Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της...

192

description

Αντί της εξομοίωσης των ποικίλων στρωμάτων φτωχών χειρωνακτών με την κλασική εργατική τάξη (και όλες τις εξιδανικευτικές προεκτάσεις που απορρέουν), η μελέτη «Οι φτωχοί των πόλεων» προτείνει την ανάλυση των τρόπων ικανοποίησης μιας θεμελιακής τους ανάγκης: της εξασφάλισης του βίου μέσω της εργασίας. Οι κοινωνικές πρακτικές αυτών των στρωμάτων απέναντι στην εργασία δηλώνουν αρχικά μία αυθόρμητη φυγή - στατιστικά προσδιορισμένη - από τις εξαρτημένες σχέσεις της βιομηχανίας. Το ιδανικό τους πρότυπο ωθεί σε συγκεκριμένους τρόπους εξασφάλισης του βίου και πραγματοποιείται με μια τεχνογνωσία που έχει συγκροτηθεί ιστορικά στις χωρικές κοινότητες της προέλευσής τους. Το ιδανικό πρότυπο και η τεχνογνωσία τους συντίθενται από παραδοσιακές μορφές κοινωνικής οργάνωσης της εργασίας, ανάλογες αξίες και πρακτικές. Όλα αυτά ενεργοποιούνται σιωπηρά με την εγκατάστασή τους στις πόλεις και αναλύονται εδώ με αυτοβιογραφικές μαρτυρίες. (Εκδόσεις Θεμέλιο 1993)

Transcript of Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της...

Page 1: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο
Page 2: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ο Πέτρος ΙΙιζάνιας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1947. Σποΰίίααε κοινωνική και οικονομική ιστορία (ττην Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales «ίπου ανακηρύχθηκε ί)ι6ά-κτορας το 1984. Απ(ί το 1980 εργάστηκε ερευ-νητικά ως (ίυντονιστής προγράμματος στο Ιστορικί) Αρχείο της ΕΤΡ:. Έχει συνεργαστεί σε ί)ΐά(ί(ίρα ερευνητικά προγράμματα και, ε-πίσης, ο)ς μελετητής με την 5η Γενική Αιεΰ-θυνιιη της Ε.Κ. Από το 1986 όιόάσκει Ι(ΐτορία του Ελληνικοί» Κράτους στο Ιόνιο Πανεπι-(ηήμιο, <>πον είναι Αναπληρωτής Καθηγη-τής. Έχει ί)ΐί)άξει ως επισκε'πτης Καθηγητής στην Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales. Βιβλία και άρθρα του ε'χουν όημο<η-ευθεί στα ελληνικά και στα γαλλικά.

lANNUÏ ΗΛΛΛΗΛΜΛΙΙΣ

Page 3: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΟΙ ΦΤΩΧΟΙ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ Η ΤΕΧΝΟΓΝΩΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ

Page 4: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Του ίδιον συγγραφέα:

— Μισθοί και εισοδήματα στην Ελλάδα 1842-1923. Το παράδειγμα των υπαλλήλων της Εθνικής Τράπεζας. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τρα-πέζης, Αθήνα 1985.

— Οικονομική ιστορία της ελληνικής σταφίδας 1851-1912. Παραγωγή, διεθνής αγορά, διαμόρφωση τιμών, κρίση. Ίδρυμα Έρευνας και Παι-δείας της Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος, Αθήνα 1988.

— Κίνηση των τιμών στην Ελλάδα ιθ -αρχές κ ' αι. Πειραιάς-Ερμούπο-λη-Πάτρα, (μαζί με τον Γ. Ν. Μητροφάνη), Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνι-κής Τραπέζης, Αθήνα 1991.

Πάρεργα:

Ο μαρξισμός της ιστορικής σοσιαλδημοκρατίας (1889-1914). Εκδόσεις Πολύτυπο, Αθήνα 1987.

ISBN 960-310-172-9 © 1993, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΘΕΜΕΛΙΟ

Σόλωνος 84, τηλ. 36 08 180

Page 5: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΠΕΤΡΟΣ ΠΙΖΑΝΙΑΣ

ΟΙ ΦΤΩΧΟΙ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ

Η τεχνογνωσία της επιβίωσης στην Ελλάδα το μεσοπόλεμο

ΘΕΜΕΛΙΟ

Page 6: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η έρευνα αυτή πραγματοποιήθηκε με τη χρηματοδότηση της Επιτροπής Ερευνών του Ιονίου Πανεπιστημίου. Στο πρόγραμμα συμμετείχαν οι ε-ρευνητές Αλίκη Βαξεβάνογλου και Κώστας Χλωμούδης.

Page 7: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Στον Θεόδωρο Πίζάνια, που παρέμενε αυθορμήτως ελεύθερος τεχνίτης

Page 8: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο
Page 9: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 11-12 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 13-21

Α. ΟΙ ΤΕΧΝΓΓΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ 23-67 1. Οι εργάτες βιομηχανίας σε αριθμούς 23 2. Οι ιδιοτροπίες της συγκέντρωσης 25 3. Η αμοιβή χωρίζει 30 4. Οι εργάτες φεύγουν 35 5. Η κινητικότητα των εργατών 43 6. Η υποαπασχόληση alter ego της Ανεργίτσας 49 7. Μια ευκαιριακή βιομηχανία 55 8. Τρόπος χρήσης του εργατικού δυναμικού 58

Β. ΜΕΡΟΚΑΜΑΤΙΑΡΗΔΕΣ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΑΟΓΙΑ 69-161 1. Δαιμονίων λόγος 69 2. Διαδρομές 73 3. Δίκτυα σχέσεων και επιβίωση 99 4. Οποιος μπορεί τα δύσκολα... 105 5. Η τεχνογνωσία της επιβίωσης: η προέλευση των φορέων 112 6. Η τεχνογνωσία της επιβίωσης: η δομή 120 7. Η κιβωτός της αναπαραγωγής του βίου: η ζωτική αυταπάτη 129 8. Κινητικότητα και καταμερισμός στις πόλεις: η ελαστικότητα

της δομής 137 9. Το περίγραμμα των ορίων 148

10. «Δεν υπακούουν τα πράγματα στα ονόματά τους» 153

Γ. ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΑΤΑΛΗΞΗ: ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 163-170

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 171-174 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 175-183 ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ 185-186 RESUME 187-188 ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΙΝΑΚΩΝ-ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΩΝ 189

Page 10: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο
Page 11: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Π Ρ Ο Λ Ο Γ Ο Σ

Με θέμα τους εργάτες, τους μεροκαμαηάρηόες και γενικά τους φτωχούς ανθρώπους τον μόχθου στις ελληνικές πόλεις την περίο-δο του μεσοπολέμου, επιδιώκω να ανιχνεύσω την αποτελεσματι-κότητα του ιστορικού λόγου στην ανάδειξη των κοινωνικών πραγματικοτήτων που δεν εκδηλώνονται με γεγονότα, μεγάλα ή μικρά ευτάκτως χρονολογημένα. Όχι πως τα γεγονότα είναι ά-χρηστα για την ιστορία. Κάθε άλλο. Αλλά υπάρχουν γεγονότα χω-ρίς φωνή. Γεγονότα που είτε δεν αποτυπώνονται στις κάθε είδους πηγές της ιστορίας, είτε αποτυπώνονται πολύ έμμεσα: π.χ. σε μια σύντομη φράση ενός πολυσέλιδου εγγράφου, ή ανάμεσα στις λέ-ξεις, ή ακόμη εμφανίζονται μετά από κοπιαστικούς συσχετισμούς αριθμών, και τότε ακόμη πολύ έμμεσα. Πρόκειται για γεγονότα που δεν έχουν τη δημοσιότητα των πολιτικών αντεγκλήσεων ή ε-πιλογών, δεν βρίσκονται στην ποικίλη καθημερινότητα του τύπου —ούτε καν στις μικρές ειδήσεις—, δεν έχουν τίποτε από τον δημό-σιο χαρακτήρα των οικονομικών μέτρων ούτε των προεκλογικών πανηγυρισμών. Απλώς δεν εκδηλώνονται με καμία εκδοχή του δη-μόσιου λόγου.

Είναι δηλαδή καταστάσεις τις οποίες μεταφορικά ονομάζουμε γεγονότα. Στην πραγματικότητα πρόκειται για πρακτικές που ε-φαρμόζουν τμήματα του πληθυσμού για την επιβίωσή τους, τόσο όμως θεμελιακές που να σημαδεύουν μια κοινωνία. Πρακτικές που εφαρμόζονται στο πρωτογενές επίπεδο της κοινωνικής οργά-νωσης και για τούτο είναι βουβές και χωρίς ίχνος δημόσιας εκδή-λωσης. Έτσι, τα μεγάλα δημόσια γεγονότα δεν έχουν θέση σε αυτή τη μελέτη. Αλλά και τα μικρά, ακόμη και όσα άπτονται του αντι-κειμένου —όπως η εκλογική συμπεριφορά αυτών των κοινωνικών στρωμάτων— θα λειτουργούσαν μάλλον ως σημείο φυγής της α-νάλυσης προς τον ιδεολογικό εξωραϊσμό της ιστορικής πραγματι-κότητας.

Όλα όσα επιχειρώ να διατυπώσω σε αυτή τη μελέτη, κοινωνι-κές σχέσεις και συμπεριφορές απέναντι στην επιβίωση, ιχνογρα-

Page 12: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

12 ΠΡΟΛΟΓΟΣ

φονν κάποια, βασικά πιστεύω, χαρακτηριστικά της φυσιογνωμίας του εργατικού πληθυσμού και των άλλων φτωχών κοινωνικών στρωμάτων στις ελληνικές πόλεις. Αυτά δεν είναι δυνατό να σχε-διαστούν χωρίς ποσοτικές μετρήσεις. Αλλά αυτές από μόνες τους και παρά την ακρίβειά τους, παραμένουν σε ένα επίπεδο περιγρα-φικό. Και αυτό δεν αρκεί. Οι ποιοτικές μαρτυρίες έχουν εδώ ρό-λο εξίσου σημαντικό: μαζί με τις προσωπικές μου παιδικές και νεανικές εμπειρίες σε ανάλογο περιβάλλον ενισχύουν τις ερμηνεί-ες αλλά και τις γενικεύσεις.

Πριν κλείσω αυτό τον πρόλογο, να ευχαριστήσω για τη συν-δρομή της σε αυτή την έρευνα την Επιτροπή Ερευνών του Ιονίου Πανεπιστημίου. Να ευχαριστήσω επίσης το Διευθυντή του Κέ-ντρου Μικρασιατικών Σπουδών Πασχάλη Κιτρομηλίδη για την παραχώρηση του αρχείου βιογραφιών, αλλά και τον παραγωγό ραδιοφώνου Μιχάλη Μήτρα για τη δική του συμβολή στη διεύ-ρυνση αυτών των πηγών από το αρχείο της ΕΡΑ, τον Στέφανο Στεφάνου και την Άννα Μαλικιώση για την επιμέλεια του κειμέ-νου και τη Ζιζή Σαλίμπα για τις απομαγνητοφωνήσεις των βιο-γραφιών. Να ευχαριστήσω επίσης τους συναδέλφους Κ. Κασσίνη και Κ. Παπαθανασόπουλο για τη δική τους συμβολή, τον Παντε-λή Αέκκα για τις οξυδερκείς του κρίσεις και τον Στάθη Τσοτσορό για τις πληροφορίες που ευγενικά μου παραχώρησε. Τις μεγαλύ-τερες, όμως, ευχαριστίες μου οφείλω στους συνεργάτες μου Κώ-στα Χλωμούδη και Αλίκη Βαξεβάνογλου, της οποίας επιπλέον οι κριτικές της συνδυασμένες με τη μελέτη της για τις εσωτερικές κοινωνικές δομές της οικονομικά κυρίαρχης τάξης στην Ελλάδα το πρώτο μισό του 20ού αιώνα μού έδωσαν τη δυνατότητα να διαβάσω από ένα ακόμη πρίσμα τα χαρακτηριστικά των φτωχών

' ετούτου του βιβλίου.

Page 13: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

En grec l'ouvrier s'appelle un artisan (technitis) et l'homme de peine reçoit le nom d'ouvrier (ergatis). (Στα ελληνικά ο εργάτης ονομάζεται τεχνίτης και ο άνθρωπος τον μόχθου αποκαλείται εργάτης)

Société des Nations

Ακόμη και στην περίπτωση που Έλληνες εργάτες, στις αρχές του 20ού αιώνα, θα αυτοαποκαλούνταν εργατική τάξη,̂ σίγουρα κάτι άλλο θα εννοούσαν: ίσως επαγγελματική κατηγορία, κλάδο ή κάτι ανάλογο. Ο Α. Μπεναρόγιας, ιδιαίτερα έμπειρος σε ό,τι αφορού-σε τη βιομηχανική εργατική δύναμη, διάλεξε τον φορτισμένο αλλά ωστόσο αρκετά ασαφή όρο προλεταριάτο.^ Αντίθετα αρκετοί ι-στορικοί, με πρώτο τον Γιάνη Κορδάτο, ονόμασαν κάθε μεροκα-ματιάρη και φτωχό δουλευτή εργατική τάξη, με τη μαρξιστική ση-μασία του όρου.^ Ακόμη, της απέδωσαν πλασματικά συμπαγή κοι-νωνική συγκρότηση καθώς και ιστορικό λυτρωτικό ρόλο. Και τούτο ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ο εργατικός πληθυσμός δεν διέθετε την πρώτη ιδιότητα και κατά κανένα τρόπο δεν τον απα-

1. Οι εργάται της Ελλάδος προς την Λιπλήν Βουλήν των Ελλήνων, Αθήνα 1911.

2. Α. Μπεναρόγιας, Η πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου, Αθήνα 1976· G. Haupt, Εισαγωγή στην ιστορία της Φεντερασιόν, επιμέλεια Α. Ελεφάντης, στο ίδιο,

3. Αντιπροσωπευτικά για την επιρροή που άσκησαν, βλ. Γ. Κορδάτος, Ι-στορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, Αθήνα 1972· του ίδιου. Εισαγωγή εις την ιστορίαν της ελληνικής κεφαλαιοκρατίας, Αθήνα 1930. Π. Πουλιόπου-λος. Δημοκρατική ή σοσιαλιστική επανάσταση στην Ελλάδα, Αθήνα 1934. Κ. Μοσκώφ, Εισαγωγικά στην ιστορία του κινήματος της εργατικής τάξης. Θεσ-σαλονίκη 1979, σ. 382-473. Μια οξυδερκή κριτική στους γάλλους κομμουνι-στές ιστοριογράφους και θεωρητικούς από κοινωνιολογική οπτική κάνει ο Ρ. Bourdieu, «Le mort saisit le vif. Les relations entre l'histoire réifiee et l'histoire incorporée», Actes de la recherche en sciences sociales, 32/33 (1980), σ. 3-14.

Page 14: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ^

σχολούσε ο ρόλος που του πρόσφεραν. Απλές υπερβολές ή ιδεο-λογικός ζήλος άραγε; Μάλλον το δεύτερο, ενδεχομένως ως απόρ-ροια κάποιου είδους προπατορικού αμαρτήματος.

Όταν ο Κ. Μαρξ στις παρυφές του έργου του απέδιδε στους εργάτες όλου του κόσμου τον ιστορικό ρόλο του οικουμενικού α-πελευθερωτικού υποκειμένου, θεμελίωνε κάποιο μύθο. Και φυσι-κά δεν φανταζόταν ότι οι πρώτοι κιόλας επίγονοί του θα υπερα-κόντιζαν σ' αυτό το θέμα."̂ Στις μέρες μας, άλλοι έψαξαν να βρουν τι δεν πήγε καλά με την εργατική τάξη και έφτασαν να απο-δώσουν τις αιτίες του κακού όχι στην ιδέα την ίδια, αλλά στις θε-σμοθετημένες κατακτήσεις των εργατών, αν όχι ακόμη και στην ί-δια την ουσία της πολιτικής δημοκρατίας.^ Προσπάθειες εκλογί-κευσης αυτού του μύθου έγιναν, αλλά άφησαν άθικτα τα βασικά χαρακτηριστικά του.^ Οι μύθοι είναι πανίσχυροι, όταν αντιμετω-πίζουν τη λογική.

Στην Ελλάδα, και σε ό,τι αφορά αυτή την ελάχιστη πτυχή της κοινωνικής ζωής, την ελληνική ιστοριογραφία, ο μύθος είχε τις ε-πιπτώσεις του. Μπροστά στο κολοσσιαίο όραμα που έφτιαχνε (το σοσιαλισμό), ο φορέας του (η εργατική τάξη) καθαγιαζόταν. Οι ε-λάχιστες, έτσι κι αλλιώς, μελέτες γι' αυτήν υπερπροσδιορίζονταν από το μύθο. Άλλωστε, ό,τι έβαζε σε αμφισβήτηση τη συμπαγή συ-γκρότηση και τον λυτρωτικό ρόλο του τμήματος αυτού του πλη-θυσμού, στην Ελλάδα, όπως παντού, εκλαμβανόταν ως σοβαρή παρεκτροπή. Και τούτο, επειδή η κάθε αμφισβήτηση υπονοούσε μεταξύ άλλων ότι η εργατική τάξη δεν είναι και τόσο ενιαία, δια-τηρεί έντονες εσωτερικές αντιθέσεις. Εννοούσαν με αυτό ότι η α-ντίθεση μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας δεν είναι δα και η μονα-δική στην κοινωνία.

Αν οι τάσεις αμφισβήτησης εκφράζανε από κοινωνιολογική ά-ποψη κάτι σημαντικό, αυτό συμπυκνωνόταν στην ακόλουθη βασι-κή θέση: ότι στο εσωτερικό του εργατικού πληθυσμού, όσο και σε

4. π . Πιζάνιας, Ο μαρξισμός της ιστορικής σοσιαλδημοκρατίας, Αθήνα 1987, σ. 39 κ.ε.

5. Γύρω από αυτή την άποψη περιστρέφεται ο Β. Edelman, La légalisation de la classe ouvrière. L'entreprise, τόμ. 1, Παρίσι 1978.

6. Στη λογική αυτή κινείται ο Ν. Πουλαντζάς, Πολιτική εξουσία και κοινω-νικές τάξεις, τόμ. 2, Αθήνα 1980 (ελληνική μετάφραση). Βλ. επίσης, J. Israel, «Remarques sur quelques problèmes de la théorie marxiste des classes», L'Homme et la Société, 15 (1970), σ. 269-294.

Page 15: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ^

άλλα στρώματα, ομάδες και τάξεις, υπάρχει πολλαπλή κοινωνική στρωμάτωση, η οποία δεν εξαφανίζεται. Αντίθετα πολλαπλασιά-ζεται.^ Οι βιομηχανικές κοινωνίες, με τη διεύρυνση της αγοράς και σε συνάφεια με την πολιτική δημοκρατία, εξελίσσονται και δι-αρκώς διαφοροποιούνται, οργανωμένες με βάση έναν κοινωνικό καταμερισμό εργασίας εξαιρετικά σύνθετο, διαρκώς πιο σύνθετο.

Η ορθόδοξη αντιπαράθεση σε αυτή τη θέση ισχυριζόταν ότι η μόνη διαφοροποίηση σε αυτές τις κοινωνίες είναι η τάση ενσωμά-τωσης όλων των κοινωνικών στρωμάτων στις δύο κύριες τάξεις: την αστική και την εργατική. Η διάψευση του μύθου σε όλες τις βιομηχανικές κοινωνίες μέχρι σήμερα δεν τον εμπόδισε να κατι-σχύσει σε άπειρες συνειδήσεις, επειδή θεμιτοποιούσε και ίσως ε-ξανθρώπιζε την κοινωνική ύπαρξη ιστορικά νέων κοινωνικών ο-μάδων, των εργατικών αλλά και επειδή πάρα πολλές ζωές ταυτί-στηκαν με αυτή την ουτοπία, ανεξάρτητα από τη φενάκη στην ο-ποία κατέληξε ιστορικά. Και φυσικά, αυτό έδινε στο μύθο όχι μό-νο υπόσταση, αλλά και δύναμη η οποία, όπως σημείωσα ήδη, υ-περπροσδιόριζε τις αναλύσεις για τον εργατικό πληθυσμό, μέχρι και το επίπεδο των μεγεθών, οδηγώντας τες σε ακραίο νεοθετικι-στικό φορμαλισμό.

Στις χιλιάδες σελίδες του για τις τάξεις, ο Κ. Μαρξ δεν διατύ-πωσε ποτέ κάποιον ορισμό για το τι είναι κοινωνική τάξη. Ωστό-σο, αν και ήταν ο εμπνευστής του μύθου, διατύπωσε ταυτοχρόνως στοιχεία αναίρεσης των μυθολογικών αναγωγών της εργατικής τάξης, στο σημείο εκείνο της σκέψης του που μιλούσε συγκεκριμέ-να για την τάξη αυτή: δηλαδή σε μια κοινωνιολογική ανάλυση των εργατικών ομάδων της Αγγλίας της εποχής του. Εύκολα μπορεί να εντοπίσει κανείς αυτή την κοινωνιολογία του Κ. Μαρξ στον πρώτο τόμο του Κεφαλαίου,^ Στο κείμενο αυτό ο Μαρξ, στηριγ-

7. Ε. Bernstein, Les présupposés du socialisme (αρχική δημοσίευση 1899), Παρίσι 1974. Βλ. επίσης J. Jaurès, «Définition et usage de la lutte de classe», ο-μιλία στο ιπποδρόμιο της Lille το 1900, δημοσιευμένη στο La classe ouvrière (επιμέλεια Madeleine Reberioux), Παρίσι 1976. Ακόμη, Η. Portelli, Gramsci et le bloc historique, Παρίσι 1972, σ. 89-96.

8. Ενδεικτικά οι αναφορές του Κ. Μαρξ στον πρώτο τόμο του Κεφαλαίου (ελληνική μετάφραση, εκδόσεις Αναξίμανδρος, Αθήνα 1954), σχετικά με τις ποικίλες εργατικές ομάδες και τις αντιθέσεις μεταξύ τους: σ. 157-158, 222, 239,243,248,263, 345-46, 388, 367,417,427,449,450,453,497,516,592,595, 598, 600-601, 603, 696, 704, 705. Μια συστηματική προσέγγιση της κοινωνιο-

Page 16: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

26 ΕΙΣΑΓΩΓΗ

μένος στην πρωταρχική σημασία που έδινε στον κοινωνικό κατα-μερισμό της εργασίας, εντόπισε τις συστατικές κοινωνιολογικές διαιρέσεις και ανισότητες στο εσωτερικό της εργατικής τάξης. Ίχνη της κοινωνιολογίας αυτής βρίσκονται στο σφαιρικό σχήμα που διατύπωσε ιδίως ο G. Gurvitch και άλλοι, για την κοινωνική διαστρωμάτωση.^

Η σύγχρονη κοινωνιολογία αλλά και η πρόθεση νέων κοινωνι-κών κινημάτων να διατυπώσουν στοιχεία θεωρητικού λόγου διευ-κόλυναν εμμέσως —παρά την προσδιοριστική νεοφορμαλιστική λογική των δεύτερων— τη σύνταξη περισσότερο νηφάλιων, ώρι-μων θα έλεγα, μελετών για την εργατική τάξη.̂ ®

Βασική αρχή αυτής της ιστοριογραφίας και της κοινωνιολογίας είναι εκείνη που διατύπωσε ο G. Gurvitch για τις καθολικές κοι-νωνίες και τις τάξεις: όπως προτείνει, πρόκειται για «...τύπους υπερλειτουργικών συνολικών κοινωνικών φαινομένων, που αντι-προσωπεύουν ιδιαίτερους μακρόκοσμους ομαδώσεων. Οι τύποι αυτοί είναι οι πιο συγκεκριμένοι και οι πλησιέστεροι προς την ι-στορική ύπαρξη,δηλαδή δεν επαναλαμβάνονται παρά σπά-νια... Η θέση αυτή, διατυπωμένη κάπως σχηματικά, σημαίνει ότι οι συνθήκες ύπαρξης μιας τάξης είναι συγκεκριμένες, ιστορι-κές. Κάθε εργατική τάξη λοιπόν, σε κάθε περίοδο, έχει την κοινω-

λογίας του εργατικού πληθυσμού στον Κ. Μάρξ, βλ. R. Mouriaux, «Livre premier du Capital et sociologie de la classe ouvrière», στο La Pensée, 166 (1972), σ. 69-81. Για ορισμένες από τις αντιθέσεις μεταξύ ιδιαίτερων εργατι-κών ομάδων στην Ελλάδα, βλ. ενδεικτικά, Υπουργείον Εθν. Οικονομίας (ΥΕΟ), Δ/νσις Εργασίας, Εκθέσεις τον προσωπικού εργασίας επί της εφαρμο-γής των εργατικών νόμων^ Αθήνα 1923, σ. 40,42,44.

9. G. Gurvitch, La vocation actuelle de la sociologie, Παρίσι 1968, τόμ. 1, και Δ. Γ. Τσαούσης, «Ο Ζωρζ Γκούρβιτς και η κοινωνιολογία του», εισαγωγι-κή μελέτη στο Ζ. Γκούρβιτς, Μελέτες για τις κοινωνικές τάξεις. Από τον Μάρξ μέχρι σήμερα (επιμέλεια Δ. Γ. Τσαούση, μτφρ. Μπ. Αυκούδης), Αθήνα 1976, και στο ίδιο, ο. 269-306.

10. Ενδεικτικά βλ. Ε.Ρ. Thompson, The making of the English Working Class, Λονδίνο 1968* τη σειρά μελετών του G. Haupt με τίτλο L'historien et le mouvement social, Παρίσι 1980· τη μελέτη του G. Noiriel, Les ouvriers dans la société française XiXe-XXe siècles, Παρίσι 1986. M. Gribaudi, Itinéraires ou-vriers. Espaces et groupes sociaux à Turin au debut du XXe siècle, Παρίσι 1987. Επίσης, το πολύ ενδιαφέρον αφιέρωμα «Classes d'âge et classes sociales», Ac-tes de la recherche en sciences sociales, 26-27 (1979).

11. Δ. Γ. Τσαούσης, ό.π., ο. 15.

Page 17: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ^

νιολογια της. Συνεπώς, η παλαιά διάκριση μεταξύ κοινωνιολογι-κού και ιστορικού ορισμού της τάξης αυτής δεν είναι επιστημονι-κά λειτουργική. Έτσι οι ιστορικοί που ασχολούνται με το θέμα α-ποκτούν επιπλέον την υποχρέωση να μελετήσουν τις κοινωνικές τάξεις και στη μικροκοινωνιολογική τους διάσταση.

Η οικουμενική αναπαράσταση της εργατικής τάξης ας γίνει λοιπόν κατανοητή ως το αποτέλεσμα μιας συλλογικής επιθυμίας, η οποία μετουσιώθηκε σε λόγο δεοντολογικού περιεχομένου και διατυπώθηκε με όρους πολιτικής ιδεολογίας. Παίζοντας, με φρο-ϋδικούς όρους θα έλεγα ότι η επιθυμία προβλήθηκε με τη μεσολά-βηση ενός λόγου: της πολιτικής ιδεολογίας. Αλλά η εργατική τάξη δεν ανταποκρίθηκε σε αυτό το κάλεσμα, παρά μόνο ευκαιριακά και αποσπασματικά. Είχε αρχίσει να διαμορφώνει τις δικές της ε-πιθυμίες. Έτσι η προβαλλόμενη επιθυμία οδήγησε τους φορείς της να εξιδανικεύσουν το υποψήφιο αντικείμενο που είχαν διαλέξει για την ικανοποίησή της. Το μυθοποίησαν και, με τη μοιρολατρία που προκαλεί κάποτε η απόρριψη, παρέπεμψαν για την ικανοποί-ηση στο μέλλον: στις νομοτέλειες της ιστορίας. Βέβαια δεν ξε-μπερδεύει κανείς ποτέ με τη μυθολογία. Αλλά ας πούμε ότι σή-μερα είναι δυνατές κάποιες αποστάσεις από τον συγκεκριμένο μύθο.

Σκοπός της μελέτης αυτής είναι να αναδείξει ορισμένες βασικές κοινωνικές σχέσεις που διέπουν την οργάνωση ομάδων και στρω-μάτων του φτωχού αστικού πληθυσμού στην ελληνική κοινωνία του μεσοπολέμου. Κοινωνικές σχέσεις αλλά και συμπεριφορές που συγκλίνανε προς μια θεμελιακή επιδίωξη: την επιβίωση μέσω της εργασίας. Το γεγονός ότι η δράση για την επιβίωση μέσω της εργασίας αποτελούσε το μείζον αντικείμενο που καταλάμβανε το μέγιστο της καθημερινότητας του πληθυσμού που εξετάζω μου ε-πέτρεψε να αποφύγω με ευχαρίστηση διευκρινίσεις επί καθολικών αληθειών (μάλλον μεταφυσικών) για το αν το οικονομικό προσ-διορίζει το κοινωνικό, ή αν αυτό το ρόλο αναλαμβάνει το πολιτι-κό κ.ά. Αλλωστε στη δράση για την επιβίωση μέσω της εργασίας συγκεντρώνονται και αλληλενεργούν σχεδόν όλες οι παράμετροι ενός κοινωνικού σχηματισμού: οικονομικές, κοινωνικές, πολιτι-στικές και πολιτικές, ίσως και άλλες ακόμη. Λέγοντας φτωχοί εν-νοώ εκείνους που οι σχέσεις με βάση τις οποίες εξασφάλιζαν τον βίο τους ήταν λίγο πολύ εκχρηματισμένες. Ωστόσο ο όρος εκχρη-ματισμένες σχέσεις, σε μια κοινωνία της οποίας ο εκχρηματισμός

Page 18: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

26 ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ήταν σχετικά επιφανειακός και συνεπώς δεν οδηγούσε σε θεμελια-κά βιοτικά αδιέξοδα, δεν σημαίνει και πολλά πράγματα. Οι φτω-χοί ετούτου του βιβλίου προσδιορίζονται αρχικά με αρνητικές α-ναφορές. Αφού είναι φτωχοί δεν είναι ασφαλώς πλούσιοι ή ευκα-τάστατοι ούτε καν χαμηλόμισθοι υπάλληλοι. Και εννοείται ότι α-πό τη στιγμή που είναι στις πόλεις, και μάλιστα στις μεγάλες, δεν επιβιώνουν ως αγρότες παρά τη σχετική τους προέλευση. Δεν εί-ναι ούτε οι γνωστοί περιθωριακοί των πόλεων, παρότι θυμίζουν έντονα τους περιθωριακούς των μεγάλων βορειοευρωπαϊκών πό-λεων του ύστερου μεσαίωνα. Δεν έχουν καμία, ή έχουν ασήμαντη πρόσβαση σε μέσα παραγωγής (με την αυστηρή σημασία), έχουν ό-μως τα χέρια τους και το μυαλό τους, την οικογένειά τους και τον στενό τους περίγυρο. Με αυτά ζουν, μάλλον επιβιώνουν με την εργασία τους. Και μάλιστα άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο εργάζονται και ως ανειδίκευτοι εργάτες με εξαρτημένη σχέση στον δευτερογενή τομέα. Αν όμως αυτός ο μικρός και ακραία κα-τακερματισμένος τομέας της παραγωγής στον μεσοπόλεμο μπορεί να ονομαστεί έτσι, τότε πρέπει να διευκρινίσω κάτι σχετικό με το βαθμό εξάρτησης των φτωχών από τον εν λόγω τομέα. Η εξαρτη-μένη λοιπόν σχέση τους σε διάφορους κλάδους του δευτερογε-νούς δεν εξυπονοούσε κατά κανένα τρόπο σταθερή κοινωνική εν-σωμάτωση των φτωχών μέσω της εργασίας στη βιομηχανία ή και στη βιοτεχνία. Η προσωρινότητα ποικίλων βαθμών είναι ο κοινός παρονομαστής στις σχέσεις ένταξης όλων αυτών των κοινωνικών στρωμάτων στον δευτερογενή τομέα. Η αδυναμία αυτού του πλη-θυσμού να συσταθεί ως τάξη'^ και η λαϊκή του διάχυση ̂ ^ οφειλό-ταν καταρχήν σε αυτή την προσωρινότητα και στις αιτίες που τη

12. Α. Ελεφάντης, Η επαγγελία της αδύνατης επανάστασης. ΚΚΕ και αστι-σμός στον μεσοπόλεμο, Αθήνα ^1976, σ. 318-324.

13. Γ. Αεονταρίτης, «Το ελληνικό εργατικό κίνημα και το αστικό κράτος», στο Μελετήματα γύρω από τον Βενιζέλο και την εποχή του, Αθήνα 1979. Επί-σης βλ. ΥΕΟ, Δ/νσις εργασίας. Εκθέσεις του προσωπικού εργασίας επί της ε-φαρμογής των εργατικών νόμων (1921), Αθήνα 1923, καθώς και την υπόλοιπη σειρά εκθέσεων των επιθεωρητών μέχρι το 1935. Βλ. επίσης της ίδιας υπηρε-σίας, Έρευνα επί των συνθηκών της εργατικής κατοικίας των πόλεων Αθη-νών-Πειραιώς 1921, Αθήνα 1922. Ο ιστορικός Γ. Λεονταρίτης σημειώνει: «Ωστόσο ο Έλληνας εργάτης δεν ήταν σε θέση να μετατρέψει τις ανάγκες του σε κοινωνική πολιτική [...] Ο κοινωνικός ανταγωνισμός και η δυστυχία της εργατικής τάξης ήταν οι μόνοι κοινοί δεσμοί ανάμεσα σε εκείνους που αποτε-λούσαν τη βάση της κοινωνίας». Γ. Αεονταρίτης, ό.π., σ. 51.

Page 19: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ^

δημιουργούσαν. Ο παραδοσιακός καταμερισμός εργασίας^^ και οι κοινωνικές διακρίσεις που προκαλούσε στο εσωτερικό αυτού του πληθυσμού διασταυρώνονταν με τις συνθήκες προσωρινότητας και παροξύνονταν περαιτέρω από τις κλασικές διαφοροποιήσεις που προκαλούν οι ποικίλοι τρόποι αμοιβής Οι μόνοι που δεν ή-ταν υποκείμενοι αυτής της προσωρινότητας ήταν οι τεχνίτες της βιομηχανίας και ίσως της βιοτεχνίας. Άλλωστε και η λέξη εργάτης σηματοδοτούσε στον μεσοπόλεμο τους τεχνίτες, πιθανόν επειδή ήταν η μόνη επαγγελματική ομάδα που είχε σταθερή εργασιακή θέση και συνέχεια στον δευτερογενή τομέα. Οι φτωχοί, άνθρωποι του μόχθου στην πραγματικότητα, στην ατέρμονη προσπάθεια ε-πιβίωσης συνομολογούσαν κατά καιρούς με τον δευτερογενή το-μέα σχέσεις εξαιρετικά βραχύβιες ή και εποχικές αλλά και μεσο-πρόθεσμες. Το στρώμα των φτωχών που διατηρούσε με τον δευτε-ρογενή τομέα τις μεσοπρόθεσμες σχέσεις είναι εκείνο που με μια φορμαλιστική ανάγνωση των χαρακτηριστικών του φαινομενικά μοιάζει με την κλασική βορειοευρωπαϊκή εργατική τάξη. Όμως, στην πραγματικότητα οι σχέσεις αυτές όχι μόνο ήταν συνεχώς διακοπτόμενες αλλά είχαν επιπλέον ημερομηνία λήξης κατά πολύ συντομότερη από τη λήξη της επαγγελματικής τους ζωής.

Η επαγγελματική κινητικότητα που υπονοούν τα παραπάνω χαρακτηριστικά του φτωχού πληθυσμού είναι έντονη και υπακού-ει στον μείζονα κανόνα της επιβίωσης μέσω της εργασίας.

Ο κανόνας αυτός μου έθεσε εξαρχής ένα δίλημμα: είτε, ακολου-θώντας την ισχνή ελληνική κοινωνιολογική και ιστοριογραφική παράδοση, ̂ ^ να ορίσω τους φτωχούς ως το ελληνικό αντίστοιχο των βορειοευρωπαϊκών εργατικών τάξεων, θεωρώντας έτσι εκ προοιμίου ότι η επιβίωσή τους εξαρτόνταν από την εργασία τους στον δευτερογενή τομέα* είτε αντίστροφα κινούμενος, να παρακο-λουθήσω τις δικές τους διαδρομές επιβίωσης πάντα μέσω της ερ-γασίας. Η πρώτη επιλογή σίγουρα θα ικανοποιούσε καλύτερα τη

14. Μ. Ρηγινος, Παραγωγικές δομές και εργατικά ημερομίσθια στην Ελλά-δα 1909-1936. Βιομηχανία-Βιοτεχνία, Αθήνα 1987, σ. 81 κ.ε.

15. ΥΕΟ-ΓΣΥΕ, Απογραφή των υπαλλήλων και εργατών των βιομηχανικών και εμπορικών επιχειρήσεων και ημερομίσθια αυτών, Αθήνα 1940, σ. 52-59. Για ανάλογες πληροφορίες, διάσπαρτες, βλ. Εκθέσεις του προσωπικού εργα-σίας... 1921,0.π.

16. Βλ. τους έλληνες ιστορικούς που αναφέρονται παραπάνω στη σημ. 3, αλλά και πολλούς άλλους σύγχρονους.

Page 20: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

26 ΕΙΣΑΓΩΓΗ

γνωστή διπολική ερμηνεία των αντιπαρατιθέμενων κοινωνικών δυνάμεων. Ωστόσο κάθε διπολική ερμηνεία, παλαιότερη ή και ε-ντελώς σύγχρονη, δεν μας βοηθάει να καταλάβουμε τίποτε άξιο λόγου. Και τούτο επειδή είναι μυθικής προέλευσης^^ και ως εκ τούτου μυθευτική. Και πέραν αυτού οι φτωχοί, η κάθε κοινωνική ομάδα ή η κάθε τάξη όπως έχει πει για την τελευταία ο Ε.Ρ. Thom-son «...δεν είναι πράγμα, είναι κάτι που συμβαίνει...». Συνεπώς ο ορισμός της καθεμιάς δεν μπορεί να δοθεί ούτε ανεξάρτητα από τη δική της κλίμακα της πραγματικότητας ούτε έξω από τους δι-κούς της ιστορικούς χρόνους. Πόσο μάλλον που αυτό το οποίο συμβαίνει με τους Έλληνες φτωχούς (η δράση τους για την επιβί-ωση ή οι αντιδράσεις τους, η αλλαγή ή η στασιμότητά τους) δεν έ-χει τίποτε το κοινό με τις ηρωικές στιγμές του εργατικού κινήμα-τος. Αντίθετα είναι δράσεις εντελώς βουβές και ταπεινές. Έτσι λοιπόν απέναντι στο δίλημμα προτίμησα αντί της ελληνικής ιστο-ριογραφικής και κοινωνιολογικής παράδοσης —ανεπίγνωστα ταυτισμένη στις καλύτερες εκδοχές της με τον νεοθετικισμό— να διαπιστώσω το δικό τους κοινωνικό προφίλ καθώς και τη δική τους κοινωνική πρακτική. Άλλωστε αυτό το οποίο συνέβαινε στη δική τους κλίμακα είναι περισσότερο ιστορικό και συνεπώς πολύ πιο διαφωτιστικό για τη δική μας, την παρούσα εποχή.

Να τονίσω ότι επίκεντρο της ανάλυσης της δικής τους κοινωνι-κής πρακτικής αποτελεί η ερμηνεία τόσο της ρητής όσο και της άρρητης πολιτισμικής τους διαμόρφωσης (culture implicite et ex-plicite) ως προς την εξασφάλιση του βίου μέσω της εργασίας.

Για να εντοπίσω όμως τη δική τους πραγματικότητα χρειάστη-κε να ξεκινήσω αυτή τη μελέτη «επερωτώντας» ρηχές —όπως απο-δείχτηκαν— αφαιρέσεις οι οποίες συγκάλυπταν όσα συνέβαιναν στη δική τους κλίμακα. Έτσι αφαιρέσεις όπως εργατική τάξη με τα επίθετά της συμπαγής, ενιαία, καθώς και τα παρελκόμενά της, όπως ταξική συνείδηση, ταξικό συμφέρον, αλλά και άλλες όπως ανεργία κλπ. ελέγχθηκαν με γνώμονα τα συγκεκριμένα κοινωνικά χαρακτηριστικά του πληθυσμού που εξετάζω καθώς επίσης και τη δική του κοινωνική πρακτική. Για να προσδιορίσω τα κοινωνικά τους χαρακτηριστικά χρειάστηκε να κατακερματίσω (κατά κλά-δους, κατηγορίες, επαγγέλματα, ηλικίες κλπ.) τις επίσημες και η-

17. Για τον μυθικό χαρακτήρα της διπολικής ερμηνείας του κόσμου βλ. C. L. Strauss, Histoire de Lynx, Παρίσι 1991.

Page 21: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ^

μιεπισημες σχετικές απογραφές και στατιστικές και κατά κάποιο τρόπο να τις «ανασυντάξω», προκειμένου να μετρήσω αφενός τα απόλυτα και σχετικά μεγέθη του εξεταζόμενου πληθυσμού (και συνεπώς το κοινωνικό του βάρος) και αφετέρου να υπολογίσω το βαθμό της ουσιαστικής εξάρτησής του για την επιβίωση από τον δευτερογενή τομέα ιδίως όμως από τον κλάδο της βιομηχανίας-βιοτεχνίας. Σε ό,τι αφορά την κοινωνική τους πρακτική ως προς την επιβίωση προέκυψαν σημαντικές ενδείξεις από την προηγού-μενη ποσοτική ανάλυση. Ωστόσο αυτές δεν αρκούσαν. Οι τριάντα οκτώ αυτοβιογραφίες που χρησιμοποιήθηκαν (είκοσι τρεις κύριες και δεκαπέντε δευτερεύουσες) αναλύθηκαν με ποικίλα ερωτήματα, όλα όμως σχετικά με την κοινωνική πρακτική αυτού του πληθυ-σμού για την εξασφάλιση της επιβίωσης μέσω της κάθε είδους ερ-γασίας. Στην επεξεργασία των αυτοβιογραφιών δεν έχουν περιλη-φθεί πληροφορίες για τους επιγόνους των αυτοβιογραφουμένων παραμένοντας έτσι στα όρια μιας ενδογενεακής ανάλυσης.

Φυσικά η χρήση των αυτοβιογραφιών από μεθοδολογική άπο-ψη δεν έχει σκοπό να αντικατοπτρίσει απλώς τις ατομικές περι-πτώσεις στο σύνολο του εξεταζόμενου πληθυσμού. Αυτή η μεθο-δολογική χρήση των αυτοβιογραφιών, αν και γενικώς ορθή, παρα-μένει σε ένα επίπεδο στοιχειώδες. Η ένταξη των αυτοβιογραφιών την οποία επέλεξα συνίσταται στην ανάγνωση (και ανάλυση) του λόγου των ίδιων των υποκειμένων της έρευνας για τον εαυτό τους σε αντιδιαστολή με το λόγο των επίσημων πηγών γι' αυτά. Άλλω-στε και η ανασύνταξη των επίσημων απογραφών και στατιστικών που πραγματοποίησα υπακούει στην ίδια επιδίωξη: να εμφανι-στούν οι ενύπαρκτες (και όχι οι προφανείς) πληροφορίες που α-φορούν τον εξεταζόμενο πληθυσμό.

Είναι νομίζω εμφανές ότι ως θεμελιακή μεθοδολογική αρχή ε-πέλεξα τη θέση ότι οι αιτίες της εκάστοτε διαμόρφωσης της κατά-στασης των πραγμάτων σε μια κοινωνία, δεν βρίσκονται σε κά-ποια μητρόπολη έξω από αυτήν, αλλά στις ίδιες τις εσωτερικές της δομές. Αυτές είναι, λοιπόν, οι πολύ γενικές τεχνικές και θεω-ρητικές αρχές της μεθόδου που εφάρμοσα. Από εκεί και ύστερα, η μέθοδος σε όλη της την έκταση ως αδιαχώριστη από το αντικείμε-νο της έρευνας βρίσκεται ενσωματωμένη σε όλες τις σελίδες αυτής της μελέτης.

Page 22: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο
Page 23: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

1. ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΣΕ ΑΡΙΘΜΟΥΣ

Το εν γένει ανθρώπινο δυναμικό που εργαζόταν στον κλάδο της βιομηχανίας τον μεσοπόλεμο είναι, ίσως, η πρώτη εικόνα που πρέπει να σχηματίσουμε. Η εικόνα αυτή, όπως την καταγράφει η γνωστή Απογραφή των καταστημάτων των βιομηχανικών και ε-μπορικών επιχειρήσεων τον 1930 (σ. 30-31), εμφανίζει τον κατα-μερισμό ως προς τα επαγγέλματα στο εσωτερικό του κλάδου της βιομηχανίας σε όλη τη χώρα. Οι ιδιοκτήτες, λοιπόν, αντιπροσώ-πευαν το 30% του συνολικού ανθρώπινου δυναμικού αυτού του κλάδου, και οι διευθυντές το 1,3%. Οι διοικητικοί υπάλληλοι ή-ταν το 2,2% και οι υπάλληλοι πωλήσεων το 0,8%. Οι τεχνικοί έ-φταναν το 1,5% και τέλος οι εργάτες και των δύο φύλων αντιπρο-σώπευαν το 64,2%. Η διάρθρωση αυτή έχει μια ευρωπαϊκού τύ-που «κανονικότητα» για την εποχή, επειδή είναι ιδιαίτερα αυξημέ-νη η σημασία των εργατών ως προς τα υπόλοιπα επαγγέλματα του βιομηχανικού κλάδου. Εξαίρεση σε αυτή την «κανονικότητα» αποτελεί η σχέση εργατών προς ιδιοκτήτες. Για κάθε ιδιοκτήτη α-ντιστοιχούσαν κατά μέσο όρο 2,14 εργάτες. Και η σχέση αυτή τεί-νει προς την εξίσωση αν στους εργοδότες προστεθούν οι διευθυ-ντές των επιχειρήσεων και εφόσον από την πλευρά των εργατών αφαιρεθούν τα συμβοηθούντα μέλη της οικογένειας των ιδιοκτη-τών μικρών βιοτεχνικών μονάδων. Σε μια βιομηχανική χώρα ό-πως η Γαλλία, την ίδια περίοδο, η σχέση των εργοδοτών βιομηχα-νίας προς τους εργάτες τους ήταν ένας προς δεκατέσσερις.

Η σύγκριση αυτή δεν προσδιορίζει μόνο τη διαφορά μεταξύ των δύο χωρών ως προς αυτό που συζητάμε, αλλά υποδηλώνει και την κοινωνική σημασία αυτής της αριθμητικής σχέσης μεταξύ εργοδοτών και εργατών. Η σχεδόν εξισωμένη, ποσοτικά, σχέση των εργατών με τους εργοδότες στην Ελλάδα οδηγεί να υποθέσου-

Page 24: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

24 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

με γενικά ότι, σε εθνικό επίπεδο, στον κλάδο της βιομηχανίας δεν αντιπαρατίθενται ένας πολυάριθμος εργατικός πληθυσμός με μια ολιγάριθμη ομάδα εργοδοτών. Αυτή η αντιπαράθεση, όπως θα δούμε αργότερα, ήταν δομικά πιθανή μόνο στις μεγάλες βιομηχα-νικές μονάδες, οι οποίες όμως αντιπροσώπευαν μικρό ποσοστό στο σύνολο των εργατών του κλάδου αυτού. Ας δούμε όμως πάλι με αριθμούς τη θέση του εργατικού πληθυσμού του κλάδου της βιομηχανίας στον εν γένει ελληνικό πληθυσμό. Αν στις βιομηχανι-κές χώρες ο εργατικός πληθυσμός ως σύνολο και κατά περιόδους ως τάξη βρέθηκε, από τον αριθμό και τη δράση του, σε ευνοϊκή θέ-ση στον κοινωνικό συσχετισμό απέναντι στις άλλες κοινωνικές τάξεις και στρώματα, στην Ελλάδα, όπως σε πολλές άλλες δυτι-κές αλλά όχι βιομηχανικές κοινωνίες, δεν συνέβη κάτι παρόμοιο. Ίσως μόνο στιγμιαία.

Σε κοινωνιολογικές όπως και σε οικονομικές μελέτες, ο εργατι-κός πληθυσμός υπολογίζεται ως ποσοστό επί του ενεργού. Όμως σε ό,τι αφορά μια —έστω στατική— εικόνα του κοινωνικού συ-σχετισμού δύναμης στον οποίο υπόκειται ο εργατικός πληθυσμός ως σύνολο, αυτός ο υπολογισμός δεν αρκεί. Τι σημαίνει όμως αυ-τός ο συσχετισμός; Πολύ δύσκολο να απαντήσει κανείς στο ερώ-τημα, χωρίς να εξετάσει τις κοινωνικές συμμαχίες, το εργατικό κίνημα και τους θεσμούς του. Ωστόσο οι αριθμοί του Πίνακα 1 ε-πιτρέπουν να σκεφτούμε ότι η πολιτική και ιδεολογική χειραγώ-γηση του 2,4% του συνολικού πληθυσμού ήταν εύκολη υπόθεση.^ Πόσο μάλλον που οι εργάτες και οι εργάτριες, ως φορείς κοινω-νικής απαξίας και αντιμέτωποι σε έναν ισχυρό κοινωνικό ρατσι-σμό, σπανιότατα έτειναν να εξεγερθούν. Αντίθετα ταυτίζονταν, το συχνότερο άκριτα, με τις κυρίαρχες αξίες. Και ατομικά, όπως θα δούμε αργότερα, επιδίωκαν να διαφύγουν το κοινωνικό τους πεπρωμένο ως εργάτες: οι γυναίκες με το γάμο και άλλες εργα-σίες, οι άντρες με το μικρεμπόριο,^ ή όπως αλλιώς μπορούσαν. Είχαν άλλη διέξοδο; Οι μεγάλες εργατικές κινητοποιήσεις βορειο-ευρωπαϊκού τύπου προϋπέθεταν όχι μόνο μια σειρά κοινωνικών

1. Για τη σχέση εργατών και παραδοσιακών πολιτικών κομμάκον, βλ. Α. Ελεφάντης, άπ., σ. 311-315, 322. Για τη σχέση των πολιτικών κομμάτων με τα διάφορα κοινωνικά στρώματα, βλ. G.Th. Mavrogordatos, Stillborn Republic. Social Coalitions and Party Strategies in Greece, 1922-1936, Καλιφόρνια 1983.

2. Για τα κοινωνικά πρότυπα των εργατικών στρωμάτων και τα ελάχιστα που έχουν διατυπωθεί σχετικά, βλ. Α. Ελεφάντης, ό.π., ο. 322-324.

Page 25: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΣΕ Α Ρ Ι Θ Μ Ο Υ Σ 75

Π Ι Ν Α Κ Α Σ 1

Αριθμός εργατών βιομηχανίας, 1917-1940 και ποσοστό επί τον ενεργού και του συνολικού πληθυσμού*

Έτος Αριθμός εργατών % του ενεργού πληθυσμού % του συνολ. πληθ. 1917 36.124 1920 96.385 6 1,75 1930 157.295 6 2,40 1940 175.000 5,8 2,40

* Στον παραπάνω πίνακα, αλλά και σε όλη τη μελέτη αυτή, εργάτες νοούνται μόνο όσοι και όσες διατηρούν εξαρτημένη σχέση εργασίας στην άμεση διαδικασία της παραγωγής του δευτερογενούς τομέα. Είναι λοιπόν προφανές ότι οι εργοδότες και τα εργαζόμενα στην ίδια έπιχείρηση μέλη της οικογένειάς τους δεν συνυπολο-γίζονται. Το ίδιο και οι υπάλληλοι κάθε είδους. Σε αντίθετη περίπτωση αναφέρο-νται ως εργαζόμενοι ή απασχολούμενοι.

Πηγές: Δ. Φράγκος, Ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός της Ελλάδας, Αθήνα 1980, σ. 31-32,44. Μ. Ρηγίνος, Παραγωγικές δομές..., ό.π., σ. 66, 73, 86, 128, 134. ΙΚΑ, Απολογισμός 1940, σ. 16-18 και πίνακας 15. ΓΣΥΕ, Στατιστική επετη-ρίς της Ελλάδος 1930, Αθήνα 1931, σ. 75. ΓΣΥΕ, Απογραφή υπαλλήλων και εργατών... και ημερομισθίων αυτών 1930, Αθήνα 1940, σ. 102-103.

αδιεξόδων που κρατούσαν τους εργάτες στη βιομηχανία, αλλά και μια ποσοτικά βαρύνουσα παρουσία του εργατικού πληθυσμού.

Αν για παράδειγμα το 2,4%, που αντιπροσώπευαν οι ελλαδίτες και πρόσφυγες εργάτες του βιομηχανικού κλάδου στο σύνολο του ελληνικού πληθυσμού το παραβάλουμε είτε με το 22% που αντι-στοιχούσε στους συναδέλφους τους στη γαλλική κοινωνία το 1931 είτε με το ακόμη υψηλότερο ποσοστό των Βρετανών εργατών βιο-μηχανίας, τότε αντιλαμβανόμαστε ευκρινέστερα τη σημασία των κοινωνικών συσχετισμών δυνάμεων στην Ελλάδα. Εκτός όμως α-πό τον μικρό αριθμό των εργατών, ο οποίος έμμεσα επιβεβαιώνει τον αρνητικό γι' αυτούς συσχετισμό, η ανάπτυξη του εργατικού πληθυσμού ήταν περιορισμένη. Ο εργατικός πληθυσμός σε απόλυ-τους αριθμούς αυξανόταν διαρκώς από το 1917 ώς το 1930. Στη διάρκεια αυτών των δεκατριών χρόνων ο αριθμός των εργατών των κλάδων της βιομηχανίας και των εξορύξεων υπερτετραπλα-σιάστηκε. Στην περίοδο αυτή ένα τμήμα των προσφύγων που ε-γκαταστάθηκαν στην Ελλάδα μετά τη μικρασιατική καταστροφή ε-νίσχυσε το εργατικό δυναμικό της χώρας. Ωστόσο η εισροή των

Page 26: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

26 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

προσφύγων στη βιομηχανία δεν ήταν τόσο σημαντική όσο συνή-θως λέγεται. Όπως εύκολα μπορεί να διαπιστωθεί, από τους 1.070.000 πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα μετά τη μικρασιατική καταστροφή^ μόνο το 10,6% —δηλαδή 114.000 άτο-μα— απασχολήθηκαν στη βιοτεχνία, τη βιομηχανία, τα μεταλλεία και τα ορυχεία."^ Εννοείται πως όλοι αυτοί οι πρόσφυγες δεν ήταν μόνο εργάτες, αλλά εργάστηκαν σε ποικίλες θέσεις: εργοδότες, υ-πάλληλοι, τεχνικοί, ατομικά εργαστήρια, κλπ. Είναι άγνωστος ο αριθμός των προσφύγων που απασχολήθηκαν ως εργάτες στους κλάδους που αναφέρθηκαν. Ωστόσο, στα 437.000 άτομα που απα-σχολούνταν συνολικά στην Ελλάδα στους κλάδους αυτούς ως ερ-γοδότες, υπάλληλοι, τεχνικοί, συμβοηθούντα μέλη οικογενειών και εργάτες,^ οι πρόσφυγες αντιπροσώπευαν το 25%.̂ Ποσοστό το οποίο, χωρίς να είναι στατιστικά αδιάφορο, δεν είναι ικανό ώ-στε να επιτρέπει να χαρακτηρίσουμε σημαντική την παρουσία των προσφύγων στη βιομηχανία.

Τη δεύτερη περίοδο η συνολική αύξηση του εργατικού πληθυ-σμού ήταν εξαιρετικά περιορισμένη. Μεταξύ 1930 και 1940 η αύ-ξηση αυτού του πληθυσμού ήταν μόνο 10%. Η μειονεκτική, από κάθε άποψη, θέση του εργατικού πληθυσμού στην ελληνική κοινω-νία επιδεινώνεται συνεπώς και από τη στασιμότητα της ανάπτυ-ξής του. Στασιμότητα, η οποία εμφανίστηκε στη δεύτερη περίοδο, δηλαδή ελάχιστα μόλις χρόνια μετά από την αρχική απογείωσή του.

Σε αυτά τα δύο, αλληλένδετα άλλωστε, δεδομένα, δηλαδή στη μειονεκτική θέση του εργατικού πληθυσμού από την άποψη των συσχετισμών και στη στασιμότητα της ανάπτυξής του, θα πρέπει πιστεύω να αναζητηθούν ορισμένες από τις αιτίες για την περιο-ρισμένη σημασία που είχε το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα ήδη από τη γέννησή του. Επίσης, αυτά τα ίδια φαινόμενα θα πρέπει να έχει υπόψη του ο αναγνώστης όταν αργότερα θα αναλυθεί το φαι-νόμενο της έντονης κινητικότητας του εργατικού πληθυσμού.

3. ΓΣΥΕ, Στατιστική επετηρίς 1930, ό.π., σ. 50. 4. Στο ίδιο, ο. 75. 5. ΓΣΥΕ, Στατιστικά αποτελέσματα απογραφής 1928, ό.π., III, Επαγγέλμα-

τα, τχ. 1, σ. κζ'. 6. ΓΣΥΕ, Στατιστική επετηρίς 1930, ό.π., σ. 75.

Page 27: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΟΙ ΙΔΙΟΤΡΟΠΊΕς ΤΗΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ 27

2. ΟΙ ΙΔΙΟΤΡΟΠΊΕΣ ΤΗΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ

Η συγκέντρωση του εργατικού πληθυσμού αποτελεί, βέβαια, μία από τις σημαντικές προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση της κοινω-νικής αυτογνωσίας του. Ωστόσο αυτή η προϋπόθεση, κάπως αόρι-στα διατυπωμένη με τη λέξη συγκέντρωση, δεν διαφωτίζει για τη συγκεκριμένη σχέση συγκέντρωσης/διασποράς του εργατικού δυ-ναμικού στην ελληνική κοινωνία. Θέλω να πω με τούτο ότι η συ-γκέντρωση, αν και είναι μόνο μία μεταξύ των άλλων συνθηκών που διαμορφώνουν τα κοινωνικά χαρακτηριστικά του εργατικού πληθυσμού, ωστόσο αυτή μόνη της έχει κατά τεκμήριο πολλές πτυχές.

Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να διαγνώσουμε τις βασικές πτυχές της συγκέντρωσης του εργατικού δυναμικού με τις γνωστές τεχνι-κές.

Π Ι Ν Α Κ Α Σ 2

Γεωγραφική συγκέντρωση εργατών βιομηχανίας, 1917-1940 (σε ποσοστά% επί τον συνόλου των εργατών)

Έτος Αθήνα-Πειραιάς %

Θεσσαλονίκη %

Αλλες πόλεις %

1917 46 12 42 1920 37 10,6 52,4 1930 48,6 10,4 41 1940 73 9 18

Πηγή: Υπουργείον Εθν. Οικονομίας, Η βιομηχανία της Ελλάδος, ο. 33-41. ΓΣΥΕ, Απογραφή βιοτεχνικών και βιομηχανικών επιχειρήσεων την 18.12.1920, Αθήνα 1926, τχ. Α', σ. 16-17, 42-43· τχ. Β', σ. 8-9, 24-25· τχ. Γ', σ. 4-5, 14-15. ΓΣΥΕ, Απογραφή 1930, ό.π., σ. 22-25, 46-49. ΙΚΑ, Απολογισμός 1940, ό.π., πίνακες 9-11. ΑΟΣ, Το ζήτημα της συγκεντρώσεως των βιομηχανιών εν Ελλάδι, σ. 4-5, 20-22, Αθήνα 1940.

Αρχικά ας σημειωθεί ότι η περιφερόμενη, ως πολιτικό επιχεί-ρημα, γνώμη ότι η συγκέντρωση της βιομηχανίας στην Αθήνα και στον Πειραιά έγινε μετά τον εμφύλιο πόλεμο δεν φαίνεται να στέ-κει ούτε κατά προσέγγιση. Το δεύτερο μικρό κύμα της εκβιομηχά-νισης της ελληνικής κοινωνίας, το οποίο άρχισε τη δεύτερη δεκαε-

Page 28: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

28 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

τία του 20ού αιώνα, συγκέντρωσε τη βιομηχανική δραστηριότητα κατά κύριο λόγο στην πρωτεύουσα της χώρας και στο λιμάνι της. Και πριν ακόμη αρχίσει για την Ελλάδα ο δεύτερος μεγάλος πόλε-μος, η γεωγραφική συγκέντρωση στην Αθήνα και τον Πειραιά είχε προχωρήσει σημαντικά.

Η πρώτη λοιπόν, διάσταση της συγκέντρωσης, η γεωγραφική, φαίνεται να ευνοεί τη συγκρότηση του εργατικού πληθυσμού σε ο-μοιογενές κοινωνικό σύνολο. Πριν όμως από οποιοδήποτε συ-μπέρασμα, προτιμότερο είναι να δούμε μια επιπλέον και μάλλον σημαντικότερη πτυχή της συγκέντρωσης αυτού του πληθυσμού στον Πίνακα 3. Ήδη η δεύτερη διάσταση της συγκέντρωσης, σύμ-φωνα με το μέγεθος των επιχειρήσεων, είναι πολύ λιγότερο εντυ-πωσιακή, αν συγκριθεί με τη γεωγραφική. Οι λεγόμενες μεγάλες ε-πιχειρήσεις, με πάνω από 25 εργαζόμενους η καθεμιά, συγκεντρώ-νουν κάτι περισσότερο από το μισό του εργατικού δυναμικού, και αυτό μόλις το 1940, προφανώς ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης. Σίγουρα η συγκέντρωση του μεγαλύτερου μέρους του ερ-γατικού δυναμικού σε επιχειρήσεις με πάνω από 25 άτομα συμβα-δίζει με τη συσσώρευση των βιομηχανιών στην Αθήνα και στον Πειραιά. Όμως η σημασία που φαίνεται να έχει η γεωγραφική συ-γκέντρωση του πληθυσμού που εξετάζουμε σχετικοποιείται πολύ. Θα μπορούσα να πω ότι η σημασία της γεωγραφικής συγκέντρω-σης σχεδόν εκμηδενίζεται από τον κατακερματισμό της βιομηχα-νίας, που οδηγεί το μεγαλύτερο μέρος του εργατικού πληθυσμού σε μικρές επιχειρήσεις. Μπορεί οι επίσημες απογραφές να χαρα-κτηρίζουν μεγάλες τις βιομηχανίες που απασχολούσαν πάνω από 25 άτομα — και είναι μεγάλες σε σχέση με τις μικροβιοτεχνίες. Αλλά στην πραγματικότητα, είναι πολύ μικρές, αν τις δούμε υπό το πρίσμα της συγκέντρωσης του εργατικού πληθυσμού σε κάθε εργοστάσιο.

Μεταξύ των επιχειρήσεων που οι επίσημες απογραφές αποκα-λούν μεγάλες υπάρχουν ασφαλώς κάποιες μεγαλύτερες. Στις δύο μεγαλύτερες πόλεις, την Αθήνα και τον Πειραιά, οι οποίες, όπως είδαμε, συγκέντρωναν το 73% του συνολικού βιομηχανικού εργα-τικού πληθυσμού το 1940, έγινε μια έρευνα την ίδια χρονιά. Την έ-ρευνα πραγματοποίησε το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το οποίο φαίνεται ότι διέθετε τότε ακόμη πιο σύνθετες ανάγκες από το να εισπράττει μόνο εισφορές. Στους 113.000 εργάτες και εργά-τριες λοιπόν, οι 67.000 εργάζονταν σε επιχειρήσεις που απασχο-

Page 29: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΟΙ ΙΔΙΟΤΡΟΠΊΕς ΤΗΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ 29

Π Ι Ν Α Κ Α Σ 3

Συγκέντρωση εργατών κατά το μέγεθος των επιχειρήσεων, 1917-1940 (σε ποσοστά 9 h επί τον συνόλου των εργατών)

Έτος 1-5 εργάτες 6-25 εργάτες 26 + εργάτες 1917* 10 24,5 65,5 1920 57,5 18,7 23,8 1930 46 19 35 1940 26 18 56

* Το 1917 έχουν απογραφεί μόνο οι βιομηχανίες που θεωρούνταν «μεγάλες», ορισμός μεγέθους που παραμένει αόριστος στην απογραφή αυτή.

Πηγές. «Η εξέλιξις της ελληνικής βιομηχανίας και η συμβολή αυτής εις την εθνικήν οικονομίαν της χώρας», Οικονομική Επετηρίς 1933, Αθήνα 1934, σ. 600. ΓΣΥΕ, Απογραφή βιομηχανίας 1920, ό.π., τχ. Α ', σ. η ' -θ ' · τχ. Β ', σ. η ' -θ ' · τχ. Γ ', σ. η ' -θ '. ΓΣΥΕ, Απογραφή βιομηχανίας 1930, ό.π., σ. κ ' -κθ ', 140-141. ΙΚΑ, Απολογισμός 1940, ό.π., πίνακες 9-14.

λούσαν πάνω από 25 άτομα. Δηλαδή εκατό εργάτες κατά μέσο ό-ρο για κάθε επιχείρηση.^ Νομίζω ότι αυτή η πτυχή της συγκέντρω-σης γίνεται αξιοπρόσεκτη αν από την ίδια έρευνα απομονώσουμε τις επιχειρήσεις που απασχολούσαν από 200 άτομα και πάνω. Πρόκειται για 83 βιομηχανίες, στις δύο αυτές μεγάλες πόλεις, οι οποίες απασχολούσαν 34.580 εργάτες και εργάτριες, με μέσο όρο 416 ατόμων για κάθε βιομηχανία.

Σε κάθε περίπτωση, αυτή η συγκέντρωση εργατικού δυναμικού σε μεγάλες, πραγματικά, βιομηχανίες αφορούσε μόνο το 30% του εργατικού πληθυσμού των δύο αυτών πόλεων και το 24% του συ-νόλου του ίδιου πληθυσμού όλης της χώρας.^ Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι η γεωγραφική συγκέντρωση του πληθυσμού αυτού αναιρείται ως προϋπόθεση της κοινωνικής του αυτογνωσίας, ε-πειδή πρόκειται για πληθυσμό στην πλειονότητά του κατακερμα-τισμένο σε μικρές επιχειρήσεις. Και κυρίως ότι ο κατακερματι-σμός αυτός επιβαρύνει περισσότερο τον αρνητικό συσχετισμό δύ- ' ναμης στον οποίο υπόκειται ο εργατικός πληθυσμός.

7. ΙΚΑ, Απολογισμός 1940, ό.π., πίνακες 9-10. 8. Στο ίδιο, πίνακες 9-15.

Page 30: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

30 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

3. Η ΑΜΟΙΒΗ ΧΩΡΙΖΕΙ

Είναι νομίζω εδώ η κατάλληλη στιγμή για να σκεφτούμε το ζήτη-μα των τρόπων με τους οποίους αμείβονταν οι εργάτες. Δεν είναι τόσο το ύψος της αμοιβής που δημιουργεί διαφοροποιήσεις στο ε-σωτερικό αυτού του πληθυσμού. Και τούτο επειδή το σχετικό ύ-ψος της αμοιβής, ενώ ορίζεται με κριτήρια συχνότατα αυστηρώς εξωοικονομικά, ωστόσο εμφανίζεται λογικό αν όχι αυτονόητο μέ-σο του κοινωνικού καταμερισμού.^ Και ως αυτονόητο γίνεται σχετικά εύκολα αποδεκτό.^^ Στην πράξη επιβάλλεται ως κατάκτη-ση από έναν επαγγελματικό κλάδο μισθωτών σε βάρος άλλων.̂ ^

ΠΙΝΑΚΑΣ 4

Τρόποι πληρωμής το 1930 (ποσοστά % στο σύνολο της κάθε κατηγορίας)

Με το Με την ημέρα Με το «Απροσδιόριστος μήνα ή την ώρα κομμάτι τρόπος πληρωμής»

Εργάτες Άντρες 29 55 12 4 Γυναίκες 9 72 15 4 Μαθητευόμενοι 23 52 5 20

Υπάλληλοι Άντρες 92 4 2 2 Γυναίκες 93 5,6 0,2 1,2

Πηγή: ΓΣΥΕ, Απογραφή των υπαλλήλων και εργατών... και ημερομίσθια αυτών 1930, ό.π., σ. κα',52. Για να υπάρχει δυνατότητα σύγκρισης, παραθέτουμε και τους τρόπους αμοιβής των υπαλλήλων του τριτογενούς τομέα.

Οι τρόποι λοιπόν αμοιβής, τους οποίους το δεύτερο μέρος της Απογραφής των βιομηχανιών του 1930 μετρά μόνο πολύ γενικά και αρκετά αόριστα, παρουσιάζουν την προηγούμενη κατανομή

9. κ. Μάρξ, Αξία [μισθός], τιμή, κέρδος, Αθήνα 1945, σ. 30-42. 10. Βλ. Π. Πιζάνιας, Μισθοί και εισοδήματα στην Ελλάδα 1842-1923. Το

παράδειγμα των υπαλλήλων της Εθνικής Τράπεζας, Αθήνα 1985, α. 148 κ.ε. 11. Στο ίδιο, α. 179-183. Για τις διενέξεις μεταξύ εργατικών επαγγελματι-

κών κλάδων με αντικείμενο το ύψος των αμοιβών, βλ. ΥΕΟ-Δ/νσις Εργασίας, Εκθέσεις του προσωπικού εργασίας... 1921, ό.π.

Page 31: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η Α Μ Ο Ι Β Η ΧΩΡΙΖΕΙ 31

στο σύνολο του εργατικού πληθυσμού της χώρας. Ίσως να φαίνεται αξιοπερίεργο, αλλά πράγματι υπήρχαν —και

υπάρχουν— εργάτες που πληρώνονταν με μηνιαίο μισθό. Δεν πρόκειται φυσικά για ανειδίκευτους εργάτες αλλά για τεχνίτες. ̂ ^

Η σχέση μεταξύ των εργατών που αμείβονταν με το μήνα και των άλλων που πληρώνονταν με ημερομίσθιο ή ωρομίσθιο; Είναι άγνωστη. Παρ' όλα αυτά, υπάρχει ένα γεγονός που επιτρέπει να ασκήσουμε τη φαντασία μας. Πρόκειται για μια επιλογή που κυ-ριάρχησε από την αρχή στη συγκρότηση όλων των συνδικαλιστι-κών οργανώσεων βάσης: την οργάνωση των εργατών σε άπειρες —και κατακερματισμένες— ομοιοεπαγγελματικές μικροοργανώ-σεις.̂ ^ Το γεγονός αυτό επιτρέπει να σκεφτούμε ότι οι συσπειρώ-σεις πραγματοποιούνται ξεχωριστά, στη βάση εντελώς ιδιαίτερων συμφερόντων μεμονωμένων και τοπικών εργατικών επαγγελματι-κών κατηγοριών και μάλλον ιεραρχημένων κατά τη δύναμη και τα κεκτημένα. Συνθήκες που δεν επιτρέπουν την όποια αισιοδοξία α-ναφορικά με τις σχέσεις αλληλεγγύης μεταξύ των διαφόρων εργα-τικών ομάδων.

Στις διάφορες διαιρέσεις του εργατικού πληθυσμού που προ-κύπτουν από τον τρόπο πληρωμής υπάρχουν και αυτές που υπο-δηλώνουν το χειρότερο. Πρόκειται για το μισθό με το κομμάτι.

12. Σχετικά βλ. ΥΕΟ-Δ/νσις Εργασίας, Εκθέσεις και πεπραγμένα σώματος επιθεωρήσεως εργασίας επί της εφαρμογής των εργατικών νόμων και των συνθηκών εργασίας εν Ελλάδι κατά το 1931, Αθήνα 1934, σ. 82-97.

13. Ο Α. Μπεναρόγιας λέει: «Η εργατική μάζα, ιδίως των Αθηνών-Πειραι-ώς, είναι πολύ καιροσκοπική. Κάνει πολιτική των περιστάσεων χάριν των υ-λικών ωφελημάτων. Αι διαμάχαι των αστικών κομμάτων συνετέλεσαν πολύ εις τούτον...». «Ο επαγγελματικός αγών του ελληνικού προλεταριάτου», Κομμουνιστική Επιθεώρησις, Α (1921), αρ. 1, σ. 63. Για τον γενικό ρυθμιστι-κό ρόλο της νομοθεσίας στα θέματα συγκρότησης και δράσης των συνδικά-των, βλ. Σ.Μουδόπουλος, «Ο Νόμος 281/1914 για τα επαγγελματικά σωμα-τεία και η επίδρασή του στην εξέλιξη του εργατικού κινήματος», Βενιζελι-σμός και αστικός εκσυγχρονισμός (επιμ. Γ. Θ. Μαυρογορδάτος - Χ. Χατζηιω-σήφ), Κρήτη 1988, σ. 241 κ.ε. Θα πρέπει βέβαια να τονιστεί ότι ποτέ οι εργά-τες και οι εργάτριες δεν αντέδρασαν σε αυτούς τους νομικούς περιορισμούς. Μια ιδιαίτερα συστηματική προσέγγιση του ανάλογου φαινομένου στη Γαλ-λία, βλ. Α. Desrosieres - L. Thévenot, «Les mots et les chiffres: les nomenclatu-res socioprofessionnelles». Economie et statistique, Απρίλιος 1979.

14. Για κάποιες ενδείξεις, βλ. ΥΕΟ-Δ/νσις Εργασίας, Εκθέσεις και πεπραγ-μένα... 193U ό.π., σ. 22, 51. Στον τρόπο αμοιβής με το κομμάτι θα πρέπει να

Page 32: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

32 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

Μπορεί βέβαια ο μισθός με το κομμάτι, σε τελευταία ανάλυση, να μην είναι παρά η διεστραμμένη μορφή του μισθού που ορίζεται με τον ορισμένο χρόνο εργασίας, το ωράριο. Αν, όμως, αποφύγουμε την ουσιοκρατική λογική που δηλώνει η «τελευταία ανάλυση» —ε-πειδή συρρικνώνει και συνεπώς σχηματοποιεί—, μπορούμε να ε-ντοπίσουμε σοβαρές διαφορές μεταξύ της αμοιβής με το κομμάτι και των υπόλοιπων μορφών πληρωμής.

