Download - ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

Transcript
Page 1: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

1

Γράφει ο Θεολόγοσ-Εκκλθςιαςτικόσ Ιςτορικόσ-Νομικόσ κ. Ιωάννθσ Ελ. Σιδθράσ

Εγκώμιον

Μεγαλομάρτυροσ εβαςτοκράτοροσ και ελζω Θεοφ πιςτοφ Βαςιλζωσ

Ρωμθών Κωνςταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου (+29 Μαΐου 1453)

Page 2: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

2

Σο δε τθν Πόλιν ςοι δοφναι ουτ’ εμόν εςτί ουτ’ άλλου των κατοικοφντων εν

ταφτθ. Κοινι γαρ γνώμθ πάντεσ αυτοπροαιρζτωσ αποκανοφμεν και ου

φειςόμεκα τθσ ηωισ θμών (Απόκριςθ Κωνςταντίνου Παλαιολόγου ςτον

Μωάμεκ Β’, τθν 21θ Μαΐου 1453 μ.Χ.)

Η μζχρι κανάτου υπεράςπιςθ τθσ Θεοτοκοςκεπάςτου και Αγιοτόκου

Κωνςταντινουπόλεωσ υπό του φιλοχρίςτου και ευςεβεςτάτου

Αυτοκράτοροσ Κωνςταντίνου του Παλαιολόγου αποτελεί διαχρονικι

πράξθ αυτοκυςίασ «υπζρ πίςτεωσ και πατρίδοσ»

Η Πολίτικθ Ρωμιοςφνθ ςυνεχίηει να ηει ςτουσ μθτρικοφσ ςωςτικοφσ

κόλπουσ τθσ μαρτυρικισ και κακαγιαςμζνθσ Μθτρόσ Αγίασ Μεγάλθσ του

Χριςτοφ Κωνςταντινουπολίτιδοσ Εκκλθςίασ

Το χρονόμετρο τθσ ιςτορίασ ζπαυςε να χρονομετρά το κλζοσ τθσ Αγίασ ωμαϊκισ

(ουχί τθσ λεγόμενθσ Βυηαντινισ) Αυτοκρατορίασ κατά τισ μεςθμβρινζσ «Μεγάλεσ

Ώρεσ» τθσ απαφράδοσ θμζρασ Τρίτθσ, τθσ 29θσ Μαΐου του 1453, όταν «απ’ άκρου

εισ άκρον θκοφςκθ θ ςπαραξικάρδια ιαχι, εάλω θ Ρόλισ».

Ο Μυρίπνοοσ μινασ Μάιοσ και το αυτοκρατορικό όνομα Κωνςταντίνοσ εςφάγιςαν

ανεξίτθλα ςτο διάβα των αιϊνων τθν ιςτορία τθσ Ραναγιοςκεπάςτου

Θεοτοκουπόλεωσ Κωνςταντινουπόλεωσ. Ήταν 11 Μαΐου του 330 μ.Χ., θμζρα

μνιμθσ του μαρτυρίου του Αγίου Μωκίου, ο οποίοσ ιταν ο πολιοφχοσ του αρχαίου

Βυηαντίου, όταν ο Μζγασ Κωνςταντίνοσ εγκαινίαςε τθν «Νζα ϊμθ», τθν

Κωνςταντινοφπολθ, ωσ τθ νζα πρωτεφουςα τθσ ωμαϊκισ Αυτοκρατορίασ για να

μζνει ςτουσ αλικτουσ αιϊνεσ θ άλθςτοσ υπενκφμιςθ: «Γενεκλίων ςων δει τιμάν

θμζραν, εν ςοι Ρόλισ τυχόντα των γενεκλίων», κακϊσ και για να διακθρφττεται

ψαλλόμενο το Απολυτίκιο: «Τθσ Θεοτόκου θ Ρόλισ, τθ Θεοτόκω προςφόρωσ, τθν

εαυτισ ανατίκεται ςφςταςιν, εν αυτι γαρ εςτιρικται διαμζνειν, και δι’αυτισ

περιςϊηεται και κραταιοφται, βοϊςα προσ αυτιν, Χαίρε θ ελπίσ πάντων των

περάτων τθσ γθσ».

Ήταν 29θ και πάλι του μυρίπνοου μθνόσ Μαΐου του 1453 μ.Χ. και επί των θμερϊν

τθσ Βαςιλείασ του μεγαλομάρτυροσ Ελζω Θεοφ πιςτοφ Σεβαςτοκράτοροσ των

ωμθϊν Κωνςταντίνου ΙΑ’ του Ραλαιολόγου όταν «εάλω θ Ρόλισ και επάρκεν θ

ωμανία», κατά τθν θμζρα τθσ εορτίου μνιμθσ τθσ Αγίασ Θεοδοςίασ τθσ οποίασ ο

ιερόσ ναόσ και θ εφζςτιοσ εικϊν εφζραν τα ανοιξιάτικα ρόδα (Γκιουλ) τθσ

προςευχισ και των δειςεων των πολιορκθμζνων ωμθϊν που ζκαμαν ολονυκτία

ικετεφοντασ για τθ ςωτθρία τουσ. Εκείνα τα «ζςχατα ρόδα» πρωταντίκριςαν οι

Οκωμανοί όταν ειςιλκαν ςτο ναό τθσ και αφοφ τον μετζτρεψαν ςε Τηαμί, ζδωςαν

τθν ονομαςία «Γκιουλ Τηαμί», που ςθμαίνει «Τζμενοσ των όδων».

Η ιςτορικι ιχνθλαςία ωσ «εγκϊμιον τιμισ» μάσ ανακαλεί ςτθ μνιμθ πρόςωπα και

γεγονότα που ςυνκζτουν το «κφκνειον άςμα» τθσ Βαςιλεφουςασ. Φκινόπωρο 1448/

Page 3: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

3

Άνοιξθ 1449: Ρεκαίνει ο Αυτοκράτορασ του Βυηαντίου Ιωάννθσ Ηϋ Ραλαιολόγοσ

(Οκτϊβριοσ) και διάδοχόσ του ςτο κρόνο τθσ Βαςιλευοφςθσ ορίηεται ο αδερφόσ του

Κωνςταντίνοσ, «δεςπότθσ του Μορζωσ», ο οποίοσ ςτζφεται ςτον Μυςτρά (6

Ιανουαρίου) και γίνεται «δεκτόσ παρά πάντων αςπαςίωσ» ςτθν Κωνςταντινοφπολθ.

Πταν τον Χειμϊνα ι Φκινόπωρο του 1451 πεκαίνει ο Τοφρκοσ Σουλτάνοσ Μουράτ

Βϋ, ανακθρφςςεται ςτθν Αδριανοφπολθ ωσ διάδοχόσ του ο υιόσ του Μωάμεκ Βϋ, ο

Μεχεμζτ, Μεχζμετισ, Μεχμζτθσ, Μεεμζτθσ των βυηαντινϊν πθγϊν, ο οποίοσ από το

Φκινόπωρο του 1452 διαμζνοντασ ςτθν Αδριανοφπολθ «οίκοι διάγων ουκ εδίδου

ανάπαυςιν τοισ βλεφάροισ, αλλά και εν νυκτί και θμζρα τθν πάςαν φροντίδα τθσ

πόλεωσ είχε, πϊσ αυτιν λάβοι, πϊσ κφριοσ αυτισ γζνοιτο».

Ο αυτοκράτορασ Κωνςταντίνοσ, άνκρωποσ βακφτατθσ πίςτεωσ, ταπεινοφροςφνθσ

και ανιδιοτελοφσ αγάπθσ και αφοςιϊςεωσ προσ τθν Εκκλθςία και τον λαό του

αντιλαμβάνεται ότι εγγίηει θ «Μεγάλθ Ώρα» τθσ πολεμικισ ςυγκροφςεωσ με τον

«υπζρ άγαν» φιλόδοξο νεανίςκο Σουλτάνο, Μωάμεκ, ενϊ θ χριςτιανικι Δφςθ

ίςταται απακϊσ ωσ άλλοσ «Ρόντιοσ Ριλάτοσ».

Πταν ο Κωνςταντίνοσ αντελιφκθ ότι «ιγγικεν θ ϊρα», ζκλειςε τθν 2α Απριλίου με

τθν τεράςτια αλυςίδα τθν είςοδο (το ςτόμιον) του Κερατίου Κόλπου προκειμζνου

να παρεμποδίςει τα πλοία των οκωμανϊν να πλθςιάςουν τα καλάςςια τείχθ τθσ

Βαςιλεφουςασ. Τθν 5θ Μαΐου άρχεται θ πολιορκία τθσ Ρόλεωσ, θ οποία διιρκθςε

επί 54 ι κατ’ άλλουσ 57 θμζρεσ και οι επικζςεισ των οκωμανϊν ιταν ςφοδρζσ και

κακθμερινζσ, ενϊ οι ωμθοί υπεραςπιςτζσ τθσ Κωνςταντινουπόλεωσ

υπεραμφνονταν του πατρίου εδάφουσ μζχρισ εςχάτων βλζποντασ τον αυτοκράτορα

Κωνςταντίνο να μζνει νυχκθμερόν άγρυπνοσ και ωσ αεικίνθτοσ ιπτάμενοσ αετόσ να

διζρχεται ανά τασ ρφμασ και τασ οδοφσ τθσ Ρόλεωσ κακϊσ και ςε όλα τα ςθμεία των

χερςαίων και καλαςςίων μακρϊν τειχϊν, εμψυχϊνοντασ τουσ ακατάβλθτουσ

μαχόμενουσ κάκε θλικίασ υπεραμφντορεσ τθσ Βαςιλίδοσ και τον άμαχο πλθκυςμό

αυτισ.

Οι Βυηαντινοί χρονογράφοι Φραντηισ (ι Σφραντηισ), Δοφκασ, Κριτόβουλοσ και

Χαλκοκονδφλθσ διαςϊηουν ςτα πολφτιμα ιςτορικά πονιματά τουσ «περι τθν άλωςθ

τθσ Ρόλεωσ» διάφορα ιςτορικά γεγονότα και τουσ κατά περίςταςθ λόγουσ του

τελευταίου Σεβαςτοκράτοροσ και Μεγαλομάρτυροσ του ωμαίθκου γζνουσ

Κωνςταντίνου ΙΑ’ Ραλαιολόγου και του νεαροφ Σουλτάνου Μωάμεκ Β’ μζςα από

τουσ οποίουσ ςκιαγραφείται θ προςωπικότθτα των δφο πρωταγωνιςτϊν ςτθν

τραγωδία τθσ ψυχορραγοφςθσ Κωνςταντινουπόλεωσ. Ζτςι ςτισ καταγεγραμμζνεσ

«δθμθγορίεσ» των δφο ανδρϊν διαπιςτϊνουμε ότι ο Μωάμεκ πολεμοφςε για «δόξα

και φιμθ», ενϊ ο Κωνςταντίνοσ Ραλαιολόγοσ για «Ρίςτθ και Ρατρίδα». Η μάχθ για

τθν Κωνςταντινοφπολθ αποκαλφπτει ότι ςυγκροφονταν δφο κόςμοι, θ «φλθ με το

πνεφμα», το «ςκότοσ με το φωσ», τα «επίγεια με τα ουράνια».

Page 4: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

4

Ο ιςτορικόσ βυηαντινόσ χρονογράφοσ Μιχαιλ Δοφκασ αναφζρει ότι το μεγαλφτερο

πλιγμα ςτθν άμυνα τθσ Βαςιλεφουςασ ιταν θ καταςτροφι των μζχρι τότε

ακατάβλθτων τειχϊν από το κανόνι του Ουρβανοφ. Ο αυτοκράτορασ Κωνςταντίνοσ

αντιλθφκείσ τθν ςοβαρότθτα τθσ καταςτάςεωσ «και κακόν ςθμείον κατά τθσ

Ρόλεωσ και κατ’ αυτοφ κρίνων τθν πτϊςιν (των τειχϊν)… απιλπιςεν», οπότε

απζςτειλε πρζςβεισ ςτον Σουλτάνο και του ηιτθςε να αποχωριςει για να ςυναφκεί

ειρινθ υπό τουσ όρουσ που αμφότερα τα μζρθ κα ςυμφωνοφςαν.

Ο πείςμων και φιλόδοξοσ νεαρόσ Μωάμεκ απαντά ςτον αυτοκράτορα: «Δεν είναι

δυνατόν να αποχωριςω. Είτε κα λάβω τθν Ρόλθ είτε θ Ρόλθ κα με λάβει ηωντανό ι

νεκρό. Εάν όμωσ κζλεισ να αναχωριςεισ απ’ αυτι με ειρινθ, κα ςου δϊςω τθν

Ρελοπόννθςο και ςτουσ αδερφοφσ ςου κα δϊςω άλλεσ επαρχίεσ και κα είμαςτε

φίλοι. Εάν όμωσ δεν μου παραχωριςεισ τθν είςοδο ειρθνικϊσ και δια μάχθσ

ειςζλκω, όλουσ τουσ μεγιςτάνεσ ςου μαηί και εςζνα κα πατάξω με ρομφαία κακϊσ

και άπαντα τον λαό… καμοί θ Ρόλισ αρκεί μοι κενι…». Ο δε αυτοκράτορασ

ακοφγοντασ τθν πρόταςθ του επίμονου Σουλτάνου ουδζ κατ’ ελάχιςτον εςκζφκθ να

παραδϊςει τθν Ρόλθ και όπωσ γράφει ο Μιχαιλ Δοφκασ: «… δεν ιταν δυνατόν να

παραχωρθκεί θ Ρόλθ ςτουσ Τοφρκουσ από τα χζρια των ωμαίων. Γιατί εάν

μποροφςε να γίνει αυτό, ποιά οδό ι ποιό τόπο ι πόλθ είχαν για να μετοικιςουν οι

χριςτιανοί χωρίσ να καταπτφονται, να ονειδίηονται και να ςφακελίηονται οι

ωμαίοι;».

