Μονομαχία Κρητικού-Καραμανίτη (Ερωτόκριτος)

Post on 30-Jun-2015

416 views 0 download

description

(Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Α'Λυκείου). Οι παρομοιώσεις και οι μεταφορές στη μονομαχία Κρητικού-Καραμανίτη.

Transcript of Μονομαχία Κρητικού-Καραμανίτη (Ερωτόκριτος)

Βιτσέντζος Κορνάρος, Βιτσέντζος Κορνάρος, «Ερωτόκριτος«Ερωτόκριτος

Κείμενα Νεοελληνικής Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Λογοτεχνίας, Α΄ΛυκείουΑ΄Λυκείου

Λύκειο Λιβαδιών Λύκειο Λιβαδιών 2011/122011/12

Κυπριανού Φλώρα Κυπριανού Φλώρα (φιλόλογος)(φιλόλογος)

[ΜΟΝΟΜΑΧΙΑ ΚΡΗΤΙΚΟΥ ΚΑΙ [ΜΟΝΟΜΑΧΙΑ ΚΡΗΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΚΑΡΑΜΑΝΙΤΗ]ΚΑΡΑΜΑΝΙΤΗ]

(Β' μέρος, στίχοι 1047 -1150) (Β' μέρος, στίχοι 1047 -1150)

Ετότες λέγει ο Κρητικός, ο νιος ο παινεμένος:Ετότες λέγει ο Κρητικός, ο νιος ο παινεμένος:«Οπού αποθάνει, απ' όλους σας ας είν' «Οπού αποθάνει, απ' όλους σας ας είν' συχωρεμένος»,συχωρεμένος»,και μ' ένα πήδημα ως αϊτός εστάθηκε στο και μ' ένα πήδημα ως αϊτός εστάθηκε στο ζάλοκαι βάνει χέρα στο σπαθί κι ανίμενε τον άλλοκαι βάνει χέρα στο σπαθί κι ανίμενε τον άλλοκι εκείνος πάλι κι εκείνος πάλι ανάδια του ογλήγορος σιμώνει του ογλήγορος σιμώνει

και και διχωστάς παραθεσμιά σα δράκος ξεσπαθώνει· σα δράκος ξεσπαθώνει·και σμίγουν τα γδυμνά σπαθιά, σηκώνουν τα και σμίγουν τα γδυμνά σπαθιά, σηκώνουν τα σκουτάριακι αρχίζουσινε τη κι αρχίζουσινε τη μαλιά τούτα τα παλικάρια... τούτα τα παλικάρια...

«και μ' ένα πήδημα ως αϊτός «και μ' ένα πήδημα ως αϊτός εστάθηκε στο εστάθηκε στο ζάλο»»

« και διχωστάς παραθεσμιά, σα « και διχωστάς παραθεσμιά, σα δράκος ξεσπαθώνει»δράκος ξεσπαθώνει»

Σα δυο λιοντάρια, όντε βρεθού με πείναν Σα δυο λιοντάρια, όντε βρεθού με πείναν εις τα δάσηεις τα δάσηκαι βρου φαητό κι απάνω του το 'να και τ' και βρου φαητό κι απάνω του το 'να και τ' άλλο άλλο αράσσει,μουγκρίζου κι αγριεύγουσι, ,μουγκρίζου κι αγριεύγουσι, πεινού, και με το στόμαπεινού, και με το στόμακαι με τα νύχια αράσσουσι και τρέχουν εις και με τα νύχια αράσσουσι και τρέχουν εις το το βρώμα,,το 'να και τ' άλλο πολεμά, το βρώμα να το 'να και τ' άλλο πολεμά, το βρώμα να κερδέσει,κερδέσει,έτσί 'καμαν και τούτοι οι δυο εις του λαού έτσί 'καμαν και τούτοι οι δυο εις του λαού τη μέση.τη μέση.

