξαίρεση θα είχε υπόσταση για τον ζημιωθέντα εάν με τα αυτοκίνητα ασφαλίζονταν πρόσωπα, όμως το όχημα ασφαλίζεται ανεξαρτήτως οδηγού. Τούτο διαφαίνεται άλλωστε και από την τύχη των περιπτώσεων των εξαιρέσεων του άρθρου 7, οι οποίες αρχικά ήταν πέντε (5), από τις οποίες η μεν πρώτη περίπτωση «Ο οδηγός του αυτοκινήτου που προξένησε τη ζημία», μολονότι δεν έχει καταργηθεί μέχρι σήμερα, είναι κατά κοινή ομολογία διάταξη πλεονασματική, που έπρεπε να έχει προ πολλού καταργηθεί, διότι στην περίπτωση αυτή το πρόσωπο του ζημιωθέντος συμπίπτει με το πρόσωπο του υπαιτίου και δεν πληρούται καν το πραγματικό της αδικοπραξίας, η δε τέταρτη περίπτωση, η σχετική με τους συγγενείς των ασφαλισμένων προσώπων έχει προ πολλού ήδη καταργηθεί.

Το άρθρο 7 είναι ασαφές, χρήζει τροποποίησης και πρέπει να ερμηνεύεται πάντα, εναρμονιζόμενο με το άρθρο 6 του ιδίου Νόμου, που ρυθμίζει αφενός την υποχρεωτική κάλυψη της αστικής ευθύνης οιουδήποτε, κάθε οδηγού και κάθε προσώπου, που συνδέεται με το αυτοκίνητο και αφετέρου την υποχρεωτική κάλυψη των ζημιών των επιβαινόντων του οχήματος, αλλά και σύμφωνα με τις επιταγές του Συντάγματος και τις αρχές για την προστασία της προσωπικότητας και της περιουσίας όλων ανεξαιρέτως των ανυπαίτιων θυμάτων των τροχαίων ατυχημάτων και του Κοινοτικού Δικαίου, και να συνάδει με τη βασική λειτουργία του ν. 489/1976, που συνίσταται στο ότι αφού το ίδιο το κράτος δεν μπορεί μόνο του να αναλάβει την προστασία των ζημιούμενων σε αυτοκινητικά ατυχήματα, η ασφάλιση της αστικής ευθύνης από αυτοκινητικά ατυχήματα επιτελεί κοινωνική λειτουργία και αποτελεί συγκεκριμενοποίηση της αρχής του κοινωνικού κράτους δικαίου. Αλλά και από την επισκόπηση της νομοθεσίας των υπολοίπων ευρωπαϊκών κρατών για το θέμα αυτό οδηγούμαστε στην ίδια ερμηνευτική προσέγγιση ότι δηλαδή δεν εξαιρούνται της ασφαλιστικής κάλυψης οι επιβάτες του ασφαλισμένου οχήματος οιαδήποτε σχέση και εάν έχουν με το ζημιογόνο όχημα.

Page 8: Ν. 489/1976

8

Άλλωστε το περιεχόμενο αυτό της διάταξης του άρθρου 7, ουδείς ασφαλισμένος γνωρίζει, μη νομίμως δεν αναγράφεται στα ασφαλιστήρια συμβόλαια και αντίκειται στους Γενικούς Όρους των Συναλλαγών. Επιπλέον το σοβαρότερο επιχείρημα της ανωτέρω ερμηνευτικής προσέγγισης του άρθρου 7 πηγάζει από το γεγονός ότι δεν προβλέπεται τέτοιου είδους ασφάλιση, που να καλύπτει δηλαδή τις μη νόμιμες και ασαφείς αυτές εξαιρέσεις του άρθρου 7, ώστε να δύνανται να τύχουν οι ασφαλισμένοι αυτής της ασφάλισης. Η δε ανυπαρξία αυτού του είδους της ασφάλισης δεν καλύπτεται και δεν πρέπει να συγχέεται με την ασφάλιση ιδίων ζημιών ως και την ασφάλιση προσωπικών ατυχημάτων, διότι αφορούν σε διαφορετικές κατηγορίες ζημιών, η μεν πρώτη σε υλικές ζημίες, η δε δεύτερη δεν αφορά στον κίνδυνο που προέρχεται από την κυκλοφορία του αυτοκινήτου και δεν προϋποθέτει την τέλεση αδικοπραξίας αλλά αφορά σε οποιοδήποτε ατύχημα ανεξαρτήτως υπαιτιότητας.

5. Το άρθρο 7 και η πρόσφατη νομολογία του Αρείου Πάγου εξαιρεί σχεδόν το σύνολο του κυκλοφορούντος νόμιμα ελληνικού πληθυσμού από την προβλεπόμενη ασφαλιστική προστασία και καθιστά την εκ του νόμου υποχρεωτική ασφάλιση των οχημάτων έναντι τρίτων κενή περιεχομένου.

Η ασάφεια και η αντισυνταγματικότητα του άρθρου 7 αντικατοπτρίζεται και στην πρόσφατη τάση της νομολογίας. Επί σειρά ετών ορθώς η πλειονότητα των αποφάσεων των δικαστηρίων ουσίας θεωρούσε τρίτους και δεν εξαιρούσε τους ανυπαίτιους ζημιωθέντες. Πάντως το ζήτημα έχει ελλιπώς αντιμετωπισθεί από τη νομολογία των δικαστηρίων και ο Άρειος Πάγος έχει εκδώσει πλήθος αντιφατικών αποφάσεων, κρίνοντας όμως κυρίως επί υποθέσεων όπου στο πρόσωπο του ασφαλισμένου συνέπιπτε και η ιδιότητα του υπαιτίου οδηγού και δεν επέλυε το ζήτημα.