Πταν ξθμζρωςε θ 21θ Μαΐου, εόρτιοσ και πανεφςθμοσ θμζρα των Αγίων

Κωνςταντίνου και Ελζνθσ, κατά τθν οποία ο Αυτοκράτορασ εόρταηε τα ςεπτά

ονομαςτιριά του, ςφμφωνα με τα γραφόμενα του Μιχαιλ Δοφκα, ο Μωάμεκ

απζςτειλε πρόςωπα τθσ εμπιςτοςφνθσ του προσ τον Κωνςταντίνο, τα οποία

ομίλθςαν εξ ονόματοσ του Σουλτάνου: «Τί λζγεισ; Θζλεισ να εγκαταλείψεισ τθν Ρόλθ

και να αποχωριςεισ, όπου επικυμείσ, μαηί με τουσ άρχοντζσ ςου και τα υπάρχοντά

τουσ, αφινοντασ αηιμιο τον λαό και μαηί μασ και μαηί ςου; ι (κζλεισ) να αντιςτακείσ

και να απολζςεισ μαηί με τθ ηωι ςου και τα υπάρχοντά ςου, και ςυ και οι δικοί ςου,

ο δε λαόσ αφοφ αιχμαλωτιςκεί από τουσ Τοφρκουσ να διαςπαρεί ςε όλθ τθ γθ». Στθ

δε νζα πρόταςθ του Μωάμεκ ο αυτοκράτορασ ομοφϊνωσ μετά τθσ Συγκλιτου

απιντθςε απερίφραςτα και ανδροπρεπϊσ: «Εάν μεν κζλεισ, κακϊσ και οι πατζρεσ

ςου ζηθςαν, και ςυ ςυηιςε μαηί μασ ειρθνικϊσ, χάρισ ςτο Θεό. Διότι εκείνοι τουσ

γονείσ μασ ωσ πατζρεσ κεωροφςαν και τοιουτοτρόπωσ τιμοφςαν, τθν δε πόλθ αυτι

(τιμοφςαν) ωσ πατρίδα τουσ. Και ςε ζκτακτεσ περιςτάςεισ εντόσ αυτισ αφοφ

ειςιλκαν, εςϊκθςαν… Ζχε επιπλζον και τα αδίκωσ από εμάσ αρπαγζντα κάςτρα και

τθν γθ… και απόκοψε φόρουσ, ςφμφωνα με τθν δφναμι μασ, για να ςου δίνω κατ’

ζτοσ και άπελκε εν ειρινθ… Το δε τθν Ρόλιν ςοι δοφναι, ουτ’ εμόν εςτίν ουτ’ άλλου

των κατοικοφντων εν ταφτθ. Κοινι γαρ γνϊμθ πάντεσ αυτοπροαιρζτωσ

αποκανοφμεν και ου φειςόμεκα τθσ ηωισ θμϊν».

Page 5: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

5

Στισ 23 Μαΐου, θμζρα Τετάρτθ, μία ϊρα πριν από τα ξθμερϊματα, επιςτρζφει από

τα Δαρδανζλια το μπριγιαντίνι που είχε ςτείλει ο αυτοκράτορασ προσ αναηιτθςθ

του Βενετικοφ ςτόλου. Οι ναφτεσ πθγαίνουν ςτον αυτοκράτορα και του αναφζρουν

ότι οφτε ζνα κατάρτι πλοίου χριςτιανικοφ φάνθκε ςτον ορίηοντα. Ο Κωνςταντίνοσ

δακρφηει πικρά και τουσ ευχαριςτεί. Δφο θμζρεσ αργότερα, τθν Ραραςκευι τθσ 25θσ

Μαΐου, οι ςφμβουλοι του αυτοκράτοροσ προςζρχονται ςτα ανάκτορα και τον

ικετεφουν να εγκαταλείψει τθν Ρόλθ και να οργανϊςει αντίςταςθ ζξω από αυτι, να

ςυςπειρϊςει όλουσ τουσ χριςτιανοφσ τθσ Δφςεωσ και τθσ Ανατολισ ςε μία

εκςτρατεία εναντίον των Οκωμανϊν. Ενϊ τουσ ακοφει, λιποκυμά από τθν

εξάντλθςθ. Οι φρουροί του ςπεφδουν να τον ςτθρίξουν. Μόλισ ςυνζρχεται, απαντά

ςτουσ ςυμβοφλουσ του: «Δεν κα εγκαταλείψω τον λαό μου. Αν είναι να χακεί θ

Ρόλθ, τότε ασ χακϊ και εγϊ μαηί τθσ».

Κατά το απόγευμα τθσ 28θσ Μαΐου (θμζρα Δευτζρα) μία μακρά πομπι, θ οποία

αποτελοφνταν από το λαό και τον κλιρο τθσ Κωνςταντινουπόλεωσ, άνδρεσ και

γυναίκεσ, γζρουσ και μικρά παιδιά, με τισ άγιεσ εικόνεσ και τα ιερά λάβαρα, κάνει

λιτανεία γφρω από τα τείχθ, ψάλλοντασ με δάκρυα ςτα μάτια το «Κφριε Ελζθςον».

Ευςτόχωσ και προςφυϊσ ζχει γραφεί ότι ο δθμόςιοσ λόγοσ (Δθμθγορία) του

αυτοκράτοροσ ιταν ζνα «μυςτιριο» που ςυντελοφνταν «εν κοινωνία προςϊπων».

Μετά το τζλοσ λοιπόν τθσ πομπισ ο αυτοκράτορασ Κωνςταντίνοσ αφοφ

ςυγκζντρωςε τουσ άρχοντεσ τθσ πόλθσ και τουσ αξιωματικοφσ του ςτρατοφ του,

απθφκυνε τουσ εξισ λόγουσ: «Ευγενζςτατοι άρχοντεσ, εκλαμπρότατοι διμαρχοι και

ςτρατθγοί, γενναιότατοι ςτρατιϊτεσ, τιμθμζνοι και πιςτοί πολίτεσ, γνωρίηετε όλοι

πολφ καλά ότι ζφκαςε θ ϊρα που ο εχκρόσ τθσ πίςτεϊσ μασ απεφάςιςε να μασ

πιζςει ακόμθ περιςςότερο με όλα τα πολεμικά μζςα και τεχνάςματα που διακζτει.

Θζλει να αρχίςει γενικι επίκεςθ και πόλεμο από τθν ξθρά και από τθν κάλαςςα,

ζτοιμοσ να μασ δαγκϊςει ςαν φαρμακερό φίδι και να μασ καταβροχκίςει ςαν

ανιμερο λιοντάρι.

Γι’ αυτό το λόγο, ςασ παρακαλϊ να φερκείτε με γενναιότθτα και κάρροσ, όπωσ

κάνατε μζχρι τϊρα, απζναντι ςτουσ εχκροφσ τθσ πίςτθσ μασ. Αφινω ςτα χζρια ςασ

τθν τφχθ τθσ δοξαςμζνθσ και λαμπρισ πατρίδασ μασ, τθσ μεγαλοπρεπεςτάτθσ και

ευγενοφσ Βαςιλεφουςασ όλων των πόλεων. Ξζρετε πολφ καλά, αδζλφια μου, ότι για

τζςςερισ λόγουσ είμαςτε υποχρεωμζνοι να προτιμιςουμε το κάνατο παρά τθ ηωι.

Ρρϊτον, για τθν πίςτθ και τθ κρθςκεία μασ, δεφτερον, για τθν πατρίδα, τρίτον, για

τον Βαςιλζα, τον αντιπρόςωπο του Κυρίου μασ, και, τζταρτον, για τουσ ςυγγενείσ

και τουσ φίλουσ μασ.

Αν, λοιπόν, αδζλφια μου, πρζπει να αγωνιηόμαςτε μζχρι κανάτου για ζναν από τουσ

παραπάνω λόγουσ, τότε ζχουμε υποχρζωςθ να πολεμάμε ακόμα ςκλθρότερα όταν

πρόκειται για και για τα τζςςερα μαηί, διαφορετικά κα χάςουμε τα πάντα.

Page 6: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

6

Αν ο Θεόσ, εξαιτίασ των αμαρτιϊν μασ, δϊςει τθ νίκθ ςτουσ απίςτουσ, διατρζχουμε

τον κίνδυνο να χάςουμε τθν άγια πίςτθ που μασ ζδωςε ο Χριςτόσ με το αίμα Του και

είναι το ςθμαντικότερο πράγμα απ’ όλα. Τί όφελοσ μπορεί να ζχει κανείσ αν

κερδίςει ολόκλθρο τον κόςμο αλλά χάςει τθν ψυχι του; Δεφτερον, κα χάςουμε τθν

ζνδοξθ πατρίδα και τθν ελευκερία μασ. Τρίτον, το άλλοτε ζνδοξο κράτοσ μασ, που

τϊρα πια είναι εξαςκενθμζνο και ταπεινωμζνο, κα πζςει ςτα χζρια του απίςτου

τυράννου. Τζλοσ, κα χάςουμε τα αγαπθμζνα μασ παιδιά, τισ γυναίκεσ και τουσ

υπόλοιπουσ ςυγγενείσ μασ.

Ο Βάρβαροσ Σουλτάνοσ μάσ ζχει αποκλείςει 57 μζρεσ τϊρα με όλεσ τισ δυνάμεισ του

και μάσ πολιορκεί μζρα-νφχτα με κάκε μζςο που διακζτει, αλλά καταφζραμε να τον

αποκροφςουμε με τθ βοικεια του Κυρίου μασ Χριςτοφ που βλζπει τα πάντα. Είδατε

ότι, ακόμα και ςτα μζρθ όπου ζπεςε το τείχοσ από τα τθλεβόλα και τισ

πολιορκθτικζσ μθχανζσ, καταφζραμε να τον επιςκευάςουμε με τον καλφτερο τρόπο.

Ζχουμε ςτθρίξει όλεσ τισ ελπίδεσ μασ ςτθν ακαταμάχθτθ δόξα του Θεοφ. Οι εχκροί

μασ διακζτουν όπλα, ιππικό, δφναμθ και πλικοσ, αλλά εμείσ ζχουμε εμπιςτοςφνθ

ςτο όνομα του Κυρίου και Σωτιρα μασ, ςτα χζρια μασ και ςτθ γενναιότθτα που μασ

χάριςε ο Θεόσ.

Ξζρω ότι θ τεράςτια αγζλθ των απίςτων κα επιτεκεί εναντίον μασ, όπωσ ςυνθκίηει,

με βάναυςθ ορμι, αλαηονεία και κράςοσ, επειδι είμαςτε λίγοι, ϊςτε να μασ

τρομάξουν, να μασ κουράςουν και να μασ κάνουν να χάςουμε το θκικό μασ με τισ

φωνζσ και τουσ αλαλαγμοφσ τουσ…

Ήρκε λοιπόν, αδζρφια μου, ο Σουλτάνοσ, μασ πολιόρκθςε και ζχει ορκάνοιχτο το

τεράςτιο ςτόμα του για να καταβροχκίςει τόςο εμάσ όςο και τθν πόλθ που ζχτιςε ο

αείμνθςτοσ μεγάλοσ αυτοκράτορασ, ο Κωνςταντίνοσ, ο οποίοσ αφιζρωςε ςτθν

Ραναγία Δζςποινα Θεοτόκο και αειπάρκενο Μαρία, εκφράηοντασ τθν ευχι να τθν

ζχουμε πάντα βοθκό και προςτάτθ τθσ πατρίδασ μασ, που αποτελεί καταφφγιο των

χριςτιανϊν, ελπίδα και χαρά των Ελλινων και καφχθμα όλου του κόςμου.

Ο άπιςτοσ όμωσ Σουλτάνοσ κζλει να υποδουλϊςει τθν πόλθ που ιταν κάποτε

ζνδοξθ, ανκοφςε ςαν τριαντάφυλλο του αργοφ και είχε υποτάξει ολόκλθρθ ςχεδόν

τθν υφιλιο. Αυτι, λοιπόν, τθν πόλθ κζλει να υποδουλϊςει και να τθν ζχει υπό τθν

εξουςία του. Θζλει να πάρει τισ άγιεσ Εκκλθςίεσ μασ, όπου προςκυνάμε τθν Αγία

Τριάδα και δοξολογοφμε το Άγιο Ρνεφμα του Θεοφ και όπου οι άγγελοι υμνοφν τον

Θεό και τθν ενανκρϊπιςι του, για να τισ κάνει τόπο λατρείασ και ψεφτικθσ

κρθςκείασ του ανοιτου ψευτοπροφιτθ Μωάμεκ και ςτάβλο για άλογα και

καμιλεσ. Αδζρφια και ςυμπολεμιςτζσ μου, κζλω να τα ςκεφτείτε αυτά καλά, για να

μείνουν το όνομα, θ δόξα, θ ελευκερία ςασ ςτθν αιωνιότθτα».

Page 7: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

7

Στθ ςυνζχεια ο αυτοκράτορασ Κωνςταντίνοσ απευκφνεται ςκεναρϊσ προσ τουσ

Βενετοφσ και τουσ Γενουάτεσ, ηθτά ςτο όνομα του Χριςτοφ να πολεμιςουν με

ανδρεία και γενναιότθτα φανερϊνοντασ εμπράκτωσ τθν αγάπθ τουσ ςτο Χριςτό και

βοθκϊντασ να ςωκεί θ αγιοτόκοσ και κεοτοκοφπολθ Βαςιλεφουςα.

Πταν περάτωςε τον δθμόςιο λόγο του (δθμθγορία), ευχαρίςτθςε τον Θεό με

αναςτεναγμοφσ και δάκρυα ςτα μάτια ενϊ οι ακοφοντεσ παριςτάμενοι απιντθςαν

ςυγκινθμζνοι «εν ενί ςτόματι και μιά καρδία»: «Ασ πεκάνουμε όλοι για τθν πίςτθ

του Χριςτοφ και για τθν πατρίδα μασ». Ο αυτοκράτορασ άκουςε τα λόγια τουσ με

χαρά, τουσ ευχαρίςτθςε εκ μζςθσ καρδίασ και τουσ υποςχζκθκε πλοφςια δϊρα.

Ρριν αποχωριςει, τουσ είπε τον ζςχατο λόγο του: «Λοιπόν, αδζρφια και

ςυμπολεμιςτζσ μου, να είςτε όλοι ζτοιμοι το πρωί. Με τθ δφναμθ που μασ δίνει ο

Θεόσ και τθ βοικεια τθσ Αγίασ Τριάδοσ, ςτθν οποία ςτθρίηουμε όλεσ μασ τισ

ελπίδεσ, ασ κάνουμε τουσ εχκροφσ μασ να φφγουν νικθμζνοι από τθν πόλθ μασ».

Ο αυτοκράτορασ Κωνςταντίνοσ για τελευταία φορά ειςζρχεται ςτθν «Μεγάλθ

Εκκλθςία» τθσ Του Θεοφ Σοφίασ και με δάκρυα ςτα μάτια και ςυντετριμμζνθ καρδία

προςεφχεται και κοινωνεί από χειρϊν Ορκοδόξου Ιερζωσ τα άχραντα μυςτιρια. Ο

βυηαντινόσ χρονογράφοσ Φραντηισ (ι Σφραντηισ) αναφζρεται ςτθν τελευταία

κοινωνία του Κωνςταντίνου Ραλαιολόγου και γράφει: «Ο δε βαςιλεφσ, εν τω

πανςζπτω ναϊ τθσ Του Θεοφ Λόγου Σοφίασ ελκϊν και προςευξάμενοσ μετά

κλαυκμοφ τα άχραντα και κεία μυςτιρια μετζλαβεν. Ομοίωσ και ζτεροι πολλοί εν τθ

νυκτί εποίθςαν. Είτα ελκϊν εισ τα ανάκτορα ολίγον ςτακείσ και εκ πάντων

ςυγχϊρθςιν αιτιςασ εν τιδε τθ ϊρα, τισ διθγιςεται τουσ τότε κλαυκμοφσ και

κρινουσ τουσ εν τω παλατίω, ει και από ξφλου άνκρωποσ, ι εκ πζτρασ θν, ουκ

θδφνατο μθ κρθνιςαι».

