ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ - ΜΑΝΟΣ ΛΑΛΟΠΟΥΛΟΣ

2
ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ / ή MEMENTO του Μάνου Λαλόπουλου (Ξύλινο γραφείο, κούπα καφέ, χαρτιά, γραφομηχανή. Σε μια καρέκλα κάθεται ο συγγραφέας, ντυμένος με πυτζάμες και διπλωμένος με κουβέρτα. Φοράει τα γυαλιά πρεσβυωπίας του και γράφει στην γραφομηχανή του. Σε κάποια στιγμή σταματάει , χωρίς να παίρνει τα μάτια του από το χαρτί, μελετάει τι έγραψε και πιάνει την κούπα του καφέ δίπλα του , πινοντας μια γουλιά. ) ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: (σαν να μιλάει σε κάποιον) Ξέρεις τι βρήκα! Ε; Εκείνη τη σελίδα που είχα χάσει... Έσπασα το κεφάλι μου να την ψάχνω. Και τελικά , δεν ήταν και τίποτα σπουδαίο. Είχες δίκιο. Λέξεις, λέξεις και τίποτα επί της ουσίας. Τίποτα για την “ουσία” σου. Τίποτα από αυτό που θυμάμαι από εσένα. Απολύτως. Σαν να σε ξέχασα. Κι όμως... Δεν σε ξεχνάω ποτέ. (Βγάζοντας τα γυαλιά του, τρίβει τα μάτια του σαν να κουράστηκαν τα βλέφαρα. Από πίσω του εμφανίζεται ένας νέαρος άντρας και τον αγκαλιάζει σφιχτά.) ΝΕΑΡΟΣ: (στοργικά) Κουράστηκες; ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Όχι, όχι. ΝΕΑΡΟΣ: Νόμιζα πως κουράστηκες. (Του ανακατεύει τα μαλλιά. Ο συγγραφέας χαμογελά. Παύση.Ο νεαρός πλέκει τα χέρια του και τα τεντώνει προς τα επάνω σαν να ανασκουμπώνεται και γεμίζοντας από ενέργεια ξεχύνεται στην σκηνή. ) ΝΕΑΡΟΣ: Εγώ δεν είμαι καθόλου κουρασμένος! Θέλεις να παίξουμε; Μπορείς; ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Πως δε μπορώ; Καλύτερα, όμως όχι. Πρέπει να τελειώσω! ΝΕΑΡΟΣ: Έλα σήκω, σήκω. Θα σου κάνει καλό. (Τον αρπάζει από το χέρι, τον σηκώνει από την καρέκλα και τον στροβιλίζει γρήγορα δυο-τρεις φορές. Ο Συγγραφέας γυρίζει γύρω γελόντας και ξαφνικά σταματάει.) ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: (χαρούμενος , προσπαθώντας να βρει την ανάσα του) Είναι αυτές οι στιγμές που είναι σαν να είσαι εδώ μαζί μου... (σοβαρεύοντας) αλλά δεν είσαι. Κι εγώ πρέπει να τελειώσω. ΝΕΑΡΟΣ: Δεν μπορείς να τελειώσεις μετά; Αφού σου λείπω. Δεν σου λείπω; ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Ναι. Πολύ. Για αυτό πρέπει να τελειώσω. Πρέπει να καθαρογράψω τις σκέψεις μου, όλες αυτές τις αναμνήσεις. Δεν θέλω να χαθούν μαζί μου. ΝΕΑΡΟΣ: Αυτό φοβάσαι; Πως δε θα προλάβεις; ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Ναι. ΝΕΑΡΟΣ: Γιατί; ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Τι με ρωτάς; ΝΕΑΡΟΣ: Ρωτάω, τι σημασία έχει;

description

θεατρικό ταχύδραμα

Transcript of ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ - ΜΑΝΟΣ ΛΑΛΟΠΟΥΛΟΣ

Page 1: ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ - ΜΑΝΟΣ ΛΑΛΟΠΟΥΛΟΣ

ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ / ή MEMENTOτου Μάνου Λαλόπουλου

(Ξύλινο γραφείο, κούπα καφέ, χαρτιά, γραφομηχανή. Σε μια καρέκλα κάθεται ο συγγραφέας, ντυμένος με πυτζάμες και διπλωμένος με κουβέρτα. Φοράει τα γυαλιά πρεσβυωπίας του και γράφει στην γραφομηχανή του. Σε κάποια στιγμή σταματάει , χωρίς να παίρνει τα μάτια του από το χαρτί, μελετάει τι έγραψε και πιάνει την κούπα του καφέ δίπλα του , πινοντας μια γουλιά. )

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: (σαν να μιλάει σε κάποιον) Ξέρεις τι βρήκα! Ε; Εκείνη τη σελίδα που είχα χάσει... Έσπασα το κεφάλι μου να την ψάχνω. Και τελικά , δεν ήταν και τίποτα σπουδαίο. Είχες δίκιο. Λέξεις, λέξεις και τίποτα επί της ουσίας. Τίποτα για την “ουσία” σου. Τίποτα από αυτό που θυμάμαι από εσένα. Απολύτως. Σαν να σε ξέχασα. Κι όμως... Δεν σε ξεχνάω ποτέ.

