Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος...

24
Εργασία Εφαρμογών ∆ημοσίου ∆ικαίου. Υπεύθυνος Καθηγητής : ∆ημητρόπουλος Ανδρέας Αλεξάνδρα Μπουσίου Α.Μ. 1340200200710

Transcript of Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος...

Page 1: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου.

Υπεύθυνος Καθηγητής : ∆ηµητρόπουλος Ανδρέας

Αλεξάνδρα Μπουσίου Α.Μ. 1340200200710

Page 2: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

The Vow - O Όρκος

Περιεχόµενα

Περίληψη Εργασίας - Ελληνικά

Περίληψη Εργασίας – Αγγλικά ( Summary )

Εισαγωγή

Ο όρκος όπως οριοθετείται στο αρθρο 13 του Συντάγµατος και η θρησκευτική ελευθερία

Ειδικότερα θέµατα : Η απόφαση 2601ΣτΕ

Ειδικότερα θέµατα : O όρκος του µοναχού

Ειδικότερα θέµατα : Ο όρκος ως µέσο απόδειξης στα δικαστήρια

Ο όρκος των Βουλευτών

Ο όρκος του Προέδρου της ∆ηµοκρατίας

Συµπέρασµα

Βιβλιογραφία

Νοµολογία

Παρατηρήσεις

Page 3: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

Περίληψη-Λήµµατα Στην παρούσα εργασία αναλύεται το ζήτηµα του όρκου όπως αυτό προκύπτει από την Συνταγµατική διάταξη του άρθρου13 παρ.5. Περαιτέρω εξετάζονται τα ειδικότερα ζητήµατα της απόφασης 2601/1998 ΣτΕ(ορκωµοσία φοιτητού) ,του όρκου του µοναχού, και του όρκου ως µέσο απόδειξης στα δικαστήρια. Επίσης παρουσιάζονται ο όρκος των βουλευτών(άρθρο 59 Σ) και ο όρκος του Προέδρου της ∆ηµοκρατίας (άρθρο 33 Σ). Τέλος δίδονται τα συνολικά συµπεράσµατα της εργασίας. Summary In this assignment there is been analyzed the theme of the oath as it is presented and explained in the article 13 of the Greek Institution. Further, there is a presentation of some more specific matters on the oath, the judgment of the supreme public court 2601/1998, the oath of the monks, and the oath as a proof element in procedure of trial. Supplementary it is examined the oath of the members of the parliament and the oath of the President of Democracy as these lie in the Greek Institution. Finally there are presented the results of the assignment.

Page 4: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

Εισαγωγή Στην παρούσα εργασία θα εξεταστεί το ζήτηµα του όρκου, όπως αυτό οριοθετείται από το Σύνταγµα ( άρθρο 13 ).Ο όρκος είναι : « η µε την επίκληση ορισµένου παράγοντα πραγµατοποιούµενη διαβεβαίωση ».Η όλη ιστορική εξέλιξη του όρκου και η ευρύτατη χρήση του ανά τους αιώνες αποδεικνύει την ιδιαίτερη σηµασία ,την οποία έχει αυτός στην ζωή του ανθρώπου, κυρίως διότι συνδέεται άρρηκτα µε την θρησκευτική του συνείδηση.*1 Με αυτό τον τρόπο, η επίκληση του Θείου για την επιβεβαίωση της αλήθειας ενός γεγονότος η για την παροχή εγγυήσεων για την εκτέλεση δοθείσης υπόσχεσης, γίνεται πράξη νοµική και µάλιστα αναδεικνύεται ως το τελευταίο υπόλειµµα της θεοδικίας. *2 Μεταγενέστερα υποστηρίχθηκε ότι δικαιολογητική βάση του όρκου, δεν έγκειται στο θρησκευτικό του χαρακτήρα αλλά στην ηθική συνείδηση του ανθρώπου, από την οποία απορρέει η υποχρέωση του να πει την αλήθεια. Σε αυτή την βάση τοποθέτησε το ζήτηµα ο Άρθουρ Σοπενχάουερ *3.: «Πουθενά αλλού η θρησκεία δεν παρεµβαίνει τόσο άµεσα και φανερά στον πρακτικό και υλικό βίο, όσο στο ζήτηµα του όρκου.» Συνεχίζοντας, διατυπώνει την άποψη ότι: « Κάποια µέρα όλες οι θρησκείες θα καταποντιστούν και κάθε πίστη θα εκλείψει, µήπως όµως αξίζει τον κόπο να αναζητήσουµε µία σηµασία του όρκου καθαρά ηθική, ανεξάρτητη κάθε θετικής πίστεως και εν τούτοις δυνάµενη να περιοριστεί, σε γνώσεις η δηλώσεις καθαρές, η οποία (σηµασία) θα ήταν δυνατόν να επιζήσει σε αυτήν την παγκόσµια πυρκαγιά της εκκλησίας. Ο αδιαµφισβήτητος σκοπός του όρκου είναι να θεραπευθεί αποκλειστικά δια της ηθικής οδού, η συχνή συνήθεια της δολιότητας και της ψευδολογίας του ανθρώπου, ανυψώνοντας τον όρκο σε έκτακτη σκέψη η οποία φέρει ζωηρά στην συνείδηση κάθε ανθρώπου, την ηθική υποχρέωση να πει την αλήθεια.» Από την παραπάνω αφετηρία ο Σοπενχάουερ καταλήγει – δεχόµενος ότι µέσω του όρκου ο άνθρωπος διαθέτει ένα *1. Τ. Μαρίνος : « Η θρησκευτική ελευθερία » Αθήνα 1972, σελ.245. *2. Θ.Τσάτσου: «Εισήγησης επί των άρθρων 1 και 2 του Συντάγµατος εν µελέτες του Συνταγµατικού ∆ικαίου» Αθήνα 1958, σελ 99 *3. Άρθουρ Σοπενχάουερ «Ηθική, δίκαιο, και πολιτική » ,Αθήνα 1926,σελ 99

