ΤΟ ΚΟΚΟΡΑΚΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΡΑΣΑΤΟ

16
ΤΟ ΚΟΚΟΡΑΚΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΡΑΣΑΤΟ Η είδηση έσκασε σαν αυγό δεινοσαύρου που πέφτει από ύψος εκατό μέτρων. «Η γριά Τιτίκα πεθαίνει από βαθιά γεράματα!» Το νέο διαδόθηκε αστραπιαία σε όλα τα γειτονικά κοτέτσια και προκάλεσε ένα πρωτοφανές κύμα χαράς. Το τι κακαρίσματα ακούστηκαν δεν περιγράφονται αλλά παρομοιάζονται με τα κορναρίσματα οπαδών ομάδας που νίκησε σε ντέρμπυ. Ο Κίκος ήταν ένας κοσμογυρισμένος κόκορας και γι αυτό τον έλεγαν αλανιάρη. Στεκόταν στη μέση της αυλής και έλεγε ότι όπου κι αν πήγε, δεν άκουσε ποτέ να μιλάνε για κότα που πέθανε από βαθιά γεράματα. - Η μοίρα της κότας είναι η κατσαρόλα, είπε η μεσόκοπη Φίφι. Κανείς ποτέ δεν διανοήθηκε κάτι άλλο. Αυτό είναι το φυσιολογικό τέλος. - Η γιαγιά Τιτίκα είναι ήρωας, είπαν πολλές μαζί.

description

Διήγημα για παιδιά

Transcript of ΤΟ ΚΟΚΟΡΑΚΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΡΑΣΑΤΟ

Page 1: ΤΟ ΚΟΚΟΡΑΚΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΡΑΣΑΤΟ

ΤΟ ΚΟΚΟΡΑΚΙΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ

ΚΡΑΣΑΤΟ

Η είδηση έσκασε σαν αυγό δεινοσαύρου που πέφτει από ύψος εκατό μέτρων.

«Η γριά Τιτίκα πεθαίνει από βαθιά γεράματα!»Το νέο διαδόθηκε αστραπιαία σε όλα τα γειτονικά κοτέτσια και

προκάλεσε ένα πρωτοφανές κύμα χαράς.Το τι κακαρίσματα ακούστηκαν δεν περιγράφονται αλλά

παρομοιάζονται με τα κορναρίσματα οπαδών ομάδας που νίκησε σε ντέρμπυ.

Ο Κίκος ήταν ένας κοσμογυρισμένος κόκορας και γι αυτό τον έλε-γαν αλανιάρη. Στεκόταν στη μέση της αυλής και έλεγε ότι όπου κι αν πήγε, δεν άκουσε ποτέ να μιλάνε για κότα που πέθανε από βαθιά γερά-ματα.

- Η μοίρα της κότας είναι η κατσαρόλα, είπε η μεσόκοπη Φίφι. Κανείς ποτέ δεν διανοήθηκε κάτι άλλο. Αυτό είναι το φυσιολογικό τέλος.

- Η γιαγιά Τιτίκα είναι ήρωας, είπαν πολλές μαζί.Οι υπόλοιποι γύρω κούνησαν καταφατικά το κεφάλι. - Εε, και κάπου αλλού θα έγινε, δεν είναι δυνατόν, απλώς δεν το

άκουσε ο Κίκος γιατί είχε αλλού το μυαλό του, ακούστηκε μια τσιριχτή φωνή.

Ήταν ο νεαρός Τενερίκος, επίδοξος ανταγωνιστής του Κίκου.- Θα σου κόψω τα…, πρόλαβε να πει ο Κίκος.-Ακούστε να δείτε, δε θα αρχίσετε πάλι τις ανόητες κοκορομαχίες

σας, φώναξε η μητέρα τους. Σήμερα είναι μέρα χαράς! Για όλες τις κότες της χώρας. Πρέπει να το γιορτάσουμε! Θα οργανώσουμε ένα μεγάλο γλέ-ντι!

Page 2: ΤΟ ΚΟΚΟΡΑΚΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΡΑΣΑΤΟ

Ο Λιρίκος ήταν ένα πολύ νεαρό κοκοράκι. Μόλις είχε σκάσει από το αυγό, όπως λένε οι άνθρωποι. Τα πούπουλά του δεν είχαν πάρει ακόμα το μαύρο χρώμα της μητέρας του. Ήταν κάτι σε σταχτί.

