Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

197

Transcript of Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Page 1: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf
Page 2: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΕΠΙΣΗΣ

ΤΗΣ ΙΔΙΑΣΟγδόντα Ημέρες Κίτρινο

ΤΑΡΑ ΣΟΥ ΜΙΗ Πειθήνια

ΟΚΤΑΒΙ ΝΤΕΛΒΟΣεξ στην Κουζίνα

ΝΕΤΖΜΑΤο Αμύγδαλο

Page 3: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

ΒΙΝΑ ΤΖΑΚΣΟΝ

ΟΓΔΟΝΤΑ ΗΜΕΡΕΣ ΜΠΛΕ

Μετάφραση από τα αγγλικάΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΨΑΛΗΣ

ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΒΑΝΗΑΘΗΝΑ

Page 4: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Βίνα Τζάκσον είναι το ψευδώνυμο που χρησιμοποίησαν δύο καταξιωμένοι συγγραφείς, σε μια συναρπαστική συνεργασία τους για τησυγγραφή του Ογδόντα Ημέρες Μπλε.

Σειρά: ΞΕΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑTίτλος πρωτοτύπου: EIGHTY DAYS BLUEΣυγγραφέας: VINA JACKSONΓλωσσική επιμέλεια: ΑΝΤΑ ΚΑΣΑΠΑΚΗ

Copyright © Vina Jackson, 2013Copyright © για την ελληνική γλώσσα:EKΔOTIKOΣ OPΓANIΣMOΣ ΛIBANH ABEΣόλωνος 98 – 106 80 Aθήνα. Tηλ.: 210 3661200, Fax: 210 3617791http://www.livanis.gr

Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική, ή η απόδοση κατά παράφραση ή διασκευή τουπεριεχομένου του βιβλίου με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλο, χωρίς προηγούμενηγραπτή άδεια του εκδότη. Nόμος 2121/1993 και κανόνες του Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Eλλάδα.

Παραγωγή: Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη

ISBN 978-960-14-2710-2

Page 5: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

1

Ένα Γεύμα με Στρείδια

ΚΑΤΑΜΕΣΗΣ του Κεντρικού Σιδηροδρομικού Σταθμού, με φίλησε.Ήταν το φιλί ενός εραστή, σύντομο, απαλό και τρυφερό, κατακλυσμένο από τις επίμονες

αναμνήσεις μιας μέρας που περάσαμε στην ευτυχία της άρνησης, και μια υπενθύμιση πως αυτή θαήταν η τελευταία μας νύχτα μαζί στη Νέα Υόρκη. Δεν είχαμε μιλήσει ακόμη για το μέλλον, ούτε γιατο παρελθόν. Δεν είχαμε τολμήσει. Ήταν λες κι αυτές οι λίγες μέρες και νύχτες αποτελούσαν έναπαράθυρο που ένωνε εκείνες τις δύο βαριές σκιές, οι οποίες καλύτερα θα ήταν να ξεχαστούν,τουλάχιστον έως ότου το αναπόφευκτο πέρασμα του χρόνου μάς υποχρέωνε να τις αντιμετωπίσουμεκατά μέτωπο.

Για τις επόμενες είκοσι τέσσερις ώρες, θα ήμασταν εραστές, ένα συνηθισμένο ζευγάρι, όπως όλατα άλλα.

Μία ακόμη νύχτα και μία ακόμη μέρα στη Νέα Υόρκη. Το μέλλον μπορούσε να περιμένει.Φάνταζε ταιριαστό να περάσουμε λίγα από τα τελευταία λεπτά που θα ήμασταν μαζί στον

Κεντρικό Σταθμό, ένα από τα αγαπημένα μου μέρη στην πόλη. Είναι ένας χώρος όπου παρελθόν καιμέλλον συναντιούνται, ένα σημείο όπου τα πολλά και διάφορα κομμάτια της Νέας Υόρκηςσυνυπάρχουν –οι πλούσιοι και οι φτωχοί, οι αλήτες με τα κορίτσια και τα αγόρια της Γουόλ Στριτ,οι τουρίστες με τους καθημερινούς επιβάτες–, διασταυρώνονται κι ύστερα ο καθένας ακολουθεί τηνπορεία της ζωής του, τους ενώνουν μονάχα μερικές φευγαλέες στιγμές βιασύνης, καθώς για ένασύντομο διάστημα βιώνουν όλοι την ίδια εμπειρία, τρέχουν να προλάβουν κάποιο τρένο.

Βρισκόμασταν στο βασικό χώρο συγκέντρωσης, δίπλα στο περίφημο ρολόι με τις τέσσεριςόψεις. Μετά το φιλί, έριξα μια ματιά προς τα πάνω και ολόγυρα, όπως έκανα κάθε φορά πουστεκόμουν εκεί. Μου άρεσε να χαζεύω τις μαρμάρινες κολόνες και τα θολωτά τόξα που στήριζανέναν αναποδογυρισμένο μεσογειακό ουρανό, τη ζωδιακή θεώρηση των αρχαίων χαρτογράφων πουφαντάζονταν αγγέλους ή εξωγήινες μορφές ζωής να παρατηρούν τη Γη από τους ουρανούς.

Το κτίριο μου θύμιζε εκκλησία, όμως καθώς ανέκαθεν αμφιταλαντευόμουν απέναντι στηθρησκεία, περισσότερο σεβόμουν τη δύναμη του σιδηροδρόμου, απόδειξη της ακατάπαυστηςεπιθυμίας του ανθρώπου να ταξιδέψει. Ο Κρις, ο καλύτερός μου φίλος στο Λονδίνο, πάντα έλεγεπως δεν μπορείς να γνωρίσεις πραγματικά μια πόλη παρά μόνο όταν πάρεις μια γεύση από το δίκτυοτων μέσων μαζικής μεταφοράς, κι αν αυτή η παρατήρηση ίσχυε κάπου, αυτό το κάπου σίγουρα ήτανη Νέα Υόρκη. Ο Κεντρικός Σιδηροδρομικός Σταθμός συγκέντρωνε όλα εκείνα τα στοιχεία που μουάρεσαν στο Μανχάταν: ήταν γεμάτος υποσχέσεις, έσφυζε από την ενέργεια των ανθρώπων που τονδιέσχιζαν, έμοιαζε με χωνευτήρι σωμάτων σε κίνηση· η πολυτέλεια και το μεγαλείο των χρυσώνπολυελαίων που κρέμονταν από την οροφή έδιναν, θαρρείς, μια υπόσχεση σε όλους όσουςπερνούσαν από εκεί έχοντας πενταροδεκάρες στην τσέπη, μια υπόσχεση πως κάπου εκεί ψηλά τουςπερίμενε μια ευκαιρία.

Page 6: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Στη Νέα Υόρκη συμβαίνουν καλά πράγματα· αυτό είναι το μήνυμα που εκπέμπει ο ΚεντρικόςΣιδηροδρομικός Σταθμός. Αν δουλέψεις αρκετά σκληρά, αν ποντάρεις στο όνειρό σου, τότε μιαμέρα θα σταθείς τυχερός και η πόλη θα ανταμείψει την προσπάθειά σου με μια ευκαιρία.

Ο Ντόμινικ με έπιασε από το χέρι και με τράβηξε μαζί του, μέσα από το πλήθος, στην αποβάθραπου οδηγούσε στη Στοά των Ψιθύρων στο χαμηλότερο επίπεδο. Δεν είχα επισκεφτεί ούτε τονομώνυμο χώρο στον Καθεδρικό του Αγίου Παύλου στο Λονδίνο· ήταν και τα δύο καταχωρίσειςστην ατελείωτη λίστα μου με τα μέρη που ήθελα να επισκεφτώ και τα πράγματα που ήθελα να δω.

Με άφησε στη γωνία, μπροστά σε μία από τις κολόνες που στήριζαν τις χαμηλές καμάρες, καιέτρεξε στην απέναντι πλευρά.

«Σάμερ», είπε, κι η φωνή του ήχησε πίσω από την κολόνα καθαρά, καμπάνα, λες και μουμιλούσε ο τοίχος. Ήξερα πως επρόκειτο για ένα αρχιτεκτονικό φαινόμενο –ηχητικά κύματα πουταξίδευαν από τη μία κολόνα στην απέναντι, διά μέσου της θολωτής οροφής, τίποτα παραπάνω απόμια μικρή έκφανση ακουστικής μαγείας–, αλλά όπως και να ’χε, ήταν απόκοσμο. Βρισκόταν γύρωστα τρία τέσσερα μέτρα μακριά, με την πλάτη γυρισμένη προς το μέρος μου, κι όμως ακουγότανσαν να ψιθύριζε δίπλα στο αφτί μου.

«Ναι;» μουρμούρισα στον τοίχο.«Θα σου κάνω έρωτα ξανά, αργότερα».Γέλασα και γύρισα να τον κοιτάξω. Μου χαμογέλασε πλατιά, πονηρά, από τη θέση του απέναντί

μου.Επέστρεψε και με έπιασε ξανά από το χέρι, φέρνοντάς με πάλι στην αγκαλιά του. Ο θώρακάς του,

ευχάριστα σφιχτός, ήταν σχεδόν τριάντα εκατοστά ψηλότερος από μένα, οπότε ακόμη και μετακούνια μπορούσα να γέρνω το κεφάλι μου πάνω στον ώμο του. Ο Ντόμινικ δεν ήταν ογκώδης –δεν έκανε βάρη σε κάποιο γυμναστήριο, ή τουλάχιστον δεν είχε αναφέρει ποτέ κάτι τέτοιο–, ωστόσοδιέθετε ένα λεπτό, αθλητικό κορμί και τις αβίαστες κινήσεις κάποιου που απολαμβάνει το ναβρίσκεται μέσα στο σώμα του. Σήμερα ήταν μια πολύ ζεστή μέρα, καθώς πλησίαζε το τέλος τουκαλοκαιριού στη Νέα Υόρκη, ο ήλιος ήταν τόσο δυνατός και καυτός, που θα μπορούσες νατηγανίσεις αβγό στο πεζοδρόμιο. Η ατμόσφαιρα εξακολουθούσε να είναι υγρή, και παρότι είχαμεκάνει και οι δύο ντους πριν φύγουμε από το ξενοδοχείο του Ντόμινικ, ένιωθα τη θερμότητα τηςεπιδερμίδας του μέσα από το πουκάμισό του. Η αγκαλιά του μου έδινε την αίσθηση πως με τύλιγεένα σύννεφο θερμό.

«Για την ώρα όμως», ψιθύρισε, αυτή τη φορά κανονικά στο αφτί μου, «ας φάμε».Στεκόμασταν ακριβώς έξω από το Oyster Bar. Δε θυμάμαι να είχα αναφέρει στον Ντόμινικ την

αγάπη μου για τα ωμά θαλασσινά – μία ακόμη πτυχή της ιδιοσυγκρασίας μου την οποία είχεμαντέψει σωστά. Μου πέρασε από το μυαλό η σκέψη να του πω ότι τα στρείδια με ανακάτευαν,απλώς και μόνο για να του δείξω πως ίσως και να μην είχε πάντα δίκιο, όμως ήθελα να πάω στοOyster Bar από τη μέρα που ήρθα στη Νέα Υόρκη και δε σκόπευα να αφήσω την ευκαιρίαανεκμετάλλευτη τώρα. Άλλωστε, αντιμετωπίζω με καχυποψία κάθε άνθρωπο που δεν του αρέσουντα στρείδια, κι ενδεχομένως το ίδιο να ίσχυε και γι’ αυτόν. Δεν ήθελα να του ξεφουρνίσω ένα ψέματο οποίο πιθανόν να είχε το αντίθετο αποτέλεσμα από εκείνο που επιδίωκα.

Είναι δημοφιλές στέκι, και μου έκανε εντύπωση το ότι κατάφερε να κλείσει τραπέζι την τελευταίαστιγμή, αν και, γνωρίζοντας τον Ντόμινικ, πιθανότατα είχε κάνει την κράτηση από νωρίς και απλώςδε μου το είχε αναφέρει. Πάντως, ακόμη κι έτσι, χρειάστηκε να περιμένουμε είκοσι λεπτά για νακαθίσουμε, όμως ο σερβιτόρος μάς έφερε το μενού αμέσως και έμεινε να πάρει την παραγγελία για

Page 7: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

τα ποτά μας.«Σαμπάνια;» με ρώτησε ο Ντόμινικ, καθώς παράγγελνε ένα αναψυκτικό για τον ίδιο.«Μία Asahi για μένα, παρακαλώ», είπα στο σερβιτόρο, παρατηρώντας μια υποψία χαμόγελου

που περνούσε από τα χείλη του Ντόμινικ καθώς προσπερνούσα την πρότασή του.«Το μενού είναι ιδιαίτερα μεγάλο εδώ», με προϊδέασε μετά. «Τι θα έλεγες να παίρναμε μερικά

στρείδια για αρχή;»«Προσπαθείς να με κατακλύσεις με αφροδισιακές τροφές;»«Αν υπήρξε ποτέ γυναίκα που δεν είχε την παραμικρή ανάγκη για αφροδισιακά, Σάμερ, αυτή

είσαι εσύ».«Αυτό θα το εκλάβω ως φιλοφρόνηση».«Ωραία. Αυτή ήταν η πρόθεσή μου. Μήπως έχεις προτίμηση σε κάποια συγκεκριμένη ποικιλία

στρειδιών;»Ο σερβιτόρος είχε επιστρέψει με τα ποτά μας. Απέρριψα με ένα νεύμα την πρότασή του να μου

αφήσει ποτήρι: η μπίρα πρέπει να πίνεται από το μπουκάλι. Ρούφηξα μια δροσερή γουλιά και έριξαμια ματιά στο μενού.

Είχαν μέχρι και στρείδια από τη Νέα Ζηλανδία εδώ, μεγαλωμένα στον κόλπο Χαουράκι, κοντάστη γενέτειρά μου. Ένιωσα ένα φευγαλέο σφίξιμο, ένα μικρό περόνιασμα νοσταλγίας, την κατάρατου κουρασμένου ταξιδιώτη. Όσο πολύ κι αν μου άρεσε η όποια καινούρια πόλη επισκεπτόμουν, οιαναμνήσεις της Νέας Ζηλανδίας εξακολουθούσαν να με κατατρύχουν κάθε τόσο. Τα θαλασσινάείναι ένα από εκείνα τα πράγματα που μου θυμίζουν τον τόπο μου, τις ζεστές μέρες και τις δροσερέςβραδιές δίπλα στη θάλασσα, όταν έχωνα τις φτέρνες μου στη μαλακή υγρή άμμο στα μισά τηςπαλίρροιας για να μαζέψω τούατουα και πίπι, τα οστρακοειδή που ζουν σε καθαρά ρηχά νερά στιςαμμώδεις παραλίες, ή τα βράδια της Παρασκευής στο μαγαζί της γειτονιάς που σέρβιρε εκτός τωνάλλων το παραδοσιακό ψάρι και τηγανητές πατάτες, όπου παράγγελνα μισή ντουζίνα στρείδια στοτηγάνι, τα οποία σου έφερναν μέσα σε μια λευκή χαρτοσακούλα, πασπαλισμένα με αλάτι καισερβιρισμένα με μια μεγάλη φέτα λεμονιού.

Ζήτησα μισή ντουζίνα κάποιας τοπικής ποικιλίας, οτιδήποτε έκρινε ο σερβιτόρος πως ήταν καλό,κι ο Ντόμινικ παρήγγειλε άλλη μισή ντουζίνα από το ίδιο. Πέρα από την όποια νοσταλγία ένιωθα ήδεν ένιωθα, δεν είχα έρθει μέχρι τη Νέα Υόρκη για να φάω θαλασσινά από την πατρίδα μου.

Ο σερβιτόρος χάθηκε στην κουζίνα, οπότε ο Ντόμινικ άπλωσε το μπράτσο του πάνω στο τραπέζικαι ακούμπησε την παλάμη του πάνω στη δική μου. Το άγγιγμά του ήταν πιο κρύο απ’ ό,τιπερίμενα, λαμβάνοντας υπόψη τη θερμότητα που ανέδιδε το σώμα του, γι’ αυτό άθελά μου ρίγησααπό την έκπληξη. Κρατούσε το ποτήρι του με εκείνο το χέρι, όπως συνειδητοποίησα, και πρέπει ναήταν παγωμένο, αν και πάντοτε παράγγελνε το αναψυκτικό του με ελάχιστο πάγο.

«Σου λείπει; Η Νέα Ζηλανδία;»«Ναι. Όχι συνέχεια, όταν όμως μου θυμίζει κάτι την πατρίδα μου, μια λέξη, μια μυρωδιά ή

κάποιος ήχος, κάτι τέλος πάντων, τότε ναι, μου λείπει. Όχι τόσο πολύ οι φίλοι ή η οικογένειά μου,γιατί επικοινωνούμε συχνά τηλεφωνικώς ή με email, αλλά μου λείπει ο τόπος, ο ωκεανός. Βρίσκωδύσκολη τη ζωή στο Λονδίνο ακριβώς γιατί είναι τόσο επίπεδο. Όχι τόσο όσο κάποιες περιοχές τηςΑυστραλίας όπου έχω ζήσει, αλλά και πάλι επίπεδο είναι. Η Νέα Ζηλανδία είναι γεμάτη λόφους».

«Είναι σαν να διαβάζω βιβλίο όταν παρατηρώ το πρόσωπό σου. Φανερώνεις περισσότερα απ’όσα νομίζεις. Δεν εκδηλώνονται τα πάντα μέσα από τη μουσική σου, ξέρεις».

Είχε απογοητευτεί που είχα αφήσει το βιολί στο διαμέρισμά μου προτού ξαναπάω στο δωμάτιό

Page 8: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

του στο ξενοδοχείο, λίγους δρόμους παρακάτω από εκεί που έμενα. Υποσχέθηκα πως θα το έφερνακαι θα του έπαιζα ξανά πριν φύγει. Είχε κλείσει εισιτήριο σε νυχτερινή πτήση και θα έπαιρνε ταξί γιατο αεροδρόμιο αύριο γύρω στις τέσσερις το απόγευμα προκειμένου να επιστρέψει στο Λονδίνο, στακαθήκοντά του στο πανεπιστήμιο και στο γεμάτο με βιβλία σπίτι του, κοντά στο Χάμπστεντ Χιθ. Ηάκρως καλοδεχούμενη εβδομάδα μου που είχα ρεπό έφτανε στο τέλος της και θα ξαναγυρνούσαστην ορχήστρα, καθώς είχαμε πρόβες για τη νέα μας συναυλία, από Δευτέρα.

Δεν είχαμε συζητήσει για το τι θα ακολουθούσε. Στο Λονδίνο, λίγο πριν φύγω για τη ΝέαΥόρκη, είχαμε συμφωνήσει για μια κάπως χαλαρή κατάσταση, μια σχέση κατά κάποιο τρόπο, αλλάχωρίς συγκεκριμένες δομές. Μου είχε πει ότι ήμουν ελεύθερη να πειραματιστώ εφόσον τουπεριέγραφα τις λεπτομέρειες μετά, αίτημα το οποίο έγινε ευχαρίστως δεκτό από την πλευρά μου. Μ’έφτιαχνε να του λέω τι είχα κάνει, και μερικές φορές έκανα πράγματα ή τα απέφευγα μόνο και μόνογια να έχω την ευκαιρία να του τα εξομολογηθώ μετά. Αυτό το σημείο δεν το είχα αναφέρει στονΝτόμινικ. Ήταν, μ’ έναν άλλο τρόπο, ο ιερέας που δεν είχα ποτέ. Έδειχνε να διασκεδάζει ή και ναερεθίζεται από τις περιπέτειές μου, μέχρι εκείνη τη νύχτα που με είδε μαζί με τον Τζάσπερ, τότε πουόλα είχαν στραβώσει τόσο άσχημα.

Ούτε για τον Βίκτορ του είχα μιλήσει, τον άντρα που είχα γνωρίσει στη Νέα Υόρκη. Δεν ήξεραπώς ακριβώς να θίξω αυτό το θέμα. Τα παιχνίδια που είχε οργανώσει ο Βίκτορ ήταν πολύ πιοδιεστραμμένα απ’ όσο άρεσε στον Ντόμινικ. Ο Βίκτορ μάλιστα είχε φτάσει στο σημείο να μεπουλήσει, με είχε παραχωρήσει στους γνωστούς του για να με κάνουν ό,τι ήθελαν. Εγώ είχασυμμετάσχει σε αυτή τη φάση και, σε γενικές γραμμές, την είχα απολαύσει. Τι θα έλεγε ο Ντόμινικγια όλα αυτά; Δεν ήμουν σίγουρη. Είχαν περάσει μόλις σαράντα οχτώ ώρες από τη στιγμή πουαποχώρησα από το πάρτι του Βίκτορ επειδή είχε θελήσει να με μαρκάρει ανεξίτηλα, να με σταμπάρειως σκλάβα, ως κτήμα του, κι εγώ είχα αρνηθεί. Η σκέψη πως θα μαρκαριζόμουν μόνιμα είχεαποδειχτεί υπερβολικά τραβηγμένη. Ήδη αισθανόμουν σαν να είχαν συμβεί όλα αυτά σε μια άλληζωή. Οι ώρες που είχα περάσει με τον Ντόμινικ είχαν διώξει την όποια άσχημη αίσθηση από τηνεμπειρία με τον Βίκτορ, τουλάχιστον προς το παρόν. Εκτός αυτού, ήμουν πλέον βέβαιη ότι οΝτόμινικ γνώριζε τον Βίκτορ από το Λονδίνο, κι αυτό ενίσχυε ιδιαίτερα την αμηχανία της όληςκατάστασης.

«Τι νέα από το Λονδίνο;» ρώτησα, αλλάζοντας θέμα συζήτησης.Τα ορεκτικά έφτασαν γρήγορα, διαψεύδοντας τις κριτικές που είχα διαβάσει και σχολίαζαν την

αργοπορία στο σέρβις. Μία ντουζίνα στρείδια σχημάτιζαν μια βεντάλια, σαν πετράδια πάνω σε μιαμεγάλη λευκή πιατέλα, με λεμόνι στο κέντρο, κομμένο στη μέση, με το κάθε μισό να καλύπτεταιαπό λευκή μουσελίνα, δεμένη σφιχτά στην άκρη, έτσι ώστε να παγιδεύονται πίσω της τακουκούτσια, λες κι αν ξέφευγε ένα από τη σάρκα του καρπού θα κατέστρεφε την αξία ολόκληρουτου πιάτου.

Ο Ντόμινικ ανασήκωσε τους ώμους του. «Δεν έχεις χάσει πολλά. Δούλευα, είχα διαλέξεις,προχώρησα και κάποιες εργασίες στον ελεύθερο χρόνο μου, έγραψα πολύ». Έριξε μια ματιά προς τομέρος μου, με είδε που τον κοίταζα, δίστασε για λίγο και μετά συνέχισε. «Μου έλειψες. Συνέβησανκάποια πράγματα τα οποία καλό θα ήταν να συζητήσουμε, εν ευθέτω, όμως για την ώρα αςαπολαύσουμε τη βραδιά μας. Φάε τα στρείδια σου».

Ο Ντόμινικ πλησίασε ένα στρείδι στο στόμα του, ακουμπώντας το κέλυφος στην παλάμη τουενώ περνούσε το σαρκώδες περιεχόμενο μέσα από τα χείλη του με το λεπτό ασημένιο πιρούνι πουείχε φέρει ο σερβιτόρος. Είχε κάτι το βάναυσο ο τρόπος με τον οποίο είχε αποσπάσει το χυμό από το

Page 9: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

λεμόνι, με τόση δύναμη που θα μπορούσες να πεις ότι το τσάκισε, δεν το έστυψε απλώς. Ύστερα,σχεδόν σαν να ήταν το επόμενο βήμα μιας πολύ γνωστής διαδικασίας, πασπάλισε μαύρο πιπέριπάνω στο πιάτο, με δύο απότομα στριψίματα του μύλου. Κάρφωσε τη σάρκα με ακρίβεια, επιδέξια,χωρίς να επιτρέψει ούτε σε ένα ψήγμα, ούτε σε μία σταγόνα χυμού να ξεφύγει από την τροχιά τηςγλώσσας του.

Εγώ προτίμησα να αφήσω κατά μέρος το πιρούνι και να ρουφήξω το στρείδι απευθείας από τοκέλυφος, απολαμβάνοντας τη γλιστερή αίσθηση, το πλατάγισμα της υγρής σάρκας πάνω στηγλώσσα μου, χωρίς την παρέμβαση κάποιου μεταλλικού αντικειμένου, τον αλμυρό χυμό πουκάλυψε τα χείλη μου.

Σήκωσα το κεφάλι και είδα πως ο Ντόμινικ με παρακολουθούσε.«Τρως σαν αγρίμι».«Δεν είναι το μόνο πράγμα που κάνω σαν αγρίμι», είπα, επιχειρώντας να χαμογελάσω πονηρά.«Δε θα διαφωνήσω. Είναι ένα από τα πράγματα που μου αρέσουν πάνω σου. Παραδίνεσαι στις

ορέξεις σου, όποιες κι αν είναι αυτές».«Στη Νέα Ζηλανδία αυτός ο τρόπος να τρως θαλασσινά θα θεωρούνταν εκλεπτυσμένος. Στην

πατρίδα μου έχω δει ανθρώπους να κόβουν με τα δόντια τις γλώσσες των πίπι, των θαλασσινών πουβρίσκουμε στα ρηχά νερά κοντά στην ακτή. Μόλις τα βγάζεις από το νερό, απλώνουν τις γλώσσεςτους για να δουν τι συμβαίνει και οι πραγματικοί εραστές των θαλασσινών τις δαγκώνουν επί τόπου,τα τρώνε ζωντανά».

Ο Ντόμινικ χαμογέλασε. «Ήσουν κι εσύ μία από αυτούς, έτρωγες ζωντανά τα πλάσματα τηςθάλασσας;»

«Όχι, ποτέ δε μου έκανε καρδιά να το δοκιμάσω. Το έβρισκα πολύ σκληρό».«Βάζω στοίχημα όμως πως θαύμαζες εκείνους που το έκαναν, σωστά;»«Ναι. Ναι, είναι αλήθεια».Φαντάζομαι πως εν μέρει έχει να κάνει με τη φυσική μου τάση να πηγαίνω κόντρα στα πάντα, με

το ότι ήμουν κατά κάποιο τρόπο επαναστάτρια, πάντως όσο πιθανότερο είναι μια τροφή να χωρίσειμια ομάδα ανθρώπων σε αυτούς που τη λατρεύουν και σε αυτούς που τη σιχαίνονται, τόσοπιθανότερο είναι να μου αρέσει, ή τουλάχιστον να θαυμάζω τους ανθρώπους εκείνους που τουςαρέσει.

«Έχεις διάθεση για έναν περίπατο;» ρώτησε ο Ντόμινικ, ευχαριστώντας το προσωπικό καθώςφεύγαμε.

Εκείνοι ανταπέδωσαν με μια θερμή καληνύχτα. Ο Ντόμινικ άφηνε γενικά γενναίο φιλοδώρημα.Είχα διαβάσει κάπου πως πρέπει πάντοτε να δίνεις βάση στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει έναςάντρας τα ζώα, τη μητέρα του και τους σερβιτόρους, οπότε καταχώρισα κι αυτή την πληροφορίαστην ολοένα και μεγαλύτερη στήλη με τα θετικά του.

Έστρεψα το βλέμμα στα παπούτσια μου. Μαύρες χειροποίητες γόβες, και αφού είχα φέρει το πιομικρό, το πλέον φανταχτερό τσαντάκι μου, δεν είχα χώρο να βάλω εκεί ένα δεύτερο ζευγάρι ίσιαπαπούτσια.

«Μπορούμε να πάρουμε ταξί αν νιώθεις άβολα», είπε εκείνος.«Ναι, τα τακούνια αυτά δε φτιάχτηκαν για περπάτημα».Νόμιζα πως θα πήγαινε στο δρόμο για να σταματήσει ένα ταξί, όμως εκείνος με άρπαξε από τον

Page 10: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

καρπό και με τράβηξε απότομα κατά μέρος. Με κόλλησε πάνω στον τοίχο, έξω από το εστιατόριο,δίπλα στα σκαλοπάτια που οδηγούσαν στην έξοδο της Ανατολικής 43ης Οδού, και πέρασε τιςπαλάμες του γύρω από τις πλευρές του σώματός μου, για να κατέβει από εκεί στα οπίσθιά μου.Ένιωθα τον καβάλο του να πιέζει το μηρό μου. Είχα την αίσθηση ότι σκλήραινε, όμως δενμπορούσα να είμαι σίγουρη, γι’ αυτό άπλωσα το χέρι για να το τσεκάρω. Έδωσε μία στα περίεργαδάχτυλά μου και τα απομάκρυνε. Ανάθεμά τον. Η μανία του να με φουντώνει πρώτα και μετά να μ’αφήνει να περιμένω με τρέλαινε. Όσο γρηγορότερα γυρίζαμε στο σπίτι, τόσο το καλύτερο.

«Θα σε απαλλάξω από τα τακούνια σου σύντομα», είπε και με άφησε, χωρίς να μπει στον κόπονα ψιθυρίσει.

Μια μεσήλικη γυναίκα η οποία στεκόταν στη μεγάλη πλέον ουρά έξω από το Oyster Bar,φορώντας κρεμ παντελόνι, γόβες από ψεύτικο δέρμα φιδιού και, παρ’ όλη τη ζέστη, μια ροζ ζακέτα,πλατάγισε αποδοκιμαστικά τη γλώσσα της.

Ο Ντόμινικ πέρασε το μπράτσο μου γύρω από το δικό του και προχωρήσαμε δυτικά, από την 42ηΟδό στην Παρκ Άβενιου, σκουντώντας στην πορεία το πλήθος που είχε βγει για σαββατόβραδο,συναντώντας μια θάλασσα από ανθρώπους που πήγαιναν σε πάρτι, τουρίστες, κοπέλες του κεφιούκαι θεατές, όλοι τους ζωηροί, αναζητώντας μια υποψία δράσης. Το διασκεδαστικό κομμάτι τουΣαββατοκύριακου μόλις ξεκινούσε για τους περισσότερους· η ενέργειά τους αποκτούσε μια σχεδόνμανιώδη διάσταση, έμοιαζε να τρέφεται από τα δυνατά φώτα και τις διαφημιστικές επιγραφές πουαναβόσβηναν καθώς τα αυτοκίνητα κινούνταν γρήγορα και ο Πύργος της Τάιμς Σκουέρ θαρρείς καιυψωνόταν στον ουρανό από πάνω μας σαν φανταχτερό μεσαίο δάχτυλο που έδειχνε σταπερισσότερο αξιοσέβαστα μέρη της πόλης ποια ακριβώς γνώμη είχε γι’ αυτά.

«Μήπως θα ήθελες να δούμε κάποια παράσταση;» ρώτησα, ελπίζοντας πως η απάντηση θα ήταναρνητική. Η ιδέα είχε πέσει νωρίτερα να φερθούμε σαν τουρίστες και να παρακολουθήσουμε κάποιοθεατρικό στο Μπρόντγουεϊ. Ήταν γεγονός πως είχαμε περάσει το μεγαλύτερο μέρος της μέρας μαζίστο κρεβάτι, όμως εγώ δεν αισθανόμουν κουρασμένη και δεν ήθελα να χαραμίσουμε την τελευταίαμας νύχτα.

«Προτιμώ να δω μια δική σου παράσταση», απάντησε εκείνος με μάτια που λαμπύριζαν, κι ηκαρδιά μου πετάρισε στη θύμηση του πόσο πολύ απολάμβανε ο Ντόμινικ να με κοιτάζει, πόσοερεθισμένος ήταν μετά από κάθε ένα από τα πριβέ κονσέρτα που είχε κανονίσει, στη διάρκεια τωνοποίων είχα παίξει για εκείνον με το βιολί μου σε διάφορα στάδια ένδυσης και γύμνιας. Θυμήθηκατο πολύτιμο Μπαγί, το οποίο μου είχε αγοράσει όταν το δικό μου βιολί υπέστη ζημιές, με τησυμφωνία πως σε αντάλλαγμα θα ερμήνευα για εκείνον έργα του Βιβάλντι... γυμνή. Το πώς μετά τοπρώτο σόλο κονσέρτο σε μια κρύπτη στο Λονδίνο με είχε γαμήσει κολλητά στον τοίχο, επί τόπου,προτού με οδηγήσει στο σπίτι του στο Χάμπστεντ, όπου μου ζήτησε να έρθω σε οργασμό ενώεκείνος καθόταν στην καρέκλα του γραφείου του και παρακολουθούσε.

Στεκόμασταν στη διασταύρωση, με τον κόσμο γύρω μας να μας προσπερνά βιαστικός, κι εγώφανταζόμουν πως, αν εκείνη η στιγμή καταγραφόταν από κάποια κάμερα, η εικόνα που θααποτυπωνόταν θα έδειχνε απλώς τον Ντόμινικ κι εμένα, τα σώματά μας να διαγράφονται καθαράμέσα σε μια δίνη χρώματος, σαν να ήμασταν οι μοναδικοί άνθρωποι που υπήρχαν, ολόκληροι, στουςδρόμους της Νέας Υόρκης, την ώρα που ο υπόλοιπος πληθυσμός δεν ξεχώριζε, οι άνθρωποιέμοιαζαν να σχηματίζουν μια ενιαία θολή μάζα, τα διάφορα άτομα φάνταζαν απρόσωπα όπως οιδιπλανοί τους.

Page 11: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Κάναμε ένα μεγάλο περίπατο κατά μήκος της Μπρόντγουεϊ, περάσαμε από τη Γιούνιον Σκουέρ καιστη συνέχεια πήραμε τη Γιουνιβέρσιτι Πλέις, αποφεύγοντας την ξεθωριασμένη λάμψη και τα φώτατης Πέμπτης Λεωφόρου. Μέχρι να φτάσουμε στο διαμέρισμά μου, τα πόδια μου με πέθαιναν, αν καιη αίσθηση είχε κάπως περιοριστεί από τις δύο μπίρες που είχα πιει με το φαγητό και την ανάλαφρηδιάθεση που είχα ενώ περπατούσα στο πλευρό του Ντόμινικ, με το μπράτσο περασμένο γύρω απότο δικό του, λες κι όλες μου οι έγνοιες είχαν χαθεί, τουλάχιστον για μία ακόμη νύχτα και μία ακόμημέρα.

Ο Ντόμινικ δεν το γνώριζε, όμως στεκόμασταν έξω από το διαμέρισμα που μοιραζόμουν με έναζευγάρι Κροατών, τη Μαρίγια και τον Μπάλντο, οι οποίοι έπαιζαν στο τμήμα των χάλκινωνπνευστών της ορχήστρας και περνούσαν τα περισσότερα απογεύματα έξω. Όταν βρίσκονταν εκεί,κατέκλυζαν το διαμέρισμα με τους ήχους των ερωτικών τους συνευρέσεων, τις βαριές τους ανάσεςκαι τους γδούπους από το κεφαλάρι του κρεβατιού, με τη Μαρίγια να ακούγεται τόσο δυνατά, πουζήλευα, αν και, φυσικά, δεν αποκλείεται να προσποιούνταν. Δεν ήμουν σίγουρη για την ακριβήκατάσταση της σχέσης τους, κατά πόσο ήταν παντρεμένοι, συζούσαν ή απλώς ζούσαν βουτηγμένοιστην αμαρτία έχοντας εγκαταλείψει αντίστοιχα τους συντρόφους τους, πράγμα το οποίο θαεξηγούσε για ποιο λόγο η φλόγα του πάθους τους δεν έδειχνε κανένα σημάδι εξασθένησης.

«Το βιολί μου», είπα, «βρίσκεται πάνω και υποσχέθηκα να σου παίξω μια τελευταία φορά».Έκανε ένα βήμα προς το μέρος μου, έτσι που ένιωσα το γεροδεμένο κορμί του να πιέζει την

πλάτη μου, κι ύστερα πέρασε την παλάμη του ελαφρά στο εσωτερικό του μηρού μου.«Φυσικά. Θα σε περιμένω εδώ αν θέλεις», μου ψιθύρισε σιγανά στο αφτί.Ο τόνος της φωνής του ήταν απολύτως χαλαρός κι έμοιαζε να το διασκεδάζει κάπως. Έδειχνε να

απολαμβάνει την επίδραση που είχε η παρουσία του πάνω μου καθώς πάλευα να στρίψω τη λαβήπου άνοιγε την κύρια είσοδο της πολυκατοικίας, με δάχτυλα τόσο τρεμάμενα λες και προσπαθούσανα λύσω έναν κύβο του Ρούμπικ.

«Όχι», είπα, «πέρασε μέσα. Είναι σαββατόβραδο, άρα οι συγκάτοικοί μου μάλλον θα έχουν βγει.Αλλά και πάνω να είναι, θα σε συστήσω – είναι φιλικοί και δε θα τους ενοχλήσει ένας επισκέπτης».

Δεν μπορούσα να θυμηθώ την τελευταία φορά που είχα προσκαλέσει έναν άντρα στο σπίτι. Ούτεο Ντόμινικ ούτε ο Ντάρεν, ο άντρας με τον οποίο είχα σχέση στο Λονδίνο επί έξι μήνες πρινγνωριστούμε με τον Ντόμινικ, με είχαν επισκεφτεί έστω μία φορά στο διαμέρισμά μου. Τους μήνεςπου ήμουν μόνη, είχαν υπάρξει κάποιες σχέσεις της μιας βραδιάς, όμως ακόμη και τότε επέμενα σεόλες τις περιπτώσεις να καταλήξουμε στο σπίτι τους.

Ουσιαστικός λόγος δεν υπήρχε για τη διστακτικότητά μου· απλώς είμαι κάπως επιφυλακτική σεό,τι έχει να κάνει με τον προσωπικό μου χώρο. Είμαι επίσης ακατάστατη και σιχαίνομαι τις μεγάλεςδιαδρομές για να πάω στη δουλειά, οπότε συνήθως καταλήγω να ζω σε φτηνότερα μικρά δωμάτια σεπιο ακριβές περιοχές της πόλης, παρά να αναζητήσω κάτι μεγαλύτερο σε κάποιο οικονομικότεροπροάστιο και να πρέπει να παίρνω το μετρό καθημερινά. Το δωμάτιό μου σε εκείνο το διαμέρισμαστο Ιστ Βίλατζ ήταν πολύ μικρό· αν ήθελα κάτι μεγαλύτερο, θα έπρεπε να μετακομίσω στοΜπρούκλιν. Η Μαρίγια και ο Μπάλντο καταλάμβαναν το μεγαλύτερο μέρος και κατά συνέπειαπλήρωναν τα δύο τρίτα του ενοικίου. Εγώ είχα ένα δωματιάκι με ένα μονό κρεβάτι μόνο, μιασυρόμενη κρεμάστρα για όλα μου τα ρούχα και τα παπούτσια μου σε κοινή θέα, λίγες φωτογραφίεςαπό την πατρίδα και μερικά βιβλία, σκόρπια εδώ κι εκεί. Γραφείο δεν είχα, ούτε καν κάποιο άλλοέπιπλο πέρα από το κρεβάτι και την κρεμάστρα. Από τότε που έφυγα από τη Νέα Ζηλανδία,φρόντιζα να ταξιδεύω με λιγοστές αποσκευές, έτσι ώστε όπου κι αν μ’ έβγαζε ο δρόμος μου να

Page 12: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

μπορώ να τα μαζέψω και να φύγω ξανά, χωρίς πολλές φασαρίες. Άρχιζα να αισθάνομαι νευρικότηταόποτε αποκτούσα περισσότερα πράγματα απ’ όσα θα μπορούσα να χωρέσω μέσα σε μία βαλίτσα.

Έσπρωξα την εξώπορτα του διαμερίσματος και ψηλάφισα τον τοίχο για να εντοπίσω τοδιακόπτη, ακουμπώντας συγχρόνως το τσαντάκι μου στον πάγκο της κουζίνας.

«Παιδιά;» φώναξα, πιάνοντας τον Ντόμινικ από το χέρι για να τον οδηγήσω στο εσωτερικό τουδιαμερίσματος.

Εκείνος στάθηκε στην κουζίνα και κοίταξε τριγύρω, ενώ εγώ χτυπούσα ελαφρά την πόρτα τουυπνοδωματίου των Κροατών, για να τσεκάρω αν ήταν εκεί. Καμία απάντηση.

«Έχουν βγει».«Ωραία», είπε εκείνος, καλύπτοντας με μερικές δρασκελιές την απόσταση που μας χώριζε,

πιάνοντας μια χούφτα από τα μαλλιά μου και τραβώντας τα ελαφρά.Ξαφνικά, με γύρισε ανάποδα, έτσι που κοίταζα προς το μεγάλο παράθυρο του καθιστικού, το

οποίο έβλεπε στο μικρό κοινόχρηστο κήπο που μοιράζονταν οι ένοικοι της πολυκατοικίας. Εν τωμεταξύ, έξω ήταν βαθύ σκοτάδι, και, με τα φώτα και τα στόρια ανοιχτά, όποιος τύχαινε να βρίσκεταιστο κηπάκι για να κάνει ένα τσιγάρο ή στεκόταν στο δικό του παράθυρο κοιτάζοντας προς το μέροςμας μάλλον θα μπορούσε να δει τα πάντα, τουλάχιστον τις σιλουέτες μας, εμένα με το κοντό μαύροφόρεμα και τον Ντόμινικ με το καλό πουκάμισο και τη γραβάτα του. Είχαμε ντυθεί και οι δύο γιαβραδινή έξοδο, σε περίπτωση που καταλήγαμε σε κάποιο από τα πιο κυριλέ μπαρ της Νέας Υόρκης.Ήταν όμορφος με κοστούμι, ποτέ δεν έδινε τόσο τυπική εικόνα ώστε να πεις πως πήγαινε στηδουλειά, ούτε αμηχανία έβγαζε, όπως εκείνοι οι άντρες που είχαν τα ίδια ρούχα δέκα χρόνια και ταξέθαβαν από την γκαρνταρόμπα τους μία με δύο φορές το χρόνο για γάμους ή κηδείες. Ο Ντόμινικμονίμως εξέπεμπε μια κάποια άνεση· διέθετε την αυτοπεποίθηση ενός ανθρώπου που νιώθει καλά μετον εαυτό του, οπότε, ό,τι κι αν φορούσε, η εμφάνισή του ήταν καλή. Είχε ένα άνετο στιλ.

Κάτω από εκείνο το ατάραχο, ευγενικό προσωπείο όμως κρυβόταν ένα πολύ βρόμικο μυαλό, καιήταν εκείνη η σκοτεινή πλευρά πίσω από όλες τις κοινωνικές συμβάσεις που με εμπόδιζε να βαρεθώκαι να πάω παρακάτω, όπως έκανα συνήθως με τους άντρες μετά από μερικούς μήνες σχέσης.

Αναρωτιέμαι τι θα επιχειρήσει ο Ντόμινικ στη συνέχεια, σκέφτηκα, κοιτάζοντας το κηπάκι,παρατηρώντας τα φωτάκια που είχε βάλει κάποιος γείτονας εκεί για να δώσει μια πιο ευχάριστη νόταστο χώρο, σαν να πετάριζαν πυγολαμπίδες. Θα με κολλήσει πάνω στο παράθυρο; Θα με βάλει νασηκώσω το φόρεμα κι ύστερα θα κάνει πίσω για να χαζέψει τον κώλο μου; Θα με γαμήσει μπροστάστους γείτονες; Δεν είχε γλιστρήσει την παλάμη του κάτω από το φόρεμά μου ακόμη, οπότε, εκτόςκι αν είχε παρατηρήσει την απουσία των γραμμών από εσώρουχο όταν φιλιόμασταν και χάιδευε τοσώμα μου πάνω από τα ρούχα μου, δε θα ήξερε πως είχα προτιμήσει να αφήσω το εσώρουχό μουστο σπίτι και ότι είχα περάσει όλη τη βραδιά απολαμβάνοντας κάθε τόσο το φύσημα του δροσερούαέρα ανάμεσα στα πόδια μου.

«Βγάλε τις κάλτσες σου», είπε, «αλλά χωρίς να λυγίσεις τα γόνατα. Και μη γυρίσεις να μεκοιτάξεις».

Άκουγα το χαμόγελο στη φωνή του· το απολάμβανε, σκαρφιζόταν ένα καινούριο παιχνίδι πουήξερε πως θα με άναβε. Ήταν η αλλαγή, η έκπληξη αυτή που με ερέθιζε. Εφόσον δεν ήξερα τι θαεπακολουθούσε, το όλο σκηνικό ήταν συναρπαστικό. Το μυαλό μου έπαυε να σκέφτεται καιχαλάρωνε, όλες μου οι αισθήσεις εστίαζαν στο να ακολουθήσουν την επόμενη οδηγία του. Έτσι, δεμε απασχολούσε πλέον το πλυντήριο που έπρεπε να βάλω, οι πρόβες την ερχόμενη εβδομάδα, ηεπόμενη ημερομηνία πληρωμών και η σειρά με την οποία έπρεπε να πληρώσω τους λογαριασμούς.

Page 13: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Ο ήχος της φωνής του Ντόμινικ παρέσερνε κάθε άλλη σκέψη από το μυαλό μου, κι όταν δεσκεφτόμουν, κάλυπτα το κενό με το συναίσθημα, όλες οι αισθήσεις μου βρίσκονταν σευπερδιέγερση, και τότε ακόμη και το παραμικρό άγγιγμα, η πιο απαλή ανάσα πάνω στην επιδερμίδαμου ήταν ικανή να με τρελάνει από το πάθος.

Είναι πολύ πιο δύσκολο απ’ ό,τι ακούγεται το να βγάλεις δυο κάλτσες που πιάνουν με λάστιχοψηλά στο μηρό χωρίς να λυγίσεις τα γόνατα. Σήκωσα το φόρεμά μου, προσφέροντας στον Ντόμινικμια πρώτη εικόνα της σάρκας μου, έχωσα τον αντίχειρα μέσα από την ελαστική λωρίδα στηνκορυφή, στο δαντελωτό όριο που χώριζε την κάλτσα από το πάνω μέρος του μηρού μου, καιτράβηξα προς τα κάτω, ανοίγοντας καλά τα πόδια μου, ώστε να μπορέσω να λυγίσω στη μέση και νααγγίξω τις άκρες των ποδιών μου, συνεχίζοντας να κρατώ τα πόδια μου απόλυτα ίσια. Έπειταισορρόπησα όλο μου το βάρος στο άλλο πόδι και προσεκτικά αφαίρεσα τη γόβα στιλέτο, για μιαστιγμή μόνο, ώστε να μπορέσω να περάσω την κάλτσα από τη φτέρνα και τα δάχτυλα του ποδιού,και μετά ξαναφόρεσα το παπούτσι. Ύστερα επανέλαβα την ίδια ακριβώς διαδικασία στην άλληπλευρά.

«Δώσε μού τες χωρίς να στραφείς».Άπλωσα το χέρι μου προς τα πίσω, συνεχίζοντας να κοιτάζω ευθεία μπροστά, πέρα από το τζάμι.

Δεν ήμουν σίγουρη τι σκόπευε να κάνει μετά.«Δώσε μου τα χέρια σου».Δεν είχε πει ρητά ότι έπρεπε να φέρω τα χέρια πίσω από την πλάτη μου, όμως αυτό έκανα, γιατί ο

Ντόμινικ πάντοτε εννοούσε ακριβώς αυτό που έλεγε, κι αν ήθελε να γυρίσω προς το μέρος του, ή θαμου το είχε ζητήσει ή θα με είχε στρίψει ο ίδιος για να τον κοιτάξω. Έτσι, στάθηκα με τα πόδια μουσε διάσταση, κοιτάζοντας το παράθυρο, με τους ώμους στραμμένους πίσω, το στήθος προτεταμένο,τα μπράτσα ίσια και μαγκωμένα, τις παλάμες πιασμένες σαν σε προσευχή, με τους αντίχειρες ναδείχνουν προς τα οπίσθιά μου.

Οι κάλτσες αποδείχτηκαν απρόσμενα αποτελεσματικές χειροπέδες, παρά την ελαστικότητα τουλεπτού υφάσματος. Χρησιμοποίησε και τις δύο, έδεσε τα χέρια μου φέρνοντας τις κάλτσες επιδέξιαδυο βόλτες γύρω τους και τις ένωσε σφιχτά στο ύψος των καρπών μου, χωρίς να εμποδίζει τηνκυκλοφορία του αίματος, όμως ακόμη κι αν επιχειρούσα να στρίψω τις παλάμες μου, δε θαμπορούσα να λυθώ. Φαντάζομαι πως θα κατάφερνα να ξεφύγω από τα δεσμά μου αν τοπροσπαθούσα πραγματικά, αλλά δεν ήθελα κάτι τέτοιο. Μου άρεσε το να υποτάσσομαι στηβούληση του Ντόμινικ, να καταλήγω αιχμάλωτη επειδή εγώ το είχα επιλέξει, να τον αφήνω να μεκάνει ό,τι θέλει.

Ακούμπησε τις παλάμες του πάνω στους ώμους μου και με γύρισε προς το μέρος του. Ο πόνοςστα πόδια μου, μετά από μια ατελείωτη μέρα ισορροπίας πάνω σε ψηλά τακούνια για χάρη τουπεριπάτου στην πόλη, είχε αρχίσει να γίνεται ευχάριστος πλέον, μια οξεία συναρπαστική υπενθύμισηπως είχα παραδώσει το σώμα μου στη θέληση του Ντόμινικ και επομένως η όποια αίσθηση είχαήταν γιατί το ήθελε αυτός.

Μου είχε περάσει κι άλλοτε από το μυαλό πως, αν κατάφερνα να εφαρμόσω αυτό το σκεπτικό καισε άλλες πτυχές της ζωής μου, θα μπορούσα να πετύχω τα πάντα. Από τη στιγμή που έπαιρναμπροστά, έμοιαζα με τρένο που κινείται στις ράγες τραβώντας γραμμή για την όποια κατάληξη,αδιαφορώντας πλήρως για την όποια δυσφορία στη διαδρομή. Η υποταγή ωστόσο δεν ήταν κάτι τοοποίο μπορούσα να εφαρμόσω όπου και όποτε το επιθυμούσα. Χρειαζόμουν έναν καταλύτη. Καθώςμεγάλωνα, είχα το δάσκαλό μου στο βιολί, τον κύριο Φαν ντερ Βλιτ, ο οποίος ποτέ δε με είχε

Page 14: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

αγγίξει έστω με τρόπο ανάρμοστο πέρα απ’ ό,τι επέβαλλε η σχέση δασκάλου και μαθήτριας, κι όμωςγια κάποιο ανεξήγητο λόγο αισθανόμουν υποχρεωμένη να τον ευχαριστήσω, σε τέτοιο βαθμό πουεξασκούμουν πολύ περισσότερο απ’ ό,τι θα ήταν τυπικά απαραίτητο. Τώρα ήταν ο Ντόμινικ εκείνοςπου ασκούσε την ίδια δύναμη πάνω μου, αν και αυτή τη φορά ήμουν εγώ που του την είχαεκχωρήσει.

Έσκυψε, με το βλέμμα καρφωμένο πάνω μου, έσυρε την παλάμη του πάνω στη γυμνή πλέονεπιδερμίδα μου, πρώτα στο ένα πόδι και μετά στο άλλο, από τον αστράγαλο μέχρι το μηρό,σταματώντας μια ιδέα πριν από το σημείο όπου κανονικά θα ξεκινούσε το ύφασμα του εσωρούχουμου, αν είχα φορέσει. Το βλέμμα του έμοιαζε με γρανίτη· ήταν το βλέμμα που αποκτούσε κάθεφορά που ακολουθούσε το μονοπάτι των δικών του επιθυμιών, περνούσε σε ένα χώρο έξω από τησυνειδητή σκέψη, εκεί όπου το σώμα καταλάμβανε τη θέση του οδηγού, αρκεί να του το επέτρεπες.

Η ανάσα μου είχε αρχίσει να γίνεται βαριά. Ξετρελαινόμουν όταν το έκανε αυτό, πραγματικά·όμως, Θεέ μου, κάθε φορά που το άγγιγμά του πλησίαζε, το μόνο που ευχόμουν ήταν να γλιστρήσειτο δάχτυλό του μέσα μου. Η υπομονή ουδέποτε υπήρξε το μεγαλύτερο προτέρημά μου.

Ίσιωσε το σώμα του και πέρασε από πίσω μου, αρπάζοντάς με από τα δεσμά των καρπών μου,λες και οι κάλτσες ήταν μια βολική λαβή. Δυσκολεύτηκα να τον ακολουθήσω, καθώς περπατούσαπρος τα πίσω και τα τακούνια μου κροτάλιζαν πάνω στο γυαλιστερό ξύλινο πάτωμα.

Κόλλησε το πρόσωπό μου πάνω στο κρεβάτι, ενώ τα χέρια μου παρέμεναν καλά δεμένα πίσωαπό την πλάτη μου. Γύρισα στο πλάι για να μπορέσω να πάρω ανάσα και τον είδα, με την άκρη τουενός ματιού, να γονατίζει δίπλα στο μαξιλάρι και να ψάχνει κάτω από το κρεβάτι, αφήνοντας έναπλατύ χαμόγελο ικανοποίησης να απλωθεί στο πρόσωπό του όταν εντόπισε το μπουκαλάκι με τολιπαντικό και το κουτί με τα προφυλακτικά που φύλαγα εκεί. Τελικά, δεν ήταν και τόσο καλή ηκρυψώνα, σκέφτηκα. Ίσως να μη διέφερα και τόσο πολύ από τις άλλες γυναίκες. Ή, απλά, ίσωςεκείνος να είχε πάντοτε σχέσεις με τον ίδιο τύπο γυναίκας.

Ο Ντόμινικ σήκωσε ακόμη περισσότερο το φόρεμά μου, έτσι που το ύφασμα μαζεύτηκε γύρωαπό τη μέση μου και ο γυμνός κώλος μου αποκαλύφθηκε πλέον απόλυτα. Πήρε μια κοφτή ανάσα,καθώς τώρα συνειδητοποιούσε, πέρα από κάθε αμφιβολία, πως είχα περάσει το βράδυ μαζί τουχωρίς να φορώ εσώρουχο κάτω από το κοντό μαύρο φόρεμα.

Τινάχτηκα ελαφρά ακούγοντας την αγκράφα της ζώνης του να λύνεται, μια και δεν ήξερα ανσκόπευε να δώσει στον κώλο μου μια γεύση από το δερμάτινο λουρί ή απλώς κατέβαζε ταπαντελόνια του για να με πηδήξει. Και τα δύο θα τα απολάμβανα, εφόσον κάποια στιγμή συνέβαινεκαι το δεύτερο. Κράτησα το σώμα μου τελείως ακίνητο, περιμένοντας την επόμενη κίνησή του,ελπίζοντας πως θα ακολουθούσε σύντομα, διαφορετικά φοβόμουν πως θα εκραγώ.

Δεν ήθελα να του προσφέρω την ικανοποίηση να με δει να τον ικετεύω για τη συνέχεια, όμως τονήθελα μέσα μου τόσο πολύ ώστε ένιωθα λες και ο χρόνος είχε επιβραδυνθεί. Κάθε δευτερόλεπτοπου στεκόταν κοντά μου χωρίς να με αγγίζει έμοιαζε με ώρα.

Ήταν σαν να βρισκόμουν στην κόψη του ξυραφιού, παγιδευμένη στο μεταίχμιο ανάμεσα στοπάθος και την ικανοποίηση. Το απολάμβανα και συνάμα το σιχαινόμουν. Κάθε φορά που έκανε έναβήμα πίσω, το πάθος μου για εκείνον πολλαπλασιαζόταν, όμως κάθε φορά που με άγγιζε με έφερνεπιο κοντά στην ικανοποίηση και πιο κοντά στο τέλος όλης αυτής της έντασης.

Το γνώριζε άλλωστε κι εκείνος. Όσο κι αν προσπαθούσα να μετριάσω τις αντιδράσεις μου, απόπερηφάνια, ήταν προφανές πως είχε δώσει προσοχή στις προηγούμενες επαφές μας και ήξερε πώς ναπαίζει μαζί μου σαν να ήμουν μουσικό όργανο. Δε με είχε κάνει ολότελα δική του, ούτε θα το

Page 15: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

κατόρθωνε ποτέ, όμως για όσο διάστημα ήμασταν μαζί στο κρεβάτι το σώμα μου του ανήκε, είτε τοήθελα είτε όχι.

Βρισκόμουν απόλυτα στο έλεος του Ντόμινικ.Τινάχτηκα σαν άκουσα τον ήχο μιας πλαστικής συσκευασίας που σκιζόταν, και μετά το ξερό

άνοιγμα του καπακιού από το μπουκαλάκι με το λιπαντικό.Ύστερα ένιωσα το δάχτυλό του μέσα μου, επιτέλους, να ψάχνει, να εξερευνά, μόνο του στην

αρχή, έπειτα ένα ακόμη, κι άλλο, κι άλλο, ώσπου ήμουν βέβαιη πως δε θα μπορούσε να χωρέσειάλλο μέσα. Προσπάθησα να συρθώ προς το μέρος του, να λυγίσω τα γόνατά μου ώστε να βρωκάποιο πάτημα στα σκεπάσματα για να σπρώξω το σώμα μου προς τα πίσω, πάνω στο χέρι του,όμως με τους καρπούς μου δεμένους και το κορμί μου κολλημένο στο κρεβάτι το μόνο πουμπορούσα να κάνω ήταν να κουνιέμαι ανήμπορα σαν κάμπια πάνω στο τραπέζι ενός εντομολόγου,μια πεταλούδα καρφιτσωμένη, έτοιμη να θυσιαστεί σε μάθημα ανατομίας.

Εκείνος παρέμενε εντυπωσιακά ακίνητος πίσω μου, πιθανότατα απολάμβανε την προσπάθειά μουνα απελευθερωθώ από το βασανιστήριό μου. Ένιωθα περισσότερο εκτεθειμένη που ήμουν ημίγυμνηκι όχι εντελώς γυμνή. Για κάποιο λόγο ήταν περισσότερο πορνογραφικό το να έχω το πάνω μισό τουσώματός μου ντυμένο και το κάτω μισό γυμνό, λες και ο γυμνός κώλος και τα γεννητικά μουόργανα ήταν πιο σοκαριστικά χωρίς το αντίβαρο του γυμνού στήθους μου. Το ημίγυμνο ήταν τοπεδίο δράσης των ανώμαλων, των γέρων που παραφυλούσαν στις στάσεις των λεωφορείων με ταπουκάμισα φορεμένα, τα παντελόνια κατεβασμένα και τα παλτά τους ανοιχτά. Ως αποτέλεσμα τηςεπιθυμίας ενός άλλου, το ημίγυμνο έβγαζε μια εικόνα ταπείνωσης, μια αίσθηση ιδιοκτησίας.

«Άνοιξε τα πόδια σου», είπε.Το έκανα.«Περισσότερο».Οι μύες των μηρών μου είχαν αρχίσει να πονάνε, καθώς με είχε οδηγήσει σχεδόν στο να κάνω

σπαγκάτο. Ήμουν ακόμη στα γόνατα, με το στήθος κολλημένο στο κρεβάτι και τα χέρια δεμέναπίσω από την πλάτη, μετά βίας κατάφερνα να κρατώ την ισορροπία μου. Εκείνος έσκυψε και πέρασετη γλώσσα του ελαφρά κατά μήκος του ποδιού μου, από το γόνατο μέχρι ψηλά στο εσωτερικό τουμηρού μου, πρώτα από τη μία πλευρά και μετά από την άλλη. Σταμάτησε λίγο πριν γλείψει το καυτόμου σημείο, όμως κράτησε το στόμα του πάνω στο σώμα μου, έτσι ώστε να νιώθω την καυτή τουανάσα πάνω στα χείλη του αιδοίου μου.

Έσπρωξα λίγο προς τα πίσω, ελπίζοντας να νιώσω το άγγιγμα της γλώσσας του.«Α, όχι, σε γελάσανε. Μείνε ακίνητη».Παρά τις φιλότιμες προσπάθειές μου να το παίξω άνετη, άρχισα να βογκάω και να κουνιέμαι

ελαφρά μπρος πίσω.«Με θες, έτσι δεν είναι;» είπε γαργαλιστικά.Ο τόνος του ήταν χλευαστικός. Οποιαδήποτε άλλη στιγμή μπορεί και να τον είχα χαστουκίσει,

όμως εκείνη την ώρα ένιωθα λες και το σώμα μου είχε πάρει φωτιά και θα έκανα οτιδήποτε για νατον καταφέρω να με αγγίξει, ακόμη κι αν αυτό σήμαινε πως έπρεπε να συρθώ στα πατώματα, στατέσσερα, και να τον ικετεύω να με πάρει.

«Ναι».«Ναι; Δεν ακούγεσαι και τόσο σίγουρη. Ίσως θα ήταν καλύτερα να φύγω από το δωμάτιο μέχρι

να το αποφασίσεις». Σηκώθηκε κι έκανε να απομακρυνθεί.«Όχι, σε παρακαλώ, μη φύγεις, σε παρακαλώ. Σε θέλω όσο τίποτα στον κόσμο».

Page 16: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Όσο τίποτα... Κάπως καλύτερα τώρα. Κι αν σου δώσω αυτό που θέλεις, εσύ τι θα κάνεις γιαμένα;»

«Ό,τι θες. Θα κάνω ό,τι θέλεις. Μονάχα, σε παρακαλώ, γάμησέ με. Δεν αντέχω άλλο».«Ό,τι θέλω, ε; Καλά θα κάνεις να προσέχεις τι υπόσχεσαι. Μπορεί να σου ζητήσω να κρατήσεις

την υπόσχεσή σου».«Δε με νοιάζει. Άγγιξέ με, σε παρακαλώ», κλαψούρισα, έχοντας ξεχάσει εντελώς την περηφάνια

μου, που έμοιαζε να έχει συντριβεί από την ένταση του πάθους μου.Πλησίασε και έχωσε το κεφάλι του πούτσου του μέσα μου, όμως όχι παραπάνω από λίγα

εκατοστά. Εκεί περίμενε.Εγώ δάγκωνα τα σκεπάσματα από τη μανία μου.«Ικέτεψέ με», είπε σιγανά. «Πες μου τι θέλεις».«Σκίσε με, σε παρακαλώ. Λυπήσου με, γάμησέ με».Επιτέλους, έσπρωξε μέχρι μέσα, με γέμισε κανονικά. Η λαύρα του πούτσου του παραλίγο να με

κάνει να τελειώσω με τη μία.Με άρπαξε δυνατά από τους καρπούς, όπως καρφωνόταν και τραβιόταν, ενώ εγώ προσπαθούσα

να κολλήσω πάνω του.Συνέχισε να με καρφώνει μέχρι που άρχισα να πονάω, κι εκείνος έφτασε.Μείναμε εκεί, λαχανιασμένοι. Λύγισε το κορμί του και μου έλυσε με απαλές κινήσεις τα χέρια.

Τέντωσα τα μπράτσα μου προσεκτικά, καθώς το αίμα επέστρεφε ορμητικά στους καρπούς μου.«Μείνε εδώ», είπε, λες και θα μπορούσα να πάω κάπου με εκείνον ακόμη μέσα μου.Τραβήχτηκε και ξάπλωσε δίπλα μου, χαϊδεύοντας τα μαλλιά μου με το ένα χέρι, ενώ άπλωνε το

άλλο ανάμεσα στα πόδια μου εντοπίζοντας το επίμαχο σημείο, οπότε άρχισα να βογκάω ξανά.Σκέφτηκα πως ήταν απίθανο να τελειώσω σε τούτη τη στάση, μπρούμυτα, όμως ήμουν πρόθυμη νατον αφήσω να το προσπαθήσει.

«Γύρνα από την άλλη», ψιθύρισε, ίσως γιατί διέκρινε την αβεβαιότητα στο πρόσωπό μου.Ξάπλωσα ανάσκελα.

Συνέχισε να παίζει με το ένα χέρι, και ανασηκωνόταν για να βλέπει καλύτερα τι έκανε. Τονπαρακολουθούσα να με παρακολουθεί, το βλέμμα του ήταν καρφωμένο στο σημείο που έπαιζε με τοακροδάχτυλό του. Με κοίταξε έτσι όπως τον κοίταζα και χαμογέλασε. Ένας ηδονοβλεψίας πουαναγνώριζε έναν όμοιό του. Ύστερα πέρασε το ελεύθερο χέρι του πάνω από το θώρακά μου,ανάμεσα στα στήθη μου, διαγράφοντας στη διαδρομή έναν κύκλο γύρω από την κάθε θηλή.Ακούμπησε την παλάμη του πολύ ελαφρά πάνω στο λαιμό μου.

«Κλείσε τα μάτια σου».Μάθαινε γρήγορα ο Ντόμινικ, και με τα μάτια μου κλειστά, έτσι ώστε να μη με αποσπά τίποτα,

και το άλλο του χέρι να τα δίνει όλα για να μου χαρίσει απόλαυση, πολύ σύντομα παραδόθηκα στηνηδονή του οργασμού μου, σε ένα σχεδόν επώδυνο κύμα απόλαυσης που ξεκίνησε από τα λαγόνιαμου και ταξίδεψε μέχρι τον εγκέφαλό μου, προτού σκορπίσει και χαθεί, λίγα δευτερόλεπτααργότερα.

Άνοιξα τα μάτια μου και είδα τον Ντόμινικ να με κοιτάζει, ολοφάνερα ευχαριστημένος με τονεαυτό του. Δε φτάνω εύκολα σε οργασμό, και, εκτός του Ντόμινικ, μόνο δύο εραστές είχα πουκατάφεραν να με οδηγήσουν εκεί χωρίς τη συνδρομή μου.

«Καλό κορίτσι», είπε. Μπορεί να ακουγόταν γλυκανάλατο, αλλά ήταν μια φράση που δεν έπαυεποτέ να μου προκαλεί έξαψη.

Page 17: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Αποφασίσαμε να μεταφερθούμε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου όπου έμενε ο Ντόμινικ για τηνυπόλοιπη νύχτα. Το διπλό κρεβάτι του ξενοδοχείου ήταν απείρως πιο άνετο απ’ ό,τι το μονό πουείχα εγώ, ενώ το δωμάτιο έβλεπε προς το Ουάσινγκτον Σκουέρ Παρκ.

Κάναμε ξανά έρωτα το πρωί, μισοκοιμισμένοι ακόμη και οι δύο, καθώς ξυπνούσαμεαγκαλιασμένοι. Κούρνιασα πάνω του και διαπίστωσα πως ήταν σκληρός στη θέση του ανάμεσα στηβάση του κώλου μου και, λίγο μετά, μέσα μου. Είχαμε ξαπλώσει πλάι πλάι, το μπράτσο του ήταντυλιγμένο προστατευτικά γύρω μου και η παλάμη του ακουμπισμένη πάνω στο ένα στήθος μου έτσιόπως έσπρωξα απαλά προς τα πίσω. Το σμίξιμό μας είχε κάτι το τρυφερό, το νοσταλγικό. Η πικρήπραγματικότητα του επικείμενου χωρισμού μας είχε καταλαγιάσει τη φλόγα της προηγούμενηςνύχτας, αφήνοντας πίσω της μονάχα μια γλυκιά επιθυμία.

Στάθηκα στο παράθυρο, γυμνή, και του έπαιξα μια τελευταία φορά το «Message to my Girl», τοαγαπημένο μου κομμάτι από τη συνεργασία της Συμφωνικής Ορχήστρας της Νέας Ζηλανδίας μετους Split Enz, αν και εννοείται πως δεν ήταν το ίδιο χωρίς την υπόλοιπη ορχήστρα, το φλάουτο καιτο πιάνο, και τη φωνή του Νιλ Φιν. Ήταν η πρώτη φορά που του έπαιξα ένα κομμάτι εκτός τουκλασικού ρεπερτορίου.

Δεν ήξερε τα λόγια, δεν του θύμιζε τον τόπο του, όπως ένιωθα εγώ κάθε φορά που έπαιζα εκείνοτο τραγούδι, δεν μπορούσε να φανταστεί, όπως εγώ, την Αοτερόα –όπως λέγεται η Νέα Ζηλανδίαστη γλώσσα των Μαορί– να απλώνεται απέραντη. Ακόμη κι έτσι όμως, ήλπιζα πως τουλάχιστον έναμικρό μέρος της μαγείας και της νοσταλγίας μου για τη Νέα Ζηλανδία κατάφερνε να αναδυθεί μέσααπό τις χορδές του βιολιού.

Άφησα κατά μέρος το Μπαγί και κάθισα στο κρεβάτι, δίπλα του.«Να πάρουμε πρωινό;» ρώτησα.Ήταν η ώρα του δεκατιανού όταν φτάσαμε τελικά. Τον πήγα στο Caffe Vivaldi στην Τζόουνς

Στριτ, λίγα μόλις τετράγωνα δυτικά του ξενοδοχείου. Ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίουςείχα εγκατασταθεί στο Βίλατζ. Ανέκαθεν ήμουν κάπως αισθηματίας και το όνομα του καφέ μούέμοιαζε με καλό οιωνό, ειδικά από τη στιγμή που έμαθα πως οργάνωναν βραδιά ανοιχτή σε κάθεείδους μουσικούς. Δεν είχα μιλήσει με τους ιδιοκτήτες σχετικά με το ενδεχόμενο να παίξω εκεί,αλλά μου άρεσε να κάθομαι και να απολαμβάνω την ατμόσφαιρα. Απ’ ό,τι έλεγαν όλοι, η περιοχήείχε αλλάξει σε σχέση με τα παλιά χρόνια, οι μποέμ είχαν μετακινηθεί σε οικονομικότερες περιοχές,παραχωρώντας τις θέσεις τους σε πιο εύπορους μεσοαστούς, στους οποίους άρεσε η αίσθηση τηςτοπικής κοινωνίας, τα χαριτωμένα καφέ και τα γειτονικά πάρκα, γεγονός που εξηγούσε για ποιολόγο το ενοίκιό μου ήταν τσουχτερό παρότι έμενα σε μικρό δωμάτιο. Όμως ένα μέρος εκείνης τηςμαγείας εξακολουθούσε να υπάρχει, και δεν μπορούσα να μη σκέφτομαι πως ίσως απορροφούσαλίγη από την ενέργεια που άφησαν πίσω τους όλοι οι μουσικοί που είχαν καθίσει σ’ εκείνες τιςκαρέκλες πριν από εμένα.

Πρόσφεραν επίσης εξαιρετικό φαγητό και ετοίμαζαν Μπλάντι Μέρι με την ιδανική ποσότηταμπαχαρικών. Παρήγγειλα ένα, καθώς είχα αρχίσει να συνηθίζω να το γιορτάζω με αλκοόλ μόνη μου,την ώρα που ο Ντόμινικ παρέμενε αμετακίνητα πιστός στον καφέ και στα αναψυκτικά.

Ίσως να ήταν το αλκοόλ που με έκανε τολμηρή. Συνήθως δεν είμαι άνθρωπος που φανερώνει τοπώς αισθάνεται, ειδικά στους εραστές μου, όμως κάθε λεπτό που περνούσε μας έφερνε πιο κοντάστην αναχώρηση του Ντόμινικ και η ταχύτητα με την οποία προχωρούσαν οι δείκτες του ρολογιούστο διπλανό τοίχο με ώθησε να εγκαταλείψω τους όποιους ενδοιασμούς μου.

«Θα μου λείψεις, Ντόμινικ».

Page 18: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Κατέβασε το πιρούνι του και με κοίταξε. «Και σε μένα θα λείψεις».Έκανα μια παύση, έβαλα τις σκέψεις μου σε σειρά. «Σ’ ευχαριστώ που ήρθες. Πραγματικά

σήμαινε πολλά για μένα το ότι ήσουν εδώ, έστω και για λίγο καιρό. Τα πράγματα θα πάνε καλύτερατώρα, είμαι σίγουρη, αλλά δεν μπορώ να φύγω από τη Νέα Υόρκη. Η μουσική μου... Είχα κάποιεςδυσκολίες τον πρώτο καιρό, όμως τώρα τα πηγαίνω καλά με την ορχήστρα».

«Χαίρομαι. Και δε νομίζω ότι πρέπει να φύγεις, θα έλεγα να μείνεις και να εκμεταλλευτείς αυτήτην ευκαιρία που παρουσιάστηκε. Για την ώρα, δεν μπορώ να φύγω κι εγώ από το Λονδίνο, τρέχουνδιάφορα θέματα, κι εκτός αυτού έχω συμβόλαιο με το πανεπιστήμιο, τουλάχιστον μέχρι το τέλοςτου εξαμήνου».

Έγνεψα καταφατικά.«Πάντως, δεν είναι και τόσο μεγάλη η απόσταση», σχολίασε. «Εφτά ώρες πτήση, στη χειρότερη

περίπτωση. Υπάρχουν τα Σαββατοκύριακα, σε λίγο καιρό θα έχουμε και τις διακοπές στη σχολή και,για να είμαι ειλικρινής...»

«Δεν είμαι σίγουρη κατά πόσο θα λειτουργούσε μια σχέση μεταξύ μας σε μόνιμη βάση»,ολοκλήρωσα τη σκέψη του.

«Όχι. Είναι πολλά τα θέματα που δεν έχουμε συζητήσει ακόμη. Το ξέρω πως δεν πέρασες όλεςτις νύχτες μόνη στη Νέα Υόρκη, ούτε κι εγώ άλλωστε στο Λονδίνο. Δε νομίζω πως θα έπρεπε νααλλάξει αυτό τώρα. Δεν είμαστε...»

«Μαζί;»Γέλασε. «Όχι, όχι ακριβώς. Δε νομίζω πως είναι τόσο απλό το θέμα».«Όμως δε νιώθω το ίδιο με κανέναν άλλο. Δεν αισθάνομαι ότι αφήνομαι απόλυτα. Μόνο κοντά

σου νιώθω έτσι».Δεν είχα μιλήσει ακόμη στον Ντόμινικ για τον Βίκτορ. Αυτό όμως ήταν διαφορετικό. Είχα

επιτρέψει στον Βίκτορ να μου κάνει όσα έκανε, όμως δεν ήθελα να μου κάνει αυτά τα πράγματα έτσιόπως το ήθελα από τον Ντόμινικ.

Άλλοτε, πριν από όχι και τόσο πολύ καιρό, θα έλεγα πως δεν μπορούσα να ερμηνεύσω τηνέκφραση του Ντόμινικ, τώρα όμως τον ήξερα καλύτερα, μπορούσα να παρακολουθήσω τηνέκφραση των ματιών του. Πόθος. Θέρμη. Συμφωνία.

«Καλώς», είπε. «Το ίδιο ισχύει και για μένα. Δε συνηθίζω να κάνω αυτά τα πράγματα, ξέρεις».Σειρά μου να γελάσω. Θα μπορούσε να ήταν ατάκα κάποιου γυναικείου χαρακτήρα τηλεοπτικής

σειράς μετά από μια σχέση της μιας βραδιάς.«Το εννοώ», συνέχισε, πιάνοντας το χέρι μου από την απέναντι πλευρά του τραπεζιού. «Ούτε κι

εγώ μπορώ να το καταλάβω απόλυτα, όμως την ξέρω αυτή την αίσθηση. Με κάνεις να θέλω να...σου κάνω διάφορα».

«Με κάνεις να θέλω να μου κάνεις διάφορα».«Λοιπόν», είπε χαμογελώντας, «τουλάχιστον συμφωνούμε».«Κανονίστηκε επομένως;»«Εννοείς αν κανονίστηκε πως τίποτα δεν έχει κανονιστεί;»«Ναι».«Θα έρθω να σε επισκεφτώ ξανά, να απολαύσω την ορχήστρα, να χαρώ όσο περισσότερο γίνεται

τη Νέα Υόρκη. Το εννοώ, να τη χαρείς κι εσύ όσο περισσότερο γίνεται, με όποιο τρόπο θελήσεις.Όμως πρέπει να με κρατάς ενήμερο, όπως συμφωνήσαμε».

Παρήγγειλε έναν ακόμη εσπρέσο, κι εγώ ένα δεύτερο Μπλάντι Μέρι. Δε σκόπευα να μεθύσω

Page 19: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

μπροστά του, όμως τα μπαχαρικά και η βότκα περιόριζαν κάπως το κύμα της δυστυχίας που ένιωθανα πλησιάζει όλο και περισσότερο κάθε λεπτό που μας έφερνε πιο κοντά στην ώρα που θα έπρεπε ναφύγει.

Μείναμε όλη την ώρα στο Caffe Vivaldi, πίνοντας καφέ, συζητώντας και γελώντας, ακούγονταςτον πιανίστα στο βάθος να παίζει κομμάτια του Μπίλι Τζόελ. Ο Ντόμινικ είχε τακτοποιήσει ήδη τολογαριασμό του με το ξενοδοχείο και μαζί του είχε μόνο μια μικρή χειραποσκευή. Ταξίδευε χωρίςνα φορτώνεται με πολλά, όπως κι εγώ.

Όταν έφτασε η ώρα να φύγει, τον συνόδευσα μέχρι τα σκαλοπάτια του ξενοδοχείου στηΓουέιβερλι Πλέις, όπου η λιμουζίνα που είχε νοικιάσει για να τον μεταφέρει στο αεροδρόμιοπερίμενε ήδη.

Το αποχαιρετιστήριο φιλί του ήταν σύντομο, απαλό, τρυφερό.Το φιλί ενός εραστή.

Page 20: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

2

Μετά το Καλοκαίρι, το Φθινόπωρο

ΤΟ ΤΑΞΙ ΑΦΗΣΕ τον Ντόμινικ μπροστά στη βεράντα του σπιτιού του στο Βόρειο Λονδίνο. Δεν είχεκαταφέρει να κοιμηθεί πολύ στη διάρκεια της νυχτερινής πτήσης από τη Νέα Υόρκη: ήταν πάραπολλές οι σκέψεις που θόλωναν το μυαλό του, οι αναμνήσεις που στροβιλίζονταν μέσα του, σανένας προσωπικός, συναισθηματικός κυκλώνας.

Ήταν ακόμη νωρίς το πρωί. Ο άνεμος έφερνε μαζί του ένα ψιλόβροχο, το οποίο ράντιζε ταδέντρα που λικνίζονταν νωχελικά στο γειτονικό άλσος.

Ξεκλείδωσε την πόρτα, πέρασε στο χολ και, πληκτρολογώντας τη γνωστή ακολουθία,απενεργοποίησε το σύστημα του συναγερμού.

Άφησε τη χειραποσκευή και τη θήκη του φορητού υπολογιστή του δίπλα στην πόρτα, έβγαλε ταπαπούτσια του και ένιωσε να εντυπωσιάζεται από τη σιωπή που τον περιέβαλλε τώρα. Με την πόρτακλειστή, οι εξωτερικοί ήχοι είχαν χαθεί – τα τιτιβίσματα των πουλιών, το θρόισμα των φύλλων πουκαλωσόριζαν τη βροχή, η λιγοστή κίνηση στους δρόμους του λόφου και γενικά όλες οι ενδείξεις τηςκαθημερινότητας.

Ήταν λες κι ένα αφόρητο βάρος πλάκωνε τους ώμους του.Ο Ντόμινικ συνειδητοποίησε πως το βάρος εκείνο ήταν η απαίσια πίεση της μοναξιάς. Τώρα που

ήταν ολομόναχος, μέσα στο σπίτι του, ασφαλής ανάμεσα στις βιβλιοθήκες και τις γνώριμες εικόνες,ένιωθε λειψός. Από τη στιγμή που είχαν αποχαιρετιστεί στο Μανχάταν, όταν είχε έρθει να τονπαραλάβει η λιμουζίνα, λίγο η διαδρομή μέχρι το αεροδρόμιο, λίγο η διαδικασία της επιβεβαίωσηςτου εισιτηρίου, κάτι οι έλεγχοι ασφαλείας και οι ουρές στο αεροδρόμιο, η παρουσία άλλωνανθρώπων, όλα αυτά δεν επέτρεπαν στο μυαλό του να εστιάσει στο γεγονός ότι είχε αφήσει τηΣάμερ μόνη της. Σε μια άλλη πόλη. Όχι αβοήθητη βέβαια, όμως την είχε εγκαταλείψει. Την είχεαφήσει να αναμετρηθεί με τους δαίμονές της, τις αντιφάσεις της, εκείνες τις απίθανες ορέξεις που οίδιος λαχταρούσε και συνάμα φοβόταν.

Άραγε θα αισθανόταν την ίδια έλξη απέναντί της, θα ένιωθε το πετάρισμα των ρομαντικώνδιαθέσεων αν εκείνη δεν ήταν τόσο διαφορετική, τόσο ατελής, τόσο επικίνδυνη;

Θα μπορούσε τελικά να την είχε ερωτευτεί αν ήταν ήσυχη και υπεύθυνη, όπως τόσες άλλεςγυναίκες που είχε γνωρίσει στη ζωή του;

Όχι, αν αυτό που ένιωθε ήταν έρωτας, ήταν ένας έρωτας άνευ όρων. Όφειλε να αποδεχτεί τονάστατο χαρακτήρα της. Για την ακρίβεια, το ήθελε κι εκείνος να έχει απέναντί του ένα ελεύθεροπνεύμα, έναν εξερευνητή του πάθους.

Για πρώτη φορά τις τελευταίες πέντε μέρες, ο Ντόμινικ είχε το χρόνο να σκεφτεί σοβαρά.Και τα όσα σκεφτόταν δεν τον έκαναν να αισθάνεται καλύτερα απέναντι στην όλη κατάσταση και

τα παράδοξά της.Τσέκαρε το ημερολόγιό του. Η επόμενη διάλεξή του ήταν προγραμματισμένη για αύριο. Είχε

Page 21: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

χάσει μόνο κάποιες ώρες υποστηρικτικής διδασκαλίας όταν αποφάσισε τόσο ξαφνικά να ταξιδέψειστη Νέα Υόρκη. Ήξερε πως δε θα είχε κανένα πρόβλημα να επαναπρογραμματίσει εκείνες τιςσυναντήσεις, καθώς μεσολαβούσε ικανό διάστημα μέχρι την εξεταστική.

Ένιωθε την ανάγκη να κάνει ένα ντους. Έβγαλε τα ρούχα που φορούσε στο ταξίδι ανεβαίνονταςτη σκάλα που οδηγούσε στο μπάνιο, στο βάθος του μεγάλου διαδρόμου, και προσπαθούσε να βάλειτις σκέψεις του σε μια τάξη.

Στάθηκε ακίνητος έτσι όπως έτρεχε πάνω του το νερό, παρακολουθώντας την αόρατη διαδρομήτου ιδρώτα του που ξεπλενόταν από το σώμα του και κατέληγε στα πόδια του. Απαλλάχτηκε απότην κούραση και τις άγνωστες αμαρτίες του, φροντίζοντας να αποκλείσει τον κόσμο από τιςαισθήσεις του. Εστίασε το μυαλό του στην ανάμνηση της ροδαλής ταινίας που είχε αποτυπωθείπάνω στη λευκή επιδερμίδα της Σάμερ όταν τελικά έλυσε τις κάλτσες που συγκρατούσαν τουςκαρπούς της, πριν από μόλις τριάντα έξι ώρες, στη Νέα Υόρκη. Στην επιστροφή από τον ΚεντρικόΣιδηροδρομικό Σταθμό σκεφτόταν ότι θα ήθελε να τη δέσει, όμως η αποκάλυψη ότι φορούσεελαστικές κάλτσες και η όμορφη αντίθεση που σχημάτιζαν στο σημείο όπου έσφιγγαν το γαλακτερότοπίο των μηρών της, ακόμη και μετά, αφού φάνηκε πως δεν είχε εσώρουχο, τον αιφνιδίασανευχάριστα.

Προσπάθησε να θυμηθεί τον τρόπο που κάποιες φορές κρατούσε την ανάσα της όταν τηνπηδούσε, σαν να προσπαθούσε να συνταιριάξει το ρυθμό των κινήσεών του με το φούντωμα τουπάθους της. Ο Ντόμινικ το είχε παρατηρήσει κι άλλοτε, εκείνες τις πρώτες φορές στο Λονδίνο, όμωςτώρα συνειδητοποιούσε πως όλο αυτό αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι του ερωτικού χαρακτήρατης, έναν ασυναίσθητο εσωτερικό μηχανισμό που τη βοηθούσε να συντονιστεί στο ίδιο μήκοςκύματος με τον εραστή της. Το δίχως άλλο, το ίδιο έκανε και με άλλους άντρες, το είχε κάνει πολλέςφορές.

Έστρεψε το βλέμμα στο σώμα του, κάτω από τη ροή του ζεστού νερού που έτρεχε από το ντους.Το πέος του κυμάτιζε μεσίστιο, προς τιμήν της Σάμερ και των γλυκών αναμνήσεων που ξυπνούσεμέσα του. Το στεφάνι κάτω από τη βάλανο ήταν πιο κόκκινο απ’ ό,τι συνήθως, μάρτυρας τηςέντασης της πρόσφατης συνεύρεσής τους.

Αλήθεια έλεγε όταν της είπε πως τον έκανε να θέλει να της κάνει διάφορα πράγματα. Πράγματαάσχημα και γλυκά, τολμηρά και πρόστυχα, αποκαλυπτικά και τρυφερά, πράγματα στα οποία πολλέςγυναίκες θα αντιστέκονταν. Όμως η Σάμερ δεν ήταν όπως εκείνες οι γυναίκες. Ο πούτσος τουσκλήρυνε, διακόπτοντας τη ροή του υδάτινου πέπλου.

Προχθές, όταν περπατούσαν πιασμένοι αγκαζέ κατά μήκος της 42ης Οδού, είχαν προσπεράσειένα κατάστημα με ερωτικά είδη στην Μπρόουντγεϊ κατευθυνόμενοι προς το Νότο, ένα από ταελάχιστα που είχαν απομείνει στην πόλη μετά τις πρόσφατες αλλαγές. Η Σάμερ δεν το είχεαντιληφθεί, αλλά ο Ντόμινικ για μια φευγαλέα στιγμή βίωσε την ανάγκη να μπει μέσα και νααγοράσει κάτι που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει πάνω της, χειροπέδες ή κάτι ανάλογο. Ήταναπλώς μια παρόρμηση, όμως η λερή τζαμαρία και τα αμφιβόλου ποιότητος εμπορεύματα τουκαταστήματος έβγαζαν κάτι το φτηνό, ενώ παράλληλα φάνταζε κάπως προλεταριακό το να περάσειςχειροπέδες σε μια γυναίκα. Κατάφερε να αντισταθεί στην παρόρμηση και απέφυγε να επισκεφτεί τοκατάστημα, ωστόσο η σκέψη να τη δέσει είχε ριζώσει στο μυαλό του, και η αποκάλυψη ότι φορούσεκάλτσες με λάστιχο αποδείχτηκε κάτι παραπάνω από τέλεια, λες και είχε διαβάσει η Σάμερ το μυαλότου και του είχε παρουσιαστεί απολύτως έτοιμη για οτιδήποτε θα επέβαλλε η τολμηρή φαντασίατου.

Page 22: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Το ίδιο ίσχυε και στην περίπτωση της Κάθριν, της νεαρής παντρεμένης γυναίκας που είχεγνωρίσει πριν από χρόνια και η οποία, στη σύντομη διάρκεια της σχέσης τους, είχε βοηθήσει τονΝτόμινικ να συνειδητοποιήσει την τάση του προς την κυριαρχία.

Όπως η Κάθριν, έτσι και η Σάμερ διέθετε αυτή τη δύναμη να ξυπνά τα κρυμμένα φαντάσματα, νατα ανασύρει στην επιφάνεια, να του ψιθυρίζει χυδαία λόγια και να τον διαβεβαιώνει πως δεν τηνπείραζε, δε θα σοκαριζόταν ούτε θα αηδίαζε. Αφύπνιζε την κυριαρχική πλευρά της προσωπικότητάςτου, προκαλούσε τον Ντόμινικ να εκδηλώσει ό,τι χειρότερο έκρυβε μέσα του, απολύτως βέβαιη πωςήταν ικανή να το χειριστεί. Σε σημείο που τον έκανε να αναρωτιέται ποιος είχε στην πραγματικότητατον έλεγχο της κατάστασης.

Το μυαλό του ξέφυγε και ένα κουβάρι από σκέψεις έσπευσε να βγει στην επιφάνεια.Το σίγουρο ήταν πως ήθελε κάτι περισσότερο από το να τα έχει με τη Σάμερ –τι περίεργος

ευφημισμός κι αυτός– ή απλώς να την πηδάει. Την ήθελε απόλυτα, σώμα και μυαλό, όχι όμωςκτητικά, κι αυτό παρ’ όλα εκείνα τα απρόσμενα κεντρίσματα ερωτικής ζήλιας που είχε βιώσει όταντην είδε με τον Τζάσπερ ή όποτε τη φανταζόταν με άλλους άντρες. Δεν ήταν θέμα ιδιοκτησίας. Κάτιισχυρό μέσα του επιθυμούσε να δει ως ποιο σημείο ήταν ικανός να την οδηγήσει, μαζί και τον εαυτότου, τι είδους πόνους και ανάμεικτα συναισθήματα θα έρχονταν έτσι στο φως. Εκείνη λαχταρούσετην κυριαρχία του· αυτό ήταν ολοφάνερο.

Αποφάσισε πως αυτός ήταν ο τρόπος που θα συνέχιζε να φέρεται απέναντί της. Θα ήταν κάποιοςπου θα την έλεγχε, που θα την οδηγούσε σ’ εκείνο το ταξίδι. Και ποιος ο λόγος να αποκλειστούν τασυναισθήματα από αυτή τη διαδικασία;

Ναι, με τον τρόπο του ήξερε ήδη ότι την αγαπούσε, μα ήταν μια αγάπη ασφυκτική σε όλους τουςτομείς, απαίσια. Του έλεγε πως μια μέρα ίσως ήθελε να τη δει ξανά με έναν άλλο άντρα, όμως αυτήτη φορά έχοντας δώσει ρητά ο ίδιος την οδηγία, όχι απλώς από δικό της καπρίτσιο ή τυχαία.

Η σκέψη αυτή του προκαλούσε δυσφορία.Εντελώς ξαφνικά, ένιωσε την ανάγκη να βγει όπως ήταν από το ντους και να πάει αμέσως να της

τηλεφωνήσει, να της μιλήσει. Ήθελε να της ουρλιάξει μέσα από το ακουστικό, να της πει όλα εκείνατα άσχημα πράγματα που λαχταρούσε να κάνει μαζί της, πάνω της, να ανακουφιστεί από τοβάλσαμο της αποδοχής της. Όμως στο Μανχάταν θα ήταν ακόμη νύχτα, κι εκείνη πιθανότατα θακοιμόταν ήσυχη, σαν μια αθώα ψυχή, μετά την αναπόφευκτη κούραση των τελευταίων ημερών πουπέρασαν μαζί. Άλλωστε, ο Ντόμινικ ουδέποτε συγκινήθηκε από το τηλεφωνικό σεξ. Όνταςάνθρωπος που ζούσε από τις λέξεις, δεν έβρισκε κάποια συναισθηματική φόρτιση στην όληδιαδικασία· παραήταν εύκολο!

Άπλωσε το χέρι να πιάσει το σαπούνι κι άρχισε να πλένεται.

Οι μέρες πέρασαν σαν μέσα σε παραζάλη.Η ζωή προχωρούσε στον αυτόματο πιλότο, αφήνοντας πίσω της διαλέξεις, υποστηρικτικές

διδασκαλίες, βαθμολόγηση γραπτών, έρευνα, προετοιμασία για επόμενες διαλέξεις και άρθρα. ΟΝτόμινικ δεν έβλεπε το χρόνο να κυλά, καθώς καταπιανόταν με πράγματα της καθημερινότητας, μετις υποχρεώσεις της δημόσιας ζωής του.

Η επικοινωνία του με τη Σάμερ ήταν περιορισμένη. Όπως κι αυτός, έτσι κι εκείνη δεν αισθανότανάνετα με τις ατελείωτες τηλεφωνικές επαφές, σε σημείο που επικοινωνούσαν μέσω ηλεκτρονικούταχυδρομείου και γραπτών μηνυμάτων. Απρόσωπα, σχεδόν επαγγελματικά, μπαίνοντας κατευθείαν

Page 23: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

στο θέμα.Ήταν ένα σκληρό παιχνίδι. Εκεί που αυτή περίμενε να τον βρει τρυφερό, εκείνος αποδεικνυόταν

απόμακρος ή απαιτητικός. Ενώ τον ικέτευε να της δώσει εντολές, εκείνος φαινόταν αόριστος. ΟΝτόμινικ ήθελε να την κρατά σε ένταση. Ήθελε να έχει αυτός τον έλεγχο, διαρκώς. Να είναι οκυρίαρχος. Ήταν ένας ρόλος με τον οποίο είχε αρχίσει να εξοικειώνεται.

Λίγες μέρες αργότερα, ο Ντόμινικ έφευγε από το πανεπιστήμιο και κατευθυνόταν στο σταθμότου μετρό, χαμένος στις σκέψεις του, όταν άκουσε κάποιον να τον φωνάζει.

«Ντόμινικ;»Ήταν η Λόραλιν, η ξανθιά τσελίστρια την οποία είχε προσλάβει για να συνοδεύσει τη Σάμερ στο

κονσέρτο στην κρύπτη, πριν από τόσους μήνες. Την είχε ξεχάσει τελείως μετά από εκείνη τησύντομη τηλεφωνική συνομιλία που είχαν και που τελικά τον οδήγησε στη Νέα Υόρκη.

Πρέπει να τον περίμενε να ολοκληρώσει τη διάλεξή του. Στεκόταν στο δρόμο, έξω από το γκρίζοτούβλινο κτίριο, φορούσε μια μαύρη ίσια φούστα, με λάστιχο στη μέση, η οποία τόνιζε τις πλούσιεςκαμπύλες της, ψηλά τακούνια και μια άσπρη μπλούζα, κάτω από την οποία το κόκκινο σουτιέν τηςδιακρινόταν κάτι περισσότερο από καθαρά, μοιάζοντας να ασφυκτιά πίσω από το εξωτερικόύφασμα, με μια ένταση σχεδόν επιθετική. Η συνολική εικόνα ήταν συνειδητά προκλητική. Οιχρυσαφένιες μπούκλες της έπεφταν στους ώμους της, χωρίζοντας προσεκτικά το οβάλ πρόσωπό της,έτσι που θύμιζε τη Βερόνικα Λέικ.

Ο Ντόμινικ ενοχλήθηκε από αυτή την αναστάτωση στη ρουτίνα του, καθώς το μυαλό του είχεαπορροφηθεί ήδη από ένα άρθρο με το οποίο σχεδίαζε να αναμετρηθεί αμέσως μόλις έφτανε στογραφείο του σπιτιού του.

«Επέστρεψες από τη Νέα Υόρκη, βλέπω», είπε η Λόραλιν.«Ναι», απάντησε εκείνος. Δε θυμόταν αν της είχε πει ότι θα ταξίδευε ως εκεί, όμως τι σημασία

είχε;«Μου έκλεισες το τηλέφωνο την τελευταία φορά. Καθόλου ευγενικό».Την κοίταξε στα μάτια και ένιωσε πως είχε απέναντί του ένα σκανταλιάρη κυνηγό. Αποφάσισε να

παίξει για λίγο, να δει πού θα μπορούσε να οδηγήσει αυτή η κουβέντα.«Τη συνάντησες στη Νέα Υόρκη, έτσι δεν είναι;»«Ποια;»«Τη βιολονίστρια φίλη μας φυσικά», είπε η Λόραλιν. «Τι γίνεται, εξακολουθεί να είναι το

παιχνιδάκι σου;»«Δε θα το έθετα έτσι», αποκρίθηκε ο Ντόμινικ, κάπως αιφνιδιασμένος.«Πολύ θα ήθελα να ακούσω πώς θα το έθετες εσύ, Ντόμινικ», τον προκάλεσε η Λόραλιν.Ο Ντόμινικ ήταν έτοιμος να φύγει, εκνευρισμένος τόσο από την ενοχλητική οικειότητα που του

έδειχνε όσο και από τις λανθασμένες εικασίες της. Πώς ήταν δυνατό να έχει άποψη για το τισυνέβαινε ανάμεσα στη Σάμερ και τον ίδιο; Τότε θυμήθηκε ότι είχε επικοινωνήσει μαζί της οΒίκτορ, θυμήθηκε την ολοπρόθυμη συμμετοχή της στην κατάσταση που είχε σκηνοθετήσει εκείνοςστην κρύπτη, μια συμμετοχή πίσω από την οποία πλέον γνώριζε ότι κρυβόταν ο Βίκτορ. Παρότι δενείχε συζητήσει το θέμα με τη Σάμερ στο Μανχάταν, είχε την έντονη υποψία πως του κρατούσεκάποια μυστικά κι εκείνη. Το γεγονός ότι και ο Βίκτορ βρισκόταν στη Νέα Υόρκη δε θα μπορούσενα είναι σύμπτωση. Ο τύπος ήταν ύπουλος και πονηρός. Όμως η Σάμερ δε θα του υποτασσόταν.

Συγκράτησε τον εκνευρισμό του και τη ρώτησε: «Τι ακριβώς θέλεις;»«Να τα πούμε λιγάκι, τίποτα περισσότερο». Χαμογέλασε πονηρά. «Μην ανησυχείς, δε γουστάρω

Page 24: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

τους άντρες».Ο Ντόμινικ συμφώνησε, οπότε κατευθύνθηκαν σε ένα κοντινό μπαρ που διέθετε αίθουσα στον

πάνω όροφο, όπου, εκείνη την ώρα της μέρας, θα μπορούσαν να μιλήσουν χωρίς να υπάρχει πολύςκόσμος εκεί γύρω για να διακόψει τη ροή της συζήτησης.

«Λοιπόν, τι ακριβώς θέλεις να πούμε, Λόραλιν;»«Μου άρεσε το στιλ σου στην κρύπτη».«Τα είδες όλα;»«Όχι ακριβώς. Το ύφασμα με το οποίο ήταν δεμένα τα μάτια μου όμως ήταν αρκετά χαλαρό».«Κατάλαβα».«Τον ξέρω τον Βίκτορ. Είχε υποψιαστεί σε γενικές γραμμές τι είχες κατά νου για τη Σάμερ, οπότε

τα κανόνισε έτσι ώστε εγώ και τα άλλα δύο μέλη του κουαρτέτου να είμαστε διαθέσιμοι για τη φάσηπου οργάνωσες».

«Δηλαδή το ξέρατε όλοι;»«Όχι. Μονάχα εγώ και ο Βίκτορ... Είχαμε συμφωνήσει να του δώσω αναφορά», αποκάλυψε η

Λόραλιν, μ’ ένα αμήχανο χαμόγελο να διαγράφεται στα χείλη της.«Τον αλήτη», σφύριξε μέσα από τα δόντια του ο Ντόμινικ.«Μην το λες», αντέτεινε η Λόραλιν. «Απλά του αρέσει το παιχνίδι. Όπως και σε σένα. Αλλά και

σε μένα».«Με κολακεύεις που είσαι διατεθειμένη να με κάνεις δεκτό στον κύκλο σου».Ο Λόραλιν ήπιε μια γουλιά από το μποζολέ της. Το κόκκινο κρασί απλώθηκε σαν υγρό κραγιόν

πάνω στα σαρκώδη χείλη της.«Α, μα είσαι, Ντόμινικ... είσαι δικός μας. Περισσότερο απ’ όσο νομίζεις. Σε ορισμένους βγαίνει

φυσικά, σε άλλους τυχαία. Απλά δεν το συνειδητοποιείς πάντοτε από την αρχή. Κυρίαρχοι,υποταγμένοι, όλα αυτά προκύπτουν σταδιακά, σχεδόν χωρίς να το καταλαβαίνεις. Ώσπου φτάνει ημέρα που μπαίνεις απόλυτα στο ρόλο, τον αποδέχεσαι, ξεπερνάς κάθε αμφιβολία. Προκύπτει,βλέπεις, φυσικά, δεν καλλιεργείται».

«Ενδιαφέρουσα οπτική γωνία», αναγνώρισε ο Ντόμινικ, εξακολουθώντας να αισθάνεταιπεριέργεια για τις προθέσεις της. «Μήπως λοιπόν κρύβεται ο Βίκτορ πίσω από την απόφασή σου ναέρθεις να με βρεις;»

«Όχι, καμία σχέση», το αρνήθηκε η Λόραλιν. «Εγώ αποφάσισα να δω τι παίζει. Αν θες να ξέρειςπάντως, με τον Βίκτορ έχουμε χαθεί εδώ και καιρό. Βρίσκομαι σε σόλο αποστολή, τρόπον τινά».

«Πες μου», την προέτρεψε ο Ντόμινικ.Η Λόραλιν ανακάθισε στη θέση της και έγειρε στην πλάτη της καφέ δερμάτινης πολυθρόνας της,

κοιτάζοντάς τον με ένα παιχνιδιάρικο βλέμμα που χρωμάτιζε τα γοητευτικά χαρακτηριστικά τουπροσώπου της, ενώ απομάκρυνε μια τούφα ξανθών μαλλιών από τα μάτια της, με μια αρχοντικήκίνηση.

«Όχι, εσύ να μου πεις, Ντόμινικ. Πώς νιώθεις όταν έχεις του χεριού σου μια γυναίκα, όταν τηβάζεις να κάνει πράγματα που οι περισσότεροι κοινοί θνητοί θα αποδοκίμαζαν; Σε φτιάχνει, σουπροσφέρει ευχαρίστηση ή μήπως αισθάνεσαι αποστασιοποιημένος, σαν θεατής; Με ενδιαφέρει ναμάθω, να καταλάβω τι ακριβώς είσαι. Ή τι θα μπορούσες να γίνεις».

«Μεγάλη κουβέντα άνοιξες», απάντησε εκείνος, και σηκώθηκε για να φέρει και δεύτερο γύροποτών από το μπαρ του ισογείου.

Page 25: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Μου αρέσει να χρησιμοποιώ τους ανθρώπους», εξομολογήθηκε η Λόραλιν αργότερα εκείνη τημέρα, καθώς συνέχιζαν την κουβέντα τους γευματίζοντας στην Τσάιναταουν. «Έτσι αισθάνομαι ότιζω πραγματικά».

Δεν είχε προσπαθήσει να δικαιολογηθεί· ήταν μια απλή διαπίστωση, η οποία ούτε περηφάνια τηςπροκαλούσε ούτε κάποια απόλαυση της χάριζε. Μια εξήγηση.

Η αρχική αντίδραση του Ντόμινικ ήταν η άρνηση. Δεν μπορούσε να ισχύει το ίδιο και γιαεκείνον. Αγαπούσε τις γυναίκες. Δεν τους φερόταν άκαρδα, σωστά; Στη διαδικασία τηςαποπλάνησης, δεν έπαιζε μόνο η σεξουαλική απόλαυση, η απροκάλυπτη επιδίωξη της ευχαρίστησης,αλλά και μια βαθιά επιθυμία για επικοινωνία, για επαφή, η αποφασιστικότητα να μάθει ποια ήταν τακουμπιά της κάθε γυναίκας. Φτάνοντας στο σημείο να θέλει να καταλάβει πώς αισθανόταν εκείνη.

Αργότερα, ενώ στριφογύριζε ανήσυχος στο κρεβάτι του, ερεθισμένος και ταυτόχροναγοητευμένος από τα δαιμόνια που είχε σπείρει η Λόραλιν, δεν μπορούσε να εμποδίσει το μυαλό τουνα ανατρέξει στην Κάθριν και στις νέες επιθυμίες που είχε ξυπνήσει μέσα του.

Κι επίσης, σκέφτηκε, στις επιθυμίες που ξύπνησαν μέσα της και οι οποίες την είχαν σοκάρει σετέτοιο βαθμό ώστε, μετά το χωρισμό τους, όπως γνώριζε ο Ντόμινικ, όχι μόνο συνέχισε με τοσύζυγό της, αλλά και σε αντίδραση απέναντι στο δικό τους δεσμό ξεκίνησε μια εντελώς καινούριαζωή, μετακομίζοντας σε άλλο μέρος και λίγα χρόνια αργότερα φέρνοντας στη ζωή δίδυμα, μετά απόεξωσωματική. Εκείνη που, μπροστά του, πάντα εξέφραζε την απόλυτη περιφρόνησή της στην ιδέανα κάνει κάποτε παιδιά. Ήταν δυνατό η ανακάλυψη των δικών της τάσεων υποταγής, η αντίληψηπως αυτές την καθιστούσαν μια άλλη γυναίκα, οι κίνδυνοι που αυτό αποκάλυπτε να την ώθησαν νατραπεί σε φυγή; Έτσι ώστε να ξεφύγει από τα χέρια του;

Δεν αποκλείεται, κατέληξε, κι αναστέναξε.Όμως δεν μπορεί να ήταν δικό του το φταίξιμο, σίγουρα όχι. Ο πυρήνας της κυριαρχίας και της

υποταγής προϋπήρχε, κρυμμένος βαθιά μέσα στον Ντόμινικ και στην Κάθριν, πολύ πρινγνωριστούν. Σαν θράκα που περίμενε την απαλή πνοή κάποιας άγνωστης θεότητας για να επιστρέψειστη ζωή και να θεριέψει ξανά.

Αν δεν είχαν συναντηθεί, κατά πάσα πιθανότητα οι ζωές τους θα συνέχιζαν την απροβλημάτιστηροή τους, ακολουθώντας περισσότερο... συμβατικά κανάλια. Την πεπατημένη, όπωςσυνειδητοποιούσε.

Από τη στιγμή όμως που ο ασκός του Αιόλου άνοιξε, δεν υπήρχε τρόπος να συγκρατηθούνεκείνα τα συναισθήματα, αυτό ήταν κάτι που ο Ντόμινικ το γνώριζε με απόλυτη βεβαιότητα.Τουλάχιστον στο βαθμό που αφορούσε τον ίδιο. Απλώς δε γνώριζε πόση αυτοπειθαρχία και πόσοςπόνος είχε χρειαστεί ώστε να κλείσει η Κάθριν τα αφτιά της στο κάλεσμα των Σειρήνων, να τουγυρίσει την πλάτη τόσο αποφασιστικά και να επιστρέψει στην πεπατημένη. Η απάρνηση.

Του ήταν αδύνατο να κοιμηθεί. Οι σκόρπιες φωνές των πουλιών από τον κήπο έξω από τουπνοδωμάτιό του έφταναν μέσα από το παράθυρο στα αφτιά του, ενισχυμένες, εκκωφαντικές μέσαστη σιγαλιά. Εκ των υστέρων πλέον, θαύμαζε την αποφασιστικότητα της Κάθριν, τον τρόπο με τονοποίο είχε θυσιάσει τον εαυτό της. Δυστυχώς, ο Ντόμινικ ήξερε πως ο ίδιος δε διέθετε τέτοιαδύναμη. Έφερε το σημάδι της δαγκωνιάς, της αμετάκλητης μόλυνσης από κάποια σεξουαλικήμορφή βαμπιρισμού, κι είχε παραδοθεί οικειοθελώς στην αγκαλιά των στοιχειών του πάθους χωρίςδεύτερη σκέψη. Τα ένιωσε να παραδίνονται εκ νέου στις φλόγες την πρώτη φορά που συνάντησε τηΣάμερ.

Αυτή τη φορά, ο Ντόμινικ ήταν αποφασισμένος να κινηθεί σωστά. Εφόσον η Σάμερ λαχταρούσε

Page 26: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

πραγματικά να του υποταχθεί, τότε αυτό ακριβώς θα της πρόσφερε.Θα κατακτούσε την τέχνη της στοργικής κυριαρχίας, θα την οδηγούσε σε ένα ταξίδι μέσα από το

οποίο και οι δυο τους θα έβγαιναν άλλοι άνθρωποι. Σκληραγωγημένοι αλλά τρυφεροί,ισορροπώντας σε τεντωμένο σκοινί, συναρπαστικά ζωντανοί.

Ο νους του ανέτρεξε σ’ εκείνα τα χρόνια που μεσολάβησαν ανάμεσα στην Κάθριν και τη Σάμερ,στις εποχές της λαγνείας και της σκληρότητας. Ο κόμπος στο στομάχι του εντάθηκε, καθώς στομυαλό του αναδύονταν οι αναμνήσεις της τρέλας.

Εξερευνώντας τους σκοτεινούς, θολούς δρόμους του διαδικτύου, είχε περιηγηθεί σε χώρουςσυζήτησης και σε διάφορες ιστοσελίδες, είχε συναντήσει αμέτρητες γυναίκες που οι επιθυμίες τουςταίριαζαν με τις δικές του. Είχε απομνημονεύσει ένα εντελώς νέο λεξιλόγιο και μια γκάμα κρυφώνσυναντήσεων, έναν ιδιαίτερο κώδικα εναλλακτικής σεξουαλικότητας. Μερικές επαφές είχαναποδειχτεί λυτρωτικές, κάποιες αμήχανες και λιγότερο πετυχημένες, ορισμένες έφταναν στα όριατου κωμικού για τα μέτρα του Ντόμινικ, που διέθετε ανεπτυγμένη αίσθηση της ειρωνείας.

Ακόρεστος αναγνώστης, γνώριζε ήδη ορισμένες από τις πρακτικές και τις μεθόδους τουσαδομαζοχισμού, της κυριαρχίας και της υποταγής, όμως του έκανε εντύπωση το πόσο διαδεδομένηήταν αυτή η τάση, πίσω από τα καθημερινά προσωπεία του καθωσπρεπισμού. Ολόκληρος ο κόσμοςέμοιαζε να συμμετέχει, ένα παράλληλο σύμπαν, την ύπαρξη του οποίου ως τότε αγνοούσε παντελώςμέσα στην αθωότητά του. Άλλο πράγμα η φαντασία και άλλο η πραγματικότητα, με τη δεύτερη νααποδεικνύεται γεμάτη από ανείπωτες εκπλήξεις.

Τα χρόνια του στην ερημιά. Ο Ντόμινικ έκλεισε τα μάτια.

Ο άντρας τον οποίο είχε συναντήσει στο Groucho Club ήταν φίλος του φίλου ενός φίλου. Με κάποιοτρόπο, είχε μάθει από έγκυρη πηγή πως ο Ντόμινικ ήταν εντάξει τύπος.

«Όπως και να έχει, θα πρέπει να σε εγκρίνουν πρώτα κάποια άτομα», είχε πει ο άλλος άντρας.«Απολύτως κατανοητό», είχε απαντήσει ο Ντόμινικ.Ο άγνωστος είχε κάνει ένα τηλεφώνημα και, μία ώρα αργότερα, βρέθηκαν να κάθονται μαζί με

δύο άλλους. Καλοντυμένοι επιχειρηματίες, κοστουμαρισμένοι και γραβατωμένοι. Μερικά ποτάαργότερα, έγινε και επισήμως δεκτός.

«Πώς τις βρίσκετε;» ρώτησε ο Ντόμινικ.«Από το διαδίκτυο, από αγγελίες, από συστάσεις γνωστών...»«Από συστάσεις;»«Ούτε που φαντάζεσαι τι παίζει».«Τι να πω...»«Όλες τους απολύτως νορμάλ γυναίκες. Χρήματα δεν αλλάζουν χέρια, ποτέ».Ο άντρας που μιλούσε εξ ονόματος της ομάδας ήταν πενηντάρης. Νωρίτερα, είχε αναφέρει πως

πριν από μερικές εβδομάδες είχε επιστρέψει από τις διακοπές του, είχε γυρίσει με το ιστιοπλοϊκό τουτα παράλια της Τουρκίας. Ένας άλλος ήταν χειρουργός, ένας επιβλητικός έγχρωμος με καταγωγήαπό την Γκάνα, κι ο τρίτος είχε κάποια αδιευκρίνιστη αλλά σημαντική θέση στο Σίτι του Λονδίνου.

Συμφωνήθηκε πως ο Ντόμινικ θα προσκαλούνταν να συμμετάσχει στην επόμενη συνάντησήτους.

Βρέθηκαν στο μπαρ που λειτουργούσε στο κελάρι ενός μεγάλου απρόσωπου ξενοδοχείου πολύκοντά στο σταθμό Βικτόρια. Δύο άλλα μέλη της ομάδας βρίσκονταν ήδη εκεί, έπιναν μπίρες, όταν

Page 27: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

έφτασε ο Ντόμινικ. Συστάσεις δεν έγιναν.Η νεαρή γυναίκα έφτασε στο μπαρ δέκα λεπτά αργότερα, συνοδευόμενη από τον αρχηγό της

ομάδας. Μετά βίας θα την έκανες εικοσάρα, αν και, κοιτάζοντάς την καλύτερα στο μισοσκόταδο πουεπίτηδες επικρατούσε εκεί μέσα, διακρίνονταν μαύροι κύκλοι κάτω από τα ανοιχτά γκρίζα μάτια τηςκαι λεπτές ρυτίδες στο λαιμό της. Στην αρχή φάνηκε διστακτική, αν όχι ντροπαλή, όμως μετά απόμερικά ποτά χαλάρωσε και ανοίχτηκε. Ήταν φοιτήτρια νοσηλευτικής, όπως αποκάλυψε. Σεμετέπειτα συναντήσεις συμμετείχε και ένας πολύ μεγαλύτερος σε ηλικία υποδιευθυντής τράπεζας, οοποίος ταξίδευε επί τούτου από τη νότια ακτή, ενώ κάποια άλλη φορά μια ανύπαντρη μητέρα, ηοποία ήθελε να γίνει συγγραφέας και η οποία, όταν ανακάλυψε ορισμένες από τις μη ακαδημαϊκέςδημοσιεύσεις του, του ταχυδρόμησε μερικές από τις ιστορίες που δούλευε· αποδείχτηκαναπρόσμενα καλές. Κάποιες φορές η ομάδα έκλεινε το ξενοδοχείο στη Βικτόρια, όμως σε άλλεςπεριπτώσεις χρησιμοποιούσαν ένα ξενοδοχείο κοντά στην Ολντ Στριτ ή, σε μία περίπτωση, τουπόγειο ενός ξενοίκιαστου καταστήματος στην Ολντ Κόμπτον, στο οποίο είχε πρόσβαση ένας απότους άντρες της ομάδας μέσω της δουλειάς του. Τα ξενοδοχεία επιλέγονταν κατά κύριο λόγο επειδήσυγκέντρωναν πολύ κόσμο και επειδή η εικόνα πέντ’ έξι αντρών να μπαίνουν στο ασανσέρ πουοδηγούσε στους πάνω ορόφους μαζί με μία γυναίκα δε θα τραβούσε την προσοχή των υπολοίπων.

«Πρώτη σου φορά;» ρώτησε τη φοιτήτρια νοσηλευτικής, εκείνη την πρώτη νύχτα. Αυτό όσοβρίσκονταν ακόμη στο μπαρ. Δύο από τους άντρες της ομάδας είχαν πάει στην μπάρα για ναπαραλάβουν νέο γύρο ποτών.

«Ναι», είπε.«Και για μένα». Προσπάθησε να της χαμογελάσει.«Ωραία», απάντησε εκείνη.«Γιατί το κάνεις;» Δεν ήταν αυτή ακριβώς η ερώτηση που ήθελε να θέσει ο Ντόμινικ, όμως για

κάποιο λόγο οι λέξεις που σκόπευε πραγματικά να αρθρώσει δεν έλεγαν να βγουν από τα χείλη του.Φαινόταν τόσο νέα, έστω κι αν είχε κάποια σημάδια καταπόνησης.

«Ξέρεις, είναι μια φαντασίωση. Νομίζω πως όλες οι γυναίκες έχουν κάποια. Απλά θέλω να νιώσωαυτή την αίσθηση. Γελοίο, ε;»

«Όχι, καθόλου». Οι άλλοι επέστρεψαν, οπότε η συζήτησή τους τερματίστηκε απότομα.Μόλις πέρασαν όλοι στο δωμάτιο του ξενοδοχείου, έγδυσαν τη νεαρή νοσοκόμα χωρίς πολλά

πολλά. Είχε υπέροχα, στρογγυλά στήθη. Ψηλά και στητά. Είχε πάρει εντολή να ξυριστεί παντού καιείχε ακολουθήσει τις οδηγίες κατά γράμμα. Εσώρουχο δε φορούσε, μονάχα μαύρες κάλτσες πουέπιαναν με λάστιχο.

Ο αρχηγός της ομάδας κατέβασε το φερμουάρ του παντελονιού του, έφερε τον πούτσο τουμπροστά της και την ανάγκασε να γονατίσει. Τον πήρε στο στόμα της. Αυτό ήταν το σύνθημα για ναγδυθούν οι υπόλοιποι. Ο Ντόμινικ κοίταξε ολόγυρα τον ωκεανό της αντρικής σάρκας που τονκύκλωνε. Είχαν διάφορα σχήματα και μεγέθη, και με ικανοποίηση διαπίστωσε πως δεν ήταν ο πιομικρός ούτε ο πιο χοντρός. Κάποια συναισθήματα δεν άλλαζαν ποτέ όταν ήσουν μαζί με άλλους,παρότι εκείνος συνήθως ένιωθε σίγουρος για τον εαυτό του και άνετα με το σώμα του.

