Ειδικές παρατηρήσεις στο νομοσχέδιο Μαυροβουνίου για...

12
Ειδικές παρατηρήσεις στο νομοσχέδιο της θρησκευτικής ελευθερίας του Μαυροβουνίου (2015) με άξονα την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) Θ.Δ. Παπαγεωργίου Δικηγόρος LLM Πρέπει να παρατηρηθεί ότι το σχέδιο νόμου του Μαυροβουνίου για την θρησκευτική ελευθερία κινείται γενικά σε μια προοδευτική, φιλελεύθερη και κοσμική βάση. Παρακάτω εντοπίζονται ωρισμένες διατάξεις του νομοσχεδίου, οι οποίες ενδεχομένως θα δημιουργήσουν είτε ζητήματα αντιφάσεων μεταξύ τους είτε ζητήματα συμφωνίας τους προς τις ρυθμίσεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου : Α) Αντιφάσεις μεταξύ των διατάξεων του νομοσχεδίου Σε ό,τι αφορά τον έλεγχο συστηματικής εναρμόνισης μεταξύ των διατάξεων του ίδιου του νομοσχεδίου προκύπτει μια σειρά αντιφάσεων. Ενδεχομένως οι αντιφάσεις αυτές να αιτιολογούνται από το ενδεχόμενο ότι κάποιες διατάξεις προστέθηκαν στο νομοσχέδιο σε μεταγενέστερο χρονικό σημείο και χωρίς να ληφθεί μέριμνα για το συντονισμό τους. Ειδικότερα : Το άρθρο 14 επιτρέπει την καταχώριση στο Μητρώο Θρησκευτικών Κοινοτήτων του αρμόδιου Υπουργείου τόσο για τις θρησκευτικές κοινότητες με έδρα εντός του Μαυροβουνίου, όσο και για τις θρησκευτικές κοινότητες που έχουν την εδαφική περιφέρεια τους εντός του Μαυροβουνίου, αλλά οι ίδιες αποτελούν οργανωτική υποδιαίρεση εδαφικά ευρύτερης θρησκευτικής κοινότητας, η οποία εδρεύει εκτός Μαυροβουνίου. Πρέπει να τονισθεί ότι και τα δύο παραπάνω είδη θρησκευτικών κοινοτήτων (αυτοτελείς κοινότητες όσο και μη αυτοτελείς θρησκευτικές κοινότητες – τμήματα μεγαλύτερων Εκκλησιαστικών δικαιοδοσιών) χαρακτηρίζονται στο άρθρο 14 υπό τον ενιαίο όρο «θρησκευτική κοινότητα». Επίσης το άρθρο 4 επιτρέπει σε μια θρησκευτική κοινότητα εντός Μαυροβουνίου να συνδέεται ή να αποτελεί 1

description

Ειδικές παρατηρήσεις στο νομοσχέδιο της θρησκευτικής ελευθερίας του Μαυροβουνίου (2015) με άξονα την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ)

Transcript of Ειδικές παρατηρήσεις στο νομοσχέδιο Μαυροβουνίου για...

Page 1: Ειδικές παρατηρήσεις στο νομοσχέδιο Μαυροβουνίου για τις θρησκευτικές ενώσεις 2015

Ειδικές παρατηρήσεις στο νομοσχέδιο της θρησκευτικής ελευθερίας του Μαυροβουνίου (2015) με άξονα την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των

Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ)

Θ.Δ. ΠαπαγεωργίουΔικηγόρος LLM

Πρέπει να παρατηρηθεί ότι το σχέδιο νόμου του Μαυροβουνίου για την θρησκευτική ελευθερία κινείται γενικά σε μια προοδευτική, φιλελεύθερη και κοσμική βάση. Παρακάτω εντοπίζονται ωρισμένες διατάξεις του νομοσχεδίου, οι οποίες ενδεχομένως θα δημιουργήσουν είτε ζητήματα αντιφάσεων μεταξύ τους είτε ζητήματα συμφωνίας τους προς τις ρυθμίσεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου :

Α) Αντιφάσεις μεταξύ των διατάξεων του νομοσχεδίου

Σε ό,τι αφορά τον έλεγχο συστηματικής εναρμόνισης μεταξύ των διατάξεων του ίδιου του νομοσχεδίου προκύπτει μια σειρά αντιφάσεων. Ενδεχομένως οι αντιφάσεις αυτές να αιτιολογούνται από το ενδεχόμενο ότι κάποιες διατάξεις προστέθηκαν στο νομοσχέδιο σε μεταγενέστερο χρονικό σημείο και χωρίς να ληφθεί μέριμνα για το συντονισμό τους. Ειδικότερα :

Το άρθρο 14 επιτρέπει την καταχώριση στο Μητρώο Θρησκευτικών Κοινοτήτων του αρμόδιου Υπουργείου τόσο για τις θρησκευτικές κοινότητες με έδρα εντός του Μαυροβουνίου, όσο και για τις θρησκευτικές κοινότητες που έχουν την εδαφική περιφέρεια τους εντός του Μαυροβουνίου, αλλά οι ίδιες αποτελούν οργανωτική υποδιαίρεση εδαφικά ευρύτερης θρησκευτικής κοινότητας, η οποία εδρεύει εκτός Μαυροβουνίου. Πρέπει να τονισθεί ότι και τα δύο παραπάνω είδη θρησκευτικών κοινοτήτων (αυτοτελείς κοινότητες όσο και μη αυτοτελείς θρησκευτικές κοινότητες – τμήματα μεγαλύτερων Εκκλησιαστικών δικαιοδοσιών) χαρακτηρίζονται στο άρθρο 14 υπό τον ενιαίο όρο «θρησκευτική κοινότητα».

