Αρχαία ελληνική κοινωνία

84
Κεφ 2 ΜΥΚΗΝΑΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ 3000- 1100πχ = 3000 – 1900 ΠΡΩΤΟΕΛΛΑΔΙΚΗ 1900 – 1600 ΜΕΣΟΕΛΛΑΔΙΚΗ 1600 – 1050 ΥΣΤΕΡΟΕΛΛΑΔΙΚΗ / ΜΥΚΗΝΑΙΚΗ Σε όλη τη διάρκεια της μακρόχρονης αυτής περιόδου αναμφίβολα έγιναν πολλές μετακινήσεις , κατακτήσεις και μεταναστεύσεις . Μια μεγάλη αναστάτωση μαρτυρείται στο τέλος της εποχής του χαλκού, όταν νομαδικοί λαοί επιχείρησαν να εισβάλουν στην Αίγυπτο γύρω στο 1190πΧ. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ανήκει στη μεγάλη ινδοευρωπαϊκή οικογένεια, αλλά σε έναν κλάδο της που δε σχετίζεται στενά με κανέναν άλλο που θα μπορούσαμε να παρακολουθήσουμε σήμερα. Η σύγχρονη θεωρία αμφισβητεί αν υπήρξε καν ενιαία ελληνική γλώσσα σε κάποια αναγνωρίσιμη μορφή, προτού οι εισβολείς, που μιλούσαν μια ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, αναμιχθούν με τους παλαιότερους κατοίκους. H διάδοση της γεωργίας από την ανατολή υπήρξε ασφαλώς ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα του απώτερου παρελθόντος και βοήθησε το νεολιθικό πληθυσμό να εγκατασταθεί μόνιμα σε χωριά, αλλά παραμένει το ερώτημα πώς έφτασε στην Ελλάδα η νέα τεχνική : με ειρηνική επικοινωνία με τη Μ. Ασία ή με τη μετανάστευση νέων λαών. Η μετάβαση στην εποχή του χαλκού δεν ήταν υπόθεση συγκεκριμένης τομής που συντελέστηκε μονομιάς. Έχουμε σίγουρα τη βαθμιαία εισαγωγή του μετάλλου, μαζί με άλλους νεωτερισμούς, ανάμεσά τους και τον τροχό του αγγειοπλάστη. Ο νέος τρόπος ζωής διαδόθηκε στην Ελλάδα από το Νότο προς το Βορρά, και ποτέ δεν επικράτησε στη Θεσσαλία. Είναι αναπόφευκτη η εικασία ότι έχουμε πολιτισμό επήλυδων, που έφτασαν αρχικά από τη θάλασσα.: Ο πληθυσμός πύκνωσε σε σχέση με τους νεολιθικούς χρόνους. Υπήρχαν οχυρωμένα οικοδομήματα όπως στη Λέρνα της Αργολίδας, στη Θερμή της Λέσβου βλέπουμε έναν πυκνοχτισμένο οικισμό, αλλά στο μεγαλύτερο μέρος του Αιγαίου βρίσκουμε μόνο μικρούς ατείχιστους οικισμούς, άρα είχαμε ειρήνη. Ο πολιτισμός ολόκληρης της περιοχής της Ελλάδας και των νησιών, της Κρήτης καθώς και της δυτικής Μ. Ασίας είναι αρκετά ομοιόμορφος και δείχνει σαφείς αλληλεπιδράσεις. Είναι εμφανές και ένα γλωσσολογικό δεδομένο, δηλαδή τοπωνύμια με το θέμα τους να καταλήγει σε –νθ {Κόρινθος} και σε –σς, {Παρνασσός}. Τα τοπωνύμια αυτά τα συναντάμε εκεί που ήταν οι περισσότεροι πρωτοελλαδικοί οικισμοί [3000 – 2000πΧ.] Είναι φυσικό να μας ελκύει η ιδέα ότι τα στοιχεία αυτά ανήκουν στη γλώσσα του πρωτοελλαδικού πληθυσμού, που ο πληθυσμός τους ήταν αρκετά ομοιόμορφος σε ολόκληρη την περιοχή, και ότι οι Έλληνες πήραν από αυτή τη γλώσσα πολλά τοπωνύμια και έναν ορισμένο αριθμό λέξεων και μάλιστα ονόματα ζώων ή φυτών που τους ήταν άγνωστα στην προηγούμενη πατρίδα τους. Είτε ήταν είτε δεν ήταν η πρώιμη αυτή γλώσσα η γλώσσα των Ελλήνων της πρωτοελλαδικής εποχής, είμαστε υποχρεωμένοι να υποθέσουμε ότι σε κάποια φάση εισέβαλαν στην Ελλάδα πολυάνθρωπες ομάδες που μιλούσαν μια ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, από την οποία προήλθε εξελικτικά η ελληνική. Η επικρατέστερη άποψη, είναι ότι η διείσδυση αυτή συντελέστηκε γύρω στο 1900πΧ και αποτέλεσε την αρχή της μεσοελλαδικής φάσης της ελληνικής εποχής του χαλκού γνωρίζουμε τώρα καλά ότι η Λέρνα και μερικοί άλλοι οικισμοί καταστράφηκαν κατά τη μετάβαση από τη δεύτερη φάση της πρωτοελλαδικής εποχής στην τρίτη, και συνεπώς η εισβολή των επήλυδων πρέπει μάλλον να χρονολογηθεί γύρω στο 2100πχ . Πριν και μετά το 2000πΧ η γενική εντύπωση που οπωσδήποτε αποκομίζουμε είναι ότι υπήρξε κάποια βία, ότι ο πληθυσμός ελαττώθηκε, και ότι σημειώθηκε μεγάλη οπισθοδρόμηση σε σχέση με το επίπεδο πολιτισμού όπου είχε φθάσει η Ελλάδα της πρώιμης ελλαδικής περιόδου. Πολλοί οικισμοί καταστράφηκαν, ο πληθυσμός ελαττώθηκε, σημειώθηκε οπισθοδρόμηση στο επίπεδο του πολιτισμού, αλλά δεν υπάρχει ομοφωνία από ποιο σημείο

Transcript of Αρχαία ελληνική κοινωνία

Page 1: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Κεφ 2 ΜΥΚΗΝΑΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ 3000- 1100πχ =

3000 – 1900 ΠΡΩΤΟΕΛΛΑΔΙΚΗ1900 – 1600 ΜΕΣΟΕΛΛΑΔΙΚΗ 1600 – 1050 ΥΣΤΕΡΟΕΛΛΑΔΙΚΗ / ΜΥΚΗΝΑΙΚΗ

Σε όλη τη διάρκεια της μακρόχρονης αυτής περιόδου αναμφίβολα έγιναν πολλές μετακινήσεις, κατακτήσεις και μεταναστεύσεις. Μια μεγάλη αναστάτωση μαρτυρείται στο τέλος της εποχής του χαλκού, όταν νομαδικοί λαοί επιχείρησαν να εισβάλουν στην Αίγυπτο γύρω στο 1190πΧ.Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ανήκει στη μεγάλη ινδοευρωπαϊκή οικογένεια, αλλά σε έναν κλάδο της που δε σχετίζεται στενά με κανέναν άλλο που θα μπορούσαμε να παρακολουθήσουμε σήμερα. Η σύγχρονη θεωρία αμφισβητεί αν υπήρξε καν ενιαία ελληνική γλώσσα σε κάποια αναγνωρίσιμη μορφή, προτού οι εισβολείς, που μιλούσαν μια ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, αναμιχθούν με τους παλαιότερους κατοίκους.

H διάδοση της γεωργίας από την ανατολή υπήρξε ασφαλώς ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα του απώτερου παρελθόντος και βοήθησε το νεολιθικό πληθυσμό να εγκατασταθεί μόνιμα σε χωριά, αλλά παραμένει το ερώτημα πώς έφτασε στην Ελλάδα η νέα τεχνική : με ειρηνική επικοινωνία με τη Μ. Ασία ή με τη μετανάστευση νέων λαών.

Η μετάβαση στην εποχή του χαλκού δεν ήταν υπόθεση συγκεκριμένης τομής που συντελέστηκε μονομιάς. Έχουμε σίγουρα τη βαθμιαία εισαγωγή του μετάλλου, μαζί με άλλους νεωτερισμούς, ανάμεσά τους και τον τροχό του αγγειοπλάστη. Ο νέος τρόπος ζωής διαδόθηκε στην Ελλάδα από το Νότο προς το Βορρά, και ποτέ δεν επικράτησε στη Θεσσαλία.

Είναι αναπόφευκτη η εικασία ότι έχουμε πολιτισμό επήλυδων, που έφτασαν αρχικά από τη θάλασσα.:Ο πληθυσμός πύκνωσε σε σχέση με τους νεολιθικούς χρόνους. Υπήρχαν οχυρωμένα οικοδομήματα όπως στη Λέρνα της Αργολίδας, στη Θερμή της Λέσβου βλέπουμε έναν πυκνοχτισμένο οικισμό, αλλά στο μεγαλύτερο μέρος του Αιγαίου βρίσκουμε μόνο μικρούς ατείχιστους οικισμούς, άρα είχαμε ειρήνη. Ο πολιτισμός ολόκληρης της περιοχής της Ελλάδας και των νησιών, της Κρήτης καθώς και της δυτικής Μ. Ασίας είναι αρκετά ομοιόμορφος και δείχνει σαφείς αλληλεπιδράσεις. Είναι εμφανές και ένα γλωσσολογικό δεδομένο, δηλαδή τοπωνύμια με το θέμα τους να καταλήγει σε –νθ {Κόρινθος} και σε –σς, {Παρνασσός}. Τα τοπωνύμια αυτά τα συναντάμε εκεί που ήταν οι περισσότεροι πρωτοελλαδικοί οικισμοί [3000 – 2000πΧ.] Είναι φυσικό να μας ελκύει η ιδέα ότι τα στοιχεία αυτά ανήκουν στη γλώσσα του πρωτοελλαδικού πληθυσμού, που ο πληθυσμός τους ήταν αρκετά ομοιόμορφος σε ολόκληρη την περιοχή, και ότι οι Έλληνες πήραν από αυτή τη γλώσσα πολλά τοπωνύμια και έναν ορισμένο αριθμό λέξεων και μάλιστα ονόματα ζώων ή φυτών που τους ήταν άγνωστα στην προηγούμενη πατρίδα τους.

Είτε ήταν είτε δεν ήταν η πρώιμη αυτή γλώσσα η γλώσσα των Ελλήνων της πρωτοελλαδικής εποχής, είμαστε υποχρεωμένοι να υποθέσουμε ότι σε κάποια φάση εισέβαλαν στην Ελλάδα πολυάνθρωπες ομάδες που μιλούσαν μια ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, από την οποία προήλθε εξελικτικά η ελληνική. Η επικρατέστερη άποψη, είναι ότι η διείσδυση αυτή συντελέστηκε γύρω στο 1900πΧ και αποτέλεσε την αρχή της μεσοελλαδικής φάσης της ελληνικής εποχής του χαλκού γνωρίζουμε τώρα καλά ότι η Λέρνα και μερικοί άλλοι οικισμοί καταστράφηκαν κατά τη μετάβαση από τη δεύτερη φάση της πρωτοελλαδικής εποχής στην τρίτη, και συνεπώς η εισβολή των επήλυδων πρέπει μάλλον να χρονολογηθεί γύρω στο 2100πχ .

Πριν και μετά το 2000πΧ η γενική εντύπωση που οπωσδήποτε αποκομίζουμε είναι ότι υπήρξε κάποια βία, ότι ο πληθυσμός ελαττώθηκε, και ότι σημειώθηκε μεγάλη οπισθοδρόμηση σε σχέση με το επίπεδο πολιτισμού όπου είχε φθάσει η Ελλάδα της πρώιμης ελλαδικής περιόδου. Πολλοί οικισμοί καταστράφηκαν, ο πληθυσμός ελαττώθηκε, σημειώθηκε οπισθοδρόμηση στο επίπεδο του πολιτισμού, αλλά δεν υπάρχει ομοφωνία από ποιο σημείο ξεκίνησαν οι εισβολείς. Μπορεί να μην είναι άσχετο ότι άλλοι εισβολείς που επίσης μιλούσαν ινδοευρωπαϊκές γλώσσες, ξεχύθηκαν την ίδια αυτή εποχή προς τις μεσογειακές και τις μεσοποταμιακές περιοχές, οι Χετταίοι, στην Ανατολία, οι Μιτάνι στη Μεσοποταμία κα. Οι εισβολείς αυτοί δεν ξεκίνησαν ούτε από το Νότο ούτε από την Ανατολή.

Μετά τις πρώτες βίαιες αναστατώσεις ακολούθησε μια περίοδος ειρηνικής ανασυγκρότησης και κατοχύρωσης των κεκτημένων, μια βαθμιαία βελτίωση των διαφόρων τεχνολογικών μεθόδων καθώς και μια καινοτομία σημαντική : η εισαγωγή στην Ελλάδα του εξημερωμένου αλόγου.

Η ΜΙΝΩΙΚΗ ΚΡΗΤΗ

Ο λαός στην πρωτομινωική Κρήτη είχε τον ίδιο πολιτισμό με τον πρωτοελλαδικό της κυρίως Ελλάδας και με τη Μ.Ασία ίσως χρησιμοποιούσαν και την ίδια γλώσσα. Μετά το 2000, οι Κρήτες ανέπτυξαν έναν πολυσύνθετο και εκλεπτυσμένο πολιτισμό, που ξεπέρασε κατά πολύ τον πολιτισμό που είχαν οι πρόγονοί τους ή οι σύγχρονοί τους στην Κυρίως Ελλάδα. Κέντρα ήταν η Κνωσός στα βόρεια και Φαιστός στα νότια.

Τα ανάκτορα αυτής της περιόδου φαίνεται να μην έχουν πολύ συγκεκριμένο σχέδιο. Η έκταση τους μαρτυρεί τον πλούτο και τη δύναμη των κατόχων τους.

Οι τοιχογραφίες και τα αγγεία μας αποκαλύπτουν ολοκάθαρα τον εύθυμο και εκλεπτυσμένο χαρακτήρα αυτού του κόσμου. Στη μινωική τέχνη συναντάμε αρκετά αντιπροσωπευτικά είδη πλοίων, πράγμα που δείχνει ότι η θάλασσα είχε μεγάλη σημασία για τους Κρητικούς.

Ο Μίνωας ήταν σίγουρα θαλασσοκράτορας και ο μύθος του Θησέα το αποδεικνύει Στη μεγάλη πυρκαγιά του 1400 ψήθηκαν, μια σειρά ενεπίγραφες πήλινες πινακίδες. Πρόκειται για διοικητικά έγγραφα, που

η αποκρυπτογράφηση τους έδειξε ότι είναι γραμμένα στην ελληνική γλώσσα τη Γραμμική Β. Η Γραμμική Α δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί και ίσως ήταν η μη ελληνική γλώσσα της μινωικής Κρήτης.

Page 2: Αρχαία ελληνική κοινωνία

ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ

Οι γνώσεις μας για τη Μυκηναϊκή Ελλάδα χρονολογούνται από την εποχή που ο Σλήμαν έστρεψε την προσοχή του στην ακρόπολη των Μυκηνών. Στους ασύλητους λακκοειδείς τάφους του μεγάλου περιβόλου, λίγο πιο μέσα από την Πύλη των Λεόντων, βρέθηκε μια εκπληκτική ποσότητα χρυσού σε νεκρικά προσωπεία, στολίδια ενδυμάτων, κοσμήματα, κύπελλα κτλ, που δικαιολογεί πέρα για πέρα το επίθετο πολύχρυσος του Ομήρου για τις Μυκήνες.

Ένα άλλος ταφικός περίβολος , παλαιότερος, έχει τώρα βρεθεί έξω από τα τείχη της μεταγενέστερης ακρόπολης και είμαστε πια σίγουροι ότι ο πολιτισμός αυτός άρχισε πριν το 1600πΧ.

Είναι άγνωστο αν η Ελλάδα του 14ου αι αποτελούσε ενιαίο βασίλειο που το κυβερνούσαν οι Μυκήνες. Ανάκτορα και πλούσιοι τάφοι βρέθηκαν και αλλού, και καμιά αρχαιολογική μαρτυρία δε δείχνει αδιαμφισβήτητα ότι τα άλλα αυτά κέντρα ήταν εξαρτημένα από τις Μυκήνες. Υπάρχει πολιτισμική ομοιομορφία [αγγεία] αλλά δε συνεπάγεται και πολιτική ενότητα.

Η πίστη στην κυριαρχία των Μυκηνών (1600 – 1050) στηρίζεται σε 2 αβέβαια στοιχεία :1. Ο βασιλιάς Ahhiyawan που εμφανίζεται σε χεττιτικές πινακίδες στα τέλη του 14ου αι και το 13ο αι = Αχαιοί.2. Ο Όμηρος παρουσιάζει τον βασιλιά των Μυκηνών ανώτερος σε σχέση με τους άλλους, αν και δυσκολεύεται να το παρουσιάσει μια και ήταν αντίθετο με τις μετέπειτα ελληνικές αντιλήψεις.

ΑΝΑΚΤΟΡΑ

Α] Το Ανάκτορο Μυκηνών έχει εν μέρει καταρρεύσει και η εικόνα του συμπληρώνεται από την ακρόπολη της Τίρυνθας.Β] Έχουμε το πολύπλοκο οικοδομικό συγκρότημα της ΠύλουΓ] Ίχνη υπάρχουν και στην Ακρόπολη των ΑθηνώνΔ] Ανάκτορα στον Ορχομενό στη ΒοιωτίαΕ] Το πλούσιο ανάκτορο των Θηβών που βρίσκεται θαμμένο κάτω από τη σύγχρονη πόλη ΣΤ Βορειότερα έχουμε ανάκτορα και στη νότια Θεσσαλία, όπου επεκτάθηκε όψιμα ο μυκηναϊκός πολιτισμός. Το κύριο διακριτικό τους γνώρισμα των ανακτόρων της ηπειρωτικής Ελλάδας είναι «Η αίθουσα του θρόνου». Τον τύπο του ανακτόρου αυτού οι αρχαιολόγοι τον ονομάζουν «Μέγαρο» :Ένα ορθογώνιο κτήριο με τη θύρα του σε μια από τις στενότερες πλευρές, η οποία οδηγεί πρώτα σε έναν μικρότερο προθάλαμο και από εκεί στην κύρια εσωτερική αίθουσα. Στον ένα τοίχο είναι η θέση του βασιλικού θρόνουΗ παραδοσιακή παραλλαγή που συναντάμε είναι ένα προπύλαιο με κίονες, έπειτα έναν προθάλαμο, που ενδέχεται να είναι πολύ στενός και, τέλος, μια μεγάλη κύρια αίθουσα, που η οροφή της στηρίζεται σε 4 κίονες γύρω από μια κεντρική εστία. .

ΤΑΦΟΙ

Οι λακκοειδείς τάφοι των Μυκηνών ανήκουν σε προγενέστερη φάση. Αργότερα συναντούμε έναν πιο μεγαλόπρεπο τύπο μνημειώδους τάφου: ένας ορθογώνιος διάδρομος, σκαμμένος στην πλαγιά

ενός λόφου, οδηγεί στην είσοδο μιας κυκλικής αίθουσας με ψεύτικο θόλο. Ο πρώτος τέτοιος τάφος που ανακαλύφθηκε στις Μυκήνες είναι ο «Θησαυρός του Ατρέα» και είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακός. Εντυπωσιακά είναι και τα κτερίσματα που βρέθηκαν. Ωστόσο, οι πολυδάπανες αυτές τιμές αποδίδονταν μόνο όσο καιρό ήταν θαμμένοι οι νεκροί : όταν το σώμα έλιωνε, τα οστά παραμερίζονταν, για να δημιουργήσουν χώρο για μια μεταγενέστερη ταφή.

Η επίδραση της μινωικής τέχνης στη μυκηναϊκή ήταν πολύ μεγάλη. Στα νησιά εμφανίστηκε νωρίτερα και τον 16ο αι απλώνεται στην ηπειρωτική Ελλάδα.

Είναι λάθος να υποθέσουμε ότι οι μινωίτες κυρίευσαν την ηπειρωτική Ελλάδα ή έστω την εποίκισαν. Τα αγγεία, τα θαυμάσια εγχειρίδια με τις ένθετες διακοσμήσεις, οι γλυπτές επιτύμβιες στήλες, όλα αυτά δείχνουν ένα ενδιαφέρον για τον πόλεμο ξένο προς τη μινωική τέχνη, η οποία ήταν πολύ λιγότερο δεμένη με την ανθρώπινη μορφή. Στις χρυσές προσωπίδες το μουστάκι και η παράξενα κομμένη γενειάδα του βασιλιά των Μυκηνών τον διαφοροποιούν από τον καλοξυρισμένο Κρητικό.

ΟΙ ΕΠΑΦΕΣ ΤΩΝ ΜΥΚΗΝΑΙΩΝ

Οι Μυκηναίοι είχαν συνεχή επαφή με τη μακρινή Δύση, με τη Νότια Ιταλία, και είχαν ακόμα εμπορικούς σταθμούς και στις ακτές της Συρίας.

Τα αγγεία τους εξάγονταν ήδη από τον 14ο αι και πολύ ευρύτερα το 13ο αι στην Τροία, στην Αίγυπτο και αλλού. Συχνά βρίσκουμε έναν μυκηναϊκό οικισμό στη θέση ενός μινωικού. Γύρω στο 15ο αι οι Μυκηναίοι υπέταξαν την Κνωσό, το πλουσιότερο κέντρο αυτού του αντιπολεμικού πολιτισμού. Οι

Έλληνες οικειοποιήθηκαν το ανάκτορο και έκτισαν σ’ αυτό μια αίθουσα του θρόνου, αν και το κτίριο δεν ήταν «μέγαρο», όπως στην ηπειρωτική Ελλάδα. Το μετέτρεψαν σε οπλοστάσιο και σε αποθήκη για αμάξια, άλογα και άλλα υλικά.

1400πΧ : μια μεγάλη φωτιά ανάγκασε τους Μυκηναίους να εγκαταλείψουν την Κρήτη, ωστόσο δε χάνεται ο πολιτισμός τους. Ένα τμήμα του ανακτόρου καθαρίστηκε και συνέχισε να κατοικείται από άστεγους Μινωίτες, αλλά η Κνωσός έπαψε να είναι κέντρο με σημασία. Οι επόμενοι δύο αιώνες είναι η ακμή του μυκηναϊκού πολιτισμού.

Ίσως οι Μυκηναίοι να είδαν ότι δεν μπορούσαν να διατηρήσουν την κυριαρχία τους στο νησί.

Page 3: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Η ΓΡΑΜΜΙΚΗ Β΄

Στη μεγάλη πυρκαγιά του 1400 ψήθηκαν, μια σειρά ενεπίγραφες πήλινες πινακίδες. Πρόκειται για διοικητικά έγγραφα, που η αποκρυπτογράφηση τους έδειξε ότι είναι γραμμένα στην ελληνική γλώσσα τη Γραμμική Β.

Η Γραμμική Α δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί και ίσως ήταν η μη ελληνική γλώσσα της μινωικής Κρήτης. Η Γραμμική Β επισημάνθηκε πρώτη φορά στην ΚΝΩΣΟ στις αρχές του αιώνα και βρέθηκαν αργότερα ενεπίγραφες

πινακίδες στην ΠΥΛΟ [μετά το β΄παγκ]– ΜΥΚΗΝΕΣ – ΘΗΒΑ. Τα σημεία χαράσσονταν σε νωπό πηλό που τον άφηναν να ξεραθεί. Οι πινακίδες δεν ήταν μόνιμα αρχεία, αλλά προορίζονταν για καθημερινές ανάγκες.

Κατέγραφαν μόνο τις λεπτομέρειες των συναλλαγών και έτσι το πλαίσιο και οι γενικότερες συνθήκες μας είναι άγνωστες σε μεγάλο βαθμό.

Η γραφή ήταν άβολη και ανεπαρκής για να αποδώσει την ελληνική γλώσσα, και δεν φαίνεται κατάλληλη να χρησιμοποιηθεί, παρά μόνο σ’ αυτή την ειδική περίπτωση, όπου ασκημένοι γραφείς μπορούσαν να τη διαβάζουν. Φαίνεται ότι οι μυκηναίοι βασιλείς δεν προσπάθησαν να καταγράψουν τα κατορθώματά τους σε πέτρα, πρέπει όμως να έστελναν γράμματα ο ένας στον άλλο, καθώς και στο εξωτερικό.

Η γραφή ήταν μονοπώλιο μιας μικρής επαγγελματικής τάξης, γιατί το ύφος στις πινακίδες της Κνωσού, που ψήθηκαν σε φωτιά το 1400, και στις πινακίδες της Πύλου στο 1200 είναι το ίδιο.(προσεκτική και σχολαστική ανακτορική γραφειοκρατία όχι λογοτεχνία εγγράμματης κοινωνίας που το ύφος σίγουρα θα εξελισσόταν).

ΕΞΟΥΣΙΑ

Ο βασιλιάς με τον τίτλο ΑΝΑΞ βρίσκεται στην κορυφή της πολιτικής ιεραρχίας. Ο όρος λα f αγετας σήμαινε «ηγέτης του λαού», προφανώς ο αρχιστράτηγος. Έχουμε και άλλους τίτλους που μας είναι άγνωστοι και ανάμεσά τους ο τίτλος βασιλεύς που δεν κατείχε υψηλή θέση στην ιεραρχία εκείνη την εποχή.

Στο ανάκτορο έπρεπε να γνωρίζουν λεπτομερώς τι υλικά συγκεντρώνονταν από τα χωριά, σε επίσημη ή ιδιωτική βάση, και οι ελλείψεις ή οι απαλλαγές καταγράφονταν. Καταγράφονταν οι λεπτομέρειες που χρειαζόταν για μια συναλλαγή, τα εφόδια στις αποθήκες [ξίφη, ακόντια, βέλη, πανοπλίες και κράνη, άμαξες και οι τροχοί τους περιγράφονταν με λεπτομέρειες καθώς και αντικείμενα της καθημερινότητας τραπέζια, καθίσματα, σκαμνιά]. Το λεξιλόγιο αυτό χάνεται αργότερα και όταν η Ελλάδα έφτασε σε ένα επίπεδο εξελιγμένης τεχνικής και πάλι δημιουργήθηκε νέο.

Υπάρχουν επίσης πινακίδες με αναφορές στην γαιοκτησία στην Πύλο στις οποίες συναντούμε δύο λέξεις που σημαίνουν αγροτεμάχια, η μια λέξη εντελώς απαρχαιωμένη αργότερα, η άλλη σε χρήση στη Ρόδο, κατά την ελληνιστική εποχή με άλλη σημασία. Βλέπουμε συχνά να γίνεται λόγος για υποχρεώσεις και υπηρεσίες που ορισμένα άτομα δεν τις εκπλήρωναν και αυτό μας επιτρέπει την ενδιαφέρουσα υπόθεση ότι υπήρχε ο θεσμός της γαιοκτησίας υπό όρους.. Μπορεί όμως οι υποχρεώσεις να αναφέρονται σε θυσίες και να μην είναι αστικές. Είναι οπωσδήποτε πιθανό ότι ο ιδιοκτήτης γης είχε υποχρέωση να προσφέρει για την άμυνα του βασιλείου έναν ή περισσότερους άντρες. Μας σώθηκαν μερικοί κατάλογοι στρατιωτικών σωμάτων καθώς και έγγραφα για κωπηλάτες.

Η εργατική δύναμη ήταν πολυάριθμη και διαφοροποιημένη σε πολλές ειδικότητες. Έχουμε μια σειρά σύντομα σημειώματα με αριθμούς γυναικών κατά διάφορες κατηγορίες, καθώς και των παιδιών τους, άλλοτε με ένα τοπωνύμιο ως επικεφαλίδα, και άλλοτε με μια αναγραφή ποσοτήτων σιτηρών και σύκων, που έχει ερμηνευτεί ότι αποτελούσαν τις μηνιαίες τους μερίδες. Υπάρχει διαφοροποίηση επαγγελμάτων και στις γυναίκες και στους άντρες που ήταν στην υπηρεσία του βασιλιά. Μερικά επαγγέλματα έχουν και μεταγενέστερα τα ίδια ονόματα πχ ο σιδηρουργός, ο χοιροβοσκός.

Μερικοί ήταν σχετικά ελεύθεροι από αυτούς που αναγράφονται στους καταλόγους, ενώ άλλοι ήταν δούλοι.Υπήρχαν «δούλοι του θεού» και δούλοι ιδιωτών», που κατείχαν γη κοντά στην Πύλο, αλλά σε ορισμένες σχέσεις τους οι δούλοι φαίνεται να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο όπως και οι ελεύθεροι. Προφανώς η δουλεία και η ελευθερία ήταν διαμορφωμένες με τρόπο περίεργο για εμάς σήμερα. Στην Πύλο μπορούσε κάποιος να έχει μερικά κομμάτια γης «από το λαό» και άλλα «από ιδιώτες», και «ο λαός» προσέφερε

σιτάρι, κρασί και άλλα αγαθά στον Ποσειδώνα. Η λέξη «δάμος» μπορούσε να σημαίνει ολόκληρο το έθνος ή μόνο τους κοινούς ανθρώπους, σε αντίθεση με τους ευγενείς.

Ίσως ήταν ένα είδος νομικού προσώπου, διαφορετικού από το βασιλιά, ίσως η κοινότητα ενός χωριού ή ένας σύλλογος οπαδών συγκεκριμένης θρησκευτικής λατρείας.

Από το οικονομικό σύστημα των ανακτόρων βλέπουμε τη δραστηριότητά τους : εισέπρατταν προϊόντα και πολλά άλλα από τους υπηκόους του βασιλιά, και χορηγούσαν μερίδια και υλικά, όταν έπρεπε να γίνει κάτι. Δεν υπάρχει ένδειξη για χρήματα ή άλλο μέτρο. Τα ανάκτορα προφανώς έλεγχαν και το εμπόριο με το εξωτερικό. Μας προβληματίζει το πώς πλήρωναν το χρυσάφι και το ελεφαντόδοντο από το εξωτερικό, και πώς συντηρούσαν ολόκληρη εκείνη την πολύπλοκη ιεραρχία.

Τα ίδια ερωτήματα μας προβληματίζουν και σε σχέση με τη Μινωική Κρήτη. Είναι δύσκολο να κατανοήσουμε τη συσσώρευση τόσο έκδηλου πλούτου. Η απάντηση ίσως βρίσκεται στους μακρότατους καταλόγους ζώων που βλέπουμε στις πινακίδες της Κνωσού, σε στρογγυλούς αριθμούς και σε μεγάλη αναλογία αρσενικών ζώων. Ο αριθμός αυτός μπορούσε να διατηρείται σταθερός με ζώα που προέρχονταν από τα εκτροφεία προβάτων του παλατιού, με αντικειμενικό σκοπό την ετήσια παραγωγή προκαθορισμένης ποσότητας μαλλιού. Ίσως υπήρχε οργανωμένη βιομηχανία που βασιζόταν σε κοπάδια. Υπήρχε εμπόριο υφασμάτων και μαλλιού καθώς και υφαντών.

Page 4: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Όταν η μυκηναϊκή Ελλάδα κατέρρευσε, κατέρρευσε και το σύστημα της γραφειοκρατίας, τα αξιώματα και το λεξιλόγιο απλοποιήθηκαν και ήταν επαρκέστατο για την επική παράδοση. Οι ομηρικοί βασιλιάδες ήταν οι ίδιοι αρχηγοί του στρατού τους και δεν ένιωθαν καμιά ανάγκη να έχουν όλους αυτούς τους πολυάριθμους αξιωματούχους.

Γενικά για τη μυκηναϊκή Ελλάδα, αν θέλουμε να συμπληρώσουμε τις πληροφορίες, μπορούμε να καταφύγουμε στην πλησιέστερη ειδολογικά αναλογία, δηλαδή στις συγκεντρωτικές οικονομίες άλλων ανακτόρων στη Μεσοποταμία ή τη Συρία. Οι Μυκηναίοι αντέγραψαν το σύστημα από τη Μινωική Κρήτη και αυτή το είχε δανειστεί από την Εγγύς Ανατολή.

Κεφ 3 ΟΙ ΣΚΟΤΕΙΝΟΙ ΑΙΩΝΕΣ ΚΑΙ Ο ΟΜΗΡΟΣ

Το τέλος της μυκηναϊκής περιόδου συνέπεσε με μια εποχή καταστροφής και αναστάτωσης :τα ανάκτορα πυρπολήθηκαν, η διοίκηση κατέρρευσε και, όταν οι σκοτεινοί αιώνες που ακολούθησαν έφτασαν στο τέλος τους η κατάσταση ήταν πολύ διαφορετική. Οι μαρτυρίες που έχουμε για τους σκοτεινούς αιώνες είναι κυρίως αρχαιολογικές. Ένα νέο στοιχείο μεγάλης σημασίας είναι η ΑΦΙΞΗ των ΔΩΡΙΕΩΝ Ελλήνων : Πελοπόννησος – Κρήτη – Ρόδος –

Νοτιοδυτικό άκρο Μ. Ασίας. Σύμφωνα με τη μυθολογία έχουμε την επιστροφή των απογόνων του Ηρακλή. Από τη Ναύπακτο πέρασαν με πλοία στην Πελοπόννησο και ίδρυσαν τρία δωρικά βασίλεια : του Άργους, της Σπάρτης και της Μεσσηνίας.

ΟΙ ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ Της ΚΑΘΟΔΟΥ ΤΩΝ ΔΩΡΙΕΩΝ Α Η κατανομή των ελληνικών διαλέκτων αρκεί για να αποδείξει ότι τότε έγινε μια μετακίνηση των πληθυσμών.

Δυτικοελληνικές διάλεκτοι Ανατολικοελληνικές διάλεκτοι

Δωρική – Βορειοδυτικές διάλεκτοι [Ηλεία και αλλού] Ιωνική, Αιολική, Αρκαδοκυπριακή

Οι εξελίξεις των ανατολικοελληνικών διαλέκτων δεν υπάρχουν στις δυτικοελληνικές, άρα οι ομιλητές τους πιθανόν ζούσαν έξω από το μυκηναϊκό κόσμο. Επίσης καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι οι Δωριείς και όσοι μιλούσαν συγγενικές διαλέκτους δεν είχαν στενή επαφή με όσους μιλούσαν ανατολικοελληνικές διαλέκτους στη διάρκεια της προϊστορικής περιόδου, αλλά ζούσαν κάπου αλλού όταν συντελούνταν οι αλλαγές. Ίσως οι Αρκάδες κάποια στιγμή αποκλείστηκαν από τους Δωριείς στη θάλασσα.ΙΩΝΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ : Ιωνία – Νησιά κεντρικού Αιγαίου – Εύβοια – Αττική.(ανατολικοελληνικές διάλεκτοι)ΑΙΟΛΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ : Λέσβος – απέναντι ασιατική ακτή – Βοιωτία – ΘεσσαλίαΔΩΡΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ : Ηλεία – δυτικοελληνικές διάλεκτοι. Οι περισσότεροι από τους λαούς που τις μιλούσαν θεωρούσαν τον εαυτό τους σχετικά νεοφερμένο.ΑΡΚΑΔΟΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ : όρος που επινοήθηκε από σύγχρονους φιλολόγους, για να δείξει τη συγγένεια ανάμεσα στη γλώσσα της Αρκαδίας και της Κύπρου. Συγγένεια που εκπλήσσει καθώς οι Αρκάδες κατά την ιστορική περίοδο έμεναν αποκλεισμένοι από τη θάλασσα , από τους Δωριείς και από τους Ηλείους

Β Οι Αθηναίοι και οι Αρκάδες διακήρυσσαν ότι προέρχονται από την ίδια τη γη που κατείχαν στην κλασική περίοδο και ότι εκεί ζούσαν ανέκαθεν, ενώ οι Δωριείς, οι Ηλείοι, οι Βοιωτοί και οι Θεσσαλοί πίστευαν ότι ήταν απόγονοι κατακτητών που είχαν έρθει απέξω κάποια εποχή όχι πολύ μεταγενέστερη από το τέλος του Τρωικού Πολέμου. Οι περισσότεροι από τους λαούς που μιλούσαν δυτικοελληνικές διαλέκτους ένιωθαν σχετικά νεοφερμένοι.

Γ Η αντίθεση ανάμεσα στις παλαιές και στις νέες φυλές επέζησε στη συνείδηση των Ελλήνων [Δωρική Σπάρτη# Ιωνική Αθήνα]

Δ Άλλο επακόλουθο της εισβολής οι υποταγή των παλαιότερων κατοίκων, οι «είλωτες» της Σπάρτης και οι «πενέσται» της Θεσσαλίας.

Ε Τα τεκμήρια των ταραχών στα τέλη του 13ου αι πολλαπλασιάζονται συνεχώς: Κατά μήκος του ισθμού της Κορίνθου χτίστηκε ένα τείχος, προορισμένο για την άμυνα της Πελοποννήσου από επίθεση από το

Βορρά. Ενισχύθηκαν επανειλημμένα οι οχυρώσεις των Μυκηνών και της Τίρυνθας, καθώς και της Ακρόπολης των Αθηνών. Γύρω στα 1200 το ανάκτορο της Πύλου πυρπολήθηκε, οικισμοί κατέρρευσαν, άλλοι, στη Φωκίδα, Βοιωτία, Κορινθία,

Αργολίδα, Λακωνία, Μεσσηνία εγκαταλείφθηκαν. Η ακρόπολη των Μυκηνών έπαθε ζημιές, το φρούριο της Τίρυνθας καταστράφηκε. Μετά το 1200 βλέπουμε λιγότερα ίχνη οικισμών στη Νότια Πελοπόννησο που ήταν πυκνοκατοικημένη το 13ο αι. Πολλοί πρόσφυγες από την Πελοπόννησο βρέθηκαν στην Αχαΐα. Σε κάποιες περιοχές διαπιστώνεται Μυκηναϊκή συνέχεια.

Page 5: Αρχαία ελληνική κοινωνία

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΜΥΚΗΝΑΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ – ΜΕΤΑΜΗΚΥΝΑΙΚΗ ΕΠΟΧΗ

Η καταστροφή μπορεί να εξηγηθεί, και δεν είναι ανάγκη να αποδοθεί ειδικά στους Δωριείς, αφού στα χρόνια γύρω στο 1200 η ανατολική Μεσόγειος και οι γύρω χώρες είχαν γεμίσει μετανάστες που έφερναν μαζί τους την καταστροφή. Οι ταραχές στην Αίγυπτο γύρω στο 1225, όταν έγινε επίθεση από τους Λίβυες μαζί με τους λαούς της θάλασσας και αργότερα γύρω στο 1190 μια σοβαρή προέλαση επιδρομέων από την Παλαιστίνη.

Η χεττιτική αυτοκρατορία στην Ανατολία περνάει σύγχυση και εξαφανίζεται στα τέλη του 13ου αι, οι συμφορές της Μυκηναϊκής Ελλάδας ανήκουν στην ίδια εποχή.

Πρέπει να υποθέσουμε ότι οι εισβολείς που λεηλάτησαν την Ελλάδα προχώρησαν έπειτα σε άλλες περιοχές, πιθανότατα για να λάβουν μέρος στην επίθεση κατά της Αιγύπτου.

Το αποτέλεσμα ήταν να μετακινηθούν πολλοί μυκηναίοι Έλληνες σε περιοχές της χώρας που είχαν πληγεί λιγότερο, ενώ πολλοί, οι πιο δραστήριοι και τολμηροί, έφυγαν στο εξωτερικό.

Στην Ελλάδα οι βασιλείς, με τους εντυπωσιακούς θησαυρούς τους, η πολύπλοκη ιεραρχία αξιωματούχων και ο λαβύρινθος της γραφειοκρατίας αποτελούσαν ένα ασταθές και ετοιμόρροπο εποικοδόμημα.

Παρ’ όλα αυτά, οι αρχαιολογικές μαρτυρίες μας βεβαιώνουν ότι υπήρξε κάποια πολιτισμική συνέχεια σε ολόκληρο τον 12ο και 11ο αιπΧ. [Αργολίδα, Αχαΐα] Η θάλασσα παρέμεινε ανοιχτή στους ανθρώπους το 12ο και 11ο αι.

Σ' αυτή τη φάση χρονολογείται ο πρώτος σίδηρος που βρέθηκε στην περιοχή.

Page 6: Αρχαία ελληνική κοινωνία

ΟΙ ΔΩΡΙΕΙΣ

Οι Δωριείς και οι άλλοι επήλυδες διακρίνονται από τους υπόλοιπους έλληνες γιατί μιλούσαν διαφορετικές διαλέκτους. Είχαν επίσης και ορισμένες κοινές θρησκευτικές γιορτές και κάποιους κοινούς θεσμούς, ιδιαίτερα το σύστημα της φυλής

τους. Δεν είναι εύκολο να φανταστούμε ακριβώς τον τρόπο ζωής τους τη 2η χιλιετία. Ζούσαν βορειοδυτικά, στην Ήπειρο. Από άποψη γλωσσική ήταν αναπόσπαστο κομμάτι του ελληνισμού της μεσοελλαδικής

περιόδου.Η άφιξη των Δωριέων στο Νότο δεν άφησε πίσω της κανένα χρονολογήσιμο ίχνος καταστροφής. Η μόνη λύση είναι να τους τοποθετήσουμε στο χρονικό σημείο της τελικής εξαφάνισης του παλαιού μηχανισμού της μυκηναϊκής ζωής. Στοιχεία στην Αργολίδα δείχνουν μια πολιτισμική διακοπή στα μέσα του 11ου αι.

Σε μερικές περιοχές μετατοπίστηκαν λίγο τα οικιστικά κέντρα, και σε μία περίπτωση τουλάχιστον νέοι τάφοι σκάφτηκαν μέσα στα ερείπια παλαιών σπιτιών. Τους νεκρούς οι επήλυδες τους έθαβαν σε «χτιστούς» τάφους και όχι σε οικογενειακούς θαλαμωτούς τάφους, όπως οι Μυκηναίοι.

Τον 11ο αιώνα πρέπει να ήταν πιο φανερή η πολυμορφία του πολιτισμού αυτού, παρά οι παράγοντες που κατέτειναν σε μια ενότητα.

Διακρίνουμε ΤΡΕΙΣ ΜΟΡΦΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ:

1. Οι κατακτητές επικράτησαν απόλυτα και αφομοίωσαν τον προγενέστερο πληθυσμό, πχ Αργολίδα, Βοιωτία. Έχουμε ενδείξεις στην Αργολίδα ότι επέζησαν Προδωριείς διαφόρων κοινωνικών τάξεων, αλλά στην κλασική εποχή η περιοχή ήταν πέρα για πέρα δωρική στη γλώσσα και στους θεσμούς, χωρίς να διαπιστώνεται ίχνος εσωτερικής διαμάχης. Επίσης και οι Βοιωτοί ένιωθαν ότι αποτελούσαν ομοιογενή φυλή.

2. Οι κατακτητές παρέμειναν ως αυτοσυνείδητη μειονότητα που κυβερνούσε υπηκόους διαφορετικής φυλής. Στη Σπάρτη κατακτητές και κατακτημένοι μιλούσαν τη δωρική, και στη Θεσσαλία η διάλεκτος των κατακτημένων συνέβαλε περισσότερο από τη διάλεκτο των κατακτητών στη διαμόρφωση της κοινής θεσσαλικής γλώσσας της μεταγενέστερης εποχής.

3. Άλλες περιοχές έμειναν ακατάκτητες όπως το εσωτερικό της Αρκαδίας. Η γλώσσα του προγενέστερου πληθυσμού επιβλήθηκε στη γλώσσα των επήλυδων. Πιθανόν το ίδιο συνέβη και στην Αθήνα [αν υπήρξαν επήλυδες].

Δημιουργήθηκε ένας κατακερματισμός μεγαλύτερος από τον προηγούμενων ή των μεταγενέστερων χρόνων : πχ στην Αττική πέρασε καιρός ώσπου να ενωθεί υπό την κυριαρχία της Αθήνας ολόκληρη η Αττική. Δύσκολο να ανακαλύψουμε τα αισθήματα των Ελλήνων απέναντι στους άλλους Έλληνες ή απέναντι στον έξω κόσμο.

Πάντως συναντάμε για πρώτη φορά το όνομα «Έλληνες» ως γενικό εθνικό όνομα. Τον 8ο πια αιώνα όταν οι επικοινωνίες ήταν πιο ελεύθερες, η κοινωνία που αναδύθηκε είχε συνείδηση μιας κάποιας ενότητας :

όλοι ήταν Έλληνες, λάτρευαν τους ίδιους θεούς με τον ίδιο περίπου τρόπο. Η κρίσιμη περίοδος αν και μόνο την αγγειοπλαστική γνωρίζουμε, πρέπει να ήταν η εποχή αμέσως μετά την κάθοδο των

Δωριέων, όταν αυτά τα διάφορα ελληνόφωνα φύλα άρχισαν να εγκαθίστανται το ένα μετά το άλλο και να συναποτελούν έναν νέο λαό, διαφορετικό από τους μυκηναίους.

Στην Αθήνα οι αναμνήσεις της μυκηναϊκής εποχής ήταν πιο έντονες και από εκεί διοχετεύτηκαν σε μεταγενέστερες εποχές με τη μορφή μύθων. Ωστόσο, κρίνοντας από τα δεδομένα της αγγειοπλαστικής της η Αθήνα έπαιζε ηγετικό ρόλο στη δημιουργία της Μεταμυκηναϊκής Ελλάδας.

Ο Α΄αποικισμός

Μια δευτερεύουσα πληθυσμιακή μετακίνηση είχε ως αποτέλεσμα να εγκατασταθεί ή να επανεγκατασταθεί πληθυσμός στα νησιά και στην ασιατική ακτή.

Από τα ευρήματα στη Μίλητο φαίνεται ότι η μετανάστευση που ονομάστηκε ιωνικός αποικισμός έγινε σχεδόν ταυτόχρονα με την κατάληψη της Αργολίδας, τον 11ο αι πΧ.

Η παράδοση ότι οι περισσότερες ή όλες οι πόλεις της Ιωνίας ιδρύθηκαν από αθηναίους αρχηγούς ενισχύεται από την ταυτότητα της γλώσσας, της διοικητικής οργάνωσης και των εορτών.

Προφανώς θα έπρεπε να υποθέσουμε ότι οι Δωριείς και οι άλλοι μετανάστες ανάγκασαν, πράγματι ένα τμήμα του πληθυσμού να εγκαταλείψουν τον τόπο τους από διάφορες περιοχές και να γίνουν πρόσφυγες, με ηγέτες προερχόμενους από την Αθήνα.

Οι μετανάστες δεν ήταν όλοι Αθηναίοι. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι ο πληθυσμός της Ιωνίας ήταν παμμιγής και περιλάμβανε μετανάστες από πολλές ελληνικές περιοχές.