Παρότι τόσο μικρός, ήταν ορφανός. Η μητέρα του είχε περάσει στην αιωνιότητα μέσα από μια υπέροχη σούπα αυγολέμονο. Το νεαρό κοκοράκι, αρνούμενο να υποταχτεί στη μοίρα του, πήρε τους δρόμους. Εδώ και δύο ώρες δηλαδή.

Αλλά δεν ήξερε που να πάει. Γύριζε άσκοπα. Το μόνο που ήθελε ήταν να μη γυρίσει πίσω. Να μη γίνει κρασάτος, όπως του είχαν υποσχε-θεί. Ήθελε να μείνει αεράτος.

Έξω από το κοτέτσι της γριάς Τιτίκας βρέθηκε τυχαία καθώς ανα-ζητούσε ψίχουλα για να χορτάσει την πείνα του. Έτσι άκουσε όσα ειπώ-θηκαν από τις άλλες κότες και για πρώτη φορά συνειδητοποίησε τι ση-μαίνει να πεθαίνεις φυσιολογικά.

Ένοιωσε κι αυτός υποχρέωση να πάρει μέρος στη γιορτή όσο κι αν το πένθος του ήταν μεγάλο. Αντιλήφθηκε μάλιστα ότι η συμμετοχή στο γλέντι ήταν μια πράξη επαναστατική. Κι όσο περισσότεροι έπαιρναν μέ-ρος σ΄ αυτό, τόσο πιο επαναστατική θα ήταν η πράξη.

Αποφάσισε λοιπόν να δώσει νόημα στη ζωή του, να γίνει άγγελος καλών μαντάτων, μεταφέροντας την είδηση για το θάνατο της γριάς Τιτί-κας όσο μακρύτερα μπορούσε.

Page 3: ΤΟ ΚΟΚΟΡΑΚΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΡΑΣΑΤΟ

Με νέα ορμή χύθηκε τώρα στους δρόμους. Έφτασε σε μια πόλη. Στο δρόμο συνάντησε τεράστιες ζωγραφιές

με κοτόπουλα. Στην αρχή χάρηκε γιατί νόμισε ότι οι άνθρωποι εδώ αγα-πούσαν τις κότες. Όταν όμως δίπλα στη μεγάλη ζωγραφιά είδε κάποιες άλλες εικόνες με καλοψημένα μπούτια, άλλαξε γνώμη. Βγήκε γρήγορα στην εξοχή κοιτάζοντας συνέχεια πίσω του μήπως τον παρακολουθού-σαν.

Τα αυτιά του τα είχε συνέχεια ανοιχτά για να εντοπίζει κακαρίσματα. Πολύ λίγα σπίτια είχαν κοτέτσια κι έτσι οι αποστάσεις που διένυε ήταν μεγάλες. Αλλά προχώραγε χωρίς να σκέφτεται την κούραση.

Όταν έμπαινε σε μια αυλή φώναζε- Κικιρίκου! Η γριά Τιτίκα πεθαίνει από βαθιά γεράματα. Ελάτε

όλοι στη γιορτή.- Που; τον ρώταγαν. - Στην αυλή της κυρίας Δέσποινας, απαντούσε αυτός.Το όνομα της Κυρίας Δέσποινας κυκλοφορούσε από στόμα σε

στόμα. Σιγά σιγά έγινε θρύλος. Η ίδια η Δέσποινα έγινε ένα μυθικό πρό-σωπο στην Ιστορία της Κότας, στο ίδιο επίπεδο με την γιαγιά Τιτίκα.

Όνειρο όλων έγινε τότε να πάνε να ζήσουν σε αυτή την αυλή όπου οι κότες πεθαίνουν όταν έρθει η ώρα τους.

Ο Λιρίκος γινόταν παντού δεκτός με ενθουσιασμό. Τον τάιζαν με τους καλλίτερους σπόρους και τον πότιζαν. Άρχισε να δυναμώνει και τα πούπουλά του να γίνονταν όλο και πιο σκούρα.

Page 4: ΤΟ ΚΟΚΟΡΑΚΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΡΑΣΑΤΟ

Σιγά σιγά το νέο για το επικείμενο θάνατο της Τιτίκας, είτε με τις φωνές του Λιρίκου είτε με τα κακαρίσματα των υπόλοιπων, διαδίδονταν σε όλο και περισσότερα κοτέτσια.