Σα δυο λιοντάρια, όντε βρεθού με Σα δυο λιοντάρια, όντε βρεθού με πείναν εις τα δάσηπείναν εις τα δάση

«και βρου φαητό κι απάνω του το «και βρου φαητό κι απάνω του το 'να και τ' άλλο 'να και τ' άλλο αράσσει»»

Τριγυρισμένους τσ' έχουσι και Τριγυρισμένους τσ' έχουσι και στέκου και θωρούσι,τον πλια στέκου και θωρούσι,τον πλια αντρειωμένο από τους δυο δεν αντρειωμένο από τους δυο δεν ξεύρουσι να πούσιξεύρουσι να πούσικαι μόνο εκείνα τα σπαθιά και μόνο εκείνα τα σπαθιά ανεβοκατεβαίνουανεβοκατεβαίνουκι ώρες ζερβά τα ζάλα τως κι ώρες κι ώρες ζερβά τα ζάλα τως κι ώρες δεξά τα πηαίνου.δεξά τα πηαίνου.

« Τριγυρισμένους τα’ έχουσι και « Τριγυρισμένους τα’ έχουσι και στέκου και θωρούσι…»στέκου και θωρούσι…»

«τον πλια αντρειωμένο από τους «τον πλια αντρειωμένο από τους δυο δεν ξεύρουσι να πούσι»δυο δεν ξεύρουσι να πούσι»

Πολλά μεγάλη δύναμην έχει ο Καραμανίτης,Πολλά μεγάλη δύναμην έχει ο Καραμανίτης,πλιας τέχνης και πλιας μαστοριάς είν' το παιδί της Κρήτης και πλιας μαστοριάς είν' το παιδί της Κρήτης

και με την τέχνη και με την τέχνη συντηρά, την ώρα που μαλώνει,, την ώρα που μαλώνει,τη χέρα του Σπιθόλιοντα σε ποια μερά τη χέρα του Σπιθόλιοντα σε ποια μερά ξαμώνεικι εξώφευγε τσι κι εξώφευγε τσι κοπανιές κι ήβλεπε το σπαθί του κι ήβλεπε το σπαθί τουκι ωσάν αϊτός επά κι εκεί επέτα το κορμί του·κι ωσάν αϊτός επά κι εκεί επέτα το κορμί του·σύρνεται οπίσω, πηαίνει ομπρός, ζερβά δεξά σύρνεται οπίσω, πηαίνει ομπρός, ζερβά δεξά γιαγέρνει

και και πρίχου σώσει η κοπανιά εις το σπαθί την παίρνει σώσει η κοπανιά εις το σπαθί την παίρνεικι όποιο σπαθί είχ' κι όποιο σπαθί είχ' έτοια βαφή, σίδερο δεν το πιάνει βαφή, σίδερο δεν το πιάνειουδέ ποτέ τσακίζεται ουδ' ουδέ ποτέ τσακίζεται ουδ' αδοντιά δεν κάνει. δεν κάνει.Πότε και λίγο του 'διδε κι απάνω εις το Πότε και λίγο του 'διδε κι απάνω εις το σκουτάρι,,στη γη κομμάτια το 'ριχνε το φοβερό λιοντάρι.στη γη κομμάτια το 'ριχνε το φοβερό λιοντάρι.

Ήστεκεν ο Χαρίδημος σαν άντρας κι ανιμένειΉστεκεν ο Χαρίδημος σαν άντρας κι ανιμένεικι εγύρευγε να βρει καιρόν η χέρα η τιμημένη.κι εγύρευγε να βρει καιρόν η χέρα η τιμημένη.

Πολλά μεγάλην δύναμην έχει ο Πολλά μεγάλην δύναμην έχει ο Καραμανίτης…..Καραμανίτης…..

Ήστεκεν ο Χαρίδημος σαν άντρας Ήστεκεν ο Χαρίδημος σαν άντρας κι ανιμένει…..κι ανιμένει…..

« κι εγύρευγε να βρει καιρό η χέρα « κι εγύρευγε να βρει καιρό η χέρα η τιμημένη»….η τιμημένη»….

Δε θέλει δίχως διάφορον οι κοπανιές να πηαίνου,ωσάν επηαίναν του θεριού τ' άγριου του θυμωμένου,που πότε εβάρειε το σπαθί, πότες εις το σκουτάρι,

40

μ' αυτήνες οι λαβωματιές δεν έχουνε τη χάρη.Μα τούτος έχει απομονή και πολεμά με γνώσηκι εγύρευγε τονε ανοικτό, για να τόνε λαβώσει,και πάντα ομπρός στα μάτια του με το σπαθί ξαμώνει,για να τόνε κρατεί μακρά, να μην πολυσιμώνει.