Επίσης το άρθρο 4 επιτρέπει σε μια θρησκευτική κοινότητα εντός Μαυροβουνίου να συνδέεται ή να αποτελεί τμήμα άλλης ομόδοξης θρησκευτικής οργάνωσης με έδρα εκτός Μαυροβουνίου. Ωστόσο :

1) το άρθρο 11 επιβάλλει ώστε να βρίσκεται εντός Μαυροβουνίου η κεντρική διοίκηση μιας θρησκευτικής κοινότητας, η οποία καταχωρίσθηκε στο Μητρώο Θρησκευτικών Ενώσεων. Επομένως το άρθρο 11 συγκρούεται με το άρθρο 14, το οποίο επιτρέπει την καταχώριση στο Μητρώο Θρησκευτικών Ενώσεων κοινοτήτων, που δεν είναι εκκλησιαστικά ανεξάρτητες και των οποίων η κεντρική διοίκηση βρίσκεται στο έδαφος άλλου κράτους. Υπενθυμίζεται ότι με τον όρο «θρησκευτική κοινότητα» στο άρθρο 14 εννοείται και η εδαφική υποδιαίρεση μεγαλύτερης θρησκευτικής κοινότητας, που εδρεύει στο εξωτερικό, επομένως, το άρθρο 11, όταν αναφέρεται στις εγγεγραμμένες «θρησκευτικές κοινότητες», εννοεί όλα τα είδη θρησκευτικών κοινοτήτων του άρθρου 14 (άρα και τις μη ανεξάρτητες κοινότητες). Εάν δεν διευκρινισθεί η διατύπωση, προφανώς η αντίφαση πρέπει να αποκατασταθεί

1

Page 2: Ειδικές παρατηρήσεις στο νομοσχέδιο Μαυροβουνίου για τις θρησκευτικές ενώσεις 2015

με κατάλληλη ερμηνεία, κατά την οποία η έννοια του όρου «θρησκευτική κοινότητα» στο άρθρο 11 αναφέρεται μόνο στο οργανωτικό τμήμα μιας ευρύτερης Εκκλησίας, π.χ. σε μια Μητρόπολη, και εννοεί ότι η έδρα της πρέπει να βρίσκεται εντός Μαυροβουνίου, χωρίς να απαγορεύεται όμως να είναι τμήμα εδαφικά ευρύτερης Εκκλησίας με κεντρική έδρα εκτός Μαυροβουνίου.

Η ερμηνεία αυτή, ότι δηλαδή το άρθρο 11 εννοεί με τον όρο «κεντρική διοίκηση» την έδρα της εκκλησιαστικής επαρχίας εντός Μαυροβουνίου και όχι την έδρα της ευρύτερης Εκκλησίας, στην οποία αυτή εδαφικά ανήκει, υποβοηθείται και από το άρθρο 16, που επιβάλλει κάθε θρησκευτική κοινότητα (ακόμα και αυτή που είναι εκκλησιαστική επαρχία ευρύτερης Εκκλησίας με έδρα εκτός Μαυροβουνίου) να δηλώσει έδρα και διεύθυνση εντός του Μαυροβουνίου. Στην ερμηνεία αυτή επικουρεί εξάλλου και το άρθρο 17, κατά το οποίο θρησκευτική κοινότητα, που αποτελεί εκκλησιαστική επαρχία άλλης Εκκλησίας με έδρα στο εξωτερικό, συνυποβάλλει, προκειμένης της καταχώρισής της στο Μητρώο, και απόφαση του αρμόδιου οργάνου της εκτός Μαυροβουνίου εδρεύουσας Εκκλησίας, στην οποία ανήκει. Διαφορετική ερμηνεία του άρθρου 11 θα οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι η ορθόδοξη Μητρόπολη Μαυροβουνίου θα έπρεπε να διακόψει την σχέση εκκλησιαστικής κοινωνίας και εξάρτησης που έχει με το ορθόδοξο Σερβικό Πατριαρχείο, επειδή αυτό εδρεύει εκτός του κράτους του Μαυροβουνίου.