Να σημειώσουμε αρχικά ότι η πληρωμή με το κομμάτι αφήνει τον εργαζόμενο ακάλυπτο από τα ευεργετήματα της κοινωνικής ασφάλισης. Και επιπλέον τον απομακρύνει από την όποια συλλο-γικότητα δημιουργείται στο χώρο εργασίας, αναθέτοντάς του το κόστος του χώρου εργασίας, όσο ελάχιστο και αν είναι. Από την άποψη της σχέσης μεταξύ αμοιβής και χρόνου εργασίας, ο δεύτε-ρος μετατίθεται στον εργαζόμενο ως προσωπική του υπόθεση. Ο παράγοντας, λοιπόν, χρόνος εργασίας παύει να είναι σημαντική παράμετρος των σχέσεων εργασίας και συνεπώς το ύψος της α-μοιβής καθορίζεται από τη χρήση του χρόνου που έχει να κάνει μόνο ο εργαζόμενος από την πλευρά του. Με άλλα λόγια, το ύψος της αμοιβής καθορίζεται από το αποτέλεσμα της χρήσης του χρό-νου, το οποίο σταθμίζεται με τον αριθμό των κομματιών που έ-χουν ολοκληρωθεί.^^ Αν π.χ. ο αριθμός αυτός έχει πραγματοποιη-θεί σε τρεις ή σε δεκαπέντε ώρες, αυτό είναι αδιάφορο για τον ερ-γοδότη. Και για τούτο ο εργαζόμενος με το κομμάτι δεν μπορεί να ελπίζει σε κάποια συλλογική δράση για την αύξηση της αμοι-βής του ή την αλλαγή των συνθηκών εργασίας. Αντίθετα, η αύξηση της αμοιβής μπορεί να προέλθει λογικότερα, αν το προϊόν της υ-περγολαβίας που έχει αναλάβει το αναδιανείμει είτε σε χαμηλότε-

εντάξουμε ορισμένες κατηγορίες ναυτεργατών, αν και ενέχουν και παραδο-σιακά στοιχεία. Οι εργάτες που απασχολούνται στα γρι-γρι εργάζονταν επο-χικά και πληρώνονταν με μερίδια: 1-2,5 μερίδια στην ψαριά της κάθε αλιευτι-κής επιχείρησης, η οποία διαρκούσε συνήθως λίγες ημέρες το μήνα (περίοδος σκοταδιού χωρίς κακοκαιρία). Κάτι ανάλογο ίσχυε για τους ναυτεργάτες στις τράτες. Βλ. Ανώτατο Οικονομικό Συμβούλιο, Η οργάνωσις της αλιείας, Αθή-να 1938, σ. 53.

15. Για το μισθό με το κομμάτι, βλ. Β. Mottez, Systèmes des salaires et idéo-logies patronales, Παρίσι (C.N.R.S.) 1966. Για τη σχέση μισθού και χρόνου, βλ. Μπ. Κοριά, Ο εργάτης και το χρονόμετρο. Τεϊλορισμός-Φορντισμός και μα-ζική παραγωγή, Αθήνα 1985 (ελληνική μετάφραση), σ. 82-98. Γενικά, βλ. F. Simiand, Le salaire, l'évolution sociale et la monnaie, Παρίσι 1932,2 τόμ.

Page 33: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η Α Μ Ο Ι Β Η ΧΩΡΙΖΕΙ 33

ρη τιμή^^ είτε χρησιμοποιώντας δωρεάν εργασία, π.χ. των μελών της οικογένειας του. Επομένως η αύξηση της αμοιβής μπορεί να ε-πιτευχθεί αν ο εργαζόμενος με το κομμάτι μετατραπεί ο ίδιος σε υπεργολάβο (μικροεργοδότη).

Αυτές οι διαφορές μεταξύ των ιδιαίτερων μορφών πληρωμής θέτουν εντέλει τις αντίστοιχες ομάδες εργατών συχνά σε αντίθε-τες —και συνεπώς ανταγωνιστικές— οπτικές γωνίες από τις ο-ποίες βλέπουν το συμφέρον τους και κατανοούν την κοινωνική τους θέση.

Η σκληρότητα που συνεπάγονται οι σχέσεις εργασίας ανήκει στις παραμέτρους κοινωνικής οργάνωσης που δεν κατονομάζο-νται, δεν αρθρώνονται σε λόγο και βέβαια καταγράφονται συνή-θως μόνο με όρους τεχνικούς. Ας μείνουμε λοιπόν για λίγο ακόμη σε αυτό το θέμα. Στον πίνακα των τρόπων πληρωμής που προη-γήθηκε υπάρχει και μια στήλη με τον υπέρτιτλο «Απροσδιόριστος τρόπος πληρωμής», υπέρτιτλος παρμένος από την Απογραφή της Βιομηχανίας και του Εμπορίου του 1930. Ας δούμε όμως μήπως τελικά είναι προσδιορίσιμος.

Την άκρη του νήματος, για να αρχίσει κανείς να καταλαβαίνει περί τίνος πρόκειται, τι περιλαμβάνεται τέλος πάντων σε αυτή τη στήλη με τον αόριστο υπέρτιτλο, μας τη δίνει το πολύ υψηλό πο-σοστό που αντιστοιχεί στους μαθητευομένους. Και το νήμα αρχί-ζει να ξετυλίγει η επιθεωρήτρια εργασίας Μαρία Δεσύπρη. Το 1921, η επιθεώρηση σε έξι από τις βιοτεχνίες της Αθήνας και των Μεγάρων έδειξε ότι 141 άτομα στα 2.346, ή το 6% του συνόλου, δεν αμείβονταν καθόλου.^^ Πρόκειται για μαθητευόμενα κορίτσια, προφανώς για τα 88 που είχαν ηλικία μέχρι δώδεκα ετών και για ορισμένα από εκείνα που κατατάσσονται στην κατηγορία από δώ-δεκα έως είκοσι τεσσάρων ετών.̂ ^

Και άλλοι επιθεωρητές και επιθεωρήτριες εργασίας αναφέρουν σποραδικά στις εκθέσεις τους ότι κάποιοι δεν αμείβονται, αλλά ως παραδρομή μόνο. Είναι βέβαια γνωστό ότι η δωρεάν παιδική

16. Σχετικά με τη διανομή υπεργολαβίας, βλ. Υπουργειον Εργασιας-Δ/νσις Εργασίας, Εκθέσεις και πεπραγμένα σώματος επιθεωρήσεως εργασίας κατά το 1934, Αθήνα 1936, σ. 70.

17. ΥΕΟ-Δ/νσις Εργασίας, Εκθέσεις του προσωπικού εργασίας... 1921, ό.π., σ. 64-65. Ένα άλλο δείγμα της ίδιας επιθεωρήτριας, στο ίδιο, σ. 72-72 κ.ε. Για το 1933, βλ. στο ίδιο, του 1933, Αθήνα 1935, σ. 62.

18. Στο ίδιο, σ. 64-65,

Page 34: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

34 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

εργασία υπήρχε (και υπάρχει) για αγόρια και κορίτσια, γνωστή ως μαθητεία και υποκριτικά νομιμοποιημένη ως τέτοια. Αλλά και οι υπηρέτριες δεν πληρώνονταν^^ και ας μη μάθαιναν τίποτα που να μην το ήξεραν. Το ίδιο και τα μπακαλάκια και τα χασαπάκια, επειδή, φαίνεται, το μέλλον τους μετά τη μαθητεία διαγραφόταν λαμπρό. Στην ίδια κατηγορία θα βρίσκαμε και μέλη των οικογε-νειών πολλών βιοτεχνών, αν οι απογραφές δεν τα παρέκαμπταν ως συμβοηθούντα (τον αρχηγό).

Η παιδική εργασία, και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό κακοπληρω-μένη ή απλήρωτη, είναι η πρώτη διαδρομή στα σκοτεινά για να γί-νει ένα παιδί γύρω στα 12 με 14 χρόνια του μαθητευόμενος. Και μετά εργάτης ή τεχνίτης. Οι όροι εργασίας των παιδιών και των ε-φήβων εκδηλώνουν την πιο ακραία επίπτωση του αρνητικού κοι-νωνικού συσχετισμού δύναμης, επειδή είναι η πλέον αδύναμη ο-μάδα στο σύνολο του εργατικού πληθυσμού. Τμήμα του εργατι-κού πληθιχτμού ασφαλώς, αλλά ενσωματωμένο στους ενήλικους με μια διττή, αμφίσημη σχέση: αφενός ως παιδιά, δηλαδή ηλικια-κά κατώτερα, και αφετέρου ως ανταγωνιστές. Αν η παιδική ηλι-κία των μικρών εργατών και εργατριών καθεαυτή τα καθιστά α-ποδεκτά από το σύνολο του ενήλικου εργατικού πληθυσμού, αντί-θετα στην αγορά εργασίας η σχέση μεταξύ τους θα πρέπει να είχε άλλη όψη. Η δωρεάν εργασία ή η πολύ χαμηλή αμοιβή των παι-διών^^ τα έθετε σε θέση εξαιρετικά ανταγωνιστική, ιδιαίτερα ένα-ντι των ανειδίκευτων ενήλικων εργατών.^^ Ανταγωνισμός εξαιρε-τικά έντονος, ώστε να δημιουργεί ρήγματα στο εσωτερικό του ερ-γατικού πληθυσμού. Και ο διεκδικητικός οικονομισμός του συν-δικαλιστικού κινήματος δύσκολα θα μπορούσε να γεφυρώσει αυ-τά τα ρήγματα. Έτσι ο συσχετισμός δύναμης μεταξύ των εργατι-κών ομάδων φαίνεται ότι λειτουργούσε ως απόλυτος κανόνας στις μεταξύ τους σχέσεις.

19. Βλ. L. Gamett, Balkan Home-life, Λονδίνο 1917. Παραθέτει η Νόρα Σκουτέρη-Διδασκάλου, «Προίκα ή περί του θηρευτικού βίου των Νεοελλή-νων», Ο Πολίτης, τχ. 55 (1982), σ. 44.

20. ΥΕΟ-ΓΣΥΕ, Απογραφή των υπαλλήλων και των εργατών... και ημερο-μίσθια αυτών, ό.π., σ. 60-101. ΥΕΟ-Δ/νσις Εργασίας, Εκθέσεις και πεπραγμέ-να σώματος επιθεωρήσεως εργασίας 1931, ό.π., σ. 82-97. Μ. Ρηγίνος, Παρα-γωγικές δομές..., ό.π., σ. 198.

21. Γενικά για την παιδική εργασία, Μ. Ρηγινος, Μορφές παιδικής εργα-σίας στη βιομηχανία-βιοτεχνία, 19ος-20ός αι. (αδημοσίευτη μελέτη).

Page 35: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ Φ Ε Υ Γ Ο Υ Ν 35

4. ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ ΦΕΥΓΟΥΝ

«... Το γηγενές [εργαηκόν] προσωπικόν εστράφη προς άλλα επαγγέλματα μάλλον προσοδοφόρα... οι πρό-σφυγες ως εκ της ανάγκης δέχονται να εργάζωνται με τα προσφερόμενα... ημερομίσθια εφ' όσον δεν ευρί-σκουν μεγαλύτερον εις άλλο επάγγελμα, αποχωρούν όμως ειςπρώτηνπαρουσιαζομένηνευκαιρίαν...». I. Λναπλιώτης, Επιθεωρητής Εργασίας Αθηνών, Πει-ραιώς και Περιχώρων (Λ)

Έχω ήδη αναφέρει ότι οι εργάτες και οι εργάτριες επιδιώκουν να διαφύγουν απ' την προκαθορισμένη κοινωνική τους θέση. Και αν κρίνουμε από ποικίλες ενδείξεις, φαίνεται ότι αυτή η επιθυμία σε κάποιο βαθμό πραγματοποιείται. Επίσης, είδαμε ότι στην περίοδο 1917 ώς και το 1940 ο απόλυτος αριθμός των εργατών βιομηχα-νίας αυξάνεται. Αυτές οι δύο διαπιστώσεις που προκύπτουν από διαφορετικού τύπου πληροφορίες φαίνεται να αντιφάσκουν, αν σκεφτούμε τους εργάτες της βιομηχανίας την περίοδο που εξετά-ζουμε ως πληθυσμό ο οποίος, εκτός από την εργασία στα εργο-στάσια ή τις βιοτεχνίες, δεν είχε άλλη βιοποριστική επιλογή. Ας δούμε όμως, με οπτικό πεδίο τον κλάδο της βιομηχανίας, αν συνέ-βαινε κάτι παρόμοιο. Με πληροφορίες όπως η κίνηση των ηλι-κιών του εργατικού πληθυσμού σε μία δεκαετία μπορούμε να διε-ρευνήσουμε τη μετακίνηση από τα εργατικά επαγγέλματα.

Αρχικά, με τα δεδομένα του Πίνακα 5, ο εργατικός πληθυσμός φαίνεται ότι χωρίζεται σε δύο πολύ γενικές κατηγορίες: σε αυτούς που παραμένουν στη βιομηχανία μέχρι το τέλος της επαγγελματι-κής ζωής τους και σε αυτούς που φεύγουν πολύ πιο πριν. Τους πρώτους, σύμφωνα με όσα είπαμε για την ομάδα που πληρωνό-ταν με το μήνα, θα πρέπει να τους ταυτίσουμε με τους τεχνίτες.^^ Αυτοί μένουν. Το ύψος του μισθού των εργατοτεχνιτών^^ επιτρέ-πει να υποθέσουμε με βεβαιότητα ότι η ενδεχόμενη μετακίνηση

22. Η έλλειψη ειδικευμένων τεχνιτών στην αγορά εργασίας θα πρέπει να ή-ταν τόσο μεγάλη ώστε να εξηγεί την ευνοϊκή μεταχείριση τους από τους εργο-δότες αλλά και να οδηγεί κάποιους βιομηχάνους μαζί με τις μηχανές να εισά-γουν και τεχνίτες. Αυτοί παρακολουθούσαν τις μηχανές και ίσως εκπαίδευαν κάποιους Έλληνες. Σχετικά, βλ. τη μαρτυρία του Χ. Α. Κατσάμπα, Πιστεύο-ντας εις το μέλλον. Χρονικό μιας προσπάθειας, Αθήνα 1966, σ. 135.

23. Βλ. στο ίδιο και Μ. Ρηγίνος, Παραγωγικές δομές..., ό.π., σ. 193 κ.ε.

Page 36: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

36 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

αυτής της κατηγορίας εργατών προς τον τριτογενή τομέα γενικώς ή το μικρεμπόριο ειδικότερα δεν θα τους εξασφάλιζε ούτε καλύτε-ρο εισόδημα ούτε καλύτερη θέση από αυτή που είχαν κατοχυρώ-σει ως εργατοτεχνίτες με μηνιαίο μισθό στη βιομηχανία. Βέβαια θα ήταν υπερβολή, χρησιμοποιώντας τη γνωστή μεταφορά, να χα-ρακτηρίσουμε αυτή την κατηγορία ως εργατική αριστοκρατία (ή κατά τη σύγχρονη εκδοχή, «ρετιρέ»). Ωστόσο θα πρέπει, μαζί με τον τρόπο πληρωμής, να συνυπολογιστεί το δεδομένο ότι αυτοί οι κλάδοι των εργατοτεχνιτών — π̂ου στην πραγματικότητα συ-γκροτούνταν από ιδιαίτερες ιεραρχίες ειδικευμένων τεχνιτών στα τυπογραφεία, τα Τ.Τ.Τ., κλπ.— ήταν ασφαλισμένοι πολλά χρόνια πριν από την ίδρυση του ΙΚΑ.̂ "̂ Η ασφάλιση λοιπόν, κυρίως ως προς το συνταξιοδοτικό σκέλος της, και ο μηνιαίος μισθός περι-γράφουν τα βασικά κίνητρα παραμονής της κατηγορίας των εργα-τοτεχνιτών στη βιομηχανία μέχρι την ηλικία της συνταξιοδότησης. Οι άλλοι, οι ανειδίκευτοι εργάτες και οι εργάτριες, πρέπει να εί-ναι εκείνοι που φεύγουν, και αυτοί είναι ο μεγάλος αριθμός. Αυ-τοί δηλαδή διαμορφώνουν τον κανόνα.

Η διαρκώς αυξανόμενη παρουσία των παιδικών και νεανικών ηλικιών έρχεται σε αντίθεση με την τάση μείωσης που εμφανίζεται στις γυναίκες μετά την ηλικία των είκοσι ετών και στους άντρες μετά τα τριάντα. Οι ενήλικες και των δύο φύλων φεύγουν σε με-γάλο ποσοστό από τη βιομηχανία και τη θέση τους παίρνουν εν μέρει οι παιδικές και νεαρές ηλικίες. Αν σταθούμε στη χρονιά του 1930, βλέπουμε ότι οι γυναίκες που εργάζονται στη βιομηχανία α-πό παιδιά, αρχίζουν να φεύγουν ήδη από τα είκοσί τους χρόνια,

24. Θυμίζω ôxl το ΙΚΑ, στο οποίο ασφαλίζονταν μόνο οι εργατο\3πάλληλοι του ιδιωτικού τομέα, ιδρύθηκε το 1936. Εκτός από τα ταμεία του δημοσίου, των στρατιωτικών, των τραπεζικών που υπήρχαν από τον 19ο αιώνα, οι με-ταλλωρύχοι απέκτησαν ταμείο το 1901. Οι σιδηροδρομικοί και οι εργαζόμε-νοι στις υπέγγυες προσόδους από το 1907. Οι εργαζόμενοι στις Γενικές Απο-θήκες, στην Εταιρεία της Διώρυγας της Κορίνθου, τα Τ.Τ.Τ., το Καλυκοποιείο, τα τυπογραφεία, την Ηλεκτρική Εταιρεία κλπ., από το 1919 ώς το 1925 είχαν επίσης ταμεία. Συνολικά, το 1914, τα γενικά μόνο ταμεία —εκτός από τα ειδι-κά, επικουρικά, αλληλοβοήθειας κλπ.— ήταν συνολικά έντεκα. Και το 1927, είχαν αυξηθεί σε σαράντα έξι. Βλ. ΓΣΥΕ, Στατιστική Επετηρίς 1930, ό.π., σ. 456-461. Το 1933 τα ταμεία από τα οποία μπορούσαν να συνταξιοδοτηθούν α-σφαλισμένοι τεχνίτες ποικίλων ειδικοτήτων ήταν δεκατέσσερα. Οικονομική Επετηρίς της Ελλάδος 1933 (Γ. Χαριτάκης, διεύθυνση), Αθήνα 1934, σ. 411-412.

Page 37: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ ΦΕΥΓΟΥΝ 38

και στα τριάντα έχει ήδη αποχωρήσει το 77%. Οι άντρες που ερ-γάζονται από παιδιά αρχίζουν να φεύγουν από την ηλικία των τριάντα ετών και μέχρι τα σαράντα έχει ήδη φύγει το 76%. Πραγ-ματική έξοδος. Οι γυναίκες, εξάλλου, ακολουθώντας ενδεχομένως άλλο επάγγελμα ή άλλη σχέση με το προηγούμενο επάγγελμά τους, παντρεύονται.^^ Σε αυτό συνηγορεί και η πληροφορία ότι το 1928 στη βιομηχανία το 67% των γυναικών ήταν ανύπαντρες,^^ και το αντίστοιχο ποσοστό το 1930 ήταν 71%. Αν αναστρέψουμε την εικόνα που μας δίνουν αυτοί οι αριθμοί, γίνεται σαφέστερος ο ρόλος που έπαιζε η βιομηχανία στη ζωή των νεαρών εργατριών: Το ποσοστό των παντρεμένων εργατριών, από 27% το 1928, μειώ-νεται σε δύο μόλις χρόνια, το 1930, σε 10%.̂ ^ Οι γυναίκες δεν θέ-λουν να είναι εργάτριες. Μόλις συγκεντρώσουν κάποιο υποτυπώ-δες ποσό και ιδίως μόλις μάθουν κάποια τέχνη συναφή με τη βιο-μηχανία, παντρεύονται. Όμως το γεγονός ότι επιστρέφουν στον οίκο δεν σημαίνει ότι δεν εργάζονται με αμοιβή. Ορισμένα τουλά-χιστον εμφανή δεδομένα, όπως η αύξηση των αργαλειών που δού-λευαν σε κατοικίες, η οικιακή ταπητουργία και η κεντητική,^^ δεί-χνουν ότι οι γυναίκες συνδύαζαν το γάμο με την επιστροφή στην παραδοσιακή οικόσιτη βιοτεχνία πολύ πιθανόν με σχέση υπεργο-λαβίας.^^ Η κινητικότητα των εργατών και των εργατριών που εκ-δηλώνεται με τη φυγή από τη βιομηχανία, όπως θα δούμε, είναι φαινόμενο ιδιαίτερα κρίσιμο για την ερμηνεία του κοινωνικού χαρακτήρα αυτού του στρώματος. Για τούτο, παρότι οι ποσοτικές αναλύσεις που μόλις προηγήθηκαν οδηγούν σε συμπεράσματα αρ-κετά σαφή, ας προχωρήσουμε διαδοχικά σε αναλυτικότερες προ-σεγγίσεις του φαινομένου της έντονης εργατικής κινητικότητας.

25. Μ. Ρηγίνος, Παραγωγικές δομές..., ό.π., σ. 212. Κάποιες ενδείξεις σχε-τικές, βλ. ΥΕΟ-Δ/νσις Εργασίας, Εκθέσεις τον προσωπικού... 1921, ό.π., σ. 21. Στο ίδιο ο. 74 (επιθ. Μαρία Δεσύπρη) και σ. 82-84 (Άννα Μακροπούλου).

26. ΓΣΥΕ, Στατιστική επετηρίς 1936, ό.π., σ. 69. 27. ΓΣΥΕ, Απογραφή των υπαλλήλων και εργατών..., ό.π. 28. Βλ. Λίλα Λεοντίδου, Πόλεις της σιωπής. Εργατικός εποικισμός της

Αθήνας και του Πειραιά 1909-1940, Αθήνα 1989, σ. 180. Βλ. επίσης, Α. Mor-genthau, I was sent to Athens, Νέα Υόρκη 1929, σ. 248 κ.ε. Ι.Ν. Polyzos, Pro-cessus d'urbanisation en Grèce 1920-1940, Τουλούζη 1978 (διδακτορική δια-τριβή), σ. 403, στο Α. Αεοντιδου, ό.π.

29. ΥΕΟ-Δ/νσις Εργασίας, Εκθέσεις του προσωπικού επιθεωρήσεως εργα-σίας..., ό.π.

Page 38: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

38 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

Π Ι Ν Α Κ Α Σ 5

Κατανομή εργατών και εργατριών βιομηχανίας, βιοτεχνίας μεταλλείων, ορυχείων κατά ομάδες ηλικίας, 1920, 1928 και 1930

(σε ποσοστά % επί του συνόλου)

Έτος 10-19 20-29

Ηλικίες 30-39 40-49 50-59 60+

Εργάτες 1920 20,47 24,45 19,31 16,88 11,13 7,76 1928 22,03 27,07 17,90 14,61 10,31 8,02 1930 29,33 28,34 18,91 11,55 7,11 4,66

Εργάτριες 1920 41,52 27,44 12,92 8,91 5,50 3,70 1928 45,74 27,47 11,30 8,25 4,32 2,92 1930 54,10 22,63 8,85 7,68 4,31 2,43

Πηγή: ΓΣΥΕ. Απογραφή των υπαλλήλων και εργατών... και ημερομίσθια αυτών 1930, ό.π., σ. 3. ΓΣΥΕ, Στατιστικά αποτελέσματα της απογραφής του πληθυ-σμού της Ελλάδας της 15-16 Μαΐου 1928, Αθήνα 1932, III, Επαγγέλματα, τχ. Ιον, σ. ΐ7ε'-ρα' και τχ. 2ον, σ. 310-325. Βλ. επίσης Μ. Ρηγίνος, Παραγωγικές δομές..., ό.π., σ. 196-213.

Στον διπλό Πίνακα 6 που ακολουθεί, όπως και στον προηγού-μενο με τα ποσοστά, περιλαμβάνονται οι εργάτες βιομηχανίας, βιοτεχνίας, μεταλλείων και ορυχείων. Στο πρώτο όμως σκέλος του Πίνακα 6, δηλαδή το 1928, μαζί με τους εργάτες και τις εργά-τριες περιλαμβάνονται και οι εργοδότες, καθώς και τα συμβοη-θούντα μέλη των οικογενειών τους. Αντίθετα, στο δεύτερο σκέλος του, το 1930, περιλαμβάνονται μόνο οι εργάτες και των δύο φύ-λων, ενώ έχουν αφαιρεθεί όλες οι άλλες κατηγορίες εργαζομένων σε αυτούς τους παραγωγικούς κλάδους του δευτερογενούς τομέα.

Το φαινόμενο που αναδεικνύουν και τα δύο σκέλη του Πίνακα 6 με τους απόλυτους αριθμούς είναι το ίδιο με αυτό που εμφανί-ζεται με σχετικούς αριθμούς στον Πίνακα 5: Οι γυναίκες αρχί-ζουν να φεύγουν από την ηλικία των 20 χρόνων και οι άντρες από την ηλικία των 30. Η ροή της φυγής των εργατών από τη βιομηχα-νία γίνεται ιδιαίτερα ευανάγνωστη αν κανείς παρακολουθήσει την εξέλιξη των δεικτών και στα δύο σκέλη του πίνακα. Ωστόσο μετα-ξύ των δύο τμημάτων του ίδιου πίνακα εμφανίζονται ορισμένες διαφορές, νομίζω αρκετά ενδιαφέρουσες ο)στε να περιγραφούν.

Page 39: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ ΦΕΥΓΟΥΝ 40

ΠΙΝΑΚΑΣ 6

Αριθμός εργαζομένων στη βιομηχανία κατά ομάδες ηλικιών (1928) Αριθμός εργατών στη βιομηχανία κατά ομάδες ηλικιών (1930)

1928̂ 19302 Ηλικίες Άντρες/ΔεΙκτ. Γυναικ/Δείκτ. Άντρες/Δεικτ. Γυναίκ./Δείκτ. 10-19 72.188 100 45.410 100 37.840 100 17.189 100 20-29 88.642 122 27.203 59 36.681 97 8.823 53 30-39 58.523 81 11.193 24 22.165 58 3.026 17 40-49 47.770 66 8.189 17 13.000 34 2.705 16 50-59 33.686 47 4.287 9 8.127 21 1.517 9 60 + 26.254 36 2.896 6 5.306 13 826 5

Πηγή: 1. ΓΣΥΕ, Απογραφή 1928, ό.π., τ. III, Επαγγέλματα, τχ. 2, σ. 310-317. 2. ΓΣΥΕ, Απογραφή υπαλλήλων και εργατών... και ημερομίσθια αυτών 1930, ό.π., ο. 102-105.

Στο πρώτο σκέλος του Πίνακα 6, το οποίο αναφέρεται στο 1928, παρατηρούμε ότι ο αριθμός των εργαζομένων αντρών ηλι-κίας 20-29 ετών αυξάνεται σε σχέση με την αμέσως προηγούμενη ομάδα (10-19 ετών). Αντίθετα, στο δεύτερο σκέλος του Πίνακα 6, το οποίο αναφέρεται στο 1930, ο αριθμός των εργατών των ίδιων ηλικιών δηλαδή 20-29 ετών μειώνεται λίγο σε σχέση με την προη-γούμενη ομάδα εργατών ηλικίας 10-19 ετών. Αντίστοιχα για τις γυναίκες, η ροή της φυγής τους από τη βιομηχανία όπως εμφανί-ζεται στους δείκτες είναι κατά λίγες μονάδες πιο αυξημένη στο δεύτερο σκέλος του Πίνακα 6 σε σχέση με το πρώτο.

Οι διαφορές μεταξύ των δύο τμημάτων του πίνακα οφείλονται στο γεγονός ότι στο πρώτο, μαζί με τους εργάτες βιομηχανίας, συ-νυπάρχουν, όπως είπαμε, εργοδότες και συμβοηθούντα μέλη των οικογενειών τους. Αντίθετα, οι αριθμοί του δεύτερου αντιπροσω-πεύουν τους εργάτες της βιομηχανίας και μόνο. Αυτές οι διαφο-ρές επιβάλλουν να αναδιατυπώσουμε τα όσα είπαμε ώς τώρα για τη ροή φυγής, ιδίως των αντρών εργατών, από τη βιομηχανία. Συ-γκεκριμένα, οι άντρες εργάτες στο δεύτερο σκέλος του Πίνακα 6, που αναφέρεται στο 1930, εμφανίζονται να επιδιώκουν (να θέ-λουν, θα υποστήριζα) να φύγουν από την ηλικία των είκοσι ετών. Φυσικά η διαφορά μεταξύ της ομάδας των 10-19 και της επόμενης των 20-29 είναι πολύ μικρή. Ωστόσο υποδηλώνει μια τάση φυγής

Page 40: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

40 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

των αντρών από τη βιομηχανία ήδη από τα είκοσι χρόνια. Τάση την οποία θα πρέπει να θεωρήσουμε μόνο δυνητική. Με δεδομένο ότι το 1930 υπήρξε μια από τις πρώτες χρονιές της οικονομικής κρίσης και για τη βιομηχανία, θα ήταν λογικότερο να δεχτούμε ότι η παραμονή των αντρών εργατών στη βιομηχανία μετά την ηλικία των είκοσι χρόνων είναι γεγονός αλλά σε πολύ πιο περιορισμένη έκταση από όση δείχνουν τα ποσοστά του Πίνακα 5 και το πρώτο σκέλος του Πίνακα 6.

Συζητώντας, στην αρχή αυτού του βιβλίου, για τους εργάτες σε αριθμούς, είδαμε ότι ο απόλυτος αριθμός του εργατικού πληθυ-σμού αυξήθηκε στη διάρκεια της δεκαετίας του 1920. Το φαινόμε-νο αυτό δεν αντικρούει το άλλο που ονομάσαμε φυγή των εργα-τών από τη βιομηχανία. Όσο αυξάνεται ο συνολικός αριθμός του εργατικού πληθυσμού τόσο διευρύνεται το φαινόμενο της φυγής των εργατών από τον κλάδο της βιομηχανίας. Δηλαδή η κινητικό-τητά τους (επαγγελματικού χαρακτήρα, όπως θα δούμε) αναπαρά-γεται διευρυμένη από τον νεότερο εργατικό πληθυσμό, ο οποίος πρωτομπαίνει, κυρίως σε παιδική ή νεαρή ηλικία, να εργαστεί στον κλάδο της βιομηχανίας. Σίγουρα υπάρχουν και εκείνοι που πρωτοεργάζονται στη βιομηχανία σε μεγαλύτερες ή και μεγάλες η-λικίες. Η μεγάλη όμως μάζα, ο κανόνας δηλαδή, όπως φαίνεται και στον Πίνακα 5, είναι οι παιδικές και νεαρές ηλικίες.

Άραγε ισχύει το φαινόμενο της φυγής των εργατών και για τις βιομηχανίες των μεγάλων πόλεων, ή μήπως αφορά τις επαρχιακές βιομηχανίες; Προκειμένου να αποφύγουμε τη βαρετή επανάληψη των πινάκων, ας απαντήσουμε στο ερώτημα με παραστατικό τρό-πο. Να δούμε λοιπόν το Διάγραμμα 1 που ακολουθεί, σχεδιασμέ-νο με βάση πενταετείς ομάδες ηλικιών και απόλυτους αριθμούς εργατών και εργατριών ξεχωριστά.

Η Αθήνα, ο Πειραιάς και η Θεσσαλονίκη, είναι οι τρεις μεγαλύ-τερες ελληνικές πόλεις οι οποίες, όπως είδαμε νωρίτερα, το 1930 συγκέντρωναν το 59% του συνολικού βιομηχανικού εργατικού δυναμικού της χώρας. Συγχρόνως είναι οι πόλεις εκείνες οι οποί-ες συγκέντρωσαν τη μεγάλη πλειοψηφία των προσφύγων, ιδιαίτε-ρα αυτών που εργάστηκαν στον κλάδο της βιομηχανίας. Με αυτά τα δεδομένα, το συμπέρασμα στο οποίο οδηγεί το Διάγραμμα 1 εί-ναι διττό: αφενός, η φυγή των εργατών που διαπιστώσαμε για το σύνολο της μικρής και μεγάλης ελληνικής βιομηχανίας ισχύει με την ίδια τουλάχιστον ένταση και για τις τρεις μεγάλες ελληνικές

Page 41: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ ΦΕΥΓΟΥΝ 41

Δ Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 1

Αριθμός εργατών-εργατριών κατά ομάδες ηλικίας, 1930 Αθήνα, Πειραιάς, Θεσσαλονίκη

ΑΘΗΝΑ

10-14 15-19 20-24 25-29 30-34 35-39 40-44 45-49 50-54 55-59 60-^

ΠΕΙΡΑΙΑΣ

10-14 15-19 20-24 25-29 30-34 35-39 40-44 45-49 50-54 55-59 60+

7000 τ 6500 - -6000 - -5500 - -5000 - -4500 - -4000 - -3500 - -3000 - -2500 - -2000 - -1500 - -1000 - -500

Ο

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

10-14 15-19 20-24 25-29 30-34 35-39 40-44 45-49 50-54 55-59 60+

• ΑΝΔΡΕΣ · ΓΥΝΑΙΚΕΣ

Πηγή: ΓΣΥΕ, Απογραφή υπαλλήλων και εργατών... και ημερομίσθια αυτών 1930, ό.π., σ. 134-143.

Page 42: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

42 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

πόλεις και αφετέρου, η φυγή αυτή πραγματοποιείται τόσο από τους ελλαδίτες όσο και από τους πρόσφυγες εργάτες και εργά-τριες. Και όσοι παραμένουν στη βιομηχανία μετά τα τριάντα πέ-ντε χρόνια τους είναι οι τεχνίτες, μαζί με ένα πολύ μικρό περίγυ-ρο εργατών που δεν είχαν άλλη λύση.

Η μείωση του εργατικού πληθυσμού από τη νεαρότερη ομάδα ηλικιών ώς εκείνη των ηλικιωμένων αυξάνεται κλιμακωτά με έ-νταση μέχρι την ηλικία των σαράντα ετών. Μετά από αυτή την η-λικία η μείωση μπορεί να οφείλεται και σε θανάτους, δεδομένου ότι η προσδοκώμενη διάρκεια ζωής το 1940, μετά τη συμπλήρωση του πρώτου έτους της ηλικίας, ήταν 58,7 χρόνια για τους άντρες και 61,7 για τις γυναίκες.^^ Μείωση όμως που εμφανίζεται από τις νεαρότερες ηλικίες των εργατών και των εργατριών ώς τους σαραντάρηδες, μεσήλικες στην πραγματικότητα, έχουν την αιτία τους στην αποχώρησή τους από τη βιομηχανία. Οι εργάτες λοιπόν και οι εργάτριες φεύγουν. Βέβαια, φεύγουν από τη βιομηχανία εί-ναι μια κουβέντα. Τα κοινωνικά φαινόμενα, όπως και η φυγή των εργατών από τη βιομηχανία, δεν είναι αποτελέσματα που προκύ-πτουν από το άθροισμα των ατομικών επιδιώξεων με τις παρεπό-μενες επιπτώσεις.^^ Αν κανείς δεχτεί αυτή την άποψη, πρέπει να δεχτεί επίσης ότι τα άτομα δρουν απολύτως ορθολογικά, χωρίς συναισθηματικές και άλλες μη ορθολογικές παρορμήσεις, χωρίς κοινωνικούς υπερπροσδιορισμούς. Στην προκειμένη περίπτωση το γεγονός ότι οι εργάτες φεύγουν από τη βιομηχανία σημαίνει ό-τι μια δέσμη αιτιών τους εξωθεί σε αυτή την επιλογή. Και από τις αιτίες αυτές, άλλες ενυπάρχουν στους ίδιους τους φορείς του φαινομένου και άλλες είναι αποτέλεσμα διαντίδρασης σε επιλο-γές τρίτων, έξω από αυτούς. Στην πρώτη δέσμη αιτιών θα τοποθε-τούσα τη δυσκολία ή και την άρνηση των εργατών οι οποίοι, ως πρώτη γενιά αγροτών —κατά τεκμήριο—, δυσκολεύονται να προ-σαρμοστούν στους καταναγκασμούς του μακρού ωραρίου στο ερ-γοστάσιο, στον κλειστό χώρο και στον εντατικό ρυθμό εργασίας.

30. Βλ. Δ. Φράγκος, ό.π., σ. 50. Την περίοδο 1926-1930 η προσδοκώμενη διάρκεια ζωής μετά τη συμπλήρωση του πρώτου έτους της ηλικίας ήταν 52,3 χρόνια για τους άντρες και 54,9 για τις γυναίκες (στο ίδιο).

31. Την άποψη αυτή υποστηρίζει ο R. Boudon, La logique du social: intro-duction à l'analyse sociologique, Παρίσι 1979, σ. 250, και με αρκετές αποχρώ-σεις οι Μ. Crozier, Ε. Friedberg, L'acteur et le système; les contraintes de Fa-ction collective, Παρίσι 1981.

Page 43: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ 43

Αν δεχτούμε ότι αυτές οι αντιστάσεις των εργατών στις συνθήκες εργασίας που επιβάλλει η βιομηχανία μπορούν να ξεπεραστούν με οικονομικούς εξαναγκασμούς, απομένει η δεύτερη δέσμη αι-τιών που τους ωθεί στη φυγή που ανέφερα. Και αυτές οι αιτίες ο-φείλονται στην αντιμετώπιση της βιομηχανίας από τους ίδιους τους κεφαλαιούχους. Σε δείγμα 1.347 επιχειρήσεων της Αθήνας και του Πειραιά, όλες ανώνυμες εταιρείες, το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, μόνο οι 339 είχαν διάρκεια ζωής πάνω από 26 χρό-νια·̂ ^ δηλαδή το ελάχιστο που θα μπορούσε να διαρκέσει η επαγ-γελματική ζωή ενός εργάτη. Από τις υπόλοιπες επιχειρήσεις, δη-λαδή όσες δεν ξεπερνούν τα είκοσι έξι χρόνια ζωής, λίγο περισσό-τερες από τις μισές διαρκούν από ένα ώς δεκαπέντε χρόνια και συχνά υπάρχουν τυπικά, χωρίς να λειτουργούν.^^ Οι ισχυροί λοι-πόν του παιχνιδιού αυτού, οι κεφαλαιούχοι, με τον τρόπο που χρησιμοποιούν τη βιομηχανία, ενισχύουν την τάση φυγής των ερ-γατών από αυτήν. Δεν είναι όμως οι μοναδικοί δημιουργοί της.

5. Η ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ

Ο εργατικός πληθυσμός λοιπόν, στην πλειονότητά του, φεύγει α-πό τη βιομηχανία πολύ πριν ολοκληρώσει την επαγγελματική ζωή του. Το ερώτημα είναι πού πάει. Είδαμε ήδη κάποιες μαρτυρίες για τις εργάτριες. Σίγουρα θα υπάρχουν και άλλες. Για παράδειγ-μα, οι πληροφορίες που εμφανίζονται στη γενική απογραφή του 1928 ως δευτερεύουσα απασχόληση αφήνουν να διακρίνουμε κά-ποιες σημαντικές ενδείξεις. Ας δεχτούμε αξιωματικά ότι αυτές α-φορούν κυρίως τους άντρες, μια που αυτοί έχουν μεγαλύτερη διάρκεια επαγγελματικής ζωής στη βιομηχανία. Εδώ οι απόλυτοι αριθμοί που δίνει η εν λόγω απογραφή έχουν μικρή σημασία. Το φαινόμενο είναι σίγουρα πολύ ευρύτερο. Για τούτο ας διαβαστεί ο Πίνακας 7 ως γενική δυνατότητα μετακίνησης από μια επαγγελ-ματική δραστηριότητα σε άλλη.

32. Αλίκη Βαξεβάνογλου, Οι έλληνες κεφαλαιούχοι σης αρχές τον 20ού αιώνα: προφίλ κοινωνικό και οικονομικό, μελέτη υπό έκδοση. Και από τη θέ-ση αυτή να ευχαριστήσω την Αλίκη Βαξεβάνογλου για τις πληροφορίες που μου παραχώρησε ευγενικά.

33. Στό ίδιο.

Page 44: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

44 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

ΠΙΝΑΚΑΣ 7

Δευτερεύουσα απασχόληση ή το εύρος των πιθανών επαγγελμάτων ενός αγρότη, ενός εργάτη και ενός υπαλλήλου το 1928

(ποσοστά επί του συνόλου του πληθυσμού της κάθε κατηγορίας)

Κύρια Δευτερεύουσες (κατά τομείς) δραστηριότητα Πρωτογενής Δευτερογενής Τριτογενής

Αριθμ. % Αριθμ. % Αριθμ. % Αγρότης — 23.963 3 17.921 3,5 Εργάτης ΐα245 5 — 4.800 4 Υπάλληλος 9.221 7,5 3.555 3,5 —

Πηγή: ΓΣΥΕ, Στατιστικά αποτελέσματα... 1928, ό.π., τχ. Ιον, σ. ' -ίζβ' και τχ. 2ον, σ. 154-169.

Ας διευκρινιστεί προκαταβολικά πως αυτό που ορίζεται από την απογραφή ως δευτερεύον επάγγελμα δεν είναι δυνατόν να α-σκείται ταυτόχρονα με το κύριο. Και τούτο επειδή οι εργάτες, τουλάχιστον μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1930, με ένα ωράριο που συχνά έφτανε τις δεκατέσσερις ώρες ημερησίως, δεν μπορού-σαν προφανώς να ασκήσουν δεύτερο επάγγελμα ταυτοχρόνως. Πρόκειται για δυνατότητες άλλου επαγγέλματος είτε σε περιό-δους ανεργίας είτε σε φάση αποχώρησης από τη βιομηχανία. Το γεγονός αυτό δεν εμφανίζεται με σαφήνεια εξαιτίας του αδέξιου τρόπου με τον οποίο το προσέγγισε η απογραφή του 1928.̂ "̂ Σε περιγραφικό επίπεδο ωστόσο εμφανίζεται και στην απογραφή αυ-τή μια οριζόντια, δηλαδή επαγγελματική, κινητικότητα από και προς κάθε κατεύθυνση. Στα φτωχά κοινωνικά στρώματα όχι μόνο η κινητικότητα είναι χωρίς όρια, αλλά το πεδίο των δυνατών ε-παγγελματικών δραστηριοτήτων διευρύνεται διαρκώς. Για παρά-δειγμα, τα μικροεργαστήρια του ενός ατόμου της Αθήνας και του Πειραιά, τα οποία εντάσσονται στον δευτερογενή τομέα, το 1930

34. Ως επάγγελμα καταγράφηκε αυτό που ασκούσε ο απογραφόμενος την ημέρα της απογραφής του 1928, χωρίς όμως κανένα συμπληρωματικό ερώτη-μα για τη χρονική διάρκεια της παραμονής του σε αυτό. Βλ. Ε. Μακρή, «Ο οι-κονομικός ενεργός πληθυσμός και η απασχόλησις αυτού», Στατιστικαί μελέ-ται 1821-1971, Αθήνα 1972, σ. 158.

Page 45: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ 45

έφταναν τα 4.183.̂ ^ Τα αντίστοιχα μικροεργαστήρια το 1940 είχαν σημαντικά αυξηθεί σε 9.331.̂ ^

Πρόσφυγες οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί σε πόλεις πριν από την οικονομική κρίση ως εργάτες ή και μεροκαματιάρηδες, με την αύξηση της ανεργίας στις αρχές της δεκαετίας του 1930, επιδιώ-κουν να ξαναγίνουν αγρότες.^^ Αυτή η κινητικότητα όμως δεν εί-ναι μόνο υπόθεση των προσφύγων. Προς το τέλος της τελευταίας δεκαετίας του μεσοπολέμου, αρμόδιοι του Ανώτατου Οικονομι-κού Συμβουλίου διαπιστώνουν, όχι χωρίς έκπληξη, ότι σχεδόν ό-λοι οι εργάτες των επαρχιακών κλωστοϋφαντουργείων, οι οποίοι δούλευαν κατά κανόνα με το κομμάτι ή με αποκοπή, φεύγουν από τα εργοστάσια όλο το καλοκαίρι,^^ όχι για διακοπές, αλλά ούτε, όπως υποστηρίζει το ΛΟΣ, επειδή είναι υψηλότερα τα ημερομί-σθια στην αγροτική παραγωγή.^^ Απλώς επειδή εργάζονταν στα δικά τους χωράφια.

Εκτός όμως από τις μικροβιοτεχνίες, τις οικοτεχνίες και γενι-κώς τα μικροεπαγγέλματα του δευτερογενούς τομέα καθώς και την αγροτική παραγωγή, η δραστηριότητα που άφηνε μεγάλα πε-ριθώρια για την απασχόληση του εργατικού δυναμικού μετά την

35. ΓΣΥΕ, Απογραφή των καταστημάτων των βιομηχανικών και εμπορι-κών επιχειρήσεων 1930, Αθήνα 1934, σ. 22-24. Στη μελέτη της Λίλας Λεοντι-δου, ό.π., σ. 326, προφανώς από παραδρομή στους ποσοτικούς υπολογι-σμούς, ο αριθμός των εργαστηρίων του ενός ατόμου το 1930 εμφανίζεται πο-λύ μικρότερος από αυτόν που ρητά καταγράφει η απογραφή του 1930.

36. ΙΚΑ, Απολογισμός, ό.π., πίνακες 9-10. 37. Χρ. Χρηστίδης, «Εποικισμός», Οικονομική Επετηρίς 1933, Αθήνα

1934, σ. 611 και Société des Nations, L'établissement des réfugiés en Grèce, Γε-νεύη 1926, σ. 16.

38. ΑΟΣ, Έρευνα και γνωμοδότησις επί των βιομηχανιών βάμβακος, Αθή-να 1937, σ. 13-14.

39. Στο ίδιο, ο. 14. Η εποχική κινητικότητα από τον βιομηχανικό στον α-γροτικό τομέα της οικονομίας και αντιστρόφως είναι φαινόμενο που παρατη-ρείται και στη Γαλλία τον 19ο και στις αρχές του 20ού αιώνα αλλά με κίνητρο την εποχική αύξηση των ημερομισθίων. Η διαφορά του φαινομένου της επο-χικής κινητικότητας μεταξύ ελληνικής και γαλλικής κοινωνίας εντοπίζεται στο γεγονός ότι οι Έλληνες μετακινούμενοι είναι ταυτοχρόνως βιομηχανικοί εργάτες και μικροϊδιοκτήτες αγροτικών κλήρων, ενώ οι Γάλλοι είναι κυρίως ημερομίσθιοι εργάτες αγροτικοί ή στη βιομηχανία κατά εποχές. Για τη Γαλλία βλ. J.P. Bompard - Th. Tagnac- G. Postel-Vinay, «Emploi, mobilité et chômage en France au XiXe siècle. Migrations saisonnières entre industrie et agricultu-re», Annales ESC, (1990), αρ. 1, janvier-fevrier, σ. 55-76.

Page 46: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

46 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

αποχώρηση του από τη βιομηχανία ήταν το εμπόριο. Το 1930, το 71% του συνόλου των επιχειρήσεων του κλάδου του εμπορίου α-ντιπροσώπευαν μικρομάγαζα του ενός ατόμου."̂ ® Σε αυτά απα-σχολούνταν το 40% του συνολικού ανθρώπινου δυναμικού αυτού του κλάδου.̂ ^ Όμως σε ποια από τα επαγγέλματα που συγκροτού-σαν τον εν λόγω κλάδο μπορούσαν να ενταχθούν οι αποχωρού-ντες εργάτες; Ενδεικτικά μπορούμε με σχετική βεβαιότητα να υ-ποθέσουμε ότι πρόκειται για όλα εκείνα που έχουν διευρυνόμενη αγορά και δεν προαπαιτούν κάποια χρηματική επένδυση ή έστω απαιτούν πολύ μικρή. Ενδεικτικά λοιπόν, όσοι πουλούσαν λαχα-νικά, οπωρικά, κλπ. («εξειδικευμένοι» μανάβηδες) αυξήθηκαν με-ταξύ 1920 και 1928 από 5.600 σε 9.200, οι καπνοπώλες στο ίδιο διάστημα αυξήθηκαν από 2.500 σε 6.200, ενώ οι καφεπώλες, οινο-πώλες κλπ. από 19.200 αυξήθηκαν σε 25.800 και τέλος οι μπακά-ληδες από 31.000 έφτασαν το 1928 στους 45.000."̂ ^ Υπάρχουν επί-σης και τα νέα επαγγέλματα που εμφανίζονται δυναμικά, π.χ. οι επαγγελματίες οδηγοί των δημόσιων ή ιδιωτικών οχημάτων, οι ο-ποίοι στο διάστημα των οκτώ χρόνων που μεσολαβεί μεταξύ των δύο απογραφών αυξήθηκαν από 2.500 σε 17.000.̂ ^ Όλες τούτες οι «ανθηρές» δραστηριότητες μπορούσαν εύκολα να απορροφήσουν ένα μέρος των εργατών που έφευγαν από τη βιομηχανία, αν όχι να αποτελέσουν κίνητρο και προσδοκία μεταπήδησης σε άλλο ε-πάγγελμα.

Φυσικά κανείς δεν θα υπέθετε ότι η κινητικότητα του εργατι-κού πληθυσμού είναι χαρακτηριστικό που μπορεί να προστεθεί στο σωρό εκείνο των ελληνικών ιδιαιτεροτήτων που πολλοί ε-κλαμβάνουν ως άλλο πυλώνα της εθνικής μας ταυτότητας. Η κι-νητικότητα γενικά είναι υπαρκτή και σε άλλες κοινωνίες, ακόμη και σε εκείνες όπου ο εργατικός πληθυσμός περιδινούνταν στους στροβίλους της βιομηχανικής επανάστασης. Στη Γαλλία, το δεύτε-ρο μισό του 19ου αιώνα, η κινητικότητα του εργατικού δυναμικού είναι τόσο έντονη ώστε γύρω στο 1900 να δημιουργεί σε πολλούς

40. ΓΣΥΕ, Απογραφή 1930, ό.π., σ. μα'. 41. Στο ίδιο. Είναι αρκετά ενδεικτικό ότι στον κλάδο του εμπορίου το

63% του συνόλου του απασχολούμενου δυναμικού ήταν ιδιοκτήτες, ενώ μόνο το 14% ήταν υπάλληλοι και το 23% χαρακτηρίζονται ως εργάτες. Στο ίδιο, σ. μγ'.

42. ΓΣΥΕ, Απογραφή 1928, ό.π., σ. μθ'-ν ' . 43. Στο iÔLO, σ. μη '.

Page 47: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ 47

εργοδότες ορισμένων βιομηχανικών κλάδων μεγάλο παθητικό ερ-γατικής δύναμης/'^ Και εδώ η κινητικότητα των εργατών ήταν μι-κτή: επαγγελματική και κοινωνική. Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του Jules Ferry έδινε τη δυνατότητα σε παιδιά εργατών να μεταπη-δήσουν στο επάγγελμα του δασκάλου ή σε χαμηλόβαθμες θέσεις του διευρυνόμενου τριτογενούς τομέα."̂ ^ Αυτή η κοινωνική κινητι-κότητα παιδιών των εργατικών οικογενειών παρατηρείται και στην ελληνική κοινωνία. Η ένταση που είχε η κινητικότητα στη γαλλική κοινωνία στο τέλος του 19ου και στις αρχές του 20ού αι-ώνα βρίσκει το ανάλογό της στην Ελλάδα κυρίως μετά τον δεύτε-ρο παγκόσμιο πόλεμο και μέχρι τις μέρες μας."̂ ^

Η κοινωνική λοιπόν κινητικότητα τμήματος του εργατικού πληθυσμού στη Γαλλία μοιάζει αρκετά με την αντίστοιχη κινητι-κότητα των ελλήνων εργατών. Η επαγγελματική όμως κινητικότη-τα διαφέρει. Παρότι και στις δύο χώρες η επαγγελματική κινητι-κότητα κυριαρχεί ποσοτικά έναντι της κοινωνικής,ωστόσο το ί-διο φαινόμενο έχει ριζικά διαφορετικά αποτελέσματα στη μια χώ-ρα από εκείνα της άλλης. Στη Γαλλία, την επαγγελματική κινητι-κότητα του εργατικού πληθυσμού προκαλούσε η ανάπτυξη της βιομηχανίας. Οι νέοι κλάδοι της βιομηχανίας άρδευαν εργατικό δυναμικό από τους ιστορικά αρχαιότερους χάρη στις καλύτερες αμοιβές αλλά και στην κοινωνική δυναμική που επέβαλλε η νέα βιομηχανία."^^ Το είδος της επαγγελματικής κινητικότητας που πα-ρατηρούμε στον εργατικό πληθυσμό της Γαλλίας επιβεβαιώνεται και στην περίπτωση της βιομηχανικής καρδιάς της Κεντρικής Ευ-ρώπης, το Τορίνο. Η επαγγελματική κινητικότητα και εδώ κυ-ριαρχεί στον εργατικό πληθυσμό, τον οποίο παρακολουθούμε να μετακινείται κυρίως προς νεότερες ειδικότητες, όμως πάντα στο εσωτερικό των εργατικών επαγγελμάτων."^^

Στα δύο λοιπόν ευρωπαϊκά παραδείγματα που ανέφερα η ανά-πτυξη της βιομηχανίας φαίνεται ότι κρατάει τον εργατικό πληθυ-σμό στα όρια αυτού του τομέα και συνεπώς η κινητικότητά του

44. G. Noiriel, άπ., σ. 109-112. 45. Στο ÎÔLO, ο. 111-112. 46. Κ. Τσουκαλάς, Κράτος, κοινωνία, εργασία στη μεταπολεμική Ελλάδα,

Αθήνα 1986, σ. 127 κ.ε. και 260 κ.ε. 47. G. Noiriel, ό.π. 48. Στο ίδιο. 49. Μ. Gribaudi, ό.π., ο. 92 κ.ε.

Page 48: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

48 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

πραγματοποιείται στα όρια των εργατικών επαγγελμάτων. Αντί-θετα, στην αντίφαση Ευρώπης και Ανατολής που συνθέτει την ελ-ληνική κοινωνία, η μόνη ομάδα του εργατικού πληθυσμού η ο-ποία διατηρεί τον κοινωνικό χαρακτήρα της σε όλη τη διάρκεια του επαγγελματικού βίου είναι οι τεχνίτες. Οι υπόλοιποι εργάτες αλλά και οι εργάτριες μετακινούνται σε όλο το φάσμα των επαγ-γελμάτων και των τριών τομέων της οικονομίας, αλλάζοντας σε ορισμένες ηλικίες τον κοινωνικό χαρακτήρα που τους προσέδιδε το αρχικό εργατικό τους επάγγελμα. Έτσι η χρονική διάρκεια της καριέρας των εργατών στον βιομηχανικό κλάδο ήταν για όλους και όλες σύντομη. Αν για να επιβιώσουν ήταν υποχρεωμένοι να εργάζονται σε ποικίλες δουλειές και συνεχώς, από παιδιά ώς τα βαθιά γεράματα, αντίθετα η εξαρτημένη εργατική απασχόληση στη βιομηχανία αντιπροσώπευε, σε χρονική διάρκεια, για τις γυναίκες μόλις το ένα όγδοο ώς λιγότερο από το ένα τρίτο της διάρκειας του ενεργού επαγγελματικού τους βίου. Και αντιστοίχως για τους άντρες αντιπροσώπευε το ένα τρίτο ώς σχεδόν το ένα δεύτερο (βλ. σχετικά στο παράρτημα). Και αυτή η εργατική καριέρα δεν ή-ταν συνεχής. Κατατεμαχιζόταν, όπως θα δούμε, σε πολλά μικρά χρονικά διαστήματα εξαιτίας του εποχικού ή και του εκ περιτρο-πής χαρακτήρα που είχε συνήθως η απασχόληση στον δευτερογε-νή τομέα.

Συνοψίζοντας λοιπόν, μπορούμε να πούμε ότι ο ελληνικός ερ-γατικός πληθυσμός, πρόσφυγες και ελλαδίτες χωρίς διάκριση, όχι μόνο είναι ελάχιστος σε σχέση με τον συνολικό, αλλά και μικρός σε σχέση με τον ενεργό. Επιπλέον, παρά τη μικρή του αύξηση σε απόλυτους αριθμούς, τα σχετικά μεγέθη, τα οποία υπαινίσσονται τη θέση του στον κοινωνικό συσχετισμό δύναμης με άλλες τάξεις ή στρώματα, παραμένουν πολύ χαμηλά. Αν επιπλέον συνυπολογί-σουμε ότι η επέκταση των συνόρων του ελληνικού κράτους μετά τους βαλκανικούς πολέμους είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του αγροτικού πληθυσμού,̂ ® τότε πιστεύω ότι συγκεντρώνονται τα βασικά κριτήρια ώστε να Θεο3ρούμε δεδομένη τη μικρή σημασία του εργατικού πληθυσμού στην ελληνική κοινωνία.

Ο εργατικός πληθυσμός, τέλος, εκτός από μια μικρή και μάλ-λον ειδικευμένη ομάδα που βρίσκεται στην κορυφή της ιεραρχίας του, φεύγει από τη βιομηχανία βοηθούμενος από τους βιομηχά-

50. ΓΣΥΕ, Στατιστική επετηρίς 1936, ό.π., σ. 56-62.

Page 49: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η Υ Π Ο Α Π Α Σ Χ Ο Λ Η Σ Η ALTER EGO ΤΗΣ ΑΝΕΡΓΙΤΣΑΣ ^

νους. Αποχωρούν οι εργάτες, σε ηλικίες πολύ νέες οι γυναίκες και σχετικά νέες οι άντρες. Και κινούνται προς διάφορες επαγγελμα-τικές κατευθύνσεις. Αυτή η πολύ ανθρώπινη φυγή διακόπτει την αλληλουχία των ηλικιών. Ή αλλιώς, η έντονη κινητικότητα θρυμ-ματίζει σε ανεξάρτητα μεταξύ τους κομμάτια το κοινωνικό σώμα που θα συγκροτούσε τη συνέχεια της επαγγελματικής ζωής. Έτσι αντί της διάρκειας, που είναι μια από τις βασικές προϋποθέσεις της διαμόρφωσης κοινωνικής φρόνησης και συνείδησης, θα πρέ-πει να έχουμε καθεστώς προσωρινότητας και ό,τι αυτό συνεπάγε-ται σε πολύ χαλαρή ψυχική και διανοητική ταύτιση του καθενός με το επάγγελμά του και τους επαγγελματικά ομοίους του.

6. Η ΥΠΟΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ALTER EGO ΤΗΣ ΑΝΕΡΓΙΤΣΑΣ

Όταν ο Μποστ δημιουργούσε τις φιγούρες του Πειναλέοντα και της Ανεργίτσας,^^ ήθελε με την τόσο ευρηματική του έκφραση να σατιρίσει τη σκληρότητα της ανεργίας που φτάνει να θέτει καίρια βιοποριστικά προβλήματα. Γι' αυτό ο δημιουργός, παραφράζοντας το γνωστό τραγουδάκι του Μ. Χατζιδάκη, σχεδιάζει τον Πειναλέ-οντα νύχτα με φεγγάρι, εμπρός από ένα αρχαιοπρεπές κτίριο, το «Αψιλίας Μέλαθρον», σκαλίζοντας σε έναν τενεκέ, να τραγουδά:

Πσάχνω για κασέρι κασέρι κασεράκι που είμε χλομό

Ο Μποστ εκείνης όμως της εποχής, με την έντονη γνώση και αί-σθηση του δημιουργού που μετουσιώνει σε σάτιρα τα κοινωνικά προβλήματα, συλλαμβάνει την Ανεργίτσα σαν μικρό και αθώο κο-ριτσάκι, και τον Πειναλέοντα σαν ένα περίπου συνομήλικο αγο-ράκι. Θα μπορούσε ο δημιουργός να παραστήσει την ανεργία σαν δράκο που κατασπαράζει τον εργάτη. Και να δείξει τους καλούς προστάτες των εργατών ως νέους Αη-Γεώργηδες να τα βάζουν με το δράκο (που θα έγραφε πάνω του τη λέξη ανεργία). Αντί αυτού ο δημιουργός επιλέγει τη ζωή. Παρά τα κουρέλια με τα οποία ντύ-νει την Ανεργίτσα και τον Πειναλέοντα, παρά τη γενικευμένη έν-δειά τους, τα πρόσωπα αυτά είναι αποδραματοποιημένα, τρυφε-ρά και μεταξύ τους αγαπημένα. Και, κυρίως, δεν είναι μόνο ένα

51. Μπόστ [Μέντης Μποσταντζόγλου], Σκίτσα του Μποστ, εκδ. Κείμενα.

Page 50: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

50 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

πρόσωπο, ο γνωστός εργάτης αντιμέτωπος με την ανεργία, αλλά δύο πρόσωπα, δύο αδελφάκια. Ο δημιουργός εδώ δεν αποφεύγει μόνο τα εύκολα σύμβολα αλλά και την πολιτική ιδιοτέλεια όπως και την αιτιοκρατική λογική που παράγουν φορμαλισμό. Προτρέ-πει λοιπόν το έργο του να σκεφτούμε σύνθετα το ζήτημα της ανερ-γίας από κάθε άποψη, και συνεπώς χωρίς ιδεολογικο-λυρικές ε-ξάρσεις.

Ας αρχίσουμε από την Ανεργίτσα για να εντοπίσουμε τα χαρα-κτηριστικά της, όπως προκύπτουν και πάλι από τις απογραφές. Η ανάγνωση των απογραφών σχετικά με την έκταση της ανεργίας τον μεσοπόλεμο στην Ελλάδα δημιουργεί αρχικά την αίσθηση κά-ποιας αμηχανίας. Τα μεγέθη της ανεργίας όπως τα κατέγραψε η α-πογραφή του 1928, σε σχέση με τα μεγέθη που υποστηρίζει η ΓΣΕΕ ως αυθεντικά και την απασχόληση στη βιομηχανία, όπως την πα-ρουσιάζει το Ανώτατο Οικονομικό Συμβούλιο, δεν συνέχονται α-πό κάποια ενιαία μεταξύ τους λογική. Συχνά φαίνονται είτε υ-περβολικά είτε ακόμη και ασυνάρτητα. Το 1917, οι άνεργοι στο σύνολο του εργατικού δυναμικού αντιπροσώπευαν το 48%.̂ ^ Το 1920, αν και δεν έγινε ειδική μέτρηση των ανέργων, η μεγάλη έ-κταση και διάρκεια που είχε η εποχικότητα στη λειτουργία των ε-πιχειρήσεων ωθεί να υποθέσουμε έναν κυμαινόμενο αριθμό ανέρ-γων ισοδύναμο με τον μισό εργατικό πληθυσμό.^^ Το 1928, την πρώτη φορά που έγινε προσπάθεια να μετρηθεί η ανεργία κάπως συστηματικά, η Γενική Απογραφή του Πληθυσμού παρουσιάζει τον εργατικό πληθυσμό να υπόκειται σε ανεργία κατά 15,5% στη βιομηχανία και 6% στα μεταλλεία και ορυχεία.̂ "̂

Αν και το ποσοστό ανεργίας που συγκεντρώνουν οι δύο αυτοί κλάδοι απασχόλησης του εργατικού πληθυσμού είναι ήδη αρκετά υψηλό ώστε να λειτουργεί εκφοβιστικά για όσους εργάτες είχαν εργασία, ωστόσο επιβάλλονται κάποιες επιπλέον παρατηρήσεις. Ενώ στα μεταλλεία και τα ορυχεία το ποσοστό των ανέργων υπο-λογίζεται στο σύνολο των μισθωτών, αντίθετα στη βιομηχανία το

52. Γ. Λεονταρίτης, ό.π., σ. 74. Δ. Καλιτσουνάκις, «Παρατηρήσεις εις την απογραφήν των εργατών Αθηνών-Πειραιώς το 1917», Αρχείον Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών, τ. 1 (1921), σ. 197-207. Ξ. Ζολώτας, Η Ελλάς εις το στάδιον της εκβιομηχανίσεως, Αθήνα 1964, σ. 78-106.

53. ΥΕΟ-ΓΣΥΕ, Απογραφή βιομηχανίας 1920, τχ. Δ ', σ. λ ' -λη ', πίνακας 19. 54. ΓΣΥΕ, Στατιστικά αποτελέσματα 1928, ό.π.. Επαγγέλματα, τχ. Ιον, σ.

ρκβ ' -ρκζ ', και τχ. 2ον, σ. 652-663.

Page 51: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η ΥΠΟΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ALTER EGO ΤΗΣ ΑΝΕΡΓΙΤΣΑΣ ^

ίδιο αυτό ποσοστό φαίνεται να υπολογίζεται στο σύνολο των α-πασχολουμένων. Και βέβαια στους απασχολούμενους συμπερι-λαμβάνονται και οι εργοδότες μαζί με τα μέλη της οικογένειας τους, όταν εργάζονται στην επιχείρηση. Αν αφαιρέσουμε λοιπόν τους εργοδότες από τους απασχολούμενους στη βιομηχανία, τότε ο ίδιος αριθμός ανέργων, ως ποσοστό επί του συνόλου των εργα-τών βιομηχανίας το 1928, φτάνει το 26% συν το 6% των μεταλλεί-ων και ορυχείων.

Αλλά οι απόλυτοι αριθμοί της απογραφής αμφισβητούνται α-πό τη ΓΣΕΕ. Οι εβδομήντα πέντε χιλιάδες άνεργοι που εμφανίζει η Απογραφή του 1928, σε όλο το φάσμα των επαγγελμάτων όλων των τομέων της οικονομίας, θεωρούνται από τη ΓΣΕΕ πολύ λίγοι μπροστά στην πραγματική ανεργία.^^ Η ΓΣΕΕ δίνει βαθμιαία τα δικά της μεγέθη για την ανεργία μέχρι το 1935. Και τα μεγέθη αυ-τά είναι πολύ μεγαλύτερα από εκείνα των απογραφών: αφορούν κάτι λιγότερο από τον μισό εργατικό πληθυσμό και των τριών το-μέων της οικονομίας,^^ και στα χρόνια της κρίσης, περισσότερο α-πό τον μισό.̂ "̂ Το Ανώτατο Οικονομικό Συμβούλιο αντιπροτείνει στις απόψεις της ΓΣΕΕ για τον αριθμό των ανέργων μια ιδιαιτέ-ρως μετατοπισμένη οπτική προσέγγισης της ανεργίας: τον «δείκτη απασχολουμένου προσωπικού εις τας βιομηχανικάς επιχειρή-σεις».̂ ^

Πολλά τα ερωτήματα. Αρχικά τι είναι ανεργία εκείνη την περί-οδο; Οι επίσημες απογραφές καταφεύγουν σε έναν αδέξιο τρόπο μέτρησής της. Όπως και στον καθορισμό του επαγγέλματος, το ο-ποίο η απογραφή όριζε ως κύριο με βάση την εργασία που έκαναν οι πολίτες την ημέρα της απογραφής και μόνο, έτσι και με την α-νεργία. Για τους συντάκτες της απογραφής η διάρκεια που ασκού-σε ο κάθε απογραφόμενος το επάγγελμα που κατέγραφαν δεν είχε σημασία.̂ ^ Έτσι δεν εμφανιζόταν πουθενά αν ο ερωτώμενος την προηγούμενη της απογραφής μέρα, βδομάδα ή μήνα ήταν άνεργος.̂ ®

55. Μ. Ρηγίνος, Παραγωγικές δομές,.., ό.π., σ. 174. 5 6 . Στο LÔLO. 57. Στο ίδιο. 58. ΑΟΣ, Η ελληνική οικονομία κατά το έτος 1935, Αθήνα 1936, σ. 103. 59. Βλ. Ε. Μακρή, ό.π. 60. Για τον τρόπο που συντάχθηκε το ερώτημα της απογραφής του 1928

σχετικά με την ανεργία, βλ. ΓΣΥΕ, Στατιστικά αποτελέσματα της απογραφής 1928,ό.π.,τόμ. 1ος, σ.ξζ ' .

Page 52: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

52 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

Ανάλογη περιοριστική προσέγγιση χρησιμοποιήθηκε για τον υπο-λογισμό του ποσοστού των ανέργων. Αν το ποσοστό αυτό υπολο-γιστεί, όπως στις εν λόγω ελληνικές απογραφές, με βάση το σύνο-λο των εργαζομένων όλου του φάσματος, τότε το ποσοστό ανέρ-γων μειώνεται αλλά εμφανίζεται ως αυτονόητο ότι σε συνθήκες ανεργίας υπόκεινται, μαζί με τους μισθωτούς ιδιωτικού δικαίου, και οι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι, οι αγρότες που έχουν δική τους γη, οι κτηνοτρόφοι με τα κοπάδια τους, οι εργοδότες κλπ. Τι είναι λοιπόν αυτό το υψηλό ποσοστό ανεργίας, που κατά καιρούς εμφανίζεται σαν να περιλαμβάνει σχεδόν τους μισούς μισθωτούς και σε περιόδους κρίσης, όπως το 1932, αυξάνεται; Νομίζω ότι δεν πρόκειται, strictu sensu, για ανεργία. Ανεργος είναι ένας μι-σθωτός χωρίς εργασία, ο οποίος σε γενικές γραμμές ζει κυρίως α-πό το μισθό του. Είναι δηλαδή εξαρτημένος όχι μόνο από το νο-μικό καθεστώς των σχέσεων εργασίας στις οποίες υπάγεται, αλλά και από την αμοιβή που προκύπτει. Ίσως τέτοιου τύπου άνεργοι να ήταν ενδεχομένως λίγοι. Πιθανόν να πλησίαζαν πάνω κάτω τα ποσοστά που παραθέτει η απογραφή του 1928. Αν όμως στους α-νέργους συμπεριλάβει κανείς αυτούς που γενικά, και ανεξάρτητα από το καθεστώς των σχέσεων εργασίας, δεν έχουν δουλειά ή γε-νικώς υποαπασχολούνται, όπως έκανε προφανώς η ΓΣΕΕ, τότε σίγουρα ο αριθμός αυξάνεται κατακόρυφα. Η διαφορά λοιπόν μεταξύ των τεχνικών και των πολιτικών κριτηρίων υπολογισμού της ανεργίας προκαλεί τη μεγάλη διαφορά στο μέγεθος της ανερ-γίας που δίνουν αντίστοιχα το κράτος με τις απογραφές του και η ΓΣΕΕ. Ιδίως η ΓΣΕΕ φαίνεται ότι συναθροίζει αδιακρίτως ανέρ-γους, υποαπασχολουμένους και ό,τι μπορεί να εξογκώσει τον α-ριθμό όσων αποκαλεί συνοπτικά ανέργους.

Παρ' όλες όμως τις διαφορές των μεγεθών της ανεργίας που δίνουν από τη μία πλευρά οι απογραφές κι από την άλλη η ΓΣΕΕ, λανθάνει στη λογική και των δύο αυτών φορέων κάτι κοινό. Είναι η διάρκεια της ανεργίας. Τα ερωτηματολόγια της Γενικής Απογρα-φής του 1928 έχουν συνταχθεί με τρόπο ώστε να προβλέπουν ε-βδομαδιαία, ετήσια και μεγαλύτερη από ετήσια διάρκεια ανεργί-ας.̂ ^ Με αυτή την περίεργη διαίρεση του χρόνου, οι συντάκτες της

61. Στο ίδιο, και Ε. Μακρή, ό.π., ο. 177. Οι συντάκτες της απογραφής του 1928 δηλώνουν ότι το μέρος αυτής της απογραφής που αφορούσε την ανεργία «δεν επέτυχε πλήρως». Βλ. ΓΣΥΕ, Στατιστικά αποτελέσματα της απογραφής 1928, ό.π., Επαγγέλματα, τχ. Ιον, σ. ρκζ'.

Page 53: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η Υ Π Ο Α Π Α Σ Χ Ο Λ Η Σ Η ALTER EGO ΤΗΣ ΑΝΕΡΓΙΤΣΑΣ ^

απογραφής προφανώς υποδηλώνουν ότι η άρρητη εκτίμηση τους για τη διάρκεια της ανεργίας ήταν ιδιαίτερα απαισιόδοξη. Από την άλλη μεριά, ένας άνεργος εργάτης, σύμφωνα με τις αποδοχές του και το κόστος της ζωής,̂ ^ είναι απίθανο ότι θα μπορούσε να αποταμιεύσει οικονομίες για τόσο μεγάλη διάρκεια ανεργίας. Α-σφαλώς θα έβρισκε άλλες λύσεις μέσω κοινωνικών μηχανισμών που οι χονδροσχεδιασμένες απογραφές του ελληνικού κράτους δεν μπορούσαν να εντοπίσουν. Μια νύξη για τους μηχανισμούς αυτούς έγινε προηγουμένως, στο σημείο που εντοπίσαμε το εύρος των πιθανών πολλαπλών επαγγελμάτων ενός εργάτη.

Όμως και με τους αριθμούς ανέργων που δίνει η ΓΣΕΕ υπάρχει πρόβλημα. Αν οι διάσπαρτες πληροφορίες για την ανεργία από το 1917 ώς το 1935 δηλώνουν κάτι, αυτό είναι ότι ο αριθμός των α-νέργων φαίνεται σαν να περιστρέφεται με αυξομειώσεις γύρω στο μισό του συνόλου του εργατικού δυναμικού. Θα ήταν εύκολο με βάση την πολιτική λογική της ΓΣΕΕ να παρουσιάσουμε μια εικόνα της ανεργίας καταστροφική. Όμως υπάρχει και η λογική: με τό-σους πολλούς ανέργους για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, χω-ρίς ταμεία ανεργίας, θα είχαμε αποτελέσματα τα οποία θα εντοπί-ζαμε σε έκτακτα, ιδιαίτερα δημογραφικά φαινόμενα. Αλλά ας μην αδικούμε τους συνδικαλιστές. Στο κάτω κάτω είχαν να αντιμετω-πίσουν κεφαλαιούχους οι οποίοι δημόσια υποστήριζαν ότι ανερ-γία δεν υπάρχει, απλώς οι εργάτες ήταν ανίκανοι να βρουν εργα-σία.̂ ^ Ας σκεφτούμε συνεπώς τι υποδηλώνουν οι δείκτες που πα-ραθέτει η ΓΣΕΕ (βλ. Πίνακα 8). Είναι νομίζω εμφανές ότι, και αν ακόμη αφαιρέσουμε τις δύο χρονιές της κρίσης, ό,τι αποκαλούμε αόριστα ανεργία ήταν αφενός υψηλή και αφετέρου κυμαινόμενη από χρονιά σε χρονιά.

Παρ' ό,τι ορισμένες από τις πληροφορίες αυτές στηρίζονται εν

62. Μ. Ρηγίνος, Παραγωγικές δομές..., ό.π., σ. 175-176, 246. Βλ. επίσης Ανώνυμος, «Η ακρίβεια του βίου εν Ελλάδι κατά τον γενικόν και εργατικόν τιμάριθμον», Πλούτος, 21.3.1931. Οι πολύ κακές συνθήκες κατοικίας υποδη-λώνουν πολύ χαμηλό βιοτικό επίπεδο των εργατών, βλ. ΥΕΟ-Δ/νσις Εργα-σίας, Έρευνα επί των συνθηκών της εργατικής κατοικίας, ό.π.

63. Σχετικά με τις απόψεις των ελλήνων εργοδοτών για την ανεργία και τους εργάτες γενικότερα, βλ. Ανώνυμος, «Το εργατικόν ζήτημα. Γνώμαι επί της πραγματικής θέσεως της αστικής τάξεως εν τω εργατικώ ζητήματι», Δελ-τίον Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών, τχ. 8, Αύγουστος 1925, μέρος τρίτο, σ. 447-463.

