H.P Lovecraft - Ποντίκια μεσα στους τοίχους

13

Transcript of H.P Lovecraft - Ποντίκια μεσα στους τοίχους

Page 1: H.P Lovecraft - Ποντίκια μεσα στους τοίχους
Page 2: H.P Lovecraft - Ποντίκια μεσα στους τοίχους

ΠΟΝΤΙΚΙΑ ΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΤΟΙΧΟΥΣ

Στις 16 Ιουλίου του 1923, κι αφού κι ο τελευταίος εργάτης είχε τελειώσει τη δουλειά του, εγκαταστάθηκαστο αβαείο του Έξαμ. Η αναστήλωση του ήταν ένα έργο τεράστιο, γιατί από το παλιό κτίριο δεν είχεαπομείνει παρά ένα ετοιμόρροπο κέλυφος, κι όμως εγώ δε λυπήθηκα κανένα έξοδο προκειμένου ναεγκατασταθώ στο πατρογονικό μου σπίτι. Το Έξαμ ήταν ακατοίκητο από τον καιρό της βασιλείας τουΙάκωβου του Πρώτου, όταν μια φοβερή, αλλά σχεδόν ανεξήγητη τραγωδία έπληξε τον αφέντη του, πέντεαπό τα παιδιά του και αρκετούς από τους υπηρέτες του· από τον τόπο της καταστροφής είχε διαφύγει, μέσασ' ένα βαρύ σύννεφο τρόμου και καχυποψίας, ο τρίτος γιος, μοναδικός επιζών από την οικογένεια, καιπρόγονος δικός μου και της φαμίλιας μου.

Με το μοναδικό του δικαιούχο αποκηρυγμένο σαν δολοφόνο, το κτήμα είχε περιέλθει πάλι στην ιδιοκτησίατου Στέμματος κι ο ίδιος ο κληρονόμος του δεν προσπάθησε ποτέ να το δ',εκδικήσει, ή τουλάχιστον νααποδείξει την αθωότητα του. Συγκλονισμένος από μια φρίκη που ξεπερνούσε τα όρια της συνείδησης ή τουνόμου, και ζητώντας μονάχα να σβήσει από τη μνήμη του το αρχαίο κτίσμα, ο Γουόλτερ ντε λα Πόερ,ενδέκατος βαρόνος του Έξαμ, μετανάστευσε στη Βιρτζίνια των Ηνωμένων Πολιτειών κι εκεί δημιούργησεμια νέα ζωή, καθώς και την οικογένεια

που, έναν αιώνα αργότερα, ήταν πια γνωστή σαν Ντελα-πόρ.

Στο μεταξύ το αβαείο του Έξαμ έμεινε εγκαταλειμμένο, αν και αργότερα προσαρτήθηκε στη δικαιοδοσία τηςοικογένειας Νόρις και μελετήθηκε πολύ από τους επιστήμονες εξαιτίας της ιδιόμορφης αρχιτεκτονικής του.Γοτθικοί πύργοι υψώνονταν στο κυρίως κτίσμα που θα μπορούσε να θεωρηθεί σαξονικό ή ρωμαϊκό, ενώ ταθεμέλιά του ήταν ακόμα ένα ανακάτεμα από παλιότερες μορφές —δρυϊδικά ή και αρχαία ρωμαϊκά, ανπιστέψει κανείς τους θρύλους. Τα θεμέλια ήταν συμπαγή, κι ένα μέρος τους αποτελούσε συνέχεια τουβράχου πάνω στον οποίο ήταν χτισμένο το Έξαμ, ένα βράχο απ' όπου μπορούσε κανείς να δει ως πέρα,μακριά, στην ερημική κοιλάδα, τρία μίλια μακριά από το χωριό Άντσεστερ.

Αρχιτέκτονες και αρχαιολόγοι ενθουσιάζονταν με τη μελέτη του ξεχασμένου ερειπίου, αλλά οι κάτοικοι τηςπεριοχής μισούσαν το Έξαμ μ' όλη τους την ψυχή. Το μισούσαν με το ίδιο πάθος εκατοντάδες χρόνια πριν,όταν ακόμα ζούσαν εκεί οι προγονοί μου, και το μισούσαν και σήμερα, μέσα στη μούχλα και τηνεγκατάλειψή του.

Ούτε μια μέρα δεν είχα φτάσει στο Άντσεστερ, και γνώριζα καλά πως καταγόμουν από ένα σόι καταραμένο.Σήμερα, οι εργάτες έχουν ήδη ανατινάξει το κτίριο με εκρηκτικά κι αγωνίζονται για να σβήσουν από τη γηκάθε ίχνος των θεμελίων του. Για την ιστορία των προγόνων μου γνώριζα τα στοιχειώδη, όπως το γεγονόςότι ο ιδρυτής της οικογένειάς μου είχε φτάσει στην Αμερική κάτω από περίεργες συνθήκες. Η μυστικοπάθειαόμως των Ντελα-πόρ με είχε εμποδίσει να μάθω έστω και ης ελάχιστες λεπτομέρειες. Οι γείτονές μας, απότις κοντινές φυτείες, δεν έχαναν ποτέ την ευκαιρία να καυχηθούν για προγόνους ήρωες των Σταυροφοριώνή της Αναγέννησης, αλλά εμείς δεν κουβεντιάζαμε ποτέ για τέτοια πράγματα- στην οικογένειά μου δενείχαμε κειμήλια να περνούν από γενιά σε γενιά, εκτός από ένα σφραγισμένο φάκελο που παραδινόταν σεκάθε πρωτότοκο γιο, μετά το θάνατο του πατέρα. Οι ένδοξες αναμνήσεις μας περιορίζονταν στην ιστορίαμας μετά τη μετανάστευση στις αποικίες, κι ήταν οι αναμνήσεις μιας τίμιας και περήφανης, αν και κάπωςσυγκρατημένης κι ελαφρώς αντικοινωνικής, οικογένειας της Βιρτζίνια.

Στη διάρκεια του Εμφύλιου καταστραφήκαμε οικονομικά και η ζωή μας άλλαξε ριζικά μετά την πυρκαγιάτου· Κάρφαξ, της οικογενειακής μας έπαυλης στις όχθες του ποταμού Τζέιμς. Ο παππούς μου, πολύ γέροςτότε, χάθηκε στις φλόγες και μαζί του εξαφανίστηκε ο σφραγισμένος φάκελος που μας έδενε με τοπαρελθόν. Ήμουν εφτά χρονών στη μεγάλη φωτιά κι ακόμα τη θυμάμαι ολοζώντανα, με τουςΟμοσπονδιακούς να φωνάζουν, τις γυναίκες να ουρλιάζουν και τους Νέγρους να κλαίνε και να προσεύχονται.Ο πατέρας μου έλειπε στο στρατό, στην υπεράσπιση του Ρίτσμοντ, και μετά από πολλά προβλήματα με τηγραφειοκρατία, η μητέρα μου κι εγώ Καταφέραμε να περάσουμε μέσα από τις στρατιωτικές γραμμές για νατον συναντήσουμε.

Μετά το τέλος του πολέμου μετακομίσαμε στα βόρεια, στην ιδιαίτερη πατρίδα της μητέρας μου κι εγώμεγάλωσα, αντρώθηκα και πλούτισα σαν γνήσιος Γιάνκης. Ούτε ο πατέρας μου ούτε εγώ γνωρίζαμε τοπεριεχόμενο του περίφημου φακέλου, κι όσο συνέχισα ν' ανακατεύομαι στην πεζή εμπορική ζωή της

Page 3: H.P Lovecraft - Ποντίκια μεσα στους τοίχους

Μασαχουσέτης, τόσο έχανα κάθε ενδιαφέρον για τα μυστήρια που σκέπαζαν τις παλιές ιστορίες τουγενεαλογικού μου δέντρου. Αν μονάχα υποψιαζόμουν την αληθινή τους φύση, με τι χαρά θα εγκατέλειπα τοαβαείο του Έξαμ στη μούχλα, τις νυχτερίδες και τα ερπετά του!

Ο πατέρας μου πέθανε το 1904, χωρίς να μεταδώσει κανένα μήνυμα σε μένα ή στο δεκάχρονο τότε γιο μου,τον Άλφρεντ, που στο μεταξύ είχε ορφανέψει από μητέ-ρα. Αυτό το αγόρι ήταν που αντέστρεψε τη σειράτης ανταλλαγής οικογενειακών πληροφοριών, γιατί ενώ εγώ μόνο αόριστα αποσπάσματα είχα να του δώσωγια το παρελθόν μας, εκείνος μου έγραψε μερικά πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία, όταν βρέθηκε, το 1917, στηνΑγγλία, σαν αξιωματικός της αεροπορίας. Ήταν προφανές ότι οι Ντελαπόρ έφεραν τα ίχνη μιας ιδιαίτεραπολύπλοκης και αρκετά μακάβριας ιστορίας. Ένας φίλος του γιου μου, ο λοχαγός της RAF Έντουαρντ Νόρις,καταγόταν από μια περιοχή του Άντσεστερ που γειτόνευε με τη δική μας και διηγήθηκε στον Άλφρεντμερικές από τις ιστορίες που έλεγαν οι χωρικοί, ιστορίες που θα έκαναν πολλούς μυθιστοριογράφους ναθαυμάσουν την αγριάδα και τις απίστευτες λεπτομέρειές τους. Ο ίδιος ο Νόρις, βέβαια, δεν έδινε και μεγάλησημασία στις φήμες, αλλά ο γιος μου διασκέδαζε πολύ μ' αυτές και ήξερε ότι έδιναν μεγάλο ενδιαφέρον σταγράμματα που μου έστελνε. Αυτοί οι θρύλοι ήταν που έστρεψαν την προσοχή μου στις οικογενειακές μαςρίζες και που τελικά μ' έκαναν ν' αποφασίσω την αγορά και την αναστήλωση του Έξαμ. Ο Νόρις ήταν πουτο είχε δείξει στον Άλφρεντ, γραφικό κι ερειπωμένο, και που τελικά είχε μεσολαβήσει για την αγορά του σεπολύ λογική τιμή, μια που ιδιοκτήτης του κτιρίου ήταν ο θείος του.

Αγόρασα το Έξαμ το 1918, αλλά τα σχέδιά μου για την αναστήλωσή του διακόπηκαν αμέσως, ότανεπέστρεψε από τον πόλεμο ο γιος μου, ακρωτηριασμένος και ανήμπορος. Στα δυο χρόνια που κατάφερε νακρατηθεί σ' αυτή τη ζωή, δεν είχα τίποτ' άλλο στο μυαλ '< ;ηυ εκτός από τη φροντίδα του, κι ακόμα και τιςεπιχειρήσεις μου τις είχα αφήσει στα χέρια των συνεργατών μου.

