Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

28
ΑΝΑΤΥΠΟ

description

"Η πόλη της Κω από το Μεσαίωνα μέχρι το σεισμό του 1933 χωριζόταν σε δύο τμήματα: στο κάστρο ή Castello των ιπποτικών εγγράφων και στη χώρα, "

Transcript of Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

Page 1: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

ΑΝΑΤΥΠΟ

Page 2: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

όβολός 8

Τ Ο Ν Ο Μ Ι Σ Μ Α Σ Τ Α Δ Ω Δ Ε Κ Α Ν Η Σ Α

ΚΑΙ Τ Η Μ Ι Κ Ρ Α Σ Ι Α Τ Ι Κ Η Τ Ο Υ Σ Π Ε Ρ Α Ι Α

Νομισματοκοπεία, Κυκλοφορία, Εικονογραφία Α ρ χ α ί ο ι - Β υ ζ α ν τ ι ν ο ί - Ν ε ώ τ ε ρ ο ι Χ ρ ό ν ο ι

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΗΣ Δ' ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗΣ

Κως, 30 Μαίου - 2 Ιουνίου 2003

ΑΘΗΝΑ 2006

Υ Π Ο Υ Ρ Γ Ε Ι Ο Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Μ Ο Υ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΑΙΓΑΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

Page 3: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

Η Λ Ι Α Σ Ε. Κ Ο Λ Λ Ι Α Σ

Η ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΉ Π Ο Λ Η ΤΗΣ ΚΩ*

Σύμφωνα με τον L. Morricone1, που ανέσκαψε την πόλη της Κω από το 1935 έως το 1943, δεν εντοπίστηκαν τεκμήρια συνέχειας του βίου της μετά τον ισχυρό

σεισμό του 554 μ.Χ. Υπέθεσα, παλαιότερα, ότι μετά απ' αυτή τη θεομηνία ή κατά τη διάρκεια των μεγάλων αραβικών επιδρομών στο Αιγαίο2, που αρχίζουν από τα μέσα του 7ου αι., η πόλη συρρικνώθηκε στο χώρο της νησίδας, όπου ορθώνεται σήμερα το μεσαιωνικό κάστρο (εικ. 1). Σήμερα, ο πολύ στενός πορθμός που χώριζε τη νησίδα από τη στεριά έχει επιχωματωθεί και έχει μεταβληθεί σε δρόμο, τη λεωφόρο των Φοινίκων.

Υπάρχει η πληροφορία ότι γύρω στα μέσα του 7ου αι. ο Άραβας στρατηγός Abou'L Awar κατέλαβε το φρούριο της Κω, μετά μάλιστα από προδοσία του επισκόπου της. Αυτό το γεγονός το αναφέρουν χρονικογράφοι που έγραψαν αρκετούς αιώνες μετά την εξιστορούμενη απ' αυτούς κατάληψη, ο Μιχαήλ ο Σύρος 3 (12ος αι.) και ο Abou'L Earaj Bar Hebraeus4 (13ος αι.). Ο τελευταίος μάλιστα χρησιμοποίησε το κείμενο του πρώτου ως κύρια πηγή. Η ορθότητα όμως αυτής της πληροφορίας έχει αμφισβητη-θεί5. Καμία άλλη ιστορική πηγή, ελληνική ή αραβική, πλησιέστερη μάλιστα χρονικά προς το εξιστορούμενο γεγονός, δεν επιβεβαιώνει όσα έχουν γράψει οι παραπάνω χρο­νικογράφοι. Αμφισβητήσιμη επίσης είναι η αναφερόμενη απ' αυτούς ύπαρξη κά­στρου στο δωδεκανησιακό νησί στα μέσα περίπου του 7ου αι.6 Εχω την άποψη, την οποία υποστήριξα επανειλημμένα7, ότι τα νησιά της Ανατολικής Μεσογείου ήταν ανο-

Page 4: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

χύρωτα και πέραν των μέσων του 7ου αι., διότι κανείς επιδρομέας, κατά τη γνώμη μου, δεν απείλησε σοβαρά επί αιώνες αυτή την περιοχή της βυζαντινής αυτοκρατο­ρίας. Οι επιδρομές των μεγάλων αραβικών στόλων από τα μέσα του 7ου αι. ανάγκα­σαν τους νησιώτες να καταφύγουν σε φύσει οχυρές θέσεις ή να οχυρώσουν τους πα­λαιούς οικισμούς τους. Πιθανώς όμως με τον όρο φρούριο ή κάστρο οι δύο χρονο­γράφοι δεν εννοούν τίποτε άλλο παρά πόλη 8. Την εποχή (12ος και 13ος αι.) που ζουν και γράφουν και οι δύο, κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί ανοχύρωτη πόλη. Από κάποια εποχή και ύστερα με τον όρο κάστρο οι βυζαντινοί χρονογράφοι εννοούν οικι­σμό ή μικρή πόλη.

Μέχρι στιγμής υπάρχει σχεδόν απόλυτη ιστορική σιωπή για την πόλη της Κω, περίπου από τα μέσα του 6ου μέχρι τα μέσα του 14ου αι. Μια χαμένη πια επιγραφή 9

Εικ. 1. Κως. Η Χώρα και το Κάστρο (φωτ. από La presenza italiana).

Page 5: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

που βρέθηκε στη πόλη της Κω στα τέλη του 19ου αι. και έχει χρονολογηθεί από το 790/91 έως το 890/91 δίνει μια αόριστη ένδειξη ύπαρξης πόλης αυτή την εποχή στο χώρο της αρχαίας και της σημερινής. Οι περιηγητές, οι ιστορικοί και οι χρονικογρά­φοι συχνά αναφέρουν το νησί της Κ ω 1 0 και το λιμάνι της 1 1 ποτέ όμως την πόλη, που φαίνεται σαν να μην υπάρχει. Τα δέκα οκτώ έγγραφα που φυλάσσονται στο Αρχείο της μονής Πάτμου και αναφέρονται στην Κω χρονολογούμενα από το 1079 μέχρι τα μέσα περίπου του 15ου αι. δεν μνημονεύουν επίσης άμεσα ή έμμεσα την πόλη της Κω 1 2 . Στην εξιστόρηση των γεγονότων που διεξάγονται από τα τέλη του 13ου αι. έως τις αρ­χές του 14ου αι., για την κατοχή του νησιού από τους Βυζαντινούς και τους Βενετούς επίσης απουσιάζει η μνεία της πόλης 1 3 . Σε επιστολή του Μικρού Συμβουλίου της Βενετίας προς τον δούκα της Κρήτης με χρονολογία 7 Φεβρουαρίου 1310 μεταξύ των άλλων αναφέρονται δύο κάστρα του νησιού, τα οποία όμως δεν κατονομάζονται14.

Η Κως για ένα μικρό διάστημα από το 1310 ή το 1314-15 περιέρχεται στα χέρια των Ιωαννιτών ιπποτών 1 5. Το 1317/18 η βυζαντινή αυτοκρατορία ανακαταλαμβάνει το νησί, που θα περιέλθει οριστικά στην εξουσία των ιπποτών το 1337.