Page 5: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

ισχυρό µέσο για να κατευθύνει ορισµένη υπόθεση, σε δίκαιη η άδικη λύση, αφού ορκιζόµενος θέτει την συνείδηση του στην υπηρεσία της δικαιοσύνης – ότι δεν πρέπει να αναγνωρίζουµε θρησκευτικό χαρακτήρα στον όρκο, καθώς τότε : « Είναι πραγµατικά λυπηρό ότι η ζωή και η περιουσία του ενός, εξαρτώνται από τις µεταφυσικές πεποιθήσεις του άλλου.». Η προβληµατική του όρκου που όπως γίνεται φανερό και από τα παραπάνω είναι περίπλοκη και πέρα από τη νοµοθετική ρύθµιση και τη νοµολογιακή ερµηνεία αγγίζει ζητήµατα ηθικά και φιλοσοφικά, θα εξεταστεί κατά το δυνατόν επαρκώς και επιστηµονικά τεκµηριωµένα µε βάση το ακόλουθο διάγραµµα. Με αφετηρία το άρθρο 13 του Συντάγµατος καθώς και το άρθρο 9 της Ε.Σ.∆.Α. (κυρώθηκε στην Ελλάδα µε το νόµο 2329/1953) που έχει ανώτερη τυπική ισχύ όπως ορίζει το άρθρο 28 του Συντάγµατος, θα δοθεί η έννοια του όρκου κατά την ελληνική έννοµη τάξη. Επίσης θα απαριθµιστούν τα είδη του όρκου και θα επιχειρηθεί µια ερµηνεία του στο πλαίσιο των δικαιωµάτων της θρησκευτικής ελευθέριας και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας (άρθρο 5 του Συντάγµατος) Ακολούθως παρουσιάζεται µια σειρά ειδικότερων ζητηµάτων που απασχόλησαν τόσο τη θεωρία όσο και τη νοµολογία και προσφέρουν µια ευρεία άποψη στο πρόβληµα του τύπου του όρκου , δηλαδή πότε ο όρκος πρέπει να είναι θρησκευτικός και πότε πολιτικός. Το πρώτο ζήτηµα που ερευνάται είναι σχετικό µε την ελευθέρια της θρησκευτικής συνείδησης και την υποχρέωση ορκοδοσίας. Συγκεκριµένα παρουσιάζεται η υπόθεση φοιτητή*4 που θέλησε να απαλλαγεί από την προβλεπόµενη στην διάταξη του άρθρου 192 του νόµου 5343/1932 πριν τη λήψη του πτυχίου ορκωµοσία επικαλούµενος λόγους θρησκευτικής συνείδησης. Σε αυτό το κεφάλαιο τίθεται το ζήτηµα αν παραβιάζεται η θρησκευτική ελευθέρια του φοιτητή που αρνείται να δώσει την καθιερωµένη καθοµολόγηση και προσφέρεται να παράσχει σχετική διαβεβαίωση επικαλούµενος την τιµή και τη συνείδηση του. Το επόµενο κεφάλαιο παρουσιάζει το ζήτηµα των µοναχών αν αυτοί δηλαδή είναι υποχρεωµένοι να δίνουν θρησκευτικό όρκο η αν µπορούν νοµίµως να προβάλλουν την ένσταση ότι τους τον απαγορεύει η θρησκεία τους. Συνακολούθως αναφέρεται ο όρκος των ιερέων και η δικαιολογητική του βάση. Επίσης δίδεται η *4.αποφαση 2601/1998 ΣτΕ επίσηµη άποψη της ορθόδοξης εκκλησίας πάνω στο θέµα του όρκου. Τελευταίο ειδικότερο ζήτηµα είναι αυτό του όρκου στα δικαστήρια τόσο τα πολιτικά όσο και τα ποινικά. Εδώ παραθέτονται οι ρυθµίσεις του Κ.ΠΟΛ.∆. και του Κ.Π.∆. και

Page 6: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

ορίζεται ο όρκος ως µέσο απόδειξης. Επίσης ερευνώνται οι νοµικές συνέπειες της ορκοδοσίας κατά την διαδικασία της δικής αλλά και ο ηθικός προβληµατισµός σχετικά µε την υποχρεωτικότητα της καθώς και προβλήµατα σχετικά µε τον τύπο του όρκου. Στο επόµενο κεφάλαιο ερευνάται το ζήτηµα του βουλευτικού όρκου. Το Σύνταγµα εκτός από τη γενική διάταξη του άρθρου 13 αναφέρει τον όρκο και στο άρθρο 59. Εκεί ο συντακτικός νοµοθέτης προβλέπει την όρκιση τον βουλευτών πριν την έναρξη της άσκησης των βουλευτικών τους καθηκόντων και µάλιστα την θέτει ως προϋπόθεση. Ο βουλευτικός όρκος έχει θρησκευτικό χαρακτήρα µόνο και για αυτό υπάρχει πρόβληµα µε τους άθεους βουλευτές και αυτούς που η θρησκεία τους απαγορεύει τον όρκο. Απάντηση σε αυτό επιχειρείται µε βάση τη θεωρία και το ευρύτερο ερµηνευτικό πλέγµα των σχετικών διατάξεων. Μια ακόµα διάταξη του Συντάγµατος που αναφέρεται ο όρκος είναι το άρθρο 33 παράγραφος 2 όπου ορίζεται όχι µόνο θρησκευτικός τύπος του όρκου του Προέδρου της δηµοκρατίας αλλά χριστιανικός. Τίθεται λοιπόν ζήτηµα κατά πόσο συνεπής είναι αυτή η διάταξη µε τις διατάξεις για την θρησκευτική ελευθέρια την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και την ισότητα. Στο τελευταίο κεφαλαίο παρουσιάζονται τα συµπεράσµατα στα οποία κατέληξα µετά την µελέτη πάνω στο ζήτηµα του όρκου και την εκπόνηση αυτής της εργασίας. Εκεί αναφέρονται όχι µόνο οι διάφορες απόψεις που έχουν διαµορφωθεί από την θεωρία αλλά και όλα όσα προσωπικά απεκόµισα µέσα από αυτή τη διαδικασία. Τέλος παρατίθενται πίνακες µε την βιβλιογραφία που χρησιµοποιήθηκε και µε τις αποφάσεις της νοµολογίας.

Page 7: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

Ο όρκος όπως οριοθετείται στο άρθρο 13 του συντάγµατος και το δικαίωµα της θρησκευτικής ελευθέριας. Η θρησκευτική ελευθερία είναι η ρίζα των ατοµικών ελευθεριών. *1 Πολύ πριν από την αναγνώριση της απαραβίαστης ιδιωτικής σφαίρας του ατόµου και γενικά την επικράτηση του φιλελευθέρου ατοµοκεντρισµού(αργότερα ανθρωποκεντρισµού) η γενική αποδοχή της υπεροχής του θείου έναντι του ανθρώπινου δικαίου και των αντιστοίχων περιορισµών της κατά τα αλλά απεριόριστης ηγεµονικής κυριαρχίας*2 είχε δηµιουργήσει το θεµέλιο για την αντίταξη ατοµικών θρησκευτικών υποχρεώσεων στην κρατική επιταγή. Και στην αρχαιότητα, που της ήταν ξένη η έννοια του ατοµικού δικαιώµατος η Αντιγόνη αντέταξε στον Κρέοντα(το κράτος δηλαδή)το θρησκευτικό της καθήκον. Το ζήτηµα του όρκου υπήρξε πάντα άρρηκτα συνδεδεµένο µε την θρησκευτική ελευθερία καθώς ο όρκος περιέχει την επίκληση του θείου συνήθως, η της τιµής και της συνείδησης που είναι και οι δύο επικλήσεις σχετικές µε την εσωτερική πίστη και ηθική του καθενός. Ο θρησκευτικός χώρος στην ελληνική έννοµη τάξη προστατεύεται µε διατάξεις διεθνών συµβάσεων αλλά και µε διατάξεις του Συντάγµατος. Την ελευθερία της συνείδησης και της θρησκείας κατοχυρώνει το άρθρο 18 της Οικουµενικής ∆ιακήρυξης των ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου, όπως επίσης και το άρθρο 9 της Ευρωπαϊκής Σύµβασης για τα ∆ικαιώµατα του Ανθρώπου. Οι αναφερόµενες στη ρύθµιση του θρησκευτικού φαινοµένου διατάξεις του ελληνικού Συντάγµατος είναι διάσπαρτες και περιέχονται τόσο στο κεφάλαιο των συνταγµατικών δικαιωµάτων, όσο και σε οργανωτικές ρυθµίσεις*3 (άρθρα 3, 72, 13, 16, 33, 59,18, 105). Ο όρκος όµως αναφέρεται προτίστως στο Σύνταγµα στο άρθρο 13 παράγραφος 5 όπου ορίζεται «Κανένας όρκος δεν επιβάλλεται χωρίς νόµο, που να ορίζει και τον τύπο του.» *1.Π.∆. ∆αγτόγλου, «Ατοµικά δικαιώµατα» ,β έκδοση, Αθήνα 2005,σελ439 *2. Π.∆. ∆αγτόγλου , «Περί κυριαρχίας», β έκδοση ,Αθήνα 1998, σελ17 *3. Α.∆ηµητρόπουλος , «Συνταγµατικά δικαιώµατα», Αθήνα 2004, σελ186