Όση ώρα εκείνη ρουφούσε λαίμαργα τον πρώτο της βραδιάς, οι άλλοι άρχισαν να την αγγίζουν,να την εξερευνούν λαίμαργα, να την πιέζουν, να τη χουφτώνουν σαν εκλεκτό κομμάτι κρέατος. Ταμόρια σκλήρυναν, άρχισαν να πετάγονται. Το βλέμμα του Ντόμινικ στράφηκε στο δωμάτιο, στοντόπο του εγκλήματος. Το παράθυρο έβλεπε προς ένα αδιάφορο πανόραμα οροφών της πόλης. Στοκομοδίνο έστεκε ένας μικρός σωρός από προφυλακτικά και διάφορα σωληνάρια με κρέμες και

Page 28: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

λιπαντικές ουσίες. Στο γραφειάκι κοντά στο ψυγείο κάποιος είχε αφήσει δύο μπουκάλια κρασί,κόκκινο, μαζί με τρία ποτήρια και μία κούπα. Ολόγυρα ήταν σκόρπια μερικά ερωτικά βοηθήματα,μεταξύ των οποίων κι ένας τερατώδους μεγέθους διπλός δονητής, ο οποίος σίγουρα δεν υπήρχεπερίπτωση να χωρέσει στις τρύπες οποιασδήποτε γυναίκας χωρίς να τις σκίσει, σκέφτηκε εκείνος.

Αποδείχτηκε ότι χωρούσε. Περίπου μία ώρα αργότερα, αφού την είχαν χρησιμοποιήσει διαδοχικάόλοι οι άντρες στο δωμάτιο και σε ορισμένες περιπτώσεις μαζί, δύο άντρες βάλθηκαν να μπήγουν τοδικέφαλο μαύρο δονητή στον κόλπο της κοπέλας, την ώρα που η άλλη άκρη του βυθιζόταν, πόντοπόντο, στον πρωκτό της. Η νεαρή νοσοκόμα βαριανάσαινε όση ώρα διαρκούσε η όλη διαδικασία,στημένη στα τέσσερα πάνω στο κρεβάτι, με το στόμα της καρφωμένο πάνω στο χοντρό πουλί ενόςμεγαλόσωμου κοκκινοτρίχη.

«Καλό κορίτσι», είπε κάποιος.Εν τω μεταξύ, ο Ντόμινικ είχε εξαντληθεί. Την είχε πηδήξει με κάθε τρόπο που θα μπορούσε να

φανταστεί, μάλιστα κάποια στιγμή την ένιωσε να πνίγεται καθώς ο σκληρός πούτσος του έβρισκεστο βάθος απ’ το λαρύγγι της, την ώρα που ο έγχρωμος γιατρός την κάρφωνε από πίσω και η κίνησητην έστειλε άθελά της περισσότερο μπροστά απ’ ό,τι υπολόγιζε.

Οι άλλοι συνέχιζαν ακάθεκτοι. Όταν δεν την πηδούσαν, της έδιναν να πιει κρασί, αργότερα νερό,το οποίο ζήτησε η ίδια, και κάποιος σκούπιζε τρυφερά το μέτωπό της όταν άρχισε να στάζει ιδρώταςαπό την έξαψη. Εκείνη δε διαμαρτυρήθηκε στιγμή, ούτε θέλησε να κάνουν κάποιο διάλειμμα. ΟΝτόμινικ παρατηρούσε τη σκηνή, προσπαθούσε να μπει στη θέση ενός αποστασιοποιημένουπαρατηρητή. Μία από τις κάλτσες της είχε σκιστεί πολύ, η άλλη είχε κουλουριαστεί γύρω από τοναστράγαλό της. Αν και στο πρόσωπο φαινόταν σπασμένη, εξακολουθούσε να είναι αρκετά όμορφηενώ οι άντρες της ομάδας σχημάτιζαν κύκλο γύρω από το κρεβάτι, παίρνοντας σειρά για να παίξουνμαζί της.

Ο Ντόμινικ κοίταζε τους άντρες που είχαν ζώσει την υποταγμένη γυναίκα. Αναρωτήθηκε πώς ναήταν η αίσθηση του να έχεις ένα πέος στο στόμα σου, τι γεύση να είχε, πώς γέμιζε το μέσα της. Πώςθα ήταν να είσαι γυναίκα. Το μυαλό του είχε μαγευτεί από την τόση ομορφιά της υποταγής κι από ταυπόγεια ρεύματα γοητείας και αυτοπροσδιορισμού που αυτό έφερνε στην επιφάνεια του σώματοςκαι της ψυχής μιας γυναίκας.

Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, στην καρδιά της πρώτης του παρτούζας, ο Ντόμινικ κατανόησεφευγαλέα πώς θα ήταν να είσαι υποταγμένος, και ήξερε πως, αν ήταν γυναίκα, θα ήταν κι αυτός μιαγυναίκα που θα χάριζε τον εαυτό της στους άντρες, σε αγνώστους.

Του προκαλούσε δέος το γεγονός ότι μια γυναίκα με τάσεις υποταγής μπορούσε, στηριγμένη στηδύναμη της σεξουαλικότητάς της, σχεδόν να ελέγξει μια τέτοια ξέφρενη κατάσταση.

Η νεαρή νοσοκόμα τσίριξε. Κάποιος το είχε παρακάνει. «Αρκετά», διαμαρτυρήθηκε.Παρ’ όλα αυτά, το αναψοκοκκινισμένο πρόσωπό της έλαμπε, σχεδόν εκστατικό.Οι άντρες σεβάστηκαν την επιθυμία της και απομακρύνθηκαν. Εκείνη κατέβηκε από το κρεβάτι

και άφησε πίσω της τα γυμνά σώματα.Χρησιμοποιημένα προφυλακτικά ήταν πεταγμένα ολόγυρα στη μοκέτα του δωματίου.«Νομίζω πως χρειάζομαι ένα ντους», είπε. Κοίταξε τριγύρω, τον κύκλο των σωμάτων που

έστεκαν κοντά στο κρεβάτι. «Απίθανο! Τι γλέντι κι αυτό», είπε γελώντας, και κατευθύνθηκε στομπάνιο.

Ντύθηκαν όλοι τους και ο ένας μετά τον άλλο έφυγαν από το δωμάτιο του ξενοδοχείου,αφήνοντάς την εκεί με τον αρχηγό της ομάδας, ο οποίος είχε την πρώτη επαφή μαζί της και την είχε

Page 29: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

συνοδεύσει ως εκεί.

Ο Ντόμινικ συμμετείχε σε άλλες πέντε παρτούζες που οργάνωσε εκείνη η ετερόκλητη ομάδα. Κανείςαπό τους άντρες που πήραν μέρος δε γνώριζε τα ονόματα των άλλων, και σύντομα ο Ντόμινικκατάλαβε τους άγραφους κανόνες του παιχνιδιού. Γιατί παιχνίδι ήταν, συναινετικό, παθιασμένο,ερωτικό. Η ομάδα κάλυπτε μια ανάγκη, και το εντυπωσιακό ήταν πως κάποιες από τις γυναίκεςεπέστρεφαν σε μερικές περιπτώσεις.

Κάθε φορά έλεγε στον εαυτό του πως δε θα πήγαινε στην επόμενη συνάντηση, αισθανότανντροπή, ενοχές, θυμό απέναντι στην ίδια του την παρόρμηση. Όμως όλοι οι άντρες υπακούουν στοκάτω κεφάλι, και ακόμη κι αν το άφηνε μέχρι την τελευταία στιγμή πριν επιβεβαιώσει τη συμμετοχήτου, τελικά εμφανιζόταν στην παμπ ή στο μπαρ όπου θα παρουσιαζόταν μία ακόμη καινούριακοπέλα.

Στην τελευταία παρτούζα που συμμετείχε, σ’ εκείνο το ξενοδοχείο κοντά στο σταθμό Βικτόρια,έπειτα από τις συναντήσεις στο ξενοδοχείο της Ολντ και στο υπόγειο της Ολντ Κόμπτον, ο Ντόμινικεξέπληξε τον εαυτό του επιτρέποντας στη σκοτεινή πλευρά του να κυριαρχήσει.

Η γυναίκα ήταν μια βιβλιοθηκάριος από το Χάι Γουίκομπ και συνέχιζαν να την απολαμβάνουνόπως ήθελαν, όταν ένα μέλος της ομάδας κατέβηκε στο μπαρ του ξενοδοχείου για να φέρει μερικάακόμη ποτά και επέστρεψε με μια άλλη γυναίκα. Κάπως είχε καταφέρει να την ξελογιάσει σε χρόνορεκόρ ή τουλάχιστον να την πείσει να ανέβει στο δωμάτιο. Η νεοφερμένη δεν έδειξε να εκπλήσσεταιαπό την εικόνα έξι γυμνών αντρών να κινούνται λάγνα γύρω από το γυμνό κορμί μιας μικρότερηςγυναίκας, με τα καυλιά τους στητά σαν κοντάρια, αναμαλλιασμένοι. Ενημέρωσε ότι θα προτιμούσενα μη συμμετάσχει και ότι ήθελε απλώς να παρακολουθήσει.

Εκείνη την ώρα, η γυναίκα που αποτελούσε τη βασική ατραξιόν της βραδιάς ήταν πεσμένη σταγόνατα, στο χείλος του κρεβατιού, και μπούκωνε τον πούτσο του Ντόμινικ, ο οποίος καθόταν μετους μηρούς όσο έπαιρνε ανοιχτούς. Είχε αρχίσει να κουράζεται, μαλάκωνε. Η γυναίκα από το μπαρπαρακολουθούσε και τους δύο, κρατώντας ένα ποτήρι με τζιν, με βλέμμα ζωηρό και χείλη υγράκαθώς εστίαζε στις κινήσεις τους. Εκείνος απέφυγε να την κοιτάξει, ξεκόλλησε το πρόσωπο τηςβιβλιοθηκάριου από τον καβάλο του πιάνοντάς την από τα μαλλιά και ανακάθισε κάπως.

«Γλείψε με», διέταξε ο Ντόμινικ τη νεαρή γυναίκα, με φωνή που αιφνιδίασε ακόμη και τον ίδιο.Έπιασε μια ζώνη που ήταν πεσμένη στο κρεβάτι, παρατημένη εκεί από ένα προηγούμενο ερωτικόπαιχνίδι, και την πέρασε στο λαιμό της σαν κολάρο.

Εκείνη υπάκουσε και, για μια στιγμή, ο Ντόμινικ θαρρείς και βγήκε από το σώμα του κι έγινε κι οίδιος παρατηρητής της σκηνής, σαν να την έβλεπε από μακριά, αποστασιοποιημένος.

Ήταν το σεξ στην πιο βασική του μορφή.Δεν υπήρχε καμία ανάγκη για ερωτικά αξεσουάρ και βοηθήματα, καμία ανάγκη για λόγια, να τον

αποκαλεί «αφέντη» ή οτιδήποτε άλλο.Η έξαψη ήταν εκτυφλωτική.Μια γυναίκα ανάμεσα στα πόδια του. Μια δεύτερη να παρακολουθεί.Δέκα λεπτά αργότερα, είχε ντυθεί και εγκατέλειπε τρέχοντας το λόμπι του ξενοδοχείου, κάνοντας

νόημα σε ένα ταξί.«Πήγαινέ με στο Χάμπστεντ», είπε στον οδηγό.«Πού ακριβώς;» ρώτησε ο ταξιτζής. «Είναι μεγάλο μέρος το Χάμπστεντ».

Page 30: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Θα αποφασίσω όταν φτάσουμε εκεί».Η βραδινή κίνηση ήταν λιγοστή, έτσι σύντομα διέσχισαν τη Μέριλεμπον, πέρασαν από το

Ρίτζεντς Παρκ και έφτασαν στο Κάμντεν Τάουν κι από εκεί στο Μπελσάιζ Παρκ.«Στρίψε δεξιά μετά το Ρόγιαλ Φρι», έδωσε εντολή ο Ντόμινικ.«Ό,τι πεις, κύριος».Ζήτησε από το ταξί να σταματήσει όταν έφτασαν στη λιμνούλα δίπλα στο Jack Straw’s Castle, τη

γνωστή παμπ.Το μυαλό του ήταν ανταριασμένο.Από τη μια πλευρά, αισθανόταν πραγματικά σοκαρισμένος από τις ίδιες τις πράξεις του: το

κτηνώδες σεξ, την αδιαφορία, το κενό. Εικόνες γυναικών, αντρών, καυλιά, οι ζωώδεις ήχοι μιαςσυνεύρεσης χωρίς συναίσθημα. Από την άλλη, ένιωθε την έξαψη της κυριαρχίας να διατρέχει τοσώμα του, σαν ναρκωτική ουσία που κυλούσε στις φλέβες εθισμένου.

Για μια στιγμή, μπήκε στον πειρασμό να περάσει στο άλσος δίπλα στο χώρο στάθμευσης τηςπαμπ, μια περιοχή διαβόητη ως χώρος όπου ψωνίζονταν οι γκέι. Αισθανόταν μια ανεξήγητη επιθυμίανα ανακαλύψει τι σημαίνει να σε τρυπάνε, να σε χρησιμοποιούν, λες κι αυτό θα τον βοηθούσε νακαταλάβει καλύτερα τις γυναίκες που πηδούσε. Παράνοια! Έκανε δυο βήματα προς τη μια μεριά,ύστερα προς την άλλη, δίστασε και τελικά με αργό βήμα πήρε το δρόμο για το σπίτι.

Ήταν περασμένα μεσάνυχτα όταν έφτασε ο Ντόμινικ στα πέτρινα σκαλοπάτια που οδηγούσανστο κατώφλι του. Θα μπορούσε να είχε σταματήσει ένα άλλο ταξί, όμως το περπάτημα τον είχεβοηθήσει να ηρεμήσει.

Μία εβδομάδα αργότερα, άρχισε να βλέπει μια πρώην φοιτήτριά του, την Κλαούντια, και διέκοψεκάθε επαφή με την ομάδα. Ίσως, πάλι, η απόφαση να ήταν των άλλων και να έπαψαν να τονπροσκαλούν στις κάπως ιδιαίτερες συναντήσεις τους.

Το σεξ με την Κλαούντια ήταν καλό, ξεκάθαρο, υγιές μέσα στην έντασή του. Εκείνη αποδεχόταντις ανάγκες του, τον έλεγχο που αποζητούσε, δέχτηκε ευχαρίστως τις παραλλαγές, τιςιδιαιτερότητες, για κάποιο λόγο δεν τις έκανε ζήτημα, και για ένα διάστημα ο Ντόμινικ νόμισε πωςείχε κυριαρχήσει πάνω στη σκοτεινή πλευρά του, πως είχε βάλει φρένο στους βαθύτερους,παράλογους πόθους του. Ήξερε όμως πως κάτι έλειπε... μέχρι που είδε τη Σάμερ να παίζει τοταλαιπωρημένο βιολί της στο σταθμό του μετρό, οπότε η φωτιά μέσα του είχε θεριέψει και πάλι.

«Λοιπόν, πόσο καλά γνωρίζεις τη Σάμερ; Και τον Βίκτορ;» ρώτησε ο Ντόμινικ, την ώρα που ηΛόραλιν καθόταν πάνω στην κουβέρτα που είχε φέρει μαζί και είχε απλώσει στο γρασίδι τουΡίτζεντς Παρκ.

Εκείνη του είχε προτείνει το πικνίκ. Ο καιρός, σύμφωνα με τους μετεωρολόγους, θα ήταν ζεστόςαυτό το Σαββατοκύριακο, ένα μικρό διάλειμμα ηλιοφάνειας πριν από την απειλή του φθινοπώρου.Πόσο γρήγορα άλλαζαν οι εποχές, αναλογίστηκε, έτσι που το μυαλό του πήγε στο έργο τουΒιβάλντι. Είχε περάσει σχεδόν ένας χρόνος από εκείνο το μοιραίο απόγευμα, όταν πέρασε από τοσταθμό του μετρό στο Τότεναμ Κορτ Ρόουντ κι άκουσε τη μεθυστική μουσική ενός βιολιού νααπλώνεται στη στοά, οπότε μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα μαγεύτηκε από τη Σάμερ, τη μουσικήτης, τον τρόπο με τον οποίο ερμήνευε τις νότες.

«Με τον Βίκτορ μια απλή γνωριμία είχαμε, ας πούμε πως για κάποια χρόνια ήμασταν συνένοχοι

Page 31: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

στις μικρές μας απολαύσεις. Γνωριστήκαμε σ’ ένα πάρτι και προσφέρθηκε να με βοηθήσει ναοργανώσω μερικές καταστάσεις. Φαντάζομαι πως διέκρινε σε μένα μια επιθετική τάση. Είναιεπικίνδυνος άνθρωπος, ξέρεις. Χρησιμοποιεί τους άλλους. Κρύβει μέσα του έναν ισχυρό, εκδικητικόπυρήνα... Πάντως, έχει γερές διασυνδέσεις. Κι εκτός αυτού, είναι έμπειρος».

«Και η Σάμερ;»«Μόνο μία φορά βρεθήκαμε μετά από εκείνο το ιδιαίτερο κονσέρτο στην κρύπτη, όταν την

έβαλες να σου παίξει γυμνή. Τη βρήκα –πώς να το θέσω;– ενδιαφέρουσα».«Και μετά;» ρώτησε ο Ντόμινικ. «Έγινε κάτι με σας τις δύο;»«Δυστυχώς όχι», ομολόγησε η Λόραλιν. «Δε νομίζω πως την ενδιαφέρει αυτό. Ίσως να δοκίμαζε

κάτι στο χαλαρό, στα σοβαρά όμως δεν υπάρχει περίπτωση. Τον ξέρω τον τύπο της πάντως. Είναισαν το έντομο που πηγαίνει τυφλά στο φως. Επίσης επικίνδυνο άτομο. Νομίζει πως έχει τον έλεγχο,αλλά μερικές φορές πέφτει εντελώς έξω. Βλέπει το δέντρο, μα χάνει το δάσος, δε συνειδητοποιεί τοκίνητρό της. Ακόμη δεν έχει συμφιλιωθεί πλήρως με τα θέλω της. Πιστεύει πως είναι μοντέρνα καιδυναμική, όμως το πιο εύκολο πράγμα είναι να λες ψέματα στον εαυτό σου. Έτσι δεν είναι,Ντόμινικ;»

Για μία ακόμη φορά η κακία στο βλέμμα της ήταν φανερή και ταυτόχρονα συνένοχη.Η Λόραλιν έβγαλε δύο πλαστικά κύπελλα και τα γέμισε προσεκτικά με καφέ από το θερμός που

είχε φέρει μαζί της στο πάρκο, μέσα σε ένα ψάθινο καλάθι. Ο Ντόμινικ είχε αναλάβει τα σάντουιτς.Λίγο πιο κάτω από το σημείο όπου κάθονταν, κατά μήκος του δρόμου που χώριζε το πάρκο σταδύο, παιδιά στη σειρά που έκαναν σαματά κατευθύνονταν προς τον κοντινό ζωολογικό κήπο.

«Τι συνέβη; Όταν συναντήθηκε μαζί σου;»«Παίξαμε. Κάλεσα ένα από τα δικά μου παιχνιδάκια, έναν άντρα. Νομίζω πως της άρεσε,

μπόρεσε να δει κάποιες νέες παραλλαγές».«Κατάλαβα».«Όπως σου είπα, τον ξέρω τον τύπο της. Έχω συναντήσει κι άλλες σαν κι αυτή, παλιότερα. Είναι

ο χειρότερος εχθρός του εαυτού τους. Έτσι και τις αφήσεις να κάνουν τα δικά τους, έχουν την τάσηνα παρασύρονται από κάθε λογής πειρασμούς. Η περηφάνια τους τις κάνει ό,τι θέλει, σαν να τιςσέρνει από τη μύτη».

«Αλήθεια;» σχολίασε ο Ντόμινικ, εν μέρει ενοχλημένος από τον τρόπο με τον οποίο η Λόραλιναποφαινόταν για την ψυχολογία της Σάμερ ενώ εκείνος ακόμη δυσκολευόταν να συμφιλιωθείαπόλυτα με τον εαυτό του.

Η Λόραλιν δάγκωσε μια μπουκιά από ένα σάντουιτς με αβγό, μαγιονέζα και μαρούλι.«Αν σου αρέσει τόσο πολύ», επισήμανε η Λόραλιν, «στη θέση σου δε θα την άφηνα μόνη της

στη Νέα Υόρκη, ή και οπουδήποτε αλλού, τώρα που το λέμε. Θα τη χάσεις».«Από τον Βίκτορ;»«Πιθανόν. Όμως δεν είναι ο μόνος λύκος που κυκλοφορεί. Η Σάμερ ανήκει σ’ εκείνη την

κατηγορία των ατόμων με τάσεις υποταγής που μπορεί να γυαλίσει και σε μερικές δικές μας, που θαήθελαν ίσως να τη σπάσουν».

«Να τη σπάσουν;»«Τον τσαμπουκά εννοώ. Είναι δυνατός χαρακτήρας, αυτό το παραδέχομαι, όμως κανείς δεν είναι

θωρακισμένος απέναντι σε κάποιες πιέσεις. Έχω την αίσθηση πως η Σάμερ είναι αρκετά χαλαρή ωςπρος το πώς χρησιμοποιεί ή πώς επιτρέπει να χρησιμοποιούν οι άλλοι το σώμα της, οπότε τακυρίαρχα άτομα θα στοχεύσουν κατευθείαν το μυαλό της. Εκεί είναι που θα προσπαθήσουν να την

Page 32: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

υποτάξουν στη βούλησή τους. Κι από τη στιγμή που θα σπάσει, είναι αδύνατο να ενώσεις ξανά τακομμάτια. Δε συνειδητοποιεί, τουλάχιστον δεν το νομίζω, πως πέρα από ένα συγκεκριμένο σημείοδεν υπάρχει επιστροφή».

«Πολύ μελοδραματικά τα περιγράφεις, Λόραλιν».«Μπορεί... Όμως η κυριαρχία έχει πολλές μορφές, Ντόμινικ. Για κάποιους, έχει να κάνει με την

άσκηση εξουσίας. Για κάποιους άλλους, είναι απλώς ένα παιχνίδι...»Τη διέκοψε, θέλοντας να διατυπώσει την άποψή του. «Προσωπικά, δε με ενδιαφέρει η εξουσία,

και θεωρώ πως με τη Σάμερ είναι κάτι περισσότερο από ένα απλό παιχνίδι. Θέλω να είναι δυνατή.Δεν έχω καμία διάθεση να της σπάσω τον τσαμπουκά, όπως το έθεσες. Θέλω να τη δω ναεξελίσσεται, να συμφιλιώνεται με τη φύση της. Αυτό απολαμβάνω, όχι τον έλεγχο. Την αποδοχήτων συναισθημάτων της...»

«Σε επικίνδυνες γειτονιές κυκλοφορείς, Ντόμινικ. Κάποιοι δε θα δίσταζαν να χρησιμοποιήσουνμια ενοχλητική λέξη που αρχίζει από άλφα για να περιγράψουν αυτή την κατάσταση».

«Κι εσύ;» τη ρώτησε. «Με αυτούς που παίζεις, που ελέγχεις, ό,τι τους κάνεις τέλος πάντων, τιακριβώς επιδιώκεις;»

«Είναι ένα παιχνίδι βούλησης. Κάποιες φορές γίνεται σκληρό, αλλά δεν παύει να είναι παιχνίδι.Που λες, νόμιζα ότι ανήκαμε στο ίδιο στρατόπεδο, όμως κρύβεις μια τρυφερότητα μέσα σου,Ντόμινικ. Το καταλαβαίνω τώρα. Αξιοθαύμαστο το βρίσκω. Δεν ακολουθείς ξερά τα προστάγματατου καυλιού σου».

«Ελπίζω πως όχι. Αν και δε θα ήθελα να αγνοήσω υπερβολικά τις επιθυμίες του». Χαμογέλασε.«Ό,τι κι αν γίνει, Ντόμινικ, θα ήθελα να είμαστε φίλοι, ξέρεις».«Καλό θα ήταν αυτό».«Με τον Βίκτορ το θέμα ήταν μονίμως ο επόμενος στόχος· ήταν ακόρεστος. Στην αρχή το

έβρισκα διασκεδαστικό, αλλά κρύβει μια κακία μέσα του, μια βαθιά επιθυμία να ελέγξει απόλυτα ταάτομα που βάζει στο στόχαστρό του, να τα καταστήσει σκλάβους των επιθυμιών του. Ναπροσέχεις».

«Θα προσέχω», είπε ο Ντόμινικ.Ήταν αρκετές μέρες που προσπαθούσε να επικοινωνήσει με τη Σάμερ στη Νέα Υόρκη, όμως το

τηλέφωνό της τον έστελνε διαρκώς στον τηλεφωνητή, ό,τι ώρα κι αν ήταν στο Μανχάταν, έτσι είχεαρχίσει να ανησυχεί κάπως. Του είχε υποσχεθεί να τον κρατά ενήμερο για τις περιπέτειές της εκεί,αλλά μέχρι στιγμής τα νέα είχαν αποδειχτεί μάλλον κοινότοπα και αδιάφορα. Λειψά ίσως;

«Έχω κανονίσει ένα πάρτι για αύριο, με έναν δυο δικούς μου, αλλά έλεγα να διευρύνω λίγο τονκύκλο μας. Θα σε ενδιέφερε να έρθεις; Να παρακολουθήσεις ίσως;» τον ρώτησε η Λόραλιν.

«Δε θα είχαν αντίρρηση οι... θαυμαστές σου να είναι παρών ένας άγνωστος;» θέλησε να μάθειεκείνος.

«Καμία απολύτως. Ξέρουν πώς να υπηρετούν και να κάνουν αυτό που τους λένε. Αν καιφαντάζομαι πως δε σου λέει κάτι το να χρησιμοποιείς άντρες, σωστά; Παραπάει κάπως;»

«Ακριβώς», τόνισε ο Ντόμινικ, κρύβοντας από τη Λόραλιν το γεγονός πως είχε σκεφτεί να τοδοκιμάσει, να βρεθεί ο ίδιος στη θέση του παθητικού, προκειμένου να κατανοήσει καλύτερα πώςαισθάνεται ένα άτομο με τάσεις υποταγής, όχι γιατί έτεινε προς τα εκεί. Σύμφωνα με όσαακούγονταν στους κύκλους τους, πολλοί κυρίαρχοι υποτίθεται πως είχαν περάσει από τη θέση τωνυποταγμένων. Τους βοηθούσε να αντιληφθούν καλύτερα τη δυναμική αυτής της σχέσης. Τοπρόβλημα ήταν πως δεν τον έλκυαν οι άντρες. Τον γοήτευαν τα καυλιά τους, ναι, όχι όμως τα

Page 33: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

πρόσωπα ή οι προσωπικότητές τους. Έτσι, το να παρακολουθήσει θα είχε ενδιαφέρον, ενδεχομένωςνα αποδεικνυόταν και επιμορφωτικό, αλλά για κάποιο λόγο ήξερε πως δεν ήταν ακόμη έτοιμος γιακάτι τέτοιο.

«Κάποια άλλη φορά ίσως», απάντησε, φροντίζοντας να μην απορρίψει την πιθανότηταμελλοντικά. Εκείνη την ώρα οι σκέψεις του εστιάζονταν στη Σάμερ και στον κυκλώνα των λάγνωνπροθέσεων που εκείνη έφερνε στην επιφάνεια της φαντασίας του.

«Κρίμα», σχολίασε η Λόραλιν. «Θα ήταν ωραίο να είχαμε καινούρια συντροφιά. Θα μπορούσανα σου μάθω πολλά», συμπλήρωσε.

«Επ’ αυτού δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία».«Θα έλεγα πως δεν είσαι άτομο που το ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τα βοηθήματα, έτσι δεν είναι;»«Το ένστικτό σου έπεσε διάνα», επιβεβαίωσε ο Ντόμινικ.«Ο Βίκτορ είναι», συνέχισε η Λόραλιν. «Πάρα μα πάρα πολύ. Ξετρελαίνεται με τις μπάρες που

κρατούν τα πόδια ανοιχτά, ναι. Εγώ, πάλι, έχω διαπιστώσει πως με τις γυναίκες λειτουργούν καλά,αλλά οι άντρες για κάποιο λόγο παθαίνουν συνέχεια κράμπες. Οι περισσότεροι δηλαδή. Κάποιοι,ειδικά οι γκέι, αντέχουν τα πάντα. Βέβαια, δε συναντώ πολλούς τέτοιους· έχουν δικές τους ομάδεςκαι συνήθειες μάλλον», πρόσθεσε, σαν υστερόγραφο, κι ο Ντόμινικ σκέφτηκε πως υπήρχε μια χροιάστεναχώριας στη φωνή της όταν αποκάλυψε τούτη τη σκέψη.

Ο ήλιος του μεσημεριού περνούσε από πάνω τους και μια αύρα ίσα που χάριζε κάποια κίνησηστις φυλλωσιές των δέντρων τριγύρω. Η Λόραλιν σκούπισε ένα ψίχουλο από την άκρη τουστόματός της.

«Όμορφα δεν είναι;» είπε στον Ντόμινικ, ρίχνοντας μια ματιά στον ήλιο. Εκείνος είχε βγάλει τολινό σακάκι του. «Μάλλον είναι η τελευταία ζεστή μέρα που θα δούμε φέτος. Λονδίνο, ε; Λατρεύωτον ήλιο».

Της χαμογέλασε.Τα ξανθά μαλλιά της έπεφταν στους ώμους της. Τεντώθηκε, ανακάθισε λίγο και με μια γρήγορη

κίνηση έβγαλε την εφαρμοστή εμπριμέ μπλούζα της. Δε φορούσε σουτιέν από κάτω. Το βλέμμα τουπήγε πάνω στις διακριτικά τρυπημένες ρώγες της, στην έξοχη απόχρωση του ροζ που επιδείκνυαναβίαστα, κι ύστερα σε ένα μπλε τατουάζ, ένα κινέζικο ιδεόγραμμα καλλιγραφημένο στον αριστερότης ώμο. Η Λόραλιν ξάπλωσε μπρούμυτα, έβγαλε το ξεθωριασμένο καυτό τζιν σορτσάκι πουφορούσε και αφέθηκε να απολαύσει τον ήλιο φορώντας μόνο το μικροσκοπικό στρινγκ της. Οιλόφοι των οπισθίων της έμοιαζαν με γεωμετρική συμφωνία που διέγραφε μια τέλεια καμπύλη μεμαθηματική ακρίβεια. Η γραμμή του λάστιχου ήταν ελαφρά στραβή, έτσι που φαινόταν από τογενικό μαύρισμα πως ήταν απολύτως συνηθισμένη να κάνει ηλιοθεραπεία γυμνή.

Κάποιοι περαστικοί άντρες άρχισαν να επιβραδύνουν ώστε να ξεκλέψουν για λίγο περισσότερομια ματιά καθώς περνούσαν από το μονοπάτι που βρισκόταν πιο κοντά στο γρασίδι, την ώρα που οιδιάφορες οικογένειες στο πάρκο τούς έριχναν οργισμένα βλέμματα. Ο τρόπος με τον οποίο ηΛόραλιν είχε ξαπλώσει εκεί είχε κάτι το εξόχως προκλητικό, με τη γυμνή της πλάτη και τακωλομάγουλά της να σιγοψήνονται στον ήλιο.

Ήταν ξεδιάντροπη, και το ήξερε.Έτσι όπως ήταν ξαπλωμένη, με τα πόδια διάπλατα ανοιχτά, σε δημόσιο πάρκο, από κάποια

απόσταση θα έκανε τους άλλους να νομίζουν πως ήταν ολόγυμνη.Προτού γυρίσει μπρούμυτα η Λόραλιν, ο Ντόμινικ είχε παρατηρήσει τον τρόπο που το λεπτό

ύφασμα του εσωρούχου της κολλούσε πάνω στην επιδερμίδα της και τη βαθιά εσοχή του μουνιού

Page 34: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

της να διαγράφεται από κάτω.Του άρεσε η Λόραλιν, και θεωρούσε ότι, αν είχαν την ευκαιρία, θα μπορούσαν να γίνουν

πραγματικά καλοί φίλοι.Έβγαλε το πουκάμισό του, θέλοντας με τη σειρά του να απολαύσει την τελευταία ηλιόλουστη

μέρα της χρονιάς.Σύντομα είχαν αποκοιμηθεί και οι δύο, παραδομένοι στη νωχελική αγκαλιά της φθινοπωρινής

ζέστης.Ο Ντόμινικ όμως ονειρευόταν τη Σάμερ, όχι τη Λόραλιν.

Page 35: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

3

Το Ρομάντζο των Σκοινιών

ΟΙ ΣΚΙΕΣ ΕΙΧΑΝ ΑΡΧΙΣΕΙ να πέφτουν πάνω στο μικρό περιφραγμένο κήπο έξω από το ακόμημικρότερο παράθυρό μου, στο διαμέρισμα του Ιστ Βίλατζ, και το φως που απέμενε μετά βίας φώτιζετο σώμα μου στον καθρέφτη, έτσι που, όπως φορούσα τον κορσέ, είχα μια σχεδόν μουμιοποιημένηόψη, σαν αλλόκοτη γυναίκα βγαλμένη μέσα από κάποιο βικτοριανό καμπαρέ.

Το ρούχο πίεζε την επιδερμίδα μου, κλείνοντάς τη μέσα στην ατσάλινη αγκαλιά του.Χαλάρωσα τα κορδόνια στην πλάτη και έσκυψα προς τα εμπρός, βγάζοντας προσεκτικά τα

μεταλλικά στεφάνια από τα βύσματα που συγκρατούσαν το όλο κατασκεύασμα στην μπροστινήπλευρά. Οι μπανέλες είχαν αφήσει μια ενδιαφέρουσα σειρά από σημάδια πάνω στο κορμί μου, ένασχέδιο σε στιλ αρ ντεκό, αποτελούμενο από συμμετρικές εσοχές οι οποίες εκτείνονταν κατά μήκοςτης μέσης μου και έφταναν μέχρι τα στήθη μου, κατακόκκινες πάνω στη λευκή επιδερμίδα μου.

Οι συγκάτοικοί μου κι εγώ είχαμε μόλις επιστρέψει από μια δωρεάν υπαίθρια συναυλία στηΓιούνιον Σκουέρ, στο πλαίσιο μιας μηνιαίας σειράς άτυπων εκδηλώσεων προς τιμήν Αμερικανώνσυνθετών, ενόψει του επικείμενου εορτασμού των Ευχαριστιών. Ήταν αρχές Νοεμβρίου και ο ήλιοςείχε αρχίσει να δύει νωρίτερα στον ουρανό, με την απουσία του να σηματοδοτεί την άφιξη μιαςτσουχτερής φθινοπωρινής ψύχρας. Σύντομα θα φεύγαμε για να πάμε σε κάποιο από τα μπαρ πουλειτουργούσαν στις ταράτσες του Μίνταουν, προκειμένου να απολαύσουμε όσο περισσότερογινόταν τη βραδινή ατμόσφαιρα πριν απλώσει ο χειμώνας τα παγερά χέρια του πάνω από την πόλη,αφήνοντας έξω μονάχα τους πλέον αποφασισμένους καπνιστές.

Είχα παίξει βιολί δεμένη σφιχτά μέσα στο μαύρο κοφτό κορσέ που μου είχε αγοράσει ο Ντόμινικκαι μου είχε δώσει εντολή να φορέσω σε ένα από τα πάρτι της Σάρλοτ στο Λονδίνο, με τοεσώρουχο να κρατά το στήθος, καθώς και άλλα μέρη του σώματός μου, ζεστό κάτω από το λεπτόμαύρο πλεχτό φόρεμα που είχα φορέσει από πάνω.

Μου φαινόταν σαν να είχαν συμβεί όλα αυτά σε μια άλλη ζωή, ήταν μία από τις πρώτες μουεμπειρίες στον εναλλακτικό ερωτικό χώρο, όταν είχα ντυθεί και λειτουργήσει σαν υπηρέτρια εκείνοτο βράδυ σε μια προσπάθεια να ανακαλύψω πώς ένιωθα σε ένα ρόλο υποταγής ακολουθώντας τιςεντολές άλλων και όχι του Ντόμινικ.

Η συμπεριφορά μου ήταν αδύνατο να αναλυθεί μετά από εκείνη την εκδήλωση, γιατί ντυμένη μεαυτά τα ρούχα και απαντώντας στο χτύπημα ενός κουδουνιού που εκείνος είχε δώσει στουςκαλεσμένους για να με ειδοποιούν αισθανόμουν σαν να ακολουθούσα τις δικές του οδηγίες και όχιτων ανθρώπων που ζητούσαν λίγο ακόμη γλυκό ή να τους ξαναγεμίσω το ποτήρι.

Μου έλειπε τρομερά, περισσότερο απ’ ό,τι θα περίμενα και σίγουρα περισσότερο απ’ όσο θα τουομολογούσα. Η επικοινωνία μας από τότε που είχε φύγει ήταν σύντομη, σποραδική. Ο ήχος τηςφωνής του με κατέκλυζε με τέτοια λαχτάρα ώστε άρχισα να αφήνω το κινητό μου στον τηλεφωνητήτην περισσότερη ώρα, ώστε να μην αντιμετωπίζω τη δοκιμασία τού να του μιλάω.

Page 36: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Ο Ντόμινικ δε με είχε διατάξει να φορέσω τον κορσέ κάτω από τα ρούχα μου σ’ αυτή τηναπογευματινή εκδήλωση. Μόνη μου είχα αποφασίσει να το κάνω, σε μια προσπάθεια να βιώσωεκείνη την αίσθηση κυριαρχίας που τόσο πολύ μου έλειπε.

Προσπάθησα να εκμεταλλευτώ το επιπλέον συναίσθημα που φούντωνε μέσα μου λόγω τηςαπουσίας του στρέφοντας την ενέργειά μου στη μουσική μου, διοχετεύοντας τον πόνο και τηνένταση στο βιολί μου, σαν να ήταν αλεξικέραυνο, αν και αναπόφευκτα ένα μέρος της μοναξιάςεπέμενε και οι σκέψεις μου κατακλύζονταν από αναμνήσεις των αισθήσεων που είχε δημιουργήσει οΝτόμινικ στο Λονδίνο και των φαντασιώσεων για όλα εκείνα τα πράγματα που ήθελα να μου κάνει.Άρχισα να γίνομαι ευερέθιστη και να κλείνομαι στον εαυτό μου, καθώς με τάραζε η ένταση τωνίδιων των συναισθημάτων μου.

Είχα επιχειρήσει να επικοινωνήσω με email με τη Σάρλοτ, ζητώντας τη συμβουλή της, όμωςεκείνη είτε είχε εξαφανιστεί μυστηριωδώς είτε απλώς με αγνοούσε. Ο Κρις είχε ολοκληρώσει τησύντομη περιοδεία του με το συγκρότημα στην Αμερική και είχε επιστρέψει στο Λονδίνο. Δεσχεδίαζε να ταξιδέψει ξανά στη Νέα Υόρκη στο προσεχές μέλλον, και, εκτός αυτού, δεν έβλεπε μειδιαίτερη συμπάθεια τον Ντόμινικ, οπότε δεν του είχα εξομολογηθεί τους προβληματισμούς μου.Είχα μιλήσει με παλιούς φίλους στη Νέα Ζηλανδία μέσω Skype, αλλά αυτοί βρίσκονταν στη φάσηπου έμπαιναν σε μια σειρά, συνεχίζοντας να εργάζονται σε δουλειές γραφείου και διατηρώνταςμακροχρόνιες σχέσεις. Η ζωή μου ήταν τελείως διαφορετική, με την ορχήστρα, τη Νέα Υόρκη, τονΝτόμινικ, έτσι αισθανόμουν αποκομμένη και από αυτούς.

Κοινωνικά, ήμουν κάπως ξεκρέμαστη, όμως μουσικά τουλάχιστον οι προσπάθειές μου δεν είχανπεράσει απαρατήρητες.

Ο Σιμόν, ο διευθυντής ορχήστρας από τη Βενεζουέλα που είχε προσκληθεί να συνεργαστεί μετην ορχήστρα την προηγούμενη σεζόν, είχε εξασφαλίσει μόνιμη θέση στο σχήμα και φαινόταν να μεσυμπαθεί, αφού επαινούσε διακριτικά τις ερμηνείες μου κλείνοντάς μου το μάτι ή κρατώντας τοβλέμμα του πάνω μου λίγο παραπάνω. Είχα αρχίσει να παρατηρώ την προσοχή που μου έδειχνεμόλις πρόσφατα, όταν ξεκινήσαμε τις πρόβες για τις συναυλίες ενόψει της γιορτής των Ευχαριστιών,ίσως γιατί προσέγγιζα θετικά το αμερικάνικο στιλ· επηρεαζόταν από τη μουσική κουλτούρα τόπωνμακρινών, χρωματιζόταν από την ατελείωτη ποικιλία του πολιτισμικού υπόβαθρου που διέθεταν οισυνθέτες που είχαν μεταναστεύσει στην Αμερική αναζητώντας μια καινούρια ζωή, γεμάτοιαισιοδοξία, συλλέγοντας τους ρυθμούς των νέων πόλεων στη διαδρομή, με τους ήχους της τζαζ καιτης λαϊκής μουσικής να συνταιριάζονται με τις κλασικές ευρωπαϊκές παραδόσεις.

Δε με είχε λυπήσει η αποχώρηση του προηγούμενου διευθυντή ορχήστρας. Εκείνος είχε μιαακαδημαϊκή προσέγγιση η οποία θεωρούσα ότι στερούνταν ευαισθησίας. Υπό τη διεύθυνσή του, ταέγχορδα απέδιδαν έναν ήχο κάπως άκαμπτο. Ο Σιμόν ήταν νεότερος, και οι μέθοδοί του απείχανπαρασάγγας από τα όσα είχαμε συνηθίσει. Η παρουσία του αποτελούσε το επίκεντρο των σχολίωνπου γίνονταν στους κόλπους της ορχήστρας.

Είχε ένα μάλλον μποέμικο αέρα και, τουλάχιστον στις πρόβες, θα μπορούσε να τον περάσεικανείς για βασικό κιθαρίστα ροκ συγκροτήματος, καθώς φορούσε τζιν παντελόνια και φαρδιάμπλουζάκια. Εξέπεμπε μια ζωντάνια, από τα παπούτσια, τα οποία κάλυπταν όλη την γκάμα από ταάνετα αθλητικά μέχρι τα μποτάκια από δέρμα φιδιού, γυαλισμένα τόσο που άστραφταν, μέχρι ταμαλλιά του, τα οποία πετούσαν από το κεφάλι του, σχηματίζοντας μια μάζα πυκνών σκούρωνβοστρύχων που αναπηδούσαν αδιάκοπα όταν έκανε πιο έντονες κινήσεις. Διηύθυνε την ορχήστραθαρρείς και τον μάγευε η μουσική, έδινε το ρυθμό χτυπώντας τις παλάμες του σαν τα σαγόνια

Page 37: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

κροκόδειλου. Κάθε σύσπαση των μυών του προσώπου του αποτελούσε έκφανση αντίστοιχωνεσωτερικών μεταβολών, φαινομενικά αυθόρμητων: ένα ανασήκωμα του φρυδιού ή ένα σούφρωματων χειλιών σηματοδοτούσε μια απειροελάχιστη αλλαγή στη διάθεση ή στο τέμπο.

Ήλπιζα πως, υπό τη διεύθυνσή του, τα έγχορδα θα ενθαρρύνονταν να βγάλουν περισσότεροπάθος. Κι αν οι τελευταίες συναυλίες μας μπορούσαν να αποτελέσουν κριτήριο, η επιρροή του ήταναυτό ακριβώς που χρειαζόμασταν.

Ο Μπάλντο και η Μαρίγια, οι Κροάτες συγκάτοικοί μου, που έπαιζαν τρομπέτα και φλάουτοαντίστοιχα, δεν ήταν και τόσο σίγουροι για το κατά πόσο ήταν θετική η αλλαγή. Πρόσφατα είχαναρραβωνιαστεί και η ευτυχία που είχαν βρει ο ένας στον άλλο αποτυπωνόταν σε κάθε πτυχή τηςζωής τους, σε σημείο που θα χρειαζόταν να σκάσει κάποιος κακός οιωνός από τους ουρανούς για ναεπηρεάσει τη διάθεσή τους.

Μετά την ευτυχή κατάληξη του δεσμού τους, η Μαρίγια είχε αποφασίσει να μου βρει σύντροφοκαι συχνά με ρωτούσε για την εξέλιξη της σχέσης μου με τον Ντόμινικ, επιδεικνύοντας την επιμονήκαι την πονηριά ιδιωτικού ντετέκτιβ.

Εκείνο το πρωί, της είχα πει όλα όσα είχαν συμβεί, αν μη τι άλλο για να της εξηγήσω για ποιολόγο ήμουν τόσο απότομη τον τελευταίο καιρό.

«Ξέρεις πως ο καλύτερος τρόπος για να αφήσεις κάποιον πίσω σου είναι να τρυπώσεις κάτω απόκάποιον άλλο», είπε εκείνη, χωρίς ρομαντική διάθεση, καθώς τα λέγαμε στην κουζίνα, παίρνονταςτο πρωινό μας καθυστερημένα, προτού ετοιμάσουμε τα όργανα για να πάμε στη συναυλία.

Είχε μόλις κόψει μια φράντζα στα εντελώς ίσια σκούρα μαλλιά της και η αυστηρή γραμμή κατάμήκος του μετώπου της προσέδιδε στα λόγια της ένα κάποιο κύρος.

«Μα δεν έχω λόγο να τον ξεπεράσω. Εξακολουθούμε να βλεπόμαστε».«Βασικά όμως δε βλέπεστε, αφού εσύ είσαι εδώ κι εκείνος στην απέναντι πλευρά του ωκεανού».«Δεν έχουμε ακριβώς σχέση. Είμαστε φίλοι. Με προνόμια».«Το θέμα είναι πως εσύ δεν απολαμβάνεις κανένα προνόμιο».Είχα παραλείψει τις λεπτομέρειες των σεξουαλικών μας επιδόσεων, όμως είχα πει στη Μαρίγια

ότι είχαμε συμφωνήσει, δεδομένων των χαρακτήρων και της μεταξύ μας απόστασης, πως ήμαστανκαι οι δύο ελεύθεροι να αναζητήσουμε χαλαρές σχέσεις με άλλα άτομα.

«Φυσικά», είπε εκείνη, σχολιάζοντας αυτή την πληροφορία, «αφού δεν είναι εδώ, πρόβλημά του.Μια κοπέλα έχει ανάγκες».

Με προσκάλεσε να πάμε με τον Μπάλντο εκείνο το βράδυ για ένα ποτό στο 230 Fifth, ένα από τακλασικά στέκια για γνωριμίες, το οποίο τα Σαββατοκύριακα κατακλυζόταν από νέους κατοίκους τουΜανχάταν που έβγαιναν να διασκεδάσουν και ό,τι ήθελε προκύψει. Ειλικρινά, δεν είχα καμία τέτοιαδιάθεση, ωστόσο συμφώνησα. Δε γινόταν να περνώ όλα μου τα βράδια κλεισμένη στο δωμάτιό μου,φορώντας τον κορσέ του Ντόμινικ, έστω κι αν έβρισκα τη συντροφιά των δύο ερωτευμένωνΚροατών υποφερτή μόνο σε μικρές δόσεις, ενώ όσο αφορούσε και το μπαρ ανήκε σε εκείνη ακριβώςτην κατηγορία με τα δήθεν στέκια που έκανα ό,τι μπορούσα για να τα αποφεύγω.

Φτάνοντας, διαπίστωσα ότι είχαν προσκαλέσει ένα ακόμη μέλος των χάλκινων πνευστών, έναντρομπονίστα ονόματι Άλεξ, ο οποίος είχε ενταχθεί στη Συμφωνική του Γκράμερσι πριν από έναχρόνο, όταν έπαψε να εργάζεται ως δικηγόρος ειδικευμένος στα διαζύγια στο Γουισκόνσιν καιεγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη για να κυνηγήσει το όνειρό του να γίνει επαγγελματίας μουσικός. ΗΜαρίγια είχε κανονίσει διπλό ραντεβού, και αυτό κάθε άλλο παρά με ενθουσίαζε.

Ο Άλεξ ήταν αρκετά ευχάριστος, αλλά βαρετός, και φορούσε ένα μοβ πουκάμισο το οποίο

Page 38: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

ενδεχομένως να ταίριαζε σε έναν άλλο, ψηλότερο, λιγότερο γεμάτο άντρα, όμως πάνω του, έτσιόπως καθόταν σε έναν από τους βαθυκόκκινους σουέντ καναπέδες του μπαρ, μου έφερνε στο νουτην εικόνα τάρτας με μούρα.

Τους άφησα να κάθονται στους καναπέδες, τη Μαρίγια να έχει πλέξει τα μακριά πόδια της γύρωαπό το κοντύτερο ζευγάρι του Μπάλντο και τον Άλεξ να μου ρίχνει κάθε τόσο κλεφτές ματιές, καιανέβηκα με το ποτό μου στο μπαρ που λειτουργούσε στην ταράτσα του κτιρίου.

Το κοκτέιλ ήταν μέτριο, η μουσική δε μου έλεγε κάτι, όμως η θέα ήταν εξαιρετική, ο πύργος τουΕμπάιρ Στέιτ Μπίλντινγκ υψωνόταν επιβλητικός, τόσο κοντά που ένιωθα λες και θα μπορούσα νααπλώσω το χέρι και να τον αγγίξω, να πηδήξω πάνω του και να σκαρφαλώσω στον ουρανό σανάλλος Κινγκ Κονγκ ή ένας σύγχρονος Τζακ πάνω στη μαγική φασολιά.

«Όμορφη εικόνα, δε βρίσκεις;» είπε μια φωνή στα αριστερά μου, με τη μακρόσυρτη προφοράτων νότιων Πολιτειών.

Η φωνή ανήκε σε έναν ξανθό άντρα με σκούρο μπλε ριγέ κοστούμι και λεπτή γραβάτα, ο οποίοςκρατούσε ένα χαμηλό ποτήρι στο ένα χέρι και ένα χοντρό πούρο στο άλλο. Είχε τραβήξει ένα από τατραπέζια πλάι στο μπαρ και στεκόταν πάνω του, ρίχνοντας όλο του το βάρος στα κάγκελα όπωςατένιζε τη νύχτα, με τη σιγουριά ανθρώπου που πιστεύει απόλυτα είτε πως δεν κινδυνεύει από εκείνατα σποραδικά ατυχήματα στα οποία οι άνθρωποι πέφτουν στο κενό και σκοτώνονται είτε πως ονόμος της βαρύτητας δεν τον αφορά.

«Ναι, πράγματι», απάντησα, εισπνέοντας το διακριτικό άρωμα του καπνού από πούρο που τονπεριέβαλλε.

Κατέβηκε με ένα σάλτο από το παρατηρητήριό του, επιδεικνύοντας απρόσμενη άνεση στιςκινήσεις του, και στάθηκε δίπλα μου.

«Από πού είσαι;» με ρώτησε.«Η καταγωγή μου είναι από τη Νέα Ζηλανδία, πριν από εδώ ζούσα στο Λονδίνο και ενδιάμεσα

στην Αυστραλία».«Έχουν δει πολλά τα μάτια σου, ε;»«Θα μπορούσες να το πεις κι έτσι».Παρατήρησα το βλέμμα του να λαμπυρίζει ακούγοντας την απάντησή μου κι έγειρα ελαφρά προς

το μέρος του, για την περίπτωση που τα λόγια μου δε φανέρωναν αρκετά καθαρά τη διάθεσή μου γιαφλερτ.

«Να κεράσω δεύτερο ποτό;»Κοίταξα τα υπολείμματα του αδιάφορου μοχίτο μου.«Κάπου αλλού ίσως. Τι λες, φεύγουμε;»Δε χρειάστηκε να το προτείνω δεύτερη φορά. Σαράντα πέντε λεπτά αργότερα, είχαμε βρεθεί στο

διαμέρισμά του, στο Άπερ Ιστ Σάιντ, σ’ ένα από εκείνα τα σικ, μινιμαλιστικά επιπλωμένα σπίτια πουνόμιζα ότι θα προτιμούσε ο Ντόμινικ, πριν τον γνωρίσω καλύτερα και συνειδητοποιήσω ότι ηοικονομική άνεση δεν εξασφαλίζει απαραιτήτως καλό γούστο – αν και εξακολουθούσα να μην είμαιαπόλυτα σίγουρη για το κατά πόσο ο Ντόμινικ είχε λεφτά ή όχι. Ίσως να είχε διαθέσει τις οικονομίεςμιας ζωής για να μου αγοράσει το Μπαγί και πλέον να ζούσε με τον απλό μισθό ενός καθηγητήπανεπιστημίου.

Ο άντρας που είχα γνωρίσει μου συστήθηκε ως Ντέρεκ, γέννημα θρέμμα Νεοϋορκέζος,ασφαλιστής. Του είπα πως με έλεγαν Έλεν και ότι ήμουν γραμματέας σε δικηγορικό γραφείο. Ηπείρα με είχε διδάξει ότι οι περισσότεροι άντρες ανταποκρίνονται θετικά στις γραμματείς και στις

Page 39: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

νοσοκόμες, χώρια που δε θα χρειαζόταν να ανησυχώ πως θα μπορούσε να με εντοπίσει μέσω τωνμουσικών διασυνδέσεών μου και να εμφανιστεί σε κάποια συναυλία.

Τον Ντέρεκ τον έλεγαν πράγματι Ντέρεκ, όπως επιβεβαίωσα ρίχνοντας μια ματιά σε κάτιφακέλους που ήταν ακουμπισμένοι στο πάσο.

Το διαμέρισμά του φώναζε από μακριά πως είχε χρήμα, όμως μύριζε πρόσφατα τηγανισμένοσολομό, ανάμεικτο με νικοτίνη. Παρατήρησα ότι τα περισσότερα παράθυρα δεν άνοιγαν.Πιθανότατα κάπνιζε μέσα στο σπίτι, για να γλιτώνει από την ταλαιπωρία να βγαίνει στο μπαλκόνι.

«Πώς το προτιμάς;» ρώτησε.Στην αρχή νόμισα πως προσφερόταν να μου ετοιμάσει κάτι να πιω, μετά όμως συνειδητοποίησα,

καθώς δεν είχε κάνει την παραμικρή κίνηση να βάλει νερό να βράσει ή να βγάλει κάποιο μπουκάλιαπό το ψυγείο, ότι εννοούσε πώς προτιμάω το σεξ. Η ευθύτητα της ερώτησης με αιφνιδίασε κάπως.

«Εεε...»Πλησίασε και έσπασε τον πάγο με ένα φιλί. Μια χαρά φιλούσε, μόνο που δεν μπορούσα να

ξεπεράσω τη μυρωδιά του ψαριού που είχε φάει πρόσφατα.Σκέφτηκα να αρνηθώ πριν προχωρήσει περισσότερο η ιστορία, όμως ως αδιόρθωτη αισιόδοξη

ήλπιζα πως το πράγμα θα βελτιωνόταν όταν θα περνούσαμε στο κυρίως πιάτο. Εκτός αυτού,προσπαθούσα να περιορίσω τα ταξί που έπαιρνα για να εξοικονομώ χρήματα, ελπίζοντας να κάνωκάποιο ταξίδι αργότερα μέσα στη χρονιά, κι αν έμενα το βράδυ εκεί, θα μπορούσα να πάρω το μετρόή ακόμη και να γυρίσω στο σπίτι με τα πόδια το πρωί.

Μετά βίας συγκρατήθηκα να μη μορφάσω μόλις ο Ντέρεκ επιχείρησε να εξερευνήσει το στόμαμου με τη γλώσσα του καταφεύγοντας σ’ εκείνες τις βαθιά διερευνητικές μανούβρες που ίσως είχανκαλύτερο αποτέλεσμα σε χαμηλότερα σημεία.

Οι σκέψεις αυτές μου θύμισαν τον Ντόμινικ, ο οποίος πράγματι είχε ταλέντο σ’ αυτό, κιαναρωτήθηκα αν οι ικανότητές του είχαν παραμείνει αναξιοποίητες απ’ όταν έφυγε από τη ΝέαΥόρκη ή αν βίωνε τα δικά του τετ α τετ με την επιστροφή του στο Λονδίνο. Η εικόνα του Ντόμινικμε άλλη γυναίκα με ερέθισε. Έσπρωξα τον Ντέρεκ για να φύγουμε από την κουζίνα και ναπεράσουμε στο καθιστικό, όπου η ατμόσφαιρα ήταν πιο ευχάριστη.

«Ω», έκανε, «μια γυναίκα που θέλει να έχει τον έλεγχο. Μου αρέσει αυτό».Η όλη κατάσταση δεν εξελισσόταν καθόλου έτσι όπως περίμενα.Ο Ντέρεκ κατέβασε με διστακτικές κινήσεις τις τιράντες του φορέματός μου από τους ώμους μου

και πέρασε τα δάχτυλά του πάνω στην επιδερμίδα μου λες και χάιδευε γατάκι. Κάθε άγγιγμα ήταναπαλό, ντελικάτο. Πιθανότατα αποτέλεσμα της ανάγνωσης των μυριάδων βιβλίων που εξηγούν ότιοι γυναίκες προτιμούν γενναίες δόσεις προκαταρκτικών πριν από το σεξ, ιδανικά σε συνδυασμό μεσοκολάτα, και στη συνέχεια ένα ζεστό μπάνιο, δηλαδή όλες εκείνες τις ανοησίες που αναπαράγουντα διάφορα μέσα ενημέρωσης, γελοίες όσο και το να υποθέτει κανείς πως όλοι οι άντρεςγουστάρουν τσόντες, πίπες και ζεστό φαΐ.

Εγώ είχα την ελπίδα πως ο Ντέρεκ θα μου έσκιζε το φόρεμα, θα με κολλούσε στο τζάμι και θα μ’έπαιρνε από πίσω, στα πρότυπα των δισεκατομμυριούχων στις ταινίες του Χόλιγουντ, όμως ηπραγματικότητα αποδείχτηκε πολύ λιγότερο συναρπαστική. Έπειτα από μερικές αμήχανες στιγμές,κατάφερα να λύσω τη ζώνη του και το παντελόνι του έπεσε άχαρα στους αστραγάλους του. Έπρεπενα είχα βγάλει πρώτα τα παπούτσια του, καθώς τα πόδια του τώρα είχαν μαγκώσει, πρακτικάακινητοποιώντας τον από τα γόνατα και κάτω.

Οπισθοχωρήσαμε με μικρά βηματάκια προς το υπνοδωμάτιό του, όπου με ξάπλωσε τρυφερά στο

Page 40: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

κρεβάτι και άρχισε να με φιλάει απαλά από το λαιμό μέχρι τον αφαλό. Εκεί σήκωσε το κεφάλι καιχαμογέλασε πλατιά προτού χωθεί ανάμεσα στα πόδια μου, με το στοματικό σεξ να αποτελείπιθανότατα τον άσο στο μανίκι του, το κόλπο που φύλαγε για τις γυναίκες τις οποίες ήθελε ναεντυπωσιάσει. Ήταν πρόθυμος αλλά τρυφερός. Εγώ, πάλι, προσπαθούσα να φανταστώ τον Ντόμινικστην ίδια θέση, όμως εκτός από τη γλώσσα του εκείνος θα έχωνε και τέσσερα δάχτυλα μέσα μου ναμε ανοίγουν για τα καλά, παίζοντας κάθε τόσο με το σφιγκτήρα μου, ενώ θα μου υποσχόταν μεειρωνικά ευγενικό τόνο πως σύντομα θα ακολουθούσε και ο πούτσος του. Με τον Ντόμινικ δενείχαμε κάνει ακόμη πρωκτικό σεξ, κι εγώ αναρωτιόμουν γιατί δεν το προχωρούσε – όχι πως μεπείραζε η αναμονή. Έδειχνε να έχει την εντύπωση πως ήταν μία από τις πλέον προχωρημένεςκαταστάσεις στο κρεβάτι, ενώ εγώ θεωρούσα το πρωκτικό κάτι που περίμενες να το κάνεις στοδεύτερο ραντεβού. Θεωρούσα την άποψή του γύρω από το όλο θέμα γλυκά παλιομοδίτικη καιανυπομονούσα να έρθει η στιγμή που θα αποφάσιζε πως ήταν καιρός πια να το κάνουμε.

Το μυαλό μου πήγε ξανά στον Ντέρεκ και προσπάθησα να εστιάσω την προσοχή μου σ’ εκείνον,από ευγένεια. Είχε ολοκληρώσει τις στοματικές περιποιήσεις του, οπότε ανακάθισα κι επιχείρησα ναανταποδώσω, εκείνος όμως με σταμάτησε και με ξάπλωσε ξανά στο κρεβάτι.

«Όχι, μωρό μου, απόψε είναι όλα για σένα», είπε.Αναστέναξα, αντίδραση την οποία εκείνος θεώρησε έκφραση απόλαυσης.Τουλάχιστον ο πούτσος του ήταν μεγάλος και σκληρός και το κορμί του ευχάριστα σφιχτό πάνω

στο στήθος μου, αν κι ευχόμουν, αντί για τα ατελείωτα, ανάλαφρα χάδια του, να χρησιμοποιούσε ταδάχτυλά του για να τραβήξει τις ρώγες μου ή να περιορίσει ελαφρά την ανάσα μου. Ίσως ναχρειαζόταν απλώς μια διακριτική υπόδειξη για να κινηθεί προς τη σωστή κατεύθυνση.

Έπιασα το χέρι του και το έφερα προς το λαιμό μου.«Όπα. Δε φαντάζομαι να είσαι από εκείνες τις κοπέλες; Δε γουστάρω τέτοιες μαλακίες».Ένιωθα τον πούτσο του να μαλακώνει μέσα μου.Τον τράβηξα προς το μέρος μου για να τον φιλήσω, το σεξουαλικό ισοδύναμο του να αλλάζεις

θέμα συζήτησης, όμως η μαγεία της στιγμής είχε χαθεί. Τραβήχτηκε από μέσα μου και εξαφανίστηκεστο μπάνιο. Άκουσα νερά να τρέχουν στο ντους, κι αργότερα επέστρεψε φέρνοντας δύο ζεστέςσοκολάτες.

«Είναι αργά», είπε, δίνοντάς μου τη μία αχνιστή κούπα. «Ευχαρίστως να μείνεις εδώ απόψε».Ήταν ευγενικός τουλάχιστον και γνώριζε τους καλούς τρόπους του ευκαιριακού σεξ, έστω κι αν

δεν ήταν ο τύπος μου.Ξάπλωσα αμήχανα δίπλα του μέχρι το πρωί και τελικά σηκώθηκα νωρίς για να την κάνω, κι ας

μην περίμενα πως ο Ντέρεκ θα ζητούσε το τηλέφωνό μου ούτως ή άλλως.

Οι πλανόδιοι πωλητές είχαν κάνει δυναμικά την εμφάνισή τους γύρω από το Σέντραλ Παρκ,ζορίζοντας άσχημα τους τουρίστες που καθυστερούσαν έστω κι ένα χιλιοστό του δευτερολέπτου ναδιαλέξουν μεταξύ του κέτσαπ και της σάλτσας ντομάτας. Αγόρασα ένα κουλούρι κι έναν καφέ στησυμβολή της 78ης Οδού με την Πέμπτη Λεωφόρο κι εκμεταλλεύτηκα το πρωινό ρεπό για ναπεράσω από το Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, μια και ήμουν κοντά.

Το μυαλό μου ήταν πολύ αναστατωμένο για να εκτιμήσω τα έργα τέχνης. Τελικά εγκατέλειψατην προσπάθεια να αποφασίσω ποια από τις πάμπολλες εκθέσεις να επισκεφτώ και πέρασα μία ώραστον ασιατικό τομέα, κοιτάζοντας επίμονα μια κεφαλή του Βούδα από το Αφγανιστάν,

Page 41: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

χρονολογημένη στον 5ο αιώνα, ελπίζοντας να απορροφήσω ένα μέρος της γαλήνης πουαποτυπωνόταν στα χαρακτηριστικά του πέτρινου προσώπου με τα μακριά χαλαρά αφτιά και ταπλατιά νυσταγμένα μάτια. Ακολούθησα τις γραμμές των συμμετρικών φρυδιών που κατέληγαν σεμια γωνιώδη μύτη και, από κάτω, σ’ ένα παχύ, αισθησιακό στόμα με μαλακά χείλη, τα οποία έδινανστο θεϊκό πλάσμα έναν ανθρώπινο αέρα.

Η σκέψη μου γύρισε στη νύχτα που είχα μόλις περάσει με τον Ντέρεκ, στο τελευταίοΣαββατοκύριακο που έζησα με τον Ντόμινικ, στις εβδομάδες που προηγήθηκαν, με τον Βίκτορ,εκείνη τη φορά που είχα πάει στο κλαμπ των φετιχιστών στο Λονδίνο μόνη μου και απόλαυσα τιςξυλιές που μου έριξε ένας άγνωστος. Αναλογίστηκα πώς όλα εκείνα τα πράγματα, πράγματα ταοποία ήμουν βέβαιη πως τουλάχιστον ο μισός πλανήτης θα θεωρούσε αφύσικα, με ερέθιζαναπερίγραπτα κι όμως μια νύχτα με έναν άντρα όπως ο Ντέρεκ, έναν ευγενικό άνθρωπο, ένακελεπούρι με την κοινωνική έννοια της λέξης, δε μου έλεγε τίποτα απολύτως.

Εκεί είχε καταλήξει το πράγμα; Έπρεπε να ακινητοποιούμαι, να αιφνιδιάζομαι ή να ζορίζομαι γιανα απολαύσω το σεξ; Ήθελα πράγματι τον Ντόμινικ για το χαρακτήρα του ή πολύ απλά επειδήαπολάμβανα το πώς με έκανε να αισθάνομαι στο κρεβάτι;

Επιλέγοντας να ακολουθήσω τη μεγάλη διαδρομή της επιστροφής στο σπίτι αντί για την υγρήβρομιά του μετρό, οι εικόνες και οι ήχοι της πόλης που μόλις χθες φάνταζαν επιβλητικοί καισυναρπαστικοί σήμερα μου θύμιζαν πως ήμουν κλεισμένη, περιορισμένη, παγιδευμένη ανάμεσαστις απόλυτα ευθείες λεωφόρους και στα οικοδομικά τετράγωνα. Ήμουν κυκλωμένη απόμονολιθικά οικοδομήματα, καμωμένα από γυαλί και τσιμέντο, που υψώνονταν στον ουρανό,άγρυπνοι φύλακες, με τη φλοίδα του γαλανού ουρανού ανάμεσα στις κορυφές των κτιρίων ναφαντάζει μακρινή, απειλητική σαν γκιλοτίνα που αιωρούνταν από πάνω μου.

Μου έλειπαν τα στέκια στο μετρό του Λονδίνου, οι στενοί ακανόνιστοι δρόμοι και τα σκοτεινάσοκάκια του, οι πλακόστρωτες οδοί με τα παλιομοδίτικα ονόματα, όπως Κοκ και Κλίτερχαουζ, ωμήυπενθύμιση των εποχών που οι δρόμοι γίνονταν μάρτυρες χυδαίων συμπεριφορών σε κάθε γωνία,όταν τα σπίτια του αγοραίου έρωτα ξεχείλιζαν από ιερόδουλες με φουρό, ξεδιάντροπες θεραπαινίδεςκαι διεφθαρμένους πολιτικούς, κυρίους και κυρίες της νύχτας που αναζητούσαν λαίμαργα τηνικανοποίηση ορέξεων κάθε είδους.

Έκτοτε, είχαν κυριαρχήσει περισσότερο πουριτανικές τάσεις και ορισμένα από τα χυδαιότερατοπωνύμια είχαν αλλάξει, ώστε να αντικατοπτρίζουν τα ήθη της σύγχρονης εποχής, παρ’ όλα αυτάτο Λονδίνο παρέμενε μια πόλη όπου το πάθος είχε ποτίσει τους δρόμους της. Αν είχαν στόμα οιπέτρες να μιλήσουν, σκέφτηκα, θα επευφημούσαν στη θέα της διαφθοράς στις διάφορες μορφές της.Το Λονδίνο ήταν σύμμαχός μου.

Εκείνη τη μέρα η Νέα Υόρκη μού άφηνε την αίσθηση μιας αδερφής μου που με ακολουθούσε μεαποδοκιμαστικό ύφος.

Άργησα λίγα λεπτά για την πρόβα εκείνο το απόγευμα, γι’ αυτό ο Σιμόν με κοίταξε κάπωςαπορημένος την ώρα που καθόμουν στη θέση μου. Έπαιξα στον αυτόματο πιλότο, χωρίς κανένα απότα γνωστά σκέρτσα μου, ελπίζοντας η αφηρημάδα μου και οι μηχανικές κινήσεις του δοξαριού μουνα μην ήταν υπερβολικά φανερές.

Εκείνη τη νύχτα κοιμήθηκα με βαριά καρδιά.

Page 42: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Ξύπνησα στις τρεις τα ξημερώματα, την ώρα που τα προβλήματα επιστρέφουν στη βάση τους για ναφωλιάσουν, κι έστειλα στον Ντόμινικ ένα γραπτό μήνυμα:

Μου λείπεις.

Με πήρε ο ύπνος νιώθοντας ενοχές, γιατί δεν ήμουν πραγματικά σίγουρη αν ίσχυε αυτό που είχαγράψει.

Την επόμενη μέρα αποφάσισα να πάρω την κατάσταση στα χέρια μου και να αναζητήσω κάποιοχώρο για ψαγμένες καταστάσεις στη Νέα Υόρκη. Υπέθεσα πως σίγουρα κάθε πόλη θα είχε τέτοιαμέρη. Παρά τη χθεσινή παροδική κατάθλιψη, ήξερα από τις περιπέτειές μου στο Λονδίνο πως κιάλλοι άνθρωποι στον κόσμο σκέφτονταν και συμπεριφέρονταν όπως εγώ. Έπρεπε απλώς να τουςεντοπίσω.

Μια γρήγορη αναζήτηση στο διαδίκτυο δεν απέδωσε ιδιαίτερα. Ίσως τα πράγματα να ήτανδυσκολότερα εδώ για τους φετιχιστές. Είχα ακούσει πως σε κάποια μέρη η αστυνομία δενκαλόβλεπε το τολμηρό ντύσιμο σε δημόσιους χώρους και τη συναινετική βία. Ενδεχομένως, πάλι,αυτό να ήταν το στιλ των Νεοϋορκέζων· μπορεί να ήταν πιο διακριτικοί σε αυτά τα θέματα και ναέπρεπε να γνωρίζεις κόσμο για να μάθεις πού διοργανώνονταν τέτοιες φάσεις. Υπήρχαν κάποιοιχώροι που διαφήμιζαν συναντήσεις, όμως τίποτα δε μου τράβηξε την προσοχή. Μια δυο βραδιέςκαμπαρέ, ένα πάρτι με θέμα τα φετίχ των ποδιών, μια λέσχη αντρών με επίκεντρο τις ξυλιές στονπισινό.

Τελικά, βρήκα ένα εισαγωγικό εργαστήρι με αντικείμενο το ερωτικό δέσιμο με σκοινί, το οποίοδιαφημιζόταν για το μεσημέρι του επόμενου Σαββάτου. Δεν είχα ιδιαίτερη εμπειρία με τα σκοινιά,όμως οι εικόνες σίγουρα είχαν ενδιαφέρον, κι αν η αντίδρασή μου στο σφίξιμο του κορσέ και στοντρόπο που με είχε δέσει με τις κάλτσες μου ο Ντόμινικ αποτελούσαν κριτήριο, θα μου ταίριαζεπολύ. Επιπλέον, η συμμετοχή σε ένα εισαγωγικό εργαστήρι πρακτικά εκμηδένιζε τον κίνδυνο ναπέσω τυχαία πάνω στον Βίκτορ ή σε κάποιον από τους γνωστούς του, πράγμα που δεν μπορούσε νααποκλειστεί σε μια λέσχη.

Η διεύθυνση δε δημοσιευόταν, για λόγους εχεμύθειας. Έστειλα ένα email, στην ηλεκτρονικήδιεύθυνση που εμφανιζόταν η ιστοσελίδα, αναφέροντας ότι είχα έρθει πρόσφατα στην πόλη κι ότι θαμε ενδιέφερε να παρακολουθήσω το εργαστήρι.

Έλαβα απάντηση σχεδόν αμέσως, ένα email από κάποια Τσέρι Μπανγκς, ψευδώνυμο ασφαλώς.Έγραφε πως η ίδια συμμετείχε στην οργάνωση του εργαστηρίου και πως ευχαρίστως θα με δέχοντανως «κουνελάκι για δέσιμο», δηλαδή ως εθελόντρια πάνω στην οποία θα εξασκούνταν εκείνοι πουδιδάσκονταν την τέχνη του ερωτικού δεσίματος, και πως δεν είχα καμία υποχρέωση να το κάνω ανδε μου άρεσε. Πρότεινε να βρεθούμε για καφέ, μια και ήμουν καινούρια στη Νέα Υόρκη, κι έτσικλείσαμε ραντεβού για το πρωί του Σαββάτου, λίγες ώρες πριν από την έναρξη του εργαστηρίου.

Έχοντας βρει μια πιθανή άκρη για το Σαββατοκύριακο, πήγα στην πρόβα εκείνη τη μέρα μεανάλαφρη καρδιά και ζωηρό βήμα. Η καλή μου διάθεση ήταν φανερή στον τρόπο που έπαιξα καιμέχρι το τέλος της πρόβας ένιωθα αναζωογονημένη. Εξακολουθούσε να μου λείπει ο Ντόμινικ,όμως μάθαινα να αντέχω και χωρίς εκείνον. Τα πράγματα είχαν αρχίσει να μπαίνουν σε μια σειρά.

«Έπαιξες καλά απόψε», σχολίασε ο Σιμόν, όχι τόσο ως φιλοφρόνηση όσο ως απλή διαπίστωσηενός γεγονότος, αλλά και πάλι αναψοκοκκίνισα από περηφάνια. Τα καστανά του μάτια γυάλιζαν στο

Page 43: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

φως, φορτισμένα ακόμη από την αδρεναλίνη της απογευματινής πρόβας.«Ευχαριστώ», είπα. «Κι εγώ σε βρήκα καταπληκτικό».«Χαίρομαι που το ακούω. Είναι πάντα δύσκολο να έρχεσαι ως αντικαταστάτης, ειδικά όταν έχει

προηγηθεί κάποιος εμπειρότερος. Δεν ξέρω αν πρέπει να φέρομαι ήπια ή αυστηρά, πώς να κερδίσωτο σεβασμό χωρίς να γίνω ο κακός της υπόθεσης».

«Όπως και να έχει, χαίρομαι που είσαι εδώ».Ίσως να ήταν ο ενθουσιασμός μου από τη μουσική που είχαμε παίξει εκείνη τη φορά αυτός που

με έκανε να συνεχίσω να μιλάω.«Θα ήθελες να πάμε για ένα ποτό;»Με κοίταζε ενόσω προσπαθούσε να αποφασίσει. Ποτέ δεν είχα σκεφτεί να βγω ραντεβού με τους

προηγούμενους διευθυντές ορχήστρας που είχα συνεργαστεί –ήταν όλοι τους αρκετά ηλικιωμένοι–,επομένως δεν ήμουν σίγουρη για την ηθική διάσταση του θέματος. Άλλωστε, δε θα ήταν κανονικόραντεβού, θα ήμασταν απλώς δυο ταξιδιώτες που έπιναν ένα ποτό μαζί. Σκέφτηκα πως κι εκείνοςπρέπει να ήταν καινούριος στην πόλη.

«Βέβαια», είπε, χαμογελώντας πλατιά.

Πήγαμε σε ένα ιταλικό καφέ στη Λέξινγκτον. Παρήγγειλα έναν αφογκάτο, παγωτό βανίλια με καφέεσπρέσο και μια δόση Κουαντρό. Ο σερβιτόρος, ένας Αμερικανοϊταλός με βροντερή φωνή και μιαποδιά στο χρώμα του μπλε ελεκτρίκ, το έφερε πάνω σε ένα δίσκο, το παγωτό μέσα σε ένα ποτήρι γιαμαρτίνι χωρίς πόδι, τοποθετημένο σε ένα λευκό πιατάκι με μια κόκκινη χαρτοπετσέτα και έναασημένιο κουτάλι με μακριά λαβή στο πλάι, ενώ ο καυτός εσπρέσο και το λικέρ βρίσκονταν απόπίσω, σε σφηνάκια. Έχυσε το υγρό πάνω στο παγωτό με μια επιδέξια κίνηση κι έπειτα επέστρεψεφέρνοντας δύο μπισκότα σε ένα πιάτο.

Ο Σιμόν κοίταξε την περίπλοκη επιλογή μου κι ύστερα το δικό του απλό ποτήρι με κόκκινοκρασί.

«Ζηλεύω λιγάκι», είπε.Του πρότεινα το κουτάλι. «Δοκίμασε, παρακαλώ».Δίστασε για λίγο πριν δεχτεί αυτή τη χειρονομία οικειότητας και φάει μια κουταλιά. «Χμ, καλό

είναι».Πήρα πίσω το κουτάλι, η λαβή του ήταν ακόμη ζεστή έτσι όπως την έπιασε, ενώ η άκρη του

παγωμένη.«Στη Βενεζουέλα», είπε, «τρώμε καρύδα και καραμέλα για επιδόρπιο».Τόνιζε έντονα το «κ» σε κάθε λέξη, έτσι που έδινε την εντύπωση πως σκεφτόταν κάτι άλλο, πιο

καυτό απ’ ό,τι η καρύδα ή η καραμέλα, όμως η έκφραση των ματιών του δεν ήταν τίποταπερισσότερο από θερμή και φιλική. Δεν ήμουν σίγουρη κατά πόσο με φλέρταρε.

«Εξαιρετικός συνδυασμός. Πόσο καιρό έχεις στη Νέα Υόρκη;»«Εδώ γεννήθηκα. Η μητέρα μου εργαζόταν στη Γουόλ Στριτ. Γνώρισε τον πατέρα μου στις

διακοπές της. Έπαιζε σε μια μπάντα. Μετανάστευσε εδώ για να είναι μαζί της, αλλά δεν κατάφερε ναπροσαρμοστεί, οπότε επιστρέψαμε στη Νότια Αμερική όταν ήμουν μικρός. Ακόμη εκεί ζουν.Πέρασα το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής μου ηλικίας ταξιδεύοντας ανάμεσα στις δύο πόλεις.Μουσική σπούδασα στο Καράκας. Άρχισα μαθαίνοντας βιολί...»

«Α, ναι; Και γιατί σταμάτησες;»

Page 44: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Δεν ήμουν ιδιαίτερα καλός. Όποτε έπαιζα, οι ήχοι της υπόλοιπης ορχήστρας μού αποσπούσανμονίμως την προσοχή. Εγώ ήθελα να ελέγχω τα πάντα».

Γέλασα. «Γεννημένος διευθυντής ορχήστρας δηλαδή».«Ναι, μάλλον. Παίζεις πολύ καλά, ξέρεις. Παίζεις σαν Λατίνα. Έχεις πάθος».«Ευχαριστώ», μουρμούρισα.«Δεν προσπαθώ να σε κολακέψω. Όμως σε περιορίζουν οι νόρμες της ορχήστρας. Ο ήχος σου θα

αναδεικνυόταν καλύτερα αν έπαιζες μόνη σου, σολίστ».«Πολύ ευγενικό εκ μέρους σου, αλλά δεν ξέρω αν θα μπορούσα να το κάνω. Θα έτρεμα αν

έπρεπε να σταθώ μόνη στη σκηνή».«Θα το συνήθιζες. Νομίζω πως θα το απολάμβανες».Άπλωσε το χέρι του και για μια στιγμή νόμισα πως θα έκλεινε την παλάμη μου μέσα στη δική

του, εκείνος όμως έπιασε το κουτάλι και έφαγε μία ακόμη κουταλιά παγωτό.Το εννοούσε πραγματικά; αναρωτήθηκα. Η μετριοφροσύνη μου ήταν ειλικρινής ως κάποιο

σημείο. Πολύ θα ήθελα να παίξω σόλο μπροστά σε κοινό, όμως η προοπτική αυτή με φόβιζε και μεενθουσίαζε παράλληλα.

Παραμείναμε σιωπηλοί για μερικά αμήχανα δευτερόλεπτα. Μάζεψα τις τελευταίες σταγόνες τουεπιδόρπιού μου με το δάχτυλο, εστιάζοντας την προσοχή μου στο λιωμένο παγωτό, ώστε να μησκέφτομαι την αμηχανία που είχε επικρατήσει ανάμεσά μας.

«Οι τελευταίες εβδομάδες ήταν θαυμάσιες», είπα, σπάζοντας τη σιωπή. «Μου αρέσουν οιΑμερικανοί συνθέτες. Ειδικά ο Φίλιπ Γκλας».

«Χαίρομαι που το ακούω», είπε γελώντας. «Αν και δε νομίζω ότι συμμερίζονται όλοι την άποψήσου. Ορισμένοι θεωρούν πως επαναλαμβάνεται πολύ».

«Η οικογένειά σου γιορτάζει τις Ευχαριστίες;»«Δε θα το έλεγα. Παλιότερα, τις γιόρταζε η μητέρα μου, όμως πλέον έχει υιοθετήσει τον τρόπο

ζωής της Βενεζουέλας. Πάντως, εγώ έχω κανονίσει ένα μικρό σουαρέ για την Πέμπτη. Θα βρεθώ μεμερικά ακόμη “ορφανά” της πόλης που δεν έχουν να παραστούν σε κάποιο οικογενειακό δείπνο.Ευχαρίστως να έρθεις κι εσύ. Θα είναι εκεί και κάποιος στον οποίο θα ήθελα να σε συστήσω».

«Με μεγάλη μου χαρά», απάντησα, παραμερίζοντας την επίμονη ανησυχία που στριφογυρνούσεστο μυαλό μου πως το να ενθαρρύνω τον Σιμόν δεν ήταν δίκαιο, ούτε για τον ίδιο ούτε για τονΝτόμινικ.

Λίγες μέρες αργότερα, βρισκόμουν στο ίδιο καφέ προκειμένου να συναντήσω τη γυναίκα η οποίαείχε απαντήσει στο αίτημά μου για το εργαστήρι ερωτικού δεσίματος.

Η Τσέρι ήταν στην όψη αυτό ακριβώς που θα υπέθετε κανείς κρίνοντας από το όνομά της. Ταμαλλιά της ήταν βαμμένα σε ένα έντονα κερασί χρώμα, κουρεμένα σε ένα απόλυτα λείο καρέ. Ήτανκοντή, με πλούσιο στήθος, ντυμένη απ’ την κορφή μέχρι τα νύχια στο ροζ, με μόνη εξαίρεση έναμαύρο δερμάτινο αεροπορικό μπουφάν, το οποίο προσέδιδε μια τραχιά νότα σε μια κατά τα άλλαμάλλον κοριτσίστικη εμφάνιση. Τα σαρκώδη χείλη της καλύπτονταν από άφθονη ποσότητα κραγιόνκαι τα δάχτυλά της ήταν στολισμένα με διάφορα μεγάλα δαχτυλίδια, τα οποία λαμπύριζαν στο φωςκαθώς χειρονομούσε. Η Τσέρι μιλούσε με τα χέρια της σχεδόν εξίσου με τον Σιμόν.

«Λοιπόν, είσαι καινούρια στην πόλη;» ρώτησε, με φωνή που με έκανε να σκεφτώ πως μάλλον ηκαταγωγή της ήταν από βορειότερα. Μου είπε ότι καταγόταν από την Αλμπέρτα του Καναδά, από

Page 45: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

κάπου κοντά στο Κάλγκαρι, οπότε κατάλαβα γιατί έμπαινε σε τόσο κόπο να βοηθήσει μιανεοφερμένη.

«Όχι ακριβώς», απάντησα. «Έχω μερικούς μήνες εδώ. Απλώς είμαι καινούρια... στο χώρο».«Αυτό μη σε ανησυχεί καθόλου. Είμαστε όλοι φιλικοί. Έχει τύχει να δέσει κάποιος ως τώρα;»«Με σκοινί όχι».«Ε, τότε καλύτερα να μάθεις σ’ έναν τέτοιο χώρο παρά να πέσεις τυχαία σε κάνα πάρτι σε κανένα

τύπο που γουστάρει τα δεσίματα αλλά δεν ξέρει τι κάνει ή που θα σε δέσει πρώτα και μετά θα σεπαρατήσει να κρέμεσαι εκεί. Θα σ’ έχω από κοντά».

Παρακολουθούσα τα χέρια της που χάιδευαν απαλά μια μεγάλη κούπα παγωμένου καφέ με όλατα συνοδευτικά. Ένα από τα δαχτυλίδια της, όπως παρατήρησα, είχε το σχήμα μεγάλης αράχνης, τοσώμα ήταν φτιαγμένο από μαύρη πέτρα και τα οχτώ ασημένια πόδια έκλειναν γύρω από το δάχτυλότης σαν κλουβί. Ένα άλλο είχε το σχήμα κρανίου, με ψεύτικα διαμάντια στις κόγχες, πουαστραποβολούσαν. Αμφέβαλλα για το κατά πόσο ήταν ήπιος τύπος, όμως δεν είναι εύκολο ναμαντέψεις τι ακριβώς ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις. Αν η δημόσια συμπεριφορά του καθενόςαντανακλούσε απόλυτα τον τρόπο που συμπεριφερόταν στην κρεβατοκάμαρα, τότε λογικά θαέπρεπε να είχα πολύ περισσότερες επιτυχίες στα ραντεβού.

Το εργαστήρι διοργανωνόταν σε ένα λοφτ κάπου μεταξύ του Μίνταουν και της συνοικίας τωνπαλιών σφαγείων. Για την ακρίβεια, γινόταν στο διαμέρισμα κάποιου, αν και ο διάδρομος πουοδηγούσε στα υπνοδωμάτια φραζόταν από παραβάν, με το καθιστικό να έχει μετατραπεί σε «χώροπαιχνιδιού». Ήταν φωτεινό και ευάερο, θύμιζε περισσότερο στούντιο γιόγκα παρά μπουντρούμι.Ολόγυρα υπήρχαν μαξιλάρια, στα οποία κάθονταν οι συμμετέχοντες, άτομα διαφόρων ηλικιών καιτων δύο φύλων.

Ένα νεαρό ζευγάρι καθόταν αγκαλιασμένο πάνω σε ένα φουτόν από απομίμηση δέρματοςαγελάδας, έχοντας ολοφάνερα την όψη πρωτάρηδων. Οι υπόλοιποι συμμετέχοντες έδειχνανχαλαροί, συνομιλούσαν εύθυμα. Ο ήχος ενός βραστήρα σε διαρκή λειτουργία έδινε στο δωμάτιο μιασπιτική ατμόσφαιρα, ενώ η κουζίνα ήταν γεμάτη από ανθρώπους που περίμεναν να βάλουν νερό σεκούπες που περιείχαν τσάι ή καφέ. Πάνω σε ένα τραπεζάκι υπήρχε μια ποικιλία από αρωματικάτσάγια και μια πιατέλα με φρούτα και οργανικές σοκολάτες. Εκεί κοντά καθόταν ένας άντρας μόνοςτου, με μακριά μαλλιά κι ένα φθαρμένο δερμάτινο σακάκι, τρώγοντας ατάραχος πατατάκια από έναμπολ.

Η Τσέρι με σύστησε σε κάποια άτομα και πήρα τη θέση μου δίπλα της, στην μπροστινή πλευράτου δωματίου, μαζί με την Τάμπιθα, η οποία είχε αναλάβει την παρουσίαση. Η Τάμπιθα έμοιαζε μεπαγανιστική θεά, είχε μακριά σκούρα καστανά μαλλιά, τα οποία έπεφταν πλούσια στους ώμους τηςσαν ποταμός, και φορούσε ένα άλικο φόρεμα που έφτανε ως το πάτωμα, πάνω στο οποίοαποτυπώνονταν ζωηρόχρωμα μικρά μπλε λουλουδάκια. Ήταν ξυπόλυτη, όχι ιδιαίτερα ψηλή, όμως ηπαρουσία της κυριαρχούσε στο δωμάτιο, με έναν τρόπο που την έκανε να δίνει την εντύπωση ότιήταν στην πραγματικότητα ψηλή.

Η Τάμπιθα ξεκίνησε περιγράφοντας τα θέματα ασφαλείας που έχουν να κάνουν με το ερωτικόδέσιμο με σκοινί, εξηγώντας μεταξύ άλλων πώς αποφεύγονται τραυματισμοί των νεύρων καιπεριπτώσεις ασφυξίας. (Δεν περνάς ποτέ λουριά γύρω από το λαιμό.)

Σήκωσε ψηλά ένα ειδικό στομωμένο ψαλίδι. «Να έχετε πάντοτε πρόχειρο ένα τέτοιο», μαςσυμβούλεψε, «γιατί μπορεί να χρειαστεί να λύσετε το σύντροφό σας γρήγορα, σε περίπτωσηφωτιάς, τραυματισμού ή απροειδοποίητης επίσκεψης της πεθεράς σας».

Page 46: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Ακούστηκαν χαχανητά ολόγυρα στο δωμάτιο.Έκανε επίδειξη μερικών βασικών τεχνικών δεσίματος, απλώνοντας ένα κομμάτι σκοινί στο

πάτωμα, το οποίο με αργές κινήσεις βάλθηκε να δένει σε κόμπους.Ακολούθησα το παράδειγμά της και μου προκάλεσε εντύπωση η αίσθηση ικανοποίησης που

άντλησα όταν κατάφερα να ολοκληρώσω σωστά ένα μονό δέσιμο γύρω από τον καρπό της Τσέρι.Εκείνη μου χαμογέλασε πλατιά. «Βλέπεις; Γούστο δεν έχει;»Το δεύτερο μισό του εργαστηρίου ήταν περισσότερο προχωρημένο, και ήταν εκείνο που περίμενα

με ανυπομονησία.Η Τάμπιθα με προσκάλεσε να γίνω το «κουνελάκι» της, όπως είπε, ώστε να περάσουμε στην

επίδειξη του δεσίματος ενός βασικού πλαισίου, της αφετηρίας, όπως τόνισε, των περισσότερωνδεσιμάτων του σώματος.

«Φέρε τα χέρια πίσω από την πλάτη σου».Η φωνή της, ήσυχη αλλά αποφασιστική, όπως ήταν αναμενόμενο έκανε τα γόνατά μου να

κοπούν.Έφερε τα χέρια μου στο σωστό σημείο, όχι με τις παλάμες ενωμένες στη θέση της προσευχής,

όπως είχε κάνει ο Ντόμινικ όταν έδεσε τους καρπούς μου με τις κάλτσες μου, αλλά με τους πήχειςκολλημένους σε ευθεία μεταξύ τους και τις άκρες των δαχτύλων του ενός χεριού να αγγίζουνελαφρά τον αγκώνα του άλλου.

Ξεκίνησε δένοντας τα χέρια μου μαζί, βάζοντας το σκοινί στα μισά της απόστασης μεταξύ τωνκαρπών και των αγκώνων μου, και ύστερα δένοντάς το γύρω από το πάνω και το κάτω μέρος τουθώρακά μου, δημιουργώντας ένα πλαίσιο γύρω από τα στήθη μου, ακινητοποιώντας τα χέρια μουπάνω στα πλευρά μου. Πέρασε επιδέξια τα δάχτυλά της κατά μήκος του μπράτσου μου προτούσφίξει το δέσιμο, ελέγχοντας πάντα πως το σκοινί είχε τοποθετηθεί σωστά και δεν πίεζε κάποιονεύρο.

Στο δωμάτιο επικράτησε σιωπή, όλοι οι παρευρισκόμενοι είχαν σωπάσει πλέον, ακούγοντας μεπροσήλωση τις οδηγίες της Τάμπιθα. Είχε σταματήσει να μου λέει προς τα πού να γυρίσω και απλώςμε έστριβε λες και ήμουν κούκλα, άψυχη, και το μόνο που ήθελε από εμένα ήταν να τηςεπιβεβαιώνω αν ήταν αρκετά σφιχτό το κάθε δέσιμο. Άρχισα να χαλαρώνω στα χέρια της, τα άκραμου λύθηκαν και έφερα τους ώμους μου πίσω, επιτρέποντάς της να με ακινητοποιήσει όπως εκείνηήθελε. Έκλεισα τα μάτια, έχοντας πλήρη συναίσθηση πως όλοι όσοι ήταν εκεί παρακολουθούσαν.

Η Τάμπιθα ολοκλήρωσε το βασικό δέσιμο και με άφησε να στέκομαι στο κέντρο του δωματίου,όση ώρα εκείνη ασχολούνταν με την ομάδα ελέγχοντας τα δεσίματα των παρισταμένων, που πλέονείχαν δέσει τους συντρόφους τους με αντίστοιχο τρόπο. Γυρνούσε σε μένα περιοδικά, έσφιγγε τιςπαλάμες πίσω από την πλάτη μου για να ελέγξει την κυκλοφορία του αίματος, φροντίζοντας ναβεβαιώνεται πως δεν είχα μουδιάσει. Εγώ, πάλι, είχα αρχίσει να λικνίζομαι ελαφρά, σαν να είχασηκωθεί απότομα μετά από μασάζ.

Είχα ζαλιστεί κανονικά μέχρι να επιστρέψει η Τάμπιθα έχοντας ολοκληρώσει τις οδηγίες προςτην ομάδα και αρχίσει να με λύνει. Το σκοινί περνούσε πάνω από την επιδερμίδα μου με ένα σιγανόθρόισμα έτσι όπως εκείνη χαλάρωνε τους κόμπους. Ήταν σχεδόν εξίσου ευχάριστο το λύσιμο όσοκαι το δέσιμο. Απελευθερωμένη από τα δεσμά μου, τέντωσα τα μπράτσα και κούνησα τα δάχτυλα,επαναφέροντας την κυκλοφορία του αίματος.

Κοίταζα επίμονα τους πήχεις μου, παρατηρούσα το μοτίβο που είχε αφήσει το σκοινί πάνω στηνεπιδερμίδα μου, τα ελαφρώς βαθουλωμένα σημάδια, λευκά εκεί που το δέσιμο ήταν δυνατό και η

Page 47: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

κυκλοφορία του αίματος είχε περιοριστεί, κόκκινα περιμετρικά. Ήταν ένα απρόσμενα «σπιτικό»σχέδιο, θύμιζε παραδοσιακό τραπεζομάντιλο ιταλικού εστιατορίου.

Η Τσέρι με διαβεβαίωσε πως τα σημάδια θα εξαφανίζονταν μέσα σε λίγες ώρες – ευτυχώς, γιατίείχα πάλι πρόβα αργά εκείνο το απόγευμα. Αποχαιρετιστήκαμε δίνοντας υπόσχεση να τα ξαναπούμεκαι να κανονίσουμε μια νέα εξερεύνηση της φετιχιστικής σκηνής της Νέας Υόρκης.

Έπαιξα καλά εκείνη τη μέρα, ευχαριστημένη που είχα αποκτήσει μερικούς νέους φίλους.Τα σημάδια στα μπράτσα μου εξαφανίστηκαν τόσο γρήγορα, που έφτασα να εύχομαι να

επιστρέψουν, σαν ένα είδος υπενθύμισης της ευχάριστης ώρας που είχα περάσει, όμως τελικά τομόνο που μου έμεινε ήταν η ανάμνηση της όλης εμπειρίας, την οποία κλωθογύριζα στο νου μου.Είχα παραμείνει ντυμένη σε όλη τη διάρκεια που η Τάμπιθα με έδενε, όπως απαιτούσε το εργαστήρι,προκειμένου οι μαθητευόμενοι να μην παρασύρονται από τη θέα των γυμνών σωμάτων και να μηχάνουν τη συγκέντρωσή τους στο μάθημα. Την επόμενη φορά, σκέφτηκα, θα ήθελα να το δοκιμάσωγυμνή, ώστε να νιώσω την αίσθηση του σκοινιού σε ολόκληρο το σώμα μου και όχι μόνο σταμπράτσα μου.

«Πολύ καλή ερμηνεία απόψε», φώναξε προς το μέρος μου ο Σιμόν, ενώ έκλεινα το Μπαγί στηθήκη του. Συζητούσε με τον Άλεξ, τον τρομπονίστα.

Είχαμε επιστρέψει στο ιταλικό καφέ για δεύτερη φορά και είχαμε αρχίσει να περνάμε σε έναστάδιο αβίαστης φιλίας. Η καλύτερη γνωριμία μαζί του είχε βελτιώσει το παίξιμό μου. Άρχισα ναπαρακολουθώ κάποιες κινήσεις του τόσο αμυδρές, ώστε αμφέβαλλα κατά πόσο ακόμη και ο ίδιοςείχε συναίσθηση ότι τις έκανε, ερμηνεύοντας τη μουσική ακριβώς όπως κι εκείνος, και απολάμβανατη ζεστασιά των επαίνων του όταν μου έλεγε ότι εξακολουθούσα να εξελίσσομαι.

«Τα λέμε την Πέμπτη», απάντησα φεύγοντας.

Δεν αισθανόμουν απόλυτα άνετα με την όλη κατάσταση. Η κατάλληλη στιγμή να αναφέρω το όνοματου Ντόμινικ δήθεν τυχαία στη διάρκεια μιας συζήτησης, ώστε να ξέρει ο Σιμόν ότι δεν ήμουναπόλυτα ελεύθερη, είχε έρθει και παρέλθει. Από την πλευρά του, δεν είχε επιχειρήσει το παραμικρό,όμως για κάποιο λόγο δεν μπορούσα να απαλλαγώ από τη δυσάρεστη αίσθηση ότι τονπαραπλανούσα.

Πλέον, ήταν πολύ αργά για να κάνω κάτι γι’ αυτό, καθώς είχα μόλις χτυπήσει το κουδούνι τουδιαμερίσματός του σε μια επίζηλη πολυκατοικία στο Άπερ Γουέστ Σάιντ, δυο βήματα από τοΛίνκολν Σέντερ, και στεκόμουν στο κατώφλι του κρατώντας μια αχνιστή κολοκυθόπιτα. Η Μαρίγιαμού την είχε ετοιμάσει, παρά τις αντιρρήσεις μου, αμέσως μόλις έμαθε πως είχα κανονίσει«ραντεβού» με το μαέστρο.

Ο Σιμόν άνοιξε την πόρτα και με απάλλαξε από το βάρος της πίτας. Φορούσε ένα χρυσαφί γιλέκοαπόψε, με ασορτί μανικετόκουμπα και τις μυτερές μπότες του από δέρμα φιδιού, έτσι που θύμιζεγκάνγκστερ από ταινία της δεκαετίας του 1930. Ταιριαστή επιλογή , σκέφτηκα, καθώς ήταν φορέςπου κρατούσε την μπαγκέτα σαν οπλοπολυβόλο. Τα έβαλα με τον εαυτό μου, που δεν είχα ντυθείκαλύτερα. Με απασχόλησε πολύ το θέμα του τι να φορέσω και τελικά επέλεξα ένα άνετο ντύσιμο:μαλακό μαύρο κολάν, μια μακριά ζακέτα J. Crew κι ένα ζευγάρι πέδιλα με χαμηλό τακούνι, ώστε ναμη νομίσει ότι επρόκειτο πράγματι για ραντεβού. Πήγα στο μπάνιο με την πρώτη ευκαιρία για ναπροσθέσω ένα ζευγάρι σκουλαρίκια με μαργαριτάρια κι ένα ασορτί κολιέ, τα οποία είχα φέρει στην

Page 48: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

τσάντα μου, σε περίπτωση που η περίσταση αποδεικνυόταν περισσότερο επίσημη απ’ ό,τι περίμενα.Οι υπόλοιποι καλεσμένοι συγκροτούσαν ένα ετερόκλητο σύνολο, καθώς οι περισσότεροι

Αμερικανοί βρίσκονταν στα σπίτια με τις οικογένειές τους, οπότε ο Σιμόν είχε προσκαλέσει όλουςεκείνους που ήξερε πως δεν είχαν πού αλλού να πάνε: τον Αλ, έναν αρχιτέκτονα ο οποίος είχεαποσπαστεί στη Νέα Υόρκη από μια εταιρεία που έδρευε στη Μέση Ανατολή, για την κατασκευήενός νέου πολυτελούς ξενοδοχειακού συγκροτήματος στη Μάντισον Άβενιου· τον Στιβ, έναν ποιητήπου είχε έρθει από την Αγγλία και είχε συμμετάσχει σ’ εκείνη την εκδήλωση στη Γιούνιον Σκουέρ,εμφανιζόμενος ακριβώς πριν από εμάς· την Άλις και την Νταϊάν, ένα ζευγάρι που διατηρούσε έναχώρο τέχνης και εκδηλώσεων στη Νολίτα· και, τέλος, τη Σούζαν, μια γυναίκα με διαπεραστικόβλέμμα και αβίαστο γέλιο, δίπλα στην οποία με έβαλε να καθίσω ο Σιμόν την ώρα του δείπνου.Ήταν ατζέντισσα, όπως πληροφορήθηκα, και εκπροσωπούσε μια σειρά από σολίστες μουσικούς.

Ο Σιμόν πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της βραδιάς μιλώντας με τον Στιβ, τον ποιητή, αφήνοντάςμε ελεύθερη να πιάσω κουβέντα με τη Σούζαν.

Στο τέλος της βραδιάς μού άφησε την κάρτα της. «Να τα ξαναπούμε», είπε. «Ο Σιμόν λέει τακαλύτερα για σένα, και έχει άψογο γούστο».

Έφυγα τελευταία. Ο Σιμόν με συνόδευσε στην πόρτα, διατηρώντας μια φιλική αλλά συνάμαεπαγγελματική απόσταση μεταξύ μας.

«Και πάλι ευχαριστώ για την πρόσκληση», είπα ευγενικά.«Παρακαλώ», απάντησε εκείνος, με μια ελαφριά υπόκλιση του κεφαλιού. «Χαίρομαι που σου

δόθηκε η ευκαιρία να τα πείτε με τη Σούζαν».Το βλέμμα του ήταν κοφτερό, σταθερό.«Φαίνεται πολύ ευγενική».«Είναι. Επίσης, είναι πολύ καλή στη δουλειά της».

Επέστρεψα στο σπίτι και βρήκα τον Μπάλντο με τη Μαρίγια ξαπλωμένους τον έναν πάνω στον άλλοστον καναπέ του καθιστικού. Δεν είχαν το παραμικρό πρόβλημα να γιορτάσουν τις Ευχαριστίες οιδυο τους μόνοι.

«Λοιπόοοοον», είπε η Μαρίγια, «πες μας τα πάντα».«Η πίτα σου είχε μεγάλη επιτυχία».«Ελπίζω να μην ήταν η μόνη που είχε μεγάλη επιτυχία εκεί», σχολίασε, χαχανίζοντας πονηρά.«Λάθος κάνεις, δεν έχουμε τέτοια σχέση. Είμαστε συνεργάτες».«Ναι, καλά, αυτά μας τα ’παν κι άλλοι».Την κοίταξα όπως άνοιγα την πόρτα του δωματίου μου.Πάντως, μάλλον είχε δίκιο, σκέφτηκα, αναστενάζοντας καθώς ξάπλωνα στο κρεβάτι μου.Ο κορσές μου έστεκε ξεχασμένος, παρατημένος στη συρόμενη κρεμάστρα, τα ασημένια

κουμπώματά του λαμπύριζαν στο φως του πορτατίφ μου, σαν σειρά από μικροσκοπικά φεγγάρια.

Page 49: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

4

Μπέρμπον Στριτ

Ο ΝΤΟΜΙΝΙΚ θεώρησε ότι ήταν οιωνός όταν μια κριτική για μια συλλογή δοκιμίων στην οποία είχεσυμμετάσχει δημοσιεύτηκε σε ένα τεύχος του περιοδικού Book Forum δίπλα σε μια καταχώριση γιακαμιά δεκαριά θέσεις επισκέπτη καθηγητή με υποτροφία στη Δημόσια Βιβλιοθήκη της ΝέαςΥόρκης, οι οποίες προσφέρονταν για ερευνητικούς σκοπούς σε μελετητές ή συγγραφείς, με τηχρηματοδότηση ενός οικογενειακού καταπιστεύματος το οποίο δεν είχε υπόψη του ως τότε.Φαινόταν πως πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις που αναγράφονταν στο έντυπο της αίτησης πουβρήκε στο διαδίκτυο ως προς τις προηγούμενες δημοσιεύσεις και τα ακαδημαϊκά κριτήρια.

Εδώ και αρκετό καιρό, πριν του αποσπάσει την προσοχή η εμφάνιση της Σάμερ στη ζωή του,επεξεργαζόταν στο μυαλό του μια συγκεκριμένη ιδέα για ένα βιβλίο για το οποίο θα απαιτούντανσημαντική έρευνα είτε στη Βιβλιοθήκη του Λονδίνου είτε στη Βρετανική Βιβλιοθήκη. Σκέφτηκεαμέσως ότι θα ήταν ιδανικό να έχει ένα δικό του γραφείο στη Δημόσια Βιβλιοθήκη της ΝέαςΥόρκης, και θα αποτελούσε μια τέλεια δικαιολογία για να περάσει εννιά μήνες στο Μανχάταν, πιοκοντά στη Σάμερ. Οι διαλέξεις που θα έπρεπε να δοθούν στο πλαίσιο της υποτροφίας ήτανελάχιστες και απολύτως διαχειρίσιμες, το δε προσφερόμενο ποσό γενναιόδωρο. Όχι πως τοοικονομικό τον απασχολούσε στο ελάχιστο, ακόμη κι αν λάμβανε υπόψη το ύψος των ενοικίων στηΝέα Υόρκη.

Υπέβαλε την αίτηση και ενημερώθηκε ταχυδρομικώς ότι είχε συμπεριληφθεί στην τελική λίστατων υποψηφίων.

Οι συνεντεύξεις θα πραγματοποιούνταν την εβδομάδα πριν από τα Χριστούγεννα.Τα πράγματα είχαν αρχίσει να μπαίνουν σε σωστή σειρά.Η Σάμερ τον είχε ενημερώσει σχετικά με μια πρόσφατη σχέση της μιας βραδιάς που είχε στη Νέα

Υόρκη. Δεν είχε ζηλέψει. Ακόμη λιγότερο μάλιστα από τη στιγμή που διέκρινε το νόημα πίσω απότην εύθυμη ομολογία της που εστίαζε κατά κύριο λόγο στα έπιπλα του τύπου, στα χρώματα τουδιαμερίσματος και στο πώς είχε δώσει αγώνα για να μη γελάσει όταν διαπίστωσε πως σε όλο εκείνοτο χώρο δεν υπήρχε βιβλίο ούτε για δείγμα. Προφανώς δεν ήταν κάτι σοβαρό, απλώς μια ανάγκηπου καλύφθηκε. Δεν μπορούσε να έχει από εκείνη την απαίτηση να παραμείνει άμωμη καλόγρια σεμια πόλη όπως η Νέα Υόρκη. Στην πραγματικότητα, αισθανόταν ευγνώμων που η Σάμερ ένιωθεαρκετά σίγουρη για τη σχέση τους ώστε να τον κρατά ενήμερο για τις ασήμαντες ερωτικέςπεριπέτειές της.

Τον είχε ενημερώσει επίσης ότι σχεδίαζε να παρακολουθήσει ένα εργαστήρι ερωτικού δεσίματοςτην επόμενη εβδομάδα και έδειχνε να την ενθουσιάζει αυτή η προοπτική. Ο Ντόμινικ ανυπομονούσενα διαβάσει στο email της την περιγραφή της εν λόγω συνάντησης κι έτσι την ενθάρρυνε νασυμμετάσχει.

Παράλληλα όμως ήξερε πως δεν τον έπαιρνε να την αφήσει ελεύθερη να κάνει ό,τι ήθελε στην

Page 50: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Αμερική για πολύ μεγάλο διάστημα.Είχαν ανανεώσει το δεσμό τους, ο οποίος όμως εξακολουθούσε να είναι σχετικά ασταθής και

ευάλωτος στα καπρίτσια της απόστασης και των συμπτώσεων. Ο Ντόμινικ ήθελε να τη δει ξανά, ναπεράσει χρόνο μαζί της. Ήξερε πως κι εκείνη ένιωθε το ίδιο και ότι η σχετικά αθώα σχέση της μιαςβραδιάς με έναν άντρα, το όνομα του οποίου πλέον έδειχνε να μη θυμάται καν, ήταν απλώς μιαεκτόνωση, ένα προσωρινό μέτρο μέχρι να μπορέσουν να είναι και πάλι μαζί. Όλα αυτά αποτελούσανστοιχεία του δούναι και λαβείν που ήταν απαραίτητο αν ήθελαν να λειτουργήσει η δική τους σχέση.

Της τηλεφώνησε και, αυτή τη φορά, κατάφερε να της μιλήσει χωρίς να μεσολαβήσει ηκουραστική διαδικασία των μηνυμάτων ή να χρειαστεί να κανονίσουν μια συγκεκριμένη ώρα καιστιγμή αργότερα για να μπορέσουν να επικοινωνήσουν.

«Εγώ είμαι».«Γεια». Ο Ντόμινικ μπορούσε να διακρίνει την πραγματική χαρά στη φωνή της. «Είχα ένα

προαίσθημα πως θα τηλεφωνούσες».«Αλήθεια;»«Ναι. Το ένιωθα μέσα μου».«Όταν λες μέσα σου;»«Μπορεί κι εκεί που φαντάζεσαι», πρόσθεσε εκείνη, με διάθεση για φλερτ.«Λοιπόν, κανόνισα να βρίσκομαι στη Νέα Υόρκη σε τρεις εβδομάδες».«Θαυμάσια».«Θα μιλήσω με ένα ίδρυμα εκεί σχετικά με την πιθανότητα να έρθω ως επισκέπτης καθηγητής

στη Νέα Υόρκη, πράγμα το οποίο σημαίνει πως μπορεί να εγκατασταθώ στην πόλη για εννιάολόκληρους μήνες. Πώς σου φαίνεται;»

Ακολούθησε μια παύση, σίγουρα γιατί η Σάμερ συνειδητοποιούσε πως αυτό θα μπορούσε νααποδειχτεί ένα μεγάλο βήμα στην περιπέτειά τους.

«Χμμ... τέλειο ακούγεται».«Θα σου πω περισσότερα όταν έρθω εκεί, αλλά το βρίσκω αρκετά ενδιαφέρον».«Ναι». Μπορούσε να νιώσει τη Σάμερ να κλείνεται μέσα από το ακουστικό.Ο Ντόμινικ ήταν έτοιμος να προτείνει, σε περίπτωση που η συμφωνία ολοκληρωνόταν, να βρουν

ένα μέρος για να μείνουν μαζί το διάστημα που θα ζούσε στην πόλη και θα ετοίμαζε το υλικό για τομελλοντικό βιβλίο του. Ωστόσο, καταλαβαίνοντας το δισταγμό στη φωνή της, δεν το έκανε. Ναι, θαμπορούσε να είναι ένα μεγάλο βήμα. Και για τους δυο τους. Ένα πείραμα, για το οποίο ενδεχομένωςκανείς από τους δύο δεν ήταν έτοιμος.

«Και...»«Και;»«Να, σκέφτηκα κάτι. Δεν έχω κανένα λόγο να βιαστώ να γυρίσω στο Λονδίνο μετά τις

συνεντεύξεις. Οι επόμενες διαλέξεις μου είναι προγραμματισμένες για το νέο έτος. Θα μπορούσα ναμείνω εκεί και να ταξιδέψουμε κάπου στην Αμερική την περίοδο των γιορτών. Συνέχεια αναφέρειςπόσο πολύ σου αρέσουν τα ταξίδια και υπάρχουν ένα σωρό μέρη στις Ηνωμένες Πολιτείες πουπάντα ήθελες να επισκεφτείς, έτσι δεν είναι;»

«Έχουμε προγραμματισμένη συναυλία την παραμονή των Χριστουγέννων», τον ενημέρωσε ηΣάμερ.

«Κανένα πρόβλημα», συνέχισε ο Ντόμινικ. «Μπορούμε να αναχωρήσουμε αεροπορικώς τηνεπομένη. Να πάμε κάπου που να κάνει περισσότερη ζέστη ίσως;»

Page 51: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Η Σάμερ δεν αντέδρασε με τον τρόπο που περίμενε αυτός. «Οι ορχήστρες πάντα μπλέκουν σεσυναυλίες της πλάκας την περίοδο των γιορτών», υποστήριξε. «Το σιχαίνομαι αυτό το ρεπερτόριο,την τετριμμένη μουσική που για κάποιο λόγο απαιτεί το κοινό. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά,έχουμε μετακαλέσει κι ένα μαέστρο, τον οποίο μας φέρνουν από τη Βιέννη. Βαλς του Στράους,μεγαλεία και κορδώματα και όλα τα σχετικά. Ο Σιμόν χαίρεται που δεν είναι υποχρεωμένος νασυμμετάσχει».

«Ποιος είναι ο Σιμόν;» απόρησε ο Ντόμινικ.«Ο διευθυντής ορχήστρας. Ο μόνιμος».«Α, μάλιστα. Δεν ήξερα πως συνεργαζόταν με τη δική σας ορχήστρα. Διάβασα ένα άρθρο γι’

αυτόν. Λατινοαμερικάνος, σωστά;»«Ναι. Είναι εξαιρετικός. Ζει με ένταση τη μουσική».«Όπως εσύ;»«Ναι, μάλλον. Πιθανόν αυτός είναι ο λόγος που μου αρέσει η συνεργασία μας».«Ωραία».Ακολούθησε μια παύση. Ο Ντόμινικ ένιωθε την ανυπομονησία της Σάμερ να εντείνεται. Την

ενοχλούσαν τα τηλεφωνήματα που κρατούσαν πολύ.«Συνεπώς πόσο διάστημα έχεις ελεύθερο μετά την παραμονή των Χριστουγέννων;» τη ρώτησε.Την άκουσε που διέσχισε το στενό υπνοδωμάτιο για να συμβουλευτεί το επιτραπέζιο ημερολόγιό

της.«Οι επόμενες πρόβες θα ξεκινήσουν στις 4 Ιανουαρίου», απάντησε.«Τέλεια», είπε ο Ντόμινικ. «Μην κανονίσεις κάτι γι’ αυτές τις μέρες».Η Σάμερ αναστέναξε.«Θα φτιάξω εγώ το πρόγραμμα», είπε εκείνος, καθώς ήξερε ότι της άρεσε να είναι

αποφασιστικός. Ο Ντόμινικ έπρεπε να γίνει και πάλι ο παλιός του εαυτός, κι είχε σκοπό να το κάνειοπωσδήποτε.

Πέρασαν τρεις ολόκληρες μέρες στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του στη Νέα Υόρκη, με μόνοδιάλειμμα κάποιες τετράωρες τελικές πρόβες της ορχήστρας, πριν από τη χριστουγεννιάτικησυναυλία με την οποία θα έκλεινε η σεζόν. Η Σάμερ φοβόταν πως, όπως στο Λονδίνο, θα ζητούσαναπό τους μουσικούς να φοράνε αστεία γιορτινά καπέλα, αγιοβασιλιάτικες γενειάδες ή άλλαταπεινωτικά στολίδια, λόγω των ημερών, όμως η διεύθυνση εδώ έδειχνε να ενδιαφέρεται λιγότερογι’ αυτά τα πράγματα και η μόνη υπόδειξη που αναρτήθηκε στον πίνακα ανακοινώσεων έκανε λόγογια κάποια καρφίτσα με γκι στα πέτα ή στις τιράντες των φορεμάτων, αλλά ακόμη κι αυτό δεν ήτανυποχρεωτικό. Αρκούσε που το πρόγραμμα για τη συναυλία ήταν επί της ουσίας ένα ποτ πουρί απόεπιτυχίες, ευκολοχώνευτες επιλογές για ένα ακροατήριο κατά βάση απαίδευτο, που πήγαινε ναπαρακολουθήσει συναυλίες όταν άναβαν τα δυνατά φώτα των χειμωνιάτικων γιορτών. Δεν υπήρχεκανένα σοβαρό ενδιαφέρον. Άνθρωποι που θα έρχονταν από το Λονγκ Άιλαντ και το Νιου Τζέρσεϊστη μεγάλη πόλη για μια ευχάριστη βραδιά μετά τα καταιγιστικά ψώνια στα διάφοραπολυκαταστήματα.

Έκαναν έρωτα κάτω από κορνιζαρισμένα πορτρέτα της Ίνγκριντ Μπέργκμαν και της ΜάρλενΝτίτριχ στα νιάτα τους, κρεμασμένα στον τοίχο πάνω από το κρεβάτι. Ο Ντόμινικ δεν είχεκαταφέρει την τελευταία στιγμή να εξασφαλίσει κάποιο δωμάτιο πολυτελείας με υπέρδιπλο κρεβάτι,

Page 52: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

αυτό που διέθετε το δωμάτιο ήταν κάπως στενό, κι έτσι έπρεπε να κοιμούνται κολλητά· σίγουρα δενήταν σχεδιασμένο για υπέρβαρα άτομα, όπως το έβλεπε η Σάμερ.

Θα μπορούσε να τον είχε προσκαλέσει να μείνει στο δωμάτιό της, παρότι ο χώρος εκεί ήτανακόμη πιο περιορισμένος, όμως η σκέψη αυτή της προκαλούσε νευρικότητα, σαν να ήταν μιααπόφαση ακόμη πιο προσωπική και τολμηρή απ’ ό,τι το να πηδιούνται ώρες ατελείωτες μέχρι πουπονούσαν τα κορμιά τους.

