Απαλλοτρίωση

18
ΓΙΑΝΝΗΣ Δ. ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΑΠΛΑ & ΧΡΗΣΙΜΑ ΚΑθΗΜεΡΙΝΑ θεΜΑτΑ ΠΟΛΙτΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΓΙΑ τΟ ΝεΟ ΚΑΙ τΟ ΜΑΧΟΜεΝΟ ΔΙΚΗΓΟΡΟ ΑθΗΝΑ 2011

description

Απαλλοτρίωση (Από Γ. Αδαμόπουλου, Απλά και Χρήσιμα)

Transcript of Απαλλοτρίωση

Page 1: Απαλλοτρίωση

ΓΙΑΝΝΗΣ Δ. ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ

ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ

Α Π Λ Α & Χ Ρ Η Σ Ι Μ ΑΚΑθΗΜεΡΙΝΑ θεΜΑτΑ ΠΟΛΙτΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΓΙΑ τΟ ΝεΟ ΚΑΙ τΟ ΜΑΧΟΜεΝΟ ΔΙΚΗΓΟΡΟ

ΑθΗΝΑ 201 1

Page 2: Απαλλοτρίωση

5

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Πρόλογος ................................................................................................................................................... 11Διαδικασία Αμοιβών ......................................................................................................................... 13Αμοιβές δικηγόρων ............................................................................................................................ 15Αμοιβές μεσιτών ................................................................................................................................... 31Διαδικασία Απαλλοτριώσεων .................................................................................................... 38Α. Προσωρινή τιμή μονάδος ...38... Β. Οριστική τιμή μονάδος ...39 Γ. Αναγνώριση δικαιούχων (άρθρο 26 ν. 2882/2001)...41Δ. Διοικητική αναγνώριση δικαιούχων (άρθρο 27 ν. 2882/2001) ...44Ε. Ανάκληση & Άρση αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ...45... ΣΤ. Ανάκληση ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης...46

Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων…………………………………………………………………………..….. 53Συνήθεις Υποθέσεις λήψης ασφαλιστικών μέτρων της αποκλειστικής αρμοδιότητος του Ειρηνοδικείου: (Αίτηση ασφαλιστικών μέτρων νομής ή κατοχής...57..., Ανακοπή κατά πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής από δημόσια έκταση...59..., Ανακοπή κατά πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής από δασική έκταση...59..., Αίτηση ανατροπής κατάσχεσης κατ’ άρθρο 1019 Κ.Πολ.Δ...60... Αίτηση εκποίησης κινητών πραγμάτων, που υπάρχουν στο μί-σθιο μετά την αποβολή του μισθωτή (άρθρο 943 παρ. 2 και 3 Κ.Πολ.Δ)...61 Χορήγηση άδειας εκτέλεσης κατά τη νύκτα, τις Κυριακές και τις κατά το νόμο εξαιρετέες ημέρες)...62

Συνήθεις περιπτώσεις ασφαλιστικών μέτρων Ειρηνοδικείου και Πρωτο-δικείου (Ανακοπή κατά πρωτοκόλλου αποζημίωσης χρήσης ...67... Αίτηση αναστολής εκτέλεσης απόφασης που κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή ...68... Αίτηση αναστολής εκτέλεσης διαταγής πληρωμής...69...Αίτηση ανα-στολής εκτέλεσης κατά το άρθρο 938 Κ.Πολ.Δ επί ασκηθείσης ανακοπής κατά της εκτέλεσης ...69... Αίτηση για την επιβολή συντηρητικής κατάσχε-σης ...71... Αίτηση για τη χορήγηση άδειας εγγραφής προσημειώσεως υπο-θήκης ...71... Ανακοπή κατά κατασχετήριας έκθεσης (άρθρο 954 Κ.Πολ.Δ) (παλαιότερα αίτηση διόρθωσης προγράμματος πλειστηριασμού) ...72... Ανα-κοπή κατά το άρθρο 1000 Κ.Πολ.Δ ...73... Άδεια εκποίησης κατασχεθέντων κινητών πραγμάτων)...73.

Συνήθεις περιπτώσεις ασφαλιστικών μέτρων αποκλειστικής αρμοδιό-τητος του Μονομελούς Πρωτοδικείου (Συναινετικές προσημειώσεις υπο-θήκης ...74... Συναινετική ανάκληση αποφάσεως εγγραφής προσημείωσης υποθήκης ...74... Άδεια εκποίησης εμπορευμάτων (άρθ. 7 Ν. 146/1914) ...75... Αίτηση για τον αποκλεισμό προσωρινώς εταίρου συνδιαχειριστή για τη διενέργεια διαχειριστικών πράξεων σε ομόρρυθμη εταιρεία ...75... Σύγκληση έκτακτης γενικής συνέλευσης Ε.Π.Ε. με δικαστική απόφαση (άρθρο 11 Ν. 3190/1955) ...76... Έξοδος εταίρου από Ε.Π.Ε. (άρθρο 33 Ν. 3190/1955) ...76... Αί-τηση επίδειξης εγγράφων (άρθρο 902 Α.Κ) ...77... Αίτηση για θέση ακινήτου ή επιχείρησης σε αναγκαστική διαχείριση (άρθρο 1034 επ. Κ.Πολ.Δ.) ...80... Αίτηση για δικαστική μεσεγγύηση κατά τα άρθρα 725 επ. Κ.Πολ.Δ...84... Αίτηση αποβολής κατόχου ή νομέα από απαλλοτριωθέν ακίνητο (κατά το άρθρο 4 παρ. 1 εδ. β’ του Ν. 1772/1988) ...85... Διαφορές σχετικά με την εί-σπραξη αποζημίωσης απαλλοτρίωσης από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (άρθρο 8 § 3 Ν. 2882/2001) ...86... Αίτηση κατά της απόφασης σω-ματείου που διέγραψε μέλος του...86.

Page 3: Απαλλοτρίωση

38

και τις δαπάνες τους. Εδώ υπάγονται και οι αξιώσεις του μεσίτη για τη μεσολάβηση του προς σύναψη σύμβασης. Η παραγραφή των αξιώσεων του μεσίτη (γενικά των αναφερομένων στο άρθρο 250 ΑΚ αξιώσεων) αρχίζει μόλις λήξει το έτος μέσα στο οποίο συμπίπτει η έναρξη της παραγραφής που ορίζεται στα δύο προηγούμενα άρθρα, δηλαδή στα άρθρα 251, 252 (άρθρο 253 ΑΚ). Το άρθρο 253 εισάγει εξαίρεση από τον κανόνα του άρθρου 251 ΑΚ με την έννοια ότι στις περιπτώσεις του άρθρου 250 ΑΚ, η παραγραφή της γεγεννημένης και δικαστικά επιδιώξιμης απαίτησης μετατίθεται χρονικά στη λήξη του έτους κατά το οποίο γεννήθηκε. Ο δικαιολογητικός λόγος έγκειται στην εξυπηρέτηση γενικά των επαγγελματιών των οποίων οι αξιώσεις εκκαθαρίζονται συνήθως στο τέλος του έτους και στην άρση των αμφιβολιών ως προς τον καθορισμό του χρόνου δημιουργίας καθεμιάς από τις αξιώσεις αυτές (βλ. Ιωάν. Πιτσιρίκου «Η μεσιτεία για την κατάρτιση αστικών συμβάσεων» 2004, σελ. 81-82)…» (ΜΠΑθ 24/2006 ΧρΙΔ 2007, σ. 498).

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΕΩΝ

(Ν. 2882/2001 «Κώδικας Απαλλοτριώσεων»)

Α. ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΤΙΜΗ ΜΟΝΑΔΟΣ

ΥΛΙΚΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ: 1. Το Μονομελές Πρωτοδικείο. ΤΟΠΙΚΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ: 2. Το Μονομελές Πρωτοδικείο στην περιφέρεια του

οποίου ευρίσκεται το απαλλοτριωθέν ακίνητο (π.χ. Εάν το απαλλοτριούμενο ακίνητο ευρίσκεται στην περιφέρεια του Πρωτοδικείου Πειραιώς, αρμόδιο είναι το Πρωτοδικείο Πειραιώς κ.ο.κ). Εάν το ακίνητο ευρίσκεται στην περιφέρεια δύο Πρωτοδικείων, αρμόδιο είναι το Πρωτοδικείο στην έδρα του οποίου ευρίσκεται το μεγαλύτερο μέρος κατ’ έκταση επιφάνεια, τμήμα του απαλλοτριωθέντος ακινήτου.

ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ:3. Κτίριο 2, στον 1ο όροφο, Γραφείο 101. ΕΠΙΔΟΣΗ: 4. Δέκα (10) τουλάχιστον ημέρες πριν από την δικάσιμο και εάν εκείνος

κατά του οποίου στρέφεται η αίτηση είναι κάτοικος αλλοδαπής ή άγνωστης διαμονής, η προθεσμία για την επίδοση είναι πενήντα (50) ημέρες πριν από την δικάσιμο. Πλην όμως όταν ενάγεται το Ελληνικό Δημόσιο, η αίτηση επιδίδεται τριάντα (30) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο.

ΚΤΙΡΙΟ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ: 5. Έξι (6), ΠΙΝΑΚΙΑ: ΑΠ1, ΑΠ2, ΑΠ3, ΑΙΘΟΥΣΕΣ: Τρία (3), Τέσσερα (4), Έξι (6), αντίστοιχα, κάθε Παρασκευή.

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ: 6. Οι προτάσεις κατατίθενται είτε επί της έδρας είτε εντός δύο (2) εργασίμων ημερών μετά τη συζήτηση, στο Γραμματέα της έδρας, στο κτίριο έντεκα (11), στο δεύτερο (2ο) όροφο, Γραφείο 204. Εάν οι προτάσεις περιέχουν ΑΝΤΑΙΤΗΣΗ κατατίθενται στο ακροατήριο και η ανταίτηση πρέπει να αναπτυχθεί, ώστε να γραφεί στα πρακτικά. Οποιοσδήποτε από τους διαδίκους μπορεί, είτε με δικόγραφο κοινοποιούμενο στους αντιδίκους πέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση της αίτησης για τον προσωρινό καθορισμό της αποζημίωσης είτε με τις προτάσεις κατατιθέμενες μέσα στην ίδια προθεσμία, να ζητήσει να γίνει η αναγνώριση των δικαιούχων της αποζημίωσης με την ίδια απόφαση.

ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: 7. Είναι δυνατή η άσκηση παρεμβάσεως από κάθε ενδιαφερόμενο με δήλωσή του κατά τη συζήτηση της αίτησης σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, χωρίς καμία προδικασία. Η δήλωση καταχωρίζεται στα πρακτικά

Page 4: Απαλλοτρίωση

39

και περιέχει το όνομα, το επώνυμο το πατρώνυμο και την κατοικία του παρεμβαίνοντος ή, προκειμένου περί νομικού προσώπου, την επωνυμία και την έδρα αυτού καθώς επίσης και τον αριθμό του κτηματολογικού πίνακα του ακινήτου στο οποίο προβάλλει δικαιώματα ο ενδιαφερόμενος.

ΠΡΟΣΘΗΚΗ - ΑΝΤΙΚΡΟΥΣΗ: 8. Κατατίθεται την τρίτη εργάσιμη ημέρα μετά τη συζήτηση στο Γραμματέα της έδρας, στο Κτίριο έντεκα (11), στο δεύτερο (2ο) όροφο, Γραφείο 204, μέχρι τις 12 η ώρα το μεσημέρι.

ΑΠΟΔΕΙΞΗ: 9. Στο ακροατήριο εξετάζεται ένας μάρτυρας από κάθε πλευρά. Ένορκες βεβαιώσεις δεν λαμβάνονται υπ’ όψει (άρθρο 19 παρ. 9 εδ. 2 ν. 2882/2001).

ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ: 10. Σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 3 του ν. 2882/2001, οι διάδικοι παρίστανται με πληρεξούσιο Δικηγόρο, στον οποίο η πληρεξουσιότητα δύναται να δοθεί και προφορικά στο ακροατήριο ή με έγγραφο που φέρει βεβαίωση δημόσιας αρχής ή αρχής ΟΤΑ Α’ και Β’ βαθμού για τη γνησιότητα της υπογραφής του δηλούντος διαδίκου.

ΕΥΡΕΤΗΡΙΑ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ: 11. Κτίριο δέκα τρία (13), στον πρώτο (1ο) όροφο. Στο Πρωτοδικείο Πειραιώς, στον πέμπτο (5ο) όροφο, Γραφεία 519, 520.

Β. ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΤΙΜΗ ΜΟΝΑΔΟΣ

ΤΟΠΙΚΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ: 1. Το Εφετείο στην περιφέρεια του οποίου ευρίσκεται το απαλλοτριωθέν ακίνητο (π.χ. εάν το απαλλοτριούμενο ακίνητο ευρίσκεται στην περιφέρεια του Εφετείου Πειραιώς, αρμόδιο είναι το Εφετείο Πειραιώς κ.ο.κ). Εάν το ακίνητο ευρίσκεται στην περιφέρεια δύο Εφετείων, αρμόδιο είναι το Εφετείο στην έδρα του οποίου ευρίσκεται το μεγαλύτερο μέρος κατ’ έκταση επιφάνεια, τμήμα, του απαλλοτριωθεντος ακινήτου.

ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ: 2. Στο Εφετείο Αθηνών, πέμπτος (5ος) όροφος, Γραφείο 1115. Στο Εφετείο Πειραιώς, στον (7ο) έβδομο όροφο, Γραφείο 704.

ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ: 3. Εάν επιδοθεί η πρωτόδικη απόφαση, μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία επιδόσεως. Εάν δεν επιδοθεί, μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση της αποφάσεως, που καθορίζει την προσωρινή τιμή μονάδος, με την επιφύλαξη εφαρμογής του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 4 του άρθρου 9. Εάν κάποιος από τους καθών είναι κάτοικος εξωτερικού ή αγνώστου διαμονής, η προθεσμία για όλους τους ενδιαφερομένους είναι εξήντα (60) ημέρες από την επίδοση (άρθρο 20 παρ. 2 ν.2882/2001).

ΕΠΙΔΟΣΗ: 4. Μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από τον ορισμό δικασίμου και πάντως δέκα πέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο, αλλιώς απορρίπτεται ως απαράδεκτη (άρθρο 20 παρ. 3 εδ. 2 ν. 2882/2001). Σε περίπτωση που ο καθού είναι κάτοικος εξωτερικού ή αγνώστου διαμονής, η προθεσμία κλητεύσεως είναι τριάντα (30) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο.

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ: 5. Κατατίθενται είτε επί της έδρας είτε μέσα σε δύο (2) εργάσιμες ημέρες μετά από τη συζήτηση. Πλην όμως, εάν οι προτάσεις περιέχουν ΑΝΤΑΙΤΗΣΗ κατατίθενται πέντε (5) πλήρεις, τουλάχιστον, ημέρες πριν από τη συζήτηση, η δε ΑΝΤΑΙΤΗΣΗ αναπτύσσεται προφορικά και καταχωρείται στα πρακτικά της δίκης. Μπορεί να ασκηθεί και στην μετ’ αναβολή συζήτηση, εφόσον η υπόθεση αναβλήθηκε κατά την εκφώνηση της από το πινάκιο (άρθρο 241 ΚΠολΔ). Η κατά τ’ ανωτέρω παραδεκτώς ασκηθείσα ανταίτηση, όπως παγίως γίνεται δεκτό, λειτουργεί ως αντέφεση, δηλαδή μπορεί να αναφέρεται μόνο στα κύρια σημεία της αιτήσεως και σε εκείνα που συνέχονται αναγκαίως προς αυτά (άρθρα 674, 525 ΚΠολΔ, ΑΠ

Page 5: Απαλλοτρίωση

40

1301/86, ΕΕΝ 1987.519, ΑΠ 533/86, ΕλΔνη 1987.89). Επομένως, η ανταίτηση με την οποία ζητείται αποζημίωση για την μείωση της αξίας του εναπομείναντος τμήματος του απαλλοτριουμένου ακινήτου είναι απαράδεκτη, εάν η αίτηση δεν αναφέρεται στην ιδιαίτερη αποζημίωση αυτού, αλλά μόνον στην αξία αυτού, διότι το κεφάλαιο της ιδιαίτερης αποζημιώσεως δεν είναι το ίδιο ούτε συνέχεται αναγκαίως με τα κεφάλαια της αιτήσεως που αναφέρονται στον προσδιορισμό της αξίας αποζημιώσεως του απαλλοτριουμένου. Με την ανταίτηση μπορεί να ζητηθεί μεγαλύτερη τιμή μονάδος από αυτήν, που καθόρισε το Μονομελές Πρωτοδικείο, ενώ εάν κατατεθούν μόνο προτάσεις (χωρίς ανταίτηση), σε αντίκρουση της αιτήσεως, ο διάδικος μπορεί μόνον να αμυνθεί κατά της αιτήσεως, ζητώντας την διατήρηση της τιμής, που καθόρισε το Μονομελές Πρωτοδικείο. Οποιοσδήποτε από τους διαδίκους μπορεί, είτε με δικόγραφο κοινοποιούμενο στους αντιδίκους πέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση της αίτησης για τον προσωρινό καθορισμό της αποζημίωσης είτε με τις προτάσεις κατατιθέμενες μέσα στην ίδια προθεσμία, να ζητήσει να γίνει η αναγνώριση των δικαιούχων της αποζημίωσης με την ίδια απόφαση.ΠΡΟΣΟΧΗ. Εν όψει των ανωτέρω, εάν ο εντολέας μας δικαιούχος της αποζημιώσεως έχει και άλλες αξιώσεις, εκτός από την αξία του απαλλοτριωθέντος, τις οποίες δεν εδέχθη το Μονομελές Πρωτοδικείο, τότε πρέπει να ασκήσουμε, ενώπιον του Εφετείου, αίτηση οριστικής τιμής μονάδος, εάν επιδοθεί η πρωτόδικη απόφαση, μέσα σε τριάντα (30) ημέρες και εάν δεν επιδοθεί, μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση της αποφάσεως, που καθορίζει την προσωρινή τιμή μονάδος.Όμως, όποιος δεν ήταν διάδικος στη δίκη του προσωρινού καθορισμού της αποζημιώσεως, μπορεί να ασκήσει κύρια παρέμβαση ενώπιον του Εφετείου, με προτάσεις που μπορεί να κατατεθούν και στην έδρα και με προφορική δήλωση, που καταχωρείται στα πρακτικά της δίκης. Δηλαδή γι αυτόν δεν ισχύει η προ πέντε (5) ημερών κατάθεση.

ΠΡΟΣΘΗΚΗ - ΑΝΤΙΚΡΟΥΣΗ: 6. Κατατίθεται εντός τριών (3) εργασίμων ημερών μετά τη συζήτηση, στο Γραμματέα της έδρας.

ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: 7. Είναι δυνατή η άσκηση παρεμβάσεως από κάθε ενδιαφερόμενο με δήλωσή του κατά τη συζήτηση της αίτησης σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, χωρίς καμία προδικασία. Η δήλωση καταχωρίζεται στα πρακτικά και περιέχει το όνομα, το επώνυμο το πατρώνυμο και την κατοικία του παρεμβαίνοντος ή, προκειμένου περί νομικού προσώπου, την επωνυμία και την έδρα αυτού καθώς επίσης και τον αριθμό του κτηματολογικού πίνακα του ακινήτου στο οποίο προβάλλει δικαιώματα ο ενδιαφερόμενος.

ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ: 8. Σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 3 του ν. 2882/2001, οι διάδικοι παρίστανται με πληρεξούσιο Δικηγόρο, στον οποίο η πληρεξουσιότητα δύναται να δοθεί και προφορικά στο ακροατήριο ή με έγγραφο που φέρει βεβαίωση δημόσιας αρχής ή αρχής ΟΤΑ Α’ και Β’ βαθμού για τη γνησιότητα της υπογραφής του δηλούντος διαδίκου. Σε περίπτωση που διάδικος είναι ΟΤΑ, για τη νομιμοποίηση του πληρεξουσίου του απαιτείται σχετική απόφαση της οικείας Δημαρχιακής Επιτροπής με την οποία παρέχεται ειδική εντολή στο δικηγόρο για την εκπροσώπησή του στο Δικαστήριο.

ΙΔΙΑΙΤΕΡΗ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ: 9. Θεμελιώνεται στην περίπτωση κατά την οποία εξ αιτίας της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, το τμήμα που απέμεινε στον ιδιοκτήτη υφίσταται σημαντική μείωση της αξίας του ή καθίσταται άχρηστο για την χρήση για την οποία προορίζεται (π.χ. αυτό καθίσταται μη άρτιο και οικοδομήσιμο ή δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί, όπως χρησιμοποιείτο),

Page 6: Απαλλοτρίωση

41

ανεξαρτήτως εάν το απομένον τμήμα τυγχάνει μικρής ή μεγάλης εκτάσεως, αφού ο νόμος δεν κάνει καμία διάκριση (ΑΠ 24/1994, ΕλλΔνη 36.330, ΑΠ 177/1979, ΝοΒ 27.109).

ΚΡΙΣΙΜΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ: 10. Σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον Κώδικα Απαλλοτριώσεων (άρθρο 13 παρ. 1 ν. 2882/2001, όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 1 ν. 2895/2002), κρίσιμος χρόνος για τον καθορισμό οριστικής τιμής, εφόσον έχει παρέλθει ένα (1) έτος από τη συζήτηση στο Μονομελές Πρωτοδικείο, είναι ο χρόνος τής ενώπιον του Εφετείου συζητήσεως.

ΤΕΚΜΗΡΙΟ ΩΦΕΛΕΙΑΣ ΠΑΡΟΔΙΩΝ ΙΔΙΟΚΤΗΤΩΝ. 11. Στο άρθρο 33 του ν. 2971/2001 καθιερώνεται το μαχητό του τεκμηρίου αυτού καθώς και η διαδικασία αμφισβητήσεώς του.

ΕΥΡΕΤΗΡΙΑ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ: 12. Στο Εφετείο Αθηνών, έκτος (6ος) όροφος, Γραφείο 1208. Στο Εφετείο Πειραιώς στον έβδομο (7ο) όροφο, Γραφείο 704.

ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΑΞΙΩΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ«…Από τη διάταξη του άρθρου 10 του ν. 2882/2001 του Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων (ΚΑΑΑ) συνάγεται (πρβλ. άρθρο 10 του ν.δ. 797/1971), ότι σε αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου το δικαίωμα (αξίωση) του ενδιαφερόμενου ιδιοκτήτη για το δικαστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης υπόκειται πλέον στη γενική παραγραφή, η οποία μετά την εισαγωγή του ΑΚ είναι εικοσαετής κατ` άρθρο 249 αυτού, ενόψει και της διάταξης του άρθρου 18 Εισαγ. Νόμου ΑΚ. Η παραγραφή αυτή, σε απαλλοτρίωση ακινήτου, λόγω ρυμοτομίας ή προσκυρώσεως, αρχίζει από την αμετάκλητη υπουργική απόφαση που εγκρίνει την απόφαση του Νομάρχη η οποία κύρωσε την πράξη τακτοποίησης οικοπέδων και αναλογισμού αποζημίωσης του οικείου γραφείου πoλεoδoμίας. Στην ίδια παραγραφή, που αρχίζει από την κατάληψη του ακινήτου από τον υπερού η απαλλοτρίωση, υπόκειται και η διεκδικητική του ακινήτου αγωγή, μετά δε τη συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής δεν μπορεί να ζητηθεί ο καθορισμός αποζημίωσης. για το απαλλοτριωθέν, λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος αυτού που προβάλλει τον εαυτό του ως δικαιούχο. Τέλος, στη διαδικασία του καθορισμού της αποζημίωσης δεν αποκλείεται η έρευνα ζητημάτων, τα οποία έχουν σχέση με θεμελιώδεις ιδιότητες των δικαζομένων, όπως είναι και η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος για την κίνηση της διαδικασίας αυτής, πράγμα το οποίο εξετάζεται αυτεπάγγελτα. από το δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης, κατά τα άρθρα 70 και 73 ΚΠολΔικ…» (ΑΠ 1975/2007, ΝΟΜΟΣ).

Γ. ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΔΙΚΑΙΟΥΧΩΝ (άρθρο 26 ν. 2882/2001)

ΥΛΙΚΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ: 1. Το Μονομελές Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου ευρίσκεται το απαλλοτριωθέν ακίνητο (π.χ. εάν το απαλλλοτριωθέν ακίνητο ευρίσκεται στην περιφέρεια του Πρωτοδικείου Πειραιώς, αρμόδιο είναι το Πρωτοδικείο Πειραιώς κ.ο.κ).

ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ: 2. Κτίριο δύο (2), στον πρώτο (1ο) όροφο, Γραφείο 101.

ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ: 3. Η σχετική αίτηση για να είναι σαφής και ορισμένη, πρέπει να αναφέρει με πληρότητα όλα εκείνα τα στοιχεία που αφορούν στην κήρυξη της απαλλοτρίωσης, τα στοιχεία των συνταγέντων κτηματολογικού πίνακα, κτηματολογικού διαγράμματος, που αφορούν

Page 7: Απαλλοτρίωση

42

στο ακίνητο του ενδιαφερομένου, ακριβή περιγραφή κατά θέση και όρια του απαλλοτριουμένου ακινήτου, τους τίτλους κτήσεως του από τον ενδιαφερόμενο και τους δικαιοπαρόχους του και σε περίπτωση που γίνεται επίκληση χρησικτησίας (τακτικής ή έκτακτης), τα πλήρη στοιχεία αυτών, σύμφωνα με τα άρθρα 1041 επ. ή 1045 Α.Κ.

ΕΠΙΔΟΣΗ: 4. Όπως ορίσει ο Δικαστής. Πλην όμως, όταν ενάγεται το Ελληνικό Δημόσιο, η αίτηση επιδίδεται τριάντα (30) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση της αιτήσεως. Η αίτηση κοινοποιείται, με επιμέλεια του αιτούντος και στον Προϊστάμενο της Κτηματικής Υπηρεσίας του Δημοσίου, ο οποίος υποχρεούται εντός εξήντα (60) ημερών από την κοινοποίηση της σ’ αυτόν, να υποβάλλει στο Δικαστήριο έγγραφη δήλωση περί προβολής ή μη δικαιωμάτων του Δημοσίου επί του απαλλοτριουμένου ακινήτου, σύμφωνα με τις διατάξεις περί δημοσίων κτημάτων. Η υποχρέωση αυτή ισχύει, εφόσον με την κοινοποίηση της αίτησης ο ενδιαφερόμενος μνημονεύει τον αριθμό του κτηματολογικού πίνακα του ακινήτου στο οποίο προβάλλει δικαιώματα και επισυνάπτει τους τίτλους ιδιοκτησίας του ή άλλα αποδεικτικά για τον τρόπο κτήσης της κυριότητας.

ΚΤΙΡΙΟ ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ: 5. Έξι (6), ΠΙΝΑΚΙΑ: ΑΠ1, ΑΠ2, ΑΠ3 ΑΙΘΟΥΣΕΣ: Τρία (3), Τέσσερα (4), Έξι (6), αντίστοιχα, ημέρα Παρασκευή.

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ: 6. Οι προτάσεις κατατίθενται είτε επί της έδρας είτε εντός δύο (2) εργασίμων ημερών μετά τη συζήτηση, στο Γραμματέα της έδρας, στο Κτίριο έντεκα (11), στο δεύτερο (2ο) όροφο, Γραφείο 204. Στο Πρωτοδικείο Πειραιώς στον πέμπτο (5ο) όροφο, Γραφείο 504.

ΠΡΟΣΘΗΚΗ - ΑΝΤΙΚΡΟΥΣΗ: 7. Κατατίθεται εντός τριών (3) εργασίμων ημερών μετά τη συζήτηση στον Γραμματέα της έδρας, στο Κτίριο έντεκα (11), στο δεύτερο (2ο) όροφο, Γραφείο 204. Στο Πρωτοδικείο Πειραιώς στον 5ο όροφο, Γραφείο 504.

ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: 8. Είναι δυνατή η άσκηση παρεμβάσεως από κάθε ενδιαφερόμενο με δήλωσή του κατά τη συζήτηση της αίτησης σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, χωρίς καμία προδικασία. Η δήλωση καταχωρίζεται στα πρακτικά και περιέχει το όνομα, το επώνυμο το πατρώνυμο και την κατοικία του παρεμβαίνοντος ή, προκειμένου περί νομικού προσώπου, την επωνυμία και την έδρα αυτού καθώς επίσης και τον αριθμό του κτηματολογικού πίνακα του ακινήτου στο οποίο προβάλλει δικαιώματα ο ενδιαφερόμενος

ΕΥΡΕΤΗΡΙΑ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ: 9. Κτίριο δεκατρία (13), στον πρώτο (1ο) όροφο. Στο Πρωτοδικείο Πειραιώς στον πέμπτο (5ο) όροφο, Γραφεία 519, 520.

ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ ΕΓΓΡΑΦΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΚΟΜΙΖΟΝΤΑΙ:α. Επικυρωμένο αντίγραφο της κοινής υπουργικής απόφασης της απαλλοτρίωσης και, σε περίπτωση που την απαλλοτρίωση έχει κηρύξει Ο.Τ.Α, επικυρωμένο αντίγραφο της σχετικής απόφασης, καθώς και επικυρωμένο αντίγραφο της κύρωσης της από τον αρμόδιο Νομάρχη.β. Κτηματολογικό διάγραμμα και Κτηματολογικός πίνακας.γ. Επικυρωμένα αντίγραφα των τίτλων κτήσεως (μετά τον αντίστοιχων τοπογραφικών διαγραμμάτων), του αιτούντος φερόμενου ως δικαιούχου της αποζημίωσης καθώς και των δικαιοπαρόχων του.δ. Πιστοποιητικά ιδιοκτησίας, βαρών, κατασχέσεων και περί μη διεκδικήσεως από το ή τα αρμόδια Υποθηκοφυλακεία, τα οποία πρέπει να καλύπτουν την ημέρα της δικασίμου της αιτήσεώς μας. Για το λόγο αυτό αναφέρουμε στον Υποθηκοφύλακα την αίτηση αναγνώρισης δικαιούχων, με την ημερομηνία δικασίμου, ώστε να εκδώσει τα πιστοποιητικά την επομένη της δικασίμου.

Page 8: Απαλλοτρίωση

43

Σε περίπτωση χρησικτησίας, καλό είναι να προσκομίζουμε τα ανωτέρω πιστοποιητικά τόσο για τον αιτούντα, όσο και για τον ή τους δικαιοπαρόχους του. Αντίστοιχα πιστοποιητικά από το κατά τόπο αρμόδιο κτηματολογικό γραφείο, εφόσον το απαλλοτριούμενο ακίνητο βρίσκεται σε περιοχή που έχει ενταχθεί στο Εθνικό Σύστημα Κτηματολογίου.ε. Πιστοποιητικό της αρμόδιας κατά τόπο κτηματολογικής υπηρεσίας του Δημοσίου, περί μη προβολής των δικαιωμάτων του Δημοσίου. Η αίτηση πρέπει να υποβάλλεται το βραδύτερο ένα (1) μήνα πριν από την συζήτηση της αίτησης αναγνώρισης δικαιούχων. Το σχετικό πιστοποιητικό αποστέλλεται από την Κ.Υ.Δ στην γραμματεία του δικάζοντος Δικαστηρίου. Στην πράξη μπορούμε να επιδώσουμε την αίτηση του ή των εντολέων μας, όπως αναφέρεται ανωτέρω, προς τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Κ.Υ.Δ, οπότε είναι υποχρεωμένος να αποστείλει την κατά τ’ ανωτέρω αναφερόμενη βεβαίωση στη Γραμματεία του δικάζοντος Δικαστηρίου. Σε περίπτωση που δεν αποσταλεί βεβαίωση, η δίκη διεξάγεται και χωρίς αυτή τη βεβαίωση (άρθρο 26 παρ. 4 ν. 2882/2001).

ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΒΑΡΗ ΣΤΟ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΟΥΜΕΝΟ ΑΚΙΝΗΤΟ (ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΥ Η ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΟΠΑΡΟΧΩΝ ΤΟΥ)

Σε περίπτωση που υπάρχουν βάρη στο απαλλοτριούμενο ακίνητο, εάν μεν έχουν εξοφληθεί οι αξιώσεις του ή των δανειστών, φροντίζουμε να τα εξαλείψουμε με τις αντίστοιχες διαδικασίες (π.χ. ανάκληση αποφάσεως περί προσημειώσεως, διαγραφή κατασχέσεως, εξάλειψη υποθήκης κ.λ.π). Στην αντίθετη περίπτωση το Δικαστήριο, εκδίδοντας την απόφαση του για την αναγνώριση δικαιούχων, θα αναγνωρίσει, σύμφωνα με τα άρθρα 1288 ΑΚ και 26 παρ. 10 του ν. 2882/2001, ότι επί της αποζημιώσεως για την απαλλοτρίωση έχουν αξίωση οι ενυπόθηκοι δανειστές, για την οποία θα ικανοποιηθούν με την διαδικασία της αναγκαστικής εκτελέσεως. Στην πράξη, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων δέχεται να καταβάλει στον αναγνωρισθέντα δικαιούχο ολόκληρη την αποζημίωση, εφόσον αυτός προσκομίσει έγγραφη δήλωση του ενυπόθηκου δανειστή ότι συναινεί στην ανάληψη της αποζημιώσεως από τον δικαιούχο. Καλλίτερο, όμως, θα είναι να γίνουν όλες οι νόμιμες διαδικασίες για την εξάλειψη του βάρους (ανάκληση της προσημειώσεως, εξάλειψη της υποθήκης).Όταν έχει επιβληθεί κατάσχεση επί του απαλλοτριουμένου ακινήτου πριν από τη συντέλεση της απαλλοτριώσεως, τότε πρέπει να γίνουν από το δικαιούχο όλες οι νόμιμες διαδικασίες για την άρση της, διότι διαφορετικά ακολουθείται η διαδικασία αναγκαστικής εκτελέσεως.Για το λόγο αυτό, πριν κατατεθεί η αίτηση αναγνώρισης δικαιούχων, πρέπει να ελέγχουμε στο αρμόδιο Υποθηκοφυλακείο τους τίτλους ιδιοκτησίας του δικαιούχου και του ή των δικαιοπαρόχων του.

ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ Ή ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ - ΠΡΟΘΕΣΜΙΕΣα. Η αίτηση καθορισμού οριστικής τιμής μονάδος ασκείται προ πάσης επιδόσεως ή μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της αποφάσεως που καθορίζει την προσωρινή τιμή μονάδος. Σε περίπτωση που δεν χωρήσει κοινοποίηση, η αίτηση καθορισμού οριστικής τιμής μονάδος ασκείται μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση της αποφάσεως που καθορίζει την προσωρινή τιμή μονάδος. Στις άνω προθεσμίες πρέπει να γίνει και η επίδοση του δικογράφου.β. Η αίτηση αναιρέσεως ασκείται προ πάσης επιδόσεως ή μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της αποφάσεως που καθορίζει την οριστική τιμή μονάδος. Σε περίπτωση που δεν χωρήσει κοινοποίηση, η αίτηση αναιρέσεως ασκείται μέσα σε προθεσμία ενός (1) έτους, από τη δημοσίευση

Page 9: Απαλλοτρίωση

44

της αποφάσεως που καθορίζει την οριστική τιμή μονάδος. Στις άνω προθεσμίες πρέπει να γίνει και η επίδοση του δικογράφου.γ. Η απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου για την αναγνώριση δικαιούχων δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα. Διάδικοι ή τρίτοι που αξιώνουν δικαιώματα στο απαλλοτριούμενο ακίνητο, μπορούν να τα ασκήσουν με αγωγή ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου, που δικάζει κατά την τακτική διαδικασία, έστω και εάν δεν προβλήθηκαν κατά την ειδική διαδικασία αναγνώρισης δικαιούχων, προκειμένου να εισπράξουν την αποζημίωση ή ν’ αναζητήσουν αυτή από εκείνο που την εισέπραξε ή από εκείνον υπέρ του οποίου εκδόθηκε το χρηματικό ένταλμα (άρθρο 26 παρ. 12 ν. 2882/2001). Εάν το Δικαστήριο απόσχει να εκδώσει απόφαση αναγνώρισης δκαιούχων, επειδή δεν αποδεικνύεται το δικαίωμα του αξιούντος ν’ αναγνωρισθεί ως δικαιούχος κατά τη διαδικασία του άρθρου 26 ν. 2882/2001, ο επικαλούμενος νέα στοιχεία δύναται με αυτοτελή αίτηση του να ζητήσει μόνο ακόμη μία φορά να αναγνωρισθεί ως δικαιούχος κατά τη διαδικασία του άρθρου 26 του ν. 2882/2001, επιτρεπομένης και πραγματογνωμοσύνης, που διατάσσεται και διεξάγεται κατ’ ανάλογη εφαρμογή της παρ. 7 του άρθρου 20 (άρθρο 26 παρ. 11 ν. 2882/2001).

ΔΙΟΡΘΩΣΗ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ (άρθρο 26 ν. 2882/2001)Εάν ο κτηματολογικός πίνακας και το κτηματολογικό διάγραμμα είναι εσφαλμένα, ο εικαζόμενος ιδιοκτήτης ή καθένας ενδιαφερόμενος, μπορούν με αίτηση τους να ζητήσουν τη διόρθωση ή τη συμπλήρωσή τους. Η αίτηση αυτή μπορεί να υποβληθεί από την επομένη της κήρυξης της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης μέχρι και ένα μήνα από τη συντέλεση της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης (άρθρα 16 παρ. 2 και 3 και 9 παρ. 2 ν. 2882/2001). Σύμφωνα με την παρ. 8 του ν. 2882/2001, κάθε αμφισβήτηση για την ακρίβεια ή πληρότητα των στοιχείων του κτηματολογικού πίνακα και του διαγράμματος λύεται κατά τη δίκη για την αναγνώριση των δικαιούχων, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου, η οποία μπορεί να ασκηθεί και προφορικά καταχωριζομένης της αίτησης στα πρακτικά της δίκης.

Δ. ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΔΙΚΑΙΟΥΧΩΝ (άρθρο 27 ν. 2882/2001)

1. ΥΛΙΚΗ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ: Επιτροπή (Τριμελής) Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία αποτελείται από έναν Εφέτη, που υπηρετεί στο Εφετείο Αθηνών και προτείνεται με τον αναπληρωτή του από τον Προϊστάμενο του Εφετείου τούτου, ως Πρόεδρο, έναν πάρεδρο του Ν.Σ.Κ., που προτείνεται με έναν αναπληρωτή από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους και από τον Διευθυντή Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών ή τον νόμιμο αναπληρωτή του. Η επιτροπή αυτή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. 2. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ: Υπόχρεο προς πληρωμή να είναι το Ελληνικό Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, η δε αξιούμενη αποζημίωση να μην υπερβαίνει τα 5.869, 40 ΕΥΡΩ.3. ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ: Η αίτηση μαζί με τα δικαιολογητικά και τους τίτλους υποβάλλεται είτε απευθείας είτε μέσω της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας του Δημοσίου (ΚΥΔ), στο τμήμα Απαλλοτριώσεων της Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών ή μέσω της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας του Δημοσίου (ΚΥΔ), το οποίο την εισάγει στην Επιτροπή προς εξέταση.4. ΥΠΟΜΝΗΜΑ: Κατατίθεται μαζί με όλα τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, κατά την ημέρα συζήτησης της αίτησης.

Page 10: Απαλλοτρίωση

45

5. ΑΠΟΦΑΣΗ: Εκδίδεται εντός μηνός από την περιέλευση στην Επιτροπή όλων των απαιτουμένων για την αναγνώριση του αιτούντος, ως δικαιούχου, στοιχείων. Απέχει να αναγνωρίσει τον αιτούντα ως δικαιούχο στις περιπτώσεις της παρ. 11 του άρθρου 26 του ν. 2882/2001.

Ε. ΑΝΑΚΛΗΣΗ & ΑΡΣΗ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗΣ

Α. Υπέρ του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. (α’ και β’ βαθμού), επιχειρήσεων κοινής ωφελείας και Οργανισμών Κοινής Ωφελείας.Προϋποθέσεις:α. Διαπίστωση από την κατά περίπτωση αρμόδια υπηρεσία της αδυναμίας εκπλήρωσης του αρχικού ή άλλου σκοπού που χαρακτηρίζεται από το Νόμο ως δημόσιας ωφέλειας.β. Αποδοχή και συναίνεση στην ολική ή μερική ανάκληση της απαλλοτρίωσης από τον καθού - ιδιοκτήτη του απαλλοτριωθέντος ακινήτου.ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Εάν ο ιδιοκτήτης του απαλλοτριωθέντος ακινήτου δηλώσει ότι δεν επιθυμεί την ανάκληση της απαλλοτρίωσης ή δεν απαντήσει στην αρμόδια αρχή μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία τριών (3) μηνών, υπάρχει η δυνατότητα της ελεύθερης διάθεσης αυτού.γ. Έλλειψη χρησιμοποίησης, έστω και μερικής του απαλλοτριωθέντος ακινήτου για το σκοπό για τον οποίο απαλλοτριώθηκε. Σε διαφορετική περίπτωση θεωρείται ότι εκπληρώθηκε έστω και μερικώς ο σκοπός της απαλλοτρίωσης.

