To Gualino Dwmatio

38
1 Καίτη Λιανού-Ιωαννίδου

Transcript of To Gualino Dwmatio

Page 1: To Gualino Dwmatio

1

Καίτη Λιανού-Ιωαννίδου

Page 2: To Gualino Dwmatio

2

ΤΟ ΓΥΑΛΙΝΟ ΔΩΜΑΤΙΟ

***

“ Ψάχνοντας την ομορφιά

στις ψυχές των άλλων

συνάντησα τις μεγάλες αλήθειες

Δεν χρειάστηκε να τις αναζητήσω ”

Page 3: To Gualino Dwmatio

3

Κάτι από μένα

***

Θυμάμαι όταν ήμουν μικρή και βαριόμουν να παίξω ή δεν ήθελα πια

να ακούω τα παραμύθια της γιαγιάς μου, εκείνη μ' έπαιρνε απ' το χέρι και

καθόμασταν στο παράθυρο να δούμε τους περαστικούς .

“ Έλα ” μου έλεγε “ Έλα κάθισε δίπλα μου, στο παραθύρι, να δούμε τους

διαβάτες. Ο καθ' ένας τους κουβαλάει μέσα του και μια ιστορία. Θα την

σκεφτούμε και θα την διηγηθεί η μια στην άλλη. Να κάνουμε και σύγκριση, να

δούμε ποια θα είναι η πιο καλή ” Έτσι κι εγώ άλλοτε καθόμουν στα γόνατα

της, άλλοτε πάλι πλάι της, ακουμπούσα τη μύτη μου και το μέτωπό μου στο

τζάμι και ύφαινα κάποια ιστορία.

Το σπίτι που μέναμε ήταν ηλιόλουστο, μονοκατοικία, απ' εκείνα τα

παλιά, κτισμένο από πέτρα. Κάποιοι μας θεωρούσαν τυχερούς που είχαμε

ένα τέτοιο σπίτι, δικό μας, προίκα της μάνας μου. Κόσμημα έλεγαν πως είναι.

Εμένα μου φαινόταν σα γυάλινο, γιατί γύρω-γύρω είχε παράθυρα. Τα πίσω

δωμάτια έβλεπαν σε μια αυλή, ενώ τα άλλα δυο, που ήταν στην πρόσοψη του

σπιτιού, έβλεπαν στον φαρδύ δρόμο με τους πολλούς διαβάτες και τα πολλά

αυτοκίνητα. Το πρωί ο ήλιος έλουζε την αυλή μας και καθώς προχωρούσε

έφτανε απ' τα ανοιχτά παράθυρα ως μέσα στα μπροστινά δωμάτια, και το

απόγεμα καθώς έδυε, εκείνες οι ακτίνες του με το ζεστό χρώμα έφταναν ως

πίσω, περνούσαν μέσα από τα τζάμια, κτυπούσαν στους καθρέπτες του

σαλονιού και όλα έλαμπαν.

Γυάλινο σας λέω! Γυάλινο!!!

Όταν πέθανε η γιαγιά μου θαρρείς πως μαζί της χάθηκαν πολλά πράγματα,

όπως η μεγάλη αγκαλιά της, τα παραμύθια της αλλά κυρίως αυτοί οι κτύποι

της καρδιάς μου καθώς έβλεπα τους διαβάτες του δρόμου, άλλους

κατσουφιασμένους, άλλους γελαστούς και χαρούμενους κι άλλους πάλι να

συζητάν μεταξύ τους με ένταση ή αδιαφορία. Πραγματικά είχε πολύ γούστο

που προσπαθούσα να μαντέψω κάτι απ' την ζωή τους και να το κάνω ιστορία.

Page 4: To Gualino Dwmatio

4

Η απουσία της γιαγιάς άφησε ένα μεγάλο κενό. Μερικές φορές ακόμα

και τώρα που μεγάλωσα κι έχουν περάσει τόσα πολλά χρόνια, νομίζω πως θα

την δω, κάπου θα την συναντήσω, εκτός απ' τα όνειρά μου, γιατί εκεί την

συναντώ συχνά και πλάθουμε μαζί ιστορίες, αυτές που φανταζόμαστε καθώς

κοιτάμε τους περαστικούς κάτω απ' το παράθυρό μου.

Το σπίτι μας κάποτε κατεδαφίστηκε.

“ Δεν είναι συμφέρον να το έχουμε ” είπαν οι γονείς μου και το έδωσαν

αντιπαροχή. Φύγαμε απ' εκείνη την γειτονιά με τον φαρδύ δρόμο κι

εγκατασταθήκαμε αλλού. Εδώ ο ήλιος δεν είναι τόσο λαμπερός και δεν

γλιστρά μέσα στο σπίτι μας. Ίσως να φταίνε οι πολυκατοικίες και οι γκρίζες

σκιές τους. Εκείνο το σπίτι με το λαμπερό φως, με τον ήλιο να μπαίνει

απρόσκλητος και τόσο γελαστός δε θα το ξεχάσω ποτέ. Όχι μόνο γιατί το

αγάπησα ή...γιατί εκεί ήμουν αγκαλιά με την γιαγιά μου, αλλά γιατί στη

θύμηση του με βοηθά να μπορώ να γράφω.

Τα ποιήματα, οι μικρές ιστορίες, τα πεζοτράγουδα είναι οι αλήθειες της

ζωής, άλλες φορές όμορφη, αισιόδοξη κι άλλες φορές στενάχωρη. Αυτή όμως

είναι η αλήθεια κι εμείς δεν έχουμε παρά να την δεχτούμε.