Page 7: Αρχαία ελληνική κοινωνία

ΙΛΙΑΔΑ – ΟΔΥΣΣΕΙΑ

Υπάρχει εγγενής δυσκολία να καταλήξουμε σε συγκεκριμένα συμπεράσματα για την ιστορική αλήθεια του μύθου. Εν μέρει το πρόβλημα είναι χρονολογικό και εν μέρει είναι θέμα ορθής ερμηνείας της σύνθεση των ελληνικών δυνάμεων. Ωστόσο, όσο κι αν έχουμε αμφιβολίες για τις λεπτομέρειες, κανείς δεν πιστεύει ότι η ηρωική εποχή είναι απλώς ένα πλάσμα της φαντασίας τους. Σημαντικό ρόλο έπαιζαν «οι φόρμουλες» που ήταν ο βασικός μηχανισμός της αφήγησης. Παραδινόταν από γενιά σε γενιά και είχε το πλεονέκτημα ότι μπορούσε να διατηρεί και τις λεπτομέρειες και την υπόθεση της ιστορίας.

Οι πιο πολλοί κριτικοί δέχονται ότι η Ιλιάδα και η Οδύσσεια φέρουν η καθεμιά τη σφραγίδα ενός μεγάλου δημιουργικού πνεύματος. Συζητείται ακόμα αν ο διαφορετικός τόνος της Οδύσσειας σημαίνει διαφορετικό δημιουργό ή απλώς εσωτερική αλλαγή του ίδιου ποιητή που συνέθεσε την Ιλιάδα. Περισσότεροι φιλόλογοι τοποθετούν την Ιλιάδα τον 8ο αι πΧ και ακόμη περισσότεροι δέχονται ότι ορισμένα περιθωριακά κομμάτια των δύο επών αποτελούν μεταγενέστερες προσθήκες.

Υπάρχουν αρχαϊσμοί πχ η ασπίδα μεγάλη σαν πύργος του Αίαντα είναι παλαιότερο κατάλοιπο πριν τον τρωικό πόλεμο, το κράνος του Οδυσσέα στο Ι της Ιλιάδας είχε πάψει κι αυτό να χρησιμοποιείται τον 13ο αι.

Δεν γίνεται λόγος για την οργάνωση των ανακτόρων, οι υπομονετικοί γραφείς δεν αναφέρονται, οι τίτλοι των αξιωματούχων δεν αναφέρονται παρά μόνο ο άναξ και ο βασιλεύς και έχουν την ίδια σημασία

Έχει εξαφανιστεί η ορολογία της γαιοκτησίας Γενικά το κοινωνικό σύστημα που προϋποθέτουν είναι παλαιότερο από την εποχή του ίδιου του ποιητή τους. Γενικά, μπορεί να τοποθετηθεί στην εποχή που η Ελλάδα ηρέμησε ύστερα από τις μεταναστεύσεις, αν και πρέπει να

επαναλάβουμε ότι το πλαίσιο των επών δεν προέρχεται αναγκαστικά από μία μόνο εποχή. Η πολιτική δομή είναι ασαφής. Ο βασιλιάς βρίσκεται στο κέντρο αλλά δε μοιάζει με τους μονάρχες καλά οργανωμένων κρατών

με την πολύπλοκη ιεραρχία υπουργών και υπηρετών. Υπάρχει ο «θεράπων» που θεωρείται ακόλουθος του βασιλιά, συνοδός του, πολεμιστής της ίδιας τάξης με αυτόν, υπάρχουν

αγγελιοφόροι και υπηρέτες, κανείς όμως δεν ασκεί διοικητικό έργο. Οι υπήκοοι μπορούν να τιμούν το βασιλιά με δώρα. Δεν υπάρχουν ενδείξεις τακτικής φορολογίας ή φοροσυλλεκτών. Οι βασιλείς κάνουν πολλές δουλειές και οι ήρωες μαγειρεύουν οι ίδιοι το φαγητό τους, η ζωή τους είναι γενικά απλή. Στα έπη δε

βλέπουμε οργάνωση μυκηναϊκού τύπου, αλλά ούτε καμία ομοιότητα με το μεταγενέστερο ελληνικό σύστημα. Ο Αγαμέμνων μπορούσε να συγκαλεί συνέλευση όταν χρειαζόταν, αν και δεν προβλεπόταν σαφώς ποιοι ήταν μέλη της, ούτε

υπήρχε κανένας τρόπος που να τον εξαναγκάζει να ακολουθεί τις συμβουλές της. Η συνοχή του συστήματος εξαρτιόταν απόλυτα από την άμεση σχέση του κατώτερου προς το βασιλιά του : σε καιρό πολέμου,

εξαρτιόταν από την αφοσίωση των εταίρων – συντρόφων. Σε καιρό ειρήνης, εξαρτιόταν από την αποτελεσματική λειτουργία του πολυπρόσωπου, αλλά σχετικά απλού ανακτορικού περιβάλλοντος που παρουσιάζεται πληρέστερα στην Οδύσσεια.

Στην Ιλιάδα οι μεγάλοι ήρωες ήταν εταίροι μεταξύ τους, σύντροφοι σε μια κοινή επιχείρηση, και έπρεπε για λόγους τιμής να σπεύδουν σε βοήθεια, όταν ένας από αυτούς βρισκόταν σε κίνδυνο. Οι οπαδοί κάθε ήρωα είναι και αυτοί εταίροι του.

Τα στρατιωτικά σώματα τα αποτελούσαν όχι μόνο οι προσωπικοί οπαδοί των αρχηγών, αλλά και εθνικές ομάδες, μικρές ή μεγάλες, καθεμιά με το διακριτικό της όνομα. Η σχέση των εταίρων με τον αρχηγό είναι κυρίαρχη. Η ανδρεία είναι απαραίτητη όπως και η λαμπρότητα και η ευγενική καταγωγή. Οι ήρωες ανήγαν την καταγωγή τους στους Θεούς, ενώ το χάσμα που τους χώριζε από τους κοινούς ανθρώπους ήταν σταθερό και μεγάλο.

Ο ήρωας είναι πάνω από τα ανθρώπινα μέτρα στη δύναμη, στον πλούτο, αλλά και στην αίσθηση της τιμής. Στην Οδύσσεια ο Οδυσσέας έχει μεγάλα κοπάδια ζώων και το σπίτι του ξεχωρίζει για το μέγεθος και την πολυτέλειά του.

Οτιδήποτε χρειαζόταν το νοικοκυριό το είχαν από δικές τους πηγές, ενώ απέξω εισάγονταν οι δούλοι και τα μέταλλα. Οι περισσότεροι δούλοι ήταν γυναίκες

Το μέταλλο που εμφανίζεται συχνότερα είναι ο χρυσός. Η ανάγκη για μέταλλα υποδηλώνεται και σε πεζότερες συναλλαγές Τα δώρα παίζουν τεράστιο ρόλο στη ζωή των ανθρώπων. Οι ήρωες χαίρονται όταν τα δώρα είναι ακριβά και ο δωρητής

περιμένει ανταπόδοση. Το εμπόριο δεν ήταν ασχολία για ήρωες, και δεν χρησιμοποιείται ο όρος «έμπορος». Το να ανήκει κανείς στο σπιτικό ενός ήρωα σήμαινε ασφάλεια.

Page 8: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Η ΤΕΧΝΗ ΣΤΗ ΜΕΤΑΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΕΛΛΑΔΑΚ΄ΣΤΑ ΤΕΛΗ ΤΩΝ ΣΚΟΤΕΙΝΩΝ ΧΡΟΝΩΝ

Ακόμη και όταν οι σκοτεινοί αιώνες τελειώνουν στο δεύτερο μισό του 8ου αι, όταν επανεμφανίζεται η γραφή στην Ελλάδα, οι πληροφορίες μας είναι τόσο αποσπασματικές, ώστε στηριζόμαστε κυρίως στις αρχαιολογικές μαρτυρίες. Βλέπουμε έτσι ότι η Αθήνα είχε το προβάδισμα στην ανάπτυξη της πρωτογεωμετρικής αγγειοπλαστικής από την

υπομυκηναϊκή. Οι τάφοι της εποχής δείχνουν ότι η Αττική ήταν λιγότερο φτωχή και λιγότερο απομονωμένη, και τα αττικά προϊόντα εξακολουθούσαν να έχουν το προβάδισμα και να είναι πιο εντυπωσιακά ασκώντας επίδραση και σε άλλα κέντρα.

Η ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΗ ΤΕΧΝΟΤΡΟΠΙΑ πήρε το όνομά της από τα χαρακτηριστικά σχέδια που ήταν απλά ζικ ζακ, τρίγωνα, μεγάλοι μαίανδροι. Τον 8ο αι άρχισαν και σχέδια που αναπαριστούσαν κίνηση.

Εκτός από τα αγγεία έχουμε μικρά χάλκινα αντικείμενα, απεικονίσεις ζώων ή ανθρώπων. Η αρχιτεκτονική έχει περιοριστεί σε ταπεινότερα κτίσματα. Από την αρχαιολογία βλέπουμε πολύ παραστατικά την αλλαγή που σημάδεψε το τέλος των σκοτεινών αιώνων, καθώς έχουμε

την επανάληψη σε μεγάλη κλίμακα του εμπορίου με την ανατολή : εισαγωγή ανατολίζουσας τεχνοτροπίας αγγειοπλαστική, σφίγγες, γύπες, φτερωτά όντα. Πηγή όλων αυτών ήταν η Συρία και η Φοινίκη.

Η μεταλλουργία και κυρίως η κρητική χαλκοτεχνία έχει οδηγήσει στην υπόθεση ότι είχαν μεταναστεύσει Φοίνικες τεχνίτες στην Ελλάδα.

Η Κύπρος έπαιξε σπουδαίο ρόλο, και ένας σύνδεσμος με τη Μεσοποταμία ήταν η ελληνική εγκατάσταση στην Μίνα, στις εκβολές του ποταμού Ορόντη της Συρίας

Οι Έλληνες εξερευνητές κινήθηκαν τον 8ο αι πΧ εξίσου και προς τη Δύση, στα μέρη της Ιταλίας και της Σικελίας. Δεν είχαμε επαφή για εμπόριο ειδών πολυτελείας, αλλά κατάληψη καλλιεργήσιμης γης όπου μπορούσε να εγκατασταθεί το πλεόνασμα του πληθυσμού της κυρίως Ελλάδας. Στην Ετρουρία οι Έλληνες βρήκαν έναν διαμορφωμένο πολιτισμό καθώς και κοιτάσματα μετάλλων. Η Kύμη είναι η παλαιότερη αποικία, πριν το μισό του 8ου αι πΧ.

Μέσα 7ου αι πΧ Γλυπτική και αρχιτεκτονική μεγάλης κλίμακας λόγω της επαφής με την Αίγυπτο.

Η πρωτοτυπία με την οποία έγινε η προσαρμογή του φοινικικού αλφάβητου είναι εντυπωσιακή. Το αρχαιότερο γραπτό που μας σώζεται στο νέο αλφάβητο είναι ένας ιδιαίτερα ελαφρός εξάμετρος στίχος, χαραγμένος σε ένα αττικό αγγείο που χρονολογείται γύρω στο 725.

Κεφ 4 ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Page 9: Αρχαία ελληνική κοινωνία

1. Ο πρώτος που επιχείρησε ιστορική καταγραφή γεγονότων ήταν ο Ηρόδοτος. Γεννήθηκε στην Αλικαρνασσό το 490πχ. Ενδιαφέρθηκε για την ιστορία και την εθνογραφία των τότε προσιτών περιοχών της Ασίας, Αιγύπτου, Σκυθίας, Λιβύης. Μας έδωσε ένα είδος συνεχούς ιστορίας της Ελλάδας από τον 6ο αι πΧ μέχρι το 479πΧ.

2. Ο Θουκυδίδης, Αθηναίος διανοούμενος γεννήθηκε λίγο μετά το 460πΧ και εξορίστηκε από το 424 – 404πΧ. Ενδιαφέρθηκε για τη σύγχρονή του ιστορία και περιέγραψε τα πρώτα 20 έτη του πελοποννησιακού πολέμου από το 431πΧ – 411 πΧ. Διερευνά με πάθος τις αιτίες και τις διαδικασίες των πολιτικών γεγονότων.

3. Συμπληρωματική ιστορία έχουμε από τις κωμωδίες του Αριστοφάνη και από μια μακρά σειρά δικανικούς λόγους . Μπορούμε επίσης, να ανατρέξουμε στα ψηφίσματα και στους δ ημόσιους λογαριασμούς πληρωμών , που το αθηναϊκό κράτος τους χάραζε σε λίθινες επιγραφές, καθώς και σε πλήθος επιγραφές από άλλες πόλεις.

4. Ο Ξενοφώντας συνεχίζει την εξιστόρηση του πελ/κού πολέμου από το 411 – 362πΧ.

Η ελληνική ιστοριογραφία, ξεκινώντας από το μηδέν, έφτασε σε έναν αιώνα στα αξιοσημείωτα ύψη των συγγραφών του Ηροδότου και του Θουκυδίδη, αλλά από τότε έχασε τη δημιουργική της περιέργεια.

Ο Αριστοτέλης και η σχολή του συγκρότησαν πλουσιότατες συλλογές νόμων και συνταγμάτων, που λίγα έφτασαν ως εμάς.

Όσο πιο πίσω από το 550 πηγαίνουμε τόσο πιο πολύ η παρεμβολή μύθων και λαϊκών διηγήσεων είναι αναμενόμενη. Ως συμπλήρωμα των ιστορικών έργων για την πρώιμη περίοδο έχουμε τα δύο ποιήματα του Ησιόδου και πολυάριθμα

αποσπάσματα ποιημάτων του 7ου αι που μας περιγράφουν τις ελπίδες και τους φόβους των ανθρώπων της εποχής. Οι πρώτοι νόμοι χαράχτηκαν σε πέτρα στα τέλη του 7ου αι και πρόκειται για νομοθετικές πράξεις κρητικών πόλεων. Οι επιτύμβιες επιγραφές και οι αφιερώσεις στους θεούς γίνονται όλο και πιο συχνές. Η διασπορά των έργων της αγγειοπλαστικής, μας δίνει ορισμένες πληροφορίες για τις κινήσεις των Ελλήνων, ενώ οι

απεικονίσεις στα αττικά αγγεία δίνουν πληροφορίες για την ιστορία της εποχής.Την εποχή που αρχίζουν οι ιστορικές μαρτυρίες οι βασιλείς του Ομήρου έχουν εξαφανιστεί. Την εξουσία σταδιακά τη μοιράζονται οι αριστοκρατικές οικογένειες. Ο τίτλος βασιλεύς διατηρήθηκε στην Αθήνα ως τίτλος άρχοντα με ετήσια θητεία. Κάστα ευγενών στην Αττική «οικογένειες από ευγενείς προγόνους». Δε γνωρίζουμε πολλά για την εποχή που η εξουσία τους βρισκόταν στο απόγειο. Το κληρονομικό τους γόητρο εξασφάλιζε πολιτικά και κοινωνικά προνόμια και στα μεταγενέστερα ολιγαρχικά ή δημοκρατικά πολιτεύματα.

Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ

Η κοινωνία που απεικονίζεται στον Όμηρο όφειλε τη συνοχή της στους βασιλείς της. Την εποχή που αρχίζουν οι γραπτές μαρτυρίες οι βασιλιάδες του Ομήρου έχουν εξαφανιστεί.

Η Σπάρτη διατήρησε τους κληρονομικούς βασιλείς της ως τα τέλη του 3ου αι πΧ, αλλά οι επίσημες εξουσίες τους είχαν ελαττωθεί.

Στο Άργος στα τέλη του 7ου αι υπήρχε βασιλιάς που ήταν κάτι παραπάνω από τυπικός ηγέτης, και οι άποικοι που έφτασαν στην Κυρήνη από τη Θήρα γύρω στο 630 είχαν επικεφαλής τους βασιλιά, που κληροδότησε τον τίτλο του σε 7 γενιές απογόνων, ως τα μέσα του 5ου αι..

Σε όλες σχεδόν τις άλλες πόλεις η πολιτική εξουσία μοιράστηκε στις αριστοκρατικές οικογένειες.Το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι ότι λίγοι βασιλείς αναφέρεται ότι απομακρύνθηκαν βίαια, ενώ στις περισσότερες

περιπτώσεις η εξέλιξη υπήρξε βαθμιαία και ειρηνική. Η δήλωση του Αριστοτέλη ότι οι αδύναμοι βασιλείς έχασαν πρώτα την ηγεσία του στρατού, μοιάζει λογική διαπίστωση. Στην Αθήνα ο τίτλος βασιλεύς διατηρήθηκε ως τίτλος άρχοντα με ετήσια θητεία, ο οποίος πρωτοστατούσε στις προγονικές τελετές που ήταν συνυφασμένες με αυτόν τον τίτλο, αλλά δεν ήταν παρά ένας άρχοντας ανάμεσα στους άλλους.

Η ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΑ – ΕΥΠΑΤΡΙΔΕΣ

Τον 7ο αι η εξουσία είχε περάσεις στους ευγενείς μια καθορισμένη και κλειστή κάστα. Οι Βακχιάδες στην Κόρινθο παντρεύονταν μεταξύ τους σύμφωνα με τον Ηρόδοτο. Στην Αττική την κάστα των ευγενών την αποτελούσαν περισσότερες από μία οικογένειες, που διακήρυσσαν ότι κατάγονται

από αριστοκρατικές γενιές αλλά αποτελούσαν όλες μαζί μια τάξη, τους Ευπατρίδες, δηλαδή “τις οικογένειες από ευγενείς προγόνους”.

Σε άλλα μέρη συναντάμε και άλλα ονόματα, που είτε δηλώνουν την καταγωγή των οικογενειών της αριστοκρατικής τάξης είτε περιγράφουν τα μέλη της τάξης αυτής με κάποιον άλλο τρόπο – λ.χ οι Ιππείς της Ερέτριας.

Πολλές ευγενείς οικογένειες εξακολούθησαν να υπάρχουν μέχρι και την κλασική εποχή. Το κληρονομικό τους γόητρο τους εξασφάλιζε πολιτικά και κοινωνικά προνόμια και στα μεταγενέστερα ολιγαρχικά ή δημοκρατικά πολιτεύματα και εκδήλωναν τα αισθήματά τους αρκετά ζωηρά, ώστε να μπορούμε να φανταστούμε με ποιο πνεύμα είχαν ασκήσει εξουσία οι πρόγονοί τους.Ακριβώς την εποχή των αριστοκρατικών πολιτευμάτων αναβίωσε η επαφή της Ελλάδας με τον έξω κόσμο και τότε ξεχύθηκε σε ολόκληρη την Ελλάδα το πρώτο μεγάλο αποικιστικό ρεύμα.

ΙΩΝΙΑ

Page 10: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Η Φρυγία καταστράφηκε το 700 από εισβολείς που κατέβηκαν από τη σημερινή νότια Ρωσία, τους Κιμμερίους και οι επιδρομές τους έφταναν ως τις ελληνικές ακτές. Μετά την ήττα και τη διάλυση των Κιμμερίων ιδρύθηκε το νέο βασίλειο της Λυδίας με πρωτεύουσα τις Σάρδεις που απείχαν μόνο τρεις μέρες από την Έφεσο ή τη Σμύρνη.

Στα μέσα του 6ου αι όλες οι μικρασιατικές πόλεις έγιναν φόρου υποτελείς στον τελευταίο βασιλιά της Λυδίας, τον Κροίσο. Είχαν φιλικές σχέσεις με τους Λυδούς, πλούτισαν γρήγορα και γνώρισαν την ευημερία.

Η ΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΙΑΣ – Η ΤΥΡΑΝΝΙΑ

Ο 7ος αι μας μιλά κυρίως με τη φωνή των ποιητών του : Ησίοδος “Εργα και ημέραι”. Δε σημειώθηκε καμία αιφνίδια αλλαγή στα κοινωνικά ήθη ή αισθήματα, όταν οι βασιλείς παραχώρησαν την εξουσία τους στους αριστοκράτες ή όταν οι αριστοκράτες έχασαν τη μονοπώληση της εξουσίας. Υπήρξε μάλλον μια συνεχής ανάπτυξη που βάδιζε παράλληλα με την άνοδο του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων και την αύξηση των επαφών τους με τον έξω κόσμο.

Η πτώση των αριστοκρατικών πολιτευμάτων ήταν φαινόμενο καθαρά πολιτικό, οσοδήποτε και αν συνέβαλε η κοινωνική ή οικονομική δυσαρέσκεια.

Η αλλαγή στις περισσότερες φορές είχε τη μορφή επανάστασης υπό την ηγεσία ενός τυράννου. Η μη ελληνική λέξη τύραννος που άρχισε να χρησιμοποιείται τον 7ο αι ήταν ένα συνώνυμο του βασιλέως αρχικά. Τελικά χρησιμοποιήθηκε με τη σημασία ενός ειδικού τύπου μονάρχη, ο οποίος χωρίς να επικαλείται κληρονομικά δικαιώματα κατέλαβε την εξουσία με δική του πρωτοβουλία. Αργότερα η λέξη απέκτησε αρνητική σημασία.

Οι πρώτοι όμως τύραννοι είχαν την αποδοχή ως αρχηγοί εξεγέρσεων κατά των αριστοκρατών. Μια τέτοια περίπτωση ήταν ο Κύψελος, που ανέτρεψε τους Βακχιάδες της Κορίνθου λίγο πριν το 650, σκοτώνοντας, εξορίζοντας, δημεύοντας τις περιουσίες τους.

Οι λόγοι της δυσαρέσκειας ήταν ποικίλοι : Σίγουρα ένας ήταν η φτώχεια. Ο Σόλων στη δεκαετία 600 – 590 κατέκρινε την απληστία της άρχουσας τάξης. Ο Αλκαίος από

τη Μυτιλήνη και λίγο αργότερα ο Θεόγνης από τα Μέγαρα διαμαρτύρονταν για τη δύναμη του σκέτου πλούτου. Μια άλλη πηγή αναταραχής ήταν η ύπαρξη ενός αριθμού πλουσίων μη ευγενών που αποκλείονταν από την εξουσία στα

αριστοκρατικά καθεστώτα. Οι ίδιοι οι ευγενείς στη Μυτιλήνη και στην Αθήνα φιλονικούν μεταξύ τους επιτείνοντας την αναστάτωση και προφανώς στις

επόμενες φάσεις η διακυβέρνησή τους ήταν καταπιεστική. Αν στις πρώιμες και πιο σαφείς περιπτώσεις ο τύραννος ανταποκρινόταν σε μια πραγματική ανάγκη, η συνέχιση της εξουσίας

του ενός συναντούσε όλο και μεγαλύτερη αντίδραση από εκείνους που ήταν αποκλεισμένοι από την εξουσία. Λίγες μόνο τυραννίδες διήρκεσαν πάνω από δύο γενιές.

ΟΠΛΙΤΙΚΗ ΦΑΛΑΓΓΑ

Γύρω στα μέσα του 7ου αι ο χαρακτήρας της πολεμικής τέχνης στην Ελλάδα αλλάζει ριζικά, όταν το βαρύ πεζικό, που λεγόταν οπλίται , οργανώθηκε σε πυκνό σχηματισμό, στη φοβερή φάλαγγα των οπλιτών.

Η νέα αυτή πολεμική τακτική που αποδείχθηκε αποτελεσματική τους επόμενους 3 αιώνες, σχετίζεται με την οικονομική ανάπτυξη, γιατί εξαρτιόταν από τη δυνατότητα μεγάλου αριθμού γαιοκτημόνων να προμηθεύονται μόνοι τους έναν δαπανηρό πολεμικό οπλισμό.

Η οπλιτική φάλαγγα έδωσε δύναμη στους τυράννους, γιατί εξασφάλιζαν στρατό ή αντίστροφα έδωσε τη δυνατότητα να γίνουν επαναστάσεις εναντίον τους.

ΓΡΑΠΤΟΙ ΝΟΜΟΙ – ΑΘΛΗΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ 7ος αι πχ ΜΑΝΤΕΙΟ ΔΕΛΦΩΝ

Στην πρώτη περίοδο των τυράννων 650 – 610:1. εμφανίστηκαν και οι πρώτοι γραπτοί νόμοι – ένα βήμα ζωτικής σημασίας για την απονομή της δικαιοσύνης και 2. άρχισαν να χρησιμοποιούνται κανονικά νομίσματα κατά το παράδειγμα της γειτονικής Λυδίας.3. Το 600 – 590 έγινε και ο πρώτος από μια σειρά ιερών πολέμων για τον έλεγχο του μαντείου των Δελφών και επισημαίνει

την ανάδειξη του εκεί μαντείου, που έγινε το κέντρο ενδιαφέροντος για όλη την Ελλάδα4. Επίσης, αρχίζουν να συσφίγγονται οι σχέσεις των Ελλήνων με την καθιέρωση αθλητικών εορτών: – ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ –

ΠΥΘΙΑ – ΙΣΘΜΙΑ – ΝΕΜΕΑ.

ΣΠΑΡΤΗ

Page 11: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Στη Σπάρτη, έγινε μια πολύ διαφορετική μεταρρύθμιση ή επανάσταση, στη διάρκεια του 7ου αι και γι’ αυτό η Σπάρτη δε γνώρισε τυραννία. Μια μακρόχρονη και επικίνδυνη επανάσταση των Μεσσηνίων τον 7ο αι έθεσε σε δοκιμασία το σπαρτιατικό σύστημα. Η Σπάρτη βγήκε από αυτή τη δοκιμασία με ένα κοινωνικό σύστημα και μια εσωτερική πειθαρχία που άλλοι Έλληνες τα έβρισκαν καταπληκτικά και με ένα πολιτικό σύστημα που έδινε μεγάλες αρμοδιότητες στους βασιλείς, στη γερουσία και στους άρχοντες, τους λεγόμενους εφόρους. Επιφύλασσε όμως το δικαίωμα για τη λήψη αποφάσεων κυρίως στη μεγάλη λαϊκή συνέλευση, την Απέλλα.

Οι 8 – 9000 γνήσιοι πολίτες, οι «ομοίοι», ήταν θεωρητικά ίσοι.. Οι άλλοι ελεύθεροι κάτοικοι, που τους έλεγαν «περιοίκους», ήταν ως ένα βαθμό αυτόνομοι στις πόλεις και στα χωριά όπου

ζούσαν, αλλά δεν είχαν λόγο στο χειρισμό των κρατικών υποθέσεων. Οι είλωτες και οι Μεσσήνιοι ήταν δούλοι. Η σπαρτιατική αριστοκρατία είχε στην κατοχή της μια αφύσικα μεγάλη έκταση γης, και ο αριθμός των πολιτών με πλήρη

δικαιώματα ήταν αφύσικα μεγάλος με βάση τα κριτήρια της μεταγενέστερης ελληνικής ολιγαρχίας, αν και αρκετά μικρός σε σύγκριση με την Αθήνα.

Το σύστημα των ειλώτων, μολονότι αποτελούσε μεγάλο και μόνιμο εσωτερικό κίνδυνο, απάλλασσε τους Σπαρτιάτες από τη διαρκή προσωπική φροντίδα των αγρών τους και τους άφηνε ελεύθερους να γυμνάζονται στρατιωτικά.Στο τέλος του 7ου αι επικρατούσε ησυχία και ευημερία στη Σπάρτη που ξεκίνησε για νέες κατακτήσεις στην Αρκαδία. Μια σειρά από συμμαχίες με τους Αρκάδες, τους Τεγεάτες και έπειτα και με άλλες πόλεις έφεραν ολόκληρη την Πελοπόννησο εκτός από το Άργος, κάτω από τη σπαρτιατική ηγεσία σε έναν ισχυρό οργανισμό τη Πελοποννησιακή Συμμαχία.

Η ανάπτυξη της σπαρτιατικής δύναμης ήταν το σημαντικότερο πολιτικό γεγονός του 7ου αι στο εσωτερικό της Ελλάδας.

6ος ΑΙΩΝΑΣ ΠΟΛΕΜΟΙ ΜΕ ΠΕΡΣΕΣ

Page 12: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Τον 6ο αι οι Έλληνες της Ανατολής γίνονται φόρου υποτελείς στο βασιλιά της Λυδίας τον πάμπλουτο Κροίσο. Οι πόλεις της Ανατολής γνώρισαν ευημερία και πλούτο. Το 545 ο Κύρος ο Μέγας βασιλιάς των Περσών ανέτρεψε τον Κροίσο της Λυδίας και συνέχισε τις κατακτήσεις του υποτάσσοντας τις ελληνικές πόλεις της Μ. Ασίας. Η περσική αυτοκρατορία αρχίζει τις βλέψεις της προς τα δυτικά.

Όταν ο Δαρείος Α΄[521 – 486] κατέκτησε τη Θράκη και οι Μακεδόνες δήλωσαν υποταγή είχε φτάσει πολύ κοντά. Οι συχνές επικλήσεις στη Σπάρτη για βοήθεια δεν έβρισκαν ανταπόκριση.

Η ζωή στις πόλεις της Μ.Ασίας δεν ήταν απελπιστική, ωστόσο υπήρχαν λόγοι δυσαρέσκειας και ο σημαντικότερος ήταν ότι οι Πέρσες διοικούσαν τις πόλεις αυτές τοποθετώντας τυράννους που διόριζαν οι ίδιοι. ΄Ετσι οι ελληνικές πόλεις της Μ. Ασίας οδηγήθηκαν στην Ιωνική επανάσταση 499 – 494 για την αποπομπή των τυράννων. Η Σπάρτη δε βοήθησε, αλλά η Αθήνα και η Ερέτρια έστειλαν βοήθεια τον πρώτο χρόνο της εξέγερσης.

Ο Δαρείος θα στείλει το 490 στρατό εναντίον των 2 πόλεων. Οι Αθηναίοι δοξάστηκαν με τη νίκη στο Μαραθώνα και το 480 ο Ξέρξης βάζει στόχο να κατακτήσει την Ελλάδα. Το 480 έχουμε τη ναυμαχία στη Σαλαμίνα τυπικά υπό σπαρτιατική ηγεσία. Η τελειωτική νίκη το 479 στις Πλαταιές ήταν νίκη ως ένα μεγάλο βαθμό της Σπάρτης και του στρατηγού της Παυσανία.

ΑΘΗΝΑ ΣΟΛΩΝ – ΠΕΙΣΙΣΤΡΑΤΟΣ – ΙΠΠΙΑΣ – ΚΛΕΙΣΘΕΝΗΣ

Στο μεταξύ η Αθήνα είχε αρχίσει μια νέα πολιτική πορεία. Στο διάστημα των σκοτεινών χρόνων ήταν πιο πλούσια από τις περισσότερες πόλεις – κράτη και ίσως πιο δυνατή.

Το δεύτερο μισό του 7ου αι ήταν περίοδος έντασης και τότε έγινε και η αποτυχημένη απόπειρα του Κύλωνα να γίνει τύραννος. Τα πρώτα χρόνια του 6ου η Αθήνα ήταν έτοιμη να επαναστατήσει κυρίως ενός αγροτικού ζητήματος που υποβίβαζε τους

φτωχούς σε μία κατάσταση που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί δουλεία. ΣΟΛΩΝ

Η κρίση ανέδειξε το Σόλωνα που διορίστηκε ανώτατος άρχοντας το 594 με αποστολή να συμφιλιώσει τις αντιμαχόμενες παρατάξεις.

Απάλλαξε σίγουρα τους φτωχούς από τα βάσανά τους και κατήργησε τη δουλεία «σεισάχθεια». Κατάργησε το δανεισμό με εγγύηση την προσωπική ελευθερία. Από πολιτική πλευρά η μεγαλύτερη αλλαγή του ήταν ότι καθιέρωσε ένα σύστημα τεσσάρων κοινωνικών τάξεων,

διαβαθμισμένων ανάλογα με τα εισοδήματά τους [τιμοκρατικό]. Τα διάφορα δημόσια λειτουργήματα τα ασκούσαν μόνο οι υψηλότερες τάξεις [άρχοντες, ιππείς, ζευγίτες - οπλίτες, θήτες], η χαμηλότερη οι θήτες είχε μόνο το δικαίωμα ψήφου στην εκκλησία του δήμου, που λειτουργούσε και ως εφετείο για τις αποφάσεις των αρχόντων. Μπορούσαν να είναι μέλη και του λαϊκού δικαστηρίου της Ηλιαίας. Οι θήτες ήταν απαλλαγμένοι από κάθε εισφορά προς την πολιτεία και στο στρατό και υπηρετούσαν ως ελαφρά οπλισμένοι (ψιλοί).

Ίδρυσε τη βουλή των 400 με 100 βουλευτές από κάθε μια από τις 4 φυλές. Το έργο της ήταν «προβουλευτικό», ετοίμαζε δηλαδή τα θέματα που θα εισάγονταν για συζήτηση στην εκκλησία του δήμου. Βουλευτές μπορούσαν να γίνουν πολίτες και από τις τρεις πρώτες τάξεις, εφόσον είχαν συμπληρώσει το 20ο έτος της ηλικίας τους και η θητεία τους κρατούσε ένα χρόνο.

Η ανοιχτή καθιέρωση του πλούτου μάλλον και όχι της καταγωγής ως πηγής πολιτικών προνομίων ήταν μεταβολή σύμφωνη με το πνεύμα της εποχής, αλλά βέβαια οι μεταρρυθμίσεις δεν ανέτρεψαν την εγκαθίδρυση τυραννίας ίσως μόνο την καθυστέρησαν και τη δυσκόλεψαν

Ίδρυσε την Ηλιαία, λαϊκό δικαστήριο που τα μέλη της, οι ηλιαστές, ανέρχονταν σε 6.000. Οι ηλιαστές εκλέγονταν με κλήρωση από τις τέσσερις τάξεις των πολιτών και χωρίζονταν σε 10 τμήματα των 500 μελών. Τα 1000 ήταν αναπληρωματικά. Στην Ηλιαία μπορούσε κάποιος να καταγγείλει και τις αποφάσεις των αρχόντων, αν τις θεωρούσε άδικες.

Ο Σόλων διατήρησε το τιμοκρατικό σύστημα και μέτρο για την κατάταξη όρισε το ετήσιο εισόδημα σε μεδίμνους γεωργικών προϊόντων. Οι δύο πρώτες τάξεις ήταν οι πεντακοσιομέδιμνοι και οι τριακοσιομέδιμνοι ή ιππείς, όσοι δηλαδή είχαν εισόδημα πάνω από πεντακόσιους ή τριακόσιους μεδίμνους. Από αυτές τις δύο τάξεις, που είχαν και τις μεγαλύτερες οικονομικές υποχρεώσεις, εκλέγονταν οι 9 άρχοντες και τα μέλη του Αρείου Πάγου.

Την τρίτη τάξη αποτελούσαν οι διακοσιομέδιμνοι ή ζευγίτες, που γίνονταν Α] μέλη της Βουλής, Β] καταλάμβαναν κατώτερα αξιώματα και Γ] συγκροτούσαν τη «φάλαγγα».

Το 550 και στην τρίτη του απόπειρα, σταθεροποίησε ο Πεισίστρατος την τυραννία του, που την άσκησε ήπια και την παρέδωσε το 527 στο γιο του Ιππία. Βάση της υπήρξε η ανάγκη για περιορισμό των εντάσεων στο εσωτερικό της άρχουσας τάξης. Το 510 ο Ιππίας εκδιώχθηκε με σπαρτιατική βοήθεια, ξέσπασαν πάλι συγκρούσεις και το 507 ένας από τους αντιμαχόμενους ο Κλεισθένης, «προσεταιρίσθηκε» το λαό.

Ο Κλεισθένης, ο δεύτερος μεγάλος πολιτικός μεταρρυθμιστής μετά το Σόλωνα :

Page 13: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Πραγματοποίησε τη μετάβαση από το σύστημα των 4 φυλών, που βασιζόταν στη συγγένεια, στο σύστημα των 10 νέων φυλών, που αρχικά βασιζόταν στη γεωγραφική διαίρεση.

Μοίρασε την Αττική σε τρεις γεωγραφικές περιφέρειες: το άστυ, τα παράλια και τη μεσογαία. Κάθε φυλή έπρεπε να περιλαμβάνει δήμους (οικισμούς και χωριά) και από τις τρεις αυτές περιφέρειες. Οι δήμοι μιας φυλής που βρίσκονταν στην ίδια γεωγραφική περιφέρεια συναπάρτιζαν μία τριττύ. Έτσι κάθε φυλή αποτελούνταν από τρεις τριττύες: του άστεως, την παραλιακή και τη μεσόγεια Δεν είναι εύκολο να αντιληφτούμε με ποιον τρόπο βοήθησε αυτή η μεταρρύθμιση να αποκτήσει πολιτική δύναμη ο λαός. Ίσως η απάντηση βρίσκεται στη μικρότερη από τις υποδιαιρέσεις του Κλεισθένη, δηλαδή τους δήμους της Αττικής.

Έτσι διαίρεσε τους Αθηναίους σε 10 νέες φυλές που είχαν μόνον τοπική σημασία και αντικατέστησαν τις τέσσερις παλαιές φυλές, που είχαν οικογενειακό-κληρονομικό χαρακτήρα.

Τα ονόματα των νέων φυλών σχετίζονται με μυθολογικούς ήρωες της Αττικής και ορίστηκαν από το μαντείο των Δελφών (Επώνυμοι Ήρωες).

Οι περισσότεροι δήμοι βασίστηκαν σε υπάρχοντα χωριά [δήμους] :1. Είχαν τη δική τους τοπική αυτοδιοίκηση, και επίσης 2. πρότειναν υποψηφίους ως μέλη της βουλής καθώς και για άλλα αξιώματα. Η πολιτική δραστηριοποίηση του ατόμου μέσα

στη δική του μικρή κοινωνία τον ενθάρρυνε να διαδραματίσει πιο αποφασιστικό ρόλο στην πολιτική του κράτους.

Οι φυλές είχαν αρχηγό με ετήσια αρχή, ταμείο και περιουσιακά στοιχεία. Κάθε φυλή εξέλεγε 50 πολίτες από τους δήμους που συναποτελούσαν τις τριττύες της, προκειμένου να την εκπροσωπήσουν στη

βουλή. Έτσι το σώμα των βουλευτών αυξήθηκε από 400, που ήταν την εποχή του Σόλωνα, σε 500. Ο αριθμός των βουλευτών που εξέλεγε ο κάθε δήμος ήταν ανάλογος με το πλήθος των πολιτών του. 

Ο δήμος ήταν η θεμελιώδης μονάδα αυτοδιοίκησης: διέθετε δική του διοίκηση (δήμαρχος) επιφορτισμένη με την τήρηση μητρώων και στρατιωτικών καταλόγων, έγγειο περιουσία, ταμείο και πλήρη αρμοδιότητα για τη λατρεία των θεών. Προκειμένου να υπάρξει ισονομία, να αποδυναμωθούν πλήρως οι πατροπαράδοτες φυλές και φρατρίες και να υπογραμμιστεί η ομοιογένεια των πολιτών, ο Κλεισθένης όρισε οι πολίτες να προσαγορεύονται με το όνομα του δήμου στα μητρώα του οποίου είχαν εγγραφεί και όπου πιθανότατα κατοικούσαν.

Υπονόμευσε και με άλλους τρόπους την τοπική επιρροή των ευγενών και ευνοήθηκε από τις περιστάσεις καθώς ο πολιτικός του αντίπαλος ταυτίστηκε με μια επέμβαση των Σπαρτιατών στα εσωτερικά της Αθήνας.

Με τη μεταρρύθμιση του Κλεισθένη το 507, τη βουλή την αποτελούσαν 500 κανονικοί πολίτες πάνω από 30 ετών, εκλεγόμενοι με κλήρο για ένα μόνο χρόνο θητείας. Μπορούσε κανείς να υπηρετήσει και δεύτερη θητεία, αλλά όχι περισσότερο.

Επίσης συγκροτήθηκαν 10 στρατιωτικές μονάδες, που τις διοικούσαν οι ταξίαρχοι. Αργότερα θεσπίστηκε ένα νέο σώμα 10 στρατηγών. Εκλεγόταν ένας από κάθε φυλή για ένα χρόνο

Η δημοτικότητα των μεταρρυθμίσεων του Κλεισθένη έγκειται στο γεγονός ότι το σύστημά του εξασφάλιζε ουσιαστική συμμετοχή του μέσου δημότη στα κοινά, μια συμμετοχή που δεν ήταν συναρτημένη με την ένταξή του σε κάποια αριστοκρατική φατρία ή στηριγμένη στην προστασία κάποιου τυράννου.

Το κυριότερο πρόβλημα του 6ου αιώνα είναι ότι κυριαρχούν τα τυραννικά πολιτεύματα και η Σπάρτη παρουσιάζεται ως κύριος αντίπαλος αυτού του συστήματος. Η Σπάρτη έχοντας έναν τόσο μεγάλο αριθμό πολιτών που ήταν θεωρητικά ίσοι μπορούσε να εμφανίζεται ως υποστηρικτής της συνταγματικής διακυβέρνησης, αντίθετης προς τους μονάρχες που δεν άφηναν περιθώριο για ισότητα των πολιτών μέσα στην ίδια τους την πόλη. Αυτή η γραμμή προπαγάνδας ενθάρρυνε τις συμμαχίες με τη Σπάρτη.

5ος ΑΙΩΝΑΣ

Page 14: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Τον 5ο αι η τυραννία έπαψε για ένα διάστημα να αποτελεί συνεχή κίνδυνο στις πόλεις της νότιας Ελλάδας. Με την εμφάνιση της συνειδητής δημοκρατίας, το επίκεντρο της διαμάχης μετατοπίστηκε σε μια περιοχή όπου η Σπάρτη μόνο ως συντηρητική ή αντιδραστική μπορούσε να θεωρηθεί : στην αντίθεση ανάμεσα στην ολιγαρχία και τη δημοκρατία.

Είναι απίθανο κάποια κοινωνική τάξη να αποκλείστηκε στην Αθήνα επίσημα από τη λαϊκή συνέλευση της πόλης. Ωστόσο ο Σωκράτης είχε μιλήσει για τους Δημαγωγούς.

Στη Σπάρτη και σε άλλες πόλεις τα πλήρη πολιτικά δικαιώματα των πολιτών ήταν κληρονομικά κατά την κλασική περίοδο. Είναι γνωστό ότι γενικά σε πολλές μεταγενέστερες ολιγαρχίες υπήρχε ο θεσμός η άσκηση πολιτικών δικαιωμάτων να εξαρτάται από την κατοχή ορισμένης περιουσίας.

Σε πολλές ολιγαρχίες της κλασικής περιόδου ο περιορισμός της πλήρους ασκήσεως των πολιτικών δικαιωμάτων είναι πιθανό να πήρε σαφή και επίσημη μορφή όταν εκδηλώθηκε αντίδραση στη δημοκρατική απαίτηση να έχουν όλοι οι ελεύθεροι ενήλικες πολίτες το δικαίωμα να ψηφίζουν. Όχι βέβαια ότι στην Αθήνα παρακολουθούσαν ταχτικά τις συνεδρίες περισσότεροι από ένα μικρό ποσοστό [όταν ήταν 45000 οι πολίτες με δικαίωμα ψήφου, σπάνια ασκούσαν αυτό το δικαίωμα πάνω από 5 – 6000], αλλά είναι βέβαιο ότι τις παρακολουθούσαν άνθρωποι από όλες τις τάξεις.

Εφιάλτης :Μετέφερε πολιτικές, ελεγκτικές και δικαστικές αρμοδιότητες του Αρείου Πάγου στην Εκκλησία του Δήμου τη βουλή και τα

λαϊκά δικαστήρια της Ηλιαίας. Ο Άρειος Πάγος διατήρησε μόνο τη δικαστική αρμοδιότητα για φόνους εκ προθέσεως, τραυματισμούς με σκοπό το φόνο, εμπρησμούς, δηλητηριάσεις και κοπές ιερών δέντρων, όταν και οι δύο διάδικοι ήταν Αθηναίοι πολίτες

Επιφόρτισε τη βουλή με το συντονισμό και την επίβλεψη των αρχών που εμπλέκονταν σε πράξεις διοικήσεως και την αντιμετώπιση όλων των προβλημάτων που ανέκυπταν στο διάστημα ανάμεσα σε δύο συνεδριάσεις του δήμου.

Μετέτρεψε τη Σολώνεια Ηλιαία, που ως τότε συνερχόταν ολόκληρη και πιθανόν ταυτιζόταν με την εκκλησία του δήμου, σε «δεξαμενή» 6000 κληρωμένων και ορκισμένων Αθηναίων άνω των 30 ετών, από την οποία λαμβάνονται στο εξής οι δικαστές για τα ηλιαστικά δικαστήρια.

Αποτέλεσμα των μεταρρυθμίσεων ήταν να χάσει ο Άρειος Πάγος και τα τελευταία μέσα έμμεσης πολιτικής επιρροής, όπως π.χ. την καταδίκη φιλόδοξων αρχόντων μετά το τέλος της θητείας τους και τον αποκλεισμό τους από τον Άρειο Πάγο. Την αρμοδιότητα εκλογής αρχόντων και προβουλευτικής επεξεργασίας των ψηφισμάτων είχε αφαιρέσει από τον Άρειο Πάγο ήδη ο Σόλων. Έτσι, ο Άρειος Πάγος απώλεσε το ρόλο του ως υπέρτατης αρχής και φύλακα του αθηναϊκού πολιτεύματος. Το πολίτευμα της Αθήνας έκανε ακόμα ένα σημαντικό βήμα προς τον εκδημοκρατισμό.

Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ – Η ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ

Η αρχή ότι κανένας δεν έπρεπε να στερείται αυτό το δικαίωμα αποτελούσε το θεμέλιο της δημοκρατικής ελευθερίας και ισότητας. Η αρχή αυτή λειτούργησε με την πιο δυναμική της μορφή, εξαιτίας της αιφνίδιας και θεαματικής ανόδου της Αθήνας σε μεγάλη δύναμη. Εκτός από τις άλλες πηγές πλούτου υπήρχαν και τα μεταλλεία αργύρου στο Λαύριο.

Page 15: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Ο Θεμιστοκλής μερίμνησε για τη ναυπήγηση 200 πλοίων – αριθμός χωρίς προηγούμενο. Ήταν ο βασικός συντελεστής της νίκης το 480 στη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Και παρόλο που οι επεκτατικές προσπάθειες ήταν εξαιρετικά επίπονες – η Αθήνα βγήκε ισχυρότερη και με μεγάλη αυτοπεποίθηση. Τον ίδιο καιρό η ατίμωση του Παυσανία μείωσε το γόητρο της Σπάρτης, που αποσύρθηκε εντελώς στα όρια της Πελοποννήσου.

Η Αθήνα στο μεταξύ εμφανίστηκε στο προσκήνιο ως οργανώτρια και ηγέτιδα της Συμμαχίας της Δήλου που είχε ως πρόγραμμα την απελευθέρωση των Ελλήνων της Ανατολής και τη συνέχιση του πολέμου με την Περσία. Ο ναυτικός πόλεμος διέφερε από το πεζικό καθώς σήμαινε κατασκευή πλοίων, μισθοδοσία και τροφοδοσία κωπηλατών. Η Συμμαχία απαιτούσε από την αρχή γενναίες οικονομικές εισφορές. Σιγά σιγά η δυσαναλογία σε δύναμη αυξανόταν, και οι σύμμαχοι της Αθήνας ήταν στην πραγματικότητα αφοπλισμένοι, αντίθετα, στην Πελοποννησιακή οι σύμμαχες πόλεις είχαν ισχυρό στρατό.

