murder Remains

13
Αριστείδης Αντονάς | ΚΕΙΜΕΝΑ ΦΟΝΩΝ 1. Η πολεοδομική ιδιαιτερότητα κάποιου συστήματος φόνωνζητά 2 απαντήσεις για ό,τι συνδέει τον φόνο με την πόλη. Η πρώτη απάντηση δοκιμάζεται μπροστά στο ερώτημα: πώς εγγράφεται σε οποιαδήποτε πόλη ένα υποχρεωτικά μνημειώδες συμβάν όπως είναι ο φόνος; Η δεύτερη απάντηση θα σχεδίαζε την πολεοδομία της Θεσσαλονίκης, δίνοντας σχήματα στο ερώτημα: τι συμβαίνει με την ιδιαίτερη αυτή πόλη στις περιπτώσεις όπου έγινε και συνεχίζει να γίνεται σκηνή για διαφορετικούς φόνους; 2. Κάποια σπουδή στο πρώτο ερώτημα προωθείται με την παραμόρφωση ενός διαχωρισμού: ο Badiou διαχωρίζει με σαφήνεια «συμβάν» και «γεγονός». Το συμβάν ορίζεται ως δράση που ξεπερνάει ε -περισσότερο ή λιγότερο ομολογημένα- υπερβατικό τρόπο) το απλό γεγονός. Το γεγονός καταγράφεται στα αρχεία και ξεχνιέται με τον ιδιαίτερο τρόπο που ξεχνιέται μια τετελεσμένη αρχειοθετημένη δράση. Το συμβάν περιέχει εσωτερικά κάποια ηρωική, λαμπρή, υποχρεωτικά μονοδιάστατη, επαναστατική ανάγνωση. Αυτή η ανάγνωση δίνει ξεχωριστή συμβολική δυναμική στό συμβάν και συνδέει το συμβάν με το πολιτικό στοιχείο. Κάποιο ξεχείλισμα που φθάνει μαζί με το συμβάν, το παρουσιάζει αμέσως μέσα στην πολιτική του ανατρεπτική δυναμική. 3. Στις εργασίες αναπαράστασης της Θεσσαλονίκης από τους φόνους της αναζητώνται, μέσα στη δομή της πόλης, οι μηχανισμοί που ακυρώνουν αυτήν ακριβώς τη γιγάντωση του γεγονότος σε συμβάν που περιγράφει ο Badiou. Θα λέγαμε ίσως πως ειδικά η Θεσσαλονίκη είναι πόλη φτιαγμένη από την ύλη της ιδιαίτερης λήθης, από την σίγαση των συμβάντων που συγκροτεί την κοινότητα. Ενδιαφέρει ως παράδειγμα και έχει πολεοδομική αξία. Κάθε σύγχρονη πόλη οργανώνεται ως κοινοτική δομή καθώς ακυρώνει

description

on an urbanism of murder, Thessaloniki, Greece

Transcript of murder Remains

Page 1: murder Remains

Αριστείδης Αντονάς | ΚΕΙΜΕΝΑ ΦΟΝΩΝ

1. Η πολεοδοµική ιδιαιτερότητα κάποιου “συστήµατος φόνων” ζητά 2

απαντήσεις για ό,τι συνδέει τον φόνο µε την πόλη. Η πρώτη απάντηση

δοκιµάζεται µπροστά στο ερώτηµα: πώς εγγράφεται σε οποιαδήποτε πόλη

ένα υποχρεωτικά µνηµειώδες συµβάν όπως είναι ο φόνος; Η δεύτερη

απάντηση θα σχεδίαζε την πολεοδοµία της Θεσσαλονίκης, δίνοντας σχήµατα

στο ερώτηµα: τι συµβαίνει µε την ιδιαίτερη αυτή πόλη στις περιπτώσεις

όπου έγινε και συνεχίζει να γίνεται σκηνή για διαφορετικούς φόνους;

2. Κάποια σπουδή στο πρώτο ερώτηµα προωθείται µε την παραµόρφωση ενός

διαχωρισµού: ο Badiou διαχωρίζει µε σαφήνεια «συµβάν» και «γεγονός».