Καίτη Λιανού -Ιωαννίδου

Page 5: To Gualino Dwmatio

5

ΕΙΚΟΝΕΣ ΖΩΗΣ

*

Έζησα το όνειρο μιας νύχτας

τόσο έντονα

που νόμιζα πως ήταν η ίδια μου η ζωή

κι έζησα το όνειρο μιας επιθυμίας μου τόσο έντονα

που νόμιζα πως ήταν το όνειρο μιας νύχτας

αμέτρητα κομμάτια

μπερδεύονται μέσα στο μυαλό μου

τα ένωσα

σα να ήταν παζλ

μέσα απ' τις εικόνες του

είδα τον εαυτόν μου

σε δρόμους φαρδείς και μονοπάτια

κάθισα κάτω απ' των δένδρων τη σκιά

και απ' τον καυτό τον ήλιο κάτω

στη θάλασσα τη γαλανή κολύμπησα

κι άλλοτε πάλεψα με τα άγρια κύματά της

μέχρι δακρύων γέλασα

μα κι έκλαψα πικρά με τα δικά μου λάθη

έχασα φίλους..., συγγενείς...

απέκτησα καινούριος

με αγκάλιασαν και τους αγκάλιασα

κάποτε χάρηκα και πίστεψα πως κέρδισα

μα είχα χάσει

κάποτε ένιωσα τον τρόμο

μήπως με ανακαλύψουν και τιμωρηθώ

κι έτρεξα να γλιτώσω

Page 6: To Gualino Dwmatio

6

κι ένιωσα και άμετρη χαρά

γιατί κατάλαβα

πως ζω κι αισθάνομαι

τον ουρανό κοιτάζω

τα πουλιά που ταξιδεύουν

τον καθαρό αέρα αναπνέω

έπαψα να φοβάμαι

αλλά ματώνω

ανεβαίνοντας τις δύσβατες πλαγιές

χαίρομαι την αγάπη

είμαι ευτυχισμένη

αλλά η βία και η δυστυχία με τρομάζουν

δρόμοι ανάμεσα σε αγκάθια

Τελικά!

έμαθα να δέχομαι τον κόσμο όπως είναι

με την ασκήμια και την ομορφιά του

γιατί απλά

έτσι είναι.

--

Page 7: To Gualino Dwmatio

7

ΦΩΝΕΣ ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ

*

Οι ρίζες των δένδρων βυθίζονται βαθιά στο χώμα

λαμποκοπούν τα φύλλα τους στο φως του φεγγαριού

τρέμουν στο φύσημα του ανέμου

πονάν όταν πέφτουν χάμω και σωριάζονται στη γη

ποδοπατιούνται απ' τους περαστικούς

ενώ ουρλιαχτά που ακούγονται από μακριά

πνίγονται στο σκοτάδι

κι εγώ όλα αυτά τα βλέπω

ακούω την κάθε ανάσα

τον κάθε χτύπο της καρδιάς το κάθε βήμα

αισθάνομαι τον πόνο, τη λύπη, τη χαρά

θέλω να βγω στους δρόμους

στο πλήθος να μπερδευτώ

θέλω να τρέξω, να γλιστρήσω

γυμνή να πέσω στα νερά των ποταμών

θέλω να κυλιστώ στη χλόη

αγριολούλουδα να κόψω

τον ουρανό να δω

τα χέρια μου ν' ανοίξω. Να φωνάξω δυνατά

πολύ δυνατά...

... αλλά φοβάμαι πως κανείς δε θα μ' ακούσει.

--

Page 8: To Gualino Dwmatio

8

ΑΓΕΡΑΣ ΗΤΑΝ

*

Της φάνηκε ανεμοστρόβιλος

που πέρασε

και σάρωσε τα πάντα

της φάνηκε κεραυνός

που έπεσε

κομμάτιασε τα δέντρα

άνοιξαν οι ουρανοί

χαλάζι, βροχή

πλημμύρισε ο κάμπος

της φάνηκε καπνός

φλόγες έκαψαν το κάθε τι

μες στην ψυχή της

το πρόσωπό της

πίσω απ' τα χέρια της

προσπάθησε να κρύψει

ο ιδρώτας έσταξε

μπλέχτηκε με το άρωμά της

ποιος είναι;

φώναξε στο χτύπημα της πόρτας

απόκριση, καμιά

ποιος είναι;

αγέρας φύσηξε

βοριάς κατάπιε τη φωνή της

της φάνηκε

πως ήρθε σκοτεινιά

μαύρισε η θάλασσα

τα κύματα κτύπησαν

τους βράχους της ακτής

της φάνηκε

Page 9: To Gualino Dwmatio

9

πως ούρλιαξα ν

και στάθηκε εκεί

Μόνη

ν' ακούσει τους κτύπους

τους θορύβους της σιωπής

τα σήμαντρα μες στην ερημιά

ποιος είναι;

φώναξε.

και μες στο μεταξωτό σεντόνι

έκρυψε

το γυμνό κορμί της.

--

Page 10: To Gualino Dwmatio

10

ΤΑ ΧΡΩΜΑΤΑ

*

Ανεξήγητοι πόθοι ταράσσουν τα σωθικά μου

το κορμί μου φλέγεται

τα μάτια μου κοκκινίζουν

καθώς ατενίζουν το άπειρο

οι πέτρες κατρακυλούν τις σκάλες της αβύσσου

τίποτε δεν είναι σα πριν

τίποτε δεν ανήκει στο χθες

σβήνουν τα φώτα

σαν τα δέντρα που μένουν γυμνά

και τίποτε δεν δηλώνει την ύπαρξη τους

κάθομαι στο χώμα και τα κοιτώ

τα χέρια μου τρίβουν τις πλάκες των δρόμων

η άσφαλτος μυρίζει ζεστή

γκρίζες σιλουέτες γλύφουν τους καυτούς τοίχους

και ο καπνός μαύρος

απλώνεται πάνω απ' τις στέγες

τα λουλούδια σέρνονται στη γη

τα ροδοπέταλα χαϊδεύουν τις άκρες

των λιθόστρωτων δρόμων

το νερό της βροχής παρασέρνει τα χρώματα

που έπεσαν στη γη

κι εγώ βρίσκομαι

Κάπου εκεί...βρίσκομαι.

