ΤΣΑΚΙΡΗΣ - ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ 3Α - DURKHEIM-WEBER

14
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ του ΘΑΝΑΣΗ ΤΣΑΚΙΡΗ 3 ο Μάθημα Ιστοσελίδα μαθήματος "Introduction to Sociology" 2007 course http :// sociologist 2007. googlepages . com / Αρχική σελίδα Ομάδας: http://groups.google.com/group/sociology-2007 Email Ομάδας: sociology -2007@ googlegroups . com

description

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ https://sites.google.com/site/sociologist2007/Διδάχθηκε στο ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣΤΟΥ ΑΤΕΙ ΠΑΤΡΑΣ - ΣΧΟΛΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ (2007-2008)

Transcript of ΤΣΑΚΙΡΗΣ - ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ 3Α - DURKHEIM-WEBER

Page 1: ΤΣΑΚΙΡΗΣ - ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ 3Α - DURKHEIM-WEBER

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

του ΘΑΝΑΣΗ ΤΣΑΚΙΡΗ

3ο Μάθημα

Ιστοσελίδα μαθήματος "Introduction to Sociology" 2007 course http :// sociologist 2007. googlepages . com / Αρχική σελίδα Ομάδας: http://groups.google.com/group/sociology-2007 Email Ομάδας: sociology -2007@ googlegroups . com

Page 2: ΤΣΑΚΙΡΗΣ - ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ 3Α - DURKHEIM-WEBER

Emile Durkheim

Ο Εμίλ Ντυρκέμ δε συμμεριζόταν τον υπερενθουσιασμό του επαναστάτη Καρλ Μαρξ ούτε όμως τον πεσσιμισμό του σύγχρονού του φιλεύθερου Μαξ Βέμπερ. Παρά τις ατυχίες της ζωής του (πρόσφυγας εβραϊκής καταγωγής από την Αλσατία, έχασε το γιο του στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου) θεωρείται ως ο κοινωνιολόγος που χαρακτηριζόταν από μια συγκρατημένη αισιοδοξία πιστεύοντας ότι η επιστημονική κοινωνιολογία μπορεί να συμβάλλει στην κατανόηση των προβλημάτων της νεωτερικής κοινωνίας και στην επίλυσή τους. Ο Ντυρκέμ έζησε σε μια εποχή γεμάτη από σημαντικά γεγονότα για τη Γαλλία (στρατιωτική ήττα από την Πρωσία, εξέγερση Παρισινής Κομμούνας,, καθιέρωση της Γ΄ Γαλλικής Δημοκρατίας, Γερμανική εισβολή 1914). Ο τρόπος με τον οποίο αναμείχθηκε σε όλα αυτά τα γεγονότα ή βίωσε τις συνέπειές τους ήταν καθοριστικός για τη διαμόρφωση των αντιλήψεών του.

α. Εθνικισμός. Κατ’ αρχήν, αποδέχθηκε την ιδεολογία του «εθνικισμού». Όπως είπαμε ήταν Εβραϊκής καταγωγής Αλσατός. Η Αλσατία περιέρχονταν μετά από κάθε πολεμική σύγκρουση πότε στη Γαλλία και πότε στη Γερμανία. Παραχωρήθηκε στη Γερμανία το 1870 και η οικογένειά του πήρε το δρόμο για το Παρίσι, όπου τους θεωρούσαν «περιθωριακούς Γάλλους». Όπως κάνουν πολλοί άνθρωποι σε τέτοιες περιπτώσεις για να επιβιώσουν, τα μέλη της οικογένειάς του και, ιδιαίτερα ο Εμίλ, επέλεξαν να ενταχθούν στην «ομάδα αναφοράς» και να ταυτιστούν μαζί της, ασπαζόμενοι τις ιδέες και την κουλτούρα της. Έτσι, ενδιαφέρθηκε έντονα για τη σταθεροποίηση και ανασυγκρότηση της γαλλικής πολιτικής και πνευματικής ζωής και κυρίως για το γαλλικό τρόπο σκέψης, ιδιαίτερα των Αύγουστου Κοντ και Ανρί Σεν-Σιμόν.

β. Μεταρρυθμισμός – Ατομικισμός. Αρνήθηκε την περαιτέρω ενασχόληση με την επαναστατική πολιτική θεωρώντας ότι η αναγκαιότητα των καιρών επέβαλε την ανασυγκρότηση του πολιτικού συστήματος μέσω της εργασίας στο πλαίσιο της Γ΄ Γαλλικής Δημοκρατίας. Από το Μαρξισμό δεν επηρεάστηκε παρά αργά στη ζωή του παραμένοντας σοσιαλιστής με τοπ δικό του ιδιόμορφο τρόπο ασπαζόμενος τις απόψεις του Ζαν Ζωρές για το «διαχειριστικό σοσιαλισμό» που έμοιαζε με το μοντέλο της Αγγλικής Φαβιανής Εταιρείας για την κοινωνία. Η κύρια πολιτική αντίληψή του ήταν ο «ηθικός ατομικισμός» (ιερότητα του ατόμου, απαραβίαστο των ατομικών δικαιωμάτων) που ήταν και το βασικό ιδεώδες της Γαλλικής Επανάστασης.

γ. Αντικληρικαλισμός. Αποκλήθηκε «θεολόγος» της νέας «θρησκείας της ανθρωπότητας» που εγκαινίασε ο Αύγουστος Κοντ. Ο αντικληρικαλισμός και ο αντικαθολικισμός του τον ενέπνευσε στη μοναδική ηχηρή πολιτική παρέμβασή του στην «υπόθεση Ντρέιφους».1 Έτσι, ο Ντυρκέμ ασχολήθηκε ενεργά με την καταπολέμηση του αντισημιτισμού ως έκφραση παραβίασης των ατομικών δικαιωμάτων. Παρά τα όποια προβλήματα της σκέψης του, ο Ντυρκέμ θεωρείται σημαντικός για την κοινωνιολογία γιατί λάνσαρε την ιδέα ότι ο τρόπος της κοινωνικής οργάνωσης (ordering) και ομαδοποίησης (grouping) είναι «ψυχολογικά δημιουργικός».2 Η δουλειά του έδινε έμφαση στις συλλογικές όψεις της υποκειμενικότητας, συμπεριλαμβανομένης της συλλογικής σκέψης και της συλλογικής εμπειρίας.

1 Ο Ντρέιφους ήταν κι αυτός Αλσατός εβραϊκής καταγωγής και κατηγορήθηκε για κατασκοπεία και συνελήφθη εντελώς αυθαίρετα. 2 Fletcher R. (1971) “The Making of Sociology” (2 τόμοι) London, UK: Nelson.