Μετά από μακρά πολιορκία και θρωϊκι αντίςταςθ των γενναίων υπεραςπιςτϊν τθσ

Ρόλεωσ, ο Θεόσ ανζτειλε τθν 29θ Μαΐου του 1453, θμζρα Τρίτθ, και ακόμθ

εκυμάτιηε επί τθσ Ρφλθσ του ωμανοφ θ ςθμαία του δικζφαλου αετοφ. Ο

αυτοκράτορασ ακοφραςτοσ και ακατάβλθτοσ ζτρεχε ενκαρρφνοντασ τον ςτρατό και

λζγοντασ: «θμϊν εςτίν θ νίκθ, ο Θεόσ υπζρ θμϊν πολεμεί». Οι Οκωμανοί

πολεμοφςαν λυςςαλζωσ, ενϊ οι θμζτεροι ανκίςτατο ερρωμζνωσ. Ζνα Αλλάχ!

Ακουγόταν με άγρια φωνι και οι ορμθτικζσ επικζςεισ ςτρατιωτϊν, ςοφτάδων,

γενιτςάρων επιρχοντο ωσ κφματα καλάςςθσ, τα οποία ςυντρίβονταν επάνω ςτον

βράχο του θρωϊςμοφ των Ελλινων. Ραντοφ αντθχεί βοι, κρότοι, αλλθλοςπαραγμοί.

Ο αυτοκράτορασ με πζδιλα χρυςά τα οποία ζφεραν τον δικζφαλο αετό και με τθν

ςπάκθ ςτα χζρια εμάχετο θρωϊκότατα ςτθν Ρφλθ του ωμανοφ και ανζκραηε:

«ςυςτρατιϊται αδελφοί… ςτιτε ανδρείωσ δια τουσ οικτιρμοφσ του Θεοφ!»…

Στο τζλοσ ιλκε θ φοβερά και φρικϊδθσ ςτιγμι, όταν ο Κωνςταντίνοσ, ο οποίοσ επί

τζςςερισ ιδθ ϊρεσ είχε αποκροφςει τζςςερισ μεγάλεσ εφόδουσ και ιλπιηε ότι κα

Page 8: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

8

κατίςχυε τθσ επιμονισ Μωάμεκ του Β’, είδε απροςδοκιτωσ να ειςορμοφν εντόσ των

τειχϊν οι πολζμιοι και να περικυκλϊνεται πανταχόκεν ακοφγοντασ τθν απαίςια

κραυγι του πλικουσ, «θ Ρόλισ εάλω, εάλω θ Ρόλισ». Απελπιςκείσ εκζντθςε τον

ίππο και όρμθςε ςτο πυκνότερο μζτωπο του εχκροφ, αγωνιηόμενοσ ωσ ο ζςχατοσ

των ςτρατιωτϊν «και το αίμα ποταμθδόν εκ των ποδϊν και των χειρϊν αυτοφ

ζρρεεν»… Ραρά ταφτα θ ςπάκθ του Βαςιλζωσ πολλοφσ εχκροφσ είχε κερίςει ζωσ

ότου εκραφςκθ και τότε βλζποντασ ο ίδιοσ τον επικείμενο κάνατό του από χείρεσ

αλλοκριςκων κατακτθτϊν ι ακόμθ χειρότερο φοβοφμενοσ μιπωσ πζςει ηωντανόσ

ςτα χζρια των αλλοφφλων, ανζκραξε γοερϊσ: «Ουκ ζςτι τισ των χριςτιανϊν του

λαβείν τθν κεφαλιν μου απ’ εμοφ;» Ο δε Μιχαιλ Δοφκασ γράφει: «είχε απομείνει

μονϊτατοσ. Τότε ζνασ από τουσ Τοφρκουσ τον ζπλθξε με χτφπθμα ςτο πρόςωπο,

όπωσ και ο ίδιοσ ανταπζδωςε το χτφπθμα, ενϊ άλλοσ Τοφρκοσ από πίςω κατάφερε

καίριο πλιγμα κατ’ αυτοφ, όποτε ζπεςε κατά γθσ. Δεν γνϊριηαν ότι είναι ο

Βαςιλεφσ, αλλά ωσ κοινό ςτρατιϊτθ αφοφ τον εκανάτωςαν, τον εγκατζλειψαν».

Σφμφωνα με άλλθ γραφι, κατά τθν κρίςιμθ εμπλοκι, κάποιοσ φοβερόσ αράπθσ

αφοφ όρμθςε από πίςω, απζκοψε τθν κεφαλι του.

Άξιο μνείασ είναι το γεγονόσ ότι ο αυτοκράτορασ όταν είδε τθν είςοδο των

γενιτςάρων από τθν πφλθ του ωμανοφ, επεδίωξε να πεκάνει μαχόμενοσ παρά να

ηιςει και να γευκεί το πικρόν ποτιριον τθσ αλωκείςθσ πόλεωσ: «είλετο

ξυναποκανείν τθ πατρίδι τε και τοισ αρχομζνοισ, μάλλον δε και προαποκανείν

αυτοίσ, όπωσ μθ ταφτθν τε αλοφςαν επίδοι». Τοφτο πιςτοποιείται και από τθν

φςτατθ φωνι του: «θ Ρόλισ αλίςκεται καμοί ηθν ζτι περίεςτιν;».

Ο Σουλτάνοσ Μωάμεκ Β’ ο Ρορκθτισ αφοφ εηιτθςε να μεταφερκεί θ αποκοπείςα

κεφαλι του μεγαλομάρτυροσ αυτοκρατόροσ Κωνςταντίνου Ραλαιολόγου ενϊπιόν

του και αφοφ αναγνωρίςκθκε από τον Μζγα Δοφκα και τουσ Οκωμανοφσ

ςτρατιϊτεσ που τον εκανάτωςαν, ςφμφωνα με τα γραφόμενα του Μιχαιλ Δοφκα:

«Τότε προςιλωςαν αυτιν εν τω κίονι του Αυγουςταίου και ίςτατο ζωσ εςπζρασ.

Μετά δε ταφτα εκδείρασ και αχφροισ το δζρμα ςτοιβάςασ, ζπεμψε πανταχοφ

δεικνφων το τθσ νίκθσ ςφμβολον, τω των Ρερςϊν αρχθγϊ και των Αράβων και τοισ

άλλοισ Τοφρκοισ».

Σφμφωνα με τον Σκαρλάτο Βυηάντιο, κάποιοσ τάφοσ που ςϊηεται ςτον τοίχο του

Ιεροφ Βιματοσ τθσ Εκκλθςίασ τθσ Αγίασ Ραραςκευισ ςτθν ςυνοικία Τηιμπαλί (Αγιά)

ανικει ςτον αυτοκράτορα Κωνςταντίνο Ραλαιολόγο, ενϊ ςφμφωνα με άλλθ

παράδοςθ θ οποία βαςίηεται ςτα γραφόμενα του Φραντηι, αφοφ το άψυχο ςϊμα

του αποκεφαλιςκζντοσ αυτοκράτοροσ ανεγνωρίςκθ από τουσ δικεφάλουσ αετοφσ

ςτα πζδιλά του, όπωσ είχε βρεκεί ςτθ Ρφλθ του ωμανοφ, ο Σουλτάνοσ με εντολι

του επζτρεψε οι χριςτιανοί να ενταφιάςουν με όλεσ τισ τιμζσ τον τελευταίο Βαςιλζα

τουσ και εκείνοι τον ενταφίαςαν ςτο ναό τθσ Αγίασ Θεοδοςίασ, επειδι κατά τθν 29θ

Page 9: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

9

Μαΐου επανθγφριηε ο ναόσ αυτισ και τθν ίδια θμζρα «εάλω θ Ρόλισ» και

μαρτυρικϊσ εκοιμθκι ο αυτοκράτορασ.

Σφμφωνα με άλλθ παράδοςθ, ο τάφοσ του τελευταίου αυτοκράτοροσ βρίςκεται

ςτθν ίδια ςυνοικία αλλά κοντά ςτο «Βεφά Μεϊντάνι», μζςα ςε ζνα Χάνι, ςτθν αυλι,

όπου είναι καμμζνοσ ο Βαςιλιάσ. Άλλοτε είχαν αναμμζνθ και μια κανδιλα πάνω ςτο

μνιμα του, τϊρα είναι πολφσ καιρόσ που δεν τθν ανάβουν…

Το ελάχιςτο τοφτο «Εγκϊμιον» προσ τον τελευταίο μεγαλομάρτυρα «Ελζω Θεοφ»

πιςτό Βαςιλζα και Σεβαςτοκράτορα Κωνςταντίνο ΙΑ’ τον Ραλαιολόγο κατακλείουμε

με τθν ανεπανάλθπτθ ιςτορικι γραφι του αοιδίμου Μθτροπολίτου Τραπεηοφντοσ

Χρυςάνκου, ο οποίοσ γράφει: «οφτω δια του μαρτυρικοφ αίματοσ επιςφραγίηει ο

αυτοκράτωρ Κωνςταντίνοσ ο Δραγάτςθσ τθν ιςτορία του Βυηαντίου, τθσ οποίασ και

θ τελευταία αφτθ ςελίσ κα παραμείνθ δια τθν ελλθνικιν φυλιν χρυςι και ακάνατοσ

ιδία δια τθν θρωϊκιν αντίςταςιν χιλιάδων τινϊν γενναίων ανδρϊν, προπάντων και

κατά το πλείςτον Ελλινων, οι οποίοι επί δφο μινασ και δια μόχκων ατελευτιτων

επολζμουν εναντίον εχκροφ εικοςάκισ υπερτζρου κατά τον αρικμόν, εναντίον των

πρϊτων ςτρατευμάτων του κόςμου κατά τθν εποχιν εκείνθν, και μζχρι τελευταίασ

πνοισ υπεριςπιςαν τα φροφρια τθσ βαςιλίδοσ των πόλεων, του κεοφρουριτου

Βυηαντίου, τθσ ακροπόλεωσ ταφτθσ του χριςτιανικοφ πολιτιςμοφ εν τθ Ανατολι.

Και τθν ακαναςίαν τθσ τελευταίασ ταφτθσ χρυςισ ςελίδοσ τθσ βυηαντινισ ιςτορίασ

επιςτζφει ο ζνδοξοσ κάνατοσ του ιρωοσ μάρτυροσ αυτοκράτοροσ Κωνςταντίνου του

Ραλαιολόγου, θρωϊκϊσ υπζρ τθσ πατρίδοσ πεςόντοσ παρά τθν Ρφλθν του ωμανοφ

τθν πρωΐαν τθσ 29θσ Μαΐου 1453, εν θλικία 49 ετϊν, τριϊν μθνϊν και είκοςιν

θμερϊν.

Ο τάφοσ του αυτοκράτοροσ Κωνςταντίνου παραμζνει άγνωςτοσ, «αλλ’ ανδρϊν

αγακϊν πάςα γθ τάφοσ», το δε ευκλεζσ αυτοφ όνομα περιφζρεται από γενεάσ εισ

γενεάν εν τθ διανοία και τθ καρδία πάντων και παραμζνει ακάνατον…».

Υ.Γ. Το παρόν επετειακό ιςτορικό κείμενο πάνυ ευλαβϊσ αφιεροφται ςτουσ ανά

τουσ αιϊνεσ «ανυςτάκτουσ φφλακεσ» τθσ πατρϊασ πίςτεωσ και των ιερϊν ναμάτων

του ευςεβοφσ ωμαίϊκου Γζνουσ, ιτοι ςτουσ Φαναριϊτεσ κλθρικοφσ του

Οικουμενικοφ Ρατριαρχείου, το οποίο ηει και κα ηει ωσ «παρεμβολι Θεοφ» επί τθσ

γθσ και ωσ «εφλαλον αντίφωνον» Ορκοδοξίασ εν μζςω αλλοτρίων…

Page 10: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

10

«Η ΠΟΛΙ ΕΑΛΩ – ΕΑΛΩ Η ΠΟΛΙ»

Λόγοσ Επιμνθμόςυνοσ, ρθκείσ τθ 29θ Μαΐου του 1916

Μθτροπολίτου Τραπεηοφντοσ Χρυςάνκου

Ιωάννθσ Ελ. Σιδθράσ

Θεολόγοσ – Εκκλθςιαςτικόσ Ιςτορικόσ – Νομικόσ

Η εορτι τθσ Ρεντθκοςτισ του ζτουσ 1916 ςυνζπεςε να είναι τθν 29θ Μαΐου, αποφράδα θμζρα τθσ αλϊςεωσ τθσ των πόλεων Βαςιλίδοσ, τθσ «Θεοτοκουπόλεωσ και αγιοτόκου» Κωνςταντινουπόλεωσ. Ο εκ Κομοτθνισ καταγόμενοσ και ορμϊμενοσ, αοίδιμοσ Μθτροπολίτθσ Τραπεηοφντοσ Χρφςανκοσ (μετζπειτα Αρχιεπίςκοποσ Ακθνϊν) κατ’ εκείνθ τθν μεγάλθ Κυριακι τθσ Ρεντθκοςτισ λειτουργοφςε ςτον Μθτροπολιτικό ναό τθσ Τραπεηοφντοσ και εξεφϊνθςε εμπνευςμζνο λόγο για τθν άλωςθ τθσ Κωνςταντινουπόλεωσ εν είδει «επιμνθμοςφνου προςλαλιάσ» υπζρ αναπαφςεωσ των ψυχϊν των βιαίω και μαρτυρικϊ τω τρόπω πεςόντων και τελειωκζντων υπεραςπιςτϊν τθσ Κωνςταντίνου Ρόλεωσ και ιδιαιτζρωσ του τελευταίου μάρτυροσ και μεγαλομάρτυροσ Αυτοκράτοροσ αυτισ, του Κωνςταντίνου ΙΑ’ του Ραλαιολόγου.

Η ομιλία αυτι εξεδόκθ ςτο περιοδικό «Κομνθνοί» του ζτουσ 1916, υπό τον τίτλο: «Λόγοσ Επιμνθμόςυνοσ ρθκείσ τθ 29θ Μαΐου». Ο μνθμειϊδθσ αυτόσ λόγοσ του Τραπεηοφντοσ Χρυςάνκου άρχεται με το ρθτό: «Ανδρϊν αγακϊν πάςα γθ τάφοσ» (Θουκ. Βιρλ. Βϋ. Κεφ. 43 εδαφ. 3) και ζχει ωσ εξισ: «Πταν ο μζγασ τθσ ελλθνικισ κλαςςικισ αρχαιότθτοσ ριτωρ και πολιτικόσ Ρερικλισ εξεφϊνθςε τον λαμπρό εκείνο επιτάφιο λόγο ςτουσ πεςόντεσ υπζρ πατρίδοσ Ακθναίουσ κατά τον Ρελοποννθςιακό πόλεμο είπε πλθν άλλων και τουσ υψθλοφσ τοφτουσ λόγουσ: « ανδρϊν αγακϊν πάςα γθ τάφοσ», ότι δθλ. τάφοσ των θρϊων είναι πάςα γθ και χϊρα και όχι κάτωκεν ςτθλϊν και μαρμάρων φορτωμζνων από μεγαλοπρεπείσ και πολυτελείσ επιγραφζσ. Και ςτα πζρατα τθσ οικουμζνθσ θ ανάμνθςθ των κατορκωμάτων τουσ χαράςςεται ςτον νου και τισ καρδιζσ των ανκρϊπων βακφτερα παρά ςτουσ τάφουσ και ςτα μνθμεία.

