Η ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΟΥΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ...

176
1 Επιμόρφωση Nέων στην Περιβαλλοντική Διαχείριση Ενεργοποίηση κινήτρων, επαγγελματικού προσανατολισμού και δυνατοτήτων απασχόλησης Η ∆ΥΝΑΜΙΚΗ ΤΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΠΕ∆ΙΟΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ

description

Η ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ

Transcript of Η ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΟΥΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ...

1

Επιμόρφωση Nέων στην Περιβαλλοντική Διαχείριση

Ενεργοποίηση κινήτρων, επαγγελματικού προσανατολισμού και δυνατοτήτων απασχόλησης

Η ∆ΥΝΑΜΙΚΗ ΤΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΠΕ∆ΙΟΥ

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ

2

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η μελέτη που ακολουθεί πραγματοποιήθηκε για τις ανάγκες του έργου:

«Επιμόρφωση Νέων στην Περιβαλλοντική ∆ιαχείριση-Ενεργοποίηση Κινήτρων,

Επαγγελματικού Προσανατολισμού και ∆υνατοτήτων Απασχόλησης», που

χρηματοδοτήθηκε από το Ίδρυμα Νεολαίας και ∆ια βίου Μάθησης, στα πλαίσια του

Προγράμματος «Η Νέα Γενιά σε ∆ράση».

Τα δεδομένα της έχουν αντληθεί από σχετικές μελέτες που έχει δημοσιεύσει ο

Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), καθώς και το ΙΟΒΕ και το

Εργαστήριο Βιομηχανικής και Ενεργειακής Οικονομίας της Σχολής Χημικών Μηχανικών

του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.

Η δομή της εργασίας περιλαμβάνει την καταγραφή παραμέτρων που θεωρούνται

καθοριστικές για την εξέλιξη της επιχειρηματικότητας στον κλάδο της

περιβαλλοντικής δραστηριότητας, ώστε να καταλήξει στη διατύπωση πιθανών

σεναρίων εξέλιξης. Η πρόβλεψη αυτή προδικάζει την εμφάνιση νέων ειδικοτήτων και

επαγγελματικών δεξιοτήτων που δείχνουν να είναι απαραίτητες προκειμένου να

υπηρετηθούν με αρτιότητα οι νέες ανάγκες.

Μια μελλοντική επέκταση της διερεύνησης αυτής θα ήταν η αξιολόγηση των σχετικών

προγραμμάτων σπουδών, σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες, ώστε να προκύψουν

χρήσιμα συμπεράσματα, όσον αφορά την εναρμόνιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας

ως προς τις νέες αναδυόμενες ανάγκες της παραγωγής.

3

Επιμόρφωση Nέων στην Περιβαλλοντική Διαχείριση - Ενεργοποίηση κινήτρων, επαγγελματικού προσανατολισμού και

δυνατοτήτων απασχόλησης

Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

ΑΘΗΝΑ ΙΟΥΝΙΟΣ 2012

4

ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ

ΚΛΑΔΟ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Στα κεφάλαια που ακολουθούν, γίνεται η καταγραφή των βασικών παραγόντων

που θεωρούνται ικανοί να καθορίσουν τις εξελίξεις για τις επιχειρήσεις που

δραστηριοποιούνται στον τομέα του περιβάλλοντας μέσα στο χρονικό διάστημα

των επομένων ετών. Για κάθε έναν από αυτούς γίνεται προσδιορισμός του

περιεχομένου του και των ειδικών χαρακτηριστικών του, ενώ στη συνέχεια

αναλύεται συνοπτικά η αναμενόμενη επίδρασή στο παραγωγικό και κοινωνικό

γίγνεσθαι. Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα περιβαλλοντικά ζητήματα είναι σήμερα από

τη φύση τους διεθνοποιημένα και ειδικότερα μάλιστα σε επίπεδο Ευρωπαϊκής

Ένωσης μπορούν να θεωρηθούν προβλήματα κοινής αντιμετώπισης, η εξέταση των

παραγόντων ξεκινά από την ευρωπαϊκή διάσταση και στη συνέχεια εξειδικεύεται

στην ελληνική πραγματικότητα. Προφανώς τα τελικά συμπεράσματα αναφέρονται

αποκλειστικά στις προοπτικές του κλάδου του περιβάλλοντος σε εθνικό επίπεδο,

όμως και πάλι το οποιοδήποτε σενάριο δεν μπορεί να είναι απαλλαγμένο από

εξαρτήσεις από τον ευρωπαϊκό και τον ευρύτερο διεθνή χώρο.

1. Θεσμικό πλαίσιο – Κανονισμοί

α) Εθνική περιβαλλοντική νομοθεσία

Η κορυφαία διάταξη που διέπει την περιβαλλοντική νομοθεσία της χώρας μας είναι

το άρθρο 24 του Συντάγματος που ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι «η προστασία του

φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και

δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει

ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας».

Ο N.1650/1986 είναι ο βασικός νόμος για το περιβάλλον και προσδιορίζει την

προστασία του περιβάλλοντος ως απαραίτητη προϋπόθεση «ώστε ο άνθρωπος, ως

άτομο και ως μέλος του κοινωνικού συνόλου, να ζει σε ένα υψηλής ποιότητας

περιβάλλον μέσα στο οποίο προστατεύεται η υγεία του και ευνοείται η ανάπτυξη της

5

προσωπικότητάς του» - αλλά και ως «θεμελιώδες και αναπόσπαστο μέρος της

πολιτιστικής και αναπτυξιακής διαδικασίας και πολιτικής». Ωστόσο, μέχρι τον

πρόσφατο N.4014/2011 με τίτλο: «Περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και δραστη-

ριοτήτων, ρύθμιση αυθαιρέτων σε συνάρτηση με δημιουργία περιβαλλοντικού

ισοζυγίου και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Περιβάλλοντος» έχουν

δημοσιευθεί πολλά νομοθετήματα που δημιουργούν ένα μάλλον πολυσύνθετο

σύστημα. Ενδεικτικά αναφέρονται οι ακόλουθες θεματικές περιοχές στην εθνική μας

νομοθεσία για το περιβάλλον και στην παρένθεση σημειώνεται το πλήθος των

σχετικών νομοθετημάτων που τέθηκαν σε ισχύ μέχρι το 2010 :

o Ατμοσφαιρική ρύπανση (1952)

o ∆ιαχείριση υδατικών πόρων (757)

o ∆ιαχείριση στερεών αποβλήτων (251)

o Ενέργεια (1729)

o Θόρυβος (318)

o Μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων (271)

o Ζώνες ειδικής προστασίας (ΖΕΠ) (98)

Είναι προφανές ότι ένα σύστημα θεσμικών και κανονιστικών ρυθμίσεων με 5376

νομοθετήματα, αποτελεί μάλλον ένα δύσχρηστο πλαίσιο, με δυσκολίες τόσο για το

κοινό, όσο και για τις υπηρεσίες και τους επενδυτές. Στη συνέχεια του κειμένου

δίνεται ένας πίνακας με τίτλους και στοιχεία των νομοθετημάτων για το

περιβάλλον ώστε να αποκτηθεί μια εικόνα των μεγεθών.

6

β) Κοινοτική περιβαλλοντική νομοθεσία

Η προστασία του περιβάλλοντος και η κατοχύρωση αυτής της μέριμνας στις επί

μέρους πολιτικές αποτελεί βασική υποχρέωση των κρατών μελών της ΕΕ βάσει

του άρθρου 2 της Συνθήκης για την ίδρυση της ΕΟΚ, όπου σημειώνεται ότι η

Κοινότητα έχει ως αποστολή να προάγει την αρμονική, ισόρροπη, αειφόρο

ανάπτυξη και να φροντίζει για υψηλό επίπεδο προστασίας και βελτίωσης της

ποιότητας του περιβάλλοντος. Επίσης, στο άρθρο 6 της Συνθήκης αναφέρεται ότι

οι απαιτήσεις της περιβαλλοντικής προστασίας πρέπει να ενταχθούν στον

καθορισμό και την εφαρμογή των κοινοτικών πολιτικών και δράσεων με στόχο

την αειφόρο ανάπτυξη.

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, η Ευρώπη ανέλαβε σταθερή δέσμευση όσον

αφορά το περιβάλλον, η οποία αντικατοπτρίζεται με την ακόλουθη φραστική

διατύπωση: η προστασία της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα και των υδάτων,

η διατήρηση των φυσικών πόρων και της βιοποικιλότητας, η διαχείριση των

αποβλήτων και των δραστηριοτήτων που έχουν δυσμενείς επιπτώσεις

συγκαταλέγονται μεταξύ των πεδίων της ευρωπαϊκής δράσης, τόσο σε επίπεδο

κρατών μελών όσο και στον διεθνή χώρο.

Στόχος της ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής πολιτικής, όπως καθορίζεται στο άρθρο

174 της συνθήκης, είναι η εξασφάλιση της αειφόρου ανάπτυξης του ευρωπαϊκού

κοινωνικού μοντέλου, ανεξαρτήτως αν τούτο εξυπηρετείται με διορθωτικά μέτρα

με σκοπό την αντιμετώπιση συγκεκριμένων περιβαλλοντικών προβλημάτων ή με

μέτρα που καλύπτουν περισσότερους τομείς ή ενσωματώνονται σε άλλους τομείς

άσκησης πολιτικής.

Στη συνέχεια παρατίθενται οι θεματικές περιοχές, με ενδεικτικό περιεχόμενο των

θεσμικών εργαλείων που έχει θεσπίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση:

7

Καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής: πολιτικό πλαίσιο, Πρωτόκολλο του Κιότο,

μείωση των εκπομπών αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου,

ενέργεια, μεταφορές, επιχειρήσεις, γεωργία, καινοτομία

Γενικές ∆ιατάξεις: προγράμματα δράσης, αρχές, περιβαλλοντικά μέσα, εφαρμογή και

έλεγχος

Αειφόρος Ανάπτυξη: στρατηγική της αειφόρου ανάπτυξης, ενσωμάτωση της

περιβαλλοντικής πολιτικής

∆ιαχείριση των αποβλήτων: ανακύκλωση και πρόληψη των αποβλήτων, ειδικά

απόβλητα, επικίνδυνα απόβλητα, ραδιενεργά απόβλητα

Ατμοσφαιρική ρύπανση: ποιότητα του αέρα, ατμοσφαιρικοί ρύποι, μεταφορές,

βιομηχανίες

Προστασία και διαχείριση των υδάτων: χρήση των υδάτων, θαλάσσια ρύπανση,

εσωτερικά ύδατα, απόρριψη ουσιών

Προστασία της φύσης και της βιοποικιλότητας: βιοποικιλότητα, πανίδα και χλωρίδα,

δάση, γενετικά μεταλλαγμένοι οργανισμοί

Προστασία του εδάφους: διαχείριση ορισμένων ειδικών εδαφών, απόρριψη ουσιών,

επικίνδυνες δραστηριότητες

Πολιτική προστασία: μηχανισμός και χρηματοδότηση της πολιτικής προστασίας,

περιβαλλοντικά ατυχήματα

Ηχητικές οχλήσεις: διαχείριση του θορύβου, ειδικές πηγές θορύβου

Περιβάλλον και συνεργασία με τις τρίτες χώρες: διεύρυνση, συνεργασία με τις τρίτες

χώρες, διεθνείς συνθήκες

8

Έχει ήδη αναφερθεί ότι Ελλάδα έχει υποχρέωση όχι μόνο να ενσωματώνει στο

εθνικό της δίκαιο και να εφαρμόζει τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες, αλλά και να

συμμετέχει ενεργά σε όλες τις διαδικασίες για την περαιτέρω νομική και θεσμική

ενίσχυση της προστασίας του περιβάλλοντος.