Το 1921 με βρήκε βουτηγμένο στο πένθος, χωρίς σκοπό στη ζωή, συνταξιούχο και όχι πια τόσο νέο. Πήρατην απόφαση να διασκεδάσω τα χρόνια που μου απέμεναν αφιερώνοντάς τα στο νέο μου απόκτημα. ΤοΔεκέμβριο επισκέφθηκα το Άντσεστερ και φιλοξενήθηκα από το λοχαγό Νόρις, ένα στρουμπουλό, πρόσχαρονέο, που είχε συμπαθήσει πολύ το γιο μου και με βοήθησε πολύ συγκεντρώνοντας σχέδια και λεπτομέρειεςγια την αναστήλωση που επρόκειτο να ξεκινήσει. Το ίδιο το Έξαμ το είδα χωρίς ιδιαίτερα συναισθήματα, σανένα ανακάτεμα από μεσαιωνικά ερείπια, σκεπασμένο με κισσούς και λειχήνες, κρεμασμένο σχεδόν στην άκρηενός γκρεμού, με γκρεμισμένα όλα τα πατώματα και τρυς εσωτερικούς του τοίχους, εκτός από τα τοιχώματατων πέτρινων πύργων.

Σιγά σιγά, άρχισε να ολοκληρώνεται στα σχέδια η εικόνα που θα πρέπει να παρουσίαζε το πατρογονικό μουπριν από τρεις αιώνες, και προσέλαβα εργάτες για να ξεκινήσουν οι εργασίες. Τους περισσότερους τουςέφερα από μακρινά χωριά, γιατί οι κάτοικοι του Άντσεστερ έτρεφαν έναν απίστευτο φόβο και απέχθεια γιατο κτίριο. Το αίσθημα αυτό ήταν τόσο έντονο, που συχνά οι χωρικοί το μετέδιδαν στους ξένους εργάτες, μεαποτέλεσμα πολλοί να παρατήσουν τη δουλειά και να φύγουν, κι αυτό το μίσος είχε σαν στόχο τόσο τοαρχαίο κτίριο όσο και την οικογένεια που κατοικούσε σ' αυτό.

Ο γιος μου μου είχε πει ότι στις πρώτες του επισκέψεις εκεί, τον απέφευγαν, μόνο και μόνο επειδή είχε τοόνομα Ντε λα Πόερ, και για τον ίδιο ακριβώς λόγο ανακάλυψα κι εγώ ότι, ούτε λίγο ούτε πολύ, ήμουνεπίσης κοινωνικά εξοστρακισμένος, ώσπου τελικά κατάφερα να πείσω τους ντόπιους ότι αγνοούσα εντελώςτις λεπτομέρειες για την ιστορία της οικογένειάς μου. Ακόμα και μετά απ' αυτό πολλοί ήταν εκείνοι πουεξακολουθούσαν να με αντιπαθούν, κι έτσι, τα περισσότερα στοιχεία για το κτίριο τα συνέλεξα με νημεσολάβηση του Νόρις. Ίσως τελικά οι ντόπιοι δεν μπορούσαν να μου συγχωρήσουν το γεγονός ότιεπρόκειτο να αναστηλώσω ένα σύμβολο τέτοιας φρίκης, μια που, λογικά ή παράλογα, θεωρούσαν το Έξαμένα κρησφύγετο στοιχειών και λυκανθρώπων.

Ταιριάζοντας τους θρύλους που ο Νόρις συγκέντρωνε για λογαριασμό μου και συμπληρώνοντάς τους μεστοιχεία που μου έδωσαν διάφοροι επιστήμονες που κατά καιρούς είχαν μελετήσει το κτίριο, συμπέρανα ότιτο αβαείο του Έξαμ βρισκόταν στη θέση ενός προϊστορικού τόπου λατρείας, δρυιδικού ή και προ- δρυιδικού.Κανείς σχεδόν δεν αμφισβητούσε το γεγονός ότι σ' αυτή ακριβώς την τοποθεσία συνέβαιναν ακατονόμαστεςτελετές, και πολλές διηγήσεις έλεγαν ότι οι πανάρχαιες αυτές λειτουργίες είχαν ενσωματωθεί στιςτελετουργίες της Κυβέλης που είχαν εισαγάγει στην περιοχή οι Ρωμαίοι κατακτητές.

Στο κάτω κελάρι υπήρχαν ακόμα χαραγμένες επιγραφές, με γράμματα «DIV... OPS... MAGNA. ΜΑΤ...»

Page 4: H.P Lovecraft - Ποντίκια μεσα στους τοίχους

απομεινάρια του ονόματος «Μάγκνα Μάτερ», της Μεγάλης Μητέρας, που η λατρεία της ήταν απαγορευμένηστους Ρωμαίους. Το Αντσεστερ ήταν η βάση της Τρίτης Λεγεώνας του αυτοκράτορα Αυγούστου, και λένεπως εκεί βρισκόταν ένα λαμπρό ιερό της θεάς Κυβέλης, όπου συνέρ-ρεαν οι πιστοί πραγματοποιώνταςφρικτές τελετές, κάτω από τις ευλογίες ιερέων από τη Φρυγία. Οι θρύλοι της περιοχής έλεγαν ακόμα ότι ηπτώση της παλιάς θρησκείας δε σήμανε και το τέλος των οργίων, αλλά ότι οι αρχαίοι ιερείς επιζούσανανάμεσα στις τάξεις της καινούριας πίστης. Έλεγαν ακόμα ότι η πτώση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας δεσήμανε και το τέλος της λατρείας, αλλά ότι μια ομάδα από Σάξονες μοναχούς συμπλήρωσε το αρχαίο πιαιερό και του έδωσε τη μορφή που είχε μέχρι σήμερα, μετατρέποντάς το σε κέντρο μιας αίρεσης που τηνέτρεμε όλη η περιοχή της τότε επταρχίας. Ένα ιστορικό χρονικό του 1000 μ.Χ. περίπου αναφέρει το κτίριοσαν βάση ενός αλλόκοτου μοναστικού τάγματος που κατοικούσε εκεί, περιτριγυρισμένο από απέραντουςκήπους, που δεν είχαν καμιά ανάγκη από φράχτες για να εμποδίσουν την είσοδο των τρομοκρατημένωνντόπιων. Το κτίσμα δεν καταστράφηκε από τους Δανούς επιδρομείς, αν και μετά τη νορμανδική επίθεση θαπρέπει να εγκαταλείφθηκε, γιατί καμιά πρόσθεση ή βελτίωση δεν έγινε σ' αυτό, ούτε κανείς διαμαρτυρήθηκεόταν ο Ερρίκος ο Τρίτος δώρισε το κτήμα και το αβαείο στον πρόγονο μου, τον Γκίλμπερτ ντε λα Πόερ,πρώτο βαρόνο του Έξαμ, το 1261.

Πριν από τη χρονολογία αυτή, καμιά υποψία δε σκίαζε την ιστορία της οικογένειάς μου, αλλά κάτι παράξενοθα πρέπει να συνέβη μετά την εγκατάστασή τους στα νέα τους κτήματα. Σ' ένα λαϊκό χρονικό του 1307,αναφέρεται κάποιος Ντε λα Πόερ σαν «Θεοκατάρατος», ενώ οι μύθοι της περιοχής μόνο τρόμο και μίσοςκρύβουν για το κάστρο που χτίστηκε πάνω στα αρχαία θεμέλια και το παλιό ιερό. Τα παραμύθια που έλεγανδίπλα στο τζάκι οι χωρικοί ήταν τρομαχτικά και γίνονταν περισσότερο φρικτά από την έλλειψη λεπτομερειώνκαι την επικίνδυνη αοριστία τους. Σ' αυτά τα παραμύθια οι πρόγονοι μου εμφανίζονταν σαν μια ράτσακληρονομικών δαιμόνων, που μπροστά τους ο Γκιλ ντε Ρετς και ο μαρκήσιος ντε Σαντ φάνταζαν σαν απλοίιδιόρρυθμοι. Οι διηγήσεις των ντόπιων, συχνά, έριχναν στους προγόνους μου την ευθύνη για τις σποραδικέςεξαφανίσεις χωρικών από την περιοχή.

Οι χειρότεροι ήρωες, χωρίς αμφιβολία, ήταν οι ίδιοι οι βαρόνοι και οι πρωτότοκοι γιοι τους, ή τουλάχιστον,οι περισσότερες ψιθυριστές φήμες αφορούσαν αυτούς. Λέγανε πως αν κατά τύχη ένας κληρονόμοςπαρουσίαζε υγιείς και ανθρωπιστικές τάσεις, πέθαινε ξαφνικά και τη θέση του έπαιρνε κάποιος άλλος γιος μετον τυπικό χαρα-κτή^ϊ της οκ^γέ/Γ.οτ. Η ίδια η φύση της λατρείας πρέπει να βασιζόταν περισσότεροταμπεραμέντο και λιγότερο στην κληρονομικότητα, γιατί μέλη της αίρεσης γίνονταν συχνά και εξ αγχιστείαςσυγγενείς. Η λαίδη Μάργκαρετ Τρέβορ από την Κορνουάλη, σύζυγος του Γκό-ντφρι, δεύτερου γιου τουπέμπτου στη σειρά βαρόνου, έγινε ο γνωστότερος μπαμπούλας των μικρών παιδιών της περιοχής καικεντρικό πρόσωπο μιας τρομακτικής μπαλάντας που ακόμα την τραγουδούν κοντά στα ουαλικά σύνορα. Σεδημοτικά τραγούδια ζει ακόμα το φοβερό παραμύθι της λαίδης Μαίρης ντε λα Πόερ, που λίγο μετά το γάμοτης με το λόρδο του Σριούσφερλντ, σφάχτηκε από το σύζυγο και την πεθερά της. Ο ιερέας του χωριούσυγχώρεσε τους δολοφόνους και τους ευλόγησε για την πράξη τους, όταν του εξομολογήθηκαν τους λόγουςτου εγκλήματος, λόγους που ποτέ δεν εξηγήθηκαν στον υπόλοιπο κόσμο.

Οι μύθοι και τα τραγούδια με εκνεύριζαν φοβερά, καθώς μαρτυρούσαν ανόητες δεισιδαιμονίες καιπροκαταλήψεις. Η επιμονή με την οποία επαναλαμβάνονταν και η αναφορά τους σε τόσους πολλούς απότους προγόνους μου, μ' ενοχλούσαν ακόμα περισσότερο. Η επανάληψη αυτών των δαιμονικών ανθρώπωνμου θύμιζε το σκάνδαλο που είχε ξεσπάσει στις αποικίες, όταν ένας ξάδελφος μου, ο Ράντολφ Ντελαπόρ τουΚάρφαξ, μετά την επιστροφή του από τον πόλεμο του Μεξικού, είχε πάει να κατοικήσει μαζί με του Νέγρουςκαι είχε τελικά γίνει ιερέας Βουντού.