Αν υπάρχει περίςταςθ κατά τθν οποία εφαρμόηεται το ρθτό τοφτο ςε όλθ του τθν ζννοια, είναι ακριβϊσ θ παροφςα ςεμνι και εφςθμθ θμζρα τθσ Ρεντθκοςτισ, θ οποία ςυνιγαγε όλουσ εμάσ υπό τον ιερό κόλο του Μθτροπολιτικοφ ναοφ, προκειμζνου, αφοφ δεθκοφμε με κλίςθ αυχζνοσ και γονάτων υπζρ αναπαφςεωσ των ψυχϊν των Ρατζρων και αδελφϊν μασ, να αναπζμψουμε ευχζσ και διά μνθμοςφνου να τιμιςουμε τουσ επί των επάλξεων των τειχϊν του Βυηαντίου κατά τθν αποφράδα ταφτθ θμζρα τθσ 29θσ Μαΐου ενδόξωσ πεςόντεσ προγόνουσ μασ, θγουμζνου του γενναίου αυτοκράτοροσ τθσ Κων/πόλεωσ Κωνςταντίνου και

Page 11: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

11

Ραλαιολόγου του οποίου θ θρωικόσ κάνατοσ επεςφράγιςε τον μακρόν βίον και τθν ιςτορίαν του βυηαντινοφ κράτουσ.

Αδελφοί, όςουσ θ μνιμθ των θρϊων τοφτων και μαρτφρων του καταρρζοντοσ κράτουσ εκάλεςε εδϊ, ασ ανοίξουμε προσ ςτιγμιν τθν φωτεινι και ζνδοξθ ταφτθ ςελίδα τθσ περιπετειϊδουσ ιςτορίασ του βυηαντίου και ασ καυμάςουμε τθν απαράμιλλθ ψυχικι ρϊμθ και τον θρωιςμό, ο οποίοσ ζκαλε κατά τισ τελευταίεσ φκινοπωρινζσ θμζρεσ του φκίνοντοσ βυηαντινοφ κράτουσ κακ’ όν χρόνο βαρφσ επιρχετο ο βαρφσ και παγερόσ χειμϊνασ τθσ τουρκικισ βαρβαρότθτασ και τυραννίασ, ο οποίοσ επάγωςε το αίμα τθσ ηωισ και τθσ ελευκερίασ και του πολιτιςμοφ των Ελλινων. Αφοφ δε εξετάςουμε τα πραγματικά αίτια τθσ παρακμισ και πτϊςεωσ του βυηαντίου, κα ποριςκϊμε τα προςικοντα μακιματα για το παρόν και το μζλλον.

Μετά από μακρά πολιορκία κι αντίςταςθ των γενναίων υπεραςπιςτϊν τθσ Ρόλεωσ ανζτειλε θ 29θ Μαΐου 1453 και εκυμάτιηε ακόμθ επί τθσ πφλθσ του ωμανοφ θ ςθμαία του δικεφάλου αετοφ. Ο Βαςιλεφσ ακοφραςτοσ ζτρεχε ενκαρρφνοντασ τον ςτρατό και λζγοντασ: «θμϊν εςτί θ νίκθ, ο Θεόσ υπζρ θμϊν πολεμεί». Οι Τοφρκοι πολεμοφςαν λυςςαλζωσ, ενϊ οι θμζτεροι ανκίςταντο ερρωμζνωσ (με ρϊμθ). Ζνα Αλλάχ! Ακουγόταν με άγρια φωνι και οι ορμθτικζσ επικζςεισ ςτρατιωτϊν, ςοφτάδων, γενιτςάρων επζρχονταν ωσ κφματα καλάςςθσ, ςυντριβόμενα επάνω ςτον βράχο του θρωιςμοφ των θμετζρων.

Ραντοφ αντθχεί βοι, κρότοι, αλλθλοςπαραγμοί. Ο αυτοκράτορασ με πζδιλα χρυςά φζροντα τον δικζφαλο αετό και με τθν ςπάκθ ςτα χζρια εμάχετο θρωικότατα ςτθν πφλθ του ωμανοφ. «Συςτρατιϊται αδελφοί», εφϊνει, «ςτιτε ανδρείωσ διά τουσ οικτιρμοφσ του Θεοφ!». Οι ιερείσ ζκαναν λιτανείεσ, τα γυναικόπαιδα προςεφχονταν, και οι μοναχοί και μετ’ αυτϊν και άλλοι πολλοί λθςμονοφντεσ το «ςυν Ακθνά και χείρα κίνει» ανζμεναν τον Άγγελο Κυρίου, προκειμζνου με πφρινθ ρομφαία να ςυντρίψει το κθρίο τθσ αποκαλφψεωσ.

Επί τζλουσ ιλκε θ φοβερά και φρικϊδθσ ςτιγμι. Ο Κωνςταντίνοσ, ο οποίοσ επί τζςςερισ ιδθ ϊρεσ είχε αποκροφςει τζςςερισ μεγάλεσ εφόδουσ και ζλπιηε ότι κα κατίςχυε τθσ επιμονισ του Μωάμεκ του Βϋ, είδε απροςδοκιτωσ να ειςβάλλουν εντόσ των τειχϊν οι πολζμιοι και να περικυκλϊνεται πανταχόκεν και άκουςε τθν απαίςια κραυγι του πλικουσ «θ Ρόλισ εάλω, εάλω θ Ρόλισ».

Απελπιςμζνοσ εκζντθςε τον ίππο και όρμθςε ςτο πυκνότερο μζτωπο του εχκροφ, αγωνιηόμενοσ ωσ ο ζςχατοσ των ςτρατιωτϊν «και το αίμα ποταμθδόν εκ των ποδϊν και

Page 12: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

12

χειρϊν αυτοφ ζρρεεν». Μαηί με τον αυτοκράτορα και αξίωσ αυτοφ μάχονταν οι λοιποί ιρωεσ κακϊσ ζπεφταν ο ζνασ μετά τον άλλον. Ρολλοφσ εν τω μεταξφ είχε κερίςει θ ςπάκθ του βαςιλζωσ ζωσ ότου εκραφςκθ και κατζςτθ άχρθςτθ. Βλζποντασ δε και για τον εαυτό του τον κίνδυνο και φοβοφμενοσ μθν πζςει ηωντανόσ ςτα χζρια του εχκροφ ανζκραξε: «δεν υπάρχει Χριςτιανόσ να λάβει τθν κεφαλιν μου;» είπε και κθριϊδθσ άραψ ορμιςασ όπιςκεν αποκόπτει τθν κεφαλιν του.

Ζτςι διά του μαρτυρικοφ αυτοφ αίματοσ επιςφραγίηει ο αυτοκράτωρ Κωνςταντίνοσ ο Δραγάτςθσ τθν ιςτορία του Βυηαντίου, τθσ οποίασ και θ τελευταία αυτι ςελίδα κα παραμείνει για τθν Ελλθνικι φυλι χρυςι και ακάνατθ ιδιαιτζρωσ για τθν θρωικι αντίςταςθ κάποιων χιλιάδων γενναίων ανδρϊν, προ πάντων και κατά το πλείςτον Ελλινων, οι οποίοι επί δφο μινεσ διά μόχκων ατελευτιτων επολεμοφςαν εναντίον εχκροφ είκοςι φορζσ υπερτζρου κατά τον αρικμό, εναντίον των πρϊτων ςτρατευμάτων του κόςμου κατά τθν εποχι εκείνθ, και μζχρι τελευταίασ πνοισ υπεράςπιςαν τα φροφρια τθσ βαςιλίδοσ των πόλεων, του κεοφρουριτου βαςιλείου, τθσ ακροπόλεωσ ταφτθσ του χριςτιανικοφ πολιτιςμοφ ςτθν Ανατολι. Και τθν ακαναςία τθσ τελευταίασ ταφτθσ χρυςισ ςελίδοσ τθσ βυηαντινισ ιςτορίασ επιςτζφει ο ζνδοξοσ κάνατοσ του ιρωοσ μάρτυροσ αυτοκράτοροσ Κωνςταντίνου του Ραλαιολόγου, θρωικϊσ υπζρ τθσ πατρίδοσ πεςόντοσ κοντά ςτθν πφλθ του ωμανοφ τθν πρωία τθσ 29 Μαΐου 1453, ςε θλικία 49 ετϊν, τριϊν μθνϊν και είκοςι θμερϊν.

Ο τάφοσ του αυτοκράτοροσ Κωνςταντίνου παραμζνει άγνωςτοσ, «αλλ’ ανδρϊν αγακϊν πάςα γθ τάφοσ», το δε ευκλεζσ αυτοφ όνομα περιφζρεται από γενεάσ ςε γενεά ςτθ διάνοια και τθν καρδία πάντων και παραμζνει ακάνατο. Με τθν ηωι του Βαςιλζωσ ζςβθςε και θ ηωι του κράτουσ του και ζκτοτε αρχίηει θ μακρά και ηοφερά και αςζλθνθ νφκτα τθσ τουρκικισ τυρρανίασ!

Υπζρ τα δφο χιλιάδεσ ζτθ είχαν παρζλκει αφ’ ότου ιλκαν εκ Μεγάρων οι πρϊτοι άποικοι του Βυηαντίου και ζκτοτε πόςασ πολζμουσ είδε, πόςεσ πολιορκίεσ, πόςεσ δόξεσ! Και κατόπιν επειδι ο ωμαίοσ αυτοκράτορασ απογοθτεφκθκε από τθν λιγόψυχθ ϊμθ, ανζδειξε το Βυηάντιο ωσ πρωτεφουςα τθσ Ανατολισ, προοριςμζνο να αναςτθλϊςει τθν ελλθνικι δόξα. Ο ωμαϊκόσ αετόσ ολοζνα και ζφκινε και ζςβυνε και φαεινι ανζτειλε θ ελλθνικι πολιτεία με τον ςταυρό επί του μετϊπου. Ενίκθςε θ ηωτικότθτα και θκικι δφναμθ τθσ ελλθνικισ φυλισ, υπεχϊρθςε ο ωμαϊκόσ πολιτιςμόσ και εδθμιουργικθ και άνκιςε και εμεγαλοφργθςε ο ελλθνικόσ Χριςτιανικόσ πολιτιςμόσ, ζωσ ότου ιλκε θ μόρςιμοσ θμζρα τθσ πτϊςεωσ αυτϊν.

Ρερί των ΑΙΤΙΩΝ τθσ παρακμισ και τθσ πτϊςεωσ του βυηαντινοφ κράτουσ ποικίλεσ εξθνζχκθςαν και εκφζρονται γνϊμεσ. Οι επιπολαίωσ και εκ προκαταλιψεωσ τα πράγματα κρίνοντεσ ηθτοφν να εφρουν μία μόνον αιτία φαινομζνου τόςο πολυπλόκου. Ρροβάλλουν λόγουσ θκικοφσ και κρθςκευτικοφσ. Κατά τθν γνϊμθ τουσ ο Ορκόδοξοσ Χριςτιανιςμόσ είναι θ αιτία τθσ παρακμισ του Βυηαντίου.

Αν κζλουμε να είμαςτε αμερόλθπτοι και εντόσ τθσ επιςτθμονικισ αλικειασ, πρζπει να ομολογιςουμε ότι ο Χριςτιανιςμόσ όχι ωσ κρθςκεία αγνι, αλλ’ ωσ δειςιδαιμονία, ςτθν οποία εκφυλίςκθκε κατά τουσ τελευταίουσ αιϊνεσ, είχε κάποια επίδραςθ ςτθν επιτάχυνςθ τθσ παρακμισ ταφτθσ. Εφ’ όςον ο Χριςτιανιςμόσ ιταν γνθςία και ενεργόσ εκδιλωςθ αιςκθμάτων ηωθρϊν του λαοφ, εδθμιοφργθςε τον καυμάςιο βυηαντινό πολιτιςμό και ανζπτυξε ανδρεία και ρϊμθ ψυχισ ςτον βυηαντινό λαό, και για να πειςκοφμε περί τοφτου, αρκεί να ενκυμθκοφμε όλα τα ευϊδθ και ακάνατα άνκθ, τα οποία παριγαγε ο βυηαντινόσ πολιτιςμόσ, τθν απαράμιλλθ εκκλθςιαςτικι ρθτορεία του Χρυςοςτόμου, Βαςιλείου και Γρθγορίου, τθν καυμάςια εκκλθςιαςτικι ποίθςθ και μουςικι και το εξαίςιο καφμα τθσ αρχιτεκτονικισ τζχνθσ, τον ναό τθσ Αγίασ Σοφίασ.

Page 13: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

13

Ο ναόσ τθσ Αγίασ Σοφίασ και θ εντόσ αυτοφ ψαλείςα εκκλθςιαςτικι ποίθςθ και βυηαντινι μουςικι τοςοφτο εγοιτευςαν τουσ αδελφοφσ ϊςςουσ, όταν κατ’ εντολιν του αυτοκράτορόσ τουσ επεςκζφκθςαν και τθν Κωνςταντινοφπολθ προσ εφρεςθ τθσ καταλλθλότερθσ κρθςκείασ, θ οποία καλφτερα κα προςαρμοηόταν ςτθν ςλαυϊκι ψυχι, ϊςτε αφοφ παρατιρθςαν τα αριςτουργιματα αυτά του βυηαντινοφ πολιτιςμοφ ωσ ςτοιχεία ηωτικότθτασ τθσ Χριςτιανικισ Θρθςκείασ, αυτιν αςπάςκθκαν αμζςωσ και αυτι διεδόκθ ςτον ευςεβι ρωςςικό λαό. Ζτςι ο βυηαντινόσ πολιτιςμόσ ζγινε πατιρ του νεωτζρου ρωςςικοφ πολιτιςμοφ. Υπό τθσ αγνισ Χριςτιανικισ κρθςκείασ εμπνεόμενοι οι βυηαντινοί διζπραξαν και εν πολζμω καυμάςια θρωικά κατορκϊματα ιδιαίτερα κατά τουσ οκτϊ πρϊτουσ αιϊνεσ.

Πταν όμωσ τα αιςκιματα αυτά άρχιςαν να μαραίνονται και θ κρθςκεία ζπαυςε να είναι ενεργόσ εκδιλωςθ αυτϊν, ο Χριςτιανιςμόσ περιορίςκθκε ςε εξωτερικοφσ μόνον τφπουσ και κατάντθςε δειςιδαιμονία και αςκθτιςμόσ, ζχοντασ ωσ ςυνζπεια και τθν αφξθςθ των μοναςτθριϊν κατά τουσ τελευταίουσ αιϊνεσ του βυηαντινοφ κράτουσ ςτα οποία κατά χιλιάδεσ ςυνζρρεαν κατ’ ζτοσ μοναχοί δαπανϊντεσ άφκονο τον πλοφτο του κράτουσ και ουδζν παράγοντεσ.