(Βγάζοντας τα γυαλιά του, τρίβει τα μάτια του σαν να κουράστηκαν τα βλέφαρα. Από πίσω του εμφανίζεται ένας νέαρος άντρας και τον αγκαλιάζει σφιχτά.)

ΝΕΑΡΟΣ: (στοργικά) Κουράστηκες;ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Όχι, όχι. ΝΕΑΡΟΣ: Νόμιζα πως κουράστηκες. (Του ανακατεύει τα μαλλιά. Ο συγγραφέας χαμογελά. Παύση.Ο νεαρός πλέκει τα χέρια του και τα τεντώνει προς τα επάνω σαν να ανασκουμπώνεται και γεμίζοντας από ενέργεια ξεχύνεται στην σκηνή. )ΝΕΑΡΟΣ: Εγώ δεν είμαι καθόλου κουρασμένος! Θέλεις να παίξουμε; Μπορείς;ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Πως δε μπορώ; Καλύτερα, όμως όχι. Πρέπει να τελειώσω!ΝΕΑΡΟΣ: Έλα σήκω, σήκω. Θα σου κάνει καλό. (Τον αρπάζει από το χέρι, τον σηκώνει από την καρέκλα και τον στροβιλίζει γρήγορα δυο-τρεις φορές. Ο Συγγραφέας γυρίζει γύρω γελόντας και ξαφνικά σταματάει.) ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: (χαρούμενος , προσπαθώντας να βρει την ανάσα του) Είναι αυτές οι στιγμές που είναι σαν να είσαι εδώ μαζί μου... (σοβαρεύοντας) αλλά δεν είσαι. Κι εγώ πρέπει να τελειώσω.ΝΕΑΡΟΣ: Δεν μπορείς να τελειώσεις μετά; Αφού σου λείπω. Δεν σου λείπω;ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Ναι. Πολύ. Για αυτό πρέπει να τελειώσω. Πρέπει να καθαρογράψω τις σκέψεις μου, όλες αυτές τις αναμνήσεις. Δεν θέλω να χαθούν μαζί μου.ΝΕΑΡΟΣ: Αυτό φοβάσαι; Πως δε θα προλάβεις;ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Ναι.ΝΕΑΡΟΣ: Γιατί;ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Τι με ρωτάς;ΝΕΑΡΟΣ: Ρωτάω, τι σημασία έχει; ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Για μένα έχει. ΝΕΑΡΟΣ: Κι όμως. Αν με θυμόσουν -όπως λες- θα παραδεχόσουν πως δεν έχει καμιά απολύτως σημασία. Θα θυμόσουν πως εγώ – δηλαδή Εσύ - έλεγα : “θα μείνω πάντα παιδί.” Και τα παιδιά δεν ενδιαφέρονται για τα λόγια και τις λέξεις αλλά .... για το παιχνίδι! (τον αρπάζει από τα χέρια και πάει να τον στροβιλίσει ξανά)ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: (διακόπτοντας την κίνηση του) Άλλαξα όμως. Μεγάλωσα. Και δεν θέλω να παίξω κανένα παιχνίδι. Θέλω να γράψω. (Κάθεται στη καρέκλα του) Να γράψω για την ομορφιά της ηλικίας σου. ΝΕΑΡΟΣ: Μα εκεί ήταν η ομορφιά. (Βαδίζει πίσω από τον Συγγραφέα και τον αγκαλιάζει ξανά στους ώμους) Στο παιχνίδι. ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Άσε με τότε να γράψω για αυτό. Θέλω να σε γνωρίσουν και άλλοι. Έτσι δε θα σε χάσω ποτέ.ΝΕΑΡΟΣ: Δεν χρειάζεται να με γνωρίσει κανείς άλλος. Μου φτάνεις εσύ. Εσύ, όπως μας θυμάσαι τότε. Όταν εσύ ήμουν εγώ. (Ο Νεαρός χάνεται πίσω από την καρέκλα του συγγραφέα. Ο Συγγραφέας κοιτάζει επίμονα τη γραφομηχανή του. Δεν την αγγίζει. Σηκώνεται και φεύγει εκτός σκηνής.)