Hasek and Kafka

8
HAŠEK KAI KAFKA ή Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΛΛΟΚΟΤΟΥ Hašek και Kafka 1883-1922/23 Αφιερώνεται στο σύντροφο Γιάννη Κωνσταντινόπουλο, τον δικό µας Svejk, ο οποίος έφυγε από κοντά µας µετά από σκληρή µάχη το βράδυ της 17/03/2011. KAFKA και HAŠEK O Hašek και Kafka γεννήθηκαν την ίδια χρονιά στην ίδια πόλη. Και οι δυο τους ξόδεψαν το µεγαλύτερο µέρος της ζωής τους στην Πράγα, και ήταν επίσης η Πράγα η πόλη όπου περίπου στα χρόνια του Πρώτου Παγκοσµίου Πολέµου έγραψαν τα έργα τους για τα οποία έγιναν παγκοσµίως γνωστοί. Πέθαναν µε διαφορά µόλις ενός χρόνου ό ένας από τον άλλο, στις αρχές τις δεκαετίας του 20. Βεβαίως τέτοιου είδους γεγονότα είναι συνηθισµένα, επιφανειακά και συµπωµατικά και καθ’ αυτά δεν µας λένε και πάρα πολλά γύρω από την σχέση των δύο δηµιουργών. Μπορούµε να αντιστρέψουµε την οπτική µας µατιά στο πρόβληµα και να ρωτήσουµε ποιο ήταν το περιβάλλον εκείνο το οποίο έδωσε αφορµή σε δύο τέτοια διαφορετικά φαινόµενα όπως ο Hašek και ο Kafka. Ποιο είδος Πράγας είναι αυτή του ενός και ποια του άλλου? Και οι δυο τους εµπλούτισαν την φήµη της γενέτειράς τους. Το έργο τους συνδέθηκε µε αυτήν και σε ένα βαθµό θα λέγαµε ότι απεικονίζεται σ’ αυτήν. Η Οδύσσεια του Švejk ξεκινά υπό την αξιότιµη συνοδεία δύο στρατιωτών µε ξιφολόγχες οι οποίοι τον παίρνουν από τη στρατιωτική φυλακή στο Hradcany και εν συνεχεία κινούνται κατά µήκος της οδού Neruda στην Mála Strana και πάνω από την γέφυρα του Καρόλου προς το Karlin. Πρόκειται για µια ενδιαφέρουσα οµάδα ανθρώπων. ∆ύο φρουροί συνοδεύουν ένα παράνοµο. Από την αντίθετη πλευρά πάνω στην γέφυρα του Καρόλου και ως το Strahov ένα άλλο τρίο έχει πάρει το δικό του δρόµο. Είναι αυτό της ∆ίκης του Kafka: δύο φρουροί οδηγούν έναν «παράνοµο» τραπεζικό υπάλληλο το Josef K. στα λατοµεία του Strahov όπου εκεί, ένας εξ’ αυτών θα του “µπήξει ένα µαχαίρι στην καρδιά”. Αµφότερες οι οµάδες περνούν από τα ίδια µέρη αλλά η συνάντηση µεταξύ τους είναι αδύνατη διότι ο Švejk αφέθηκε έξω από την φυλακή-όπως είναι το σύνηθες- νωρίς το πρωί και τόσο αυτός όσο και οι φρουροί του έκαναν την διαδροµή που περιγράφηκε πριν το µεσηµέρι ενώ ο Josef K. οδηγήθηκε προς τα λατοµεία τις βραδυνές ώρες στο φεγγαρόφωτο ενώ οι συνοδοί του φορούσαν ηµίψηλα ανδρικά καπέλα. Ας φανταστούµε τώρα αυτές τις δύο οµάδες να συναντιούνται. Περνά η µια δίπλα στην άλλη χωρίς να δίνουν µεταξύ τους ιδιαίτερη προσοχή αφού ο Josef K. είναι απορροφηµένος σε σκέψεις παρατηρώντας και µελετώντας την φυσιογνωµία και την συµπεριφορά της µυστηριώδους συνοδείας του, ενώ ο Švejk είναι ολοκληρωτικά παραδοµένος στην φιλική συζήτηση που διεξάγει µε τους φρουρούς του. Μια άλλη δυνατότητα θα ήταν να κοιταζόντουσαν καθώς θα διασταυρώνονταν. Η µατιά θα ήταν µια µατιά που δεν βλέπει. Οι άνθρωποι συχνά αλληλοκοιτάζονται χωρίς να αναγνωρίζουν ποιοι είναι. Και πράγµατι ποιοι άραγε είναι? Ο Josef K. βρίσκει το τρίο του Hašek υπερβολικά κωµικό και τίποτε περισσότερο, µη αντιλαµβανόµενος το βαθύ απροσδόκητο νόηµα που αποκρυπτογραφεί ο κόσµος του κωµικού. Οµοίως ο Švejk αντιλαµβάνεται το Καφκικό τρίο σαν µια κωµική παράσταση , ένα αστείο γεγονός το οποίο συσκοτίζει την πραγµατική αλλόκοτη, τραγική µοίρα του πρωταγωνιστή Josef K. Και οι δυο βλέπουν µόνον την εξωτερική εµφάνιση του άλλου και έτσι είναι αδιάφοροι ό ένας για τον άλλο. Πρόκειται για µια φανταστική συνάντηση του Hašek και του Kafka που αγγίζει µόνο την επιφάνεια. Είναι ωστόσο δυνατόν να προχωρήσουµε σε ένα δεύτερο επίπεδο και να περάσουµε από τους συγγραφείς-πρόσωπα στο έργο τους. Είναι άραγε δυνατόν να συγκρίνουµε και να συνδέσουµε το έργο αυτών των δύο συγγραφέων? Μια πρώτη µατιά δεν αποκαλύπτει κάποια έκδηλη σχέση. Ο Kafka διαβάζεται για να ερµηνευτεί ενώ από την άλλη πλευρά ο Hašek µόνο για να κάνει τους ανθρώπους να γελάνε. Υπάρχουν ντουζίνες ή ακόµη και εκατοντάδες ερµηνείες του Kafka. Το έργο