Η δε ιςτορία μαρτυρεί ότι ουδζποτε οι πολλοί αςκθτζσ ςυνετζλεςαν ςτθν οικονομικι, πολιτικι και ςτρατιωτικι πρόοδο μιασ χϊρασ. Η αγνι κρθςκεία και εν γζνει πάςα πίςτθ ςε κάτι το ιδεϊδεσ, είτε πατρίδα λζγεται τοφτο, είτε ζκνοσ, είτε κράτοσ, είτε φιλανκρωπία, είτε πρόοδοσ, είτε αλλθλεγγφθ, που είναι απαφγαςμα ηωντανϊν αιςκθμάτων είναι απαραίτθτθ ςτον βίο και τθν πρόοδο των λαϊν και μόνον εκείνοι οι λαοί ανεδείχκθςαν ςτθν ιςτορία μεγάλοι, ιςχυροί, μεγαλουργοί, ςτουσ οποίουσ τα αιςκιματα αυτά ιταν βακζα και ενεργά. Πλοι δε οι λαοί ςτουσ οποίουσ τα αιςκιματα αυτά εξαςκενοφν και μαραίνονται, περιπίπτουν ςε παρακμι.

Τζτοια ηωντανά αιςκιματα πίςτεωσ του λαοφ εδθμιοφργθςαν το μεγαλείο των Ακθνϊν, τθσ Σπάρτθσ και κατόπιν τθσ ϊμθσ, τον πολιτιςμό και το μεγαλείο τθσ κραταιάσ ωςςίασ, θ οποία εκ μακρϊν ορμθκείςα διά των αιςκθμάτων αυτϊν του λαοφ τθσ ανεδείχκθ μεγάλθ και κραταιά. Τουναντίον δε όπου τα αιςκιματα αυτά εμαράνκθςαν και επεκράτθςαν θ δειςιδαιμονία και θ δουλεία των τφπων… εκεί οι λαοί παρικμαςαν και ζγιναν λεία του πρϊτου ελκόντοσ κατακτθτοφ, όπωσ ακριβϊσ ςυνζβθ ςτο βυηαντινό κράτοσ.

Και θ ίδρυςθ δε απολυταρχικότατθσ κυβερνιςεωσ και θ άρςθ κάκε ελευκερίασ υπιρξε αιτία και ςυγχρόνωσ αποτζλεςμα τθσ εξαςκενιςεωσ των χαρακτιρων και ζτςι εκλείπουν εντελϊσ οι ανδρικζσ εκείνεσ αρετζσ, οι οποίεσ αποτελοφςαν τθν δφναμθ και το μεγαλείο τθσ αρχαίασ ρωμαϊκισ και βυηαντινισ αυτοκρατορίασ. Ρλθν τοφτων και ο βακμιαίοσ εκφυλιςμόσ και εξαφανιςμόσ τθσ τάξεωσ των αρίςτων οι οποίοι δεν αντικακίςταντο από νζα αριςτοκρατία μεςτισ δυνάμεωσ και ςφρίγουσ, ςυνετζλεςε ςτθν παρακμι και κατάλυςθ του βυηαντινοφ κράτουσ.

Αλλϋ «αν είμαι χάροσ χαλαςτισ είμαι και χάροσ πλάςτθσ», ψάλλει θ μοφςα ενόσ εκνικοφ μασ ποιθτοφ και ό,τι είναι καυμαςτό ςτθ μακρά ιςτορία του θμετζρου ζκνουσ είναι ότι εκ τθσ τζφρασ του βυηαντινοφ κράτουσ ανζςτθ ωσ ο φοίνιξ τθσ μυκολογίασ νζο και ακμαίο Βαςίλειο, το Βαςίλειο τθσ Ελλάδοσ και υπό τθν κραταιά ςκζπθ και προςταςία τθσ κραταιάσ προςτάτιδοσ των πιεηομζνων λαϊν ωςςίασ ελευκεροφται και αναγεννάται ο υπό τθν πτζρνα του τυρράνου ςτενάηων υπόδουλοσ ελλθνικόσ λαόσ.

Ήδθ ςε εμάσ τουσ νεωτζρουσ απόκειται να αναδειχκοφμε άξιοι των προγόνων και των προςδοκιϊν των άλλων εκνϊν. Και αφινοντασ τθν φλθ μζςα ςτθν οποία είμεκα βυκιςμζνοι να εξιδανικευκοφμε, ιπτάμενοι υψθλά ςτον κόςμο των ιδεωδϊν και γινόμενοι δθμιουργοφ νζου πολιτιςμοφ ανταξίου των προγενεςτζρων. Ανδριηόμενοι δε και κραταιοφμενοι κατά πάντα και ςτθν αρετι κα δικαιοφμεκα με κάρροσ να λζμε προσ τουσ

Page 14: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

14

προγόνουσ το: «άμμεσ δε γ’ εμζσ, θν δε λθσ πείραν λάβε»… Και αφοφ παραςκευάςουμε το ζδαφοσ ςτισ επερχόμενεσ γενεζσ και δθμιουργιςουμε υγιζσ περιβάλλον, οπότε οι παίδεσ μασ μόνον υγιείσ αρχζσ και αγνά φρονιματα κα προςλαμβάνουν, κα ακοφςουμε παρ’ αυτϊν το «άμμεσ δε γ’ εςόμεκα πολλϊ κάρρονεσ»… Τότε κα ςκιρτιςουν εκ χαράσ εν τάφω τα οςτά των ενδόξων μασ προγόνων, οι οποίοι κλείςαντεσ τθν ιςτορία δικαίωσ τιμϊνται και γεραίρονται περιφερόμενοι ςτθ διάνοια και τθν καρδιά πάντων, «ανδρϊν αγακϊν πάςα γθ τάφοσ».

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟΝ ΤΗΣ ΑΛΩΣΕΩΣ (29 Μαΐοσ 1453)

Τοῦ Ιωάννου Ελ. Σιδηρᾶ

Θεολόγου – Εκκληζιαζηικοῦ Ιζηορικοῦ – Νομικοῦ

«Το δε ηην πόλιν ζοι δοῦναι ούη’ εμόν εζηί, ούη’ ἄλλοσ ηῶν καηοικούνηων εν

ηαύηη. Κοινή γνώμη πάνηες ασηοπροαιρέηως αποθανούμεν και ού θειζόμεθα ηῆς ζωῆς

ημῶν» (Απόκριση Αστοκράτορος Κωνσταντίνοσ ΙΑ΄ τοῦ Παλαιολόγοσ προς Μωάμεθ Β΄ τον Πορθητή).

Οη θπξηόηεξνη βπδαληηλνί ηζηνξηθνί ρξνλνγξάθνη, νη νπνίνη θαηέγξαςαλ θαη

δηέζσζαλ απζεληηθά θαη ηεθκεξησκέλα ηα γεγνλόηα, πξηλ, θαηά θαη κεηά ηελ άισζε ηεο

Κσλζηαληηλνππόιεσο είλαη ν Γνύθαο, ν Λαόληθνο Υαιθνθνλδύιεο, ν Γεώξγηνο Φξαληδήο

θαη ν Μηραήι Κξηηόβνπινο. Με γλώκνλα ηελ ηζηνξηθή γξαθή ησλ παξαπάλσ ρξνλνγξάθσλ

ζπληίζεηαη ην «Υξνληθόλ ηεο αιώζεσο» κέρξη ηελ 29εΜαΐνπ ηνπ 1453, εκέξα πνπ ζθξάγηζε

επί αηῶλεο ηελ πνξεία ηνῦ επζεβνῦο Γέλνπο καο.

Σνλ Οθηώβξην ηνπ 1448 εθνηκήζε ν βπδαληηλόο απηνθξάησξ Ισάλλεο Η΄

Παιαηνιόγνο θαη δηάδνρνο απηνῦ νξίζζεθε ν αδειθόο ηνπ Κσλζηαληίλνο ΙΑ΄ ν Παιαηνιόγνο,

ν νπνίνο εζηέθζε ζην Γεζπνηάην ηνπ Μπζηξά θαη « εγέλεην παξά πάλησλ δεθηόο» ζηελ

Κσλζηαληηλνύπνιε. Από ηελ άιιε πιεπξά, θαηά ην έηνο 1451, είρε πεζάλεη ν νπιηάλνο ησλ

Page 15: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

15

νζσκαλῶλ Μνπξάη Β΄ θαη δηάδνρόο ηνπ αλεδείρζε ζηελ Αλδξηαλνύπνιε ν πηόο ηνπ, Μσάκεζ

Β΄ ν κεηέπεηηα πνξζεηήο ηεο Κσλζηαληηλνππόιεσο.

Από ηνλ Μάξηην κέρξη θαη ηα ηέιε Απγνύζηνπ ηνπ 1452 νηθνδνκείηαη ππό ηελ

απόιπηε επίβιεςε ηνπ Μσάκεζ ην λέν θξνύξην ησλ νζσκαλῶλ ζην πην ζηελό θαη δύζπιεπην

ζεκείν ηνῦ Βνζπόξνπ πξνθεηκέλνπ λα ειέγρεηαη απνιύησο ππό ηνπο νζσκαλνύο ε δίνδνο ηνπ

Βνζπόξνπ. Σαπηόρξνλα νη νζσκαλνί πξνβαίλνπλ ζε ζθιεξέο ιεειαζίεο ζηνλ επξύηεξν ρώξν

ηνπ λένπ θξνπξίνπ θαη δεκηνπξγνύλ ηα πξώηα ζνβαξά πιήγκαηα ζηνπο βπδαληηλνύο. Σόηε

αθξηβώο (Ινύιηνο ηνπ 1453) ν απηνθξάησξ Κσλζηαληίλνο αλαγθάδεηαη λα ζθξαγίζεη ηηο

πύιεο ηεο Κσλζηαληηλνππόιεσο.

Σελ ίδηα πεξίνδν ν νπιηάλνο Μσάκεζ Β΄ αγσληᾶ θαη ππνθέξεη βιέπεη όηη νη Ρσκηνί

είλαη απνθαζηζκέλνη λα ππεξαζπηζζνύλ ηα ηεξά θαη ηα όζηα ηνπ Γέλνπο. Δίλαη δε

ραξαθηεξηζηηθή ησλ ηόηε ηζηνξηθώλ, νη νπνίνη αλαθέξνπλ όηη ν Μσάκεζ ζηελ

Αλδξηαλνύπνιε «νίθνη δηάγσλ νπθ εδίδνπ αλάπαπζηλ ηνῖο βιεθάξνηο, αιιά θαη ελ λπθηί θαη

εκέξα ηελ πάζαλ θξνληίδαλ ηεο πόιεσο είρε, πώο απηήλ θαηαιάβνη, πώο θύξηνο απηήο

γέλνηην». Σόηε ζπκβαίλεη αλαπάληερα αθόκε έλα θαθό. Κάπνηνο ηθαλόηαηνο κεραληθόο –

πηζαλόηαηα Ούγγξνο- κεηαπεδά από ηνπο βπδαληηλνύο ζηνπο νζσκαλνύο έλαληη αδξάο

ακνηβῆο θαη αλαιακβάλεη λα θαηαζθεπάζεη έλα ηεξάζηην ζε κέγεζνο θαλόλη, ηνπ νπνίνπ ε

απνηειεζκαηηθόηεηα λα θαηαζηξέθεη ηα ηείρε ηεο Κσλζηαληηλνππόιεσο, απεδείρζε

εθηαιηηθή από ηελ πξώηε ζηηγκή.

Από ηελ πιεπξά ηνπο νη βπδαληηλνί κε ηελ απνζηνιή πξέζβεσλ δεηνύλ βνήζεηα από

ηελ Ιηαιία θαη ηελ Οπγγαξία, αιιά ν Ισάλλεο Οπλπάδεο γηα ηελ παξνρή ζηξαηησηηθήο

εληζρύζεσο ππέξ ησλ βπδαληηλώλ δεηεί σο αληάιιαγκα ηνπιάρηζηνλ ηελ πόιε ηεο

Μεζεκβξίαο ζηνλ Δύμεηλν Πόλην.

Καηά ηνπο κήλεο Ννέκβξην-Γεθέκβξην ηνπ 1452 ελεξγνπνηνύληαη ζηνηρεησδώο θαη

βαζκηαία ε Βελεηία θαη ε Γέλνβα ύζηεξα από ζεηξά ζνβαξώλ ερζξηθώλ επηζέζεσλ ησλ

νζσκαλώλ ελαληίνλ δηθώλ ηνπο ππεθόσλ. Τπνβάιινπλ αηηήζεηο γηα παξέκβαζε ηνπ Πάπα

Νηθνιάνπ Δ΄ πξνο ηνπο Γπηηθνύο εγεκόλεο θαη ηειηθώο απνθαζίδνπλ ηελ ζηξαηησηηθή

ελίζρπζε κόλνλ ησλ δηθώλ ηνπο εγθαηαζηάζεσλ ζηνλ Δύμεηλν Πόλην θαη ζηε ζπλνηθία Πέξαλ

ηεο Κσλζηαληηλνππόιεσο. Καη όια απηά πξνο ππεξάζπηζε ησλ νηθνλνκηθώλ ηνπο

ζπκθεξόλησλ θαη όρη από ελδηαθέξνλ γηα ηελ ζσηεξία ηεο Κσλζηαληηλνππόιεσο.

Σνλ Γεθέκβξην ηνπ 1452 γίλνληαη ζηελ Κσλζηαληηλνύπνιε δεθηνί από ηνλ

απηνθξάηνξα Κσλζηαληίλν ν ειιεληθήο θαηαγσγήο εμσκόηεο Δπίζθνπνο ηνπ Κηέβνπ

Ιζίδσξνο σο απεζηαικέλνο ηνπ Πάπα θαη ν Λενλάξδνο Υίνο, Λαηίλνο Δπίζθνπνο Μπηηιήλεο.

Οη δύν απηνί παπηθνί απεζηαικέλνη ζηηο 12 Γεθεκβξίνπ 1452 κε ζπλαίλεζε θαη παξνπζία ηνπ

απηνθξάηνξνο Κσλζηαληίλνπ θεξύζζεηαη ζηελ Αγία νθία ε έλσζε ησλ δύν Δθθιεζηώλ

πξνθαιώληαο ηελ εληνλόηαηε δεκόζηα αληίδξαζε ηεο κεξίδνο ησλ νξζνδόμσλ αλζελσηηθώλ,

νη νπνίνη γλώξηδαλ όηη ηίπνηε δελ κπνξνύζαλ λα αλακέλνπλ σο βνήζεηα από ηνπο Λαηίλνπο.