Β. Υπέρ ιδιωτών ή Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού ΔικαίουΠροϋποθέσεις:α. Παρέλευση πενταετίας από τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης.β. Υποβολή αίτησης μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία ενός (1) έτους από τον καθού η απαλλοτρίωση προς την αρμόδια αρχή.γ. Μη χρησιμοποίηση του απαλλοτριωθέντος ακινήτου για το σκοπό για τον οποίο κηρύχθηκε η απαλλοτρίωση ή μη εκτέλεση των απαιτουμένων στο εν λόγω ακίνητο εργασιών, οι οποίες είναι ίσες τουλάχιστον με το 1/3 της αξίας του. ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η τήρηση των πιο πάνω προθεσμιών δεν απαιτείται στην περίπτωση κατά την οποία συμφωνούν για την ανάκληση της απαλλοτρίωσης ο υπέρ ου και ο καθ’ ού η απαλλοτρίωση.δ. Επιστροφή στο βαρυνόμενο με τη δαπάνη της απαλλοτρίωσης της καταβληθείσας από αυτόν αποζημίωσης. Ο καθορισμός του ύψους της εισπρακτέας αποζημίωσης γίνεται:

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών σε περίπτωση που η 1. απαλλοτρίωση έχει κηρυχθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο ή έχει συμπράξει σε αυτή ο Υπουργός των Οικονομικών.

Με απόφαση της αρμόδιας αρχής σε κάθε άλλη περίπτωση.2. ε. Μεταγραφή με επιμέλεια του ενδιαφερομένου της Απόφασης περί άρσης της απαλλοτρίωσης στα βιβλία μεταγραφών του κατά τόπο αρμοδίου Υποθηκοφυλακείου (π.χ. εάν το απαλλοτριωθέν ακίνητο ευρίσκεται στο Δήμο Αχαρνών, αρμόδιο Υποθηκοφυλακείο είναι το Υποθηκοφυλακείο Αχαρνών). ΠΡΟΣΟΧΗ: Χωρίς μεταγραφή της απόφασης περί άρσης της απαλλοτρίωσης δεν είναι δυνατή η ανάκτηση της κυριότητας του απαλλοτριωθεντος ακινήτου ούτε αποσβένυνται τα τυχόν εμπράγματα δικαιώματα που συνεστήθησαν με τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης επί του ακινήτου. Για την μεταγραφή δεν καταβάλλονται τέλη, φόροι ή δικαιώματα υπέρ του Δημοσίου, τρίτων κλπ.

Page 11: Απαλλοτρίωση

46

στ. Οι τυχόν απαιτήσεις ή διαφορές του υπέρ ου ή του καθ’ ού η απαλλοτρίωση οι οποίες γεννήθηκαν από μεταβολές του απαλλοτριωθεντος ακινήτου και πάντως μέχρι την ανάκληση της απαλλοτρίωσης υπάγονται και εκδικάζονται από το Εφετείο στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το απαλλοτριωθέν ακίνητο ή το μεγαλύτερο μέρος αυτού. Η απόφαση του Εφετείου υπόκειται σε αναίρεση.

ΣΤ. ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΡΥΜΟΤΟΜΙΚΗΣ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗΣ

Προϋποθέσεις:α. Παρέλευση από την κήρυξη της απαλλοτρίωσης μακρού χρονικού διαστήματος, το οποίο, σε κάθε περίπτωση, υπερβαίνει αναφανδόν την έννοια του «εύλογου χρόνου» εντός του οποίου η αρμόδια υπηρεσία υποχρεούται να προβεί στις απαιτούμενες για τη συντέλεση της απαλλοτριώσεις ενέργειες, όπως εκπόνηση της σχετικής πολεοδομικής μελέτης και έκδοση της αντίστοιχης πράξης εφαρμογής του πολεοδομικού σχεδίου, πολύ δε περισσότερο όταν δεν έχει χωρήσει η σύνταξη της πράξης αναλογισμού και αποζημιώσεων και δικαιούχων ιδιοκτητών της ρυμοτομούμενης εδαφικής εκτάσεως και των επικειμένων αυτής. β. Υπαιτιότητα για την ανωτέρω αδράνεια του φορέα που κήρυξε την απαλλοτρίωση, αδυναμία εκμετάλλευσης, δέσμευση και θέση κατ’ ουσία σε αχρησία του απαλλοτριωθέντος ακινήτου, με αποτέλεσμα να υφίσταται ο κύριος του εν λόγω ακινήτου σημαντική και ανεπανόρθωτη πάσης φύσεως οικονομική ζημία. γ. Παρέλευση του προβλεπόμενου από το νόμο «εύλογου χρόνου», χωρίς να έχει συντελεσθεί η αναφερόμενη απαλλοτρίωση και συνακόλουθα ο προσδιορισμός αλλά και η καταβολή της οφειλόμενης αποζημίωσης. δ. Υποβολή αίτησης για την ανάκληση της απαλλοτρίωσης ή την τροποποίηση συγχρόνως του ρυμοτομικού σχεδίου στον κατά τόπο Γενικό Γραμματέα της περιφέρειας του απαλλοτριωθέντος ακινήτου.ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Από την πάγια νομολογία του ανωτάτου ακυρωτικού Δικαστηρίου της χώρας προκύπτει ότι η υποχρέωση ανάκλησης μη συντελεσμένης απαλλοτρίωσης που έχει κηρυχθεί για την εφαρμογή ρυμοτομικού σχεδίου, δεν αναιρείται από το γεγονός ότι για την άρση της απαιτείται ταυτόχρονη τροποποίηση και αναθεώρηση από τα αρμόδια διοικητικά όργανα του συγκεκριμένου πολεοδομικού σχεδιασμού.Αρμόδιο Δικαστήριο:Αρμόδιο καθ’ ύλη και κατά τόπο Δικαστήριο για την εκδίκαση της αίτησης (η οποία εν προκειμένω λειτουργεί ως προσφυγή) είναι το Διοικητικό Πρωτοδικείο της περιφέρειας στην οποία βρίσκεται το δεσμευμένο ακίνητο. Την αίτηση δικαιούται να την καταθέσει ο κύριος του απαλλοτριωθέντος ακινήτου. Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 2 της από 21-12-2001 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (ΦΕΚ Α’ 288), που κυρώθηκε με το Ν. 2990/2002 (18ΦΕΚ Α’30), αρμόδιο να αποφαίνεται ανεκκλήτως σχετικά με ατομικές πράξεις διοικητικών αρχών, οι οποίες αφορούν την ανάκληση μη συντελεσμένων ρυμοτομικών απαλλοτριώσεων καθώς και την άρση διατηρουμένων επί μακρό ρυμοτομικών βαρών, είναι το Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο, καταργηθείσης της διάταξης του άρθρου 1 παρ. 1 περ. στ’ του Ν. 702/1977, με την οποία αρμόδιο για την εκδίκαση και κρίση των παραπάνω διαφορών ήταν το Διοικητικό Εφετείο (ακυρωτικός σχηματισμός) της περιφέρειας που βρίσκεται το ακίνητο. Επιπλέον, απαιτείται μεταγραφή με επιμέλεια του ενδιαφερομένου της απόφασης

Page 12: Απαλλοτρίωση

47

περί άρσης της απαλλοτρίωσης στα βιβλία μεταγραφών του κατά τόπου αρμόδιου Υποθηκοφυλακείου (π.χ. εάν το απαλλοτριωθέν ακίνητο βρίσκεται στο Δήμο Αχαρνών, αρμόδιο Υποθηκοφυλακείο είναι το Υποθηκοφυλακείο Αχαρνών κ.ο.κ).ΠΡΟΣΟΧΗ: Μετά την έκδοση και της σχετικής απόφασης η διοικητική αρχή που κήρυξε την απαλλοτρίωση υποχρεούται να προβεί άμεσα στην έκδοση ρητής πράξης με την οποία θα τροποποιεί το σχέδιο πόλεως και συγχρόνως θα ανακαλεί τη ρυμοτομική απαλλοτρίωση.

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

ΑΫΛΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΞΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ - ΕΝΝΟΙΑ ΠΛΗΡΟΥΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ«…Σε απαλλοτρίωση ακινήτου για δημόσια ωφέλεια, για τον προσδιορισμό της «πλήρους αποζημίωσης» λαμβάνεται υπόψη η αξία του απαλλοτριούμενου ακινήτου κατά το χρόνο της πρώτης συζήτησης ενώπιον του δικαστηρίου της αίτησης καθορισμού (προσωρινού ή οριστικού , σε περίπτωση παράλειψης του προσωρινού) της αποζημίωσης αυτής, καθώς και η δαπάνη του ιδιοκτήτη του απαλλοτριούμενου ακινήτου, η οποία είναι συνέπεια της απαλλοτρίωσης της ιδιοκτησίας (ΟλΑΠ 8/1999). Η αποζημίωση για την αξία της επιχείρησης που ασκείται στο ακίνητο που απαλλοτριώνεται, κατά τις ίδιες διατάξεις δεν συμπεριλαμβάνεται στην έννοια της «πλήρους αποζημίωσης», αλλά λαμβάνεται υπόψη η συνδεόμενη με το ακίνητο που απαλλοτριώθηκε πρόσοδος, σε σχέση με την ασκούμενη σ’ αυτό επιχειρηματική δραστηριότητα, κατά την εκτίμηση της αξίας του απαλλοτριούμενου ακινήτου…» (ΑΠ (ολ) 7/2006 ΕλλΔνη 2006, σ. 728).