Πολύ λιγότερο μ' ενοχλούσαν οι φήμες για ουρλιαχτά και κλάματα που δήθεν ακούγονταν στη γυμνή,ανεμοδαρ-μένη κοιλάδα κάτω από το βραχώδη λόφο όπου υψωνόταν το κτίριο, οι ψίθυροι για τις μυρωδιέςπου αναδίδονταν από το νεκροταφείο μετά από τις ανοιξιάτικες βροχές, για το απειλητικό άσπρο πράγμαπου πάνω του είχε σκοντάψει το άλογο του σερ Τζον Κλέιβ, μια νύχτα σ' ένα έρημο χωράφι· ή για τονυπηρέτη που είχε χάσει τα λογικά του απ' αυτό που είδε, μέρα μεσημέρι, να εμφανίζεται μπροστά του στηνπεριοχή του Έξαμ. Κάτι τέτοιες διαδόσεις δεν ήταν παρά διαστρεβλωμένα γεγονότα, κι εγώ εκείνη την εποχήήμουν δηλωμένος σκεπτικιστής. Όσο για τους χωρικούς που είχαν εξαφανιστεί, δεν αποκλείεται να είχεπράγματι συμβεί κάτι τέτοιο στο παρελθόν. Η περιέργεια πολύ συχνά σήμαινε θάνατο στο μεσαίωνα, καιαρκετές φορές τα κεφάλια των περιέργων είχαν στολίσει τις εξωτερικές πολεμίστρες — καταστρεμμένεςτώρα — του Έξαμ.

Page 5: H.P Lovecraft - Ποντίκια μεσα στους τοίχους

Μερικές από τις ιστορίες ήταν πραγματικά γραφικές, και λυπόμουν που στα νιάτα μου δεν είχα ενημερωθείπερισσότερο γι' αυτούς τους μύθους. Υπήρχε, για παράδειγμα, ο θρύλος πως, κάθε νύχτα, ένα λεφούσι απόνυχτερι-δόμορφους δαίμονες λειτουργούσε στο αβαείο, κι ότι αυτή ήταν η εξήγηση για τις τεράστιεςποσότητες από άγρια λαχανικά που φύτρωναν στους κήπους, λαχανικά που προορίζονταν για τροφή τωνδαιμόνων. Πιο ζωηρή απ' όλες ήταν η ιστορία με τα ποντίκια — έναν αηδιαστικό στρατό που είχε εμφανιστείμέσα από το κάστρο, τρεις μήνες μετά την τραγωδία που προκάλεσε την ερήμωσή του. Ένας βρομερός,λιγδιασμένος και πολύ πεινασμένος στρατός από ποντίκια, που όρμησε πάνω σε ό,τι βρήκε μπρος του καικαταβρόχθισε στο διάβα του γάτες, σκύλους, αγρίμια, γουρούνια, πρόβατα, ακόμα και δυο δύστυχουςανθρώπους, πριν χορτάσει τη λύσσα και την πείνα του. Γύρω από την εμφάνιση αυτού του αξέχαστουτάγματος έχουν πλεχτεί ατέλειωτες σειρές μύθων, μια και, όπως λένε, η λεγεώνα των ποντικώνδιασκορπίστηκε στα σπίτια της περιοχής φέρνοντας παντού τρόμο και κατάρες.

Τέτοιες ήταν οι φήμες που έφταναν στ' αυτιά μου, την εποχή που με γεροντικό πείσμα προσπαθούσα ναολοκληρώσω τις εργασίες αναστήλωσης του πατρογονικού μου κάστρου. Ούτε για ένα λεπτό δεν πρέπει ναφανταστείτε ότι το κλίμα αυτό φόρτισε τον ψυχικό μου κόσμο, ή ότι μου δημιούργησε δυσάρεστες τύψειςκαι αμφιβολίες. Ίσα ίσα, απολάμβανα τις ενθαρρύνσεις, τα συγχαρητήρια και την εκτίμησ. τόσο τουλοχαγού Νόρις όσο και των επιστημόνων που με «-ανάδευαν και συνεργάζονταν στην αναστήλωση. Όταν οιερ γασίες τελείωσαν, δυο χρόνια μετά το ξεκίνημά τους, η θέα των τεράστιων δωματίων, τωναποκαταστημένων τοίχων, των χτιστών ταβανιών, καθώς και οι φαρδιές σκάλες και τα επεξεργασμένακρύσταλλα στα παράθυρα, με γέμισαν περηφάνια και με αποζημίωσαν για το υπερβολικά πολυδάπανο έργοτης αναστήλωσης.

Με εξυπνάδα και ακρίβεια είχε αναπαρασταθεί κάθε μεσαιωνικό στοιχείο, και τα καινούρια υλικάπαντρεύονταν τέλεια με τους αρχικούς τοίχους και τα θεμέλια. Ο πύργος των προγόνων μου είχεανακαινιστεί κι εγώ περίμενα πια να αποκαταστήσω την οικογενειακή υπόληψη στη γύρω περιοχή και ναδιορθώσω την κακή φήμη μιας δυναστείας της οποίας ήμουν πια ο τελευταίος απόγονος. Πήρα την απόφασηπως θα ερχόμουν να εγκατασταθώ μόνιμα, αποδείχνοντας ότι ένας Ντε λα Πόερ — είχα στο μεταξύξαναπάρει το παλιό όνομα — δεν ήταν αναγκαστικά και κακούργος. Η άνεση που ένιωθα οφειλόταν και στογεγονός ότι αν και το Έξαμ έδινε την εικόνα ενός μεσαιωνικού κτιρίου, το εσωτερικό του ήταν πια εντελώςκαινούριο κι ελεύθερο από παλιά δηλητήρια και παλιά φαντάσματα.

Μετακόμισα, όπως σας είπα, στις 16 Ιουλίου του 1923. Το νοικοκυριό μου αποτελούσαν εφτά υπηρέτες καιεννιά γάτες — το είδος των τελευταίων μου είναι ιδιαίτερα συμπαθές. Ο πιο ηλικιωμένος γάτος μου, οΜπαρμπα-Νέ-γρος, ήταν εφτά χρονών και τον είχα φέρει μαζί μου από το σπίτι μου στη Μασαχουσέτη, ενώτους άλλους τους είχα μαζέψει όσο καιρό ζούσα με την οικογένεια Νόρις, περιμένοντας να τελειώσουν οιεργασίες στο Έξαμ.

Τις πέντε πρώτες μέρες η ζωή μας κύλησε μέσα στην πιο πεζή ρουτίνα, ενώ εγώ αφιέρωνα το μεγαλύτερομέρος του χρόνου μου στη συλλογή και αρχειοθέτηση των ιστορικών στοιχείων της οικογένειας. Είχακαταφέρει να συλλέξω κάποιες περιστασιακές μαρτυρίες σχετικά με τη μεγάλη τραγωδία και τη φυγή τουΓουόλτερ ντε λα Πόερ, που φανταζόμουν ότι θα πρέπει να αποτελούσαν το περιεχόμενο του φακέλου πουείχε χαθεί στην πυρκαγιά του Κάρφαξ. Φαίνεται πως βάσει σοβαρών αποδείξεων ο πρόγονος μου είχεκατηγορηθεί για το φόνο ολόκληρης της οικογένειας του, με την εξαίρεση τεσσάρων έμπιστων υπηρετών.Τους είχε, υποτίθεται,-σκοτώσει στον ύπνο τους, δυο βδομάδες μετά από μια φρικτή ανακάλυψη πουάλλαξε όλη τη ζωή του, μια ανακάλυψη που δεν ομολόγησε ποτέ σε κανέναν, εκτός ίσως από τους υπηρέτεςπου τον βοήθησαν και που κι εκείνοι δραπέτευσαν μετά την τραγωδία.

Αυτή η σφαγή του πατέρα, τριών γιων και δυο κοριτσιών έμεινε ανεξήγητα ατιμώρητη από τους κατοίκουςτης περιοχής κι ο ίδιος ο "νόμος την αντιμετώπισε με τέτοια επιείκεια, που ο φερόμενος ως δολοφόνοςκατάφερε να φύγει ανεμπόδιστα, χωρίς κανείς να τον πειράξει, και να μεταναστεύσει φανερά στη Βιρτζίνια·οι ψίθυροι έλεγαν πως το φονικό χέρι είχε στην πραγματικότητα καθαρίσει την περιοχή από έναανομολόγητο μίασμα. Τι είδους ανακάλυψη ήταν αυτή που προκάλεσε ένα τέτοιο αποτρόπαιο έργο δενμπορούσα να φανταστώ. Ο Γουόλτερ ντε λα Πόερ θα πρέπει από τα παιδικά του κιόλας χρόνια να ήξερε τιςφήμες που κυκλοφορούσαν για την οικογένειά του, και τέτοιου τύπου διαδόσεις δεν ήταν δυνατό ν'αποτελέσουν κίνητρο για την πράξη του. Τότε λοιπόν, μήπως ξαφνικά είχε δει με τα μάτια του κάποιααπαίσια τελετουργία, ή ίσως είχε ανακαλύψει στο Έξαμ κάποιο σημάδι που αποκάλυπτε την ύπαρξη τουκακού; Οι φήμες που κυκλοφορούσαν γι' αυτόν τον ήθελαν πράο, σχεδόν δειλό. Οι αναμνήσεις που άφησε

Page 6: H.P Lovecraft - Ποντίκια μεσα στους τοίχους

στη Βιρτζίνια ήταν εικόνες ενός ανθρώπου όχι σκληρού ή πικραμένου, αλλά σιωπηλού και ήσυχου και μεκατανόηση. Ένας σύγχρονος του, ο Φράν-σις Χάρλεϊ της Μπέλβιου, τον αναφέρει στο ημερολόγιο του σανέναν άντρα δίκαιο, έντιμο και γεμάτο λεπτά αισθήματα.

5τις 22 Ιουλίου συνέβη το πρώτο γεγονός που, αν και τότε κανείς δεν πρόσεξε ιδιαίτερα, σήμερα παίρνει μιατρομακτική σημασία, αν το συνδέσεις με τα γεγονότα που ακολούθησαν. Ήταν τόσο απλό που πέρασετελείως απαρατήρητο, κι ούτε θα το θυμόταν κανείς ποτέ για ο-ποιοδήποτε λόγο. Πρέπει να σας θυμίσω ότιβρισκόμουν μέσα σ' ένα κτίριο ολοκαίνουριο σε όλα εκτός από τους τοίχους του, περιτριγυρισμένος από έναπροσγειωμένο υπηρετικό προσωπικό, οπότε κάθε υποψία, παρά τις τοπικές φήμες, φαινόταν τελείωςπαράλογη.

Αυτό που αργότερα θυμήθηκα ήταν απλούστατο. Ο γέρος πια γάτος μου, που τις διαθέσεις του γνώριζατόσο καλά, παρουσίασε μια ανησυχία εντελώς αντίθετη με το συνήθως νωχελικό χαρακτήρα του. Έτρεχεαπό δωμάτιο σε δωμάτιο, εκνευρισμένος και περίεργος, και δε σταματούσε να οσμίζεται τους τοίχους πουήταν κομμάτι του παλιού γοτθικού κτίσματος. Ναι, ξέρω πόσο κοινότοπο φαίνεται αυτό — η κλασικήπερίπτωση του σκύλου που ουρλιάζει πριν βγουν τα φαντάσματα — κι όμως δεν είναι δυνατό να τοπαραλείψω.