--

Page 11: To Gualino Dwmatio

11

Η ΨΥΧΗ

*

Πήρα στα χέρια μου τον κόσμο

κι αφέθηκα λεύτερη να μπερδευτώ

με τ' αστέρια του ουρανού

κράτησα τα ρόδα στην αγκαλιά μου

και κοίταξα μακριά

πέρα απ' εκεί που μπορώ να δω

κοίταξα με τα μάτια της ψυχής μου τους άλλους

και τότε κατάλαβα πως απ' τα χείλη μου

λέξεις δεν μπορούσαν να βγουν και λόγια να ειπωθούν

ήταν η καρδιά που μίλαγε

και τα μάτια μου δάκρυσαν.

--

Page 12: To Gualino Dwmatio

12

Η ΩΡΑ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ

*

Έμαθες από παιδί να ζεις σ' ένα κόσμο όμορφο, γεμάτο αγάπη,

αλήθειες

Σ' ένα κόσμο χωρίς δάκρυ.

Έπλασες μια κοινωνία όπου όλοι, μικροί και μεγάλοι ήσαν

ευτυχισμένοι.

“Ευτυχία”, μια λέξη που φοβόσουν,

Κι όμως την χρησιμοποιούσες πάντα στην δική σου κοινωνία.

Φανταζόσουν πως όλα τα όμορφα πράγματα ζουν και δε χάνονται, όσα

χρόνια κι αν περάσουν.

Ζουν ακόμα και μετά τον θάνατό μας

Έλεγες.

Ίσως να είναι πλεονέκτημα να φαντάζεσαι πως όλα γύρω σου είναι

ωραία.

Την κακία και την ασκήμια του κόσμου να την βλέπεις για ομορφιά, την

ζήλια για αγάπη.

Όταν όμως κάποτε αντικρίσεις την πραγματικότητα που εσύ δεν

γνώρισες, και βρεθείς μπροστά της. Πιστεύεις πως θα μπορείς να τα βλέπεις

όλα έτσι;

Τότε... έρχεται η απογοήτευση.

Απομυθοποιείς ό, τι φαντάστηκες όμορφο.

Και φτάνεις στο σημείο να διαπιστώσεις πως έκανες ένα τρομερό λάθος.

Πίστεψες.

--

Page 13: To Gualino Dwmatio

13

Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΩΝ ΘΕΩΝ

*

Διασχίζεις τα μονοπάτια στην έρημο

γλιστράν απ' τα δάκτυλά σου οι χρυσές ακτίνες του ήλιου

χρυσόσκονη τυλίγει τα μαλλιά σου

κτίζεις στις κορφές τα γυάλινα παλάτια

ονειρεύεσαι τις λάμψεις

ανεβαίνεις τα σκαλοπάτια με το κόκκινο χαλί

μέχρι που χάνεσαι στον γαλάζιο ουρανό

δεν πρόλαβες να ζήσεις το τρελό μεθύσι

να δεις τη πάλη των γιγάντων

δεν σ' άγγιξε το κοφτερό λεπίδι

δεν τρύπησε η λόγχη την καρδιά σου

και τώρα... φοβάσαι

τρέμεις στο ανεμοβρόχι

σε βρήκα ιδρωμένο

να πλανιέσαι τη νύχτα στα όνειρά σου

να προσπαθείς να βρεις εκείνα τα λευκά άτια

που κάποτε στα παραμύθια έζευες κι εσύ

σε είδα να περπατάς στα ίδια μονοπάτια

το στεφάνι του Μάη να κρατείς

σε φαντάστηκα πολεμιστή στην ανηφόρα

με ξίφος και ασπίδα

αλλά δεν πρόλαβα τα χέρια μου ν' ανοίξω

καημός και δάκρυ γέμισε η ψυχή.

--

Page 14: To Gualino Dwmatio

14

ΤΑ ΦΤΕΡΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

*

Δεν υπάρχω

κι όμως κάπου είμαι

χάνομαι στο σκοτάδι

βυθίζομαι στο πέλαγος της σιωπής

κι όμως

κάπου βρίσκομαι

αφήνω πίσω μου τη στεγνή άμμο

τις αιχμηρές πέτρες και τα αγκάθια

που ματώνουν

αφήνω πίσω μου την έρημο

τα ξερά ποτάμια, την κιτρινισμένη χλόη

κάπου υπάρχω

και ανοίγω τα φτερά μου

σαν τα πουλιά

να ταξιδέψω.

--

Page 15: To Gualino Dwmatio

15

ΜΕΤΑ ΤΗ ΒΡΟΧΗ

*

Υπάρχουν λέξεις που ηχούν μέσα μου

ακούγονται σα τραγούδι, σα μια όμορφη μουσική

που έρχεται από μακριά, απ' τα πέρατα του κόσμου

κυλούν στην ψυχή μου σα τις στάλες βροχής

κι άλλες φορές ηχούν σα τύμπανα

αλαλάζουν σαν κραυγές σε ώρα μάχης

που απεγνωσμένα ζητούν βοήθεια

και δε βρίσκουν πουθενά

Ω!...να μπορούσα να σε ξαναδώ

για μια φορά μόνο

αυτό που νιώθω να σου έλεγα

αυτό που χρόνια μπλέκεται στις σκέψεις μου, στα λόγια μου

μπλέκεται μες στην ίδια μου τη ζωή

όσο όμορφη κι αν είναι

όσο όμορφη κι αν φαντάζει πως είναι

σ' αγαπώ.