γ) ∆ιεθνές περιβαλλοντικό δίκαιο

Το Συνέδριο του ΟΗΕ για το Ανθρώπινο Περιβάλλον στη Στοκχόλμη το 1972, το

Συνέδριο του ΟΗΕ για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη στο Ρίο το 1992, η

Παγκόσμια Συνδιάσκεψη για την Αειφόρο Ανάπτυξη στο Γιοχάνεσμπουργκ το 2002,

η συνδιάσκεψη της Κοπεγχάγης το 2009 αποτελούν μερικά ορόσημα της

ανάπτυξης και ωρίμανσης του διεθνούς περιβαλλοντικού δικαίου, αλλά και των

αδυναμιών προς μια ομοιόμορφη και συναινετική προσέγγιση και συνεργασία.

Μέσα από αυτές τις διασκέψεις επιχειρήθηκε να τεθούν οι βάσεις και αρχές του

περιβαλλοντικού δικαίου, με την σύναψη πολλών περιβαλλοντικών συμβάσεων οι

οποίες φέρουν δεσμευτικές διατάξεις, αλλά και με τη συγκρότηση φορέων και

οργάνων αρμόδιων συντονίζουν τις αυξανόμενες ανάγκες που χαρακτηρίζουν την

περιβαλλοντική προστασία.

Η σύμβαση για τη διεθνή εμπορία απειλούμενων ειδών πανίδας και χλωρίδας

(CITES, 1973) και για την ίδρυση του περιβαλλοντικού προγράμματος του ΟΗΕ

(UNEP), η Σύμβαση - Πλαίσιο του ΟΗΕ για τις Κλιματικές Αλλαγές, καθώς και η

Σύμβαση για την Βιοποικιλότητα και η Επιτροπή Αειφόρου Ανάπτυξης του ΟΗΕ

(CSD) που συμφωνήθηκαν στη ∆ιάσκεψη του Ρίο το 1992 είναι ορισμένα

χαρακτηριστικά παραδείγματα των διεργασιών για την εγκαθίδρυση κανόνων και

ενδεχομένως μιας παγκόσμιας περιβαλλοντικής νομοθεσίας, τουλάχιστον σε καίρια

θέματα με πανεθνική εμβέλεια και μεγάλη οξύτητα.

Σχολιάζοντας την εικόνα του θεσμικού πλαισίου και συνεκτιμώντας την εμπειρία από

την πορεία εφαρμογής του, αλλά και την ουσιαστική συμμόρφωση των κρατών στις

9

βασικές αρχές περιβαλλοντικής προστασίας, φαίνεται ότι παρά την ύπαρξη

μηχανισμών παρακολούθησης της ανταπόκρισης των χωρών, οι πιέσεις που

μπορούν να ασκηθούν είναι περιορισμένες, καθώς οι διεθνείς σχέσεις συνεχίζουν να

βασίζονται στην έννοια της εθνικής κυριαρχίας.

Η απροθυμία αυτή εκδηλώνεται κατά περίπτωση και με βάση τα εθνικά συμφέροντα

της κάθε χώρας ή εξαιτίας της συγκυρίας που διανύει κάποιο περιβαλλοντικό ζήτημα

ή ακόμη λόγω άλλων διεθνών συσχετισμών. Για παράδειγμα, οι ΗΠΑ δεν

προσυπέγραψαν το πρωτόκολλο του Κιότο, ενώ στο ζήτημα εμπορίας των

δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου υπάρχει αμφισβήτηση από τις

αναπτυσσόμενες χώρες της ανατολικής Ασίας με το σκεπτικό ότι μέχρι πρόσφατα

είχαν μειωμένες βιομηχανικές δραστηριότητες σε σχέση με τις ανεπτυγμένες χώρες

της δύσης και έτσι δεν έχουν επιβαρύνει στο ίδιο μέτρο την ατμόσφαιρα με αέρια

θερμοκηπίου και γενικότερα με άλλους ρύπους. Ομοίως, από χώρες όπως η Ρωσία,

τίθεται το θέμα της συμβολής της βλάστησης που διαθέτουν στην ανάσχεση του

φαινομένου θερμοκηπίου μέσω της δέσμευσης διοξειδίου του άνθρακα, που είναι ο

κύριος υπεύθυνος αυτού του φαινομένου εξαιτίας των μεγάλων ποσοτήτων στις

οποίες παράγεται από τις ανθρωπογενείς δραστηριότητες.

Τα παραδείγματα αυτά αποτυπώνουν και μια άλλη διάσταση που συμβάλλει στην

παρεμπόδιση μιας οικουμενικής στάσης στα περιβαλλοντικά ζητήματα, δηλαδή την

ανομοιογένεια και ανισότητα στην φάση οικονομικής εξέλιξης που παρατηρείται

στον κόσμο και προφανώς συνεπάγεται διαφοροποιήσεις στη στάση κάθε χώρας. Ο

παράγοντας αυτός θα εξεταστεί στη συνέχεια σε ιδιαίτερη ενότητα, ώστε να

προσδιοριστεί η βαρύτητά του και η δυναμική του στην ανάπτυξη των

περιβαλλοντικών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.

Η ειδικότερη εικόνα στη χώρα μας παρουσιάζει επίσης αρκετή ασάφεια. Το γεγονός

ότι πολλά ζητήματα του φυσικού και αστικού περιβάλλοντος έχουν παραμεληθεί για

πολλά χρόνια, αφενός προκάλεσε ακρότητες και αφετέρου δημιούργησε ένα ισχυρό

κίνημα, στο οποίο εκτός τους συνήθεις συντελεστές είχε τα τελευταία χρόνια

μεγάλη συμμετοχή και ο πολιτικός κόσμος. Προϊόν αυτής της περιόδου ήταν η

10

ίδρυση για πρώτη φορά Υπουργείου Περιβάλλοντος, που προήλθε από την

μετεξέλιξη μιας Γενικής Γραμματείας Περιβάλλοντος. Αξίζει να σημειωθεί ότι η

έξαρση αυτή (που συνέπεσε με μια περίοδο εξαιρετικής ύφεσης και σοβαρής

οικονομικής κρίσης στη χώρα μας) δημιούργησε εντάσεις παρεμποδίζοντας

επενδυτικές πρωτοβουλίες που θα μπορούσαν να εκδηλωθούν ακόμα και με τις

συνθήκες αυτές.

Ωστόσο, η επίσημη κρατική αρχή ήταν υποχρεωμένη να επισπεύσει έργα και

υποδομές για την προστασία του περιβάλλοντος και την απορρύπανση, προκειμένου

να συμμορφωθεί προς κοινοτικές οδηγίες αλλά ακόμη και για να αξιοποιήσει πόρους

από το ΕΣΠΑ, το οποίο πρόβλεπε στο σχεδιασμό του ειδικά τέτοια έργα.

Πράγματι, σε πολλά ζητήματα η χώρα μας παρουσιάζει μεγάλες καθυστερήσεις

συμμόρφωσης με αποτέλεσμα να εκκρεμούν καταγγελίες και να επαπειλούνται

πρόστιμα. Τυπικό παράδειγμα αποτελούν οι χώροι αυθαίρετης διάθεσης

απορριμμάτων, γνωστοί και ως ΧΑ∆Α, που θα έπρεπε προ πολλού να είχαν

καταστεί ανενεργοί και να είχαν αποκατασταθεί ως προς το φυσικό τους

περιβάλλον. Τα πρόστιμα είναι μεγάλα, προσωρινώς έχουν αποσοβηθεί με διαρκείς

παρατάσεις και αντίστοιχες υποσχέσεις της Ελλάδας ότι θα περατώσει με επιτυχία το

έργο αυτό. Ανάλογη είναι η κατάσταση με τη μόλυνση των νερών της λίμνης

Κορώνειας στη Β. Ελλάδα

Μια άλλη τυπική περίπτωση αστοχίας είναι η βραδυπορία στην αξιοποίηση των

κονδυλίων του επιχειρησιακού προγράμματος για το Περιβάλλον και την Αειφόρο

Ανάπτυξη (ΕΠΠΕΡΑΑ). Το επιχειρησιακό αυτό πρόγραμμα του ΕΣΠΑ, το οποίο

διέθετε ένα πολύ μεγάλο προϋπολογισμό για ανάλωση και υλοποίηση

περιβαλλοντικών δράσεων, περιλάμβανε στο σχεδιασμό του την κατασκευή

εργοστασίων επεξεργασίας αστικών απορριμμάτων, στάδιο απαραίτητο για την

διάθεσή τους στο χώρο υγειονομικής ταφής διότι μειώνει σημαντικά τον όγκο τους.

Μέχρι σήμερα κανένα έργο δεν έχει προχωρήσει με αποτέλεσμα οι αντίστοιχες

δράσεις για την εκσκαφή των χώρων υγειονομικής ταφής υπολειμμάτων να

11

ακυρώνονται επίσης διότι επισύρουν τις δικαιολογημένες αντιδράσεις του κοινού

που δεν δέχεται αυτό το πρωθύστερο σχήμα.

Ένας βασικός συντελεστής για τον καθορισμό της δυναμικής των εξελίξεων στον

τομέα της περιβαλλοντικής επιχειρηματικότητας είναι ο πρόσφατος νόμος

4014/2011, το περιεχόμενου του οποίου παρουσιάζεται συνοπτικά στη συνέχεια,

προκειμένου να δοθεί μια αίσθηση των επιπτώσεών του.

Συγκεκριμένα, με το νέο νόμο τα έργα και οι δραστηριότητες του δημόσιου και ι-

διωτικού τομέα, των οποίων η κατασκευή και λειτουργία δύνανται να έχουν

επιπτώσεις στο περιβάλλον, κατατάσσονται σε δύο κατηγορίες (Α και Β) ανάλογα με

τη βαρύτητά τους για το περιβάλλον.

Στην πρώτη κατηγορία (Α) εντάσσονται τα έργα και οι δραστηριότητες οι οποίες

επιφέρουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Για τα έργα αυτά απαιτείται

Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ).

Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει τις υποκατηγορίες Α1 και Α2. Στην Α1 εντάσσονται

τα έργα που ενδέχεται να προκαλέσουν πολύ σημαντικές επιπτώσεις στο

περιβάλλον, ενώ στην Α2 αυτά που ενδέχεται να προκαλέσουν σημαντικές

επιπτώσεις στο περιβάλλον.

