Ο αρχιμάστορας της μελωδίας / The master craftsman of melody

1
ΠΕΜΠΤΗ 23 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2010 « ΚΟΙΝΩΝΙΑ 24 Το «πατρικό» μας ΕΧΟΥΜΕ ξένους. Κοσμοπολίτες, αξια- γάπητους, ένα ζευγάρι γύρω στα εξή- ντα πέντε. Βραδινή βόλτα στην Αδρια- νού, με την Αγορά φωτισμένη κάτω από το φεγγάρι. Μαγεία. Εγώ, ψυλλια- σμένη, σουλάτσαρα με αθλητικά, η κυ- ρία (Παριζιάνα) είχε τιμήσει την έξοδό μας με διακριτικό τακουνάκι. Πάνω στον ρεμβασμό, κοιτάζω δίπλα μου: άφαντη η Παριζιάνα. Εχει φάει η γυναί- κα μια σαβούρα, που μόνο σε επεισόδιο του Μίστερ Μπιν θα τη δείτε. Το τακου- νάκι της σφήνωσε σε μια τρύπα στο πλακόστρωτο. Εκτοξεύτηκε μπροστά με πλονζόν και προσγειώθηκε με το κεφάλι πάνω σε ένα φορητό τρόλεϊ σερβιρίσματος, που άνοιξε από τον τράκο κι από μέσα ξεχύθηκαν σπάζο- ντας τα πιάτα της ταβέρνας. «ΤΗ ΧΑΣΑΜΕ τη γυναίκα», ήταν η πρώτη μου σκέψη καθώς την έβλεπα ακίνητη στον δρόμο, με το πρόσωπο θαμμένο στα συντρίμμια. ΚΑΙ ΜΕΤΑ, ήρθαν οι εργαζόμενοι. Ψύ- χραιμα, συντονισμένα, την έβαλαν να καθίσει, μακριά από αδιάκριτα βλέμμα- τα. Ενας της έφερε νερό, άλλος χαρτί για το αίμα, άλλος πάγο, τυλιγμένο σε πετσέτα, για να εμποδίσει το πρήξιμο. Μας έφεραν ρακές «που βοηθάνε το σοκ». Οταν βεβαιωθήκαμε ότι το ατύ- χημα δεν ήταν σοβαρό, ένας από τους εργαζόμενους ανέλαβε την οριστική αποθεραπεία της - μέσω του γέλιου. «ΔΕΝ ΝΙΩΘΕΤΕ καλά, κυρία; Να σας πάω στο πατρικό μου;» της είπε, δεί- χνοντας την Ακρόπολη, πίσω στο βά- θος. Σκάει το πρώτο γέλιο η τραυματί- ας. «’Η, αν πονάτε, εδώ απέναντι είναι το μαγαζί των θείων μου», συνέχισε, στρέφοντας το βλέμμα στο κτίριο της φωτισμένης Αγοράς! «Γελάτε; Αν και μας στενοχωρήσατε. Γιατί σπάσατε τό- σα λίγα πιάτα; Στην Ελλάδα τα σπάμε όλα!». Η ΓΥΝΑΙΚΑ κούτσαινε δύο μέρες, ανε- βοκατεβαίνοντας Παρθενώνες και Μου- σεία. Περισσότερο απ’ όλα «πήρε» μαζί της αυτό: το νοιάξιμο, τη γλύκα, το κέρα- σμα και πάνω απ’ όλα εκείνο το γέλιο. ΔΕΝ ΦΑΓΑΜΕ σ’ εκείνο το μαγαζί. Οπότε, δεν ξέρω τις γεύσεις των φαγη- τών τους. Μου έχει μείνει ακόμα η εξαί- σια γεύση μιας παρέας εργαζομένων, που ακόμα θυμάται τι σημαίνει «φιλο- ξενία». Ειδικά, κάτω από το «πατρικό» τους… Το πατρικό μας. ΓΡΑΦΕΙ Η ΡΙΚΑ ΒΑΓΙΑΝΗ Υστε Ρικα Υστε Γ Ρ Β PEΠOPTAZ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΡΟΒΒΑ Μ ε εισιτήριο τον ιδιαίτερο ήχο τους, τα χειροποίητα μουσικά όργανα ενός Ελληνα τεχνίτη ταξιδεύουν στην Ευρώπη. Ο κατασκευαστής τους, ο κ. Νίκος Γε- ωργιάδης, είναι