Την άλλη μέρα ένας υπηρέτης ανέφερε πως το ίδιο ανήσυχες ήταν κι όλες οι γάτες στο σπίτι. Ήρθε να μεβρει στο γραφείο μου, ένα μεγάλο δυτικό δωμάτιο, σαν πατάρι στο δεύτερο όροφο, με αψίδες, ξύλινεςεπενδύσεις στους τοίχους κι ένα τεράστιο τριπλό γοτθικό παράθυρο με θέα στον απότομο γκρεμό και τηνπλατιά κοιλάδα· καθώς ο υπηρέτης μού μιλούσε διέκρινα τον Μπαρμπα-Νέγρο να σκαρφαλώνει στο δυτικότοίχο και να ξύνει με τα νύχια του την επένδυση του ξύλου που κάλυπτε την αρχαία πέτρα.

Εξήγησα στον υπηρέτη ότι σίγουρα η πέτρα θα ανέδιδε κάποια μυρωδιά ανεπαίσθητη για τους ανθρώπους,αλλά αρκετά δυνατή για να ερεθίσει τις ευαίσθητες μύτες των ζώων, διαπερνώντας ακόμα και τηνξυλεπένδυση. Το πίστευα στ' αλήθεια κι όταν ο υπηρέτησε μίλησε για αρουραίους ή ποντίκια, του απάντησαότι στο κτίριο είχαν να φανούν ποντίκια πάνω από τριακόσια χρόνια κι ότι ακόμα κι οι αρουραίοι πουαφθονούσαν έξω στα λιβάδια θα ήταν τελείως απίθανο να έχουν ανεβεί σε τόσο ψηλούς τοίχους. Το ίδιοαπόγευμα επισκέφθηκα και το λοχαγό Νόρις, που με διαβεβαίωσε ότι η παρουσία των αρουραίων τηςυπαίθρου στο Έξαμ ήταν εντελώς αδύνατη.

Την ίδια νύχτα, με τη βοήθεια ενός θαλαμηπόλου, αποσύρθηκα στην κάμαρα του δυτικού πύργου που είχαδιαλέξει για υπνοδωμάτιο. Έφτανε κανείς εκεί κατευθείαν από το προσωπικό μου γραφείο, ανεβαίνοντας μιαπέτρινη σκάλα και διασχίζοντας μια μικρή στοά. Η σκάλα ήταν παλιά, ενώ η στοά χτισμένη από την αρχή.Το δωμάτιο ήταν στρογγυλό, με πολύ ψηλό ταβάνι και δεν υπήρχαν ξυλεπενδύσεις, μια που άτους τοίχουςείχα κρεμάσει ταμπλό με ταπετσαρίες που ο ίδιος διάλεξα στο Λονδίνο.

Ο Μπαρμπα-Νέγρος ήταν μαζί μου. Έκλεισα τη βαριά γοτθική πόρτα κι ετοιμάστηκα να ξαπλώσω κάτω απότο φως των ηλεκτρικών λαμπτήρων που είχαν με τόση μαστοριά φτιαχτεί να μοιάζουν με κεριά, σβήνονταςτελικά το φως τη στιγμή που ξάπλωσα στο σκαλιστό κρεβάτι με τις κολόνες, με τον ηλικιωμένο γάτο στησυνηθισμένη του θέση, στα πόδια μου. Δεν τράβηξα τις κουρτίνες, προτίμησα να κοιτάζω έξω από το στενόπαράθυρο ακριβώς απέναντι από το κρεβάτι. Μια υποψία ανταύγειας έβγαινε από τον ουρανό και ταλεπτεπίλεπτα σχήματα πάνω στο παράθυρο διαγράφονταν ευχάριστα.

Θα πρέπει να κοιμήθηκα πολύ βαριά, γιατί θυμάμαι τον εαυτό μου να συνέρχεται από όνειρα περίεργα, τηστιγμή ακριβώς που ο γάτος τινάχτηκε απότομα από τη θέση του. Τον είδα μέσα στο χλομό νυχτερινό φως,όρθιο, με το κεφάλι προς τα εμπρός, τα πίσω του πόδια πάνω στους αστραγάλους μου και τα μπροστινάτεντωμένα, σχεδόν σε θέση μάχης. Κοιτούσε με φοβερή ένταση ένα σημείο στον τοίχο, λίγο δίπλα από τοπαράθυρο, ένα σημείο όπου το δικό μου μάτι δεν μπορούσε να διακρίνει, αλλά που φυσικά είχε αποσπάσειτώρα και τη δική μου προσοχή.

Καθώς παρακολουθούσα, είδα ότι ο Μπαρμπα-Νέγρος δίκαια είχε αναστατωθεί. Δεν είμαι απόλυτα σίγουροςότι είδα την ταπετσαρία να κινείται — ίσως και να την είδα, ελάχιστα. Αλλά μπορώ να ορκιστώ ότι πίσω τηςάκουσα καθαρά ένα χαμηλόφωνο αλλά ξεκάθαρο ποδοβολητό αρουραίων ή ποντικών. Την ίδια στιγμή ογάτος όρμησε πάνω στην ταπετσαρία, σκίζοντας το κομμάτι μέχρι το πάτωμα με το βάρος του κιαποκαλύπτοντας την ελαφρά υγρή, πέτρινη επιφάνεια του τοίχου, μπαλωμένη εδώ κι εκεί από τους εργάτες,

Page 7: H.P Lovecraft - Ποντίκια μεσα στους τοίχους

αλλά χωρίς ούτε ένα ίχνος τρωκτικών εισβολέων.

Ο Μπαρμπα-Νέγρος βάλθηκε να τρέχει κατά μήκος του τοίχου, νυχιάζοντας εδώ κι εκεί τις ταπετσαρίες καιπροσπαθώντας μάταια να χώσει το ποδαράκι του ανάμεσα στον τοίχο και το ξύλινο πάτωμα. Δε βρήκετίποτα, και μετά από λίγο, κουρασμένος, γύρισε στη θέση του, πάνω από τα πόδια μου. Εγώ δεν είχακινηθεί όλο αυτό το διάστημα, αλλά δεν έκλεισα μάτι όλη την υπόλοιπη νύχτα.

Το πρωί ρώτησα όλους τους υπηρέτες και απ' όλους βεβαιώθηκα ότι κανείς δεν είχε ακούσει ή δει τίποταπερίεργο, εκτός από τη μαγείρισσα που τη νύχτα είχε προσέξει τις περίεργες αντιδράσεις μιας από τις γάτες.Κάποια ώρα η γάτα, που κοιμόταν στο περβάζι του παραθύρου της, άρχισε να ουρλιάζει. Η μαγείρισσα είχεξυπνήσει κι είχε επίτηδες αφήσει το ζώο νά βγει έξω από το δωμάτιο της. Όσο για μένα, γύρισα στηνκάμαρά μου και κοιμήθηκα μέχρι νωρίς το απόγευμα. Μετά επισκέφθηκα το λοχαγό, που άκουσε με μεγάλοενδιαφέρον όσα του διηγήθηκα. Τα περίεργα αυτά περιστατικά, τόσο ασήμαντα κι όμως τόσο ανεξήγητα,του ερέθισαν την αίσθηση του αλλόκοτου και τον έκαναν να θυμηθεί κι άλλους τοπικούς θρύλους. Η ιδέατης παρουσίας ποντικιών μας είχε και τους δυο μπερδέψει και ο Νόρις μου δάνεισε μερικές φάκες καιποντικοφάρμακο, που διέταξα τους υπηρέτες μου να τοποθετήσουν σε στρατηγικές θέσεις μέσα στο σπίτι.

Πήγα για ύπνο νωρίς, αλλά ταλαιπωρήθηκα από απαίσια όνειρα. Είδα τον εαυτό μου στην πιο ψηλή κορφήενός τεράστιου φαραγγιού, να κοιτάζει προς τα κάτω, ενώ ή-μουν βυθισμένος μέχρι το γόνατο σε τρομερέςβρομιές, κι ένας φρικιαστικός ασπρογένης δαίμονας-βοσκός περνούσε από δίπλα μου με το κοπάδι του:βρομερά, πλαδαρά ζώα που η θέα τους με πλημμύριζε απερίγραπτη αηδία. Ξαφνικά, καθώς ο χοιροβοσκόςασχολιόταν με τη δουλειά του, ένα τεράστιο πλήθος από ποντίκια εμφανίστηκε από την κορφή της αβύσσουκαι κατασπάραξε και τον άνθρωπο και τα ζώα.

Από τον τρομερό αυτό εφιάλτη με συνέφερε ξαφνικά ο Μπαρμπα-Νέγρος, που κοιμόταν στη συνηθισμένητου θέση. Αυτή τη φορά δε χρειάστηκε να προσπαθήσω πολύ για να αντιληφθώ την αιτία των ουρλιαχτώνκαι των απειλητικών μουγκρητών του και του φόβου που ένιωθε και τον έκανε να χώνει τα νύχια του στουςαστραγάλους μου, χωρίς να καταλαβαίνει ότι με πονούσε* γιατί, από κάθε σημείο του δωματίου, οι τοίχοιπάλλονταν με τον εμετικό θόρυβο, το μολυσμένο γλίστρημα γιγαντιαίων, πεινασμένων ποντικών. Δενυπήρχε το θαμπό ημίφως της περασμένης νύχτας για να μου επιτρέψει να διακρίνω την ταπετσαρία — πουτο σκισμένο κομμάτι της είχε αντικατασταθεί — αλλά είχα φοβηθεί τόσο πολύ που με μια απότομη κίνησηάναψα το φως.

Καθώς οι γλόμποι άστραψαν, είδα αμέσως το απαίσιο κυματιστό τράνταγμα της ταπετσαρίας, που έκανε ταπερίεργα σχήματά της να μοιάζουν να χορεύουν ένα μοναδικό χορό θανάτου. Μα η κίνηση αυτή σταμάτησεσχεδόν αμέσως και σε μια στιγμή εξαφανίστηκε και ο ήχος. Πετάχτηκα έξω από το κρεβάτι, άρπαξα τομακρύ χερούλι της τσιμπίδας του τζακιού κι άρχισα να χτυπάω την ταπετσαρία, σηκώνοντας ένα μέρος τηςγια να δω τι κρυβόταν από πίσω. Τίποτα· τίποτα, εκτός από τις επισκευασμένες πέτρες του τοίχου. Ακόμα κιο γάτος είχε χάσει την ένταση που τον προειδοποιούσε γι' αυτές τις μυστηριώδεις παρουσίες. Όταν εξέτασατην ποντικοπαγίδα, είδα πως όλες οι φάκες ήταν ανοιχτές, αν και τίποτα δε μαρτυρού-σε τι πλάσμα ήταναυτό που είχε πιαστεί και ξεφύγει.

Να γυρίσω να κοιμηθώ, ούτε λόγος. Αναψα ένα κερί και βγήκα στη στοά που οδηγούσε στα σκαλιά τουγραφείου μου, με τον Μπαρμπα-Νέγρο να με ακολουθεί. Πριν φτάσω στη σκάλα όμως, ο Μπαρμπα-Νέγροςμε προσπέρασε σαν σαΐτα κι εξαφανίστηκε κατεβαίνοντας με μεγάλη ταχύτητα. Καθώς τον ακολουθούσα,αντιλήφθηκα τους θορύβους που έρχονταν από το γραφείο: θορύβους που ήξερα ότι δεν μπορούσαν ναείναι τίποτ' άλλο από...