Οι άνθρωποι από τη μεριά τους παρατήρησαν μια ασυνήθιστη συμπεριφορά στις κότες τους. Όταν πήγαιναν να πάρουνε κάποια για να τη σφάξουν, αυτή αντιστεκόταν, έτρεχε, κρυβόταν. Κι επιπλέον φώναζε. Το συζήτησαν μεταξύ τους και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι κάτι σο-βαρό συνέβαινε.

Ήταν σε ένα καφενείο, στο Βαρνάβα, όταν έγινε για πρώτη φορά λόγος για ένα ασπρόμαυρο κοκοράκι που κινούνταν με μυστηριώδη τρόπο στην περιοχή. Όπου πέρναγε, οι κότες άλλαζαν συμπεριφορά. Στην αρχή κάποιοι το βρήκαν αστείο, ένα κοκοράκι τόσο δα, να προκαλεί τόση αναστάτωση, αλλά τα πράγματα σοβάρεψαν.

Κι ενώ οι άνθρωποι τον θεωρούσαν πια επικίνδυνο κακοποιό, οι κότες τον έκαναν ήρωα. Το μετέτρεψαν σε Ζορό.

Η κάπα και το σπαθί μου λείπει, σχολίασε ο Λιρίκος και ξεράθηκε στα γέλια.

Η ιστορία όμως αυτή δεν ήταν για γέλια και το κατάλαβε όταν έφτασε στη γέφυρα της Χαλκίδας.

Page 5: ΤΟ ΚΟΚΟΡΑΚΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΡΑΣΑΤΟ

Βρισκόταν κάπου στο Σχηματάρι όταν ο Λιρίκος είδε ένα μεγάλο φορτηγό αυτοκίνητο φορτωμένο με αυγά.

Κάπου εδώ κοντά πρέπει να υπάρχει ένα μεγάλο κοτέτσι, είπε μέσα του. Πρέπει οπωσδήποτε να πάω εκεί.

Δεν πρόλαβε ν΄ αποτελειώσει τη σκέψη του και πέρασε ένα άλλο, αυτοκίνητο ψυγείο αυτό, με σφαγμένες και συσκευασμένες κότες. Ένοιωσε πολύ άσκημα. Σε λίγο είδε ένα άλλο φορτηγό γεμάτο ζωντανές κότες. Ήταν κλεισμένες σε μικρά κλουβιά, η μια πάνω στην άλλη. Νέες σαν κι αυτόν. Άκουσε τις κραυγές αγωνίας.

Θέλησε να τους δώσει λίγη χαρά.- Η γριά Τιτίκα πεθαίνει από βαθιά γεράματα, τους φώναξε με όση

δύναμη είχε.Η απάντηση που πήρε τον κλόνισε.- Και τι μας νοιάζει;. Εμάς λίγες μόνο ώρες ζωής μας μένουν. - Ναι, μα αυτό είναι υπέροχο, επέμεινε ο Λιρίκος.- Εε, και λοιπόν; του απάντησαν. Μην παιδεύεσαι φιλαράκο. Η

μοίρα μας είναι να πεθαίνουμε νωρίς. Πάρε το χαμπάρι. Έτσι είναι ο κόσμος. Δεν μπορεί να αλλάξει.

Το φορτηγό μαρσάρισε κι έφυγε.Ο Λιρίκος πρόλαβε να δει την έδρα του στρατοπέδου συγκέν-

τρωσης των κοτόπουλων που ήταν γραμμένη στα πλαϊνά του φορτηγού: Εύβοια.

Παράτησε τα μικρά κοτέτσια της περιοχής κι αποφάσισε να πάει εκεί. Να μιλήσει σ αυτές τις απογοητευμένες και παραδομένες στη μοίρα τους κότες. Ακολουθώντας τις πινακίδες έφτασε στον πορθμό του Ευρί-που.

Page 6: ΤΟ ΚΟΚΟΡΑΚΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΡΑΣΑΤΟ

Στη γέφυρα της Χαλκίδας οι αστυνομικοί είχαν στήσει μπλόκα και έλεγχαν όλα τα αυτοκίνητα που έμπαιναν στην Εύβοια. Άνοιγαν τα πόρτ μπαγκάζ και ότι κότα εύρισκαν, ακόμα και κατεψυγμένη, την κατάσχεταν. Μερικοί έλεγαν ότι αυτό το ήταν πρόσχημα για να αυξηθούν τα έσοδα του κράτους.