Transcript of Hasek and Kafka

Page 1: Hasek and Kafka

HAŠEK KAI KAFKA ή Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΛΛΟΚΟΤΟΥ Hašek και Kafka 1883-1922/23 Αφιερώνεται στο σύντροφο Γιάννη Κωνσταντινόπουλο, τον δικό µας Svejk, ο οποίος έφυγε από κοντά µας µετά από σκληρή µάχη το βράδυ της 17/03/2011. KAFKA και HAŠEK O Hašek και Kafka γεννήθηκαν την ίδια χρονιά στην ίδια πόλη. Και οι δυο τους ξόδεψαν το µεγαλύτερο µέρος της ζωής τους στην Πράγα, και ήταν επίσης η Πράγα η πόλη όπου περίπου στα χρόνια του Πρώτου Παγκοσµίου Πολέµου έγραψαν τα έργα τους για τα οποία έγιναν παγκοσµίως γνωστοί. Πέθαναν µε διαφορά µόλις ενός χρόνου ό ένας από τον άλλο, στις αρχές τις δεκαετίας του 20. Βεβαίως τέτοιου είδους γεγονότα είναι συνηθισµένα, επιφανειακά και συµπωµατικά και καθ’ αυτά δεν µας λένε και πάρα πολλά γύρω από την σχέση των δύο δηµιουργών. Μπορούµε να αντιστρέψουµε την οπτική µας µατιά στο πρόβληµα και να ρωτήσουµε ποιο ήταν το περιβάλλον εκείνο το οποίο έδωσε αφορµή σε δύο τέτοια διαφορετικά φαινόµενα όπως ο Hašek και ο Kafka. Ποιο είδος Πράγας είναι αυτή του ενός και ποια του άλλου? Και οι δυο τους εµπλούτισαν την φήµη της γενέτειράς τους. Το έργο τους συνδέθηκε µε αυτήν και σε ένα βαθµό θα λέγαµε ότι απεικονίζεται σ’ αυτήν. Η Οδύσσεια του Švejk ξεκινά υπό την αξιότιµη συνοδεία δύο στρατιωτών µε ξιφολόγχες οι οποίοι τον παίρνουν από τη στρατιωτική φυλακή στο Hradcany και εν συνεχεία κινούνται κατά µήκος της οδού Neruda στην Mála Strana και πάνω από την γέφυρα του Καρόλου προς το Karlin. Πρόκειται για µια ενδιαφέρουσα οµάδα ανθρώπων. ∆ύο φρουροί συνοδεύουν ένα παράνοµο. Από την αντίθετη πλευρά πάνω στην γέφυρα του Καρόλου και ως το Strahov ένα άλλο τρίο έχει πάρει το δικό του δρόµο. Είναι αυτό της ∆ίκης του Kafka: δύο φρουροί οδηγούν έναν «παράνοµο» τραπεζικό υπάλληλο το Josef K. στα λατοµεία του Strahov όπου εκεί, ένας εξ’ αυτών θα του “µπήξει ένα µαχαίρι στην καρδιά”. Αµφότερες οι οµάδες περνούν από τα ίδια µέρη αλλά η συνάντηση µεταξύ τους είναι αδύνατη διότι ο Švejk αφέθηκε έξω από την φυλακή-όπως είναι το σύνηθες- νωρίς το πρωί και τόσο αυτός όσο και οι φρουροί του έκαναν την διαδροµή που περιγράφηκε πριν το µεσηµέρι ενώ ο Josef K. οδηγήθηκε προς τα λατοµεία τις βραδυνές ώρες στο φεγγαρόφωτο ενώ οι συνοδοί του φορούσαν ηµίψηλα ανδρικά καπέλα. Ας φανταστούµε τώρα αυτές τις δύο οµάδες να συναντιούνται. Περνά η µια δίπλα στην άλλη χωρίς να δίνουν µεταξύ τους ιδιαίτερη προσοχή αφού ο Josef K. είναι απορροφηµένος σε σκέψεις παρατηρώντας και µελετώντας την φυσιογνωµία και την συµπεριφορά της µυστηριώδους συνοδείας του, ενώ ο Švejk είναι ολοκληρωτικά παραδοµένος στην φιλική συζήτηση που διεξάγει µε τους φρουρούς του. Μια άλλη δυνατότητα θα ήταν να κοιταζόντουσαν καθώς θα διασταυρώνονταν. Η µατιά θα ήταν µια µατιά που δεν βλέπει. Οι άνθρωποι συχνά αλληλοκοιτάζονται χωρίς να αναγνωρίζουν ποιοι είναι. Και πράγµατι ποιοι άραγε είναι? Ο Josef K. βρίσκει το τρίο του Hašek υπερβολικά κωµικό και τίποτε περισσότερο, µη αντιλαµβανόµενος το βαθύ απροσδόκητο νόηµα που αποκρυπτογραφεί ο κόσµος του κωµικού. Οµοίως ο Švejk αντιλαµβάνεται το Καφκικό τρίο σαν µια κωµική παράσταση , ένα αστείο γεγονός το οποίο συσκοτίζει την πραγµατική αλλόκοτη, τραγική µοίρα του πρωταγωνιστή Josef K. Και οι δυο βλέπουν µόνον την εξωτερική εµφάνιση του άλλου και έτσι είναι αδιάφοροι ό ένας για τον άλλο. Πρόκειται για µια φανταστική συνάντηση του Hašek και του Kafka που αγγίζει µόνο την επιφάνεια. Είναι ωστόσο δυνατόν να προχωρήσουµε σε ένα δεύτερο επίπεδο και να περάσουµε από τους συγγραφείς-πρόσωπα στο έργο τους. Είναι άραγε δυνατόν να συγκρίνουµε και να συνδέσουµε το έργο αυτών των δύο συγγραφέων? Μια πρώτη µατιά δεν αποκαλύπτει κάποια έκδηλη σχέση. Ο Kafka διαβάζεται για να ερµηνευτεί ενώ από την άλλη πλευρά ο Hašek µόνο για να κάνει τους ανθρώπους να γελάνε. Υπάρχουν ντουζίνες ή ακόµη και εκατοντάδες ερµηνείες του Kafka. Το έργο

