Νίκος Καρούζος, Νεολιθική Νυχτωδία στην Κροστάνδη

14
Νίκος Καρούζος ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΝΥΧΤΩΔΙΑ ΣΤΗΝ ΚΡΟΣΤΑΝΔΗ Ενδυμίων

description

 

Transcript of Νίκος Καρούζος, Νεολιθική Νυχτωδία στην Κροστάνδη

Νίκος Καρούζος

ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΝΥΧΤΩΔΙΑΣΤΗΝ ΚΡΟΣΤΑΝΔΗ

Ενδυμίων

Τραυλίζοντας οικουµένη καθώςη πραγµατικότητα χωλαίνει κι όπως

ασπροφωλιάζει η λευτεριά στον άστοργο πάγοπερικαλιόµαστε τη σώτειρα τήξη.

(Να ιδούµε αν η Άνοιξη θα συνδράµει τα όνειρά µας.)

ΈΝΑΣ ΝΑΥΤΗΣ: Το µυαλό πώς µαλακώνει στα Ουράλια;ΈΝΑΣ ΆΛΛΟΣ ΝΑΥΤΗΣ: Τι θέλεις να πεις; ∆εν κατάλαβα.

µουχλιάζει το τηλέφωνο. ευδαιµονία- Η εξουσία ολάκερη στα Σοβιέτ! Αυτό είν’ όλο.

ΠΡΑΒ∆Α- Μπορείς όµως να κόψεις ένα τριαντάφυλλο απ’ τη λέξη

τριανταφυλλιά;- Σε κείνους η ερώτηση.

ΠΡΑΒ∆Α- Ποια λογική αρχίζει σε κείνους; [Ένας τρίτος ναύτης.] - Εγώ βλέπω

άλλο. η λογική της εξουσίας συνεχίζεται.

ΠΡΑΓΜΑΤΙ- Θα πεθάνουµε ή θα βάλουµε την επανάσταση στο νόηµα της!

- Αυτό είν’ όλο.

Νοστάλγησα τα ορυχτά την άφωνηθηλαστική µου ιερότητα

κι ανατρέχω στον ύπνο που µε σώζειείν’ ο πρόχειρος θάνατος

ένα κλούβιο ρολόιχωρίς τα πριν και χωρίς τα µετά.

δεν ήρθα δε φεύγω θα σταµατήσω.

[3]

- Η εξουσία είναι της Ιστορίας η ευκοιλιότητα.- Στο χωριό µου τη λένε γλεντοκώλα.

ΠΡΑΒ∆Α- Γεννάδη, κάνεις οµοιοκαταληξία µε τον Άδη.

- Φθέγγοµαι τρόµο. Και επιτέλους τι νοµίζεις πως είναι τα ιδανικά;Είν’ όπως αλευρώνουµε τα ψάρια πριν απ’ το τηγάνισµα.

- Εµείς που αληθεύουµε;- Στην επανάσταση.

ΑΥΤΟ ΕΙΝ’ ΑΛΗΘΕΙΑ

- Για άκου το χτεσινό µου όνειρο. Βρισκόµουνα τάχα στον Όλυµπο.Θέαινες λαλέουσες κοροϊδεύαν αιωνίως του κύκλου την απληστία,

µ’ ένα χυδαιότατο φεγγάρι λίγο ψηλότερα. – ∆ρόµος αµφιλεκτισµού.µετέρχοµαι άγνωστο -, είπα. Κι άξαφνα βγαίνουν εµπροστά µου

από σκοτεινό χαλκό και νήπια σίδερα ο Ήφαιστος και η Αφροδίτη,τσιτσίδια αιµατωµένα. «Τι φαντάστηκες», µου λέει ο Ήφαιστος.«Αυτή η κρυπτογαµική κι ατάσθαλη Κυρία τα κάνει όλα. η κατάβάθος νυµφοµανής Ήρα. είναι η σύζυγος-εξουσία κι αναµέλπει

λάµψη αµέµπτου ηθικής». –Αφυπνίστηκα ταραγµένος.