Στη δεύτερη κατηγορία (Β) εντάσσονται τα έργα και οι δραστηριότητες οι οποίες

χαρακτηρίζονται από τοπικές και μη σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και υπό-

κεινται σε γενικές προδιαγραφές, όρους και περιορισμούς που τίθενται για την

προστασία του περιβάλλοντος.

Για πραγματοποίηση νέου έργου ή δραστηριότητας κατηγορίας Α ή τη

μετεγκατάσταση ήδη υφισταμένων, απαιτείται διαδικασία περιβαλλοντικής

αδειοδότησης με εκπόνηση ΜΠΕ και έκδοση Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών

Όρων (ΑΕΠΟ). Ο φορέας του έργου ή της δραστηριότητας της κατηγορίας Α έχει τη

δυνατότητα να ζητήσει γνωμοδότηση της αρμόδιας περιβαλλοντικής αρχής με την

12

υποβολή φακέλου Προκαταρκτικού Προσδιορισμού Περιβαλλοντικών Απαιτήσεων

(ΠΠΠΑ), πριν την υποβολή ΜΠΕ.

Για την έκδοση της ΑΕΠΟ των έργων ή δραστηριοτήτων της υποκατηγορίας Α1

ακολουθείται η εξής διαδικασία:

1. Υποβολή φακέλου ΠΠΠΑ με συνοδευτικά έγγραφα ή και σχέδια τεκμηρίωσης.

2. Έλεγχος της τυπικής πληρότητας φακέλου ΠΠΠΑ εντός δέκα εργάσιμων

ημερών.

3. Αποστολή του φακέλου του ΠΠΠΑ προς τις υπηρεσίες και φορείς της ∆ιοίκησης

για γνωμοδότηση.

4. Συλλογή γνωμοδοτήσεων από τις αρμόδιες υπηρεσίες και φορείς.

5. Αξιολόγηση και στάθμιση γνωμοδοτήσεων.

6. Σύνταξη της θετικής γνωμοδότησης ΠΠΠΑ (ή αρνητικής) απόφασης εντός

είκοσι εργάσιμων ημερών.

7. Υπογραφή θετικής γνωμοδότησης ΠΠΠΑ ή αρνητικής απόφασης από Γενικό

∆ιευθυντή Περιβάλλοντος.

8. Υποβολή φακέλου ΜΠΕ και φακέλου με συνοδευτικά έγγραφα και σχέδια

τεκμηρίωσης, από τον φορέα του έργου ή της δραστηριότητας.

9. Έλεγχος τυπικής πληρότητας του φακέλου ΜΠΕ εντός δεκαπέντε εργάσιμων

ημερών.

10. Αποστολή του φακέλου της ΜΠΕ προς τις υπηρεσίες και φορείς της ∆ιοίκησης.

11. Συλλογή γνωμοδοτήσεων από τις αρμόδιες υπηρεσίες και φορείς της ∆ιοίκησης

13

12. Αξιολόγηση και στάθμιση γνωμοδοτήσεων.

13. Σύνταξη ΑΕΠΟ ή απόφασης απόρριψης από την αρμόδια περιβαλλοντική αρχή

εντός είκοσι πέντε εργάσιμων ημερών.

14. Έκδοση ΑΕΠΟ ή απόφασης απόρριψης.

Για τα έργα ή τις δραστηριότητες της κατηγορίας Α2 ισχύουν τα βήματα 8-14.

Τα έργα ή οι δραστηριότητες κατηγορίας Β δεν θα ακολουθούν τη διαδικασία

εκπόνησης Μ.Π.Ε., αλλά θα υπόκεινται σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές ∆εσμεύσεις

(Π.Π.∆.). Ανάλογα με το είδους τους, θα υπάγονται αυτοδικαίως σε Π.Π.∆., με

ευθύνη της αρμόδιας υπηρεσίας, η οποία θα χορηγεί την άδεια λειτουργίας και

κατόπιν σχετικής δήλωσης του μελετητή ή του φορέα του έργου ή της

δραστηριότητας. Αν το έργο ή η δραστηριότητα δεν λαμβάνει άδεια λειτουργίας,

τότε υπάγεται σε Π.Π.∆. με ευθύνη της αρμόδιας υπηρεσίας περιβάλλοντος της

Περιφέρειας.

Το ανωτέρω πλαίσιο, που είναι καθοριστικό για την επενδυτική δραστηριότητα

κάθε μορφής και κατ’ επέκταση για την προοπτική ανάπτυξης, υποτίθεται ότι

θεσπίστηκε για να απλοποιήσει τα πράγματα. Είναι όμως σαφές από την

περιγραφή του ότι για πολλές περιπτώσεις, θα εξακολουθεί να συνθέτει ένα

δυσλειτουργικό πλαίσιο, αν μάλιστα ληφθεί υπόψη και η αδράνεια των υπηρεσιών

σε μια περίοδο προβληματική και για την δημόσια διοίκηση, καθώς επίσης και τα

διαμορφωμένα αντανακλαστικά επιφυλακτικότητας από τις περιφερειακές αρχές

και την αυτοδιοίκηση. Κατά συνέπεια, προκειμένου να λειτουργήσει θετικά ο νέος

νόμος είναι σημαντικό να θεσπίσει την πλέον ευνοϊκή κατηγοριοποίηση των

δραστηριοτήτων, ώστε να περιοριστούν κατά το δυνατόν τα προσκόμματα.

14

2. Γνώσεις και Τεχνολογία

Η ανάπτυξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας στον τομέα του περιβάλλοντος

συνέβαλε στην ενεργοποίηση πολλών και ιδιαίτερα δυναμικών επιχειρήσεων, οι

οποίες έχουν πλέον αποκτήσει σημαντική τεχνογνωσία. Ιδιαίτερα, οι βιομηχανίες

ανακύκλωσης και οι διεργασίες διαχείρισης των αποβλήτων, έχουν δημιουργήσει

ένα νέο επιχειρηματικό πεδίο πολλαπλών επενδυτικών ευκαιριών, νέων

επαγγελμάτων και νέων θέσεων απασχόλησης. Ωστόσο, λόγω των υψηλών

περιθωρίων κέρδους που εμφάνιζε ο συγκεκριμένος κλάδος στο παρελθόν,

προσέλκυσε και ευκαιριακές επιχειρήσεις χωρίς κατάλληλη τεχνογνωσία, που

αντιμετώπισαν τα περιβαλλοντικά προβλήματα με καιροσκοπική νοοτροπία. Σήμερα

όμως, σε συνθήκες οικονομικής ύφεσης και έντονων περιβαλλοντικών πιέσεων, για

να είναι βιώσιμες οι επιχειρήσεις του περιβαλλοντικού τομέα θα πρέπει να

αναπτύσσουν και να εφαρμόζουν τεχνολογικές καινοτομίες για καλύτερη διαχείριση

των περιβαλλοντικών θεμάτων με παράλληλη μείωση του κόστους παραγωγής και

λειτουργίας.

Ειδικότερα, φαίνεται ότι υπάρχουν σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης καινοτομιών σε

επιμέρους αντικείμενα, όπως π.χ. στις διεργασίες μείωσης και πρόληψης των

περιβαλλοντικών επιπτώσεων με αξιοποίηση της εμπειρίας από άλλες χώρες αλλά

και με ενίσχυση της συνεργασίας επιχειρήσεων, πανεπιστημιακών και ερευνητικών

κέντρων, η οποία αποτελεί καθιερωμένη πρακτική στις ευρωπαϊκές χώρες σε

αντίθεση με την Ελλάδα, όπου εξακολουθεί να βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα σε

σύγκριση με τον μέσο όρο της Ε.Ε.

Σημαντικές τεχνολογικές εξελίξεις – καινοτομίες στην περιβαλλοντική βιομηχανία

αναμένονται κυρίως:

στον τομέα του εκσυγχρονισμού των υφιστάμενων παραγωγικών

δραστηριοτήτων που θα επιφέρουν και βελτίωση στους περιβαλλοντικούς

όρους λειτουργίας τους

15

στην ανακύκλωση και επεξεργασία στερεών και υγρών αποβλήτων, με έμφαση

στα συστήματα διαχείρισης

στην εφαρμογή τεχνολογιών επεξεργασίας επικίνδυνων αποβλήτων, όπου

διαπιστώνεται μεγάλη υστέρηση στη χώρα μας

Οι προοπτικές τεχνολογικών εξελίξεων και ανάπτυξης καινοτομιών εντοπίζονται

ειδικότερα:

στους κλάδους παραγωγής δομικών υλικών

στους κλάδους βιομάζας (είτε για παραγωγή compost, είτε για ενεργειακή

αξιοποίηση) και βιοκαυσίμων

στην επεξεργασία αστικών λυμάτων, με έμφαση στην ανακύκλωση του νερού

και στην αξιοποίηση της λυματολάσπης,

Ενδεικτικό παράδειγμα των παραπάνω αποτελεί η περίπτωση της

τσιμεντοβιομηχανίας, όπου με την εγκατάσταση σύγχρονων κλιβάνων μπορούν να

αξιοποιηθούν ενεργειακά πολύ μεγαλύτερες ποσότητες δευτερογενών καυσίμων

προερχομένων από επεξεργασία αποβλήτων, αφού θα έχουν αντιμετωπιστεί οι

περιοριστικοί παράγοντες των ρύπων που εμποδίζουν την αύξηση των ως άνω

ποσοτήτων μέχρι σήμερα. Η εξέλιξη αυτή προφανώς διαμορφώνει προοπτικές

διαχείρισης κατηγοριών αποβλήτων που δεν υφίστανται μέχρι σήμερα και εμφανίζει

πολλαπλασιαστικές ευεργετικές επιπτώσεις, εξοικονομώντας ενέργεια και

εξαφανίζοντας ένα ογκώδες απόβλητο.