2) το άρθρο 16 προβλέπει ότι απαγορεύεται μια θρησκευτική κοινότητα να δηλώσει στην αίτηση καταχώρισής της επωνυμία, η οποία να περιέχει το επίσημο όνομα ξένου κράτους ή τα παράγωγά του. Έτσι υπό το καθεστώς του νέου νόμου δεν θα επιτρέπεται η καταχώριση αίτησης για εγγραφής υπό την πλήρη επωνυμία π.χ. «Μητρόπολη Μαυροβουνίου και Παραθαλασσίας της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας» («Metropolitanate of Montenegro and the Littoral of the Serbian Orthodox Church»). Θα πρέπει λοιπόν να δηλωθεί μια διαφορετική επωνυμία, η οποία να μην περιέχει μνεία της εκκλησιαστικής – κανονικής σύνδεσης της Μητρόπολης Μαυροβουνίου και Παραθαλασσίας με την Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία. Το γεγονός αυτό αποτελεί ένα περιορισμό στο δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού της θρησκευτικής αυτής κοινότητας με την έννοια ότι, μετά την έναρξη ισχύος του νέου νόμου, απαγορεύεται πλέον σε αυτήν να χρησιμοποιήσει τον ιστορικό εκκλησιαστικό τίτλο της ως επωνυμία προκειμένου να υποβάλει αίτηση καταχώρισής της στο κρατικό Μητρώο Θρησκευτικών Ενώσεων. Το γεγονός αυτό συνεπάγεται περαιτέρω ότι στις έννομες σχέσεις της με το Κράτος, αλλά και στις συναλλαγές της με ιδιώτες, η οικεία Μητρόπολη υποχρεούται να χρησιμοποιεί την διαφορετική επωνυμία, την οποία θα αναγκασθεί να δηλώσει στο Μητρώο Θρησκευτικών Ενώσεων. Ενδεχομένως, η υποχρέωση μεταβολής επωνυμίας να προκαλέσει στην συγκεκριμένη Μητρόπολη και προβλήματα σχετικά την δικαστική προστασία και διεκδίκηση των περιουσιακών δικαιωμάτων της επί Ιερών Ναών, Μοναστηριών, τα οποία δικαιώματα είχαν συσταθεί σε άλλες ιστορικές περιόδους, οπότε το Μαυροβούνιο αποτελούσε εδαφικό τμήμα άλλων κρατών (Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, Βασιλείου Σερβίας, Γιουγκοσλαβίας).

Ζήτημα επίσης προκύπτει για τις προϋφιστάμενες του νέου νόμου Εκκλησίες, καθώς το άρθρο 16 απαιτεί για την καταχώριση στο Μητρώο την κατάθεση «ιδρυτικού κειμένου» της οικείας θρησκευτικής κοινότητας υπογραφόμενου από 50 τουλάχιστον μέλη της (κατά το άρθρο 15). Η αναφορά του άρθρου 16 σε «ιδρυτικό κείμενο» δίνει την εντύπωση ότι οι υπάρχουσες θρησκευτικές κοινότητες στο έδαφος του Μαυροβουνίου επανιδρύονται, και όχι ότι απλώς δηλώνονται εκ νέου στο Μητρώο

2

Page 3: Ειδικές παρατηρήσεις στο νομοσχέδιο Μαυροβουνίου για τις θρησκευτικές ενώσεις 2015

Θρησκευτικών Ενώσεων. Και αυτό, διότι το άρθρο 16 δεν θεσπίζει κάποια εξαίρεση από τις παραπάνω προϋποθέσεις για τις υφιστάμενες σήμερα θρησκευτικές κοινότητες, οι οποίες επίσης υποχρεούνται να ζητήσουν την καταχώρισή τους στο Μητρώο Θρησκευτικών Ενώσεων, ακόμα και εάν είχαν καταχωρισθεί με βάση τον προγενέστερο Νόμο περί του νομικού καθεστώτος των θρησκευτικών ενώσεων του έτους 1977.

Β) Ζητήματα συμφωνίας με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ)

Κατά την σταθερή άποψη του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου τα Κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης έχουν ένα μεγάλο «περιθώριο εκτίμησης» («margin of appreciation») κατά την νομοθετική ρύθμιση των σχέσεών τους με τις Εκκλησίες, που βρίσκονται στο έδαφός τους, ανάλογα με τις εθνικές και ιστορικές τους ιδιαιτερότητες. Ωστόσο στο μέτρο που οι νομοθετικές επιλογές κάθε κράτους υποβάλλουν τα δικαιώματα που κατοχυρώνονται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση σε απαγορεύσεις ή περιορισμούς, οι επιλογές αυτές των Κρατών κρίνονται με βάση την αρχή της αναλογικότητας («principle of proportionality»), δηλαδή : 1) εάν τα μέτρα προβλέπονται σε νόμο («prescribed by law/in accordance with law»), 2) εάν επιδιώκουν θεμιτό σκοπό (legitimate aim) και 3) εάν είναι απαραίτητα σε μια δημοκρατική κοινωνία με την έννοια ότι υπήρχε πιεστική κοινωνική ανάγκη («pressing social need») και ότι δεν υπήρχε άλλο ηπιότερο μέτρο για την επιδίωξη του παραπάνω θεμιτού σκοπού. Για τον λόγο αυτό, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφεύγει να διατυπώσει γενικές κρίσεις για τα κατάλληλα ή μη κατάλληλα συστήματα καταχώρισης θρησκευτικών ενώσεων in abstracto, και επικεντρώνεται στην αξιολόγηση των συγκεκριμένων επεμβάσεων στα δικαιώματα του συνεταιρίζεσθαι (άρθρο 11) και στο δικαίωμα θρησκευτικής συνείδησης (άρθρο 9) με βάση τις διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο τονίζει όμως ότι τα κράτη, παρά τις εθνικές και θρησκευτικές τους ιδιαιτερότητες, οφείλουν να παραμένουν ουδέτερα και μη παρεμβατικά κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας τους για την ρύθμιση της σφαίρας της θρησκευτικής ελευθερίας και των σχέσεων του κράτους με τις διάφορες θρησκείες, δόγματα και θρησκευτικούς οργανισμούς (βλ. ΕΔΔΑ υποθέσεις Metropolitan Church of Bessarabia κατά Μολδαβίας, απόφαση της 13.12.2001, § 116, Religionsgemeinschaft der Zeugen Jehovas κατά Αυστρίας, απόφαση της 31.10.2008, § 97). Επίσης, πλην εντελώς εξαιρετικών περιπτώσεων, τα κράτη δεν δικαιούνται να προβαίνουν σε έλεγχο νομιμότητας των θρησκευτικών πεποιθήσεων μιας θρησκευτικής κοινότητας ή των μέσων έκφρασης των θρησκευτικών δοξασιών της (ΕΔΔΑ υπόθεση Hasan and Chaush v. Βουλγαρίας, απόφαση της 26.10.2000, §§ 77-78). Στον ελεύθερο χώρο θρησκευτικής αυτονομίας πρέπει να ενταχθεί και το δικαίωμα μιας θρησκευτικής ένωσης να εξαρτάται ή και να συνδέεται διοικητικά ή μόνο πνευματικά με άλλη Εκκλησία με βάση το εσωτερικό «κανονικό» δίκαιο της. Έτσι ένα Κράτος, συμβαλλόμενο μέρος της Ευρωπαϊκής Σύμβασης, δεν μπορεί να ελέγξει ή να παρεμποδίσει, με την ευκαιρία της εκ νέου εγγραφής στο Μητρώο Θρησκευτικών Ενώσεων, την πνευματική ή ακόμα και διοικητική σχέση μιας αυτοκέφαλης ή ημιαυτόνομης Εκκλησίας με το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κων/πόλεως ή μιας Μητρόπολης με μια Αυτοκέφαλη Εκκλησία ή Πατριαρχείο, που εδρεύει σε άλλο Κράτος.

