Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

106
ΤΟΜΟΣ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών Α.Π.Θ Αγίου Δημητρίου 159Α

description

 

Transcript of Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

Page 1: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

Τ Ο Μ Ο Σ Π Ρ Α Κ Τ Ι Κ Ω Ν

Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών Α.Π.Θ

Αγίου Δημητρίου 159Α

Page 2: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

1 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

Page 3: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

2 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

ΠΕΡΙΕΦΟΜΕΝΑ

1o Πανελλήνιο Συνζδριο Φοιτητών Κτηνιατρικής 2013

Φαιρετισμός Οργανωτικής Επιτροπής

Φαιρετισμός Επιστημονικής Επιτροπής

Η οργάνωση Παγκόσμια Οργάνωση Υοιτητών Κτηνιατρικής Ελλάδας

Διοικητικό υμβούλιο IVSA Θεσσαλονίκης

Διοικητικό υμβούλιο IVSA Θεσσαλίας

υντελεστές Οργανωτική Επιτροπή

Επιστημονική Επιτροπή

Γραμματεία

Επιτροπή Τλικού χεδιασμού & Πρακτικών

Ζωντανή Αναμετάδοση

Γενικές Πληροφορίες Πληροφορίες για τις εγγραφές

υνοπτικό πρόγραμμα συνεδρίου

Πρόγραμμα υνεδρίου

Σόμος Περιλήψεων

Φορηγοί

Page 4: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

3 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

Σεβαπρξί Ιαθηγηρέο, Ανιόριμξι Μέλλξμρεο Σςμάδελσξι, Αγαπηρξί Σςμσξιρηρέο,

Με ιδιαίρερη ριμή και ταρά παο καλφπξρίζξςμε πρξ 1ξ Παμελλήμιξ Σςμέδριξ Φξιρηρώμ Ιρημιαρρικήο, ρξ

ξπξίξ πραγμαρξπξιείραι πριο 18 και 19 Μαΐξς 2013, πρξ Τελλόγλειξ Ίδρςμα Τετμώμ Α.Π.Η. Τξ 1ξ Παμελλήμιξ

Σςμέδριξ Φξιρηρώμ Ιρημιαρρικήο απξρελεί πςμέτεια ρηο 1ηο και 2ηο Ζμερίδαο Φξιρηρώμ Ιρημιαρρικήο, -Μάιξο

2011 και 2012, αμρίπρξιτα- ξι ξπξίεο διενήτθηπαμ με απόλςρη επιρςτία, καθώο εγκφμιαπρικά κι εμθαρρςμρικά

ήραμ ρα πτόλια ρφμ παρεςριπκξμέμφμ –σξιρηρώμ, καθηγηρώμ, κρημιάρρφμ.

Σρότξο ρξς Σςμεδρίξς μαο, είμαι η παρξςπίαπη πύμρξμφμ επιπρημξμικώμ ελεύθερφμ αμακξιμώπεφμ,

από σξιρηρέο Ιρημιαρρικήο, ςπό ρημ επίβλευη ρφμ καθηγηρώμ, με θεμαρξλξγία πξς άπρεραι ρηο Θαρρικήο ρφμ

Εώφμ Σςμρρξσιάο, ρφμ Παραγφγικώμ Εώφμ, ρφμ Δνφρικώμ και Άγριφμ Εώφμ, ρηο ςγιειμήο και απσάλειαο

Τρξσίμφμ Εφικήο Πρξέλεςπηο, αλλά και γεμικόρερα ρφμ Βιξχαρρικώμ και Βιξλξγικώμ επιπρημώμ.

Ιαθώο καθιερώθηκε πρη 2η Ζμερίδα Φξιρηρώμ Ιρημιαρρικήο 2012, και σέρξο, πρξ Σςμέδριό μαο, η

εμαρκρήριξο ειπήγηπη θα ασξρά πρξ θέμα ρηο Παγκόπμιαο Ζμέραο Ιρημιαρρικήο 2013, «Ζ πημαπία ρξς

εμβξλιαπμξύ».

Ζ πςμμερξτή όλφμ θα βξηθήπει, αλλά και θα κρίμει ρξ μέλλξμ αςρήο ρηο πρξππάθειαο ρφμ IVSA

Ηεππαλξμίκηο και IVSA Ηεππαλίαο, πξς έτει θέπει παμ πκξπξύο ύπαρνήο ρηο ρημ επιπρημξμική βελρίφπη και

ρημ αμαμέφπη ρφμ γμώπεώμ μαο.

Μάλιπρα, η έμπρακρη πςμμερξτή ρφμ πςμσξιρηρώμ μαο ρόπξ από ρξ Αριπρξρέλειξ Παμεπιπρήμιξ, όπξ

και από ρξ Παμεπιπρήμιξ Ηεππαλίαο, μα κςρίφο η επξικξδξμηρική και απξδξρική πςμεργαπία ρφμ δύξ

παραρρημάρφμ ρηο Παγκόπμιαο Οργάμφπηο Φξιρηρώμ Ιρημιαρρικήο, θέρει ριο πτέπειο μερανύ ρφμ σξιρηρώμ

ρφμ δύξ Ιρημιαρρικώμ Στξλώμ ρηο τώραο πε μέα βάπη, καθώο αμξίγεραι έμαο δίαςλξο άμεπηο επικξιμφμίαο και

πςμεργαπίαο μερανύ ρφμ, πρξο όσελξο ρφμ σξιρηρώμ αλλά και ρηο Δπιπρήμηο, μελλξμρικά.

Οσείλξςμε μα εςταριπρήπξςμε ρημ Ιρημιαρρική Στξλή Α.Π.Η. και ρξ ακαδημαχκό πρξπφπικό ρηο για ρη

αμέριπρη πρήρινή ρξςο πρημ πρξππάθεια αςρή αλλά και ρξ ακαδημαχκό πρξπφπικό ρξς Τμήμαρξο Ιρημιαρρικήο

Π.Η.

Σασώο, ρξςο ξμιληρέο για ρημ εμθξςπιώδη αμραπόκριπη, αλλά και ρημ άμεπη και μαζική εκδήλφπη

εμδιασέρξμρξο, η ξπξία νεπέραπε κάθε πρξπδξκία μαο. Ηεφρξύμε πφο ρόπξ η θεμαρξλξγία όπξ και ρξ περιετόμεμξ

ρφμ αμακξιμώπεφμ είμαι εναιρερικά.

Δπίπηο, θερμέο εςταριπρίεο απξρείμξμραι πρξο ρα μέλη ρηο Οργαμφρικήο και Δπιπρημξμικήο Δπιρρξπήο,

ρη Γραμμαρεία και ρξςο εθελξμρέο πξς εργάπρηκαμ για ρημ ξμαλή διεναγφγή ρξς Σςμεδρίξς, ρξςο τξρηγξύο ρηο

εκδήλφπηο, ρξ Τελλόγλειξ Ίδρςμα Τετμώμ Α.Π.Η. και, ρέλξο, όλξςο ρξςο παρεςριπκξμέμξςο πρξ 1ξ Παμελλήμιξ

Σςμέδριξ Φξιρηρώμ Ιρημιαρρικήο.

Ντέμκα Αικατερίμη ΜποΪλέ Δήμητρα

Πρόεδρξο Οργαμφρικήο Δπιρρξπήο Αμριπρόεδρξο Οργαμφρικήο Δπιρρξπήο

Πρόεδρξο IVSA Ηεππαλξμίκηο Πρόεδρξο IVSA Ηεππαλίαο

Φαιρετισμός Οργανωτικής Επιτροπής

Page 5: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

4 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

Αγαπηρξί Σςμσξιρηρέο, ανιόριμα μέλη Δ.Δ.Π., ανιόριμξι πςμάδελσξι,

Με ταρά παο παρξςπιάζξςμε εσέρξο ρξ 1ξ Παμελλήμιξ Σςμέδριξ Φξιρηρώμ Ιρημιαρρικήο 2013. Έμα

ρεράπριξ καρόρθφμα ρφμ σξιρηρώμ μα και έμα όμειρξ πςμάμα πξς άμθιπε εμρόο ρηο δύπκξληο αςρήο

πςγκςρίαο ρηο ξικξμξμικήο κρίπηο πρη τώραο μαο.

Μερα ρηο άυξγηο πςμεργαπίαο Ηεππαλξμίκηο και Ηεππαλίαο, απξσαπίπαμε μα «αμαγεμμήπξςμε»

ρημ IVSA Hellas και μα διξργαμώπξςμε έρπι ρξ κξρςσαίξ σξιρηρικό επιπρημξμικό γεγξμόο ρηο τρξμιάο,

σςπική πςμέτεια ρηο 1ηο και 2ηο Ζμερίδαο Φξιρηρώμ Ιρημιαρρικήο πξς διξργάμφμε μέτρι πέρπι η IVSA

Ηεππαλξμίκηο. Έρπι, πρξπκξμίζξμραο εμπειρίεο από διάσξρα Σςμέδρια και Σςμπόπια ρηο IVSA Global πξς

πςμμερείταμε φο μέλη ρξς ελλημικξύ Δ.Σ. ρηο IVSA, απξσαπίπαμε μα πρξπθέπξςμε ιδιαίρερα

ταρακρηριπρικά πξς θα διασξρξπξιξύμ ρξ Σςμέδριξ από μια άλλη επιπρημξμική εκδήλφπη ρηο ξργάμφπηο.

Σςγκεκριμέμα απξσαπίπαμε όρι Σςμέδριξ θα ξριπρεί εκδήλφπη πξς θα διξργαμώμεραι ςπό ρη

πςμεργαπία IVSA Ηεππαλξμίκηο & IVSA Ηεππαλίαο, η διάρκεια ρηο ξπξίαο θα νεπερμά ρημ μία ημέρα και θα

γίμεραι πε μία από ριο δύξ πόλειο όπξς εδρεύξςμ ξι Ιρημιαρρικέο Στξλέο ρηο τώραο. Για ρξ 2013, ρξ 1ξ

Π.Σ.Φ.Ι. απξσαπίπρηκε μα πραγμαρξπξιηθεί πρη Ηεππαλξμίκη, και μάλιπρα πρξ Τελλόγλειξ Ίδρςμα Τετμώμ

ρξς Α.Π.Η.

Ωο επιπρημξμική επιρρξπή, απξρελξύμαπρε από 6 άρξμα, 3 από Ηεππαλξμίκη και 3 από Ιαρδίρπα.

Ζ πςμεργαπία μαο ήραμ πξλύ επξικξδξμηρική και γεμάρη μέεο εμπειρίεο. Οι ηλεκρρξμικέο μαο

πςμδιαπκέυειο απξρέλεπαμ μξμαδική και πρφρόρςπη εμπειρία για ρξμ καθέμα μαο, και μάλιπρα απέδφπε ρα

μέγιπρα.

Σρξ παρόμ επιπρημξμικό πρόγραμμα, απξσαπίπαμε μα καρηγξριξπξιήπξςμε ριο ελεύθερεο

αμακξιμώπειο αμάλξγα ρξ επιπρημξμικό πεδίξ ρξ ξπξίξ πραγμαρεύξμραμ. Παράλληλα ςπήρνε

καρηγξριξπξίηπη αμάλξγα με ρξ είδξο ρηο εργαπίαο πε βιβλιξγρασική, ερεςμηρική κ.ξ.κ., έρπι ώπρε ξ θεαρήο

ή αμαγμώπρηο μα μπξρεί μα καραρξπιπρεί για ρημ κάθε εργαπία καλύρερα.

Δπιπλέξμ, πρξππαθήπαμε μα δώπξςμε ύσξο πςμεδρίξς, πρξπθέρξμραο ρημ Σρρξγγςλή Τράπεζα

(Discussion Panel) με πκξπό ρημ καθιέρφπη εμπεριπραρφμέμφμ πςζηρήπεφμ «καςρώμ» θεμάρφμ πξς

άπρξμραι ρηο κρημιαρρικήο επιπρήμηο μερανύ ρφμ σξιρηρώμ, αλλά και ρφμ κρημιάρρφμ γεμικόρερα.

Τέλξο, ελπίζξςμε μα απξλαύπερε αςρό ρξ διήμερξ «κρημιαρρικήο» από ρημ μαριά ρφμ σξιρηρώμ

αλλά και μα καραπρεί εσενήο θεπμόο πρα σξιρηρικά δρώμεμα.

Λιάτης Θεοφάμης Καραγιαμμίδης Δημήτριος

Πρόεδρξο Δπιπρημξμικήο Δπιρρξπήο Αμριπρόεδρξο Δπιπρημξμικήο Δπιρρξπήο

Αμριπρόεδρξο IVSA Ηεππαλξμίκηο Αμριπρόεδρξο IVSA Ηεππαλίαο

Φαιρετισμός Eπιστημονικής Επιτροπής

Page 6: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

5 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

Παγκόσμια Οργάνωση Υοιτητών Κτηνιατρικής |Ελλάδα

Η Παγκόσμια Οργάνωση Υοιτητών Κτηνιατρικής ιδρύθηκε το 1951

στην Ουτρέχτη της Ολλανδίας με σκοπό την ωφέλεια των ζώων και των

ανθρώπων όλου του κόσμου.

την Ελλάδα, η IVSA Hellas ιδρύθηκε το 1992 και αναγνωρίστηκε

επίσημα από το πρωτοδικείο το 1994, αντιπροσωπεύοντας τους φοιτητές

της Κτηνιατρικής χολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Σο 2009 με την επανενεργοποίηση της

IVSA της Κτηνιατρικής χολής ΑΠΘ, η IVSA Hellas μετονομάστηκε σε IVSA Θεσσαλονίκης, ενώ αντίστοιχα η

νεοσυσταθείσα IVSA του Σμήματος Κτηνιατρικής ΠΘ ονομάστηκε IVSA Thessaly.

Οι δύο IVSA δρουν και λειτουργούν ανεξάρτητα χωρίς κεντρικό Διοικητικό υμβούλιο και αποτελούν πια

τη νοητή IVSA Hellas, που συνίσταται από την συνεργασία των δύο παραρτημάτων.

Πρόεδρος: Ντέμκα Αικατερίνη

Αντιπρόεδρος: Λιάτης Θεοφάνης

Γραμματέας: Μουτσιάκη Υωτεινή

Βοηθός χεδιασμού & Διαδικτύου: Γκορτσίλας Νίκος

Σαμίας: Σομπουλίδου Ελένη

Τπεύθυνος Ανταλλαγών: αρρής Παντελής

Βοηθοί Ανταλλαγών: Πανταζάτου Δήμητρα

Καμενάκη Ειρήνη

Τπεύθυνος Δημοσίων χέσεων: Γαλατσάνος Παναγιώτης

Τπεύθυνος Περιοδικού: Μοναστηρίδης Αντώνιος

Βοηθός ύνταξης: Καρακατσάνη Αναστασία-Φριστίνα

Τπεύθυνη Χυχαγωγικών Εκδηλώσεων: Παναγοπούλου Ελισάβετ

Μέλος: Σζιαφέρη Φαρίκλεια

Διοικητικό υμβούλιο| IVSA Θεσσαλονίκης

Πρόεδρος: Μποϊλέ Δήμητρα

Αντιπρόεδρος: Καραγιαννίδης Δημήτριος

Γραμματέας: Λέτσιος Μιχάλης

Σαμίας: Παπαμάρκου Ευγενία

Τπεύθυνος Ανταλλαγών: Κολοβού Ανθή

Τπεύθυνος Φορηγειών: Βατζιά Ελίνα

Τπεύθυνος χεδιασμού & Διαδικτύου: Μακρή Νικολέτα

Διοικητικό υμβούλιο| IVSA Θεσσαλίας

Η οργάνωση

Publication Date

1o Πανελλήνιο Συνζδριο Φοιτητών Κτηνιατρικής 2013

Page 7: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

6 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

Οργανωτική Επιτροπή υνεδρίου

Πρόεδρος: Ντέμκα Αικατερίνη IVSA Θεσσαλονίκης

Αντιπρόεδρος: Μποϊλέ Δήμητρα IVSA Θεσσαλίας

Μέλη: Βατζιά Ελίνα IVSA Θεσσαλίας

Γαλατσάνος Παναγιώτης IVSA Θεσσαλονίκης

Καρακατσάνη Αναστασία-Φριστίνα IVSA Θεσσαλονίκης

Επιστημονική Επιτροπή υνεδρίου

υντελεστές

Publication Date

1o Πανελλήνιο Συνζδριο Φοιτητών Κτηνιατρικής 2013

Πρόεδρος: Λιάτης Θεοφάνης IVSA Θεσσαλονίκης

Αντιπρόεδρος: Καραγιαννίδης Δημήτριος IVSA Θεσσαλίας

Μέλη: Σζιαφέρη Φαρίκλεια IVSA Θεσσαλονίκης

Διαμαντής Υιλήμων IVSA Θεσσαλίας

Αντωνόπουλος Μιχαήλ IVSA Θεσσαλίας

Καμενάκη Ειρήνη IVSA Θεσσαλονίκης

υντονιστές: Μουτσιάκη Υωτεινή

Λέτσιος Μιχάλης

Μέλη: Ραμιάς Νεκτάριος

Πιτροπάκη Ματίνα

αμψωνίδης Γιάννης

τυλιανίδου Ιωάννα

Μουταφίδου Μαριλέτα

Κορωνάκη Ναστάζια

Μακρή Νικολέτα

Σσεκούρας πύρος

Μοναστηρίδης Αντώνης

Παναγοπούλου Έλσα

αρρής Παντελής

Γαλατσάνος Παναγιώτης

Γκορτσίλας Νίκος

Βατζιά Ελίνα

Λιάτης Θεοφάνης

Μαζαράκη Νικολέτα

Πανταζάτου Δήμητρα

Γραμματεία του υνεδρίου

Επιτροπή Τλικού χεδιασμού & Πρακτικών

Μέλη: Γκορτσίλας Νικόλαος

Μακρή Νικολέτα

Λιάτης Θεοφάνης

Ζωντανή Αναμετάδοση | Live Streaming

Τπεύθυνος: Γαλατσάνος Παναγιώτης

Page 8: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

7 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

Πληροφορίες για τις εγγραφές

Γενικές Πληροφορίες

Publication Date

1o Πανελλήνιο Συνζδριο Φοιτητών Κτηνιατρικής 2013

Σο 1ο Πανελλήνιο υνέδριο Υοιτητών Κτηνιατρικής διοργανώνεται για πρώτη φορά από τη σύμπραξη IVSA

Θεσσαλονίκης και IVSA Θεσσαλίας εκ της Κτηνιατρικής χολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου

Θεσσαλονίκης και του Σμήματος Κτηνιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (Καρδίτσα) αντίστοιχα. Σο 1ο

Π..Υ.Κ. διεξάγεται στο Σελλόγλειο Ίδρυμα Σεχνών του Α.Π.Θ. στη Θεσσαλονίκη το άββατο 18 & τη Κυριακή

19 Μαΐου 2013.

Η Γραμματεία θα λειτουργήσει το άββατο από τις 10.00 έως τις 15.00, ενώ τη Κυριακή από τις 10.00 έως τις

12.00. Οι διαδικτυακά προεγγεγραμμένοι δύνανται να επικυρώσουν την εγγραφή τους εφόσον έχουν δώσει

το παρόν εντός των ωρών λειτουργίας της γραμματείας.

Σα πιστοποιητικά συμμετοχής θα δοθούν σε όλους τους εγγεγραμμένους σύνεδρους με το πέρας του

υνεδρίου την Κυριακή στις 19 Μαΐου.

υνοπτικό πρόγραμμα συνεδρίου

υνολικά θα πραγματοποιηθούν 1 εναρκτήρια εισήγηση με θέμα «Η σημασία του εμβολιασμού»

αφιερωμένη στο θέμα της Παγκόσμιας Ημέρας Κτηνιατρικής | 27 Απριλίου 2013, καθώς και 44 ελεύθερες

ανακοινώσεις, από 72 προπτυχιακούς φοιτητές συγγραφείς.

Παράλληλα εισάγονται στο πρόγραμμα οι καινοτόμες στρογγυλές τράπεζες (discussion panels), με πρώτο

πλάνο ενός θέματος που άπτεται της Τγιεινής Σροφίμων: « Διατροφικά σκάνδαλα: παρελθόν-παρόν-

μέλλον|Σο αλογίσιο κρέας στη διατροφή του ανθρώπου και άλλα».

Οι ελεύθερες ανακοινώσεις θα έχουν διάρκεια 10 λεπτών και θα ακολουθούνται από 2λεπτο ερωτήσεων.

Οι στρογγυλές τράπεζες θα έχουν διάρκεια 1 ώρας.

Οι συντονιστές των ανακοινώσεων θα μεριμνούν για την ακριβή τήρηση του χρόνου ομιλίας, ώστε να

διασφαλίζεται η ομαλή ροή του προγράμματος.

Από εφέτος, στο αναλυτικό πρόγραμμα οι ελεύθερες ανακοινώσεις διακρίνονται ανάλογα με το είδος της

εργασίας σε:

α) ερευνητικές, β)βιβλιογραφικές ανασκοπήσεις, γ) αναδρομικές μελέτες, δ) κλινικά περιστατικά, με σκοπό

την καλύτερη κατατόπιση του αναγνώστη και ακροατή.

Επιπλέον διακρίνονται ανάλογα με το γνωστικό αντικείμενο το οποίο πραγματεύονται.

Page 9: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

8 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

ΤΝΕΔΡΙΟΤ

Πρόγραμμα υνεδρίου

Publication Date

1o Πανελλήνιο Συνζδριο Φοιτητών Κτηνιατρικής 2013

Page 10: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

9 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

H Πρόγραμμα 5

ΑΒΒΑΣΟ 18 ΜΑΩΟΤ 2013

Έναρξη υντονισμός: Σομπουλίδου Ε.

10.00-10.30 Εγγραφές

10.30-11.15 Φαιρετισμοί

11.15-11.30 Εναρκτήρια Εισήγηση: «Η σημασία του εμβολιασμού»

Βουράκη ., Υιλιούσης Γ. (επιβλέπων)

►Ανοσολογία|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

1η ενότητα υντονιστές: Σζιαφέρη Φ., Βατζιά Ε.

11.30-13.15 Ελεύθερες Ανακοινώσεις

1 Αμινογλυκοσίδες: τα αμφιλεγόμενα αντιμικροβιακά

Πέντσου Κ., Βασιλειάδη Α., Μπατζίας Γ.(επιβλέπων)

►Υαρμακολογία|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

2 Σοξικότητα της σοκολάτας στα κατοικίδια ζώα

Δερμιτζάκη Ε., αχανά Μ.(επιβλέπουσα)

►Σοξικολογία|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

3 Σοξικά φυτά του γένους Allium στα κατοικίδια θηλαστικά

Βαμβακά Α., αχανά Μ. (επιβλέπουσα)

►Σοξικολογία|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

4 Γνωρίζοντας καλύτερα τη νόσο του Τποφλοιοεπινεφριδισμού στο σκύλο και στη γάτα

Αντωνόπουλος Μ., αριδομιχελάκης Ε. (επιβλέπων)

►Ενδοκρινολογία Ζ..|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

5 Παραμένων αρτηριακός πόρος στο σκύλο: αναφορά σε ένα περιστατικό

Μαυρίδης Α., Μπιρλής Π., Κουτίνας Φ. (επιβλέπων)

►Καρδιολογία Ζ..|

Κλινικό Περιστατικό

6

Παρεντερικές οδοί χορήγησης φαρμάκων στο σκύλο και στη γάτα. Η αναζήτηση της

σωστής επιλογής και εξοικίωση με τις τεχνικές

Μποϊλέ Δ.,Πάλλας Ν., Σζιβάρα Α. (επιβλέπουσα)

►Παθολογία Ζ..|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

7 Οξεία παγκρεατίτιδα: Αναδρομική μελέτη σε περιστατικά της Κτηνιατρικής χολής ΑΠΘ

Γινάργυρος Ε., Πρωτογεράκης Ι., Υόντας Κ., Παρδάλη Δ. (επιβλέπουσα)

►Γαστρεντερολογία Ζ..|

Αναδρομική Μελέτη

8

Εναλλακτική διατροφή του σκύλου: ωμοφαγία (B.A.R.F. diet) και διατροφή οικιακής

προέλευσης(Home-prepared diet)

Μουτσιάκη Υ., Λιάτης Θ., Φρηστάκη Ε. (επιβλέπουσα)

►Διατροφή|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

9 Διερεύνηση της συγκέντρωσης του ινωδογόνου σε συνήθη νοσήματα του σκύλου

Λέτσιος Μ., Πετανίδης Θ., Αθανασίου Λ. (επιβλέποντες)

►Παθολογία Ζ..|

Αναδρομική μελέτη

13.15-13.40 Διάλειμμα

2η ενότητα υντονιστές: Καρακατσάνη Α.Φ., Κολοβού Α.

13.40-15.15 Έλεύθερες Ανακοινώσεις

10

Οι παρασιτώσεις του γενειοφόρου δράκου (Pogona vitticeps) και περιγραφή ενός

περιστατικού

Βάγιας Μ., Διάκου Α. (επιβλέπουσα)

►Παρασιτολογία|

Κλινικό περιστατικό

./o2

11 Η ακοή και ο ηχοεντοπισμός στα κητώδη

Καραϊωσήφ Ρ., Καρακατσάνη Α.Φ., Κομνηνού Α. (επιβλέπουσα)

►Κτηνιατρική Άγριων Ζώων|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

12 Γνωρίζοντας την καφέ αρκούδα (Ursus arctus)

Βαμβακερού Μ., Καμενάκη Ε., Κομνηνού Α. (επιβλέπουσα)

►Κτηνιατρική Άγριων Ζώων|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

13

Ενδοπαράσιτα θηλαστικών από καταφύγια άγριων ζώων της Ελλάδας: πρώτα

αποτελέσματα

Λιάτης Θ., Μοναστηρίδης Α., Μπιρλής Π., Διάκου Α. (επιβλέπουσα)

►Παρασιτολογία|

Ερευνητική

14

Οργάνωση-Διαχείριση-Λειτουργία εγκατάστασης πειραματισμού και εκτροφής για

επίμυες

Σομπουλίδου Ε., Γκορτσίλας Ν., Υορτομάρης Π.(επιβλέπων)

►Επιστήμη Πειραματοζώων|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

Page 11: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

10 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

15 Βλαστικά κύτταρα και κτηνιατρική επιστήμη

Πετρέλλης Γ., Δωρή Ι. (επιβλέπουσα)

►Αναγεννητική Ιατρική|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

16 Οι επιπτώσεις της εξημέρωσης στον εγκέφαλο των ζώων συντροφιάς

Δημαράκης ., Παπαδόπουλος Γ. (επιβλέπων)

►Ανατομική|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

17 Σο σύνδρομο της άνοιας στον υπερήλικο σκύλο

Γκάνια Α., Πολυζοπούλου Ζ. (επιβλέπουσα)

►Νευρολογία Ζ..|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

18 Τποφυσιακού τύπου υπερφλοιοεπινεφριδισμός σε σκύλο με εκφυλιστική

βαλβιδοπάθεια

Ράμιας Ν., Πετανίδης Θ. (επιβλέπων)

►Παθολογία Ζ..|

Κλινικό Περιστατικό

15.15-16.00 Διάλειμμα: ελαφρύ γεύμα

3η ενότητα υντονιστές: Καμενάκη Ε., Κόκκινος Π.

16.00-17.30 Ελεύθερες Ανακοινώσεις

19 Eπανεμφάνιση της Λύσσας στην Ελλάδα: σημασία για τη δημόσια υγεία

πανούδης Κ., Γιαννακόπουλος Α., Βαλιάκος Γ., Μπιλλίνης Φ. (επιβλέποντες)

►Ιολογία|

Ερευνητική

20 Η τοξοπλάσμωση της γάτας

Μουσταφά Μ., Λευκαδίτης Μ. (επιβλέπων)

►Παρασιτολογία|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

21 Περιστατικό νόσου του Carre και Σοξοπλάσμωσης σε σκύλο

Μπουρδέκας Π., Φρονόπουλος Φ., Σζιβάρα Α. (επιβλέπουσα)

►Παθολογία Ζ..|

Κλινικό περιστατικό

22

Υυσιολογικές μεταβολές συστημάτων του σώματος αθλητών σκύλων και ίππων κατά

την άσκηση

Μολτσανίδου Ε., Σρικούπη Γ., Σαϊτζόγλου Ι. (επιβλέπων)

►Υυσιολογία|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

23 Περιγεννητική φροντίδα φοράδας και νεογέννητου πώλου

Γαβριηλίδου Ο., Ντασκαγιάννη Π., Αρσένος Γ.(επιβλέπων)

►Ζωοτεχνία|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

24 Φρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια των ιπποειδών

Ντασκαγιάννη Π., Σσέλιος Ο., Διακάκης Ν. (επιβλέπων)

►Παθολογία Ιπποειδών|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

25 Πνευμονική αιμορραγία των ιπποειδών μετά από άσκηση

Γκόκα Γ., Παπαϊωάννου Μ., Διακάκης Ν.(επιβλέπων)

►Παθολογία Ιπποειδών|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

26 ύγκριση θρεπτικών ουσιών και αντισωμάτων του γαϊδουρινού με το ανθρώπινο

πρωτόγαλα

ακκαδάκη Ε., Αρσένος Γ. (επιβλέπων)

►Ζωοτεχνία|

Ερευνητική

17.30-17.40 Διάλειμμα

Ρεσιτάλ Πιάνο & Μουσική Δωματίου

17.40-18.15 Πιάνο: Πούλιου Ν., φλάουτο: Ζήσης Ν.

H Πρόγραμμα 5

1ο Πανελλήνιο Σσνέδριο Φοιτητών Κτηνιατρικής

ΑΒΒΑΣΟ 18 ΜΑΩΟΤ 2013 `F=

Page 12: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

11 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

H Πρόγραμμα 5

1ο Πανελλήνιο Σσνέδριο Φοιτητών Κτηνιατρικής

Κτηνιατρικής

ΚΤΡΙΑΚΗ 19 ΜΑΩΟΤ 2013

4η ενότητα υντονιστές: Γαλατσάνος Π., Λέτσιος Μ.

10.00-11.30 Ελεύθερες Ανακοινώσεις

27 Η περιοδοντική νόσος και η διατροφή

Διακοδημητρίου Α., Μπρισίμη Ν.Μ., Παπαδημητρίου .(επιβλέπων)

►Οδοντιατρική Ζ..|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

28 Εξαγωγή δοντιών στο σκύλο και στη γάτα

Αυλιώτης Γ., Δημανοπούλου Α., Παπαδημητρίου . (επιβλέπων)

►Οδοντιατρική Ζ..|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

29 Φειρουργική αντιμετώπιση γραμμοειδούς ξένου σώματος σε έντερο σκύλου

Νάτσος Γ., Σσιώλη Β. (επιβλέπουσα)

►Φειρουργική Ζ..|

Κλινικό Περιστατικό

30 «Μαιευτικά» περιστατικά στη θηλυκή γάτα

Μαλιδάκη Μ., Βερβερίδης Φ. (επιβλέπων)

►Μαιευτική Ζ..|

Αναδρομική Μελέτη

31 Υυσικά πρόσθετα στα τρόφιμα

Σρομπούκη Μ., ολωμάκος Ν., Πεξαρά Α.(επιβλέποντες)

►Τγιεινή Σροφίμων Ζ.Π.|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

32 Κίνδυνοι στο μέλι και επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου

Σζιτζούδη Ζ.Μ., Σαχτσόγλου .Μ., Παπαπαναγιώτου Η. (επιβλέπων)

►Τγιεινή Σροφίμων Ζ.Π.|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

33

Διερεύνηση της μικροβιολογικής και οργανοληπτικής ποιότητας μιας έτοιμης-προς-

κατανάλωση παραδοσιακής σάλτσας μυδιών, με τη χρήση της τεχνολογίας της

θερμής πλήρωσης περιεκτών

Γιαννούλη Μ., Αγγέλου Β., Κομοδρόμος Δ., Αγγελίδης Π. (επιβλέποντες)

►Τγιεινή & Σεχνολογία

Σροφίμων Ζ.Π.|

Ερευνητική

34

Μελέτη αύξησης σωματικού βάρους μικρών μηρυκαστικών

Κασιμέρη Μ., Πετρέλλης Γ., Πολυχρονόπουλος Α., Ρήγας Π., τέκα ., Αρσένος Γ.

(επιβλέπων)

►Ζωοτεχνία|

Ερευνητική

35 Η έλλειψη βιταμίνης Α και οι συχνότερες κλινικές μορφές της στα μικρά μηρυκαστικά

Δατσέρη Φ.Λ., Κοντογιαννάκης Κ.Φ., Γιαδίνης Ν.(επιβλέπων)

►Παθολογία Αιγοπροβάτων|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

11.30-11.50 Διάλειμμα

τρογγυλή Σράπεζα | Discussion Panel υντονίστρια: Καραϊωσήφ Ρ.

11.50-12.40 Θέμα: «Διατροφικά σκάνδαλα:παρελθόν, παρόν & μέλλον| το αλογίσιο κρέας στη

διατροφή του ανθρώπου και άλλα»

Α.Γκόβαρης| Αναπληρωτής Καθηγητής, Εργαστήριο Τγιεινής Σροφίμων Ζ.Π., Σμήμα

Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Α. Πεξαρά | Λέκτορας, Εργαστήριο Τγιεινής Σροφίμων Ζ.Π., Σμήμα Κτηνιατρικής,

Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Γ. Μπατζίας | Επίκουρος Καθηγητής, Εργαστήριο Υαρμακολογίας, Κτηνιατρική χολή,

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

(εκπρόσωπος του Ε.Υ.Ε.Σ.| υπό συζήτηση)

5η ενότητα υντονιστές: Καραγιαννίδης Δ., Παπαμάρκου Ε.