ένας από τους λίγους που ασχολούνται πλέον με την παραδοσιακή οργανοποιία και μετρά ώρες δουλειάς στον πάγκο. Tο μεράκι του είναι να μεταμορ- φώνει άμορφα κομμάτια ξύλου σε μια άρ- τια κιθάρα, ένα ούτι, έναν τζουρά, με κρυ- στάλλινη λαλιά... Από την Καστοριά, όπου ζει, τα προμη- θεύει στο εσωτερικό αλλά και το εξωτερικό, στην Κωνσταντινούπολη, τη Ρωσία και στην αγορά της Σερβίας, η οποία επιδεικνύει μεγαλύτερο ενδιαφέρον, καθώς εκεί κάθε χειμώνα πραγματοποιεί- ται ένα από τα σπουδαιό- τερα φεστιβάλ ακουστικής κιθάρας. Η διαδρομή για την κατασκευή ενός οργάνου έχει πολλά στάδια. «Αρχικά κόβουμε το μαδέρι και στη συνέχεια αρχίζει η διαδικασία της κατασκευής», εξηγεί ο ίδιος. «Για τα σκα- φτά όργανα, όπως ο μπαγλαμάς και ο τζουράς, διαμορφώνουμε την εξωτερική πλευρά σκάβοντάς τη σαν κουτάλα, ενώ τα λαουτοειδή, όπως το ούτι, το μπουζού- κι, το λαούτο και ο ταμπουράς, τα κατα- σκευάζουμε με φέτες από ξύλο, με ντούγιες όπως λέμε. Η τεχνική μοιάζει με τις αρχές της κατασκευής καραβιών σε μια πιο εκλε- πτυσμένη μορφή». Κατά τη διάρκειά της αξιοποιούνται πολ- λές τέχνες και επιστημονικές εφαρμογές για τη λειτουργικότητα του οργάνου, ενώ η ολοκλήρωσή της μπορεί να διαρκέσει ακόμη και ενάμιση μήνα. «Κατασκευάζω περίπου 10 όργανα τον χρόνο», λέει ο κ. Γεωργιάδης. Η παράδοση «Ο χρόνος παράδοσης εξαρτάται και από τις απαιτήσεις του πελάτη. Πάντως χρησιμοποιούμε τα πλέον σύγχρονα υλικά για τις κατασκευές και αξίζει να πούμε ότι τα χειροποίητα όργανα, εκτός του καλύ- τερου ήχου τους, βοηθούν και τον παίχτη να παίξει. Για τον λόγο αυτό οι παραγγε- λίες μας προέρχονται από επαγγελματίες του είδους, ενώ οι μαθητές μουσικής είναι σπάνιοι πελάτες μας». Αλλωστε, τα καλλιτεχνήματα της οργα- νοποιίας κοστίζουν ακριβά για ερασιτέ- χνες... «Η τιμή μιας κιθάρας μπορεί να Περιζήτητα από επαγγελματίες μουσικούς χειροποίητα όργανα φτιάχνει με μεράκι ο Ν. Γεωργιά- δης. Διακρίνονται για τον ιδιαίτερο ήχο τους και η φήμη του κατα- σκευαστή τους ταξιδεύει σε όλη την Ευρώπη Ο αρχιμάστορας της μελωδίας Εργαστήρι οργανοποιίας στην Καστοριά Κατασκευά- ζει κατόπιν παραγγελίας 10 μουσικά όργανα τον χρόνο ξεκινά από 1.500 ευρώ και να φτάνει τις αρκετές χιλιάδες ευρώ, για να μην πω και δεκάδες χιλιάδες», λέει ο κ. Γεωργιάδης. «Το κόστος εξαρτάται από την επιλογή του ξύλου και από τη δεξιοτεχνία και την εμπει- ρία του κατασκευαστή. Το τελευταίο είναι και το σημαντικότερο, αφού είναι μύθος ότι το καλό ξύλο μπορεί