Το συµβάν ορίζεται ως δράση που ξεπερνάει (µε -περισσότερο ή λιγότερο

οµολογηµένα- υπερβατικό τρόπο) το απλό γεγονός. Το γεγονός

καταγράφεται στα αρχεία και ξεχνιέται µε τον ιδιαίτερο τρόπο που ξεχνιέται

µια τετελεσµένη αρχειοθετηµένη δράση. Το συµβάν περιέχει εσωτερικά

κάποια ηρωική, λαµπρή, υποχρεωτικά µονοδιάστατη, επαναστατική

ανάγνωση. Αυτή η ανάγνωση δίνει ξεχωριστή συµβολική δυναµική στό

συµβάν και συνδέει το συµβάν µε το πολιτικό στοιχείο. Κάποιο ξεχείλισµα

που φθάνει µαζί µε το συµβάν, το παρουσιάζει αµέσως µέσα στην πολιτική

του ανατρεπτική δυναµική.

3. Στις εργασίες αναπαράστασης της Θεσσαλονίκης από τους φόνους της

αναζητώνται, µέσα στη δοµή της πόλης, οι µηχανισµοί που ακυρώνουν

αυτήν ακριβώς τη γιγάντωση του γεγονότος σε συµβάν που περιγράφει ο

Badiou. Θα λέγαµε ίσως πως ειδικά η Θεσσαλονίκη είναι πόλη φτιαγµένη

από την ύλη της ιδιαίτερης λήθης, από την σίγαση των συµβάντων που

συγκροτεί την κοινότητα. Ενδιαφέρει ως παράδειγµα και έχει πολεοδοµική

αξία. Κάθε σύγχρονη πόλη οργανώνεται ως κοινοτική δοµή καθώς ακυρώνει

Page 2: murder Remains

την σηµασία των σηµαντικών συµβάντων της, ενώ δηλαδή καθιστά αόρατα ή

τετριµένα τα «σηµαντικά» σηµεία που χάραξαν τον χρόνο της. Θα λέγαµε εν

γένει λοιπόν: η σύγχρονη πόλη κατασκευάζεται ως αµνησιακός µηχανισµός,

κατά τον τρόπο που κτίζεται ως µηχανισµός αρχειοθέτησης και κατάταξης

των εγκληµατικών ενεργειών που συνέβησαν στον χώρο της πόλης:

σχηµατίζεται κατά την επανάληψη και προδιαγράφεται ως υπνωτική δοµή.

Η δυναµική της εγκατάστασης και του διαµερισµού γης ζητά εξ αρχής τον

επιµερισµό, την καταχώρηση, την συνέχεια, την οµοιοµορφία, το αρχείο που

ακυρώνουν το συµβάν ως κάτι ξεχωριστό που µπορεί να απειλήσει την ίδια

την δέσµευση για εγκατάσταση στο ίδιο µέρος.

4. Αν ισχυριστούµε ότι, στην διαφοροποίηση µεταξύ συµβάντος και γεγονότος

του Badiou, το συµβάν αναπαρίσταται ως γεγονός ιδιαίτερης συµβολικής

αξίας, τότε πρέπει να σκεφτούµε την πόλη ως τυπικό οργανωτικό σύστηµα

καταστροφής συµβάντων, ως µηχανισµό ακύρωσης του συµβάντος. Η

σύγχρονη πόλη είναι πριν από κάθε τι άλλο µηχανισµός επιµερισµού,

κατάταξης, αρχειακής επιβολής, µε πρώτο επιθυµητό θύµα το συµβάν.