12.40-14.15 Ελεύθερες Ανακοινώσεις

36 Γαστρεντερικά νηματώδη μικρών μηρυκαστικών: το πρόβλημα και η αντιμετώπιση

Κατσιώρχη Α., Διάκου Α. (επιβλέπουσα)

►Παρασιτολογία|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

37 Η προϊούσα πνευμονία του προβάτου

Πεχλιβανίδης Α., Μπάκα Ο., Γιαδίνης Ν. (επιβλέπων)

►Παθολογία Αιγοπροβάτων|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

38 Ανοσοκαταστολή: αίτια, επιπτώσεις και αντιμετώπιση στην συστηματική πτηνοτροφία

Σζιαφέρη Φ., Σαχτσόγλου .Μ., Σσιούρης Β. (επιβλέπων)

►Παθολογία Πτηνών|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

Page 13: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

12 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

39 Φειρουργική αντιμετώπιση ξένων σωμάτων στο στόμαχο και στο λεπτό έντερο σκύλου

Δαρδούμα Ζ., Καζλάρη Κ., Σσιώλη Β. (επιβλέπουσα)

►Φειρουργική Ζ..|

Κλινικό περιστατικό

40

Αυτόματος πνευμοθώρακας λόγω ρήξης πνευμονικών φυσαλίδων σε σκύλο:

παρουσίαση ενός περιστατικού

Μάστορα Φ., Παπάζογλου Λ. (επιβλέπων)

►Φειρουργική Ζ..|

Κλινικό περιστατικό

41 Οι ιδιεταιρότητες της γάτας ως νευροχειρουργικό περιστατικό

Κόκκινος Π., Καζάκος Γ. (επιβλέπων)

►Νευροχειρουργική Ζ..|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

42 Η διαχείριση της οστεοαρθρίτιδας στο σκύλο

Δερμιντζάκης Α., Πράσινος Ν. (επιβλέπων)

►Ορθοπαιδική Ζ..|

Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

43 Μόνιμη συστολή του υπακάνθιου μυός: αναφορά σε τρία κλινικά περιστατικά

Νικολοπούλου Α., Κόρμπου Υ., ιδέρη Α. (επιβλέπουσα)

►Ορθοπαιδική Ζ..|

Αναδρομική μελέτη

44 Γενικές αρχές φωτογράφισης μακροσκοπικών αλλοιώσεων, ιστών & οργάνων των

ζώων για επιστημονική ή/και κτηνιατροδικαστική χρήση

Λιόγρης Μ., Σόντης Δ., Δούκας Δ. (επιβλέποντες)

►Παθολογική Ανατομική|

Ερευνητική

14.15-14.30 Λήξη

H Πρόγραμμα 5

1ο Πανελλήνιο Σσνέδριο Φοιτητών Κτηνιατρικής

ΚΤΡΙΑΚΗ 19 ΜΑΩΟΤ 2013

Page 14: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

13 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

ΣΟΜΟ ΠΕΡΙΛΗΧΕΨΝ

-

BOOK OF ABSTRACTS

Σόμος Περιλήψεων

Publication Date

1o Πανελλήνιο Συνζδριο Φοιτητών Κτηνιατρικής 2013

Page 15: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

14 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

Η ΗΜΑΙΑ ΣΟΤ ΕΜΒΟΛΙΑΜΟΤ

Βουράκη 1., Υιλιούσης Γ2.

1 Προπτυχιακή Υοιτήτρια, 4ο έτος, Κτηνιατρική σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Λέκτορας, Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο

Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Ένα από τα σημαντικότερα επιστημονικά επιτεύγματα όλων των εποχών αποτελεί

αδιαμφισβήτητα η ανακάλυψη του εμβολιασμού, της τεχνητής δηλαδή ανοσοποίησης

απέναντι σε παθογόνους παράγοντες, ως μέσου για την πρόληψη ασθενειών

απειλητικών τόσο για τη ζωή του ανθρώπου όσο και των ζώων. Η ανακάλυψη αυτή

πραγματοποιήθηκε το 1796 από τον Άγγλο Edward Jenner, ο οποίος παρατήρησε ότι

η μόλυνση από τον ιό της ευλογιάς της αγελάδας είχε προστατευτική δράση έναντι της

ευλογιάς του ανθρώπου, μιας ασθένειας άκρως θανατηφόρου, η οποία έως τότε είχε

οδηγήσει στο θάνατο εκατομμύρια ανθρώπων σε όλο τον πλανήτη. Ακολούθησε η

ανακάλυψη του αντιλυσσικού εμβολίου από τον Louis Paster και έπειτα πολλών άλλων

καθιερώνοντας έτσι τον εμβολιασμό ως απαραίτητο μέσο για την πρόληψη ασθενειών.

Με την πάροδο των ετών το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας στράφηκε στη

δημιουργία όλο και πιο εξελιγμένων εμβολίων όπως είναι τα DNA εμβόλια τα οποία

περιέχουν μόνο το DNA του μικροοργανισμού άρα είναι πιο ασφαλή και ενεργοποιούν

τόσο την χυμική όσο και την κυτταρική ανοσία καθώς και σε έρευνες για την ανεύρεση

των λοιμογόνων παραγόντων των μικροοργανισμών με σκοπό την παρασκευή πιο

στοχευμένων και αποτελεσματικών εμβολίων. Όσον αφορά τον εμβολιασμό στα

πλαίσια της κτηνιατρικής επιστήμης ο οποίος εφαρμόζεται τόσο στα παραγωγικά ζώα

όσο και στα ζώα συντροφιάς η σημασία του έγκειται στα εξής: Κατ’αρχάς, στην

προστασία των ζώων συντροφιάς και των αλόγων από σοβαρές ασθένειες κάποιες

από τις οποίες μεταδίδονται και στον άνθρωπό. Επίσης, στην ασφαλή και επαρκή

παραγωγή ζωικών προϊόντων καθώς και στη μείωση μετάδοσης ασθενειών από τα

ζωικά τρόφιμα. Επιπρόσθετα, στον έλεγχο των αναδυόμενων και εξωτικών ασθενειών

ζώων και ανθρώπων και φυσικά στην προστασία του ανθρώπου από σημαντικές

ζωονόσους όπως η Βρουκέλλωση, η Λεπτοσπείρωση, η Λύσσα και η Γρίππη. Σέλος,

προλαμβάνοντας ασθένειες των ζώων μειώνουμε την ανάγκη των αντιβιοτικών για τη

θεραπεία τους και έτσι αποφεύγουμε την ανάπτυξη ανθεκτικότητας. υμπερασματικά,

είναι προφανές πως ο εμβολιασμός αποτελεί σημαντικό όπλο για την προάσπιση της

υγείας ζώων και ανθρώπου και για τον περιορισμό εξάπλωσης νοσημάτων ενώ

παράλληλα συμβάλλει στην ενίσχυση της οικονομίας περιορίζοντας τις απώλειες ζώων

και την χρήση θεραπειών.

►Ανοσολογία| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

Page 16: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

15 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

THE IMPORTANCE OF VACCINATION

Vouraki S1., Filiousis G2.

1 undergraduate student, 4th year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Lecturer, Laboratory of Microbiology and Infectious Diseases, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle

University of Thessaloniki

One of the greatest scientific achievements of all time has undoubtedly been the

discovery of vaccination as a means of prevention against life threatening diseases of

both humans and animals. This discovery was made in 1796 by the British Edward Jen-

ner who noticed that the infection with cowpox conferred specific immunity to small-

pox, a disease with great mortality which was frequently epidemic and had led to the

death of millions of people all around the globe. The creation of this first vaccine

against smallpox was followed by the discovery of rabies vaccine by Louis Paster and

then many others and thus establishing vaccination as a necessary mean of disease

prevention. Later on, the scientific community became interested in the creation of

more evolved and effective vaccines which has led to the discovery of DNA vaccina-

tion, a technique for protecting an organism against disease by injecting it with genet-

ically engineered DNA of the microorganism producing both B-cell and T-cell respons-

es, as well as to many researches about bacterial virulence factors. The discovery of

vaccination is of great importance for veterinary medicine as well. First of all, the vac-

cination of companion animals and horses prevents from serious diseases some of

which can be transmitted to humans. Secondly, it helps towards safe and efficient

food production, control of emerging and exotic diseases of animals and humans and

also control of zoonotic diseases such as Brucellosis, Leptospirosis, Rabies and Influen-

za. Lastly, the prevention of animal diseases by vaccination reduces the need of anti-

biotics to treat animals and thus helps against antimicrobial resistance. Concluding,

based on all the above, it can’t be but recognized that vaccination is a great ally to-

wards human and animal health, diminishes the spread of life threatening diseases

and has also an impact on the economy by reducing livestock losses and the use of

antibiotics or other treatments.

►Immunology| Review

Page 17: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

16 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Υαρμακολογία| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

1. ΑΜΙΝOΓΛΤΚΟΙΔΕ: ΣΑ ΑΜΥΙΛΕΓΟΜΕΝΑ ΑΝΣΙΜΙΚΡΟΒΙΑΚΑ

Πέντσου Σ. 1, Βασιλειάδη Α. 1, Μπατζίας Γ.2

1 Προπτυχιακή Υοιτήτρια, 3ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Αναπληρωτής Καθηγητής, Εργαστήριο Υαρμακολογίας, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο

Θεσσαλονίκης

Από την ανακάλυψή τους και την εισαγωγή τους στην κλινική πράξη, είναι

κοινώς αποδεκτό ότι αυτή η κατηγορία φαρμάκων αποτελούσε ένα δίκοπο μαχαίρι.

Οι αμινογλυκοσίδες είναι ταχέως δρώντα βακτηριοκτόνα αντιμικροβιακά, που

είναι δραστικές κυρίως κατά των αερόβιων Gram(-) βακίλων, των σταφυλόκοκκων, και

των Gram(+) βακίλων. Είναι ασθενώς δραστικές ή αδρανείς έναντι αναερόβιων

βακτηρίων, στρεπτόκοκκων, και πνευμονιοκόκκων. Ο συνδυασμός τους με β-λακτάμες,

με φθοροκινολόνες, και με πολυπεπτιδικά αντιμικροβιακά είναι συνεργιστικός. Η

βακτηριοκτόνος δράση τους είναι δοσοεξαρτώμενη, και παρουσιάζουν μετά-το-

αντιβιοτικό δράση (PAE). Αυτές οι δύο ιδιότητες, σε συνδυασμό με τη μειωμένη

τοξικότητά τους, ευθύνονται για τη μείωση του αριθμού των ημερήσιων δόσεων.

Δρουν ουσιαστικά στο βακτηριακό ριβόσωμα παρεμβαίνοντας στην ανάγνωση του

γενετικού κώδικα και παρεμποδίζοντας όλα τα στάδια της πρωτεϊνικής σύνθεσης. Η

αντοχή που αναπτύσσεται είναι συνήθως πλασμιδιακής φύσης, η οποία μεταβιβάζεται

εύκολα και σχετίζεται με την παραγωγή ενζύμων που αδρανοποιούν τις

αμινογλυκοσίδες. Η φαρμακοκινητική είναι συγκρίσιμη μεταξύ των διαφορετικών

φαρμάκων: ελάχιστη απορρόφηση από το γαστρεντερικό σωλήνα, ελάχιστη σύνδεση

με τις πρωτεΐνες του αίματος, παρόμοιος χρόνος ημίσειας ζωής (2 έως 3 ώρες), μικρή

κατανομή στους ιστούς, και κυρίως νεφρική απέκκριση σε ενεργή, μη μεταβολισμένη

μορφή με σπειραματική διήθηση. Η ακολουθούμενη σωληναριακή επαναρρόφησή

τους, επιφέρει τη συσσώρευσή τους στο νεφρικό παρέγχυμα και συνδέεται με την

τοξικότητά τους. Οι αμινογλυκοσίδες είναι νεφροτοξικές και ωτοτοξικές σε διάφορο

βαθμό, εξ ου και η ανάγκη για παρακολούθηση της νεφρικής λειτουργίας καθώς και ο

προσδιορισμός της συγκέντρωσης του φαρμάκου στον ορό ώστε να προσαρμοστεί

κατάλληλα το δοσολογικό σχήμα. Οι βραχυχρόνιες θεραπείες και η χορήγηση σε δύο

δόσεις ή ακόμη και μια φορά ημερησίως μειώνει τον κίνδυνο τοξικότητας.

Μία μεγάλη προσπάθεια καταβάλλεται για την πλήρη κατανόηση των

φαρμακοκινητικών ιδιοτήτων των αμινογλυκοσιδών, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η

επίτευξη θεραπευτικών συγκεντρώσεων, αποφεύγοντας τις τοξικές συγκεντρώσεις

στον ορό.

Page 18: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

17 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Pharmacology| Review

1. AMINOGLYCOSIDES: THE CONTROVERSIAL ANTIMICROBIALS

Pentsou J.1, Vasilleiadi A.1, Batzias G.2

1 Undergraduate Student, 3rd year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Associate Professor, Laboratory of Pharmacology, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of

Thessaloniki

Since their discovery and introduction into clinical practice, there has been

recognition that this class of drug represented a two-edged sword.

Aminoglycosides are rapidly bactericidal antibiotics, acting in particular on aer-

obic gram-negative bacilli, staphylococci, and gram-positive bacilli. They are weakly

active or inactive against anaerobes, streptococci, and pneumococci. Their combi-

nation with β-lactams, fluoroquinolones, and polypeptide antibiotics is synergistic. Their

bactericidal activity is usually concentration dependent, and there is a postantibiotic

effect (PAE). These two properties, combined with a reduction in toxicity, account for

the reduction in the number of injections for the same daily dosage. They act essen-

tially on the bacterial ribosome by interfering with the reading of the genetic code

and inhibiting all stages of protein synthesis. Acquired resistance is usually plasmid me-

diated and transferable and is related to inactivating enzymes. The pharmacokinetics

are comparable among the different products: no digestive absorption, weak or non-

existent protein binding, similar elimination half-lives (2 to 3 hours), poor tissue diffusion,

and essentially renal elimination in the active, nonmetabolized form by glomerular fil-

tration associated with tubular reabsorption, engendering accumulation in the renal

parenchyma with accompanying toxic risks. Aminoglycosides are nephrotoxic and

ototoxic to various degrees, hence the need to monitor renal function and to use se-

rum assays to adapt the dosages. Short-term treatments and administration in to divid-

ed doses or even once daily reduce the risk of toxicity.

A great deal of effort has been expended to sophisticate our understanding of

aminoglycoside pharmacokinetics so as to ensure that achievement of therapeutic

levels while avoiding toxic concentrations in serum.

Page 19: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

18 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Σοξικολογία| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

2. ΣΟΞΙΚΟΣΗΣΑ ΣΗ ΟΚΟΛΑΣΑ ΣΑ ΚΑΣΟΙΚΙΔΙΑ ΖΨΑ

Δερμιτζάκη E.1, αχανά M.2

1 Προπτυχιακή Υοιτήτρια, 3ο έτος , Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Επίκουρη Καθηγήτρια, Εργαστήριο Βιοχημείας και Σοξικολογίας, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο

Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Η κατανάλωση σοκολάτας αποτελεί συχνό φαινόμενο στα ζώα συντροφιάς και

μπορεί να οδηγήσει σε περιστατικά δηλητηριάσεων. Τπεύθυνες για την τοξίκωση είναι οι

ουσίες που περιέχει η σοκολάτα, οι μεθυλοξανθίνες και συγκεκριμένα η θεοβρωμίνη και

η καφεΐνη. Ο βαθμός και η σοβαρότητα της τοξικότητας εξαρτάται από το είδος της

σοκολάτας μια και η περιεκτιμότητα τους σε μεθυλοξανθίνες διαφέρει.

Σα συμπτώματα της τοξίκωσης αφορούν τόσο στο νευρικό σύστημα, όσο και

στην κυτταρική επαναρρόφηση του ασβεστίου, η οποία επιδρά στη λειτουργία της

καρδιάς και τους σκελετικούς μύες. Σα συμπτώματα εμφανίζουν μεγάλη ποικιλία, όπως

πολυδιψία, έμετο και διάρροια και μπορεί να οδηγήσουν στην κατάληξη του ζώου.

Η διάγνωση της τοξίκωσης γίνεται με βάση την κλινική εικόνα καθώς και με την

ταυτοποίηση των μεθυλοξανθινών στον ορό, στο πλάσμα και στο στομαχικό

περιεχόμενο.

Η θεραπεία της τοξίκωσης από σοκολάτα είναι αρχικά υποστηρικτική μέχρι να

επιτευχθεί η σταθεροποίηση της κατάστασης του ζώου (εφόσον κινδυνεύει η ζωή του)

και στη συνέχεια επιχειρείται γαστρεντερική αποτοξίκωση μέσω εμέτου ή πλύσης

στομάχου. ημαντική θεωρείται η πρόληψη, η οποία επιτυγχάνεται με την επιτήρηση

των ζώων, τη μη προσβασιμότητα της σοκολάτας από αυτά, καθώς και την

ενημέρωση των ιδιοκτητών για τις συνέπειες που μπορεί να έχει η κατανάλωση

σοκολάτας από τα ζώα τους.

Page 20: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

19 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Toxicology| Review

2. TOXICITY OF CHOCOLATE IN SMALL ANIMALS

Dermitzaki E.1, Sachana E.2

1 Undergraduate Student, 3rd year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Assistant Professor, Laboratory of Biochemistry and Toxicology, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle

University of Thessaloniki

Chocolate consumption is very common among companion animals, and it

could lead to poisoning incidents. Chocolate contains toxic compounds named

methylxanthines and more specifically theobromine and caffeine. The severity of tox-

icity depends on the type of chocolate, since different types of chocolate contain

different amounts of methylxanthines. The main clinical signs of chocolate intoxication

are related to nervous system perturbation.

However, chocolate can even affect heart and muscle functions due to altera-

tions in calcium homeostasis. The clinical signs include polydipsia, vomiting, diarrhoea

and they could even be fatal to animals.

The diagnosis of chocolate intoxication is based on the clinical signs, as well as the

identification of xanthines in serum, plasma, urine or stomach content. The treatment

of chocolate ingestion begins with the stabilization of patient, and it continues with

gastrointestinal decontamination, and the provision of supportive care.

In conclusion, the best way to prevent chocolate ingestion is to place chocolate

out of animal reach and to inform the owners about the possible harmful effects of

chocolate consumption from companion animals.

Page 21: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

20 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Σοξικολογία| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

3. Η ΣΟΞΙΚΟΣΗΣΑ ΣΨΝ ΥΤΣΨΝ ΣΟΤ ΓΕΝΟΤ ALLIUM ΣΑ ΚΑΣΟΙΚΙΔΙΑ ΘΗΛΑΣΙΚΑ

Βαμβακά A. 1, αχανά M. 2

1 Προπτυχιακή φοιτήτρια ,3ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Επίκουρη Καθηγήτρια, Εργαστήριο Βιοχημείας και Σοξικολογίας, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο

Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

τα φυτά του γένους Allium συμπεριλαμβάνονται τα γνωστά σε όλους

κρεμμύδια, σκόρδα και πράσα. Λόγω της ευρύτατης χρησιμοποίησης τους στη

μαγειρική και της διαθεσιμότητας τους στο περιβάλλον βόσκησης των παραγωγικών

ζώων, τα κατοικίδια θηλαστικά είναι δυνατόν να καταναλώσουν αυτά τα φυτά και να

υποστούν ποικίλες τοξικές επιδράσεις. Περισσότερο επιρρεπή είδη φαίνεται να είναι ο

σκύλος και η γάτα, ενώ ανθεκτικά είναι τα πτηνά. Η τοξικότητα των φυτών αυτών

συνίσταται στην περιεκτικότητά τους σε δισουλφιδικές ενώσεις, οι οποίες με το μάσημα

μετατρέπονται σε ένα σύνθετο μίγμα θειούχων οργανικών ενώσεων το οποίο

απορροφάται εύκολα μέσω της γαστρεντερικής οδού και μεταβολίζεται σε πολύ

δραστικές οξειδωτικές ουσίες, οι οποίες θα οδηγήσουν σε αιμόλυση. Σο βράσιμο ή το

ψήσιμο αυτών των φυτών δε μειώνει την τοξικότητά τους. Η βαρύτητα των

συμπτωμάτων καθώς και ο χρόνος εμφάνισης τους ποικίλει από είδος σε είδος και

σχετίζεται τόσο με την ποσότητα που καταναλώθηκε, όσο και από την προηγούμενη

κατεργασία του φυτού. υνήθη κλινικά ευρήματα είναι ο ίκτερος λόγω αιμόλυσης, η

ταχυπαλμία, η ταχύπνοια ή η δύσπνοια, η αταξία, ο λήθαργος και οι ωχροί

βλεννογόνοι. Εργαστηριακά παρατηρείται αναιμία από σωμάτια Heinz, ενώ στα ούρα

ανευρίσκεται αιμοσφαιρίνη και σπανιότερα αιμοσιδηρίνη. Λόγω έλλειψης αντίδοτου, η

κτηνιατρική παρέμβαση βασίζεται κυρίως στη συμπτωματική αγωγή.

Page 22: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

21 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Toxicology| Review

3. TOXICITY OF GENUS ALLIUM IN DOMESTIC ANIMALS

Vamvaka A. 1, Sachana M. 2

1 Undergraduate Student, 3rd year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Assistant Professor, Laboratory of Biochemistry and Toxicology, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle

University of Thessaloniki

The genus Allium includes the well known onions, garlic and leeks. Due to the

widespread use of them in cooking, pets can consume these plants and suffer of vari-

ous toxic effects. Dogs and cats are more prone than birds which are considered

more resistant. Allium species contain disoulfide compounds, which by chewing are

converted to a complex mixture of sulfur-containing organic compounds that are

readily absorbed through the gastrointestinal tract and metabolized into highly reac-

tive oxidizing substances, which will lead to hemolysis. Cooking or baking procedures

of these plants does not reduce their toxicity. The severity of symptoms and the time of

occurrence varies from species to species and relates to both the amount consumed

and the previous processing of the plant. Clinical signs are manifestated by icterus as

a result of haemolysis, depression, tachypnea or dyspnea, tachycardia, ataxia, pale

mucus membranes, presence of hemoglobin and possibly hemosiderin in urine and

Heinz-body anemia. Due to lack of antidote, veterinary intervention is mainly based

on symptomatic treatment.

Page 23: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

22 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

4. ΓΝΨΡΙΖΟΝΣΑ ΚΑΛΤΣΕΡΑ ΣΗ ΝΟΟ ΣΟΤ ΤΠΟΥΛΟΙΟΕΠΙΝΕΥΡΙΔΙΜΟΤ ΣΟ ΚΤΛΟ ΚΑΙ

ΣΗ ΓΑΣΑ

Αντωνόπουλος Μ. 1, αριδομιχελάκης Ε. 2

1 προπτυχιακός φοιτητής, 5ο έτος, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

2 Αναπληρωτής Καθηγητής, Παθολογία Ζώων υντροφιάς, Παθολογική Κλινική, Σμήμα Κτηνιατρικής

Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Ο υποφλοιοεπινεφριδισμός που συχνά αναφέρεται και ως νόσος του Addison

περιγράφηκε για πρώτη φορά στον άνθρωπο από τον Thomas Addison το 1855. Λόγω

της ομοιότητας της με άλλες συχνότερες παθολογικές καταστάσεις η διάγνωσή της

παρουσιάζει δυσκολίες. Είναι σχετικά σπάνιο νόσημα στο σκύλο και ακόμη σπανιότερο

στη γάτα, ωστόσο η σοβαρότητα και η παθοφυσιολογία του χρήζουν ιδιαίτερης

προσοχής. Εμφανίζεται συχνότερα σε νεαρούς θηλυκούς σκύλους. Φαρακτηρίζεται

συνήθως από έλλειψη γλυκοκορτικοειδών και αλατοκορτικοειδών και συχνότερα

οφείλεται σε αυτοάνοση καταστροφή των επινεφριδίων( πρωτογενής

υποφλοιοεπινεφριδισμος). πανιότερα συναντάται ο δευτερογενής

υποφλοιοεπινεφριδισμός που οφείλεται σε μειωμένη έκκριση επινεφριδιοφλοιοτρόπου

ορμόνης (ACTH) από την υπόφυση κυρίως λόγω νεοπλασμάτων ή τραυματισμού. Η

κλινική εικόνα ποικίλλει και τα ασθενή ζώα μπορεί να προσκομισθούν με ήπια

συμπτωματολογία (κατάπτωσης, προοδευτικής απώλειας βάρους) μέχρι και σε

συμπτώματα καταπληξίας ή ακόμα και σε κωματώδη κατάσταση. Αν το ζώο δεν

υποκύψει μπορεί να εμφανίσει μόνιμες βλάβες σε όργανα όπως οι νεφροί και η καρδία

μειώνοντας έτσι το προσδόκιμο όριο ζωής. Σα κυριότερα εργαστηριακά ευρήματα είναι

η υπερκαλιαιμία και η υπονατριαιμία ενώ η οριστική διάγνωση γίνεται με τη δοκιμή

διέγερσης με ACTH. Η θεραπεία της οξείας μορφής βασίζεται κυρίως στην αντιμετώπιση

της αφυδάτωσης και των ηλεκτρολυτικών διαταραχών ενώ σε κάθε περίπτωση

επιβάλλεται η χορήγηση γλυκοκορτικοειδών και αλατοκορτικοειδών εφόρου ζωής. Η

πρόγνωση είναι ευνοϊκή εφόσον γίνει έγκαιρα η διάγνωση και εφαρμοστεί η κατάλληλη

θεραπεία .

►Ενδοκρινολογία Ζ..| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

Page 24: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

23 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

4. TOWARDS A BETTER KNOWLEDGE OF CANINE AND FELINE HYPOADRENOCORTICISM

Antonopoulos M. 1, Saridomichelakis E. 2

1 Undergraduate student, 5th year, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly

2 Associate Professor of Companion Animal Medicine, Clinic of Medicine, Faculty of Veterinary Medicine,

University of Thessaly

Hypoadrenocortism sometimes also called Addison’s disease was first described

by Thomas Addison at 1855. Being able to mimic other more common diseases, the

diagnosis of the disease is a challenge. It is believed to uncommon in dogs and very

rare in cats. Young female dogs are overrepresented. Glucocorticoid and mineralo-

corticoids deficiency typically coexist in this disease. Hypoadrenocortism most of the

times, results from immune-mediated destruction of all adrenocortical layers (primary

adrenocortical failure).Whereas secondary adrenocortical failure due to decreased

secretion of ACTH, is very uncommon and it is mainly caused by pituary gland neo-

plasia or trauma. Dogs and cats suffering from Hypoadrenocortism are associated

with a variety of clinical symptoms and the clinical presentation of affected dogs and

cats may range, from a mildly depression up to in shock or comma. If patient survives

the severe Hypoadrenocrticism, there is a possibility of permanent damage of vital

organs such as kidneys and heart. The most important diagnostic finding is hyperka-

liemia and hyponatriemia and diagnosis is confirmed after ACTH stimulation test. Flu-

ids and correction of electrolyte abnormalities is the most essential part of the treat-

ment in the acute and life-threatening form of the disease. In both the acute and the

chronic form glucocorticoids and/or mineralocorticoids are also administered and

continued for life. The prognosis is usually good if proper treatment is instituted at a

timely fashion.

►Endocrinology.| Review

Page 25: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

24 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Καδριολογία Ζ..| Κλινικό Περιστατικό

5. ΠΑΡΑΜΕΝΨΝ ΑΡΣΗΡΙΑΚΟ ΠΟΡΟ ΣΟ ΚΤΛΟ: ΑΝΑΥΟΡΑ Ε ΈΝΑ ΠΕΡΙΣΑΣΙΚΟ

Μαυρίδης Α.1, Μπιρλής Π.1, Κουτίνας Φ.2

1 Προπτυχιακοί φοιτητές, 4ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Λέκτορας, Μονάδα Παθολογίας, Κλινική Ζώων υντροφιάς, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο

Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Εισαγωγή

Οι συγγενείς καρδιοπάθειες αντιπροσωπεύουν το συχνότερο αίτιο των

καρδιαγγειακών παθήσεων σε σκύλους κάτω του ενός έτους. Η δεύτερη συχνότερη

συγγενής καρδιοπάθεια είναι ο παραμένων αρτηριακός πόρος – ΠΑΠ (Patent ductus

arteriosus – PDA).

Κλινικό περιστατικό

κύλος, Yorkshire terrier, 4,5, ετών, θηλυκός ακέραιος, βάρους 2 κιλών,

προσκομίστηκε στην Κλινική ζώων συντροφιάς με κόπωση, γενικευμένη αδυναμία και

φύσημα που γινόταν αντιληπτό χωρίς την παρουσία στηθοσκοπίου. Κατά την κλινική

εξέταση παρατηρήθηκε ταχύπνοια, χαμηλός πυρετός, συνεχές ολοσυστολικό φύσημα

έκτου βαθμού και καρδιακός ροίζος. Κατά τον εργαστηριακό έλεγχο του αίματος και

των ούρων δεν διαπιστώθηκε κάποιο παθολογικό εύρημα. τα πλάγια και

ραχιοκοιλιακά ακτινογραφήματα παρατηρήθηκαν καρδιομεγαλία, διάταση του

αριστερού κόλπου και διάταση των μεγάλων αγγείων στη βάση της καρδιάς.

Αποτελέσματα

Πραγματοποιήθηκε ηλεκτροκαρδιογράφημα σε πλάγια κατάκλιση όπου

παρατηρήθηκαν υψηλά R επάρματα. Μέσω του υπερηχοκαρδιογραφήματος,

διαπιστώθηκε η ύπαρξη μικρής διαμέτρου παραμένοντος αρτηριακού πόρου,

παλίνδρομη συστολοδιαστολική ροή στην πνευμονική αρτηρία, καθώς και διάταση

των κοιλιών και των κλάδων της πνευμονικής αρτηρίας. Θεραπευτικά αποφασίστηκε η

χειρουργική απολίνωση του πόρου.

Συμπεράσματα

το συγκεκριμένο περιστατικό η διαφυγή που παρατηρήθηκε ήταν

αριστεροδεξιά. Σο συνεχές φύσημα 6ου βαθμού είναι τυπικό κλινικό εύρημα στον ΠΑΠ.

Σα κλινικά ευρήματα ήταν συμβατά με αριστερή καρδιακή ανεπάρκεια. Σα συμπτώματα

εμφανίζονται συνήθως μέχρι και το δεύτερο χρόνο ζωής των ζώων. Η διάταση της

πνευμονικής αρτηρίας και η αριστερή καρδιομεγαλία είναι συχνά ακτινολογικά

ευρήματα στον ΠΑΠ. Κατά το υπερηχοκαρδιογράφημα, η εμφάνιση συνεχούς

συστολοδιαστολικής παλίνδρομης ροής στην πνευμονική αρτηρία είναι ενδεικτική του

ΠΑΠ. Η θεραπεία περιλαμβάνει την χειρουργική επέμβαση με απολίνωση του πόρου, τη

χρήση ενδοαγγειακών συσκευών, ή τη χορήγηση αναστολέων της σύνθεσης

προσταγλανδινών. Ο τελευταίος αυτός τρόπος δεν εφαρμόζεται στους σκύλους.

Page 26: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

25 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Cardiology| Case Report

5. PATENT DUCTUS ARTERIOSUS IN THE DOG: A CASE REPORT

Mavridis A.1, Birlis P.1, Koutinas C.2

1 Undergraduate students, 4th year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Lecturer, Internal Medicine Unit Companion Animal Clinic, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle Uni-

versity of Thessaloniki

Introduction

Congenital heart disease represents the most common cause of cardiovascu-

lar pathology in dogs less than one year. The second most common congenital heart

disease is Patent Ductus Arteriosus – PDA.

Case Report

A 4,5 year-old, intact female, Yorkshire terrier, weighing 2 kg, was submitted in

the Companion Animal Clinic with fatigue, generalized weakness and abnormal

heart sounds that were audible without the presence of a stethoscope. On clinical

examination there was tachypnea, low grade fever, a grade VI continuous holosystol-

ic murmur and a precordial thrill. Complete blood count, biochemistry profile and uri-

nalysis did not record anything abnormal. Lateral and dorsal-ventral thoracic radio-

graphs revealed cardiomegaly, left atrial dilatation and dilatation of major blood ves-

sels.

Results

Tall R-waves were observed in the electrocardiogram, which was performed in

lateral decubitus. Echocardiography revealed the existence of a medium-bore pa-

tent ductus arteriosus as well as dilatation of the ventricles and the branches of the

pulmonary artery. Surgical ligation of the duct was successfully performed.

Conclusions

Left-to-right shunting was present in this case. A continuous sixth grade murmur

is typical in PDA due to systolic and diastolic reflux of blood into the pulmonary artery.

Clinical findings were also representative of left-sided heart failure. It is described that

symptoms usually appear up to and during the second year of life of the animals;

however, in our case the dog was 4.5 years and was virtually asymptomatic. Typical

radiologic findings were also evident. Electrocardiographic abnormalities are usually

variable. Echocardiography, which is the diagnostic method of choice, usually re-

veals a turbulent systolic and diastolic flow inside the pulmonary artery. Treatment for

PDA includes surgery by ligation of the ductus, occlusion by means of an intravascular

device or administration of prostaglandin synthesis inhibitors.

Page 27: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

26 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Παθολογία Ζ..| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

6. ΠΑΡΕΝΣΕΡΙΚΕ ΟΔΟΙ ΦΟΡΗΓΗΗ ΥΑΡΜΑΚΨΝ ΣΟ ΚΤΛΟ ΚΑΙ ΣΗ ΓΑΣΑ.

Η ΑΝΑΖΗΣΗΗ ΣΗ ΨΣΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΚΑΙ ΕΞΟΙΚΙΨΗ ΜΕ ΣΙ ΣΕΦΝΙΚΕ.

Μποϊλέ Δ.1, Πάλλας Ν.2 , Σζιβάρα Α.3

1 Προπτυχιακή φοιτήτρια, 5ο έτος, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

2 Κτηνίατρος, Ελεύθερος Επαγγελματίας, Κτηνιατρικό Κέντρο Cura Animalis, Π. Υάληρο

3 Διδάκτωρ, Παθολογική Κλινική, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Η επιλογή της κατάλληλης οδού χορήγησης ενός φαρμάκου ενέχει δυσκολίες για

τον κλινικό κτηνίατρο. Εξαρτάται από πληθώρα παραμέτρων σχετιζόμενες με το ίδιο το

φάρμακο (ερεθιστικότητα, ταχύτητα απορρόφησής ή/και απομάκρυνσής του), την

ανάγκη παράκαμψης του ηπατικού μεταβολισμού, τη φύση της πάθησης και τέλος τον

ίδιο τον ασθενή.

Η παρεντερική οδός χορήγησης εφαρμόζεται σε μη συνεργάσιμους ασθενείς, σε

ασθενείς στους οποίους δεν ενδείκνυται η πεπτική οδός (ζώα που εμφανίζουν εμέτους,

διάρροιες, απώλεια συνείδησης) και σε επείγουσες καταστάσεις.

Σα πλεονεκτήματα της παρεντερικής οδού χορήγησης σχετίζονται με την

παράκαμψη του πεπτικού σωλήνα. υνεπώς, επιτυγχάνεται αυξημένη απορρόφηση της

δραστικής μορφής του φαρμάκου, ταχύτερη και πιο προβλέψιμη βιοδιαθεσιμότητα του,

ενώ δεν μειώνεται η δραστικότητά του λόγω της τροφής ή των πεπτικών ενζύμων.