Page 8: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

Πράγµα που σηµαίνει ότι ο συντακτικός νοµοθέτης αναγνωρίζοντας τον θρησκευτικό χαρακτήρα του όρκου είτε αυτό σηµαίνει ότι κάποιος θέλει να δώσει θρησκευτικό όρκο, είτε ότι η θρησκεία του απαγορεύει τον όρκο είτε ότι είναι άθεος, επιτρέπει την επιβολή όρκου µε νόµο αλλά πάντα µε πρόβλεψη τέτοιου τύπου που να µην θίγεται η θρησκευτική ελευθερία του ατόµου. Κρίνεται αναγκαίο λοιπόν για να προχωρήσουµε στην ειδικότερη ανάλυση της έννοιας του όρκου, να παρουσιάσουµε πρώτα την έννοια της συνταγµατικά κατοχυρωµένης θρησκευτικής ελευθερίας αφού σε συνάρτηση µε αυτή θα κριθεί πότε είναι ο νόµος µε τον οποίο επιβάλλεται όρκος συνταγµατικός. Κατά το άρθρο 13 του Συντάγµατος παράγραφος 2 «κάθε γνωστή θρησκεία είναι ελεύθερη…». Το Σύνταγµα δηλαδή καθιερώνει την ελευθερία της θρησκείας, την θρησκευτική ελευθερία ως αντικειµενικό κανόνα δικαίου και ως ατοµικό δικαίωµα. Με την αντικειµενική της µορφή η θρησκευτική ελευθερία ταυτίζεται µε την ανεξιθρησκία, ενώ ως ατοµικό δικαίωµα παρέχει στο άτοµο τη νοµική δυνατότητα να πιστεύει και να λατρεύει οποιοδήποτε δόγµα, δηλαδή περιλαµβάνει την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης και την ελευθερία της λατρείας. *4 Παράλληλα το ατοµικό δικαίωµα στην θρησκεία έχει status negativus, δηλαδή καθένας έχει δικαίωµα να µην πιστεύει πουθενά, να είναι άθεος. Όριο της θρησκευτικής ελευθερίας είναι οι υποχρεώσεις απέναντι στο κράτος, στην τέταρτη παράγραφο του άρθρου 13 ορίζεται «Κανένας δεν µπορεί, εξαιτίας των θρησκευτικών του πεποιθήσεων, να απαλλαγεί από την εκπλήρωση των υποχρεώσεων προς το κράτος ή να αρνηθεί να συµµορφωθεί προς τους νόµους.» Η θρησκευτική συνείδηση προστατεύεται τόσο ως ενδιάθετη πίστη (εσωτερική πλευρά) όσο και ως εξωτερίκευση της προς οποιοδήποτε δόγµα για την υπόσταση του θείου (εξωτερική θρησκευτική δράση). Άλλωστε αν η συνταγµατική προστασία περιοριζόταν στην εσωτερική συνείδηση θα ήταν άνευ ουσιαστικού αντικειµένου αφού αυτή είναι δεν είναι δυνατό να ελεγχθεί. Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης προστατεύεται ως αµυντικό δικαίωµα, το οποίο στρέφεται κατά του κράτους αλλά αναπτύσσει και διαπροσωπική ενέργεια στρέφεται δηλαδή και κατά της ιδιωτικής εξουσίας *4. Α.∆ηµητρόπουλος , «Συνταγµατικά δικαιώµατα», Αθήνα 2004, σελ186 Εξίσου σηµαντική είναι η κατοχύρωση της αρχής της θρησκευτικής ισότητας µε την µορφή της απαγόρευσης των θρησκευτικών διακρίσεων, όπως ορίζεται ρητά στο άρθρο 13 παράγραφος 1. Κατοχυρώνεται κατά συνέπεια απόλυτο δικαίωµα ίσης µεταχείρισης, µε άλλα λόγια αξίωση αποχής από οποιαδήποτε ενέργεια περιέχει διάκριση οφειλόµενη στις

Page 9: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

θρησκευτικές πεποιθήσεις. Πρέπει τέλος να παρατηρήσουµε ότι το Σύνταγµα δεν κατοχυρώνει γενικά την ελευθερία της συνειδήσεως, όπως τα περισσότερα σύγχρονα Συντάγµατα, αλλά ειδικά την ελευθερία της «θρησκευτικής συνείδησης», όµως σύµφωνα µε την γενική θεωρία των συνταγµατικών δικαιωµάτων το Σύνταγµα εγγυάται το minimum και δεν ορίζει το mαximum της προστασίας, άρα και η ελευθερία της συνείδησης προστατεύεται αφού νόµοι µόνο να διευρύνουν µπορούν την συνταγµατική προστασία. *5 Αφού δώσαµε περιεκτικά την έννοια της ελευθερίας της θρησκευτικής συνείδησης θα περάσουµε τώρα στην ανάλυση του όρκου. Όρκος είναι η µε την επίκληση ορισµένου παράγοντα πραγµατοποιούµενη διαβεβαίωση. *6 Η δύναµη που ασκεί ο όρκος ώθησε το νοµοθέτη να τον αξιοποιήσει στις νοµικές διαδικασίες. Τέθηκε έτσι το ερώτηµα κατά πόσο υπάρχει υποχρέωση ορκοδοσίας από το Σύνταγµα, κατά πόσο δηλαδή είναι συνταγµατικές οι διατάξεις της κοινής νοµοθεσίας που επιβάλλουν τον όρκο. Το ζήτηµα τέθηκε διότι πολλοί που κλήθηκαν να ορκιστούν στα δικαστήρια αρνήθηκαν επικαλούµενοι λόγους θρησκευτικής συνείδησης. Για να απαντήσουµε σε αυτό το ζήτηµα πρέπει να δούµε πρώτα τη δοµή του όρκου. Ο όρκος αποτελείται από δύο µέρη το «επικλητικό» και το «βεβαιωτικό». Το επικλητικό αφορά τον παράγοντα που επικαλείται ο ορκιζόµενος και το βεβαιωτικό που αφορά το γεγονός για το οποίο ορκίζεται. Ανάλογα µε το περιεχόµενο της διαβεβαίωσης διακρίνεται ο υποσχετικός και ο βεβαιωτικός όρκος. Υποσχετικός η όρκος πίστης είναι ο όρκος που αναφέρεται στο µέλλον και δίδεται σε πολλές περιπτώσεις όσοι αναλαµβάνουν ένα αξίωµα η µια θέση. *7 Όρκος πίστης είναι ο όρκος των βουλευτών, του Προέδρου της ∆ηµοκρατίας, των δηµοσίων υπαλλήλων, των φοιτητών κατά την απονοµή των πτυχίων τους κ.τ.λ., ενώ βεβαιωτικός είναι π.χ. ο όρκος του διαδίκου στην διαδικασία της δίκης *5.Π.∆. ∆αγτόγλου, «Ατοµικά δικαιώµατα» ,β έκδοση, Αθήνα 2005,σελ442 *6. Α.∆ηµητρόπουλος , «Συνταγµατικά δικαιώµατα», Αθήνα 2004, σελ186 *7. Ράµµος Γ. «Ο όρκος ως µέσο απόδειξης κατά την πολιτική δίκη», Αθήνα, 1937, σελ1 Αναλόγως µε το επικλητικό περιεχόµενο του, δηλαδή αν ο παράγοντας που επικαλείται ο ορκιζόµενος είναι θρησκευτικός ή άλλος (έχει καθιερωθεί η επίκληση της τιµής και της συνείδησης) ο όρκος διακρίνεται σε θρησκευτικό και πολιτικό. Σε αύτη την διάκριση έγκειται και το ζήτηµα της συνταγµατικότητας κοινού νοµού που επιβάλλει όρκο. Το Σύνταγµα στο άρθρο 13 αφήνει ανοιχτό το ζήτηµα του όρκου, αφήνοντας την ρύθµιση του στον κοινό