3

Page 4: Ειδικές παρατηρήσεις στο νομοσχέδιο Μαυροβουνίου για τις θρησκευτικές ενώσεις 2015

Υπενθυμίζεται επίσης ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε στην υπόθεση «Moscow Branch of the Salvation Army κατά Ρωσίας» (απόφαση της 5.10.2006, §§ 64-65) ότι η άρνηση επανεγγραφής θρησκευτικής κοινότητας στο Μητρώο δυνάμει των διατάξεων νέου νόμου, η οποία οδηγεί σε χειροτέρευση της νομικής της θέσης σε σχέση με το –πριν τον νέο νόμο– καθεστώς εγγραφής της, την καθιστά κατ' αρχήν «θύμα» παραβίασης των διατάξεων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης, εφ' όσον τα εθνικά δικαστήρια του κράτους μέρους της Ευρωπαϊκής Σύμβασης δεν αναγνώρισαν την παράβαση και δεν αποκατέστησαν τα παραβιασθέντα δικαιώματα της θρησκευτικής κοινότητας. Έτσι π.χ. η ενδεχόμενη απόρριψη του αιτήματος μιας Μητρόπολης για την εγγραφή της στο Μητρώο Θρησκευτικών Ενώσεων λόγω άρνησης μεταβολής της επωνυμίας της, ώστε να μην περιέχει αναφορά σε όνομα άλλου κράτους, θα δημιουργήσει μια χειροτέρευση της νομικής θέσης της οικείας Μητρόπολης εν όψει μάλιστα και της πρόβλεψης του άρθρου 51 (παρ. 3) του νομοσχεδίου ότι οι Εκκλησίες, που δεν θα καταχωρισθούν στο Μητρώο εντός έξι μηνών, παύουν πλέον να θεωρούνται «εγγεγραμμένες θρησκευτικές ενώσεις» κατά την έννοια του νέου νόμου, ακόμα και εάν είχαν εγγραφθεί υπό το καθεστώς του προγενέστερου νόμου του έτους 1977.

Περαιτέρω, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποδίδει ιδιαίτερη σημασία εάν η θέσπιση ενός νέου συστήματος εγγραφής θρησκευτικών ενώσεων αποκλείει κάποιες θρησκευτικές ενώσεις, που δεν εκπληρούν τις νέες προϋποθέσεις, από προνόμια και διευκολύνσεις, τις οποίες ο νέος νόμος επιφυλάσσει μόνο στις εγγεγραμμένες θρησκευτικές ενώσεις (ΕΔΔΑ υπόθεση Moscow Branch of the Salvation Army κατά Ρωσίας, όπ.π. § 73), όπως και εάν μπόρεσαν με βάση τον νέο νόμο να εγγραφούν άλλες κοινότητες, που πρεσβεύουν τις ίδιες θρησκευτικές δοξασίες (ΕΔΔΑ υπόθεση Moscow Branch of the Salvation Army κατά Ρωσίας, όπ.π. § 97). Στην περίπτωση του νέου νόμου του Μαυροβουνίου, φαίνεται πάντως ότι δεν θα έχουν εφαρμογή για τις μη εγγεγραμμένες στο Μητρώο Εκκλησίες οι ευεργετικές διατάξεις του νόμου, που προβλέπουν διάφορες μορφές ενίσχυσης του Κράτους προς τις εγγεγραμμένες θρησκευτικές κοινότητες, όπως ενδεχόμενες απαλλαγές από την φορολογία, απαλλαγές φόρο δωρεών, δικαίωμα κοινωνικής ασφάλισης και συνταξιοδότησης των κληρικών, επιχορηγήσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό, δικαίωμα για την χωροθέτηση θρησκευτικών κτιρίων στα πολεοδομικά σχέδια (βλ. άρθρα 30 παρ. 2, 31, 32, 33). Το γεγονός αυτό δεν συνιστά από μόνο του παράβαση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης, ζήτημα όμως θα δημιουργηθεί εφ' όσον υπάρξει άνιση μεταχείριση Εκκλησιών, που ακολουθούν το ίδιο δόγμα, ή άρνηση εγγραφής Εκκλησιών, που λειτουργούσαν και ήταν εγγεγραμμένες με βάση τον παλαιότερο νόμο του 1977.