Με τον καιρό ο Χαρίδημος τη χέρα χαμηλώνειΜε τον καιρό ο Χαρίδημος τη χέρα χαμηλώνεικι ηύρε του το κι ηύρε του το μερί ανοικτό, ανοικτό, δαμάκι το λαβώνει. το λαβώνει.Σ' κείνο τον τόπο του 'βγαλε τότες το πρώτον αίμαΣ' κείνο τον τόπο του 'βγαλε τότες το πρώτον αίμακι αρχίσασι κι εχαίρουντα κείνοι οι πολλοί οπού τρέμα·κι αρχίσασι κι εχαίρουντα κείνοι οι πολλοί οπού τρέμα·λιγάκι τον ελάβωσε, λιγάκι τον ελάβωσε, πούρι το αίμα εβγήκε το αίμα εβγήκε

  και το σπαθί του εις το μερί λαβωματιά τού αφήκεκαι το σπαθί του εις το μερί λαβωματιά τού αφήκεκι ωσάν τεχνίτης στ' άρματα πάντα καιρό γυρεύγεικι ωσάν τεχνίτης στ' άρματα πάντα καιρό γυρεύγειμε γνώση και με μαστοριά να κρούγει και να φεύγει.με γνώση και με μαστοριά να κρούγει και να φεύγει.Τη δεύτερη λαβωματιά στο στήθος του την κάνειΤη δεύτερη λαβωματιά στο στήθος του την κάνεικι ήτον ετούτη ακρόκαλη, αίμα πολύ του βγάνει.κι ήτον ετούτη ακρόκαλη, αίμα πολύ του βγάνει.

Γυρεύγει τόπο και καιρόν εκείνη την ημέραΓυρεύγει τόπο και καιρόν εκείνη την ημέρανα κάμει μια μαλιά καλήν η τιμημένη χέρα.να κάμει μια μαλιά καλήν η τιμημένη χέρα.

Ως είδεν ο Σπιθόλιοντας τα Ως είδεν ο Σπιθόλιοντας τα αίματα κι ετρέχααίματα κι ετρέχαστο στήθος του και στο μερί στο στήθος του και στο μερί και το κορμί του εβρέχα,και το κορμί του εβρέχα,εμούγκρισε, εταράχτηκε κι εμούγκρισε, εταράχτηκε κι ωσά λιοντάρι αγριεύγει και ωσά λιοντάρι αγριεύγει και να βαρεί του Κρητικού τόπο να βαρεί του Κρητικού τόπο να βρει γυρεύγεινα βρει γυρεύγειμηδέ ποτέ το πέλαγος μηδέ ποτέ το πέλαγος έτοιας λογής μανίζεισ' τσ' σ' τσ' ανεμικές του Γεναριού, του Γεναριού, όντε βρονά κι αφρίζει,όντε βρονά κι αφρίζει,σ' καιρό που ανακατώνεται με σ' καιρό που ανακατώνεται με ταραχή μεγάλη,ταραχή μεγάλη,κι όντε σκορπά τα κύματα κι όντε σκορπά τα κύματα όξω στο περιγιάλι,σαν ήκαμε όξω στο περιγιάλι,σαν ήκαμε ο Σπιθόλιοντας στα αίματα ο Σπιθόλιοντας στα αίματα οπού οπού εθώρεικι έτρεχαν και κι έτρεχαν και να γδικιωθεί ακόμη δεν εμπόρει.ακόμη δεν εμπόρει.