Ποντίκια. Πίσω από τις ξυλεπενδύσεις των τοίχων οργίαζαν τα ποντίκια, τρέχοντας και ροκανίζοντας καισκάβοντας, ενώ ο Μπαρμπα-Νέγρος έτρεχε σαν τρελός εδώ κι εκεί, σαν κυνηγός που τον μπέρδεψε τοθήραμά του. Αναψα το φως, που αυτή τη φορά δεν έκανε το θόρυβο να σταματήσει. Οι ποντικοί συνέχισαντον ξεσηκωμό τους, τρέχοντας με τέτοια δύναμη και τόσο ευδιάκριτα, που τελικά κατάφερα νασυνειδητοποιήσω τον προορισμό τους. Τα πλάσματα αυτά, προφανώς αμέτρητα, μετανάστευαν από κάποιοαπροσδιόριστο μεγάλο ύψος του κάστρου, προς κάποιο εξίσου απροσδιόριστο σημείο κάτω, στα έ-γκατάτου. ¦>

Ακουσα βήματα στο διάδρομο και την επόμενη στιγμή δυο υπηρέτες έσπρωξαν τη βαριά πόρτα που έμπαζε

Page 8: H.P Lovecraft - Ποντίκια μεσα στους τοίχους

στο γραφείο. Έψαχναν το σπίτι για να βρουν τι ήταν αυτό που είχε αναστατώσει σε βαθμό πανικού όλες τιςγάτες του σπιτιού, τι ήταν αυτό που τις είχε κάνει να τρέχουν με μανία, να κατέβουν όλες τις σκάλες και ναστηθούν, με μουγκρητά και ουρλιαχτά, μπροστά στην πόρτα που οδηγούσε στο δεύτερο υπόγειο. Τουςρώτησα αν είχαν ακούσει τα ποντίκια, αλλά δεν είχαν αντιληφθεί τίποτα τέτοιο, κι όταν προσπάθησα να τουςκάνω ν' ακούσουν τα τρεχα-λητά πίσω από τις ξυλεπενδύσεις, συνειδητοποίησα ότι ο θόρυβος είχεσταματήσει.

Μαζί με τους δυο υπηρέτες, κατεβήκαμε ως το δεύτερο υπόγειο, αλλά οι γάτες είχαν κιόλας σκορπίσει.Αποφά-σισα να εξερευνήσω το υπόγειο αργότερα κι έκανα ένα γύρο του σπιτιού για να ελέγξω τιςποντικοπαγίδες. Ήταν όλες ανοιγμένες, αλλά χωρίς αιχμαλώτους. Σίγουρος πως κανένας δεν είχε ακούσει ταποντίκια εκτός από μένα και τις γάτες, γύρισα στο γραφείο μου κι έμεινα εκεί μέχρι το πρωί, σε βαθιάσκέψη, προσπαθώντας ν' ανακαλέσω στη μνήμη μου και την τελευταία λεπτομέρεια κάθε λαϊκήςδεισιδαιμονίας που είχε φτάσει στ' αυτιά μου. Αργά το πρωί, κατάφερα να κοιμηθώ λίγο, βυθισμένος σε μιααναπαυτική, μοντέρνα πολυθρόνα της βιβλιοθήκης, που tc μεσαιωνικό στυλ του σπιτιού δε με είχε εμποδίσεινα αγοράσω. Το μεσημέρι τηλεφώνησα στον Νόρις που ήρθε αμέσως να με βοηθήσει να εξερευνήσουμε τουπόγειο.

Δε βρήκαμε τίποτα, μα τίποτα παράξενο, εκτός από το συναίσθημα δέους που μας προκαλούσε το γεγονόςότι το κελάρι αυτό είχε χτιστεί από τους ίδιους τους Ρωμαίους· δεν ήταν το δήθεν ρωμαϊκό, εκχυδαΐσμένοστυλ των Σαξόνων. Κάθε χαμηλή αψίδα, κάθε στέρεη κολόνα ήταν φτιαγμένη με τη σοβαρότητα και τοναρμονικά κλασικό όγκο της εποχής του Καίσαρα. Οι τοίχοι έφεραν ακόμα τις επιγραφές που τόσο είχαναπασχολήσει τους αρχαιολόγους που είχαν ερευνήσει το μέρος: «Ρ. GETAE... PROP... TEMP... DONA...» και«L. PRAEC... VS... PONTIFI... ATYS...»

Η αναφορά στον Ατις μ' έκανε ν' ανατριχιάσω. Είχα διαβάσει Κάτουλο και ήξερα αρκετά για τις φρικιαστικέςτελετουργίες στο όνομα του θεού από την Ανατολή, που η λατρεία του είχε αναμειχθεί μ' εκείνη τηςΚυβέλης. Στο φως των φακών μας, ο Νόρις κι εγώ προσπαθούσαμε να καταλάβουμε το νόημα τωνπερίεργων, σχεδόν σβησμένων σχημάτων, πάνω σε τρίγωνες πλάκες που η αρχαιολογική μελέτη τιςθεωρούσε βωμούς, αλλά δεν μπορούσε να εξηγήσει τη σημασία τους. Μας ήρθε στο μυαλό η σκέψη πωςένα από τα σχήματα, κάτι σαν ακτινωτός ήλιος, είχε οδηγήσει τους μελετητές στο συμπέρασμα πως ήτανπρο-ρω-μαϊκής καταγωγής, πράγμα που σήμαινε ότι οι Ρωμαίοι ιερείς είχαν βρει εκείνους τους βωμούς στηθέση τους και είχαν συνεχίσει μια αρχαιότερη λατρεία, προϊστορικής ίσως καταγωγής. Σε μια από τιςτρίγωνες πέτρες υπήρχαν καφέ λεκέδες που μ' έκαναν ν' αναρωτιέμαι. Στη μεγαλύτερη, κοντά στο κέντροτου δωματίου, υπήρχαν σκαλίσματα που έδειχναν την πιθανή σχέση της με κάποιο είδος φωτιάς — ίσωςέκαιγαν εκεί σφάγια για θυσίες.

Αυτή ήταν πάνω κάτω η όψη του δωματίου που αντικρίσαμε ο Νόρις κι εγώ, κι όπου τελικά αποφασίσαμε ναπεράσουμε τη νύχτα. Οι υπηρέτες μάς κατέβασαν δυο καναπέδες, δέχτηκαν την εντολή μας να μηνπεριορίσουν σε τίποτα τις αντιδράσεις των γάτων, κι ο Μπαρμπα-Νέγρος έμεινε μαζί μας για βοήθεια αλλάκαι για συντροφιά. Αποφασίσαμε να κρατήσουμε την πελώρια δρύινη πόρτα — ί.ΐ|λαδή μια σύγχρονη αλλάτέλεια αντιγραφή της παλιάς, που είχε και μικρές σχισμές για εξαερισμό — κλειστή, και μόλις τοτακτοποιήσαμε κι αυτό, αποσυρθήκαμε στους καναπέδες με τους φακούς μας αναμμένους, περιμένονταςοτιδήποτε επρόκειτο να συμβεί.

Το υπόγειο κελάρι βρισκόταν πολύ χαμηλά, μέσα στα θεμέλια του κάστρου, και χωρίς αμφιβολία κατέβαινεβαθιά μέσα στα σπλάχνα του βραχώδους λόφου πάνω στον οποίο ήταν χτισμένο το Έξαμ. Ήμουν πιασίγουρος πως αυτός ο χώρος ήταν ο τελικός προορισμός των ποντικιών, αλλά ποια ήταν η αιτία γι' αυτό, δενμπορούσα ούτε να υποθέσω. Καθώς φυλούσαμε σκοπιά, έπιασα τον εαυτό μου να μισοπέφτει σεακαθόριστα όνειρα, από τα οποία με συνέφερναν οι ανήσυχες κινήσεις του γάτου που ήταν ξαπλωμένος σταπόδια μου.

Ήταν όνειρα μισά, που όμως έμοιαζαν τρομακτικά στον εφιάλτη της περασμένης νύχτας. Είδα ξανά τοπανύψηλο φαράγγι, μέσα στο μισόφωτο, και το χοιροβοσκό με τα απερίγραπτα βρομερά ζώα του νασέρνονται στη λάσπη, κι όσο κοιτούσα αυτά \α πλάσματα, τόσο μου φαίνονταν όλο και πιο κοντινά, όλο καιπιο ξεκάθαρα, τόσο ξεκάθαρα που σχεδόν διέκρινα τα χαρακτηριστικά τους. Μόνο τότε είδα καθαρά τηνόψη ενός από τα ζώα — και ξύπνησα με μια κραυγή τόσο δυνατή που ο Μπαρμπα-Νέγρος τινάχτηκε από τοφόβο του, ενώ ο λοχαγός, που όλη αυτή την ώρα ήταν ξύπνιος, έβαλε τα γέλια. Μπορεί να γελούσε

Page 9: H.P Lovecraft - Ποντίκια μεσα στους τοίχους

περισσότερο — ίσως και πολύ λιγότερο — αν ήξερε τι ακριβώς είχα δει, αλλά κι εγώ ο ίδιος δεν το θυμήθηκαπαρά πολύ αργότερα. Ο απόλυτος τρόμος μερικές φορές προκαλεί την παράλυση της μνήμης με ευσπλαχνία.

Ο Νόρις με ξύπνησε όταν άρχισαν τα περίεργα φαινόμενα. Βρισκόμουν ξανά στη μέση του ίδιου απαίσιουονείρου, όταν με σκούντησε ελαφρά και μ' έβαλε ν' αφουγκραστώ τις γάτες. Πραγματικά δεν ήταν καθόλουδύσκολο να τις ακούσω. Πίσω από την κλειστή πόρτα ερχόταν ένας αληθινός εφιάλτης από ουρλιαχτά καινυχιές, ενώ ο Μπαρμπα-Νέγρος, αδιάφορος για τις φωνές των ομοίων του, έτρεχε κατά μήκος των πέτρινωντοίχων. Μέσα στους τοίχους αυτούς, όπως και το περασμένο βράδυ, άκουγα καθαρά την κακοφωνία τωνποντικιών.

