Δημοκρατία της Βαϊμάρης (1919-1933)

5
ΓΕΡΜΑΝΙΑ 1919-1933 Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΒΑΪΜΑΡΗΣ Η Γερμανία βγήκε από τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο ηττημένη. Στις 11 Νοεμβρίου 1918, ένα μήνα μετά τη συνθηκολόγηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (ανακωχή του Μούδρου, 31.10.1918) και μόλις μια βδομάδα μετά την έμπρακτη εγκατάλειψή της από τη σύμμαχό της Αυστρία, αναγκάστηκε να παραδοθεί - πρακτικά άνευ όρων - στις δυνάμεις της Αντάντ με την ανακωχή της Κομπιέν, που υπογράφτηκε σε ένα βαγόνι τρένου. Τον Ιούνιο του 1919 συνομολογήθηκε στο παλάτι των Βερσαλλιών, έξω από το Παρίσι, η ομώνυμη συνθήκη , με την οποία έκλεινε επίσημα ο πόλεμος. Στους όρους της συνθήκης αυτής οι νικητές του πολέμου (Αγγλία, Γαλλία, ΗΠΑ) 1 έβγαλαν όλη τους την εκδικητικότητα και την βουλιμία απέναντι στην ηττημένη Γερμανία, εξουθενώνοντάς την οικονομικά και ηθικά και στραγγαλίζοντάς την στρατιωτικά, στρώνοντας έτσι de facto, με την αφροσύνη τους, το δρόμο για τον Β παγκόσμιο πόλεμο. Ήταν μάλιστα τέτοια η αλαζονεία τους (ιδιαίτερα της Γαλλίας), ώστε δεν την άφησαν καν να συμμετάσχει στις διαβουλεύσεις (!) αλλά την κάλεσαν μόλις στο τέλος για να υπογράψει την προαποφασισμένη απ’ τους ίδιους συμφωνία. Σύμφωνα με τους όρους της συνθήκης η Γερμανία: - έχανε όλες της τις αποικίες (εκ των οποίων τη μερίδα του λέοντος έπαιρνε η Αγγλία) - παραχωρούσε τα εδάφη της ανατολικής Πρωσίας στην νεοσύστατη Πολωνία 2 - παρέδιδε οριστικά την Αλσατία (περιοχή Στρασβούργου) στη Γαλλία και τη Σουδητία στην επίσης νεοσύστατη Τσεχοσλοβακία - όφειλε να αποσύρει τα στρατεύματά της από τα σύνορά της με τη Γαλλία και το Βέλγιο (περιοχή Ρηνανίας) για 15 χρόνια και να θέσει την περιοχή του Σάαρ (στην ίδια αποστρατικοποιημένη ζώνη) υπό τη στρατιωτική διοίκηση της Κοινωνίας των Εθνών 3 - δεσμευόταν να διαλύσει το πολεμικό της ναυτικό και να περιορίσει τον στρατό της στις 100.000 άντρες - υποχρεωνόταν να καταβάλει υπέρογκες πολεμικές αποζημιώσεις και να παραδώσει το μεγαλύτερο μέρος του εμπορικού της στόλου στην Αγγλία ως επανόρθωση για τις ζημιές που είχε επιφέρει στον δικό της στόλο με τα υποβρύχιά της - αναλάμβανε πλήρως την πολιτική και ηθική ευθύνη του Α παγκοσμίου πολέμου Επρόκειτο αναμφίβολα για μία συνθήκη εξοντωτική για τη Γερμανία, που δεν θα μπορούσε να είχε γίνει δεκτή χωρίς τριγμούς. Γερμανία: ένα καζάνι που βράζει Ήδη πριν από τη συνθηκολόγηση, στις 3 Νοεμβρίου 1918, είχε ξεσπάσει στο γερμανικό πολεμικό ναυτικό ανταρσία, που σύντομα μετατράπηκε σε γενικευμένη εργατική εξέγερση (γνωστή ως «Νοεμβριανή 1 Η Ρωσία δε συμμετείχε καθότι είχε αποχωρήσει οικειοθελώς από τον πόλεμο το Μάρτη του 1918. Παρόλα αυτά, η συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ, που είχε υπογράψει με τη Γερμανία, ακυρώθηκε. 2 Η Πολωνία από το 1770 δεν υπήρχε ως κράτος, τα εδάφη της είχαν διανεμηθεί στη Γερμανία και την Ρωσία. Επανασυστάθηκε μετά τον Α παγκόσμιο πόλεμο, με τη συνθήκη των Βερσαλλιών. 3 Πρόγονος του σημερινού ΟΗΕ, που ιδρύθηκε αμέσως μετά τη λήξη του Α παγκοσμίου πολέμου.