--

Page 16: To Gualino Dwmatio

16

ΟΙ ΜΕΛΩΔΙΕΣ

*

Νομίζω πως ήταν όνειρο. Δεν είμαι σίγουρη. Στεκόμουν μπροστά σε μια

λίμνη με νούφαρα. Τα γύρω δένδρα της χάριζαν ένα πράσινο γυαλιστερό

χρώμα. Και τι περίεργο! Όλα έμοιαζαν να είναι μπλε.

Ξαφνιάστηκα. Προσπάθησα ν' ανοίξω τα μάτια μου. Να βρεθώ στην

πραγματικότητα. Να δω την ζωή.

Αλλά...δε γινόταν.

Από μακριά ακούστηκαν οι πρώτες νότες μιας υπέροχης μελωδίας.

Γύρισα το κεφάλι μου, επάνω σ' ένα χρυσό λόφο μια κοπέλα με λευκό φόρεμα,

σα τις νεράιδες των παραμυθιών, έπαιζε βιολί ενώ ασημένιες σταγόνες βροχής

έπεφταν και κάλυπταν κάθε αδειανό κομμάτι γης. Τώρα δεν ήθελα να ανοίξω

τα μάτια μου. Ήθελα να μείνω για πάντα έτσι, μέσα σ' αυτό το όνειρο, μακριά

απ' τις αλήθειες.

Αλλά... δε γινόταν.

Ένα βιολί ακούστηκε να παίζει

νότες ξεκάθαρα γλυκές

όμορφες μελωδίες

στάθηκα ακίνητη να δω το φως

πήρα στην αγκαλιά μου τα λουλούδια

κι ένιωσα το κορμί μου να ριγεί

τ' αγκάθια κέντησαν τα δάκτυλά μου

το αίμα κύλησε στη διψασμένη γη

και το βιολί συνέχισε να παίζει

νότες ξεκάθαρα πικρές.

--

Page 17: To Gualino Dwmatio

17

ΧΩΡΙΣ ΟΝΕΙΡΑ

*

Δεν ξέρω πως μπορείς

να πεις σ' αγαπώ

σ' εκείνον...

αφού δεν έχεις το δικαίωμα

να συναντήσεις ποτέ

πως μπορείς να αγγίξεις

εκείνον...

αφού είναι σκιά στο πέρασμά σου.

δεν ξέρω.

κλείνεις τα μάτια και ονειρεύεσαι;

βλέπεις τα χρώματα της γης;

κοιτάζεις τ' αστέρια του ουρανού;

δεν ξέρω.

τι μπορεί να είναι αυτό

που σε κρατά στην ζωή

όταν όλα σε κρατούν μακριά;

δεν ξέρω.

αναπνέεις και δεν το καταλαβαίνεις

αντικρίζεις τον ήλιο και είναι θαμπός

οι λίμνες παγωμένες

τα ποτάμια αδειανά

Τα λουλούδια μαραμένα,

Κι εσύ.... μόνος.

--

Page 18: To Gualino Dwmatio

18

ΑΛΗΘΕΙΑ

*

Σε φαντάστηκα στην άκρη τ' ουρανού

εκεί που ο ορίζοντας χάνεται

και όλα γίνονται ένα

*

σε φαντάστηκα στο κέντρο του κόσμου

όταν μια δέσμη φωτός ένωσε τις ψυχές μας

εκεί που οι Πύλες ενώνουν τα χρώματα

του ουρανού και της Γης

*

σε φαντάστηκα να περπατάς

στους δρόμους της αλήθειας

εκεί που η σιωπή λέει τα πάντα

και το βλέμμα συναντά την αγάπη.

--

Page 19: To Gualino Dwmatio

19

ΑΡΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΘΡΗΝΟΙ

*

Όταν έμαθα για τον Παράδεισο και για την Κόλαση ήμουν πολύ μικρή.

Με τρόμαξε η ιδέα πως ίσως κάποτε θα μπορούσα

να τυραννιέμαι για πάντα.

Χάρηκα με την ιδέα πως ίσως κάποτε θα μπορούσα

να είμαι ευτυχισμένη για πάντα.

Μου είπαν πως...

όπως στα Ουράνια υπάρχει ένας τόπος

για τους ανθρώπους τους καλούς

έτσι και στα έγκατα της γης υπάρχει ένας άλλος τόπος

για τους ανθρώπους τους κακούς.

Όταν μεγάλωσα κατάλαβα πως...

τόσο ο Παράδεισος όσο και η Κόλαση

δεν είναι τοποθεσίες, αλλά μια συνεχή

χαρά και αγάπη ή ένας συνεχής πόνος.

Κι έγραψα ένα τραγούδι.

Λουλούδια της χαράς και του πόνου

λουλούδια της μεγάλης αγάπης

ενωθείτε με τα με τα δάκρυά μου

και δημιουργείστε το ομορφότερο άρωμα της Γης

να το μυρίσουν οι θεοί να διώξουν ε το χάρο.