Η Συμμαχία σταδιακά μεταμορφώθηκε σε αυτοκρατορία, που ήταν υποχρεωμένη να τηρεί όλα τα ψηφίσματα που αποφάσιζε να εγκρίνει η αθηναϊκή εκκλησία του δήμου..

Στις περισσότερες συμμαχικές πόλεις εγκαταστάθηκαν αθηναίοι άρχοντες, οι νομικές υποθέσεις που συνεπάγονταν βαριές ποινές παραπέμπονταν στα αθηναϊκά δικαστήρια, η γη δημευόταν μετά από αποστασία και δινόταν με κλήρο στους αθηναίους αποίκους [κληρούχοι] κα. Αυτές οι εξελίξεις, καθώς και η χρησιμοποίηση των συμμαχικών χρημάτων για την ανέγερση ναών στην Αθήνα, δημιούργησαν ηθικά ζητήματα σε μερικούς από τους συγχρόνους. Ασφαλώς και οι Αθηναίοι δεν ήταν πάντα δίκαιοι και συνετοί.

Η Αθήνα ενθάρρυνε τα δημοκρατικά πολιτεύματα και η Σπάρτη τα ολιγαρχικά. Η επιβολή δημοκρατικού πολιτεύματος ήταν τυραννία για όσους φοβούνταν και δεν εμπιστεύονταν τον λαό.

Αρκετό διάστημα μετά τους περσικούς πολέμους οι δύο μεγάλες πόλεις έζησαν με σχετική ομόνοια. Η Αθήνα είχε στρέψει την προσοχή της στη συνέχιση του πολέμου κατά της Περσίας στην Ασία, η Σπάρτη είχε τα δικά της εσωτερικά προβλήματα. Ο πόλεμος με την Περσία τελικά ξεθύμανε και έκλεισε το 449πχ με την ΚΑΛΛΙΕΙΟ ΕΙΡΗΝΗ, ενώ όλα τα θύματα της αθηναϊκής επιθετικότητας προσέτρεχαν στη Σπάρτη για βοήθεια. Στον πόλεμο που ξέσπασε το 460 ανάμεσα στην Αθήνα και τους γείτονές της συμμετείχε και η Σπάρτη. Ο πόλεμος τελείωσε το 446πχ με τις ΤΡΙΑΚΟΝΤΟΥΤΕΙΣ ΣΠΟΝΔΕΣ.

ΕΠΟΧΗ ΠΕΡΙΚΛΗ

Στο διάλειμμα της ηρεμίας που μεσολάβησε από το 446 μέχρι το 431πχ έχουμε τον Περικλή, τον Παρθενώνα, τα Προπύλαια, τον Σοφοκλή στο κορύφωμα της σταδιοδρομίας του, τον Ευριπίδη.

Ο Πρωταγόρας από τα Άβδηρα και άλλοι «σοφιστές» συνέρρεαν στην Αθήνα, που ήταν ο «φυσικός τους χώρος», καθώς η πόλη ήταν το σχολείο της Ελλάδας.

Ο Περικλής έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στη μετατροπή της Αθηναϊκής Συμμαχίας σε αυτοκρατορία με μεγάλη συνοχή, και προφανώς ήταν ο κύριος υπεύθυνος της οικειοποίησης από την Αθήνα των συσσωρευμένων αποθεμάτων από τις χρηματικές εισφορές. Το μεγαλύτερο μέρος του ταμείου ήταν άθικτο το 431.

Ο ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

Ο πόλεμος ήταν πάνω από όλα αναμέτρηση δυνάμεων για την κυριαρχία της Ελλάδας. Η άνοδος της Αθήνας ανησύχησε τους Σπαρτιάτες, χωρίς να αγνοούμε και τον ιδεολογικό παράγοντα, τη σύγκρουση ανάμεσα σε δύο ιδεώδη, τη δημοκρατία και την ολιγαρχία. Οι υποστηρικτές της Σπάρτης ήταν πλούσιοι από τις υποτελείς πόλεις της Αθήνας.Η μεγάλη διάρκεια του πολέμου 27 χρόνια με μια μικρή διακοπή ύστερα από τη συμβιβαστική Ειρήνη του Νικία το 421 οφείλεται :

1. Εν μέρει στα αισθήματα δυσαρέσκειας που προκαλούσε η προσπάθεια της Αθήνας να διατηρήσει την εξουσία της, κυρίως όμως2. οφειλόταν στη δυσκολία που είχαν οι εμπόλεμοι να προχωρήσουν σε μια αποφασιστική αναμέτρηση. Ούτε η δύναμη της Π.Σ μπορούσε να διακόψει το θαλάσσιο ανεφοδιασμό της Αθήνας, ούτε το ναυτικό της Αθήνας μπορούσε να πλήξει τις πηγές ανεφοδιασμού του εχθρού στην ξηρά. Η Αθήνα προσπάθησε να ξεφύγει από αυτό το αδιέξοδο με την ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΣΤΗ ΣΙΚΕΛΙΑ 415πχ με στόχο τη διακοπή προμήθειας

σιτηρών στη Σπάρτη. Η ατυχής έκβαση το 413 οροθετεί το τέλος της αθηναϊκής κυριαρχίας στη θάλασσα. Η Αθήνα ναυπήγησε νέο στόλο και ο πόλεμος τελείωσε το 404 όταν στάλθηκε περσική βοήθεια στον πελοποννησιακό στόλο, που εξασφάλισε τον έλεγχο του Ελλήσποντου και απέκοψε τον ανεφοδιασμό της Αθήνας από τη σημερινή νότια Ρωσία.

Οι υλικές ζημιές ήταν τεράστιες. Η ύπαιθρος της Αττικής είχε ερημωθεί με τις επιδρομές από το φρούριο της Δεκέλειας από το 413. Τα Μέγαρα είχαν υποφέρει από τις Αθηναϊκές επιδρομές, η Κόρινθος.

Σημαντική ήταν και η ψυχολογική φθορά της μακροχρόνιας έντασης του πολέμου που εκδηλώθηκε με μια έκρηξη υστερίας για μερικές πράξεις ιεροσυλίας το 415, με την ολιγαρχία των Τετρακοσίων το 411 και τη δίκη και εκτέλεση των στρατηγών το 406.

Μετά τη συνθηκολόγηση η Σπάρτη επέβαλε την τυραννία των Τριάντα μέχρι που το 403 αποκαταστάθηκε η Δημοκρατία.

4ος ΑΙΩΝΑΣ

Ο νικητής Λύσανδρος ήταν αδίστακτος πολιτικός. Εγκατέστησε σκληρές ολιγαρχίες, και το σχέδιό του ήταν να αντικαταστήσει την αθηναϊκή αυτοκρατορία με μια πιο εκτεταμένη και πιο αυστηρά ελεγχόμενη σπαρτιατική, στην ξηρά και στη θάλασσα.

Page 16: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Και στη Σπάρτη όμως υπήρχαν ενδοιασμοί για μια τέτοια ιμπεριαλιστική πολιτική. Μια απότομη και συνεχιζόμενη μείωση του ανθρώπινου δυναμικού της Σπάρτης κατέστησε την ανάληψη εκτεταμένων υποχρεώσεων πιο δύσκολή και πιο επικίνδυνη.

Η σκληρότητα της Σπάρτης και η αδιαλλαξία του Λύσανδρου οδήγησε σε ένα νέο πόλεμο 395 – 387 με αντίπαλο μια συμμαχία που περιλάμβανε και την ανασυγκροτημένη Αθήνα.

Επιπλέον η Σπάρτη είχε υποστηρίξει το 401 τον Κύρο τον Νεότερο στην προσπάθειά του να αποσπάσει τον περσικό θρόνο από τον αδελφό του Αρταξέρξη τον Β΄ και από τότε είχε εμπλακεί σε έναν ακατάστατο πόλεμο με τους πέρσες σατράπες της Μ. Ασίας. Αλλά και οι δύο δυνάμεις φοβήθηκαν περισσότερο την Αθήνα και το 387 η Σπάρτη με τη βοήθεια του Πέρση βασιλιά έθεσε υπό τον έλεγχό της τον Ελλήσποντο. Η «Ειρήνη του Βασιλέως» [Ανταλκίδειος] του 387 βασίστηκε σε όρους που υπαγόρευσε από τα Σούσα ο βασιλιάς της Περσίας. Οι πόλεις της Μ. Ασίας παραχωρούνται στην περσική κυριαρχία, κάτι το οποίο οι Αθηναίοι το είχαν αποτρέψει.

Η νότια Ελλάδα είχε κουραστεί από τους πολέμους. Ο Π.Π είχε απαιτήσει άνευ προηγουμένου θυσίες και είχε προκαλέσει καταστροφές, ενώ η ήττα της Αθήνας αποδείχτηκε ότι δεν αποτελεί λύση. Ήδη στις άγονες διαπραγματεύσεις το χειμώνα του 392 – 1 είχε συζητηθεί η ιδέα “μιας κοινής ειρήνης”, μιας ειρήνης που θα έπρεπε να αγκαλιάζει όχι μόνο τους τότε αντιπάλους, αλλά όλες τις πόλεις – κράτη της Ελλάδας. Η Ειρήνη του Βασιλέως έμελλε να βασιστεί σ' αυτό το πρότυπο, εξασφαλίζοντας αυτονομία για όλες τις πόλεις εξίσου, εκτός από τις μικρασιατικές, που παραχωρούνταν στη δικαιοδοσία του Πέρση βασιλιά. Αυτή η εγκατάλειψη των Ελλήνων της ανατολής στη δικαιοδοσία της Περσίας ήταν χαρακτηριστικό στοιχείο όλων των συνθηκών της Σπάρτης με την Περσία από το 411.

Τελικά, τον 4ο αι η εκάστοτε κυρίαρχη πόλη θεωρούσε δικαίωμά της να ερμηνεύει την “αυτονομία” όπως τη συνέφερε. Οι Σπαρτιάτες το 387 επέμειναν να διαλυθεί η Βοιωτική συμμαχία επικαλούμενοι την ελευθερία των πόλεων που την αποτελούσα. Οι Θηβαίοι αργότερα διατηρούσαν τη Συμμαχία τους, αλλά επέμεναν στην ανεξαρτησία της Μεσσηνίας από τη Σπάρτη.Δε συνήλθε ποτέ γενική συνέλευση των ελληνικών πόλεων και όσες φορές επιτεύχθηκε γενική ειρήνη την επέβαλαν κατακτητές προερχόμενοι από έξω Μακεδόνες ή Ρωμαίοι.

Η οπλιτική φάλαγγα υπερείχε απέναντι σε οποιαδήποτε στρατιωτική δύναμη, και γι' αυτό γινόταν όλο και πιο συχνή χρήση μισθοφόρων ελλήνων στους πολέμους μεταξύ των ανατολικών λαών. Η πιο εντυπωσιακή περίπτωση ήταν το σώμα των Μυρίων, οι οποίοι ακολούθησαν τον Κύρο το 410 και μετά το θάνατό του, ξεκίνησαν από τη Μεσοποταμία και περνώντας μέσα από αφιλόξενα βουνά κατάφεραν, με προσωρινούς ηγέτες, να φτάσουν ως τις ελληνικές πόλεις της Μαύρης θάλασσας [Ανάβασις – Ξενοφών]. Η επιβίωσή τους και μόνο αποδεικνύει πόσο τρωτή ήταν η περσική αυτοκρατορία.

Την κατάκτηση της Περσίας την κήρυσσε ο Ισοκράτης ως λύση των προβλημάτων για την Ελλάδα. Ωστόσο, η αλήθεια ήταν ότι η Περσία έλεγχε και πάλι τις ελληνικές πόλεις και εξακολουθούσε να ασκεί επιρροή στα ελληνικά πράγματα κάθε άλλο παρά αμελητέα. Αυτό οφειλόταν σε φόβο κυρίως για το τεράστιο απόθεμα σε ανθρώπινο δυναμικό και στον πλούτο που διέθετε, ο οποίος ήταν απαραίτητος για τις ελληνικές πόλεις που είχαν ανάγκη τις περσικές χορηγίες.

Ο ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΤΩΝ ΣΥΡΑΚΟΥΣΩΝ

Στις αρχές του 4ου αι ο ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΤΥΡΑΝΝΟΣ ΤΩΝ ΣΥΡΑΚΟΥΣΩΝ αποτελούσε έναν σημαντικό παράγοντα στην ελληνική πολιτική ζωή.

Page 17: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Από την εποχή που ιδρύθηκαν οι πρώτες δυτικές αποικίες στα μισά του 8ου αι, οι Έλληνες είχαν εξαπλωθεί στις ακτές της Σικελίας και της Ιταλίας, και στις αρχές του 6ου αι είχαν φτάσει στα μόνιμα όριά τους. Στο εσωτερικό της Σικελίας οι κάτοικοι είχαν εν μέρει υποταχθεί και επηρεαστεί από τον ελληνικό πολιτισμό. Δεν μπορούσε να συμβεί το ίδιο και στην ενδοχώρα της Νότιας Ιταλίας.

Τις Συρακούσες αρχικά τις κυβερνούσαν γαιοκτήμονες, οι απόγονοι των πρώτων οικιστών. Στις αρχές του 5ου αι δημιουργήθηκε μια στρατιωτική μοναρχία από τον Ιπποκράτη της Γέλας και έπειτα από το διάδοχό του

τον Γέλωνα [490 – 478] που κυρίευσε τις Συρακούσες, όπου και εγκατέστησε την πρωτεύουσά του, μεταφέροντας σ’ αυτήν το μισό πληθυσμό της Γέλας και τα μέλη της ανώτερης τάξης από άλλες πόλεις, τις οποίες κατέστρεψε εντελώς. Οι αντίπαλοί του στράφηκαν στην Καρχηδόνα για βοήθεια [περίπου 480] και τελικά Καρχηδόνιοι με αρχηγό τον Αμίλκα, νικήθηκαν στην Ιμέρα το 480 από τον Γέλωνα, ο οποίος απέσπασε μεγάλη πολεμική αποζημίωση από την Καρχηδόνα.

Ο πλούτος και η μεγαλοπρέπεια αυτών των τυράννων ξεπερνούσαν πολύ τα ελληνικά δεδομένα, ώστε να φαίνονται από μόνα τους επικίνδυνα.Ο αγώνας ανάμεσα στους Έλληνες και τους Καρχηδόνιους τον 4ο αι έκανε τους μεταγενέστερους ιστορικούς να τους παρουσιάζουν ως προαιώνιους εχθρούς. Στην πραγματικότητα, η Καρχηδόνα πριν το 500 απλά φρόντιζε να κρατά μακριά τους άλλους από τις περιοχές που εμπορευόταν. Η διαμάχη στη Σικελία ήταν καθαρά ελληνική. Ο Γέλωνας απέκτησε δημοτικότητα νικώντας την Καρχηδόνα και παρέδωσε την εξουσία στον αδελφό του Ιέρωνα [478 – 467]

που κι αυτός νίκησε τους Ετρούσκους το 474. . Μια εξέγερση μετά το θάνατό του Ιέρωνα οδήγησε στην εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας μέχρι το 405 που ανέβηκε στην εξουσία ο Διονύσιος.

Από το 480 μέχρι το 409 η Καρχηδόνα εδραίωσε την ηγεμονία της στην Αφρική και όταν το 409 έλαβε μέρος σε μια Σικελική διαμάχη φανερώθηκαν τα κατακτητικά σχέδιά της. Ο ηγέτης της Καρχηδόνας Αννίβας, εγγονός του Αμίλκα που είχε νικηθεί από τον Γέλωνα προφανώς επιζητούσε εκδίκηση και προκάλεσε αρκετές αναστατώσεις υποτάσσοντας πολλές πόλεις. Αυτό τελικά επέσπευσε τη δημιουργία πολιτικής κρίσης στις Συρακούσες, που κατέληξε στην ανάδειξη του τυράννου Διονύσιου που έγινε ο «άρχοντας της Σικελίας».Ο Διονύσιος, ικανός δημαγωγός που κατηγόρησε την ανώτερη τάξη για κακή διαχείριση του πολέμου, είχε και ο ίδιος πλούσιους υποστηριχτές, αλλά δεν μπορούμε να εξακριβώσουμε πώς ανέβηκε στην εξουσία. Το 405 αναγκάστηκε να δεχτεί μια ειρήνη που παραχωρούσε το μεγαλύτερο μέρος της Σικελίας στην Καρχηδόνα. Στο μεγαλύτερο διάστημα της βασιλείας του οι Καρχηδόνιοι ήταν περιορισμένοι στο δυτικό άκρο του νησιού. Στον έλεγχό του είχε και το κάτω μέρος της Ιταλίας. Ήταν μια στρατιωτική μοναρχία από τις μεγαλύτερες που είχαν εμφανιστεί στον τότε ελληνικό κόσμο.

Η Αθήνα είχε προσπαθήσει να κερδίσει τη φιλία του αλλά ήταν δύσκολο για μια δημοκρατική πόλη. Υποστήριζε τακτικά τη Σπάρτη και τη βοήθησε και το 387 στέλνοντας μια ναυτική μοίρα στον Ελλήσποντο.. Μετά το θάνατό του το 367 η αίγλη των Συρακουσών μειώθηκε με την τυραννίδα του γιου του → ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Β΄ ΝΕΟΤΕΡΟΣ που ανατράπηκε το 357 από μια μικρή δύναμη. Μετά από διαμάχες→ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Β΄.

387 – 338 πΧ

Το 387 Η Ειρήνη του Βασιλέως. Η Σπάρτη εκμεταλλεύεται στο έπακρο την πλεονεκτική θέση και δεν μπορούσε να καταστείλει τις αντιδράσεις που προκάλεσε.

Το 378 η Αθήνα συγκρότησε δεύτερη ναυτική συμμαχία. Το 371πχ Νίκη της Θήβας εναντίον Σπάρτης στα ΛΕΥΚΤΡΑ. Ο ελληνικός κόσμος συγκλονίστηκε από την ανατροπή της δεδομένης από

καιρό στρατιωτικής υπεροχής της Σπάρτης. Η προσπάθεια των Θηβαίων να επιβάλουν την κυριαρχία τους δημιούργησε νέα προβλήματα. Το 356 πΧ ο Φιλόμηλος άρχοντας της Φωκίδας, κατέλαβε το Μαντείο των Δελφών ξεκινώντας έναν δεκαετή Ιερό πόλεμο που

αποδυνάμωσε τη Θήβα. Μια σειρά από συνελεύσεις προσπάθησαν, χωρίς επιτυχία, να αποκαταστήσουν γενική ειρήνη. Το 346πΧ τερμάτισε τον πόλεμο ο Φίλιππος. Την ίδια εποχή στην Αθήνα ο Πλάτων γράφει τα αριστουργήματά του. Ο Ιάσωνας των Φερρών , Θεσσαλός τύραννος, κατά τη σταδιοδρομία του εμπόδισε τους Θηβαίους να εκμεταλλευτούν τη νίκη τους το

371πΧ.Ο ΦΙΛΙΠΠΟΣ

Το 359πΧ ο Φίλιππος διαδέχτηκε τον αδελφό του που σκοτώθηκε σε μάχη με τους Ιλλυριούς. Ο Φίλιππος εξασφάλισε πρόσβαση στη νότια Ελλάδα, όταν έγινε κύριος του στενού των Θερμοπυλών προς το τέλος του Ιερού πολέμου,

που τον τερμάτισε με τη βία το 346. Έδειχνε ότι τον ενδιέφερε περισσότερο η συνεργασία με την Αθήνα παρά η υποταγή της, αλλά μια οποιαδήποτε συμφωνία από μέρους της Αθήνας θα σήμαινε το τέλος της πολιτικής της δύναμης. Η Αθήνα ήταν από καιρό διχασμένη.

Στο τέλος μια συμμαχία αποτελούμενη από τη Θήβα και την Αθήνα νικήθηκε από το Φίλιππο στη Χαιρώνεια το 338.Ο Φίλιππος ενοποίησε τότε, υπό την ηγεσία του, τους επιφυλακτικούς Έλληνες στο συνέδριο της Κορίνθου.Η ιδέα ενός γενικού πολέμου εναντίον της Περσίας ήταν από καιρό οικεία στην Ελλάδα, και πίστευαν ότι και ο Ιάσων σχεδίαζε κάτι τέτοιο. Το 336 όταν ο Φίλιππος δολοφονήθηκε οι προετοιμασίες του για τον επικείμενο πόλεμο με την Περσία είχαν προχωρήσει αρκετά. Το 334πχ Έναρξη εκστρατείας Αλεξάνδρου.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ 3ος ΑΙΩΝΑΣ

Η κατάκτηση των νέων εδαφών δημιούργησε νέες προοπτικές για τις ελληνικές πόλεις. Ο ίδιος ο Αλέξανδρος δεν χρειαζόταν πια τα στρατεύματά του ούτε ενδιαφερόταν για την επιδοκιμασία τους. Στη διαμάχη των διαδόχων του, των μεγάλων μοναρχών της ελληνιστικής εποχής, το πολιτικό βάρος των πόλεων της κυρίως Ελλάδας δεν ήταν μεγάλο, αν και υπήρχε ακόμα το παλιό τους γόητρο και η Ελλάδα εξακολουθούσε να είναι η πηγή του πολιτισμού.

Page 18: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Η Αθήνα πολέμησε και πάλι σκληρά στο Χρεμωνίδειο πόλεμο του 267 εναντίον του Αντιγόνου Γονατά της Μακεδονίας. Οι επαναστάτες βασιλείς της Σπάρτης ο Άγις ο Δ΄ και ο Κλεομένης ο Γ΄ επιδίωξαν να αναβιώσουν τον παλιό αυστηρό τρόπο

ζωής, αλλά δημιούργησαν εχθρότητες. Η ανάδειξη της Αιτωλικής και της Αχαϊκής Συμπολιτείας τον 3ο αι απέδειξε ότι η Ελλάδα ήταν ακόμη σε θέση να

δημιουργεί νέες πολιτικές μορφές.Γενικά θα λέγαμε ότι κυριαρχεί ένας ένθερμος και αγωνιστικός τοπικισμός ως κύριο χαρακτηριστικό της πολιτικής

ζωής των ελληνικών πόλεων. Οι πολιτικοί θεσμοί ήταν πιο ανοιχτοί και επέτρεπαν την καθολική συμμετοχή του κάθε πολίτη σε βαθμό μεγαλύτερο από

όσο είχε γνωρίσει ο κόσμος μέχρι τότε. Η αντιπροσωπευτική διακυβέρνηση είχε μεγάλη σημασία ακόμη και στα ολιγαρχικά κράτη, όπου οι πολίτες που είχαν δικαίωμα συμμετοχής στη συνέλευση ήταν ολιγάριθμοι. Ακόμη και σε μεγαλύτερες πόλεις – κράτη υπήρχε μια αμεσότητα στην πολιτική και κοινωνική ζωή, που θα είχε χαθεί αν οι σημαντικές αποφάσεις λαμβάνονταν από μια μακρινή πρωτεύουσα.

Όσο λοιπόν, και αν είχαν όλοι συνείδηση της εθνικότητάς τους ως Ελλήνων, συναισθηματικά καθένας ήταν δεμένος με τη δική του πόλη – κράτος, και η εθνική ιδέα ποτέ δεν πήρε το προβάδισμα μέσα τους. Γι' αυτό απέτυχαν όλες οι προσπάθειες για μια ευρύτερη ενότητα. είτε ήταν ολιγαρχικός είτε δημοκρατικός, ο Έλληνας ενδιαφερόταν με πάθος για τη μορφή των θεσμών της γενέτειρας πόλης του.

Τα μεγάλα θεσμικά θέματα δεν μπορούσαν να ρυθμιστούν σε πανελλήνιο επίπεδο, αλλά σε τοπικό μόνο. Η συνηθισμένη πολιτική αρρώστια της αρχαίας ελληνικής πόλης απέκτησε την ιδιαίτερη ονομασία της, στάσις, που στην αρχή πρέπει να σήμαινε τη θέση ή τη στάση που έπαιρνε κανείς απέναντι στα δημόσια θέματα. Αργότερα διευρύνθηκε η έννοια και σήμαινε είτε μια ομάδα ανθρώπων με κοινούς πολιτικούς στόχους ή απλώς την κατάσταση εμφύλιας διαμάχης ανάμεσα σε τέτοιες ομάδες. Το ίδιο φατριαστικό πνεύμα επικρατούσε σε όλα τα ζητήματα [πόλεμος, ειρήνη, συμμαχία, δημόσιο χρήμα κλπ]

Βασικοί παράγοντες ήταν οι εξής :

Το πάθος για αυτονομία της πόλης – κράτους Η άσκηση άμεσης, όχι αντιπροσωπευτικής διακυβέρνησης Η ατελείωτη ένταση ανάμεσα στις πολιτικές παρατάξεις.

Έχουμε επιδείνωση της σύγχυσης και απώλεια της ελληνικής ανεξαρτησίας.

Κεφ 5 ΦΥΛΕΣ ΚΑΙ ΓΕΝΗ

Το θέμα αυτό, σχεδόν στο σύνολό του, αφορά : την εσωτερική οργάνωση της κάθε πόλης – κράτους, τον τρόπο με τον οποίο ήταν συγκροτημένες οι στρατιωτικές της μονάδες και

Page 19: Αρχαία ελληνική κοινωνία

τον τρόπο με τον οποίο ήταν χωρισμένος ο πληθυσμός για λόγους διοικητικούς. Τα πράγματα είναι λίγο συγκεχυμένα, επειδή ίσχυσαν δύο ξεχωριστές οργανωτικές αρχές, η γεωγραφική θέση και η συγγένεια.

Η οργανωτική αρχή της συγγένειας φαίνεται εξαιρετικά διαδεδομένη ανάμεσα στις πόλεις – κράτη της Ελλάδας γύρω στα τέλη των σκοτεινών αιώνων. Η αρχική διαίρεση του σώματος των οπλιτών γινόταν κατά φυλές κάτω από αυτές έρχονταν οι φρατρίες δηλαδή αδελφότητες [αλλού εταιρείες = ομάδες συντρόφων στη Γόρτυνα]. Ακολουθούν οι μικρότερες ενότητες με διάφορα ονόματα : γένη στην Αθήνα, πάτραι σε άλλα μέρη. Σχεδόν όλοι οι όροι δηλώνουν πραγματική συγγένεια. Σε χρονολογίες που απέχουν πολύ η μια από την άλλη τα πιο πολλά κράτη υιοθέτησαν τη διαίρεση των πολιτών με βάση τον τόπο της διαμονής τους. Αλλά και τότε ακόμη υπήρχε η τάση να διατηρούν όρους, ειδικά τη λέξη “φυλή”, που ανάγονται στο σύστημα που βασίζεται στη συγγένεια. Στην Αθήνα οπωσδήποτε, και πολύ πιθανό και αλλού, οι φρατρίες και οι άλλες συγγενικές ομάδες επέζησαν ως κοινωνικές και θρησκευτικές μονάδες και μετά την αντικατάσταση του φυλετικού συστήματος σε τοπικό.

ΕΛΛΗΝ ΚΑΙ ΕΛΛΑΣ

Η βασική μονάδα της αρχαϊκής και κλασικής Ελλάδας είναι η μεμονωμένη πόλη – κράτος, αλλά συναφείς είναι και οι μεγαλύτερες ομαδοποιήσεις.

Τα ονόματα Έλλην και Ελλάς, που ο Όμηρος εντοπίζει στη Θεσσαλία εξαπλώθηκαν με κάποια διαδικασία άγνωστη σε μας και δήλωναν όλο το έθνος και την περιοχή που κατοικούσαν ελληνικά φύλα.

Ο Ηρόδοτος και ο Θουκυδίδης πίστευαν ότι το όνομα Έλλην κάλυπτε μια ποικιλία φύλων διαφορετικής καταγωγής, αλλά η ενότητα την οποία εξέφραζε είχε ως στέρεη βάση της την κοινότητα της γλώσσας, της θρησκείας, των κοινωνικών εθίμων και πάνω από όλα τη συναίσθηση της συγγένειας, ανάμεσα σε όσους χρησιμοποιούσαν αυτό το όνομα.

Διαμέσου των μύθων μπορούμε να δούμε ότι η θρυλούμενη συγγένεια μερικές φορές είναι απλώς ένα γενεαλογικό κατασκεύασμα που σκοπό έχει να εκφράσει την ενότητα ενός σώματος που έχει σχηματιστεί με βάση μια αρχή διαφορετική – δηλαδή εξυπηρετεί την καταγωγή των φρατριών και των φυλών.

ΔΩΡΙΕΙΣ – ΙΩΝΕΣ

Μέσα στο σύνολο των Ελλήνων ξεχωρίζουν ορισμένες μείζονες ομάδες, και ιδιαίτερα οι Δωριείς και οι Ίωνες που είναι γνωστοί για τα ανταγωνιστικά φυλετικά αισθήματα. Οι δεσμοί ανάμεσα στις δωρικές πόλεις – κράτη είναι ιδιαίτερα σαφείς;1. Εκτός από το γενικό χαρακτήρα της διαλέκτου τους, 2. είχαν την τάση να δίνουν έμφαση και σε θρησκευτικές λατρείες και 3. να τελούν γιορτές κοινές σε όλους, όπως τα Κάρνεια.

Σε όλες τις δωρικές κοινότητες συναντούμε 3 ονόματα φυλών : Τους Υλλείς, τους Παμφύλους και τους Δυμάνες. Αυτή η διάκριση υπήρχε και όταν εισέβαλαν στη Νότια Ελλάδα τον 11 ο αι. σύμφωνα με αυτές τι φυλές ήταν συγκροτημένος και ο στρατός. Σε πολλά δωρικά κράτη βρίσκουμε μια ακόμη ή περισσότερες φυλές, γεγονός που συνήθως ερμηνεύουν ότι οφείλεται σε προσπάθεια ενσωμάτωσης ενός μέρους του προδωρικού πληθυσμού στο σύστημα. Σ' αυτές τις περιπτώσεις εφευρισκόταν και κάποιο είδος γενεαλογικού δεσμού, όπως στο Άργος, όπου η τέταρτη φυλή, των Υρνανθίων, αναγόταν σε μια κόρη του Δωρέα ιδρυτή της πόλης. εξακολουθούσε να έχει τις 3 δωρικές φυλές και μια άλλη πρόσθετη τον 5ο αι.

Και στις ιωνικές πόλεις μπορούμε επίσης να παρατηρήσουμε κοινότητα διαλέκτου, λατρείας και εορτών, αλλά τα φυλετικά ονόματα παρουσιάζουν λιγότερη ομοιομορφία. Η Αθήνα είχε τις 4 αρχαίες αττικές φυλές, που αποτελούσαν τη βάση του αρχαϊκού κράτους ως τις μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη το 507 και επέζησαν για σκοπούς θρησκευτικούς ως τις αρχές του 4ου αι. Όπου η περίσταση το επέτρεπε ή το ενθάρρυνε, γινόταν επίκληση στο αίσθημα της φυλετικής ταυτότητας, αλλά πάλι οι Δωριείς δεν είχαν καμιά επιφύλαξη στο να πολεμούν μεταξύ τους [Άργος – Σπάρτη].Μερικές πιο συμπαγείς φυλετικές ομάδες κατάφεραν να φτάσουν σε κάποιο σημείο οργανικής ενοποίησης. Στη Βοιωτία που ήταν πιο απομονωμένη, οι πόλεις είχαν συναίσθηση της φυλετικής τους ενότητας και είχαν δημιουργήσει το Βοιωτικόν Κοινόν, με ομοσπονδιακούς αξιωματούχους και συμβούλιο, που οι αποφάσεις του ήταν δεσμευτικές για όλες τις πόλεις.

Οι Αρκάδες είχαν επίσης επίγνωση του ιδιαίτερου φυλετικού χαρακτήρα τους.

ΟΙ ΦΡΑΤΡΙΕΣ

Η ελληνική λέξη φράτηρ είναι η κοινή ινδοευρωπαϊκή που δηλώνει τον αδελφό. Ο όρος φράτηρ δήλωνε το μέλος μιας φρατρίας, άρα μπορεί να υποστηριχτεί ότι η απώλεια της αρχικής σημασίας [αδελφός] ανάγεται σε μια εποχή πριν από τη διάσπαση της ελληνικής γλώσσας σε διαλέκτους, και ότι οι φρατρίες υπήρχαν ήδη στους λαούς της μεσοελλαδικής περιόδου,

Page 20: Αρχαία ελληνική κοινωνία

προτού έλθουν για πρώτη φορά στην Ελλάδα[ υπόθεση]. Δε γνωρίζουμε ποια λέξη χρησιμοποιούσαν οι Μυκηναίοι για τον αδελφό.

Στην Αθήνα οι φρατρίες και οι άλλες συγγενικές ομάδες επέζησαν ως κοινωνικές και θρησκευτικές μονάδες και μετά από την αντικατάσταση του φυλετικού συστήματος σε τοπικό. Έτσι ο Αθηναίος πολίτης ανήκε στην κλασική περίοδο σε 2 διαφορετικούς τύπους ομάδων.

Οι φρατρίες απέκτησαν μεγαλύτερη σημασία, όταν άρχισε να χάνεται ο έλεγχος των πόλεων – κρατών από τους βασιλιάδες και πέρασε στα χέρια κλειστών αριστοκρατιών. Προφανώς λοιπόν εμφανίστηκαν στα τέλη των σκοτεινών χρόνων ως τρόπος οργάνωσης των οπαδών συγκεκριμένων ομάδων από ευγενείς. Στη συνέχεια ήταν εύκολο να βρεθεί ένας κοινός πρόγονος και να προσλάβουν τα χαρακτηριστικά γνήσιας ομάδας με κοινή καταγωγή. Έχοντας έναν κοινό πρόγονο στην αρχή θα ήταν μεγάλες οικογενειακές ομάδες, αλλά από εκεί και πέρα η ιδιότητα του μέλους θα ήταν κληρονομική, αποκλειστικά κατά την ανδρική γραμμή καταγωγής.

Υπάρχει διάσταση απόψεων αν αρχικά είχε οργανωθεί σε τέτοια γένη το σύνολο των αθηναίων πολιτών ή μόνο ή ευγενείς.

Από την κλασική εποχή είναι βέβαιο ότι τα γένη τα αποτελούσαν αποκλειστικά αριστοκρατικές ομάδες και ίσως το ίδιο ίσχυε πάντα. Η κύρια λειτουργία τους :α] ήταν να δίνουν ιερείς για ορισμένες λατρείες, μερικές κρατικές με μεγάλη σπουδαιότητα.Β] τα πιο πολλά τους ονόματα ήταν πατρωνυμικού τύπου, δηλ το όνομα του υποθετικού προγόνου με την προσθήκη – ίδαι. Γ] Τα γένη εξακολουθούσαν να υπάρχουν ως τη ρωμαϊκή εποχή, γιατί προστατεύονταν από το κοινωνικό τους γόητρο και τον περιορισμένο αριθμό των μελών τους. είχαν χάσει όμως την πολιτική τους επιρροή.

Στην Αθήνα, στα τέλη του 5ου αι και τον 4ο αι βλέπουμε ένα ορισμένο γένος να διατηρεί υπολείμματα εξουσίας στο πλαίσιο μιας ορισμένης φρατρίας, κατά τρόπο που δείχνει ότι κάποτε η εξουσία αυτή ήταν πολύ μεγαλύτερη. Επειδή ορισμένες φρατρίες και γένη είχαν γερές ρίζες σε συγκεκριμένα μέρη της Αττικής, αυτό ενδέχεται να σημαίνει ότι τις φρατρίες τις αποτελούσαν κάποτε οι ντόπιοι οπαδοί των ντόπιων μεγάλων οικογενειών.

Επίσης, τις φρατρίες τον 5ο αι τις συναντάμε κυρίως στα δικαστήρια, όπου η μαρτυρία τους [μαρτυρία φρατέρων] μπορούσε να βοηθήσει για να πιστοποιηθεί η κοινωνική θέση ενός ατόμου.

Η ετήσια γιορτή των φρατριών ήταν τα Απατούρια. Με την ευκαιρία της γιορτής ο πατέρας ορκιζόταν ότι ο γιος του ήταν νόμιμος γόνος από έγκυρο γάμο.

Η φρατρία κρατούσε μητρώο των μελών της όπως και ο δήμος. Η φρατρία γενικά ως συγγενική ομάδα, ενδιαφερόταν για τις οικογενειακές υποθέσεις των μελών της.

Στην Αθήνα του 6ου αι οι πολιτικές μονάδες που εξακολουθούν να υπάρχουν δεν είναι γένη, αλλά μεμονωμένες μεγάλες οικογένειες, που η ελληνική γλώσσα, συνηθίζει να ονομάζει «οίκους». Ένας τέτοιος οίκος ήταν των Αλκμεωνιδών που τον συναντούμε για πρώτη φορά στην περίπτωση του Μεγακλή, ο οποίος ήταν ο πιο σπουδαίος άρχοντας στην Αθήνα όταν ο Κύλων προσπάθησε να εγκαθιδρύσει τυραννίδα στα τέλη του 7ου αι.

Πάντως γενική είναι η εντύπωση ότι τα γένη και οι φρατρίες είχαν πάψει να παίζουν σπουδαίο ρόλο στην αθηναϊκή πολιτική ζωή και πριν τις μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη το 507 πχ. Τα γένη τα αποτελούσαν αποκλειστικά αριστοκρατικές ομάδες και κύρια λειτουργία τους ήταν να δίνουν ιερείς σε μεταγενέστερες εποχές (-ιδαι).

Ένας βασικός λόγος για τον οποίο άλλαξε το σύστημα και οι συγγενικές οργανώσεις παραχώρησαν τη θέση τους στις τοπικές πρέπει να υπαγορεύτηκε από την ανάγκη να βρεθεί ένας αποτελεσματικότερος τρόπος οργάνωσης του στρατού. Καθώς η πολεμική τέχνη γινόταν όλο και πιο πολύπλοκη και χρειαζόταν σκληρότερη εκγύμναση, η χαλαρή οργάνωση της συγγένειας εξυπηρετούσε όλο και λιγότερο τις ανάγκες του στρατού. Οι δυσκολίες μεγάλωσαν όταν ολοένα και λιγότερα μέλη συγγενικών ομάδων εξακολουθούσαν να ζουν κοντά στις αρχικές τους εστίες λόγω της κινητικότητας. Συνεπώς, δεν πρέπει να μας ξαφνιάζει όταν βλέπουμε πόλεις – κράτη να υιοθετούν το σύστημα των “φυλών” που είχαν τοπική βάση.

Στη Σπάρτη ο στρατός ήταν συγκροτημένος με βάση τις 3 παραδοσιακές φυλές, αλλά είναι πιθανό ότι γύρω στον 7ο αι η Σπάρτη σε αντικατάσταση του παλαιού συστήματος να συγκρότησε 5 στρατιωτικές μονάδες βασισμένες στον τόπο κατοικίας των μελών τους, δηλαδή στους 4 συνοικισμούς της Σπάρτης, με πέμπτο την πολίχνη των Αμυκλών, λίγα χλμ νοτιότερα. Στο Άργος τον 5ο αι εξακολουθούσε να έχει στρατό οργανωμένο με βάση τέσσερις παραδοσιακές φυλές, τις 3 δωρικές και μια πρόσθετη. Οι ίδιες φυλές διατηρούνται και στην ελληνιστική εποχή στη βάση της πολιτικής οργάνωσης.

ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΚΛΕΙΣΘΕΝΗ

Page 21: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Με τον Κλεισθένη [αλλαγή από συγγενική σε τοπική τη βάση οργάνωσης των πολιτών] στη θέση των 4 παλαιών φυλών δημιουργήθηκαν δέκα νέες που διατήρησαν το όνομα φυλαί. Τις φυλές αυτές τις διαίρεσε σε τρία μέρη την καθεμιά που ονόμασε τριττύες. Το νέο σύστημα είχε τις τοπικές του ρίζες σε πιο μικρές μονάδες, που τις ονομάζουμε δήμους. Μια από τις πολλές χρήσεις του όρου «δήμος» δήλωνε τους οι συνοικισμούς που υπήρχαν ανέκαθεν στην αττική ύπαιθρο. Οι δήμοι όμως που δημιούργησε στην πόλη ήταν τεχνητοί.

Από αυτούς τους δήμους δημιουργήθηκαν 30 τριττύες, κατά έναν πολύπλοκο τρόπο, οι πιο πολλές διαμορφώθηκαν με βάση τη γειτνίαση των εδαφών : δέκα στο άστυ και στην περιφέρειά του, δέκα στα υπόλοιπα τμήματα της ακτής και δέκα στην ενδοχώρα. Σε κάθε νέα φυλή δινόταν με κλήρο μια τριττύς από τις τρεις αυτές κατηγορίες. Τις νέες φυλές τις έθεταν υπό την προστασία δέκα ηρώων, που τους είχε διαλέξει το μαντείο των Δελφών από έναν κατάλογο με περισσότερα ονόματα, και η λατρεία αυτών των ηρώων καθόριζε τα κέντρα λατρείας των φυλών. Οι περισσότεροι δήμοι είχαν ήδη τις δικές τους λατρείες, και ακόμη και από τις πιο τεχνητές τριττύες έχουμε κάποιες μαρτυρίες για τις κοινοτικές τους θυσίες.

Οι νεοϊδρυμένοι δήμοι αντικαθιστώντας τις φρατρίες, έγιναν οι μικρότερες μονάδες που συνιστούσαν τη φυλή, οι φρατρίες όμως εξακολούθησαν να υπάρχουν και να παρέχουν ιερείς.

Οι δέκα νέες φυλές αποτέλεσαν τα στρατιωτικά σώματα. Οι δέκα στρατηγοί εκλέγονταν ένας από κάθε φυλή. Στη βουλή των 500 που ίδρυσε ο Κλεισθένης σε αντικατάσταση της βουλής των 400 του Σόλωνα, συμμετείχαν 50 μέλη από

κάθε φυλή, που επιλέγονταν με κλήρο ανάμεσα από υποψήφιους που πρότειναν οι δήμοι. Για τις δημόσιες υποθέσεις κάθε είδους ορίζονταν συμβούλια ή επιτροπές από δέκα μέλη, πάλι ένα από κάθε φυλή. Η φυλή είχε δική της συνέλευση και δική της λατρεία του φυλετικού της ήρωα, και συναγωνιζόταν με τις άλλες στους αγώνες. Ο δήμος με επικεφαλής το δήμαρχό του χειριζόταν τις δικές του τοπικές υποθέσεις και τηρούσε μητρώο δημοτών. Αν κάποιος

πολίτης πήγαινε να κατοικήσει αλλού δεν άλλαζε δήμο και έτσι η ιδιότητα από τοπική εξελίχθηκε σε κληρονομική. Αυτό δείχνει ότι κατά ένα περίεργο τρόπο εξακολουθούσε να ισχύει η αρχή σύμφωνα με την οποία η καταγωγή κάποιου καθορίζει και τη θέση του στο πλαίσιο της πόλης – κράτους.

Από τον 5ο αι Όνομα πολίτη + όνομα πατέρα + όνομα δήμου [μαθαίνουμε σίγουρα που ζούσε ο πρόγονός του το 507]

Όταν ο Κλεισθένης άλλαξε τη βάση της οργάνωσης των πολιτών από συγγενική σε τοπική, δεν κατάργησε τα γένη και τις φρατρίες, αλλά απλώς τα κράτησε έξω από το πολιτικό σύστημα. Οι συγγενικές ομάδες παρέμειναν ως κοινωνικές ενότητες, στις οποίες κάθε οικογένεια χωριστά μπορούσε να αισθάνεται ότι έχει μια θέση και μια συνάφεια. Τον 4ο αι κάποιος μπορούσε να είναι πολίτης χωρίς να ανήκει σε φρατρία, αλλά μάλλον αυτό θα του δημιουργούσε προβλήματα.

Σε λίθινες επιγραφές σώζονται μερικά ψηφίσματα από συνελεύσεις φρατριών ή κατάλογοι των μελών τους, αλλά στην κλασική περίοδο τις συναντάμε κυρίως στα δικαστήρια [βλ παραπάνω]

Το 451 ένας νόμος που τον εισηγήθηκε ο Περικλής, περιόριζε το δικαίωμα του πολίτη μόνο σε όσους γεννήθηκαν από γονείς που ήταν και οι δύο Αθηναίοι, ενώ πριν το 451 ο γιος ενός Αθηναίου πατέρα και μιας μη αθηναίας μητέρας είχε το ίδιο δικαίωμα. Μετά το νόμο του Περικλή, ο όρκος που έδινε ο πατέρας μπροστά στα μέλη της φρατρίας του περιλάμβανε και τη δήλωση ότι η σύζυγός του ήταν γεννημένη στην Αθήνα. Σ' αυτά τα θέματα η μαρτυρία των φρατέρων ήταν σημαντική. Ένας υιοθετημένος γιος έπρεπε να εισαχθεί στη φρατρία του θετού του πατέρα.Η μαρτυρία της φρατρίας και του δήμου ήταν σημαντική για τα μέλη τους σε κληρονομικές υποθέσεις και παρόμοια. Η εγγραφή στο μητρώο ήταν η πιο βασική προϋπόθεση για να διαπιστωθεί αν κάποιος ήταν γνήσιος αθηναίος πολίτης.

Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου και τη μακεδονική κυριαρχία, η ιδιότητα του αθηναίου πολίτη χάνει τη σημασία της, εξακολούθησαν όμως, να υπάρχουν γένη, γιατί προστατεύονταν από το κοινωνικό τους γόητρο και τον περιορισμένο αριθμών των μελών τους. Όταν μάλιστα άρχισε να χάνεται η αξία της ιδιότητας του αθηναίου πολίτη, η κοινωνική αξία της ιδιότητας του μέλους σε ένα γένος απέκτησε μεγαλύτερο κύρος, αντί να μειωθεί.

Κεφ 6 ΓΑΙΟΚΤΗΜΟΝΕΣ, ΧΩΡΙΚΟΙ ΚΑΙ ΑΠΟΙΚΟΙ

Page 22: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Στην ελληνική κοινωνία η πιο σημαντική μορφή περιουσίας ήταν η γη. Η γη ή το σπίτι δεν ήταν δυνατόν να υπεξαιρεθούν, και αυτά αποτελούσαν τις σταθερές και εμφανείς μορφές οικονομικής ασφάλειας. Παντού μόνο οι γνήσιοι πολίτες μιας πόλης – κράτους είχαν το δικαίωμα να κατέχουν γη μέσα στην επικράτειά της. Στην Αθήνα οι αλλοδαποί κάτοικοι, οι μέτοικοι, δεν είχαν το δικαίωμα να αγοράζουν γη.Άφθονη γη δεν υπήρχε διαθέσιμη. Η πίεση αυτή ήταν ένας ασφαλώς από τους λόγους που συνέτειναν στην ίδρυση τόσων αποικιών στο εξωτερικό κατά τα τέλη του 8ου και τον 7ο αι και οδήγησε και στην κρίση που αναστάτωσε την Αττική γύρω στα 600 και στις εξεγέρσεις που οδήγησαν στην εγκαθίδρυση τυράννων από το 650 κ μετά και σε άλλα μέρη. Την κλασική εποχή η αθηναϊκή ύπαιθρος αποτελείται κυρίως από μικρές ανεξάρτητες ιδιοκτησίες, που ήταν στην απόλυτη κυριότητα των κατόχων τους. Το πού οφείλεται αυτό και δεν έχουμε μεγάλες ιδιοκτησίες δεν είναι εύκολο να απαντηθεί.