Page 10: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

νοµοθέτη. Συνεπώς καταρχήν είναι συνταγµατική η επιβολή όρκου µε νόµο, και ο νοµοθέτης είναι ελεύθερος να επιβάλλει όρκο στις περιπτώσεις στις οποίες κρίνει ότι είναι σκόπιµο, σεβόµενος πάντα τις διατάξεις του συντάγµατος. Ο κοινός νοµοθέτης, υποκείµενος στις γενικές δεσµεύσεις, είναι ελεύθερος να καθορίσει το βεβαιωτικό περιεχόµενο του όρκου, αλλά όχι το επικλητικό. ∆εν µπορεί, δηλαδή να καθορίσει το θρησκευτικό περιεχόµενο του όρκου ή να επιβάλει θρησκευτικό αντί για πολιτικό όρκο. Έτσι αν και κάποιος νοµιµοποίητε να αρνηθεί να δώσει θρησκευτικό όρκο επικαλούµενος τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, δεν µπορεί να αρνηθεί τη δόση πολιτικού όρκου. Αναφορικά µε τον θρησκευτικό όρκο πρέπει να τονιστεί ότι αυτός έχει καθαρά θρησκευτικό χαρακτήρα, αφού ανάγεται στο θείο. Κατά κυριολεξία θρησκευτικός όρκος είναι των βουλευτών, του άρθρου 59 του συντάγµατος. Η δύναµη του όρκου προέρχεται από τη µια πλευρά, από τον φόβο, ότι σε περίπτωση διαβεβαίωσης αναληθειών θα επέλθει θεία δίκη, και από την άλλη στην επιβολή των ποινών που συνεπάγεται η ψευδορκία. *8 Ως προς τη δόση θρησκευτικού όρκου διακρίνουµε τους χριστιανούς ορθόδοξους, τους οπαδούς άλλων γνωστών θρησκειών, και τους κληρικούς. Με τον όρκο εξωτερικεύεται η θρησκευτική πίστη του ορκιζόµενου. Άρα ο εξαναγκασµός σε ορκοδοσία συνεπάγεται µε εξαναγκασµό σε εξωτερίκευση της θρησκευτικής πίστης. Αποτελεί λοιπόν η επιβολή όρκου ειδικότερη εξαίρεση της γενικότερης αρχής της ελευθερίας εκδήλωσης ή µη εκδήλωσης των θρησκευτικών πεποιθήσεων και είναι συνταγµατικά ανεκτή µόνο εφόσον αφίεται στον ορκιζόµενο να επιλέξει αν θα ακολουθήσει τον τύπο του θρησκευτικού όρκου. Συµπερασµατικά οπωσδήποτε επιβολή θρησκευτικού όρκου δεν φαίνεται να είναι ανεκτή από το Σύνταγµα. *8. Α.∆ηµητρόπουλος , «Συνταγµατικά δικαιώµατα», Αθήνα 2004, σελ194 Σχετικά µε τον πολιτικό όρκο παρατηρούµε πως η επίκληση δεν γίνεται σε κάποιο θείο παράγοντα. Έχει επικρατήσει η επίκληση στην τιµή και τη συνείδηση του ορκιζόµενου, διότι όπως γίνεται δεκτό ο όρκος συνδέεται µε τη γενικότερη συνείδηση του ατόµου, την ηθική του υπόσταση, τις ηθικές του αναστολές και τον αυτοσεβασµό του. Πολιτικό όρκο δίνουν όσοι δεν πιστεύουν σε καµία θρησκεία, όσοι πιστεύουν σε θρησκεία που απαγορεύει τον όρκο και όσοι δεν επιθυµούν να φανερώσουν το θρησκευτικό τους φρόνηµα, Στις δύο πρώτες περιπτώσεις ο πολιτικός όρκος διαπλάσσεται από τον νοµοθέτη ως υποκατάστατο του θρησκευτικού όρκου. Πρόβληµα υπάρχει στην τρίτη περίπτωση καθώς υποστηρίζεται η άποψη ότι για να δοθεί πολιτικός όρκος πρέπει να γίνει δήλωση αθεΐας ή θρησκευτικής απαγόρευσης του όρκου. Κάτι τέτοιο

Page 11: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

όµως έρχεται σε αντίθεση µε την θρησκευτική ελευθερία διότι σύµφωνα µε αυτή υπάρχει δικαίωµα δήλωσης ή µη δήλωσης των θρησκευτικών πεποιθήσεων. Είναι λοιπόν δεκτό ότι και χωρίς τις παραπάνω δηλώσεις µπορεί ο ορκιζόµενος να δώσει πολιτικό όρκο. Σε κάθε περίπτωση όµως δεν έχει δικαίωµα να αρνηθεί να δώσει πολιτικό όρκο. Συµπερασµατικά µε βάση το άρθρο 13 του συντάγµατος είναι δυνατή η επιβολή όρκου από τον νοµοθέτη, αλλά όχι ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του ορκιζόµενου. Αντίθετα πρέπει να λαµβάνει υπόψη τις θρησκευτικές πεποιθήσεις κατά τον καθορισµό του τύπου.