Page 2: Hasek and Kafka

του έχει διακριθεί και έχει γίνει αποδεκτό σαν να είναι γεµάτο από προβλήµατα, προβληµατικό όσο και αινιγµατικό, έργο που προκαλεί αµηχανία και µυστικιστική ατµόσφαιρα, προσπελάσιµο µόνο µέσω αποκωδικοποίησης, µε άλλα λόγια µέσω ερµηνείας. Από την άλλη πλευρά το έργο το έργο του Hašek φαντάζει απολύτως καθαρό, σαφές και κατανοητό στον καθένα. Ένα έργο διάφανο που προκαλεί αµέτρητο γέλιο και τίποτε περισσότερο. Μήπως όµως αυτή η φυσικότητα και διαφάνεια είναι κατ’ ουσία απατηλή και υπό αυτή την έννοια δολίως παραπλανητική? Οι ∆υτικοί ερµηνευτές έχουν εφαρµόσει στο έργο του Kafka ένα µεγάλο αριθµό διαφορετικών µεθόδων ανάλυσης µεταξύ των οποίων την ψυχανάλυση, την δοµική ανάλυση, την κοινωνική και ανθρωπολογική έρευνα κ.λ.π. ενώ αναζητήθηκαν σε αυτό και άλλες πλευρές όπως θεολογικές, θρησκευτικές και φιλοσοφικές που το σύνδεσαν µε τους ιδεολογικούς κόσµους του Ιουδαϊσµού, της Χριστιανικότητας, του Κίργκεγκωρ, του Ντοστογιέφσκι κ.ο.κ, εξαντλώντας έτσι ολόκληρο το εύρος των ερµηνευτικών δυνατοτήτων. Απεναντίας, όσον αφορά τον Hašek φαίνεται ότι διαθέτουµε ένα καθολικό κλειδί κατάλληλο να ξεκλειδώνει όλο του το έργο: την προσφυγή στον λαικισµό, τόσο πολύ διαδεδοµένη στην πατρίδα του συγγραφέα. Παρόλα αυτά η άποψη περί Χασκικής προσφυγής στον “λαικισµό” δεν φωτίζει ολωσδιόλου το έργο του. Αντιθέτως εµποδίζει την πρόσβασή µας σε αυτό διότι υψώνει µπροστά µας δυσθεώρητα εµπόδια στην κατανόηση της ουσίας του. Τι είδους αίσθηση είναι αυτή που αναδύεται από το έργο του Hašek? Είναι πράγµατι αλήθεια ότι ο Καλός Στρατιώτης Σβέικ υπολείπεται µια ενιαίας δοµής και είναι κατ’ ουσίαν αφηγηµατικά κατακερµατισµένος? Ποιο είναι το κοινό σηµείο όλων των ανεκδότων του? Υπάρχουν στο έργο του Hašek ( πρέπει να αναζητηθούν) προβλήµατα της εποχής, της ιστορίας, της κωµωδίας, της τραγωδίας, του αλλόκοτου? Ποιος δεν είναι ο Švejk? Ο Švejk είναι ο υπηρέτης του δικαστικού ιερέα Katz και αργότερα του ανθυπολοχαγού Lukas. Οι Κύριοι δίνουν διαταγές και οι υπηρέτες τις εκτελούν. Ένας κύριος είναι η πρόθεση η επιθυµία και ο υπηρέτης είναι η πραγµατοποίηση αυτής της επιθυµίας. Αλλά επειδή συνήθως οι διαταγές είναι πολύ γενικές και παίρνουν µια συγκεκριµένη-οριστική µορφή όταν υλοποιούνται είναι δυνατόν για τον υπηρέτη να στραφεί ενάντια στον κύριό του; Κατά την εκτέλεση της διαταγής πολλές απρόβλεπτες καταστάσεις µπορούν να συµβούν έτσι ώστε είναι δυνατόν στο τέλος ο κύριος να µην είναι σε θέση να αναγνωρίσει την ιδέα του στην πραγµατοποίησή της από µέρους του υπηρέτη. Ο Κύριος εξαναγκάζει τον υπηρέτη του να είναι προσεκτικός και έτσι ο υπηρέτης γνωρίζει τον Κύριό του καλά. Γνωρίζει τα δυνατά του σηµεία και τις αδυναµίες του. Για ένα Κύριο είναι αρκετό να είναι υψηλόβαθµος στην ιεραρχία και να διαθέτει αρκετή ισχύ αλλά ο υπηρέτης είναι ανάγκη να είναι εφευρετικός και τολµηρός. Ποιος εν τέλει σε αυτήν την σχέση εξάρτησης είναι ο Κύριος και ποιος ο Υπηρέτης? Ποιος επιβάλλει την θέλησή του στον άλλο και ποιος είναι ο δράστης? Σε συγκεκριµένο καταµερισµό της εργασίας ο υπηρέτης έχει µόνο ένα ρόλο; διασκεδάζει τον Κύριο. Τότε γίνεται ένας υπηρέτης ειδικού τύπου-ένας γελωτοποιός. ∆εν κάνει καµιά χειρωνακτική εργασία; αντιθέτως εργάζεται µε τον εγκέφαλό του όπως ένας διανοούµενος. Είναι άραγε ο γελωτοποιός ανεξάρτητος? Εκ πρώτης όψεως θα µπορούσαµε να πούµε ότι αυτή είναι η εντύπωση που δίνει. Οµιλεί αναιδώς µπροστά στον άρχοντα και αναλαµβάνει να κάνει αυτό που στην δικαστική κοινωνία είναι συνήθως ένα ασυνήθιστο προνόµιο: “ να πει την αλήθεια”. Ο γελωτοποιός σχολιάζει συνεχώς αυτά που διαδραµατίζονται γύρω ου και συνεισφέρει µε αυτόν τον τρόπο την οξύνοιά του στην σκηνή του δικαστηρίου. Επειδή όµως από το δικαστήριο κερδίζει τα προς το ζειν, θα πρέπει να σέβεται τους δικαστικούς κανόνες. Η αυθάδειά του µπορεί να είναι η προπέτεια του γελωτοποιού. Και η αλήθεια του επίσης η αλήθεια του γελωτοποιού. Μπορεί να λειτουργήσει στον ρόλο του στον βαθµό και για όσο οι άλλοι τον αποδέχονται και τον σέβονται σ’ αυτόν. Εάν τυχόν κινηθεί πέραν του προδιαγεγραµµένου η των αναγνωρισµένων και παραδεκτών ορίων δεν τον παίρνουν πια στα σοβαρά. Καθίσταται βαρετός και άχρηστος ή εκτίθεται στα µάτια του δικαστηρίου σαν ένας αντάρτης, ταραξίας, ταραχοποιός και υποκριτής. Πολλοί αφέντες όπως π.χ. ο Έρασµος του Ρότερνταµ παρατήρησαν ότι “δεν µπορεί να πάρουν ούτε το πρωινό τους χωρίς τους γελωτοποιούς και