Επιπλέον, αποφεύγεται ο γαστρικός ερεθισμός και παρακάμπτονται τα ηπατικά ένζυμα.

την κλινική πράξη εφαρμόζεται συνηθέστερα η ενδομυϊκή χορήγηση στον

τετρακέφαλο μηριαίο, στον τρικέφαλο βραχιόνιο, στον ημιυμενώδη μυ ή στην ενιαία

μάζα. Η ενδοφλέβια έγχυση πραγματοποιείται κυρίως στην κεφαλική, στη σφαγίτιδα ή

στην έξω σαφηνή φλέβα. Για την υποδόρια έγχυση επιλέγεται το πλάγιο θωρακικό ή

κοιλιακό τοίχωμα. Η χορήγηση δια της εισπνοής επιτυγχάνεται με τη χρήση

τραχειοσωλήνα, προσωπίδας, ειδικού κλωβού, εισπνευστήρα, εκνεφωτών ή με τη

μέθοδο «flow by». Η διαδερμική συστηματική χορήγηση εφαρμόζεται κυρίως για

επίτευξη αναλγησίας ή αποπαρασισμού, ενώ η ενδορρινική ενστάλαξη, σε

εμβολιασμούς ή ως τοπική χορήγηση σε αναπνευστικές παθήσεις.

πανιότερα εφαρμόζονται και άλλες οδοί χορήγησης, όπως η ενδοαρτηριακή και η

ενδοπεριτοναϊκή. Η πρώτη επιτυγχάνεται με τον καθετηριασμό της μηριαίας ή της

ραχιαίας αρτηρίας του ποδός. Η δεύτερη χρησιμοποιείται σε αποτυχία χρήσης των

άλλων. Η ενδοδερμική έγχυση αποτελεί διαγνωστικό εργαλείο των αλλεργιών. Η

επισκληρίδια, και δευτερευόντως η υπαραχνοειδής έγχυση, χρησιμοποιούνται για

χορήγηση ουσιών και εξασφάλιση τοπικής αναισθησίας. Σέλος, η ενδοστική χορήγηση

εφαρμόζεται συνηθέστερα κατά την εντατική θεραπεία, ενώ εξίσου σημαντικές είναι η

ενδοκαρδιακή και η ενδοτραχειακή για την επείγουσα αντιμετώπιση του καρδιακού

θανάτου.

Page 28: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

27 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Internal Medicine | Review

6. THE PARENTERAL ROUTES OF DRUG ADMINISTRATION IN DOGS AND CATS.

THE PERSUIT FOR THE RIGHT CHOICE AND ACQUAINTANCE WITH THE TECHNIQES.

Boile D.1, Pallas N.2, Tzivara A.3

1 undergraduate student, 5th year, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly

2 DVM, Private Practicioner, Cura Animalis Vet Clinic, P. Faliro

3 DVM, PhD, Teaching Staff Member, Department of Medicine, Faculty of Veterinary Medicine, University

of Thessaly

The choice of the proper drug administration route has difficulties for the vet practitioner as it

depends on many parameters that relate to the drug (irritation, speed of absorption or/and

removal), the need for by-pass the hepatic metabolism, the nature of the disease and finally

the patient.

The parenteral routes of administration are being used in non-cooperative patients, in pa-

tients to whom the enteral routes of administration is contraindicated (animals with vomit or

diarrhea, unconscious patients) and on emergency situations.

The benefits of parenteral routes of drug administration bear on the bypass of gastrointes-

tinal tract. Thus, the absorption of the active ingredient of the drug is increased, the bioavaila-

bility of the drug is faster and more predictable, its potency due to the presence of food or the

gastric enzymes is not decreased. Moreover, there is no gastric irritation and the hepatic en-

zymes are bypassed.

In the clinical practice, the administration routes that are being used more often are the

intramuscular administration at the femur quadriceps muscle, the humerus triceps muscle, the

semimembranosus muscle, and the dorsal lumbar muscle, the intravenous administration at

the cephalic vein, the jugular vein or the lateral saphenous vein and also the subcutaneous

administration at the thoracic and abdominal wall. Then, there is inhalation that requires the

use of an endotracheal tube, a mask, an induction chamber, an aero chamber, a nebulizer,

or the “flow-by” method. The transdermal systematic administration is being used to achieve

pain relief or for parasite-preventive program, while the intranasal instillation is used at vac-

cinations or in respiratory diseases.

Σhe intra-arterial and the intraperitoneal route of administration are applied rarely. The

intra-arterial is used by the catheterization of femoral artery or the dorsal pedis artery while the

intraperitoneal is mainly used when the other routes of administration cannot be used. The in-

tradermal administration is used as a diagnostic tool for allergies. The epidural drug administra-

tion, and secondarily the subarachnoid administration, is being chosen to achieve topical an-

esthesia and drug administration. Finally, at the emergency therapy the intraosseous admin-

istration is preferred while the same important are the intracardiac and endotracheal admin-

istration for the emergency treatment of cardiac arrest.

Page 29: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

28 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Γαστρεντερολογία Ζ..| Αναδρομική Μελέτη

7. ΟΞΕΙΑ ΠΑΓΚΡΕΑΣΙΣΙΔΑ: ΑΝΑΔΡΟΜΙΚΗ ΜΕΛΕΣΗ Ε ΠΕΡΙΣΑΣΙΚΑ ΚΤΛΨΝ ΣΗ

ΚΣΗΝΙΑΣΡΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ ΣΟΤ Α.Π.Θ.

Γινάργυρος Ε.1, Πρωτογεράκης Ι.1, Υόντας Κ.1, Παρδάλη Δ.2

1 Προπτυχιακοί φοιτητές, 4ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Επιστημονικός υνεργάτης, Μονάδα Γενικής Παθολογίας και Προπαιδευτικής, Διαγνωστικό Εργαστήριο,

Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Η εργασία αυτή στηρίζεται σε μια αναδρομική μελέτη διάφορων περιστατικών

επιβεβαιωμένων για οξεία παγκρεατίτιδα από το 2008 μέχρι το 2011 στις κλινικές της

Κτηνιατρικής σχολής του Α.Π.Θ. τοχεύει στη σύγκριση ευρημάτων από το ιστορικό και

τις διάφορες εξετάσεις, που έγιναν στανοσούντα ζώα, με τα αντίστοιχα δεδομένα της

βιβλιογραφίας. Η νόσος προκαλείται από οξεία φλεγμονή του παγκρέατος, χωρίς να

έχει εξακριβωθεί πλήρως ο αιτιολογικός της παράγοντας. Σο πιθανότερο είναι να

προκαλείται από μαζική ενεργοποίηση των παγκρεατικών ενζύμων, τα οποία

υδρολύουν και το ίδιο το πάγκρεας. Πιστεύεται ότι η νόσος δεν είναι σπάνια στους

σκύλους και παρουσιάζει ένα μεγάλο εύρος κλινικών συμπτωμάτων, όπως ανορεξία,

(αποφρακτικό) ίκτερο, πυρετό και εντοπισμένο κοιλιακό άλγος, χωρίς κάποιο από αυτά

να είναι παθογνωμονικό της νόσου. Για τη διαγνωστική προσέγγιση της οξείας

παγκρεατίτιδας, γίνονται κυρίως αιματολογικές και βιοχημικές εξετάσεις χωρίς να

αποτελούν ειδικές για τη νόσο. Σο πλέον αξιόπιστο, μη επεμβατικό διγνωστικό μέσο, τη

οξείας παγκρεατίτιδας είναι η εκτίμηση του αποτελέσματος του PLItest, όπου μετράται η

συγκέντρωση του ενζύμου παγκρεατική λιπάση. Οι απεικονιστικές τεχνικές θεωρούνται

επίσης χρήσιμες, ενώ η επιβεβαίωση της διάγνωσης γίνεται με λήψη βιοψιών από το

πάγκρεας και ιστοπαθολογική εξέταση. Θα πρέπει να διαφοροποιείται από ένα μεγάλο

αριθμό οξέων συνδρόμων, όπως συνηθέστερα η οξεία γαστρεντερίτιδα. Η θεραπευτική

προσέγγιση είναι ιδιαίτερα δύσκολη, γιατί θα πρέπει να περιλαμβάνει την εξάλειψη όλων

των προδιαθέτοντων και αιτιολογικών παραγόντων.Επίσης, θα πρέπει να αποσκοπεί

στην αποκατάσταση των ηλεκτρολυτικών διαταραχών, στη μείωση της εκκριτικής

δραστηριότητας του παγκρέατος και στην αντιμετώπιση των επιπλοκών της νόσου. Η

πρόγνωση της οξείας παγκρεατίτιδας είναι επιφυλακτική, ωστόσο έγκαιρη και σωστή

θεραπευτική αντιμετώπιση (εφόσον δεν υπάρχουν σοβαρές επιπλοκές) αυξάνουν

σημαντικά τα ποσοστά επιβίωσης.

Page 30: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

29 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Gastroenterology| Retrospective Study

7. ACUTE PANGREATITIS: RETROSPECTIVE STUDY OFDOG INCIDENTS AT THE VETERINARY

CLINIC OF A.U.TH.

Ginargiros E. 1, Protogerakis I.1, Fontas K.1, Pardali D.2

1 Undergraduate students, 4rth year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Teaching staff member, Diagnostic laboratory, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of

Thessaloniki

This project is based on a retrospective study of several incidents with con-

firmed acute pancreatitis from 2008 to 2011 at the veterinary clinic of Aristotle Universi-

ty of Thessaloniki. The main focus is the comparison of findings from the medical back-

ground and the several exams, which were carried out at the sick animals, and the

respectively data of medical references. This disease is caused by acute inflammation

of the pancreas, with the causative factor not verified yet. Most probably, it is caused

by a massive activation of the pancreatic enzymes, which hydrolyte the pancreas it-

self. It is believed to be common between dogs and it presents a large range of clini-

cal symptoms, such as anorexia, icterus, fever and localized abdominal pain, with

none of them being listed as indicative for the disease. For the diagnostic approach,

blood and biochemical exams are carried out mainly, despite not being indicative for

the disease. The examination of pancreatic lipace (PLI tests) has the greatest diagnos-

tic value. Finally x-rays or ultrasound are believed to be very helpful. It must be differ-

entiated from a vast number of acute syndromes, such as the acute gastroenteritis.

The cure is very difficult, because it should include the elimination of all the prepos-

sessing and the causative factors. Generally, the cure should aim at the restoration of

the electrolytic disturbances, the reduction of the secretory activity of pancreas and

the confrontation of the complications of the disease. The prognosis is often cautious,

yet timely fashion treatment and absence of complications may raise the survival

rates.

Page 31: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

30 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Διατροφή| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

8. ΕΝΑΛΛΑΚΣΙΚΕ ΛΤΕΙ ΣΗ ΔΙΑΣΡΟΥΗ ΣΟΤ ΚΤΛΟΤ: ΨΜΟΥΑΓΙΚΗ ΔΙΑΣΡΟΥΗ (B.A.R.F.

diet) ΚΑΙ ΔΙΑΣΡΟΥΗ ΟΙΚΙΑΚΗ ΠΡΟΕΛΕΤΗ (Home-prepared diet)

Μουτσιάκη Υ.1, Λιάτης Θ.1, Φρηστάκη-αρικάκη Ε.2

1 Προπτυχιακοί φοιτητές, 4ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Αναπληρώτρια καθηγήτρια, Εργαστήριο Διατροφής, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο

Θεσσαλονίκης

Σο μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού των ιδιοκτητών σκύλων αναζητούν ένα

ισορροπημένο τρόπο διατροφής για το κατοικίδιό τους. Σα τελευταία χρόνια ,ωστόσο η

ανησυχία και η αμφιβολία για ανεπάρκεια του συμβατικού τρόπου διατροφής των

σκύλων, καθώς και η αναζήτηση κάποιων ιδιοκτητών για διατροφή που προσεγγίζει

περισσότερο τη φύση του σκύλου ως σαρκοφάγο, έχουν στρέψει την προσοχή σε όχι

και τόσο συνηθισμένους τρόπους διατροφής.

Διάφορες μελέτες αναφέρουν την ωμοφαγική, ως εναλλακτικό τρόπο

διατροφής του σκύλου, η οποία εκτός από ωμό κρέας και οστά περιλαμβάνει και ωμά

λαχανικά και χρησιμοποιείται ως αποκλειστική. Ως κύριο πλεονέκτημά της θεωρείται η

αποφυγή πρόσληψης ορισμένων ουσιών που περιλαμβάνονται στις συμβατικές

τροφές. Από την άλλη πλευρά, οι επιφυλάξεις που έχουν εκφραστεί σχετικά με τις ωμές

τροφές αφορούν κατά κύριο λόγο σε δύο κατηγορίες: θέματα θρεπτικής επάρκειας

αλλά και ασφάλειας της ωμοφαγικής διατροφής συμπεριλαμβανομένης της δημόσιας

υγείας.

Επιπλέον, ως εναλλακτική λύση διατροφής θεωρείται και η διατροφή οικιακής

προέλευσης, η οποία περιλαμβάνει τόσο πλήρη μερίδα μαγειρεμένης τροφής που

προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση, αλλά χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τη

διατροφή του σκύλου ως πρόσθετο μέλος της οικογένειας, όσο και υπολείμματα

ανθρώπινης διατροφής που καταλήγουν στο σκύλο. Όσον αφορά εκείνη που

προορίζεται αποκλειστικά για τη διατροφή του σκύλου, ενδείκνυται ορισμένες φορές

στα πλαίσια θεραπευτικής αντιμετώπισης διάφορων ασθενειών, αλλά απαιτεί χρόνο και

ιδιαίτερη γνώση από τον ιδιοκτήτη για την παρασκευή της. Η συγκεκριμένη μορφή

διατροφής χρησιμοποιείται από πολλούς ιδιοκτήτες, ιδιαίτερα στην επαρχία, και

μάλιστα η χρήση της εντείνεται σε περιόδους οικονομικής κρίσης.

Τπάρχουν μεγάλες διαφωνίες από ειδικούς σχετικά με το αν οι παραπάνω

εναλλακτικές λύσεις πληρούν τις προϋποθέσεις για ισορροπημένη διατροφή του

σκύλου μιας και οι μελέτες που έχουν γίνει δεν είναι αρκετές. Πλεονεκτήματα και

μειονεκτήματα των εναλλακτικών λύσεων υπάρχουν πολλά, το σίγουρο όμως είναι ότι

θέλει μελέτη για να καταλήξουμε σε θέματα που αφορούν σε μια ισορροπημένη

διατροφή.

Page 32: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

31 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Animal Nutrition| Review

8. ALTERNATIVE DIETS OF DOG: BONES AND RAW FOOD DIET (B.A.R.F.) AND HOME-

PREPARED DIET

Moutsiaki F.1, Liatis T.1, Christaki- Sarikaki E.2

1 Undergraduate Students, 4th year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Associate Professor, Laboratory of Animal Nutrition, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of

Thessaloniki

The majority of the population of dog owners looking for a balanced diet for

their pet. In recent years, there are worries and doubts over the adequacy of conven-

tional diets of dogs, and many owners searching for a diet closer to the nature of the

dog as a carnivore animal. As a result, the attention has turned to alternative diets.

Various studies indicate raw food, as an alternative way of dog food, which in

addition to raw meat and bones include raw vegetables as well and used as exclu-

sive diet. The main advantage of this kind of diet is the avoidance of intake of certain

substances contained in conventional foods. On the other hand, doubts have been

expressed about raw food relate primarily two categories: issues of nutritional ade-

quacy and safety of the raw food diet including public health.

Furthermore, another alternative diet consider to be homemade diet, which

includes both full serving cooked food intended for human consumption, but is used

solely for feeding the dog as an additional member of the family, and human food

residues that result in the dog. Regarding those intended solely for feeding the dog,

sometimes it is appropriate for the medical treatment of various diseases, but requires

time and special knowledge of the owner for its preparation. This type of diet used by

many owners, especially in the province, and indeed the use of intensified during the

economic crisis.

In conclusion, there are large disagreements between experts about whether

these alternative diets are suitable for a balanced diet of a dog but the studies that

have been reported are not enough. There are many advantages and disad-

vantages of alternative diets, but it is certain that there must be a lot of study to end

up to a certain conclusion.

Page 33: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

32 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Παθολογία Ζ.. | Αναδρομική Μελέτη

9. ΔΙΕΡΕΤΝΗΗ ΣΗ ΤΓΚΕΝΣΡΨΗ ΣΟΤ ΙΝΨΔΟΓΟΝΟΤ Ε ΤΝΗΘΗ ΝΟΗΜΑΣΑ ΣΟΤ

ΚΤΛΟΤ

Λέτσιος Μ.1 , Πετανίδης Θ.2, Αθανασίου Λ.2

1 Προπτυχιακός φοιτητής,40 έτος,Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

2 Λέκτορας, Παθολογική Κλινική, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Σο ινωδογόνο είναι μια γλυκοπρωτεϊνη η οποία διαδραματίζει κύριο ρόλο στην πήξη

του αίματος και αποτελεί μη ειδικό δείκτη της φλεγμονής.

κοπός της μελέτης είναι η εύρεση παθολογικών καταστάσεων κατά τις οποίες

παρατηρείται υπερινωδογοναιμία. υνολικά εξετάστηκαν 161 σκύλοι οι οποίοι

προσκομίσθηκαν για διάφορους λόγους στην παθολογική κλινική μετά από γραπτή

συγκατάθεση των ιδιοκτητών τους. Για τον προσδιορισμό του ινωδογόνου

χρησιμοποιήθηκε η τεχνική Clauss με τη χρήση του αναλυτή MC1 Plus.

Από τους 161 σκύλους οι 43 παρουσίασαν υπερινωδογοναιμία. Η πλειονότητα των

σκύλων αυτών αφορούσε ελληνικούς ιχνηλάτες (12/43, 27.9 % ) και σκύλους

ακαθόριστης φυλής (10/43, 23.3 % ) ενώ τα 17 ( 39.5 % ) ήταν αρσενικού γένους και οι

υπόλοιπα 26 (60.5 % )θηλυκού. Η ηλικία τους κυμαίνονταν μεταξύ 1 και 12 ετών. Οι

παθολογικές καταστάσεις στις οποίες διαπιστώθηκε υπερινωδογοναιμία ήταν η

λεϊσμανίωση (22 σκύλοι), εντοπισμένες βακτηριακές λοιμώξεις οργάνων όπως

κυστίτιδα, πυομήτρα, δισκοσπονδυλίτιδα και περιτονίτιδα (8 σκύλοι ) , η ερλιχίωση, η

διροφιλαρίωση από D. Immitis (4 σκύκλοι ), αυτοάνοσα νοσήματα όπως η φυλλώδης

πέμφιγα και η αυτοάνοση αιμολυτική αναιμία(3 σκύλοι), η χρόνια ηπατική νόσος (2

σκύλοι), νεοπλασίες (2 σκύλοι ) και ο πυρετός άγνωστης αιτιολογίας (1 σκύλος). Η

διάγνωση των παραπάνω νοσημάτων στηρίχθηκε στο ιστορικό των ζώων, στην

κλινική εξέταση, στις απεικονιστικές εξετάσεις και επιβεβαιώθηκε με ειδικές κατά

περίπτωση εργαστηριακές εξετάσεις.

Η παρούσα μελέτη αποτελεί ένα πρώτο βήμα για τη διερεύνηση της διαγνωστικής

αξίας του ινωδογόνου σε νοσήματα του σκύλου με επόμενο στόχο μας την αξιολόγηση

του ινωδογόνου ως δείκτη πρόγνωσης στα νοσήματα αυτά.

Page 34: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

33 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Internal Medicine | Retrospective Study

9. INVESTIGATING THE CONCENTRATION OF FIBRINOGEN IN USUAL CANINE DISEASES

Letsios M.1, Petanidis T.2, Athanasiou L.2

1 Undergraduate student,4th year, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly

2 Lecturer, Clinic of Medicine, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly

Fibrinogen is a glycoprotein that plays a key role in blood clotting and is also a non-

specific indicator of inflammation.

The aim of this study is to find pathological situations where hyperfibrinogenemia

exists. A total of 161 dogs presented in the Clinic of Medicine for various complaints

were included in the study after receiving written consent from their owners. For deter-

mination of fibrinogen concentration, the Clauss method was employed in the MC1

analyzer.

43 to 161 dogs presented hyperfibrinogenemia. The majority of these dogs were

Greek hounds (12/43; 27.9%), followed by mongrels (10/43; 23.3%); 17 (39.5%) were

males and 26 (60.5%) were non-pregnant females, and their age ranged from 1 to 12

years (median: 5.75 years). The final diagnoses of these dogs included leishmaniosis

(22 dogs), organ-specific bacterial infections such as cystitis, pyometra, discospondyli-

tis, and peritonitis (8 dogs), monocytic ehrlichiosis (4 dogs), dirofilariosis due to D. im-

mitis (4 dogs), autoimmune diseases such as pemphigus foliaceous and autoimmune-

mediated hemolytic anemia (3 dogs), chronic liver disease (2 dogs), neoplasia (2

dogs) and fever of unknown origin (one dog). The final diagnoses were established

based on history, physical examination, laboratory examinations and imaging meth-

ods that were considered appropriate based on the attending clinician’s discretion.

This study is a first step to investigate the diagnostic value of fibrinogen in canine

diseases. Our next goal is to evaluate fibrinogen as a prognostic factor of these dis-

eases.

Page 35: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

34 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Παρασιτολογία | Κλινικό Περιστατικό

10. OI ΠΑΡΑΙΣΨΕΙ ΣΟY ΓΕΝΕΙΟΥΟΡΟΤ ΔΡΑΚΟΤ (POGONA VITTICEPS) ΚΑΙ ΠΕΡΙΓΡΑΥΗ

ΕΝΟ ΠΕΡΙΣΑΣΙΚΟΤ

Βάγιας Μ.1, Διάκου Α.2

1 Προπτυχιακός Υοιτητής, 3ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Επίκουρη Καθηγήτρια, Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική χολή,

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Ο γενειοφόρος δράκος (Pogona vitticeps) είναι ερπετό με χώρα καταγωγής την

Αυστραλία, το οποίο κατά τα τελευταία χρόνια, απέκτησε διεθνώς σημαντική θέση

ανάμεσα στα κατοικίδια ερπετά.

την εργασία αυτή, παρουσιάζονται τα συχνότερα παράσιτα του γενειοφόρου

δράκου, με αφορμή ένα περιστατικό παρασίτωσης από νηματώδη. Πρόκειται για ένα

αρσενικό γενειοφόρο δράκο, ηλικίας 6 ετών, στον οποίο βρέθηκε μεγάλος αριθμός

αυγών νηματωδών παρασίτων της τάξης Oxiurida, κατά την προληπτική

παρασιτολογική εξέταση που έγινε σε δείγμα κοπράνων του. τη διεθνή βιβλιογραφία,

τα παράσιτα που αναφέρεται ότι προσβάλουν το γενειοφόρο δράκο είναι πρωτόζωα

(Isospora amphiboluri, Eimeria pogοnae, Cryptosporidium spp., Entamoeba invadens

και είδη μαστιγοφόρων), νηματώδη (Oxyurida, πιθανώς το Pharyngodon sp.), κεστώδη

(Anoplocephalidae, Oochoristica sp.), Pentastomida (Porocephalus sp.), ακάρεα

(Ophionyssus natricis) και κρότωνες (Amblyomma sp., Hyalomma sp.). Σα

ενδοπαράσιτα (εκτός από τα Pentastomida) αναπτύσσονται στο γαστρεντερικό

σωλήνα του ζώου και προκαλούν ανορεξία, απώλεια βάρους, αφυδάτωση, αδυναμία,

ληθαργικότητα και διάρροια που ορσιμένες φορές είναι αιμορραγική. Σα εξωπαράσιτα

απαντώνται συχνότερα κάτω από τις φολίδες στις δερματικές πτυχές του λαιμού, κοντά

στα μάτια και την τυμπανική μεμβράνη και μυζούν αίμα από το μολυσμένο ζώο.

Η θεραπεία των παρασιτώσεων του γενειοφόρου δράκου περιλαμβάνει τη

χορήγηση αντιπαρασιτικών φαρμάκων καθώς και συστηματικό καθαρισμό του

περιβάλλοντος διαβίωσης (terrarium) του ζώου. Ειδικότερα, η θεραπεία του ζώου στο

συγκεκριμένο περιστατικό έγινε με τη χορήγηση fenbendazole (Panacur®) και

συνδυάστηκε με προσεκτικό καθαρισμό του terrarium και όσων αντικειμένων στο

εσωτερικό του μπορούσαν να καθαριστούν, ενώ τα υπόλοιπα αντικαταστάθηκαν με

καινούρια. Όταν, μετά το πέρας της θεραπείας, επαναλήφθηκε η παρασιτολογική

εξέταση των κοπράνων, δεν βρέθηκαν αυγά του παρασίτου. Έκτοτε, το ζώο εξετάζεται

προληπτικά, σε τακτά χρονικά διαστήματα, ώστε να του χορηγείται, έγκαιρα, η

κατάλληλη αντιπαρασιτική αγωγή.

Page 36: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

35 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Parasitology | Case Report

10. PARASITOSIS IN BEARDED DRAGON (POGONA VITTICEPS) AND A CASE REPORT

Vagias M.1, Diakou A.2

1 Undergratuate Student, 3rd year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Assistant Professor, Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, Faculty of Veterinary Medicine,

Aristotle University of Thessaloniki

The bearded dragon (Pogona vitticeps) is a reptile that originates from Austral-

ia and over the last years has gained an important place among the domestic rep-

tiles.

This review, presents the most common parasites found in bearded dragon on

the occasion of a case of nematode infestation. This case is a 6 years old male

bearded dragon, in which a large number of Oxyurid eggs was found, in routine par-

asitological examination of feces. In the international literature, the parasites reported

in the bearded dragon are protozoa (Isospora amphiboluri, Eimeria pogonae, Cryp-

tosporidium spp., Entamoeba invadens and flagellate species), Nematoda (Oxyurida,

probably Pharyngodon sp.), Cestoda (Anoplocephalidae, Oochoristica sp.), Pen-

tastomida (Porocephalus sp.), mites (Ophionyssus natricis) and ticks (Amblyomma sp.,

Hyalomma sp.). The endoparasites (except Pentastomida) are located in the gastro-

intestinal tract of the animal and cause anorexia, weight loss, dehydration, weakness,

lethargy and diarrhea, which is occasionally hemorrhagic. Ectoparasites are frequent-

ly encountered beneath the scales under the folds of the neck, near the eyes and

the tympanic membrane and suck blood from the infected animal.

Treatment of these infestations includes antiparasitic drugs and regular clean-

ing of the cage environment (terrarium). Especially, in the present case of nematodes

infestation, treatment included a combination of fenbendazole (Panacur ®) and

careful cleaning of the terrarium. The decoration objects of terrarium were purified,

and some were replaced with new ones. After the treatment was complete, the par-

asitological examination of feces was repeated and found negative. Since then, the

animal is routinely examined at regular intervals, in order to be treated appropriately

when necessary.

Page 37: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

36 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Κτηνιατρική Άγριων Ζώων | Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

11. Η ΑΚΟΗ ΚΑΙ Ο ΗΦΟΕΝΣΟΠΙΜΟ ΣΑ ΚΗΣΨΔΗ

Καρακατσάνη Α.-Φ.1, Καραϊωσήφ Ρ.1, Κομνηνού Α.2

1 Προπτυχιακή φοιτήτρια, 5ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Αν. καθηγήτρια, Μονάδα Εξωτικών και Αγριων Ζώων, Κλινική Ζώων υντροφιάς, Κτηνιατρική χολή,

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Η ακουστική παίζει σημαντικό ρόλο στη ζωή των κητωδών (φάλαινες και

δελφίνια), αφού τους επιτρέπει να επικοινωνούν, να προσανατολίζονται, να

προστατεύονται από τους κινδύνους, αλλά και να εντοπίζουν την τροφή τους μέσω

ενός ιδιαίτερα εξελιγμένου συστήματος ηχοεντοπισμού. Ως «ηχοεντόπιση» ορίζεται η

χρήση κυμάτων ήχου που εκπέμπονται από ένα ζώο, με σκοπό τον υπολογισμό της

τοποθεσίας, της απόστασης και της κατεύθυνσης ενός αντικειμένου.

Σα κητώδη εξελίχθηκαν από τα θηλαστικά της στεριάς. Διακρίνονται στα

οδοντοκήτη και στα μπαλενοφόρα. το πέρασμα των αιώνων έχασαν πολλά από τα

χαρακτηριστικά αυτών των ζώων, ενώ απέκτησαν καινούρια, που τους βοήθησαν να

προσαρμοστούν στη ζωή στο νερό. Αξιοσημείωτες είναι οι αλλαγές στο σύστημα της

ακοής. Αν και μερικά ανατομικά χαρακτηριστικά του αφτιού των χερσαίων θηλαστικών

έχουν παραμείνει, κάποια από αυτά έχουν χάσει την αρχική λειτουργία τους, όπως η

τυμπανική μεμβράνη. Άλλα, όπως η σφύρα, έχουν μετασχηματιστεί τόσο, ώστε η

μορφολογία τους να θυμίζει ελάχιστα αυτή των προγόνων τους. Επιπλέον, στοιχεία τα

οποία προηγουμένως δεν σχετίζονταν με την ακοή, όπως η κάτω γνάθος, πλέον

παίζουν σπουδαίο ρόλο στη μετάδοση του ήχου.

Σα οδοντοκήτη εκπέμπουν μία ποικιλία διαφορετικού τύπου σημάτων,

χρησιμοποιώντας ένα φάσμα συχνοτήτων 15 Ηz -100 kΗz. Οι επιστήμονες θεωρούν

πως οι πιο πιθανές περιοχές παραγωγής ήχου είναι ο λάρυγγας και το σύστημα των

ρινικών κοιλοτήτων. Ένα ξεχωριστό όργανο που συμβάλει στη μετάδοση των ηχητικών

κυμάτων είναι το «πεπόνι», το οποίο βρίσκεται στο πρόσθιο μέρος της κεφαλής.

Σο σύστημα ηχοεντοπισμού των κητωδών είναι ουσιαστικά ένα «βιολογικό σόναρ» και

μπορεί να επηρεασθεί από τα σόναρ που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι στις διάφορες

υποβρύχιες δραστηριότητές τους. Διάφορες παθολογικές καταστάσεις των κητωδών

σχετίζονται με ανθρωπογενή υποβρύχια ηχορύπανση, με συχνή κατάληξη τους

ομαδικούς εκβρασμούς.

Έρευνες διεξάγονται παγκοσμίως για την καλύτερη κατανόηση της λειτουργίας

του συστήματος ακοής και ηχοεντοπισμού των θηλαστικών αυτών, γεγονός που θα

συμβάλλει καθοριστικά στην βελτίωση της νομοθεσίας καθώς επίσης και στην εξέλιξη

των επιστημονικών προγραμμάτων και μεθόδων που αφορούν την προστασία και

επιβίωση τους.

Page 38: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

37 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Wildlife Medicine | Review

11. HEARING AND ECHOLOCATION IN CETACEANS

Karakatsani A.-C.1, Karaiosif R.1, Komnenou Α.2

1 Undergraduate student, 5th year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Associate professor, Exotic and Wildlife Medicine Unit, Companion Animal Clinic, Faculty of Veterinary

Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

Acoustics play a very important role in cetaceans’ lives, as they acquire the

ability for communication, orientation and protection through a remarkably ad-

vanced echolocation system. «Echolocation» is the usage of sounds produced by the

animal itself to perceive location, distance and direction of an object or a prey in their

habitat.

Whales and dolphins evolved from terrestrial animals. Through the ages, they

lost many of their previous characteristics while gained some new, which helped them

adjust to underwater life. The changes of the auditory system are noticeable. Even

though many of the terrestrial animals’ ear structures have remained, some of them

have lost their primal function, such as the tympanic membrane, while the morpholo-

gy of others, like the malleus, has been utterly modified. Furthermore, structures which

were never related to hearing, like the lower jaw, now are a crucial part of the audito-

ry system.

The odontocetes emit a variety of different signals using a wide frequency

spectrum ranging from about 15 Hz to over 100 kHz. The two most popular proposed

sites for the sound production mechanism are the larynx and the nasal sac system,

while the propagation of the sound beam is modulated by an extraordinary fatty or-

gan of the cetaceans known as the “melon”.

The echolocation system is the same as a biosonar. Thus, this system could be

affected by sonars that humans use during underwater insonification. The anthropo-

genic underwater noise pollution is related to various pathological situations which

may result in mass strandings.

Many researches are being conducted worldwide in order to thoroughly under-

stand the overall auditory and echolocation system of these mammals. This will effec-

tively contribute to the improvement of the legislation and the projects involved to

their protection.

Page 39: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

38 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Κτηνιατρική Άγριων Ζώων | Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

12. «ΓΝΨΡΙZONTA ΣΗΝ ΚΑΥΕ ΑΡΚΟΤΔΑ (Ursus arctus)»

Καμενάκη Ε.1, Βαμβακερού Μ.1, Κομνηνού Α.2

1 Προπτυχιακές φοιτήτριες, 5ο έτος,Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

3 Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Μονάδα Φειρουργικής και Μαιευτικής Ζώων υντροφιάς, Κτηνιατρική χολή,

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Αντικείμενο μελέτης αυτής της εργασίας αποτελεί το ζωικό είδος της καφέ αρκούδας

(Ursus arctus). Αρχικά παρουσιάζονται τα διάφορα είδη της αρκούδας, τα οποία έχουν

επιβιώσει έως και σήμερα. Παράλληλα, γίνεται αναφορά στην ταξινόμηση του ζωικού

είδους καθώς και στην εξέλιξη και εξάπλωση του πληθυσμού του στην Ελλάδα και τον

κόσμο. τη συνέχεια περιγράφονται μερικά κύρια μορφολογικά χαρακτηριστικά της

καφέ αρκούδας, οι ιδιαίτερες διατροφικές της συνήθειες και η συμπεριφορά της.