description

Εθνικισμός, εργατικός ριζοσπαστισμός και ναζιστική εκτροπή.

Transcript of Δημοκρατία της Βαϊμάρης (1919-1933)

Page 1: Δημοκρατία της Βαϊμάρης (1919-1933)

ΓΕΡΜΑΝΙΑ 1919-1933

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΒΑΪΜΑΡΗΣ

Η Γερμανία βγήκε από τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο ηττημένη. Στις 11 Νοεμβρίου 1918, ένα μήνα μετά τη

συνθηκολόγηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (ανακωχή του Μούδρου, 31.10.1918) και μόλις μια

βδομάδα μετά την έμπρακτη εγκατάλειψή της από τη σύμμαχό της Αυστρία, αναγκάστηκε να παραδοθεί -

πρακτικά άνευ όρων - στις δυνάμεις της Αντάντ με την ανακωχή της Κομπιέν, που υπογράφτηκε σε ένα

βαγόνι τρένου.

Τον Ιούνιο του 1919 συνομολογήθηκε στο παλάτι των Βερσαλλιών, έξω από το Παρίσι, η ομώνυμη

συνθήκη, με την οποία έκλεινε επίσημα ο πόλεμος. Στους όρους της συνθήκης αυτής οι νικητές του

πολέμου (Αγγλία, Γαλλία, ΗΠΑ)1 έβγαλαν όλη τους την εκδικητικότητα και την βουλιμία απέναντι στην

ηττημένη Γερμανία, εξουθενώνοντάς την οικονομικά και ηθικά και στραγγαλίζοντάς την στρατιωτικά,

στρώνοντας έτσι de facto, με την αφροσύνη τους, το δρόμο για τον Β παγκόσμιο πόλεμο. Ήταν μάλιστα

τέτοια η αλαζονεία τους (ιδιαίτερα της Γαλλίας), ώστε δεν την άφησαν καν να συμμετάσχει στις

διαβουλεύσεις (!) αλλά την κάλεσαν μόλις στο τέλος για να υπογράψει την προαποφασισμένη απ’ τους

ίδιους συμφωνία.

Σύμφωνα με τους όρους της συνθήκης η Γερμανία:

- έχανε όλες της τις αποικίες (εκ των οποίων τη μερίδα του λέοντος έπαιρνε η Αγγλία)

- παραχωρούσε τα εδάφη της ανατολικής Πρωσίας στην νεοσύστατη Πολωνία2

- παρέδιδε οριστικά την Αλσατία (περιοχή Στρασβούργου) στη Γαλλία και τη Σουδητία στην επίσης

νεοσύστατη Τσεχοσλοβακία

- όφειλε να αποσύρει τα στρατεύματά της από τα σύνορά της με τη Γαλλία και το Βέλγιο (περιοχή

Ρηνανίας) για 15 χρόνια και να θέσει την περιοχή του Σάαρ (στην ίδια αποστρατικοποιημένη ζώνη)

υπό τη στρατιωτική διοίκηση της Κοινωνίας των Εθνών3

- δεσμευόταν να διαλύσει το πολεμικό της ναυτικό και να περιορίσει τον στρατό της στις 100.000

άντρες

- υποχρεωνόταν να καταβάλει υπέρογκες πολεμικές αποζημιώσεις και να παραδώσει το μεγαλύτερο

μέρος του εμπορικού της στόλου στην Αγγλία ως επανόρθωση για τις ζημιές που είχε επιφέρει στον

δικό της στόλο με τα υποβρύχιά της

- αναλάμβανε πλήρως την πολιτική και ηθική ευθύνη του Α παγκοσμίου πολέμου

Επρόκειτο αναμφίβολα για μία συνθήκη εξοντωτική για τη Γερμανία, που δεν θα μπορούσε να είχε γίνει

δεκτή χωρίς τριγμούς.