Η πρώτη μνεία της μεσαιωνικής πόλης της Κω, της Νεραντζιάς, που έχω υπόψη μου γίνεται σε έγγραφο του Ιωαννίτικου Αρχείου της 25ης Οκτωβρίου 1358 1 6 , όπου αναφέρεται ότι οι ιππότες έκτισαν το κάστρο της Arangea. Πιθανώς υπονοείται κάποια ανακαίνιση ή επισκευή του και όχι η εκ θεμελίων οικοδόμηση του. Ο Nicolo de Mar-toni που επισκέφθηκε τη Κω το Φεβρουάριο του 1395 1 7 , είναι εκείνος που για πρώτη

Page 6: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

φορά κάνει μια σύντομη περιγραφή της πόλης, από την οποία διακρίνεται σαφώς ότι βρισκόταν οπωσδήποτε στη σημερινή θέση της. Ακολουθεί μια επίσης βραχεία περι­γραφή από τον Ισπανό Ruy Gonzales de Clavijo1 8 που πέρασε από την Κω το 1403. Ο Ch. Buondelmonti στην πρώτη εικοσαετία του 15ου αί. δικαιολογεί το όνομα της πόλης της Κω Νεράντζια από την ύπαρξη γύρω απ' αυτήν κήπων με νεραντζιές1 9. Συχνά καθ' όλη της διάρκεια της Ιπποτοκρατίας στα ιπποτικά έγγραφα ή πόλη ονο­μάζεται Narangia, Narangie, Arangia, Arangea κλπ. 2 0 , αλλά και κατά ένα μεγάλο μέρος της περιόδου της Τουρκοκρατίας η πόλη της Κω διατηρεί την ίδια ονομασία2 1.

Η πόλη της Κω (εικ. 1) από το Μεσαίωνα μέχρι το σεισμό του 1933 χωριζόταν σε δύο τμήματα: στο κάστρο ή Castello των ιπποτικών εγγράφων και στη χώρα, που τώρα μετά τις ανασκαφές της Ιταλικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, είναι ένας μεγάλος αρχαιολογικός χώρος. Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας και πιθανώς και κατά την Ιπποτοκρατία υπήρχαν εκτός της τειχισμένης πόλης προάστια.

Βορειοανατολικά της χώρας ορθώνεται το κάστρο 2 2 (εικ. 2) κτισμένο πάνω σε μια νησίδα, που την χώριζε, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, από τη στεριά ένας στενός πορθμός επιχωματωμένος σήμερα. Διακρίνονται με πρώτη ματιά σαφώς δόο τουλάχι­στον οικοδομικές φάσεις. Η νεότερη φάση ή καλύτερα το νεότερο κάστρο (εικ. 2, Β) έχει εγκλωβίσει το παλαιότερο κατά τις τρεις πλευρές, τη νότια, τη δυτική και το σω­ζόμενο τμήμα της βόρειας, ενώ η ανατολική πλευρά φαίνεται να ανήκει στη νεότερη οικοδομική φάση. Το παλαιότερο κάστρο 2 3 (εικ. 2, Α), σύμφωνα με τα οικόσημα των μεγάλων μαγίστρων και των πρεκεπτόρων της Κω που είναι εντοιχισμένα πάνω του, φαίνεται να ανήκει στην περίοδο μεταξύ των ετών 1457 και 1478. Εντούτοις οι πλη­ροφορίες που μας παρέχουν οι γραπτές ιστορικές πηγές για την ύπαρξη του κάστρου της Κω στη σημερινή του θέση, είναι τουλάχιστον έναν αιώνα παλαιότερες, όπως ανα-

Page 7: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

Εικ. 2. Κως. Το Κάστρο.

Page 8: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

φέρθηκε παραπάνω, από εκείνες που μας προσφέρουν τα μέχρι τώρα εντοπισμένα αρχαιολογικά τεκμήρια. Κατά την περίοδο μάλιστα που πρεκέπτορας ήταν ο Βενετός ιππότης Fantino Quirini 2 4 (1436-1451), η πληροφόρηση των ιστορικών πηγών χωρίς να είναι εξαντλητική και απόλυτα ακριβής εμφανίζει μια έντονη ανησυχία της ηγεσίας του τάγματος των Ιωαννιτών και του ίδιου του Quirini για την ενίσχυση της άμυνας του κάστρου της Νεραντζιάς, αλλά και των υπολοίπων κάστρων της πρεκεπτορίας της Κω και συγχρόνως διαφαίνεται μια επίσης έντονη οικοδομική δραστηριότητα στις οχυρώσεις τους. Αυτή η έντονη δραστηριότητα διακρίνεται επίσης την ίδια εποχή και στις οχυρώσεις της μεσαιωνικής πόλης της Ρόδου 2 5 . Επάνω όμως στο παλιότερο κά­στρο δεν διακρίνεται εντοιχισμένο ούτε ένα οικόσημο του Quirini, που θα πιστοποιού­σε μέρος τουλάχιστον αυτής της προσπάθειας ενίσχυσης του. Εντούτοις, δύο οικόση-μά του έχουν εντοιχιστεί σε μεταγενέστερους του F. Quirini χρόνους, στην ανατολική πλευρά του νεότερου κάστρου 2 6. Το ένα απ' αυτά τοποθετημένο ανάποδα έχει χαραγ­μένη επάνω του την επιγραφή: F(rater) Fantinus Quirinus preceptor a fu(n)tame(n)to edi(p)h(i)cav(it) MCCCCXLV 2 7. To παραπάνω οικόσημο πρέπει να ήταν εντοιχισμέ­νο σε κτήριο ή σε τμήμα της οχύρωσης που οικοδόμησε εκ θεμελίων (a funtamento ediphicavit) ο F. Quirini το 1445 και το αγνοούμε σήμερα.

Επίσης έχουν περισυλλέγει και φυλάσσονται μέσα στον αρχαιολογικό χώρο του κάστρου πέντε ακόμα οικόσημα (εικ. 3 και 4) του Βενετού ιππότη, των οποίων δεν γνωρίζουμε την αρχική τους θέση.

Βέβαια αυτή η φάση του κάστρου της Νεραντζιάς (εικ. 2, Α) διαθέτει κάποια ανα­χρονιστικά, απηρχαιωμένα στοιχεία, όπως το ορθογώνιο σχήμα του με γωνιαίους κυ­λινδρικούς πύργους και τείχος που ορθώνεται κατακόρυφα και δεν ενισχύεται από «σκάρπα» (από κεκλιμένο τοίχο) στη βάση του, αμυντικά στοιχεία που μας οδηγούν αρκετά πίσω στο παρελθόν. Είναι βέβαιο όμως ότι είναι ένα κάστρο της περιόδου της χρήσης του πυροβόλου όπλου. Είναι οικοδομημένο με επιμέλεια, με άφθονο κονίαμα και έχει συνολικό πάχος 4,60 μ. Διαθέτει κανονιοθυρίδες, που δεν ανήκουν σε μετα­σκευές της οχύρωσης, αλλά είναι σύγχρονες με αυτή.

Εξω από τη δυτική και τη βόρεια πλευρά του «παλαιοτέρου» κάστρου και σε από­σταση 6,00-6,10 μ. διακρίνονται τα λείψανα οχύρωσης 2 8. Δυτικά, τείχος πλάτους

Page 9: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

Εικ. 3. Κως. Φουρούσι με το οικόσημο του πρεκέπτορα της Κω F. Quirini.

Εικ. 4. Κως. Δύο πλάκες με τα οικόσημα του πρεκέπτορα της Κω F. Quirini.

Page 10: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

1,78-1,80 μ. (εικ. 2, γ) εκτείνεται μεταξύ των γωνιαίων κυλινδρικών πύργων. Το βό­ρειο άκρο του απολήγει σε πύργο (εικ. 2, δ και εικ. 5) ημιεξαγωνικής κάτοψης. Βόρεια διακρίνεται επίσης τμήμα τείχους (εικ. 2, γ) πλάτους 1,80 μ. που στο ανατολικό του άκρο προβάλλει ορθογώνιος, μακρόστενος πύργος (εικ. 2, δ και εικ. 6).