--

Page 20: To Gualino Dwmatio

20

ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ

ΣΤΟΥΣ

ΑΜΜΟΛΟΦΟΥΣ

*

Περπάτησα ξυπόλυτη ως το παράθυρό μου

κοίταξα έξω, τα λασπωμένα σοκάκια

τα φύλλα των δένδρων γυάλιζαν

οι τοίχοι ήσαν υγροί

και τα φανάρια των δρόμων τυλιγμένα από πάχνη

σκορπούσαν

το φως τους το αμυδρό, στη σκοτεινιά

έκλεισα τις κουρτίνες

δεν ξέρω αν ήμουν ξύπνια

ένιωσα πως κάποιες ακτίνες του ήλιου

χάιδευαν το μέτωπό μου

τα βλέφαρά μου ανοιγόκλεισαν

τα μάτια μου έπαιξαν πέρα-δώθε

θολά όλα γύρω μου φάνταξαν

κι έσβησαν αργά-αργά

και τότε...ένα φως

λευκό

απλώθηκε παντού

κι εγώ ήμουν μέσα εκεί

μόνη

ανάμεσα σε πανύψηλες σκιές

που έγιναν

μύριοι άνθρωποι μαζί

Ίδιοι

και οι ίδιοι

ένας

κι ο ένας

Page 21: To Gualino Dwmatio

21

χρυσή άμμος στους διαδρόμους της ζωής

τριαντάφυλλα και κρίνα σε κάθε μονοπάτι

λουλούδια στους αμμόλοφους

που μια ολόκληρη ζωή

περίμενα να βρω

τραγούδια ακούστηκαν απ' τα πέρατα

της Γης

όμορφες μακρινές μελωδίες

σαν τους φθόγγους

που χαρίζουν της άρπας οι χορδές

ξεκίνησα το όμορφο ταξίδι μου

ταξίδι της ψυχής και των ονείρων

ταξίδι στις θάλασσες τις μακρινές

στους απέραντους ωκεανούς

ταξίδι ως τα ουράνια

χωρίς δάκρυ

χωρίς πληγή

που δεν έχει γιάνει

καμιά θύμηση των χρόνων των παλιών

σβησμένη

σαν την κιμωλία που σβήνουν τα παιδιά

στον πίνακα τον μαύρο του σχολειού

και τα σοκάκια

που έπαιζα κρυφτό ή κυνηγητό;

που τάιζα την κούκλα μου

κάτω απ' τη μουριά;

κι αυτά έφυγαν, σβήστηκαν με μιας

γιατί τότε έλειπες εσύ.

το 'ξερα όμως

πως κάποτε θα σε συναντήσω

και δεν θα χρειαζόταν

να θυμάμαι τα ανέμελα τα χρόνια

τα παλιά

γιατί εσύ, είσαι το πριν και το μετά

Page 22: To Gualino Dwmatio

22

το τώρα μέσα στην δική μου την καρδιά

το παν

ωραίες είναι οι στιγμές που σβήνουν τα κεριά

και το άρωμα της νύχτας απλώνεται

πέρα ως πέρα

απ' άκρη σε άκρη

χρυσίζουν οι σταγόνες της βροχής

καθώς κτυπούν το τζάμι

χορεύουν οι νεράιδες.

με το ραβδάκι τους τα χρώματα ακουμπάν

που άφησε το Τόξο του ουρανού

στην καρποφόρα γη

χιλιάδες...μύρια τα ροδοπέταλα

που ραίνουν ε τις νύμφες

στις πηγές

κρυστάλλινα νερά τις αγκαλιάζουν

κι εκείνες κολυμπούν

και χαίρονται το ασημί το φως του φεγγαριού

γιατί δεν ξέρουν

πως το πλοίο ξεκίνησε για μέρη μακρινά

εκεί, που τα κοχύλια γυαλίζουν

γι αυτούς που γεύονται τις ξένες αγκαλιές

οι δρόμοι στένεψαν

τ' αγκάθια μάτωσαν τα πόδια τα γυμνά

χάθηκε ο κόσμος

το χρώμα τ' ουρανού έγινε γκρι

σιγά-σιγά το σκοτάδι απλώθηκε παντού

πέρασε τα βουνά, τις λίμνες, τα ποτάμια

η θάλασσα φουρτούνιασε για πρώτη φορά

τα δάκρυά της κάλυψαν

τους βράχους της σιωπής

ξυπόλυτη περπάτησα ως το παράθυρό μου

κοίταξα έξω τον δρόμο

ο ήλιος ήταν δυνατός. Έκαιγε τα δάση

Page 23: To Gualino Dwmatio

23

η γη διψούσε. Τα λουλούδια γονάτισαν

κανένα άρωμα.

καμιά ανάσα

Η νύχτα τύλιξε γι ακόμα μια φορά

τη Γη

και το σκοτάδι απλώθηκε παντού

πυκνό και άγριο.

--

Page 24: To Gualino Dwmatio

24

ΚΟΝΤΣΕΡΤΟ ΓΙΑ ΒΙΟΛΙ

ΚΑΙ ΟΡΧΗΣΤΡΑ

*

Η Μάρσια μένει σ' ένα σπίτι που περισσότερο μοιάζει με αντικερή παρά

με σπίτι. Είναι ένα παλιό οίκημα περιτριγυρισμένο από ένα μεγάλο κήπο, άδειο

από λουλούδια. Το μόνο που έχει είναι κάτι πεθαμένα δένδρα. Η Μάρσια όταν

άρχισε να νιώθει τις πρώτες χαρές της ζωής σαν γυναίκα πια και όχι σαν

παιδί, πέρασε ένα μεγάλο σοκ. Από τότε ζει απομονωμένη από τον έξω

κόσμο. Μερικές φορές πιστεύει πως βρίσκεται κάπου αλλού, πολύ πριν

γεννηθεί. Όλα τα παλιά αντικείμενα που γεμίζουν την κάθε γωνιά του σπιτιού

της, γι αυτήν είναι θύμισες του παρελθόντος. Ένα όμως παρελθόν που δεν

γνωρίζει. Πολλές φορές μιλά μόνη της πιστεύοντας πως κάποιος την ακούσει.