Ένιωσα ν' ανεβαίνει μέσα μου ένας οξύτατος τρόμος, γιατί εδώ συνέβαινε μια ανωμαλία που καμιά λογικήδεν μπορούσε να εξηγήσει. Αυτά τα ποντίκια, αν βέβαια δεν ήταν αποκυήματα του ξετρελαμένου μυαλούμου, έτρεχαν και γλιστρούσαν μέσα σε ρωμαϊκές πέτρες, που ήμουν σίγουρος πως ήταν απολύτωςσυμπαγείς. Εκτός... ίσως... η φυσική διάβρωση της γης, που προχωρούσε για περισσότερους από δεκαεφτάαιώνες, είχε κάνει το έργο της ανοίγοντας μικρές ρωγμές, που τα πεινασμένα στόματα των τρωκτικών είχανφαρδύνει σε σήραγγες. Αλλά ακόμα κι αν αυτή ήταν η εξήγηση, ο τρόμος μου δε μειωνόταν αν πραγματικάυπήρχαν αυτά τα μολυσμένα πλάσματα, γιατί ο Νόρις δεν άκουγε το θόρυβο που έκαναν; Γιατί μου έδειχνετον Μπαρμπα-Νέγρο με τέτοια επιμονή, γιατί μ' έβαζε ν' ακούσω τις γάτες και δεν μπορούσε

ούτε να μαντέψει αυτό που τις αναστάτωνε;

Κατάφερα με κόπο να του εξηγήσω, όσο πιο ήρεμα μπορούσα, το είδος του θορύβου που έφτανε στ' αυτιάμου και, καθώς μιλούσα στο λοχαγό, άκουσα τα ποδοβο-λητά ν' απομακρύνονται, να πηγαίνουν ακόμα πιοκάτω, βαθιά, πολύ χαμηλότερα κι απ' αυτό το δωμάτιο, το τελευταίο υπόγειο, μέχρι που μου φάνηκε ότιολόκληρο το εσωτερικό του λόφου αντηχούσε από απαιτητικά, πεινασμένα ποντίκια.

Ο Νόρις δε με αντιμετώπισε όπως περίμενα με δυσπιστία, αντίθετα, φάνηκε πολύ ταραγμένος. Με μια κίνησημ' έκανε ν' αντιληφθώ ότι έξω από την πόρτα οι γάτες είχαν σταματήσει τη φασαρία, σαν να είχανεγκαταλείψει την προσπάθεια να πιάσουν τα ποντίκια. Ο Μπαρμπα-Νέγρός όμως, με καινούριο ζήλο, είχεορμήσει στο κέντρο του δωματίου, πιο κοντά στον καναπέ του Νόρις, κι έξυνε με τα νύχια του τη βάση τουμεγάλου πέτρινου βωμού.

Τη στιγμή εκείνη φοβόμουν περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Κάτι αληθινά τρομακτικό είχε συμβεί κιέβλεπα πως κι ο λοχαγός, παρ' όλο που και νεότερος και πιο ανέμελος και πιο προσγειωμένος από μέναήταν, είχε επηρεαστεί από τα γεγονότα το ίδιο όπως κι εγώ — ίσως λόγω του γεγονότος ότι σ' όλη του τηζωή άκουγε τους τοπικούς θρύλους. Δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα εκείνη τη στιγμή, εκτός από το ναπαρακολουθούμε το γερο-γάτο καθώς έξυνε με τα πόδια του τη βάση του βωμού, γυρίζοντας κάπου κάπουγια να μου ρίξει μια ερωτηματική ματιά και να νιαουρίσει, όπως έκανε κάθε φορά που ήθελε να μου ζητήσεικάποια χάρη.

Ο Νόρις πήρε το φακό του και πλησίασε στο βωμό, εξετάζοντας το σημείο που έξυνε ο Μπαρμπα-Νέγρος.Γονάτισε σιωπηλός και άρχισε να απομακρύνει λίγο λίγο τις ξερές λειχήνες που είχαν ενώσει την προϊστορικήπέτρα με το πάτωμα. Δε βρήκε τίποτα κι ήταν έτοιμος να εγκαταλείψει τις προσπάθειες, όταν, ξαφνικά,πρόσεξα μια ασήμαντη λεπτομέρεια που μ' έκανε ν' ανατριχιάσω, παρ' όλο που δε σήμαινε τίποταπερισσότερο απ' αυτό που είχα ήδη φανταστεί.

Μίλησα στον Νόρις και γυρίσαμε κι οι δυο να κοιτάξουμε προς την απειροελάχιστη αυτή απόδειξη, νιώθονταςτο δέος μιας εκπληκτικής αποκάλυψης. Ήταν μονάχα αυτό: Η φλόγα του φαναριού που είχαμε ακουμπήσειδίπλα στο βωμό τρεμόσβηνε ανεπαίσθητα από κάποιο ρεύμα που σίγουρα ερχόταν μέσα από τη χαραμάδα,μεταξύ του βωμού και του πατώματος που προσπαθούσε να καθαρίσει ο Νόρις.

Περάσαμε όλη την υπόλοιπη νύχτα στο κατάφωτο γραφείο μου, κουβεντιάζοντας νευρικά για το ποια θαήταν η επόμενη κίνησή μας. Η ανακάλυψη του βαθύτερου υπογείου, που ούτε οι Ρωμαίοι εργάτες δεν είχαναντιληφθεί, ενός υπογείου που την ύπαρξή του ούτε καν υποψιάστηκαν μελετητές κι αρχαιολόγοι τριώναιώνων, θα ήταν αρκετή για να μας αναστατώσει, έστω και χωρίς την αίσθηση του δαιμονικού στοιχείου πουτη συνόδευε. Έτσι όπως ήταν τα πράγματα, η αγωνία μας διπλασιαζόταν. Στεκόμαστε γεμάτοι αμφιβολίαμπροστά στο δίλημμα: να σταματήσουμε εδώ την έρευνα και να εγκαταλείψουμε για πάντα το κάστρο,

Page 10: H.P Lovecraft - Ποντίκια μεσα στους τοίχους

λυγίζοντας μπροστά στο φόβο και τη δεισιδαιμονία, ή να αντιμετωπίσουμε με θάρρος κάθε κίνδυνο πουπιθανόν κρυβόταν στα άγνωστα βάθη του;

Το πρωί καταλήξαμε σε κάποιο συμβιβασμό. Αποφασίσαμε να πάμε στο Λονδίνο και να συγκροτήσουμε μιαομάδα από ειδικούς επιστήμονες κι αρχαιολόγους, ικανούς να αντιμετωπίσουν το μυστήριο. Εδώ θα πρέπεινα αναφέρω ότι πριν φύγουμε από το υπόγειο είχαμε προσπαθήσει — μάταια — να μετακινήσουμε τηντεράστια κεντρική πέτρα που τώρα σκεφτόμαστε και οι δυο σαν την πύλη προς ένα ανείπωτο, τρομερόμυστικό. Έπρεπε να έρθουν άνθρωποι σοφότεροι από μας για να

ΧΑΟΥΑΡΝΤ ΛΑΒΚΡΑΦΤ

βρουν τον τρόπο να ανοίξουν αυτή την πύλη.

Μείναμε μέρες πολλές στο Λονδίνο με τον Νόρις, παρουσιάζοντας κάθε γεγονός, στοιχείο, λεπτομέρεια, ήσχετικό θρύλο σε πέντε διακεκριμένους επιστήμονες, στους οποίους τρέφαμε απόλυτη εμπιστοσύνη σχετικάμε την εχεμύθεια που θα έπρεπε να κρατήσουν στην περίπτωση που ερχόταν στο φως κάποια δυσάρεστηλεπτομέρεια σχετικά με την οικογένειά μου. Οι περισσότεροι απ' αυτούς δεν έδειξαν την παραμικρή τάση ναμας ειρωνευτούν, αντίθετα, μας άκουσαν με γνήσιο ενδιαφέρον και πραγματική κατανόηση. Δε χρειάζεται νατους αναφέρω όλους, αλλά μπορώ να σας πω ότι η ομάδα περιλάμβανε και το σερ Ουίλιαμ Μπρίντον, που οιανασκαφές του στην αρχαία Τροία είχαν κάνει όλο το σύγχρονο κόσμο να τον θαυμάσει. Τη στιγμή πουμπαίναμε πια στο τρένο για το Αντσεστερ ένιωθα τον εαυτό μου να αιωρείται στην άκρη μιας φοβερήςαποκάλυψης κι αυτή η αίσθηση τονιζόταν ακόμα περισσότερο από το ξεχωριστό πένθος κάθε Αμερικανούπολίτη, μια που, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, είχε τόσο πρόωρα πεθάνει ο πρόεδρος μας.

Στις 7 Αυγούστου, αργά το απόγευμα, φτάσαμε στο Έξαμ, όπου μας υποδέχτηκαν οι υπηρέτες,βεβαιώνοντάς με πως τίποτα το ασυνήθιστο δεν είχε συμβεί. Οι γάτες, ακόμα και ο Μπαρμπα-Νέγρος, ήταναπόλυτα ήρεμες, κι από τις ποντικοπαγίδες του σπιτιού δεν είχε ανοιχτεί ούτε μια. Οι έρευνές μας θα άρχιζαντην άλλη μέρα και στο μεταξύ, οδήγησα όλους τους καλεσμένους μου στα καλο-διαλεγμένα τους δωμάτια.

Πήγα για ύπνο στην κάμαρά μου, στο γνωστό δωμάτιο του δυτικού πύργου, με το γάτο μου, όπως πάντα,ojc: πόδια μου. Αποκοιμήθηκα γρήγορα, αλλά άθλια όνειρα ήρθαν ξανά να με ταράξουν. Είδα ένα αιματηρόρωμαϊκό όργιο, όπου μέσα σε καλυμμένες πιατέλες σερβίρονταν ανείπωτης φρίκης πράγματα. Ύστερα ήρθετο ίδιο το καταραμένο όνειρο με το χοιροβοσκό και το σιχαμερό κο-πάδι του, μέσα στο μισοσκότεινοφαράγγι. Κι όμως, όταν ξύπνησα, είχε τελείως φέξει η μέρα κι οι μόνοι θόρυβοι που άκουγα ήταν οισυνηθισμένοι του σπιτιού. Τα ποντίκια, αληθινά ή φαντάσματα, δε με είχαν ενοχλήσει, κι ο Μπαρμπα-Νέγρος κοιμόταν ήσυχος. Κατέβηκα κι ανακάλυψα ότι η ίδια ηρεμία επικρατούσε παντού κι όπως μου είπε οΘόρντον, ένας επιστήμονας που ενδιαφερόταν για τη μεταφυσική, ήταν πολύ πιθανόν οι δυνάμεις που μεκαταδίωκαν να μου είχαν δείξει όσα έπρεπε να δω και τώρα με άφηναν ήσυχο.

Όλα ήταν έτοιμα. Στις έντεκα ακριβώς, ολόκληρη η εφταμελής ομάδα μας, εξοπλισμένη με δυνατούςηλεκτρικούς φακούς, πυρσούς και εργαλεία ανασκαφής, κατέβηκε στο τελευταίο υπόγειο. Κλειδώσαμε πίσωμας την πόρτα του και κρατήσαμε τον Μπαρμπα-Νέγρο μαζί μας, γιατί ακόμα και οι επιστήμονεςεμπιστεύονταν την ετοιμότητά του και δέχτηκαν πρόθυμα να είναι παρών για να μας προειδοποιήσει γιαοποιεσδήποτε περίεργες παρουσίες. Σημειώσαμε τις επιγραφές στους τοίχους και τα άγνωστα σχήματαστους βωμούς, αλλά δε μείναμε πολύ σ' αυτά, γιατί τρεις από τους συνοδούς μας τα είχαν από καιρόεξετάσει και τα γνώριζαν πολύ καλά. Το κύριο βάρος της προσοχής μας συγκεντρώθηκε στον κεντρικόβωμό, και, μέσα σε μια ώρα, με τη βοήθεια κάποιου περίεργου είδους μοχλού, ο σερ Μπρίντον είχεκαταφέρει να τον κάνει να γείρει προς τα πίσω.