Δεν έχουμε αρκετές μαρτυρίες για να διαπιστώσουμε τη συνέβη με τη γη στις περιοχές όπου κυριάρχησαν οι εισβολείς, όπως οι Δωριείς στη Σπάρτη και στο Άργος και οι Θεσσαλοί στη Θεσσαλία, και η εμμονή του Ομήρου με τους ηγεμόνες εμποδίζει να δούμε καθαρά τα πράγματα. Είναι σαφές ότι ο βασιλιάς, με το ανάκτορό του, τα πολυάριθμα κοπάδια του και τα υπόλοιπα υπάρχοντα του, διέθετε τη γη όπως του άρεσε, εγκαθιστώντας τους θεράποντές του όπως ήθελε, ακόμη και χαρίζοντας εκτάσεις, όπως πρότεινε ο Αγαμέμνων στον Αχιλλέα. Πολλά από αυτά δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα, όσο την ιδέα των επικών ποιητών. Στην Οδύσσεια η περιουσία θα περιέλθει στον Τηλέμαχο και υπάρχουν και άλλοι γαιοκτήμονες εκτός του βασιλιά. Το σύστημα περιλαμβάνει και μικρότερους γαιοκτήμονες.

Βλέπουμε κυρίως δύο πρότυπα εγκατάστασης :

Το ένα το αντιπροσωπεύει η κατάσταση στη Θεσσαλία της ιστορικής εποχής, όπου υπήρχαν πολύ μεγάλα κτήματα στην κλασική περίοδο, εντελώς διαφορετικά από τα κτήματα στη νότια Ελλάδα. Το σύστημα αυτό που φαίνεται κατάλοιπο της αρχαϊκής εποχής διαβρώνεται τον 4ο αι. Τα μεγάλα κτήματα αυτής της κατηγορίας αποτελούν σαφώς ένα από τα πιθανά αποτελέσματα της μετανάστευσης και της κατάκτησης. Η κατάσταση αυτή οφείλεται ίσως στο γεγονός ότι επικεφαλής των εισβολέων ήταν μια αριστοκρατία αρκετά ισχυρή, ώστε να αρπάξει για τον εαυτό της το μεγαλύτερο μέρος της γης.Η διανομή της γης στη Θεσσαλία θα ταίριαζε σε κατακτητές που είχαν επικεφαλής τους ισχυρούς ευγενείς, ικανούς να εξασφαλίσουν για τον εαυτό τους μεγάλα κομμάτια γης.

Ο Αριστοτέλης αποδίδει στον Αλεύα “τον Ερυθρό” την καθιερωμένη διαίρεση της Θεσσαλίας σε 4 περιοχές, καθώς και τη διαίρεση της γης σε κλήρους, από τους οποίους ο καθένας έπρεπε να δίνει σαράντα ιππείς και ογδόντα βαριά οπλισμένους πεζούς στον ομοσπονδιακό στρατό.

Το άλλο πρότυπο είναι το αποικιακό, που συνεπαγόταν την προσκύρωση ενός κλήρου γης σε κάθε άποικο. Μια τέτοια προσκύρωση γης ίσως να ίσχυσε επίσης κατά την αρχική εγκατάσταση των Δωριέων στην Πελ/σο, καθώς και άλλων κατακτητών σε άλλα μέρη. Το αποικιακό σύστημα δείχνει μάλλον μια κοινότητα που είχε συνείδηση της ανάγκης να διατηρεί τα άτομα σε στρατιωτική ετοιμότητα, μοιράζοντάς τους γη σε επαρκείς και πιθανόν ίσους κλήρους

ΘΕΣΣΑΛΙΑ : Η πολιτική ανάπτυξη στη Θεσσαλία στην κλασική εποχή απείχε από την απλή κυριαρχία των γαιοκτημόνων ευγενών, και

πλησίαζε προς το σύστημα της πόλης – κράτους. Οι πρώτοι Θεσσαλοί για τους οποίους έχουμε πληροφορίες είναι οι ευγενείς εκείνοι που, στις αρχές του 5ου αι προσέλκυσαν στους μεγάλους οίκους τους τον Σιμωνίδη και τον Πίνδαρο και υμνήθηκαν για την καταγωγή και τον πλούτο τους. Ο Μένων από τα Φάρσαλα στρατολόγησε 300 ιππείς από τους πενέστας του και βοήθησε τους Αθηναίους το 476. Ο Ιάσων στο Βόλο από το 380 – 370 πέτυχε να ενώσει τη Θεσσαλία υπό την εξουσία του

Δε γνωρίζουμε πόσο μεγάλος ήταν ο αριθμός των ελεύθερων μικροκτηματιών, αλλά υπήρχαν. Πιο κάτω από αυτούς υπήρχαν σε κατάσταση δουλείας οι πενέσται, που οι αρχαίοι συγγραφείς τους τοποθετούν στην ίδια

κατηγορία με τους είλωτες της Σπάρτης και συνήθως θεωρούνται υπολείμματα του κατακτημένου πληθυσμού. Το γλωσσικό κράμα στη Θεσσαλία, όπου η αιολική διάλεκτος των κατακτημένων αποτελούσε στοιχείο ισχυρότερο από τη

βορειοδυτική διάλεκτο των κατακτητών, δείχνει και πάλι ότι οι κατακτητές αποτελούσαν αρχικά μειονότητα.

Στη ΒΟΙΩΤΙΑ υπήρχε κι εκεί πλούσια γη αν και όχι της ίδιας έκτασης. Από τον Ησίοδο καταλαβαίνουμε την ύπαρξη μιας ολόκληρης τάξης ελεύθερων και ανεξάρτητων γεωργών, που καλλιεργούσαν τα μικρά τους αγροκτήματα στη Βοιωτία γύρω στο 700πχ.

ΣΠΑΡΤΗ :

Page 23: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Η δωρική Πελοπόννησος παρουσιάζει επίσης κάποια ανομοιομορφία. Η άρχουσα αριστοκρατία, οι πολίτες που ονομάζονταν Σπαρτιάτες και είχαν πλήρη δικαιώματα, ήταν κάτοχοι εκτεταμένων γαιών, που τις καλλιεργούσαν γι’ αυτούς οι είλωτες, δούλοι, που ζούσαν μόνιμα στους αγρούς και ήταν υποχρεωμένοι να προσφέρουν μέρος της παραγωγής τους στους κυρίους τους. Ανήκαν όμως στο κράτος.

Οι Σπαρτιάτες το 480 ήταν περίπου 8000 άνδρες και στα τέλη του 5ου αι είχαν μειωθεί σε 4000 άρα η έκταση των κτημάτων τους ήταν μεγάλη. Η μέση έκταση των κτημάτων τους πρέπει να ήταν μεγάλη σε σχέση με τα αθηναϊκά μέτρα. Κοντά στους Σπαρτιάτες ζούσαν ελεύθεροι σε μικρότερες πόλεις ή χωριά οι περίοικοι , που διαχειρίζονταν μόνοι τους τις τοπικές τους υποθέσεις και διαβιούσαν ήσυχοι, υποχρεωμένοι μόνο να υπηρετούν στο στρατό και υπό σπαρτιατική εποπτεία. Μιλούσαν δωρικά και δεν διακρίνονταν φυλετικά από τους Σπαρτιάτες. Ο όρος Λακεδαιμόνιοι περιελάμβανε και περίοικους και τους Σπαρτιάτες.

Σύμφωνα με μια παράδοση, που βασίζεται μάλλον στον Αριστοτέλη, υπήρχαν δύο κατηγορίες γαιοκτησίας στη Σπάρτη : 1. το παλαιό μερίδιο, που ο κάτοχός του εμποδιζόταν από το νόμο να το πουλήσει ή να το απαλλοτριώσει και2. η υπόλοιπη γη, που η πώλησή της συναντούσε κάποια κοινωνική αποδοκιμασία αλλά νομικά επιτρεπόταν.Προφανώς έγινε εσκεμμένη διανομή γης κάποια περίοδο της αρχαϊκής εποχής. Ίσως λοιπόν το μη απαλλοτριώσιμο «παλαιό μερίδιο» να θεσπίστηκε σε μια προσπάθεια να εξασφαλιστεί η οικονομική υπόσταση ενός επαρκούς αριθμού πολιτών και συνακόλουθα και πολεμιστών στο σπουδαίο στρατό. Αν έγινε αυτό είναι πιθανό να σχετίζεται με την εξέγερση της Μεσσηνίας τον 7ο αι.Οι είλωτες ήταν προδωρικοί κάτοικοι και υπερτερούσαν σε αριθμό, γεγονός που ενέτεινε την ανασφάλεια των Σπαρτιατών. Στη βορειοανατολική Πελοπόννησο δεν υπήρχε παρόμοια εσωτερική ένταση. Στη Σικυώνα και ίσως και στο Άργος η τέταρτη φυλή, παράλληλη με τις τρεις Δωρικές ήταν η φυλή των μη Δωριέων. Φαίνεται ότι η ανώτερη τάξη των προδωρικών κατοίκων ενσωματώθηκε στον πολιτικό μηχανισμό, ενώ στη Σπάρτη δε συνέβη το ίδιο. Φαίνεται πιθανότερο ότι στις περιπτώσεις αυτές οι νεόφερτοι ξεπερνούσαν σε αριθμό τα υπολείμματα του παλαιού πληθυσμού και οι δύο ομάδες αναμείχθηκαν ειρηνικά.

Κατά την κλασική περίοδο το Άργος, η Σικυώνα και η Κόρινθος θεωρούνταν αμιγώς δωρικές.

Στην ΚΟΡΙΝΘΟ το σύστημα, όπως και στην Αττική, το χαρακτήριζε η ύπαρξη μεγάλου αριθμού από σχετικά μικρές ιδιοκτησίες, που οι κάτοχοι τους ήταν ελεύθεροι να τις διαθέσουν όπως ήθελαν.

ΑΤΤΙΚΗ : Η κατάσταση στην πρώιμη Αττική είναι δύσκολο να καθοριστεί. Μπορούμε να εικάσουμε ότι η κοινωνία, την εποχή που

έφτασαν οι Δωριείς στην Αργολίδα, περνούσε μια περίοδο σημαντικών μετασχηματισμών, αποβάλλοντας και τα τελευταία υπολείμματα του μυκηναϊκού τρόπου ζωής. Δύσκολο να αποτιμήσουμε τις επιδράσεις στο θέμα της γαιοκτησίας.

Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη πριν την εποχή του Σόλωνα η γη βρισκόταν στα χέρια των ολίγων [δυσπιστία] και μεγάλο μέρος της γης αυτής το καλλιεργούσε μια τάξη φτωχών ανθρώπων, που ονομάζονταν εκτήμοροι. Οι εκτήμοροι ήταν υποχρεωμένοι να προσφέρουν πάνω από το 1/6 της παραγωγής της γης τους σε μέλη της πλούσιας ανώτερης τάξης, και περιέρχονταν βαθμιαία σε κατάσταση καθαρής δουλείας.

Υπάρχουν πολύ γνωστά συστήματα στα οποία η γη είναι μη απαλλοτριώσιμη περιουσία μιας συγγενικής ομάδας και μολονότι δεν ήταν αυτή η περίπτωση στην κλασική Ελλάδα, δεν βλέπουμε γιατί να μην είχαν περάσει από μια τέτοια φάση οι πρώιμοι Έλληνες. Μια πρόσφατη θεωρία υποστηρίζει ότι στην Αττική μέχρι τον Πελ/κό πόλεμο το μεγαλύτερο μέρος της γης παρέμενε μη απαλλοτριώσιμο.

Η ιδέα ότι η γη αποτελούσε κοινό κτήμα, μη απαλλοτριώσιμο από τον εκάστοτε κάτοχό του, δεν είναι πιθανό να υπήρχε την εποχή του Σόλωνα, γύρω στο 600, ούτε και στα τέλη του 5ου αι.Δε χωρεί αμφιβολία ότι οι Έλληνες πίστευαν πως η περιουσία όφειλε να παραμένει στην οικογένεια. Εμφανίζεται με πολλές μορφές στους δικανικούς λόγους του 4ου αι. Η φυσική επιθυμία να αφήνει κανείς γη στους απογόνους του ενισχυόταν και από τη θρησκευτική ανάγκη να διατηρεί ένα οικογενειακό ιερό και να περιποιείται τους τάφους των προγόνων του. Και το κληρονομικό δίκαιο στην Αθήνα ευνοεί την τάση να μένει η περιουσία στην οικογένεια. Στο δικαστήριο αποτελούσε μάλλον συγκινητική χειρονομία το να προσπαθεί ο ρήτορας να προκαλέσει τη συμπόνια των δικαστών με το επιχείρημα ότι σε περίπτωση θανάτωσης, δεν θα έμενε κανένας ζωντανός, για να φροντίζει να γίνονται οι πρέπουσες ιεροτελεστίες προς τιμήν του ιδιοκτήτη και των προγόνων του.

Το ίδιο καθεστώς της Σπάρτης για ρητή απαγόρευση πώλησης περιουσίας ίσχυε και σε περιπτώσεις αποικιών και ένα μέρος από τον αρχικό κλήρο του αποίκου δεν επιτρεπόταν να πουληθεί.

Ο Β΄ ΑΠΟΙΚΙΣΜΟΣ :

Μπορούμε να δεχτούμε ότι η έλλειψη γης υπήρξε η κύρια αιτία της αποικιακής κίνησης το δεύτερο μισό του 8ου αι πχ.

Page 24: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Στον αποικισμό του 8ου αι το πρώτο κύμα απευθύνθηκε σαφώς προς τις σιτοπαραγωγικές περιοχές της Σικελίας και της Νότιας Ιταλίας. Οι αποικίες που ιδρύθηκαν από την ευβοϊκή Χαλκίδα στους Λεοντίνους και στην Κατάνη κατέλαβαν την ευφορότατη γη κάτω από την Αίτνα. Και οι Αχαιοί που κατείχαν μια στενή λωρίδα καλλιεργήσιμης γης κατά μήκος της πελοποννησιακής ακτής του Κορινθιακού κόλπου, είχαν τον πρώτο λόγο στον αποικισμό των πλούσιων γαιών της Νότια Ιταλίας.

Στην Ελλάδα υπήρχε επίσης η γενική παράδοση ότι η περιουσία έπρεπε να μοιράζεται εξίσου ανάμεσα στους αδελφούς. Έτσι δεν υπήρχαν οι αδικίες της πρωτοτοκίας, αλλά υπήρχε ο κίνδυνος η οικογένεια να καταπέσει οικονομικά στο σύνολό της, γι' αυτό και ο Ησίοδος παρατηρεί ότι ο δρόμος της ευημερίας για μια οικογένεια είναι να έχει έναν μόνο γιο. Η κλήρωση ενός μόνο αποίκου από κάθε οικογένεια βοηθούσε βραχυπρόθεσμα την ανάσχεση του κατακερματισμού της γης.

Η ελληνική αποικία ήταν ευθύς εξαρχής μια νέα πόλη – κράτος, ανεξάρτητη και όχι κτήση της μητρόπολης. Είχε τη δική της κυβέρνηση, δική της εξωτερική πολιτική και οι κάτοικοί της ήταν πολίτες της αποικίας, και όχι της Μητρόπολης. Φυσικά εξακολουθούσαν να υπάρχουν θρησκευτικοί και συναισθηματικοί δεσμοί. Ίσως ήταν κρατική υπόθεση γι’ αυτό και οι πηγές αναφέρουν ως ιδρυτές γενικά «τους Κορίνθιους» ή «τους Μιλήσιους». Υπήρχε και ένας άλλος παράγοντας που καθιστούσε αναγκαία την κρατική συναίνεση : αν το κράτος είχε περιθώριο να χάσει σημαντικό αριθμό πολεμιστών.

Η γεωγραφική κατανομή των αποικιών εγείρει ένα πρόβλημα. Μερικές αποικιακές περιοχές φαίνονται να αποτελούν αποκλειστικό μονοπώλιο ορισμένων ιδρυτικών πόλεων – κρατών πχ Η Μαύρη Θάλασσα για τη Μίλητο. Δεν είναι δυνατόν αυτές οι πόλεις κράτη να υπέφεραν από υπερπληθυσμό ούτε είναι να δυνατόν να είχαν στείλει αριθμητικά τόσους αποίκους. Άρα, είναι πιθανό ορισμένες αποικιστικές πόλεις – κράτη να πρακτόρευαν κατά κάποιον τρόπο την οργάνωση της μετανάστευσης για μια ευρύτερη περιοχή. Για παράδειγμα, οι αχαϊκές πόλεις είναι ενδεχόμενο να διοργάνωσαν τη μετανάστευση των αποκλεισμένων στα βουνά Αρκάδων, που ζούσαν στα νότια της Αχαΐας, πάντα στερημένοι από γη.

Το πρόβλημα που παραμένει είναι ποια οφέλη αποκόμιζαν οι μητροπόλεις εκτός από την περηφάνια και αν η οργάνωση αποικιών τους απέφερε πολιτικό ή εμπορικό όφελος, άμεσο ή απώτερο. Στην κλασική περίοδο οι αποικίες είχαν αποκτήσει πολύ μεγάλη σημασία ως προμηθεύτριες αγαθών, ειδικά τροφίμων και αποτελούσαν πράγματι αγορές για τις ελληνικές εξαγωγές. Δεν ξέρουμε όμως επίσημα ότι η ίδρυση των αποικιών γινόταν με αυτό το σκοπό και ίσως η εξαγωγή του πλεονάσματος της παραγωγής από την αποικία στη μητρόπολη να ήταν δευτερογενής εξέλιξη.Φυσικά το εμπόριο με το εξωτερικό ήταν σημαντικό και είχε αρχίσει πριν την αποικιακή κίνηση. Οι μακρινές αποικίες των Ευβοέων μαρτυρούν την ανάγκη για το σίδηρο της Ετρουρίας.

Από τα μέσα του 6ου αι η Δύση δεν πρόσφερε πια άλλα περιθώρια για την ίδρυση αποικιών. Τα 2/3 της Σικελίας ήταν κατειλημμένα και όλες οι νότιες ακτές της Ιταλίας. Η αντίσταση όμως των Ετρούσκων και των Καρχηδονίων παρεμπόδισε μεγαλύτερη εξάπλωση. Αυτό δε σημαίνει ότι σταμάτησε το μεταναστευτικό ρεύμα.

Υπήρχαν και έκτακτες περιπτώσεις μετανάστευσης, όπως ένα σώμα των Σαμίων που κατέφυγε στη Δύση το 493 μετά την αποτυχία της Ιωνικής Επανάστασης. Τον 5ο αι τα περίσσια στόματα τρέφονταν με άλλους τρόπους.

Μασσαλία Φωκαείς – μικρότερες πόλεις κατά μήκος της Ριβιέρας. Η Σπίνα στον Πάδο Θράκη Χερσόνησος της Καλλίπολης Παράλια Μαύρης Θάλασσας Βόρειες ακτές Μ.Ασίας Περιοχές στη σημερινή Βουλγαρία, Ρουμανία και Νότια Ρωσία Κύπρος Μια δυο βάσεις στη συριακή ακτή Στην Αίγυπτο η Ναύκρατης Λιβύη, εμπόδιο πιο δυτικά οι Καρχηδόνιοι

Η ελληνική επέκταση δεν ανασχέθηκε προς τα βόρεια και τα βορειοανατολικά. Ένα μικρό κενό υπάρχει ανάμεσα στη Θράκη και της Θεσσαλία που το κατείχαν οι Μακεδόνες. Οι άγριες φυλές εμπόδιζαν τη διείσδυση στην ενδοχώρα στην περιοχή του Στρυμόνα που υπήρχε περιοχή πλούσια σε μέταλλα.

ΣΟΛΩΝ :

Η πίεση από την ανεπάρκεια της γης αναπόφευκτα συνεχίστηκε και έτσι συναντάμε δυσφορία στους αγρότες και τον 7ο αι. η παράδοση είναι σχεδόν ομόφωνη ότι το κεντρικό πρόβλημα το 594 που προκάλεσε το διορισμό του Σόλωνα ήταν κάποιο χρέος. Ο Σόλωνας :

Page 25: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Κατάργησε όλα τα δημόσια και ιδιωτικά χρέη “χρεών αποκοπή” Το κύριο και άμεσο μέτρο θεραπείας του κακού ήταν θέσπισε τη Σεισάχθεια, δηλαδή την αποτίναξη των βαρών. Κατάργησε για πάντα το δανεισμό χρημάτων με υποθήκη το σώμα. Ξανάφερε στην Αθήνα πολλούς που είχαν πουληθεί έξω, άλλοι παράνομα, άλλοι νόμιμα, καθώς και πολλούς που τους είχε

διώξει από την πόλη η σκληρή ανάγκη, και είχαν μεταβληθεί σε περιπλανώμενους που είχαν ξεχάσει την αττική τους γλώσσα. Ελευθέρωσε όσους ήταν δούλοι

Το χρέος βέβαια σαν έννοια περικλείει και άλλα είδη οφειλών εκτός από το δανεισμό [ενοίκια, φόρους κα]. Το χρέος αυτό πρέπει να βάρυνε κυρίως τους εκτήμορους σύμφωνα με τον Αριστοτέλη. Αν δεν ήταν σε θέση να αποδώσουν το 1/6 της παραγωγής τους μπορούσαν να μεταπέσουν οι ίδιοι μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους σε κατάσταση δουλείας [αβέβαιο]. Ο Αριστοτέλης παραθέτει ένα ποίημα όπου ο Σόλων ισχυρίζεται ότι έχει πραγματοποιήσει όλους τους στόχους για τους οποίους είχε αρχικά καλέσει το λαό να συνασπιστεί.Ο καλύτερος μάρτυρας, είναι η ίδια η γη, που προηγουμένως ήταν σκλαβωμένη, αλλά τώρα ελεύθερη, γιατί αυτός αφαίρεσε τους πολλούς όρους που ήταν στερεωμένη μέσα της. Η συνηθέστερη σημασία της λέξης όρος είναι πέτρινο σύνορο, αλλά εδώ δεν ικανοποιεί ως έννοια. Οι όροι ήταν τα σημάδια που έδειχναν την υποχρέωση των εκτημόρων να πληρώνουν το 1/6 και ότι η αφαίρεση σήμαινε την κατάργηση της υποχρέωσης.Την εποχή του Σόλωνα ο όρος δανεισμός, αν υπήρχε θα γινόταν με γεωργικά ανταλλάγματα, λχ σπόρους, ή με τη χρήση βοδιών ή εργαλείων, όπως βλέπουμε στον Ησίοδο νωρίτεραΟ Σόλων λέει καθαρά ότι οι ταραχές στην Αθήνα της εποχής του οφείλονταν στην αρπακτικότητα των πλουσίων. Μιλά για συσσώρευση αργύρου και χρυσού και διαμαρτύρεται λέγοντας ότι δεν σταματά ποτέ η συγκέντρωση πλούτου αυτού του είδους.Ίσως τελικά διαμόρφωσε μια τάξη μικροϊδιοκτητών είτε παραχωρώντας τη γη που καλλιεργούσαν στους εκτήμορους είτε απαλλάσσοντας τους μικροϊδιοκτήτες από τα χρέη και τις υποθήκες τους.

Η πολιτική μεταρρύθμιση του Σόλωνα :Διαβάθμισε τους πολίτες σε τέσσερις τάξεις, σύμφωνα με την ετήσια παραγωγή της γης τους. Στην 4η τάξη ανήκαν οι εκτήμοροι που ήταν οι θήτες με λιγότερους από 200 μέδιμνους εισόδημα. Στην 3η τάξη : οι ζευγίτες με 200 – 300 μέδιμνους εισόδημα. Ήταν η τάξη των οπλιτών που μάλλον προϋπήρχε.

Τον 7ο αι σημειώθηκαν παρόμοια φαινόμενα και αλλού και η πίεση από την έλλειψη γης ήταν επικίνδυνη και αλλού. Υπάρχουν ενδείξεις ότι η δυσαρέσκεια εναντίον των πλούσιων γαιοκτημόνων έπαιξε ρόλο στην επικράτηση τυραννικών πολιτευμάτων. Η τυραννία σίγουρα ωφέλησε τους υποστηρικτές των τυράννων. Όπως φαίνεται το τελικό αποτέλεσμα ήταν, γενικά το ίδιο σχεδόν, όπως και στην Αθήνα, δηλαδή η κυριαρχία των μικροϊδιοκτητών.Για την Αθήνα και για πόλεις – κράτη με παρόμοια εξέλιξη, προκύπτει το ερώτημα πώς καλλιεργούσαν οι πλούσιοι τα κτήματά τους όταν πέρασαν οι ταραχές της περιόδου των τυράννων. Με την παλιά τάξη ήταν οι εκτήμοροι. Σκοπός του πιστωτή, μπορεί να ήταν όχι τόσο η επιστροφή του δανείου με τόκο, όσο η εργασία του οφειλέτη σε άλλους πολιτισμούς [Μεσοποταμία]. Ίσως έτσι λειτούργησε και το χρέος στην Αθήνα του 7ου αι. Η κατάργηση της δουλείας των εκτημόρων πιθανόν να δημιούργησε πρόβλημα εργατικού δυναμικού. Σίγουρα το πρόβλημα λύθηκε με τη μεγάλη αύξηση του αριθμού των ιδιόκτητων δούλων. Οι πλούσιοι είχαν περισσότερους και πιο ειδικευμένους σε συγκεκριμένα έργα, καθώς και επιστάτες δούλων. Ελεύθερο εργατικό δυναμικό υπήρχε, αλλά όχι πολυάριθμό. Έκτακτοι εργάτες για τη συγκομιδή των καρπών ήταν συνηθισμένο. Έχουμε και μια αναφορά στην έννοια «υποτακτικός». Πολλή γη δινόταν και σε ενοικιαστές και τους όρους της ενοικίασης τους χάραζαν σε πέτρα.. Επειδή οι Αθηναίοι είχαν πολυάριθμα μικρά κτήματα και όχι μεγάλες γαιοκτησίες η εκμίσθωση γης ήταν καλή λύση.Την εποχή μετά το Σόλωνα ο Πεισίστρατος έκανε την πρώτη του απόπειρα να εγκαθιδρύσει τυραννία. Ίσως δήμευσε ένα μέρος από τη γη των αντιπάλων του και την ανακατένειμε σε μικρές ιδιοκτησίες, αλλά δεν έχουμε μαρτυρία.. ενίσχυσε τους μικρογαιοκτήμονες με δάνεια, και οι ενέργειές του πρέπει να βοήθησαν στην εδραίωση του συστήματος των μικροϊδιοκτητών.Η πίεση από την έλλειψη γης συνεχίστηκε και τον 6ο αι, αλλά στα τελευταία του χρόνια εμφανίστηκε ένας τύπος εγκατάστασης στο εξωτερικό, η αθηναϊκή κληρουχία. Όταν η Αθήνα νίκησε τη Χαλκίδα το 506, η γη της αριστοκρατίας της Χαλκίδας δημεύτηκε και μοιράστηκε με κλήρο σε 4000 κληρούχους. Στην αθηναϊκή ηγεμονία του 5ου αι, ο θεσμός των κληρουχιών επεκτάθηκε και αναπτύχθηκε, αρχίζοντας από τη δήμευση της γης στη Νάξο. Το χαρακτηριστικό γνώρισμά της ήταν ότι οι κληρούχοι, αντίθετα από τους αποίκους, δεν έπαυαν να είναι πολίτες της μητρόπολης και νοίκιαζαν τα νέα τους κτήματα σε ντόπιους εισπράττοντας τις προσόδους από μακριά. Αυτή η δήμευση γης ήταν και το καταπιεστικότερο μέτρο των Αθηναίων, που προκάλεσε αντιδράσεις και αποδοκιμασίες όταν το 378 ιδρύθηκε η δεύτερη συμμαχία.

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

Ο Π.Π προκάλεσε επικίνδυνες πληθυσμιακές μετατοπίσεις. Η ύπαιθρος τα πρώτα 5 χρόνια είχε εκκενωθεί και ερημώθηκε από τον πελ στρατό. Από το 413 – 404, ο εχθρός κατείχε μόνιμα τη Δεκέλεια, στα βορειοανατολικά της Αθήνας. Ο πληθυσμός κατέφυγε ανάμεσα

στα τείχη του Πειραιά και της Αθήνας και εξασφάλιζε τρόφιμα από τη θάλασσα. Όταν οι κάτοικοι της υπαίθρου

Page 26: Αρχαία ελληνική κοινωνία

μεταφέρθηκαν στην Αθήνα, άφησαν περιουσίες που ο εχθρός μπορούσε να καταστρέψει ή να τα πάρει μαζί του. Κάποιοι δεν ξαναγύρισαν ποτέ και παρέμειναν στην πόλη, κάποιοι άλλοι ίσως εκμεταλλεύτηκαν την κατάσταση και αγόρασαν φτηνά ιδιοκτησίες γης εγκαταλειμμένες. Οι δικαστικοί αγώνες του 4ου αι παρουσιάζουν την εικόνα μιας χώρας μοιρασμένης σε μικρά αγροτεμάχια, που άλλαζαν χέρια με ρυθμό αρκετά γρήγορο. Το σύστημα της μικροϊδιοκτησίας πάντως συνεχίστηκε και μετά.

ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Τα θέματα που συναντάμε στους λόγους των δικαστηρίων είναι κυρίως:Α] το αθηναϊκό κληρονομικό δίκαιο, Β] η υποθήκευση της γης και των σπιτιών ως εγγύηση για δανεισμό. Οι Αθηναίοι δεν ήταν σχεδόν καθόλου ελεύθεροι να διαθέσουν την περιουσία τους όπως ήθελαν με διαθήκη. Αν κάποιος είχε νόμιμους γιους, το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του πήγαινε σ’ αυτούς χωρίς συζήτηση. Αν δεν είχε, συνηθισμένη λύση ήταν η υιοθεσία, όχι όμως νηπίου, αλλά ενηλίκου [εισποίησις]. Ο υιοθετούμενος ήταν σχεδόν πάντα στενός συγγενής, που μετά την υιοθεσία εγκατέλειπε τη δικιά του οικογενειακή ομάδα και εγγραφόταν στο δήμο και στη φρατρία του θετού του πατέρα. Συνήθως έπαιρνε ως σύζυγο την κόρη αν υπήρχε. Αν η υιοθεσία γινόταν δεκτή από το δήμο και τη φρατρία, γινόταν κύριος της περιουσίας.

Μπορούσε επίσης κανείς να υιοθετήσει γιο με διαθήκη – και μόνο από την άποψη αυτή είχαν οι Αθηναίοι μεγάλα περιθώρια να διαθέσουν την περιουσία τους κατά βούληση – αλλά σ’ αυτήν την περίπτωση έπρεπε να επικυρωθεί η υιοθεσία από τον άρχοντα, στου οποίου τη δικαιοδοσία υπάγονταν αυτές οι υποθέσεις. Ο αθηναϊκός νόμος επέτρεπε στον υιοθετημένο γιο να επιστρέψει στην αρχική του οικογένεια, με την προϋπόθεση ότι θα είχε αφήσει πίσω στη θετή του οικογένεια έναν γνήσιο γιο, που θα συνέχιζε την κληρονομικά γραμμή της οικογένειας. Αν δεν είχε μεσολαβήσει υιοθεσία, κληρονόμος ήταν ο κοντινότερος αρσενικός συγγενής, ο οποίος επιλεγόταν από μια νομικά καθορισμένη ομάδα ανθρώπων.

Μονάχα ο άντρας είχε κληρονομικά δικαιώματα. Η γυναίκα δεν μπορούσε να κληρονομήσει, ούτε να είναι κάτοχος περιουσίας, ούτε να πραγματοποιήσει συναλλαγή μεγάλου ποσού. Τις μεγαλύτερες δοσοληψίες τις διεκπεραίωνε ο πατέρας, ο κηδεμόνας ή ο σύζυγος. Η κόρη που δεν είχε αδελφούς πήγαινε με την περιουσία, η επίκληρος = κληρονόμος και παντρευόταν τον κληρονόμο, εκτός αν εκείνος αποποιούνταν την κληρονομιά.

Στη Γόρτυνα της Κρήτης τον 5ο αι η γυναίκα μπορούσε να έχει περιουσία και παρά το ότι το σπίτι στην πόλη μαζί με τη σκευή του το κληρονομούσαν οι γιοι, την υπόλοιπη περιουσία τη μοίραζαν έτσι ώστε να παίρνει και η κόρη το μερίδιό της, που ήταν ίσο με το μισό του μεριδίου που έπαιρνε ο γιος.

Οι σπαρτιατικοί νόμοι ήταν ακόμη πιο γενναιόδωροι. Ο Ηρόδοτος λέει ότι οι βασιλείς αποφάσιζαν ποιος έπρεπε να παντρευτεί μια κληρονόμο, που ο πατέρας της δεν είχε προλάβει να την αποκαταστήσει. Την εποχή του Αριστοτέλη, ο πατέρας ή ο πλησιέστερος αρσενικός κληρονόμος του, μπορούσε να την παντρέψει με όποιον ήθελε αυτός. Οι γυναίκες είχαν δικαίωμα ιδιοκτησίας και τα 2/5 της γης ανήκαν σε αυτές. Η συγκέντρωση περιουσιών σε λίγους ήταν από τον 4ο αι πρόβλημα για τη Σπάρτη και προκάλεσε εξεγέρσεις τον 3ο αι.

ΚΤΗΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ :

Η υποθήκευση γης ως εγγύηση για χρέος εμφανίζεται σε διάφορους τόπους και χρόνους. Η διαφορά σε σχέση με το σήμερα είναι ότι το χρέος στην αρχαία Ελλάδα ήταν σχεδόν πάντα αποτέλεσμα επείγουσας προσωπικής ανάγκης και μόνο. Για τους

Page 27: Αρχαία ελληνική κοινωνία

πολίτες η φυσιολογικότερη επένδυση ήταν η γη ή ένα σπίτι ή, ως ένα βαθμό, οι δούλοι. Οι άλλες μορφές οικονομικής δραστηριότητας ήταν για τους μετοίκους.

Ο δανειζόμενος μπορούσε να παραδώσει κάποιο αντικείμενο ως ενέχυρο. Η εγγύηση για ένα σημαντικότερο δάνειο μπορεί να ήταν γη ή σπίτια. Σ΄ αυτές τις συναλλαγές ο οφειλέτης παρέμενε κάτοχος της γης ή του σπιτιού του και έχανε τη χρήση τους μόνο αν δεν κατάφερνε να πληρώσει το χρέος.

Καμιά ελληνική πόλη δεν τηρούσε κτηματολόγιο. Μερικές πόλεις – κράτη τηρούσαν, έστω και χωρίς σύστημα, αρχείο πωλήσεων γης και πολλές προνοούσαν ώστε να γίνονται γνωστές οι πωλήσεις. Στην Αθήνα μαθαίνουμε ότι έπρεπε να δημοσιευτεί μια γνωστοποίηση 60 μέρες πριν από μια πώληση. Επίσης, στην Αθήνα, βλέπουμε και έναν άλλο τύπο δημοσίευσης, τις πέτρινες στήλες που τις έλεγαν όρους , όπου αναγραφόταν αν η γη ή τα σπίτια που είναι ενυπόθηκα. Οι περισσότεροι από τους όρους, γραμμένοι σε γλώσσα πυκνή και απλουστευμένη, αναφέρονται στη διαδικασία πώλησης επί λύσει , δηλαδή προβλέπουν τη δυνατότητα να ακυρωθεί η πώληση με την επιστροφή του αντιτίμου της. Είδος σύναψης δανείου. Για κάποιο λόγο στην Αθήνα του 4ου αι υπήρχε η συνήθεια να καταχωρίζονται κατ' αυτόν τον τρόπο τα δάνεια.

Οι όροι που αφορούσαν ορφανά και προίκες μας πληροφορούν για κάτι διαφορετικό. Ο κηδεμόνας ενός ορφανού μπορεί να είχε εντολή από τη διαθήκη του πατέρα, ή να έπαιρνε ο ίδιος την πρωτοβουλία, να εκμισθώσει την περιουσία του κηδευομένου του σε κάποιον άλλο, ο οποίος τότε ήταν νομικά υποχρεωμένος να δώσει εγγύηση ότι θα απέδιδε στο ορφανό την περιουσία όταν ενηλικιωνόταν, και ότι στο μεταξύ θα του κατέβαλλε τα ανάλογα εισοδήματα. Στο θέμα αυτό είχε πάλι δικαιοδοσία ο άρχων, που έστελνε εκτιμητές να βεβαιώσουν ότι η εγγύηση καλύπτει την αναλαμβανόμενη υποχρέωση.

Η προίκα μιας συζύγου έπρεπε να εκτιμηθεί επίσημα, και ο σύζυγος έδινε εγγύηση ότι θα επιστρέψει την προίκα σε περίπτωση που ο γάμος διαλυθεί ή η σύζυγος πεθάνει χωρίς να έχει γεννήσει κληρονόμο.

Όταν γινόταν δήμευση από το κράτος, το δικαστήριο μπορούσε να δεχτεί την απαίτηση ενός πιστωτή να λάβει το ακριβές ποσό που δάνεισε, ενώ το κράτος έπαιρνε το υπόλοιπο του ποσού που μπορούσε να αποφέρει η περιουσία.Υποκαταστατική εγγύηση : όλη η περιουσία δινόταν ως εγγύησηεπιβοηθητική εγγύηση : μόνο για το ποσό του που δάνεισε ο πιστωτής.

Κεφ 7 ΕΜΠΟΡΟΙ, ΒΙΟΤΕΧΝΕΣ ΚΑΙ ΔΟΥΛΟΙ

Στην αρχαία Ελλάδα το εμπόριο και η βιομηχανία είχαν πολύ μεγάλη σημασία, αλλά οι ιδιωτικές επιχειρήσεις ήταν πολύ μικρής κλίμακας.

Page 28: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Το ελληνικό εξωτερικό εμπόριο διεξαγόταν με μεμονωμένα ταξίδια, με πλοία πολύ μικρής χωρητικότητας, από εμπόρους που ένιωθαν σχετική ανασφάλεια για την επένδυσή τους.

Οι έμποροι αυτοί είναι πολύ απίθανο να είχαν οι ίδιοι τα μέσα να χρηματοδοτήσουν τέτοιο εγχείρημα, γι’ αυτό και στηρίζονταν σε δάνεια από ανθρώπους που ήταν διατεθειμένοι να διακινδυνεύσουν τα χρήματά τους σε μια τέτοια επιχείρηση.

Υπήρχαν βέβαια, και μεγαλύτεροι επιχειρηματίες, κυρίως μέτοικοι στην Αθήνα, που απαγορευόταν να επενδύουν τα χρήματά τους σε γη, και που είχαν πράκτορες στο εξωτερικό για να εισπράττουν πληρωμές και να λειτουργούν για λογαριασμό τους.

Υπήρχαν επίσης και μερικές πιο τακτικές εμπορικές γραμμές, όπως το εμπόριο σίτου με τη Νότια Ρωσία. Η βασική μονάδα παρέμενε μικρή : ο ιδιώτης έμπορος, που είχε δικό του φορτίο αλλά ίσως όχι και το πλοίο με το οποίο

ταξίδευε, και δεν ήταν καθόλου σίγουρος ότι θα μπορούσε να διαθέσει το εμπόρευμα όταν θα έφτανε στον προορισμό τους, ούτε ότι θα μπορούσε να πετύχει καλή τιμή για το φορτίο της επιστροφής.

Οι συμβαλλόμενοι προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να διασφαλίσουν τα χρήματά τους, και ήταν συνηθισμένα στην Αθήνα του 4ου αι τα γραπτά συμφωνητικά, με ρήτρες για τα διάφορα απρόβλεπτα που ήταν δυνατό να συμβούν.

Η βιομηχανία διεξαγόταν σε περιορισμένη κλίμακα. Εκτός από τα ορυχεία, η μεγαλύτερη βιομηχανική μονάδα που μας είναι γνωστή απασχολούσε 120 δούλους και

κατασκεύαζε ασπίδες στην Αθήνα. Ιδιοκτησία του Κεφάλου, μέτοικου από τις Συρακούσες, πατέρα του Λυσία. Η συνηθισμένη μονάδα ήταν ένας τεχνίτης με 1 ή 2 δούλους, ο οποίος κατασκεύαζε στο σπίτι του αγαθά που τα πουλούσε

έπειτα στο κατάστημά του. Η λέξη Εργαστήρι = ομάδα δούλων – εργατών και όχι τόπος δουλειάς Υπάρχουν πιο αξιόπιστες πληροφορίες στις λεπτομερειακές περιγραφές που η Αθήνα επέβαλλε να συντάσσουν οι άρχοντες

που επιστατούσαν στην κατασκευή οικοδομημάτων και δημόσιων έργων, περιγραφές που τις χάραζαν έπειτα σε πέτρα με κάθε λεπτομέρεια. Όλα τα μεγάλα έργα υποδιαιρούνταν σε μικρότερα τμήματα, που τα ανέθεταν σε μεμονωμένους χτίστες ή ξυλουργούς, μετοίκους ή αθηναίους πολίτες, με τους λίγους δούλους τους, και όλοι μαζί δούλευαν πλάι πλάι. Αυτή η διαδικασία ίσχυε μάλλον και στον ιδιωτικό τομέα.

Έτσι, λοιπόν, ακόμη και στην κορυφή της κλίμακας, καμία από τις δραστηριότητες αυτές δεν ξεπερνά τα όρια αυτού που ονομάζουμε μικρή βιοτεχνία. Το να μιλούμε για «βιομηχανία» σ’ αυτήν την περίπτωση είναι αρκετά θεμιτό, υπό τον όρο να θυμόμαστε τα μεγέθη της κλίμακας. Δεν μπορούμε να μιλάμε για «μαζική παραγωγή», αν και ο όρος έχει χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις παραγωγής αντικειμένων σε μεγάλο αριθμό, όπως ήταν τα μικρά κορινθιακά αγγεία για λάδι ή άρωμα [κορινθιακοί σκύφτοι] πολύ διαδεδομένα στην αρχαϊκή περίοδο. Όλα αυτά παράγονταν ένα ένα χωριστά με το χέρι.

Το ερώτημα που προβάλλει εδώ, τόσο για τη μινωική Κρήτη ή τη Μυκηναϊκή Ελλάδα είναι το εξής :Τι πρόσφεραν οι έλληνες έμποροι;

Το λάδι αποτελούσε σταθερό πόρο και ήταν το καύχημα της Αθήνας. Το λάδι ήταν προϊόν και άλλων περιοχών. Υπήρχε ζήτηση στην Κριμαία, και στην Αίγυπτο.

Ευπρόσδεκτο ήταν και το Κρασί στην Αίγυπτο από τις αρχές του 6ου αι. Οι εξαγωγές αυτές μπορούν να ελεγχθούν, ως ένα βαθμό, με βάση τα αγγεία, όπου έβαζαν τα κρασιά, ιδιαίτερα κατά τους

ελληνιστικούς χρόνους, όταν τα δοχεία είχαν σφραγίδα που δήλωνε την προέλευσή τους. Τα μικρά κορινθιακά αγγεία για λάδι ή άρωμα πρέπει να εξάγονταν στο εξωτερικό για το περιεχόμενό τους. Για τα υπόλοιπα κάνουμε εικασίες. Είναι πολύ πιθανό η υφαντουργία να είχε σπουδαιότητα, όπως στα μυκηναϊκά χρόνια. Είναι φανερό ότι ο έξω κόσμος έδειχνε ενδιαφέρον και για άλλα προϊόντα της αρχαίας ελληνικής χειροτεχνίας, αλλά για

αντικείμενα από φθαρτό υλικό δεν έχουμε τα στοιχεία από την αρχαιολογία. Στην αρχαία ελληνική λογοτεχνία γίνονται κυρίως αναφορές σε ειδικά αγαθά που εισήγε η μια ελληνική από την άλλη, όπως

έπιπλα και μάλλινα από τη Μίλητο και ένα είδος μεταξωτών ενδυμάτων από την Κω και την Αμοργό. Ήταν είδη πολυτελείας.

Δεν μαθαίνουμε πολλά πράγματα για είδη της καθημερινής, αν και σίγουρα ήταν προϊόντα που θα ενδιέφεραν τον έξω κόσμο. Εκτός από την αγγειοπλαστική και τη μεταλλουργία, δεν έχουμε άλλες μαρτυρίες. Το μέταλλο, γενικά, έπρεπε να εισαχθεί από το εξωτερικό, πριν να μετατραπεί σε διάφορα αντικείμενα ελκυστικά για εξαγωγή.

Στην Ελλάδα υπήρχε μόνο άργυρος, του οποίου η εξαγωγή ιδιαίτερα για την Αθήνα ήταν σημαντική.

Στην αγγειοπλαστική κάνουμε διάκριση ανάμεσα στην καλλιτεχνική αγγειοπλαστική, που εξαγόταν ως ξεχωριστό προϊόν και στην χονδροειδέστερη κεραμική, που τα προϊόντα της χρησίμευαν ως δοχεία για τα αξιόλογα σε ποσότητα εξαγόμενα αγαθά, δηλαδή κάτι αντίστοιχο με τα σημερινά μεταλλικά κουτιά και τα μπουκάλια.

Page 29: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Την καλλιτεχνική αγγειοπλαστική, την εκτιμούσαν ως προϊόν ανώτερης τέχνης. Οι ενυπόγραφοι αττικοί κύλικες βρέθηκαν σε ετρουσκικούς τάφους.

Έχει υπολογιστεί ότι, στο απόγειο της αθηναϊκής παραγωγής, δεν πρέπει να εργάζονταν ως αγγειοπλάστες και ζωγράφοι των θαυμάσιων αυτών αγγείων περισσότεροι από 150 άνθρωποι, ίσως και λιγότεροι.

Όταν βρίσκουμε κεραμεικά σε διάφορα μέρη του εξωτερικού, μπορούμε οπωσδήποτε να συμπεράνουμε ότι υπήρχαν εκεί Έλληνες σε μια ορισμένη χρονολογία. Έτσι, τα αγγεία που βρέθηκαν στη Μίνα, στη Συρία, αποτελούν επαρκή απόδειξη ότι ο εμπορικός αυτός σταθμός χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα από έλληνες εμπόρους από τις αρχές του 8ου αι –

Ένα ερώτημα που έχει απασχολήσει είναι: αν από τα ελληνικά αγγεία που βρέθηκαν σε τοποθεσίες της Δύσης ή τις απομιμήσεις τους υπάρχουν κάποια που

χρονολογούνται πριν από την ίδρυση των πρώτων ελληνικών αποικιών στη Σικελία και τη νότια Ιταλία. Ίσως μερικά ανάγονται σε εποχή παλαιότερη από την ίδρυση της αποικίας.