Ή κάθεται μπροστά στους ραγισμένους καθρέπτες και συλλογιέται.

Στο βάθος τους συναντά μια λίμνη, κάποιον...

Πέρασες και σαν αγέρας χάθηκες

Τα σύννεφα πήραν την μορφή σου

Το σκοτάδι και η σιωπή κάλυψαν τη φωνή σου

Τα δάκρυα μου κύλησαν

Αλλά δεν τα είδες

Το 'ξερα

Πως κάποτε αυτή η μέρα θα 'ρχόταν

Και θα 'ταν σα να μη με συνάντησες ποτέ.

Ξημερώνει

Μερικές φορές νομίζω πως το παρελθόν τριγυρνάει.

Κι εσύ έρχεσαι από μακριά να με ανταμώσεις.

Η νύχτα που κύλησε ήταν πολύ σκοτεινή

Χωρίς φεγγάρι.

Τίποτε δε θύμιζε ζωή

Page 25: To Gualino Dwmatio

25

εκτός από το βουητό που άφηνε ο αγέρας

καθώς περνούσε ανάμεσα απ' τα πεθαμένα δέντρα.

Αλλά κι αυτό έμοιαζε με κλάμα

Βουβό, μοναξιάς.

Το μόνο που υπάρχει πια από σένα

Είναι η σκιά σου.

Αν μπορείς δες γύρω σου.

Όλα είναι συνδεδεμένα με μια ζωή

Που δεν ξέρω αν υπήρξε ποτέ.

Ιστορίες ετών

Αγάπης, μίσους.

Ιστορίες τρυφερές, που μπλέχτηκαν με μένα.

Αλλά το παρελθόν άλλοτε χάνεται κι άλλοτε επανέρχεται

Όπως το γέλιο

Που άλλοτε σβήνει κι έρχεται ξανά.

Ξέρω πως κι αυτή η μέρα θα περάσει

Χωρίς να ακουστεί κανένα λάλημα πουλιού

Χωρίς να ανοίξει τα φτερά του.

Και θα 'ρθει η νύχτα ξανά

Μεγάλη...

σαν ατέλειωτο μονοπάτι της ερήμου.

Οι ώρες θα πάψουν να υπάρχουν.

Ο χρόνος θα σταθεί.

Η πνοή θα σβήσει.

Σε βλέπω παντού

Κάθε στιγμή

Βοήθησε με να μάθω ποιος είσαι

Βοήθησε με να μάθω ποια είμαι

Βοήθησε με να θυμηθώ πότε σε είδα για πρώτη φορά.

Μπορεί πολύ παλιά

Σε μια εποχή που δεν γνωρίζω.

Page 26: To Gualino Dwmatio

26

Κοίταξε έξω. Κοίτα τη λίμνη.

Κοίτα πως γυαλίζει!

Αυτό το θυμάμαι.

Ίσως το θυμάσαι κι εσύ, κι έτσι μπορέσω να μάθω

Την αλήθεια.

--

Page 27: To Gualino Dwmatio

27

ΟΙ ΛΑΜΨΕΙΣ

*

Σε είδα

όταν τον ήλιο και το φεγγάρι αγκάλιασες.

Τα μάτια σου είδα

που έλαμψαν την ώρα που διάβαινες

τους δρόμους με τα μεγάλα φώτα.

Κατάλαβα πως βρήκες τις αλήθειες,

εκεί

που η διάφανη άμμος σου κάλυψε το κορμί

και η αλμύρα της θάλασσας σου έγιανε κάθε πληγή.

Μάντεψες που κρύβεται το ψέμα,

εκεί

που τα άχρωμα λουλούδια δεν σκορπάν κανένα άρωμα

και οι πηγές δεν αναβλύζουν καθαρό νερό.

Σε είδα

όταν στάθηκες στην κορφή.

Τα μάτια σου είδα

που δάκρυσαν την ώρα

που αντίκρισες τις λάμψεις του ουρανού

μες στο σκοτάδι.

Σε είδα

όταν ο άνεμος θέλησε να ξεριζώσει τις αγάπες που πίστεψες.

Τα μάτια σου είδα

την ώρα που έχανες τις χαρές που ονειρεύτηκες.

Μείνε ψηλά

Page 28: To Gualino Dwmatio

28

Κρατήσου πριν προλάβει η λασπωμένη βροχή

να λερώσει τις πολύχρωμες ανεμώνες

και παρασύρει κάθε ομορφιά στα βάθη των ωκεανών

εκεί, που χάνονται όλα

για πάντα.

-

Page 29: To Gualino Dwmatio

29

ΧΡΥΣΗ ΠΙΝΕΛΙΑ

*

Παρέμεινες Ντορέ, μέχρι το τέλος της ζωής σου. Και μετά. Και ίσως μείνεις για

πάντα. Γίνεις θρύλος

Τη μέρα εκείνη ήρθαν πολλοί. Αμέτρητος ο κόσμος

Ήρθαν για να σε δουν για τελευταία φορά. Τα λουλούδια να δουν, που μόνο

αυτά άγγιξαν το χρυσό πρόσωπό σου.