Γερμανία: ένα καζάνι που βράζει

Ήδη πριν από τη συνθηκολόγηση, στις 3 Νοεμβρίου 1918, είχε ξεσπάσει στο γερμανικό πολεμικό ναυτικό

ανταρσία, που σύντομα μετατράπηκε σε γενικευμένη εργατική εξέγερση (γνωστή ως «Νοεμβριανή

1 Η Ρωσία δε συμμετείχε καθότι είχε αποχωρήσει οικειοθελώς από τον πόλεμο το Μάρτη του 1918. Παρόλα αυτά, η συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ, που είχε υπογράψει με τη Γερμανία, ακυρώθηκε.

2 Η Πολωνία από το 1770 δεν υπήρχε ως κράτος, τα εδάφη της είχαν διανεμηθεί στη Γερμανία και την Ρωσία. Επανασυστάθηκε μετά τον Α παγκόσμιο πόλεμο, με τη συνθήκη των Βερσαλλιών.

3 Πρόγονος του σημερινού ΟΗΕ, που ιδρύθηκε αμέσως μετά τη λήξη του Α παγκοσμίου πολέμου.

Page 2: Δημοκρατία της Βαϊμάρης (1919-1933)

επανάσταση»). Αφορμή είχε σταθεί η πρόθεση της ηγεσίας του στόλου να ξεκινήσει - την τελευταία

στιγμή κι ενώ η συνθηκολόγηση ήταν προ των θυρών - μάχη μέχρις εσχάτων με τον βρετανικό πολεμικό

ναυτικό. Οι ναύτες του Κιέλου εξεγέρθηκαν, για να ενωθούν σύντομα με τους απανταχού Γερμανούς

εργάτες εκβιάζοντας την πτώση της μοναρχίας (9 Νοεμβρίου 1918) και οδηγώντας εν τέλει στην

εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης4, της πρώτης αβασίλευτης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας

της Γερμανίας.

Στην ηγεσία των εξεγερμένων βρίσκονταν μέλη της αριστερής τάσης του – πολιτικά τότε κυρίαρχου - SPD5

και το νεοσύστατο KPD6, με το οποίο πολιτεύονταν και δύο από τις διασημότερες επαναστάτριες του 20ού

αιώνα, η Ρόζα Λούξεμπουργκ και η Κλάρα Τσέτκιν. Το Γενάρη του 1919 οι δύο αυτοί χώροι ηγήθηκαν και

μίας αυθόρμητης εργατικής εξέγερσης στο Βερολίνο, η οποία έμεινε στην ιστορία ως εξέγερση των

Σπαρτακιστών7. Η εξέγερση αυτή κατεστάλη γρήγορα από τα Freikorps (βλ. παρακάτω) κατ’ εντολή του

αρχηγού του SPD και πρωθυπουργού πλέον Φρειδερίκου Έμπερτ, που πρέσβευε μεν μία σοσιαλιστική

μεταρρυθμιστική πολιτική, σε καμία όμως περίπτωση την μετατροπή της Γερμανίας σε κομμουνιστική

χώρα (κατά τα πρότυπα της μόλις τότε επαναστατημένης Ρωσίας).