Page 3: Hasek and Kafka

προτιµούν αυτούς από τους φιλοσόφους”, οι οποίοι εµπιστευόµενοι πολύ συχνά την ευρυµάθειά τους παραβιάζουν το ευαίσθητο αυτής της ανεξαρτησίας µε τη βραχνή αλήθεια. Ο Švejk είναι ένας υπηρέτης αλλά δεν είναι γελωτοποιός. Μερικές φορές ενεργεί σαν ένας τρελό-ηλίθιος, αλλά ένας ηλίθιος γίνεται ένας γελωτοποιός µόνο τότε όταν προσφέρει την τρέλα του στην υπηρεσία του άρχοντα. Όταν ο Švejk ξεδιάντροπα λέει την ηλίθια του αλήθεια, δεν ενεργεί σαν υπηρέτης και ο ρόλος που τον συµπληρώνει δεν είναι αυτός του κυρίου αλλά µάλλον του γραφειοκράτη. Ο ανθυπολοχαγός Dub ο οποίος είναι ένας ασήµαντος αξιωµατούχος δεν αντιλαµβάνεται τα αστεία και δεν µπορεί καν να γελάσει; Η µοναδική του φιλοδοξία είναι να οδηγήσει τον Švejk σε δάκρυα και κλάµατα. Ένας µηδαµινός, ασήµαντος γραφειοκράτης κινείται σ’ έναν χώρο που είναι ιερός, απαραβίαστος, στενά οχυρωµένος. Είναι εξαιρετικά φιλύποπτος στο γέλιο. Όποιος γελά, γελά εις βάρος του. Είναι εγωκεντρικός και δύστροπος. Θέλει να επιτηρεί τα πάντα και να τα έχει όλα υπό τον έλεγχό του. Λέει στους ανθρώπους ποιο είναι αυτό στο οποίο µπορούν να γελάσουν και τι τους επιτρέπεται να κοιτούν. “Τι συµβαίνει εδώ?” παρατηρεί η βλοσυρή φωνή του ανθυπολοχαγού Dub καθώς πετάγεται ξαφνικά µπροστά στο Švejk . “Λαµβάνω την τιµή να σας αναφέρω κύριε” απαντά ο Švejk για λογαριασµό όλων “ότι επιθεωρούµε”. “Και τι επιθεωρείται” φωνάζει ο ανθυπολοχαγός. “Λαµβάνω την τιµή να σας αναφέρω ότι επιθεωρούµε τα χαρακώµατα” ανταπαντά και πάλι ο Švejk. “ Και ποιος σας έδωσε την άδεια να κάνετε κάτι τέτοιο” λέει εξοργισµένος ο ανθυπολοχαγός. Ο Švejk δεν είναι ο υπηρέτης αυτού του γραφειοκράτη. Η σχέση του προς τον ανθυπολοχαγό Dub δεν βασίζεται σε µια άµεση προσωπική εξάρτηση όπως αυτή του γελωτοποιού και του άρχοντα , αντιθέτως καθορίζεται από ένα πολύ σύνθετο σύστηµα κανόνων. Ο Švejk είναι διαχωρισµένος από τον ανθυπολοχαγό Dub χάριν µιας περιπλοκής της στρατιωτικής ιεραρχίας, που καθιστά αδύνατο στον αξιωµατικό να µεταχειριστεί στρατιώτη Švejk σαν υπηρέτη. Ο Švejk και ο αξιωµατικός είναι από δύο διαφορετικούς κόσµους που δεν ανέχονται ο ένας τον άλλον. O Švejk απλά δια της ύπαρξής του και µε την φυσική του παρουσία προκαλεί τους αξιωµατικούς διότι δεν λέει αυτό που υποτίθεται ότι θα έπρεπε να λέει. Ο Švejk δεν παίρνει µέρος στο παιχνίδι. ∆εν επιθυµεί προαγωγή ή καριέρα και ως εκ τούτου δεν ακολουθεί τους κανόνες του παιχνιδιού. Επειδή δεν είναι στο παιχνίδι, χαλάει το παιχνίδι χωρίς να το γνωρίζει. Είναι επικίνδυνος και δύσπιστος απέναντι στην ίδια του την επιθυµία και βούληση. Ποιο άραγε είδος σχέσης υπάρχει ανάµεσα στον Švejk και το πρόσωπο που παίζει εναντίον του και που ακριβώς είναι ο ρόλος που την συµπληρώνει? Ποιοι βρίσκονται απέναντι, ο υπηρέτης και ο Κύριος, ο γελωτοποιός και ο Άρχοντας, ο ηλίθιος και ο φρενοβλαβής και ασήµαντο γραφειοκράτης? Η µήπως ο Švejk είναι ο σύγχρονος Sancho Panza, δηλαδή ένας υπηρέτης χωρίς Κύριο? Ένας αλλόκοτος κόσµος Στην περιφερειακή φυλακή ο Švejk αφηγείται στους συγκρατούµενούς του µια ιστορία: «…δεν πρέπει να χάνεις την ελπίδα σου. Μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο όπως είπε ο τσιγγάνος Janesek στο Pilsen, όταν το 1878 του πέρασαν τη θηλιά στον λαιµό για διπλή ληστεία και φόνο. Ήταν σωστός στην εκτίµησή του διότι την τελευταία στιγµή τον πήραν µακριά από το ικρίωµα καθώς δεν µπορούσαν να τον κρεµάσουν επειδή ήταν τα γενέθλια της αυτού Μεγαλειότητας του Αυτοκράτορα.....Έτσι τον κρέµασαν την επόµενη µέρα αφότου πέρασαν τα γενέθλια. Αλλά φανταστείτε την τύχη που είχε ο µπάσταρδος που µια µέρα µετά από αυτό του δόθηκε από τις αρχές χάρη εφόσον θα έπρεπε να διεξαχθεί µια δεύτερη δίκη αφού όλα έδειχναν ότι ένας άλλος Janesek ήταν αυτός που διέπραξε το έγκληµα. Έτσι έπρεπε να τον ξεθάψουν από το κοιµητήριο της φυλακής και να τον ξαναθάψουν στο καθολικό κοιµητήριο στο Pilsen. Αλλά τότε αντιλήφθηκαν ότι ήταν Προτεστάντης, έτσι τον πήγαν σε Προτεσταντικό κοιµητήριο και έπειτα....»

Page 4: Hasek and Kafka

Αυτό το χωρίο το οποίο δεν είναι µοναδικό και µη χαρακτηριστικό, προκαλεί στον αναγνώστη σύνθετα συναισθήµατα, προκαλεί γέλιο αλλά την ίδια στιγµή προκαλεί και ρίγος. Είναι ταυτοχρόνως αστείο και παρενοχλητικό. Προκαλεί συναισθήµατα που οι άνθρωποι προτιµούν να αποφεύγουν, συναισθήµατα τα οποία οι άνθρωποι προτιµούν να αγνοούν, στα οποία δεν αποδίδουν καµία βαρύτητα και για τα οποία κάνουν εκπτώσεις χαρακτηρίζοντάς τα έκτακτα και συµπτωµατικά. Ο αναγνώστης θέλει ως επι το πλείστον να διασκεδάσει και έτσι δεν αφήνεται να ενοχληθεί από υπερβολές ή παραξενιές της αφήγησης του συγγραφέα. Σε παραπάνω µικρό επεισόδιο, δεν είναι απλά η εκτέλεση και ο θάνατος που παγώνει αλλά κυρίως ο ανόητος τρόπος του θανάτου και η παραδοξότητα της εκτέλεσης. Αυτό από το οποίο οι άνθρωποι θέλουν να προστατευτούν, αυτό που αποφεύγουν, αυτό από το οποίο επιθυµούν πάσει θυσία να απαλλαγούν δεν είναι κάποιες τελευταίες ιεροτελεστίες, η λύπη ή ο θάνατος, αλλά το παράλογο. ∆εν µπορούµε να προσανατολίσουµε σωστά τον εαυτό µας σε σχέση µε το παράλογο. Χάνουµε την αυτοπεποίθησή µας. Γινόµαστε ανίκανοι να αναγνωρίσουµε τις αιτιακές σχέσεις στα γεγονότα, στην ίδια την ζωή. To παραπάνω επεισόδιο όµως έχει την ίδια στιγµή και ένα άλλο επακόλουθο το οποίο βρίσκεται ακριβώς σε αντίθετη κατεύθυνση. Προβοκάρει υπερβολικά το γέλιο, την ευθυµία και το κέφι. Αρχικά προκαλούνται τα συναισθήµατα της ευθυµίας, του χιούµορ και της χαράς. Ένας άνθρωπος χαµογελάει, γελάει και ξαφνικά το γέλιο του περνά. Το γέλιο του παγώνει, µετατρέπεται σε γκριµάτσα που φαντάζει πάνω του αταίριαστη (το παγωµένο γέλιο είναι το αντίθετο του ζεστού). Γελούσε και µέσα σε µια στιγµή απέκτησε επίγνωση ότι τίποτε δεν είναι αστείο. Αυτό που προκαλούσε το γέλιο και έδινε τη διάσταση του κωµικού φωτίστηκε αποκαλύφθηκε-στο άµεσο τρεβόσβηµα του ρέοντος χρόνου που ονοµάζουµε ξαφνικότητα-µε ένα άλλο φως και ο άνθρωπος µοιάζει πιασµένος σε ενέδρα στηµένη από το ίδιο του το γέλιο. Το ίδιο του το γέλιο του προκαλεί αµηχανία. Γυρίζει προς τα έσω του, αποσύρεται και αποµονώνεται στον εαυτό του, δεν κοιτάζει ποια τι βρίσκεται γύρω του και µπροστά του αλλά κάλιο κοιτάζει µέσα του και αναρωτιέται: τι άραγε πήγε στραβά? Τι ανάρµοστο έπραξε? Γέλασε µε κάτι κωµικό αλλά ξαφνικά το γέλιο του µοιάζει ακατάλληλο για την περίσταση και αρχίζει να ξεθωριάζει, να µαραίνεται, να φυλλοβολεί. Καταβεβληµένος και ταραγµένος από την ίδια του την συµπεριφορά, αναζητεί το λάθος εντός του και όχι στο αντικείµενο το οποίο αρχικά του προκάλεσε το γέλιο του και κατόπιν µεταλλάχθηκε σε ρίγος. Η ανάλυση αυτού του υποκειµενικού συναισθήµατος µας φέρνει κοντά στην ίδια την ουσία των πραγµάτων: το φαινόµενο το ίδιο ενεργεί σαν χρονική βόµβα. Αυτό το οποίο το φαινόµενο αποκάλυψε για τον άνθρωπο και τον επηρέασε σαν άνθρωπο ( σαν θεατή, σαν αναγνώστη, σαν ακροατή) ξαφνικά µεταλλάσετε, αντιστρέφεται πλήρως και γίνεται η ίδια του η αντίθεση. Το γέλιο εξαφανίζεται και µετασχηµατίζεται σε ρίγος και τρόµο. Ο άνθρωπος τρέχει να φύγει µακρυά από το αντικείµενο και να πλησιάσει τον εαυτό του. Πως είναι δυνατόν να µπορεί να γελά από κάτι που δεν είναι αστείο αλλά παράξενο, ξένο και πολύ περισσότερο τροµακτικό? Είναι αυτός ο τρόµος και η κρυάδα, η ξενικότητα και η καινοτοµία ένα µέρος του κόσµου του Hašek? Και µε ποιο τρόπο και σε ποιο βαθµό είναι µέρος? Είναι µόνο ένα επεισόδιο, µια εξαίρεση, µια περιθωριακή του πλευρά ή µήπως είναι κάτι πολύ περισσότερο, κάτι αναπόσπαστα (ολοκληρωτικά) συνυφασµένο µε το έργο του? Ακόµη και σήµερα ο καλός στρατιώτης Švejk του Hašek διαβάζεται και συζητιέται υπό το φως πάντα µιας συγκεκριµένης ερµηνείας. Οι άνθρωποι αποδέχθηκαν τον Švejk µετά το Α’ Παγκόσµιο Πόλεµο την δεκαετία του 20 και του 30 σαν ένα βίωµα του παρελθόντος, µιας περιόδου που δεν θα επέστρεφε ποτέ, σαν το γέλιο ενάντια στον τρόµο, σαν το χιούµορ ( η σάτυρα) περισσότερο παρά το αλλόκοτο . Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο ο δηµιουργός του θεωρείται περισσότερο σατυρικός συγγραφέας παρά τραγικός, εξιδανικευµένος παρά δραµατοποιηµένος. Αυτήν την πλευρά των βιβλίων του Švejk την απεικόνισε πολύ ευχάριστα ο Τσέχος εικονογράφος Josef Lada και οι εικονογραφήσεις του είναι αναλόγως κωµικές σύµφωνα µε τη σατυρική και ποιητική διάθεση του Švejk. Εντούτοις το γεγονός ότι ο Hašek θα µπορούσε και εντέλει αναγνώστηκε διαφορετικά , πιστοποιείται από τα σκίτσα ενός άλλου καλλιτέχνη του George Grotz: είναι και αυτά στον ίδιο βαθµό µονόπλευρα όπως και οι απεικονίσεις του Lada , δίνουν όµως έµφαση ακριβώς σ’