Ενδεικτικά: Η πρώτη απόφαση που έκρινε αποκλειστικά το θέμα της έννοιας του τρίτου και την αξίωση αποζημίωσης του έναντι του ασφαλιστή ήταν η ΑΠ 747/2004, σύμφωνα με την οποία θεωρούνται τρίτοι τα τέκνα του θανατωθέντος ασφαλισμένου συνεπιβάτη, ο οποίος θανατώθηκε από αποκλειστική υπαιτιότητα του οδηγούντος συζύγου του, η οποία αποτελεί απόφαση σταθμό και τη μέχρι σήμερα ορθότερη αντιμετώπιση του εξεταζόμενου

Page 9: Ν. 489/1976

9

θέματος. Δηλαδή η ιδιότητα του ασφαλισμένου και η αξίωση των ζημιωθέντων που εδράζεται στο πρόσωπο του, δεν καταργείται για λόγους εξαίρεσης του άρθρου 7. Η δε 924/2004, έκρινε ότι θεωρείται τρίτη η συνεπιβαίνουσα συγγενής του υπαιτίου οδηγού και δικαιούται αποζημίωσης και η ίδια ως και η οικογένεια της, σε περίπτωση θανάτωσης της. Στο ίδιο ακριβώς πνεύμα εκινείτο και η ΑΠ 689/2006, η οποία θεωρούσε ευθέως τρίτη την ιδιοκτήτρια του οχήματος, ανυπαίτια συνεπιβαίνουσα, όταν τραυματιζόταν από υπαιτιότητα του συζύγου της που οδηγούσε το όχημα της και την αποζημίωνε. Η πρόσφατη όμως νομολογία του Αρείου Πάγου και η εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 7 κάνουν επιτακτική την άμεση επίλυση του θέματος.

6. Τρόποι αντιμετώπισης του προβλήματος. Η αξίωση του ασφαλισμένου, όταν είναι επιβάτης εδράζεται κατευθείαν στη διάταξη του άρθρου 6 του ν. 489/1976 και δε διέρχεται μέσα από το αόριστο και ασαφές άρθρο 7 του ν. 489/1976, ώστε να εξαιρείται για τις ζημίες, τις οποίες υφίσταται ως συνεπιβάτης λόγω της ιδιότητας του ως ασφαλισμένου και μόνον, δεδομένου μάλιστα ότι σε κάθε περίπτωση ο προκαλέσας το ατύχημα ευθύνεται έναντι του ζημιωθέντος και η ιδιότητα του, ως ασφαλισμένου, δεν αίρει την υποχρέωση της ασφαλιστικής εταιρίας για ασφαλιστική κάλυψη του υπαιτίου οδηγού. Κάτι τέτοιο άλλωστε θα ήταν αντίθετο και με την προβλεπόμενη υποχρεωτική πλέον ασφάλιση των επιβαινόντων του άρθρου 6 του Ν. 489/1976, όπως ισχύει σήμερα μετά την τροποποίηση του με τον Ν. 3746/2009, που κατάργησε πλήρως όλες τις προισχύσασες περιπτώσεις εξαιρέσεων επιβαινόντων ή μη.

Ο Έλληνας νομοθέτης πρέπει να τροποποιήσει και να εξειδικεύσει το Νόμο, να μας πει με σαφήνεια και ξεκάθαρα ποια πρόσωπα δικαιούνται αποζημίωσης, ποια δεν θεωρούνται ζημιωθέντα, ποια δεν δικαιούνται αποζημίωσης και ποια πρόσωπα όταν δεν φταίνε και παθαίνουν ζημιές δεν καλύπτονται και η απάντηση να μην δίνεται μέσα από αλληλοσυγκρουόμενες αποφάσεις, αντινομίες, ασάφειες διατάξεων και την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των μεγάλων πολυεθνικών ασφαλιστικών εταιριών.

Είναι υποχρεωμένος ο Άρειος Πάγος ως το ανώτατο Δικαστήριο της χώρας να άρει την αδικία που τελείται σε βάρος των Ελλήνων πολιτών,

Page 10: Ν. 489/1976

10

διότι είναι εντελώς απαράδεκτο η Ελληνική δικαιοσύνη να εξαιρεί τους Έλληνες πολίτες από τα δικαιώματα που έχουν οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι πολίτες. Διότι πως είναι δυνατόν ένας Ευρωπαίος πολίτης ασφαλισμένος στην ίδια ασφαλιστική εταιρία και στην ίδια ασφαλιστική κατηγορία να απολαμβάνει την προστασία σε περίπτωση που ζημιωθεί από την κυκλοφορία του αυτοκινήτου και εδώ στην Ελλάδα με την ίδια ασφαλιστική εταιρία να εξαιρείται από την προστασία από έναν ασαφέστατο και «πονηρό» Νόμο;

Το σοβαρότατο ζήτημα αυτό τίθεται στο παρόν συνέδριο για να απασχολήσει άμεσα τα νομοθετικά όργανα και τα αρμόδια Υπουργεία, ώστε να τροποποιηθούν ή να καταργηθούν οι διατάξεις του άρθρου 7.