« κι ωσά λιοντάρι αγριεύγει»« κι ωσά λιοντάρι αγριεύγει»

«μηδέ ποτέ το πέλαγος «μηδέ ποτέ το πέλαγος έτοιας λογής μανίζεισ' τσ' σ' τσ' ανεμικές του Γεναριού, όντε βρονά κι αφρίζει» του Γεναριού, όντε βρονά κι αφρίζει»

«Εδάγκανε τα χείλη του, μέσα η «Εδάγκανε τα χείλη του, μέσα η καρδιά του βράζει,καρδιά του βράζει,

δράκοντας κι όχι ανθρωπινό το δράκοντας κι όχι ανθρωπινό το πρόσωπο του μοιάζει» πρόσωπο του μοιάζει»

κι ήσυρε μουγκαλισματιάν έτσι πολλά μεγάλη,που το κι ήσυρε μουγκαλισματιάν έτσι πολλά μεγάλη,που το πατάρι εσείστηκε από μια μεράν ως άλλη, εσείστηκε από μια μεράν ως άλλη,κι εφάνη, κι ήτονε βροντή, οπού απ' τα ύψη αρχίζεικι εφάνη, κι ήτονε βροντή, οπού απ' τα ύψη αρχίζεικαι κάνει ταραχή πολλή, τα νέφαλα ξεσκίζεικαι κάνει ταραχή πολλή, τα νέφαλα ξεσκίζεικαι με πολύ συχαλασμό στα βάθη κατεβαίνει·και με πολύ συχαλασμό στα βάθη κατεβαίνει·εδέτσι κι απ' το στόμα του ο μουγκρισμός εβγαίνει.εδέτσι κι απ' το στόμα του ο μουγκρισμός εβγαίνει.

Μανίζει με τα χέρια του και το σπαθί του Μανίζει με τα χέρια του και το σπαθί του ψέγεικι εις κείνες τες λαβωματιές να γδικιωθεί γυρεύγει.κι εις κείνες τες λαβωματιές να γδικιωθεί γυρεύγει.Εμάζωξε σαν το θεριό όλη τη δύναμη τουΕμάζωξε σαν το θεριό όλη τη δύναμη τουκι όσο μπορεί ψηλά ψηλά σηκώνει το σπαθί τουκι όσο μπορεί ψηλά ψηλά σηκώνει το σπαθί τουκι απόκει τρέχει απάνω του με το αγριωμένο χέρικι απόκει τρέχει απάνω του με το αγριωμένο χέρι

κι κι εξάμωσε να του βαρεί στης κεφαλής τα μέρη· να του βαρεί στης κεφαλής τα μέρη·

« κι έσυρεν μουγκαλισματιάν έτσι « κι έσυρεν μουγκαλισματιάν έτσι πολλά μεγάλην»πολλά μεγάλην»

« κι εφάνη, κι ήτονε βροντή, οπού απ' τα ύψη αρχίζει« κι εφάνη, κι ήτονε βροντή, οπού απ' τα ύψη αρχίζεικαι κάνει ταραχή πολλή, τα νέφαλα ξεσκίζει»και κάνει ταραχή πολλή, τα νέφαλα ξεσκίζει»

κι ο Κρητικός ογλήγορος σηκώνει το σκουτάρι,κι ο Κρητικός ογλήγορος σηκώνει το σκουτάρι,βάνει το προς την κεφαλή, την κοπανιά να πάρει·βάνει το προς την κεφαλή, την κοπανιά να πάρει·κι εβλέπησε την κεφαλή, γιατί απ' ομπρός το βάνει·κι εβλέπησε την κεφαλή, γιατί απ' ομπρός το βάνει·και δίδει του μια κοπανιά και μέσα εις δυο το κάνεικαι δίδει του μια κοπανιά και μέσα εις δυο το κάνει

  και πέφτει κάτω το μισό, τ' άλλο μισό απομένεικαι πέφτει κάτω το μισό, τ' άλλο μισό απομένεικι ευρέθηκε κι η χέρα του λιγάκι λαβωμένη.κι ευρέθηκε κι η χέρα του λιγάκι λαβωμένη.Τότε, σαν είδε ο Κρητικός και το σκουτάρι εχάσε,Τότε, σαν είδε ο Κρητικός και το σκουτάρι εχάσε,εις άλλο μόδο πολεμά κι άλλη βουλήν επιάσε·εις άλλο μόδο πολεμά κι άλλη βουλήν επιάσε·πλια δυνατός εγίνηκε και πλια άφοβα μαλώνει·πλια δυνατός εγίνηκε και πλια άφοβα μαλώνει·