Ο φόβος της κομμουνιστικής εκτροπής ήταν που συσπείρωνε και το αντίπαλο άκρο του πολιτικού

συστήματος, τους εθνικιστές (άκρα δεξιά). Εκφράζοντας κατά βάση το (μικρο)αστικό κομμάτι της

γερμανικής κοινωνίας και έχοντας βαθιές ρίζες μέσα στο στρατό και τα Freikorps, οι εθνικιστές βλέπανε

την άνοδο της πάσης φύσεως αριστεράς ως απειλή για τα ταξικά συμφέροντά τους. Την εξέγερση του

Νοεμβρίου 1918 την είδανε ως ένα «πισώπλατο μαχαίρωμα» (κατά την κατοπινή έκφραση του Χίτλερ) του

- υποτίθεται έως τότε νικηφόρου - γερμανικού στρατού και, ως εκ τούτου, ως πράξη εθνικής προδοσίας, η

οποία συνεχίστηκε με την αποδοχή της ταπεινωτικής συνθήκης των Βερσαλλιών.

Ιδιαίτερο σημείο τριβής της εθνικιστικής στρατιωτικής και παραστρατιωτικής ηγεσίας με την

σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση ήταν η πρόβλεψη της συνθήκης των Βερσαλλιών για περιορισμό του

στρατού ξηράς στις 100.000 άντρες. Κάτι τέτοιο σήμαινε αυτομάτως τη διάλυση των Freikorps (που από

μόνα τους υπερβαίνανε ίσως αυτό το νούμερο), γεγονός που οι ηγέτες τους δεν μπορούσαν φυσικά να

αποδεχτούν. Έτσι, επιχειρήσανε στα 1920 ένα πραξικόπημα, που όμως κατέρρευσε μόλις μία εβδομάδα

αργότερα, ύστερα από γενική απεργία που κήρυξαν τα συνδικαλιστικά στελέχη του SPD, η οποία

παρέλυσε ολόκληρο το δημόσιο τομέα.

Στα πλαίσια αυτής της απεργίας σχηματίστηκε στην κοιλάδα του Ρουρ, στην «καρδιά» δηλαδή της

γερμανικής βιομηχανίας, ένας «κόκκινος στρατός» από 50.000 ή και παραπάνω εργάτες, που νίκησε τους

πραξικοπηματίες των Freikorps καταλαμβάνοντας ακόμα και μεγάλες πόλεις, όπως το Düsseldorf. Αν και

4 Πήρε το όνομά της από την πόλη Βαϊμάρη, κοντά στο Βερολίνο, όπου υπογράφηκε η ιδρυτική πράξη (δηλαδή το σύνταγμα) του νέου πολιτεύματος.

5 Sozialistische Partei Deutschlands (Γερμανικό Σοσιαλιστικό Κόμμα): το αρχαιότερο και ισχυρότερο σοσιαλ-δημοκρατικό κόμμα της Ευρώπης (και όλου του κόσμου), ιδρυμένο στα 1875, ενόσω ο Μαρξ ακόμα ζούσε. Μέχρι την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία (1933) ήταν πρωταγωνιστής των πολιτικών εξελίξεων στη Γερμανία, καταλαμβάνοντας πολύ συχνά την εξουσία. Ακόμα και σήμερα αποτελεί το «αντίπαλο δέος» του ακραιφνώς «δεξιού» Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος (CDU), με το οποίο εναλλάσσεται στην πρωθυπουργία ή συγκυβερνά. Έχει όμως χάσει προ πολλού την ιδεολογική του ταυτότητα και τον πολιτικό του προσανατολισμό…

6 Kommunistische Partei Deutschlands (Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας): δημιουργήθηκε στα τέλη του Α παγκοσμίου πολέμου από διαφωνούντες του SPD, που είχαν αντιταχθεί στην «φιλοπόλεμη» γραμμή του κόμματος – μεταξύ αυτών ήταν και η Ρόζα Λούξεμπουργκ. Ως τα 1933 διατηρούσε ισχυρή εκλογική παρουσία της τάξης του 10-15%, όμως η άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία το έθεσε και αυτό εκτός νόμου. Στα 1956, λόγω της πολιτικής διαίρεσης της Γερμανίας σε Ανατολική (κομμουνιστική) και Δυτική (καπιταλιστική) που επέσυρε πάνω του υποψίες, απαγορεύτηκε, για να επανέλθει στα 1963 με άλλη ονομασία (DKP), την οποία διατηρεί ως σήμερα.