5. Η αφελής καταστασιακή προτροπή για µια ενεργή πόλη, που θα γινόταν

πόλη καταστάσεων και πόλη συµβάντων χωρίς καµιά παθητικότητα,

ενεργούς ζωής και όχι παθητικής αναπαράστασης, δεν ζητούσε απλά –αν η

παρατήρηση µας έχει βάση- κάποια ενεργοποίηση της σύγχρονης πόλης

αλλά την κατάργηση µιας από τις κύριες συνθήκες συγκρότησής της. Την

συνθήκη τιθάσευσης του φόνου. Στην Θεσσαλονίκη η τιθάσευση του φόνου

ζητά µεγάλη ενέργεια, η προσέγγιση του θέµατος δεν είναι απλή υπόθεση. Η

πόλη –εκτός από τους «καθηµερινούς φόνους» της- έχει στο ενεργητικό της

µια σειρά από εµβληµατικούς φόνους: καταφέρνει να είναι µια σύγχρονη

πόλη όσο τους ξεχνά και συγκροτήθηκε ως τέτοια επειδή δεν µπορεί να τους

θυµάται.

Page 3: murder Remains

6. Στην σκηνή αυτών των παρατηρήσεων, η σηµασία του µνηµείου στην πόλη

ερµηνεύεται διαφορετικά. Υπάρχει η κοινή άποψη ότι ένα µνηµείο εγκαθιστά

κάποιο καταξιωµένο συµβάν στον ιστό της πόλης. Θα µπορούσε να

ισχυριστούµε ότι τα αστικά µνηµεία που γνωρίζουµε, πολύ πριν

εγκαταστήσουν ένα συγκεκριµένο συµβάν σε έναν ιστό (τον οποίο ήδη

χαρακτηρίσαµε αµνησιακό), βοηθάνε κι αυτά στην αστική αµνησία µε την

αναγωγή του συµβάντος σε γεγονός. Ένα µνηµείο εγκατεστηµένο σε µια

πόλη και ήσυχο κάνει το συµβάν µνηµονεύσιµο µε τον πιο αφελή και

ασφαλή τρόπο. Ένα µνηµείο της πόλης είναι εφησυχασµένη δυνατότητα

ανάκλησης του εκάστοτε µνηµονευόµενου συµβάντος µε τον τρόπο της

καταχώρησης. Ένα µνηµείο µνηµονεύει µε τον τρόπο που ξεχνά. Θέλει να

εγκαταστήσει όχι την µνήµη του συγκεκριµένου συµβάντος αλλά την

αποδοχή ενός συγκεκριµένου τρόπου ανάγνωσης. Κάποιου είδους

εφησυχασµός βρίσκεται στα θεµέλια οποιουδήποτε µνηµείου. Από την άλλη

πλευρά δεν µπορούµε να φανταστούµε καµία ηθική χωρίς µνήµη. Στην

πόλη: καµία ηθική χωρίς κάποιου τύπου µνηµείωση. Στην πολιτική: καµιά

δράση χωρίς εµβύθιση στην µνήµη.

7. Εξετάζουµε τον φόνο στον ιδιαίτερο τρόπο που συνδέεται µε το συµβάν και

στην θεατρική σκηνοθεσία που τον εγκαθιστά στην σκηνή της πόλης. Ο

φόνος παρουσιάζεται ως ξεχωριστό συµβάν αφού είναι ταυτόχρονα

καταγράψιµος, εξιστορήσιµος και µη αντιστρέψιµος.

8. Ο θάνατος αποτελεί ήδη εξαιρετικό µη αναστρέψιµο συµβάν. Η πόλη το

περιµένει µε τους ιδιαίτερους µηχανισµούς απόκρυψης – καταχώρησης του

θανάτου. Τα µητρώα θανάτου είναι οι µαγικές, λανθάνουσες ή κρυµµένες

ιστορίες των πόλεων. Ο φόνος ωστόσο παρουσιάζεται µε κάποια ανήθικη

ιδιαιτερότητα: είναι η αποφασιστική δράση που πραγµατοποιεί την µη

αναστρεψιµότητα µε κάποιο ενεργό χτύπηµα. Ο φόνος είναι όριο για την

Page 4: murder Remains

ανθρώπινη δράση: µε ιδιαίτερο τρόπο ο φόνος µιλά για την ερµηνεία.