Page 54: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

54 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

Π Ι Ν Α Κ Α Σ 8

Δείκτες ανεργίας 1928-1935 και μηνιαία διακύμανση ανέργων το 1935 (στοιχεία της ΓΣΕΕ)

Έτος Δείκτης ανεργίας Μήνες του 1935 Δείκτης ανεργίας 1928 100 Ιανουάριος 100 1929 169 Φεβρουάριος 90 1930 220 Μάρτιος 85 1931 290 Απρίλιος 79 1932 316 Μάιος 73 1933 208 Ιούνιος 71 1934 216 Ιούλιος 67 1935 200 Αύγουστος 67

Σεπτέμβριος 76 Οκτώβριος 83

Πηγή: Ανώτατο Οικονομικό Συμβούλιο, Η ελληνική οικονομία, ό.π., σ. 103.

μέρει σε προσωπικές εκτιμήσεις,^ ωστόσο, με βάση όλα όσα είπα-με για τη λεγόμενη ανεργία μέχρι στιγμής, θεμιτό είναι να διατυ-πώσουμε μια αρχική υπόθεση. Πρώτον, υπάρχει ένα σημαντικό ποσοστό εργατών όλου του φάσματος των τομέων της οικονο-μίας, το οποίο σταθερά κυμαίνεται γύρω στο 25%-30%. Αυτούς, αντί να ονοματίσουμε ανέργους, είναι ορθότερο να πούμε ότι δεν εργάζονταν ως εργάτες και κυρίως δεν εργάζονταν με πλήρη απα-σχόληση. Κατά καιρούς το ποσοστό αυτό φαίνεται να φτάνει το μισό του εργατικού δυναμικού. Τα μεγέθη αυτά, όπως είπαμε πριν, είναι πολύ μεγάλα ώστε να μιλήσουμε απλώς για ανεργία. Αν ελέγξουμε τις συγκινησιακές εντάσεις που ανακαλούν οι εικό-νες ενός τόσο εκτεταμένου κοινωνικού προβλήματος και παραμε-ρίσουμε τις συνακόλουθες στερεότυπες ερμηνείες, μπορούμε να αρχίσουμε να το σκεφτόμαστε. Αφετηρία η μηνιαία διακύμανση του δείκτη ανεργίας της ΓΣΕΕ. Αν και λείπουν δύο κρίσιμοι μή-νες, η αυξομείωση από μήνα σε μήνα των ανέργων δηλώνει την ε-ποχικότητα στην απασχόληση του εργατικού δυναμικού. Θα μπο-ρούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι πρόκειται για τυχαίο φαινόμε-νο, δεδομένου ότι οι πληροφορίες αυτές αναφέρονται μόνο στο έ-

64. Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, Οικονομική Επετηρίς 1932, Αθήνα 1933, σ. 334.

Page 55: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

MIA ΕΥΚΑΙΡΙΑΚΗ Β Ι Ο Μ Η Χ Α Ν Ι Α ^

τος 1935. Δεν πρόκειται όμως για σύμπτωση, αλλά για σύμπτωμα. Η ανάλυση αυτού του συμπτώματος μας τοποθετεί σχεδόν εξαρ-χής στο χώρο του επόμενου κοινωνικού στρώματος των φτωχών, στους μεροκαματιάρηδες. Ας δούμε λοιπόν πώς παράγεται αυτό το κοινωνικό στρώμα.

7. ΜΙΑ ΕΥΚΑΙΡΙΑΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

Την εποχική λειτουργία βιομηχανιών και βιοτεχνιών στην Ελλάδα τη γνωρίζουμε επαρκώς από τις απογραφές του 1917 και του 1920, και με λιγότερη επάρκεια από την απογραφή του 1930.

Το 1917, στις απαρχές του δεύτερου κύματος της εκβιομηχάνι-σης της ελληνικής κοινωνίας, από τους 64.200 εργάτες όλου του φάσματος της Αθήνας και του Πειραιά οι 28.530 ήταν άνεργοι.^^ Δηλαδή το 44,5% του εν λόγω εργατικού δυναμικού. Στο σύνολο των «ανέργων», το 37,49% ήταν «άνεργοι» για τρεις μήνες, το 40,75% για πέντε και το 13,26% ώς ένα χρόνο.^^ Οι υπόλοιποι ή-ταν «άνεργοι» περισσότερο από ένα χρόνο. Να τονίσω ιδιαίτερα ότι η μέτρηση αφορούσε τους εργάτες όλου του φάσματος της οι-κονομίας στην Αθήνα και στον Πειραιά. Σε αυτές τις πόλεις η ε-ποχική λειτουργία των βιομηχανιών ήταν φαινόμενο με κάπως πιο περιορισμένη έκταση από ό,τι στην επαρχία.

Πρόκειται άραγε για ανεργία ή για άλλου τύπου φαινόμενο; Ας ξαναγυρίσουμε στη βιομηχανία για να απαντήσουμε. Το 1920, πολλοί εργοδότες εξακολουθούσαν να ανοίγουν τις πόρτες των βιομηχανιών τους μόνο για λίγους μήνες το χρόνο.

Το 1920 λοιπόν, τουλάχιστον το μισό από το επίσημα κατα-γραμμένο εργατικό δυναμικό^^ εργάζεται με καθεστώς εποχικότη-τας. Και μάλιστα το χρονικό διάστημα που αυτό το δυναμικό δεν εργαζόταν στη βιομηχανία δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητο: α-πό τρεις ώς εννέα μήνες το χρόνο. Στην απογραφή των βιομηχα-νιών και των βιοτεχνιών του 1930, με την πάροδο μιας δεκαετίας,

65. Γ. Αεονταριτης, ό.π., σ. 74. Τονίζω ότι ο αριθμός εργατών του 1917 που αναφέρω σε αυτό το σημείο περιλαμβάνει το σύνολο του φάσματος των δραστηριοτήτων και όχι μόνο τη βιομηχανία.

66. Στο ίδιο. 67. Όπως προκύπτει από υπολογισμούς με βάση τον αριθμό απασχολου-

μένων εργατών κατά κατηγορία (μέγεθος) επιχειρήσεων. ΓΣΥΕ, Απογραφή βιομηχανίας 1920, ό.π., τχ. Α' ,σ. η ' -θ ' ,τχ . Β',σ. η'-θ ' ,τχ. Γ' ,σ. η '-θ ' .

Page 56: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

56 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

ΠΙΝΑΚΑΣ 9

Εποχική λειτουργία βιομηχανικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα, 1920

Μέγεθος επιχειρήσεων Γενικό Αναλογία Επιχειρήσεις Αναλογία με βάση σύνολο εργατικού που λειτουργούν εργατικού το προσωπικό επιχειρήσεων δυναμικού εποχικά^ δυναμικού^ 1-5 30.958 42% 12.752 41% 6 25 2.365 22% 887 37% 26 + 488 36% 99 25%

1. Διάρκεια παύσης λειτουργίας λιγότερο από τρεις ώς εννέα μήνες το χρόνο. 2. Κατά προσέγγιση.

Πηγή: ΓΣΥΕ, Απογραφή 1920, ό.π., τχ. Δ, σ. ξ '-κ ', πίνακας 19.

η εποχική λειτουργία των επιχειρήσεων περιορίζεται σχετικά. Αν και οι ίδιοι οι συντάκτες της απογραφής αυτής μας ειδοποιούν για την πολύ περιορισμένη επιτυχία αυτού του ερωτήματος,^^ ας δούμε σύντομα τα δεδομένα. Η απογραφή λοιπόν αυτή λέει ότι το 79% των επιχειρήσεων του κλάδου της βιομηχανίας εργαζόταν δώδεκα μήνες το χρόνο,^^ σε αντίθεση με τον τριτογενή τομέα, ό-που το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 95%.̂ ^ Το χαμηλότερο ποσοστό, 47%, των βιομηχανικών επιχειρήσεων που εργαζόταν σε ετήσια βάση ανήκε στον κλάδο της κατεργασίας ορυκτών.^^ Και το υψη-λότερο, 98%, στη βιομηχανία παραγωγής χαρτιού και στα τυπο-γραφεία.^2 Είναι τεχνικά αδύνατο να προσδιοριστεί ο αριθμός των εργατών που έμεναν χωρίς εργασία στη βιομηχανία και στη βιοτεχνία από τρεις ώς πάνω από έξι μήνες. Ωστόσο έχει ενδιαφέ-ρον να τονιστεί ότι το 60% των επιχειρήσεων που λειτουργούσαν εποχικά διέκοπταν τη λειτουργία τους για περισσότερο από έξι μήνες.̂ ^ Το 30% διέκοπτε από τρεις ώς έξι μήνες και μόνο το 10% μέχρι τρεις μήνες.̂ ^

68. ΓΣΥΕ, Απογραφή βιομηχανίας 1930, ό.π., α. ιθ '. 69. Στο ίδιο, α. κ '. 70. Στο ίδιο, σ. μα'. Ί\. Στο ίδιο, σ. κ ' . 72. Στο ίδιο. 73. Στο ίδιο. 74. Στο ίδιο.

Page 57: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

MIA ΕΥΚΑΙΡΙΑΚΗ Β Ι Ο Μ Η Χ Α Ν Ι Α ^

ΠΙΝΑΚΑΣ 10

Καπνεργάτες Μέσος ετήσιος όρος πραγματοποιημένων ημερομισθίων, 1928-1935

Έτος Άντρες Γυναίκες Κάτω των 20 ετών Αγόρια Κορίτσια

1928 170 173 —

1929 190 130 350 240 1930 180 134 316 255 1931 142 132 138 154 1932 131 135 72 107 1933 92 82 56 92 1934 156 109 96 122 1935 180 135 114 151

Πηγή: ΓΣΥΕ, Στατιστική επετηρίς 1930, ό.π., σ. 194-5· Στατιστική επετηρίς 1933, ό.π., σ. 410· Στατιστική επετηρίς 1936, ό.π., σ. 404.

Όμως οι επιθεωρητές εργασίας, αν και είχαν ήδη εγκαταλείψει τις εξονυχιστικές έρευνες που έκανε η υπηρεσία τους την πρώτη περίοδο της λειτουργίας της, αναφέρονται έμμεσα στο ζήτημα της εποχικής λειτουργίας των βιομηχανιών και βιοτεχνιώνΠράγ-ματι η απογραφή του 1930 φαίνεται πως υποτιμά πολύ το σύ-μπτωμα αυτό της ελληνικής βιομηχανίας, ή ίσως η αποτυχία του σχετικού ερωτήματος είναι πολύ μεγαλύτερη από όσο δηλώνουν οι συντάκτες της. Αν για παράδειγμα το 80,5% του συνόλου των μεταλλείων και λατομείων λειτουργούσαν σε ετήσια βάση, όπως αναφέρεται στην απογραφή αυτή,̂ ^ τότε οι 7.791 εργάτες αυτού του κλάδου^^ θα έπρεπε λογικά να είχαν εργαστεί πολύ περισσό-τερες από τις 180 ημέρες εργασίας που πραγματοποίησαν κατά μέσο όρο τη χρονιά εκείνη.̂ ^

Υπάρχει όμως ένα ακόμη παράδειγμα: η εποχική εργασία των καπνεργατών. Η απογραφή του 1930 φέρει το 78% του συνόλου

75. Βλ. ΥΕΟ-Δ/νσις Εργασίας, Εκθέσεις και πεπραγμένα σώματος επιθεω-ρητών εργασίας 1931, ό.π., σ. 46-47,50,54, 65.

76. ΓΣΥΕ, Απογραφή βιομηχανίας 1930, ό.π. 11. ΓΣΥΕ, Απογραφή των υπαλλήλων και εργατών... και ημερομίσθια αυ-

τών 1930, ό.π., ο. 52. 78. ΓΣΥΕ, Στατιστική επετηρίς 1936, ό.π., σ. 404.

Page 58: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

58 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

των καπνοβιομηχανιών να λειτουργούν δώδεκα μήνες το χρόνο Ίσως να συνέβαινε κάτι τέτοιο στις βιομηχανίες αυτές. Όμως οι εργάτες και οι εργάτριές τους δεν είχαν συνεχή απασχόληση ούτε και σε εκείνες τις επιχειρήσεις που λειτουργούσαν διαρκώς όλο το χρόνο.

Ενώ λοιπόν το 78% των καπνοβιομηχανιών παρουσιάζεται στην απογραφή του 1930 να λειτουργεί πλήρως σε δωδεκάμηνη βάση, δεν συμβαίνει το ίδιο με την απασχόληση των εργατών αυ-τού του κλάδου. Τα ημερομίσθια που πραγματοποιούσαν μόλις ξεπερνούσαν κατά μέσο όρο τις μισές εργάσιμες ημέρες του χρό-νου, ενώ σε περιόδους κρίσης βρίσκονταν κάτω από το ένα τρίτο. Αν το 78% των καπνοβιομηχανιών εργαζόταν με πλήρες εργατικό δυναμικό και τους δώδεκα μήνες, τότε ο μέσος ετήσιος όρος πραγματοποιημένων ημερομισθίων των καπνεργατών —εκτός α-πό την περίοδο της κρίσης— θα ήταν κοντά στα δύο τρίτα των ερ-γάσιμων ημερών του χρόνου. Το φαινόμενο αυτό δεν παρατηρεί-ται φυσικά μόνο στην καπνοβιομηχανία αλλά και σε άλλους βιο-μηχανικούς κλάδους.̂ ®

Τι συμβαίνει λοιπόν; Η Γενική Στατιστική Υπηρεσία δίνει πλη-ροφορίες ασυνάρτητες ή μήπως αφήνει κάποια πολιτική ιδιοτέ-λεια να ορίσει τα αποτελέσματα των μετρήσεών της; Όχι. Θα ήταν πολύ πρόχειρο να συμπεράνουμε κάτι παρόμοιο. Απλώς με στα-τιστικά αδέξιο τρόπο, με περιορισμένα κοινωνικά κριτήρια, υπο-δεικνύει μια άλλη πτυχή της απασχόλησης στη βιομηχανία: την περιοδικότητα στην οποία υπόκειται η απασχόληση των εργατών και των εργατριών. Δηλαδή την εργασία «εκ περιτροπής».

8. ΤΡΟΠΟΣ ΧΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ

Ας φύγουμε τώρα από το φαινόμενο της εποχικής λειτουργίας βιοτεχνιών και βιομηχανιών, φαινόμενο το οποίο δημιουργεί κα-τηγορίες περιστασιακών εργατών, υποαπασχόληση αλλά όχι υπο-χρεωτικά εποχική ανεργία. Ας ασχοληθούμε μόνο με τις βιομηχα-νίες και τις βιοτεχνίες εκείνες οι οποίες σύμφωνα με την απογρα-

79. ΓΣΥΕ, Απογραφή 1930, ό.π. 80. Σχετικές πληροφορίες για διάφορες πόλεις της χώρας, βλ. ΥΕΟ-Δ/σις

Εργασίας, Εκθέσεις και πεπραγμένα σώματος επιθεωρητών εργασίας... κατά το 1933, Αθήνα 1935, σ. 24-30.

Page 59: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΤΡΟΠΟΣ Χ Ρ Η Σ Η Σ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ 60

φή του 1930 λειτουργούσαν διαρκώς δώδεκα μήνες το χρόνο. Εδώ θα πρέπει, για να αποφύγουμε το αυτονόητο, να διαχωρίσουμε τη διάρκεια λειτουργίας αυτών των επιχειρήσεων από τη διάρκεια της εργασίας των εργατών τους. Το παράδειγμα των καπνεργα-τριών και των καπνεργατών, καθώς και εκείνο των μεταλλωρύ-χων και των ανθρακωρύχων, μας έδειξαν ότι η συνεχής λειτουρ-γία των επιχειρήσεων σε ετήσια βάση δεν συνεπάγεται αντίστοιχη διάρκεια απασχόλησης του εργατικού δυναμικού. Θα μπορούσα να πολλαπλασιάσω τα παραδείγματα. Οι εργάτες της θάλασσας είναι ένα τέτοιο παράδειγμα.^^ Επίσης, μια απεργία τυπογράφων, εξαιτίας της επαναλαμβανόμενης περιοδικής αυξομείωσης του προσωπικού.^^ Ακόμη, άλλες ανάλογες απεργίες με το ίδιο αίτη-μα,̂ ^ και πολλές αναφορές για περιοδικό περιορισμό του εργατι-κού δυναμικού, το οποίο χρησιμοποιείται «εκ περιτροπής».̂ "^ Μά-λιστα «το μέτρον της εκ περιτροπής απασχολήσεως» του εργατι-κού δυναμικού νομιμοποιείται από εργοδότες ως μέτρο περιορι-σμού της ανεργίας.^^ Αυτή η «φιλάνθρωπη» διανομή εργασίας α-πό λίγο σε πολλούς μείωνε το μέσο επίπεδο των ημερομισθίων. Σε ό,τι μας αφορά, η εκ περιτροπής εργασία δηλώνει κάποια αυξο-μείωση του εργατικού δυναμικού με ημερήσια ή το πολύ εβδομα-διαία συχνότητα. Συνεπώς, ένας εργάτης βιομηχανίας ο οποίος τυπικά δεν απογράφεται ως άνεργος ούτε ως εποχικός μπορεί να εργάζεται λίγες ημέρες την εβδομάδα, όχι όμως το σύνολο των ερ-γάσιμων ημερών. Με δυο λόγια, να υποαπασχολείται. Ο χρόνος λειτουργίας των βιομηχανιών που εργάζονταν δώδεκα μήνες το χρόνο και ο χρόνος απασχόλησης των εργατών σε αυτές, είναι δύο διαφορετικές κοινωνικές καταστάσεις. Οι πόρτες αυτών των εργοστασίων έκλειναν κάθε πρωί αφήνοντας κάποιο αριθμό ερ-

81. ΑΟΣ, Η οργάνωσις της αλιείας, ό.π. Για τη θεσμοθέτηση της εκ περιτρο-πής εργασίας των ναυτεργατών στο σύνολο της ελληνικής εμπορικής ναυτι-λίας βλ. Κ. Χλωμούδης, Η ελληνική εμπορική ναυτιλία 1910-1940, διδακτορι-κή διατριβή, δακτυλογραφημένη.

82. ΥΕΟ-Δ/νσις Εργασίας, Εκθέσεις και πεπραγμένα σώματος επιθεωρήσε-ως εργασίας... κατά το 1932, Αθήνα 1935, πίνακας VII.

83. ΥΕΟ-Δ/νσις Εργασίας, Εκθέσεις και πεπραγμένα σώματος επιθεωρήσε-ως εργασίας... κατά το 1933, Αθήνα 1935, σ. 34,44, πίνακας ΥΙΙΙ.

84. ΥΕΟ-Δ/νσις Εργασίας, Εκθέσεις και πεπραγμένα σώματος επιθεωρήσε-ως εργασίας... κατά το 1932, ό.π., σ. 12-13, 61-62, 66, 75 , 82. Στο ίδιο, του 1933, ό.π., σ. 29, 32. Στο ίδιο, του 1934, Αθήνα 1936, σ. 96.

85. Στο ίδιο, του 1933, σ. 29.

Page 60: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

60 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

γατών απ' έξω. Και βέβαια όχι πάντα τους ίδιους. Ο λόγος που οι μεγάλες και συνεχούς λειτουργίας βιομηχανίες

εφάρμοζαν την τακτική της συχνής αυξομείωσης του εργατικού δυναμικού τους, έχει ασφαλώς σχέση με τη ρύθμιση του κόστους της παραγωγής, σε συνάρτηση με τη ζήτηση των προϊόντων τους. Με το δεδομένο ότι οι περισσότερες από αυτές, ίσως σχεδόν όλες, δεν ήταν για τους κεφαλαιούχους παρά συμπληρωματικές επεν-δύσεις εντάσεως εργασίας,^^ είναι προφανές ότι η μείωση του ερ-γατικού δυναμικού ήταν ένας βασικός μηχανισμός μείωσης του κόστους παραγωγής. Αυτός ο τρόπος ρύθμισης του κόστους που επέλεξαν οι έλληνες κεφαλαιούχοι υποδηλώνει επενδύσεις ευκαι-ριακές, με αποτέλεσμα την περιστασιακή απασχόληση για σημα-ντικό αριθμό εργατών.̂ "̂

Πόσους υποαπασχολούμενους εργάτες δημιουργούσαν οι κε-φαλαιούχοι με την τακτική της εκ περιτροπής απασχόλησης του εργατικού δυναμικού τους; Ο συνολικός αριθμός είναι άγνωστος και μόνο με έρευνα οε μεμονωμένες βιομηχανίες μπορεί να προ-κύψει μια ακριβής προσέγγιση.^^ Ωστόσο μια καλή εικόνα για το φαινόμενο δίνει το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η εικόνα προκύπτει από τη μηνιαία διακύμανση των εισφορών στο ΙΚΑ στην Αθήνα, στον Πειραιά, στη Θεσσαλονίκη και στο Βόλο το 1940. Χρονιά με έκτακτες συνθήκες, θα μπορούσε να πει κανείς. Στην πραγματικότητα όχι: οι μηνιαίες διακυμάνσεις των εισφο-ρών του ΙΚΑ ήταν εξίσου έντονες το 1938 και το 1939.̂ ^ Η πιστό-τητα της εικόνας ενισχύεται αν συνυπολογιστεί ότι οι καθυστε-

86. Βλ. Μ. Ρηγίνος, Παραγωγικές δομές..., ό.π., ο. 264,271. 87. Η ελληνική βιομηχανία και φυσικά οι ιδιοκτήτες της εξακολουθούν να

φέρονται ευκαιριακά μέχρι το 1971 τουλάχιστον. Από το σύνολο των εργαζο-μένων στον δευτερογενή τομέα, το 6,4% απασχολείται ως εννέα ώρες την ε-βδομάδα. Το 3% από δέκα ως δεκαεννέα. Το 6,1% από είκοσι ώς εικοσιεννέα. Το 6,6% από τριάντα ώς τριάντα εννέα. Και το 78% πάνω από σαράντα ώρες την εβδομάδα. Βλ. Δ. Φράγκος, ό.π., σ. 152.

88. Σε μία από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες της εποχής, το υφαντουργείο των αδελφών Ρετσίνα, η εκ περιτροπής απασχόληση κυμαινόταν από τον μέ-σο όρο σε εβδομαδιαία βάση κατά 15%. Βλ. Christine Agriantoni, «Une éntre-prise textile aux XIXe et XXe siècles: Frères Retsinas S.A. Un fond d'archives important», ανακοίνωση στο Διεθνές Συμπόσιο L'éntreprise en Grèce et en Europe, XIXe-XXe siècles, Αθήνα 20-22 Απριλίου 1990.

89. Βλ. ΙΚΑ, Απολογισμός 1938, Αθήνα 1939, πίνακας 45, και Απολογι-σμός 1939, Αθήνα 1940, πίνακας 45.

Page 61: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΤΡΟΠΟΣ Χ Ρ Η Σ Η Σ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ Δ Υ Ν Α Μ Ι Κ Ο Υ 61

L/1

2

•2 Ι ω G

Λφ0θώΰΊ3 531X13V

Page 62: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

62 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ οι ΕΡΓΑΤΕΣ

ρούμενες εισφορές ήταν —σε αντίθεση με σήμερα— ελάχιστες: μό-λις πλησίαζαν το 1% του συνόλου των εισφορών.̂ ®

Με πηγή λοιπόν τις εισπράξεις των εισφορών του ΙΚΑ το 1940 διαπιστώνουμε ότι η υποαπασχόληση από την εποχική λειτουργία των βιομηχανιών αφενός και από την εκ περιτροπής απασχόληση αφετέρου υπήρξε πάγιο φαινόμενο στην απασχόληση του εργατι-κού δυναμικού. Η υποαπασχόληση αυτή εντεινόταν το τρίμηνο Νοεμβρίου-Ιανουαρίου,^^ περίοδο στη διάρκεια της οποίας έκλει-νε το σύνολο σχεδόν των βιομηχανιών και βιοτεχνιών που λει-τουργούσαν εποχικά. Τους υπόλοιπους μήνες του χρόνου η επο-χικότητα της λειτουργίας των επιχειρήσεων μαζί με την εκ περι-τροπής απασχόληση προκαλούσαν τις διακυμάνσεις εισπράξεων του ΙΚΑ. Οι διακυμάνσεις αυτές αφορούσαν κυρίως τους εργάτες, δεδομένου ότι αποτελούσαν το 85% του συνόλου των ασφαλισμέ-νων.̂ ^ Άλλωστε η ίδια η διοίκηση του ΙΚΑ, προκειμένου να κάνει τους δικούς της υπολογισμούς, θεωρούσε ότι τα 220 ημερομίσθια το χρόνο (δηλαδή το 67% των εργάσιμων ημερών ετησίως) ήταν το μέγιστο όριο απασχόλησης των εργατών.^^ Και για τούτο επι-δίωκε την επέκταση της ασφάλισης στους υπαλλήλους, οι οποίοι, σε αντίθεση με τους εργάτες, με τη σχετική σταθερότητα της απα-σχόλησής τους, εξασφάλιζαν στο ΙΚΑ αντίστοιχα σταθερές εισφο-ρές.̂ "̂ Αυτή την επιλογή της, η διοίκηση του ΙΚΑ την υποστήριζε με το επιχείρημα ότι η εκ περιτροπής εργασία το 1939-40 εξακολου-θούσε να είναι αρκετά διαδεδομένη.^^

90. Βλ. ΙΚΑ, Απολογισμός 1940, ό.π., πίνακας 45. 91. Η αύξηση των εισπράξεων των εισφορών τον Δεκέμβριο, που εμφανί-

ζεται στους δείκτες του διαγράμματος, δεν αντιστοιχεί σε αύξηση του αριθ-μού των εργαζομένων. Πρόκειται για αύξηση που προέρχεται από το δώρο των Χριστουγέννων, το οποίο παίρνουν ορισμένες κατηγορίες μισθωτών, υ-παλλήλων κυρίως.

92. ΙΚΑ, ό.π., σ. 16. 93. Στο ίδίΟ, σ. 25 και πίνακας 15. 94. Στο ίδιο, σ. 18,22. 95. Στο ίδιο, σ. 25. Η αυξομείωση του μέσου εργατικού ημερομισθίου κατά

κλάδο οδηγεί στο ίδιο συμπέρασμα με τη διοίκηση του ΙΚΑ. Σχετικά βλ. Μ. Ρηγίνος, Παραγωγικές δομές..., ό.π., σ. 286-287 και παράρτημα, πίνακας XXIII. Ωστόσο ο Μ. Ρηγίνος ξεχνά ότι στην αγορά εργασίας, όπου ρυθμίζο-νταν οι εργατικές αμοιβές, δεν παρενέβαινε κανένα αόρατο χέρι. Αντίθετα οι κεφαλαιούχοι, ιδιαίτερα ορατοί, με την εποχική λειτουργία των επιχειρήσεών τους και με την εκ περιτροπής εργασία που επέβαλλαν, ρύθμιζαν έμμεσα την

Page 63: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΤΡΟΠΟΣ Χ Ρ Η Σ Η Σ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ 64

Με βάση το σύνολο των δεδομένων μπορούμε να εντοπίσουμε τις βασικές πτυχές του μικτού αυτού φαινομένου το οποίο κατά κύριο λόγο χαρακτηρίζεται ως υποαπασχόληση και δευτερευό-ντως ως ανεργία. Αρχικά, ένας πληθυσμός ανέργων εργατών, πο-σοτικά κυμαινόμενος από χρόνο σε χρόνο, του οποίου η ετήσια αυξομείωση υπαγορεύεται από τοπικές, κλαδικές ή γενικές κρί-σεις. Στη συνέχεια, στη διάρκεια της κάθε χρονιάς, ο πληθυσμός αυτός διευρύνεται περιοδικά για ορισμένους μήνες από υποαπα-σχολούμενους εξαιτίας της εποχικής λειτουργίας πολλών βιομη-χανιών και βιοτεχνιών. Και τέλος διευρύνεται σε ημερήσια ή το πολύ εβδομαδιαία βάση από την εκ περιτροπής απασχόληση. Όμως ο πληθυσμός αυτός μόνο καταχρηστικά μπορεί να ονομα-στεί άνεργος. Στην πραγματικότητα και στην πλειονότητά τους, οι άνεργοι είναι πληθυσμός υποαπασχολούμενος, ή/και η εργασία του στη βιομηχανία είναι παραπληρωματική.

Σίγουρα οι άνεργοι με την αυστηρή και συνεπώς συγκεκριμένη σημασία του όρου υπάρχουν. Όμως θα πρέπει να περιβάλλονταν και να ενσωματώνονταν σε έναν πολύ ευρύτερο πληθυσμό για τον οποίο η βιομηχανία και η βιοτεχνία —αλλά και το εμπόριο— έδι-ναν περιστασιακά την ευκαιρία να κάνει κάποια μεροκάματα. Πρόκειται για έναν πληθυσμό μεροκαματιάρηδων κάθε είδους. Πληθυσμός ιδιαίτερα ρευστός επαγγελματικά, δεδομένου ότι η θέ-ση του εργάτη βιομηχανίας σε όλες τις εκδοχές της ήταν σε κάθε στιγμή αναγκαστικά αντικαταστάσιμη από μια οποιαδήποτε περι-στασιακή ή άλλη εποχική δουλειά και αντίστροφα,^^ ακόμη και στην περίπτωση που η εναλλακτική δουλειά απέδιδε πολύ χαμη-λότερη αμοιβή.̂ "̂

Όταν λοιπόν σχετικοποιηθεί ο ορισμός της ανεργίας, βρισκό-μαστε μπροστά σε δύο μεγάλα, επάλληλα φαινόμενα τα οποία έ-χουν πρωταρχική σημασία για την κατανόηση του εργατικού αυ-τού πληθυσμού. Το πρώτο είναι η πολύ έντονη επαγγελματική κι-

«προσφορά» εργασίας. Από εκεί και ύστερα ο κανόνας της προσφοράς και της ζήτησης απλώς λειτουργούσε υπέρ των κεφαλαιούχων.

96. Είναι ίσως εύλογο, αλλά ας τονίσω ότι τον πληθυσμό των μεροκαμα-τιάρηδων θα ήταν πολύ σχηματικό να τον δούμε ως το κλασικό κουρελοπρο-λεταριάτο των βιομηχανικών χωρών.

97. Κάτι ανάλογο προτείνει και ο Μ. Ρηγίνος, Παραγωγικές δομές..., ό.π., σ. 252.

Page 64: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

64 0 1 ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ 0 1 ΕΡΓΑΤΕΣ

νητικότητα του μεγαλύτερου μέρους του βιομηχανικού εργατικού πληθυσμού. Το δεύτερο φαινόμενο εμφανίζεται ως εικόνα και ο-μοίωση της δομής του βιομηχανικού τομέα της οικονομίας: δηλα-δή σε μια ευρύτατα εγκατεστημένη ευκαιριακή βιομηχανία δεν α-ναλογεί μεγάλη ανεργία αλλά το στρώμα των περιστασιακών υ-ποαπασχολούμενων στη βιομηχανία εργατών. Το δεύτερο λοιπόν φαινόμενο είναι ότι ο εργατικός πληθυσμός δεν απαρτίζεται μόνο από εργάτες strictu sensu, αλλά από εκείνους οι οποίοι απασχο-λούνται στον κλάδο της βιομηχανίας εκ περιτροπής ή και εποχι-κά: είναι οι μεροκαματιάρηδες, το δεύτερο δηλαδή κοινωνικό στρώμα των φτωχών στις πόλεις.

Με βάση τα μέχρι τώρα δεδομένα ας επιδιώξουμε να καθορί-σουμε τα όρια και τις ιδιαίτερες ομάδες του εν γένει εργατικού πληθυσμού. Στην κορυφή βρίσκονται οι εργατοτεχνίτες, οι οποίοι συχνότατα αμείβονται με μηνιαίο μισθό και εξαντλούν την επαγ-γελματική ζωή τους στη βιομηχανία. Ακολουθούν οι ανειδίκευτοι εργάτες και εργάτριες. Αυτοί θα πρέπει να αμείβονταν με ημερο-μίσθιο και διέτρεχαν μέρος της επαγγελματικής ζωής τους στη βιομηχανία. Και αυτοί φεύγουν από τη βιομηχανία σε πολύ νέες ή σχετικά νέες ηλικίες. Με τους ανειδίκευτους εργάτες σταματά η κάθοδος στην κλίμακα της ιεραρχίας. Εδώ ανοίγεται οριζόντια, σε επάλληλους κύκλους, ένα ευρύτατο περιβάλλον, ένας πληθυσμός περιστασιακών εργατών και εποχικών χειρωνακτών: οι μεροκα-ματιάρηδες.

Τεχνίτες, λοιπόν, εργάτες και μεροκαματιάρηδες, αυτές οι τρεις κατηγορίες αποτελούσαν τον εργατικό πληθυσμό. Και κάθε κατη-γορία από αυτές είχε διαφορετική σχέση με τη βιομηχανία, με όλες τις δυνατές ποικιλίες. Όλες μαζί αντιπροσώπευαν μικρό ποσοστό της ελληνικής κοινωνίας: πληθυσμός περιθωριακός σε σχέση με το σύνολο της κοινωνίας, ιδίως σε σχέση με τα κοινωνικά στρώ-ματα των αγροτών και των μικροαστών. Η επαγγελματική κινητι-κότητα που χαρακτήριζε, με εξαίρεση τους τεχνίτες, το σύνολο σχεδόν αυτού του πληθυσμού είχε ιδιαίτερα σημαντική ένταση και μεγάλο εύρος. Η κινητικότητα αυτή, η οποία φαίνεται να εκδηλώ-νεται με συγκλίνουσες ή και κοινωνικά ομοιογενείς αλλά πάντα ατομικές στρατηγικές, οδηγούσε στη φυγή των εργατών από τη βιομηχανία.

Συνοπτικά, λοιπόν: Οι ποικίλες σχέσεις των τμημάτων του ερ-

Page 65: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΤΡΟΠΟΣ Χ Ρ Η Σ Η Σ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ 65

γατικού πληθυσμού με τη βιομηχανία, καθώς και οι άλλες διαιρέ-σεις του που ανέφερα, δημιουργούν αντιθέσεις στο εσωτερικό αυ-τού του πληθυσμού και συχνά ρήγματα μεταξύ ιδιαίτερων ομά-δων του. Και κυρίως, η κινητικότητα του μεγαλύτερου μέρους αυ-τού του πληθυσμού δηλώνει την υπαγωγή του στον δευτερογενή τομέα της παραγωγής με ένα πλέγμα κοινωνικών σχέσεων με προ-σωρινό χαρακτήρα. Η προσωρινότητα αυτή αναιρεί τα κοινωνικά αδιέξοδα των εργατών, τα οποία είναι η αναγκαία προϋπόθεση για σταθερή κοινωνική ενσωμάτωση, και, περαιτέρω, εκμηδενίζει τις πιθανότητες εκδίπλωσης διαδικασιών με τις οποίες συστήνε-ται η κοινωνική αυτογνωσία.

Η φυγή των εργατών από τη βιομηχανία υποδηλώνει ότι τα μέ-λη του πληθυσμού αυτού παραμένουν από τις συνθήκες προσκολ-λημένα σε ένα πρωτόγονο —μολοντούτο αναγκαίο σε άλλες συν-θήκες— επίπεδο χειραφέτησης: δηλαδή στην επιθυμία να πάψουν να είναι εργάτες. Ο ατομικός, ιδιωτικός χαρακτήρας που έχει η φυγή των εργατών από τη βιομηχανία, και κυρίως το γεγονός ότι οι εργάτες επιλέγουν συνειδητά την αποχώρηση, θα μπορούσε να οδηγήσει στην υπόθεση ότι τα άτομα εδώ αυτενεργούν ως ολοκλη-ρωμένα και αυτόβουλα υποκείμενα. Και συνεπώς μέσω μιας υ-πέρβασης των ταξικών και γενικότερων κοινωνικών υπερπροσ-διορισμών βρισκόμαστε ενώπιον πληθυσμού συγκροτούμενου α-πό απολύτως αυτόβουλα πρόσωπα. Όμως μια δυο μικρές αλλά σημαντικές λεπτομέρειες αποτρέπουν από παρόμοιες σκέψεις. Οι εργάτες φεύγουν ατομικά από τη βιομηχανία, ναι. Αλλά η φυγή αυτή ως επιλογή είναι για όλους μία, η ίδια. Και συγχρόνως πραγματοποιείται στην ίδια ηλικία για όλους τους άντρες και α-ντίστοιχα για τις γυναίκες. Το σύνολο συνεπώς των ατομικών, ι-διωτικών επιλογών εκδηλώνονται αυθορμήτως συντεταγμένα, δη-λαδή με μια αυστηρή κοινωνική κανονικότητα, την οποία τα άτο-μα προφανώς δεν επιδιώκουν. Η ενιαία στάση της πλειονότητας του εργατικού πληθυσμού και η κανονικότητά της μας επιτρέπουν να δεχτούμε ότι πρόκειται για συμπεριφορά κοινωνικά προσδιο-ρισμένη, δυνητικά ταξική. Ασφαλώς εδώ ο πληθυσμός αυτός δεν συνιστά κοινωνική τάξη, δεν είναι ούτε ενωμένος ούτε κινητοποι-ημένος με σκοπό τη φυγή. Ακόμη δεν έχει η στάση του κανένα δη-μόσιο χαρακτήρα ούτε διακηρυγμένες επιλογές και κατά τούτο δεν συνιστά κοινωνικό υποκείμενο. Αλλά η επιλογή που πραγμα-τοποιείται από τα άτομα είναι μία και αυθορμήτως συντονισμένη.

Page 66: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

66 ΟΙ ΤΕΧΝΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ

ίδια για όλους στους προσανατολισμούς και στα γενικά αποτελέ-σματά της.

Παρακάμπτοντας ως απλοϊκή τη διαβάθμιση της συνείδησης του εργατικού πληθυσμού σε καθεαυτό ταξική ή για τον εαυτό της, ας συνοψίσουμε λέγοντας τα ακόλουθα: Η ενιαία στάση των εργατών απέναντι στη βιομηχανία επιτρέπει να ανιχνεύσουμε σε ό,τι εκδηλώνεται ατομικά, ιδιωτικά —δηλαδή τη φυγή— και σε ό-λους τους εργάτες και τις εργάτριες την εσωτερίκευση κοινωνι-κών προσδιορισμών. Να ανιχνεύσουμε δηλαδή την αντιμετώπιση της βιομηχανίας από τους κεφαλαιούχους και τον τρόπο χρήσης του εργατικού δυναμικού. Αν όμως κατανοούσαμε τη φυγή των εργατών ως απλή αντίδραση στη στάση των κεφαλαιούχων απέ-ναντι στη βιομηχανία, θα περιοριζόμαστε στη μηχανιστική, λει-τουργιστική αντίληψη των κοινωνικών σχέσεων, ταξικών στην προκειμένη περίπτωση. Στην πραγματικότητα η ατομική, αλλά κοινωνικά ομοιογενής, συμπεριφορά του εργατικού πληθυσμού δηλώνει κάτι που ήδη διαπιστώσαμε με αρκετά παραδείγματα: ο κάθε εργάτης ανακαλύπτει ατομικά εναλλακτικές βιοποριστικές δραστηριότητες, οι οποίες όμως είναι κοινωνικά ομοειδείς για ό-λους. Τα μικροεπαγγέλματα στις μεγάλες πόλεις ή/και η εποχική υποαπασχόληση στη γεωργία περιγράφουν τον κοινωνικό χαρα-κτήρα των εναλλακτικών επαγγελματικών δραστηριοτήτων που ανακαλύπτει ο κάθε εργάτης ατομικά. Σίγουρα ανακαλύπτει λύ-σεις που υπάρχουν διάχυτες στην κοινωνία. Και οι ανακαλύψεις αυτές προκύπτουν από αλλεπάλληλες δοκιμές, μια καθημερινή πρακτική δραστηριότητα η οποία ίσως να περιλαμβάνει κάποια ε-λευθερία που εκδηλώνεται με ποικίλους ατομικούς αυτοσχεδια-σμούς.̂ ^ Ωστόσο αυτή η καθημερινή πρακτική δραστηριότητα δεν οδηγεί τους εργάτες ούτε σε κάποιου είδους ταξική συνειδητοποί-ηση αλλά ούτε και σε υψηλότερο κοινωνικό στρώμα. Δεν τους ε-πιτρέπει δηλαδή να διαφοροποιηθούν ούτε πολιτιστικά ούτε κοι-νωνικά. Με την οριζόντια επαγγελματική κινητικότητα απλώς ε-γκαθίστανται σε άλλους μη εργατικούς επαγγελματικούς χώρους, πραγματοποιώντας αυτό που εξαρχής ονόμασα λαϊκή διάχυση: δηλαδή τη σχεδόν πλήρη απουσία επαγγελματικού αλλά και κοι-νωνικού διαφορισμού (και όπως θα δούμε, και πολιτιστικού) από

98. Ρ. Bourdieu, «Fieldwork in philosophy», στο Choses dites, Παρίσι 1987, σ. 20-24.

Page 67: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΤΡΟΠΟΣ Χ Ρ Η Σ Η Σ ΤΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ Δ Υ Ν Α Μ Ι Κ Ο Υ ^

τα υπόλοιπα λαϊκά κοινωνικά στρώματα των πόλεων και εν μέ-ρει των χωριών.

Τα κοινωνικά όρια είναι συνεπώς ελαστικά. Και σε αυτά ανι-χνεύουμε τους κοινωνικούς προσδιορισμούς της καθημερινής αυ-τής πρακτικής δραστηριότητας.^^ Ό,τι εμφανίζεται σαν ατομική ε-λευθερία είναι και αυτό απολύτως προσδιορισμένο ιστορικά αλ-λά με όρους πολιτιστικούς. Όμως τη διαλεκτική σχέση μεταξύ των κοινωνικών ορίων, των ιστορικών και πολιτιστικών προσ-διορισμών και της ύπαρξης ή όχι ελευθερίας στην καθημερινή πρακτική μπορούμε να τη συλλάβουμε αρτιότερα με τη συμπερι-φορά του επόμενου στρώματος των φτωχών στις πόλεις.

99. Στο ίδιο.

Page 68: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο
Page 69: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΜΕΡΟΚΑΜΑΤΙΑΡΗΔΕΣ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

1. ΔΑΙΜΟΝΙΩΝ ΛΟΓΟΣ

Ποιο είναι το κοινωνικό περίγραμμα των εν γένει φτωχών κοινω-νικών στρωμάτων στις μεγάλες ελληνικές πόλεις τον μεσοπόλε-μο; Ασφαλώς η σημασία του όρου φτωχός φέρνει στο επίκεντρο αυτών των στρωμάτων τους εργάτες της βιομηχανίας και της βιο-τεχνίας. Και στην περιφέρειά τους, όπως είδαμε, τους μεροκαμα-τιάρηδες. Όμως το όριο των φτωχών εργαζόμενων στρωμάτων πιστεύω ότι δεν βρισκόταν στους μεροκαματιάρηδες.

Μέχρι τώρα νομίζω ότι έχω πει πολλά κακά για τις απογραφές του ελληνικού κράτους. Ας πω λίγα ακόμη. Η απογραφή του 1928 τοποθετεί κάτω από την κατηγορία «βιομηχανία» μικροεπαγγελ-ματίες όπως οι «ακονισταί» (βλ. ακονιστής-τροχόςΧ οι «κασσιτε-ρωταί» (βλ. «όλα τα γυαλίζω»), οι «υδρονομείς» (βλ. νερουλάδες), οι «ξυλανθρακοποιοί» (βλ. καρβουνιάρηδες). Στην κατηγορία «με-ταφορές» τοποθετεί τους «αγωγείς» (βλ. καροτσέρηδες και χαμά-ληδες) αλλά και τους «εκκενωτές βόθρων» (βλ. σκατατζήδες). Στο «εμπόριο», μαζί με τους σιτεμπόρους, τοποθετεί τους «κουλουρο-πώλες» και τους «λαχειοπώλες». Στις προσωπικές υπηρεσίες το-ποθετεί τους «στιλβωτές υποδημάτων» (βλ. λούστρους). Και στο τέλος, αφού έχει ταξινομήσει σε μία ενιαία κατηγορία τους συντα-ξιούχους, τους μαθητές, τους σπουδαστές, τις νοικοκυρές, τους ζητιάνους και τις πόρνες, εμφανίζει επιπλέον μια άλλη ξεχωριστή κατηγορία, με έναν αριθμό 330.000 ατόμων, οι οποίοι ορίζονται ως «μη δηλώσαντες ή μη ορίσαντες ακριβώς το επάγγελμα».^ Στα εν γένει εργατικά επαγγέλματα όλου του φάσματος —πρωτογε-νής, δευτερογενής και τριτογενής τομέας— η ίδια αυτή αόριστη

1.ΓΣΥΕ, Στατιστικά αποτελέσματα 1928, ό.π., Επαγγέλματα, τχ. Ιον, σ. με ' -να '.

Page 70: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

κατηγορία της απογραφής αντιπροσωπεύεται στο σύνολο από 152.000 άτομα.^ Τι να υποδηλώνει άραγε αυτή η μυστηριώδης κα-τηγορία; Πρόκειται μήπως για τους πλανόδιους και περίοικους μικρεμπόρους; Ή μήπως πρόκειται επίσης για τα παιδιά —όπως τα χασαπάκια και οι μπακαλόγατοι— που κάνουν οποιαδήποτε δουλειά για μια γωνιά στην αποθήκη και κάτι σαν τροφή; Ή μή-πως επιπλέον για όλους όσοι ανεξάρτητα από ηλικία, στις παρυ-φές της παραγωγής και του εμπορίου, κάνουν την οποιαδήποτε αγγαρεία για λίγα ψιλά; Ή μήπως ακόμη η μυστηριώδης αυτή κα-τηγορία της απογραφής αναφέρεται στους πλανόδιους αγροτι-κούς εργάτες, ή στους μικροπωλητές γενικά; Προφανώς η απο-γραφή αναφέρεται σε όλους αυτούς και σε άλλους πολλούς τους οποίους οι συντάκτες της τοποθέτησαν ομαδικά σε μια στατιστικά αποδεκτή κατηγορία, ασφαλώς επειδή δεν ταίριαζαν σε κάποια α-πό τις τυπικά αναγνωρίσιμες ταξινομήσεις των επαγγελμάτων.

Η εικόνα της σταθερότητας, της διάρκειας των επαγγελματικών κατηγοριών η οποία υποδηλώνεται στις απογραφές είναι εξαιρε-τικά απατηλή. Για την ακρίβεια, τα φτωχά στρώματα του πληθυ-σμού στα οποία αναφερόμαστε σπάνια ασκούν ένα μόνο επάγγελ-μα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ένα υποθετικό πρόσωπο από τον πληθυσμό αυτής της απογραφικής κατηγορίας είναι πολυτε-χνίτης, αλλά στην κυριολεξία. Οι δουλειές που μπορεί να συνδυά-ζει σε χρονικό διάστημα πολύ μικρότερο από αυτό που μεσολαβεί ανάμεσα σε δύο απογραφές, και η συχνότητα με την οποία μπορεί ή αναγκάζεται να τις αλλάζει, είναι συνθήκες ασύλληπτες από τις απογραφές.

Παράδειγμα αποτελεί μια πολύ φτωχή νέα γυναίκα από τον Πειραιά, πριν αναδειχθεί σιγά σιγά σε διάσημη λαϊκή τραγουδί-στρια τη δεκαετία του 1950. Καταπώς μαθαίνουμε από την αυτο-βιογραφία της, μέσα σε διάστημα μικρότερο των τριών χρόνων ή-ταν αρχικά καθαρίστρια σε διάφορα σπίτια του Πειραιά.^ Μετά από λίγες εβδομάδες χωρίς εργασία φτιάχνει τσακιστές ελιές σε έ-να υπόγειο στου Ψυρρή,"̂ για να βρεθεί για λίγους μήνες ανειδί-κευτη εργάτρια σε ένα υφαντουργείο του Βόλου^ και να καταλήξει

2 . Στο ίδίΟ, ο. 9.

3. Καίτη Γκρέυ, Αυτή είναι η ζωή μου, Αθήνα 1983, επιμέλεια Γ. Χρονάς, σ. 41-44.

4. Στο Lôio, ο. 44. 5. Στο ίδιο, ο. 44-45.

Page 71: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΔΑΙΜΟΝΙΩΝ ΛΟΓΟΣ ^

στην ίδια πόλη το κορίτσι που γέμιζε τα αεροβόλα όπλα ενός υ-παίθριου σκοπευτηρίου.^ Κάποιο κενό λίγων μηνών και πάλι στην Αθήνα, αλλά ως υπηρέτρια/ από όπου μετά από ένα κενό δι-άστημα μεταπηδά σε ένα «καθώς πρέπει σπίτι» ως υπηρέτρια ε-σωτερική αυτή τη φορά.^ Στην Αθήνα πάντα, μετά από ένα ακόμη κενό διάστημα χωρίς εργασία, βρίσκει δουλειά εργάτριας-καθαρί-στριας σε ένα εργαστήριο ζαχαροπλαστικής για λίγους μήνες.^ Τότε κάποιος «κυνηγός ταλέντων» την ανακαλύπτει και κάνει τα πρώτα «μαθήματα χορού και τραγουδιού». Λίγο αργότερα, εγκα-ταλείποντας τη ζαχαροπλαστική, την Αθήνα και τον «κυνηγό τα-λέντων», βρίσκεται τραγουδίστρια σε λαϊκό αναψυκτήριο της Πά-τρας,̂ ® από όπου ξεκίνησε την πορεία της προς την κοινωνική ά-νοδο. Μέχρι τότε, και από την αμέσως μετεφηβική ώς τη νεανική ηλικία, για να επιβιώσει κινούνταν ακατάπαυστα τόσο στον άτυ-πο όσο και στον αναγνωρισμένο χώρο των επαγγελμάτων αντιμε-τωπίζοντας κάθε εργασία ως προσωρινή. Το φαινόμενο της έντο-νης επαγγελματικής κινητικότητας αυτών των στρωμάτων, παρό-τι στις απογραφές εμφανίζεται υπερβολικά υποτιμημένο, μπορεί εύκολα να το διαπιστώσει κανείς σε οποιαδήποτε αυτοβιογραφία, στην οποία ο βιογραφούμενος δεν θεωρεί ντροπή να αναφερθεί στα επαγγέλματα που ασκούσε.̂ ^ Ο πληθυσμός αυτός, απροσδιό-ριστης επαγγελματικής ταυτότητας, ανακατεμένος, πρόσφυγες και ελλαδίτες όλων των ηλικιών, αποτελούσε το ευρύτερο περιβάλ-λον των βιομηχανικών εργατών και των μεροκαματιάρηδων. Και ταυτόχρονα το περίγραμμα των φτωχών κοινωνικών στρωμάτων — αλλά όχι και των περιθωριακών. Αυτός ο τρίτος ομόκεντρος κύκλος του φτωχού πληθυσμού μετά από τους εργάτες και τους μεροκαματιάρηδες κινείται ακατάπαυστα σε μεγάλο φάσμα επαγ-γελμάτων και για τούτο δεν εντοπίζεται από τις απογραφές. Για τους τεχνίτες και τους εργάτες μπορεί κανείς να κατανοήσει πολ-λά για τη ζωή τους από όλα όσα αναφέρουν οι επιθεωρητές εργα-σίας. Όσο όμως μετακινούμαστε προς την περιφέρεια του φτωχού

6. Στο ίδίΟ, σ. 47-48. 7. Στο ίδιο, ο. 50. 8. Στο ίδιο, σ. 54. 9. Στο ίδιο.

10. Στο ίδιο, σ. 56-60. 11. Ενδεικτικά βλ. επίσης, Α. Βελισσάρης, Πορεία ζωής. Καβάλα 1988, σ.

73 κ.ε. και συνοπτικά σ. 132.

Page 72: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 ΜΕΡΟΚΑΜΑΤΙΑΡΗΔΕΣ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

πληθυσμού, οι πηγές σωπαίνουν. Για τις κατηγορίες αυτές δεν γνωρίζουμε τίποτα* εκτός μόνο από κάποιες απλές νύξεις της λο-γοτεχνίας, και μια λέξη: φτωχολογιά.

Προκειμένου λοιπόν να συλλάβουμε το σφυγμό της καθημερι-νής τους κίνησης για την επιβίωση και πιο έμμεσα τις επιδιώξεις τους, ας παρακολουθήσουμε τις διαδρομές επιβίωσης κάποιων α-πό αυτούς με τα ενδεικτικά αποσπάσματα τεσσάρων από τις τρι-άντα οκτώ αυτοβιογραφίες οι οποίες άμεσα ή έμμεσα χρησιμοποι-ήθηκαν σε αυτή την έρευνα. Τα ενδεικτικά αποσπάσματα που ακο-λουθούν είναι κομμάτια από τη ζωή ελλαδιτών αλλά και μικρα-σιατών προσφύγων στην Ελλάδα. ̂ ^ Η κάποια ιδιαιτερότητα που χαρακτήριζε τους έλληνες μικρασιάτες ως πρόσφυγες δεν αναιρεί το γεγονός ότι οι στάσεις ζωής που είχαν εμφανίζουν βασικά χα-ρακτηριστικά όμοια με αυτά των αντίστοιχων ελλαδιτών, όπως ε-ξάλλου προκύπτει και από τα αποσπάσματα των αυτοβιογρα-φιών. Άλλωστε το κοινωνικό πλαίσιο και οι όροι που αυτό έθετε στα μεμονωμένα άτομα ήταν δεδομένα, κοινά για πρόσφυγες και ελλαδίτες. Σε κάθε περίπτωση, στις μαρτυρίες που ακολουθούν (για τις οποίες πρέπει να τονίσω ότι είναι προφορικές), εμφανί-ζονται ορισμένες από τις πολλές όψεις που είχε η φτωχολογιά. Όψεις ή αποσπάσματα ζωής, τα οποία συχνότατα ταυτίζονται με εκείνα των μεροκαματιάρηδων, και είναι ταυτόχρονα αγροτικά ή ημιαγροτικά. Μεταξύ αυτών των κατηγοριών η διάκριση είναι ρευστή, τα όρια συγκεχυμένα. Όπως και αυτός ο πληθυσμός.

12. Πρόκειται για αποσπάσματα από τέσσερις αυτοβιογραφίες. Η πρώτη είναι σπαράγματα της ζωής ενός ελλαδίτη, η δεύτερη και η τρίτη μικρασιατών προσφύγων και η τέταρτη ελλαδιτισσας. Τις επιλογές των αποσπασμάτων έ-χει κάνει ο υποφαινόμενος. Οι αυτοβιογραφίες των προσφύγων προέρχονται από το αρχείο του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών. Από τη θέση αυτή θέ-λω να ευχαριστήσω τον Διευθυντή του Κ.Μ.Σ. Π. Κιτρομηλίδη καθώς και τις ερευνήτριες Ιωάννα Πετροπούλου και Ματούλα Κουρουπού για την ευγενική και πολύτιμη βοήθειά τους. Οι αυτοβιογραφίες των ελλαδιτών προέρχονται από την εκπομπή «Ανωνύμου του Έλληνος» που παρήγαγε ο Μ. Μήτρας στην ΕΡΤ (Α' πρόγραμμα). Να ευχαριστήσω τον κ. Μ. Μήτρα και τη Διεύθυν-ση της ΕΡΤ για την ευγενική παραχώρηση όλης της σειράς αυτής της εκπο-μπής. Η βιογραφία είναι ένα είδος πηγής που έχει γίνει αντικείμενο κριτικής αμφισβήτησης. Σχετικά, βλ. Μ. Pollak - Ν. Heinich, «Le témoignage», Actes de la recherche en sciences sociales, 62/63 (1986), σ. 3-29. Επίσης, P. Bourdieu, «L'illusion biographique», στο îôlo, σ. 69-72. Για την αντίθετη άποψη, βλ. Ch. Charle, «Entretiens avec Ernest Labrousse», στο ίδιο, 32/33 (1980), σ. 123.

Page 73: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ Ί1_

2. ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ Πρώτη διαδρομή^^

«Λέγομαι Ιωάννης Γεωργίου Γιαννακός. Εγεννήθηκα εις Αμοργό το 1888. Ο πατέρας μου ήταν γεωργός, ναι. Μωράκι όπως αυτό με πήρανε, εγώ μωράκι και πήγαμε στη Δονούσα αυτό το μικρό νησάκι. Εκεί σε μισάρικα κάποιου πατριώτη τα χωράφια κι ήταν μισάρικα, δηλαδή τον καρπό αυτόν τον μοιράζαμε. [...]

Είμαστε 4 αγόρια: Μιχαήλ, Δημήτριος, Ευάγγελος, εγώ Ιωάν-νης, Μαρία και Άννα. Η οικογένεια περνούσαμε φτωχικά, δηλαδή αυτό, φτωχικά, αλλά ήμαστε ευχαριστημένοι, γιατί είχαμε τα ζω-ντανά μας, είχαμε τα κατσίκια μας, είχαμε το γάλα μας, είχαμε τα διάφορα. Κι ήμαστε ευχαριστημένοι, παιδάκια δηλαδή μ' εκείνα τα φτωχικά, ήμαστε ευχαριστημένοι πολύ.

Ε, κατόπι το 1897 η ώρα επήγαμε στην Αμοργό, γιατί να πάω και στο σχολείο, γιατί εκεί πέρα δεν αυτό και πήγαμε ενοικιάσαμε στο Σταυρό, στο Μάσι τα χωράφια και εγώ πήγαινα και στο σχο-λείο.

Επειτα από λίγο διάστημα φύγαμε από κει. Αφού κάτσαμε κά-να δυο χρόνια εκεί πέρα, δηλαδή στο Σταυρό, επήγαμε στην Περι-στεριά, στην Αμοργό και πιάσαμε αλληνής θείας μας πάλι χωρά-φια. Με, με αυτό τον τρόπο, δεν είχε ο πατέρας μου κτηματική πε-ριουσία. Και από εκεί λοιπόν επήγα και στο σχολείο, πήγα αυτό. Πήγα μέχρι την τρίτη τάξη στο σχολείο και στο '97 έγραψε από δω ο αδερφός μου για να πάω, να 'ρθω στην Αθήνα.

Ανήμερα τα Εισόδια το 1899, ημέρα Κυριακή με ετοιμάσανε και με παράδωσε α' ένα Ιωάννη Αρτέμη Γιανούλα, ναι, Ύιανού-λα"παρατσούκλι, γιατί ήτανε και γερός άντρας και μ' έβανε στο βαπόρι το 'Ήανελλήνιο'\ αλλά αυτό το Πανελλήνιο πήρα απ' την Αμοργό μέχρι τη Σύρο. Κι εκεί, εκεί μ ' έκρυψε σε μια την... από ε-κεί τώρα για να μη πληρώσει εισιτήριο, ποιος ξέρει τώρα; και μ' έκρυψε στην... πώς τη λένε; στην καρβουναποθήκη μέχρι τη Σύρο και τέλος πάντων. Μάλιστα ήταν τέτοια κακοκαιρία, τέτοια κα-κοκαιρία... ήτανε Δεκέμβριος μήνας με αυτό... και στη Νάξο μά-λιστα, με δυο αλυσίδες άραξε. Κι ύστερα πήγαμε στη Σύρο. Από κει μπήκαμε σ' άλλο καράβι κι ήρθαμε στον Πειραιά και με παρα-δώσανε στον αδερφό μου.

13. Ιωάννης Γιαννακάς, Η ζωή μου, εκπομπή «Ανωνύμου του Έλληνος», παραγωγός Μ. Μήτρας, απομαγνητοφώνηση Ζιζή Σαλίμπα, Αθήνα 1987.

Page 74: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

Η Σύρος ήτανε εμπορική ττόλις τότες... Nm, ήταν με ηλεκτρι-κά, με εργοστάσια, ενώ η Αθήνα ήτανε με το παλαιό, με το πα-λαιό... το αερόφωτο. Στους δρόμους δηλαδή εγύριζαν το πρωί και τη σβήνανε και το βράδυ γυρίζανε και τ' ανάβανε. Ναι, το 1904 πρωτόρθε στην Αθήνα το ηλεκτρικό. Στην αρχή με βάνανε σ' ένα μαραγκούδικο, αλλά παιδάκι αυτό και δεν έ, έκανα εκείνα που έπρεπε. Δηλαδή έπρεπε να βρεθώ έτοιμο και μ ' έδιωξε. Ημου-να 11 με 12 χρονών, ναι. Αοιπόν κι επήγαινα και το βραδινό στο σχολείο μέχρι την τετάρτη τάξη, αλλά ήμουνε κούτσουρο. Αυτό την πλήρωσα ακριβά. Αοιπόν.

Έμενα στην... ήθελε να με βάλει σε σπίτι. Σε σπίτι στην οδό Ερμού 15. Εκεί μέσα σε... ήτανε ένας Αντώνης Κωβαίος. Ύστερα έγινε και παπάς εις την Αμοργό. Αυτός δηλαδή... καλό αυτό, με αγαπούσε πολύ δηλαδή κάθισα κάνα δυο χρόνια. Και κάποτε, ύ-στερα μετακινήσαμε και πήγαμε στην οδό, δηλαδή στην οδός Ακα-δημίας και είναι εκεί που είναι η Γαλλική Σχολή, ναι. Εκεί εκατοι-κήσαμε. Και πηγαίναμε, τέλος πάντων και αφού δεν επροβιβάστη-κα στην τετάρτη τάξη έσκασε (ο αδελφός του), το 'σκασα και έγι-να αλήτης.

Το 'σκασα, δεν πήγα στο σπίτι ''αγαποτρόπης''κι ύστερα με βά-νανε στο, σ' ένα άλλο σπίτι Υαλόπουλου, εκεί που 'ναι το Υ-πουργείο των Εσωτερικών τώρα. Ήτανε ένα, ήτανε ένα αυτό κι ή-τανε δέντρα, νερά, μέσα κει τρώγανε. Ήτανε εσωτερικό, εκεί ήτα-νε κάποιου Υαλόπουλου και με βάνανε. Ήμουνα στο 1902 εκεί. Και εκεί έγινε και ο εμφύλιος πόλεμος στην Αθήνα για το Βαγγέ-λιο το 1902 ανήμερα Ταξιαρχών.

Τον άλλο χρόνο ύστερα ξαναέφυγα, πήγα σε άλλο σπίτι, ενός... α' άλλο σπίτι, ενός Όθωνα Αευκομπίτση, στην οδό Αιόλου και στην Αγιά Ειρήνη απέναντι.

Η Αθήνα ήταν τότες 50-60 χιλιάδες κάτοικοι. Ο άσφαλτος ε-πρωτοστή... έγινε δηλαδή στο 1906 ο άσφαλτος επί Μερκούρη, Σπύρου Μερκούρη. Ήταν ένας απ' τους καλούς δημάρχους, ναι. Μάλιστα κάποτε τον κυνηγούσανε όλοι, ετραγουδάγανε γιατί τον κυνηγούσε ο Δεληγιάννης, ο Ράλλης κι ο Μαυρομιχάλης. "Γο 'πε ο γέρος, το 'πε ο Ράλλης, το 'πε κι ο Μαυρομιχάλης" δηλαδή τον κα..., τον κα..., αλλά εκείνος ήρθε παμψηφεί. Ναι τότες, ναι[...]

Ύστερα, κατόπι με..., μ' έβανε ο αδερφός μου σ' ένανε γυψο-γλυ... σ' ένα φίλο του με γύψινο κο..., πώς λέγονται; διακοσμή-σεις, ναι. Και, μ' άρεσε η δουλειά. Αοιπόν, αλλά είχε... κι ένας

Page 75: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Ί1_

πατριώτης εδώ ήταν το Μετς, Πολυγιαννάκη. Εδώ στην οδό Ιλι-σού, ήταν το Μετς, ακριβώς, ακριβώς από τον, από τον Αρδηττό από κάτω. Το Μετς μεγάλο εστιατόριο και κάθε Κυριακή εκάναμε δουλειά μεγάλη. Κι ερχόμαστε και βοήθεια. Αλλά εκείνη την εβδο-μάδα είχαμε πολλή δουλειά στο εργοστάσιο, εκεί που εργαζόμου-να, πολλή δουλειά, ναι. Και, μάλιστα Κωνσταντίνου Βαφειάδη λεγόταν αυτό που είχε το... Πολλή δουλειά και δουλειά μέχρι τις 11 η ώρα 12. Την Κυριακή δεν πήγα. Βλέπεις ήθελα να ξεκουρα-στώ, δηλαδή είχε το σώμα μου ανάγκη από ύπνο. Και δεν, δεν αυ-τό. Κι ο αδερφός μου γιατί δεν, αυτό. Του λέω: ''έτσι κι έτσι αυ-τό" Μ' αρχινάει στο ξύλο, γερό ξύλο κι ύστερα μου λέει: ''πάρε λεφτά"

Ούτε λεφτά πήρα το μυαλό μου πάλι κι έφυγα. Το ' σκασα και πήγα α' ένα κατσικάδικο, σ' ένα κατσικάδικο στο Γκαζοχώρι. Και, πήγαινα και σκούπιζα και με περιποιήθησαν. Τα λεφτά αυτά δεν φτάναν τα λεφτά στην αρχή. Στην αρχή πάλι είχα 50 λεφτά (της δραχμής).

Μια πεντάρα ψωμί το πρωί και μια πεντάρα αυτό... τυρί φέτα ή ένα, ένα μεγάλο, πώς το λέτε; συκώτι τηγανισμένο. Να πούμε μ ' ανακαλύψανε. Έπειτα από ένα, ενάμιση, δυο μήνες με βάνει τσα-γκάρη στο μαγαζί.

Μετά το' σκασα πήγα στην Αμοργό. Ύστερα πήγα κληρωτός το '909. Υπηρέτησα μια φορά [...]

Είμαστε στο '911 στην Αθήνα πάλι τσαγκάρης. Στου αδερφού μου δηλαδή. Ήτανε στην οδό, στην Περικλέους και Κορνάρου. Είχα, δουλειές ήτανε εποχιακές, δηλαδή κοντά τα Χριστούγεννα, κοντά το Πάσχα και καλοκαιρινά, όλο παραγγελίες ήτανε επί το πλείστο, είχε και έτοιμα στην οδό Αιόλου, στην οδό Σταδίου, αλ-λά παραγγελίες.

Εμείς κάναμε παραγγελίες ναι, και επιδιορθώσεις, συνάμα πή-γα και στον Εθνικό, γιατί ο Εθνικός τότες, ο Εθνικός Γυμναστι-κός Σύλλογος ήταν εκεί που είναι δίπλα του Μπενάκη, εκεί στην οδό Κηφισιά τότες, σήμερα Βασιλίσσης Σοφία.

Αοιπόν κι εν τω μεταξύ εγώ ερχόμουνα κάθε μέρα στην αυτό και γυμναζόμουνα και πήγαινα κατόπι στη δουλειά μου, ναι, και

[...] Το '12. Αοιπόν έγινε οι Βαλκανικοί, ο Βενιζέλος καλάει, καλάει επιστράτευση του από τον... στις 24 Σεπτεμβρίου του '912, ναι. Εγώ την άλλη μέρα 25 παρουσιάστηκα, στις 26 με στεί-λανε στη Χαλκίδα [...]

Page 76: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

Λοιπόν άκουσε επήγε ο πρέσβης της Αγγλίας και λέει: — Κύριε Βενιζέλε έμαθα πως θα κηρύξεις τον πόλεμο της Τουρ-κίας.

Λέει: — Όχι,

Στις δώδεκα τα μεσάνυχτα κηρύσσει τον πόλεμο. Πάει το πρωί: — Κύριε Βενιζέλε μάς έχετε γελάσει, πολλάκις και μεις μόνο μία.

Ε! και στις 12 τα μεσάνυχτα, στις 5 Οκτωβρίου κηρύχτηκε ο πόλεμος της Ελλάδος με την Τουρκία. [...]

Επήραμε στο τέλος ακριβώς του Δεκέμβρη απολυτήριο στρα-τού το Ί3. Μ' ένα κομμάτι κουραμάνα και μια ρέγγα να πάμε στην Αθήνα. Εβγήκαμε στο Φάληρο με καράβι, φορτηγά. Τέσσερις δεκάρες είχα όλες κι όλες τις ήπια τσάγια για να ζεσταθώ. Ήτανε παγωνιά. Κι έρχομαι στο Φάληρο. Βγήκαμε στον Πειραιά, ερχό-μαστε με τα πόδια. Στο Φάληρο βρίσκω ένα φίλο μου, συναθλητή συνάμα και μου λέει: — Πάμε για την Αθήνα.

Αέει: — Πεζοί θα πάμε.

Λέω: Επερπατήσαμε 2.500 χιλιόμετρα, της Αθήνας τι είναι; ένα xpi-

χουλάκι; Μου δίνει ένα φράγκο και μπήκαμε κι οι 4 που ήμαστε εκεί. Κι

εμπήκαμε στο Νέο Φάληρο. Κι ήρθαμε στην Αθήνα. Είχαμε, έγινε το Ί5 η επιστράτευση. Αυτή η επιστράτευση χω-

ρίς πόλεμο. Εβάστηξε 9 μήνες, γιατί σου' πα ήθελαν οι σύμμαχοι να στείλο-

με εμείς στην Καλλίπολη στρατό, ενώ ο Βενιζέλος έβαλε τον Κων-σταντίνο να ζητήσει 500.000 στρατό να πάμε και μεις. Συνάμα έ-κανε κι εκλογές ο Γούναρης στις 9 Δεκεμβρίου του '15. Κι ο Βενι-ζέλος δεν έβανε, διότι ύστερα ήτανε κι υποχρεωμένος να κάνει τα χατίρια των αλλονών. Δεν έβαλε αποχή. Εβάστηξε τέλος πάντων, βγήκε ο Γούναρης. Πιο πολύ ήτανε οι πώς το λένε, οι υποχρήφιοι παρά τις ψηφοφόρους. Τέτοια αποχή είχε. Είμαστε στην Κατερίνη τότες.

Ύστερα στον πόλεμο του Ί8 μας επιστρατεύσανε στις 15 Μαρ-τίου του '18. Τότε είχε και τα Ζέπελιν οι Γερμανοί, τα μεγάλα, με-γάλα αεροπλάνα, κλειστά όμως [...]

Εβάστηξα, απολυθήκαμε στις Σέρρες, τότες που ήτανε και η

Page 77: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Ί1_

γρίππη η μεγάλη, τέλος του Ί8. Έφτασα τότε στην Αθήνα. Είχα βάνει 500 δρχ. στην τράπεζα, στην τράπεζα κι είχα πάρει

και 500 μαζί μου και πέρασα όλη μου τη χρονιά και πήρα, γυρίζο-ντας πήρα 550. Ένας πρώτος μου ξάδερφος πήγαινε, τον καλέσα-νε κι είχε ένα μαγαζάκι στην οδό Αδριανού, μικρό μαγαζάκι και πούλαγε τσιγάρα και διάφορα άλλα, διάφορα. Ψιλικατζίδικο και του' δωσα τα λεφτά και πήρα' γω το μαγαζάκι. Ναι και με κείνα από κει άρχισε. Κι ύστερα με βοήθησε. Εβανα ένα εξάδελφό μου άλλο και 'κανε ζυθοπωλείο. Εγώ είχα το καπνοπωλείο και αυτά. Και ύστερα το πούλησε ο ξάδερφός μου σ' άλλον να πάρει λεφτά. Αέω: — Σου πήρα εγώ τίποτα;

Και τον αποζημίωσα και κείνον. Να τον βάζω τζάμπα κι ύστε-ρα τον πλήρωσα και καλά. Κι είχαν και παράπονο.

Παντρεύτηκα στις 20, 20 Απριλίου του '20, ναι του '20. Την γυ-ναίκα την είχα γνωρίσει πολλά χρόνια, από μικρό παιδί.

Η μάνα της απ' την Αμοργό κι εκείνη γεννημένη εδώ. Εγώ τη ζήτησα.

Τρεις κόρες κι ένας γιος, τα παιδιά το '21, '23, '25 και '32. Απέναντι μου ήταν ένας κουρέας, Πέτρος Καραμαλέγκος. Είχε

ένα φίλο πλασιέ στου Ααδόπουλου την ποτοποιία, στον Πειραιά. Αυτός αρώτησε για μένα τον Καραμαλέγκο. Έρχεται μέσα, αλλά είχα ένα μαγαζάκι, κι όταν έβρεχε μάλιστα, ναι, έξω εκεί αρχίνιζε να τρέχει μέσα, γιατί έχει λαμαρίνες από πάνω. Αοιπόν κι έρχεται και μου λέει: — Πώς πάει η δουλειά;

Αέω: — Καλά.

Αέει: — Θα σου βάλω 10.000 δραχμών πράμα μέσα. Τι λες!

Του λέω: — 6,80 η οκά. — Δεν τα... τα χωράει αυτό το μαγαζί αυτά που λες.

Και βάνει με το ζόρι, βάνει 5.000 δρχ. πράμα. Ποτά διάφορα, καλά ποτά. Διάφορα, καμιά 6-7 ειδών ποτά. Κι

από 740 οκάδες, ναι. Σε δεκαπέντε μέρες εκεί που'χε 6,80πάει 16. Σε δεκαπέντε 30. Σ' ένα... ζήτημα αν είχα ξοδέψει 30 οκάδες, πάει 50. Δηλαδή ωφέλιμα. Ερχεται και μου λέει μια μέρα, μου κάνει έ-τσι, δηλαδή αν μου' βαζε τις 10. Αέω: "αν είχα καλό μαγαζί θα τις

Page 78: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

έβαζα", ναι και μ' ωφέλησε κάπου 30.000 αέρα, αυτό με σήκωσε πολύ. Κράτησα το μαγαζί μέχρι το '27 ήθελε να το κατεδαφίσει ο νοικοκύρης και μ ' αποζημ... Μου 'δωσε εκεί 20.000 δρχ., αλλά εί-χα χρεωθεί το σπίτι και με βάνει εμπρός. Μετά έκανα διάφορες, διάφορες δουλειές μεροκάματα. Ξαναβρήκα εκεί το δεύτερο μαγα-ζί, το '31 το οποίο το κράτησα μέχρι το '42, μέχρι το '42 το άλλο καφενείο, σκέτο καφενείο, ναι. Ήτανε εκεί στην οδό Αδριανού, λιγάκι πιο κάτω, κάνα δύο, πέντε έξι μέτρα πιο κάτω από κει. 'Ή συνάντηση των Αμοργίνων" το λέγαν το μαγαζί. Είχα μέσα χαρ-τιά, στην αρχή ένα τάβλι μόνο και πλήρωσα στο μικρό μαγαζί, ό-σα πλήρωνε το Πανελλήνιο πλήρωνα κι εγώ μ ' ένα τάβλι. Κι ύ-στερα εκεί πέρα πλήρωνα εφορία, πλήρωνα επιμελητήριο, πλήρω-να χαρτιά το' να τ' άλλο και ήρθε το '42 να με καταστρέψει. Κα-τοχή. Εγώ το ξέρω. Αφού δεν εβρίσκαμε πλέον ούτε κριθάρι, ούτε σιτάρι, ούτε τίποτα να κάνουμε καφέδες, αρχίσαμε στις σταφίδες. Έπαιρνα σταφίδες και τις πούλαγα με το φλιτζανάκι ''τόσο το φλιτζανάκι" [...]