Πρέπει να σημειωθεί ότι οι ανατροπές που έχουν επέλθει στο παραγωγικό γίγνεσθαι

σε πανευρωπαϊκό επίπεδο με την στροφή των επιχειρήσεων στον τομέα του

περιβάλλοντος καθώς και με τις επιδόσεις στη λεγόμενη πράσινη ανάπτυξη, δεν

16

εκφράζονται πάντοτε με ριζικές μεταβολές και με τη δημιουργία απολύτως νέων

διεργασιών. Οι αλλαγές μπορεί να εμπίπτουν στις ακόλουθες κατηγορίες:

i) Υπάρχουσες δραστηριότητες στις οποίες εισάγονται τεχνολογικές βελτιώσεις με

στόχο να γίνουν περισσότερο φιλικές προς το περιβάλλον ή να συμμορφωθούν σε

νέους όρους και κανονισμούς. Για παράδειγμα η εξοικονόμηση ενέργειας σε μια

ενεργοβόρο βιομηχανική διεργασία (όπως υψικάμινοι, μεταλλουργία, βιομηχανία

λιπασμάτων) ή ακόμη η εξοικονόμηση νερού είναι σημαντικές παρεμβάσεις προς αυτή

την κατεύθυνση. Στον τομέα μάλιστα αυτό έχουν αναπτυχθεί εδώ και δύο δεκαετίες

οι λεγόμενες καθαρές τεχνολογίες που αποτελούν εναλλακτικούς δρόμους παραγωγής

αγαθών και έχουν σχεδιαστεί έτσι ώστε σε όλα τους τα στάδια να επιφέρουν

μηδενική ή ελαχιστοποιημένη περιβαλλοντική επιβάρυνση.

ii) Νέες δραστηριότητες που σχεδιάζονται, εγκαθίστανται και λειτουργούν

αποκλειστικά για την παραγωγή νέων προϊόντων ή υπηρεσιών στον τομέα της

πράσινης ανάπτυξης. Για παράδειγμα η παραγωγή φωτοβολταϊκών πάνελ, η

βιομηχανία κάδων ανακύκλωσης βιοαποδομήσιμων απορριμμάτων για την παραγωγή

compost, η παραγωγή εστιών καύσης βιομάζας κλπ.

ii) Συμβατικές δραστηριότητες, στις οποίες όμως το προϊόν κατευθύνεται τώρα σε μια

νέα χρήση, προσανατολισμένη στην πράσινη ανάπτυξη. Παράδειγμα σε αυτή την

περίπτωση αποτελεί μια μονάδα παραγωγής μεταλλικών στοιχείων που θα μπορούσαν

να κατευθύνονται προς δομικές εφαρμογές ή να καλύπτουν ανάγκες μηχανολογικού

εξοπλισμού και στη συγκεκριμένη περίπτωση χρησιμοποιούνται για την κατασκευή

ποδηλάτων.

Η ανάπτυξη και εφαρμογή καινοτομιών από τις επιχειρήσεις του τομέα του

περιβάλλοντος αναμένεται να έχει επιπτώσεις στη διάρθρωση, τη φυσιογνωμία και το

μέγεθος των μονάδων που δραστηριοποιούνται στον τομέα αυτόν. Συγκεκριμένα,

αναμένεται σημαντική αύξηση του μεγέθους της περιβαλλοντικής βιομηχανίας και

δημιουργία νέων (κυρίως μικρομεσαίων) επιχειρήσεων που θα διαχειριστούν αυτές τις

τεχνολογικές εξελίξεις.

17

Όσον αφορά την εγχώρια παραγωγή ή την μεταφορά τεχνογνωσίας στη χώρα μας

διαπιστώνεται ότι υπάρχουν αρκετοί παράγοντες που δρουν ανασταλτικά στην

ανάπτυξη καινοτομίας. Μεταξύ αυτών:

Η τάση των επιχειρήσεων να επιλέγουν τεχνολογικές λύσεις με κριτήριο

αποκλειστικά το χαμηλότερο κόστος αντί του κριτηρίου μεγιστοποίησης του

επιδιωκόμενου αποτελέσματος (κριτήριο κόστους / οφέλους). Αυτό ισχύει

ιδιαίτερα για την πλειάδα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην Ελλάδα, που

υστερούν σημαντικά ως προς τον σχεδιασμό & ανάπτυξη βιομηχανικών

διεργασιών παραγωγής. Για τον περιορισμό αυτού του φαινομένου, θα

μπορούσε κατ’ αρχάς να συμβάλει η προώθηση συμπράξεων και δικτύωσης

επιχειρήσεων (π.χ. με τη μορφή των clusters), καθώς και η ανάπτυξη

συνεργασιών επιχειρήσεων με ερευνητικούς φορείς.

Οι δυσλειτουργίες που προέρχονται από το πολύπλοκο θεσμικό πλαίσιο για

την περιβαλλοντική αδειοδότηση των επιχειρήσεων, σε συνδυασμό με την

αδυναμία αποτελεσματικού ελέγχου των περιβαλλοντικών τους υποχρεώσεων.

Όπως αναπτύχτηκε στο προηγούμενο κεφάλαιο, η πρόσφατη βελτίωση του

θεσμικού πλαισίου ενδέχεται να ενισχύσει την ορθολογικοποίηση των

τεχνολογικών επιλογών από τις επιχειρήσεις, στην κατεύθυνση μέτρησης της

απόδοσης σε όρους κόστους – οφέλους, η οποία θα μπορούσε να ενισχυθεί

περαιτέρω με την πιστοποίηση των μελετητών αδειοδότησης των

επιχειρήσεων.

Το υφιστάμενο καθεστώς εκπόνησης μελετών και εκτέλεσης περιβαλλοντικών

έργων. Με δεδομένη την αδυναμία αξιολόγησης και ελέγχου από τις

αναθέτουσες δημόσιες υπηρεσίες (από την προκήρυξη και την παραλαβή ενός

έργου, μέχρι τον έλεγχο της λειτουργίας του), δεν ευνοείται η ανάπτυξη νέων

τεχνολογικών εφαρμογών και καινοτομιών για την επίλυση περιβαλλοντικών

προβλημάτων (π.χ. στη διαχείριση απορριμμάτων).

18

Άλλοι ανασταλτικοί παράγοντες είναι: το χαμηλό επίπεδο περιβαλλοντικής συνείδησης

πολιτών και επιχειρήσεων (π.χ. στο θέμα της ανακύκλωσης), η γραφειοκρατία στην

κατοχύρωση και εκμετάλλευση της καινοτομίας, η αδυναμία αποτελεσματικής

προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας, καθώς και η δυσχέρεια χρηματοδότησης

της ανάπτυξης και προώθησης καινοτομιών.

Παρά την ύπαρξη κάποιας συνεργασίας μεταξύ τριτοβάθμιων εκπαιδευτικών

ιδρυμάτων, ερευνητικών κέντρων και επιχειρήσεων του περιβαλλοντικού τομέα για

την ανάπτυξη τεχνολογίας και καινοτομιών, κοινή είναι η διαπίστωση της ανάγκης να

ενισχυθεί η περαιτέρω ανάπτυξη εφαρμοσμένης και στοχοθετημένης έρευνας και

ιδιαίτερα η αξιοποίηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων από τις επιχειρήσεις. ∆εν

είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που τα αποτελέσματα ερευνητικών έργων καταλήγουν

στις πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες και δεν αξιοποιούνται από τις επιχειρήσεις που

συμμετείχαν στην έρευνα.

Στο πλαίσιο αυτό, θα ήταν χρήσιμη η ανάληψη πρωτοβουλιών από τα ΑΕΙ για

άνοιγμα διαλόγου με τις επιχειρήσεις, ειδικότερα με τις μικρότερες, προκειμένου να

κατανοήσουν τα οφέλη από την τεχνολογική τους εξέλιξη και καινοτομία. Οι

βιομηχανικές επιχειρήσεις, από την πλευρά τους, πρέπει να επενδύσουν στην έρευνα,

όχι αποκλειστικά με κριτήριο την επίλυση ενός συγκεκριμένου τεχνολογικού

προβλήματος που αντιμετωπίζουν, αλλά την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη καινοτομιών

που θα συμβάλουν στην γενικότερη παραγωγική αναδιάρθρωση του κλάδου τους.

3. Επιχειρηματικές Πρωτοβουλίες-Χρηματοδότηση

Οι δυσμενείς επιπτώσεις της κλιματική αλλαγής έχουν κινητοποιήσει την παγκόσμια

κοινότητα προς την κατεύθυνση λήψης άμεσων μέτρων για την ανάσχεσή της και

έτσι, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν θεσπιστεί κανόνες περιορισμού των

εκπομπών αερίων θερμοκηπίου αλλά και ευρύτερα για την εξοικονόμηση ενέργειας

και την καθιέρωση κατάλληλων τύπων καυσίμου. Πράγματι, έχει διαπιστωθεί ότι η

παγκόσμια αύξηση στη συγκέντρωση του διοξειδίου του άνθρακα οφείλεται

πρωτίστως στη χρήση των ορυκτών καυσίμων και στις αλλαγές των χρήσεων γης. Το

19

μεγαλύτερο μέρος των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου προέρχεται από την

παραγωγή ενέργειας και η αποψίλωση των δασών ευθύνεται για το 20% περίπου των

εκπομπών αερίων θερμοκηπίου σε παγκόσμιο επίπεδο.

Το 2030 τα δύο τρίτα της ανθρωπότητας εκτιμάται ότι θα ζει σε αστικά κέντρα, τα

οποία με τις δραστηριότητες τους συμβάλλουν καθοριστικά στην κλιματική αλλαγή,

ενώ η ανθρωπογενής αύξηση της θερμοκρασίας και της στάθμης της θάλασσας θα

συνεχίσει να υφίσταται για αιώνες, ακόμα και εάν σταθεροποιηθούν οι συγκεντρώσεις

αερίων του θερμοκηπίου.

Κατά συνέπεια, τα μηνύματα αυτά σε συνδυασμό με τις αντιδράσεις των εθνικών

κυβερνήσεων αλλά και των ευρωπαϊκών οργάνων δίνουν αναγκαστική ώθηση σε

δραστηριότητες που συνεπάγονται νέες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες, κυρίως στη

μεταποίηση και στις υπηρεσίες, αν και ο πρωτογενής τομέας συχνά συμβάλλει προς

αυτή την κατεύθυνση με την καθιέρωση καλλιεργειών χρήσιμων για ενεργειακούς

σκοπούς ή με καλλιεργητικές μεθόδους που είναι φιλικές προς το περιβάλλον.

Σύμφωνα με σχετική ταξινόμηση του ΟΟΣΑ που περιλαμβάνεται στην ετήσια

έκθεση του 2004, οι επενδυτικές πρωτοβουλίες που έχουν χαρακτηριστικά της

πράσινης ανάπτυξη εμπίπτουν, μεταξύ άλλων, και στις ακόλουθες επιχειρηματικές

κατηγορίες:

• τη βιομηχανία (διαχείριση αποβλήτων, αστικά λύματα, ατμοσφαιρική

ρύπανση, παραδοσιακή οικολογική συμβουλευτικές υπηρεσίες, κ.ά.)

• την ανάπτυξη νέων καθαρών τεχνολογιών και προϊόντων για

παραδοσιακές δράσεις.

• άλλες θετικές / ευεργετικές για το περιβάλλον δράσεις (εξοικονόμηση

ενέργειας, βιολογική γεωργία, αγρο-οικοτουρισμός, κ.ά.),

Αναλυτικότερα, οι επιχειρηματικές ευκαιρίες κατά τομέα δραστηριότητας

προσδιορίζονται συνοπτικά ως εξής:

20

Ενέργεια: παραγωγή χαμηλότερης ισχύος, βραχυπρόθεσμες μειώσεις αερίων

θερμοκηπίου με αντικατάσταση των τεχνολογιών υψηλού άνθρακα από αιολική

ενέργεια, βιομάζα και γεωθερμία.

Βιομηχανία: εξοικονόμηση ενέργειας της τάξης του 25% μέσω της διαδικασίας

βελτιστοποίησης του συστήματος ψύξης, άντλησης, εξαερισμού και συμπιεσμένου

αέρα που ήδη διατίθεται στην αγορά.