Επιπλέον περιορισμοί στην δυνατότητα σύμπηξης και εγγραφής θρησκευτικών ενώσεων μπορούν να εισάγονται μόνον ως εξαίρεση στο δικαίωμα συνεταιρίζεσθαι, δηλαδή υπό εξαιρετικές συνθήκες και με σεβασμό στην αρχή της αναλογικότητας μεταξύ της έντασης του περιορισμού και του επιδιωκόμενου θεμιτού σκοπού υπό την προϋπόθεση ότι ο εισαγόμενος περιορισμός εξυπηρετεί «πιεστική κοινωνική ανάγκη» (βλ. ΕΔΔΑ στην υπόθεση Gorzelik and Others κατά Πολωνίας, απόφαση της 17.2.2004, §§ 94-95). Έτσι κρίθηκε στην υπόθεση «Magyar Keresztény Mennonita Egyház and Others κατά Ουγγαρίας» (απόφαση της 8.4.2014, §§ 81-84) ότι η άρνηση εγγραφής στο Μητρώο Θρησκευτικών Ενώσεων για μια θρησκευτική κοινότητα εξαιτίας των διαφορετικών προϋποθέσεων, που θεσπίσθηκαν με νέο νόμο του 2011, αν και η συγκεκριμένη θρησκευτική κοινότητα ήταν εγγεγραμμένη στο Μητρώο με βάση τον

4

Page 5: Ειδικές παρατηρήσεις στο νομοσχέδιο Μαυροβουνίου για τις θρησκευτικές ενώσεις 2015

προηγούμενο νόμο (του 1990), οδήγησε σε χειροτέρευση του νομικού status της και παραβίαση των δικαιωμάτων της κατά τα άρθρα 9 και 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης. Η θρησκευτική αυτή ένωση θεωρείτο υπό το νέο νομοθετικό καθεστώς ως μια μη εγγεγραμμένη θρησκευτική κοινότητα και εξαιρείτο από όσες ευεργετικές νομοθετικές διατάξεις αφορούσαν τις εγγεγραμμένες θρησκευτικές ενώσεις. Το Δικαστήριο απέδωσε επίσης ιδιαίτερη σημασία στο γεγονός ότι η προσφεύγουσα θρησκευτική ένωση ήταν εγγεγραμμένη με βάση τον παλαιότερο νόμο, ο οποίος ήταν σε ισχύ, όταν η Ουγγαρία προσχώρησε στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση. Αντίστοιχα και στην εξεταζόμενη περίπτωση πρέπει να προσεχθεί ότι ο προγενέστερος νόμος του Μαυροβουνίου για το νομικό καθεστώς των θρησκευτικών ενώσεων του έτους 1977 ήταν σε ισχύ το 2004, οπότε το Μαυροβούνιο προσχώρησε στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Συνεπώς, για τις θρησκευτικές ενώσεις του Μαυροβουνίου, οι οποίες είχαν αποκτήσει νομική προσωπικότητα με βάση τον νόμο του 1977, υφίσταται ένα κεκτημένο status νομικής προσωπικότητας, η ενδεχομένη απώλεια του οποίου με βάση τον νέο νόμο του 2011 ίσως εγείρει ζητήματα συμφωνίας του νέου νόμου εν σχέσει προς τα άρθρα 9 και 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης. Επιπλέον το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο λαμβάνοντας υπ' όψιν τον σκοπό που επιδιωκόταν με τον νέο νόμο της Ουγγαρίας (τον περιορισμό της δυνατότητας εγγραφής στο Μητρώο λόγω καταχρηστικής εγγραφής κατά το παρελθόν πολλών ενώσεων, που δεν ήταν θρησκευτικές), εξέτασε γιατί η Ρουμανική Κυβέρνηση δεν επέλεξε άλλο ηπιότερο μέτρο (όπως τον δικαστικό έλεγχο) σε σχέση με το έσχατο μέτρο της αυτόματης διαγραφής όσων ενώσεων δεν απαριθμούνταν στο Παράρτημα του νέου νόμου του 2011 (ΕΔΔΑ υπόθεση Magyar Keresztény Mennonita Egyház and Others κατά Ουγγαρίας, όπ.π.,§ 96).

Αντίστοιχα πρέπει να παρατηρηθεί, σε σχέση με τις νέες προϋποθέσεις του νομοσχεδίου του Μαυροβουνίου, που ενδεχομένως αποκλείουν ήδη εγγεγραμμένη θρησκευτική κοινότητα από τη δυνατότητα επανεγγραφής της (π.χ. επειδή η επωνυμία της περιέχει το όνομα άλλου κράτους), ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει επανειλημμένα κρίνει ότι η δια νόμου κατάργηση της υφιστάμενης εγγραφής θρησκευτικής κοινότητας και η θέσπιση υποχρέωσης επανεγγραφής των θρησκευτικών κοινοτήτων με βάση νέες και αυστηρότερες προϋποθέσεις πρέπει να αιτιολογείται από λόγους «ιδιαίτερα πιεστικούς και καταναγκαστικούς» («particularly weighty and compelling») (ΕΔΔΑ υποθέσεις Church of Scientology Moscow κατά Ρωσίας, απόφαση της 5.4.2007, § 96, The Moscow Branch of The Salvation Army κατά Ρωσίας, όπ.π., §86, Magyar Keresztény Mennonita Egyház and Others κατά Ουγγαρίας, όπ.π., § 104).