Υπάρχει κάτι ανήθικο στην ερµηνεία µε το οποίο παίζει πάντοτε ο

ερµηνευτής. Η ηθική της ερµηνείας βασίζεται στη συνείδηση της µόνιµης

δυνατότητας παραµόρφωσης. Όµως στην περίπτωση του φόνου, πόσο

µακριά µπορεί να φτάσει το έργο του ερµηνευτή;

9. Η ερµηνεία µπορεί να διαβάζεται ως κίνηση προς τα πίσω: η ερµηνεία

σβήνει «αυτό που βλέπουµε» και το οργανώνει εκ νέου. Ερµηνεύουµε κάτι

και του δίνουµε νέα µορφή. Με τον ίδιο τρόπο µπορούµε άραγε να

µετατρέψουµε την ερµηνεία ενός φόνου; Με διαφορετικές εµφανίσεις

παρουσιάζεται συχνά το πολιτικό έγκληµα. Το έγκληµα εν γένει τείνει συχνά

να δείχνει εκ των έξω µιαν άλλη εκδοχή από εκείνη που συνδέεται µε την

δολοφονική ενόρµηση. Ο θύτης ζητά κατανόηση, καταθέτει µια απολογία ή

βρίσκει ότι αυτό δεν χρειάζεται κάν, είναι αθώος επειδή έδρασε εν αµύνει.

Ένα δικαστήριο απαλλάσσει ή µειώνει τις ποινές ανάλογα µε την ιδιαίτερη

ερµηνεία της εκάστοτε ανθρωποκτονίας: εκ προµελέτης ή εξ αµελείας: να

ήδη δύο διαφορετικές ερµηνείες για το ίδιο γεγονός. Όσα αποτελούν την

ερµηνευτική διαχείριση του φόνου παρουσιάζουν ωστόσο κάποια αδυναµία

της ερµηνείας να λειτουργήσει δραστικά: δεν είναι δυνατόν να µεταβάλλουν

το µη αναστρέψιµο γεγονός του φόνου. Ο φόνος είναι το κατ’ εξοχήν

συµβάν επειδή αυτό που συµβαίνει µε τον φόνο είναι ήδη εξ υποθέσεως

αναπόδραστο. Η ερµηνεία µπορεί να δώσει νέα ζωή σε κάποια νεκρή

αναπαράσταση αλλά δεν µπορεί να ανατρέψει την δράση του φόνου.