Page 3: ΤΣΑΚΙΡΗΣ - ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ 3Α - DURKHEIM-WEBER

Η γενική προσέγγιση του Ντυρκέμ

Βασική θέση του Ντυρκέμ είναι ότι οι κοινωνικές δυνάμεις υπάρχουν ως ξεχωριστό επίπεδο της πραγματικότητας. Είναι, επομένως, νομιμοποιημένος και εποικοδομητικός θετικός επιστημονικός κλάδος. Αυτή ήταν και η μόνιμη έγνοια του, δηλαδή να αποδεικνύει συνεχώς ότι με τη μελέτη των θεμελιωδών όψεων της κοινωνικής πραγματικότητας με συστηματικό και πειραματικό τρόπο κατοχυρώνεται η επιστημονικότητα της κοινωνιολογίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι ήταν ο πρώτος κοινωνιολόγος που απέκτησε έδρα σε πανεπιστήμιο, οργάνωσε το πρώτο τμήμα Κοινωνιολογίας καθώς και εξέδωσε την πρώτη επιθεώρηση της κοινωνιολογικής επιστήμης. Κατά τον Ντυρκέμ, η κοινωνιολογία, ως επιστήμη αλλιώτικη από τις φυσικές επιστήμες, π.χ. βιολογία, ή από επιστήμες όπως η ψυχολογία, που εξετάζουν τα φυσικά φαινόμενα η πρώτη και τις ανθρώπινες ατομικές πράξεις, σκέψεις και συναισθήματα η δεύτερη, μελετά τα κοινωνικά γεγονότα, που είναι μια «κατηγορία γεγονότων που παρουσιάζουν πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά: αποτελούνται από τρόπους δράσης, σκέψης και συναισθήματος που είναι εξωτερικοί ως προς το άτομο και που επενδύονται με καταπιεστική δύναμη βάσει της οποίας ασκούν έλεγχο πάνω στο άτομο».3 Ενδιαφερόταν, δηλαδή, να διακρίνει τα «κοινωνικά γεγονότα» που συχνά αποκαλούσε «καταστάσεις του συλλογικού νου» από τις καταστάσεις που φανερώνονται από τον «ιδιωτικό νου». Τα ήθη και τα έθιμα, οι ηθικοί και νομικοί κανόνες, μοιάζουν να έχουν αποκτήσει μια δική τους ύπαρξη ανεξάρτητη από τις διάφορες πράξεις που προσδιορίζουν. Ας δούμε αναλυτικότερα τις απόψεις που εξέφρασε μέσω των έργων του.

α) Οι Κανόνες της Κοινωνιολογικής Μεθόδου. Οι απόψεις του χαρακτηρίστηκαν από ορισμένους ως «θετικιστικές». Κι αυτό γιατί δήλωνε καθαρά ότι η αρχή της αιτιότητας μπορεί να ισχύει στα κοινωνικά φαινόμενα. Ο Ντυρκέμ αρνείται ότι η άποψή του είναι θετικιστική. Ο βιογράφος του St. Lukes (1975, σελ. 72) τις θεωρεί ότι αποτελούν δείγμα «επιστημονικού ορθολογισμού» και ότι πρόκειται για συμβουλή να αποφεύγουμε να καταφεύγουμε στο μυστικισμό για την εξήγηση και την ερμηνεία των κοινωνικών φαινομένων, όπως δεν κάνουμε κάτι ανάλογο με τις φυσικές επιστήμες.

Ο Ντυρκέμ αντιμετωπίζει τα κοινωνικά φαινόμενα ως «πράγματα». Όταν μέσα στην πορεία της επιστημονικής ζωής του δέχτηκε ότι υπάρχει αλληλεπίδραση μεταξύ κοινωνιολογίας και φιλοσοφίας άρχισε να ξανασκέφτεται αυτή τη θέση του. Στη δεύτερη έκδοση του έργου αυτού (1901), ο Ντυρκέμ τονίζει ότι «…το να αντιμετωπίζουμε τα γεγονότα μιας ορισμένης τάξης ως πράγματα, δε σημαίνει, επομένως, να τα τοποθετούμε σε μια ορισμένη κατηγορία της πραγματικότητας αλλά να υποθέτουμε μια συγκεκριμένη ψυχική στάση προς αυτά, με βάση την αρχή ότι όταν προσεγγίζουμε τη μελέτη τους αγνοούμε απολύτως τη φύση τους και ότι οι χαρακτηριστικές τους ιδιότητες, όπως και οι άγνωστες αιτίες τους από τις οποίες εξαρτώνται, δεν μπορούν να ανακαλυφθούν ούτε και με την πιο προσεκτική εξέταση. Ο όρος «κοινωνικά γεγονότα» θα πρέπει να ιδωθεί απ’ αυτό το πρίσμα. Τα «κοινωνικά γεγονότα» αναγνωρίζονται λόγω των ιδιοτήτων τους, δηλαδή ότι είναι «εξωτερικά» ως προς τα άτομα και ότι ασκούν «περιορισμούς» στη συμπεριφορά των ατόμων. Αργότερα σε ένα άλλο έργο του (1978, σελ. 208) ο Ντυρκέμ τόνισε ότι ο

3 The Rules of Sociological Method (1895). Jones Alun R. (1986) Emile Durkheim: An Introduction to Four Major Works. Beverly Hills, CA: Sage Publications, Inc.. σελ.. 60-81

Page 4: ΤΣΑΚΙΡΗΣ - ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ 3Α - DURKHEIM-WEBER

περιορισμός δεν είναι κάτι περισσότερο από την υλική και εμφανή έκφραση εσωτερικού (υποκειμενικού) έντονου γεγονότος, δηλαδή ότι η κοινωνία κατέχει ένα βαθμό ηθικής εξουσίας πάνω στο άτομο. Η αλληλεπικοινωνία μεταξύ των «πνευμάτων» (minds) που αποτελούν την κοινωνία δεν είναι πάντοτε ένα εντελώς ατομικό ζήτημα. Επειδή επεκτείνει τις κανονικότητες (regularities) πέρα από τα άτομα του χώρου και του χρόνου ο ερευνητής πρέπει να τις αντιμετωπίσει ως γεγονότα. Η λογική του Ντυρκέμ για τα κοινωνικά γεγονότα οδήγησε στην ανάπτυξη της τάσης για «αναγωγισμό», δηλαδή στον ισχυρισμό ότι το κοινωνικό επίπεδο ανάλυσης μπορεί να εξηγήσει επαρκώς όλες τις όψεις της ανθρώπινης συμπεριφοράς χωρίς την οποιαδήποτε αναφορά σε βιολογικούς, κοινωνικούς, πολιτικούς και άλλους παράγοντες.

β) Ηθική επιστήμη. Ο Ντυρκέμ τονίζει ότι ο λόγος ύπαρξης της επιστήμης είναι η αναγνώριση ότι οι ηθικοί κανόνες ποικίλουν ανάλογα με τις αιτίες που προέρχονται από τη συλλογικότητα ως σύνολο. Όμως, τι εννοεί με τη λέξη «ηθική»; Αναφέρεται σε δύο διαστάσεις της: έννοιας:i) Αλληλεγγύη , δηλαδή επίτευξη συνοχής ή ολοκλήρωσης της κοινωνίαςii) Ρύθμιση, δηλαδή περιορισμός της απόλυτης επιδίωξης ιδιοτελών σκοπών και συμπερίληψη των εννοιών του αυτοπεριορισμού και του αλτρουϊσμού.Αυτό που απορρίπτει ο Ντυρκέμ είναι η ωφελιμιστική άποψη ότι η κοινωνία αναπτύσσεται με την απεριόριστη και ανεμπόδιστη επιδίωκων σκοπών που αφορούν το καθαρά ατομικό ιδιοτελές συμφέρον.

Η δουλειά του ηθικού επιστήμονα ξεκινά με το γεγονός ότι ηθικότητα ενεργεί ως ισχυρός προσδιοριστικός παράγοντας του χαρακτήρα της ατομικής ψυχικής ζωής. Διακρίνει ουσιαστικά μεταξύ «εγωισμού» και «ατομικισμού» και ορίζει την ισορροπία ως την ελευθερία που είναι το προϊόν της ρύθμισης (Durkheim 1964b 2-3).