Κτήρια: ο κτηριακός τομέας ευθύνεται για το 40% της κατανάλωσης ενέργειας. Είναι

απαραίτητη η καθιέρωση νέου σχεδιασμού στα κτήρια, που θα δίνει έμφαση στην

βιοκλιματική αρχιτεκτονική με αποτέλεσμα μια καλύτερη ποιότητα ζωής.

Μεταφορές: τα υβριδικά οχήματα και τα βιοκαύσιμα επιτρέπουν την άμεση

εξοικονόμηση εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Επίσης, τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα

συμβάλλουν στη μείωση εκπομπών με ενεργειακή απόδοση της τάξης του 90% σε

σύγκριση με το 20-30% των βενζινοκίνητων μηχανών και το 30-40% των κυψελών

καυσίμου, των υβριδικών οχημάτων και των ντιζελοκίνητων μηχανών.

Μεταφορικές υποδομές: η προσαρμογή των υφιστάμενων μεταφορικών

υποδομών στις κλιματικές συνθήκες, με διασφάλιση συνεχούς και ασφαλούς

λειτουργίας, απαιτεί σημαντικές νέες επενδύσεις.

Σιδηρόδρομος: το δίκτυο υψηλής ταχύτητας θα πρέπει να μπορεί να ανταγωνιστεί

τις αεροπορικές μεταφορές μικρών αποστάσεων. Το ίδιο για τα νέα αλλά και

υπάρχοντα πλοία και αεροσκάφη που θα κινούνται με καύσιμα χαμηλού άνθρακα. Το

σιδηροδρομικό δίκτυο μπορεί να αναπτυχθεί αντί του αυτοκινήτου.

Ιδιωτικές και δημόσιες μεταφορές: Η αστική δομή επηρεάζει σημαντικά την

οδική κυκλοφορία, όσον αφορά τη ζήτηση και κατανάλωση ενέργειας. Η χωροταξία

ορίζει σε μεγάλο βαθμό τον όγκο και τις ανάγκες της οδικής κυκλοφορίας. Οι νέες

περιοχές κατοικίας θα έπρεπε να συγκεντρωθούν γύρω από σιδηροδρομικούς

σταθμούς. Οι δημόσιες μεταφορές να προωθηθούν με αυτοματοποιημένο

21

σιδηροδρομικό δίκτυο, κυρίως στις πυκνοκατοικημένες περιοχές. Προκειμένου να

μειωθούν οι μεταφορές από και προς την εργασία να χρησιμοποιηθούν οι υπηρεσίες

των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών.

Ναυτιλία και αεροπορία: και οι δύο τομείς δεν υφίστανται περιορισμούς όσον

αφορά στις εκπομπές, άρα είναι αναγκαίο να δημιουργηθούν κίνητρα και μια

παγκόσμια πολιτική. Η αεροπορική βιομηχανία μπορεί να βελτιώσει την ενεργειακή

απόδοση μέσω της χρήσης βελτιωμένων μηχανών και τεχνολογίας ατράκτου.

Ενεργειακή αποδοτικότητα: για την βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας

απαιτείται μείωση της εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας από το πετρέλαιο, καθώς

και αύξηση της χρήσης των εναλλακτικών μορφών ενέργειας και καυσίμων. Μια

εκστρατεία δημόσιας ενημέρωσης για την εξοικονόμηση ενέργειας και την

αποδοτικότητα θα επαυξήσει περαιτέρω τα μέτρα της πολιτικής ενεργειακής

αποδοτικότητας.

Η διάθεση των απορριμμάτων και ο αγροτικός τομέας: έχουν το μεγαλύτερο

μερίδιο ευθύνης για την παραγωγή μεθανίου. Η ορθολογική διαχείριση των

απορριμμάτων και η προώθηση της ανακύκλωσης είναι σημαντικοί παράγοντες. Και

εδώ χρειάζεται ενημέρωση του πολίτη και κίνητρα.

Η βιομηχανία: το μερίδιο ευθύνης της βιομηχανίας εντοπίζεται στις εκπομπές

διοξειδίου του άνθρακα, καθώς και στις εκπομπές φθοριούχων ενώσεων.

Τουρισμός: είναι αναγκαία η περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση των ανθρώπων του

τουριστικού τομέα με μέτρα όπως:

Μείωση των εκπομπών

Στήριξη επενδύσεων σε προγράμματα εξοικονόμησης ενέργειας στον τουρισμό

καθώς και χρήσης ΑΠΕ

Περιβαλλοντική πιστοποίηση των τουριστικών υπηρεσιών

22

Αναφορικά με τις χρηματοδοτικές δυνατότητες είναι σαφές ότι στην παρούσα

περίοδο η οικονομική κρίση που διαχέεται στον ευρωπαϊκό χώρο δημιουργεί

σοβαρούς περιορισμούς. Ωστόσο, τα περιβαλλοντικά ζητήματα τόσο σε κεντρικό

επίπεδο ως έργα και υποδομές κοινής ωφέλειας, όσο και στον ιδιωτικό τομέα, είναι

σήμερα επιτακτική ανάγκη και είναι συχνά προγραμματισμένα. ∆οθέντος μάλιστα ότι

πολλά από αυτά είναι και ανταποδοτικά, προσφέρονται για συμπράξεις τύπου Σ∆ΙΤ ή

συμβάσεων παραχώρησης. Κατά συνέπεια, η φύση των περιβαλλοντικών έργων και,

κυρίως η ανελαστικότητα στα χρονοδιαγράμματα υλοποίησης και λειτουργίας τους,

αντισταθμίζει τις δυσχέρειες χρηματοδότησης που συγκυριακά έχουν εμφανιστεί τα

τελευταία χρόνια.

4. Φυσικοί πόροι και ανισομερής διεθνής καταμερισμός

Η ανισομερής κατανομή των φυσικών πόρων σε διεθνή κλίμακα αλλά και το

διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης στις διάφορες περιοχές, συνιστά μια ακόμη

αξιοσημείωτη παράμετρο προς αξιολόγηση για την στάθμιση της πορείας της

επιχειρηματικής δραστηριότητας στον τομέα του περιβάλλοντος σε διεθνή κλίμακα. Η

κατάσταση αυτή, αν αντιμετωπιστεί μόνο υπό την έννοια των πλουτοπαραγωγικών

πόρων θα μπορούσε να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι είναι ικανή να διαιωνίζει και

ίσως να εντείνει την ανισότητα, υπέρ των βιομηχανικά και τεχνολογικά ανεπτυγμένων

χωρών και εις βάρος των περιφερειακών που συνήθως έχουν και μειωμένες

ρυπογόνες δραστηριότητες. Μια τέτοια εκδοχή τεκμηριώνεται με τα στοιχεία που

παρατίθενται στη συνέχεια, χρειάζεται όμως περισσότερη ανάλυση προκειμένου να

εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα, δεδομένου ότι η παγκοσμιότητα των

περιβαλλοντικών ζητημάτων διαφοροποιεί σημαντικά την συνολική πολιτική, άρα και

τις προοπτικές. Για παράδειγμα, η ρύπανση των νερών μιας χώρας δεν μπορεί να

αντιμετωπιστεί ως τοπικό μόνον φαινόμενο, που επαφίεται στην πλήρη δικαιοδοσία

του καθεστώτος στα πλαίσια της εθνικής του κυριαρχίας. Είναι προφανές ότι αυτή η

ρύπανση διαχέεται στις γειτονικές της χώρες και τελικά διαδίδεται παντού, όπως και η

ατμοσφαιρική ρύπανση δημιουργεί φαινόμενα (π.χ. τρύπα του όζοντος, φαινόμενο

θερμοκηπίου, τήξη των παγετώνων κλπ) τα οποία επηρεάζουν το σύνολο της

ανθρωπότητας.

23

Η συμμετοχή των διαφόρων αέριων ρύπων είναι ανισοβαρής στη διαμόρφωση του

φαινομένου του θερμοκηπίου, διότι αφενός εκπέμπονται σε διαφορετικές ποσότητες

(π.χ. το CO2 είναι φυσικό να απαντάται σε πολύ μεγαλύτερες συγκεντρώσεις από ότι

τα υπόλοιπα), αλλά και η ποιοτική συμβολή του καθενός είναι διαφορετική (π.χ. οι

υδρογονάνθρακες έχουν 15-20 φορές ισχυρότερη επίπτωση από ότι το διοξείδιο του

άνθρακα).

CO2 Μεθάνιο Όζον NOX Υδρογόνο CFC’s.

50% 19% 8% 4% 2% 17%

Πηγή: Ozonloch und Treibhaueffekt, rororo aktuel.

Είναι προφανές ότι η έκλυση αυτών των αερίων προκαλείται από ανθρωπογενείς

δραστηριότητες και, μάλιστα, η συμμετοχή του κάθε κλάδου οικονομικής

δραστηριότητας ποικίλει. Η κατανομή σε παγκόσμιο επίπεδο για το έτος π.χ. 2000

φαίνεται στον παρακάτω πίνακα:

Ο παρακάτω πίνακας δείχνει τις εκπομπές CO2 τη χρονιά του 1996 για τις διάφορες

χώρες.

Χώρες Ποσότητα σε

εκατομμύρια

τόνους ανά έτος

Κατά

κεφαλή %

ανά έτος

Παγκόσμιο

ποσοστό

(%)

ΚΛΑ∆ΟΣ ΠΟΣΟΣΤΟ % Εργοστάσια Ηλεκτρικού Ρεύματος

24

Πυρκαγιές-Αποψίλωση δασών 18 Βιομηχανία 14 Γεωργία 14 Συγκοινωνία 14 Θέρμανση 8 Σκουπίδια-Απόβλητα 3 Υπόλοιπες Πηγές 5

24

ΗΠΑ 5305 19,7 22,2

Κίνα 3366 2,8 14,1

Ρωσία 1581 10,7 6,6

Ιαπωνία 1169 9,3 4,9

Ινδία 998 1,1 4,2

Γερμανία 862 10,5 3,6

Βραζιλία 274 1,7 1,1

Πηγή: Carbon Dioxide Information Analysis Center, 1999.

Το 2003 η κατάσταση στις εκπομπές του CO2 σε εκατομμύρια τόνους ήταν η εξής:

ΗΠΑ: 5800, Κίνα: 4150, Ρωσία: 1500, Ιαπωνία: 1230, Ινδία: 1270, Γερμανία 810

(Καθημερινή 5/11/06), ενώ οι προβλέψεις ποσοστιαίας αύξησης σε χώρες με έντονες

δραστηριότητες μέχρι το 2025 είναι: ΗΠΑ: 39%, Κίνα: 145%, Ρωσία: 32%, Ιαπωνία:

5%, Ινδία: 95%, ∆. Ευρώπη (συνολικά): 11%, Βραζιλία: 99%.(Der Spiegel Nr

45/6.11.06).