10. Η ερµηνεία οργανώνει ανασυστάσεις των γεγονότων, πριν από αυτό όµως η

ερµηνεία ευθύνεται για την κατασκευή τους. Πρέπει ωστόσο να δοθεί

προσοχή στη συνθήκη αυτής της ανασύστασης. Δεχόµαστε ότι καµιά στιγµή

της δράσης δεν παράγει ένα µοναδικό εννοιολογικό κέντρο σε οποιοδήποτε

συµβάν. Από την άλλη πλευρά, η δυνατότητα άπειρων επιστροφών και

Page 5: murder Remains

άπειρων ερµηνειών οποιουδήποτε γεγονότος θα µπορούσε να απειλεί

οποιαδήποτε ηθική συγκρότηση. Όλα θα µπορούσε να επανεκκινούν ως εάν

δεν είχαν γίνει. Κάποια ροή µπορεί να επανεφευρίσκεται πάντοτε και να

αναζητά συνέχειες ακόµα και εκεί που εµφανίζεται ασυνέχεια. Ο φόνος

αποτελεί ιδιαίτερο παράδειγµα για την ερµηνεία. Η ερµηνευτική

παντοδυναµία δεν είναι αρκετή για να αλλάξει την ροή των γεγονότων. Ο

φόνος αποτελεί το πιο τρανταχτό παράδειγµα για αυτό το αξίωµα. Κάτι

µοιάζει χαµένο µε τον φόνο και µαζί µε µέ τον φόνο κάτι χάνεται για

οποιοδήποτε ασήµαντο γεγονός. Η µοναδικότητα, την οποία η ερµηνεία

αντιµετωπίζει εξ αρχής ως απλή στιγµή της πολλαπλότητας, µοιάζει στον

φόνο σκληρή ύλη γεγονότος και το συµβάν στην περίπτωση του φόνου

ορίζει το µη αναστρέψιµο, την αστοχία, την ασυµµετρία οποιασδήποτε

αναθεώρησης ή µετάνοιας.

11. Η πολλαπλότητα της πόλης γεννιέται µε τον αστικό τρόπο διαµερισµού γης

αλλά επίσης µε τον τρόπο κατατεµαχισµού, κατάταξης και αρχειοθέτησης

µνηµονικών τραυµάτων. Πριν γίνει συνειδητοποιηµένος τρόπος επιβολής

εξουσίας, κατά την πιο πρόσφατη δυτική εποχή του πλανήτη, η

πολλαπλότητα συνειδητοποιήθηκε ως τρόπος κοινής διαµονής στην πόλη.

Αστικό δίκαιο, πιστοποιητικά νεκροτοµείων, ανακριτές, δικαστήρια,

ιατροδικαστής, εργασίες σήµανσης, καταχώρηση στο αρχείο: όλα

συνηγορούν στην ποθητή πολλαπλότητα που διαλύει την αβάστασχτη

µονοδιάστατη σύσταση του συµβάντος του φόνου, διαλύει τον ριζικά

αναλλοίωτο, αδιαµφισβήτητο «πυρήνα του γεγονότος». Μαζί µε αυτόν τον

αναλλοίωτο πυρήνα παρουσιάζεται το «πρώτο» ίχνος για το γεγονος: το

νεκρό σώµα του δολοφονηµένου.

12. Το σώµα του δολοφονηµένου είναι το κατ’ εξοχήν τεκµήριο. Είναι

ταυτόχρονα η «ίδια η δράση» και η αναπαράστασή της. Είναι ό,τι συνέβη και

Page 6: murder Remains

το τεκµήριό του συµβάντος. Το πτώµα του δολοφονηµένου συµπυκνώνει την

δράση και το ίχνος της στο ίδιο το παράδοξο αυτό υπόλειµµα. Εκείνο ζητά

την εργασία λήθης, από την στιγµή που παρουσιάζεται: να θαφτεί, να

εξαφνιστεί όπως εξαφανίστηκε η δράση που το προξένησε. Η ταφή ενός

νεκρού είναι εξαφάνιση ενός σώµατος, η ταφή ενός δολοφονηµένου είναι

εξαφάνιση µιας δράσης.

13. Ιστορικό ερώτηµα: µπορούµε να ζητήσουµε µια ιστορία χωρίς συµβάν; Αυτή

θα ήταν η ιστορία που η συγκρότηση της πόλης οργανώνει για τον εαυτό

της. Η απάντηση στο ιστορικό ερώτηµα θα ζητούσε νέους όρους για

αναγνώσεις αρχείων, νέες αφηγήσεις από την αναµόχλευση καταχωρήσεων.

Η ιστορία της πόλης εµφανίζεται έτσι ως συγκροτησιακή της αστοχία.

14. Πολεοδοµικό ερώτηµα: µπορούµε να δούµε την πόλη ως µηχανισµό που

σκοτώνει το συµβάν; Τότε η τοπικότητα της πόλης θα ερχόταν µαζί µε

κάποια ιδιαίτερη δική της επιβεβλητέα, επιχειρησιακή α-τοπία.