7 Σπαρτακιστές: η ομάδα της Ρόζας Λούξεμπουργκ, που αποτέλεσε και τον πρώτο βασικό πυρήνα του KPD. Πήραν το όνομά τους από το περιοδικό «Σπάρτακος» που εξέδιδαν.

Page 3: Δημοκρατία της Βαϊμάρης (1919-1933)

δεν επιζητούσε ανατροπή του καθεστώτος παρά μόνο τη λήψη κάποιων πιο ριζοσπαστικών φιλεργατικών

μέτρων (όπως π.χ. εθνικοποιήσεις εργοστασίων), η άρτι αποκατασταθείσα κυβέρνηση του SPD τον είδε ως

απειλή, καθώς καθοδηγούνταν και πάλι από τους «αριστεριστές» (ακραίους αριστερούς του κόμματος και

κομμουνιστές). Έτσι, συνεργαζόμενη με τα Freikorps που μόλις πριν λίγο την είχαν ανατρέψει, τον διέλυσε

εκτελώντας χιλιάδες και στέλνοντας άλλους τόσους στην (αυτό)εξορία.

Για το πραξικόπημα των Freikorps δεν προβλέφθηκε, αντιθέτως, καμία ποινή…

Η άνοδος του φασισμού

Μέσα σε αυτό το κλίμα της κοινωνικής και πολιτικής πόλωσης, ένα νέο πολιτικό ρεύμα άρχισε να γεννιέται

«παντρεύοντας» την παραδοσιακή, εθνικιστική ρητορική της ακροδεξιάς με τον αντισημιτισμό και - σε

δεύτερη φάση - τον ρατσισμό: ο εθνικοσοσιαλισμός.

Κοιτίδα του υπήρξε το Μόναχο, το οποίο εκείνη την εποχή φιλοξενούσε πολλές αντίστοιχες ομάδες.

Αρχηγός και εμπνευστής8 του ήταν ο Αδόλφος Χίτλερ, ένας άσημος ήρωας του Α παγκοσμίου πολέμου,

φανατικός εθνικιστής και αντισημίτης, που αν και μέτριας μόρφωσης είχε όμως ρητορικό ταλέντο.

Τα πρώτα χρόνια μετά τον πόλεμο το κόμμα του Χίτλερ (NSDAP) παρέμενε στην αφάνεια, από την οποία

βγήκε το 1923, με το διαβόητο πραξικόπημα της μπυραρίας9. Στη δίκη των συλληφθέντων που

ακολούθησε ο Χίτλερ έβγαλε έναν μνημειώδη απολογητικό λόγο προς τους δικαστές, με τον οποίο

αναλάμβανε πλήρως την ευθύνη των πράξεών του, αποδεχόμενος, όπως έλεγε, ακόμα και τον

χαρακτηρισμό του προδότη, αν αυτός σήμαινε πως ήθελε να σώσει τη χώρα του από τη μέγγενη της

Συμφωνίας των Βερσαλλιών και τους πολιτικούς που την υπέγραψαν. Όπως μαρτυρείται, οι δικαστές

συγκινήθηκαν μέχρι δακρύων από τα λόγια του και του έσφιξαν το χέρι, ζητώντας του συγνώμη για την

ποινή που βάσει νόμου ήταν υποχρεωμένοι να του επιβάλουν10…

Ήταν η πρώτη ένδειξη της δύναμης επιρροής αυτού του μοιραίου ανθρώπου και της διεισδυτικότητας του

λόγου του. Τα επόμενα χρόνια το κόμμα του θα μεγάλωνε σταδιακά αποκτώντας ολοένα και ευρύτερη

απήχηση, ιδιαίτερα στα μικροαστικά στρώματα (το παραδοσιακό, όπως είπαμε, κοινό απεύθυνσης του

εθνικιστικού χώρου), που έβλεπαν σ’ αυτόν ένα ανάχωμα στους επελαύνοντες κομμουνιστές αλλά και