Τις πρόβες τις έβγαλε στον αυτόματο, το μυαλό της ήταν τελείως αλλού, αδιαφορούσε για τημουσική, έπαιζε μηχανικά, δεν έβλεπε την ώρα να ξεμπερδεύει με την αγγαρεία για να επιστρέψειστη θαλπωρή του κρεβατιού του Ντόμινικ.

Το δωμάτιο βρισκόταν σε διαφορετικό όροφο του ξενοδοχείου στην Ουάσινγκτον Σκουέρ απ’ό,τι την τελευταία φορά που είχε έρθει στην πόλη ο Ντόμινικ, όμως η διάταξη ήταν η ίδια. Το ροζδωμάτιο, έτσι το θυμόταν η Σάμερ, παρόλο που πρέπει να ήταν βαμμένο σε μια ανοιχτή απόχρωσητου μοβ, όταν δεν ήταν κατεβασμένα τα στόρια, όπως παρατηρούσε τώρα. Ήταν παράξενος οτρόπος που η μνήμη ήταν ικανή να μετατοπίζεται ανεπαίσθητα στο φάσμα του ουράνιου τόξου, ένααλλόκοτο συναισθηματικό φίλτρο. Το δωμάτιο είχε μετατραπεί πλέον σ’ ένα οικείο, φιλόξενοκουκούλι, μέσα στο οποίο πρόθυμα παραδινόταν στα χέρια και στα γλυκόλογα του Ντόμινικ.

Το σώμα του ήταν ένας χάρτης τον οποίο είχε ταξιδέψει κι άλλοτε, με μέρη ανεξερεύνητα καιπαλμούς θεσπέσια ακανόνιστους. Οι αισθήσεις της κατέγραφαν κάθε ανάσα του πάνω στηνεπιδερμίδα της, το άγγιγμα των δαχτύλων του. Η Σάμερ είχε την εντύπωση –μια επίμονη σκέψη πουπερνούσε πολύ συχνά από το μυαλό της όταν το έκαναν– πως τελικά ίσως να συμμετείχαν δύοεκδοχές του εαυτού της σε αυτό το παιχνίδι. Η μία, η γνωστή, αναρωτιόταν γιατί όλα αυτά δεν ήταναρκετά, για ποιο λόγο έτρεφε αυτή την εμμονή, αυτή την ανάγκη για κάτι περισσότερο, ενώπαράλληλα υπήρχε κι ένας δεύτερος εαυτός, διαβολικός και προκλητικός, ο οποίος της ψιθύριζεπροδοτικά πως σίγουρα στη ζωή υπήρχε κάτι περισσότερο από αυτό που βίωνε.

Η σκέψη, πάντοτε, ποτέ δεν κρατούσε για πολύ, καθώς αφηνόταν στη δυναμική αγκαλιά του.Ήταν ο άντρας της. Για την ώρα. Τα χέρια του την κολλούσαν πάνω στο κρεβάτι, έτσι όπως της

άρεσε να την ελέγχουν οι άντρες σεξουαλικά, ο πούτσος του τη γέμιζε, καμαρωτός και άγριος, οιήχοι που έκανε όσο βρισκόταν μέσα της είχαν το σωστό συνδυασμό τρυφερότητας και ζωώδουςπάθους. Ήταν αρκετό. Η Σάμερ ήξερε πως έπρεπε να ζήσει τη στιγμή. Γιατί εκείνες οι ιδιαίτερεςστιγμές ποτέ δεν κρατούσαν για πάντα.

«Πες μου, πες μου όλα αυτά που θες να μου κάνεις», του είπε με πνιχτή φωνή, καθώς άλλο έναδυνατό κάρφωμα τη φούντωνε ακόμη περισσότερο και για μια στιγμή της ήρθε ζαλάδα.

«Ω, τόσα πολλά πράγματα, Σάμερ. Τόσα πολλά. Άσχημα πράγματα, υπέροχα πράγματα,βρόμικα, επικίνδυνα». Τα λόγια του ακούγονταν κάπως σφιγμένα. Το βάρος του σώματός του πίεζετο δικό της, περιόριζε την ανάσα της.

Έτσι όπως την παρατηρούσε από κάτω του, με τα μάτια της κλεισμένα σφιχτά, την επιδερμίδατης τόσο απαλή και εύπλαστη, να επικοινωνεί με τη ροή του πάθους της, ο Ντόμινικ ένιωσε ένααμυδρό κύμα γενναιοδωρίας να διατρέχει το νου του, να υπερνικά τις τυραννικές απαιτήσεις τουκαυλιού του, που αυτή τη στιγμή ήταν χωμένο βαθιά μέσα στο σώμα της Σάμερ. Κάτι τέτοιεςστιγμές αισθανόταν πως θα μπορούσε να πεθάνει ευτυχισμένος εκεί επί τόπου, σε τούτο το δωμάτιοενός ξενοδοχείου, με τη νυχτερινή λάμψη της γειτονικής αψίδας να περνά ανάμεσα από τα κενά πουάφηναν τα κλειστά στόρια.

Σήκωσε το κεφάλι. Η θέα του προσώπου της αποδεικνυόταν αφόρητα έντονη για μια στιγμή,

Page 53: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

οπότε η Μπέργκμαν και η Ντίτριχ τού χαμογέλασαν αινιγματικά από ψηλά.Επιβράδυνε το ρυθμό του, σχεδόν σταμάτησε, και η Σάμερ μισάνοιξε το ένα μάτι, προσπαθώντας

να καταλάβει πώς είχε προκύψει εκείνη η αλλαγή ρυθμού. Ο Ντόμινικ δεν ήθελε να φτάσει ακόμησε οργασμό. Ήθελε εκείνο το σμίξιμο να κρατήσει για πάντα, να μείνει μέσα της, κομμάτι της,νιώθοντας την ακόρεστη δύναμη της απόλαυσής της. Της αγάπης της;

Τα δάχτυλά του ταξίδευαν με προσεκτικό ενδιαφέρον πάνω στη ζεστή της σάρκα. Από κάτωτους, τα σεντόνια είχαν τσαλακωθεί και υγρανθεί από τον ιδρώτα. Τραβήχτηκε από μέσα της γιαλίγο και άλλαξε θέση, μετακινήθηκε κάπως προτού την καρφώσει και πάλι. Όπως κατέβαιναν οιπαλάμες της από τους ώμους του πάνω στην πλάτη του, τα νύχια της έγδερναν ελαφρά τηνεπιδερμίδα του, σε μια παρωδία μασάζ.

Ω, ναι, ήταν τόσα πολλά τα πράγματα που ήθελε να κάνει. Όχι τώρα. Κάποια μέρα. Μαζί της. Θαπαρατηρούσε τη δυσφορία της αρχικής εμφάνισης του πόνου κι ύστερα την αποδοχή της δυσφορίαςνα μετατρέπεται σε ηδονή, από τα μεταλλικά πιάστρα ή τα μανταλάκια με τα οποία αναπόφευκτα θαστόλιζε τις σκούρες ρώγες της μια μέρα. Θα υπολόγιζε την ένταση της ανάσας της ενώ τα δάχτυλάτου θα ασκούσαν πίεση πάνω στον ντελικάτο λαιμό της και ολόκληρο το κορμί της θα παραδινότανσε ασυγκράτητους σπασμούς κάτω από τον έλεγχό του. Α, Ντόμινικ, επικίνδυνες σκέψεις, είπε μέσατου. Θα απολάμβανε το τρύπημα του σφιγκτήρα της με διάφορα βοηθήματα και μετά με τον πούτσοτου, όταν θα έφτανε η κατάλληλη στιγμή, ένα ακόμη ταμπού που έστεκε ανάμεσά τους, ακίνητο σανσημάδι στο τοπίο... Αρκετά, Ντόμινικ, αρκετά...

Οι σκέψεις του ακολουθούσαν ξέφρενες διαδρομές καθώς συνέχιζε να καρφώνεται μέσα της,νιώθοντας την απόλαυσή της να γιγαντώνεται παράλληλα με τη δική του, επιβραδύνοντας το ρυθμότου ώστε να συγχρονιστεί με τον δικό της όσο καλύτερα μπορούσε, και τότε η Σάμερ πέρασε έναδάχτυλο μέσα στο δικό του πρωκτό... ΓΑΜΩΤΟ... Τελείωσε αμέσως, τόσο βίαια ώστε για μιαστιγμή ανησύχησε πως μπορεί να είχε σπάσει το προφυλακτικό.

Το βέβαιο ήταν πως η κίνηση εκείνη τον είχε αιφνιδιάσει απόλυτα.Με τραχιά ανάσα, έφερε τα χείλη του πάνω στο στόμα της Σάμερ και τη φίλησε τρυφερά,

σκουπίζοντας παράλληλα τον αλμυρό ιδρώτα από το μέτωπό της.Ήταν φανερό πως είχε πολλά ακόμη να μάθει για τη Σάμερ Ζάχοβα.Κι αυτό σκόπευε να κάνει.Η συνέντευξη με τους υπευθύνους του ιδρύματος που επιχορηγούσε την υποτροφία στη Δημόσια

Βιβλιοθήκη είχε πάει εξαιρετικά εκείνο το απόγευμα και πλέον αισθανόταν βέβαιος πως η θέση ήτανδική του. Ενθουσιαζόταν με την προοπτική εννιά ολόκληρων μηνών με τη Σάμερ στο Μανχάταν.Κοίταξε το γυμνό της κορμί, τεντωμένο πάνω στο κρεβάτι, απλωμένο, ανοιχτόχρωμο, εκτεθειμένοστις πιο προσωπικές του στιγμές. Θα είχαν τόσο χρόνο στη διάθεσή τους, τόσα πράγματα που θαμπορούσαν να κάνουν.

Η επίσημη ανακοίνωση των αποτελεσμάτων αναμενόταν στις αρχές Ιανουαρίου, και εφόσον τοαποτέλεσμα ήταν θετικό, θα καλούνταν να καταλάβει τη θέση λίγο μετά το Πάσχα.

Ετοιμαζόταν να της πει κάτι, όταν παρατήρησε ότι την είχε πάρει ο ύπνος.Ο Ντόμινικ χάρηκε με την ξαφνική σιωπή που του πρόσφερε την ευκαιρία να σκεφτεί.

«Θέλω να σε επιδείξω», την είχε προειδοποιήσει ο Ντόμινικ.Η χριστουγεννιάτικη συναυλία της ορχήστρας είχε τελειώσει και τελικά δεν είχε αποδειχτεί και

Page 54: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

τόσο βασανιστική μέσα στο υπερβολικά γιορτινό της πνεύμα, ενώ ο Ντόμινικ είχε ζητήσει από τηΣάμερ να ετοιμάσει αρκετά ρούχα για μία εβδομάδα. Όταν τον είχε ρωτήσει πού θα πήγαιναν, τομόνο που της είχε πει ήταν πως ο καιρός αναμενόταν ήπιος.

«Δε νομίζω πως θα χρειαστεί μαγιό πάντως», είχε προσθέσει.Σε κάθε περίπτωση, ο Ντόμινικ δεν μπόρεσε να κρατήσει μυστικό τον προορισμό του για πολύ

από τη στιγμή που έφτασαν στο αεροδρόμιο. Το Λα Γκουάρντια είχε κατακλυστεί από ένα πλήθοςανθρώπων που τραβούσαν βιαστικά προς κάθε κατεύθυνση, καθώς η περίοδος των γιορτώνβρισκόταν στο αποκορύφωμά της. Θα πίστευε κανείς ότι περισσότεροι άνθρωποι, ανήμερα ταΧριστούγεννα, θα βρίσκονταν ήδη στον προορισμό τους αντί να περιφέρονται στα αεροδρόμια σαναποκεφαλισμένα κοτόπουλα, όμως στην πράξη δεν επιβεβαιωνόταν κάτι τέτοιο. Ο Ντόμινικ και ηΣάμερ, που ταξίδευαν για αναψυχή με την άνεσή τους, χωρίς να τους περιμένει κάποια οικογενειακήμάζωξη, διαισθάνονταν κάτι σαν πανικό κι απόγνωση στους περισσότερους συνεπιβάτες τους, οιοποίοι έτρεχαν να κοιτάξουν τις οθόνες και μόρφαζαν κάθε φορά που μια ανακοίνωση από ταμεγάφωνα ενημέρωνε πως σημειώνονταν καθυστερήσεις σε κάποιο σημείο της ηπείρου εξαιτίας τηςκακοκαιρίας ή κάποιου άλλου λόγου.

Η Σάμερ θα προτιμούσε να μην ξέρει πού την πήγαινε, να την περιμένει ένας μυστηριώδηςπροορισμός, όμως από τη στιγμή που τσέκαραν τις αποσκευές τους ήταν αδύνατο να μη γνωρίζειτην απάντηση: η πτήση τους (και με λίγη καλή τύχη και οι αποσκευές τους) θα κατέληγε στη ΝέαΟρλεάνη.

Ήταν μια πόλη για την οποία είχε διαβάσει πολλά στα βιβλία και ένιωθε πως σχεδόν τη γνώριζεαπό τις μυριάδες ταινίες μέσα από τις οποίες είχε απαθανατιστεί, θυμίζοντας κάπως σε αυτό τη ΝέαΥόρκη. Την πρώτη φορά που προσγειώθηκε στη Νέα Υόρκη, είχε ανακαλύψει πως το Μανχάταν καιτα άλλα διοικητικά διαμερίσματα ήταν συνολικά κάτι πολύ περισσότερο από ό,τι το σύνολο τωνεπιμέρους στοιχείων και πως μεταξύ εικόνας και πραγματικότητας απουσίαζε ένα λεπτό αλλάσημαντικό στοιχείο: η ζωή και οι ήχοι, οι μυρωδιές και τα χρώματα. Και οι άνθρωποι. Περίμενε πωςη Νέα Ορλεάνη θα αποδεικνυόταν εξίσου ενδιαφέρουσα.

Ο Ντόμινικ είχε επισκεφτεί την πόλη πολλές φορές στο παρελθόν, όμως όλα αυτά προτού οΤυφώνας Κατρίνα εξαπολύσει τη μανία του πάνω στη Νέα Ορλεάνη, και είχε γλυκόπικρεςαναμνήσεις από το μέρος εκείνο. Καθώς το ταξί τσουλούσε από διασταύρωση σε διασταύρωση στηΓαλλική Συνοικία, επιχειρώντας να φτάσει στο μικρό αλλά εκλεκτό ξενοδοχείο τους υπόκαταρρακτώδη βροχή, η θέα έξω από τα παράθυρα του οχήματος φάνταζε οικεία, τα φώτα, ταμαντεμένια μπαλκόνια, οι ταράτσες κατάφορτες από ανθισμένες μανόλιες, το μεθυστικό μείγμαμουσικής και γέλιου που κυριαρχούσε στην ατμόσφαιρα.

Αργότερα μόνο, αφού έκαναν ντους, άλλαξαν και βγήκαν για να απολαύσουν το πρώτο γεύματου ταξιδιού τους, άρχισαν να φανερώνονται οι μικρές διαφορές. Λιγότεροι άνθρωποι, σαν σκηνικόταινίας που έκανε οικονομία στους κομπάρσους, αγγελίες σε πολλές βιτρίνες και πόρτες μπαρ καιεστιατορίων που ζητούσαν καινούριο προσωπικό, καθαριστές μυδιών, βοηθούς.

«Δε θυμίζει καθόλου Αμερική», σχολίασε η Σάμερ, με το βλέμμα της να στρέφεται ολόγυρα, σεμια προσπάθεια να προσανατολιστεί.

«Συμφωνώ», είπε ο Ντόμινικ. «Είναι πολύ ιδιαίτερο μέρος».«Ποτέ δεν είχα την ευκαιρία να ταξιδέψω πολύ στην Ευρώπη –ένα τριήμερο στο Παρίσι μόνο–,

Page 55: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

όμως ούτε Ευρώπη θυμίζει, ε;» ρώτησε.Είχε φορέσει ένα λεπτό μακρύ λευκό φόρεμα με κοντό μανίκι, το οποίο έδενε στη μέση με μια

στενή κόκκινη ζώνη, και το είχε συνδυάσει με χαμηλοτάκουνα πέδιλα. Η βροχή είχε σταματήσει καιη ατμόσφαιρα είχε μια βαριά, σχεδόν κλειστοφοβική αίσθηση, θαρρείς και εγκυμονούσεμελλοντικές καταιγίδες.

«Είναι συνδυασμός διαφορετικών επιδράσεων», επιβεβαίωσε ο Ντόμινικ. «Γαλλικών, ισπανικών,κρεολικών, αγγλικών της αποικιοκρατικής περιόδου. Πολλοί από τους πρώτους αποίκους εδώ ήτανΑκάδιοι, είχαν έρθει από τον Καναδά, επιχειρώντας να διαφύγουν από τις εκεί θρησκευτικές διώξεις.Είναι ένα ιδιαίτερο ιστορικό χωνευτήρι».

«Ήδη μου αρέσει», δήλωσε η Σάμερ.«Κρίμα που ο καιρός είναι τόσο βαρύς σήμερα. Δεν είναι ό,τι καλύτερο για μια πρώτη γνωριμία

με την πόλη».«Δε με πειράζει».«Η πρόγνωση του καιρού λέει πως τις αμέσως επόμενες μέρες δε θα έχουμε βροχές», ανέφερε ο

Ντόμινικ.«Ωραία». Καθώς ο Ντόμινικ δεν την είχε ενημερώσει για τον προορισμό τους, η Σάμερ

ανησυχούσε πως δεν είχε φέρει μαζί της τα κατάλληλα ρούχα.«Θυμάσαι το Oyster Bar κάτω από τον Κεντρικό Σταθμό;» τη ρώτησε, κι ένα χαμόγελο

απλώθηκε ήρεμα στα χείλη του.«Φυσικά», είπε η Σάμερ. «Ξέρεις πόσο μου αρέσουν τα στρείδια».«Ε, βρισκόμαστε στο κατάλληλο μέρος. Επίσης, έχουν θαυμάσιες καραβίδες και γαρίδες. Κι ένα

πιάτο που το λένε Γκάμπο. Θα απολαύσουμε ένα διαρκές τσιμπούσι».Έξω από το Acme Oyster House, στη γωνία της Ίμπερβιλ και της Μπέρμπον, είχε σχηματιστεί μια

μεγάλη ουρά, ενώ και οι δυο τους δεν είχαν πάρει πρωινό στη Νέα Υόρκη κι είχαν αρνηθεί τοφαγητό που πρόσφερε η αεροπορική εταιρεία. Έτσι, παρακινημένοι από την όρεξή τους,προχώρησαν για ένα δεκάλεπτο στον κεντρικό δρόμο και βρήκαν ένα τραπέζι δίπλα στην τζαμαρίατου Desire, του μαγαζιού που σέρβιρε στρείδια στο πολυτελές ξενοδοχείο Sonesta.

Η ηλικιωμένη σερβιτόρα τούς έφερε ζεστό ψωμί και βούτυρο μέχρι να παραγγείλουν.«Που λες», ξεκίνησε ο Ντόμινικ, «συνοδεύουν τα ωμά στρείδια με μια σάλτσα με βάση το

κέτσαπ και το χρένο. Αρχικά έβλεπα με επιφύλαξη τις γαστριμαργικές προοπτικές της ταπεινήςκέτσαπ, όμως ο συνδυασμός είναι εκπληκτικός. Αν θέλεις τη σάλτσα ακόμη πιο δυνατή, μπορείς ναπροσθέσεις και δεύτερη κουταλιά χρένου. Είναι μεν καυτερό το αποτέλεσμα, αλλά δένει έξοχα με τηγεύση και την υφή της σάρκας του στρειδιού. Προσωπικά, μου αρέσει και μια ιδέα λεμόνι με λίγοπιπέρι». Της έδειξε τι ακριβώς εννοούσε λίγες στιγμές αργότερα, όταν η σερβιτόρα ακούμπησε μιαμεγάλη πιατέλα στο τραπέζι τους. Έβαλε το πρώτο πελώριο στρείδι στο στόμα του και το κατάπιε μετη μία.

Αφού τον παρακολούθησε προσεκτικά, η Σάμερ μιμήθηκε το παράδειγμά του.Σύντομα η πιατέλα ανήκε στο παρελθόν, έμοιαζε με πεδίο μάχης, άδεια κελύφη σκορπισμένα

πάνω σε ένα τοπίο θρυμματισμένου πάγου.Η Σάμερ είχε προσθέσει και μερικές σταγόνες δυνατού ταμπάσκο στα τρία τελευταία στρείδια,

έτσι που ένιωθε το λαρύγγι της να έχει πιάσει φωτιά όπως κατέβαζε λαίμαργα το παγωμένο νερό τηςγια να καλμάρει το κάψιμο.

Έστρεψε το βλέμμα στον Ντόμινικ. Τον είδε να σκουπίζει την άκρη του στόματός του με την

Page 56: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

πετσέτα και να την τρώει με τα μάτια. Δεν μπόρεσε να συγκρατήσει ένα χαμόγελο.«Αν δε σε ήξερα καλύτερα, θα σκεφτόμουν πως έτσι όπως με κοιτάς θες να με φας κι εμένα κι

ότι τα στρείδια ήταν απλώς το ορεκτικό. Το ξέρω πως υποτίθεται ότι είναι αφροδισιακά, όμως, μηντο ξεχνάς, με έχεις ήδη στο κρεβάτι σου, δε χρειάζεται πλέον να με παρασύρεις ως εκεί», του είπε μεπειραχτική διάθεση.

«Λες να μην το ξέρω;» σχολίασε ο Ντόμινικ.

Οι επόμενες μέρες αναλώθηκαν στις προβλεπόμενες τουριστικές δραστηριότητες: διαδρομή με τοτραμ μέχρι τη Συνοικία των Κήπων και μια επίσκεψη στο Όντουμπον Παρκ, κάποιες κρουαζιέρεςστον Μισισιπή για να δουν τους βάλτους και τους μάλλον απρόθυμους να εμφανιστούν αλιγάτορες,προσκύνημα στα αμέτρητα κοιμητήρια και στα διάφορα μουσεία βουντού, καφές και λουκουμάδεςστο ανοιχτό όλο το εικοσιτετράωρο Café du Monde στην Τζάκσον Σκουέρ καταμεσής της νύχτας,έπειτα από χαλαρές ώρες έρωτα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου, καθώς τα κουρασμένα κορμιά και οιψυχές τους χρειάζονταν άμεσα ενέργεια, αναζήτηση για διάφορα μπιχλιμπίδια στη Γαλλική Αγορά,κι ακόμη περισσότερο φαγητό, υπέροχο φαγητό, βόλτες χωρίς σκοπό στην Μπέρμπον Στριτ,ακούγοντας τους ήχους της μουσικής που απλώνονταν στην ατμόσφαιρα από τα λογής λογής μπαρ,ένα τρελό συνονθύλευμα τζαζ, ροκ, φολκλόρ, σόουλ και γενικά κάθε μελωδικής παραλλαγής.

Στη γωνία της Ρόγιαλ οι μικροί λούστροι χόρευαν κλακέτες όσο τραβούσε η όρεξή τους και στησυμβολή της Μάγκαζιν με την Τουλούζ ένας τυφλός μουσικός έπαιζε ακορντεόν ενώ μια νεαρήχίπισσα με αμέτρητα τατουάζ και στα δυο της χέρια τον συνόδευε στο βιολί. Δεν μπορούσε νασυγκριθεί με τη Σάμερ, ούτε στο ταλέντο ούτε στην εμφάνιση, όμως η Σάμερ επέμενε να τηςαφήσουν ένα πολύ καλό φιλοδώρημα, απαλλάσσοντας με αυτή την κίνηση αλληλεγγύης τονΝτόμινικ από όλα τα άχρηστα κέρματα που κουβαλούσε στις τσέπες του.

Ο Ντόμινικ ήταν φανερά ανήσυχος. Είχε βρεθεί στα ίδια μέρη κι άλλοτε, τα είχε κάνει όλα αυτά.Ένιωθε κι ο ίδιος την ανυπομονησία του να ενισχύεται, όπως και η Σάμερ.

Απέμενε ακόμη μία ολόκληρη μέρα μέχρι την παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Ο Ντόμινικ είχεκαταφέρει να εξασφαλίσει μια περιζήτητη κράτηση στο φημισμένο εστιατόριο Tujague’s, στονπρώτο όροφο, με πρόσβαση στο μπαλκόνι, σε απόσταση αναπνοής από την Τζάκσον Σκουέρ και ταεμπορικά καταστήματα και τα εστιατόρια της πάλαι ποτέ ζυθοποιίας Τζαξ Μπρούερι, όπου ηπαραδοσιακή αστραφτερή σφαίρα θα υψωνόταν από το επίπεδο του δρόμου μέχρι την οροφή τηνώρα που θα σήμαιναν μεσάνυχτα σηματοδοτώντας την καινούρια χρονιά. Ήταν μία από τις πλέονδύσκολες κρατήσεις στην πόλη, καθώς το εστιατόριο φύλαγε τούτες τις θέσεις για ντόπιουςτακτικούς πελάτες και μέλη της Ροταριανής Λέσχης.

Η Σάμερ βγήκε από το μπάνιο, όπου είχε κάνει ντους, τυλιγμένη με μια μεγάλη άσπρη χνουδωτήπετσέτα που μετά βίας έφτανε στο ύψος των μηρών της, προσφέροντας μια γαργαλιστική ματιά στααπόκρυφά της. Όπως ήταν καθισμένος και διάβαζε στο κρεβάτι, ο Ντόμινικ σήκωσε το βλέμμα τουαπό τη σελίδα και το εστίασε πάνω της. Η Σάμερ κοίταξε προς τα κάτω και συνειδητοποίησε πόσοκοντή ήταν η πετσέτα. Προσπάθησε να τεντώσει το βαμβάκι, όμως το μόνο που κατάφερε ήταν νατραβήξει το παχύ λευκό πέπλο της πετσέτας προς τα κάτω, οπότε αποκαλύφθηκαν τα στήθη της. ΟΝτόμινικ χαμογέλασε.

«Ντρέπεσαι;» τη ρώτησε.

Page 57: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Είναι κάπως αργά για ντροπές», είπε εκείνη.Ο Ντόμινικ συνέχισε να την κοιτάζει, βυθισμένος στις σκέψεις του, ανεξήγητα συλλογισμένος.Η Σάμερ έστρεψε το βλέμμα έξω από το παράθυρο, για να δει τι καιρό έκανε. Ο ουρανός ήταν

γκρίζος, αλλά ήξερε πως θα είχε αρκετή ζέστη ώστε να κυκλοφορεί με κοντομάνικο, τουλάχιστονμέχρι να βραδιάσει.

«Τι θέλεις να φορέσω σήμερα;» τον ρώτησε.Το βλέμμα του φωτίστηκε, με φανερά πειραχτική διάθεση. «Τίποτα».Η Σάμερ άφησε την πετσέτα από τα χέρια της κι αυτή κατέληξε στο πάτωμα. «Κάπως έτσι;»«Τέλεια», είπε ο Ντόμινικ. Τράβηξε τα σκεπάσματα από πάνω του, αποκαλύπτοντας το ήδη

μισοσηκωμένο μόριό του, κι άρχισε να χαϊδεύεται.Η Σάμερ έκανε να πλησιάσει το κρεβάτι.«Όχι!»«Δε θέλεις να σε βοηθήσω;» πρότεινε εκείνη.«Όχι. Μείνε εκεί. Έτσι όπως είσαι».Άνοιξε περισσότερο τα πόδια του και συνέχισε να χαϊδεύει το ορθωμένο όργανό του, κρατώντας

γερά το χοντρό μέλος στην παλάμη του, με τον αντίχειρα να γλιστρά ταυτόχρονα ανάμεσα στουςσκούρους αδένες του. Οι όρχεις του άρχισαν να φουσκώνουν έτσι όπως έπαιζε με το πέος του, με τοβλέμμα καρφωμένο πάνω στο γυμνό κορμί της. Η Σάμερ θυμήθηκε εκείνο το πρώτο βράδυ στοσπίτι του στο Λονδίνο, όταν της είχε ζητήσει να αυνανιστεί. Αναρίγησε.

Σύντομα η ανάσα του άρχισε να σκαλώνει.Η Σάμερ κατέβασε το ένα χέρι και το έφερε πάνω στα χείλη της, εκείνος όμως και πάλι τη διέταξε

να μείνει ακίνητη. Δεν ήθελε να την αφήσει να κάνει το ίδιο. Έπρεπε να τον παρακολουθεί. Αμίλητη.Ακολούθησε μια στιγμή, σαν να πάγωσε ο χρόνος, όταν το φως από το παράθυρο έπεσε πάνω

στον τεντωμένο πούτσο του, σαν μια πύρινη γραμμή που χώριζε στα δύο τη μανιταροειδή απόληξη,οι όρχεις του έμοιαζαν έτοιμοι να σκάσουν, κι ύστερα η στιγμή πέρασε και ο Ντόμινικ τελείωσε.

Έβγαλε από μέσα του ένα βαθύ αναστεναγμό.«Έλα», είπε γνέφοντας στη Σάμερ.Εκείνη επιτέλους βγήκε από την ακινησία.«Γλείψε με να καθαρίσω», της είπε.Είχε γεύση στρειδιού και χρένου και κάθε πιθανής κι απίθανης αμαρτίας. Η Σάμερ πεινούσε και

πάλι τρομερά. Η καμπάνα χτυπούσε για τη σιλουέτα της.

Έφυγαν από το House of Blues στο Ντεκέιτουρ λίγο πριν από τα μεσάνυχτα. Η μπάντα ήταν καλήκαι η Σάμερ φανταζόταν να παίζει στη σκηνή μαζί τους, να αυτοσχεδιάζει γύρω από τα ακόρντα τουςμε το βιολί της. Είχαν περάσει μήνες από την τελευταία φορά που είχε παίξει κάτι εκτός τουκλασικού ρεπερτορίου, κάτι αυτοσχέδιο, παραλλαγές φυσικά. Της έλειπε εκείνη η ελευθερία τώραπου ήταν μέλος μιας ορχήστρας.

Το πλήθος είχε απλωθεί στο πεζοδρόμιο έξω από το χώρο. Με την άκρη του ματιού της, είδε τονΝτόμινικ να συζητά με έναν περαστικό, έναν ψηλό τύπο με ένα βαμβακερό ριγέ σακάκι και τζινπαντελόνι γεμάτο τρύπες σε στρατηγικά σημεία και μαύρα δερμάτινα μποτίνια. Δεν μπορεί νααγόραζε ναρκωτικά, σκέφτηκε. Δεν έκανε τέτοια πράγματα ο Ντόμινικ.

Οι δύο άντρες χώρισαν, όμως τους είδε να ανταλλάσσουν χειραψία και μερικά πράσινα

Page 58: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

χαρτονομίσματα.«Ποιος ήταν αυτός;» ρώτησε τον Ντόμινικ καθώς επέστρεφε κοντά της.«Ένας ντόπιος. Χρειαζόμουν κάποιες πληροφορίες».Η Σάμερ αναγνώρισε τη λάμψη στο βλέμμα του. Την είχε δει κι άλλοτε.Βρήκαν ένα ταξί στην Κάναλ Στριτ κι ο Ντόμινικ ψιθύρισε μια διεύθυνση στον οδηγό. Η Σάμερ

ένιωθε κάπως ζαλισμένη από τα απρόσμενα δυνατά κοκτέιλ που είχε δοκιμάσει στο κλαμπ ενώάκουγε μουσική. Μετά από μερικά τετράγωνα, έκλεισε για λίγο τα μάτια της και, όταν τα άνοιξεξανά, είδε πως είχαν διασχίσει την Μπέρμπον Στριτ, έχοντας φτάσει πολύ πιο μακριά από εκεί πουείχαν πάει σε προηγούμενους βραδινούς περιπάτους. Βρίσκονταν σε μια σχετικά σκοτεινή περιοχήσε σύγκριση με τις καλά φωτισμένες λεωφόρους στις οποίες είχε συνηθίσει να περιφέρεται έωςτώρα.

Το ταξί σταμάτησε τελικά μπροστά σε ένα ανώνυμο κτίριο με μια ατσάλινη πύλη. Ο Ντόμινικπλήρωσε τον οδηγό. Με το ταξί να χάνεται στο βάθος, η Σάμερ ένιωσε το βάρος της σιωπής ναπέφτει στους ώμους της. Όλα αυτά δε θύμιζαν σε τίποτα τη Νέα Ορλεάνη. Δεξιά της πόρτας υπήρχεένα αδύναμα φωτισμένο κουδούνι, το οποίο και πάτησε ο Ντόμινικ. Ο ηλεκτρονικός μηχανισμός τηςπύλης ενεργοποιήθηκε και η πόρτα άνοιξε.

Τώρα βρίσκονταν σε ένα μεγάλο προαύλιο, κυκλωμένο περιμετρικά από μικρότερα κτίρια.«Αυτά ήταν τα καταλύματα των σκλάβων», είπε ο Ντόμινικ, δείχνοντας τα περιφερειακά κτίρια.

«Πριν από πολλά χρόνια φυσικά». Έπιασε τη Σάμερ από το χέρι και την οδήγησε προς το κεντρικόκτίριο, το οποίο ορθωνόταν μέσα στο σκοτάδι, αισθητά μεγαλύτερο απ’ ό,τι τα υπόλοιπα, ένατριώροφο οικοδόμημα με ξύλινο μπαλκόνι και μια λευκή ξύλινη σκάλα που ανέβαινε στη βεράντα.Λεπτές δέσμες φωτός ξεπρόβαλλαν από τις άκρες ορισμένων παραθύρων στο ισόγειο και στονπρώτο όροφο.

Ανέβηκαν τα σκαλοπάτια και η εξώπορτα άνοιξε. Ένας μεγαλόσωμος μαύρος άντρας μεξυρισμένο κεφάλι, ντυμένος με άψογο σμόκιν, τους υποδέχτηκε και ταυτόχρονα τους έκοψε απόπάνω μέχρι κάτω. Έχοντας περάσει από τον έλεγχό του, οδηγήθηκαν μέσα στο κτίριο. Πάνω σε έναχαμηλό τραπέζι δίπλα στη σκάλα που έβγαζε στους πάνω ορόφους του σπιτιού υπήρχε ένας δίσκοςμε κολονάτα ποτήρια. Ο επιβλητικός πορτιέρης τούς πρόσφερε σαμπάνια και τους ζήτησε ναπεριμένουν, προτού χαθεί πίσω από μια βοηθητική πόρτα.

«Τι είναι αυτό το μέρος;» ρώτησε η Σάμερ, πίνοντας μια γουλιά από το ποτό της. Η σαμπάνιαήταν καλή. Ο Ντόμινικ δεν τη δοκίμασε.

«Στριπ κλαμπ, αν θες να ξέρεις, αλλά πολύ πριβέ».«Στριπ κλαμπ;»«Εξόχως εκλεκτό», συνέχισε ο Ντόμινικ. «Υπήρχαν εποχές που στη Νέα Ορλεάνη έπαιζαν τα

πάντα, όμως με την πάροδο των χρόνων τα πράγματα έγιναν περισσότερο εμπορευματοποιημένα καιήπια. Στα στριπτιζάδικα της Μπέρμπον Στριτ παλιά τα έβγαζαν όλα, αλλά πλέον δεν ισχύει κάτιτέτοιο. Γδύνονται μέχρι τα στρινγκ και τα εσώρουχά τους. Εκτός αυτού, το θέαμα έχει γίνει φτηνό,χυδαίο. Εδώ, απ’ ό,τι μαθαίνω, η παρουσίαση είναι αυτή που πρέπει».

«Δηλαδή εδώ παίζουν τα πάντα;» ρώτησε η Σάμερ, νιώθοντας το γαργάλημα του γνώριμουπάθους στην επιδερμίδα της.

«Ακριβώς».«Έχω παρακολουθήσει παραστάσεις μπουρλέσκ παλιότερα», είπε η Σάμερ, «και μου άρεσαν.

Ελπίζω μόνο να μην είναι υπερβολικά κιτς», πρόσθεσε.

Page 59: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Απ’ ό,τι μου είπαν, δεν είναι», τη διαβεβαίωσε.Μια γυναίκα πλησίασε. Φορούσε λευκή μάσκα καρναβαλιού και τα μαλλιά της ήταν κατάμαυρα,

έπεφταν στους ώμους της σαν μεταξωτό πέπλο. Το φόρεμά της κολλούσε πάνω στο κορμί της, μιαμακρυμάνικη κόκκινη βελούδινη τουαλέτα, παλιό κομμάτι, η οποία άφηνε να φαίνεται μόνο ολαιμός της και ένα εντυπωσιακά λεπτό ζευγάρι αστραγάλων που ισορροπούσαν πάνω σε επικίνδυναψηλά τακούνια.

«Θα είμαι η οικοδέσποινά σας απόψε. Από εδώ, παρακαλώ», είπε και έδειξε προς τις σκάλες.

Αν υπήρχε ένα πράγμα το οποίο σιχαινόταν ο Ντόμινικ, αυτό ήταν η χυδαιότητα. Ήλπιζε πως απόψεδε θα ερχόταν σε δύσκολη θέση.

Τα τραπέζια στα οποία είχαν καθίσει οι θεατές σχημάτιζαν ένα ημικύκλιο γύρω από μιααυτοσχέδια σκηνή, η οποία δε θα ήταν μεγαλύτερη από ρινγκ πυγμαχίας. Δεν πρέπει να βρίσκοντανπερισσότερα από πενήντα άτομα εκεί, και ο Ντόμινικ παρατήρησε ότι, εκτός από τη Σάμερ και τονίδιο, στα τραπέζια υπήρχαν μόλις άλλα τρία ζευγάρια. Οι άνθρωποι εκεί περιορίζονταν να μιλούν μετην παρέα τους, μετά βίας έριχναν ματιές στους άλλους γύρω τους.

Αρχικά ο χώρος σκοτείνιασε. Έπειτα άναψε ένας προβολέας που σημάδεψε σαν πύρινος κύκλοςτο κέντρο της αυτοσχέδιας σκηνής και στη συνέχεια, όσο διαρκεί ένα ανοιγόκλειμα των ματιών,απλώθηκε ξανά απόλυτο σκοτάδι. Αμέσως μετά το φως αποκάλυψε μια νεαρή γυναίκα όρθια στηνκαρδιά του νεοσχηματισμένου ήλιου, μια οπτασία που εμφανίστηκε από το πουθενά.

Ήταν εντυπωσιακά ψηλή. Το κεφάλι της κάλυπτε ένα φωτισμένο πυκνό στεφάνι ανοιχτώνξανθών βοστρύχων που θύμιζαν Μέδουσα, η δε επιδερμίδα της φάνταζε αλαβάστρινη. Το μόνο πουφορούσε ήταν μια ασύλληπτα λεπτή βαμβακερή ρόμπα, η οποία έμοιαζε σχεδόν διαφανής κάτω απότο ανελέητο φως του προβολέα που τη σημάδευε, τονίζοντας την κουκλίστικα λεπτή μέση της καιτις ατελείωτες γραμμές των μακριών ποδιών της. Ήταν ξυπόλυτη.

Στην αρχή έστεκε ακίνητη, σαν άγαλμα, ενώ οι θεατές παρακολουθούσαν με κομμένη την ανάσα.Ύστερα ακούστηκε ένα σιγανό βουητό καθώς άνοιγε το ηχοσύστημα και μια σχεδόν ανεπαίσθητη

ακολουθία από παράσιτα.«Ονομάζομαι Λούμπα», ακούστηκε ένας ψίθυρος. Ρώσικη προφορά, φωνή κρεβατοκάμαρας. Η

ηχητική εγκατάσταση ήταν surround και όλοι όσοι ήταν παρόντες εκεί είχαν την αίσθηση πως ηηχογραφημένη φωνή ήταν προσωπικό δώρο, προορισμένο για τα αφτιά τους και μόνο. Ο Ντόμινικένιωσε το χέρι της Σάμερ να εγκαταλείπει το ποτήρι της και να σφίγγει το μηρό του κάτω από τοτραπεζομάντιλο. Η γυναίκα ήταν καταπληκτική, όπως άλλωστε και η όλη θεατρικότητα τηςπαράστασης.

Τότε άρχισε η μουσική.Κλασική. Ένας ιμπρεσιονιστικός χείμαρρος από απαλές, ντελικάτες νότες, που θύμιζε στον

Ντόμινικ τη θάλασσα και το στραφτάλισμα ανταριασμένων νερών.«Ντεμπισί», είπε σιγανά η Σάμερ.Η Λούμπα ζωντάνεψε. Ένα μάτι έκλεισε· ένας ώμος κινήθηκε ανεπαίσθητα· ένα πόδι σηκώθηκε

από το πάτωμα· ένα χέρι άλλαξε θέση, δάχτυλα ξεδίπλωσαν σαν πέταλα που ανθίζουν.Η Λούμπα χόρευε με τη χάρη εκπαιδευμένης μπαλαρίνας και τη ζυγισμένη πρόκληση πόρνης,

έμοιαζε να μην αντιλαμβάνεται καν την παρουσία των θεατών, λες και η τέχνη του γδυσίματος καιτου σκανδαλισμού ήταν κάτι ουσιαστικά ιδιωτικό, το οποίο έκανε μόνο για την ίδια, μια προσωπική

Page 60: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

διαδρομή προς την καρδιά της απόλαυσης.«Βρίσκεται σε έναν κόσμο δικό της», ψιθύρισε η Σάμερ στον Ντόμινικ, μαγεμένοι και οι δυο

τους από τη χορεύτρια.Σύντομα η Λούμπα απαλλάχτηκε από το αραχνοΰφαντο ρούχο που φορούσε. Η ένταση του

προβολέα, στο φως του οποίου παρέμενε αιχμάλωτη, την έκανε να φαντάζει πιο λευκή κι απ’ τολευκό. Η μοναδική πινελιά χρώματος ήταν το ντελικάτο ροζ που σκίαζε τις ρώγες στα μικρά στητάστήθη της και οι σχεδόν ανεπαίσθητες γραμμές των λείων γεννητικών της οργάνων. Το σώμα τηςέμοιαζε να χύνεται σαν γάλα μέσα από το τρέμουλο των μελωδιών του Γάλλου συνθέτη. Ο Ντόμινικδεν μπόρεσε να μην παρατηρήσει το μικρό τατουάζ που φαινόταν σε απόσταση σκάρτων τριώνεκατοστών από το αιδοίο της, ένα μικρό μπλε λουλούδι, ή ίσως μια μικρογραφία κάποιου όπλου – ηεικόνα θαρρείς και άλλαζε με κάθε κίνηση του σώματός της, πριν προλάβει να εστιάσει πλήρωςπάνω της. Ποιος ο λόγος να έχει σχεδιάσει ένα όπλο εκεί, αποτυπωμένο βαθιά μέσα στην επιδερμίδατης, στο πλέον απόκρυφο σημείο της σάρκας της; αναρωτήθηκε.

Γνώριζε ελάχιστα πράγματα για τις ζωές των άλλων.Όμως λαχταρούσε να μάθει.Ποια ήταν η ιστορία της Λούμπα;Τα δάχτυλα της Σάμερ, που άγγιζαν το σκληρό κόμπο που εν τω μεταξύ δοκίμαζε τις αντοχές του

παντελονιού του, τον επανέφεραν στην πραγματικότητα. Ακόμη κι εκείνη είχε ερεθιστεί από τηνπαράσταση.

Η Ρωσίδα χορεύτρια λύγιζε το σώμα της σε ασύλληπτες στάσεις με τη χάρη περιστεριού σεπτήση. Έδειχνε να μην επηρεάζεται στο ελάχιστο απ’ όσα αποκάλυπτε στην πορεία αυτού τουαπόλυτου δοσίματος, το σουφρωμένο καστανό κυκλάκι της κωλοτρυπίδας της, το έντονο ροζ τουεσωτερικού της όταν άνοιγε διάπλατα τα πόδια της ή εκτελούσε κάποια αθλητική κίνηση. Τοπρόσωπό της παρέμενε εντελώς απαθές, αρχοντικό μέσα στην αποστασιοποίησή του, ανώτερο.

Ο Ντόμινικ κατάλαβε ότι το έργο του Ντεμπισί έφτανε στο τέλος του και αναστέναξε. Λυπότανπου αυτή η παράσταση δεν μπορούσε να διαρκέσει για πάντα. Τα δάχτυλα της Σάμερ είχαν μείνειπάνω του. Αισθανόταν τον παλμό της καρδιάς της μέσα από τη ζέστη που εξέπεμπαν ταακροδάχτυλά της. Έσκυψε προς το μέρος της, έφερε τα χείλη του πάνω στο αφτί της.

«Μια μέρα ίσως σου ζητήσω να ανέβεις σε μια σκηνή για να επιδείξεις το κορμί σου με τόσοαποκαλυπτικό και όμορφο τρόπο, Σάμερ. Θα σου άρεσε αυτό;»

Τα μάγουλά της κοκκίνισαν ορατά ενώ οι λέξεις επιχειρούσαν να ξεφύγουν από τα χείλη τηςχωρίς επιτυχία· ένα ορμητικό κύμα συναισθημάτων ήταν φανερό πως κόχλαζε μέσα της. Αυτόαρκούσε για απάντηση στον Ντόμινικ.

Καθώς οι ύστατες νότες έσβηναν και οι κινήσεις της Λούμπα επιβραδύνονταν αντίστοιχα, με τηνπλάτη της να ισιώνει, τα πόδια της να κλείνουν και πάλι, τους γλουτούς της να σφίγγουν και νασηκώνονται, με την άκρη του ματιού του ο Ντόμινικ παρατήρησε την οικοδέσποινα με τη μάσκα καιτο φλογερό βελούδινο φόρεμα να κατευθύνεται στη σκηνή και να πλησιάζει τη χορεύτρια, ακριβώςτη στιγμή που η Λούμπα σταματούσε και επανερχόταν στην κατάσταση ζωντανού αγάλματος.

Το φως του προβολέα έσβησε, βυθίζοντας και πάλι τη μικρή σκηνή στο απόλυτο σκοτάδι.Κανείς από τους άλλους θεατές στα υπόλοιπα τραπέζια δεν έκανε την παραμικρή κίνηση να

φύγει. Ίσως η παράσταση να μην είχε τελειώσει.Το ηχοσύστημα ενεργοποιήθηκε ξανά. «Ας ευχαριστήσουμε τη Λούμπα», είπε μια γυναικεία

φωνή, σπάζοντας τη μαγεία της στιγμής, οπότε οι διασκορπισμένοι θεατές άρχισαν να χειροκροτούν

Page 61: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

την παράσταση, αργά στην αργή, ύστερα δυνατότερα, όταν μια μικρή σιλουέτα φάνηκεακροπατώντας στη σκηνή.

Ήταν η Λούμπα. Η χορεύτρια.Τώρα φορούσε μια λεοπάρ ρόμπα, με το σχήμα του σώματός της κρυμμένο, κι έμοιαζε πολύ

μικρότερη απ’ ό,τι είχε δώσει την εντύπωση πως ήταν κάτω από την εκτυφλωτική λάμψη τουκεντρικού προβολέα.

«Φαίνεται μικρούλα τώρα», σχολίασε η Σάμερ.«Από χορό πώς τα πας;» τη ρώτησε ο Ντόμινικ.«Δεν μπορώ να συγκριθώ ούτε για αστείο μαζί της», τον διαβεβαίωσε.«Θα ήθελα να σε δω να χορεύεις».«Είμαι αδέξια. Δεν έχω αίσθηση του ρυθμού, ούτε χάρη».«Είμαι σίγουρος πως θα ήσουν τέλεια. Είσαι μουσικός. Ο ρυθμός είναι στο αίμα σου».«Μην το λες».Ο Ντόμινικ ήπιε μια γουλιά από το ποτό του. Οι πρώτες νότες του μαγευτικού «Μπολερό» του

Ραβέλ ακούγονταν μέσα από τα δυνατά ηχεία, πνιχτές, μακρινές. Αναρωτήθηκε αν θα ακολουθούσεκι άλλη χορεύτρια ή αν η αινιγματική Λούμπα θα επέστρεφε και πάλι.

Κοίταξε τη Σάμερ στα μάτια και βεβαιώθηκε. Ναι. Αυτό ήταν.Ένα οικείο κύμα δύναμης διέτρεξε την καρδιά του.«Ήταν πραγματικά πολύ όμορφο», παραδέχτηκε τελικά η Σάμερ. «Καμία σχέση με ό,τι θα

περίμενα. Φοβόμουν πως το τελικό αποτέλεσμα θα ήταν κάπως χοντροκομμένο. Κάθε άλλο».Πήρε στο χέρι το ποτήρι της σαμπάνιας της.Η οικοδέσποινα πέρασε από το τραπέζι τους. «Ελπίζω να σας άρεσε η παράσταση», είπε.«Πράγματι», απάντησε ο Ντόμινικ. Είχε χάσει τα λόγια του.«Παρουσιάζουμε αποκλειστικά ξένες καλλιτέχνιδες», συνέχισε εκείνη. «Κυρίως Ρωσίδες. Είναι

τόσο καλοαναθρεμμένες. Έχουν θαυμάσια κατατομή», πρόσθεσε. «Οι ντόπιες κοπέλες δεν έχουντην ίδια φινέτσα. Η Λούμπα, για παράδειγμα, μοιάζει απόλυτα συμφιλιωμένη με το γυμνό».

«Το ίδιο και η φίλη μου από δω», παρατήρησε ο Ντόμινικ, γνέφοντας προς τη Σάμερ.«Εντυπωσιακά συμφιλιωμένη». Τα λόγια βγήκαν μόνα τους από το στόμα του, λες και τον είχεβάλει ο διάβολος να τα πει, εδραιώνοντας έτσι τις προηγούμενες σκέψεις του σχετικά με τιςχορευτικές ικανότητες της Σάμερ.

«Κι είναι και πανέμορφη, προφανώς», σχολίασε η μεγαλύτερη γυναίκα με την κόκκινη τουαλέτα,κόβοντας τη Σάμερ με νέο ενδιαφέρον.

Ο Ντόμινικ δεν μπόρεσε να αντισταθεί. «Οργανώνετε και ιδιωτικές παραστάσεις;»«Κανονίζεται κι αυτό», είπε η οικοδέσποινα.«Αύριο ίσως; Μετά τον ερχομό του Νέου Έτους;»Η Σάμερ στριφογύριζε αμήχανα στην καρέκλα της. Οι περισσότεροι από τους άλλους θεατές

είχαν αρχίσει ήδη να αποχωρούν.«Έχουμε κανονίσει τραπέζι για την αλλαγή του χρόνου, αλλά θα μπορούσαμε να είμαστε εδώ

στη μία, ας πούμε;» πρότεινε ο Ντόμινικ.«Αυτό θα βόλευε», είπε η γυναίκα. «Πόσο μεγάλο ακροατήριο θα επιθυμούσατε;» ρώτησε τον

Ντόμινικ.«Όπως απόψε. Όχι κάτι μεγάλο. Ένα μικρό κύκλο ατόμων. Διακριτικών, εννοείται».Η οικοδέσποινα στράφηκε προς τη Σάμερ. «Είστε διατεθειμένη να παίξετε, κυρία;

Page 62: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Αντιλαμβάνεστε βεβαίως ότι η επιλογή είναι δική σας;»Η Σάμερ είχε γραπώσει το χείλος του τραπεζιού. Απέφυγε να κοιτάξει τον Ντόμινικ. «Ναι», είπε,

όσο πιο αποφασιστικά μπορούσε.«Θα επιθυμούσατε απλώς ένα χορό ή κάτι... περισσότερο;» ρώτησε η μεγαλύτερη γυναίκα τον

Ντόμινικ.«Τι ακριβώς θα περιλάμβανε το... περισσότερο;» θέλησε να μάθει εκείνος.«Είστε άνθρωπος με φαντασία. Αφήνω εσάς να το εκτιμήσετε», αποκρίθηκε η γυναίκα,

χαμογελώντας με νόημα.Ο Ντόμινικ το σκέφτηκε. «Νομίζω πως ένας χορός αρκεί», είπε τελικά, ρίχνοντας μια λοξή ματιά

στο ωχρό πρόσωπο της Σάμερ.Η Σάμερ κρατούσε την αναπνοή της.«Εκτός αυτού, οι καλλιτέχνιδές μας προσφέρουν ιδιωτικές παραστάσεις», τόνισε η γυναίκα.

«Μήπως θα σας ενδιέφερε κάτι τέτοιο;»Εν τω μεταξύ, η καρδιά της Σάμερ χτυπούσε ξέφρενα. Ο αρχικός φόβος υποχωρούσε και ένα νέο

κύμα νευρικότητας εισέβαλλε στο σύστημά της.«Νομίζω πως θα ήθελα απλώς να δω τη φίλη μου να χορεύει», αποφάσισε ο Ντόμινικ. «Σε αυτή

τη σκηνή», είπε γνέφοντας.«Καλώς», απάντησε η γυναίκα. «Να συζητήσουμε τις λεπτομέρειες λοιπόν;»Έκανε νόημα στον Ντόμινικ να προχωρήσουν λίγο παρακάτω, ώστε να μην ακούει η Σάμερ,

προκειμένου να συμφωνήσουν στο οικονομικό.Η διαπραγμάτευση αποδείχτηκε σύντομη. Η Σάμερ είδε τον Ντόμινικ να κρατά μία από τις

πιστωτικές του κάρτες και την οικοδέσποινα να την περνά από μια μικρή συσκευή χειρός.Από τη στιγμή που έκλεισε η συναλλαγή, η οικοδέσποινα με το κόκκινο βελούδινο φόρεμα τους

συνόδευσε στη σκάλα κι από εκεί στο ισόγειο.«Θα φροντίσουμε εμείς για τη στολή της κυρίας για την περίσταση», τους ενημέρωσε. «Είμαι

σίγουρη ότι θα μπορέσουμε να της παρουσιάσουμε μια ποικιλία επιλογών μέσα από την οποία θαβρει κάτι που να της ταιριάζει άψογα. Θα έχουμε μία ολόκληρη ώρα στη διάθεσή μας πριν τηνπαρουσιάσουμε στο κοινό μας, οπότε θα υπάρχει χρόνος για τυχόν ρυθμίσεις».

«Τέλεια», είπε ο Ντόμινικ.Η γυναίκα άνοιξε την πόρτα για να περάσουν σε εκείνο το σκοτεινιασμένο τμήμα της Μπέρμπον

Στριτ. Το κρύο φαινόταν να έχει δυναμώσει.«Α, κύριε;»«Ορίστε».«Έχετε κάποια προτίμηση όσο αφορά τη μουσική;»Ο Ντόμινικ είδε την έκφραση της Σάμερ, εκείνη τη λάμψη που πρόδιδε την προσμονή και το

φόβο, σαν να τον ικέτευε να δώσει τη σωστή απάντηση.«Τις Τέσσερις Εποχές του Βιβάλντι».«Έξοχη επιλογή», αποφάνθηκε η οικοδέσποινα. «Θα χαρώ να σας ξαναδώ αύριο».

Τα μεσάνυχτα, όταν πια η σφαίρα ολοκλήρωσε την άνοδό της, τα πυροτεχνήματα εκτοξεύτηκαν απότις μαούνες που έπλεαν καταμεσής του Μισισιπή και ο Ντόμινικ με τη Σάμερ παρακολούθησαν τοθέαμα από την ασφάλεια του μπαλκονιού του Tujague’s, την ώρα που τα πλήθη από κάτω

Page 63: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

βρυχιόντουσαν μεθυσμένα.Όταν το ρολόι σήμανε μεσάνυχτα, την πήρε στην αγκαλιά του και τη φίλησε. Ήταν μια τόσο

απλή κίνηση, που όμως την άγγιξε κατευθείαν στην καρδιά.Μακάρι τα πράγματα να ήταν τόσο απλά, μακάρι να ήταν αρκετό αυτό, σκέφτηκε ο Ντόμινικ.Για την ώρα, είχαν μια αποστολή.

Page 64: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

5

Χορεύοντας στο Σκοτάδι

ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΧΟΡΕΨΩ γυμνή, όμως η υπεύθυνη της παράστασης αρνήθηκε ακόμη και να το συζητήσει.Ήταν μια επιβλητική γυναίκα. Φορούσε και πάλι την κόκκινη τουαλέτα και τη μάσκα με τη

γαμψή μύτη. Η μάσκα μού προκαλούσε ρίγος. Έμοιαζε με γιατρό του μεσαίωνα για τους εύπορους,βγαλμένη κατευθείαν από τις σελίδες βιβλίων ιστορίας, αλλά όπως και να ’χε, την ακολούθησα σ’ένα καμαρίνι στα παρασκήνια, εκεί όπου ήταν αραδιασμένα όλα τα κοστούμια.

Το δωμάτιο ήταν πελώριο, βαμμένο βαθυκόκκινο. Μου θύμισε μήτρα. Ψηλοτάβανο,κατακλυσμένο από βραδινές τουαλέτες που εκτείνονταν κατά μήκος των τοίχων, σε μια σειράπολύχρωμων σιφόν· υπήρχαν ρόμπες μεταξωτές και με χάντρες, με ασορτί παπούτσια,ψηλοτάκουνα πέδιλα και κομψές μπαλαρίνες, δίπλα σε σκηνικά και εξαρτήματα χορού, φτερωτέςβεντάλιες, ακόμη κι ένα επίχρυσο κλουβί πουλιού, κρεμασμένο από την οροφή. Μέσα στο κλουβίκαθόταν μια γυναίκα ντυμένη στα άσπρα, σαν περιστέρι, παρακολουθώντας τα όσα συνέβαιναν απόκάτω της με περιέργεια.

Έμεινα να την κοιτάζω, απορημένη.«Μην της δίνετε σημασία, κάνει πρόβα για την αυριανή παράσταση», είπε ανυπόμονα η γυναίκα

με τη μάσκα. Έδειξε με το χέρι της ολόγυρα, την τεράστια συλλογή από στολές που είχα στηδιάθεσή μου. «Πρέπει να φορέσετε κάτι».

«Προτιμώ να χορέψω γυμνή».Ήθελα να ανέβω στη σκηνή με τους δικούς μου όρους, όχι να αποκαλυφθώ εκεί, για ένα κοινό

ηδονοβλεψιών, ειδικά από τη στιγμή που δυσκολευόμουν τόσο πολύ να βγάλω ένα φόρεμα και νααπαλλαγώ από αυτό με χάρη. Όχι, αν ήταν να χορέψω γυμνή στο τέλος, ήθελα να ξεκινήσω γυμνή,σαν να μην αφαιρούσα το παραμικρό για χάρη των θεατών. Ακόμη και του Ντόμινικ.

Σταθήκαμε αντικριστά, αμίλητες, σε μια ιδιότυπη αναμέτρηση. Την κοίταζα στα μάτια, όπωςυπολόγιζα, αν και ήταν δύσκολο να είμαι σίγουρη προς τα πού κοιτούσε πίσω από τη μάσκα της.

«Θα φορέσετε αυτά», είπε τελικά, προσπερνώντας το χαμόγελο ικανοποίησης που απλωνότανστο πρόσωπό μου μια και είχε περάσει το δικό μου, και μου παρέδωσε ένα ξύλινο κουτί επενδυμένομε μαύρο βελούδο, το οποίο περιείχε διάφορα αξεσουάρ: δύο κρίκους για θηλές που έπιαναν μεκλιπ, ασορτί στοιχεία που προορίζονταν για τα χείλη των γεννητικών οργάνων, καθώς και ένα μικρόερωτικό βοήθημα για τον πρωκτό. Σε καθένα από αυτά υπήρχε ένα σκούρο κόκκινο πετράδι, σχεδόνστο ίδιο χρώμα με τα μαλλιά μου. Κράτησε τον έναν κρίκο στο φως και τον κούνησε πέρα δώθε,δείχνοντας έτσι πώς λαμπύριζε και έλαμπε το πετράδι.

Το βοήθημα με έκανε να σαστίσω, εκείνη όμως επέμεινε. «Ο ευεργέτης σας θα το προτιμούσε».Άραγε εννοούσε πως ο Ντόμινικ της είχε ζητήσει να μου το προτείνει ή μήπως ήταν δική της η ιδέα;

Τοποθέτησε όλα τα στολίδια στο σώμα μου, συμπεριλαμβανομένου και του βοηθήματος, μεκάπως περισσότερη δύναμη απ’ ό,τι ήταν απολύτως απαραίτητο, ίσως σαν τιμωρία για το θράσος

Page 65: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

μου να αρνηθώ να φορέσω κάποια από τις στολές που μου πρότεινε.Αν η γυναίκα στο κλουβί είχε παρακολουθήσει τα όσα συνέβησαν, δεν είπε τίποτα, πάντως εγώ

είχα εντονότατη την αίσθηση ότι με παρατηρούσε από ψηλά.Οι κρίκοι με πονούσαν κάπως, ειδικά τα κλιπ στις θηλές, όμως ο πόνος ήταν τόσος ώστε να

κατατάσσεται οριακά στην πλευρά της απόλαυσης.Ακολούθησα τη γυναίκα σε έναν άλλο διάδρομο, που οδηγούσε σε μια βελούδινη κουρτίνα, το

άνοιγμα από το οποίο θα έβγαινα στη σκηνή. Κράτησα την ανάσα μου, ελπίζοντας πως, ανκαθόμουν ακίνητη για αρκετή ώρα, ίσως το όλο θέμα να ξεχνιόταν ή ο Ντόμινικ να άλλαζε γνώμη.Ακόμη δεν είχα σχεδιάσει τι θα έκανα μόλις άρχιζε η μουσική.

Η υπεύθυνη έφερε την παλάμη της πάνω στην πλάτη μου και με έσπρωξε απαλά για να περάσωμέσα από την κουρτίνα.

Στην αρχή υπήρχε μόνο σκοτάδι.Ύστερα ένας προβολέας άναψε από το πουθενά, μια φωτεινή δέσμη που σημάδευε το σώμα μου,

σαν ανελέητη ακτίνα τεχνητού ήλιου.Η λάμψη ήταν εκτυφλωτική.Αναζήτησα τον Ντόμινικ στο τραπέζι μας στα δεξιά, μα δεν μπορούσα να δω τίποτ’ άλλο πέρα

από το φως της σκηνής που αντανακλούσε στα μάτια μου.Τότε ξεκίνησε η μουσική.Σήκωσα τα χέρια μου αμέσως, ενστικτωδώς, σαν να σκόπευα να κρατήσω βιολί και δοξάρι.Κι εκεί έμεινα ακίνητη. Είμαι μουσικός, όχι χορεύτρια. Το μόνο βέβαιο πάντως ήταν πως είχα

ριζώσει εκεί, παγιδευμένη στα όρια των οδηγιών του Ντόμινικ, σαν να με είχε δέσει με τα αόρατανήματα ενός κουκλοπαίκτη. Κι ενώ τον σκεφτόμουν, τα νήματα πήραν να κινούνται. Πρώτα το έναμπράτσο, μετά το άλλο. Άρχισα να λικνίζομαι, να χορεύω, όλο και πιο γρήγορα στο ρυθμό της«Άνοιξης», πιο αργά στο τέμπο του «Φθινοπώρου».

Ο χορός τελείωσε πριν αρχίσω να λαχανιάζω και η σκηνή βυθίστηκε και πάλι στο σκοτάδι. Έναδροσερό χέρι με έπιασε γερά από την παλάμη και με οδήγησε πίσω στο καμαρίνι.

«Ήσουν πολύ καλή», είπε η γυναίκα με τη μάσκα.Λυπήθηκα που είδα τα κοσμήματα να φεύγουν από πάνω μου κι αποφάσισα να αγοράσω δικά

μου με την πρώτη ευκαιρία. Θα ήταν πιο εύκολο να τα φορώ κάτω από τα ρούχα μου απ’ ό,τι έναςκορσές, και σίγουρα πολύ μικρότερος μπελάς για να τα βάλω το πρωί.

Το πρόσωπο του Ντόμινικ ήταν κάπως ξαναμμένο όταν επέστρεψα στο τραπέζι μας. Τακαστανοπράσινα μάτια του φέγγιζαν δυνατά, σαν τα φώτα της σκηνής.

Σκέφτηκα πως ίσως με έπαιρνε στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου, στο δρόμο της επιστροφήςστο ξενοδοχείο, υπό το βλέμμα του οδηγού μέσα από τον εσωτερικό καθρέφτη, όμως ο Ντόμινικ σεαυτό το θέμα ήταν περιέργως κλειστός, παρά την επιθυμία του να με επιδεικνύει δημόσια.Προτιμούσε να με έχει με τους δικούς του όρους, κι αυτοί δεν περιλάμβαναν ένα πήδημα στο πίσωκάθισμα ενός ταξί που προχωρούσε αργά μέσα από το πλήθος του κόσμου που είχε βγει ναγιορτάσει τον καινούριο χρόνο στη Γαλλική Συνοικία της Νέας Ορλεάνης.

Ο Ντόμινικ κοίταζε έξω από το παράθυρο της πλευράς του απολαμβάνοντας τις τελευταίες εικόνεςτης Νέας Ορλεάνης, τεντώνοντας το λαιμό του για να δει τα τελευταία πυροτεχνήματα που έσκαγανέξω, πίδακες χρώματος που φώτιζαν τον ουρανό. Εκμεταλλεύτηκα την ευκαιρία για να ρίξω μια

Page 66: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

γρήγορη ματιά στα γραπτά μηνύματα στο κινητό μου, τις γνωστές ευχές για το νέο έτος από φίλουςσε μέρη μακρινά, με τους οποίους είχα μήνες να μιλήσω. Μία από τις καλύτερές μου φίλες στη ΝέαΖηλανδία γεννήθηκε παραμονή Πρωτοχρονιάς, και για σχεδόν μία δεκαετία, πριν φύγω για τοεξωτερικό, περνούσα την 31η Δεκεμβρίου μαζί της, συνήθως μέσα, σε πάρτι, έχοντας μεθύσει μεφτηνιάρικους αφρώδεις οίνους αγορασμένους παράνομα, και αργότερα, από τη στιγμή πουτελειώσαμε το σχολείο και αρχίσαμε να εργαζόμαστε, επιλέγοντας πιο ακριβά ποτά και κοκτέιλ κάθεείδους. Είχα ξεχάσει να της στείλω ευχές για τα γενέθλιά της φέτος, για πρώτη φορά από τότε πουγνωριστήκαμε, και ένιωθα να με πλακώνουν οι τύψεις. Απέφευγα όλους τους φίλους μου από τηνπατρίδα· ανησυχούσα πως θα με έβρισκαν αλλαγμένη και πως ίσως να μην τους άρεσε ή να μηνενέκριναν τη νέα Σάμερ.

Ο Σιμόν μού είχε στείλει μήνυμα. «Καλή Χρονιά! Ελπίζω το 2013 να σου φέρει ό,τι επιθυμείς».Μακάρι να ’ξερα τι επιθυμούσα.Ο Ντόμινικ έγειρε προς το μέρος μου και ακούμπησε την παλάμη του απαλά πάνω στο γόνατό

μου. Έκλεισα το κινητό και το έβαλα στην τσάντα μου. Θα απαντούσα το πρωί.«Ήσουν τέλεια», είπε όταν φτάσαμε στην πόρτα. «Η ολοδική μου, στολισμένη πόρνη. Πώς

ένιωσες;»«Παράξενα. Λες κι οι δυο μας ήμασταν οι μοναδικοί άνθρωποι εκεί μέσα, αλλά δεν μπορούσα να

σε δω. Δεν μπορούσα να δω κανέναν πίσω από το φως».Άπλωσε το μπράτσο του γύρω μου, πέρασε την παλάμη του κάτω από το φόρεμά μου και

οδήγησε στο δάχτυλό του στη σχισμή του κώλου μου.«Θα ήταν αδύνατο να μην παρατηρήσω το πρωκτικό βοήθημα. Ήταν επιπλέον των οδηγιών που

είχα δώσει. Δική σου επιλογή ή της γυναίκας;»«Δική της».«Σου άρεσε;»«Ναι. Φοβόμουν μην πέσει, αλλά τελικά δεν υπήρχε τέτοια περίπτωση».«Ίσως σου αγοράσω ένα και να σε βάλω να το φοράς στις πρόβες με την ορχήστρα».«Μπορεί να έχω πρόβλημα να συγκεντρωθώ έτσι».«Θα τα καταφέρεις, δεν έχω καμία αμφιβολία γι’ αυτό. Έτσι θα με θυμάσαι όσο θα είμαστε

χώρια, σωστά;»Ο Ντόμινικ έσκυψε και με σήκωσε στα χέρια του, με μετέφερε στο δωμάτιο και εκεί, χωρίς

πολλά πολλά, με έριξε στο κρεβάτι, μπρούμυτα. Το δωμάτιο μύριζε έντονα σεξ, παρότι είχε περάσειη καθαρίστρια κάποια στιγμή μέσα στη μέρα και είχε αλλάξει σεντόνια. Οι διαρκείς επιδόσεις μαςστον έρωτα είχαν επηρεάσει την ατμόσφαιρα, την είχαν κάνει να μοιάζει κολλώδης και γλυκιά, σαντην υγρή ενέργεια που εκπέμπει μια ιδιαίτερα θερμή μέρα λίγο πριν αρχίσει να πέφτει η βροχή.

Σήκωσε το κάτω μισό του φορέματός μου στη μέση μου και στάθηκε ανάμεσα στα πόδια μου.Παραμέρισε τους μηρούς μου, ύστερα έπεσε στα γόνατα, χώρισε τα κωλομάγουλά μου με τιςπαλάμες του και πέρασε τη γλώσσα του κατά μήκος της σχισμής και του περινέου μου. Η ανάσα τουήταν καυτή, η γλώσσα του σκληρή. Έστριψα λίγο, μια ήπια διαμαρτυρία απέναντι σε αυτή τηνιδιαίτερα προσωπική εξερεύνηση, όμως εκείνος ακούμπησε την παλάμη του χαμηλά στην πλάτη μουκαι με κράτησε εκεί, εξακολουθώντας να με γλείφει.

Ακολούθησε το δάχτυλό του, μετά και δεύτερο, ανοίγοντας την τρύπα μου περισσότερο απ’ ό,τιτο μικρό βοήθημα που μου είχε χώσει εκεί η γυναίκα με τη μάσκα. Απόψε ήταν σκληρός καισιωπηλός, δε μιλούσε, απόλυτα συγκεντρωμένος σε αυτό που επιχειρούσε. Το πρόσωπό μου ήταν

Page 67: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

χωμένο στις κουβέρτες, όμως φανταζόμουν τον Ντόμινικ να με κοιτάζει από ψηλά, ναπειραματίζεται με τα σημεία που με έφτιαχναν, επιδεικνύοντας μια παράξενη αποστασιοποίηση. Δεχρησιμοποίησε λιπαντική ουσία, παρά μόνο την υγρασία της γλώσσας του, την οποία τώρα οδήγησεχαμηλότερα, γλείφοντας το μουνάκι μου, έτσι που έστελνε κύματα ηδονής να διατρέχουν το κορμίμου. Καθώς η αναπνοή μου βάραινε και έχανε το ρυθμό της, απέσυρε τα δάχτυλά του, με βούτηξεαπό τους γοφούς και με τράβηξε προς το μέρος του, καρφώνοντας τον πούτσο του μέσα μου ενώεκείνος σωριαζόταν στην πλάτη μου βογκώντας, χωρίς να περιμένει να φτάσω σε οργασμό.

Αυτός ήταν ο Ντόμινικ που μου άρεσε περισσότερο, σκληρός, τραχύς, με τη στοργικότητα ναπαρασύρεται από το πάθος.

Γιορτάσαμε την τελευταία μας νύχτα μαζί στη Νέα Ορλεάνη με ακόμη περισσότερα στρείδια. Είχαφάει αρκετά στρείδια για να με κρατήσουν τουλάχιστον μέχρι την επόμενη φορά που θα τον έβλεπα,αλλά δε νομίζω πως όσο σεξ κι αν καταφέρναμε να χωρέσουμε στο διάστημα από το τελευταίο μαςδείπνο μέχρι την αναχώρηση από το ξενοδοχείο θα μπορούσε να καλύψει το κενό της επικείμενηςαπουσίας του.

Με είχε σκίσει στο γαμήσι, κι εγώ εκείνον, όμως αυτό δεν τον εμπόδισε να μπει μια τελευταίαφορά μέσα μου πριν φύγουμε. Ακούμπησε την παλάμη του στην πόρτα του δωματίου μας έτσι όπωςέκανα να την ανοίξω και την έκλεισε με δύναμη, μετά ακινητοποίησε τους καρπούς μου πάνω από τοκεφάλι μου με το ένα του χέρι, κατέβασε το εσώρουχό μου με το άλλο και με γέμισε ξανά από πίσω.

Το μουνάκι μου παλλόταν σε όλη τη διάρκεια της πτήσης, θυμίζοντάς μου με τον πλέον έντονοτρόπο τον Ντόμινικ, διακόπτοντας έτσι το φλερτ μου με το γοητευτικό άντρα που καθόταν δίπλαμου.

Είχαμε αποχωριστεί στο αεροδρόμιο, καθώς εκείνος θα έπαιρνε άλλη πτήση για να επιστρέψειστο Λονδίνο, μέσω Σικάγου, απολαμβάνοντας μία επιπλέον νύχτα στη Νέα Ορλεάνη αντί να γυρίσειμαζί μου στη Νέα Υόρκη και να ταξιδέψει για το Λονδίνο από εκεί.

Στη συνέχεια θα περιμέναμε να μάθουμε τα αποτελέσματα της αίτησης που είχε υποβάλει γιαεκείνη τη θέση.

Η σκέψη πως θα είχα τον Ντόμινικ μόνιμα στη Νέα Υόρκη μού προκαλούσε ένα ανάμεικτοαίσθημα απόλαυσης και ανησυχίας. Είχα συνηθίσει τόσο πολύ να ζω ανεξάρτητη και απολάμβανα τοότι είχα όλο το χρόνο στη διάθεσή μου για να κάνω πρόβες, να γνωρίζω καινούριους ανθρώπους, ναπερνώ τις μέρες μου κάνοντας ό,τι ήθελα, χωρίς να δεσμεύομαι από κανέναν.

Η Μαρίγια ήρθε και μ’ έπιασε με το που πέρασα το κατώφλι, θέλοντας να ακούσει με κάθελεπτομέρεια πώς είχαμε περάσει εκείνες τις λίγες μέρες μαζί. Ήταν πολύ ωμή, αν και, δεδομένου ότιδεν έκανε καμία απολύτως προσπάθεια να συγκρατεί τους ήχους των νυχτερινών της περιπτύξεωνμε τον Μπάλντο, φαντάζομαι πως δε θα έπρεπε να μου προκαλεί εντύπωση αυτό.

«Λοιπόν, ήταν καλό το σεξ;»«Μαρίγια!» διαμαρτυρήθηκε ο Μπάλντο από τον καναπέ, όπου είχε ξαπλώσει νωχελικά,

φορώντας μονάχα ένα στενό εσώρουχο, με τα πόδια ακουμπισμένα στο μπράτσο του επίπλου. Ήταντόσο τριχωτός, που θα μπορούσες να τον περάσεις για κουβέρτα, πράγμα που εξηγούσε και γιατίντυνόταν τόσο ελαφριά Γενάρη μήνα στη Νέα Υόρκη.

«Είναι πολύ καλός».«Για λέγε, τον έχει μεγάλο;» Έφερε το χέρι της μπροστά στον καβάλο της και το κούνησε λες και

Page 68: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

επρόκειτο για προβοσκίδα ελέφαντα.Σε απάντηση, κράτησα τις δύο παλάμες μου σε απόσταση εβδομήντα εκατοστών.Ο Μπάλντο πετάχτηκε από τον καναπέ ξεφυσώντας και πήγε εκνευρισμένος στο δωμάτιό τους,

κλείνοντας με δύναμη πίσω του την πόρτα.Την άνοιξε ξανά και φώναξε στη Μαρίγια: «Έλα να με βρεις όταν πάψετε να κακαρίζετε σαν

γριές κουτσομπόλες».Εκείνη μου έκλεισε το μάτι και διέσχισε το δωμάτιο λικνίζοντας τους γοφούς της για να τον

συναντήσει.Δέκα λεπτά αργότερα, το κεφαλάρι του κρεβατιού κοπανούσε στον τοίχο.Πήγα στο δωμάτιό μου κι έπεσα στο κρεβάτι με το που ακούμπησα κάτω τη βαλίτσα. Με πήρε ο

ύπνος αμέσως μόλις έκλεισα τα μάτια μου, λες και ο μανδύας της εξάντλησης που κουβαλούσα μαζίμου είχε βρει επιτέλους την ευκαιρία να με τυλίξει τώρα που είχα μείνει μόνη.

Στα όνειρά μου, είδα τον εαυτό μου να χορεύει, κρεμασμένη από την οροφή, μέσα σε έναχρυσαφένιο κλουβί. Ο Ντόμινικ παρακολουθούσε από κάτω, μόνο που δεν ήταν ο Ντόμινικ, τοήξερα· ήταν ένας άλλος άντρας, που φορούσε μια μάσκα με μακριά γαμψή μύτη.

Ξύπνησα νιώθοντας λες και δεν είχα κλείσει μάτι.Οι πρόβες ξεκινούσαν και πάλι σε λίγες ώρες. Με το πρόγραμμα που μας είχε ετοιμάσει ο Σιμόν,

θα είχα ελάχιστα περιθώρια να κάνω διάλειμμα στο προσεχές μέλλον.Τουλάχιστον, για να μη λέμε πως δε γίνονται θαύματα, είχαμε καταφέρει να ξεμπερδέψουμε με

όλη εκείνη τη γλυκανάλατη χριστουγεννιάτικη μουσική. Έτσι κι αναγκαζόμουν να παίξω ένανακόμη ύμνο, θα πετούσα το βιολί από κανένα παράθυρο. Για τον υπόλοιπο Ιανουάριο ο Σιμόν είχεπρογραμματίσει να παίξουμε έργα διαφόρων Λατινοαμερικάνων συνθετών· απόψε θα κάναμεπρόβες στον Βίλα-Λόμπος. Ανέκαθεν μου άρεσε να έρχομαι σε επαφή με καινούρια πράγματα, καιτα έργα του Βίλα-Λόμπος είχαν μια αίσθηση φολκλόρ· δεν είχα κανένα πρόβλημα να έχει το τσέλομεγαλύτερο ρόλο σε σχέση με τα βιολιά. Ο Σιμόν φαινόταν να είχε εστιάσει την προσοχή του πάνωμου, πράγμα το οποίο δεν ήταν πάντοτε θετικό. Εντόπιζε και σχολίαζε κάθε αστοχία στις ερμηνείεςμου.

Εκείνο το βράδυ ήμουν ακόμη κουρασμένη από το ταξίδι και βίωνα μια μικρή μεθεόρτιαμελαγχολία. Ο Ντόμινικ με είχε εξουθενώσει, και παρότι χαμογελούσα ανακαλύπτοντας κάθεκαινούριο πονάκι, αυτό δε με βοηθούσε καθόλου να αντεπεξέρχομαι στις πρόβες.

Ο Σιμόν με πλησίασε την ώρα που έκλεινα το Μπαγί στη θήκη του. Το σώμα του χαλάρωνεαμέσως μόλις τελείωνε η μουσική, έχανε την ένταση που είχε πάντοτε όταν κρατούσε την μπαγκέτα.Αναρωτήθηκα σε ποιο βαθμό ήταν προσποιητή η αυστηρότητα για να διατηρεί την ορχήστρα σετάξη και κατά πόσο ήταν πραγματικά στοιχείο του χαρακτήρα του.

«Σαν να μαύρισες λιγάκι, Σάμερ... Ασυνήθιστο χειμώνα καιρό στη Νέα Υόρκη. Κατάφερες ναξεφύγεις αυτές τις μέρες;»

«Πετάχτηκα για λίγο στη Νέα Ορλεάνη... Μάλλον με παραείδε ο ήλιος στη βόλτα στο ποτάμι...»«Μόνη σου πήγες;»«Με ένα φίλο. Από το Λονδίνο».«Ωραία. Η ξεκούραση θα σου φανεί χρήσιμη. Μας περιμένουν δύο φορτωμένοι μήνες».«Σαν να λέμε τέρμα οι διακοπές για το προσεχές μέλλον».«Έλα, δεν είναι και τόσο άσχημα εδώ. Δε θα ήθελα να σε εξουθενώσω».Ο χώρος όπου κάναμε τις πρόβες είχε αδειάσει, τα υπόλοιπα μέλη της ορχήστρας είχαν χαθεί

Page 69: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

στην αγκαλιά της νύχτας, για να απολαύσουν ό,τι απέμενε από εκείνη τη βραδιά. Ακόμη και οΜπάλντο με τη Μαρίγια είχαν συνηθίσει να μας βλέπουν να μιλάμε για λίγο στο τέλος κάθε πρόβας,οπότε μας άφησαν μόνους.

Ο Σιμόν με είχε πλησιάσει, αρκετά κοντά ώστε να φιληθούμε. Το άρωμα της κολόνιας τουαπλωνόταν γύρω μου σαν σύννεφο, δυνατό και πικάντικο, τελείως διαφορετικό από την απλήσαπουνένια μυρωδιά του Ντόμινικ. Ποτέ δεν είχα δει τον Ντόμινικ να βάζει κάτι μετά το ξύρισμα.

Τα μαλλιά του ήταν κατσαρά, πυκνότερα ακόμη κι από τα δικά μου. Πλαισίωναν το πρόσωπό τουσαν σκοτεινό φωτοστέφανο. Για μια στιγμή, σκέφτηκα πως έτσι και κάναμε παιδιά σίγουρα θα είχανμαλλιά που θα θύμιζαν κανίς, αλλά επρόκειτο για παράλογη σκέψη. Εγώ δεν ήθελα καν νααποκτήσω παιδιά.

Έφερα το βιολί μου έτσι ώστε να καλύπτει την μπροστινή πλευρά του σώματός μου, κλείνονταςτο δρόμο στον Σιμόν σε περίπτωση που σχεδίαζε να κάνει κάποια κίνηση, και κινήθηκα προς ταεμπρός, προς την έξοδο. Εκείνος σήκωσε την τσάντα του και με συνόδευσε στην πόρτα.

Η ριπή κρύου αέρα απέξω μου έκαψε το λαρύγγι. Βάλθηκα να ψάχνω στην τσάντα μου για ναβρω τα γάντια μου.

«Να πάρει, ξέχασα τα γάντια μου», αναστέναξα. Ο χώρος όπου κάναμε τις πρόβες απείχε λίγαμόλις τετράγωνα από το διαμέρισμά μου. Αν το έπαιρνα ποδαράτο, θα έφτανα εκεί στο χρόνο πουθα έκανα να βρω ταξί.

Ο Σιμόν ξετύλιξε το κασκόλ από το λαιμό του, έκλεισε τις παλάμες μου μέσα στις δικές του καιτύλιξε το ύφασμα γύρω από τους καρπούς μου. Ήταν ακόμη ζεστό από την επαφή με το σώμα του.

«Α, όχι», διαμαρτυρήθηκα, «θα παγώσεις».«Επιμένω», είπε εκείνος, σφίγγοντας τα χέρια μου μέσα από το μαλλί. «Τα χέρια σου είναι πολύ

πιο σημαντικά απ’ ό,τι τα δικά μου».«Σ’ ευχαριστώ», απάντησα, με τον πλέον ευγενικό, τον πλέον επαγγελματικό τόνο που

μπορούσα να δώσω στη φωνή μου.Έκανα ένα μικρό βήμα προς τα πίσω, αυξάνοντας το κενό ανάμεσά μας, και τον αποχαιρέτισα με

ένα νεύμα.«Τα λέμε αύριο», είπε εκείνος, στρίβοντας στη μύτη από τις δερμάτινες μπότες του με φινέτσα

χορευτή, πριν χαθεί στη νύχτα.Πίεσα τις παλάμες μου, οι οποίες παρέμεναν σφιχτά τυλιγμένες μέσα στο κασκόλ του, πάνω στο

πρόσωπό μου για να ζεσταθώ. Η μυρωδιά του με ακολούθησε μέχρι το σπίτι, και όσο κι ανπροσπάθησα να την ξεχάσω, δεν μπορούσα να μην αναρωτιέμαι πώς θα μύριζε η γυμνή επιδερμίδατου. Ίσως να μη μύριζε κολόνια· ίσως ο Σιμόν, γυμνός, να μύριζε μπαχαρικά, κανέλα καιμοσχοκάρυδο, ανάμεικτα με ιδρώτα.

Εκείνη τη νύχτα ονειρεύτηκα δύο άντρες. Κάθε φορά που σχημάτιζα στο νου μου την εικόνα τουΝτόμινικ, τον ήχο της φωνής του, τις σύνθετες επιθυμίες του, η εικόνα θόλωνε και τη θέση τηςέπαιρνε η μορφή του Σιμόν. Φανταζόμουν την αίσθηση που θα είχαν τα πυκνά μαλλιά του ανάμεσαστα δάχτυλά μου, τη ζεστασιά των χεριών του, το πλούσιο χρώμα καραμέλας της επιδερμίδας του,τόσο διαφορετικό από το ωχρό αγγλικό σώμα του Ντόμινικ. Αναρωτήθηκα αν ήταν τριχωτός, όπωςο Μπάλντο. Ανέκαθεν μου άρεσαν οι τρίχες στους άντρες, τις συνδύαζα με τη θέρμη και τηντεστοστερόνη, την αρρενωπότητα. Ο Ντόμινικ είχε μονάχα ένα μαλακό χνούδι στο στήθος, το οποίοέσβηνε κατεβαίνοντας στο στομάχι και μετά ξεκινούσε και πάλι στη βουβωνική του χώρα, σανσκούρο βέλος που υποδείκνυε τη θέση του πέους του.

Page 70: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Τελικά εγκατέλειψα την προσπάθεια να τους ξεχωρίσω και φαντάστηκα πως τους έπαιρναταυτόχρονα, τον Ντόμινικ στο στόμα μου, κολλώντας το πρόσωπό μου πάνω στο πουλί του, τονΣιμόν μέσα στον κόλπο μου.

Για κάποιο λόγο όμως είχα την αίσθηση πως κανείς από τους δυο τους δεν ήταν τύπος μεδιάθεση να μοιράζεται.

Είχα εγκαταλείψει κάθε ελπίδα να αντλήσω συμβουλές για το θέμα αυτό από τη Μαρίγια. Δενείχε γνωρίσει τον Ντόμινικ, όμως για κάποιο λόγο τον έβλεπε με δυσπιστία. Οι συμπάθειές τηςέτειναν ξεκάθαρα προς την πλευρά του Σιμόν και διαρκώς μου κολλούσε για να φλερτάρωπερισσότερο μαζί του.

«Είσαι τρελή, φιλενάδα. Θα μπορούσες να έχεις τον κόσμο στα πόδια σου με αυτό τον άντρα. Ήτο Λίνκολν Σέντερ, τουλάχιστον. Άλλωστε, σε τι σε έχει βοηθήσει εκείνος ο Άγγλος, ε;»

Είχε αποκτήσει τη συνήθεια του Μπάλντο να φορά μονάχα τα εσώρουχά της μέσα στο σπίτι, μετη θέρμανση να λειτουργεί στο φουλ. Φορούσε πάντοτε ασορτί σύνολα, σε φωτεινά χρώματα πουκάλυπταν όλο το φάσμα του ουράνιου τόξου. Η Μαρίγια δεν ήθελε τις δαντέλες και τα μετάξια.Ευτυχώς, η συμμετοχή μου στο ενοίκιο συμπεριλάμβανε μόνο τους λογαριασμούς, οπότε κάλυπτανεκείνοι τα έξοδα για την επιπλέον θέρμανση. Η Μαρίγια είχε μακριά λεπτά πόδια, σαν υδρόβιοπουλί, οι μηροί της σε διάμετρο πλησίαζαν τα μπράτσα μου, έτσι όπως τους έκοβα, κι ας έτρωγεασταμάτητα. Ο Μπάλντο βρισκόταν διαρκώς σε δίαιτα, όμως το γεμάτο σώμα του διατηρούσεπεισματικά τα κιλά του. «Ο αρκουδίνος μου», έτσι τον έλεγε η Μαρίγια, γελώντας πνιχτά όταν τηναγριοκοίταζε.

«Το θέμα δεν έχει να κάνει με το τι μου προσφέρει ο ένας ή ο άλλος», αναστέναξα.«Μη λες ανοησίες. Φυσικά και έχει να κάνει. Τουλάχιστον, αν είναι να κάνεις τη βλακεία και τα

φτιάξεις με τον Άγγλο, κράτα το κρυφό. Ο μαέστρος θα σταματήσει τις χάρες έτσι και χάσει κάθεελπίδα να χαρεί το περιεχόμενο της κιλότας σου».

«Κι εγώ που νόμιζα πως ήταν μαζί μου από έρωτα», πετάχτηκε ο Μπάλντο, του οποίου το σχόλιοπροοριζόταν για τη Μαρίγια.

«Είμαι μαζί σου για το κορμί σου», του απάντησε περιπαιχτικά εκείνη, πλέκοντας τα μπράτσα τηςγύρω του και φέρνοντας το πρόσωπό της πάνω στο λαιμό του.

Πήρα την τσάντα μου κι έφυγα γρήγορα από το διαμέρισμα, θέλοντας να απομακρυνθώ προτούοι μεταξύ τους τρυφερότητες αποκτήσουν περισσότερο ερωτικό χαρακτήρα.

Είχα κανονίσει να συναντήσω την Τσέρι απόψε. Θα έδινε μια παράσταση μπουρλέσκ σ’ ένα μπαρστο Άλφαμπετ Σίτι, στο πλαίσιο ενός προγράμματος καμπαρέ. Ήταν καλή παράσταση, κι αυτή ένααπό τα δυνατά ονόματα. Το σόου ξεκινούσε στις οχτώ κι εκείνη δεν εμφανιζόταν πριν από τιςέντεκα, οπότε είχαμε μερικές ώρες στη διάθεσή μας να καθίσουμε και να τα πούμε.

Βρισκόταν ήδη εκεί όταν έφτασα. Ακόμη και κάτω από το χαμηλό φωτισμό του κλαμπ, τα έντοναροζ μαλλιά της φέγγιζαν σαν φάρος. Με είδε να μπαίνω στο χώρο, μου έκανε νόημα να πλησιάσωστο τραπέζι της και μου έδωσε ένα Κοσμοπόλιταν.

«Χρόνια έχω να πιω αυτό το κοκτέιλ», είπα.«Από την εποχή που παιζόταν στην τηλεόραση το Sex and the City;»«Ναι, κάτι τέτοιο», απάντησα γελώντας.«Έχεις μείνει πίσω. Εγώ είμαι στο δεύτερο. Το κόλπο για να ανέβεις στη σκηνή, βλέπεις, είναι να

Page 71: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

εντοπίσεις εκείνη τη λεπτή γραμμή μεταξύ του να είσαι μεθυσμένη και λιώμα και μετά να τηνακολουθήσεις μέχρι το τέρμα».

«Δε νομίζω πως γίνεται αυτό σε μια ορχήστρα», σχολίασα. «Μια μπίρα να έπινα, ο μαέστρος θαμε πετούσε έξω».

«Θα μπορούσες να παίζεις ροκ μουσική».«Μπα, δε νομίζω ότι με παίρνει να αλλάξω. Ο Βιβάλντι καλύπτει τα έξοδα».«Πώς ήταν η Πρωτοχρονιά στη Νέα Ορλεάνη; Ήρθε ο δικός σου να σε επισκεφτεί;»«Τέλεια ήταν. Τώρα όμως χρειάζομαι διακοπές για να συνέλθω. Με πέθανε».«Τυχερή είσαι. Εμένα και οι δύο φίλοι μου λείπουν αυτό τον καιρό, δουλεύουν».«Μισό λεπτό. Είπες “και οι δύο”;»Η Τσέρι χαμογέλασε πλατιά. «Ναι. Τυχερή είμαι κι εγώ, ε; Έχω δύο».«Και ξέρουν ο ένας για τον άλλο;»«Εννοείται. Ο Πιτ έχει κι άλλη κοπέλα. Να, αυτές τις μέρες έχει πάει να τη βρει. Ο Τόνι είναι σε

τουρνέ με το συγκρότημα. Βρισκόμαστε, αλλά τον περιποιούνται καλά και οι θαυμάστριές του.Είναι πολυάσχολο παιδί».

Είχα απομείνει να την κοιτάζω. «Καλά, κι εσύ δε ζηλεύεις;»Η Τσέρι αναστέναξε θαρρείς μπουχτισμένη. «Αυτό είναι το πρώτο πράγμα που με ρωτάνε όλοι».«Ε, δεν είναι παράλογη η ερώτηση. Λοιπόν;»«Καμιά φορά. Νομίζω πως όλοι ζηλεύουν. Όμως με τον Πιτ βλεπόμαστε εδώ και πέντε χρόνια.

Τσουλάει η κατάσταση. Ο Τόνι είναι σαν να λέμε η γαρνιτούρα. Δε νομίζω πως θα τα έβγαζα πέρααν ήμουν με έναν μόνο. Θα βαριόμουν».

«Τίνος ιδέα ήταν; Δική σου ή δική του;»«Δική μου, θα έλεγα. Ξεκινήσαμε πηγαίνοντας σε κάτι λέσχες ανταλλαγής συντρόφων, για να

βάλουμε λίγο αλατοπίπερο στη σχέση μας. Από εκεί και πέρα, το πράγμα πήρε το δρόμο του. Μ’εσένα τι γίνεται; Πώς πάει το θέμα; Τον βλέπεις σοβαρά αυτό τον Άγγλο;» Έφερε το ποτό της στοφως. «Μονίμως το τσιγκουνεύονται το Κουαντρό. Θύμισέ μου να το πω στον μπάρμαν».

Οι ψεύτικες βλεφαρίδες της λαμπύριζαν από την αντανάκλαση του ποτηριού. Η άκρη της κάθεβλεφαρίδας ήταν στολισμένη με ένα μικροσκοπικό κρύσταλλο, σαν πόδια αράχνης που είχε μόλιςπεράσει μέσα από χιόνι.

«Κοίτα, κι εμείς κατά κάποιο τρόπο βλέπουμε άλλα άτομα».«Τι εννοείς “κατά κάποιο τρόπο”; Ή παίζει κάτι ή δεν παίζει. Αυτά τα “κατά κάποιο τρόπο” είναι

περίεργες καταστάσεις. Έχετε καθίσει να το συζητήσετε; Έχετε συμφωνήσει στο τι είναι ΟΚ και τιόχι;»

«Είναι περίπλοκη κατάσταση».«Να, εδώ ακριβώς κάνεις το λάθος. Καθόλου περίπλοκη δεν είναι. Αντίθετα, είναι απλούστατη.

Ή, τουλάχιστον, θα έπρεπε να είναι».«Ίσως έρθει σύντομα να εγκατασταθεί στην πόλη. Έχει κάνει αίτηση για μια δουλειά στη Νέα

Υόρκη».«Μάλιστα. Άρα καλά θα κάνεις να ξεκαθαρίσεις τα πράγματα, σύντομα». Άδειασε το ποτήρι της.

«Ένα ακόμη;» Έριξε μια ματιά στο ρολόι της. Ήταν τόσο μεγάλο, που παρέπεμπε σε μπαλάκι τουγκολφ πάνω στον καρπό της, μια σφαίρα διακοσμημένη με ψεύτικα διαμάντια, σαν ντισκομπάλα ηοποία άνοιγε αποκαλύπτοντας το ψηφιακό καντράν στο εσωτερικό της.

«Γιατί όχι; Έχω ακόμη μερικές ωρίτσες».

Page 72: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Κατέβηκα από το σκαμπό και πήγα στο μπαρ. Τα φώτα χαμήλωσαν καθώς το πρώτο νούμεροξεκίνησε στη σκηνή, υπό τους ήχους του «Goldfinger» της Σίρλεϊ Μπάσεϊ. Η χορεύτρια ήταν ψηλή,λεπτή, φορούσε ένα λεοπάρ μπικίνι σε στιλ δεκαετίας του 1950, με ψηλή μέση, και αστρονομικάψηλά ασορτί τακούνια. Ήταν μεικτής καταγωγής, με χαλκόχρωμη επιδερμίδα και πυκνά σκούραμαλλιά χτενισμένα άφρο. Τραγουδούσε και χόρευε στο νούμερό της σαν να ήταν απόλυτηκυρίαρχος της σκηνής, με τη σιγουριά νεαρής λέαινας που μόλις έριξε κάτω μια ολόκληρη γαζέλαγια δείπνο.

«Ευχαριστώ», είπε η Τσέρι όταν της έδωσα ένα Κοσμοπόλιταν φτιαγμένο με γερή δόση λικέρ.«Δε θα μάντευες με τίποτα πως είναι άντρας, ε;» μου ψιθύρισε γνέφοντας προς τη σκηνή.

Έριξα ξανά μια ματιά στη χορεύτρια. Πράγματι, είχε ένα χαρακτηριστικό εξόγκωμα ανάμεσα σταπόδια της, όμως οι κινήσεις της ήταν θεσπέσια θηλυκές, με μια σαφή χροιά αιλουροειδούς. Ακόμηκαι σε χαλαρή στάση, έμοιαζε έτοιμη να χιμήσει σε κάποιον. Σε μένα, ήλπιζα, αν και κάτι τέτοιοφάνταζε απίθανο.

Το επόμενο νούμερο ήταν συγκριτικά βαρετό: μια αρκετά χαριτωμένη κοπέλα έκανε στριπτίζντυμένη άντρας. Δεν είχε την απαιτούμενη μαγκιά, κι εκτός αυτού σκόνταψε άχαρα στο κοστούμιπου κρατούσε στα χέρια όπως έφευγε από τη σκηνή. Τη λυπήθηκα λιγάκι.

«Μάλιστα. Σειρά μου. Μετά την επόμενη αλλαγή, πρέπει να πάω και να ετοιμαστώ».Η Τσέρι χάθηκε πίσω από μια πόρτα στο πλάι της σκηνής. Κρατούσε μια τσάντα τόσο μεγάλη,

που θα μπορούσε να ζει μέσα της, σαν χελώνα που περιφέρεται με το καβούκι της.Μετά βίας την αναγνώρισα όταν εμφανίστηκε στη σκηνή, μετά από ένα ακόμη στριπτίζ, αν και

αυτή τη φορά ήταν ένας άντρας ντυμένος σαν αρκούδα ντυμένη άντρας, ο οποίος γδύθηκε μένονταςμε τη στολή της αρκούδας σε ένα νούμερο το οποίο κατάφερε να συνδυάζει το παράλογο με τοκωμικό σε ιδανικές αναλογίες.

Η Τσέρι ήταν ντυμένη από την κορυφή μέχρι τα νύχια στα ροζ. Φορούσε μια σατέν τουαλέτα πουάγγιζε το πάτωμα, με ουρά από σιφόν, ενώ κρατούσε δύο πελώριες φτερωτές βεντάλιες, η καθεμιάτους σχεδόν μεγαλύτερη απ’ αυτή. Τα δε τακούνια της ήταν πανύψηλα –όμοιά τους δεν είχαξαναδεί–, επίσης έντονα ροζ, καλυμμένα με μικροσκοπικούς κρυστάλλους που λαμπύριζαν σε κάθετης βήμα. Εκτός από τα πόδια της που ισορροπούσαν πάνω στις γόβες-στιλέτο, το σώμα τηςκρυβόταν τελείως πίσω από τις βεντάλιες.

Περίμενα πως το νούμερό της θα θύμιζε πολύ το προηγούμενο, άλλο ένα αργό τραγούδι πουπροσφερόταν για στριπτίζ και η χορεύτρια να μένει με τα εσώρουχα, όμως το νούμερο της Τσέριήταν πολύ πιο πικάντικο, έχοντας ως μουσική υπόκρουση το «Super Freak» του Ρικ Τζέιμς.

Οι θεατές ξέσπασαν σε ξέφρενα χειροκροτήματα την ώρα που η Τσέρι έβγαινε από το φόρεμά τηςκαι κουνούσε τα βαριά της στήθη, έτσι που οι φούντες πάνω στις ρώγες της έφερναν βόλτες σανανεμόμυλοι. Ολοκλήρωσε το νούμερο ξαπλωμένη ανάσκελα, με τα πόδια πάνω από το κεφάλι,δείχνοντας πως θα μπορούσε να γλείψει τον εαυτό της αν το επέλεγε.

«Απίθανο», της είπα μόλις επέστρεψε στη θέση της. «Πολύ εντυπωσιακό νούμερο. Τώρακαταλαβαίνω γιατί τα έχεις με δύο ταυτόχρονα».

Γέλασε πνιχτά. «Να έρθεις καμιά φορά. Θα σου μάθω μερικές κινήσεις».Τα χείλη της εξακολουθούσαν να καλύπτονται από ένα ζωηρό ροζ κραγιόν, το οποίο είχε

ενισχύσει με ένα επιπλέον στρώμα ασημόσκονης και ένα πέρασμα με γκλος.Τη συνόδευσα στο μετρό. «Α, παραλίγο να το ξεχάσω», είπε, και ψαχούλεψε μέσα στην πελώρια

τσάντα της για ώρα. «Σου πήρα κάτι».

Page 73: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Δεν είναι τα γενέθλιά μου».Έβγαλε από μέσα ένα κομμάτι σκοινί, γύρω στο ενάμισι μέτρο, και μου το έδωσε. «Για να

εξασκείσαι. Απλώς να θυμάσαι πως έτσι και δεθείς σε κάποιο πόδι τραπεζιού θα πρέπει είτε να έχειςψαλίδι κοντά είτε να αφήσεις τους κόμπους αρκετά χαλαρούς ώστε να μπορέσεις να λυθείς γρήγορασε περίπτωση που πιάσει φωτιά το σπίτι. Μη βρεθείς σε δύσκολη θέση δηλαδή όταν έρθει ηπυροσβεστική».

«Ευχαριστώ», απάντησα, παραχώνοντας το σκοινί στην τσάντα μου, «αλλά, ξέρεις, δε μουαρέσει και τόσο να δένω. Προτιμώ να είμαι η αποδέκτρια τέτοιων περιποιήσεων».

«Όπως και να έχει, καλό θα ήταν να μάθεις πώς γίνεται. Έτσι θα εκτιμήσεις καλύτερα τον κόποπου κάνει αυτός που σε δένει».

Όταν έφτασα στο σπίτι και έριξα μια ματιά στον καθρέφτη, παρατήρησα πως είχα μια γραμμήαπό ασημόσκονη πάνω στο ένα μου μάγουλο, αν και δε θυμόμουν να είχα καληνυχτίσει την Τσέριφιλώντας τη.

Η υπόλοιπη εβδομάδα πέρασε χωρίς να το καταλάβω. Οι μέρες μου αναλώνονταν στις πρόβες, στοφαγητό και στον ύπνο και βασικά τίποτ’ άλλο. Εν τω μεταξύ, δεν είχα κανένα νέο από τον Ντόμινικ.

«Κουρασμένη δείχνεις», μου είπε ο Σιμόν όταν του επέστρεψα το κασκόλ.«Ευχαριστώ», απάντησα, πειραγμένη.«Να κοιτάξεις να ξεκουράζεσαι περισσότερο. Όταν πρωτοήρθες εδώ, έπαιζες με ολόκληρο το

σώμα σου. Τώρα παίζεις με το μυαλό σου. Πρέπει να χαλαρώσεις ξανά. Πότε ήταν η τελευταία φοράπου βγήκες από το σπίτι χωρίς να έρθεις σε πρόβα;»

«Την περασμένη εβδομάδα. Πήγα σε μια παράσταση μπουρλέσκ».«Δεν αρκεί. Δε γίνεται να εντάσσεις τον κόσμο στη μουσική σου αν δε βγαίνεις να δεις τον

κόσμο».Ήμουν τόσο κουρασμένη, που δεν είχα το κουράγιο να διαφωνήσω. Έγνεψα καταφατικά και

έπιασα τη θήκη με το βιολί μου για να φύγω.«Έχω δύο εισιτήρια για το ροντέο που διοργανώνεται στο Μάντισον Σκουέρ Γκάρντεν την

Παρασκευή. Θέλεις να έρθεις; Κανονικά, θα πήγαινα με τον πατέρα μου, αλλά χρειάστηκε νααναβάλει την επίσκεψή του, οπότε έχω ένα διαθέσιμο εισιτήριο».

«Ροντέο;» Δεν περίμενα κάτι τέτοιο.«Μην παίρνεις αυτό το ύφος. Ροντέο είναι, όχι ταυρομαχίες. Δεν το κάνουν όπως ακριβώς το

κάνουμε εμείς στη Βενεζουέλα, αλλά και πάλι είναι ό,τι πλησιέστερο θα βρεις στο Μανχάταν.Ξεκινά στις τέσσερις. Θα σε πάω για φαγητό μετά, ως ανταμοιβή που θα αντέξεις δύο ώρες ναβλέπεις ανθρώπους να καβαλάνε ταύρους».

Γέλασα. «Εντάξει λοιπόν. Ενδιαφέρον ακούγεται».Η Μαρίγια και ο Μπάλντο είχαν κουρνιάσει μαζί στον καναπέ όταν γύρισα στο σπίτι,

παρακολουθώντας παλιές ταινίες τρόμου. Η Μαρίγια είχε το χέρι πάνω στα μάτια της, άνοιγε ταδάχτυλά της κάθε τόσο για να ρίξει μια ματιά στην οθόνη κι αμέσως τσίριζε. Ο Μπάλντο είχε το έναμπράτσο περασμένο από πάνω της, ενώ με το άλλο βουτούσε κράκερ ρυζιού μέσα σε ένα άλειμματυριού χαμηλών λιπαρών, μορφάζοντας σε κάθε μπουκιά.

«Παιδιά, έχετε ακούσει ποτέ να οργανώνουν ροντέο στο Μανχάταν;»«Μη μου πεις πως βρήκες εισιτήρια για την Παρασκευή;» είπε ο Μπάλντο. «Τυχερούλα... Έχουν

Page 74: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

εξαντληθεί εδώ και μήνες».«Α!» έκανε η Μαρίγια, κατεβάζοντας την παλάμη από το πρόσωπό της. «Τι έγινε, ραντεβού με

τον Σιμόν;»«Δεν είναι ραντεβού».«Ό,τι πεις», απάντησε, στρέφοντας ξανά το βλέμμα στην οθόνη, αγκαλιάζοντας τον Μπάλντο, τη

στιγμή που μια ηθοποιός στην τηλεόραση έβγαζε μια διαπεραστική κραυγή.Η Παρασκευή έφτασε τόσο γρήγορα, ώστε μετά βίας πρόλαβα να νιώσω νευρικότητα απέναντι

στην προοπτική να περάσω ένα ολόκληρο απόγευμα ως το βράδυ με τον Σιμόν. Κάθε φορά που τονκοίταζα τώρα, ανησυχούσα πως με κάποιο τρόπο θα κατάφερνε να διαβάσει το μυαλό μου και ναδιακρίνει τις σκέψεις μου, κι έτσι θα μάθαινε πως, λίγες μέρες νωρίτερα, είχα αυνανιστείανασαίνοντας το άρωμα που ανέδιδε το κασκόλ του.

Είχα βγει ραντεβού σε αθλητική εκδήλωση μόνο μία φορά στο παρελθόν, με ένα φίλο μου στηΝέα Ζηλανδία, για να δούμε την Εθνική μας να παίζει με τη Σαμόα ράγκμπι, στο Στάδιο Γουέστπακστο Γουέλινγκτον. Το παιχνίδι είχε γρήγορο ρυθμό και μου είχε κάνει εντύπωση το πόσο πολύ μουάρεσε, δεδομένου ότι δεν ασχολούμαι καθόλου με τον αθλητισμό, αν και για μένα το μεγαλύτερομέρος του αγώνα είχε κυλήσει πλάθοντας φαντασιώσεις για το πώς θα ήταν αν περνούσα από τααποδυτήρια μετά τον αγώνα για να κάνω ό,τι ήθελα με τους παίκτες. Ήταν ασύλληπτα γεροδεμένοι,με κορμιά θεών και σορτσάκια τόσο κοντά, που απόρησα πώς δεν είχε βρεθεί κάποιος ναδιαμαρτυρηθεί πως το άθλημα δεν ήταν κατάλληλο για να το παρακολουθούν παιδιά. Κάναμε σεξμετά το παιχνίδι. Εγώ είχα κλείσει τα μάτια και φαντασιωνόμουν πως με έπαιρναν με τη σειράδιάφορα μυώδη θηρία, παίκτες και των δύο ομάδων, αν και, σε περίπτωση που με ανάγκαζαν ναδιαλέξω, νομίζω πως θα είχα προτιμήσει την ομάδα της Σαμόα. Ήταν πιο όμορφοι.

Έβρισκα αδύνατο να διαλέξω τι να φορέσω σε κάτι τέτοια ραντεβού. Θα έδειχνα γελοία ανπήγαινα με ψηλά τακούνια σε έναν αγώνα, αν όμως ντυνόμουν πολύ σπορ, θα αισθανόμουν άβολαστο δείπνο. Τελικά επέλεξα ένα σκούρο καφεκόκκινο φόρεμα, το οποίο συνδύασα με λεπτέςκάλτσες που πιάνουν ψηλά με λάστιχο, ίσιες δετές δερμάτινες μπότες και την τσάντα μου απόψεύτικο δέρμα φιδιού.

Ο Σιμόν είχε έρθει ντυμένος σαν κανονικός καουμπόης, με άσπρο πουκάμισο και τζιν παντελόνικι ένα καφέ δερμάτινο καπέλο φορεμένο πάνω στα σγουρά μαλλιά του. Στη μέση είχε περάσει μιαμαύρη ζώνη με μια μεγάλη ασημένια αγκράφα σε σχήμα νεκροκεφαλής και φορούσε ένα ζευγάρισκούρες καφέ μυτερές μπότες, επίσης με ένα σχέδιο νεκροκεφαλής πάνω σε κάθε αστράγαλο, λεςκαι είχε προσπαθήσει να συνδυάσει τα χτυπητά μαλλιά του με κάτι ανάλογο στα πόδια του. Σεοποιονδήποτε άλλο, το σύνολο μπορεί να έμοιαζε γελοίο, όμως ο Σιμόν ήταν άντρας που ντυνότανμε τόση σιγουριά ώστε ήταν αδύνατο να αμφισβητήσεις το γούστο του.

Με έπιασε από το χέρι και με οδήγησε στο στάδιο, καταλήγοντας στα σκαλοπάτια πουοδηγούσαν στις θέσεις μας, λίγες μόλις σειρές πίσω από το στίβο, απ’ όπου θα είχαμε άψογη θέα.Τουλάχιστον οι μισοί θεατές φορούσαν καουμπόικα καπέλα· οι περισσότερες γυναίκες είχανεπιλέξει μπλε και κόκκινα καρό πουκάμισα και τζιν παντελόνια. Έκανε ζέστη εκεί μέσα, κάτι από τηθερμότητα του πλήθους, κάτι από τα δυνατά φώτα και τον ενθουσιασμό για την επικείμενη έναρξητης επίδειξης. Μπορούσα να μυρίσω το χωμάτινο στίβο όπου σύντομα αναβάτες και ταύροι θααναμετριόνταν μπροστά στα μάτια μας· ανέδιδε μια σκονισμένη, μπρούντζινη οσμή που μου θύμιζετη Βόρεια Αυστραλία, εκεί όπου είχα εργαστεί για ένα σύντομο διάστημα προτού ο άνεμος με φέρειστη Μεγάλη Βρετανία.

Page 75: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Θα πρέπει να μου εξηγήσεις τους κανόνες», είπα. «Βασικά δεν ξέρω τίποτα για το ροντέο».«Ξέχνα τους κανόνες κι απλώς παρακολούθα. Κάθε προσπάθεια δε θα διαρκέσει πάνω από οχτώ

δευτερόλεπτα, και πάλι ο αναβάτης θα πρέπει να είναι καλός για να αντέξει τόσο, επομένως δενυπάρχει χρόνος για εξηγήσεις».

Ο Σιμόν είχε δίκιο: ορισμένοι από τους αναβάτες έμειναν στην πλάτη των ταύρων τρία μετέσσερα δευτερόλεπτα. Φανταζόμουν όμως πως πάνω στην πλάτη ενός τέτοιου ζώου ακόμη καιμερικά δευτερόλεπτα θα έμοιαζαν με ολόκληρη ζωή. Οι ταύροι δεν κρατούσαν στιγμή και τατέσσερα πόδια τους στο έδαφος, ενώ ένας κατάφερε να πηδήξει γύρω στο ενάμισι μέτρο στον αέρα,σηκώνοντας και τον αναβάτη μαζί του, προτού σκάσει και πάλι στο χώμα, δίχως να σταματήσεικαθόλου πριν συνεχίσει τα τινάγματά του. Τα ζώα αντιδρούσαν λες και ο στίβος ήτανηλεκτροφόρος, ρουθούνιζαν, πηδούσαν και χτυπιόντουσαν σαν να είχες ντοπάρει 800 κιλά βοδινού.

Οι αναβάτες δεν ήταν έτσι όπως τους περίμενα. Οι περισσότεροι ήταν κοντοί, με σώματαγυμναστών. Απαντούσαν σε κάθε κίνηση του ταύρου με μια ανάλογη αλλά αντίθετη αντίδραση,κινούνταν πίσω ή μπροστά, αριστερά ή δεξιά, με θαυμαστή ταχύτητα και ακρίβεια, θυμίζονταςπερισσότερο κουρδιστά παιχνίδια παρά ανθρώπους. Αρκετές φορές ο αναβάτης γκρεμιζόταν, καιπρολάβαιναν να τον τραβήξουν από τις εξαγριωμένες οπλές του ταύρου την τελευταία στιγμή, μιαανάσα προτού ποδοπατηθεί.

Ο Σιμόν παρακολουθούσε με μάτια που γυάλιζαν, ούρλιαζε και πεταγόταν πάνω κάθε φορά πουκάποιος αναβάτης κατόρθωνε να κρατηθεί στο ζώο περισσότερα από λίγα δευτερόλεπτα.

«Φαντάσου να έχεις ένα τέτοιο ζώο ανάμεσα στα πόδια σου», αναστέναξε.«Χμ», απάντησα, ρουφώντας τις τελευταίες γουλιές του αναψυκτικού μου μέσα από το

καλαμάκι.«Στη Βενεζουέλα οι αναβάτες καταδιώκουν τους ταύρους έφιπποι και διαγωνίζονται για το ποιος

θα καταφέρει να γκρεμίσει πρώτος το ζώο τραβώντας το από την ουρά. Το λέμε κολέο».«Πιο εύκολο μου ακούγεται από το ροντέο».«Είναι επικίνδυνο να πεις τέτοια βαριά κουβέντα σε κάποιον από τη Βενεζουέλα!»«Δε με πειράζει να ζω λιγάκι επικίνδυνα, αλλιώς δε θα βρισκόμουν εδώ».«Το είχα υποψιαστεί. Δε γίνεται να προσκαλέσεις μια οποιαδήποτε κοπέλα σε ροντέο». Έγειρε το

κεφάλι του προς το μέρος μου καθώς μιλούσε.Έκλεισα το στόμα μου γύρω από το καλαμάκι.«Θα μπορούσα να πιω κι εγώ λίγο;» ρώτησε.«Συγνώμη... το τελείωσα».«Δεν πειράζει. Η επίδειξη κοντεύει να τελειώσει. Μπορούμε να πιούμε κάτι κάπου αλλού».Πήγαμε στο Caracas Arepa Bar, στην 7η Οδό στο Ιστ Βίλατζ. Ήταν ακόμη σχετικά νωρίς, όμως

η ουρά εκτεινόταν έξω από την πόρτα.«Αξίζει τον κόπο, σ’ το υπογράφω».«Μην ανησυχείς. Μπορώ να φανώ ιδιαίτερα υπομονετική όποτε χρειάζεται».«Είμαι σίγουρος. Ξέρεις, σκεφτόμουν...»«Επικίνδυνη συνήθεια αυτή».«Το ξέρω πως τον τελευταίο καιρό σε ζόρισα πολύ, αλλά στ’ αλήθεια πιστεύω πως πρέπει να

δοκιμάσεις αυτό το σόλο που λέγαμε. Είσαι καλή. Μπορώ να μιλήσω σε κάποιους ανθρώπους.Νομίζω ότι θα μπορούσαμε να γεμίσουμε ένα χώρο».

«Μα, αν θυμάμαι καλά, είπες πως έπαιζα με το μυαλό μου».

Page 76: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Έλα, μην κάνεις έτσι. Υπάρχουν πάντοτε περιθώρια βελτίωσης. Λοιπόν, τι λες; Το ξέρω πως οχώρος για τις πρόβες δε λέει πολλά. Μπορείς να χρησιμοποιείς το υπόγειό μου. Είναι ηχομονωμένο.Το ανακαίνισα πριν μετακομίσω εκεί, οπότε είναι πολύ άνετα. Μπορώ να σου κάνω μερικά εξτράμαθήματα».

«Πολύ ευγενικό εκ μέρους σου, αλλά...»«Δε θέλω να ακούω “αλλά”. Έχεις ταλέντο. Πίστεψε στον εαυτό σου. Αυτή θα μπορούσε να

είναι η μεγάλη ευκαιρία σου, ξέρεις. Θα φροντίσω στη λίστα των προσκεκλημένων να βρίσκονταικαι μερικοί ατζέντηδες».