Ακολούθως γίνεται μνεία στον αναπαραγωγικό βίου του είδους, με έμφαση στον

«χειμέριο ύπνο», μια θεμέλια περίοδο για την επιβίωσή του. Κατόπιν, παρουσιάζονται

μερικές από τις πιο συχνές παθολογικές καταστάσεις που έχουν παρατηρηθεί σε καφέ

αρκούδες όπως είναι διάφορα λοιμώδη και παρασιτικά νοσήματα αλλά και μερικά

οδοντικά, μυοσκελετικά και δερματολογικά προβλήματα. Η ανάλυσή τους στοχεύει

στην κατανόηση της αιτιολογίας τους, του τρόπου εκδήλωσής τους και της

ορθότερης μεθοδολογίας για την αντιμετώπισή τους. Επιπρόσθετα, αν και είναι

εξαιρετικά σπάνιο να συμβεί μετάδοση ασθένειας από αρκούδα σε άνθρωπο, κρίθηκε

σκόπιμο να γίνει μια αναφορά στις ζωοανθρωπονόσους που σχετίζονται με το είδος.

Οι κυριότερες απειλές όμως που εγκυμονούν κίνδυνους για την επιβίωση της

αρκούδας, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, είναι ηθελημένη θανάτωση και τα τροχαία

ατυχήματα. Σέλος, στην προστασία της καφέ αρκούδας παγκόσμια, συμβάλλουν

σημαντικά οι δράσεις διαφόρων ΜΚΟ. Ο ΑΡΚΣΟΤΡΟ και η ΚΑΛΛΙΣΩ αποτελούν τις

δυο ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στον ελλαδικό χώρο. τις δράσεις μάλιστα του

ΑΡΚΣΟΤΡΟΤ, είχαμε την ευκαιρία να συμμετέχουμε ενεργά στα πλαίσια της σφαιρικής

κατανόησης του είδους για την εκπόνηση της εργασίας.

Page 40: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

39 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Wildlife Medicine | Review

12. “BECOMING ACQUAINTED WITH THE BROWN BEAR (Ursus arctus)”

Kamenaki E.1, Vamvakerou M.1, Komnenou A. 2

1 Undergraduate students, 5th year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Associate Professor, Companion Animal Surgery and Obstetrics Unit, Aristotle University of Thessaloniki

In this study an outlined description of the brown bear, its conservation problems

as well as the health status of the species is presented. Initially, the different species

of bears that have survived till now, the classification of the species, its evolution and

the expansion of its population in Greece and the world are also discussed. Some

main morphological characteristics of the brown bear, its particular dietary habits, its

behavior, the reproductive life of the species, with an emphasis on “winter dorman-

cy”, a fundamental period for the animal’s survival are presented. In addition, some

of the most frequent medical disorders, noticed in brown bears are mentioned, in-

cluding various infectious and parasitic diseases, some dental, myoskeletikal and

dermatological problems as well. Their analysis aims to the comprehension of their

causes, clinical manifestation and the proper methodology for their treatment. Fur-

thermore, although the transmission of diseases from bears to humans is extremely

rare, it is considered appropriate to mention the zoonoses associated with the spe-

cies. Besides the above, other threats for the conservation of the species, especially

in Greece, are deliberate deaths and car accidents. Several NGO’S globally have

devoted their actions to the protection, rescue and rehabilitation as well as conser-

vation strategies for the survival of the species. In Greece two NGO’S are mainly in-

volved in the protection of the brown bear, ARCTUROS and KALLISTO. We have

been lucky to gain the opportunity to participate actively in ARCTUROS’ daily activi-

ties for some period, in order to experience a better understanding of the species as

well as the rehabilitation methods .

Page 41: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

40 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Παρασιτολογία | Ερευνητική

13. ΕΝΔΟΠΑΡΑΙΣΑ ΣΨΝ ΑΓΡΙΨΝ ΘΗΛΑΣΙΚΨΝ ΑΠΌ ΚΕΝΣΡΑ ΠΕΡΙΘΑΛΧΗ ΣΗΝ

ΕΛΛΑΔΑ: ΠΡΨΣΑ ΑΠΟΣΕΛΕΜΑΣΑ

Λιάτης Θ. 1, Μοναστηρίδης Α.1, Μπιρλής Π. 1, Διάκου Α.2

1 Προπτυχιακοί φοιτητές, 4ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Επίκουρη Καθηγήτρια, Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική χολή,

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Εισαγωγή

Οι παρασιτώσεις αποτελούν σημαντικό πρόβλημα για την κατάσταση της υγείας

της άγριας πανίδας. Η συχνότητα παρασιτισμού στa άγρια ζώα είναι υψηλή, λόγω της

συνεχούς επαφής των ζώων με το φυσικό περιβάλλον και της έλλειψης οποιασδήποτε

αντιπαρασιτικής αγωγής. τόχος της παρούσας μελέτης που βρίσκεται σε εξέλιξη είναι η

διερεύνηση των ενδοπαρασίτων των θηλαστικών που περιθάλπονται σε κέντρα

περίθαλψης άγριων ζώων oστην Ελλάδα.

Υλικά & Μέθοδοι

Δείγματα κοπράνων από διάφορα είδη θηλαστικών εξετάστηκαν με τρεις

παρασιτολογικές μεθόδους και συγκεκριμένα τη μέθοδο επίπλευσης (Faust), τη μέθοδο

καθίζησης (Teleman) και με χρώση επιχρισμάτων με την τροποποιημένη μέθοδο Ziehl-

Neelsen. Μέχρι τώρα εξετάστηκαν 21 δείγματα κοπράνων από ίσο αριθμό ζώων που

ανήκαν σε 6 είδη.

Αποτελέσματα

Αναλυτικά, βρέθηκαν τα παράσιτα: i) στο τσακάλι (Canis aureus) τα Toxocara canis,

Capillaria aerophila και Uncinaria stenocephala, ii) στην αλεπού (Vulpes vulpes) τα T.

canis, C. aerophila, U. stenocephala, T. vulpis, Brachylaima spp., Acanthocephala και

Cestoda, iii) στο ζαρκάδι (Capreolous capreolous) το Dicrocoelium dendriticum, iv)

στο πλατώνι (Dama dama) τα Eimeria spp. και Capillaria spp., v) στο σκαντζόχοιρο

(Enrinaceus sp.) τα Eimeria spp., Capillaria spp., Crenosoma striatum, Physaloptera

spp. και Acanthocephala, ενώ vi) στo σκίουρο (Sciurus sp.) δεν βρέθηκαν παρασιτικά

στοιχεία.

Συμπεράσματα

Η συστηματική μελέτη των παρασίτων των άγριων ζώων είναι απαραίτητη για: α) να

γίνει καλύτερα κατανοητή η βιολογία των άγριων ζώων και να εμπλουτιστεί η γνώση

γύρω από τα παράσιτα που τα μολύνουν, β) να διαπιστωθεί η κατάσταση της υγείας

τους, γ) να διερευνηθεί η σχέση των παρασίτων τους με άλλα άγρια ή οικόσιτα ζώα και

τη Δημόσια Τγεία, δ) την επιλογή της κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής, ιδιαίτερα στην

περίπτωση νοσηλείας των ζώων σε κέντρα περίθαλψης άγριων ζώων.

Page 42: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

41 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Parasitology | Research

13. ENDOPARASITES OF MAMMALS FROM WILDLIFE HOSPITALS IN GREECE: FIRST RESULTS

Birlis P. 1, Liatis T. 1, Monastiridis A.1, Diakou Α.2

1 Undergraduate students, 4th year, Faculty of Veterinary Medicine , Aristotle University of Thessalo-

niki

2 Assistant Professor, Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, Faculty of Veterinary Medi-

cine , Aristotle University of Thessaloniki

Introduction

Parasites are often proven major health problem of wildlife. The prevalence of par-

asites in wild animals is high due to their permanent contact with the natural environ-

ment and the absence of any kind of antiparasitic treatment. The aim of this study

that is currently conducted is the investigation of the endoparasites of wild animals

sheltered in wildlife hospitals and rehabilitation centers in Greece.

Materials & Methods

Faecal samples from different mammalian species were examined by three differ-

ent parasitological methods, zinc flotation (Faust), sedimentation (Teleman) and

stained smears (modified Ziehl-Neelsen). Until now, 21 faecal samples from equal num-

ber of animals of six different species were examined.

Results

More specifically, there were found: i) in jackal (Canis aureus) Toxocara canis,

Capillaria aerophila and Uncinaria stenocephala, ii) in fox (Vulpes vulpes) T. canis, C.

aerophila, U. stenocephala, T. vulpis , Brachylaima spp., Acanthocephala and Ces-

toda, iii) in roe deer (Capreolous capreolous) Dicrocoelium dendriticum, iv) in fallow

deer (Dama dama) Eimeria spp. and Capillaria spp., v) in hedgehog (Enrinaceus sp.)

Eimeria spp., Capillaria spp., Crenosoma striatum, Physaloptera spp. and Acantho-

cephala, while in squirrel (Sciurus sp.) no parasitic elements were found.

Conclusions

Systematic study of wildlife’s parasites is important in order to: a) understand wild

animals’ biology and enrich the knowledge of their parasites, b) assess wild animals’

health status, c) evaluate the impact of their parasites on other wild or domestic ani-

mals and public health, d) choose the suitable treatment, especially in case of ani-

mals being sheltered in wildlife hospitals.

Page 43: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

42 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Επιστήμη των Πειραματοζώων | Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

14. ΟΡΓΑΝΨΗ-ΔΙΑΦΕΙΡΙΗ-ΛΕΙΣΟΤΡΓΙΑ ΕΓΚΑΣΑΣΑΗ ΠΕΙΡΑΜΑΣΙΜΟΤ ΚΑΙ ΕΚΣΡΟΥΗ

ΓΙΑ ΕΠΙΜΤΕ

Σομπουλίδου Ε.1, Γκορτσίλας Ν.1, Υορτομάρης Π.2

1 Προπτυχιακοί φοιτητές, 2ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Επίκουρος καθηγητής, Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο

Θεσσαλονίκης

Η επιστήμη των ζώων εργαστηρίου αποτελεί τμήμα της βιοϊατρικής έρευνας και

ασχολείται με την προστασία και τη μελέτη των ζώων που χρησιμοποιούνται για

πειραματικούς σκοπούς. Από τα ζώα αυτά οι μύες και οι επίμυες έχουν χρησιμοποιηθεί

περισσότερο από κάθε άλλο ζωικό είδος στην έρευνα και στις δοκιμές. Εκτιμάται ότι τα

δύο αυτά είδη αφορούν στο περίπου 90% των θηλαστικών ζώων εργαστηρίου. Οι

επίμυες έχουν χρησιμοποιηθεί σε πειραματικές μελέτες σχετικά με τη νόσο του

Αλτσχάιμερ, το σακχαρώδη διαβήτη, το άγχος, την επίδραση της τοξικότητας και τα

τρόφιμα. Για την επίτευξη των στόχων της έρευνας απαιτούνται εγκαταστάσεις

εκτροφής που οφείλουν να ακολουθούν αυστηρούς κανόνες ως προς την οργάνωση,

τη διαχείριση και τη λειτουργία τους με στόχο τόσο τη διασφάλιση της ευζωίας των

εκτρεφόμενων ζώων όσο και την εξασφάλιση ορθών ερευνητικών αποτελεσμάτων. Η

κατασκευή των χώρων εκτροφής και πειραματισμών θα πρέπει να είναι τέτοια ώστε να

εξασφαλίζεται η λειτουργικότητα και να διευκολύνεται η εργασία του απασχολούμενου

προσωπικού. Για την εξασφάλιση των ιδανικών συνθηκών διαβίωσης των επίμυων

χρησιμοποιούνται κλωβοί που απαιτείται να έχουν συγκεκριμένο μέγεθος ανάλογο με τη

σωματική διάπλαση του κάθε ζώου και να εξασφαλίζουν τις κατάλληλες συνθήκες

μικροκλίματος. Η υγιεινή των υλικών και του εξοπλισμού είναι καθοριστικής σημασίας

παράγοντας για την ευζωία των επίμυων. Ακόμα, ο χειρισμός των ζώων, η σήμανσή

τους και η ομαδοποίησή τους οφείλει να γίνεται από εξειδικευμένο προσωπικό και με

τρόπους ενδεδειγμένους. Η λειτουργία μιας τέτοιας εγκατάστασης εκτροφής και

διεξαγωγής πειραματισμών συνοδεύεται από ειδική αδειοδότηση για την οποία

αρμόδιες είναι οι κτηνιατρικές υπηρεσίες. Όλα τα παραπάνω προϋποθέτουν την

παρουσία υπεύθυνου κτηνιάτρου που είναι αρμόδιος τόσο για την κτηνιατρική

περίθαλψη-που πρέπει να παρέχεται καθ’ όλη τη διάρκεια του πειραματισμού- όσο και

για την εξασφάλιση της ευζωίας των επίμυων.

Page 44: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

43 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Laboratory Animal Science | Review

14. ORGANISATION-ADMINISTRATION-FUNCTION OF AN EXPERIMENTAL AND BREEDING

FACILITY FOR RATS

Tompoulidou E.1, Gkortsilas N.1, Fortomaris P2

1 Undergraduate Students, 2nd year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Assistant Professor, Laboratory of Animal Husbandry, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of

Thessaloniki

The science of laboratory animals is a part of the research on biomedicine and

is concerned with the protection of animals which are used for experimental purposes.

Mice and rats are the animals that have been used more than any other species in

research and tests. It is estimated that these two species comprise approximately 90%

of laboratory mammals. Rats have been used in experimental studies regarding Alz-

heimer’s disease, diabetes, stress and the influence of toxicity and food. In order to

achieve the objectives of the research, the breeding facilities are obliged to follow

strict rules as far as their organization, their administration and their function are con-

cerned, with the aim of the welfare of the breeding animals and also the insurance of

the validity of the experimental results. The construction of the breeding and experi-

mental facilities should ensure the functionality and facilitate the work of the person-

nel. So as to maintain the best possible living conditions of the rats, cages are used

which are supposed to have specific size proportionate to the physical characteristics

of every animal and ensure the suitable microclimate. The hygiene of the materials

and the equipment is a factor of vital importance for the rats’ welfare. Moreover, the

handling of the animals, their labeling and their grouping ought to be performed by

experienced personnel according to the appropriate procedures. The function of

such a breeding and experimental facility is followed by specific licensing, for which

the veterinary services are responsible for. All the above mentioned conditions presup-

pose the presence of the attending veterinarian who is in charge of the veterinary

care- that should be provided throughout the experiments- and the ensuring of the

welfare of the animals.

Page 45: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

44 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Αναγεννητική Ιατρική | Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

15. ΒΛΑΣΙΚΑ ΚΤΣΣΑΡΑ ΚΑΙ ΚΣΗΝΙΑΣΡΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΗ

Πετρέλλης Γ. 1, Δωρή Ι. 2

1 Προπτυχιακός φοιτητής, 1ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Αναπληρώτρια καθηγήτρια, Εργαστήριο Ανατομικής, Ιστολογίας και Εμβρυολογίας, Κτηνιατρική χολή,

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Η έρευνα στον κλάδο της αναγεννητικής ιατρικής παρουσιάζει αλματώδη

ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια. Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες ανακαλύψεις στον τομέα

αυτό αφορά στις ιδιότητες των βλαστικών κυττάρων και ανοίγει το δρόμο για την

ανάπτυξη καινοτόμων μεθόδων κυτταρικής και γονιδιακής θεραπείας.

Σα βλαστικά κύτταρα είναι πολυδύναμα κύτταρα, μεσεγχυματικής κυρίως

προέλευσης, τα οποία έχουν τη δυνατότητα της αυτo-ανανέωσης και της

διαφοροποίησης σε κυτταρικούς πληθυσμούς-παράγωγα και των τριών βλαστικών

δερμάτων. Τποστηρίζεται ότι μέσω τροφικών, αναγεννητικών και ανοσορυθμιστικών

μηχανισμών μπορούν να συμβάλουν στην αποκατάσταση ιστικών βλαβών. Η λήψη

τους πραγματοποιείται κυρίως από το μυελό των οστών, τον ομφάλιο λώρο και το

λιπώδη ιστό. Σα βλαστικά κύτταρα του λιπώδους ιστού πλεονεκτούν έναντι των

υπόλοιπων βλαστικών κυττάρων ως προς το ότι η λήψη τους από μία ανανεώσιμη

κυτταρική πηγή δεν εγείρει ζητήματα βιοηθικής, υφίστανται μηδενική ανοσολογική

απόρριψη και μπορούν εύκολα να τροποποιηθούν γενετικά. Οι τεχνικές λήψης,

απομόνωσης, καλλιέργειας και γενετικής τροποποίησης των βλαστικών κυττάρων του

λιπώδους ιστού περιγράφονται περιληπτικά. Η κυτταρική θεραπεία έχει εφαρμογή και

στην Κτηνιατρική Επιστήμη. Διερευνάται η δυνατότητα κλινικών εφαρμογών με τη χρήση

βλαστικών κυττάρων σε διάφορες παθολογικές καταστάσεις, όπως είναι η τενοντίτιδα,

η οστεοαρθρίτιδα, τα κατάγματα των άκρων, οι κακώσεις του εγκεφάλου και νωτιαίου

μυελού, οι ηπατοπάθειες κ.α.

την παρουσίαση αυτή γίνεται ειδική αναφορά στη μεταμόσχευση των βλαστικών

κυττάρων του λιπώδους ιστού σε πειραματικά μοντέλα εγκεφαλικών βλαβών σε

πειραματόζωα.

Η κυτταρική θεραπεία με τη μεταμόσχευση βλαστικών κυττάρων αποτελεί

ελπιδοφόρα προοπτική για την ανάπτυξη αποτελεσματικών θεραπευτικών μεθόδων

στην κτηνιατρική κλινική πράξη.

Page 46: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

45 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Reconstructive Medicine| Review

15. STEM CELLS AND VETERINARY MEDICINE

Petrellis G.1, Dori I.2

1 Undergraduate student, 1st year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Associate professor, Laboratory of Anatomy, Histology and Embryology, Faculty of Veterinary Medicine,

Aristotle University of Thessaloniki

Research at the domain of regenerative medicine shows great leaps of pro-

gress during the last years. One of the most interesting discoveries at this domain con-

cerns the properties of stem cells and leads the way for the development of innova-

tive methods of cellular and gene cure.

Stem cells are multipotent cells of mesenchymal origin and can be self-

renewed and be committed to multiple cell lineages. It is claimed that through food,

regenerative and immunoregulatory pathways stem cells contribute to the restoration

of tissue damages. Stem cells are usually isolated from bone marrow, cord blood or

adipose tissue. The adipose derived stem cells show certain advantages against the

rest of stem cells given the fact that they can be harvested by a minimally invasive

procedure that does not arise ethical issues, they are not immunologically rejected

and they are easily genetically modified. The techniques of isolation, culturing and ge-

netic modification of the adipose stem cells are described briefly.

Cellular treatment has applications at the veterinary medicine too. The possibili-

ties of clinical applications of using stem cells in a plethora of pathological situations

such as tendinitis, osteoarthritis, bone structures, bone marrow and brain damages,

liver damages etc. are now being researched.

At this presentation there is a special reference at the transplantation of adi-

pose stem cells to experimental animal models with brain damage. Cellular treatment

with the transplantation of stem cells consists of a hopeful prospect for the develop-

ment of effective therapeutic treatments at the veterinary clinical act.

Page 47: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

46 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Ανατομική| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

16. ΟΙ ΕΠΙΠΣΨΕΙ ΣΗ ΕΞΗΜΕΡΨΗ ΣΟΝ ΕΓΚΕΥΑΛΟ ΣΨΝ ΖΨΨΝ ΤΝΣΡΟΥΙΑ

Δημαράκης . 1, Παπαδόπουλος Γ.Φ. 2

1 προπτυχιακός φοιτητής, 1ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Καθηγητής, Εργαστήριο Ανατομικής, Ιστολογίας και Εμβρυολογίας, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο

Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Η παρούσα εργασία στόχο έχει να αναφερθεί στις μεταβολές που προκλήθηκαν

στον εγκέφαλο των ζώων συντροφιάς κατά την εξημέρωση τους από τον άνθρωπο.

Κύριος λόγος θα γίνει για φυσιολογικές και μορφολογικές αλλαγές στον εγκέφαλο,

καθώς και για μεταβολές στον γενότυπο αυτών των ζώων. Ο οικόσιτος σκύλος (Canis

familiaris) θα είναι το επίκεντρο της εργασίας, με την αναφορά στην ιστορία της

ανάπτυξης του εγκεφάλου των Canidae, της οικογένειας θηλαστικών που ανήκει ο

σκύλος, άλλα και στη μελέτη που έχει πραγματοποιηθεί για να διαπιστωθούν οι

μεταβολές που προκλήθηκαν σε αλεπούδες του είδους Vulpes vulpes, συγγενικού

είδους του οικόσιτου σκύλου, μετά από εντατική επιλογή τους με στόχο την εξημέρωση.

Επιπλέον αναφέρεται η σύγκριση των συγκεντρώσεων των ουσιών που παράγονται σε

διάφορες περιοχές του εγκεφάλου, μεταξύ των γκρίζου λύκου (Canis lupus), κογιότ

(Canis latrans) και σκύλου. Αναφορά όμως θα γίνει και σε άλλα είδη ζώων με κύριο

σκοπό την σύγκριση του εγκεφάλου των εξημερωμένων από τους άγριους

προγόνους τους σε επίπεδο μορφολογίας. Σέλος, εκτενές κομμάτι της εργασίας θα

επικεντρωθεί στην σύγκριση των διαφορών της συμπεριφοράς των υπό μελέτη ζώων

με αυτή των άγριων προγόνων τους, διαφορές οι οποίες οφείλονται στις αλλαγές που

έχει υποστεί ο εγκέφαλος κατά τη διαδικασία της εξημέρωσης.

Page 48: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

47 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Anatomy| Review

16. THE CONSEQUENCES TO THE BRAIN OF PETS DUE TO DOMESTICATION

Dimarakis S.1, Papadopoulos G.2

1 Undergraduate student, 1st year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Professor, Laboratory of Anatomy, Histology and Embryology, Aristotle University of Thessaloniki

This paper aims to report on changes caused in the brain of pets during domes-

tication by humans. Main subject will be the physiological and morphological chang-

es in the brain and also changes in the genotype of those animals. The domestic dog

(Canis familiaris) will be the focus of the paper, with a neuro-paleontologic study of

the development of the Canidae brain, and other studies such as one that has been

conducted to identify the changes that occurred in foxes of the Vulpes vulpes spe-

cies, a related species of the domestic dog, after intensive selection aiming to the do-

mestication of the species, and another study conducted by comparing the levels of

substances produced in different brain areas, between the gray wolf (Canis lupus) the

coyotes (Canis latrans) and the domestic dog. Despite the dog, studies on other spe-

cies will be included with the main purpose of comparing the brains of domesticated

animals with the ones of their wild ancestors mainly morphologically. Extensive part of

the paper will be focused on the behavior of these animals, compared with their wild

ancestors’ behavior, as it is the result of the changes in the brain caused by the pro-

cess we call domestication.

Page 49: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

48 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

►Νευρολογία Ζ..| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

17. ΣΟ ΤΝΔΡΟΜΟ ΣΗ ΑΝΟΙΑ ΣΟΝ ΤΠΕΡΗΛΙΚΟ ΚΤΛΟ

Γκάνια Α.¹, Πολυζοπούλου Ζ.²

¹ Προπτυχιακή φοιτήτρια, 5ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

² Επίκουρη καθηγήτρια, Γενική Παθολογία και Προπαιδευτική,Διαγνωστικό Εργαστήριο, Κτηνιατρική χολή,

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Σο σύνδρομο της άνοιας στον υπερήλικο σκύλο παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με

το σύνδρομο της γεροντικής άνοιας του ανθρώπου. Πρόκειται για μία

νευροεκφυλιστική νόσο που χαρακτηρίζεται από σταδιακή εξασθένιση των γνωστικών

λειτουργιών και αύξηση των εγκεφαλικών διαταραχών.

Η νόσος τύπου Alzheimer στο σκύλο οφείλεται κυρίως στην εναπόθεση β

αμυλοειδούς στο φλοιό των εγκεφαλικών ημισφαιρίων και τον ιππόκαμπο. την

αιτιοπαθογένεια της νόσου εμπλέκεται και το ένζυμο μονοαμινική οξειδάση Β (ΜΑΟΒ), η

δράση του οποίου είναι έντονη στον υπερήλικο σκύλο και ακόμη εντονότερη σε αυτόν

που πάσχει από τη νόσο Alzheimer.

Η εμφάνιση της νόσου παρατηρείται συνήθως σε σκύλους 11 ετών και άνω. τα

κλινικά συμπτώματα περιλαμβάνονται η έλλειψη προσανατολισμού, οι διαταραχές στον

κύκλο ύπνος-εγρήγορση, η ούρηση και αφόδευση εντός του σπιτιού καθώς και η

αλλαγή της συμπεριφοράς απέναντι στον ιδιοκτήτη. Οι αλλαγές αυτές είναι

προοδευτικές με την πάροδο της ηλικίας.

Η διάγνωση του συνδρόμου της άνοιας είναι αρκετά δύσκολη. Βασίζεται στη λήψη

ακριβούς ιστορικού από τον ιδιοκτήτη καθώς και στη διενέργεια διαφόρων εξετάσεων

με σκοπό τον αποκλεισμό νοσημάτων που θα μπορούσαν να έχουν παρόμοια κλινική

εικόνα όπως το σύνδρομο Cushing, τα νεοπλάσματα του εγκεφάλου κ.ά.

την αντιμετώπιση του συνδρόμου της άνοιας πρωταρχικό ρόλο έχει η

φαρμακευτική θεραπεία με σελεγελίνη για διάστημα 2 μηνών περίπου. Η χορήγηση

αντιοξειδωτικών και άλλων συμπληρωμάτων διατροφής φαίνεται πως επιφέρει θετικά

αποτελέσματα στην κλινική εικόνα του σκύλου. Ακόμη η διαμόρφωση του

περιβάλλοντος διαβίωσης του σκύλου και η εκτέλεση κάποιων ασκήσεων σε μόνιμη

βάση συμβάλλουν στη διατήρηση των γνωστικών λειτουργιών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι παρόλο που η θεραπεία δεν επιφέρει μόνιμα αποτελέσματα,

είναι απαραίτητη για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής τόσο του σκύλου όσο και του

ιδιοκτήτη.

Page 50: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

49 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Neurology| Review

17. COGNITIVE DYSFUNCTION SYNDROME IN SENIOR DOGS

Gkania A.¹, Polizopoulou Z.²

¹ Undergraduate student, 5th year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

² Assistant Professor, Diagnostic Laboratory, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessalo-

niki

Cognitive dysfunction syndrome (CDS) in senior dogs has many similarities to age

related cognitive impairment and Alzheimer’s disease in humans. It is a neurodegen-

erative disorder of senior dogs that is characterized by gradual cognitive decline and

increasing brain disorders.

The β-amyloid deposition in the cerebral cortex and hippocampus seems to be

responsible for the appearance of Alzheimer’s-like disease in dogs. Furthermore, an

enzyme called monoamine oxidase B (MAOB) plays an important role in the appear-

ance of the disease, as its activity is high in the aged dogs and can be very high in

dogs with Alzheimer’s disease.

Dogs suffering from cognitive dysfunction syndrome manifest loss of cognition and

strange behavior usually at the age of 11 years or older. More specifically they may

present disorientation, changes in the sleep-wake cycle, may urinate and defecate

inside the house and may even be unable to recognize the owner. These age-related

changes are progressive.

The diagnostic approach of this syndrome relies on the owner history and a num-

ber of tests has to be done in order to exclude diseases that could present similar clini-

cal signs such as Cushing’s syndrome, brain tumors etc.

The treatment of CDS in dogs is based on the administration of selegeline for 2

months or more. Antioxidants and other dietary supplements are also considered to

improve the clinical signs. Furthermore environmental enrichment and exercise on a

daily basis may help to maintain cognitive function. Last but not least, even though

therapy has no permanent results, it is necessary in order to improve the quality of life

in both dogs and their owners.

Page 51: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

50 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Παθολογία Ζ..| Κλινικό Περιστατικό

18. ΤΠΟΥΤΙΑΚΟΤ ΣΤΠΟΤ ΤΠΕΡΥΛΟΙΟΕΠΙΝΕΥΡΙΔΙΜΟ Ε ΚΤΛΟ ΜΕ ΕΚΥΤΛΙΣΙΚΗ

ΒΑΛΒΙΔΟΠΑΘΕΙΑ

Ράμιας Ν.1, Πετανίδης Θ.2

1 Προπτυχιακός φοιτητής, 4ο έτος, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

2 υμβασιούχος Διδάσκων, Παθολογική Κλινική, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

κύλος φυλής Shih-Tzu, 18 ετών αρσενικός προσκομίσθηκε στην Παθολογική

Κλινική του Σμήματος Κτηνιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας για προαναισθητικό

έλεγχο και περαιτέρω διερεύνηση φυσήματος 4ου βαθμού στη μιτροειδή βαλβίδα. το

σκύλο παρατηρήθηκαν υγροί ρόγχοι (ακρόαση θώρακα), καρδιομεγαλία και ήπιο

περιπυλαίο πνευμονικό οίδημα (ακτινογραφήματα). Με διάγνωση συμφορητικής

καρδιακής ανεπάρκειας (ΚΑ), χορηγήθηκαν στο σκύλο φουροσεμίδη και

σπειρονολακτόνη σε συνδυασμό με βεναζεπρίλη και πιμοβενδάνη. 15 ημέρες μετά, ο

σκύλος εμφάνισε ανορεξία και κατάπτωση λόγω αζωθαιμίας και ήπιας υποκαλιαιμίας,

οπότε και η φουροσεμίδη σταδιακά αφαιρέθηκε από την διουρητική αγωγή. Δεν

παρατηρήθηκαν αντίστοιχες κλινικές εκδηλώσεις ή εργαστηριακές διαταραχές ξανά.

Έξι μήνες από την τελευταία επανεξέταση, ο σκύλος προσκομίσθηκε με πολυφαγία,

υποτρίχωση στη ραχιαία επιφάνεια του κορμού, κρεμάμενη κοιλιά, φλεβεκτασία και

λέπτυνση του δέρματος. Η ένταση του φυσήματος αυξήθηκε (καρδιακός ροίζος) χωρίς

επιδείνωση της ΚΑ. Από τη βιοχημική εξέταση του αίματος που ακολούθησε το μόνο

παθολογικό εύρημα ήταν η αυξημένη συγκέντρωση της αλκαλικής φωσφατάσης.

Όταν αυτή η τιμή βρέθηκε στα ίδια επίπεδα ξανά 7 ημέρες μετά, έγινε δοκιμή καταστολής

με χαμηλή δόση δεξαμεθαζόνης, τα αποτελέσματα της οποίας ήταν συμβατά με

υπερφλοιοεπινεφριδισμό υποφυσιακού τύπου.

το θεραπευτικό σχήμα προστέθηκε η τριλοστάνη, ενώ συστήθηκε η χορήγηση

πρεδνιζολόνης από το στόμα άπαξ για πρόληψη αδισσώνειας κρίσης. Η

παρακολούθηση του θεραπευτικού αποτελέσματος προγραμματίσθηκε να γίνει με

δοκιμή διέγερσης με φλοιοεπινεφριδιοτρόπο ορμόνη στις 10 ημέρες, στον ένα και στους

τρεις μήνες μετά την έναρξη της θεραπείας και επανάληψη κάθε τρεις μήνες μετά. την

πρώτη από αυτές τις δοκιμές τα αποτελέσματα έδειξαν πολύ καλή ανταπόκριση. Η

κλινική εικόνα του ζώου παραμένει σταθερή ως προς την καρδιακή ανεπάρκεια και

σταδιακά βελτιούμενη ως προς τον υπερφλοιοεπινεφριδισμό.

Σο περιστατικό αυτό προσφέρεται για συζήτηση των συνδυαζόμενων

παθογενετικών μηχανισμών που μπορούν να αναπτυχθούν σε βάρος της νεφρικής ή /

και ηπατικής λειτουργίας σε ζώα με τέτοια συνυπάρχοντα νοσήματα.

Page 52: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

51 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Παθολογία Ζ..| Κλινικό Περιστατικό

18. PITUITARY DEPENDENT HYPERADRENOCORTICISM IN A DOG WITH MITRAL VALVE DIS-

EASE

Ramias N.1, Petanides T.2

1Undergraduate student, 4th Year, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly

2Adjunct lecturer, Clinic of Medicine, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly

A male, 18 year old Shih-tzu was presented to the Clinic of Medicine of the Veteri-

nary Faculty of the University of Thessaly for pre-anesthetic evaluation and the investi-

gation of a 4th degree murmur originating from the mitral valve. Thoracic auscultation

further revealed crackles and radiographs showed marked heart enlargement and

hilar pulmonary oedema. With a diagnosis of congestive heart failure (CHF) due to mi-

tral valve disease, the dog was put on furosemide and spironolactone, combined with

benazepril and pimobendan. Two weeks later, the dog was presented with anorexia,

depression, azotemia and mild hypokalemia. Furosemide was gradually discontinued

and no relapse of the above clinical and laboratory findings was observed.

Six months later, the dog was presented with polyphagia, pot-bellied appearance,

fat redistribution, symmetrical alopecia of the torso, thin and darkly pigmented skin.

The murmur appeared to be of heightened intensity but no deterioration of CHF was

detected. The only abnormality observed after routine CBC and biochemistry was

performed was an increase in alkaline phosphatase concentration. The same finding

was seen a week earlier and a low dose dexamethasone suppression test was per-

formed. Results were compatible with a pituitary dependent hyperadrenocorticism.

Treatment consisted of trilostane, and prednisolone was given as a precaution to

be administered once in case of an addisonian crisis. Therapeutic monitoring was

based on repeated adrenocorticotropic hormone stimulation tests that were sched-

uled to be performed at 10, 30, 90 days after initiating treatment. These were also

scheduled to be performed every three months thereafter. In the first test (10 days) a

very good response was detected. The dog’s clinical status remains stable concerning

CHF and gradually improving concerning hyperadrenocorticism.

This case can be used as an example to discuss the combined pathogenetic

mechanisms present that may initiate damage or deteriorate the function of both the

renal and hepatobiliary system.