Το '47 το Μάρτιο επήγα στο εργοστάσιο του Γεωργίου Πετζε-τάκη. Τον παρακαλάει, ξάδερφός μου δηλαδή, ήξερε ότι ήμουνα της δουλειάς αυτή, όπως ήταν και κείνος και με προσέλαβε και ε-κεί έκατσα και, δούλεψα μέχρι το '54.

Με τη, της υποδηματοποιίας την εργασία έκαμα. Πότε μοντάρι-ζα, πότε ρεφιλάριζα, πότε έκοβα, ναι διάφορα. Βγήκα σύνταξη το '55 αρχή.

Κάποτε μάλιστα ήτανε και ένας πατριώτης εδώ. Μου 'πανε μά-λιστα πολλοί εδώ γειτόνοι, δηλαδή οι πατριώτες να εδώ, να βάνω, να κάνω, να βάζω σόλες και τέτοια. Αέω: ''δεν θέλω να κόψω αλ-λουνού το ψωμί". Ήταν εδώ πιο πέρα ένας άλλος πατριώτης Πάσσαρης και πήγε, μάλιστα πήγε κάποτε στην πατρίδα, καμιά ει-κοσαριά μέρες κι έκατσα εγώ στο μαγαζί και δούλεψα αυτές τις η-μέρες αυτό, κι έβγανα το μεροκάματό μου κι άλλο περιττό μερο-κάματο. Έβαζα σόλες, διάφορα.

Περνούσε ο καιρός με διάφορα. Απασχολούμουνα πότε με το περιβολάκι μου, πότε αυτό, πότε με τις γλαστρίτσες μου, με το έ-να με τ' άλλο και πάω και το καλοκαιράκι στην πατρίδα».

Page 79: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Ί1_

Δεύτερη διαδρομή^"^

«[Ονομάζομαι] ΠΕΤΡΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΑΣΑΑΙΑΗΣ, γεννηθείς το 1897 στο χωρίον Ενεχίλ Επαρχίας Νίγδης, Νομού Ικονίου της Μικράς Ασίας.

Μέχρι 8 ή 9 χρονών που ήμουνα δεν ήξερα τίποτα. Μετά που πήγα (στο) σχολείο, διάβαζα ελληνικά γράμματα και τούρκικα. Αλλά πιο πολύ ελληνικά διαβάζαμε. Στο σχολείο ο δάσκαλος μας μάθαινε εκκλησιαστικά γράμματα. Μέχρι Τρίτη Δημοτικού φθά-σαμε. Μετά το Ί4 (Δεκατέσσαρα) βγήκε ο Ευρωπαϊκός Πόλεμος, όλος ο κόσμος έχασε (τον) πούσουλά του, διότι μας πήρε το τουρ-κικό κράτος τους διδασκάλους μας, μείναμε στην ερημιά.

Μετά γενήκαμε στους Τούρκους υπηρέτες. Πηγαίναμε στα χω-ράφια, οργώναμε, σπέρναμε, θερίζαμε, σ' ένα χρόνο παίρναμε 200 οκάδες σίκαλη με σιτάρι, ανάμιχτα.

Ο πατέρας μου έγινε στρατιώτης, εγώ ήμουνα πιο μεγάλος απ' τα έξι αδέλφια (μου). Μαζί με τη μάνα μου ήμασταν 9 μέλη στην οικογένεια [...]

Βοσκάγαμε πρόβατα του χωριού δυο χρόνια [τα] φυλάξαμε. Μετά πάλιν βγήκε Ελληνοτουρκικός πόλεμος, τότες, χάσαμε τον πατέρα μου. Εγώ και ένας μικρός αδελφός μου, (τα) βοσκήσαμε έ-να χρόνο ακόμα [...]

Με μια κλοτσιά βρέθηκε κάτω μες στη μαούνα. Η ώρα 5.30 ' επτά Αυγούστου, ημέρα Τετάρτη, αναχωρήσαμε με

το καράβι 'ΩΚΕΑΝΟΣ" για την Ελλάδα [...] Το καράβι μάς έφερε στη Θεσσαλονίκη...

Πέντε έξι μέρες γυρίσαμε μες στη πόλη. Μία μέρα ενώ καθόμα-στε σ' ένα καφενείο 5-6 νοματαίοι, ήρθε ένας κύριος και είπε: 'Εί-ναι κανείς για δουλειά;"Εμείς ρωτήσαμε: 'Ύι δουλειά;"

Μας απάντησε: 'Είναι μεταλλείο που βρίσκεται στον Αγιον Ό-ρος". Ρωτάμε: "Πόσο είναι το μεροκάματο;" Μας είπε: "Πενήντα πέντε". Εμείς είπαμε: "Καλά είναι, θα 'ρθομε όλοι".

Μας είπε: "Απ' εδώ, όλα τζάμπα μέχρι στο Αγιον Όρος". Την άλλη μέρα μας έφερε ένα φορτηγό. Μπήκαμε μέσα, τραβή-

ξαμε [...] Βγήκανε εργάτες, μας είπανε: "Πού πάτε παιδιά;" Εμείς

14. Πέτρος Πασαλίδης, Βιβλίον της ζωής μου. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, ΚΑΠΠ. 58, Α/Α 246, Αθήνα 1964. Επιμέλεια της αυτοβιογραφίας Ερμ. Ανδρεάδης. Σε παρένθεση οι παρεμβάσεις του επιμελητή.

Page 80: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

είπαμε: ''Στο μεταλλείο''. Μας είπανε: 'Εμείς απ' εκεί ερχόμαστε. Δουλέψαμε μια βδομάδα, κοιτάτε πάνω μας. Όπου στάζει πάνω σον, τα ρούχα σαπίζουν. Να σκεφτείτε, αν πρέπει να πάτε".

Εμείς είπαμε: "Τι να κάνουμε τώρα;" Λένε αυτοί: "Τι να κάνε-τε; Να φύγετε εδώ μες σ' το δάσος". Μόλις είπαν έτσι, όλοι φύγα-με μες στο δάσος. Σε δέκα λεφτά σκοτείνιασε, έγινε νύχτα. Μαζευ-τήκαμε όλοι σ' ένα μέρος και κοιμηθήκαμε.

Την άλλη μέρα βαδίσαμε μες σ' το δάσος ολόκληρη μέρα. Την άλλη μέρα βγήκαμε στο δρόμο [...]

Εμείς ήμασταν 6 νοματαίοι. Βλέπουμε δέκα άτομα κι έναν επι-κεφαλής ίσαμε 60 χρονών, που τον λέγανε μπάρμπα Θεόδωρο. Μας είπε: "Παιδιά, αν θέλετε δουλειά, παίρνουμε εργάτες με 42 δραχμές μεροκάματο. Κάθε μήνα θα παίρνετε τα χρήματά σας, διότι εδώ είναι εταιρεία. Εδώ έχομε παντοπωλείο, αρτοποιείο. Θα φάτε με μπιλέτο".

Εμείς όλοι είπαμε "εντάξει", γραφτήκαμε. Αρχίσαμε αμέσως εργασία. Σε δυο μέρες κάποιος από μας αρρώστησε. Πέρασε πέ-μπτη μέρα, άλλος ένας. Την έκτη μέρα πέσανε όλοι. Μόνο εγώ κράτησα δεκαπέντε μέρες, μετά έπεσα κι εγώ [...]

Κόντεψα να χάσω τη ζωή μου. Ευτυχώς ήτανε ένας γιατρός Λρμένης από την Καισάρεια, τον λέγανε Αγκόπ εφέντη, εκείνος προσπάθησε και με γλίτωσε. Μετά έφυγα.

Μες σ' τη Σαλονίκη, γύριζα δεξιά και αριστερά ζητώντας εργα-σία. Αεν υπάρχει τίποτα. Απ' εκεί πήγα στο Αεμπέτη. Εκεί βρήκα καμιά δεκαριά πατριώτες. Εκεί μας γράψανε στην Τοπική Επι-τροπή. Κάθε μέρα παίρναμε κουραμάνα και συσσίτιο. Μετά βρή-καμε εργασία στο δρόμο. Σπάγαμε πέτρες με το κυβικό προς 60 δραχμές. Ίσα ίσα, μισό κυβικό σπάγαμε και βγάζαμε το ψωμί μας. Μέχρι 20 Απριλίου δούλεψα εκεί.

Μετά έφυγα στο Αι Βασίλη, έπιασα εκεί δουλειά. Δούλεψα στο σιδηρόδρομο ίσαμε τρεις μήνες. Ήταν εκεί ένας σεβάσμιος άν-θρωπος, τον λέγανε Χατζηγεώργη. Είχε μια ανιψιά, ορφανή κοπέ-λα, ονομαζόμενη Ευθυμία. Είχαν κήπο, όπου γύρω γύρω ήταν διάφορα οπωροφόρα δέντρα. Στη μέση του κήπου υπήρχαν ζαρ-ζαβατικά. Αυτός ο κήπος ήταν ίσαμε 130 στρέμματα. Πότε πότε πήγαινα και έπαιρνα τομάτες, κρομμυδάκια. Αν ήταν εκεί η κοπέ-λα, δεν μου έπαιρνε λεφτά, ο θείος έπαιρνε λεφτά.

Μια μέρα είπα στο κορίτσι: "Ευθυμία, είσαι καλή κοπέλα, θα σε πάρω. Εσύ τι λες;"

Page 81: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Ί1_

Λυτή είπε: ''Κι εγώ σε αγαπάω, αλλά στο θείο μου πώς θα το πούμε;"Είπα εγώ: "Θα του το πω εγώ την άλλη μέρα'\

Ήτανε Κυριακή, πήρα μισή οκά ούζο. Πήγα στον κήπο, ήτανε μόνος του ο κυρ Γιώργης.

Του είπα: ''Κυρ Γιώργη, ήρθα να κάνω μαζί σου παρέα, με θέ-λεις;''Κι αυτός λέει: 'Ήώς δεν θέλω, έλα'\

Μόλις πήγα έφερε τρεις τομάτες, δυο αγγούρια. Έκανε μια σα-λάτα. Είχα πάρει και 100 δράμια παστές σαρδέλες. Αρχίσαμε να πίνουμε ένα ένα. Μόλις σήκωνα το ποτήρι πρώτα εγώ, έλεγα: 'Έ-βίβα Κυρ Γεώργη'\ Μετά άρχισα να του λέω: 'Έβίβα θείο'\

Αυτός πήρε πρέφα. Άε μου λες Πέτρο, πρώτα έλεγες εις υγείαν Κυρ Γεώργη, μετά, γιατί λες εις υγείαν θείο;''

Ακόμα δεν κατάλαβες;" του λέω. "Αν θέλει ο Θεός, θέλω την ανεψιά σου. Αν θέλεις κι εσύ... "Αέει αυτός: ''Κι εγώ την έδωσα".

Κάναμε παρέα, έγινε μεγάλο γλέντι. Μετά που έδωσα το λόγο μου, είπε: "Παιδί μου, εγώ δεν έχω παιδιά. Ο μισός κήπος είναι δικός σου, κι ένα σπίτι". Συμφωνήσαμε [...]

Την άλλη μέρα τράβηξα για τη Θεσσαλονίκη. Πάνω στο βουνό είχε ένα μονοπάτι. Βάδισα και σε μιάμιση ώρα έφτασα στο Ασβε-στοχώρι.

Απ' εκεί ξεκίνησα και σε δυόμισι ώρες έφτασα στο Εφταπύργιο της Θεσσαλονίκης. Πριν να κατεβώ στο Εφταπύργιο, αντάμωσα έ-ναν πατριώτη. Τον χαιρέτησα και κάθισα κοντά του. Του λέω: "Θείο Γιάγκο, τι είδηση παίρνεις από την πατρίδα;" Κι αυτός α-παντάει: "Παιδί μου, στο Χαρμάνκιοϊ ήρθανε πέντε έξι οικογένει-ες. Αλλά οι δικοί μας πήγανε στην Ηπειρο. " Μου είπε γι ' αυτούς που ήρθανε εδώ. Κι εγώ τότες σηκώθηκα και πήγα εκεί. Βρήκα την ξαδέρφη μου. Μόλις με είδε, με αγκάλιασε και με φίλησε. Ρώ-τησα για τη μητέρα μου και τ' αδέρφια μου. Μου απάντησε ότι, ό-πως άκουσε, πήγανε στην Ήπειρο. Τότε εγώ κρύωσα. Τώρα τι να πω στην κοπέλλα και τι πονηρία να σκεφτώ.

Πήγα πρώτα και πήρα τις βέρες. Την ίδια μέρα έφυγα για τον Αι Βασίλη. Ήμουνα στεναχωρημένος. Μόλις με είδε συλλογισμέ-νο, πήρε πρέφα και μου λέει: "Γιατί Πέτρο είσαι στεναχωρημέ-νος;" Της λέω: "Αστα καλή μου, η οικογένειά μας πήγε στην Ή-πειρο. Θέλεις νά 'ρθεις κι εσύ μαζί μου;" Μου απαντάει η κοπέλ-λα: "Να γίνουμε ξανά πρόσφυγες; Αν έχουνε σπίτι, να πάμε. Αν μένουν σε αντίσκηνο, τι να κάνομε;" Τότε λέω εγώ να πάω και αν τα καταφέρω, να τους φέρω εδώ.

Page 82: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

Την άλλη μέρα αναχώρησα και ήρθα πάλι στο Χαρμάνκιοϊ. Ό-λο το χωριό ήτανε εκεί, ίσαμε διακόσιες οικογένειες. Άλλες εκατό οικογένειες είχαν πάει στην Ήπειρο. Εκεί βρήκα παρέα τον Λσλά-νογλου Γεώργη. Κι αυτουνού η οικογένεια στην Ήπειρο.

Αποφασίσαμε να πάμε στην Ήπειρο μαζί. Πρώτα πήγαμε στον ''Μικρασιατικό Σύλλογο'\ βγάλαμε χαρτί, γραφτήκαμε στην κατά-σταση. Μπήκαμε στο καράβι και ήρθαμε στον Πειραία.

Κατεβήκαμε απ' το πλοίο, τραβήξαμε στη Δραπετσώνα. Πήγα-με στο καφενείο του Στέφανου Προδρόμου Μαρταβατζή. Καθίσα-με τρεις μέρες.

Μια μέρα που καθόμασταν στο καφενείο, ήρθε ένας ψαράς. Μπήκε μέσα και είπε: 'Παιδιά, θέλει κανείς να φαρέψει μαζί μου; Το μεροκάματό σας θα είναι 40 δραχμές. Φαΐ, ψωμί, από μένα'\ Εγώ είπα στον Γεώργη: 'Πάμε..."' Κι αυτός λέει: "Και δεν πάμε;'' Σηκωθήκαμε, πήγαμε στον Άι Γεώργη. Δουλέψαμε δυο μέρες. Αρ-ρώστησε ο Γεώργης. Εκεί στον Άι Γεώργη είχε καφενείο, όπου και κοιμόταν. Εγώ εργάστηκα οκτώ μέρες. Δούλευα από τη νύχτα μέ-χρι το πρωί. Τρεις φορές ρίχναμε δίχτυα. Μετά ερχόμασταν στο καφενείο. Απ' το πρωί μέχρι το βράδυ κοιμόμασταν. Μας σήκωνε μια φορά το μεσημέρι για φαΐ. Τρώγαμε, πάλι κοιμόμασταν. Αυτή ήταν η δουλειά μας.

Μετά μια βδομάδα είπαμε στον Καπτάνη: "Καπτάν Κωστή, δώσε μας τα μεροδούλια μας να φύγουμε. Μας έδωσε ο άνθρωπος 6 μεροκάματα προς 40 δραχμές. Πήραμε 240 δραχμές και φύγαμε. Την άλλη μέρα με το φίλο μου Άσλάνογλου μπήκαμε στη μπεζινά-κατο και φύγαμε από τον Άγιο Γεώργη. Πήγαμε στο λιμάνι του Πειραία. Πήγαμε στο καφενείο του κυρίου Στέφανου, όπου και μείναμε. Την επόμενη μέρα, πήγαμε με το φίλο μου Ασλάνογλου στη Νομαρχία και βγάλαμε κατάσταση. Στις 4 Νοεμβρίου μπήκαμε στο καράβι και αναχωρήσαμε για την Ήπειρο [...]

Η ώρα 8 το πρωί βγήκαμε στην αγορά. Πιάσαμε έναν αγωγιάτη. Βάλαμε στο ζώο τα πράματά μας και προχωρήσαμε. Περάσαμε πρώτα τα Τούζλα. Δεύτερο, τη Φαρφανή. Τρίτο, περάσαμε το πο-τάμι: Τέταρτο, τη Βήρσελα. Πέμπτον, το Καλπάκι.

Καθίσαμε εκεί τρεις μήνες. Μας μεταθέσανε μετά στο Σπαθάρι. Μείναμε εκεί ενάμιση χρόνο. Απ' εκείνη τη μέρα, ημείς, δηλαδή, ε-γώ, αγάπησα τούτη που είχα, της Κυράς Σοφίας Σ. Τάθογλου το γένος, που τώρα λέγεται Σοφία Πασαλίδου. Είχα πέσει σε έρωτα.

Μια μέρα, με όλο τον κόσμο πήγαμε στο βουνό. Εκεί κόβαμε με

Page 83: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ Ί1_

την αξίνα ξύλα. Ήμασταν ένα παλληκάρι και τρία κορίτσια. Βγά-ζαμε ξύλα, τα κουβαλούσαν τα κορίτσια στην πολιτεία και τα πουλούσαν στους Τούρκους, το ένα φορτίο δεκαπέντε ή είκοσι δραχμές. Και το ψωμί ήτανε 6 δραχμές. Παίρνομε πότε δύο ψω-μιά, πότε τρία ψωμιά.

Δυο χρόνια καθίσαμε εκεί, μετά φύγαμε [...] Νά 'ρθουμε τώρα στη δική μου υπόθεση. Μια μέρα σηκώθηκα

και πήγα στη συγχωρεμένη την πεθερά μου. Καθόταν μέσα στο α-ντίσκηνο. Μπήκα μέσα, ήτανε κοντά της τα δύο κορίτσια, η μεγά-λη η Δέσποινα και η μικρή η Σοφία. Έκανα νόημα και στις δυο και φύγανε έξω. Της είπα: 'Τριά, αν θέλει ο Θεός, από τώρα και στο εξής θα είσαι μητέρα μου, τη θέλω τη Σοφία, είσαι εντάξει;'' Κι αυτή είπε: 'Ήαιδί μου, αν το 'χει γράψει ο Θεός, κι εγώ σου δί-νω το λόγο μου".

Της έδωσα ένα δαχτυλίδι κι αυτή μου έδωσε ένα μαντίλι κι ένα ζευγάρι μάλλινες πλεχτές κάλτσες. Φίλησα το χέρι της κι αυτή με φίλησε. Σηκώθηκα κι έφυγα [...]

Την άλλη μέρα ήρθε ο φίλος μου Απόστολος Χατζηκωσταντί-νου και με φώναξε και πήγαμε απ' το Καλπάκι. Ανεβήκαμε στους Φιλιάτες, απ' εκεί πήγαμε στο Σπάθαρι. Μπήκαμε σπίτι μας, με πήγανε στη μητέρα μου. Είπε ο θείος μου Απόστολος να φιλήσω το χέρι της μητέρας μου. Πήγα και το φίλησα. Είπε ότι αν δώσουν από ένα χαλί ο θείος μου ο Γεώργης και ο θείος μου Θωμάς, θα κάνει το γάμο μου την Κυριακή.

Αυτά είπε και τέλειωσε. Μετά έβαλαν τραπέζι. Έφεραν φαγιά, ούζο, για να γίνει γλέντι. Ήταν μέρα Τρίτη, της Αγίας Ειρήνης.

Ο γάμος μου έγινε Κυριακή στις 10 Μαΐου. Με στεφάνωσε ο ιε-ρεύς Παπα-Πρόδρομος, από το Τσαρικλί της Μικρασίας. Στεφα-νώθηκα μέσα σ' ένα αντίσκηνο.

Δεν μπορούσαμε να ζήσουμε με τη γριά μου, γιατί αρχίνησε πά-λι τη γκρίνια. Μια μέρα μάζεψα όλα τα πράγματα και έφυγα στη Σκέφαρη. Εκεί κάθισα εννέα μήνες. Στις 5 Απριλίου 1926 ήρθαμε στους Φιλιάτες. Στις 25 Απριλίου έφυγα στον Πειραιά με τους Τσαρικλιώτες. Βρήκα δουλειά στον Αι Βασίλη κοντά σ' έναν ερ-γολάβο, τον Ευάγγελο Ααγό. Κοντά του δούλεψα δύο μήνες. Μου έδινε τη μέρα 60 δραχμές μεροκάματο. Μετά έφυγα και πήγα στην Κόρινθο [...]

Την άλλη μέρα έπιασα δουλειά. Δουλέψαμε δεκαπέντε μέρες και φύγαμε για τη Νεμέα. Εκεί εργάστηκα δύο μήνες, Ιούνιο-Ιού-

Page 84: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

λίο του 1924. Έφυγα απ' εκεί και πήγα στο Βραχάτι. Εκεί δούλε-ψα στο εργοστάσιο 25 μέρες [...]

Μετά πήγαμε στα Ταμπούρια, στον Άγιο Παντελεήμονα. Μας δώσανε στην κάθε οικογένεια από ένα αντίσκηνο και καθίσαμε ε-κεί τρεις μήνες. Μόλις πήγαμε στον Άγιο Παντελεήμονα, ακούσα-με ότι έχει δουλειά στον Άγιο Γεώργη. Πήγαμε και πιάσαμε δου-λειά. Πηγαίναμε στις 4 η ώρα και σχολάγαμε στις δώδεκα. Ερχό-μαστε σπίτι και κοιμόμαστε μέχρι η ώρα 9 της άλλης μέρας. Αυτή ήτανε η δουλειά μας, που κράτησε τρεις μήνες [...]

Πιάσαμε ένα καΐκι, μπήκαμε όλοι μέσα και αναχωρήσαμε. Σε τέσσερες ώρες ήρθαμε εις την Ανάβυσσο, 21 Νοεμβρίου 1926, ημέ-ρα Πέμπτη. Βγήκαμε στην παραλία της Αναβύσσου. Μετά ήρθαμε εδώ, στο χωριό [...]

Την άλλη μέρα πήραμε την αξίνα και βγήκαμε στα βουνά. Βγά-ζαμε ξύλα και κάναμε κάρβουνα και τα φέρναμε σπίτι. Πήγα στον Κυριάκο Παπαδόπουλο. Ήρθε στο σπίτι, γεμίσαμε τα τσουβάλια. Τα ζυγίσαμε, έκανε λογαριασμό, έδωσε λεφτά. Άλλά ο Άποίκος, ό-ταν παίρνει κάρβουνα, αν το τσουβάλι ζυγίζει εκατό οκάδες, το λογαριάζει ογδόντα οκάδες, και κόβει με τη φασαρία και από τα λεφτά. Βλέπω ότι δεν είναι δουλειά, κόπος μεγάλος, άλλος κερδί-ζει. Τα παράτησα και έφυγα στην Καμάριζια.

Πήγα στα γραφεία της εταιρείας, με γράψανε στην μπούκα αρ. 12. Εκεί ήτανε αρχιεργάτης ο Γεώργιος Ζαγούρης [...]

Τον χαιρέτησα και μου είπε: ''Καλώς το παιδί, κάθισε''. Έκα-τσα. Με ρώτησε, πώς με λένε, κι εγώ είπα το όνομά μου και το πα-ράνομά μου, το όνομα πατρός. Τα έγραψε όλα και μου έδωσε μια λάμπα ασετιλίνης. Μου είπε να πάω να κοιμηθώ κοντά στα δικά μας παιδιά ''Και αύριο, η ώρα πέντε και μισή, με το πρώτο σφύ-ριγμα να πας στο τζάκι σου. Με το δεύτερο σφύριγμα νά 'ρθεις στη δουλειά. Θα είμαι εκεί. Θα σε πάρω και θα πάμε με τους άλ-λους στη δουλειά''.

Αρχίνησε πρώτα με τον αριθ. 16, επικεφαλής Λουκάς Ζαγού-ρης. Μετά φώναξε έναν προς ένα τους μιναδόρους, πέντε άτομα και εφτά μπαζαδόρους. Έφυγε και ο αριθ. 14 με επικεφαλής το Γεώργιο Ζούζο, τέσσερις μιναδόροι και έξι μπαζαδόροι. Τρίτο, η μπούκα αρ. 12 του Μινώταυρου, μπαζαδόροι 3.

Διαβάζει ο διευθυντής, περνάνε οι εργάτες. Πρώτα μπαίνουνε σε μια τρύπα, μετά χάνονται. Μόλις κατεβούν ίσαμε 100 μ. χωρί-ζει η μπούκα. Άλλος πάει μισή ώρα, άλλος τρία τέταρτα, άλλος

Page 85: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Ί1_

μια ώρα και δέκα λεφτά. Εμείς πήγαμε μισή ώρα και φτάσαμε στην εργασία, όλοι μπαζαδόροι. Μαζευτήκαμε και διαλέξαμε, χώ-ρια μεταλλείο, χώρια μάρμαρα.

Το μετάλλευμα το βάζομε σ' ένα βαγονάκι και τα μάρμαρα σε ζεμπίλια, έχει ιδιαίτερο μέρος. Παίρνουμε τα μάρμαρα, τα ρί-χνουμε σε μια άκρη. Μετά έρχομαι εκεί που δουλεύω. Γέμισα το βαγονάκι που ήταν επάνω στη γραμμή. Ήταν άλλα δύο όμοια βα-γόνια. Και τα τρία γεμάτα. Τα σπρώξαμε ίσαμε 150 μέτρα. Πιο έ-ξω έχει μαγκάνι. Τα βάζουμε ένα ένα, τα τραβάμε επάνω. Τα ανε-βάζουμε και μετά σταματάμε.

Μετά έρχεται ο μουλαράς με το μουλάρι, ζεύει και πάει στη μη-χανή. Και ο μηχανικός τραβάει επάνω και ρίχνει έξω. Αυτή ήταν η δουλειά μας κάθε μέρα. Πιάναμε το πρωί, στις 5 η ώρα και σχολνάγαμε στη 1 η ώρα. Εργάστηκα εκεί μέχρι τέλη Απριλίου 1927.

Μετά ήρθα και έπιασα δουλειά στην Αλυκή. Ένα μήνα καθαρί-ζαμε τα αζμάκια. Μετά αρχίσαμε το θέρος. Θερίσαμε σε 15 μέρες και φέραμε με τη σειρά στον αλωνότοπο. Μόλις τέλειωσε το αλώ-νι, στις 25 Αυγούστου, αρχίσαμε δουλειά ξανά στην αλυκή. Το α-λάτι πήζει σε πέντε μήνες. Μετά, το βγάζομε έξω. Γεμίζει εργάτες. Σπρώχνουν τρεις εργάτες έξω από το αλατοπείο. Φορτώνουν το αλάτι στα μουλάρια και το μεταφέρουν στο σωρό. Μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου τελειώνει η αλυκή. Μετά αρχίζουμε τη σπορά. Σπέρ-νομε σιτάρι, κριθάρι, βρόμη. Μόλις τελειώσει η σπορά, αρχίζουμε τ' αμπέλια. Πρώτα ξελάκκωσμα. Μετά, καθάρισμα. Ενάμιση μήνα μετά, κλάδεμα. Ύστερα, σκάψιμο τον Απρίλη. Μετά 20 μέρες, ξε-φύλλισμα, θειάφισμα. Τ' αφήνουμε μέχρι 20 Σεπτεμβρίου, οπότε τρυγάμε. Τρώγαμε και πουλάγαμε στους εμπόρους και παίρναμε τα λεφτά μας. Πληρώναμε τα χρέη μας στην Τράπεζα και στον μπακάλη.

Περνάει ο χρόνος 1929-1930. Αρχινάμε πάλι απ' τ' αμπέλια. Καθάρισμα, κλάδεμα, όργωμα, σκόρπισμα, θέρισμα του σανού. Στις 15 Μαΐου 1930 πήραμε απόφαση μαζί με τον πατριώτη μου Παντελή Κετέογλου. Φύγαμε απ' εδώ στον Πειραιά, για να πάμε στη Μακεδονία για δουλειά. Κατεβήκαμε στο λιμάνι, βλέπομε πως υπάρχουν πρακτορεία. Εχουν συναγωνισμό, φωνάζουνε, άλ-λος 30δραχμές. Αλλος25δρχ.[...]

Ανεβήκαμε στο πλοίο, αναχώρησε στις 4.30 το απόγεμα. Την άλλη μέρα ακριβώς στις 11.30 π.μ. φτάσαμε στο Βόλο [...] και

Page 86: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

πρωί πρωί μπήκαμε στη Θεσσαλονίκη [...] Η ώρα 12 το μεσημέρι μπήκαμε στο λεωφορείο και φτάσαμε

στα Γιαννιτσά. Ήταν ημέρα Πέμπτη και είχε παζάρι. Όλο Ομπαρ-λήδες ήταν εκεί [...]

Ο Μιχάλης Ταστσόγλον με πήρε σπίτι του, όπου κάθισα 10 μέ-ρες. Μετά γενήκαμε μια παρέα για Θέρος. Την άλλη μέρα, εγώ, ο Παντελής Συμεών Γρηγοριάδης και τρεις άλλοι πήγαμε κάτω στο Βάλτο στη Μάλκαρα. Βρήκαμε ένα αφεντικό και μας έδωσε ένα χωράφι 50 στρέμματα. Το τελειώσαμε σε δεκαπέντε μέρες. Μετά βρήκαμε άλλα 6 στρέμματα το θερίσαμε κι εκείνο. Άλλα δε βρήκα-με.

Εγώ δεν ήθελα να μείνω εκεί. Είπα ότι θα πάω στην Ανατολική Μακεδονία. Ό,τ ι έπεφτε στο μερίδιό μου, το πήρα. Εκεί ήτανε έ-νας σταθμός που λέγεται Άδενδρον, κατέβηκα εκεί και περίμενα το τρένο. Μόλις ήρθε, μπήκα μέσα και πήγα στη Θεσσαλονίκη. Εκείνη τη μέρα έμεινα εκεί. Την άλλη μέρα έφυγα για τα Πορόια. Μου είπανε να πάω στα Άνω Πορόια [...]

Μπήκα στο χωριό. Ρώτησα, πού είναι το σπίτι του Χατζηφώτη. Μου το δείξανε. Πέρασα το ρέμα, το πρώτο σπίτι, αυτουνού ήτα-νε. Μπήκα απ' την αυλή και χτύπησα. Ανοίγει η πόρτα και βλέπω τη νύφη μου Ευγενία. Δε με γνώρισε [...] Ο θείος άναβε φούρνο [...] Με κοίταξε προσεχτικά και με γνώρισε: 'Έσύ είσαι ο ανεψιός και δεν μιλάς; Καλώς όρισες. " Κι εγώ του είπα: ''Καλώς σε βρήκα θείε'\

Είπε να πάμε στο σπίτι. Μας έστρωναν τραπέζι, καθίσαμε, φά-γαμε, ήπιαμε [...] Κάθισα εκεί πέντε μέρες. Μια μέρα μας καλέσα-νε οι Βλάχοι στα βουνά. Πέντε έξι νοματαίοι απ' εδώ, πήρανε δυόμισι οκάδες ούζο. Με πήρανε κι εμένα. Ανεβήκαμε πάνω στο βουνό Μπελέσι [...]

Καθίσαμε εκεί, φάγαμε αρνί στη σούβλα, γιαούρτι όσο θέλεις, καϊμάκι, τυρί. Φάγαμε, ήπιαμε. Τέσσερες ώρες γλέντι κάναμε και μετά φύγαμε.

Μετά πέντε μέρες σηκώθηκα πρωί πρωί ενωρίς, για να φτάσω το τρένο [...] Μες στο τρένο συνάντησα ένα παιδί 15χρονώ. Μου είπε πού πάω, του είπα για δουλειά. ''Κι εγώ για δουλειά πάω" μου λέει. Τώρα μιλάμε με το παιδί. Το παιδί μου είπε: "Αν θέλεις δουλειά, τώρα θα κατεβούμε στις Σέρρες. Εκεί είναι εταιρεία. Στο γραφείο της είναι ο εξάδελφός μου γραμματέας. Να πάμε να γρα-φτούμε και να δουλέψουμε''.

Page 87: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Ί1_

Πήγαμε, γραφτήκαμε. Μας οδήγησε στο δρόμο και φύγαμε. Έ-νας δρόμος προς τη Νιγρίτα. Περπατήσαμε τρεις ώρες και φτάσα-με στο έργο. Βράδιασε. Μας βάλανε σ' ένα αντίσκηνο. Αλλά, τι τραβήξαμε μέχρι να ξημερωθούμε! Κάθε κουνούπι πέντε πόντοι!

Μόλις ξημέρωσε, έφυγα. Πήγα στη Νιγρίτα. Μόλις πήγα εκεί, νόμισα πως είμαι στην Άδανα, διότι όλοι ήταν πρόσφυγες. Έλλη-νες, Λρμένηδες [...]

Ένας μου είπε: 'Έλα να δουλέψεις μαζί μου'\ Πήγαμε μαζί σε μια εταιρεία. Κουβαλάγανε δυο νοματαίοι σωλήνα 8 μέτρα, τρια-κόσια μέτρα μακριά. Κουβαλάγαμε απ' το πρωί μέχρι το μεσημέρι 4 σωλήνες. Μετά το μεσημέρι πηγαίναμε άλλους τρεις σωλήνες. Παίρναμε 75 δραχμές. Δουλέψαμε 12 μέρες και τελειώσαμε.

Πάλι πήρα το δρεπάνι. Ανέβηκα πάνω στα χωριά για να θερί-σω. Κάθισα πρωί πρωί, έξω από το χωριό. Όλος ο κόσμος πήγαι-νε για θέρος. Περάσανε όλοι. Ήρθε ένας κύριος και μου είπε: 'Παιδί μου, είσαι μόνος σου; Δεν έχεις παρέα; Μόνος σου δεν μπορείς. Θα θερίζεις ή θα δένεις; Τι δουλειά θα κάνεις; Πήγαινε να βρεις ένα ή δύο ανθρώπους ακόμα. Νά 'ρθεις σ' αυτό το σπίτι εδώ, να σας δώσω 40 στρέμματα να θερίσετε'' [...]

Πήγα στις Σέρρες. Πήρα το τρένο και έφυγα στη Δράμα. Κατέ-βηκα εκεί στο σταθμό. Μέχρι την πόλη, περπάτησα δέκα λεπτά της ώρας. Μόλις μπαίνω μες στην αγορά, τι να δω; Νόμισα ότι βρέθη-κα στην Κωνσταντινούπολη. Όλους τους γνωστούς μου, εκεί τους είδα. Έρχεται ένας και με αγκαλιάζει. 'Ήώς βρέθηκες εδώ Πέ-τρο;" — Εσύ πού βρέθηκες; [... ]

Έμεινα εκεί μια μέρα. Την άλλη μέρα έφυγα [...] Απ' εκεί πήγα στο σπίτι του Αάζαρου και τον φώναξα: 'Πάμε

Αάζαρη". Και αυτός πήρε το δρεπάνι του και φύγαμε. [...] Φύγαμε κατά το Κουτσούκκοϊ, δηλαδή. Μικρό Χωριό. Εκεί

βρήκαμε μια δουλειά, 7 στρέμματα κριθάρι οι δυο μας, προς 250 δραχμές το στρέμμα. Τελειώσαμε σε τρεις μέρες, πήραμε τα λεφτά μας και φύγαμε.

Απ' εκεί πήγαμε στην Τσατάλτζα. Μόλις φτάσαμε εκεί, μας εί-παν να πάμε στην εκκλησία, εκεί παίρνουνε εργάτες θεριστές. Πή-γαμε στην εκκλησία και τι να δω, όλοι πατριώτες εκεί. Μας είπα-νε αυτοί, λιγότερο από 300 δραχ. το στρέμμα να μη δεχτούμε. Εγώ είπα ότι πρώτα πρώτα είμαστε μπεκιάρηδες, δεν μπορούμε 200-250 δρχ. "Ό,η βρούμε, θα πάμε. Διότι εμείς δεν έχουμε εδώ σπί-

Page 88: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

Μετά μισή ώρα ήρθε ένας γέρος και είπε: 'Ήαιδιά, ποιος θά 'ρθει για θέρος; Πρώτα είπανε αυτοί: 'Ήόσα θα μας πληρώσεις το στρέμμα;'Έίπε ο γέρος: '"Διακόσιεςπενήντα". — είπανε αυτοί.

Μετά είπαμε εμείς: 'Ερχόμαστε με 250 το στρέμμα και μια οκά ούζο τη μέρα, για τους δυο".

Πήγαμε, μας έδειξε το χωράφι, ίσαμε δέκα στρέμματα σιτάρι. Το ρίξαμε σε πεντέμισι μέρες το σπαρτό και πήγαμε στο σπίτι του Μπάρμπα Βασίλη. Μας έκανε το τραπέζι και μας πλήρωσε. Και τα ψωμιά που πήραμε απ' το φούρνο, μας τα χάρισε [...]

Κάθισα άλλη μια μέρα, μπήκα στο τρένο κι έφυγα. Κατέβηκα στο Χατζημπεϊλίκ, απ' εκεί πήγα με τα πόδια πάλι στη Φιλύρα. Εκεί κάθισα άλλες πέντε μέρες.

Μια μέρα μου λέει ο εξάδελφός μου: 'Εξάδελφε, σήμερα το βράδυ θα πάμε μ' εσένα να κυνηγήσουμε αγριογούρουνα. Εσύ ν' ανέβεις σ' ένα δέντρο και να μη βγάλεις τσιμουδιά". Πήγαμε εκεί, εγώ ανέβηκα σ' ένα δέντρο, δεν έβγαζα ούτε ανάσα. Ήμουνα δυο ώρες πάνω στο δέντρο.

Μετά δύο ώρες ήρθε ένα κοπάδι αγριογούρουνα. Ο εξάδελφός μου από κάτω αμολάει με το γκρα. Ένα αρσενικό γουρούνι έμεινε εκεί. Γ' άλλα φύγανε. Μέχρι το πρωί έμεινε εκεί. Το πρωί πάλι πήγαμε καμιά δεκαριά νοματαίοι, φέραμε και δυο μουλάρια. Φορ-τώσαμε και φέραμε σπίτι το αγριογούρουνο. Το ζυγίσαμε, ήρθε 167 οκάδες. Το μοιράσανε, έφαγε όλο το χωριό.

Την άλλη μέρα, εγώ, ο Χ " Φώτης, ο Δαυίδ Κορκεβούρογλου, πήγαμε πάνω στα βουνά για να μαζέιρουμε φλαμούρι. Εγώ μάζε-ψα ολόκληρο τσουβάλι. Κατεβήκαμε στο χωριό και την άλλη μέρα ήρθα στη Θεσσαλονίκη. Αυθημερόν μπήκα στο πλοίο και βγήκα στον Πειραιά. Είχα κοντά μου ένα τσουβάλι φλαμούρι και τα ρούχα μου.

Πήρα το τσουβάλι, ανέβηκα στην Ανάσταση [...]. Αυτά που κέρδισα απ' το θέρος το ξόδευα, δεν έμεινε πεντάρα. Η γυναίκα έ-κανε μούτρα, αλλά τι να κάνω; Η γυναίκα, με τα λεφτά αγαπάει τον άνδρα. Εάν δεν φέρεις χρήματα, σε βλέπει σα διάβολο. Δε λέ-γει ότι, με το καλό ο άντρας μου, υγεία να 'χομε, δεν λέγει [...]

Το 1940 αποκτήσαμε άλλο κοριτσάκι. Την τρέφαμε, τη μεγαλώ-σαμε, αλλά άτυχη, διότι άνοιξε πόλεμος. Το 1940 28 Οκτωβρίου μεσάνυχτα, ήρθε τελεσίγραφο στον Έλληνα πρωθυπουργό κύριον Ιωάννη Μεταξά. Κι αυτός είπε όχι [...]

Page 89: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ Ί1_

Το 1944, σης 29 Απριλίου αποκτήσαμε το τελευταίο μας παιδί. Στις 6 Δεκεμβρίου του 1944, άρχισε στην Αθήνα αντάρτικος πόλε-μος που κράτησε μέχρι 1945. Ήρθανε Άγγλοι και σταμάτησε. Αλ-λά πάλιν ήταν αίτιος ο μακαρίτης Πλαστήρας. Τους γέλασε, αφό-πλισε τους αντάρτες. Παραδώσανε τα όπλα, αλλά δεν βρέθηκε ε-ντάξει στα λόγια του. Πάλι βγήκαν στο κλαρί [...]

Τώρα (1964) και ο γαμπρός μου δουλεύει στο εργοστάσιο. Παίρνει βασικό μεροκάματο 65 δραχμές. Ζει κι αυτός με την οι-κογένειά του και συντηρείται, κανένα δεν έχει ανάγκη. Μόνο το Θεό. Πίκρα, πόνο να μη δώσει. Έκτισα ένα σπίτι στους Αγίους Αναργύρους, οδός Νικολάου Πλαστήρα αρ. 39».

Τρίτη διαόρομή^^

«Είμαι πρόσφυξ του 1922, γεννηθείς το 1901. Κατάγομαι από το Αιβίσιον Πισιδίας και Μάκρη Αυκίας Μικράς Ασίας. Ονομάζο-μαι Σταμάτιος Μ. Χαστάς του γένους Εξηντάρη. Γεννήθηκα στο Αιβίσιον και μετά 14 χρόνια κατεβήκαμε στην Μάκρη. Εκεί μεγά-λωσα, αλλά ενθυμούμαι τα παιδικά μου [χρόνια] όλα από 7 ετών που πήγα στο Σχολείον μέχρι σήμερα...

[Ο αυτοβιογραφούμενος ήταν αγρότης-αστός στη Μικρά Ασία. Μετά από ένα χρόνο υποχρεωτικής παραμονής στη Ζάκυνθο ε-γκαθίσταται στην Τζιά. Τον βρίσκουμε να αναρρώνει από κάποια αρρώστια (Σ.τ.Σ.)]

[...] Αέγω του Πατέρα μου: καλέ εγώ θα πάω έξω στην Αγορά να βρω καμιά δουλειά. — Τι δουλειά θα βρεις, βρε παιδί μου; — Ότι να είναι. Έτσι θα κάθουμαι; αφού του έλεγα αυτά, έρχεται μια κοπέλα πατριώτισσα...

Την ερώτησα: Μήπως θέλει το αφεντικό σου κανένα παραγιό; και μου λέγει, άσε να τον ερωτήσω, γιατί σαν να έλεγε [πως] θέλει να βρει, γιατί ο Σπύρος είναι άρρωστος. Είχε ένα παιδί και ήτο φυματικός, όπως και απέθανε, ο Θεός συχωρέσει τον.

Την άλλη ημέρα έρχεται και μου το λέγει. Πήγα λοιπόν στο μα-γαζί και τι να ιδώ! Καφενείον, Ταβέρνα και Καρεκλάδικο. Τον

15. Σταμάτιος Μ. Χαστάς, Η βιογραφία μου από 7 ετών τον 1901 έως το έ-τος 1974, Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, ΛΥΚ 2, Α/Α 459. Επιμέλεια της βιογραφίας, Θάλεια Βοΐλα, Αθήνα 1975. Σε παρένθεση οι επεμβάσεις της επι-μελήτριας.

Page 90: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

χαιρέτησα, εσυστήθηκα και του λέγω: μου είπε η Μαρία, πως θέ-λετε παραγιό; — Ναι, μου λέγει — Έρχομαι εγώ. — Ξέρεις από Καφενείον; — Στην Πατρίδα μου, αυτή ήτο η δουλειά μου. Θα έλθω μίαν ε-βδομάδα να με δοκιμάσετε και αν σας αρέσω με κρατάτε. Την ίδια μέρα του λέγω: δώστε μου μια ποδιά. Μου δίνει μια ποδιά και μπαίνω μέσα στον μπουφέ και από πού να πιάσω; [...]

Αφού είχε περάσει ένας μήνας μου λέγει μια μέρα: Πες μου τώ-ρα πόσο θέλεις να σου δίνω τον μήνα. — Ό,τι θέλετε, αφεντικό. — Θα σου δίνω 50 δραχμές και φαγητό.

Η αλήθεια ήτο πως έτρωγα καλά. Μαγείρευε η γυναίκα του κα-λά, ο Θεός συχωρέσει την. Ήτο Αθηναία από καλήν οικογένειαν και έπινα και 2-3 ποτήρια κρασί στο φαγητό μου μαύρο καλό. Μου το έβαζε μόνος του ο Σαίτης και έφτιαξα καλά [...]

Στον πατέρα μου του δήλωσα πως από τους μισθούς μου δεν θα του δώσω δεκάρα, θα καθίσω ένα χρόνο και θα ανοίξω δικό μου μαγαζί με τα λεπτά που θα πάρω. Όπως και έγινε. Στο χρόνο επάνω έφυγα [...]

Αφού πήρα τα λεπτά, 600 δραχμές, πήγα και βρήκα ένα μαγα-ζάκι στην Πιάτσα με τα έπιπλά του μαζί και το ενοικίασα 25 δραχμές το μήνα. Ήτο το έτος 1924 [...]

Εν τω μεταξύ κάποιος Γλεούδης —ο πιο πλούσιος της Κέας— έκανε καπνά με τον Δημητράκη τον Στρογγύλη και πετύχανε. Εκείνη τη χρονιά έδωσε το στρέμμα 70-80 οκάδες και κερδίσανε αρκετά λεπτά. Τα πουλήσανε 42 δρχ. την οκά. Βάζει τον πατέρα μου το συχωρεμένο στα αίματα να κάνουν και μαζί (καπνά). Αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε για το φυτώριο. Ανεβαίναμε, κατε-βαίναμε από τη Χώρα στην Κορρησία 5 μήνες να πάμε να παρα-κολουθούμε τα ζευγάρια που (είχανε) στα χωράφια να κάνουν το όργωμα, μετά τον Λεκέμβριον την διβολιά και όταν θα πιάναμε το φύτεμα τριβολιά [...]

Μας πέφτανε στην πάρτη μας 48.300. Είχαμε λάβει 22 μας έφα-γε 26.300, αυτό μας γονάτισε. Δουλεύαμε δύο οικογένειες όλο το χρόνο ερήμην, να σηκωνόμαστε από τις 3 η ώρα, να κόβουμε το φύλλο, να το αρμαθιάζουμε, να τα πηγαίνουμε στους κρεμαντα-λάδες, μετά στο σεργί, μετά να το κάνουμε στίβες, μετά πασκί και

Page 91: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Ί1_

καλονπιασμα, να το ξεχωρίζουμε να το κάνουμε μπάλες [...] Τον άλλο χρόνο μας φωνάζει ο Γρηγόρης ο Θεοδωράκης ο Τζα-

τζάς, όπως τον λέγανε εδώ, μας είχε και αυτός 5 μήνες, κάναμε το φυτώριο και δεν μας ετοίμασε τα χωράφια να τα κάνει διβολιά και τριβολιά, μας τα άφησε στο όργωμα. Του λέμε, βρε άνθρωπε γίνονται καπνά στην όργωση; αν Θέλετε φυτεύτε τα, αλλιώς εγώ δεν έχω λεπτά να ξοδεύω και έτσι μας έφαγε και αυτός 5 μήνες κόπους.

Εγώ εξακολουθούσα να κρατώ και το καφενείον, διότι από αυ-τό διατηρούσα την οικογένειά μας. Στο τέλος του 1925 ο πατέρας μου ηθέλησε να με πανδρέψει. Εγώ επέμενα όχι, του έλεγα, καλέ είμαι εγώ για παντρειά; αφού δεν έχω δεύτερο κοστούμι να βάλω, πώς θα την ζήσω την γυναίκα; και μου έλεγε, όλα θα γίνουν, παιδί μου, ο Θεός συχωρέσει τον [...]

Πόσο χρονών είναι η Δέσποινα, 26. Ο Σταμάτης είναι 24. — Ε! και τι βγαίνει με δυο χρόνια[...]

Το 1926πανδρεύτηκα, το '27πέθανε... Η συχωρεμένη η γυναί-κα μου ήταν έγκυος την Χρυσούλα μου [...]

[Σε ένα χρόνο παντρεύεται ξανά.] Ενοικίασα το μαγαζί που ήμουν παραγιός στη Μεσσάδα με τον

Γεώργιον Σαίτην. Το 1928 έχτισαν το Εργοστάσιον ΕΜΑΓΙΕ. Εγώ πήγα και δούλευα στον Προσφυγικό Συνοικισμό. Το μαγαζί το έ-κλεισα. Δεν δούλευε, δεν υποστηριζόμουνα, γιατί ήμουν πρόσφυξ. Ήταν γύρω μαγαζιά και πηγαίνανε στους πατριώτες τους. Τέλος πάντων. Μετά, αφού ετελείωσε ο Συνοικισμός, πήγα στο δρόμο που φτιάχνανε από Βουρκάρι έως τον Κούντουρο. Σταμάτησε κι αυτός. Οι πολιτικοί δεν αφήσαν να γίνει.

Μετά πήγα στο εργοστάσιον, αφού έβαλε εμπρός και εργαζό-ντανε. Μετά από 6 μήνες φαλίρισε. Το πήραν δυο αδέρφια Παπα-δαταίοι. Χρεώνονται και αυτοί στην Τράπεζα και φαλίρουν και αυτοί. Το παίρνει κάποιος Τσιροπυνάς, φαλίρει και αυτός. Μας φάγανε και τα λεπτά μας. Στο τέλος πηγαίνει ο μακαρίτης ο Αθα-νάσιος Κώστας και το παίρνει. Είχε λεπτά πολλά. Έβαλε εμπρός και δούλευε καλά, δουλεύανε 300 εργάτες κάθε 15 ημέρες πλήρω-νε εργάτες και υπαλλήλους 70-80 χιλιάδες και το Νησί άρχισε να συνέρχεται οικονομικώς.

Ο μακαρίτης ο Κώστας ήτο βιομήχανος. Ήξερε την δουλειά. Άρχισε να κάνει επεκτάσεις, γραφεία, αποθήκες. Έκανε συνοικι-σμό για τους υπαλλήλους της εταιρείας και πήγαινε πολύ καλά.

Page 92: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

Βγήκαν τα κράνη του Ελληνικού Στρατού στη δημοπρασία και τα παίρνει το εργοστάσιο το δικό μας. Επρόσφερε και ο Μποδοσά-κης, αλλά η επιτροπή τα έβγαλε ακατάλληλα. Τα δοκιμάσανε με σφαίρες και τρυπούσαν, ενώ τα δικά μας ήταν από ατσάλι καλό η λαμαρίνα. Από τα κράνη τού μείνανε αρκετά χρήματα. Βγαίνουν στην δημοπρασία τα παγούρια του Στρατού της Τουρκίας, τα παίρνει και αυτά. Δούλευε το εργοστάσιο πολύ καλά και κάνει δάνειο 10 εκατομμύρια και έφερε πολλά υλικά, λαμαρίνες, σμάλ-τα, πρέσες κλπ. Έλεγε στους εργάτες: παρακαλάτε να είμαι καλά και θα φτιάξω τον δρόμο, θα φέρω και αυτοκίνητο να σας φέρνει και να σας πηγαίνει στα σπίτια σας, να μη περπατάτε 2 ώρες δρό-μο, 1 ώρα ν' ανεβείτε και μία να κατεβείτε.

Λεν πέρασε πολύς καιρός και απέθανε ο μακαρίτης από καρ-διακή προσβολή. Άφησε απόθεμα 24 εκατομμύρια. Παιδιά δεν εί-χε. Ήτο η χήρα μόνον. Λυτή είχε έναν ανεψιό και ανέλαβε την διαχείριση. Ξέχασα να γράψω πιο πάνω, [πως] τον βρήκε η Κατο-χή και το δάνειο το ξεχρέωσε με ένα τσιγάρο, και γι ' αυτό του μεί-νανε τα χρήματα απόθεμα, διότι μετά την απελευθέρωση ήταν χρυσά τα λεπτά που του μείνανε παρόλο που οι Γερμανοί και οι Ιταλοί πήραν εμαγιέ πολλά. Όσα και αν πήρανε, είχε πολύ πράμα. Μετά από διετία εχρεοκόπησε και φάγαν τα 24 εκατομμύρια ανε-ψιός, διευθυντής και Σία και το χρεώσανε και άλλα 8 εκατομμύ-ρια. Σιγά σιγά, έκλεισε. Χρωστούσαν 2.400.000 στους εργάτες. Λεν μπόρεσαν οι εργάτες να τα πάρουν από την Τράπεζα. Η Τρά-πεζα ήθελε τα 8 εκατομμύρια.

...Μετά παρέλευση (ολίγου καιρού) η Τράπεζα (που το είχε) το έβγαλε σε πλειστηριασμό αντί 2.500.000 δρχ. [...]

Επαναλαμβάνεται η δημοπρασία αντί 1.500.000 και μένει στο Ρέστη [...] πεθαίνει και αυτός [από] καρδιακή προσβολή.

Έμεινε πάλι στη χήρα και αυτή δεν είχε παιδιά. Λφού πέρασε καιρός πήγε ο Αγνατόπουλος, Μηχανολόγος, με τον Ιωάννην Ρα-φιόν να το αγοράσουνε. Της δώσαν 2 εκατομμύρια [...] δεν το έ-δωσε. Μετά από καιρό, ήλθαν κάτι παλιατζήδες και αγόρασαν τα μηχανήματα 800 χιλιάδες και τα πήραν. Στα γραφεία και στα υπό-λοιπα κτίρια βάλανε κρεβάτια και τα ενοικιάζουν το καλοκαίρι. Λυτά είναι τα νέα της Κέας [...]

Πέρασαν 7-8 χρόνια, ο κόσμος όσος εργαζόντανε στο εργοστά-σιο έφυγε στην Λθήνα, και η Τζιά ερήμωσε. Μας βρήκε η Κατοχή [...]

Page 93: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Ί1_

Τέλος πάντων, εγώ άνοιξα ένα καφενείον του Ιωάννου Βουτσι-νά στην Πιάτσα. Το είχα καφενείον, ταβέρνα, μανάβικο. Πουλού-σα γιαούρτια, ριζόγαλα και ό,τι άλλο ήθελες. Έφτιαχνα καρέκλες. Αυτά το 29-30 και 31. Εκεί ήτο κοντά το Ταμείον και ερχόντανε οι υπάλληλοι και τρώγανε γιαούρτι και ριζόγαλο και μάλιστα κά-ποτε τους μαγείρευα κιόλας. Για ένα μήνα θυμώσανε με τον μά-γειρα και μου λένε, μας μαγειρεύεις να τρώμε; — Πώς, ό,τι θέλετε.

Και μου αγοράσανε πιάτα, μαχαιροπίρουνα, πετσέτες, τραπε-ζομάνδιλα, κατσαρόλες, τηγάνια κλπ. Και αφού τους περιποιού-μουνα καλά ήταν πολύ ευχαριστημένοι [...]

Εν τω μεταξύ, ήλθε κάποιος ομπρελάς και δεν είχε πού να πάει να δουλέψει, τον πήρα στο μαγαζί να δουλεύει και το βράδυ να κοιμάται σε μια γωνιά. Εκεί έμαθα να φτιάχνω και ομπρέλες [...]

Κάποιος Σπύρος Παπαδόπουλος, γραμματεύς του Ταμείου ερ-χόντανε και έτρωγε 1 γιαούρτι, 2 ριζόγαλα ή κρέμες και μου έλε-γε: — Πώς πας βρε Σταμάτη, βγάζεις τίποτα; βγαίνει το μεροκάματο;

Και του έλεγα, πότε βγαίνει και πότε δεν βγαίνει. Γιατί τότε τα λεπτά ήταν λίγα και τα ημερομίσθια 30-35 δραχμές. Μου λέγει μια μέρα: Έρχεσαι στο Ταμείον να διοριστής κλητήρας; Του λέγω, πόσο είναι ο μισθός; — 820 δραχμές. — Δεν με συμφέρει, γιατί πότε έβγαζα 50 δραχμές, πότε 30, πότε 80 δεν είχε στάση. Όταν πήγαινα και έφερνα ψάρια —διότι έκανα και τον ψαρά— έβγαινε το μεροκάματο καλά [...]

Δούλευα όμως από νύχτα σε νύχτα. Μετά το εσκέφτηκα καλά, μάλιστα πήγα και το είπα της συχωρεμένης της γυναίκας μου και μου λέγει, θα τα βγάλουμε πέρα, Σταμάτη, με τόσο λίγα; πάλι εσύ ξέρεις, ό,τι θέλεις κάνε. Το βράδυ που εκοιμήθηκα, ελογάριασα: 26 ημερομίσθια τον μήνα, εκτός τις Κυριακές, και αν καμιά φορά βρέχει και δεν πάμε είναι 24 μόνον, με το 35 = 840 και τα δώρα. Μου είχε πει ο κ. Παπαδόπουλος ότι θα κάνεις και κάτι θελήματα και θα σου δίνουν και τυχερά. Όταν έρχεται ένας υπάλληλος, θα πηγαίνεις να ανοίγεις τις αποσκευές του, κάτι θα σου δίνει, δεν είσαι βέβαια υποχρεωμένος να πηγαίνεις. Όταν θέλει να μετατεθεί ένας υπάλληλος πάλιν θα τους τα φτιάχνεις και θα έχεις πάλι τυ-χερά. Θα σχολάμε στις 12, θα ερχόμαστε στις 4 το απόγευμα. Όταν θες μπορείς να φτιάχνεις και κάποια άλλη δουλειά στο σπί-

Page 94: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

τι σου. Ο Θεός συχωρέσει τα αποθαμένα του και να έχει υγείαν αυτός ο άθρωπος. Ήθελε το καλό μου, με αγαπούσε πολύ. Έβλεπε που κοπίαζα πολύ και ήθελε να με ενισχύσει.

Εγώ την άλλη μέρα προτού να πω τίποτα της συχωρεμένης της γυναίκας μου, του λέγω: — Κύριε Σπύρο θα έρθω στο Ταμείον για κλητήρας. — Αλήθεια; — Ναι, του λέγω. — Πάμε στον ταμίαν τότε.

Ο Ταμίας ήτο και διευθυντής και διαχειριστής. Ήτο κάποιος Αθανάσιος Τσιρόπουλος, καλή του ώρα. Του λέγει: κ. ταμία, ο Σταμάτης θέλει να έρθει για κλητήρας. — Θέλεις; μου λέγει. — Ναι. — Θα πας να μου φέρεις πιστοποιητικόν γεννήσεως, πιστοποιητι-κόν του σχολείου σου, αντίγραφο του απολυτηρίου του Στρατού, και θα κάνω εγώ μια αναφορά και την αίτησή σου και σε 15 ημέ-ρες θα έρθει ο διορισμός σου [...]

Μου λέγει ο ταμίας, μη τυχόν και το πεις πουθενά, γιατί θα σε τορπιλίσουν οι πολιτικοί, για να βάλουν κάποιον δικόν τους [...] Σε 20 ημέρες ήρθε ο διορισμός μου. Ενθυμούμαι ήτο 14 του μηνός Ιουνίου 1931 και ορκίστηκα και μου δίνουν 410 δραχμές. Είχα και από τη σιρμαγιά μου άλλες 300=^710. Πούλησα την μαναβική, πήρα άλλες 310=1020, πουλώ τον γάιδαρο που είχα και γύριζα, 50 δραχμές =1070, πουλώ την παλάντζα 100 =1170, πουλώ το σαμά-ρι του γαϊδάρου 300=1470. Σε 11 ημέρες κάνουμε μισθό —γιατί τότε πληρωνόμαστε στας 25 εκάστου μηνός με εντάλματα ατομικά— πήρα και άλλες 820 = 2290.

Είχα όμως χρέος 2.500 στον μπακάλη μου, 2.400 στον ψωμά μου, 300 δραχμές στον χασάπη μου και 320 στον τσαγκάρη μου. Αυτά τα χρωστούσα από τότε που δουλεύαμε στο εργοστάσιο και δεν περισσεύανε να δώσω από κείνα που δούλευα. Τρώγαμε 7 ά-τομα, 4 παιδιά, 2 εμείς και η πεθερά μου. Όταν πληρώθηκα, πη-γαίνω και δίνω στον ψωμά μου 500 δραχμές, στον μπακάλη μου 500. Εξόφλησα τον τσαγκάρη μου και τον χασάπη μου και μου λέ-νε, πού τα βρήκες βρε Σταμάτη; τους λέγω, μη φοβάστε, τώρα μπήκα στον δημόσιο προϋπολογισμό και θα σας ξεχρεώσω γρήγο-ρα, αν θέλει ο Θεός [...]

Είχα και χρέος από το σπίτι που έφτιαξα. Είχε η συχωρεμένη η

Page 95: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Ί1_

γυναίκα μου 25 χιλιάδες το 1926 που παντρευτήκαμε που της τα έστειλε ο μακαρίτης ο κουνιάδος μου από την Αμερική. Αγοράσα-με ένα δωμάτιον που είχε και οικόπεδο να χτίσουμε δύο δωμάτια, μας φύγανε όλα τα λεπτά και χρεώθηκα και 3 χιλιάδες από την συχωρεμένη την Φεναρέτη Λεπάστα με 12% τόκο. Αφού κτίσαμε το σπίτι δεν είχα λεπτά να πληρώσω τον μαραγκό να μου φτιάξει τα κουφώματα και τα πατώματα και ντιβάνια [...]

Μας βρήκε η Κατοχή και περάσαμε μέρες δύστυχες [...] Με την Κατοχή ευτυχώς είχα αγοράσει κατσίκες και πρόβατα

και έβγαζα γάλα και τυροκομούσα τυρί και έκανα και ξερά τυριά [...] Αρχισε το δελτίον. Μας δίνανε τους υπαλλήλους κάτι περισσό-

τερον 100 δράμια σπορέλαιον κατ' άτομον και 100 δράμια από το ξύλον που μας το δίνανε για μπομπότα και ό,τι άλλο φέρνανε. Το σπορέλαιον δεν το τρώγαμε. Το έρριχνα σε μια κουρούπα και έ-βαζα τα ξερά τα τυριά μέσα. Έλεγα τη συχωρεμένη τη γυναίκα μου να βάζεις λάδι καλό στο φαΐ και να τρώμε πιο λίγο ψωμί.

Οικονομούσα 2-3 οκάδες την εβδομάδα και το κλείδωνα σε ένα ντουλάπι και το μοίραζα από λίγο. Στα παιδιά λίγο περισσότερο, γιατί ήταν στην ανάπτυξη και φοβόμουν. Εμείς πιο λίγο. Ευτυχώς ο χοίρος και το τυρί μας σώσανε. Υπήρχαν και κρέατα στη μαύρη αγορά. Τρώγαμε 30-40 οκάδες κρέας από τη μαύρη αγορά, τους έ-κοβα από ένα κομμάτι τυρί και πίνανε και γάλα πολύ. Πήγαινε η μακαρίτισσα και μάζευε χόρτα, βρούβες και τα ζεματούσε, τα τσι-γάριζε με ένα κομμάτι πασπαλά, σίγλινο που λένε, και έτριβε και μυζήθρα και τα έκανε σαν μακαρόνια και τα τρώγαμε [...]

Στο 1960 εσυνταξιοδοτήθηκα και υπέβαλα δικαιολογητικά του γιου μου του Μιχάλη να διοριστεί στη θέση μου, όπως έλεγε ο Νό-μος. Αλλά αυτοί τότε δεν κοιττούσαν Νόμους, κοιτούσαν μέσα [...]

Αφού πέρασε ένας μήνας, παίρνω ένα τηλεγράφημα και λέγει, υπόθεσις κινδυνεύει, φροντίσατε αμέσως πολιτικώς. Σε ποιον πο-λιτικόν θα πήγαινα; [...]

Μας κοροϊδεύανε 3-4 μήνες, ωσότου μας την κοπανίσανε [...] Τότε λέγει ο Μιχάλης, θα φύγω στην Αθήνα για δουλειά [...]».

Page 96: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

Τέταρτη διαδρομή^^

«Ονομάζομαι Σοφία Γαζή. Ζω στην Ξάνθη από το '27. Γεννήθηκα στη Σταυρούπολη το 1915. Ο πατέρας μου τότες ήταν αγρότης. Μετά ήρθαμε εδώ στη Ξάνθη, δούλευε στα καπνομάγαζα, vat και καπνά ως συνήθως βάζαμε στα χωράφια δηλαδή. Και ζούσαμε να πούμε μια ζωή μετρημένη. Εγώ ήρθα 12 ετών στη Ξάνθη, εδώ εκα-τάλαβα τον κόσμο μου. Σχολείο δεν πήγα.

Έχει αλλάξει πάρα πολύ η Ξάνθη. Εμειναν μόνο οι συνοικίες το 'Σαμακόβ" ας πούμε, το ''Καβάκι'' να πούμε. Λυτές έμειναν του %ον σοκκάκι" παλιές συνοικίες. Κατά τα άλλα εδώ προς τα κάτω εκεί τώρα έγινε αυτό ''παραδοσιακά" και δεν επετρέπουν για να κτισθεί άλλο. Εδώ δε εις την Ξάνθη μέσα στην πόλη προς τα κάτω έχουν κτισθεί πάρα πολύ και πάρα πολύ διαφορετικοί γίνανε. Διότι εδώ εμείς πρώτα πρώτα ήμασταν μέσα, άνοιξε κι α-πό δω ο δρόμος, άνοιξε κι από δω ο δρόμος, ναι. Αλλά μεγάλη διαφορά η Ξάνθη από κείνα τα χρόνια. Διασκέδαζαν ως συνήθως στα σπίτια ο κόσμος εκείνα τα χρόνια. Δεν είχε τόσα πολλά βέ-βαια, είχε κέντρα, αλλά όχι τόσα πολλά όπως τώρα να πούμε. Στα σπίτια μαζευόμασταν, παρέες να πούμε, αντρόγυνα ως συνήθως. Και ή σ' ένα σπίτι ή σ' ένα μαγαζί μεγάλο μαζευόμασταν και γλε-ντούσαμε εκεί με χορούς και τέτοια. Γλεντούσαν σας λέω πάρα πολύ. Ιδίως οι καπνεργάτες ήταν πρώτοι και... Είχαν τα πρωτεία. Εκείνα τα χρόνια ήτανε δύσκολη η δουλειά. Προτιμούσαν τις γυ-ναίκες περισσότερο από τους άντρες, γιατί πιο λίγο μεροκάματο πληρώνανε στις γυναίκες. Γι ' αυτό ίσως προτιμούσαν τις γυναί-κες περισσότερο.

Η δουλειά ήτανε: σε φέρνανε να πούμε το πανέρι, το καπνό, το ξεφύλλιζες, έκαμνες τη διαλογή τα καπνά, διάλεγες το πρώτο, το δεύτερο και το τρίτο ιδίως. Λυτό ήτανε το ξεφύλλισμα τη ποσότη-τα που θα δώσεις. Ώρες! 8 και περισσότερο, 10 ώρες δουλεύαμε τότες. Ε, και τα λεφτά βέβαια λίγα. Λλλά για κείνο τον καιρό ας πούμε ότι μας έφταναν.

Εμείς παντρευτήκαμε το '38. Είχαμε γνωριμίες από πριν. Δη-λαδή από πριν στο χωριό ακόμη που μέναμε. Είχαμε γνωριμίες πολλές με τον άντρα μου και οικογενειακές σχέσεις πολλές. Και εδώ που ήρθαμε μετά συνεχίζαμε γλέντια αυτά μαζί. Όλα ώσπου

16. Σοφία Γαζή, Αυτοβιογραφία, εκπομπή «Ανωνύμου του Έλληνος», πα-ραγωγός Μ. Μήτρας, απομαγνητοφώνηση Ζιζή Σαλίμπα, Αθήνα 1985.

Page 97: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Ί1_

η πεθερά μου πρότεινε να πούμε και έγινε το συνοικέσιο. Συνοι-κέσιο, ε! και λίγο έρωτας υπήρχε στο μέσον. Γνωριζόμασταν ναι. Καπνά μαζί βάζαμε. Βοηθιέμαστε ο ένας με τον άλλο να πούμε. Εμείς βοηθούσαμε εκείνους, εκείνοι βοηθούσαν εμάς. Έτσι περά-σαμε.

Για την Κατοχή τι να θυμηθώ πιο μπροστά; Ποιο, τι να σας πω; Που μας έδιναν το καλαμποκίσιο το ψωμί

με την άμμο μέσα και γκρατσάνιζε και δεν μπορούσαμε να φάμε. Τι, τι να θυμηθώ για την Κατοχή;

Αγοράζαμε, είχα την κόρη μου μικρή εκείνα τα χρόνια και έ-παιρνα με ένα ψωμί, το οποίο μαύρη αγορά το πληρώναμε, ένα σιταρίσιο, για να μπορεί να φάει το παιδί κι εγώ. Ο δε άντρας μου πώς το' τρώγε εκείνο το ψωμί; κι εγώ η ίδια απορούσα, με την άμμο μέσα, έτσι δεν είναι; [...]

Τέλος πάντων. Πριν κάναμε οικογένεια. Παντρευτήκαμε το '38. Το πρώτο μας παιδί γεννήθηκε το '39. Αγόρι, το οποίο δεν έζησε, με τον πόλεμο μαζί να πούμε. Μετά η κόρη μου γεννήθηκε το, τέ-λη του '41 [...] και ο γιος μας το '47.

Ο σύζυγος δεν δούλευε. Ήταν μόνο τα καπνομάγαζα, δεν υπήρ-χαν να πούμε. Δούλευε τρεις μήνες, τις 9 καθόνταν. Δούλευε πότε 4 μήνες τις 8 καθόντανε, δηλαδή μια μαρτυρική ζωή περάσαμε.

Ε, ο Θεός το ξέρει. Τα προικιά που είχα, σχεδόν τα έχω πουλή-σει όλα, για να μπορέσουμε να ζήσουμε. Μετά την Κατοχή, πολ-λές δουλειές. Σε εξοχικά κέντρα δούλευε μέσα στο μπουφέ, ναι. Μετά από πολλά χρόνια απ' όταν μας δώσανε το εφάπαξ εκείνο, άνοιξε δικό του καφενείο. Από κει μετά ούτε καθεξής, από κει σε άλλο καφενείο. Τέλος πάντων πέρασαν πόσα χρόνια, μετά ανα-γκαστήκαμε να φύγομε στη Θεσσαλονίκη. Αυτό έγινε το '61.

Ναι, φύγαμε στη Θεσσαλονίκη. Εκεί καθίσαμε. Εκεί ανοίξαμε καφενείο. Ναι, δούλεψα και γω μέσα κι ο άντρας μου. Ανοίξαμε καφενείο στα Σφαγεία κάτω, στη Θεσσαλονίκη, ναι. Μετά από κει δεν μας, δεν μπορούσαμε να κρατήσουμε πολύν καιρό 3 μήνες τώ-ρα 4 μήνες τόσο πολύ. Μετά κάθισε 2 μήνες στη Θεσσαλονίκη και μετά μπήκε στο ξενοδοχείο ΦΛΩΡΙΝΛ κατ' αρχή. Μετά από το ΦΛΩΡΙΝΑ από πόσα χρόνια να πούμε πέρασε στο ΛΤΛΛΝΤΙς και ε-κεί μέχρι που πήρε την σύνταξή του μέναμε στη Θεσσαλονίκη. Όταν βγήκε στη σύνταξη μετά το '74. Τη σύνταξη την πήρε. Είχαν συγχωνευθεί όλα μέσα και είχε και είχε και το ΤΕΒΕ. Είχε και ΤΕΒΕ και ΙΚΛ. Και παίρναμε τη σύνταξη του ΙΚΑ τώρα. Τα κα-

Page 98: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

πνομάγαζα δεν κλείσανε, αλλά εργαζόνταν τα καπνομάγαζα και ο δικός μου εργάζονταν εκεί κι είχε μια διάδοση ότι, εάν δεν εργα-στείς στο καπνομάγαζο θα πάρεις το εφάπαξ, εάν εργαστείς δεν θα πάρεις το εφάπαξ. Ο δικός μου δεν εργάστηκε εκείνη τη χρονιά καθόλου, λοιπόν κι ώσπου που πήραμε το εφάπαξ. Μετά άνοιξε δικιά του δουλειά σε καφενείο, σε εξοχικό κέντρο και τα ρέστα. Και μετά φύγαμε στη Θεσσαλονίκη όπως σας είπα.

Όταν πέρασε στο ξενοδοχείο, ήταν πολύ καλή η ζωή μας εκεί. Πόσα χρόνια δούλεψε; Παντρέψαμε την κόρη, ναι. Έφυγε στη Γερμανία εν τω μεταξύ. Ο γαμπρός μου εκεί δούλευε κι αυτή πήγε μαζί του. Καθίσαν πόσα χρόνια στη Γερμανία. Και τώρα είναι α-πό το Π5 που γύρισαν κι είναι, μένουν εδώ. Ο γιος μου πήγαινε στο μηχανουργείο. Έμαθε να πούμε τη δουλειά. Ήρθαμε, φύγαμε καθώς βγήκε στη σύνταξη ο άντρας μου φύγαμε. Δεν μπορούσαμε να ζήσουμε με κείνη τη σύνταξη, γιατί ήταν πάρα πολύ λίγη. Εδώ το σπίτι το είχαμε και έτσι γυρίσαμε ξανά εδώ στο χωριό να πού-με το Π5 εδώ, μετά τη σύνταξη.

Σαν προσβολή με ήρθε από τη μεγάλη πόλη για να ξαναγυρίσω πίσω.

Μετά το σεισμό που έγινε, ο μεγάλος ο σεισμός της Θεσσαλονί-κης, ήρθε και ο γιος μου εδώ με τη νύφη μου, οι οποίοι μένουν κά-τω και μεις μένομε επάνω. Στα πόσα χρόνια ήρθαν και η κόρη μου από τη Γερμανία. Και έτσι τώρα είμαστε πολύ καλά. Έχω τα παιδιά εδώ.

Τα παιδιά, η κόρη μου κι ο γαμπρός μου κι η εγγονή να σου πω δουλεύουν στην ΚΟΜΟΤΕΞ, ναι. Ο δε γιος μου εργάστηκε σε πολ-λά εργοστάσια, ο οποίος άνοιξε τώρα μηχανουργείο δικό του κι εργάζεται πολύ καλά. Είμαστε ευχαριστημένοι... Τώρα που γερά-σαμε...

Page 99: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΔΙΚΤΥΑ ΣΧΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ 99

3. ΔΙΚΤΥΑ ΣΧΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΒΙΩΣΗ

Η αδιαφορία απέναντι στην καθορισμένη εργασία αντιστοιχεί σε μια μορφή κοινωνίας όπου τα άτομα μπορούν με ευκολία να περάσουν από μια εργασία στην άλλη και όπου το καθορισμένο είδος εργασίας είναι συμπτωματικό γι' αυτούς και κατά συνέπεια αδιάφορο.