«Εντάξει».«Εντάξει;»«Ναι. Εντάξει».Πέρασε τα μπράτσα του γύρω μου και με σήκωσε με τη μία στον αέρα, δίνοντάς μου από ένα

ρουφηχτό φιλί σε κάθε μάγουλο. Το καπέλο του έπεσε κάτω.«Καλύτερα να το βγάλω αυτό τώρα, ούτως ή άλλως», είπε, χαμογελώντας όπως έσκυψε για να το

μαζέψει.Στριμωχτήκαμε στην άκρη ενός τραπεζιού, μαζί με τέσσερις άλλους. Εκείνοι βρίσκονταν στα

μισά του γεύματός τους. Κρίνοντας από τις εκφράσεις τους, το φαγητό πρέπει να ήταν θεϊκό.«Γκουακαμόλε και τσιπς για αρχή», είπε ο Σιμόν, «και μαργαρίτες. Θα το γιορτάσουμε».«Μπορείς να παραγγείλεις και τα επόμενα», τον προέτρεψα. «Δεν έχω ιδέα τι είναι όλα αυτά τα

πιάτα, κι άλλωστε σε εμπιστεύομαι».«Μπορεί να το μετανιώσεις».«Αμφιβάλλω».Φάγαμε μέχρι που ένιωσα πως για να γυρίσω στο σπίτι θα έπρεπε να με πάει κάποιος

τσουλώντας.«Καλά, παρήγγειλες ό,τι υπήρχε στον κατάλογο;» ρώτησα, κοιτάζοντας τα τελευταία ταχάδας,

τσιπς μπανάνας γαρνιρισμένα με αλμυρό τυρί, χτυπώντας το βαρύ στομάχι μου. Δεν υπάρχει καμίααμφιβολία επ’ αυτού, τα ραντεβού είναι καταστροφή για τη γραμμή σου.

«Όχι ακριβώς», απάντησε εκείνος γελώντας.Με συνόδευσε μέχρι το διαμέρισμά μου. Γυρίσαμε με τα πόδια. Είχαμε πιει και οι δύο από

τέσσερις ή πέντε μαργαρίτες και είχαμε ζαλιστεί για τα καλά. Η αλήθεια είναι πως εγώ κόντευα ναμεθύσω κανονικά. Ήταν ευχάριστη αλλαγή το να μην πίνω μόνη.

Βάλθηκα να ψαχουλεύω μέσα στην τσάντα μου για να βρω τα κλειδιά του σπιτιού, γέρνονταςστον τοίχο για να στηρίζομαι.

«Δε γίνεται να έχω κλειστεί έξω», είπα. «Η εξώπορτα κλειδώνει από την έξω μεριά».«Να δοκιμάσω;» πρότεινε εκείνος. «Νομίζω πως έχω ζαλιστεί λιγότερο».Κράτησα ανοιχτή την τσάντα μου, οπότε εκείνος πέρασε διστακτικά το χέρι του μέσα.«Καλά, είναι απαραίτητο να κουβαλάς μαζί σου τόσα πράγματα;» απόρησε.«Ποτέ δεν ξέρεις πότε θα χρειαστείς ένα δεύτερο ζευγάρι παπούτσια».Έβγαλε από μέσα το σκοινί που μου είχε δώσει η Τσέρι μετά την παράσταση. Το είχα ξεχάσει

στον πάτο της τσάντας μου από τότε.«Σχεδίαζες να με απαγάγεις;» ρώτησε εκείνος, κουνώντας το σκοινί μπροστά στο πρόσωπό μου.«Είμαι προσκοπίνα», απάντησα εγώ με άνεση.«Το σίγουρο είναι πως είσαι γεμάτη εκπλήξεις». Πέρασε το σκοινί χαλαρά γύρω από τη μέση μου

Page 77: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

και, κρατώντας τις δυο του άκρες, με τράβηξε προς το μέρος του. «Τώρα σε τσάκωσα», είπε.Μετά με φίλησε.Το φιλί του ήταν ζεστό, πιο δυνατό απ’ ό,τι τα φιλιά του Ντόμινικ, πιθανότατα επειδή ήταν

μεθυσμένος. Είχε γεύση τεκίλας, κι όταν ανάσανα, το μόνο που μπόρεσα να μυρίσω ήταν τα επίμοναμπαχαρικά του αρώματος που φορούσε και που θύμιζε κουζίνα στην οποία ψήθηκαν μπισκόταπιπερόριζας.

Άφησε το σκοινί να πέσει κάτω και βύθισε τις παλάμες του μέσα στα μαλλιά μου, πιάνονταςσφιχτά το κεφάλι μου.

Κράτησα την ανάσα μου, ελπίζοντας πως θα τραβούσε τα μαλλιά μου έτσι όπως έκανε οΝτόμινικ για να με φιλήσει ξανά. Είχα αρχίσει να αισθάνομαι μια γνώριμη ζεστασιά να διατρέχει τοσώμα μου και για μια στιγμή μπήκα στον πειρασμό να του προτείνω να ανέβει.

Εκείνος όμως έκανε πίσω, κρατώντας κάπως μαγκωμένα τις παλάμες μου μέσα στα χέρια του.«Συγνώμη... Δεν έπρεπε να το είχα κάνει».«Δεν πειράζει. Είμαστε συνεργάτες».«Το ξέρω. Δεν ήταν καλή ιδέα».«Σίγουρα δεν ήταν».Μάζεψα το σκοινί και το έβαλα ξανά στην τσάντα μου. Τα κλειδιά μου λαμπύριζαν στην πλαϊνή

θήκη, ακριβώς εκεί που τα έβαζα πάντοτε.«Είμαι βέβαιη πως σε είδα να βάζεις το χέρι σου εκεί», είπα, με δήθεν αυστηρό ύφος.«Ναι. Απλώς προσπαθούσα να σε καθυστερήσω».«Ευχαριστώ για το δείπνο και το ροντέο».«Εγώ ευχαριστώ, που μου έκανες παρέα».Είχε επιστρέψει στο συνήθη χαρακτήρα του, φιλικός, επαγγελματίας. Φλέρταρε, αλλά σαν να μην

το εννοούσε πραγματικά. Αν και, κρίνοντας από το φιλί του τουλάχιστον, το εννοούσε απόλυτα.«Ώρα να ανέβω».«Κι εγώ πρέπει να πάω στο κρεβατάκι μου, να ξεκουραστώ. Έχουμε πρόβες αύριο. Κι εκτός

αυτού, πρέπει να αρχίσουμε να προετοιμάζουμε τη σόλο εμφάνισή σου».«Καληνύχτα».«Καληνύχτα».Τον άφησα να στέκεται στο κατώφλι κι έκλεισα την πόρτα.Ακόμη δεν είχα επικοινωνήσει με τον Ντόμινικ, όμως μπορούσα να αισθανθώ το βάρος της

αποδοκιμασίας του από την απέναντι πλευρά του ωκεανού.

Page 78: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

6

Ένα Νησί στη Σπρινγκ Στριτ

Η ΕΠΙΣΗΜΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ στην αίτηση που είχε υποβάλει έφτασε στο γραμματοκιβώτιο του Ντόμινικένα δεκαπενθήμερο μετά την επιστροφή του από τη Νέα Υόρκη. Καθώς αρχικά του είχε δοθεί ηεντύπωση πως θα είχε ενημέρωση νωρίτερα, είχε περάσει μια δύσκολη εβδομάδα, όσο περίμενε τηναπόφαση της επιτροπής, νιώθοντας άλλοτε προσμονή και άλλοτε μια ιδιότυπη μορφή ήπιαςκατάθλιψης.

Η απάντηση ήταν, όπως ήλπιζε ολόψυχα, θετική, του είχε δοθεί η θέση του επισκέπτη καθηγητή,με την ανάλογη οικονομική ενίσχυση. Η περίοδος παραμονής του στο Μανχάταν θα ξεκινούσε μετάτις διακοπές του Πάσχα. Θα του παραχωρούνταν ένα μικρό γραφείο στους χώρους της ΔημόσιαςΒιβλιοθήκης της Νέας Υόρκης, καθώς και ηλεκτρονική και απευθείας πρόσβαση σε όλες τιςπληροφορίες, κι εκείνος σε αντάλλαγμα θα έδινε μία ομιλία το μήνα, διάρκειας όχι μεγαλύτερης τηςμιας ώρας, για ένα θέμα της επιλογής του. Το πόσο χρόνο θα περνούσε κάνοντας έρευνα μέσα στοεπιβλητικό κτίριο στη συμβολή της Πέμπτης Λεωφόρου με την 42η Οδό επαφιόταν στη διακριτικήτου ευχέρεια.

Πλέον ο Ντόμινικ είχε λιγότερους από τρεις μήνες για να ολοκληρώσει όλες τις απαραίτητεςπροετοιμασίες: να οργανώσει την άδειά του από τη δουλειά του στο Λονδίνο, να συνδράμει στονεντοπισμό ενός αντικαταστάτη για το διάστημα της απουσίας του και, το σημαντικότερο, να βρειμέρος να μείνει στη Νέα Υόρκη, καθώς η βιβλιοθήκη δεν μπορούσε να βοηθήσει σε αυτό το θέμα.

Τηλεφώνησε στη Σάμερ.«Επιτέλους, είχα νέα τους. Εξασφάλισα τη θέση».«Τέλεια. Πραγματικά χαίρομαι».«Θα έρθω αμέσως μετά το Πάσχα».«Α...»«Συμβαίνει κάτι;»«Θα είμαι τελείως κλεισμένη με τις πρόβες για τη σόλο εμφάνισή μου».«Κανένα πρόβλημα. Θα βρω ένα μέρος, κάπου, όπου θα μπορείς να παίζεις το Μπαγί μέρα νύχτα

χωρίς να ανησυχείς μήπως ενοχλήσεις τους γείτονες».«Καλό θα ήταν αυτό», αποκρίθηκε η Σάμερ. «Έως τότε, κυρίως δουλεύω σε ένα μικρό δωμάτιο

στα έγκατα των εγκαταστάσεων της Συμφωνικής. Δεν είναι ό,τι καλύτερο. Εκτός αυτού, πρέπει νακλείνω το χώρο μέρες νωρίτερα, καθώς είναι πολλοί οι μουσικοί που ζητούν επιπλέον χρόνο γιαπρόβες. Ο Σιμόν προσφέρθηκε να μου παραχωρήσει το διαμέρισμά του, στο Άπερ Γουέστ Σάιντ,αλλά θα αισθανόμουν άβολα αν εκμεταλλευόμουν την καλοσύνη του».

«Δίκιο έχεις».«Χώρια που προτιμώ να είμαι μόνη όταν προετοιμάζομαι», πρόσθεσε η Σάμερ.«Και με μένα τι θα γίνει; Τέρμα τα ιδιωτικά ρεσιτάλ;»

Page 79: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Α, αυτό είναι εντελώς άλλο ζήτημα», είπε εκείνη.Το να βρεθεί χώρος για ενοικίαση στο Μανχάταν, ακόμη και με τον πλέον γενναιόδωρο

προϋπολογισμό, αποτελεί πάντοτε δύσκολη υπόθεση, ειδικά όταν επιχειρείται από απόσταση. Οιαναζητήσεις μέσω διαδικτύου αποδείχτηκαν αρχικά χάσιμο χρόνου, γι’ αυτό ο Ντόμινικ κινήθηκετελικά μέσω ενός μεσίτη εκεί. Έτσι, βρήκε ένα λοφτ στο Σόχο, στον πέμπτο όροφο ενός κτιρίου στηΣπρινγκ Στριτ, κοντά στη γωνία της Γουέστ Μπρόντγουεϊ.

Η Σάμερ έλεγξε το χώρο για λογαριασμό του και τον χαρακτήρισε ιδανικό. Ήταν τεράστιος,όπως ανέφερε, απολάμβανε άφθονο φως και η ακουστική του ήταν καταπληκτική. Αν καιεπιπλωμένος σε ιδιαίτερα μινιμαλιστικό στιλ, ήταν σίγουρη πως τα βιβλία του Ντόμινικ καθώς και ηέφεσή του να τα συλλέγει με ταχύτητα σύντομα θα χάριζαν στη σοφίτα επιπλέον ζεστασιά καιπροσωπικότητα.

Το συμβόλαιο ενοικίασης ήταν για μια πλήρη περίοδο δώδεκα μηνών και κανονίστηκε ώστε ναμετακομίσει η Σάμερ εκεί έναν ολόκληρο μήνα πριν από την άφιξη του Ντόμινικ στη Νέα Υόρκη,προκειμένου να αξιοποιήσει το χώρο. Αρχικά δίσταζε να εγκαταλείψει τους Κροάτες φίλους της,σύντομα όμως άρχισε να ανυπομονεί για την ώρα που θα γλίτωνε από τα βογκητά τους και τηδιαρκή αναστάτωση που της προκαλούσαν τις νύχτες.

Θα περιέγραφε τα κατορθώματά τους στον Ντόμινικ όταν θα του μιλούσε στο τηλέφωνο·πάντοτε γελούσε με την καρδιά του μαθαίνοντας τις περιπέτειες των λάγνων Κροατών. Αργότερα,μια σκεφτική Σάμερ αναλογιζόταν πως σπάνια έβλεπε τον Ντόμινικ να γελά μπροστά της.Αναρωτιόταν γιατί συνέβαινε αυτό.

Ο Ντόμινικ είχε δει μόνο φωτογραφίες του λοφτ, οπότε η Σάμερ, μόλις μετακόμισε εκεί, τουπεριέγραψε το χώρο.

«Πέρα από το υπνοδωμάτιο, το οποίο βρίσκεται στη μία πλευρά, όλος ο υπόλοιπος χώρος είναιενιαίος, με γυαλιστερά ξύλινα πατώματα. Θυμίζει αίθουσα χορού».

«Αλήθεια;»«Η κουζίνα είναι σούπερ μοντέρνα. Πρώτη φορά βλέπω τέτοια κουζίνα, με γρανιτένιους πάγκους,

εξοπλισμένη με ό,τι πιο καινούριο. Σαν διαστημόπλοιο μοιάζει! Δεν ξέρω όμως αν θα μπορέσω νατη βγάζω με ομελέτες και τοστ εκεί πέρα... Θα ήταν σαν να φτύνω κατάμουτρα όλη αυτή τημαγειρική τεχνολογία».

«Μπορούμε να τρώμε έξω», είπε ο Ντόμινικ.«Όχι», απάντησε εκείνη. «Θέλω να σου μαγειρεύω. Πολύ σπάνια το έχω κάνει για έναν άντρα, για

έναν εραστή».«Ωραία. Δηλαδή τέρμα οι κορσέδες και τα παλιά βιολιά. Θα πρέπει να σου βρω βιβλία μαγειρικής

γεμάτα περίεργες συνταγές, ναι;»Η Σάμερ γέλασε πνιχτά. «Τα παράθυρα είναι πελώρια. Το φως που μπαίνει είναι απίστευτο. Θέα

όμως δεν έχει: απέναντι βλέπεις μια ατελείωτη γκρίζα επιφάνεια, τα γειτονικά κτίρια. Εκεί παράθυραδεν υπάρχουν, μόνο σωλήνες και μεταλλικές γρίλιες. Είναι κάπως άσχημα. Το αποτέλεσμα όμωςείναι το βράδυ να επικρατεί απόλυτη ησυχία, παρόλο που στο δρόμο υπάρχουν ένα σωρόεστιατόρια, που μένουν ανοιχτά μέχρι αργά. Είναι απόκοσμα γαλήνια».

«Και διακριτικά;»«Απόλυτα», του επιβεβαίωσε.«Θαυμάσια. Θα θέλω να κάνεις πρόβες γυμνή, εννοείται, όταν θα είμαι εκεί».«Είχα αρχίσει να υποψιάζομαι πως αυτός ήταν ο μοναδικός λόγος που νοίκιασες τούτο το

Page 80: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

μέρος».«Ακριβώς», τη διαβεβαίωσε με τη σειρά του.Χωρίς να της το ζητήσει και χωρίς να το γνωρίζει εκείνος, η Σάμερ είχε αποκτήσει γρήγορα τη

συνήθεια να περιφέρεται στο χώρο γυμνή, είτε έκανε πρόβα είτε απλώς χαλάρωνε. Της φαινότανσωστό, στα όρια του ερεθισμού, φυσικό, σε μια σοφίτα που έμοιαζε με νέο παραδείσιο κήπο, ένανκόσμο αθωότητας.

Της άρεσε η λιτή ατμόσφαιρα του χώρου, οι μινιμαλιστικές γραμμές και οι λευκοί τοίχοι του,όπως και τα ασοβάτιστα τούβλα που ξεχώριζαν σαν καλλιτεχνική νότα ανάμεσα στα ατσάλιναδοκάρια της οροφής και σε τακτά διαστήματα, σκούρες πινελιές πάνω στο τοπίο των ατελείωτωντοίχων.

Η Σάμερ αγόρασε μερικές ορχιδέες, τις οποίες τοποθέτησε σε διάφορα σημεία, για να δώσει λίγοχρώμα στο διαμέρισμα. Δίσταζε να βάλει κάποιο από τα τροπικά αυτά φυτά στο υπνοδωμάτιο. Δενήξερε αν άρεσαν τα λουλούδια στον Ντόμινικ. Είχε ακόμη ένα σωρό πράγματα να μάθει γι’ αυτόν.

Πώς θα ήταν όταν θα συζούσαν;Κανονίζοντας να έρθει στη Νέα Υόρκη, ο Ντόμινικ την είχε φέρει αντιμέτωπη με μια πρωτοφανή

κατάσταση. Ήταν μια μεγάλη απόφαση το να συζήσουν, αν και η Σάμερ δεν μπορούσε να θυμηθείπότε ακριβώς είχε συμφωνήσει. Κατά κάποιο τρόπο είχε προκύψει, μέσα από την αδράνεια, σαν ναείχε πάρει την απόφαση το σώμα της, χωρίς να έχει συνεννοηθεί με τον εγκέφαλό της.

Είχε περάσει πολύς καιρός από την τελευταία φορά που έζησε μαζί με έναν της εραστή. Επίχρόνια μοιραζόταν τα διαμερίσματα όπου έμενε στα ταξίδια της: Αυστραλία, Λονδίνο, Νέα Υόρκη...

Θα λειτουργούσε αυτή η σχέση;Μπορούσε να λειτουργήσει;«Θα είναι ωραία να σε έχω εδώ», του είπε.«Ανυπομονώ», της απάντησε.Μια σκέψη πέρασε από το μυαλό της. «Θα στείλεις τίποτα βιβλία εδώ, για την έρευνά σου; Θα

μπορούσα ίσως να αγοράσω μερικά ράφια, από το Ikea, ας πούμε. Ευχαρίστως να δω τι υπάρχει».«Μην μπεις στον κόπο», είπε ο Ντόμινικ. «Θα βρω ό,τι χρειαστώ στη Δημόσια Βιβλιοθήκη.

Περισσότερα απ’ όσα θα χρειαστώ».«Εντάξει».«Ένας μήνας απέμεινε», της υπενθύμισε.«Ναι».«Ένα πράγμα μόνο... Θυμάσαι τι έχουμε συμφωνήσει. Αν νιώσεις ότι πρέπει να πας με κάποιον

μέσα στις επόμενες εβδομάδες...»«Ναι;» Ένιωσε την καρδιά της να πεταρίζει.«Πήγαινε στο σπίτι του ή κάπου αλλού, όχι στο δικό μας διαμέρισμα».«Καταλαβαίνω».Δεν ήταν σίγουρη αν το σχόλιό του αποτελούσε οδηγία ή ενθάρρυνση.

Οι καλύτερες προθέσεις συχνά ανατρέπονται από τις συμπτώσεις. Η γυναίκα που καθόταν στοπαράθυρο στα αριστερά του, στην πτήση από το Λονδίνο για τη Νέα Υόρκη, διάβαζε τον ΜεγάλοΓκάτσμπι, προσφέροντας έτσι στον Ντόμινικ το ιδανικό πάτημα για να της μιλήσει. Ήταν ένα βιβλίοτο οποίο θα μπορούσε σχεδόν να απαγγείλει από μνήμης, από την πρώτη μέχρι την τελευταία λέξη,

Page 81: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

καθώς το είχε μελετήσει διεξοδικά σε πολλές περιπτώσεις. Το όνομά της ήταν Μιράντα.Άραγε η συζήτηση θα είχε στραφεί προς το φλερτ τόσο εύκολα αν ήταν κάποιο άλλο βιβλίο ή αν

η διασκεδαστική αφήγηση της Σάμερ για την περιπέτεια της μιας βραδιάς στο Μανχάταν δεν είχεσκαλώσει στη μνήμη του, σιγοβράζοντας εκεί εδώ και μερικές εβδομάδες;

Ο Ντόμινικ ήξερε ότι δεν ήταν ζηλιάρης. Ρεαλιστής ήταν.Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο είχε καταστήσει απολύτως σαφείς τους όρους της σχέσης

τους στη Σάμερ και είχε συμφωνήσει ότι δεν ήταν αποκλειστική, όμως κάποιες φορές η καρδιάαρνείται να ακολουθήσει τη λογική.

Σε αντίθεση με τη Σάμερ, απ’ ό,τι φαινόταν, εκείνος δεν έκανε τα πάντα για να προχωρήσει κάτι(και το γεγονός ήταν ότι εκείνη, σε μεγάλο βαθμό, είχε προκαλέσει τη συνάντηση με τον – να δειςπώς τον έλεγαν... Γκάρι ή Γκρεγκ;), προτιμώντας να αφήνει τη ζωή να ακολουθεί το δρόμο της καιμέσα από αυτή να προκύπτουν οι όποιες ανθρώπινες επαφές. Πριν από πολλά χρόνια, όταν ήτανακόμη εικοσάρης και τα οικονομικά του τόσο περιορισμένα ώστε δεν μπορούσε να καλύψει τοκόστος ενός κανονικού αεροπορικού εισιτηρίου από το Λονδίνο για το Παρίσι, κατέφυγε σε μιαοικονομική λεωφορειακή σύνδεση που εξυπηρετούσε τις δύο πόλεις, με αφετηρία το σταθμόλεωφορείων στο Γουότερλου και προορισμό την Πλας ντε λα Ρεπουμπλίκ, κι είχε βρεθεί να κάθεταιδίπλα στην Ντανιέλ, μια νεαρή μελαχρινή Γαλλίδα. Ίσως να διάβαζε κι εκείνη κάποιο βιβλίο που οίδιος το γνώριζε καλά· δεν μπορούσε να θυμηθεί τι είχε ακριβώς γίνει. Η συζήτηση προέκυψεαβίαστα.

Η κοπέλα επέστρεφε από το Λονδίνο, στο οποίο είχε ταξιδέψει προκειμένου να διατηρήσει μια εξαποστάσεως σχέση με έναν Ινδό φοιτητή της ιατρικής, σχέση η οποία φαινόταν πως έπνεε ταλοίσθια. Ο Ντόμινικ ήταν ουσιαστικά ανάμεσα σε δύο σχέσεις. Είχαν απολαύσει τη συζήτησή τους,είχαν ανταλλάξει τηλέφωνα και διευθύνσεις, προτού πάρει ο καθένας το δρόμο του φτάνοντας στοΠαρίσι. Ήταν προφανές πως η Ντανιέλ ήταν χαλαρή και ξέγνοιαστη. Μέσα σε μία εβδομάδα, τηςείχε τηλεφωνήσει, κατέληξαν στο κρεβάτι και έγιναν εραστές σε τακτική βάση, σε μια περίοδοδεκαοχτώ μηνών. Ή, τουλάχιστον, ο Ντόμινικ είχε συμπεριληφθεί στον κατάλογο των πολυάριθμωνεραστών της, καθώς η Ντανιέλ πρόσφερε τις χάρες της με ασυνήθιστη γενναιοδωρία και δεν είχεκαμία δυσκολία να ομολογήσει πως δεν ήταν ο Ντόμινικ ο μοναδικός άντρας με τον οποίο πλάγιαζεσε μόνιμη βάση. Μάλιστα ένα βράδυ της χτύπησε την πόρτα κάποιος άλλος άντρας, την ώρα πουήταν ξαπλωμένοι στο κρεβάτι, εξουθενωμένοι, στο μικρό της διαμέρισμα κοντά στη φυλακή τηςΣαντέ, οπότε ευχαρίστως τον προσκάλεσε να περάσει, για να καταλήξουν και οι τρεις κάτω από τασκεπάσματα, με τους δύο άντρες να την καβαλάνε εναλλάξ καθώς γυρνούσε από τον ένα στον άλλο.

Μετά την επιστροφή του για να εγκατασταθεί στο Λονδίνο, είχε χάσει κάθε επαφή με τηνΝτανιέλ, μέχρι που του τηλεφώνησε πανικόβλητη ένα απόγευμα, ενώ εκείνος βρισκόταν ακόμη στηδουλειά, γιατί, απ’ ό,τι κατάλαβε ο Ντόμινικ, την είχε πετάξει στο δρόμο ένας άλλος άντρας με τονοποίο είχε σχέσεις επειδή του είχε κλέψει το πορτοφόλι. Ήταν άφραγκη και χρειαζόταν άμεσα τηβοήθειά του. Σε απελπιστική κατάσταση, μόνη στο Λονδίνο, χωρίς ούτε μία αλλαξιά ρούχα –οάντρας είχε κρατήσει τη βαλίτσα της–, η Ντανιέλ έπεσε σε απόγνωση και μάλιστα είχε επιχειρήσει νακάνει πεζοδρόμιο στα σοκάκια του Σόχο, χωρίς επιτυχία. Ο Ντόμινικ της βρήκε ένα μικρό δωμάτιοσε κάποιο ξενοδοχείο στο Μπλούμσμπερι στις δύο το πρωί και της δάνεισε λεφτά για το εισιτήριοτης επιστροφής στο Παρίσι, την επόμενη μέρα. Ήταν πολύ αργά για να γυρίσει στο σπίτι του εκείνητη νύχτα, χρήματα δεν είχε πλέον για να πάρει ταξί, οπότε έμεινε μαζί της στο στενό δωμάτιο, όπουτο έκαναν μέχρι το ξημέρωμα, ενώ η Ντανιέλ έκλαιγε την περισσότερη ώρα. Το ένα έφερε το άλλο,

Page 82: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

και καθώς ήξεραν και οι δύο πως αυτή ήταν η τελευταία φορά που θα βλέπονταν, κατέληξαν νακάνουν πρωκτικό σεξ. Ήταν η πρώτη του φορά. Έφυγε νωρίς το πρωί, γιατί έπρεπε να πάει στηδουλειά, αφήνοντας την Ντανιέλ να κοιμάται στο κρεβάτι, με το πρόσωπο πασαλειμμένο από τομακιγιάζ και τη σκούρα θηλή του ενός στήθους της να ξεχωρίζει πάνω από τα ξέστρωτα σεντόνια.Ανέκαθεν έβγαζε ένταση στις επαφές τους και κάποιες φορές η απροσεξία της τον φόβιζε. Δεν τηναποχαιρέτισε καν, γεγονός το οποίο θα τον βάραινε για χρόνια.

Από την αρχή είχε την υποψία πως η Ντανιέλ δε θα είχε καλή κατάληξη, όμως μία δεκαετίααργότερα, από περιέργεια, την έψαξε στο διαδίκτυο και ανακάλυψε πως πλέον δίδασκεκοινωνιολογία στο Πανεπιστήμιο του Μπορντό, και μάλιστα είχε γράψει μια διατριβή πάνω σεκάποιο άκρως εξειδικευμένο ακαδημαϊκό αντικείμενο, το οποίο όμως ελάχιστα τον ενδιέφερε ναδιαβάσει.

Από καθαρή σύμπτωση βρέθηκαν να κάθονται μαζί στο λεωφορείο, να γνωριστούν και τελικά,απρόσμενα, να έχει την πρώτη του εμπειρία στο πρωκτικό σεξ. Από τότε ο Ντόμινικ είχε υιοθετήσειμια χαλαρή στάση ώστε να επιτρέπει στα ρεύματα της ζωής να τον οδηγούν σε διάφορεςαπρόβλεπτες κατευθύνσεις, χωρίς ποτέ να αντιστέκεται στη ροή τους.

Άραγε κουβαλούσε πάνω του τη μυρωδιά των βιβλίων και γι’ αυτό τόσα πολλά από τα άτομαπου συναντούσε τυχαία είχαν ακαδημαϊκές διασυνδέσεις; Η Μιράντα, η συνεπιβάτιδά του στηνπτήση για τη Νέα Υόρκη, εργαζόταν στις διοικητικές υπηρεσίες του Κολεγίου Χάντερ. Ο Ντόμινικανέκαθεν ήταν χαμηλών τόνων, πλην όμως χαρισματικός ομιλητής. Ήταν ένα από τα δυνατά τουσημεία ως δασκάλου. Αν τον ενδιέφερε το αντικείμενο, δεν είχε την παραμικρή δυσκολία νααυτοσχεδιάζει επί ώρες, να αναπτύσσει θεωρίες, τυχαίες σκέψεις και τολμηρές προτάσεις μειδιαίτερη άνεση, χωρίς ποτέ να αναλώνεται σε κοινοτοπίες ή να κάνει επίδειξη. Στο θέμα τουΓκάτσμπι έπαιζε πραγματικά εντός έδρας, οπότε η πτήση πέρασε ευχάριστα καθώς συζητούσε σεχαλαρό τόνο με τη Μιράντα. Οι εφτά ώρες σύντομα κύλησαν νεράκι. Έτσι είχε λιγότερο χρόνο νασκεφτεί τη Σάμερ και το πώς θα κατάφερναν να συζήσουν στη Νέα Υόρκη.

Η Μιράντα φορούσε ένα γκρι επαγγελματικό σύνολο, η φούστα τής έφτανε ως το γόνατο, όμωςσταδιακά άρχισε να ανεβαίνει προς το μηρό της έτσι όπως ανακαθόταν στη θέση της. Η εφαρμοστήάσπρη μπλούζα της άφηνε μικρά κενά ανάμεσα στα κουμπιά, τεντωμένη από το μαύρο σουτιέν πουφαινόταν ότι φορούσε από κάτω. Ο λαιμός της ήταν θαυμάσια λεπτοκαμωμένος, παίρνοντας μιαυποψία ροζ χρώματος καθώς περνούσαν οι ώρες και η θερμοκρασία στο αεροπλάνο ανέβαινε.

Ήταν διαζευγμένη και ζούσε μόνη στο Άπερ Ιστ Σάιντ, όπως έμαθε ο Ντόμινικ. Απορροφημένηαπό τη συζήτησή τους, συχνά άπλωνε τα δάχτυλά της και έπιανε ελαφρώς τον πήχη του ότανπροσπαθούσε να τονίσει κάποιο σημείο, ενώ, σε μια δυο περιπτώσεις, άγγιξε και το γόνατό του. ΟΝτόμινικ δεν ήταν ειδικός στη γλώσσα του σώματος, αλλά ήξερε πως αυτό ήταν κάτι που έκανεσυχνά και ο ίδιος, εντελώς αθώα, ενστικτωδώς. Μόνο απέναντι σε γυναίκες οι οποίες τον έλκυανόμως.

Φτάνοντας στο αεροδρόμιο, αντάλλαξαν στοιχεία επικοινωνίας και υποσχέθηκαν να ταξαναπούν. Ο Ντόμινικ έγραψε το νούμερό της στην πίσω πλευρά μιας από τις επαγγελματικές τουκάρτες. Σχεδίαζε να πάρει καινούριο τηλέφωνο στη Νέα Υόρκη, καθώς αυτό από το Λονδίνο δενεξυπηρετούσε εδώ, πράγμα που σήμαινε πως το μπαλάκι είχε περάσει στη δική της πλευρά. Επίσης,φρόντισε να μην αναφέρει στη Μιράντα ότι θα συζούσε με μια άλλη γυναίκα στο διάστημα τηςπαραμονής του στην πόλη.

Από μια νέα σύμπτωση, οι αποσκευές τους εμφανίστηκαν στον ιμάντα μεταφοράς σχεδόν

Page 83: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

ταυτόχρονα. Το χαμόγελο της Μιράντα όταν το παρατήρησε άξιζε χίλιες λέξεις. Φαίνεται πωςπίστευε κι εκείνη στις συμπτώσεις.

Με το πρόσχημα της απόστασης των προορισμών τους, ο Ντόμινικ επέμεινε στην ουρά ναπάρουν ξεχωριστά ταξί. Η εξαπάτηση είναι εύκολη.

Αυτή τη φορά ο οδηγός ήταν Βιετναμέζος και δυσκολευόταν να καταλάβει την αγγλική προφοράτου Ντόμινικ όταν του ζήτησε να τον μεταφέρει στη Σπρινγκ Στριτ.

Ο δρόμος ανοιγόταν μπροστά τους. Η γνώριμη διαδοχή των περιφερειακών διοικητικώνδιαμερισμάτων, ο Αυτοκινητόδρομος Σάουδερν Στέιτ, η αναπόφευκτη παράκαμψη μέσω τηςΑτλάντικ Άβενιου και στη συνέχεια ο δρόμος ταχείας κυκλοφορίας Βαν Γουίκ και οι τσιμεντένιοιστύλοι που στηρίζουν τις εναέριες ράγες του τρένου, από εκεί στο Νοσοκομείο της Τζαμάικα καιστο τελικό σκέλος προς τη Σήραγγα Μίνταουν. Πόσες φορές είχε ακολουθήσει αυτή τη διαδρομήκαι είχε βρεθεί αντιμέτωπος με μποτιλιαρίσματα και στις δύο κατευθύνσεις;

Ο Ντόμινικ πήρε μια βαθιά ανάσα.Αυτή τη φορά τα πράγματα θα εξελίσσονταν διαφορετικά.Η Σάμερ τον περίμενε στο τέλος του ταξιδιού.Μέχρι να φτάσει το ταξί στο Σόχο, είχε πιάσει ένα ανοιξιάτικο ψιλόβροχο. Καταφύγιο δεν υπήρχε

ανάμεσα στο ταξί και την ακάλυπτη κεντρική είσοδο του κτιρίου. Ο Ντόμινικ χτύπησε το κουδούνι.«Εγώ είμαι».Η Σάμερ, όπως είχαν συνεννοηθεί, βρισκόταν στο σπίτι και του άνοιξε.Το ασανσέρ ήταν ήδη στο ισόγειο, με τις πόρτες ανοιχτές, βιομηχανικό στην αισθητική του. Πριν

από χρόνια, όπως είχε μάθει ο Ντόμινικ, στεγάζονταν στο κτίριο διάφορα εργαστήρια στα οποίαεργάζονταν μετανάστες, μέχρι που η βιοτεχνία ρούχων μεταφέρθηκε στη συνοικία που σήμερα είναιγνωστή ως Συνοικία Ιματισμού. Οι πελώριοι άδειοι χώροι προσέλκυσαν καλλιτέχνες, στους οποίουςάρεσε το φως και οι οικονομικές τιμές των ακινήτων. Στις μέρες μας ελάχιστοι καλλιτέχνεςμπορούσαν να αντέξουν τα ενοίκια στο Σόχο, κι έτσι τα λοφτ περνούσαν στα χέρια τραπεζιτών,επενδυτών και γενικά επιχειρηματιών.

Ο πέμπτος όροφος είχε χωριστεί σε τρία διαμερίσματα, και εκείνο που είχε κανονίσει να νοικιάσειο Ντόμινικ βρισκόταν στο βάθος του διαδρόμου βγαίνοντας από το ασανσέρ.

Η πόρτα ήταν μισάνοιχτη.Κρατώντας σφιχτά το χερούλι της βαλίτσας του, έσπρωξε κι άλλο την πόρτα με το πόδι του. Το

παρκεταρισμένο ξύλινο πάτωμα οδηγούσε σε μια μικρή ράμπα, η οποία εκτεινόταν παράλληλα μετον εξωτερικό διάδρομο, στα δεξιά της οποίας βρισκόταν η κουζίνα. Πιο πέρα ήταν ο ενιαίοςμεγάλος χώρος της σοφίτας, ο οποίος κατέληγε στα επιβλητικά παράθυρα, πέρα από τα οποία έναπέπλο βροχής πλαισίωνε τον γκρίζο ουρανό εκείνης της μέρας.

Λόγω της επιδείνωσης του καιρού, η Σάμερ είχε ανάψει τα φώτα. Μια σειρά από χωνευτάσποτάκια εκτείνονταν κατά μήκος της οροφής, τέμνοντας στα δύο το χώρο.

Στο κέντρο ακριβώς του καθιστικού, μέσα σε ένα φωτεινό κύκλο, στεκόταν η Σάμερ.Γυμνή.Κρατούσε το πολύτιμο βιολί της στο ένα χέρι, στο πλευρό της.Ένα χαμόγελο όλο νόημα απλωνόταν στο πρόσωπό της.Το βλέμμα του Ντόμινικ πέρασε γρήγορα από τα βαμμένα χείλη της στους εκρηκτικούς

Page 84: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

βοστρύχους που στεφάνωναν το κεφάλι της κι από εκεί στο εντυπωσιακό κόκκινο των θηλών της.Είχε χρησιμοποιήσει κραγιόν για να τονίσει ορισμένα σημεία του σώματός της, ακριβώς όπως είχεκάνει κι εκείνος, πριν από τόσους μήνες.

Τα μάτια του στράφηκαν χαμηλότερα. Το τρίχωμα στην ηβική της χώρα είχε αρχίσει ναμεγαλώνει, όμως φαινόταν πως είχε ζωγραφίσει και τα κάτω χείλη της.

Η καρδιά του πετάρισε. Άφησε τη βαλίτσα να πέσει από τα χέρια του.Η Σάμερ έφερε με κάθε επισημότητα το βιολί στο πιγούνι της, σκλάβα αυτής της ιδιωτικής

τελετής την οποία και οι δύο αναγνώριζαν ως απολύτως δική τους, και άρχισε να παίζει.Το δεύτερο σκέλος από τις Τέσσερις Εποχές του Βιβάλντι.Ένας χείμαρρος συναισθημάτων σάρωσε τον Ντόμινικ.Απέμεινε να στέκει ακίνητος, σαστισμένος μπροστά σ’ εκείνο τον αισθηματικό κυκεώνα.Μαγεμένος από την προσφορά της. Το χαιρετισμό της. Αυτή την ουβερτούρα του χρόνου που θα

περνούσαν μαζί στο Μανχάταν.Κάθε νότα έφτανε οικεία και συνάμα φρέσκια στα αφτιά του, αφυπνίζοντας αναμνήσεις,

περασμένα γεγονότα, εικόνες της Σάμερ σε όλο της το μεγαλείο. Τούτη η άνοιξη προμηνυότανιδιαίτερα τρυφερή...

Καθώς η μουσική απλωνόταν στους τοίχους του διαμερίσματος και η Σάμερ περνούσε στομελωδικό της κόσμο, έκλεισε τα μάτια της. Όπως πάντα, η παρτιτούρα ήταν περιττή. Οι νότες τουΒιβάλντι αποτελούσαν πλέον κομμάτι της. Κομμάτι τους ίσως;

Ο Ντόμινικ έβγαλε τα παπούτσια του. Φορούσε μαύρες ελαστικές κάλτσες, όπως πάντα. Τιςέβγαλε κι αυτές· τούτα τα ξύλινα πατώματα ήταν καμωμένα για ξυπόλυτα πόδια. Πλησιάζοντας τηΣάμερ, ένιωσε την ήπια θερμότητα που ανέδιδε το σώμα της, τις πράσινες νότες του αρώματός της,το σχεδόν ανεπαίσθητο ρεύμα του ιδρώτα που έβγαινε στην επιφάνεια της επιδερμίδας της καθώς τοπαίξιμο του βιολιού τη ζέσταινε σταδιακά.

Ο Ντόμινικ πήρε μια βαθιά ανάσα.Διέγραψε κύκλο γύρω της. Η πλάτη της ήταν λευκή σαν το χιόνι, όμως ο Ντόμινικ δεν μπορούσε

να μη φαντάζεται σημάδια από το παρελθόν, αμυδρά, απλωμένα στην πλάτη και στους γλουτούςτης, σαν από καιρό ξεχασμένο πλαίσιο μικρών τατουάζ που εκτείνονταν σε ευθείες και παράλληλεςγραμμές πάνω στον καμβά της σάρκας της. Έτσι φανταζόταν τα σκοινιά που του είχε αναφέρει πωςτην είχαν σημαδέψει για λίγο.

Πλησίασε κι άλλο. Ολόκληρο το σώμα του βρισκόταν σε απόσταση εκατοστών από το δικό της.Φίλησε τρυφερά το λοβό του αφτιού της.

Με μάτια κλειστά ακόμη, η Σάμερ ρίγησε, κι εκείνη η κίνηση άθελά της προκάλεσε ένα ελαφρύτρέμουλο στη ροή της μελωδίας που έπαιζε. Η πλάτη της ίσιωσε.

Ο Ντόμινικ έκανε ένα βήμα πίσω και διέγραψε ξανά κύκλο γύρω από τη Σάμερ, παίρνοντας αυτήτη φορά θέση μπροστά της.

Χωρίς να εμποδίσει την κίνηση των χεριών της καθώς εκείνη συνέχιζε να παίζει, πέρασε έναδάχτυλο από τον ώμο μέχρι χαμηλά στα πλευρά της, στρίβοντας το χέρι έτσι ώστε να ακολουθήσειτη γραμμή του μπικίνι, μένοντας γαργαλιστικά στα όρια των ζωγραφισμένων χειλιών της. Γονάτισεμπροστά της, χρησιμοποιώντας και τα δύο χέρια για να μεγαλώσει το κενό ανάμεσα στα πόδια της.Έφερε το πρόσωπό του ακόμη πιο κοντά, σχεδόν πάνω της, αλλά όχι ακριβώς. Ήξερε πως, έτσιόπως εκείνη κρατούσε το βιολί, δεν μπορούσε να τον δει, δεν μπορούσε να δει τη γλώσσα τουκαθώς πλησίαζε αργά τα υγρά, πρόθυμα χείλη της.

Page 85: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Η Σάμερ συνέχισε να παίζει, παρότι ο Ντόμινικ αντιλαμβανόταν πως κάθε κύτταρο του κορμιούτης ζητούσε επιτακτικά να πετάξει στην άκρη το πολύτιμο μουσικό όργανο και να τον βουτήξει, νατον προκαλέσει ώστε να εξερευνήσει το σώμα της ταχύτερα, δυνατότερα. Ήξερε πως εκείνοςδοκίμαζε τις αντοχές της. Έπαιζε μαζί της. Την έβαζε στον πειρασμό να πάψει να εστιάζει τηνπροσοχή της στο βιολί. Να γίνει περισσότερο δραστήρια. Η Σάμερ συναισθανόταν το πόσο ασταθήςγινόταν η μουσική, πόσο ερασιτεχνική. Η μουσικός μέσα της έφριττε με το φτωχό αποτέλεσμα,όμως η γυναίκα μέσα της, πολύ απλά, δεν μπορούσε να αντισταθεί.

Ο Ντόμινικ σταμάτησε για λίγο, απολαμβάνοντας τη στιγμή, τη γεύση της Σάμερ. Η κηρώδηςυφή του κραγιόν που είχε χρησιμοποιήσει ήταν γλυκιά και κολλώδης, το δίχως άλλο μεταφερότανστα χείλη του. Πιθανότατα θα θύμιζε κάπως κλόουν έτσι και κοιταζόταν αυτή τη στιγμή σ’ ένανκαθρέφτη, όπως τα λογάριαζε, με ανάλαφρη διάθεση. Η Σάμερ ήταν απίστευτα υγρή και την ένιωθενα αντιδρά σε κάθε κίνηση της γλώσσας του μέσα της, όμως ακόμη κι έτσι συνέχιζε να παίζει.Βύθισε το πρόσωπό του στα απόκρυφά της, με την άκρη της γλώσσας του να χτυπάει ελαφρά τηνκλειτορίδα· την αισθανόταν να σκληραίνει, την έπιανε ανάμεσα στα χείλη του, την πίεζε, τη μάλαζε,συγκρατώντας την έντονη επιθυμία του να τη δαγκώσει. Εκείνη άλλαξε τη γωνία που σχημάτιζαν ταπόδια της χωρίς να της ξεφύγει νότα από τη μελωδία, προσκαλώντας τον να προχωρήσει βαθύτερα.Τα μαλλιά του χάιδευαν το εσωτερικό των μηρών της καθώς αποδεχόταν ευχαρίστως τηνπρόσκλησή της και τρύπωνε βαθύτερα μέσα της, νιώθοντας πάνω στα χείλη του τη ροή των χυμώντης.

Η Σάμερ τελείωσε, ξεσπώντας με ένα βαθύ ρίγος που απλώθηκε σαν κύμα από το βάθος τουστομαχιού της, ακριβώς τη στιγμή που η μουσική έφτανε στο ορισμένο τέλος της.

Η βροχή έξω είχε σταματήσει και ακολούθησε μια παρατεταμένη στιγμή απόλυτης σιωπής, με τηΣάμερ να στέκεται προσοχή, σαν στήλη άλατος στο κέντρο του δωματίου, με τα μάτια της ακόμηκλειστά και τον Ντόμινικ γονατισμένο μπροστά της. Και οι δύο δίσταζαν να μιλήσουν πρώτοι, ναπουν κάτι, λες και η απόφαση αυτή θα μπορούσε να έχει τρομερές συνέπειες.

Τη σιωπή έσπασαν οι στακάτες ανάσες της Σάμερ, καθώς τώρα πάλευε να σταθεροποιήσει τηναναπνοή της.

Ο Ντόμινικ σηκώθηκε από το σκληρό ξύλινο πάτωμα, έριξε μια ματιά γύρω του και παρατήρησεένα κομμάτι σκοινί αφημένο πάνω σε έναν από τους γρανιτένιους πάγκους της κουζίνας, δίπλα στηντσάντα της Σάμερ, μαζί με το ροζ κινητό της κι ένα μπρελόκ με κλειδιά. Μήπως ήταν κάτι πουχρησιμοποιούσε στο εργαστήρι της;

«Μείνε εδώ. Κράτα τα μάτια σου κλειστά», της είπε. Πλησίασε στον πάγκο κι έπιασε το κοντόσκοινί, ζυγίζοντάς το στην παλάμη του. Έφτανε οριακά, όπως το υπολόγιζε. Ήταν ό,τι έπρεπε.

Επέστρεψε στο σημείο όπου ήταν η Σάμερ.Στάθηκε στο πλευρό της και πέρασε προσεκτικά το σκοινί γύρω από το λαιμό της, στερεώνοντάς

το με ένα χαλαρό κόμπο.Αισθανόταν τη νευρικότητά της καθώς προσπαθούσε να ελέγξει την αναπνοή της, να την

επιβραδύνει.«Έλα», της είπε.Τράβηξε απαλά το αυτοσχέδιο λουρί. Η Σάμερ έκλεισε τα πόδια της, φέρνοντας διστακτικά το

ένα μπροστά, ακολουθώντας τον στην κατεύθυνση όπου τεντωνόταν το σκοινί.Ο Ντόμινικ την οδήγησε στην κρεβατοκάμαρα.

Page 86: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Ο Ντόμινικ συμπλήρωνε ένα δεκαπενθήμερο στη Νέα Υόρκη, διάστημα κατά το οποίο μαζί με τηΣάμερ είχαν περάσει αβίαστα σε ένα χαλαρό πρόγραμμα.

Κανόνιζε τις ώρες που αφιέρωνε στη βιβλιοθήκη ανάλογα με τις πρόβες της και μέχρι στιγμήςδεν είχαν υπάρξει προβλήματα, παρόλο που και οι δύο αντιλαμβάνονταν πως σύντομα τα πράγματαθα δυσκόλευαν, καθώς πλησίαζε η ημερομηνία της σόλο εμφάνισής της. Η Σάμερ θα χρειαζότανεπιπλέον ώρες προετοιμασίας και είχε συμφωνήσει να δουλέψει εκτός προγράμματος με τον Σιμόν,το διευθυντή της ορχήστρας. Ο Ντόμινικ είχε προτείνει να δειπνήσουν όλοι μαζί, όμως η Σάμεραπέφευγε να το προχωρήσει, με το πρόσχημα πως ήθελε να κρατήσει την προσωπική και τηνεπαγγελματική ζωή της αυστηρά σε απόσταση.

«Δε γίνεται να είμαστε οι δυο μας συνέχεια», επισήμανε ο Ντόμινικ.«Βρίσκεις;»«Είναι φορές που μοιάζουμε με αιχμαλώτους σε αυτό το διαμέρισμα. Εσύ κι εγώ, απέναντι σε

ολόκληρο τον κόσμο».«Αυτό δεν είναι το νόημα του να είσαι μαζί με κάποιον;» αντέτεινε η Σάμερ, με μια υποψία

εκνευρισμού.Δεν ήταν σίγουρη τι θα μπορούσε να περιμένει όταν είχε συμφωνήσει να συζήσει με τον

Ντόμινικ. Δεν ήξερε κατά πόσο ήταν έτοιμος γι’ αυτή τη ζωή. Η αλήθεια ήταν πως εξακολουθούσαννα υπάρχουν στιγμές που την εξέπληττε, που αποδεικνυόταν απρόβλεπτος, που έφερνε στηνεπιφάνεια την πόρνη που έκρυβε μέσα της, όταν αναλάμβανε τον έλεγχο με απροσδόκητουςτρόπους, που εκείνη λαχταρούσε αλλά δεν κατόρθωνε πάντοτε να εκφράσει. Εκτός αυτού, η Σάμερήξερε πως ήταν αδύνατο να διατηρηθεί αυτή η αίσθηση σε καθημερινή βάση. Από τη μια μεριάαισθανόταν δέσμια της αναγκαίας ρουτίνας της σχέσης τους, μα από την άλλη διαρκώς επιζητούσεκάποιου είδους επιπρόσθετη πρόκληση. Ήταν τόσο περίπλοκη όλη αυτή η κατάσταση...

Ο Ντόμινικ ήταν περίεργος να μάθει τι γινόταν με την Τσέρι, με το εργαστήρι ερωτικούδεσίματος, με τις ήπιες καταστάσεις στις οποίες είχε συμμετάσχει. Ίσως θα μπορούσε να τονσυστήσει στους γνωστούς της. Σίγουρα δε θα ήταν κακό κάτι τέτοιο.

«Απέκτησα μια φίλη... ξέρεις, όταν πειραματίστηκα με το σκοινί. Τη λένε Τσέρι. Θα μπορούσαμενα συναντηθούμε κάποια στιγμή, να πιούμε ένα ποτό. Νομίζω πως θα τη συμπαθούσες».

«Βεβαίως. Γιατί όχι;»Η Σάμερ έπιασε το κινητό της και κανόνισε τη συνάντηση. Έδωσαν ραντεβού στις τέσσερις, σ’

ένα μπαρ που ήξερε στην Μπλίκερ. Θα είχαν τουλάχιστον δύο ώρες στη διάθεσή τους, μια και ηΤσέρι θα εμφανιζόταν νωρίς εκείνο το βράδυ σ’ ένα στέκι στο Μπάουερι.

Η Μπλίκερ Στριτ είχε ως συνήθως κίνηση από νωρίς, καθώς αποτελούσε τόπο συνάντησης μποέμκαι δήθεν τύπων, όπως και τουριστών. Πήγαν με τα πόδια ως εκεί, διασχίζοντας τη Χιούστον,περνώντας από αμέτρητα μπαρ στη διαδρομή.

«Γιατί είπαμε στο Red Lion και όχι σε κάποιο άλλο μέρος, από τα τόσα που υπάρχουν εδώ;»ρώτησε ο Ντόμινικ τη Σάμερ.

«Μα είναι αγγλικό. Σκεφτήκαμε πως θα σου άρεσε μια νότα της πατρίδας».Μια και δεν έπινε, ο Ντόμινικ ουδέποτε υπήρξε θαμώνας των παμπ, κάτι που η Σάμερ έμοιαζε να

μην αντιλαμβάνεται. Όλες οι μη ερωτικές συναντήσεις τους ήταν σε μικρές καφετέριες ή ιταλικάστέκια, διάσπαρτα σε ολόκληρο το Λονδίνο.

Page 87: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Συμπτωματικά, στην τηλεόραση προβαλλόταν ζωντανά ένας σημαντικός ευρωπαϊκόςποδοσφαιρικός αγώνας εκείνο το βράδυ, οπότε το Red Lion ήταν ασφυκτικά γεμάτο, είχε συρρεύσειεκεί ένα φωνακλάδικο πλήθος ξένων αλλά και ντόπιων που είχαν την περιέργεια ναπαρακολουθήσουν το παιχνίδι. Έτσι, αναγκάστηκαν να μεταφερθούν πιο κάτω στην ίδια οδό, στοKenny’s Castaways, ένα κλαμπ που είχε επιβιώσει από τα χρόνια της ακμής του Γκρίνουιτς Βίλατζ,από τον καιρό της Μπαέζ, του Ντίλαν και των άλλων μεγάλων της εποχής· το μπαρ ήταν σχετικάάδειο, υπήρχαν ακόμη διαθέσιμα τραπέζια και η δυνατότητα να απομονωθεί κάποιος.

Στον Ντόμινικ έκανε εντύπωση το πόσο κοντή ήταν η Τσέρι – καμία σχέση με αυτό που θαπερίμενε από μια χορεύτρια στο χώρο του μπουρλέσκ. Ήταν λεπτοκαμωμένη αλλά ταυτόχρονααπέπνεε μια δυναμικότητα κάτω από το καρέ των εκτυφλωτικά ροζ μαλλιών της. Ηπαραφουσκωμένη υφασμάτινη τσάντα που κουβαλούσε, κρεμασμένη στον ώμο της, έκανε το σώματης να μοιάζει ακόμη πιο μικρό.

«Τα πράγματά μου», είπε, ακουμπώντας τη βαριά τσάντα στο πάτωμα. «Μια ζωή κουβαλάωπερισσότερα απ’ όσα χρειάζομαι. Ένα δεύτερο κοστούμι, αξεσουάρ, πέντ’ έξι ζευγάρια παπούτσια...Έτσι είναι η δουλειά, ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να χρειαστείς», δήλωσε απολογητικά, περνώντας τιςκατάφορτες από δαχτυλίδια παλάμες της ανάμεσα στα βαμμένα μαλλιά της για να τα ισιώσει.

Ο Ντόμινικ είχε ξεχάσει να ζητήσει από τον μπάρμαν να βάλει πάγο με μέτρο στο αναψυκτικότου, το οποίο έφτασε σερβιρισμένο με άκρως αμερικάνικο τρόπο, ξέχειλο από παγάκια. Και οι δύογυναίκες παρήγγειλαν ροζ κοκτέιλ, προς τιμήν των μαλλιών της Τσέρι. Η Σάμερ συνήθως δε θαέπινε κάτι τέτοιο, παρατήρησε ο Ντόμινικ, ειδικά από τη στιγμή που το μπαρ πρόσφερε μια μεγάληγκάμα από γιαπωνέζικες μπίρες πίσω από τον πάγκο.

«Λοιπόν, εσύ είσαι ο Ντόμινικ;» ρώτησε η ροδομαλλούσα φίλη της Σάμερ, κόβοντάς τον απόπάνω μέχρι κάτω. Το μαύρο δερμάτινο μπουφάν της ήταν φθαρμένο στις άκρες και σε μερικάσημεία μπαλωμένο. Φορούσε ένα σούπερ εφαρμοστό λεοπάρ κολάν και αστραφτερά, πανύψηλατακούνια, εμφάνιση που θα ταίριαζε καλύτερα σε νούμερο του καμπαρέ παρά σε παμπ.

Ο Ντόμινικ είχε παραλείψει να ρωτήσει τη Σάμερ πόσα πράγματα είχε αποκαλύψει γύρω από τησχέση και το παρελθόν τους στην καινούρια της φίλη.

«Ο ένας και μοναδικός».«Άκρως βρετανική απάντηση», σχολίασε η Τσέρι.«Κι εσύ είσαι η Τσέρι, η άσος του σκοινιού».Η Σάμερ χαμογέλασε, παρακολουθώντας την ανταλλαγή των πρώτων διερευνητικών, δηκτικών

σχολίων.Η Τσέρι σήκωσε το ποτήρι της. «Στους καινούριους φίλους», έκανε μια πρόποση.Τη μιμήθηκαν.«Δεν έχω ιδέα από αμερικάνικες προφορές», είπε ο Ντόμινικ. «Από πού κατάγεσαι, Τσέρι;»«Για την ακρίβεια, είμαι Καναδή», απάντησε εκείνη, τονίζοντας τη μακρόσυρτη προφορά της, για

να δώσει έμφαση στη διευκρίνιση.«Α, μάλιστα. Ζητώ ταπεινά συγνώμη».«Κατάγομαι από το Τέρνερ Βάλεϊ της Αλμπέρτα, μια μικρή πόλη στα νοτιοδυτικά του Κάλγκαρι.

Μάλλον δεν την έχεις ακουστά, αλλά νομίζω πως είναι όπως ακριβώς τη φαντάζεσαι. Άγριος τόπος,ουρανοξύστη δε βρίσκεις ούτε για δείγμα σε ακτίνα χιλιομέτρων και σίγουρα δεν υπάρχουνκαμπαρέ. Την έκανα με την πρώτη ευκαιρία που μου δόθηκε. Ξεκίνησα δουλεύοντας ως τόπλεςσερβιτόρα, κι εκεί γνώρισα κάτι κορίτσια που μου έμαθαν να χορεύω. Μόλις μάζεψα αρκετά από τα

Page 88: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

φιλοδωρήματα, κατέβηκα στη Νέα Υόρκη. Και δεν υπάρχει καμία περίπτωση να επιστρέψω».«Επαρχία της Νέας Ζηλανδίας, Αλμπέρτα και Λονδίνο», σχολίασε η Σάμερ. «Είμαστε όλοι μας

εξόριστοι, ξένοι σε ξένο τόπο». Ένιωθε άβολα, πατούσε σε κλισέ για να προχωρήσει η κουβέντα,καθώς δεν ήταν σίγουρη κατά πόσο τελικά ήταν καλή ιδέα να συστήσει τον Ντόμινικ στην Τσέρι.

«Στην υγειά των εξορίστων», είπε η Τσέρι.«Είσαι μόνη σου εδώ δηλαδή; Και οι δικοί σου; Ζουν ακόμη στην Αλμπέρτα;» τη ρώτησε ο

Ντόμινικ.Η Σάμερ στριφογύρισε στο κάθισμά της. Όσο περνούσε η ώρα, αισθανόταν όλο και πιο αμήχανα

με την κατεύθυνση προς την οποία τραβούσε η κουβέντα.«Όχι ακριβώς μόνη. Τα αγόρια μου με κρατούν ζεστή τη νύχτα, αλλά λείπουν και οι δύο αυτό το

διάστημα. Ο ένας ταξιδεύει με το συγκρότημά του και ο άλλος για τη δουλειά του. Είναι πωλητής,οπότε τον τρώνε οι δρόμοι».

«Δύο φίλους έχεις;» Ο Ντόμινικ χαμογέλασε και ανασήκωσε το φρύδι, απορημένος.«Ναι, και κανονικά θα περίμενες να μην περνώ τόσο καιρό μόνη μου, αλλά έτσι είναι. Ίσως

πρέπει να ψαχτώ και για έναν τρίτο».«Ένα ποτό ακόμη;» παρενέβη η Σάμερ, επιχειρώντας να μη συζητηθεί άλλο το θέμα των

πολλαπλών συντρόφων της Τσέρι.«Σειρά μου να κεράσω, νομίζω», πετάχτηκε η Τσέρι, στηρίζοντας το βάρος της στο τραπέζι έτσι

όπως πατούσε στο πάτωμα. Ήταν μεγάλη η απόσταση για τα κοντά πόδια της, οπότε κοντοστάθηκεγια μια στιγμή για να τσεκάρει την ισορροπία της προτού ρίξει όλο το βάρος της στις φτέρνες τηςκαι προχωρήσει προς το μπαρ.

«Ενδιαφέρουσα γυναίκα η φίλη σου».«Ναι, είναι... διαφορετική. Όμως τη συμπαθώ. Είναι ειλικρινής».«Τι λες, περπατάει η ιστορία με τους δύο φίλους;»«Έτσι φαίνεται. Ακόμη δεν έχω γνωρίζει κανέναν τους, αλλά ευτυχισμένη τη βλέπω. Δεν ξέρω

πώς τα καταφέρνει. Εγώ, με όλες τις πρόβες που έχω, με δυσκολία να βολέψω έναν. Εκείνη λέει πωςόλο το θέμα είναι να διαχειρίζεσαι σωστά το χρόνο σου».

«Το ξέρω πως είσαι πολυάσχολη, ελπίζω όμως να καταφέρεις να βρεις αρκετό χρόνο για μένα».«Α, όχι, δεν το εννοούσα έτσι. Φυσικά και έχω χρόνο για σένα».«Φαντάζομαι πως δε διακόπτω», ακούστηκε η φωνή της Τσέρι, που ακούμπησε ένα δίσκο με δύο

ροζ κοκτέιλ, ξέχειλα, και ένα ποτήρι με αναψυκτικό πάνω στο τραπέζι. «Παρατήρησα πως δε σουαρέσει πολύ ο πάγος, Ντόμινικ, γι’ αυτό δεν άφησα στιγμή από τα μάτια μου τον μπάρμαν, μηνκάνει καμιά λαδιά. Ελπίζω αυτή τη φορά να είναι καλύτερο».

«Τέλεια. Πολύ ευγενικό εκ μέρους σου».

Πρώτα έπρεπε να βρουν το κατάλληλο φόρεμα για τη σόλο εμφάνιση της Σάμερ. Ο Ντόμινικ είχεεπιμείνει να βάλει κάτι ολοκαίνουριο για την περίσταση και να μην αρκεστεί σε κάποιοχιλιοφορεμένο κομμάτι. Ζήτημα χρημάτων δεν ετίθετο. Η πρότασή του να περάσουν έναΣαββατοκύριακο στις μπουτίκ που υπήρχαν διάσπαρτες σε σημεία της Πέμπτης Λεωφόρου και πιοκάτω, στη Χιούστον και στην Μπρόντγουεϊ, απορρίφθηκε πάραυτα από τη Σάμερ. Ήξερε πως ήταναπίθανο να βρει το σωστό ρούχο σ’ εκείνα τα καταστήματα. Ένα απόγευμα που διατέθηκε σεγρήγορες ματιές σε διάφορες μπουτίκ στο Σόχο αποδείχτηκε εξίσου άκαρπο. Το στιλ εκείνων των

Page 89: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

ρούχων απλά δεν της ταίριαζε, όπως το έβλεπε η Σάμερ, πόσω μάλλον οι εξωφρενικές τιμές τωνπερισσότερων φορεμάτων που της προτάθηκαν, παρά τη γαλαντομία του Ντόμινικ σε ό,τι είχε νακάνει με το κόστος. Ήδη αισθανόταν ότι του ήταν εξαιρετικά υπόχρεη και το κονσέρτο αυτόυποτίθεται πως θα ήταν η δική της μεγάλη στιγμή, με αποτέλεσμα να προβληματίζεται που έμπαινεκι αυτός στο παιχνίδι. Ένας Θεός ήξερε πόσα λεφτά είχε δώσει για το Μπαγί, ενώ παράλληλαγνώριζε πως το ενοίκιο του διαμερίσματος κάθε άλλο παρά ευκαταφρόνητο ήταν. Είχε επιμείνει νασυμβάλει κι εκείνη, μα ήταν εν γνώσει της πως το ποσό που έδινε δεν πλησίαζε καν στα μισά.Αρκετά ως εκεί. Ήταν θέμα περηφάνιας, το ήξερε, αλλά όπως και να είχε το πράγμα, ήταν αυτή πουήταν και δεν είχε καμία πρόθεση να αλλάξει τώρα και να καταλήξει σπιτωμένη.

Απέμενε μόλις μία εβδομάδα για την εκδήλωση, η Σάμερ ήταν εξουθενωμένη από τις πρόβες,από την επιμονή του Σιμόν να τη φλερτάρει κι από τα βουβά βλέμματα αποδοκιμασίας του Ντόμινικόταν επέστρεφε στο διαμέρισμα αφού είχε σκοτεινιάσει, ώρες αργότερα απ’ ό,τι περίμενε εκείνος,εξαντλημένη από την ολοένα και μεγαλύτερη πίεση του επικείμενου κονσέρτου αλλά κι από τιςδικές της αβεβαιότητες σχετικά με το πόσο καλή ήταν τελικά και κατά πόσο της άξιζε μια σόλοεμφάνιση. Είχε συναίσθηση του ότι δεν ήταν εύκολο να ζει κανείς μαζί της εκείνο το διάστημα.

Έτρωγαν αμίλητοι και μετά περνούσαν στο κρεβάτι, όπου οι επαφές τους είχαν καταλήξειδιαδικαστικές. Όλο εκείνο το διάστημα ο Ντόμινικ έμενε κλεισμένος στον εαυτό του, δε μιλούσεπολύ για την έρευνά του στη βιβλιοθήκη, αντιμετώπιζε τη Σάμερ λες κι ήταν παιδάκι. Δεν της είχεπει ότι είχε επικοινωνήσει με τη Μιράντα και ότι σχεδίαζε να συναντήσει το διοικητικό στέλεχος τουΚολεγίου Χάντερ λίγες μέρες αργότερα για να γευματίσουν μαζί, καθώς οι παλιοί δαίμονες μέσα τουαναζητούσαν τρόπο να αναζωπυρωθούν.

Πλησιάζοντας το τέλος Ιουνίου, η θερμοκρασία στην πόλη ανέβαινε. Ένα νωχελικό κυριακάτικοαπόγευμα αποφάσισαν να πάνε περίπατο, να τραβήξουν ίσως προς την Ουάσινγκτον Σκουέρ, νακαθίσουν δίπλα στο σιντριβάνι και να ακούσουν τους μουσικούς, να πάρουν παγωτό και ναξεφύγουν από τη φυλακή του διαμερίσματος και των αμήχανων σιωπών τους. Κατά μήκος κάποιωντετραγώνων στη Γουέιβερλι Πλέις είχε στηθεί πολύβουο παζάρι, μέχρι τη βόρεια πλευρά τουπάρκου. Οι μυρωδιές των φαγητών απλώνονταν στην ατμόσφαιρα –κεμπάπ, τηγανητά κρεμμύδια,μπέργκερ, μεξικάνικες φαχίτας–, ενώ υπήρχαν αμέτρητοι πάγκοι που πουλούσαν ψευτοκοσμήματα,πασμίνες, δερμάτινα είδη και μπλουζάκια, καθώς επίσης και πωλητές που πρόσφεραν λεμονάδα καιμιλκσέικ, όπως και ατελείωτες σειρές από τραπέζια φορτωμένα με παλιά, φθαρμένα βιβλία. ΟΝτόμινικ τράβηξε αμέσως προς τα εκεί, η δε Σάμερ παρατήρησε στην απέναντι πλευρά ένα χώροπου οριζόταν από μια τέντα που διέθετε παλιά ρούχα βίντατζ, αφημένα εκεί στην τύχη. Ήταν έναπραγματικό κουβάρι χρωμάτων και υφασμάτων, όμως η προσοχή της γρήγορα εστιάστηκε πάνω σεένα ελαφρώς τσαλακωμένο φόρεμα που στραβοκρεμόταν σε μια κρεμάστρα, προς το βάθος τηςαυτοσχέδιας σκηνής.

Ένα μαύρο φόρεμα.Η Σάμερ πλησίασε το ρούχο, νιώθοντας ένα μυρμήγκιασμα στα δάχτυλα.Δεν μπορεί...Ήταν φτιαγμένο από διπλό στρώμα σιφόν, σχεδόν αλλά όχι απόλυτα διάφανο. Τολμηρό αλλά

αρκετά σεμνό ώστε να εγκριθεί από τους αυστηρούς διοργανωτές της εκδήλωσης. Είχε ένα πολύβαθύ κόψιμο στην πλάτη, λεπτές τιράντες και μια γαλαζοπράσινη κεντητή φάσα που εκτεινότανκατά μήκος της μπροστινής πλευράς, παρέχοντας επιπλέον κάλυψη στα επίμαχα σημεία, ενώπαράλληλα τόνιζε τις καμπύλες ενός θηλυκού σώματος. Ο ποδόγυρος του φορέματος ήταν επίσης

Page 90: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

κεντητός με χάντρες, στα ίδια χρώματα, προσθέτοντας βάρος, έτσι ώστε να διατηρεί τη φόρμα τουτο ρούχο και παράλληλα να κυματίζει σε κάθε κίνηση. Συνοδευόταν από ένα ζευγάρι μακριά γάντιαχωρίς δάχτυλα, με τις ίδιες χάντρες να ξεκινούν από μια λεπτή λωρίδα περασμένη ανάμεσα στοδείκτη και τον μέσο, καταλήγοντας λίγο πιο πάνω από τον αγκώνα.

Ο άνθρωπος που είχε τον πάγκο, βλέποντας πως θα μπορούσε να πουλήσει, έσπευσε ναπλησιάσει. «Ανήκε σε μια Αγγλίδα χορεύτρια του μπουρλέσκ. Το είχε κάνει ειδική παραγγελία.Είναι μοναδικό κομμάτι σε ολόκληρο τον κόσμο, κι είχε σώμα ακριβώς σαν το δικό σου».

«Είναι πανέμορφο. Έχει θαυμάσια αίσθηση, το υλικό είναι υπέροχο στην αφή». Η Σάμερ φώναξετον Ντόμινικ και του έδειξε το φόρεμα από δεύτερο χέρι.

«Πράγματι», συμφώνησε εκείνος.Η Σάμερ γύρισε το φόρεμα ανάποδα, αναζητώντας κάποια ένδειξη για το μέγεθός του. Δεν

υπήρχε καμία. «Θα παραήταν μεγάλη σύμπτωση αν ήταν ακριβώς το νούμερό μου», μουρμούρισε,αναστενάζοντας απογοητευμένη.

«Πώς το ξέρεις;»«Είναι απίθανο».«Δοκίμασέ το», της πρότεινε εκείνος.«Δεν υπάρχει χώρος να αλλάξω», επισήμανε η Σάμερ, δείχνοντας τα πλήθη που περιφέρονταν

γύρω τους, στη σκιά της Αψίδας της Ουάσινγκτον Σκουέρ, και, μερικά βήματα παρακάτω, μιααυτοσχέδια παιδική χαρά, όπου ψιλές φωνούλες τσίριζαν και γελούσαν.

«Το ξέρω», είπε εκείνος. «Και λοιπόν;»«Δεν μπορώ», ψέλλισε η Σάμερ.«Φυσικά και μπορείς».Πριν φύγουν από το διαμέρισμα, είχε επιλέξει για τη βόλτα στο πάρκο ένα άνετο καθημερινό

εμπριμέ καλοκαιρινό φόρεμα. Σουτιέν δε φορούσε, καθώς το ρούχο τής κρατούσε καλά το στήθος.«Ντόμινικ...»«Από πότε σ’ έπιασαν οι ντροπές;»«Ήταν αλλιώς τις άλλες φορές», διαμαρτυρήθηκε η Σάμερ.«Το ξέρω. Ήταν σεξουαλικό το θέμα. Εδώ δεν είναι. Κάθε άλλο. Οπότε κάν’ το. Είναι πολύ

απλό». Ο τόνος της φωνής του ήταν αποφασιστικός, αυστηρός.Τον κοίταξε στα μάτια κι αναγνώρισε εκείνη τη γνώριμη λάμψη της πονηριάς και της εξουσίας

που κάποιες φορές τον μετέβαλλε σε έναν τελείως διαφορετικό άνθρωπο, τον ευχάριστα κακό καιαπαιτητικό Ντόμινικ, έναν άντρα που πλέον γνώριζε πολύ καλά.

Προσπάθησε να υποχωρήσει μερικά βήματα και να σταθεί κάτω από το ύφασμα της αυτοσχέδιαςσκηνής, ώστε να βγάλει το φόρεμά της, όμως άκουσε τον Ντόμινικ να πλαταγίζει τη γλώσσα του.

«Όχι... Εδώ που στέκεσαι είναι μια χαρά».Αποφεύγοντας τα βλέμματα των περαστικών, η Σάμερ έπιασε τις λεπτές τιράντες του

καλοκαιρινού φορέματος που είχε βάλει και τις σήκωσε προς τα πάνω, έτσι που το βαμβακερόύφασμα μαζεύτηκε ανάμεσα στα δάχτυλά της και το τράβηξε γρήγορα πάνω από το κεφάλι της. Τομόνο που φορούσε από κάτω ήταν ένα χαμηλοκάβαλο λεπτό μαύρο εσώρουχο.

Βρισκόταν σε ένα δρόμο της Νέας Υόρκης, άγνωστοι περνούσαν γοργά γύρω της, κι εκείνηστεκόταν ουσιαστικά γυμνή. Με την άκρη του ματιού της, εντόπισε τις ματιές απορίας, την έκπληξη,κάποιες περιπτώσεις ανθρώπων που σταμάτησαν για να κοιτάξουν και κάποιες άλλες πουαπέστρεφαν το βλέμμα τους. Κρατώντας την ανάσα της, πήρε το μαύρο φόρεμα, νιώθοντας τα

Page 91: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

μάγουλά της να έχουν πάρει φωτιά, και το άφησε να πέσει γύρω από το κεφάλι της. Της ερχόταντέλεια, εφάρμοζε άψογα ακόμη και στην ασυνήθιστα στενή μέση της. Το ύφασμα άφηνε τηναίσθηση του μεταξιού πάνω στο δέρμα της και την ανακούφιζε από την τρομερή κάψα που διέτρεχετο κορμί της στη σκέψη πως όλοι εκείνοι οι άγνωστοι την παρακολουθούσαν να ξεντύνεταιξεκλέβοντας κάτι παραπάνω από μια απλή ματιά. Βίωνε ένα συνδυασμό ντροπής και έντονουερεθισμού· της θύμισε την πρώτη φορά που γυμνώθηκε και ερεθίστηκε δημόσια, στο κλαμπ τωνφετιχιστών στο Λονδίνο, πριν από τόσους μήνες.

Ίσως της έπεφτε μερικά εκατοστά μακρύ, ήξερε όμως πως με βελόνα και κλωστή αυτό ήταν κάτιπου διορθωνόταν εύκολα.

«Βλέπεις;» της είπε ο Ντόμινικ.Χαμογελώντας, του έγνεψε καταφατικά.Ο Ντόμινικ πλήρωσε τον πωλητή.Η Σάμερ ετοιμαζόταν να προτείνει να καλύψει τη σύντομη διαδρομή μέχρι το σπίτι φορώντας το

καινούριο μαύρο φόρεμα, όμως ο Ντόμινικ ζήτησε από τον πωλητή μια πλαστική σακούλα για να τομεταφέρουν και της είπε να αλλάξει και να βάλει το άνετο καλοκαιρινό της φουστάνι. Για δεύτερηφορά η Σάμερ γδύθηκε κάτω από τα επίμονα βλέμματα του πλήθους που είχε συγκεντρωθείσταδιακά γύρω από τον πάγκο με τα ρούχα για να παρακολουθήσει το θέαμα.

«Σου άρεσε αυτό, έτσι δεν είναι;» την τσίγκλησε ο Ντόμινικ.«Μου αρέσει το μαύρο φόρεμα που αγοράσαμε», απάντησε η Σάμερ, αρνούμενη να τσιμπήσει το

δόλωμα.

Το καινούριο φόρεμα είχε περάσει από το καθαριστήριο, το μήκος του είχε διορθωθεί και η Σάμερήταν έτοιμη για το σόλο κονσέρτο της. Έπειτα από την έντονη όσο και προβλέψιμη επιμονή τουΝτόμινικ, δεν είχε φορέσει τίποτα από κάτω. Η αίσθηση ήταν συναρπαστική. Αναρωτήθηκε τι θασκεφτόταν για εκείνη ο Σιμόν έτσι και το ήξερε.

Απόψε είχε το ρόλο του μαέστρου, ως συνήθως.Το κονσέρτο, το οποίο δινόταν στο Γουέμπστερ Χολ, στην 11η Οδό, μεταξύ Τρίτης και Τέταρτης

Λεωφόρου, θα ξεκινούσε με πλήρη ορχήστρα να ερμηνεύει το έργο του Μουσόργκσκι Νύχτα στοΦαλακρό Βουνό σε ενορχήστρωση Ρίμσκι-Κόρσακοφ. Η Σάμερ θα ακολουθούσε με το Κονσέρτογια Βιολί σε Ρε μείζονα του Κόρνγκολντ, με την εκδήλωση να ολοκληρώνεται με την ορχήστρα ναερμηνεύει τη Συμφωνία Αρ. 5 σε Ρε ελάσσονα του Σοστακόβιτς.

Ο Σιμόν είχε επιλέξει τα κομμάτια ως ιδανικές εκφράσεις της νέας δυναμικής που είχε φέρει στηνορχήστρα και θεωρούσε πως ο Κόρνγκολντ ταίριαζε άψογα με το ταμπεραμέντο και το ταλέντο τηςΣάμερ.

Ο Ντόμινικ κανόνισε να παραλάβει ένα ταξί τη Σάμερ, καθώς έπρεπε να βρίσκεται στο χώρο τηςεκδήλωσης αρκετή ώρα πριν από την έναρξη του κονσέρτου. Ο ίδιος θα πήγαινε εκεί αργότερα,μόνος του. Γνώριζε το χώρο –είχε παρακολουθήσει κάποτε εκεί την Πάτι Σμιθ– και είχε κανονίσεινα του εξασφαλίσει η Σάμερ θέση στον εξώστη, απ’ όπου ήξερε πως θα είχε υπέρτερη θέα τηςσκηνής.

Η ατμόσφαιρα έσφυζε από ενέργεια καθώς η ορχήστρα και ο Σιμόν, πραγματικό δυναμό, με τασγουρά μαλλιά του να ταλαντεύονται σε κάθε κίνηση των χεριών του, υποκλίνονταν στο τέλος τουπρώτου σύντομου και ενίοτε πυροτεχνικού έργου του Μουσόργκσκι, με το ακροατήριο να αναμένει

Page 92: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

την εμφάνιση της βιολονίστριας, δεδομένου ότι η εκδήλωση είχε διαφημιστεί έντονα ως το πρώτοκονσέρτο της. Κατόπιν επιμονής του Ντόμινικ, είχε χρησιμοποιηθεί στις αφίσες μια ακέφαληφωτογραφία της Σάμερ να κρατά το βιολί πάνω στο γυμνό στήθος της, με μόνο μερικές τούφεςκόκκινων μαλλιών να διακρίνονται, έτσι ώστε η ταυτότητά της να παραμείνει μυστική μέχρι τη μέρατου κονσέρτου. Ήταν μια φωτογραφία που είχε τραβήξει ένας φίλος της στο Λονδίνο, την οποία οΝτόμινικ λάτρευε λόγω των προσωπικών αναμνήσεων με τις οποίες την είχε συνδέσει. Όταν έγινε ηπρόταση αυτή στους διοργανωτές του κονσέρτου και στη διεύθυνση της ορχήστρας, εκείνοιαποδείχτηκαν απρόσμενα ενθουσιώδεις. Ακόμη και έντυπα όπως το Village Voice και το Time Outτο είχαν επισημάνει, με αποτέλεσμα να εξαντληθούν μέχρι ενός τα διαθέσιμα εισιτήρια.

Τα φώτα χαμήλωσαν και η Σάμερ εμφανίστηκε στη σκηνή. Τα μουρμουρητά από το ακροατήριοσώπασαν.

Η Σάμερ ρύθμισε τη στάση της, έφερε το δοξάρι στη θέση του και ξεκίνησε να ερμηνεύειδυναμικά το συναρπαστικό εναρκτήριο σόλο από το έργο του Κόρνγκολντ, το «Moderato nobile»,το οποίο είχε γραφεί σε δύο οκτάβες, με πέντε νότες.

Το καινούριο μαύρο φόρεμα κολλούσε πάνω της σαν δεύτερη επιδερμίδα.Παρακολουθώντας την από ψηλά, ο Ντόμινικ ένιωσε έναν κόμπο στο λαιμό.Τον είχε μαγέψει η ομορφιά, τόσο της Σάμερ όσο και της μουσικής. Αναδιδόταν ένας πλούσιος

αισθησιασμός από τον τρόπο που τα πυκνά μαλλιά της, ανάκατα και στιλπνά, φωτίζονταν ακόμηπερισσότερο από τους προβολείς της σκηνής, με τη λευκή επιδερμίδα των γυμνών μπράτσων της νακάνει έντονη αντίθεση με το μαύρο ύφασμα του φορέματος και το σκοτεινό πλαίσιο που σχημάτιζαντα ρούχα που φορούσαν τα υπόλοιπα μέλη της ορχήστρας.

Έκλεισε τα μάτια του, φαντάστηκε τη γύμνια της, τον τρόπο που έπαιζε για εκείνον,ανερυθρίαστο και πανέμορφο, τον τρόπο που η θέα του σώματός της χαμένου στη μουσική έκανε τοπέος του να τρέμει και ήταν ικανή να τον οδηγήσει σχεδόν στον οργασμό, πρόθυμο θύμα τουπάθους.

Γύρω του, ο κόσμος ολόκληρος εξαφανίστηκε.Ο χρόνος επιβραδύνθηκε, αλλά και πάλι συνέχισε να κυλά, νανουρισμένος από τις έξοχες

ερμηνείες της υπόλοιπης ορχήστρας, με το τμήμα των χάλκινων οργάνων να έχει ιδιαίτερα δυναμικήσυμβολή, μεταξύ των οποίων ήταν και οι Κροάτες φίλοι της, οι οποίοι χαμογελούσαν πλατιά καθώςεπιτίθονταν στα μουσικά τους όργανα με μάγουλα φουσκωμένα, ξεχειλίζοντας από υπολογισμένηδύναμη.

Πολύ σύντομα –το κονσέρτο του Κόρνγκολντ μετά βίας διαρκούσε είκοσι πέντε λεπτά στηνκαλύτερη περίπτωση–, το «Romanze» ολοκληρώθηκε και η Σάμερ ξεκίνησε να ερμηνεύει τοεναρκτήριο στακάτο της τελευταίας κίνησης, το «Allegro assai vivace». Ήταν το πλέον απαιτητικότμήμα της σύνθεσης, στο οποίο είχε διαθέσει πολλές κοπιαστικές ώρες πρόβας, όμως τώρα το έκανενα φαντάζει απλό, με το σώμα της συντονισμένο με το βιολί και τη μουσική.

Όταν άνοιξε ξανά τα μάτια του ο Ντόμινικ, ο αντίλαλος από τις τελευταίες νότες του κονσέρτουέσβηνε στο βάθος και το ακροατήριο όρθιο χειροκροτούσε με ενθουσιασμό, ενώ ο Σιμόνχαμογελούσε διάπλατα στο πόντιουμ και η Σάμερ έκανε την πρώτη της υπόκλιση.

Ο Ντόμινικ, από το ψηλό παρατηρητήριό του, εστίασε την προσοχή του πάνω στο πρόσωπο τηςΣάμερ, αγνοώντας τους άλλους θεατές στον εξώστη, που είχαν σηκωθεί και τον σκουντούσαν πάνωστα ενθουσιώδη χειροκροτήματά τους. Μια υποψία χαμόγελου είχε σχηματιστεί στο πρόσωπο τηςΣάμερ καθώς συνέχιζε να υποκλίνεται σεμνά στο ακροατήριο, την ώρα που όλα τα μέλη της

Page 93: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

ορχήστρας πίσω της στη σκηνή σηκώνονταν πραγματικά ταυτόχρονα για να χειροκροτήσουν με τησειρά τους. Ήταν ένα χαμόγελο στο οποίο ο Ντόμινικ μπορούσε να διακρίνει μια ήρεμηικανοποίηση και παράλληλα μια θλίψη, σαν να είχε συνειδητοποιήσει η Σάμερ ότι εκείνο το βράδυείχε φτάσει σε ένα σταυροδρόμι και ότι η ζωή της από εκεί και πέρα δε θα ήταν ποτέ πια η ίδια.

Μια κυρία του συναυλιακού χώρου έκανε την εμφάνισή της στη σκηνή και πρόσφερε στη Σάμερμια πελώρια ανθοδέσμη. Για μια στιγμή, η Σάμερ έμεινε εκεί, σαστισμένη, μην ξέροντας πώς να τηνπιάσει, αφού ακόμη κρατούσε νευρικά το βιολί στο πλευρό της. Ο Σιμόν πλησίασε και,ψιθυρίζοντάς της κάτι στο αφτί, την απάλλαξε διακριτικά από το Μπαγί. Η Σάμερ κρατούσε τώρα ταλουλούδια και, χωρίς να κοιτάξει προς τον εξώστη, οδηγήθηκε εκτός σκηνής, με την αποχώρησή τηςνα καθυστερεί λόγω των ακατάπαυστων χειροκροτημάτων.

Ήταν η βραδιά της, ο θρίαμβός της. Αναμφίβολα θα ήθελε να περάσει τη συνέχεια με τουςσυναδέλφους της μουσικούς, γιορτάζοντας στα παρασκήνια, ο Ντόμινικ ήταν βέβαιος γι’ αυτό. Λίγοπριν κοπάσει ο ενθουσιασμός του ακροατηρίου και η ορχήστρα ξεκινήσει την ερμηνεία τηςκατακλείδας του κονσέρτου, του έργου του Σοστακόβιτς, ο Ντόμινικ σηκώθηκε και αποχώρησε απότον εξώστη. Κατέβηκε στο ισόγειο και βγήκε από το Γουέμπστερ Χολ, για να επιστρέψει μόνος τουστο διαμέρισμα.

Page 94: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

7

Ένα Πρελούδιο για τους Δρόμους

ΤΟ ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΗΘΕΛΑ ήταν λίγη ηρεμία και ησυχία, ένα μέρος να καθίσω μόνη μου και να νιώσω τηνενέργεια που παρέμενε στο σώμα μου μετά την ερμηνεία μου να με διατρέχει, όμως τα παρασκήνιαέμοιαζαν να φιλοξενούν ένα δεύτερο κονσέρτο, μια κακοφωνία ευχών και συγχαρητηρίων.

Η Μαρίγια έπλεξε τα μπράτσα της γύρω μου κι εγώ ανταπέδωσα την αγκαλιά κάπως μαγκωμένα.Το δυνατό κορμί της πίεζε τόσο πολύ το δικό μου, ώστε φοβήθηκα μήπως μου ράγιζε κανέναπλευρό.

«Ήσουν καταπληκτική!» αναφώνησε.Ο Μπάλντο στεκόταν δίπλα της, χειροκροτώντας. «Καλά θα κάνεις να περάσεις από το σπίτι να

μαζέψεις ό,τι πράγματα άφησες εκεί», είπε γελώντας. «Η Μαρίγια σκοπεύει να τα πουλήσει τώραπου έγινες διάσημη».

Η Μαρίγια με άφησε και γύρισε να του ρίξει μια μπάτσα στα οπίσθια.Κάπου στο βάθος, άκουσα τον ξερό κρότο από το φελλό μιας σαμπάνιας και μια κοπέλα από το

τμήμα των κρουστών να τσιρίζει, καθώς το αφρίζον υγρό απειλούσε να χυθεί πάνω στο φόρεμά της.Την επόμενη στιγμή κάποιος μου έβαλε ένα ποτήρι στο χέρι.

Πανικοβλήθηκα μόλις συνειδητοποίησα ότι δεν ήξερα πού ήταν το βιολί μου. Τώρα, περισσότεροαπό κάθε άλλη φορά, ήθελα να το κρατώ στο χέρι μου.

«Μην ανησυχείς», μου είπε σιγανά ο Σιμόν στο αφτί. «Το Μπαγί σου είναι ασφαλές. Το έβαλαπίσω, μαζί με τα πράγματά μου».

Πήρε το ποτήρι της σαμπάνιας από το χέρι μου και το αντικατέστησε με ένα μπουκάλι μπίρα.«Σκέφτηκα πως θα την προτιμούσες».«Αχ, σ’ ευχαριστώ. Είσαι πολύ ευγενικός».«Μπα, όχι και τόσο. Ήσουν καταπληκτική εκεί έξω. Αλήθεια».«Σε ευχαριστώ. Αλλά μακάρι να...»«Τι;»«Δε θέλω να φανώ αχάριστη, όμως νιώθω λες και πάει να σπάσει το κεφάλι μου. Μακάρι να

γινόταν να καθίσω λίγο».«Σε καταλαβαίνω απόλυτα. Έλα μαζί μου».Έκλεισε την παλάμη μου μέσα στη δική του και με οδήγησε μέσα από μια βοηθητική πόρτα σε

ένα από τα διπλανά δωμάτια, κι από εκεί σ’ έναν άλλο διάδρομο, μετά πίσω από μία ακόμη πόρτα, ηοποία έβγαζε σε μια σκάλα που με τη σειρά της κατέβαινε γραμμή προς τα κάτω, εκεί όπου άλλη μιαάγνωστη πόρτα ξεπρόβαλλε μέσα από το μισοσκόταδο. Δίστασα. Τα σκαλοπάτια ήταν ξύλινα αντίγια πέτρινα και δεν είχαν εκείνη τη μυρωδιά που προσκολλάται στα παμπάλαια αντικείμενα. Πέρααπ’ αυτό, μου θύμιζε απόλυτα την κρύπτη που με είχε πάει ο Ντόμινικ, εκεί όπου είχαμε κάνει σεξγια πρώτη φορά.

Page 95: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Ο Ντόμινικ. Κανονικά, μαζί του έπρεπε να γιορτάζω, όχι με τον Σιμόν. Αν δεν είχε περάσειτυχαία από εκεί που έπαιζα Βιβάλντι, στο σταθμό του μετρό στο Τότεναμ Κορτ Ρόουντ, εδώ καιπερισσότερο από ένα χρόνο, μάλλον δε θα βρισκόμουν εδώ. Τα περισσότερα από τα γεγονότα πουείχαν ακολουθήσει από εκεί και μετά κατά πάσα πιθανότητα δε θα είχαν συμβεί αν δεν ήταν εκείνος·η τυχαία γνωριμία μας έμοιαζε με ρεύμα που με είχε σαρώσει παρασύροντάς με ορμητικά από μίακατεύθυνση και στρέφοντάς με ολοταχώς προς μία άλλη.

Δίστασα.«Μην ανησυχείς, δεν υπάρχουν φαντάσματα εκεί κάτω. Είναι μια παλιά αποθήκη, αλλά το

μοναδικό μέρος σε αυτό το κτίριο όπου θα περάσουμε εντελώς απαρατήρητοι, τουλάχιστον γιαμερικά λεπτά».

Τον ακολούθησα στη σκάλα. Δε θα αργούσαμε πολύ, κι ο Ντόμινικ θα συνέχιζε να με περιμένει·αυτό ήλπιζα, τουλάχιστον.

Το δωμάτιο δε θύμιζε σε τίποτα την κρύπτη – υπήρχαν λίγα μόνο ράφια γεμάτα με καθαριστικάπροϊόντα, μερικά χαρτοκιβώτια και κάποιοι κουβάδες με σφουγγαρίστρες.

Ο Σιμόν αναποδογύρισε έναν κίτρινο κουβά και κάθισε πάνω του, απλώνοντας κάπως άχαρα ταμακριά πόδια του μπροστά του.

«Απλά μαύρα παπούτσια απόψε, βλέπω», σχολίασα, διασκεδάζοντας με τον τρόπο που ηεπισημότητα του κοστουμιού του ερχόταν σε αντίθεση με το σκονισμένο περιβάλλον της αποθήκηςκαι τα φωτεινά, παιδικά χρώματα των αυτοσχέδιων καθισμάτων μας.

Αναποδογύρισα άλλον ένα κουβά και κάθισα δίπλα του, φροντίζοντας να ξεσκονίσω τη βάση τουώστε να μη λερώσω το φόρεμά μου.

«Χρειάζεται κι αυτό», είπε. «Πάντα θα υπάρχουν πτυχές του εαυτού μου που θα είναι καλύτερανα μένουν κρυφές, γνωστές μόνο σε κάποια διακριτική συντροφιά. Δεν επικροτούν όλοι τηναπόφαση κάποιου μαέστρου να φορέσει μπότες από δέρμα φιδιού. Αν και παρατηρώ πως εσύ, μεαυτό το φόρεμα, έκανες τολμηρότερες επιλογές απ’ ό,τι θα δοκίμαζα εγώ».

Δεν μπορεί να έβλεπε από εκείνη την απόσταση ότι δε φορούσα σουτιέν.Ανασήκωσα τους ώμους μου. «Το σεξ πουλάει», αποφάνθηκα. «Ποια ήταν η τελευταία φορά που

είδες μια άχαρη μουσικό να τα πηγαίνει καλά; Η κλασική μουσική στην εποχή μας εξαρτάταιαπόλυτα από το σεξ».

«Η κλασική μουσική ανέκαθεν εξαρτιόταν από το σεξ. Κι αυτό δεν αφορά αποκλειστικά τιςγυναίκες».

«Τι γίνεται, λυσσάνε οι θαυμάστριες κάθε φορά που προσπαθείς να περάσεις ανάμεσά τους γιανα φτάσεις στο καμαρίνι σου;»

«Δε θα έλεγα πως λυσσάνε, αλλά είναι φορές που τα πράγματα ζορίζουν. Σπάνια βγαίνωραντεβού πλέον. Μου είναι αδύνατο να καταλάβω αν μια γυναίκα ενδιαφέρεται πραγματικά για μέναή απλώς της αρέσει η ιδέα να έχει σχέση με έναν άντρα που διευθύνει ορχήστρα. Με σένα πώς πάει;Ο Άγγλος φίλος σου πέρασε να σε δει στο κονσέρτο;»

«Ναι. Έχει έρθει στη Νέα Υόρκη για μερικούς μήνες μάλιστα. Ζούμε μαζί».«Κινήθηκε γρήγορα λοιπόν. Δεν μπορώ να πω ότι τον κατηγορώ γι’ αυτό».Είχα μείνει να κοιτάζω τα παπούτσια μου, αποφεύγοντας το βλέμμα του Σιμόν. «Καλύτερα να

ανέβω στα παρασκήνια. Θα αναρωτιέται με ποιον γιορτάζω τη βραδιά».«Ναι, καλύτερα. Γιατί δεν τον προσκάλεσες να έρθει μαζί μας; Απόψε, ειδικά, θα μπορούσες να

έχεις προσκαλέσει ακόμη και κοπάδι ελεφάντων στα παρασκήνια αν το ήθελες».

Page 96: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Δεν ξέρω», μουρμούρισα. «Απλώς, μου φάνηκε πως ήταν κάτι που έπρεπε να το κρατήσωξέχωρο. Δεν είναι καλή ιδέα να μπλέξεις τη δουλειά με τη διασκέδαση».

«Ναι. Έχω διαπιστώσει από πρώτο χέρι τις απόψεις σου πάνω σ’ αυτό το θέμα... Λοιπόν, προτούεξαφανιστείς, θέλω να μιλήσεις με κάποιον».

Έσπρωξε τον κουβά για να σταθεί όρθιος και πρότεινε το μπράτσο του για να με βοηθήσει νασηκωθώ. Έπιασα την παλάμη του και χαλάρωσα, αφήνοντάς τον να με τραβήξει, εισπνέοντας στηνπορεία, απολαμβάνοντας το άρωμα της κολόνιας του. Είχε βάλει αρκετή ποσότητα απόψε, ενώ είχεχρησιμοποιήσει και κάποιο ειδικό προϊόν στα μαλλιά του, για να περιορίσει κάπως το φριζάρισμακαι να προσθέσει επιπλέον λάμψη. Με τα λαμπερά μαλλιά του, το μαύρο φράκο και το άκαμπτολευκό πουκάμισό του, θύμιζε ταχυδακτυλουργό από περιπλανώμενο θίασο.

Άνοιξε την πόρτα και την κράτησε ευγενικά για να περάσω, ώστε να προπορευτώ στη σκάλα, ανκαι είχα την υποψία πως περισσότερο τον ώθησε σε αυτή την κίνηση ο ηδονοβλεψίας μέσα του παράοι καλοί του τρόποι, καθώς ο Ντόμινικ με είχε ενημερώσει πριν φύγω από το διαμέρισμα ότι με τοσωστό φως η πίσω πλευρά του φορέματος, η οποία δεν ήταν κεντημένη με χάντρες, έμοιαζε σχεδόνδιάφανη, προσφέροντας σε όποιον κοίταζε τέλεια θέα των γυμνών οπισθίων μου.

Στο αδύναμο φως στην κορυφή της σκάλας, είδα μια εκτυφλωτική ροζ νότα, τη μοναδική πινελιάχρώματος στο διάδρομο.

«Φαίνεται πως έκανα λάθος για την ανωνυμία της κρυψώνας μας», παρατήρησε ο Σιμόν.«Απέκτησες ήδη μια φανατική θαυμάστρια. Και μάλιστα την κόβω να είναι από τις παλαβές».

«Σιμόν», είπα, συστήνοντάς τους, «από εδώ η Τσέρι. Τσέρι, ο Σιμόν».Η Τσέρι πρότεινε το χέρι της ευγενικά. Παρά τα πανύψηλα τακούνια της, ο Σιμόν χρειάστηκε να

σκύψει για να συναντήσει η παλάμη του τη δική της. Η Τσέρι φορούσε μια ζωηρή κίτρινη σατέντουαλέτα και ασορτί παπούτσια, και με τα ροζ μαλλιά της να πετούν ατίθασα στην κορυφή τουκεφαλιού της θύμιζε κάτι που θα μπορούσε να έχει διαφύγει μέσα από πυρηνικό εργοστάσιο.

«Μη μου πεις ότι κρύβεσαι από τους θαυμαστές σου, Σάμερ;» είπε εκείνη. «Ήσουνκαταπληκτική. Κανονικά, έπρεπε να είσαι μπροστά, να απολαμβάνεις την επιτυχία σου».

«Ψάχναμε να βρούμε ένα ασφαλές μέρος να αφήσει το βιολί της», παρενέβη ο Σιμόν.«Μάλιστα», απάντησε η Τσέρι, στρέφοντας καχύποπτα τα μάτια της εναλλάξ στους δυο μας.«Και δυστυχώς θα χρειαστεί να κλέψω ξανά τη φίλη σου, γιατί πρέπει να συναντήσει ορισμένους

από τους θαυμαστές της».Με έπιασε ξανά από το χέρι και με οδήγησε μέσα από έναν ακόμη λαβύρινθο διαδρόμων, σ’ ένα

από τα μπαρ, όπου ευτυχώς επικρατούσε σχετική ηρεμία. Αισθανόμουν κάπως αμήχανα, αφού ταφώτα εδώ ήταν πολύ πιο δυνατά απ’ ό,τι στα παρασκήνια, οπότε ξαφνικά ένιωθα έντονα τη γύμνιαμου κάτω από το λεπτό φόρεμα, που πάνω στη σκηνή μπορεί να αποτελούσε μέρος του θεάματος,όμως εκτός σκηνής ενδεχομένως να φάνταζε σοκαριστική. Τα έβαλα με τον εαυτό μου που δεν είχαφέρει μαζί μου ένα ρούχο να αλλάξω. Ερασιτεχνικό λάθος, το οποίο δεν επρόκειτο να επαναλάβω.

«Θυμάσαι την ατζέντισσα από το πάρτι στο σπίτι μου, τη Σούζαν;» μου ψιθύρισε ο Σιμόν στοαφτί. «Τώρα είναι η ευκαιρία σου. Πήγαινε να της μιλήσεις».

Έγνεψα καταφατικά κι εκείνος έφερε την παλάμη του χαμηλά στην πλάτη μου σπρώχνοντάς μεαπαλά προς τα εκεί.

Έγειρα στο μπαρ δίπλα της, σαν να είχα βρεθεί τυχαία εκεί, περιμένοντας να πάρω ένα ποτό.Ήταν ντυμένη κομψά, φορούσε ένα στιλάτο αλλά συντηρητικό ίσιο φόρεμα, στο χρώμα τουδαμάσκηνου, τα δε μαλλιά της ήταν άψογα χτενισμένα, δίνοντας την ιδανική εικόνα για κάποια που

Page 97: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

συνδύαζε δουλειά με διασκέδαση. Η Σούζαν ήταν φυσική κοκκινομάλλα, πράγμα που για μέναμετρούσε σαν ένα ακόμη από τα υπέρ της. Κρατούσε ένα κινητό στο χέρι και πληκτρολογούσε μεμανία, σαν να είχε ξεκοπεί από το περιβάλλον της, όμως το βλέμμα της φωτίστηκε αμέσως μόλις μεείδε.

«Σάμερ! Πολύ χαίρομαι που σε πετυχαίνω. Ήσουν καταπληκτική στη σκηνή, ήταν ένας αληθινόςθρίαμβος».

«Ευχαριστώ. Εεε... ωραία παπούτσια».Τα έσυρα για τα καλά στον εαυτό μου, που πριν την πλησιάσω δεν είχα σκεφτεί κάτι καλύτερο να

της πω.«Α, σ’ ευχαριστώ. Είναι ψηλοτάκουνα μποτάκια σε σπορ γραμμή. Δεν έχω δει να κυκλοφορούν

στη Νέα Υόρκη. Τα συγκεκριμένα τα αγόρασα στο Λονδίνο».Περιορίστηκα να κατανεύσω.«Λοιπόν, θα μπω κατευθείαν στο θέμα. Το ξέρω πως θα έχεις στρατιές θαυμαστών που

περιμένουν να σε συγχαρούν, και πιθανόν δε βλέπεις την ώρα να ξεφύγεις από τον πανικό και ναγυρίσεις στο σπίτι σου, όμως νομίζω πως έχεις κάτι το πραγματικά ξεχωριστό. Θέλω να πάω σεπεριοδεία το πρόγραμμά σου».

«Σε περιοδεία;» Ξεροκατάπια.«Ναι. Εσένα και λίγα άτομα από τα έγχορδα. Θεωρώ πως έχεις τον κατάλληλο συνδυασμό

ικανοτήτων και σεξαπίλ ώστε να στηρίξεις μια σόλο καριέρα. Και όχι μονάχα στην Αμερική. Θέλωνα σε πάω παντού. Δε μου λες, διακρίνω προφορά από Αυστραλία στη φωνή σου;»

«Ναι. Δηλαδή η καταγωγή μου είναι από τη Νέα Ζηλανδία, αλλά έζησα και στην Αυστραλία γιαένα διάστημα».

«Τέλεια. Οι παραγωγοί σ’ εκείνα τα μέρη θα ξετρελαθούν με την προοπτική. Λατρεύουν όλουςόσους ξεχώρισαν στο εξωτερικό και επιστρέφουν να επισκεφτούν τα μέρη τους».

«Πολύ θα μου άρεσε να ταξιδέψω στην πατρίδα μου», απάντησα, «αλλά και οπουδήποτε αλλούθα ήθελες να με στείλεις φυσικά», έσπευσα να προσθέσω, τονίζοντας τον ενθουσιασμό μου.

«Ωραία. Κανονίστηκε λοιπόν. Δε φαντάζομαι να πας και να μιλήσεις σε άλλους ατζέντηδες τώρα;Πέρασε από το γραφείο μου τη Δευτέρα για να τακτοποιήσουμε τα συμβόλαια». Έβγαλε μια κάρτααπό την τσέπη της και την άφησε στο χέρι μου. «Είναι πολύ σημαντική εξέλιξη αυτή, ξέρεις, Σάμερ.Πριν το καταλάβεις, θα αράζεις σε κάποιο παραθαλάσσιο σπίτι στο Λονγκ Άιλαντ».

«Πότε θα ήθελες να ξεκινήσουμε;» ρώτησα, τρέμοντας ήδη την απάντησή της.«Αμέσως φυσικά. Ο χρόνος παίζει καθοριστικό ρόλο σε τέτοιες καταστάσεις. Είδες τον κόσμο

εκεί έξω; Πρέπει να εκμεταλλευτείς αυτό το ρεύμα, γιατί ποτέ δεν ξέρεις αν θα χαθεί στην πορεία.Είναι αδύνατο να προβλέψεις τη στάση του κοινού. Ποτέ δεν ξέρεις τι είναι αυτό που θα προκαλέσειαίσθηση. Πάντως, αυτή τη στιγμή είσαι αυτή. Να το εκμεταλλευτείς όσο διαρκεί».

«Εντάξει. Ευχαριστώ», είπα, φροντίζοντας να χαμογελάσω. Αισθανόμουν απίστευτακουρασμένη. Το μόνο που ήθελα ήταν να γυρίσω στο σπίτι, στον Ντόμινικ.

Είχε πάει μία το πρωί μέχρι να επιστρέψω στο σπίτι. Ο Ντόμινικ κοιμόταν ήδη. Είχε πετάξει απόπάνω του τα σκεπάσματα, κάτι το οποίο θα φρόντιζα να του θυμίσω το πρωί, καθώς μονίμωςγκρίνιαζε πως του τραβούσα τις κουβέρτες.

Η λευκή αγγλική επιδερμίδα του φάνταζε ακόμη πιο χλομή με φόντο τα μαύρα σεντόνια. Τα

Page 98: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

προτιμούσε στο χρώμα που άρεσε και στη Λόραλιν, όπως θυμόμουν, και του είχα πει όταν τααγόρασε πως το χρώμα δεν ήταν πρακτικό και πως σύντομα θα ήταν γεμάτα λεκέδες. Εκείνος ταπήρε ούτως ή άλλως φυσικά, αν και δε διαμαρτυρήθηκε όταν τα άλλαξε με ένα δικό μου σετ, σεκρεμ χρώμα. Είχαμε καταλήξει σε μια σιωπηλή συμφωνία πλέον και χρησιμοποιούσαμε εναλλάξ ταδύο. Τουλάχιστον ευχαριστούσα την τύχη μου που δεν του άρεσαν τα ριγέ ή τα εμπριμέ.

Κοιμόταν γυμνός, όπως κι εγώ, και έμοιαζε απρόσμενα ευάλωτος έτσι όπως είχε κουλουριαστείστο κρεβάτι, ξεσκέπαστος. Ήταν ξαπλωμένος σε σχεδόν εμβρυακή στάση, με το ένα πόδι λυγισμένοσε ορθή γωνία, το άλλο ίσιο και το χαλαρό πέος του σε πρώτο πλάνο. Έδειχνε μικρό και ζαρωμένο,όμως και πάλι ήταν αρκετά όμορφο. Έγειρα από πάνω του και το χάιδεψα πολύ απαλά. Μου έκανεεντύπωση πόσο μαλακή ήταν η επιδερμίδα του σ’ εκείνο το σημείο του σώματός του, που τοφανταζόμουν μονίμως σκληρό, σαν όπλο, το επίκεντρο της δύναμής του. Ποτέ δεν είχαπαρατηρήσει ένα πέος σε ηρεμία. Μ’ έκανε να αναρωτιέμαι τι άλλο που αφορούσε τους άντρεςγενικά, και ειδικά τον Ντόμινικ, είχα πάρει ως δεδομένο.

Είχα κατά νου να τον ξυπνήσω παίρνοντάς του μια πίπα από τότε που αρχίσαμε να συζούμε,όμως κάθε φορά σηκωνόταν πριν από εμένα, αφήνοντας τουλάχιστον μία και κάποιες φορές τρειςκούπες καφέ να κρυώνουν δίπλα μου στο κρεβάτι προτού σαλέψω.

Η επιδερμίδα του ήταν πιο σκούρα όταν γνωριστήκαμε, ήμουν σίγουρη. Πρέπει να είχε πάειδιακοπές και δεν είχε να κάνει με μεσογειακή καταγωγή από κάποιο συγγενή, σκέφτηκα όπως άφηνανα πέσει το φόρεμά μου στο πάτωμα και περνούσα κάτω από τα σκεπάσματα που είχε τινάξει πέραεκείνος.

Ήταν ακόμη τόσα πολλά τα πράγματα που δεν ήξερα γι’ αυτόν, τόσα πολλά πράγματα για ταοποία δεν τον είχα ρωτήσει ποτέ.

Αποφάσισα να γίνω καλύτερη σύντροφος, ξεκινώντας από την επομένη. Τουλάχιστον όσοπρολάβαινα, προτού υποχρεωθώ να τον αφήσω μόνο του στη Νέα Υόρκη, πράγμα το οποίο πλέονφάνταζε αναπόφευκτο, αν έδινα βάση στα λόγια της Σούζαν.

Τελικά ο Ντόμινικ ήταν εκείνος που με ξύπνησε με στοματικό σεξ το επόμενο πρωί. Δεν είχακάνει ντους πριν πέσω στο κρεβάτι, οπότε τράβηξα απαλά τα μαλλιά του αμέσως μόλις ένιωσα τοκεφάλι του ανάμεσα στα πόδια μου, επιχειρώντας να τον αποτρέψω να με περιποιηθεί πριν έχω τηνευκαιρία να μπανιαριστώ. Εκείνος όμως έκανε πέρα το χέρι μου και συνέχισε. Ήταν ανώφελο να παςκόντρα στον Ντόμινικ, είτε σιωπηλά είτε σε μια συζήτηση. Κάποιες φορές είχα την αίσθηση πως τουάρεσα περισσότερο όταν δεν είχα πλυθεί, σαν να αντλούσε μια αίσθηση εξουσίας καταφέρνοντας ναμε ερεθίσει όταν εγώ αισθανόμουν ανεπιθύμητη.

Μόλις είχα αρχίσει να χαλαρώνω και να απολαμβάνω τα δυνατά χάδια της γλώσσας του, ότανμετατοπίστηκε προς τα πάνω και με φίλησε.

«Το αγαπημένο μου πρωινό», μουρμούρισε στο αφτί μου. «Είσαι ακόμη πιο νόστιμη τώρα πουέγινες διάσημη».

Γέλασα. «Εντάξει, δε χρειάζεται να με κοροϊδεύεις».«Καθόλου δε σε κοροϊδεύω. Έπρεπε να έβλεπες τους άντρες στο ακροατήριο. Βάζω στοίχημα

πως τους είχε γίνει όλων τέντα, μέχρι την τελευταία κίνηση, ειδικά του αγαπημένου σου Σιμόν».Ενοχλήθηκα από το σχόλιο. «Δεν είναι έτσι».«Όχι», επέμεινε εκείνος, «μου αρέσει που σε θέλουν. Δεν κατηγορώ κανέναν τους, κι εγώ είμαι

αυτός που σε έχει δική του, εδώ που είναι η θέση σου».Έφερε τη λεκάνη του προς τα πάνω και τον έχωσε μέσα μου. Η αίσθηση του μορίου του εκεί

Page 99: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

όπου είχε περάσει η γλώσσα του λίγες στιγμές νωρίτερα ήταν αρκετή για να διώξει κάθε σκέψη απότο μυαλό μου. Βόγκηξα από απόλαυση, οι φόβοι για το μέλλον ξεχάστηκαν καθώς με έπιανε και απότους δύο καρπούς και τους κρατούσε σφιχτά ενώ καρφωνόταν πάνω μου, αδιαφορώντας για τογδούπο που έκανε το κεφαλάρι όπως έβρισκε τον τοίχο.

«Μάλλον πρέπει να προσέχω τα χέρια σου τώρα πια», είπε. «Τι λες, θα τα ασφαλίσεις;»Έπνιξε το γέλιο μου με ένα φιλί.«Η ιεραποστολική στάση είναι παρεξηγημένη», υποστήριξα, έχοντας κουρνιάσει κάτω από το

μπράτσο του, μετά που τελείωσε μέσα μου. Είχαμε περάσει και οι δύο από τη μάλλον πεζή αλλάαπαραίτητη στενωπό της συζήτησης του σεξουαλικού παρελθόντος μας και των μέτρωνπροφύλαξης. Είχα αρχίσει να διασκεδάζω με τη σοκαρισμένη αντίδραση των ειδικών γιατρών όταντους παρέθετα το ιστορικό των σχέσεών μου. Άξιζε κάθε στιγμή αμηχανίας για να απολαμβάνω τηναίσθηση του καυτού σπέρματος του Ντόμινικ να κυλά ανάμεσα στα πόδια μου χωρίς τις ενοχές ήτην ανησυχία πως μια μέρα θα κατέληγε να μεταφραστεί σε μια καινούρια ζωή, προοπτική την οποίαήθελα οπωσδήποτε να αποφύγω.

Άφησα να περάσει μία μέρα για να θίξω το θέμα της περιοδείας, στο Toto, το γιαπωνέζικοεστιατόριο στην Τόμσον, το οποίο είχε εξελιχθεί σε στέκι μας. Είχα σκεφτεί πως, σε δημόσιο χώρο,χαρούμενος με την προοπτική ενός δείπνου με σούσι, ο Ντόμινικ ίσως έβλεπε πιο ζεστά την όληιδέα.

Έκανα λάθος.«Φεύγεις;» ρώτησε, σαν να μην πίστευε στα αφτιά του. «Μόλις τώρα ήρθα. Ούτως ή άλλως,

λίγους μήνες θα είμαστε μαζί. Δεν μπορεί να περιμένει η περιοδεία;»«Το γραφείο που με εκπροσωπεί λέει πως ο χρόνος πιέζει».«Σιγά μην έλεγε κάτι άλλο ο τύπος».«Γυναίκα είναι», τον διόρθωσα.Έστριψε με μανία τη χαρτοπετσέτα του. «Μάλιστα. Κι εγώ τι θα κάνω όσο διάστημα εσύ θα

απουσιάζεις;»Η φωνή του ήταν ψύχραιμη, ωστόσο παρατήρησα πως κρατούσε σφιχτά το ποτήρι του.«Θα συνεχίσεις την έρευνά σου, φαντάζομαι. Κοίτα, τους πρώτους μήνες δε θα βρίσκομαι και

τόσο μακριά. Άνετα θα μπορώ να επιστρέφω για να βλεπόμαστε, ανάμεσα στις συναυλίες. Έτσι κιαλλιώς θα πρέπει να έρχομαι, για να αλλάζω ρούχα και τα σχετικά».

«Σου πέρασε καθόλου από το μυαλό να το συζητήσεις μαζί μου πριν πάρεις όλες αυτές τιςαποφάσεις; Δεν ήρθα ως εδώ για να αναλάβω ρόλο πλύστρας, ξέρεις».

«Δεν το εννοούσα έτσι. Θα μου λείψεις, αλήθεια, όμως δεν καταλαβαίνεις ότι δεν μπορώ νααρνηθώ μια τέτοια ευκαιρία; Ίσως να μην προκύψει ποτέ ξανά αυτή η πρόταση».

Αναστέναξε. «Το ξέρω. Καταλαβαίνω», είπε, καρφώνοντας ένα ακόμη κομμάτι ωμού ψαριού μεανησυχητική ένταση. «Απλώς δεν ήταν εύκολο να κανονίσω να έρθω στη Νέα Υόρκη, και η ουσίατης όλης προσπάθειας ήταν να μπορέσουμε να περάσουμε ένα διάστημα μαζί. Δε μου αρέσειιδιαίτερα η έρευνα, ξέρεις, κι εκτός αυτού θα μπορούσα να επισημάνω ότι δε με έχεις ρωτήσει πώςπροχωράει ούτε μία φορά».

«Λυπάμαι».«Καλά. Εντάξει. Πρέπει να φύγεις. Ας μη μαλώσουμε τώρα και χαλάσουμε το διάστημα που μας

απομένει να περάσουμε μαζί».Καθίσαμε αμίλητοι στην υπόλοιπη διάρκεια του φαγητού. Το σασίμι, που κανονικά ήταν ένα από

Page 100: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

τα αγαπημένα μου πιάτα, κολλούσε στο λαιμό μου, ενώ ακόμη κι ένα μπουκάλι γιαπωνέζικη μπίραδε στάθηκε αρκετό να απομακρύνει τη δυσάρεστη αίσθηση.

Το γραφείο της ατζέντισσας βρισκόταν μερικά τετράγωνα πιο κάτω από το Σέντραλ Παρκ. Ήτανμικρό αλλά κομψό, με φωτεινά διακοσμητικά στοιχεία στα βασικά χρώματα και διάφορα φυτάτοποθετημένα ολόγυρα, παρουσιάζοντας συνολικά μια εικόνα την οποία ένας ειδικός στο φενγκσούι θα μπορούσε να προτείνει ως τον ιδανικό συνδυασμό επαγγελματισμού και φιλικότηταςπροκειμένου να εξασφαλιστεί η εμπιστοσύνη ενός άπειρου πελάτη. Είχε κι ένα σκύλο, ένα γέρικομπασέ, το οποίο καθόταν στον καναπέ απέναντί μου, πάνω σε ένα τριμμένο κόκκινο μαξιλάρι,παρατηρώντας με κάτω από τα βαριά βλέφαρά του.

Βρήκα την παρουσία του σκύλου ευχάριστη. Έχω την τάση να εμπιστεύομαι τους ανθρώπουςπου έχουν ζώα, ειδικά σκυλιά. Αν ήξερα πως ο Ντόμινικ δεν είχε κατοικίδια πριν πάω στο σπίτι τουστο Χάμπστεντ, ενδεχομένως και να το θεωρούσα μειονέκτημα. Όμως, έτσι όπως εξελίχθηκαν ταπράγματα, είχαμε κάνει ήδη σεξ μέχρι να βρεθώ για πρώτη φορά στο σπίτι του, οπότε ήταν πολύαργά για να συμπεριλάβω αυτή την αδυναμία στην αρχική αξιολόγηση του χαρακτήρα του.