γ) Η αποδοχή της βιομηχανικής κοινωνίας. Η στάση του Ντυρκέμ έναντι της βιομηχανικής κοινωνίας χαρακτηρίζεται από τα εξής στοιχεία:i) Απόρριψη του «παραδοσιακού συντηρητισμού», γιατί υποστήριζε την επιστροφή σε μια κομφορμιστική (κοινοτιστική – gemeinschaft) ηθικότητα που ταίριαζε στον μικρής κλίμακας, αγροτικό και πλήρως αναχρονιστικό τρόπο ζωής. Η ηθικότητα αυτού του τύπου (θρησκευτική/ιερατική) ερχόταν σε αντίθεση με το ιδανικό της ατομικής ολοκλήρωσης της προσωπικότητας στο πλαίσιο της σύγχρονης κοινωνίας.ii) Απόρριψη του «φιλελευθερισμού-ωφελιμισμού» που αφαιρεί τους παραδοσιακούς περιορισμούς δίνοντας πεδίο ελεύθερο στον αχαλιναγώγητο εγωισμό και δεν βοηθάει στη διατήρηση της συνοχής της κοινωνίας.iii) Απόρριψη των περισσότερων σχολών του μαρξιστικού σοσιαλισμού γιατί θεωρεί ότι ουσιαστικά δεν υπερβαίνουν τους περιορισμούς της ωφελιμιστικής σκέψης και με την απόδοση της προτεραιότητας στην οικονομική τάξη και στα οικονομικά συμφέροντά της θολώνουν τις πηγές των «ασθενειών» του σύγχρονου πολιτισμού, που στην ουσία είναι «ηθικές».

δ) Ο καταμερισμός της εργασίας στην κοινωνία. Σύμφωνα με τον Ντυρκέμ ο καταμερισμός της εργασίας δεν αφορά μόνο τον τομέα της οικονομίας καθώς η εξειδίκευση σε πολλές διαφορετικές δραστηριότητες έχει επεκταθεί σε άλλα κοινωνικά πλαίσια.

Page 5: ΤΣΑΚΙΡΗΣ - ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ 3Α - DURKHEIM-WEBER

Αλληλεγγύη. Με βάση τον τρόπο με τον οποίο μελετά τις κοινωνίες, ο Ντυρκέμ διακρίνει μεταξύ «μηχανικής» και «οργανικής» αλληλεγγύης. Η μηχανική αλληλεγγύη είναι η μορφή συνοχής των πρωτόγονων και παραδοσιακών συστημάτων. Δίνεται έμφαση στην ομοιογένεια της ομάδας, στις ομοιότητες μεταξύ των ατόμων και στα κοινά ηθικά συναισθήματα που δένουν τα μέλη μεταξύ τους. Περιορίζεται το άτομο σε πολύ στενά πλαίσια και έχει ελάχιστες δυνατότητες ανάπτυξης της μοναδικότητάς του και της προσωπικής τους ταυτότητας. Η Οργανική αλληλεγγύη στη σύγχρονη κοινωνία είναι προϊόν της εξάρτησης από την όξυνση των συμπληρωματικών διαφορών των ατομικών προσωπικοτήτων αλλά και των ομαδικών διαφορών στο πλαίσιο του συνόλου και της ρύθμισής τους. Στη σύγχρονη κοινωνία επομένως, υπάρχουν ποικίλα συμφέροντα και οπτικές γωνίες και προοπτικές που συνεπάγονται την ανάγκη διευθέτησής τους. Γι’ αυτό ο καταμερισμός της εργασίας έχει μεγάλη σημασία στις σύγχρονες κοινωνίες.

Συλλογική συνείδηση. Ο Ντυρκέμ ορίζει τη συλλογική συνείδηση (1964b, sel. 5) ως «συγκεκριμένο σύστημα που έχει τη δική του ζωή». Είναι ο ψυχικός τύπος κοινωνίας, με τις δικές του ξεχωριστές ιδιότητες, όρους ύπαρξης και τρόπους ανάπτυξης» (σελ. 80).

Διαστάσεις της συλλογικής συνείδησης:1. Ένταση: βαθμός στον οποίο η ατομική συνείδηση διαπερνάται από συλλογικά

συναισθήματα και πρότυπα.2. Σφοδρότητα: η ενέργεια και σοβαρότητα με την οποία τα άτομα

(παρα)τηρούν τα συλλογικά συναισθήματα.3. Αυστηρότητα: η σχετική οξύτητα ή ασάφεια των συλλογικών ηθικών ιδεών.4. Περιεχόμενο: η πραγματική φύση των ίδιων των ηθικών ιδεών.

Ο Ντυρκέμ συνέδεσε τον τύπο της αλληλεγγύης που επικρατεί σε μια δεδομένη κοινωνία με την ύπαρξη ανάλογου συστήματος δικαίου. Στις κοινωνίες μηχανικής αλληλεγγύης το δίκαιο είναι σε κατασταλτικό, δηλαδή αποσκοπεί στην τιμωρία του υποκειμένου που προέβη σε εγκληματική ενέργεια ή εκδήλωσε αποκλίνουσα συμπεριφορά. Στόχος η ικανοποίηση της συλλογικής συνείδησης που προσεβλήθη από την διάπραξη της εγκληματικής ενέργειας και της εκδήλωσης της αποκλίνουσας συμπεριφοράς. Επομένως, η τιμωρία λειτουργεί προς όφελος της ενότητας της συλλογικής συνείδησης της κοινωνίας. Αντίθετα, στις κοινωνίες της οργανικής αλληλεγγύης το δίκαιο είναι επανορθωτικό και δεν αποσκοπεί πρωτίστως στην τιμωρία του δράστη αλλά στην επανόρθωση και αποκατάσταση της κανονικής λειτουργίας της πολύπλοκης κοινωνικής ζωής. Η ραγδαία μεταβολή της κοινωνίας και ο ολοένα και εντεινόμενος κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας προκαλούν σύγχυση σχετικά με τους άγραφους και γραπτούς κοινωνικούς κανόνες και εντείνει τον απρόσωπο χαρακτήρα της κοινωνίας με αποτέλεσμα την χαλάρωση ως κατάρρευση των κοινωνικών προτύπων ρύθμισης της συμπεριφοράς. Στην έρευνα που διενήργησε ο Ντυρκέμ σχετικά με τις αυτοκτονίες, διαπιστώθηκε ότι στις κοινωνίες των Διαμαρτυρομένων ο αριθμός των αυτοκτονιών ήταν υψηλός ενώ στις κοινωνίες των Καθολικών ο αριθμός ήταν χαμηλός. Στις προτεσταντικές κοινωνίες υπάρχουν πολύ χαμηλά επίπεδα κοινωνικής ενσωμάτωσης καθώς το άτομο αφήνεται να τα βγάλει πέρα μόνο του και αυτό αποξενώνεται και απομονώνεται χωρίς να βρίσκει καταφύγιο παρά στην πράξη της αυτοκτονίας. Αντίθετα στις κοινωνίες των Καθολικών υπάρχει εντονότερος κοινωνικός έλεγχος και κοινωνική ενσωμάτωση με

Page 6: ΤΣΑΚΙΡΗΣ - ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ 3Α - DURKHEIM-WEBER

αποτέλεσμα οι άνθρωποι να είναι περισσότερο δεμένοι μεταξύ τους και ο αριθμός αυτοκτονιών χαμηλός.