Ο Α. Maiuri 2 9 πίστευε ότι το παραπάνω οχυρωματικό έργο δεν ήταν τίποτε άλλο παρά το προτείχισμα του «παλαιότερου» κάστρου. Κατά τη γνώμη μου όμως, δεν έχει δίκιο. Εάν και τα δόο οχυρώματα ήταν σύγχρονα, οι δύο πύργοι του «προτειχίσματος» εξαιτίας της θέσης τους θα εμπόδιζαν τις βολές των όπλων των πύργων του τείχους που ορθώνονται πλάι και πίσω τους. Ενδεχομένως, λοιπόν, τα λείψανα πύργων και τείχους, που υπάρχουν εξωτερικά στη δυτική και βόρεια πλευρά του «παλαιότερου» κάστρου, είναι ό,τι έχει απομείνει μιας προγενέστερης οχύρωσης- είναι τα λείψανα πι­θανώς του βυζαντινού κάστρου. Είναι ίσως το κάστρο του ιπποτικού εγγράφου της 25ης Οκτωβρίου 1358 3 0 , που αναφέρθηκε παραπάνω, είναι εκείνο που επισκέφτηκαν ο Nicolo da Martoni (1395), ο Ruy Gonzales de Clavijo (1403) και ο Buondelmonti (πρώτη εικοσαετία 15ου αι.). Αυτό το κάστρο πιθανώς ενίσχυσε ο Ε Quirini που κατε­δαφίστηκε όταν ολοκληρώθηκε η νέα οχύρωση κατά το χρονικό διάστημα 1454-1478. Τότε θα αφαιρέθηκαν όχι μόνο τα οικόσημα του Ε Quirini, αλλά και των προγενεστέ­ρων του πρεκεπτόρων και μεγάλων μαγίστρων που πιθανώς ήταν εντοιχισμένα επάνω του. Δεν πρέπει να αποκλείσουμε την περίπτωση η θεμελίωση του να φθάνει σε βάθος χρόνου μέχρι τον 7ο αι. μ.Χ., μέχρι δηλαδή την εποχή των μεγάλων αραβικών ναυτι­κών επιδρομών.

Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται εξάλλου και στις οχυρώσεις της Ρόδου 3 1 . Ενώ γνωρίζουμε από τις ιστορικές πηγές ότι οι οχυρώσεις της πρωτεύουσας του ιπποτικού κράτους ενισχύθηκαν σχεδόν απ' όλους τους μεγάλους μαγίστρους του 14ου αι., εν­τούτοις απουσιάζουν από αυτές τα οικόσημα των μεγάλων μαγίστρων που ηγήθηκαν του Ιωαννίτικου ιπποτικού Τάγματος κατά το χρονικό διάστημα από την κατάληψη της Ρόδου (1309) μέχρι το θάνατο του μεγάλου μαγίοτρου Robert de Juillac (1377). Μόνο ένα οικόσημο του δεύτερου μεγάλου μαγίοτρου Helion de Villeneuve (1319-1346) 3 2 εντοιχίστηκε ξανά μαζί με εκείνο του Giovanni Batista degli Orsini (1467-1476)

Page 11: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

πάνω από τη νοτιοανατολική πύλη (πύλη της Καστελλανίας) του Κολλάκιου, όταν ο τελευταίος ανακαίνισε το τμήμα αυτό της οχύρωσης, το οποίο φαίνεται είχε οικοδομή­σει ο πρώτος και είχε εντοιχίσει το οικόσημο του. Αυτή την πράξη σεβασμού προς τους προγενέστερους του μεγάλους μαγίστρους επαναλαμβάνει ο Orsini εντοιχίζοντας μαζί με το οικόσημο του εκείνο του Philibert de Naillac (1396-1421) στον πύργο που προ­βάλλει στο τείχος του λιμανιού 3 3. Η έντονη οικοδομική δραστηριότητα της επέκτασης και της ενίσχυσης της στεριανής οχύρωσης της πόλης της Ρόδου 3 4 , που αρχίζει κατά τη γνώμη μου από τα χρόνια του μεγάλου μαγίοτρου Antoni de Fluvian (1421-1437) και συνεχίζεται μέχρι το τέλος της Ιπποτοκρατίας (1522), εξαφάνισε κάθε στοιχείο δη­λωτικό της μέριμνας για τις οχυρώσεις των προγενεστέρων του Fluvian μεγάλων μαγί­στρων. Διασώθηκαν βέβαια, πιθανώς τυχαία, οικόσημα των Juan Fernadez Heredia (1377-1396) και Philibert de Naillac (1396-1421) (εκτός απ' αυτό που αναφέρθηκε παραπάνω), αλλά αυτά είναι εντοιχισμένα επάνω σε τμήματα των ανατολικών πρώιμων βυζαντινών οχυρώσεων, ενισχυμένα από τους δύο παραπάνω μεγάλους μαγίστρους, που δεν κατεδάφισαν και δεν μετασκεύασαν σε χρόνους μεταγενέστερους οι Ιππότες.

Στο δεύτερο λοιπόν μισό του 15ου αι., ενώ διευρύνουν και ενισχύουν τον οχυρω­ματικό περίβολο της πόλης της Ρόδου, οικοδομούν στην Κω νέο κάστρο, διότι πιθα­νώς το παλαιό δεν ήταν πια αξιόμαχο και έτσι εξηγούνται οι πληροφορίες, που μας παρέχουν οι ιστορικές πηγές, για τη συχνή εγκατάλειψη του από τους κατοίκους του σε περίπτωση εχθρικής επιδρομής 3 5.

Ο δεύτερος, νεότερος οχυρωματικός περίβολος που περικλείει πλέον όλο το νησά­κι, χτίστηκε μετά τον ισχυρό σεισμό του 1493 που έπληξε ιδιαίτερα την Κω κάνοντας μεγάλες ζημιές στις οχυρώσεις της πόλης και της υπαίθρου 3 6. Το νεότερο κάστρο είναι έργο των μεγάλων μαγίστρων Pierre d'Aubusson, Emery d'Amboise και Fabrizio del Carretto 3 7, των οποίων τα οικόσημα είναι εντοιχισμένα στα τείχη, στους προμαχώ­νες και στους πύργους του. Είναι πλέον ένα ισχυρό κάστρο δομημένο και οργανωμέ­νο σύμφωνα με τις σύγχρονες αμυντικές αρχές που επέβαλε η χρήση του πυροβόλου όπλου.

Page 12: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

Εικ. 5. Κως. Λείψανα πύργου στο βορειοδυτικό άκρο του «παλαιότερου» Κάστρου.

Εικ. 6. Κως. Λείψανα πύργου στη βόρεια πλευρά του «παλαιότερου» Κάστρου.

Page 13: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

Στον αναπεπταμένο χώρο των 25.000 τ.μ. που περικλείουν τα τείχη του κάστρου της Νεραντζιάς (εικ. 2) έχουν διασωθεί ακέραια ελάχιστα μεσαιωνικά κτήρια. Στη μέση περίπου του παλαιού περιβόλου ορθώνονται δύο εφαπτόμενοι καμαροσκέπαστοι χώροι και στο βορειοανατολικό άκρο του κάστρου διατηρείται ακόμη ένα καμαροσκέ-παστο μεσαιωνικό κτίσμα, στο οποίο έχουν προσκολληθεί νεότερες προσθήκες.