Σκέφτηκα πως η Σούζαν πρέπει να ήταν αρκετά καλός άνθρωπος, τουλάχιστον τόσο ώστε ναθέλει ο σκύλος να είναι μαζί της, κι αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο σταμάτησα να διαβάζω τιςστοίβες χαρτιών που άφησε μπροστά μου μετά τις πρώτες σελίδες κι απλώς υπέγραψα τα πάντα. Τοκείμενο αποτελούνταν από λέξεις-σιδηρόδρομους και ποσοστά, δεν έβλεπα κάτι γύρω από το οποίονα είχα κάποια ουσιαστική επιλογή. Ήμουν κάτι περισσότερο από τυχερή, συνειδητοποίησα, πουβρισκόμουν σε αυτή τη θέση και σίγουρα δε με έπαιρνε να διαπραγματευτώ. Κάτι τέτοιοενδεχομένως να ήταν εφικτό στην επόμενη περιοδεία μου, αν η πρώτη στεφόταν με επιτυχία. Πέρααπό το σκύλο, την εμπιστευόμουν ενστικτωδώς. Ήταν υπολογίστρια, αλλά ειλικρινής.

Είχα κανονίσει να συναντήσω την Τσέρι μετά την υπογραφή των συμβολαίων με την ατζέντισσα,καθώς εργαζόταν εκεί κοντά. Δασκάλα σε δημοτικό σχολείο, όπως ανακάλυψα.

«Τι γνώμη έχει για την προσωπική σου ζωή το συμβούλιο του σχολείου;» τη ρώτησα ενώ πίναμεκαφέ στο Lenny’s, στη Δεύτερη Λεωφόρο.

«Θεούλη μου, πώς σου ήρθε αυτό; Ιδέα δεν έχουν. Γι’ αυτό και χρησιμοποιώ το καλλιτεχνικόμου ψευδώνυμο παντού. Μονάχα οι δικοί μου και οι συνάδελφοί μου με φωνάζουν με το κανονικόμου όνομα. Βασικά, έχω δύο παράλληλες ζωές. Το συνηθίζεις. Καλό θα ήταν να κάνεις το ίδιο κιεσύ αν σκοπεύεις να είσαι δημόσιο πρόσωπο και ταυτόχρονα να συνεχίσεις να ασχολείσαι σε κάποιοεπίπεδο με τα φετίχ».

«Δε νομίζω πως θα μπορούσα να αλλάξω όνομα. Θα μου φαινόταν ανέντιμο».«Ε, ουσιαστικά δεν είσαι και τόσο έντιμη, σωστά;»«Τι εννοείς;» Το σχόλιο με είχε θίξει κάπως. Ανέκαθεν αισθανόμουν περήφανη για την

ειλικρίνειά μου. Αντιπαθούσα τους ανθρώπους που ένιωθα πως κρύβονταν. Το θεωρούσα σημάδιαδυναμίας, έλλειψης σθένους.

«Οι δύο άντρες σου δεν ξέρουν τι παίζει ο ένας με τον άλλο, έτσι δεν είναι;»«Δεν είναι άντρες μου. Δεν έχω κάποια σχέση με τον Σιμόν».«Εσύ ξέρεις, εγώ πάντως αλλιώς έκοψα την κατάσταση».«Τι να σου πω, δεν ξέρεις τα πάντα, έτσι δεν είναι;» Αισθανόμουν το αίμα μου να βράζει. Οι

τελευταίες μέρες είχαν έντονο στρες, βρισκόμουν συνεχώς αντιμέτωπη με επικριτικά και πικρόχολα

Page 101: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

σχόλια από τον Ντόμινικ και δεν είχα καμία όρεξη να ακούω τα ίδια κι από την Τσέρι.«Κοίτα, το τι κάνεις είναι δική σου δουλειά, όχι δική μου, δε νομίζω όμως πως ο τρόπος που

χειρίζεσαι την κατάσταση είναι εντάξει. Δεν είναι ζήτημα μονογαμίας ή όχι· είναι ζήτημα του αναπατάς τον άλλο».

«Ούτε που έχω αγγίξει τον Σιμόν!»«Αλήθεια;»Δεν είχα κάτι να απαντήσω σε αυτό. Τον είχα φιλήσει, αλλά το πράγμα είχε μείνει εκεί.«Αυτό που έχω με τον Ντόμινικ δεν είναι όπως η σχέση σου με τους δύο... φίλους σου. Οι οποίοι

εξακολουθούν να παραμένουν άφαντοι», πρόσθεσα δηκτικά.«Δεν υπάρχει λόγος να θυμώνεις. Καταλαβαίνω γιατί θα ήθελες να κρατάς τον Σιμόν

ευχαριστημένο –προφανώς έχει βοηθήσει τα μέγιστα την καριέρα σου–, μη θυσιάσεις όμως τονΝτόμινικ γι’ αυτό. Είναι εντάξει τύπος. Μπορεί να το μετανιώσεις, αυτό λέω».

«Θες να πεις ότι τον εκμεταλλεύομαι; Για την καριέρα μου;»«Όχι, καμία σχέση. Είμαι σίγουρη πως χωρίς έναν εύπορο ευεργέτη να σου αγοράσει ένα κυριλέ

βιολί κι ένα διάσημο νεαρό μαέστρο να σε γνωρίζει σε ατζέντηδες θα τα πήγαινες εξίσου καλάτελικά».

Της είχα πει πώς είχαμε γνωριστεί με τον Ντόμινικ, και ξαφνικά ευχόμουν να μην το είχα κάνει.Δεν καταλάβαινε.

Πήρα την τσάντα μου και πέταξα ένα χαρτονόμισμα στο τραπέζι, καλύπτοντας το κόστος τωνποτών συν ένα παραπάνω από γενναιόδωρο φιλοδώρημα, αν και αισθανόμουν κάπως άσχημα όπωςαπομακρυνόμουν, ξέροντας πως κατά βάθος είχε βάση αυτό που έλεγε και πως σε κάθε περίπτωσηδεν ήταν σωστό να συμπεριφερθώ έτσι τώρα που άλλαζαν τα πράγματα για μένα. Πολύ αργά,σκέφτηκα, επιβραδύνοντας το φουριόζικο βήμα μου, καθώς συνειδητοποιούσα πως βρισκόμουνπλέον στο Σέντραλ Παρκ και πως δεν είχα ιδέα από πού είχα έρθει ή πού πήγαινα, αφού πάνω στοθυμό μου δεν είχα προσέξει καθόλου το χώρο γύρω μου.

Το πάρκο, αντί για χώρος ανάπαυσης και περισυλλογής, όπως ήλπιζα, ήταν κατακλυσμένο απόπαιδιά που τσίριζαν. Είχα φτάσει σχεδόν στο άγαλμα της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων, κοντάστην 74η Οδό, οπότε τουλάχιστον τώρα ήξερα πού βρισκόμουν.

Γονείς και νταντάδες είχαν δυναμική παρουσία συνοδεύοντας τα καμάρια τους, τα οποίασκαρφάλωναν και χοροπηδούσαν πάνω στο γιγάντιο μανιτάρι στο οποίο καθόταν η Αλίκη. Ημπρούντζινη επιφάνειά του ήταν λεία σαν μάρμαρο. Ενδεχομένως εξαρχής να είχε σχεδιαστεί έτσι,ωστόσο βοηθούσαν και τα αμέτρητα πιτσιρίκια που είχαν περάσει τις παλάμες τους από πάνω τουεδώ και δεκαετίες ελπίζοντας να εντοπίσουν το μαγικό κουμπί που θα τα έστελνε στο λαγούμι τουκουνελιού.

Ήθελα να τους πω να ξεχάσουν τα παραμύθια, ένα σωρό τρελά πράγματα συμβαίνουν έτσι κιαλλιώς στην πραγματικότητα, όμως αμφέβαλλα κατά πόσο οι συνοδοί τους, οι οποίοι έμοιαζανέτοιμοι να εκραγούν, θα χαίρονταν με αυτό. Ένα κοριτσάκι μ’ ένα κόκκινο πανωφόρι και ασορτίκόκκινα παπούτσια με κίτρινα κορδόνια πάσχιζε να βγάλει το ημίψηλο από το κεφάλι τουΤρελοκαπελά. Άρχισε να κλαίει μόλις το απομάκρυνε η μητέρα του.

Κάθισα στο γρασίδι και προσπάθησα να φανταστώ πώς θα ήταν η ζωή μου αν είχα επιλέξει τηνπεπατημένη, αν το κοριτσάκι με το κόκκινο πανωφόρι ήταν δικό μου, αν είχα ένα σπίτι με αυλή κιένα μπασέ να με περιμένει, μια κανονική δουλειά που δε σε υποχρέωνε να ξενυχτάς σε αίθουσεςσυναυλιών ή να ζεις μέσα σε λεωφορεία που ταξιδεύουν.

Page 102: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Θα μπορούσα να έχω αυτή τη ζωή, αν την ήθελα. Πιθανότατα όχι με τον Ντόμινικ, αλλά με τονΣιμόν, ή με οποιονδήποτε από τους άλλους αδιάφορους άντρες με τους οποίους θα μπορούσα ναφανταστώ ότι ήμουν ερωτευμένη για ένα διάστημα, προτού τελικά τους βαρεθώ, αλλά τους οποίουςθα μπορούσα να συστήσω στους φίλους και στην οικογένειά μου, να βγαίνω ραντεβού μαζί τους, νακάνουμε οικογενειακές διακοπές, ακόμη και να γεράσουμε μαζί, με λίγη τύχη.

Η σκέψη αυτή με γέμισε τρόμο.Η ζωή με τον Ντόμινικ στο διαμέρισμα του Σόχο μάλλον ξέφευγε από το πλαίσιο του

φυσιολογικού για τα μέτρα των περισσότερων ανθρώπων, ενώ η επιλογή της ζωής μιαςπεριοδεύουσας μουσικού θα προκαλούσε ακόμη μεγαλύτερο ρήγμα απέναντι στην όποια πιθανότητανα ζήσω κάποια στιγμή όπως ο πολύς κόσμος. Όμως αυτή ήταν η ζωή που είχα επιλέξει, η ζωή πουμου ταίριαζε.

Ανέκαθεν ήμουν άνθρωπος που προτιμούσε να κολυμπά κόντρα στο ρεύμα, έστω κι αν αυτόήταν δυσκολότερο.

Η αισιόδοξη διάθεσή μου γρήγορα ατόνησε μέσα στο επόμενο δεκαπενθήμερο, καθώς οι δύοεβδομάδες πριν από την έναρξη της περιοδείας με τη Σούζαν είχαν περάσει χωρίς καν να τοκαταλάβω, λες και η ζωή ανυπομονούσε να με σπρώξει σε αυτό το νέο μονοπάτι και είχε επιταχύνειπροκειμένου να με οδηγήσει εκεί ακόμη γρηγορότερα.

Ελάχιστοι μουσικοί από την ορχήστρα μπόρεσαν να με συνοδεύσουν στην περιοδεία, όμως δεντους γνώριζα καλά. Συνειδητοποίησα στη διάρκεια των ακροάσεων πόσο κλεισμένη στον εαυτό μουήμουν από τότε που ήρθα στη Νέα Υόρκη, αφού, με εξαίρεση τη Μαρίγια και τον Μπάλντο, δεν είχααναπτύξει σχέσεις με κανένα άλλο μέλος της ορχήστρας. Είχα περάσει τον περισσότερο χρόνοσυζητώντας με τον Σιμόν. Εκείνος, σε συνεργασία με τη Σούζαν, κατόρθωσε να συγκεντρώσει μιαομάδα μουσικών μέσα από γνωριμίες, συστάσεις και ονόματα που είχε εκείνη στα αρχεία της. Ήτανόλοι τους συνηθισμένοι να περιοδεύουν και να συνεργάζονται με καινούριους συναδέλφους υπόστενά χρονικά περιθώρια.

Αφιερώσαμε ώρες κάνοντας πρόβες μαζί, εκμεταλλευόμενοι τούτη τη φορά την πρόταση τουΣιμόν να μας παραχωρήσει το υπόγειο του σπιτιού του για το λόγο αυτό, και αποδείχτηκε πως ήτανπολύ πιο ευχάριστος χώρος για να περνάς ένα απόγευμα απ’ ό,τι το άθλιο παλιό κτίριο πουνοικιάζαμε ως τότε, το οποίο μπορεί να βρισκόταν πιο κοντά στο διαμέρισμά μου, ήταν όμωςσκοτεινό, αφημένο στην τύχη του, γεμάτο ρεύματα, τα οποία κατάφερναν να τρυπώνουν στο χώροόσο καλά κι αν κλείναμε τα παράθυρα, λες και οι τοίχοι ήταν ασθματικοί.

Ο πρώτος σταθμός της περιοδείας μας ήταν μερικές βραδιές στο Κάλγκαρι, απ’ όπου συνεχίσαμεστο Τορόντο και το Κεμπέκ προτού κατηφορίσουμε στην Ανατολική Ακτή των ΗνωμένωνΠολιτειών, όπου θα βρισκόμουν πιο κοντά στη βάση μου και θα μπορούσα να επισκέπτομαι τονΝτόμινικ.

Τον είχα δει ελάχιστα τις τελευταίες δέκα μέρες. Είχε κλειστεί στον εαυτό του από τότε που τονενημέρωσα για την περιοδεία, επιμένοντας πως είχε μείνει πίσω στην έρευνά του και στιςυποχρεώσεις του που αφορούσαν τις διαλέξεις, με αποτέλεσμα να περνά όλο και περισσότερο χρόνοστη βιβλιοθήκη. Σεξ δεν είχαμε κάνει, από εκείνο το πρωινό μετά το κονσέρτο μου, και οιπροσπάθειές μου να τον στρέψω σ’ εκείνη την κατεύθυνση είχαν άσχημα αποτελέσματα.

Ένα απόγευμα, ενώ εκείνος περίμενε πως θα έλειπα από το σπίτι για πρόβα, είχα επιστρέψεινωρίς για να του κάνω έκπληξη, μετά από μία από τις σποραδικές διαλέξεις του. Άνοιξε την πόρτακαι με βρήκε στην κουζίνα, να ψήνω μηλόπιτα, φορώντας στολή μαθήτριας, την οποία είχα

Page 103: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

παραγγείλει από το διαδίκτυο, κομπλέ, με ψηλές κάλτσες, καρό μίνι φούστα και τιράντες, έχονταςπιάσει τα μακριά μου μαλλιά πλεξούδες. Εγώ το είχα κάνει για να γελάσουμε, αν και φυσικά έτρεφατην ελπίδα πως, εκτός από διασκεδαστική, θα έβρισκε την όλη εικόνα ερεθιστική.

«Είναι φορές που αναρωτιέμαι αν με ξέρεις καθόλου», είχε πει εκείνος, ρίχνοντάς μου μιακαυστική ματιά, προτού περάσει στο υπνοδωμάτιό μας και κλείσει με κρότο πίσω του την πόρτα.

Πέταξα τη μηλόπιτα και άναψα τον εξαερισμό στο χώρο της κουζίνας για να απαλλαγώ από τημυρωδιά.

Από εκείνη τη στιγμή και μετά, έπαψα να προσπαθώ και τον άφησα να κάνει μούτρα, αν και κάθεβράδυ, όταν ξάπλωνα στο κρεβάτι δίπλα του και μου γύριζε την πλάτη, ένιωθα λες και οι δύο είχαμεμπει στον πάγο, σαν να είχε σχηματιστεί ένα τείχος ανάμεσά μας που δεν είχε θέση εκεί.

Ήθελα να απλώσω το χέρι και να τον αγγίξω, να καλυτερέψω τα πράγματα με μια ζεστή αγκαλιά,όμως τα μπράτσα μου έμοιαζαν καρφωμένα πάνω στα πλευρά μου, λες και είχαν κολλήσει εκείπάνω.

Αντίθετα, ο Σιμόν επιδίωκε να περνά όλο και περισσότερο χρόνο μαζί μου, κι εγώ αναρωτιόμουναν είχε κανονίσει τη διαθεσιμότητα των υπόλοιπων μουσικών έτσι ώστε κάθε φορά έπρεπε ναβιαστούν να φύγουν για κάποιο άλλο ραντεβού αμέσως μόλις τελείωνε η πρόβα, αφήνοντας τουςδυο μας μόνους στο υπόγειο, όσο εγώ μάζευα τις παρτιτούρες και τα υπόλοιπα πράγματά μου.Ήθελε να μάθει κάθε λεπτομέρεια της περιοδείας, τη μουσική που θα παίζαμε κάθε βραδιά. Εγώ είχααφήσει την όλη οργάνωση στα χέρια της Μοίρας και της ατζέντισσάς μου, η οποία είχε σχεδιάσει καιτην παραμικρή λεπτομέρεια με αποτελεσματικότητα που θα ζήλευε ακόμη και μυστικός πράκτοραςτης CIA, οπότε δεν ήξερα καν την απάντηση στις περισσότερες ερωτήσεις που έκανε ο Σιμόνσχετικά με το πού θα μέναμε και για πόσο διάστημα.

Είχα αρχίσει να κουράζομαι από το ενδιαφέρον του. Η πιπεράτη κολόνια του μου προκαλούσεπονοκέφαλο. Τα φριζαρισμένα μαλλιά του με έβαζαν στον πειρασμό να αφήσω ένα σωληνάριο μετζελ στο ντουλαπάκι του μπάνιου του. Ακόμη και τα αμέτρητα ζευγάρια παπούτσια που ήταναραδιασμένα δίπλα στην πόρτα, τα οποία άλλοτε έβρισκα ιδιαίτερα και κομψά, τώρα δοκίμαζαν τιςαντοχές των νεύρων μου.

Μετά από κάθε πρόβα επέστρεφα αμέσως στο σπίτι, ελπίζοντας πως ο Ντόμινικ θα με είχεσυγχωρέσει, πως θα ήταν και πάλι ο παλιός του εαυτός, τουλάχιστον για τις τελευταίες μέρες που θαπερνούσαμε μαζί. Όμως το διαμέρισμα ήταν άδειο και, όσο περισσότερο έμενα μόνη μου εκεί, τόσομεγαλύτερη μοναξιά ένιωθα.

Κάποια στιγμή δεν άντεξα άλλο. Άρχισα λοιπόν να ετοιμάζω τα πράγματά μου, παίρνοντας μαζίμου όσο το δυνατό λιγότερα, σε μια προσπάθεια να καθησυχάσω τον Ντόμινικ πως δε θα αργούσανα επιστρέψω. Μάζεψα τα ρούχα μου για τις παραστάσεις, το μακρύ μαύρο φόρεμα που μου είχεαγοράσει για την πρώτη σόλο εμφάνισή μου, δύο πιο κοντά φορέματα για μικρότερους,περισσότερο ιδιωτικούς χώρους ή για μέρη τα οποία ενδεχομένως να ήταν πολύ συντηρητικά για ναδεχτούν ένα ημιδιαφανές φόρεμα.

Παραμονή της αναχώρησής μου, ο Ντόμινικ έλειπε από το διαμέρισμα, στη δουλειά του.Τηλεφώνησε ο Σιμόν για να μου ευχηθεί καλή τύχη, καθώς θ’ αναχωρούσαμε αεροπορικώς

νωρίς το πρωί. Άφησα την κλήση να προωθηθεί στον τηλεφωνητή και δεν άκουσα το μήνυμά του.Σε μια ύστατη απόπειρα να συμφιλιωθώ με τον Ντόμινικ, φόρεσα το μαύρο κορσέ μου, όσο πιο

σφιχτά μπορούσα χωρίς να έχω βοήθεια, και έβαλα το σκούρο βραδινό κραγιόν που προτιμούσε,έτσι όπως είχα κάνει την πρώτη μας νύχτα μαζί στο λοφτ, έτσι όπως με είχε στολίσει κι εκείνος

Page 104: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

παλιότερα μπροστά στον ίδιο και στο μυστικό ακροατήριό του, καλύπτοντας τις θηλές μου και στησυνέχεια τα κάτω χείλη μου με ένα έντονο κόκκινο χρώμα.

Έσβησα όλα τα φώτα στο σπίτι, εκτός από ένα σποτάκι στην οροφή, το οποίο ήταν στραμμένοκατευθείαν πάνω στο ξύλινο δάπεδο του καθιστικού.

Ύστερα έφερα το βιολί και το δοξάρι μου στις θέσεις τους και περίμενα.Περίμενα και περίμενα.Το ρολόι έδειξε μεσάνυχτα, κι εκείνος ακόμη δεν είχε γυρίσει.Αν ήταν οποιοσδήποτε άλλος άντρας, δε θα μου έκανε εντύπωση αν τον έβλεπα να επιστρέφει

μεθυσμένος, όμως ο Ντόμινικ δεν έπινε, πράγμα το οποίο σήμαινε πως, όπου κι αν ήταν, ήξερε πόσοπερασμένη ήταν η ώρα και ότι αυτή ήταν η τελευταία μου νύχτα στη Νέα Υόρκη πριν από τηνπεριοδεία.

Άραγε να ήταν με κάποια άλλη γυναίκα; Απίθανο, σκέφτηκα. Μάλλον μόνος του ήταν,κυκλωμένος από τα βιβλία του, πνίγοντας το θυμό του σ’ ένα χείμαρρο λέξεων.

Ξάπλωσα στο κρεβάτι και έκλεισα τα μάτια, χωρίς να μπω στον κόπο να λύσω τον κορσέ ή νααφαιρέσω το κραγιόν.

Με ξύπνησε πριν ξημερώσει, την ώρα που στην πόλη κυκλοφορούν μονάχα τα πουλιά, οισκουπιδιάρηδες και οι έφηβοι που επιστρέφουν στα σπίτια τους από την έξοδο της προηγούμενηςβραδιάς.

«Σε περίμενα», είπα νυσταγμένα.«Το ξέρω».Έπιασε τις κορδέλες στην πλάτη του κορσέ και με σήκωσε στα γόνατα. Η ανάσα του ήταν βαριά,

σκάλωνε στο λαιμό του.Ένιωσα το σχεδόν ανεπαίσθητο ρεύμα που προκάλεσε το χέρι του όπως σηκώθηκε στον αέρα,

προτού η παλάμη του σκάσει πάνω στα καπούλια μου, τραβώντας μου ένα δυνατό χαστούκι, πρώταστη μία πλευρά, μετά στην άλλη.

Τινάχτηκα από το σοκ. Ύστερα χαμήλωσα το στήθος μου, φέρνοντάς το πιο κοντά στο κρεβάτι,τουρλώνοντας τον κώλο μου για να τον διευκολύνω, σαν σκύλα που περίμενε να την καβαλήσουν.

Πόσο πολύ μου είχε λείψει αυτό, το βάρος των χεριών του πάνω στο σώμα μου, που παρέσερνεκάθε σκέψη από το μυαλό μου, η ευκαιρία να του αποδείξω πως δεν υπήρχε τίποτα που δε θα έκαναγια χάρη του, η υπέροχη προσμονή για ό,τι θα μπορούσε να μου ζητήσει να του κάνω, το πόσο πολύμε ερέθιζαν τα όσα ήθελε. Ήταν σαν να παραδινόταν στο πάθος του για μένα όταν βρισκόταν σεαυτή τη διάθεση, επιτρέποντας στο θυμικό του να κατευθύνει τις πράξεις του, παρά τις όποιεςεπιφυλάξεις μπορεί να πρόβαλλε ο νους του. Η ικανότητα που είχα να τον εξωθώ στο να υποκύπτειστις επιθυμίες του μου προκαλούσε μια μεθυστική αίσθηση εξουσίας, ακόμη κι όταν ήμουν εγώαυτή που γονάτιζε.

Με χάιδεψε τρυφερά, καλμάροντας το τσούξιμο, κι έπειτα σκούντησε ελαφρά τους μηρούς μου.«Άνοιξε τα πόδια σου».

Πέρασε το δάχτυλό του ανάμεσα στα χείλη μου, σκουπίζοντας την υγρασία μέχρι τηνκωλοτρυπίδα μου.

«Σου έλειψα, βλέπω».«Ναι, πάρα πολύ».

Page 105: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Φέρε τα χέρια πίσω από την πλάτη σου».Έσκυψα ακόμη βαθύτερα ώστε να ισορροπήσω, με τα χέρια πίσω από την πλάτη και τις παλάμες

κολλημένες σε στάση προσευχής. Μετάνιωνα που είχα διακόψει τα μαθήματα γιόγκα τον τελευταίοκαιρό, καθώς δεν είχα χρόνο με όλες εκείνες τις πρόβες. Οι ώμοι μου πονούσαν, όμως ο πόνος μεερέθιζε ακόμη περισσότερο. Ήθελα να με οδηγήσει ο Ντόμινικ ακόμη πιο μακριά από κάθε άλληφορά, να διαγράψει με το άγγιγμά του κάθε δυσάρεστη ανάμνηση από τις τελευταίες μέρες.

Άκουσα το σκοινί προτού το νιώσω, το θρόισμα που έκανε όπως ξετυλιγόταν. Το αισθάνθηκατραχύ πάνω στην επιδερμίδα μου, τις άκρες του που άγγιζαν τους καρπούς μου. Έδεσε τα χέρια μουσφιχτά, στο ύψος των καρπών.

«Φέρε τα γόνατα πιο κοντά στο στήθος σου».Η φωνή του ήταν σιγανή, ήρεμη, αποφασιστική, ένας τόνος που, από προηγούμενες εμπειρίες,

ήξερα ότι αποτελούσε το πρελούδιο μιας πολύ πιο σκληρής αντιμετώπισης.Τύλιξε το σκοινί γύρω από τους αστραγάλους μου, δένοντας τα πόδια με τους καρπούς μου, έτσι

ώστε ήμουν στημένη στα τέσσερα μπροστά του, με το πρόσωπο κολλημένο στα σκεπάσματα,τελείως ανήμπορη να κινηθώ.

Ύστερα σήκωσε την παλάμη του ξανά, μου τράβηξε άλλο ένα χαστούκι στα καπούλια, έπειτα έναακόμη, ξανά και ξανά, μέχρι που τα μάτια μου άρχισαν να δακρύζουν και ο χρόνος σταμάτησε. Τοτσούξιμο ενώθηκε με μια εντελώς άλλη αίσθηση και τα αρχικά επιφωνήματα έκπληξης και πόνουεξελίχθηκαν σε ξεσπάσματα ηδονής.

Για μια στιγμή, ένιωσα σαν να ήμουν προέκταση του σώματός του, σαν να κατάφερνε κάπως,μέσα από τη συνάντηση της παλάμης του με τη σάρκα μου, να ενωθεί μαζί μου με τρόποσεξουαλικό, που όμως ήταν κάτι περισσότερο απ’ ό,τι θα μπορούσε ποτέ να είναι το σεξ, καθώς καιοι δυο μας ταξιδεύαμε σε άγνωστες γωνιές του ψυχισμού μας, μέσα από μια πράξη προσωπική,τόσο σε πνευματικό όσο και σε σωματικό επίπεδο.

Τότε άκουσα τη δερμάτινη ζώνη του να λύνεται, το σιγανό σύρσιμο όπως τραβούσε το λουρίπάνω στο παντελόνι του, ένα ελάχιστο τσάκισμα όταν ένωνε τις δύο άκρες και στη συνέχεια τοανεπαίσθητο ρεύμα του αέρα καθώς το αυτοσχέδιο μαστίγιό του έσκιζε την ατμόσφαιρα καισυναντούσε πρώτα το ένα κωλομάγουλο και μετά το άλλο. Η αίσθηση ήταν εντυπωσιακά παρόμοιαμε εκείνη του χεριού του, και σύντομα δεν μπορούσα να διακρίνω τη διαφορά ανάμεσα σταχτυπήματα της επιδερμίδας του και της ζώνης.

Κάποιες στιγμές αισθανόμουν ένα άγγιγμα από ύφασμα στα πόδια μου, έτσι όπως έγερνε πάνωμου, ντυμένος ακόμη, και αργότερα το πρωί θα φανταζόμουν τι εντύπωση θα έδινε ένα τέτοιο θέαμασε κάποιο περίεργο γείτονα ή σ’ ένα περαστικό έντομο. Κάποιοι μπορεί να χαρακτήριζαν τη σκηνήόμορφη, κάποιοι άλλοι ανήθικη· υπήρχαν κι αυτοί που θα την έλεγαν γελοία. Ένας κουρασμένοςάντρας με τσαλακωμένο κοστούμι και μια γυμνή κοπέλα στα γόνατα, δεμένη μπροστά του. Τασημάδια της παλάμης και της ζώνης του θα με συνόδευαν για το μεγαλύτερο μέρος της εβδομάδας,θα αποτελούσαν μια ιδιαίτερα αισθητή υπενθύμιση της τελευταίας μας ώρας μαζί στο κρεβάτι, κάθεφορά που θα καθόμουν.

Για την ώρα όμως άφησα απλώς το μυαλό μου να ταξιδέψει στην αίσθηση της παλάμης του πάνωστον κώλο μου, στην υγρασία που έτρεχε στα πόδια μου, θυμίζοντάς μου διαρκώς την αντίδρασητου σώματός μου σε αυτή την ιδιαίτερη μορφή συνεύρεσης που μας ένωνε εξίσου σφιχτά με τοσκοινί γύρω από τους αστραγάλους μου.

Έκανε μια παύση για να πάρει ανάσα, ακουμπώντας τις παλάμες του απαλά πάνω στα οπίσθιά

Page 106: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

μου, και έγειρε προς τα εμπρός, σφίγγοντας τις παλάμες μου για να βεβαιωθεί πως δεν είχαν αρχίσεινα κρυώνουν, να μελανιάζουν. Κούνησα τα δάχτυλά μου για να επιβεβαιώσω πως ήμουν εντάξει, κιαυτή ήταν σχεδόν η μόνη κίνηση που μπορούσα να κάνω τη δεδομένη στιγμή, καθώς τα χαστούκιαμού είχαν προκαλέσει παραζάλη.

Πέρασε τις παλάμες του πάνω στο κορμί μου, χάιδεψε τα πόδια μου, έβαλε τα δάχτυλά του καιπάλι μέσα μου, νιώθοντας το δίχως άλλο την υγρασία των χειλιών μου, τη λίπανση που εκείνος είχεπροκαλέσει· ύστερα γονάτισε και βύθισε το πρόσωπό του ανάμεσα στους μηρούς μου, δαγκώνονταςελαφρά τα χείλη μου, βάζοντας τη γλώσσα του να με γαμήσει.

Άκουσα το τρίξιμο του συρταριού στο κομοδίνο όπως άνοιγε, ένας ήχος που στη διάρκεια τουσεξ μού προκαλούσε την ίδια αίσθηση με το άφρισμα ενός αναψυκτικού μια καυτή μέρα.Αποτελούσε βέβαιη ένδειξη πως κάτι ευχάριστο θα ακολουθούσε.

Το λιπαντικό ήταν παγωμένο όταν συνάντησε την επιδερμίδα του πρωκτού μου, αν και πολύγρήγορα ζεστάθηκε καθώς ο Ντόμινικ έβαζε πρώτα ένα δάχτυλο και μετά και δεύτερο. Κάποιοςάλλος άντρας μπορεί να είχε σχολιάσει πως ήμουν στενή εκεί, εκείνος όμως παρέμενε σιωπηλός, ανκαι η ανάσα του γινόταν όλο και πιο τραχιά. Δεν μπορούσα να ακούσω την καρδιά του να χτυπάει,ούτε μπορούσα να δω την έκφραση του προσώπου του, ωστόσο φανταζόμουν πως ήταν χαμένοςστο πάθος όπως κι εγώ, με μάτια κλειστά και στόμα χαμογελαστό, ικανοποιημένος από τιςαντιδράσεις που μου αποσπούσε.

Πέρασε τον πούτσο του πάνω από τη σχισμή του κώλου μου. Το κεφάλι του ήταν απαλό καιμεταξένιο, γλιστρούσε από το λιπαντικό, τόσο το χημικό όσο και το φυσικό. Το ακούμπησε πάνωστην τρύπα μου και άρχισε να πιέζει, διερευνητικά, όμως μετά σαν να άλλαξε γνώμη. Έσκυψεβιαστικά και έλυσε τα χέρια και τα πόδια μου, ενώ το σκληρό καυλί του έβρισκε πάνω στους μηρούςμου όπως καταπιανόταν με το σκοινί.

Το αίμα επέστρεψε ορμητικό στα πέλματα και στις παλάμες μου, οπότε κούνησα όλα μου ταδάχτυλα, για να συνέλθω γρηγορότερα από το αναπόφευκτο μυρμήγκιασμα.

«Είσαι εντάξει;» με ρώτησε, χαϊδεύοντας τα άκρα μου, ζεσταίνοντας σημεία του σώματός μουπου είχαν κινδυνέψει να κρυώσουν από την περιορισμένη κυκλοφορία του αίματος.

«Ναι, μη σταματάς, σε παρακαλώ».Έχει κάτι το ιδιαίτερο το πρωκτικό σεξ. Είναι μια αίσθηση την οποία είχα βιώσει λίγες μόνο

φορές, όμως σε κάθε περίπτωση με έκανε να νιώθω ότι ανήκα στον άλλο, ότι δινόμουνολοκληρωτικά σε έναν άντρα.

Ο Ντόμινικ έστρεψε ξανά την προσοχή του στο άνοιγμά μου. Κράτησα την ανάσα μου ότανάρχισε να σπρώχνει σιγανά κι ύστερα πιο δυνατά, μπαίνοντας όλο και πιο βαθιά με κάθε σπρώξιμο,ενώ εγώ χαλάρωνα, του ανοιγόμουν. Βούτηξα τα σκεπάσματα μέσα στις γροθιές μου ενώ εκείνοςμπαινόβγαινε μέσα μου. Είχε εγκαταλείψει τη σιωπή του πλέον, η ηδονή του ακουγόταν σε κάθε τουκίνηση.

Έπιασε μια χούφτα από τα μαλλιά μου και με σήκωσε, χρησιμοποιώντας τα σαν γκέμια για νασπρώχνει δυνατότερα καθώς οι κινήσεις του σταδιακά επιταχύνονταν και ξέφευγαν από τον έλεγχότου, φτάνοντας σε ξέφρενα επίπεδα, μέχρι που τελείωσε μέσα μου, οπότε σωριάστηκε στην πλάτημου, ενώ το ζεστό του σπέρμα με γέμιζε και έσταζε στο εσωτερικό του ποδιού μου.

Έμεινε μέσα μου μέχρι που ένιωσα το πουλί του να μαλακώνει, την ανάσα του καυτή πάνω στοαφτί μου.

Είχε ξημερώσει στη Νέα Υόρκη.

Page 107: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Έκανα να σηκωθώ, να ανακαθίσω, για να καθαριστώ.«Όχι. Μείνε», είπε. «Θέλω να με νιώσεις μέσα σου έτσι».Κουλουριάστηκε πίσω μου, με έκλεισε μέσα στην αγκαλιά του, με την παλάμη του περασμένη

πάνω από το θώρακά μου, κρατώντας το στήθος μου στη χούφτα του, μέχρι που χτύπησε τοξυπνητήρι μου. Ήταν ώρα να φύγω, η λιμουζίνα που είχε κλείσει η Σούζαν σύντομα θα έφτανε γιανα με μεταφέρει στο αεροδρόμιο.

Τον βρήκα στην κουζίνα, να μου ετοιμάζει καφέ, όταν ξύπνησα και είδα μελανιές ναεμφανίζονται στο σώμα μου και τα σεντόνια λερωμένα σε αποχρώσεις του κόκκινου, σαν αίματα.

Τα υπολείμματα του βραδινού κραγιόν μου, το χρώμα που χρησιμοποιούσα για τη μετάβαση στηβραδινή μου πλευρά, είχε απλωθεί στα σκεπάσματα, εντονότερο κι από έντονο στο φως της μέρας.

Μεσάνυχτα στο Κάλγκαρι, εκεί όπου όλοι οι άντρες μάλλον κυκλοφορούσαν με καουμπόικακαπέλα. Το δωμάτιό μου στο ξενοδοχείο θα μπορούσε να είχε βγει κατευθείαν από κατάλογοξενοδοχείων της δεκαετίας του 1950. Λειτουργικό, γκρι, καταθλιπτικό στις χρωματικές επιλογέςτου. Τα τζάμια ήταν διπλά, επομένως κανένας ήχος απέξω δεν μπορούσε να φτάσει ως εκεί. Έναςάδειος θύλακας και μια άδεια γυναίκα να στέκεται στο κέντρο του.

Επιστροφή και πάλι στη ζωή χωρίς τον Ντόμινικ.Τα σημάδια από τις παλάμες του πάνω στο σώμα μου θα μπορούσαν να είναι ο οδικός χάρτης της

σχέσης μας.Την ώρα που έφευγα από τη Νέα Υόρκη, υποκύπτοντας σε μια παρόρμηση της τελευταίας

στιγμής είχα πάρει το κοντό σκοινί στη βαλίτσα μου.Τώρα το είχα τυλιγμένο στο λαιμό μου και περπατούσα γυμνή στην έρημο του δωματίου μου.Έφερα τα δάχτυλα στη μέση μου κι ακόμη χαμηλότερα. Χαϊδεύτηκα, με τη μορφή του Ντόμινικ

αποτυπωμένη στο μυαλό μου, παρακαλώντας να εμφανιστεί στο πλευρό μου, να πιάσει το σκοινί καινα το σφίξει, μέχρι να τελειώσω, να λιποθυμήσω ή να πεθάνω.

Νέα Ζηλανδία, Αυστραλία, Λονδίνο, Νέα Υόρκη και τώρα, απροσδόκητα, Κάλγκαρι. Στουςδρόμους και πάλι.

Page 108: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

8

Απιστίες

ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ, ο Ντόμινικ είχε πάρει τη θέση του επισκέπτη καθηγητή προκειμένου ναπραγματοποιήσει έρευνα για ένα πιθανό εγχείρημα, το λιγότερο για τη συγγραφή ενός δοκιμίου,αλλά ίσως ακόμη και για ένα βιβλίο με θέμα Αμερικανούς συγγραφείς και μουσικούς που έζησανστο Παρίσι τα χρόνια αμέσως μετά τη λήξη του Βʹ Παγκόσμιου πολέμου. Ήταν ένα θέμα το οποίοτου κέντριζε το ενδιαφέρον και πρόσφερε πολλές ευκαιρίες για πραγματική έρευνα στο αντικείμενο,καθώς η υπόλοιπη ακαδημαϊκή κοινότητα φαινόταν να το έχει προσπεράσει σε μεγάλο βαθμό.Όμως, όσο περισσότερο ερευνούσε το αντικείμενο, τόσο περισσότερο αισθανόταν το ενδιαφέροντου να ατονεί.

Είχε την υποψία πως θα μπορούσε να βρει περισσότερο υλικό για το αντικείμενο αυτό σε πηγέςδιαθέσιμες στη γαλλική πρωτεύουσα παρά στη Νέα Υόρκη. Μάλιστα, σε κάποιες περιπτώσεις, ότανη διάθεσή του από αδιάφορη γινόταν κάκιστη, το διάστημα των συχνών απουσιών της Σάμερ λόγωτης περιοδείας της, σκέφτηκε ακόμη και να φύγει από το Μανχάταν και να πάει στη Γαλλία για μίαεβδομάδα, ώστε να ψάξει περισσότερο το θέμα.

Μια σκέψη όμως του πέρασε από το μυαλό, και ξετρύπωσε τα χαρτιά που του είχαν σταλεί μετάτην έγκριση της υποτροφίας για να ελέγξει τους συγκεκριμένους όρους που την καθόριζαν.Θυμήθηκε από την καταχώριση στο Book Forum πως αρχικά η θέση ήταν διαθέσιμη όχι μόνο γιαακαδημαϊκούς και ερευνητές, αλλά και για συγγραφείς που χρειάζονταν οικονομική βοήθειαπροκειμένου να ολοκληρώσουν ένα εγχείρημα εν εξελίξει. Η θέση που του δόθηκε ήταν μία από τιςδώδεκα συνολικά, όμως τους άλλους υποτρόφους τούς είχε συναντήσει μονάχα σε ένα κοκτέιλπάρτι με το οποίο γιορτάστηκε η έναρξη της παραμονής τους στη Νέα Υόρκη. Δύο από αυτούς –ένας λεπτός ξανθός τύπος από το Πόρτλαντ και μια κοντόχοντρη γυναίκα με επίσης κοντά μαλλιάκαι έντονη προφορά από τη Φινλανδία– ήταν συγγραφείς.

Ίσως θα μπορούσε να μετατρέψει όλες εκείνες τις ιδέες και τα γεγονότα σε ένα μυθιστόρημα. Δεθα αποτελούσε απλώς μια μεγάλη πρόκληση, αλλά κάτι πραγματικά ανεκτίμητο. Θα μπορούσε ναπλάσει ορισμένους νέους χαρακτήρες και να τους βάλει να συναναστρέφονται τους πραγματικούςπρωταγωνιστές που είχαν ζήσει στο Παρίσι τη χρυσή εποχή του Σεν Ζερμέν ντε Πρε και τουυπαρξισμού: τον Μάιλς Ντέιβις και τον κύκλο της τζαζ, τη Ζιλιέτ Γκρεκό, τον Μπορίς Βιάν και τονΖαν-Πολ Σαρτρ. Να συνδυάσει τη μυθοπλασία με την πραγματικότητα και να προσθέσει μια δόσηπιπεράτου φλερτ.

Θα μπορούσε να σταθεί, σκέφτηκε. Από καιρό λαχταρούσε να γράψει ένα μυθιστόρημα, καισυχνά φανταζόταν πως θα κατάφερνε να το εκδώσει.

Η σκέψη αυτή βελτίωσε αφάνταστα τη διάθεσή του. Εκείνο το πρωί ήλπιζε πως θα τουτηλεφωνούσε η Σάμερ. Βρισκόταν στο Μέιν, όπου είχε παίξει το προηγούμενο βράδυ, και συχνά τουτηλεφωνούσε νωρίς την επόμενη μέρα, όταν είχε επαναφορτίσει τις μπαταρίες της, για να τον

Page 109: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

ενημερώσει για το πώς είχε πάει η βραδιά. Ήταν συνέχεια πάνω απ’ το τηλέφωνο σανερωτοχτυπημένος έφηβος, εκείνη όμως δεν του τηλεφώνησε. Ήταν η δεύτερη φορά αυτή τηνεβδομάδα που συνέβαινε αυτό. Μετά από ένα κονσέρτο στο Νιου Χάμσαϊρ, πάλι δεν είχεεπικοινωνήσει μαζί του για δύο μέρες. Ένα κομμάτι του Ντόμινικ αισθανόταν λυπημένο καιπαραμελημένο, ενώ ο υπόλοιπος φανταζόταν τις τιμωρίες που θα της επέβαλλε, με στοιχείαταπείνωσης που θα έφτιαχναν και τους δυο τους. Για κάποιο λόγο όμως είχε την αίσθηση πως ηφαντασία του άρχιζε να στερεύει.

Με την επιστροφή του στη σοφίτα μετά το θριαμβευτικό ντεμπούτο της Σάμερ στο ΓουέμπστερΧολ, είχε τηλεφωνήσει για να ακυρώσει το ραντεβού του με τη Μιράντα, με την πρόφαση πως είχεπροκύψει κάποια υποχρέωση εκτός πόλεως, διαισθανόμενος με κάποιο τρόπο πως δεν ήτανκατάλληλη η στιγμή για μια απιστία.

Εσύ φταις, Σάμερ, σκεφτόταν όπως κοίταζε την επαγγελματική κάρτα στην πίσω πλευρά τηςοποίας είχε σημειώσει πρόχειρα το νούμερο της Μιράντα.

«Ο ακριβοθώρητος ταξιδιώτης των γραμμάτων μάς θυμήθηκε, βλέπω», είπε εκείνη όταν τηςτηλεφώνησε.

«Αυτός ακριβώς. Θα ήθελες να βρεθούμε;»«Ευχαρίστως», απάντησε η Μιράντα.Της πρότεινε να περάσουν νωρίς για ποτό απ’ το Balthazar, στη Σπρινγκ Στριτ, λίγα τετράγωνα

πιο κάτω από το σπίτι του, στον ίδιο δρόμο. Με τις συχνές απουσίες της Σάμερ, είχε αποκτήσει τησυνήθεια να πηγαίνει εκεί καθημερινά για ένα πλούσιο πρωινό, το οποίο του επέτρεπε να αποφεύγειτα υπόλοιπα γεύματα μέχρι την ώρα του δείπνου.

Δεν πρόλαβε καλά καλά να ακουμπήσει το τηλέφωνο σε έναν από τους γρανιτένιους πάγκους τηςκουζίνας, εκεί που το άφηνε συνήθως, όταν αυτό χτύπησε ξανά. Η Σάμερ, επιτέλους; Ίσως, εκεί πουβρισκόταν, να είχε διαισθανθεί πόσο αναστατωμένος ήταν και να μάντεψε ότι σκόπευε να βρεθεί μεκάποια άλλη. Ευτυχώς ή δυστυχώς; αναρωτήθηκε.

«Παρακαλώ».«Χαθήκαμε τελείως, ε;»Δεν ήταν η Σάμερ, αλλά μια άλλη, γνώριμη φωνή.«Γεια σου, Λόραλιν».«Είμαι στην πόλη».«Αλήθεια; Περαστική ή θα μείνεις καιρό;»«Εξαρτάται από διάφορα. Τέλος πάντων, δε θέλω να σε κουράσω μ’ αυτά τώρα. Πολύ θα ήθελα

να βρεθούμε, να ανταλλάξουμε ζουμερά κουτσομπολιά, να μάθω πώς τα πάνε τα πράγματα εδώ.Διαβάζω για τα κατορθώματα της φίλης μας, φαίνεται πως έχει κάνει εντύπωση, έχει εξελιχθεί σε μιαμικρή διασημότητα. Ζηλεύω πολύ κι έχω αρχίσει να μετανιώνω που ασχολήθηκα με το τσέλο και όχιμε το βιολί όταν μου πρότειναν να διαλέξω, στα οχτώ μου, όμως σ’ εκείνη την... ώριμη ηλικία δενέχεις ιδέα τι είναι σέξι και τι όχι, δε συμφωνείς;»

Ο Ντόμινικ χαμογέλασε.«Λοιπόν, τι λες; Είμαι τελείως ελεύθερη απόψε».«Εγώ όχι».«Τι έγινε, σ’ έχει από κοντά η Σάμερ;»«Κάθε άλλο. Βρίσκεται εκτός πόλεως, περιοδεύει στον Καναδά. Ήταν κάπου στην περιοχή του

Τορόντο χθες το βράδυ, μπορεί και στο Κεμπέκ, δεν είμαι σίγουρος... Τι θα έλεγες για αύριο;»

Page 110: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Δεν μπορώ. Έχω οντισιόν για μια τρίμηνη δουλειά στο Κονέκτικατ, αν την πάρω θα καλύψωμια συνάδελφο που θα μείνει εκτός με άδεια μητρότητας. Είναι μια ορχήστρα δωματίου πουσυνδέεται με το Πανεπιστήμιο του Γέιλ. Εγώ θα μένω στο Νιου Χέιβεν, όμως με το τρένο, απ’ ό,τιβλέπω, είναι μόλις μία ώρα από τη μεγάλη πόλη. Ο Βίκτορ μού έδωσε την πληροφορία».

«Ο Βίκτορ;»«Ναι. Φαίνεται να ξέρει ό,τι συμβαίνει στον κύκλο μας. Καλοσύνη του που με ενημέρωσε. Έχει

τύχει να βρεθείτε τώρα που είστε και οι δύο στη Νέα Υόρκη;»«Όχι, δεν έχουμε συναντηθεί», απάντησε ο Ντόμινικ.Εξακολουθούσε να μην είναι βέβαιος για τον ενδεχόμενο ρόλο του Βίκτορ το διάστημα που η

Σάμερ ήταν μόνη της στο Μανχάταν. Κάθε φορά που τη ρωτούσε αν είχαν επικοινωνήσει, εκείνηαπαντούσε αόριστα, αν όχι με υπεκφυγές. Ο Ντόμινικ υπέθετε πως κάτι είχε συμβεί, αλλά ένακομμάτι του εαυτού του δεν ήθελε να ξέρει τι ακριβώς. Ήξερε πως ήταν αδύνατο να αλλάξεις τοπαρελθόν.

«Τέλος πάντων, θα πάρω το τρένο από τον Κεντρικό Σταθμό με προορισμό το Νιου Χέιβεν αύριοτο απόγευμα, εκεί με περιμένουν τρεις μέρες γεμάτες ακροάσεις και πρόβες με τους συναδέλφους.Μετά θα με ενημερώσουν αν κρίθηκα αρκετά καλή για να ενταχθώ στο σχήμα τους. Γι’ αυτόσκέφτηκα πως ίσως απόψε...»

Ο Ντόμινικ είχε πραγματικά διάθεση να συναντήσει τη Λόραλιν. Από την πρώτη στιγμή του είχεκινήσει το ενδιαφέρον, παρόλο που ήξερε πως δεν ήταν ο τύπος της και πως προτιμούσε τιςγυναίκες. Όμως το κέφι της ήταν μεταδοτικό. Το σκέφτηκε λίγο κι ύστερα πρότεινε: «Άκου, είχακανονίσει μια συνάντηση. Γιατί δεν έρχεσαι κι εσύ; Θα δούμε πώς θα εξελιχθεί. Αν ταιριάξουμε,μπορούμε να πάμε για φαγητό, να συνεχίσουμε τη βραδιά μας. Αν δε γίνεται κάτι, θα το καταλάβωγρήγορα και κανονίζουμε οι δυο μας τη συνέχεια. Είναι μια γυναίκα που γνώρισα στο αεροπλάνο καιμου φάνηκε ενδιαφέρουσα».

«Παμπόνηρε τύπε», τον πείραξε η Λόραλιν, γελώντας πνιχτά μέσα από το ακουστικό. «Μουαρέσει. Μη μου πεις πως εκτός των άλλων είναι μουσικός;»

«Δεν είναι. Τι σε κάνει να πιστεύεις πως έχω εμμονή με τις μουσικούς που παίζουν έγχορδα; Δεναποκλείεται να έχω αδυναμία και στα χάλκινα, ξέρεις».

«Καλό μου ακούγεται, πάντως στη θέση σου δε θα πλησίαζα ούτε για πλάκα τα κρουστά. Λένεπως είναι μεγάλες ανάφτρες», είπε η Λόραλιν.

Κανόνισαν να συναντηθούν. Για να μη φέρει σε δύσκολη θέση την άλλη γυναίκα, συμφώνησαννα εμφανιστεί η Λόραλιν στο Balthazar ένα τέταρτο αργότερα από το ραντεβού του Ντόμινικ με τηΜιράντα και να προσποιηθεί πως έπεσε τυχαία πάνω τους. Ο Ντόμινικ ήξερε πως ήταν αρκετά καλήηθοποιός για να το καταφέρει και να κάνει να φανεί η συνάντησή τους αποτέλεσμα μιας ευτυχούςσύμπτωσης.

Η Μιράντα είχε ζητήσει συγνώμη από την παρέα και είχε πάει στην τουαλέτα. Βρίσκονταν ήδη στοντρίτο γύρο ποτών.

«Της αρέσω», ανακοίνωσε η Λόραλιν.«Αλήθεια;» είπε ο Ντόμινικ.«Φαίνεται. Εμείς τα κορίτσια έχουμε ένα ειδικό ραντάρ», πρόσθεσε.«Όπως το “γκέινταρ” που έχουν οι άντρες;» θέλησε να μάθει εκείνος.

Page 111: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Ακριβώς», ψιθύρισε η Λόραλιν, σκύβοντας προς το μέρος του, πάνω από το γεμάτο με ποτήριατραπέζι. «Κι εσύ της αρέσεις. Παρατήρησε τον τρόπο που έρχεται συνέχεια σε επαφή μαζί μας, ότανμιλάει, πώς περνά τα δάχτυλά της ξυστά πάνω από το μπράτσο σου, το πόδι μου, πώς τινάζει πίσωτα μαλλιά της. Είναι φανερό ότι φλερτάρει».

«Εντάξει, άλλο θέμα το φλερτ όμως», επισήμανε ο Ντόμινικ.Η Μιράντα επέστρεφε από τα βάθη του καφέ, έχοντας μια ελαφριά δυσκολία να ισορροπήσει

πάνω στα ψηλοτάκουνα που φορούσε, χαμογελώντας πλατιά, ενώ η φαρδιά άσπρη φούστα τηςέκανε αντίθεση με τη μαύρη μεταξωτή μπλούζα της όπως πλησίαζε στο τραπέζι τους καιστριμωχνόταν στον πάγκο, ανάμεσα στη Λόραλιν και τον Ντόμινικ. Η Λόραλιν φορούσε –όπωςσυνήθιζε άλλωστε στις εξόδους της– λευκό μπλουζάκι, τζιν παντελόνι και μαύρες δερμάτινεςμπότες. Δε θύμιζε σε τίποτα μετρημένη τσελίστρια.

«Έχετε πολύ γούστο εσείς οι δύο», είπε η Μιράντα, ακουμπώντας τις παλάμες της ελαφρά στουςμηρούς των δύο άλλων της παρέας, αγγίζοντας σχεδόν το λεπτό ύφασμα του καβάλου του Ντόμινικ.Εκείνος ήξερε πως αυτό δεν ήταν τυχαίο.

Η Λόραλιν είχε δίκιο. Δεν ήταν μονάχα η επίδραση του αλκοόλ· απλώς λειτουργούσε ωςεπιπλέον ενθάρρυνση.

Ο Ντόμινικ κοιτάχτηκε με τη Λόραλιν, την ώρα που η Μιράντα άδειαζε το υπόλοιπο κόκκινοκρασί από το ποτήρι της, το πρώτο μποζολέ νουβό της χρονιάς.

Τα μάτια της Λόραλιν λαμπύριζαν, με ολοφάνερα σκανταλιάρικη διάθεση.Ανακάθισε, έτσι που κατέληξε να γέρνει πάνω στην άλλη γυναίκα. «Μιράντα;»«Ναι;» Η Μιράντα έστρεψε το κεφάλι της προς τη Λόραλιν.Η Λόραλιν έφερε το χέρι της στο πιγούνι της Μιράντα, το κράτησε εκεί για λίγο κι ύστερα

πλησίασε νωχελικά τα χείλη της στο στόμα της Μιράντα και τη φίλησε. Η Αμερικανίδα κοκκίνισε,αλλά δεν προσπάθησε να αποφύγει την απρόσμενη προσωπική επαφή. Το βλέμμα της στράφηκεολόγυρα και στάθηκε στον Ντόμινικ· έπειτα μετακινήθηκε για να δει ποιος άλλος μπορεί να τουςπαρακολουθούσε, σερβιτόροι ή θαμώνες του καφέ. Η παλάμη της έκλεισε πιο σφιχτά πάνω στομηρό του Ντόμινικ. Το φιλί συνεχίστηκε. Σε απόσταση εκατοστών από τις δύο νεαρές γυναίκες, οΝτόμινικ μπορούσε να διακρίνει το τρέμουλο στα μάγουλά τους, καθώς οι γλώσσες τους είχανσυναντηθεί και πλέον πλέκονταν ανέμελα. Ο κόμπος στο στομάχι του εντάθηκε, μια γνώριμηδόνηση που διέτρεξε τον καβάλο του και σταδιακά κινούνταν προς τα πάνω.

Ο κόσμος θαρρείς και πάγωσε.Τελικά η μαγική στιγμή έληξε, τα χείλη της Λόραλιν και της Μιράντα χώρισαν απρόθυμα καθώς

έπαιρναν και οι δυο τους ανάσα. Ο Ντόμινικ παρατήρησε πως το δεξί χέρι της Λόραλιν είχε βαλθείνα τρυπώσει στις πτυχές της άσπρης φούστας της Μιράντα, να την αγγίζει, σχεδόν σαν ναενορχήστρωνε το πάθος της.

Οι τρεις τους έμειναν σιωπηλοί για κάποια ώρα. Συνέχιζαν να σηκώνουν ως τα χείλη τους ταποτήρια τους, σαν να είχαν μπει στον αυτόματο πιλότο, παρότι τα δύο από αυτά ήταν σχεδόν άδεια.

Η Λόραλιν χαμογέλασε. Η θεωρία της είχε πλέον επιβεβαιωθεί και ένα συγκρατημέναθριαμβευτικό ύφος απλωνόταν στο φωτεινό πρόσωπό της.

«Τι λέτε, πηγαίνουμε;» είπε.«Γιατί όχι;» συμφώνησε ο Ντόμινικ.Η Μιράντα απλώς έγνεψε καταφατικά.«Πού;»

Page 112: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Η Μιράντα ξετρύπωσε από τη στριμωγμένη θέση της ανάμεσα στους δυο τους και σηκώθηκε.«Πώς θα σας φαινόταν να πηγαίναμε στο σπίτι μου;» πρότεινε.

Το ταξί που βρήκαν να περιμένει λίγο παρακάτω από το Balthazar πήρε την Παρκ Άβενιου μεκατεύθυνση το Βορρά, για να κινηθεί στη συνέχεια ανατολικά του Σέντραλ Παρκ. Ήταν από τιςσπάνιες φορές που δεν είχε πολλή κίνηση, κι έτσι έφτασαν στο διαμέρισμα της Μιράντα στο ΆπερΙστ Σάιντ σε λιγότερο από είκοσι λεπτά.

Ήταν ένα μικρό και κομψά επιπλωμένο στούντιο, με ένα λεπτό παραβάν γιαπωνέζικου στιλ ναχωρίζει το καθιστικό από το υπνοδωμάτιο.

Καθώς η Μιράντα γύριζε προς την εξώπορτα για να την κλειδώσει και να ασφαλίσει το μεταλλικόσύρτη, η Λόραλιν κόλλησε πάνω στην Αμερικανίδα και, χώνοντας τα δάχτυλά της μέσα από τολάστιχο που κρατούσε στη θέση της την ογκώδη λευκή φούστα της, το τράβηξε προς τα κάτω.

Η Μιράντα φορούσε ένα κόκκινο δαντελωτό στρινγκ.Πλησιάζοντας τις δύο γυναίκες, ο Ντόμινικ χάιδεψε αφηρημένα την απαλή επιδερμίδα των

σφριγηλών οπισθίων της Μιράντα με το ένα χέρι, ενώ με το άλλο έβγαζε το μπεζ λινό σακάκι του.Είχε σημάδια από μαύρισμα περιμετρικά της μέσης της, καθώς το μπικίνι που είχε φορέσειπρόσφατα στον ήλιο προφανώς κάλυπτε μεγαλύτερο μέρος του σώματός της απ’ ό,τι τομικροσκοπικό εσώρουχο που είχε τώρα γύρω της.

Η Μιράντα σήκωσε τα χέρια της και η Λόραλιν, αφού πρώτα της είχε ξεκουμπώσει τα δύο πάνωκουμπιά της μαύρης μεταξωτής μπλούζας, την πέρασε πάνω από το κεφάλι της, ενώ με την κίνησητο καστανό πέπλο των κυματιστών μαλλιών της χωρίστηκε στα δύο. Το δαντελωτό σουτιέν της ήτανεπίσης μαύρο και για μια στιγμή ο Ντόμινικ παρατήρησε με έκπληξη τη χρωματική αντίθεση τωνεσωρούχων της. Οι περισσότερες γυναίκες που είχε γνωρίσει φρόντιζαν πάντοτε να συνδυάζουν ταχρώματα.

Οι δύο γυναίκες κόλλησαν τα κορμιά τους και φιλήθηκαν ξανά.Όπως στεκόταν δίπλα τους, ο Ντόμινικ ένιωσε κάπως αμήχανος. Τι έπρεπε να κάνει τώρα;Το να βρεθεί με δύο γυναίκες, ή ακόμη και το να παρακολουθήσει απλώς δύο γυναίκες να

κάνουν σεξ, υποτίθεται πως ήταν κορυφαία αντρική φαντασίωση, η οποία είχε καταγραφεί διεξοδικάστην ιστορία της πορνογραφίας, όμως για κάποιο λόγο ουδέποτε απασχόλησε σοβαρά τον Ντόμινικ.Δεν ήταν κάτι που το είχε επιδιώξει συστηματικά και το αποτέλεσμα ήταν να μην του είχε συμβείποτέ. Ως τώρα.

Πλησίασε και φίλησε το λαιμό της Μιράντα, κοντά στην παλλόμενη αρτηρία της. Ύστερα άλλαξεελαφρά στάση και άρχισε να δαγκώνει το λοβό του αφτιού της. Ο Ντόμινικ δεν ήταν βέβαιος για τοπώς έπρεπε να προσεγγίσει τη Λόραλιν τώρα, γνωρίζοντας πως βασικά δεν την ενδιέφεραν οιάντρες.

Παρατηρώντας το δισταγμό του, η Λόραλιν, που εξακολουθούσε να είναι ντυμένη κανονικά,αποσπάστηκε από τη Μιράντα, πήρε την παλάμη του με τη δική της και την τοποθέτησε πάνω στηγυμνή πλάτη της Μιράντα, δίνοντάς του να καταλάβει πως έπρεπε να λύσει το σουτιέν της. ΟΝτόμινικ κατάφερε να συγκρατήσει ένα γέλιο που πήγε να του ξεφύγει, καθώς θυμήθηκε την πρώτηφορά, πριν από τόσα χρόνια, που βρέθηκε να ξεντύνει γυναίκα, ή πιο σωστά μια κοπέλα, η οποίαμετρούσε δεκαεφτά χρόνια απέναντι στα δεκαέξι της εφηβείας του, και πόσο καιρό του είχε πάρειγια να κατακτήσει την τέχνη του να λύνει ένα σουτιέν. Επώδυνη ανάμνηση, αν και αστεία, εκ τωνυστέρων.

Ή ο τρόπος κατασκευής των γυναικείων εσωρούχων είχε βελτιωθεί με την πάροδο του χρόνου ή

Page 113: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

τα επίπεδα της δικής του ευφυΐας είχαν φτάσει σε νέα ύψη, πάντως το μόνο που χρειαζόταν τώραήταν να ασκήσει ελαφριά πίεση με ένα δάχτυλο, οπότε το λάστιχο άνοιξε και ο Ντόμινικ μπόρεσε νααπελευθερώσει τα βαριά στήθη της Μιράντα από το σκούρο δαντελωτό ύφασμα του σουτιέν της.

Με ένα νεύμα του κεφαλιού, η Λόραλιν του έδειξε πως έπρεπε να γδυθεί ενώ οι τρεις τουςπροχωρούσαν με άτσαλα βήματα προς το υπνοδωμάτιο. Εκεί υπήρχε μια στρατιά από λούτρινααρκουδάκια απλωμένα πάνω στο ροζ σκέπασμα. Η Λόραλιν έσκυψε, τα παραμέρισε ανυπόμονα μετο μπράτσο της και έσπρωξε τα μαλακά παιχνίδια να πέσουν στο γυαλισμένο ξύλινο πάτωμα.

Ύστερα ξάπλωσαν στο κρεβάτι, και οι τρεις τους.Η Λόραλιν ανέλαβε τον έλεγχο.Ήταν το πρώτο τρίο του Ντόμινικ με δύο γυναίκες.Αργότερα θα τον προβλημάτιζε ο αλλόκοτος χαρακτήρας εκείνης της συνεύρεσης και οι πολλές

δυσκολίες της, το γεγονός ότι σε κανένα στάδιο δεν κατόρθωσε να απολαύσει πλήρως την εμπειρία.Ήταν υπερβολικά σφιγμένος. Θυμόταν να καβαλάει το μαλακό σώμα της Μιράντα στηνιεραποστολική στάση και να νιώθει τα δάχτυλα της Λόραλιν να χαϊδεύουν νωχελικά το όσχεό τουκαι να γαργαλούν το πέος του καθώς μπαινόβγαινε στον κόλπο της Αμερικανίδας ενώ ταυπερβολικά κοριτσίστικα βογκητά της Μιράντα τον αποσπούσαν, όπως και οι βραχνοί ψίθυροι μετους οποίους τον ενθάρρυνε η Λόραλιν, που ήταν πίσω τους. Το μυαλό του δεν μπορούσε ναεστιάσει σε αυτό που συνέβαινε, γιατί φανταζόταν πόσο χυδαίο ή ακόμη και γελοίο πρέπει ναφάνταζε το θέαμα των δυο τους να γαμιούνται σαν ζώα στα μάτια της Λόραλιν από τη θέση στηνοποία βρισκόταν. Σε κάποια φάση, ήταν σίγουρος γι’ αυτό, η Λόραλιν τον είχε πάρει στο στόμα της– άραγε για να τον κάνει να σκληρύνει πριν καρφώσει τη Μιράντα ή μετά, ή κάποια στιγμή αργότεραμέσα στο όλο σκηνικό; Επίσης, είχε γλείψει τη Λόραλιν την ώρα που κι εκείνη έκανε το ίδιο στηΜιράντα, με τη συμμετρία της γεωμετρίας τους να του φαίνεται ιδιαίτερα ταιριαστή. Η Λόραλιν είχεέντονη γεύση· μια γεύση καινούρια αλλά απροσδιόριστη μέσα στην άγρια δύναμή της.

Είχε παρακολουθήσει τις δύο γυναίκες να τρίβονται ξέπνοα η μία πάνω στην άλλη, είχεπαρατηρήσει τα επιδέξια μουσικά δάχτυλα της Λόραλιν να τρυπώνουν στο μουνί της Μιράντα καινα εισχωρούν τόσο βαθιά ώστε να μπει σχεδόν όλη η γροθιά μέσα, ενώ εκείνος καθόταν πίσω απότο κεφάλι της Μιράντα και άφηνε τον πούτσο του να τρίβεται στα μάγουλά της, να παίζει με τοστόμα της, νιώθοντας το στακάτο της ανάσας της πάνω στους ορθάνοιχτους μηρούς του καθώς ηΑμερικανίδα επιχειρούσε να συγκρατήσει το κύμα του πάθους που της είχε προκαλέσει η Λόραλιν.Κάποια στιγμή ο Ντόμινικ τελείωσε πάνω στο στήθος της Μιράντα και παρατήρησε την ικανοποίησητης Λόραλιν με το θέαμα.

Ύστερα κατέβασε τους διακόπτες, περιορίστηκε σε ρόλο θεατή, μαλάκωσε και άφησε τον εαυτότου να παρασυρθεί από το αίσθημα ανημποριάς και αδιαφορίας που ακολουθούσε τη συνεύρεση.Συνέχιζε να κοιτάζει τις δύο γυναίκες στο κρεβάτι, οι οποίες εξακολουθούσαν να τρίβονται και ναχαϊδεύονται, αντλώντας απόλαυση η μία από την άλλη, σαν να μην ήταν καν παρών αυτός. Ήταναλήθεια πως και οι δυο τους ήταν όμορφες, με το δικό τους τρόπο. Η Μιράντα ήταν υπόδειγμααπαλότητας, ενώ τα πόδια της Λόραλιν ήταν ατελείωτα. Οι φαρδιοί της ώμοι έδιναν στο κορμί τηςόψη Αμαζόνας, κι απλωμένοι στο κρεβάτι πρόσφεραν ένα πραγματικά απολαυστικό θέαμα, όπως καιο απροκάλυπτος ερωτισμός του στόματός της όταν έγλειφε τη Μιράντα ξανά και ξανά. Αν είχεανακτήσει τη στύση του, ίσως κάποια στιγμή είχε επιχειρήσει να καβαλήσει τη Λόραλιν έτσι όπωςέσκυβε πάνω από τη Μιράντα, με τα οπίσθιά της τουρλωμένα, σε ανοιχτή πρόσκληση. Ο Ντόμινικόμως φοβόταν μήπως μια τέτοια κίνηση χαλούσε την ατμόσφαιρα που είχε δημιουργηθεί, οπότε

Page 114: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

περιορίστηκε στο να χαζεύει τις δύο γυναίκες ενώ τρίβονταν και βογκούσαν. Τον είχανχρησιμοποιήσει και τώρα ήταν απασχολημένες με τα δικά τους. Πάντως, παράπονο δεν είχε.

Τελικά βγήκε από το δωμάτιο, πλύθηκε στα γρήγορα, ντύθηκε και έφυγε από το διαμέρισμα.Καμία από τις δύο γυναίκες δεν τον φώναξε να επιστρέψει, ούτε του πρότεινε να ξαναμπεί στο

παιχνίδι.Ήταν μια ευχάριστα ζεστή νύχτα, αρχές καλοκαιριού στη Νέα Υόρκη, οπότε ακολούθησε την

εξωτερική περίμετρο του Σέντραλ Παρκ, μέχρι που έφτασε στην Πέμπτη Λεωφόρο, με τοξενοδοχείο Plaza να υψώνεται επιβλητικά στα δεξιά του. Αποφάσισε να πάει με τα πόδια ως τοκέντρο της πόλης. Κοίταξε το κινητό του. Κανένα μήνυμα. Τι μπορεί να κάνει κανείς στο Μέιν τηνύχτα; αναρωτήθηκε.

«Πήδηξα μια άλλη».«Και λοιπόν;»«Δε σ’ ενοχλεί αυτό;»«Όχι».Η γραμμή ήταν τόσο καθαρή ώστε η Σάμερ θα μπορούσε να στέκεται στην άλλη άκρη του λοφτ·

τα χείλη της έμοιαζαν να βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής από το αφτί του. Η φωνή τηςακουγόταν ασυγκίνητη, δίπλα του.

«Δε θέλεις να μάθεις ποια ήταν και πώς έγινε;»«Έγινε, έτσι δεν είναι; Όχι».Ο Ντόμινικ αποζητούσε απεγνωσμένα να την κάνει να ζηλέψει. Να θυμώσει.«Για την ακρίβεια, ήταν δύο οι γυναίκες».«Δε χρειάζεται να μπεις σε λεπτομέρειες».«Μάλλον όχι. Πώς πήγε η παράσταση;»«Καλά πήγε. Πολύ πιο επαρχιώτικο το ακροατήριο. Στην αρχή ήταν πολύ σφιγμένοι. Τους πήρε

ώρα να χαλαρώσουν, έτσι μου φάνηκε. Όμως η ατζέντισσα με είχε προειδοποιήσει, κι αυτός είναι ολόγος που το ρεπερτόριο μεταβάλλεται ελαφρώς ανάλογα με το πού εμφανιζόμαστε.Προσαρμόζεσαι. Μελωδίες για την επαρχία και τις μεγαλουπόλεις, ας πούμε. Κάποια στιγμήζεστάθηκαν. Πάντως, κάθε φορά ερμηνεύω τις Τέσσερις Εποχές».

«Ωραία».Στο πρώτο σκέλος της περιοδείας, στον Καναδά, συμμετείχε μόνο η Σάμερ και ένα μικρό σύνολο

εγχόρδων. Το να τη συνοδεύσει ολόκληρη η ορχήστρα θα αποδεικνυόταν υπερβολικά δαπανηρό,λόγω του κόστους που θα είχε το ταξίδι.

«Θα περάσω από τη Νέα Υόρκη σε κάνα δυο μέρες. Κάποιες ώρες θα είμαι εκεί, για να αφήσωκάτι άπλυτα και να πάρω άλλα ρούχα», είπε η Σάμερ. «Την Πέμπτη, το απόγευμα. Καλά θα ήταν νασε έβλεπα, γιατί μετά θα λείψω για δύο εβδομάδες».

Λίγες ώρες, με ένα νοικιασμένο αυτοκίνητο να την περιμένει κάτω, σκέφτηκε ο Ντόμινικ, τι αξίαέχουν; Εγώ ήρθα στη Νέα Υόρκη για να είμαι μαζί σου! Τώρα περνάμε περισσότερο χρόνο χώριαπαρά μαζί. Από την άλλη, ήξερε πως κι εκείνη έκανε μεγάλες θυσίες· κρινόταν η καριέρα της καιτώρα ήταν η ευκαιρία να εκμεταλλευτεί στο έπακρο το κονσέρτο στο Γουέμπστερ Χολ και τιςεξαιρετικές κριτικές που είχε λάβει.

«Θα προσπαθήσω να είμαι εδώ», υποσχέθηκε. «Σάμερ;»

Page 115: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Ναι;»«Αν αισθανθείς μοναξιά, ξέρεις...»«Ξέρω, έχω το ελεύθερο να πάω με άλλους. Μου το έχεις ξαναπεί».«Και το έχεις κάνει;» τη ρώτησε, νιώθοντας έναν κόμπο να του φράζει το λαιμό.«Όχι. Μέχρι να γυρίσουμε στο ξενοδοχείο, είμαι πτώμα στην κούραση».«Θέλω να το κάνεις».«Αλήθεια;»«Αλήθεια».«Και μετά θέλεις να σου πω τι ακριβώς έγινε;»«Ναι».Ακολούθησε μια παύση στη συζήτησή τους. Ο Ντόμινικ δεν μπορούσε να φανταστεί πώς να ήταν

το τοπίο του Μέιν από το παράθυρο του δωματίου της. Λιβάδια; Λόφοι; Θάλασσα;«Πρέπει να κλείσω», είπε η Σάμερ. «Με περιμένουν οι άλλοι κάτω για πρωινό. Έμαθα πως

φτιάχνουν καταπληκτικές τηγανίτες σ’ αυτά τα μέρη. Με σιρόπι σφενδάμου».«Καλή όρεξη», είπε εκείνος, προσπαθώντας να μη φανεί ότι χαμογελούσε.«Τα λέμε την Πέμπτη».

Ο Ντόμινικ ήξερε ήδη πως δε θα ήταν στο διαμέρισμα την Πέμπτη, καθώς είχε συμφωνήσει ναδώσει μία από τις διαλέξεις του εκείνη την ώρα στη βιβλιοθήκη. Δεν είχε αποφασίσει ακόμη τοθέμα. Ούτως ή άλλως, το ακροατήριό του ποτέ δεν ξεπερνούσε τα δέκα με δεκαπέντε άτομα. Ήτανκαλός στο να αυτοσχεδιάζει. Ήταν ένας από τους όρους της υποτροφίας, όμως ούτε η βιβλιοθήκηούτε οι υπεύθυνοι του προγράμματος ασχολούνταν ιδιαίτερα με την προώθηση των εκδηλώσεων,πέρα από μερικά φυλλάδια σχεδιασμένα στο πόδι που καρφιτσώνονταν σε πίνακες ανακοινώσεων,σε κάθε άλλο παρά στρατηγικά σημεία, σε δημόσιους χώρους. Μόνη του παρηγοριά το ότι κανείςαπό τους υπόλοιπους υποτρόφους εκείνης της χρονιάς –μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονταν έναςυποψήφιος για το Βραβείο Μπούκερ κι ένας συγγραφέας τιμημένος με το Εθνικό ΒραβείοΛογοτεχνίας, άνθρωποι διασημότεροι και με πολύ περισσότερες δημοσιεύσεις στο βιογραφικό τουςαπ’ ό,τι εκείνος– δε συγκέντρωνε σημαντικά μεγαλύτερο ακροατήριο.

Έφτανε στο τέλος της ομιλίας του, παραθέτοντας κάποιες σκέψεις γύρω από τις διάφορες ταινίεςπου έχουν γυριστεί με βάση τον Γκάτσμπι του Φιτζέραλντ και τους ηθοποιούς που έχουν υποδυθείτον Τζέι, την Νταίζη και τον Νικ. Στο ακροατήριο ήρθε καθυστερημένος ένας άντρας, ο οποίοςμπήκε στη μικρή αίθουσα διαλέξεων και κάθισε στην τελευταία σειρά. Ο Ντόμινικ τον αναγνώρισε.Ήταν ο Βίκτορ.

Ήξερε πως βρισκόταν κι εκείνος στη Νέα Υόρκη, όμως μέχρι στιγμής δεν είχε κάνει καμίαπροσπάθεια να τον συναντήσει.

Πώς κατάφερε να πληροφορηθεί τη διοργάνωση τούτης της μικρής εκδήλωσης; Τότε ο Ντόμινικθυμήθηκε πως κάποια στιγμή το είχε αναφέρει στη Λόραλιν. Αυτή πρέπει να ήταν η εξήγηση. Άραγεη τσελίστρια βρισκόταν ακόμη στο Νιου Χέιβεν; Είχε κατορθώσει να αντεπεξέλθει με επιτυχία στιςοντισιόν εκεί;

«Προσπαθούσες να με αποφύγεις, φίλε μου;» ρώτησε ο Βίκτορ πλησιάζοντας τον Ντόμινικ, τηνώρα που οι υπόλοιποι που είχαν παρακολουθήσει τη διάλεξη αποχωρούσαν. Στους μήνες που είχαν

Page 116: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

μεσολαβήσει από την τελευταία τους συνάντηση δεν είχε αλλάξει. Κοντός, γκριζομάλλης,περιποιημένος, με προσεγμένο μουσάκι, εκλεπτυσμένος και συμφιλιωμένος με τον εαυτό του.Ασκούσε έλξη στις γυναίκες, αν και ο Ντόμινικ δεν μπορούσε να προσδιορίσει κάποιοσυγκεκριμένο λόγο γι’ αυτό. Ίσως να ήταν η αίσθηση υπεροχής που εξέπεμπε και το αλύγιστοβλέμμα του.

«Δεν αποκλείεται, Βίκτορ». Ο τόνος της φωνής του ήταν συγκρατημένος αλλά ευγενικός.«Νόμιζα πως ήμασταν φίλοι».«Την ίδια εντύπωση είχα κι εγώ».«Τότε τι συνέβη;»Ο Βίκτορ φορούσε ένα ριγέ τζάκετ, λευκό και μπλε, μαύρο παντελόνι και πουκάμισο με κουμπιά

στο γιακά. Παρότι ο καιρός είχε ζεστάνει, εκείνος επέμενε να φορά γραβάτα, από ένα παράξενοκαφετί ύφασμα, την οποία είχε δέσει με υπερμεγέθη κόμπο. Είχε έναν αλλόκοτο τρόπο ντυσίματος,πρόδιδε τις ανατολικοευρωπαϊκές καταβολές του, περισσότερο έφερνε σε σφιγμένο κοσμικό παράσε ξέγνοιαστο ακαδημαϊκό, αν και ίσως αυτό να ήταν το στιλ με το οποίο είχε μεγαλώσει. Όλοι μαςσε κάποιο βαθμό είμαστε αιχμάλωτοι της καταγωγής μας.

Δείχνοντας να διασκεδάζει με την απροθυμία του Ντόμινικ να απαντήσει, ο Βίκτορ έκανε μιαεικασία. «Η κοπέλα φταίει; Η βιολονίστρια;»

«Ακριβώς».Ο Βίκτορ υπέθεσε πως η Σάμερ δεν είχε αποκαλύψει τα πάντα στον Ντόμινικ σχετικά με τα όσα

συνέβησαν μεταξύ τους από τη στιγμή που έφτασε στη Νέα Υόρκη. «Πράγμα που σημαίνει πως ηΛόραλιν σου μίλησε, σωστά;»

«Μου είπε πως εσύ πρότεινες την κρύπτη και κινούσες τα νήματα λες και ήμασταν μαριονέτες,Βίκτορ. Καθόλου σωστή στάση, αν θες να ξέρεις».

«Ένα παιχνίδι ήταν, Ντόμινικ. Έλα τώρα, αρέσουν και στους δυο μας αυτά τα παιχνίδια, έτσι δενείναι; Καταλαβαινόμαστε».

«Είχες σχέσεις μαζί της από τη στιγμή που ήρθε στην Αμερική;» θέλησε να μάθει ο Ντόμινικ.Ο Βίκτορ το σκέφτηκε. Εφόσον ο Ντόμινικ ρωτούσε, σήμαινε πως δεν είχε πλήρη εικόνα της

κατάστασης. Χαμογέλασε αμυδρά. «Και βέβαια όχι. Τη συνάντησα κάποιες φορές· στους ίδιουςκύκλους κινούμαστε άλλωστε. Είναι αναπόφευκτο... ο κόσμος μας είναι τόσο μικρός. Σχεδόναιμομεικτικός, θα μπορούσες να πεις. Το ήξερα πως ήταν δικιά σου όμως... Κοίτα, αλλά μηναγγίζεις, ε;»

«Δικιά μου;»«Το παιχνιδάκι σου».«Έχεις έναν παράξενο τρόπο να θέτεις ορισμένα πράγματα, Βίκτορ».«Πάντως, είναι ομορφούλα, το παραδέχομαι. Και θαυμάσια μουσικός. Πλέον, έχει εξελιχθεί σε

μια μικρή σταρ. Καλά τα λέω;»«Ναι».«Είστε και πάλι μαζί; Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ήρθες στη Νέα Υόρκη;» ρώτησε ο

Βίκτορ.«Μαζί; Όχι ακριβώς», αποκρίθηκε ο Ντόμινικ, «αλλά εξακολουθούμε να βλεπόμαστε».«Έξοχα».«Στο σπίτι σου, όταν είχες την ευγενή καλοσύνη να μου επιτρέψεις να την παρακολουθήσω να

παίζει...» Ο Βίκτορ κόμπιασε, σίγουρα ανακαλούσε στη μνήμη του εκείνη την περίπτωση, μήνες

Page 117: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

πριν, που ο Ντόμινικ είχε ζητήσει από τη Σάμερ να παίξει γυμνή και με τα μάτια δεμένα μπροστά σεέναν άγνωστο – τον Βίκτορ. Ο Ντόμινικ σκεφτόταν πώς το ένα έφερε το άλλο και τελικά την είχεχρησιμοποιήσει μπροστά στον άντρα που είχε απέναντί του.

«Τι;»«Είναι υπερβολικά περήφανη. Όσο κι αν δίνει την εντύπωση πως είναι σκλάβα του πάθους της,

έχει κάτι πάνω της... Το βλέπεις στα μάτια της, στην κορμοστασιά της. Πολεμάει τις παρορμήσειςτης, την εσωτερική της φύση».

«Έτσι νομίζεις;» Αν και έμοιαζε να το αρνείται, ο Ντόμινικ αναγνώριζε την αλήθεια στο σχόλιοτου Βίκτορ.

«Σαν άγριο άλογο», συνέχισε εκείνος. «Ορισμένες γυναίκες πρέπει να τις δαμάσεις. Είναι κι αυτόμέρος της όλης διαδικασίας. Πρέπει να αποδεχτούν το ποιες είναι κατά βάθος, και τότε θα μπορέσειςνα τις πλάσεις από την αρχή, να επανασυνδέσεις τα κομμάτια τους. Μόνο που πλέον εσύ θα είσαιαυτός που έχει τον έλεγχο».

«Χμ... Ξέρω καλά τη Σάμερ», ισχυρίστηκε ο Ντόμινικ. «Δε νομίζω πως θα χρειαστώ εξωτερικήβοήθεια».

«Μα δεν πρότεινα κάτι», διευκρίνισε ο Βίκτορ. «Μια απλή παρατήρηση έκανα. Τέλος πάντων,χαίρομαι που σε ξαναβλέπω. Έχεις κανονίσει κάτι; Για τώρα; Ξέρω ένα θαυμάσιο ουκρανικόεστιατόριο στη Δεύτερη Λεωφόρο, κοντά στη Σεντ Μαρκς Πλέις. Τα πιερόγκι και οιλαχανοντολμάδες που σερβίρουν είναι όπως τα φτιάχνουν στην πατρίδα. Τι θα έλεγες να πηγαίναμεεκεί; Κερνάω εγώ. Πρέπει να γίνουμε και πάλι φίλοι».

Ο Ντόμινικ κοίταξε τον Βίκτορ, το πλατύ πειρατικό χαμόγελο που απλωνόταν στο πρόσωπό του,το επιμελώς περιποιημένο γκρίζο γενάκι με το άψογο σχήμα. Καταλάβαινε πως ο Βίκτορ κάτι είχεκατά νου, αλλά δεν τον ενδιέφερε αυτό. Το παιχνίδι θα συνεχιζόταν, το δίχως άλλο.

«Γιατί όχι;» απάντησε.

Η Σάμερ είχε περάσει από το διαμέρισμα, είχε πάρει τα περισσότερα ρούχα της από την ντουλάπακαι είχε βάλει πλυντήριο, το οποίο βρισκόταν ακόμη στο τελευταίο στύψιμο και στέγνωμα ότανεπέστρεψε στο σπίτι ο Ντόμινικ. Δεν του είχε αφήσει κάποιο σημείωμα για να του αναφέρει κάτι ήαπλώς για να του πει ένα γεια εφόσον εκείνος απουσίαζε.

Είχε καθίσει στο κρεβάτι τους να ξεκουραστεί, τουλάχιστον για λίγο, καθώς το άρωμά τηςπαρέμενε στο χώρο.

Ο Ντόμινικ την είδε στον ύπνο του εκείνο το βράδυ.Εκείνη και άγρια άλογα.Άραγε αυτό είχε επιλέξει η Σάμερ για να τον βασανίσει, να τον τιμωρήσει για την περιπέτειά του

με τη Λόραλιν και τη Μιράντα;Δε θα μπορούσε να είχε σκεφτεί καλύτερο τρόπο.Από περιέργεια, έριξε μια ματιά στην ντουλάπα της Σάμερ ξανά και παρατήρησε ότι ο κορσές δε

βρισκόταν πλέον εκεί. Προηγουμένως ήταν, το ήξερε, όσο εκείνη απουσίαζε για το καναδέζικοσκέλος της περιοδείας της. Για τους σταθμούς στην Ανατολική Ακτή το είχε πάρει μαζί της.

Άρα, υπέθεσε, σκόπευε να ακολουθήσει τις οδηγίες του και να βρει αντρική παρέα για μια δυοβραδιές. Το να φορέσει όμως εκείνο τον κορσέ για χάρη κάποιου άλλου ήταν τελείως διαφορετικόπράγμα, ένα μήνυμα προδοσίας. Σαν να έστριβε το μαχαίρι στην πληγή. Να πάρει, Σάμερ!

Page 118: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Είχαν χωρίσει την ντουλάπα: τα ρούχα της πήγαιναν στην αριστερή πλευρά, τα δικά του στηδεξιά. Η δική του μεριά ήταν λειτουργική και σχεδόν μονόχρωμη – κυρίως μαύρα παντελόνια, λίγακοστούμια, όλα εκτός από ένα μαύρα, πάμπολλα μπλουζάκια, μερικές δεκάδες πουκάμισα, απόλευκά μέχρι και μαύρα, με τα περισσότερα μπλε, κάποια σκούρα κασμιρένια πουλόβερ και τουποχρεωτικό σμόκιν για κάποιες αφόρητα βαρετές περιστάσεις. Το κατέβασε από την κρεμάστρα.

Ο Βίκτορ τον είχε προσκαλέσει σε ένα μικρό σουαρέ στο Μπρούκλιν, το οποίο οργάνωνε ο ίδιος.«Θα είναι κάπως επίσημα, φίλε μου», του είχε πει, «όμως είμαι βέβαιος πως θα απολαύσεις τη

βραδιά».Το καφέ τούβλινο κτίριο βρισκόταν σε απόσταση πέντε λεπτών με τα πόδια από μια στάση του

μετρό στη Γραμμή F σε ένα δρόμο με δέντρα, λίγο πιο κάτω από μια σειρά μικρών έθνικεστιατορίων, ένα επιβλητικό διώροφο οίκημα σε αποικιακό στιλ με ξύλινη βεράντα και σκάλα.

Τον Ντόμινικ υποδέχτηκε στην πόρτα μια ώριμη γυναίκα που είχε τα μαύρα μαλλιά της πιασμένασε ένα σικ κότσο. Φορούσε ένα μακρύ αεράτο μπλε βραδινό φόρεμα, ενώ σε κάθε δάχτυλο είχε απόένα βαρύ δαχτυλίδι. Ένα μαργαριταρένιο κολιέ κοσμούσε το λαιμό της. Ήταν αρκετά όμορφη, παράτις ρυτίδες –ή ίσως λόγω αυτών– που πρόδιδαν την ηλικία της.

«Είμαι η Κλαρίσα», συστήθηκε. «Εσύ πρέπει να είσαι ο φίλος του Βίκτορ».«Πράγματι. Χαίρω πολύ. Το σπίτι σου είναι αυτό;»«Ακριβώς», είπε η γυναίκα. «Έχουμε χρόνια που ζούμε εδώ. Βρίσκεται στην κατοχή της

οικογένειάς μου εδώ και αρκετές γενιές», εξήγησε. Η Κλαρίσα άνοιξε περισσότερο την πόρτα καισυνόδευσε τον Ντόμινικ στο εσωτερικό.

«Πελώριο φαίνεται», σχολίασε εκείνος.«Έχουμε απομείνει δύο άτομα πλέον», είπε η Κλαρίσα. «Κρίμα είναι, από μια άποψη, όμως δε θα

σκεφτόμασταν ποτέ να μετακομίσουμε», πρόσθεσε.Στο διάδρομο διακρινόταν η ευχάριστη μυρωδιά κάποιου φαγητού που μαγειρευόταν. Έμοιαζε

να προέρχεται από το υπόγειο, όπου λογικά βρισκόταν η κουζίνα.Η Κλαρίσα οδήγησε τον Ντόμινικ στη σκάλα κι από εκεί στον πρώτο όροφο, σε ένα μεγάλο

καθιστικό περιμετρικά του οποίου εκτείνονταν ψηλά παράθυρα, που έβλεπαν σε ένα μακρύ,απεριποίητο κήπο. Ήδη βρίσκονταν εκεί πάνω από δέκα καλεσμένοι, κυρίως ζευγάρια. Έπινανσαμπάνια από κολονάτα κρυστάλλινα ποτήρια και συζητούσαν χαμηλόφωνα.

«Δεν ήρθε ακόμη ο Βίκτορ;» ρώτησε ο Ντόμινικ.«Τους περιμένουμε με την παρέα του από λεπτό σε λεπτό», τον πληροφόρησε η Κλαρίσα.

«Έλα», είπε, δείχνοντας έναν κύριο κάποιας ηλικίας με ψαρά μαλλιά που στεκόταν δίπλα στο πιάνο,σε μια γωνιά του δωματίου, «να σε συστήσω. Από εδώ ο Έντουαρντ, ο σύζυγός μου».

Ο Έντουαρντ φορούσε ένα καφέ γιλέκο με ψιλό καρό κι ένα σκούρο καφέ βραδινό σακάκι. Στημέση του είχε περασμένη μια φαρδιά υφασμάτινη ζώνη. Το λεπτό μουστάκι του ήταν ψαλιδισμένοπροσεκτικά, με τέτοιο τρόπο που τον έκανε να μοιάζει με ήρωα πολεμικής ταινίας της δεκαετίας του1940, ενώ στο λοβό του δεξιού του αφτιού λαμπύριζε ένα διαμάντι. Πραγματικός δανδής, σκέφτηκεο Ντόμινικ. Ο οικοδεσπότης ανέδιδε μια ενεργητικότητα, ακόμη κι όταν στεκόταν ακίνητος.

Η λαβή του ήταν δυνατή και σίγουρη όταν αντάλλαξαν χειραψία.«Ο Βίκτορ μάς έχει πει τα πάντα για σένα», είπε.«Αλήθεια; Σε αυτή την περίπτωση έχετε ένα ξεκάθαρο πλεονέκτημα απέναντί μου».Το κουδούνι της εξώπορτας χτύπησε και ο Έντουαρντ ζήτησε συγνώμη. Με την Κλαρίσα είχαν

αναλάβει να κατεβαίνουν εναλλάξ στο ισόγειο για να υποδέχονται τους καλεσμένους.

Page 119: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Ο Ντόμινικ πλησίασε στο τραπέζι κι έβαλε να πιει ένα ποτήρι μεταλλικό νερό. Ύστερα κοίταξεέξω από το παράθυρο, τον κήπο, όπου στα όριά του φύτρωναν τριαντάφυλλα, με τα πέταλά τους νασκορπίζονται στον αέρα, σαν κόκκινες, ροζ και άσπρες πεταλούδες. Ανά τακτά διαστήματα ηπρασινάδα διακοπτόταν από πέτρινες πλάκες, σαν βωμούς ή μικρά μνήματα.

Για μια στιγμή, η φαντασία του Ντόμινικ ακολούθησε τολμηρά μονοπάτια, καθώς έκανε ένασωρό τρελές σκέψεις, επηρεασμένος απ’ όσα γνώριζε για τον Βίκτορ και τους ανθρώπους τουςοποίους συναναστρεφόταν.

Πράγματι, ήταν ένας απομονωμένος κήπος στον οποίο πολλά θα μπορούσαν να συμβούν,σκέφτηκε, με τους ψηλούς ξύλινους φράχτες που τον περιέβαλλαν, κρύβοντάς τον με εντυπωσιακήτελειότητα.

Πάνω που οι σκέψεις του ετοιμάζονταν να πάρουν μια ακόμη πιο τολμηρή κατεύθυνση, ένιωσεμια παλάμη να τον χτυπά ελαφρά στον ώμο.

«Χαθήκαμε πάλι».Ο Ντόμινικ έκανε μεταβολή.Ήταν η Λόραλιν, και, δίπλα της, με ένα ντροπαλό χαμόγελο στα χείλη, η Μιράντα. Και οι δύο

γυναίκες φορούσαν εξαίσιες βραδινές τουαλέτες, οι οποίες άφηναν τους ώμους τους γυμνούς. Ταμακριά σαν αγάλματος μαυρισμένα μπράτσα της Λόραλιν ξεπρόβαλλαν μέσα από ένα αστραφτερόλευκό ύφασμα που κάλυπτε σαν δεύτερη επιδερμίδα το σώμα της. Ανεβασμένη πάνω σε ψηλάτακούνια, έριχνε ενάμισι κεφάλι στην Αμερικανίδα, της οποίας το φόρεμα ήταν άλικο και πολύ πιοφαρδύ από τη μέση και κάτω. Και οι δύο γυναίκες προφανώς δε φορούσαν σουτιέν, κι ο Ντόμινικδεν κατάφερε να μην κοιτάξει τις σκληρές ρώγες τους που τέντωναν το ύφασμα των φορεμάτωντους.

Κατάφερε να ανακτήσει την αυτοκυριαρχία του.«Τι έγινε, ξέφυγες από το Νιου Χέιβεν;»«Όντως. Και έπεισα τη Μιράντα να μας κάνει παρέα...»Ετοιμαζόταν να πει κάτι ακόμη, όταν ο Ντόμινικ είδε τον Βίκτορ, ντυμένο με σμόκιν, να στέκεται

λες και είχε καταπιεί μπαστούνι, δίπλα τους.«Καλησπέρα, Ντόμινικ. Ευχαριστώ που ήρθες».«Γεια σου, Βίκτορ», τον χαιρέτησε ο Ντόμινικ. «Βλέπω, έχεις γνωριστεί ήδη με αυτές τις δύο

υπέροχες κυρίες».«Η Λόραλιν είναι φίλη από παλιά», απάντησε εκείνος, «και η Μιράντα ήρθε ως καλεσμένη της

και είχε την ευγενή καλοσύνη να δεχτεί να μας διασκεδάσει απόψε. Έτσι δεν είναι, αγαπητή μου;»Η Μιράντα χαμήλωσε το βλέμμα.«Δεν ήξερα πως γνώριζες τη Μιράντα ήδη», σχολίασε ο Βίκτορ.Φυσικά και το ήξερε, σκέφτηκε ο Ντόμινικ, απόλυτα βέβαιος γι’ αυτό. Ήταν προφανές ότι η

Λόραλιν δεν κρατούσε μυστικά από τον Βίκτορ. Είχε καταπιαστεί και πάλι με τα παιχνίδια του. Νατον παγιδεύσει επιχειρούσε;

Οι γυναίκες προχώρησαν στο τραπέζι για να πάρουν ποτά.Ο Βίκτορ έγειρε προς το μέρος του Ντόμινικ. «Νομίζω πως είναι το καινούριο παιχνιδάκι της

Λόραλιν. Η φίλη μας η Λόραλιν δεν έχει καμία δυσκολία να περάσει από τους άντρες στις γυναίκες,ξέρεις».

Υπήρχαν πολλά ακόμη πράγματα που ήθελε να ρωτήσει ο Ντόμινικ τον Βίκτορ σχετικά με τηβραδιά που θα ακολουθούσε και τα άτομα που θα συμμετείχαν, όμως εκείνη τη στιγμή ήρθαν κοντά

Page 120: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

τους κάποιοι άλλοι καλεσμένοι στο πάρτι κι έτσι πέρασαν στις συστάσεις και στις αναπόφευκτεςσυζητήσεις για το ποιος ήταν και το πώς είχε βρεθεί στη Νέα Υόρκη. Αποδείχτηκε πως ένας απότους καλεσμένους ήταν εκτός των άλλων μέλος της επιτροπής που είχε εγκρίνει την υποτροφία τουκαι γνώριζε ήδη πολλά πράγματα γι’ αυτόν. Άλλη μια σύμπτωση; Το χαμόγελο του Βίκτορπαρέμενε αινιγματικό όπως πάντα ενόσω κατηύθυνε όλες τις συζητήσεις. Ένας ιδανικός κονφερασιέ.

Οι γυναίκες επέστρεψαν και μπήκαν στην παρέα τους. Η Λόραλιν κρατούσε τη Μιράντα από τοχέρι.

Τους ζητήθηκε να περάσουν στην τραπεζαρία, στην απέναντι πλευρά του ορόφου, καθώς τοφαγητό είχε σερβιριστεί.

Στην κουζίνα του υπογείου πρέπει να εργαζόταν κάποιος επαγγελματίας σεφ, δεδομένου ότικανείς από τους οικοδεσπότες δεν έδειχνε να απασχολείται με το μαγείρεμα. Τους καλεσμένουςσερβίρισε ένας απαθής μπάτλερ, ο οποίος φορούσε μαύρη λιβρέα κι έμοιαζε βγαλμένος κατευθείανμέσα από τις σελίδες μυθιστορήματος του μεσοπολέμου.

Το δείπνο ξεκίνησε με χτένια Σεν Ζακ, η μαλακή σάρκα των οποίων έπλεε μέσα σε μια λεία καιπυκνή σάλτσα μπεσαμέλ με γεύση μανιταριών. Ακολούθησε μια μοναδικά ανάλαφρη λεμονάτηγλώσσα, έξοχα φιλεταρισμένη και ψημένη υποδειγματικά στο γκριλ, με μια ιδέα βούτυρου καιμαϊντανού. Τα κρασιά που συνόδευαν το φαγητό ήταν επίσης εξαιρετικά, αν έκρινε κανείς από τιςαντιδράσεις των υπόλοιπων συνδαιτυμόνων, ενώ ο Ντόμινικ αισθανόταν και πάλι κάπως αμήχαναλόγω του ότι δεν έπινε.

Καθόταν ανάμεσα στη Λόραλιν και τον Βίκτορ στο στρογγυλό τραπέζι, με τη Μιράντα στααριστερά της Λόραλιν, και παρατήρησε πως τα χέρια της ξανθιάς νεαρής γυναίκας συχνά τρύπωνανκάτω από το τραπέζι και έπαιζαν με μια ολοένα και πιο νευρική Μιράντα.

Το δείπνο ολοκληρώθηκε με μια μεγάλη ποικιλία μαλακών και αρωματικών ευρωπαϊκών τυριών,συνοδευόμενων από φράουλες με σαντιγί. Απλές επιλογές, παρουσιασμένες όμως με ιδιαίτερηφινέτσα.

Οι δύο γυναίκες ζήτησαν από τη συντροφιά να τις συγχωρέσει την ώρα που σερβιρίζονταν οικαφέδες και ο Βίκτορ τούς έκανε ένα νεύμα με το κεφάλι ότι μπορούσαν να πηγαίνουν. Από τηναπέναντι πλευρά του τραπεζιού το μέλος της επιτροπής έκανε ερωτήσεις στον Ντόμινικ σχετικά μετην πρόοδο της έρευνάς του κι εκείνος αναγκάστηκε να παραδεχτεί πως τα έγγραφα που μελετούσεστη βιβλιοθήκη είχαν αρχίσει να τον προσανατολίζουν σε διαφορετική κατεύθυνση σε σχέση με τοαρχικό του σχέδιο, προς τη συγγραφή ενός μυθιστορήματος.

«Α», έκανε ο συνομιλητής του. «Τα μυθιστορήματα πάντα φτάνουν πολύ πιο κοντά στοπραγματικό πρόσωπο της ζωής, δε βρίσκετε;»

«Πρόκειται για ένα χώρο εντελώς καινούριο για εμένα», απάντησε ο Ντόμινικ.«Είμαι βέβαιος ότι θα τα καταφέρετε περίφημα».«Το ελπίζω, αλλά δεν έχω πάρει ακόμη κάποια οριστική απόφαση», πρόσθεσε.Όσοι είχαν απομείνει στο τραπέζι επέστρεψαν και πάλι στο καθιστικό.Η Λόραλιν βρισκόταν ήδη εκεί, καθόταν στο σκαμπό του πιάνου, παίζοντας σιγανά μια μελωδία

την οποία ο Ντόμινικ αναγνώριζε, αλλά δεν μπορούσε να θυμηθεί τίτλο ή συνθέτη. Δίπλα τηςκαθόταν η Μιράντα, χωρίς την κόκκινη τουαλέτα που φορούσε νωρίτερα, αλλά ντυμένη τώρα μ’ ένααδιαφανές νεγκλιζέ που έφτανε στα μισά των μηρών της. Φορούσε επίσης κολάρο σκύλου, στοοποίο είχε περαστεί μια χαλαρή αλυσίδα που κατέληγε στον έναν καρπό της Λόραλιν.

«Ααα...» έκανε ο Βίκτορ, συνοδεύοντας τον Ντόμινικ σε μία από τις καρέκλες που είχαν

Page 121: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

τοποθετηθεί στο δωμάτιο, στραμμένες προς το χώρο όπου βρίσκονταν το πιάνο και οι δύο γυναίκες.Οι υπόλοιποι καλεσμένοι κάθισαν επίσης στις θέσεις τους.

«Η αποψινή μας διασκέδαση. Η Λόραλιν θα στρώσει την καινούρια».«Θα τη στρώσει;» απόρησε ο Ντόμινικ.«Μη φανταστείς τίποτα ιδιαίτερα τραβηγμένο», διευκρίνισε ο Βίκτορ. «Είναι ακόμη νωρίς.

Απλώς όσο πρέπει, για να φανεί αν έχει την αποφασιστικότητα να ενταχθεί στη μικρή μαςσυντροφιά». Όταν κάθισε ο Ντόμινικ στην καρέκλα του, ο Βίκτορ πλησίασε τις δύο γυναίκες και ηΛόραλιν σταμάτησε να παίζει, κατέβασε το καπάκι των πλήκτρων και σηκώθηκε με χάρη από τοσκαμπό, εντυπωσιακή. Ο Βίκτορ ακούμπησε την παλάμη του στον ώμο της Μιράντα και έδωσε στηνεαρή γυναίκα να καταλάβει ότι έπρεπε να γονατίσει δίπλα στο άδειο πλέον σκαμπό και ναακουμπήσει το κεφάλι της στο κάθισμά του. Οι κινήσεις της Μιράντα ήταν διστακτικές καθώςσυνειδητοποιούσε τι μάλλον θα επακολουθούσε, ωστόσο, αν και δίχως καμία σπουδή, υπάκουσεστην οδηγία. Από τη στιγμή που πήρε θέση, ο Βίκτορ, με μια θεατρική κίνηση προς τέρψιν τωνθεατών, έπιασε το κάτω μέρος του νεγκλιζέ της Μιράντα και το σήκωσε, αποκαλύπτοντας τα γυμνάοπίσθια και ολόκληρους τους μηρούς της. Η Λόραλιν τράβηξε την αλυσίδα, υποχρεώνοντας τηΜιράντα να κρατά το κεφάλι της σε ευθεία, προς την αντίθετη κατεύθυνση την ώρα που της έπιανετα μαλλιά και τα έδενε με ένα λαστιχάκι έτσι ώστε να μην κρύβουν πλέον τη θέα σε κανέναν,αφήνοντας εκτεθειμένο στην πορεία τον ευάλωτο σβέρκο της Μιράντα.

Ξαφνικά ο Βίκτορ πήρε θέση ανάμεσα στα πόδια της και τα έσπρωξε για να ανοίξουνπερισσότερο. Η Μιράντα αναγκάστηκε να αλλάξει θέση έτσι όπως ήταν γονατισμένη στο ξύλινοπάτωμα, αποκαλύπτοντας το σκούρο άνοιγμα του πρωκτού της σε όλους.

Πάνω στο πιάνο υπήρχε ένα πλατύ μαστίγιο, το οποίο έπιασε η Λόραλιν και το πέρασε στονΒίκτορ.

Εκείνος το σήκωσε ψηλά και, με μια θριαμβευτική κίνηση, χτύπησε τα λευκά κωλομάγουλα τηςΜιράντα.

Η πρώτη της τσιρίδα φανέρωνε πόνο και έκπληξη. Πόσα πράγματα της είχαν πει εκ τωνπροτέρων για τα όσα θα της έκαναν; Δεν μπορεί να μην είχε δώσει τη συγκατάθεσή της. Ο Ντόμινικδε γνώριζε πλήρως τις πρακτικές του χώρου, πέρα απ’ όσα είχε διαβάσει, όμως απ’ ό,τι του είχε πειη Λόραλιν βασικό στοιχείο ήταν όλοι οι συμμετέχοντες να είναι ενήμεροι και πρόθυμοι.

Μέχρι να τελειώσει η βραδιά, τα κωλομάγουλά της ήταν σχεδόν τόσο άλικα όσο και η τουαλέταπου φορούσε νωρίτερα. Μετά τις ξυλιές, η Λόραλιν τη βοήθησε να σηκωθεί. Εκείνη στάθηκε όρθιαμε δυσκολία, το μακιγιάζ της είχε τρέξει στο σαστισμένο πρόσωπό της, ενστικτωδώς έπιασε τονεγκλιζέ, το οποίο εξακολουθούσε να είναι μαζεμένο πάνω από τη μέση της, και το κατέβασε για ναπροστατέψει τα απόκρυφά της. Απέφυγε να κοιτάξει τους θεατές καθώς την οδηγούσαν εκτόςδωματίου.

Εν τω μεταξύ, ο Έντουαρντ και η Κλαρίσα είχαν αρχίσει να κινούνται ανάμεσα στουςκαλεσμένους τους προσφέροντας λικέρ.

«Λοιπόν, πώς σου φάνηκε;» ρώτησε ο Βίκτορ τον Ντόμινικ.«Εντυπωσιακό».«Καινούρια εμπειρία για σένα;»Ο Ντόμινικ δεν απάντησε αμέσως, το σκέφτηκε λίγο. «Όχι ακριβώς», είπε. «Η Σάμερ, η

βιολονίστρια, μου είπε κάποτε ότι είχε πάει σε τέτοιες λέσχες κάποιες φορές, όπου της έριξαν ξυλιές,χαστούκια, δεν είμαι σίγουρος...»

Page 122: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Αλήθεια;»«Εγώ δεν ήμουν παρών σε καμία από τις επισκέψεις», ξεκαθάρισε ο Ντόμινικ, «όμως ξέρω ότι το

απόλαυσε ιδιαίτερα. Μου έκανε εντύπωση. Οφείλω να ομολογήσω ότι ουδέποτε μπήκα στονπειρασμό να γίνω αποδέκτης τέτοιας μεταχείρισης. Φοβάμαι πως θα είχε αρνητική επίδραση στηστύση μου».

«Πολύ αστείο», σχολίασε ο Βίκτορ. «Πάντως, ήταν ευχάριστο θέαμα, δε βρίσκεις; Όπως βλέπεις,το σεξ δεν προκύπτει αυτόματα στο χώρο μας, στη μικρή μας παρέα. Δεν αποκλείεται βεβαίως·απλώς αυτή είναι η μία πλευρά του νομίσματος».

«Κατάλαβα», κατένευσε ο Ντόμινικ.«Θα σου άρεσε να δεις περισσότερα πράγματα, να συμμετάσχεις;» τον ρώτησε ο Βίκτορ.«Ίσως».«Το συμβόλαιό μου στη Νέα Υόρκη λήγει σε τρεις μήνες, οπότε θα αναχωρήσω για νέα μέρη,

δεν ξέρω ακόμη για πού, ενδεχομένως να επιστρέψω στην πατρίδα για ένα διάστημα. Σκέφτηκα ναοργανώσω ένα μεγάλο πάρτι. Το πάρτι που θα αποτελέσει μέτρο σύγκρισης για όλα τα επόμενα.Έχω ένα έξοχο κεντρικό κομμάτι κατά νου, ένα πραγματικό αστέρι, δεν είναι ακόμη απολύτωςέτοιμη, αλλά ξέρω πώς να τη φέρω με τα νερά μας. Είμαι σίγουρος πως θα αρέσει και σε σένα»,κατέληξε ο Βίκτορ. «Θα σου αρέσει αυτό το παιχνιδάκι. Θα σου πρότεινα να έρθεις. Θέλωπραγματικά να προσφέρω μια αξέχαστη εμπειρία, όταν έρθει αυτή η μέρα».

Η ώρα ήταν περασμένη. Ίσως η Σάμερ να του είχε αφήσει κάποιο μήνυμα από το δωμάτιο τουξενοδοχείου της. Ο Ντόμινικ ήταν έτοιμος να επιστρέψει στο Μανχάταν.

«Πολύ πιθανόν, Βίκτορ. Πολύ πιθανόν».Παρ’ όλα αυτά, ήξερε κιόλας πως, όταν θα του σφύριζε ο Βίκτορ, θα έτρεχε να συμμετάσχει.

Ήταν απίστευτη η ευκολία με την οποία διέκρινε ο Βίκτορ το γούστο του Ντόμινικ στις γυναίκες.Ήδη τον είχε συναρπάσει το πέπλο μυστηρίου που κάλυπτε εκείνο το αστέρι το οποίο του είπε ότιείχε κατά νου.

Στο Μέιν, στο σκέλος της περιοδείας της που την είχε φέρει στην Ανατολική Ακτή, η Σάμερ είχεαποχωρήσει νωρίς από τα καμαρίνια, όπου οι συνάδελφοι μουσικοί γιόρταζαν με ποτά το ιδιαίτεραεπιτυχημένο κονσέρτο εκείνης της βραδιάς. Δεν είχε διάθεση για κουβέντες, ούτε για ποτά.Επέστρεψε αμέσως στο ξενοδοχείο με ταξί και έκλεισε με δύναμη πίσω της την πόρτα.

Εδώ γδύθηκε, έκανε ένα καυτό ντους, στέγνωσε και πέρασε γυμνή στο δωμάτιο. Η βαλίτσαβρισκόταν κάτω από το κρεβάτι. Την τράβηξε έξω κι έβγαλε τον κορσέ από την πλαστική σακούλαμέσα στην οποία τον είχε τοποθετήσει βιαστικά, όταν, παρορμητικά, τον πήρε από την ντουλάπα τουδιαμερίσματος στη Νέα Υόρκη. Μέχρι να φορέσει τον κορσέ και να τον δέσει όσο πιο σφιχτάμπορούσε, διαπίστωσε πως η ώρα είχε πάει κιόλας μία. Από το παράθυρο του δωματίου της, στοδέκατο πέμπτο όροφο του πολυτελούς ξενοδοχείου, μπορούσε να διακρίνει τα φώτα του κεντρικούσιδηροδρομικού σταθμού πέρα από το δρόμο και, στο βάθος, το ήσυχο λαμπύρισμα των νερών μιαςαπέραντης λίμνης.

Όλα αυτά τα έκανε στο σκοτάδι. Τώρα άναβε το κεντρικό φως του δωματίου και στρεφόταν νααντικρίσει τον ολόσωμο καθρέφτη στο εσωτερικό της πόρτας της ντουλάπας. Ο μαύρος κορσέςφυλάκιζε την ήδη λεπτή μέση της, οι μπανέλες του πίεζαν με δύναμη τη χλομή επιδερμίδα της,τονίζοντας τα στήθη της, προτάσσοντάς τα σαν προσφορά, με τις σκούρες ρώγες σε στάση

Page 123: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

προσοχής, σκληρές σαν κεράσια· κάτω, ήταν τελείως γυμνή, ο θάμνος της ένας μικρός,απεριποίητος πλέον πυρήνας από φλογισμένες μπούκλες. Αυτή είμαι, σκέφτηκε στην αγκαλιά τουκορσέ που αναδείκνυε τα επίμαχα σημεία της, την προστυχιά μέσα της. Μια πόρνη; αναρωτήθηκε.

Ένα κύμα ανεξήγητης ενοχής σάρωσε το μυαλό της.Εκείνη τη στιγμή, ένιωθε ότι της άξιζε να τιμωρηθεί, να φάει ξυλιές μέχρι να νιώσει τα

κωλομάγουλά της πυρακτωμένα σαν κάρβουνα, να τη γαμήσουν ανελέητα. Ήξερε πως εκείνα τασυναισθήματα δεν είχαν λογική· πραγματικά δεν είχε κανένα λόγο να αισθάνεται ενοχές. Οισεξουαλικές παρορμήσεις ήταν αυτό ακριβώς. Ή αφηνόσουν σε αυτές, ελεύθερα, ανταποκρινόσουνκαι μάθαινες πώς να βιώνεις την ηδονή ή τις αρνιόσουν. Αυτό ήταν όλο. Οι ενοχές δεν είχαν καμίασχέση.

Το σκέφτηκε κάποια στιγμή να τηλεφωνήσει στον Ντόμινικ, όμως ένα κομμάτι του εαυτού τηςαντιστεκόταν.

Κατέβασε το παλτό της από την κρεμάστρα στην πόρτα, εκείνο το μακρύ φαρδύ πανωφόρι πουφορούσε συνήθως για να μετακινείται προς και από τους διάφορους συναυλιακούς χώρους, καθώςκάλυπτε τις βραδινές τουαλέτες της και τη βοηθούσε να περνά απαρατήρητη. Έπειτα έβαλε το πρώτοζευγάρι παπούτσια που μπόρεσε να εντοπίσει μέσα στο χαμό από ρούχα και παπούτσια που ήτανσκορπισμένα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου.

Κούμπωσε το παλτό, ένιωσε το τραχύ ύφασμα να γδέρνει τις ακάλυπτες ρώγες της, να περνάξυστά πάνω από το πυκνό τρίχωμα στην ηβική της χώρα και βγήκε γρήγορα στο μακρύ διάδρομοτου ορόφου, προχωρώντας εκεί που περίμενε το ασανσέρ. Έξω από το κτίριο, έστριψε αριστερά κιέφτασε στο τέρμα του κεντρικού δρόμου.

Ήταν ένας δρόμος που έμοιαζε ατελείωτος, πολυσύχναστος, καλά φωτισμένος, σε εύπορηπεριοχή, ενώ παρακάτω αποκτούσε μια σκοτεινή, ύποπτη, αν όχι επικίνδυνη, χροιά, καθώςφιλοξενούσε αμφιβόλου ποιότητος στέκια και καταστήματα με οικονομικά είδη, τα περισσότερα απότα οποία ήταν κλειστά εκείνη την ώρα. Αφού περιπλανήθηκε βόρεια για μισή ώρα, η Σάμερσταμάτησε. Στάθηκε σε ένα σημείο μέσα στο σκοτάδι.

Κράτησε την ανάσα της.Έλυσε τη ζώνη και ξεκούμπωσε το μπεζ πανωφόρι, αποκαλύπτοντας το σώμα της στη νύχτα.Λίγα μόλις μέτρα παρακάτω, έτσι όπως έγερνε πάνω στα μεταλλικά στόρια ενός κλειστού

καταστήματος, εκτεθειμένη σε δημόσια θέα κάτω από ένα φως που τρεμόπαιζε, τα αυτοκίνηταπερνούσαν με ταχύτητα στον κεντρικό δρόμο. Κανένα δεν επιβράδυνε, θαρρείς και η Σάμερ δεβρισκόταν καν εκεί ή δεν άξιζε να ασχοληθεί κανείς μαζί της, ούτε για μία στιγμή.

Το μυαλό της είχε σαστίσει. Κάτω το μουνάκι της είχε πάρει φωτιά – ή μήπως ήταν το πρόσωπότης, η καρδιά της;

Σταδιακά, ξεπρόβαλε η σιλουέτα ενός περαστικού που κατηφόριζε προς το μέρος της. Ήταν έναςάντρας. Ήταν εμφανές ότι παραπατούσε, μεθυσμένος, κρατώντας σφιχτά στο χέρι μια καφέχαρτοσακούλα, μέσα από την οποία ξεχώριζε ο λαιμός ενός μπουκαλιού. Φτάνοντας στο ύψος της,επιβράδυνε. Γύρισε και την κοίταξε. Σταμάτησε.

«Γάμησέ με», είπε η Σάμερ στον άγνωστο μεθυσμένο. Τον ικέτευε, αδιαφορούσε για τηναξιοπρέπειά της, ήταν απελπισμένη.

Ο άντρας είχε απομείνει να την κοιτάζει, ζαλισμένος.«Σε παρακαλώ».Τι άλλο έπρεπε να κάνει; Να πέσει στα τέσσερα, να τουρλώσει τον κώλο της, να ανοίξει τα χείλη

Page 124: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

του αιδοίου της;Ο άντρας είχε λόξιγκα, τα μάτια του έμοιαζαν υπνωτισμένα μπροστά στο προκλητικό θέαμα. Ένα

λεπτό χαμόγελο έκανε την εμφάνισή του καθώς κοίταζε λιγωμένος τις θηλές της, το ακάλυπτο μουνίτης. Ύστερα έκανε ένα βήμα μπροστά, μετά και δεύτερο, και συνέχισε να κατηφορίζει το δρόμο.