Η θρησκεία και ο ρόλος της απασχόλησε πολύ έντονα τον Ντυρκέμ. Προσπάθησε να απαντήσει σε δύο ερωτήματα:Α. Πώς συμβάλλει η θρησκεία στη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής;Β. Ποια είναι η σχέση θρησκείας και καπιταλιστικής κοινωνίας;

Ο Ντυρκέμ αυτοτοποθετήθηκε στη «θετικιστική κοινωνιολογική παράδοση» για να μελετήσει την κοινωνία αποστασιοποιούμενος και με επιστημονικό τρόπο. Στο πρώτο ερώτημα απάντησε καταφατικά: Ναι! Η θρησκεία ήταν έκφραση της κοινωνικής συνοχής. Στην «τοτεμική» μορφή αναγνώρισε την αρχική μορφή των θρησκειών. Το τοτέμ ήταν η αρχική εστία θρησκευτικής δραστηριότητας επειδή επρόκειτο για το έμβλημα μιας κοινωνικής ομάδας (φυλή/πατριά/clan). Ο Ντυρκέμ θεωρούσε ότι η λειτουργία της θρησκείας ήταν να ετοιμάζει τους ανθρώπους για την κοινωνική ζωή. Τόνισε ότι το πρότυπο των σχέσεων των ανθρώπων με το «υπερφυσικό» ήταν ουσιαστικά η σχέση του ατόμου και της κοινότητας. Η θρησκεία ήταν πηγή συντροφικότητας και αλληλεγγύης στις αρχαϊκές και τις παραδοσιακές κοινωνίες τις οποίες μελέτησε. Προσπάθησε να εντοπίσει τους κοινούς παρονομαστές των διαφορετικών θρησκευτικών δογμάτων στις διαφορετικές κοινωνίες. Διέκρινε δύο κατηγορίες όψεων της ζωής, το «ιερό» και το «κοσμικό». Ο ορισμός της θρησκείας που έδωσε ο Ντυρκέμ είναι πως «είναι ένα ενιαίο σύστημα πεποιθήσεων/δοξασιών και πρακτικών που σχετίζονται με τα ιερά πράγματα, δηλαδή πράγματα ξεχωριστά και απαγορευμένα- πεποιθήσεις/δοξασίες και πρακτικές που ενώνουν σε μια ενιαία ηθική κοινότητα, που ονομάζεται Εκκλησία, όλους εκείνους που είναι πιστοί οπαδοί τους». Η κοινωνία, κατ’ αυτόν, πρέπει «να είναι παρούσα μέσα στο άτομο». Η θρησκεία είναι μηχανισμός προστασίας απέναντι σε μια απειλούμενη κοινωνική τάξη και στο παρελθόν αποτελούσε το τσιμέντο της κοινωνίας. Ο Ντυρκέμ ενδιαφερόταν για τη θρησκεία ως κοινοτική και όχι ως θρησκευτική εμπειρία. Επειδή η θρησκεία είναι ενταγμένη στο κοινωνικό σώμα είναι δύσκολο να μην υπάρχει μια μορφή σχέσης ιερού και κοσμικού έστω με τη μορφή μιας πολιτικής θρησκείας (έθνος, δημοκρατική πολιτεία) που να ενώνει τους ανθρώπους ως πολίτες. Συνοπτικά, ο Ντυρκέμ διέκρινε 4 λειτουργίες της θρησκείας:

1. Πειθαρχική: επιβολή και διαχείριση της πειθαρχίας.2. Συνδετική: φέρνει κοντά τους ανθρώπους με ισχυρούς δεσμούς3. Αναζωογονητική: ζωντανεύει, αναζωογονεί και εξυψώνει το πνεύμα των

ανθρώπων.4. Ευφορική: δημιουργεί συνθήκες ευτυχίας, εμπιστοσύνης, ευημερίας και

καλών (συν)αισθημάτων.

Max Weber

Σε αντίθεση με τον Μαρξ ο Βέμπερ δεν πρόβαλε κάποιο θεωρητικό ή πολιτικό δόγμα αλλά εργάστηκε γύρω από ορισμένες βασικές ιδέες και έννοιες χωρίς να τις συγκροτεί σε ένα ενιαίο συνεκτικό σύνολο και σε ένα πλήρες θεωρητικό σύστημα. Παρ’ όλο που άσκησε σημαντική επιρροή σε πολιτικές προσωπικότητες και ακαδημαϊκά ακροατήρια δεν δημιούργησε ούτε δημιουργήθηκε από άλλους πολιτικό ή θεωρητικό κίνημα που να ονομαστεί «Βεμπερισμός», όπως το αντίστοιχο του

Page 7: ΤΣΑΚΙΡΗΣ - ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ 3Α - DURKHEIM-WEBER

Μαρξισμού.4 Ο Βέμπερ έγραψε και δημιούργησε μέσα στο ευρωπαϊκό κι ιδιαίτερα στο γερμανικό πνευματικό πλαίσιο, που οριζόταν από την ενοποίηση της Γερμανίας και τη διακυβέρνησή της υπό τον Βίσμαρκ, την αδύναμη και αργοπορημένη πρώτη εκβιομηχάνιση της χώρας πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, την αναζήτηση ενός αυτοκρατορικού ρόλου στην Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη, την ήττα της Γερμανίας από τις αντίπαλες μεγάλες δυνάμεις, τη εξέγερση και καταστολή των Σπαρτακιστών κομμουνιστών από τη Σοσιαλδημοκρατία, την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Το πλαίσιο οριζόταν επίσης από την ιδιαίτερη θέση που κατείχε στην ευρωπαϊκή φιλοσοφία και κουλτούρα η γερμανική διανόηση.

Η μεθοδολογία των κοινωνικών επιστημών

Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, η γερμανική διανοητική παράδοση χαρακτηριζόταν από την έμφαση που έδινε στον πνευματικό κόσμο και την απέχθεια που έδειχνε για τον υλικό κόσμο. Επίσης έδειχνε ιδιαίτερη κλίση προς τη θρησκευτικότητα, το συναίσθημα το θεωρούσε ανώτερο από τη λογική και την αίσθηση της κοινότητας ως σημαντικότερη της τεχνολογικής αλλαγής. Εκτιμούσαν ιδιαίτερα τη διαμαρτυρία και την κινητοποίηση εναντίον του καπιταλισμού που τον θεωρούσαν την αιτία της απανθρωποποίησης που επέφερε η ορθολογική κοινωνία. Ο Βέμπερ, σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο, προσπαθούσε να συμβιβάσει και να συνθέσει εντελώς ασύμβατες έννοιες και ιδέες, όπως ο ιδεαλισμός και η επιστημονική μέθοδος, η πολιτική στράτευση και η αντικειμενικότητα, η δημοκρατία και η γραφειοκρατία, το υλικό συμφέρον και το θρησκευτικό συναίσθημα, ο ατομικισμός και η συγκροτημένη κοινωνική δράση. Σ’ ένα τόμο με τίτλο «Η μεθοδολογία των κοινωνικών επιστημών» συγκεντρώθηκαν τρία κείμενά του που γράφτηκαν ως παρεμβάσεις στη μεγάλη θεωρητική διαμάχη του τελευταίου τετάρτου του 19ου αιώνα στη Γερμανία μεταξύ ιδεαλισμού και θετικισμού.