Page 5: Hasek and Kafka

αυτές τις πλευρές του έργου που ο Lada παρέλειψε να δει: την φρίκη, τον τρόµο, την αλοκοτιά, την γκριµάτσα. Κάτω από τη σκιά των κυρίαρχων εξιδανικευµένων ερµηνειών, µερικά σηµαντικά εδάφια στον Švejk είναι ξεχασµένα. Ένα από αυτά, ίσως από τα πιο αστεία κεφάλαια στο βιβλίο και το οποίο περιγράφει ένα κήρυγµα του µεθυσµένου στρατιωτικού ιερέα Katz στο παρεκλήσσι της φυλακής, αρχίζει ως εξής: «Όταν κάποιος αρνείται τις εντολές τον αποσύρουµε στην αποµόνωση όπου του σπάµε όλα τα πλευρά και τον αφήνουµε να κείτεται εκεί µόνος του έως ότου να πεθάνει. Έχουµε το δικαίωµα να το κάνουµε αυτό» Σε µια άλλη πρόταση η ατµόσφαιρα της περιόδου ζωντανεύει µοναδικά ως εξής : «Μια ποµπή θα περνούσε οδηγούµενη από έναν άνδρα κάτω από στρατιωτική συνοδεία µε τα χέρια του δεµένα µε χειροπέδες και ακολουθούµενο από ένα κάρο µ’ ένα φέρετρο σε αυτό». Ο αλυσοδεµένος άνδρας βαδίζει πεζός διότι είναι απόβλητο. Ένα µόνο πράγµα αναπαριστά το µεγαλείο, τη λαµπρότητα, τη µεγαλοπρέπεια, το µεγαλείο του µηχανισµού.Το φέρετρο. Ακολουθεί τον κρατούµενο σ’ ένα κάρο. Μήπως λοιπόν το µαύρο χιούµορ είναι διάσπαρτο στο έργο του Hašek, µήπως η φρίκη τίθεται δίπλα στο γέλιο, τη χαρά και τα αστεία εναλλάσσονται µε λύπη και πίκρα? Μήπως το παράλογο αποκαλύπτεται σαν φόβος και τρόµος αλλά και σαν κωµωδία και χιούµορ? Η φρίκη δεν µπορεί να τοποθετηθεί δίπλα στο γέλιο. Μάλλον και τα δύο πηγάζουν από την ίδια πηγή, από τον κόσµο του αλλόκοτου. Στο έργο του Hašek το αλλόκοτο εκδηλώνεται (φανερώνεται)

§ Στις αντιδράσεις µέσω των οποίων οι άνθρωποι εξορκίζουν τον τρόµο, αντιστέκονται στον θάνατο, δραπετεύουν από την ανία και την και µάχονται ενάντια στον παραλογισµό.

§ Στην µαγεία της γλώσσας: επίθετα, αισχρόλογα, αστεία, ικεσίες, προσευχές ( ο κόσµος είναι

µαγικός και ένας δυνατός κόσµος πνίγει τις αδυναµίες ή την εξασθενητικότα της ψυχής. Η ευθυµολογία διασκορπίζει τον φόβο);

§ Στην µαγεία της πόζας ( παίρνω πόζα): µια πόζα είναι µια µάσκα ή µια προσποίηση; Ένα

πρόσωπο παίρνει την στάση του κυνικού διότι χωρίς κυνισµό, χωρίς την προστασία της µεταµφίεσης, θα καταστραφεί από την πραγµατικότητα

§ Στην µαγεία του παιχνιδιού: το παιχνίδι σκοτώνει το χρόνο και δηµιουργεί για τον άνθρωπο ένα

καινούργιο, ενδιαφέροντα κόσµο. «Υπήρχε τόση ικανοποίηση στο πρόσωπο καθενός που φαινόταν σαν να µην γινόταν πόλεµος και λες και δεν βρίσκονταν πάνω στο τραίνο το οποίο τους µετέφερε σε τοποθεσίες όπου διεξάγονταν µεγάλες αιµατηρές µάχες και σφαγές, αλλά σαν µάλλον να κάθονταν πίσω από ένα τραπέζι παιχνιδιού σε κάποιο καφέ της Πράγα».