Στο κάστρο της Νεραντζιάς η Ιταλική Αρχαιολογική Υπηρεσία δεν έκανε ανασκα­φές. Στις αρχές της Ιταλικής κατοχής κατεδαφίστηκαν τα κτίσματα που βρίσκονταν πάνω στις οχυρώσεις και μέσα στο κάστρο και στέγαζαν την τουρκική φρουρά 3 8 . Ο Α. Maiuri περιορίστηκε στο σκάψιμο μικρής έκτασης διερευνητικών τομών στη δυτική πλευρά του παλαιού περιβόλου και έφερε στο φως τα ερείπια μιας μονόχωρης «βυζα­ντινής», όπως την ονομάζει, εκκλησίας και πιθανώς ελάχιστα λείψανα κοσμικών κτι­σμάτων 3 9. Όλα αυτά με την πάροδο του χρόνου καλύφθηκαν από νεότερη επίχωση.

Ένα τυχαίο γεγονός έδωσε την ευκαιρία να αρχίσει ανασκαφή στον ίδιο χώρο που είχε σκάψει ο Α. Maiuri. Κατά τον ετήσιο καθαρισμό του χώρου από την ανεπιθύμη­τη βλάστηση, τον Φεβρουάριο του 1998, εμφανίστηκαν πυρομαχικά που πιθανώς ο ιταλικός στρατός είχε εγκαταλείψει στη διάρκεια του τελευταίου πολέμου. Μετά την απομάκρυνση τους από πυροτεχνουργούς άρχισε η ανασκαφή. Εντοπίστηκε τμήμα ενός πυκνοκατοικημένου οικισμού επί του παρόντος έκτασης 875 τ.μ. (ο οικισμός εκτείνεται προς όλες τις κατευθύνσεις). Ήλθε στο φως τμήμα ενός χαλικόστρωτου δρόμου (εικ. 7) πλάτους 1,60-1,80 μ. και αποκαλυφθέντος μήκους 19 μ. περίπου. Έχει κατεύθυνση από βορρά σε νότο. Είναι ευθύς και δεξιά και αριστερά του διακρί­νονται πόρτες κτηρίων. Το νότιο άκρο του καταλήγει σε μια μικρή πλατεία εμβαδού 40 τ.μ. Στο κέντρο της αποκαλύφθηκε πηγάδι που ήταν ασφαλώς δημόσιας χρήσης. Ήλθε επίσης ξανά στο φως το μονόχωρο εκκλησάκι που είχε αποκαλυφθεί από τον Α. Maiuri και έχει μήκος 8 μ. και πλάτος 3 μ. Στο κατώτερο τμήμα του βόρειου τοί­χου του διακρίνονται ελάχιστα τμήματα του ζωγραφικού του διακόσμου. Δυτικότερα του αποκαλυφθέντος δρόμου διακρίνονται άλλοι δύο παράλληλοι προς τον πρώτο και του ίδιου περίπου πλάτους. Η ανασκαφή έχει διακοπεί, αλλά στο στάδιο που βρίσκε­ται μας επιτρέπει να διακρίνουμε τα περιγράμματα μικρών κτηρίων, που φαίνεται ότι τα περισσότερα ήταν κατοικίες. Ορισμένα ήταν διώροφα. Διασώζεται σ' αυτά τμήμα της πέτρινης σκάλας που οδηγούσε στον όροφο. Το εμβαδόν του ισογείου, ενός απ' αυτά που ήλθε στο φως, δεν ξεπερνά τα 60-70 τ.μ. Το σωζόμενο ύψος των τοίχων του φθάνει σε ορισμένες περιπτώσεις τα 1,80 μ. και έχουν πάχος 0,50-0,60 μ. Είναι χτι­σμένοι με αργούς λίθους και το συνδετικό υλικό τους είναι άφθονο ασβεστοκονίαμα.

Page 14: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

Το υλικό της ανασκαφής βρίσκεται ακόμη στο στάδιο της συντήρησης και της με­λέτης, γι' αυτό το λόγο επί του παρόντος είναι πολύ δύσκολο και επισφαλές να διατυ­πωθούν συμπεράσματα για το χρόνο χρήσης των κτισμάτων που ήλθαν στο φως. Εί­ναι πολύ πιθανό να αποκαλύπτεται μια μεσαιωνική συνοικία, της οποίας συνεχίστηκε η ζωή και κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Μέχρι τώρα υποθέταμε από έμμεσες πληροφορίες των ιστορικών πηγών του 15ου αι. 4 0 ότι μέσα στο κάστρο κατοικούσαν μόνο οι ιππότες και ο πρεκέπτορας, όπως συνέβαινε δηλαδή με το χώρο του Κολλάκιου στη Ρόδο. Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας δεν γνωρίζουμε αν το κάστρο ήταν χώρος κατοικίας. Οι περιηγητές που περνούν από την Κω κατά τον 18ο και 19ο αι. αναφέ­ρουν μόνον ότι το κάστρο απαγορευόταν να το επισκεφτεί Ευρωπαίος 4 1, αλλά δεν γίνε­ται λόγος για οικισμό, που ασφαλώς, αν υπήρχε, θα ήταν μουσουλμανικός. Στην αρχή του 20ού αι. ο ιταλικός στρατός κατοχής βρήκε μέσα στο κάστρο μόνο την τουρκική φρουρά 4 2 που στεγαζόταν σε νεότερα κτίσματα. Τί συνέβαινε όμως κατά τους τέσσε-ρεις προηγούμενους αιώνες τουρκικής κατοχής, 16ο-19ο αι.; Οι πρώτες ενδείξεις μας κάνουν να υποθέτουμε ότι η αρχή αυτού του οικισμού ανάγεται στα μεσαιωνικά χρόνια, αλλά η ζωή του συνεχίζεται και κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας.

Η Χ ώ ρ α (εικ. 1) βρίσκεται νότια του κάστρου. Είναι αρκετά δύσκολο, αν όχι αδύνα­τον, να καθορίσουμε έστω και με σχετική ακρίβεια πότε άρχισε η οίκηση της 4 3 . Από την οχύρωση της διατηρείται μεγάλο μέρος της νότια πλευράς, τμήμα της δυτικής και από το βόρειο τείχος έχει απομείνει μόνο ένα τμήμα του απέναντι από το κάστρο 4 4, που συγκρατεί το ανάχωμα πάνω στο οποίο βρίσκεται ο λεγόμενος πλάτανος του Ιππο­κράτη. Από την ανατολική πλευρά δεν έχει διατηρηθεί ούτε ίχνος του πια. Η οχύρω-

Page 15: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

ση της χώρας δεν φαίνεται ιδιαίτερα ισχυρή. Το πάχος του τείχους δεν ξεπερνά τα 0,60 μ. Η νότια πλευρά ήταν ενισχυμένη με μικρούς ορθογώνιους πύργους, από τους οποίους έχουν διατηρηθεί δύο. Προμαχώνες ενίσχυαν τη νοτιοανατολική, νοτιοδυτι­κή και βορειοανατολική γωνία. Δεν σώζεται από αυτούς ο τελευταίος. Σήμερα δεν δια­κρίνεται ούτε ίχνος του και στη θέση του ορθώνεται το διοικητήριο της Κω, που χτί­στηκε επί Ιταλόκρατίας. Επίσης η Χώρα διέθετε πέντε πύλες 4 5 , από τις οποίες διασώ­ζονται δύο, εκείνη του Φόρου στη δυτική πλευρά του οχυρωμένου περιβόλου και άλλη μία στο νοτιοανατολικό άκρο της οχύρωσης.