Ήδη από τη ν εποχή (18ος αιώνας) του μεγάλου ιδεαλιστή φιλοσόφου Ιμμάνουελ Καντ, σοβούσε η ρήξη μεταξύ του κόσμου των ανθρώπων και του κόσμου της φύσης. Αυτή η ρήξη ουσιαστικά επικρατεί και μεταξύ των ανθρωπιστικών – κοινωνικών επιστημών και των φυσικών επιστημών Κατά την κυρίαρχη γερμανική αντίληψη , οι άνθρωποι είναι ενεργά υποκείμενα που δρουν ελεύθερα και επιδιώκουν ορισμένους σκοπούς. Επομένως, επειδή το στοιχείο του απρόβλεπτου/απρόοπτου είναι πάντοτε στοιχείο του ανθρώπινου παράγοντα, οι μέθοδοι των κοινωνικών επιστημών δεν είναι δυνατό να είναι «νομοθετικές», δηλαδή αναλυτικές και γενικευτικές όπως αυτές των φυσικών επιστημών (natural ή exact sciences) που διατυπώνουν απόλυτους και σιδερένιους νόμους και προβλέπουν τα πάντα με ακριβή τρόπο. Άρα, οι κοινωνικές επιστήμες πρέπει να είναι «ιδιογραφικές», δηλαδή μερικευτικές και όχι γενικευτικές. Οι επιστήμονες του κλάδου πρέπει να προσπαθούν να κατανοούν τους δρώντες ανθρώπους και τα ιστορικά κοινωνικά γεγονότα. Έτσι η κατανόηση των ανθρωπίνων δράσεων και των ιστορικών γεγονότων μπορεί να επιτευχθεί αν τα τοποθετούμε προς μελέτη πάντοτε στο συγκεκριμένο χρονοχώρο. Αυτό σημαίνει ότι οι ενέργειες και τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα στη Γερμανία μπορούν να κατανοηθούν μόνο στο ιδιαίτερο πλαίσιο της Γερμανίας της δεδομένης εποχής και όχι με την εφαρμογή σιδερένιων γενικευτικών νόμων. Όπως θα διαπιστώσουμε ο Βέμπερ προέβη σε μερικές ρήξεις με αυτό το πλαίσιο στο οποίο ήταν ενταγμένος. Τέσσερις παράγοντες διαμόρφωσαν την προσέγγιση του Βέμπερ για την κοινωνία και τη μελέτη της. Πρώτα απ’ όλα, σχετικά με την κοινωνιολογία ως επιστήμη, ο Βέμπερ ενδιαφερόταν

4 Löwith K. and Turner B.S. (1993) Max Weber and Karl Marx. New York: Routledge, σελ. 44-45

Page 8: ΤΣΑΚΙΡΗΣ - ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ 3Α - DURKHEIM-WEBER

σφόδρα για την καθιέρωση της κοινωνιολογίας ως μιας «αντικειμενικής κοινωνικής επιστήμης». Αντιστεκόταν σθεναρά στην μετατροπή της αίθουσας διδασκαλίας σε χώρο κομματικής ζύμωσης και στις προσπάθειες εμφύτευσης μονόπλευρων ιδεολογικο-πολιτικών στρατεύσεων στο αντικείμενο της κοινωνιολογίας. Κατά δεύτερον, τον απασχόλησε το θέμα της διάστασης αντικειμενικότητας και υποκειμενικότητας. Αναγνωρίζει ότι δεν είναι δυνατό να μάθουμε τα πάντα για την ιστορική εξέλιξη και ανάπτυξη των κοινωνιών, παρά μόνο ορισμένες σημαντικές όψεις τους τις οποίες μπορούμε να μελετήσουμε. Επομένως, η γνώση μας είναι πάντοτε μερική και ατελής. Η ιστορία αποτελείται από μια ατέλειωτη σειρά αιτιακών συνεπαγωγών μεταξύ αιτίων και αιτιατών. Έτσι, πρέπει να επιλέγουμε μόνο τους παράγοντες που μπορούν να ικανοποιήσουν τα κριτήριά μας περί σημαντικότητας για να τους αναδείξουμε σε αιτιακούς παράγοντες του κοινωνικού γεγονότος που εξετάζουμε. Αυτή η μεθοδολογική επιλογή έχει ορισμένες συνέπειες. Περιορίζεται, κατά κάποιο τρόπο, ο ρόλος της κοινωνιολογική θεωρίας στην ανάγνωση και ερμηνεία της πραγματικότητας. Μπορεί να «βάλει σε τάξη» μόνο ορισμένα στοιχεία της και όχι το σύνολό τους. Κατά τον Βέμπερ, οι θεωρίες που διατείνονται πως εξηγούν και ερμηνεύουν τα πάντα δεν είναι τίποτε άλλο παρά θεολογίες ή πολιτικο-ιδεολογικά δόγματα. Μόνο με την εμπειρική προσέγγιση στην κοινωνιολογική έρευνα υπάρχει η δυνατότητα μερικών θεωρητικών κατασκευών μιας και κάθε θεωρία περνά από διάφορα στάδια αμφισβήτησης και διόρθωσης. Η αντικειμενικότητα δεν θα είναι ποτέ πλήρως εφικτή παρά μόνο σε ένα ορισμένο βαθμό. Εκτός αυτού, η επιλογή των παραγόντων που διαμορφώνουν την πραγματικότητα και που πρέπει να μελετηθούν εναπόκειται στον ίδιο τον κοινωνιολόγο ερευνητή. Δηλαδή, το ερευνητικό ερώτημα καθορίζεται με βάση τις αξίες του ερευνητή.

Ανθρώπινη δράση

Ο Βέμπερ, με τη λογική αυτή, απορρίπτει τη «νομοθετική» άποψη περί μεθόδου που προσπαθεί να εφαρμόσει μεθόδους έρευνας των φυσικών στις κοινωνικές επιστήμες. Αντιτίθεται όμως και στην ιδεογραφική παράδοση που κυριαρχούσε στη Γερμανία. Ο Βέμπερ δέχεται ότι οι κοινωνικές επιστήμες χρειάζονται μια ειδική προσέγγιση της ανθρώπινης συμπεριφοράς αλλά και διαχωρισμό κοινωνικών γεγονότων/δεδομένων από τις αξίες του ερευνητή που αντανακλάται στη διάκριση ανθρώπινης βούλησης και ανθρώπινης γνώσης. Δηλαδή, το άτομο που διαθέτει ελεύθερη θέληση επιλέγει αυτό τους στόχους του τους οποίους θέλει να επιτύχει, ενώ η κοινωνική επιστήμη δεν μπορεί να εκ των προτέρων να προσδιορίσει ποιοι θα είναι αυτοί οι στόχοι. Αυτό σημαίνει ότι η μοναδικότητα των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών συνίσταται στην επιδίωξη των ανθρωπίνων στόχων με ποικιλία μέσων.Σύμφωνα με τον Max Weber, η λέξη «δράση» εκφράζει «κάθε ανθρώπινη συμπεριφορά όταν και στο μέτρο που το δρων άτομο της προσδίδει μια υποκειμενική σημασία»˙ αυτή η «δράση» (ανοιχτή, εσωτερική, υποκειμενική, θετική παρέμβαση ή αποχή-αδράνεια) είναι κοινωνική «στο μέτρο που το δρων άτομο (ή άτομα) λαμβάνει υπόψη τη συμπεριφορά των άλλων και, ως εκ τούτου, αποκτά προσανατολισμό».5

Τρόποι προσανατολισμού της κοινωνικής δράσης

Ο Βέμπερ διακρίνει 4 τύπους δράσης χωρίς αυτή η λίστα να είναι εξαντλητική:

5 Βλ. Weber, M. (1964). The Theory of Social and Economic Organization. NY: The Free Press, σελ. 88.