Τα στοιχεία αυτά δείχνουν την ανισομερή κατανομή της ευθύνης, που αποδίδεται σε

λόγους ιστορικής και αναπτυξιακής πορείας της κάθε περιοχής. Σημειώνεται επίσης,

ότι η καταστροφή των δασών δεν συντελεί μόνο στην αύξηση των εκπομπών του

διοξειδίου του άνθρακα εξαιτίας της καύσης ή της κατεργασίας του ξύλου, αλλά έχει

και ως αποτέλεσμα την φυσική μείωση της απορρόφησης διοξειδίου του άνθρακα,

διότι υπολογίζεται ότι η παγκόσμια δασική βλάστηση απορροφά το 40% των

παγκόσμιων εκπομπών του. Κατά συνέπεια, στη διεθνή πολιτική είναι ορθό να

λαμβάνεται υπόψη το ιστορικό, η συνολική επιβάρυνση του πλανήτη, η περίοδος που

διανύει μια χώρα και όλοι οι λοιποί παράγοντες, ώστε να εφαρμόζονται κατά το

δυνατόν δίκαια οι αρχές όπως «ο ρυπαίνων πληρώνει».

Για παράδειγμα, όταν μετά από διαπραγματεύσεις καταλήξαμε το 1997 στην πρώτη

διεθνή συμφωνία, το γνωστό «πρωτόκολλο του Κιότο» και παρά το γεγονός ότι τα

μέτρα δεν ήταν δεσμευτικά για τους συμμετέχοντες, το Κογκρέσο των ΗΠΑ αρνήθηκε

25

να τα επικυρώσει και η αμερικάνικη κυβέρνηση αρνείται ακόμα να αναλάβει το

μερίδιο που της αναλογεί. Ανάλογη στάση παρουσιάζουν και άλλες

πετρελαιοπαραγωγικές και νεοβιομηχανικές χώρες (Κίνα, Ινδία).

Ένα ακόμη αποτέλεσμα της ανισομέρειας είναι και το σύστημα εμπορίας ρύπων, που

προβλέπει να εξαγοράζονται τα «δικαιώματα εκπομπών» των χωρών χαμηλής

παραγωγής (που έχουν μεγάλα περιθώρια λόγω της μειωμένης βιομηχανικής και

άλλης δραστηριότητας) από τις χώρες και τις επιχειρήσεις που κανονικά θα έπρεπε να

μειώσουν τις εκπομπές, ελαττώνοντας όμως ανάλογα και την παραγωγή τους.

∆ημιουργήθηκε έτσι ένα Χρηματιστήριο «Εμπορίας ∆ικαιωμάτων Εκπομπής Αερίων

του Θερμοκηπίου» και είναι διαθέσιμος ένας δικτυακός τόπος για εταιρείες και

κυβερνήσεις.

5. Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη

Η εταιρική κοινωνική ευθύνη (ΕΚΕ) (Corporate Social Responsibility, CSR)

αναφέρεται σε δραστηριότητες των επιχειρήσεων που αποσκοπούν στην συμβολή

αντιμετώπισης περιβαλλοντικών και κοινωνικών ζητημάτων. Είναι μια οικειοθελής

δέσμευση για την ένταξη στις επιχειρηματικές πρακτικές μιας σειράς κοινωνικών και

περιβαλλοντικών δράσεων, που είναι πέρα από όσα επιβάλλονται από τη νομοθεσία

και έχουν σχέση με όλους όσοι άμεσα ή έμμεσα επηρεάζονται από τις

δραστηριότητές τους.

Συγκεκριμένα, οι επιχειρήσεις αποτελούν μονάδες οι οποίες είναι ισχυρά

συνδεδεμένες με το κοινωνικό σύνολο όπου λειτουργούν και σε συνεχή

αλληλεπίδραση με τα δεδομένα της εποχής και του χώρου δραστηριοποιούνται. Κατά

συνέπεια, τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί μια σημαντική κινητοποίηση να

αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί, απέναντι στην κοινωνία και το

περιβάλλον. Να σέβονται δηλαδή τις αρχές και τις αξίες που χαρακτηρίζουν τον

πολιτισμό μας (τον σεβασμό προς τον άνθρωπο - την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την

παροχή ίσων ευκαιριών, τον σεβασμό στο περιβάλλον και την βελτίωση του βιοτικού

επιπέδου και της ποιότητας ζωής).

26

Υπάρχουν αρκετές θεωρίες σχετικά με την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη. Η πιο

διαδεδομένη και απλή είναι η θεωρία των ενδιαφερόμενων μερών ή εμπλεκόμενων

μερών. Τα μέρη αυτά (stakeholders) αποτελούν το περιβάλλον (άμεσο και έμμεσο)

το οποίο αλληλεπιδρά με την επιχείρηση και έχει ενδιαφέρον για τις δραστηριότητες

της. Οι άμεσα ενδιαφερόμενοι σε μία επιχείρηση είναι οι μέτοχοι, οι εργαζόμενοι, οι

δανειστές-πιστωτές (τράπεζες). Έμμεσα ενδιαφερόμενοι είναι το κράτος, οι τοπικές

κοινωνίες στις οποίες δραστηριοποιείται μία επιχείρηση, οι ομάδες πίεσης κ.α. Η

θεωρία των ενδιαφερόμενων μερών βοηθάει την επιχείρηση να λάβει υπόψη της όλα

τα ενδιαφερόμενα μέρη (τόσο άμεσα όσο και έμμεσα) και να ξεκινήσει μία ουσιώδη

διαδικασία διαλόγου πριν καθορίσει το πρόγραμμα δράσης της όσον αφορά την

εταιρική κοινωνική της ευθύνη. Υπό την έννοια αυτή, είναι προφανές ότι η ΕΚΕ

αντικατοπτρίζει την ηθική συμπεριφορά μιας επιχείρησης στις σχέσεις της με την

κοινωνία. Ειδικότερα, αυτό σημαίνει τις υπεύθυνες ενέργειες της διοίκησής της κατά

τις σχέσεις της με τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη (stakeholders).

Ανεξάρτητα πάντως από την ποικιλία ορισμών και προσεγγίσεων για την ΕΚΕ,

υπάρχουν τρία σημεία τα οποία βρίσκουν την γενική συναίνεση.

Το ένα είναι ο εθελοντικός χαρακτήρας της ΕΚΕ. Είναι όλες οι δράσεις που οι

εταιρίες εφαρμόζουν πέρα από το νόμο.

Το δεύτερο είναι η στενή σχέση της με την έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης

Το τρίτο είναι ότι αποτελεί στρατηγική επιλογή της επιχείρησης και όχι απλά

δευτερεύουσα περιστασιακή επιλογή.

Σήμερα, ο θεσμός της EKE, προσδιορίζεται και με πολιτικές και δράσεις της

Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι οποίες στοχεύουν να του δώσουν μεγαλύτερη πολιτική

προβολή, να επιβραβεύσουν επιχειρήσεις για τις ενέργειές τους σε αυτόν τον τομέα

και να ενθαρρύνουν την ανάληψη μεγαλύτερων πρωτοβουλιών. Αναγνωρίζοντας ότι

οι επιχειρήσεις έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην EKE, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή

27

κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μπορεί να επιτύχει καλύτερα τους στόχους της σε

συνεργασία με τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και έχει ήδη εξαγγείλει την υποστήριξή

της στην δημιουργία ευρωπαϊκής συμμαχίας για την EKE. Το ευρωπαϊκό θεσμικό

πλαίσιο για το περιβάλλον, αποτελεί αφετηρία ώστε οι επιχειρήσεις να προχωρούν

περισσότερο υιοθετώντας έναν κώδικα δεοντολογίας που προάγει την ποιότητα ζωής

την εκπαίδευση και την επιμόρφωση των εργαζομένων κλπ.

Αναλυτικότερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μετά από μακρά διαβούλευση με τα

ενδιαφερόμενα μέρη, δημοσιοποίησε την 25η Οκτωβρίου 2011, την ανανεωμένη

στρατηγική της για την ΕΚΕ για την περίοδο 2011-2014. Μεταξύ άλλων αναφέρει ότι

οι επιχειρήσεις, για να ανταποκριθούν πλήρως στην κοινωνική τους ευθύνη, «θα

πρέπει να έχουν υιοθετήσει μια διαδικασία που θα ενσωματώνει κοινωνικούς,

περιβαλλοντικούς, ηθικούς προβληματισμούς στις επιχειρηματικές τους

δραστηριότητες και τον πυρήνα της στρατηγικής τους, σε στενή συνεργασία με τα

ενδιαφερόμενα μέρη τους ».

Ο στόχος είναι διττός. Από τη μια η ενίσχυση των θετικών επιπτώσεων - για

παράδειγμα μέσω της καινοτομίας νέων προϊόντων και υπηρεσιών που είναι

επωφελείς για την κοινωνία αλλά και για τις ίδιες τις επιχειρήσεις - και από την άλλη η

ελαχιστοποίηση και η πρόληψη των αρνητικών επιπτώσεων.

Η νέα πολιτική προτείνει ένα πρόγραμμα δράσης για την περίοδο 2011-2014 που

καλύπτει 8 τομείς:

1. Ενίσχυση της προβολής της ΕΚΕ και διάδοση των καλών πρακτικών: αυτό

περιλαμβάνει τη δημιουργία ευρωπαϊκού βραβείου και κλαδικών υποβάθρων για τις

επιχειρήσεις και τα ενδιαφερόμενα μέρη, με στόχο τη δέσμευσή τους και την από

κοινού παρακολούθηση της προόδου.

2. Βελτίωση και παρακολούθηση των επιπέδων της εμπιστοσύνης προς τις

επιχειρήσεις: η Επιτροπή θα προωθήσει έναν δημόσιο διάλογο σχετικά με το ρόλο και

28

τις δυνατότητες των επιχειρήσεων και θα οργανώσει έρευνες, σχετικά με την

εμπιστοσύνη των πολιτών προς τις επιχειρήσεις.

3. Βελτίωση της διαδικασίας αυτορρύθμισης και συν - ρύθμισης: η Επιτροπή προτείνει

τη δημιουργία ενός σύντομου πρωτοκόλλου με οδηγίες για την ανάπτυξη

μελλοντικών πρωτοβουλιών αυτορρύθμισης και συν - ρύθμισης.

4. Ενίσχυση της αναγνώρισης δράσεων ΕΚΕ εκ μέρους της αγοράς: αυτό σημαίνει τη

χρήση των πολιτικών της ΕΕ στους τομείς της κατανάλωσης, των επενδύσεων και

των δημοσίων προμηθειών με στόχο την προώθηση της αναγνώρισης δράσεων ΕΚΕ

εκ μέρους της αγοράς της υπεύθυνης επιχειρηματικής συμπεριφοράς.

5. Βελτίωση της δημοσιοποίησης των κοινωνικών και περιβαλλοντικών πληροφοριών

εκ μέρους των επιχειρήσεων: η νέα πολιτική επιβεβαιώνει την πρόθεση της Επιτροπής

να παρουσιάσει μια νέα νομοθετική πρόταση για το θέμα αυτό.