Στο στάδιο που βρίσκεται η επιστημονική έρευνα σχετικά με τη μεσαιωνική πόλη της Κω δεν μου επιτρέπει να ορίσω με ακρίβεια τη χρονική περίοδο κατά την οποία οχυρώθηκε η Χώρα. Επί του παρόντος θα θέσω τα προβλήματα και θα περιοριστώ σε υποθέσεις. Πριν μερικά χρόνια αμφισβήτησα την απόλυτη βεβαιότητα4 6, με την οποία οι ερευνητές μέχρι τότε χρονολογούσαν την οικοδόμηση της οχύρωσης της Χώρας στη δεκαετία 1386-1396 4 7. Αυτή η αμφισβήτηση στηρίχτηκε κυρίως στις συχνές απο-

Page 16: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

φάσεις των ιπποτών κατά τον 15ο αι., διά των οποίων προέτρεπαν το λαό να εγκατα­λείπει την πόλη σε επικείμενη εχθρική επιδρομή και να αναζητεί καταφύγιο σε ισχυ­ρότερα και ασφαλέστερα κάστρα του νησιού (Αντιμάχειας και Πυλίου) ή σε εκείνο της Ρόδου 4 8 . Οι Κώοι εγκατέλειψαν την πόλη βεβαιωμένα τουλάχιστον πέντε φορές κατά τον 15ο αι., το 1444, το 1449, το 1457, το 1461 και το 1471. Υπήρχε έντονη λοιπόν ανασφάλεια στη διοίκηση του νησιού και στο λαό, διότι, κατά τη γνώμη μου, δεν ήταν οχυρωμένη η Χώρα και το κάστρο που υπήρχε τότε ήταν μικρό και ανίσχυρο για να προστατεύσει όλους τους κατοίκους της πόλης.

Αυτή η υπόθεση μου ενισχύθηκε από τα κείμενα δύο επισκεπτών της Κω του τέ­λους του 14ου και των αρχών του 15ου αι., που έχουν αναφερθεί ήδη παραπάνω, De Martoni 4 9 και De Clavijo5 0. Αμφότεροι, περιγράφοντας με πολύ λίγα λόγια την πόλη της Κω, αναφέρουν ένα κάστρο που περιβάλλεται από τη θάλασσα και μια πέτρινη γέφυρα που οδηγούσε από το κάστρο στην πόλη, αλλά δεν φαίνεται σε όσα γράφουν, τουλάχιστον, με σαφήνεια αν η Χώρα ήταν οχυρωμένη ή όχι. Μέσα από τη σιωπή τους, κατά τη γνώμη μου, διαφαίνεται η ανυπαρξία οχύρωσης στη Χώρα 5 1 .

Φυσικά η πόλη της Κω δεν θα ήταν το μοναδικό παράδειγμα κατά το Μεσαίωνα στην Ανατολική Μεσόγειο ανοχύρωτου οικισμού πλησίον ενός κάστρου, όπου κατέ-φευγε ο πληθυσμός σε περίπτωση εχθρικής επιδρομής, αντίθετα ήταν ο κανόνας.

Αρχικά η ίδια η πόλη της Ρόδου στα τέλη του 7ου αι. διέθετε μόνο ένα φρούριο εμβαδού 96.400 τ.μ. και ο κυρίως οικισμός απλωνόταν έξω απ' αυτό 5 2 . Υποθέτουμε ότι στη μεσοβυζαντινή περίοδο (τέλη 11ου ή αρχές 12ου αι. περίπου) οχυρώθηκε και ο οικισμός της Ρόδου που βρισκόταν έξω από το φρούριο με ισχυρό περίβολο. Αυτή την οχυρωμένη πόλη αντιμετώπισαν οι Ιωαννίτες ιππότες στις αρχές του 14ου αι., την οποία φαίνεται ότι διατηρούσαν με μικρές επεκτάσεις και μετασκευές μέχρι το τέλος περίπου της πρώτης τριακονταετίας του 15ου αι. 5 3 Στο σημερινό σχήμα και μέγεθος η μεσαιωνική πόλη της Ρόδου έφθασε γύρω στα 1457 με 1465 5 4 , χωρίς βέβαια να παύσει να ενισχύεται και να προσαρμόζεται προς τους νέους αμυντικούς κανόνες μέ­χρι την πτώση της στα χέρια των Οθωμανών (1522).

Page 17: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

Τα χαρακτηριστικότερα, κατά τη γνώμη μου, παραδείγματα στον ελλαδικό χώρο ανοχύρωτων οικισμών πλησίον ενός κάστρου είναι οι μεγάλες πόλεις της βενετοκρα­τούμενης Κρήτης: το Ηράκλειο 5 5 (ο Χάνδακας), τα Χανιά 5 6 και το Ρέθυμνο 5 7. Διατη­ρούσαν και οι τρεις το παλιό βυζαντινό κάστρο που το συντηρούσαν, το ενίσχυαν κάθε τόσο και το χρησιμοποιούσαν ως αμυντικό καταφύγιο κατά τη διάρκεια ενός μεγάλου τμήματος του πρώτου μισού του 16ου αι., ενώ η πόλη μεγάλωνε και απλωνόταν έξω από αυτό. Οι νέες οχυρώσεις, παρά τις διαμαρτυρίες της διοίκησης του νησιού και του λαού προς τη Βενετία, άργησαν αρκετά να τελειώσουν και να περικλείσουν όλο τον οικισμό, που επί αιώνες είχε διαμορφωθεί εκτός της βυζαντινής οχύρωσης.

Το «ακαταμάχητο» βέβαια στοιχείο για τη χρονολόγηση της οχύρωσης της Χώρας στη δεκαετία 1386-1396 είναι η εντοιχισμένη πάνω από την ανατολική παραστάδα της νοτιοανατολικής πύλης μαρμάρινη πλάκα (εικ. 8) με σκαλισμένα επάνω του τους θυρεούς (εικ. 9 ) 5 8 : στο μέσον του Ιωαννίτικου Τάγματος, αριστερά του μεγάλου μαγί­οτρου Juan Fernadez Heredia (1377-1396) και δεξιά του πρεκέπτορα της Κω Hesso Schlegelholtz που διοίκησε το νησί από το 1386 έως το θάνατο του το 1412. Δεν αμφι­σβητείται βέβαια ότι αυτή η πλάκα χρονολογείται μέσα στη δεκαετία 1386 (έτος ανά­ληψης της διοίκησης της Κω από τον Η. Schlegelholtz) και 1396 (έτος θανάτου του Heredia). Υποθέτω όμως ότι η θέση στην οποία βρίσκεται δεν είναι η αρχική. Τοπο­θετήθηκε πιθανώς αδέξια σε μεταγενέστερους χρόνους πάνω από την ανατολική παρα-στάδα της πύλης και όχι όπως συνηθιζόταν πάνω από το ανώφλι και στο μέσον του. Ενισχύει αυτή την υπόθεση μου επίσης το γεγονός ότι οικόσημα του Ε Quirini (1436-1451) και ένα ακόμα του Η. Schlegelholtz έχουν εντειχιστεί στο βορειοανατολικό άκρο του νεότερου περιβόλου του κάστρου που χρονολογείται με βεβαιότητα στο τέλος του 15ου ή στις αρχές του 16ου αι. 5 9

Η πενία πληροφοριών από τις ιστορικές πηγές και την αρχαιολογική έρευνα δεν μας επιτρέπει επί του παρόντος, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, να ορίσουμε τεκμηριω­μένα πότε ακριβώς οχυρώθηκε η χώρα 6 0 . Στα εναπομείναντα τμήματα της οχύρωσης

Page 18: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

Εικ. 8. Κως. Νοτιοανατολική πύλη της Χώρας.