Page 7: murder Remains

Aristide Antonas | MURDER REMAINS

1. The urban distinctiveness of a certain “murder system” requires two

answers in reference to whatever links murder to the city. The

question testing the first answer is: How does a necessarily

monumental event such as murder register in any city? The second

answer would draw Thessaloniki’s urban plan, giving shape to the

question: What happens in this special city on the occasions it was

and continues being the scene of different murders?

2. A study of the first question advances by distorting a separation: In

Badiou there is a distinct separation between “event” and “fact”.

The event is defined as action that surpasses (in a—admittedly more

or less—transcendent way) the simple fact. A fact is documented in

the archives and forgotten in the unique way one forgets a

completed archived action. An event contains a certain heroic,

shining, necessarily one-dimensional, revolutionary reading. This

reading gives the event a distinctive symbolic dynamic and links the

event to the political element. Some overflow, which arrives along

with the event, immediately presents it in its political subversive

dynamic.

3. In undertaking to represent Thessaloniki through its murders, we

seek the mechanisms nullifying precisely this enormous expansion of

fact into event described by Badiou. We might say that Thessaloniki

in particular is a city created from the stuff of a specific oblivion,

from the stilling of the events that constitute a community. It is an

Page 8: murder Remains

interesting example, which has civic value. Every contemporary city

is organized as a social structure while it nullifies the importance of

the city’s important events, i.e., while concealing or rendering trite

the “important” points that marked the city’s timeline. In general,

we would say a contemporary city is constructed as an amnestic

mechanism in the way it is built as a mechanism to archive and

classify criminal activities that occurred within the city space;

formed during repetition its specifications requiring a mesmerizing

structure. From the beginning, the dynamics of settlement and land

distribution require allocation, classification, continuity, uniformity,

archives, all nullifying the status of the event as something unique,

which might threaten the very commitment to settling in the same

place.

4. Were we to claim that in Badiou’s differentiation between event and

fact, the event is represented as a fact with particular symbolic

value, then we should consider the city as a typical organizing

system for destroying events, as an event nullification mechanism.

The contemporary city is, beyond everything else, an allocation,

classification, archive imposition mechanism, with the event as its

first desired victim.

5. The naive, situational appeal for an active city, which would become

a city of situations, a city of events without any passiveness, a city

of active life and not passive representation, did not simply

require—if our observation has any foundation—the contemporary

city to be activated in some way; one of the main conditions of its

Page 9: murder Remains

configuration also had to be cancelled. The condition harnessing

murder. In Thessaloniki, harnessing murder requires a great deal of

energy; approaching the issue is not a simple matter. The city—apart

from its “everyday murders”—had a series of emblematic murders in

its history. As long as it forgets them, it succeeds in being a

contemporary city, and was configured as such because it cannot

remember them.

6. In the scene of these observations, the monument’s importance in

the city is interpreted in a different way. The common viewpoint

says a monument installs some noteworthy event in the city

network. We might claim that the urban monuments we are familiar

with, long before installing a particular event in a network (which

we have already defined as amnesic) also promote civic amnesia by

reducing an event to a fact. A monument, tranquil and installed in a

city, is an artless and safe way to turn an event into something

commemorated. A city monument is the lenient ability to recall

each commemorated event through classification. A memorial

commemorates in the way it forgets. It wishes to establish

acceptance of a certain type of interpretation rather than the

memory of the specific event. Some sort of relaxation is at the

foundation of every museum. On the other hand, we cannot imagine

any morality without memory. In the city: No morality without some

sort of remembrance. In politics: No action without submersion in

memory.

Page 10: murder Remains

7. In murder, we examine the particular way it connects to the event,

and the theatrical direction that installs it on the city stage. Murder

is presented as a distinct event since it is simultaneously recordable,

narratable, and irreversible.