Στους πεζούς που πέρναγαν τη γέφυρα, οι αστυνομικοί έδειχναν ένα σκίτσο του Λιρίκου που είχε φτιαχτεί στα εργαστήρια της αστυνο-μίας και στηριζόταν σε κάποιες περιγραφές. Ο Λιρίκος το είδε και γέλασε με την καρδιά του. Ούτε ένα κοκοράκι δεν ξέρουν να σχεδιάσουν, είπε.

Αλλά αμέσως μετά έπεσε σε απόγνωση. Πώς να περάσει τη γέ-φυρα χωρίς να τον πάρουν είδηση; Να πέσει στη θάλασσα και να κολυ-μπήσει ούτε λόγος να γίνεται. Είδε τα πουλιά που πετούσαν. Πήγε σε ένα βραχάκι και έκανε μια προσπάθεια να πετάξει. Έπεσε κάτω και κόντεψε να σπάσει το πόδι του. Είδε τα πουλιά του ουρανού να γελάνε μαζί του.

- Από κακό βόλι να πάτε, τους φώναξε θυμωμένος. Αμέσως όμως το μετάνιωσε. Μ΄ αυτά που είπε έκοψε κάθε γέφυρα

επικοινωνίας μαζί τους. Θα μπορούσε για παράδειγμα να αναθέσει σε αυτούς να μεταφέρουν τη χαρμόσυνη είδηση του θανάτου της Τιτίκας στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των κοτόπουλων.

Έμεινε σκεφτικός για πολύ ώρα. Πρέπει να ωριμάσω, πρέπει να ωριμάσω, έλεγε συνέχεια.

Page 7: ΤΟ ΚΟΚΟΡΑΚΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΡΑΣΑΤΟ

Πλησίαζε Πάσχα. Ο Λιρίκος θυμήθηκε ότι η περίοδος που Πάσχα ήταν η καλλίτερη στο κοτέτσι. Έτσι έλεγε η μητέρα του. Την εποχή αυτή οι άνθρωποι σταματάνε να τρώνε κότες και το ρίχνουν στα αρνιά. Στα κοτέτσια ήταν κάτι αντίστοιχο με την περίοδο των θερινών διακοπών. Όλες οι κότες γύρναγαν ανέμελες στην αυλή και έκαναν ηλιοθεραπεία. Τώρα όμως αυτός, αν και ήταν Πάσχα, ένοιωθε πολύ δυστυχισμένος. Ούτε μια γέφυρα δεν μπορούσε να περάσει.

Ο επικηρυγμένος κοκορίκος παρατήρησε πολλά φορτηγά αυτοκί-νητα να έρχονται προς τη Χαλκίδα μεταφέροντας ζωντανά αρνιά. Τότε του ήρθε η φαεινή ιδέα. Να πάει να μιλήσει στα αρνιά. Να τους εξηγήσει την ιστορία με τη γριά Τιτίκα και να τους ζητήσει να μεταφέρουν αυτά την είδηση στα κοτόπουλα του νησιού. Θα τον καταλάβουν, στην ίδια μοίρα είναι.

Στο ίδιο καζάνι βράζουμε, θα έλεγε στα αρνιά.Πλησίασε ένα φορτηγό που ο οδηγός του είχε σταματήσει για κα-

τούρημα και μίλησε στα αρνιά. Έλεγε, έλεγε αλλά διαπίστωσε γρήγορα ότι τα πρόβατα δεν καταλάβαιναν λέξη. Το κοίταζαν αμήχανα. Από κάτι κουβέντες που αντάλλαξαν μεταξύ τους αντιλήφθηκε ότι μίλαγαν άλλη γλώσσα, αλβανικά. Κι όμως η πινακίδα έλεγε ότι είναι ντόπια αρνιά.

Να πάρει ευχή, σε λαθρομετανάστες αρνιά έπεσα, φώναξε. Ψάχνει να βρει άλλο φορτηγό. Αρνιά από τη Βουλγαρία είχε αυτό.

Αδύνατο να συνεννοηθεί. Η λύση των αρνιών έπρεπε να εγκαταλειφθεί.