Page 53: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

52 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Ιολογία| Ερευνητική

19. ΕΠΑΝΕΜΥΑΝΙΗ ΣΗ ΛΤΑ ΣΗΝ ΕΛΛΑΔΑ: ΗΜΑΙΑ ΓΙΑ ΣΗ ΔΗΜΟΙΑ ΤΓΕΙΑ

πανούδης Κ.1, Γιαννακόπουλος Α.2, Βαλιάκος Γ.3, Μπιλλίνης Φ.4

1 Προπτυχιακός φοιτητής, 4ο έτος, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

2 Διδάκτορας, Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο

Θεσσαλίας

3 Τποψήφιος Διδάκτορας, Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Σμήμα Κτηνιατρικής,

Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

4 Αναπληρωτής Καθηγητής, Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Σμήμα Κτηνιατρικής,

Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Η Λύσσα (Lyssavirus, Rabdoviridae) αποτελεί ένα σημαντικό νόσημα ιδιαίτερα

για χώρες της Ασίας, της Αφρικής και σε μικρότερο βαθμό της Κεντρικής και Νότιας

Αμερικής. ύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τγείας (ΠΟΤ), περίπου 50.000

άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο από Λύσσα, κυρίως στην Ινδία και την Αφρική. την

Ευρώπη, κάθε χρόνο καταγράφονται και επιβεβαιώνονται εργαστηριακά περίπου 6.000

κρούσματα σε ζώα (κυρίως άγρια σαρκοφάγα), ενώ 8 με 10 άνθρωποι πεθαίνουν από

Λύσσα. Όλα τα περιστατικά που αναφέρονται σε ανθρώπους διαπιστώνονται σε

χώρες της πρώην οβιετικής Ένωσης. Περίπου 10 εκατομμύρια άνθρωποι κάνουν

αντιλυσσική αγωγή μετά από την έκθεσή τους σε ζώο ύποπτο για λύσσα.

Η Ελλάδα ήταν ελεύθερη Λύσσας από το 1987, μετά από την εφαρμογή

συστηματικών εμβολιασμών κατά τις προηγούμενες δεκαετίες. Όμως, τα τελευταία

χρόνια, κρούσματα Λύσσας καταγράφονται σε όλες τις χώρες με τις οποίες συνορεύει

η Ελλάδα.

Από τις 19 Οκτωβρίου 2012 μέχρι σήμερα έχουν ανευρεθεί δεκαοκτώ (18)

επιβεβαιωμένα θετικά ζώα στις περιφέρειες Δυτικής, Κεντρικής και Ανατολικής

Μακεδονίας και Θεσσαλίας. Από τη χωρική ανάλυση των εργαστηριακά

επιβεβαιωμένων κρουσμάτων λύσσας σε ζώα στην Ελλάδα, με τη βοήθεια των

υστημάτων Γεωγραφικών Πληροφοριών (GIS) που έχει πραγματοποιήσει το

Εργαστήριο Μικροβιολογίας & Παρασιτολογίας-Ερευνητική Ομάδα Οικολογίας Άγριας

Πανίδας, Ζωονόσων & GIS, βρέθηκε ότι επηρεάζονται 100 Καλλικρατικοί Δήμοι από

τους 326 της χώρας. Σο μέσο υψόμετρο εμφάνισης των κρουσμάτων είναι 360 μέτρα.

Οι χρήσεις γης εμφάνισης των περιστατικών είναι γεωργικές και δασικές περιοχές αλλά

και το εσωτερικό οικισμών. Σα περισσότερα περιστατικά εντοπίζονται στο νομό Κιλκίς

(n=10). την Μακεδονία, σύμφωνα με την χωρική ανάλυση και με βάση την ΚΤΑ ΥΕΚ

185-5/2/13, θα πρέπει να εφαρμοστεί εναέριος και επίγειος εμβολιασμός των

αλεπούδων σε ακτίνα 50 χλμ από κάθε κρούσμα (~798 οικισμοί). Σο υπουργείο

Αγροτικής Ανάπτυξης και Σροφίμων και το Τπουργείο Τγείας συνεργάζονται στενά για

την από κοινού αντιμετώπιση της λύσσας στη χώρα μας.

Page 54: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

53 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Virology| Research

19. THE REOCCURRENCE OF RABIES IN GREECE: SIGNIFICANCE FOR PUBLIC HEALTH

Spanoudis K.1, Giannakopoulos A.2, Valiakos G.3, Billinis Ch.4

1 Undergraduate student, 4th year, Faculty of Veterinary Science, University of Thessaly

2 Ph.D., Laboratory of Microbiology and Parasitology, Faculty of Veterinary Science, University of Thessaly

3 Ph.D. Candidate, Laboratory of Microbiology and Parasitology, Faculty of Veterinary Science, University

of Thessaly

4 Associate Professor, Laboratory of Microbiology and Parasitology, Faculty of Veterinary Science, Univer-

sity of Thessaly

Rabies (Lyssavirus, Rabdoviridae) continues to be an important disease, espe-

cially for the countries of Asia and Africa and to a lesser extent for Central and South

America. According to World Health Organization (WHO), every year about 50.000

humans die of Rabies, the most of them in India and Africa. In Europe, every year

about 6.000 laboratory-confirmed cases in animals (mostly in wild carnivores) are rec-

orded, while 8-10 humans die of rabies. All Humans cases reported in countries of the

former Soviet Union. Approximately 10 million people are treated for rabies after expo-

sure to animal suspected to be infected.

Rabies had not been detected in Greece since 1987, after systematic vaccina-

tions took place in previous decades. However, in recent years, rabies cases are re-

ported in all neighboring countries.

Since 19 October 2012, eighteen (18) laboratory-confirmed animal rabies cases

have been detected in the boroughs of West, Central and Eastern Macedonia and

Thessaly. The Department of Microbiology and Parasitology analyzed the laboratory-

confirmed cases of rabies in animals in Greece using Geographic Information Systems

(GIS) and it was found that 100 municipalities from the 326 total were affected. Mean

altitude of reported cases is 360 meters above sea level. Land usage in rabies report-

ed areas is agricultural, forested and communities. Most cases are reported in Kilkis

municipality (n=10). In Macedonia, according to spatial analysis and according to

KYA FEK 185-5/2/13, aerial and ground vaccination of foxes must be performed in 50

km radius from each reported case (~798 settlements). Ministry of Rural Development

and Food and Ministry of Health are in close cooperation for addressing the rabies

outbreak in our country.

Page 55: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

54 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Παρασιτολογία| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

20. Η ΣΟΞΟΠΛΑΜΨΗ ΣΗ ΓΑΣΑ

Μουσταφά Μ.1, Λευκαδίτης Μ.2

1 Προπτυχιακός φοιτητής, επί πτυχίω, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

2 Λέκτορας, Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο

Θεσσαλίας

Η Σοξοπλάσμωση είναι μια εξαιρετικά σημαντική και παγκόσμιας διάδοσης

παρασίτωση, η οποία προκαλείται από το ενδοκυτταρικό πρωτόζωο παράσιτο Toxo-

plasma gondii το οποίο έχει ως τελικό ξενιστή τη γάτα ενώ προσβάλλει επίσης σχεδόν

όλα τα θερμόαιμα ζώα και τον άνθρωπο (ενδιάμεσοι ξενιστές).

Οι μολυσμένες γάτες συνήθως είναι ασυμπτωματικές ενώ όταν παρουσιάζουν

κλινικά συμπτώματα αυτά αφορούν κυρίως το πεπτικό, το αναπνευστικό σύστημα και

τους οφθαλμούς με κλινικά συμπτώματα όπως είναι ο πυρετός, η ανορεξία, η

κατάπτωση, η υπνηλία, η απώλεια βάρους, η δύσπνοια, οι εμετοί, η διάρροια, ο ίκτερος,

ο ασκίτης, η φωτοφοβία, η ενδοφθάλμια φλεγμονή, η ραγοειδίτιδα, η ιριδίτιδα, η

ιριδοκυκλίτιδα, τα ιζήματα στον κερατοειδή, η τυφλότητα, η ανισοκορία, το τρέμουλο, η

αστάθεια, κ.α. την οξεία φάση της μόλυνσης στη γάτα εμφανίζονται μόνο νευρικά και

αναπνευστικά συμπτώματα. Βαρύτερη είναι η μόλυνση στη διαπλακουντική προσβολή

των εμβρύων τα οποία πεθαίνουν πριν γεννηθούν και στα νεογέννητα γατάκια. Σα

γατάκια που επιζούν της μόλυνσης παρουσιάζουν ως κλινικά συμπτώματα, επίμονο

πυρετό μη ανταποκρινόμενο στα συνηθισμένα αντιβιοτικά, ανορεξία, υπνηλία,

αναπνευστικά (δύσπνοια, αναπνευστικοί ήχοι), ηπατικά (ίκτερο, διόγκωση της κοιλιάς

από ασκιτικά υγρά) και νευρικά (κεντρικό νευρικό σύστημα) συμπτώματα.

Η διάγνωση της παρασίτωσης στη γάτα γίνεται κυρίως με ορολογική εξέταση

αίματος, με την οποία εξετάζονται και αξιολογούνται ο τίτλοι των αντισωμάτων IgM, IgG

και των αντιγόνων, ώστε να γνωρίζουμε εάν η μόλυνση είναι ενεργή, πρόσφατη ή

χρόνια.

τη θεραπεία της μολυσμένης γάτας δύναται να χορηγηθούν Clyntamycin (είναι

το φάρμακο εκλογής), Sulfathiazine σε συνδυασμό με την Pyrimethamine , Σrimethoprin

–sulphathiazine, Azithromycin.

Με σκοπό να μειωθεί η διάδοση της παρασίτωσης, εκτός από την εφαρμογή

κατάλληλης θεραπείας στη μολυσμένη γάτα, έμφαση θα πρέπει να δοθεί επίσης στην

πληροφόρηση της πρόληψης της μετάδοσης της νόσου η οποία πρέπει να στοχεύει

τόσο στα ζώα όσο και στον άνθρωπο (ιδιαίτερα σε πληθυσμιακές ομάδες υψηλού

κινδύνου όπως είναι οι εγκυμονούσες γυναίκες και τα ανοσοκατεσταλμένα άτομα).

Page 56: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

55 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Parasitology| Review

20. TOXOPLASMOSIS OF CAT

Moustafa M. 1 , Lefkaditis M. 2

1 Undergraduate Student, upon degree, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly

2 Lecturer, Laboratory of Microbiology and Parasitology, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thes-

saly.

Toxoplasmosis is an important and worldwide parasitosis caused by the proto-

zoan intracellular parasite Toxoplasma gondii which has the cat as final host while al-

so infects all warm-blooded animals and humans (intermediate hosts

Although, infected cats are usually asymptomatic, those with clinical sings are rec-

orded with symptoms from the digestive, the respiratory system and eye, such as fe-

ver, anorexia, depression, weight loss, dyspnea, vomiting, diarrhea, jaundice, ascites,

photophobia, ocular inflammation, uveitis, iriditis, iridocyclitis, corneal deposits, blind-

ness, anisokoria, tremors and unsteadiness. In the acute phase of infection in the cat

only appear nervous and respiratory symptoms. More severe cases occur in newborn

kittens or embryos witch can die before birth. Kittens that survive from the infection,

presenting as clinical symptoms, persistent fever not responding to conventional anti-

biotics, anorexia, respiratory symptoms (wheezing, breath sounds), liver symptoms

(jaundice, abdominal swelling from ascites fluid) and neurological signs (CNS).

The diagnosis of infected cats is primarily done by serological blood tests, which

examine and evaluate the antibody titers of IgM, IgG and antigens in order to know if

the infection is active, recent or chronic.

Infected cats can take treatments with Clyntamycin (is the drug of choice), Sul-

fathiazine combined with Pyrimethamine, Trimethoprin-sulphathiazine and Azithromy-

cin

In order to reduce the spread of the infection, emphasis should be given pri-

marily to prevent the spread of disease that should be targeted both animals and hu-

mans (especially on high risk populations such as pregnant women and immunosup-

pressed persons).

Page 57: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

56 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Παθολογία Ζ..| Κλινικό Περιστατικό

21. ΠΕΡΙΣΑΣΙΚΟ ΝΟΟΤ ΣΟΤ CARRÉ ΚΑΙ ΣΟΞΟΠΛΑΜΨΗ Ε ΚΤΛΟ

Μπουρδέκας Π.1, Φρονόπουλος Φ.2, Σζιβάρα Α.3

1 Προπτυχιακός Υοιτητής, 3ο έτος, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

2 Προπτυχιακός Υοιτητής, 4ο έτος, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

3 Διδάκτωρ, Παθολογική Κλινική, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Εισαγωγή

Η νόσος του Carré αποτελεί συχνότατη εγκεφαλίτιδα του σκύλου και οφείλεται

στον ιό της Νόσου του Carré (Canine Distemper Virus - CDV), του γένους Morbillivirus,

της οικογένειας Paramyxoviridae. Η Σοξοπλάσμωση οφείλεται στο πρωτόζωο Toxoplas-

ma gondii και εμφανίζεται συχνά ως επιπλοκή.

Κλινικό περιστατικό

κύλος αρσενικός, Γερμανικός ποιμενικός, ενός έτους, με άγνωστο εμβολιακό

παρελθόν, προσκομίστηκε με αδυναμία στήριξης και κλονικούς σπασμούς αρχικά στα

οπίσθια και προοδευτικά στα πρόσθια άκρα. Κατά την κλινική εξέταση το ζώο εμφάνισε

κατάπτωση, θερμοκρασία από 39,1οC έως 39,7οC, ταχυκαρδία(>140/min) και

ταχύπνοια-πολύπνοια. Η νευρολογική εξέταση κατέδειξε πάρεση προσθίων άκρων,

παράλυση οπισθίων με αυξημένο μυϊκό τόνο και στα τέσσερα άκρα. Σα

αντανακλαστικά θέσης απουσίαζαν με εξαίρεση το μειωμένο αντανακλαστικό της

χειράμαξας στα πρόσθια άκρα. Ακολούθως εντοπίστηκε ήπιος συγκλείνοντας

στραβισμός δεξιά, ενώ δεν έγινε βυθοσκόπηση. Σα νωτιαία αντανακλαστικά δεν ήταν

δυνατό να αξιολογηθούν με ασφάλεια λόγω των συνεχών μυοκλονιών στα άκρα. Ως

αυξημένο αξιολογήθηκε το αντανακλαστικό της επιγονατίδας αμφοτερόπλευρα. Σα

παραπάνω ευρήματα αντανακλούν προσβολή του οπίσθιου εγκεφαλικού στελέχους και

του ΝΜ (αυχενική περιοχή).

Κατά την εργαστηριακή διερεύνηση οι τιμές των αιματολογικών εξετάσεων και της

εξέτασης του ούρου ήταν φυσιολογικές, ενώ στον ορό του αίματος ήταν αυξημένη

μόνο η δραστηριότητα της κρεατινικής φωσφοκινάσης. το ΕΝΤ και στον ορό του

αίματος ανιχνεύθηκαν με Ανοσοφθορισμό αντισώματα για τοξόπλασμα, με τίτλους

1/200 και 1/100 αντίστοιχα. Δείγματα από επιχρίσματα επιπεφυκότα βρέθηκαν θετικά για

τον CDV με Άμεσο Ανοσοφθορισμό και PCR. Σέλος ο ιός απομονώθηκε και από το ΕΝΤ

με PCR.

Διάγνωση

Νόσος του Carré με συνυπάρχουσα Σοξοπλάσμωση.

Θεραπεία-έκβαση

Φορηγήθηκε κλινδαμυκίνη 11mg/kg X 28d (BID) σε συνδιασμό με υποστηρικτικά

μέτρα. Μετά από τρείς μήνες παρατηρήθηκε μείωση των μυοκλονιών και βελτίωση της

βάδισης.

Page 58: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

57 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Internal Medicine| Case Report

21. A CASE OF DISTEMPER AND TOXOPLASMOSIS IN A DOG

Bourthekas P.1, Chronopoulos C.2, Givara A.3

1 Undergraduate student, 3rd year, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly

2 Undergraduate student, 4rd year, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly

3 Teaching Staff, Department of Medicine, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly

Introduction

Canine Distemper is perhaps the most common cause of dog’s central nervous

system infection. It is caused by the Canine Distemper Virus – CDV, the genus Morbilli-

virus, family Paramyxoviridae. Toxoplasmosis is caused by the protozoan Toxoplasma

gondii and often occurs as a complication.

Clinical case

1 year old male German Shepherd with unknown vaccination past, presented with

standing weakness and clonic convulsions initially in hindlimbs and in forelimbs gradu-

ally. During clinical examination, the animal showed prostration, temperature ranging

between 39.1 ° C and 39.7 ° C, tachycardia (> 140/min) and tachypnea - polypnoia.

Neurologic examination revealed anterior limb paresis and paralysis rear. Muscle tone

was increased in all four limbs. All position reflexes were absent, apart from a reduced

handtruck reflex in front limbs. In addition, mild convergent strabismus was detected in

the right eye, but no ophthalmoscopic examination was conducted. Spinal reflexes

could not be evaluated certainly, due to constant myoclonus. Patellar reflex was eval-

uated as increased bilaterally. Based on the above findings the animal have neuro-

logic deficits that can localized to Brainstem and/or Cranial Cervical site.

During the laboratory investigation, blood tests’ and urinalysis’ results were within the

normal range, while only creatine phosphokinase’s activity was increased in blood se-

rum. After using Immunofluorescence test, antibodies against Toxoplasma gondii were

found in cerebrospinal fluid (CSF) and blood serum. Antibody titles were 1/200 and

1/100 respectively. Conjunctival swab samples were found positive for the CDV by

both direct immunofluorescence and polymerase chain reaction (PCR). Finally the vi-

rus was detected in CSF by PCR.

Diagnosis

Canine Distemper with coinfected Toxoplasmosis.

Treatment-outcome

Prescribed 11 mg/kg clindamycin X 28 (BID) in conjunction with supportive

measures. After three months there was reduction of myoclonus and improved gait.

Page 59: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

58 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Υυσιολογία| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

22. ΥΤΙΟΛΟΓΙΚΕ ΜΕΣΑΒΟΛΕ ΤΣΗΜΑΣΨΝ ΣΟΤ ΨΜΑΣΟ ΑΘΛΗΣΨΝ ΚΤΛΨΝ ΚΑΙ

ΙΠΠΨΝ ΚΑΣΑ ΣΗΝ ΑΚΗΗ

Μολτσανίδου Ε.1, Σρικούπη Γ.1, Σαϊτζόγλου Ι. 2

1 Προπτυχιακοί φοιτητές, 2ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Καθηγητής, Εργαστήριο Υυσιολογίας, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

την παρούσα εργασία περιγράφονται οι σημαντικότερες προσαρμογές

συστημάτων του σώματος αθλητών σκύλων και ίππων κατά τη διάρκεια της άσκησης.

υγκεκριμένα, οι προσαρμογές αφορούν στο κυκλοφορικό, στο αναπνευστικό, στο

μυϊκό, στο ενδοκρινικό σύστημα καθώς και στη θερμορύθμιση και την ισορροπία των

υγρών του σώματος. Οι κυριότερες φυσιολογικές μεταβολές του καρδιαγγειακού

συστήματος σχετίζονται με την αύξηση των μεταβολικών αναγκών και της αντλητικής

ικανότητας του μυοκαρδίου, με στόχο την επίτευξη της απαραίτητης αιμάτωσης των

μυών. Η κινητοποίηση των ερυθρών αιμοσφαιρίων και η αύξηση του όγκου παλμού

αποτελούν ζωτικής σημασίας προσαρμογές του κυκλοφορικού συστήματος κατά την

άσκηση. Οι φυσιολογικές μεταβολές του αναπνευστικού συστήματος, οι οποίες είναι

κυρίως μεταβολές στη συχνότητα και το βάθος των αναπνευστικών κινήσεων,

αποσκοπούν στην επαρκή ανταλλαγή αερίων, την απομάκρυνση μεταβολικών

προϊόντων και την παροχή οξυγόνου στους μυς. Οι σκελετικοί μύες προσαρμόζουν τη

λειτουργία τους σε μικροσκοπικό και βιοχημικό επίπεδο, με αλλαγές στις μεταβολικές

τους ανάγκες. Κατά την άσκηση, επίσης, μέσω φυσιολογικών μεταβολών του

ενδοκρινικού συστήματος, αυξάνεται η συγκέντρωση ορισμένων ορμονών στο πλάσμα

του αίματος. Αυτές, ρυθμίζουν την συγκέντρωση των καύσιμων υλών στο πλάσμα του

αίματος καθώς και το μεταβολισμό τους. Σέλος, η χημική ενέργεια των τροφών

μετατρέπεται σε μηχανικό έργο, ενώ μέρος της χάνεται ως θερμότητα, με αποτέλεσμα

την αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος. Η ρύθμιση της θερμοκρασίας του

σώματος επιτυγχάνεται με την εφίδρωση κατά τη διάρκεια της άσκησης, με παράλληλη

απώλεια υγρών και ηλεκτρολυτών από τον οργανισμό. Απαραίτητη προϋπόθεση της

ανταπόκρισης του οργανισμού κατά την άσκηση είναι η απόλυτη συνεργασία και

αλληλεξάρτηση των παραπάνω συστημάτων.

Page 60: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

59 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Physiology| Review

22. PHYSIOLOGICAL RESPONSE TO EXERCISE AND PHYSICAL CONDITIONING IN RACE-

HORSES AND RACING DOGS

Moltsanidou E.1, Trikoupi G.1, Taitzoglou I.2

1 Undergraduate students, 2nd year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Professor, Laboratory of Physiology, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

The purpose of this project is to describe the major physiological responses to

exercise and physical conditioning in racehorses and racing dogs. When an animal

exercises, remarkable adaptations are observed in each body system in order to pro-

duce an overall maximal result. Limits are imposed on exercise performance by the

capacity to cope with increased physical and metabolic demands. In the case of the

cardiovascular system, exercise results in increased cardiac output and myocardial

contractility to meet the increased demand for oxygen by working muscles. The ca-

pacity to deliver oxygen and metabolic substrates to working muscles is also aided by

red blood cell mobilization and an elevated blood volume. Furthermore, during exer-

cise, the primary response of the respiratory system is an increase in both respiratory

frequency and tidal volume. Obviously, these adaptations serve matching gas ex-

change rate to metabolism. Following a period of exercise training, the skeletal mus-

cles go through several histological, and biochemical changes. The efficient delivery

of substrates and energy to the working muscles is under hormonal control. Chemical

energy from the substrates converts to mechanical energy and heat. Heat is conduct-

ed to the environment primary by sweating, which may lead to electrolyte and water

loss. In conclusion, progressive exercise stress produces physiological adaptations to

all body systems, so no single factor limits the performance potential of an individual.

Page 61: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

60 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Ζωοτεχνία| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

23. ΠΕΡΙΓΕΝΝΗΣΙΚΗ ΥΡΟΝΣΙΔΑ ΥΟΡΑΔΑ ΚΑΙ ΝΕΟΓΕΝΝΗΣΟΤ ΠΨΛΟΤ

Γαβριηλίδου O.¹, Ντασκαγιάννη Π.¹, Αρσένος Γ.²

1 Προπτυχιακή φοιτήτρια, 5ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Αναπληρωτής Καθηγητής, Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο

Θεσσαλονίκης

Σο σπουδαιότερο κομμάτι της αναπαραγωγικής διαδικασίας των αλόγων,

όπως και άλλων ζώων, είναι η εγκυμοσύνη και ότι επακολουθεί αυτής, δηλαδή ο

τοκετός και η φροντίδα της φοράδας και του νεογέννητου πώλου.

Με την ολοκλήρωση του ενδέκατου μήνα της κυοφορίας γίνονται και οι

κατάλληλες ρυθμίσεις στον σταβλισμό, εν αναμονή του τοκετού. Η ώρα του τοκετού

γίνεται αντιληπτή με διάφορες ενδείξεις εκ των οποίων η πιο σημαντική παρατηρείται

στους μαστούς και στις θηλές της επίτοκης φοράδας. Είναι απαραίτητο ο ιδιοκτήτης

να είναι παρών στα στάδια του τοκετού, που είναι το πρώτο ή αλλιώς φάση

διαστολής, το δεύτερο ή φάση εξώθησης και το τρίτο ή φάση υστεροτοκίας, ώστε να

είναι σε θέση να αντιληφθεί εάν πρόκειται για έναν φυσιολογικό τοκετό ή απαιτείται

κτηνιατρική παρέμβαση. Άριστο θα ήταν μετά τη γέννα να γίνεται εξέταση της

φοράδας και του πώλου για να σιγουρευτούμε για τη σταθεροποίηση της υγείας

τους.

Όσον αφορά στον πώλο, αναγκαίος κρίνεται επίσης ο θηλασμός, που

ουσιαστικά ταυτίζεται με τη λήψη πρωτογάλατος. Όσον αφορά στη φοράδα, οι

καινούριες ανάγκες της καθιστούν υποχρεωτική την κατάλληλη μετατροπή της

διατροφής της.

Page 62: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

61 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Animal Breeding| Review

23. PREGNANCY AND CARE OF THE MARE AND THE NEWBORN FOAL

Gavriilidou O.¹, Ntaskagianni P.¹, Arsenos G.²

1Undergraduate students, 5th year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2Associate Professor, Laboratory of Animal Breeding, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of

Thessaloniki

The greatest part of the reproductive procedure of horses, and not only hors-

es, is the pregnancy and everything that it implies, meaning of course the birth and

the care of the mere and the newborn foal.

With the completion of the eleventh month of the pregnancy, pending the

birth, some adjustments should be made at the housing. The time of the birth can

be perceived by plenty of indications, the most important of which is noted at the

mare’s breast and nipples. It is absolutely necessary that the owner of the pregnant

mare is present at all three stages of the birth, which are the first or the dilatation

phase, the second or the extrusion phase and the third or the after birth phase. This

is of great deal because he must be ready to call for a veterinary’s help in case of

an abnormal birth (a pathological situation). After giving birth, it would be excellent

if a veterinarian examines the mare and the newborn foal, in order to make sure

their health is stabilized. As far as the foal is concerned it is of great importance that

it starts breastfeeding and receiving that way the colostrums as well. Last but not

least, as far as the mare is concerned, we must make sure that the proper configu-

ration of her diet , according to her new needs of course, is made.

Page 63: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

62 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Παθολογία Ιπποειδών| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

24. ΦΡΟΝΙΑ ΑΠΟΥΡΑΚΣΙΚΗ ΠΝΕΤΜΟΝΟΠΑΘΕΙΑ (ΦΑΠ) ΣΨΝ ΙΠΠΟΕΙΔΨΝ

Ντασκαγιάννη Π.¹, Σσέλιος Ο.¹, Διακάκης Ν.²

1 Προπτυχιακός φοιτητής, 5ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Επίκουρος Καθηγητής, Μονάδα Παθολογίας Ιπποειδών, Κλινική Ζώων υντροφιάς, Κτηνιατρική χολή,

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Η Φρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΦΑΠ) είναι ένα σύνδρομο του

αναπνευστικού συστήματος των ιπποειδών, που χαρακτηρίζεται από συσσώρευση

βλέννας στα βρογχιόλια και μεταπλασία του πνευμονικού παρεγχύματος, με

αποτέλεσμα το ζώο να εμφανίζει περιοδικά ξηρό βήχα. υχνότερα διαπιστώνεται σε

ιπποειδή ηλικίας μεγαλύτερης των 8 ετών.

Εμφανίζεται με δύο μορφές, τη θερινή αποφρακτική πνευμονοπάθεια, που

συνδέεται με τη βόσκηση, και τη διαλείπουσα αποφρακτική πνευμονοπάθεια, που

παρατηρείται κυρίως κατά τους χειμερινούς μήνες σε ενσταβλισμένα άλογα. Σα

συμπτώματα, που είναι κοινά και στις δύο, αποδίδονται σε αντιδράσεις

υπερευαισθησίας τύπου Ι και τύπου ΙΙΙ στη σκόνη του στάβλου, σε διάφορους μύκητες

ή άλλα αλλεργιογόνα, οι οποίες επιπλέκονται από βακτηριδιακές και ιογενείς λοιμώξεις.

Σα κλινικά συμπτώματα περιλαμβάνουν το χρόνιο, συνήθως ξηρό, βήχα, τη

δύσπνοια, την έκταση του τραχήλου και της κεφαλής, τους διευρυσμένους μυκτήρες και

τις οροβλεννώδεις ή βλεννοπυώδεις εκκρίσεις. ε βαρύτερα περιστατικά είναι δυνατό να

διαπιστωθούν απώλεια βάρους, διπλή εκπνευστική προσπάθεια καθώς και δημιουργία

εντομής κατά μήκος του πλευρικού τόξου λόγω συνεχούς σύσπασης του ορθού

κοιλιακού μυός.

Προσωρινή διάγνωση τίθεται με βάση το ιστορικό, τα κλινικά συμπτώματα, την

ακρόαση των πνευμόνων και της τραχείας. Για την τελική διάγνωση συνήθως

απαιτούνται πιο ειδικές μεθόδοι, όπως η ενδοσκόπηση, η ανάλυση αερίων του αίματος

και η διατραχειακή πλύση.

Θεραπευτικά, η αντιμετώπιση της χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας

περιλαμβάνει διαχειριστικά μέτρα και φαρμακευτική αγωγή. Όσον αφορά στα

διαχειριστικά μετρά, πρωταρχικό μέλημα είναι ο περιορισμός της σκόνης στο χώρο,

ενσταβλισμού του ίππου. υγχρόνως με τα μέτρα αυτά, χορηγούνται

βρογχοδιασταλτικά, κορτικοστεροειδή και απογχρεμπτικά - βλεννολυτικά.

Για την πρόληψη των υποτροπών ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στα διαχειριστικά

μέτρα. Σέλος, η σύγχρονη τάση είναι η απευαισθητοποίηση των ζώων μετά από

καθορισμό του υπεύθυνου αλλεργιογόνου.

Page 64: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

63 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Equine Medicine| Review

24. EQUINE CHRONIC OBSTRUCTIVE PULMONARY DISEASE

Ntaskagianni P.¹, Tselios O.¹, Diakakis N.²

1 Undergraduate student, 5th year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Associate Professor. Equine Medicine Unit, Companion Animal Clinic, Faculty of Veterinary Medicine,

Aristotle University of Thessaloniki

Chronic Obstructive Pulmonary Disease (COPD) is a respiratory syndrome of the

horse, characterized by mucus accumulation in bronchioles and lung parenchyma

epithelial metaplasia, resulting to chronic, relapsing, dry cough. More frequently

COPD is seen in middle - aged or older horses.

COPD appears in two forms, the summer pasture associated obstructive pul-

monary disease (SPAOPD) and recurrent airway obstruction (RAO), which occurs

mainly during the winter months in stabled horses. The symptoms, which are common

to both conditions, are attributed to hypersensitivity reactions type I and type III in the

hay dust, molds or other allergens, which can be complicated by bacterial and viral

infections.

Clinical symptoms include chronic, usually dry cough, dyspnoea, extended

neck and head, flared nostrils and seromucous or mucopurulent nasal discharge. Ιn

severe cases, weight loss, double expiratory effort and “heave line” might be noted.

Tentative diagnosis is based on history, clinical signs, auscultation of the lungs and tra-

chea. In order to make a final diagnosis, more specific methods are required, such as

endoscopy, arterial blood gas analysis, transtracheal wash aspiration and bron-

choalveolar lavage.

The treatment of COPD includes management measures and drug administra-

tion. Regarding management measures, the primary concern is the preservation of

the horse in a dust-free environment. Along with these measures, medication such as

bronchodilators, corticosteroids, expectorants and mucolytics should be adminis-

tered.

The corner stone of therapeutic an preventative protocols are the management

measures.

Currently, the desensitization of animals after determining the responsible aller-

gen seems like the method of choice against equine COPD.

Page 65: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

64 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Παθολογία Ιπποειδών| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

25. ΠΝΕΤΜΟΝΙΚΗ ΑΙΜΟΡΡΑΓΙΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΑΚΗΗ ΣΟΝ ΙΠΠΟ

Γκόκα Γ.1, Παπαϊωάννου Μ.Α.1, Διακάκης Ν.2

1 Προπτυχιακοί φοιτητές, 4ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Επίκουρος καθηγητής, Μονάδα Παθολογίας Ιπποειδών, Κλινική Ζώων υντροφιάς, Κτηνιατρική χολή,

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Η Πνευμονική Αιμορραγία Μετά Από Άσκηση (Exercise Induced Pulmonary Hemor-

rhage, EIPH) είναι μία νόσος που χαρακτηρίζεται από εξαγγείωση αίματος στο

κατώτερο αναπνευστικό σύστημα. Η EIPH έχει διεθνή εξάπλωση, είναι ιδιαίτερα συχνή,

ιδίως σε δρόμωνες ίππους, και επηρεάζει αρνητικά τόσο την υγεία όσο και τις

αποδόσεις τους. Η νόσος εμφανίζεται συχνότερα στα άλογα που καταπονούνται

έντονα και παρουσιάζει μικρή θνησιμότητα. Φαρακτηριστικό εύρημα της νόσου είναι η

έξοδος καθαρού αίματος από τους μυκτήρες, η οποία όμως διαπιστώνεται μόνο στο

10% των ασθενών ίππων καθώς οι υπόλοιποι καταπίνουν το αίμα που προέρχεται από

το τραχειοβρογχικό δέντρο εμφανίζοντας βήχα ή/και συχνές κινήσεις κατάποσης. Αν

και η παθογένεια της νόσου δεν έχει διευκρινιστεί πλήρως, σύμφωνα με την

επικρατέστερη θεωρία, η νόσος οφείλεται σε βλάβη της διαπερατότητας των

τριχοειδών του πνεύμονα με παράλληλη αύξηση της υδροστατικής πίεσης του αίματος.

Η διάγνωση βασίζεται στο ιστορικό καταπόνησης και τα κλινικά συμπτώματα

επιβεβαιώνεται με την ενδοσκόπηση. Η θεραπεία της E.I.P.H. αποσκοπεί στην μείωση

της υδροστατικής πίεσης του αίματος, στην αποφυγή δευτερογενούς βακτηριδιακής

πνευμονίας, στην αποτροπή της καταστροφής των κυψελίδων από το ινωδογόνο του

εξαγγειωθέντος αίματος και στην απομάκρυνση του τελευταίου από το

τραχειοβρογχικό δέντρο. Έτσι, για την αντιμετώπιση της E.I.P.H. χορηγούνται διουρητικά,

αντιβιοτικά ευρέως φάσματος, βρογχοδιασταλτικά και βλεννολυτικά-αποχρεμπτικά

φάρμακα. Ιδιαίτερα δύσκολη θεωρείται η αποφυγή υποτροπών της νόσου καθώς η

επανεμφάνισή της δεν είναι ευθέως ανάλογη του βαθμού καταπόνησης του ίππου.

υνήθως, προληπτικά χρησιμοποιούνται η φουροσεμίδη (πριν τον αγώνα) ή τα

φλαβονοειδή χωρίς όμως να είναι πάντοτε αποτελεσματικά.