∆ούλα του φωτός πεταλούδα. φτερά και χνούδι σε εξωφρένεια!Ο έκλυτος ∆ίας κρατεί κεραυνούς αναφαίρετους

δίχως ακόµη πυροδότησηχορταίνοντας όραση βλακείας

καθεζόµενος υπεράνω πάσης κοσµολογίας.Κ’ η µούρη των αλόγων του Φαέθοντα έναντι του κενού µε άφρη κο-

σµικής ύλης.

Ασθενοφόρο γρήγορα για το βασιλέα Ληρ!

[4]

Ευωδιάζουµε από τρέλα.∆εν πιάνουν τα φρένα. χανόµαστε στη διαιρετότητα του Ζήνωνα.

Η ΑΝΝΑ (που πλησιάζει): Τι νέα έχουµε απ’ την πραγµατικότητα;ΝΙΚΟΛΑΪ (σηκώνει το ακουστικό): Στον επόµενο τόνο η ώρα θα

είναι 17 και 21 και τρία δευτερόλεπτα.ΓΕΝΝΑ∆ΗΣ: Αχ καηµένε! Τα τσιγάρα µονάχαι δύνασαι ν’ αριθµή-

σεις, όχι το κάπνισµα.ΝΙΚΟΛΑΪ: Φοβάµαι, σύντροφε. Και η επίθεση επίκειται. Ο Λένιν έχει

εµπλακεί στη µοίρα.

- Πανάκριβα ραφτικά.- Χοϊκή φρενίτιδα.

- Φαλλοκοπία.- Ουτοπία.

- Μα όµως αναιρέσαµε το δάσος.- Βροχές µανάδες… Άραχλε!

Να κι ο τρισάθλιος ήλιος! Μια χλεµπόναστ’ ουρανού το κατεστηµένο.

Αµ’ τι γαρ;Η αλληλεγγύη των αστεριώνε ξανασπιθίζει

µε µηδέν αντίχτυπο.θυµάµαι κάποτε στη Τζια ένανε γάιδαρο

να τρώει λαµπερές µαργαρίτες.επιτυχία της µοναξιάς. αυτή ναι πάντα

η κατάσταση.

Να προσπερνάς αυτολεξεί τα νεύρα σου.- Με σφίγγει µια αλήθεια. της παραδίνοµαι. Με σφίγγει µια άλλη. κιαυτηνής της παραδίνοµαι. ∆ιατρέχοντας του µυαλού την ωµότητα.

Λέω αίµα του ψύλλου κι αµέσως οσφραίνοµαι ρούµι.

[5]

- Παραδέρνεις. Αλλ’ εµένα τα µάτια µου διεκδικούσαν ενότητα οπτι-κής. εκκένωση τραγωδίας. Ουδέποτε υπέφερα τις αντιφάσεις. Αµφί

και ρέπω, όχι!- Χρεµετίζεις φαντασία.

[Την ηµέρα εκείνη γεννήθηκα µόνος µου. δεν είχα βιολογικό προη-γούµενο. Σούρθηκα στην τρώγλη της απλής αριθµητικής. Εκεί δια-

λάµποντας ενωτίστηκα κόκαλα.]

Υπερφίαλο φως ισχνότητα του έρωτα!Τι ναν τα λέµε… Αυτοψυχίατρος είν’ ο ποιητής

µε καθαρό οινόπνευµα.Κυρίως θα λεγα θεοσταγής και προϊούσα σφήκα.

Θα γαλαζώσει πάλι.

- Μα είναι κι ο άλλος έρωτας, ο γενετήσιος.- Τι να σου κάνει αυτός… Αν θέλεις, βάζει λίγα παγάκια στη µελαγ-

χολία µου.

[Θύµησες αφεύγατες από τότενες που ξέρω τον εαυτό µου. δεν είν’εύκολο πράγµα η οµορφιά, κι ας είναι τόσο µεταδοτική µε λόγια και

µε θεωρίες. Κι αυτό το χέλι, η αισιοδοξία. γλιστρά πάντοτε στηνεπόµενη φάση. Θέλει δύστυχο χώµα η ελιά... Το δράµα της ποιότη-

τας.]

Είθε να µην υπήρχα.µαβής ο χτύπος της καρδιάς. αλητεία.

Κι αν είπα τις προάλλες τη ζωή αντίρρηση του σκούληκαδεν έπαψε να φουγαρίζει µέσα µου χαώδης

η απελπισία.Θες το ζώο θες ο άγιος τίµηµα η απουσία.