§ Στην µαγεία της δράσης: απελπισµένη, παράλογη, ξαφνική δράση, η οποία προστατεύει

απέναντι στον τρόµο ή ενάντια στον θάνατο ( “ένας στρατιώτης αρπάζει την πόρτα του χοιροστασίου για να προστατευτεί από τις χειροµβοβίδες”)

Ποιός είναι ο αντίπαλος παίιχτης που παίζει αυτό το παιχνίδι ενάντια στον Švejk? Υπάρχει µόνος ένας τέτοιος αντίπαλος ή µήπως υπάρχουν πολλοί? Αυτή η ερώτηση είναι συνδεδεµένη µε άλλες ερωτήσεις: Ποιό είναι το είδος της δοµής που εκπροσωπεί το Χασκικό έργο? Αν ανακαλυφθεί ή αποκαλυφθεί αυτήν η δοµή θα είµαστε σε θέση να διαπιστώσουµε ποιος είναι πράγµατι ο Švejk? Το άνοιγµα του έργου του Hašek «και έτσι σκότωσαν τον Φερδινάνδο µας» δεν είναι µόνο η αφετηρία µιας αφήγησης αλλά και η αναγγελία ενός σύγχρονου γεγονότος που έχει προκαλέσει το έναυσµα µιας διαδικασίας. “Κάτι” έχει τεθεί σε κίνηση. Αυτό το “κάτι” αρχικά ονοµάζεται Αρχιδούκας Φερδινάνδος. Αργότερα το ίδιο δρα µέσω του προσώπου του πληροφοριοδότη Brettschneider,

Page 6: Hasek and Kafka

κατόπιν σαν ανακριτής δικαστής και αργότερα όσο το µυθιστόρηµα προχωρά γίνεται στρατιωτικός ιερέας Katz και υπολοχαγός Dub (Lukats). Αυτό το “κάτι” φιγουράρει σαν την φυλακή και την στρατιωτική τάξη, σαν την «προέλαση των στρατιωτών µε τις ξιφολόγχες µαζί µε έναν άνθρωπο που φέρει αλυσίδες βαδίζοντας έµπροσθεν του αγήµατος και που µεταφέρει ένα φέρετρο που το ακολουθεί », ως ο ηλίθιος στρατηγός επιθεώρησης των τουαλετών του αποχωρητηρίου, ως η αργή κίνηση του τραίνου προς το µέτωπο που ολοκληρώνεται µε ένα λερωµένο Αυστριακό καπέλο να ταλαντώνεται πάνω σε έναν άσπρο σταυρό”. Αυτό το “κάτι” θέτει τους ανθρώπους σε κίνηση και οι άνθρωποι φέρουν σε πέρας τις διαταγές του και αφήνονται να οδηγηθούν από αυτό-προς τον θάνατο. Αυτό το “κάτι” είναι κρυµµένο, ανώνυµο, απροσπέλαστο και µερικές φορές µεταµφιεσµένο µε το προσωπείο του επιθεωρητή στρατηγού που επιθεωρεί, ο οποίος ερµηνεύει για τους θνητούς την βαθειά σοφία του Μεγάλου Μηχανισµού: “Σιδερένια πειθαρχία, Οργάνωση” . O Švejk χωρίς το µηχανισµό δεν είναι ο Švejk αλλά µόνο µια ευχάριστη συντροφιά, ένα πειραχτήρι, µια αλεπού. Γίνεται Švejk αµέσως µόλις εµφανίζεται ο αντίπαλος παίχτης, ο Μεγάλος Μηχανισµός. Οποτεδήποτε ο µηχανισµός τίθεται σε κίνηση ( όπως αυτό αναγγέλλεται στην πρώτη πρόταση, «και έτσι σκότωσαν Φερδινάρδο µας») ο Hašek εµφανίζεται στην σκηνή. Το παιχνίδι αρχίζει µεταξύ ανθρώπου και µηχανισµού µεταξύ µηχανισµού και ανθρώπου. Ο Μηχανισµός προσαρµόζει τον άνθρωπο στις ανάγκες του τον τροποποιεί σύµφωνα µε την λογική του και τον εξαναγκάζει να υιοθετήσει µια συγκεκριµένη συµπεριφορά. Ο µηχανισµός εργάζεται σαν µια ανώνυµη, υπόγεια δύναµη. Oργανώνει τους ανθρώπους σε συντάγµατα, η θέση τους είναι διάταξη µάχης και οι διαταγές είναι τόσο σηµαντικά σύµβολα του µηχανισµού όπως το χάος και ο παραλογισµός. Το αλλόκοτο αποκαλύπτει τον εαυτό του, σαν ένας µηχανικός κολοσσός και ένα ανθρώπινο θηριοτροφείο. Η για να είµαστε περισσότερο ακριβείς, η τραγικοκωµικότητα της πραγµατικότητας, ο τρόµος, η γελοιοποίηση, η φρίκη και η κωµωδία συνεχώς φανερώνονται µέσω των ατόµων αντιπροσώπων του µηχανισµού οι οποίοι ζουν είτε κοντά στον κόσµο των ζώων είτε φέρουν τις µάσκες του: o πληροφοριοδότης της αστυνοµίας Brettschneider καταβροχθίζεται από τα σκυλιά του; ο επικεφαλής ιατρός θεωρεί όλους τους ασθενείς σαν «βόδια και κοπριά.....έτοιµα για την θηλιά της κρεµάλας», ένας ύποπτος της αστυνοµίας ανακρίνεται από έναν τζέντλεµαν ( καλοαναθρεµµένος κύριος, εργένης, χειρωνάκτης) µε ψυχρό, υπηρεσιακό πρόσωπο που δείχνει ίχνη «κτηνώδους βαρβαρότητας». Επιπροσθέτως παράλληλα µε την κίνηση του µηχανισµού, του παράλογου και του αναίσθητου υφίσταται µια άλλη κίνηση, αυτή των ανθρωπίνων πεπρωµένων, των ανθρωπίνων συναντήσεων, γεγονότων, περιπετειών καθένα από αυτά ξεχωριστά έχοντας το δικό τους νόηµα και µαζί συνθέτουν το περιεχόµενο της ανθρώπινης ζωής. Οι άνθρωποι κινούνται µέσα στον Μεγάλο Μηχανισµό: η µηχανική κίνηση που οδηγεί τους ανθρώπους στην καταστροφή καθίσταται στην πραγµατικότητα δυνατή και συνεχίζεται µε την διαµεσολάβηση της µηχανικής κίνησης των ίδιων των ανθρώπων. Όµως µερικοί έχουν την ικανότητα να λύσουν τους δεσµούς τους µε τη µηχανή, βγαίνουν έξω από τη δικαιοδοσία του µηχανισµού, δραπετεύουν και µπορούν ακόµα να υπάρχουν ανεξάρτητα από το µηχανισµό. Μέσα σε αυτό το σύνθετο σύνολο γραναζιών που ταιριάζουν απολύτως µεταξύ τους και κινούν το ένα το άλλο, µόνο απλές, ατοµικές κινήσεις (µοίρες, συναντήσεις, γεγονότα) έχουν ένα νόηµα, ενώ η κίνηση του µηχανισµού σαν ολότητα είναι χωρίς έννοια. Η ασυµφωνία µεταξύ της αξίας των ανθρώπινων πεπρωµένων µέσα στον µηχανισµό και έξω από αυτόν και η αδιαφορία, η αναισθησία του Μηχανισµού σαν όλου είναι τόσο πυκνή και εκρηκτική που δεν χρειάζεται καθόλου την κεντρική φιγούρα του Švejk για να αναπτυχθεί µαζί µε την φόρµουλα των κριτικών και µια εξιδανικευµένη βολικότερη ίσως ερµηνεία ( π.χ η «θετική» θέαση του Švejk). Το να θεωρήσεις τον Švejk µια «θετική» φιγούρα σηµαίνει να τον θανατώσεις. Οι δύο προελαύνουσες διαδικασίες ( ανθρώπινα πεπρωµένα έναντι µηχανισµού) παρεµποδίζονται από ένα «ανασταλτικό», «επιβραδυντικό» στοιχείο, την αφήγηση του Švejk ο οποίος κατά κάποιο τρόπο διεισδύει και σχολιάζει και τις δύο κινήσεις και ο οποίος φανερώνει την σχέση τους και τις συσχετίζει. Σε πολλά µέρη του βιβλίου του Hašek, το αλλόκοτο εµφανίζεται σαν οργανικό µέρος διότι είναι παρών στην όλη δοµή του έργου.