Page 9: ΤΣΑΚΙΡΗΣ - ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ 3Α - DURKHEIM-WEBER

1. Παραδοσιακή δράση. Λαμβάνει χώρα υπό την επίδραση του εθίμου ή της συνήθειας. Πρόκειται συχνά για μια πραγματικά αυθόρμητη αντίδραση στην ασυνείδητη υπακοή στην παράδοση, και, ως εκ τούτου, περιέχει μια σειρά από υποκειμενικά και ακατάληπτα στοιχεία. Πολλές από τις καθημερινές μας ενέργειες εμπίπτουν στην κατηγορία της παραδοσιακής δράσης καθιστώντας δύσκολη την κατανόησή της από την αντικειμενική σκοπιά.

2. Συναισθηματική δράση: Λαμβάνει χώρα υπό κάποιο είδος συναισθηματικής κατάστασης. Είναι, όπως και η παραδοσιακή, στο όριο μεταξύ ένσκοπης και μη ένσκοπης συμπεριφοράς, καθώς περιέχει στοιχεία που μόνο η ψυχολογία και η ψυχανάλυση μπορούν να εντοπίσουν, να αναδείξουν και να εξηγήσουν. Η ενέργεια αυτή δεν είναι απόρροια της σχέσης «μέσου-σκοπού» αλλά είναι η ίδια ένας σκοπός.

3. Ορθολογική ως προς την αξία προσανατολισμένη δράση. Διακρίνεται από το γεγονός ότι το άτομο καθοδηγείται μόνο από ένα σημαντικότατο ιδεώδες. Το κατ’ αυτό τον τρόπο δρων υποκείμενο προσκολλάται σε μια πολιτική, θρησκευτική ή άλλου τύπου υπόθεση χωρίς να λαμβάνει υπόψη οποιαδήποτε άλλη διάσταση. Είναι ορθολογική στο βαθμό που αφορά τον καθορισμό συνεκτικών στόχων προς τους οποίους το δρων υποκείμενο προσανατολίζει τη δράση του. Περιέχει το παράλογο στοιχείο της αφιέρωσης μόνο σ’ ένα σκοπό χωρίς να αντιλαμβάνεται και να παίρνει υπόψη τις συνέπειες, θεμιτές ή αθέμιτες.

4. Ορθολογική ως προς το σκοπό/στόχο προσανατολισμένη δράση. Ο Βέμπερ τη θεωρεί ως την πιο ορθολογική δράση. Το άτομο υπολογίζει ορθολογικά τα πιθανά αποτελέσματα μιας δεδομένης δράσης σε σχέση με την επίτευξη ενός στόχου. Δίνεται ιδιαίτερη σημασία στα κατάλληλα μέσα αι λαμβάνονται υπόψη οι προβλεπόμενες και μη συνέπειες που ενδέχεται να έρχονται σε σύγκρουση με την αποφασισθείσα γραμμή δράσης. Αφορά, επομένως, άτομα που κατασκευάζουν το δικό τους ιδεότυπο με τη μορφή ενός υπολογισμένου προγνωστικού σχεδίου. Αυτό το σχέδιο θα είναι το προϊόν της εκτίμησης/αξιολόγησης των διαφόρων μέσων για την επίτευξη των απαιτούμενων στόχων και της επιλογής των πιο κατάλληλων μέσων ως τακτική δράσης.

Ιδεότυπος

Ο ιδεατός τύπος ή ιδεότυπος είναι το αποτέλεσμα ο μεροληπτικός τονισμός μιας ή περισσότερων απόψεων και της σύνθεσης πολλών διάχυτων, διακριτών, περισσότερο ή λιγότερο παρόντων και περιστασιακά απόντων συγκεκριμένων ατομικών φαινομένων που διατάσσονται σύμφωνα με αυτές τις μεροληπτικά τονισμένες απόψεις σε μια ενιαία αναλυτική κατασκευή. Στην εννοιολογική της καθαρότητα αυτή η κατασκευή δε μπορεί εμπειρικά να βρεθεί πουθενά στην πραγματικότητα. Είναι μια ουτοπία, σύμφωνα με τον Βέμπερ.6 Πρόκειται, δηλαδή, για ένα μοντέλο που βοηθά την ερμηνεία και την εξήγηση, αυτό που σήμερα αποκαλούμε «ευριστικό μηχανισμό». Δεν είναι ιδεατός με την έννοια του ιδεώδους (κανονιστικού ή ηθικού), δηλαδή του πιο επιθυμητού χαρακτηριστικού αλλά μόνο με την έννοια της πνευματικής κατασκευής που μπορεί μεν να μην υφίσταται πουθενά αλλά στην πράξη χρησιμεύει στον «φωτισμό» αυτής της πραγματικότητας, π.χ. οι έννοιες άλλων κοινωνιολόγων όπως ο «τέλειος ανταγωνισμός», η «ταξική συνείδηση», ο «εξαστισμός ως τρόπος ζωής». Οι ιδεότυποι καθιστούν φανερή τη φύση των λόγων 6 Βλ. Weber, Μ. (1949) The Methodology of the Social Sciences. Glencoe, Ill: Free Press, σελ. 90.

Page 10: ΤΣΑΚΙΡΗΣ - ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ 3Α - DURKHEIM-WEBER

της δράσης, παρέχουν μια αντικειμενική βάση για την ανάλυση των εμπειρικών προβλημάτων. Για τον Βέμπερ ο ιδεότυπος για τις κοινωνικές επιστήμες είναι ό,τι η πειραματική μέθοδος στις φυσικές επιστήμες. Μας βοηθάει να κατανοήσουμε το ατομικό σχετίζοντάς το με το γενικό ενώ η ανάλυσή μας για το συγκεκριμένο εξίσου διαπνέει το ραφινάρισμα των γενικευμένων θεωριών. Από τη σύνθεσή τους προκύπτει η κοινωνιολογική θεωρία.

Ο κοινωνιολόγος κατασκευάζει ένα ιδεότυπο :1. για να αξιολογήσει την επίδραση της παρέμβασης παράλογων στοιχείων στη

συμπεριφορά ενός δρώντος υποκειμένου,2. για την εκτίμηση του βαθμού στον οποίο αυτά τα παράλογα στοιχεία

καταστρέφουν τα επιτεύγματα του δρώντος υποκειμένου ή το κατά πόσο επρόκειτο για παρανόηση της κατάστασης από τη μεριά του δρώντος υποκειμένου.

3. για να μετρήσει την απόκλιση της πραγματικής πορείας της συμπεριφοράς και της υποκειμενικής της ερμηνείας από τον δρώντα ή τα δρώντα υποκείμενα.