Page 8: ΤΟ ΚΟΚΟΡΑΚΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΡΑΣΑΤΟ

Ο Λιρίκος περπάταγε απελπισμένος στην άκρη του δρόμου προ-σποιούμενος τον αδιάφορο όταν το μάτι του έπεσε σε ένα κατάστημα που πούλαγε σοκολατένια αυγά. Δεν ήξερε τι ρόλο παίζουν αυτά τα υπερμεγέθη αυγά. Είδε όμως να σταματάει ένα αυτοκίνητο, να κατεβαί-νει ένας πατέρας και ένα παιδί. Το παιδί να τρέχει και να παίρνει ένα με-γάλο αυγό στην αγκαλιά του. Του άρεσε πολύ και χαιρόταν. Ο πατέρας πλήρωσε και έφυγαν.

Τότε ήρθε η φαεινή ιδέα στο μυαλό του Λιρίκου. Αν κατάφερνε να χωθεί σε ένα μεγάλο αυγό θα μπορούσε να περάσει τη γέφυρα χωρίς να τον πάρουν είδηση. Ποιος να υποπτευθεί ένα αθώο σοκολατένιο αυγό στην αγκαλιά ενός χαριτωμένου παιδιού;

Πλησίασε αθόρυβα το μαγαζί και την ώρα που πέρναγε μια πολύ μεγάλη νταλίκα του τσιμεντάδικου με ένα διαβολεμένο θόρυβο και έκανε τα πάντα να τρέμουν, έκανε μια τρύπα στο πρώτο αυγό και χώθηκε μέσα. Κόλλησε με σάλιο τα κομματάκια που έσπασε και δε φαινόταν τίποτα.

Η καρδιά του χτύπαγε δυνατά γιατί αυτή ήταν μια πολύ παράτολμη πράξη.

Δεν ξέρει πόση ώρα έμεινε στο ράφι του μαγαζιού. Από την έλ-λειψη οξυγόνου είχε αρχίσει να ζαλίζεται, όταν ένοιωσε ένα δυνατό τρά-νταγμα.

- Να πάρουμε αυτό που είναι πιο βαρύ από τα άλλα. Θα έχει πε-ρισσότερη σοκολάτα, άκουσε μια μητέρα να λέει.

- Όχι, εγώ θέλω εκείνο με τα χρώματα, λέει το κοριτσάκι για το οποίο θα γινόταν η αγορά του αυγού.

- Σκάσε, θα πάρουμε αυτό. Θα φάμε κι εμείς σοκολάτα, είπε ο πα-τέρας και δεν σήκωνε αντίρρηση.

Ο Λιρίκος, με σοκολατένιο περιτύλιγμα πια, πέρασε την αποκλεισμένη γέφυρα. Δεν μπόρεσε να υπολογίσει πόση ώρα κύλησε αλλά άκουσε το παιδί να λέει.

Page 9: ΤΟ ΚΟΚΟΡΑΚΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΡΑΣΑΤΟ

- Θέλω να φάω σοκολάτα!- Δε θα φας τίποτα. Την Κυριακή του Πάσχα θα το ανοίξουμε, η

μαμά.- Εγώ τώρα θέλω! Πεινάω! επέμενε το παιδί.Και δίνει μια το κακομαθημένο πλάσμα και σπάει το αυγό. Δεν

έμενε τίποτα άλλο στον Λιρίκο παρά να ανοίξει τα φτερά του και να πη-δήξει έξω. Για καλή του τύχη, είχε καλό καιρό και τα παράθυρα του αυτοκινήτου ήταν ανοιχτά. Έτσι το μικρό κοτόπουλο βρέθηκε σε μαλακό χορτάρι ενώ το αυτοκίνητο έκανε επικίνδυνους ελιγμούς από το ξάφνιασμα του οδηγού.

- Τρελάθηκαν εντελώς αυτοί! φώναζε ο πατέρας. Ζωντανά κοτό-πουλα βάζουν τώρα στα αυγά;

- Κίντερ έκπληξη ήταν, Κίντερ έκπληξη, έλεγε το παιδί μέχρι τη στιγμή που έφαγε τη σφαλιάρα.

Ο Λιρίκος δεν κατάλαβε γιατί. Ανοησίες, είπε και συνέχισε το δρόμο του.

Ακολουθώντας μια έντονη δυσοσμία που απλωνόταν τριγύρω, έφτασε τελικά στο στρατόπεδο συγκέντρωσης των κοτόπουλων. Ένοιωσε μεγάλη συγκίνηση. Άκουσε τη βοή που ερχόταν από τα εκατομμύρια κο-τόπουλα που βρίσκονταν κλεισμένα μέσα. Δάκρυσε.