Page 7: Hasek and Kafka

Ποιος είναι ο Švejk? H φιγούρα του Švejk απαραιτήτως θα πρέπει να εξεταστεί µέσα σ’ ένα ευρύτερο κοσµικό πλαίσιο, αλλά δεν θα πρέπει να εξηγηθεί απλά µόνο µε αναφορές σε πρωταγωνιστές του Ντιντερό, του Θερβάντες, του Ραµπελαί ή του Κόστερ. Ο Švejk είναι απλός και καπάτσος, ένας φελλός ηλίθιος και καθυστερηµένος βεβαιωµένα από το κράτος αλλά και ένας επαναστάτης που τον αυτό τον υποπτεύεται, ένας κοπανατζής και ένας ιδιοτελής , ένας κατάσκοπος και ένα νοµοταγές υποκείµενο. Εάν ο Švejk εµφανίζεται µερικές φορές σαν ηλίθιος και άλλες σαν δαιµόνιος και πανούργος, αν άλλες ενεργεί σαν υπηρέτης και άλλες σαν επαναστάτης ενώ πάντα παραµένει αυτό που είναι, η µεταµορφωσιµότητά του, η απιαστότητά του και το “µυστήριο” του είναι επακόλουθα του γεγονότος ότι είναι µέρος ενός συστήµατος που βασίζεται σε µια γενική προϋπόθεση: ότι οι άνθρωποι προσποιούνται ότι είναι αυτό που δεν είναι. Έτσι ο απατεώνας και ο επιθεωρητής είναι κεντρικές µορφές στο σύστηµα εξ’ ανάγκης. Ένα από τα χαρακτηριστικά του συστήµατος είναι η κανονική και αµοιβαία µυστικοποίηση. O Švejk κινείται µέσα σε έναν µηχανισµό καθοδηγούµενο από αδιαφορία και αγοραία συµπεριφορά. Οι άνθρωποι σ’ αυτόν παίρνουν τα πράγµατα σοβαρά και απαίδευτα , αποκαλύπτουν τον παραλογισµό του συστήµατος και την ίδια στιγµή κάνουν τους εαυτούς τους παράλογους και αξιογέλαστους. Μέσα σε ένα τέτοιο σύστηµα οι αρχές είναι πεπεισµένες ότι τα υποκείµενά τους είναι απατεώνες, κοπανατζήδες, ταραχοποιοί και προδότες ενώ οι άνθρωποι από την άλλη πλευρά αναγνωρίζουν πίσω από τις υπηρεσιακές κατανυκτικές και ιεροπρεπείς µάσκες τους το µασκάρεµα ( φοράω τη µάσκα) και το ξεµπρόστιασµα ( αφαίρεση της µάσκας) σαν θεµελιώδεις σχέσεις των ανθρώπων. Ποιος είναι ο Švejk? Η ανάλυση του Hašek δείχνει ότι οι άνθρωποι πάντα υποβαθµίζονται σε κάτι, ανάγονται σε κάτι, εκφυλίζονται. Ο Švejk παρά ταύτα είναι µη αναγώγιµος. Κοµβικής σηµασίας είναι η διάσηµη σκηνή από το φρενοκοµείο όπου ό γιατρός γυρίζει στο Švejk λέγοντας: “Κάνε πέντε βήµατα εµπρός και πέντε προς τα πίσω”. Αυτός έκανε 10. “Μα εγώ σου είπα να κάνεις πέντε” του λέει ο γιατρός”; “Λίγα βήµατα εδώ ή εκεί δεν µε ενοχλούν γιατρέ” αποκρίνεται ο Švejk. Αυτό είναι το κλειδί στην κατανόηση του Švejk: Οι άνθρωποι είναι πάντα ριγµένοι µέσα σε ένα ορθολογικό και ωφελιµιστικό περιβάλλον στο οποίο µεταποιούνται, ξεκαµώνονται, σπρώχνονται ολόγυρα και µετακινούνται, υποβαθµιζόµενοι συνεχώς σε κάτι µη ανθρώπινο, έξω-ανθρώπινο δηλαδή σε κάτι που καθίσταται αντικείµενο υπολογισµού, αναλώσιµο, ποσότητα. Αλλά για τον Švejk λίγα βήµατα εδώ ή εκεί δεν κάνουν καµία διαφορά. Ο Švejk δεν είναι υπολογίσιµος διότι δεν είναι προβλέψιµος. Τα άτοµα δεν δύναται να αναχθούν σε πράγµατα και πάντα υπερβαίνουν το σύστηµα των έµπράγµατων σχέσεων µέσα στο οποίο και από το οποίο κινούνται. Μήπως ο Švejk οικειοποιούµενος την µάσκα του ηλιθίου, αποκρύπτει το πρόσωπο µιας ιδανικής ανθρωπότητας και µιας ευγένειας του πνεύµατος? Μήπως φοράει την µάσκα του νοµοταγούς πολίτη µε σκοπό να κρύψει το δικό του πραγµατικό πρόσωπο, το πρόσωπο του επαναστάτη? Η ιδιοφυία του Hašek συνίσταται στο γεγονός ότι απεικονίζει τον άνθρωπο και τον ήρωά του µε πολύ µεγάλη ευρύτητα, καλύπτοντας τα όρια µεταξύ ηλιθιότητας και πανουργίας, διαβολικής εξυπνάδας, κυνισµού αλλά και µεγαλοφροσύνης και ευαισθησίας, νοµιµοφροσύνης και πιστότητας στο κράτος αλλά και εξεγερσιακού πνεύµατος η ενάντια σ’ αυτό. Στον Χασκικό κόσµο οι άνθρωποι συναντιούνται στους σταθµούς των τραίνων, στους οίκους ανοχής, στις ταβέρνες, στα νοσοκοµεία ακόµη και στα φρενοκοµεία. Ακόµη και για τον Švejk το άσυλο είναι το µοναδικό µέρος στον κόσµο όπου οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι. Το πρόβληµα είναι µε ποια έννοια είναι ελεύθεροι. Μήπως δηλαδή κάτι τέτοιο θα σήµαινε ότι για να είµαστε ελεύθεροι θα πρέπει να τρελαθούµε (να απωλέσουµε τας φρένας) ή αντιστρόφως δηλαδή κάποιος είναι τρελός όταν είναι ή νοµίζει ότι είναι ελεύθερος? Είναι το άσυλο το έσχατο καταφύγιο για την ελευθερία ή θα πρέπει η ελευθερία να κλειδωθεί στο τρελοκοµείο έτσι ώστε να βλαφτεί κανείς από τους φορείς της? H συνθετότητα, η αινιγµατική ποιότητα και το µυστήριο του Kafka δεν θα πρέπει να αντιπαραβάλλονται απέναντι στις ποιότητες της τετριµµένης απλότητας ή το διανοουµενίστικο που