ζάλο δεν κάνει οπίσω πλιο, μα όσο μπορεί σιμώνει·ζάλο δεν κάνει οπίσω πλιο, μα όσο μπορεί σιμώνει·και δεν του εφαίνετο καιρός, να στέκει ν' ανιμένει·και δεν του εφαίνετο καιρός, να στέκει ν' ανιμένει·πόδας τον πόδαν ήμπωθε, και πάντα μέσα μπαίνει·πόδας τον πόδαν ήμπωθε, και πάντα μέσα μπαίνει·στρέφεται χάμαι και θωρεί και το κορμί μουλώνειστρέφεται χάμαι και θωρεί και το κορμί μουλώνεικαι με μεγάλη μαστοριά στα πόδια του ξαμώνει·και με μεγάλη μαστοριά στα πόδια του ξαμώνει·

εθάρρεψε ο Σπιθόλιοντας κι εκεί θε να του δώσειεθάρρεψε ο Σπιθόλιοντας κι εκεί θε να του δώσεικαι χαμηλώνει τ' άρματα να μην τόνε λαβώσει.και χαμηλώνει τ' άρματα να μην τόνε λαβώσει.

« στρέφεται χάμαι και θωρεί και το « στρέφεται χάμαι και θωρεί και το κορμί μουλώνει…»κορμί μουλώνει…»

Ετότες ο Χαρίδημος του φάνη να 'ναι η Ετότες ο Χαρίδημος του φάνη να 'ναι η ώραώρανα δώσει τέλος τση μαλιάς, να κατατάξει να δώσει τέλος τση μαλιάς, να κατατάξει η χώρα,η χώρα,κι εσήκωσεν ως αστραπή το γρήγορό του κι εσήκωσεν ως αστραπή το γρήγορό του χέρι,χέρι,

ωσάν τον είδεν ανοικτό στης κεφαλής τα ωσάν τον είδεν ανοικτό στης κεφαλής τα μέρη,μέρη,και μπήχνει του όλο το σπαθί εις το λαιμό και μπήχνει του όλο το σπαθί εις το λαιμό αποκάτω·αποκάτω·ύπνο τον αποκοίμισε· παντοτινά εκοιμάτο.ύπνο τον αποκοίμισε· παντοτινά εκοιμάτο.

« κι ωσάν τον είδεν ανοιχτόν στης « κι ωσάν τον είδεν ανοιχτόν στης κεφαλής τα μέρη..»κεφαλής τα μέρη..»

« και μπήχνει του όλο το σπαθί εις « και μπήχνει του όλο το σπαθί εις τον λαιμό αποκάτω»τον λαιμό αποκάτω»

Ήπεσε κάτω το θεριό, τα μάτια του Ήπεσε κάτω το θεριό, τα μάτια του γρυλώνει,γρυλώνει,φαρμάκι φτει με τους αφρούς, κλάημ' φαρμάκι φτει με τους αφρούς, κλάημ' αναδακρυώνει κι εμουγκαλίστη τρεις αναδακρυώνει κι εμουγκαλίστη τρεις φορές το φοβερό του στόμαφορές το φοβερό του στόμακι εβρόντηξεν ο ουρανός κι εσείστηκε το κι εβρόντηξεν ο ουρανός κι εσείστηκε το χώμαχώμακαι με μεγάλη ταραχή και μουγκρισμόν και με μεγάλη ταραχή και μουγκρισμόν ομάδιομάδιεπήγε η άγρια του ψυχή στο μαυρισμένον επήγε η άγρια του ψυχή στο μαυρισμένον Άδη.Άδη.

« Ήπεσε κάτω το θεριό…»« Ήπεσε κάτω το θεριό…»

« κλάημα αναδακρυώνει…κι « κλάημα αναδακρυώνει…κι εμουγκαλίστη τρεις φορές….»εμουγκαλίστη τρεις φορές….»

« Επήγε η άγρια του ψυχή στον « Επήγε η άγρια του ψυχή στον μαυρισμένον Άδη…»μαυρισμένον Άδη…»