Page 66: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

65 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Equine Medicine| Review

25. EXERCISE-INDUSED PULMONARY HAEMORRHAGE

Gkoka G.1, Papaioannou Μ.Α.1, Diakakis Ν.2

1 Undergraduate students, 4th year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Assistant Professor, Equine Medicine Unit, Companion Animal Clinic, Faculty of Veterinary Medicine, Aris-

totle University of Thessaloniki

Exercise-induced pulmonary hemorrhage (E.I.P.H.) is characterized by pulmonary

bleeding following intense exercise. The disease is spread worldwide, affecting eq-

uines of every breed, gender, age and use, although it is most commonly encoun-

tered in race horses, negatively affecting their health and performance. Fortunately,

the mortality rate is rather low. The typical finding of EIPH is bilateral nose bleeding. A

number of different theories have been proposed to explain the aetiopathogenesis of

EIPH, however few, if any, have been able to explain the triggering factor and pattern

of progression that results to pulmonary hemorrhage. Currently, the most widely ac-

cepted theory is that high transmural pressures lead to pulmonary capillary failure, es-

pecially in the presence of concurrent viral or bacterial infection. A definitive diagno-

sis of EIPH is provided by post-exercise endoscopy and visualization of blood in the tra-

chea. Treatment should aim at lowering blood pressure, decreasing the possibility of

secondary pneumonia, avoiding pulmonary fibrosis and reducing the quantity of

blood within the trachea and bronchae. Therefore, in cases of E.I.P.H. the use of diu-

retics, broad –spectrum antibiotics, bronchodilators and expectorants is essential. It

has to be stressed that relapses are unavoidable and that these are not always relat-

ed directly to the degree of exercise. Furosemide and flavonoids are been used to-

wards that direction with controversial results.

Page 67: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

66 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Ζωοτεχνία| Ερευνητική

26. ΤΓΚΡΙΗ ΘΡΕΠΣΙΚΨΝ ΟΤΙΨΝ ΚΑΙ ΑΝΣΙΨΜΑΣΨΝ ΣΟΤ ΓΑЇΔΟΤΡΙΝΟΤ ΜΕ ΣΟ

ΑΝΘΡΨΠΙΝΟ ΠΡΨΣΟΓΑΛΑ

ακκαδάκη Ε. 1, Αρσένος Γ. 2

1 Προπτυχιακή φοιτήτρια, 2ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Αναπληρωτής Καθηγητής, Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο

Θεσσαλονίκης

Εισαγωγή

κοπός της εργασίας ήταν να γίνει μια συγκριτική μελέτη των συστατικών μεταξύ

του ανθρώπινου και του γαϊδουρινού πρωτογάλατος. Σο πρωτόγαλα ή πύαρ, όπως

ονομάστηκε από τους αρχαίους, είναι ένα παχύρευστο υφάλμυρο και υπόπικρο υγρό

έκκριμα του μαστικού αδένα που παράγεται για τις πρώτες δυο ημέρες περίπου μετά

τον τοκετό.

Υλικά & Μέθοδοι

Για τις ανάγκες τις μελέτης συλλέχθηκαν δείγματα πρωτογάλατος από δύο

διαφορετικές εκτροφές γαϊδουριών και έγινε ανάλυση της χημικής τους σύνθεσης. τη

συνέχεια, τα αποτελέσματα αξιολογήθηκαν και έγινε σύγκρισή τους με αντίστοιχα

αποτελέσματα για το ανθρώπινο πρωτόγαλα που είναι διαθέσιμα στη διεθνή

βιβλιογραφία.

Αποτελέσματα

Διαπιστώθηκε, ότι τόσο το γαϊδουρινό όσο και το ανθρώπινο πρωτόγαλα

περιέχει σημαντικές ποσότητες σε ανοσοσφαιρίνες. Οι ανοσοσφαιρίνες ή αντισώματα

είναι γλυκοπρωτεΐνες που έχουν την ικανότητα σύνδεσης με συγκεκριμένα αντιγόνα ή

τοξίνες εισβολέων για την εξουδετέρωσή τους. Είναι γνωστό ότι οι IgG συμβάλουν στην

άμυνα του οργανισμού έναντι των λοιμώξεων, οι IgA παίζουν σημαντικό ρόλο στην

προάσπιση των βλεννογόνων, οι IgE συμβάλουν στην αποτροπή αλλεργικών

αντιδράσεων και οι IgM δρουν ενάντια σε λοιμογόνους παράγοντες. Σο πρωτόγαλα,

περιέχει ακόμα βιταμίνες, μεταλλικά στοιχεία και παράγοντες ανάπτυξης, που

θεωρούνται απαραίτητα για την παθητική ανοσία του νεογέννητου.

Συμπεράσματα

την εργασία θα παρουσιαστούν αποτελέσματα από αναλύσεις που έγιναν σε

δείγματα πρωτογάλατος γαϊδουριού και θα συζητηθούν με αντίστοιχα δεδομένα για το

ανθρώπινο πρωτόγαλα σε σχέση με τις οι ευεργετικές ιδιότητές που αποδίδονται στο

πρωτόγαλα σε ότι αφορά διάφορες παθολογικές καταστάσεις.

Page 68: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

67 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Animal Breeding| Research

26. CONTRASTIVE ANALYSIS BETWEEN THE NUTRIENTS AND THE ANTIBODIES OF DONKEY

AND HUMAN COLOSTRUM

Sakkadaki E. 1, Arsenos G.2

1 Undergraduate student, 2nd year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Associate Professor, Laboratory of Animal Breeding, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University

of Thessaloniki

Introduction

The purpose of this project was to conduct a comparative study of the compo-

nents of human and donkey colostrum. Colostrum or «πύαρ», as it was named by an-

cient Greeks, is a thick, brackish and bitterish liquid excretion of the breast gland

which is produced approximately during the first two days after childbirth.

Materials & Methods

For the purposes of this study, samples of colostrum of two different breeds of

donkeys were collected and an analysis of their chemical composition was per-

formed. Then, the results were evaluated and they were compared with other respec-

tive ones concerning human colostrum which are available in international bibliog-

raphy.

Results

It was found that the donkey colostrum, as well as the human one, contains

large quantities of immunoglobulins. Immunoglobulins or antibodies are glycoproteins

which have the capacity to bind with specific antigens or toxins, produced by in-

vaders, in order to eliminate them. It is known that the IgG contribute to the body’s

defence against infections, the IgA play an important role in protecting the mucous

membranes, the IgE promote the prevention of allergic reactions and the IgM act

against various infectious agents. Colostrum also contains vitamins, minerals and other

factors encouraging growth, which are thought to be necessary for the passive im-

munity of the new-born.

Conclusions

In this project some results taken from analyses on samples of colostrum of don-

key will be presented and will be compared with other corresponding data on human

colostrum concerning the beneficial properties attributed to colostrum as far as vari-

ous pathological conditions are concerned.

Page 69: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

68 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Οδοντιατρική Ζ..| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

27. ΠΕΡΙΟΔΟΝΣΙΚΗ ΝΟΟ ΚΑΙ ΔΙΑΣΡΟΥΗ

Διακοδημητρίου Α. Κ. 1, Μπρισίμη Ν.Μ. 2, Παπαδημητρίου . 3

1 Προπτυχιακός Υοιτητής, 5ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Προπτυχιακή Υοιτήτρια, 4ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

3 Επίκουρος καθηγητής, Μονάδα Φειρουργικής-Μαιευτικής, Κλινική Ζώων υντροφιάς, Κτηνιατρική χολή,

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Η περιοδοντική νόσος, το πιο συχνά εμφανιζόμενο νόσημα του σκύλου και της

γάτας, οδηγεί σε φλεγμονή των περιοδοντικών ιστών και αφορά κυρίως σκύλους και

γάτες ηλικίας μεγαλύτερης των 3 ετών. Αν και εντοπισμένη νόσος μπορεί εμμέσως να

προσβάλλει και άλλα συστήματα του οργανισμού. Η αιτιολογία της είναι

πολυπαραγοντική, αιτιολογικοί παράγοντες είναι τα βακτήρια της μικροβιακής πλάκας

των δοντιών (βιοφίλμ στο οποίο εμπεριέχονται βακτήρια, τα οποία προκαλούν την

φλεγμονή των περιοδοντικών ιστών), ενώ πολύ σημαντικός προδιαθέτων παράγοντας

είναι η τρυγία (πέτρα), η οποία προκύπτει από την ενασβεστίωση της μικροβιακής

πλάκας. Πολλοί είναι οι παράγοντες οι οποίοι προδιαθέτουν στην εμφάνισή της νόσου,

εκ των οποίων ο κυριότερος είναι η διατροφή, η οποία με τη σειρά της, ανάλογα με τη

δομή και τη σύστασή της, επηρεάζει την εναπόθεση μικροβιακής πλάκας και τρυγίας

στα δόντια.

Όσον αφορά στην παθογένεια υπάρχουν άμεσοι και έμμεσοι μηχανισμοί που

προσβάλλουν τους περιοδοντικούς ιστούς προκαλώντας φλεγμονή τους. την πιο

διαδεδομένη κατάταξή της η νόσος εμφανίζει τέσσερα στάδια, ανάλογα με τη βαρύτητά

της. Η διάγνωσή της στηρίζεται στη λεπτομερή εξέταση των δοντιών, των

περιοδοντικών ιστών και στην ακτινολογική διερεύνηση τους, με το ζώο υπό γενική

αναισθησία.

Η θεραπεία είναι επεμβατική ή/και φαρμακευτική, ενώ για την πρόληψη της

νόσου ιδιαίτερα σημαντική είναι η κατ' οίκον φροντίδα. Ένας από τους κυριότερους

παράγοντες πρόληψής της είναι η διατροφή, η οποία δρα μηχανικά, ενισχύει τους

περιοδοντικούς ιστούς και μπορεί να ενισχύσει το ανοσοποιητικό σύστημα του ξενιστή.

Η χρήση ειδικών σκευασμάτων μπορεί να έχει αντιφλεγμονώδη και αντιμικροβιακή

δράση. Προληπτικά μπορεί να δράσει η ειδικά κατασκευασμένη ξηρή τροφή, τα

βρασμένα οστά, διάφορα βοηθήματα μάσησης που περιέχουν συστήματα ενζύμων,

αλλά και διαλύματα στοματικής υγιεινής.

υμπερασματικά, η περιοδοντική νόσος αφορά μεγάλο αριθμό σκύλων και

γατών, όμως, η σωστή διατροφή και η καθημερινή φροντίδα μπορούν να προλάβουν

την εμφάνισή της και να συμβάλλουν στην αντιμετώπισή της.

Page 70: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

69 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Dentistry| Review

27. PERIODONTAL DISEASE AND DIET

Diakodimitriou Α. 1, Mprisimi Ν. 2, Papadimitriou S. 3

1 Undergraduate Student, 5th year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Undergraduate Student, 4th year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

3 Assistant Professor, Unit of Surgery & Obstetrics, Companion Animal Clinic, Faculty of Veterinary Medi-

cine, Aristotle University of Thessaloniki

Periodontal disease, the most frequently occurring disease in dogs and cats,

leads to inflammation of the periodontal tissues and concerns mainly dogs and cats

older than 3 years old. Although localized disease it may indirectly affect other body

systems as well. The etiology is multi-factorial, causative agents are bacteria of dental

plaque (biofilm which contains bacteria, which cause the inflammation of the perio-

dontal tissues), and a very important factor is dental calculus (tartar), which arises

from the calcification of plaque. There are many factors that predispose to the ap-

pearance of the disease, the main of which is diet, which in turn, depending on its

structure and composition, affects the deposition of plaque and tartar on the teeth.

As far as pathogenesis is concerned, there are direct and indirect mechanisms

that affect the periodontal tissues causing inflammation. The disease presents four

stages, whose classification is performed based on its severity. The diagnosis is based

on a detailed examination of the teeth, the periodontal tissues and a radiological in-

vestigation, with the animal under general anesthesia.

The treatment is invasive and / or pharmaceutical, while home care is particu-

larly significant for the prevention of the disease. One of the most significant factors

for the prevention of the disease is nutrition, which acts automatically, strengthens the

periodontal tissues and it can boost the immune system of the host. The use of specific

formulations may have anti-inflammatory and antimicrobial activity. Specially con-

structed dry food, cooked bones, several chewing devices containing enzyme sys-

tems, solutions and oral hygiene can act preventively.

In conclusion, periodontal disease involves a large number of dogs and cats;

however, proper nutrition and daily care can prevent the appearance and help

dealing with it.

Page 71: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

70 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Οδοντιατρική Ζ..| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

28. ΕΞΑΓΨΓΗ ΔΟΝΣΙΨΝ ΣΟ ΚΤΛΟ ΚΑΙ ΣΗ ΓΑΣΑ

Αυλιώτης Γ.1, Δημανοπούλου Α.1, Παπαδημητρίου . 2

1 Προπτυχιακοί φοιτητές, 5ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Επίκουρος Καθηγητής, Μονάδα Φειρουργικής-Μαιευτικής, Κλινική Ζώων υντροφιάς, Κτηνιατρική χολή,

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Η εξαγωγή δοντιών στο σκύλο και στη γάτα αποτελεί μια από τις συχνότερες

χειρουργικές επεμβάσεις που πραγματοποιούνται στα ιατρεία ζώων συντροφιάς. Η

εξαγωγή δοντιών συμβάλλει στην αντιμετώπιση διαφόρων παθολογικών καταστάσεων

της στοματικής κοιλότητας, τις οποίες συναντούμε συχνά στην κτηνιατρική κλινική

πράξη.

Ενδείξεις εξαγωγής δοντιών αποτελούν νοσήματα όπως η περιοδοντική νόσος,

οι απορροφήσεις των δοντιών της γάτας, η χρόνια ουλοστοματίτιδα της γάτας, τα

κατάγματα των δοντιών, τα παραμένοντα νεογιλά δόντια κ.α. Η εξαγωγή δοντιών

πρέπει να αποφεύγεται όταν συνυπάρχουν παθολογικές καταστάσεις που προκαλούν

αιματολογικές διαταραχές ή συστηματικά νοσήματα στα οποία απειλείται άμεσα η ζωή

του ζώου ή καθιστούν επικίνδυνη την χορήγηση γενικής αναισθησίας, όπως οι

οργανικές ανεπάρκειες.

Ο προεγχειρητικός έλεγχος της στοματικής κοιλότητας, καθώς και της γενικής

κατάστασης του ζώου, περιλαμβάνει την κλινική, ακτινογραφική, αιματολογική και

βιοχημική εξέταση του ασθενούς ζώου, ενώ εκτός της γενικής αναισθησίας, η

διενέργεια τοπικής αναισθησίας και αναλγησίας είναι επιβεβλημένη.

τις γενικές αρχές της χειρουργικής των εξαγωγών συμπεριλαμβάνονται η καλή

γνώση της ανατομικής της στοματικής κοιλότητας, η εξοικείωση του χειρουργού με τις

τεχνικές των εξαγωγών και η εφαρμογή προσεκτικών αλλά αποφασιστικών χειρισμών,

ενώ ο απαιτούμενος εξοπλισμός περιλαμβάνει συνδεσμοτόμο, μοχλούς εξαγωγής,

ριζάγρες ή οδοντάγρες και συσκευή υπερήχων. Οι συχνότερα χρησιμοποιούμενες

τεχνικές εξαγωγής είναι η «κλειστή» τεχνική και η χειρουργική εξαγωγή δοντιών.

τις συχνότερες επιπλοκές της εξαγωγής δοντιών περιλαμβάνονται η μετεξακτική

αιμορραγία, η δημιουργία στοματορινικού συριγγίου, η πρόκληση κατάγματος της

μύλης ή της ρίζας του δοντιού και τα κατάγματα της γνάθου. Απαραίτητη προϋπόθεση

για την ομαλή μετεγχειρητική πορεία του ασθενούς ζώου αποτελεί η κατάλληλη

φαρμακευτική αγωγή που περιλαμβάνει αντιμικροβιακά φάρμακα, μη στεροειδή

αντιφλεγμονώδη και τοπικά αντισηπτικά της στοματικής κοιλότητας. Ιδιαίτερα

σημαντικές είναι, επίσης, οι λεπτομερείς οδηγίες προς τον ιδιοκτήτη, για τη διατροφή και

τη διαχείριση του ζώου τις πρώτες μετεγχειρητικές ημέρες.

Page 72: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

71 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Dentistry| Review

28. TOOTH EXTRACTION IN DOG AND CAT

Avliotis G.1 ,Dimanopoulou A.1 , Papadimitriou S.2

1 Undergraduate students, 5th year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Assistant Professor, Unit of Surgery-Obstetrics, Companion Animal Clinic, Faculty of Veterinary Medicine,

Aristotle University of Thessaloniki

The extraction of teeth in dog and cat is one of the most common surgical pro-

cedures performed in small animal clinics. The tooth extraction helps to treat various

pathological conditions of the oral cavity, which are often encountered in veterinary

practice.

Indications of tooth extraction are diseases such as periodontal disease, tooth

resorption, feline chronic gingivostomatitis, fractures of teeth and remaining decidu-

ous teeth. The extraction of teeth should be avoided when diseases causing blood

disorders, or other life threatening conditions coexist and constitute general anesthe-

sia risky.

The preoperative examination of the oral cavity and the general condition of

the animal includes clinical, radiographic, hematological and biochemical examina-

tion of the affected animal. In addition to general anesthesia, local anesthesia and

analgesia is required.

General principles of extracting surgery include good knowledge of the anato-

my of the oral cavity, familiarity with the techniques of tooth extraction and the appli-

cation of careful but decisive maneuver, while the required equipment includes lux-

ators, elevators, forceps and ultrasonic device. The most commonly used extraction

techniques are "closed" technique and surgical tooth extraction.

Frequent complications of tooth extraction include post extraction bleeding,

oronasal fistula creation, fracture of the tooth crown or tooth root and fractures of the

jaw. Postoperative treatment of the patient includes antimicrobial drugs, NSAIDs and

topical antiseptics of the oral cavity. Offering detailed instructions to the owner for

feeding and monitoring the animal during the first postoperative days is also very im-

portant.

Page 73: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

72 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Φειρουργική Ζ..| Κλινικό Περιστατικό

29. ΦΕΙΡΟΤΡΓΙΚΗ ΑΝΣΙΜΕΣΨΠΙΗ ΓΡΑΜΜΟΕΙΔΟΤ ΞΕΝΟΤ ΨΜΑΣΟ Ε ΕΝΣΕΡΟ ΚΤΛΟΤ

Νάτσος Γ.1, Σσιώλη Β.2

1 Προπτυχιακός φοιτητής, 5ο έτος, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

2 Επίκουρη καθηγήτρια, Φειρουργική κλινική, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Εισαγωγή

Σα γραμμοειδή ξένα σώματα είναι συχνά στα ζώα συντροφιάς ιδιαίτερα στη

γάτα. την εργασία αυτή παρουσιάζεται ένα περιστατικό θηλυκού σκύλου με

γραμμοειδές ξένο σώμα στο έντερο.

Κλινικό Περιστατικό

Θηλυκός Ελληνικός Ιχνηλάτης, 18 μηνών παραπέμφθηκε με κατάπτωση,

ανορεξία και εμέτους. Κατά την κλινική εξέταση διαπιστώθηκε μικρού βαθμού

αφυδάτωση και έντονη σιαλόρροια. Κατά τον ακτινολογικό και υπερηχοτομογραφικό

έλεγχο διαπιστώθηκαν ευρήματα ενδεικτικά της παρουσίας ξένου σώματος. Οι

εργαστηριακές εξετάσεις έδειξαν ουδετεροφιλική λευκοκυττάρωση. Ακολούθησε

διαγνωστική περιτοναϊκή πλύση κατά την οποία ανευρέθηκαν μη εκφυλισμένα

ουδετερόφιλα.

Σο περιστατικό αντιμετωπίστηκε χειρουργικά. Μετά την διενέργεια μέσης λαπαροτομής,

διαπιστώθηκε εντεροπτύχωση μεγάλου τμήματος της νήστιδας λόγω παρουσίας

γραμμοειδούς ξένου σώματος (δίχτυ). Ακολούθησαν πολλαπλές εντεροτομές και

αφαίρεση του ξένου σώματος κατά τμήματα, συρραφή των εντεροτομών, έλεγχος της

ζωτικότητας του εντέρου, πλύσεις με φυσιολογικό ορό και τέλος σύγκλειση του

κοιλιακού τοιχώματος.

Αποτελέσματα

Μετεγχειρητικά το ζώο νοσηλεύτηκε για 2 ημέρες ενώ δεν παρουσιάστηκαν

επιπλοκές. Κατά την επανεξέτασή του μετά από 1 εβδομάδα δεν διαπιστώθηκε τίποτα

παθολογικό. Σο ζώο 5 μήνες μετά την επέμβαση είναι ελεύθερο συμπτωμάτων.

Συμπεράσματα

το σκύλο τα γραμμοειδή ξένα σώματα στο έντερο μπορεί να προκαλέσουν

διάτρηση, περιτονίτιδα και σηψαιμία με επιφυλακτική πρόγνωση. Αντίθετα, η πρόγνωση

είναι καλή σε περιστατικά τα οποία αντιμετωπίζονται έγκαιρα χειρουργικά.

Page 74: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

73 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Surgery| Case Report

29. SURGICAL MANAGEMENT OF INTESTINAL LINEAR FOREIGN BODY IN A DOG

Natsos G.1, Tsioli V.2

1 Undergraduate student, 5th year, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly

2 Assistant Professor, Department of Surgery, Faculty of Veterinary Science, University of Thessaly

Introduction

Ingestion of linear foreign bodies is common in companion animals especially

in the cats. In the present study a case of intestinal linear foreign body in a female

dog is described.

Case Report

A female, 18 months old, Greek Harehound was referred with general dullness,

loss of appetite and vomiting. Physical examination revealed mild dehydration and

salivation. Radiography and ultrasonography findings were indicative of intestinal ob-

struction due to foreign body. Neutrophilic leykocytosis was the only laboratory abnor-

mality detected. Diagnostic peritoneal lavage was performed and non-degenerated

neutrophils were detected.

Surgical treatment was undertaken. Multiple enterotomies were performed and a line-

ar foreign body (net) was removed from the jejunum.

Results

The dog had an uneventful recovery and was discharged 2 days postopera-

tively. On reexamination 1 week later was in good body condition. Five months post-

operatively the animal is free of clinical signs.

Conclusions

In dogs, intestinal linear foreign bodies can cause perforation, peritonitis and

septicemia with guarded prognosis. In contrast, the prognosis is good with early surgi-

cal intervention.

Page 75: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

74 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Μαιευτική Ζ..| Αναδρομική Μελέτη

30. «ΜΑΙΕΤΣΙΚΑ» ΠΕΡΙΣΑΣΙΚΑ ΣΗ ΘΗΛΤΚΗ ΓΑΣΑ

Μαλιδάκη Μ.1, Βερβερίδης Φ. 2

1 Προπτυχιακή φοιτήτρια,επι πτυχίω, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Επίκουρος καθηγητής, Μονάδα Φειρουργικής-Μαιευτικής, Κλινική Ζώων υντροφιάς, Κτηνιατρική χολή,

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Σα βιβλιογραφικά δεδομένα σχετικά με τη μαιευτική και τις παθολογικές

καταστάσεις του γεννητικού συστήματος της θηλυκής γάτας σπανίζουν. Η γάτα

χαρακτηρίζεται από φωτοεξαρτώμενη ωοθηκική-αναπαραγωγική δραστηριότητα με

κάποια εύκολα αντιληπτά στάδια (οίστρος, τοκετός, γαλουχία). Ο οίστρος μπορεί να

μεταπέσει, αναλόγως ερεθίσματος, σε μεσοίστριο διάστημα, δίοιστρο, κύηση, ύφεση ή

άνοιστρο. Σα τελευταία (με εξαίρεση την κύηση) δύσκολα επιβεβαιώνονται, βάσει μόνο

ιστορικού και κλινικής εξέτασης, γεγονός που δυσχεραίνει τη συσχέτιση τους με

αντίστοιχες παθολογικές καταστάσεις του γεννητικού συστήματος. Η παρούσα μελέτη

είναι μια σύνοψη, με εκτίμηση συχνοτήτων, των επαρκώς καταγεγραμμένων (Ν= 1065)

περιστατικών δεσποζόμενων θηλυκών γατών που προσκομίστηκαν στο Μαιευτικό

Σμήμα της Κλινικής Ζώων υντροφιάς της Κτηνιατρικής χολής του Αριστοτέλειου

Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, κατά το διάστημα 10/1992-5/2012.

Σα αποτελέσματα της καταγραφής έδειξαν ότι τα περισσότερα «μαιευτικά»

περιστατικά γατών αφορούσαν υγιή ζώα (83%), τα οποία είχαν προσκομιστεί για

στείρωση (97%), διάγνωση και έλεγχο κυοφορίας (1,8%), ή έλεγχο του οιστρικού κύκλου

και γενική κλινική εξέταση (1,4%). Σα παθολογικά περιστατικά αποτελούσαν το 16% του

συνόλου των περιστατικών, και ήταν στην πλειοψηφία τους πυομήτρες (42%),

δυστοκίες (31%) και παθολογικές καταστάσεις του μαστού (11%). Ένα σημαντικό

ποσοστό (43%) από τις γάτες που εμφάνισαν πυομήτρα - κυστική υπερπλασία του

ενδομητρίου βρέθηκε ότι λάμβαναν αγωγή με προγεσταγόνα για αποτροπή

αναπαραγωγής. Αντιμετωπίστηκαν χειρουργικά. Η δυστοκία φάνηκε να εμφανίζεται σε

αξιόλογο ποσοστό (38%) σε ζώα κάτω του 1 έτους. Tα περισσότερα περιστατικά

δυστοκίας αντιμετωπίστηκαν χειρουργικά, με καισαρική τομή (34%) ή

ωοθηκυστερεκτομή (45%), ενώ μόλις 8% με εμβρυουλκία και/ή χορήγηση

μητροσυσπαστικών. Άλλα παθολογικά περιστατικά αφορούσαν παθολογικές

καταστάσεις της κύησης, επιλόχεια νοσήματα του γεννητικού, σύνδρομο ατελούς

ωοθηκυστερεκτομής και, εξαιρετικά σπάνια, νεοπλάσματα της μήτρας.

Η πλειονότητα των «μαιευτικών» περιστατικών θηλυκών γατών αφορά υγιή ζώα

(83%) που προσκομίζονται για προγραμματισμένη «στείρωση». Οι συχνότερες

παθήσεις του γεννητικού συστήματος της γάτας είναι η πυομήτρα, η δυστοκία και τα

προβλήματα του μαστού.

Page 76: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

75 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Obstetrics| Retrospective Study

30. “OBSTETRIC” CASES IN FEMALE CATS

Malidaki M.1, Ververidis H. 2

1 Undergraduate student, pending graduation, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thes-

saloniki

2 Assistant professor, Surgery & Obstetrics Unit, Companion Animal Clinic, Faculty of Veterinary Medicine,

Aristotle University of Thessaloniki

References concerning obstetrics and reproductive disorders of the female cat

are scarce. Cats have a light-dependent ovarian – reproductive activity with overt

stages like oestrus, pregnancy, parturition and postpartum period, and covert stages

(when based only on history and clinical examination) like short intrestrous interval, di-

oestrus, long interoestrous interval-pause or anoestrus. In an effort to summarize the

most frequent obstetric-reproductive disorders of the female cat, we recorded the

owned female cats’ medical files (Ν= 1065) of the Obstetrics Unit, Companion Animal

Clinic, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki, (period

10/1992-5/2012).

The recording’s results showed that the majority of the Obstetric Unit feline cas-

es concerned healthy animals (83%) that visited the Clinic for spaying (97%), gestation

diagnosis and checkup (1,8%), or estrous cycle checkup and general clinical exami-

nation (1,4%). The pathological cases constituted the 16% of the total cases, and were

mainly pyometras (42%), dystocias (31%), and mammary gland neoplasia, hyperplasia

or mastitis (11%). An important percentage of the animals (43%) that presented pyom-

etra – cystic endometrial hyperplasia were found to be under treatment with proges-

togens for reproductive control. They were treated surgically. Dystocia seemed to re-

markably appear (38%) in animals under 1 year of age. Μost dystocia cases were

treated surgically with caesarean section (34%) or ovariohysterectomy (45%), while

only 8% of them were successfully treated with the use of obstetric forceps and/or

uterine stimulants. Other pathological cases included gestation and post partum peri-

od disorders, ovarian remnant syndrome and, very rarely, uterine neoplasms.

The majority of the “obstetric” cases in female cats concern healthy animals

(83%) that are scheduled for spaying. The most common pathological issues of the re-

productive system of the cat are pyometra, dystocia and mammary gland disorders.

Page 77: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

76 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Τγιεινή Σροφίμων Ζ.Π.| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

31. ΥΤΙΚΑ ΠΡΟΘΕΣΑ ΣΑ ΣΡΟΥΙΜΑ

Σρομπούκη Μ.1 , ολωμάκος Ν.2 , Πεξαρά Α.2

1 Προπτυχιακή φοιτήτρια, 5ο έτος, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

2 Λέκτορας, Εργαστήριο Τγιεινής Σροφίμων, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Η αλλοίωση των τροφίμων οφείλεται στην οξείδωση των συστατικών τους και

στην ανάπτυξη μικροοργανισμών. Για την επιμήκυνση του χρόνου συντήρησής των

τροφίμων χρησιμοποιούνται χημικά πρόσθετα με αντιμικροβιακή και αντιοξειδωτική

δράση. Πρόσφατες μελέτες ενοχοποιούν τέτοιες ουσίες για την πρόκληση αλλεργικών

αντιδράσεων και πιθανή καρκινογόνο δράση, με αποτέλεσμα την απαίτηση των

καταναλωτών για τρόφιμα χωρίς χημικά συντηρητικά. Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια

αναθεωρούνται οι νομοθετικές διατάξεις που διέπουν τη χρήση των χημικών

προσθέτων στα τρόφιμα με στόχο τη μείωση των επιτρεπόμενων συγκεντρώσεων

τους. Έτσι, φυσικές ουσίες με αντιμικροβιακές και αντιοξειδωτικές ιδιότητες έχουν

προσελκύσει το ενδιαφέρον των ερευνητών και της βιομηχανίας των τροφίμων ως μια

εναλλακτική λύση για τη μείωση της χρήσης των χημικών προσθέτων. Ως φυσικά

πρόσθετα στα τρόφιμα μπορούν να χρησιμοποιηθούν η ρίγανη, το θυμάρι, το

φασκόμηλο κ.α. Σα αιθέρια έλαια αυτών των βοτάνων παραλαμβάνονται με απόσταξη

και διαθέτουν ισχυρή αντιμικροβιακή και αντιοξειδωτική δράση που οφείλεται στα

φαινολικά τους συστατικά, όπως η καρβακρόλη, η θυμόλη κ.α. Οι βακτηριοσίνες, οι

οποίες παράγονται από τα οξυγαλακτικά βακτήρια, χρησιμοποιούνται επίσης ως

φυσικά πρόσθετα στα τρόφιμα. Η νισίνη και η ναταμυκίνη αποτελούν τις πιο γνωστές

βακτηριοσίνες, οι οποίες έχουν εγκριθεί για χρήση στα τρόφιμα με αντιμικροβιακή και

αντιμυκητιακή δράση, αντίστοιχα. Σέλος η λυσοζύμη είναι ένα ένζυμο που απαντάται

κυρίως στο αβγό χήνας, ενώ βρίσκεται και σε υγρά του σώματος, όπως δάκρυα,

σάλιο, ούρα και γάλα και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν φυσικό πρόσθετο στα

τρόφιμα. Μόνη της ή σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες μπορεί να έχει σημαντική

αντιμικροβιακή δράση, ιδιαίτερα στα ήπια επεξεργασμένα τρόφιμα.

Page 78: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

77 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Food Hygiene| Review

31. NATURAL ADDITIVES IN FOOD PRODUCTS

Trombouki M.1, Solomakos N.2, Pexara A.2

1 Undergraduate student, 5th year, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly

2 Lecturer, Laboratory of Food Hygiene, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly

A wide range of chemical additives has been added during food manufacture

in order to extend shelf-life by stabilizing chemical changes or by preventing or inhibit-

ing microbial growth. Although the importance of such traditional preservatives has

been recognized, their safety has been questioned in last years. The revision of their

legal status towards a more restricted use and the increasing demand of consumers

for natural products as alternative preservatives in foods have forced food processors

and researchers to look for natural additives with antimicrobial and antioxidant prop-

erties. As natural food additives can be used oregano, thyme, sage, etc. The essential

oils of these herbs are received by distillation and have notable antimicrobial and an-

tioxidant activity due to their phenolic components such as carvacrol, thymol etc.

Bacteriocins produced by lactic acid bacteria are widely used as food additives due

to their GRAS status. Nisin and natamycin are the most known bacteriocins and have

been approved for use in food with antimicrobial and antifungal activity, respectively.

Finally, lysozyme is an enzyme found mainly in hen’s egg but also in body fluids such as

tears, saliva, urine, milk and can be used as a natural food additive. Alone or in com-

bination with other factors can have a significant antimicrobial activity, especially in

semi-processed foods.

Page 79: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

78 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Τγιεινή Σροφίμων Ζ.Π.| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

32. ΚΙΝΔΤΝΟΙ ΣΟ ΜΕΛΙ ΚΑΙ ΕΠΙΠΣΨΕΙ ΣΗΝ ΤΓΕΙΑ ΣΟΤ ΑΝΘΡΨΠΟΤ

Σαχτσόγλου .Μ. 1, Σζιτζούδη Ζ.Μ. 1, Παπαπαναγιώτου Η.2

1 Προπτυχιακοί φοιτητές, 5ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Λέκτορας, Εργαστήριο Τγιεινής Σροφίμων Ζωικής Προέλευσης, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο

Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Η κατανάλωση μελιού τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί λόγω της υγιεινότερης

διατροφής που ακολουθούν οι καταναλωτές. Ωστόσο ελλοχεύουν αρκετοί κίνδυνοι

από την κατανάλωσή του λόγω λαθών που συμβαίνουν στην διαδικασία παραγωγής

του. Αυτοί διακρίνονται σε φυσικούς, βιολογικούς και χημικούς. τους φυσικούς

περιλαμβάνονται η παρουσία ξένων σωμάτων, όπως χώμα ,φύλλα, μέρη του

σώματος των μελισσών και κόπρανα ζώων. τους βιολογικούς ανήκει η ανεύρεση

μικροοργανισμών, όπως πχ η Escherichia coli και το Clostridium botulinum που είναι

υπεύθυνο για την αλλαντίαση των νεογνών η οποία μπορεί να είναι θανατηφόρος .