Κατά το άρθρο 47 του υπό εξέταση νομοσχεδίου απαγορεύεται σε πολίτες, που δεν έχουν υπηκοότητα του Μαυροβουνίου να διδάσκουν στα εκκλησιαστικά σχολεία των θρησκευτικών κοινοτήτων, εκτός εάν εισαχθεί εξαίρεση με ειδικό νόμο. Επομένως, απαγορεύεται απόλυτα η απασχόλησή αλλοδαπού δασκάλου σε εκκλησιαστικό σχολείο οποιασδήποτε θρησκευτικής κοινότητας μέχρι να ψηφισθεί ειδικός νόμος, που θα καθορίζει τις ειδικές προϋποθέσεις για την απασχόλησή του.

Αποτελεί ένα ερώτημα εάν αυτός ο ειδικός νόμος είναι απαραίτητος, ώστε χωρίς αυτόν να μην επιτρέπεται η άσκηση του δικαιώματος διδασκαλίας. Αποτελεί δηλαδή σημείο προβληματισμού ποιες πρόσθετες προϋποθέσεις θα μπορούσε άραγε να θεσπίσει ο μελλοντικός νόμος για τους αλλοδαπούς δασκάλους, πέραν της κατοχής άδειας παραμονής στην χώρα και εκτός των γενικών προϋποθέσεων, που διέπουν την

5

Page 6: Ειδικές παρατηρήσεις στο νομοσχέδιο Μαυροβουνίου για τις θρησκευτικές ενώσεις 2015

νόμιμη δραστηριότητα κάθε θρησκευτικής κοινότητας και περιγράφονται στα άρθρα 7 και 21 του νόμου (δηλαδή τον σεβασμό της δημόσιας τάξης και των χρηστών ηθών, τον σεβασμό των δικαιωμάτων των άλλων, την απαγόρευση πολιτικής δράσης και της κατάχρησης θρησκευτικών φρονημάτων για πολιτικούς σκοπούς, την απαγόρευση της καλλιέργειας εθνικών, θρησκευτικών διακρίσεων και της βίας, την απαγόρευση χρήσης ή απειλής βίας κ.λπ.). Το δεδομένο πάντως είναι ότι έως την ψήφιση ειδικής νομοθεσίας δεν επιτρέπεται στο έδαφος του Μαυροβουνίου η απασχόληση αλλοδαπών θρησκευτικών δασκάλων στα θρησκευτικά σχολεία οποιαδήποτε θρησκευτικής κοινότητας.

Το παραπάνω ερώτημα είναι ουσιώδες, γιατί η απόλυτη απαγόρευση ενός δικαιώματος, που κατοχυρώνεται στο άρθρο 9 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης, όπως η ελευθερία συνείδησης, που περιλαμβάνει και την θρησκευτική εκπαίδευση, πρέπει να αιτιολογείται με βάση την αρχή της αναλογικότητας και ειδικότερα πρέπει να αιτιολογείται ο σκοπός της απόλυτης απαγόρευσης μέχρι την έκδοση νόμου και εάν η απαγόρευση αυτή είναι απαραίτητη σε μια δημοκρατική κοινωνία, με την έννοια ότι δεν υπήρχαν άλλα ηπιότερα μέτρα από αυτή για την επιδίωξη του νόμιμου σκοπού.

Υπενθυμίζεται επίσης σε σχέση με την παραπάνω απαγόρευση του άρθρου 47, αλλά και την πρόβλεψη του άρθρου 15 (κατά την οποία οι ιδρυτές θρησκευτικής ένωσης εντός Μαυροβουνίου πρέπει να έχουν την υπηκοότητα του Μαυροβουνίου) ότι σε παρεμφερή υπόθεση επανεγγραφής στο Μητρώο Θρησκευτικών Ενώσεων κατά το ρωσικό δίκαιο, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε αδικαιολόγητη την άρνηση επανεγγραφής θρησκευτικής κοινότητας, αν και ήταν εγγεγραμμένη με βάση την προϊσχύσασα νομοθεσία και δραστηριοποιείτο νομίμως επί 7 έτη στη Ρωσία ως παράρτημα θρησκευτικής κοινότητας με έδρα το εξωτερικό, και θεώρησε ανεπαρκή την αιτιολογία άρνησης επανεγγραφής της, επειδή στην επωνυμία της ανέφερε ότι είναι «παράρτημα» άλλης Εκκλησίας με έδρα στο εξωτερικό και είχε αλλοδαπούς ιδρυτές. Η άποψη των ρωσικών αρχών και δικαστηρίων ότι η εν λόγω θρησκευτική κοινότητα μπορούσε μόνο να δημιουργήσει υποκατάστημα αλλοδαπού οργανισμού στο ρωσικό έδαφος και όχι να εγγραφεί ως ρωσική θρησκευτική κοινότητα, γεγονός που συνεπαγόταν και δυσμενέστερη νομική μεταχείριση της κατά την ανάπτυξη της θρησκευτικής της δραστηριότητας, θεωρήθηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ότι παραβίαζε τα άρθρα 9 και 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης (ΕΔΔΑ υπόθεση Moscow Branch of the Salvation Army κατά Ρωσίας, όπ.π., § 17, 81, 82, 83, 86, 97).