Page 12: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

Η απόφαση 2106/1998 Σ.τ.Ε. «Ορκωµοσία φοιτητού» Η παρούσα απόφαση κρίθηκε σκόπιµο να εξεταστεί διότι εδώ το Σ.τ.Ε. ερµήνευσε το άρθρο 13 παράγραφος 5 του Συντάγµατος µε τρόπο που να είναι αδιαµφισβήτητο πλέον πότε ένας νόµος που επιβάλει όρκο είναι συνταγµατικός και πότε όχι. Αρχικά θα παρουσιαστεί το ιστορικό της υπόθεσης*1 το οποίο έχει ως εξής : Φοιτητής Χριστιανός Ορθόδοξος του Θεολογικού τµήµατος της Θεολογικής σχολής του Πανεπιστηµίου Αθηνών, ο οποίος έχει περατώσει µε επιτυχία τις πτυχιακές του εξετάσεις, ζήτησε µε αίτηση του προς τη γραµµατεία του ως άνω τµήµατος να απαλλαγεί από την προβλεπόµενη στη διάταξη του άρθρου 192 του ν. 5343/1932 πριν τη λήψη του πτυχίου του ορκωµοσία (καθοµολόγηση), επικαλούµενος λόγους θρησκευτικής συνείδησης. Αντί για τη δόση του όρκου αυτού ζήτησε να παράσχει σχετική διαβεβαίωση επικαλούµενος την τιµή και την συνείδηση του. Με ε σχετική απόφαση του ο Πρόεδρος του ως άνω τµήµατος απέρριψε το αίτηµα αυτό µε την αιτιολογία ότι σύµφωνα µε την κείµενη νοµοθεσία, η καθοµολόγηση αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγηση του πτυχίου. Στη συνέχεια, ο ενδιαφερόµενος προσέβαλε µε αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Σ.τ.Ε. την πράξη αυτή του Προέδρου του Τµήµατος Θεολογικής Σχολής καθώς και κάθε άλλη συναφή πράξη ή παράλειψη της ∆ιοικήσεως. Έτσι µε αφορµή την υπόθεση αυτή, το Ανώτατο ∆ιοικητικό ∆ικαστήριο αποφάνθηκε επί του θέµατος της υποχρεωτικότητας του θρησκευτικού όρκου και διατύπωσε εξαιρετικά ενδιαφέρουσες προτάσεις που αφορούν στο περιεχόµενο και την έκταση του δικαιώµατος της θρησκευτικής συνείδησης ως έκφανσης του ευρύτερου δικαιώµατος της θρησκευτικής ελευθερίας. Όπως συνάγεται από το ιστορικό η προβλεπόµενη καθοµολόγηση του ν.5343/1932, των φοιτητών που επιτυγχάνουν στις πτυχιακές τους εξετάσεις επιβάλλεται ανεξαιρέτως σε όλους, παρόλο που έχει θρησκευτικό χαρακτήρα. Όπως αναλύθηκε *1. Το κείµενο της απόφασης σε ∆.τ.Α. τ.1/1999, σελ197 εκτενώς στο παραπάνω κεφάλαιο ναι µεν ο νοµοθέτης είναι καταρχήν ελεύθερος να θεσπίζει την ορκοδοσία, όπου κρίνεται σκόπιµο, αλλά είναι υποχρεωµένος να σέβεται την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης,

Page 13: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

τόσο ως προς το θετικό, όσο και ως προς το αρνητικό της περιεχόµενο. Στην συγκεκριµένη περίπτωση θίγεται ο σπουδαστής αφού υποχρεούται σε δόση θρησκευτικού όρκου, δηλαδή υποχρεούται σε πράξη θρησκευτικού περιεχοµένου ενώ σύµφωνα µε το ατοµικό δικαίωµα της θρησκευτικής ελευθερίας µπορεί να επιλέξει εάν και πότε θα εκφράσει τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Με αφορµή το θέµα της υποχρεωτικότητας του όρκου, το δικαστήριο προσέγγισε ερµηνευτικά στη µείζονα πρόταση τη συνταγµατική διάταξη του άρθρου 13 που αφορά την κατοχύρωση της θρησκευτικής ελευθερίας, σε συνδυασµό µε το άρθρο 9 της Ευρωπαϊκής Σύµβασης για τα ∆ικαιώµατα του Ανθρώπου (κυρώθηκε στην Ελλάδα µε το νόµο 2329/1953),περί του δικαιώµατος στην ελευθερία σκέψης συνείδησης και θρησκείας. Το δικαστήριο εκκινεί από τη βασική διατύπωση ότι, από τον συνδυασµό των διατάξεων αυτών, κατοχυρώνεται στη χώρα µας εκτός από την ελευθερία της λατρείας και το ατοµικό δικαίωµα της θρησκευτικής συνείδησης. Οι δύο δε αυτές ελευθέριες αποτελούν, όπως χαρακτηριστικά υπογραµµίζει η απόφαση «ειδικότερες εκδηλώσεις του ατοµικού δικαιώµατος της θρησκευτικής ελευθερίας». *2 Στη συνέχεια και µε γνώµονα τις ανωτέρω διατάξεις εξετάζεται το θέµα εάν ένα πρόσωπο καλείται σε εφαρµογή ορισµένης διάταξης νόµου να δώσει θρησκευτικό όρκο και δηλώσει ότι κωλύεται να δώσει τον όρκο αυτό, δηλαδή να προβεί στην συγκεκριµένη ενεργεία, για λόγους θρησκευτικής συνείδησης. Το δικαστήριο αναγνωρίζει δύο εξαιρέσεις αναφορικά µε την υποχρεωτικότητα της ορκοδοσίας. Η πρώτη αφορά την κατηγορία προσώπων που δηλώνουν ενώπιον της αρµόδιας αρχής ότι κωλύονται να δώσουν τον προβλεπόµενο όρκο, διότι η αρχές της θρησκείας που πρεσβεύουν, όπως οι ίδιοι τις ερµηνεύουν, τους το απαγορεύει και η δεύτερη αφορά σε όσους δηλώσουν ότι είναι άθρησκοι ή άθεοι και, συνεπώς, κωλύονται να προβούν στην ενέργεια αυτή. Στις περιπτώσεις αυτές, η απόφαση δέχεται ότι, το *2. ∆. Φιλίππου, «Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης και η υποχρέωση ορκοδοσίας», ∆.τ.Α. τ.1/1999, σελ420 υποκείµενο του ατοµικού δικαιώµατος έχει τη δυνατότητα αντί για τη δόση οποιασδήποτε µορφής θρησκευτικού όρκου, είτε αποδεικτικού είτε υποσχετικού, να παράσχει τη διαβεβαίωση του επικαλούµενος την τιµή και τη συνείδηση του. Πρέπει δε να επισηµανθεί ότι, τόσο ο όρκος όσο και η προσωπική διαβεβαίωση έχουν τις ίδιες έννοµες συνέπειες, είναι,