να καλύψει τα ακουστικά κενά». Ο Νίκος Γεωργιάδης (www.burningtree. gr) είναι ένας από τους σαράντα μαθητές που αποφοίτησαν από τη Σχολή Κατασκευ- ής και Μελέτης Παραδοσιακών Οργάνων Καστοριάς, η οποία από φέτος εντάχθηκε στο ΙΕΚ της πόλης. Η ίδρυσή της συνιστού- σε πρωτοπορία για τα μέχρι τότε δεδομένα, ενώ η λειτουργία της το 1998 ξεκίνησε στο πλαίσιο προγραμματικής σύμβασης του Δήμου Καστοριάς και του υπουργείου Πο- λιτισμού. Η διάρκεια των σπουδών ήταν τρία χρό- νια και με την ολοκλήρωσή τους οι από- φοιτοι έπρεπε να κατασκευάσουν ένα πρω- τότυπο όργανο. Κατά καιρούς στη Σχολή διοργανώνονταν σεμινάρια, ενώ διεξήχθη- σαν και μελέτες για τις τεχνικές που χρη- σιμοποιούνταν στο παρελθόν για την κα- τασκευή μουσικών οργάνων. Η ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΤΟΥ ΠΟΡΕΙΑ Από ξυλουργός έγινε εργάτης της μουσικής Ο Κ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ είχε από παιδί την τάση να ασχο- λείται με χειροτεχνίες. «Τό- τε έφτιαχνα καρέκλες από μανταλάκια, ενώ αργότερα ασχολήθηκα με τον μηχανι- σμό του κλασικού πιάνου, κουρδίζοντάς τα. Παράλλη- λα, έπιασα δουλειά σε ένα ξυλουργείο που έφτιαχνε παραδοσιακά έπιπλα. Στη συνέχεια ξεκίνησε να λει- τουργεί στον τόπο μου -και για αυτό ήμουν τυχερός- η Σχολή Κατασκευής και Με- λέτης Παραδοσιακών Οργά- νων με ευθύνη του Δήμου Καστοριάς. Παρότι ήμουν πια περίπου 23 χρονών, αποφάσισα να φοιτήσω εκεί για τρία χρόνια», λέει. Μετά την αποφοίτηση εργάστηκε στη Θεσσαλονίκη. «Βρέθη- κα σε έναν από τους καλύ- τερους τεχνικούς πιάνου στην Ελλάδα, τον Πάνο Ιω- αννίδη, στον οποίο χρωστώ αρκετή από τη γνώση μου, και ο οποίος είναι από τους λίγους σε όλο τον κόσμο που κατασκευάζουν εξαρ- χής λατέρνες. Ως βοηθός του εργάστηκα στους μεγα- λύτερους οργανισμούς της Θεσσαλονίκης, στα κρατικά ωδεία και τα πανεπιστήμια της συμπρωτεύουσας», συ- μπληρώνει. «Είμαι αυτοδί- δακτος στο να παίζω κάποια μουσικά όργανα», λέει. «Παρ’ όλ’ αυτά δεν είμαι καλλιτέχνης. Μου αρέσει να θεωρώ τον εαυτό μου έναν απλό εργάτη της μουσι- κής...». Ο Ν. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ στο εργαστήριό του στην Καστοριά. Ειδικότητά του είναι να κατασκευάζει μουσικά όργανα με ιδιαίτερο ήχο ατα- γιες ρχές κλε- πολ- γές ενώ έσει άζω ο κ. ξεκινά από 1.500 ευρώ και να φτάνει τις στο ΙΕΚ της πόλης. Η ίδρυσή της συνιστού- Η «ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ» του ξύλου σε μπαγλαμά από τα χέρια του Καστοριανού μάστορα