Ήρθα κι εγώ για να πιστέψω αυτό που χρόνια άκουγα στους δρόμους, στις

πλατείες, σε κάθε γωνιά

Ήρθα ν' ακούσω τις φωνές τις ψυχής μου γιατί τόσα χρόνια φοβόμουν να

μιλήσω μαζί της

Τώρα όμως μπορώ, κι ας κλαίει

Τώρα ξέρω πως μπορείς κι εσύ να τις ακούσεις

Ξέρω πως μπορείς να δεχτείς το τρεμάμενο μου χέρι να κρατήσει το δικό σου

Άκου πως κτυπούν οι καμπάνες. Ακολουθούν τους κ τύπους της καρδιάς μου

Άκου τον κόσμο που χειροκροτεί. Ακολουθεί τον λυγμό του ποταμού

Κι εσύ προχωρείς. Πρώτη, μπροστά, στη μέση του δρόμου

Κοίτα το πλήθος

Η θάλασσα είναι λίγη για να δροσίσει τα ξαναμμένα πρόσωπά τους

Τα σύννεφα μικρά για να σκεπάσουν τον καυτό ήλιο

Ντορέ σε ξέρουν όλοι

μόνο εγώ γνωρίζω το πραγματικό όνομά σου. Και θα μείνει κρυφό, θαμμένο

στα βάθη της ψυχής μου.

Μόνο εγώ σε κράτησα πολύτιμο πετράδι τις νύχτες κάτω απ' το ασημί φεγγάρι

Μόνο εγώ έζησα τα όνειρα σου

έγιναν μπλε, γαλάζια, ξεθώριασαν. Ω! Ναι Ντορέ, το ξέρω πως χάθηκαν κάτω

απ' τις πέτρες

Page 30: To Gualino Dwmatio

30

Δε φταις εσύ. Δε φταίω εγώ. Είναι ο χρόνος που πήρε μαζί του τις χρυσές

πινελιές

Εχθρός

Και καταδίκη να ζήσουμε μαζί, αλλά και χώρια στην τωρινή ζωή μας

Κοίταξε με. Μεγάλωσα Ντορέ

Κουράστηκα και δεν μπορώ να βρω μεριά να ξαποστάσω

Το κορμί μου βάρυνε. Τον κόσμο δεν προλαβαίνω. Περνούν γρήγορα από

μπροστά μου, τρέχουν

Ντορέ περίμενε με. Περίμενε με

Το χέρι μου που τρέμει να αγγίξεις

Να φύγουμε μαζί. Να χρωματίσουμε χρυσό το ασημί φεγγάρι.

--

Page 31: To Gualino Dwmatio

31

ΣΧΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΥΡΓΟΙ

*

Στέκεσαι ακίνητος και κοιτάς το φως που λίγο-λίγο χάνεται πίσω απ' τις

στέγες, μπερδεύεται με το μαύρο καπνό που αφήνουν τα φουγάρα των

πλοίων, και χαίρεσαι γι αυτό. Κάποτε σου άρεσε να βλέπεις τις ηλιαχτίδες να

παίζουν με τις δικές σου προσδοκίες. Κάποτε ήταν όμορφα. Αντίκριζες την

αλήθεια, την δεχόσουν, μίλαγες γι αυτήν, μίλαγες για ό, τι ένιωθες και δεν

φοβόσουν. Έπλαθες τα όνειρά σου σα να ήσαν πλαστελίνη κι έδινες τα

σχήματα που εσύ ήθελες. Σου άρεσε να φτιάχνεις πύργους με τη λάσπη και

να τους αφήνεις κάτω απ’ τον καυτό ήλιο να ξεραθούν, γιατί κάποτε πίστεψες

πως οι πύργοι σου θα μείνουν έτσι για πάντα. Κάποτε πίστεψες πως καμιά

βροχή δεν θα μπορούσε να τους παρασύρει. Ήταν δικό σου δημιούργημα

μικρό ή μεγάλο, για σένα μικρό και για σένα μεγάλο. Για τους άλλους μπορεί

να μην ήταν τίποτε. Κι αυτό το πιστεύω σου για τον ίδιο σου τον εαυτό

θάφτηκε. Και τι υπάρχει πια;

Τώρα είσαι γυμνός και ντρέπεσαι, γι αυτό αναζητάς το σκοτάδι. Θέλεις

να το αρπάξεις και να μείνεις μαζί του, κι όσο πιο πολύ βυθίζεσαι σ’ αυτή τη

μαυρίλα τόσο πιο πολύ τη δέχεσαι. Χάνεσαι χορεύοντας με την απέραντη

μοναξιά σου. Θάβεις τις γνώσεις σου, τις αγάπες σου, τα ιδανικά σου και

κατρακυλάς σαν τις πέτρες που κλότσησαν κάποιοι περαστικοί. Έτσι νιώθεις,

πως κλότσησαν κι εσένα, αλλά εσύ μόνος κλότσησες την ζωή και τώρα

φοβάσαι πως είναι αργά να την αναζητήσεις. Ξεγλιστράς απ’ την

πραγματικότητα γιατί σε πληγώνει. Τρέχεις να κρυφτείς πίσω της και μετά

από χρόνια βρίσκεσαι μπροστά της και τότε χάνεσαι, γιατί διαπιστώνεις πως

κάποτε έκανες λάθος.

--

Page 32: To Gualino Dwmatio

32

ΚΑΠΟΤΕ

*

Μου είπαν

Μην αφήσεις να πληγωθεί η καρδιά σου ποτέ

Μου είπαν

Κράτα γερά την ομορφιά της

Κι εγώ δε ρώτησα γιατί

Κι εγώ την κράτησα αυτή την ομορφιά

Μέχρι τα βαθιά γεράματά μου

Και τότε… λίγο πριν

Κατάλαβα πως έχασα

Γιατί δεν πρόλαβα

Να βαδίσω στο πράσινο λιβάδι

Έγινε χώμα και με σκέπασε.

--

Page 33: To Gualino Dwmatio

33

Ο ΔΑΙΜΩΝ

*

Έμοιαζε σα να μην υπήρξε ποτέ ή...σα να υπήρξε κάποτε και πέθανε

αφού ξεχάστηκε.