Γξάθεηαη κάιηζηα όηη ην αλνζηνύξγεκα ηεο ςεπδνελώζεσο ησλ Δθθιεζηώλ εζεσξήζε από

ηνπο πλεπκαηηθνύο αλζξώπνπο ηεο Πόιεσο σο πξάμε αζπγρώξεηε από ηνλ Θεό, ν νπνίνο

απέζηξεςε ην πξόζσπν απηνύ από ηνπο βπδαληηλνύο θαη ε Πόιε έπεζε ζηα ρέξηα ησλ

αιινζξήζθσλ νζσκαλώλ.

ηα ηέιε Γεθεκβξίνπ ηνπ 1452 απνθαζίδεηαη λα παξακείλνπλ ζηελ

Κσλζηαληηλνύπνιε θαη λα ζπκκεηάζρνπλ ζηελ άκπλά ηεο όζα πινία είραλ ειιηκεληζζεί γηα

εκπνξηθνύο ιόγνπο, αιιά έλαο αξηζκόο από απηά –θπξίσο βελεηηθά- δελ πεηζαξρεί θαη

απνρσξεί θπγαδεύνληαο θαη εθαηνληάδεο ελόπινπο άλδξεο.

ηα ηέιε Φεβξνπαξίνπ κε αξρέο Μαξηίνπ ηνπ 1453 νη νζσκαλνί κεηαθέξνπλ ην

κεγάιν θαλόλη από ηελ Αλδξηαλνύπνιε ζηελ Κσλζηαληηλνύπνιε θαη ζπγθεληξώλνπλ

ζηαδηαθά ηα ζηξαηησηηθά ζώκαηα ηνπ Μσάκεζ. Λακβάλνπλ ζέζεηο απέλαληη από ηα ρεξζαία

ηείρε ηεο Κσλζηαληηλνππόιεσο θαη ζηαδηαθά απνθιείνπλ ηελ Πόιε από μεξάο.

Page 16: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

16

Οη βπδαληηλνί εληζρύνπλ κε θάζε κέζν ηα ηείρε, ρεξζαία θαη ζαιάζζηα, θαη ζηηο 2

Απξηιίνπ θιείνπλ κε ηελ κεγάιε αιπζίδα ηελ είζνδν ηνπ Κεξαηίνπ θόιπνπ. Παξά ηελ

θξηζηκόηεηα ησλ ζηηγκώλ ε αληηπαξάζεζε ελσηηθώλ θαη αλζελσηηθώλ είλαη πάληνηε αηζζεηή.

Γξάθεηαη κάιηζηα όηη ν Μέγαο Γνύθαο Λνπθάο Ννηαξάο, όηαλ είδε ηνλ αλαξίζκεην ζηξαηό

ησλ νζσκαλώλ, είπε: «θξεηηηόηεξνλ εζηίλ εηδέλαη ελ κέζε ηε Πόιεη θαθηόιηνλ βαζηιεύνλ

Σνύξθσλ ή θαιύπηξαλ Λαηηληθήλ». (Δίλαη θαιύηεξν λα δεί θάπνηνο ζηε κέζε ηεο Πόιεσο λα

βαζηιεύεη ηνπξθηθό θξαθηόιην παξά παπηθή ηηάξα).

Ο απηνθξάησξ Κσλζηαληίλνο ππεξαζπίδεη κάρηκεο ζέζεηο θαη θπξίσο ηελ θεληξηθή

ρεξζαία Πύιε, ηελ γλσζηή σο Πύιε ηνπ Αγίνπ Ρσκαλνύ, ελώ ζώκα ελόπισλ θηλείηαη ζε

δηάθνξα ζεκεία ζην εζσηεξηθό ηεο Πόιεσο. Σν ζύλνιν ησλ ηόηε θαηνίθσλ ηεο

Κσλζηαληηλνππόιεσο αλέξρνληαλ ζηηο 50.000 θαη από απηνύο, νη κελ έλνπινη βπδαληηλνί

ήηαλ πεξίπνπ 7.000, ελώ 2.000 ήηαλ νη Βελεηνί θαη νη Γελνπάηεο. ην πεδίν ηεο κάρεο

δειαδή ε αλαινγία ήηαλ έλαο Ρσκηόο πξνο είθνζη νζσκαλνύο.

ηηο 5-7 Απξηιίνπ έρνπκε ηελ έλαξμε ηεο πνιηνξθίαο ηεο Πόιεσο θαη ζηηο 12

Απξηιίνπ αξρίδνπλ ζπλερείο θαλνληνβνιηζκνί ησλ ρεξζαίσλ ηεηρώλ, εκέξα θαη λύθηα, από

ηνπο νζσκαλνύο. Οη βπδαληηλνί κε επηλνεηηθόηεηα πξνζπαζνύλ κε εηδηθέο θαηαζθεπέο λα

εμνπδεηεξώζνπλ ηηο βνιέο, λα θιείζνπλ κε θάζε κέζν ηα ξήγκαηα ζηα ηείρε θαη λα

δεκηνπξγήζνπλ λέα πξνθαιύκκαηα θαη πξνκαρώλεο.

ηηο 18 Απξηιίνπ, θαηά ηα μεκεξώκαηα, γίλεηαη ε πξώηε επίζεζε ησλ νζσκαλώλ ζηα

ηείρε, αιιά απσζνύληαη επηηπρώο από ηνπο βπδαληηλνύο. Δμνξγηζκέλνο ηόηε ν Μσάκεζ από

ηελ κεγάιε ηνπ αιαδνλεία νξκά ζηελ ζάιαζζα θαη ηελ ξαβδίδεη σο παξαλντθόο, ελώ

αληηθαζηζηά θαη ηνλ αξρεγό ηνπ ζηόινπ ηνπ. ηηο 22 Απξηιίνπ ν Μσάκεζ ηερλάδεηαη έλα

πξσηνθαλέο ζόθηζκα. Γηαηάδεη ηελ κεηαθνξά δηα μεξάο ησλ πνιεκηθώλ πινίσλ ηνπ κέζα

ζηνλ θεξάηην θόιπν. Η κεηαθνξά ησλ πνιεκηθώλ πινίσλ γίλεηαη παλεγπξηθά θαη κε

ηπκπαλνθξνπζίεο κέζσ εηδηθά δηακνξθσκέλεο δηόδνπ ζηελ πεξηνρή ηνπ Γαιαηά από ην

Γηπινθηόληνλ έσο απέλαληη ζην Κνζκίδηνλ.

ηηο 7 Μαΐνπ γίλεηαη απνηπρεκέλε επίζεζε θαηά ησλ ρεξζαίσλ ηεηρώλ κε 30.000

άλδξεο θαη ηζρπξέο απώιεηεο γηα ηνπο νζσκαλνύο. ηηο 12 Μαΐνπ ν Μσάκεζ ηπθισκέλνο από

ην πάζνο λα θαηαθηήζεη ηελ Κσλζηαληηλνύπνιε δηαηάδεη κεγάιε επίζεζε κε δύλακε 50.00

αλδξώλ θαηά ηα κεζάλπρηα. ε κάρε επί ησλ ηεηρώλ θνληά ζηα αλάθηνξα ζεκεηώλνληαη

κεγάιεο απώιεηεο θαη γηα ηα δύν κέξε. Ο απηνθξάησξ εθείλε ηε λύθηα παξά ηηο πηέζεηο θαη

ηηο πξνηξνπέο από ην ζηελό πεξηβάιινλ ηνπ δελ εδέρζε λα εγθαηαιείςεη ηελ Πόιε.

Άμην ηδηαίηεξεο κλείαο είλαη όηη θαηά ηελ εκέξα ηεο νλνκαζηηθήο ενξηήο ηνπ

Κσλζηαληίλνπ (21 Μαΐνπ) ε πξόηαζε ηνπ Μσάκεζ πξνο ηνλ απηνθξάηνξα λα παξαδώζεη ηελ

Πόιε κε αληάιιαγκα ηελ πεξηνπζία ηνπ ηδίνπ, ηεο νηθνγέλεηαο θαη ησλ αξρόλησλ ηνπ. Σόηε ν

γελλαίνο θαη καξηπξηθόο Ρσκηόο απηνθξάηνξαο απνθξίλεηαη ζην Μσάκεζ: «δε ηελ πόιηλ ζνη

δνῦλαη νύη’ εκόλ εζηί, νύη’ ἄιινπ ηῶλ θαηνηθνύλησλ ελ ηαύηε. Κνηλή γλώκε πάληεο

απηνπξναηξέησο απνζαλνύκελ θαη νύ θεηζόκεζα ηῆο δσῆο εκῶλ».

Μεηαμύ 25εο

θαη 26εο

Μαΐνπ ζπκβαίλνπλ δηάθνξα εληππσζηαθά δπζνίσλα, όπσο ε

πηώζε ηεο Ιεξάο Δηθόλνο ηεο Θενηόθνπ θαηά ηελ ιηηάλεπζή ηεο θαη «ηνῦην παξά δόμαλ

γεγνλόο θξίθελ ηε πνιιήλ θαη αγσλίαλ κεγίζηελ θαη θόβνλ πάζηλ αλέβαιελ». Παξάιιεια,

ηζρπξή θαηαηγίδα κε αζηξαπέο θαη ραιάδη αλαζηαηώλεη ηνπο βπδαληηλνύο, ελώ ηελ επνκέλε

«λέθνο βαζύ ηελ πόιηλ πάζαλ πεξηεθάιπςε από πξσίαο βαζείαο έσο εζπέξαο». Οξηζκέλνη

κάιηζηα ηζηνξηθνί ρξνλνγξάθνη ηεο επνρήο εθείλεο αλαθέξνπλ όηη από ηελ πξώηε εκέξα ηεο

πνιηνξθίαο κέρξη θαη ηελ 27ε Μαΐνπ, ηξείο δειαδή εκέξεο πξν ηεο αιώζεσο, νιόθιεξε ηελ

Πόιε εθάιππηε πεξηθεξόκελε νπξάληα θσηεηλή λεθέιε, ε νπνία όηαλ εμαθαλίζηεθε

πξνθάιεζε ηνλ ηξόκν ησλ Ρσκηώλ, επεηδή ζεσξήζεθε όηη ε Θενηόθνο είρε πιένλ αθήζεη

απξνζηάηεπηε ηελ Πόιε ηεο ζηα ρέξηα ησλ νζσκαλώλ.

Καηά ηηο δύν ηειεπηαίεο εκέξεο (26/27 Μαΐνπ) πξν ηεο αιώζεσο ν νζσκαληθόο

ζηξαηόο πξνεηνηκαδόηαλ κε λεζηεία θαη πξνζεπρή. Φσηνρπζίεο θαη ζνξπβώδεηο λπθηεξηλνί

Page 17: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

17

ενξηαζκνί ζην νζσκαληθό ζηξαηόπεδν έζπεξλαλ ηνλ παληθό ζηνπο πνιηνξθνπκέλνπο

Ρσκηνύο. Σελ παξακνλή ηεο κεγάιεο επηζέζεσο (28 Μαΐνπ) ν Μσάκεζ αλαθνηλώλεη ζηα

ζηξαηεύκαηά ηνπ όηη ηελ επνκέλε ζα γίλεη ε κεγάιε θαη ηειηθή επίζεζε. Δπαθνινπζεί γεληθή

θηλεηνπνίεζε κε ππνζρέζεηο αληακνηβώλ ζηνπο ζηξαηηώηεο, πξνζεπρέο θαη εζηθή ελίζρπζε,

ελεξγνπνίεζε πνηθίισλ πνιηνξθεηηθώλ θαηαζθεπώλ θαη αιιεπάιιεινη θαλνληνβνιηζκνί.

Καηά ηα μεκεξώκαηα ηεο 29εο

Μαΐνπ, εκέξα ηεο κάξηπξνο Αγίαο Θενδνζίαο, αξρίδεη ε

επίζεζε ησλ Οζσκαλώλ κε θύξην ζηόρν ηελ πύιε ηνπ Αγίνπ Ρσκαλνύ. Γίλνληαη

αιιεπάιιειεο πξνζπάζεηεο εηζόδνπ δηα κέζνπ ησλ ηεηρώλ, ελώ εμαθνινπζνύλ νη

θαλνληνβνιηζκνί. Παξά ηελ ζζελαξή αληίζηαζε ησλ πνιηνξθνπκέλσλ ζρεδόλ ηαπηόρξνλα

επηηπγράλεηαη ε δηείζδπζε ησλ νζσκαλώλ γεληηζάξσλ από ηελ θεξθόπνξηα θαη από ηελ πύιε

ηνπ Υαξηζίνπ. Η θεξθόπνξηα ήηαλ ππόγεηα, θξπθή, παιαηά είζνδνο, «παξαπόξηηνλ», πιεζίνλ

ηνπ παιαηίνπ πνπ είραλ αλνίμεη πξνζθάησο γηα ηηο δηθέο ηνπο αλάγθεο νη βπδαληηλνί.

Γηαζξπιείηαη όηη ηελ πύιε ηνπ Ρσκαλνύ είραλ αλνίμεη ζηνπο νζσκαλνύο γεληηζάξνπο γηα λα

εηζέιζνπλ ζηελ Πόιε νξηζκέλνη Δβξαίνη, νη νπνίνη ζπλεξγάδνληαλ καδί ηνπο.

Δπηθξαηεί παληνύ παληθόο θαη όινη, θαηαθηεηέο θαη κε, θαηεπζύλνληαη ζην θέληξν

ηεο Πόιεο. Θξίακβνο, ιεειαζία, αγξηόηεηα θαη βηαηνπξαγίεο γηα ηνπο θαηαθηεηέο. θαγή,

αηρκαισζία θαη θάζε είδνπο αηίκσζε γηα ηνπο θαηαθηεκέλνπο. Σόηε πεζαίλεη καρόκελνο

κέρξη ηέινπο επί ησλ επάιμεσλ θαη ν απηνθξάησξ Κσλζηαληίλνο.

ην ζεκείν απηό αμίδεη λα αλαθέξνπκε ην επεηζόδην, ην νπνίν θαηαγξάθεη ν

ρξνλνγξάθνο Φξαληδήο θαη αθνξά ηελ πίζηε θαη ηελ ηαπεηλόηεηα ηνπ απηνθξάηνξνο. Η

δηήγεζή ηνπ έρεη σο εμήο:

«Δξρόκελνο ν απηνθξάηνξαο ζηνλ πάλζεπην ηεξό λαό ηεο Σνπ Θενύ νθίαο γηα ηελ

ηειεπηαία ζεία Λεηηνπξγία πξνζεπρήζεθε θιαίγνληαο θαη γνλππεηήο κεηέιαβε ηα Άρξαληα

θαη Θεία κπζηήξηα. Έπεηηα κεηέβε ζηα αλάθηνξα, ζηακάηεζε γηα ιίγν θαη δήηεζε ζπγρώξεζε

από ηνπο πάληεο. Πνηνο λα δηεγεζεί ηα θιάκαηα θαη ηνπο ζξήλνπο ζην παιάηη εθείλε ηελ ώξα;

Αθόκε θαη αλ ππήξρε άλζξσπνο θακσκέλνο από μύιν ή πέηξα ήηαλ αδύλαην λα κε

ζξελήζεη».