έναν τιμωρό των πολιτικών που «πρόδωσαν τη Γερμανία» το Νοέμβριο του 1918 προκαλώντας την

«Νοεμβριανή επανάσταση» και την επακόλουθη ήττα. Έναν εκδικητή του γερμανικού έθνους, που θα

8 Για την ακρίβεια, τα δόγματα που πρέσβευε τα είχαν εμπνευστεί άλλοι: τον γενετικό ρατσισμό ο Γάλλος Ζοζέφ

Γκομπινώ και την ανωτερότητα της γερμανικής «αρίας φυλής» ένας Άγγλος, ο Χιούστον Τσάμπερλαιν. Ο αντισημιτισμός ήταν παλαιότερος, θεμελιωμένος ήδη από τον ύστερο Μεσαίωνα και ευρύτερα διαδεδομένος σε ολόκληρη την Ευρώπη.

9 Επρόκειτο για μία αποτυχημένη προσπάθεια του Χίτλερ και του NSDAP να καταλάβουν την εξουσία με

«ρεσάλτο», κατά τα πρότυπα της μουσολινικής «πορείας προς τη Ρώμη». Μέλη του κόμματος συγκεντρώθηκαν σε μια μπυραρία του Μονάχου (εξ ου και η ονομασία του όλου εγχειρήματος), από την οποία εξόρμησαν για να καταλάβουν νευραλγικές θέσεις στην πόλη (δημαρχείο, αστυνομικά τμήματα κλπ.). Στόχος ήταν να ανατρέψουν την τοπική κυβέρνηση της Βαυαρίας και να εξαπλωθούν έπειτα στην υπόλοιπη Γερμανία - είτε οι ίδιοι είτε μέσω μιμητών τους, που θα παραδειγματίζονταν από την κίνησή τους - ώσπου να καταλάβουν την ηγεσία της χώρας. Πίστευαν πως θα το κατάφερναν χάρη στις συμπάθειες που είχαν μέσα στο στρατό και τα σώματα ασφαλείας, στην αρωγή (ή έστω ανοχή) των οποίων υπολόγιζαν. Όμως τα πράγματα δεν κύλησαν ομαλά: ο στρατός τους αναχαίτισε και οι πρωτεργάτες (μεταξύ αυτών και ο Χίτλερ) συνελλήφθησαν. Το ίδιο το κόμμα και τα έντυπά του βρέθηκαν για λίγο στην παρανομία. Ήταν η τελευταία φορά που ο Χίτλερ έκανε λόγο για βίαιη κατάληψη της εξουσίας, προσανατολιζόμενος πλέον σταθερά στην κοινοβουλευτική οδό.

10 Πέντε χρόνια, από τα οποία εξέτισε μόνο το ένα. Κατά την σύντομη αυτή παραμονή του στη φυλακή έγραψε – ή

μάλλον υπαγόρευσε στον συγκρατούμενό του και κατοπινό γραμματέα του, Ρούντολφ Ες – την αυτοβιογραφία του (το γνωστό «Ο Αγών μου»), με την οποία διέγραφε και τις βασικές ορίζουσες της πολιτικής του ιδεολογίας.

Page 4: Δημοκρατία της Βαϊμάρης (1919-1933)

καταργούσε την επαίσχυντη συνθήκη των Βερσαλλιών ξαναδίνοντάς του την χαμένη του περηφάνια,

τερματίζοντας όμως ταυτόχρονα και την «αναρχία» που βασίλευε στους δρόμους με τις απεργίες και τα

(ενίοτε ένοπλα) κινήματα των αριστερών.