τους χημικούς εμπεριέχονται τα αντιβιοτικά, εντομοκτόνα, ζιζανιοκτόνα και προϊόντα

καθαρισμού και απολύμανσης των κυψελών. Και οι τρεις κατηγορίες κινδύνων έχουν

επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου μετά από κατανάλωση επιμολυσμένου μελιού. Οι

μικροοργανισμοί μέσω ιδιαίτερων παθογενετικών διαδικασιών προκαλούν

τροφολοιμώξεις. Σα φυτοφάρμακα, που χρησιμοποιούνται στη γεωργία για την αύξηση

της παραγωγικής ικανότητας των καλλιεργειών έχουν ως τελικό προορισμό διαμέσου

της τροφικής αλυσίδας τον άνθρωπο. Πιο συγκεκριμένα, έχει αποδειχθεί ότι διάφορα

είδη εντομοκτόνων προκαλούν καρκινογενέσεις. Παράλληλα, τα αντιβιοτικά μετά την

είσοδό τους στον οργανισμό απορροφώνται και μεταβολίζονται προκαλώντας

ενδεχομένως την εμφάνιση εντοπισμένων ή συστηματικών βλαβών. Με σκοπό την

προστασία των καταναλωτών, έχει δημιουργηθεί το Rapid Alert System for Food and

Feed, ένα διεθνές σύστημα για την καταγραφή κινδύνων που ανεβρέθηκαν στο μέλι.

Page 80: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

79 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Food Hygiene| Review

32. RISK FOUND IN HONEY AND EFFECT ON HUMAN’S HEALTH

Tachtsoglou S.M. 1, Tzitzoudi Z.M.1, Papapanagiotou E.2

1 Undergraduate student, 5th year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Lecturer, Laboratory of Food Hygien, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

In recent years, honey consumption has increased due to healthier nutrition,

which is followed by consumers. However, several risks posed by consumption. These

are divided into physical, biological and chemical. In physical risks included the pres-

ence of foreign bodies, such as dirt, leaves, parts of bee’s body and animal feces. In

biological risks belong microorganisms, such as Escherichia coli clostridium and botuli-

num which is responsible for baby botulism, an illness that may be fatal .In chemical

risks contained antibiotics, insecticides, herbicides and cleaning and disinfecting

hives. All three types of risk affect human health after consumption of contaminated

honey. The microorganisms through specific pathogenetic processes causes food-

born illnesses . Pesticides used in agriculture to increase the capacity of cultures.

through food chain reach their final destination, human. More specifically, it has been

shown that various types of insecticides carcinogenic. Furthermore, antibiotics after

entering the body are absorbed and metabolized possibly causing the appearance

of localized or systemic failures. In order to protect consumers, it has created the Rap-

id Alert System for Food and Feed, an international system for capturing risk results

found in honey.

Page 81: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

80 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Τγιεινή & Σεχνολογία Σροφίμων Ζ.Π.| Ερευνητική

33. ΔΙΕΡΕΤΝΗΗ ΣΗ ΜΙΚΡΟΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΟΛΗΠΣΙΚΗ ΠΟΙΟΣΗΣΑ ΜΙΑ

ΕΣΟΙΜΗ-ΠΡΟ-ΚΑΣΑΝΑΛΨΗ ΠΑΡΑΔΟΙΑΚΗ ΑΛΣΑ ΜΤΔΙΨΝ, ΜΕ ΣΗ ΦΡΗΗ ΣΗ

ΣΕΦΝΟΛΟΓΙΑ ΣΗ ΘΕΡΜΗ ΠΛΗΡΨΗ ΠΕΡΙΕΚΣΨΝ

Αγγέλου Β.1, Γιαννούλη Μ.1, Κομοδρόμος Δ.2, Αγγελίδης Π.3

1 Προπτυχιακή Υοιτήτρια, 4ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Τπ. Διδάκτορας, Εργαστήρια Τγιεινής και Σεχνολογίας Σροφίμων, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο

Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

3 Αν. Καθηγητής, Εργαστήριο Ιχθυολογίας, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Σα μύδια θεωρούνται ένα εκλεκτό έδεσμα σε ολόκληρο τον κόσμο, όμως ταυτόχρονα

συνιστούν ένα ευαλλοίωτο τρόφιμο. Η τεχνολογία της εν θερμώ πλήρωσης των

περιεκτών, κατά την παρασκευή έτοιμων-προς-κατανάλωση προϊόντων,

χρησιμοποιείται ολοένα και περισσότερο στη βιομηχανία τροφίμων, καθώς εξασφαλίζει

αυξημένη διάρκεια ζωής και ελάχιστο χρόνο προετοιμασίας πριν το σερβίρισμα. την

παρούσα εργασία διερευνήθηκε η μικροβιολογική και η οργανοληπτική ποιότητα μιας

έτοιμης-προς-κατανάλωση παραδοσιακής σάλτσας μυδιών, με τη χρήση της

προαναφερθείσας τεχνολογίας. Για την παρασκευή της σάλτσας χρησιμοποιήθηκαν

νωπά, καθαρισμένα μύδια, πολτοποιημένη τομάτα, λάδι, σκόρδο και καρυκεύματα, τα

οποία αναμείχθηκαν και θερμάνθηκαν στους 85-90° C για 5 min. το τέλος της

προετοιμασίας προστέθηκε τυρί φέτα και η σάλτσα κατανεμήθηκε σε 4 γυάλινους

περιέκτες μετά από επιπλέον θέρμανση για 1, 2, 4 και 8 min, αντίστοιχα, στην ίδια

θερμοκρασία. Οι περιέκτες συντηρήθηκαν στους 4° C για χρονική διάρκεια ενός μήνα.

Οι δειγματοληψίες για τις μικροβιολογικές αναλύσεις πραγματοποιούνταν

εβδομαδιαίως και περιελάμβαναν την καταμέτρηση της ΟΜΦ, των οξυγαλακτικών

βακτηρίων και των εντεροβακτηρίων, με τα τελευταία να παραμένουν σε επίπεδα <102

cfu/g. Οι υπόλοιποι μικροβιακοί πληθυσμοί δεν ξεπέρασαν τις 105 cfu/g για όλες τις

μεταχειρίσεις, καθ΄όλη τη διάρκεια του πειραματισμού. Εξαίρεση αποτέλεσε ο

πληθυσμός των οξυγαλακτικών για τις μεταχειρίσεις όπου η φέτα θερμάνθηκε μόνο για

1 και 2 min, χωρίς ωστόσο να υπερβαίνει τις 107 cfu/g, καταδεικνύοντας σε κάθε

περίπτωση την επάρκεια της θερμικής επεξεργασίας. Οι τιμές του pH παρέμειναν κατά

τη διάρκεια του πειραματισμού οριακά χαμηλότερες του 4,7, χωρίς να εμφανίζουν

σημαντικές αποκκλίσεις μεταξύ των επιμέρους μεταχειρίσεων. Σέλος, η αξιολόγηση με

τις αισθήσεις στην αρχή και στο τέλος του πειραματισμού επιβεβαίωσε τη διατήρηση

των οργανοληπτικών χαρακτήρων του προϊόντος, καθ’ όλη τη διάρκεια συντήρησης.

υμπερασματικά, με την παραπάνω μέθοδο είναι εφικτή η παρασκευή μιας έτοιμης-

προς-κατανάλωση σάλτσας μυδιών, ικανής να συντηρηθεί υπό ψύξη για τουλάχιστον

1 μήνα.

Page 82: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

81 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Food Hygiene & Technology | Research

33. MICROBIAL AND SENSORY QUALITY INVESTIGATION OF A HOT-FILLED PRODUCED,

READY-TO-EAT, TRADITIONAL MUSSELS’ SAUCE

Aggelou V.1, Giannouli M.1, Komodromos D.2, Aggelidis P.3

1 Undergraduate Student, 4th year,Faculty of Veterinary Medicine, Αristotle University of Thessaloniki

2 PhD Candidate, Laboratories of Food Hygiene and Food Technology, Faculty of Veterinary Medicine,

Αristotle University of Thessaloniki

3 As. Professor, Laboratory of Ichthyology, Faculty of Veterinary Medicine, Αristotle University of Thessaloni-

ki

Mussels make a popular fine dish around the world. Unfortunately, at the same time

they are considered as a perishable food. The food industry carries forward the use of

hot-fill technology as the latter extends the shelf-life of packaged cooked-chilled

meals and ensures more time between production and serving. In this study the micro-

bial and sensory quality of a hot-filled, ready-to-eat, traditional mussels’ sauce were

investigated. Raw, cleaned mussels, chopped tomatoes, olive oil, gargle and spices

mixed together and cooked at 85-90° C for 5 min, until the sauce was prepared. Then,

according to the recipe, some feta cheese was added and the sauce additionally

heated for 1, 2, 4 and 8 min at the same temperature, before its allocation in four dif-

ferent glass containers, respectively. The containers were chill-stored at 4° C for a one

month-period, immediately after filling. The microbiological determination included a

weekly enumeration of TVC, LAB and Enterobacteriaceae. None of them exceeded

the population of 105 cfu/g, for every single treatment during the entire preservation

period, except for the latter, which remained lower than 102 cfu/g. The LAB population

of 1 or 2-minute heated samples (after feta’s cheese addition) seemed to set an ex-

ception on the above rule. However, their population didn’t exceed this of 104 cfu/g,

indicating that the heating treatment was sufficient. The pH values, which remained

below 4,7, showed no significant differences between treatments. The sensory attrib-

utes evaluation confirmed a high quality product both at the beginning and in the

end of the experiment. In conclusion, hot-filling technology may favor the production

of a stable, ready-to-eat mussels’ sauce with an expected shelf life of at least one

month, under chilling storage.

Page 83: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

82 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Ζωοτεχνία| Ερευνητική

34. ΜΕΛΕΣΗ ΣΗ ΑΤΞΗΗ ΣΟΤ ΨΜΑΣΙΚΟΤ ΒΑΡΟΤ ΣΨΝ ΑΡΝΙΨΝ ΥΤΛΗ ΦΙΟΤ

Κασιμέρη Μ.1, Πετρέλλης Γ.1, Πολυχρονόπουλος Α. 1, Ρήγας Π.1, τέκα .1, Αρσένος Γ.2

1 Προπτυχιακός Υοιτητής, 1ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Αναπληρωτής Καθηγητής, Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο

Θεσσαλονίκης

τόχος της εργασίας ήταν να διερευνηθεί η αύξηση των αρνιών της φυλής Φίου.

Φρησιμοποιήθηκαν ζώα από το ποίμνιο της Κτηνιατρικής χολής που βρίσκεται στο

Αγρόκτημα του Κολχικού και καταγράφηκε η αύξηση του σωματικού τους βάρους

(.Β.), καθώς και η διατροφή τους κατά την περίοδο της μελέτης. Φρησιμοποιήθηκαν

συνολικά δεκαεπτά (17) αρνιά τα οποία χωρίστηκαν σε δύο ομάδες ανάλογα με την

ηλικία τους στην έναρξη της μελέτης. Η πρώτη ομάδα αποτελούνταν από 8 αρνιά

ηλικίας 3 μηνών ενώ στη δεύτερη ομάδα υπήρχαν 9 αρνιά των οποίων η ηλικία

κυμαίνονταν από 6 ημέρες μέχρι 1 μήνα. ε κάθε ομάδα αρνιών έγιναν 5 διαδοχικές

ατομικές μετρήσεις του .Β των αρνιών σε εβδομαδιαία διαστήματα. Σαυτόχρονα με τις

μετρήσεις του Β γινόταν και αναλυτική καταγραφή της διατροφής για την κάθε ομάδα

αρνιών ώστε να δοθεί η δυνατότητα αξιολόγησης της επίδρασής της στο ρυθμό

αύξηση των αρνιών. την εργασία παρατίθενται στοιχεία για τη σημασία της

διατροφής στην ανάπτυξη του πεπτικού συστήματος των αναπτυσσόμενων αρνιών,

καθώς και στοιχεία για τις ιδιαιτερότητες στην ανατομική και φυσιολογία του πεπτικού

συστήματος των προβάτων. Αυτό κρίθηκε αναγκαίο στα πλαίσια της μελέτης δεδομένο

ότι τα ζώα που επιλέχθηκαν ήταν νεαρά γαλουχούμενα αρνιά που θεωρούνται

μονογαστρικά (υπάρχει απευθείας σύνδεση οισοφάγου- ηνύστρου με την οισοφαγική

αύλακα), μέχρι να αρχίσει να λειτουργεί η μεγάλη κοιλία αλλά και απογαλακτισμένα

παχυνόμενα αρνιά όπου υπάρχει πλήρης λειτουργία της μεγάλης κοιλίας. Η στατιστική

ανάλυση των αποτελεσμάτων, περιελάμβανε αρχικά έλεγχο της κανονικότητας των

μετρήσεων που έγιναν, έλεγχο ισότητας των διακυμάνσεων μεταξύ των δύο ομάδων και

έλεγχο υπόθεσης για ισότητα των μέσων. Από την τελευταία βρέθηκε ότι η μέση αύξηση

των αρνιών της ομάδας Β ήταν μεγαλύτερη, με α=1%(επίπεδο σημαντικότητας) και

στατιστική ισχύ 85,4%.

Page 84: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

83 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Animal Breeding| Research

34. STUDY OF GROWTH PERFORM ANCE OF CHIOS LAMBS

Kasimeri M.1, Petrellis G.1, Polychronopoulos A.1, Rigas P.1, Steka S.1,Arsenos G.2

1 undergraduate student, 1st year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Associate Professor, Laboratory of Animal Husbandry, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University

of Thessaloniki

The objective was to assess growth performance of Chios Lambs that are kept

in the University sheep Flock of purebred Chios breed. The changes in body weight

(BW) as well as the feeding management of lambs were recorded. In total, seventeen

(17) lambs were used. They were allocated in two groups (A and B) according to their

age at the commencement of the study. Group A, comprised of 8 lambs that were 3

months old. Group B comprised of 9 lambs that varied in age; their age ranged from 6

days to 1 month old. In both groups the body weight of individual lambs was recorded

on weekly intervals. At the same time details of the ration offered to individual lambs

were recorded in order to assess its effects on their growth. The study provides data

regarding the role of nutritional management on the development of intestinal tract

of sheep as well as information about the peculiarities in anatomy and physiology of

the digestive system in ruminants. The latter was considered necessary because the

animals selected to participate in the study were young milk fed lambs (their rumen

and reticulum are not functional yet) and older fattening lambs (their rumen is fully

functional). The statistical analysis of the results included initially checks for normality

of data as well as equality of variances and means. It was found that the average

growth of lambs in group B was higher, with a = 1% (significance level) and statistical

power of 85.4%.

Page 85: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

84 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Παθολογία Αιγοπροβάτων| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

35. Η ΕΛΛΕΙΧΗ ΒΙΣΑΜΙΝΗ Α ΚΑΙ ΟΙ ΤΦΝΟΣΕΡΕ ΚΛΙΝΙΚΕ ΜΟΡΥΕ ΣΗ ΣΑ ΜΙΚΡΑ

ΜΗΡΤΚΑΣΙΚΑ

Δατσέρη Φ.-Λ.1, Κοντογιαννάκης Κ.-X.1, Γιαδίνης Νεκτάριος2

1 Προπτυχιακός φοιτητής, επί πτυχίω, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Επίκουρος Καθηγητής, Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο

Θεσσαλονίκης

Η βιταμίνη Α ανήκει στην κατηγορία των λιποδιαλυτών βιταμινών και

συμβάλει κυρίως στην ακεραιότητα των επιθηλίων, στη λειτουργία της όρασης και στο

σχηματισμό των οστών. Περιλαμβάνει σειρά χημικών ενώσεων που παρουσιάζουν

παρόμοια βιολογική δράση. υντίθεται μόνο στους ζωικούς οργανισμούς, από

καροτενοειδή (προβιταμίνες της Α) και κυρίως από το β-καροτένιο. Η έλλειψη βιταμίνης

Α μπορεί να είναι αποτέλεσμα είτε πρωτογενούς έλλειψης, λόγω μειωμένης πρόσληψης

από την τροφή είτε δευτερογενούς, λόγω αδυναμίας σύνθεσης και αποθήκευσής της

στον οργανισμό. τα μικρά μηρυκαστικά η έλλειψη βιταμίνης Α συνήθως

χαρακτηρίζεται από προβλήματα στο γεννητικό σύστημα (αποβολές, τερατογενέσεις),

στα οστά, στο κεντρικό νευρικό σύστημα και στα επιθήλια (οφθαλμοί, αναπνευστικό,

πεπτικό, ουροποιητικό). Η μορφή και η ένταση των εκδηλώσεων εξαρτάται από την

ηλικία του ζώου και από το χρονικό διάστημα της έλλειψης. τα περισσότερα

περιστατικά έπειτα από τη χορήγηση ισορροπημένου σιτηρεσίου ή την ενέσιμη

χορήγηση βιταμίνης Α επιτυγχάνεται βελτίωση της κλινικής εικόνας σε επίπεδο

εκτροφής. υνεπώς, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε τις κλινικές μορφές του

συγκεκριμένου νοσήματος ώστε να το συμπεριλαμβάνουμε σε αρκετές διαφορικές

διαγνώσεις καθώς η θεραπευτική του προσέγγιση σε επίπεδο εκτροφής είναι πολύ

εύκολη και θα μπορούσε να γλιτώσει τον κλινικό κτηνίατρο από την άσκοπη

προσπάθεια θεραπείας άλλων καταστάσεων.

Page 86: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

85 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Small Ruminants Medicine| Review

35. THE DEFICIENCY OF VITAMIN A AND THE MAJOR CLINICAL FINDINGS IN SMALL RUMI-

NANTS

Datseri C.-L.1, Kontogiannakis K.-C.1 , Giadinis Nektarios2

1 Undergraduate student, pending graduation, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thes-

saloniki

2 Assistant Professor, Farm Animal Clinic, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

Vitamin A is a fat soluble vitamin that contributes mainly to the integrity of the

epithelial tissues, ocular function and bone formation. It consists of a group of chemi-

cal compounds that have similar biological activity and is composed only in animal

organisms, from carotenoids (pro-vitamin A) mainly beta-carotene. Primary vitamin Α

deficiency may occur in cases of limited intake of vitamin A or its precursors from the

ration while defective synthesis and storage can lead to secondary deficiency. Vita-

min A deficiency usually affects the reproductive system (abortions, teratogenesis),

bones, epithelia (ocular, respiratory, digestive, urinary), as well as the nervous system.

The diversity and intensity of the clinical signs in small ruminants depends on their age

and duration of the deprivation. In most cases the clinical symptoms are successfully

reversed after the administration of a balanced ration or injectable vitamin A. There-

fore, it is important to know all the clinical forms of this particular disease in order to

include it in several differential diagnosis, as its therapeutic approach is simple and

could save veterinarians a lot of time and effort for investigating other diseases.

Page 87: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

86 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Παρασιτολογία| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

36. ΓΑΣΡΕΝΣΕΡΙΚΑ ΝΗΜΑΣΨΔΗ ΜΙΚΡΨΝ ΜΗΡΤΚΑΣΙΚΨΝ: ΣΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΚΑΙ Η

ΑΝΣΙΜΕΣΨΠΙΗ

Κατσιώρχη A.1, Διάκου A.2

1Προπτυχιακή φοιτήτρια, επί πτυχίω, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2Επίκουρη καθηγήτρια, Εργαστήριο Παρασιτολογίας και Παρασιτικών Νοσημάτων, Κτηνιατρική χολή,

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Ο παρασιτισμός από γαστρεντερικά νηματώδη αποτελεί ένα από τα συχνότερα

και σοβαρότερα προβλήματα στην εκτροφή των μικρών μηρυκαστικών, τόσο στην

Ελλάδα όσο και διεθνώς, καθώς τα παράσιτα προκαλούν σημαντική μείωση των

αποδόσεων και της ευζωίας των ζώων. τη χώρα μας, στα μικρά μηρυκαστικά

απαντώται περισσότερες από 21 νηματωδώσεις με σημαντικότερες την αιμόνχωση, την

οστερτατζίωση, τη γαστρική και εντερική τριχοστρογγύλωση. Ανάλογα με το είδος του

παρασίτου, στα μολυσμένα ζώα εμφανίζονται συμτώμαται όπως ανορεξία,

κατάπτωση, αδυναμία, μείωση του σωματικού βάρους ή/και καχεξία, αναιμία, διάρροια

και υποπρωτεϊνεμία (οιδήματα – «σαγόνι σαν μπουκάλι»). Η διάγνωση του νοσήματος

στηρίζεται στο συνδυασμό του ιστορικού, της κλινικής εικόνας και κυρίως, στα

ευρήματα των παρασιτολογικών εξετάσεων στα κόπρανα. Ανεξάρτητα από τον τρόπο

καταπολέμησης των παρασίτων που εφαρμόζεται, ο στόχος είναι: α) να διατηρείται

χαμηλό το παρασιτικό φορτίο στα ζώα, ώστε να μην επηρεάζονται οι αποδόσεις τους,

ενώ ταυτόχρονα να εξασφαλίζονται οι μηχανισμοί κυτταρικής ανοσίας, και β) να

παρεμποδίζεται η ανάπτυξη αντοχής στα ανθελμινθικά φάρμακα. Η καταπολέμηση των

παρασίτων μέχρι σήμερα γίνεται κυρίως με την χορήγηση αντιπαρασιτικών φαρμάκων.

Ωστόσο, σε αρκετές περιπτώσεις, λόγω της κατάχρησης των φαρμάκων, έχουν

εμφανιστεί ή ενεργοποιηθεί γονίδια στα γαστρεντερικά νηματώδη, που τα έχουν

καταστήσει ανθεκτικά στη δράση των ανθελμινθικών φαρμάκων. Η

ανθελμινθικοαντοχή σε συνδυασμό με την αύξηση των βιολογικών εκτροφών οδηγεί

στην ανάγκη ανάπτυξης εναλλακτικών τρόπων αντιμετώπισης των γαστρεντερικών

νηματωδώσεων. Μεταξύ των εναλλακτικών προτάσεων περιλαμβάνονται: α) η

διαχείρηση των βοσκοτόπων (μετακίνηση των ζώων σε λειμώνες χωρίς παρασιτικά

στοιχεία), β) η προσεκτική χρήση των ανθελμινθικών, γ) η εκτροφή ανθεκτικών φυλών

ζώων, δ) η χρήση εμβολίων και ε) η βιολογική καταπολέμηση των παρασίτων με τη

χρησιμοποίηση φυσικών εχθρών τους (π.χ. νηματοδωφάγοι μύκητες, όπως ο Dud-

dingtonia flagrans).

Page 88: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

87 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Parasitology| Review

36. GASROINTESTINAL NEMATODES OF SMALL RUMINANTS: THE PROBLEM AND TREAT-

MENT

Katsiorxi A.1, Diakou A.2

1 Undergraduate students, pending graduation, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of

Thessaloniki

2 Assistant Professor, Laboratory of Parasitology and Parasitic Diseases, Faculty of Veterinary Medicine,

Aristotle University of Thessaloniki

The parasitism from gastrointestinal nematodes is one of the most common and

serious problems in small ruminants, in Greece and around the world, as they cause

significant reduction in animal production, as well as in their welfare. In our country

there are more than 21 species of nematodes, infesting the gastrointestinal tract,

causing parasitic diseases, the most important being haemonchosis, ostertagiosis, in-

testinal and gastric strongylidosis. Depending on the parasite species involved, the ob-

served symptoms are anorexia, depression, weakness, weight loss and / or cachexia,

anemia, diarrhea and hypoproteinemia (bottle jaw). The diagnosis is based on a com-

bination of history, clinical signs and results of fecal parasitological examinations. Re-

gardless the parasite control program, the goal is to maintain a low level of parasite

burden in the farm in order to minimal production costs and in the same time immuni-

ty without the development of anthelmintic resistance. Currently, the most common

way of parasite control is anthelmintic drugs. However, in many cases, genes that

make parasites resistant to anthelmintics had been activated or appeared on gastro-

intestinal nematodes due to the misuse of drugs, having as a result the reduction of

drug effectiveness. Nematode anthelminthic resistance in combination with the in-

crease of organic livestock leads to the need alternative treatment of gastrointesti-

nal nematodes. Management measures i.e. reduce pasture contamination, selective

use of anthelmintics, development of resistant breeds, use of vaccines and biological

control with the use of natural enemies of parasites such as nematophagous fungi

(Duddingtonia flagrans and others), are included amongst the alternative solutions.

Page 89: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

88 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Παθολογία Αιγοπροβάτων| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

37. Η ΠΡΟΩΟΤΑ ΠΝΕΤΜΟΝΙΑ ΣΟΤ ΠΡΟΒΑΣΟY

Πεχλιβανίδης Α.1, Μπάκα Ο.2, Γιαδίνης Ν.3

1 προπτυχιακός φοιτητής, επί πτυχίω, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 DVM, μετεκπαιδευόμενη στην κλινική παθολογία

3 Επίκουρος καθηγητής, Κλινική Παραγωγικών Ζώων, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο

Θεσσαλονίκης

Η προϊούσα πνευμονία (Maedi-Visna) του προβάτου είναι ένα νόσημα ιδιαίτερης

σημασίας τόσο για την ελληνική όσο και την παγκόσμια προβατοτροφία. Σο

ενδιαφέρον είναι μεγάλο εξαιτίας των σοβαρών οικονομικών απωλειών σε περίπτωση

προσβολής ενός ποιμνίου, ενώ πολλές φορές η τελική κατάληξη της νόσου είναι ο

θάνατος. Πρόκειται λοιπόν, για ένα ιογενές χρόνιο καχεξιογόνο νόσημα που

προσβάλλει κυρίως το αναπνευστικό (Maedi) και το νευρικό (Visna) σύστημα του

προβάτου. Πέρα από την αναπνευστική και την νευρική μορφή του νοσήματος όπως

ήδη αναφέρθηκε, υπάρχουν και δύο λιγότερο συχνές κλινικές εκδηλώσεις αυτής της

ιογενούς προσβολής, η μαστική και η αρθρική. την εργασία αυτή αναφέρεται επίσης

ο τρόπος μόλυνσης τόσο των νεογέννητων όσο και των ενήλικων προβάτων ενώ

τονίζεται ο ρόλος των αιγών στη μετάδοση της νόσου. Επιπλέον, περιγράφεται η

παθογένεια της νόσου και τα νεκροτομικά της ευρήματα, που βοηθούν σημαντικά στη

διάγνωσή της. Πέραν της νεκροτομής, στη διαγνωστική διερεύνηση βοηθά το καλό

ιστορικό με έμφαση στην ηλικία εμφάνισης των συμπτωμάτων ( >2 ετών) και στις

κλινικές εκδηλώσεις, η κλινική εικόνα αλλά και οι εργαστηριακές εξετάσεις η

σημαντικότερη από τις οποίες είναι η ιστολογική εξέταση των οργάνων που έχουν

προσβληθεί από τον ιό. Ακόμη, παραθέτονται ορισμένα νοσήματα τα οποία

συμμετέχουν στην διαφορική διάγνωση της νόσου ή μπορεί και να συνυπάρχουν με

την προϊούσα πνευμονία και ορισμένα σημεία-κλειδιά ως βοηθητικά της διαφορικής

διάγνωσης. Σέλος, μετά την διάγνωση της νόσου με τις μεθόδους που αναφέρονται

παραπάνω, προτείνεται η έγκαιρη αξιοποίηση των ασθενών ζώων ως η πιο

συμφέρουσα για τον παραγωγό και παρατίθενται τρόποι πρόληψης της νόσου.

Page 90: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

89 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Small Ruminants Medicine| Review

37. PROGRESSIVE PNEUMONIA OF SHEEP

Pexlibanidis A.1, Mpaka O.2, , Giadinis N.3

1 Undergraduate student, pending graduation, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thes-

saloniki

2 DVM , intern at Clinical Pathology

3 Assistant Professor, Farm Animal Clinic, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

This paperwork deals with a very important common disease in Greece and

globally as well, the progressive pneumonia of the sheep known as Maedi-Visna. The

interest in this disease is great because of the financial losses which can affect the

sheep producer and the increased mortality caused by the disease in most cases. To

begin with, progressive pneumonia is a viral chronic progressive disease which infects

mainly the respiratory system (Maedi) and the nervous system (Visna) of the sheep.

Despite the respiratory and nervous infection as it has already been mentioned, the

virus has two more clinical forms the mammary and the joint one, both appearing

very seldom. Furthermore, it is also mentioned how young and adult sheep are infect-

ed by the virus and it is mainly accentuated the goat's role as a key factor in spread-

ing the virus. It is also analyzed the pathogenesis of the disease and the postmortem

findings of the patient as a result of the infection, which is a dominant point of the di-

agnostic procedure. Besides the autopsy, a detailed record of the patient (it is im-

portant to ask about the age that the symptoms appear >2 years and other clinical

signs), the clinical examination and the laboratory testing seems to help the diagnosis

of the disease. The most diagnostic test is the histological examination of the infected

organs. Also, it is quoted a list with some diseases with similar clinical signs and some

key-words to help us distinguish them from the progressive pneumonia. In the end, it is

proposed the quickest slaughtering of the sheep before it lose its commercial value

and finally, it is mentioned the ways of preventing the disease.

Page 91: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

90 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Παθολογία Πτηνών| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

38. ΑΝΟΟΚΑΣΑΣΟΛΗ : ΑΙΣΙΑ,ΕΠΙΠΣΨΕΙ ΚΑΙ ΑΝΣΙΜΕΣΨΠΙΗ ΣΗ ΤΣΗΜΑΣΙΚΗ

ΠΣΗΝΟΣΡΟΥΙΑ

Σαχτσόγλου .-Μ.1, Σζιαφέρη Φ.1 , Σσιούρης Β.2

1 Προπτυχιακή φοιτήτρια, 5ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Επιστημονικός υνεργάτης, Μονάδα Παθολογίας Πτηνών, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο

Θεσσαλονίκης

Ως ανοσοκαταστολή ορίζεται η κατάσταση κατά την οποία περιορίζεται ή

αναστέλλεται η δράση του ανοσοποιητικού συστήματος, με αποτέλεσμα ο οργανισμός

να μην έχει την ικανότητα να αντιδράσει φυσιολογικά σε οποιοδήποτε αντιγονικό

ερέθισμα. Πρόκειται για μία σοβαρή παθολογική κατάσταση η οποία μπορεί να

οφείλεται τόσο σε ειδικούς όσο και σε μη ειδικούς παράγοντες.

Ανάλογα με τους παράγοντες που την προκαλούν διακρίνεται σε ειδική και μη

ειδική ανοσοκαταστολή, αντίστοιχα.Πιο συγκεκριμένα, για τα ορνίθια εντατικών

εκτροφών, η μη ειδική ανοσοκαταστολή μπορεί να προέρχεται από μη λοιμώδη αίτια

που σχετίζονται με τo υβρίδιο, τα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά της τροφής, τα

διαχειριστικά μέτρα και τις συνθήκες διαβίωσης στις μονάδες εκτροφής των ορνιθίων.

την ειδική ανοσοκαταστολή, εμπλέκονται λοιμώδη αίτια που προκαλούν κλινικές και

υποκλινικές παθολογικές καταστάσεις, οι οποίες μπορεί να οφείλονται σε μολύνσεις

από ιούς, βακτήρια και μύκητες ή και συνδυασμό των παραπάνω. Σα σημαντικότερα

λοιμώδη αίτια που προκαλούν ανοσοκαταστολή στα ορνίθια είναι η νόσος Gumboro,

η Λοιμώδης Αναιμία των Ορνιθίων, οι Αδενοϊοί, η νόσος Marek, ο ιός της

Δικτυοενδοθηλίωσης κ.α.

Η ανοσοκαταστολή προκαλεί σημαντικές οικονομικές απώλειες στη συστηματική

πτηνοτροφία και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς στα ανοσοκατασταλμένα ορνίθια

παρατηρείται μείωση ή/και αναστολή της ανάπτυξης, μείωση των αποδόσεων,

περιορισμένη ανταπόκριση στους εμβολιασμούς, δευτερογενείς επιπλοκές και συχνή

χορήγηση αντιμικροβιακών ουσιών.

Ωστόσο σήμερα, έχοντας καλύτερη γνώση των νοσημάτων αυτών και με την

βοήθεια των νεκροτομικών και εργαστηριακών εξετάσεων η διαφοροποίηση και η

διάγνωση των διάφορων αιτιών μπορεί να γίνει άμεσα και γρήγορα.

Έτσι, η επιβολή μέτρων αντιμετώπισης των ασθενειών και η εφαρμογή

προληπτικών μέτρων βιοασφάλειας είναι άμεσης προτεραιότητας. ε αυτά τα μέτρα

περιλαμβάνονται η διενέργεια εμβολιασμών, η εφαρμογή αυστηρών μέτρων

βιοασφάλειας, οι σωστές συνθήκες διαβίωσης και η χορήγηση ισορροπημένου

σιτηρεσίου, απαλλαγμένου από μυκοτοξίνες. Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να

περιορίσουμε σημαντικά την πιθανότητα συμμετοχής των παραπάνω

ανοσοκατασταλτικών παραγόντων, συμβάλλοντας ουσιαστικά τόσο στην υγεία και την

ευζωία των ορνιθίων, όσο και στην οικονομική ευμάρεια της συστηματικής

πτηνοτροφίας.

Page 92: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

91 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Avian Medicine| Review

38. IMMUNOSUPPRESSION: CAUSES, CONSEQUENCES AND TREATMENT IN SYSTEMIC

POULTRY

Tachtsoglou S.-M.1, Tziaferi C.1, Tsiouris V.2

1 Undergraduate student, 5th year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Teaching Staff, Unit of Avian Medicine, Farm Animal Clinic, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle Uni-

versity of Thessaloniki

Immunosuppression defined as a situation in which limited or inhibited immune

system so the body does not have the ability to react normally to any antigenic stimu-

lus. This is a serious medical condition which may be due to both specific and non-

specific agents.

Depending on the factors that cause it is divided into specific and nonspecific

immunosuppression, respectively. More specifically, for the intensive farming of chick-

ens, nonspecific immunosuppression may originate from non-infectious causes that

related to the hybrids, the qualitative and quantitative characteristics of food, man-

agement measures and living conditions in farms of chickens. In the specific immuno-

suppression are involved infections that cause clinical and subclinical disease states,

which may be due to infections by viruses, bacteria and fungi, or combinations of the

above. The most important infectious causes of immunosuppression in chickens are

the disease Gumboro, infectious anemia of hens, the adenovirus disease Marek, virus

Diktyoendothiliosis etc.