Επιπλέον, ενδιαφέρουσα είναι η απαγόρευση τέλεσης θρησκευτικών εορτών ή εκδηλώσεων σε άλλο χώρο, πλην των λατρευτικών κτιρίων των θρησκευτικών κοινοτήτων στο άρθρο 36 του νομοσχεδίου. Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται με το ίδιο άρθρο η διεξαγωγή θρησκευτικής τελετής ή άλλης εκδήλωσης σε ανοικτούς χώρους, προσβάσιμους στους πολίτες χωρίς άδεια, εφ' όσον προηγηθεί προηγούμενη ειδοποίηση στο αρμόδιο κρατικό όργανο. Αποτελεί ερώτημα με βάση το άρθρο 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης (ελευθερία συνένωσης και δημόσιας συγκέντρωσης) γιατί απαγορεύεται η τέλεση οποιαδήποτε θρησκευτικής εκδήλωσης π.χ. μιας θρησκευτικής ομιλίας ή συναυλίας σε μη λατρευτικό κτίριο (λ.χ. αίθουσα ξενοδοχείου), που έχει τις νόμιμες προϋποθέσεις γα την συγκέντρωση κοινού.

Τέλος, μεγάλη πρακτική σημασία έχει το άρθρο 52 του νομοσχεδίου, που αφορά την περιουσία των προϋφιστάμενων του νόμου θρησκευτικών κοινοτήτων. Το άρθρο 53 δίνει προθεσμία ενός έτους για την δήλωση ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων θρησκευτικών κοινοτήτων στο κτηματολόγιο («immovables cadastre»), αλλά το άρθρο

6

Page 7: Ειδικές παρατηρήσεις στο νομοσχέδιο Μαυροβουνίου για τις θρησκευτικές ενώσεις 2015

52 περιορίζει το δικαίωμα αυτό σημαντικά για τις παλαιές θρησκευτικές ενώσεις του Μαυροβουνίου, καθώς προβλέπει πρώτον ότι οι λατρευτικοί χώροι και τα ακίνητα που χρησιμοποιούνται από αυτές και έχουν ανεγερθεί από δημόσιους πόρους «του Κράτους» ή ήταν κρατική περιουσία έως την 1η Δεκεμβρίου 1918 ως πολιτιστική κληρονομιά του Μαυροβουνίου συνεχίζουν να αποτελούν περιουσία του Κράτους και δεύτερον ότι οι λατρευτικοί χώροι τους, που ανεγέρθηκαν με συλλογικές προσπάθειες πολιτών έως την 1 Δεκεμβρίου 1918, αποτελούν κρατική περιουσία.

Με το δεδομένο ότι το Μαυροβούνιο μετά από μια μακρά ιστορική πορεία πολιτικών μεταμορφώσεων υπήρξε ανεξάρτητη κρατική οντότητα μεταξύ των ετών 1878 – 1910 (ως Πριγκιπάτο) και 1910 – 1918 (ως Βασίλειο) και κατέστη εκ νέου ανεξάρτητο Κράτος με το δημοψήφισμα της 21ης Μαΐου 2006, είναι αναμενόμενο ότι η διάταξη του άρθρου 52 θα εγείρει ζητήματα σεβασμού της προστασίας της περιουσίας των θρησκευτικών κοινοτήτων, κυρίως σε σχέση με το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (σεβασμός της περιουσίας). Το άρθρο 52 επιχειρεί να δώσει λύση στο ζήτημα της κυριότητας της εκκλησιαστικής περιουσίας, που χρησιμοποιείτο έως την 1.12.1918, οπότε με βάση το ψήφισμα της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης της Podgorica εκθρονίσθηκε η βασιλική οικογένεια και το Μαυροβούνιο ενώθηκε με το Βασίλειο της Σερβίας.

Σε ό,τι αφορά τα θρησκευτικά κτίρια που αποτελούν πολιτιστική κληρονομιά του Μαυροβουνίου και υπήρχαν έως την 1.12.1918, προκύπτουν τρία ζητήματα :