Transcript of Ο αρχιμάστορας της μελωδίας / The master craftsman of melody

Page 1: Ο αρχιμάστορας της μελωδίας / The master craftsman of melody

ΠΕΜΠΤΗ 23 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2010

« ΚΟΙΝΩΝΙΑ24

Το «πατρικό» μαςΕΧΟΥΜΕ ξένους. Κοσμοπολίτες, αξια-γάπητους, ένα ζευγάρι γύρω στα εξή-ντα πέντε. Βραδινή βόλτα στην Αδρια-νού, με την Αγορά φωτισμένη κάτω από το φεγγάρι. Μαγεία. Εγώ, ψυλλια-σμένη, σουλάτσαρα με αθλητικά, η κυ-ρία (Παριζιάνα) είχε τιμήσει την έξοδό μας με διακριτικό τακουνάκι. Πάνω στον ρεμβασμό, κοιτάζω δίπλα μου: άφαντη η Παριζιάνα. Εχει φάει η γυναί-κα μια σαβούρα, που μόνο σε επεισόδιο του Μίστερ Μπιν θα τη δείτε. Το τακου-νάκι της σφήνωσε σε μια τρύπα στο πλακόστρωτο. Εκτοξεύτηκε μπροστά με πλονζόν και προσγειώθηκε με το κεφάλι πάνω σε ένα φορητό τρόλεϊ σερβιρίσματος, που άνοιξε από τον τράκο κι από μέσα ξεχύθηκαν σπάζο-ντας τα πιάτα της ταβέρνας.

«ΤΗ ΧΑΣΑΜΕ τη γυναίκα», ήταν η πρώτη μου σκέψη καθώς την έβλεπα ακίνητη στον δρόμο, με το πρόσωπο θαμμένο στα συντρίμμια.

ΚΑΙ ΜΕΤΑ, ήρθαν οι εργαζόμενοι. Ψύ-χραιμα, συντονισμένα, την έβαλαν να καθίσει, μακριά από αδιάκριτα βλέμμα-τα. Ενας της έφερε νερό, άλλος χαρτί για το αίμα, άλλος πάγο, τυλιγμένο σε πετσέτα, για να εμποδίσει το πρήξιμο. Μας έφεραν ρακές «που βοηθάνε το σοκ». Οταν βεβαιωθήκαμε ότι το ατύ-χημα δεν ήταν σοβαρό, ένας από τους εργαζόμενους ανέλαβε την οριστική αποθεραπεία της - μέσω του γέλιου.

«ΔΕΝ ΝΙΩΘΕΤΕ καλά, κυρία; Να σας πάω στο πατρικό μου;» της είπε, δεί-χνοντας την Ακρόπολη, πίσω στο βά-θος. Σκάει το πρώτο γέλιο η τραυματί-ας. «’Η, αν πονάτε, εδώ απέναντι είναι το μαγαζί των θείων μου», συνέχισε, στρέφοντας το βλέμμα στο κτίριο της φωτισμένης Αγοράς! «Γελάτε; Αν και μας στενοχωρήσατε. Γιατί σπάσατε τό-σα λίγα πιάτα; Στην Ελλάδα τα σπάμε όλα!».

Η ΓΥΝΑΙΚΑ κούτσαινε δύο μέρες, ανε-βοκατεβαίνοντας Παρθενώνες και Μου-σεία. Περισσότερο απ’ όλα «πήρε» μαζί της αυτό: το νοιάξιμο, τη γλύκα, το κέρα-σμα και πάνω απ’ όλα εκείνο το γέλιο.

ΔΕΝ ΦΑΓΑΜΕ σ’ εκείνο το μαγαζί. Οπότε, δεν ξέρω τις γεύσεις των φαγη-τών τους. Μου έχει μείνει ακόμα η εξαί-σια γεύση μιας παρέας εργαζομένων, που ακόμα θυμάται τι σημαίνει «φιλο-ξενία». Ειδικά, κάτω από το «πατρικό» τους… Το πατρικό μας.