Κ. Μαρξ, «Εισαγωγή» (1857).

Διαβάζοντας κανείς τα αποσπάσματα των αυτοβιογραφιών που μόλις προηγήθηκαν θα σχηματίζονται στο νου του πολλές εικό-νες. Εικόνες μάλλον άγνωστες στις μέρες μας και οι οποίες αυ-θορμήτως προκαλούν την αίσθηση μιας τέλειας διασποράς των α-τομικών πεπρωμένων. Αίσθηση η οποία εντείνεται με τη μεγάλη ε-παγγελματική κινητικότητα που διαφαίνεται από τις αφηγήσεις. Αυτή η κινητικότητα, την οποία ήδη έχω τονίσει, είναι πραγματική και υπενθυμίζει πόσο αβέβαια είναι τα όρια μεταξύ όλων των κοι-νωνικών στρωμάτων που εξετάζουμε. Παραταύτα η επιφαινόμενη διασπορά των ατομικών πεπρωμένων παραμένει ως αίσθηση και μαζί με την ένταση της κίνησής τους δυσκολεύει την ταξινόμηση των πληροφοριών. Και χωρίς αυτήν η οιαδήποτε ερμηνεία των αυτοβιογραφικών πηγών είναι αδύνατη. Από πού αλλού λοιπόν να αρχίσουμε να βάζουμε μια τάξη αν όχι από την οργάνωση των διαφόρων πληροφοριών που προκύπτουν από τις αυτοβιογρα-φίες;

Στις είκοσι τρεις αυτοβιογραφίες που παρατίθενται στη βιβλιο-γραφία (πέντε δημοσιευμένες και δεκαοχτώ αδημοσίευτες) αφη-γούνται τη ζωή τους άνθρωποι που γεννήθηκαν μεταξύ 1884 και 1915 σε φτωχές οικογένειες. Από αυτούς οι δεκατέσσερις είναι ελ-λαδίτες και οι υπόλοιποι εννέα πρόσφυγες (επτά μικρασιάτες και δύο πόντιοι). Μεταξύ αυτών όλων οι τρεις προέρχονται από με-γάλες πόλεις (Πειραιάς, Σμύρνη) και άλλοι τρεις από μικρές ε-παρχιακές πόλεις ή κωμοπόλεις (Ανδρίτσαινα, Βόλος, Μυτιλή-νη). Οι υπόλοιποι δεκαεπτά προέρχονται από χωριά και περια-στικούς αγροτικούς οικισμούς της ελληνικής χερσονήσου, της Μι-κράς Ασίας και του Πόντου. Στο σύνολο των αυτοβιογραφουμέ-νων οι τρεις προέρχονται από φτωχές οικογένειες πόλεων και οι υπόλοιποι είκοσι από αγροτικές. Από αυτούς τους τελευταίους οι δεκαεπτά είχαν διατελέσει, τουλάχιστον στην περίοδο της εφηβεί-

Page 100: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

ας τους, αγρότες. Έχουμε λοιπόν μια ομάδα αγροτικής ή και πε-ριαστικής προέλευσης πρωτίστως και δευτερευόντως αστικής.

Πριν περάσουμε σε αυτό που κυρίως ενδιαφέρει εδώ, δηλαδή στη συστηματοποίηση των επαγγελματικών τους διαδρομών στη διάρκεια του μεσοπολέμου, ας κάνουμε ένα άλμα από την αφετη-ρία των βίων τους στην επαγγελματική βιοποριστική τους κατά-ληξη. Αυτή η κατάληξη τοποθετείται χρονικά από όλους τους αυ-τοβιογραφούμενους στην περίοδο μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Δηλαδή αναλόγως με την ηλικία του καθενός μεταξύ 1948 (ο πρώτος) και 1980 (ο τελευταίος). Στο τέλος λοιπόν της επαγ-γελματικής τους ζωής και μετά από εκπληκτικές διαδρομές οι δώ-δεκα έχουν καταλήξει να διαθέτουν κάποια μικρομάγαζα, κυρίως καφενεδάκια, ψιλικατζίδικα ή περίπτερα, όλα συνοικιακά. Ο ένας καταλήγει εργολάβος οικοδομών. Οι τρεις ξαναγυρίζουν αγρότες στα χωράφια τους. Οι δύο έχουν αναδειχτεί σε γνωστούς λαϊκούς καλλιτέχνες. Και οι τελευταίοι πέντε είναι συνταξιούχοι εργάτες και παράλληλα μικρομαγαζάτορες.

Το πρώτο που παρατηρεί κανείς είναι ότι, με εξαίρεση τον ερ-γολάβο και τους καλλιτέχνες, όλοι οι υπόλοιποι εξακολουθούν να εργάζονται βιοποριστικά σε πολύ προχωρημένη ηλικία. Αντιθέ-τως ο εργολάβος και οι λαϊκοί καλλιτέχνες φαίνονται μάλλον να απολαμβάνουν στα γηρατειά την κάποια οικονομική τους άνεση. Μας επιτρέπει αυτό να μιλήσουμε για ανοδική ή καθοδική κινητι-κότητα; Είναι βέβαια προφανές ότι στο σύνολο των αυτοβιογρα-φουμένων οι τρεις παρουσιάζουν εμφανή στοιχεία κοινωνικής διαφοροποίησης και οι υπόλοιποι είκοσι σχετική στασιμότητα ή μικροβελτίωση. Και επίσης αυτό το συμπέρασμα επιβεβαιώνεται από άλλες δεκαπέντε επιπλέον αυτοβιογραφίες ανθρώπων που έ-χουν γεννηθεί μετά το 1915 και για τούτο δεν παρατίθενται στη βιβλιογραφία. Το βέβαιο είναι ότι το φαινόμενο της καθοδικής κι-νητικότητας απουσιάζει παντελώς ακόμη και για τους εννέα πρό-σφυγες. Παρότι βίωσαν την προσφυγιά ως κοινωνική, δεν φαίνε-ται να απέκτησαν στη διάρκεια του βίου τους στην Ελλάδα κάτι λιγότερο από ό,τι διέθεταν στους τόπους προέλευσής τους. Όλες λοιπόν οι διαδρομές επιβίωσης κατέληξαν κατά κανόνα σε σχετι-κή βελτίωση του επιπέδου ζωής, σύμφυτη κυρίως με την ηλικία τους και τη γενική βελτίωση του μέσου επιπέδου ζωής στην ελλη-νική κοινωνία. Και συγχρόνως κατέληξαν σε επαγγέλματα όπου οι εξαρτημένες σχέσεις εργασίας είτε ήταν μόνο συμπληρωματικές

Page 101: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΔΙΚΤΥΑ Σ Χ Ε Σ Ε Ω Ν ΚΑΙ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ 101

ειτε — κ̂ατά κανόνα— απουσίαζαν εντελώς. Διαβάζοντας τα αποσπάσματα των αυτοβιογραφιών που προη-

γήθηκαν θα έγινε πιστεύω αντιληπτό ότι οι άνθρωποι μας επιβιώ-νουν συγκεντρώνοντας πολλές μικροδραστηριότητες ταυτοχρό-νως. Πράγματι οι πέντε από τους δώδεκα που κατέληξαν στο τέ-λος της επαγγελματικής τους ζωής με μικρομάγαζο υπενοικίαζαν σταθερά ή περιστασιακά γωνιές του μαγαζιού τους σε άλλους ε-παγγελματίες: οι ψιλικατζήδες σε μανταρίστρες, οι καφετζήδες σε καρεκλάδες ή σε ψιλικατζήδες, σε οινοπώλες ή σε γαλατάδες. Μια παραλλαγή αυτού του τύπου συγκέντρωσης πολλών δραστηριοτή-των ταυτοχρόνως εμφανίζεται στους πέντε συνταξιούχους εργά-τες που ήταν συγχρόνως μικρομαγαζάτορες. Από αυτούς οι τέσ-σερις έκαναν πλέον αυτών και κάποιο μεροκάματο περιστασιακά. Η συγκέντρωση πολλών και πολύ μικρών πηγών εισοδήματος ταυτοχρόνως —που εμφανίζεται ανάγλυφα στην τρίτη αυτοβιο-γραφική διαδρομή— είναι μόνο μία εκδοχή του τρόπου επιβίωσης των φτωχών μέσω της εργασίας.

Ας κρατήσουμε κυρίως το χαρακτηριστικό των πολλών επαγ-γελμάτων για να γυρίσουμε πίσω στον μεσοπόλεμο και πιο συγκε-κριμένα στην περίοδο μέχρι το 1939. Από όλες τις δουλειές που α-παριθμούν ρητά ότι έχουν κάνει και οι είκοσι τρεις μαζί, το 15% αντιστοιχεί σε διαρκέστερες ή εποχικές εργασίες σε διάφορες βιο-μηχανίες ως εργάτες (στις οποίες συμπεριλαμβάνω και το φασόν). Το 24% αναλογεί σε εργατικές δουλειές στον πρωτογενή και στον τριτογενή τομέα (αγρεργάτες, χαμάληδες, δημόσια έργα κλπ). Το 24% καλύπτει παιδικές δουλειές (λουστράκια, διανομείς τύπου, μαθητευόμενοι κάθε είδους, μαγειρεία, μπακαλόγατοι κλπ.). Και το υπόλοιπο 37% των εργασιών καλύπτει επαγγέλματα όπως καρβουνιάρηδες, μικρομαγαζάτορες, πανηγυρτζήδες, περιφερόμε-νοι ή περίοικοι μικρέμποροι, σερβιτόροι, υπηρέτριες, καθαρί-στριες, λαντζέρηδες. Πολλές λοιπόν οι δουλειές που έχουν αλλά-ξει, κάτι που στις αφηγήσεις συγκαλύπτει τα διαστήματα χωρίς εργασία. Αν και αυτά είναι αδύνατο να μετρηθούν, ωστόσο η αλ-λαγή πολλών εργασιών σαφώς υποδηλώνει ενδιάμεσα χρονικά διαστήματα χωρίς εργασία, κατάσταση η οποία, επειδή είναι κοι-νωνικά απαξιωμένη, δεν αναφέρεται συχνά στις αυτοβιογραφίες.

Ας συνεχίσουμε όμως για να ταξινομήσουμε ό,τι γνωρίζουμε: τη διάρκεια απασχόλησής τους, κατά προσέγγιση βέβαια. Και εδώ η ποικιλία είναι μεγάλη αλλά νομίζω αρκετά ενδεικτική. Στο 40%

Page 102: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

του συνόλου των εργασιών οι αυτοβιογραφούμενοι είχαν παρα-μείνει μόνο μέχρι τρεις μήνες. Στο 21% του συνόλου των εργα-σιών είχαν παραμείνει μέχρι έξι μήνες. Στο 6% μέχρι 12 μήνες. Και στη συνέχεια μέχρι δύο χρόνια στο 4% των εργασιών, μέχρι πέντε περίπου χρόνια στο 8% και πάνω από πέντε περίπου χρό-νια (άγνωστο πόσο ακριβώς) στο 21% των εργασιών. Στο είδος των εργασιών που διήρκεσαν μέχρι δύο και μέχρι πέντε χρόνια συγκεντρώνονται πρωτίστως μικρομαγαζάτορες με άλλες ταυτό-χρονες εργασίες και δευτερευόντως εργάτες βιομηχανίας. Ξανα-βρίσκουμε λοιπόν εδώ αυτοβιογραφικές ενδείξεις για τη φυγή των εργατών από τη βιομηχανία αλλά και τον τύπο της συγκεντρωμέ-νης πολυαπασχόλησης.

Οι σχεδόν 280 δουλειές που καταγράφονται συνολικά σε όλες τις αυτοβιογραφίες αναλογούν σε δώδεκα απογραφικώς αναγνω-ρίσιμα επαγγέλματα και σε είκοσι επτά απογραφικώς άτυπα (π.χ. τσάκισμα ελιών στο Μεταξουργείο, συλλογή και πώληση κλαδιών λυγαριάς κλπ.). Το σύνολο του είδους των εργασιών που είχε κά-νει ο καθένας επικαλύπτουν σχεδόν κατά 50% όλα τα είδη των ερ-γασιών που είχαν κάνει όλοι οι αυτοβιογραφούμενοι μαζί. Και η απουσία επικάλυψης κατά το άλλο ήμισυ οφείλεται βέβαια σε τυ-χαίους παράγοντες, αλλά και στη διάκριση μεταξύ παιδικών, γυ-ναικείων και αντρικών εργασιών. Ο κάθε λοιπόν αυτοβιογραφού-μενος είχε κάνει σε πολλά από τα τυπικά και άτυπα επαγγέλματα που είχαν κάνει όλοι μαζί αλλά για διαφορετικά διαστήματα ο καθένας και σε διαφορετικούς τόπους. Η σχετική επικάλυψη την οποία διαπιστώσαμε μας αφήνει να υποθέσουμε τη σχετική ομοιο-γένεια μεταξύ των τριών κοινωνικών στρωμάτων που εξετάζου-με, ομοιογένεια τουλάχιστον ως προς το modus επιβίωσης μέσω της εργασίας. Ομοιογένεια επίσης ως προς το βασικό χαρακτηρι-στικό αυτού του modus, την επαγγελματική κινητικότητα, συχνά συνδυασμένη με τη γεωγραφική.

Πράγματι σε κάθε σχεδόν αλλαγή επαγγέλματος αντιστοιχούσε μια μικρή ή μεγαλύτερη γεωγραφική μετακίνηση. Ας αφήσουμε κατά μέρος όλες τις μετακινήσεις που γίνονταν στα όρια ενός νο-μού (π.χ. από το Μοσχάτο στην Πάρνηθα, ή από τη Χρυσούπολη στην Καβάλα). Για την ανεύρεση όλων των εργασιών που έκαναν όλοι μαζί οι αυτοβιογραφούμενοι πραγματοποίησαν 77 μετακινή-σεις οι οποίες ξεπερνούσαν τα γεωγραφικά όρια ενός νομού του-λάχιστον. Στη δεύτερη από τις αυτοβιογραφικές διαδρομές πο\̂

Page 103: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΔΙΚΤΥΑ ΣΧΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ 103

προηγήθηκαν φαίνεται ενδεικτικά ότι οι πρόσφυγες μετακινού-νταν πολύ περισσότερο από τους ελλαδίτες. Τουλάχιστον δύο φο-ρές περισσότερο. Πράγμα μάλλον ευνόητο, αν συνυπολογιστούν οι πολύ μεγαλύτερες προσπάθειες που έπρεπε να κάνουν ώστε να προσαρμοστούν για να επιβιώσουν.

Φαίνεται ίσως αντιφατικό: φτωχοί άνθρωποι, χωρίς δυνατότη-τες, μετακινούνται πολύ, αλλάζουν συχνά δουλειές, άλλοτε κά-νουν πολλές ταυτοχρόνως. Αλήθεια με ποια μέσα τα πραγματο-ποιούν όλα αυτά;

Μια πολύ διαδεδομένη άποψη θέλει να εμφανίζει τους φτω-χούς οπουδήποτε γης άβουλους, εξουθενωμένους από την ανέχεια να περιμένουν τα μέσα για την επιβίωσή τους από τρίτους: από τη φιλανθρωπία της εκκλησίας ή των ευκατάστατων πολιτών. Αυτή η άποψη, συγκροτημένη από οίκτο και περιφρόνηση για τους φτω-χούς, αντιπροσωπεύει ένα μικρό μέρος της πραγματικότητας και για τούτο είναι ψευδής. Πόσο μάλλον που εμφανίζει την επιβίωση των φτωχών πρωτίστως ως αποτέλεσμα της δράσης τρίτων έξω και ανεξάρτητα από αυτούς τους ίδιους. Παρακάμπτοντας λοι-πόν αυτήν την προπαγανδιστική άποψη να αναζητήσουμε στις αυ-τοβιογραφίες τους τις δικές τους κοινωνικές δυνατότητες με τις οποίες εξασφάλιζαν αυτοί οι ίδιοι το βίο τους. Ο καθοριστικός παράγοντας βεβαίως βρίσκεται στο γεγονός ότι την επιβίωσή τους την εξασφάλιζαν με τον κόπο τους, με την εργασία τους. Αλλά πώς έβρισκαν τις δουλειές, πώς κατάφερναν να πραγματοποιούν πολλές ταυτοχρόνως;

Μέχρι τώρα αναλύσαμε τις αυτοβιογραφίες με μια σειρά παρα-μέτρους: τον αριθμό και το είδος των εργασιών, τη διάρκεια πα-ραμονής σε καθεμιά και τη γεωγραφική μετακίνηση. Οι πολύ με-γάλες προσπάθειες και η σχετικώς αίσια, όπως είδαμε, επαγγελ-ματική τους κατάληξη εγείρουν την απορία που διατύπωσα προη-γουμένως: πώς έβρισκαν δουλειές, πώς κατάφερναν να κάνουν πολλές ταυτοχρόνως; Η ανάλυση όλων των αυτοβιογραφιών με βάση αυτό το ερώτημα οδήγησε να σκεφτούμε την πλειάδα των διαπροσωπικών σχέσεων που αναφέρονται σε αυτές ως το βασικό όχημα εξασφάλισης του βίου του καθενός. Και μάλιστα η αξιοπι-στία της μαρτυρίας είναι μεγάλη, επειδή στην πλειονότητα των πε-ριπτώσεων αναφέρονται τα ονόματα των προσώπων και το είδος της προϋπάρχουσας ή της συναπτόμενης διαπροσωπικής σχέσης. Στο σύνολο λοιπόν των 218 σχέσεων που αναφέρονται ρητά και

Page 104: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

αφορούν την εξεύρεση ή και την πραγματοποίηση των εργασιών που έκαναν, το 41% αναλογούσε σε σχέσεις οικογενειακές πρώτου και δεύτερου βαθμού συγγενείας. Το 36% αντιπροσώπευε σχέσεις τρίτου βαθμού συγγενείας, συντοπίτικες και χαλαρά φιλικές. Το 3% μόνο αναλογούσε σε ό,τι αποκαλούμε σχέσεις πολιτικής πελα-τείας. Και το 20% σε σχέσεις με αγνώστους.

Από τις παραπάνω αναλογίες προκύπτει η ένδειξη ότι οι σχέ-σεις πολιτικής πελατείας στις ενέργειές τους για την επιβίωση ή-ταν πρακτικά χωρίς σημασία. Ενδιαφέρουσα επίσης η χαμηλή α-ναλογία σχέσεων με αγνώστους. Παρακινδυνεύοντας με αυτή την ένδειξη, θα έλεγα ότι οι απρόσωπες σχέσεις γενικώς ήταν περιορι-σμένης σημασίας, φυσικά σε ό,τι αφορά τις ενέργειές τους για την επιβίωση. Οι σχέσεις που κυριαρχούν είναι οι οικογενειακές και του στενού οικογενειακού περίγυρου, οι πρώτες συγκροτημένες έ-τσι ώστε να εξασφαλίζουν τη συγκέντρωση ή τη διασπορά των με-λών αναλόγως με τις επιταγές της επιβίωσης. Οι οικογενειακές λοιπόν σχέσεις και οι διαπροσωπικές του στενού κοινωνικού πε-ρίγυρου αποτελούσαν το κύριο όχημα εξασφάλισης του βίου. Και είναι λογικό: αφού η επιβίωσή τους ήταν στοιχειώδης, και οι δι-κές τους κοινωνικές δυνατότητες να είναι αντίστοιχου επιπέδου.

Φυσικά μιλώντας για τις οικογενειακές και ευρύτερες συγγενι-κές σχέσεις θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι πρόκειται για διαπρο-σωπικές σχέσεις που συγκροτούν αντίστοιχες δομές κοινωνικών σχέσεων, όπως π.χ. η οικογένεια και η σχετική με αυτήν αλληλεγ-γύη των μελών μεταξύ τους. Οι σχέσεις αυτές, καθώς και οι συ-ντοπίτικες και οι φιλικές, απλοποιούνται ως διαπροσωπικές, και φαίνεται να προσανατολίζουν σε μεγάλο βαθμό τις κινήσεις τους για την επιβίωση. Και είναι λογικό αφού μέσω αυτών των σχέ-σεων εξασφάλιζαν υποστήριξη, αντλούσαν πληροφορίες για δου-λειές, πραγματοποιούσαν επαγγελματικές συνεργασίες, εν μέρει γαμήλιες συμπράξεις κλπ. Και σε συνθήκες οξύτατης ανασφάλει-ας που συνεπάγεται η έντονη κινητικότητα για την επιβίωση, οι διαπροσωπικές σχέσεις —όπως πάντοτε— αποκτούν βαρύνουσα σημασία συναισθηματικής βεβαιότητας. Για τούτο άλλωστε και η τυχόν διάψευσή της προκαλεί βιαιότατες αντιθέσεις εξίσου δια-προσωπικές.

Ένα μέρος αυτών των «γνωριμιών», των οικογενειακών και των υπόλοιπων συγγενικών σχέσεων μεταφέρονται από τους τό-πους προέλευσης στις πόλεις όπου εγκαθίστανται και ενεργοποι-

Page 105: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΟΠΟΙΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΤΑ ΔΥΣΚΟΛΑ 1ΊΊ_

ούνται ως δυνατότητες προσφυγής για βοήθεια. Πρόκειται άραγε για μεταφορά αυτούσιου του συστήματος κοινωνικής ένταξης των αγροτικών κοινωνιών από τις οποίες προέρχονται; Αν ταυτί-σουμε το σύστημα κοινωνικής ένταξης με τα πρόσωπα που το συ-ναποτελούσαν στους τόπους προέλευσης, τότε η μεταφορά του στις πόλεις ισχύει αλλά μόνο εν μέρει για όλους. Ισχύει δηλαδή στο βαθμό που η μετακίνηση από τα χωριά στις πόλεις προϋπέθε-τε την ύπαρξη σε αυτές κύκλου συγγενών ή και συντοπιτών από τους οποίους ο ένας τουλάχιστον αναλάμβανε προσωπικά τον νε-οαφικνούμενο. Οι πρόσφυγες αναζητούσαν γνωστούς και συγγε-νείς και διαμόρφωναν αυτές τις κοινωνικές υποδοχές. Πράγματι πρόκειται για κοινωνικές υποδοχές γενικώς παραδοσιακής λογι-κής, όπου αν και τα πρόσωπα αλλάζουν εν μέρει η λογική παρα-μένει σχεδόν ίδια. Τα πρόσωπα αλλάζουν από τις συνθήκες προ-σφυγιάς ή τη μετακίνηση στις πόλεις αλλά και από τις γαμήλιες σχέσεις. Ολοι οι αυτοβιογραφούμενοι έχουν παντρευτεί. Και οι δεκαπέντε στους είκοσι τρεις παντρεύτηκαν με πρόσωπα που δεν προέρχονταν από τον τόπο τους, εκ των οποίων μικρασιάτες με ελλαδίτισες ή και αντίστροφα. Πάντοτε όμως παντρεύονταν με πρόσωπα της ίδιας κοινωνικής κατάστασης και του ίδιου κοινω-νικού κύκλου. Οι παραδοσιακές λοιπόν σχέσεις κοινωνικής έντα-ξης δραστηριοποιούνται και πάλι στις πόλεις ως προσωπικό κε-φάλαιο του καθενός, που διευκολύνει την προσαρμογή του σε αυ-τές. Οι ίδιες αυτές σχέσεις διευρύνονται με νέες γαμήλιες συ-μπράξεις και κατά περίπτωση αναδραστηριοποιούνται κάποιες προκειμένου να βρεθεί και να πραγματοποιηθεί η κάθε δουλειά. Μέσω αυτού του πλέγματος διαπροσωπικών σχέσεων εξασφαλι-ζόταν η επιβίωση.

4. ΟΠΟΙΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΤΑ ΔΥΣΚΟΑΑ...

Τελικά, ποιος είναι ο αριθμός αυτών που ορίσαμε ως μεροκαμα-τιάρηδες και φτωχολογιά; Τον αριθμό των εργατών τον προσδιο-ρίσαμε, πιστεύω, με κάποια ακρίβεια. Τους άλλους φτωχούς νομί-ζω ότι πρέπει αρχικά να τους ταυτίσουμε εν πολλοίς με εκείνη την αόριστη κατηγορία της απογραφής: τους «μη δηλώσαντες ή μη ορίσαντες ακριβώς το επάγγελμα».Δηλαδή 256.000 το 1920, και

17. ΓΣΥΕ, Στατιστικά αποτελέσματα 1928, ό.π., σ. 9.

Page 106: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

με τη συνδρομή της αστυφιλίας και ενός τμήματος των μικρασια-τών προσφύγων φτάνουν τις 330.000 το 1928.̂ ^ Αν σε αυτούς, ό-πως υποδηλώνουν οι αυτοβιογραφίες, προσθέσουμε και όλα εκεί-να τα μικροεπαγγέλματα (καρβουνιάρηδες, χαμάληδες, μικροψα-ράδες, μικρομανάβηδες, λούστροι, λαχειοπώλες, κουλουράδες, γανωτζήδες, ακονιστές, καρεκλάδες, κλπ.),^^ τότε ο αριθμός τους αυξάνεται σημαντικά, χωρίς να υπολογίσουμε τους φτωχούς α-γρότες και τα περιθωριακά κοινωνικά στρώματα.

Σε αυτούς περιλαμβάνονται οι μεροκαματιάρηδες και η φτω-χολογιά. Δηλαδή ένα λανθάνον εργατικό δυναμικό, το οποίο κι-νείται ακατάπαυστα από μικροεπάγγελμα σε μικροεπάγγελμα, κά-νοντας ταυτόχρονα πολλά μαζί, από μεροκάματο σε μεροκάματο, περνώντας κατά περιόδους και από κάποια βιομηχανία. Πρόκει-ται για κοινωνική κατηγορία μεταβατική, μεταξύ αστικής και α-γροτικής κοινωνίας, η οποία κινείται με ελάσσονα γνώμονα την υποτυπώδη επιβίωση. Ο μόνος κανόνας που τη χαρακτηρίζει εί-ναι ότι το κάθε μέλος αυτής της κατηγορίας και όλα μαζί για να ε-πιβιώσουν πρέπει επαγγελματικά να μετακινούνται διαρκώς, δη-μιουργώντας έτσι έναν ρευστό και συνεπώς άτυπο κοινωνικό χώ-ρο. Αν θελήσουμε να προβάλουμε συμπυκνωμένα σε ένα μόνο θε-ατρικό πρόσωπο τα χαρακτηριστικά ιδίως της φτωχολογιάς και να την ταυτίσουμε μαζί του, πιστεύω ότι δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα από τον Καραγκιόζη. Η αντιμετώπιση του βίου μέρα με τη μέρα, η επαγγελματική πολυπραγμοσύνη, το μακρύ χέρι της επιβίωσης, η κραυγή «Γειά σου οικογένεια», συνοψίζουν τα χαρα-κτηριστικά ενός ρευστού κοινωνικού στρώματος των μεγάλων κυρίως πόλεων.^^

Ωστόσο θα ήταν άστοχο να χαρακτηρίσουμε αυτό το τμήμα του πληθυσμού υποπρολεταριάτο.^^ Το γεγονός ότι ο πληθυσμός αυ-

18. Στό ίδιο, και ΓΣΥΕ, Σταησηκή επετηρίς 1931, ό.π., σ. 43. 19. ΓΣΥΕ, Στατιστικά αποτελέσματα 1928, ό.π.. Επαγγέλματα, τχ. Ιον, σ.

με ' -να ' . 20. Τα χαρακτηριστικά αυτά δεν εμφανίζονται τόσο στην κλασική δραμα-

τουργία του Καραγκιόζη (π.χ. «Ο Μεγαλέξαντρος και το καταραμένο φίδι»), αλλά σε έργα όπως «Ο Καραγκιόζης φούρναρης» κλπ. Για την ανάλυση της δραματουργίας, βλ. Γ. Μ. Σηφάκη, «Η παραδοσιακή δραματουργία του Κα-ραγκιόζη. Πρώτη προσέγγιση», Ο Πολίτης, τχ. 5 (1976), σ. 25-39.

21. Αυτή την άποψη υποστηρίζουν οι Σ. Δαμιανάκος, Η κοινωνιολογία του ρεμπέτικου, Αθήνα 1975, και Αίλα Αεοντίδου, ό.π., σ. 189.

Page 107: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΟΠΟΙΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΤΑ ΔΥΣΚΟΛΑ 1ΊΊ_

τός ήταν επαγγελματικά αποκατάτακτος, και κατά τεκμήριο πιο φτωχός ακόμη και από τα εργατικά στρώματα, δεν αρκεί για να οδηγήσει στην κάπως εύκολη ερμηνεία που συνοψίζεται στον όρο υποπρολεταριάτο. Η σταθερή κατοικία, η οικογένεια και ιδίως η συνεχής αναζήτηση εργασίας είναι χαρακτηριστικά που αποκλεί-ουν την εξομοίωση της φτωχολογιάς με το υποπρολεταριάτο. Ο ί-διος αυτός όρος δεν περιγράφει καν τα συγκεκριμένα χαρακτηρι-στικά της φτωχολογιάς — πόσο μάλλον δεν τα εξηγεί. Πρόκειται απλώς και μόνο για έναν πρόχειρο αρνητικό ορισμό σε σχέση με κάποιο ιδανικό προλεταριάτο. Ο ορισμός αυτός επιπλέον έχει φορτιστεί ηθικολογικά από εξίσου βιαστικές, αν όχι ιδιοτελείς, ερμηνείες σχετικά με την κοινωνική βάση του φασιστικού φαινο-μένου. Αντί λοιπόν να ακινητοποιήσουμε την εικόνα αυτού του πληθυσμού με έναν αμφίβολης αξίας όρο, είναι προτιμότερο να δούμε από κοντά την κινητικότητά του διαβάζοντας τις τυπικές ε-παγγελματικές κατηγορίες των απογραφών με πρίσμα ορισμένες άτυπες ποιοτικές πηγές.

Η εικονογραφία της εποχής είναι για πολλούς τεκμήριο αμφί-βολο, χωρίς επιστημονική σοβαρότητα. Όμως αν μετριάσουμε τον επιστημονικό ναρκισσισμό, η εικονογραφία αναδεικνύεται σε πη-γή επίμονα διευκρινιστική των επίσημων τεκμηρίων το ίδιο όπως η ανάλυση των προσώπων των αρχαίων αγαλμάτων από οξυδερ-κείς αρχαιολόγους. Αλλωστε σημαινόμενα δεν έχουν μόνο οι σει-ρές των αριθμών και των επίσημων εγγράφων, αλλά κάθε (τι εί-ναι) πηγή της ιστορίας.

Οι εικόνες λοιπόν από τα μικρά επαγγέλματα της εποχής, απο-σπασματικά και άτακτα δημοσιευμένες σε καλαίσθητες εκδόσεις,^^ μας λένε αρκετά. Για παράδειγμα, εκτός από τον γνωστό και αυ-τονόητο έμπορο υφασμάτων με κάποιο μαγαζί, υπήρχε με την ί-δια ονομασία και εκείνος που έβαζε στον ώμο του δυο τρία μικρά τόπια ντρίλια και χασέδες και περιφερόταν στις γειτονιές. Πα-ράλληλα με τον αρβανίτη γαλατά με το γάιδαρο, υπάρχει και ο πι-τσιρίκος που περιφέρεται με μια κατσίκα και ένα κύπελλο. Εκτός

22. Σειρά γαλλικών καρτ-ποστάλ με «τύπους» από διάφορα μέρη της Ελ-λάδας ανατυπωμένες από το περιοδικό Συλλογές, το 1986. Επίσης Ν.Κ. Mou-tsopoulos, Thessaloniki 1900-1917, M. Molho Publications, Ελλάδα 1980, μέ-ρος 12ο, «Social life». Μαρούλα Κλιάφα, Θεσσαλία 1881-1981. Εκατό χρόνια ζωής, Αθήνα 1983 και Χ. Κ. Χριστοδούλου, Τα φωτογενή Βαλκάνια των α-δελφών Μα νάκ/^, Θεσσαλονίκη 1989.

Page 108: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

από τον κομμωτή υπάρχει και ο υπαίθριος κουρέας. Εκτός από τον ψαρά με μαγαζί στην αγορά, υπάρχει και αυτός που περιφέρε-ται με δυο τρία κιλά γαύρο.

Τα περιγραφικά παραδείγματα μπορούν εύκολα να πολλαπλα-σιαστούν και φυσικά να περιλάβουν αυτά που μαρτυρούν τα α-ποσπάσματα από τις αυτοβιογραφίες που προηγήθηκαν ή πολλές άλλες που παρατίθενται στη βιβλιογραφία. Αλλά ας αφήσω τους πειρασμούς για εικονολατρική περιγραφή. Να τονίσω μόνο ότι ο-ρισμένα από τα επαγγέλματα αυτά είναι η συνέχεια των πλανό-διων επαγγελμάτων του ορεινού χώρου τον 19ο αιώνα. Μήπως ά-ραγε η διευρυμένη παρουσία τους προς το τέλος του 19ου αιώνα στις μεγάλες ελληνικές πόλεις καθιερώνει τον πρωτοεμφανιζόμε-νο σε αυτές το 1890 Καραγκιόζη^^ ως σκιαγραφία των πραγματι-κών φτωχών; Πάντως στον μεσοπόλεμο συναντούμε στις μεγάλες πόλεις πολλά από αυτά τα επαγγέλματα μαζί με άλλα, πάντα ό-μως ως προσωρινά για τα άτομα που τα ασκούν. Και σε αυτό το πλαίσιο ένα μέρος των προσφύγων, μετά το 1922, προσαρμόστηκε ταχύτατα. Ασφαλώς δεν βρέθηκε σε άγνωστες κοινωνικές δομές.

Το εύρος των διαφορετικών σε σημασία επαγγελμάτων (ή βιο-ποριστικών δραστηριοτήτων) είναι πολύ μεγάλο, κι ας βρίσκο-νται ταξινομημένα στα επίσημα έγγραφα κάτω από την ίδια κατη-γορία. Σε αυτήν καταγράφονται όλα μαζί και ταυτοχρόνως. Αδιά-κριτα. Το εύρος ή το άνοιγμα αυτό υποδηλώνει μια ιδιαίτερα έ-ντονη επαγγελματική ρευστότητα, η οποία επιβάλλει να σκεφτού-με με μια αντίστοιχα μεγάλη σχετικότητα το επαγγελματικό προ-φίλ πολύ διαφορετικά από ό,τι το παρουσιάζουν οι απογραφές. Οι αριθμοί —επειδή συμβαίνει να είναι υψηλότατης αφαίρεσης σύμβολα— αποδίδουν μια αυστηρή εικόνα της κοινωνικής οργά-νωσης, καλά καταμερισμένης σε συγκεκριμένες επαγγελματικές δραστηριότητες. Το γεγονός αυτό ωστόσο δεν κλείνει το άνοιγμα, δεν μειώνει το εύρος και τη ρευστότητα που έχει κάθε επαγγελμα-τική κατηγορία στην κοινωνική πραγματικότητα. Απλώς οι αριθ-μοί, παρά την αυστηρότητά τους, μετατοπίζουν στην προκειμένη περίπτωση την κατανόηση των διαφόρων επαγγελματικών κατη-γοριών προς μια φανταστική ευταξία. Και ίσως υποδηλώνουν την προτίμηση των συντακτών τους για μια σαφή επαγγελματική ορ-

23. Σχετικά βλ. Θ. Χατζηπανταζή, «Η εισβολή του Καραγκιόζη στην Αθή-να το 1890», Ο Πολίτης, 49 (1982), σ. 67-87.

Page 109: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΟΠΟΙΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΤΑ ΔΥΣΚΟΛΑ 1ΊΊ_

γάνωση του ενεργού πληθυσμού, αλλά και τη δογματική πεποίθη-ση τους ότι οι απογραφές είναι πιστή απεικόνιση της κοινωνίας. Η «δημιουργικότητα» όμως της λαϊκής πονηριάς έρχεται, μέσα α-πό το απόσπασμα που ακολουθεί, να κλονίσει τη δογματική αυτή πεποίθηση. Αφηγείται κάποιος:

«...Το '16 έγινε η πείνα. Ο αποκλεισμός. Τον θυμάμαι. Κάνανε και κάτι μηχανές οι γυναίκες. Επειδή γύριζε μια επιτροπή και κοίταζε να πούμε στα σπίτια, πόσα παιδιά έχεις, και τα κατά-γραφε. Ανάλογα σε έδινε ένα βοήθημα. Απ' αυτά τα βοηθήματα, τα συνηθισμένα. Ψίχουλα. Κι ας λένε οι εφημερίδες... Αυτά που γίνονται στη ζούλα. Κι εμένα, λοιπόν, η μάνα μου με παίρ-νει, λοιπόν, και με σηκώνει από τον τοίχο της αυλής και βγαί-νω στο διπλανό σπίτι και λέει: "Αμα σε ρωτήσουν να πεις ότι σε λένε Ζαχαρία". Μ' έβαλε λοιπόν η γειτόνισσα εκεί. Κάτσε Ζαχαρία! Περνάνε οι γραμματικοί. Γράψανε λοιπόν ένα κορι-τσάκι, κάτι αγοράκια. Εσένα πώς σε λένε; Ζαχαρία! Γράψανε και τον "Ζαχαρία"! Υστερα με πήρε πάλι η γυναίκα αυτή, μ' έ-βαλε απ' το ντουβάρι πάλι στο σπίτι της μάνας μου και ξανάγι-να Γιωργέλι. Και μαζί με μένα ήρθαν και τρία κοριτσάκια από τη γειτονιά...

Αλλά ας έρθω στο προκείμενο. Τι δηλώνει το μεγάλο εύρος, το άνοιγμα που περιλαμβάνει μια ευρύτατη ποικιλία ειδών και μεγε-θών δραστηριότητας σε κάθε επαγγελματική κατηγορία; Γιατί κά-θε κοινωνικά αναγνωρίσιμο επάγγελμα (π.χ. έμπορος στην ψαρα-γορά) υποδιαιρείται ως μέγεθος και εξειδικεύεται σε μεσαιωνικού τύπου καταμερισμό (π.χ. περίοικος εποχικός ψαράς); Φυσικά πρόκειται για ερωτήματα που απαιτούν άλλες μελέτες για να βρουν απάντηση. Όμως, αν κανείς απαντούσε ότι αυτά τα φαινό-μενα είναι η επαγγελματική ρευστότητα, θα διατύπωνε μια ταυτο-λογία. Αν πάλι, οικονομικά και μόνο σκεπτόμενος, έλεγε ότι αυτό είναι μια μορφή της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων σε κοινωνι-κή μικροκλίμακα (περίοικοι και πλανόδιοι έμποροι), θα είχε βέ-βαια δίκιο, αλλά θα ήταν εκτός θέματος. Και τέλος, αν σε αυτό το άνοιγμα, την ποικιλία, εντόπιζε κανείς κάποια κοινωνική και ε-

24. Γ. Μουφλουζέλης, Όταν η λήγουσα είναι μακρά. Φωνήεντα και σύμ-φωνα που κατάγραφε ο γραμματικός του Φώτης Μεσθεναίος, Αθήνα 1978, σ. 19-2α

Page 110: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

παγγελματική άτυπη ιεραρχία, πάλι θα είχε δίκιο, αλλά θα παρέ-μενε στη σφαίρα του αυτονόητου.

Το εύρος ή το άνοιγμα σε κάθε επαγγελματική κατηγορία, η ρευστότητα ως προς το προφίλ της κάθε επαγγελματικής κατηγο-ρίας και η άτυπη ιεραρχία, εκτός κάποιων αποχρώσεων, δηλώ-νουν σημασίες ταυτόσημες. Αν υποδηλώνουν κάτι, είναι τα μέγι-στα κοινωνικά όρια εντός των οποίων είναι δυνατόν να πραγμα-τοποιείται η κατακόρυφη επαγγελματική κινητικότητα κυρίως των μεροκαματιάρηδων και της φτωχολογιάς. Αν μάλιστα περιο-ριστούμε στα πολύ χαμηλά επίπεδα της κάθε άτυπης επαγγελματι-κής και κοινωνικής ιεραρχίας, τότε έχουμε προσεγγίσει κάπως ρε-αλιστικά τα όρια αυτής της κατακόρυφης επαγγελματικής κινητι-κότητας. Τα άλλα όρια, εκείνα που θα περιγράφαμε ως οριζόντια, διαφαίνονται από τις ευρύτατες δυνατότητες παραπληρωματικής απασχόλησης που αναφέρθηκαν στην αρχή. Δηλαδή, η επαγγελμα-τική μετακίνηση από και προς κάθε μικροεπάγγελμα, χωρίς να α-ποτελούν φραγμό οι τομείς της οικονομίας και σε μεγάλο βαθμό οι ειδικότητες.^^ Αυτή η οριζόντια, λεγόμενη, διάσταση της κινητι-κότητας, που είναι ιδιαίτερα σημαντική για τα στρώματα που εξε-τάζουμε, πρέπει να είναι αρκετά διευρυμένη: όσο καταμερίζεται κάθε επαγγελματική κατηγορία σε μεσαιωνικού τύπου επαγγελμα-τικές εξειδικεύσεις, τόσο πολλαπλασιάζονται τα άτομα που την ασκούν. Επαγγελματικές εξειδικεύσεις όμως, οι οποίες δεν είναι σταθερές. Τα αποσπάσματα από τις βιογραφίες που προηγήθηκαν αναδεικνύουν ότι τα άτομα αυτών των στρωμάτων του πληθυ-σμού δεν ασκούν ένα επάγγελμα μόνο. Το επαγγελματικό προφίλ τους είναι εξαιρετικά πολυεδρικό. Η ποικιλία, η ταυτόχρονη ά-σκηση πολλών βιοποριστικών δραστηριοτήτων συγχρόνως και η λογική με την οποία συντίθενται ευκαιριακές και διαρκέστερες δραστηριότητες επιβάλλουν να υποθέσουμε ότι το τυχαίο στις διαδρομές επιβίωσής τους είναι αρκετά περιορισμένο.^^ Η λογική, λοιπόν, με την οποία συνδυάζονται οι διάφορες επαγγελματικές δραστηριότητες αλλά και οι ευκαιρίες φαίνεται ότι μπορεί να τα-ξινομηθεί ως εξής:

25. ΓΣΥΕ, Σταησηκή επετηρίς 1936, ό.π., σ. 63-64. Βλ. επίσης Λίλα Λεο-ντίδου, ό.π., ο. 115 κ.ε.

26. Σχετικά με την απουσία του τυχαίου στις κοινωνικές διαδρομές, βλ. Ρ. Bourdieu, La distinction. Critique sociale du jugement, Παρίσι 1979, σ. 122 κ.ε.

Page 111: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΟΠΟΙΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΤΑ ΔΥΣΚΟΛΑ 1ΊΊ_

α) Ένας σχετικά σταθερός επαγγελματικός χώρος με εργασίες πολυσήμαντες ως προς τα αντικείμενα που περιλαμβάνονται σε αυτόν.

β) Ποικίλες μικροδουλειές που προσθέτονται. Αυτές ασκού-νται με αραιή σχετικά συχνότητα.

γ) Εντελώς ευκαιριακές ή εποχικές δουλειές. Οι τρεις τύποι (α, β και γ) επιτρέπουν πολλούς συνδυασμούς

μεταξύ τους ορίζοντας έτσι και τις ποικιλίες στο εσωτερικό αυτής της λογικής. Σε αυτή τη διαρκή διαδικασία παραπληρωματικών βιοποριστικών δραστηριοτήτων ενυπάρχουν και κάποιες ευκαι-ρίες για ριζική αλλαγή επαγγελματικού προφίλ. Η επιτυχημένη έκβαση μιας τέτοιας αλλαγής στην πρώτη γενιά σημαίνει κάποια βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και πολύ αραιότερα αλλαγή κοι-νωνικού προφίλ.

Το φαινόμενο είναι γνωστό και εξαιρετικά διαδεδομένο τότε και, με άλλους όρους, στη σημερινή, τη δική μας κοινωνία, προσ-διορισμένο εύστοχα από πολιτική άποψη ως παραοικονομία. Εί-ναι ό,τι από οικονομική άποψη αποκαλούμε συγκρότηση άτυπων εισοδημάτων πολλαπλών πηγών. Από την κοινωνική όμως οπτι-κή, εκτός από τον βαρύνοντα ρόλο που αποκτά η οικογένεια και το στενό κοινωνικό της περιβάλλον, σημαίνει απροσδιόριστο και στην πραγματικότητα πολυεδρικό επαγγελματικό προφίλ. Ο σχε-δόν άψογος συνδυασμός των διαφόρων μικροδραστηριοτήτων σε συνάρτηση με την εκμετάλλευση κάθε ευκαιρίας (ανεξάρτητα από την έκβαση) για ριζική αλλαγή επαγγέλματος, εντείνουν την πε-ποίθησή μου ότι πρόκειται για ομοιογενείς (όχι όμως ίδιες) στρα-τηγικές επιβίωσης. Κωδικοποιώντας αυτή τη στρατηγική —στην ο-ποία θα ήταν ανόητος αναχρονισμός να δώσουμε το νόημα που μπορεί να έχει ο σύγχρονός μας συστηματικός σχεδιασμός— μπο-ρούμε να πούμε ότι συγκροτείται από δύο επίπεδα: ένα έλασσον, που αποβλέπει στην εξασφάλιση, σε καθημερινή βάση, της επιβίω-σης και ένα μείζον (έντονα φαντασιακό), που αποβλέπει μακρο-πρόθεσμα στην απελευθέρωση από τη μιζέρια της επιβίωσης.^^ Η στρατηγική αυτή, όπως κάθε ατομική προσπάθεια, συντίθεται, ό-

27. Συγκριτικά βλέπε τις πολύ περιορισμένες δυνατότητες αλλαγής επαγ-γελματικού και κοινωνικού προφίλ που είχε ένας γάλλος ξυλουργός την ίδια σχεδόν περίοδο, όπως αναλύει τη ζωή του ο Β. Zarca, «L'ami du trait. L'itiné-raire d'un compagnon charpentier». Actes de la recherche en sciences sociales, 29(1979), σ. 27-43.

Page 112: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

πως θα δούμε στη συνέχεια, από καθοριστικές πολιτιστικές κατα-βολές, επιθυμίες ή προσδοκίες αλλά και πραγματικές δυνατότητες που παρέχει η ίδια η κοινωνία.

5. Η ΤΕΧΝΟΓΝΩΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ: Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΦΟΡΕΩΝ

«Η νοοτροπία, αυτή που υπαγορεύει τις συνήθειες, προσανατολίζει τις επιλογές, εμπεδώνει τις προ-καταλήψεις, παρεκκλίνει τις κινήσεις μιας κοινω-νίας, είναι κατεξοχήν ένα πολιτισμικό γεγονός. Πολύ περισσότερο από τα ατυχήματα, ή τις ιστο-ρικές και κοινωνικές περιστάσεις μιας εποχής, η νοοτροπία είναι προϊόν μακρινών κληρονομιών, πίστης, φόβων, αρχαίων ανησυχιών συχνά ασυνεί-δητων. Στην πραγματικότητα είναι προϊόν αρχαί-ων μολύνσεων, των οποίων τα σπέρματα είναι χα-μένα στο παρελθόν και έχουν μεταβιβαστεί διαμέ-σου γενεών και γενεών ανθρώπων».

F. Braudel

Καμιά λοιπόν κραυγή απελπισίας από τη μιζέρια, αλλά ούτε ρι-ζοσπαστικές επιλογές που να εκδηλώνονται με συνδικαλιστική ε-νεργοποίηση. Αντί αυτών, οι φτωχοί στην ελληνική κοινωνία τον μεσοπόλεμο αναπτύσσουν παραλλαγές ομοειδών στρατηγικών ε-πιβίωσης ή και διαφυγής από τις συνθήκες φτώχειας.

Είναι βέβαια ευνόητο ότι η οργάνωση της οικονομίας επέτρεπε την ανάπτυξη αυτών των στρατηγικών. Η ελληνική οικονομία είχε το μειονέκτημα αγορών που διατηρούσαν έντονα τοπικά χαρακτη-ριστικά. Μάλιστα τον τοπικό χαρακτήρα των αγορών ενίσχυε η προστατευτική πολιτική η οποία εκδηλωνόταν με εσωτερικούς και εξωτερικούς δασμούς.^^ Η προστατευτική πολιτική του ελλη-

28. Για το εξωτερικό δασμολόγιο βλ. κυρίως Α. Ανδρέου, Η εξωτερική ε-μπορική πολιτική της Ελλάδος ί830-1933, Αθήνα 1933, σ. 41 κ.ε. Για το εσω-τερικό δασμολόγιο και τη σχέση του με τη διαμόρφωση της αγοράς, βλ. Λ. Πα-παγιαννάκης, «Ζητήματα σχηματισμού εθνικής αγοράς», 1983 (37η συνάντηση των ερευνητών του ΙΑ/ΕΤΕ, πολυγραφημένο). Αίγες σκόρπιες παρατηρήσεις για το εξωτερικό δασμολόγιο κάνει και η Μαργαρίτα Αρίτσα, Βιομηχανία και τράπεζες στην Ελλάδα τον μεσοπολέμου, Αθήνα 1990, σ. 188 κ.ε. Η σχέση της προστατευτικής αυτής πολιτικής με την επιλεκτική επιβολή φορολογίας προ-κύπτει από την ανακοίνωση του Γ.Αερτιλή, «Φορολογία 1830-1940», 84η συ-νάντηση των ερευνητών του ΙΑ/ΕΤΕ, 1988 (πολυγραφημένο).

Page 113: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η ΤΕΧΝΟΓΝΩΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ: Η Π Ρ Ο Ε Λ Ε Υ Σ Η ΤΩΝ ΦΟΡΕΩΝ U 3

νικού κράτους, όσο επιλεκτική και αν ήταν, είχε μεταξύ άλλων ως αποτέλεσμα να ενισχύει την ανοδική τάση των τιμών,^^ η οποία αλληλοτροφοδοτούνταν με τον πληθωρισμό. Η έντονη άνοδος των τιμών, ιδίως των προϊόντων στους κλάδους ενδυμασίας και διατροφής, ευνοούσε τη λειτουργία των μικρών εργαστηρίων και τα μικροεπαγγέλματα. Η απόλυτη αδυναμία αυτών των μικρών βιοποριστικών δραστηριοτήτων να αναπτύξουν την οποιαδήποτε παραγωγικότητα και συνεπώς να μειώσουν το κόστος των προϊό-ντων ή των υπηρεσιών τους υπερκαλυπτόταν από τη συνεχή άνο-δο των τιμών. Με αυτά τα δεδομένα, τα μικροεπαγγέλματα μπο-ρούσαν όχι απλώς να επιβιώνουν, αλλά να αναπαράγονται ως φαινόμενο διαρκώς διευρυνόμενο. Από την άλλη, η επιλογή του μικροεπαγγελματισμού για το βιοπορισμό ήταν ίσως η μόνη διέ-ξοδος για σημαντικό μέρος των κοινωνικών στρωμάτων που εξε-τάζουμε. Και τούτο αφενός επειδή το σύνολο του βιομηχανικού κλάδου αδυνατούσε να τους μετατρέψει σε εργατικό δυναμικό, και αφετέρου επειδή η μετανάστευση, για ποικίλους λόγους, δεν αποτελούσε διέξοδο την περίοδο του μεσοπολέμου.^^ Ωστόσο τα οικονομικά δεδομένα δεν αρκούν για να ερμηνεύσουν τα κοινωνι-κά φαινόμενα που εξετάζουμε. Η δομή των κοινωνικών σχέσεων —που διαφαίνεται από την ταξινόμηση του πλέγματος των δια-προσωπικών σχέσεων— με βάση τις οποίες πραγματοποιούνταν η κινητικότητα είναι, όπως είδαμε, εξαιρετικά ισχυρή. Η προϋπόθε-ση για την απογείωση της βιομηχανίας (προϋπόθεση με τη σειρά της της οικονομικής ανάπτυξης) είναι, πιστεύω, η διάρρηξη των παλαιότερων ιστορικά σχέσεων κοινωνικού καταμερισμού της ερ-γασίας, των σχέσεων εκείνων που με κριτήρια οικονομικής ανά-πτυξης θεωρούνται παραδοσιακές. Εμπόδια με άλλα λόγια. Και τα εμπόδια αυτά δεν φαίνεται να είχαν αρθεί.

Το οικονομικό πλαίσιο μας βοηθά, λοιπόν, να κατανοήσουμε ορισμένες δυνατότητες. Δεν εξηγεί όμως την κινητικότητα. Πολύ περισσότερο δεν εξηγεί την εξαντλητική εκμετάλλευση των βιοπο-ριστικών δυνατοτήτων από τόσο ευρύτατα κοινωνικά στρώματα

29. Για την εξέλιξη των τιμών στην εξεταζόμενη περίοδο βλ. ΓΣΥΕ, Σταη-σηκή επετηρίς 1936, ό.π., σ. 458-459.

30. Βλ. στο ίδιο, σ. 427, και Λίλα Λεοντίδου, ό.π., σ. 189. Σχετικά με τον περιορισμό της μετανάστευσης προς τις ΗΠΑ, βλ. Γ. Χαριτάκης, Η ελληνική βιομηχανία. Βιομηχανία, μεταλλεία, εργασία, Αθήνα 1927, σ. 55-56.

Page 114: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

και με συγκροτημένο τρόπο.̂ ^ Επομένως, παρά την πρωτοκαθε-δρία που έχουν αποκτήσει τα οικονομικά κριτήρια στη σύγχρονη κοινωνική ανάλυση, θα πρέπει να αναζητήσουμε την τεχνογνωσία της επιβίωσης των φτωχών Ελλήνων τον μεσοπόλεμο σε μια άλλη σφαίρα του κοινωνικού σχηματισμού, την πολιτισμική. Και αυτή εντοπίζεται στην πρακτική με την οποία ο πληθυσμός που μας α-πασχολεί ήταν ιστορικά ασκημένος να οργανώνει την αντιμετώπι-ση των ζητημάτων του βιοπορισμού. Κοντολογίς, το ερώτημα που τίθεται αφορά τα γενικά χαρακτηριστικά του πολιτιστικού κεφα-λαίου του. Όχι φυσικά όπως το αντιλαμβάνεται η λαογραφία, ως παράδοση ξεχωριστών εκδηλώσεων —π.χ. τραγούδια, γιορτές, χο-ροί, θερισμός, κλπ.—, αλλά ως καθημερινές πρακτικές εργασίας οι οποίες εξασφαλίζουν τον επιούσιο.

Η τεχνογνωσία της επιβίωσης, ως το μόνο κεφάλαιο που διέθε-τε αυτός ο πληθυσμός, μας επιτρέπει να μην τον αντιμετωπίσουμε μόνο ως παθητικό υποκείμενο που διαμορφώνεται από τις κοινω-νικές συνθήκες, αλλά και ως μικρό δημιουργό των συνθηκών του βίου του.

Είδαμε πως η κοινωνική ταυτότητα αυτού του πληθυσμού με βά-ση τις παραδεκτές κοινωνικο-επαγγελματικές κατηγορίες είναι α-σαφής και ακαθόριστη. Δεν πρόκειται για συγκροτημένο εργατικό πληθυσμό, ούτε για υποπρολεταριάτο. Δεν πρόκειται, πολύ πε-ρισσότερο, για εν γένει μικροαστικά στρώματα, δεδομένου ότι, σε αντίθεση με τη φτωχολογιά, οι μικροαστοί χαρακτηρίζονται ιδιαί-τερα από σταθερή επαγγελματική και κοινωνική εγκατάσταση. Πρόκειται κυρίως για κοινωνικά στρώματα έντονα μεταβατικά. Η αναζήτηση, λοιπόν, των γενικών χαρακτηριστικών που συνέθε-ταν το πολιτιστικό κεφάλαιο των μεροκαματιάρηδων, της φτωχο-

31. Για να ερμηνεύσει κανείς αυτή τη στρατηγική θα μπορούσε να προσφύ-γει σε διάφορα ρητά, όπως «πενία τέχνας κατεργάζεται», ή ακόμη στο «δαι-μόνιον του Έλληνος». Ή σε πιο «σοβαρές» ερμηνείες για την εγρήγορση που προκαλούν στα άτομα οι πολύ πιεστικές ανάγκες του βίου. Αλλά αυτές οι α-πόψεις, εκτός από το μειονέκτημα του κακού γούστου, είναι τόσο απεραντο-λόγες ώστε αφαιρούν από την ιστορική ανάλυση το βασικό: την κατανόηση της συγκεκριμένης πραγματικότητας. Γενικά για τη σημασία του πολιτισμικού κεφαλαίου στην οικονομική ζωή, βλέπε τη μελέτη ενός παραδείγματος από τον Ρ. Champagne, «Capital culturel et patrimoine économique», Actes de la re-cherche en sciences sociales, 69 (1987, Σεπτέμβριος), σ. 51-66.

Page 115: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η ΤΕΧΝΟΓΝΩΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ: Η Π Ρ Ο Ε Λ Ε Υ Σ Η ΤΩΝ ΦΟΡΕΩΝ U3

λογιάς, αλλά και των εργατών —εκτός φυσικά των τεχνιτών-θέτει πρώτο το ερώτημα σχετικά με την κοινωνική προέλευση αυ-τού του πληθυσμού. Ας ερευνήσουμε για την απάντηση.

«...Εγεννήθην το 1884. Επέθανε η μάννα μου το 1890. Χωρίς μάνα από έξι ετών ορφανό. Δέκα ετών, με έδωσε ο πατέρας μου σε ένα άλλο χωριό. Λέγεται Μάναρι, σε μια οικογένεια, λεγό-ταν Μπίρμπεη, για ένα χρόνο, να τους φυλάγω τα πρόβατα. Έ-να χρόνο για σαράντα οκάδες αραποσίτι. Η τότε αξία, η οκά, ή-ταν 125, δηλαδή μια δραχμή και εικοσιπέντε λεπτά. 1896 τον Απρίλιον, ήρθε εις τα χωριά μας ένας από τη Μεγαλόπολη, Αθανάσιος Κοντός, και εμάζεψε δώδεκα παιδιά διά την Αθήνα, για λούστρους. Διά ένα χρόνο, με ογδόντα δραχμές το χρόνο. Τέλος μαζί με αυτά, ήμουν και εγώ. Μας έβανε μέσα εις ένα κά-ρο, όπου ήταν αυτή την εποχή με τα άλογα, μας επήγαινε εις τους Μύλους. Οι Μύλοι είναι απέναντι στ' Ανάπλι. Από τ' Ανάπλι μας βάνει σε ένα παπόρι και επήγαμε εις τον Περαία και από κει περπατώντας στην Αθήνα. Τέλος, αφού εδουλέψα-με ως λουστράκια ένα χρόνο, μας έστειλε πάλι το αφεντικό εις το χωριό, σύμφωνα τη συμφωνία που είχε κάνει με τους γονείς μας. Αλλά όταν επήγα εις το χωριό, είχαν τα μάτια μου απονό-ματο και μετά με γύρισαν τραχώματα και σκεδόν, λίγο έλειψε να μη βλέπω καθόλου. [...] Μετά τρεις μήνες, ένας φοιτητής γνωστός του αδερφού μου από ένα χωριό ονόματι Μολάους μεταξύ Μονοβασίας και Σπάρτης, του έγραψε ο πατέρας του, όταν τελειώσει τις εξετάσεις και φύγει διά το χωριόν, να προ-σπαθήσει να πάρει δύο παιδιά το ένα για τα χτήματά τους και το άλλο για το γαμπρό τους όπου είχε ένα γιοτικό [σιδεράδικο] εκεί. Τέλος, έφυγα μαζί με ένα ξαδερφάκι μου της ίδιας ηλικίας, Γε-ώργιος Κολοβός, είχε και αυτός έναν μεγαλύτερο αδερφό εις την Αθήνα με εκατό δραχμάς το χρόνο. [...] Όταν πήγα εκεί, μου λέγει ο Γιώργος ότι του είπε κάποιος γεί-τονας πως το αφεντικό μας δεν είναι καλός άνθρωπος και δε θα μας δώσει τα λεπτά μας και πρέπει να φύγομε. Εγώ πάλι εί-χα κουραστεί όλη την ημέρα με το φυσερό εις το γιοτικό και κατασταυρωθεί, του λέγω πάμε να φύγομε. [...] Αφού εκάθισα λίγο στο χωριό επήγα εις την Τρίπολη σε ένα μπακάλικο και μαγειρείο μαζί, χωρίς λεπτά, να τρώω μόνον.

Page 116: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

για να μάθω τη δουλειά, δηλαδή να τρίβω κατσαρόλες και να πλένω πιάτα και να πουλάω κρασί. Να κοιμάσαι τέσσερις πέ-ντε ώρες το ημερόνυχτο και να τρως και ξύλο και πολύ ολίγο φαγητό. Τέλος με όλα αυτά εκάθισα αρκετούς μήνες, μετά έφυ-γα και επήγα εις την Αθήνα, όπου ήταν ο αδερφός μου Ηλίας και εργάστηκα σε μπακάλικο...

Τα τελευταία τριάντα σχεδόν χρόνια του ελληνικού 19ου αιώ-να είναι η περίοδος που αποτελεί την προϊστορία της διαμόρφω-σης των φτωχών κοινωνικών στρωμάτων που συναντούμε στις ελληνικές πόλεις τον μεσοπόλεμο. Ψάχνοντας για τις αιτίες δια-μόρφωσης των φτωχών στην Ελλάδα σκοντάφτουμε διαρκώς στο βρετανικό πρότυπο της περιόδου 1750-1801. Αυτό το πρότυπο α-σφαλώς ταιριάζει πολύ καλά στη Μεγάλη Βρετανία της περιόδου εκείνης. Στην Ελλάδα, αν και η ιστορία των φτωχών στρωμάτων είναι ακόμη άγνωστη, οι αιτίες που οδηγούν αγρότες και εν γένει κατοίκους της υπαίθρου προς τη μετανάστευση ή την αστυφιλία φαίνεται ότι ήταν ποικίλες. Ο εκπεσμός της κτηνοτροφίας σε ορι-σμένες περιοχές, της ναυτιλίας στα μικρά ναυτικά κέντρα, η πτώ-χευση καλλιεργητών σταφίδας, και ιδίως των σταφιδεργατών με-τά τη σταφιδική κρίση, συμπεριλαμβάνονται μεταξύ των πλέον εμφανών αιτίων που οδηγούσαν άλλους στην Αμερική και άλλους στις ελληνικές πόλεις.

Ο αφηγητής που προηγήθηκε ήταν μεταξύ αυτών που κατέλη-ξαν στην Αμερική. Αλλοι, μετά από πολλές δοκιμές, αφού μετά την πρώτη απομάκρυνση από τα χωριά τους έχασαν τη δυνατότη-τα επανένταξης στις αγροτικές τους κοινωνίες, εγκαταστάθηκαν στις μεγάλες ελληνικές πόλεις. Και ο αριθμός αυτών των τελευ-ταίων διευρύνθηκε, μεταξύ άλλων, εξαιτίας των πολέμων της δεύ-τερης δεκαετίας του εικοστού αιώνα και της μικρασιατικής ήττας, διαμορφώνοντας τα κοινωνικά στρώματα των φτωχών που εμείς συναντούμε στις πόλεις τον μεσοπόλεμο. Να δούμε όμως τι μας λένε οι αριθμοί ως προς την προέλευση αυτού του πληθυσμού που εξετάζουμε.

Από το 1907 ώς το 1928, ο πληθυσμός των τεσσάρων μεγαλύτε-ρων ελληνικών πόλεων είχε αυξηθεί. Ο πληθυσμός της Αθήνας

32. Αρχείο Γ. Παπαδάκη, Χειρόγραφο ημερολόγιο Δημητρίου Παπούλια. Γράφτηκε το 1972. Ευχαριστώ τον Μιχάλη Ρηγίνο για την ευγενική παραχώ-ρηση του ημερολογίου.

Page 117: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η ΤΕΧΝΟΓΝΩΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ: Η Π Ρ Ο Ε Λ Ε Υ Σ Η ΤΩΝ ΦΟΡΕΩΝ U3

αυξήθηκε κατά 170%, του Πειραιά κατά 241%, της Θεσσαλονίκης κατά 50% και της Πάτρας κατά 62%.̂ ^ Ωστόσο, η μεγάλη αύξηση του πληθυσμού των πόλεων αυτών πραγματοποιήθηκε τη δεκαε-τία του '20,̂ "̂ και ξεπερνούσε κατά πολύ τους ρυθμούς φυσικής α-νάπτυξης του πληθυσμού.^^ Πρόκειται για αύξηση η οποία οφει-λόταν κυρίως στην εγκατάσταση των μικρασιατών και άλλων προσφύγων. Αργότερα, από το 1928 ως το 1940, η αύξηση εκτός από την περιορισμένη αστυφιλία παρέμεινε κατά κύριο λόγο στο ύψος της φυσικής εξέλιξης του πληθυσμού^^ και συνεπώς δεν θα μας απασχολήσει εδώ.

Την περίοδο μέχρι το 1920, εκτός της Θεσσαλονίκης, η αύξηση του πληθυσμού ξεπερνά τα όρια της φυσικής αναπαραγωγής, και συνεπώς υποδηλώνει μια εσωτερική μετανάστευση προς αυτά τα κέντρα.^^ Στη δεύτερη φάση, από το 1920 μέχρι το 1928, η αύξηση του πληθυσμού οφείλεται κατά κύριο λόγο στην εγκατάσταση των προσφύγων^^ και δευτερευόντως στην αστυφιλία.

Αν και δεν υπάρχουν συγκεκριμένες πληροφορίες για την κοι-νωνική προέλευση του πληθυσμού που συγκρότησε το μάλλον α-δύνατο ρεύμα αστυφιλίας μέχρι το 1920, ωστόσο κάποια γενικά δεδομένα επιτρέπουν να διατυπώσουμε ορισμένες υποθέσεις. Η συσχέτιση τόπου απογραφής και τόπου γέννησης του πληθυσμού της Αθήνας και του Πειραιά το 1920 δείχνει ότι το 50,5% του πληθυσμού των δύο πόλεων προερχόταν από άλλες περιοχές της Ελλάδας.^^ Το αντίστοιχο ποσοστό στη Θεσσαλονίκη ήταν 20% και στην Πάτρα 23,5%^^ Μπορούμε να υποθέσουμε την κοινωνι-κή προέλευση αυτού του πληθυσμού που μετακινήθηκε προς τις μεγάλες ελληνικές πόλεις, αν λάβουμε υπόψη ότι ο συνολικός πληθυσμός όλων των ελληνικών πόλεων με πάνω από πέντε χι-

33. ΓΣΥΕ, Στατιστική επετηρίς 1936, ό.π., σ. 33. 34. Στο ίδιο. Για τους ρυθμούς αστικής συγκέντρωσης του πληθυσμού

στην Ελλάδα, βλ. Λίλα Λεοντίδου, ό.π., σ. 158, 301, 321, και Δ. Φράγκος, ό.π., σ. 61-62.

35. Δ. Φράγκος, ό.π. 36. Στο ίδιο. 37. ΓΣΥΕ, Στατιστική επετηρίς 1936, ό.π. 38. Συνδυασμός πληροφοριών από ΓΣΥΕ, Στατιστική επετηρίς 1936, ό.π.,

και Λίλα Λεοντίδου, ό.π., σ. 159-162. 39. ΓΣΥΕ, Στατιστική επετηρίς 1930, ό.π., σ. 85. 40. Στο ίδιο.

Page 118: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

λιάδες κατοίκους και των κωμοπόλεων από δύο ως πέντε χιλιά-δες αυξήθηκε στο σύνολό του μεταξύ 1907 και 1920.'̂ ^ Οι εβδομή-ντα χιλιάδες πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα μέχρι το 1920̂ ^ δεν επηρέασαν σημαντικά τον αστικό πληθυσμό εκτός ί-σως της Θεσσαλονίκης. Την αύξηση επίσης του αστικού πληθυ-σμού, ιδίως των μεγάλων πόλεων, δεν επηρέασε ούτε η διεύρυνση των συνόρων του κράτους μετά τους βαλκανικούς πολέμους —με εξαίρεση και πάλι τη Θεσσαλονίκη. Απόδειξη για τούτο αποτελεί η απότομη αύξηση του αγροτικού πληθυσμού,που οφειλόταν στην προσάρτηση νέων εδαφών μετά το 1912 αλλά και στην προ-σέλευση προσφύγων.

Αυτά λοιπόν τα δεδομένα επιτρέπουν να υποθέσουμε ότι ο κύ-ριος όγκος του πληθυσμού ο οποίος εγκαταστάθηκε στις μεγάλες πόλεις που αναφέραμε ενδεικτικά, μεταξύ 1907 και 1920, ήταν πληθυσμός αγροτικός.^^ Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για την περίο-δο μεταξύ 1920 και 1928. Στην οκταετία αυτή, οι στατιστικές πλη-ροφορίες επιτρέπουν με μεγαλύτερη βεβαιότητα να υποστηρίξου-με ότι ο πληθυσμός που μετακινήθηκε στην Αθήνα και στον Πει-ραιά,̂ ^ καθώς και στην Πάτρα και στη Θεσσαλονίκη,'̂ ^ ήταν αγρο-τικός."̂ ^ Ο σημαντικός όμως όγκος του πληθυσμού που εγκατα-στάθηκε στις πόλεις αυτές μετά το 1922 ήταν προσφυγικός."^^ Και η κοινωνική προέλευσή του είναι γνωστή μόνο με πολύ γενικό τρόπο. Παρ' όλα αυτά κάποιες ενδείξεις και λίγες διάσπαρτες αλ-

41. Στο LÔLO, σ. 50-51. 42. Μ. Δριτσα, άπ., σ. 289. 43. ΓΣΥΕ, Στατιστική επετηρίς 1930, ό.π., σ. 34. 44. Οι γεννημένοι στο εξωτερικό, επομένως και οι πρόσφυγες που εγκατα-

στάθηκαν στην Ελλάδα αυτή την περίοδο, μετρήθηκαν στην απογραφή του 1920 ξεχωριστά. Βλ. στο ίδιο, σ. 85. Την ίδια υπόθεση σχετικά με την προέ-λευση αλλά με πιο εμπεριστατωμένη ανάλυση, κάνει και ο Σ. Τσοτσορός, Η συγκρότηση του βιομηχανικού κεφαλαίου στην Ελλάδα (1898-1939). Η αργό-συρτη εκβιομηχάνιση και η συμβολή των ανωνύμων εταιρειών στη διαδικασία μετασχηματισμού του κεφαλαίου. Υπό έκδοση στο ΜΙΕΤ. Και από αυτή τη θέ-ση να ευχαριστήσω τον Στάθη Τσοτσορό για τις πληροφορίες που μου έδωσε.

45. ΓΣΥΕ, Στατιστική επετηρίς 1930, ό.π., σ. 90. 46. Στο ίδιο, ο. 92. 47. Βλ. Β. Παναγιωτόπουλος, «Αγροτική έξοδος και σχηματισμός της ερ-

γατικής δύναμης στην πόλη», Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου Ιστορίας: Νεοελληνική πόλη. Οθωμανικές κληρονομιές και ελληνικό κράτος, Αθήνα 1985, τόμ. Β' ,σ . 527-529.

48. Στο ίδιο, ο. 527-528.

Page 119: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η ΤΕΧΝΟΓΝΩΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ: Η Π Ρ Ο Ε Λ Ε Υ Σ Η ΤΩΝ ΦΟΡΕΩΝ U3

λά συγκεκριμένες πληροφορίες επιτρέπουν και σε αυτή την περί-πτωση βάσιμες υποθέσεις.

Είναι γνωστό ότι οι μικρασιάτες πρόσφυγες είναι ταξινομημέ-νοι από τις απογραφές του ελληνικού κράτους κατά 49% ως α-γροτικής προέλευσης ενώ το υπόλοιπο 51% φέρεται να έχει προέ-λευση αστική."̂ ^ Ωστόσο η ακρίβεια αυτής της μέτρησης αμφισβη-τείται γενικά^® και ειδικά από τις ποιοτικές πληροφορίες που κα-ταγράφονται από τους αρμόδιους της Κοινωνίας των Εθνών.̂ ^ Οι τελευταίοι, χωρίς να είναι σε θέση να παραθέσουν συγκεκριμέ-νους αριθμούς,^^ προτάσσουν ορισμένες ερμηνευτικές υποθέσεις σχετικά με την κοινωνική προέλευση των μικρασιατών προσφύ-γων. Υποθέσεις ιδιαίτερα πειστικές, όχι μόνο επειδή είναι συνε-κτικές, αλλά και γιατί προκύπτουν από την πλούσια πείρα και την άμεση επαφή των αρμόδιων της Κοινωνίας των Εθνών με τους μικρασιάτες πρόσφυγες κατά την εγκατάστασή τους στην Ελλάδα. Στη γνωστή λοιπόν αναφορά τους, οι αρμόδιοι της Κοι-νωνίας των Εθνών υποστηρίζουν ότι οι Έλληνες της Μικράς Α-σίας, μαζί με τους Εβραίους και τους Αρμένιους, συγκροτούσαν έναν πληθυσμό αστικό και περιαστικό όλων των κοινωνικών στρωμάτων.^^ Οι αγρότες εκείνοι που δεν ανήκαν στον περιαστι-κό πληθυσμό θα πρέπει να αποτελούσαν μικρή μειονότητα μεταξύ των μικρασιατών προσφύγων.̂ "^ Αντίθετα οι πρόσφυγες οι οποίοι προέρχονταν από άλλες βαλκανικές ή τουρκικές περιοχές, και οι

49. ΓΣΥΕ, Σταησηκά αποτελέσματα της απογραφής τον 1928, ό.π. 5α Χρ. Χρηστίδης, ό.π., ο. 612-613. 51. Société des Nations, ό.π., ο. 14, 16, 121-122. Βλ. επίσης Α. Νοταρά, Η α-

γροτική αποκατάστασις των προσφύγων, Αθήνα 1945, ο. 13. Για κάποιες σχε-τικές γενικές ενδείξεις, βλ. Π. Κιτρομηλίδης - Α. Αλεξανδρής, «Ethnie survi-val, nationalism and forced migration: The historical demography of the Greek community of Asia Minor at the close of the Ottoman era», Δελτίον Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, 5 (1984-85), σ. 30.

52. Μια πρόχειρη απογραφή που πρέπει να έγινε με την έλευση των μικρα-σιατών προσφύγων στην Ελλάδα παρουσίασε τόσα πολλά προβλήματα ώστε θεωρήθηκε και από τους αρμόδιους ιδιαίτερα αναξιόπιστη. Βλ. Χρ. Χρηστί-δης, ό.π., σ. 623.

53. Société des Nations, ό.π., ο. 121. Επίσης, Χρ. Χρηστίδης, ό.π., σ. 626 (αν και ο τελευταίος παίρνει τις πληροφορίες από την αναφορά της Κοινω-νίας των Εθνών). Βλ. ακόμη, Α. Morgenthau, ό.π., σ. 3(Χ) και Αίλα Αεοντίδου, ό.π., σ. 166.