Σε άλλα μέρη η αγγειοπλαστική είναι συχνά το πιο αξιόπιστο μαρτύριο για τη χρονολογία που ιδρύθηκε η αποικία. Οι αποικίες ήταν μόνιμες αγορές για τα ελληνικά προϊόντα, ιδιαίτερα τον πρώτο καιρό, προτού αναπτύξουν τις δικές τους

τέχνες. Στα πρώτα στάδια βρίσκουμε στις περιοχές των αποικιών προϊόντα από κάμποσα κέντρα, όπως ήταν και η καταγωγή των

αποίκων. Στις περισσότερες αποικίες της Δύσης κυριαρχεί η κορινθιακή αγγειοπλαστική, αν και η Κόρινθος είχε μόνο μια αποικία στη Δύση, τις Συρακούσες. Προφανώς τον 7ο αιπΧ ένα μεγάλο μέρος από το διαμετακομιστικό εμπόριο ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Δύση βρισκόταν στα χέρια της Κορίνθου. Από την άλλη το ενδιαφέρον των ευβοϊκών πόλεων για τη Δύση μειώνεται σταδιακά.

Πρόκειται για κάτι εντελώς διαφορετικό όταν τον 6ο αι η Αθήνα θα πετύχει το αποκλειστικό μονοπώλιο στην αγγειοπλαστική, χάρη στην ποιοτική υπεροχή των αττικών προϊόντων. Άρα η παρουσία αττικών προϊόντων στη Δύση δεν συνεπάγεται και την παρουσία αθηναίων εμπόρων, αλλά απλά όποιοι κι αν ήταν οι έμποροι εμπορεύονταν αττικά προϊόντα.

Μερικές φορές διαπιστώνουμε ελληνική παρουσία σε περιοχές που δεν εγκαταστάθηκαν Έλληνες, ιδιαίτερα δύο εντυπωσιακά ευρήματα ελληνικών έργων του 6ου αι. :

1. Το πιο πρόσφατο και θεαματικό βρέθηκε στον τάφο μιας πριγκίπισσας των Κελτών στο Vix, της Γαλλίας. Ένα αγγείο πάνω από 1,5 μ διακοσμημένο λιτά, αλλά πολύ καλαίσθητα, στο σχήμα που λέγεται κρατήρ . Έχει χαραγμένες 2 αλφαβήτους με λακωνικά γράμματα. Ονομάστηκε «λακωνικός κρατήρας». Δε σημαίνει βέβαια απαραίτητα ότι ο αποστολέας του δώρου ήταν Σπαρτιάτης, αλλά κάποιος που το παρήγγειλε στο λακωνικό εργαστήριο, επειδή το θεωρούσε κατάλληλο για διπλωματικό δώρο. Ο κρατήρας του VIX αποτελεί εντυπωσιακή μαρτυρία για την πρωτοβουλία των Ελλήνων να διεισδύσουν σε λιγότερο οικείες χώρες. Προφανώς δεν ήταν το μόνο ελληνικό προϊόν που πήρε το δρόμο για το εσωτερικό της Γαλλίας.

2. Το άλλο εύρημα ήταν ένας μεγάλος αριθμός από χάλκινα, που ανακαλύφθηκαν στη διάρκεια επιχειρήσεων του πολέμου 1914 – 18, στη λίμνη Αχρίδα.

ΝΟΜΙΣΜΑ

Η εξαγωγή αργύρου από την Αθήνα θέτει το πρόβλημα των ελληνικών νομισμάτων και του ρόλου τους στην οικονομία.

Page 30: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Οι μυκηναϊκές πινακίδες δε μνημονεύουν κανένα κοινόχρηστο μέτρο αξίας ή μέσο ανταλλαγής, αν και υπάρχει αρκετό ασήμι και χρυσάφι.

Στον Όμηρο βλέπουμε να χρησιμοποιούνται τα βόδια ως μέτρο αξίας. Οι ομηρικοί ήρωες είχαν σε μεγάλη εκτίμηση το χρυσάφι και το ασήμι, αλλά, εκτός από την κάπως τυποποιημένη συνήθεια της ανταλλαγής δώρων δεν έκαναν χρήση των θησαυρών τους.

Ο Ησίοδος δε γράφει τίποτε που να δείχνει ότι ο κόσμος γνώριζε κάποιο κοινό μέτρο αξίας, και υπολογίζει τον πλούτο ανάλογα με την ποσότητα σιτηρών που είχε κάποιο στις αποθήκες του

Και στους νόμους του Δράκοντα στα τέλη του 7ου αι οι συναλλαγές εκφράζονται σε αριθμούς βοδιών, μολονότι εδώ, όπως και στον Όμηρο, πρόκειται για αγαθά ίσης αξίας που αλλάζουν κάτοχο, και όχι για πραγματικά βόδια.

Στον ανατολικό κόσμο, την ίδια εποχή, τα πολύτιμα μέταλλα και κυρίως το ασήμι, ήταν από πολύ παλιά σε χρήση ως μέτρο αξίας και μέσο ανταλλαγής.

7ος αιώνας : Οι Έλληνες της ηπειρωτικής Ελλάδας, κατά τον 7ο αι είχαν αποκτήσει τη συνήθεια να χρησιμοποιούν σιδερένια αντικείμενα

με σταθερό μέγεθος, για να διευκολύνουν τις συναλλαγές. Σε μερικά μέρη χρησιμοποιούσαν τρίποδες ή κύπελλα, αλλά το πιο διαδεδομένο σύστημα ήταν η χρήση οβελών που έγινε στη συνέχεια οβολός [6 οβολοί = 1 δραχμή].

6ος αιώνας : Ο Σόλων στις αρχές του 6ου αι και ο Θεόγνης από τα Μέγαρα κατηγορούν τους άπληστους ανθρώπους που συσσωρεύουν

πλούτο [ασήμι και χρυσάφι]. Η βαθμιαία μετάβαση από έναν κόσμο ανταλλαγών σε μια νομισματική οικονομία σημαίνει κυρίως ότι ο πλούτος, μπορούσε τώρα να αποταμιεύεται απεριόριστα ή να μετακινείται από τόπο σε τόπο με τρόπο βολικό και χωρίς φθορές.

Η κοπή νομισμάτων από ασήμι πραγματοποιήθηκε κατά το τρίτο τέταρτο του 7ου αι από τους βασιλείς στη Λυδία, όπου διακρίνουμε μια μεταβατική φάση, δηλαδή πεπλατυσμένα κομμάτια από μέταλλο με ορισμένο βάρος, αλλά χωρίς σφραγίδα. Ακολούθησε γρήγορα η τελική φάση, η σφραγίδα, που δίνει στο νόμισμα ταυτότητα και πληροφορεί αυτόν που το χρησιμοποιεί ποιος υποτίθεται έχει εγγυηθεί το βάρος και την ποιότητά του.

Γρήγορα όμως οι Έλληνες οικειοποιήθηκαν τη νέα εφεύρεση:1. Η Αίγινα άρχισε στα τέλη του 7ου αι, 2. η Κόρινθος το α΄τέταρτο του 6ου και 3. η Αθήνα το 570πχ.

Όλες έκοψαν ασημένια νομίσματα, μερικά όμως από τα αρχαιότερα νομίσματα της ανατολικής Ελλάδας είναι από ήλεκτρο, ένα κράμα από χρυσάφι και ασήμι.

Το νόμισμα αρχικά είναι απλώς ένα εγγυημένο βάρος μετάλλου, και τα ονόματά των νομισμάτων, εκτός από τη δραχμή και τον οβολό είναι ονόματα βαρών [στατήρ = ζυγαριά και είναι η βασική μονάδα].

Η πραγματική αλλαγή ήρθε όταν εγκαταλείφθηκε η ανταλλακτική οικονομία και υιοθετήθηκε το ασήμι ως κανονικό μέσο συναλλαγής. Όσο η αξία του νομίσματος είναι ίδια με την πραγματική του αξία ως μέταλλο δεν αλλάζουν πολλά πράγματα. Το νόμισμα ήταν μέταλλο που το ζύγιζαν παρά το μετρούσαν. Το προβλήματα άρχισαν όταν το νόμισμα αποκτά συμβολική αξία και το εγγυούνται οι αρχές που το εξέδωσαν ως έγκυρη πληρωμή για αξία μεγαλύτερη από την πραγματική του αξία ως μέταλλο. Είναι πιθανό μερικές ελληνικές – πόλεις – κράτη να αφαιρούσαν ένα μέρος από το ονομαστικό βάρος των νομισμάτων τους για έξοδα του νομισματοκοπείου, ή απλώς για κέρδος, επιτρέποντας μέσα στη δική τους επικράτεια την κυκλοφορία νομισμάτων με αξία ελαφρώς πληθωριστική.5ος αιώναςΑσφαλώς στα τέλη του 5ου αι οι αθηναίοι χρησιμοποιούσαν ήδη νομίσματα στις καθημερινές συναλλαγές, αλλά τότε υπήρχαν πια άφθονοι οβολοί και μικρότερες ακόμα υποδιαιρέσεις. Το μικρότερο νόμισμα που έκοψαν οι περισσότερες πόλεις – κράτη ήταν η δραχμή, αλλά και πάλι όχι για μικροσυναλλαγές. Τα νομίσματα κυκλοφορούσαν λίγο πολύ σε μια περιορισμένη περιοχή. Είναι λοιπόν σαφές ότι η κοπή νομισμάτων δεν καθιερώθηκε ια χάρη του εσωτερικού λιανικού εμπορίου, αλλά ούτε και για το εξωτερικό εμπόριο αφού τα πιο πολλά νομίσματα κυκλοφορούσαν σε μια λίγο πολύ καθορισμένη περιοχή. Δεν περιορίζονταν βέβαια μόνο στην πόλη – κράτος που τα έκοβε. Τα νομίσματα της Αίγινας, λόγου χάρη, βρίσκονται σε ολόκληρο το Αιγαίο, ως την Κρήτη και τη Ρόδο.

ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ :

Page 31: Αρχαία ελληνική κοινωνία

1. Το γεγονός ότι τα πρώτα νομίσματα κόπηκαν στη Λυδία έχει δώσει αφορμή να γεννηθεί η θεωρία ότι κόπηκαν για να πληρωθούν οι έλληνες μισθοφόροι, αυτό όμως δεν εξηγεί το γιατί οι ελληνικές πόλεις η μια μετά την άλλη υιοθέτησαν το σύστημα.

2. Μια πρόσφατη θεωρία δέχεται ότι τα αρχικά νομίσματα κόπηκαν για πληρωμές από και προς το δημόσιο θησαυροφυλάκιο. Αυτό εξηγεί γιατί τα νομίσματα τα έκοβε μόνο το κράτος και όχι ιδιώτες και έμποροι, όπως σε άλλους πολιτισμούς.

Υπάρχουν δύο εξαιρέσεις στον κανόνα ότι τα νομίσματα δεν κυκλοφορούσαν σε μεγάλη έκταση έξω από την περιοχή όπου κόβονταν : Η Αθήνα και η Θράκη που και οι δυο τους έβγαζαν δικό τους ασήμι. Τα θρακικά και μακεδονικά νομισματοκοπεία έκοβαν κυρίως μεγάλα νομίσματα, κέρματα που ζύγιζαν τέσσερις ή ακόμη και οκτώ δραχμές. Τα νομίσματα αυτά εμφανίζονται από το 525 σε θησαυρούς στην Αίγυπτο και στην Εγγύς ανατολή. Δε γνωρίζουμε πολλά για την ιδιοκτησία των ορυχείων στο Βορρά. Γνωρίζουμε όμως ότι ο Πεισίστρατος απέκτησε δικαιώματα κάποια στιγμή στην περιοχή των ορυχείων.

Οι περισσότερες πόλεις προμηθεύονταν ασήμι με εμπορικές εισαγωγές, και το συμπλήρωναν με ευκαιριακή λαφυραγωγία. Στην Αθήνα πλούσια φλέβα στο Λαύριο ανακαλύφθηκε στις αρχές του 5ου αι. Στην Αθήνα τα πρώτα νομίσματα ήταν δίδραχμα κέρματα με ποικίλα εμβλήματα. Αργότερα, πιθανόν κατά τη διάρκεια της τυραννίας του Ιππία, εγκαινιάζεται η γνωστή σειρά των τετράδραχμων κερμάτων με την κεφαλή της Αθηνάς και στην άλλη πλευρά μια κουκουβάγια και συντομογραφημένο το όνομα της Αθήνας. Αυτός ο τύπος διαδόθηκε παντού και διατηρήθηκε για αρκετούς αιώνες.

Τα νομίσματα αυτά δεν είχαν υποδιαιρέσεις και αρχίζουν να εμφανίζονται σε θησαυρούς στην Εγγύς Ανατολή, στα τέλη του 6ου αι. Οι περισσότερες καθημερινές συναλλαγές γίνονταν με ανταλλαγές, και ειδικά στα μέρη που δεν υπήρχε αφθονία αργύρου το σύστημα θα συνεχίστηκε πολύ μετά την εποχή την εμφάνιση των νομισμάτων. Η πιο ελεύθερη κυκλοφορία αργύρου σίγουρα προώθησε το εμπόριο. Ο Ξενοφών στο έργο του «πόροι» το 355 είδε τα πλεονεκτήματα της Αθήνας σε σχέση με το εμπόριο, τις αρετές του κλίματός της, την αξία του μαρμάρου της καθώς και του αργύρου της.

Page 32: Αρχαία ελληνική κοινωνία

ΟΙ ΜΕΤΟΙΚΟΙ

Οι μη πολίτες που «άλλαξαν κατοικία», παίρνοντας επίσημα άδεια παραμονής στο άστυ. Φυσικά, οποιοσδήποτε ξένος έμπορος ήταν ελεύθερος να μεταφέρει φορτίο εμπορευμάτων στο λιμάνι του Πειραιά, πληρώνοντας τα κανονικά λιμενικά τέλη, και να εξάγει από την Αθήνα οτιδήποτε έπαιρνε σε αντάλλαγμα. Το σύστημα των μετοίκων λειτουργούσε από τα πρώτα κιόλας χρόνια του 5ου αι.

Η διαφοροποίηση των μετοίκων έγκειται στο ότι : ήταν επίσημα καταχωρισμένοι ως μόνιμοι κάτοικοι της Αθήνας ή του Πειραιά. με την καταχώρισή τους όμως αυτή δεν αποκτούσαν κανένα πολιτικό δικαίωμα. δεν είχαν ψήφο στην εκκλησία του δήμου ούτε δικαίωμα γαιοκτησίας, όπως είχαν οι πολίτες, εκτός αν τους δινόταν ειδική άδεια. στα δικαστήρια δεν μπορούσαν να εμφανιστούν οι ίδιοι, αλλά έπρεπε να αντιπροσωπεύονται από κάποιον πολίτη. πλήρωναν έναν ετήσιο φόρο, όχι ιδιαίτερα επαχθή. είχαν υποχρέωση στρατιωτικής θητείας, αν και ίσως τις περισσότερες φορές υπηρετούσαν ως εφεδρικοί στην άμυνα της πόλης. Ο αριθμός των μετοίκων αυτών, που η περιουσία τους ήταν αρκετά μεγάλη ώστε να υπηρετούν ως οπλίτες πληρώνοντας οι ίδιοι

για τον οπλισμό τους, ήταν στην αρχή του Π.Π 3.000 σε σύνολο 30.000 επιστρατευμένων ή έφεδρων ανδρών. Σε άλλο επίπεδο στους λογαριασμούς των τμηματικών εργασιών για την ανέγερση του Ερεχθείου στην Ακρόπολη, στα τέλη του

5ου αι, οι μέτοικοι ξεπερνούσαν κατά πολύ τους πολίτες όντας περίπου τρεις προς έναν. Οι πιο πολλοί είχαν αναγνωρίσιμα ελληνικά ονόματα, αλλά μερικοί όχι.[ Λυδοί, Φρύγες, Σύροι]. πολλοί έμποροι ήταν ασφαλώς μέτοικοι, όπως και μερικοί επιφανείς τραπεζίτες, αν και γίνεται λόγος μόνο για όσους έγιναν

γνωστοί.Το γεγονός ότι ο μέτοικος δεν μπορούσε να αγοράσει γη μεγάλωνε το χάσμα ανάμεσα στο είδος των επαγγελμάτων που ασκούσαν οι πολίτες και οι μέτοικοι. Οι Αθηναίοι που διέπρεπαν ήταν γαιοκτήμονες και όχι επιχειρηματίες. Όταν ακούμε για κάποιον Αθηναίο αριστοκρατικής καταγωγής να ασχολείται με το εμπόριο, αυτό οφείλεται σε κάποια ατυχία.

Υπάρχει σίγουρα κάποια προκατάληψη της ανώτερης κοινωνικής τάξης απέναντι στην εμπορική ζωή, αλλά όχι ότι ο έμπορος ήταν πάντοτε αλλοδαπός χωρίς ψήφο.Η διάκριση ανάμεσα στον έμπορο ή βιοτέχνη μέτοικο και τον γαιοκτήμονα πολίτη είχε μικρότερη σημασία στις χαμηλότερες κοινωνικές τάξεις. Υπήρχαν και άλλα εμπορικά κέντρα όπως η Μίλητος και η Κόρινθος που θα περίμεναμε ανάπτυξη του αριθμού των μετοίκων, αλλά δεν διαθέτουμε μαρτυρίες.

Ο Πειραιάς ήταν το μεγαλύτερο και εμπορικότερο λιμάνι ολόκληρης της Ελλάδας.

Γενικά, αποτελεί επίμαχο θέμα αν οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις της πρώιμης ελληνικής ιστορίας έδειχναν για το εμπόριο και τη χειρωνακτική εργασία την ίδια περιφρόνηση που δείχνουν οι απόγονοί τους της κλασικής εποχής [Όμηρος]. Τα πράγματα ίσως ήταν διαφορετικά στα τέλη του 8ου – 7ου αι την αποικιστική εποχή. Φυσικά, σε όλες τις περιόδους οι γαιοκτήμονες πρέπει να ασχολούνταν με το εμπόριο όσο χρειαζόταν για να διαθέσουν στην αγορά το περίσσευμα της αγροτικής παραγωγής των κτημάτων τους. ίσως να μην είχε αναπτυχθεί ακόμα τόσο πολύ το σύστημα των μετοίκων. Η αντίληψη ότι τέτοιες ασχολίες δεν ταιριάζουν σ’ έναν ευπατρίδη πρέπει να δημιουργήθηκε μετά την εποχή του Χαράξου και του Σόλωνα, όταν αυξήθηκε και η δουλοκτησία.

ΟΙ ΔΟΥΛΟΙ

Page 33: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Ένα μεγάλο μέρος της βιομηχανικής εργασίας γινόταν από τους δούλους. Σε γενικές γραμμές η δουλεία ήταν κάτι βασικό για τον ελληνικό πολιτισμό, με την έννοια ότι η κατάργησή της και η αντικατάσταση της από την ελεύθερη εργασία, θα σήμαιναν την αποδόμηση ολόκληρης της κοινωνίας και την εκμηδένιση του ελεύθερου χρόνου των ανώτερων τάξεων της Αθήνας και της Σπάρτης. Ο μέσος Αθηναίος είχε βαθιά ριζωμένη την πεποίθηση ότι ένας ελεύθερος ήταν αδύνατο να εργάζεται έχοντας κάποιον άλλο άμεσο αφεντικό του. Ελεύθεροι και δούλοι απασχολούνταν στις περισσότερες μορφές του εμπορίου και της βιομηχανίας.

Πώς λειτουργούσε πραγματικά ο θεσμός της δουλείας Στη μυκηναϊκή εποχή η διάκριση ανάμεσα σε δούλους και ελεύθερους πρέπει να είχε κάποια σημασία, αφού οι πινακίδες της

Γραμμικής Β δεν παραλείπουν να αναφέρουν τη διάκριση. Δεν γνωρίζουμε όμως τι σημασία είχε να είναι κανείς δούλος στη μυκηναϊκή Πύλο, αφού δεν γνωρίζουμε ως ποιο βαθμό ήταν ελεύθερος ο μη δούλος. Στον Όμηρο ο κόσμος των αρχόντων τραβάει περισσότερο το ενδιαφέρον του ποιητή[Βρισηίδα – Ανδρομάχη – άπιστες δούλες Οδυσσέα – Εύμαιος – Ευρύκλεια]. Κι εδώ είναι δύσκολο να κατανοήσουμε τη θέση των δούλων αφού δεν είναι σαφής η θέση των ελεύθερων στο παλάτι του Οδυσσέα.

Υπήρχαν φυσικά, μεγάλες διακρίσεις περιωπής και διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα καθήκοντα που εκτελούσε ο καθένας – μόνο οι οικοδεσπότες και οι φιλοξενούμενοί τους είχαν το προνόμιο να λούζονται και να ντύνονται από άλλους – αλλά η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στα έργα ενός δούλου και ενός ελεύθερου δεν είναι πολύ σαφής.

Στην κλασική περίοδο η διάκριση μεταξύ δούλων και ελεύθερων είναι σαφέστερη καθώς το νόημα της ελευθερίας έχει ξεκαθαριστεί και η αξία της είχε αυξηθεί αφάνταστα. Ο Έλληνας της εποχής αυτής διέτρεχε τον κίνδυνο να γίνει δούλος, αν πιανόταν αιχμάλωτος στον πόλεμο. Οι αιχμάλωτοι του πολέμου δεν έφταναν τον απαιτούμενο αριθμό δούλων.

Προέλευση δούλων :Οι περισσότεροι δούλοι έρχονταν απέξω μέσω των δουλεμπόρων, από τα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής, ή ήταν αιχμάλωτοι από πολέμους μεταξύ βαρβάρων, που τους πουλούσαν οι νικητές, ή όπως λέει ο Ηρόδοτος, ήταν από τη Θράκη, όπου οι ίδιοι οι γονείς πουλούσαν απευθείας τα παιδιά τους ως δούλους.Πολλοί ανειδίκευτοι εργάτες έρχονταν από το Βορρά, από τη Θράκη ή τη Φρυγία, οι πιο αποδοτικοί προέρχονταν από τη Συρία και την Ανατολή. Αθήνα : Η προσφορά εργασίας στην Αθήνα ήταν άφθονη και σχετικά φθηνή. Συνήθως ένας δούλος δεν κόστιζε πολύ περισσότερο από

τη συντήρησή του για ένα χρόνο. Στην Αθήνα ήταν περίπου 80.000 – 100.000 οι δούλοι. Μεγάλο μέρος των απασχολούμενων ήταν οικιακοί υπηρέτες [οικέται]. Δεν είχαν μόνο οι ευγενείς δούλους, αλλά είχαν και οι κατώτερες τάξεις. Ακόμη και μεμονωμένες οικογένειες, που

καλλιεργούσαν έναν μικρό αγρό, είχαν συνήθως στην κατοχή τους δούλους. Σ’ αυτήν την τυπική μιρκή μονάδα παραγωγής οι δούλοι βοηθούσαν σε όλες τις εργασίες, οικιακές ή αγροτικές, δουλεύοντας μαζί με τους κυρίους τους. Στις οικιακές εργασίες περιλαμβάνονταν το ψήσιμο του ψωμιού και η υφαντική.

Μέσα στην πόλη, ένας ελεύθερος είχε ελπίδες να βρει έναν δούλο, για να τον βοηθά στο εμπόριο του ή ακόμα και να το αναλάβει εξολοκλήρου.

Σε εργασίες όπου δούλευαν δούλοι τις αποδοχές τις εισέπραττε ο κύριός του, του οποίου το κέρδος ήταν η διαφορά ανάμεσα στις αποδοχές του δούλου και στα έξοδα της συντήρησής του.

Ένας άλλος συνηθισμένος τρόπος για να εισπράττει κανείς εισόδημα ήταν να αφήσει το δούλο να δουλεύει μόνος του στη μικροεπιχείρηση, να μεριμνά ο ίδιος για τη συντήρησή του, αλλά να πληρώνει ένα τακτικό ποσό στον κύριό του. Οι δούλοι που εργάζονταν με αυτόν τον τρόπο ήταν «οι μη οικούντες». Μερικοί από αυτούς ευημερούσαν εντυπωσιακά προκαλώντας αρνητικά σχόλια.

Άλλος τρόπος ήταν η εκμίσθωσή τους σε κάποιον ελεύθερο εργοδότη. Για κάποιος ήταν ένα είδος επιχείρησης = Ο Νικίας είχε 1000 τέτοιους δούλους.

Ο οικιακός δούλος που διατηρούσε καλές σχέσεις με τον κύριό του είχα κάποια πιθανότητα να απελευθερωθεί, και ο δούλος που ζούσε χωριστά και ασκούσε τη μικροεπιχείρηση του είχε ελπίδες να κερδίσει αρκετά, ώστε να εξαγοράσει την ελευθερία του.

Στην εκμετάλλευση των ορυχείων του Λαυρίου, όταν οι εργασίες ήταν σε πλήρη ανάπτυξη, απασχολούνταν εκεί κάπου τριάντα χιλιάδες δούλοι. Πολλοί ήταν Θράκες ή Παφλαγόνες, που είχαν ίσως πείρα από τα ορυχεία της πατρίδας τους.

Πάντως όταν οι Σπαρτιάτες οχύρωσαν τις θέσεις τους έξω από την Αθήνα το 413, πάνω από 20000 δούλοι, δραπέτευσαν και πέρασαν στις γραμμές του εχθρού, οι περισσότεροι δημιουργοί = ειδικευμένοι εργάτες, μεταλλωρύχοι Λαυρίου], γεγονός που είναι ενδεικτικό για τον τρόπο που ζούσαν.

Η Αθήνα στις αρχές του 6ου αι είχε να διαλέξει ανάμεσα στον υποβιβασμό των πολιτών της σε δούλους και στη μαζική εισαγωγή δούλων με αγορά από το εξωτερικό. Μόνο μια βιομηχανική επανάσταση θα είχε ανατρέψει αυτήν την κατάσταση.

Σπάρτη :

Page 34: Αρχαία ελληνική κοινωνία

ΟΙ ΕΙΛΩΤΕΣ ήταν δούλοι στην κυριολεξία. Ο μεγάλος αριθμός των μεσσήνιων ειλώτων και η αδιάσπαστη εθνική τους συνείδηση αποτελούσαν μόνιμο κίνδυνο για τη σπαρτιατική αριστοκρατία. Η βιαιότητα της καταπίεσης τους ήταν περιβόητη. Υπήρχε μάλιστα και ο θεσμός της κρυπτείας, που σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ένα σώμα από νέους Σπαρτιάτες περνούσαν μια περίοδο της ζωής τους με το να κρύβονται την ημέρα και να περιφέρονται τη νύχτα στην ύπαιθρο σκοτώνοντας είλωτες.

Ο Ξενοφών υποστηρίζει ότι στις εκστρατείες οι Σπαρτιάτες κρατούσαν τους δούλους μακριά από τα όπλα τους και δεν άφηναν το ακόντιο από το χέρι τους, όπου κι αν πήγαιναν. Είναι αξιοπερίεργο το ότι οι Σπαρτιάτες δεν δίσταζαν καθόλου να χρησιμοποιούν ένοπλους είλωτες ή είλωτες ειδικά απελευθερωμένους για εκτέλεση στρατιωτικής υπηρεσίας. [ίσως η άγρυπνη εχθρότητα δεν αντιπροσώπευε όλη την αλήθεια].

Η Κρήτη :Ακολούθησε στο θέμα των δούλων διαφορετικό σύστημα από τη Σπάρτη. Μετά την κατάκτησή της από τους Δωριείς, στο ανατολικό άκρο του νησιού επέζησε ένα προελληνικό υπόλειμμα πληθυσμού, με τη δική του ακατανόητη για τους άλλους γλώσσα : κατά τα άλλα, οι απόγονοι των Μινωιτών που επέζησαν έγιναν δούλοι.Οι νόμοι της Γόρτυνας χρησιμοποιούν δύο κοινόχρηστες ελληνικές λέξεις για τους δούλους. Οι διατάξεις αναφέρονται αποκλειστικά σε δούλους που ανήκαν σε ιδιώτες, τους οποίους αγόραζαν και πουλούσαν στην αγορά.

Ο δούλος ήταν αντικείμενο αγοραπωλησίας Δεν είχε ο ίδιος δικαίωμα να προσφύγει στα δικαστήρια Ήταν αβοήθητος, στη διάθεση του ιδιοκτήτη του. Η χάραξη των δικαιωμάτων ίσως καταδεικνύει την καταπάτησή τους. Στη Γόρτυνα βρίσκουμε επίσης ανθρώπους που βάζουν υποθήκη τον εαυτό τους σε άλλους ανθρώπους – θεσμός που στην

Αθήνα καταργήθηκε από τον Σόλωνα. Ο νόμος προβλέπει ότι ο δούλος μπορεί να απελευθερωθεί εξοφλώντας το χρέος του.

Η γεωργία βρισκόταν στα χέρια μιας τάξης που έμοιαζε με τους είλωτες . Το δουλοκτητικό σύστημα στην Κρήτη ήταν σε γενικές γραμμές πιο φιλελεύθερο. Ο δούλος μπορούσε να έχει ιδιοκτησία [πρόβατα, βόδια] και τα δικαιώματά του ήταν προσεκτικά διασφαλισμένα, όταν ο ιδιοκτήτης πέθαινε και οι κληρονόμοι μοίραζαν την περιουσία. Οι γάμοι δούλων αναγνωρίζονταν και προστατευόταν η περιουσία της δούλης συζύγου όταν πέθαινε ο ελεύθερος σύζυγος. Η νομική θέση του παιδιού αποφασιζόταν ανάλογα με το αν η ελεύθερη γυναίκα είχε πάει να ζήσει με το δούλο ή αντίστροφα.

Η Κόρινθος και η Αίγινα είχαν μεγάλο αριθμό δούλων, που είχαν εισαχθεί ως ανδράποδα.

Την εποχή του Σωκράτη συζητήθηκε και η ορθότητα του θεσμού της δουλείας. Κάποιοι υποστήριζαν ότι όλοι οι άνθρωποι είναι εξίσου άνθρωποι και η δουλεία είναι αντίθετη προς τη φύση. Η Αντίκρουση του Αριστοτέλη ότι μερικοί είναι «εκ φύσεως» δούλοι, ανίκανοι για πλήρη ανθρώπινη λογική φαίνεται ασύστατη.Έχουμε έναν κόσμο όπου η δουλεία, με τη μια ή την άλλη μορφή, ήταν φαινόμενο καθολικό, και δεν υπήρχε στη μνήμη κανενός έθνους μια εποχή όπου η κατάσταση ήταν διαφορετική. Ποτέ δεν συζητήθηκε η χειραφέτηση των δούλων. Δεν υπήρχαν πολλές εναλλακτικές λύσεις στην Αρχαία Ελλάδα. Η Αθήνα στις αρχές του 6ου αι είχε να διαλέξει ανάμεσα στον υποβιβασμό των πολιτών της σε δούλους και στη μαζική εισαγωγή δούλων με αγορά από το εξωτερικό.

Τέλος, υπάρχει το πρόβλημα σε ποιους τομείς της οικονομίας το ίδιο το κράτος αισθανόταν υποχρεωμένο να επεμβαίνει. Το κράτος ενδιαφερόταν να εξασφαλίσει την εισαγωγή βασικών αγαθών, και σημαντικότερη από όλες ήταν η εισαγωγή δημητριακών. Βλέπουμε την Αθήνα να απονέμει τιμές σε άρχοντες της Κριμαίας, σε αναγνώριση των λιμενικών προνομίων που παρείχαν στους Αθηναίους. Με την πάροδο του χρόνου διορίζονταν ειδικοί άρχοντες να φροντίζουν για την προμήθεια σιτηρών [κακές σοδειές, λιμός έπρεπε να προλαμβάνονται].

Στον πόλεμο οι προμήθειες του εχθρού αποτελούσαν τον αντικειμενικό στόχο των αντιπάλων [ εκστρατεία στη Σικελία].Η προμήθεια υλικών ναυπήγησης αποτελούσε ένα μεγάλο πρόβλημα και εισαγωγέας ήταν το κράτος που του εξασφάλιζε λιμενικά τέλη και δασμούς. Γι’ αυτό η Αθήνα και άλλα εμπορικά κέντρα έδιναν ιδιαίτερη σημασία στην κατασκευή λιμενικών εγκαταστάσεων και άλλων συναφών κτηρίων και στη γρήγορη διεκπεραίωση των δικαστικών υποθέσεων που σχετίζονταν με το εμπόριο. Τον 5ο αι ήταν συνηθισμένο να συνάπτουν οι πόλεις – κράτη ειδικές συνθήκες, που έδιναν στους πολίτες καθεμιάς κάποια δυνατότητα πρόσβασης στα δικαστήρια της άλλης, σημαντικό για την μεταξύ τους ανάπτυξη εμπορίου. Υπήρχε και ο θεσμός των προξένων που τα καθήκοντά τους έμοιαζαν με των σημερινών, αλλά ο πρόξενος της Σπάρτης ή της Μιλήτου ήταν αθηναίος πολίτης, που αναλάμβανε εθελοντικά να φροντίζει για τα δημόσια συμφέροντα, δημόσια και ιδιωτικά, των Σπαρτιατών ή των Μιλησίων στην Αθήνα.Το κράτος δεν έκανε κάτι περισσότερο για να προωθήσει τα συμφέροντα των πολιτών του. Η αναζήτηση αγορών δεν ήταν μέρος της κρατικής πολιτικής. Εκτός απ’ αυτό μεγάλο μέρος του εμπορίου ήταν στα χέρια των μετοίκων.Τα κίνητρα των ηγετών της αποικιακής κίνησης ήταν αγροτικά.

Κεφ 8 ΣΤΡΑΤΟΣ, ΝΑΥΤΙΚΟ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΙ ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΙ

Οι αρχαίοι Έλληνες ήταν φιλοπόλεμοι εξαιτίας των περιστάσεων μάλλον, παρά μιλιταριστές από κλίση, και οι τεχνολογικές συμβολές τους στην πολεμική τέχνη δεν ήταν και τόσο πολλές. Η σπουδαιότερη καινοτομία τους ήταν ο μαζικός σχηματισμός

Page 35: Αρχαία ελληνική κοινωνία

του βαριά οπλισμένου πεζικού, δηλαδή των οπλιτών. Οι προϋποθέσεις του οπλιτικού πολέμου, δηλ η σταθερή πειθαρχία και η έμμονη άρνηση για υποχώρηση, διαμόρφωσαν την κλασική αντίληψη για το πώς έπρεπε να είναι ο σωστός άντρας.Οι καινούριες εξελίξεις στην τεχνική του πολέμου, όταν χρειάστηκαν, προήλθαν από τους Μακεδόνες, από τον Φίλιππο και τον Αλέξανδρο.Ο προοπλιτικός πόλεμος [Όμηρος] στηριζόταν λιγότερο στους μεγάλους σχηματισμούς και περισσότερο στην ατομική ανδρεία. Η διαδικασία της μονομαχίας ήταν η εξής :

Πρώτα έριχνε ο ένας εναντίον του άλλου το ακόντιό του από κάποια απόσταση Αν τα ακόντια αστοχούσαν, οι ήρωες πλησίαζαν και μονομαχούσαν με ξίφη

Ο αμυντικός οπλισμός ποίκιλε : στρογγυλή δερμάτινη ασπίδα, κρεμασμένη με λουρί από το λαιμό και τους ώμους, δερμάτινα χιτώνια και περικεφαλαίες, περικνημίδες. Τα άρματα τα χρησιμοποιούσαν για να πηγαινοέρχονται στο πεδίο της μάχης.

Ο Αριστοτέλης ισχυρίζεται ότι υπήρξε μια περίοδος της πρώιμης ελληνικής ιστορίας όπου το ιππικό έπαιζε σπουδαίο ρόλο στη μάχη, αλλά σε μεταγενέστερες εποχές οι ιππείς εκτελούσαν χρέη ανιχνευτών ή χρησιμοποιούνταν για να παρενοχλούν μια δύναμη πεζικού και να της περιορίζουν την ελευθερία κινήσεων.

Ο βασικός εξοπλισμός του οπλίτη : ένας θώρακας που κάλυπτε το μεγαλύτερο μέρος του σώματος, κατασκευασμένος από μέταλλο ή μεταλλικά ελάσματα,

προσαρμοσμένα σε μια πιο εύκαμπτη βάση. Μια ασπίδα, που είχε μια λωρίδα σταθερά προσαρμοσμένη στο κέντρο, όπου περνούσε ο αριστερός βραχίονας ως τον αγκώνα,

ενώ το χέρι έπιανε μια λαβή κοντά στην περιφέρεια της ασπίδας. Μια μεταλλική περικεφαλαία, σχεδόν πάντοτε με λοφίο, και μεταλλικές περικνημίδες. Το ακόντιο δεν το έριχναν, αλλά το κρατούσαν σταθερά για να πλήξουν τον αντίπαλο, είτε χτυπώντας τον στο λαιμό, είτε

χαμηλότερα στο θώρακα. Ο οπλίτης είχε εφεδρικά και ένα κοντό ξίφος ή εγχειρίδιο.

Η οπλιτική παράταξη είχε βάθος 8 ανδρών. Δύο πράγματα ήταν απαραίτητα για τους οπλίτες :1. Η οικονομική ευχέρεια να αγοράζουν τον εξοπλισμό τους και2. Η ικανότητα να συνεργάζονται σε σχηματισμό μάχης.

Την κλασική εποχή στο στρατό περιλαμβάνονταν τα πιο ευκατάστατα μέλη της κοινωνικής τάξης που θα μπορούσαμε να πούμε Μέση τάξη, και όχι πια μόνο οι ήρωες υψηλής καταγωγής ή οι αργόσχολοι ευγενείς.Για τα στρατιωτικά γυμνάσια σε καιρό ειρήνης δεν έχουμε πολλές πληροφορίες. Ξέρουμε ότι οι Σπαρτιάτες ακόμη κι αν διαλυόταν η παράταξή τους, ήταν σε θέση να ανασυνταχθούν όποιος και αν ήταν δεξιά ή αριστερά, μπροστά ή πίσω τους. Στην Αθήνα αυτό μπορούσε να γίνει σε επίπεδο τριττύος που τα μέλη της ήταν μεταξύ τους γείτονες.

Οι περισσότερες πόλεις – κράτη οργάνωναν τους στρατούς τους κατά φυλές με βάση τη συγγένεια ή τον τόπο κατοικίας. Η Σπάρτη είναι βέβαιο ότι στο παρελθόν η Σπάρτη είχε ένα στρατό οργανωμένο με βάση το σύστημα της φυλετικής συγγένειας και αργότερα με αυτό της εντοπιότητας.

Το Σπαρτιατικό στρατό που γνώριζε ο Ξενοφών τον αποτελούσαν 6 μεγάλες μονάδες, που μας είναι άγνωστη η οργανωτική τους βάση. Σίγουρα προέβλεπε ίση κατανομή των διαφόρων ηλικιών. Εξάλλου, καθώς η σπαρτιατική αριστοκρατία ελαττωνόταν αριθμητικά, αυξανόταν αντίστοιχα το ποσοστό περιοίκων στο στρατό. Δε γνωρίζουμε πώς γινόταν η επιλογή των περιοίκων, που αποτελούσαν σημαντικό αριθμητικά κομμάτι του στρατού. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι για ένα διάστημα απομακρύνονταν από τις ασχολίες τους και γυμνάζονταν υπό τις διαταγές των Σπαρτιατών.

Τα άλλα όπλα εκτός από το πεζικό δεν είχαν μεγάλη σπουδαιότητα, όπως και το σπαρτιατικό ιππικό.Χρησιμοποιούσαν επίσης τοξότες και συχνά στρατολογούσαν ως μισθοφόρους Κρήτες για το σκοπό αυτό. Υπήρχαν σφενδονιστές και άλλοι ελαφρά οπλισμένοι αλλά με περιορισμένο αμυντικό οπλισμό.Η συνηθισμένη στρατηγική ήταν αυτή της ερήμωσης, που στην περίπτωση της Αθήνας δεν ίσχυε λόγω του ανεφοδιασμού της από τη θάλασσα.Υπήρχε ανάπτυξη και της πολιορκητικής τέχνης πολιορκητικοί κριοί, κλίμακες, χτίσιμο τείχους των πολιορκητών για την αποκοπή της πολιορκούμενης πόλης, καταπέλτες. Ο καταπέλτης όχι τόσο για να ρίχνει μεγάλα βλήματα μέσα στην πολιορκημένη πόλη, όσο για να εκτοξεύει βαρύτερα βέλη με μεγαλύτερη δύναμη και ακρίβεια. Αυτό ανάγκαζε τους υπερασπιστές να έχουν σκυφτά τα κεφάλια και να μην μπορούν έτσι να καταστρέφουν τις πολιορκητικές μηχανές των αντιπάλων.

Επίσης είχαν διδαχτεί από τους Πέρσες μια άλλη μέθοδο, την ύψωση ενός τεχνητού λοφίσκου προσέγγισης, που έφτανε στο ύψος των τειχών. Την κλασική περίοδο έφτιαχναν ξύλινους πύργους

ΝΑΥΤΙΚΟ

Η παλαιότερη γνωστή ναυμαχία έγινε μεταξύ Κορινθίων και Κερκυραίων το 664. Ναυτικές πολεμικές επιχειρήσεις πρέπει να είχαν αρχίσει νωρίτερα, αφού πολεμικά πλοία και ναυμαχίες εικονίζονται σε αττικά αγγεία της γεωμετρικής εποχής. Μολονότι

Page 36: Αρχαία ελληνική κοινωνία

οι περισσότερες από τις μάχες αυτές φαίνεται να είναι αποβάσεις από τη θάλασσα που συναντούν αντίσταση, πρέπει καμιά φορά να συγκρούονταν και πλοία.

Τα κανονικό πλοίο της αρχαϊκής περιόδου είναι πεντηκόντορος, με 50 κωπηλάτες, 25 σε κάθε πλευρά. Τον 6ο αι επικράτησε η τριήρης. Είχε 3 σειρές κουπιά και οι κωπηλάτες της πάνω σειρά χρησιμοποιούσαν εξωτερικές υποδοχές που κρατούσαν τα κουπιά τους σε απόσταση από τα κουπιά των κάτω σειρών.Τον 4ο αι εμφανίζονται τετρήρεις και πεντήρεις που λέγεται ότι ήταν εφευρέσεις του Διονυσίου των Συρακουσών, αλλά δε διαδόθηκαν ανατολικότερα πριν από το 340/30.

Μετά τη ναυμαχία στη Σαλαμίνα οι Αθηναίοι κατασκεύαζαν πλοία ελαφρότερα, για να έχουν μεγαλύτερη ταχύτητα και ευελιξία, και απέβλεπαν τώρα όχι στο να βυθίζουν τα εχθρικά πλοία χτυπώντας τα με έμβολα, αλλά σε περίτεχνους ελιγμούς, με τους οποίους αχρήστευαν τα άλλα πλοία σπάζοντας τα κουπιά τους. Αυτή η τακτική έδωσε στην Αθήνα την κυριαρχία στη θάλασσα.

Η ανάπτυξη του στόλου ενίσχυε την πολιτική κυριαρχία των κατώτερων κοινωνικών τάξεων της Αθήνας, ρίχνοντας τη μειονότητα των ευπατριδών στα χέρια των δημαγωγών, προς τους οποίους έτρεφαν τόση αντιπάθεια και δυσπιστία.

Ο πλοίαρχος, δηλαδή ο τριήραρχος ήταν ο πραγματικός κυβερνήτης του σκάφους και των μαχητών. Όταν ο Θεμιστοκλής έφτιαξε 200 πλοία ίσως δεν ήταν εύκολο να βρεθούν 200 άξιοι τριήραρχοι. Υπήρχε μεγάλη ζήτηση για ειδικευμένο προσωπικό, δηλαδή για ανώτερα μέλη του πληρώματος, με πιο σημαντικό τον πλοηγό.

Οι κωπηλάτες δεν ήταν το ίδιο ειδικευμένοι, αλλά ήταν φρόνιμο να υπάρχει ένας πυρήνας από πραγματικά έμπειρους άντρες.

Ήταν δύσκολο να κρατηθεί ένα πλήρωμα πλοίου στον μέγιστο βαθμό απόδοσης για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Καθώς η συμμαχία αναπτυσσόταν, η Αθήνα χρησιμοποιούσε όλο και περισσότερο μη Αθηναίους κωπηλάτες και όχι αποκλειστικά από τις υπήκοες πόλεις.

Ο αριστοκράτης Κίμων ήταν ο πιο αποτελεσματικός και δημοφιλής ηγέτης στη διάρκεια του πολέμου με την Περσία και, στην πραγματικότητα ο κύριος ιδρυτής της αθηναϊκής ηγεμονίας. Ο αθηναϊκός στόλος έφτασε στο απόγειο της δύναμής του τροφοδοτούμενος από τους πόρους της Συμμαχίας. Η δυσκολία δεν ήταν στη ναυπήγηση των πλοίων, αλλά στη μισθοδοσία των 200 περίπου κωπηλατών για κάθε πλοίο.

Ωστόσο, ο ίδιος ο τρόπος ναυτικού πολέμου στον οποίο διέπρεψαν οι Αθηναίοι δεν είχε μεγάλο μέλλον. Τα πλοία που απαιτούσε η αθηναϊκή τακτική δεν ήταν κατάλληλα για άλλη χρήση, γιατί δε διέθεταν χώρο για ύπνο και μαγείρεμα, άρα έπρεπε να επιστρέφουν σε λιμάνι κάθε βράδυ, και επίσης στις ανοιχτές θάλασσες κινδύνευαν, γιατί οι κουπαστές ήταν χαμηλές. Ο βασικός προορισμός του αθηναϊκού ναυτικού ήταν απλώς να κρατά τον εχθρό μακριά από τη θάλασσα, και να πολεμά την πειρατεία, εξασφαλίζοντας τη μεταφορά βασικών προμηθειών. Επιπλέον, ο στόλος δεν μπορούσε μόνος του να καταφέρει πλήγματα που να κερδίσουν έναν πόλεμο, αλλά μπορούσε, ως ένα σημείο, να μεταφέρει πεζικές δυνάμεις σε έναν τόπο όπου δεν μπορούσαν να φτάσουν διά ξηράς.

Το εκστρατευτικό σώμα της Αθήνας που μεταφέρθηκε με μεταγωγικά σκάφη το 415 στη Σικελία ήταν ικανό να αποκρούσει οποιαδήποτε δύναμη. Καμιά άλλη εκστρατεία τόσο μεγάλη και μακρινή δεν επιχειρήθηκε έκτοτε.

ΣΤΡΑΤΟΣ – ΑΘΗΝΑ

Δεν είναι απόλυτα ξεκαθαρισμένο πώς η Αθήνα συνέβη να κατέχει ένα σύστημα τόσο κατάλληλα προσαρμοσμένο στις ανάγκες της Συμμαχίας της. Αρχικά, το στρατό τον διοικούσε ο βασιλιάς. Στην αρχαϊκή περίοδο η ανώτατη ηγεσία πέρασε στα χέρια ενός από τους κυριότερους άρχοντες που λεγόταν πολέμαρχος, «αρχηγός του πολέμου», εκλεγόταν από την αριστοκρατία, και η θητεία του διαρκούσε έναν χρόνο.Την εποχή του Κλεισθένη το σύστημα αλλάζει. Συγκροτήθηκαν 10 στρατιωτικές μονάδες, που τις διοικούσαν οι ταξίαρχοι.

Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΑ

Page 37: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Ο Κλεισθένης ο ίδιος, ή κάποιος άμεσος διάδοχος του λίγα χρόνια μετά το 507, θέσπισε ένα σώμα από 10 στρατηγούς. Εκλεγόταν 1 από κάθε φυλή, αλλά δεν ήταν απαραίτητο να διοικεί ο καθένας τη στρατιωτική μονάδα της φυλής του.

Στην πραγματικότητα αποτελούσαν ένα είδος σώματος στρατιωτικών διοικητών «από κοινού», που στέλνονταν σε επιχειρήσεις, με εντολή της εκκλησίας του δήμου, ένας ή περισσότεροι, ή και δέκα μαζί, ανάλογα με τις απαιτήσεις της συγκεκριμένης επιχείρησης που αναλάμβαναν [δεν περιοριζόταν σε επιχειρήσεις στην ξηρά, αλλά αναλάμβαναν και τη διοίκηση ναυτικών μονάδων].

Τηρούνταν κατάλογοι οπλιτών κατά φυλές, από όπου μπορούσαν να επιλέγουν κάθε φορά τον απαιτούμενο αριθμό μαχητών, και η εκκλησία του δήμου αποφάσιζε τον αριθμό των πλοίων και των στρατηγών που θα στέλνονταν στην εκστρατεία.

Οι στρατηγοί εκλέγονταν για ένα χρόνο. Το αξίωμα του στρατηγού μπορούσε να ανανεώνεται για όσο καιρό κέρδιζε την εμπιστοσύνη των συμπολιτών του. Ο Περικλής λέγεται είχε εκλεγεί 15 φορές συνέχεια. Όπως ήταν επόμενο η στρατηγία έγινε πολύ γρήγορα το κυριότερο πολιτικό αξίωμα που μπορούσε να επιδιώξει ένας φιλόδοξος Αθηναίος, και περιέλαβε και τα εκτελεστικά καθήκοντα εκτός από τα στρατιωτικά.

Η στρατηγία παρέμεινε το αποκλειστικό προνόμιο των παλαιότερων και πλουσιότερων οικογενειών, αν εξαιρέσουμε τον ταπεινής καταγωγής Κλέωνα, που έληξε με την ήττα και το θάνατό του το 422 στην Αμφίπολη. Ο αριστοκρατικός χαρακτήρας της οδηγούσε τους Αθηναίους συχνά στον πειρασμό να κατηγορούν για ανικανότητα ή προδοσία τους στρατηγούς καθώς ανήκαν σε διαφορετική κοινωνική τάξη από τη μάζα των εκλογέων. Όμως, παρά τους κινδύνους η σταδιοδρομία του στρατηγού είχε την αίγλη που ποθούσε ο Έλληνας, και η ανάληψη δημόσιων αξιωμάτων αποτελούσε ισχυρή παράδοση στις αθηναϊκές ανώτερες κοινωνικές τάξεις. Υπήρχαν αρκετές οικογένειες που μέλη τους εκλέγονταν στρατηγοί σε διαδοχικές γενιές και επί μακρό χρονικό διάστημα [βοηθητικός ρόλος στα δικαστήρια]

ΣΠΑΡΤΗ

Η Σπάρτη στην αρχή του Π.Π δεν είχε να παρουσιάσει κάτι ανάλογο. Όλοι σχεδόν οι Σπαρτιάτες πίστευαν στην παραδοσιακή τακτική τις εισβολής και της ερήμωσης, στο έργο δηλαδή του τακτικού στρατού. Για το στρατό αυτό υπήρχε μια ορισμένη ιεραρχία αξιωματικών, από τις χαμηλότερες βαθμίδες ως τους διοικητές των 6 ταξιαρχιών, που ονομάζονται μόραι. Στην κορυφή βρισκόταν ο βασιλεύς, που ήταν ο αρχιστράτηγος. Η Απέλλα αποφάσιζε ποιος από τους δύο βασιλείς θα τεθεί επικεφαλής

Σύντομα στη Σπάρτη κατά τη διάρκεια του ΠΠ έγινε κατανοητό ότι έπρεπε να συγκροτηθεί ένα άλλο είδος δύναμης, ικανής να εξασφαλίζει στρατιωτικά αποσπάσματα για μακρινή και μακροχρόνια εκστρατεία και να βρεθούν ευκολομετακίνητοι αξιωματικοί να τα διοικούν. Ήταν απαραίτητο τα στρατιωτικά σώματα να απουσιάζουν χωρίς να χρειάζεται να ασχοληθούν με τις αγροτικές εργασίες, κάτι που για τους συμμάχους των Σπαρτιατών ήταν αναγκαίο.

Χρησιμοποιήθηκαν δύο είδη στρατευμάτων : το ένα αποτελούσαν αμειβόμενοι εθελοντές, κυρίως από την Πελοπόννησο, ένα είδος ντόπιων μισθοφόρων. Ιδιαίτερα συχνό

φαινόμενο στους φτωχότερους Αρκάδες. Μεγάλοι εργοδότες μισθοφόρων ήταν οι σικελιώτες τύραννοι κατά τον 5ο και 4ο αιώνα η δεύτερη πηγή στράτευσης ήταν οι είλωτες. Οι επτακόσιοι που πήρε ο Βρασίδας [420] στον Βορρά ήταν ακόμη τυπικά δούλοι.

Απελευθερώθηκαν μόνο μετά την επιστροφή τους στη Σπάρτη, οπότε τους εγκατέστησαν σε μια πόλη που την είχε καταλάβει πρόσφατα η Σπάρτη από τους Ηλείους. Σίγουρα ήταν εκπαιδευμένοι. Την ίδια περίπου εποχή, με επίσημη, όπως φαίνεται, απόφαση του κράτους, η Σπάρτη δημιούργησε μια εντελώς νέα κοινωνική τάξη τους νεοδαμώδεις. Ο όρος σημαίνει «νέοι πολίτες», και πρόκειται για είλωτες που απελευθερώθηκαν όταν τους ενέγραψαν στους στρατιωτικούς καταλόγους. Τα επόμενα 50 χρόνια οι νεοδαμώδεις αποτελούσαν σημαντικό παράγοντα στις στρατιωτικές επιχειρήσεις της Σπάρτης. Οι νεοδαμώδεις εξαφανίζονται μετά την ήττα της Σπάρτης στα Λεύκτρα το 371.

ΑΡΜΟΣΤΕΣ

Επικεφαλής των στρατευμάτων αυτών έμπαιναν ορισμένοι αξιωματικοί, που τους έλεγαν αρμοστές και διορίζονταν ως αρχηγοί αποσπασμάτων πεζικού ή ως διοικητές φρουρών. Ήταν διαφορετικοί από τους αξιωματικούς του τακτικού στρατού, αλλά δεν γνωρίζουμε πώς διορίζονταν.

ΝΑΥΑΡΧΟΣ

Εκτός από αυτούς η Σπάρτη διέθετε και έναν ειδικευμένο ναύαρχο που διοριζόταν για ένα χρόνο. Η ύπαρξή του μαρτυρείται πολύ πριν τον ΠΠ και δείχνει ότι και σπαρτιάτικος στόλος ήταν αρκετά μεγάλος, ώστε να χρειάζεται να θεσμοθετηθεί πρόβλεψη για τη διοίκησή του. Στα πρώτα χρόνια του Πελ. Πολέμου διοικούσε αποσπάσματα πεζικών δυνάμεων, σύντομα όμως αντικαταστάθηκε από τους αρμοστές.

Προς το τέλος του πολέμου, όταν η ανατολική Ελλάδα έγινε το κύριο θέατρο των επιχειρήσεων οι ναύαρχοι ήταν μια σχεδόν ανεξάρτητη δύναμη καθώς βρίσκονταν μακριά και δεν μπορούσαν να τους ελέγχουν λεπτομερειακά. Μερικοί, όπως ο Λύσανδρος, έπαιζαν πολιτικά παιχνίδια για δικό τους λογαριασμό.

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ

Page 38: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Οι σύμμαχοι της Σπάρτης έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην έκρηξη του πολέμου εναντίον της Αθήνας.

Το βασικό πρόβλημα ήταν αν η Σπάρτη μπορούσε να προκαλέσει και να υποστηρίξει μια εξέγερση μεγάλης κλίμακας μέσα στην

αθηναϊκή συμμαχία.

Η Σπάρτη είχε συνάψει συμμαχίες και στο παρελθόν.

Η ανάπτυξη του Πελ. Συνασπισμού χρονολογείται στα μέσα του 6ου αι όταν συμμάχησε η Σπάρτη με την Τεγέα, αφού πρώτα

παραιτήθηκε από την προσπάθεια να την κατακτήσει.

Ο όρος Πελ. Συμμαχία είναι σύγχρονος, στα κείμενα συναντάμε «Η Σπάρτη και οι σύμμαχοί της» ή «οι Πελοποννήσιοι».

Στην αρχή βασιζόταν ίσως σε μια σειρά χωριστές συνθήκες με μεμονωμένες πόλεις – κράτη, όπου αναμφίβολα η Σπάρτη

αποτελούσε ήδη τον επικρατέστερο σύμμαχο.

Αλλά στα τέλη του 6ου, ίσως ως αποτέλεσμα της δυσκολίας της Σπάρτης να πείσει τους συμμάχους της να την ακολουθήσουν στην

εκστρατεία εναντίον της Αθήνας το 506, η Συμμαχία είχε ήδη αρχίσει να τηρεί στοιχειωδώς κάποιον καταστατικό χάρτη.

Αρχικά η πολιτική της Συμμαχίας έπρεπε να αποφασίζεται από την πλειοψηφία των πόλεων.

Κατά τον ΠΠ πρώτοι οι Κορίνθιοι, που είχαν παράπονα από την Αθήνα έφεραν μαζί τους στο συνέδριο έναν μεγάλο αριθμό

συμμαχικών αντιπροσωπειών. Αφότου μίλησαν στην Απέλλα, αποσύρθηκαν, για να αποφασίσουν μόνοι τους οι Σπαρτιάτες.

Όταν ψήφισαν υπέρ του πολέμου συγκάλεσαν επίσημη σύνοδο και τους έθεσαν το ερώτημα για τον πόλεμο.

Οι σύμμαχοι δεν μπορούσαν να πάρουν πολιτικές πρωτοβουλίες, παρά μόνο με ανεπίσημες παραστάσεις, όπως έκανε η Κόρινθος,

αλλά μπορούσαν να απορρίψουν μια πρόταση της Σπάρτης.

Από τη στιγμή που αποφασιζόταν κήρυξη πολέμου τη διοίκηση των δυνάμεων και όλη τη στρατηγική την ανέθεταν στην Σπάρτη.

Η Σπάρτη υποστήριζε ότι οι σύμμαχοί της, αντίθετα με τους συμμάχους της Αθήνας, διατηρούσαν την αυτονομία τους.

Η Σπάρτη εξαρτιόταν από τη στρατιωτική ισχύ των συμμάχων της [εξέγερση ειλώτων]. Συνεπώς δεν θα μπορούσε ποτέ να αφοπλίσει

τους συμμάχους της στο βαθμό που αφόπλιζε η Αθήνα τους δικούς της, και έτσι οι Πελοποννήσιοι ήταν πιο ανεξάρτητοι. Μόνο με

μια γενικότερη εξέγερση σε ευνοϊκές συνθήκες θα ήταν οι σύμμαχοι σε θέση να αντιμετωπίσουν στο πεδίο της μάχης τον τεχνικά

ανώτερο σπαρτιατικό στρατό.

Η παθητική άρνηση συνεργασίας από πλευράς συμμάχων ήταν ευκολότερη. Έτσι πχ η Ήλιδα έμεινε αμέτοχη για 2 χρόνια στον

πελ/κό πόλεμο.

Γενικά, όμως οι σύμμαχοι υποτάσσονταν και στην απαίτηση να διατηρούν ολιγαρχικά πολιτεύματα του τύπου που θεωρούσε η

Σπάρτη κατάλληλα.

Σπαρτιάτες αξιωματικοί διορίζονταν να επιβλέπουν την επιστράτευση των συμμαχικών στρατευμάτων, ακόμη και την

αγωνιστικότητά τους, αν και επίσημα είχαν τους δικούς τους στρατηγούς.

Η Σπαρτιατική Συμμαχία λειτούργησε αρμονικά όσο καιρό ο φόβος του Άργους ή της Αθήνας ένωνε τους συμμάχους υπό τη

σκέπη της Σπάρτης. Όταν η ήττα της Αθήνας αύξησε τον αριθμό των πόλεων της συμμαχίας, η Σπάρτη προτίμησε να κυβερνά παρά

να συμβουλεύεται τη συμμαχία και έτσι δυσαρέστησε τους συμμάχους της.

Η ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ – ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΔΗΛΟΥ

Ξεκίνησε κατά τρόπο εντελώς διαφορετικό, ξαφνικά στα τέλη του 478.

Page 39: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Στην πραγματικότητα επρόκειτο για κίνημα ανεξαρτησίας εναντίον της σπαρτιατικής ηγεμονίας και της αλαζονείας του σπαρτιάτη

αντιβασιλέα Παυσανία, αν και η Σπάρτη δέχτηκε τη νέα κατάσταση και προτίμησε να θεωρεί ότι ισχύει η συμμαχία της με την

Αθήνα.

Τα μέλη της αθηναϊκής συμμαχίας ορκίστηκαν «να έχουν τους ίδιους εχθρούς και φίλους» για πάντα.

Το βασικό νόημά τους ήταν να συνεχιστεί ο πόλεμος εναντίον της Περσίας.

Η Αθηναϊκή Συμμαχία διέθετε από την αρχή έναν καταστατικό χάρτη τουλάχιστο εξίσου υποτυπώδη με αυτόν που διέθετε και η

Πελοποννησιακή, και οι διαδικασίες ακολουθούσαν τις ίδιες γραμμές :

σύνοδοι των συμμάχων όπου κάθε πόλη – κράτος, μεγάλη – μικρή είχε ισότιμη ψήφο,

που συνέρχονταν στη Δήλο, όπου οι Ίωνες λάτρευαν τον Απόλλωνα.

Οι διαφορές ανάμεσα στις δύο Συμμαχίες ήταν μεγάλες και οφείλονταν κυρίως :

α] στο γεγονός ότι η Αθηναϊκή Συμμαχία αποτελούσε ναυτικό οργανισμό που χρειαζόταν χρήματα για να πληρώνει τους κωπηλάτες

του, καθώς και

β] στο ότι η Αθήνα δε χρειαζόταν όσο η Σπάρτη τα στρατεύματα των συμμάχων της, αλλά μάλλον κέρδιζε σε δύναμη αφοπλίζοντάς

τους.

Η Αθηναϊκή Εκκλησία του Δήμου ψήφιζε πάντοτε χωριστά για τα θέματα που ήταν να συζητηθούν από τη Συμμαχία και είχε προς

τη σύνοδο των συμμάχων της την ίδια σχέση που και η Σπάρτη προς τη σύνοδο των δικών της Συμμάχων.

Η δύναμη της Αθήνας ήταν ασύγκριτα μεγαλύτερη από οποιουδήποτε άλλου μέλους της Συμμαχίας.

Οι οικονομικές συνεισφορές των συμμάχων καθορίζονταν στην πρώτη φάση από τον Αθηναίο Αριστείδη, που οι αποφάσεις του

ήταν γενικής αποδοχής, και το ταμείο ήταν στα χέρια αθηναίων αξιωματούχων.

Μερικές πόλεις, που είχαν συμμετάσχει με δικούς τους άντρες και πλοία σε εκστρατείες της συμμαχίας, βαρέθηκαν αυτήν την

κατάσταση, και αντί της συμμετοχής προτίμησαν να καταβάλλουν χρηματικές εισφορές, υποτάσσοντας έτσι τον εαυτό τους

περισσότερο στη δύναμη της Αθήνας.

Άλλες αποστάτησαν και εξαναγκάστηκαν με τη βία να επιστρέψουν με λιγότερο ευνοϊκούς όρους.

Γύρω στα μέσα του 5ου αι οι διεργασίες αυτές είχαν προχωρήσει πάρα πολύ και η Συμμαχία είχε μεταβληθεί σε μια μάλλον

αυστηρά πολιτική ενότητα, την αθηναϊκή ηγεμονία.

Κάθεμιά από τις δύο συμμαχίες, σπαρτιατική και αθηναϊκή, είχε ως κεντρικό πυρήνα μια ηγετική δύναμη [ηγεμόνα] με ισχύ

δυσανάλογη προς την ισχύ των άλλων μελών της, και η ιδιάζουσα θέση του ηγεμόνα δέσποζε στην όλη δομή του οργανισμού.

Αυτό καταρχήν δεν προκαλούσε δυσφορία, όπως αποδείχτηκε κατά την ίδρυση της δεύτερης Αθηναϊκής Συμμαχίας το 378.

Β'ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ

Η Συμμαχία αυτή εγκαινιάστηκε με άφθονα προπαγανδιστικά συνθήματα και με δηλώσεις ότι η Αθήνα καταδίκαζε τις καταπιεστικές

μεθόδους του 5ου αι.

Η δεύτερη Συμμαχία του 378 περιλάμβανε μια ενδιαφέρουσα καταστατική καινοτομία, το μόνιμο συμβούλιο συμμαχικών

αντιπροσώπων, που είχε την έδρα του στην Αθήνα και υπέβαλλε τις αποφάσεις του στην αθηναϊκή εκκλησία του δήμου παράλληλα

με τις αποφάσεις της βουλής των 500.

Η Αθήνα όμως δεν παραιτήθηκε από κανένα κυριαρχικό της δικαίωμα, ούτε άλλωστε της ζητήθηκε κάτι τέτοιο.

Η Δεύτερη Αθηναϊκή Συμμαχία άρχισε να παραπαίει όταν η Σπάρτη από εχθρός έγινε σύμμαχος.

ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΦΙΛΙΠΠΟΥ

Page 40: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Η Συμμαχία της Κορίνθου που ίδρυσε ο Φίλιππος μετά τη νίκη στη Χαιρώνεια το 338, ήταν επίσης ηγεμονική συμμαχία, με τον

Φίλιππο ως ηγέτη της. Στην πραγματικότητα ήταν καθαρά ένας πολιτικός μηχανισμός για να ελέγχουν οι Μακεδόνες την Ελλάδα,

που ποτέ δεν έγινε πρόθυμα αποδεκτός.

Ο θεσμός της ηγεμονίας μπορεί να φαίνεται ως κατάλληλο μέσο που θα διευκόλυνε την ενοποίηση της Ελλάδας υπό έναν μόνο

ηγέτη, στην πραγματικότητα όμως αυτό δεν επιτεύχθηκε.

Η Σπαρτιατική Ηγεμονία λειτούργησε αρκετά αρμονικά, όσο περιοριζόταν κυρίως στα αρχικά πελοποννησιακά της μέλη, και όσο ο

φόβος του Άργους μέσα στην Πελοπόννησο ή της Αθήνας έξω από αυτήν, ένωνε τους συμμάχους υπό τη σκέπη της Σπάρτης.

Μετά τη νίκη της Σπάρτης στον ΠΠ, η Σπάρτη προτίμησε να κυβερνά παρά να συμβουλεύεται τη Συμμαχία, και με τον τρόπο αυτό,

δυσαρέστησε τους παλαιούς και τους νεοαποκτημένους συμμάχους της.

Η Δεύτερη Αθηναϊκή Συμμαχία άρχισε να παραπαίει όταν η Σπάρτη από εχθρός έγινε σύμμαχος.

Στο μεταξύ άρχισαν να επενεργούν μερικές πολιτισμικές δυνάμεις ;

1. Τον 5ο αι καμία πόλη – κράτος στη νότια Ελλάδα δεν κατέφευγε φανερά στον πόλεμο ομολογώντας ότι έχει επιθετικούς σκοπούς,

αλλά, χρησιμοποιούσε κάποιο αληθοφανές πρόσχημα αυτοάμυνας.

2. Αμυντικές Συμμαχίες για αμοιβαία προστασία έγιναν ο κανόνας.

3. Η επιθυμία των Ελλήνων του 4ου αι για «κοινή ειρήνη», που θα αγκάλιαζε όλες τις ελληνικές πόλεις και θα εγγυόταν την

αυτονομία τους, συναντούσε πάντοτε σοβαρά προβλήματα εξαιτίας των υπερβολικών απαιτήσεων της πόλης που ήταν κάθε φορά

επικρατέστερη στρατιωτικά. Η επιθυμία υπήρχε.

4. Πρόκειται ωστόσο για κίνημα που θα εξασφάλιζε την αυτονομία των πολυάριθμων ανεξάρτητων πόλεων και όχι κίνημα εθνικής

ενότητας.

Τον 4ο αιώνα οι στρατοί των πολιτών έφθειραν ο ένας τον άλλον αρχικά χωρίς να πετύχουν τίποτα σημαντικό με τους αβέβαιης

έκβασης πολέμους τους.

Η Θηβαίοι δεν έγιναν αποδεκτοί ως ηγεμόνες της Ελλάδας. Στρατιωτικά ακινητοποιήθηκαν όταν οι Φωκείς κατέλαβαν το Μαντείο

των Δελφών και χρησιμοποίησαν τους θησαυρούς τους για να προσλάβουν μισθοφόρους. Ο αναπάντεχος πλουτισμός τους δεν

κράτησε πολύ – Ιεροσυλία -

Ένα από τα μεγάλα κακά της εποχής θεωρήθηκε η αύξηση των μισθοφορικών στρατευμάτων [Η πορεία των Μυρίων]. Είναι

εντυπωσιακό το ότι στους πολέμους που εξαπέλυσε η Περσία εναντίον της Αιγύπτου από το 404 – 343 και οι δύο πλευρές

στηρίχτηκαν πάρα πολύ σε ελληνικά μισθοφορικά στρατεύματα και σε Έλληνες διοικητές.

Η Αθήνα στα μέσα του 4ου αι είχε δυσκολίες να χρηματοδοτήσει ακόμα και στρατούς πολιτών και πολλοί αξιοσέβαστοι αθηναίοι

στρατηγοί εκμισθώνουν τις υπηρεσίες τους σε εργοδότες της Ανατολής, όταν ήταν σε πολιτική δυσμένεια ή δεν έβρισκαν

ικανοποιητική απασχόληση στην πατρίδα τους.

Ξεριζωμένοι από τις πατρίδες τους αρχηγοί μισθοφόρων ίδρυσαν για τους εαυτούς τους μικρές αυτοκρατορίες, δουλεύοντας στις

υπηρεσίες βασιλέων της Θράκης. Όλα αυτά έδειχναν πως στην Ελλάδα δεν υπήρχε καμία υπόθεση που να αξίζει να πολεμήσει κανείς

γι’ αυτήν. Ο Δημοσθένης προσπαθούσε να πείσει την πόλη να αντισταθεί εναντίον της Μακεδονίας.

Η μάχη της Μαντίνειας το 362 {Σπάρτη – Θήβα} επέτεινε τη σύγχυση και την αβεβαιότητα.

Page 41: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Κεφ 9 ΠΟΛΙΤΕΥΜΑ ΚΑΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ

Δεν υπήρχε σαφής διάκριση στις εξουσίες. Οι Βουλές και οι Λαϊκές Συνελεύσεις ήταν και Δικαστήρια. Όταν δημιουργήθηκαν στην Αθήνα χωριστά δικαστήρια, τα πολυάριθμα μέλη τους συνήθως τα προσφωνούσαν σαν να αποτελούσαν συνελεύσεις του λαού. Οι εκτελεστικοί άρχοντες ήταν και δικαστές και συμμετείχαν και στο νομοθετικό έργο.

Ο χαρακτήρας του καθεστώτος μια πόλης – κράτους καθοριζόταν από τη λαϊκή συνέλευση ανάλογα με τη σύνθεσή της. Στη Δημοκρατία όλοι οι ελεύθεροι ενήλικοι άντρες είχαν το δικαίωμα να ψηφίζουν. Οι ολιγαρχικές πόλεις κράτη περιόριζαν τον αριθμό των ενεργών πολιτών, θέτοντας ως προϋπόθεση ένα είδος περιουσιακών κριτηρίων. Στη Σπάρτη ο αριθμός των ενεργών πολιτών ήταν πιο περιορισμένος. Η Σπάρτη όριζε περιουσιακά κριτήρια και κανένας δεν μπορούσε να γίνει πολίτης αν δεν περνούσε πρώτα τη σκληρότατη αγωγή στην οποία έπρεπε να υποβληθεί η σπαρτιατική νεολαία.

ΒΟΥΛΗ 5ΟΟ

Η Αθηναϊκή Βουλή των 500 που εκλέγονταν κάθε χρόνο με κλήρο ανάμεσα σε υποψήφιους που είχαν προεπιλεγεί ήταν το κατάλληλο πρότυπο για μια δημοκρατική πόλη. Στις ολιγαρχικές πόλεις υπήρχε μικρότερο και ισχυρότερο βουλευτικό σώμα.Ο πιο αρχαϊκός τύπος βουλής ήταν το σώμα των γερόντων, με ισόβιο αξίωμα, όπως η γερουσία της Σπάρτης, ή ο Άρειος Πάγος για την Αθήνα, όπου συμμετείχαν οι ανώτεροι άρχοντες όταν συμπλήρωναν το έτος της θητείας τους. Στα μέσα του 5ου αι ο Άρειος Πάγος εκδίκαζε μόνο υποθέσεις φόνου.

ΣΠΑΡΤΗ

Η Σπαρτιατική γερουσία αριθμούσε τριάντα μέλη, δηλαδή τους 2 βασιλείς και 28 άλλους που εκλέγονταν δια βοής ανάμεσα σε Σπαρτιάτες ηλικίας πάνω από 60 και παρέμεναν μέχρι το θάνατό τους. Ο αριθμός των γερουσιαστών και ο ακριβής ρόλος τους μαζί με το λαό για τη λήψη αποφάσεων είναι το θέμα ενός αρχαϊκού κειμένου που ονομάζεται Μεγάλη Ρήτρα και σώζεται από τον Πλούταρχο : η γερουσία είχε το δικαίωμα να υποβάλλει προτάσεις, αλλά η απόφαση για κάθε πρόταση εξαρτιόταν από την ψήφο του λαού την Απέλλα.

Όλα αυτά κάποιοι τα ανήγαν στις μεταρρυθμίσεις του Λυκούργου τον 9ο αι. Σήμερα, η εναλλακτική θεωρία, είναι ότι οι μεταρρυθμίσεις αυτές ανάγονται στον 7ο αι. Η μεταρρύθμιση που περιλαμβάνεται στη ρήτρα για τις αρμοδιότητες της βουλής και της λαϊκής συνέλευσης σχετίζεται με τη μεσσηνιακή επανάσταση του 7ου αι. Ο σπαρτιατικός «λαός» [ένας όρος που απέκλειε όλους τους πολυάριθμους ελεύθερους περιοίκους] ήταν περίπου 8000 σύμφωνα με τον Ηρόδοτο γύρω στο 480. Το να δοθεί πολιτική δύναμη σε ένα τόσο πολυάριθμο πλήθος ανθρώπων αποτελούσε πολύ μεγάλη παραχώρηση για τον 7ο αι. Προφανώς είχε να κάνει με τις ταραχές του 7ου αι. Η Σπάρτη όμως δε γνώρισε ποτέ τυραννία και ίσως το πέτυχε αυτό δίνοντας μερίδιο εξουσίας στην τάξη που ήταν πιθανότερο να υποστηρίξει έναν τύραννο δηλαδή στο στρατό.Η εγγύηση που δόθηκε σε μια τόσο μεγάλη παραχώρηση, όπως περιλαμβάνεται στις διατάξεις της Ρήτρας, είναι ότι η πρωτοβουλία παρέμενε στα χέρια της γερουσίας : αυτή μόνο είχε το δικαίωμα να υποβάλλει προτάσεις για έγκριση. Αυτό το σχήμα γενικεύτηκε σε όλη την Ελλάδα.

Στις ολιγαρχικές πόλεις η βουλή ή το αντίστοιχο αρμόδιο όργανο είχαν πολύ περισσότερες πολιτικές αρμοδιότητες, ενώ η προσφυγή στη λαϊκή συνέλευση ήταν λιγότερο συχνή. Στη Σπάρτη βέβαια η Απέλλα αναφέρεται αρκετά συχνά στο Θουκ και στον Ξεν. Η γερουσία ασφαλώς εξακολουθούσε το προβουλευτικό τη έργο

Η προκαταρκτική συζήτηση από τη βουλή λέγεται προβούλευσις και το σύστημα κατά το οποίο η πρωτοβουλία ανήκει στη βουλή και η τελική απόφαση στη λαϊκή συνέλευση λέγεται προβουλευτικό. Είναι πιθανό το σύστημα να εφαρμόστηκε στη Σπάρτη αρχικά τον 7ο αι και να το αντέγραψαν και οι άλλες πόλεις. Υπήρχε και μια προσθήκη στη ρήτρα, σύμφωνα με την οποία έδινε την εξουσία στη βουλή να μη λάβει υπόψη της μια «στραβή» απόφαση του λαού.[αυτό ίσχυσε μόνο στη Σπάρτη]

Επίσης, η γερουσία ήταν το σπουδαιότερο δικαστήριο στη Σπάρτη και όλες οι περιπτώσεις που συνεπάγονταν ποινές αυστηρές, όπως θάνατος, εξορία ή στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων, ήταν στην αρμοδιότητά της.

Page 42: Αρχαία ελληνική κοινωνία

ΑΘΗΝΑ

Στην Αθήνα δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι αποκλείστηκε ποτέ επίσημα από την εκκλησία του δήμου κάποια μερίδα πολιτών. Όταν ο Κύλων προσπάθησε σα γίνει τύραννος γύρω στο 632 και κατέλαβε την Ακρόπολη, ο λαός προσκλήθηκε και παροτρύνθηκε να τον πολιορκήσει εκεί. Τελικά, την υπόθεση την τελείωσαν οι άρχοντες.

Το 594 ο Σόλων συγκάλεσε την εκκλησία του δήμου σε συνεδρία, όπου εξέθεσε σε γενικές γραμμές το μεταρρυθμιστικό του πρόγραμμα. Ήταν μια επαναστατική μάλλον συνεδρία. Έκτοτε η εκκλησία του δήμου αποτέλεσε έναν παράγοντα που δεν μπορούσε να παραγνωριστεί.

Ο Σόλων συγκρότησε ένα νέο προβουλευτικό σώμα τη βουλή των 400, που είχε έργο να προετοιμάζει τα θέματα που θα εισάγονταν στην εκκλησία του Δήμου. Συνήθιζε να λέει ότι οι δύο βουλές, η παλαιά του Αρείου Πάγου και η νέα βουλή των 400 ήταν οι δύο άγκυρες του σκάφους της πολιτείας.

Πάντα βέβαια υπήρχε ο κίνδυνος ο δήμος μέσα την έξαψή του να επιβάλει μια όχι σωστή απόφαση.

Η αντιμετώπιση των δημοσίων υποθέσεων σε δύο στάδια και η μη εξάρτησή τους από μία και μόνο άμεση απόφαση, ενείχε προφανή πλεονεκτήματα. Τα πλεονεκτήματα αυξάνονταν, όσο πιο πολύπλοκές γίνονταν οι δημόσιες υποθέσεις. Στη Βουλή επίσης ήταν δυνατό να ανατεθούν και άλλες λειτουργίες, πέρα από το ρόλο στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και ψήφισης νόμων : ειδικά στην Αθήνα έγινε το κυριότερο διοικητικό όργανο

Η Αθηναϊκή Βουλή : ήταν το κυριότερο διοικητικό όργανο. Στην Αθήνα αποτελούσε πολυάριθμο σώμα. Μετά τη μεταρρύθμιση του Κλεισθένη το 507, την αποτελούσαν 500 κανονικοί πολίτες πάνω από 30 ετών, εκλεγόμενοι με κλήρο για ένα μόνο χρόνο θητείας. Μπορούσε κανείς να υπηρετήσει και δεύτερη θητεία, αλλά όχι περισσότερο. Η ιδιότητα του βουλευτή απαιτούσε πολύ χρόνο και η αμοιβή δεν ήταν πολύ μεγάλη. Οι θήτες προφανώς δεν ήταν εκλόγιμοι. Με την αύξηση του πληθυσμού της Αθήνας, προς τα τέλη του 5ου δεν πρέπει να ήταν δύσκολη η εύρεση βουλευτών από τις τρεις ανώτερες τάξεις, θα ήταν όμως δυσκολότερο αρχικά όταν καθιερώθηκε η βουλή των 500 από τον Κλεισθένη.

Η βουλή σκοπίμως δεν ήταν ένα σεβάσμιο σώμα αποτελούμενο από προνομιούχα πρόσωπα μεγάλου κύρους, αλλά μια κάθετη τομή της ίδιας της εκκλησίας του δήμου. Ήταν πολύ μεγάλη για να μπορεί να ασχολείται με υποθέσεις κάπως πολύπλοκες, εκτός αν χωριζόταν σε επιτροπές. Πολύ φυσικά εδώ κυριαρχούσε η εκκλησία του δήμου, που όταν ερχόταν η ώρα μπορεί να τροποποιούσε προτάσεις της βουλής, ή να προσαρτούσε άσχετες προσθήκες, ή ακόμα να έδινε οδηγίες στη βουλή να εισηγηθεί μια συγκεκριμένη πρόταση. Έτσι σε πολιτικά θέματα, η βουλή της κλασικής περιόδου δεν διατήρησε την πρωτοβουλία που φαίνεται να της έδινε η επίσημη θέση της.

Τα διοικητικά της όμως καθήκοντα πολλαπλασιάστηκαν και περιέλαβαν έλεγχο κάθε είδους απολογισμών των ειδικών επιτροπών – των επιστατών στα ναυπηγεία, των αξιωματούχων που ήταν υπεύθυνοι για τις γιορτές και πάμπολλων άλλων – Η πίεση της δουλειάς ήταν μεγάλη.

Ήταν χωρισμένη κατά φυλές σε 10 τμήματα με 50 μέλη το καθένα, και κάθε τμήμα η πρυτανεύουσα φυλή επιφορτιζόταν για το ένα δέκατο του έτους με την ιδιαίτερη φροντίδα των υποθέσεων του κράτους.Τον 5ο αι μια μικρή επιτροπή που προερχόταν από την πρυτανεύουσα φυλή διάλεγε καθημερινά τον πρόεδρο της βουλής ή της εκκλησίας του δήμου αν συνεδρίαζε εκείνη την ημέρα.

Στις ολιγαρχικές πόλεις η βουλή ή το αντίστοιχο αρμόδιο όργανο είχαν πολύ περισσότερες πολιτικές αρμοδιότητες, ενώ η προσφυγή στη λαϊκή συνέλευση ήταν λιγότερο συχνή. Στη Σπάρτη βέβαια η Απέλλα αναφέρεται αρκετά συχνά στο Θουκ και στον Ξεν. Η γερουσία ασφαλώς εξακολουθούσε το προβουλευτικό τη έργο.

Page 43: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Από τις σημαντικότερες αρμοδιότητες της Βουλής των 500 ήταν η κατάρτιση των προβουλευμάτων, δηλαδή των προσχέδιων νόμων που επρόκειτο να συζητηθούν και να ψηφισθούν από την Εκκλησία του δήμου (Aριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία 45.4). Παράλληλα, είχε τον έλεγχο των οικονομικών του κράτους και των θησαυρών των ιερών, ήταν υπεύθυνη για τον εξοπλισμό και για την επάνδρωση των τριήρων καθώς και για το ιππικό, ενώ βρισκόταν σε συνεχή επαφή με τους άρχοντες και με τους στρατηγούς (Aριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία 46.1, 49.1-2). Για κάθε καινούργια πρόταση που έμελλε να συζητηθεί και να ψηφιστεί από την Εκκλησία του δήμου, έπρεπε να γίνει γνωστός ο βουλευτής που είχε κάνει την εισήγηση, η πρυτανεύουσα φυλή και ο επιστάτης των πρυτάνεων, τα ονόματα των οποίων αναγράφονταν στην αρχή του ψηφίσματος. Εάν ένα ψήφισμα ήταν ανάρμοστο, τότε, σύμφωνα με τη γραφή παρανόμων, το ψήφισμα ακυρωνόταν κι ο αρχικός εισηγητής του δικαζόταν.

Κάθε μια απο τις δέκα κλεισθένειες φυλές επέλεγε από τους δήμους που της ανήκαν πενήντα προκρίτους, οι οποίοι αποτελούσαν τη Βουλή των 500. Η εξουσία τους τον 5ο αιώνα π.Χ. ήταν ετήσια, ενώ κατά τον 4ο αιώνα π.Χ. δεν μπορούσαν να θητεύσουν για δύο συνεχόμενα χρόνια ή περισσότερο από δύο φορές στη ζωή τους. Οι βουλευτές έπρεπε να είναι αθηναίοι πολίτες, να ανήκουν σε μία από τις τρεις ανώτερες οικονομικές τάξεις, των πεντακοσιομέδιμνων, των ιππέων ή των ζευγιτών, και η ηλικία τους να υπερβαίνει τα 30 χρόνια. Πριν ορκιστούν στην πρώτη συνεδρία κάθε έτους, οι νέοι βουλευτές περνούσαν από έλεγχο, τη λεγόμενη δοκιμασία, ενώ μετά το τέλος της θητείας τους λογοδοτούσαν για την ορθή άσκηση των καθηκόντων τους (εύθυνα). Είχαν ορισμένα προνόμια, όπως απαλλαγή από κάθε στρατιωτική υποχρέωση κατά τη διάρκεια της θητείας τους, ειδική θέση στα θέατρα, ασυλία, ενώ μετά τις μεταρρυθμίσεις του Περικλή (450/1 π.Χ.) έπαιρναν και βουλευτικό μισθό.

Η Βουλή συνεδρίαζε στο Βουλευτήριο κάθε μέρα, εκτός από τις γιορτές. Τη συγκαλούσε η πρυτανεύουσα φυλή, την οποία αποτελούσαν οι πενήντα βουλευτές της κάθε φυλής, με τη σειρά που αυτοί ορίζονταν μετά από κλήρωση. Οι βουλευτές κάθε φυλής γίνονταν πρυτάνεις για τριανταπέντε ή τριανταέξι ημέρες, διάστημα που αντιστοιχούσε σε έναν αττικό μήνα, ο οποίος έπαιρνε το όνομά του από την πρυτανεύουσα φυλή και ήταν ίσος προς το 1/10 του πολιτικού έτους. Οι πρυτάνεις ήταν τα πιο σημαντικά πρόσωπα της πόλης τους. Κάθε μέρα αναδείκνυαν με κλήρο τον επιστάτη των πρυτάνεων, ο οποίος με τους δεκαεπτά πρυτάνεις της μίας τριττύος (ο αριθμός αντιστοιχούσε με το 1/3 του αριθμού των πενήντα πρυτάνεων) έμεναν και σιτίζονταν στο Πρυτανείο, πιθανότατα στη Θόλο. Με τον τρόπο αυτό κάθε αθηναίος πολίτης στη διάρκεια της ζωής του θα είχε την ευκαιρία για ένα 24ωρο -από τη δύση του ηλίου της μίας ημέρας μέχρι τη δύση της επομένης- να γίνει επιστάτης των πρυτάνεων. Έτσι θα μπορούσε να ασκήσει την ανώτατη εκτελεστική εξουσία, να κρατήσει τη δημόσια σφραγίδα και τα κλειδιά των ιερών, όπου υπήρχε ο θησαυρός της πόλης και τα δημόσια αρχεία, ακόμη και να εκτελέσει χρέη προέδρου της Βουλής των 500 και της Εκκλησίας του δήμου, στην περίπτωση που θα συνέπιπτε η συνεδρία της Εκκλησίας με την ημέρα της πρυτανείας του.

Page 44: Αρχαία ελληνική κοινωνία

ΟΙ ΑΡΧΟΝΤΕΣ

Οι διάφοροι άρχοντες στις ελληνικές πόλεις εμφανίστηκαν όταν η αρχική δύναμη του βασιλιά κατακερματίστηκε ή καταργήθηκε εντελώς. Η θέση τους στο όλο σύστημα είναι παντού η ίδια και είχαν τις ίδιες περίπου αρμοδιότητες, αν και ποικίλες ονομασίες : άρχων στην Αθήνα, έφορος στη Σπάρτη, διαιτητής ή σύντροφοι των μουσικών στη Μίλητο κα. Όπως και αν τους ονόμαζαν ήταν αξιωματούχοι των αριστοκρατών, που απέκτησαν πολιτική δύναμη αφαιρώντας την από τους βασιλείς κατά τη διάρκεια των σκοτεινών αιώνων.

ΑΘΗΝΑ

Στην Αθήνα ο αρχηγός του κράτους ήταν απλώς ο άρχων ή επώνυμος άρχων [γιατί έδινε το όνομά του στο έτος]. Ο βασιλεύς τελούσε ορισμένες παραδοσιακές δημόσιες θυσίες και άλλες τελετές, αλλά εκλεγόταν κι αυτός κάθε χρόνο, και

είχε κοσμικά καθήκοντα. Ο πολέμαρχος ήταν ο αρχηγός στον πόλεμο, και όταν τον 5ο αι έχασε αυτή την αρμοδιότητα ξεχώρισε από τους άλλους

άρχοντες, γιατί ήταν αυτός με τον οποίο διαπραγματεύονταν οι αλλοδαποί. Υπήρχαν επίσης 6 θεσμοθέται, που ίσως κάποτε νομοθετούσαν, αν και κατά την παράδοση έργο τους ήταν να καταγράφουν

τους νόμους. Το σώμα των 9 αρχόντων μπορούσε να ασχολείται με τη διεκπεραίωση των περισσότερων από τις πολιτικές και διοικητικές

υποθέσεις της αρχαϊκής Αθήνας. Τις δικαστικές υποθέσεις τις κατένεμαν στα δικαστήριά τους κατά κατηγορία, ενώ έδιναν την τελική ετυμηγορία, ώσπου ο Σόλων επέτρεψε την έφεση στο δήμο.

Μετά τις μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη περιορίστηκε η επιρροή τους. Με μια άλλη μεταρρύθμιση το 487, οι άρχοντες διορίζονταν με κλήρο ανάμεσα σε υποψηφίους που πρότειναν οι φυλές. Η στρατηγία έγινε το κυριότερο μέσο για την άσκηση πολιτικής εξουσίας. Το 462 οι άρχοντες έχασαν και το ουσιαστικότερο μέρος από τη δικαστική τους εξουσία.

Έκτοτε τα αξιώματα, μολονότι διατήρησαν κάποιο κύρος και εξακολούθησαν να τα καταλαμβάνουν πολίτες των 2 ανώτερων τάξεων έπαψαν να αποτελούν το πιο επίζηλο έπαθλο στην πολιτική ζωή.Οποιοσδήποτε άρχοντας έχανε το αξίωμα του, αν η συμπεριφορά του δεν ήταν ικανοποιητική και δεν υπήρχε ιεραρχία μεταξύ τους. όλοι ανεξαιρέτως αναφέρονταν άμεσα στη βουλή και την εκκλησία του δήμου

ΒΟΙΩΤΙΑ

Εξετάζοντας τα ολιγαρχικά πολιτεύματα ενδιαφέρον παρουσιάζει το ομοσπονδιακό Σύνταγμα που υιοθέτησε οι Βοιωτική Συμμαχία το 446. Στις πόλεις της Βοιωτίας θεσπίστηκαν ομοιόμορφα ολιγαρχικά Συντάγματα με βάση περιουσιακά κριτήρια. Κάθε πόλη είχε 4 Βουλές από τις οποίες η κάθεμιά λειτουργούσε ως προβουλευτικό σώμα. Οι άλλες 3 λειτουργούσαν σε κοινή συνεδρίαση ως λαϊκή συνέλευση. Η χώρα είχε διαιρεθεί σε 11 περιοχές με 3 ή 4 πόλεις. Κάθε περιοχή εξέλεγε έναν ανώτατο άρχοντα, τον Βοιωτάρχη και 60 μέλη της ομοσπονδιακής βουλής. Οι Βοιωτάρχες είχε τον κύριο έλεγχο.

ΣΠΑΡΤΗ

Στη Σπάρτη η κατάσταση ήταν πιο περίπλοκη εξαιτίας της διατήρησης του θεσμού της κληρονομικής βασιλείας. Οι δύο βασιλείς ορκίζονταν ότι θα τηρήσουν τους νόμους, οι έφοροι εκ μέρους της πόλης, ότι θα εξασφαλίσουν τα προνόμια των βασιλέων, όσον καιρό αυτοί θα τηρούν τους όρκους τους. Το περίεργο είναι ότι οι βασιλείς διατήρησαν και νομική δικαιοδοσία εκτός από τις θρησκευτικές αρμοδιότητες, αλλά και την πραγματική ηγεσία του στρατού. Η Απέλλα αποφάσιζε ποιος από τους 2 θα ήταν ο επικεφαλής.Οι έφοροι ήταν 5 και εκλέγονταν κάθε χρόνο ανάμεσα σε ολόκληρο το σώμα των πολιτών, που αποτελούσαν και τους εκλογείς.

Είχαν μεγάλες εκτελεστικές εξουσίες, μοιράζονταν μεταξύ τους κατά κατηγορίες τις δικαστικές υποθέσεις, όπως και οι άρχοντες στην Αθήνα.

Μ’ αυτούς διαπραγματεύονταν οι ξένοι απεσταλμένοι στη Σπάρτη.

Page 45: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Αυτοί αποφάσιζαν, αν οι προτάσεις τους θα προωθούνταν στη βουλή και στη λαϊκή συνέλευση. Είχαν ευρύτατες αστυνομικές εξουσίες. Μπορούσαν να συλλάβουν ακόμα και τον ίδιο το βασιλιά. Ήταν υπεύθυνοι με ποικίλους τρόπους για τη διασφάλιση της υποταγής των ειλώτων. Όταν ήταν να εκστρατεύσει ένα στρατιωτικό σώμα, οι έφοροι αποφάσιζαν πόσες στρατεύσιμες κλάσεις πρέπει να κληθούν και

πότε πρέπει να αρχίσει η εκστρατεία. Παρακολουθούσαν τις συνελεύσεις της γερουσίας και Προέδρευαν σε συνεδριάσεις της Απέλλας, διηύθυναν τις εργασίες της και έθεταν προτάσεις προς ψηφοφορία.

Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

ΚΡΗΤΗ – ΑΠΟΙΚΙΕΣ – ΑΘΗΝΑ

Η εξέλιξη εδώ ακολούθησε παρόμοια πορεία, κατανέμοντας λειτουργίες που αρχικά ήταν συγκεντρωμένες στο πρόσωπο του βασιλιά. Αρχικά λοιπόν, ο νόμος ήταν όπως τον ερμήνευε ο βασιλιάς. Οι κρίσεις του αποτελούσαν την ορατή εξωτερίκευση της σοφίας που του είχε εμφυτεύσει ο Δίας. Οι διάδοχοί του, οι αριστοκράτες διεκδικούσαν παρόμοια θεία έμπνευση ή ασυδοσία. Φυσικά μετρούσε και το εθιμικό δίκαιο.Το πρώτο σημαντικό βήμα για την Ελλάδα ήταν να γίνει απλή καταγραφή των νόμων, άσχετα να κάποιοι πρώιμοι νόμοι ήταν αρκετά σκληροί.