Εικ. 9- Κως. Νοτιοανατολική πύλη. Λεπτομέρεια. Τα οικόσημα

του μεγάλου μαγίοτρου ]. Η. Heredia και του πρεκέπτορα της Κω Η. Schlegelholtz.

Page 19: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

της δεν έχουν διατηρηθεί εντοιχισμένα οικόσημα μεγάλων μαγίστρων και πρεκε-πτόρων, εκτός από τα αμφιλεγόμενα του Heredia και του Schlegelholtz. Υποθέτω ότι αυτό το έργο άρχισε παράλληλα με την οικοδόμηση του νέου εξωτερικού περιβόλου του κάστρου μέσα στα πλαίσια των μεγάλων οχυρωματικών έργων, που άρχισαν να εκτελούνται στη Ρόδο κυρίως, αλλά και στα υπόλοιπα νησιά της ιπποτικής Ιωαννί-τικης επικράτειας και συνεχίστηκαν μέχρι το τέλος της Ιπποτοκρατίας στα Δωδε­κάνησα.

Μετά το σεισμό του 1933, όπως αναφέρθηκε, τα ερειπωμένα κτίσματα της Χώρας κατεδαφίστηκαν ολοσχερώς και στη συνέχεια μετά από ανασκαφή ήλθε στο φως τμήμα της υστεροελληνιστικής και παλαιοχριστιανικής αγοράς της πόλης της Κω, που διαμορφώθηκε σε ένα μεγάλο αρχαιολογικό χώρο. Τα κτίσματα που αποτελούσαν τον οικισμό της Χώρας, σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες 6 1, ήταν χτισμένα με ευτελή υλικά, δεν είχαν θεμέλια και τα συγκρατούσαν παρόδια τόξα. Απ' αυτά διεσώθη στη νοτιοα­νατολική πλευρά της Χώρας μόνο το ισόγειο ενός κτίσματος που αποτελείται από δύο καμαροσκέπαστους χώρους 6 2 . Στη δυτική του όψη είναι εντοιχισμένο το οικόσημο του πρεκέπτορα της Κω Fr Sans (1513-1515) με τη χρονολογία 1514.

Από τις εννέα εκκλησίες που υπήρχαν μέσα στη Χώρα 6 3 , οι τρεις (ο Αγ. Δημή­τριος 6 4, η Παναγία του Φόρου 6 5 και ο Αγ. Νικόλαος 6 6) καταστράφηκαν εντελώς μετά το σεισμό του 1933. Από τις υπόλοιπες έξι, μία ο Αγ. Γεώργιος ο Σιγοκρεβαττάς67 στέ­κει ημιερειπωμένος στο μέσον περίπου της νότιας πλευράς της Χώρας. Ήταν μονόχω-ρος καμαροσκέπαστος με προσκτίσματα βόρεια. Έχουν απομείνει ελάχιστα τμήματα του ζωγραφικού του διακόσμου. Η Παναγία η Κατεβατή6 8 διατηρείται στο μέσον πε­ρίπου του αρχαιολογικού χώρου. Είναι μονόχωρη καμαροσκέπαστη και αυτή. Πιθα­νώς έχει χρησιμοποιηθεί παλαιότερο υστερορωμάίκό ή παλαιοχριστιανικό κτίσμα με

Page 20: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

την προσθήκη ανατολικά μιας αψίδας. Στο δυτικό άκρο της Χώρας ορθώνεται η μο­νόχωρη καμαροσκέπαστη εκκλησία του Αγ. Κωνσταντίνου και της Αγ. Ελένης 6 9. Δια­τηρείται στο εσωτερικό της σε κακή κατάσταση τμήμα του ζωγραφικού της διακό­σμου. Στο νότιο τοίχο διακρίνεται η ολόσωμη μορφή του αρχαγγέλου Μιχαήλ 7 0, που κρατά με το δεξί χέρι ρομφαία και με το αριστερό ποτήριον, το οποίο παραπέμπει στη Θεία Μετάληψη και στο βιβλίο της Αποκάλυψης. Με κάθε επιφύλαξη αυτή η μορφή μπορεί να χρονολογηθεί στο 15ο αι.

Στο ανατολικό άκρο της Χώρας διατηρείται η ανοικοδομημένη το 1892, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή της, μονόχωρη με τρούλο εκκλησία του Αγ. Γεωργίου7 1.

Απείραχτη από το σεισμό στέκει βορειότερα του Αγ. Γεωργίου η μονόχωρη καμα­ροσκέπαστη εκκλησία της Παναγίας της Γοργοεπηκόου7 2. Διατηρείται τμήμα του εσωτερικού ζωγραφικού της διακόσμου. Έχει διατυπωθεί η άποψη, σωστή κατά τη γνώμη μου, ότι υπάρχουν δύο φάσεις στο ζωγραφικό διάκοσμο της 7 3 . Η πρώτη φά­ση στο βόρειο τοίχο έχει χρονολογηθεί στο 15ο αι. και σε αυτήν ανήκουν η μορφή του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, μία δεομένη μορφή νέου άνδρα δίπλα του (εικ. 10), μία αδιά-γνωστη αγία και μια τρίμορφη Δέηση. Ακολουθεί η δεύτερη φάση, στην οποία ανή­κουν στο βόρειο τοίχος η Κοίμηση της Παναγίας με τρεις μορφές δεομένων αφιερω-τών στο κάτω μέρος της παράστασης και η Δευτέρα Παρουσία. Στο ιερό βήμα ο ημί-σωμος Χριστός κοσμεί το τεταρτοσφαίριο της κόγχης, ενώ στην κατώτερη ζώνη του ημικυλίνδρου απεικονίζονται συλλειτουργούντες ιεράρχες (εικ. 11). Ψηλότερα σε στε­νότερη ζώνη διακρίνεται η παράσταση της Μετάδοσης και της Μετάληψης.

Η πρώτη φάση, πιθανώς, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, χρονολογείται στον 15ο αι. και φαίνεται έργο έμπειρου και ευαίσθητου ζωγράφου. Η δεύτερη φάση χρονολο­γείται στις αρχές του 16ου αι. και ανήκει σε ένα «εργαστήριο» του οποίου έργα έχουν εντοπιστεί κυρίως στην Κάλυμνο και στην Κω (Παναγία των Καστριανών)7 4. Στο πρώτο νησί έχουν διασωθεί εννέα ζωγραφικά σύνολα σε ισάριθμες εκκλησίες75. Δύο

Page 21: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

Εικ. 10. Κως. Παναγία η Γοργοεπήκοος.

Νεανική μορφή δεομένου.

Εικ. 11. Κως. Παναγία η Γοργοεπήκοος.

Μορφή Ιεράρχη.

από αυτά χρονολογούνται ακριβώς από τις κτητορικές τους επιγραφές 7 6. Το ένα έχει περατωθεί το 1506 και το άλλο το 1519. Αυτό το «εργαστήριο» αντιπροσωπεύεται από απλούς λαϊκούς τεχνίτες, που λίγο ή πολύ δεν διαθέτουν έμπνευση και δημιουργι­κότητα. Το σχέδιο γενικά είναι αδέξιο και υπάρχει άγνοια των αναλογιών. Οι μορφές κατά κανόνα είναι επίπεδες, δεν έχουν όγκο. Στην εικονογραφία επαναλαμβάνονται κοινοί τύποι, γνωστοί από την παλαιολόγεια ζωγραφική.