ΓΡΑΦΕΙ ΗΡΙΚΑΒΑΓΙΑΝΗ

Υστε ΡικαΥστε ΓΡΒ

PEΠOPTAZ

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΡΟΒΒΑ

Μ ε εισιτήριο τον ιδιαίτερο ήχο τους, τα χειροποίητα μουσικά όργανα ενός Ελληνα τεχνίτη ταξιδεύουν

στην Ευρώπη. Ο κατασκευαστής τους, ο κ. Νίκος Γε-

ωργιάδης, είναι ένας από τους λίγους που ασχολούνται πλέον με την παραδοσιακή οργανοποιία και μετρά ώρες δουλειάς στον πάγκο. Tο μεράκι του είναι να μεταμορ-φώνει άμορφα κομμάτια ξύλου σε μια άρ-τια κιθάρα, ένα ούτι, έναν τζουρά, με κρυ-στάλλινη λαλιά...

Από την Καστοριά, όπου ζει, τα προμη-θεύει στο εσωτερικό αλλά και το εξωτερικό, στην Κωνσταντινούπολη, τη Ρωσία και στην αγορά της Σερβίας, η οποία επιδεικνύει μεγαλύτερο ενδιαφέρον, καθώς εκεί κάθε

χειμώνα πραγματοποιεί-ται ένα από τα σπουδαιό-τερα φεστιβάλ ακουστικής κιθάρας.

Η διαδρομή για την κατασκευή ενός οργάνου έχει πολλά στάδια.

«Αρχικά κόβουμε το μαδέρι και στη συνέχεια αρχίζει η διαδικασία της

κατασκευής», εξηγεί ο ίδιος. «Για τα σκα-φτά όργανα, όπως ο μπαγλαμάς και ο τζουράς, διαμορφώνουμε την εξωτερική πλευρά σκάβοντάς τη σαν κουτάλα, ενώ τα λαουτοειδή, όπως το ούτι, το μπουζού-κι, το λαούτο και ο ταμπουράς, τα κατα-σκευάζουμε με φέτες από ξύλο, με ντούγιες όπως λέμε. Η τεχνική μοιάζει με τις αρχές της κατασκευής καραβιών σε μια πιο εκλε-πτυσμένη μορφή».

Κατά τη διάρκειά της αξιοποιούνται πολ-λές τέχνες και επιστημονικές εφαρμογές για τη λειτουργικότητα του οργάνου, ενώ η ολοκλήρωσή της μπορεί να διαρκέσει ακόμη και ενάμιση μήνα. «Κατασκευάζω περίπου 10 όργανα τον χρόνο», λέει ο κ. Γεωργιάδης.

Η παράδοση «Ο χρόνος παράδοσης εξαρτάται και

από τις απαιτήσεις του πελάτη. Πάντως χρησιμοποιούμε τα πλέον σύγχρονα υλικά για τις κατασκευές και αξίζει να πούμε ότι τα χειροποίητα όργανα, εκτός του καλύ-τερου ήχου τους, βοηθούν και τον παίχτη να παίξει. Για τον λόγο αυτό οι παραγγε-λίες μας προέρχονται από επαγγελματίες του είδους, ενώ οι μαθητές μουσικής είναι σπάνιοι πελάτες μας».

Αλλωστε, τα καλλιτεχνήματα της οργα-νοποιίας κοστίζουν ακριβά για ερασιτέ-χνες... «Η τιμή μιας κιθάρας μπορεί να

Περιζήτητα από επαγγελματίες μουσικούς χειροποίητα όργανα φτιάχνει με μεράκι ο Ν. Γεωργιά-δης. Διακρίνονται για τον ιδιαίτερο ήχο τους και η φήμη του κατα-σκευαστή τους ταξιδεύει σε όλη την Ευρώπη

Ο αρχιμάστορας της μελωδίαςΕργαστήρι οργανοποιίας στην Καστοριά

Κατασκευά-ζει κατόπιν παραγγελίας 10 μουσικά όργανα τον χρόνο

ξεκινά από 1.500 ευρώ και να φτάνει τις αρκετές χιλιάδες ευρώ, για να μην πω και δεκάδες χιλιάδες», λέει ο κ. Γεωργιάδης. «Το κόστος εξαρτάται από την επιλογή του ξύλου και από τη δεξιοτεχνία και την εμπει-ρία του κατασκευαστή. Το τελευταίο είναι και το σημαντικότερο, αφού είναι μύθος ότι το καλό ξύλο μπορεί να καλύψει τα ακουστικά κενά».