Ο Χίτλερ καβαλούσε το ίδιο πολιτικό άρμα που πριν λίγα χρόνια, στα 1922, είχε οδηγήσει τον επινοητή

του φασισμού, Μπενίτο Μουσσολίνι, στην ηγεσία της Ιταλίας. Και όχι μόνο στα λόγια. Όπως κι εκείνος,

έτσι κι αυτός, παράλληλα με τις δημηγορίες και τις πολιτικές του παρεμβάσεις, φρόντισε να γίνει και

κυρίαρχος των δρόμων. Έφτιαξε λοιπόν κατά τα πρότυπα των μουσολινικών «μελανοχιτώνων» ένα είδος

«ταγμάτων εφόδου», τα διαβόητα SA (Sturmabteilung), που βασικό τους στόχο είχαν τη διάλυση των

απεργιών και των εργατικών συγκεντρώσεων και την τρομοκράτηση των Εβραίων και των αριστερών

πολιτών11. Σ’ αυτά λίγο αργότερα προστέθηκε και ένα επίλεκτο σώμα προσωπικών του «πραιτωριανών»,

τα γνωστά SS (Schutzstaffel, που σημαίνει «προσωπικό ασφαλείας»), τα οποία στη συνέχεια

διευρύνθηκαν εγκολπώνοντας τα πιο φανατικά και προσωπικά αφοσιωμένα στον Αδόλφο μέλη του

κόμματος.

Στο γύρισμα της δεκαετίας τα δύο αυτά σώματα έφτασαν να αριθμούν ίσως πάνω από 500.000 μέλη - με

τον συντριπτικά μεγαλύτερο όγκο μελών να ανήκει, βεβαίως, στα SA, που είχαν μετεξελιχτεί πλέον σε

κομματικό στρατό, πραγματικό «κράτος εν κράτει». Το ίδιο NSDAP των 60 μελών του 1920 είχε αγγίξει

τώρα τις 150.000, ενώ τα εκλογικά του ποσοστά από το 6,5% του 1924 είχαν ανέλθει στο 18,3% στα 1930.

Δυνατό αρκετά αλλά όχι ακόμα πλειοψηφικό.

Το «τελικό χτύπημα» για τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης, που οδήγησε τον Χίτλερ στην εξουσία, ήρθε στα

1929, με την κατάρρευση του αμερικανικού χρηματιστηρίου και το συνακόλουθο οικονομικό κραχ, που

γρήγορα εξαπλώθηκε και στην Ευρώπη. Η γερμανική οικονομία βρέθηκε τότε ιδιαίτερα εκτεθειμένη,

καθώς βασιζόταν σε πολύ μεγάλο βαθμό σε αμερικανικά δάνεια. Μόλις οι αμερικάνικες τράπεζες

σταμάτησαν την «αιμοδοσία» και ζήτησαν τα χρήματά τους πίσω, ολόκληρο το οικοδόμημα που με κόπο

είχε χτιστεί επί μία δεκαετία, κατέρρευσε. Η αγορά στράγγιξε, οι επιχειρήσεις άρχισαν να κλείνουν η μία

πίσω από την άλλη, οι μικροεπιχειρηματίες φαλίρισαν, οι εργαζόμενοι έμειναν χωρίς δουλειά. Και την ίδια

στιγμή οι ελάχιστοι πόροι που θα μπορούσαν να διατεθούν για την ενίσχυση των ασθενεστέρων και την

τόνωση της παραγωγής, να φεύγουν στο εξωτερικό ως πολεμικές αποζημιώσεις. Η κοινωνία έβραζε…

Την κρίσιμη αυτή στιγμή ο Χίτλερ προέβαλε ως σωτήρας, καταγγέλλοντας όλους τους πολιτικούς για

ανικανότητα και ενδοτισμό στους ξένους (ουσιαστικά ως προδότες), υποσχόμενος δουλειά, κοινωνική

γαλήνη και αποκατάσταση της εθνικής αξιοπρέπειας. Το SPD, αν και ακόμα πολύ ισχυρό (πρώτο κόμμα),

ωστόσο είχε φθαρεί από τα κυβερνητικά του «αμαρτήματα», ενώ το KPD δεν έδειχνε να πείθει παραπάνω

από το 15% της γερμανικής κοινωνίας. Έτσι, στις εκλογές του 1932 το NSDAP αναδείχτηκε για πρώτη φορά

πρώτο κόμμα με 33%12, ενώ λίγους μήνες νωρίτερα ο Χίτλερ είχε κατέβει στις προεδρικές εκλογές

αποσπώντας το εντυπωσιακό 37%!