54. Χρ. Χρηστίδης, ό.π., σ. 625-626 και Société des Nations, ό.π.

Page 120: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

οποίοι εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα πριν ή μετά τη μικρασιατική καταστροφή, ήταν στην πλειοψηφία τους πληθυσμός αγροτικός.^^

Συνοπτικά, οι αρμόδιοι της Κοινωνίας των Εθνών, με ποιοτι-κά πάντα δεδομένα, υποστήριξαν ότι οι Θράκες της Βουλγαρίας και της Ανατολικής Θράκης, οι Ελληνες του Καυκάσου και του Πόντου ήταν στην πλειονότητά τους αγρότες.^^ Αντίθετα, οι πρό-σφυγες της Μικράς Ασίας και της Κωνσταντινούπολης ήταν κατά κύριο λόγο πληθυσμός αστικός ή περιαστικός.̂ "^ Με αυτά τα δεδο-μένα, μπορούμε, νομίζω, να δεχτούμε ότι ο εν γένει φτωχός πλη-θυσμός που συναντούμε τον μεσοπόλεμο στις ελληνικές πόλεις κατανέμεται ως προς την προέλευση ως εξής: οι ελλαδίτες έχουν αμιγώς αγροτική προέλευση, ενώ οι πρόσφυγες περιαστική (ημια-γροτική) και αστική.

6. Η ΤΕΧΝΟΓΝΩΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ: Η ΔΟΜΗ

Η γνώση της επιβίωσης δημιουργείται ιστορικά. Αυτό το αυτο-νόητο αξίωμα το θυμίζω απλώς για να τονιστεί ότι η γνώση αυτή προσαρμόζεται. Σε τούτο άλλωστε συνίσταται η ιστορικότητά της. Κάτι άλλο, που μας αφορά ιδιαίτερα εδώ, δεν είναι εντελώς αυ-τονόητο. Πρόκειται για τη συνηθισμένη σύγχυση της τεχνογνω-σίας της επιβίωσης με τη γνώση των τεχνικών μέσων και της πρα-κτικής ενός επαγγέλματος (εργαλεία, υλικά και επιπλέον, όταν πρόκειται για αγρότες, έδαφος, μικροκλίμα, ζώα κλπ.). Ως τεχνο-γνωσία της επιβίωσης νοούνται εδώ τα γενικά πολιτιστικά κεκτη-μένα τα οποία, ιστορικά, έχουν συγκροτηθεί σε γνώση. Εχουν α-ποκτήσει δηλαδή πάγια χαρακτηριστικά, τα οποία εκδηλώνονται μόνο πρακτικά, άμεσα, εμπειρικά, και δεν εκφέρονται με συγκρο-τημένο και άμεσο λόγο. Αν κάτι αναζητούμε εδώ δεν είναι απλώς η μεταφορά στις πόλεις, από τους πρόσφυγες ή τους αγρότες ελ-λαδίτες, κάποιων επαγγελματικών τεχνικών γνώσεων ούτε η χρο-νική παλαιότητα, η χρονολόγηση δηλαδή των επαγγελμάτων. Η α-ναζήτηση στοχεύει να αναδείξει τη σημασία της μεταφοράς και

55. Υπουργείον Οικονομικών, Έκθεσις περί των εν Μακεδονία προσφύ-γων, Αθήνα 1916, σ. 20-21.

56. Société des Nations, ό.π., σ. 121. 57. Στο ίδιο. Για τους αριθμούς των προσφύγων κατά περιοχή προέλευ-

σης, βλ. ΓΣΥΕ, Στατιστική επετηρίς 1930, ό.π., σ. 41.

Page 121: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η ΤΕΧΝΟΓΝΩΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ: Η Δ Ο Μ Η M

της δραστηριοποίησης στις νέες συνθήκες (των πόλεων) του πολι-τιστικού κεφαλαίου των κοινωνικών στρωμάτων που εξετάζουμε, πάντα ως προς την εξασφάλιση του βίου μέσω της εργασίας. Το πολιτιστικό κεφάλαιο για την εξασφάλιση του βίου δεν πρέπει να συγχέεται με το μύθο εκείνο που αναζητά στα λαϊκά στρώματα κάποιον «λαϊκό πολιτισμό». Στην πραγματικότητα το πολιτιστι-κό τους κεφάλαιο είναι οι ανάγκες που ανακύπτουν και οι τρόποι που ανακαλύπτονται για την αντιμετώπιση του τυχαίου παράγο-ντα^^ στην επιβίωση των κοινωνικών στρωμάτων που ονομάσαμε εργάτες, μεροκαματιάρηδες και φτωχολογιά. Βέβαια η αντιμετώ-πιση του τυχαίου (και όχι της «τυχαιότητας») στο βίο είναι μια πολύ παλιά ιστορία. Ωστόσο σε κάθε περίπτωση το τυχαίο αντι-μετωπιζόταν με κάποιες μορφές κοινωνικής οργάνωσης. Μορφές πρωταρχικής κοινωνικής οργάνωσης οι οποίες όχι μόνο δεν αντι-στρατεύονται τις καθιερωμένες πολιτικές μορφές οργάνωσης και το δικαιικό καθεστώς τους, αλλά στην πραγματικότητα προσαρ-μόζονται αμοιβαία.^^

Να επαναλάβω, λοιπόν, ότι το αντικείμενο εδώ είναι οι μορφές πρωταρχικής κοινωνικής οργάνωσης για την αντιμετώπιση του τυχαίου στην επιβίωση αυτών των συγκεκριμένων κοινωνικών στρωμάτων στην Ελλάδα τον μεσοπόλεμο. Το ίδιο αντικείμενο, με κοινωνιολογικούς όρους διατυπωμένο, θα εκφραζόταν ως διερεύ-νηση του πολιτιστικού προτύπου το οποίο διαμορφώνεται από την άρθρωση των κοινωνικών σχέσεων πρωτογενούς οργάνωσης, με βάση την οποία πραγματοποιείται μέσω της εργασίας η φυσική και κοινωνική αναπαραγωγή των κοινωνικών στρωμάτων που ε-ξετάζουμε. Οι πρωτογενείς λοιπόν κοινωνικές σχέσεις με τις ο-ποίες οργανώνονται οι άνθρωποι, παράγουν (και ταυτόχρονα εί-ναι αποτέλεσμά της) τη γνώση εκείνη η οποία, ως γνώση, ιδεολο-γία, επιθυμία, φαντασίωση, συμπυκνώνεται στην καθημερινή πρα-κτική και δοκιμάζεται (με ποικίλες πρακτικές παραλλαγές) στο

58. Ρ. Bourdieu, «Le capital social. Notes provisoires», Actes de la recherche en sciences sociales, 31 (1980), σ. 2-3.

59. Προσαρμογή η οποία γίνεται κυρίως με αφετηρία τις ανάγκες κοινωνι-κής ενσωμάτωσης. Βλ. Agnes Heller, Η θεωρία των αναγκών στον Μάρξ, πρόλογος Ρ.Α. Rovati, μτφρ. Τζ. Μαστοράκη, Αθήνα 1975, σ. 83-84, 88, 159-162. Για τη σχέση πολιτικών και κοινωνικών μορφών οργάνωσης, βλ. Μ. Miaille, Το κράτος του δικαίου, επιμέλεια Ε. Βενιζέλος, μτφρ. Μαρίνα Παπα-γιαννάκη. Θεσσαλονίκη 1983, σ. 26-35, 300-306.

Page 122: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

κύριο πεδίο εξασφάλισης του βίου: την κοινωνική οργάνωση για την πραγματοποίηση της κάθε είδους εργασίας. Αναφέρομαι εδώ στο μέρος εκείνο της ιστορίας τους το οποίο έχει ενσωματωθεί στον καθένα ξεχωριστά αλλά σε όλους το ίδιο, στις βασικές του γραμμές, και έχει μετατραπεί σε αυτονόητη πρακτική γνώση. Εί-ναι λογικό λοιπόν τα γενικά χαρακτηριστικά αυτού που ονομά-ζουμε πολιτιστικό κεφάλαιο, τη δομή του δηλαδή, να τα αναζητή-σουμε, όχι στον τόπο όπου εγκαταστάθηκαν οι φτωχοί, δηλαδή στις πόλεις, αλλά στον τόπο προέλευσής τους, επειδή εκεί συ-γκροτήθηκαν ιστορικά. Και το ευνοϊκότερο πεδίο διερεύνησης αυτών των γενικών χαρακτηριστικών είναι, όπως είδαμε, η οργά-νωση της εργασίας γενικά. Η εργασία βέβαια, εδώ, δεν αντιμετω-πίζεται ως προς το αποτέλεσμά της, δηλαδή οικονομικές σχέσεις και εισόδημα, αλλά ως προς τις κοινωνικές προϋποθέσεις πραγ-ματοποίησής της. Σε αυτό το σημείο όμως νομίζω ότι επιβάλλεται μια αναγωγή στη βασική δομή των σχέσεων που αναζητούμε, ό-πως είπαμε, στον τόπο προέλευσης. Ας δούμε λοιπόν τα βασικά δομικά χαρακτηριστικά του πολιτιστικού κεφαλαίου των κοινω-νικών στρωμάτων μας, όπως διαμορφώθηκαν στο δικό τους πα-ρελθόν, φυσικά στον μακρό ιστορικό χρόνο.

Η σύνθεση του εισοδήματος υποδηλώνει τη μορφή της κοινωνι-κής οργάνωσης προκειμένου να πραγματοποιηθεί η πρόσκτησή του. Η σύνθεση λοιπόν του εισοδήματος μιας τυπικής οικογένειας ελλήνων χωρικών τον 19ο και τον 20ό αιώνα είχε περισσότερες πηγές προέλευσης, από όσες επιτρέπει να αντιληφθούμε η ορθή, κατά τα άλλα, διάκριση σε φυσικούς και χρηματικούς πόρους. Οι χρηματικοί πόροι, για παράδειγμα, ήταν αποτέλεσμα της εμπο-ρευματοποίησης μέρους της κύριας καλλιέργειας, της διάθεσης του ελεύθερου χρόνου σε ημερομίσθια εργασία,̂ ® κατά περιοχές των αμοιβών από την εργασία στη ναυτιλία και, από το τέλος του 19ου αιώνα, από τα μεταναστευτικά εμβάσματα.̂ ^ Ο αρχηγός της

60. π. Πιζάνιας, «Η αγροτική παραγωγή στον ελληνικό 19ο αιώνα: σχέ-σεις και εισοδήματα», Τα Ιστορικά, 3 (1985), σ. 161-168.

61. Β. Vernier, «Emigration et dérèglement du marché matrimonial». Actes de la recherche en sciences sociales, 15 (1977), σ. 31-58. Για το ποσοστό των ελλήνων αγροτών μεταναστών προς τις ΗΠΑ μεταξύ 1899 και 1924, βλ. ΓΣΥΕ, Σταησηκή επετηρίς 1936, ό.π., σ. 429. Για το συνολικό ύψος των εμβασμά-των του συνόλου των ελλήνων μεταναστών μεταξύ 1931 και 1935, βλ. στο ί-διο, σ. 306.

Page 123: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η ΤΕΧΝΟΓΝΩΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ: Η Δ Ο Μ Η M

οικογένειας, σύμφωνα με τις δυνατότητες και τις διαθεσιμότητες, τοποθετούσε τον εαυτό του όπως και τα υπόλοιπα μέλη της οικο-γένειας σε δραστηριότητες εποχικές ή σταθερές. Αυτές: (α) απάλ-λασσαν το οικογενειακό εισόδημα από το κόστος —σε είδος— ε-νός ή δύο μελών,̂ 2 (β) μ^ πρόσθετη εργασία στην αγροτική παρα-γωγή αλλά έξω από τον οικογενειακό κλήρο, συμπλήρωναν το ει-σόδημα σε είδος ή σε χρήμα,̂ ^ και (γ) το εισόδημα σε χρήμα αυξα-νόταν επίσης με την κινητικότητα κάποιου μέλους ή του ίδιου του αρχηγού της οικογένειας στη βιομηχανία ή στην εμπορική ναυτι-λία ή μεταναστεύοντας σε άλλη χώρα και τέλος πολύ σπανιότερα με την απόκτηση μιας χαμηλής υπαλληλικής θέσης στο δημόσιο. Η οργάνωση των μελών της οικογένειας προσαρμόζεται όπως φαί-νεται, στις εκάστοτε δυνατότητες πρόσληψης εισοδημάτων. Η οι-κογενειακή αλληλεγγύη, την οποία στοχεύει αυτός ο καταμερι-σμός και η οποία επιβάλλεται από τον αρχηγό της οικογένειας, εί-ναι βέβαια προϋπόθεση, αλλά δεν αρκεί για την ανάπτυξη της κι-νητικότητας κάποιου από τα μέλη της έξω από τα πλαίσια των α-γροτικών εργασιών. Με εξαίρεση ίσως την εποχική ή σταθερότερη μετακίνηση για εργασία στη βιομηχανία, οι υπόλοιπες κατευθύν-σεις κινητικότητας έξω από τα πλαίσια των αγροτικών εργασιών και προς ποικίλες μισθωτές σχέσεις εργασίας απαιτούν ευρύτερο πλέγμα κοινωνικών σχέσεων από αυτό που συγκροτεί τον οικογε-νειακό πυρήνα.̂ "̂

62. Παράδειγμα η απομάκρυνση από την οικογένεια των δευτερότοκων κο-ριτσιών που πήγαιναν υπηρέτριες στις πόλεις. Βλ. Νόρα Σκουτέρη-Διδασκά-λου, ό.π., σ. 44. Επίσης η απομάκρυνση των δευτερότοκων συνήθως αγοριών για μαθητεία σε κάποιο επάγγελμα. Βλ. Γ. Παπαγεωργίου, Η μαθητεία στα ε-παγγέλματα (16ος-20ός αι.), Αθήνα 1986.

63. Δ. Ψυχογιός, Προίκες, φόροι, σταφίδα, ψωμί. Οικονομία και οικογέ-νεια στην αγροτική Ελλάδα τον 19ου αιώνα, Αθήνα 1987, σ. 163 κ.ε. Επίσης Π. Πιζάνιας, ό.π., σ. 159 κ.ε.

64. Για τις σχέσεις αυτές γνωρίζουμε ελάχιστα πράγματα. Ενδεικτικά για τις ευρύτερες σχέσεις συγγένειας, βλ. Β. Vernier, «La circulation des biens, de la main d'oeuvre et des prénoms a Kaφathos: du bon usage des parents et de la parenté». Actes de la recherche en sciences sociales, 31 (1980), σ. 63-87. Στους ναυτότοπους ο ρόλος της οικογένειας φαίνεται ότι ήταν καθοριστικός για την οικονομική ανέλιξη. Πολλές οικογένειες με ευρύτερους συγγενικούς δεσμούς συγκέντρωναν το αρχικό κεφάλαιο με σκοπό την αγορά ενός παλιού εμπορι-κού πλοίου, με βάση το οποίο συγκροτούσαν συμμετοχική επιχείρηση. Τα μο-ναχοκάραβα, όπως τα αποκαλούσαν, αποτελούσαν στον μεσοπόλεμο τη βάση

Page 124: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

206 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

Εκείνος που κυρίως οργανώνει τα πρόσωπα και τα καταμερί-ζει σύμφωνα με τις γενικότερες δυνατότητες πρόσληψης εισοδη-μάτων είναι λοιπόν ο αρχηγός της οικογένειας. Αυτός εφαρμόζο-ντας εμπειρικά έναν πατροπαράδοτο καταμερισμό στην εργασία, αλλά σε μεταλλασσόμενες συνθήκες, κατάφερνε να περιορίζονται σημαντικά οι αρνητικές επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει ο τυχαίος παράγοντας στην επιβίωση της οικογένειας.^^

Για τους έλληνες αγρότες της Μικράς Ασίας οι σχετικές πληρο-φορίες είναι ελάχιστες. Με το δεδομένο ότι πρόκειται για μι-κρούς κληρούχους^^ και συγχρόνως με κάποια διάσπαρτα στοι-χεία, μπορούμε να υποθέσουμε ότι διατηρούσαν ανάλογα χαρα-κτηριστικά στην πρωτογενή κοινωνική τους οργάνωση με τους ελ-λαδίτες αγρότες.̂ "̂ Ωστόσο αναφέραμε ήδη ότι η πλειοψηφία των μικρασιατών προσφύγων στην Ελλάδα και ιδίως όσων εγκατα-στάθηκαν στις πόλεις —αυτών που μας ενδιαφέρουν εδώ— ήταν πληθυσμός με προέλευση αστική και περιαστική. Ο περιαστικός ελληνικός πληθυσμός, οι αποκαλούμενοι «αστο-γεωργοί»,^^ απο-τελούσαν τον κύριο όγκο των ελλήνων αγροτών της Μικράς Α-σίας.̂ ^ Ωστόσο, όπως δηλώνει και ο χαρακτηρισμός «αστο-γεωρ-

της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας. Βλ. Κ. Χλωμούδης, ό.π. Σχετικά με τη με-τανάστευση, βλ. μια αφηγηματική μαρτυρία στο: Θ. Βαλτινός, Το συναξάρι του Ανδρέα Κορδοπάτη, Αθήνα 1972.

65. Από αυτά προκύπτει, νομίζω, ότι πρόκειται για εξαιρετικά κλειστές κοινωνικές σχέσεις. Ωστόσο η διάρρηξη τους αρχίζει μεταξύ άλλων από τη στιγμή που μέλη της οικογένειας αρχίζουν να μετακινούνται προς άλλες ερ-γασίες, κυρίως στις πόλεις ή και σε άλλες χώρες με τη μετανάστευση. Για τη σημασία της μετανάστευσης στην αποδιάρθρωση των παραδοσιακών κοινωνι-κών σχέσεων, βλ. Β. Vernier, «Emigration», ό.π., σ. 49 κ.ε.

66. Société des Nations, ό.π., σ. 14. 67. Η σύνθεση των εργασιών των ελλήνων αγροτών στον Πόντο περιγρά-

φεται σύντομα στο βιβλίο του Σ. Ιωαννίδου, Ιστορία και στατιστική Τραπε-ζούντος και της περί ταύτηνχώρας..., Κωνσταντινούπολη 1870 (επανέκδοση με τίτλο Περί Πόντου και Τραπεζούντος, Αθήνα 1981, σ. 167-173). Επίσης, Société des Nations, ό.π., σ. 165. Βλ. στο ίδιο, σ. 14-15, 158-159, 164-165, για αντίστοιχες πληροφορίες σχετικά με τους έλληνες αγρότες της Ανατόλιας, της Ιωνίας και άλλων περιοχών.

68. Société des Nations, ό.π., ο. 16. Βλ. επίσης Χρ. Χρηστίδης, ό.π., ο. 626. 69. Στο ίδιο, σ. 16-17, 121-122. Σε ένα δείγμα 19.500 οικογενειών προσφύ-

γων, εγκατεστημένων μετά τη μικρασιατική καταστροφή στη Μακεδονία, το 25% αντιπροσώπευε την κατηγορία καλλιεργητές-αστοί. Στην Κρήτη, σε ένα

Page 125: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η ΤΕΧΝΟΓΝΩΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ: Η ΔΟΜΗ M

γοί», δεν ήταν μόνο αγρότες. Ιδιοκτήτες μικρών οικογενειακών κλήρων/® όφειλαν το πρώτο συνθετικό της ονομασίας τους στο γεγονός ότι οι αρχηγοί των οικογενειών δεν απασχολούνταν σχε-δόν καθόλου με την αγροτική ιδιοκτησία τους. Στον ενδοοικογε-νειακό καταμερισμό, η καλλιέργεια της αγροτικής γης οριζόταν ως καθήκον των μελών της οικογένειας/^ ενώ ο αρχηγός, επαγ-γελματικά εγκατεστημένος σε κάποια πόλη, ασκούσε σχεδόν στα-θερά κάποια αστική δραστηριότητα: τεχνίτης, μικρομαγαζάτορας, μικροκαραβοκύρης και άλλα.̂ ^ Στην περίπτωση λοιπόν αυτής της κατηγορίας, ίσχυε —ασφαλώς με πολλές παραλλαγές— το ίδιο βασικό πρότυπο οργάνωσης που ανέφερα πιο πάνω για τους έλ-ληνες αγρότες. Και εδώ προφανώς ο αρχηγός της οικογένειας κα-ταμερίζει τις δραστηριότητες, αφού για τον εαυτό του επιλέγει αυτήν που παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον, κοινωνικό και οικονομικό. Οι μικρασιάτες πρόσφυγες που φέρονται να είχαν αστική προέλευση είναι περισσότερο γνωστοί από το επαγγελμα-τικό προφίλ τους. Οι τέσσερις γενικές κατηγορίες τις οποίες κα-ταγράφει η Κοινωνία των Εθνών^^ επιβεβαιώνονται και απο-κτούν ενδεικτικά κάποια ποσοτική κατανομή από μια άλλη πηγή: ένα δείγμα από τους οκτώ χιλιάδες πρόσφυγες που εγκαταστάθη-καν στην Ερμούπολη.̂ "^ Στον κατάλογο των εβδομήντα επτά επαγ-γελμάτων που καταγράφονται μαζί με τον αριθμό των ατόμων που τα ασκούσαν στον τόπο της καταγωγής τους, το 80% αντι-στοιχεί στις χαμηλές επαγγελματικές, και προφανώς κοινωνικές, κατηγορίες. Δηλαδή μικρέμποροι, τεχνίτες, μεροκαματιάρηδες.

δείγμα 4-773 οικογενειών, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 35% και στην περιοχή Λάρισσας, σε δείγμα 2.000 οικογενειών, το ποσοστό των καλλιεργητών-α-στών έφτανε το 30%. Στο îôlo, σ. 122.

70. Στο ίδιο, σ. 14. Οι έλληνες αστοί της Μικράς Ασίας που ήταν ιδιοκτή-τες μεγάλων αγροτικών εκτάσεων, οι γαιοκτήμονες, θα πρέπει συγκριτικά να ήταν λίγοι. Φυσικά οι γαιοκτήμονες στην Ελλάδα δεν εγκαταστάθηκαν ως καλλιεργητές —όπως οι «αστο-γεωργοί»—, και κατά τούτο οι δύο κατηγορίες ξεχωρίζουν.

71. Στο ίδιο, σ. 14-16. 72. Στο ίδιο. 73. 1. Κεφαλαιούχοι και ελεύθεροι επαγγελματίες (δικηγόροι, γιατροί,

κλπ.). 2. Μικρέμποροι, μικρομαγαζάτορες. 3. Τεχνίτες κάθε είδους. 4. Μερο-καματιάρηδες, εργάτες, υπηρέτες κλπ. Βλ. Société des Nations, o.jt., σ. 14.

74. M. Δρίτσα, o.jt., σ. 293-294.

Page 126: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

126 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

Πιο συγκεκριμένα, το 10% ανήκε στην ομάδα των μεροκα-ματιάρηδων, εργατών κλπ., το 25% στην κατηγορία των τεχνιτών κάθε είδους, το 11% στην κατηγορία των μικρομαγαζατόρων, μι-κρεμπόρων, και το 6% στους ευκατάστατους γενικά, ιδίως ελεύ-θερους επαγγελματίες. Τα υπόλοιπα άτομα δήλωσαν κυρίως νοι-κοκυρές, μαθητές και λίγοι αγρότες.

Αν φύγουμε από αυτό το μικρό δείγμα και επιδιώξουμε ως έν-δειξη a contrario να εντοπίσουμε το εύρος των κεφαλαιούχων στο σύνολο των μικρασιατών προσφύγων, τότε έχουμε τα εξής δεδο-μένα. Στο σύνολο των μικρασιατών προσφύγων αστικής προέλευ-σης που εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη, μόνο 382 έγιναν μέλη των επαγγελματικών εργοδοτικών οργανώσεων των ισχυρών κε-φαλαιούχων^^ και 2.700 μεσαίοι και μικροί κεφαλαιούχοι μέλη του Επαγγελματικού και Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονί-κης.̂ ^ Στην πρωτεύουσα, στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμε-λητήριο της Αθήνας είχαν εγγραφεί χίλιοι μικρασιάτες πρόσφυγες κεφαλαιούχοι και ανάλογος αριθμός προσφύγων στο αντίστοιχο Επιμελητήριο του Πειραιά.^^ Φυσικά υπήρξαν και εκείνοι που δεν έγιναν μέλη σε αυτές ή σε άλλες αντίστοιχες επαγγελματικές ορ-γανώσεις μεγάλων ή μεσαίων κεφαλαιούχων. Παρ' όλα αυτά, οι γνωστοί μέχρι στιγμής αριθμοί μικρασιατών κεφαλαιούχων προ-σφύγων οι οποίοι έγιναν μέλη αντίστοιχων οργανώσεων οδηγούν στο συμπέρασμα ότι αυτή η κατηγορία στο σύνολο των προσφύ-γων με αστική προέλευση"̂ ^ ήταν ιδιαιτέρως ολιγάριθμη.

Όλα αυτά τα δεδομένα επιτρέπουν να υποθέσουμε με βεβαιότη-τα ότι η μεγάλη πλειονότητα των προσφύγων με αμιγή αστική προέλευση και εν πολλοίς αστική εγκατάσταση στην Ελλάδα ανή-καν επαγγελματικά και συνεπώς κοινωνικά στα χαμηλά ή φτωχά

75. Στο ίδιο. Η συγγραφέας καταγράφει και δεκαοκτώ περίπου επαγγέλ-ματα χωρίς να παραθέτει τον αριθμό των ατόμων που τα ασκούσαν.

76. 82 στον Σύνδεσμο Ελλήνων Βιομηχάνων Μακεδονίας και 300 στο Ε-μπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης. Βλ. Société des Na-tions, ό.π., σ, 182.

77. Στο ίδιο. Το επιμελητήριο αυτό αντιπροσώπευε στην πράξη τους εμπό-ρους μεσαίας εμβέλειας και τους αντίστοιχους βιοτέχνες. Βλ. Αλίκη Βαξεβά-νογλου, ό.π.

78. Στο ίδιο, σ. 190. 79. Χρ. Χρηστίδης, ό.π., σ. 625.

Page 127: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η ΤΕΧΝΟΓΝΩΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ: Η Δ Ο Μ Η M

κοινωνικά στρώματα.̂ ® Σε αυτά δηλαδή για τα οποία ο κανόνας για την εξασφάλιση του βίου ήταν οι πολλαπλές παράλληλες (σταθερές, εποχικές και ευκαιριακές) δραστηριότητες, ή κάποιος συνδυασμός τους, κατανεμημένες σε όλα τα μέλη της οικογένειας. Πριν περάσουμε στη σύνοψη των χαρακτηριστικών του πολιτιστι-κού κεφαλαίου, ας τονιστεί ότι παρά τη διαφορετική τους προέ-λευση οι ιστορικά εμπεδωμένες βιοποριστικές πρακτικές των φτωχών που συναντούμε στις πόλεις δεν εμφανίζουν καμία ετε-ρογονία ως προς τα θεμελιακά τους χαρακτηριστικά. Απλώς μια ποικιλία ίδιων κατά τα κύρια δομών, η οποία, όπως θα δούμε στο μεθεπόμενο τμήμα αναδιατάσσεται στις πόλεις προφανώς από τη διαδικασία της προσαρμογής τους στους καινούριους όρους.

Ας παρακάμψουμε λοιπόν τώρα τα αγροτικά εργαλεία και άλ-λα αντικείμενα του αγροτικού βίου, εκείνα τα οποία στοιβαγμένα στα μουσεία, στα παλαιοπωλεία και στο νου μας προβάλλονται σαν να επρόκειτο για υποστασιοποίηση του παραδοσιακού αγρο-τικού πολιτισμού. Και απαλλαγμένοι από τη λαϊκότροπη συμβο-λική που αποδίδεται σε αυτά τα αντικείμενα να διατυπώσουμε γε-νικευτικά τον τύπο του πολιτιστικού κεφαλαίου (κοινό για όσα χαμηλά κοινωνικά στρώματα ποικίλων προελεύσεων κατέληξαν στις μεγάλες ελληνικές πόλεις) ως εξής:

Το πολιτιστικό κεφάλαιο είναι λοιπόν η τεχνογνωσία της οργά-νωσης των κοινωνικών σχέσεων με πυρήνα την οικογένεια, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η φυσική και κοινωνική αναπαραγωγή της. Πρόκειται δηλαδή για την εμπειρική γνώση, πατροπαράδοτα κεκτημένη, ενός κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας με βάση τον οποίο εξασφαλίζονται εισοδήματα ετερογενών βιοποριστικών επαγγελματικών δραστηριοτήτων, σε είδος και σε χρήμα. Ο βαθ-μός αποτελεσματικότητας αυτής της τεχνογνωσίας εξαρτάται από το εύρος των κοινωνικών σχέσεων που μπορεί να κινητοποιήσει

80. Ανάλογα κοινωνικά χαρακτηριστικά φαίνεται ότι είχαν και οι πρό-σφυγες που εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία μέχρι το 1916. Κρίνοντας από τα επαγγέλματα που ασκούσαν στον τόπο της καταγωγής τους, διαπιστώνου-με ότι, σε μια ομάδα 25.506 αρχηγών οικογενειών, το 66% δήλωσαν αγροτική δραστηριότητα, το 9% μικτή αγροτική και αστική και το υπόλοιπο 25% δήλω-σαν αστικό επάγγελμα. Ανεξάρτητα από τις κατηγορίες, περισσότερο από το 90% της ομάδας αυτής ανήκε μάλλον στα χαμηλά και φτωχά κοινωνικά στρώ-ματα. Βλ. Υπ. Οικονομικών, Έκθεσις περί των εν Μακεδονία προσφύγων, ή.π., ο. 20-21.

Page 128: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

126 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

Ο κάθε φορέας του κεφαλαίου αυτού στο εσωτερικό της οικογένει-ας και ιδίως στο ευρύτερο συγγενικό και κοινωνικό περιβάλλον. Καθοριστικής βαρύτητας στοιχείο αυτού του κεφαλαίου είναι η ε-πίγνωση της σημασίας που είχε η επαγγελματική μετακίνηση — μόνιμη ή προσωρινή— όταν οι ανάγκες το επέβαλλαν αλλά και ό-ταν εμφανίζονταν δυνατότητες αύξησης του εισοδήματος — τελεί-ως ανεξάρτητα από τις απλές ανάγκες επιβίωσης. Η διαθεσιμότη-τα για επαγγελματική μετακίνηση, ιδιαίτερα, επειδή υποδηλώνει υψηλή ικανότητα συνεχούς προσαρμογής σε νέες δυνατότητες πρόσκτησης εισοδημάτων, επιτρέπει την ανάπτυξη της οικογενει-ακής στρατηγικής. Στρατηγική της οποίας το αποτέλεσμα —με ό-λους τους υπόλοιπους παράγοντες αμετάβλητους— μπορεί να κυ-μαίνεται μεσοπρόθεσμα από την εξασφάλιση της απλής επιβίωσης ώς τη μικροβελτίωση του βιοτικού επιπέδου. Και μακροπρόθε-σμα, με συνεχείς προσαρμογές, πιθανόν να οδηγεί σε κάποια ευ-ρύτερη διαφοροποίηση αλλά μόνο εισοδηματική (ποσοτική).

Τελικά το πολιτιστικό κεφάλαιο δεν είναι τίποτε άλλο παρά η εμπειρική γνώση του τρόπου οργάνωσης και ενεργοποίησης των οικογενειακών και των ευρύτερων κοινωνικών σχέσεων με βάση τις οποίες οργανώνονταν —με πολλές και ποικίλες μορφές— οι οικογένειες των απλών εμπορευματικών παραγωγών για να αντι-μετωπίσουν ό,τι η φύση και οι οικονομικές συγκυρίες τούς επέ-βαλλαν ως απρόβλεπτο.^^ Δηλαδή το τυχαίο. Γνώση εμπεδωμένη στη μεγάλη ιστορική διάρκεια, η οποία στη συγκυρία του μεσοπο-λέμου λειτουργούσε ως αναγκαία προϋπόθεση με βάση την οποία αυτός ο πληθυσμός μετέτρεπε τις δυνατότητες της οικονομικής και πολιτικής οργάνωσης της ελληνικής κοινωνίας σε ικανή προ-ϋπόθεση εκδίπλωσης των στρατηγικών του. Με αυτή την έννοια, εκτός από παθητικός δέκτης, ήταν συγχρόνως υποτυπώδης δημι-ουργός του βίου του.

81. Αναφέρομαι στην οργάνωση των απλών εμπορευματικών παραγωγών, δηλαδή σε ένα μόνο μέρος των σχέσεων που συγκροτούσαν ό,τι ονομάζουμε Απλό Εμπορευματικό Τρόπο Παραγωγής. Η διάκριση είναι ιδιαίτερα σημα-ντική, επειδή η ταύτιση των παραγωγών με τον τρόπο παραγωγής θα οδηγού-σε την ερμηνεία της συγκρότησης του πολιτιστικού κεφαλαίου στην απλοϊκή θεωρία της αντανάκλασης.

Page 129: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΒΙΟΥ: Η ΖΩΤΙΚΗ ΑΥΤΑΠΑΤΗ 129

7. Η ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΒΙΟΥ: Η ΖΩΤΙΚΗ ΑΥΤΑΠΑΤΗ

Η εντονότατη επαγγελματική κινητικότητα και των τριών φτωχών στρωμάτων που εξετάζονται εδώ δεν πρέπει να εκληφθεί λαϊκό-τροπα ως θριαμβευτική πομπή. Τα πράγματα είναι, νομίζω, α-πλούστερα και πιο σύνθετα συγχρόνως. Ίσως καταλάβουμε κάτι περισσότερο αν, χωρίς να συνδέσουμε την κινητικότητα με κάτι σαν ακατανίκητη επιθυμία, αναζητήσουμε την κινητήρια δύναμη των προσδοκιών και των επιδιώξεών τους.

Είπαμε ότι το πολιτιστικό κεφάλαιο των φτωχών μας είναι μια γνώση ενσωματωμένη στον καθένα ατομικά αλλά σε όλους η ίδια. Η ενσωμάτωση αυτής της γνώσης σημαίνει ότι έχει μετατραπεί σε κοινωνική πρακτική απέναντι στην εξασφάλιση της επιβίωσης και εν μέρει σε συμπεριφορά. Πρόκειται λοιπόν για γνώση η οποία συστήνεται από αλυσίδα αυτονόητων, τα οποία, ως αυτονόητα, α-πλώς ασκούνται, εφαρμόζονται πρακτικά. Τα αυτονόητα αυτά δεν είναι παρά ό,τι ονομάσαμε κινητοποίηση των οικογενειακών και των ευρύτερων κοινωνικών σχέσεων. Όμως πρακτική, εμπει-ρική γνώση σημαίνει ότι αυτή δεν αρθρώνεται σε λόγο από τους ί-διους τους φορείς της, ούτε φυσικά γενικεύεται με αφηρημένες νοηματικές κατηγορίες.

Ωστόσο, το γεγονός ότι αυτή η γνώση, το πολιτιστικό τους κε-φάλαιο δηλαδή, δεν διατυπώνεται με λόγο, δυσκολεύει πολύ την προσπάθεια να ανακαλύψουμε τα ιδανικά πρότυπα που κινητο-ποιούν τα κοινωνικά στρώματα που εξετάζουμε. Θα πρέπει να πρόκειται για πρακτικές επιδιώξεις και ταυτοχρόνως για γενικές επιθυμίες ενσωματωμένες στο πολιτιστικό τους κεφάλαιο ως ιδα-νικά πρότυπα συστατικά αυτού του κεφαλαίου. Επιδιώξεις πρα-κτικές και ιδανικά πρότυπα τα οποία συγχρόνως κινητοποιούν τους φτωχούς αλλά και νομιμοποιούν τις καθημερινές πρακτικές επιλογές τους για την επιβίωση. Από αυτές τις πρακτικές επιδιώ-ξεις και τα ιδανικά γνωρίζουμε, από όσα πραγματευθήκαμε σε ό-λα τα προηγούμενα, μόνο τις πρώτες, τις πρακτικές επιδιώξεις δηλαδή. Και αυτές οι επιδιώξεις είναι η εγκατάσταση σε ένα σύ-στημα αναπαραγωγής του βίου, οργανωμένο με βάση την οικογέ-νεια και τον στενό κοινωνικό περίγυρο.

Όμως, αν και γνωρίζουμε τις πρακτικές επιδιώξεις με τις οποί-ες εκδηλώνεται αυτό το πολιτιστικό κεφάλαιο, εξακολουθούμε να

Page 130: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

126 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

μη γνωρίζουμε τα ιδανικά πρότυπα που το συγκροτούν. Για να γίνω σαφέστερος, ας μετακινηθώ προς στιγμήν σε άλλες κοινωνι-κές τάξεις και στρώματα σχηματοποιώντας αρκετά τις επιδιώξεις τους. Για παράδειγμα οι κεφαλαιούχοι για τις πρακτικές επιδιώ-ξεις τους (κέρδος, αναπαραγωγή της οικονομικής τους εξουσίας), δημόσια βέβαια και με αρθρωμένο λόγο, επικαλούνται την αξία έ-q^qç 82 '^iQi^ καθιστώντας ηθικές τις πρακτικές επιδιώξεις τους, τις νομιμοποιούν στα μάτια των άλλων, αλλά κυρίως στα δικά τους. Ανάλογα λειτουργούν και τα μεσαία στρώματα. Αυτά, όταν και εφόσον είναι πλήρως διαφοροποιημένα και συνεπώς ανεξάρ-τητα από τα φτωχά στρώματα, επικαλούνται τις αδιαμφισβήτητες αξίες της τάξης και της κοινωνικής σταθερότητας, στις βλέψεις τους για κοινωνική άνοδο. Ο κανόνας που λέει ότι «...οι αξιολο-γήσεις των ανθρώπων κατευθύνονται οπωσδήποτε από τις επιθυ-μίες τους, είναι δηλαδή μια προσπάθεια να στηρίξουν τις αυταπά-τες τους με επιχειρήματα...»,^^ ισχύει ως κανόνας για όλους. Φαί-νεται όμως ότι για τους φτωχούς ισχύει πολύ περισσότερο, επει-δή δεν χρησιμοποιούν ούτε καν επιχειρήματα. Απλώς, στο μέτρο του δυνατού, εφαρμόζουν πρακτικά το ιδανικό το οποίο, μετου-σιωμένο σε επιθυμία, τους κινητοποιεί. Μα ποιο είναι αυτό επιτέτ λους; Νομίζω ότι αυτό δεν μπορεί παρά να βρίσκεται υπόρρητα εκφρασμένο στις αλληλουχίες των αυτονόητων που συνθέτουν το λόγο των αυτοβιογραφούμενων. Ας αρχίσουμε με ένα παράθεμα ενός απομνημονεύματος σπάνιου.̂ "^

«...Παλαιότερα [πριν εισαχθεί η καπνοκαλλιέργεια στα τέλη του 19ου αιώνα] οι κάτοικοι ασχολούνταν με άλλες καλλιέρ-γειες: καλαμπόκι, σίκαλη, κριθάρι, και ολίγα στάρια, βαμβάκι, αμπέλια και σησάμια. Όλες αυτές ήταν ίσα να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες της οικογένειας. Δηλαδή το ψωμί, το βαμβάκι για το ντύσιμο ή την προίκα, όπου υπήρχαν κορίτσια, το σησάμι για σαμόλαδο, να βάλουν στο φαγητό και για το καντήλι, το λυχνάρι να τους φέγγει. Και το απαραίτητο κρασάκι. Όποιος

82. Βλ. Alice Vaxevanoglou, «Les relations entre patrons et travailleurs vues du côté du patronat», ανακοίνωση στο Διεθνές Συμπόσιο L'entreprise en Grè-ce et en Europe, XiXe-XXe siècles, Αθήνα 1990.

83. Σ. Φρόυντ, Ο πολιτισμός πηγή δυστυχίας. Επίκουρος, Αθήνα 1974, σ. 68. 84. Τ. Ράντσιος (αυτοβιογραφία), Ο καθένας τους ήτανε και μια ιστορία, ε-

πιμέλεια Α. Τ. Ράντσιος, Αθήνα 1984, σ. 19.

Page 131: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΒΙΟΥ: Η ΖΩΤΙΚΗ ΑΥΤΑΠΑΤΗ 129

[είχε] τα παραπάνω αυτά αγαθά ήταν αυτάρκης. Αυτός λεγό-ταν τσιορμπατζής... ».

Τσιορμπατζής, δηλαδή νοικοκύρης, προύχοντας.^^ Αυτάρκης λοιπόν ίσον τσιορμπατζής. Η χρήση του παλιού και σχεδόν εκπε-σμένου τίτλου του προύχοντα και η μεταφορική χρήση του νοή-ματός του για κάθε χωρικό που εξασφάλιζε αυτάρκεια αγαθών δείχνει τη θετικότατη κοινωνική αξιολόγηση της αυτάρκειας. Η αυτάρκεια είναι αγαθό καθεαυτό. Είναι αξία.

Όμως, ήδη πολύ πριν οι χωρικοί εγκατασταθούν στις πόλεις ό-που τους συναντούμε εμείς ως φτωχούς, η αυτάρκεια στα βασικά αγαθά δεν υπήρχε. Και για να είμαι ακριβέστερος, η πλήρης αυ-τάρκεια δεν υπήρξε ποτέ ιστορικά. Τα λίγα εκείνα προϊόντα, η α-ναφορά στα οποία καλλιεργεί το μύθο της αυτάρκειας, δεν αποτε-λούσαν στην πραγματικότητα για τη χωρική οικογένεια, ακόμη και όλο τον 19ο αιώνα, παρά μόνο ένα μέρος του εισοδήματος σε είδος, και αυτό το τελευταίο με τη σειρά του ένα μόνο ποσοστό των συνολικών εισοδημάτων της.̂ ^ Η αυτάρκεια λοιπόν είναι μια παγίδα της αυτοβιογραφίας και της αναπόλησης των «παλιών καιρών» και λειτουργεί κάπως σαν προπέτασμα της μνήμης, κρύ-βοντας ένα ιδανικό πρότυπο ενσωματωμένο στον πυρήνα των αυ-τονόητων, στο άβατο που ενοποιεί το πολιτιστικό κεφάλαιο. Ποιο μπορεί να είναι αυτό;

Οι παλινδρομήσεις που εμφανίζουν (ερήμην τους) στις αυτο-βιογραφίες τους δύο άνθρωποι, όταν βρέθηκαν ενώπιον πολύ με-γάλων δυσκολιών, μπορεί να μας προσανατολίσουν στην αναζή-τηση αυτού του ιδανικού προτύπου. Λέει ο πρώτος αυτοβιογρα-φούμενος: «Με την φτώχεια που μεγάλωνα η ιστορία του... πατέ-ρα μου που είχε νοικοκυριό μου έδινε θ ά ρ ρ ο ς . . . Ό μ ω ς σε τι συνίσταται το νοικοκυριό; Μια άλλη πιο έντονη παλινδρόμηση μας οδηγεί παραπέρα: «...Ο πατέρας μου τότε από την απελπισία του διότι δεν υπήρχανε δουλειές έκανε τη σκέψη ότι αν είχαμε μια πιθαμή χώμα δικό μας θα ήταν κάτι καλό..

85. Ν. π. Ανδριώτης, Ετυμολογικό λεξικό της κοινής νεοελληνικής. Θεσ-σαλονίκη ^1983, σ. 383.

86. Ρ. Pizanias, «Revenus paysans et rapports sociaux», o.jt., σ. 43-47. 87. A. Χρονοπούλου, Θύμησες και αναμνήσεις Τάσου Χαλκιά, Αθήνα

1985, σ. 16. 88. Λ. Βελισσάρης, ό.π., ο. 76.

Page 132: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

126 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

Το δεύτερο παράθεμα από αυτοβιογραφία μας οδηγεί να ταυτί-σουμε την κατοχή γης με το ιδανικό που αναζητούμε. Αυτό βέβαια δεν είναι λάθος, αλλά πιστεύω ότι αντιπροσωπεύει μέρος μόνο της αλήθειας. Η κατοχή οικογενειακού κλήρου ήταν ο απόλυτος κανόνας για τη συντριπτική πλειονότητα του αγροτικού πληθυ-σμού από την ίδρυση του ελληνικού κράτους.^^ Όμως αν και ο κα-νόνας του οικογενειακού κλήρου συνιστά την αναγκαία προϋπό-θεση για τη διαμόρφωση του ιδανικού που ψάχνουμε, δεν είναι ι-κανός από μόνος του να μας οδηγήσει στην ανακάλυψη του εν λό-γω προτύπου. Και τούτο επειδή η αξιοποίηση του οικογενειακού κλήρου για την επιβίωση απαιτούσε τόσο ανθρώπινες όσο και τε-χνικές προϋποθέσεις. Ας δούμε για τούτο τι υποδηλώνει ένα άλλο παράθεμα αυτοβιογραφίας: «...Μετά μας δώσανε ζώα, αμάξι, α-λέτρι. Δηλαδή ό,τι χρειαζόμασταν από γεωργικά είδη μας δώσανε. Αλλά δεν είχαμε ανοιγμένο χωράφι... κι αρχίσαμε να καθαρίζου-με γύρω γύρω το χωριό... για να ανοίξουμε χωράφια..

Γη λοιπόν και εργαλεία αλλά φυσικά και ανθρώπινη εργασία για την αξιοποίηση του κλήρου αποτελούν ενιαίο σύνολο, μια ε-νότητα. Αφηγείται ο ίδιος: «...Αποφασίσαμε με την γυναίκα μου να καθαρίσουμε το χωράφι, γιατί... περνάει ο καιρός για το σπάρσιμο...».^^ Και ένας άλλος θυμάται ότι «μόλις λίγο μεγαλώ-σανε, με τα παιδία μου έπεσα σε δουλειά. Να κάνωμεν αμπέλι, χωράφι. Κάναμεν...».^ Η ανάμνηση του νοικοκυριού λοιπόν, που έδινε θάρρος σε έναν από τους προηγούμενους αυτοβιογρα-φούμενους, συγκροτείται από τον οικογενειακό κλήρο, τα εργατι-κά ζώα, τα εργαλεία και φυσικά την οικογένεια. Αυτά όλα μαζί και ταυτοχρόνως αποτελούν ως αδιαίρετο σύνολο τις υλικές προ-ϋποθέσεις της επιβίωσης. Πιο συγκεκριμένα: τα μέσα παραγωγής, δηλαδή η γη και τα εργατικά ζώα, επίσης τα εργαλεία της παραγω-γής και τέλος η κοινωνική οργάνωση της παραγωγής, δηλαδή η οι-κογένεια, όλα αυτά μαζί εξασφάλιζαν, ως άλλη κιβωτός, την ανα-παραγωγή των υλικών όρων του βίου των μελών της οικογένειας.

89. Ενδεικτικά βλ. Εύη Καρούζου, «Ζητήματα κατοχής εθνικών γαιών (1833-1871)», Μνήμων, τ. 12 (1989), και Π. Πιζάνιας, «Αγροτικό πλεόνασμα και κυκλοφορία του εμπορικού κεφαλαίου στην Ελλάδα τον 19ο αιώνα», Τα Ιστορικά, τχ. 10, Ιούνιος 1989, σ. 77-78.

90. Α. Ασλάνογλου, Αυτοβιογραφία, ό.π., σ. 14. 91. Στο ίδιο, σ. 16. 92. Η. Αγγελίδης, Αυτοβιογραφία, ό.π., σ. 193.

Page 133: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΒΙΟΥ: Η ΖΩΤΙΚΗ ΑΥΤΑΠΑΤΗ 129

Η κατοχή και ο έλεγχος των βασικών μέσων για την αναπαραγω-γή του βίου από την ίδια την οικογένεια παράγει αυθορμήτως μη υλικά πρότυπα (ιδανικά στην περίπτωσή μας και όχι ιδεολογία), τα οποία συνέχουν αυτή τη διαδικασία αναπαραγωγής. Φυσικά αυτά τα ιδανικά είναι πολλά και συνδιαμορφώνονται με την ιδεο-λογική αναπαράσταση του κόσμου τους. Ωστόσο αυτό το συγκε-κριμένο ιδανικό πρότυπο, που αναζητούμε εδώ, πρέπει να δια-μορφώνεται και να ενσωματώνεται από τα άτομα αυθορμήτως ως πολιτιστικό κεκτημένο από το γεγονός της κατοχής και του ελέγ-χου των βασικών μέσων για την αναπαραγωγή του βίου της οικο-γένειας από την ίδια την οικογένεια: με την εργασία της δηλαδή.

Αυτάρκεια μέσων, λοιπόν, για την εξασφάλιση της επιβίωσης. Αυτάρκεια η οποία περιλαμβάνει και τη μεταβίβαση από γενιά σε γενιά της γνώσης της επιβίωσης. Ένας αυτοβιογραφούμενος μας δίνει μια εικόνα αυτής της μεταβίβασης από έναν νέο πατέρα στα μικρά παιδιά του: «...Ο πατέρας πρέπει να ήτανε πολύ καλός γιατί τα παιδιά τα έμαθε να βγάζουν το ψωμί τους από μι-κ ρ ά . . . Κ α ι ένας άλλος συμπληρώνει την εικόνα για το ρόλο των παιδιών αλλά και της γυναίκας, όταν πια ο πατέρας έχει γε-ράσει: «...Ευτυχώς τα παιδιά μου μεγάλωσαν. Δουλεύουν και φέρνουν. Δίνουν εις το χέρι μου, εις το γιατρό μου, εις τα φάρμα-κά μου... Έχω λίγο κτήμα και τη γυναίκα μου, άλλο δεν θέλω τί-ποτα... Αυτάρκεια λοιπόν με δικούς της μηχανισμούς μεταβί-βασης της γνώσης και με την οικογενειακή αλληλεγγύη να υποκα-θιστά ή να συμπληρώνει την κοινωνική πρόνοια.

Ιδανικό πρότυπο επομένως δεν είναι η αυτάρκεια αγαθών ούτε μόνο η αυτάρκεια γης, αλλά η αυτοτέλεια της οικογένειας που προέκυπτε από την κατοχή των τεχνικών και κοινωνικών προϋ-ποθέσεων με τις οποίες εξασφάλιζε παραδοσιακά την επιβίωσή της. Η κατοχή των μέσων για την πραγματοποίηση της παραγωγής δεν ήταν παρά η μορφή της οικογενειακής ή πατριαρχικής καλ-λιέργειας, όπως την αποκαλούσαν περιγραφικά οι έλληνες οικο-νομολόγοι του 19ου αιώνα^^ ή, ορθότερα, το πρωτογενές επίπεδο

93. Α. Χρονόπουλου, άπ., σ. 19. 94. Η. Αγγελίδης, Αυτοβιογραφία, ό.π., σ. 195-196. 95. Βλ. Ι. Α. Σούτσος, «Περί της αναπτύξεως των οικονομικών πραγμά-

των εν Ελλάδι από του 1833 μέχρι του 1860», Αιών, αρ. φ. 1972-1973-1974, 11, 15 και 18 Μαρτίου 1861. Επίσης, του ίδιου, «Περί της παρ' ημίν καταστά-σεως των κτημάτων», Ελληνική Γεωργία, τχ. 6, Ιούνιος 1885, σ. 177-184.

Page 134: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

126 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

οργάνωσης της απλής εμπορευματικής παραγωγής.^^ Ο συνεκτι-κός λοιπόν πυρήνας του πολιτιστικού κεφαλαίου των φτωχών μας, το ιδανικό τους πρότυπο, είναι ό,τι ορίσαμε ως αυτοτέλεια της οικογένειας στη διαδικασία εξασφάλισης της επιβίωσής της. Αυτοτέλεια βέβαια, η οποία ήταν εν πολλοίς φαινομενική, επειδή η κατοχή των μέσων παραγωγής, των εργαλείων κλπ. δεν τους α-πάλλασσε από την καθοριστική εξάρτηση από τα εμπορικά δί-κτυα.^^

Η ατελής πρόσληψη της πραγματικότητας από τους πρωταγω-νιστές, δηλαδή η συνειδητοποίηση των κοντινών σε αυτούς και συνεπώς των φαινομενικών μόνο χαρακτηριστικών της, δεν είναι βέβαια κάτι περίεργο.^^ Πόσο μάλλον που στην ανάμνηση του πα-ρελθόντος τους οι αυτοβιογραφούμενοι τείνουν να αναδείξουν ε-πιλεκτικά μόνο τα στοιχεία του εκείνα τα οποία νομιμοποιούν τις μετέπειτα επιλογές τους. Και ακριβώς αυτά τα αυτοβιογραφικά στοιχεία που νομιμοποιούν τις μετέπειτα επιλογές τους, δηλαδή η υποκειμενικότητα των πρωταγωνιστών μας και αφηγητών, οδηγεί κατευθείαν στη λειτουργία που έχει το ιδανικό πρότυπο με την ε-γκατάστασή τους στις μεγάλες πόλεις. Αλλά ας εξηγηθώ καλύτε-ρα, συνοψίζοντας από την αρχή.

Το πολιτιστικό κεφάλαιο του οποίου φορείς είναι τα κοινωνι-κά στρώματα που εμείς συναντούμε στις πόλεις ως στρώματα ερ-γατικά, φτωχά, έχει διαμορφωθεί στη μεγάλη ιστορική διάρκεια α-πό τον τρόπο εξασφάλισης του βίου στις αγροτικές (ορθότερα, χωρικές) κοινωνίες. Αυτή η μακρινή ιστορική προέλευση του πο-λιτιστικού κεφαλαίου δεν πρέπει να το κάνει αντιληπτό ως επι-βίωση κάποιας παλαιότερης φάσης ή σταδίου ανάπτυξης αλλά ως το εγγενές δομικό χαρακτηριστικό, εν τέλει το κοινό πλαίσιο της εμπειρίας ως προς την επιβίωση των φτωχών μας. Όλα τα συστα-τικά στοιχεία αυτού του κεφαλαίου μαζί και ο συνεκτικός του πυ-ρήνας, τον οποίο ονομάσαμε ιδανικό πρότυπο, δεν αρθρώνονται με λόγο. Αντιθέτως τα συστατικά αυτά στοιχεία είναι ενσωματω-μένα στον καθένα ξεχωριστά αλλά σε όλους τα ίδια ως μια πρα-κτική αίσθηση εξασφάλισης του βίου.̂ ^ Πρακτική αίσθηση, την ο-

96. Βλ. Ρ. Pizanias, «Revenus paysans et rapports sociaux», ό.π. 97. Στο ίδιο, σ. 48. 98. P. Bourdieu, Le sens pratique, Παρίσι 1980, σ. 43 κ.ε. 99. Στο ίδιο, σ. 135 κ.ε.

Page 135: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Η ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΒΙΟΥ: Η ΖΩΤΙΚΗ ΑΥΤΑΠΑΤΗ 129

ποία 01 άνθρωποι αυτοί κατείχαν απολύτως και την ασκούσαν στην εντέλεια, αλλά χωρίς να μπορούν να την εξηγήσουν παρά μόνο μέσα από αλλεπάλληλους κοινούς τόπους. Δηλαδή με ό,τι σε αυτούς τους ανθρώπους φαινόταν, και βεβαίως ήταν, αυτονόητο για τον τρόπο εξασφάλισης του βίου τους. Πρόκειται δηλαδή για γνώση εσωτερικευμένη ατομικά, αλλά με ενιαία κοινωνικά χαρα-κτηριστικά για όλους, και η οποία εξωτερικεύεται εξίσου ενιαία κοινωνικά, αλλά μόνο με ατομικές πρακτικές ενέργειες. Αλλωστε για τον προφορικό πολιτισμό με τον οποίο ήταν διαμορφωμένα, όπως θα δούμε, τα κοινωνικά στρώματα που εξετάζουμε, η πράξη ήταν η αρτιότερη έκφραση της σκέψης. ̂ ^ «Εν αρχή ην η πράξις» λοιπόν, χωρίς αυτό να αποκλείει εν γένει τη σκέψη. Απλώς η σκέ-ψη τους στο ζήτημα αυτό συγκροτείται από μια αλυσίδα αυτονόη-των πρακτικών. Αυτές είχαν ιστορικά διαμορφωθεί στις κοινω-νίες από τις οποίες προέρχονταν και ως γνώση όχι μόνο δεν αμ-φισβητούνται, αλλά νομιμοποιούνται κιόλας από την επιλεκτική λειτουργία της μνήμης. Τελικά πρόκειται για γνώση εσωτερικευ-μένη στον καθένα ατομικά, η οποία, όπως είδαμε, έχει ενιαία κοι-νωνικά χαρακτηριστικά για όλο αυτό τον πληθυσμό. Και αυτή η γνώση εξωτερικεύεται στις πόλεις και πάλι από τον καθένα ατο-μικά, μόνο με ενέργειες πρακτικές και με κοινωνικά χαρακτηρι-στικά ενιαία για όλους. Αυτές οι αυτονόητες πρακτικές εμφανίζο-νται στα μάτια του παρατηρητή εξωτερικευμένες ως συμπεριφο-ρές με τις οποίες στις πόλεις επιδιώκουν την επιλογή των επαγ-γελμάτων εκείνων για την πραγματοποίηση των οποίων οι εξαρ-τημένες σχέσεις δεν είναι άμεσες.

Το γεγονός ότι το ιδανικό τους πρότυπο εκφράζεται στις αυτο-βιογραφίες ατελέστατα, μέσα από συγχύσεις, συναρτάται πράγμα-τι με το βαθμό συνειδητοποίησής του από τα άτομα. Αυτό δεν ση-μαίνει ότι η αλήθεια του ήταν απωθημένη. Απλώς ήταν αποσπα-σμένη από το κάθε άτομο, αλλά για όλα τα μέλη των φτωχών κοι-νωνικών στρωμάτων εκφραζόταν ενιαία ως προσδοκία και επι-δίωξη αυτοτέλειας στην επιβίωση. Ωστόσο, ό,τι εμφανίζεται ως περιορισμένη συνειδητοποίηση ή, πιο σωστά, παραμορφωτική μνήμη, που είναι κανόνας πάντοτε και για όλους,̂ ^^ δεν αφαιρεί

100. Μ. Godelier, L'idéel et le matériel Παρίσι 1984, επίσης Σ. Φρόυντ, Το-τέμ και Ταμπού, ό.π., σ. 201.

101. Σ. Φρόυντ, Μελέτες για την ψυχανάλυση. Επίκουρος, Αθήνα 1979, σ. 156-158.

Page 136: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

126 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

από το ιδανικό αυτό τη βασική του λειτουργία: δηλαδή να στηρί-ζει, πιο σωστά, να κινητοποιεί τους φτωχούς μας, τον καθένα μό-νο του και όλους μαζί, προς την αναζήτηση παρόμοιων με το ιδα-νικό, συνεπώς επιθυμητών, αντικειμένων. Παρότι σε τούτη την περίπτωση η αυτοτέλεια στην επιβίωση ελέγχεται ως αυταπάτη, αυτό δεν εμποδίζει το ιδανικό της αυτοτέλειας να λειτουργεί ως κινητήρια δύναμη^^ για την πραγματοποίηση ενός σκοπού: την α-νεξάρτητη εξασφάλιση του βίου με στοιχειώδη κοινωνικό πυρήνα την οικογένεια και το περιβάλλον της και έδρα τον οίκο. Το ιδανι-κό τους λοιπόν πρότυπο δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια αυταπά-τη. Αυταπάτη όμως ζωτική για τον καθένα και κοινωνικά κρίσιμη για όλους, επειδή τους κινητοποιεί στην εργασία για την επιβίω-ση. Η αρχή της πραγματικότητάς τους, όπως εκδηλώνεται στις με-γάλες πόλεις, δεν ανατρέπει το ιδανικό πρότυπο. Αντίθετα φαίνε-ται να επιτρέπει τη ρεαλιστική προσαρμογή του. Έτσι η ανάμνηση της ιδανικής αυτοτέλειας στην εξασφάλιση του βίου στα χωριά, μπορεί ρεαλιστικά να μετουσιωθεί σε κίνητρο αναζήτησης ανε-ξάρτητου μικροεπαγγέλματος στις πόλεις.

Το κλειδί λοιπόν που εξηγεί την κοινωνικά ταυτόσημη συμπε-ριφορά στα μέλη και των τριών κοινωνικών στρωμάτων που εξε-τάζουμε ως προς την επιβίωση δεν μπορεί να αναζητηθεί στη σχέ-ση τους με τη βιομηχανία, επειδή απλούστατα αυτή η μορφή εργα-σίας απορρίπτεται ή δεν αφορά τη μεγάλη τους πλειονότητα. Αντιθέτως, το κοινό για όλους και από κοινού ιστορικά βιωμένο πλαίσιο της εμπειρίας ως προς τον τρόπο εξασφάλισης του βίου διαμορφώνει το ιδανικό της αυτοτέλειας στην επιβίωση, το οποίο λειτουργεί ως κίνητρο ενιαίο και κυριαρχικό που δομεί και προ-σανατολίζει τις ατομικές επιλογές εργασίας. Ωστόσο αυτά δεν αρ-κούν. Οι διάχυτες δυνατότητες μικροεπαγγελματισμού στην ελλη-νική κοινωνία επιτρέπουν σε αυτό το κίνητρο να υλοποιείται και έτσι αποκτούν ενιαίο κοινωνικό χαρακτήρα οι συμπεριφορές των εργατών, των μεροκαματιάρηδων και της φτωχολογιάς ως προς την επιλογή αλλά και τον τρόπο κοινωνικής οργάνωσης του επαγ-γέλματος με το οποίο εξασφάλιζαν το βιοπορισμό τους. Για τούτο αυτές οι θεμελιακές συμπεριφορές τους, παρά την ποικιλία τους και άσχετα από το «βαθμό» της κοινωνικής συνειδητοποίησης ό-

102. Κινητήρια δύναμη = motivation, όπως το μεταφράζει η Μαρία Νασιά-κου στο: Η ψυχολογία σήμερα. 1, Γενική ψυχολογία, Αθήνα 1982, σ. 89.

Page 137: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΜΕΡΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 147

λων αυτών των στρωμάτων, παρουσιάζονταν και ήταν κοινωνικά συντεταγμένες.

8. ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΜΕΡΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΠΟΑΕΙΣ: Η ΕΑΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΔΟΜΗΣ

Υπάρχουν θεσμοί που με τη λειτουργία τους θα μπορούσαν να σχετικοποιήσουν το πολιτιστικό κεφάλαιο αυτών των πληθυ-σμών; Να τους ενσωματώσουν πολιτιστικά; Το εκπαιδευτικό σύ-στημα σίγουρα είναι ένας από αυτούς τους θεσμούς. Η επιρροή του, όσο περιορισμένη κι αν είναι στα φτωχά κοινωνικά στρώμα-τα, έχει θετικές επιπτώσεις, οι οποίες εμφανίζονται ήδη στη νεα-νική ηλικία· με την προϋπόθεση, βέβαια, ότι η παραμονή στο σχο-λείο έχει μια σχετικά μεγάλη διάρκεια. Όμως κάτι ανάλογο δεν φαίνεται να ίσχυσε για το σύνολο των κοινωνικών στρωμάτων που εξετάζουμε.

Το 1920, από τον συνολικό πληθυσμό στην Ελλάδα, το 56% , και αντίστοιχα το 49% το 1928, ήταν αγράμματοι. ̂ ^̂ Παρά το γε-γονός ότι ο διαχωρισμός τον οποίο χρησιμοποίησαν οι απογρα-φές σε αγράμματους και εγγράμματους είναι διχοτομικός, μπο-ρούμε έμμεσα να επιχειρήσουμε μια κάπως πιο συγκεκριμένη προσέγγιση. Με δεδομένο ότι εγγράμματοι θεωρούνταν όσοι α-πλά και μόνο γνώριζαν υποτυπώδη γραφή και ανάγνωση,^^ ας δούμε την εικόνα για την εκπαίδευση του πληθυσμού σε πόλεις ό-πως την αποδίδει ο Πίνακας 11.

Καταρχήν να επισημάνω ότι η διάχυτη άποψη η οποία αποδί-δει υψηλό μορφωτικό επίπεδο στους πρόσφυγες δεν ανταποκρί-νεται στην πραγματικότητά τους. Πέρα όμως από αυτό, το γεγο-νός ότι οι απογραφές δεν συσχετίζουν το μορφωτικό επίπεδο με τα επαγγέλματα δεν εμποδίζει να υποθέσουμε νόμιμα, αν όχι με βεβαιότητα, ότι ο αγράμματος πληθυσμός ταυτίζεται σε μεγάλο βαθμό με τα κοινωνικά στρώματα που εξετάζουμε εδώ. Φυσικά οι ασπρόμαυρες κατηγορίες της Στατιστικής Υπηρεσίας δεν επιτρέ-πουν, όπως είπαμε, λεπτότερες προσεγγίσεις. Γνωρίζοντας όμως ότι το ποσοστό των αγραμμάτων είναι πολύ υψηλό στο σύνολο του πληθυσμού γενικά και των γυναικών 50% κατά μέσο όρο υ-

103. ΥΕΟ-ΓΣΥΕ, Στατιστικά αποτελέσματα 1928, ό.π., τ. II, «Ηλικία, Οικο-γενειακή κατάστασις, Παίδευσις», σ. 4.

104. Στο lôlo, ο. ε'.

Page 138: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

126 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

Π Ι Ν Α Κ Α Σ 1 1

Ποσοστά αγράμματου πληθυσμού πάνω από πέντε ετών σε ελληνικές πόλεις, 1920-1928

Πόλη 1920 1928 Σύνολο Πρόσφυγες Σύνολο Πρόσφυγες

Αθήνα 24,5 23 29 Πειραιάς 34,5 — 33,5 37 Θεσσαλονίκη 45,5 — 32 40 Πάτρα 31 — 30 41 Λαύριο 40,5 36 40

ilrjyr?: Υπουργ. Εθν. Οικονομίας, Σταησηκά αποτελέσματα... 1928, ό.π., τ. II, Ηλικία-Οικογενειακή κατάστασις-Παίδευσις, σ. 283-284, 286-287, 290-291, 317-318, 326-227,555,557,560,578,583.

ψηλότερο από των ανδρών/^ ας δούμε λίγες ενδεικτικές πληρο-φορίες. Τις χρονιές 1927 και 1928, σε ένα δείγμα 15.015 εργα-τριών της Αθήνας και του Πειραιά, το 14% είχε φοιτήσει από την πρώτη ώς την τρίτη τάξη του δημοτικού σχολείου, το 13% είχε φοιτήσει και στην τέταρτη τάξη και το 7% είχε τελειώσει το δημο-τικό.^^ Οι υπόλοιπες, το 66%, ήταν αγράμματες. Το γεγονός ότι το ποσοστό των εγγράμματων ανδρών ήταν υψηλότερο από το ποσοστό των γυναικών δεν σημαίνει ότι οι μη αναλφάβητοι ά-ντρες είχαν φοιτήσει κατά μέσο όρο σε περισσότερες από λίγες τάξεις του δημοτικού. Να θυμίσω ότι στις αυτοβιογραφίες που προηγήθηκαν οι αφηγητές είχαν φοιτήσει σε μία ώς τρεις τάξεις του αντίστοιχου δημοτικού σχολείου.

Η σχολική εκπαίδευση των παιδιών των φτωχών οικογενειών από τη μια πλευρά, και οι ανάγκες να εργαστούν και ταυτοχρό-νως να ασκηθούν πρακτικά σε ένα επάγγελμα από την άλλη, ήταν επιδιώξεις που γίνονταν αντιφατικές, εξαιτίας των εξαιρετικά πιεστικών βιοτικών συνθηκών. Το απόσπασμα αυτοβιογραφίας που ακολουθεί εικονογραφεί τον πρακτικό τρόπο με τον οποίο λυνόταν η αντινομία αυτή.

105. Στο ίδιο, σ. 4. 106. ΥΕΟ, Μηνιαίον στατιστικόν δελτίον της ΓΣΥΕ, Αθήνα, 2 (1930), τχ. 3

(Μάρτιος), σ. 58.

Page 139: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΜΕΡΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 147

«...Ο πατέρας μου ήταν αχθοφόρος, δηλαδή χαμάλης, και ήτα-νε στο Σωματείο του Λυμένος Μυτιλήνης. Και ήταν κι ο παπ-πούς μου και του πατέρα μου τ' αδέλφια όλα μέσα. Όλη η οι-κογένεια ήτανε χαμάληδες... Ο πατέρας μου ήτανε στρατιώτης στο Βαλκανικό όταν γεννή-θηκα εγώ το 1912. Σε κινητή γιορτή. Δεν έχω ωροσκόπιο... Ο πατέρας μου ήτανε αγράμματος και στο σχολείο μ' έβαλε λί-γο αργά. Στο σχολείο ήμουνα πολύ καλός κι επιμελής μαθητής. Στην πρώτη τάξη δε θυμάμαι αν είχαμε τότε το δέκα ή το είκο-σι. Εγώ άριστα πήρα. Μόλις κλείσαν τα σκολειά το καλοκαίρι, μου λέει ο πατέρας μου: Για να μη γυρίζεις, λέει, και κοπρο-σκυλιάζεις δεξιά κι αριστερά και μ' έβαλε σ' ένα κουρείο και στο κουρείο αυτό σκούπιζα τους ανθρώπους με τη βούρτσα και μου δίναν μια πεντάρα... Το αφεντικό μου το λέγανε Λέλεκα. Τ' όνομά του Δημήτριος Λέλεκας, νοικοκύρης άνθρωπος. Εσπούδασε το παιδί του με το κουρείο. Τον έκανε τον ένανε οδοντίατρο και τα κορίτσια του καλοπάντρεψε — π̂ολύ νοικοκύρης άνθρωπος... Πήγα στη δεύτερη τάξη. Στη μισή δευτέρα τάξη ο πατέρας μου μ' έβγαλε. Μ' έβαλε σε οικοδομή —ε, ήτανε φτωχός άνθρω-πος... Μισό τενεκέ —δεν μπορούσα να σηκώσω παραπάνω. Κι ανέ-βαινα τις σκαλωσιές. Μες 'στο μισό ντενεκέ έβαζα άμμο και α-σβέστη και το πήγαινα στους σοβατζήδες. "Αντε, Γιωργέλι, λέ-γανε, να σε κάνουμε σοβατζή!" Ούτε σοβατζής έγινα, εν πάση περιπτώσει...

Νομίζω λοιπόν ότι θεμιτό είναι να δεχτούμε πως η μεγάλη πλειονότητα των ανθρώπων που απαρτίζανε τα κοινωνικά στρώ-ματα που εξετάζουμε ήταν πληθυσμός αγράμματος· ενώ οι υπό-λοιποι είχαν εκπαιδευτεί για λίγα μάλλον χρόνια, μόνο στις πρώ-τες τάξεις του δημοτικού. Με άλλα λόγια, πρόκειται για ένα πλη-θυσμιακό σύνολο το οποίο δεν επηρεάστηκε από κάποια εκπαι-δευτική διαδικασία με διάρκεια. Ο προφορικός πολιτισμός με τον οποίο ήταν ιστορικά διαμορφωμένα τα κοινωνικά στρώματα που εξετάζουμε, και πιο συγκεκριμένα οι ιδέες για τον εαυτό, την οι-κογένεια, την καθημερινή ζωή και τον κόσμο, ήταν πολιτισμικές

107. Γ. Μουφλουζέλης, ό.π., σ. 17-23.

Page 140: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

126 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

προδιαγραφές οι οποίες παρέμειναν σχεδόν ανέπαφες. ̂ ^ Η κοινωνική ενσωμάτωση σε οποιοδήποτε βαθμό μέσω της εκ-

παίδευσης δεν άγγιξε συνεπώς αυτόν τον πληθυσμό. Και όπως εί-δαμε, ούτε η ελληνική βιομηχανία, με τους δικούς της βέβαια ό-ρους, έκανε κάτι ανάλογο. Το ελληνικό κράτος από την πλευρά του, αντιμετωπίζοντας την κατηγορία των προσφύγων που μας α-φορούν εδώ με όρους έκτακτης ανάγκης, τους διέθεσε, με τη μορ-φή των ειδικών αποζημιώσεων, όπως ήταν φυσικό, ποικίλα στοι-χειώδη μέσα. Όμως τα μέσα αυτά (τόποι εγκατάστασης, στοιχειώ-δεις κατοικίες, χρηματικό επίδομα) δεν κινητοποιούσαν κάποια διαδικασία κοινωνικής ενσωμάτωσης. Απλώς τους βοηθούσαν να προσαρμοστούν.

Η απουσία μηχανισμών μαζικής και αναγκαστικής κοινωνικής ενσωμάτωσης, με το σχολείο και με τη σταθερή εργασία, ή πιο σω-στά η αποσπασματική λειτουργία τους και μόνο για ένα μικρό τμήμα του πληθυσμού που εξετάζουμε, άφηνε τους φτωχούς έλλη-νες αγρότες και τους αντίστοιχους πρόσφυγες που εγκαταστάθη-καν στις ελληνικές πόλεις να προσαρμοστούν με τον τρόπο που γνώριζαν. Με τη δική τους, ιστορικά κεκτημένη γνώση.

«Υπό της παρά τη Γενική Διοικήσει Θεσσαλονίκης Διευθύνσε-ως Περιθάλψεως απεστάλη ημίν έγγραφον δι' ου ανακοινούται ότι εν τω ολίγω έξωθι της Θεσσαλονίκης, συνοικισμώ Καλαμα-ριάς, ούτινος ο πληθυσμός ανέρχεται εις 5500 ψυχάς, υπάρ-χουσιν εργάται πρόσφυγες κατά το πλείστον Πόντιοι, μη δυνά-μενοι να εξεύρωσιν εκεί εργασίαν και πρόθυμοι ως εκ τούτου να έλθωσιν εις Πειραιά, ή Αθήνας ή να μεταβώσιν εις άλλας πόλεις της Ελλάδος όπως αναλάβωσιν εργασίας εις εργοστά-σια ή εκτός τούτων επί ημερομισθίω συμφέροντι εις τους εργο-δότας. Παρακαλούνται όθεν οι ενδιαφερόμενοι...

Έτοιμοι να μετακινηθούν προς οποιαδήποτε κατεύθυνση, με ο-ποιουσδήποτε όρους, διαθέσιμοι για οποιαδήποτε δουλειά. Βέ-

108. Στα λαϊκά στρώματα της Βρετανίας, παρά το υψηλότερο μορφωτικό τους επίπεδο, ο προφορικός πολιτισμός επιβίωνε έντονα τόσο στη διάρκεια του μεσοπολέμου όσο και τη δεκαετία του 1950, βλ. R. Hoggait, The Uses of Literacy, γαλλική μετάφραση La culture du pauvre, Παρίσι 1970, σ. 57 κ.ε.

109. «Πρόσφυγες ζητούντες εργασίαν», Δελτίον Εμπορικού και Βιομηχα-νικού Επιμελητηρίου Αθηνών, Φ^^Q0vάQi0ς 1922, σ. 132.