Μπροστά μας ανοιγόταν μια φρίκη τέτοια, που σίγουρα θα μας είχε αφήσει εμβρόντητους, αν, κατά κάποιοτρόπο, δεν είμαστε προετοιμασμένοι. Το πάτωμα είχε ένα τετράγωνο άνοιγμα, από το οποίο ξεκινούσε μιασειρά από πέτρινα σκαλοπάτια, τόσο φθαρμένα από τους αιώνες που λίγο διέφεραν από μια γλιστερήτσουλήθρα, και κατά μήκος αυτής της σκάλας ήταν απλωμένος ένας σωρός από ανθρώπινα ή σχεδόνανθρώπινα κόκαλα. Μερικά που κρατούσαν ακόμα το ολοκληρωμένο σχήμα του σκελετού βρί-σκονταν σεστάσεις που πρόδιναν πανικό και απίστευτο τρόμο, και όλα τα οστά που βλέπαμε έφεραν αδιάψευσταδείγματα από δαγκωνιές τρωκτικών. Τα κρανία, ό,τι απέμενε απ' αυτά, μαρτυρούσαν πλάσματα πολύμειωμένης εξυπνάδας, κρετίνοι ίσως, ή ακόμα και ανθρωποπίθηκοι.

Page 11: H.P Lovecraft - Ποντίκια μεσα στους τοίχους

Από τα σκαλιά και μετά ξεκινούσε ένα κατηφορικό πέρασμα σκαλισμένο κατευθείαν πάνω στο συμπαγήβράχο, κι από το πέρασμα αυτό έφτανε ως εμάς ένα ψυχρό ρεύμα. Δεν έμοιαζε με σύντομη πνοή ανέμουαπό κάποιο μεγάλο, κλειστό δωμάτιο, ήταν ένα δροσερό, φρέσκο αεράκι, που σίγουρα ερχόταν από ανοιχτόχώρο. Ανατριχιάζοντας, πιάσαμε να κατεβαίνουμε την κατηφόρα. Στο σημείο αυτό ο σερ Μπρίντον,εξετάζοντας τους τοίχους, κατέληξε στο περίεργο συμπέρασμα ότι τα σκαλιά είχαν σκαλιστεί από κάτω προςτα επάνω, αν έκρινε κανείς από την κατεύθυνση που είχαν τα χτυπήματα πάνω στην πέτρα.

Και τώρα πρέπει να προσπαθήσω να γίνω πολύ σαφής, να διαλέξω προσεκτικά τις λέξεις.

Αφού κατεβήκαμε μερικά σκαλιά, ανοίγοντας δρόμο μέσα από τα φρικαλέα κόκαλα, είδαμε φως να έρχεταιαπό μακριά. Δεν ήταν κάποια μεταφυσική λάμψη, ήταν απλούστατα φιλτραρισμένο το φως της ημέρας πουδε θα μπορούσε να μπαίνει παρά από κάποια άγνωστα μέχρι σήμερα ανοίγματα στην πλαγιά του λόφου. Δενήταν καθόλου παράξενο που κανείς δεν είχε προσέξει τα ανοίγματα αυτά μέχρι σήμερα, μια που όχι μόνο ηκοιλάδα ήταν από αιώνες ακατοίκητη, αλλά κι ο λόφος ο ίδιος που δέσποζε πάνω της ήταν τόσο ψηλός, πουμόνο ένας αερο-ναύτης θα μπορούσε να εξετάσει την πλαγιά του με λεπτομέρειες. Λίγα βήματα ακόμα, κι οιανάσες μας κυριολεκτικά κόπηκαν από το θέαμα που αντικρίσαμε: ένα θέαμα που έκανε τον Θόρντον, τονπαραψυχικό, να λιποθυμήσει μέσα στην αγκαλιά του κατάπληκτου άντρα που ερχόταν πίσω του. Ο Νόρις,που το παχουλό πρόσωπο του είχε ασπρίσει σαν πανί, έβγαλε μια άναρθρη κραυγή· κι εγά το μόνο πουθυμάμαι είναι πως βόγκηξα ή κοντάνάσανα και βιάστηκα να σκεπάσω τα μάτια μου.

Ο άνθρωπος που ερχόταν πίσω μου, ο μόνος από την ομάδα που ήταν πιο ηλικιωμένος από μένα, κατάφερενα ψελλίσει ένα «Θεέ Μεγαλοδύναμε» με την πιο σπασμένη φωνή που άκουσα ποτέ. Από μια συντροφιάεφτά έμπειρων και καλλιεργημένων ανθρώπων, ο μόνος που κατάφερε να διατηρήσει μια σχετική ψυχραιμίαήταν ο σερ Μπρίντον, πράγμα που αληθινά τον τιμά, μια που οδηγούσε την ομάδα και αντίκρισε το θέαμαπρώτος απ' όλους μας.

Αυτό που είδαμε ήταν ένα μισοσκότεινο φαράγγι απίστευτου ύψους, που απλωνόταν πολύ πιο μακριά απ'όσο έφτανε το μάτι. Ήταν ένας υπόγειος κόσμος που έκρυβε ασύλληπτα μυστήρια και απίστευτουςκινδύνους. Μέσα στην απεραντοσύνη υπήρχαν κτίρια και υπολείμματα διάφορων αρχιτεκτονημάτων — μεμια και μόνο τρομαγμένη ματιά διέκρινα έναν περίεργο όγκο από μονόλιθους, ένα ρωμαϊκό θολωτό ερείπιο,ένα σαξονικής κατασκευής απλωτό χτίσμα κι ένα πολύ παλιό αγγλικό ξύλινο σπίτι. Κι όμως, όλες αυτές οισειρές κτιρίων φάνταζαν μικροσκοπικές μπροστά στο τεράστιο και φρικιαστικό μέγεθος του φαραγγιού καιτην επιφάνειά του. Μέτρα ατέλειωτα πέρα από τα σκαλιά απλωνόταν ένα τρελό μπέρδεμα από ανθρώπινακόκαλα, σαν αφρισμένη θάλασσα, μερικά διαλυμένα, άλλα ακόμα στη μορφή του σκελετού, σε στάσηδαιμονικής φρενίτιδας, που έμοιαζαν να πολεμάνε με λύσσα κάποιον εχθρό ή να σφιχταγκαλιάζουν μέχριθανάτου κάποιο άλλο πλάσμα με κανιβαλικές προθέσεις.

Ο δρ Τρασκ, ο ανθρωπολόγος, σταμάτησε για να εξετάσει τα κρανία και κατέληξε σ' ένα συμπέρασμα πουτον μπέρδεψε τελείως. Τα κόκαλα, από άποψη διανοητικής εξέλιξης, ήταν πολύ κατώτερα κι από τηγνωστότερη κατώτατη ανθρώπινη μορφή, κι όμως, ήταν σίγουρα ανθρώπινα. Μερικά απ' αυτά όμως ανήκανσε πολύ πιο εξελιγμένα άτομα, κι ελάχιστα ήταν κρανία ανώτερης ευ-φυΐας ανθρώπων. Όλα τα οστά ήτανροκανισμένα από τα ποντίκια, αλλά μερικά είχαν ολοφάνερες δαγκωνιές από ανθρώπινα σαγόνια.Ανακατεμένα μ' αυτά των ανθρώπων ήταν και πολλά μικροσκοπικά κόκαλα που ανήκαν σε ποντίκια — τουθανατηφόρου στρατού που ακόμα σκίαζε τις τοπικές αφηγήσεις.

Ακόμα απορώ που κάποιοι από μας κατάφεραν ν' αντικρίσουν αυτό το θέαμα και να βγουν ζωντανοί καιψυχικά υγιείς. Κανένας, ακόμα και της πιο αχαλίνωτης φαντασίας, μυθιστοριογράφος δε θα μπορούσε νασυλλάβει μια τόσο απερίγραπτη σκηνή, μια θέα τόσο αποκρουστική, τόσο εξαμβλωματική, όσο αυτή πουπαρουσίαζε το φαράγγι όπου τώρα προχωρούσαμε σκοντάφτοντας. Σε κάθε βήμα κάναμε και μια νέαανακάλυψη κι ο καθένας από μας προσπαθούσε να εκλογικεύσει τα γεγονότα που θα πρέπει να συνέβαινανσ' αυτό το χώρο τριακόσια, χίλια, τρεις χιλιάδες, δέκα χιλιάδες χρόνια πριν. Ήταν ο ίδιος ο προθάλαμος τηςκόλασης. Όταν ο Τρασκ ανακοίνωσε ότι μερικά από τα ανθρώπινα πλάσματα που είχαν συρθεί μέχρι εδώήταν ακόμα στην κατάσταση του τετράποδου, ο καημένος ο Θόρντον λιποθύμησε ξανά.

Η μια φρίκη ερχόταν να επισκιάσει την προηγούμενη, καθώς αρχίσαμε να εξετάζουμε τα κτίρια. Τατετράποδα πλάσματα —και μερικά δίποδα— φαίνεται πως φυλάγονταν σε πέτρινα κελιά από τα οποίαμάλλον δραπέτευσαν μέσα στους αγωνιώδεις τελευταίους σπασμούς της πείνας τους, ή μετά από την

Page 12: H.P Lovecraft - Ποντίκια μεσα στους τοίχους

τρομαχτική επίθεση των τρωκτικών. Οι αιχμάλωτοι θα πρέπει να ήταν αμέτρητοι κι ήταν ολοφάνερο ότι τουςέτρεφαν με τα άγρια λαχανικά που τα υπο-λείμματά τους διακρίνονταν ακόμα μέσα στα πελώρια πέτρινακιούπια που υπήρχαν πιο κει, κιούπια πιο παλιά κι από την ίδια τη Ρώμη. Καταλάβαινα τώρα το γιατί οιπρόγονοι μου διατηρούσαν αυτούς τους ατέλειωτους κήπους με λαχανικά και μπορούσα να εξηγήσω τουςλόγους που τους έσπρωχναν να εκτρέφουν τεράστια κοπάδια ζώων.