Αγνοώντας τη.Δέκα λεπτά αργότερα, καρφωμένη ακόμη στο ίδιο σημείο, μπροστά στα μεταλλικά στόρια του

καταστήματος, η Σάμερ συνειδητοποίησε πως με κάποιο τρόπο είχε καταντήσει παρωδία πρόστυχουγέρου επιδειξία που ανοίγει την καμπαρντίνα του για να δείξει τα γεννητικά του όργανα.Ανατρίχιασε.

Έκλεισε το παλτό της, κουμπώθηκε κι έσφιξε τη ζώνη. Σε μια τσέπη βρήκε μερικά τσαλακωμέναχαρτονομίσματα. Πλησίασε στην άκρη του πεζοδρομίου, σταμάτησε ένα ταξί και επέστρεψε στοξενοδοχείο της.

Έκανε ξανά ντους, για να ξεπλύνει από πάνω της όχι μόνο τη βρομιά αλλά και την ανάμνηση τηςαπόγνωσής της, αποφασισμένη να μη φορέσει ποτέ ξανά εκείνο τον κορσέ.

Κοιμήθηκε βαθιά.Την ξύπνησε το πρωί το τηλεφώνημα από την ατζέντισσά της. Ήθελε να μάθει αν η Σάμερ θα

ήταν διατεθειμένη να παρατείνει την περιοδεία της, η οποία ήταν προγραμματισμένη να τελειώσει σελίγες εβδομάδες, προσθέτοντας ένα επιπλέον δεκαπενθήμερο προκειμένου να ταξιδέψει στηνΑυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία.

Page 125: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

9

Η Επιστροφή

ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ μού προκαλούσαν τόση χαρά όσο το να περνώ κάτω από τη μεγάλη ξύλινηπύλη στο αεροδρόμιο του Όκλαντ, η οποία σηματοδοτούσε το τέλος του διαδρόμου προσγείωσηςκαι την άφιξη στη Νέα Ζηλανδία.

Ο ήχος είναι που μου έκανε πάντοτε πρώτος εντύπωση, το ηχογραφημένο τραγούδι των πουλιώντούι που έπαιζε γύρω από την πύλη, λίγο πριν από τον έλεγχο των διαβατηρίων, μια τελετουργικήκαμάρα σκαλισμένη με παραδοσιακές μορφές των Μαορί που χώριζαν την πατρίδα μου από τονυπόλοιπο κόσμο.

Φτάνοντας σ’ εκείνο το σημείο, χρειάστηκε να καταβάλω προσπάθεια ώστε να μην τρέξω για ναπεράσω από την πόρτα και να φιλήσω το χώμα, όπως κάνει ο Πάπας, κίνηση που στη δική μουπερίπτωση μάλλον θα έκανε τους υπευθύνους του αεροδρομίου να με στρώσουν στο κυνήγι και μιααγέλη καλά εκπαιδευμένων λαγωνικών να αμοληθεί για να εντοπίσει τυχόν απαγορευμένα φρούτακαι λαχανικά στις αποσκευές μου.

Ανέκαθεν αισθανόμουν κάπως αμήχανα απέναντι στο δέσιμό μου με τη Νέα Ζηλανδία, ειδικάαπό τη στιγμή που είχα φύγει γιατί εγώ το θέλησα, σπάνια την επισκεπτόμουν και δεν ήμουνσίγουρη αν ήθελα να επιστρέψω κάποια στιγμή οριστικά. Ήταν ο τόπος που μου έλειπε,περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Καμία άλλη εικόνα στον κόσμο δεν έκανε την καρδιά μου νασκιρτά τόσο όσο η θέα της Αοτερόα όπως απλωνόταν μέσα από το παράθυρο του αεροπλάνου.

Η Αοτερόα, η γη του μεγάλου λευκού σύννεφου. Παράξενο όνομα για έναν τόπο πουχαρακτηριστικό του δεν είναι τα σύννεφα, αλλά οι λόφοι, που ξεπροβάλλουν μέσα από τις πεδιάδεςσαν κοιλιές εγκύων γυναικών, ωκεανοί καθάριοι και φωτεινοί σαν μάτι ψαριού, ποτάμια πουεκτείνονται νωχελικά από το ένα άκρο της χώρας μέχρι το άλλο, λεία χρυσαφένια νερά γεμάτα χέλιακαι πέστροφες, μια διαρκής υπενθύμιση των ζεστών απογευμάτων και των Σαββατοκύριακων πουείχα περάσει επιπλέοντας στα νερά του Γουαϊχού.

Είχα καταφέρει να εξασφαλίσω μερικές μέρες πριν από την έναρξη αυτού του σκέλους τηςπεριοδείας προκειμένου να επισκεφτώ την οικογένειά μου στην Τε Αρόχα, τη μικρή πόλη στοΒόρειο Νησί όπου γεννήθηκα, λίγες ώρες νοτιότερα του Όκλαντ.

Είχαν επικοινωνήσει από το λύκειό μου και μου είχαν ζητήσει να πω λίγα λόγια την ώρα τηςπρωινής συγκέντρωσης των μαθητών, εξέλιξη μάλλον ειρωνική, καθώς οι βαθμοί μου ουδέποτεήταν ιδιαίτερα καλοί και είχα εγκαταλείψει το πανεπιστήμιο έχοντας σπουδάσει μουσική για έναμόλις έτος. Μου είχε ζητηθεί επίσης να δώσω μια σύντομη παράσταση στη μεγάλη αίθουσα τουσχολείου λόγω της επιστροφής μου, ενώ η μητέρα μου με περηφάνια με ενημέρωσε πως ηφωτογραφία μου είχε δημοσιευτεί στην τοπική εφημερίδα. Ευτυχώς, δεν ήταν η φωτογραφία πουείχε χρησιμοποιηθεί στις αφίσες που κυκλοφόρησαν στη Νέα Υόρκη και στην οποία ήμουν τελείωςγυμνή.

Page 126: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Παρέλαβα τις αποσκευές μου και πέρασα γρήγορα στην αίθουσα αφίξεων, αναζητώντας μεανυπομονησία τον αδερφό μου, τον Μπεν, ο οποίος θα ερχόταν να με παραλάβει. Εργαζόταν στοχαλυβουργείο κοντά στο Πουκεκόχε, αλλά είχε πάρει άδεια εκείνη την εβδομάδα για να βρίσκεταιστην Τε Αρόχα και να με δει όσο θα καθόμουν εκεί.

Δεν τον έβλεπα πουθενά.Το κινητό μου βούιξε μέσα στην τσέπη μου.«Έλα, αδερφούλα! Βγες έξω. Κόβω βόλτες για να μην πληρώσω πάρκινγκ».Κλασικά.Τον εντόπισα και του έκανα νόημα ενώ συμπλήρωνε τον πέμπτο γύρο στο χώρο απ’ όπου

έβγαιναν οι επιβάτες.«Γεια σου, Μπεν!»«Αδερφούλα μου!»Ο Μπεν πετάχτηκε έξω από το αυτοκίνητο και με έκλεισε στην αγκαλιά του. Μύριζε ιδρώτα και

γράσο. Ελάχιστα είχε αλλάξει από την τελευταία φορά που τον είχα δει, αν και οι ώμοι του είχανφαρδύνει κάπως από τότε που άρχισε να εργάζεται στη χαλυβουργία, ενώ στα σκούρα μαλλιά τουείχαν αρχίσει να διακρίνονται μερικές γκρίζες πινελιές.

«Έλα, μπες μέσα γρήγορα, προτού μας τσακώσουν», είπε, γνέφοντας με το κεφάλι προς τιςαυστηρές πινακίδες που μόνο με βέβαιο θάνατο δεν απειλούσαν όσους άφηναν τα αυτοκίνητά τουςστο χώρο παραλαβής των επιβατών.

Ακούμπησε τη θήκη του βιολιού μου στο πίσω κάθισμα προσεκτικά, λες και κρατούσενεογέννητο.

Ο αδερφός μου είχε το ίδιο αυτοκίνητο από τότε που τον θυμόμουν, ένα κόκκινο Toyota στέισονβάγκον, το οποίο είχε αγοράσει μεταχειρισμένο με τα λεφτά που κάποιος άλλος θα αγόραζεποδήλατο και το είχε επισκευάσει με υπομονή και επιμονή, αποκαθιστώντας το σε σημείο που θαζήλευε ακόμη και οδηγός της Φόρμουλα Ένα.

«Πιάνει τα εκατό χιλιόμετρα μέσα σε δεκαπέντε λεπτά», μου είχε πει με περηφάνια την πρώτηφορά που κατάφερε να το βάλει μπροστά.

Κάθισα στη θέση του συνοδηγού, απολαμβάνοντας την αίσθηση της οικειότητας που συνοδεύειτη γλυκιά επιστροφή σε κάτι που δεν έχει αλλάξει παρά τη μακρά απουσία σου. Ο αδερφός μου καιτο αυτοκίνητό του ήταν δύο παράμετροι σταθερές, όπως η δύση του ήλιου.

Μια σιγανή βροχή είχε αρχίσει να πέφτει και οι υαλοκαθαριστήρες σάρωναν σταθερά τοπαρμπρίζ, τρίζοντας καθώς συναντούσαν το γυαλί.

Ήταν χειμώνας στη Νέα Ζηλανδία, αλλά ο καιρός εξακολουθούσε να είναι αρκετά ήπιος, πολύπιο ζεστός απ’ ό,τι ο χειμώνας στη Νέα Υόρκη. Παρά τους γκρίζους ουρανούς, η όλη εικόνα ήτανπολύ πιο τροπική απ’ όσο θυμόμουν.

Κοίταζα έξω από το παράθυρο τους φοίνικες που εκτείνονταν κατά μήκος του δρόμου πουοδηγούσε στο αεροδρόμιο.

«Ποπό», έκανα. «Δε θυμάμαι να ήταν έτσι ο τόπος. Μοιάζει με νησί».«Νησί είναι», απάντησε λογικά ο Μπεν.«Εννοώ κανονικό νησί, όπως αυτά του Ειρηνικού».«Δε μου λες, σχολείο πήγες; Αδερφούλα, η μεγαλούπολη δε σε βοήθησε και τόσο, ε; Σουρωτήρι

σ’ το έκανε το μυαλό το νέφος;»Έσκυψα προς το μέρος του και του έκοψα μία στο πόδι.

Page 127: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Ο Μπεν είχε φύγει από τη Νέα Ζηλανδία μόνο μία φορά, για να ταξιδέψει στο Μπρίσμπεϊν έναΣαββατοκύριακο, για σέρφινγκ. Δεν έβρισκε κάποιο λόγο να φύγει.

«Θες να βάλεις μια κασέτα;»Είχε ακόμη εκείνο το κασετόφωνο στο Toyota, και ο χώρος στα πόδια του συνοδηγού ήταν τίγκα

στις κασέτες. Βάλθηκα να τις ψάχνω.«Σαντέ;» ρώτησα, με πειραχτική διάθεση.«Γιατί; Καλή είναι. Καλύτερη από τον Μπετόβεν».Κοίταζα έξω από το παράθυρο, εντυπωσιασμένη από την απουσία αυτοκινήτων, από τα απέραντα

λιβάδια που απλώνονταν γύρω από το δρόμο. Την τελευταία φορά που είχα πάει στο Όκλαντ είχατην αίσθηση πως είχα πέσει σε ένα χωνευτήρι ανθρώπων και αυτοκινήτων, κίνηση παντού, τώραόμως ακόμη και τα πιο πολυσύχναστα μέρη φάνταζαν επαρχιακά.

«Λοιπόν, σου είπε η μαμά ότι παντρεύομαι;»«Όχι! Δεν ήξερα καν πως είχες κοπέλα! Πότε έγινε αυτό;»«Γύρω στο μήνα έχει. Τη λένε Ρεμπέκα. Μπεξ τη φωνάζουμε. Έζησε στο Λονδίνο για ένα

διάστημα, οπότε θα έχετε θέμα συζήτησης».«Τι λες τώρα... Μπράβο, αδερφέ μου».«Επίσης, είναι έγκυος».«Καλά, θα τα πάρω τώρα. Γιατί δε μου λέτε τίποτα απ’ όσα συμβαίνουν;»«Αφού δε σε βρίσκουμε ποτέ στο τηλέφωνο!»«Υπάρχουν και τα emails».«Δεν υπάρχει περίπτωση να σου πω ότι θα γίνω πατέρας με email. Τέλος πάντων, θα τη

γνωρίσεις στο κονσέρτο που θα δώσεις. Είναι στην Ταουράνγκα αυτές τις μέρες, έχει πάει στουςδικούς της».

Σωπάσαμε. Η βροχή είχε αρχίσει να δυναμώνει και η κίνηση είχε πυκνώσει, οι γνωστές ουρές πουσχημάτιζαν στην πόλη οι εργαζόμενοι που αναχωρούσαν για πιο ήσυχα μέρη για να περάσουν τοΣαββατοκύριακο.

Πότε είχα τηλεφωνήσει τελευταία φορά στους δικούς μου; Τους σκεφτόμουν πολύ, τηνοικογένειά μου, τους φίλους μου, τη Νέα Ζηλανδία γενικά, όμως τηλέφωνο είχα να πάρω από ταΧριστούγεννα, πριν από έξι μήνες, και τότε είχα μιλήσει μόνο στη μητέρα και τον πατέρα μου. ΣτονΜπεν είχα να μιλήσω πάνω από χρόνο.

«Χαίρομαι που σε βλέπω, Μπεν», είπα, νιώθοντας να πλημμυρίζω από θλίψη, με τη διάθεσή μουξαφνικά να φαντάζει γκρίζα, σαν τον καιρό που έκανε έξω.

«Κι εγώ, αδερφούλα. Μας έλειψες».Περάσαμε την υπόλοιπη διαδρομή συζητώντας για παλιούς φίλους και γνωστούς. Τίποτα δεν είχε

αλλάξει ιδιαίτερα, πέρα από τους αναμενόμενους γάμους και τις γεννήσεις στις τάξεις των πιο νέων,τα διαζύγια στις τάξεις των μεγαλύτερων σε ηλικία. Πάντα μου έκανε εντύπωση όταν μάθαινα πωςζευγάρια τα οποία γνώριζα όταν έφυγα είχαν καταφέρει τελικά να μείνουν μαζί.

Οι γονείς μου ανήκαν σε αυτή την κατηγορία, είχαν συμπληρώσει περισσότερα από τριάνταχρόνια γάμου. Πάντοτε έδειχναν αγάπη ο ένας στον άλλο, αν και ποτέ μου δε θεώρησα ότι ήτανπραγματικά ερωτευμένοι. Ο αδερφός και η αδερφή μου διαφωνούσαν μαζί μου σε αυτό το σημείο:θεωρούσαν τους γονείς μας υποδείγματα ρομαντισμού, τη ζωντανή απόδειξη πως δύο άνθρωποιμπορούσαν να μείνουν μαζί, όσες αναποδιές κι αν συναντούσαν στη ζωή. Εγώ, πάλι, είχα τηναίσθηση πως είχαν καταφέρει να κρατήσουν το γάμο τους γιατί το να μείνουν μαζί ήταν ευκολότερο

Page 128: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

και πιο ευχάριστο από την εναλλακτική, να βρεθούν αντιμέτωποι με ένα διαζύγιο και μετά νακαταλήξουν μόνοι. Ανέκαθεν ήμουν η κυνική της οικογένειας.

Περίμενα να δω την Τε Αρόχα να ξεδιπλώνεται γύρω μου πριν ακόμη περάσουμε την πινακίδα πουκαλωσόριζε τους ταξιδιώτες και μας πληροφορούσε ότι είχαμε φτάσει και επισήμως στην πόλη.

Η πόλη μού προκαλούσε πάντοτε την εντύπωση ότι καλυπτόταν από ένα φως ελαφρώςσκοτεινότερο απ’ ό,τι εκείνο των γειτονικών περιοχών. Είχα την αίσθηση ότι ζούσαμε στη σκιά τουβουνού, του όρους Τε Αρόχα, κι ότι η σκιά του έφτανε πολύ μακρύτερα και πλατύτερα απ’ ό,τι θαέπρεπε κανονικά, καλύπτοντας ολόκληρη την πόλη. Η υπόλοιπη οικογένειά μου με θεωρούσε τρελή·πίστευαν πως το φως στην Τε Αρόχα ήταν το ίδιο όπως παντού. Εγώ το έβρισκα πνιγηρό, σαν νακοιμάσαι σε κρεβάτι με τα σκεπάσματα στρωμένα υπερβολικά σφιχτά.

Το βουνό υψωνόταν στο βάθος, ένας σκούρος όγκος στον ορίζοντα, όποια εποχή του έτους κι ανήταν. Ήταν ο λόγος για τον οποίο υπήρχε η πόλη και η πρώτη διέξοδος από αυτή που ανακάλυψα.

Είχα ανέβει στο βουνό παιδάκι ακόμη, με τον πατέρα μου. Τα είχα παρατήσει κάπου στα ριζά,γιατί το έδαφος ήταν λασπώδες και η ανάβαση φάνταζε ακατόρθωτη. Τα πόδια μου δεν έβρισκανπατήματα, οπότε ο πατέρας μου με είχε σηκώσει, με είχε βάλει στους ώμους του και με είχεκουβαλήσει μέχρι την κορυφή.

Όταν κοίταξα τριγύρω και αντίκρισα αυτό που φανταζόμουν πως ήταν ο υπόλοιπος κόσμος νααπλώνεται μπροστά μας, είχα νιώσει για μερικές στιγμές πως είχα απελευθερωθεί επιτέλους από τησκιά που έριχνε εκείνο το βουνό, κι από εκείνη τη μέρα και μετά έβλεπα ό,τι υπήρχε πέρα από ταόρια της πόλης σαν τη Γη της Επαγγελίας. Έφυγα την επομένη που τελείωσα το σχολείο και δενεπέστρεψα ξανά, πέρα από κάποιες σπάνιες επισκέψεις.

Ήμουν η μικρότερη και πάντοτε η παράξενη της οικογένειας. Η μεγαλύτερη αδερφή μου, η Φραν,εργαζόταν στο τοπικό υποκατάστημα της Τράπεζας της Νέας Ζηλανδίας. Τα τελευταία δέκα χρόνιαβρισκόταν στην ίδια δουλειά και δεν είχε καμία απολύτως πρόθεση να αποχωρήσει. Ο αδερφός μουείχε σπουδάσει δι’ αλληλογραφίας στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο και είχε δίπλωμα μηχανολόγου, εγώόμως ήμουν η μόνη που πήγε στο πανεπιστήμιο, έστω κι αν δεν έμεινα για πολύ.

Ποτέ δεν είχα κατορθώσει να εξηγήσω την ανάγκη που αισθανόμουν να βρίσκομαι διαρκώς σεκίνηση. Στη Νέα Υόρκη μάλλον μπήκα σε μεγαλύτερη σειρά απ’ ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη φάση τηςζωής μου, ενώ η άνεση που αισθανόμουν εκεί, και στο Λονδίνο, πιθανότατα είχε να κάνει με τογεγονός ότι οι δύο πόλεις διαρκώς άλλαζαν και ότι στα μέρη εκείνα περιτριγυριζόμουν από συνεχήκίνηση, απολάμβανα την ηρεμία στο μάτι του κυκλώνα αντί να φέρνω ασταμάτητα βόλτες γύρω απότον εαυτό μου προσπαθώντας να προκαλέσω τη δική μου θύελλα απλώς και μόνο για να ξεφύγωκάπως από την ατέρμονη ανία της ζωής σε μια μικρή πόλη.

Όταν ήμουν μικρή, όπως μου είπε η μητέρα μου, είχα κατενθουσιαστεί με ένα θίασο Τσιγγάνωνπου είχε περάσει από την Τε Αρόχα καθώς περιόδευε στη χερσόνησο Κορομάντελ. Είχαν σκαλιστάμπιχλιμπίδια που τα πουλούσαν, διάβαζαν τις κάρτες ταρό, έδιναν παραστάσεις χορού με φωτιές καιξεναγούσαν τους επισκέπτες στα πολύχρωμα τροχόσπιτα μέσα στα οποία ζούσαν.

Το μόνο που ήθελα ήταν να το σκάσω και να τους ακολουθήσω, να παίζω βιολί για τιςχορεύτριες, τις οποίες έβρισκα ασύλληπτα εξωτικές, με τα ξυπόλυτα πόδια τους στο γρασίδι και τοχαριτωμένο λίκνισμα των γοφών τους την ώρα που χειρίζονταν ραβδιά βουτηγμένα σε βενζίνη πουοι άκρες τους έπαιρναν φωτιά τόσο γρήγορα ώστε έμοιαζαν να καταπίνουν την ατμόσφαιρα.

Page 129: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Μόλις είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει όταν σταματήσαμε έξω από το πατρικό μου, το σπίτι όπουείχα ζήσει δεκαεφτά χρόνια. Ανέκαθεν είχαμε μια δυσκολία στα οικονομικά μας, και δεν ήμαστανστο ελάχιστο υλιστές, επομένως λίγα πράγματα είχαν αλλάξει εν τω μεταξύ.

Πλέον το σπίτι διέθετε νέο χώρο για τα αυτοκίνητα, ο κήπος είχε βελτιωθεί και ο φράχτης είχεπεραστεί ένα χέρι μπογιά. Η λεμονιά στην αυλή υπήρχε ακόμη, γεγονός το οποίο βρήκα παραδόξωςπαρηγορητικό, ίσως γιατί το ξύσμα των καρπών της στόλιζε τις τηγανίτες μου από τότε που έμαθανα κρατάω μαχαίρι και πιρούνι.

Το πορτάκι στην εξώπορτα πηγαινοερχόταν και τα δύο μπουλντόγκ της μητέρας μου, ο Ρούφουςκαι ο Σίλο, γρύλιζαν δυνατά, ενώ τα κοντά τους πόδια μετά βίας κατόρθωναν να πατούν στοεπόμενο σκαλοπάτι χωρίς να κουτρουβαλήσουν. Η μητέρα μου ακολουθούσε λίγο παραπίσω. Είχεβγει τρέχοντας να μας υποδεχτεί, αμέσως μόλις άκουσε τον κινητήρα του Toyota να πλησιάζει στοδρόμο.

Έβλεπα τα πρόσωπα της αδερφής μου και του πατέρα μου πίσω από το παράθυρο της κουζίνας.Χαμογελούσαν πλατιά και οι δύο. Η Φραν έμενε λίγα τετράγωνα πιο κάτω από το πατρικό μου, σεένα μικρό σπίτι που είχε αγοράσει μαζί με μια φίλη της.

Η Φραν παρέμενε πεισματικά εργένισσα εδώ και χρόνια. Σοβαρή σχέση δε φαινόταν στονορίζοντα την τελευταία φορά που είχα νέα της, αν και μετά την ανακοίνωση του Μπεν δε θα μουέκανε εντύπωση αν έβγαινε στην πόρτα μαζί με έναν άντρα και δυο κουτσούβελα πίσω της. Ημητέρα μου θα είχε ενθουσιαστεί μόλις θα έμαθε για το γάμο του Μπεν. Από τη στιγμή που τόσοεγώ όσο και η αδερφή μου δείχναμε παντελή αδιαφορία για να κάνουμε κάποια σχέση, φοβόταν πωςίσως να μην έβλεπε εγγόνια.

«Καλώς όρισες, αγάπη μου», είπε, σφίγγοντας τα μπράτσα της γύρω μου. Φορούσε μια παλιάκρεμ ποδιά, γεμάτη λεκέδες από φαγητά, πάνω από ένα τζιν παντελόνι κι ένα ανοιχτό ροζ πουλόβερ.Είχε μακιγιαριστεί για την άφιξή μου, βάζοντας μια ιδέα μάσκαρα και ρουζ. Είχε αφήσει τα μαλλιάτης να γκριζάρουν, αν και παρέμεναν πυκνά και μακριά. Ποτέ της δεν υπήρξε κοκέτα. Ήταν κάπωςπιο γεμάτη απ’ ό,τι την τελευταία φορά που την είδα, όμως της πήγαινε, όπως και τα γκρίζα μαλλιάτης. Πάντα την είχα στο νου μου σαν ένα δέντρο που απλά συνέχιζε να μεγαλώνει γαλήνια, στηνόποια κατεύθυνση το έστρεφε η φύση. Δεν την είχα ακούσει ούτε μία φορά να λέει αρνητικήκουβέντα για τον εαυτό της, ούτε ήξερα να έχει κάνει ποτέ της δίαιτα, πράγμα που μάλλον εξηγούσεγια ποιο λόγο τόσο η αδερφή μου όσο κι εγώ είχαμε σχεδόν ακλόνητη αυτοπεποίθηση.

Η Φραν ήταν η μόνη από τις τρεις μας με κοντά μαλλιά. Τα είχε κόψει όταν ήταν έφηβη και ταείχε βάψει κατάξανθα, στο πλαίσιο της μεγαλύτερης επανάστασης που είχε σημειωθεί στουςκόλπους της οικογένειάς μας πριν από την απόφασή μου να παρατήσω το πανεπιστήμιο και ναταξιδέψω στην Αυστραλία, κι από τότε τα κράτησε κοντά. Δε μοιάζαμε καθόλου, κατά την άποψήμου, οι άλλοι όμως έλεγαν πως είχαμε τις ίδιες χειρονομίες και εκφράσεις. Αν και είχαμε περάσειαρκετά χρόνια χωριστά, εξακολουθούσαμε να συμπληρώνουμε η μία τις φράσεις της άλλης και ναδιαλέγουμε αντίστοιχα ρούχα.

Η Φραν έδειχνε σαν ξωτικό, μικρόσωμη και νευρώδης, με πεταχτή μύτη και πλατύ χαμόγελο.Κυκλοφορούσε με ποδήλατο και φορούσε γυαλιά με χοντρό πλαστικό σκελετό, παρότι είχε άριστηόραση. Έμοιαζε με κοπέλα που θα συναντούσες να κάνει ποδήλατο στο Σόρντιτς του Λονδίνου, καιτο γεγονός ότι είχε επιλέξει να μείνει στην Τε Αρόχα ήταν για μένα άλυτο μυστήριο. Αρχικά είχα τηναίσθηση πως ξεχώριζε πολύ, όμως είχε μείνει τόσα χρόνια εδώ ώστε η πόλη κατέληξε να τηναφομοιώσει κατά κάποιο τρόπο, έτσι που στο τέλος κατάντησε να αποτελεί μέρος της, σαν πεταλίδα

Page 130: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

πάνω σε πλοίο.Η αγκαλιά της Φραν ήταν μαγκωμένη και σύντομη. Ποτέ της δεν αισθανόταν άνετα με τις

εκδηλώσεις στοργής. Με όσα είχα ακούσει για το πόσο κλειστοί είναι οι Βρετανοί, μου είχε κάνειεντύπωση όταν διαπίστωσα πως ήταν πολύ πιο προσηνείς από τους Πακέχα στη Νέα Ζηλανδία –τουςΝεοζηλανδούς ευρωπαϊκής καταγωγής–, οι οποίοι δεν ήταν ασυνήθιστο να χαιρετούν τους φίλουςτους με ένα χαμόγελο ή ένα διακριτικό πείραγμα.

Ο πατέρας μου στεκόταν πίσω από τις δυο τους, περιμένοντας υπομονετικά. Φορούσε ακόμη τησαλοπέτα του· σπάνια τον είχα δει να φοράει κάτι άλλο, θαρρείς και του είχε γίνει δεύτερηεπιδερμίδα, μια εικόνα τόσο οικεία όσο το να βλέπω τη μητέρα μου με ποδιά. Με αγκάλιασε, μεσήκωσε στον αέρα και με κράτησε εκεί τόση ώρα, που νόμισα πως θα μ’ έπαιρνε ο ύπνος στα χέριατου, όπως όταν ήμουν μικρή.

Η πόρτα άνοιξε ξανά και μία ακόμη σιλουέτα έκανε την εμφάνισή της στο κατώφλι, πίσω τους.Ήταν ο κύριος Φαν ντερ Βλιτ. Δεν ήταν τόσο ψηλός όσο τον θυμόμουν, αν και εξακολουθούσε

να είναι τόσο λεπτός και να διατηρεί τα τελευταία του μαλλιά περιμετρικά του κεφαλιού του. Πρέπεινα ήταν ογδοντάρης πλέον, το βλέμμα του όμως ήταν αυστηρό και φωτεινό όπως πάντα, η έκφρασήτου διαπεραστική, σαν κίσσας που είχε βάλει στο μάτι ένα ασημένιο κουτάλι.

«Μπράβο σου, παιδί μου», μου είπε την ώρα που έδινα στο ρουφηγμένο του μάγουλο ένα φιλί.Με χτύπησε τρυφερά στην πλάτη.

Δε ζούσε κοντά στους γονείς μου, ούτε είχε τακτικές επαφές μαζί τους, άρα πρέπει να είχεπεράσει από εκεί ειδικά για να με δει. Ξαφνικά ένιωσα έτοιμη να βάλω τα κλάματα.

Η Φραν με γλίτωσε από τη δύσκολη θέση.Ξερόβηξε. «Καλύτερα να περάσουμε μέσα, παιδιά. Δεν υπάρχει λόγος να στεκόμαστε εδώ.

Ακόμη και τα σκυλιά έχουν αρχίσει να πεινάνε, τέτοια αχόρταγα τέρατα που είναι».Η μητέρα μου πρέπει να μαγείρευε εβδομάδες ολόκληρες, καθώς το τραπέζι έμοιαζε έτοιμο να

καταρρεύσει υπό το βάρος όλων των αγαπημένων μου φαγητών.«Τον τελευταίο μήνα τα μαγείρευα σταδιακά και τα έβαζα στην κατάψυξη», δήλωσε με

περηφάνια.Τα λαχανικά ήταν από τον κήπο, όπου τα φρόντιζε ο πατέρας μου, ενώ το κρέας από έναν

κτηνοτρόφο της περιοχής. Ο πατέρας μου είχε ανταλλάξει κάτι λάστιχα φορτηγού με μια ολόκληρηαγελάδα, η οποία κόπηκε σε κομμάτια και αποθηκεύτηκε στο μεγάλο καταψύκτη στην αποθήκη.

Είχαμε μπίρες L&P και Speight’s για να συνοδεύσουμε το φαγητό, παγωτό βανίλια με καραμέλαπάνω σε σπιτική μηλόπιτα για γλυκό και καπάκι σοκολατάκια με γέμιση ανανά. Όταν πήγα να φέρωτο αλατοπίπερο από το αποθηκάκι, παρατήρησα πως ήταν γεμάτο με τρία διαφορετικά είδη ψωμιού.

«Δεν ήμασταν σίγουροι τι θα σου είχε λείψει περισσότερο», είπε η μητέρα μου, «γι’ αυτό πήραμετα πάντα».

Τα μάτια της είχαν αρχίσει να βουρκώνουν, ωστόσο συνέχιζε να χαμογελά.«Δεν υπάρχει περίπτωση να μπορέσω να τα φάω όλα αυτά πριν να φύγω», διαμαρτυρήθηκα.«Μια χαρά θα μπορέσεις», απάντησε εκείνη. «Θα σε βάλω εγώ».«Υπάρχει φαγητό και στη Νέα Υόρκη, μαμά».«Δε φαντάζομαι να το συγκρίνεις με το φαγητό της μητέρας σου;»«Όχι, καμία σχέση», της είπα σφίγγοντάς της τους ώμους και επέστρεψα στην καρέκλα μου.Ο Μπεν με γλίτωσε από τη συνέχεια της γκρίνιας, αν και ήξερα πως το παράπονό της ήταν απλώς

σημάδι πως της είχα λείψει.

Page 131: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Λοιπόν, αδερφούλα, για πες μας πώς τα περνάς στη μεγαλούπολη. Πώς είναι να είσαι διάσημη,ε; Έχεις δικό σου καμαρίνι;»

Γέλασα. «Μπα, είναι πολύ πιο ταπεινά απ’ ό,τι ακούγεται. Λατρεύω τις συναυλίες, όμως έχωαρχίσει να κουράζομαι που πηγαίνω από το ένα ξενοδοχείο στο άλλο με μια βαλίτσα στο χέρι».

«Με μια βαλίτσα στο χέρι;» επανέλαβε η Φραν. «Αυτό ήθελες από μικρή. Δε νομίζω πως θαγυρίσεις κάποια στιγμή για να εγκατασταθείς εδώ, έτσι δεν είναι;»

«Κάποια μέρα, ναι».Ήταν σειρά του κυρίου Φαν ντερ Βλιτ να με βγάλει από τη δύσκολη θέση. «Πού θα δώσεις το

επόμενο κονσέρτο;»«Λοιπόν, στάθηκα τυχερή και εξασφάλισα μία εβδομάδα ξεκούρασης πριν ξεκινήσουμε. Μετά θα

ταξιδέψω στο Νότο και θα ανηφορίσω από εκεί. Κράιστερτς, μετά Γουέλινγκτον, ύστερα Όκλαντκαι την επομένη πετάω για Μελβούρνη κι από εκεί για Σίντνεϊ. Όμως θα μείνω λίγες μέρες σε κάθεπόλη. Ένα γρήγορο πέρασμα. Σε κάθε σταθμό θα παίζω με κάποια τοπική ορχήστρα, είναι κι αυτόστοιχείο της προώθησης της περιοδείας, κι επίσης περιορίζονται τα έξοδα έτσι, επομένως θα περνάωαρκετό χρόνο σε πρόβες».

Η Φραν έσκασε στα γέλια και με σκούντησε στα πλευρά. «“Στοιχείο της προώθησης”»,επανέλαβε, με δήθεν βρετανική προφορά. «Ακούτε εδώ! Καλά, πότε μας έγινες τόσο καθωσπρέπει;»

Ένα από τα μπουλντόγκ γάβγισε από τη γωνία, σαν να συμφωνούσε.Ο κύριος Φαν ντερ Βλιτ προσπέρασε και τα δύο σχόλια. «Έχεις αρκετή πίεση δηλαδή;»«Ναι, πάρα πολλή, αλλά ξέρω πόσο τυχερή είμαι. Οι περισσότεροι βιολονίστες μόνο στα όνειρά

τους έχουν μια τέτοια ευκαιρία».«Διαβάζω πως συνεργαζόσουν με τον Λόμπο, το μαέστρο από τη Βενεζουέλα;»«Ναι, τον Σιμόν», απάντησα γρήγορα.«Τι έγινε, κοκκίνισες;» ρώτησε η Φραν, που με παρατηρούσε προσεκτικά. «Τι, παίζει τίποτα με

το μαέστρο; Για πες».«Τίποτα, ειλικρινά. Είμαστε απλώς φίλοι».«Ω Θεέ μου, μην καταλήξεις στη Λατινική Αμερική», πετάχτηκε η μητέρα μου, φέρνοντας

ταραγμένη την παλάμη της πάνω στο πρόσωπό της. «Αρκετά μακριά είναι ήδη η Νέα Υόρκη!»«Η Βενεζουέλα βρίσκεται πιο κοντά στη Νέα Ζηλανδία απ’ ό,τι η Νέα Υόρκη, μαμά. Μην

ανησυχείς όμως, δεν πρόκειται να μετακομίσω εκεί».«Συγκάτοικο έχεις στη Νέα Υόρκη; Έχεις ένα μέρος για να επιστρέφεις στα διαλείμματα;»«Μοιραζόμουν ένα διαμέρισμα με ένα ζευγάρι Κροατών που παίζουν στην ορχήστρα, αλλά

μετακόμισα όταν ξεκίνησε η περιοδεία. Βασικά, καταλήγω σε σπίτια διαφόρων φίλων ότανεπιστρέφω στην πόλη, αραιά και πού, και πλένω τα ρούχα μου έξω».

Είχα χαμηλωμένο το βλέμμα στο φαγητό μου. Αισθανόμουν όλο και μεγαλύτερη αμηχανίακαθώς προχωρούσε η συζήτηση. Δεν ήμουν απόλυτα σίγουρη για ποιο λόγο δεν ήθελα να τουςμιλήσω για τον Ντόμινικ. Θα μπορούσα άνετα να είχα αναφέρει ότι ήμασταν μαζί, χωρίς ναπροσθέσω πως μου άρεσε όταν έδενε τους καρπούς μου πίσω από την πλάτη μου ή όταν μου έκανεέρωτα με την παλάμη του να πιέζει ελαφρά το λαιμό μου, ακριβώς όπως όλοι οι άνθρωποι δενκάθονται να αναλύσουν τις λεπτομέρειες της ερωτικής τους ζωής σε μια παρέα, ακόμη κι όταν οι πιοπικάντικες επιλογές τους περιορίζονται στο να το κάνουν στα πόδια του κρεβατιού.

Ο πατέρας μου δεν είπε λέξη σχεδόν όλο το βράδυ, παρότι δεν έπαψε στιγμή να χαμογελάπλατιά. Είχε καταφέρει να εξασφαλίσει δωρεάν εισιτήρια για κάθε κονσέρτο που θα έδινα και

Page 132: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

σχεδίαζε να κάνει κι αυτός μια μικρή περιοδεία.Η μητέρα μου δεν μπορούσε να έρθει σε όλες, αν και ολόκληρη η οικογένεια θα ερχόταν να με

δει στο Όκλαντ, στο Αότε Σέντερ, στην Κουίν Στριτ. «Κάποιος πρέπει να προσέχει τα σκυλιά», είπεαπολογητικά.

Μόνο όταν ξάπλωσα στο προσεκτικά στρωμένο μονό κρεβάτι, στο ίδιο υπνοδωμάτιο που είχα σεολόκληρη την παιδική μου ηλικία, άρχισα να αισθάνομαι έντονη μοναξιά.

Είχα συνηθίσει σε τέτοιο βαθμό το θόρυβο της κίνησης, κάθε ώρα της μέρας, ώστε οι ήχοι τηςπόλης ήταν για μένα εξίσου χαλαρωτικοί όσο ένα CD με το τραγούδι των φαλαινών ή τα κύματαπου σκάνε στην ακτή. Όμως έξω από το δωμάτιο επικρατούσε σχεδόν απόλυτη ησυχία. Η σιωπήκατέληγε να φαντάζει ασφυκτική, σαν να ήμουν παγιδευμένη μέσα σε μια δεξαμενή χωρίς κανέναεξωτερικό ερέθισμα.

Άνοιξα το παράθυρο, παρά τη βροχή που είχε αρχίσει να πέφτει και πάλι, και γονάτισα στοκρεβάτι, με το βλέμμα στραμμένο στο σκοτάδι. Περίμενα να δω αστέρια, μα δε φαινόταν κανένααπόψε.

Συνήθως ο ουρανός ήταν γεμάτος από αστέρια στη Νέα Ζηλανδία, η ατμόσφαιρα τόσο καθαρήώστε φέγγιζαν σαν φάροι.

Έλεγαν πως ήμουν ταξιδιάρικη ψυχή, μα πώς θα μπορούσε ένας άνθρωπος από τα μέρη μου ναείναι οτιδήποτε άλλο; Η λαχτάρα της αναζήτησης νέων παραστάσεων κυλά γοργά στις φλέβες μας.Αντιλαμβανόμουν για ποιο λόγο επιστρέφουμε στον τόπο μας φυσικά. Δε θα έπαυα ποτέ να αγαπώαυτό το μέρος, όσο μακριά κι αν βρισκόμουν, όμως δεν μπορούσα με τίποτα να καταλάβω εκείνουςτους ανθρώπους που δεν ήθελαν να φύγουν καθόλου.

Αναρωτήθηκα αν ο Ντόμινικ αισθανόταν το ίδιο. Αν είχε έρθει στη Νέα Υόρκη μόνο για μένα.Αν θα καταφέρναμε κάποτε να είμαστε πραγματικά μαζί. Από τη μια μεριά, κάθε τέτοια προοπτικήφάνταζε καταδικασμένη. Δεν ήμουν σίγουρη αν θα με συγχωρούσε πραγματικά που τον άφησα εκείκαι πήρα τους δρόμους. Από την άλλη, δεν άντεχα στη σκέψη πως θα ζούσα χωρίς εκείνον. Είχαδοκιμάσει διάφορα πράγματα, επιχειρώντας να υποκαταστήσω τη συντροφιά του, τα περισσότεραόμως ήταν ανόητα ή επικίνδυνα, συχνά και τα δύο ταυτόχρονα.

Τον τελευταίο καιρό απέφευγα να δένω το σκοινί γύρω από το λαιμό μου μόνη μου, γιατί οιενδεχόμενες συνέπειες με φόβιζαν τρομερά, ενώ το γεγονός ότι ο φόβος μου με ερέθιζε με φόβιζεακόμη περισσότερο. Ακόμη και στον Ντόμινικ δε θα άρεσε αυτό, σκέφτηκα, αν και οι πιθανότητεςνα σκοντάψω κάπου, να πιαστώ στο σκοινί και να στραγγαλιστώ ήταν ουσιαστικά μηδενικές.

Το είχα ακόμη μέσα στη βαλίτσα. Οι σφυγμοί μου είχαν πολλαπλασιαστεί την ώρα που περνούσααπό το τελωνείο. Φανταζόμουν τις διάφορες δικαιολογίες που θα αναγκαζόμουν να χρησιμοποιήσωέτσι και έψαχναν τη βαλίτσα μου και το έβρισκαν. Ορειβασία ή προσκοπισμός, όπως είχα πει στονΣιμόν, τότε που τον καληνύχτισα με ένα φιλί.

Ίσως να απαντούσα με ειλικρίνεια και να ψιθύριζα πως μία στο τόσο μου άρεσε ένα ερωτικόδέσιμο – εξάλλου, έγκλημα ήταν; Όμως οι αποσκευές μου πέρασαν από τον έλεγχο χωρίς να μουκάνουν την παραμικρή ερώτηση. Και δεν είχα βγάλει το σκοινί από τη βαλίτσα. Παρέμενε εκεί,κουλουριασμένο σαν φίδι κρυμμένο στην άμμο. Ο κίνδυνος ελλόχευε διαρκώς, αόρατος.

Πώς στην ευχή συνέβη αυτό; αναρωτήθηκα χαζεύοντας τη σελήνη, με το πρόσωπό μου και τοπερβάζι βρεγμένα και παγωμένα από τη βροχή. Τα δέντρα σφύριζαν όπως συναντούσαν τον άνεμο,διακριτικοί σύντροφοι των σκέψεών μου, ενώ πού και πού περνούσε κάποιο ζώο απέξω, κρυμμένοστις σκιές.

Page 133: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Ακόμη και το σκοτάδι φάνταζε πιο σκοτεινό εδώ, μονάχα κάποια φώτα στο δρόμο ξεχώριζαν.Έκλεισα το παράθυρο και παρατήρησα το υπνοδωμάτιό μου, ίδιο όπως το είχα αφήσει.

Εγώ νόμιζα πως από τη στιγμή που εγώ και τα αδέρφια μου φύγαμε από εκεί οι γονείς μουμάλλον θα μετακόμιζαν σε κάποιο μικρότερο σπίτι, για να έχουν λιγότερα έξοδα συντήρησης, ήίσως έβρισκαν κάποιο νοικάρη για να έχουν ένα επιπλέον εισόδημα. Το λιγότερο, θα άλλαζαν τηδιακόσμηση των δωματίων μας, θα τα μετέτρεπαν σε ξενώνες ή σε αποθηκευτικούς χώρους.Αντίθετα, όλα τα δωμάτια παρέμεναν ίδια κι απαράλλαχτα, έτσι ακριβώς όπως τα είχαμε αφήσειφεύγοντας από το σπίτι, το αρχιτεκτονικό ισοδύναμο μιας χρονοκάψουλας.

Ως παιδί είχα μινιμαλιστικές τάσεις. Λιγοστά βιβλία, μικρές στοίβες από δίσκους, κασέτες καιCD, μια υδρόγειο σφαίρα την οποία στριφογύριζα με τις ώρες χαζεύοντάς τη, να φαντάζομαι όλαεκείνα τα μέρη στα οποία θα ταξίδευα. Εκεί ήταν και το πρώτο μου βιολί, παιδικού μεγέθους, μέσαστην αυθεντική του θήκη, με το μικρό δοξάρι δίπλα του και τις περισσότερες χορδές σπασμένες.Ένα λευκό βάζο ζωγραφισμένο με ένα σχέδιο της Άπω Ανατολής, μικρά άνθη κερασιάς, το οποίομου είχε χαρίσει μια μέρα ο πατέρας μου, όχι για τα γενέθλιά μου ή τα Χριστούγεννα, αλλά γιατί τοείχε δει σε ένα κατάστημα και είχε σκεφτεί εμένα. «Για όταν πας στην Ιαπωνία», μου είχε πει. Ακόμηδεν είχα πάει.

Τελικά ο ήλιος έκανε ξανά την εμφάνισή του το πρωινό που θα έδινα εκείνη την ομιλία στο παλιόμου σχολείο. Ήταν μια εντελώς αλλόκοτη εμπειρία, να απευθύνομαι σε παιδιά που έμοιαζαν πολύμικρότερα απ’ όσο νόμιζα πως έδειχνα εγώ στην ηλικία τους. Μου έφταναν στη μέση, μωρά ακόμη.Εγώ έτρεμα πως θα με γιουχάριζαν ή θα μου πέταγαν διάφορα πράγματα, εκείνα όμως κάθοντανστις θέσεις τους με τα μούτρα ξινισμένα, το βλέμμα χαμένο στο κενό, λες και δεν είχαν βαρεθείπερισσότερο άλλη φορά στη ζωή τους.

Οι διάδρομοι και τα σχολικά κτίρια ήταν σχεδόν ολόιδια όπως τα θυμόμουν, ενώ πολλοί απότους παλιούς καθηγητές μου εξακολουθούσαν να διδάσκουν εκεί. Προσκλήθηκα στο γραφείο τωνκαθηγητών για πρώτη φορά και μου έκανε εντύπωση η θερμή υποδοχή που μου επιφύλαξανκαθηγητές οι οποίοι νόμιζα πως δε με συμπαθούσαν καθόλου εκείνα τα χρόνια. Ακόμη και ομαθηματικός μου, ο κύριος Μπλικ, ο οποίος κυκλοφορούσε μονίμως μουτρωμένος, στα όριά του νασκάσει από την αδυναμία μου να κατανοήσω την άλγεβρα, μου χαμογέλασε πλατιά μόλις με είδεόρθια δίπλα στο βραστήρα.

«Μπράβο σου», είπε. «Αναμετρήθηκες με τον κόσμο και κατάφερες κάτι. Μακάρι τα μισά έστωπαιδιά εδώ να κάνουν το ίδιο».

Το πρόσωπό του κρέμασε ξανά προφέροντας την τελευταία φράση, πριν κάνει μεταβολή με τηνκούπα και το σακουλάκι του τσαγιού στο χέρι. Δεν είχε περιμένει για να προσθέσει καυτό νερό.

Πήρα την κούπα μου και αναζήτησα μια θέση, αποφεύγοντας την τελευταία στιγμή να πέσω πάνωστον άντρα που στεκόταν πίσω μου, όμως σκούντησα το χέρι μου κι έχυσα καυτό καφέ πάνω στομπράτσο μου.

«Αχ, Θεέ μου, χίλια συγνώμη», είπε εκείνος ταραγμένος. Σκούπισε τον καρπό μου με το μανίκιτου πουκαμίσου του κι ύστερα τραβήχτηκε, λες κι ήταν αυτός που είχε καεί.

«Γκράχαμ;» ψιθύρισα.Σιωπή απλώθηκε στο χώρο. Ήταν ο μοναδικός άνθρωπος, όπως συνειδητοποίησα, που είχα

αποκαλέσει με το μικρό του όνομα αντί με το επίθετό του. «Κύριο Άιβερς» έπρεπε να τον είχα πει,

Page 134: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

ακριβώς όπως είχα πει τον μαθηματικό μου «κύριο Μπλικ», όπως συνέχιζα να λέω τη μουσικό μου«κυρία Ντράμοντ» – παρότι εκείνη είχε γελάσει και μου είχε ζητήσει να τη λέω Μαρί. Για κάποιολόγο μου ήταν αδύνατο να συνηθίσω να απευθύνομαι στους καθηγητές μου με τα μικρά τουςονόματα.

Ο κύριος Μπλικ ξερόβηξε και είχε την καλοσύνη να πιάσει μεγαλόφωνα κουβέντα για τον καιρόμε τον διπλανό του. Σύντομα οι ήχοι του γραφείου επανήλθαν στο κανονικό, καθώς οι καθηγητέςξεχνούσαν το ενδιαφέρον τους για εκείνη την εκδήλωση οικειότητας και συνέχιζαν από εκεί πουείχαν σταματήσει.

Ο Γκράχαμ ήταν ο παλιός μου καθηγητής κολύμβησης και ο άντρας με τον οποίο είχα χάσει τηνπαρθενιά μου.

Με είχε πιάσει να αυνανίζομαι στα αποδυτήρια των κοριτσιών μια μέρα μετά την προπόνηση, μεείχε ρωτήσει αν θα ήθελα να νιώσω έναν άντρα μέσα μου κι εγώ του είχα απαντήσει «Ναι».

Δεν είχα μιλήσει σε κανέναν γι’ αυτό, ούτε καν στη Μαίρη, την καλύτερή μου φίλη εκείνα ταχρόνια, αν και νομίζω πως πάντα το υποψιαζόταν.

Ο μόνος άνθρωπος που το ήξερε σίγουρα ήταν ο Ντόμινικ. Όμως δεν του είχα πει τα πάντα,δηλαδή ότι είχα συνεχίσει την κολύμβηση για τον Γκράχαμ, απολαμβάνοντας τη δυσφορία κάθεπεράσματος που ολοκλήρωνα κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του.

Η μητέρα μου είχε ενθουσιαστεί με το ενδιαφέρον που έδειχνα για το άθλημα, καθώς ήταν τηςάποψης ότι είχα αρχίσει να αναπτύσσω μια επικίνδυνη εμμονή με τη μουσική. Μάλιστα είχε πέσει ηιδέα να αγωνιστώ στο πρωτάθλημα κολύμβησης. Εγώ, πάλι, σκαρφιζόμουν όλο και περισσότερεςδικαιολογίες για να μένω μέχρι αργά μετά τις προπονήσεις, τόσο ώστε να προλάβουν να φύγουν οιυπόλοιπες κοπέλες για να μπορέσω να αυνανιστώ με την πόρτα ανοιχτή, ελπίζοντας πως οπροπονητής θα περνούσε για να το κάνουμε ξανά.

Οι υπόλοιπες κοπέλες άρχισαν να κουτσομπολεύουν, όπως ήταν φυσικό, και ίσως κάποια σχόλιανα έφτασαν μέχρι το γραφείο των καθηγητών. Μια μέρα πήγα στην προπόνηση και μας ενημέρωσανότι ο Γκράχαμ είχε μετατεθεί σε γειτονικό σχολείο. Τον είχε αντικαταστήσει μια στραβοκάναμεσήλικη μ’ ένα πράσινο μαγιό που την έκανε να μοιάζει ακόμη περισσότερο με βάτραχο απ’ ό,τιχωρίς αυτό.

Κάπως έτσι εγκατέλειψα τα μαθήματα κολύμβησης και επικεντρώθηκα δυναμικά στα μαθήματαβιολιού.

«Χαίρομαι που είσαι πάλι πίσω», είπε πει ο κύριος Φαν ντερ Βλιτ, παρόλο που δεν είχα χάσειούτε μία ώρα από τις πρόβες. «Είχα αρχίσει να ανησυχώ».

Ποτέ μου δε θύμωσα με τον προπονητή, αν και θα έπρεπε. Απλώς μου είχε προκαλέσει θλίψη τοότι δε με θέλησε ξανά. Δεν ξέρω αν ήταν σωστό ή λάθος, πάντως μου είχε αρέσει. Τότεφανταζόμουν πως ήμουν ενήλικη, αν κι έτσι όπως κοίταζα τώρα τα κορίτσια γύρω μου, με ταφρέσκα προσωπάκια τους και τις τσάντες με το φαγητό τους, που έδιναν την εντύπωση πως μέχρι τιςοχτώ το βράδυ θα βρίσκονταν στα κρεβάτια τους, παρακολουθώντας ταινίες κινουμένων σχεδίων,σοκαρίστηκα στη σκέψη του πόσο νέα πρέπει να ήμουν.

Δεν μπορούσα να μην αισθάνομαι υπεύθυνη, λες και για όλη εκείνη την κατάσταση έφταιγα εγώ.Ο κύριος Άιβερς δεν έπρεπε να είχε φερθεί έτσι, όμως δε θα έλεγα ποτέ ότι μου έκανε οτιδήποτεχωρίς να το θέλω, χωρίς να το απολαύσω και χωρίς να είμαι σε θέση να πω ναι ή όχι.

Το βέβαιο ήταν πως δε με είχε κάνει αυτός έτσι όπως ήμουν, απλώς είχε βοηθήσει να φουντώσειμια φλόγα που υπήρχε εξαρχής και αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι του εαυτού μου, όπως τα

Page 135: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

κόκκινα μαλλιά μου. Ήταν τόσο υπεύθυνος για το πώς κατέληξα όσο υπεύθυνη είναι και η άμμοςπου απορροφά ένα κύμα όταν σκάει στην ακτή.

Εντελώς ξαφνικά, το στομάχι μου ανακατεύτηκε. Ζήτησα συγνώμη και κατευθύνθηκα στιςτουαλέτες των κοριτσιών.

Στον καθρέφτη έδειχνα τόσο γκρίζα όσο οι διάδρομοι του σχολείου. Έριξα νερό στο πρόσωπόμου για να ανακτήσω την αυτοκυριαρχία μου και σκούπισα αποκαμωμένη το στόμα μου.

Έριξα μια ματιά στο ρολόι μου. Τα λεπτά κυλούσαν γρήγορα κι εγώ είχα αργήσει για τησυνάντηση με τους τελειόφοιτους μαθητές του τμήματος μουσικής, μαζί με τους οποίους θα έπαιζαεκείνο το βράδυ στο κονσέρτο. Την υπόλοιπη μέρα θα την περνούσα σε πρόβες μαζί τους.

Ώρα να συνέλθω.Ο Γκράχαμ περίμενε έξω από τις τουαλέτες όταν βγήκα.«Δε νομίζω πως είναι το καλύτερο σημείο για να κυκλοφορείς», σχολίασα, ανυπομονώντας

πλέον να πάω στην πρόβα.Το πρόσωπό του πήρε ένα έντονα κόκκινο χρώμα σε κάποια σημεία. Είχε χάσει ως ένα βαθμό τη

νεανική, αθλητική του εμφάνιση και είχε αρχίσει να κάνει διπλοσάγονο. Τα πυκνά μαλλιά τουυποχωρούσαν, δίνοντας στο μέτωπό του την όψη αβγού που έσκαγε μέσα από τον πισινό πάπιας.Είχε αρχίσει το κάπνισμα, οπότε τον περιέβαλλε η οσμή της τσιγαρίλας. Κράτησα την ανάσα μου.

«Συγνώμη», έσπευσα να τα μπαλώσω. «Δεν έπρεπε να το πω αυτό. Θα έρθεις απόψε στοκονσέρτο;»

Έγνεψε καταφατικά.«Τα λέμε εκεί», είπα χαλαρά, και κατευθύνθηκα στην αίθουσα της μουσικής για να συναντήσω

τους νεαρούς μουσικούς που είχαν επιλεγεί για να παίξουν μαζί μου.Ήταν αξιοπρεπέστατοι και πολύ λιγότερο νευρικοί απ’ ό,τι είχε πει η κυρία Ντράμοντ. Τους είχα

στείλει τις προτεινόμενες παρτιτούρες από μέρες. Είχα διαθέσει ώρες στο σχεδιασμό, προσπαθώνταςνα φέρω την κλασική μουσική σε ένα επίπεδο καταλληλότερο για μια πόλη της οποίας οι κάτοικοιστην πλειονότητά τους δεν είχαν ακούσει ούτε νότα.

Τα περισσότερα κομμάτια ήταν από τη συνεργασία του συγκροτήματος Split Enz και τηςΣυμφωνικής Ορχήστρας της Νέας Ζηλανδίας. Ξεκινούσαμε με το «Message to my Girl», τοτραγούδι που είχα παίξει στο δωμάτιο του ξενοδοχείου στην Ουάσινγκτον Σκουέρ μετά που άφησατον Βίκτορ, όταν ο Ντόμινικ είχε επανεμφανιστεί ως διά μαγείας στη ζωή μου. Το τραγούδι αυτόέκανε την καρδιά μου να σφίγγεται, ακόμη και τη δέκατη φορά που το παίξαμε.

Πρόσθεσα δύο από τα ορχηστρικά κομμάτια της ταινίας Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών, τα οποίαφάνηκε να αρέσουν ιδιαίτερα στα παιδιά.

Η αίθουσα εκδηλώσεων του Κολεγίου της Τε Αρόχα, όσο ταπεινή κι αν ήταν, αποτελούσε τηνπρώτη μου ευκαιρία να δώσω στα πράγματα μια δική μου κατεύθυνση και, παρά τη χαλαρήατμόσφαιρα, ήταν το κονσέρτο εκείνο που περίμενα περισσότερο. Η μουσική στους υπόλοιπουςσταθμούς της περιοδείας στις μεγάλες πόλεις θα ήταν περισσότερο τυπική και περιλάμβανε κυρίωςκλασικές επιλογές, μεταξύ των οποίων και έργα του Βιβάλντι, τα οποία είχαν ταυτιστεί σε μεγάλοβαθμό με την περιοδεία.

Η αίθουσα ήταν έντονα φωτισμένη, εδώ δεν υπήρχαν προβολείς ή ρυθμιζόμενα φώτα στοακροατήριο. Μπορούσα να διακρίνω τα πρόσωπα των ανθρώπων κάθε φορά που σήκωνα το κεφάλι.Παρότι προσπάθησα να αφεθώ στη μουσική, όπως έκανα συνήθως, δεν ήταν τόσο εύκολο όσο ότανέπαιζα σε ένα μεγαλύτερο, σκοτεινό χώρο, όπου, ακόμη κι αν είχα χίλιους ανθρώπους μπροστά μου,

Page 136: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

ένιωθα σαν να ήμουν ολομόναχη στη σκηνή, γιατί δεν μπορούσα να διακρίνω τα βλέμματά τους.Ήμουν πολύ πιο συγκεντρωμένη στα όσα συνέβαιναν γύρω μου στη διάρκεια αυτής της

παράστασης, καθώς, προτού ανέβουν στη σκηνή, ήθελα να ενθαρρύνω τους μαθητές, ορισμένοι απότους οποίους έδειχναν να έχουν χλομιάσει και να τρέμουν, σαν μπουγάδα με ασπρόρουχακρεμασμένα στο σκοινί μια μέρα με αέρα. Παράλληλα, ήταν η πρώτη φορά που έπαιζα δημόσιαμπροστά σε φίλους και συγγενείς από τότε που πήγαινα στο σχολείο.

Οι δικοί μου είχαν βάλει τα καλά τους για την περίσταση, ενώ ακόμη και οι φίλες μου, η Κέιτ καιη Μαίρη, που είχαν έρθει ειδικά για το κονσέρτο, είχαν φορέσει τα πιο κομψά τους φορέματα, αν καιοι δύο έδειχναν κάπως σαστισμένες, μια και ήταν περισσότερο συνηθισμένες να βγαίνουν τα βράδιαστο Όκλαντ και το Γουέλινγκτον. Η σκέψη πως δε θα ανταποκρινόμουν στις προσδοκίες τους μουπροκαλούσε μεγαλύτερη ανησυχία από την παρουσία των αυστηρότερων κριτικών κλασικήςμουσικής στον πλανήτη.

Το πρώτο μέρος πήγε καλά, ώσπου ήρθε η ώρα να σταματήσουμε για ένα σύντομο διάλειμμαενός τετάρτου, ώστε να ανασυγκροτηθούμε λίγο. Δεν είχα το κουράγιο να κατέβω στην αίθουσα γιανα δεχτώ τα συγχαρητήρια του κοινού και να αντιμετωπίσω τα περίεργα βλέμματα των ντόπιων πουήθελαν να δουν πώς είχα εξελιχθεί τελικά. Η ατζέντισσά μου έλεγε πως έπρεπε να κάνω μεγαλύτερηπροσπάθεια να επικοινωνήσω με το κοινό μου, στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως θεωρούσα πωςακόμη κι εκείνη θα συγχωρούσε τη διστακτικότητά μου.

Βάλθηκα να ψάχνω στην τσάντα μου το κινητό. Προσποιήθηκα πως είχα ένα σημαντικότηλεφώνημα, βγήκα έξω από μια βοηθητική πόρτα και έγειρα στον τοίχο του κτιρίου όπουστεγαζόταν η αίθουσα εκδηλώσεων, απολαμβάνοντας το δροσερό αέρα. Τουλάχιστον είχεσταματήσει η βροχή, αν και τα σύννεφα φαίνονταν πυκνά και βαριά όπως πάντα, καλύπτοντας τηνπόλη με ένα μόνιμο πέπλο υγρασίας. Το γρασίδι λαμπύριζε από τη βροχή, ενώ οι σταγόνες σταδέντρα φέγγιζαν στο σεληνόφως σαν γυάλινες χάντρες.

Τη χαλάρωσή μου διέκοψε ένας βήχας, λίγο παρακάτω, και ο ξερός ήχος ενός αναπτήρα. Οάνθρωπος εκεί στεκόταν στο σκοτάδι, το μόνο φως ήταν η καύτρα του τσιγάρου του, ωστόσομπορούσα να τον μυρίσω και να διακρίνω το περίγραμμα του κεφαλιού του με φόντο το νυχτερινόουρανό. Ο κύριος Άιβερς.

«Χαίρομαι που σε πέτυχα μόνη», είπε. «Ήθελα να σου μιλήσω».Η άκρη του τσιγάρου κουνιόταν πέρα δώθε, σαν πυγολαμπίδα. Τα χέρια του έτρεμαν.«Α, ναι;» απάντησα μουδιασμένα.Σίγουρα δε σκεφτόταν να μου προτείνει να παίξει κάτι μεταξύ μας. Τον κοίταξα ξανά, τώρα που

τα μάτια μου είχαν αρχίσει να συνηθίζουν στην παρουσία του στο σκοτάδι. Πιθανόν θα συνήθιζα καιτη μυρωδιά του τσιγάρου, κι εκτός αυτού είχε περάσει καιρός από την τελευταία φορά που πήγα μετον Ντόμινικ. Χρόνος για φλερτ δεν υπήρχε, έτσι όπως ταξίδευα από τη μία πόλη στην άλλη, ενώμέχρι να τελειώσει το κάθε κονσέρτο ήμουν πτώμα στην κούραση, έτοιμη να σωριαστώ στο κρεβάτι.

Είχα σκεφτεί να πληρώσω για να τακτοποιηθεί το θέμα, να προσλάβω κάποιο συνοδό κυριών,όμως το διαδίκτυο δεν είχε αποδειχτεί ιδιαίτερα χρήσιμο σε αυτό το θέμα, καθώς κατακλυζόταν απόγυναίκες που πρόσφεραν τέτοιου είδους υπηρεσίες, αλλά ήταν ελάχιστες οι αγγελίες αντρών που ναδείχνουν σοβαρές. Με προβλημάτιζε τόσο η αναστάτωση ή ο κίνδυνος που θα μπορούσε ναπροκύψει αν έκανα κάποιο λάθος, ώστε τελικά έπαψα να ασχολούμαι.

Ίσως θα είχε ενδιαφέρον αν πήγαινα ξανά με τον κύριο Άιβερς, για να θυμηθούμε τα παλιά. Θαμπορούσαμε μάλιστα να επιστρέψουμε στον τόπο του εγκλήματος.

Page 137: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Χαμογέλασα με νόημα και πλησίασα λίγο προς το μέρος του.«Ξέρεις, είμαι σίγουρη πως θα βρίσκαμε τρόπο να μπούμε στα αποδυτήρια μετά το κονσέρτο.

Βάζω στοίχημα πως έχεις τα κλειδιά».«Τρελή είσαι, γαμώτο μου;» μου πέταξε εκείνος μέσα από σφιγμένα δόντια, φανερά

σοκαρισμένος από την πρότασή μου.«Μα νόμιζα πως...»«Όχι βέβαια! Παντρεύομαι τον άλλο μήνα. Εγώ ήθελα μονάχα να σου μιλήσω για να ζητήσω

συγνώμη και να βεβαιωθώ πως... δεν το έχεις πει πουθενά. Χρήματα πολλά δεν έχω, αν όμως θα σεβοηθούσε να... προχωρήσεις, μπορώ να πληρώσω. Έχω κάτι οικονομίες, λίγα πράγματα, αλλά...»

«Νομίζεις πως θέλω χρήματα;» τον διέκοψα.«Κοίτα, το ξέρω πως δε θα διορθώσουν κάτι τα λεφτά, κι άλλωστε έχεις κάνει όνομα πλέον –έτσι

δεν είναι;–, άρα μάλλον ούτε τα χρήματά μου χρειάζεσαι», είπε ειρωνικά.«Δε θέλω τα λεφτά σου, ούτε και θα το πω σε κανέναν».«Δόξα τω Θεώ. Σ’ ευχαριστώ».Οι ώμοι του χαλάρωσαν, τράβηξε μια γερή τζούρα από το τσιγάρο του. «Παρεμπιπτόντως, ήσουν

καλή. Στο βιολί θέλω να πω», πρόσθεσε, χαμογελώντας όπως άφηνε το αποτσίγαρο να πέσει στογρασίδι και το έσβηνε με μια ένταση που συνήθως συνοδεύει το τσάκισμα κάποιου ιδιαίτερααηδιαστικού εντόμου.

Έκανε μεταβολή και γύρισε στην αίθουσα εκδηλώσεων, την ώρα που χτυπούσε το κουδούνι γιανα επιστρέψει ο κόσμος στις θέσεις του.

Λύγισα τα πόδια μου, κάθισα και παρακολούθησα τα τελευταία κομμάτια καπνού που συνέχιζαννα καίνε στο αποτσίγαρο, παρά την πίεση που δέχτηκαν από τη σόλα του παπουτσιού του, νατρεμοπαίζουν και τελικά να σβήνουν.

Εκείνη τη στιγμή, ήθελα τον Ντόμινικ περισσότερο από κάθε άλλη φορά στη ζωή μου.

Page 138: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

10

Κάτω από την Προκυμαία

«ΣΚΕΦΤΗΚΑ ΝΑ ΤΗΛΕΦΩΝΗΣΩ», είπε η Λόραλιν.Ο Ντόμινικ είχε ήδη μερικές εβδομάδες που δούλευε πάνω στο μυθιστόρημά του. Ελάχιστα άλλα

πράγματα τον απασχολούσαν. Η ζωή του είχε μπει σε συγκεκριμένους ρυθμούς. Περνούσε κάποιεςώρες υποχρεωτικά στο γραφείο του στη βιβλιοθήκη ή στους αντίστοιχους χώρους των άλλωνυποτρόφων, συζητώντας για διάφορα λογοτεχνικά θέματα, κι ύστερα έπαιρνε το μετρό για ναεπιστρέψει στο Σόχο. Είχε πάψει ακόμη και να τρώει έξω, εξαρτιόταν από τις υπηρεσίες παράδοσηςκατ’ οίκον: σούσι τη μια μέρα, μεξικάνικο την επόμενη, ιταλικό ή βιολογικό φαγητό από ένα μαγαζίκοντά στην Γκρίνουιτς Άβενιου ή απλώς κουλούρια.

Στην αρχή δεν ήταν εύκολο. Ο κέρσορας πάνω στη λευκή οθόνη του φορητού υπολογιστή τουαναβόσβηνε ασταμάτητα, οι ιδέες περνούσαν και χάνονταν από το μυαλό του, συχνάαποδεικνύονταν τόσο φευγαλέες ώστε δεν μπορούσε να τις συλλάβει προτού κάνει την εμφάνισήτης η επόμενη και, τελικά, χάνονταν στο ψυχρό φως της λογικής σκέψης. Το να γράφεις γιαγεγονότα ήταν απείρως ευκολότερο, συνειδητοποίησε, μετά το αρχικό κύμα ενθουσιασμού για τονέο του σχέδιο. Απλώς αποτύπωνες τα γεγονότα που είχες μελετήσει, τα παρουσίαζες όσο το δυνατόσαφέστερα και συγκροτημένα κι έπειτα πρόσθετες και τις δικές σου απόψεις. Η λογοτεχνία όμωςήταν τελείως διαφορετική υπόθεση.

Γνώριζε την ιστορία που προσπαθούσε να αφηγηθεί, σχεδόν μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια: ταπράγματα που θα έκαναν οι χαρακτήρες του, τις αντιδράσεις τους, το χορό του θανάτου και τηςαπόλαυσης στον οποίο θα μπλέκονταν. Όμως και πάλι δεν μπορούσε να βάλει όλα τα στοιχείαξεκάθαρα σε μια σειρά μέσα στο μυαλό του. Να μπει στην ψυχολογία των ηρώων. Να κατανοήσειπλήρως το σκεπτικό τους, σαν να μην ήταν όλα αυτά αποκυήματα της φαντασίας του.

Στη συνέχεια άφησε κατά μέρος όλα τα βιβλία και τις εκτυπώσεις παλιών δημοσιευμάτων απόπεριοδικά και εφημερίδες που είχε συγκεντρώσει σχετικά με το Παρίσι την περίοδο αμέσως μετά τονπόλεμο –κείμενα με θέα τους μαύρους μουσικούς της τζαζ, τον υπαρξισμό και τους μποέμ πουκατέκλυζαν δρόμους και καφέ στο Σεν Ζερμέν ντε Πρε– και πέρασε μερικά βράδια διαβάζονταςξανά ορισμένα από τα αγαπημένα του μυθιστορήματα, επιχειρώντας να αναλύσει τον τρόπο με τονοποίο οι συγγραφείς είχαν ζωντανέψει πρόσωπα και πράγματα, αναζητώντας την τεχνική πίσω απότην ικανότητα. Η προσπάθεια αυτή τελικά το μόνο που απέφερε ήταν να καταστήσει την όληπροοπτική της συγγραφής ενός μυθιστορήματος ακόμη πιο προβληματική. Δεν ένιωθε ικανός νααντεπεξέλθει. Μήπως επρόκειτο για ένα ταλέντο το οποίο, πολύ απλά, ο ίδιος δε διέθετε;

Η Σάμερ βρισκόταν πλέον στην Αυστραλία. Η περιοδεία εξελισσόταν καλά, αν και η επιστροφήστις ρίζες της έφερνε στην επιφάνεια πολλά ανάμεικτα συναισθήματα. Κάθε τόσο του έστελνε έναemail, σε μια απόπειρα να περιγράψει το πώς αισθανόταν, κι εκείνος προσπαθούσε να φανταστεί ταμέρη στα οποία βρισκόταν, τους βρεγμένους δρόμους, τα πρόσωπα των ανθρώπων και την

Page 139: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

εντύπωση που τους έκανε εκείνη, ο τρόπος με τον οποίο ντυνόταν, περπατούσε, εκείνο το πολύιδιαίτερο μείγμα αθωότητας και ασυναίσθητης πρόκλησης που τη συνόδευε όπου κι αν πήγαινε.

Είχε να δει τη Σάμερ πάνω από ένα μήνα. Έκλεισε τα μάτια του και προσπάθησε να θυμηθεί τοπρόσωπό της, το χρώμα των ματιών της, το σχήμα των χειλιών της όταν τα σούφρωνε, παραδομένηστα κύματα της ηδονής.

Τον περήφανο, απρόβλεπτο χαρακτήρα της.Μπροστά στα μάτια του, ο κέρσορας συνέχιζε να εμφανίζεται και να εξαφανίζεται, αδιάκοπα.Επιχειρώντας να αφήσει πίσω της μια άτυχη πρώτη ερωτική σχέση, η νεαρή ηρωίδα του είχε

εγκαταλείψει τους ήσυχους ρυθμούς του Ανατολικού Τέξας και της πολίχνης Νακοντότσες, όπουείχε μεγαλώσει, καταλήγοντας στο Παρίσι, εκεί όπου έμελλε να συναντήσει έναν Άγγλοδημοσιογράφο. Η ιστορία τους θα ξετυλιγόταν με φόντο την ασυνήθιστη αλλά συναρπαστικήιστορική περίοδο για την οποία ήθελε να γράψει ο Ντόμινικ. Ο πρωταγωνιστικός αντρικόςχαρακτήρας βασιζόταν φυσικά στον ίδιο, στο πώς θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί σε μια άλλη ζωή, οχαρακτήρας της Ελένα όμως εξακολουθούσε να αποδεικνύεται δύσκολος στην αποτύπωση, και όλεςοι μέχρι στιγμής προσπάθειές του να τον καταστήσει πειστικό είχαν, κατά την άποψή του, αποτύχειοικτρά. Δεν ήταν καν σίγουρος για την εξωτερική της εμφάνιση.

Τις σκέψεις του διέκοψε ευτυχώς ένα τηλεφώνημα. Ήταν η Λόραλιν.«Γεια, Λόραλιν. Πώς πάει;»«Θέλω να σου ζητήσω μια χάρη».«Πες μου».«Έχω μία εβδομάδα ελεύθερη. Θέλω να έρθω στην πόλη. Η ατμόσφαιρα εδώ είναι απαίσια.

Μιλάμε για τελείως επαρχία, κι ας υπάρχει ολόκληρο πανεπιστήμιο. Έτσι και δεν κάνω κάτι ναξεφύγω, με βλέπω ν’ αρχίζω το πλέξιμο...»

«Εντάξει, δεν μπορεί...»«Δε σου κάνω πλάκα. Τέλος πάντων, υπάρχει μήπως περίπτωση να με φιλοξενήσεις;»«Χμ...» Ο Ντόμινικ αιφνιδιάστηκε από την παράκληση.«Η Σάμερ δεν έχει γυρίσει ακόμη, έτσι δεν είναι;» τον πίεσε με τρόπο η Λόραλιν.«Ναι», παραδέχτηκε ο Ντόμινικ. «Θα λείψει μερικές ακόμη εβδομάδες, το λιγότερο. Είναι στην

Αυστραλία... Πώς και δε σκέφτηκες να ρωτήσεις τη Μιράντα;»«Δυστυχώς δεν έχει δώσει σημεία ζωής μετά από εκείνο το πάρτι στο Μπρούκλιν», τον

πληροφόρησε η Λόραλιν. «Ίσως να παραήταν μεγάλο το βήμα για εκείνη. Κατά βάθος, είναι κοπέλαπου της αρέσουν οι απλές καταστάσεις. Μάλλον παλεύει με την ντροπή της τώρα που μιλάμε, ήμπορεί απλώς να διστάζει να επικοινωνήσει και να ζητήσει να το ξανακάνουμε. Όπως και να ’χει, τοσπίτι της είναι μικρό. Ίσως να κατέληγε άβολο να συγκατοικήσουμε για μία ολόκληρη εβδομάδα.Εσύ όμως, απ’ ό,τι έχω καταλάβει, διαθέτεις αρκετό χώρο».

«Μόνο ένα υπνοδωμάτιο, αλλά...»«Κανένα πρόβλημα. Θα έχω μαζί και τον υπνόσακό μου. Δε θα ήθελα να σε φέρω σε δύσκολη

θέση. Με ξέρεις άλλωστε, ούτε που θα με καταλάβεις ότι είμαι εκεί».«Α, ναι;»«Απολύτως».Ο Ντόμινικ το σκέφτηκε για λίγο. «Ναι, φαντάζομαι πως...»«Χίλια ευχαριστώ, είσαι πραγματικός φίλος. Να ξέρεις, δε θα σου γίνω φόρτωμα. Εξάλλου, πότε

έφαγες κανονικό, μαγειρευτό φαγητό, ε; Η Σάμερ ξέρει να μαγειρεύει;»

Page 140: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Τα βασικά μόνο», ομολόγησε ο Ντόμινικ. «Συνήθως παραγγέλνουμε κάτι απέξω».«Δε γίνεται έτσι δουλειά», είπε η Λόραλιν. «Δώσε μου τη διεύθυνσή σου λοιπόν. Λογικά, θα

φτάσω στο σταθμό νωρίς το απόγευμα. Θα περάσω αμέσως από σένα. Είναι κάτι που θέλεις ναφέρω;»

«Δε μου έρχεται κάτι στο μυαλό. Καλά θα ήταν αν θα μπορούσες να εμφανίσεις μια γνωστή καιμη εξαιρετέα φίλη από την Αυστραλία για να τη στείλεις εδώ, αλλά νομίζω πως κάτι τέτοιο θαξεπερνούσε ακόμη και τις δικές σου, εξαιρετικές δυνατότητες... Μπορείς να αφήσεις τα μαστίγια, ταλάτεξ αξεσουάρ και τα υπόλοιπα παιχνίδια σου στο Νιου Χέιβεν. Δε θα χρειαστούν εδώ. Α, ναι, ούτεκαι οι χειροπέδες».

Η Λόραλιν γέλασε πνιχτά. «Οι χειροπέδες είναι για τους ψόφιους», υποστήριξε. «Για κάτιζευγάρια μεσοαστών που ψάχνονται να προσθέσουν αλατοπίπερο στη σχέση τους. Ερασιτέχνες.Πέρα από αυτούς που το κάνουν σκέτα κατά τα άλλα, χειροπέδες έχω δει να χρησιμοποιούνταιεκτενώς μόνο στα βιβλία. Είναι ένας τελείως άλλος κόσμος, Ντόμινικ. Πάρα πολλοί άνθρωποισυγχέουν την πραγματικότητα με τη φαντασία», πρόσθεσε. «Τα διάφορα δεσμά όμως, εντάξει, αυτόείναι εντελώς διαφορετικό θέμα...»

Εκείνο το σχόλιο ήταν που τον έκανε να καταλάβει.Αυτό ήταν το πρόβλημα με την Ελένα, το χαρακτήρα στο μυθιστόρημά του που εξελισσόταν με

αργούς ρυθμούς.Εξακολουθούσε να φαντάζει εξωπραγματική, ακόμη και στον ίδιο. Ένα κατασκεύασμα.Αν της έδινε το πρόσωπο της Σάμερ, τα λόγια, το σώμα της, τότε θα αποκτούσε αυθεντική

αίσθηση. Σάρκα και οστά. Θα έπαυε να είναι μια παρωδία.Έδωσε βιαστικά στη Λόραλιν τη διεύθυνση του λοφτ στη Σπρινγκ Στριτ, επέστρεψε γρήγορα

στον υπολογιστή του και βάλθηκε να κάνει μανιωδώς αλλαγές στο εισαγωγικό κεφάλαιο, καθώςφανταζόταν τη Σάμερ να κατάγεται από την επαρχία του Ανατολικού Τέξας και ένα στενόμυαλο,κλειστό περιβάλλον. Μία ώρα αργότερα, είχε την αίσθηση πως ο χαρακτήρας είχε αποκτήσεικαινούρια διάσταση, πως ήταν πιστευτός. Η Σάμερ ουδέποτε έδειξε ιδιαίτερη διάθεση να μιλήσει γιατη ζωή της στη Νέα Ζηλανδία, τη ζωή της πριν από εκείνον. Ο Ντόμινικ πίστευε πως ενδεχομένως ηδιαδικασία αυτή τον βοηθούσε να την καταλάβει καλύτερα.

Η Λόραλιν αποδείχτηκε άψογη φιλοξενούμενη. Μάζευε προσεκτικά τον υπνόσακό της και τον έβαζεσε μια γωνιά του διαμερίσματος, έτσι ώστε να μην είναι στη μέση και να φαίνεται τη μέρα.Προσφέρθηκε επίσης να σκουπίσει, να ξεσκονίσει και να καθαρίσει τους χώρους του καθιστικού καιτης κουζίνας, οι οποίοι είχαν αφεθεί κάπως στην τύχη τους τα διαστήματα που η Σάμερ απουσίαζεγια την περιοδεία, όταν ο Ντόμινικ δεν είχε καμία όρεξη να ασχοληθεί με τα του σπιτιού. Το γεγονόςότι προτιμούσε να κάνει αυτές τις δουλειές μόνο με το εσώρουχό της και ένα πλατύ χαμόγελοαποτελούσε μια ξεκάθαρη, αν και ευχάριστη, πηγή αναστάτωσης, όμως ο Ντόμινικ την είχε δει κιάλλοτε γυμνή, σ’ εκείνο το τρίο με τη Μιράντα, καθώς και όταν είχε κάνει ηλιοθεραπείαγυμνόστηθη, οπότε η όλη στάση της δεν είχε κάτι το εξόχως προκλητικό. Ήταν απλώς μία ακόμηέκφανση της απεριόριστα σκανταλιάρικης διάθεσής της ασφαλώς, αφού ήξερε πάρα πολύ καλά τηνεπίδραση που είχε στον Ντόμινικ. Ήταν κατακαλόκαιρο, επομένως, ακόμη και με τον κλιματισμόαναμμένο, η ζέστη τρύπωνε από την πνιγηρή ατμόσφαιρα έξω με εντυπωσιακή ευκολία. Κανονικά, οΝτόμινικ κυκλοφορούσε ξυπόλυτος στο σπίτι, έτσι αυτή η κατάσταση απλώς οδηγούσε τα

Page 141: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

πράγματα ένα λογικό, φυσικό βήμα παραπέρα.«Παλιά έμενα εδώ κοντά», είπε η Λόραλιν. «Στη Νέα Υόρκη γεννήθηκα».«Δεν το ήξερα».«Οι γονείς μου είχαν ένα ισόγειο διαμέρισμα στην Έκτη Λεωφόρο, κοντά στη συμβολή με την

Μπλίκερ. Τα παράθυρά μας έβλεπαν τη Μινέτα Λέιν. Εκεί είναι ένα μικρό θέατρο. Κυρίωςπειραματικές παραστάσεις ανεβαίνουν, μία στο τόσο, όμως όταν ήμουν μικρή, νόμιζα πως ήτανκάποιο ύποπτο στέκι. Με συνάρπαζε απερίγραπτα αυτό. Ήδη διέθετα ζωηρή φαντασία», πρόσθεσε.

«Και πότε φύγατε;» ρώτησε ο Ντόμινικ.«Πρέπει να ήμουν δέκα χρονών, κάπου τόσο».«Μοναχοπαίδι;»«Όχι, έχω έναν αδερφό, αν και ποτέ δεν είχαμε στενή σχέση».«Και πού πήγατε;»«Έξω από την πόλη, στο Λονγκ Άιλαντ, για να είμαστε πιο κοντά στους παππούδες μου. Οι

γονείς μου θεωρούσαν πως δεν ήταν το κατάλληλο μέρος για να μεγαλώσουν παιδιά. Εγώδιαφωνούσα φυσικά. Το Γκρίνουιτς Βίλατζ είναι καταπληκτικό μέρος για ένα παιδί. Έχει ένα σωρόμικρά πάρκα και παιδικές χαρές που ο μέσος Νεοϋορκέζος ούτε καν ξέρει πως υπάρχουν, ενώ σεπεριτριγυρίζει ο σφυγμός της μεγάλης πόλης. Ήταν υπέροχα».

«Υποθέτω πως ήταν».«Με δωροδόκησαν. Μου υποσχέθηκαν μαθήματα ιππασίας εκεί πέρα, στο Λονγκ Άιλαντ».«Μπορώ να σε φανταστώ άνετα να κάνεις ιππασία».«Στο στιλ της Λαίδης Γκοντάιβα εννοείς; Δηλαδή γυμνή;»«Όχι», είπε ο Ντόμινικ χαμογελώντας. «Απλώς σκέφτηκα πως θα σου πήγαιναν τέλεια τα ρούχα

και τα αξεσουάρ».«Μου πηγαίνουν. Από εκεί έκανα την αρχή, και το ένα έφερε το άλλο. Άρχισα να κάνω δοκιμές

με το μικρό μου αδερφό, ύστερα με άλλους. Για παιχνίδι φυσικά, αλλά κόλλησα το μικρόβιο τηςτιμωρίας, παρόλο που αρχικά τα πράγματα ήταν χαλαρά και αθώα. Ο δρόμος αποδείχτηκεολισθηρός. Απέκτησα το σαράκι της κυριαρχίας. Ποτέ μου δε θέλησα να καταλάβω το γιατί. Αυτήείμαι, έτσι απλά».

«Πού βρίσκεται ο αδερφός σου τώρα; Μένει ακόμη στο Λονγκ Άιλαντ;»«Όχι. Είναι πεζοναύτης. Πιθανότατα στο Αφγανιστάν. Δεν επικοινωνούμε συχνά πλέον. Οι γονείς

μας έχουν πεθάνει. Η μητέρα μου από καρκίνο, ο πατέρας μου σε τροχαίο λίγο καιρό μετά πουπέθανε η μητέρα μου. Απομακρυνθήκαμε. Πήγαμε να ζήσουμε με κάτι συγγενείς σε άλλη Πολιτεία,εγώ φοιτούσα ήδη στο πανεπιστήμιο. Καμιά φορά, τα φέρνει έτσι η ζωή».

«Δε θα φανταζόμουν πως θα άρεσε σε έναν πεζοναύτη να δοκιμάζει πάνω του την αίσθηση ενόςκαμτσικιού», παρατήρησε ο Ντόμινικ.

«Και να ήταν ο μόνος...» σχολίασε η Λόραλιν.

«Πού έμαθες να φτιάχνεις δικό σου πέστο;» ρώτησε ο Ντόμινικ τη Λόραλιν, όπως χαλάρωναν στονκαναπέ, μετά το γεύμα τους. Η Λόραλιν είχε ετοιμάσει εκείνη τη γευστική πράσινη σάλτσα μεάφθονο βασιλικό, κουκουνάρι, σκόρδο, ελαιόλαδο και παρμεζάνα, χρησιμοποιώντας υλικά που είχεπαραγγείλει από το διαδίκτυο και είχαν παραδοθεί στην πόρτα τους, μαζί με σπιτικά ζυμαρικά, ταοποία είχε μαγειρέψει al dente, δίνοντας ένα πολύ ανάλαφρο αποτέλεσμα.

Page 142: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Έζησα ένα φεγγάρι στη Γένοβα», είπε εκείνη, «με έναν Ιταλό κόμη που του άρεσε να τοντιμωρώ. Στα διαλείμματα των σκηνικών που στήναμε μου έδειξε μερικά μυστικά της ιταλικήςκουζίνας. Τα πιάτα της Λιγουρίας είναι πολύ χαρακτηριστικά· χρησιμοποιούν πολύ σκόρδο. Δεφαντάζομαι να σε πείραξε η δυνατή γεύση;»

«Κάθε άλλο», τη διαβεβαίωσε ο Ντόμινικ. «Αν και θα ήταν ίσως σκόπιμο να αποφύγουμε τιςεπαφές με άλλους ανθρώπους, τουλάχιστον για μερικές ώρες. Θα πάθαιναν σοκ – μάλλον θαμυρίζουμε σκορδίλα από ένα χιλιόμετρο!» Εξακολουθούσε να νιώθει τη γεύση πάνω στα χείλη του,οπότε τα έγλειψε και πάλι για να τα καθαρίσει.

«Όποιος δε γουστάρει να πάει να γαμηθεί», αναφώνησε η Λόραλιν. «Εγώ πάντως δενεμπιστεύομαι άνθρωπο που αντιπαθεί πραγματικά το σκόρδο».

«Λοιπόν, η αρχή έγινε με την ιππασία· ύστερα, απ’ ό,τι καταλαβαίνω, ακολούθησε το τσέλο. Ήμήπως τα λέω ανάποδα;»

«Βασικά, περίπου ταυτόχρονα», απάντησε η Λόραλιν, «από τη στιγμή που ξεριζωθήκαμε καιπήγαμε στο Λονγκ Άιλαντ. Οι γονείς μου ανέκαθεν αγαπούσαν τη μουσική, όμως είχαν χάσει οιίδιοι την ευκαιρία να μάθουν κάποιο μουσικό όργανο, αν και συμμετείχαν στη χορωδία τηςεκκλησίας. Είχαν υπέροχες φωνές, και οι δύο. Αρχικά δεν το είδα και πολύ ζεστά το πράγμα. Έπαιζακαι πιάνο, όχι σε υψηλό επίπεδο, ενώ πειραματίστηκα και με κάποια άλλα όργανα, μέχρι που βρήκααυτό που μου ταίριαζε. Ο ήχος του τσέλου βγάζει ένα θαυμάσιο αισθησιασμό, δε βρίσκεις;»

«Όπως ξέρεις, έχω προτίμηση στο βιολί», είπε ο Ντόμινικ, χαμογελώντας της. «Ο ήχος του είναικαθάριος, όχι βρόμικος όπως του τσέλου, τουλάχιστον έτσι μου φαίνεται».

«Καλό είναι το βρόμικο», εξέφρασε τη γνώμη της η Λόραλιν.«Εντάξει, τι θα έλεγες εσύ...»«Και για μια γυναίκα είναι μοναδική η αίσθηση του να κρατάς το όργανο ανάμεσα στους μηρούς

σου, να ακουμπά το ξύλο την επιδερμίδα σου, οι ήχοι που βγάζεις μέσα από το όργανο ναδιατρέχουν τη σάρκα σου, λες και ολόκληρο το κορμί σου είναι προέκταση του ηχείου».

Ο Ντόμινικ δυσκολευόταν να κρατήσει τα μάτια του ανοιχτά μετά το πλούσιο γεύμα που είχεετοιμάσει η Λόραλιν και με την απογευματινή ζέστη να έχει αρχίσει να του απομυζά την ενέργεια.

«Τι λες, βάζουμε ένα CD να παίξει;» πρότεινε.«Όχι», είπε κοφτά η Λόραλιν. «Έχω ρεπό αυτή την εβδομάδα. Δε θέλω να ακούσω ούτε νότα».«Αλλιώς μπορεί να με πάρει ο ύπνος», της επισήμανε.«Τότε ας πάμε για τρέξιμο», αντιπρότεινε εκείνη.«Για τρέξιμο, με αυτή τη ζέστη;» διαμαρτυρήθηκε ο Ντόμινικ.«Γιατί όχι;»«Κάνω πολλά πράγματα, το τρέξιμο όμως δεν είναι ένα από αυτά».«Αχ, καλέ! Έναν περίπατο τότε, ήσυχα κι ωραία, όπως ταιριάζει σε έναν άνθρωπο της ηλικίας

σου;»«Αυτό γίνεται».Η Λόραλιν του χαμογέλασε πλατιά. «Όχι, έχω μια καλύτερη ιδέα. Γιατί δεν πάμε στην παραλία;»«Πού;»«Έχεις πάει ποτέ στο Ατλάντικ Σίτι, να δεις την προκυμαία; Έχει κι εκεί παραλία, νομίζω».«Ποτέ».«Ούτε κι εγώ», είπε εκείνη. «Πάμε λοιπόν», συμπλήρωσε αποφασιστικά. «Από ποιο σταθμό

παίρνουμε το τρένο, τον Πεν ή τον Κεντρικό; Ή μπορούμε να φτάσουμε ως εκεί με το μετρό;»

Page 143: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Θα το τσεκάρω». Άνοιξε τον υπολογιστή του και συνδέθηκε με την ιστοσελίδα.«Θα είναι σαν να βγαίνουμε ραντεβού», σχολίασε παιχνιδιάρικα η Λόραλιν.

«Νιώθω λες και παίζω σε ταινία», είπε ο Ντόμινικ.Η προκυμαία του Ατλάντικ Σίτι έφτανε ως εκεί που έβλεπε το μάτι, σαν μακρύ μπεζ χαλί που είχε

στη μια πλευρά τη θάλασσα και στην άλλη μια ακανόνιστη σειρά από πολύχρωμα κτίρια. Ήταναπόγευμα, και τα φώτα των ψηλών ξενοδοχείων που υπήρχαν περιμετρικά δεν είχαν ανάψει ακόμη.

«Θέλω παγωτό», εξέφρασε την επιθυμία της η Λόραλιν.«Δε θα προτιμούσες κάποια παγωμένη κρέμα;» αντέτεινε ο Ντόμινικ, παρατηρώντας τις άφθονες

επιλογές που αναγράφονταν στις προσόψεις πολλών από τα καφέ και τα αναψυκτήρια πουεκτείνονταν κατά μήκος της περατζάδας.

«Αποκλείεται. Και που το σκέφτομαι, αηδιάζω. Σήμερα θέλω κάτι πραγματικά λαχταριστό».Γέλασε σαν παιδί.

«Θα μπορούσαμε να πάμε στην Ατσάλινη Προβλήτα αργότερα», πρότεινε εκείνος. «Να ανέβουμεστα τρενάκια;»

«Μπορεί... Βλέποντας και κάνοντας». Η Λόραλιν κατευθύνθηκε στο πλησιέστερο καφέ καικοίταξε τον κατάλογο με τις διάφορες γεύσεις.

Γύρω τους περνούσαν πλήθη κακοντυμένων ανθρώπων που είχαν έρθει για το Σαββατοκύριακο,τουριστών, αλλά και μια παρέα επισκεπτών με παιδιά ντυμένα με παστέλ ρούχα, τα οποίαανεβοκατέβαιναν ασταμάτητα την προκυμαία καβάλα σε μικρά πατίνια.

«Σοκολάτα με καραμέλα. Αυτό θέλω», αναφώνησε ενθουσιασμένη η Λόραλιν, δείχνοντας ζωηράτον κατάλογο. «Εσύ τι θα πάρεις;» Τα μάτια της ήταν ορθάνοιχτα και το χαμόγελό της έμοιαζεαπόλυτα αβίαστο.

Ο Ντόμινικ έριξε μια τελευταία ματιά στον κατάλογο με τις γεύσεις και διάλεξε ένα συνδυασμόβατόμουρου και σοκολάτας Βελγίου.

«Χωνάκι ή κύπελλο;»Η Λόραλιν κοίταξε το εφαρμοστό λευκό μπλουζάκι της και, μετά, τον ήλιο που έλαμπε ψηλά στο

βαθυγάλανο ουρανό. «Νομίζω πως κύπελλο θα ήταν καλύτερα».«Έγινε». Ο Ντόμινικ έγειρε πάνω στον πάγκο, έδωσε στον νεαρό με τη στολή την παραγγελία

τους και έβαλε το χέρι στην τσέπη του τζιν του για να πάρει ένα χαρτονόμισμα των δέκα δολαρίων.«Τέλεια δεν είναι;» είπε κατενθουσιασμένη η Λόραλιν.Γιατί δεν είχε σκεφτεί ποτέ του να φέρει τη Σάμερ εδώ, ή στο Κόνι Άιλαντ, ή σε κάποιο άλλο

μέρος που μαζεύεται ο κόσμος για να διασκεδάσει; Δεν είχαν πάει ούτε καν στο Σέντραλ Παρκ, νακαθίσουν στο γρασίδι και να χαζέψουν τους χαρταετούς που πετούσαν ψηλά ή να κάνουν ένα πικνίκμαζί. Και τούτη η στιγμή λειτούργησε μέσα του σαν μια μικρή αποκάλυψη. Τόσο πολύ είχανπαρασυρθεί από τα συναισθήματα, από τις επιθυμίες τους;

Ίσως να είχαν κάποιο πρόβλημα ως άνθρωποι. Θα μπορούσαν να θεωρηθούν έστω φυσιολογικοί;«Ε, πού ταξιδεύει το μυαλό σου;» Η φωνή της Λόραλιν έφτασε στα αφτιά του μέσα από τη

θολούρα που είχε πλακώσει το νου του καθώς μάζευε από το κυπελλάκι τα τελευταία, σχεδόν υγράυπολείμματα του παγωτού του.

«Α, τίποτα, απλώς αφαιρέθηκα», απάντησε ο Ντόμινικ.Η Λόραλιν τον κοίταξε λοξά. «Τη Σάμερ σκέφτεσαι;»

Page 144: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Ναι, μάλλον», παραδέχτηκε εκείνος.«Έχει τρυπώσει για τα καλά στις σκέψεις σου, έτσι δεν είναι;»«Φαντάζομαι».«Μου φαίνεται πως πλέον δεν έχεις εσύ τον έλεγχο».«Είναι φορές που αναρωτιέμαι ποιο είναι τελικά το νόημα όλης αυτής της κατάστασης».«Αυτό είναι το πρόβλημα με σένα, Ντόμινικ: σκέφτεσαι υπερβολικά».«Εύκολα το λες, αλλά...»«Πρέπει να χαλαρώσεις περισσότερο. Να αντιμετωπίζεις τις καταστάσεις όπως προκύπτουν. Να

ακολουθήσεις λίγο τη ροή των πραγμάτων».«Χμ...» μουρμούρισε εκείνος.«Λοιπόν, κατεβάζω πρόταση», είπε κεφάτα εκείνη.«Ακούω».«Πάμε στην παραλία».Ο Ντόμινικ κοίταξε προς τη μεριά της στενής παραλίας κάτω από την προκυμαία. Σκόρπιες

σιλουέτες βρίσκονταν εκεί, ενώ σε κάποια σημεία στη θάλασσα ξεχώριζαν μερικά κεφάλια.«Δεν υπάρχει περίπτωση να πάμε για μπάνιο», δήλωσε κατηγορηματικά. «Δεν έχουμε φέρει

τίποτα μαζί μας». Δε θα μπορούσαν καν να μείνουν με τα εσώρουχα, μια και η Λόραλιν δε φορούσεσουτιέν κι εκείνος είχε βάλει το τζιν του χωρίς να τον απασχολήσει καν το θέμα του εσωρούχου.

«Τα πόδια μας θα βρέξουμε μονάχα», είπε η Λόραλιν, «κάτω από την προκυμαία. Όπως έκανανστα τραγούδια και στις ταινίες, εντάξει;»

Προχώρησαν παρακάτω στην προκυμαία, μέχρι που βρήκαν μια σκάλα που οδηγούσε στην άμμο.Κατέβηκαν κι έβγαλαν τα παπούτσια τους. Η άμμος ήταν τραχιά και νοτισμένη, κι αφού γυρόφερανλίγο στον αφρό του κύματος, στα όρια της παραλίας, απολαμβάνοντας την αίσθηση του νερού γύρωαπό τους αστραγάλους τους, αποτραβήχτηκαν και κάθισαν σε ένα στεγνό σημείο της αμμουδιάςκάτω από τα υποστυλώματα της προκυμαίας.

Η Λόραλιν χαχάνιζε σαν παιδί.«Τι τρέχει;» τη ρώτησε ο Ντόμινικ.«Ε, να, σκέφτηκα πως κανονικά θα έπρεπε να ήμασταν ασπρόμαυροι», είπε, έχοντας κατά νου τις

αναρίθμητες ταινίες που είχε δει όταν ήταν μικρότερη.«Και βουβοί;» πρόσθεσε εκείνος.«Απολύτως». Χαμογέλασε. «Έλα εδώ». Του έκανε νόημα. Ο Ντόμινικ σύρθηκε λίγο στην άμμο,

μέχρι που βρέθηκε ακριβώς δίπλα της.Κι εκείνη τον φίλησε τρυφερά.Από πάνω τους ακούγονταν ακατάπαυστοι οι ζωηροί ήχοι από τις οικογένειες και τους

περαστικούς που έκαναν περίπατο στην προκυμαία, καθώς και τα πατίνια των παιδιών πουκινούνταν γοργά.

Ο Ντόμινικ έκλεισε τα μάτια του, με το ένα χέρι πάνω στο μηρό της Λόραλιν, το άλλο να σκάβειτην υγρή άμμο με δυο δάχτυλα, χαράζοντας αλλόκοτα ιερογλυφικά, καθώς το μυαλό του είχεκατεβάσει το διακόπτη. Ήξερε πως δεν είχε τίποτα το σεξουαλικό το ξαφνικό φιλί της Λόραλιν,ήταν απλώς μια έκφραση του πώς αισθανόταν εκείνη τη στιγμή, συμφιλιωμένη με τον εαυτό της.Ακόμη κι έτσι όμως, ένιωσε το πέος του να σκληραίνει και αναρωτήθηκε, αν της το ζητούσε, κατάπόσο θα δεχόταν εκείνη να του πάρει μια πίπα. Το είχε κάνει όταν βρέθηκαν στο ίδιο κρεβάτι με τηΜιράντα, το θυμόταν χαρακτηριστικά, την αίσθηση του στόματός της όπως έκλεινε γύρω του.

Page 145: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Ήξερε όμως πως κάτι τέτοιο θα χαλούσε την ατμόσφαιρα, κι έτσι προσπάθησε να χαλαρώσει.Αργότερα, η Λόραλιν είπε: «Σ’ ευχαριστώ που με έφερες εδώ, Ντόμινικ. Ήταν μια θαυμάσια

μέρα, πραγματικά».«Δεν υπάρχει βιασύνη να γυρίσουμε στην πόλη», είπε εκείνος. «Μπορούμε να μείνουμε εδώ το

βράδυ».«Θα μου άρεσε αυτό». Εν τω μεταξύ, είχαν επιστρέψει στην προκυμαία και ο ήλιος είχε πέσει, αν

και ο ουρανός εξακολουθούσε να είναι γαλανός, πιο άτονος και όχι τόσο ζεστός. Οι άνθρωποι είχανλιγοστέψει, όπως και τα ρούχα που φορούσαν. Η βραδινή βάρδια έκανε την εμφάνισή της, σανβρικόλακες που ξεπρόβαλλαν μέσα από τα φέρετρά τους, μια αλλιώτικη, νυχτόβια ράτσα πουέμοιαζε να την προσελκύουν τα φώτα που πλέον εκτείνονταν περιμετρικά του ορίζοντα τηςπροκυμαίας.

«Τι θα έλεγες για ένα ωραίο γεύμα;» πρότεινε ο Ντόμινικ.«Είμαστε κατάλληλα ντυμένοι;» ρώτησε εκείνη. Και οι δυο τους φορούσαν τζιν. Εκείνη είχε

βάλει ένα λεπτό λευκό μπλουζάκι, τόσο εφαρμοστό ώστε διαγράφονταν καθαρά οι σκληρές ρώγεςτης κάτω από το ύφασμα, και μπαλαρίνες, ενώ εκείνος ένα απλό γκρι κοντομάνικο σπορ πουκάμισο.

«Στο Ατλάντικ Σίτι βρισκόμαστε. Είμαι σίγουρος πως ο ενδυματολογικός κώδικας δε θα είναικαι τόσο αυστηρός», υπέθεσε. Ή μήπως ίσχυε αυτό που είχε δει σε κάποια κλαμπ του Λονδίνου,όπου του είχε δανείσει το μαγαζί γραβάτα ή ακόμη και σακάκι, προκειμένου να ανταποκρίνεταιστους κανόνες της επιχείρησης; Πάντως, σκέφτηκε πως κάπου θα έβρισκαν ένα κατάστημα ανοιχτόστην προκυμαία για να αγοράσει ένα καλοκαιρινό σακάκι σε περίπτωση που χρειαζόταν.

Το βλέμμα της Λόραλιν φωτίστηκε. «Μετά το φαγητό, θέλω να επισκεφτώ ένα καζίνο», δήλωσε.«Γιατί όχι;»

Κατέληξαν στο Tropicana. Δεν ήταν απαραίτητο το σακάκι για να μπεις εκεί.Εκείνο που εξέπληξε τον Ντόμινικ ήταν ότι η Λόραλιν αποδείχτηκε τολμηρή και μανιώδης

τζογαδόρος. Όσο για τον ίδιο, καμία σχέση. Δύο φορές είχε επισκεφτεί στο παρελθόν τη Μέκκα τουτζόγου, το Λας Βέγκας, για να συμμετάσχει σε ένα σεμινάριο και ένα συνέδριο, και είχε σημειώσειτο διόλου ευκαταφρόνητο κατόρθωμα να μη ρισκάρει ούτε δεκάρα στους πανταχού παρόντεςκουλοχέρηδες που κατέκλυζαν την πόλη, από τους διαδρόμους του αεροδρομίου μέχρι τιςτουαλέτες ξενοδοχείων και εστιατορίων. Δεν είχε μπει καν στον πειρασμό να καθίσει σε κάποιοτραπέζι.

Παλιότερα έπαιζε πόκερ τακτικά με κάποιους φίλους, τον καιρό που ήταν φοιτητής, όμως ταπονταρίσματα ήταν μικρά (κι όταν κάποια στιγμή δεν το σήκωνε άλλο η τσέπη τους, είχαν φτάσει ναπαίζουν με σπίρτα). Δε γνώριζε άλλα παιχνίδια με την τράπουλα και ούτε τον ενδιέφερε να μάθειτους κανόνες.

Στην αρχή η Λόραλιν επιτέθηκε σε μια ρουλέτα και γρήγορα τριπλασίασε το αρχικό μικρόποντάρισμά της παίζοντας συνετά στο κόκκινο και το μαύρο, σχεδόν εναλλάξ, ακολουθώντας κάθετόσο το ένστικτό της, που την οδηγούσε σε κάποια παραλλαγή. Ήταν θέμα τύχης ή μαντεψιάς. Μετο που έχασε δύο διαδοχικά πονταρίσματα, εγκατέλειψε εκείνο το τραπέζι και πέρασε σε άλλο. Στοεπόμενο τραπέζι, το παιχνίδι παιζόταν με τράπουλα, όμως ο Ντόμινικ δεν είχε την παραμικρή ιδέα τιακριβώς ήταν. Και πάλι η επιτυχία της Λόραλιν ήταν εντυπωσιακή και η στήλη με τις μάρκες τηςάρχισε σύντομα να μεγαλώνει. Ο Ντόμινικ ούτε που ήξερε πόσα είχε κερδίσει, αφού αγνοούσε

Page 146: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

πλήρως τη συγκεκριμένη αξία για κάθε χρώμα που είχαν οι μάρκες, όμως ήταν φανερό πως είχετραβήξει την προσοχή των άλλων, καθώς κόσμος μαζευόταν γύρω από τα τραπέζια όπου έπαιζε γιανα την παρακολουθήσει, στην πλειονότητά τους άντρες που την κοιτούσαν σαν ξερολούκουμο.Αλλά και γυναίκες.

Μετά από κάποια ώρα, τα κέρδη της σταθεροποιήθηκαν, έτσι πέρασε σε καινούριο τραπέζι καικρουπιέρη, όπου τα πράγματα ησύχασαν κάπως για ένα διάστημα. Ο Ντόμινικ είχε αρχίσει ναβαριέται να την παρακολουθεί, παρόλο που η Λόραλιν ξεχώριζε σαν τη μύγα μες στο γάλα σε σχέσημε τους άλλους τζογαδόρους, με τα πλούσια ξανθά μαλλιά της να πέφτουν πυκνά στους ώμους τηςκαι ν’ αγγίζουν το λευκότερο κι από λευκό λαιμό της μπλούζας της όπως καθόταν με την πλάτηίσια, επιβλητική σαν καθαρόαιμο.

Τελικά, κουράστηκε να παίζει, μάζεψε τις μάρκες της και σηκώθηκε από το τραπέζι, ενώ ταβλέμματα όλων όσων βρίσκονταν εκεί την ακολούθησαν.

«Χρειάζομαι ένα ποτό», είπε στον Ντόμινικ.«Θα έλεγα πως το σηκώνει η τσέπη σου τώρα», παρατήρησε εκείνος.Αυτή τη φορά, ο Ντόμινικ ξέχασε να πει στον μπάρμαν να βάλει με ρέγουλα τον πάγο, οπότε το

αναψυκτικό του ήταν άγευστο και νερωμένο.«Σου αρέσει να ρισκάρεις», σχολίασε κουτσοπίνοντας το αναψυκτικό του.Τα μάτια της Λόραλιν εξακολουθούσαν να λάμπουν από την έξαψη του τζόγου. «Όλη η ζωή ένα

ρίσκο είναι», απάντησε.«Υπάρχει όμως μια λεπτή γραμμή μεταξύ του ρίσκου και της αφροσύνης», πρόσθεσε εκείνος.«Νομίζω πως αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημά σου, Ντόμινικ», επισήμανε η Λόραλιν. «Ένα

μέρος του εαυτού σου θέλει να προχωρήσει δυναμικά, να ρισκάρει, όμως υπάρχει κι ένα άλλο μέροςπου προτιμά να ζυγίζει τα πράγματα, να τα σκέφτεται, κι αυτό σε κρατά πίσω. Δεν μπορείς να δοθείςπλήρως σε μια κατάσταση».

«Έτσι λες;»«Βέβαια, εγώ μια απλή μουσικός είμαι, και μάλιστα γυναίκα. Δεν έχω πτυχίο ψυχολογίας», είπε,

χαμογελώντας πλατιά.«Πολύ αστείο».«Έχω φτιαχτεί», άλλαξε απότομα θέμα η Λόραλιν. Ήταν αδύνατο να προσπεράσεις το θέαμα που

παρουσίαζαν οι ρώγες της καθώς δοκίμαζαν τις αντοχές της λεπτής βαμβακερής μπλούζας της. «Δεθα ήταν άσχημο λίγο σεξ τώρα», συμπλήρωσε, κοιτάζοντας ολόγυρα τους άλλους πελάτες στομπαρ, ζευγάρια ή άντρες μόνοι. Δε φάνηκε να βρίσκει κάτι ενδιαφέρον εκεί.

«Όχι όμως με άντρα; Ή με εμένα;»«Δεν πηδάω τους φίλους μου», είπε ξερά.«Ναι, μονάχα τους φιλάς ή τους παίρνεις καμιά πίπα, αν είναι κατάλληλες οι συνθήκες», έδωσε

την πληρωμένη απάντηση ο Ντόμινικ.«Α, αυτό...» είπε εκείνη. «Απλώς ακολούθησα το ρεύμα, ήταν κομμάτι της όλης φάσης που

παίχτηκε εκείνη τη φορά. Με τη Μιράντα. Κρίμα που δεν προχώρησε. Αναρωτιέμαι μήπως τηςέκοψε τη διάθεση ο Βίκτορ έτσι όπως τη μεταχειρίστηκε», πρόσθεσε. «Δεν αποκλείεται βέβαιααπλώς εκείνη να φοβήθηκε. Δε χρησιμοποίησε τη “λέξη ασφαλείας” για να σταματήσει τις ξυλιές,αλλά θα μπορούσε να το είχε κάνει. Εγώ νόμιζα πως θα είχε διάθεση για περισσότερα πράγματα».

«Τέλος πάντων», είπε ο Ντόμινικ, «μη θεωρήσεις πως έχεις κάποια υποχρέωση να μείνεις μαζίμου. Γυρίζω και μόνος μου στην πόλη. Αν θες, μπορείς να βρεις παρέα...»

Page 147: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Όχι, δε θα ήταν δίκαιο αυτό», αρνήθηκε η Λόραλιν.«Όπως θες».«Λοιπόν, κοίτα», συνέχισε εκείνη. «Έβγαλα σχεδόν ένα χιλιάρικο απόψε. Θα γυρίσουμε πίσω με

ταξί. Βαριέμαι να μπλέκουμε με τρένα. Θα κάνουμε και πιο γρήγορα τέτοια ώρα. Τα έξοδα δικάμου».

«Πολύ γενναιόδωρο εκ μέρους σου».Στη διάρκεια της αρκετά μεγάλης διαδρομής με το ταξί ως το Μανχάταν, εκείνη κυρίως

λαγοκοιμόταν, με το κεφάλι ακουμπισμένο στον ώμο του, ενώ η ανάσα της επιβραδυνόταν και ηθερμότητα από το σώμα της έδινε την αίσθηση ζεστής απαλής κουβέρτας.

Πίσω στο διαμέρισμα, του έδωσε ένα πεταχτό φιλί στο μάγουλο, του γύρισε την πλάτη και,αδιαφορώντας που την έβλεπε, έβγαλε το μπλουζάκι και το τζιν της και τρύπωσε χαλαρά μέσα στονυπνόσακο, στο μισοσκόταδο. Το μακρύ της σώμα γρήγορα χάθηκε κάτω από το ύφασμα, καθώς ηίδια δεν είχε διάθεση για κάτι περισσότερο, είχε κατεβάσει τους διακόπτες. Ο Ντόμινικ τράβηξε τοπαραβάν που χώριζε το υπνοδωμάτιό του από το κυρίως καθιστικό, ξεντύθηκε και ξάπλωσε στοκρεβάτι.

Τον πήρε γρήγορα ο ύπνος.Περίπου μία ώρα αργότερα ξύπνησε από κάτι σιγανούς ήχους που έρχονταν από τη γωνία όπου

είχε ξαπλώσει η Λόραλιν. Την άκουσε να βογκά και συνειδητοποίησε, με έναν απότομο ερεθισμό,πως πρέπει να χαϊδευόταν. Άραγε ποιες σκέψεις ή εικόνες, τίνος το πρόσωπο ή το σώμα φέρνει στονου της τώρα που το κάνει αυτό; αναρωτήθηκε ο Ντόμινικ, κατεβάζοντας την παλάμη του πάνω στοπέος του, αρχίζοντας να αυνανίζεται κι αυτός, αν και πιο σιγανά.

Έφτασαν και οι δύο σε οργασμό με διαφορά λίγων δευτερολέπτων.

«Τη μια μέρα φαντάζει απόμακρη. Την αμέσως επόμενη κρέμεται από πάνω σου, γίνεται απαιτητική,μη σου πω ότι θυμώνει». Ο Ντόμινικ μιλούσε στη Λόραλιν για τη Σάμερ και τα λιγοστά emails πουτου έστελνε όποτε το θυμόταν από τη στιγμή που είχε επιστρέψει στη Νέα Ζηλανδία. «Καταλήγω ναμην ξέρω τι θέλει πραγματικά από τη σχέση μας. Ούτε τι θέλω εγώ...»

«Κλασική περίπτωση του μαζί δεν κάνετε και χώρια δεν μπορείτε μου ακούγεται», σχολίασε ηΛόραλιν.

«Ίσως».«Το πρόβλημα είναι το ίδιο», πρόσθεσε εκείνη, «είτε είστε ένα συνηθισμένο ζευγάρι είτε έχετε

τάσεις προς την κυριαρχία και την υποταγή. Έτσι το βλέπω εγώ. Έχει να κάνει με το πώς χειρίζεταικανείς μια σχέση πέρα από το πάθος».

«Της αρέσει να παίζει με τη φωτιά», είπε ο Ντόμινικ. «Αυτό είναι που την ελκύει σε μένα, κι αυτόπου με ωθεί να οδηγώ τα πράγματα στα άκρα σε κάποιες περιπτώσεις. Από την άλλη, κι εμένα μεφοβίζει, μια και δεν ξέρω τι θα θέλει να κάνει ή να της κάνουν στη συνέχεια. Είναι σαν να έχειυπερβολικά μεγάλες απαιτήσεις από μένα, αλλά ταυτόχρονα να επαναστατεί απέναντι στα όσασυμβαίνουν. Δε θέλω να καταλήξουμε μια μέρα σαν την Κλαρίσα και τον Έντουαρντ, ένα ζευγάριπαλαιάς κοπής, παρωδία του εαυτού μας».

«Ο Εντ και η Κλαρίσα έχουν γούστο όταν τους γνωρίσεις. Υποδύονται ένα ρόλο, είναι οιοικοδεσπότες στις παραστάσεις του Βίκτορ. Άλλωστε, είμαι σίγουρη πως δεν είναι υποχρεωτική μιατέτοια κατάληξη».

Page 148: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Κι εγώ έτσι νομίζω, αλλά δυσκολεύομαι να δω τα πράγματα καθαρά. Τι θα γίνει όταν λήξει ηπεριοδεία της; Θα πλησιάζει ο καιρός που θα πρέπει να φύγω εν τω μεταξύ. Θα πρέπει νααποφασίσω αν θα παραμείνω στη Νέα Υόρκη ή αν θα επιστρέψω στο Λονδίνο. Θα μπορούσα να τηςζητήσω να έρθει μαζί μου. Ως σόλο μουσικός σίγουρα μπορεί να έχει την έδρα της όπου εκείνηεπιθυμεί, έτσι δεν είναι;»

«Ναι, μάλλον».«Θα μπορούσα να τη διατάξω φυσικά, να επιμείνω να έρθει μαζί μου, να γυρίσει στο Λονδίνο,

όμως τρέμω στη σκέψη πως θα αρνηθεί, κι αυτό θα τερμάτιζε οριστικά ό,τι μας δένει».«Γιατί δεν το επιχειρείς;» τον προέτρεψε η Λόραλιν.«Μακάρι να μπορούσα. Αισθάνομαι πως δεν έχω φτάσει ακόμη σε σημείο να την καταλάβω

αρκετά».«Τι να καταλάβεις;»«Το πώς αισθάνεται, τι αισθάνεται...»Η Λόραλιν καθόταν στην άκρη του μεγάλου πορτοκαλόχρωμου καναπέ του λοφτ. Ο Ντόμινικ

ήταν καθισμένος στην απέναντι άκρη, με το φορητό υπολογιστή πάνω στα γόνατα και τη σελίδα τηςWikipedia με θέμα τη σύγχρονη τζαζ να προβάλλεται ακόμη στην οθόνη του, υπενθυμίζοντάς τουτις υπόλοιπες πτυχές της ζωής του. Είχε αρχίσει να συγκεντρώνει πληροφορίες για τους μαύρουςμουσικούς που είχαν παίξει στην Αριστερή Όχθη του Παρισιού στις αρχές της δεκαετίας του 1950,για τις ανάγκες του μυθιστορήματός του. Σκεφτόταν να βάλει την ηρωίδα του, την Ελένα, ναπλαγιάζει με έναν από αυτούς, εξακολουθούσε ωστόσο να τον προβληματίζει η προοπτική ναεντάξει μια τέτοια σκηνή τόσο νωρίς στο βιβλίο, καθώς θα μπορούσε να κατηγορηθεί για ρατσισμόαν δεν κατόρθωνε να την αποδώσει με αρκετή ευαισθησία.