Απ' αυτή την εκκλησία πιθανώς προέρχονται δύο φορητές εικόνες7 7, έργα αξιό­λογου ζωγράφου. Στη μία παριστάνεται ο παντοκράτορας ημίσωμος και στην άλλη η βρεφοκρατούσα Παναγία με την επιγραφή: «Η ΓΟΡΓΟΕΠΗΚΩΟC. Έχουν χρονολο-γηθεί και οι δύο στο δεύτερο μισό του 14ου αι. ή στον 15ο αι.

Λίγο πιο κει, βορειότερα, στέκει η μονόχωρη εκκλησία του Αγ. Ιωάννου του Προ­δρόμου 7 8 , που μετονομάστηκε μετά την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου με την Ελ-

Page 22: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

Εικ. 12. Κως. Αγ. Ιωάννης ο Πρόδρομος (σήμερα ο Ναύκληρος).

Η αψίδα με τις τοιχογραφίες (φωτ. από Livadiotti).

Εικ. 13. Κως. Αγ. Ιωάννης ο Πρόδρομος (σήμερα Ναύκληρος).

Σχέδιο του εικονογραφικού προγράμματος της κόγχης του ιερού (φωτ. από Livadiotti).

Page 23: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

λάδα σε Άγ. Ιωάννη το Ναύκληρο. Αυτό το εκκλησάκι αναστηλώθηκε και μεταφέρθη­κε από την αρχική του θέση, από το λεγόμενο αρχαίο «Ιερό του λιμένος», εκεί που βρί­σκεται τώρα από την Ιταλική Αρχαιολογική Υπηρεσία μετά το σεισμό. Πριν την απο-ξήλωση του ναού αποτοιχίστηκαν όσες τοιχογραφίες 7 9 (εικ. 12) είχαν διασωθεί στην αψίδα του Ιερού βήματος. Οι ζημιές που έχουν πάθει είναι πάρα πολύ σοβαρές και με μεγάλη δυσκολία διακρίνει κανείς τις μορφές. Ένα σχέδιο (εικ. 13) όμως, που έχει δια­σωθεί, καμωμένο από τον συνεργάτη του L. Morricone, Traiano Finamore μας αποκα­λύπτει το εικονογραφικό πρόγραμμα. Στην κατώτερη ζώνη του ημικύλινδρου έχουν διασωθεί τμήματα μόνο συλλειτουργούντων ιεραρχών. Ψηλότερα, σε μια στενότερη ζώνη διακρίνεται η παράσταση της Μετάδοσης και της Μετάληψης. Στο τεταρτοσφαί-ριο είχε διατηρηθεί ένα μικρό τμήμα της παράστασης που το κοσμούσε. Διακρίνονται τα γυμνά πέλματα μιας μορφής που πατούν πάνω σε φτερωτούς τροχούς. Ο κάθετος άξονας της παράστασης περνά ανάμεσα από τα δύο πέλματα, που ανήκουν, απ' ό,τι φαίνεται στην κεντρική μορφή της. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι απεικονίζεται στο τεταρ-τοσφαίριο του Αγ. Ιωάννη αποκαλυπτικό προφητικό όραμα 8 0. Ο Χριστός κάθεται σε θρόνο ή σε δόξα, περιβάλλεται από Σεραφείμ, Χερουβείμ και εξαπτέρυγα και πατά πάνω σε φτερωτούς τροχούς. Συνήθως περιβάλλεται από προφήτες που αναφέρουν το όραμα, όπως ο Ησαΐας, ο Αββακούμ, ο Δανιήλ, ο Δαυίδ και κυρίως ο Ιεζεκιήλ. Συχνά αυτή η αποκαλυπτική παράσταση συνδυάζεται με τη Δέηση.

Η Ανατολή (Αίγυπτος, Συρία και Παλαιστίνη) δημιούργησε και καλλιέργησε αυ­τήν εδώ τη σύνθεση στα παλαιοχριστιανικά χρόνια τοποθετώντας την συνάμα στη ση­μαντική θέση του τεταρτοσφαιρίου της κόγχης του Ιερού βήματος. Ο ελλαδικός χώρος σχεδόν την αγνοεί με εξαίρεση την ψηφιδωτή απεικόνιση της στον Όσιο Δαυίδ της Θεσσαλονίκης.

Στη μεσοβυζαντινή περίοδο επανέρχεται το προφητικό όραμα στα τεταρτοσφαίρια των κογχών των εκκλησιών της Καππαδοκίας, της Τραπεζούντας και της Γεωργίας.

Η νησιωτική Ελλάδα δεν χρησιμοποιεί, απ' όσο ξέρω, αυτό το θέμα, που εμφανί­ζεται ξαφνικά στο τέλος του 15ου αι. και στην αρχή του 16ου αι. στη Ρόδο και την Κω. Στη Ρόδο απεικονίζεται το προφητικό όραμα στο τεταρτοσφαίριο των αψίδων του Αγ. Νικολάου στα Τριάντα 8 1 (εικ. 14), στην Αγ. Τριάδα 8 2 (εικ. 15) της μεσαιωνι­κής πόλης, στο καθολικό της μονής του Αρχαγγέλου Μιχαήλ (εικ. 16) στο Θάρι 8 3 και πιθανώς και στον Άγ. Αρτέμιο στη μεσαιωνική πόλη 8 4 .

Page 24: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

Ει. 14. Ρόδος. Άγ. Νικόλαος στα Τριάντα.

Το Όραμα του Ιεζεκιήλ στην κόγχη του

Ιερού.

Εικ. 15. Ρόδος. Άγ. Τριάδα στη μεσαιωνι­

κή πόλη. Το όραμα του Ιεζεκιήλ στην κόγ­

χη του Ιερού.

Εικ. 16. Ρόδος. Μονή Αρχαγγέλου Μιχαήλ στο θάρι. Το όραμα του Ιεζεκιήλ στην κόγχη

του Ιερού.

Page 25: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

Αναρωτιέμαι αν αυτή η αιφνίδια εμφάνιση του αποκαλυπτικού αυτού θέματος στις εκκλησίες του κράτους των Ιωαννιτών ιπποτών οφείλεται στο γεγονός της μεγάλης κρισιμότητας της εποχής για το χριστιανικό κόσμο; Απειλείται με εξουθένωση από την πανίσχυρη Οθωμανική αυτοκρατορία, που έχει φθάσει στο απόγειο της δύναμης της ιδιαίτερα στην πρώτη εικοσαετία του 16ου αι. Αυτό τον κίνδυνο τον αισθάνονταν έντο­να ο λαός της Δωδεκανήσου και η ηγεσία του. Η αγωνία και οι φήμες για το επερχό­μενο τέλος του κόσμου φαίνεται ότι είχαν αρχίσει να καλλιεργούνται στη Ρόδο ήδη από τις αρχές του τελευταίου τετάρτου του 15ου αι. Πληροφοριοδότες των Ιπποτών ανήγ­γειλαν στη Ρόδο ότι μία ηλικιωμένη γυναίκα την 1η Δεκεμβρίου 1477 γέννησε στη Χαλδαία ένα παιδί με πρόσωπο τρομακτικό και μάτια σπινθηροβόλα, που σε δύο μήνες μιλούσε σαν ώριμος άνθρωπος 8 5. Ο μεγάλος μάγιστρος Pierre dAubusson δεν είχε κα­μία αμφιβολία, ότι αυτό το παιδί ήταν ο Αντίχριστος και ειδοποίησε σε συμφωνία με το Συμβούλιο του όλα τα μέλη του Τάγματος για την επερχόμενη Δευτέρα Παρουσία.