Page 141: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΜΕΡΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 147

βαια είμαστε ακόμη στα 1922. Αλλά και το 1925, οι αρμόδιοι της Κοινωνίας των Εθνών όταν εκτιμούν την επαγγελματική αποκα-τάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα, υπολογίζουν ότι το 35% με αστική εγκατάσταση ανήκει στον πληθυσμό χωρίς επαγγελμα-τική ταυτότητα. Σε αυτούς που κάνουν οποιαδήποτε χειρωνα-κτική δουλειά για να επιβιώσουν.^^^ Και όλοι μαζί, ελλαδίτες και πρόσφυγες, αλλά από δέκα ετών και πάνω, αντιπροσώπευαν κατά το ελάχιστο το 12% του (τυπικά) ενεργού πληθυσμού.̂ ^^ Αυτό το ποσοστό πρέπει να το αθροίσουμε με το 6% που όπως είδαμε α-ντιπροσώπευαν οι εργάτες —αφαιρώντας φυσικά τους τεχνίτες. Όλοι αυτοί συναποτελούσαν τα τρία φτωχά κοινωνικά στρώματα στις ελληνικές πόλεις τον μεσοπόλεμο. Είναι αυτοί που κινούνται ακατάπαυστα σε τυπικές και άτυπες εργασίες, στα «παρασιτικά» λεγόμενα επαγγέλματα και τα αναγνωρίσιμα,^^^ και ανεξάρτητα α-πό τις ρητορικές προτάσεις για την κοινωνική τους ενσωμάτω-ση̂ ο πληθυσμός αυτός εξακολουθούσε να πορεύεται με τον δι-κό του τρόπο.

Η κινητικότητα αυτών των στρωμάτων, για την οποία μαρτυ-ρούν έμμεσα η λογοτεχνία της περιόδου^^^ και πιο άμεσα οι αυτο-βιογραφίες, δεν είναι δυνατόν να εντοπιστεί παρά κατά προσέγγι-ση. Και αυτό γιατί οι απογραφές, όπως είδαμε, αλλά και άλλες πηγές δεν ασχολούνται με αυτά τα κοινωνικά στρώματα παρά μό-νο αποσπασματικά. Ωστόσο σημαντικές εκδηλώσεις της τεχνο-

110. Société des Nations, o.jr., σ. 183. 111. Στο ίδιο. 112. Στο ίδιο, και ΓΣΥΕ, Αποτελέσματα απογραφής 1928, ό.π., σ. . 113. Δ. Β. Αβραμίδης, «Πρόσφυγες και επαγγελματικός πληθωρισμός».

Εργασία, (1930), 22 Φεβρουαρίου, σ. 20. Ανάλογο φαινόμενο για τους έλλη-νες αγρότες που μετακινήθηκαν στις πόλεις στη διάρκεια αλλά και μετά τον εμφύλιο πόλεμο παρατηρεί ο Β. Γ. Βαλαώρας, «Ουρμπανισμός, παραγωγή και απασχόλησις των Ελλήνων (Ο ανθρώπινος παράγων)», Παρνασσός, ΙΗ' (1976), τχ. 3.

114. Όπως αυτές του Δ. Β. Αβραμίδη, ό.π. 115. Τη σχετική ανάλυση λογοτεχνικών κειμένων του 20ού αιώνα έχει κά-

νει η Μ. Σακαλάκη, Κοινωνικές ιεραρχίες και σύστημα αξιών. Ιδεολογικές δομές στο νεοελληνικό μυθιστόρημα 1900-1980, Αθήνα 1984. Σχετικά βλ. επί-σης, Β. Καραποστόλης, Αδιαχώρητη κοινωνία. Ένας διάλογος της κοινωνιο-λογίας με τη λογοτεχνία, Αθήνα 1985. Ιδιαίτερα όμως ενδιαφέρον είναι το ί-διο το λογοτεχνικό υλικό, ιδίως η συλλογή διηγημάτων του Δ. Χατζή, Το τέ-λος της μικρής μας πόλης, Αθήνα 1971 (3η έκδ., Διογένης).

Page 142: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

126 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

γνωσίας τους μπορούμε να εντοπίσουμε σε εκείνες τις κατηγορίες οι οποίες είχαν στοιχειωδώς διαφοροποιηθεί και βρίσκονταν στο όριο μεταξύ άτυπου και τυπικά κανονισμένου επαγγελματικού χώρου. Στο επίπεδο δηλαδή των μικροσκοπικών επιχειρήσεων για τις οποίες οι επίσημες πηγές καταγράφουν, αποσπασματικά βέβαια, ποσοτικές πληροφορίες.

Το 1928, από τους 47.155 εργοδότες του δευτερογενούς τομέα σε όλη την Ελλάδα, το 30% απασχολούσαν στις επιχειρήσεις τους, ως εργατικό δυναμικό, αποκλειστικά και μόνο μέλη της οικογέ-νειάς τους.̂ ^^ Το αντίστοιχο ποσοστό στο σύνολο των εργοδοτών του κλάδου «εμπόριο» ήταν 31% και στις προσωπικές υπηρεσίες έφτανε το Ο τύπος του εργοδότη που απασχολεί ως εργα-τικό δυναμικό τα μέλη της οικογένειάς του δεν είναι παρά μια προσαρμοσμένη εκδοχή του παραδοσιακού καταμερισμού της ερ-γασίας στο επίπεδο των παραγωγών.^^^ Βέβαια στις πόλεις αυτός ο τύπος οργάνωσης της εργασίας αφορά τις πολύ μικρές επιχει-ρήσεις. Στις τέσσερις μεγάλες ελληνικές πόλεις, Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη και Πάτρα, και στις βιοτεχνίες του δευτερογενούς τομέα που απασχολούσαν μέχρι πέντε άτομα, ο μέσος όρος εργα-ζομένων σε αυτές μαζί με τον εργοδότη είχε ως εξής: το 1920 2,7 άτομα/επιχείρηση, το 1930 1,7 άτομα/επιχείρηση και το 1940, 1,8 άτομα/επιχείρηση.^^^ Ο αποφασιστικός ρόλος των μελών της οι-κογένειας κάθε βιοτέχνη στην οργάνωση (και προφανώς στην επι-βίωση) των μικρών επιχειρήσεων είναι προφανής. Πόσο μάλλον που η εργασία τους ήταν απλήρωτη.

Στην περίπτωση λοιπόν των μικρών εμπορικών και βιοτεχνι-κών επιχειρήσεων (αυτών που απασχολούν τα μέλη της οικογένει-ας), η ιστορικά κεκτημένη τεχνογνωσία της οργάνωσης της εργα-σίας και η επίγνωση της οικονομικής αδυναμίας των προϊόντων τους στην αγορά, εξαιτίας της χαμηλής παραγωγικότητας, οδη-γούν τον αρχηγό της οικογένειας να συγκεντρώσει το οικογενεια-

116. ΓΣΥΕ, Αποτελέσματα απογραφής 1928, τ. III, Επαγγέλματα, τχ. Α ' , σ. ιη'.

ηΐ.ΣτοίόΐΌ. 118. Το 1928, από το σύνολο των 487.000 που καταμετρήθηκαν ως εργοδό-

τες στον πρωτογενή τομέα, το 83% απασχολούσε στις καλλιέργειες ως εργατι-κό δυναμικό μόνο μέλη της οικογένειας. Βλ. στο ίδιο.

119. Μ. Ρηγίνος, Παραγωγικές δομές..., ό.π., σ. 90, 11 και ΙΚΑ, Απολογι-σμός, ό.π., πίνακες 9-12.

Page 143: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΜΕΡΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 147

κό δυναμικό σε ένα και μοναδικό αντικείμενο πρόσληψης εισοδη-μάτων: την οικογενειακή επιχείρηση. Πρόκειται για τυπική περί-πτωση απλής εμπορευματικής παραγωγής, στην οποία οι σχέσεις, και συνεπώς η ιδεολογία, που αναπαράγονται είναι κλειστές και εξαιρετικά παραδοσιακές. ̂ ^̂

Ωστόσο η συγκέντρωση του οικογενειακού δυναμικού στην α-ντίστοιχη μικρή επιχείρηση είναι επιλογή με διάρκεια εποχική. Σε προηγούμενο τμήμα αυτής της μελέτης, συζητώντας την εποχική λειτουργία των βιομηχανικών επιχειρήσεων, είδαμε ότι, στις μι-κρές βιοτεχνίες που μας απασχολούν εδώ, το 41% από αυτές το 1920 (και τουλάχιστον ανάλογο ποσοστό το 1930) έκλειναν στη διάρκεια κάθε χρόνου από τρεις ώς πάνω από έξι μήνες,̂ ^^ για να ξανανοίξουν την επόμενη χρονιά κ.ο.κ. Αντίθετα, στο σύνολο των επιχειρήσεων του εμπορίου, μόνο το 5% λειτουργούσε εποχικά, ποσοστό το οποίο πρέπει να θεωρήσουμε πολύ χαμηλό, ̂ ^̂ και συ-νεπώς χωρίς σημασία για τη λειτουργία αυτού του κλάδου.

Η επιλογή λοιπόν της συγκέντρωσης της οικογένειας σε ένα ε-παγγελματικό αντικείμενο, την οικογενειακή βιοτεχνία, εναλλασ-σόταν με μια περίοδο διασποράς των μελών της οικογένειας σε διάφορες εργασίες. Ποιες είναι αυτές; Με το δεδομένο επίπεδο των γνώσεών μας, μπορούμε μόνο να τις υποθέσουμε με κάποιες ενδείξεις.

Η πολύ διαδεδομένη χρήση της υπεργολαβίας αλλά και του μι-σθού με το κομμάτι που εφάρμοζαν, όπως είδαμε, οι μεσαίες και μεγάλες βιομηχανίες, αποτελούσαν πεδίο εργασίας για ορισμένα μέλη της οικογένειας^^^ τις περιόδους που έκλειναν τη βιοτεχνία. Οι οικόσιτες βιοτεχνίες, που αφθονούν στον μεσοπόλεμο (αλλά

120. Σχετικά βλ. Λ. Δεδουσόπουλος, «Απλή εμπορευματική παραγωγή, κα-πιταλισμός και εμπορικό κεφάλαιο», Ο Πολίτης, τχ. 69-70 (1985), σ. 7.

121. Βλ. στο κείμενο, σ. 56. 122. ΓΣΥΕ, Απογραφή της βιομηχανίας 1930, ό.π., σ. μα'. Το ποσοστό των

εν γένει εμπορικών επιχειρήσεων που λειτουργούσαν εποχικά το θεωρώ πολύ μικρό, επειδή από τις διάφορες κλάσεις του εμπορίου εκείνη που παρουσιά-ζει το 1930 πολύ μεγάλη εποχική λειτουργία είναι τα θέατρα (!), στο ίδιο.

123. Για παράδειγμα, η πλειονότητα των εργατών στη βιομηχανία βαμβα-κιού (νήματα και υφάσματα), σε όλη την Ελλάδα αμείβονταν είτε με το κομ-μάτι είτε κατ' αποκοπή. Βλ. ΑΟΣ, Έρευνα επί των βιομηχανιών βάμβακος, ό.π., σ. 14. Στη Νέα Ιωνία πρόσφυγες, κυρίως γυναίκες και παιδιά, εργάζο-νταν συχνά με υπεργολαβίες που έπαιρναν από βιομηχανίες χαλιών. Βλ. So-ciété des Nations, ό.π., ο. 59.

Page 144: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

126 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

και σήμερα) και στήνονταν τόσο από τους πρόσφυγες όσο και α-πό τους ελλαδίτες,̂ "̂̂ θα πρέπει να ήταν ένας από τους τρόπους α-νάληψης υπεργολαβιών. Τέλος οι περιφερόμενοι μαστόροι κάθε είδους, με τα εργαλεία τους, διαθέσιμοι για κάθε ζητούμενη δου-λειά, σε εργοστάσιο ή οπουδήποτε αλλού,̂ ^^ και οι παιδικές επο-χικές μικροδουλειές^^^ δίνουν δύο ακόμη διαστάσεις της κινητικό-τητας της οικογενειακής εργατικής δύναμης την περίοδο του χρό-νου που διασπείρεται επαγγελματικά για να επιβιώσει.

Συγκέντρωση λοιπόν όλης της οικογένειας στην οικογενειακή επιχείρηση για μια περίοδο του χρόνου και διασπορά των μελών της σε ποικίλες εργασίες για μια άλλη περίοδο. Έτσι εκδηλώνεται σε αυτό το κοινωνικό επίπεδο η ιστορικά διαμορφωμένη τεχνο-γνωσία της επιβίωσης, προσαρμοσμένη όμως στις συνθήκες της πόλης. Το βασικό στοιχείο αυτής της τεχνογνωσίας, η επαγγελμα-τική κινητικότητα, οδηγεί, στο πλαίσιο της οικογενειακής στρατη-γικής, στην εποχική αλλαγή των ρόλων: ο αρχηγός της οικογένει-ας από βιοτέχνης για λίγους μήνες περνά στην κατηγορία του με-ροκαματιάρη για κάποιους μήνες ή και του άεργου για σύντομο διάστημα. Ανάλογα μπορεί να υποθέσει κανείς τις εποχικές αλλα-γές των ρόλων της γυναίκας και των παιδιών.

Ας μετακινηθούμε κι εμείς σε ένα άλλο επίπεδο που βρίσκεται ακριβώς στο όριο μεταξύ άτυπου και τυπικού επαγγελματικού χώρου. Αναφέρομαι στα εργαστήρια του ενός ατόμου. Οι ελεύθε-ροι παραγωγοί στον δευτερογενή τομέα αντιπροσώπευαν και αυ-τοί το 1928 το 28% του συνολικού ανθρώπινου δυναμικού αυτού

124. Βλ. στο ίδιο, ο. 187 και Λ. Λεοντίδου, ό.π., ο. 180-181. Για τις οικόσι-τες βιοτεχνίες, η Μαρία Σβώλου γράφει: «...Παιδιά 10 και 12 χρόνων ζαρω-μένα 12 και 14 ώρες κοντά στη μάννα ή τη γιαγιά με το πηγούνι σκυμένο στα γόνατα, τα δάχτυλα κατεστραμμένα από το δέσιμο των κόμπων... Εργαστή-ρια εγκατεστημένα σε χώρους που ήταν πριν αποθήκες και σταύλοι...». Βλ. «Οι εργάτριες ταπητουργίας», Ο Αγώνας της Γυναίκας, τχ. 41, Μάρτιος 1927, σ. 1.

125. Ένα ενδιαφέρον παράδειγμα εποχικά περιφερόμενων τεχνιτών είναι οι λεβητοποιοί. Βλ. Μ. Μικέλης, «Αι μηχανολογικαι της Ελλάδος βιομηχανί-αι», Αρχιμήδης, 4 (Απρίλιος 1924), σ. 32.

126. Σχετικά βλ. ιδίως ΥΕΟ-Επιθ/σις Εργασίας, Εκθέσεις και πεπραγμένα σώματος επιθεωρήσεως εργασίας επί της εφαρμογής των εργατικών νόμων και των συνθηκών εργασίας εν Ελλάδι, έτη 1931-1934, Αθήνα 1935, σ. 20, 53-54 (έτος 1933).

Page 145: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΜΕΡΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 147

του τομέα της οικονομίας.^^^ Στον τριτογενή τομέα, και ειδικότε-ρα στον κλάδο του εμπορίου, τα ατομικά μικρομάγαζα απασχο-λούσαν το 46% του συνόλου των εργαζομένων του κλάδου και στις προσωπικές υπηρεσίες το Τα εργαστήρια του ενός α-τόμου σε όλη την Ελλάδα το 1930 ήταν 42.167 και από αυτά το 14% ήταν εγκατεστημένα, την ίδια χρονιά, στις τέσσερις γνωστές μεγάλες πόλεις της χ ώ ρ α ς . Μέχρι το 1940 στις ίδιες αυτές πό-λεις τα ατομικά εργαστήρια είχαν αυξηθεί κατά 84% τουλάχι-στον.̂ ^® Αν κρίνουμε από τις απογραφές, η εποχικότητα της λει-τουργίας τους θα πρέπει να ήταν ανάλογη με αυτή των βιοτεχνιών και αντίστοιχα των εμπορικών καταστημάτων που απασχολού-σαν μέχρι πέντε άτομα. Λογικά όμως, αυτό που έμμεσα προκύ-πτει ως εποχικότητα της λειτουργίας των εργαστηρίων αυτών από τις απογραφές είναι λάθος. «...Είναι τραγικό να βλέπεις αυτά τα εργαστήρια που δεν έχουν δουλειά, το ράφτη να κάθεται αργός πίσω από τη μηχανή του την οποία ενδεχομένως θα αναγκαστεί να πουλήσει τον ερχόμενο μήνα. Τη γριούλα με το κατάστημα ψι-λικών... να παρακολουθεί το λιγοστό της εμπόρευμα, για το ο-ποίο έχει ξοδέψει τις τελευταίες οικονομίες της, να εκπίπτει μέρα με την ημέρα...

Πράγματι η εποχική λειτουργία, εκτός οριακών περιπτώσεων, δεν πρέπει να είναι ο κανόνας στα ατομικά εργαστήρια. Αντί της εποχικής λειτουργίας, λογικότερο είναι να δεχτούμε την εποχική υπεραπασχόληση, άλλη όψη της υποαπασχόλησης των ελεύθερων παραγωγών αλλά και των μικρομάγαζων του εμπορίου. Η επιλο-γή αυτή θα πρέπει να υπακούει στη λογική της διατήρησης των πε-λατών, δηλαδή στο δίκτυο των κοινωνικών σχέσεων πέρα από την οικογένεια. Η πελατεία, συγκεντρωμένη μέσα από συγγενικές και άλλες σχέσεις, χάνεται την ίδια στιγμή που κλείνει το εργαστήριο ή το μικρεμπορικό. Έτσι επιλέγεται η διαρκής λειτουργία, ακόμη και στις μεγάλες περιόδους της χρονιάς κατά τις οποίες η αεργία είναι απόλυτη ή σχεδόν. Αντίθετα σε περιόδους αιχμής (π.χ. για τους ραφτάδες τις παραμονές των μεγάλων θρησκευτικών εορ-τών), οπότε ο παραγωγός μόνος του δεν αρκεί για να αντεπεξέλ-

127. ΓΣΥΕ, Αποτελέσματα απογραφής 1928, ό.π. 128. Στο ίδιο. 129. ΥΕΟ-ΓΣΥΕ, Απογραφή βιομηχανίας 1930, ό.π., σ. 6,22-27. 130. ΙΚΑ, Απολογισμός, ό.π. 131. Société des Nations, ό.π., σ. 179.

Page 146: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

126 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

θει στον όγκο των παραγγελιών, αυξάνονται ημερησίως οι ώρες εργασίας του τεχνίτη και αρχηγού της οικογένειας και επιπλέον κάποιο από τα μέλη της —συνήθως η γυναίκα— καλούνται να βοηθήσουν. Τις υπόλοιπες περιόδους της αεργίας του τεχνίτη τα άλλα μέλη της οικογένειας ασφαλώς διασπείρονται σε ποικίλες δουλειές για να συμπληρώσουν το οικογενειακό εισόδημα.

Σε αυτή λοιπόν την παραλλαγή της οργάνωσης της εργασίας των απλών εμπορευματικών παραγωγών υπάρχει μια σταθερή δραστηριότητα με εναλλασσόμενες συνθήκες υπεραπασχόλησης και αεργίας. Και η κινητικότητα αφορά τα υπόλοιπα μέλη της οι-κογένειας. Η οικογενειακή στρατηγική δεν διαφέρει από εκείνη των βιοτεχνών. Αλλά η προσαρμογή της στις πόλεις δημιουργεί μια επιπλέον ποικιλία. Οπως η προηγούμενη των βιοτεχνών, έτσι και αυτή, με την αύξηση των ατομικών εργαστηρίων και εμπορι-κών, αναπαράγει διευρυμένα κοινωνικές σχέσεις κλειστές, ανάλο-γες παραδοσιακές αξίες και συμπεριφορές.

Μια τρίτη παραλλαγή είναι αυτή του περίοικου εποχικού μι-κρεμπόρου. Κατά εποχές περιφερόμενος τις γειτονιές ως ψαράς ή μανάβης μεταμορφώνεται το απόγευμα σε «οργανωτή» πραγματο-ποίησης της αποκοπής που ολοκληρώνουν τα μέλη της οικογένει-άς του στο σπίτι. Και μια τέταρτη παραλλαγή είναι εκείνη του κα-τά κυριολεξία πολυτεχνίτη που χωρίς καμιά διασπορά του δυνα-μικού και συνεπώς χωρίς μετακίνηση συγκεντρώνει τις δραστη-ριότητες σε ένα χώρο όπου ασκούνται ταυτοχρόνως πολλά τυπι-κά διαχωρισμένα επαγγέλματα (π.χ. καφετζής, καρεκλάς, ψιλικα-τζής, οινοπώλης κλπ.). Εδώ τη θέση της κινητικότητας παίρνει η σχεδόν παράλληλη συγκέντρωση τυπικά (απογραφικά) ανόμοιων μεταξύ τους επαγγελμάτων.

Αν σαν ανθρωπολόγοι ζούσαμε μαζί με μια τέτοια οικογένεια, νομίζω ότι θα διαπιστώναμε πως όλες οι ανάγκες και οι επιθυ-μίες —όσο περιορισμένες και αν είναι σε αυτά τα φτωχά στρώμα-τα— εκκινούν από την οικογένεια και, μετά από ένα πολύ περιο-ρισμένο κοινωνικό ανάπτυγμα σε έναν περίγυρο κοινωνικών σχέ-σεων, καταλήγουν πάλι σε αυτήν. Η ίδια οικογένεια είναι ταυτό-χρονα μέσο και σκοπός. Συνεπώς, κάθε διαδικασία προβολής και ταύτισης — π̂ου είναι αναγκαστικά ατομική— πραγματοποιείται σε έναν κοινωνικό ορίζοντα εξαιρετικά κλειστό. Παρά την ατέρ-μονη κινητικότητα, η ευχαρίστηση, η χαρά, η επιθυμία, η διασκέ-δαση, η ελπίδα διαφυγής, η διάψευση, η πρόσληψη των εισοδημά-

Page 147: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΜΕΡΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ 147

των και η εργασία, η ασφάλεια απέναντι στο τυχαίο και η αλλη-λεγγύη, η πολιτιστική διαμόρφωση κλπ., όλα έχουν ως πρωταρχι-κή αφετηρία και τελική αναφορά την οικογένεια: όλα είναι απλώς διαφορετικές στιγμές ενός και μόνο επιπέδου λειτουργίας χωρίς άλλη διαμεσολάβηση. Πολύ συχνά, όπως μαρτυρούν οι επιθεωρη-τές εργασίας, ακόμη και ο χώρος της δουλειάς ταυτίζεται με το χώρο κατοικίας. Σχέσεις λοιπόν κλειστές, κυρίως όμως αδιαφο-ροποίητες, συμβολικά φορτισμένες με μύριες δοξασίες για την κοινωνία. Το κλειστό κοινωνικό περιβάλλον και ο στενός διανοη-τικός ορίζοντας που συνεπάγεται πριμοδοτούν την αναβίωση, αν ποτέ είχαν χαθεί, μιας δέσμης διανοητικών εργαλείων με τα οποία η κατανόηση του εαυτού στην κοινωνία γίνεται αντιληπτή με ό-ρους βαθύτατα θρησκευτικούς: ευπιστία απέναντι στους κοινωνι-κά ισχυρούς και ακρισία για τον κοινωνικά αδύνατο εαυτό. Η α-ντίληψη αυτή αναχαιτίζει κάθε διαδικασία κοινωνικής αυτογνω-σίας και συγχρόνως συρρικνώνει δραστικά τις ιστορικές πιθανό-τητες υπέρβασης των παραδοσιακών δεσμών οικογενειακής αλλη-λεγγύης.

Η μετακίνηση προσφύγων και ελλαδιτών αγροτών και χωρι-κών στις μεγάλες ελληνικές πόλεις δεν σήμανε λοιπόν καμιά και-νοτομία στο επίπεδο της πρωτογενούς κοινωνικής οργάνωσης. ̂ ^̂ Αντίθετα η προσαρμογή των κοινωνικών σχέσεων της απλής ε-μπορευματικής παραγωγής για την εξασφάλιση της αναπαραγω-γής του βίου έχει πολιτιστικές επιπτώσεις που ξεπερνούν τα όρια των εν λόγω φτωχών πληθυσμών. Ο αστυμορφικός χαρακτήρας, π.χ., που παίρνουν οι μεγάλες ελληνικές πόλεις σταδιακά^^^ είναι το επιφαινόμενο που υποδηλώνει την απουσία νέων μορφών κοι-νωνικής οργάνωσης. Πίσω από την πολύ περιορισμένη επιρροή των κατεξοχήν αστικών κοινωνικών οργανώσεων, όπως είναι οι συνδικαλιστικές, βρίσκονται οι συγγενικοί και συντοπίτικοι δε-σμοί παραδοσιακής αλληλεγγύης, οι οποίοι υποκαθιστούν σε με-γάλο βαθμό το ρόλο των οργανώσεων αυτών. Η αδυναμία τους έναντι των παραδοσιακών δεσμών ήταν ότι δεν εγκαλούσαν σε

132. Γενικά για τη σχέση καινοτομιών, πόλης και ιστορικού χρόνου, βλ. Β. Lepetit - J .Hoock (διεύθυνση), La ville et l'innovation en Europe 14e-19e siè-cles, Παρίσι 1987.

133. H ερμηνεία οφείλεται στον καθηγητή Β. Γ. Βαλαώρα, «Ουρμπανι-σμός, παραγωγή και απασχόλησις των Ελλήνων. Ο ανθρώπινος παράγων», ό.π., σ. 322 κ.ε.

Page 148: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

126 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

αλληλέγγυα δράση συγγενικές ομάδες, αλλά άτομα. Τελικά η απουσία κάθε είδους μηχανισμών κοινωνικής ενσω-

μάτωσης οδηγεί τόσο τους εργάτες όσο και τα άλλα κοινωνικά στρώματα των φτωχών, μετά την εγκατάσταση τους στις πόλεις, να επανεπιλέξουν τον μοναδικό τρόπο επιβίωσης που γνώριζαν, με αποτέλεσμα την πολιτιστική τους καθήλωση.

9. ΤΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΟΡΙΩΝ

Ο ρόλος της κρατικής πολιτικής και της στρατηγικής επενδύσεων των ελλήνων κεφαλαιούχων στην αναπαραγωγή των κοινωνικών στρωμάτων που εξετάζονται εδώ σίγουρα είναι αντικείμενο άλ-λων ερευνών που εκκρεμεί να ξεκινήσουν. Ωστόσο κυβερνήσεις και κεφαλαιούχοι, για εντελώς ανεξάρτητους λόγους, πρέπει να έ-χουν συμβάλει σε σημαντικό βαθμό στην αναπαραγωγή των σχέ-σεων κοινωνικής οργάνωσης που αναφέρονται σε τούτη τη μελέ-τη.̂ "̂̂ Ο ευκαιριακός χαρακτήρας του μεγαλύτερου μέρους της βιομηχανίας, όπως διαπιστώσαμε, αλλά και οι σχέσεις πατρωνεί-ας των εργοδοτών προς τους εργάτες αφήνουν να διαφανούν επι-λογές εξαιρετικά βραχυπρόθεσμες.^^^ Το ίδιο ισχύει για την πολι-τική εξουσία και το κράτος. Ο πολύ υψηλός αριθμός των αγραμ-μάτων, καθώς και η εξάντληση της κοινωνικής πολιτικής στην πο-λιτική πατρωνεία με μικροπαροχές, και μάλιστα ευκαιριακές, υ-ποδηλώνουν απουσία πολιτικής στρατηγικής. Η οικονομική πολι-τική ειδικότερα διευκόλυνε την αναπαραγωγή της πρωτογενούς κοινωνικής οργάνωσης του είδους που αναλύθηκε εδώ. Μπορεί, πιστεύω, να προταχθεί ως γενική υπόθεση έρευνας ότι τόσο το ελ-ληνικό κράτος όσο και οι κεφαλαιούχοι δεν είχαν επιλέξει καμιά διαδικασία συσσώρευσης κεφαλαίου ως στρατηγική. ̂ ^̂ Ιδιαίτερα

134. Σχετικά με το ρόλο του κράτους, κάποιες γενικές προτάσεις κάνει η Α. Αεοντιδου, άπ., σ. 179 κ.ε., χωρίς να κρύβει κάποιο θαυμασμό για το χώρο της άτυπης οικονομίας, όπως την ονομάζει. Για τα τυπικά κριτήρια και τα με-γέθη της χρηματοδοτικής πολιτικής των τραπεζών, για την ακρίβεια της Εθνι-κής Τράπεζας, στις μικροσκοπικές επιχειρήσεις, βλ. Μ. Δριτσα, ό.π., σ. 249 κ.ε.

135. Για την εξέλιξη των σχέσεων εργοδοτών-εργατών στην Ελλάδα του μεσοπολέμου, βλ. Alice Vaxevanoglou, «Les relations entre patrons et travail-leurs vues du côté du patronat», ό.π.

136. Οι έλληνες κεφαλαιούχοι τον μεσοπόλεμο επενδύουν τα κεφάλαια

Page 149: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

TO ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΟΡΙΩΝ

το ελληνικό κράτος θεωρούσε ότι στην παραγωγή του εθνικού πλούτου όλες οι διαδικασίες συσσώρευσης είναι άξιες, αδιαφο-ρώντας για το γεγονός ότι αναιρούνταν αμοιβαία, αδιαφορώντας πολύ περισσότερο για τον τύπο της κοινωνικής οργάνωσης και των πολιτισμικών προαπαιτήσεων της καθεμιάς από αυτές τις διαδικασίες. Αν οι πολιτισμικές προδιαγραφές των κοινωνικών στρωμάτων που εξετάζουμε διαθλώνται από τη φύση τους στο σύ-νολο του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού, η μορφή της πρω-τογενούς κοινωνικής οργάνωσής τους έχει όρια. Αυτά περιγρά-φουν το εύρος των στρωμάτων που μας απασχολούν.

Στον δευτερογενή, λοιπόν, τομέα τα όρια των εργατών (εκτός από τους ελεύθερους παραγωγούς, δηλαδή τα εργαστήρια του ε-νός ατόμου αλλά και τους τεχνίτες των εργοστασίων) φτάνουν να περιλαμβάνουν εποχικά ή και περιοδικά μέχρι και ένα μέρος των μικρών βιοτεχνών, εκείνων που οι βιοτεχνίες τους έκλειναν κατά διαστήματα στη διάρκεια του χρόνου. Από αυτή λοιπόν την πλευ-ρά τα όρια του εργατικού στρώματος είναι κάπως ελαστικά. Ό-μως πολύ περισσότερο ελαστικά είναι τα όρια των εργατών από την πλευρά των μεροκαματιάρηδων. Η κινητικότητα μεταξύ των εργατών, των μεροκαματιάρηδων, ενός μέρους των μικρών βιοτε-χνών και ίσως λίγων ελεύθερων παραγωγών θα πρέπει να δημι-ουργούσε συνθήκες συγκοινωνούντων δοχείων, προσδιορίζοντας ασφαλώς σημαντικά τη λειτουργία της αγοράς εργασίας. Εκτός ό-μως από τον δευτερογενή τομέα, η κινητικότητα ανοιγόταν και στον τριτογενή τομέα της οικονομίας, με κύριους φορείς τους με-ροκαματιάρηδες και τη φτωχολογιά.

Ωστόσο η επαγγελματική κινητικότητα και των τριών αυτών κοινωνικών στρωμάτων δεν περιοριζόταν στον δευτερογενή και τον τριτογενή τομέα. Μεγάλες ομάδες εργατών συναντιούνται στον πρωτογενή τομέα της οικονομίας με τα άλλα δύο κοινωνικά στρώματα. Η σχέση όμως του κάθε κοινωνικού στρώματος με αυ-τόν τον τομέα θα πρέπει να διαφοροποιηθεί. Οι εργάτες, ιδίως της επαρχιακής βιομηχανίας, μετακινούνται εποχικά προς τον α-γροτικό τομέα, ενώ οι μεροκαματιάρηδες και ιδιαίτερα η φτωχο-

τους σε κάθε πιθανή οικονομική δραστηριότητα, χωρίς κάποια ισχυρή ομάδα να επιλέγει τον έναν ή τον άλλο κλάδο της οικονομίας. Σχετικά βλ. Αλίκη Βα-ξεβάνογλου, Οι έλληνες κεφαλαιούχοι, ό.π.

Page 150: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

126 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

λογιά με βάση τον πρωτογενή τομέα μετακινούνται αδιάκριτα προς τους άλλους δύο. Αν σε όλα τούτα συμπεριλάβουμε και την εποχική κινητικότητα ορισμένων τουλάχιστον μελών των εν λόγω οικογενειών, τότε βρισκόμαστε απέναντι σε ένα φαινόμενο εντα-τικής κινητικότητας με δεδομένα συνωστισμού. Κινητικότητα, η οποία στην πραγματικότητα ήταν κυρίως επαγγελματική αλλά οι προσδοκίες των μετακινούμενων της έδιναν επιπλέον χαρακτήρα κοινωνικό.

Πρόκειται, λοιπόν, για πληθυσμό-«κινούμενη άμμο». Με ελάσ-σονες μετρήσεις ως προς τους μετακινούμενους από τον δευτερο-γενή τομέα και υπολογίζοντας με βάση το σύνολο του πληθυσμού που απασχολείται στη βιομηχανία (εργοδότες, εργάτες, υπάλληλοι και συμβοηθούντα μέλη της οικογένειας) μπορούμε να πούμε τα ε-ξής: Το 1930, το 20% των εργοδοτών και των μελών των οικογε-νειών τους, εφόσον αυτά ανήκουν στα συμβοηθούντα μέλη, αλλά και των εργατών τους αλλάζουν τουλάχιστον δύο φορές επάγγελ-μα στη διάρκεια του χρόνου.̂ ^^ Το ποσοστό αυτό υπερδιπλασιάζε-ται, χωρίς να μπορεί να υπολογιστεί επακριβώς, αν μαζί με την ε-ποχική συνυπολογίσουμε την εκ περιτροπής απασχόληση μόνο των εργατών, και αυξάνεται ακόμη περισσότερο αν συνυπολογί-σουμε τη ροή φυγής των εργατών από τη βιομηχανία.^^^

Με άλλα λόγια, ο κατεξοχήν τομέας της οικονομίας που ανα-πτύσσεται στις πόλεις, ο δευτερογενής, εδράζεται σε ανθρώπινο δυναμικό το οποίο στην πλειονότητά του βρίσκεται σε διαρκή ε-παγγελματική κινητικότητα. Δηλαδή σε συνεχή αναζήτηση άλλων, εκτός από τη βιομηχανία, επαγγελματικών διεξόδων. Ολοι αυτοί, μαζί με το κατεξοχήν κινητικό κοινωνικό στρώμα, τη φτωχολο-γιά, αντιπροσωπεύουν ως τάξη μεγέθους το 18% του ενεργού πληθυσμού,̂ ^^ δηλαδή κάτι λιγότερο από μισό εκατομμύριο αν-θρώπους. Αυτοί όλοι, με επίκεντρο τους τεχνίτες, περιστρέφονται σε επάλληλους κύκλους γύρω και από τη βιομηχανία υπακούο-

137. ΓΣΥΕ, Απογραφή βιομηχανίας 1930, ό.π. Βλ. στήλες σχετικές με την ε-τήσια διάρκεια διακοπής της λειτουργίας των βιομηχανιών και βιοτεχνιών.

138. Για την περιοδική απασχόληση, βλ. σημείωση 89 και για τη ροή φυγής, βλ. στο κείμενο, πίνακες 5 και 6 των ηλικιών των εργατών βιομηχανίας, σ. 38-39

139. Αρκετοί έλληνες ιστορικοί (οι οποίοι αναφέρθηκαν στην εισαγωγή), πιστεύοντας στον λυτρωτικό ρόλο της εργατικής τάξης, ανέβασαν το μέγεθος της «εργατιάς» ακριβώς στο 18% του ενεργού πληθυσμού.

Page 151: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

TO ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΟΡΙΩΝ 151̂

ντας μόνο εν μέρει στις φυγόκεντρες δυνάμεις που δημιουργούσε ο κατακερματισμός αυτού του τομέα της οικονομίας και εν μέρει στις προσδοκίες τους. Ενώ άλλες φυγόκεντρες δυνάμεις που δη-μιουργούνται από την υποαπασχόληση στην ύπαιθρο και την πο-λιτική̂ "̂ ® —βλ. πρόσφυγες— τροφοδοτούσαν προσωρινά τη βιομη-χανία με τους πολύ νέους σε ηλικία. Σε αυτή την κίνηση ενεργο-ποιούν το πολιτιστικό τους κεφάλαιο, την ιστορικά κεκτημένη τε-χνογνωσία τους, ως το μόνο μέσο εξασφάλισης του βίου.

Τι παράγει, ή μάλλον τι αναπαράγει αυτή η κινητικότητα; Επι-γραμματικά θα μπορούσα να πω ότι αναπαράγει τις κλειστές κοι-νωνικές σχέσεις που ήδη αναφέρθηκαν. Αλλά θα ήταν πολύ συνο-πτικό. Ας αναπτύξουμε λοιπόν τις σκέψεις μας με τον μόνο δυνα-τό τρόπο, επαγωγικά. Οι επαγγελματικές διέξοδοι που βρίσκουν οι εργάτες βιομηχανίας έξω από αυτόν τον τομέα διατηρούν την κοινωνική αυτογνωσία τους σε ένα πρωτόγονο επίπεδο: δηλαδή την επιθυμία του καθενός να πάψει να είναι εργάτης, επιθυμία η οποία σε μεγάλο βαθμό φαίνεται να πραγματοποιείται με ό,τι διαπιστώνουμε ως κινητικότητα. Η αρνητική αυτή συνείδηση ε-δραιώνεται με τη φυγή από τις απρόσωπες εξαρτημένες σχέσεις μισθωτής εργασίας και αποκτά το θετικό της σύστοιχο με την ε-γκατάσταση στις οικογενειακές σχέσεις αναπαραγωγής του βίου στο ιστορικό πρότυπο της οργάνωσης της απλής εμπορευματικής παραγωγής. Στο εξής, μαζί με τις δυσκολίες (αλλά στις δυσκο-λίες, και μάλιστα στις πολύ μεγάλες, οι άνθρωποί μας είναι ιδιαί-τερα εξασκημένοι), μπορεί αντικειμενικά να αναπτυχθεί η οικογε-νειακή στρατηγική: αν τη δει κανείς χωρίς απόσταση, η στρατηγι-κή αυτή εκδηλώνεται ως ένα ασυνάρτητο μίγμα ελπίδας, φαντα-σιώσεων, πρακτικών, κλπ., αλλά απέναντι σε πραγματικές δυνα-τότητες. Από μακριά, εμφανίζεται ως ένα μίγμα επαγγελματικής υπερκινητικότητας και υποαπασχόλησης.

Όπως ήδη τόνισα, το πολιτιστικό κεφάλαιο και των τριών κοι-νωνικών στρωμάτων που εξετάζουμε είναι κοινό. Όχι μόνο ως προς την αγροτική προέλευσή του και τον τρόπο πρωτογενούς κοινωνικής οργάνωσης της παραγωγής στον οποίο έχει συγκροτη-θεί ιστορικά, αλλά και ως προς τις πρωτογενείς πολιτιστικές συ-νεκδηλώσεις του. Από τη στιγμή που με ποικίλους τρόπους οι οι-κονομικοί εξαναγκασμοί από τη μία και οι επαγγελματικές δυνα-

140. Β. Παναγιωτόπουλος, «Αγροτική έξοδος», ό.π.

Page 152: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

126 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

τότητες από την άλλη οδηγούν το μεγάλο μέρος του πληθυσμού μας ξανά πίσω στην επιλογή της οικογένειας και του στενού περι-βάλλοντος ως βασικού κοινωνικού χώρου εξασφάλισης του βίου, τότε εργάτες, μεροκαματιάρηδες και φτωχολογιά, όλοι λειτουρ-γούν με κοινά λίγο πολύ πρότυπα.

Οι οικογενειακές στρατηγικές που εξετάσαμε, ελπίζω να έγινε σαφές ότι είναι εξαιρετικά ανθεκτικές στο χρόνο (ακόμη σήμερα). Οι αιτίες της αντοχής τους είναι πολλές. Μεταξύ αυτών η υψηλή προσαρμοστικότητά τους είναι μία από τις βασικές αιτίες. Η προ-σαρμοστικότητα πρέπει να οφείλεται στη σχετική ελαστικότητα ε-νός οργανωμένου μικροσυστήματος ιεραρχημένων διαφορών το οποίο προσδίδει σε κάθε άτομο την ταυτότητά του και επιτρέπει σε όλους να αλληλοτοποθετούνται. Η σχετική λοιπόν ελαστικότη-τα συνίσταται, όπως είδαμε, στη δυνατότητα του καθενός ατόμου να αλλάζει προσωρινά και χάρη στην κινητικότητα (όταν η ανά-γκη ή νέες δυνατότητες επιτάσσουν) τα χαρακτηριστικά της ταυ-τότητάς του χωρίς να αλλάζει τη θέση του στο μικροσύστημα των κοινωνικών σχέσεων όπου υπάγεται. Άλλωστε η απειλή που σκιά-ζει αυτό το μικροσύστημα είναι η σταθερή εγκατάσταση ενός μέ-λους σε ό,τι ορίζει η νέα κοινωνική του ταυτότητα, αλλαγή που θα συμπαρέσυρε στην ανατροπή το παραδοσιακό τους σύστημα των ιεραρχημένων διαφορών. Ωστόσο, όπως ήδη υπαινίχθηκα κατ' ε-πανάληψη και όπως θα δούμε, οι οικονομικοί και κοινωνικοί κα-ταναγκασμοί που θα οδηγούσαν στην αποδόμηση αυτού του συ-στήματος κοινωνικών σχέσεων απέλιπαν.

Έτσι, αυτό που ιστορικά έγινε ήταν ότι οι στρατηγικές επιβίω-σης των φτωχών, βουβά, εμπειρικά, ισχυροποιήθηκαν, επειδή α-ναπτύσσονταν σε δύο διαστάσεις, σε δύο ιστορικούς χρόνους ταυτοχρόνως. Η πρώτη διάσταση εντοπίζεται στις μικροευκαιρίες που διαμορφώνονταν με την οικονομική και κοινωνική συγκυρία του μεσοπολέμου, ευκαιρίες τις οποίες οι άνθρωποί μας εκμεταλ-λεύονταν με την κινητικότητά τους. Και η δεύτερη είναι η ιστορι-κά κεκτημένη τεχνογνωσία της επιβίωσής τους που εκδηλώνεται ως βασική κοινωνική οργάνωση της αναπαραγωγής του βίου τους. Πρόκειται στην πραγματικότητα για τη συναρμογή της οικονομι-κής συγκυρίας και της μεγάλης πολιτισμικής διάρκειας σε ένα, βραχυπρόθεσμα αποτελεσματικό για τον καθένα και μακροπρόθε-σμα αρνητικό για όλους μαζί, σύστημα διευρυμένης αναπαραγω-γής των παραδοσιακών κοινωνικών σχέσεων. Και συγχρόνως εί-

Page 153: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΔΕΝ Υ Π Α Κ Ο Υ Ο Υ Ν ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΣΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΟΥΣ 155

ναι σημείο πολιτισμικής ζεύξης δύο πληθυσμιακών υποσυνόλων: των φτωχών της πόλης και των χωρικών κοινωνιών.

10. «ΔΕΝ ΥΠΑΚΟΥΟΥΝ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΣΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΟΥΣ» Οδυσσέας Ελύτης

Πολιτισμική ζεύξη και συναρμογή των ιστορικών χρόνων δεν ο-δηγούν στην πλήρωση της επιθυμίας, στην ευδοκία του κόσμου των φτωχών, αλλά αναπαράγονται με υλικούς όρους σε έναν τό-πο κοινωνικό, ο οποίος λειτουργεί ως μηχανισμός. Η ανάπτυξη της ανάλυσης των κοινωνικών στρωμάτων, που εξετάζονται σε αυτή τη μελέτη, οδήγησε ορισμένες στιγμές τη λογική στο ζήτημα της αγοράς εργασίας. Παρότι ορισμένα επιμέρους θέματα που τέ-θηκαν στα προηγούμενα κεφάλαια αγγίζουν ή και συναρτώνται ά-μεσα με την αγορά αυτή, είναι προτιμότερο να τη συζητήσουμε τώ-ρα προς το τέλος. Και τούτο επειδή στην εν λόγω αγορά δεν ενέ-χονται μόνο οι εργάτες, όπως περιορίζονται να λένε οι τεχνικές οικονομικές αναλύσεις, αλλά όλα τα κοινωνικά στρώματα που ε-ξετάσαμε. Επίσης η συγκεκριμένη αγορά, δηλαδή στην Ελλάδα του μεσοπολέμου, δεν αφορά μόνο τον κλάδο της βιομηχανίας.

Θέτοντας το ζήτημα σε αφηρημένο επίπεδο, ας μου επιτραπεί να ισχυριστώ ότι η αγορά εργασίας γενικά δεν είναι φαινόμενο με αμι-γείς οικονομικές λειτουργίες. Παρόλο που η οικονομική παράμε-τρός της για όλους τους τομείς της οικονομίας κι ιδίως για τον δευ-τερογενή, είναι προσδιοριστικής σημασίας, ωστόσο η αγορά εργα-σίας ως συνολική δομή δεν είναι εξάρτημα κανενός οικονομικού το-μέα. Σ' αντίθεση με τις αγορές των εμπορευμάτων που έχουν πρω-ταρχικές λειτουργίες αμιγώς οικονομικές, στην αγορά εργασίας προέχει το κοινωνικό. Εννοώ με αυτό ότι η αγορά εργασίας λει-τουργεί με πολύ περισσότερες παραμέτρους απ' όσες αφήνει να δια-φανεί η ορθή αλλά περιοριστική αντιμετώπισή της ως ρυθμιστικού μηχανισμού των αμοιβών εργασίας στους τομείς της οικονομίας.

Η λειτουργία της αγοράς της εργασίας —όταν δεν ρυθμίζεται πολιτικά— προϋποθέτει έναν κοινωνικό καταμερισμό τόσο ευρύ και πολυσχιδή ώστε να αναπτύσσεται στο σύνολο των δραστηριο-τήτων ενός κοινωνικού σχηματισμού. Ο καταμερισμός αυτός ε-ντοπίζεται ως απουσία της ανοδικής κινητικότητας και συχνά της οριζόντιας. Σε ό,τι αφορά την κοινωνική ανάλυση της αγοράς του

Page 154: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

126 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

εργατικού δυναμικού, στον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας συμπυκνώνεται το σύνολο των εμJtoδίωv —ιδεολογικών, οικονο-μικών, μορφωτικών, κλπ.— τα οποία καθιστούν κοινωνικά αδύ-νατη την κινητικότητα όσων θα ήθελαν να διαφύγουν την κοινω-νική υπαγωγή τους. Δηλαδή κυρίως των φτωχών στρωμάτων ενός πληθυσμού. Στην πραγματικότητα ο κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας περιγράφει την απουσία εναλλακτικών λύσεων ή α-πλούστερα την αδυναμία των φτωχών κυρίως κοινωνικών στρω-μάτων να μετακινηθούν σε επαγγέλματα από τα οποία θα βελτίω-ναν όχι μόνο το εισόδημά τους αλλά και την κοινωνική τους θέση.

Μόνο εφόσον ισχύουν οι παραπάνω γενικές συνθήκες, ο φτω-χός πληθυσμός, μην έχοντας τι άλλο να πουλήσει στην αγορά από την εργατική του δύναμη, οδηγείται (διαλέγει, λέγεται) στη βιομη-χανία. Αλλά, και πάλι, οδηγείται στον δευτερογενή τομέα της οι-κονομίας, μόνο εφόσον ο τομέας αυτός ή κλάδοι του ζητούν εργα-τική δύναμη. Σε κάθε περίπτωση η ανυπαρξία εναλλακτικών βιο-ποριστικών διεξόδων για τα φτωχά στρώματα του πληθυσμού εί-ναι η αναγκαία προϋπόθεση —ή, πιο άμεσα διατυπωμένο, είναι ο κοινωνικός καταναγκασμός, χωρίς τον οποίο ο κανόνας της ζήτη-σης και της προσφοράς εργατικού δυναμικού στη βιομηχανία χά-νει οποιοδήποτε νόημα, θεωρητικό και πρακτικό.

Με αυτά τα δεδομένα, ας προσγειωθούμε στην Ελλάδα του με-σοπολέμου για να θέσουμε κάπως πιο συγκεκριμένα ερωτήματα. Λακωνικά, το ερώτημα αφορά τη σχέση της επαγγελματικής κινη-τικότητας με τη λειτουργία της συγκεκριμένης αγοράς εργατικής δύναμης και κατ' επέκταση το χαρακτήρα αυτής της αγοράς.

Στο τμήμα το σχετικό με την ανεργία αναφέρθηκα στην καθυ-στερημένη παρέμβαση του Ανώτατου Οικονομικού Συμβουλίου στη διένεξη μεταξύ του κράτους και της ΓΣΕΕ, η οποία αφορούσε τον αριθμό των ανέργων στην Ελλάδα μετά το 1928. Αν για το θέ-μα εκείνο η παρέμβαση του Ανώτατου Οικονομικού Συμβουλίου ήταν άτοπη, για την αγορά που μας απασχολεί τώρα οι ίδιες πλη-ροφορίες είναι πολύ χρήσιμες. Να δούμε λοιπόν τι πρέσβευε για την απασχόληση στον κλάδο της βιομηχανίας το ΑΟΣ, το οποίο, ας σημειωθεί, ήταν όργανο μικτό: με εκπροσώπους του κράτους και των κεφαλαιούχων. Και συγχρόνως, είχε ως πρόεδρο έναν ε-πιστήμονα υπεράνω κάθε αμφιβολίας. Ο δείκτης του ΑΟΣ —δη-

141. Τον κ. Άγγελο Θ. Αγγελόπουλο.

Page 155: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Δ Ε Ν Υ Π Α Κ Ο Υ Ο Υ Ν ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΣΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΟΥΣ 155

λαδή η μοναδική πηγή που διαθέτουμε για την εξέλιξη της απα-σχόλησης στην ελληνική βιομηχανία τον μεσοπόλεμο—, παρότι ελλιπής, είναι εύγλωττος:

Π Ι Ν Α Κ Α Σ 1 2

Δείκτης απασχόλησης στη βιομηχανία

Έτος Δείκτης Διακύμανση 1928 100 1929 107,9 +7,9 1930 104,6 -3,6 1931 101,9 -2,6 1932 86,7 -15 1933 94,3 +8,8 1934 94,9 +0,6 1935 99,75 +5

Πηγή: ΑΟΣ, Η ελληνική οικονομία... 1935, ό.π., σ. 103.

Αν παρακάμψουμε τα χρόνια της οικονομικής κρίσης, ο δεί-κτης απασχόλησης του ΑΟΣ επιβάλλει μία και μοναδική ερμηνεία: ότι η απασχόληση στον κλάδο της βιομηχανίας είναι σταθερή από το 1928 ώς το 1935. Αυτό το συμπέρασμα μπορούμε να το επαλη-θεύσουμε και με άλλα δεδομένα, τα οποία ήδη αναφέρθηκαν όταν εξετάσαμε τους εργάτες σε αριθμούς. Δηλαδή με την εξέλιξη, στη διάρκεια του μεσοπολέμου, του απόλυτου αριθμού των εργατών. Όπως είδαμε, από το 1917 ώς το 1930 ο απόλυτος αριθμός των εργατών αυξήθηκε κατά 121.000 άτομα ή κατά Αντίθετα, την επόμενη δεκαετία, από το 1930 ώς το 1940, ο αριθμός των ερ-γατών αυξήθηκε κατά 16.700 άτομα ή κατά Η αύξηση της δεύτερης περιόδου είναι βέβαια πολύ μικρή, και το μέγεθός της περιορίζεται ακόμη περισσότερο αν, αντί του 1930, παίρναμε ως έτος βάσης το 1929. Τη χρονιά αυτή ο δείκτης απασχόλησης στον βιομηχανικό κλάδο είναι υψηλότερος από εκείνον του 1930 και συνεπώς σημαντικά πλησιέστερος στο επίπεδο του αντίστοιχου δείκτη το 1940. Οι δύο περίοδοι που παρατηρούμε στην εξέλιξη

142. Βλ. εδώ, πίνακα 1, σ. 25. 143. Στο ίδιο.

Page 156: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

126 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

της απασχόλησης είναι διακριτές και σε ό,τι αφορά την εξέλιξη των μέσων ημερομισθίων. Το μέσο γυναικείο ημερομίσθιο στην Α-θήνα και στον Πειραιά αυξήθηκε μεταξύ 1922 και 1930 κατά τρεις μονάδες, και από το 1930 ώς το 1935 μόνο κατά ένα τρίτο της μο-νάδας.̂ ^^ Το αντίστοιχο αντρικό αυξήθηκε μεταξύ 1923 και 1928 κατά δυόμισι μονάδες, και από το 1928 ώς το 1936 έμεινε σχεδόν σταθερό. ̂ ^̂ Με σιγουριά λοιπόν μπορούμε να ορίσουμε την εξέλι-ξη της απασχόλησης στον κλάδο της βιομηχανίας ως εξής. Την πρώτη περίοδο, από το 1917 ώς το 1929, η απασχόληση στον κλά-δο αυτό αυξανόταν κατακόρυφα. Το γεγονός αυτό επιτρέπει να υ-ποθέσουμε με βεβαιότητα ότι η απορρόφηση του εργατικού δυνα-μικού υπήρξε εντατική. Από τη στιγμή που η ανεργία άρχισε να α-πασχολεί, όπως είδαμε, τους ενδιαφερόμενους φορείς, δηλαδή α-πό το 1928-1930, είχαν ασφαλώς εμφανιστεί τα πρώτα σημάδια στασιμότητας της απασχόλησης στον κλάδο της βιομηχανίας. Πράγματι τη δεύτερη περίοδο, μεταξύ 1930 και 1940, η απασχόλη-ση του εργατικού δυναμικού παρέμεινε στάσιμη. Μαζί με την αύ-ξηση της απασχόλησης σταμάτησε και η ανάπτυξη της βιομηχανί-ας. Δηλαδή ακριβώς μόλις ξεκίνησε. Η συγκυρία είχε εξαντληθεί.

Η ανάλυση θα μπορούσε να σταματήσει σε αυτές τις διαπιστώ-σεις. Όμως με τα μέχρι τώρα δεδομένα θα έμενε κανείς με μια ε-ντύπωση περίεργη: ότι την πρώτη περίοδο, επειδή η ροή απορρό-φησης του εργατικού δυναμικού ήταν εντατική και συνεπώς οι ά-νεργοι ελάχιστοι, λειτουργούσε (επιτέλους!) το φιλελεύθερο σχή-μα ανάλυσης της αγοράς εργασίας. Δηλαδή το σχήμα που αναπα-ριστά αυτή την αγορά ως ένα χώρο με κανονικές εισροές και ε-κροές μεμονωμένων ατόμων. Και η αύξηση των ημερομισθίων θα συνηγορούσε. Αντίθετα, τη δεύτερη περίοδο, μετά το 1930, εμ-φανίζονται αρκετοί άνεργοι, ο «εφεδρικός στρατός» του Κ. Μαρξ. Και πάλι τα ημερομίσθια θα συνηγορούσαν, με τη στασι-μότητά τους όμως.

Ένα παρόμοιο συμπέρασμα ασφαλώς θα ήταν ασυνάρτητο. Θα μπορούσα βέβαια να προσεγγίσω τα φαινόμενα που εμφανίζονται στην εν λόγω αγορά με όρους ουδέτερους, τεχνικούς δηλαδή. Για παράδειγμα, την επαγγελματική κινητικότητα των φτωχών στρω-

144. Μ. Ρηγινος, Παραγωγικές δομές..., ό.π., σ. 168. 145. Στο ίδιο, ο. 165, 169. 146. Π. Σουήζυ, Η θεωρία της καπιταλιστικής ανάπτυξης, μτφρ. Ν. Σταμα-

τάκης, Αθήνα χ.χ., σ. 113.

Page 157: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Δ Ε Ν Υ Π Α Κ Ο Υ Ο Υ Ν ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΣΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΟΥΣ 155

μάτων από και προς όλους τους τομείς της οικονομίας, θα μπο-ρούσαμε να την περιγράψουμε ως ελαστικότητα της ζήτησης εργα-σίας. Όμως η χρήση του όρου ελαστικότητα οδηγεί, πιστεύω, την ανάλυση σε κάτι σαν νομιναλιστική διαστροφή της πραγματικότη-τας. Και τούτο επειδή αυτή η ελαστικότητα —η οποία όντως υ-πάρχει— είναι απλώς το ανεξέλεγκτο επιφαινόμενο μιας πρωτο-γενούς κοινωνικής πραγματικότητας. Και στην ιστορία, η καλή σχέση με την πραγματικότητα είναι το πρόταγμα. Καλύτερα λοι-πόν να παρατηρήσουμε από πιο κοντά αυτή την αγορά, ώστε να καταλάβουμε με τι μοιάζει.

Με βάση τους αριθμούς αύξησης των εργατών στις δύο περιό-δους που ανέφερα προηγουμένως, προκύπτει ότι την πρώτη πε-ρίοδο (1917-1930) η μέση ετήσια είσοδος εργατών ήταν 9.300 άτο-μα, τη δεύτερη 1.670 άτομα. Φυσικά η αύξηση ή η μείωση της απα-σχόλησης του εργατικού δυναμικού, όπως κάθε κοινωνικό φαινό-μενο, εκδηλώνεται με άλματα. Αλλά ας δεχτούμε συμβατικά αυ-τούς τους μέσους ετήσιους όρους ως είσοδο νέων εργατών στη βιομηχανία. Η έξοδος; Εδώ είναι προφανές ότι κανένα από τα δύο θεωρητικά σχήματα δεν μπορεί να μας βοηθήσει. Και τούτο ε-πειδή η έξοδος των εργατών από τη βιομηχανική απασχόληση ο-φείλεται σε πολλές αιτίες, όλες εξίσου σημαντικές. Οφείλεται στην περιστασιακή —εκ περιτροπής— απασχόληση, επίσης στην ε-ποχική απασχόληση αλλά και στην αποχώρηση των εργατών και των εργατριών από τη βιομηχανία σε νέες ηλικίες, αποχώρηση η οποία είναι εντελώς ανεξάρτητη από τη στασιμότητα ή την ανά-πτυξη της απασχόλησης στον κλάδο αυτό. Ας μείνουμε σε αυτές τις τρεις «εκροές» που, όπως γνωρίζουμε ήδη, είναι οι βασικότε-ρες.

Μεταξύ 1920 και 1930, η έξοδος των εργατριών από την ηλικία των είκοσι ετών, και των εργατών από τα τριάντα, αναπληρώνε-ται από την είσοδο νέων σε ηλικία εργατών και εργατριών. Και μάλιστα σε αυτή την πρώτη περίοδο η είσοδος νέων εργατριών στη βιομηχανία είναι κατά αναλογία σχεδόν διπλάσια από την εί-σοδο των αντρών. Δηλαδή, με βάση το 1920, οι νέοι εργάτες (μέχρι δεκαεννέα ετών) αυξήθηκαν μέχρι το 1930 στο σύνολο των αντρών εργατών κατά 8,5 μονάδες, ενώ η αντίστοιχη αύξηση στις

147. Βλ. εδώ, πίνακες 5,6, σ. 38-39. 148. Στο ίδιο.

Page 158: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

126 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

γυναίκες ήταν 13 μονάδες Η διαφορά αυτή μεταξύ αντρών και γυναικών οφείλεται μεταξύ άλλων στο γεγονός ότι οι γυναίκες εί-χαν συντομότερη παραμονή στη βιομηχανία από ό,τι οι άντρες. Και φυσικά, επειδή η έξοδος —η φυγή, όπως την ονομάσαμε— ή-ταν ηθελημένη, προφανώς δεν οδηγούσε στην ανεργία αλλά σε άλ-λες δουλειές. Μετά το 1930, στη δεύτερη περίοδο, κατά τη διάρ-κεια της οποίας η απασχόληση στη βιομηχανία παρουσιάζει στα-σιμότητα, η είσοδος νέων εργατών περιορίζεται σημαντικά. Με βάση λοιπόν τις ηλικίες και μόνο, η εισροή-εκροή εργατικού δυ-ναμικού φαίνεται να ήταν συμμετρική. Στην άλλη περίπτωση εξό-δου εργατικής δύναμης από τη βιομηχανία, εκείνη που γίνεται με την εκ περιτροπής απασχόληση, οι εργάτες θα πρέπει να οδηγού-νται μόνο εν μέρει στην ανεργία και για σύντομο χρονικό διάστη-μα. Εδώ λειτουργούσε ο κανόνας της εφεδρικής εργατικής δύνα-μης. Και τέλος η εποχική απασχόληση δημιουργεί μια εκροή εργα-τικού δυναμικού από τη βιομηχανία, και μάλιστα για διαστήματα καθόλου ευκαταφρόνητα: από τρεις ώς εννέα μήνες. Και αυτή εί-ναι η κρίσιμη περίπτωση. Αν οι εποχικοί εργάτες οδηγούνταν στην ανεργία στο διάστημα που έκλειναν οι επιχειρήσεις, τότε ο κανόνας της εφεδρικής εργατικής δύναμης λειτουργούσε απολύ-τως. Και τούτο επειδή τα χρονικά διαστήματα ανεργίας θα ήταν πολύ μεγάλα, θα ακολουθούσαν δηλαδή τη διάρκεια της εποχικής λειτουργίας των επιχειρήσεων. Όμως όλες οι ενδείξεις που ανα-φέρθηκαν στο σχετικό μέρος της μελέτης μας οδηγούν να δεχτού-με ότι η άλλη όψη της εποχικής εργασίας στον βιομηχανικό κλάδο δεν ήταν η ανεργία αλλά η παραπληρωματική απασχόληση σε άλ-λους κλάδους της οικονομίας.

Συνοψίζοντας λοιπόν, θα έλεγα ότι η εκροή —βλέπε φυγή— των εργατών και των εργατριών από τη βιομηχανία δεν οδηγεί ούτε στην ανεργία ούτε σηματοδοτεί το τέλος της επαγγελματικής ζωής τους. Αντίθετα συνεχίζουν κατά κανόνα μια άλλη απασχό-ληση είτε σε συνάρτηση με τη βιομηχανία —αλλά όχι ως εργάτες—

149. Στο ίδιο. 150. Μ. Ρηγίνος, Παραγωγικές δομές..., ό.π., σ. 196. Το ίδιο φαινόμενο

μπορεί να παρατηρήσει κανείς στους καπνεργάτες. Από το 1928 ώς το 1935 ο μέσος ετήσιος όρος των πραγματοποιούμενων ημερομισθίων των αγοριών και των κοριτσιών —^κάτω των είκοσι ετών— μειώνεται σημαντικά σε σχέση με τον αντίστοιχο μέσο όρο των ενήλικων εργατών. Βλ. εδώ, πίνακας 10, σ. 57.

Page 159: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Δ Ε Ν Υ Π Α Κ Ο Υ Ο Υ Ν ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΣΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ Τ Ο Υ Σ 155

είτε σε άλλο τομέα της οικονομίας. Σε ό,τι αφορά τους μεροκαμα-τιάρηδες, η μεν εκροή από την εκ περιτροπής εργασία οδηγεί εν μέρει στην ανεργία, η δε εποχική οδηγεί σε άλλη απασχόληση, αλ-λά σε άλλο τομέα της οικονομίας. Και τέλος, οι αραιές επισκέψεις των ανθρώπων της φτωχολογιάς στη βιομηχανία ούτε προϋποθέ-τουν ανεργία, αλλά ούτε οδηγούν σε αυτή.

Τελικά η γνωστή διαμάχη μεταξύ φιλελευθέρων και νεοκλασι-κών, αλλά και το θεμελιωμένο μοντέλο του Κ. Μαρξ σχετικά με το χαρακτήρα της αγοράς εργασίας, στο μόνο που μας βοηθούν εί-ναι να καταλάβουμε τι δεν ήταν αυτή η αγορά στην Ελλάδα τον μεσοπόλεμο. Στην πραγματικότητα έχουμε να κάνουμε με έναν φτωχό πληθυσμό που έλκεται μεν από τη ζήτηση εργατικής δύνα-μης στη βιομηχανία, αλλά προσφέρεται με έντονες επιφυλάξεις, αν όχι με όρους. Και τους όρους αυτούς ο εργατικός πληθυσμός μπορεί να τους εκφράζει έμπρακτα με την προσωρινότητα της πα-ραμονής του στη βιομηχανία, επειδή ακριβώς γνωρίζει ότι υπάρ-χουν αρκετές εναλλακτικές λύσεις για εργασία και έχει τη γνώση να τις εκμεταλλευτεί. Με εξαίρεση την κοινωνική ομάδα των τε-χνιτών, ελάχιστοι από τα τρία κοινωνικά στρώματα που εξετάσα-με ήταν καταδικασμένοι να ζήσουν όλη τους τη ζωή πουλώντας την εργατική τους δύναμη στη βιομηχανία. Για όλους τους υπό-λοιπους, τη μεγάλη πλειοψηφία δηλαδή, η εργασία στον κλάδο της βιομηχανίας ήταν απασχόληση χρονικά συμπληρωματική, και σε διαφορετικό βαθμό για κάθε κατηγορία. Όμως η κινητικότητα, οι συνεχείς δηλαδή αλλαγές εργασίας επιβάλλουν να προτάξουμε ως ερμηνεία ότι οι άνθρωποι αυτοί πουλούσαν την εργατική τους δύ-ναμη αλλά μόνο εν μέρει. Σε μεγάλο βαθμό επίσης απλώς νοίκια-ζαν την εργατική τους δύναμη συνάπτοντας ληξιπρόθεσμα «συμ-βόλαια», η διάρκεια των οποίων εξαρτιόταν από τις ανάγκες τους και από τις ευκαιρίες. Για τη φτωχολογιά, η βιομηχανία ήταν μια ευκαιρία τριτεύουσας σημασίας για κάποια μεροκάματα. Για τους μεροκαματιάρηδες, ιδίως τους εποχικούς, βασικό συμπλήρωμα σε κενές από άλλες εργασίες περιόδους. Για τις εργάτριες, η εργασία στη βιομηχανία ήταν προϋπόθεση για να παντρευτούν και ταυτό-χρονα να αλλάξουν δουλειά. Και για τους εργάτες, μια περίοδος, μέρος μόνο της επαγγελματικής ζωής τους, στη διάρκεια όμως της οποίας προετοίμαζαν τη μετακίνηση σε άλλο επάγγελμα. Η δυνα-τότητα να πουλήσουν την εργατική τους δύναμη σε πολλούς το-μείς της οικονομίας, δηλαδή οι ποικίλες εναλλακτικές λύσεις, επέ-

Page 160: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

126 Μ Ε Ρ Ο Κ Α Μ Α Τ Ι Α Ρ Η Δ Ε Σ ΚΑΙ ΦΤΩΧΟΛΟΓΙΑ

τρεπαν την έντονη επαγγελματική κινητικότητα. Και για τον πλη-θυσμό αυτό, η εν λόγω κινητικότητα λειτουργούσε —σε διαφορε-τικό βαθμό— ως ένα από τα μέσα εξασφάλισης του βίου και ταυ-τόχρονα ως κυνήγι ευκαιριών με απώτερο σκοπό τη χρήση της δι-κής τους εργατικής δύναμης και της οικογένειας τους για ατομικό και μόνο όφελος. Ο μικροεπαγγελματισμός, οργανωμένος με βά-ση την οικογένεια και κάποιο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, ή-ταν η μέγιστη επιδίωξη.

Δεν πρόκειται λοιπόν για αγορά εργασίας, αλλά για ένα φαινό-μενο με μικτές κοινωνικές λειτουργίες. Τυπικά, αν κρίνουμε από την εξέλιξη των ημερομισθίων αλλά και από την εισροή-εκροή ερ-γατικού δυναμικού, τότε έχουμε τα εξωτερικά γνωρίσματα μιας αγοράς εργασίας. Όμως το δεδομένο της έντονης επαγγελματικής κινητικότητας ακυρώνει το θεμελιακό χαρακτηριστικό. Ακυρώνει δηλαδή τον οριζόντιο κοινωνικό καταμερισμό που, αν υπήρχε, θα οδηγούσε ξανά και ξανά το εργατικό δυναμικό στη βιομηχανία. Αυτό το δυναμικό, χωρίς εναλλακτικές επιλογές επιβίωσης, θα ε-ξαρτιόταν απολύτως από τη ζήτηση εργασίας που θα του πρόσφε-ρε η βιομηχανία. Πίσω λοιπόν από τα εξωτερικά γνωρίσματα μιας αγοράς εργασίας, η δραστήρια επαγγελματική κινητικότητα των φτωχών κοινωνικών στρωμάτων μας επιτρέπει να καταλά-βουμε ότι, χωρίς τα οριζόντια εμπόδια μεταξύ των επαγγελμά-των, αυτό που ονομάζουμε αγορά εργασίας λειτουργεί πρωταρχι-κά σαν κάτι εντελώς διαφορετικό. Είδος περιστρεφόμενου δί-σκου, σαν στο επίκεντρο των τριών τομέων της οικονομίας, μέσω του οποίου οι εισροές και εκροές εργατικού δυναμικού δεν οδη-γούν κατά κανόνα στην ανεργία αλλά ούτε αναγκαστικά στη βιο-μηχανία: μετά από λίγες ή περισσότερες περιστροφές εκβάλλει σε ποικίλες μικροδυνατότητες για τον καθένα.̂ ^^ Αυτός λοιπόν ο πε-ριστρεφόμενος δίσκος μικροευκαιριών, το κουτί της Πανδώρας για τους φτωχούς, είναι η κοινωνική δομή στην οποία αρθρώνε-ται μια άλλη δομή κοινωνικών σχέσεων: εκείνη των φτωχών στρωμάτων των πόλεων. Έτσι η μεγάλη πολιτισμική διάρκεια, δηλαδή το πολιτιστικό κεφάλαιο που φέρουν τα φτωχά αυτά στρώματα, αναπαράγεται διευρυμένα στην οικονομική συγκυρία

151. Πα το ανάλογο φαινόμενο στη Γαλλία, αλλά προς το τέλος του 19ου αιώνα, βλ. G. Noiriel, ό.π., σ. 67 κ.ε., 109 κ.ε., και για τη Βόρεια Ιταλία, στο Τορίνο, βλ. Μ. Gribaudi, ό.π., σ. 141 κ.ε.

Page 161: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Δ Ε Ν Υ Π Α Κ Ο Υ Ο Υ Ν ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΣΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΟΥΣ 155

του μεσοπολέμου χρησιμοποιώντας ως διαμεσολαβητικό μηχανι-σμό την «αγορά εργασίας». Αναπαράγεται εγκαθιστώντας ευρύ-τατα στις μεγάλες πόλεις τις παραδοσιακές κοινωνικές σχέσεις, ε-κείνες που συγκροτούσαν ιστορικά στις χωρικές κοινωνίες την πρωτογενή οργάνωση των απλών εμπορευματικών παραγωγών.

Page 162: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο
Page 163: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΑΤΑΛΗΞΗ: ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Σ' αυτή τη μελέτη λανθάνει ένα επιπλέον ερώτημα: είναι η σχέση μεταξύ της κοινωνικής οργάνωσης και της οικονομικής ανάπτυ-ξης. Η ερμηνευτική εκδοχή του φαινομένου της οικονομικής ανά-πτυξης σαν να ήταν η αθροιστικά αυξανόμενη εξέλιξη των οικο-νομικών μεγεθών, συν η σχέση κανονικότητας και κρίσεων της σφαίρας της οικονομίας, είναι μια ερμηνεία εν πολλοίς τεχνική. Τεχνική, επειδή εντέλει παρουσιάζει τον ανθρώπινο παράγοντα ε-ξίσου ποσοτικά, σχεδόν ουδέτερα σαν ένα επιπλέον μέγεθος, δη-λαδή χωρίς αποφασιστικά χαρακτηριστικά και ρυθμιστικές ιδιό-τητες. Αυτός ο επιστημονισμός, συντηρητικός σε όλες τις συνεκ-δοχές του, αφήνει άπλετο χώρο στην ιστορική σκέψη με την προί)-πόθεση βεβαίως ότι οι ιστορικοί είναι διατεθειμένοι να κοπιά-σουν για να τον κατοικήσουν. Να θέσουν δηλαδή το κοινωνικό ως έναν από τους θεμελιώδεις παράγοντες που διαπλέκονται με το οικονομικό και τις άλλες σφαίρες ενός κοινωνικού σχηματισμού και επικαθορίζουν την ανάπτυξη ή την καθυστέρηση μιας κοινω-νίας. Οι αφηρημένες κατασκευές όπως ο υπερπροσδιορισμός του κοινωνικού από το οικονομικό (με την πρόσθεση της «τελευταίας ανάλυσης» ως φύλλου συκής) με τις αλλεπάλληλες υπαγωγές τους συρρικνώνουν την πραγματικότητα σε βαθμό ώστε να εμφανίζουν και αυτές το κοινωνικό σαν να ήταν ουδέτερο. Αντίθετα με αυτή τη λογική, νομίζω ότι οι μορφές που παίρνει ιστορικά ο κοινωνι-κός καταμερισμός της εργασίας (τα συστήματα των κοινωνικών σχέσεων που τον συγκροτούν) αποτελούν αφενός τη γενική προϋ-πόθεση σύστασης ενός κοινωνικού σχηματισμού και αφετέρου μία από τις ειδικές αλλά θεμελιώδεις υλικές προϋποθέσεις εκδήλωσης (ή όχι) του φαινομένου της οικονομικής ανάπτυξης.