Page 14: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

δηλαδή, ισότιµοι, ακόµη και στην περίπτωση που η σχετική διαβεβαίωση δεν προβλέπεται από τη συγκεκριµένη διάταξη. Το επόµενο ζήτηµα που απασχόλησε το δικαστήριο αφορά το εάν η δήλωση του προσώπου, δηλαδή η ενέργεια µε την οποία εξωτερικεύονται οι θρησκευτικές του πεποιθήσεις, για το θρήσκευµα που πρεσβεύει ή για τη δήλωση του ότι είναι άθεος ή άθρησκος, αντίκειται στη διάταξη του άρθρου 13 του συντάγµατος. Αναµφίβολα, πρόκειται για την προστασία του δικαιώµατος της µη εξωτερίκευσης ή µη αποκάλυψης των θρησκευτικών πεποιθήσεων κάποιου παρά τη θέληση του, που αποτελεί δοµικό στοιχείο του δικαιώµατος της ελευθερίας της συνείδησης. Στην περίπτωση αυτή, το ∆ικαστήριο έκρινε ότι, η δήλωση αυτή των θρησκευτικών πεποιθήσεων δεν αντιβαίνει στη διάταξη του άρθρου13 του Συντάγµατος, αφού δεν αποσκοπεί στη δίωξη του συγκεκριµένου προσώπου για τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις οι οποίες πρέπει να είναι σεβαστές αλλά κρίνεται αναγκαία για να µην υποχρεωθεί το πρόσωπο αυτό να προβεί σε ενέργεια που θα παραβιάζει τη συνείδηση του η οποία πρέπει να µείνει απαραβίαστη σύµφωνα µε το κανονιστικό περιεχόµενο του άρθρου 13 παρ.1 εδ.α Σ. Το επόµενο άκρως ενδιαφέρον θέµα που αντιµετώπισε το ∆ικαστήριο αφορούσε την ερµηνευτική προσέγγιση του άρθρου 13 παρ. 5 Σ. σε συνδυασµό µε τη συνταγµατική προστασία της θρησκευτικής συνείδησης. Καταρχάς, το ∆ικαστήριο έκρινε ότι, από το κανονιστικό περιεχόµενο της διάταξης αυτής, δεν συνάγεται ότι απαγορεύεται, στον επικαλούµενο λόγους θρησκευτικής συνείδησης, αντί της ορκοδοσίας, η απλή διαβεβαίωση της τιµής και της συνείδησης του. Καταλήγει δε στο συµπέρασµα ότι, η διάταξη του άρθρου 13 παρ. 5 Σ. δεν ανατρέπει την δια της παραγράφου 1του άρθρου 13 του Σ. κατοχυρούµενη ελευθερία της θρησκευτικής συνειδήσεως εκείνων οι οποίοι αρνούνται να δώσουν τον όρκο αυτό. Συνεπώς, το ∆ικαστήριο δέχεται την άποψη ότι, η παρ.5 του άρθρου 13 Σ. δεν αποτελεί περιορισµό της ελευθερίας της θρησκευτικής συνείδησης ,δεν περιορίζει, δηλαδή, το προστατευτικό πεδίο του εν λόγω δικαιώµατος, διασφαλίζοντας µε την ερµηνευτική αυτή προσέγγιση απαραβίαστο του δικαιώµατος. Στη συγκεκριµένη περίπτωση, το ∆ικαστήριο, ερµηνεύοντας τη διάταξη του άρθρου 192 του ν.5343/1932, άγεται στο συµπέρασµα ότι, η προβλεπόµενη από τη διάταξη αυτή καθοµολόγηση έχει κατεξοχήν θρησκευτικό χαρακτήρα, πρόκειται, δηλαδή, για όρκο που παρέχεται µε την επίκληση του θείου. Συνεπώς από τα ανωτέρω, και µε βάση τη σύµφωνη µε το Σύνταγµα και τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Σύµβασης για τα ∆ικαιώµατα του Ανθρώπου ερµηνεία των νόµων, το ∆ικαστήριο κρίνει ότι, ο επιτυχόν στις πτυχιακές εξετάσεις φοιτητής µπορεί αντί της προβλεπόµενης καθοµολόγησης να προβεί επικαλούµενος την τιµή και τη συνείδηση του στη σχετική διαβεβαίωση, παραλείποντας από το

Page 15: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

κείµενο της καθοµολόγησης τα στοιχεία εκείνα, που συνιστούν, σύµφωνα µε τη συνείδηση του επίκληση του θειου. Συµπερασµατικά το δικαστήριο συνέβαλε τα µέγιστα µε την κρίση του ότι, το δικαίωµα του µη εξαναγκασµού σε πράξεις µε τις οποίες εξωτερικεύει κάποιος το θρησκευτικό του φρόνηµα και οι οποίες αντίκειται στη θρησκευτική του συνείδηση υπάγεται στο προστατευτικό πεδίο των ανωτέρω διατάξεων και θεµελιώνει αξίωση του φορέα του δικαιώµατος για αποχή των κρατικών οργάνων από οποιαδήποτε ενέργεια, η οποία περιορίζει τα δικαιώµατα αυτά.

Page 16: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

H όρκιση των µοναχών. «εγώ δε λέγω υµίν µη οµόσαι όλως…» (Ματθαίου ε’ 34-37) Η Χριστιανική εκκλησία από πάντα πρόβαλε ενστάσεις στο ζήτηµα του όρκου. Συγκεκριµένα κάποιοι από τους επιφανέστερους των Πατέρων τον απαγορεύουν , όπως ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, και ο Ιωάννης ο Χρυσόστοµος. Επίσης οι οικουµενικές σύνοδοι στις διατάξεις των οποίων είναι αποτυπωµένο το δίκαιο της Εκκλησίας ασχολήθηκαν µε το θέµα καταλήγοντας ότι είναι αντίθετος µε τις πεποιθήσεις του ορθόδοξου χριστιανικού δόγµατος ο όρκος. *1 Είναι γενικά παραδεκτό ότι το Ποινικό δίκαιο αποτελεί ένα minimum ηθικής. ∆εν σηµαίνει όµως ότι αυτή ταυτίζεται µε την χριστιανική ηθική. Ένα από τα σηµεία που υπάρχει απόσταση νοµοθεσίας και χριστιανικής ηθικής είναι η όρκιση. Ως προς τους Χριστιανούς πολίτες που δεν θέλουν να ορκιστούν υπάρχει δυνατότητα δόσης πολιτικού όρκου (βλ. παραπάνω κεφάλαιο),ως προς τους κληρικούς ο Ποινικός Κώδικας στο άρθρο 218 παράγραφος 3 καθώς και ο Κώδικας Πολιτικής ∆ικονοµίας στο άρθρο 408 παράγραφος 4, ορίζουν ότι αντί του θρησκευτικού όρκου διαβεβαιώνουν στην ιεροσύνη τους χωρίς να χρειάζεται να θέσουν το χέρι τους πάνω στο Ευαγγέλιο. Γεννάται όµως το ερώτηµα οι µοναχοί που δεν δύνανται να ορκισθούν µε βάση την ειδική προβλεπόµενη ρύθµιση για τους κληρικούς και δεν θέλουν για λόγους θρησκευτικής ελευθερίας να δώσουν θρησκευτικό όρκο θα πρέπει να δηλώσουν ότι επιθυµούν να δώσουν πολιτικό όρκο ή µήπως θα µπορούσαν να ορκισθούν (όπως γίνεται και στα δικαστήρια του Αγίου Όρους) στην ιδιότητα τους ως µοναχοί. *2 Στο παραπάνω ερώτηµα δόθηκε η απάντηση ότι θα ήταν σκόπιµο ο νοµοθέτης είτε να εξοµοιώσει τους µοναχούς, που θα έχουν υποστεί την κανονισµένη κούρα, µε τους κληρικούς είτε να επαφίεται στην κρίση του δικαστή µε βάση κάποιες περιστάσεις(µακρά διαβίωση σε µοναστήρι, µη επαφή µε τον έξω κόσµο κτλ) το εάν θα πρέπει να ορκισθούν. *1.Ε.Κρουσταλάκη, «Η υποχρέωση ορκοδοσίας εκείνων που πρεσβεύουν τη Χριστιανική θρησκεία, ιδίως µετά το Σύνταγµα του1975», ∆ 1980, ΣΕΛ 3 *2. Κ. Βουγιούκα, «Η όρκιση των µοναχών ως µαρτύρων εις την ποινική δίκη», Αρµεν 1960, σελ146 Παρόλα αυτά µε βάση την σύγχρονη ερµηνεία του Συντάγµατος και τις εγγυήσεις που προσφέρει κρίνεται πολύ δύσκολο να παρατηρηθεί φαινόµενο παραβίασης της ελευθερίας της θρησκευτικής συνείδησης, αφού πλέον ο καθένας είναι ελεύθερος να επιλέξει αν θα δώσει

Page 17: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

θρησκευτικό η πολιτικό όρκο. Συνεπώς και οι µοναχοί ακόµα και αν δεν εξοµοιώνονται µε κληρικούς µπορούν να δίνουν πολιτικό όρκο και έτσι να µην παραβιάζονται οι θρησκευτικές τους πεποιθήσεις.