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΙΔΙΑΙΤΕΡΗΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΑΞΙΑΣ ΤΟΥ ΕΝΑΠΟΜΕΙΝΑΝΤΟΣ ΑΚΙΝΗΤΟΥ«…Στην περίπτωση που, λόγω απαλλοτριώσεως μέρους του ακινήτου, το απομένον τμήμα αυτού - που εξακολουθεί να αποτελεί στοιχείο περιουσίας του ιδιοκτήτου - υφίσταται σημαντική υποτίμηση της αξίας του ή καθίσταται άχρηστο για τη χρήση που προορίζεται, το αναγνωριζόμενο από την προαναφερθεισα διάταξη του άρθρο 13 παρ. 4 του ν.δ. 797/1971 δικαίωμα αποζημιώσεως ικανοποιείται πλήρως και εντεύθεν διασφαλίζεται ο σεβασμός στην περιουσία του ιδιοκτήτου όταν η αποζημίωση καλύπτει όχι μόνο την εκ της απομειώσεως και μόνον της εκτάσεως του όλου ακινήτου ζημίαν αλλά και εκείνη που επήλθε από την εκτέλεση του έργου για το οποίο κηρύχθηκε η απαλλοτρίωση του μέρους του ακινήτου. Διότι, άλλως, κατά την τελευταία αυτή ζημία το παραμένον στον ιδιοκτήτη μέρος του ακινήτου, και επομένως η περιουσία του, θα παρέμενε χωρίς αποκατάσταση. Ανεξαρτήτως δε του ότι το περιεχόμενο αυτό της αποζημιώσεως είναι απότοκο της εφαρμογής της άνω υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεως του άρθρου 1 του πρώτου προσθέτου πρωτοκόλλου της Συμβάσεως της Ρώμης, είναι αδιάφορη στην περίπτωση αυτή η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 13 του ν.δ. 797/1971, που ορίζει ότι «δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της αξίας του απαλλοτριωμένου η επαύξηση ή μείωση της αξίας λόγω εκτελέσεως του έργου». Και τούτο, διότι η διάταξη αυτή αφορά την αύξηση ή μείωση του απαλλοτριουμένου μέρους, που το κατά το Σύνταγμα πλήρες της αξίας του κρίνεται κατά το χρόνο της απαλλοτριώσεως και όχι μετά

Page 13: Απαλλοτρίωση

48

την εκτέλεση του έργου. Ενώ αντιθέτως η αποζημίωση για την υποτίμηση κατά την παρ. 4 του άρθρου 13 αφορά το απομένον στον ιδιοκτήτη μέρος, που εξακολουθεί να αποτελεί περιουσία του και μετά την εκτέλεση του έργου δι` ο η απαλλοτρίωση (Ολ. ΑΠ 31/2005)…» (ΑΠ 587/2010, ΝΟΜΟΣ)

ΚΡΙΣΙΜΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ«…Αν ζητηθεί απευθείας ο οριστικός προσδιορισμός της αποζημίωσης, λαμβάνεται υπόψη η αξία κατά το χρόνο της σχετικής συζήτησης στο δικαστήριο». Με την αναθεώρηση των συνταγματικών διατάξεων, που έγινε με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ` Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων, στην παραπάνω παράγραφο του άρθρου 17 προστέθηκε τρίτο εδάφιο, το οποίο ορίζει ότι «αν η συζήτηση για τον οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης διεξαχθεί μετά την παρέλευση έτους από τη συζήτηση για τον προσωρινό προσδιορισμό, τότε για τον προσδιορισμό της αποζημίωσης λαμβάνεται υπόψη η αξία κατά το χρόνο της συζήτησης για τον οριστικό προσδιορισμό». Η διάταξη αυτή μεταφέρθηκε και στο ν. 2882/2001 Κώδικας Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων (ΚΑΑΑ), που ισχύει από 6.5.2001, με την προσθήκη δεύτερου εδαφίου στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 13, η οποία έγινε με το άρθρο 1 παρ. 4 του ν. 2985/2002, που άρχισε να ισχύει από 1-1-2002 (άρθρ. 2 του ίδιου νόμου). Η πιο πάνω νέα διάταξη του Συντάγματος (άρθρο 17 παρ. 2 εδ. γ`), σύμφωνα με τη διάταξη του κεφαλαίου Δ` του Ψηφίσματος, τέθηκε σε ισχύ από τη δημοσίευση αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι από 18.4.2001, έχει δε εφαρμογή, ως συνταγματική, και επί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων, που κηρύχθηκαν πριν από την έναρξη της ισχύος του (βλ. ΑΠ 402/2007, 1552/2005, 1395/1999). Η διάταξη του άρθρου 117 παρ. 5 του Συντάγματος, που ορίζει ότι «οι αναγκαστικές απαλλοτριώσεις που κηρύχθηκαν ή που θα κηρυχθούν εωσότου οι κείμενοι νόμοι για τις αναγκαστικές απαλλοτριώσεις προσαρμοστούν στις διατάξεις του Συντάγματος διέπονται από τις διατάξεις που ισχύουν κατά το χρόνο που κηρύσσονται», έχει την έννοια, ότι μόνο όσα θέματα αναγκαστικών απαλλοτριώσεων άφησε το Σύνταγμα να ρυθμιστούν από τον κοινό νομοθέτη, μέχρι την έκδοση των σχετικών νόμων ρυθμίζονται από τις διατάξεις, που ίσχυαν κατά το χρόνο κηρύξεως της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, και δεν αναφέρεται στα σχετικά με την αναγκαστική απαλλοτρίωση θέματα, τα οποία ρυθμίζονται αμέσως από το άρθρο 17 του Συντάγματος και ισχύουν από το χρόνο εφαρμογής του ίδιου του Συντάγματος (ΟλΑΠ 1332/1985 και 18/1988). Επομένως, και το ζήτημα του κρίσιμου χρόνου, που λαμβάνεται υπόψη για την αξία του απαλλοτριουμένου ακινήτου, σε περίπτωση που η συζήτηση για τον οριστικό προσδιορισμό της αποζημιώσεως διεξάγεται μετά την παρέλευση έτους από τη συζήτηση για τον προσωρινό προσδιορισμό, το οποίο ρυθμίζεται αμέσως με την πιο πάνω, διάταξη του εδαφ. γ` της παραγρ. 2 του άρθρου 17 του αναθεωρημένου Συντάγματος του 2001, ισχύει από τότε που αυτή τέθηκε σε ισχύ, ήτοι από 18.4.2001 και όχι από, την κατά τα άνω, προσαρμογή του ν. 2882/2001 (ΚΑΑΑ) στη διάταξη αυτή, δηλαδή από 1.1.2002. Ενόψει των προεκτεθέντων, η μεταβατική διάταξη του άρθρου 29 παρ. 2 εδαφ. α` και β` του τελευταίου αυτού ν. 2882/2001, που ορίζει ότι «απαλλοτριώσεις, που κηρύχθηκαν από 1 Φεβρουαρίου 1971 και εφεξής διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος από το σημείο στο οποίο βρίσκονται κατά την έναρξη ισχύος αυτού. Εξαιρούνται τα θέματα εκείνα για τα οποία κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος έχει κοινοποιηθεί εισαγωγικό δικόγραφο της σχετικής δίκης ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου ή έχει εκδοθεί σχετική διοικητική πράξη, ως προς τα οποία εφαρμόζονται

Page 14: Απαλλοτρίωση

49

μόνο οι διαδικαστικές διατάξεις του παρόντος», δεν έχει εφαρμογή επί του πιο πάνω θέματος, που ρυθμίζεται από τη νέα διάταξη της παρ. 2 εδ. γ` του άρθρου 17 του Συντάγματος του 2001. Κατ` ακολουθία, λοιπόν, των προεκτεθέντων, επί αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, κηρυχθείσης μετά την 1-2-1971, σε περίπτωση που η συζήτηση της αιτήσεως για τον οριστικό προσδιορισμό της αποζημιώσεως του απαλλοτριουμένου ακινήτου ενώπιον του αρμόδιου εφετείου γίνεται υπό την ισχύ των αναθεωρημένων διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 17 του Συντάγματος του 2001 και μετά την παρέλευση έτους από τη συζήτηση για τον προσωρινό προσδιορισμό της αποζημιώσεως ενώπιον του μονομελούς πρωτοδικείου, ως κρίσιμος χρόνος για την πραγματική αξία του ακινήτου, λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος της συζητήσεως για τον οριστικό προσδιορισμό, ακόμη και αν η σχετική αίτηση έχει ασκηθεί πριν από την έναρξη της ισχύος του εδ. β` της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 2882/2001 (ΚΑΑΑ) ή και πριν από τη θέση σε ισχύ της διατάξεως του εδ. γ` της παρ. 2 του άρθρου 17 του Συντάγματος του 2001. Η λύση αυτή επιβάλλεται και από τη διάταξη του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, που κυρώθηκε (μαζί με τη Σύμβαση) με το ν.δ. 57/1974 και έχει αυξημένη έναντι των κοινών νόμων ισχύ (άρθρ. 28 παρ. 1 του Συντάγματος)…» (ΑΠ 291/2009, ΝΟΜΟΣ).ΑΠ 1552/2005 (ΕλλΔνη 2006, σελ. 100) (ΑΠ 997/2009, ΝΟΜΟΣ).

ΠΕΝΤΑΕΤΗΣ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΓΙΑ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΕΙΣ ΠΟΥ ΚΗΡΥΧΘΗΚΑΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ 1.2.1971«…Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι οι περί παραγραφής και προθεσμιών διατάξεις του Ν. 2882/2001,ενόψει του ότι από τον προϊσχύσαντα Ν. 797/1971 δεν προβλεπόταν προθεσμία άσκησης της αίτησης για τον καθορισμό της οριστικής αποζημίωσης, εφαρμόζονται και για τις απαλλοτριώσεις που έχουν κηρυχθεί από 1.2.1971 και εφεξής, ο δε χρόνος έναρξης είναι εκείνος που ορίζεται από τις νέες διατάξεις και στην προκείμενη περίπτωση που δεν προβλεπόταν τέτοια προθεσμία και επομένως δεν μπορεί να γίνει λόγος για βραχύτερο ή μακρύτερο χρόνο, από της ισχύος του Ν. 2882/2001, δηλαδή από 7.5.2001. Σύμφωνα με αυτά, για απαλλοτριώσεις που έχουν κηρυχθεί μετά την 1.2.1971 και η συντέλεση έλαβε χώρα πριν από την έναρξη της ισχύος του Ν. 2882/2001, η προθεσμία για την άσκηση της αξίωσης για τον καθορισμό μεγαλύτερης οριστικής αποζημίωσης εκείνου που δεν έλαβε μέρος ούτε κλήθηκε στη δίκη για τον καθορισμό της αποζημίωσης είναι πενταετής και αρχίζει από 7.5.2001 (Ολ. ΑΠ 17/2006)…» (ΑΠ 1642/2006, ΝοΒ 2007, σ. 1582, ΝΟΜΟΣ).

ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΠΡΑΞΗ ΤΗΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣΠΟΥ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΤΗΚΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ‘Η ΟΡΙΣΤΚΑ. ΔΙΑΚΟΠΗ ΠΑΡΑΓΡΑΦΗΣ«…Κατά το άρθρο 10 του ν.δ 797/71, που εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση, λόγω του χρόνου κήρυξης της απαλλοτρίωσης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 29 παρ. 3 εδ. β` του Ν. 2882/2001, μετά την συντέλεση της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, η αξίωση για την είσπραξη της αποζημίωσης, που προσδιορίστηκε προσωρινά και οριστικά, παραγράφεται μετά δεκαετία από την κατάληψη του ακινήτου, που απαλλοτριώθηκε. Εάν ο προσδιορισμός της οριστικής αποζημιώσεως γίνει μετά τη συντέλεση της απαλλοτριώσεως και την κατάληψη του ακινήτου η αξίωση για την είσπραξη της τυχόν διαφοράς μεταξύ της προσωρινής και οριστικής αποζημίωσης παραγράφεται μετά από δεκαετία από τη δημοσίευση της απόφασης που καθορίζει την οριστική αποζημίωση (παρ. 1). Η παραγραφή

Page 15: Απαλλοτρίωση

50

διακόπτεται και με την ενέργεια πράξεων του δικαιούχου της αποζημίωσης που αποβλέπουν α) στη δικαστική ή διοικητική αναγνώριση β) στην είσπραξη μέρους ή του συνόλου γ) στον οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης (παρ. 2). Το δικαίωμα για το δικαστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης δεν υπόκειται στην παραγραφή του παρόντος άρθρου (παρ. 3). Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι, επί αναγκαστικής απαλλοτριώσεως ακινήτου, το δικαίωμα (αξίωση) του ενδιαφερομένου για τον δικαστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης υπόκειται στη γενική παραγραφή, η οποία μετά την εισαγωγή του Α.Κ. είναι εικοσαετής, κατ` άρθρο 249 αυτού σύμφωνα και με τη διάταξη του άρθρου 18 του ΕισΝΑΚ. Στην ίδια παραγραφή που αρχίζει από την κατάληψη του ακινήτου από τον υπέρ ου η απαλλοτρίωση, υπόκειται και η διεκδικητική αγωγή του ακινήτου, μετά δε τη συμπλήρωση του χρόνου της παραγραφής, δεν μπορεί να ζητηθεί ο καθορισμός αποζημίωσης για το απαλλοτριωθέν, λόγω ελλείψεως εννόμου συμφέροντος αυτού που προβάλλει τον εαυτό του ως δικαιούχο (ΑΠ 1114/2009, ΑΠ 628/2005). Η παραγραφή αυτή διακόπτεται, εκτός των άλλων προβλεπομένων από γενικές και ειδικές διατάξεις περιπτώσεων και σε εκείνες που προβλέπονται από την ως άνω διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 10 του ν.δ. 797/1971, έστω και αν δεν γίνεται ρητή αναφορά και για την περίπτωση της παραγραφής του δικαιώματος καθορισμού της αποζημίωσης, δεδομένου ότι αφορούν ρυθμίσεις για δικαιώματα και αξιώσεις από την ίδια έννομη σχέση. Η εν λόγω διάταξη δε, ως ειδική, υπερισχύει των αντιστοίχων διατάξεων, που προβλέπουν την διακοπή της παραγραφής αξιώσεων κατά του Δημοσίου. Σύμφωνα, λοιπόν, με τη διάταξη αυτή, η παραγραφή του δικαιώματος για τον δικαστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης διακόπτεται και με την υποβολή από τον δικαιούχο της αποζημίωσης αίτησης για τη διοικητική αναγνώριση του, ως τοιούτου, που προβλέπεται από την διάταξη του άρθρου 28 του ανωτέρω ν.δ. 797/1971. Η με τον τρόπο αυτόν διακοπείσα παραγραφή αρχίζει και πάλι από την τελευταία σχετική με την εν λόγω αίτηση πράξη του αιτούντος ή του αρμοδίου για την εν λόγω αναγνώριση διοικητικού οργάνου, κατ` ανάλογη εφαρμογή των άρθρων 269 εδ. α` και 261 του ΑΚ…» (ΑΠ 562/2010, ΝΟΜΟΣ).

ΑΣΚΗΣΗ ΚΑΤΑΨΗΦΙΣΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΤΗΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ«…Η αξίωση των δικαιούχων αποζημιώσεως, οφειλομένης λόγω απαλλοτριώσεως, να τους καταβληθεί η αποζημίωση αυτή, έχει ως προϋπόθεση τον προηγούμενο δικαστικό προσδιορισμό της αποζημιώσεως, θεμελιούται στις διατάξεις των άρθρων: 17 του Συν/τος, 323 ΑΚ, 7 παρ.1, 9 παρ.3, 10 παρ.παρ.1-2, 17 παρ.1, 26 και 27 παρ. 4 του ν.δ. 797/1971 και ήδη στις αντίστοιχες των άρθρων: 5, 7 παρ.1, 9 παρ.4, 10 παρ.παρ. 1-2, 18, 19, 20 και 26 παρ.11 του ΚΑΑΑ (ν. 2882/01), γεννάται δε και καθίσταται απαιτητή από την δημοσίευση της αποφάσεως που καθορίζει τελεσίδικα την οφειλομένη αποζημίωση. Κατά συνέπεια μόνο μετά την δίκη του οριστικού προσδιορισμού της οφειλομένης αποζημιώσεως και την αναγνώριση του δικαιούχου της, είναι δυνατόν να ασκηθεί η αξίωση αυτή με καταψηφιστική αγωγή ενώπιον του κατά τόπο και καθ` ύλη λόγω ποσού αρμοδίου πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις των άρθρων 14, 18, 19 και 29 του ΚΠολΔ., δικάζοντος κατά την τακτική διαδικασία και όχι απευθείας ενώπιον του εφετείου με την ειδική διαδικασία των απαλλοτριώσεων, (βλ. ΑΠΟλ. 110/1981 ΝοΒ 29.1277 με σχόλιο Κ. Ι. Παπαδημητρίου, ΑΠ 1614/01 ΕλΔ 43.390, ΑΠ 1132/03 ΕλΔ 44.1566, ΑΠ 1476/03 ΕλΔ 46.1068, ΑΠ 1346/03 ΕλΔ 46.749-750, ΑΠ 156/05 ΕλΔ 47.443-444, ΑΠ 1917/05 ΕλΔ

Page 16: Απαλλοτρίωση

51

47.447, ΑΠ 1781/08 ΝΟΜΟΣ και ΕΑ 2106/07 ΕλΔ 49.527-528). Αφετέρου κατόπιν σχετικής νομολογίας του ΕΔΔΑ, (απόφαση της 19-9-2002 επί της υποθέσεως «Αζάς κατά Ελλάδος», Αρμ. 2002.1887), έγινε δεκτό από την Ολομέλεια του ΑΠ ότι σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 17 παρ.1,2 και 4 του Συντάγματος, 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Συμβάσεως της Ρώμης (ΕΣΔΑ) και 6 παρ. 1 της ιδίας διεθνούς συμβάσεως, που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974 και έχει αυξημένη τυπική ισχύ έναντι των κοινών νόμων βάσει του άρθ. 28 του Συντάγματος, υπό το φως των οποίων ερμηνεύονται οι διατάξεις του άρθρου 17 του ν.δ. 797/1971, ήδη δε και εκείνες των άρθρων 18 επ. του ΚΑΑΑ (ν. 2882/01), το εφετείο στα πλαίσια της δίκης του οριστικού προσδιορισμού της αποζημιώσεως είναι αρμόδιο να δικάσει όχι μόνο την σχετική αίτηση, αλλά ενιαία με αυτήν και κάθε άλλο θέμα συναφές με την απαλλοτρίωση και ειδικότερα, (α) την αναγνώριση των δικαιούχων της αποζημιώσεως, (β) την ύπαρξη ή όχι ωφέλειας του ιδιοκτήτη απαλλοτριουμένου ακινήτου από την απόκτηση προσώπου της ιδιοκτησίας του σε εθνική οδό και την εκ του λόγου τούτου δημιουργία ή μη υποχρεώσεως συμμετοχής του στις δαπάνες της απαλλοτριώσεως κατ` άρθρο 1 παρ. και 3 του ν. 653/77 και (γ) τον προσδιορισμό της δικαστικής δαπάνης, (ΑΠ Ολ. 10 και 11 /2004 ΕλΔ. 45.712 και ΝΟΜΟΣ). Όμως η εν λόγω ενιαία αρμοδιότητα του εφετείου δεν επεκτείνεται και σε κάθε άλλο θέμα σχετικό με την απαλλοτρίωση και μάλιστα όταν αυτό ανακύπτει εκτός των πλαισίων της δίκης του καθορισμού της οριστικής τιμής μονάδας αποζημιώσεως, (βλ. ΑΠ 1781/08 ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα το ως άνω ζήτημα της καταβολής της αποζημιώσεως ανακύπτει πάντα εξ αντικειμένου εκτός των πλαισίων της δίκης του καθορισμού οριστικής τιμής, αφού η γέννηση της αξιώσεως προς καταβολή προϋποθέτει την λήξη της εκκρεμοδικίας για τον προσδιορισμό της αποζημιώσεως και επομένως αυτό εκφεύγει της ενιαίας αρμοδιότητας του εφετείου, όπως ορίσθηκε προηγουμένως. Εάν δε υποβληθεί μαζί με την αίτηση για τον καθορισμό οριστικής τιμής και αίτημα καταβολής της αποζημιώσεως, που θα προκύψει με βάση την οριστική τιμή μονάδας που θα καθορισθεί με την ίδια απόφαση, το αίτημα τούτο απορρίπτεται ως απαράδεκτο, διότι υποβάλλεται σε λειτουργικά αναρμόδιο δικαστήριο, ήτοι καθ` υπέρβαση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας και πριν την γέννηση της αντίστοιχης αξιώσεως προς καταβολή, γεγονός που καθιστά αδύνατη την παραπομπή του στο κατά τα ανωτέρω αρμόδιο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, (βλ. ΕΑ 2106/07 ΕλΔ 49.527-528)…» (ΕφΑθ 7174/2009, ΝΟΜΟΣ).

ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΦΕΤΕΙΟΥ – ΔΙΑΔΙΚΟΙ – ΝΟΜΕΑΣ - ΚΑΤΟΧΟΣ«…Οι δυσμενείς για τον καθού η απαλλοτρίωση συνέπειες της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, πρέπει να εκτιμώνται συνολικά στο πλαίσιο ενιαίας διαδικασίας και υπό την έποψη αυτή κρίθηκε ανίσχυρη, ως προσκρούουσα, τόσο στη διάταξη του άρθρου 17 παρ. 1, 2 και 4 του Συντάγματος, όσο και στην προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, η προβλεπόμενη στη διάταξη του άρθρου 17 παρ. 1 του ν.δ. 797/1971 «περί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων» (ήδη άρθρο 20 του Ν. 2882/2001) ρύθμιση, του περιορισμού της αρμοδιότητας του Εφετείου στη δίκη για τον καθορισμό της οριστικής αποζημίωσης, αποκλειστικά και μόνο στον προσδιορισμό της τιμής μονάδος αποζημίωσης (Ολ. ΑΠ 10/2004, 11/2004). Επομένως, το Εφετείο, κατά την εκδίκαση αιτήσεως για τον καθορισμό της οριστικής τιμής μονάδος του απαλλοτριούμενου ακινήτου, είναι, επιπλέον, αρμόδιο να εξετάσει ενιαίως, πέραν από τον εν λόγω καθορισμό της αποζημίωσης: α) την αναγνώριση των δικαιούχων αυτής, β) την ύπαρξη ή όχι ωφέλειας του ιδιοκτήτη, που αποκτά μετά την απαλλοτρίωση, πρόσωπο

Page 17: Απαλλοτρίωση

52

σε διανοιγόμενη εθνική οδό, και γ) το αίτημα περί ορισμού της οφειλόμενης δικαστικής δαπάνης (Ολ. ΑΠ 10/2004 και 11/2004). Η επιβαλλόμενη, όμως, ενιαία εκδίκαση των περισσότερων αυτών θεμάτων, προϋποθέτει αναγκαίως, ότι τα εν λόγω αιτήματα θα υποβληθούν ενώπιον του Εφετείου κατά τρόπο παραδεκτό, σύμφωνα με τα οριζόμενα στους ισχύοντες δικονομικούς κανόνες που ισχύουν για το κράτος μέλος. Και τούτο διότι το ΕΔΔΑ δεν υποκαθιστά τον εθνικό νομοθέτη στη θέσπιση του εφαρμοστέου δικονομικού συστήματος, αλλά μόνον ελέγχει, με τα προβλεπόμενα μέσα, αν οι κανόνες αυτοί ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της κοινοτικής έννομης τάξης…με την διάταξη του άρθρου 14 §1 του ν.δ. 797/1971 (άρθρο. 14 § 1 του ν. 2882/2001) ορίζεται ότι διάδικοι στην δίκη προσδιορισμού αποζημιώσεως (προσωρινού και οριστικού) δύνανται να είναι α) ο υπόχρεος να καταβάλει την αποζημίωση β) ο υπέρ ου κηρύχθηκε η αναγκαστική απαλλοτρίωση και γ) όποιος αξιώνει κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα στο απαλλοτριούμενο. Η ρύθμιση αυτή είναι επακόλουθη της τοιαύτης του άρθρου 3 του αυτού ν.δ (άρθρο 4 του ν. 2882/2001), κατά το οποίο η αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου συνεπάγεται αυτοδικαίως και την απαλλοτρίωση παντός επ` αυτού υπάρχοντος κτίσματος, μονίμου κατασκευής, δένδρου ή φυτείας ως και πάντων των κατά το άρθ. 953 και επόμενα Αστ. Κωδικός συστατικών του πράγματος, έστω και αν αυτά δεν περιελήφθησαν ρητώς στην περί κηρύξεως της απαλλοτριώσεως απόφαση ή στον κτηματολογικό πίνακα ή κτηματολογικό διάγραμμα, καθώς και της του άρθρου 4 του αυτού ν.δ. κατά το οποίο η απαλλοτρίωση αφορά το πράγμα, ανεξάρτητα από το πρόσωπο που έχει την κυριότητα ή άλλο εμπράγματο δικαίωμα επ` αυτού. Από τον συνδυασμό των ως άνω διατάξεων, λαμβανομένης υπόψη και εκείνης του άρθρου 9 του αυτού νόμου (ν.δ. 797/71), ομοίας του άρθρου 6 του ν. 2882/2001, κατά την οποία «πας νομεύς ή κάτοχος του απαλλοτριωθέντος ως και πας τρίτος εξ αυτού έλκων δικαιώματα υποχρεούται όπως ... παραδώσει το απαλλοτριωθέν ελεύθερον εις τον υπέρ ου η απαλλοτρίωσις» συνάγονται τα ακόλουθα: α) Ότι ο νομοθέτης περιόρισε τον αριθμόν των προσώπων και καθόρισε επακριβώς τα πρόσωπα τα οποία δύνανται να προσλάβουν την ιδιότητα του διαδίκου στις δίκες καθορισμού τιμής μονάδας αποζημίωσης λόγω αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, β) Ακόμη ο νομοθέτης, συνεπής προς την διάταξη του άρθρου 17 του Συντάγματος και τις διατάξεις των άρθρων 947, 948, 949, 999 και 1000 ΑΚ, περιόρισε την προβλεπόμενη από το άρθρο 17 του Συντάγματος και το άρθρο 13 του ν.δ. 797/71 επιδικαζόμενην αποζημίωση λόγω απαλλοτριώσεως μόνον για τα ακίνητα πράγματα και τα επ` αυτών υπάρχοντα κτίσματα, μόνιμες κατασκευές, δένδρα ή φυτείες ως και πάντα τα κατά τα άρθρα 953 και επόμενα του Αστικού Κώδικα συστατικά του πράγματος. Και περαιτέρω, την αποζημίωση αυτή από την απαλλοτρίωση των ως άνω αντικειμένων παρέχει, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 26 και 27 §§ 4 και 5 του ν.δ. 797/71, μόνον στους αναγνωριζόμενους κατά την διαγραφόμενην στα άρθρα αυτά (και τον ΚΠολΔ) διαδικασίαν ως κυρίους ή έχοντες έτερον εμπράγματον δικαίωμα (από τα περιοριστικώς αναφερόμενα στο Νόμο, άρθρο 973 ΑΚ), και απέκλεισε ρητώς την αναγνώριση ως δικαιούχο αποζημιώσεως από αναγκαστική απαλλοτρίωση τον έχοντα επί του απαλλοτριωθέντος δικαίωμα νομής (άρα και κατοχής) διαλαβών (ο νομοθέτης) στην § 5 του άρθρου 27 του ν.δ 797/71 ρητώς «μόνη η απόδειξις της νομής ουδέν δικαίωμα προς αποζημίωσαν θεμελιοί». Την αυτή αρχή επαναλαμβάνει και η παράγραφος 9 του άρθρου 26 του ν. 2882/2001 κατά την οποίαν «η νομή καθ` εαυτήν δεν θεμελιώνει δικαίωμα αποζημίωσης». (ΑΠ 508/2004, ΑΠ 1671/2006)…» (ΑΠ 739/2009, ΝΟΜΟΣ).

Page 18: Απαλλοτρίωση

53

ΑΣΚΗΣΗ ΑΝΤΑΙΤΗΣΗΣ«…Σύμφωνα με το άρθρο 20 παρ. 5 του από 6.5.2001 ισχύοντος Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων (Κ.Α.Α.Α.), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2882/2001, αν ασκηθεί παραδεκτώς αίτηση, εκείνος κατά του οποίου απευθύνεται, δύναται να ασκήσει με τις προτάσεις που κατατίθενται, με την ποινή του απαραδέκτου, πέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση, αντίθετη αίτηση για τα ίδια ακίνητα για τα οποία ζητείται με την αίτηση οριστικός προσδιορισμός της αποζημίωσης. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι η αντίθετη αίτηση (ανταίτηση) για τον οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης ασκείται με την προϋπόθεση ότι αφορά το αντικείμενο της απαλλοτρίωσης που έχει εισαχθεί με εμπρόθεσμη και παραδεκτή αίτηση στο Εφετείο, δηλαδή αναφέρεται στα ίδια ακριβώς κεφάλαια με την κύρια αίτηση, γιατί διαφορετικά θα ήταν απαράδεκτη για έλλειψη προδικασίας. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, απορρίφθηκε με αυτή ως απαράδεκτη η εμπροθέσμως ασκηθείσα με τις έγγραφες προτάσεις ανταίτηση των καθ` ων και ήδη αναιρεσειόντων, διότι αφορούσε κεφάλαια διαφορετικά από εκείνα της αίτησης του αναιρεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου και συγκεκριμένα την αποζημίωση για την άυλη οικονομική αξία της λειτουργούσας στο απαλλοτριούμενο ακίνητο επιχείρησης (πρατήριο υγρών καυσίμων), ενώ αντιθέτως η αίτηση είχε ως αντικείμενο τον καθορισμό οριστικής τιμής μονάδος αποζημίωσης του απαλλοτριωθέντος ακινήτου…» (ΑΠ 428/2004 (ΤΝΠ ΔΣΑ, ΝΟΜΟΣ).

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ – ΕΠΙΔΟΣΗΣ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ«…Από τις διατάξεις των άρθρων 686 παρ. 2 και 4 του ΚΠολΔ, που ορίζουν, η πρώτη ότι «η γραμματεία του δικαστηρίου υποβάλλει αμέσως την αίτηση (ασφαλιστικών μέτρων) στο δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου ή τον Ειρηνοδίκη, ο οποίος ορίζει τόπο, ημέρα και ώρα για τη συζήτησή της, διατάζει την κλήση εκείνων κατά των οποίων απευθύνεται η αίτηση, ορίζει τον τρόπο κατά τον οποίο θα γνωστοποιηθεί σε αυτούς η κλήση, καθώς και το χρονικό διάστημα που πρέπει να μεσολαβήσει, κατά την κρίση του, μεταξύ της επιδόσεως της κλήσεως και της συζητήσεως» και η δεύτερη, ότι «η γνωστοποίηση γίνεται με επίδοση εγγράφου που εκδίδεται από τη γραμματεία του δικαστηρίου, στο οποίο αναγράφεται ο τόπος, η ημέρα και η ώρα της συζητήσεως ή με τηλεγραφική ή με τηλεφωνική πρόσκληση της γραμματείας του δικαστηρίου με δαπάνη του αιτούντος. Ο δικαστής του μονομελούς πρωτοδικείου ή ο ειρηνοδίκης μπορεί συγχρόνως με την επίδοση της κλήσεως να διατάξει και την επίδοση αντιγράφου της αιτήσεως» προκύπτει ότι στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, αν η κλήτευση του καθού η αίτηση δεν διατάχθηκε να γίνει με κάποιον ειδικό τρόπο, από τους αναφερόμενους στην δεύτερη από αυτές, τότε γίνεται κατά τις κοινές διατάξεις (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ, άρθρο 686 αρ. 9, ΜΠΑθ 4511/1986 ΕλΔ 28.181, ΜΠΑθ 2507/1988 ΕλΔ 30.639). Ο τρόπος αυτός επιδόσεως που προβλέπεται από το άρθρο 686 ΚΠολΔ, ισχύει εφόσον ο νόμος δεν ορίζει αλλιώς, για τις υποθέσεις ασφαλιστικών μέτρων, και για εκείνους που διαμένουν στην αλλοδαπή, έτσι και στις περιπτώσεις αυτές,