Ωστόσο και η έννοια του κοινωνικού καταμερισμού της εργα-σίας μπορεί να πάρει μαγική χροιά εφόσον παραμείνει στο επίπε-

Page 164: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

164 ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΑΤΑΛΗΞΗ

δο της γενικής διιστορικής, και συνεπώς αόριστης, σημασίας της. Εντέλει, για να θέσουμε με τους όρους του κοινωνικού το ερώτη-μα που αφορά τη σχέση μεταξύ της κοινωνικής οργάνωσης και της οικονομικής ανάπτυξης, πρέπει να μετακινηθούμε, από τα μεγέθη της οικονομίας και τις σχετικές πολιτικές, στις σχέσεις δυναμικού μεταξύ των αρχουσών και των αρχόμενων κοινωνικών ομάδων και τάξεων. Αυτές δεν είναι οι σχέσεις που καθορίζουν και τις δι-αδικασίες αναπαραγωγής μιας κοινωνίας;

Υιοθετώντας λοιπόν ως οπτική τις σχέσεις δυναμικού μεταξύ των κοινωνικά ισχυρών και των κοινωνικά αδύναμων υποκειμέ-νων είναι αναγκαίο να παρακάμψουμε ως μερικώς αβάσιμη την παραδοχή ότι η άρχουσα τάξη, ως κυρίαρχο υποκείμενο, υπήρξε πάντοτε ο απόλυτος, ο μοναδικός ρυθμιστής της διαδικασίας ανά-πτυξης μιας κοινωνίας. Σχετικός ρυθμιστής, ναι. Και η σχετικότη-τα της κυριαρχίας των κυρίαρχων, όπως σε όλες τις εποχές και τις κοινωνίες, ορίζεται μεταξύ άλλων από το βαθμό αντίστασης των κυριαρχούμενων. Βαθμός αντίστασης ο οποίος, για να μην πάρει λαϊκιστική χροιά, μπορεί να εντοπιστεί σε κάθε ιδιαίτερο ι-στορικό παράδειγμα, να αναλυθεί ως συγκεκριμένο φαινόμενο και να εκτιμηθεί αποκλειστικά και μόνο με μέτρο τα αποτελέσμα-τά του. Προτιμότερο συνεπώς είναι, όπως και στα προηγούμενα υποκεφάλαια, να κάνουμε τις πράξεις των φτωχών μας να μιλή-σουν χρησιμοποιώντας ως αναλυτικά εργαλεία δύο από τα θεμέ-λια της ιστορικής σύνθεσης: τη συγκυρία και τη δομή.

Όπως λοιπόν αναλύθηκαν σε όλη τη διάρκεια αυτής της μελέ-της, οι πράξεις των φτωχών μάς λένε ότι αυτά τα κοινωνικά στρώματα, δηλαδή ο εκάστοτε ενεργός εργατικός πληθυσμός όσο και ο δυνητικός —οι μεροκαματιάρηδες και η φτωχολογιά—, πα-ράγοντες και αυτοί της εκβιομηχάνισης, αντιστάθηκαν επιτυχώς στην προλεταριοποίησή τους. Ο βαθμός επιτυχίας της αντίστασής τους αυτής αποτυπώνεται στη χρονική διάρκεια, όχι της συνολι-κής επαγγελματικής ζωής τους, αλλά εκείνου του τμήματός της που οι συνθήκες τούς υποχρέωναν να το παραχωρήσουν ως εξαρ-τημένη μισθωτή εργασία στον κλάδο της βιομηχανίας. Και η χρο-νική'αυτή διάρκεια ήταν ελάχιστη για τη φτωχολογιά, πολύ περιο-ρισμένη και εποχικά διακοπτόμενη για τους μεροκαματιάρηδες. Στην πραγματικότητα αυτά τα δύο κοινωνικά στρώματα, μεροκα-ματιάρηδες και φτωχολογιά, ποτέ δεν εντάχθηκαν με κάποια έστω στοιχειώδη χρονική διάρκεια και συνέχεια στις εξαρτημένες σχέ-

Page 165: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ Α Ν Α Π Τ Υ Ξ Η Σ M

σεις εργασίας στον κλάδο της βιομηχανίας. Σε ό,τι αφορά το κοι-νωνικό στρώμα των —εκάστοτε— εργατών, το χρονικό ανάπτυγ-μα της ένταξης του σε αυτές τις σχέσεις εργασίας και για την πλει-ονότητά του ήταν τόσο περιορισμένο (βλ. σχετικά στο παράρτη-μα), που επιβάλλει να δεχτούμε τη σχετική επιτυχία της αντίστα-σής του στην προλεταριοποίηση. Τελικώς οι μόνοι που μακροημέ-ρευσαν ως ενιαία κοινωνική ομάδα στις εξαρτημένες σχέσεις μι-σθωτής εργασίας στον κλάδο της βιομηχανίας ήταν κυρίως οι τε-χνίτες.

Εκτός λοιπόν από τους τεχνίτες, τα άλλα τρία κοινωνικά στρώματα επιστράτευσαν τα όσα εμπειρικά είχαν ενσωματώσει ως γνώση από το παρελθόν τους και, με κινητήρια δύναμη την αυ-τοτέλεια στους όρους εξασφάλισης του βίου, κατάφεραν να επι-βιώσουν διαφορετικά από ό,τι μια δέσμη πιθανοτήτων της ιστορι-κής εξέλιξης —αυτής που οδηγούσε στην εκτατική εκβιομηχάνι-ση— τους προόριζε. Το σύστημα των κοινωνικών σχέσεων που ε-πανεπέλεξαν τα τρία αυτά κοινωνικά στρώματα στις μεγάλες πό-λεις ήταν γενικά αρκετά αποτελεσματικό ως προς τις επιδιώξεις τους. Ως μέτρο της αποτελεσματικότητας αυτού του συστήματος πρέπει να θεωρηθεί το γεγονός ότι οι άνθρωποι της φτωχολογιάς μπορούσαν να επιβιώνουν χωρίς να είναι αναγκασμένοι να εργα-στούν ως μισθωτοί εργάτες. Οι μεροκαματιάρηδες περιόριζαν την εξάρτησή τους από αυτό το είδος εργασίας σε εποχικές ή και περι-στασιακές σχέσεις, ενώ οι εργάτριες και οι εργάτες παραχωρού-σαν αντιστοίχως μόνο ένα πολύ μικρό ώς σχετικά μικρό μέρος της ενεργού επαγγελματικής ζωής τους στις μισθωτές σχέσεις στη βιομηχανία, και αυτό ποικιλοτρόπως διακοπτόμενο.

Η αποτελεσματικότητα λοιπόν του συστήματος κοινωνικών σχέσεων που επανεπέλεξαν οι φτωχοί στις μεγάλες πόλεις εξα-σφάλιζε την επιτυχία της αντίστασής τους στην προλεταριοποίη-ση. Φυσικά αυτή την αντίσταση θα πρέπει να συνεπικουρούσαν και άλλοι ισχυρότεροι δομικοί παράγοντες. Και τούτοι θα πρέ-πει, πιστεύω, να αναζητηθούν, πέρα από τα φτωχά κοινωνικά στρώματα, στην κρατική κοινωνική πολιτική αλλά και, ανεξάρτη-τα από αυτήν, στη στρατηγική των κεφαλαιούχων για την αναπα-ραγωγή της οικονομικής τους κυριαρχίας. Με αυτά τα δεδομένα και ερωτήματα ως οδηγούς, ας προχωρήσουμε αρχικά διατυπώνο-ντας κάπως γενικευτικά τη δομή της πρωτογενούς κοινωνικής ορ-γάνωσης των φτωχών μας. Και κατόπιν, με την επικουρία υποθέ-

Page 166: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

164 ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΑΤΑΛΗΞΗ

σεων, να θέσουμε ορισμένα ζητήματα για τη συναρμογή αυτής της δομής με άλλες, πέραν των φτωχών.

Αρχικά η δομή των κοινωνικών σχέσεων του πληθυσμού μας αυτού δεν ήταν άτυπη. Ενσαρκωνόταν σε ένα θεσμό, την οικογέ-νεια στη λαϊκή εκδοχή της, την οποία τόσο έχει λατρέψει ιδεολογι-κά σε κάθε αυταρχική του περίοδο το ελληνικό κράτος πραγματο-ποιώντας έτσι μια επιδερμική ενσωμάτωση αυτών των στρωμά-των. Όμως καμία κοινωνία δεν συγκροτείται με μοναδική βάση την οικογένεια.^ Οι συγγενικές σχέσεις, εξίσου θεσμοθετημένες, περιβάλλουν την οικογένεια και αποτελούν το υποχρεωτικό συ-μπλήρωμά της. Και αυτές με τη σειρά τους ολοκληρώνονται από τις άτυπες συντοπίτικες-συνοικιακές σχέσεις. Σε αυτόν τον, κατά κανένα τρόπο περίκλειστο αλλά οπωσδήποτε πολύ περιορισμέ-νου αναπτύγματος, κοινωνικό χώρο το κάθε άτομο συγκροτεί δι-απλεκόμενα δίκτυα χρήσιμων ή και ανιδιοτελών σχέσεων.

Τα δίκτυα αυτά λόγω της εξαιρετικά περιορισμένης εμβέλειας δύσκολα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν κοινωνικός ιστός. Στην πραγματικότητα τα κοινωνικά αυτά στρώματα (που αντι-προσώπευαν όπως είδαμε το 1/5 του ενεργού πληθυσμού και δυ-νητικά την κοινωνική βάση του κλάδου της βιομηχανίας-βιοτε-χνίας), αν τα δούμε σε μια οριζόντια κάτοψη της γενικής κοινωνι-κής ιεραρχίας, πρέπει να διατάσσονται θρυμματισμένα σε μικρο-σκοπικές κοινωνικές δομές.

Όμως, για να μην πριμοδοτούν τα μέχρι τώρα συμπεράσματά μας την αυταπάτη της δομικής ακινησίας, ας εισαγάγουμε στις κοινωνικές αυτές σχέσεις τους ιστορικούς χρόνους. Βέβαια οι ι-στορικοί χρόνοι δεν υπάρχουν αφ' εαυτοί αλλά φέρονται σε κά-ποιες δομές. Και στην περίπτωσή μας, χρόνοι ιστορικοί και δομές κοινωνικές συνυπάρχουν αντιφατικά. Αρχικά ο βραχύς ιστορικός χρόνος. Αυτός εκδηλώνεται ως οικονομική και κοινωνική συγκυ-ρία στη διάρκεια του μεσοπολέμου (η πολιτική ήταν πάντοτε συ-γκυριακή).^ Ας μου επιτραπεί εδώ να υποθέσω ότι η κοινωνική δομή που φέρει και ενεργοποιεί τον βραχύ ιστορικό χρόνο δεν

1. C.L. Strauss, «La notion de structure en éthnologie», Anthropologie struc-turale, Παρίσι 1974, σ. 329-377.

2. Σχετικά με τη σημασία της βιομηχανίας στη συγκυρία αυτή βλέπε Σ. Τσο-τσορός, ό.π. Για την οικονομική συμπεριφορά των κεφαλαιούχων βλ. Αλίκη Βαξεβάνογλου, OL έλληνες κεφαλαιούχοι, ό.π., και για τους φτωχούς την πα-ρούσα μελέτη.

Page 167: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ Α Ν Α Π Τ Υ Ξ Η Σ M

μπορεί να ήταν άλλη από την οικονομικά άρχουσα τάξη για την ο-ποία αρχίζουμε να γνωρίζουμε αρκετά.^ Η κοινωνική αυτή τάξη εν μέρει προκάλεσε και εν πολλοίς εντατικοποίησε τα οικονομικά φαινόμενα με τα οποία συστήθηκε η σιτγκυρία στον μεσοπόλεμο, φαινόμενα εκσυγχρονιστικά, των οποίων τα περιορισμένα όρια προσδιορίστηκαν εν μέρει από την έκβαση μιας εσωτερικής σε αυ-τή την τάξη σύγκρουσης αλλά και τις πολιτικές εξελίξεις."^

Απέναντι σε αυτή τη συγκυρία οι φτωχοί των πόλεων ενεργο-ποίησαν το πολιτιστικό τους κεφάλαιο. Επανεπέλεξαν δηλαδή έ-να σύστημα κοινωνικών σχέσεων με πυρήνα τη λαϊκή οικογένεια στο οποίο φερόταν ο μακρύς ιστορικός χρόνος. Σε αυτή την επα-νεπιλογή ο μακρύς ιστορικός χρόνος εντοπίζεται διά γυμνού ο-φθαλμού σε δύο αλληλοδιάδοχες δράσεις που εκδηλώνονται σε συνάρτηση με τη συγκυρία: πρώτον, στην εν γένει έντονη επαγγελ-ματική κινητικότητα των φτωχών και, δεύτερον, στη φυγή από τις εξαρτημένες σχέσεις εργασίας, τις οποίες επιβάλλει η βιομηχανία, και στην κοινωνική επανεγκατάστασή τους στις πόλεις με όρους αυτοτελούς εξασφάλισης του βίου, όρους οι οποίοι έπαιρναν μορφές ποικίλου οικογενειακού μικροεπαγγελματισμού. Επαγ-γελματική κινητικότητα και μικροεπαγγελματισμός είναι η διαδι-κασία και το αποτέλεσμα μίας και ενιαίας τελικώς δράσης, μέσω της οποίας τα φτωχά κοινωνικά στρώματα προσάρμοσαν στις πό-λεις τις παραδοσιακές τους δομές κοινωνικής οργάνωσης με βάση τη συγκυρία, χωρίς οι δομές αυτές να διαρραγούν.

Έτσι ο παραδοσιακός καταμερισμός πρωτογενούς οργάνωσης της κοινωνίας δεν ανατράπηκε. Ενώ το νέο σύστημα των κοινωνι-κών σχέσεων που απαιτούσε και ενδεχομένως θα επέβαλλε η κοι-νωνική διεύρυνση της εκβιομηχάνισης, και παρότι στη συγκυρία του μεσοπολέμου αυτή η προοπτική έτεινε προς στιγμήν να επι-κρατήσει, παγιώθηκε εν τέλει σε περιορισμένη έκταση.̂ Η έκβαση

3. Αναφέρομαι στην υπό έκδοση μελέτη της Αλίκης Βαξεβάνογλου, Οι έλ-ληνες κεφαλαιούχοι, ό.π.

4. Στο ίδιο, και Α. Vaxevanoglou, «Les relations entre patrons et travail-leurs», ό.π.

5. To σύνολο του κλάδου της βιομηχανίας (βιομηχανία, βιοτεχνία και μι-κροεργαστήρια), και εφόσον παρακάμψουμε τα διαρθρωτικά του προβλήμα-τα, κατάφερε απλώς να δηλώσει την παρουσία του παράγοντας κατά τό μέγι-στο μόλις το 11% του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος. Βλ. σχετικά Σ. Τσο-τσορός, ό.π.

Page 168: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

164 ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΑΤΑΛΗΞΗ

της συγκυρίας του μεσοπολέμου είναι ιστορικά τετελεσμένη. Δεν έχει συνεπώς νόημα να κλαυθμυρίζουμε για τη χαμένη ευκαιρία ή να ρίξουμε το ανάθεμα σε μια ολόκληρη κοινωνία επειδή δεν επέ-λεξε τη βιομηχανική ανάπτυξη και μάλλον ούτε καν τη βιομηχα-νία. Την έκβαση κανείς δεν την επέλεξε. Το ερώτημα είναι πώς προέκυψε. Το ερώτημα αυτό λοιπόν, που σε αυτή τη μελέτη δεν μπορεί παρά να μένει αναπάντητο, είναι το ακόλουθο: Ποια ήταν η σχέση μεταξύ της διευρυμένης αναπαραγωγής της άρχουσας τά-ξης και του συστήματος αναπαραγωγής των φτωχών; Ή κάπως πιο συγκεκριμένα: ποια είναι η συνάρτηση της αναπαραγωγής στις πόλεις των πρωτογενών σχέσεων οργάνωσης της απλής ε-μπορευματικής παραγωγής με τη στρατηγική για την αναπαραγω-γή της κυριαρχίας των ελλήνων κεφαλαιούχων;

Η γνώση του βαθμού ισορροπίας στο εσωτερικό του κάθε συ-στήματος κοινωνικών σχέσεων —δηλαδή των φτωχών αφενός και των κεφαλαιούχων αφετέρου— αλλά κυρίως η ισορροπία δυναμι-κού μεταξύ τους θα μας διευκόλυναν να κατανοήσουμε τις πιθα-νότητες αναδόμησής τους. Αυτές οι πιθανότητες, ενύπαρκτες σε κάθε κοινωνία, ταυτίζονται με τη δυναμική συστημάτων κοινωνι-κών σχέσεων διάφορων ή ανταγωνιστικών ως προς τις κυρίαρ-χες.^ Και παρόμοια συστήματα σίγουρα υπήρξαν στις μεγάλες ελ-ληνικές πόλεις τον μεσοπόλεμο. Είναι εκείνα που διαμόρφωναν τάσεις τις οποίες συνοπτικά θα αποκαλούσαμε εκσυγχρονιστικές. Όμως το μείζον γεγονός, η δυναμικότερη τάση, ήταν η προσαρμο-γή και η κυριαρχία των παλαιών κοινωνικών δομών στις πόλεις αυτές. Η παραδοσιακή μορφή πρωτογενούς κοινωνικής οργάνω-σης, όπως ήδη είπαμε, δεν ανατράπηκε από τη συγκυρία. Ίσως η συγκυρία επέβαλε στους φορείς αυτής της δομής μόνο την ανα-προσαρμογή της στις πόλεις, διαμορφώνοντας ποικίλες παραλλα-γές μιας ενιαίας, κατά τα άλλα, και κλειστής κοινωνικής δομής. Αυτή τελικώς εμπεδώθηκε κοινωνικά και μέσω των παρεχομένων ευκαιριών από τη συγκυρία χρησιμοποιώντας ως διαύλους δια-φυγής από τους καταναγκασμούς της μισθωτής εργασίας τις δυ-νατότητες που προσφέρονταν μέσω του περιστρεφόμενου δίσκου μικροευκαιριών (βλέπε «αγορά εργασίας»).

Η κυριαρχία των παραδοσιακών κοινωνικών δομών στους μο-ναδικούς τόπους που μπορούν να είναι οι παραγωγοί κάθε είδους

6. Βλ. Μ. Godelier, ό.π., σ. 225.

Page 169: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ Α Ν Α Π Τ Υ Ξ Η Σ M

καινοτομίας, δηλαδή στις μεγάλες πόλεις, είχε απτά αποτελέσμα-τα. Τα αποτελέσματα αυτά θα τα εντόπιζα στη διάχυση, στις μεγά-λες πόλεις, του συνόλου των παραδοσιακών μη υλικών αξιών και πρακτικών επιβίωσης ως κοινωνικά αυτονόητων προτύπων. Οι αξίες και οι πρακτικές αυτές φέρονται από όλες τις παραλλαγές του πρωτογενούς συστήματος κοινωνικής οργάνωσης των φτω-χών. Οι αργόσυρτες διαδικασίες κοινωνικής και οικονομικής α-νάπτυξης στην Ελλάδα πριμοδοτούνται από τα συστήματα κοινω-νικής οργάνωσης του τύπου της απλής εμπορευματικής παραγω-γής. Προϋπόθεση για την επικράτηση αυτών των αργόσυρτων δια-δικασιών είναι η αδυναμία ιδίως των οικονομικών ελίτ να συνά-ψουν σχέσεις ανταγωνισμού με τα εν λόγω συστήματα κοινωνικής οργάνωσης. Νεότερες έρευνες δείχνουν ότι οι ελίτ προσαρμόζο-νται και προσομοιάζουν με την απλή εμπορευματική παραγωγή,"^ στηρίζοντας έτσι την αναπαραγωγή της κυριαρχίας τους. Όμως το φαινόμενο της αργόσυρτης ανάπτυξης δεν είναι διαχρονικά πάγιο. Θα πρέπει πιστεύω να εκδηλώνεται με τις ιστορικά επανα-λαμβανόμενες εκπτώσεις των δυνητικά αναπτυξιακών κοινωνι-κών σχέσεων σε σχέσεις οργάνωσης μονοσήμαντες του τύπου της απλής εμπορευματικής παραγωγής.

Η πολιτιστική σημασία της διευρυμένης επέκτασης στις μεγά-λες πόλεις αυτού του συστήματος κοινωνικών σχέσεων είναι με-γάλη. Αρχικά η επιτυχής επανεπιλογή του συστήματος αυτού από τους φτωχούς, σε συνδυασμό με τον εκτεταμένο αναλφαβητισμό, επιτρέπει να υποθέσουμε ότι οδηγεί τα ίδια τα φτωχά και εν γένει τα λαϊκά κοινωνικά στρώματα σε ένα είδος πολιτιστικής καθήλω-σης. Αυτή η καθήλωση θα πρέπει να είναι το αποτέλεσμα του μο-νοσήμαντου χαρακτήρα αυτού του τύπου πρωτογενούς κοινωνι-κής οργάνωσης. Δηλαδή της σύμπηξης σε μία και μόνη δομή των συγγενικών, εργασιακών, ιδιοκτησιακών, συναισθηματικών κλπ. σχέσεων, ως σχέσεων αλληλοπερικλειόμενων, ενσφηνωμένων, οι οποίες μονοσήμαντα λειτουργούν ως σχέσεις συγγενικής αλληλεγ-γύης για την επιβίωση. Αυτή η απουσία διαφοροποίησης μεταξύ των λειτουργιών της καθεμιάς σχέσης αποτρέπει την οποιαδήποτε μεσοπρόθεσμη διαδικασία κοινωνικής διαφοροποίησης σύγχρο-νου τύπου: μόνο αυτή θα ανέτρεπε τα βασικά δεδομένα λειτουρ-

7. Βλ. Α. Βαξεβάνογλου, OL Έλληνες κεφαλαιούχοι, ό.π.„ και Σ. Τσοτσο-ρός, Η συγκρότηση του βιομηχανικού κεφαλαίου, ό.π.

Page 170: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

164 ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΚΑΤΑΛΗΞΗ

γίας του εν λόγω συστήματος. Με αυτά τα δεδομένα παραμένει ως ερώτημα η συγκρότηση οριζόντιου κοινωνικού ιστού στο εσω-τερικό αυτού του θρυμματισμένου σε μικροσκοπικές δομές πλη-θυσμού. Ίσως να υποκαθίσταται από την ίδια τη λογική της κοι-νωνικής του οργάνωσης: τη θέση του κοινωνικού ιστού δηλαδή να παίρνει η ομοιογένεια (και ίσως η ομοιότητα) των μικροσκοπικών κοινωνικών δομών.

Συνοπτικά λοιπόν, οι κοινωνικές σχέσεις που θα μπορούσαν δυνητικά να διαμορφώσουν ένα αναπτυξιακό πλαίσιο, εκπίπτουν στις σχέσεις του τύπου της απλής εμπορευματικής παραγωγής. Η εγκατάσταση αυτών των κοινωνικών δομών στις μεγάλες ελληνι-κές πόλεις και η διευρυμένη αναπαραγωγή τους σ' αυτές, διαμόρ-φωσαν ένα πλαίσιο με αποτρεπτική ισχύ απέναντι σε οποιαδήπο-τε μεταρρυθμιστική παρέμβαση. Οι σχέσεις αυτές, εντονότατα α-ναπαραγόμενες και στις δεκαετίες μετά τον πόλεμο, θα πρέπει να ήταν μάλλον το —πάντοτε άδηλο εκ των προτέρων— αποτέλεσμα βουβών και ίσως υπόκωφων εξελίξεων. Στη σκιά της θορυβώδους πολιτικής, της τυπικά γνώριμης οικονομίας και των μεγεθών της, καθώς και πίσω από το παραβάν των συνδικαλιστικών και άλλων ταξικών συμβάντων, φαίνεται ότι ποικίλες πρακτικές ή και επι-διώξεις (πάντοτε με άσχετες μεταξύ τους αφετηρίες και στοχεύ-σεις) διαφορετικών κοινωνικών στρωμάτων και τάξεων, υπήρξαν κατά κύριο λόγο συγκλίνουσες. Αποτέλεσμα: η απλή εμπορευμα-τική παραγωγή —εγκατεστημένη σε ένα ευρύτερο πλαίσιο μικροε-παγγελματισμού και ενισχυμένη από αυτό— να θεμελιωθεί τόσο καλά στις μεγάλες ελληνικές πόλεις, ώστε να καταστεί τις τελευ-ταίες δικές μας δεκαετίες ισχυρότατος παράγοντας της οικονο-μίας, έντονο πολιτιστικό γνώρισμα και είδος άτυπης κοινωνικής δύναμης με αποφασιστικές επιρροές στο σύνολο του πολιτικού φάσματος.

Page 171: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Η ΜΕΣΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

ΚΑΙ Η ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΑ ΕΝΕΡΓΟΥ ΒΙΟΥ ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΩΝ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

Για να προσδιοριστεί κατά το δυνατόν ακριβέστερα ο μέσος αριθμός των χρόνων εργασίας στη βιομηχανία σε σχέση με την εν γένει διάρκεια της ε-νεργού επαγγελματικής ζωής των εργατών απαιτούνται ορισμένες τεχνι-κές προσεγγίσεις. Ο προσδιορισμός αυτός δεν μπορεί παρά να γίνει με πληροφορίες ελλιπείς, επειδή μόνο αυτές υπάρχουν. Επίσης, παρά το γε-γονός ότι στις δημογραφικές μετρήσεις οι μέσοι όροι συγκαλύπτουν συ-χνά τις διαφοροποιήσεις που υπάρχουν από τις χαμηλές κοινωνικές τά-ξεις ως τις ανώτερες, δεν έχουμε άλλη δυνατότητα παρά να τους χρησι-μοποιήσουμε σχετικοποιώντας τους όπου αυτό είναι δυνατό. Με αυτά ως δεδομένα ας αρχίσουμε από την παράμετρο που είναι η πλέον καθορι-στική.

Το 1940 είναι η χρονιά κατά την οποία ο εργατικός πληθυσμός κλεί-νει, μαζί με τη μελέτη ετούτη, τον πρώτο αξιοπρόσεκτο κύκλο της ιστο-ρίας του. Πρόκειται δηλαδή για το τυπικό τέλος της περιόδου του μεσο-πολέμου. Εκείνη λοιπόν τη χρονιά, το 1940, η προσδοκώμενη διάρκεια ζωής μετά το πρώτο έτος της ηλικίας ήταν κατά μέσο όρο 59 χρόνια για τους άντρες και 62 για τις γυναίκες.^ Αν και δεν υπάρχουν για την περί-οδο του μεσοπολέμου στατιστικές θνησιμότητας κατά γενική κοινωνική-επαγγελματική κατηγορία, ωστόσο το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων στη δική του απογραφή θανάτων των ασφαλισμένων (οι οποίοι ήταν κα-τά 85% εργάτες και οι υπόλοιποι υπάλληλοι) υποστηρίζει ότι η καμπύλη θνησιμότητας αυτών των κοινωνικών στρωμάτων είναι κανονική: δη-λαδή, αυξημένη στη βρεφική ηλικία (κυρίως εξαιτίας της φυματίωσης) και τη γεροντική (κυρίως από καρδιακές παθήσεις). Και ως γεροντική ορίζει την ηλικία άνω των 55 ετών.^ Με αυτή, λοιπόν, την ένδειξη μπο-ρούμε να δεχτούμε ότι ο ειδικός μέσος όρος ζωής του εργατικού πληθυ-σμού θα βρίσκεται κοντά στον αντίστοιχο γενικό.

1. Δ. Φράγκος, ό.π., ο. 50. 2. ΙΚΑ, Απολογισμός 1940, ό.π., σ. 60-61 και πίνακας 16Α.

Page 172: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

172 Π Α Ρ Α Ρ Τ Η Μ Α

Μέσα στο χρονικό εύρος της φυσικής ζωής η διάρκεια της εν γένει ε-παγγελματικά ενεργού ζωής των εργατών και των εργατριών λογικότερο είναι να οριστεί με ιδιαίτερα γι ' αυτούς κριτήρια σύμφωνα με όσα γνωρί-ζουμε. Αρχικά, η διάρκεια της ενεργού επαγγελματικής ζωής (οικονομικά ενεργός βίος) δεν ταυτίζεται με την εργασία στον βιομηχανικό τομέα. Σύμφωνα με τα όσα είπαμε στα κεφάλαια τα σχετικά με την επαγγελματι-κή κινητικότητα των εργατών και των δύο φύλων, η διάρκεια του επαγ-γελματικά ενεργού βίου και η αντίστοιχη διάρκεια της εργασίας στη βιο-μηχανία διαφέρουν σημαντικά. Το βαθμό της διαφοράς μεταξύ των δύο θα τον εντοπίσουμε, αφού μετρήσουμε πρώτα τη διάρκεια του επαγγελ-ματικά ενεργού βίου στα όρια της μέσης διάρκειας ζωής.

Η είσοδος του εργατικού πληθυσμού στον επαγγελματικά ενεργό βίο —ασχέτως του είδους της εργασίας— γινόταν κατά μέσο όρο στην ηλικία των δέκα ετών για τα παιδιά και των δύο φύλων. Αυτό μαρτυρούν ποικί-λες πηγές που παραθέσαμε, ιδίως οι επιθεωρητές Εργασίας, και φυσικά το δεδομένο αυτό δεν αναιρείται από το γεγονός ότι πολλά παιδιά δεν α-μείβονταν για την εργασία τους. Στα δέκα τους χρόνια, λοιπόν, ξεκινού-σαν να εργάζονται σε ποικίλες δουλειές. Πότε σταματούσαν όμως; Το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ο μόνος συνταξιοδοτικός φορέας του εργατικού πληθυσμού, είχε παραχωρήσει μεταξύ 1936, οπότε και ιδρύθη-κε, και 1940 μόλις 835 συντάξεις.^ Και αυτές οι ελάχιστες συντάξεις εί-χαν δοθεί τόσο σε εργάτες όσο και σε υπαλλήλους και για όλες τις αιτίες: συντάξεις γήρατος, αναπηρίας, θανάτου."^ Ο εργατικός πληθυσμός δεν μπορούσε συνεπώς να σταματήσει να εργάζεται, ελλείψει μιας έστω χα-μηλής σύνταξης. Συγχρόνως, το μοναδικό εισόδημα που γνωρίζουμε με ακρίβεια, το εργατικό ημερομίσθιο, παρουσίαζε στασιμότητα σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του '30.^ Το γεγονός αυτό απέκλειε τη δημιουργία αποταμίευσης για τα γηρατειά. Και αυτή η αδυναμία θα γινόταν πιο έ-ντονη αν μπορούσαν να συνυπολογιστούν οι επιπτώσεις της εκ περιτρο-πής απασχόλησης που μείωνε ακόμη περισσότερο το μέσο ετήσιο εισόδη-μα από το ημερομίσθιο. Τέλος, τα ποικίλα μικροεπαγγέλματα δεν θα πρέ-πει κατά τεκμήριο, από το χαρακτήρα τους τον ίδιο, να επέτρεπαν τη δη-μιουργία αξιόλογης αποταμίευσης. Συνεπώς, λογικό είναι να δεχτούμε ό-τι το τέλος του ενεργού επαγγελματικού βίου συνέπιπτε σχεδόν με το τέ-λος της φυσικής ζωής. Από αυτό τον γενικό κανόνα θα πρέπει να εξαιρέ-σουμε τις παντρεμένες γυναίκες, οι οποίες εργάζονταν με χρηματικές α-πολαβές αλλά μάλλον περιστασιακά. Με αυτά λοιπόν τα δεδομένα έχου-με μια διάρκεια ενεργού επαγγελματικής ζωής η οποία για τους άντρες

3. Στο ίδιο, πίνακας 41. 4. Στο ίδιο, ο. 60-64 και πίνακας 41. 5. Μ. Ρηγινος, Παραγωγικές δομές, ό.π., σ. 150 κ.ε.

Page 173: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Π Α Ρ Α Ρ Τ Η Μ Α Π 3

ξεκινούσε στην ηλικία των 10 ετών και διαρκούσε 49 χρόνια. Και για τις γυναίκες, αν συνυπολογίσουμε το σύνολο των εργασιών (οικιακών και ε-παγγελματικών), ξεκινούσε στην ίδια με τους άντρες ηλικία και διαρκού-σε 52 χρόνια.

Τέλος, η τρίτη διάρκεια, αυτή της εξαρτημένης εργατικής απασχόλησης στη βιομηχανία και τη βιοτεχνία, ας γίνει απαρχής νοητή ως υποδιαίρεση του ενεργού επαγγελματικού βίου. Η εκκίνηση της εξαρτημένης εργατικής απασχόλησης στον κλάδο της βιομηχανίας δεν συμπίπτει με εκείνη του ε-νεργού επαγγελματικού βίου. Στο διάγραμμα φαίνεται ότι στις τρεις μεγάλες πόλεις (Αθήνα, Πειραιάς και Θεσσαλονίκη) τα κορίτσια γίνο-νταν κατά κανόνα εργάτριες από την ηλικία των 15 ετών. Προφανώς ώς τότε κάπου μαθήτευαν. Τα αγόρια γίνονταν λίγο νωρίτερα εργάτες αλλά σε πολύ μικρούς αριθμούς. Αρχίζοντας κατά μέσο όρο από την ηλικία των 12 ετών, τα αγόρια ολοκλήρωναν την ένταξή τους στην εξαρτημένη εργατική απασχόληση στον κλάδο της βιομηχανίας στην ηλικία των 15 ε-τών.^ Τα κορίτσια λοιπόν γίνονταν εργάτριες κατά κανόνα από τα 15 τους χρόνια (γυναίκες στην πραγματικότητα) και τα αγόρια από τα 12 ώς τα 15 τους χρόνια. Οι ηλικίες αποχώρησης (της φυγής, όπως είπαμε) από τη βιομηχανία μας είναι αρκούντως γνωστές. Οι γυναίκες από τα 20 ώς τα 30 χρόνια τους το αργότερο είχαν αποχωρήσει από την εξαρτημένη ερ-γασία στη βιομηχανία.^ Και οι άντρες άρχιζαν να απεμπλέκονται από την εξαρτημένη εργατική απασχόληση στον ίδιο κλάδο από τα 20 τους χρόνια αλλά πολύ δειλά.^ Η μαζική ροή φυγής των εργατών από τη βιομηχανία (με κάθε επιφύλαξη για τις αποχρώσεις) πραγματοποιούνταν κυρίως στις ηλικίες μεταξύ 25 και 35 ετών.'®

Έτσι καταλήγουμε ότι η διάρκεια της εξαρτημένης εργατικής απασχό-λησης των γυναικών στις τρεις μεγάλες ελληνικές πόλεις κυμαινόταν α-πό 6 ώς 15 χρόνια. Και η αντίστοιχη διάρκεια των αντρών στις ίδιες πό-λεις κυμαινόταν από 11 ώς 23 χρόνια.

Ας κάνουμε όλα τούτα ευκρινέστερα συμπυκνώνοντάς τα σε έναν πί-νακα:

6. Βλ. εόοΧ Διάγραμμα 1, σ. 41. 7. ΓΣΥΕ, Απογραφή υπαλλήλων και εργατών... ημερομίσθια αυτών, ό.π., σ. 134

κ.ε. 8. Βλ. εόώ, Λιάγραμμα 1, σ. 41. 9. Βλ. fcvVi), ΙΙΙνακας 6, σ. 39.

10. Ηλ. ί'όα'κ Διάγραμμα 1, ό.π.

Page 174: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

174 Π Α Ρ Α Ρ Τ Η Μ Α

ΧΡΟΝΙΑ Μέσος όρος Μέσος όρος ενεργού Διάρκεια εργασίας

διάρκειας ζωής επαγγελματικού βίου στη βιομηχανία Μέγιστο Ελάχιστο

Άντρες 59 49 23 11

Γυναίκες 62 52 15 6

Όπως ήδη τόνισα, τα στοιχεία που συμπυκνώνονται στον προηγούμε-νο πίνακα αφορούν την πλειονότητα των εργατών και αντιστοίχως των εργατριών, δηλαδή την τάση που εκφράζει τον κανόνα σε αυτόν τον πλη-θυσμό. Αυτό που ενδιαφέρει ως κανόνας εντέλει είναι η σχέση μεταξύ της διάρκειας εξαρτημένης εργατικής απασχόλησης στον δευτερογενή τομέα και του μέσου χρονικού αναπτύγματος που έχει ο εν γένει ενεργός επαγ-γελματικός βίος. Γι' αυτή τη σχέση έχουμε τα εξής:

% ενεργού επαγγελματικού βίου ως προς τη μέση διάρκεια ζωής

% εξαρτημένης εργατικής απασχόλησης ως προς τον ενεργό επαγγελματικό βίο Μέγιστο Ελάχιστο

Άντρες

Γυναίκες

47% 22%

11%

Συνεπώς: ενώ η μέση διάρκεια του ενεργού επαγγελματικού βίου του εργατικού πληθυσμού ήταν ιδιαιτέρως αυξημένη σε σχέση με τον μέσο ό-ρο της ζωής, αντίθετα η μέση διάρκεια της καριέρας στην εξαρτημένη ερ-γατική απασχόληση στον κλάδο της βιομηχανίας και της βιοτεχνίας ήταν πολύ σύντομη για τις γυναίκες και αρκετά σύντομη για τους άντρες.

Page 175: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΠΗΓΕΣ-ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Συντομογραφίες

ΥΕΟ: Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας ΓΣΥΕ: Γενική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος ΙΚΑ: Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων ΑΟΣ: Ανώτατο Οικονομικό Συμβούλιο

1. Απογραφές, Στατιστικές, Απολογισμοί, Εκθέσεις

ΛΟΣ: Έρευνα και γνωμοδότησις επί των βιομηχανιών βάμβακος, Αθήνα 1937.

—: Η ελληνική οικονομία κατά το έτος 1935, Αθήνα 1936. —: Η οργάνωσις της αλιείας, Αθήνα 1938. —: Το ζήτημα της συγκεντρώσεως των βιομηχανιών εν Ελλάδι, Αθήνα

1940. Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος: Οικονομική Επετηρίς 1929 και όλοι οι τό-

μοι μέχρι το 1939, (με τη διεύθυνση του Γ. Χαριτάκη). ΙΚΑ: Απολογισμός 1938, Αθήνα 1939. —: Απολογισμός 1939, Αθήνα 1940. —: Απολογισμός 1940, Αθήνα 1941. Υπουργείον Εθνικής Οικονομίας: Η βιομηχανία της Ελλάδος, Αθήνα

1921 (απογραφή 1917). ΥΕΟ-ΓΣΥΕ: Απογραφή του πληθυσμού κατά την 19ην Δεκεμβρίου 1920.

Γενικά στατιστικά αποτελέσματα, τεύχη 5, Αθήνα 1924. —: Απογραφή βιοτεχνικών και βιομηχανικών επιχειρήσεων κατά την 18-

12-1920, 6 τεύχη, Αθήνα 1926. —: Στατιστικά αποτελέσματα της απογραφής τον πληθυσμού της Ελλά-

δας της 15-16 Μαΐου 1928' II Ηλικία - Οικογενειακή κατάστασις -παίδευσις· ΠΙ (Α και Β) Επαγγέλματα, Αθήνα 1932.

—: Απογραφή των καταστημάτων των βιομηχανικών και εμπορικών επι-χειρήσεων ενεργηθείσα τον Σεπτέμβριον του 1930, Αθήνα 1934.

—: Απογραφή των υπαλλήλων και εργατών των βιομηχανικών και εμπο-ρικών επιχειρήσεων ενεργηθείσα τον Σεπτέμβριον του 1930 και ημε-ρομισθίων αυτών εν συγκρίσει και προς τα παλαιότερα και νεώτερα στοιχεία, Αθήνα 1940.

Page 176: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

Π Η Γ Ε Σ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ \ΊΊ_

—: Στατιστική επετηρίς της Ελλάδος, Αθήνα 1929-1939, (τόμοι 11). ΥΕΟ: Μηηαίον οτατιοτικόν δελτίον της ΓΣΥΕ, Αθήνα, 2 (1930), τχ. 3

(Μάρτιος). ΥΕΟ: Δ/νσις Εργασίας, Εκθέσεις του προσωπικού εργασίας επί της εφαρ-

μογής των εργατικών νόμων (1921), Αθήνα 1923. Έρευνα επί των συνθηκών της εργατικής κατοικίας των πόλεων Αθηνών-Πειραιώς 1921 Αθήνα 1922.

—: Εκθέσεις του προσωπικού εργασίας επί της εφαρμογής των εργατι-κών νόμων το έτος 1921, Αθήνα 1923.

—: Εκθέσεις και πεπραγμένα σώματος επιθεωρήσεως εργασίας επί της ε-φαρμογής των εργατικών νόμων και των συνθηκών εργασίας εν Ελ-λάδι κατά το 1931, Αθήνα 1934.

—: Εκθέσεις και πεπραγμένα σώματος επιθεωρήσεως εργασίας επί της ε-φαρμογής των εργατικών νόμων και των συνθηκών εργασίας εν Ελλάδι, έτη 1931-1934, Αθήνα 1935.

ΥΕΟ-Δ/νσις Εργασίας: Εκθέσεις και πεπραγμένα σώματος επιθεωρητών εργασίας... κατά το 1933, Αθήνα 1935.

Υπουργείο ν Εργασίας-Δ/νσις Εργασίας: Εκθέσεις και πεπραγμένα σώμα-τος επιθεωρήσεως εργασίας κατά το 1934, Αθήνα 1936.

Υπουργείον Οικονομικών: Έκθεσις περί των εν Μακεδονία προσφύγων, Αθήνα 1916.

Société des nations: L'établissement des réfugiés en Grèce, Γενεύη 1926.

2. Αυτοβιογραφίες

α. Δημοσιευμένες (Με εξαίρεση τη δεύτερη αυτοβιογραφούμενη, οι υπόλοιποι έχουν γεννηθεί μέχρι

το 1915)

Βελισσάρης Λ.: Πορεία ζωής. Καβάλα 1988. Γκρέυ Καίτη: Αυτή είναι η ζωή μου, Αθήνα 1983, επιμέλεια Γ. Χρονάς. Μουφλουζέλης Γ.: Όταν η λήγουσα είναι μακρά. Φωνήεντα και σύμφωνα

που κατάγραψε ο γραμματικός του Φώτης Μεσθεναίος, Αθήνα 1978. Ράτσιος T.: Ο καθένας τους ήτανε και μια ιστορία, επιμέλεια Α.Τ. Ρά-

τσιος, Αθήνα 1984. Χρονοπούλου Α.: Θύμησες και αναμνήσεις Τάσου Χαλκιά, Αθήνα 1985.

β. Αδημοσίευτες (Περιλαμβάνονται μόνο τα άτομα που έχουν γεννηθεί μέχρι το 1915)

Αγγελίδη ή Αγγέλογλου Ηλίας: Αυτοβιογραφία (γεννήθηκε στην Σπάρτη Πισιδίας το 1900), επιμέλεια Χρ. Σαμουηλίδη Κέντρο Μικρασιατι-κών Σπουδών, ΠΙΣΙΔ 4, Α/Α 258, Ανάβυσσος 1965.

Ασλάνογλου Αναστάσιος: Αυτοβιογραφία (γεννήθηκε στο Ενεχίλ του Ικονί-

Page 177: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ \ΊΊ_

ου το 1915), επιμέλεια Ερμ. Ανδρεάδης, Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, ΚΑΠΠ 59, Α/Α 247, Ανάβυσσος 1964.

Γαζέπης Γιώργος: Αυτοβιογραφία (γεννήθηκε στην Οινόη του Πόντου το 1904), εκπομπή «Ανωνύμου του Έλληνος», παραγωγός Μ. Μήτρας, Αθήνα 1985.

Γαζή Σοφία: Αυτοβιογραφία (γεννήθηκε στη Σταυρούπολη Ξάνθης το 1915), εκπομπή «Ανωνύμου του Έλληνος», παραγωγός Μ. Μήτρας, Αθήνα 1984.

Γαζής Σπύρος: Αυτοβιογραφία (γεννήθηκε σε χωριό της Ξάνθης το 1908), εκπομπή «Ανωνύμου του Έλληνος», παραγωγός Μ. Μήτρας, Αθήνα 1985.

Γιαννακός Ιωάννης: Η ζωή μου (γεννήθηκε στην Αμοργό το 1888), εκπομπή «Ανωνύμου του Έλληνος», παραγωγός Μ. Μήτρας, Αθήνα 1983.

Ιωάννου Θανάσης: Αυτοβιογραφία (γεννήθηκε στο Βόλο το 1909), εκπο-μπή «Ανωνύμου του Έλληνος», παραγωγός Μ. Μήτρας, Αθήνα 1987.

Κιούσης Ζαχαρίας: Αυτοβιογραφία (γεννήθηκε στην Ανδρίτσαινα το 1915), εκπομπή «Ανωνύμου του Έλληνος», παραγωγός Μ. Μήτρας, Αθήνα 1986.

Μηλιώνη Αναστασία: Αυτοβιογραφία (γεννήθηκε στο Δολό Πωγωνίου το 1896), εκπομπή «Ανωνύμου του Έλληνος», παραγωγός Μ. Μήτρας, Αθήνα 1984.

Νικολαίδου Βικτωρία: Αυτοβιογραφία (γεννήθηκε σε χωριό της Κερασού-ντας το 1902), εκπομπή «Ανωνύμου του Έλληνος», παραγωγός Μ. Μήτρας, Αθήνα 1986.

Παπαδάκη Γ.: Αρχείο: Χειρόγραφο ημερολόγιο Δημητρίου Παπούλια, γράφτηκε το 1972 (γεννήθηκε το 1884 σε ένα χωριό της Τρίπολης).

Παπαδάκης Ευάγγελος: Αυτοβιογραφία (γεννήθηκε σε χωριό της Κερασού-ντας το 1902), εκπομπή «Ανωνύμου του Έλληνος», παραγωγός Μ. Μήτρας, Αθήνα 1987.

Παρασκευοπούλου Γεωργία: Αυτοβιογραφία (γεννήθηκε στη Νέδα Μεσση-νίας το 1905), εκπομπή «Ανωνύμου του Έλληνος», παραγωγός Μ. Μήτρας, Αθήνα 1987.

Πασαλίδης Πέτρος: Βιβλίον της ζωής μου (γεννήθηκε στο Ενεχίλ Ικονίου το 1897), επιμέλεια Ερμ. Ανδρεάδης, Κέντρο Μικρασιατικών Σπου-δών, ΚΑΠΠ 58, Α/Α 246, Ανάβυσσος 1964.

Στεφανίδου Ασημίνα: Αυτοβιογραφία (γεννήθηκε στην Αττάλεια της Μι-κράς Ασίας το 1912), εκπομπή «Ανωνύμου του Έλληνος», παραγω-γός Μ. Μήτρας, Αθήνα 1985.

Τουλούπης Μανώλης: Αυτοβιογραφία (γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1910), εκ-πομπή «Ανωνύμου του Έλληνος», παραγωγός Μ. Μήτρας, Αθήνα 1984.

Χαστάς Μ. Σταμάτιος: Η βιογραφία μου από 7 ετών του 1901 έως το έτος 1974 (γεννήθηκε στο Αιβίσιον Πισιδίας το 1901), επιμέλεια Θάλεια

Page 178: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

178 ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Βοΐλα, Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών ΛΥΚ 2, Α/Α 459, Κέα 1974. Χλαμπέας Γιώργος: Αυτοβιογραφία (γεννήθηκε στον Ποταμό Κυθήρων το

1912), εκπομπή «Ανωνύμου του Έλληνος », παραγωγός Μ. Μήτρας, Αθήνα 1985.

3. Μελέτες της περιόδου πριν από το 1940 Αβραμίδης Δ.Β.: «Πρόσφυγες και επαγγελματικός πληθωρισμός». Εργα-

σία (1930), 22 Φεβρουαρίου. Αθανασάκης I.: Αι τρώγλαι των Αθηνών και ο αγών κατά της φυματιώσε-

ως (φνλλάδίο), Αθήνα 1939. Αναπλιώτης I.: «Έρευνα επί του προσωπικού του εργαζομένου εις τα

κλωστήρια και υφαντήρια Αθηνών-Πειραιώς-Καλλιθέας-Μοσχάτου-Ν. Φαλήρου ως προς την οικογενειακήν κατάστασιν, εκπαιδευτικήν βαθμίδα και τιμήν ημερομισθίου». Βιομηχανική και Βιοτεχνική Επι-θεώρησις, 1928, σ. 108-112.

Ανδρέου Α.: Η εξωτερική εμπορική πολιτική της Ελλάδος 1830-1933, Αθήνα 1933.

Ανώνυμος: «Η ακρίβεια του βίου εν Ελλάδι κατά τον γενικόν και εργατι-κόν τιμάριθμον», Πλούτος,, 21.3.1931.

Ανώνυμος: «Το εργατικόν ζήτημα. Γνώμαι επί της πραγματικής θέσεως της αστικής τάξεως εν τω εργατικώ ζητήματι», Δελτίον Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών, τχ. 8, Αύγουστος 1925.

Γόντικας Κ.: «Ανεργία και αστυφυλία», Εργασία, 20.9.1930. Γραικός Π.: «Το πρόβλημα της αστυφυλίας». Εργασία, 12.4.1930. Εργατικόν Κέντρον Αθηνών: Οι εργάται της Ελλάδος προς την Διπλήν

Βουλήν των Ελλήνων, Αθήνα 1911. Ιωαννίδου Σ.: Ιστορία και στατιστική Τραπεζούντος και της περί ταύτην

χώρας... Κωνσταντινούπολη 1870 (επανέκδοση με τίτλο Περί Πό-ντου και Τραπεζούντος, Αθήνα 1981).

Καλιτσουνάκις Α.: «Παρατηρήσεις εις την απογραφήν των εργατών Αθη-νών-Πειραιώς το 1917», Αρχείον Οικονομικών και Κοινωνικών Επι-στημών, τ. 1 (1921).

Κορδάτος Γ.: Εισαγωγή εις την ιστορίαν της ελληνικής κεφαλαιοκρατίας, Αθήνα 1930.

—: Ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, Αθήνα 1972. Μαρξ Κ.: Αξία [μισθός], τιμή, κέρδος, Αθήνα 1945. Μικέλης Μ.: «Αι μηχανολογικαί της Ελλάδος βιομηχανίαι», Αρχιμήδης, 4

(Απρίλιος 1924). Μπεναρόγιας Α.: Η πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου,

Αθήνα 21976. Οικονομική Επετηρίς 1933, «Η εξέλιξις της ελληνικής βιομηχανίας και η

συμβολή αυτής εις την εθνικήν οικονομίαν της χώρας», Αθήνα 1934.

Page 179: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ \ΊΊ_

Πουλιόπουλος Π.: Δημοκρατική ή σοσιαλιστική επανάσταση στην Ελλάδα, Αθήνα 1934.

«Πρόσφυγες ζητούντες εργασίαν», Λελτίον Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών, Φεβρουάριος 1922, σ. 132.

Σβώλου Μαρία: «Οι εργάτριες ταπητουργίας», Ο Αγώνας της Γυναίκας, τχ. 41, Μάρτιος 1927.

Χαριτάκης Γ.: Η ελληνική βιομηχανία. Βιομηχανία, μεταλλεία, εργασία, Αθήνα 1927.

Χρηστίδης Χρ.: «Εποικισμός», Οικονομική Επετηρίς 1933, Αθήνα 1934. Aiphantopoulos Th.: «Les conditions d'existence des classes ouvrières en

Grèce», Bulletin économique et finançier de la banque d'Athènes, Ιού-νιος 1932.

Bernstein: Les présupposés du socialisme (αρχική δημοσίευση 1899), Παρί-σι 1974.

Jaurès J.: «Définition et usage de la lutte de classes», ομιλία στο ιπποδρό-μιο της Lille το 1900, δημοσιευμένη στο La classe ouvrière (επιμέλεια Madelein Rébérioux), Παρίσι 1976.

4. Μελέτες της περιόδου μετά το 1940

Βαλαώρας Β.Γ.: «Δημογραφική ιστορία της συγχρόνου Ελλάδος», Επιθε-ώρησις Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών, τχ. 1-2,1959.

—: «Ουρμπανισμός, παραγωγή και απασχόλησις των Ελλήνων (Ο αν-θρώπινος παράγων)», Παρνασσός, ΙΗ ' (1976), τχ. 3.

Βαλτινός θ.: Το συναξάρι του Ανδρέα Κορδοπάτη, Αθήνα 1972. Βαξεβάνογλου Αλίκη: «Εργοδότες και εργαζόμενοι στις αρχές του 20ου αι-

ώνα: από τη μεριά των εργοδοτών». Τα Ιστορικά (1991), αρ. 14. —: Οι έλληνες κεφαλαιούχοι στις αρχές του 20ου αιώνα: κοινωνική και

οικονομική προσέγγιση. Πρόλογος Σπ. L Ασδραχά, Αθήνα 1993. Γκούρβιτς Ζ.: Μελέτες για τις κοινωνικές τάξεις. Από τον Μαρξ μέχρι σή-

μερα (επιμέλεια Δ.Γ. Τσαούση, μετάφραση Μ. Αυκούδη), Αθήνα 1976. Δαμιανάκος Σ.: Η κοινωνιολογία του ρεμπέτικου, Αθήνα 1975. Δεδουσόπονλος Α.: «Απλή εμπορευματική παραγωγή, καπιταλισμός και ε-

μπορικό κεφάλαιο», Ο Πολίτης, 69-70 (1985). Δρίτσα Μαργαρίτα: Βιομηχανία και τράπεζες στην Ελλάδα του μεσοπολέ-

μου, Αθήνα 1990. Ελεφαντης Α.: Η επαγγελία της αδύνατης επανάστασης ΚΚΕ και αστι-

σμός στον μεσοπόλεμο, Αθήνα 1976. Ζολώτας Η.: Η Ελλάς εις το στάδιον της εκβιομηχανίσεως, Αθήνα ^1964. Κλιάφα Μαρούλια: Θεσσαλία 1881-198L Εκατό χρόνια ζωής, Αθήνα 1983. Κοριά Μπ.: Ο εργάτης και το χρονόμετρο. Τεϊλορισμός-φορντισμός και

μαζική παραγωγή, Αθήνα 1985. Λεονταρίτης Γ.: «Το ελληνικό εργατικό κίνημα και το αστικό κράτος».

Page 180: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ \ΊΊ_

Μελετήματα γύρω από τον Βενιζέλο και την εποχή τον, Αθήνα 1979. Αεοντίδου Λίλα: Πόλεις της σιωπής. Εργατικός εποικισμός της Αθήνας

και τον Πειραιά 1909-1940, Αθήνα 1989. Μακρή Ε.: «Ο οικονομικός ενεργός πληθυσμός και η απασχόλησις αυ-

τού», Στατιστικαί μελέται 1821-1971, Αθήνα 1972. Μοσκώφ Κ.: Εισαγωγικά στην ιστορία τον κινήματος της εργατικής

τάξης, Θεσσαλονίκη 1979. Μουδόπουλος Σ.: «Ο Νόμος 281/1914 για τα επαγγελματικά σωματεία και

η επίδρασή του στην εξέλιξη του εργατικού κινήματος», Βενιζελισμός και αστικός εκσνγχρονισμός (επιμ. Γ. Θ. Μαυρογορδάτος-Χ. Χατζη-ιωσήφ), Ηράκλειο 1988.

Νασιάκου Μαρία: Η ψνχολογία σήμερα. 1. Γενική ψνχολογία, Αθήνα 1982.

Νιτσιάκος Γ. Βασίλης: Παραδοσιακές κοινωνικές δομές, Αθήνα 1991. Παναγιωτόπουλος Β.: «Αγροτική έξοδος και σχηματισμός της εργατικής

δύναμης στην πόλη». Πρακτικά τον Διεθνούς Σνμποσίον Ιστορίας: Νεοελληνική πόλη. Οθωμανικές κληρονομιές και ελληνικό κράτος, τόμ. Β ' , Αθήνα 1985.

Παπαγεωργίου Γ.: Η μαθητεία στα επαγγέλματα (16ος-20ός αι.), Αθήνα 1986.

Παπαγιαννάκης Α.: «Ζητήματα σχηματισμού εθνικής αγοράς», 1983 (37η συνάντηση των ερευνητών του ΙΑ/ΕΤΕ, πολυγραφημένο).

Πιζάνιας Π.: «Αγροτικό πλεόνασμα και κυκλοφορία του εμπορικού κεφα-λαίου στην Ελλάδα τον 19ο αιώνα», Τα Ιστορικά, 10 (1989).

—: «Η αγροτική παραγωγή στον ελληνικό 19ο αιώνα: σχέσεις και εισοδή-ματα», Τα Ιστορικά, 3 (1985).

—: Ο μαρξισμός της ιστορικής σοσιαλδημοκρατίας, Αθήνα 1987. Ρηγίνος Μ.: Παραγωγικές δομές και εργατικά ημερομίσθια στην Ελλάδα

1909-1936, Βιομηχανία-Βιοτεχνία, Αθήνα 1987. Σακαλάκη Μ.: Κοινωνικές ιεραρχίες και σύστημα αξιών. Ιδεολογικές δο-

μές στο νεοελληνικό μνθιστόρημα 1900-1980, Αθήνα 1984. Σηφάκη Γ.Μ.: «Η παραδοσιακή δραματουργία του Καραγκιόζη. Πρώτη

προσέγγιση», Ο Πολίτης, 5 (1976). Σκουτέρη-Διδασκάλου Νόρα: «Προίκα ή περί του θηρευτικού βίου των Νεο-

ελλήνων», Ο Πολίτης, 55 (1982). Σουήζυ Π.: Η θεωρία της καπιταλιστικής ανάπτνξης, μετάφραση Ν. Στα-

ματάκη, Αθήνα χ.χ. Τσοτσορός Σ.: Η σνγκρότηση τον βιομηχανικού κεφαλαίον στην Ελλάδα

(1898-1939). Η αργόσνρτη εκβιομηχανίση και η σνμβολή των Ανωνύ-μων Εταιρειών στη διαδικασία μετασχηματισμού τον κεφαλαίον., 2 τόμοι, Αθήνα 1993.

Τσουκαλάς Κ.: Κράτος, κοινωνία, εργασία στη μεταπολεμική Ελλάδα, Αθήνα 1986.

Page 181: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ \ΊΊ_

φράγκος, Α.: Ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός της Ελλάδας, Αθήνα 1980. Φρόυντ Σ.: Μελέτες για την χρυχανάλυση. Επίκουρος, Αθήνα 1979. —: Ο πολιτισμός πηγή δυστυχίας. Επίκουρος, Αθήνα 1974. Χριστοδούλου Χ. Κ.: Τα φωτογενή Βαλκάνια των αδελφών Μανάκη, Θεσ-

σαλονίκη 1989. Haupt G.: Εισαγωγή στην ιστορία της Φεντερασιόν, επιμέλεια: Α. Ελεφά-

ντης, Αθήνα 1976. Heller Agnès: Η θεωρία των αναγκών στον Μαρξ, πρόλογος Ρ.Α. Rovati,

μετάφραση Τζ. Μαστοράκη, Αθήνα 1975. Ψυχογιός Α.: Προίκες, φόροι, σταφίδα, ψωμί. Οικονομία και οικογένεια

στην αγροτική Ελλάδα του 19ου αιώνα, Αθήνα 1987.

Argiantoni Christine: «Une entreprise textile aux XIXe et XXe siècles: Frè-res Retsinas S.A. Un fond d'archives important», ανακοίνωση στο Διε-θνές Συμπόσιο L'entreprise en Grèce et en Europe, XIXe-XXe siècles, Αθήνα 20-22 Απριλίου 1990.

Bompard J.P.-Magnac Th.- Postel Vinay G.: «Emploi, mobilité et chômage en France au XIXe siècle. Migrations saisonnières entre Industrie et Γ agriculture». Annales ESC, 1 (1990).

Boudon R.: La logique du social: introduction à l'analyse sociologique, Πα-ρίσι 1979.

Bourdieu P.: «Fieldwork in philosophy», στο Choses dites, Παρίσι 1987. —: La distinction. Critique sociale du jugement, Παρίσι 1979. —: «Le capital social. Notes provisoires». Actes de la recherche en sciences

sociales, 31 (1980). —: «Le mort saisit le vif. Les relations entre l'histoire réifiée et l'histoire

incoφorée», Actes de la recherche en sciences sociales, 32/33 (1980). —: «L'illusion biographique». Actes de la recherche en sciences sociales,

32/33 (1980). —: Le sens pratique, Παρίσι 1980. Champagne, P.: «Capital culturel et patrimoine économique». Actes de la

recherche en sciences sociales, 69 (1987). Charie Ch.: «Entretiens avec Ernest Labrousse», Actes de la recherche en

sciences sociales, 32/33 (1980). «Classes d'âge et classes sociales». Actes de la recherche en sciences socia-

les, 26-27 (1979), Αφιέρωμα. Cohen-Solal M., Descours L., Deschamps L., Jacquot Α.: «Les migrations

alternantes un volant d'ajustement du marché du travail». Economie et statistique, αρ. 249 (1991).

Crozier M.-Friedberg E.: L'acteur et le système, les contraintes de Faction collective, Παρίσι 1981.

Desrosières A.-Thévenot L.: «Les mots et les chiffres: les nomenclatures so-cioprofessionnelles», Economie et statistique, Απρίλιος (1979).

Page 182: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ \ΊΊ_

Edelman Β.: La légalisation de la classe ouvrière. L'entreprise, τόμ. 1, Πα-ρίσι 1978.

Fontaine L.: «Solidarités familiales et logiques migratoires en pays de mon-tagne à l'époque moderne». Annales ESQ 6 (1990).

Godelier M.: L'idéel et le matérielTlaQÎOi 1984. Goffman, Ervin: Les cadres de l'expérience, (γαλλική μετάφραση), Παρίσι

1991. Gribaudi M.: Itinéraires ouvriers. Espaces et groupes sociaux à Turin au dé-

but du XXe siècle, Παρίσι 1987. Gurvitch G.: La vocation actuelle delà sociologie, Παρίσι 1968. Haupt G.: L'historien et le mouvement social, Παρίσι 1980. Hoggart R.: La culture du pauvre, γαλλική μετάφραση, Παρίσι 1970. Israel J.: «Remarques sur quelques problèmes de la théorie marxiste des

classes», L 'Homme et la Société, 15 (1970). Κιτρομηλίδης, Π.-Αλεξανδρής, Α.: «Ethic survival, nationalism and forced

migration: The historical demography of the Greek community of Asia Minor at the close of the Ottoman era», Λελτίον Κέντρου Μικρασιατι-κών Σπουδών, 5 (1984-85).

Levi G.: «Carrières d'artisans et marché du travail à Turin XVllle-XiXe siècle», Annales ESC, 6 (1990).

Mavrogordatos G. Th.: Stillborn republic. Social Coalitions and Party Stra-tegies in Greece, 1922-1936, Καλιφόρνια 1983.

Mottez Β.: Systèmes des salaires et idéologies patronales, Παρίσι (C.N.R.S.) 1966.

Mouriaux R.: «Livre premier du Capital et sociologie de la classe ouvriè-re», La Pensée, 166(1972).

Moutsopoulos M.K.: Thessaloniki 1900-1917, M. Molho Publications, Ελ-λάδα 1980.

Noiriel G.: Les ouvriers dans la société française XiXe-XXe siècles, Παρίσι 1986.

Pizanias P.: «Revenus paysans et rapports sociaux en Grèce au X/Xe sièc-le», Annales ESC, 1 (1990).

—: «Suφlus agricole et circulation du capital commercial en Grèce au XIXs.», Annales ESC, 2 (1992).

Pollak M.-Heinich, N.: «Le témoignage». Actes de la recherche en sciences sociales, 62/63 (1986).

Polyzos LN.: Processus d'urbanisation en Grèce 1920-1940, Τουλούζη 1978 (διδακτορική διατριβή).

Sanctis Ε. Eva: Refugees and Economie Migrants in Greater Athenes, Αθή-να 1973.

Strauss C.L.: «La notion de structure en ethnologie». Anthropologie stru-cturale, Παρίσι 1974.

Thompson Ε.Ρ.: The making of the English Working Class, Aovbivo 1968.

Page 183: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ \ΊΊ_

Vaxevanoglou Alice: «Les relations entre patrons et travailleurs vues du cô-té du patronat», ανακοίνωση στο Διεθνές, Συμπόσιο L'entreprise en Grèce et en Europe, XiXe-XXe siècles, Αθήνα 1990.

Vernier Β.: «Emigration et dérèglement du marché matrimonial». Actes de la recherche en sciences sociales, 15 (1977).

—: «La circulation des biens, de la main d'oeuvre et des prénoms à Karpa-thos: du bon usage des parents et de la parenté». Actes de la recherche en sciences sociales, 31 (1980).

Zarca B.: «L'ami du trait. L'itinéraire d'un compagnon charpentier». Actes de la recherche en sciences sociales, 29 (1979).

Page 184: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο
Page 185: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ

Αγγελόπουλος Α. Θ. 154 «αγωγείς» 69 Αθήνα 27, 28, 40,44, 60, 117, 118, 142 «ακονισταί» 69 Αναπλιώτης I, 35 Ανεργίτσα, 49,50 ανθρακωρύχοι 59 Ανώτατο Οικονομικό Συμβούλιο 45,

51, 154 άρχουσα τάξη 164, 168* ελίτ 169 «Αψιλίας Μέλαθρον» 49

Βόλος 60

Braudel F. 112

Γαζή Σοφία 96 Γαλλία 46 Γενική Απογραφή του Πληθυσμού

(1928)50,51,69 Γενική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλά-

δος 58 Γενική Συνομοσπονδία Εργατών

Ελλάδος 50, 51,52,53, 54, 154 Γιαννακός Ι. Γ. 73

Δεσύπρη Μαρία 33

«Εκκενωτές βόθρων» 69 Ελύτης Ο. 153 εργάτες (-τριες) passim

ανειδίκευτοι 34, 64 Βρετανοί 25 Γάλλοι 46,47 Ελλαδίτες 25,42 της θάλασσας 59 με το κομμάτι 32, 33 περιστασιακοί 60, 64 (βλ. και μερο-

καματιάρηδες)

πλανόδιοι αγροτικοί 70 πρόσφυγες 25,26,42

εργατοτεχνίτες 36

Ferry J. 47

Gurvitch G. 16

θεσσαλονίκη 40, 60, 117, 118, 126, 142

Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων 28, 36, 60, 62, 171

Καπνεργάτες, 57,59 «καπνοπώλες», 46 «κασσιτερωταί» 69 «καφεπώλες» 46 Κεφάλαιο 15 Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών 72 Κοινωνία των Εθνών 119 Κορδάτος Γ. 13 «κουλουροπώλες» 69

«Ααχειοπώλες» 69 Αεοντίδου Αίλα 45

Μανάβηδες 46 Μαρξ Κ. 14, 15, 156 Μέγαρα, 33 μεροκαματιάρηδες 64, 69, 72, 136, 144,

149, 159, 164, 165 μεταλλωρύχοι 59 μιναδόροι84,85 μπαζαδόροι84,85 μπακάληδες 46 Μπεναρόγιας Α. 13 Μποστ 49

«Ξυλανθρακοποιοί» 69

«Οινοπώλες» 46

Page 186: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

m ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ

Πάτρα 117, 118, 142 Πασαλίδης Π. Ν. 79 Πειναλέον 49 Πειραιάς 27, 28, 40, 44, 60, 70, 117,

118,142 πρόσφυγες 26, 119

της Ανατολικής Θράκης 120 της Βουλγαρίας 120 εργάτες (βλ. σχετικό λήμα) του Καυκάσου 120 της Κωνσταντινούπολης 120 της Μ. Ασίας 26, 72,120, 125, 126 του Πόντου 120

Ρετσίνα, αδελφοί 60

«Στιλβωτές υποδημάτων» 69

Τορίνο 47 Τσιορμπατζής 131 τυπογράφοι 59

Thomson Ε.Ρ. 20

«Υδρονομείς» 69

Φτωχοί passim φτωχολογιά 72, 136, 149, 150, 159, 164,

165

Χαστάς Σ. Μ. 89

Page 187: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

RESUME

LES PAUVRES DES VILLES, EN GRECE AU COURS DE L'ENTRE-DEUX-GUERRES:

OU LE SAVOIR-FAIRE POUR SURVIVRE

Assimiler les travailleurs manuels démunis des villes grecques au cours de Γ entre-deux-guerres à la classe ouvrière classique est une pratique courante de l'historiographie et de la sociologie grecques. Mais cette pratique, qui du point de vue politique idéalise son objet, ne mène à rien du point de vue scientifique: Elle présente le désavantage de laisser sans réponse toute une série de questions portant sur la relative stabilité que révèlent les structures de la société grecque jusqu'à nos jours.

La présente étude (pour ne pas succomber au danger qui consiste à rem-placer l'histoire des hommes par l'automatique recours aux notions con-ventionnelles mais aussi pour ne pas succomber à l'attrait de la béatitude empirique) définit les travailleurs manuels, les homnies de peine comme é-tant tout simplement les classes démunies, les pauvres. Ceux-ci représen-tent à peu près 20% de la population active et cette étude en fait son objet en recherchant quelles étaient leurs pratiques sociales. Il s'agit de pratiques sociales qui ne s'explicitent dans aucune forme de discours public, autre-ment dit il s'agit de pratiques muettes.

L'analyse du matériel probant (constitué à partir de la restructuration des recensements officiels, des rapports des inspecteurs du travail et d'une série d'autobiographies) se concentre autour d'un thème principal. A sa-voir, la manière par laquelle se trouve satisfait un besoin essentiel, celui de la garantie de la survie par le travail.

Nous avons en face de nous des travailleurs manuels pauvres (et non pas des couches sociales marginales).

Ces travailleurs, selon le degré de dépendance formelle ou réele envers les rapports de travail salariaux et selon la durée temporelle de cette dépen-dance par rapport à l'ensemble de leur vie professionnelle peuvent être di-stingués en trois catégories: les ouvriers, les travailleurs journaliers précai-res et les hommes de peine.

La caractéristique commune de ces trois couches sociales est, entre aut-res, leur aversion spontanée et systématique envers la sujétion des relations de travail dans l'industrie. Cette aversion, qui naît avec leur migration vers les villes grecques, met en branle un savoir-faire qui a pour but la garantie

Page 188: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

M RESUME

de la survie hors du cadre des relations salariales de travail, qui pour un bref moment au cours de l'entre-deux-guerres ont eu tendance à s'imposer à cause d'un certain développement de l'industrie.

La résistance qui oppose cette population à sa prolétarisation se réalise à travers des «stratégies» familiales homogènes. Ces «stratégies» avaient pour aspiration mineure la garantie au jour le jour de la survie et comme espérance majeure être délivré du carcan de la pauvreté.

Au premier niveau celui de la garantie de la survie, leur modèle idéal est celui des petits métiers où les rapports de dépendance ne sont pas immé-diats. La base sociale de ces activités professionnelles non-dépendantes sont les relations familiales et leur entourage social très restreint. Pour appro-cher ce modèle idéal (qui s'est formé dans la longue durée et dans leurs mi-lieux d'origine, c'est-à-dire dans les communautés villageoises) cette popu-lation utilise, aussi, mais de façon saisonnière ou temporaire le biais du tra-vail salarial dans l'industrie, à titre d'activité professionnelle complémentai-re. Cependant, le modèle appliqué suppose un savoir-faire pour la survie qui se compose de deux paramètres: l'exerciçe continu de la multi-activité et une mobilité professionnelle intense.

Ce savoir-faire est une fonction d'importance désicive appartenant au ressort du chef de famille. Il est mise en œuvre en procédant à la distribu-tion des divers rôles entre les membres de la famille et selon la traditionelle hiérarchie paysanne des rapports sociaux.

Ce savoir-faire trouve son achèvement par l'utilisation des relations in-terpersonnelles (familiales ou autres) de l'entourage social, dans le but de constituer un revenu familial mixte. Nous avons donc là, toute une série de relations et de fonctions différentes qui sont téléscopées sous la forme uni-voque des relations familiales de solidarité pour garantir la survie. Et ces re-lations constituent la forme primaire d'organisation sociale dans le cadre du mode de production commercial simple, tel qu'il a été constitué au sein des communautés paysannes grecques dans la longue durée.

Les capitalistes grecs pour leur part (tout comme les dirigeants politi-ques mais pour d'autres raisons) ont établis au cours de l'entre-deux-guer-res avec cette population des rapports de caractère complémentaire qui ne menaient pas à l'incorporation en termes de société bourgeoise urbaine de ces couches sociales. Il semble au contraire que ces rapports ont rendu pos-sible l'extension aux villes de la traditionnelle division du travail en établis-sant comme évidente une variété de structures et de valeurs sociales de tra-vail qui privilégiaient l'organisation sociale sur la base de la production commerciale simple. Organisation sociale qui composait un cadre dissuasif pour le développement de la société grecque.

Page 189: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΙΝΑΚΩΝ

1. Αριθμός εργατών βιομηχανίας, 1917-1940 και ποσοστό επί του ενεργού και του συνολικού πληθυσμού 25

2. Γεωγραφική συγκέντρωση εργατών βιομηχανίας, 1917-1940 27 3. Συγκέντρωση εργατών κατά το μέγεθος των επιχειρήσεων,

1917-1940 29 4. Τρόποι πληρωμής το 1930 30 5. Κατανομή εργατών και εργατριών βιομηχανίας, βιοτεχνίας

μεταλλείων, ορυχείων κατά ομάδες ηλικίας, 1920, 1928 και 1930 38 6. Αριθμός εργαζομένων στη βιομηχανία κατά ομάδες ηλικιών (1928)

Αριθμός εργατών στη βιομηχανία κατά ομάδες ηλικιών (1930) 39 7. Δευτερεύουσα απασχόληση ή το εύρος των πιθανών επαγγελμάτων

ενός αγρότη, ενός εργάτη και ενός υπαλλήλου το 1928 44 8. Δείκτες ανεργίας 1928-1935 και μηνιαία διακύμανση ανέργων το

1935 (στοιχεία της ΓΣΕΕ) 54 9. Εποχική λειτουργία βιομηχανικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα,

1920 56 10. Μέσος ετήσιος όρος πραγματοποιημένων ημερομισθίων, 1928-

1935 57 11. Ποσοστά αγράμματου πληθυσμού πάνω από πέντε ετών σε - ελληνικές πόλεις, 1920-1928 138

12. Δείκτης απασχόλησης στη βιομηχανία 155

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΩΝ

1. Αριθμός εργατών-εργατριών κατά ομάδες ηλικίας, 1930. Αθήνα-Πειραιάς, Θεσσαλονίκη 41

2. ΙΚΑ: Μηνιαία διακύμανση εισπράξεων εισφορών 1940 61

Page 190: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο
Page 191: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο

TO ΒΙΒΛΙΟ TOY ΠΕΤΡΟΥ ΠΙΖΑΝΙΑ ΟΙ ΦΤΩΧΟΙ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ Η ΤΕΧΝΟΓΝΩΣΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ ΤΥΠΩΘΗΚΕ ΣΤΙΣ ΓΡΑΦΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ «ΝΙΚΟΤΥΠ» Γ. ΜΑΥΡΟ-ΓΕΩΡΓΗΣ - Α. ΓΚΟΥΜΑΣ - Ν. ΣΦΕΝΔΥΛΗΣ, ΠΑΤΡΙ-Α Ρ Χ Η ΣΕΡΓΙΟΥ 6, ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΔΕΤΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ Θ. ΗΑΙΟΠΟΥΑΟ ΚΑΙ Π. ΡΟΔΟΠΟΥΑΟ ΤΟΝ ΟΚΤΩΒΡΙΟ 1993 ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕ-ΩΝ ΘΕΜΕΛΙΟ. ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΝΝΑ

ΜΑΛΙΚΙΩΣΗ

Page 192: Πιζάνιας-Οι Φτωχοί των Πόλεων η Τεχνογνωσία της Επιβίωσης στην Ελλάδα το Μεσοπόλεμο