Το NSDAP είχε αγγίξει την εκλογική του «οροφή», που όμως δεν ήταν αρκετή για να του δώσει

αυτοδυναμία. Έτσι, κατέφυγε στη βία: επί μήνες πριν τις τελευταίες εκλογές του Μαρτίου 1933, τα SA και

11

Σε απάντηση είχε φτιάξει και το KPD το δικό του «Μέτωπο Κόκκινων Μαχητών» (RFB), που είχε ως έργο την προστασία όχι μόνο των κομματικών μελών αλλά συνολικά των αγωνιζόμενων εργατών, των συνδικαλιστικών τους οργάνων και των κινητοποιήσεών τους από τις επιθέσεις των SA. Τα μέλη του ανέρχονταν σε δεκάδες χιλιάδες και στην πλειοψηφία τους δεν ήταν μέλη του KPD αλλά πάσης φύσεως αριστεροί εργάτες, που ήθελαν να προστατευθούν από την φασιστική τρομοκρατία.

12 Στις ίδιες εκλογές τα δύο αριστερά κόμματα, SPD και KPD, είχαν πάρει αθροιστικά 37% των ψήφων. Που σημαίνει

πως, αν είχαν συνεργαστεί, ίσως να είχαν καταλάβει την εξουσία ανακόπτοντας τον Χίτλερ. Όμως η μεταξύ τους διχόνοια ήταν βαθιά και πολύ παλιά για να γεφυρωθεί…

Page 5: Δημοκρατία της Βαϊμάρης (1919-1933)

τα SS επιδόθηκαν σε μία συστηματική και λυσσώδη τρομοκράτηση των αριστεροφρόνων πολιτών, που

έκανε πολλούς να φοβηθούν. Επιπλέον, 6 ημέρες πριν τις εκλογές, όντας ο ίδιος υπηρεσιακός

πρωθυπουργός, ο Χίτλερ προχώρησε σε μία μνημειώδη προβοκάτσια13, ενδεικτική της πολιτικής του

ανηθικότητας και των μακιαβελικών μεθόδων του, που έμελλε να παίξει ρόλο καθοριστικό: σκηνοθέτησε

τον εμπρησμό του ίδιου του Ράιχσταγκ (δηλαδή της γερμανικής βουλής), τον οποίο στην συνέχεια

απέδωσε στους κομμουνιστές. Αν και η εμπλοκή των τελευταίων ποτέ δεν αποδείχτηκε δικαστικά και όλοι

οι κατηγορούμενοι απαλλάχτηκαν ακόμα και από αυτήν την ελεγχόμενη πλέον ναζιστική δικαιοσύνη, η

πρώτη εντύπωση του κόσμου ήταν πως το KPD επιβουλευόταν το πολίτευμα προετοιμάζοντας

πραξικόπημα. Ο Χίτλερ, προβάλλοντας ως εγγυητής της δημοκρατικής νομιμότητας (!), ζήτησε και πέτυχε

την λήψη εκτάκτων μέτρων κατά των KPD και SPD, που τα έθεσαν πρακτικά εκτός νόμου. Έτσι,

κατεβαίνοντας στις εκλογές ουσιαστικά χωρίς αντίπαλο, κατάφερε να αποσπάσει το 44% των ψήφων, που

του επέτρεψε να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση και να επιβάλει τη δικτατορία του.

Η σύντομη και ταραχώδης περίοδος της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης είχε μόλις τελειώσει. Η «εποχή των

τεράτων», κατά την έκφραση του Αντόνιο Γκράμσι, είχε μόλις ανατείλει…

13

Από το αγγλικό provoke(=διεγείρω πάθη ή ό,τι άλλο). Δηλώνει κάθε δόλια πράξη που στοχεύει στην πρόκληση πολιτικών αναταραχών ή/και τη συκοφάντηση κάποιου πολιτικού χώρου.