Οη ρξνλνγξάθνη αλαθέξνπλ επίζεο όηη ν Κσλζηαληίλνο βιέπνληαο ηελ άισζε ηεο

Πόιεσο είπε γνεξά ηηο εμήο θξάζεηο: «Γελ ππάξρεη θαλείο ρξηζηηαλόο λα πάξεη ην θεθάιη κνπ;

Υίιηεο θνξέο λα πεζάλσ παξά λα δήζσ θαη λα δώ ηελ άισζε ηεο Πόιεο».

Σέηνηεο ήηαλ νη επί ηξείο εκέξεο ζθαγέο, θαηαζηξνθέο θαη ηεξνζπιίεο, ώζηε ν

ρξνλνγξάθνο Φξαληδήο δελ είλαη ππεξβνιή όηαλ γξάθεη όηη: «ζε νιόθιεξε ηελ

Κσλζηαληηλνύπνιε δελ θαηλόηαλ ζπηζακή ρώκα από ηηο ζσξνύο ησλ λεθξώλ». Μεηά από

ηξείο εκέξεο έπαπζε ε ιεειαζία θαη ν Μσάκεζ Β΄ ν πνξζεηήο, αθνύ εηζήιζε έθηππνο ζηνλ

ηεξό λαό ηεο Σνπ Θενύ νθίαο γηα λα πξνζεπρεζεί γηα ηελ λίθε ηνπ, κεηέβαιε ηελ «Μεγάιε

Δθθιεζία», όπσο ιέγεηαη ζε ηέκελνο.

Η Πόιε εάισ θαη ήηαλ Μάτνο ηνπ 1453. Καηά κήλα Μάτν είραλ γίλεη ηα εγθαίληα ηεο

Κσλζηαληηλνππόιεσο θαη πάιη θαηά κήλα Μάτν «επάξζελ ε Ρσκαλία». Κσλζηαληίλνο ν

Μέγαο ηελ έρηηζε θαη επί Κσλζηαληίλνπ εάισ. Η Κσλζηαληηλνύπνιε ήηαλ θαη παξακέλεη ε

πόιε ηεο Θενηόθνπ, ε πόιε ησλ ζξύισλ, ησλ δαθξύσλ θαη ησλ ζηελαγκώλ ηνπ επζεβνύο

Γέλνπο καο. Σειηθά, ε Πόιε ησλ πόιεσλ δηαρξνληθά απνηειεί ηελ «θηβσηό ηεο Ρσκηνζύλεο

θαη ηεο Οξζνδνμίαο».

Page 18: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

18

Γράφει ο Θεολόγοσ-Εκκλθςιαςτικόσ Ιςτορικόσ-Νομικόσ κ. Ιωάννθσ Ελ. ιδθράσ

ΙΣΟΡΙΚΑ ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙ ΑΛΩΕΩ ΚΑΙ ΑΓΙΑ ΟΦΙΑ

Η ιςτορικι γραφι του Μθτροπολίτου Τραπεηοφντοσ Χρυςάνκου περί του Ιεροφ Ναοφ τθσ Του Θεοφ Σοφίασ

Επετειακι γραφι για τα 562 ζτθ από τθσ Αλϊςεωσ τθσ του Κωνςταντίνου Ρόλεωσ

Ο ευγενισ και υψιπζτθσ γόνοσ τθσ Κομοτθνισ, Μθτροπολίτθσ Τραπεηοφντοσ Χρφςανκοσ

(Φιλιππίδθσ), ο μετζπειτα Αρχιεπίςκοποσ Ακθνϊν, δθμοςίευςε τθν 1θ Αυγοφςτου του 1920,

ςτο επίςθμο περιοδικό του Οικουμενικοφ Ρατριαρχείου, το υπό τθν ονομαςία

«Εκκλθςιαςτικι Αλικεια», ζνα κείμενό του που αποτελεί τον «προςωπικό φμνο» του για

τον Ιερό Ναό τθσ Του Θεοφ Σοφίασ, φςτερα από ζνα προκλθτικά ανιςτόρθτο κείμενο

κάποιου ϊςου επιςτολογράφου, το οποίο δθμοςιεφκθκε ςτθν αγγλικι εφθμερίδα “Orient

News” και ς’ αυτό αυκαιρζτωσ υπεςτιριηε ότι ο ναόσ είναι αφιερωμζνοσ ςτθν γυναίκα Αγία

Σοφία. Το κείμενο του Τραπεηοφντοσ Χρυςάνκου αποτελεί αποςτομωτικι απάντθςθ και ςτα

ςχόλια του ςυντάκτου τθσ εφθμερίδοσ “Orient News”, ο οποίοσ ςχεδόν προπαγανδιςτικά

ανζφερε ότι ο ναόσ τθσ Του Θεοφ Σοφίασ κατόπιν τθσ Λατινικισ λειτουργίασ που ετελζςκθ

ς’ αυτόν τθν 12 Δεκεμβρίου 1452 και επιςφράγιςε τθν ψευδοζνωςθ των Εκκλθςιϊν

Ανατολισ και Δφςεωσ, μετεβλικθ ςε Λατινικι Εκκλθςία.

Απαντά λοιπόν ο Τραπεηοφντοσ Χρφςανκοσ ςτα ωσ άνω αβάςιμα υπογραμμίηοντασ τον

διαχρονικά ελλθνορκόδοξο χαρακτιρα του κορυφαίου «Ναοφ-Συμβόλου τθσ

Χριςτιανοςφνθσ». Για τθν ανεξίτθλθ και αμετάκετθ ιςτορικι και πνευματικι ταυτότθτα τθσ

«Μεγάλθσ Εκκλθςίασ» του Γζνουσ των ωμιϊν γράφει με ζμφαςθ: και θ ιςτορία μαρτυρεί

και ο ίδιοσ ο ναόσ αφινει φωνι και λζγει ότι ολόκλθροσ ο ναόσ τθσ Αγίασ Σοφίασ είναι

ωραίο άνκοσ του ελλθνικοφ βυηαντινοφ πολιτιςμοφ. Είναι θ νζα μορφι και ζκφραςθ υπό

τθν οποία το ελλθνικό πνεφμα και θ ελλθνικι αιςκθτικι ςε μια περίοδο ακμισ εξζφραςε

τον νζο αρχιτεκτονικό ρυκμό. Τον αρχαιότερο ελλθνικό αρχιτεκτονικό ρυκμό, ο οποίοσ

βρικε τθν πλιρθ του ζκφραςθ ςτο ναό τθσ Ακθνάσ, τον Ραρκενϊνα, διαδζχεται ο νεϊτεροσ

ελλθνικόσ αρχιτεκτονικόσ ρυκμόσ υπό διαφορετικι μορφι από τον αρχαιότερο τφπο και

ευρίςκει τθν πλιρθ ζκφραςι του ςτο ναό τθσ Αγίασ Σοφίασ.

Και όλοσ ο ναόσ από των κεμελίων μζχρι του κόλου, ο οποίοσ φαίνεται αιωροφμενοσ

μεταξφ ουρανοφ και γθσ, και ολόκλθρθ θ ηωγραφικι και το εξελιςςόμενο μζςα ςτο ναό ςε

κάκε λειτουργία κρθςκευτικό δράμα με όλθ τθν αιςχφλειο δραματικότθτα φζρουν παντοφ

τθν ςφραγίδα τθσ ελλθνικισ ψυχισ. Ελλθνικόσ ιταν ο ναόσ και προ του ςχίςματοσ, οπότε θ

Εκκλθςία Κωνςταντινουπόλεωσ ιταν δογματικϊσ ενωμζνθ με τθν Εκκλθςία τθσ ϊμθσ,

ελλθνικόσ ιταν και μετά το ςχίςμα. Σε αμφότερεσ τισ περιπτϊςεισ ο ναόσ τθσ Αγίασ Σοφίασ

ανικε ςτο Ελλθνικό Ρατριαρχείο Κωνςταντινουπόλεωσ.

Page 19: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

19

Τον ελλθνικό χαρακτιρα του ναοφ δεν αλλοίωςε οφτε θ μετά τθν εν Φλωρεντία

ψευδοζνωςθ και ψευδοςφνοδο, τθν οποία πανθγυρικϊσ αμζςωσ απεκιρυξαν κλιροσ και

λαόσ τθσ Ανατολισ μθδζ εξαιρουμζνων και αυτϊν των κλθρικϊν που υπζγραψαν τθν

ψευδοζνωςθ, θ κοινι Ελλινων και Λατίνων ςτο ναό ελλθνικι λειτουργία οφτε θ κατά τισ

τραγικζσ θμζρεσ τθσ πτϊςεωσ τθσ Κωνςταντινουπόλεωσ κοινι Ελλινων και Βενετϊν

ελλθνικι γενομζνθ ςυμπροςευχι ςτθν οποία μετείχε και ο ιρωασ μάρτυρασ αυτοκράτορασ

του Βυηαντίου Κωνςταντίνοσ ο Ραλαιολόγοσ… Αλλά και ομόδοξοι κατά πάντα με τουσ

Ζλλθνεσ εάν ιταν οι Λατίνοι και παλαιότερα και τϊρα, αυτό δεν κα ιταν λόγοσ να κεωρθκεί

ο ναόσ τθσ Αγίασ Σοφίασ ωσ Λατινικόσ διότι κάποτε ςυμπροςευχικθκαν ς’ αυτόν Λατίνοι και

Ζλλθνεσ.

Κατά τον ίδιο τρόπο κα ιταν παράλογο να κεωρθκοφν οι Ορκόδοξοι ρωςικοί ναοί τθσ

Ρετρουπόλεωσ και Μόςχασ, οι οποίοι είναι άνκθ του ρωςικοφ πολιτιςμοφ, ωσ ελλθνικοί,

επειδι κάποτε ςυμπροςευχικθκαν ς’ αυτοφσ Ζλλθνεσ με ϊςουσ είτε επειδι θ ωςικι

Εκκλθςία πριν γίνει αυτοκζφαλθ υπιγετο υπό το Ρατριαρχείο Κωνςταντινουπόλεωσ. Ο ναόσ

τθσ Αγίασ Σοφίασ ιταν και είναι ελλθνικόσ, ορκόδοξοσ, διότι τοφτο από πεντακοςίων ετϊν

ψάλλει θ ελλθνικι Μοφςα ςτα λαϊκά άςματα απαράμιλλου λυρικότθτοσ…».

Ο Τραπεηοφντοσ Χρφςανκοσ ςε ςυνζχεια του ωσ άνω άρκρου του δθμοςίευςε ςτισ 12

Σεπτεμβρίου 1920 και πάλι ςτο περιοδικό του Οικουμενικοφ Ρατριαρχείου «Εκκλθςιαςτικι

Αλικεια» τα όςα ζλαβαν χϊρα προσ τθσ αλϊςεωσ τθσ Κωνςταντινουπόλεωσ κατά τθν

ψευτοςφνοδο τθσ Φερράρασ/Φλωρεντίασ (1438/1439) ςτθν οποία μζςω των πολιτικϊν

ατραπϊν ςυνετελζςκθ προσ ςτιγμιν θ ψευδοζνωςθ των Εκκλθςιϊν Ανατολισ και Δφςεωσ

προκειμζνου να εξαςφαλιςκεί θ εκ τθσ Δφςεωσ ςτρατιωτικι βοικεια προσ απόκρουςθ του

εξ Ανατολϊν κινδφνου των Οκωμανϊν, αλλά αυτι τθν ψευδοζνωςθ των Εκκλθςιϊν

κατάργθςε ο πιςτόσ ορκόδοξοσ λαόσ τθσ Βαςιλεφουςασ. Στο πλαίςιο αυτό ο Μθτροπολίτθσ

Χρφςανκοσ επιςθμαίνει με ζμφαςθ τθν αταλάντευτθ ανκενωτικι ςτάςθ του Γενναδίου

Σχολαρίου, ο οποίοσ υπιρξε λίγο αργότερα ο πρϊτοσ μετά τθν άλωςθ Οικουμενικόσ

Ρατριάρχθσ, όταν ευριςκόμενοσ ζγκλειςτοσ ςτο κελλίον του πλθροφορικθκε το γεγονόσ,

κατά τον Δεκζμβριο του 1452, τθσ τελζςεωσ δθλαδι ςτο ναό τθσ Του Θεοφ Σοφίασ τθσ

κοινισ κείασ λειτουργίασ Ορκοδόξων και Λατίνων επειδι οι βυηαντινοί ζτρεφαν φροφδεσ

ελπίδεσ ότι ο Ράπασ και οι Φράγκοι άνακτεσ τθσ Εςπερίασ κα βοθκοφςαν ςτρατιωτικϊσ τθν

ψυχορραγοφςα Κωνςταντινοφπολθ.

Δεν παραλείπει επίςθσ να καταγράψει ςτο περιςποφδαςτο κείμενό του και τα όςα

ςπαραξικάρδια ςυνζβθςαν εντόσ του Ιεροφ Ναοφ τθσ Του Θεοφ Σοφίασ, παρόντοσ και του

τελευταίου Αυτοκράτοροσ Κωνςταντίνου ΙΑ’ του Ραλαιολόγου, κατά τισ ζςχατεσ «Μεγάλεσ

Ώρεσ» τθσ αλϊςεωσ. Ο Τραπεηοφντοσ Χρφςανκοσ παραπζμπει ςε πολλά ςθμεία του

κειμζνου του ςε οριςμζνα επιμελϊσ επιλεγμζνα μζρθ από τα γραφόμενα του φιλενωτικοφ

Δοφκα και του Φραντηι προκειμζνου να κεμελιϊςει τθν ιςτορικϊσ αλθκεφουςα άποψι του

ότι παρά τα όςα ςυνζβθςαν με τθν παρουςία των Λατίνων ςτθν κοινι κεία λειτουργία, τον

Δεκζμβριο του 1453, ςτθν Βαςιλεφουςα, εντοφτοισ ο ναόσ τθσ Του Θεοφ Σοφίασ ιταν και

παραμζνει θ «Μεγάλθ Εκκλθςία» του ευςεβοφσ και φιλοχρίςτου μαρτυρικοφ Γζνουσ των

ωμιϊν, το «Μζγα Μοναςτιρι» τθσ Ορκοδοξίασ.

Page 20: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

20

Ακολουκϊντασ λοιπόν τθν ιςτορικι ιχνθλαςία του Τραπεηοφντοσ Χρυςάνκου διαβάηουμε:

«…φρονοφμε ότι κάκε ςυλλειτουργία Ορκοδόξων και Κακολικϊν ςτο ναό τθσ Αγίασ Σοφίασ

εγζνετο κατά το ζκοσ τθσ Ελλθνικισ Ορκοδόξου Ανατολικισ Εκκλθςίασ προσ το οποίο και οι

ίδιοι οι Λατίνοι παρόλθ τθν κατά τα λοιπά αποκλειςτικότθτά τουσ ζτρεφαν ςεβαςμό και

ευλάβεια μεγάλθ.