Τα ελάχιστα μεσαιωνικά μνημεία, που έχουν διασωθεί δεν φαίνεται να είναι πα­λαιότερα της περιόδου της Ιπποτοκρατίας και ο ζωγραφικός τους διάκοσμος, με κάθε επιφύλαξη, δεν πρέπει να είναι παλαιότερος του 15ου αι. Τα έξι εκκλησάκια, που δια­τηρούνται στη Χώρα, καθόλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας λειτουργούσαν ως χώροι χριστιανικής λατρείας. Δεν διακρίνονται να έχουν διατηρηθεί σε αυτά, έστω και λείψα­να, μουσουλμανικών λατρευτικών αρχιτεκτονικών στοιχείων (μιχράμπ, μιναρές κ.ά.) Επίσης, όπως συχνά αναφέρθηκε παραπάνω, έχουν διασωθεί εκκλησιαστικές γραπτές αποφάσεις για ορισμένα απ' αυτά, που χρονολογούνται από το τέλος του 17ου αι.

Η ύπαρξη μέσα στη Χώρα ενεργών κατά την Τουρκοκρατία λατρευτικών κτισμά­των, εκκλησιών, καταρρίπτει την άποψη ότι οι Τούρκοι μετά την κατάληψη του νη­σιού απ' αυτούς υποχρέωσαν του Κώους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους της Χώρας, όπως στη Ρόδο και να εγκατασταθούν εκτός τειχών 8 6. Είναι σχεδόν βέβαιο, κατά τη γνώμη μου, ότι οι Έλληνες δεν μετακινήθηκαν από τη Χώρα και ότι οι Τούρκοι έποι­κοι πιθανώς εγκαταστάθηκαν μέσα στο ασφαλές Κάστρο.

ΗΛΙΑΣ Ε. ΚΟΛΛΙΑΣ

Page 26: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

SUMMARY

THE MEDIEVAL CITY OF Cos

I. E. KOLLIAS

Until recently there has been almost total historical silence about the city of Cos from the middle years of the sixth century AD (earthquake of AD 554) to the mid-four­

teenth century. There is frequent reference by Medieval historians and chroniclers to the island of Cos

and its harbour, but never to its city. The first mention of the Medieval city of Cos, Nerantzia, that I know of is in a document dated 25 October 1358, in the Archive of the Hospitaller Knights of St John of Jerusalem. After this there are very brief descriptions of the city by Nicolo de Martoni (1395), Ruy Gonzales de Clavijo (1403) and Christoforo Buondelmonti (first twenty years of the 15th century).

From the Middle Ages until the destructive earthquake in 1933, the city of Cos was divided into two parts: the Castro (castle) and the Chora.

The Castro stands northeast of Chora, built on a small islet that was separated from the landmass by a narrow channel, now silted up. At least two building phases can be dis­tinguished in the Castro. The more recent phase, or better the later castle, has enclosed the earlier one, which according to the coats of arms of the grand masters and the preceptors of Cos incorporated in its walls, seems to date from the period 1457-1478. Nonetheless, information in the historical sources considers it at least one century earlier.

About six metres outside the west and north sides of the "earlier" castle are the visible remnants of a defensive wall, approximately 1.80 metres wide, and two towers. A. Maiuri believed that this was the outwork of the "earlier" castle. In my view it is what remains of a much earlier fortification, pre-1457 and possibly going back as far as the second half of the seventh century AD, that is to the time of the Arab incursions. I think that it is the castle described by Nicolo de Martoni (1395), Ruy Gonzales de Clavijo (1403) and Christoforo Buondelmonti (first twenty years of 15th century).

The second, later enceinte, which circumvallates the entire islet, was possibly built after the severe earthquake of 1493. This later castle is the work of Grand Masters Pierre dAubusson (1476-1503), Emery d'Amboise (1503-1512) and Fabrizio del Carretto (1513-1521).

Excavations in progress in the northwest sector of the earlier castle have brought to light part of a densely built-up settlement, which seems to date to Medieval times, but was possibly where the Turkish population of the city resided in the period of Ottoman rule.

The Chora is located south of the castle and at present it is difficult to determine, at

Page 27: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

least approximately, when settlement began. Only one section of its fortification is pre­served. On the basis of research to date it is not possible to define the period when Chora was fortified. The fortification was formerly dated to the decade 1386-1396, on the basis of the marble plaque incorporated in the wall above the marble anta of the southeast gate­way, on which are carved the coats of arms of Grand Master Juan Fernandez Heredia (1377-1396) and the Preceptor of Cos Hesso Schlegelholtz (1386-1412). I assume that the plaque was put in this place much later, as is the case with other plaques bearing the coats of arms of H. Schlegelholtz and Fantino Quirini (1436-1451), which were built into the northeast part of the fortification of the castle, dated to the late fifteenth or the early sixteenth century. Descriptions of the city by visitors to Cos in the late fourteenth or the early fifteenth century, as well as continuous desertions of the city by its inhabitants, in the face of imminent enemy attack, until the third quarter of the fifteenth century, reinforce my hypothesis that fortification of Chora commenced in the closing years of the fifteenth century. Many settlements in the Aegean and on Crete spread extra muros.

Of the nine churches in Chora, three were destroyed completely in the 1933 earth­quake. Of the six that remained, one had been built in 1892. The other five are single-aisle vaulted-roofed churches that preserve remnants of their painted decoration, which is dated with reservations to the fifteenth century. None of these churches seems to pre­date the Hospitaller period (1337-1522). From the Virgin the Swift-hearing (Panagia Gorgoepikoos), which stands at the southeast edge of Chora, come two icons in the Collection of the Metropolis of Cos. Works by an accomplished painter, on one is the representation of Christ Pantocrator in half body, and on the other of the Virgin and Child, both are dated to the second half of the fourteenth or the fifteenth century.

Another church, of the Panagia Katevati, houses an icon of the Virgin, in poor condi­tion, that is dated to the thirteenth century. In the church of St John the Baptist, which the Italian Archaeological Service removed from its original position and restored north of the Gorgoepikoos, there are wall-paintings of the early sixteenth century. The Italians detached those that decorated the semi-dome and the semi-vault of the holy bema. Depicted in the conch was the Vision of Ezekiel, a popular subject in the East in Early Christian times but unknown on the Greek mainland except for the mosaic representation in Hosios David in Thessaloniki. In the Middle Byzantine period it returned to the semi-domes of conches of churches in Cappadocia, Trebizond and Georgia. The subject was not used in the Greek islands, where it appeared suddenly in the late fifteenth and the early sixteenth century on Rhodes (St Nicholas at Trianda, Holy Trinity in the Medieval city, the katholikon of the monastery of Archangel Michael at Thari, and possibly in St Artemios in the Medieval city) and on Cos.

The six little churches surviving in Chora were used for Christian worship throughout the period of Ottoman rule. Indeed, for some of them there exist written ecclesiastical decisions, dating from the late seventeenth century.

Page 28: Η μεσαιωνική πόλη της Κω (Κόλλιας Η, Αθήνα 2006)

The existence in Chora of churches that were operating during the Ottoman period refutes the view that the Turks, after their conquest of the island, forced the Coans to vacate their houses in Chora and to settle extra muros, as happened in Rhodes. In my opinion, it is almost certain that the Greeks did not move out of Chora and that the Turkish incomers possibly settled in the secure Castro.