Ο Νίκος Γεωργιάδης (www.burningtree.gr) είναι ένας από τους σαράντα μαθητές που αποφοίτησαν από τη Σχολή Κατασκευ-ής και Μελέτης Παραδοσιακών Οργάνων Καστοριάς, η οποία από φέτος εντάχθηκε

στο ΙΕΚ της πόλης. Η ίδρυσή της συνιστού-σε πρωτοπορία για τα μέχρι τότε δεδομένα, ενώ η λειτουργία της το 1998 ξεκίνησε στο πλαίσιο προγραμματικής σύμβασης του Δήμου Καστοριάς και του υπουργείου Πο-λιτισμού.

Η διάρκεια των σπουδών ήταν τρία χρό-νια και με την ολοκλήρωσή τους οι από-φοιτοι έπρεπε να κατασκευάσουν ένα πρω-τότυπο όργανο. Κατά καιρούς στη Σχολή διοργανώνονταν σεμινάρια, ενώ διεξήχθη-σαν και μελέτες για τις τεχνικές που χρη-σιμοποιούνταν στο παρελθόν για την κα-τασκευή μουσικών οργάνων.

Η ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΤΟΥ ΠΟΡΕΙΑ

Από ξυλουργός έγινε εργάτης της μουσικήςΟ Κ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ είχε από παιδί την τάση να ασχο-λείται με χειροτεχνίες. «Τό-τε έφτιαχνα καρέκλες από μανταλάκια, ενώ αργότερα ασχολήθηκα με τον μηχανι-σμό του κλασικού πιάνου, κουρδίζοντάς τα. Παράλλη-λα, έπιασα δουλειά σε ένα ξυλουργείο που έφτιαχνε παραδοσιακά έπιπλα. Στη συνέχεια ξεκίνησε να λει-τουργεί στον τόπο μου -και για αυτό ήμουν τυχερός- η Σχολή Κατασκευής και Με-

λέτης Παραδοσιακών Οργά-νων με ευθύνη του Δήμου Καστοριάς. Παρότι ήμουν πια περίπου 23 χρονών, αποφάσισα να φοιτήσω εκεί για τρία χρόνια», λέει. Μετά την αποφοίτηση εργάστηκε στη Θεσσαλονίκη. «Βρέθη-κα σε έναν από τους καλύ-τερους τεχνικούς πιάνου στην Ελλάδα, τον Πάνο Ιω-αννίδη, στον οποίο χρωστώ αρκετή από τη γνώση μου, και ο οποίος είναι από τους λίγους σε όλο τον κόσμο

που κατασκευάζουν εξαρ-χής λατέρνες. Ως βοηθός του εργάστηκα στους μεγα-λύτερους οργανισμούς της Θεσσαλονίκης, στα κρατικά ωδεία και τα πανεπιστήμια της συμπρωτεύουσας», συ-μπληρώνει. «Είμαι αυτοδί-δακτος στο να παίζω κάποια μουσικά όργανα», λέει. «Παρ’ όλ’ αυτά δεν είμαι καλλιτέχνης. Μου αρέσει να θεωρώ τον εαυτό μου έναν απλό εργάτη της μουσι-κής...».

‚Ο Ν. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ στο εργαστήριό του στην Καστοριά. Ειδικότητά του είναι να κατασκευάζει μουσικά όργανα με ιδιαίτερο ήχο

ατα-γιεςρχέςκλε-

πολ-γέςενώέσειάζωο κ.

ξεκινά από 1.500 ευρώ και να φτάνει τις στο ΙΕΚ της πόλης. Η ίδρυσή της συνιστού-

‚Η «ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ» του ξύλου σε μπαγλαμά από τα χέρια του Καστοριανού μάστορα