Πώς να μπει όμως;Τριγύρω υψωνόνταν ένας μεγάλος τοίχος. Μια τεράστια σιδερένια

πόρτα έκλεινε το στρατόπεδο και μπροστά ένοπλοι φρουροί. Για μια

Page 10: ΤΟ ΚΟΚΟΡΑΚΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΡΑΣΑΤΟ

ακόμα φορά στεναχωρήθηκε που τα φτερά του ήταν τόσο αδύναμα που δεν του επέτρεπαν να πετάξει.

Η μεγάλη πόρτα άνοιγε πότε πότε για να βγαίνουν μεγάλα αυτοκί-νητα ψυγεία που μετέφεραν συσκευασμένα κοτόπουλα.

Παρατήρησε ότι τα μόνα αυτοκίνητα που έμπαιναν ήταν κάτι φορ-τηγά που μετέφεραν νεκρά κοτόπουλα. Αργότερα έμαθε ότι τα νεκρά κο-τόπουλα τα άλεθαν για να φτιάξουν κρεατάλευρα με τα οποία τάιζαν τα ζωντανά. Εκείνη τη στιγμή όμως άλλο ήρθε στο πονηρό μυαλό του.

Πάει στην άκρη του δρόμου, απ΄όπου πέρναγαν τα φορτηγά που έμπαιναν στο εργοστάσιο, ξαπλώνει στην άκρη στα χόρτα και κάνει το ψόφιο. Σε λίγο έγινε αυτό που είχε σχεδιάσει. Ένα φορτηγό σταμάτησε.

- Ρε σύ, μάζεψε αυτό το ψοφίμι που έπεσε από αυτό τον ανόητο μπροστά μας, είπε ο οδηγός στον πακιστανό βοηθό του. Θα το δει κανέ-νας δημοσιογράφος και θ΄ αρχίσουν πάλι να λένε για τα ψοφίμια που ταΐ-ζουμε τις κότες.

Ο Λιρίκος αισθάνθηκε ένα χέρι να τον αρπάζει από τα πόδια και να τον πετά μέσα στο φορτηγό. Έτσι, κάνοντας τον ψόφιο, μπήκε στο στρατόπεδο. Τα υπόλοιπα ήταν εύκολη δουλειά.

Από κελί σε κελί το νέο για το θάνατο από βαθιά γεράματα της γριάς Τιτίκας διαδόθηκε αστραπιαία. Τα περισσότερα πουλιά όμως έδειχναν αδιάφορα. Ο Λιρίκος αφιέρωσε πολλά λόγια για να τους εξηγή-σει τη μεγάλη σημασία του να πεθαίνει κανείς από φυσιολογικό θάνατο. Αυτά ήταν αποχαυνωμένα και δεν σκέφτονταν καν. Τους μίλησε για σούπες, σούβλες, κατσαρόλες και άλλα. Τελικά τα κατάφερε. Τα έκανε και ταράχτηκαν.

Τα κοτόπουλα όμως του στρατοπέδου δεν είχαν άλλο τρόπο να αντιδράσουν παρά μόνο την απεργία πείνας. Κι αυτό έκαναν.

Η διεύθυνση του στρατοπέδου αρχικά διέταξε τη μαζική σφαγή των κοτόπουλων για να προλάβει το αδυνάτισμά τους αλλά γρήγορα άλ-λαξε γνώμη. Τα εκνευρισμένα κοτόπουλα θα έφτιαχναν άνοστο κρέας, είπαν οι ειδικοί.

Αποφάσισε τελικά να αναστείλει για μερικές μέρες τη λειτουργία του σφαγείου και προσπάθησε να δελεάσει τα κοτόπουλα προσφέροντας αντί για κρεατάλευρα, καλαμπόκι εξαιρετικής ποιότητας.

Page 11: ΤΟ ΚΟΚΟΡΑΚΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΡΑΣΑΤΟ

Ο Λιρίκος ένοιωθε ότι το μεγαλύτερο μέρος της αποστολής του είχε εκπληρωθεί. Η παραμονή του στο στρατόπεδο συγκέντρωσης των κοτόπουλων δεν είχε πλέον νόημα. Είχε γίνει άλλωστε πολύ επικίνδυνη. Είχαν επιστρατεύσει και σκύλους και γάτες για να τον εντοπίσουν.