ΠΟΝΤΙΚΙΑ ΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΤΟΙΧΟΥΣ

Ο σερ Ουίλιαμ, ρίχνοντας φως στις επιγραφές του ρωμαϊκού κτιρίου, έκανε φωναχτά τη μετάφραση πουανέλυε τις λεπτομέρειες της διατροφής των μελών της προαιώνιας αυτής θρησκείας, που την κληρονόμησανοι πιστοί της Κυβέλης και την ενσωμάτωσαν στη δική τους· ήταν το πιο ανατριχιαστικό τελετουργικό πουείχα ακούσει ποτέ. Ο Νόρις, που ήταν συνηθισμένος στη ζαλάδα των χαρακωμάτων, δεν τα κατάφερε ναπερπατήσει ίσια βγαίνοντας από το αγγλικό κτίριο. Ήταν ένα κανονικό χασάπικο, με συνεχόμενο μαγειρείο— αυτό το είχε μαντέψει από την αρχή — αλλά τον τάραξε τρομερά η θέα συνηθισμένων οικιακών σκευώνεκεί μέσα, καθώς και οι χρονολογίες στους τοίχους, που μερικές έφταναν μέχρι και το 1610. Εμένα μου ήτανεντελώς αδύνατο να μπω εκεί μέσα — ήξερα πως μέσα στο κτίριο αυτό γίνονταν οι ακατονόμαστεςδαιμονολατρίες που είχε σταματήσει μόνο το μαχαίρι του Γουόλτερ ντε λα Πόερ.

Τόλμησα να προχωρήσω στο αρχαίο σαξονικό κτίσμα — η βαριά δρύινη πόρτα του είχε γκρεμιστεί κι εκείμέσα βρήκα μια σειρά από απαίσια κελιά με σκουριασμένα κάγκελα. Τρία απ' αυτά είχαν μέσα ακόμακρατουμένους — σκελετούς που ήταν στα σίγουρα ανθρώπινοι, ενώ στο δάχτυλο του ενός απ' αυτούςδιέκρινα ένα απομεινάρι δαχτυλιδιού που έφερε την οικογενειακή μας σφραγίδα. Ο σερ Ουίλιαμ ανακάλυψεκάτω από το ρωμαϊκό ναό μια ακόμα κρύπτη με κελιά, που ήταν αδειανά, από κάτω τους όμως υπήρχε μιαολόκληρη σειρά από οστεοθήκες, γεμάτες από κόκαλα και χαραγμένες με επιγραφές στα λατινικά, τα αρχαίαελληνικά και τη γλώσσα της Φρυγίας.

Στο μεταξύ ο δρ Τρασκ είχε καταφέρει να εισχωρήσει σε κάποιο από τα κτίρια που έδειχναν προϊστορικά κιείχε κιόλας φέρει στο φως κρανία ανθρώπινα που ελάχιστα διέφεραν από του γορίλα. Όλα τους ήτανχαραγμένα με ανεξήγητα ιδεογράμματα. Μέσα σ' όλη αυτή τη φρίκη, μόνο ο γάτος μου φαινόταν ατάραχος.Κάποια στιγμή

55

τον είδα να στέκεται μ' έναν τρόπο τερατώδη πάνω σ' ένα βουνό από κόκαλα κι αναρωτήθηκα με τρόμο τιμυστικές σκέψεις μπορεί να κρύβονταν πίσω από το κίτρινο φως των ματιών του.

Έχοντας ως ένα βαθμό αντιληφθεί πια την απαίσια πραγματικότητα των όσων είχαν κάποτε συμβεί μέσα σ'αυτό το μισοσκότεινο φαράγγι — μια περιοχή που τόσο σωστά είχα προαισθανθεί στους εφιάλτες μου,αποφασίσαμε να στραφούμε προς το θεοσκότεινο σπήλαιο που φαινόταν χωρίς τέλος και που ούτε μιαακτίνα φωτός δεν μπορούσε να διαπεράσει. Ποτέ δε θα μάθουμε τι απερίγραπτοι κόσμοι μας περίμεναν μέσατου, γιατί αποφασίσαμε ότι μερικά πράγματα δεν είναι σωστό να έρθουν ποτέ στο φως και προχωρήσαμεελάχιστα, όχι όμως τόσο λίγο ώστε να μην ανακαλύψουμε, κάτω από το φως των πυρσών μας, τα γιγάντιαπηγάδια που με το περιεχόμενο τους έτρεφαν τα ποντίκια και που το τελικό άδειασμά τους είχε πια οδηγήσειτις στρατιές των τρωκτικών έξω από το φαράγγι, σε αναζήτηση τροφής, σ' εκείνο το αξέχαστο όργιο που οικάτοικοι της περιοχής, αιώνες μετά, συζητούσαν ακόμα με τόσο μεγάλο φόβο.

Θεέ μου... τα μαύρα εκείνα πηγάδια με τα ροκανισμένα κόκαλα και τ' ανοιγμένα κρανία! Τα εφιαλτικάχάσματα, τα πηγμένα με οστά πιθηκανθρώπων, Κελτών, Ρωμαίων και Άγγλων μέσα σε τόσες εκατονταετίες!Μερικά ήταν ακόμα μισογεμάτα, κι άλλα ήταν τόσο βαθιά, που το φως των πυρσών μας δεν έφτανε μέχριτον πυθμένα τους. Σκέφτηκα τα άτυχα τρωκτικά που μέσα στη δολοφονική τους πείνα έπεφταν μέσα σ'αυτές τις απύθμενες παγίδες, στο βάθος της άθλιας αυτής κόλασης.

Ξαφνικά, ένα χαλαρωμένο τούβλο μ' έκανε σχεδόν να πέσω μέσα σ' ένα από τα πηγάδια κι ο τρόμος πουένιωσα άγγιξε τα όρια της έκστασης. Θα πρέπει να έμεινα εκεί, στην άκρη του γκρεμού, ώρα πολλή, γιατίόταν συνήλθα δεν είδα γύρω μου κανέναν άλλον από την ομάδα, εκτός από την παχουλή σιλουέτα τουΝόρις. Ακουσα έναν ήχο γνώριμο να έρχεται μέσα από το άγνωστο και διέκρινα το γέρο γάτο μου να μεπροσπερνά σαν φτερωτός μαύρος θεός, κατευθείαν στο απροσμέτρητο βάθος του άγνωστου σπηλαίου.

Page 13: H.P Lovecraft - Ποντίκια μεσα στους τοίχους

Σχεδόν αμέσως τον ακολούθησα, γιατί κατάλαβα τι ήταν αυτό που τον τραβούσε προς τα μέσα: ήταν τοανατριχιαστικό σφύριγμα των τρωκτικών, που προχωρούσαν όλο και πιο βαθιά στην άβυσσο αναζητώνταςόλο και περισσότερο τη φρίκη, αποφασισμένα πια να παρασύρουν και μένα μέσα στα βάθη της γης πουέχασκαν απειλητικά, να με τραβήξουν πέρα, μέσα στον πυρήνα των πυρήνων, εκεί που ο τρελός θεός χωρίςπρόσωπο, ο Νιαρλαθοτέπ, ουρλιάζει τυφλός πάνω στα βάραθρα, μέσα στη φριχτή μουσική δυο όντων δίχωςμορφή και νου, που παίζουν τους αυλούς τους.

Το φως του πυρσού μου πεθαίνει κι όμως ακόμα τρέχω και ακούω φωνές και ουρλιαχτά και την ηχώ απόπαντού, αλλά, πάνω απ' όλα, περισσότερο απ' όλα, ακούω το συνεχές, σταθερό σύρσιμο, ακούω το θόρυβοτων ποντικών ν' ανεβαίνει, να φουσκώνει σαν τυμπανιαίο πτώμα που αναδύεται στην επιφάνεια ενόςποταμού παχύρρευστου, που τα νερά του κυλούν κάτω από μαύρες γέφυρες και χύνονται σε μια σκοτεινή,μολυσμένη θάλασσα...

Σκοντάφτω πάνω σε κάτι παχύ και κολλώδες... Θα είναι στα σίγουρα οι ποντικοί... σιχαμένοι, γλοιώδεις,πεινασμένοι, έτοιμοι να γλεντήσουν πάνω σε νεκρούς και ζωντανούς... Σωστά... Τα ποντίκια... Γιατί κι αυτάνα μην κατασπαράξουν έναν Ντε λα Πόερ; Όπως κι αυτός κατασπαράζει τους ζωντανούς... ο πόλεμος... ΟΠΟΛΕΜΟΣ, ανάθεμά τον, που πήρε το αγόρι μου... το μονάκριβο μου... ανάθεμά τους όλους και τουςΓιάνκηδες που έριξαν το Κάρφαξ στις φλόγες και πάει τώρα ο παππούς Ντε-λαπόρ και μαζί το μυστικό...Όχι... Όχι, που να σας πάρει, δεν είμαι εγώ ο απαίσιος δαίμονας βοσκός μέσα στο φαράγγι... δεν είχε τοπρόσωπο του Νόρις ένα από τα βρομερά ζώα του κοπαδιού του... Εγώ; Ένας Ντε λα Πόερ; Ο Νόρις...Έζησε, και το αγόρι μου σκοτώθηκε... και τώρα η γη των Ντε λα Πόερ του ανήκει... Βουντού... Μαγεία... Τοφίδι... Στο διάολο, Θόρντον, που τολμάς και λιποθυμάς με τα έργα της φαμελιάς μου... αίμα, βββρόμικ-κκο,θα σου δείξω εγγόας τια λαας; Μάγκνα. Μάτερ... Άτις. Ντία αν άγκεντς αντ άονταουν ανγκους... μπο...Ουνκγκλουνλ... ρρρλλ, κτς κτς κτς κτσκτκστ...

Λένε πως μιλούσα σε μια άγνωστη γλώσσα όταν μετά από τρεις ώρες με βρήκαν μέσα στο σκοτάδι. Μεβρήκαν σκυμμένο πάνω από το παχουλό, μισοφαγωμένο πτώμα του λοχαγού Νόρις. Ο γάτος μου πηδούσεπάνω μου και ξέσχιζε το λαρύγγι μου.

Το Έξαμ τώρα το 'χουν ανατινάξει, μου πήραν τον Μπαρμπα-Νέγρο και μ' έκλεισαν εδώ, στο Χάνγουελ, καιτο δωμάτιο έχει παντού κάγκελα. Συνεχώς τους ακούω να ψιθυρίζουν, κληρονομικότητα, σοκ, εμπειρίες...Στο διπλανό δωμάτιο είναι ο Θόρντον. Δε μ' αφήνουν να του μιλήσω. Προσπαθούν να κρατήσουν κρυφάόλα όσα συνέβησαν στο Έξαμ. Όταν τους θυμίζω τον Νόρις, με κατηγορούν ότι διέπραξα το απαίσιο αυτόέγκλημα, αλλά φαντάζομαι πως ξέρουν ότι δεν το έκανα εγώ. Πρέπει να ξέρουν πως ήταν τα ποντίκια. Ταγλιστερά, φριχτά ποντίκια, που το δαιμονικό τους σούρσιμο δε θα μ' αφήσει ποτέ πια να ξανακοιμηθώήσυχα... τα σατανικά ποντίκια που γεμίζουν ακόμα και τις υφασμάτινες, παραγεμισμένες επενδύσεις αυτήςτης κάμαρας και με τραβούν σε όλο και μεγαλύτερα βάθη, πιο φρικτά κι απ' αυτά που είδα κι έζησα. Ταποντίκια, που μόνο εγώ και ποτέ εκείνοι δεν μπορούν ν' ακούσουν. Τα ποντίκια μέσα στους τοίχους.

58