ΚΡΗΤΗ

Οι πόλεις της Κρήτης ήταν γνωστές για την ευνομία τους. Οι παλαιότερες διατάξεις νόμων που χαράχτηκαν σε πέτρα προέρχονται από τη Δρήρο της Κρήτης στα τέλη του 7ου αι.

Οι ανάγκες των νέων κοινοτήτων, όπως ήταν οι αποικίες στο εξωτερικό πρέπει να ενθάρρυναν την κωδικοποίηση. Ο Ζάλευκος ο Λοκρός, στη νότια ακτή της Ιταλίας, είχε τη φήμη ότι ήταν ένα από τους πρώτους που συνέταξαν γραπτό νομοθετικό κώδικα, στα μέσα του 7ου αι.. Η νομοθεσία του είχε φήμη ότι ήταν ακριβής και πολύ αυστηρή, όπως και του Χαρώνδα από την Κατάνη.

Σύμφωνα με μια αθηναϊκή παράδοση ο Δράκων κωδικοποίησε τη νομοθεσία του στα τέλη του 7ου, οι νόμοι του όμως ήταν τόσο σκληροί, ώστε λίγο αργότερα ο Σόλων τους κατάργησε όλους εκτός από αυτόν που αφορούσε τους φόνους.

Η νομοθεσία του Σόλωνα είχε διασωθεί ολόκληρη σε ξύλινες πινακίδες, που μπορούσε να τις δει κανείς εκτεθειμένες δημόσια στην Αθήνα ως την ελληνιστική εποχή. Ήταν ένας κώδικας πραγματικά ευρύς στο περιεχόμενό του.

ΣΠΑΡΤΗ

Στη Σπάρτη δεν υπήρχε γραπτή νομοθεσία – υποτίθεται ότι ο σεβάσμιος Λυκούργος είχε απαγορέψει τους γραπτούς νόμους – και οι έφοροι απέδιδαν δικαιοσύνη με το προφορικό εθιμικό δίκαιο. Η έλλειψη ενόρκων και γραπτής νομοθεσίας εμφανίζει περισσότερα φαινόμενα κακής κρίσης σε δίκες. Ο ίδιος ο Αριστοτέλης σχολιάζει την επικινδυνότητα της ερμηνείας του εθιμικού δικαίου από πρόσωπα που ενδέχεται να είναι ανάξια.

Ο κώδικας της Γόρτυνας από την Κρήτη μας δίνει μια ιδέα για το τι προηγήθηκε του θεσμικού συστήματος της κλασικής Αθήνας. Πρόκειται για αναθεωρήσεις της ήδη υπάρχουσας νομοθεσίας. Η επιγραφή ανάγεται στα μέσα του 5ου αι αλλά η κοινωνία στην οποία αναφερόταν ήταν λιγότερο αναπτυγμένη από την κοινωνία της Αθήνας την ίδια εποχή. Η δικαιοσύνη αποδίδεται από ένα πρόσωπο που αναφέρεται απλά «ο δικαστής», χωρίς άλλες πληροφορίες.Σε άλλα μέρη της Κρήτης οι συνηθισμένοι άρχοντες ασκούσαν και δικαστικά καθήκοντα. Το πιο εντυπωσιακό είναι ότι οι νόμοι αυτοί αποτελούνται από οδηγίες που ο δικαστής έπρεπε να τις ακολουθεί μηχανικά. Υπάρχουν δύο περιπτώσεις : στη μια λέει στο δικαστή ποια ετυμηγορία και ποια ποινή αντιστοιχούν σε συγκεκριμένες περιστάσεις, που μπορεί να υπάρχουν και μάρτυρες, η άλλη περίπτωση είναι να εκδώσει ο ίδιος την απόφασή του αφού ορκιστεί. Επίσης, πριν εκδώσει την απόφασή του έπρεπε να ορκιστεί και ο ίδιος.

Επιβίωση από πρωτόγονες εποχές μπορεί επίσης να θεωρηθεί και η μεγάλη αξία που απέδιδαν στον ιερό όρκο [συνήθως με επίκληση στο θεό – προστάτη της πόλης] ότι αυτός που ορκιζόταν ήταν πρόθυμος να καταστραφεί, ο ίδιος και τα παιδιά του, αν έλεγε ψέματα. Ο όρκος αυτός εξακολούθησε να είναι σεβαστός παρά τις ψευδορκίες.

ΑΘΗΝΑ – ΕΦΙΑΛΤΗΣ

Page 46: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Στην αρχαϊκή Αθήνα τον δικαστικό μηχανισμό τον αποτελούσε η βουλή του Αρείου Πάγου, που καταγόταν από τη βουλή του βασιλιά, και τα δικαστήρια των αρχόντων. Το πρώτο ρήγμα σημειώθηκε το 594 όταν ο Σόλων επέτρεψε την προσφυγή στην εκκλησία του δήμου, που λειτουργούσε και ως δικαστήριο, ενάντια στην απόφαση ενός άρχοντα [εφετείο].

Ωστόσο, η ολομέλεια της εκκλησίας του δήμου ήταν ένα όργανο δυσκίνητο, έτσι σταδιακά συγκροτήθηκε ένα δικαστήριο χωριστό από την εκκλησία του δήμου, με την έννοια ότι τα μέλη του κατά κάποιον τρόπο εκλέγονταν από όλο το σώμα των πολιτών. Από το σύστημα αυτό οι μεταρρυθμίσεις του Εφιάλτη το 462 δημιούργησαν κάτι ουσιαστικά νέο : Η έφεση σε πολυμελέστερο δικαστήριο, τώρα γινόταν αυτόματα, και το εφετείο μεταβλήθηκε σε πρωτοδικείο. Ο άρχοντας δεν εξέδιδε πια την ετυμηγορία, αλλά διεξήγε μόνο μια προκαταρκτική ανάκριση. Έπειτα η όλη υπόθεση σφραγιζόταν και παραδινόταν στο δικαστήριο στο οποίο προέδρευε ο άρχοντας, αλλά δεν έπαιζε κάποιο ρόλο

Η ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ

Παρόμοια διαδικασία ακολουθούσαν και όταν μια υπόθεση έφτανε στο δικαστήριο από δυσαρέσκεια για μια διαιτητική απόφαση. Οι αρχαίοι έλληνες έκαναν εκτεταμένη χρήση της διαιτησίας, ιδιωτικής και δημόσιας. Στην Αθήνα από το τέλος του 5ου αι υπήρχε ένα τακτικό σώμα δημόσιων διαιτητών, οι οποίοι κληρώνονταν κάθε χρόνο ανάμεσα σε πολίτες εξήντα περίπου χρόνων, όταν δηλαδή έληγε η υποχρέωσή τους για στρατιωτική θητεία.

Σε πρώτο στάδιο τις αγωγές τις κατέθεταν σε έναν από την ομάδα αυτή των διαιτητών, προφανώς για να μην παραφορτώνονται τα δικαστήρια. Αν ο διαιτητής κατάφερνε να πείσει τους αντιδίκους να συμφωνήσουν, η υπόθεση έκλεινε, αν όχι τους άκουγε και τους δύο και έβγαζε την απόφασή του. Αν τελικά, κάποιος ήθελε να προσφύγει στο δικαστήριο, τα έγγραφα της υπόθεσης σφραγίζονταν, χωριστά του κάθε αντιδίκου, και παραδίνονταν μαζί με τη διαιτητική απόφαση εκεί.

Η ετυμηγορία εξαρτιόταν από την πλειοψηφία μεγάλου σώματος δικαστών [πάντοτε εκατοντάδες] οι οποίοι καθόριζαν και την ποινή, όταν δεν καθοριζόταν από το νόμο. Για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση οι δικαστές εκλέγονταν από ένα σύνολο 6000, που αναθεωρούνταν κάθε χρόνο. Η εκλογή γινόταν με κλήρο και σε συνδυασμό με τον μεγάλο τους αριθμό, αποτελούσε ανάμεσα σε άλλα και μέτρο προστασίας εναντίον της δωροδοκίας.

Η ΑΜΟΙΒΗ

Ο κύριος στόχος ήταν να αναθέσουν τη δικαιοσύνη στους απλούς πολίτες και καθιερώθηκε και μια μικρή αμοιβή από τον Περικλή, για να διευκολύνεται ο μέσος πολίτης να προσφέρει τις υπηρεσίες του ως δικαστής. Ο Κλέων αύξησε την αμοιβή αυτή. Η αποζημίωση αυτή είχε ως αποτέλεσμα να συμμετέχουν στα δικαστήρια και οι φτωχότεροι πολίτες. Δεν υπάρχουν όμως πολλές μαρτυρίες ότι οι φτωχοί συνωστίζονταν για να υπηρετήσουν τα δικαστήρια.Άλλες μορφές πληρωμής προκαλούσαν λιγότερα σχόλια. Βουλευτές και άρχοντες εισέπρατταν μισθό πολύ πριν το τέλος του 5ου

αι, και μόνο μετά τον Πελοποννησιακό πόλεμο καθιερώθηκε αποζημίωση για τη συμμετοχή στην εκκλησία του δήμου. Αλλιώς ήταν αδύνατο να επιτύχουν απαρτία σύμφωνα με τον Αριστοτέλη. Θα έπρεπε κανείς να είναι ακλόνητα προκατειλημμένος για να θεωρήσει τις ελάχιστες αυτές αμοιβές σοβαρή διαφθορά στα αθηναϊκά δημόσια ήθη. Η πληρωμή πάντως ήταν ευπρόσδεκτη από εκείνους που την εισέπρατταν.

ΔΗΜΟΣΙΕΣ – ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ

Υπήρχε διάκριση σε δημόσιες και ιδιωτικές υποθέσεις αλλά όχι σαφής. Δεν υπήρχε δημόσιος κατήγορος, και για τη δίωξη αδικημάτων εις βάρος του δημοσίου η Αθήνα βασιζόταν στην πρωτοβουλία των ιδιωτών. Το χειρότερο ήταν η δημιουργία μιας τάξης επαγγελματιών καταδοτών οι «συκοφάντες» περιβόητοι για τους εκβιασμούς κ τις απειλές.

Στις ιδιωτικές υποθέσεις το υλικό που έφτανε στα δικαστήρια αποτελούνταν βασικά από τις καταθέσεις που είχαν δώσει οι μάρτυρες στην προανάκριση του άρχοντα ή του διαιτητή, καθώς και από τους σχετικούς νόμους, που διαβάζονταν από τον γραμματέα, ο οποίος σταματούσε την κλεψύδρα την ώρα που τους διάβαζε.Οι αντίδικοι παρουσίαζαν οι ίδιοι την υπόθεσή τους, αλλά στην πράξη καθιερώθηκε να γράφει όσα έλεγαν κάποιος επαγγελματίας [δικανικοί λόγοι].

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ

Στον Άρειο Πάγο έμειναν οι υποθέσεις φόνου, εμπρησμού και καταστροφών των ιερών ελαιόδεντρων. Η δικαιοδοσία των δικών για φόνο ήταν σημαντική, γιατί η ιδιωτική βία υπήρξε παντού το δυσκολότερο νομικό πρόβλημα των κοινωνιών που εισέρχονταν σε ένα στάδιο πολιτισμού πιο σταθερό και εκλεπτυσμένο.

Page 47: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Ο Άρειος Πάγος της κλασικής εποχής συνεδρίαζε στο ύπαιθρο για να αποφευχθεί η παρουσία σε κλειστό χώρο κάποιου που ίσως ήταν δολοφόνος. Προέδρευε ο άρχοντας, που ονομαζόταν βασιλεύς, χωρίς το συνηθισμένο του στεφάνι. Μετά τους επίσημους όρκους, ο κατήγορος αγόρευε από την «Πέτρα της οργής» και ο κατηγορούμενος από την «Πέτρα της βίας», και ούτω καθεξής. Δε γνωρίζουμε κατά τις παλαιότερες εποχές με ποιον τρόπο ήταν κατανεμημένες οι δικαστικές αρμοδιότητες ανάμεσα στον Άρειο Πάγο και τους άρχοντες.

Υπήρχε έντονη η ευαισθησία για το μίασμα που δημιουργούσε ο φόνος. Το φαινόμενο της βεντέτας ήταν συνηθέστατο στην αρχαϊκή Ελλάδα. Ο Όμηρος περιγράφει αρκετές περιπτώσεις ηρώων που

έφευγαν διωκόμενοι, για να σωθούν από την εκδίκηση της οικογένειας του σκοτωμένου, και ζητούσαν καταφύγιο σε ένα βασιλιά που θα τους προστάτευε και θα τους εξάγνιζε.

Η ανθρωποκτονία από αμέλεια αποτελούσε υπόθεση που ρυθμιζόταν ανάμεσα στην οικογένεια του θύματος και το δράστη. Υπήρχαν και δευτερεύοντα δικαστήρια με ορισμένα γραφικά χαρακτηριστικά, όπως το δικαστήριο πλάι στη θάλασσα, όπου

ένας εξόριστος μπορούσε να απολογηθεί μέσα από πλοιάριο, λέγοντας ότι η ανθρωποκτονία που διέπραξε δεν ήταν εκούσια. Ή το δικαστήριο που δίκαζε άψυχα αντικείμενα, τα οποία είχαν προκαλέσει θάνατο από ατύχημα

Στην αρχαϊκή περίοδο είχε ήδη καθιερωθεί στην Αθήνα η αρχή ότι η βία, αποτελεί αδίκημα εις βάρος της πολιτείας, και γενικότερα ότι ο πολίτης που πίστευε ότι έχει υποστεί αδικία εις βάρος του ή εις βάρος της περιουσίας του έπρεπε να ακολουθήσει τη νόμιμη διαδικασία και να εφαρμόζεται ο νόμος και όχι η αυτοδικία.

Η ειρηνική κατοχή και μεταβίβαση περιουσίας αποτέλεσε από νωρίς μέλημα του κράτους και γι΄αυτό η πρώτη επίσημη πράξη του άρχοντα ήταν να ορκιστεί ότι κατά τη θητεία του όποιος κατείχε περιουσία θα την κατείχε με ασφάλεια.

ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ : ΑΘΗΝΑ – ΓΟΡΤΥΝΑ – ΣΠΑΡΤΗ

Οι εξελίξεις ήταν οι ίδιες περίπου παντού, θα ήταν λάθος όμως να αναζητούμε συνοχή και ενότητα στο σύστημα του αρχαίου κόσμου, αλλά υπήρξαν διαφορετικά συστήματα.Είναι δύσκολη η ερμηνεία του αθηναϊκού νόμου καθώς παρεμποδίζεται από το γεγονός ότι για κάποιο λόγο το δίκαιο δεν κατάφερε να ελκύσει την προσοχή των διανοουμένων, όπως έγινε στη Ρώμη, και η δικαστική πρακτική δεν χρειάστηκε να δημιουργήσει ένα σώμα από ειδικούς νομικούς.Γενικά θα λέγαμε ότι στην Αθήνα προτιμούσαν να εμπιστεύονται τέτοια θέματα στον κοινό νου και τον ανθρωπισμό των δικαστών. Η νομική επιστήμη είναι ίσως μια από τις θυσίες που έκανε η Αθήνα για χάρη της Δημοκρατίας. Η δυσπιστία προς τους ειδικούς και η εμπιστοσύνη στη συλλογική κρίση των κοινών ανθρώπων ήταν η ουσία της δημοκρατίας.Κανείς δεν ασκούσε εξουσία για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από όσο μπορούσε να πείθει την εκκλησία του δήμου ότι οι απόψεις του είναι σωστές. Ο πολιτικός έπρεπε να πείθει με τον προφορικό λόγο – ρητορική. Η δυσπιστία προς τους ειδικούς δεν σήμαινε προτίμηση της άγνοιας .

Δύσκολα εντοπίζονται τα πραγματικά κέντρα εξουσίας, πέρα από τη βασική αρχή ότι η απόφαση της εκκλησίας του δήμου ήταν καθοριστική. Οι στρατηγοί είχαν μερικές φορές τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν τις ένοπλες δυνάμεις σύμφωνα με σχέδια για τα οποία δε γνώριζε τίποτα η εκκλησία του δήμου. Αλλά οι ευκαιρίες που είχαν για ανεξάρτητη δράση δεν ήταν απεριόριστες, ούτε καν στον στρατιωτικό τομέα, και επιπλέον διέτρεχαν τον κίνδυνο να διωχθούν δικαστικά, αν τα σχέδιά τους δεν είχαν επιτυχία. Η θέση τους τους έδινε καταρχήν κάποια προνόμια στην επικοινωνία τους με το λαό, και δεν υπήρχε αξίωμα με μεγαλύτερη επιρροή.

ΟΙ ΔΗΜΑΓΩΓΟΙ

Υπήρχαν υποθέσεις που ήταν αδύνατο να αντιμετωπιστούν πραγματικά από μια λαϊκή συνέλευσηΥπήρχαν βέβαια οι ανεπίσημες ομάδες ανθρώπων που τους αποκαλούσαν άλλοτε «δημαγωγούς» και άλλοτε «ρήτορες»

ή αργότερα τους χαρακτήριζαν «οι συμβουλεύοντες» που φανερώνει ότι οι άνθρωποι αυτοί περισσότερο από τους απλούς πολίτες, ήταν οι κατεξοχήν «πολιτικοί της Αθήνας». Οι κίνδυνοι που διέτρεχαν οι εθελοντές αυτοί δεν ήταν μικρότεροι από τους κινδύνους των στρατηγών, γιατί η παραπλάνηση του λαού αποτελούσε επίσημη μορφή κατηγορίας στα δικαστήρια.

Ο τεράστιος όγκος των υποθέσεων που εξέταζε η εκκλησία του δήμου δεν ήταν πολύ συναρπαστικός και καθώς οι υποθέσεις πολλαπλασιάζονταν και γίνονταν πολύπλοκες ο μέσος άνθρωπος, αν και δεν ήταν πρόθυμος να εγκαταλείψει τον έλεγχο, ήταν υποχρεωμένος να στηρίζεται σε άλλους, που ήξεραν περισσότερα από αυτόν. Εξακολουθούσε σε κάποιους τομείς να εμπιστεύεται τους πλούσιους και ευγενείς. Ο πλούτος και η καταγωγή αποτελούσαν σοβαρά προσόντα για τη διεκδίκηση της στρατηγίας. Σε θέματα δημόσιας πολιτικής ήταν πολύ φυσικό να εμπιστεύεται εκείνους κυρίως που ήταν σε θέση να ισχυριστούν με τον πιο πειστικό τρόπο ότι πασχίζουν για τα συμφέροντα του λαού. Οι δημαγωγοί έπαιρναν πρωτοβουλίες σε θέματα διοίκησης και νομοθεσίας, ιδιαίτερα στις υποθέσεις της Συμμαχίας.

Η ομάδα που ορίστηκε την τελευταία δεκαετία του 5ου αι να εργαστεί για την κωδικοποίηση της αθηναϊκής νομοθεσίας είχε να αντιμετωπίσει ένα δύσκολο έργο και χρειάστηκε κάπου 10 χρόνια για να το φέρει εις πέρας. Έκτοτε η Αθήνα τηρούσε ένα κεντρικό αρχείο με το βασικό νομοθετικό κώδικα στο Μητρώον : ο ναός της φρυγικής μητέρας θεάς στην αγορά.

ΣΠΑΡΤΗ

Κάθε απόπειρα να εντοπιστούν τα κέντρα εξουσίας στη Σπάρτη αποτελεί άλλου είδους έργο.

Page 48: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Στη Σπάρτη «ο λαός» αν και ήταν ένα κλάσμα του πληθυσμού ισχυριζόταν ότι υπήρχε πολιτική ισότητα ανάμεσα στους πολίτες όση και στην Αθήνα. Όταν συζητούσαν ένα θέμα ενώπιον της σπαρτιατικής λαϊκής συνέλευσης, κάθε πολίτης είχε, θεωρητικά τουλάχιστον, το δικαίωμα να υποστηρίξει δια βοής την άποψη που ευνοούσε. Επιπλέον ισχυρίζονταν ότι είχαν πλήρη κοινωνική ισότητα, τέτοια που ήταν αδύνατο να υπήρξε ποτέ πραγματικά ειδικά μετά τη νίκη της Σπάρτης στον Π.Π.

Ονόμαζαν τους εαυτούς τους ομοίους = ίσοι, απέφευγαν να ντύνονται διαφορετικά και έτρωγαν όλοι το ίδιο λιτό γεύμα στα συσσίτια. Το γεγονός ότι μια κατηγορία γης ήταν αναπαλλοτρίωτη αποτελεί ίσως απόπειρα να διασφαλιστεί για κάθε πολίτη η κατοχή ενός ελάχιστου κλήρου γης, που θα του έδινε τη δυνατότητα να διατηρεί τη θέση του μέσα στο σύστημα. Μετά τις αναστατώσεις του 7ου αιώνα είχε καταβληθεί προσπάθεια ώστε όλο το σώμα των πολιτών να έχει τουλάχιστον μια περιουσία με κάποια υπόσταση.

Μόνιμη, πραγματική ισότητα ήταν κάτι τόσο δύσκολο, που δεν έλπιζαν κάν ότι θα το αποκτήσουν . Υπάρχουν υποψίες ότι κάποιες οικογένειες μπορούσαν ευκολότερα από άλλες να προωθούν τα γηραιότερα μέλη τους στη γερουσία. Αν μια κατηγορία γης είχε απαγορευθεί να απαλλοτριώνεται, υπήρχε και η άλλη, η ελεύθερη και αναμφίβολα υπήρχαν ανισότητες στην ιδιοκτησία της γης. Η ρητή απαγόρευση να κληροδοτείται η γη ελεύθερα με διαθήκη ή δωρεά καταργήθηκε στις αρχές του 4ου αι.

Υπήρχε και μια άλλη διάταξη που ίσχυε μέχρι τα τέλη του 5ου αι που απαγόρευε σε ιδιώτες να κατέχουν άργυρο ή χρυσό. Ατόνισε μετά τη νίκη της Σπάρτης, τότε που πολλοί Σπαρτιάτες, στη διάρκεια της θητείας τους στο εξωτερικό, είχαν συνηθίσει σε πολυτέλειες, απαγορευμένες στην πατρίδα τους.

Επίσης, η Σπάρτη διατήρησε τα βαριά σιδερένια νομίσματα της, τα οποία δεν είχαν αξία έξω από τα σύνορά της. Με το πέρασμα του χρόνου η Σπάρτη μεταμορφώθηκε προοδευτικά σε ολιγαρχία συμβατικού τύπου, όπου ο πλούτος ήταν το μόνο κριτήριο για κάθε λογής προνόμια.

Επιπλέον, στην Απέλλα της Σπάρτης επικρατούσε το ίδιο πνεύμα όπως και στο στρατό, και οι στρατιωτικές αρετές της υπακοής και του σεβασμού για την καθιερωμένη ιεραρχία εντυπώνονταν βαθιά στην ψυχή κάθε νεαρού Σπαρτιάτη, με τη βοήθεια ενός πολύπλοκου συστήματος εκπαίδευσης. Η ατμόσφαιρα της σπαρτιατικής Απέλλας ήταν οπωσδήποτε διαφορετική από της αθηναϊκής εκκλησίας του δήμου.

Επίσης, μια λεπτομέρεια που γνωρίζουμε είναι ότι ο ναύαρχος του στόλου οριζόταν για ένα χρόνο, και ότι απαγορευόταν να ασκήσει κάποιος το αξίωμα αυτό δύο φορές.Το σύστημα πρόσφερε πλεονεκτήματα στους δύο βασιλείς, οι οποίοι είχαν πολλά κοινωνικά προνόμια, όπως και οι δυνατότητές τους να υποστηρίζουν όποιον ήθελαν.

Page 49: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Κεφ 10 ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΤΑΞΕΙΣ

Αγαθόν : όταν ο Έλληνας αποκαλούσε κάποιον «αγαθό» εννοούσε κυρίως ότι ήταν γενναίος και ικανός μαχητής.Αρετή : σημαίνει ικανότητα για κάτι που ξεπερνά το συνηθισμένο. Ίσως ικανότητα για κάτι που θα έπρεπε να θεωρούμε ενάρετο, συχνά όμως για κάτι που θα έπρεπε να θεωρείται ηθικά ουδέτερο.

Οι Έλληνες είχαν την τάση να βλέπουν κάθε δραστηριότητα ως ανταγωνισμό ή δοκιμασία, ως «αγώνα» στη δική τους γλώσσα. Έχει επίσης διατυπωθεί η άποψη, που διακρίνει τον πολιτισμό της «ντροπής» από τον πολιτισμό της «ενοχής». Στην πρώτη περίπτωση οι άνθρωποι αποφεύγουν οτιδήποτε θα τους μείωνε στα μάτια των συνανθρώπων τους, στη δεύτερη αποφεύγουν οτιδήποτε θα τους δημιουργούσε αισθήματα ενοχής. Την απομάκρυνση από τον κόσμο του Ομήρου μπορεί να την υπολογίσει κανείς διαπιστώνοντας σε ποια έκταση το πρώτο είδος πολιτισμό έδωσε τη θέση του στο δεύτερο.

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Της ΝΤΡΟΠΗΣ : Στον Όμηρο η επίκληση λόγων τιμής κυριαρχεί υπεράνω όλων. Η υποχώρηση μπροστά σε συντριπτικά ανώτερη δύναμη είναι επιτρεπτή, αλλά πρέπει να γίνεται με αξιοπρέπεια, όπως κάνει το λιοντάρι, όχι το ελάφι. Στην έσχατη περίπτωση ο ήρωας πρέπει να ξαναγυρίσει στη μάχη έστω κι αν ξέρει ότι θα πεθάνει. Θάρρος και επιδεξιότητα μπορούσαν να επιδεικνύονται στον πόλεμο, στο κυνήγι και στους αθλητικούς αγώνες, αλλά επιδοκίμαζαν και άλλες αρετές, όπως την ευγένεια, την παλικαριά.

Δεν έλειπαν όμως ο ανταγωνισμός και η επίδειξη, ακόμη και φιλοξενία ήταν άμιλλα σπατάλης και ήταν τιμητικό για έναν ήρωα να έχει συγκεντρώσει στο ανάκτορό του περισσότερους θησαυρούς από κάποιον άλλο.

Οι αριστοκρατικοί κύκλοι με ευχαρίστηση περιλάμβαναν το τραγούδι στις διασκεδάσεις τους.Όλες οι πράξεις του ήρωα έπρεπε να γίνονται με το σωστό τρόπο. Ο αριστοκρατικό κώδικας συμπεριφοράς ήταν αυστηρός και περίπλοκος, καθώς ήταν διαμορφωμένος από ευγενείς που είχαν χρόνο στη διάθεσή τους [κώδικας φιλοξενίας].

Οι ήρωες ήταν άρχοντες που κατάγονταν από θεούς, και το χάσμα που τους χώριζε από τους κοινούς ανθρώπους ήταν μεγάλο.

Στην προχωρημένη εποχή της αριστοκρατίας δεν ήταν μικρότερο το χάσμα ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις. Πραγματικά, η αλλαγή από τη μοναρχία ήταν ανακατανομή δύναμης στην ανώτερη τάξη, που μάλλον μεγάλωσε την απόσταση ανάμεσα σ’ αυτήν και τις υπόλοιπες. Οι αγαπημένες ασχολίες των ευγενών ήταν οι γιορτές και τα τραγούδια, το κυνήγι και ο αθλητισμός, ενώ οι υλικές συνθήκες της καθημερινής ζωής τους είχαν αποκτήσει καινούρια πολυτέλεια.

ΓΙΟΡΤΕΣ ΚΑΙ ΑΓΩΝΕΣ

Οι μεγάλες αθλητικές και μουσικές γιορτές ήταν ίσως το πιο εντυπωσιακό δημιούργημα της ελληνικής αριστοκρατίας. Οι ολυμπιακοί αγώνες προς τιμήν του Δία, υπό την εποπτεία των Ηλείων, πιστεύεται ότι άρχισαν επίσημα τη σειρά των αριθμούμενων εορτασμών το 776. Τα Ολύμπια ήταν και θρησκευτική γιορτή και καθώς οι πόλεμοι ήταν συνεχείς, μια ιερή εκεχειρία εξασφάλιζε την αδιάλειπτη τέλεσή τους.

Τρεις ακόμα μεγάλοι πανελλήνιοι αθλητικοί αγώνες : Τα Πύθια προς τιμήν του Πύθιου Απόλλωνα στους Δελφούς. Ίσθμια προς τιμήν του Ποσειδώνα. Νέμεα στη Νεμέα, πάλι σε ιερό του Δία.

Τοπικοί αγώνες : Μεγάλα Παναθήναια – Μικρά Παναθήναια.Ο κόσμος των αθλητών της κλασικής εποχής ήταν διεθνής αριστοκρατικός κόσμος.

Page 50: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Με όλες αυτές τις γιορτές θεσμοθετήθηκε και διατηρήθηκε και την κλασική εποχή μια προσφιλής διασκέδαση της πρώιμης αριστοκρατίας. Η δόξα που συνεπαγόταν η νίκη σ’ αυτούς τους αγώνες δεν έχει παράλληλο στο δικό μας κόσμο. Οι αθηναίοι νικητές σιτίζονταν δωρεάν για όλη τους τη ζωή στο πρυτανείον, το δημαρχείο της Αθήνας. Συνήθως οι νικητές αφιέρωναν αγάλματα στο ιερό που είχαν κερδίσει τη νίκη τους. Ηνίοχος Δελφών – Πίνδαρος. Υπήρχαν και διαμαρτυρίες από μερικούς όπως ήταν ο Τυρταίος, που πίστευε ότι η υπεράσπιση της πόλης έχει μεγαλύτερη αξία από την αθλητική νίκη.

Τα άλογα ήταν το μεγάλο σύμβολο της αριστοκρατικής περηφάνιας, αλλά στη νότια Ελλάδα ήταν αδύνατον να τα συντηρεί κάποιος αν δεν είχε αρκετή έκταση γης ή χρήματα για την τροφή τους.

Το άλογο ήταν προσφιλές θέμα και στην τέχνη και το ιππικό μπορεί να μην έπαιζε σπουδαίο ρόλο στον πόλεμο , αλλά το να ανήκει κανείς σ’ αυτό συνεπαγόταν κοινωνικό γόητρο. Λάμβανε μέρος σε δημόσιες τελετές, όπως στην πομπή των Παναθηναίων. Οι αρματοδρομίες ήταν τα πιο σπουδαία αγωνίσματα και έδιναν μεγάλη ευκαιρία για επίδειξη. Οι μεγάλοι τύραννοι ανταγωνίζονταν με πάθος σ’ αυτό το άθλημα.

Οι διαγωνιζόμενοι στο σύνολό τους, προέρχονταν από την ανώτερη κοινωνική τάξη : οι θεατές που έκαναν μακρινό ταξίδι για να παρακολουθήσουν τους μεγάλους αγώνες, δεν ήταν μάλλον κοινοί άνθρωποι: η συμμετοχή των τελευταίων περιοριζόταν μάλλον στις γιορτές που γίνονταν στη δική τους πόλη.

Η κοινωνική επαφή που δημιουργούσαν οι μεγάλοι αγώνες μπορεί να ενίσχυε στους Έλληνες το αίσθημα ότι αποτελούν ενιαίο λαό, δεν μπόρεσε όμως να σταματήσει τους πολέμους μεταξύ των ελληνικών πόλεων. Οι αθλητικοί αγώνες εξακολούθησαν να αποτελούν σημαντικό στοιχείο στη ζωή των Ελλήνων σε όλη την αρχαιότητα και ήταν από τα χαρακτηριστικά του ελληνικού πολιτισμού.

Με το πέρασμα του χρόνου οι αθλητές κατέτειναν όλο και περισσότερο προς τον επαγγελματισμό.

ΠΟΙΗΣΗ

Η προσωπική λυρική ποίηση, που διαδέχτηκε το ανώνυμο έπος, γράφτηκε από και για τους ευγενείς και εκφράζει τα συναισθήματά τους. Στην κορυφή ο Αρχίλοχος ο Πάριος, η Σαπφώ [ποίηση προσωπικής ευαισθησίας[600πχ].Η χορική λυρική ποίηση που την τραγουδούσαν χορωδίες σε θρησκευτικές και τελετουργικές περιστάσεις, ανήκε στον ίδιο κόσμο γιατί οι τραγουδιστές δεν ήταν κοινοί άνθρωποι. Μας έχει σωθεί ένα μεγάλο μέρος ενός «παρθενίου» του Αλκμάνα [τέλη 7ου] για χορωδίες κοριτσιών ευγενικής καταγωγής από τη Σπάρτη.Οι ωδές του Πινδάρου για τους νικητές των αγώνων αποτελούν, δημόσια ποίηση, που γράφτηκε για ιδιώτες πελάτες.Οι παραινετικές ή προτρεπτικές ελεγείες είναι μια άλλη κατηγορία δημόσιας ποίησης. Το είδος αυτό φαίνεται ότι είχε ξεκινήσει από την ανατολική Ελλάδα με τον Καλλίνο τον Εφέσιο, ο οποίος παρακινούσε τους συμπολίτες του να αντισταθούν στις επιδρομές των Κιμμερίων τον 7ο αι. συνεχίζεται με τον Τυρταίο, που ενθαρρύνει τους Σπαρτιάτες εναντίον των Μεσσήνιων.Υπάρχουν και οι πολιτικοί στίχοι του Σόλωνα, που εκθέτει τα πολιτικά του ιδεώδη.

ΤΕΧΝΗΤόσο τα μεγάλα ταφικά αγγεία της Αθήνας στη Γεωμετρική εποχή όσο και μια μεγάλη σειρά κύπελλα, ποτήρια κα δείχνουν ότι η καλλιτεχνική αγγειοπλαστική της Ελλάδας προοριζόταν για τις ανώτερες κοινωνικές τάξεις. Τα γλυπτά έργα ήταν παραγγελίες πλούσιων πελατών. Η τέχνη είναι η τέχνη των ευγενών, στην οποία μπορούμε να δούμε την πολυποίκιλη πολυτέλεια στα τέλη του 8ου και ολόκληρο τον 7ο αι.

Page 51: Αρχαία ελληνική κοινωνία

ΟΙ ΤΥΡΑΝΝΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΙΣ

Οι τύραννοι ήταν ευγενικής καταγωγής με τις συνήθειες της τάξης τους. Με την οικονομική κάλυψη που τους πρόσφεραν οι πόροι μιας ολόκληρης πόλης έφταναν σε μια φοβερή μεγαλοπρέπεια, έχτιζαν ναούς και κρήνες, διοργάνωναν γιορτές, είχαν υπό την προστασία τους στις αυλές τους ποιητές και καλλιτέχνες. Η άλλη σημαντική αλλαγή αυτής της μεταβατικής περιόδου αφορούσε στη σύνθεση της ίδιας της ανώτερης τάξης – σε πολύ γενικές γραμμές, αλλαγή από μια κοινωνία όπου πρωταρχικό κριτήριο ήταν η καταγωγή, σε μια κοινωνία που υπολόγιζε περισσότερο τα πλούτη. Οι αρχαίες πηγές δεν απαριθμούν τους υποστηρικτές ενός τυράννου ή δεν μας λένε πώς ασκούσε καθημερινά τη διακυβέρνησή του. Μας πληροφορούν για την ηθική του, την καχυποψία και τη σκληρότητά του, την εμπιστοσύνη του στο χρήμα ή στους μισθοφόρους.Στην Αθήνα με τον Σόλωνα και την απελευθέρωση των εκτημόρων, εγκαθιδρύθηκε ένα καθεστώς μη αριστοκρατικού τύπου. Υπήρχαν αριστοκρατικές διενέξεις κατά τόπους και τελική νίκησε το κόμμα του Πεισίστρατου - μια νίκη που δεν χρειάστηκε να την εκμεταλλευτεί σκοτώνοντας ή εξορίζοντας αντιπάλους. Τους προσεταιρίσθηκε παραχωρώντας υψηλά αξιώματα, προστατευμένος από τον ιδιωτικό του στρατό. Μια ομαλή σχετικά μετάβαση.Στην Κόρινθο ο Κύψελος σκότωσε η εξόρισε τους Βακχιάδες και δήμευσε την περιουσία τους. Η αλλαγή ήταν ριζικότερη. Για την κλασική περίοδο και τη διάδοχο κατάσταση της τυραννίας δε γνωρίζουμε πολλά.

Γενικά, είναι σαφές ότι οι επαναστάσεις που οδήγησαν σε τυραννία, όπου κι αν έγιναν, ήταν κατά κάποιο τρόπο συνδεδεμένες με τη γενική αύξηση του πλούτου στην Ελλάδα. Το θέμα είναι ποια ήταν αυτή η σύνδεση. Η άνοδος μιας εμπορικής τάξης που ξεσηκώθηκε εναντίον μιας τάξης γαιοκτημόνων είναι μάλλον λάθος. Πρέπει να υποθέσουμε ότι τα εμπορικά και αγροτικά στοιχεία είχαν στενότερο δεσμό μεταξύ τους. Ασφαλώς οι μεγαλογαιοκτήμονες έπρεπε να γίνουν ως ένα βαθμό έμποροι, για να διαθέτουν το πλεόνασμα της παραγωγής τους. Η επιτυχής μερική απασχόληση ενός αγρότη με το εμπόριο του έδινε ίσως τη δυνατότητα να αγοράσει περισσότερη γη ή να απασχολήσει στη γη που κατείχε μεγαλύτερο εργατικό δυναμικό δούλων. Έτσι η θέση των ανθρώπων που δεν ήταν στον κύκλο των ευγενών βελτίωσαν τη θέση τους, ώστε να έχουν ελεύθερο χρόνο να παραπονιούνται για τον αποκλεισμό τους από την εξουσία.Είναι πιθανό οι υποστηριχτές ενός τυράννου να είναι κοινωνικά ανερχόμενοι πλούσιοι. Ειδικά στην Κόρινθο το εμπόριο ευνοούνταν λόγω του ισθμού.

Το νέο σύστημα του Σόλωνα δε λάμβανε καθόλου υπόψη του την καταγωγή [πεντακοσιομέδιμνοι, ιππείς, ζευγίτες και θήτες). Αναγνώριζε προνόμια μόνο ανάλογα με την έκταση και την παραγωγικότητα της γης ενός ενός ανθρώπου, περιόριζε τα υψηλά αξιώματα στους πλουσιώτερους, ενώ στους φτωχότερους δεν παραχωρούσε δικαιώματα, εκτός από την ψήφο στην εκκλησία του δήμου και το δικαίωμα να εκλέγονται δικαστές στα δικαστήρια. Ο χαρακτήρας της αλλαγής μαρτυρείται εύγλωττα και από την υφή των διαμαρτυριών που διατύπωναν οι στερημένοι από τα προνόμιά τους αριστοκράτες.

Η Μυτιλήνη, πλούσια πόλη συνταράχτηκε στα τέλη του 7ου από βίαιες συγκρούσεις στο εσωτερικό της αριστοκρατικής άρχουσας τάξης. Οι συγκρούσεις αυτές κατέληξαν στην εγκαθίδρυση της απόλυτης εξουσίας του Πιττακού, ανθρώπου που φημιζόταν για ηπιότητα και συγκαταλεγόταν στους «επτά σοφούς» της αρχαίας Ελλάδας. Οι κατηγορίες του αριστοκράτη Αλκαίου ήταν προσωπικής αντιπαράθεσης.

Ο Θεόγνης από τα Μέγαρα θρηνούσε στα μέσα του 6ου αι για την κυρίαρχη θέση των ανθρώπων του λαού στην πόλη του. Στους στίχους του δίνει μεγάλη έμφαση στη φθαρτική δύναμη του πλούτου.

Page 52: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Η εξαθλίωση των πραγματικά φτωχών ήταν ασφαλώς η πραγματική αφετηρία για επαναστάσεις. Οι φτωχότεροι αγρότες της Αττικής οδηγούνταν αδυσώπητα σε μια κατάσταση δουλείας και ο δικός τους αναβρασμός έφερε το Σόλωνα στην εξουσία. Εκεί που οι αριστοκράτες βρίσκονταν πολύ ψηλά, δηλαδή στη Σπάρτη και στη Θεσσαλία, οι εργάτες της γης υπέφεραν.

Αυτή που βγήκε πραγματικά κερδισμένη ήταν η τάξη λίγο χαμηλότερα από την υψηλή αριστοκρατία. Στην Αθήνα, μερικοί πλούσιοι, όχι κατανάγκην πολυάριθμοι, προστέθηκαν ως μέλη στις υψηλότερες τάξεις και οι εύποροι κτηματίες, που αποτελούσαν το στρατό των οπλιτών, κέρδισαν κάποια, αν και μικρότερη από τους πρώτους αναγνώριση. Το αποτέλεσμα ήταν η συνεχής διεύρυνση της ανώτερης τάξης. Μια τάξη που στο μέλλον θα μπορούσε να περιφρονεί όσους δεν κατάγονταν από τόσο παλιές οικογένειες ή όσους δεν είχαν καθόλου περιουσία.

ΟΠΛΙΤΕΣ

Το βαρύ πεζικό, που ο σχηματισμός του εισάγεται στα μέσα του 7ου αι, αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα σταθερότητας. Οι οπλίτες αυτοί δεν είχαν τα ιδανικά των ομηρικών ηρώων, που προτιμούσαν τις θεαματικές μονομαχίες. Αρετή ήταν η σταθερότητα στην επίθεση και στη διατήρηση της θέσης. Οι οπλίτες ήταν οι «μέσοι» άνθρωποι που, όπως λέει και ο Ευρυπίδης, έσωζαν την πόλη από τους εξτρεμιστές.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΠΑΡΤΙΑΤΩΝ

Οι μεγάλοι δεξιοτέχνες του συστήματος των οπλιτών ήταν οι αριστοκράτες ομοίοι της Σπάρτης. Η εκπαίδευση του αγοριού άρχιζε στα 7 του χρόνια και μέχρι τα 20 οι νέοι οργανώνονταν σε «αγέλες» υπό την αρχηγία ενός μεγαλύτερου νέου, και σε ομάδες που είχαν εκκεντρικά αρχαϊκά ονόματα. Η σκληρή σωματική άσκηση, η αντοχή στην πείνα, το ελαφρό ντύσιμο, η άμιλλα σε αγώνες και χορούς, η προγονική σοφία σε στίχους ή σε πεζό λόγο, όλα αυτά αποτελούσαν τη ζωή τους. Έντονη αθλητική άσκηση και για τα κορίτσια.Στο τέλος της βασικής εκπαίδευσης, οι νέοι γίνονταν δεκτοί στο στρατό, έτρωγαν όλοι μαζί στα φιδίτια και κοιμούνταν σε κοινούς θαλάμους. Ο γάμος τους γινόταν με μια τελετή μεταμφίεσης, όπου η νύφη έκοβε τα μαλλιά της και φορούσε αντρικά ρούχα. Μόνο σε μεγάλη ηλικία ο σπαρτιάτης μπορούσε να δημιουργήσει σπιτικό και να απολαύσει την οικογενειακή ζωή. Με όλα αυτά η εξασθένιση της οικογενειακής ζωής έφθανε σε επικίνδυνο σημείο. Στην Κρήτη έχουμε κι εκεί στοιχεία κοινοβιακής ζωής του ίδιου τύπου.

Η αυστηρότητα του σπαρτιατικού συστήματος, η μελετημένη συγκρότηση των ομάδων κατά ηλικία και τα άλλα παρόμοια, οι εξηγήσεις που έδιναν οι ίδιοι, όλα αυτά υποδηλώνουν ότι οι θεσμοί αυτοί στη Σπάρτη ήταν επίτηδες κλειστοί και είχαν οργανωθεί ορθολογικά για να ενισχύσουν την στρατιωτική αποτελεσματικότητα και την πολιτική σταθερότητα.

Ο σπαρτιατικός στρατός ήταν ο σταθερότερος και ο πιο επαγγελματικός σε όλη την Ελλάδα. Η μεγάλη του αρετή ήταν η πειθαρχία και η σωφροσύνη.

Η κοινωνία τους ήταν αρκετά εύθυμη τον 7ο αι, όπως φαίνεται στους στίχους του Αλκμάνα και στη λακωνική τέχνη, που ήταν δημιούργημα των περίοικων για τους σπαρτιάτες κυρίους τους. η αγγειοπλαστική εκφυλίζεται στα μισά του 6 ου αι. Υπήρχε μάλλον αρκετή ελαστικότητα μέχρι τα περσικά. Αλλά η παραγωγή εγχώριας τέχνης ή ποίησης σταμάτησε.

Το σπαρτιατικό σύστημα έδειξε σε αρκετές περιπτώσεις τις αδυναμίες του :

Στις συχνές κατηγορίες εναντίον βασιλιάδων και υψηλών αξιωματούχων για δωροδοκία και ειδικά μετά την ήττα της Αθήνας το 404.

Ο φιλόδοξος Σπαρτιάτης ήταν πειθήνιος στο περιοριστικό πλαίσιο της δικής του άκαμπτης κοινωνίας, όταν όμως βρισκόταν έξω από τη Σπάρτη έφτανε σε ενοχλητικές υπερβολές.

Επίσης η αγωγή του τον δυσκόλευε να αντιμετωπίζει διπλωματικά ανθρώπους που δεν είχαν συνηθίσει από τη νηπιακή τους ηλικία την ίδια πειθαρχία.

Ο πληθυσμός του μειωνόταν ανησυχητικά. Αυτά συνέτειναν στην αποτυχία της Σπάρτης στο εξωτερικό.

Σίγουρα υπήρχαν κοινωνικές διαφορές και μέσα στο σώμα των οπλιτών, αλλά το χάσμα που χώριζε τους πολίτες αυτούς από τους άλλους κατοίκους της Λακωνίας ήταν ασύγκριτα πιο μεγάλο. Μετά την εισδοχή των περιοίκων στο στρατό το χάσμα με αυτούς μειώθηκε.

Page 53: Αρχαία ελληνική κοινωνία

ΟΠΛΙΤΕΣ – ΑΘΗΝΑ

Στην Αθήνα είχε λιγότερη σημασία η κοινωνική διάκριση της τάξης των οπλιτών. Η πιο ευδιάκριτη διαφορά εδώ ήταν μάλλον ανάμεσα στη μεσαία τάξη και στους αληθινά πλούσιους, που συνέπιπτε περίπου με τη διαφορά ανάμεσα σε οπλίτες και ιππείς.