Κορφόνυχα µες στη φωτιά σε ταραχώδη θράκα

[6]

χρονάκια µου και χρόνιαέκανα γω το µπόι µου βλαστοβολώντας ύψος

χωρίς να συµβουλεύοµαικακούς ονειροκρίτες και θολά µαντεία.

∆εν αναµέτρησα κινδύνους. αποτεφρώθηκα.Πίστεψα στα χρυσάνθεµα ορκίστηκα στη χλόη

Κι όπως ρεκάζει επιστήθιος άνεµος από βροχεράσυµπεράσµατα

στα ερυθρά χαλάσµατα του ήλιου ξαναφαίνοµαικι ανιστορώ τα ρόδινα νεφρά µου.

- Κλαίµε δίχως πεντάγραµµο. τα όρνια συνωστίζονται στον αγέραστροβιλίζοντας ανεπίληπτα τη γεωµετρία. Κυριέψαµε την ελάσσονα

λέξη ΣΟΒΙΕΤ –- Ουαί συντρόφοι µου φαντασιολεξία!

- Ετερολεξία του κόµµατος. αντιλέγει ένας ναύτης.

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ. ΟΙ ΣΚΟΤΩΜΕΝΟΙ ΖΟΥΜΕ ΑΚΟΜΗ.

- Στο βάθος του Φιλλανδικού Κόλπου.Του δε πλήθους των πιστευσάντων ην η καρδία και η ψυχή µία, καιουδέ εις τι των υπαρχόντων αυτώ έλεγεν ίδιον είναι, αλλ’ ην αυτοίς

άπαντα κοινά…Στο βάθος του Φιλλανδικού Κόλπου.

- Λέω να περπατήσω λιγάκι. Μέχρι τα µαγειρεία. ∆υο-τρεις µέρεςπου δεν είδα ορνιθίτσα. δουλεύει καθαρίστρια η Άννα. Μια οποια-

δήποτε δουλειά εδώ πάει στην έκσταση.

Καθώς ο ήλιος καµπουριάζει κι απογίνεταιµύξα φωτός

ανέρχοµαι κόκκινος µε ψυχικά µατογυάλια θλίψης

[7]

κάνοντας δεύτερη φωνή στην ύληκαι υπεραµύνοµαι της αιτιότητας

ενάντιαστο χυδαίο Σύµπαν.

- Είτε στον ύπνο (παξ) είτε στην εγρήγορση (κοάξ) ονοµάζοµαιγοργά µελλοθάνατος.

- Αυτό είν’ έτσι. Σ’ ενδιαφέρει όµως το τελευταίο µου όνειρο; Πήγα τηγραφοµηχανή µου στον οδοντίατρο. «Κανένα σάπιο δόντι;» µε ρώ-τησε. ∆εν ξέρω τι συνέβη ύστερα, µα ο γιατρός είπε ήρεµα. «ναν τηνξαναφέρετε την άλλη εβδοµάδα». Την πήρα στα χέρια µου και προ-χώρησα στον αναβατήρα. Τότενες ούρλιαξε η γραφοµηχανή. «θα

φύγω µόνη µου!». Και κατρακύλησε από κάτι ελισσόµενες σκάλες,που ωστόσο ήτανε γιγάντιες πορτοκαλόφλουδες.

- Παράλληλα εµείς τρώγαµε βαθιά τα νύχια µας. Κι ακούγαµε τησιωπή να ηχεί µε χαλαροκούδουνα. [Τυπωθήτω.] - Αλλά θα

’πρεπε…

Θροµβώδη φυλλώµατα. Συνεσθίοµαιµαζί µε τ’ άνθη.

διασχίζω τους γάµους των θάµνωναναφλέγοντας το γραφτό µου σε άναρθρους

όρθρουςαποτυχίζω την απόγνωση κατακείµενος

όρθιος.