Page 18: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

Ο όρκος ως µέσο απόδειξης στα δικαστήρια. Ο όρκος προβλέπεται τόσο στον κώδικα ποινικής δικονοµίας όσο και στον κώδικα πολιτικής δικονοµίας στα άρθρα 218 Κ.Π.∆. , και 408 Κ.Πολ.∆. αντιστοίχως. Υπάρχει δε οµοιοµορφία των διατάξεων στις οποίες προβλέπεται θρησκευτικός όρκος για αυτούς που το επιτρέπει η θρησκεία τους (και µάλιστα τέτοιου τύπου που επιτρέπει), πολιτικό όρκο για τους άθεους, τους άθρησκους και αυτούς προβάλουν κώλυµα λόγο θρησκευτικών πεποιθήσεων, και τέλος όρκο µε επίκληση στην ιεροσύνη τους για τους κληρικούς. Αρχικά θα εξεταστεί η ιστορική καταγωγή του όρκου ως µέσου αποδείξεως στο δικαστήριο. Ο όρκος ήταν ήδη γνωστός ως µέσω αποδείξεως στο Αρχαίο ελληνικό δίκαιο. Στην Αθήνα µάλιστα οι νόµοι του Σόλωνα επέτρεπαν την ορκοδοσία και καθόριζαν τις προϋποθέσεις της εφαρµογής της. Περισσότερο διαδεδοµένη ήταν όµως η χρήση του όρκου στο Ρωµαϊκό δίκαιο από όπου διατήρησε την ισχύ του µέχρι σήµερα. Αυτό αποδίδεται στο γεγονός ότι οι Ρωµαίοι ήταν ο πλέον θρησκευόµενος λαός της αρχαιότητας. Στη σύγχρονη εποχή υπάρχει πολύ έντονη κριτική της χρήσης του όρκου ως µέσο απόδειξης, πρώτων διότι αµφισβητείται η χρησιµότητα του και δεύτερων σε ηθικό επίπεδο. Ως προς το ηθικό κοµµάτι του όρκου έχει υποστηριχθεί ότι καθεαυτή η χρήση του όρκου προσβάλει την ηθική υπόσταση του ανθρώπου και µάλιστα ευθέως την προσωπική του αξιοπρέπεια, ενώ παράλληλα παραβιάζει µε αυτόν τον τρόπο και την ιδεολογική βάση του δηµοκρατικού πολιτεύµατος, αφού η ελευθερία των πολιτών αποτελεί την αρχική πηγή της πολιτικής εξουσίας και ύπατη κατεύθυνση αυτής. Έτσι ο θεσµός του υποχρεωτικού όρκου από τη µία πλευρά δηλώνει δυσπιστία στον του πολίτη και από την άλλη πλευρά αποτελεί ψυχολογικό εξαναγκασµό και υπέρµετρη δέσµευση του εσωτερικού του κόσµου για ζητήµατα που επαφυόνται στην πράξη. *1

Page 19: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

Ο όρκος των βουλευτών (άρθρο 59 Σύνταγµα) Άρθρο 59 Σύνταγµα 1. Οι βουλευτές πριν αναλάβουν τα καθήκοντά τους δίνουν στο Βουλευτήριο και σε δηµόσια συνεδρίαση τον ακόλουθο όρκο: "Ορκίζοµαι στο όνοµα της Αγίας και Οµοούσιας και Αδιαίρετης Τριάδας να είµαι πιστός στην Πατρίδα και το δηµοκρατικό πολίτευµα, να υπακούω στο Σύνταγµα και τους νόµους και να εκπληρώνω ευσυνείδητα τα καθήκοντά µου". 2. Αλλόθρησκοι ή ετερόδοξοι βουλευτές δίνουν τον ίδιο όρκο σύµφωνα µε τον τύπο της δικής τους θρησκείας ή του δικού τους δόγµατος. 3. Βουλευτές που ανακηρύσσονται όταν η Βουλή απουσιάζει δίνουν τον όρκο στο Τµήµα της που λειτουργεί Όπως φαίνεται και από το κείµενο του Συντάγµατος ο βουλευτικός όρκος είναι θρησκευτικού τύπου καλύπτει µόνο τους βουλευτές που πιστεύουν σε κάποια θρησκεία που να επιτρέπει τον όρκο. Πρόβληµα υπάρχει µε την όρκιση βουλευτών άθεων και βουλευτών που η θρησκεία τους απαγορεύει τον όρκο. Σε αυτή την περίπτωση θα ήταν σκόπιµο αυτοί οι βουλευτές να ορκίζονται µε επίκληση της τιµής και της συνείδησης τους, όχι κατά αναλογία µε τις διατάξεις της Πολιτικής δικονοµίας αλλά µε βάση το συνταγµατικό τους δικαίωµα στην θρησκευτική ελευθερία του άρθρου 13. Άλλωστε δεν δύναται να εφαρµοστεί αναλογικά διάταξη κατώτερης τυπικής ισχύος για ζήτηµα που επαφίεται στο Σύνταγµα που είναι ανώτερης τυπικής ισχύος. Η µη δόση του όρκου εµποδίζει µόνο την άσκηση των βουλευτικών καθηκόντων και τη λήψη της βουλευτικής αποζηµίωσης αλλά δεν επιφέρει την απώλεια του βουλευτικού αξιώµατος.*1 *1 Α. Ράικος «Συνταγµατικό δίκαιο», σελ428

Page 20: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

Ο όρκος του Προέδρου της ∆ηµοκρατίας Σύνταγµα αρ.33 2. Ο Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας, πριν αναλάβει την άσκηση των καθηκόντων του, δίνει ενώπιον της Βουλής τον ακόλουθο όρκο: "Ορκίζοµαι στο όνοµα της Αγίας και Οµοούσιας και Αδιαίρετης Τριάδας να φυλάσσω το Σύνταγµα και τους νόµους, να µεριµνώ για την πιστή τους τήρηση, να υπερασπίζω την εθνική ανεξαρτησία και την ακεραιότητα της Χώρας, να προστατεύω τα δικαιώµατα και τις ελευθερίες των Ελλήνων και να υπηρετώ το γενικό συµφέρον και την πρόοδο του Ελληνικού Λαού". Σύµφωνα µε την διάταξη 30 παράγραφος 3 η προεδρική περίοδος αρχίζει από την ορκωµοσία του Προέδρου η οποία καθορίζεται από το αρ.33 του Συντάγµατος . Όπως φαίνεται και από παραπάνω ο όρκος του προέδρου είναι όχι µόνο θρησκευτικός αλλά χριστιανικός ορθόδοξος. Τι θα συνέβαινε όµως αν στο µέλλον εκλεγεί αλλόθρησκος Πρόεδρος ή άθεος? Θα ήταν αυτό κώλυµα για την έγκυρη εκλογή του ή µήπως θα εµποδιζόταν να αναλάβει τα καθήκοντα του εξαιτίας του τύπου του όρκου? Κατά την λογικότερη άποψη σε κάποια από αυτές τις περιπτώσεις ο Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας θα πρέπει να µπορεί να δώσει όρκο επικαλούµενος την τιµή και την συνείδηση του όπως είναι άλλωστε σύµφωνο µε τις συνταγµατικές αρχές της θρησκευτικής ελευθερίας και της ισότητας.