Page 8: Hasek and Kafka

αποδίδονται στην εργασία του Hašek. Με τον δικό της τρόπο η εργασία του Hašek είναι εξίσου µυστήρια και γεµάτη από γρίφους (όπως αυτή του Κάφκα) και θα πρέπει να ερµηνευτεί υπό το φως της σύγχρονης ακαδηµαικής ανάλυσης. Η πατερναλιστική συντηρητική θεωρία της «λαικίστικης προσφυγής» αποτυγχάνει ολοκληρωτικά σ’ αυτήν την περίπτωση. Hašek και Kafka O Sveik δεν µπορεί να ταυτιστεί µε τον Σβεικισµό µήτε ο Κάφκα µε το Καφκισµό. Ποιος είναι άραγε ο Καφκικός κόσµος? Πρόκειται για τον κόσµο της παράλογης σκέψης, παράλογης συµπεριφοράς και παράλογων ανθρωπίνων ονείρων. Είναι ο κόσµος που έχει την µορφή φρικτού και απαίσιου λαβυρίνθου, ένας κόσµος ανήµπορων ανθρώπων πιασµένων στο δίκτυο του γραφειοκρατικού µηχανισµού και των ιδεολογικών µαραφετιών. Ένας κόσµος στον οποίο ό άνθρωπος είναι ανίσχυρος και παγιδευµένος µέσα σε µια τεχνικά προσανατολισµένη και αποξενωµένη πραγµατικότητα. Ο Σβεικισµός είναι ένας τρόπος αντίδρασης σ’ αυτόν τον κόσµο του παραλόγου, της απανταχού παρουσίας των µηχανών και των σχέσεων µέσω υλικών κινήτρων. O Σβεικισµός και ο Καφκισµός είναι οικουµενικά φαινόµενα που υπάρχουν ανεξάρτητα από την εργασία του Hašek και του Kafka. Οι δύο Πραγιανοί συγγραφείς απλά έδωσαν ονόµατα σ’ αυτά τα φαινόµενα και οι εργασίες τους του έδωσαν µια συγκεκριµένη µορφή. Αυτό βεβαίως δεν σηµαίνει ότι η δουλειά του Hašek µπορεί να αναχθεί στον Σβεικισµό όπως το έργο του Kafka δεν είναι ο Καφκισµός. O Hašek και ο Kafka περιγράφουν και παραθέτουν (εκθέτουν) τους δύο κόσµους (τον Σβεικισµό και τον Καφκισµό) σαν δύο καθολικά φαινόµενα και ταυτοχρόνως τα υποβάλλουν σε κριτική. Ο κόσµος του Kafka είναι εντοιχισµένος σ’ έναν λαβύρινθο απολιθωµένων δυνατοτήτων, αποξενωµένων σχέσεων και τον υλισµό της καθηµερινής ζωής; Όλα αυτά ορθώνονται σε υπερφυσικές και φαντασµαγορικές διαστάσεις ενώ από την άλλη πλευρά, σταθερά µε αµείλικτο τρόπο και αποφασιστικό πάθος αναζητά την αλήθεια. Ο άνθρωπος του Kafka είναι καταδικασµένος να ζει σ’ έναν κόσµο στον οποίο η µοναδική ανθρώπινη αξιοπρέπεια περιορίζεται στην ερµηνεία αυτού του κόσµου; Ενώ άλλες δυνάµεις, πέραν της ικανότητας ελέγχου του ατόµου, καθορίζουν την πορεία της εξέλιξης ανάπτυξης του κόσµου και της αλλαγής. Και ο Hašek µέσω της εργασίας του δείχνει ότι ο άνθρωπος ακόµη και αν τον χειρίζονται σαν αντικείµενο παραµένει ακόµη άνθρωπος και δεν είναι ο άνθρωπος αυτός που έχει γίνει αντικείµενο αλλά έχει γίνει παραγωγός αντικειµένων. Ο άνθρωπος υπερβαίνει την κατάστασή του ως αντικείµενο, δεν ανάγεται σε αντικείµενο, δεν ανάγεται σε σύστηµα. Eίναι περισσότερο από το σύστηµα. ∆εν έχουµε ακόµη στην διάθεσή µας µια κατάλληλη περιγραφή του θαυµαστού γεγονότος ότι ο καθένας εγκολπώνεται µέσα του την κολοσσιαία, ακατάλυτη και άφθαρτη δύναµη της ανθρωπότητας. Στο πρώτο µισό του 20ου αιώνα αυτοί οι δύο Πραγιανοί δηµιουργοί µας προσέφεραν δύο διαφορετικές θεάσεις του σύγχρονου κόσµου. Περιέγραψαν δύο ανθρώπινους τύπους οι οποίοι εκ’ πρώτης όψεως φαντάζουν αποµακρυσµένοι ό ένας απ’ τον άλλον. Ενώ ο Kafka απεικόνισε τον υλισµό του καθηµερινού µας ανθρωπίνου και έδειξε ότι ο µοντέρνος άνθρωπος ζει και γίνεται οικείος µε τις βασικές µορφές αλλοτρίωσης µε σκοπό να λειτουργεί ως άνθρωπος (θεµελιακή αποξένωση), ό Hašek δείχνει ότι ό άνθρωπος υπερβαίνει τον υλισµό διότι δεν ανάγεται σ’ αντικείµενο δεν ανάγεται σε υλικό προιόν σχέσεων. Μετάφραση Από το βιβλίο THE CRISIS OF MODERNITY- Essays and Observations from the 1968 era). Συγγραφέας:KAREL KOSÍK Εκδόσεις: ROWMAN & LITTLEFIELD PUBLISHERS, INC (Η ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑΣ-∆οκίµια και Σχόλια από την περίοδο του 1968) Το προγραµµατικό αυτό όπως έχει χαρακτηριστεί από τον ίδιο δοκίµιο, του ανυπότακτου Τσέχου φιλοσόφου και ανθρωπιστή KAREL KOSÍK (Πράγα 1926-2003), έχει δηµοσιευτεί για πρώτη φορά το έτος 1963 υπό τον τίτλο “Hašek a Kafka neboli groteskní svet.” στο περιοδικό Plamen , τεύχος 6. Εδώ παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην ελληνική γλώσσα. Επιλογή-Μετάφραση: Μάριος ∆αρβίρας