Τώρα οι φλόγες που ξεκίνησαν απ' τα σωθικά της κι έφτασαν ως το

λαρύγγι της την έκαψαν, αλλά συγχρόνως της έδωσαν και μια ασυνήθιστη

δύναμη.

Μέσα της ξεπήδησε ένας άλλος εαυτός, που ούτε εκείνη δεν γνώριζε.

Πιθανόν κάποιος άλλος άνθρωπος που έζησε κάπου, κάποτε ή που ζει ακόμα

σε μια άλλη ανθρώπινη ύπαρξη. Μια ύπαρξη σαν άγριο θεριό, έτοιμο να

κατασπαράξει οποιονδήποτε γινόταν εμπόδιο στο δρόμο του.

--

Page 34: To Gualino Dwmatio

34

Ο ΤΑΞΙΔΙΩΤΗΣ

*

Ποια δύναμη είναι εκείνη

Που μπορεί να σε μεταμορφώσει

Σε πουλί, σύννεφο, αγέρι;

Να σε κάνει να μοιάζεις με λουλούδι

Ή με ξερό κλαδί;

Ποια δύναμη είναι εκείνη

Που μπορεί να σε οδηγήσει στην έρημο;

Ή πάνω στα κιτρινισμένα φύλλα του Φθινοπώρου

Που κάλυψαν όλους τους δρόμους της μεγάλης μοναξιάς;

Ποια δύναμη είναι εκείνη

Που μπορεί να σε ανεβάσει ψηλά

Μέσα στα χρώματα της ίριδας

Που γέμισαν τον δακρυσμένο ουρανό;

Ποια δύναμη είναι εκείνη

Που μπορεί να σου βάλλει το χρυσό στέμμα

Και να σταθείς ανάμεσα

Στ' αστέρια τα ασημί;

Αναστατώνεσαι στην ιδέα του θανάτου

Το κάθε σου βήμα γίνεται γρήγορο

Τρέχεις να προλάβεις το λευκό φως του ονείρου

Που σε οδηγεί

Και συνεχίζεις να π λάθεις τις μέρες της ζωής σου

Αναζητώντας τις χαρές που έχασες

Το γέλιο που δεν χάρηκες

Page 35: To Gualino Dwmatio

35

Τις ώρες που έμειναν στάσιμες

Όταν οι δείκτες του μεγάλου ρολογιού

δε σάλεψαν για να τις δεις

Δε γνωρίζεις

Πως ήρθες, από που, και που πας

Είσαι ένας απλός ταξιδιώτης.

Και συνεχίζεις αυτό το ταξίδι χωρίς τέλος της ζωής

Στους ατέρμονους δρόμους

Των απέραντων ωκεανών του ουρανού

Στα ατέλειωτα πελάγη

Ενός άγνωστου κόσμου

Ταξιδιώτη.

--

Page 36: To Gualino Dwmatio

36

ΣΑΝ ΠΟΗΜΑ

*

Ακούω πυροτεχνήματα

Βλέπω ήχους

Ο ουρανός φωτίζεται

Πιάσε τα χέρια μου

Δείξε μια φορά μόνο

Πως υπάρχω για σένα

Μετά φύγε στο μισοσκόταδο

Γίνε η σκιά που θα χαθεί

Σ΄ εκείνο τον μακρύ δρόμο.

--

Page 37: To Gualino Dwmatio

37

Διαβάτη…

Δεν είσαι στο όνειρό μου μια κουκκίδα

Ούτε στην φαντασία μου μια σταγόνα ωκεανού.

Σε βλέπω κάτω απ' το παραθύρι κάθε μέρα που περνάς

Παρατηρώ τα δάκρυα σου που θες να κρύψεις

και κλαίω κι εγώ

Βλέπω τη χαρά ζωγραφισμένη

Στα μεγάλα σου μάτια

και γελώ

Τρέχεις και τρέχω μαζί σου

Σταματάς και σταματώ

Διαβάτη

Δεν παίζω κρυφτό.

Απλά. Είμαι κι εγώ ό, τι κι εσύ

Ένας διαβάτης

Και περιπλανιέμαι στα μονοπάτια

Μιας ζωής

Δικής μου.

ΤΕΛΟΣ

Page 38: To Gualino Dwmatio

38

Βιογραφικό σημείωμα.

Η Καίτη Λιανού- Ιωαννίδου γεννήθηκε στην Αθήνα αποφοίτησε από την

Ελληνογαλλική σχολή Ουρσουλινών Νέου Ψυχικού. Σπούδασε μουσική, είναι

υψίφωνος και κατέχει δίπλωμα Μονωδίας και Μελοδράματος με τον βαθμό

Άριστα- Α’ βραβείο- Αργυρό Μετάλλιο, επίσης κατέχει πτυχίο Ωδικής με τον

βαθμό Άριστα.

Είναι παντρεμένη κι έχει μια κόρη. Ζει μόνιμα στο Γαλάτσι. Από το

2005 ασχολείται με την λογοτεχνία. Έχει γράψει μυθιστορήματα, ποιήματα και

διηγήματα. Τον ελεύθερο χρόνο της ασχολείται με την ζωγραφική.

Η Καίτη Λιανού πιστεύει ότι μέσα μας κρύβουμε έναν άγνωστο κόσμο

και ότι κάθε μορφή τέχνης μας βοηθά να τον ανακαλύψουμε και να τον

εκφράσουμε.

Από τις εκδόσεις θέσις κυκλοφορεί το βιβλίο της με τίτλο

«Η άλλη πλευρά του Παραδείσου».

e- mail: [email protected]

http://lianoukaiti.blogspot.com

_____________