6. Περαιτέρω ενσωμάτωση της ΕΚΕ στην εκπαίδευση, την κατάρτιση και την έρευνα:

η Επιτροπή θα παράσχει περαιτέρω υποστήριξη της εκπαίδευσης και κατάρτισης του

τομέα της ΕΚΕ, και θα διερευνήσει τη δυνατότητα περαιτέρω χρηματοδότηση της

έρευνας στον τομέα αυτό.

7. Ανάδειξη της σημασίας των εθνικών και περιφερειακών πολιτικών ΕΚΕ: η Επιτροπή

προσκαλεί τα κράτη-μέλη της ΕΕ να παρουσιάσουν ή να αναθεωρήσουν τα σχέδιά

τους για την προώθηση της ΕΚΕ έως τα μέσα του 2012.

8. Καλύτερη ευθυγράμμιση μεταξύ Ευρωπαϊκών και Παγκόσμιων προσεγγίσεων για

την ΕΚΕ όπως είναι οι κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ για τις πολυεθνικές

επιχειρήσεις, οι 10 αρχές του Οικουμενικού Συμφώνου του ΟΗΕ, οι κατευθυντήριες

αρχές του ΟΗΕ για τις επιχειρήσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα, η τριμερής

διακήρυξη αρχών του ∆ιεθνούς Γραφείου Εργασίας για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις

και την κοινωνική πολιτική καθώς και το πρότυπο οδηγιών ISO 26000 για την

κοινωνική ευθύνη.

29

Η πρόοδος της εφαρμογής του ανωτέρω προγράμματος δράσης θα συμπεριληφθεί σε

έκθεση η οποία θα αποτελέσει τη βάση για επαναπροσδιορισμό του θέματος στα

μέσα του 2014.

6. Εθελοντισμός

Ως εθελοντισμός εννοείται αφενός μεν ο αμειβόμενος με αντιπαροχή μιας συμβολικής

αμοιβής έναντι της προσφερόμενης εργασίας και ο πλήρης, όπου η εθελοντική

εργασία παρέχεται χωρίς καμιά οικονομική ανταπόδοση. Ο εθελοντισμός μπορεί

ακόμη να ενθαρρύνεται με ορισμένα ηθικά ή άλλα κίνητρα, π.χ. οικονομικά κίνητρα

μέσω ρυθμίσεων άλλων υποχρεώσεων του πολίτη κλπ., ώστε να αναπτυχθεί η

κατάλληλη νοοτροπία σε όλους. Ο εθελοντισμός για το περιβάλλον συνδυάστηκε με

την αναγνώριση δικαιωμάτων για τη φύση και συνεπώς και με την πολιτική για την

προστασία του.

Μέσα από τις υπηρεσίες του προς την υπόθεση του περιβάλλοντος, ο εθελοντής,

συναντά ένα συναδελφικό κλίμα με το οποίο αισθάνεται αλληλέγγυος έχοντας

ανάλογους στόχους και οράματα. Η ανθρώπινη ευαισθησία έπαιξε καταλυτικό ρόλο

για τη μετουσίωση της αγωνίας για το περιβάλλον και της δυσφορίας για την

καταστροφή του, σε έργο εθελοντικής προσφοράς. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι

ορισμένες φορές, μέσα από την επιστημονική εξειδίκευση τους, οι ενασχολούμενοι

με το περιβάλλον συνδύασαν και την επαγγελματική τους απασχόληση και την

ανάγκη τους για έκφραση κοινωνική και προσωπική μέσω του εθελοντισμού.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν εκείνοι που εργάζονται σε φορείς

διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών, σε καταφύγια άγριας πανίδας κλπ.

Ήδη από το 2009, η πολιτική του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και

Κλιματικής Αλλαγής στηρίχτηκε αρκετά στον εθελοντισμό, τον οποίο προσπάθησε

να εμφυσήσει ευαισθητοποιώντας ιδιαίτερα στη νεολαία. Η υιοθέτηση μιας τέτοιας

πολιτικής είχε αφετηρία το γεγονός της δεινής οικονομικής κατάστασης, εξαιτίας της

οποίας ήταν προφανές ότι δεν υπήρχε επάρκεια πόρων για αμειβόμενες παρεμβάσεις

30

σε θέματα όπως δενδροφύτευση, δασοπροστασία, καθαρισμοί πάρκων και άλλων

χώρων αναψυχής κλπ. Στόχος αυτής της προσπάθειας, που υποστηρίχτηκε και από

κάποιες μη-κυβερνητικές οργανώσεις, ήταν η διάδοση της αντίληψης του

εθελοντισμού σε συνδυασμό με μια παιδαγωγική επίδραση που μετέδιδε την

περιβαλλοντική εκπαίδευση στους πολίτες με έμφαση στους νέους.

Συνολικά, με τις προσπάθειες του εθελοντισμού αναπτύχθηκαν κριτήρια

αξιολόγησης, όπως:

1. Ο δημόσιος χαρακτήρας της προσφοράς.

2. Η ανωνυμία του εθελοντή.

3. Το ψυχολογικό πλέγμα μέσα από το οποίο γίνεται η προσφορά.

4. Τα χαρακτηριστικά του αποδέκτη του εθελοντισμού.

5. Η ανταποδοτικότητα και η συνέχεια που δημιουργούνται.

Η αξιολόγηση του εθελοντισμού, των εθελοντών και του έργου τους μπορεί

να γίνεται από διαφορετικούς φορείς, στους οποίους ιδιαίτερη θέση έχουν οι

χρήστες του έργου τους ή ακόμη να γίνεται από ανεξάρτητα κέντρα που

λειτουργούν ως παρατηρητήρια του εθελοντισμού.

Η εκστρατεία αυτή αναμένεται να ενταθεί μέσα στα επόμενα χρόνια και να

πλαισιωθεί από ευρύτερες πληθυσμιακές ομάδες, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα

όπου η περιβαλλοντική υποβάθμιση γίνεται εμφανέστερη αλλά συχνά οι εθελοντές

προστατεύουν, περιφρουρούν ή αναβαθμίζουν και τις ίδιες τις ιδιοκτησίες τους. Η

προοπτική αυτή βασίζεται στο γεγονός ότι ολοένα και περισσότερο διαδίδονται οι

αρχές της περιβαλλοντικής μέριμνας ενώ, εκτός από τις επίσημες κρατικές αρχές,

συνεργάζονται προς αυτή την κατεύθυνση τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, οι

οργανώσεις, πνευματικά ιδρύματα καθώς και μεμονωμένα άτομα. Επιπλέον, είναι

31

σαφές ότι η έλλειψη πόρων θα καθιστά αναγκαία την δραστηριοποίηση του ενεργού

πολίτη για την αντιμετώπιση άμεσων ζητημάτων, όπως πυροπροστασία, αστικά

απόβλητα κλπ.

Τέλος, η φύση των περιβαλλοντικών προβλημάτων είναι τέτοια ώστε να απαιτεί την

δραστική συμμετοχή του κοινού για την επίτευξη ουσιαστικών λύσεων, διότι είναι

σαφές ότι όσα κονδύλια και αν δαπανηθούν για υποδομές, το όλο εγχείρημα θα είναι

αναποτελεσματικό αν δεν υπάρξει ουσιαστική συμμετοχή και του κόσμου, που σε

τελική ανάλυση είναι συνυπεύθυνος για τις ανθρωπογενείς επιπτώσεις στο

περιβάλλον. Με τη συνεργιστική δράση της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, που

αναλύεται στη συνέχεια ως προσδιοριστικός παράγων, είναι κρίσιμο να

διαπαιδαγωγηθούν οι νέοι από την πολύ μικρή ηλικία σε μια φιλοπεριβαλλοντική

στάση ζωής και αυτό μπορεί να εξοικονομήσει ανυπολόγιστους πόρους και δαπάνες

για αντιρρυπαντικές και συναφείς υποδομές προστασίας του περιβάλλοντος.

7. Επιδράσεις στον εθνικό παραγωγικό ιστό

α) Πρωτογενής παραγωγή

Οι αγροτικές δραστηριότητες επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό το περιβάλλον εφόσον

μεταβάλλουν τους φυσικούς οικοτόπους και διαφοροποιούν τα εδάφη, τα φυτά και

τα ζώα. Για το λόγο αυτό, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποδίδει ιδιαίτερη προσοχή στα

περιβαλλοντικά θέματα κατά τη χάραξη της κοινής γεωργικής πολιτικής και

ενθαρρύνει την αειφόρο γεωργία και την παράλληλη προστασία του φυσικού

περιβάλλοντος.

Στη χώρα μας έχουν καταγραφεί σοβαρές αλλοιώσεις εξαιτίας της ανορθολογικής

γεωργικής εκμετάλλευσης. Για παράδειγμα, η υπέρ-άρδευση έχει επιφέρει σε πολλές

περιοχές εξάντληση των αποθεμάτων και ταπείνωση του υδροφόρου ορίζοντα, ενώ

δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις υφαλμύρωσης όταν στα δημιουργούμενο κενό εισχωρεί

σταδιακά το θαλασσινό νερό. Ένα άλλο διαπιστωμένο πρόβλημα είναι η νιτροποίηση

των εδαφών, ως αποτέλεσμα της υπέρ-λίπανσης, διαδικασία που μάλιστα λειτουργεί

32

σωρευτικά επί σειρά ετών. ∆εδομένου ότι τα χημικά λιπάσματα είναι πλούσια σε

νιτρικές και φωσφορικές ομάδες δημιουργούν την αντίστοιχη μόνιμη ρύπάνση στο

έδαφος ενώ με την έκπλυση που υφίστανται από τα νερά άρδευσης ή από τα όμβρια

μεταφέρονται σε φυσικά νερά (λίμνες, θάλασσα) και προκαλούν τα φαινόμενο του

ευτροφισμού, δηλαδή της ραγδαίας ανάπτυξης φυκιών και άλλων μικροοργανισμών

που κατακλύζουν το φυσικό περιβάλλον δημιουργώντας σοβαρά ουσιαστικά και

αισθητικά προβλήματα.

Έχουν θεσπιστεί κοινοτικές δράσεις που αποσκοπούν στον περιορισμό κάθε είδους

ρύπανσης γεωργικής προέλευσης, στην ενθάρρυνση της ανάπτυξης της παραγωγής

και της χρήσης βιοκαυσίμων καθώς και στην προστασία της βιοποικιλότητας.

Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποδίδει μεγάλη σημασία στα δάση και στηρίζει τις

πρωτοβουλίες που αποσκοπούν στην πρόληψη των πυρκαγιών και στη διαφύλαξη

του φυσικού περιβάλλοντος, των φυσικών οικοτόπων και των πτηνών.

Η θεματική στρατηγική για την προστασία του εδάφους στην Ευρωπαϊκή Ένωση

προτείνει μέτρα με στόχο την προστασία του εδάφους και τη διαφύλαξη της

ικανότητάς του να επιτελεί τις οικολογικές, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές

λειτουργίες του.