ΕΛΛΑΔΑ – ΑΝΑΤΟΛΗ

Η αντίθεση ανάμεσα στα πλούτη της Ανατολής και τη φτώχεια της Ελλάδας προκαλούσε κάποια σύγχυση στα μυαλά των Ελλήνων. Τους έλκυαν και ταυτόχρονα τους απωθούσαν οι ανέσεις των γειτόνων τους. δεν μπορεί να υπάρξει αμφιβολία για τον πλούτο και την πολυτέλεια των μυκηναίων αρχόντων. Όταν τα μυκηναϊκά ανάκτορα εξαφανίστηκαν οι Έλληνες αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στη σκληρή ζωή της γεωργίας. Το ακροατήριο του Ομήρου δεν διέτρεχε κανέναν κίνδυνο να διαφθαρεί από πολυτέλειες που του ήταν ελάχιστα προσιτές. Το παραδοσιακό πρότυπο λιτότητας είχε τις ρίζες του σε ένα σκληρό οικονομικό παρελθόν.

Καμιά ανησυχία δεν ήταν δυνατόν να προκληθεί πριν αρχίσουν να εισάγονται τα είδη πολυτελείας, και πριν μπορέσουν να τα μιμηθούν οι Έλληνες τεχνίτες.

Η νίκη της Ελλάδας εναντίον των Περσών το 480/79 έστρεψε την προσοχή τους στις ανέσεις της ζωής των Περσών και ενίσχυσε την πεποίθησή τους ότι ήταν ανώτεροι. Για την Αθήνα έχουμε μια απλοποιημένη, αλλά χρήσιμη εικόνα από το Θουκυδίδη. Οι συμπατριώτες του ήταν από τους πρώτους που εγκατέλειψαν τη συνήθεια να πηγαίνουν καθημερινά στη δουλειά τους οπλισμένοι και υιοθέτησαν ένα πιο πολιτισμένο τρόπο ζωής. Η Σπάρτη υιοθέτησε μια πιο απλή ενδυμασία, που δεν τόνιζε τόσο πολύ τη διαφορά μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Υπήρξε και στην Αθήνα η τάση για απλούστερη ενδυμασία μετά τους Περσικούς, αν και οι κομψοντυμένοι πρόγονοι ήταν αυτοί που συνέτριψαν τους Πέρσες. ΥΒΡΙΣ

Το πρόβλημα ξεκινά κυρίως από το θρησκευτικό συναίσθημα, ότι δηλαδή η υπερβολή σε οτιδήποτε ενδέχεται να οδηγήσει στην καταπάτηση μιας περιοχής που οι θεοί επιφυλάσσουν για τον εαυτό τους. Τίποτε δεν μπορεί να προφυλάξει τελείως τον άνθρωπο από την κακότητα των θεών, αλλά το φθόνο τους μπορεί κανείς να τον αποτρέψει αν δεν προκαλεί πολύ την προσοχή τους, αν αποφεύγει δηλαδή την ύβριν = «αλαζονεία – βία».

Η ζωή της ανώτερης τάξης στα τέλη του 5ου αι, την εποχή της γενιάς του Αλκιβιάδη φαίνεται να κυριαρχείται από ιδιαίτερα υπέρμετρη φαντασία. Εποχές παρακμής είναι δυνατό να διακρίνονται από στιλιζαρισμένη λαμπρότητα, αλλά η γεμάτη ζωντάνια και ποικιλία εκζήτηση είναι μάλλον σημάδι δυναμισμού. Δεν υπάρχει αμφισβήτηση για το δυναμισμό εκείνης της εποχής, τόσο στη διανόηση όσο και στην τέχνη και στην πολιτική. Είναι η εποχή που οι σοφιστές ταξίδευαν από πόλη σε πόλη και ισχυρίζονταν ότι διδάσκουν την πρακτική τέχνη της διακυβέρνησης, δηλαδή τη ρητορικά κυρίως κ.α. Μια κοινωνία σε εγρήγορση, παθιασμένης για διανοητικούς νεοτερισμούς. Υπήρχε και μια αντίθετη τάση , με πρότυπο τη Σπάρτη, από ανθρώπους που έδειχναν προτίμηση στις γενειάδες, είχαν συντηρητικά φρονήματα και αποτελούσαν στόχο κατηγοριών ότι δεν πλένονται συχνά και υπήρχαν και οι αθλητές και οι υπόλοιποι.

Ενδιάμεσα, βρισκόταν η πιο σοβαρή και συμβατική κατηγορία ανθρώπων, που σύχναζαν σε γεύματα, , χωρίς φιλοσοφικές συζητήσεις, με μετρημένο πιοτό και τραγούδια, είτε τα παραδοσιακά αττικά συμποτικά τραγούδια, θρησκευτικά ή πατριωτικά ή ελαφρώς ηθικολογικά, είτε τα έργα παλαιότερων ποιητών. Μπορεί, μάλιστα, να ωρμούσαν μέσα οι κωμαστές νέοι που στολισμένοι με γιρλάντες, γύριζαν ομαδικά από το ένα γλέντι στο άλλο. Στα γλέντια αυτά παρευρίσκονταν μόνο αυλητρίδες, όχι σοβαρές γυναίκες και άλλες που δεν είχαν υπόληψη, για να τη χάσουν.

Η θέση της γυναίκας ήταν στο σπίτι, και οι γυναίκες της ανώτερης τάξης δεν έβγαιναν ασυνόδευτες. Η παιδεραστία ήταν ενασχόληση νεαρών ανδρών. Αν έκαναν το ίδιο οι πιο ηλικιωμένοι, διέτρεχαν τον κίνδυνο να

θεωρηθούν γελοίοι ή ενοχλητικοί. Ο μέσος άντρας καταλάγιαζε αρκετά εύκολα στην οικογενειακή ζωή και κανείς εξοικειωμένος με την ελληνική τέχνη ή ποίηση δεν θα έτεινε να υποτιμήσει τη δύναμη της συζυγικής ή της πατρικής στοργής που ένιωθε ο μέσος Έλληνας. Όποιο αγόρι ενέδιδε εύκολα το θεωρούσαν θηλυπρεπές – μομφή σοβαρή σε μια πολεμική κοινωνία. Η αποδοκιμασία για όποιον εμπορευόταν τα κάλλη του ήταν πιο έντονη από την αποδοκιμασία για τη γυναίκα πόρνη. Ο ενεργητικός ομοφυλόφιλος δεν επέσυρε την αποδοκιμασία, αντίθετα μάλιστα μπορούσε να θεωρηθεί πιο ανδροπρεπής από κάποιον που έτρεχε πίσω από τις γυναίκες, αλλά από τον πατέρα περίμεναν να προστατεύσει το γιο του από την αποπλάνηση.

Η ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Θα ήταν παραπλανητικό αν τοποθετούσαμε τη γέννηση της αθηναϊκής δημοκρατίας μια συγκεκριμένη στιγμή. Οι μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη το 507 σημαδεύουν, όπως παρατηρεί ο Ηρόδοτος την επίσημη εμφάνιση των βασικών στοιχείων του καθεστώτος. Πρέπει όμως να θεωρήσουμε ότι συντέλεσε εξίσου :

η επίδραση που είχε η τυραννία στα θέματα χαλιναγώγησης των ευγενών της ενοποίησης της χώρας και της καλλιέργειας του αισθήματος να ενδιαφέρονται όλοι για την πολιτεία και να μην

θεωρούν ότι το ενδιαφέρον αυτό είναι προνόμιο των ευγενών, των μεγάλων οικογενειών.

Page 54: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Η ανάπτυξη της δημοκρατίας μετά το 507 ήταν μια συνεχής εξέλιξη, κάτι που είχε να κάνει με την αυξανόμενη αυτοπεποίθηση, με τη νοοτροπία των πολιτών, αλλά και με τις νομοθετικές ρυθμίσεις. Επίσης ο νέος και όλο μεγαλύτερος ρόλος του στόλου τόνωσε την αυτοπεποίθηση μιας τάξης οικονομικά ασθενέστερης από την τάξη των οπλιτών. Οι μεταρρυθμίσεις στη δικαιοσύνη από τον Εφιάλτη το 462 επισημάνθηκαν ως άλλο ορόσημο μεγάλο και οι αντίπαλοι της δημοκρατίας αργότερα μεγαλοποίησαν τα αποτελέσματα που είχε η αμοιβή της δικαστικής υπηρεσίας.

Την εποχή των Περσικών η Αθήνα είχε στρέψει όλη την προσοχή της στη διεξαγωγή του πολέμου εναντίον των Περσών στην Ασία, που απαιτούσε εξίσου ναύτες και στρατιώτες. Ο αρχηγός του στόλου ο Κίμων [γιος του Μιλτιάδη] συμβόλιζε την απουσία ανταγωνισμού ανάμεσα στις ανώτερες τάξεις και στο στόλο. Οι εσωτερικές πολιτικές αντιθέσεις αναβίωσαν μετά τους περσικούς πολέμους και άρχισε να δημιουργείται ένταση στις σχέσεις Αθήνας – Σπάρτης. Ο Εφιάλτης δολοφονήθηκε μετά τη θέσπιση των μεταρρυθμίσεών του.

Ο δημοκρατικός μηχανισμός έγινε εύκολα αποδεκτός από την ανώτερη τάξη, όσο η ίδια αποτελούσε ακόμη ολοφάνερα την άρχουσα τάξη, ασκώντας κρατική εξουσία με άρχοντες και στρατηγούς που προέρχονταν από τους κόλπους της. Η δυσαρέσκεια εντάθηκε μετά το θάνατο του Περικλή και την άνοδο στην εξουσία πολιτικών ηγετών [οι δημαγωγοί] που δεν ανήκαν στις τάξεις του κατεστημένου. Ο πρώτος και ο πιο δεινός ήταν ο δημαγωγός Κλέων.

Οι πλούσιες οικογένειες δεν έχασαν τα ερείσματά τους. Τα πλούτη και το όνομα εξακολουθούσαν να αποτελούν πολύτιμα προσόντα που βοηθούσαν στις αιρετές θέσεις. Ο τελευταίος τομέας στο οποίο θα εισβάλλουν οι επαγγελματίες ήταν ο στρατός, όπου οι γόνοι των αριστοκρατικών οικογενειών ένιωθαν μεγάλη άνεση και διεκδικούσαν το δικαίωμα να διοικούν. Το τόλμημα του Κλέωνα να γίνει στρατηγός, που κατέληξε στην ήττα και στο θάνατό του στην Αμφίπολη το 422 δεν ενθάρρυνε τη μίμηση. Τελικά, ο παραδοσιακός ρόλος της άρχουσας τάξης στα στρατιωτικά αξιώματα υποχώρησε όχι εξαιτίας των δημαγωγών, αλλά εξαιτίας της ανόδου των επαγγελματιών ηγετών μισθοφορικών σωμάτων.

Τα μεγάλα δημόσια έργα έπρεπε να γίνονται από τον αθηναϊκό λαό. Οι πλούσιοι κατέβαλαν εισφορές με άλλους τρόπους. Η άμεση φορολογία δεν ήταν ιδιαίτερα βαριά. Επιβαλλόταν με βάση

το κεφάλαιο και όχι το εισόδημα. Οι άνθρωποι με σημαντική περιουσία ήταν επίσης υπόχρεοι για τις «λειτουργίες» : τακτικές προετοιμασία χορωδιών για κάποια ετήσια γιορτή όπου έπρεπε να βρεθεί ένα χορηγός. έκτακτες : τριηραρχία [δαπάνη για τη συντήρηση και τις επισκευές του]

Τα έξοδα διέφεραν από λειτουργία σε λειτουργία και δεν γνωρίζουμε ακριβώς πόσο δυσβάσταχτες ήταν. Η λειτουργία ήταν ευκαιρία να επιδείξει κάποιος τα πλούτη και τον πατριωτισμό του, σε σημείο μερικές λειτουργίες να τις αναλαμβάνουν και εθελοντικά κάποτε. Ήταν και μια μορφή εξασφάλισης από άλλες ενοχλήσεις, γιατί ένας πλούσιος κατηγορούμενος μπορούσε να υπενθυμίσει στο δικαστήριο τα ποσά που είχε δαπανήσει σε λειτουργίες και να υποστηρίξει ότι το δικαστήριο όφειλε να τον απαλλάξει.Αντίδοσις : ανταλλαγή περιουσίας.

Η εξάσκηση στη μουσική και το χορό χρησίμευε για διάφορους τοπικούς διαγωνισμούς και άλλες γιορτές, αλλά το βασικό ενδιαφέρον στρέφεται στις διονυσιακές γιορτές στις οποίες διαγωνίζονταν οι τραγικοί και κωμικοί ποιητές. Οι απαρχές της τραγωδίας βρίσκονται στα χορικά άσματα και τους μίμους, που εκτελούνταν προς τιμήν του Διονύσου. Η κύρια γιορτή ήταν τα Μεγάλα ή Εν άστει Διονύσια που αναπτύχθηκαν τον 6ο αι αν και δεν καθιερώθηκαν από τους τυράννους. Διαγωνίζονταν οι τραγικοί και οι κωμικοί ποιητές, ενώ οι διαγωνιζόμενοι εκλέγονταν από τον επώνυμο άρχοντα, και την παράσταση τη χρηματοδοτούσαν λειτουργοί. Στις αρχές του 5ου αι έχουμε τους 3 υποκριτές και το χορό. Σώζονται 7 δράματα του Αισχύλου, 7 του Σοφοκλή και 19 του Ευρυπίδη.

Οι γιορτές στους κλασικούς χρόνους ήταν γιορτές της πόλης αμιγέστερα και πιο συνειδητά. Στα τέλη του 6 ου και στις αρχές του 5ου ο Σιμωνίδης και ο Πίνδαρος έγραφαν χορικά λυρικά ποιήματα, το ίδιο συχνά για πόλεις ως συγκροτημένες πολιτικές οντότητες, όσο και για τυράννους και άλλους ιδιώτες πάτρωνες.Η δημοκρατία ευνόησε την τραγωδία, ωστόσο το είδος αυτό δεν μπορεί να χαρακτηριστεί απλώς δημοκρατικό. Οι ίδιοι οι ποιητές ανήκαν στην ανώτερη τάξη, και ο Σοφοκλής μάλιστα είχε εκλεγεί στρατηγός.

Η μορφή είναι άκαμπτη : ένας εισαγωγικός πρόλογος, χορικά λυρικά, διάλογος. Το μόνιμο ενδιαφέρον της τραγωδίας στρέφεται σε προσωπικές συγκρούσεις, σε θέματα εξουσίας και της κατάχρησής της,

υπακοής ή ανυπακοής στη θέληση των θεών ανθρώπινου πάθους και συμφοράς. Τα πρόσωπα είναι ήρωες σε μέγεθος μεγαλύτερο από το φυσικό που εμπλέκονται σε δύσκολες καταστάσεις, στις οποίες αντιδρούν ηρωικά σύμφωνα με τον κώδικα τιμής που κληρονόμησαν από τον κόσμο του έπους. Ο μέσος άνθρωπος δεν μπορούσε να ζει σ’ αυτό το επίπεδο.

Η αρχιτεκτονική και η γλυπτική επιδιώκουν την ίδια υψηλή ηρωική έκφραση. Και οι δύο τέχνες υπηρετούσαν τους θεούς και το κράτος. Η οικιακή αρχιτεκτονική δεν ήταν σπουδαία μέχρι τον 4 ο αι. Οι μεγάλοι γλύπτες ήταν άτομα κάποιας περιωπής και ανήκαν στην κοινωνία των ευγενών [Δαίδαλος – Μίνωας]. Αντίθετα οι αγγειοπλάστες και αγγειογράφοι , καθώς και άλλοι μικροί τεχνίτες που δούλευαν για ιδιώτες πελάτες, δεν μνημονεύονται με το όνομά τους στην αρχαία γραμματεία. Αρκετοί ήταν δούλοι, μερικοί όμως ήταν σημαντικοί καλλιτέχνες.

Η γλυπτική αντλούσε τα θέματά της από το ίδιο μυθολογικό υλικό της αττικής τραγωδίας. Εξαίρεση αποτελεί η ζωφόρος του Παρθενώνα. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα κτίρια των οποίων σώζονται τμήματα πάνω στην Ακρόπολη [Ερεχθείο, Παρθενώνας, Προπύλαια] δεν δέσποζαν τόσο πολύ στο χώρο όπως σήμερα.

Page 55: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Οι δευτερεύουσες τέχνες μπορούν να μας φέρουν πιο κοντά στον μέσο άνθρωπο, και ειδικά η αγγειογραφία. Εδώ οι ποιητικές σκηνές του μύθου και της τραγωδίας εναλλάσσονται με εικόνες από την καθημερινή ζωή, το σχολείο ή το συμπόσιο ή καμιά φορά το εργαστήρι όπου κατασκεύαζαν αγγεία ή αγάλματα.

Η κωμωδία στην ακμή της στο τελευταίο τρίτο του 5ου αι ήταν μια κεφάτη διασκέδαση γεμάτη χοντροκομμένα αστεία και αισχρολογίες, με ενδιαφέρον για την πολιτική ζωή, διέθετε πνευματική ζωντάνια και υπέθετε ότι σημαντικό μέρος των θεατών θυμόταν στίχους από πρόσφατα δράματα. Στόχος της ήταν η σάτιρα και όχι να υποδείξει κάποια πολιτική γραμμή. Υπήρχε κάτι για τον καθένα, σάτιρα για όλους. Υπήρχε πάντα μια αίσθηση απόστασης ανάμεσα στον κοινό ψηφοφόρο και στην αυτοκαθιερωμένη ομάδα ρητόρων, που αποτελούσαν το μόνο είδος «κυβέρνησης» που υπήρχε. Αυτοί ήταν οι ειδικοί, που καταλάβαιναν τα θέματα, υπέβαλλαν τις προτάσεις και ασκούσαν τα αξιώματα.

Ανάμεσα στα Περσικά και τον Πελοποννησιακό πόλεμο στην Αθήνα έχουμε μια περίοδο αρμονίας κοινωνικής. Μερικά ξεσπάσματα μαζικής υστερίας φανερώνουν την κούραση που είχε επιφέρει ο πόλεμος. Γύρω στο 415 και με το

επεισόδιο του αποκεφαλισμού των Ερμών, καθώς και οι φήμες ότι είχαν διακωμωδηθεί τα Ελευσίνια μυστήρια γέμισαν το λαό με φόβο και πανικό. Η ανώτερη τάξη είχε αρχίσει να οργανώνει αντίποινα, οι μυστικές ολιγαρχικές ομάδες γνώρισαν μεγάλη άνθηση και συνετέλεσαν στην ολιγαρχία του 411. Μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 410, η αποστροφή του κόσμου ήταν σφοδρή και πολλοί από τους ενόχους εξορίστηκαν, ενώ πολλοί καταδικάστηκαν σε μερική ή ολική απώλεια των πολιτικών τους δικαιωμάτων.

Η δεύτερη ολιγαρχία του 404 απέδειξε ότι στην Αθήνα δεν υπήρχαν πολλοί εκ πεποιθήσεως ολιγαρχικοί. Η δεύτερη αποκατάσταση της δημοκρατίας το 403, ηγέτες της οποίας ήταν πολύ μετριοπαθείς άνθρωποι, άρχισε με μια αμνηστία, που θεωρείται η πρώτη του είδους. Η οικονομία ξαναπήρε πάνω της, και στο λιμάνι του Πειραιά η κίνηση ήταν μεγαλύτερη από κάθε εποχή. Η ζημιά, όμως είχε γίνει, η ένταση ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς εξακολούθησε.

Οι μόνιμες κατηγορίες εναντίον της δημοκρατίας κάνουν λόγο για διεφθαρμένους δημαγωγούς, που υποδαύλιζαν τον πόλεμο, και για κακεντρεχείς συκοφάντες, που εκβίαζαν τους πλούσιους. Οι μορφωμένοι εκδήλωναν ενωμένοι τη δυσπιστία τους για το σύστημα, που ωστόσο ήταν πολύ γερά οχυρωμένο, ώστε μετά το 404 κανείς δεν μπορούσε να υποστηρίζει ανοιχτά την ολιγαρχία. Οι επίδοξοι μεταρρυθμιστές έπρεπε να συγκαλύπτουν τα σχέδιά τους, προσποιούμενοι ότι θέλουν να επαναφέρουν τη δημοκρατία στην παλαιότερη και γνησιότερη μορφή της. Κυριότερο παράδειγμα ο Ισοκράτης.

Η κωμωδία έσβησε, η μεγάλη ποίηση τελείωσε με τον Ευριπίδη. Η γλυπτική όμως δεν είχε χάσει ακόμη τον προσανατολισμό της και η ζωγραφική ανθούσε, αλλά οι ζωγράφοι για μας είναι πια ονόματα μόνο. Η φιλοσοφία είναι πολύ ζωντανή, ενώ τα μαθηματικά και η αστρονομία σημειώνουν προόδους. Η περιγραφική ζωολογία και βοτανική της σχολής του Αριστοτέλη δείχνουν την ελληνική επιστήμη να προχωρεί προς νέα κατεύθυνση. Η συγκριτική συλλογή νόμων, εθίμων και θεσμών έδωσε νέα ώθηση στην Ιστορία. Ο λαμπρός πεζός λόγος του Πλάτωνα σταμάτησε στις αρχές του 4ου αι. Οι δικανικοί λόγοι μας δίνουν περιστασιακές πληροφορίες.

Η αθηναϊκή κοινωνία στα μέσα του 4ου αι ήταν πιο νηφάλια από ό,τι στα τέλη του 5ου . Είχε μειωθεί ο υπέρμετρος ατομικισμός, και η ριζοσπαστική αμφισβήτηση όλων των καθιερωμένων αξιών, που χαρακτήριζε τη γενιά του Ευρυπίδη και του Θουκυδίδη, κατέληξε στην υπονόμευση της απεριόριστης εκείνης εμπιστοσύνης προς την αξία της ατομικής κρίσης που προϋπόθετε η αμφισβήτηση.Ο θεωρητικός στοχασμός δε σταμάτησε, αλλά ο Αριστοτέλης μπορούσε να θεωρεί βάσιμη την υπόθεση ότι υπήρχε ευρύτερη συναίνεση μεταξύ των ευφυών και καλής θελήσεως ανθρώπων για τους σκοπούς που έπρεπε να επιδιώκει η πόλη ή το άτομο.

Page 56: Αρχαία ελληνική κοινωνία

ΘΕΟΙ ΚΑΙ ΜΑΝΤΕΙΑ

Η ποίηση και η τέχνη της αρχαίας Ελλάδας ξεχειλίζουν από την πιο μεγάλη ευλάβεια προς τα θεία. Οι δεσμοί της κοινής λατρείας διατηρούσαν το ελληνικό έθνος ενωμένο, περισσότερο από κάθε άλλον μεμονωμένο παράγοντα. Κάθε δραστηριότητά τους συνδεόταν με τη λατρεία κάποιου θεού σε τέτοιο βαθμό, ώστε, συγκριτικά, ο δικός μας πολιτισμός φαίνεται απογυμνωμένος από κάθε θρησκευτικό συναίσθημα.

Ο Ησίοδος [Θεογονία] και ο Όμηρος ήταν εκείνοι που έδωσαν στους θεούς τα ελληνικά τους ονόματα και έδωσαν μορφή στις τελετουργίες τους. στον Όμηρο οφείλουμε και την περιγραφή των δραστηριοτήτων τους.

Ο ΔΙΑΣ [ετυμολογία = ινδοευρωπαϊκή ρίζα, που σημαίνει ημέρα και ουρανός – dies]: ο αδιαφιλονίκητος βασιλιάς των θεών, πατέρας όλων, θεός του ουρανού κ των καιρικών μεταβολών, που ο κεραυνός του ήταν το έσχατο όπλο αντίστασης.

Ο ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ : ο βασιλιάς της θάλασσας, των αλόγων και των σεισμών.Ο ΑΔΗΣ : Η ΗΡΑ : θεά του γάμου και της μητρότητας, πανίσχυρη στο ΆργοςΗ ΑΘΗΝΑ : θεά της πολεμικής τέχνης, προστάτιδα των γυναικείων εργοχείρων και σύμμαχος της Ήρας εναντίον της

Τροίας, στους μεταγενέστερους χρόνους λατρεύτηκε περισσότερο.Ο ΑΠΟΛΛΩΝΑΣ : με το τόξο του, τη μουσική του, τους αλάθητους χρησμούς του, θεωρήθηκε η ενσάρκωση της πιο

αυστηρής και πνευματικής πλευράς της αρχαίας ελληνικής θρησκείας.Η ΑΡΤΕΜΗ : θεά του κυνηγιού, προστάτευε τις γεννήσεις των παιδιών.Ο ΕΡΜΗΣ : ευγενικότερος και λιγότερο φοβερός, με τα τεχνάσματά του, ο θεός των Αρκάδων ποιμένων και των ταξιδιωτών

όλου του κόσμου, ο αγγελιοφόρος των θεών και οδηγός των ψυχών στον Άδη.Ο ΑΡΗΣ : ο θεός του πολέμου, μάλλον ανόητη και ενοχλητική περίπτωσηΗ ΑΦΡΟΔΙΤΗ : η θεά του έρωταΗ ΔΗΜΗΤΡΑ : θεά της ευφορίας και των δημητριακώνΟ ΔΙΟΝΥΣΟΣ : θεός του κρασιού

Page 57: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Στην ομηρική παράδοση οι θεοί είναι δημιουργήματα φτιαγμένα κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του ανθρώπου και επιρρεπή σε αποκλειστικά ανθρώπινα πάθη. Το αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ ανθρώπων και θεών δημιουργούνταν μόνο από την Αθανασία τους και τη Δύναμή τους. θα λέγαμε ότι υπάρχει μια τάση απομυθοποίησης τους. έμοιαζαν με υπερ – αριστοκράτες, που έπαιζαν το ρόλο των ηρώων σε ένα πιο υψηλό επίπεδο.

ΤΟ ΠΑΡΑΛΟΓΟ

Ο Όμηρος αποκλείει το παράλογο, όρος με τον οποίο θα χαρακτηρίζαμε το στοιχείο που υπάρχει στις τελετές γονιμότητας, στις εκστατικές λατρείες και στη λατρεία των υποχθόνιων θεών. Όλα αυτά υπήρχαν σε αφθονία στον ελληνικό κόσμο.

Η άγρια μουσική και οι χοροί αποτελούσαν ένα άλλο μη ομηρικό στοιχείο στην τελετουργία. Υπήρχαν πολλοί ορχούμενοι ιερείς σε διάφορα μέρη : οι Κορύβαντες της φρυγικής θεάς Κυβέλης, οι Κουρήτες της Κρήτης.Η Ελευσίνα είναι ο τόπος του ομηρικού Ύμνου στη Δήμητρα του 7ου αι.

Οι τελετές για το θεό Διόνυσο ήταν ακόμη αγριότερες. Ομάδες από μαινάδες «τρελές γυναίκες» περιφέρονταν στα βουνά, κρατώντας ραβδιά στεφανωμένα με κισσό, φίδια και ελαφάκια, και έτρωγαν ωμό κρέας, που το ξέσκιζαν από το ζωντανό σώμα. Είναι δύσκολο να πούμε σε ποια έκταση συνέβαιναν αυτά στις ελληνικές πόλεις. Οι πιο εντυπωσιακές ιστορίες μιλούν για την πρώτη άφιξη του θεού στην Ελλάδα και για την αντίσταση των ανθρώπων της επίσημης εξουσίας : ο Διόνυσος τους τιμώρησε τρελαίνοντας τις γυναίκες τους. Η αντίσταση μάλλον συμβολίζει το στοιχείο εκείνο της ψυχοσύνθεσης των Ελλήνων που τους απωθούσαν τα μάτια που στριφογύριζαν μέσα στις κόγχες και τα ξέπλεκα μαλλιά και προτιμούσαν μια πιο κόσμια θρησκεία.

Ο ΥΠΟΧΘΟΝΙΟΣ ΚΟΣΜΟΣ – ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ

Ο υποχθόνιος κόσμος είναι μια διαφορετική ιστορία. Τους θεούς του δεν τους παραμελούσαν, αν και η λατρεία τους δεν είναι ιδιαίτερα εμφανής. Πολλοί θεοί του πάνω κόσμου είχαν τη χθόνια πλευρά τους και κάποια σχέση με τον κάτω κόσμο.

Η αντίληψη τους για τη μεταθανάτια ζωή παριστάνεται σωστά, σε γενικές γραμμές, στη θολή ομηρική εικόνα των άψυχων σκιών, που περιφέρουν την αχνή ύπαρξή τους στο βασίλειο του ΄Αδη. Γενικά, οι Έλληνες προσδοκούσαν να ζήσουν μόνο στη μνήμη των απογόνων τους. αυτό το στοιχείο συνέτεινε πολύ στη διαμόρφωση του ισχυρού αισθήματος ότι η οικογένεια και η λατρεία της χρειάζονται γιους για να τη συνεχίσουν.Ιδιαίτερη φροντίδα προσέφεραν στους νεκρούς τους. Η πρώτη έγνοια ήταν να γίνονται σωστά οι ταφικές τελετές. Η Ελλάδα είχε κι αυτή την αναλογία της σε φαντάσματα, που κυνηγούσαν τους επιζώντες ώσπου να γίνει σωστά η ταφή. [Πάτροκλος στον Αχιλλέα]

ΟΙ ΗΡΩΕΣ

Τη λέξη «ήρωας» δεν τη χρησιμοποιούσαν μόνο για τους αρχηγούς στην αφήγηση της Τροίας, αλλά και με θρησκευτική σημασία, η οποία μπορούσε να οριστεί στο βαθμό που το τυπικό της λατρείας ενός ήρωα διέφερε από το τυπικό της λατρείας ενός θεού. Ένας τρόπος που οδηγούσε στον εξηρωισμό ήταν τα μεγάλα κατορθώματα. Κυριότερο παράδειγμα ο Ηρακλής, του οποίου οι άθλοι ερμηνεύτηκαν ως ξεκαθάρισμα της γης από τα τέρατα για το καλό της ανθρωπότητας.

Οι ιδρυτές αποικιών δέχονταν τιμές ηρώων, όπως ο Αθηναίος Άγνων, που ίδρυσε την Αμφίπολη στη Θράκη το 537. Υπήρχαν και μικρότεροι ήρωες. Οι τοπικοί θεοί επιβίωναν πολλές φορές ως δορυφόροι ενός μεγαλύτερου θεού ή με ένα από τα τοπικά του επίθετα. Όλα τα ποτάμια ήταν θεοί, οι νύμφες λατρεύονταν ομαδικά ή ατομικά σε μικρά τοπικά ιερά, και οι θάλασσες και τα βουνά

είχαν τα δικά τους πνεύματα. Τα προγράμματα θυσιών που τελούσαν κάποιοι σύλλογοι μας δίνουν πληροφορίες.Ο πολυθεϊσμός από τη φύση του εύκολα δέχεται και ενσωματώνει νέες λατρείες, όπως τις συναντά. Στην κλασική περίοδο ενσωματώθηκαν θρησκείες από τη Θράκη, την Αίγυπτο και άλλα μέρη.

ΟΙ ΘΕΟΙ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ

Αυτό που διακρίνει τους αινιγματικούς θεούς του Ομήρου είναι το ύφος και η κοινωνική συμπεριφορά. Εδώ έχει επιχειρηθεί μια διάκριση ανάμεσα στα λόγια του ποιητή και στα λόγια των χαρακτήρων του έπους. Ο αφηγητής αναφέρεται στις ιδιότητες των θεών, οι άνθρωποι συνήθως αποδίδουν τα αισθήματα, τις πράξεις και τις σκέψεις στις θεϊκές παρεκβάσεις που τους παρωθούν ή τους εμποδίζουν. Αν είναι έτσι τότε τα ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά είναι που χρειάζονται ερμηνεία :Μια ερμηνεία είναι ότι το γένος των Ολυμπίων αντιπροσωπεύει τα ενδιαφέροντα των ίδιων των μυκηναίων ηγεμόνων, μιας αριστοκρατικής μειονότητας που την ενδιέφεραν οι πόλεμοι και τα γλέντια και δεν ήθελε να ακούει από τους ποιητές της για τη θρησκεία, όπως την ασκούσαν οι αγρότες υπήκοοί τους. Μεταξύ όμως του Ομήρου και του μυκηναϊκού κόσμου μεσολαβεί μεγάλο διάστημα.

Page 58: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Η εξήγηση πρέπει να αναζητηθεί στην εποχή του ίδιου του Ομήρου, στα αισθήματα και στις προκαταλήψεις των αριστοκρατών που κυριαρχούσαν στα τέλη των σκοτεινών χρόνων. Έχει παρατηρηθεί σωστά ότι ο Απόλλων εμφανίζεται πάντα να κυκλοφορεί στους κύκλους της ανώτερης κοινωνίας, ενώ ο Διόνυσος ήταν πολύ περισσότερο ο θεός του κοινού ανθρώπου. Ο τρόπος που παρουσιάζει τους θεούς ο Όμηρος αντιπροσωπεύει μια συνεχή τάση του πνεύματος των ανθρώπων της μορφωμένης και καλλιεργημένης ανώτερης τάξης. Ο κοινός άνθρωπος εδώ, όπως και αλλού, αποδεχόταν τις ιδέες της ανώτερης τάξης ως σωστές και πρέπουσες. Εξακολουθούσε όμως να λατρεύει τους δικούς του θεούς και αναμφίβολα επινοούσε μύθους για τι δική του ζωή.

Οι θεοί ενδιαφέρονται πολύ για την τιμή τους. Ο Δίας παρουσιάζεται ως προστάτης των ζητιάνων και των ικετών. Αργότερα στις τραγωδίες θα υπάρξει αμφισβήτηση για τη δικαιοσύνη των θεών. Ο Επίκουρος θα υποστηρίξει ότι οι θεοί δεν ενδιαφέρονται καθόλου για τους ανθρώπους.

ΟΙ ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΛΑΤΡΕΙΕΣ

Βρισκόταν υπό τον έλεγχο των αριστοκρατών, γιατί ήταν μέρος των γενικών αρμοδιοτήτων τους να ξέρουν κάθε φορά τη σωστή τελετή και τη διευθύνουν. Το κράτος μπορούσε να αναλαμβάνει λατρείες και να τις συντηρεί, αλλά κάποια συγκεκριμένη τελετή μπορούσε να βρίσκεται ακόμα στα χέρια ενός γένους. Για τις τελετές της Ελευσίνας φρόντιζε το αθηναϊκό κράτος, αλλά οι επικεφαλής των τελετουργιών προέρχονται από μεγάλα γένη, τους Ευμολπίδες και τους Κήρυκες.

Επίσης από την αριστοκρατία προέρχονταν οι εξηγηταί, οι επίσημοι ερμηνευτές των μυστηρίων.Η ιδέα ότι το κράτος βρίσκεται υπό την προστασία μιας ιδιαίτερης θεότητας ήταν παμπάλαιη και ίσως κάποιες λατρείες

διευρύνθηκαν σκόπιμα από τυράννους. Η ανέγερση μεγάλων ναών ήταν ένα ακόμη χαρακτηριστικό της πολιτικής τους.

ΟΙ ΝΑΟΙ

Οι ναοί ήταν οι οίκοι των θεών τους, όχι τόποι λατρείας όπου συγκεντρώνονταν οι πιστοί και στην αρχή δεν ήταν εντυπωσιακοί. Αρχικά πλινθόκτιστοι, καλαμωτές στέγες, απλός πρόναος. Λιθόχτιστοι άρχισαν από το 700 και μετά.Η λατρεία γινόταν στο ύπαιθρο, οι θυσίες σε ένα βωμό μπροστά στο ναό και πριν οι επίσημες λιτανείες. Τα ιερατικά αξιώματα, ή ορισμένα τελετουργικά καθήκοντα, μπορούσε να είναι κληρονομικά σε μερικά γένη ή οικογένειες, αλλά απασχολούσαν μερικό χρόνο και δεν απομόνωναν από άλλες δραστηριότητες. Σε πολλές περιπτώσεις, ένας άνθρωπος τελούσε ο ίδιος τις θυσίες του . Στις ιδιωτικές θυσίες ο άνθρωπος επιζητούσε προσωπική επικοινωνία με τη θεότητα. Οι περισσότεροι άνθρωποι ένιωθαν ιδιαίτερη σχέση με έναν ορισμένο θεό. Ένα γεύμα με κρέας σήμαινε συνήθως θυσία. Οι μεγάλες θυσίες στις μεγάλες γιορτές ήταν δημόσια γεύματα.Οι λατρείες κλειστών ομάδων, όπως της φρατρίας ή του δήμου, προϋπέθεταν ενεργή συμμετοχή των οικογενειών που έπαιρναν μέρος. Τα ελευσίνια μυστήρια, ουσιαστικά η λατρεία της Δήμητρας και της κόρης της, με τον Ίακχο [Βάκχος], ως ισότιμο του Διονύσου, επέτρεπαν μύηση σε όλους, ελεύθερους και δούλους. Εδώ το ασυνήθιστο κτίσμα που λεγόταν «αίθουσα μύησης» ήταν, τόπος συγκέντρωσης των πιστών. Οι μυημένοι ήταν πολλοί και μετά δε διαχώριζαν τη θέση τους από τη λατρεία άλλων θεών.Οι ορφικές δοξασίες ήταν πιο σκοτεινές. Υπήρχαν κείμενα που απέδιδαν στον Ορφέα ή στους οπαδούς του και διακήρυσσαν έναν ασκητικό τρόπο ζωής, μια διδασκαλία για μετενσάρκωση που τελειωνόταν με κάθαρση της ψυχής και ανάπαυση της σε κάποιο είδος παραδείσου, κα.

Και ο ορφισμός και ο πυθαγορισμός ήταν μάλλον εκκεντρικότητες της ανώτερης τάξης και όχι μέσο παρηγοριάς των φτωχών για την επίγεια ζωή.

Διαπιστώνουμε έξαρση του σκεπτικισμού στα τέλη του 5ου αι, παράλληλη με τον ηθικό σχετικισμό που διακήρυσσαν μερικοί σοφιστές. Πραγματική ανησυχία φαίνεται να προκαλούσε αφενός το γεγονός ότι τις φυσικές ερμηνείες για την κίνηση των ουράνιων σωμάτων τις φοβούνταν ως αθεϊστικές, και αφετέρου ότι τις φιλοσοφικές διδασκαλίες για τη φύση του θείου τις θεωρούσαν απόπειρες να υποκατασταθεί η παλιά θεότητα με ένα νέο είδος. Ο Ξενοφών και ο Πλάτων ήταν οπαδοί της ορθόδοξης θρησκείας και ο Σωκράτης ακολουθούσε τις παραδοσιακές θρησκευτικές παραδόσεις.

Εξακολουθούσαν να υπάρχουν πολλοί ιδιωτικοί θρησκευτικοί σύλλογοι, άλλοι αφοσιωμένοι στους ορθόδοξους ελληνικούς θεούς και άλλοι σε θρακικές ή αιγυπτιακές ή ανατολικές θεότητες.Από καιρό σε καιρό εισάγονταν επίσημα λατρείες ξένων θεών πχ η λατρεία της θρακιώτισσας θεάς Βενδίδας. Επίσης, ομάδες ξένων που έμεναν στην Αθήνα μπορούσαν να πάρουν άδεια να εγκαθιδρύσουν δική τους λατρεία. Η άδεια ήταν απαραίτητη, γιατί οι ξένοι δεν είχαν το δικαίωμα να κατέχουν ιδιόκτητη γη, όπου να χτίσουν ιερό. Ειδικά προς τα τέλη του 4ου αι συναντάμε πολλές λίθινες επιγραφές στην Αθήνα, που τις είχαν στείλει θρησκευτικές οργανώσεις για να τιμήσουν ξενόφερτους θεούς. Δεν πρόκειται όμως για κάποια αλλαγή του θρησκευτικού συναισθήματος.

ΤΑ ΜΑΝΤΕΙΑ

Page 59: Αρχαία ελληνική κοινωνία

Τα μαντεία ανήκαν στη δικαιοδοσία του Απόλλωνα και εξέφραζαν, αποκλείοντας κάθε πιθανότητα λάθους ή απάτης, τη βούληση του πατέρα του, του Δία. Το πιο φημισμένο ήταν το Μαντείο των Δελφών, με την εξαιρετικά εντυπωσιακή θέση του κάτω από τους χαμηλότερους κρημνούς του Παρνασσού, ο κυριότερος θρησκευτικός πόλος έλξης της ηπειρωτικής Ελλάδας.

Η φήμη του αρχίζει να απλώνεται πανελλήνια τον 8ο αι [αποικίες]. Ο Ιερός Πόλεμος στις αρχές του 6ου φαίνεται ότι υπήρξε αγώνας για να περιέλθει στα κατάλληλα χέρια η κυριαρχία του μαντείου, το οποίο είχε ήδη μεγάλη επιρροή.

Η προβολή του και η περιβολή του με καθολικό σεβασμό εδραιώθηκαν τον 5ο αι.Οι χρησμοί δίνονταν από την Πυθία, σε κατάσταση έκστασης, αλλά την επίσημη απάντηση την έδιναν γραπτώς στα χέρια

εκείνου που ζητούσε το χρησμό του μαντείου άντρες ιερείς, οι οποίοι μπορούμε να υποθέσουμε ότι επεξεργάζονταν κατάλληλα τη σχετικά ασαφή απάντηση της Πυθίας, ώστε να πάρει κατανοητή μορφή – στις σπουδαιότερες περιπτώσεις την έγραφαν σε εξάμετρους στίχους.

Μεταγενέστερες πηγές υποστηρίζουν ότι ο τρίποδας στον οποίο καθόταν η Πυθία ήταν τοποθετημένος πάνω από μια σχισμή του εδάφους, απ’ όπου έβγαιναν μεθυστικοί ατμοί. Ωστόσο, δεν υπάρχει τέτοια σχισμή στο έδαφος και αποκλείεται να έβγαιναν ατμοί, εξαιτίας της γεωλογικής σύστασης της περιοχής. Ούτε μπορεί να ταχθεί κανείς με την άποψη ότι η ίδια η Πυθία μεθούσε καίγοντας ή μασώντας φύλλα δάφνης.

Η έκσταση πρέπει να θεωρηθεί γνήσια, κάτι σαν αυτό που συμβαίνει με τα σημερινά μέντιουμ. Την έκσταση την υποβοηθούσε η ιεροτελεστία και η αυθυποβολή της Πυθίας καθώς περίμενε τη θεοληψία.

Η υποψία για συνειδητή απάτη πρέπει να βαρύνει το αντρικό προσωπικό του μαντείου, που είχε τη δυνατότητα να τροποποιεί τους χρησμούς. Χωρίς αμφιβολία, μερικοί από τους σωζόμενους χρησμούς κατασκευάστηκαν, εξολοκλήρου ή εν μέρει, ύστερα από τη συγκεκριμένη έκβαση, για να λαμπρύνουν περισσότερο την αίγλη του Απόλλωνα. Αλλά, μολονότι η πίστη μπορεί να είναι πολύ συγκαταβατική, θα ήταν δύσκολο να επιζεί τόσους αιώνες συνειδητή απάτη σε τόσο μεγάλη κλίμακα, κι αν ακόμη δεν λάβουμε υπόψη τα αισθήματα των ίδιων των ιερέων. Είναι προτιμότερο να υποθέσουμε ότι οι περισσότερες απαντήσεις δίνονταν με καλή πίστη. Βοηθούσε βέβαια και η παράδοση των διφορούμενων χρησμών : «αν ο Κροίσος διαβεί τον ποταμό Άλυ, θα καταστρέψει μεγάλο κράτος».

Πολλές από τις ερωτήσεις αφορούσαν τελετουργικές οδηγίες, που δεν επιδέχονταν επαλήθευση ή διάψευση. Επίσης, σε πολλές περιπτώσεις, όποιος ζητούσε χρησμό – πόλη ή άτομο – είχε επεξεργαστεί το ζητούμενο από πριν και το έφερνε απλώς στο μαντείο για να το εγκρίνει ή να το απορρίψει. Αν η έγκρισή του δεν είχε ευτυχή έκβαση, μπορούσε εύκολα να υποστηριχτεί ότι το ίδιο πρόσωπο που ζητούσε χρησμό ήταν υπαίτιο της αποτυχίας.

Είναι αμφίβολο αν θα μπορούσε να παραμείνει σε λειτουργία το μαντείο, αν δεν είχε στο ενεργητικό του αξιόλογο αριθμό προβλέψεων που μπορούσαν, χωρίς να χρειάζονται και πολλή υπεράσπιση, να θεωρηθούν επιτυχημένες. Η προδιάθεση που έχουν οι άνθρωποι να πιστεύουν ήταν, φυσικά, σημαντικός παράγοντας σε όλη αυτή την υπόθεση.

Οι Δελφοί ανήκαν, από δική τους επιλογή, στις δυνάμεις της αρχαίας ελληνικής ζωής που συμβούλευαν μετριοπάθεια, όπως φαίνεται τόσο από τις ιστορίες αυτές όσο και από τα δύο περίφημα ρυτά, που είχαν χαραχτεί στους τοίχους του ναού :«γνωθι σαυτόν» και «μηδέν άγαν».

Οι Δελφοί λειτουργούσαν υπό τη διαχείριση ενός σώματος που λεγόταν αμφικτιονία, στην κυριολεξία «οι γύρω κάτοικοι» - υπήρχαν και άλλες αμφικτιονίες στην Ελλάδα, λιγότερες φημισμένες από τη δελφική. Στην αρχή έδρα της ήταν οι Θερμοπύλες και περιλάμβανε όλες τις γειτονικές μικρές φυλές μεταξύ Θεσσαλίας και Βοιωτίας. Τα δύο αυτά ισχυρότερα έθνη ήταν επίσης μέλη της αμφικτιονίας. Με κάπως αλλαγμένη μορφή η δελφική αμφικτιονία επέζησε και μετά την κατάληψη του ιερού από τους Φωκείς το 356.

Άλλα μαντεία :

1. Στη Μικρά Ασία, το μαντείο του Απόλλωνα στα Δίδυμα2. Στον Κλάρο, υπήρχε ένα ιερό που έγινε μαντείο.3. Μαντείο Δωδώνης [συμβουλεύονταν τον Δία ανάμεσα στις βελανιδιές]4. Το ιερό του Δία στην Ολυμπία5. Ο Άμμων, ο θεός του μαντείου στην όαση Σίβα της λιβυκής ερήμου, ταυτιζόταν με τον Δία6. Το υπόγειο μαντείο του Τροφωνίου κοντά στη Λιβαδειά της Βοιωτίας μπορεί να χρησιμεύσει ως παράδειγμα μαντείου

που δεν ταυτιζόταν με κανένα θεό.7. Τα ιαματικά ιερά, από τα οποία το πιο σημαντικό ήταν το περίφημο Ασκληπιείο της Επιδαύρου. Άφηναν τον ασθενή να

κοιμηθεί στο ναό, και ή θεραπευόταν ή έπαιρνε οδηγίες στα όνειρά του για τη θεραπεία της αρρώστιας του.

Μαντική ασκούσαν όχι μόνο στα μεγάλα μαντεία, αλλά και με διάφορες άλλες μεθόδους. Για δημόσιους σκοπούς, η κοινότερη μαντική μέθοδος ήταν να εξετάζουν τα σπλάχνα ενός θυσιασμένου ζώου. Η πιο σημαντική περίπτωση εδώ ήταν η θυσία ζώου που γινόταν πριν από μάχη. Και τη θυσία κατά τη διάβαση των συνόρων σε εκστρατεία τη συναντούμε συχνά σε μαρτυρίες για τη Σπάρτη.