«Εσύ έχεις δοκιμάσει την υποταγή;» τον ρώτησε η Λόραλιν.Η ερώτησή της τον αιφνιδίασε.«Όχι. Ποτέ. Απλώς δεν είναι αυτός ο χαρακτήρας μου. Σίγουρα το καταλαβαίνεις καλά αυτό».Το μυαλό του πήγε στην Κάθριν και στον τρόπο με τον οποίο του είχε βγάλει από μέσα του την

κυρίαρχη πλευρά που φώλιαζε εκεί, πριν από τόσα χρόνια. Εκείνο το βλέμμα της που φανέρωνε τηνυποταγή της –όχι μόνο σε σεξουαλικό επίπεδο–, αλλά κι εκείνο το χαρακτηριστικό δόσιμο ψυχήςκαι σώματος. Στην Κλαούντια, που τον είχε ενθαρρύνει να διευρύνει τα όρια της κυρίαρχης στάσηςτου και δεν είχε διστάσει στιγμή όσο εκείνος αποκάλυπτε τη σκοτεινή πλευρά του. Στη Σάμερ...

«Κάποιες φορές», σχολίασε η Λόραλιν, όχι και τόσο χαλαρά όσο ακουγόταν, όπως παρατήρησε οΝτόμινικ, καθώς μια πονηρή λάμψη φώτιζε το ανοιχτό γαλάζιο των ματιών της, «πρέπει να βιώσειςορισμένα πράγματα για να μπορέσεις να τα κατανοήσεις πλήρως».

«Το οποίο σημαίνει;»«Γνωρίζεις την αίσθηση του να έχεις υπό τον έλεγχό σου έναν άλλο άνθρωπο, υποταγμένο, να

ασκείς ως ένα βαθμό εξουσία στο επίπεδο ζωής και θανάτου πάνω του, σωστά;»«Ναι, αν και το θέτεις κάπως μελοδραματικά...»«Όμως μπορείς να καταλάβεις πραγματικά πώς αισθάνεται ο άλλος όταν σου υποτάσσεται, όταν

σου αφήνεται να τον γεμίσεις;»«Θα ήθελα να το καταλάβω, σίγουρα, αλλά είμαι ετεροφυλόφιλος. Δε νομίζω πως δεν το έχω

σκεφτεί, όμως η προοπτική να με πάρει ένας άλλος άντρας δε με ερεθίζει για κάποιο λόγο. Δεναισθάνομαι έλξη για το φύλο συνολικά. Δεν είναι θέμα προκατάληψης, πίστεψέ με, απλώςπροτιμήσεων, όπως το ότι δεν πίνω αλκοόλ».

Page 149: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Μην το απορρίπτεις», του είπε η Λόραλιν χαμογελώντας. «Το να σε πάρει ο άλλος έχει τη δικήτου γοητεία, είναι μια θαυμάσια αίσθηση όταν γίνει σωστά. Το έχω δοκιμάσει. Μπορεί να προτιμώτις γυναίκες, αλλά έχω κι ένα παρελθόν, ξέρεις... δε γεννήθηκα έτσι».

Ο Ντόμινικ θυμήθηκε εκείνη τη μία φορά που η Σάμερ, εντελώς ξαφνικά, του είχε βάλει δάχτυλοτην ώρα που το έκαναν με τρέλα, και πόσο δυνατή ήταν εκείνη η εμπειρία, τόσο που τον οδήγησε σεέναν ασυνήθιστα έντονο οργασμό. Άραγε ήταν επειδή ξαφνικά βρέθηκε στη θέση της Σάμερ ήμήπως επρόκειτο για αποτέλεσμα της ηδονής που είχε αντλήσει από την επιθετική, λάγνα στάση της;αναρωτήθηκε.

Όπως τον παρατηρούσε, η Λόραλιν χαμογέλασε πλατιά. «Βλέπω πως σε έβαλα σε σκέψεις».Ο Ντόμινικ το σκέφτηκε. «Πράγματι», ομολόγησε. «Είμαι πολύ ευαίσθητος σ’ εκείνο το σημείο.

Ίσως ένα πέος να αποδεικνυόταν ενδιαφέρουσα εμπειρία, αλλά θα έπρεπε να είναι με κάποιο τρόποξεκομμένο από τον κάτοχό του. Ένας απρόσωπος άντρας, ένας ασώματος πούτσος, όπως θέλεις πεςτο». Χαμογέλασε με τη σειρά του. «Απλώς για να καταλάβω την αίσθηση», είπε, καθώςδυσκολευόταν να εξηγήσει τη στάση του.

«Α, νομίζω πως μπορώ να προτείνω κάτι καλύτερο, αλλά θα πρέπει να με εμπιστευτείς. Θαπαίξουν τα πάντα, ας πούμε. Έχει περισσότερο γούστο έτσι, όταν υπάρχει ένα στοιχείο έκπληξης. Το“σταμάτα” θα μπορούσε να είναι η ασφαλιστική δικλίδα σου εφόσον τη χρειαστείς». Η Λόραλινέγλειψε τα χείλη της και παραμέρισε με χάρη τα μαλλιά που είχαν πέσει στο μέτωπό της, έτσι όπωςτην είχε δει να κάνει συχνά όταν ερεθιζόταν.

Ο Ντόμινικ την κοίταξε απορημένος. «Πολύ μυστηριώδη μου ακούγονται όλα αυτά, αλλά νομίζωπως θα μπορούσα να αντεπεξέλθω».

«Δεν παίρνεις το τρένο να κατέβεις στο Νιου Χέιβεν το επόμενο Σαββατοκύριακο;» είπε εκείνη.Θα έφευγε από την πόλη αργότερα την ίδια μέρα. «Το πρωί του Σαββάτου έχω πρόβα, αν όμωςπάρεις το τρένο της μία και μισή, θα είσαι εκεί μέχρι το απόγευμα. Α, ναι, να φέρεις μαζί σου καιλίγα πράγματα για να μείνεις το βράδυ», πρόσθεσε. «Θα κανονίσω κάτι ενδιαφέρον».

«Αυτό είναι υπόσχεση ή απειλή;»

Τον παρέλαβε από το σταθμό. Ούτε δέκα άτομα δεν κατέβηκαν από το τρένο. Η όλη εικόνα θύμιζεπόλη-φάντασμα. Πήγαν κατευθείαν από την αποβάθρα στο χώρο στάθμευσης των αυτοκινήτων,όπου ένα ταξί περίμενε, ελπίζοντας να πάρει κούρσα. Η Λόραλιν τον οδήγησε μπροστά απόπαρκαρισμένα ημιφορτηγά, τζιπ και αυτοκίνητα, κάθε μεγέθους και χρώματος, μέχρι το σημείο όπουήταν σταθμευμένη μια αστραφτερή Kawasaki στο χρώμα του ιβουάρ και του μαύρου. Του έδωσεένα δεύτερο κράνος.

«Δική σου είναι;»«Το καμάρι μου», απάντησε εκείνη, και σήκωσε τα μακριά μαλλιά της για να τα χώσει μέσα στο

κράνος ώστε να μην παρασυρθούν από τον αέρα. Φορούσε μαύρο τζιν παντελόνι, μπλε δερμάτινομπουφάν και μάλλον καουμπόικες μπότες· έμοιαζε σαν πολεμίστρια βασίλισσα στην προαστιακήέρημο του σιδηροδρομικού σταθμού του Νιου Χέιβεν.

Σίγουρα ήταν γυναίκα γεμάτη εκπλήξεις, αν και ο Ντόμινικ αισθανόταν νευρικότητα για τηνεπόμενη έκπληξη που ετοίμαζε ειδικά. Για εκείνον.

Πρώτα σταμάτησαν για να τσιμπήσουν κάτι σε ένα μικρό καφέ δίπλα στο ποτάμι.Η Λόραλιν είχε τεράστια όρεξη κι έφαγε διπλάσια ποσότητα σε σχέση με ό,τι κατάφερε ο

Page 150: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Ντόμινικ, καθώς εκείνος άφησε το μεγαλύτερο μέρος από το κολοσσιαίο σάντουιτς με μπέικον, μιακαι του ήταν αρκετό να τσιμπήσει από τη μεγάλη σαλάτα που το συνόδευε.

Επέστρεψαν στη δυνατή Kawasaki, κι ο Ντόμινικ πιάστηκε γερά από τη μέση της Λόραλιν.Ακολούθησε μια δεκάλεπτη θορυβώδης διαδρομή έξω από την ήσυχη πόλη, στα δάση, όπου ηΛόραλιν έστριψε ξαφνικά στα αριστερά, παίρνοντας ένα δρόμο στρωμένο με φύλλα. Σύντομα ημηχανή σταμάτησε. Η απομονωμένη κατοικία ήταν μια πελώρια έπαυλη, σχεδιασμένη σεαποικιοκρατικό στιλ, χτισμένη δίπλα σε ένα ρυάκι.

«Εγώ νοικιάζω το στούντιο στην πίσω πλευρά του σπιτιού», διευκρίνισε η Λόραλιν ενώ έβγαζαντα κράνη τους. «Έχει αυτόνομη είσοδο. Τέλος πάντων, οι ιδιοκτήτες απουσιάζουν, βρίσκονται στηνΙνδία, οπότε έχω όλο το σπίτι στη διάθεσή μου».

«Ειδυλλιακό φαίνεται», σχολίασε ο Ντόμινικ. «Και πολύ ήσυχο».«Αυτό σίγουρα».Η Λόραλιν ξεκλείδωσε την πόρτα του στούντιο και πέρασαν μέσα.Το κυκλικό εσωτερικό ήταν τεράστιο, ψηλοτάβανο, με φεγγίτες, μέσα από τους οποίους έμπαινε

άπλετο φως. Ο Ντόμινικ μπορούσε να φανταστεί πόσο ευχάριστο θα ήταν το μέρος για ένα ζωγράφοή τον όποιο καλλιτέχνη εργάστηκε εκεί, δεν ήταν όμως βέβαιος κατά πόσο θα εξυπηρετούσε ηακουστική του χώρου μια μουσικό. Σε μια μεριά του αυτοσχέδιου δωματίου η Λόραλιν είχε στήσειμια γωνιά για την ίδια: δύο καρέκλες, ένα φουτόν, μια μεγάλη μεταλλική συρόμενη κρεμάστρα όπουέβαζε τα ρούχα της, η θήκη του τσέλου της ακουμπισμένη στο παρκεταρισμένο ξύλινο πάτωμα, κάτιβαλίτσες που έστεκαν πρόχειρα ανοιγμένες. Ήταν φανερό ότι ζούσε –όπως το περίμενε άλλωστε οΝτόμινικ– σε διαρκή κατάσταση κίνησης, έτοιμη να τα μαζέψει και να φύγει ανά πάσα στιγμή.

Η Λόραλιν πλησίασε από πίσω του, τον χτύπησε ελαφρά στον ώμο και του ψιθύρισε λάγνα στοαφτί: «Ήρθε η ώρα, Ντόμινικ. Κλείσε τα μάτια σου». Εκείνος υπάκουσε.

Περίμενε λίγο έτσι, ακούγοντάς τη να κινείται γύρω του, κι ένας Θεός ξέρει τι σκάρωνε.Τότε ένιωσε ένα ελαστικό ύφασμα να περνά πάνω από τα μαλλιά του, με την πίεσή του να

ρυθμίζεται πάνω από τα αφτιά, μέχρι που κάλυψε τα μάτια του. Τα άνοιξε. Δεν έβλεπε τίποτα πια.Χαμογέλασε, καθώς θυμήθηκε τις εντολές του στους μουσικούς που είχαν συνοδεύσει τη Σάμερ

στην κρύπτη να δέσουν τα μάτια τους. Άραγε η Λόραλιν το έκανε για να τον εκδικηθεί; Να τονπληρώσει με το ίδιο νόμισμα, μια και ανάμεσα στους μουσικούς ήταν κι αυτή;

«Γδύσου».Ακολούθησε και πάλι τις εντολές της. Τον είχε δει ήδη γυμνό, εκείνο το βράδυ με τη Μιράντα,

οπότε δεν ήταν κάτι που πρώτη φορά θα έβλεπε, όμως και πάλι ο Ντόμινικ ρούφηξε το στομάχι τουγια μια στιγμή. Ένστικτο.

«Γονάτισε».Ακούστηκε και πάλι ο ήχος των ξυπόλυτων πλέον ποδιών της που κινούνταν δίπλα του.Μακριά νύχια σύρθηκαν πάνω στα πλευρά του, ταξίδεψαν στα γυμνά οπίσθιά του κι ύστερα

βούτηξαν το αναπόφευκτα κρεμασμένο όσχεό του.Ο Ντόμινικ μόρφασε. Ένιωσε το μόριό του να σκληραίνει. Δεν μπορούσε να το αποφύγει. Όχι

πως υπήρχε περίπτωση να αποκαλέσει τη Λόραλιν «αφέντρα». Με καμία δύναμη.«Χέρια. Πάνω από τους ώμους».Σήκωσε τα μπράτσα του και την ένιωσε να τον δένει από τους καρπούς. Μάλλον φουλάρι

χρησιμοποιούσε: το ύφασμα είχε μια μεταξένια αίσθηση. Κάθε φορά που τον πλησίαζε η Λόραλιν,ένιωθε τη θερμότητα που αναδιδόταν από το κορμί της σε απόσταση αναπνοής, το άρωμά της, ένα

Page 151: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

χαρμάνι απροσδιόριστων μπαχαρικών και ιδρώτα. Το λαρύγγι του κόμπιασε.Η Λόραλιν απομακρύνθηκε, κι εντελώς ξαφνικά ο Ντόμινικ ένιωσε να κρυώνει χωρίς την άμεση

παρουσία της. Άκουγε το τιτίβισμα των πουλιών στα δέντρα κοντά στο σπίτι, το γλυκό κελάρυσματου νερού όπως κυλούσε στο ρυάκι κι άλλους συρτούς ήχους, που έμοιαζαν να έρχονταιταυτόχρονα από δύο διαφορετικά σημεία. Μήπως δεν ήταν μόνη της; Είχε μπει και κάποιος άλλοςστο δωμάτιο; Ο Ντόμινικ δεν είχε ακούσει τη βαριά ξύλινη πόρτα του στούντιο να ανοιγοκλείνει,όμως ίσως υπήρχε κι άλλη είσοδος από το κυρίως σπίτι.

Ξανά ένα χέρι τον χάιδεψε στα καπούλια.Έπειτα ένιωσε κάτι σκληρό και τσουχτερό να σκάει πάνω στον κώλο του. Το τρέμουλο του

αρχικού πόνου διέτρεξε το σώμα του. Α, καλά, σκέφτηκε, το ξεφτιλίσαμε τελείως. Νομίζει πως θαφτιαχτώ με μερικές ξυλιές; Ένιωθε τους όρχεις του να μαζεύονται από αντίδραση. Μια στάλαιδρώτα σχηματίστηκε ανάμεσα στη μύτη και το πάνω χείλος του, περιμένοντας το επόμενο χτύπημα,όμως αυτό δεν ήρθε.

«Λοιπόν, καταλαβαίνεις πώς νιώθει ο άλλος;»Ο Ντόμινικ έγνεψε καταφατικά.Στη συνέχεια αισθάνθηκε κάτι να μπαίνει βαθιά μέσα στα αφτιά του: βαμβάκι. Κάποιου είδους

βύσματα; Η σιωπή έγινε αφόρητη, κλεισμένος καθώς ένιωθε μέσα σ’ ένα κουκούλι, μόνος. Γυμνός.Ξεκομμένος. Δύο από τις αισθήσεις του είχαν τεθεί εκτός μάχης, η όραση και η ακοή. Δεν πίστευεπως η Λόραλιν θα τον φίμωνε ώστε να εξουδετερώσει και την ομιλία, τους ήχους· σίγουρα κάτιτέτοιο θα ήταν αντιπαραγωγικό, καθώς θα ήθελε κι εκείνη να απολαύσει τα βογκητά, τουςαναστεναγμούς, τις πιθανές διαμαρτυρίες του. Ήταν όλα μέρος του παιχνιδιού.

Ο Ντόμινικ περίμενε.Ένιωσε μια σκιά να στέκεται από πάνω του, πίσω του, πιθανότατα εμποδίζοντας το γαλάζιο της

μέρας να περάσει από τους φεγγίτες.Αισθάνθηκε μια καυτή ανάσα στο σβέρκο την ώρα που εκείνη έσκυβε από πάνω του και με ένα

δάχτυλο, κρύο και λιπασμένο, διερευνούσε το σφιγκτήρα του, τον ύγραινε, δοκίμαζε τηνελαστικότητά του, άπλωνε άφθονες ποσότητες κάποιας λιπαντικής ουσίας στην τρύπα του. ΟΝτόμινικ κράτησε την ανάσα του καθώς διαισθανόταν τι θα επακολουθούσε.

Ένα αμβλύ όργανο, κάποιο υποκατάστατο πέους, υπέθεσε, πίεσε για να μπει, εισχωρώντας μεαπρόσμενη ευκολία, ανοίγοντας τα κωλομάγουλά του μέχρι που χώρεσε η άκρη του. Ακολούθησεένα βίαιο τίναγμα προς τα μέσα, οπότε τρυπήθηκε βαθιά, ένιωσε λες και σκιζόταν στα δύο. Δάγκωσετα χείλη του. Ο πόνος ήταν έντονος. Ολόκληρη η περιφέρεια της κωλοτρυπίδας του είχε ανοίξει, είχετεντώσει, έμοιαζε να έχει πάρει φωτιά, σαν να είχε χρησιμοποιηθεί λάθος κρέμα, η οποία, αντί να τονανακουφίζει, τον έκαιγε εκεί κάτω. Προσπάθησε να ελέγξει τούτη την αίσθηση, αρνούμενος ναεπιτρέψει στον παραμικρό ήχο να ξεφύγει από το στόμα του.

Προσπάθησε να σφίξει τους μυς του, ώστε να εμποδίσει το αντικείμενο εκείνο να διεισδύσειακόμη βαθύτερα μέσα του, όμως είχε χάσει τον έλεγχο, και μετά από μερικά αδύναμα σπρωξίματαεκείνη είχε μπει τελείως μέσα.

Με γαμάει, σκέφτηκε ο Ντόμινικ. Τώρα ξέρω πώς νιώθει μια γυναίκα όταν γεμίζει, ότανκαρφώνεται ως μέσα.

Πίσω από το ύφασμα, τα μάτια του ήταν πλέον κλειστά, αν και αυτό δεν έκανε καμία διαφοράστην όλη κατάσταση.

Η διαύγεια επέστρεψε στο μυαλό του, και αυτή ήταν η στιγμή για να αρχίσει η Λόραλιν μια σειρά

Page 152: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

μετρονομικών κινήσεων μέσα του: ένα γρήγορο, μερικό τράβηγμα προς τα έξω, το οποίοακολουθούσε άλλη μια βαθιά επίθεση, ένα σύντομο διάλειμμα, η αίσθηση του αδειάσματος, τουκενού, και μετά το γέμισμα, ξανά και ξανά και ξανά. Στην αρχή, άθελά του και ασυναίσθητα, άρχισενα συντονίζεται με το ρυθμό του γαμησιού, το ακολουθούσε, έμπαινε στη ροή του, καθώς ο αρχικόςπόνος γρήγορα υποχώρησε. Δεν τον αντικατέστησε η ηδονή, όπως ήλπιζε εκείνος, αλλά έναςκατακλυσμός από ασυνήθιστες αισθήσεις τις οποίες κατέγραφε και καταχώριζε στο μυαλό του όσοπερνούσαν τα λεπτά, αδιόρθωτος παρατηρητής, ακαδημαϊκός. Το σώμα του άρχισε να συνεργάζεταικαι να διευκολύνει την είσοδο και την έξοδο του τεχνητού πέους που τον όργωνε.

Σύντομα έχασε κάθε αίσθηση του χρόνου, κλεισμένος μέσα σε ένα κουκούλι τυφλής σιωπής.Κάποια στιγμή –ιδέα δεν είχε μετά από πόση ώρα– εκείνη τραβήχτηκε από μέσα του. Γιατί; Ο

κώλος του είχε απομείνει να χαϊδεύεται από τη ροή του αέρα που κυκλοφορούσε στο χώρο τουστούντιο, ανυπομονώντας να γεμίσει ξανά, ικετεύοντας να χρησιμοποιηθεί, εγκαταλειμμένος.

Εκείνη βάλθηκε να τον καβαλάει ξανά, αυτή τη φορά με κινήσεις ηπιότερες. Η οργανική φύσητου δονητή που ήταν περασμένος στα λουριά που φορούσε εκείνη (ο Ντόμινικ ήξερε πως δεχειριζόταν το δονητή με το χέρι, κρίνοντας από τη φυσική κίνηση του σώματός της από πίσω του καιτην επαφή των ζεστών μελών της με τα ανοιχτά οπίσθιά του κάθε φορά που έμπαινε μέσα του)έμοιαζε τώρα περισσότερο εύπλαστη, λιγότερο άκαμπτη, σχεδόν σαν να ήταν αληθινό πέος αυτόπου καρφωνόταν μέσα του. Υποψιάστηκε και πάλι πως κάποιος άντρας είχε πάρει τη θέση τηςΛόραλιν και τον πήδαγε. Μα δεν ήταν δυνατό... Κι ύστερα σκέφτηκε: Τι σημασία έχει; Δενμπορούσε να κάνει κάτι τώρα γι’ αυτό. Θα ήταν μία ακόμη εμπειρία. Η Λόραλιν του είχε πει πως θαέπαιζαν τα πάντα και είχε κρατήσει το λόγο της. Ο Ντόμινικ δεν μπορούσε πλέον να σκληρύνειτελείως, αν και κάποια στιγμή είχε φτάσει επικίνδυνα κοντά στην κορύφωση, όταν ένα χέρι είχεπιάσει τα αρχίδια του, είχε σφίξει τον πούτσο του και είχε βαλθεί να τον τρίβει ενώ το ίδιο άτομο τονπήδαγε από πίσω, τσεκάροντας την κατάστασή του, δοκιμάζοντας τις αντοχές του, παίζοντας μαζίτου.

Τελικά, η Λόραλιν (ή όποιος είχε πάρει τη θέση της, αν πράγματι υπήρχε και τρίτο άτομο,κάποιος άντρας στο στούντιο) άρχισε να κουράζεται και η δύναμη από τα σπρωξίματα μέσα τουπεριορίστηκε. Μετά από ένα τελευταίο, βίαιο σπρώξιμο, το οποίο σχεδόν τον ισοπέδωσε με τηβιαιότητά του, εκείνη (ή εκείνος) τραβήχτηκε από μέσα του. Ακολούθησε και πάλι αυτή ηχαρακτηριστική αίσθηση του κενού, ο αέρας που χάιδευε το ταλαιπωρημένο του άνοιγμα, ένα απαλόφυσικό αεράκι που περνούσε πάνω από την τρύπα του κι ένα κύμα πρόωρης θλίψης μετά τησυνεύρεση.

Η ακοή του επανήλθε. Το σύρσιμο των ποδιών. Το κελάρυσμα του ρυακιού και το μανιακότιτίβισμα μικρών πουλιών κάπου στο βάθος.

Ο Ντόμινικ περίμενε να του λύσει τα μάτια. Ανασηκώθηκε, κάθισε στα κάπως πονεμένα οπίσθιάτου. Χαλάρωσε.

Εκείνη τράβηξε απαλά το ελαστικό ύφασμα, το ανέβασε με αργές κινήσεις στο μέτωπό του κιύστερα στα μαλλιά του, προσέχοντας να μην τα ανακατέψει. Ήταν κανονικά ντυμένη. Ή μήπως δενείχε ξεντυθεί καν για να τον πηδήξει; Ήταν λες και δεν είχε συμβεί το παραμικρό. Ένα αμυδρόχαμόγελο απλωνόταν στα ωχρά της χείλη, οι αχτίδες του ήλιου σκάλωναν στα ξανθά μαλλιά τηςόπως φιλτράρονταν μέσα από τη γυάλινη οροφή.

«Τώρα ξέρεις», του είπε.

Page 153: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Η Λόραλιν είχε ψήσει πατάτες και τις σερβίρισε με μια γενναία ποσότητα γιαουρτιού, μαζί μεδιάφορα κομμάτια κρύου κρέατος.

Ήταν καθισμένοι στο γρασίδι απέναντι από το σπίτι, έχοντας ανάψει τα φώτα της βεράντας,παρακολουθώντας το νερό του ρυακιού να κυλά προς τα ριζά του λόφου.

«Ο Βίκτορ μού είπε πως συμφώνησες να παραστείς στο αποχαιρετιστήριο πάρτι του», άνοιξε τηνκουβέντα η Λόραλιν.

«Πράγματι, αν κι ακόμη δεν ξέρω τι ακριβώς σχεδιάζει να κάνει», ομολόγησε ο Ντόμινικ.«Ούτε κι εγώ», είπε η Λόραλιν. «Κρατάει κλειστά τα χαρτιά του, περισσότερο απ’ ό,τι συνήθως,

ο παμπόνηρος. Πολύ δυσάρεστη αίσθηση αυτή».«Σε έχει προσκαλέσει;»«Έχουμε μια εκδήλωση στη Βοστόνη εκείνο το Σαββατοκύριακο ούτως ή άλλως, αλλά όχι, δε με

προσκάλεσε. Πράγμα που με κάνει καχύποπτη, όπως καταλαβαίνεις».«Ένα πάρτι είναι».«Το ξέρω. Να προσέχεις όμως τον Βίκτορ. Είναι περισσότερο επικίνδυνος απ’ όσο φαίνεται».

Βύθισε το κουτάλι της μέσα στην αχνιστή πατάτα που είχε αφήσει στο πλαστικό πιάτο της.Ο Ντόμινικ ένιωσε το κινητό του να δονείται μέσα στην τσέπη του. Κάποιο μήνυμα είχε λάβει.Μόνο ένα άτομο γνώριζε που του έστελνε γραπτά μηνύματα.Έβγαλε το τηλέφωνο, ζήτησε συγνώμη από τη Λόραλιν και κατηφόρισε μερικά βήματα προς την

άκρη του νερού.«Σε θέλω τόσο πολύ».Η Σάμερ.Πρέπει να ήταν πολύ νωρίς το πρωί στη Νέα Ζηλανδία ή στην Αυστραλία ή όπου τέλος πάντων

βρισκόταν τώρα.Πώς κατάφερνε να επικοινωνεί μαζί του την πλέον ακατάλληλη στιγμή;

Page 154: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

11

Μια Επίσκεψη

ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ, όπως πολύ συχνά συμβαίνει στις πολύωρες πτήσεις, είχα καθίσει δίπλα σε έναδιόλου γοητευτικό και άκρως ενοχλητικό επιχειρηματία, ο οποίος είχε ταξιδέψει από το ΣανΦρανσίσκο. Τουλάχιστον ήταν καλύτερα από το να μου τύχαινε κανένα πιτσιρίκι που ούρλιαζε.Όταν δε μου έκανε ασταμάτητα ερωτήσεις, προσπαθούσε να με σαγηνεύσει με ένα λεπτομερές όσοκαι αδιάφορο μάθημα γύρω από την τέχνη της ροής των ψηφιακών μέσων, αντικείμενο για το οποίοελάχιστα γνώριζα, ακόμη και μετά τις πολλές ώρες που πέρασα να τον ακούω, με τον εγκέφαλό μουστο ρελαντί, καθώς το αεροπλάνο από το Σίντνεϊ διέσχιζε τους ουρανούς σε μια ατελείωτη πτήση.

Ο τύπος φορούσε κόκκινες τιράντες, είχε τα μαλλιά του χτενισμένα με χωρίστρα στο πλάι και ταδάχτυλά του ήταν κοντά και στρουμπουλά, ο ιδανικός συνδυασμός για να μου καταστρέψει κάθεδιάθεση από την πρώτη στιγμή της συνομιλίας μας.

Προσπάθησα να κοιμηθώ, ξέροντας όμως ότι με χώριζε λιγότερο από μία μέρα από τον Ντόμινικδεν μπόρεσα να κλείσω μάτι, ούτε να συγκεντρωθώ στις ταινίες που προβάλλονταν στη διάρκειατου ταξιδιού.

Η Σούζαν είχε αρχίσει να θίγει την περίπτωση μιας ευρωπαϊκής περιοδείας, προκειμένου ναεκμεταλλευτούμε την επιτυχία αυτής που είχε πλέον ολοκληρωθεί, αλλά με είχε προειδοποιήσει πωςθα περνούσαν τουλάχιστον έξι μήνες μέχρι να κατορθώσει να την οργανώσει. Εγώ δεν είχα κανέναπρόβλημα με αυτό. Αισθανόμουν πραγματικά εξουθενωμένη και έτρεμα στη σκέψη πως θαχρειαζόταν να ανέβω ξανά στη σκηνή.

Μόλις ανακάλυψε ότι είχα έξι ώρες για σκότωμα, περιμένοντας την επόμενη πτήση στο ΣανΦρανσίσκο, ο επιχειρηματίας με το αδιάφορο πρόσωπο μου πρότεινε χωρίς περιστροφές να πάμε σεένα δωμάτιο κάποιου από τα ξενοδοχεία που υπήρχαν γύρω από το αεροδρόμιο για «ένα σταγρήγορα», όπως το έθεσε, αν και μου ξεκαθάρισε ότι η δική του πτήση για την Ομάχα αναχωρούσεπολύ πριν από τη δική μου για τη Νέα Υόρκη και ότι θα μπορούσε να μου διαθέσει βαριά δύο ώρες.

Έδειξε να αιφνιδιάζεται πραγματικά όταν αρνήθηκα την πρότασή του, και αισθάνθηκαανακούφιση όταν οι πινακίδες στο χώρο άφιξης τον κατηύθυναν σε διαφορετική ουρά για πολίτεςτων ΗΠΑ. Με λίγη καλή τύχη, η βαλίτσα του θα εμφανιζόταν πριν από τη δική μου και θα τονξεφορτωνόμουν οριστικά.

Κάποιος Αμερικανός συγγραφέας, νομίζω, ήταν που είπε πως «δεν μπορείς να επιστρέψεις στηνπατρίδα σου» ή κάτι τέτοιο. Το είχα διαβάσει σ’ ένα περιοδικό που είχα βρει τυχαία στο διαμέρισματου Ντόμινικ, αν και δε με είχε απασχολήσει ιδιαίτερα τότε. Σε αντίθεση με το τελευταίο διάστημα.Η επιστροφή στη γενέτειρά μου με έκανε να συνειδητοποιήσω ότι πλέον πατρίδα μου ήταν ηΑμερική και ότι η Νέα Ζηλανδία, όσο κι αν την είχα εξιδανικεύσει, δε θα ήταν ποτέ ξανά η ίδια.

Είχα πάρει τις αποφάσεις μου.Κοίταξα το ρολόι μου, ένα παλιό πολύχρωμο Swatch το οποίο φορούσα στην εφηβεία μου και το

Page 155: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

οποίο είχα βρει θαμμένο στο βάθος του παιδικού κομοδίνου μου. Η ώρα θα ήταν πολύ περασμένηστη Νέα Υόρκη, οπότε πιθανότατα ο Ντόμινικ θα είχε επιστρέψει στο σπίτι αν είχε βγει εκείνη τηβραδιά. Σχημάτισα τον αριθμό του.

«Παρακαλώ». Η φωνή του ήταν νυσταγμένη αλλά θερμή, μπάσα, οικεία.«Εγώ είμαι».Ξερόβηξε. «Χαίρομαι που σε ακούω».«Μήπως σε ξύπνησα;»«Εννοείται, αλλά δεν έχει σημασία. Με ξέρεις, σηκώνομαι από νωρίς».«Βρίσκομαι στο Σαν Φρανσίσκο. Στο αεροδρόμιο, στην αίθουσα αναμονής. Θα πάρω νυχτερινή

πτήση, άρα λογικά θα βρίσκομαι στη Νέα Υόρκη νωρίς το πρωί».«Είμαι στο Λονδίνο...»«Στο Λονδίνο;» Ένιωσα ένα περόνιασμα στην καρδιά. Δηλαδή είχε γυρίσει στην Αγγλία;«Για λίγες μέρες μόνο. Είχα να τακτοποιήσω κάποιες δουλειές. Οικογενειακά θέματα, ξέρεις. Θα

είμαι πίσω μετά το Σαββατοκύριακο».Ένα κύμα ανακούφισης απλώθηκε μέσα μου.Το γραπτό μήνυμα που του είχα στείλει λίγες μέρες νωρίτερα για να τον ειδοποιήσω ότι

επέστρεφα, μια και η περιοδεία είχε ολοκληρωθεί επιτέλους, για κάποιο λόγο δεν είχε φτάσει.Συμφωνήσαμε και οι δύο πως δεν είχε σημασία αυτό και πως δε θα είχε κάνει κάποια διαφορά. Ο

Ντόμινικ είχε κανονίσει ήδη τα του ταξιδιού του ούτως ή άλλως, συνεπώς δε θα μπορούσε να μεπαραλάβει από το αεροδρόμιο. Ήταν μαύρη νύχτα εκεί που βρισκόταν και αισθανόμουν κάπωςάσχημα που τον είχα ξυπνήσει, όμως η φωνή του ήταν γλυκιά σαν μέλι, κι έτσι όπως ήμουνκαθισμένη στην αίθουσα αναμονής και με νανούριζαν οι σποραδικές νυχτερινές ανακοινώσεις,κουτσοπίνοντας μια χλιαρή μπίρα, ήθελα να τον κρατήσω κοντά μου όσο το δυνατό περισσότερο.

Ήταν πολλά τα πράγματα που ήθελα να πω στον Ντόμινικ, αλλά η γεωγραφική απόσταση πουμας χώριζε, η διαφορά της ώρας και η κούραση που ένιωθα συνωμότησαν ώστε να κρατήσουν ταλόγια εκείνα σκαλωμένα στο λαιμό μου. Το μόνο που κατάφερα ήταν να κάνω κάποια ανώδυνασχόλια.

Κλείσαμε το τηλέφωνο με την αόριστη διαπίστωση πως και οι δύο ανυπομονούσαμε νασυναντηθούμε πολύ σύντομα.

Όπως έβγαινα παραπατώντας από την αίθουσα αφίξεων του αεροδρομίου το επόμενο πρωί, με τηθήκη του βιολιού κάτω από το ένα μπράτσο, σέρνοντας μια βαριά βαλίτσα πίσω μου, οι φθαρμένεςρόδες της οποίας έτριζαν κάτω από το βάρος όλων εκείνων των δώρων που με συνόδευαν απόσυγγενείς και φίλους στη Νέα Ζηλανδία, με βλέμμα θολό και χωρίς να πολυκαταλαβαίνω πούβρισκόμουν, αιφνιδιάστηκα ακούγοντας να φωνάζουν το όνομά μου.

«Σάμερ!»Ήταν ο Σιμόν. Δοκίμασα να χαμογελάσω, έστρεψα το βλέμμα στα πόδια του. Φορούσε εκείνες

τις φανταχτερές μυτερές μπότες. Τα μαλλιά του ατίθασα και σγουρά όπως πάντα. Το ίδιο μονίμωςενθουσιώδες χαμόγελο απλωνόταν στο πρόσωπό του.

«Πώς ήξερες ότι θα έφτανα αυτή την ώρα;»Μου έδωσε από ένα πεταχτό φιλί στα μάγουλα –το άρωμα του άφτερ σέιβ του ήταν φρέσκο και

μεθυστικό–, ενώ ιπποτικά προσφέρθηκε να πάρει και τις δύο αποσκευές από τα χέρια μου.«Έχουμε κοινούς φίλους, το ξέχασες; Μου το είπε η Σούζαν ότι επέστρεφες. Τυγχάνει να είναι

και δική μου ατζέντισσα, ή μήπως δεν το ήξερες;»

Page 156: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Φυσικά».«Μια χαρά σε βλέπω».«Ευχαριστώ».«Μαθαίνω πως η περιοδεία πήγε πολύ καλά. Όλοι για σένα μιλάνε στην πόλη, ή τουλάχιστον

στην ορχήστρα μας... Χαρήκαμε όλοι πάρα πολύ. Ενθουσιαστήκαμε. Πραγματικά».«Ευχαριστώ, Σιμόν».«Καλώς όρισες».Μας περίμενε μια λιμουζίνα, με κανονικό σοφέρ, με στολή και τα πάντα. Ο Σιμόν είχε

αποφασίσει να με φλερτάρει με όλες του τις δυνάμεις, απ’ ό,τι φαινόταν.Η διαδρομή προς την πόλη εξελισσόταν με αργούς ρυθμούς, καθώς είχαμε πέσει στο πρωινό

μποτιλιάρισμα και οι άνθρωποι έβγαιναν στους δρόμους για να πάνε στις δουλειές τους. Δεν είχακαμία όρεξη για κουβέντα, όμως ο Σιμόν είχε αρκετή και για τους δυο μας. Με βομβάρδιζε μεερωτήσεις για τα μέρη στα οποία είχα εμφανιστεί και για την υποδοχή που είχε τύχει το ρεπερτόριο,στην επιλογή του οποίου είχε παίξει καθοριστικό ρόλο. Φρόντισε να αποφύγει κάθε ερώτησηπροσωπικού περιεχομένου, μονάχα θέλησε να μάθει πού θα με πήγαινε, παρακάμπτοντας κάθεαναφορά στον Ντόμινικ και στα μελλοντικά μου σχέδια.

Μέχρι να φτάσουμε στο Σόχο, ο ήλιος βρισκόταν ήδη ψηλά στον καλοκαιρινό ουρανό. Μετά τηΝέα Ζηλανδία και την Αυστραλία, ένιωθα σαν να βρισκόμουν σε έναν τελείως διαφορετικό κόσμο.Το δικό μου κόσμο.

Την ώρα που ο οδηγός μετέφερε την πολυταξιδεμένη μου βαλίτσα από το πορτ μπαγκάζ τουαυτοκινήτου και την ακουμπούσε στα σκαλοπάτια του κτιρίου όπου έμενα με τον Ντόμινικ, ο Σιμόνρώτησε: «Ο φίλος σου δεν μπήκε στον κόπο να σε υποδεχτεί στο αεροδρόμιο;»

«Είναι στο Λονδίνο», απάντησα.

Είχα άλλες τέσσερις μέρες μπροστά μου μέχρι να γυρίσει ο Ντόμινικ. Την πρώτη μέρα κοιμήθηκα.Σαν κούτσουρο. Ελάχιστα σηκώθηκα από το κρεβάτι, πεταγόμουν μέχρι την τουαλέτα όταν δενμπορούσα να κρατηθώ άλλο ή έσερνα τα πόδια μου μέχρι την κουζίνα για να τσιμπολογήσωκομμάτια πολυκαιρισμένου τυριού από το ψυγείο και να πιω κατευθείαν από το κουτί γάλα που δενείχε λήξει ακόμη.

Ήταν ευτυχία να μπορώ να χαλαρώνω, χωρίς σχέδια ή υποχρεώσεις. Το διαμέρισμα ήταν όπως τοθυμόμουν, ευρύχωρο, φιλόξενο, οικείο. Δεν είχα ξεπακετάρει κανονικά και δε σκόπευα να το κάνωγια τουλάχιστον μία ακόμη μέρα. Περιφερόμουν γυμνή, χόρευα πάνω στο παρκεταρισμένο ξύλινοδάπεδο, παρακολουθούσα τα περιστέρια πίσω από τα παράθυρα να κουρνιάζουν σε μια σκιερήγωνιά μιας γειτονικής οροφής. Κάποια στιγμή μάλιστα πήγα στην εντοιχισμένη ντουλάπα καιχάιδεψα μερικά από τα κρεμασμένα ρούχα του Ντόμινικ, η γυμνή επιδερμίδα μου τρίφτηκε πάνωστο κασμίρι των πουλόβερ του, τα δάχτυλά μου γλίστρησαν πάνω στα έξοχα υφάσματα τωνκοστουμιών του.

Παραδόθηκα στη γαλήνια απλότητα της αναμονής.Ο Σιμόν τηλεφώνησε δύο φορές, αλλά δεν του απάντησα. Τελικά, έκλεισα εντελώς το κινητό.

Ακόμη κι αν ο Ντόμινικ τηλεφωνούσε και δε με έβρισκε, θα επέστρεφε σε λίγες μέρες, και εκτόςαυτού υπήρχαν κάποια πράγματα τα οποία θα ήθελα να του πω από κοντά παρά από το τηλέφωνο.

Φτάνοντας στη δεύτερη μέρα, είχα αρχίσει να τρελαίνομαι, οπότε, αφού έκανα επιτέλους ένα

Page 157: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

ντους, βγήκα στους δρόμους του Μανχάταν. Στα δύο τετράγωνα ένιωσα να πεθαίνω της πείνας, έτσικέρασα τον εαυτό μου ένα απολαυστικά παχύ μπέργκερ και χοντροκομμένες τηγανητές πατάτες απόένα πολύβουο φαγάδικο στη συμβολή της Λα Γκουάρντια Πλέις με τη Χιούστον. Κάθισα και τοέφαγα με όρεξη, αδιαφορώντας για τις θερμίδες που έπαιρνα. Τα αθλητικά μου παπούτσια μεπερίμεναν στο σπίτι, αλλά δε θα πάθαιναν τίποτα αν έμεναν εκεί μία ακόμη μέρα.

Στο Ουάσινγκτον Σκουέρ Παρκ, ένα σμάρι αλλοδαπών νταντάδων είχε συγκεντρωθεί δίπλα στηνπαιδική χαρά με τα καροτσάκια και τα παιδάκια που φρόντιζαν, την ώρα που οι επαγγελματίεςφροντιστές σκύλων ανεβοκατέβαιναν στα μονοπάτια με αποφασιστικές δρασκελιές σέρνοντας πίσωτους τα ζώα – αν και σε ορισμένες περιπτώσεις συνέβαινε το αντίθετο. Οι σκίουροι πηδούσαν από τοένα δέντρο στο άλλο, έτρεχαν σαν βολίδες πάνω στα περιορισμένα μέρη με γρασίδι. Στοβορειοδυτική γωνία, μια ομάδα κακοντυμένων σκακιστών καθόταν στα τραπέζια, αναζητώνταςαντιπάλους ή προκλήσεις. Μουσικοί δεν είχαν εμφανιστεί σήμερα. Κάθισα και παρακολούθησα τοπλήθος, εστιάζοντας την προσοχή μου στα μικρά παιδιά, μ’ ένα σωρό πράγματα να μου περνούναπό το μυαλό, ενώ προσπαθούσα να εστιάσω τη σκέψη μου στο τι θα μπορούσε να σημαίνει μιαφυσιολογική ζωή με τον Ντόμινικ. Ή ακόμη κι αν ήταν εφικτό να ζήσουμε οι δυο μας μια τέτοιαζωή.

Είχα αφήσει το κινητό μου στο σπίτι, όμως θυμήθηκα πως υπήρχε ένα τηλέφωνο για δημόσιαχρήση σε μια γωνία παρακάτω. Το τάισα μερικά κέρματα και τηλεφώνησα στην Τσέρι. Τα πράγματαδεν είχαν εξελιχθεί με τον καλύτερο τρόπο στην τελευταία μας συνάντηση και της χρωστούσα μιασυγνώμη. Ο αριθμός δε χρησιμοποιούνταν πλέον. Ίσως απόψε πήγαινα στα μπαρ και τα κλαμπ όπουήξερα ότι σύχναζε.

Τελικά, επέστρεψα πίσω στο σπίτι.Έκανα ένα ακόμη ντους· το σώμα μου εξακολουθούσε να προσαρμόζεται στη ζέστη του

καλοκαιριού στο Μανχάταν κι εγώ ψηνόμουν μετά το σύντομο πέρασμά μου από το χειμώνα τηςΝέας Ζηλανδίας. Ύστερα έκανα μερικές ασκήσεις γιόγκα. Ο χαιρετισμός στον ήλιο και ο σκύλος μετο κεφάλι κάτω ήταν στάσεις που πάντοτε βοηθούσαν το μυαλό μου να ηρεμήσει. Σε μια γωνιά τουλοφτ, δίπλα στον πορτοκαλόχρωμο καναπέ, η θήκη του βιολιού έστεκε εκεί που την είχα αφήσειφτάνοντας στο σπίτι, πριν από δύο μέρες, μόνη της, σαν να με φώναζε, σαν να με εκλιπαρούσε ναπλησιάσω και να την ανοίξω. Ένιωσα σοκ μόλις συνειδητοποίησα ότι δεν είχα παίξει, ούτε καναγγίξει το Μπαγί επί τρεις ολόκληρες μέρες, πρώτα λόγω των πολύωρων πτήσεων και μετά λόγωτης αδράνειας με την επιστροφή μου στη Νέα Υόρκη. Ποτέ μου δεν είχα συμπληρώσει τόσο μεγάλοδιάστημα χωρίς να εξασκηθώ τουλάχιστον ή να περάσω τις κλίμακες. Όμως δε μου είχε λείψει ημουσική, δεν το είχα καν παρατηρήσει.

Στην αρχή η σκέψη ήταν τρομακτική, μετά όμως παρηγορήθηκα, γιατί αυτό σήμαινε ότιμπορούσα να αλλάξω. Τίποτα δεν ήταν μόνιμο. Ούτε καν η αγάπη μου για τη μουσική.

Σκέπασα με μετρημένες κινήσεις τη θήκη του βιολιού και πλησίασα στο γραφειάκι το οποίοχρησιμοποιούσε συχνά ο Ντόμινικ για να δουλεύει με τον υπολογιστή του, όταν βρισκόταν στοσπίτι. Είχε πάρει το φορητό μηχάνημα μαζί του στο Λονδίνο και υπήρχαν μόνο κάποια μολύβια καιστιλό αφημένα εκεί, δύο μικρές εξωτερικές μνήμες, ένα λείο μαύρο συρραπτικό και μερικοί λεπτοίφάκελοι, ακουμπισμένοι πάνω στη σχεδόν άδεια επιφάνεια.

Άνοιξα αφηρημένα τον ένα. Περιείχε κάτι σελίδες τις οποίες πρέπει να είχε εκτυπώσει στογραφείο του στη βιβλιοθήκη, αφού δεν είχε εκτυπωτή εδώ.

Πήρα στα χέρια την αρχική σελίδα.

Page 158: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Διάβασα τις πρώτες αράδες.Το περίμενα πως θα έβρισκα κάτι σχετικό με το Παρίσι, την περίοδο που ήξερα ότι μελετούσε ο

Ντόμινικ –ημερομηνίες, γεγονότα, ρήσεις–, όχι όμως αυτό που διάβαζα.Ήταν μια ιστορία.Διαδραματιζόταν στο Ανατολικό Τέξας, σε μια μικρή πόλη που δεν την είχα καν ακουστά.

Αναφερόταν σε μια νεαρή γυναίκα με κατακόκκινα μαλλιά.Το ενδιαφέρον μου κεντρίστηκε, οπότε πήρα και τις υπόλοιπες σελίδες από το υλικό που πρέπει

να ήταν το πρώτο κεφάλαιο και κάθισα στον καναπέ, φέρνοντας τα πόδια από κάτω μου, στηναγαπημένη μου στάση για διάβασμα, με το οποίο, όπως συνειδητοποίησα, ελάχιστα είχα ασχοληθείεδώ και μήνες.

Το κείμενο περιέγραφε γνώριμες καταστάσεις από τη ζωή σε μια μικρή πόλη, οι οποίες κατάπερίεργο τρόπο θύμιζαν ορισμένα από τα λιγοστά πράγματα που θυμόμουν πως είχα πει στονΝτόμινικ για το μέρος όπου είχα μεγαλώσει στη Νέα Ζηλανδία, όμως εν προκειμένω είχαν αποδοθείμέσα από περισσότερο ευφάνταστες, λεπτές παραλλαγές της πραγματικής ιστορίας. Το αποτέλεσμαήταν να μοιάζουν περισσότερο ενδιαφέροντα αλλά ταυτόχρονα κάπως ξένα, σαν να είχανφιλτραριστεί μέσα από το βλέμμα ενός τρίτου ο οποίος δεν μπορούσε να συλλάβει απόλυτα τηνπραγματικότητά τους.

Ήταν δυνατό;Ο Ντόμινικ έγραφε μυθιστόρημα.Διάβασα στα γρήγορα το κεφάλαιο, το οποίο ήταν προφανώς ημιτελές, και σηκώθηκα αμέσως να

δω τους υπόλοιπους φακέλους. Μόνο ένας φαινόταν να περιέχει κι άλλα αποσπάσματα από τομυθιστόρημα που έγραφε ο Ντόμινικ. Τέσσερις μόλις σελίδες, με μεγάλα κενά ανάμεσα σε κάποιεςπαραγράφους. Η Ελένα, όπως ονομαζόταν εκείνος ο χαρακτήρας, βρισκόταν τώρα στο Παρίσι, στιςαρχές της δεκαετίας του 1950, την περίοδο που γνώριζα ότι ερευνούσε συστηματικά ο Ντόμινικ.Άραγε το Ελένα τυχαία το είχε επιλέξει για όνομα της πρωταγωνίστριας;

Πριν προλάβω να διαβάσω περισσότερο, με διέκοψε το κουδούνι. Κάποιος ήταν κάτω. Πλησίασαστο σύστημα ενδοεπικοινωνίας. Δεν περίμενα κανέναν. Ίσως να ήταν ο Σιμόν που είχε περάσει,ελπίζοντας να με βρει στο σπίτι. Προσπάθησα να καταλήξω αν ήθελα να απαντήσω, καθώς δενένιωθα απόλυτα σίγουρη πως ήμουν έτοιμη να του μιλήσω και να του ξεκαθαρίσω οριστικά πως είχααποφασίσει ότι ήταν καλύτερα να μείνουμε απλώς φίλοι.

Όμως, επειδή υπήρχε περίπτωση να ήταν κάποιος άλλος, που είχε έρθει για σοβαρό λόγο, ίσωςγια να παραδώσει κάτι στον Ντόμινικ, αποφάσισα να πατήσω το κουμπί.

«Παρακαλώ;»«Άνοιξέ μου, Σάμερ».Η φωνή μού προκάλεσε ρίγος, δεν είχα την παραμικρή αμφιβολία για το ποιος ήταν.Ο Βίκτορ.Του άνοιξα.

«Πώς ήξερες πού να με βρεις;»«Έλα τώρα, αγαπητή μου, μη με υποτιμάς».«Δεν έχουμε τίποτα να πούμε εμείς οι δύο, Βίκτορ».Το λεπτό χαμόγελό του ήταν, όπως πάντα, μυστηριώδες. Ήταν ντυμένος επίσημα, φορούσε

Page 159: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

γκρίζο κοστούμι, πουκάμισο και γραβάτα, σαν να πήγαινε να κλείσει επαγγελματική συμφωνία καιόχι να επισκεφτεί μια πρώην ερωμένη του. Τα μαύρα παπούτσια του ήταν γυαλισμένα στην εντέλεια.

«Κι όμως, νομίζω πως έχουμε...»Έκανε ένα βήμα μπροστά και μπήκε στο διαμέρισμα, κλείνοντας πίσω του την πόρτα, λες και

ήταν στο σπίτι του. Υποχώρησα προς το καταφύγιο του καναπέ κι εκείνος με ακολούθησε, μεκινήσεις υπολογισμένες, σιωπηλός. Το λεπτό γενάκι του είχε το γνωστό σχήμα, περιποιημένο μεαπόλυτη ακρίβεια.

«Έχουμε αφήσει κάποιες εκκρεμότητες», είπε ο Βίκτορ, με ήρεμη φωνή.«Αποχώρησα. Άλλαξα γνώμη. Είναι μια κατεύθυνση την οποία δε θέλω πλέον να ακολουθήσω»,

διαμαρτυρήθηκα.«Έγινες αστέρι, σαν να λέμε, ε; Ταξιδεύεις σε ολόκληρο τον κόσμο με το βιολάκι σου και...»«Δεν είναι βιολάκι, είναι βιολί», διαμαρτυρήθηκα ξανά, κι ας ήξερα πως τσιμπούσα το δόλωμά

του.«Ό,τι πεις».Με έκοψε από πάνω μέχρι κάτω, και τότε συνειδητοποίησα ότι φορούσα μονάχα ένα από τα

πουκάμισα του Ντόμινικ, μισοκουμπωμένο μπροστά, το οποίο δεν έφτανε πιο κάτω από τη μέση τουμηρού μου. Το είχα ρίξει πρόχειρα πάνω μου μετά που στέγνωσα από το ντους και στην πορείααπορροφήθηκα τελείως από το διάβασμα. Όταν χτύπησε ο Βίκτορ το κουδούνι της πόρτας, το σοκήταν τέτοιο ώστε δεν είχα σκεφτεί να βάλω κάτι λιγότερο αποκαλυπτικό. Τράβηξα προς τα κάτω τοπουκάμισο, όχι πως έκανε μεγάλη διαφορά.

«Άμα είσαι τσούλα, δεν αλλάζεις ποτέ», σχολίασε.Κοίταξα προς τα κάτω. Έτσι όπως είχα καθίσει στην άκρη του καναπέ, με τα πόδια μαζεμένα,

φαίνονταν τα πάντα. Γαμώτο.«Σε προτιμώ ξυρισμένη».«Δε σου πέφτει λόγος πια. Δεν το καταλαβαίνεις αυτό;»«Αν καταλαβαίνω; Κοίτα ποιος μιλάει!»«Τι εννοείς;»«Μια γυναίκα που λέει ψέματα στον εαυτό της. Που αρνείται να αποδεχτεί αυτό που είναι, Σάμερ.

Πηγαίνεις κόντρα στην ίδια σου τη φύση. Πες μου, είσαι ευτυχισμένη; Αυτή τη στιγμή;»Η ερώτησή του με αιφνιδίασε.Φυσικά και δεν ήμουν ευτυχισμένη, ούτε γι’ αστείο. Ήμουν μπερδεμένη, διχασμένη, το θέμα

όμως αφορούσε τον Ντόμινικ και το πώς θα μπορούσαμε να συνυπάρξουμε οι δυο μας, να βρούμετη σωστή ισορροπία στις ζωές μας· δεν είχε καμία σχέση με τον Βίκτορ και τα εξωφρενικά πάρτιτου.

«Καλά, δε θα μου προσφέρεις τουλάχιστον κάτι να πιω; Δε χρειάζεται να φτιάξεις καφέ, έναποτήρι νερό αρκεί».

«Όχι».Δεν ήθελα να κάνω τίποτα για το συγκεκριμένο άνθρωπο, ούτε καν να του φέρω λίγο νερό.«Καλώς».Στεκόταν στα όρια του χώρου της κουζίνας. Δεν έπρεπε να είχα καθίσει, καθώς τώρα στεκόταν

επιβλητικός από πάνω μου, κι ας μην ήταν ιδιαίτερα ψηλός. Έκανε ένα βήμα μπροστά κι εγώ, μεσφιγμένα δόντια, είπα: «Έτσι και πλησιάσεις άλλο, έτσι και κάνεις να με αγγίξεις, θα ουρλιάξω, σ’το ορκίζομαι».

Page 160: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Μη γίνεσαι γελοία. Πρώτον, δε θα σε ακούσει κανείς. Αυτά τα παλιότερα κτίρια έχουν πολύχοντρούς τοίχους, τα παράθυρά σου είναι κλειστά και, ούτως ή άλλως, μόνο στέγες υπάρχουν εδώγύρω». Έδειξε προς τη μεριά των παραθύρων. «Δεύτερον, νομίζεις ότι μ’ ενδιαφέρει να σε πηδήξωξανά; Γελιέσαι. Σε βρήκα υπερβολικά παθητική, αν θες να ξέρεις».

Κοκκίνισα. Ήταν η πρώτη φορά που μου έλεγε κάτι τέτοιο άντρας. Το ήξερα πως ήταν ανοησίαμου, γιατί ο τύπος ήταν μεγάλος μαλάκας, όπως και να είχε όμως, το σχόλιο με ενόχλησε.

«Και τότε τι θέλεις;» τον ρώτησα τελικά.«Να συνεχίσουμε από εκεί που μείναμε. Να ολοκληρώσω την εκπαίδευσή σου. Να σε

μεταμορφώσω, καλή μου. Έχεις μεγάλες δυνατότητες· κρίμα θα ήταν να τις χαραμίσεις».«Δε θέλω να ανήκω σε κανέναν».«Το καταλαβαίνω αυτό. Έκανα λάθος όταν υπέθεσα πως αυτός ήταν ο στόχος σου, αλλά

υπάρχουν κι άλλοι τρόποι, ξέρεις...» Χαμογέλασε, μια κίνηση τόσο προσποιητή ώστε μου ήρθε νατον χαστουκίσω για τη συγκαταβατική του αντίδραση.

«Αλήθεια;»«Βεβαίως».«Κι αν συνεχίσω να αρνούμαι;»«Όπως είπα, τρόποι υπάρχουν».Για μια φευγαλέα στιγμή, αναθάρρησα, λες και αν επέμενα στην άρνησή μου και δε δεχόμουν να

παρακολουθήσω τις ίντριγκές του θα έφευγε από τη ζωή μου ή θα εγκατέλειπε τα μοχθηρά τουσχέδια.

«Και πάλι όχι θα απαντήσω, Βίκτορ. Δεν ενδιαφέρομαι πια. Το τι αποφασίζω να κάνω στηνκρεβατοκάμαρα δε σε αφορά στο ελάχιστο, μπορώ ωστόσο να σε διαβεβαιώσω ότι η συμμετοχή σουσε αυτό το κομμάτι της ζωής μου είναι κάτι το οποίο δε θα επιθυμήσω ποτέ ξανά. Τέλος πάντων,πλέον είμαι οριστικά με τον Ντόμινικ, τον περιμένω από στιγμή σε στιγμή να επιστρέψει, γι’ αυτόίσως θα ήταν καλύτερα να έφευγες», είπα ψέματα.

«Ο Ντόμινικ βρίσκεται στο Λονδίνο», δήλωσε ψύχραιμα.Τώρα στεκόταν ακριβώς μπροστά μου. Κούμπωσα νευρικά τα υπόλοιπα κουμπιά του

πουκαμίσου, κρύβοντας το μπούστο μου.Ο Βίκτορ έβαλε χαλαρά το χέρι στην αριστερή τσέπη του γκρίζου σακακιού του και έβγαλε από

μέσα ένα κινητό. Τα δάχτυλά του χόρεψαν πάνω στο μικρό πληκτρολόγιο προτού μου το περάσει.«Θα δεχτείς», είπε, όπως παραλάμβανα νευρικά το κινητό από το χέρι του.«Γιατί;»«Βάλε να παίξει το βίντεο».Έστρεψα το βλέμμα στη μικρή οθόνη και στην παγωμένη εικόνα που προβαλλόταν πάνω του.Ήμουν εγώ.Στεκόμουν γυμνή σε ένα δωμάτιο γεμάτο αγνώστους, φορώντας κολάρο σκύλου.Το βίντεο προφανώς είχε τραβηχτεί σ’ εκείνη την ιδιότυπη δημοπρασία που είχε οργανώσει ο

Βίκτορ πέρσι, με έπαθλο εμένα.Πάγωσα. Οι αναμνήσεις σάρωσαν σαν χείμαρρος το μυαλό μου, φέρνοντας μαζί τους ένα γλυκό

μυρμήγκιασμα το οποίο δεν κατάφερα να συγκρατήσω.Το δάχτυλό μου στάθηκε πάνω από το πληκτρολόγιο του κινητού.«Καλή διασκέδαση», μου είπε εκείνος.Ένα άγγιγμα, απαλό σαν αεράκι, και η εικόνα ζωντάνεψε, μια σειρά από καρέ διαδέχτηκαν το ένα

Page 161: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

το άλλο.Πρέπει να υπήρχε κι άλλη κάμερα κρυμμένη στο δωμάτιο όπου με είχε οδηγήσει ο φαλακρός

διοπτροφόρος όταν με κέρδισε στη δημοπρασία. Δεν το είχα καταλάβει, το δίχως άλλο ήμουνεντελώς ζαλισμένη. Δεν ήταν ακριβώς βίντεο, αλλά διαδοχικές εικόνες. Κάποιος είχε ρυθμίσει τημηχανή ώστε να παίρνει σε τακτά διαστήματα φωτογραφίες του δωματίου.

Κοίταξα τις φωτογραφίες να περνούν από την οθόνη με φρικτό ενδιαφέρον, σαν ναπαρακολουθούσα ταινία τρόμου και δεν μπορούσα ούτε να κρατήσω τα μάτια μου ανοιχτά ούτε νααποστρέψω το βλέμμα. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα τον εαυτό μου έτσι όπως θα μεέβλεπαν οι άλλοι. Σε κάποιες περιπτώσεις, όταν ήμουν έφηβη, είχα τραβήξει μερικές γυμνέςφωτογραφίες του σώματός μου μπροστά στον καθρέφτη του μπάνιου, τις οποίες είχα καταστρέψειλίγο μετά, τρέμοντας στη σκέψη πως οι γονείς μου ή τα αδέρφια μου μπορεί να τις έβρισκαν τυχαία,όμως αυτό που είχα τώρα μπροστά μου ήταν πολύ πιο αληθινό.

Ένιωσα σαν να παρατηρούσα μια άλλη γυναίκα στην οθόνη, σαν να έβλεπα ταινία πορνό. Είχαπροσπαθήσει όσο περισσότερο μπορούσα να ξεχάσω όσα είχαν συμβεί με τον Βίκτορ. Οιφωτογραφίες ήταν ακόμη πιο συγκλονιστικές σε σχέση με ό,τι θυμόμουν από εκείνη τη νύχτα. Οάντρας με τη ζώνη του στον αέρα, έτοιμος να με χτυπήσει, το πρόσωπό μου βυθισμένο πάνω στασκεπάσματα. Όταν συνέβησαν αυτά, ο πόνος είχε αποδειχτεί χρήσιμο εργαλείο ώστε να αφεθώ στηναίσθηση και να μη σκέφτομαι τι γινόταν, όμως σε μορφή φωτογραφιών η σκηνή ήταν πολύχειρότερη απ’ ό,τι οι εικόνες που απέμεναν στο μυαλό μου.

Δεν είχα καταφέρει καν να συγκρατήσω το πρόσωπο του άντρα μετά απ’ όσα έγιναν· θαμπορούσε να ήταν οποιοσδήποτε. Θα αδυνατούσα να τον περιγράψω στην όψη ή στις λεπτομέρειεςτου μορίου του. Τώρα τον έβλεπα στην οθόνη, το στόμα του οργισμένο, το σώμα του να αλλάζειστάση καθώς οι φωτογραφίες διαδέχονταν η μία την άλλη. Άραγε με είχε ρωτήσει τότε ο Βίκτορ ανήμουν σύμφωνη να φωτογραφηθώ; Δε θυμόμουν να μου είχε ζητήσει την άδεια. Η σκέψη μούπροκαλούσε φρίκη, κι ακόμη περισσότερο το ότι δεν είχα προσπαθήσει να τον σταματήσω.

Το τηλέφωνο φάνταζε απειλητικό σαν χειροβομβίδα στην παλάμη μου, μα δεν μπορούσα νααποστρέψω το βλέμμα μου, ούτε να το πετάξω έξω από το παράθυρο. Ο ρυθμός με τον οποίοέπεφταν οι εικόνες ήταν αδιάκοπος κι ήταν όλες τους σκληρές, βίαιες. Η χυδαιότητα και μόνο του ναβλέπω αυτό τον άντρα να καρφώνεται μέσα μου, ο τρόπος με τον οποίο άλλαζα στάση για να τονδιευκολύνω ήταν κάτι το συγκλονιστικό, όπως και οι διαδοχικές εκφράσεις του προσώπου μου,πανέμορφες και κακάσχημες εναλλάξ, παγωμένες στο χρόνο.

Κάποια στιγμή, η δέσμη των εικόνων έφτασε στο τέλος της.Μα δεν ήταν έτσι! ήθελα να ουρλιάξω. Αυτό θα έβλεπαν οι άλλοι όμως αν ο Βίκτορ

κυκλοφορούσε τις φωτογραφίες, πράγμα που σίγουρα είχε κατά νου. Οι επαφές μου με τονΝτόμινικ, τα μαθήματα ερωτικού δεσίματος με την Τσέρι, οι σκηνές που είχα παρακολουθήσει στακλαμπ που είχα επισκεφτεί, τίποτα δεν ήταν σαν κι αυτό. Όλες εκείνες οι καταστάσεις ήταν όμορφες,διασκεδαστικές, απερίγραπτα σεξουαλικές και απολαυστικές, αλλά δεν ήταν αυτή η εντύπωση πουθα σχημάτιζε ο κόσμος έτσι κι έβλεπε το απαίσιο υλικό του Βίκτορ, εμένα να φοράω κολάρο, τοπρόσωπό μου κάποιες στιγμές παραμορφωμένο από την οδύνη, τον άντρα πίσω μου να κραδαίνει τηζώνη του, ολοφάνερα εξαγριωμένος. Εκείνες οι νύχτες ήταν κάτι το εντελώς διαφορετικό, έναςεφιάλτης στον οποίο είδα οδηγηθεί με δόλο και τον οποίο είχα καταφέρει σχεδόν να ξεχάσω, μέχριτώρα. Ήθελα να πνίξω τον Βίκτορ, να τον βάλω να καταπιεί το κινητό, όμως το μόνο που θακατάφερνα θα ήταν να μπλέξω χειρότερα.

Page 162: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Διδακτικό, δε βρίσκεις;» άκουσα να λέει ο Βίκτορ, από κάπου μακριά.Κατακλυσμένη από τον τρόμο, συνειδητοποίησα πως είχα υγρανθεί κάτω από το λεπτό

παραπέτασμα του πουκαμίσου του Ντόμινικ που έκρυβε τα γυμνά γεννητικά μου όργανα. Ηπρόθεση ήταν εντελώς λάθος και τα κίνητρα του Βίκτορ εγκληματικά, όμως οι ίδιες οι εικόνες, ηανάμνηση του γαμησιού, με είχαν ερεθίσει.

Παρέμεινα σιωπηλή, καταλαβαίνοντας πως ό,τι κι αν έλεγα για να του απαντήσω θα έβρισκετρόπο να το στρέψει εναντίον μου.

«Κάνεις θαυμάσιους μορφασμούς όταν σε πηδάνε, Σάμερ, δε συμφωνείς; Θα γινόσουν μεγάλοαστέρι του σινεμά ενηλίκων, τι λες κι εσύ; Κρίμα που δεν μπορούσαμε να ετοιμάσουμε μιακανονική ταινία, με ήχο και εφέ! Να αποτυπώσουμε την ηδονή που αντλούσες και την προσπάθειάσου να αντισταθείς, με κάθε μυ του σώματός σου. Το μυαλό απέναντι στο σώμα, ε;» Γέλασε πνιχτάμε το δήθεν ευφυολόγημά του.

«Κάθαρμα!»Πλησίασε στον πάγκο της κουζίνας, πήρε ένα ποτήρι και έβαλε λίγο νερό. Εγώ είχα παγώσει εκεί

που καθόμουν.Ένα κομμάτι του εαυτού μου ήθελε να πετάξει το κινητό πάνω στον τοίχο, να το κάνει χίλια

κομμάτια· το υπόλοιπο ικέτευε να δει τις διαδοχικές φωτογραφίες ξανά και ξανά. Υπέθετα πάντωςότι τις είχε αποθηκεύσει και αλλού, για να είναι εξασφαλισμένος, και το μόνο που θα κατάφερνα θαήταν να αντιδράσω με μελοδραματικό τρόπο.

«Δε νομίζω ότι θα κέρδιζες το Όσκαρ, αγαπητή μου, αν διέρρεαν αυτές οι φωτογραφίες»,συνέχισε εκείνος, «όμως θεωρώ πως η ζωή σου ως κλασικής μουσικού ενδεχομένως να συναντούσεορισμένες δυσκολίες, ε; Οι ερωτικές ταινίες και οι διάφορες παραλλαγές τους είναι για τιςεκκολαπτόμενες στάρλετ ή τις σουρλουλούδες των ριάλιτι, όχι για σοβαρές καλλιτέχνιδες. Έτσι θαέλεγα. Εκτός αυτού... αχ... τι θα γινόταν έτσι και τις έβλεπε ο υπέροχος Ντόμινικ, ο ερασιτέχνηςκυρίαρχός σου; Λες να χαιρόταν;»

Ήμουν έτοιμη να απαντήσω καταφατικά στο τελευταίο ερώτημά του, αν μη τι άλλο για ναπροκαλέσω τον Βίκτορ, μα δε μου άφησε το χρονικό περιθώριο.

Με ίσιο κορμί, ακούμπησε το άδειο πλέον ποτήρι στον πάγκο και είπε: «Η επιλογή είναι δικήσου, Σάμερ. Χρειάζομαι τις υπηρεσίες σου μία τελευταία φορά. Αν δεχτείς, οι φωτογραφίες θακαταστραφούν. Έχεις το λόγο μου ως κυρίου. Ορίστε το τηλέφωνό μου στη Νέα Υόρκη». Άφησεμια μικρή παραλληλόγραμμη κάρτα πάνω στη γρανιτένια επιφάνεια του πάγκου.

«Τι...;»«Όχι ερωτήσεις. Εφόσον συμφωνήσεις να παραστείς στη συγκέντρωση, θα υπακούσεις σε όλες

τις οδηγίες που θα σου δοθούν μέχρι την ολοκλήρωσή της. Αυτό είναι όλο. Κακό δεν πρόκειται ναπάθεις, ούτε θα υποστείς κάποιο σωματικό τραυματισμό. Και πάλι έχεις το λόγο μου».

Θυμήθηκα το αρχείο καταγραφής των ερωτικών σκλάβων κι έκανα να ανοίξω το στόμα μου.Μάντεψε ποια θα ήταν η ερώτησή μου. «Κανένα σημάδι ή μαρκάρισμα. Τίποτα το μόνιμο».«Μα...»Και πάλι ο Βίκτορ με διέκοψε. «Μέρα και ώρα. Τόπος. Παρουσιάζεσαι. Δε θέλω να γνωρίζεις

τίποτα περισσότερο. Σε θέλω νευρική. Δείχνεις πολύ ομορφότερη όταν είσαι ευάλωτη, αγαπητή μου.Ασύγκριτα ομορφότερη».

Είχα ξεμείνει από λόγια.«Τηλεφώνησέ μου εντός των επόμενων σαράντα οχτώ ωρών για να μου δώσεις την απάντησή

Page 163: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

σου. Δε χρειάζεται να με συνοδεύσεις».Έκανε μεταβολή κι έφυγε.

Μετά την επίσκεψη του Βίκτορ και ενόψει της επιστροφής του Ντόμινικ στο Μανχάταν, έπεσα σεβαθιά κατάθλιψη, ένιωθα σαν κόκκος άμμου που βολόδερνε σε μια φουρτουνιασμένη θάλασσασυναισθημάτων.

Δεν ήταν δίκαιο.Πάνω που είχα αρχίσει να ελπίζω πως με τον Ντόμινικ θα μπορούσαμε να βρούμε μια λύση, να

χτίσουμε μια κοινή ζωή, όσο ασυνήθιστη κι αν ήταν, ερχόμουν αντιμέτωπη με μία ακόμημηχανορραφία του Βίκτορ, ένα σχέδιο ικανό να καταστρέψει την καριέρα μου πάνω στα πρώτα τηςβήματα. Θα μπορούσα να απευθυνθώ στην αστυνομία, η καρδιά μου όμως σφιγγόταν σε αυτή τηνπροοπτική. Τι θα έλεγα; Θα καταλάβαιναν πέντε πράγματα για την προσωπική μου ζωή και θαέσκαγαν στα γέλια. Ακόμη κι αν αποδεικνύονταν περισσότερο ανοιχτόμυαλοι απ’ ό,τι φανταζόμουν,η παρέμβασή τους θα απέβαινε ανούσια αν ο Βίκτορ κατόρθωνε να διαρρεύσει έστω και μίαφωτογραφία. Κινδύνευα να χάσω τα πάντα. Έτσι και περνούσε στο διαδίκτυο η εικόνα και άρχιζε ηαναπαραγωγή της, θα μπορούσε να φτάσει ως την Τε Αρόχα. Δε θα το άντεχα αν την έβλεπαν οιγονείς μου δημοσιευμένη στην εφημερίδα.

Ήθελα να μιλήσω σε κάποιον για το πρόβλημα που αντιμετώπιζα, όμως η Τσέρι δεν ήτανδιαθέσιμη και δεν υπήρχε καμία περίπτωση να πω κάτι στον Κρις, τον καλύτερό μου φίλο στοΛονδίνο. Ήδη θεωρούσε τον Ντόμινικ κακή επιρροή. Ικανό τον είχα να έβαζε κάποιον να κανονίσειτον Βίκτορ, τόσο προστατευτικός γινόταν σε κάποιες περιπτώσεις.

Η σκέψη του Κρις μού προκάλεσε νοσταλγία. Μου έλειπε τρομερά. Ήταν ο άλλος άντρας στηζωή μου πέρα από τον παλιό μου δάσκαλο του βιολιού, τον κύριο Φαν ντερ Βλιτ, ο οποίος ουδέποτεείχε επιχειρήσει να κάνει κάτι, και μου έλειπε η ασφάλεια της παρέας του, οι συζητήσεις μας, το ναξέρω πως οι δυο μας δε θα ήμασταν ποτέ κάτι περισσότερο από φίλοι και επομένως οι συμβουλέςτου δεν είχαν κίνητρο την επιθυμία να με βάλει κάτω στο κρεβάτι. Είχα πάψει να αναρωτιέμαι γιαποιο λόγο δεν είχαμε νιώσει ποτέ κάποια έλξη ο ένας για τον άλλο ο Κρις κι εγώ. Το βέβαιο ήταν ότιστις άλλες γυναίκες άρεσε και μετά από κάθε εμφάνισή του τον περικύκλωναν διάφορεςθαυμάστριες. Ίσως είχε να κάνει με το ότι ήμασταν και οι δύο μουσικοί και άρα δε μου προκαλούσετόση εντύπωση όσο στις γυναίκες στο ακροατήριο.

Ο Κρις ήταν γλυκός και αρκετά παλιομοδίτης κατά βάθος. Δε συζητούσαμε για την ερωτική μαςζωή, όμως στις λιγοστές περιπτώσεις που είχε μάθει τυχαία πέντε πράγματα παραπάνω για τη δικήμου το είχε καταστήσει απόλυτα σαφές πως οι ερωτικές μου περιπέτειες τον ανησυχούσαν. Δενμπορούσε να καταλάβει την απόλαυση που αντλούσα από κάποια πράγματα που μου άρεσε να κάνωκαι τα θεωρούσε επικίνδυνα. Δεν τα έβλεπε σαν κάτι το διασκεδαστικό και ασφαλές, μέσα σε έναελεγχόμενο περιβάλλον· ήταν της άποψης ότι ο κυρίαρχος ήταν ένα άτομο που είχε εμμονή με τονέλεγχο κι ότι θα μπορούσε να μου κάνει κακό. Ήλπιζα πως κάποια μέρα θα του άλλαζα γνώμη, επίτου παρόντος πάντως σκόπευα να κινηθώ με υπομονή και να το φέρω με τρόπο. Πάνω απ’ όλα, δενήθελα να τον χάσω, επομένως η όποια συζήτηση για τα προβλήματά μου με τον Βίκτορ θα έπρεπενα γίνει με κάποιο άλλο φίλο. Όχι με τον Κρις.

Θυμήθηκα τη Λόραλιν, αλλά δεν είχα ούτε το τηλέφωνό της, ενώ είχαμε να ιδωθούμε και ναμιλήσουμε σχεδόν ένα χρόνο. Από την πρώτη στιγμή που τη γνώρισα είχε απόλυτη αυτοπεποίθηση

Page 164: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

και σίγουρα θα είχε κάποια σοφή συμβουλή να μου δώσει σε αυτή την περίπτωση. Συνειδητοποίησαπόσο πολύ είχα κλειστεί και απομονωθεί. Το σύντομο διάστημα που πέρασα στην πατρίδα με τουςφίλους και τους συγγενείς μου με είχε κάνει να αντιληφθώ πόσο λίγους φίλους είχα.

Ο Ντόμινικ είχε γίνει το λιμάνι μου, το σταθερό σημείο αναφοράς, το καταφύγιό μου στηνκαταιγίδα, αν όμως του αποκάλυπτα τι συνέβαινε τώρα και πώς είχε προκύψει αυτή η κατάσταση,ήξερα πως θα τον έχανα για πάντα.

Την είχα γαμήσει.

Εκείνο το βράδυ μέθυσα, για πρώτη φορά εδώ και πάρα πολύ καιρό. Ανακάτεψα επίτηδες μπίρα καιαλκοολούχα ποτά, βγήκα στο Γουέστ Βίλατζ και πέρασα από τα μισά μπαρ γύρω από τηΜακντούγκαλ και τη Σάλιβαν. Δεν ήμουν σίγουρη τι έψαχνα: παρηγοριά στο αλκοόλ ή απλώς τοήσυχο, ζεστό καταφύγιο της λιποθυμίας; Ουδέποτε τα πήγα καλά με το μεθύσι (συνήθως καταλήγωβλοσυρή και δύσθυμη), κι αυτός είναι μάλλον ο λόγος για τον οποίο δεν τράβηξα κανενός τηνπροσοχή στο μπαρ – ευτύχημα, το δίχως άλλο, καθώς δεν ήμουν σε κατάσταση να επιλέξω έξυπναερωτικό παρτενέρ. Όχι πως ψαχνόμουν για κάτι ή κάποιον στην κατάσταση που βρισκόμουν.Αρκετά περίπλοκη ήταν η ζωή μου ήδη.

Επέστρεψα σέρνοντας τα βήματά μου στο διαμέρισμα πάνω στην ώρα για να προλάβω νααγκαλιάσω τη λεκάνη της τουαλέτας, όπου έκανα έναν ξεγυρισμένο εμετό. Εξουθενωμένη, άδειαμέσα μου, κατάφερα να φτάσω μέχρι το υπνοδωμάτιο, όπου σωριάστηκα στο κρεβάτι και σύντομαέχασα τις αισθήσεις μου.

Όταν ξύπνησα το επόμενο πρωί, ο ήλιος δεν είχε ανατείλει ακόμη κι εγώ είχα έναν τρομερόπονοκέφαλο, λες και μου είχαν βάλει το κεφάλι στη μέγκενη. Στο ντουλαπάκι του μπάνιου δενυπήρχε τίποτα για να με ανακουφίσει. Ο Ντόμινικ δε συνήθιζε να παίρνει από μόνος του φάρμακακαι τα μόνα χαπάκια εκεί μέσα ήταν τα αντισυλληπτικά μου. Κοίταξα το πρόσωπό μου στονκαθρέφτη: είχα τα χάλια μου, μαύροι κύκλοι γύρω από τα μάτια, ένα άσχημο κοκκίνισμα στο δεξίμάγουλο, μαλλιά λες και είχα περάσει μέσα από βατσινιές. Αναστέναξα και γύρισα ακροπατώνταςστο δωμάτιο, για να προσπαθήσω να κοιμηθώ ξανά. Τα σεντόνια έζεχναν ιδρώτα και αλκοόλ. Θαέπρεπε να τα πλύνω και να τα στεγνώσω πριν επιστρέψει ο Ντόμινικ.

Έμεινα στο κρεβάτι για ώρες, αδυνατώντας να ησυχάσω το μυαλό μου. Με την άκρη του ματιούμου έβλεπα τη θήκη του βιολιού στο βάθος του καθιστικού, να με καλεί, παρατημένη, όμως δενμπορούσα να βρω αρκετή δύναμη ώστε να σηκωθώ και να εξασκηθώ, έστω και λίγο. Ο χρόνοςπερνούσε βασανιστικά αργά. Κάθε φορά που έριχνα μια ματιά στο ρολόι μου η μέρα έμοιαζε νακυλά όλο και πιο δύσκολα.

Είχα εξαντλήσει τη μισή διορία που μου είχε δώσει ο Βίκτορ και οι σκέψεις μου έμοιαζαν μεκουβάρι. Εν τω μεταξύ, η πίεση που ένιωθα στους κροτάφους μου δεν έλεγε να υποχωρήσει μετίποτα.

Ήθελα να βάλω τα κλάματα, μα δεν μπορούσα να βρω τη δύναμη ούτε καν γι’ αυτό.

«Εγώ είμαι».«Περίμενα τηλεφώνημά σου». Μπορούσα σχεδόν να δω το αυτάρεσκο χαμόγελο να απλώνεται

πάνω στο γοητευτικό πρόσωπό του.«Είσαι έξυπνος άνθρωπος».

Page 165: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Λοιπόν;»«Λοιπόν...» Ο λαιμός μου σφίχτηκε καθώς επιχειρούσα να ελέγξω τα συναισθήματά μου, να μην

του προσφέρω την επιπλέον ευχαρίστηση του να ακούσει πνιχτούς τους ήχους που προσπαθούσα νααρθρώσω με το ζόρι.

«Πέρνα στο προκείμενο, Σάμερ», είπε ο Βίκτορ. «Είναι απλή η επιλογή: ναι ή όχι; Άντε».«Οι φωτογραφίες θα διαγραφούν και δε θα υπάρξουν αντίγραφα;»«Ναι. Έχεις το λόγο μου».«Αυτό ακριβώς είναι το θέμα. Μπορώ πραγματικά να σε εμπιστευτώ;»«Δεν έχεις άλλη επιλογή».«Μάλλον».«Δηλαδή η απάντηση είναι καταφατική;»Αναστέναξα παραιτημένα. «Και... όταν τελειώσει αυτή η ιστορία, δε θα με ενοχλήσεις ποτέ ξανά.

Θα με αφήσεις ήσυχη. Θα πάψεις να αποτελείς κομμάτι της ζωής μου;»«Αν αυτό θέλεις».«Αυτό θέλω. Απολύτως».«Καλώς».Και πάλι δεν μπορούσα να αναγκάσω τον εαυτό μου να πει τη μοιραία λέξη, προσπαθούσα να

παρατείνω τη συζήτηση. «Κι αυτή τη φορά δε θα υπάρξουν κάμερες, κινητά ή οτιδήποτε άλλο;»«Φυσικά».Ουσιαστικά, είχα επιλογή; Ή θα δεχόμουν ή θα έχανα την καριέρα μου ως μουσικός και, στην

πορεία, το δίχως άλλο, τον Ντόμινικ.«Άλλωστε», είπε ο Βίκτορ, «αυτή τη φορά σχεδιάζω να φοράς μάσκα».«Τι κιτς».«Κάθε άλλο, αγαπητή μου. Σε όλους μας δεν αρέσουν οι τελετές; Θα είσαι υπέροχη. Η μάσκα θα

είναι μαύρη φυσικά, εκτός κι αν έχεις κάποια άλλη χρωματική προτίμηση».Ξαφνικά, θυμήθηκα τη γυναίκα μέσα στο κλουβί, πίσω στη Νέα Ορλεάνη. Δεν ήμουν καν

σίγουρη αν φορούσε πράγματι μάσκα, όμως η χαλαρή αναφορά του Βίκτορ στις τελετές ανέσυρετην εικόνα αυτή από τη μνήμη μου και ένιωσα ένα γνώριμο σφίξιμο στο στομάχι.

«Τέλος πάντων», είπα.«Να θεωρήσω ότι είμαστε σύμφωνοι;» ρώτησε ο Βίκτορ.«Σύμφωνοι». Ένιωσα ένα πλάκωμα στο στήθος.«Τέλεια».Μια νύχτα θα είναι, μία από τις πολλές που θα είμαι πλέον ελεύθερη να απολαύσω με τους

δικούς μου όρους, είπα στον εαυτό μου. Μια νύχτα. Και θα αφορούσε μόνο το σώμα μου, όχι τομυαλό ή την καρδιά μου. Αυτά θα τα κλείδωνα μέσα μου για τις λίγες ώρες που θα διαρκούσε,μακριά από τις μοχθηρές σκέψεις του Βίκτορ, τα βλέμματα των αγνώστων, θα τα διατηρούσα αγνά.Δυστυχώς, γνώριζα πάρα πολύ καλά πως το σώμα γρήγορα επανέρχεται και η ντροπή δεν αφήνεισημάδια, τουλάχιστον εξωτερικά. Θα ήταν απλώς μια τελευταία περιπέτεια και μετά θα ήμουνελεύθερη, θα ανακτούσα τον έλεγχο της ζωής μου. Σίγουρα το τίμημα δεν ήταν πολύ μεγάλο. Ήμήπως όχι;

«Πότε;» θέλησα να μάθω.Γέλασε. «Τόσο πολύ βιάζεσαι;»«Όχι. Απλώς θέλω να τελειώνουμε», απάντησα.

Page 166: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Σε αυτή την περίπτωση, θα πρέπει να συγκρατήσεις τον ενθουσιασμό σου για ένα διάστημα. Θασε ενημερώσω».

«Α...»Ήλπιζα πως αυτή η ιστορία θα τελείωνε προτού επιστρέψει ο Ντόμινικ. Ήθελα να ανήκει ήδη στο

παρελθόν, όπως και τόσα άλλα πράγματα που του είχα κρατήσει κρυφά, μέχρι να ξαναβρεθούμε.«Θα είμαστε σε επικοινωνία, Σάμερ», δήλωσε ο Βίκτορ.«Σε παρακαλώ...»«Α, μην ανησυχείς. Θα είμαι υπόδειγμα διακριτικότητας», πρόσθεσε πριν κλείσει το τηλέφωνο.Το μόνο που μπορούσα να κάνω πλέον ήταν να περιμένω.

Ο Ντόμινικ ακούμπησε κάτω τη βαλίτσα του και κινήθηκε προς το μέρος μου. Ήμουν καθισμένηστον καναπέ και περίμενα, φορώντας ένα από τα πουκάμισά του, το μπλε-ανθρακί Ralph Lauren πουτου άρεσε να βάζω στο κρεβάτι όποτε κρύωνα τόσο ώστε να μην μπορώ να κοιμηθώ γυμνή.Φορούσα επίσης ένα λευκό βαμβακερό εσώρουχο που είχα αγοράσει την προηγούμενη μέρα από τοκατάστημα της Gap. Συγκρατημένη εμφάνιση, σχεδόν αθώα.

«Γύρισες», είπε, κι ένα γλυκύτατο χαμόγελο μεταμόρφωσε τη θλίψη που είχε εγκατασταθεί στοπρόσωπό του.

«Ναι, η περιοδεία έληξε. Για τους επόμενους μήνες δεν υπάρχει τίποτα στον ορίζοντα», τονπληροφόρησα.

«Θαυμάσια».Σηκώθηκα να τον φιλήσω.Τα χείλη του ήταν απαλά αλλά στεγνά. Τα έγλειψα, ενώ αφηνόμουν και πάλι στην αίσθηση της

παρουσίας του, στη ζέστη του κορμιού του, στο άρωμά του.Το βλέμμα του με σάρωνε, κατακλυσμένο από άρρητες ερωτήσεις τις οποίες δεν είχα καμία

διάθεση να απαντήσω αυτή την ώρα.«Καλώς όρισες», είπα.«Κι εσύ».Η παλάμη του πέρασε στον ώμο μου, τραβώντας με αποφασιστικά προς το μέρος του. Έκανα να

ανοίξω το στόμα μου, όμως τα δάχτυλά του πήγαν αμέσως στα χείλη του, δείχνοντάς μου πως δενέπρεπε να πω λέξη.

«Σσς».Μια γνώριμη αίσθηση απλώθηκε στο στομάχι μου. Αναμνήσεις από όλες εκείνες τις σιωπές που

είχαμε μοιραστεί. Από τη σιωπή που ακολουθούσε πάντοτε τη μουσική. Ένα αβίαστο τελετουργικόπου είχε καταστεί απόλυτα δικό μας. Ο Ντόμινικ που γνώριζα είχε επιστρέψει και δεν ήθελε να ξέρειτίποτα για το παρελθόν. Το μόνο που είχε σημασία ήταν το παρόν, το ότι ήμασταν μαζί σ’ εκείνο τοδωμάτιο, κι ο υπόλοιπος κόσμος δεν είχε θέση σε αυτό.

Όπως με κρατούσε σφιχτά πάνω του και οι καρδιές μας έμοιαζαν να συντονίζονται, σε απόστασηλίγων εκατοστών η μία από την άλλη, η δεύτερη παλάμη του σηκώθηκε και έπιασε γερά μια χούφτααπό τα μαλλιά μου. Έκλεισε γροθιά. Τράβηξε. Το κεφάλι μου κινήθηκε προς τα πίσω,ακολουθώντας τη γωνία της κίνησής του, αποκαλύπτοντας το λαιμό μου. Πλησίασε το στόμα τουκαι, με τα χείλη του, έπιασε την τεντωμένη επιδερμίδα, τη μάλαξε. Ανατρίχιασα. Ύστερα τα χείλητου παραμέρισαν, τα δόντια του δάγκωσαν ελαφρά το δέρμα, χωρίς όμως να το σημαδέψουν,

Page 167: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

δοκιμάζοντας την ελαστικότητά του. Σε μια άκρη του μυαλού μου αναρωτιόμουν αν με αυτό τοντρόπο θα μου έσκιζε ένας κανίβαλος το λαιμό ή αν από εκεί θα τρεφόταν το βαμπίρ στο οποίο είχεμετατραπεί ο Ντόμινικ όσο διάστημα απουσίαζα. Τα πόδια μου λύγισαν.

Ήξερα πως τα δόντια του τελικά θα άφηναν σημάδι στο λαιμό μου. Το σημάδι του.Έμεινε για λίγο εκεί, σαν να προσπαθούσε να αποφασίσει αν έπρεπε να με δαγκώσει τελείως, να

κόψει την επιδερμίδα μου ώστε να τρέξει αίμα ή να με φάει με μια γρήγορη, βίαιη κίνηση, να μεκατασπαράξει.

Τελικά, άφησε τα μαλλιά μου και, σχεδόν αστραπιαία, έσκισε το πουκάμισο από το στήθος μου,εκτοξεύοντας μερικά από τα κουμπιά στον αέρα, στέλνοντάς τα να πέσουν στο ξύλινο πάτωμα τουλοφτ.

Έτσι όπως στεκόμουν εκεί, απέναντί του, σχεδόν γυμνή, αισθάνθηκα ξαφνικά την παρόρμηση ναπέσω στα γόνατα, να κατεβάσω το φερμουάρ του μαύρου παντελονιού του, να βγάλω έξω τοσκληρό όργανό του και να το μπήξω στο λαιμό μου μέχρι να νιώσω ότι πνίγομαι, να υποδυθώ τηντσούλα που πάντα ήθελα να γίνω για χάρη του. Τελικά όμως περίμενα, ανυπομονώντας να δω τι θαέκανε στη συνέχεια.

Ο Ντόμινικ πέρασε από πίσω μου και, χτυπώντας και πάλι ελαφρά τον ώμο μου, με έβαλε νακάνω μεταβολή μέχρι που βρέθηκα απέναντι στον πορτοκαλή καναπέ. Ύστερα με ανάγκασε νασκύψω και με μια σίγουρη κίνηση κατέβασε το εσώρουχό μου, αφήνοντάς το πεσμένο στουςαστραγάλους μου. Ένα δάχτυλο με δοκίμασε. Και στις δύο τρύπες. Άνοιξε τα πόδια μου καιξαφνικά καρφώθηκε μέσα μου στην ψύχρα, με τη διαδρομή του να διευκολύνεται από την άφθονηυγρασία μου. Απολάμβανα τον τρόπο που με γέμιζε ο πούτσος του, το πώς μου ταίριαζε, σανάκαμπτο γάντι.

Εκείνη τη στιγμή δεν υπήρχε καμία ανάγκη για σκοινιά, δεσίματα, φίμωτρα, βοηθήματα, αν καιήλπιζα πως θα φύλαγε μερικές τέτοιες εκπλήξεις για μια άλλη φορά. Το μόνο που ήθελα ήταν τηναποφασιστική κίνηση του πέους του μέσα μου, τον ήχο της ανάσας του καθώς εντεινόταν η ηδονήτου, την αίσθηση των αρχιδιών του πάνω στον κώλο μου κάθε φορά που έφτανε μέχρι τέρμα.

Βρισκόμασταν στη Νέα Υόρκη, το φθινόπωρο πλησίαζε και ο Ντόμινικ ήταν μέσα μου, ημουσική των κινήσεών του συντονιζόταν με τον τραχύ τρόπο που τα δάχτυλά του έπαιζαν με τονκώλο μου. Εκείνη τη στιγμή ήμουν ευτυχισμένη. Δε χωρούσε καμία σκέψη για το αύριο. Ή το χθες.

Μακάρι να σταματούσε ο χρόνος εκεί και αυτό που ένιωθα να μην άλλαζε ποτέ.

Page 168: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

12

Το Βαλς Ξεκινά

ΔΕ ΘΑ ΑΡΕΣΕ ΚΑΘΟΛΟΥ στη Σάμερ όλο αυτό, σκεφτόταν ο Ντόμινικ μπαίνοντας στο κτίριο που είχεκλείσει ο Βίκτορ για τη συγκέντρωση και παρατηρώντας στη συνέχεια το εσωτερικό του.

Η διακόσμηση ήταν πλούσια, σε βαθμό κακογουστιάς. Προφανώς θα είχε στοιχίσει μιαπεριουσία, έστω και για μία βραδιά, αν και ίσως ανήκε σε κάποιο εύπορο άτομο από τον κύκλο τωνγνωριμιών του Βίκτορ.

Επρόκειτο για μια επιβλητική έπαυλη η οποία έβλεπε προς τον ποταμό Χάντσον, σε μια περιοχήτου Μανχάταν όπου σπάνια πήγαινε ο Ντόμινικ, σε μια συνοικία εκατομμυριούχων γνωστή σεελάχιστους. Τα πατώματα ήταν καλυμμένα απ’ άκρη σ’ άκρη με κόκκινα χαλιά, σε μια προσπάθεια οχώρος να παραπέμπει σε κατοικία γαλαζοαίματων, αλλά το αποτέλεσμα ήταν να μοιάζει μακάβριος,θυμίζοντας εκείνα τα σπίτια στις παλιές ταινίες τρόμου όπου όλα τα πατώματα είχαν πνιγεί στο αίμα.

Καθρέφτες με περίτεχνες επίχρυσες κορνίζες εκτείνονταν κατά μήκος και των δύο πλευρών τουδιαδρόμου, δημιουργώντας την ψευδαίσθηση του πλάτους. Ο Ντόμινικ μπορούσε να δει το είδωλότου από όλες τις γωνίες, μια εικόνα δυσάρεστη, που τον έκανε να θέλει να περάσει από το διάδρομοόσο το δυνατό γρηγορότερα.

Ανέβηκε τη σκάλα στο βάθος του διαδρόμου, η οποία στην κορυφή οδηγούσε προς δύοδιαφορετικές κατευθύνσεις, χωρίς να υπάρχει κάποια ένδειξη για τους καλεσμένους προς τα πούέπρεπε να στραφούν. Ο Ντόμινικ επέλεξε τον αριστερό διάδρομο.

Η πόρτα άνοιξε προτού προλάβει να σηκώσει το χέρι του για να πιάσει το παλιομοδίτικο ρόπτρο.Μια νεαρή γυναίκα στάθηκε στο κατώφλι και του έγνεψε να περάσει, με μια χαριτωμένη κίνηση τουχεριού.

Φορούσε ένα κατακόκκινο σετ εσωρούχων, στο ίδιο χρώμα με το χαλί. Αντί να καλύπτουν ταστήθη και τα γεννητικά της όργανα, τα μικρά κομμάτια υφάσματος απλώς τα περιέβαλλαν· τοστρινγκ ήταν ανοιχτό στον καβάλο και το σουτιέν αποτελούνταν από δύο τρίγωνα πίσω από ταοποία ξεπρόβαλλαν τα μικρά στήθη της. Τα καστανά μαλλιά της ήταν πιασμένα πάνω και στηνκορυφή του κότσου της έστεκε ένα μεγάλο κόκκινο φτερό, το οποίο έμοιαζε να μακραίνει το κορμίτης, έτσι που η τελική εικόνα θύμιζε μια άκρως θηλυκή καμηλοπάρδαλη. Κρατούσε έναν ασημένιοδίσκο, ο οποίος φαινόταν πολύ βαρύς για το λεπτό της χέρι. Πάνω στο δίσκο ήταν αραδιασμένεςαρκετές σειρές σφηνάκια.

Πρότεινε το δίσκο στον Ντόμινικ.«Όχι, ευχαριστώ», αρνήθηκε εκείνος ευγενικά. «Δεν πίνω».«Α, όχι», εξήγησε η γυναίκα. «Δεν είναι αλκοόλ, σοκολάτα είναι. Οι αρχαίοι Αζτέκοι θεωρούσαν

τη σοκολάτα ένα από τα ισχυρότερα αφροδισιακά, ξέρετε».«Αφού το θέτεις έτσι, δε θα ήταν ευγενικό να αρνηθώ».Του έκανε εντύπωση το ότι το γλυκό υγρό ήταν επίσης ζεστό, λες και τα σφηνάκια είχαν γεμίσει

Page 169: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

από ένα δοχείο με σοκολάτα λιωμένη στη φωτιά. Η σοκολάτα ήταν ελαφρώς καρυκευμένη, με μιαιδέα καυτερής πιπεριάς και μοσχοκάρυδου, όπως του φάνηκε.

«Υπέροχα, ευχαριστώ».Εκείνη απάντησε με μια ελαφριά υπόκλιση του κεφαλιού της.Το σπίτι ήταν πραγματικό παλάτι, συμπέρανε ο Ντόμινικ κοιτάζοντας ολόγυρα την τεράστια

σάλα μέσα στην οποία είχε βρεθεί.Με ικανοποίηση παρατήρησε πως το χαλί δεν κάλυπτε ολόκληρο το δωμάτιο, αλλά μόνο την

περιφέρειά του, δημιουργώντας ένα πλαίσιο γύρω από την κεντρική πίστα χορού. Μάλιστα έναζευγάρι χόρευε βαλς στο ξύλινο πάτωμα, αν και μουσική δεν έπαιζε.

Ο Ντόμινικ αναγνώρισε τον Έντουαρντ και την Κλαρίσα, τους οικοδεσπότες σ’ εκείνη τησυγκέντρωση όπου είχε συμμετάσχει η Μιράντα. Η Κλαρίσα ήταν επίσης ντυμένη ασορτί με το χαλί,φορούσε μια κόκκινη τουαλέτα που έφτανε ως το πάτωμα, με τελειώματα λευκής δαντέλας,θυμίζοντας βασίλισσα της βικτοριανής εποχής. Ο Ντόμινικ είχε αρχίσει να υποψιάζεται πως οΒίκτορ είχε δώσει οδηγίες στους άλλους καλεσμένους για το πώς να ντυθούν, οδηγίες τις οποίες δενείχε μοιραστεί με τον ίδιο.

Ο Έντουαρντ φορούσε στρατιωτική στολή με όλα τα εξαρτήματα και τα παράσημά της,παραπέμποντας σε ήρωα πολέμου ή δικτάτορα, ανάλογα πώς το έβλεπε κανείς.

Ο Ντόμινικ κατευθύνθηκε στο μακρύ τραπέζι στο βάθος της αίθουσας, στο οποίο υπήρχανσαμπάνιες μέσα σε παγωνιέρες, αμέτρητες σειρές κολονάτων ποτηριών, μεγάλα τσαμπιά σταφύλι,καθώς και μάνγκο κομμένα σε κομμάτια πάνω σε ξύλινες πιατέλες, αλλά κι ένα γλυπτό από πάγο,ένας στρουμπουλός Έρωτας που στόχευε το βέλος του κατευθείαν στο δωμάτιο. Δεν ήταν ο θεόςτου έρωτα, όπως πολλοί νόμιζαν, αναλογίστηκε ο Ντόμινικ, αλλά ο θεός του αισθησιασμού, διότι ταβέλη του κατέκλυζαν τα θύματά του με ασυγκράτητο πάθος.

Χρειάστηκε να καταβάλει προσπάθεια για να μη γελάσει μόλις πρόσεξε το σιντριβάνι σοκολάτας,παλιό δώρο πιθανότατα κάποιας καλοπροαίρετης θείας, η οποία δε θα μπορούσε να φανταστεί πωςθα κατέληγε να αποτελεί κεντρικό στοιχείο της διακόσμησης σ’ ένα τέτοιο πάρτι. Να λοιπόν πώςκρατούσαν ζεστή τη σοκολάτα. Ο Ντόμινικ είχε αρχίσει να υποψιάζεται πως ο Βίκτορ ήταν κάποιουείδους μάγος.

«Τα περνάτε όμορφα απόψε;»Ο Ντόμινικ γύρισε και είδε μια Γιαπωνέζα μ’ ένα λευκό κορσέ, λεπτά διακοσμημένο με

μικροσκοπικά κόκκινα άνθη. Υπό άλλες συνθήκες, θα έβρισκε το σχέδιο ευχάριστο, σ’ εκείνο τοχώρο όμως η εικόνα τον έκανε να φαντάζεται πως η γυναίκα είχε δεχτεί πυροβολισμό στα πλευρά.

«Ναι, ευχαριστώ. Επί του παρόντος τουλάχιστον... Μόλις τώρα ήρθα».«Έχετε βρεθεί και άλλοτε σε κάποιο πάρτι του Βίκτορ;»«Μία φορά μόνο, αλλά ήταν πιο ανεπίσημη η περίσταση. Καμία σχέση με απόψε».Η γυναίκα έπιασε ένα ποτήρι και έσκυψε πάνω στο τραπέζι για να βρει κάποιο μπουκάλι,

αποκαλύπτοντας μέρος του στήθους της και μια ανοιχτή καφέ ρώγα όπως έγερνε.«Επιτρέψτε μου».Ο Ντόμινικ πήρε το μπουκάλι από το χέρι της και το έγειρε σερβίροντας το αφρώδες υγρό στο

ποτήρι της με αργές κινήσεις, ώστε να μη χυθεί.«Ευχαριστώ. Τι θα λέγατε να κάναμε μια πρόποση;»«Αν δε βρω κάποιο αναψυκτικό, δυστυχώς δε θα μπορέσω. Συνήθως δεν πίνω».Αποφάσισε να πάψει να δικαιολογείται. Γιατί έδειχναν οι άνθρωποι να μπερδεύονται τόσο από

Page 170: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

την επιλογή του να αποφεύγει το αλκοόλ; Λες και ήταν αδύνατο να περάσεις όμορφα αν δεν τα είχεςτσούξει.

«Σοφή επιλογή μάλλον, σε τέτοιες συνθήκες».Ο Ντόμινικ συνοφρυώθηκε, αναζητώντας με το βλέμμα κάποια εναλλακτική λύση. Δεν ήταν

πάρτι για νηφάλιους, κρίνοντας από τα ποτά που προσφέρονταν. Μέχρι να γυρίσει προς τα πίσω, ηπαρέα του είχε παρασυρθεί στο πλήθος από έναν άντρα που φορούσε ένα εφαρμοστό χρυσόμαυροσορτσάκι και μάσκα παλαιστή του κατς. Ο Ντόμινικ παρατήρησε τη μυώδη πλάτη του άντρα νακινείται όπως απομακρυνόταν κι ένιωσε ένα τσίμπημα ζήλιας. Ίσως έπρεπε να αρχίσει το τρέξιμο,όπως είχε προτείνει η Λόραλιν, ή τουλάχιστον να επιστρέψει με κάποιο τρόπο στην ενασχόλησή τουμε τον αθλητισμό, όπως στα φοιτητικά του χρόνια.

Όχι πως η Σάμερ έδειχνε να ενδιαφέρεται στο ελάχιστο όταν έπαιρνε ή έχανε κανένα κιλό. ΟΝτόμινικ αμφέβαλλε ακόμη κι αν εκείνη το παρατηρούσε.

Ο Έντουαρντ διέκοψε τις σκέψεις του. «Νομίζω πως έχουμε ήδη συναντηθεί, αλλά δεν είμαισίγουρος αν συστηθήκαμε επισήμως. Ήσουν στο τελευταίο σουαρέ του Βίκτορ αν δεν απατώμαι;»

«Ναι. Κλαρίσα και Έντουαρντ αν θυμάμαι καλά; Εμένα με λένε Ντόμινικ».«Λέγε με Εντ, σε παρακαλώ. Μονάχα ο Βίκτορ με φωνάζει Έντουαρντ, και η Κλαρίσα, όταν

θέλει να με εκνευρίσει. Όπως βλέπεις, στον Βίκτορ αρέσει να δίνει στις εκδηλώσεις του μια κάποιαθεατρική νότα».

Ο Εντ τράβηξε ένα κομμάτι σταφύλι από μια πιατέλα, το βούτηξε στο σιντριβάνι σοκολάτας καιμετά το έβαλε στο στόμα του, χαμογελώντας με ικανοποίηση.

Η Κλαρίσα συνέχισε τη συζήτηση. «Κάθε φορά δίνει τον καλύτερό του εαυτό. Απ’ ό,τι έχωκαταλάβει, μας έχει ετοιμάσει κάποια έκπληξη για αργότερα. Ένας Θεός ξέρει τι. Τον γνωρίζειςκαλά;»

«Όχι, δε θα το έλεγα. Γνωστοί είμαστε».«Ωραία. Δε θα ήθελα να πω κάτι που θα σε έθιγε αν ήσασταν φίλοι. Δεν πιστεύω πως είναι

ιδιαιτέρως συμπαθής, για να είμαι ειλικρινής. Ο κόσμος έρχεται στα πάρτι του για το θέαμα, καιβέβαια η σαμπάνια είναι κάθε φορά καλή».

«Αυτό είναι το αποψινό πάρτι λοιπόν; Κάπως υποτονικό μοιάζει για τα μέτρα του Βίκτορ.Περίμενα κάτι περισσότερο».

«Νομίζω πως η κυρίως δράση θα έχει επίκεντρο το μπουντρούμι, και το χώρο του παιχνιδιού,όταν θα έχουν έρθει όλοι και θα έχουν ζεσταθεί κάπως». Έδειξε δύο καμάρες στον απέναντι τοίχο,καλυμμένες με χοντρές κόκκινες βελούδινες κουρτίνες. «Αν δεν κάνω λάθος, θα ανοίξουν ταμεσάνυχτα».

«Μπουντρούμι και χώρος παιχνιδιού;»«Ναι. Ο Βίκτορ έχει φροντίσει να καλύψει όλα τα γούστα απόψε. Υπάρχει χώρος

σαδομαζοχισμού, με όλα τα απαραίτητα εξαρτήματα, καθώς και ένα δεύτερο δωμάτιο για όσους απόεμάς προτιμούν τις ανταλλαγές συντρόφων».

«Ή για τους λιμπερτίνους, για όσους από εμάς προτιμούν να μην το βλέπουν σαν μια απλήανταλλαγή συντρόφων», παρενέβη ο Εντ. Είχε σοκολάτα στο κάτω μέρος του λεπτού μουστακιούτου.

«Ναι, καλέ μου», απάντησε η Κλαρίσα, στρέφοντας τα μάτια προς τα πάνω, μπουχτισμένη μαζίτου. «Λοιπόν, είσαι καινούριος στο χώρο;»

«Θα μπορούσες να το πεις κι έτσι».

Page 171: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Ο Ντόμινικ ουδέποτε υπήρξε φίλος των οργανωμένων πάρτι για ανταλλαγή συντρόφων ή γιαπειραματισμούς στο σαδομαζοχισμό, προτιμώντας να ζει τις φαντασιώσεις του είτε μέσα στο μυαλότου είτε μέσα στο σπίτι του. Τα σκηνικά στο Λονδίνο, τότε που συμμετείχε μαζί με άλλους άντρεςσε βραδιές κραιπάλης, είχαν αποδειχτεί εκ των υστέρων κάπως λειψά σε επίπεδο ερωτισμού, απλάεπεισόδια άκρατου πάθους. Σε κλαμπ φετιχιστών δεν είχε πάει ποτέ, ενώ σπάνια παρακολουθούσεδημόσια φετιχιστικά παιχνίδια, πέρα από εκείνη την περίπτωση που ο Βίκτορ έριξε ξυλιές στηΜιράντα. Τουλάχιστον ήλπιζε πως επρόκειτο για απλές ξυλιές και όχι για επίθεση. Απ’ όσο ήξερεγια τον Βίκτορ, η πραγματικότητα θα μπορούσε να ταυτίζεται με οποιαδήποτε από τις δύο εκδοχές.

«Είσαι τυχερός που έχεις όλα αυτά τα πράγματα στη διάθεσή σου. Όταν ξεκινήσαμε εμείς,νομίζαμε πως ήμασταν οι μοναδικοί άνθρωποι στον κόσμο που τους άρεσαν αυτές οι καταστάσεις».

«Επομένως, δεν είστε καινούριοι στο χώρο. Πώς τον ανακαλύψατε;»Η περιέργεια του Ντόμινικ είχε κεντριστεί. Ίσως ήταν εφικτό να διατηρηθεί μια σχέση υπό

τέτοιες συνθήκες.«Όχι, παλιές καραβάνες, και οι δυο μας. Γνωριστήκαμε στο λύκειο. Είμαστε τριάντα χρόνια

παντρεμένοι. Μετά από λίγο τα πράγματα άρχισαν να γίνονται ανιαρά, οπότε προσπαθήσαμε ναπειραματιστούμε, για να προσθέσουμε λίγο αλατοπίπερο στη ζωή. Το ένα έφερε το άλλο και κάπωςέτσι φτάσαμε εδώ. Ήταν πιο δύσκολο όταν τα παιδιά έμεναν ακόμη μαζί μας στο σπίτι. Πού να’ξεραν πως οι γονείς τους έφευγαν για να πάνε στα πιο καυτά κλαμπ της Νέας Υόρκης ότανκανονίζαμε να έρθουν να τα φυλάξουν νταντάδες και τους λέγαμε πως πηγαίναμε στονκινηματογράφο; Τώρα έχουμε το σπίτι στη διάθεσή μας και κάνουμε ό,τι μας αρέσει».

«Και τα παιδιά σας...» άρχισε να λέει ο Ντόμινικ, αλλά τελικά κατάπιε την πρόταση, καθώςέψαχνε έναν ευγενικό τρόπο να στρέψει τη συζήτηση προς άλλη κατεύθυνση, ώστε να κλείσει αυτότο άβολα προσωπικό θέμα.

«Εννοείς αν όλα πήγαν καλά; Ναι, μια χαρά είναι και τα δύο, αν και εντελώς βαρετά. Ο γιος μαςκατέληξε να εργάζεται ως δικηγόρος ειδικευμένος στα διαζύγια –αν είναι ποτέ δυνατό!– καιμετακόμισε στο Γουισκόνσιν. Έχει επιστρέψει στη Νέα Υόρκη τώρα, παίζει τρομπόνι σε κάποιαορχήστρα. Η κόρη μας παντρεύτηκε το γιο του ιερέα της ενορίας. Ένας Θεός ξέρει πώς έγινε αυτό.Καθόλου δεν τους αρέσει ο τρόπος που ζούμε, παρότι προσπαθούμε να μη μάθουν τίποτα, σεπερίπτωση που αποφασίσει η κόρη μας ότι θα επηρεάσουμε αρνητικά τα εγγόνια μας. Ο κόσμοςσκέφτεται ένα σωρό ανοησίες, καταλαβαίνεις».

«Ναι, μάλλον».«Α, εμφανίστηκε επιτέλους, ο άρχοντας του παλατιού. Τι γελοία εμφάνιση, δε βρίσκεις; Λάτεξ

πρέπει να φοράνε μόνο οι νέοι και λεπτοί άνθρωποι».Ο Έντουαρντ την αγριοκοίταξε. «Βλακείες. Οι νέοι και λεπτοί δεν έχουν το μονοπώλιο της

λάμψης. Άλλωστε, εμείς οι δύο αποτελούμε τη ζωντανή απόδειξη, έτσι δεν είναι;» πρόσθεσε,χαμογελώντας αυτάρεσκα.

«Ναι, απολύτως».Ο Βίκτορ φορούσε μια λαστιχένια στολή κονφερασιέ, στα χρώματα του κόκκινου, του μαύρου

και του χρυσού. Το πρόσωπό του είχε βαφτεί σαν κλόουν και οι άφθονες ποσότητες κόκκινουκραγιόν γύρω από το στόμα του έμοιαζαν με παρωδία χαμόγελου. Κρατούσε ένα μαστίγιο στο έναχέρι και στο κεφάλι του φορούσε ημίψηλο σε λοξή γωνία, το οποίο έβγαλε μόλις έφτασε μπροστάτους και υποκλίθηκε βαθιά.

«Χαίρομαι πολύ που κατάφερες να έρθεις», είπε στον Ντόμινικ, με ένα σαρδόνιο χαμόγελο

Page 172: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

ικανοποίησης.«Ευχαριστώ για την πρόσκληση».«Είμαι βέβαιος ότι θα ενθουσιαστείς μόλις σου δείξω τι έχω κανονίσει».«Δε θα μας δώσεις ούτε μια μικρή πληροφορία για να μαντέψουμε τι θα επακολουθήσει;»«Τι, και να χαλάσω την έκπληξη; Ποτέ. Λοιπόν, με συγχωρείτε τώρα, πρέπει να χαιρετήσω και

τους υπόλοιπους καλεσμένους. Δεν είναι εύκολος ο ρόλος του οικοδεσπότη, αλλά κάποιος πρέπει νατον αναλάβει».

Η Κλαρίσα περίμενε να απομακρυνθεί λίγο ο Βίκτορ προτού συνεχίσει την κουβέντα. «Είναιτελείως παράλογος. Έχει τρελαθεί ο άνθρωπος. Πάω να μάθω τι μαγειρεύει».

«Είσαι σίγουρη πως θα ήταν φρόνιμο αυτό;» τη ρώτησε ο Εντ.«Δεν ξέρω, πάντως κάποιος πρέπει να δει τι γίνεται. Υπάρχει διαφορά μεταξύ του πικάντικου και

της ψυχοπάθειας, ξέρεις. Δε γίνεται να νομίσουν οι καινούριοι πως είμαστε όλοι παράφρονες έτσικαι αποκαλύψει κανένα τρελό κόλπο σε ανυποψίαστο κοινό».

Έκανε επί τόπου μεταβολή και εξαφανίστηκε πίσω από την κουρτίνα που οδηγούσε στομπουντρούμι.

Η Σάμερ είχε δεχτεί το τηλεφώνημα του Βίκτορ πριν από τέσσερις μέρες, οπότε είχε αρκετό χρόνοστη διάθεσή της για να κάνει μια εκτεταμένη αποτρίχωση στο μπικίνι και να έχει υποχωρήσει οερεθισμός.

Η επιλογή του χρόνου πιθανότατα δεν ήταν τυχαία, σκεφτόταν ενώ η αισθητικός άπλωνε τοκαυτό παχύρρευστο υγρό, περίμενε μερικά δευτερόλεπτα να στεγνώσει και μετά τραβούσε τηνταινία, ακουμπώντας γρήγορα την παλάμη της πάνω στο σώμα της Σάμερ για να μετριάσει τοτσούξιμο.

Είχε ακούσει πως υπήρχαν διαφορετικές μορφές πόνου. Το ότι αρέσει σε ένα άτομο να δέχεταιξυλιές ή καμτσικιές στα γυμνά οπίσθιά του δε σημαίνει πως θα έτρεχε να επισκεφτεί τον οδοντίατροή πως θα ξετρελαινόταν αν χτυπούσε τα δάχτυλα του ποδιού του.

Η Σάμερ οπωσδήποτε δεν ήταν μαζοχίστρια, αυτό ήταν βέβαιο, όμως θεωρούσε την επίσκεψη γιααποτρίχωση στην περιοχή του μπικίνι μία από τις μικρές απολαύσεις της ζωής. Ενδεχομένως να είχενα κάνει με το ότι έβγαζε το εσώρουχό της μπροστά σε μια άγνωστη ή με το ότι η κοπέλα άγγιζεανάλαφρα τα δάχτυλά της πάνω της ώστε να της ανοίξει τα χείλη και να βεβαιωθεί πως το κερί θααπλωνόταν στα σωστά σημεία και δε θα αφαιρούσε κάτι που δεν έπρεπε. Ή ίσως είχε να κάνει με τοότι η κοπέλα ήταν πραγματικά πολύ όμορφη και μύριζε σαμπουάν.

Όποιος κι αν ήταν ο λόγος, η Σάμερ έβρισκε την όλη διαδικασία ερεθιστική, κι εκείνη τη νύχταέμεινε ξύπνια μετά που κοιμήθηκε ο Ντόμινικ και αυνανίστηκε, φτάνοντας σε οργασμό. Για λόγουςπου δεν μπορούσε να εξηγήσει, ακόμη και στον ίδιο της τον εαυτό, η σκέψη πως ο Ντόμινικ ήτανδίπλα της και δεν ήξερε ότι αυνανιζόταν τη συνάρπαζε. Ήταν η σκέψη πως έκανε κάτι κακό, πωςίσως την τσάκωνε ο άλλος να το κάνει αυτή που έστρεφε το νου της στο σεξ. Αυτό και η αίσθησητης επιδερμίδας της, η οποία ήταν πλέον ιδιαίτερα λεία στην αφή μετά τις περιποιήσεις τηςαισθητικού.