Page 21: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

Συµπέρασµα Στην παρούσα εργασία ερευνάται κατά τρόπο διεξοδικό το ζήτηµα του όρκου σε συνάρτηση µε την Συνταγµατικά κατοχυρωµένη ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης. Μετά από ανάλυση του άρθρου 13 παρ.5 σε ερµηνευτική αρµονία µε το άρθρο 13 παρ. 1,2 και το άρθρο 9 Ε.Σ.∆.Α., κατέληξα στο συµπέρασµα ότι καταρχήν είναι ελεύθερος ο κοινός νοµοθέτης να θεσπίζει µε νόµο υποχρεωτικό όρκο όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο, παράλληλα όµως είναι υποχρεωµένος να προβλέπει για το επικλητικό µέρος όχι µόνο θρησκευτικό περιεχοµένου(αναλόγου τύπου µε την θρησκεία του καθενός) αλλά και πολιτικού(µε επίκληση της τιµής και της συνείδησης). Με αυτό τον τρόπο ο επιβάλλον όρκο νόµος είναι σύµφωνος µε το Σύνταγµα και την αρχή της θρησκευτικής ελευθερίας. Επίσης γίνεται φανερό πως το ατοµικό δικαίωµα στην θρησκεία έχει status negativus, δηλαδή καθένας έχει δικαίωµα να µην πιστεύει πουθενά, να είναι άθεος καθώς και να µην εκδηλώνει εάν δεν θέλει την πίστη του. ∆ηλαδή πρέπει να µπορεί ο καθένας να επιλέξει τον πολιτικό όρκο αντί του θρησκευτικού χωρίς να είναι υποχρεωµένος να αιτιολογήσει τους λόγους της επιλογής του. Ως προς τους βουλευτές πρέπει να έχουν και αυτοί τη δυνατότητα να ορκίζονται µε επίκληση της τιµής και της συνείδησης τους, όχι κατά αναλογία µε τις διατάξεις της Πολιτικής δικονοµίας αλλά µε βάση το συνταγµατικό τους δικαίωµα στην θρησκευτική ελευθερία του άρθρου 13. Τέλος κατά την λογικότερη άποψη εάν εκλεχθεί υποψήφιος Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας αλλόθρησκος ή άθεος ή οπαδός θρησκείας που απαγορεύει τον όρκο, θα πρέπει να µπορεί να δώσει όρκο επικαλούµενος την τιµή και την συνείδηση του όπως είναι άλλωστε σύµφωνο µε τις συνταγµατικές αρχές της θρησκευτικής ελευθερίας και της ισότητας.

Page 22: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

Βιβλιογραφία Τ. Μαρίνος : « Η θρησκευτική ελευθερία » Αθήνα 1972, σελ.245. Θ.Τσάτσου: «Εισήγησης επί των άρθρων 1 και 2 του Συντάγµατος εν µελέτες του Συνταγµατικού ∆ικαίου» Αθήνα 1958, σελ 99 Άρθουρ Σοπενχάουερ «Ηθική, δίκαιο, και πολιτική » ,Αθήνα 1926,σελ 99 Π.∆. ∆αγτόγλου, «Ατοµικά δικαιώµατα» ,β έκδοση, Αθήνα 2005,σελ439 Π.∆. ∆αγτόγλου , «Περί κυριαρχίας», β έκδοση ,Αθήνα 1998, σελ17 Α.∆ηµητρόπουλος , «Συνταγµατικά δικαιώµατα», Αθήνα 2004, σελ186 ∆. Φιλίππου, «Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης και η υποχρέωση ορκοδοσίας», ∆.τ.Α. τ.1/1999, σελ420 Ε.Κρουσταλάκη, «Η υποχρέωση ορκοδοσίας εκείνων που πρεσβεύουν τη Χριστιανική θρησκεία, ιδίως µετά το Σύνταγµα του1975», ∆ 1980, ΣΕΛ 3 Κ. Βουγιούκα, «Η όρκιση των µοναχών ως µαρτύρων εις την ποινική δίκη», Αρµεν 1960, σελ146 Κ. Ι. ∆εσποτόπουλος, «Περί όρκου», Ν∆ έτος 18, σελ530 Β. Παπαδάκης, «Ηθικές και νοµικές διαστάσεις του όρκου κατά τον Κ.Π.∆», ποιν. Χρ. 1981, σελ 305 Γ. Ράµµος , «Ο όρκος ως µέσο απόδειξης στην Πολιτική δίκη», Αθήνα 1937, σελ14 Γ.Τράµπου «Η εξαπάτηση του δικαστού δια της δόσεως όρκου στην πολιτική δίκη», ποιν χρ 1962, σελ574 Ι.Κουσουλός , «όρκιση πολιτικώς ενάγοντος», ποιν χρ 1952, σελ335 Γ.Πολυχρονόπουλος , «η όρκιση του µυνητού µετά την ισχύ του νέου Κ.Π.∆.»

Page 23: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

Ι.Ν. Συµπέθερου, «η όρκιση του πολιτικώς ενάγοντος για ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη», ποιν. Χρ. 1958 σελ420 Α. Ράικος «Συνταγµατικό δίκαιο», σελ428 Νοµολογία ΣτΕ 2601/1998 εφ.Αθ. 3796/1979 Πλ. Θες 23161/1978 Α.Π. 1304/1982 ΣτΕ 3805/1989 ΣτΕ 685/1987 Όλη η παρούσα νοµολογία είναι διαθέσιµη στο διαδίκτυο

Page 24: Εργασία Εφαρµογών ∆ηµοσίου ∆ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής µgreeklaws.com/pubs/uploads/2044.pdf · Σε αυτή την βάση τοποθέτησε

Η σελίδα δηµιουργήθηκε σε Microsoft Word µε βοήθεια διασυνδέσεων- Hyperlinks. Οι τίτλοι των κεφαλαίων στα αρχεία των ιστοσελίδων είναι σε greeklish, καθότι είναι πιθανό να χρησιµοποιηθεί για την φιλοξενία της server που δεν αναγνωρίζει ελληνικούς χαρακτήρες. Για το µάθηµα : Εφαρµογές ∆ηµοσίου ∆ικαίου Με επιβλέποντα καθηγητή : Kο ∆ηµητρόπουλο Ανδρέα Αλεξάνδρα Μπουσίου Α.Μ. 1340200200710 Αθήνα 17-05-2006