Ένα πρώτο ζήτημα είναι γιατί αυτή η ειδική ρύθμιση δεν περιελήφθη στο Σύνταγμα του 2007, οπότε το Μαυροβούνιο απέκτησε νέο Καταστατικό Χάρτη μετά την ανασύστασή του ως ανεξάρτητο Κράτος. Είναι κατ' αρχήν δικαίωμα του νέου κράτους του Μαυροβουνίου να κηρύξει τον εαυτό του ως διάδοχο των δικαιωμάτων του Βασιλείου του Μαυροβουνίου ως προς την υφιστάμενη δημόσια περιουσία του μέχρι την 1.12.1918. Θα αποτελέσει όμως σημείο αμφισβήτησης εάν, μετά την ανασύστασή του Κράτους του Μαυροβουνίου, επιτρέπεται να καταργούνται αίφνης ιδιοκτησιακά δικαιώματα θρησκευτικών κοινοτήτων, τα οποία είτε δημιουργήθηκαν στο μεσοδιάστημα (από της 1.12.1918 και μέχρι την ψήφιση του νέου νόμου) είτε υπήρχαν έως την 1.12.1918. Στην τελευταία περίπτωση πρόκειται για θρησκευτικά κτίρια, που ανεγέρθηκαν μεν από δημόσιους πόρους του Πριγκιπάτου ή του Βασιλείου του Μαυροβουνίου, αλλά παραχωρήθηκαν από το Κράτος στις οικείες θρησκευτικές κοινότητες. Ο νέος νόμος θα ανακαλεί ουσιαστικά αυτήν την παραχώρηση, μετά από σχεδόν 100 έτη, ανατρέποντας έτσι ιδιοκτησιακά δικαιώματα, τα οποία το ίδιο το Κράτος παραχώρησε στις θρησκευτικές ενώσεις. Στο πλαίσιο αυτού του ερωτήματος θα ανακύψει και το παραπέρα ερώτημα: εάν υποτεθεί ότι η παραπάνω λύση επιλέχθηκε από τον νομοθέτη με σκοπό την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς του Μαυροβουνίου, δεν υπήρχε άλλο ηπιότερο μέτρο αντί της ολικής αφαίρεσης της ιδιοκτησίας των θρησκευτικών ενώσεων ; Δεν υπήρχε η δυνατότητα νομοθέτησης αυστηρών υποχρεώσεων σε βάρος της ιδιοκτήτριας θρησκευτικής ένωσης για την προστασία και συντήρηση των θρησκευτικών μνημείων ;

Ένα δεύτερο ερώτημα είναι εάν υπάρχει όμοια νομοθετική ρύθμιση για τα μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς του Μαυροβουνίου, που ανήκαν σε ιδιώτες. Στο σημείο αυτό προκύπτει ζήτημα ίσου σεβασμού της περιουσίας μεταξύ των θρησκευτικών ενώσεων και των λοιπών ιδιωτών. Επομένως, εάν δεν υπάρχει όμοια διάταξη νόμου, η οποία να προβλέπει ότι περιέρχονται αυτοδικαίως στο Κράτος τα

7

Page 8: Ειδικές παρατηρήσεις στο νομοσχέδιο Μαυροβουνίου για τις θρησκευτικές ενώσεις 2015

πολιτιστικά μνημεία, που ανήκαν σε ιδιώτες, στοιχειοθετείται μια περίπτωση άνισης μεταχείρισης μεταξύ των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων σε μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς με κριτήριο το πρόσωπο του ιδιοκτήτη (εάν ανήκουν σε ιδιώτες ή σε θρησκευτικές ενώσεις). Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο είχε κρίνει με την απόφαση της 9ης

Δεκεμβρίου 1994 στην υπόθεση «Ιερές Μονές κατά Ελλάδος» ότι παραβίαζε την υποχρέωση του Κράτους για ίσο σεβασμό της περιουσίας ελληνικός νόμος (1700/1987), ο οποίος : α) απαγόρευε ειδικά για τις Μονές, να αποδείξουν τα περιουσιακά τους δικαιώματα με βάση τον θεσμό της χρησικτησίας (usucaption, acquisitive prescription), αν και αυτός ο τρόπος απόδειξης κυριότητας επιτρεπόταν για τους ιδιώτες, και β) η θέσπιση αμάχητου τεκμηρίου ότι όσα εκκλησιαστικά ακίνητα δεν είχαν τίτλο ιδιοκτησίας ανήκαν στο Ελληνικό Κράτος.

Το τρίτο ερώτημα σε ό,τι αφορά τα θρησκευτικά κτίρια, που ανεγέρθηκαν με συλλογικές προσπάθειες πιστών μιας θρησκευτικής κοινότητας μέχρι την 1.12.1918, είναι ότι επίσης δεν αναφέρεται ποια δημόσια ωφέλεια εξυπηρετεί η αφαίρεση της ιδιοκτησίας, αντίθετα με ό,τι επιβάλλει το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Τέταρτο πρόβλημα, που σχετίζεται με όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, είναι η απουσία πρόβλεψης αποζημίωσης των θρησκευτικών ενώσεων για τα περιουσιακά δικαιώματά τους, τα οποία αφαιρούνται δυνάμει του άρθρου 52 του νέου νόμου, αντίθετα με ό,τι επιβάλλει το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Φυσικά οι παραπάνω παρατηρήσεις είναι συνοπτικές και πρώιμες και η θέση σε ισχύ, η ερμηνεία και η διοικητική και δικαστική εφαρμογή του νέου νόμου θα δείξουν στην πράξη τα πλεονεκτήματα και τις αδυναμίες του σε σχέση με το επίπεδο προστασίας του προηγούμενου νομοθετικού πλαισίου και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Η παραπάνω συζήτηση ασφαλώς θα αποκτήσει μεγαλύτερο ενδιαφέρον, όταν δημοσιοποιηθεί και η επίσημη γνώμη (opinion) της «Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Δημοκρατία μέσω του Δικαίου» («European Commission for Democracy through Law, γνωστή και ως «Επιτροπή της Βενετίας»), στην οποία έχει υποβληθεί το σχετικό νομοσχέδιο του Μαυροβουνίου.

Αθήνα, 18 Οκτωβρίου 2015Διακοινοβουλευτική Συνέλευση Ορθοδοξίας

8