[Πλησιάζουµε οξυγόνο. «Ρωτήθηκε µια µέρα ο Nasreddin Hodja:- Οήλιος είναι πιο χρήσιµος ή η σελήνη; - Η σελήνη, είπε ο Hodja, γιατίο ήλιος προβάλλει όταν ξηµερώνει. Ενώ η σελήνη φωτίζει τον κόσµοόταν νυχτώνει». (Εκ του γαλλικού.) Με οπτική λογική θ’ αστράφταµε

[8]

απαροµοίαστα. Θα ’λεγες όχι;]

Λέω συχνά τα νεφρά µου θα υπερισχύσουν.Εντούτοις µαθητεύω πια συνέχεια σε τρόµο

κάθε βράδυ ξαναστοχάζω πως όχι! δε θα ξυπνήσω.κάθε πρωί ξεριζώνω φλέγµατα υποφέροντας

µιαν άγρια ναυτία που δεν εξελίσσεται ολότελακι ανατριχιάζω

κάτι νύχτες µε εθελούσιο µαύρο κάτι νύχτεςαπό τεράστια αιµοχαρή φεγγάρια

για να διαλευκάνω επιτέλους τα άσπρα µουµαλλιά ως τη συντέλεια.

∆ε θυµάµαι θυµάρι που να µην ανάδωσε πάντοτετην ευωδιά του

µε ήλιους ορεινούς αναφωνήµατα στη µνηµοσύνη.∆εν ξέρω τι κάνει το συκώτι µου δεν ξέρω

τι κάνει η καρδιά µουµαστίζοµαι από ένοχη θέαση κι ανωφερή

αχτηµοσύνηχαράζω σύµφωνα και εκφέρω φωνήεντα φρίκης.

- Θρησκευτική υπόθεση. Κι ο χρόνος τώρα δεν είναι µαγνητοταινίατης αιωνιότητας. Ανακρούεται επιστήµη.κουκιά µετρηµένα. Μα είν’

αµπόρετο να τσιµπήσει κανείς τη θάλασσα. Η Ιστορία τελικά συνα-ναστρέφεται αγάλµατα. ∆εν είναι;

Το πιάνο µου το λένε γραφοµηχανή.στην άλλην όχθη µελωδεί το θάνατό µας.του Τρότσκυ καλλωπίζει την υπογραφή.

Κι ο Ζηνόβιεφ απ’ αντίκρυ στα ίδια πλήχτραµε κόκκινο φελόνι

µε γλαυκό στιχάριοµηχανεύεται την απόλαυση να µας αφανίσει.

[9]

- Θυµάµαι λοιπόν έναν ουρανόβραχο στην πατρίδα. Ωσάν τούτονεσυλλογιόµουνα κάνει οµορφιά κι ο Λένιν.ωσάν ετούτονε το µέγα

βράχο στην αιθρία.- Την ξαστεριά την έλεγες κάποτε µηχανορραφία.

- ∆εν εγγυώµαι καµιά λέξη.- Μας ρήµαξε η φαντασία.

- Μα η λάµψη, µας καθιερώνει.- Τι εστί λάµψη;

————————————-[Αυτός που βγαίνει κουστουµαρισµένος µε γλαφυρή γραβάτα στηµέση της εκκλησίας µεταξύ των ψαλτάδων και λέει το «Πιστεύω» -,

τι µπλαµπλά Θεέ µου. τι αφρώδης αφρένεια!] - Ποιος αποφάσισε ταπτώµατά µας;

————————————-- Ξέχειλα τα οράµατά µας. Εµπλουτισµένοι αθανασία.

- Νυµφίοι της ελπίδας αρουραίοι.[Λάµπουµε όλοι στην Κροστάνδη. Στην πιο περήφανη γεωγραφία.]

Μικρόσωµος ο Χάρονταςψηλόκορµη η αγάπη.

Κανένας ήλιος επισείονταςµεσηµεριάτικο κίτρινο

σε ζοφώδη ζωύφια. κανένας τρόµος!Έτσι κι αλλιώς αποθανούµεθα.

Κι ο αµνός οληνώρα χαµηλώνει στην ακούραστη βρώση.Θεός αµφίθεος. τ’ αγγελικά µου τάρταρα. φρικωδία

ναι και όχι.καθώς ορχείται σεινάµενο λυγάµενο

το µέγιστο ερώτηµα.η βία είναι

η µαµή της Ιστορίαςή είναι

το εκάστοτε

[10]

νεογνό της Ιστορίας;(Χορός είν’ αυτός και ζαλίζει.