Όλοι ήξεραν τώρα για το μαύρο κοτόπουλο που ξεσήκωνε τα που-λιά. Τα σκίτσα του είχαν κολληθεί παντού. Κι αυτά τα σκίτσα ήταν πολύ πιστά γιατί τα είχαν φτιάξει με κομπιούτερ αμερικανοί αστυνομικοί. Έψαχνε ευκαιρία να φύγει.

Κάποια στιγμή πολύ μεγάλης σύγχυσης, την κοπάνησε. Ήταν μια μέρα που πλάκωσαν τα τηλεοπτικά συνεργεία που τα ειδοποίησε ανώ-νυμα κάποιος απολυμένος εργάτης.

Οι διοικητές του στρατοπέδου, για να δείξουν ότι ήταν οι καλλίτε-ροι παραγωγοί κοτόπουλων και σέβονταν τα θύματά τους, μάζεψαν τους σκύλους και τις γάτες και άνοιξαν διάπλατα τις πόρτες τους. Είχαν ετοιμάσει μάλιστα και ένα μεγάλο μπουφέ όπου πρόσφεραν μόνο θαλασσινούς μεζέδες και ούζο!

Έτσι ο Λιρίκος βγήκε πάλι ελεύθερος στους δρόμους.Ήθελε να επιστρέψει πίσω για να πάρει μέρος στη μεγάλη γιορτή

για το θάνατο της γιαγιάς Τιτίκας. Δεν ήθελε με κανένα τρόπο να χάσει αυτήν την μοναδική στιγμή. Αλλά κάτι τον έσπρωχνε σε άλλους δρό-μους.

Ένοιωθε ότι έπρεπε να συνεχίσει το έργο του. Δεν ήταν πια ένας απλός Ζορό, ήταν ένας συνειδητός επαναστάτης. Για να ολοκληρωθεί όμως, έπρεπε να προχωρήσει παραπέρα, να γίνει ιδεολόγος του αγώνα των κοτόπουλων.

Αποφάσισε λοιπόν να αφοσιωθεί σε αυτό το έργο. Πήγε σε απρόσιτα μέρη.

Page 12: ΤΟ ΚΟΚΟΡΑΚΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΡΑΣΑΤΟ

Μη νομίσει κανείς ότι η ζωή ενός αδέσποτου κοτόπουλου στη φύση είναι εύκολη υπόθεση. Έπρεπε να επιβιώσει σε εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες. Πείνασε, κρύωσε, τραυματίστηκε. Αλλά τίποτα δεν τον απέ-σπασε από το κυρίως έργο του. Τη δημιουργία του πρώτου αγάλματος κοτόπουλου, φάρου του αγώνα και της θυσίας των κοτόπουλων.

Πετρούλα πετρούλα έχτιζε αυτό το μεγαλειώδες μνημείο. Όπως είναι φυσικό όλα τα πουλιά τον ειρωνεύονταν. Του κρατούσαν κακία από εκείνο το άτυχο περιστατικό στην γέφυρα του Ευρίπου. Σιγα σιγα όμως, όσο έβλεπαν την επιμονή του και το έργο που ορθωνόταν, οι ειρωνείες σταμάτησαν.

Αναρωτιόνταν μάλιστα αν θα βρεθεί ποτέ ένας τέτοιος επαναστά-της και για τα άλλα ταλαίπωρα ζώα.

Την ημέρα που η γριά Τιτίκα παρέδιδε το πνεύμα με ένα χαμόγελο ευτυχίας ζωγραφισμένο στα χείλη, ο Λιρίκος έβαζε μια ακόμα πετρούλα στο μέρος της καρδιάς της γιγαντιαίας κότας που είχε κατασκευάσει στην κορφή του βουνού.

Αν ήταν όμως ένα απλό άγαλμα αυτό που έφτιαξε ο Λιρίκος δεν θα χρειαζόταν καν να το αναφέρουμε. Ούτε θα χρειαζόταν να γραφτεί και βιβλίο για την ιστορία του.

Το άγαλμα του ιδεολόγου των κοτόπουλων είχε κάτι το μοναδικό: ήταν ορατό μόνο σε αυτούς που ήθελαν να το δουν.

Οι άλλοι, απλά, συνέχιζαν να τρώνε με ευχαρίστηση κοτόπουλα. Σε ποια ψησταριά θα πάμε για διακοπές; ρώταγαν ο ένας τον άλλο. Κι ούτε περίπλοκες ιδέες βασάνιζαν το μυαλό τους. Ικανοποιούνταν μόνο όταν γέμιζαν το στομάχι τους.