Immunosuppression causes significant economic losses in the poultry systematic

and this is especially important because in immunosuppressed chickens observed re-

duction and / or inhibition of growth, reduced yields, decreased response to vaccina-

tions, secondary complications and frequent administration of antimicrobials.

However today, with better knowledge of these diseases with the help of au-

topsy and laboratory tests differentiation and diagnosis of various causes can be di-

rectly and quickly. Thus, the imposition of treating diseases and preventive biosecurity

is a priority.

These measures include conducting vaccination, strict biosecurity measures,

the right living conditions and providing a balanced diet, free of mycotoxins. In this

way we can reduce the probability of participation of these immunosuppressive

agents, contributing significantly to the health and welfare of chickens, and the eco-

nomic prosperity of systematic poultry.

Page 93: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

92 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Φειρουργική Ζ..| Κλινικό Περιστατικό

39. ΦΕΙΡΟΤΡΓΙΚΗ ΑΝΣΙΜΕΣΨΠΙΗ ΞΕΝΨΝ ΨΜΑΣΨΝ ΣΟΝ ΣΟΜΑΦΟ ΚΑΙ ΣΟ ΛΕΠΣΟ

ΕΝΣΕΡΟ ΚΤΛΟΤ

Δαρδούμα Ζ.1, Καζλάρη Κ.1, Σσιώλη Β.2

1 Προπτυχιακή Υοιτήτρια, 5ο έτος, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

2 Επίκουρη Καθηγήτρια, Φειρουργική Κλινική, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Εισαγωγή

Η παρουσία ξένων σωμάτων στο στόμαχο και στο έντερο είναι συχνή στο

σκύλο. την εργασία αυτή παρουσιάζεται η χειρουργική αντιμετώπιση περιστατικού με

παρουσία ξένων σωμάτων στο στόμαχο και στο λεπτό έντερο.

Κλινικό περιστατικό

Θηλυκός Ελληνικός Ιχνηλάτης, 8,5 ετών, προσκομίστηκε με έμετο, διάρροια,

κατάπτωση και ανορεξία, διάρκειας 3 ημερών. Κατά την κλινική εξέταση διαπιστώθηκε

αφυδάτωση 7-10 % και παρουσία ξένου σώματος σκληρής σύστασης στον στόμαχο.

Κατά τον ακτινολογικό και υπερηχοτομογραφικό έλεγχο διαπιστώθηκαν πολλαπλά

ακτινοσκιερά ξένα σώματα (λίθοι) στον στόμαχο και στο έντερο. Οι εργαστηριακές

εξετάσεις ήταν στα φυσιολογικά όρια.

Σο περιστατικό αντιμετωπίστηκε χειρουργικά. Μετά την διενέργεια μέσης

λαπαροτομής, έγινε έλεγχος των οργάνων της κοιλιακής κοιλότητας. Ακολούθησε

γαστροτομή και αφαίρεση των λίθων. Παρά την παρουσία λίθων και στο

δωδεκαδάκτυλο, η εντεροτομή δεν κρίθηκε απαραίτητη καθώς ήταν δυνατή η

προώθηση των ξένων σωμάτων στο παχύ έντερο.

Αποτελέσματα

Μετεγχειρητικά το ζώο νοσηλεύτηκε για 2 ημέρες. Κατά την επανεξέτασή του μετά

από 1 εβδομάδα διαπιστώθηκε εντοπισμένη περιτονίτιδα, η οποία αντιμετωπίστηκε

χειρουργικά. Σην 3η μετεγχειρητική ημέρα διαπιστώθηκε σπειραματονεφρίτιδα και ο

ιδιοκτήτης αποφάσισε να γίνει ευθανασία.

Συμπεράσματα

Η παρουσία ξένων σωμάτων στον γαστρεντερικό σωλήνα είναι αρκετά συχνή. Η

αντιμετώπισή τους καθώς και η πρόγνωση εξαρτάται από την εντόπισή, την μορφή

τους (απλά ή επιμήκη), την παρουσία διάτρησης και περιτονίτιδας, και τέλος την γενική

κατάσταση του ασθενή.

Page 94: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

93 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Surgery| Case Report

39. SURGICAL MANAGEMENT OF GASTRIC AND INTESTINAL FOREIGN BODIES A DOG

Dardouma Z.1, Kazlari K.1, Tsioli V.2

1Undergraduate Student, 5th year, Faculty of Veterinary Science, University of Thessaly

2Assistant Professor, Department of Surgery, Faculty of Veterinary Science, University of

Thessaly

Introduction

Gastric and intestinal foreign bodies are common in dogs. In the present study

a case of gastric and intestinal foreign bodies causing complete obstruction in a dog

is described.

Case Report

A female, 8,5 years old, Greek Hound was referred with a 3 days history of vom-

iting, diarrhoea, general dullness and loss of appetite. Physical examination revealed

mild dehydrationand palpable foreign bodies in the stomach. Radiography and ultra-

sonography revealed radiopaque foreign bodies (stones) in the stomach and small

intestine.

Amidline laparotomy was performed and foreign bodies were removed via a gastro-

tomy incision. Although, stones were also detected in the duodenum they were not

lodged and therefore were easily moved

towards the large intestine.

Results

Postoperatively the dog was hospitalized for 2 days. On reexamination 1 week

later localized peritonitis was diagnosed and was treated surgically. A glomerulone-

phritis was diagnosed 3 days postoperatively and the owner decided euthanasia.

Conclusions

The presence of foreign bodies in the gastrointestinal tract is common. Treat-

ment and prognosis depends on the location, the nature of the foreign bodies, the

presence of perforation and peritonitis, and finally the general condition of the pa-

tient.

Page 95: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

94 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Φειρουργική Ζ..| Κλινικό Περιστατικό

40. ΑΤΣΟΜΑΣΟ ΠΝΕΤΜΟΘΨΡΑΚΑ ΛΟΓΨ ΡΗΞΗ ΠΝΕΤΜΟΝΙΚΨΝ ΥΤΑΛΙΔΨΝ Ε

ΚΤΛΟ: ΠΑΡΟΤΙΑΗ ΕΝΟ ΠΕΡΙΣΑΣΙΚΟΤ.

Μάστορα Φ.1, Παπάζογλου Λ.2

1 Προπτυχιακή φοιτήτρια, επί πτυχίω, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Αναπληρωτής καθηγητής, Μονάδα Φειρουργικής-Μαιευτικής, Κλινική Ζώων υντροφιάς, Κτηνιατρική

χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Εισαγωγή

Πνευμοθώρακας ονομάζεται η συλλογή αέρα στην κοιλότητα του υπεζωκότα και

χαρακτηρίζεται ως αυτόματος όταν η παρουσία του συνοδεύεται από απουσία

τραυματισμού στο ιστορικό. Η συχνότερη αιτία αυτόματου πνευμοθώρακα είναι η ρήξη

φυσαλίδων ή αερωδών κύστεων στους πνεύμονες.

Κλινικό περιστατικό

Ένα αρσενικό Cocker Spaniel 13 ετών προσήλθε στις κλινικές με ταχύπνοια και

πνευμοθώρακα διάρκειας δύο εβδομάδων, χωρίς προηγούμενο τραυματισμό. Έγινε

λήψη ακτινογραφημάτων τα οποία επιβεβαίωσαν τον πνευμοθώρακα και κατέδειξαν

την παρουσία υπερμεγέθους αεροκύστης. Σα ευρήματα της κλινικής εξέτασης, πέρα

από την ταχύπνοια, περιελάμβαναν βυθιότητα των αναπνευστικών ήχων στα μέσα και

άνω πνευμονικά πεδία αριστερά και στα άνω πνευμονικά πεδία δεξιά.

Αποτελέσματα

Σο ζώο νοσηλεύτηκε για μία ημέρα στη μονάδα εντατικής θεραπείας όπου

διενεργήθηκαν πολλαπλές θωρακοκεντήσεις και οξυγονοθεραπεία με τη χρήση

«τέντας» χωρίς όμως υποχώρηση του πνευμοθώρακα. Λίγες μέρες αργότερα

διενεργήθηκε μέση στερνοτομή. Κατά τη διερεύνηση της θωρακικής κοιλότητας

διαπιστώθηκε η παρουσία φυσαλίδων στον μέσο αριστερό λοβό, στον πρόσθιο δεξιό

και αριστερό λοβό, καθώς και στον οπίσθιο δεξιό λοβό. Για την αντιμετώπισή τους,

διενεργήθηκαν μία ολική και τρεις μερικές λοβεκτομές. Δέκα μήνες μετά, ο σκύλος δεν

έχει παρουσιάσει ξανά συμπτώματα πνευμοθώρακα.

Συμπεράσματα

Ο μηχανισμός παθογένεσης των φυσαλίδων δεν έχει αποσαφηνιστεί ακόμα

πλήρως, αν και υπάρχουν στοιχεία που υποστηρίζουν κάποιες θεωρίες για τη

δημιουργία τους, όπως και στοιχεία που δικαιολογούν την πιθανή προδιάθεση του

δεξιού μέσου λοβού. ε κάθε περίπτωση, έρευνες έχουν δείξει πως η θεραπεία εκλογής

σε περίπτωση αυτόματου πνευμοθώρακα με παρουσία φυσαλίδων είναι η μερική ή

ολική λοβεκτομή, καθώς η συντηρητική αντιμετώπιση με θωρακοκέντηση ή

θωρακοστομία συνοδεύεται από υψηλότερα ποσοστά υποτροπής του πνευμοθώρακα

και αυξημένη θνησιμότητα.

Page 96: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

95 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Surgery| Case Report

40. SPONTANEOUS PNEUMOTHORAX ASSOCIATED WITH PULMONARY BULLAE IN THE

DOG: A CASE REPORT.

Mastora C.1, Papazoglou L.2

1 Undergraduate student, pending graduation, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thes-

saloniki

2 Associate Professor, Unit of Surgery & Obstetrics, Companion Animal Clinic, Faculty of Veterinary Medi-

cine, Aristotle University of Thessaloniki

Introduction

Pneumothorax is the accumulation of air into the pleural cavity and can be

characterized as spontaneous when there is no history of trauma. The most common

cause of spontaneous pneumothorax is the rupture of pulmonary blebs or bullae.

Case Report

A 13- year- old male cocker spaniel was admitted with tachypnea and pneu-

mothorax of two weeks duration, without any history of previous trauma. Thoracic ra-

diography confirmed the presence of pneumothorax and an oversized bulla. Clinical

examination, revealed, apart from tachypnea, decreased lung sounds in the upper

and middle lung fields on the left side and in the upper fields on the right side.

Results

The dog was hospitalized for one day in the intensive care unit where it re-

ceived oxygen therapy and underwent multiple thoracocenteses for the manage-

ment of pneumothorax. However, pneumothorax did not resolve and a median ster-

notomy was performed a few days later. During the inspection of the thoracic cavity,

bullae were found on the left middle, left and right cranial and right caudal lung

lobes. One complete and three partial lung lobectomies were made. Ten months post

surgery the dog was free of signs of pneumothorax.

Conclusions

The pathogenesis of bullae has not been completely understood. Treatment of

choice for spontaneous pneumothorax associated with pulmonary bullae, is surgical

including partial or complete lung lobectomy. Conservative management by thora-

cocentesis or thoracostomy is associated with high recurrence and mortality rates.

Page 97: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

96 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Νευροχειρουργική| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

41. ΟΙ ΙΔΙΑΣΕΡΟΣΗΣΕ ΣΗ ΓΑΣΑ Ψ ΝΕΤΡΟΦΕΙΡΟΤΡΓΙΚΟ ΠΕΡΙΣΑΣΙΚΟ

Κόκκινος Π.1, Καζάκος Γ.2

1 Προπτυχιακός Υοιτητής, 5ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Επίκουρος καθηγητής, Μονάδα Αναισθησιολογίας και Εντατικής Θεραπείας, Κλινική Ζώων υντροφιάς,

Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Αποτελεί, πλέον, κοινό τόπο ότι η γάτα δεν αντιμετωπίζεται σα μικρός σκύλος

από τον κλινικό κτηνίατρο. κοπός, λοιπόν, της παρούσας εργασίας είναι η ανάδειξη

των ιδιαιτεροτήτων της αναφορικά με τις αλλοιώσεις ή κακώσεις του νωτιαίου μυελού,

και επιπλέον τη διαχείριση ενός τέτοιου περιστατικού. Πολλές παθολογικές καταστάσεις

μπορεί να έχουν εικόνα νευρολογικών διαταρχών στη γάτα και αυτές να εντοπίζονται

είτε στο κεντρικό ή περιφερικό νευρικό σύστημα είτε ακόμα και έξω από αυτό. Έτσι, είναι

ιδιαίτερα σημαντικό η κλινική και νευρολογική εξέταση του ζώου να γίνεται με προσοχή

και να καταρτίζεται η σωστή λίστα της διαφορικής διάγνωσης. Νοσήματα όπως η

αρτηριακή θρομβοεμβολή, η λοιμώδης περιτονίτιδα, η τοξοπλάσμωση ή ο

σακχαρώδης διαβήτης που απαντώνται συχνά ή κατ’αποκλειστικότητα στη γάτα

μπορούν να παραπλανήσουν τον κτηνίατρο στην τελική διάγνωση και θεραπεία. Λόγω

των ανατομικών και φυσιολογικών ιδιαιτεροτήτων της, η γάτα είναι επιρρεπής στους

τραυματισμούς, συχνά της ιεροκοκκυγικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης. Επίσης,

συχνά αίτια εντόπισης αλλοίωσης στο νωτιαίο μυελό με ποικίλη κλινική σημασία

αποτελούν η ΠΜΔ τύπου 1, διάφορα νεοπλάσματα, λοιμώδη νοσήματα αλλά και

συγγενείς ανωμαλίες. Γενικά, οι κύριες θεραπείες που προτείνονται, ανάλογα με τη

διάγνωση, είναι η χειρουργική και η συντηρητική/φαρμακευτική. κοπός της

χειρουργικής θεραπείας είναι είτε η αποσυμπίεση του ν. μυελού, είτε η ανάταξη και

σταθεροποίηση ενός κατάγματος ή εξαρθρήματος. Η συντηρητική/φαρμακευτική

αγωγή μπορεί να χορηγηθεί σε περιστατικά οξείας κάκωσης του νωτιαίου μυελού μέχρι

τη σταθεροποίηση της κατάστασης του ζώου ή ως μετεγχειρητική αγωγή. την αγωγή

αυτή συπεριλαμβάνονται η υποστηρικτική αγωγή της γάτας (περιορισμός

κινητικότητας, μηχανική κένωση της ουροδόχου κύστης κλπ) καθώς και η

φυσιοθεραπεία. Σέλος, αναφέρονται τα κριτήρια πρόγνωσης ενός νευροχειρουργικού

περιστατικού καθώς και η ιδιαιτερότητα του είδους να παρουσιάζει νωτιαία βάδιση.

Page 98: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

97 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Neurosurgery| Review

41. THE CAT AS A NEUROSURGICAL PATIENT

Kokkinos P.1, Kazakos G.2

1 Undergraduate student, 5th year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki

2 Assistant Professor, Surgery-Intensive Care, Companion Animal Clinic, Faculty of Veterinary Medicine,

Aristotle University of Thessaloniki

It is important to realize that the clinical approach and the disease processes

seen in cats differ somewhat from those in dogs. The aim of this presentation is to un-

derline the characteristics of the cat patient, focusing on the lesions or injuries of the

spinal cord. Different pathological conditions of cats may be manifested clinically

with neurological disorders. Thus, careful clinical and neurological examinations are

necessary to determine whether a lesion is confined to the spinal cord and at what

level. Veterinarian may be misled defining the final diagnosis and treatment, while

many conditions occur frequently or exclusively in cats; such conditions are arterial

thromboembolism, feline infectious peritonitis, toxoplasmosis or diabetes mellitus.

Many cats experience traumatic injuries, often of the sacrococcygeal segment of the

spine. Moreover, intervertebral disc disease (IVDD) type 1, several neoplasms, infec-

tious diseases and other congenital abnormalities may be frequently localized in the

spinal cord with varying clinical importance. In general, the therapeutic options for

animals with spinal trauma are the surgical and medical. The surgical management

includes either the reduction or stabilization of a fracture or dislocation, or the decom-

pression of the spinal cord. The medical therapy can be administered in cases with

acute spinal cord injury or postoperatively. In the latter, both supportive therapy

(restricted mobility, manual bladder expressing etc) and physiotherapy are included.

Concluding, prognostic factors that determine the progress of the patient are pre-

sented. Reference is also made to the enhanced ability of cats to re-express hind limb

locomotion after spinal cord injuries at low thoracic levels.

Page 99: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

98 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Ορθοπαιδική| Βιβλιογραφική Ανασκόπηση

42. Η ΔΙΑΦΕΙΡΙΗ ΣΗ ΟΣΕΟΑΡΘΡΙΣΙΔΑ ΣΟΝ ΚΤΛΟ

Δερμιντζάκης Α.1, Πράσινος N.2

1 Προπτυχιακός φοιτητής, 5ο έτος, Κτηνιατρική χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

2 Επίκουρος Καθηγητής, Μονάδα Φειρουργικής και Μαιευτικής, Κλινική Ζώων υντροφιάς, Κτηνιατρική

χολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Η οστεοαρθρίτιδα (ΟΑ) είναι η συχνότερη αρθροπάθεια του ανθρώπου και των

ζώων και εκτιμάται ότι προσβάλλει το 20% των ενήλικων σκύλων. υχνότερα

προσβάλλονται παχύσαρκοι σκύλοι μεγαλόσωμων φυλών. Πρόκειται για ένα

σύνδρομο, το οποίο στην τυπική μορφή του χαρακτηρίζεται ως μια προϊούσα και

βραδέως εξελισσόμενη εκφύλιση του αρθρικού χόνδρου των διαρθρώσεων.

Η οστεοαρθρίτιδα είναι μια μη αναστρέψιμη πάθηση, η εξέλιξη της οποίας δεν

επιβραδύνεται με τη συντηρητική θεραπεία. Οι στόχοι της θεραπείας της ΟΑ είναι ο

έλεγχος του πόνου, η διατήρηση και η βελτίωση του εύρους κίνησης και της

σταθερότητας της προσβεβλημένης άρθρωσης και ο περιορισμός των λειτουργικών

διαταραχών του ζώου. Οι παραπάνω στόχοι επιτυγχάνονται με διάφορους

συνδυασμούς συντηρητικών και χειρουργικών αγωγών.

Πολλές φορές, η μείωση του σωματικού βάρους σε παχύσαρκα ζώα, συχνά σε

συνδυασμό με την αλλαγή του τρόπου διαβίωσης, είναι τα μοναδικά μέσα που

απαιτούνται για τη θεραπεία των ζώων με ΟΑ. Επίσης η ήπια άσκηση, όπως ο

περίπατος με το λουρί (κινησιοθεραπεία) και η κολύμβηση (φυσικοθεραπεία), είναι

απαραίτητη για τη διατήρηση της κινητικότητας των αρθρώσεων. Σα μη στεροειδή

αντιφλεγμονώδη (ΜΑΥ) είναι η κυριότερη ομάδα φαρμάκων που χρησιμοποιούνται

για τον έλεγχο της ΟΑ (π.χ. καπροφαίνη, μελοξικάμη). Άλλα φάρμακα που

χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση του πόνου είναι η κωδεϊνη και η τραμαδόλη,

καθώς και τα γλυκοκορτικοειδή στη μικρότερη δυνατή δόση για βραχυχρόνια θεραπεία.

Διάφορες ενέσιμες χονδροπροστατευτικές ουσίες (π.χ. πολυθεϊκές

γλυκοζαμινογλυκάνες), διάφορα διαιτητικά συμπληρώματα (π.χ. γλυκοζαμίνες, ω3-ω6

λιπαρά οξέα) και ειδικές τροφές αναφέρεται ότι βελτιώνουν την κλινική εικόνα

ορισμένων ζώων.

Για την αντιμετώπιση της ΟΑ μπορούν να χρησιμοποιηθούν διάφορες

χειρουργικές τεχνικές, μεταξύ των οποίων κυρίαρχο ρόλο έχουν οι σωστικές επεμβάσεις

(π.χ. εκτομή της κεφαλής και του αυχένα του μηριαίου, αρθρόδεση). Σέλος, η καλή

συνεργασία του ιδιοκτήτη με τον κτηνίατρο είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την

επιτυχή διαχείριση της ΟΑ του σκύλου.

Page 100: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

99 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Orthopedic surgery| Review

42. THE MANAGEMENT OF OSTEOARTHRITIS IN THE DOG

Dermintzakis A.1, Prassinos N.2

1 Undergraduate student, 5th year, Faculty of Veterinary Medicine, Aristotle University of Thessaloniki,

Greece

2 Assistant Professor, Surgery and Obstetrics Unit, Small Animal Clinic, Faculty of Veterinary Medicine, Aris-

totle University of Thessaloniki, Greece

Osteoarthritis (OA) is the most common joint disease in human and animals and

is estimated to affect 20% of adult dogs. Large breed and obese dogs are affected

more frequently. OA is a syndrome, which, in its standard form, is characterized by

slowly progressive degeneration of articular cartilage.

OA is an irreversible condition. The goals of its treatment are pain control,

maintenance and improvement of joint motion and stability, and limitation of func-

tional disorders of the animal. These goals are achieved by various combinations of

conservative and surgical regimes.

Body weight reduction in case of obesity, often in combination with lifestyle

changes are the only tools required to manage OA. Also, moderate exercise, such as

leash walking and swimming are essential for the maintenance of joint mobility.

NSAIDs are mainly used in the treatment of OA (e.g. carprofen, meloxicam). Also, oth-

er analgesics (e.g codeine, tramadol) and glucocorticosteroids could be used for

short-term treatment with very good results. Various injectable agents with chondro-

protective substances (e.g. glycosaminoglycan polysulfate) and various dietary sup-

plements (e.g. glucosamine, Omega 3-Omega-6 fatty acids) or special diets have

been reported to improve clinical status of certain animals.

Surgical techniques could be used for the management of OA. Cooperation

between owner and veterinarian is very important factor for the management of OA

in the dog.

Page 101: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

100 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Ορθοπαιδική| Αναδρομική Μελέτη

43. ΜΟΝΙΜΗ ΤΣΟΛΗ ΣΟΤ ΤΠΑΚΑΝΘΙΟΤ ΜΤΟ: ΑΝΑΥΟΡΑ Ε ΣΡΙΑ ΚΛΙΝΙΚΑ

ΠΕΡΙΣΑΣΙΚΑ

Κόρμπου Υ.1, Νικολοπούλου Ά.1, ιδέρη Α.2

1 Προπτυχιακοί φοιτητές, 5ο έτος, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

2 Λέκτορας, Φειρουργική Κλινική, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Εισαγωγή

Κατά τη μόνιμη συστολή μυός παρατηρείται αντικατάσταση των μυικών ινών

από ινώδη συνδετικό ιστό με αποτέλεσμα τη μείωση του μήκους του. Η συστολή των

μυών της ωμοπλάτης αποτελεί μια σπάνια αιτία χωλότητας των πρόσθιων άκρων που

παρατηρείται σε σκύλους εργασίας. Η συστολή του υπακάνθιου μυός είναι η πιο συχνή

ενώ σπανιότερα μπορεί να παρατηρηθεί συστολή του υπερακάνθιου ή και του

ελάσσονος στρογγύλου μυός. Η αιτιολογία της μόνιμης συστολής του υπακάνθιου

μυός είναι συνήθως τραυματική, η θεραπεία χειρουργική και η πρόγνωσή της καλή.

κοπός της παρούσας εργασίας είναι η περιγραφή τριών τέτοιων περιστατικών μόνιμης

συστολής του υπακάνθιου μυός.

Κλινικά περιστατικά

Σρεις σκύλοι μέσης ηλικίας 7 ετών και μέσου σωματικού βάρους 17,7 kg

προσκομίστηκαν με χωλότητα πρόσθιου άκρου διάρκειας 1,5 μήνα περίπου. Και τα τρία

ζώα είχαν πρωτοεμφανίσει χωλότητα, λόγω τραυματισμού, μερικές εβδομάδες

νωρίτερα, η οποία είχε υποχωρήσει με περιορισμό της κινητικής τους δραστηριότητας.

Κατά τη στάση παρατηρήθηκε προσαγωγή του αγκώνα και απαγωγή του περιφερικού

τμήματος του άκρου, ενώ κατά τη βάδιση και τον τροχασμό περιαγωγή του άκρου

περιφερικά του αγκώνα. Κατά την κλινική εξέταση διαπιστώθηκε ατροφία των μυικών

μαζών της ωμοπλάτης και μειωμένο εύρος κάμψης και έκτασης του ώμου. Κατά τον

ακτινολογικό έλεγχο διαπιστώθηκε μείωση του μεσάρθριου διαστήματος της κατ’ώμου

άρθρωσης.

Αποτελέσματα

Η θεραπεία ήταν χειρουργική. Πραγματοποιήθηκε λύση των συμφύσεων του

καταφυτικού τένοντα του υπακάνθιου μυός με τον αρθρικό θύλακο της κατ’ ώμου

άρθρωσης και εκτομή τμήματός του. ε ένα περιστατικό διενεργήθηκε επιπλέον εκτομή

και τμήματος του τένοντα του ελάσσονος στρογγύλου μυός. Μετεγχειρητικά

χορηγήθηκε αντιφλεγμονώδης αγωγή και περιορισμός της κινητικής δραστηριότητας

για μία εβδομάδα περίπου, προκειμένου να επουλωθεί το χειρουργικό τραύμα. τη

συνέχεια συστήθηκε η άμεση επαναφορά στην προηγούμενη δραστηριότητά (άσκηση,

κυνήγι).

Συμπεράσματα

ε όλα τα περιστατικά επιτεύχθηκε γρήγορη και πλήρης αποκατάσταση της

κινητικότητας του άκρου.

Page 102: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

101 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Orthopedic Surgery| Retrospective Study

43. INFRASPINATUS MUSCLE CONTRACTURE: REPORT OF THREE CLINICAL CASES

Kormpou F.1, Nikolopoulou A.1, Sideri K.2

1 Undergraduate student, 5th year, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly

2 Lecturer, Department of surgery, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly

Introduction

Muscle contracture is a condition where muscle fibres are replaced by fibrous

connecting tissue thus resulting in reduction of the muscle’s length. Contracture of the

scapula muscles is an uncommon cause of lameness mostly observed in working

dogs. Infraspinatus muscle is most commonly involved, whereas contracture of su-

praspinatus and/or teres minor occurs less frequently. The aetiology is suspected to be

traumatic, surgery is indicated and the prognosis is favourable in all cases treated

properly. This study presents three such cases.

Clinical case

Three working dogs mean age 7 years and mean weight 17.7 kg were admit-

ted with forelimb lameness. All animals had first shown lameness, due to trauma, a few

weeks earlier, which was treated with restriction of their activity. In the standing posi-

tion adduction of the elbow and abduction of the foot was observed, whereas during

walk and trot there was circumduction of the limb on protraction and a flip-like exten-

sion of the paw as the limp moved forwards. Clinical examination revealed atrophy of

scapular muscles and reduced range of motion of the shoulder joint. Radiography

showed a reduction in shoulder joint space width.

Results

Breakdown of the adhesions of the infraspinatus muscle with the articular cap-

sule of the shoulder joint and tenotomy was performed in all cases. Moreover, in one

case, tenotomy of teres minor muscle was also required. Postoperatively, anti-

inflammatory treatment and restriction of activity were advised for a week, to facili-

tate healing of the surgical trauma. After this period a rapid return to their previous

activity was recommended.

Conclusions

In all cases, rapid and full rehabilitation of the limb was achieved.

Page 103: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

102 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Παθολογική Ανατομική| Ερευνητική

44. ΓΕΝΙΚΕ ΑΡΦΕ ΥΨΣΟΓΡΑΥΙΗ ΜΑΚΡΟΚΟΠΙΚΨΝ ΑΛΛΟΙΨΕΨΝ, ΙΣΨΝ &

ΟΡΓΑΝΨΝ ΣΨΝ ΖΨΨΝ ΓΙΑ ΕΠΙΣΗΜΟΝΙΚΗ Ή/ΚΑΙ ΚΣΗΝΙΑΣΡΟΔΙΚΑΣΙΚΗ ΦΡΗΗ

Λιόγρης Μ.1, Δούκας Δ.2, Σόντης Δ.3

1 Προπτυχιακός Υοιτητής, 4ο έτος, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

2 Τποψήφιος Διδάκτορας, Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, Σμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο

Θεσσαλίας

3 Αναπληρωτής Καθηγητής, Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής, Σμήμα Κτηνιατρικής Πανεπιστήμιο

Θεσσαλίας

Η σύγχρονη τεχνολογία έχει κάνει την φωτογραφία ένα πετυχημένο και εύκολο

μέσο που χρησιμοποιείται ευρέως στην κτηνιατρική, ιδιαίτερα στην παθολογική

ανατομική και την κτηνιατροδικαστική. Η χρήση ψηφιακής φωτογραφικής μηχανής για

τη λήψη φωτογραφιών κατά τη διάρκεια της νεκροψίας ζώου αποτελεί βασικό στοιχείο

της, αφού εκτός από την οργάνωση αρχειακού και αποδεικτικού υλικού, εξασφαλίζει

περισσότερο ελεύθερο χρόνο στον κλινικό κτηνίατρο, ώστε να αποφύγει τη χρονοβόρα

διαδικασία της έντυπης καταγραφής των μακροσκοπικών αλλοιώσεων. Επιπλέον δίνει

τη δυνατότητα ηλεκτρονικής αποστολής των φωτογραφιών, για ανάλυση και

διάγνωση από πιο ειδικούς. Επίσης, οι φωτογραφίες μπορεί να αποτελέσουν

συνοδευτικό υλικό ιστών μετά από βιοψία, αποτελώντας υλικό απαραίτητο, για την

ερμηνεία των αλλοιώσεων.

Παρά την αυτοματοποίηση της φωτογραφίας και την ύπαρξη φθηνών

ψηφιακών μηχανών, είναι σημαντικό να κατανοηθούν μερικές βασικές αρχές ώστε να

μπορούν να χρησιμοποιηθούν με επιτυχία. Βασικά σημεία γνώσης και εφαρμογής

αποτελούν τα παρακάτω. 1) Η έκθεση και οι παράγοντες που την επηρεάζουν όπως

η ταχύτητα του φιλμ (ISO), το διάφραγμα και ο χρόνος έκθεσης, ώστε να αποφευχθεί

«κάψιμο» ή υποέκθεση της φωτογραφίας. 2) Η εστίαση (αυτόματη ή χειροκίνητη) και το

βάθος πεδίου. 3) Σο μέγεθος της εικόνας, που εξαρτάται από α) το μέγεθος του

θέματος, β)την απόσταση του από την φωτογραφική μηχανή και γ) την εστιακή

απόσταση του φακού (υπάρχουν διάφορα είδη). 4) Η ισορροπία των χρωμάτων. 5)Η

σύνθεση της εικόνας, που είναι καθοριστική. Ειδικότερα στη μακροσκοπική παθολογική

ανατομική, πρέπει επιπλέον να προσεχθούν τα παρακάτω: να χρησιμοποιείται μια

σκούρα επιφάνεια για φόντο, που πρέπει να είναι καθαρό χωρίς αίματα, να

απομακρύνονται οι ιστοί που δεν παρουσιάζουν ενδιαφέρον είτε επισκιάζουν τα

σημαντικά χαρακτηριστικά, η αλλοίωση πρέπει να καταλαμβάνει το 70%- 80% του

πεδίου, ενώ πρέπει να περιλαμβάνεται και μέρος του περιβάλλοντος υγιούς ιστού για

σωστό προσανατολισμό, να χρησιμοποιείται χάρακας και τέλος να δίνεται προσοχή

στα φωτεινά σημεία του χώρου που μπορούν να επηρεάσουν τη φωτογραφία.

Page 104: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

103 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

► Pathology| Research

44. GENERAL ASPECTS OF GROSS PHOTOGRAPHY OF LESIONS FROM ANIMALS FOR SCI-

ENTIFIC PURPOSE OR VETERINARY FORENSICS.

Liogris M.1, Doukas D.2, Tontis D.3

1 Undergraduate student, 4th year, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessaly

2 PhD candidate, Laboratory of Veterinary Pathology, Faculty of Veterinary Medicine, University of Thessa-

ly

3 Associate Professor, Laboratory of Veterinary Pathology, Faculty of Veterinary Medicine, University of

Thessaly

Modern technology has made photography an easy and effective technique

which may easily applied to veterinary medicine, especially anatomic pathology. The

use of digital camera for making photos during necropsy is vital. It helps creating rec-

ords; it saves valuable time for the busy clinician, by not requiring lengthy description

of gross lesions. Photographs can be sent easily and quickly via email to a specialist

providing consultation. Photos should also accompany biopsies, as they are valuable

or necessary for the interpretation.

Recently, photography has been mostly automated, with mobile phones hav-

ing the possibility of taking high quality photos, while the cost of equipment has

dropped, making it available to everyone. Despite these, it is important to follow some

general principles for taking a good photo. The main considerations in gross photog-

raphy are 1) exposure and its determinants: film speed (ISO), aperture and exposure

time (to prevent over- or under-exposure) 2) focus (either automatic or manual) and

depth of the field, 3) image size, which depends on the size of the subject, the dis-

tance of the subject from camera and the focal length of the lens, 4) composition

and 5) color balance. Especially in gross pathology, during photography of lesions, the

following should be considered: i) tissue/organ background and absence of blood, ii)

removal of unnecessary tissues, iii) lesions must occupy 70-80% of the field, iv) a part of

the surrounding healthy tissue must be included for orientation, v) use of a ruler and

props and vi) avoidance distracting highlights.

Page 105: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013

104 | 1st Pan-hellenic Veterinary Students’ Congress

ΦΟΡΗΓΟΙ

1o Πανελλήνιο Συνζδριο Φοιτητών Κτηνιατρικής 2013

Για το χώρο διεξαγωγής του συνεδρίου &

άλλων αναγκών του συνεδρίου

ευχαριστούμε θερμά τον ΜΕΓΑ ΦΟΡΗΓΟ:

Για το συνεδριακό υλικό ευχαριστούμε θερμά τους:

Για την υποστήριξη περαιτέρω αναγκών του συνεδρίου ευχαριστούμε θερμά τους:

Για τα δώρα ευχαριστούμε θερμά:

Για την εκτύπωση των Σόμων Πρακτικών

ευχαριστούμε θερμά την:

Page 106: Πρακτικά 1ου ΠΣΦΚ 2013