Μα όµως πρέπει µας τραγούδι.Η τρικυµία βόγγει από πάντα

για να βγάλειφτερά το πέλαγο να πετάξει

στα δρώµενα ύψη.)- Άµα η αλήθεια δεν κάνει φαλάκρα, πώς να γουρµάσει…

ΈΝΑΣ ΝΑΥΤΗΣ (που φταρνίστηκε): Αυτό εγώ λέω αλήθεια.(Γελώντας): Το φτάρνισµα. ολική απόρριψη.

Σε βοερά µνηµόσυνα βοράς κι αθώας βαρβαρότηταςµε πετεινών αθλήµατα στους χαµηλόκορµους ουρανούςωσότου πιάσουν ένα γύρο οι βροχάδες τα πρωτόνεραώσπου ν’ ανοίξει της χυνοπωριάς το κατουροβάρελο.

Θα ’τανε πέρσι.Ρεµβώδη νοήµατα. τυράγνια του βήχα. σκελετός από µέσα.

Τα φουκαριάρικα πλεµόνια µου δεν έχουν ευκρασίαµα η ζωή τυρβάζει σαν ζωή και σε κανένα είδος αλήθειας.

Θα ’τανε πέρσι.Και έπεται στο µέγα δάσος εκείνη η γαλήνη η φτυστή

µε βραδυγλωσσία της υπάρξεωςη νυοστή εκείνη σίγηση µε τα λαµπερά οιδήµατα

σαν τα νερά στις φυλλωσιές τα γοργοµίλητασαν των πουλιώνε την ανέγνωρη κι αγγελοµάτα νιότη.

Στο λάκκο δεν προσµένουµε στον Άδη δεν ακαρτερούµεκι ουδέ τα φίδια πλεχταριά κι ουδέ οι οχιές κουβάρι

µονάχα µια τροµώδης πλάστιγγα που ζυγίζει ενόρκωςτην αφθαρσία της ύλης.

Τα κόκαλά µου βιάζονται τη λευτεριά τους απ’ τη σάρκα.[Βραδυάζει στο κείµενο. Η κατακρήµνιση του απογεύµατος: ωριµό-

τητα.] - Αν έλιωνε ο πάγος. αν τους προλάβαινε η Άνοιξη…- Θα ’φερνε αποτέλεσµα;

[11]

- Για πιότερη στόχαση.- Θ’ αποφασίζαν ένα διάλογο;

[ Εφτά µετρήθηκαν τα βήµατα του νιογέννητου Βούδδα, πεθαίνονταςεφτά µέρες αργότερα η βασίλισσαMaya. Ρέει ο χρόνος και µια

νύχτα Siddhartha monte a cheval et les Dieux font un tapis de leursmains sousles sabots du cheval pour qu’il puisse abandoner la ville

sans etre entendu ni vu de personne. Ανάβει το µυστικό ζώο µεχαρµόσυνο σκοτάδι sous un arbre de pipal. Ούτε πλούτος πλέονούτε γυναίκα ούτε το παιδί του. τ’ αφήκε όλα πίσω. τα παράτησε

στο καλό και στο κακό (ηλιοφέγγαρο). Μια τεράστια γδύµνια. στηναρχή βάναυση. τρώγοντας un grain de riz par jour. Ερχόντας η φώ-

τιση ξαναγεννήθηκε. ]

Στήθος µου δε σε γιόµισα κέρµατα κι ότανο ήλιος αγνοεί στη δύση του το κάλλος

πράττει άριστακι όταν επίσης βάζει

σκοτείνιασµα στην τόση φλεγµονή και χαϊδεύειτης νύχτας την κλειτορίδα.

Σκιαγµένα καντηλάκια στους τάφους. ο βραδινόςαέρας τα τροµάζει.

Μ’ ένα κλαρί κληµαταριάς απάνω φαρδύ γαλάζωµαχαίροµαι την εικαστική λεπτότητα.