Ο Ντόμινικ δεν είχε διαπιστώσει ακόμη την αλλαγή, όμως εννοείται πως αυτό θα συνέβαινεσύντομα. Θα του έλεγε πως της είχε έρθει διάθεση για κάτι διαφορετικό. Από εκείνη τη φορά στοπάρτι της Σάρλοτ, όταν την ξύρισε τελείως μπροστά σε όλους τους καλεσμένους, δεν της είχε δώσει

Page 173: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

να καταλάβει πως προτιμούσε να περιποιείται το σώμα της εκεί κάτω με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.Εκείνος φαινόταν να το απολαμβάνει όταν παρατηρούσε τον τρόπο με τον οποίο επέλεγε η Σάμερ

να εκδηλώνει τις διαθέσεις της στο ντύσιμο και στα μαλλιά της, όμως δεν της πρότεινε να αλλάζειέτσι ή αλλιώς για να τον ευχαριστεί. Αυτό άρεσε στη Σάμερ. Ήταν μια ελευθερία την οποία θαδυσκολευόταν να χάσει.

Είχε πει στον Ντόμινικ ότι θα συναντούσε την Τσέρι απόψε προκειμένου να συμφιλιωθούν καιότι δε θα έπρεπε να ανησυχήσει αν αργούσε να επιστρέψει ή ακόμη κι αν δεν επέστρεφε καθόλου.

Ο Ντόμινικ είχε μουρμουρίσει πως κι εκείνος είχε κάπου να πάει, αν και δεν μπήκε σελεπτομέρειες. Έμοιαζε αφηρημένος, κλεισμένος στον εαυτό του. Ίσως το να περάσουν το πρώτοτους Σάββατο χωριστά να μην ήταν καλή ιδέα, αλλά δεν μπορούσε να γίνει κάτι γι’ αυτό.

Η Σάμερ δεν μπορούσε να αποκαλύψει στον Ντόμινικ τα σχέδια του Βίκτορ: ήταν μέρος τηςσυμφωνίας τους να μην πει κουβέντα προκειμένου να εξασφαλίσει τη σιωπή του Βίκτορ. Άλλωστε,έτρεμε μήπως ο Ντόμινικ αντιδρούσε άσχημα αν μάθαινε όσα είχε κάνει. Γνώριζε το χαρακτήρα της,ως ένα βαθμό, όμως η Σάμερ δεν πίστευε πως καταλάβαινε ως ποιο σημείο είχε φτάσει, ποια όριαείχε ξεπεράσει χωρίς τη συμμετοχή του.

Ευτυχώς, ο Ντόμινικ είχε φύγει από νωρίς για να εργαστεί στη βιβλιοθήκη, δίνοντάς της το χρόνοπου χρειαζόταν για να ολοκληρώσει τις προετοιμασίες της και να κανονίσει να έρθει αυτοκίνητο γιανα την πάει στη διεύθυνση που της είχε δώσει ο Βίκτορ.

Ο Σιμόν τηλεφώνησε πάνω που πήγαινε να φύγει.«Πώς είναι το αστέρι μας; Συνήλθες από το ταξίδι της επιστροφής ή ακόμη; Είσαι έτοιμη για μια

πρόβα εκτός προγράμματος απόψε;»«Ξέρεις, δεν είμαι ακόμη εντελώς καλά. Πειράζει να το αφήσουμε για μια δυο μέρες;»«Μήπως μου κρύβεις κάτι; Σε έχει ταράξει ο Άγγλος σου; Δε συνηθίζεις να απορρίπτεις πρόβες.

Ανησυχώ».«Όχι, απλώς κουρασμένη είμαι. Αλήθεια».Ο Σιμόν δε φάνηκε να πείθεται.Μόλις έφτασε το αυτοκίνητο στο υπόγειο γκαράζ της έπαυλης που είχε κλείσει ο Βίκτορ για το

πάρτι, εκείνος βρισκόταν εκεί και την περίμενε.Απαίσιο μέρος, σκέφτηκε η Σάμερ ενώ οι μεταλλικές πύλες στην είσοδο άνοιγαν με κλαγγή. Δεν

είχε καμία σχέση με τις λεπτές γραμμές του αρ ντεκό ξενοδοχείου στη Νέα Ορλεάνη όπου τους είχεβρει δωμάτιο ο Ντόμινικ. Αυτό το μέρος θα μπορούσε να είναι το όνειρο κάποιου ποδοσφαιριστή,από εκείνα τα σπίτια που μόνο σκοπό έχουν να επιδεικνύουν τον πλούτο του κατόχου τους, χωρίςκαμία σκέψη για το πώς δένουν με το περιβάλλον. Μάλλον θα ήταν τίγκα στα βελούδα και ταεπίχρυσα στολίδια, αν και δεν πρόλαβε να το τσεκάρει, καθώς ο Βίκτορ την οδήγησε αμέσως σε έναμακρύ σκοτεινό διάδρομο κι από εκεί σε ένα δωμάτιο εφοδιασμένο με εξοπλισμό μπουντρουμιού.

Πλέον, όλα εκείνα τα αντικείμενα τα έβρισκε παρηγορητικά αντί για ενδιαφέροντα ή τρομακτικά.Η παρουσία του επενδυμένου χιαστού σταυρού, δύο πάγκων για ξυλιές, ενός κλουβιού, ενόςμεταλλικού πλαισίου που έμοιαζε κάπως με άλογο, καθώς και η ποικιλία από βούρδουλες, μαστίγιακαι καμτσίκια που εκτίθονταν εκεί έκαναν τον άγνωστο χώρο να φαντάζει οικείος.

Στο κέντρο του δωματίου υπήρχε μια κόκκινη βελούδινη κουρτίνα κρεμασμένη από ψηλά,σχηματίζοντας μια σκηνή, παραπέμποντας σε μινιατούρα τσίρκου τρόπον τινά.

Ο Βίκτορ παραμέρισε την κουρτίνα, αποκαλύπτοντας ένα τελετουργικό βάθρο, στολισμένο μευφάσματα και λουλούδια, με τέτοιο τρόπο που θύμιζε κάπως θυσιαστήριο βωμό. Πάνω από τη

Page 174: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

σκηνή υπήρχε ένας προβολέας.«Έκανα ένα σωρό ετοιμασίες για χάρη σου, αγαπητή μου, όπως βλέπεις. Ελπίζω να εγκρίνεις το

τελικό αποτέλεσμα».«Έχω βρεθεί κι άλλοτε κάτω από το φως των προβολέων. Είμαι σίγουρη πως θα τα καταφέρω».«Θα έλεγα πως μάλλον ανυπομονείς για τη συνέχεια», σχολίασε εκείνος, αυτάρεσκα.Η Σάμερ δεν απάντησε, όμως τα λόγια του την έκοψαν σαν μαχαίρι.Αλήθεια, το περίμενε με ανυπομονησία;Μάλλον ναι. Κατά βάθος ήξερε πως ο Βίκτορ ήταν απαίσιος. Ωστόσο, υπήρχε ένα κομμάτι του

εαυτού της που ανταποκρινόταν στις διαταγές του. Έκρυβε μέσα της ένα σκοτάδι το οποίο ο Βίκτορέμοιαζε να αναγνωρίζει και να κατορθώνει να ανασύρει στην επιφάνεια, να το χειραγωγεί επιδέξια. ΗΣάμερ ήξερε πως ο Βίκτορ ήταν προβληματικός άνθρωπος και πως δεν αποτελούσε ασφαλήσύντροφο για να εξερευνήσει μαζί του τις σεξουαλικές προτιμήσεις της, όμως σαν έντομο πουέλκεται από τη φλόγα, η Σάμερ ένιωσε τις αντιστάσεις της απέναντι στον Βίκτορ να καταρρέουν υπότο βάρος του πάθους της.

Παρ’ όλα αυτά, δε θα του έδινε την ικανοποίηση να καταλάβει πως αυτή ήταν η αλήθεια.«Έλα εδώ», της είπε εκείνος.Η Σάμερ στάθηκε μπροστά του, ευχαριστημένη που είχε φορέσει τα πιο τολμηρά τακούνια της,

με αποτέλεσμα να είναι μερικά εκατοστά ψηλότερή του.«Γδύσου».Είχε προβλέψει κι αυτή την εντολή, γι’ αυτό είχε φορέσει ένα στράπλες μακρύ μαύρο φόρεμα

από ελαστικό βαμβάκι, το οποίο μπορούσε να βάζει και να βγάζει με μία κίνηση. Ελάχιστα πράγματαέβρισκε η Σάμερ περισσότερο ταπεινωτικά από το να παλεύει να απαλλαγεί από τα ρούχα τηςμπροστά στους άλλους, ειδικά όταν είχε απέναντί της τον Βίκτορ.

Ύστερα εκείνος πήρε ένα κομμάτι σκοινί.Γαμώτο, την κατασκόπευε; Μονίμως έμοιαζε να ξέρει ποια ακριβώς ήταν τα κουμπιά της.Το σκοινί ήταν χοντρό, χρησιμοποιημένο και μαλακωμένο από τις συχνές πλύσεις. Μάλλον η

Σάμερ θα μπορούσε να αντέξει το δέσιμο για πολλή ώρα, χωρίς ιδιαίτερο πόνο, δυσφορία ή ζημιάστα νεύρα.

«Γονάτισε».Της έγνεψε προς το βωμό, ο οποίος, όπως παρατήρησε η Σάμερ, διέθετε άνετη επένδυση,

καλυπτόταν από ένα στρώμα και δεν ήταν η κρύα πέτρα που για κάποιο λόγο είχε σχηματίσει με τηφαντασία της απέναντι σε αυτή την κατάσταση. Ήταν κοντός και υπήρχαν σκαλοπάτια στις δύοπλευρές του, περίπου στο σωστό ύψος ώστε να στέκεται εκεί κάποιος άντρας ή γυναίκα και να έχειεύκολη πρόσβαση στο άτομο που ξάπλωνε εκεί πάνω. Σ’ εκείνη.

Η Σάμερ ρίγησε μόλις ένιωσε το σκοινί να περνά απαλά πάνω από την επιδερμίδα της.Ο Βίκτορ αντέδρασε με ένα πνιχτό γέλιο βλέποντας τη Σάμερ να αντιδρά άθελά της με

ευχαρίστηση, εκείνη όμως συγκρατήθηκε και δεν τον κλότσησε. Δε θα βοηθούσε σε κάτι αυτό.Την έδεσε προσεκτικά, τόσο ήπια ώστε η Σάμερ άρχισε να χαλαρώνει, παρότι αρχικά άλλες ήταν

οι προθέσεις της.Δε γαμιέται, σκέφτηκε. Μετά το αποψινό, δεν πρόκειται να τον ξαναδώ. Τι σημασία έχει;Τα δεσίματα ήταν γερά αλλά όχι ιδιαίτερα σφιχτά, και η Σάμερ παρατήρησε πως ο Βίκτορ είχε

ακολουθήσει όλους τους κανόνες ασφαλείας στο ερωτικό δέσιμο, φροντίζοντας να μην ασκεί πίεσηστα κέντρα του νευρικού της συστήματος, αφήνοντας ένα δάχτυλο κενό ανάμεσα στη σάρκα της και

Page 175: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

το σκοινί, για να διευκολύνει την κυκλοφορία. Προφανώς το είχε ξανακάνει, και μέχρι στιγμήςτηρούσε το λόγο του, καθώς της είχε υποσχεθεί πως δε θα έφευγε με κάποιο μόνιμο σημάδι από εκείούτε θα πάθαινε κακό.

Τότε η Σάμερ επιχείρησε να κουνήσει το κεφάλι της. Έστριψε το σώμα της, δοκιμάζοντας καιπάλι την αίσθηση του σκοινιού, προσπαθώντας να καταλάβει τι της είχε κάνει.

«Επιτέλους», είπε εκείνος σιγανά, με φωνή που ξεχείλιζε από ευχαρίστηση. «Κατάφερα να σεκάνω να αντιδράσεις και να μη στέκεσαι σαν κούτσουρο».

Είχε δέσει το κάτω μέρος του σώματός της και είχε φτιάξει έναν κόμπο στο σκοινί ο οποίοςπερνούσε ανάμεσα από τα πόδια της και τον οποίο στη συνέχεια έδεσε στα μαλλιά της, έτσι ώστεκάθε φορά που έφερνε το κεφάλι της προς τα εμπρός το σκοινί τεντωνόταν και τριβόταν πάνω στηνκλειτορίδα της. Με μερικές καλά συγχρονισμένες κινήσεις, θα μπορούσε να φτάσει στην κορύφωσηχωρίς να χρειαστεί χείρα βοηθείας, δική της ή οποιουδήποτε άλλου.

«Κατάπιες τη γλώσσα σου;»Η Σάμερ προσπάθησε να μείνει όσο το δυνατό ακίνητη, αναθεματίζοντας από μέσα της το σώμα

της που την είχε προδώσει, καθώς ένιωθε το σκοινί ανάμεσα στα πόδια της να υγραίνεται, ναμουσκεύει από τους χυμούς του κορμιού της.

Ο Βίκτορ το τράβηξε μερικές φορές. «Σου αρέσει, έτσι δεν είναι;» είπε, την ώρα που η Σάμερπροσπαθούσε και αποτύγχανε να πνίξει ένα βογκητό. «Ωραία. Λοιπόν, όπως σου υποσχέθηκα, θαφορέσω μια μάσκα στο όμορφο προσωπάκι σου, για να είμαστε βέβαιοι πως δε θα σε αναγνωρίσεικανείς από τους καλεσμένους μας. Να προστατέψουμε την ανωνυμία της διάσημης μουσικού μας,σωστά; Δε θα μπορείς να βλέπεις, δυστυχώς, αλλά επειδή σε ξέρω καλά, είμαι βέβαιος πως αυτό θαεπιτείνει την απόλαυσή σου».

Η Σάμερ έσκυψε το κεφάλι για να του επιτρέψει να της περάσει τη μάσκα, που κάλυψε το πάνωμισό του προσώπου της. Αμέσως παρατήρησε πως το στόμα της είχε μείνει ελεύθερο. Φυσικά: οΒίκτορ δε θα άφηνε να χαθεί η ευκαιρία να είναι διαθέσιμο προς χρήση ένα από τα ανοίγματά της.

Ικανοποιημένος με το κάλυμμα του προσώπου της, ο Βίκτορ πέρασε τις παλάμες του πάνω απότο σώμα της, έτσι όπως θα χάιδευε κάποιος μια γάτα. Άγγιξε τα στήθη της, παίζοντας λίγο με τιςρώγες. Η Σάμερ δεν του έδωσε σημασία.

«Δεν έχεις καθόλου γούστο. Ειλικρινά δεν καταλαβαίνω τι σου βρίσκει εκείνος ο άντρας. Τέλοςπάντων, πρέπει να γυρίσω στους υπόλοιπους καλεσμένους μου. Δε θα αργήσουμε».

Η Σάμερ δε σήκωσε το κεφάλι ενώ εκείνος έφευγε, αν κι ένιωσε το φύσημα του αέρα πάνω στογυμνό της σώμα καθώς ο Βίκτορ έκλεινε την κουρτίνα απομονώνοντάς την από το υπόλοιποδωμάτιο.

Λίγα λεπτά αργότερα, άκουσε τη βαθιά κλαγγή ενός γκονγκ.

Ο Βίκτορ χτύπησε τις παλάμες του σαν ενθουσιασμένο παιδί ενώ ο κόσμος στον κυρίως χώροσυγκεντρωνόταν για να τον ακούσει.

«Επιτέλους», ψιθύρισε ο Εντ στο αφτί του Ντόμινικ. «Είχα αρχίσει να ανησυχώ πως θα περνούσεη επίδραση του Viagra προτού μας αμολήσει να παίξουμε».

Ο Ντόμινικ συνοφρυώθηκε. Δεν είχε σκεφτεί καν να πάρει κάποιο χημικό βοήθημα, αν καιυπέθετε πως πολλοί από τους άλλους άντρες που ήταν παρόντες πιθανότατα είχαν πάρει. Δεν τονπροβλημάτιζε και τόσο το σεξ. Δεν ήταν καν σίγουρος για ποιο λόγο είχε έρθει εκεί. Ή γιατί δεν το

Page 176: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

είχε πει στη Σάμερ. Από περιέργεια, φανταζόταν.Μια υποψία άρχισε να τον πολιορκεί μόλις σκέφτηκε τη Σάμερ. Συμπεριφερόταν παράξενα μετά

την επιστροφή της από την περιοδεία. Έμοιαζε να την περιβάλλει ένα πέπλο θλίψης, κι ο Ντόμινικείχε την αίσθηση πως κάτι του έκρυβε.

Ήταν δυνατό να την είχε συμπεριλάβει ο Βίκτορ με κάποιο τρόπο σε όλη αυτή την ιστορία; Ικανότον είχε πάντως· η έκφρασή του ήταν ιδιαίτερα αυτάρεσκη απόψε και είχε υπαινιχθεί πως θασυνέβαινε κάτι στη συνέχεια το οποίο ο Ντόμινικ θα έβρισκε άκρως ενδιαφέρον.

Ο Έντουαρντ δεν ήταν ο μόνος μεταξύ των συγκεντρωμένων που είχε αρχίσει να γίνεταιανυπόμονος. Όλοι όσοι βρίσκονταν γύρω του, ζευγάρια και παρέες, αγκαλιάζονταν, φιλιούνταν,χαϊδεύονταν. Ένας άντρας που στεκόταν μπροστά τους είχε σηκώσει χαλαρά τη φούστα τηςγυναίκας που συνόδευε και χάιδευε με την παλάμη του τον κώλο της. Με το άλλο χέρι κρατούσε τηφούστα σηκωμένη, δείχνοντας να έχει αντιληφθεί ότι ο Εντ και ο Ντόμινικ τους παρακολουθούσαν,επιλέγοντας έτσι να τους προσφέρει καλύτερη θέα.

«Ενοχλώ;» είπε ο Εντ στον άντρα ευγενικά, λες και ζητούσε από δύο αγνώστους την άδειά τουςγια να καθίσει κοντά τους σ’ ένα δείπνο.

Ο άντρας κοίταξε τη σύντροφό του, η οποία έγνεψε πως δεν υπήρχε πρόβλημα.«Τι θα λέγατε να περάσουμε δίπλα;»Οι τρεις τους κατευθύνθηκαν στο χώρο του παιχνιδιού.Ο Έντουαρντ γύρισε προς το μέρος του Ντόμινικ. «Έλα λοιπόν», είπε. «Να δεις κι εσύ πώς

είναι».Λίγα μόλις λεπτά είχαν περάσει μετά την ανακοίνωση του Βίκτορ πως όλα τα δωμάτια ήταν

διαθέσιμα προς χρήση, όμως σε εκείνο το διάστημα οι μισοί τουλάχιστον από τουςπαρευρισκομένους είχαν κινητοποιηθεί ήδη και μέχρι εκείνοι να περάσουν στο δωμάτιο τους βρήκαννα το κάνουν πάνω σε πάγκους και μαξιλάρια.

Πρώτη φορά έβλεπε ο Ντόμινικ τόσους πολλούς ανθρώπους να κάνουν σεξ ταυτόχρονα.Στάθηκε για λίγο εκεί, κοιτάζοντας ολόγυρα αμήχανα. Η σάρκινη μάζα που αντίκριζε –στήθη που

ανεβοκατέβαιναν, πούτσοι χαλαροί και κρεμασμένοι ή κάγκελο σε στάση προσοχής, πόδιαορθάνοιχτα και μουνόχειλα σε κοινή θέα– δεν τον ερέθιζε, αν και έβρισκε την εικόνα ενδιαφέρουσα,από αντικειμενικής άποψης, έτσι όπως αντιμετώπιζε τις εκθέσεις μοντέρνας τέχνης σε ψαγμένεςγκαλερί και μουσεία.

Η γυναίκα που έπαιρναν μάτι νωρίτερα τον κοίταξε στα μάτια. Πλησίασε και ακούμπησε τηνπαλάμη της πάνω στην αγκράφα της ζώνης του, με ερωτηματικό βλέμμα. Της έγνεψε καταφατικά.Εκείνη έλυσε επιδέξια τη ζώνη, κατέβασε το παντελόνι του και άρχισε να παίζει με τη γλώσσα τηςτον πούτσο του, ζωντανεύοντάς τον.

Περιέργως, μέσα σε εκείνη τη θάλασσα του σεξ που λυσσομανούσε γύρω του, ο Ντόμινικδιαπίστωσε πως μπορούσε να καταφέρει να έρθει σε στύση μόνο αν έβγαζε τα άλλα σώματα από τομυαλό του και εστίαζε την προσοχή του στη γυναίκα που είχε μπροστά του.

Πρέπει να ήταν συνομήλική του, όπως την έκοβε, αν και πλέον ήταν αδύνατο να είναι κανείςβέβαιος. Τα μακριά καστανά μαλλιά της κάλυπταν τις ρώγες της σαν κουρτίνες, αλλά δενμπορούσαν να κρύψουν τα αρκετά μεγάλα στήθη της. Από πίσω έδειχνε γεμάτη, είχε μυώδειςμηρούς, σαν εκείνους των χειρωνακτών ή των αθλητών, και μεγάλα μαλακά οπίσθια πουπροσφέρονταν για ζύμωμα όταν θα την έπαιρνε ένας άντρας από πίσω.

Η σκέψη αυτή έκανε το όργανό του να σκληρύνει μεμιάς. Παρά τον αρχικό δισταγμό του, ο

Page 177: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Ντόμινικ ξαφνικά σκεφτόταν πως θα του άρεσε να νιώσει τα πόδια αυτής της γυναίκας να τυλίγονταιγύρω του, όμως εκείνο το σημείο ήταν απασχολημένο. Οι κινήσεις του στόματός της γύρω από τονπούτσο του είχαν γίνει απότομες και βιαστικές, οπότε εκείνος σε κάποιες περιπτώσεις μόρφασεκαθώς τον έγδερνε με τα δόντια της, με το πρόσωπό της ν’ ακολουθεί τις κινήσεις του υπόλοιπουκορμιού της ενώ την πηδούσε ο σύντροφός της.

Ο Ντόμινικ ήταν έτοιμος να τραβηχτεί, να αποφύγει τυχόν τραυματισμό στο μόριό του και ναστρέψει την προσοχή του αλλού, όταν συνειδητοποίησε πως η γυναίκα ήταν κοντά στον οργασμό.Δε θα ήταν ευγενικό να της αποσπάσει την προσοχή αποχωρώντας τώρα.

Ο Έντουαρντ είχε φορέσει ένα γάντι και καταπιανόταν με την κωλοτρυπίδα της. Θύμιζε κάπωςτρελό επιστήμονα, όμως ο επιπλέον ερεθισμός σίγουρα έδειχνε να της χαρίζει ιδιαίτερη απόλαυση.Η γυναίκα κουνιόταν πέρα δώθε ανάμεσα στον Ντόμινικ και τους άντρες πίσω της, σαν πιστόνι,χτυπιόταν όλο και πιο δυνατά πάνω σε ό,τι βρισκόταν μέσα της εκείνη τη στιγμή, πέος ή δάχτυλο,ώσπου το σώμα της άρχισε να τρέμει, έβγαλε ένα μακρόσυρτο αναστεναγμό και μετά σωριάστηκεικανοποιημένη μπροστά τους.

«Ευχαριστώ», ψιθύρισε, χωρίς να απευθύνεται κάπου συγκεκριμένα, με μάτια κλειστά κι έναπλατύ χαμόγελο να απλώνεται στο πρόσωπό της.

Ο Ντόμινικ έσκυψε και της χάιδεψε τα μαλλιά, νιώθοντας ένα ξαφνικό κύμα στοργής όπωςακουμπούσε η γυναίκα τρυφερά πάνω στο χέρι του.

Ίσως να μην ήταν και τόσο άσχημα απόψε τελικά.

Η Σάμερ είχε μόλις αρχίσει να αναρωτιέται αν ο Βίκτορ είχε παραβιάσει μία από τις βασικές εντολέςτου φετιχισμού και την είχε παρατήσει δεμένη και μόνη της, όταν ένιωσε μια ελαφριά μεταβολή στηδυναμική του δωματίου και μύρισε ένα έντονο άρωμα, κάτι που είχε την οξύτητα του λεμονιού.

Μη θέλοντας να αποκαλύψει την παρουσία της στον άγνωστο που είχε μπει στο χώρο καιενδεχομένως να μην είχε καλές προθέσεις, κράτησε την ανάσα της και έμεινε ακίνητη. Αυτό δενεμπόδισε όμως την κουρτίνα να ανοίξει. Όποιος κι αν ήταν εκεί, την είχε ανακαλύψει, αν και ηΣάμερ υπέθετε πως ο Βίκτορ σίγουρα είχε διαφημίσει κάποιου είδους σόου στους καλεσμένους του,και από τη στιγμή που είχε στηθεί σκηνή και κουρτίνα εκεί, ήταν μάλλον προφανές πως κάτιενδιαφέρον θα υπήρχε από πίσω.

Κράτησε το κεφάλι της σκυμμένο, ελπίζοντας πως, αν δεν κουνιόταν, όποιος ήταν εκεί θα έφευγεκαι θα την άφηνε ήσυχη.

«Χμ... Ώστε εσύ είσαι το αστέρι της βραδιάς».Η Σάμερ αναγνώρισε τη γυναικεία φωνή. Ανέτρεξε στο παρελθόν, στους ήχους και στις εικόνες

που είχε καταγράψει στη μνήμη της ώστε να τις συνδυάσει με ένα πρόσωπο.Αυτό ήταν. Η αφέντρα Κλαρίσα, η γυναίκα που της είχε ζητήσει ένα ποτό δίνοντάς της έτσι την

ευκαιρία να εξασφαλίσει από τον Βίκτορ το κλειδί του ντουλαπιού μέσα στο οποίο αυτός είχεκλειδώσει το κινητό και τα ρούχα της και να στείλει γραπτό μήνυμα στον Ντόμινικ και αργότερα ναξεφύγει.

«Ναι, μάλλον», αναστέναξε η Σάμερ. Εν τω μεταξύ, είχε συνηθίσει την αίσθηση του σκοινιούπου τριβόταν πάνω στην κλειτορίδα της, αλλά επειδή δε συνοδευόταν από κάποιο εγκεφαλικόερεθισμό (ήταν δυνατό να την είχε ερεθίσει η παρουσία του Βίκτορ;), είχε αρχίσει να βαριέται και νακουράζεται, δεν έβλεπε την ώρα να γυρίσει στο σπίτι της και να πέσει στο κρεβάτι.

Page 178: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Ακολούθησε μια μεγάλη παύση.«Αναγνωρίζω την προφορά και το χρώμα των μαλλιών σου. Και, οφείλω να ομολογήσω, τη

σιλουέτα σου. Αν και είμαι βέβαιη πως πρέπει να υπάρχουν κι άλλες κοκκινομάλλες Νεοζηλανδές μειδιαίτερα γούστα στη Νέα Υόρκη. Ήσουν και σε ένα άλλο πάρτι του Βίκτορ, έτσι δεν είναι; Αν δενκάνω λάθος, έφυγες πριν φτάσουμε στο κυρίως πιάτο της βραδιάς. Ελπίζω να μη σε έδεσε για νααποφύγει ανάλογο ενδεχόμενο αυτή τη φορά».

«Ναι, εγώ ήμουν, και όχι, δε με έδεσε για να μη φύγω. Βρίσκομαι εδώ επειδή το θέλω. Με τονΒίκτορ συγκρουστήκαμε κάποια στιγμή... και δεν ήθελα να αποκτήσω τατουάζ, να με μαρκάρειμόνιμα ως κτήμα του, ως σκλάβα».

«Δεν είναι ο αφέντης σου δηλαδή ή ο κυρίαρχός σου;»«Όχι. Έχω κάποιον άλλο».«Κι αυτός ο άλλος το ξέρει πως βρίσκεσαι εδώ;»«Όχι».«Το βρίσκεις φρόνιμο αυτό;»Ο τόνος της φωνής της φανέρωνε απορία παρά συγκατάβαση, όμως σε κάθε περίπτωση η Σάμερ

εκνευρίστηκε. Γιατί δεν κοιτούσε ο κόσμος τη δουλειά του; Αν είχε επιλέξει να δεθεί για νααποτελέσει την κεντρική ατραξιόν του πάρτι, αυτό ήταν δικό της καπέλο και κανενός άλλου.

«Ίσως όχι φρόνιμο, αλλά απαραίτητο».«Και ξέρεις τι σε περιμένει, τι έχει σχεδιάσει για σένα αυτή τη φορά ο Βίκτορ;»«Άφθονο σεξ, θα υπέθετα. Και το περιμένω με ανυπομονησία μάλιστα», είπε η Σάμερ

αποφασιστικά.«Εντάξει, αφού είσαι σίγουρη, δεν έχω κανένα λόγο να αμφιβάλω, ούτε και οι υπόλοιποι

καλεσμένοι, σίγουρα. Ελπίζω να μη σε ενόχλησα. Ήθελα απλώς να βεβαιωθώ πως όλα όσα είχεσχεδιάσει ο Βίκτορ ήταν... ξεκάθαρα. Λοιπόν, με την άδειά σου, ώρα να πηγαίνω, προτού αρχίσει τοσόου».

Ο Ντόμινικ έφυγε από το δωμάτιο για να βρει κάτι να πιει νιώθοντας αρκετά ανεβασμένος. Ηεμπειρία του με τον Εντ και το άλλο ζευγάρι καθώς και η συζήτηση που είχε με την Κλαρίσα είχαναναπτερώσει τις ελπίδες του. Εφόσον κι άλλοι άνθρωποι έβρισκαν τρόπο να διαχειριστούν μιατέτοια σχέση, το ίδιο θα μπορούσε να καταφέρει κι εκείνος με τη Σάμερ. Ίσως χρειαζόταν νακαθίσουν και να το συζητήσουν, να καταλήξουν στο τι ακριβώς ήθελε ο καθένας τους, όμωςτουλάχιστον τώρα ήξερε πως κάτι τέτοιο δεν ήταν ανέφικτο.

Η Κλαρίσα τον έπιασε από το χέρι όπως πήγαινε εκείνος να βρει τη γυναίκα με τα σφηνάκιασοκολάτας. Το ότι μια γυναίκα ντυμένη με τόσο μικροσκοπικά εσώρουχα κι ένα φτερό στο κεφάλιμακρύ σαν τα πόδια της μπορούσε να περνά απαρατήρητη αποτελούσε ένδειξη του πόσο απίθαναήταν τα κοστούμια που είχαν κατακλύσει το χώρο.

«Όλα εντάξει», του είπε, «κι έχουμε μια σπέσιαλ έκπληξη».«Α, ναι; Και τι μας ετοίμασε ο οικοδεσπότης μας;»«Έχει μια κοπέλα εκεί μέσα για να το διασκεδάσουμε. Την είχα πετύχει και παλιότερα σ’ ένα

πάρτι, αν και τα πράγματα δεν είχαν εξελιχθεί και τόσο καλά εκείνη τη φορά. Εντύπωση μου έκανεπου την ξαναείδα, όμως της μίλησα και μου επιβεβαίωσε πως ανυπομονεί για τη συνέχεια».

«Αλήθεια; Καλό αυτό».

Page 179: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Είναι κοκκινομάλλα. Ο Έντουαρντ θα χαρεί, έχει αδυναμία στις κοκκινομάλλες, όπως κι όλοι οιάντρες στις μέρες μας απ’ ό,τι φαίνεται. Ποιος είπε πως οι κύριοι προτιμούν τις ξανθιές;»

Ο Ντόμινικ ένιωσε ένα πλάκωμα στους ώμους, λες και ο αέρας στο δωμάτιο είχε μετατραπεί σεμολύβι κι είχε κάτσει πάνω του.

Ζήτησε συγνώμη από την Κλαρίσα και έσπευσε στο μπουντρούμι.Έριξε μια ματιά τριγύρω. Οι άλλοι παίκτες είχαν μπει για τα καλά στο παιχνίδι με τους

συντρόφους τους και ο ήχος των διαφόρων εξαρτημάτων που έσκαγαν πάνω σε γυμνά οπίσθια καιπλάτες έπνιγε τις κινήσεις του.

Προχώρησε στο κέντρο του δωματίου, παραμέρισε την κουρτίνα και κοίταξε από πίσω.Όπως το είχε μαντέψει, ήταν η Σάμερ. Ήταν ξαπλωμένη πάνω σε μια υπερυψωμένη σκηνή,

δεμένη και γυμνή, βογκούσε σιγανά.Η πρώτη του σκέψη ήταν να τη λύσει, να χαλαρώσει τα δεσμά της, να την κλείσει στην αγκαλιά

του, όμως η έκφραση του προσώπου της, ο ολοφάνερος ερεθισμός της, τον απέτρεψε.Έκλεισε τα μάτια του και φαντάστηκε πώς πρέπει να ένιωθε εκείνη, με τις αισθήσεις της

περιορισμένες αλλά με τους ήχους και τις μυρωδιές της δράσης που εξελισσόταν ολόγυρά της, ταμαστίγια που έβρισκαν γυμνές επιδερμίδες, τα βογκητά και τις φωνές ενός δωματίουκατακλυσμένου από ερεθισμένους ανθρώπους, τη μυρωδιά του ιδρώτα και των αρωμάτων, το σώματης σε εγρήγορση, να περιμένει το άγγιγμα ενός αγνώστου.

Ένιωσε το μόριό του να σκληραίνει.Την επόμενη στιγμή, τα μάτια του άνοιξαν διάπλατα.Του είχε πει ψέματα, του είχε πει πως πήγαινε να συναντήσει μια φίλη της.Θυμήθηκε αυτό που του είπε η Κλαρίσα, λίγο νωρίτερα. Ισχυρίστηκε πως η Σάμερ τής είπε ότι

ανυπομονούσε για τη συνέχεια, ότι είχε προσφερθεί εθελοντικά γι’ αυτή τη φάση.Γιατί, Σάμερ; Ήθελε να την πιάσει και να την τραντάξει. Αν ήξερε πως ο Βίκτορ την είχε καλέσει

εκεί, θα μπορούσαν να είχαν έρθει ως ζευγάρι, να απολαύσουν τη βραδιά μαζί. Καμία εμπιστοσύνηδεν του είχε για να νιώσει την ανάγκη να κάνει ό,τι έκανε πίσω από την πλάτη του;

Πέρασε στον προθάλαμο. Ο Βίκτορ στεκόταν εκεί, χαμογελώντας σκληρά, σαρδόνια.«Υπέροχα δεν είναι; Αν και οφείλω να ομολογήσω πως τη βρίσκω μάλλον ανιαρή. Λυπάμαι που

την εντόπισες πριν ξεκινήσω το σόου. Ένα περίεργο πράγμα, ε;»Ο Βίκτορ μύριζε λάστιχο, ταλκ και ό,τι σπρέι ήταν αυτό που χρησιμοποιούσε για να γυαλίσει τη

λάτεξ στολή του, η οποία άστραφτε σαν κρύσταλλο στο φως.«Τι ατιμίες έχεις σκαρώσει πάλι; Δεν της είπες πως θα ήμουν κι εγώ απόψε εδώ;»«Α, όχι, δεν το ξέρει πως είσαι εδώ. Βάζω στοίχημα όμως πως ούτε κι εκείνη σου είπε τι σχέδια

είχε για το βράδυ, σωστά;»Μιλούσαν και οι δύο ψιθυριστά, για να αποφύγουν να ενοχλήσουν τους υπόλοιπους στο

δωμάτιο, όμως ήταν τέτοια η οργή του Ντόμινικ ώστε ο ψίθυρός του έβγαινε τραχύς.«Όχι, δε μου είπε, αλλά κάποια εξήγηση πρέπει να υπάρχει. Έτσι και ανάγκασες τη Σάμερ να

έρθει εδώ παρά τη θέλησή της, μα το Θεό θα σε σκοτώσω, Βίκτορ».«Δεν υπήρχε κανένας λόγος να την πιέσω. Δεν τη γνωρίζεις και τόσο καλά, έτσι δεν είναι; Δε σου

είχε μιλήσει για τις σχέσεις μας; Δεν είναι η πρώτη φορά που η Σάμερ σου απολαμβάνει ένα τέτοιοπάρτι. Μάλιστα θα έλεγα πως είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στις παρέες μου».

Ο Ντόμινικ ένιωσε την καρδιά του να σφίγγεται. Η Σάμερ πάντοτε επιδείκνυε μια περίεργη σιωπήόποτε αναφερόταν το όνομα του Βίκτορ. Το να θέλει να τον βλέπει ή να συμμετέχει στα πάρτι του

Page 180: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

ήταν ένα θέμα, όμως το να το κάνει πίσω από την πλάτη του ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό. Τομόνο πράγμα που της είχε ζητήσει ήταν να τον κρατά ενήμερο.

Κάθισε βαρύς σε έναν από τους πάγκους που είχε τοποθετήσει εκεί ο Βίκτορ για τουςκαλεσμένους του.

Το γκονγκ χτύπησε ξανά.Ο Βίκτορ περίμενε να τελειώσουν οι διάφορες φάσεις κι έπειτα ανακοίνωσε την έναρξη της

κυρίως παράστασης.Ο ένας μετά τον άλλο, οι καλεσμένοι μπήκαν στο δωμάτιο, γελώντας και χαχανίζοντας, οι

περισσότεροι σε διάφορα στάδια γύμνιας, πολλοί από αυτούς μεθυσμένοι. Μια γυναίκα κάθισε σταδεξιά του, φορώντας κάτι που έμοιαζε με εμπριμέ κολάν, το οποίο είχε τραβήξει φέρνοντάς το κάτωαπό τα στήθη της, σαν φόρμα. Ένα χοντρό κολάρο με καρφιά ήταν περασμένο στο λαιμό της.

Ο Έντουαρντ κάθισε από την άλλη πλευρά. Το πρόσωπό του ήταν μουντζουρωμένο με τρειςδιαφορετικές αποχρώσεις κραγιόν. «Το καλό που του θέλω να έχει ετοιμάσει κάτι σπέσιαλ»,σχολίασε, «γιατί τα περνούσα μια χαρά στο άλλο δωμάτιο».

Ο Ντόμινικ περιορίστηκε σε ένα καταφατικό μουρμουρητό. Πλέον, δεν είχε καμία διάθεση γιακουβέντες.

Τα φώτα χαμήλωσαν. Άκουσε τον ήχο μετάλλου να σέρνεται πάνω σε μέταλλο καθώςπαραμεριζόταν η κουρτίνα.

Τότε ένας προβολέας άναψε στο ταβάνι, λούζοντας τη Σάμερ με μια δέσμη φωτός. Τώρα ήτανλυτή –ο Βίκτορ πρέπει να είχε περάσει απαρατήρητος πίσω από την κουρτίνα για να τη λύσει– καιακουμπούσε στα γόνατα και στους αγκώνες της, σαν να περίμενε να τη χρησιμοποιήσουν από μπροςκι από πίσω.

Ο Βίκτορ πέρασε στο φως του προβολέα μπροστά της και χτύπησε τις παλάμες του.«Κυρίες και κύριοι», ανακοίνωσε, «για την αποψινή μας διασκέδαση έχω μια πανέμορφη

εθελόντρια. Μου ζήτησε να ετοιμάσω κάτι για να εκπληρώσει τις πιο μύχιες φαντασιώσεις της, να τηχρησιμοποιήσουν με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο άγνωστοι, ώσπου να μην αντέχει άλλο.Φυσικά, ευχαρίστως δέχτηκα να βοηθήσω. Σας παρουσιάζω μια πραγματική τσούλα και σας εύχομαικαλή διασκέδαση».

Για να τους δείξει πόσο έτοιμη ήταν, ο Βίκτορ βύθισε ένα δάχτυλο ανάμεσα στους μηρούς τηςΣάμερ κι εκείνη βόγκηξε, σπρώχνοντας το κορμί της προς τα πίσω, σαν να του ζητούσε να το κάνειξανά.

«Όπως βλέπετε, φίλοι μου», πρόσθεσε ο Βίκτορ ξερά, «είναι έτοιμη και σας περιμένει».Έγειρε προς τα εμπρός και παραμέρισε προσεκτικά κάποια από τα μαλλιά της Σάμερ που είχαν

πέσει στο μασκοφορεμένο πρόσωπό της.«Όμως είμαι βέβαιος πως θα προτιμούσαν να το ακούσουν από τα χείλη σου. Πες τους τι είσαι».«Είμαι μια τσούλα», είπε εκείνη, με καθαρή, μεθοδική φωνή.Κάθε λέξη ήταν μια μαχαιριά στα πλευρά του Ντόμινικ, όμως έμοιαζε να έχει ριζώσει εκεί που

καθόταν, μαγεμένος από την εικόνα που παρουσίαζε εκείνη.«Και τι ακριβώς θέλεις;»Η Σάμερ έκανε μια παύση, έγλειψε τα χείλη της. «Θέλω να με σκίσουν».Ο Βίκτορ κοίταξε τον Ντόμινικ κι ένα μανιακό χαμόγελο απλώθηκε στο πρόσωπό του. «Δε

νομίζω να έχω ακούσει πιο ξεκάθαρη πρόκληση. Θα σας ζητήσω φυσικά να προχωρήσουμε μεασφάλεια, σε λογικά πλαίσια και πάντοτε συναινετικά. Η λέξη ασφαλείας είναι “Βιβάλντι”, την

Page 181: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

οποία η φίλη μας θα προφέρει όποια στιγμή θελήσει να σταματήσει η όλη διαδικασία. Θα βρείτεπροφυλακτικά, λιπαντικές ουσίες και άλλα αξεσουάρ δίπλα στο κρεβάτι. Και πάλι καλή σαςδιασκέδαση». Υποκλίθηκε βαθιά και παραμέρισε.

Ο Έντουαρντ έχωσε μία με τον αγκώνα στα πλευρά του Ντόμινικ. «Καλύτερα να πιάνει κανείςνωρίς σειρά σε κάτι τέτοιες καταστάσεις, δε συμφωνείς;»

«Ελεύθερα. Εγώ προτιμώ να παρακολουθήσω για λίγο».Ο άλλος είχε σηκωθεί πριν ακόμη ολοκληρώσει τη φράση του ο Ντόμινικ.Σαν να μην έφταναν όλα τα άλλα, η Σάμερ είχε διαλέξει τη μουσική τους για ασφαλιστική

δικλίδα, με τον Βίκτορ, αν ήταν ποτέ δυνατό. Ο Ντόμινικ ένιωθε ανόητος, σαν αποκαρδιωμένοςέφηβος.

Οι υπόλοιποι καλεσμένοι άρχισαν να συγκεντρώνονται γύρω της. Ο Εντ περνούσε τα δάχτυλάτου ανάμεσα στα μαλλιά της Σάμερ, τα τραβούσε.

Εκείνη έγειρε το λαιμό της προς τα πίσω, τέντωσε το λαρύγγι της, την ώρα που ένα σκληρόχαμόγελο απλωνόταν στα χείλη της. Ήταν μια έκφραση την οποία είχε δει ο Ντόμινικ πολλές φορέςόταν έκαναν οι δυο τους έρωτα, η έκφραση που έπαιρνε όταν ήταν περισσότερο ερεθισμένη.

Τουλάχιστον πρώτος θα έμπαινε ο πούτσος του Έντουαρντ και όχι του Βίκτορ· ο Ντόμινικ δενήταν σίγουρος αν θα μπορούσε να το αποδεχτεί αυτό. Ίσως ο βλάκας να μην μπορούσε να βγάλειεύκολα τη λάτεξ στολή του ώστε να παίξει κι αυτός.

Ένας άλλος άντρας, τον οποίο ο Ντόμινικ δεν είχε δει ως τότε, έπαιρνε θέση μπροστά στο στόματης Σάμερ, ο πούτσος του αναπηδούσε διαρκώς όπως την πλησίαζε, σε πλήρη στύση.

Ο Ντόμινικ κράτησε την ανάσα του για μια στιγμή, ελπίζοντας πως ίσως η Σάμερχρησιμοποιούσε τη λέξη ασφαλείας έτσι και καρφωνόταν ξαφνικά ένας πούτσος στο στόμα της,εκείνη όμως άνοιξε τα χείλη της διάπλατα και έγειρε ενστικτωδώς προς τα εμπρός, σαν να τονπροκαλούσε να το κάνει.

Σταγόνες ιδρώτα εμφανίστηκαν πάνω στην επιδερμίδα της σαν δάκρυα και ο Ντόμινικακολουθούσε τη διαδρομή της κάθε σταγόνας όπως κυλούσε στο σώμα της. Τα στήθη της πήγαινανμπρος πίσω, σαν εκκρεμές, το απαλό πλατάγισμα της επιδερμίδας της πνιγόταν από τα βογκητά τωνσυντρόφων της.

Μια γυναίκα με μαλλιά κοντά σαν ξωτικό και ανδρόγυνη σιλουέτα, κατατομή ντελικάτη σανπουλιού πέρασε κάτω από το σώμα της από το πλάι και βάλθηκε να πιπιλάει τις ρώγες της Σάμερ.

Ο άντρας που στεκόταν μπροστά στο στόμα της Σάμερ αποτραβήχτηκε, γονάτισε μπροστά στημικροκαμωμένη γυναίκα και χώρισε τα χείλη της με τα δικά του. Ένας άλλος άντρας είχε πάρει τηθέση του στο κεφάλι της Σάμερ μέσα σε λιγότερη ώρα απ’ όση χρειάστηκε ο Ντόμινικ για να πάρειανάσα. Αυνανιζόταν τρίβοντας πάνω του τα κόκκινα μαλλιά της με τις χούφτες του.

Ο Ντόμινικ δεν έβλεπε πλέον τι συνέβαινε στη μικρή σκηνή, καθώς είχε περικυκλωθεί απόάντρες και γυναίκες που περίμεναν να αγγίξουν τη Σάμερ, να τη γεμίσουν με κάποιο τρόπο.

Εν τω μεταξύ, όλο και κάποιος από τους ανθρώπους που είχαν συγκεντρωθεί εκεί αποτραβιότανγια να σκουπίσει τον ιδρώτα του ή να αλλάξει προφυλακτικό, οπότε για ένα με δύο δευτερόλεπτα,μέχρι να πάρει κάποιος άλλος τη θέση του, ο Ντόμινικ διέκρινε φευγαλέα το λευκό δέρμα τηςΣάμερ, που πλέον γυάλιζε από τον ιδρώτα, καθώς το σώμα της βρισκόταν διαρκώς σε κίνηση, μπροςπίσω, ακολουθώντας την πίεση κάποιου πούτσου μέσα της, μορφάζοντας σαν αντίδραση σε κάποιοχάδι.

Αν έκλεινε τα μάτια του, κατάφερνε να διακρίνει το γνώριμο ήχο του λαχανιάσματός της,

Page 182: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

φανταζόταν πώς πρέπει να χτυπούσε η καρδιά της, πώς θα ένιωθε αν είχε το στόμα της τυλιγμένογύρω από το καυλί του, τον τρόπο που έμοιαζε να είναι απόλυτα παρούσα στο κορμί της ότανέκαναν έρωτα, το πώς αντιδρούσε στο παραμικρό άγγιγμά του. Άρχισε να σκληραίνει και πάλι,άθελά του. Την είδε να παίρνει στο στόμα της το πουλί ενός ακόμη άντρα.

Σίγουρα θα έχει αρχίσει να κουράζεται, σκέφτηκε τότε ο Ντόμινικ, εκείνη όμως δεν έδειχνε ούτενα επιβραδύνει ούτε να έχει χορτάσει. Ήταν λες και προσπαθούσε να διαγράψει όλο το χλιαρό σεξπου είχε κάνει στη ζωή της με αυτή τη μία βραδιά αδιάκοπου γαμησιού.

Ίσως να ήταν θυμός αυτό που τον ώθησε να κινηθεί, ίσως πάλι να ήταν το πάθος του.Μόλις αποτραβήχτηκε ο άντρας που είχε βάλει τον πούτσο του στο στόμα της Σάμερ, ο Ντόμινικ

ήταν εκεί για να πάρει τη θέση του.Κοίταξε από ψηλά το πρόσωπό της, τις γραμμές του στόματός της, το ζαρωμένο της μέτωπο, τις

αισθήσεις της να αντιδρούν στην αλλαγή στάσης. Πέρασε τις παλάμες του πάνω από το λαιμό καιτους ώμους της, την ένιωσε να χαλαρώνει όπως την πίεζε. Έπιασε τα μαλλιά της στις χούφτες του,τράβηξε πίσω το κεφάλι της, ύστερα έσκυψε και τη φίλησε.

Για μια στιγμή η Σάμερ αντέδρασε όπως πάντα, ανοίγοντας το στόμα της και βγάζοντας ένασιγανό στεναγμό ικανοποίησης.

Αμέσως μετά όμως τραβήχτηκε και έβγαλε τη μάσκα της. Είχε αναγνωρίσει το άγγιγμά του.«Σταματήστε, παρακαλώ», είπε, και ανασηκώθηκε για να καθίσει.Το πλήθος που είχε συγκεντρωθεί ολόγυρά της έκανε αμέσως πίσω.Η Σάμερ μετακινήθηκε προς τα εμπρός και αναζήτησε κάτι για να καλυφθεί, μια πετσέτα ή το

φόρεμά της, αλλά δεν υπήρχε τίποτα. Έπλεξε τα μπράτσα μπροστά στο στήθος της για να το κρύψει.«Τι γυρεύεις εδώ;»«Ο Βίκτορ με προσκάλεσε. Φαίνεται πως προσκάλεσε κι εσένα».«Τι σου είπε;» τον ρώτησε ψιθυριστά.«Μου είπε για όλες τις άλλες φορές, αν αυτό εννοείς. Εσύ γιατί δε μου είπες πως θα ερχόσουν;»«Εσύ γιατί δε μου το είπες; Πρώτη φορά έρχεσαι σε πάρτι του;»«Κοίτα, όχι, αλλά... Πίστευα πως δε θα σε ενδιέφερε και δεν μπόρεσα να βρω μια κατάλληλη

στιγμή να το προτείνω. Έλειπες συνέχεια. Σε πρόβες. Με τον Σιμόν».«Μάλιστα. Δηλαδή εσύ μπορείς να πηδάς όποια γουστάρεις, όποτε γουστάρεις, αλλά εγώ όχι;»«Δεν εννοούσα αυτό».«Αυτό είπες όμως. Κι αυτό κάνεις. Άντε στο διάολο, Ντόμινικ».Κατέβασε τα πόδια της από τη σκηνή, σηκώθηκε και κατευθύνθηκε αποφασιστικά στην έξοδο, με

τους ώμους ίσιους και το πιγούνι ψηλά.Μια αμήχανη σιωπή απλώθηκε στο δωμάτιο. Ένα ξερό χειροκρότημα αντήχησε στα αφτιά του

Ντόμινικ.Ήταν ο Βίκτορ.

Page 183: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

13

Το Τοπίο μετά τη Μάχη

Ο ΣΙΜΟΝ ΜΕ ΠΕΡΙΜΕΝΕ όταν το ταξί σταμάτησε έξω από το διαμέρισμα στο Σόχο. Καθόταν στοσκαλοπάτι της εισόδου, με τα πόδια απλωμένα μπροστά, σταυρωμένα στο ύψος των αστραγάλων,μέσα στις γνώριμες μπότες από δέρμα φιδιού.

«Το ήξερα πως κάποια στιγμή θα γύριζες στο σπίτι».«Τι διάβολο γυρεύεις εδώ πέρα; Είναι τρεις το πρωί».«Δεν απαντούσες, τηλεφώνησα τόσες φορές. Ανησύχησα».Έβγαλα το κινητό από την τσάντα μου και κοίταξα τα μηνύματα και τη λίστα με τις αναπάντητες

κλήσεις. Ο Σιμόν τηλεφωνούσε σχεδόν ανά μία ώρα από τη στιγμή που του είχα πει πως προτιμούσανα αναβάλουμε την πρόβα.

«Συγνώμη. Πρέπει να το είχα στο αθόρυβο».Προσπάθησα να βάλω το κλειδί στην πόρτα, όμως τα δάχτυλά μου έτρεμαν σαν φύλλα στον

άνεμο.Ο Σιμόν κάρφωσε ένα εξεταστικό βλέμμα πάνω μου. Ύστερα πετάχτηκε όρθιος κι έκλεισε τις

παλάμες μου μέσα στις δικές του. Με κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω. Εγώ ούτε ματιά δεν είχα ρίξειστους καθρέφτες που εκτείνονταν κατά μήκος του διαδρόμου που κατέληγε στην εξώπορτα τηςέπαυλης του Βίκτορ. Δεν μπορούσα να φανταστώ τι εικόνα έδινα, ήξερα ωστόσο πως ήμουνιδρωμένη κι έτρεμα και πως τα μαλλιά μου ήταν ένα χάλι. Ήλπιζα τουλάχιστον να μη μου είχεαφήσει κάποιος σημάδι από δαγκωνιά.

«Τι έγινε; Ο Ντόμινικ σε πείραξε; Θα τον κάνω να το μετανιώσει έτσι και σου έκανε κάτι».«Όχι, καμία σχέση. Ήμασταν σ’ ένα πάρτι και τσακωθήκαμε. Λογικά, θα επιστρέψει κι αυτός από

λεπτό σε λεπτό».«Έλα να μείνεις σε μένα. Θα έχεις το περιθώριο να σκεφτείς καλύτερα τα πράγματα. Θα είσαι

ασφαλής».«Δε γίνεται να εξαφανιστώ. Θα νομίσει ότι τον εγκατέλειψα».«Μάλλον θα χαρεί που θα έχει κι αυτός το χώρο του, άσε που δεν υπάρχει περίπτωση να

μπορέσετε να συζητήσετε λογικά από τη στιγμή που είστε και οι δύο σε τέτοια κατάσταση».Δεν είχα τη δύναμη να διαφωνήσω. Άλλωστε, δεν ανυπομονούσα για τη συζήτηση που θα έπρεπε

να κάνω με τον Ντόμινικ. Ίσως μια δυο μέρες χωριστά να μας έκαναν καλό.«Εντάξει. Πάω να πάρω τα πράγματά μου».«Άφησέ τα εκεί που είναι. Επιστρέφεις όταν θα λείπει αυτός. Έχω στο σπίτι ό,τι χρειαστείς».«Το βιολί...»«Μπορείς να χρησιμοποιήσεις ένα από τα δικά μου».Πήρε την παλάμη μου μέσα στη δική του και με οδήγησε στη Γουέστ Μπρόντγουεϊ για να

βρούμε ταξί, το καλύτερο σημείο εκείνη την ώρα. Τα δύο πρώτα είχαν τη σημαία τους κατεβασμένη,

Page 184: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

το τρίτο όμως σταμάτησε μόλις του έκανε νόημα ο Σιμόν.Η καρδιά μου χτυπούσε όλο και πιο δυνατά όποτε συναντούσαμε άλλο αυτοκίνητο, φανταζόμουν

πως μέσα σε κάποιο από αυτά βρισκόταν ο Ντόμινικ που έσπευδε να μου ζητήσει συγνώμη. Θα τουέλεγα όσα είχαν συμβεί με τον Βίκτορ κι εμένα· θα παίρναμε πίσω όποια βαριά κουβέντα είχεειπωθεί. Θα κάναμε μια καινούρια αρχή.

Όμως δεν ήρθε.Ο Σιμόν με τράβηξε πάνω του μέσα στο ταξί. Ακούμπησα το κεφάλι μου πάνω στο στήθος του κι

εκείνος τύλιξε το μπράτσο του γύρω από τον ώμο μου. Άρχισε να περνά τα δάχτυλά του ανάμεσααπό τα αχτένιστα μαλλιά μου κι εγώ χαλάρωσα, αφήνοντας την καλοσύνη του να απομακρύνει τιςανησυχίες μου, τουλάχιστον γι’ απόψε.

«Μυρίζεις αλλιώτικα», είπε νυσταγμένα καθώς με κουνούσε για να ξυπνήσω μόλις φτάσαμε στοδρόμο όπου έμενε. «Άλλαξες άρωμα;»

Αυτό είναι το άρωμα δέκα αντρών και δύο γυναικών, σκέφτηκα, αλλά δεν το είπα.«Είχε πολύ κόσμο στο πάρτι. Πρέπει να κάνω ένα ντους».«Ευχαρίστως να βοηθήσω όπως μπορώ».«Αλήθεια;»«Φυσικά».Σήκωσα το κεφάλι και κοίταξα τα σκούρα καστανά μάτια του, τα οποία έμοιαζαν να

κατακλύζονται από τόση ζεστασιά, κι εκείνη τη στιγμή τον ήθελα, αν μη τι άλλο για να διώξω απόπάνω μου την αίσθηση των άλλων ανθρώπων. Έγειρα προς το μέρος του και τον φίλησα στα χείλη.

Δεν είχε ξυριστεί και το πιγούνι του ήταν τραχύ όπως άγγιξε το πρόσωπό μου. Πέρασα τομάγουλό μου πάνω από το αξύριστο σαγόνι του, απολαμβάνοντας την άγρια αίσθηση.

Τα χέρια του έτρεμαν όσο τα δικά μου όταν πληκτρολογούσε τον κωδικό για να μπούμε στηνπολυκατοικία του.

«Νόμιζα πως είπες ότι δεν ήταν καλή ιδέα αυτό».«Δε με απασχολεί πια το τι είναι και τι δεν είναι καλή ιδέα».«Εντάξει, όχι πως έχω αντίρρηση».Με τράβηξε στο ασανσέρ και έκλεισε τα μπράτσα του γύρω μου, πιέζοντάς τα χείλη του πάνω

στα δικά μου, σαν σεληνιασμένος.Μέχρι να χτυπήσει το κουδούνι για τον όροφό του, είχα ξεκουμπώσει το πουκάμισό του και είχα

καταπιαστεί με τη ζώνη του, θέλοντας να ολοκληρωθεί το σμίξιμό μας προτού αλλάξει γνώμη οένας από τους δυο μας. Είχα κάνει αρκετά πράγματα εκείνο το βράδυ για τα οποία ενδεχομένως ναντρεπόμουν το πρωί, επομένως το σεξ με έναν ακόμη άντρα έμοιαζε σχεδόν αναπόφευκτο, σαν ναέτρωγα και το τελευταίο μπισκότο στο πιάτο.

Φιληθήκαμε με το πάθος δύο ανθρώπων που σκέφτονται πως αυτή ίσως είναι η τελευταία τουςνύχτα μαζί καθώς με οδηγούσε στο υπνοδωμάτιο και με ξάπλωνε στο κρεβάτι. Πέρασε τα χέρια τουκάτω από το φόρεμά μου και άρχισε να ανεβάζει το ύφασμα προς τη μέση μου, με κινήσειςεπιθετικές, μάτια που λαμπύριζαν με απροκάλυπτη λαχτάρα. Μόλις γονάτισε ανάμεσα στους μηρούςμου, βούτηξα μια χούφτα από τα πυκνά μαλλιά του στην κάθε παλάμη μου και τον σήκωσα προς τομέρος μου.

«Όχι, σε παρακαλώ, θέλω μονάχα να με γαμήσεις».Ο Σιμόν έδειχνε κάτι περισσότερο από πρόθυμος να κάνει αυτό που του ζητούσα. Δεν είχα καμία

διάθεση για προκαταρκτικά και δεν ήθελα να νιώσει τις γεύσεις που σίγουρα εξακολουθούσαν να

Page 185: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

ποτίζουν την επιδερμίδα μου: τις διάφορες μυρωδιές των άλλων ανθρώπων, τα λιπαντικά, τηνέντονη χημική οσμή που πάντοτε αφήνουν πίσω τους τα προφυλακτικά. Ήταν πιο βαρύς από τονΝτόμινικ. Η αίσθηση του σώματός του πάνω μου ήταν ευχάριστα πιεστική και τα μαλλιά τουέπεφταν πάνω στο πρόσωπό του. Τον ανάσανα βαθιά, βυθίζοντας τις παλάμες μου μέσα στα πυκνάσκούρα σγουρά μαλλιά του. Έπλεξα τα πόδια μου γύρω από τη μέση του και γραπώθηκα πάνω τουτη στιγμή που καρφωνόταν μέσα μου, ελπίζοντας πως με κάθε του κίνηση θα έδιωχνε την αίσθησηπου είχαν αφήσει οι άλλοι άντρες. Πάνω απ’ όλα, ήθελα να απαλλαγώ από την ανάμνηση τουΒίκτορ. Ελάχιστα με είχε αγγίξει, όμως η βαριά μυρωδιά της κολόνιας του έμοιαζε να έχειπαγιδευτεί μέσα στα ρουθούνια μου, απειλώντας να ανακατέψει το στομάχι μου σε κάθε εισπνοή.

Τελείωσε μέσα σε μερικά λεπτά. Ο Σιμόν ήταν κουρασμένος και είχε ώρες που με περίμενε.Τουλάχιστον δε ζήτησε συγνώμη. Φαντάζομαι ότι θα πίστευε πως θα υπήρχαν κι άλλες φορές, κιίσως σε αυτό να είχε δίκιο.

«Θα μου πεις κάποια στιγμή τι συνέβη;» ρώτησε όπως ξαπλώναμε ο ένας δίπλα στον άλλο, με τομπράτσο του να ακουμπά πάνω στον κορμό μου, κολλώντας με πάνω του, σαν να ήθελε να μεκρατήσει εκεί για πάντα.

Το βάρος της παύσης μου κατέκλυσε το δωμάτιο σαν κροτάλισμα τυμπάνου, λες και η σιωπήείχε ένα δικό της ήχο.

«Ίσως, αλλά όχι απόψε».«Θα είμαι στο πλευρό σου όποτε νιώσεις έτοιμη».Περίμενα να αποκοιμηθεί προτού σηκωθώ για να κάνω ένα ντους. Δεν ήθελα να νομίσει πως το

ότι πήγα μαζί του με έκανε να αισθάνομαι βρόμικη. Του άξιζε καλύτερη αντιμετώπιση.Είχα περάσει τόσο χρόνο στο διαμέρισμά του ήδη ώστε το ένιωθα σαν δεύτερο σπίτι μου ούτως

ή άλλως. Ήξερα πού φύλαγε τις καθαρές πετσέτες κι ότι είχε έναν ολόσωμο καθρέφτη στο μπάνιο,όπου θα μπορούσα να δω σε τι κατάσταση βρισκόμουν.

Δεν υπήρχε σχεδόν ούτε σημάδι πάνω μου. Για κάποιο λόγο θεωρούσα πως η επιδερμίδα μου θαείχε στιγματιστεί από το βάρος των αμαρτιών μου. Δεν ήξερα τι περίμενα να δω. Ένα άλικο γράμμαχαραγμένο με καυτό σίδερο πάνω στην καρδιά μου; Πάντως, δεν υπήρχε τίποτα. Το είδωλο πουέστεκε απέναντί μου ήταν λευκό σαν το φρέσκο χιόνι, αν και ήξερα πως τα γεννητικά μου όργανα θαήταν κόκκινα και πρησμένα και πιθανότατα θα έκαναν μέρες να συνέλθουν.

Λένε πως τα μάτια είναι τα παράθυρα της ψυχής. Εγώ, πάλι, νομίζω πως περισσότερα θαμαθαίναμε αν στρέφαμε την προσοχή μας πιο χαμηλά.

Άνοιξα το νερό και πέρασα από κάτω του, ύστερα έστριψα και προσπάθησα να ρυθμίσω τηνμπαταρία. Το νερό ήταν γυρισμένο στο τέρμα του ζεστού, και πάλι όμως δεν ήταν αρκετά καυτό.

Δεν υπήρχε ντους σε ολόκληρο τον κόσμο ικανό να ξεπλύνει από πάνω μου αυτή την αίσθηση.

Ο Ντόμινικ ήξερε πως αυτό που είχε συμβεί είχε αλλάξει τα πάντα ανάμεσα στον ίδιο και τη Σάμερ,οριστικά.

Δεν ήταν θέμα τού ποιος έφταιγε. Όλοι τους όφειλαν να αποδεχτούν ένα βαρύ μέρος τωνευθυνών για την ατυχή πορεία των γεγονότων: ο Βίκτορ, η Σάμερ κι εκείνος, στον ίδιο βαθμό.

Οι λέξεις πλέον δεν μπορούσαν να αποκαταστήσουν μια σχέση η οποία είχε διαρραγεί στη βάσητης.

Όλα αυτά τα είχε σχεδιάσει ο Βίκτορ, ο πονηρός τελετάρχης που είχε βαλθεί να εκμεταλλευτεί

Page 186: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

και τους δυο τους, να χειραγωγήσει τη Σάμερ και τον Ντόμινικ, οδηγώντας τους σε ένα σημείοχωρίς επιστροφή. Από κακία και μόνο; Για να αντλήσει ο ίδιος κάποια απόλαυση; Ή μήπως ήταν μιααπλή σκανταλιά, σαν ένα παιδί που βλέπει μια στοίβα από τουβλάκια τέλεια βαλμένα και δεν αντέχεινα μην τα κλοτσήσει σκορπίζοντάς τα ολόγυρα, προκαλώντας το χάος εκεί όπου υπήρχε τάξη;

Κι όταν είχε ο ίδιος την πρωτοβουλία, ο Ντόμινικ για κάποιο λόγο είχε κατορθώσει να πει ταλάθος λόγια, δεν είχε βρει μέσα του την καλοσύνη που χρειαζόταν για να συγχωρέσει ή νακαταλάβει, μετατρεπόμενος άθελά του στον κακό της υπόθεσης εξαιτίας της τρελής επιθυμίας τουνα παίξει με τη Σάμερ, μέχρι να φτάσουν οι δεσμοί που τους ένωναν στα όρια των αντοχών τους.Ναι, δικό του ήταν το λάθος, από τη στιγμή που τη διέκρινε φευγαλέα να παίζει το βιολί της στομετρό του Λονδίνου και φαντάστηκε πως θα μπορούσε να την παρασύρει στο δικό του ιστό, στοκρεβάτι του, στη ζωή του, υπό όρους τους οποίους ακόμη και τώρα δεν μπορούσε να κατανοήσειπλήρως.

Κι εκείνη; Πόσα πράγματα είχε καταλάβει σχετικά με τις δυνάμεις που χειραγωγούσαν τησεξουαλικότητά της; Είχε ανοίξει άραγε την καρδιά της στον Ντόμινικ ή είχε πέσει απλώς θύμα τωνδικών της παθών, επιλέγοντας να αφεθεί αφελώς σε αυτά από την πρώτη στιγμή;

Μακάρι να μπορούσε να τη δει τώρα, να κοιτάξει βαθιά μέσα στα μάτια της· ίσως να υπήρχεκάποια απάντηση εκεί, κάποιο στοιχείο που θα βοηθούσε να λυθεί αυτός ο γρίφος όπουσυναισθήματα και πάθη χόρευαν ένα τρελό βαλς και τον έκαναν να αισθάνεται απόλυτα ανήμπορος.

Είχαν περάσει σαράντα οχτώ ώρες και η Σάμερ ακόμη δεν είχε επιστρέψει στο διαμέρισμα.Ίσως να είχε πάει σε κάποιο φιλικό της πρόσωπο. Στην Τσέρι, πιθανόν, στη Σούζαν, την

ατζέντισσά της, ή, το πιθανότερο, στο φίλο της το μαέστρο, τον Σιμόν, ο οποίος πάντοτε της διέθετεμε ύποπτη προθυμία το σπίτι του για πρόβες, ανά πάσα στιγμή.

Τα ρούχα της ήταν ακόμη κρεμασμένα στην ντουλάπα που μοιράζονταν οι δυο τους, δίπλα σταδικά του, σε στενάχωρη πλέον επαφή, και κάθε τόσο ο Ντόμινικ πήγαινε και έσερνε τα δάχτυλά τουπάνω στα μαλακά υφάσματα νιώθοντας ένα βαθύ πόνο να του σφίγγει την καρδιά, καθώς ανέσυρετο άρωμα του σώματός της από τις πτυχώσεις των διαφόρων ενδυμάτων. Σαν κανέναςδιεστραμμένος γέρος, συνειδητοποίησε. Τουλάχιστον δεν είχε καταντήσει να ψάχνει μανιασμένα ταεσώρουχά της. Όχι πως δεν του είχε περάσει κι αυτή η σκέψη από το μυαλό.

Δεν μπορούσε να μην παρατηρήσει το Μπαγί, το οποίο φώλιαζε μέσα στην ταλαιπωρημένη πλέονθήκη του, παρατημένο σε μια γωνιά στην άκρη του καθιστικού. Του έκανε εντύπωση που το είχεαφήσει εκεί η Σάμερ και δεν είχε επιστρέψει για να το πάρει. Λες και το ότι εγκατέλειπε το βιολίστην τύχη του αποτελούσε την οριστική επιβεβαίωση πως δεν είχε καμία πρόθεση να τον αντικρίσειποτέ ξανά, αφήνοντάς το εκεί να του θυμίζει αυτό που τους είχε ενώσει αρχικά.

Όχι, δεν έφταιγε αυτός, αποφάσισε ο Ντόμινικ. Ούτε κι εκείνη. Οι δυο τους ήταν απλώς ταπιόνια, θύματα των επιθυμιών τους και των αντιφάσεων του πάθους.

Αντίθετα, ο Βίκτορ ήταν τελείως διαφορετική περίπτωση. Εκείνος γνώριζε από την πρώτη στιγμήτι ακριβώς έκανε. Σ’ εκείνον έπεφτε το κύριο βάρος των ευθυνών για τα θλιβερά, αν όχι απαίσια,γεγονότα που είχαν διαδραματιστεί.

«Γεια σου, Λόραλιν».«Γεια σου, Ντόμινικ. Πώς είσαι;»«Για να είμαι ειλικρινής, έξω φρενών... Πώς πήγε στη Βοστόνη;»«Παιχνιδάκι», απάντησε η Λόραλιν. «Για πες, τι σ’ έκανε να θυμώσεις;»«Ο φίλος σου ο Βίκτορ».

Page 187: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Αχ, μη μου πεις πως άρχισε πάλι τα δικά του;»«Δε θα ήθελα να το συζητήσω τώρα. Μήπως ξέρεις πού μπορώ να τον βρω; Κάπου μου

παράπεσε το χαρτί στο οποίο είχα γράψει τη διεύθυνσή του. Πρέπει να συζητήσω κάποια πράγματαμαζί του».

«Να συζητήσεις;»«Σε παρακαλώ, Λόραλιν...»«Μην κάνεις κάτι για το οποίο θα μετανιώσεις τελικά, Ντόμινικ», τον συμβούλεψε η Λόραλιν,

όμως μετά του έδωσε τη διεύθυνση, την οποία, φυσικά, ουδέποτε είχε. Πράγμα το οποίο έμοιαζε νααντιλαμβάνεται άριστα κι εκείνη.

«Ντόμινικ;» είπε η Λόραλιν. Όμως το τηλέφωνο ήταν ήδη νεκρό.

Η συνάντηση δεν εξελίχθηκε καλά.Έχοντας αιφνιδιαστεί από την εμφάνιση του Ντόμινικ έξω από το διαμέρισμά του, ο Βίκτορ δεν

ήθελε να του ανοίξει για να περάσει και επέμεινε να συζητήσουν κάπου έξω. Και οι δύο άντρεςδίσταζαν να βρεθούν ενώπιος ενωπίω σε κάποιο μπαρ ή σε άλλο μέρος με πολύ κόσμο. Το κτίριοόπου έμενε ο Βίκτορ βρισκόταν σε απόσταση μερικών οικοδομικών τετραγώνων από το ΣέντραλΠαρκ, κοντά στο επιβλητικό συγκρότημα πολυτελών κατοικιών που είναι γνωστό ως Ντακότα,οπότε κατέληξαν δίπλα στη λιμνούλα, στην περιοχή όπου εκτείνεται το καταφύγιο πουλιών. Είχεαρχίσει να νυχτώνει, έτσι περαστικοί και τουρίστες αραίωναν.

Η αρχική αντίδραση του Βίκτορ ήταν να καμωθεί πως δεν είχε γίνει και τίποτα τρομερό όταν τουέθιξε ο Ντόμινικ το θέμα του πάρτι και τον τρόπο με τον οποίο είχε χειραγωγήσει τη Σάμερπροκειμένου να συμμετάσχει.

«Μα είχες την ευκαιρία να σταματήσεις τα όσα συνέβαιναν, έτσι δεν είναι; Εσύ όμως παρέμεινεςθεατής, σωστά; Της επέτρεψες να τα βιώσει όλα αυτά. Εγώ εν τω μεταξύ απλώς παρακολουθούσα»,είπε, με το γνώριμο υπεροπτικό μειδίαμα να απλώνεται ειρωνικά στο πρόσωπό του, σαν ναπροκαλούσε τον άλλο.

Ο Ντόμινικ ένιωσε τη χολή να του καίει το λαιμό. Κάθε λέξη του Βίκτορ έμοιαζε με μαχαιριάστην καρδιά, του υπενθύμιζε την ανοησία του και αυτό που πλέον ολοφάνερα αποτελούσε τομεγαλύτερο λάθος της ζωής του.

«Αιφνιδιάστηκα απόλυτα», διαμαρτυρήθηκε. «Ακόμη δεν έχω καταλάβει για ποιο λόγοσυμφώνησε να συμμετάσχει και να βρεθεί στο επίκεντρο εκείνου του χυδαίου οργίου, όμως είμαιβέβαιος πως εσύ το κανόνισες, από την αρχή αυτό σχεδίαζες».

«Κοίταξε, θα ομολογήσω πως ενδεχομένως και να υπήρξα λιγάκι άτακτος», παραδέχτηκε οΒίκτορ, σέρνοντας τα βήματά του κατά μήκος του μονοπατιού που σκοτείνιαζε, έχοντας τα χέριαστις τσέπες.

«Εσύ τα κανόνισες όλα, Βίκτορ. Εντάξει, δε λέω πως είπες ξεκάθαρα ψέματα στη Σάμερ ή σεμένα, αλλά είναι ολοφάνερο πως δεν είπες και την αλήθεια. Πώς μπόρεσες να το κάνεις;»

«Μη νομίζεις πως κι εσείς οι δύο είστε τίποτα αθώοι, Ντόμινικ. Άλλωστε, τι είναι μια μικρήαμαρτία μεταξύ φίλων, ε; Πώς θα ήταν ο κόσμος χωρίς λίγη αμαρτία;» είπε, γελώντας σιγανά.

«Είσαι μεγάλο καθίκι». Η υπομονή του Ντόμινικ κόντευε να εξαντληθεί. Ένιωθε να προκαλείταιδιαρκώς από τη χαλαρή διάθεση του Βίκτορ, τη φαινομενική αδιαφορία του απέναντι σε μιακατάσταση την οποία είχε προκαλέσει με τις πονηριές του. Έδειχνε μάλιστα ευχαριστημένος με την

Page 188: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

όλη κατάσταση, λες και ο θυμός του Ντόμινικ την καθιστούσε ακόμη πιο διασκεδαστική.Ο Βίκτορ σταμάτησε, γύρισε προς τον Ντόμινικ και ακούμπησε την παλάμη του στον ώμο του.

«Κοίτα», είπε, «μια κοπέλα είναι μόνο. Πάμε γι’ άλλα τώρα. Δεν υπάρχει λόγος να κάνεις λες καισου θίξαμε την άσπιλη. Εξάλλου, δεν έκανε και κανένα σπουδαίο κρεβάτι».

Ο Ντόμινικ έσπρωξε την παλάμη του Βίκτορ από πάνω του.Μέσα του έβραζε. Ξαφνικά, η λεπτή γραμμή ανάμεσα στο θυμό και τη μανία ξεπεράστηκε.

Έσφιξε τη γροθιά του και χτύπησε τον Βίκτορ στο σαγόνι. Ο άλλος παραπάτησε κι έπεσε κάτω, όχιτόσο από τη δύναμη της γροθιάς του Ντόμινικ όσο από τον απόλυτο αιφνιδιασμό. Σήκωσε το χέριτου, ενστικτωδώς, σαν να ζητούσε από τον Ντόμινικ να σταματήσει, και άνοιξε το στόμα του.

«Είσαι τρελός», του φώναξε.Χρειάστηκε να περάσουν μερικά δευτερόλεπτα για να καταγραφεί ο πόνος στις χτυπημένες του

αρθρώσεις, οπότε ο Ντόμινικ μόρφασε. Ουδέποτε υπήρξε βίαιος άνθρωπος, δεν μπορούσε καν ναθυμηθεί τον τελευταίο καβγά στον οποίο πρωταγωνίστησε, όταν άκουσε όμως τον Βίκτορ νααναφέρεται στη Σάμερ λες και ήταν κάποιο αντικείμενο, χωρίς ίχνος σεβασμού για το μυαλό ή τοσώμα της, ένιωσε να τον πνίγει μια ασυγκράτητη οργή. Ποτέ ως τότε δεν είχε συγκρουστεί για τηντιμή μιας γυναίκας, ωστόσο εκείνη τη στιγμή συνειδητοποιούσε πως θα έκανε τα πάντα για ναυπερασπιστεί τη Σάμερ, να την προστατέψει από αρπακτικά όπως ο Βίκτορ, που θεωρούσαν τηναδυναμία και την αφέλειά της ευκαιρία για να την εκμεταλλευτούν.

Βλαστήμησε χαμηλόφωνα και κοίταξε το πρόσωπο του Βίκτορ, συσπασμένο από τον πόνο και τοσοκ, με το στόμα σουφρωμένο, τα χείλη να τρέμουν.

«Πήγαινες γυρεύοντας, κάθαρμα», του επιτέθηκε με φωνές. Ο Βίκτορ εν τω μεταξύ έμοιαζετελείως αδύναμος, όμως μέσα του ο Ντόμινικ εξακολουθούσε να αισθάνεται πως ο άλλος τονχλεύαζε. Ρίχνοντάς του μια τελευταία ματιά, ο Ντόμινικ έκανε να φύγει.

«Άντε μπράβο, γύρνα στην άχρηστη πουτάνα σου». Ο Βίκτορ μουρμούρισε εκείνα τα λόγια,όμως τα είπε αρκετά δυνατά ώστε να τ’ ακούσει ο Ντόμινικ. Ο οποίος κοντοστάθηκε, έκανεμεταβολή και με μια κλοτσιά πιο δυνατή απ’ όσο σκόπευε ξάπλωσε τον Βίκτορ φαρδύ πλατύ στοέδαφος.

Η πραγματικότητα επέστρεψε ξαφνικά, κάνοντας τον Ντόμινικ να αηδιάσει με την αντίδρασήτου. Ο Βίκτορ κειτόταν στο έδαφος βογκώντας. Ο Ντόμινικ έριξε μια ματιά γύρω του. Δεν υπήρχεκανείς εκεί κοντά. Κατά πάσα πιθανότητα η πράξη του είχε περάσει απαρατήρητη. Τι έπρεπε να κάνειτώρα; Να μείνει εκεί μέχρι να συνέλθει ο Βίκτορ;

Σε κάποιο δέντρο εκεί κοντά ένα πουλί τιτίβισε χαρωπά, τη στιγμή που ο Ντόμινικσυνειδητοποιούσε τι είχε κάνει. Είχε χτυπήσει έναν άνθρωπο, έναν άντρα πιο μικρόσωμο από τονίδιο και τουλάχιστον δέκα χρόνια μεγαλύτερό του. Κι όλα αυτά για μια γυναίκα. Ήταν κάτιχειρότερο από κλισέ· ήταν θλιβερό. Έκανε μεταβολή και απομακρύνθηκε.

Εκείνες οι λίγες μέρες χωρίς τον Ντόμινικ αποδείχτηκε πως ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.Ζήτησα από τον Σιμόν να με περιμένει έξω όση ώρα συγκέντρωνα τα λιγοστά υπάρχοντά μου.

Είχα προσπαθήσει να του εξηγήσω ότι δεν είχα πολλά πράγματα και ότι, έχοντας ζήσει ήδη σε τρειςηπείρους, ήμουν απολύτως ικανή να ετοιμάσω μόνη μου μια βαλίτσα, εκείνος όμως επέμενε να μεακολουθήσει, λες και φοβόταν πως θα μ’ έχανε έτσι κι έφευγα από το οπτικό του πεδίο περισσότεροαπό μία ώρα.

Page 189: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Τελικά τον άφησα να έρθει, αλλά δεν του επέτρεψα να μπει στο διαμέρισμα. Αυτό θα ήταν τοτελειωτικό χτύπημα έτσι και επέστρεφε ο Ντόμινικ και τον έβρισκε εκεί ή αν κατάφερνε με κάποιοτρόπο να διαισθανθεί πως κάποιος άλλος άντρας είχε βρεθεί στο δωμάτιο που μοιραστήκαμε.

Το λοφτ φάνταζε άδειο πριν ακόμη διπλώσω τα λιγοστά ρούχα μου στη βαλίτσα και μαζέψωπαπούτσια και καλλυντικά. Με την περιοδεία, σκεφτόμουν πως θα έλειπα για μήνες προτούαποχωρήσω οριστικά.

«Πο!» έκανε ο Σιμόν κατεβάζοντας τη βαλίτσα από τις σκάλες. «Αλήθεια δεν έχεις πολλάπράγματα. Εγώ νόμιζα πως υπερέβαλλες».

Προσπάθησα να καθίσω και να γράψω στον Ντόμινικ ένα σημείωμα προτού φύγω από το σπίτι,να του πω ότι λυπόμουν και να τον βοηθήσω να κλείσει αυτό το κεφάλαιο της ζωής του, όμως γιακάποιο λόγο οι λέξεις δε μου έρχονταν. Άλλωστε, εκείνος ήταν ο συγγραφέας, όχι εγώ.

Τελικά μάζεψα απλώς τα πράγματά μου κι έφυγα, ελπίζοντας πως με κάποιο τρόπο θακαταλάβαινε όλα αυτά που δεν μπόρεσα να του πω.

Η συγκατοίκηση με τον Σιμόν προέκυψε χωρίς να το αποφασίσω συνειδητά. Στην αρχή ήταν οπροφανής προορισμός για μένα. Είχε άνετα χώρο για να φιλοξενήσει και δεύτερο άτομο, ειδικά απότη στιγμή που άρχισα να μοιράζομαι το κρεβάτι του. Εκτός αυτού, είχε ειδικό χώρο για πρόβες,οπότε γλίτωνα από τον μπελά να βρίσκω μέρος για να εξασκούμαι χωρίς να ενοχλώ τους γείτονες.Το να πάω σε κάποιο ξενοδοχείο θα ήταν ανοησία. Θα μπορούσα να είχα αναζητήσει καταφύγιο στοδιαμέρισμα του Μπάλντο και της Μαρίγια. Η Τσέρι πιθανότατα θα μου είχε προσφέρει τον καναπέτης αν την εντόπιζα και της εξηγούσα την κατάσταση, όμως ήμουν πολύ περήφανη για ναπαραδεχτώ πως είχε δίκιο σε όσα μου είχε πει. Είχα αποδειχτεί πολύ περήφανη σχεδόν σε όλα.

Ο Σιμόν έσπευσε να εξοικονομήσει χώρο στην ντουλάπα του για τα ρούχα μου. Ένα άδειοσυρτάρι έκανε την εμφάνισή του από τη μια μέρα στην άλλη στο ντουλαπάκι του μπάνιου. Ταπράγματά μου άρχισαν σταδιακά να βρίσκουν τη θέση τους στο διαμέρισμά του. Βγαίναμε έξω,πηγαίναμε μαζί σε πάρτι και οι φίλοι του υπέθεσαν ότι ήμασταν ζευγάρι πριν προλάβω να εξηγήσωπως η συγκατοίκηση ήταν προσωρινή.

Κάπως έτσι, μέχρι να καταλάβω τι συνέβαινε, βρέθηκα σε μια νέα σχέση.Ο Σιμόν ήταν παθιασμένος και διέθετε ισχυρότερη λίμπιντο από κάθε άντρα με τον οποίο είχα

υπάρξει στη ζωή μου. Ισχυρότερη ακόμη κι από του Ντόμινικ. Κάναμε σεξ πρωί και βράδυ, συχνάκαι το απόγευμα. Οι επαφές μας ήταν συχνές και έντονες, και παρότι ήξερα πως καλό θα ήταν ναπεράσω ένα διάστημα μόνη μου προτού ριχτώ με τα μούτρα σε μια νέα ζωή στο πλευρό ενός ακόμηάντρα, δε νομίζω πως θα μπορούσα να τα καταφέρω διαφορετικά. Το σώμα του πάνω στο δικό μουκάλυπτε σαν κουβέρτα όλες τις στενάχωρες σκέψεις που με στοίχειωναν μέσα στη νύχτα.

Σκεφτόμουν τον Ντόμινικ συχνά. Αναρωτιόμουν αν θα είχαμε καταφέρει με κάποιο τρόπο ναυποστηρίξουμε μια σχέση. Αν είχα σταθεί έντιμα απέναντί του. Αν κι εκείνος δε ζήλευε τόσο. Ανδεν είχα πάει στην περιοδεία. Ένα σωρό υποθετικές καταστάσεις.

Μου έλειπε η τραχύτητα του αγγίγματός του. Καθετί στον Σιμόν ανέδιδε μια απαλότητα καιζεστασιά, από τη θερμότητα του κορμιού του μέχρι το χρυσαφένιο χρώμα της επιδερμίδας του, τοαβίαστο γέλιο του και τη ζωντάνια με την οποία προσέγγιζε τα πάντα, από το σεξ μέχρι το φαγητόκαι τη μουσική. Είχε τεράστια όρεξη για οτιδήποτε και μια εύθυμη αισιοδοξία την οποία δε διέθετε οΝτόμινικ, αν και κάποιες φορές με εκνεύριζε. Το βήμα του είχε μια ζωηράδα αντίστοιχη με ταμαλλιά του, μια ζωηράδα που απειλούσε να μείνει μονίμως εκεί.

Ήταν σαν να συγκατοικούσα με μια ηλιαχτίδα. Κάποια στιγμή άρχισα να νοσταλγώ τη βροχή.

Page 190: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Ένα βράδυ πήγαμε στο σινεμά. Ο Σιμόν πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της προβολής χώνοντας τοχέρι του κάτω από τη φούστα μου, ενώ εγώ προσπαθούσα απεγνωσμένα να μην αντιδράσω, ώστε ναμην ενοχλήσω τους ανθρώπους που κάθονταν δίπλα μας. Ήταν μια ταινία με υπερήρωες, απόεκείνες που προσελκύουν παιδιά και ενήλικες, οπότε γύρω μας κάθονταν οικογένειες. Ο Σιμόν ήταντο άκρο αντίθετο του Ντόμινικ σε αυτό το θέμα, όπως και στα περισσότερα άλλα. Εκτός από το ναείναι κατάλληλα ντυμένος, πράγμα ζωτικής σημασίας για εκείνον, ελάχιστα τον ενδιέφερε τι εικόναέδινε σε δημόσιους χώρους.

Θέλησε να περπατήσουμε μετά αντί να πάρουμε ταξί για να γυρίσουμε στο σπίτι. Είχεπαρατηρήσει πως τα παντελόνια του είχαν αρχίσει να τον στενεύουν από τότε που ξεκίνησε ησυγκατοίκησή μας και ξαφνικά έδειχνε να τον απασχολεί περισσότερο το να γυμνάζεται καθημερινά.Ίσως, πάλι, να ήταν μέρος ενός σχεδίου που είχε καταστρώσει νωρίτερα και το ότι περάσαμεμπροστά από το κατάστημα με τα ερωτικά βοηθήματα στη συμβολή της Έκτης Λεωφόρου με τη 18ηΟδό να έγινε επίτηδες και όχι τυχαία.

«Σκέφτηκα να δοκιμάζαμε κάτι καινούριο», μου ψιθύρισε στο αφτί, με φωνή χρωματισμένη απόσκανταλιάρικη διάθεση.

«Α, ναι;»Δεν ήξερα αν έπρεπε να προσβληθώ. Εγώ θεωρούσα πως το σεξ που κάναμε ήταν αρκετά καλό.

Το βέβαιο ήταν πως κάναμε αρκετό και η σκέψη πως ίσως να μην τον κάλυπτε με προβλημάτισε.Τράβηξε γραμμή στο χώρο όπου εκτίθονταν τα διάφορα εξαρτήματα για ερωτικό δέσιμο, από

σατέν λωρίδες για το κρεβάτι μέχρι μπάρες που κρατούσαν τα πόδια ανοιχτά και χοντρές δερμάτινεςχειροπέδες.

«Τι λες;» ζήτησε τη γνώμη μου.Πήρα στο χέρι κάτι ροζ χνουδωτές χειροπέδες, από εκείνες που θα έβρισκε κανείς σε κάποιο

πάρτι για τη νύφη πριν από το γάμο. Οι δερμάτινες χειροπέδες ήταν περισσότερο του γούστου μου,αλλά δεν ήθελα να τον φοβίσω δείχνοντάς του πως είχα ήδη αρκετά μεγάλη εμπειρία με αυτού τουείδους τα πράγματα.

«Ω Θεέ μου», είπε. «Θα ένιωθα εντελώς γελοίος έτσι και τις φορούσα αυτές».«Εσύ θα αισθανόσουν γελοίος;»Το πρόσωπό του κοκκίνισε. Ήταν η πρώτη φορά που τον έβλεπα να αντιδρά έτσι. «Ξέχνα το.

Ήταν μια χαζή ιδέα».Η πωλήτρια μας παρακολουθούσε καχύποπτα.«Όχι, καθόλου χαζή δεν είναι. Απλώς σκέφτηκα πως είχες εμένα κατά νου».«Θυμάσαι την πρώτη φορά που φιληθήκαμε;»«Ναι, φυσικά».«Είχες ένα σκοινί στην τσάντα σου. Σκέφτηκα... Μοιάζεις με κοπέλα που θα της άρεσε να έχει

τον έλεγχο. Πάντα ήθελα να το δοκιμάσω. Να μην έχω τον έλεγχο θέλω να πω».Η καρδιά μου σφίχτηκε. Ήξερα βέβαια πως ήταν τελείως υποκριτικό εκ μέρους μου, όμως ποτέ

μου δεν κατάφερα να συμφιλιωθώ με την εικόνα των υποταγμένων αντρών, είτε στα κλαμπ είτε σταλίγα ιδιωτικά σκηνικά στα οποία είχα παραστεί. Η σκέψη να γονατίζει ο Σιμόν μπροστά μου μεέκανε να ανατριχιάσω. Για κάποιο λόγο, δεν περίμενα ποτέ κάτι τέτοιο από εκείνον. Μία ακόμηαστοχία της παρατηρητικότητάς μου ή επιπλέον απόδειξη του πόσο εγωκεντρική ήμουν. Ο Σιμόνφάνταζε τόσο φυσικά επιβλητικός, ειδικά όταν διηύθυνε την ορχήστρα. Μετά από όλα αυτά που είχαπεράσει όμως δε θα μπορούσα να του αρνηθώ την ευκαιρία να το δοκιμάσει. Ίσως να ήταν

Page 191: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

διαφορετικά με ένα σύντροφο για τον οποίο αισθανόμουν έλξη.Φύγαμε από το κατάστημα έχοντας αγοράσει ένα σετ μαύρων σατέν λωρίδων και κάποια

πικάντικα εσώρουχα που είχαν τραβήξει την προσοχή του Σιμόν.Όπως έβαζε η πωλήτρια τα πράγματά μας σε μια διακριτική σακούλα, μπορούσα σχεδόν να

ακούσω το ειρωνικό γέλιο του Ντόμινικ να αντηχεί στα αφτιά μου.Εκείνη τη νύχτα έδεσα τους καρπούς και τους αστραγάλους του Σιμόν στις τέσσερις άκρες του

κρεβατιού. Το βλέμμα του θόλωσε. Γουργούριζε λες και πραγματοποιούνταν όλα τα όνειρά τουταυτόχρονα. Εγώ είχα καρφώσει το δικό μου βλέμμα στον τοίχο πάνω από το κεφαλάρι όπως τονκαβαλούσα και αναρωτιόμουν για εκατομμυριοστή φορά τι ήταν αυτό που ήθελα πραγματικά.Έκλεισα τα μάτια κι έπαιξα με το σώμα μου, σχηματίζοντας στο μυαλό μου ένα χείμαρρο εικόνων.Ο Ντόμινικ εμφανιζόταν σε κάθε σκηνή, όμως και πάλι δεν κατάφερα να φτάσω σε οργασμό.

Ο Σιμόν αποκοιμήθηκε δεμένος στο κρεβάτι, μέσα σε λίγα λεπτά από τη στιγμή που τελείωσε.Τον έλυσα προσεκτικά και μετακίνησα τα άκρα του, ώστε να χωρέσω να ξαπλώσω δίπλα του.

Ο ύπνος κατάφερε να μου ξεφύγει σαν κλέφτης μέσα στη νύχτα.Σηκώθηκα ήσυχα κι έβγαλα τη βαλίτσα μου από την ντουλάπα του διαδρόμου. Είχα αφήσει το

σκοινί σε μία από τις θήκες που έκλειναν με φερμουάρ, στο μόνο μέρος που μπορούσα να σκεφτώώστε να μην το εντοπίσει τυχαία ο Σιμόν. Έβαλα τη βαλίτσα στη θέση της και πήγα στο μπάνιο μετο σκοινί και ένα μπουκάλι λιπαντικό.

Ο Σιμόν κοιμόταν βαριά, παρ’ όλα αυτά άνοιξα το νερό να τρέχει για να καλύψω τους σιγανούςήχους του αυνανισμού μου. Έβλεπα τον εαυτό μου στον καθρέφτη την ώρα που το έκανα, πιέζονταςσταθερά το σκοινί πάνω στο λαιμό μου.

Δεν είχα την παραμικρή τάση αυτοκτονίας, ούτε ήθελα να βλάψω τον εαυτό μου. Ποτέ δεντράβηξα το σκοινί τόσο πολύ ώστε να προκαλέσω βλάβη, έστω και προσωρινή, όμως η ελαφριάπίεση στην αναπνοή μου ενίσχυσε τον ερεθισμό μου αρκετά ώστε να φτάσω σε οργασμό μέσα σεμερικά λεπτά.

Πόσο πολύ θα ήθελα να ήταν η παλάμη του Ντόμινικ αυτή που με πίεζε αντί για μια θηλιά γύρωαπό το λαιμό μου.

Ο Ντόμινικ επέστρεψε με το μετρό στη Σπρινγκ Στριτ. Αμέσως μόλις άνοιξε την πόρτα τουδιαμερίσματος κατάλαβε πως η Σάμερ είχε περάσει από εκεί το διάστημα της σύντομης απουσίαςτου. Το άρωμά της αιωρούνταν σχεδόν ανεπαίσθητα στην ατμόσφαιρα και ο μινιμαλιστικόςδιάδρομος που οδηγούσε στον κυρίως χώρο του λοφτ δε φιλοξενούσε πια τα αραδιασμέναπαπούτσια της.

Το βιολί έλειπε, και, το δίχως άλλο, είχε πάρει βιαστικά και όλα τα ρούχα της. Είχε ξεχάσει τηνοδοντόβουρτσά της, κάποια καλλυντικά, διάφορα σωληνάρια και μπουκάλια με κρέμες καισαμπουάν, ενώ η παλιά συσκευασία με τα πιθανότατα ληγμένα αντισυλληπτικά χάπια που είχανξεμείνει στο μπάνιο το διάστημα της περιοδείας της σε Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία είχε μείνει εκεί,σαν αποχαιρετιστήριο δώρο, κάτι για να τη θυμάται.

Ούτε καν ένα σημείωμα.Παρότι δεν τον εξέπληξε αυτή η κατάληξη, ο Ντόμινικ ένιωσε την καρδιά του να σφίγγεται.Ένιωσε πως η σχέση τους είχε φτάσει στο τέλος της.

Page 192: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Τις επόμενες δύο μέρες έμεινε στο διαμέρισμα, αμελώντας τις περιορισμένες υποχρεώσεις του στηβιβλιοθήκη, ανήμπορος να συγκεντρωθεί, πόσω μάλλον να κάνει έρευνα ή να γράψει. Φοβόταν πωςανά πάσα στιγμή θα χτυπούσε το κουδούνι και θα ήταν ο Βίκτορ ή η αστυνομία. Ακόμη κι αν οΒίκτορ δεν υπέβαλλε μήνυση, υπήρχε περίπτωση να είχε δει κάποιος περαστικός το τι είχε συμβεί.Ήξερε πως η όλη σκηνή θα φάνταζε ιδιαίτερα βίαιη, κι αν κάποιος ήταν μάρτυρας και το είχεκαταγγείλει στην αστυνομία, ενδεχομένως να αποφάσιζαν να τον συλλάβουν.

Μέχρι το πρωί του Σαββάτου είχε πάρει την απόφασή του. Μάζεψε τα πράγματά του κι έστειλε μιασειρά από emails με τα οποία ζητούσε συγνώμη, παραιτούνταν από τη θέση του ως επισκέπτηςκαθηγητής και προσφερόταν να καλύψει εκείνος τα όποια ποσά είχαν δοθεί ήδη στο μεσιτικόγραφείο στο οποίο ανήκε το διαμέρισμα. Πήρε ταξί για το αεροδρόμιο, γνωρίζοντας πως αν μίσθωνελιμουζίνα, όπως συνήθιζε, θα άφηνε ίχνη των κινήσεών του. Εκεί έκλεισε εισιτήριο για την πρώτηδιαθέσιμη νυχτερινή πτήση με προορισμό το Λονδίνο.

Το Χάμπστεντ κοιμόταν ακόμη νωρίς την Κυριακή, όταν κατέβηκε από το ταξί, αναζήτησε τακλειδιά του σπιτιού του στον πάτο της χειραποσκευής του και άνοιξε την πόρτα του σπιτιού του. Τοάλσος, από μακριά, φάνταζε πιο πράσινο από ποτέ, είχε μια ιδιαίτερη απόχρωση που για κάποιολόγο ταίριαζε μόνο στον αγγλικό καιρό. Έτσι όπως κρατούσε τη μικρή βαλίτσα του και με τα δύοχέρια, έσπρωξε την πόρτα με το πόδι του και το ξερό άρωμα των βιβλίων του απλώθηκε από μέσα,σαν να ερχόταν να τον καλωσορίσει.

Είχε γυρίσει στον τόπο του.

Πέρασαν δύο μήνες. Αρκετός χρόνος ώστε να ανασυνταχθεί ο Ντόμινικ. Συμφώνησε με τοπανεπιστήμιο να επεκτείνει την άδειά του για δύο ακόμη εξάμηνα και σταδιακά μπήκε σε μια σειράμε τη συγγραφή. Ξυπνούσε, όπως πάντοτε, νωρίς κάθε πρωί, προτού ξημερώσει, έγραφε ένανορισμένο αριθμό λέξεων για το μυθιστόρημα κι ύστερα επέτρεπε στον εαυτό του να χαλαρώσει τοαπόγευμα, διαβάζοντας, παρακολουθώντας DVD ή πηγαίνοντας περιπάτους στο άλσος, εφόσον οαγγλικός καιρός δε συνωμοτούσε εναντίον του.

Φυσικά, η Σάμερ εξακολουθούσε να βρίσκεται στο μυαλό του και δεν περνούσε ούτε μία μέραχωρίς κάποιες επώδυνες αλλά και χαρούμενες αναμνήσεις να διαπεράσουν το πέπλο τηςσυναισθηματικής σιωπής που είχε επιβάλει στον εαυτό του. Περπατώντας με βαρύ βήμα στονοτισμένο χορτάρι του άλσους, δεν μπορούσε να μη θυμάται τη Σάμερ να διασχίζει εκείνο το μέροςκαθώς κατευθυνόταν προς την εξέδρα όπου του είχε παίξει για πρώτη φορά. Εκείνη η μέρα φάνταζετώρα βγαλμένη μέσα από μια άλλη ζωή. Ήξερε πως ήταν αναπόφευκτο αυτό και μάταιο ναπροσπαθήσει να αντισταθεί. Έπρεπε απλώς να αποδεχτεί αυτά τα γλυκόπικρα συναισθήματα και νατα αντιμετωπίσει όσο καλύτερα μπορούσε. Ίσως ο χρόνος να έφερνε μια κάποια παρηγοριά, αν καιδεν υπολόγιζε σε κάτι τέτοιο.

Έχοντας οδηγήσει τον εαυτό του μια μέρα, προς τα τέλη του χειμώνα, σε αρκετά δύσκολη θέσημε ένα χαρακτήρα στο βιβλίο που δε συμπεριφερόταν όπως θα περίμενε εκείνος, γεγονός που θα τονυποχρέωνε να σκίσει ένα ολόκληρο κεφάλαιο και να αλλάξει ένα σημαντικό σημείο του κειμένου,έτσι ώστε να στέκουν καλύτερα τα ψυχολογικά κίνητρα των διαφόρων κεντρικών ηρώων, οΝτόμινικ αισθανόταν αποκαμωμένος και αποπροσανατολισμένος όταν χτύπησε το κουδούνι τηςεξώπορτας.

Page 193: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Φορούσε τη ρόμπα του και είχε τέσσερις μέρες αξύριστος. Έσφιξε καλά τη ζώνη γύρω από τημέση του και κατέβηκε στο ισόγειο. Μάλλον ο ταχυδρόμος θα ήταν, για να παραδώσει κάποιακαθυστερημένη αλληλογραφία, σκέφτηκε.

Εν τω μεταξύ, έξω είχε αρχίσει να βρέχει αρκετά δυνατά, παρατήρησε όπως περνούσε μπροστάαπό το παράθυρο της σκάλας, και το κουδούνι χτύπησε ξανά, περισσότερο επίμονα αυτή τη φορά.Το κατώφλι του σπιτιού δεν πρόσφερε καμία προστασία από τα στοιχεία της φύσης.

Τράβηξε το μάνταλο, έστριψε το κλειδί στην πάνω κλειδαριά και ξεκλείδωσε την εξώπορτα.«Γεια!»«Α...»Μπροστά του στεκόταν η Λόραλιν, κρατώντας μια εφημερίδα πάνω από τα ξανθά μαλλιά της, σε

μια μάταιη προσπάθεια να προστατευτεί από τη βροχή. Είχε μουσκέψει κανονικά, το λεπτόμπλουζάκι της κολλούσε πάνω στις πλούσιες καμπύλες της.

Δε θύμιζε σε τίποτα το συνήθη γοητευτικό εαυτό της, έτσι ταλαιπωρημένη όπως ήταν από τηβροχή, όμως ο αισθησιασμός της ήταν φανερός. Πώς θα μπορούσε να μην είναι άλλωστε;

«Καλά, δε θα προσκαλέσεις μια βρεγμένη κοπέλα να περάσει μέσα;» ρώτησε, με ένα αμυδρόχαμόγελο στα γεμάτα χείλη της.

«Φυσικά». Ο Ντόμινικ άνοιξε την πόρτα διάπλατα και της έγνεψε να μπει. «Δεν περίμενα να σεδω, αλλά χαίρομαι πολύ που ήρθες. Συγνώμη για την εμφάνιση. Δε φανταζόμουν πως θα είχαεπισκέψεις».

Η Λόραλιν κούνησε το κεφάλι της, στέλνοντας ολόγυρα αμέτρητες μικρές σταγόνες. «Δε νομίζωη δική μου εμφάνιση να είναι καλύτερη», σχολίασε. «Αυτά παθαίνεις όταν ρίχνει καρεκλοπόδαρα.Με το που βγήκα από το σταθμό του μετρό, λες και άρχισε ο κατακλυσμός. Εκατό ώρες έκανες ναανοίξεις την πόρτα. Δε με άκουγες; Είδα τα φώτα αναμμένα, οπότε ήξερα πως ήσουν μέσα».

«Ήμουν στο γραφείο, στον πάνω όροφο. Μάλλον δεν άκουσα το κουδούνι την πρώτη φορά».Η Λόραλιν φορούσε ένα εφαρμοστό μαύρο τζιν και το γνωστό μαύρο δερμάτινο μπουφάν της

πάνω από το άσπρο μπλουζάκι.Ο Ντόμινικ την οδήγησε στην κουζίνα. «Θέλεις κάτι να ζεσταθείς;» πρότεινε.«Βέβαια. Κάποιο καυτό ρόφημα της επιλογής σου, αν είναι εύκολο, κι αμέσως μετά κάτι ακόμη

δυνατότερο. Το ξέρω πως δεν πίνεις, αλλά είσαι αρκετά εκλεπτυσμένος ώστε να έχεις φυλαγμένακάπου κάνα δυο μπουκάλια, σωστά;»

«Με ξέρεις καλά». Άναψε το βραστήρα και βάλθηκε να ψάχνει σε ένα από τα ντουλάπια για ναβρει το βάζο με τον στιγμιαίο καφέ.

«Τι είναι αυτό;» είπε η Λόραλιν. «Εγώ θα περίμενα στη χειρότερη περίπτωση να έχεις μια κυριλέαστραφτερή εσπρεσιέρα».

«Λυπάμαι που σε απογοητεύω».Είχε ήδη δέκα μέρες στο Λονδίνο, όπως του εξήγησε η Λόραλιν. Το συμβόλαιο με το Γέιλ για να

καλύψει τη συνάδελφο που είχε πάρει άδεια μητρότητας είχε λήξει και της είχαν προτείνει μιαεξάμηνη παράταση, όμως το να ζει στα προάστια δεν της ταίριαζε. Αυτή ήταν πλασμένη για τιςμεγαλουπόλεις. Αν η θέση ήταν στη Νέα Υόρκη, ευχαρίστως θα είχε παραμείνει στην Αμερική,όμως είχε αρχίσει να κουράζεται να πρέπει να έχει το νου της στο ρολόι και να τρέχει να προλάβει τοτελευταίο τρένο για το Νιου Χέιβεν από τον Κεντρικό Σιδηροδρομικό Σταθμό κάθε φορά πουκατέβαινε να διασκεδάσει στο Μανχάταν.

«Έφυγες πάρα πολύ βιαστικά», είπε αργότερα, καθισμένοι και οι δύο κουτσοπίνοντας τους

Page 194: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

καφέδες τους.«Το ξέρω».Κοιτάχτηκαν με νόημα.«Ο Βίκτορ είναι εντάξει», είπε η Λόραλιν. «Όχι πως ρώτησες», πρόσθεσε.«Δε ρώτησα».«Του έσπασες τη μύτη».«Φτηνά τη γλίτωσε».«Δε σε είχα ικανό για κάτι τέτοιο, Ντόμινικ».«Είμαι όλο εκπλήξεις».«Έφυγε κι αυτός από τη Νέα Υόρκη. Έμαθα πως δέχτηκε μια θέση που του πρότειναν στο

πανεπιστήμιο του Κιέβου. Τα απέραντα πράσινα λιβάδια της πατρίδας και όλα τα σχετικά...»«Καλά που μου το είπες, να ξέρω να αποφύγω την Ουκρανία στο μέλλον».«Νομίζω πως θα ήταν σοφή κίνηση αυτή», επισήμανε η Λόραλιν.«Λοιπόν, ποια είναι τα σχέδιά σου τώρα που γύρισες;» τη ρώτησε.«Δεν έχω κάτι συγκεκριμένο κατά νου. Κατάφερα να μαζέψω κάποια χρήματα. Βασικά, δε

βιάζομαι».«Πού θα μείνεις;»«Για την ώρα έχω κάνει κατάληψη στον καναπέ κάτι φίλων στο Κάμντεν. Πάντως, δε νομίζω πως

θα μπορέσω να τους γίνω φόρτωμα για πολύ ακόμη».«Έχεις ακόμη τον υπνόσακό σου τυλιγμένο και έτοιμο για χρήση;»«Εννοείται. Δεν πάω πουθενά χωρίς αυτόν».«Το σπίτι εδώ είναι μεγάλο. Τα βιβλία φαίνεται πως δεν έχουν καταφέρει να κατακλύσουν τα

πάντα, άρα θα βρεθεί, φαντάζομαι, κάποια γωνιά που να χωράει έναν υπνόσακο».«Πρόσκληση είναι αυτό;»«Για τα μέτρα μου, ό,τι κοντινότερο», είπε ο Ντόμινικ.«Αν είναι έτσι, δέχομαι, κύριε καθηγητά».«Ωραία θα είναι να έχω μια παρέα. Κάποτε ένιωθα μια χαρά μόνος μου, όμως τα πράγματα έχουν

αλλάξει. Ήταν όμορφα με τη Σάμερ όσο κράτησε, αλλά κι εκεί τα έκανα μαντάρα».«Νομίζω πως το πρόβλημα ήταν ότι δεν κατάφερες ποτέ να ξεκαθαρίσεις τι ακριβώς ήθελες,

Ντόμινικ».«Αυτό ξαναπές το».«Έχω την άποψη πως χρειάζεσαι μια δασκάλα».«Αλήθεια; Ενδιαφέρουσα αντιστροφή ρόλων αυτή, δε βρίσκεις;»«Σου κάνω;»Τι εννοούσε η Λόραλιν;Εκείνη παρατήρησε τη σαστιμάρα του. «Μπορεί να γνωρίζεις ένα σωρό πράγματα πάνω σε βιβλία

και σε άλλα τέτοια θέματα, αλλά υπάρχουν πολλά άλλα που θα μπορούσα να σου μάθω, Ντόμινικ,για τις γυναίκες, το πάθος, τον έλεγχο, τα κουμπιά των ανθρώπων».

«Πρόσκληση είναι αυτό;» είπε ο Ντόμινικ χαμογελώντας.«Άσε που τα μαθήματα είναι δωρεάν. Με διάφορα μπόνους στην πορεία».Ο Ντόμινικ θυμήθηκε το τρίο με τη Μιράντα και κατάλαβε τι ακριβώς είχε κατά νου η πονηρή

Λόραλιν.«Πότε ξεκινούν οι εγγραφές;» ρώτησε.

Page 195: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

«Αυτή τη στιγμή», απάντησε εκείνη. «Για πες τώρα, πού κρύβεις τα ποτά;»

Η ζωή συνεχίστηκε, έτσι όπως γίνεται πάντα.Δεκαοχτώ μήνες πέρασαν σαν νερό, ο χρόνος κύλησε γαλήνια στο πλευρό του Σιμόν, με

επίκεντρο την καριέρα μου στη μουσική.Έλειπα εδώ και κάποιες εβδομάδες από την πόλη, είχα κανονίσει εμφανίσεις στο Μέμφις και το

Τσάρλεστον. Το να βρίσκεσαι σε περιοδεία μοιάζει με το να ταξιδεύεις μέσα σε ένα κουκούλι, καιμου άρεσε αυτό, το να έχω τον απόλυτο έλεγχο του κόσμου μου. Ήταν μια ευχάριστη αλλαγή σεσχέση με το να πρέπει να δικαιολογούμαι στον Σιμόν κάθε φορά που ήθελα να κάνω κάτι χωρίςεκείνον, ακόμη κι αν αυτό το κάτι ήταν να πεταχτώ μέχρι το παντοπωλείο στη γωνία. Δεν άνοιγα καντην τηλεόραση στα δωμάτια των ξενοδοχείων όπου έμενα, διάβαζα μονάχα μυθιστορήματα τουσωρού ή άκουγα μουσική, ενώ κάποιες φορές καθόμουν και κοίταζα τον τοίχο βουβή.Κοσμοϊστορικά γεγονότα θα μπορούσαν να συμβούν κι εγώ ούτε που θα έπαιρνα χαμπάρι.Αδιαφορούσα παντελώς για τις εξελίξεις.

Πήγαινα για τρέξιμο κάθε μέρα στη διάρκεια της περιοδείας. Ήταν ο τρόπος μου να γίνω φίλη μεμια καινούρια πόλη, να συγκεντρώσω εικόνες και αρώματα, να προσπεράσω τις τουριστικέςδιαδρομές και να εξερευνήσω τα μυστήρια των προαστίων της. Οι άνθρωποι ήταν πολύ πιοενδιαφέροντες απ’ ό,τι τα μουσεία άλλωστε.

Όταν επέστρεψα στο Μανχάταν για λίγες μόλις μέρες, εκμεταλλεύτηκα το ότι γνώριζα την αγοράεκεί για να αποκτήσω ένα καινούριο ζευγάρι αθλητικά παπούτσια. Είχα διαλύσει τις μύτες των δικώνμου, πράγμα που μου χάριζε ιδιαίτερη ικανοποίηση. Προτιμώ τα παπούτσια μου φθαρμένα –γιακάποιο λόγο δε μου κάθονται καλά στην όψη όταν είναι ολοκαίνουρια–, όμως στα συγκεκριμέναείχε φαγωθεί τελείως η επένδυση και δεν ήθελα να στραμπουλίξω κανένα αστράγαλο, οπότεκατέβηκα με το μετρό στη Γιούνιον Σκουέρ, σκοπεύοντας να περάσω από τα καταστήματαυποδημάτων στην Μπρόντγουεϊ, βόρεια και νότια του Άστορ Πλέις.

Τα ανοιξιάτικα πλήθη είχαν κάνει δυναμικά την εμφάνισή τους, μπαινόβγαιναν από τακαταστήματα αδιάκοπα, λες και τα ψώνια θα έπαυαν από στιγμή σε στιγμή να είναι στη μόδα. Μετάτη σχετική απομόνωση των δωματίων των διαφόρων ξενοδοχείων, τα σπρωξίματα και τασκουντήματα και οι ουρές προκειμένου να φέρουν οι πωλητές το δεύτερο παπούτσι του ζευγαριούπου είχα δει στη βιτρίνα εξάντλησαν πολύ γρήγορα την υπομονή μου.

Ίσως έβρισκα περισσότερη ησυχία νότια του Χάντσον, εκεί όπου τα καταστήματα ήταν πολύ πιοακριβά και τα πλήθη μικρότερα και λιγότερο φουριόζικα. Άλλωστε, χρήματα διέθετα για να δώσωκάτι παραπάνω και το καλό ήταν πως έτσι θα περνούσα από ένα αγαπημένο μαγαζί με παγωτά στηδιαδρομή. Είχα να φάω παγωτό φιστίκι από τον καιρό που ήμουν στην Ευρώπη και ξαφνικά το είχαλαχταρήσει.

Διέσχισα το δρόμο στην πρώτη διάβαση.Η βιτρίνα του Shakespeare & Co. με υποδέχτηκε όπως έφτανα στο απέναντι πεζοδρόμιο. Ήταν

ένα από τα τελευταία εναπομείναντα ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία στην πόλη, ένα από τα αγαπημέναστέκια του Ντόμινικ. Έμενε και με περίμενε εδώ όσο εγώ ψώνιζα στα γύρω καταστήματα ρούχωνκαι ποτέ δεν έδειχνε να τον πειράζει, όση ώρα κι αν έκανα δοκιμάζοντας φορέματα ή παπούτσια.Ευχαρίστως θα καθόταν να ψάχνει βιβλία στα ράφια όλη τη νύχτα αν τον άφηνε εκεί το προσωπικό.

Ως συνήθως, η βιτρίνα φιλοξενούσε ένα σωρό βιβλία, κάθε μεγέθους και χρώματος. Πάντοτε

Page 196: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

αναρωτιόμουν αν στον Ντόμινικ άρεσε αυτό το μέρος τόσο πολύ επειδή του θύμιζε τα ράφια στοδικό του σπίτι, όπου ήταν αδύνατο να διακρίνεις κάποια τάξη.

Ετοιμαζόμουν να κατηφορίσω στο δρόμο όταν το μάτι μου έπεσε στην εικόνα ενός βιολιού, στοεξώφυλλο ενός βιβλίου στην άκρη της βιτρίνας. Επιβράδυνα και κοίταξα πίσω από το τζάμι.

Ξαφνικά, πάγωσα εκεί που στεκόμουν, οπότε οι άνθρωποι που είχαν βγει για ψώνια μεσκούντησαν κι από τις δύο μεριές. Μια λεπτή ταινία πάνω στο εξώφυλλο ανέφερε πως το βιβλίο είχεσημειώσει εξαιρετική επιτυχία στη Μεγάλη Βρετανία, εγώ όμως το μόνο που έβλεπα ήταν το όνοματου Ντόμινικ γραμμένο με μεγάλα γράμματα στο εξώφυλλο και την εικόνα του βιολιού, που μουθύμιζε φωτογραφία. Ώστε είχε ολοκληρώσει το βιβλίο του και είχε καταφέρει να βρει και εκδότη.

Μπήκα στο βιβλιοπωλείο και έπεσα σε μια στοίβα από τα βιβλία του στο τραπέζι με τις νέεςκυκλοφορίες, στην μπροστινή πλευρά του καταστήματος. Έπιασα ένα αντίτυπο έτσι όπως θαπλησίαζα ένα καυτό πιάτο που μόλις είχε βγει από το φούρνο. Προσεκτικά.

Το άνοιξα, προσπέρασα τη σελίδα όπου είχε τυπωθεί ο τίτλος. Στην επόμενη σελίδα υπήρχε μιααφιέρωση:

Στη Σ.Δικός σου, πάντα.

Page 197: Ογδόντα ημέρες μπλε - Vina Jackson 2.pdf

Ευχαριστίες

Ένα μεγάλο ευχαριστώ όπως πάντα στην ατζέντισσά μας Sarah Such, του λογοτεχνικού πρακτορείουSarah Such Literary Agency, καθώς και στους επιμελητές μας Jemima Forrester και Jon Wood καιστην Tina Pohlman της Open Road Integrated Media στη Νέα Υόρκη, όπως και στους εκδότες μαςστη Γερμανία, την Ιταλία, τη Σουηδία και τη Βραζιλία, που πίστεψαν σε εμάς, και, φυσικά, στηRosemarie Buckman της Buckman Agency και την Carrie Kania της Conville & Walsh για τηνεξαιρετική δουλειά τους.