Ήδθ προ τθσ ςυνόδου ςτθ Φλωρεντία, όταν ο αυτοκράτορασ Ιωάννθσ Ηϋ ο Ραλαιολόγοσ και

ο Ρατριάρχθσ Ιωςιφ και οι λοιποί Ιεράρχεσ και ςοφοί τθσ Ανατολισ ζφκαςαν ςτθ Βενετία

«αςπαςίωσ», όπωσ αναφζρει ο Δοφκασ: «Υποδζχκθκαν οι Βενετικοί τουσ ωμαίουσ, τον

Βαςιλζα ωσ δεφτερο μονάρχθ και προνοθτι τθσ των ψυχϊν ςωτθρίασ, ομοίωσ και τον

Ρατριάρχθ και τουσ λοιποφσ αρχιερείσ. Ζδωςαν λοιπόν ς’ αυτοφσ και Ιερό ναό όπου αφοφ

ειςιλκαν, ετζλεςαν τθν αναίμακτθ κυςία. Ακροίςκθκαν λοιπόν εκείνθ τθν θμζρα οι άνδρεσ

και οι γυναίκεσ τθσ πόλεωσ για να δουν και να ακοφςουν κεία και Ιερά μυςταγωγία κατά το

ζκοσ τθσ Ανατολικισ Εκκλθςίασ και αφοφ είδαν και δάκρυςαν, ζκραξαν εκ βάκουσ ψυχισ

το: «Κφριε, ςυ φφλαξε τθν Εκκλθςία ςου άτρωτθ από των βελϊν του πονθροφ, ςυ ς’ ζνα

ςφναψζ μασ, ςυ τα ςκάνδαλα ανάμεςά μασ αναίρεςε. Εμείσ που κακόλου μζχρι τϊρα δεν

είχαμε ςυναντιςει Γραικοφσ και οφτε γνωρίηαμε τθν εκκλθςιαςτικι τάξθ τουσ, ακοφγαμε γι’

αυτοφσ διαφόρουσ λόγουσ και τουσ κεωροφςαμε βαρβάρουσ. Τϊρα όμωσ είδαμε και

πιςτεφςαμε ότι αυτοί είναι οι πρωτότοκοι υιοί τθσ Εκκλθςίασ και πνεφμα Θεοφ λαλεί ς’

αυτοφσ».

Επακολοφκθςε θ εν Φλωρεντία ψευδισ ζνωςθ, θ οποία εκβιάςκθκε μζςω των γνωςτϊν

μεκόδων τθσ ςτεριςεωσ και τθσ βίασ, αλλά αποκθρφχκθκε από όλουσ εκείνουσ που

υπζγραψαν τθν ζνωςθ πριν ακόμθ επιςτρζψουν ςτθν Κωνςταντινοφπολθ. Ο ςυμπακϊσ

προσ τθν ζνωςθ διακείμενοσ Δοφκασ αναφζρει ςτθν Ιςτορία του, τοφτο: «οι δε αρχιερείσ

ευκζωσ αποβιβάςκθκαν από τισ τριιρεισ και οι τθσ Κωνςταντινουπόλεωσ κατά τθ ςυνικειά

τουσ αςπάηονταν αυτοφσ ερωτϊντεσ «Ρϊσ τα θμζτερα; Ρϊσ τα τθσ ςυνόδου; Ει άρα

ετφχομεν τθν νικϊςαν;». Εκείνοι όμωσ αποκρίνονταν: «Ρεπράκαμεν (πουλιςαμε ι

ξεπουλιςαμε) τθν πίςτιν θμϊν, αντθλλάξαμεν τθ αςεβεία τθν ευςεβείαν, προδόντεσ τθν

κακαράν κυςίαν˙ αηυμίται (οι κοινωνοφντεσ άηυμα)…». Και αν κάποιοσ τουσ ερωτοφςε γιατί

υπζγραψαν, ζλεγαν από φόβο για τουσ Φράγκουσ. «Η δεξιά αφτθ υπζγραψεν, ζλεγον,

εκκοπιτω, θ γλϊςςα ωμολόγθκεν, εκριηοφςκω».

Η αποκιρυξθ αυτι ζλαβε και χαρακτιρα επιςθμότερο. Μεγάλθ ςφνοδοσ ςυγκροτθκείςα

κατά το ζτοσ 1450 ςτθν οποία μετείχαν όλοι οι ορκόδοξοι Ιεράρχεσ κα οι τρεισ Ρατριάρχεσ

τθσ Ανατολισ, ο Αντιοχείασ, ο Αλεξανδρείασ και ο Ιεροςολφμων, απεκιρυξε τθν εν

Φλωρεντία ζνωςθ και κακαίρεςε τον ενωτικό Ρατριάρχθ Κωνςταντινουπόλεωσ Γρθγόριο

τον τθσ Μαμμισ. Τθν πλιρθ αποτυχία τθσ ενϊςεωσ αιςκανόταν βακφτατα και ο Ράπασ

Νικόλαοσ ο Ε’ και γι’ αυτό όταν ο Αυτοκράτορασ Κωνςταντίνοσ ο Ραλαιολόγοσ απζςτειλε

προσ αυτόν πρζςβεισ αιτοφμενοσ βοικεια κατά των Τοφρκων, ο Ράπασ υπεςχζκθ βοικεια,

αλλά υπό τον όρο να αποκαταςτακεί ςτον κρόνο ο κακαιρεκείσ Ρατριάρχθσ Γρθγόριοσ και

να τεκεί ςε εφαρμογι θ Ζνωςθ.

Ο αυτοκράτορασ πιεηόμενοσ υπό των Τοφρκων και ελπίηοντασ ιςχυρι επικουρία από τον

Ράπα εδζχκθ ενϊ ανκίςταντο ο λαόσ και όλοσ ςχεδόν ο Ορκόδοξοσ κλιροσ. Ο Ράπασ

Page 21: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

21

απζςτειλε τον ζλλθνα κατά το γζνοσ Καρδινάλιο Ιςίδωρο, τζωσ Μθτροπολίτθ ωςίασ, με

απόςπαςμα 50 ςτρατιωτϊν Ιταλϊν ςτουσ οποίουσ προςτζκθκαν και άλλοι 150

επιβιβαςκζντεσ εκ Χίου. Ο Καρδινάλιοσ Ιςίδωροσ αφίχκθ ςτθν Κωνςταντινοφπολθ και τθν

12θ Δεκεμβρίου του 1452 ετελζςκθ κοινι Ορκοδόξων και Λατίνων λειτουργία και εκθρφχκθ

επιςιμωσ θ ζνωςθ. Η λειτουργία ζγινε κατά το τυπικό τθσ Ορκοδόξου Εκκλθςίασ αφοφ

μάλιςτα ςτο τζλοσ τθσ λειτουργίασ διενεμικθ και αντίδωρο, ωσ είκιςται ςτθν Ορκόδοξθ

Εκκλθςία.

Ο ιςτορικόσ Δοφκασ, ο οποίοσ, όπωσ ελζχκθ ιταν ςκανδαλωδϊσ φιλενωτικόσ, αναφζρει

ςτθν βυηαντινι του ιςτορία ότι όςοι από τουσ Ορκοδόξουσ ζςτερξαν τον όρο τθσ ενϊςεωσ

ςτθν Αγία Σοφία ζπραξε τοφτο ϊςτε όταν παρζλκθ θ τρικυμία από τουσ Τοφρκουσ να

αποκθρφξουν και πάλι τθν ζνωςθ. Τθν προςφορά του αντιδϊρου δεν εδζχκθςαν όλοι.

Αλλά και αυτι τθν ατελϊσ κθρυχκείςα ζνωςθ απεκιρυξε και πάλι ο λαόσ και ο κλιροσ που

διεκιρυξαν «ουδείσ εξ απάντων, και αυτόσ ο Βαςιλεφσ πεπλαςμζνωσ κατζνευςεν». Ο Ναόσ

τθσ Αγίασ Σοφίασ εξαιτίασ τθσ γενομζνθσ μετά των Λατίνων ςυλλειτουργίασ εκεωρικθ

βζβθλοσ και εγκαταλείφκθ υπό του λαοφ μζχρι τθσ τραγικισ θμζρασ τθσ αλϊςεωσ, οπότε

και πάλι ςυνζδραμε εκεί για να προςευχθκεί για τελευταία φορά.

Πταν κλιροσ και λαόσ ςυνακροίςτθκαν ςτθ Μονι του Ραντοκράτοροσ και ςτο κελλίον του

Γενναδίου, του ποτζ Γεωργίου Σχολαρίου, ζλεγαν ς’ αυτόν: «και εμείσ τι κα κάνουμε;».

Αυτόσ δε αφοφ εςωκλείςτθκε και ζλαβε χαρτί, ζγραψε τθν γνϊμθ του και δια τθσ γραφισ

εδιλωςε: «άκλιοι ωμαίοι, εισ τι επλανικθτε, και απεμακρφνατε εκ τθσ ελπίδοσ του Θεοφ,

και ελπίςατε εισ τθν δφναμιν των Φράγκων, και ςυν τθ πόλει εν θ μζλλει φκαριναι, εχάςατε

και τθν ευςζβειάν ςασ˙ Κλεωσ μοι, Κφριε, μαρτφρομαι ενϊπιόν ςου ότι ακϊοσ ειμί του

τοιοφτου πταίςματοσ˙ γινϊςκετε, άκλιοι πολίται, τι ποιείτε; Και ςυν τω αιχμαλωτιςμϊ, οσ

μζλλει γενζςκαι εισ υμάσ, εχάςατε και το πατροπαράδοτον ςζβασ και ωμολογιςατε τθν

αςζβειαν˙ ουαί υμίν εν τω κρίνεςκαι».

Και ο λαόσ και ο κλιροσ αφοφ ανζγνωςε το διάγγελμα του Γενναδίου, ανεφϊνθςε: «τθν γαρ

Λατίνων οφτε βοικειαν οφτε τθν ζνωςιν χριηομεν. Απζςτω αφ’ θμϊν θ των αηυμιτϊν

λατρεία».

Πλα τα γενόμενα εκεωρικθςαν ωσ μθ γενόμενα. Ζλεγαν λοιπόν οι τθσ ενϊςεωσ προσ τουσ

ςχιςματικοφσ (τουσ ανκενωτικοφσ): «άφετε ίδωμεν ει εξάραι ο Θεόσ τον εχκρόν τοφτον τον

ανκιςτάμενον θμίν, τον μζγαν δράκοντα τον καυχϊμενον άρδθν καταπιείν τθν πόλιν και

τότε όψεςκε ει τοισ αηυμίταισ θμείσ ενωκϊμεν».

Ο ενωτικόσ Δοφκασ κατακρίνει λαό και κλιρο «οι ουκ ικελον κοινωνιςαι του αχράντου

ςϊματοσ και αίματοσ εκ των χειρϊν των ιερζων των Γραικϊν των υπουργοφντων τα κεία

κατά τθν εκκλθςιαςτικιν τθσ Ανατολισ παράδοςιν, μόνον διότι μετείχον οι ιερείσ εκείνοι

τθσ κοινισ Ορκοδόξων και Λατίνων λειτουργίασ, και ζλεγον «μεμιαςμζνα υπάρχειν και ουκ

ειςί χριςτιανικά».

Ο Γεννάδιοσ δε είχε ςε όλεσ τισ ενζργειζσ του κατά τθσ ενϊςεωσ ωσ ςυνεργό τον Μζγα

Δοφκα Λουκά τον Νοταρά, ο οποίοσ αφοφ πολζμθςε θρωϊκότατα επί των επάλξεων κατά

Page 22: ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΗΡΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

22

των Τοφρκων και αφοφ κατεςφάγθ μαρτυρικϊτατα κατά τθν άλωςθ μαηί με τα τζκνα του,

διεκιρυττε εκφράηοντασ το αγνό αίςκθμα του λαοφ, ότι «κρειττότερον εςτίν ειδζναι εν

μζςθ τθ πόλει φακιόλιον βαςιλεφον Τοφρκων ι καλφπτραν λατινικιν».

Υπό τζτοιεσ ςυνκικεσ κατά τθν νφκτα τθσ αλϊςεωσ τθσ Κωνςταντινοπόλεωσ, ο

αυτοκράτορασ Κωνςταντίνοσ ο Ραλαιολόγοσ εκοινϊνθςε των κείων μυςτθρίων εκ χειρόσ

Ορκοδόξου Ζλλθνοσ Ιερζωσ, αφοφ κατά τθν μαρτυρία του Δοφκα και τα ζκτοτε, δθλ. και τα

από τθσ κοινισ ςυλλειτουργίασ Ελλινων και Λατίνων ςτο Ναό τθσ Αγίασ Σοφίασ τελοφμενα

μυςτιρια τελοφνταν υπό Ελλινων Ιερζων, «εκ γλϊςςθσ ελλθνικισ και ευχϊν, ων οι τθσ

Ανατολισ Ιερείσ χρϊνται».

Ο Φραντηισ ςτθν Ιςτορία του κάνοντασ λόγο περί τθσ τελευταίασ κοινωνίασ του

αυτοκράτοροσ Κωνςταντίνου του Ραλαιολόγου λζγει: «ο δε Βαςιλεφσ, εν τω Ρανςζπτω ναϊ

τθσ Του Θεοφ Λόγου Σοφίασ ελκϊν και προςαυξάμενοσ μετά κλαυκμοφ τα άχραντα και κεία

μυςτιρια μετζλαβε˙ ομοίωσ και ζτεροι πολλοί ςυν αυτϊ τθ νυκτί εποίθςαν˙ είτα ελκϊν εισ

τα ανάκτορα ολίγον ςτακείσ και εκ πάντων ςυγχϊρθςιν αιτιςασ εν τιδε τθ ϊρα, τισ

διθγιςεται τουσ τότε κλαυκμοφσ και κρινουσ τουσ εν τω Ραλατίω, ει και από ξφλου

άνκρωποσ, ι εκ Ρζτρασ θν, ουκ θδφνατο μθ κρθνιςαι».

Ο κοινωνιςασ τον αυτοκράτορα ϋΕλλθν Ιερεφσ ιτο και ο τελζςασ κατά τον όρκρον τθσ 29

Μαΐου 1453 τθν κείαν λειτουργίαν, όπου είχε ςυρρεφςει άπειρον πλικοσ λαοφ.

Κατά κάποιο κρφλο και παράδοςθ του ελλθνικοφ λαοφ, θ οποία από τθσ θμζρασ τθσ

αλϊςεωσ μεταδίδεται ηωθρά από γενεάσ εισ γενεάν κατά τθν τραγικι και αποφράδα εκείνθ

θμζρα τθσ 29 Μαΐου, όταν οι Τοφρκοι ειςορμοφςαν ςτο ναό τθσ Αγίασ Σοφίασ ο όπιςκεν του

Αγίου Βιματοσ τοίχοσ του ναοφ άνοιξε και ο τελετουργϊν τθν υςτάτθ κυςία ιερζασ

εξαφανίςκθκε με το Ιερό Ροτιριο ςτα χζρια του και περιςτοιχοφμενοσ υφ’ όλου του

ςυλλειτουργοφντοσ ιερατείου».