[ ΠρολετάριοιΠροσµονάριοι ] Πλαγιάζουν τα λουλούδια την ευλύγιστη βροχή

κι ανάσσειστο ανάσασµά µου η ερηµόκαρπη παρουσία

µαθαίνω τις φτερούγες µουδάσκαλος ο αγέρας

αρραβωνιάζεται τη λεύκα σ’ αρίφνητο του άσπρουφυλλοµάνι

[12]

δεν έχει όρια η ευφράδεια της Σταύρωσηςούτε το πορτοκαλί που µε τύφλωνε

φωσφορίζονταςµα εγώ τη γλώσσα την αποκλήρωσα

δε µαζεύω ψυχοχάρτια χαζεύω την αγριότηταοι καιόµενες πορφυρές δεκαετίες

από υδρόγεια νόησηκι αναπηδά στη χύτρα του πεπρωµένου

ο χόχλακας.Φεγγάρι µου βγαλµένο µάτι ρεµβάζω σου

τ’ ασπράδι.[ Παλιοκούρελο η ποίηση. θα ’λεγα σολιασµένα βάσανα. Πάει καλά.Μήπως όµως βλέπουµε την επανάσταση σε διάθλαση; µήπως δεν

έχει πραγµατικά στραβώσει;- Προέχει το µαύρο.

- Τι εννοείς;- Κλείσε τα µάτια σου: πάνε όλες οι µορφές. άµα τ’ ανοίξεις επανέρ-

χονται όλες. Αυτό είν’ έτσι.- ∆ώσε µου σαν ενθύµιο τον ορισµό της εξουσίας.

- Ως προς εµένα η εξαχτίνωση του χτήνους.- Τικ τακ. τικ τακ. τικ τακ –

- Αλλά πού µε ειρωνεύεσαι τώρα, σύντροφε;Ποτέ µου δεν αφέθηκα στους αριθµούς ή άλλα κύµβαλα

ούτε είπα την ανθρωπότητα οµορφόσογο.µα είν’ αλήθεια. στα κράκουρα της ερηµιάς η πτήση

µοιάζει µε αθώωση κι ο νους µας πάντοτεξελεπιάζει στους ωκεανούς τον Ποσειδώνα αιχµηρή φενάκη

σε πικρά της αγωνία ωράρια.φάσµα ο πανσέληνος ουρανός κι ο ηλίθιος ήλιος απάνω

υποκινητής του ίσκιου µου µέρα-νύχτα.Σιγά τα αίµατα! – ο ήλιος, µας οφείλεται κύριοι.

χωρίς υµνολογίες!

[13]

Χωρατεύει σωρηδόν η άνθηση κι αν υποκύπτω στην όσφρησηστα µύρα στη µητέρα στους αµέριµνους ίασµους

εντούτοις µ’ ενοχλούσαν ανέκαθεν οι ώρες του Σωκράτηπριν απ’ τον έυγεστο θάνατο

κι εγέρωχα ωρυόµενοι κεραυνοί νεµόµενοι το µεσονύχτιτ’ ουρανού οι βογιάροι

µ’ ανελέητα σπαθιά κι απαστράφτονταςτη νύχτα τήνε ξεκοιλιάζουν.

Εγώ λοιπόν έκπληχτος από χέρι διαστέλλω γαλαξίεςκι ανατείνοµαι όνειρος

αποβάλλοντας το πραγµατικό κι αναθυµούµενος µόλιςεκείνη την αρτηρία του αόρατου

την πλεξούδα του καπνού σε ανώδυνούψος. Εδώ επιµένουµε όλοι.

- Άννα, τι συµβαίνει;- Άρχισε η επίθεση.

- Άννα, έχε γεια! Θα πεθάνουµε.- Νικολάι, σ’ αγαπούσα ολόκληρη.

- Μιαν άλλη φορά. θα ξαναγίνει, Άννα.

[ et les Dieux font un tapis την ώρα τούτη µε τον πάγο κάτω απ’ ταπέλµατα των συντρόφων απέναντι. για να περάσουν αιωρούµενοι. ]

διεδίδετο δε εκάστω καθότι αν τις χρείαν είχεν –KRONSTADT

[14]

Η Νεολιθική Νυχτωδία στην ΚροστάνδηΤου ΝΙΚΟΥ ΚΑΡΟΥΖΟΥ

ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΨΗΦΙΑΚΑΑΠΟ ΤΟ ΒΑΣΙΛΗ ΛΑΛΙΩΤΗ

ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑΤΟΝ ΙΟΥΛΗ ΤΟΥ 2014

f