Ένας ιδεότυπος είναι αυτός της γραφειοκρατίας που διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον Βέμπερ και αναφέρεται στη συνηθέστερη μορφή οργάνωσης «που χαρακτηρίζεται από συγκεντρωτισμό, ιεραρχία, εξουσία, πειθαρχία, κανόνες, καριέρα, καταμερισμό εργασίας, θητεία»7 και παρέχει σαφείς διαδικασίες επικοινωνίες καθώς και σαφείς προδιαγραφές εξουσίας, αρμοδιότητας και ευθύνης, αποκλείοντας, ή τουλάχιστον μειώνοντας σε μεγάλο βαθμό, φαινόμενα ευνοιοκρατίας, διακρίσεων και εξουσιαστικών αυθαιρεσιών. Η εξουσία βασίζεται στην ορθολογική και κανονιστική κωδικοποίηση. Ορίζονται τα όρια κάθε εργασίας μέσω του καταμερισμού και των προδιαγραφών εργασίας και του καθορισμού λειτουργικών τμημάτων. Τα όρια της εξουσίας προσδιορίζονται για το κάθε μέλος απρόσωπα και τα μέλη είτε διορίζονται είτε εκλέγονται. Κάθε γραφειοκρατική θέση διαθέτει συγκεκριμένη εξουσία. Η εξουσιαστική ιεραρχία αποτελεί σαφών προσδιορισμένη αλυσίδα εντολών και ελέγχου. Ο συγκεντρωτισμός παρέχει στη διεύθυνση τη δυνατότητα συντονισμού των λειτουργιών και εργασιών της οργάνωσης. Οι κανόνες, τα κίνητρα για την υποταγή στους κανόνες, η ύπαρξη χρονικά καθορισμένης θητείας και ο έλεγχος του εσωτερικού περιβάλλοντος της οργάνωσης συμβάλλουν στη σταθερότητα και στην προβλεψιμότητα.

Στην πολιτική κοινωνιολογία ο Βέμπερ συνέβαλε τα μέγιστα. Πρώτα απ’ όλα έδωσε ένα ορισμό του κράτους που ακόμη και σήμερα είναι επίκαιρος καθόσον ότι μας θυμίζει ένα συστατικό στοιχείο του που είναι διαχρονικό, δηλαδή ότι «κράτος είναι η οντότητα εκείνη που κατέχει το μονοπώλιο στη νόμιμη χρήση της φυσικής βίας.». Ο πολιτικός κατά τον Βέμπερ πρέπει να μπορεί να συμβιβάζει την ηθική των τελικών σκοπών και την ηθική της ευθύνης. Πρέπει ταυτόχρονα να κατέχεται από πάθος για το επάγγελμά του και να μπορεί να αποστασιοποιείται από τους κυβερνώμενους. Ο Βέμπερ τόνισε ότι υπάρχουν τριών ειδών εξουσίες, ανάλογα με τον τρόπο θεμελίωσης ή νομιμοποίησης. Πρώτη είναι η παραδοσιακή εξουσία. Θεμελιώνεται στην ιερότητα της κοινωνικής ιεραρχίας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι το αξίωμα που μετράει ανεξάρτητα από το πρόσωπο. Ακόμη και αν υπάρξει σφετεριστής

7 Βλ. Clegg, S. R. and Hardy, C. (1996) «Organizations, Organization and Organizing» στο S. R. Clegg & C. Hardy (Eds.), Handbook of Organization Studies, London, Sage Publications, σελ.261-275 και Gilly S. (1997), The Development of Management and Organizational Thinking, http://www.flash.net/%7Ejteague/Sue/orglearn.html

Page 11: ΤΣΑΚΙΡΗΣ - ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ 3Α - DURKHEIM-WEBER

της εξουσίας αυτός θα είναι νόμιμος γιατί το αξίωμα είναι ιερό. Την εξουσία ασκούν ο ίδιος ο ηγέτης, τα πρόσωπα του συγγενικού περιβάλλοντος ή όποια επιθυμεί ο ίδιος και τα οποία εξαρτώνται από αυτόν. Δεύτερος τύπος είναι η χαρισματική εξουσία. Στην περίπτωση αυτή είναι το «χάρισμα» του ηγέτη που μετράει. Η νομιμοποίηση πηγάζει από τις εξαιρετικές ή «υπερφυσικές» ιδιότητες/ικανότητές του ηγέτη. Η χαρισματική εξουσία απαντάται πολλές φορές στις περιπτώσεις ρήξεων, κρίσεων και επαναστάσεων. Ένα από τα βασικά προβλήματα της χαρισματικής εξουσίας είναι η δυσκολία που υπάρχει για την εξεύρεση διαδόχου. Τρίτος τύπος είναι η νόμιμη – ορθολογική εξουσία. Θεμελιώνεται στην τυπική, απρόσωπη και ορθολογική έννομη τάξη. Νομιμοποιείται από την υπακοή των κυβερνώμενων στο νόμο. Ασκείται μέσω της «γραφειοκρατίας» που είναι σύστημα ορθολογικού καταμερισμού των αρμοδιοτήτων.8

Παραδείγματα χαρισματικών ηγετών

Πολιτικοί ηγέτες• Mustafa Kemal Atatürk• Fidel Castro• Winston Churchill[

• Bill Clinton• Zhou Enlai• Pim Fortuyn• Mahatma Gandhi• Adolf Hitler• Saddam Hussein• John F. Kennedy• Patrice Lumumba• Hồ Chí Minh• Ronald Reagan• Lech Wałęsa

Θρησκευτικοί ηγέτες• Abraham • Moses • Muhammad(570 - 632) • Martin Luther (1483 – 1546) • John Paul II (1920 – 2005) • Martin Luther King Jr. (1929 – 1968) • Louis Farrakhan (1933 - )

8 Τσαούσης Δ. (1989) Χρηστικό λεξικό κοινωνιολογίας. Αθήνα― Εκδ. Gutenberg, σελ. 86-87.

Page 12: ΤΣΑΚΙΡΗΣ - ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ 3Α - DURKHEIM-WEBER