8. Death already constitutes a singular irreversible event. The city

awaits it with its specific death concealment - documentation

mechanisms. The death registries are the city’s enchanted, latent,

or hidden histories. Murder, however, is presented with a certain

immoral particularity: it is a decisive act, which achieves

irreversibility through a certain active blow. Murder is the borderline

of human action; in a specific way, murder speaks of interpretation.

There is something immoral in interpretation, which the interpreter

always plays with. The morality of interpretation is based on an

awareness of the permanent possibility of distortion. However, in

the case of murder, how far can the interpreter’s work reach?

9. Interpretation may be understood as a step back; interpretation

erases “what we see” and organizes it anew. We interpret something

and give it new form. Are we perhaps capable of transforming the

interpretation of a murder in the same way? Political crime is

frequently presented under different façades. Crime, in general,

frequently tends to project an external version different from that

linked to the murderous impetus. Perpetrators ask for

understanding, submit pleas, or find even that unnecessary; they are

innocent because they acted in self-defence. A court acquits, or

reduces penalties according to the specific interpretation of each

Page 11: murder Remains

specific homicide: Premeditated or negligent; here, already, are two

different interpretations of the same fact. Everything that

constitutes murder’s interpretive administration, nevertheless,

demonstrates that interpretation is incapable of functioning

effectively; it is impossible to alter the irreversible fact of murder.

Murder is the singular event, because what occurs in murder is ex

hypothesi already inescapable. Interpretation can give new life to a

dead representation, but it cannot overturn the act of murder.

10. Interpretation reconstitutes facts. However, interpretation is

responsible for their construction in advance. Nevertheless, we must

pay attention to the condition of this reconstitution. We accept that

no moment of action produces a unique conceptual centre in any

event. On the other hand, the possibility for infinite reversions and

infinite interpretations of whatsoever fact might threaten any moral

configuration. Everything could start up again as if nothing had

occurred. A certain course could always be re-invented and search

for continuations even among apparent discontinuity. Murder

constitutes a specific example for interpretation. Interpretive

omnipotence does not suffice to alter the course of facts. Murder

constitutes the most resounding example of this axiom. Something

appears lost with murder, and along with murder, something is lost

for whatever unimportant reason. The uniqueness, which

interpretation confronts from the start as a simple instance of

multiplicity, appears in murder as the hard substance of fact. The

event, in the case of murder, defines the irreversible, failure, and

the asymmetry of any reassessment or remorse.

Page 12: murder Remains

11. The city’s multiplicity is born through the civic way of parcelling out

land, as well as with the way of dividing, categorizing, and archiving

wounds of memory. Before it became a deliberate way of imposing

authority, during the planet’s most recent Western era, multiplicity

was recognized as the way to facilitate common inhabitation of the

city. Civil law, morgue certificates, investigating magistrates,

courts, medical examiners, information gathering, archiving; all

encourage the desired multiplicity that dispels the insupportable

one-dimensional composition of the event of murder, dispels the

profoundly unalterable, undisputed “nucleus of the fact”. The

“first” indication of the fact, i.e., the dead body of the murder

victim, makes its appearance with this unalterable nucleus.

12. The body of the murder victim is the very best testimony. It is

simultaneously “the act itself” and its representation. It is what has

happened and the testimony of the event. The murder victim’s body

condenses the act and its traces into the same paradoxical remains,

which demand oblivion be put to work from the moment they

appear; to be buried, to disappear, the same way the causal act

disappeared. Burying the dead eliminates a body, burying a murder

victim eliminates an act.

13. Historical question: Can we request a history with no events? That

would be the history the city’s configuration is organizing for itself.

The answer to the historical question would require new terms for

Page 13: murder Remains

archival readings, new narratives from delving through entries. The

city’s history is thus presented as a configuration error.

14. Urban Planning Question: Can we view the city as a mechanism,

which kills the event? Then the topicality of the city would come

with some specific, imposable operational a-topia.