Karl Marx Vs. Max Weber

Ο Μαρξ, ανεξάρτητα από το αν έπεσε έξω στις προβλέψεις του ή όχι, είχε να προτείνει πρόγραμμα «θεραπείας» των κοινωνικών «ασθενειών» ενώ ο Βέμπερ έκανε μόνο διαπιστώσεις. Αυτή η διαφορά εκφράζεται και στις ερμηνείες τους για τον καπιταλισμό. Ο Βέμπερ δεν συμμεριζόταν την άποψη του Μαρξ γιατί είχε διαφορετική άποψη τόσο για το χαρακτήρα του καπιταλισμού όσο και για τις έννοιες της τάξης και της ταξικής σύγκρουσης. Θεωρεί ότι ο καπιταλισμός είναι αποκλειστικά Δυτικό φαινόμενο τόσο στο επίπεδο των αξιών όσο και στον τρόπο δράσης. Αυτή η «δυτικότητα» σχετίζεται με τον «ορθολογικοποιημένο χαρακτήρα» της καπιταλιστικής παραγωγής, κάτι που εκτείνεται πολύ πέρα από την ίδια την οικονομική επιχείρηση και χαρακτηρίζει τους κύριους θεσμούς της κοινωνίας. Αυτή η θέση μπορεί να κριθεί αμφίπλευρα τόσο ως θετική όσο ως αρνητική. Ο εξορθολογιστικός καπιταλισμός είναι αναπόφευκτος ενώ για τον Μαρξ παίρνει ως βάση την αρνητική ερμηνεία του καπιταλισμού και θεωρεί ότι η ανθρώπινη κινητοποίηση μπορεί να δημιουργήσεις τις προϋποθέσεις άρσης της κατάστασης της αλλοτρίωσης Κατά τον Βέμπερ η επιστήμη δεν είναι ταξική όπως αφήνει να εννοηθεί μια ερμηνεία του Μαρξ. Ο Βέμπερ θεωρεί ότι ως ένα ειδικό εγχείρημα η επιστήμη είναι επίσης το μέσο και η έκφραση της οικουμενικής μοίρας. «Η επιστημονική πρόοδος είναι ένα στοιχείο –το πιο σημαντικό στοιχείο …σ’ αυτή τη διαδικασία διανοητικοποίησης την οποία υφιστάμεθα εδώ και χιλιετίες και που γενικώς σήμερα αξιολογείται με ένα τόσο εξαιρετικά αρνητικό τρόπο» 9 Για τον Weber δεν είναι οι ταξικές συγκρούσεις μονάχα που θεωρούνται ως κινητήριες δυνάμεις της ιστορίας αλλά και οι συγκρούσεις που προκύπτουν λόγω της ύπαρξης των «ομάδων γοήτρου» («status groups»), των κρατών και των εθνικών μειονοτήτων. Δεν αποδεχόταν τη θεωρία της υπεραξίας του Marx και θεωρούσε ότι «οι τάξεις συνίστανται από ομάδες ατόμων που μοιράζονται παρόμοια ‘σύνολα ευκαιριών ζωής’ στις αγορές εργασίας και εμπορευμάτων». Κατά συνέπεια, ο Weber δεν αποδεχόταν τη λογική της ταξικής επανάστασης και δεν απέδιδε κάποιον ιδιαίτερο ρόλο στην εργατική τάξη σε σχέση με τον καπιταλισμό ως σύστημα. Αντίθετα, στις ομάδες γοήτρου και στις τάξεις και στρώματα της κοινωνίας προσθέτει και τα πολιτικά κόμματα ως στοιχεία του κοινωνικού ανταγωνισμού. Η άποψη του Weber υποτιμά εντελώς τη δύναμη της εργατικής τάξης στην εποχή στην οποία αναφέρεται στα έργα του και αδυνατεί να εντοπίσει τις αιτίες που οδήγησαν στις εργατικές επαναστάσεις του 20ού αιώνα στην Ευρώπη (ανεξάρτητα από την κατάληξή τους, επρόκειτο για εργατικές επαναστάσεις). Μ’ αυτή την έννοια, η άποψη του Weber για την πολλαπλότητα των κοινωνικώς δρώντων ομάδων οδηγεί στις θεωρίες των élites και στις θεωρητικές κατευθύνσεις περί πλουραλισμού. Στο σημείο αυτό, ας κρατήσουμε υπόψη μας την έννοια των «ομάδων γοήτρου» που «θεμελιώνονται πάνω στις σχέσεις κατανάλωσης αντί των σχέσεων παραγωγής και παίρνουν τη μορφή των ‘τρόπων ζωής’ (life styles) που ξεχωρίζουν τη μία ομάδα από την άλλη».

9 Weber, M. (1946) “Science as a vocation”, in Gerth H.H. and Mills C.R.(eds), From Max Weber, Essays in Sociology, Fair Lawn, N.J.: Oxford University Press σελ.. 138

Page 13: ΤΣΑΚΙΡΗΣ - ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ 3Α - DURKHEIM-WEBER

Θέμα Marx WeberΑιτιότητα 1η εκδοχή: Ιστορικός

εξελικτικισμός (το προλεταριάτο είναι προορισμένο να ανατρέψει και θα ανατρέψει την αστική τάξη με βάση τη θεωρία περί αλλαγής των κοινωνιών:)2η εκδοχή: Ιστορική δυνατότητα (το προλεταριάτο ενδέχεται να μην σταθεί στο ύψος του ‘ιστορικό καθήκον’ της ανατροπής της αστικής τάξης, εξ ού και το δίλημμα «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα)

Ιστορική και κοινωνική αιτιότητα με όρους πιθανότητας (υποκειμενική ελευθερία) – Ποικιλία αιτιακών αλυσίδων που ενδέχεται να έχουν προσδιορίσει το υπό μελέτη αντικείμενο – Η ‘ιστορική αιτιότητα’ καθορίζει τις μοναδικές συνθήκες που οδήγησαν στην εκδήλωση ενός γεγονότος – Η ‘κοινωνιολογική αιτιότητα’ υποθέτει ότι υπάρχει κανονική σχέση μεταξύ δύο φαινομένων (με τη μορφή «το Α είναι περισσότερο ή λιγότερο ευνοϊκό για το Β»)

Καπιταλισμός Προϊόν της ταξικής πάλης και της νίκης των αστών επί των φεουδαρχών – Καπιταλιστές κατέχουν τα μέσα παραγωγής

Προϊόν της καλβινιστικής-προτεσταντικής ηθικής που ευνοεί την υπερίσχυση του «πνεύματος του καπιταλισμού»- Καθολικές, ισλαμικές και βουδιστικές κοινωνίες είτε δεν μπορούν να ευνοήσουν την καπιταλιστική ανάπτυξη είτε την εμποδίζουν.

Page 14: ΤΣΑΚΙΡΗΣ - ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ 3Α - DURKHEIM-WEBER

Αποξένωση Στον καπιταλισμό ο εργάτης στερείται της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής – Δεν ενδιαφέρεται για το προϊόν που παράγει – Στο εργοστάσιο νοιώθει ξένος και απρόσωπος – Δουλεύει μόνο για την εξασφάλιση της επιβίωσης – Μόνο με την προλεταριακή επανάσταση οι εργάτες ως σύνολο-τάξη ξαναπαίρνουν τα μέσα παραγωγής στα χέρια τους (κοινωνικοποίηση μέσων παραγωγής)

Για την αποξένωση του ατόμου στη βιομηχανικής κοινωνίας φταίει ο «εξορθολογισμός» που οφείλεται στην ανάπτυξη της γραφειοκρατίας – Η υπέρμετρη ανάπτυξη της γραφειοκρατίας οδηγεί στο «σιδερένιο κλουβί» της ολοκληρωτικά διευθυνόμενης κοινωνίας όπου οι απρόσωπες σχέσεις αντικαθιστούν τις προσωπικές καθιστώντας όλες τις ενέργειες – εργασία και σχόλη – θέμα ελέγχου και συναλλαγής.

Κοινωνικές τάξεις Προκύπτουν σε κάθε ταξική κοινωνία λόγω της σχέσης τους με τα μέσα παραγωγής και τον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας π.χ. φεουδάρχες-δουλοπάροικοι, αστοί-προλετάριοι

Οι τάξεις δεν είναι μόνο προϊόντα της οικονομίας – Η ένταξη ανθρώπων σε ταξινομικές κατηγορίες στηρίζεται στα πρότυπα κατανάλωσης, γοήτρου, κοσμοαντιλήψεων και τρόπων ζωής – Πλουραλιστικό μοντέλο κοινωνικής σύγκρουσης στη σύγχρονη κοινωνία

Εξουσία Πηγή της πολιτικής εξουσίας είναι η οικονομική εξουσία – Η κυρίαρχη οικονομικά τάξη είτε διοικεί το κράτος η ίδια είτε κυβερνά μέσω των πολιτικών κομμάτων που την αντιπροσωπεύουν

Κατανόηση της εξουσίας ως την ευκαιρία ενός ανθρώπου, ή μιας ομάδας ανθρώπων να «πραγματοποιήσουν τη θέλησή τους ενεργώντας συλλογικά ακόμη και ενάντια στην αντίσταση των άλλων» - Η βάση άσκησης της εξουσίας μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με το ιστορικό και δομικό κοινωνικό πλαίσιο – Η εξουσία μπορεί να ασκηθεί και χάριν της εξουσίας και όχι μόνο για την αντιπροσώπευση των συμφερόντων κοινωνικών τάξεων

Νομιμοποίηση της εξουσίας

Κυριαρχία της αστικής ιδεολογίας

1. Ορθολογική εξουσία2. Παραδοσιακή εξουσία3. Χαρισματική εξουσία