Η στρατηγική προβλέπει τη διαμόρφωση νομοθετικού πλαισίου για την προστασία και

τη βιώσιμη αξιοποίηση του εδάφους, την ενσωμάτωση της προστασίας του εδάφους

στις εθνικές και κοινοτικές πολιτικές, την ενίσχυση του αντίστοιχου γνωστικού

υπόβαθρου, καθώς και τη μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση του κοινού.

Η πρόταση οδηγίας αποτελεί μείζον στοιχείο της στρατηγικής και θα επιτρέψει στα

κράτη μέλη να λάβουν τα δέοντα μέτρα ανάλογα με τις τοπικώς επικρατούσες

συνθήκες. Προβλέπει μέτρα που αποσκοπούν στον εντοπισμό των προβλημάτων,

στην πρόληψη της υποβάθμισης του εδάφους και στην αποκατάσταση των ήδη

υποβαθμισμένων ή μολυσμένων εκτάσεων και ειδικότερα:

33

Πρόληψη των κινδύνων, μετριασμό των συνεπειών και εξυγίανση

(αποκατάσταση): Τα μέτρα στην πρόταση οδηγίας προβλέπουν ότι τα κράτη μέλη

θα καταγράψουν τις περιοχές στις οποίες υφίστανται κίνδυνοι αποσάθρωσης,

μείωσης της περιεκτικότητας του εδάφους σε οργανικά υλικά, καθίζησης

(συμπίεσης), αλάτωσης ή κατολίσθησης, ή τις περιοχές στις οποίες έχει ήδη λάβει

χώρα ανάλογη διαδικασία εδαφικής υποβάθμισης. Εν συνεχεία επιβάλλεται να

καθοριστούν στόχοι και να εγκριθούν προγράμματα κατάλληλων μέτρων, ώστε να

μειωθούν οι προαναφερόμενοι κίνδυνοι και να αντιμετωπιστούν οι συνέπειές τους.

Τα κράτη μέλη οφείλουν επίσης να προβλέψουν μέτρα που θα επιτρέπουν τον

περιορισμό της αδιαβροχοποίησης (στεγανοποίησης-σφράγισης) των εδαφών και

θα αποκαθιστούν ιδίως τις εγκαταλελειμμένες τοποθεσίες ή, όταν η

αδιαβροχοποίηση κρίνεται απαραίτητη, μέτρα που θα περιορίζουν τις συνέπειές

της.

Μόλυνση των εδαφών: Η πρόταση της οδηγίας προβλέπει επιπλέον ότι τα κράτη

μέλη λαμβάνουν τα δέοντα μέτρα για να αποφεύγεται η μόλυνση των εδαφών

από επικίνδυνες ουσίες. Παράλληλα οφείλουν να συντάξουν μητρώο περιοχών

που έχουν υποστεί μόλυνση από ανάλογες ουσίες, όταν οι συγκεντρώσεις τους

συνεπάγονται σοβαρό κίνδυνο για την υγεία του ανθρώπου ή το περιβάλλον,

καθώς και των τοποθεσιών στις οποίες κατά το παρελθόν αναπτύχθηκαν

ορισμένες δραστηριότητες [χώροι υγειονομικής ταφής απορριμμάτων

(χωματερές), αεροδρόμια, λιμένες, στρατιωτικές εγκαταστάσεις, δραστηριότητες

που διέπονται από τις διατάξεις της οδηγίας για την ολοκληρωμένη πρόληψη και

τον έλεγχο της ρύπανσης κ.λπ.]. Στην πρόταση παρατίθεται κατάλογος των εν

δυνάμει ρυπογόνων δραστηριοτήτων. Κατά την πώληση ανάλογων τοποθεσιών, ο

ιδιοκτήτης ή ο πιθανός αγοραστής οφείλουν να παρέχουν στην αρμόδια εθνική

αρχή και στον εκάστοτε αντισυμβαλλόμενο έκθεση σχετικά με την κατάσταση του

εδάφους. Η έκθεση εκπονείται από εγκεκριμένο οργανισμό ή εξουσιοδοτημένο

πρόσωπο από το κράτος μέλος. Τα κράτη μέλη οφείλουν εν συνεχεία να

προβαίνουν στην εξυγίανση των τοποθεσιών που έχουν υποστεί ρύπανση, στο

πλαίσιο εθνικής στρατηγικής, το οποίο καθορίζει τις αντίστοιχες προτεραιότητες.

Όταν είναι αδύνατο να αναλάβει ο υπεύθυνος το κόστος της εξυγίανσης της

34

τοποθεσίας, το κράτος μέλος πρέπει να μεριμνά για τη χρηματοδότηση της

αποκατάστασης.

Ευαισθητοποίηση και ανταλλαγή πληροφοριών: Τα κράτη μέλη ευαισθητοποιούν

το κοινό σε ό,τι αφορά τη σημασία της προστασίας του εδάφους και εγγυώνται τη

δυνατότητά του να συμμετάσχει στην εκπόνηση, την τροποποίηση και την

επανεξέταση των προγραμμάτων λήψης μέτρων σχετικά με τις περιοχές που

αντιμετωπίζουν κινδύνους, καθώς και κατά την επανεξέταση των εθνικών

στρατηγικών αποκατάστασης του εδάφους. Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να

κοινοποιούν στην Επιτροπή ορισμένες πληροφορίες, και ιδίως τον κατάλογο των

περιοχών που παρουσιάζουν κινδύνους, τα προγράμματα μέτρων και τις εθνικές

στρατηγικές εξυγίανσης. Η Επιτροπή προβλέπει επιπλέον τη δημιουργία φόρουμ

ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών και των άμεσα

ενδιαφερομένων, σε ό,τι αφορά την απογραφή των απειλούμενων περιοχών και

τις μεθόδους αξιολόγησης των αντίστοιχων κινδύνων.

Ενσωμάτωση: Τα κράτη μέλη και τα κοινοτικά θεσμικά όργανα μεριμνούν για την

ενσωμάτωση των εδαφικών μελημάτων στις αντίστοιχες τομεακές πολιτικές που

ενδέχεται να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στο έδαφος, ιδίως μάλιστα τις πολιτικές

για τη γεωργία, την περιφερειακή ανάπτυξη, τις μεταφορές και την έρευνα. Η

Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει την επανεξέταση της ισχύουσας νομοθεσίας,

πρωτίστως δε της οδηγίας για τη λυματολάσπη και της οδηγίας σχετικά με την

ολοκληρωμένη πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης (ΙΡΡC). Παράλληλα θα

αξιολογήσει κάθε πιθανή συνέργια μεταξύ της παρούσας στρατηγικής και της

οδηγίας-πλαισίου για το νερό, καθώς και της θεματικής στρατηγικής για το

θαλάσσιο περιβάλλον.

Έρευνα: Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπογραμμίζει τη σημασία της συνέχισης των

ερευνών για την κάλυψη των γνωστικών κενών όσον αφορά το έδαφος και για

την ενίσχυση των θεσπιζόμενων πολιτικών, ιδίως σε ό,τι αφορά τη βιοποικιλότητα

του εδάφους. Το έβδομο πρόγραμμα-πλαίσιο για την έρευνα και την τεχνολογική

35

ανάπτυξη (2007-2013) περιλαμβάνει σκέλος, το οποίο επιτρέπει την υποστήριξη

των ερευνητικών δράσεων για την προστασία και τις λειτουργίες του εδάφους.

Η ανάγκη προστασίας του εδάφους : Το έδαφος ορίζεται εν γένει ως το ανώτατο

τμήμα του γήινου φλοιού. Πρόκειται για ένα ιδιαζόντως δυναμικό σύστημα το

οποίο έχει πολυάριθμες λειτουργίες και διαδραματίζει καθοριστικής σημασίας ρόλο

στις ανθρώπινες δραστηριότητες και στην επιβίωση των οικοσυστημάτων. Οι

διαδικασίες που επιτρέπουν το σχηματισμό και την αναγέννηση του εδάφους είναι

ιδιαίτερα αργές με αποτέλεσμα το έδαφος να θεωρείται μη ανανεώσιμος πόρος. Οι

κύριες διαδικασίες εδαφικής υποβάθμισης στην ΕΕ είναι η διάβρωση, η μείωση της

περιεκτικότητας σε οργανικό υλικό, η μόλυνση, η αλμύρινση, η καθίζηση, η

υποβάθμιση της εδαφικής βιοποικιλότητας, η αδιαβροχοποίηση, καθώς και οι

πλημμύρες και οι κατολισθήσεις. Η υποβάθμιση του εδάφους αποτελεί σοβαρό

πρόβλημα στην Ευρώπη. Προκαλείται ή επιδεινώνεται από ανθρώπινες

δραστηριότητες, όπως οι ακατάλληλες γεωργικές και δασοκομικές πρακτικές, οι

βιομηχανικές δραστηριότητες, ο τουρισμός, η εξάπλωση των αστικών κέντρων και

της βιομηχανίας, καθώς και ο χωροταξικός σχεδιασμός. Οι συνέπειές της είναι,

μεταξύ άλλων, η μείωση της εδαφικής γονιμότητας, απώλειες άνθρακα και

βιοποικιλότητας, ο περιορισμός της ικανότητας του εδάφους να συγκρατεί το

νερό, η διατάραξη των κύκλων των αερίων και των θρεπτικών συστατικών και η

μείωση της αποδόμησης των ρυπογόνων ουσιών. Η υποβάθμιση των εδαφών

επηρεάζει τοιουτοτρόπως άμεσα την ποιότητα του νερού και του αέρα, τη

βιοποικιλότητα και τις κλιματικές αλλαγές. Παράλληλα μπορεί να επηρεάσει την

υγεία του πληθυσμού ή να απειλήσει την ασφάλεια των ειδών ανθρώπινης και

ζωικής διατροφής. Από την ανάλυση των επιπτώσεων, η οποία διενεργήθηκε

σύμφωνα με τις κατευθύνσεις που χάραξε η Επιτροπή και βάσει των διαθέσιμων

δεδομένων, προκύπτει ότι η υποβάθμιση του εδάφους μπορεί να κοστίζει μέχρι

και 38 δισ. ευρώ ετησίως.

Πλαίσιο: Μέχρι σήμερα το έδαφος δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο ειδικών μέτρων

προστασίας σε κοινοτικό επίπεδο. Η προστασία του εδάφους εξασφαλίζεται με

διάφορες διατάξεις, οι οποίες είτε συνδέονται με την προστασία του

36

περιβάλλοντος είτε αφορούν άλλους πολιτικούς τομείς όπως η γεωργία ή η

αγροτική ανάπτυξη. Εντούτοις με τις εν λόγω διατάξεις δεν εξασφαλίζεται η

επαρκής προστασία του, λόγω της ποικιλίας των στόχων και των πεδίων

εφαρμογής τους. Επιβάλλεται να αναληφθεί συντονισμένη δράση σε ευρωπαϊκό

επίπεδο λόγω της σημασίας που έχει η κατάσταση του εδάφους για άλλα ήδη

ρυθμισμένα σε κοινοτικό επίπεδο θέματα περιβάλλοντος ή επισιτιστικής

ασφάλειας, καθώς και λόγω του κινδύνου πρόκλησης στρεβλώσεων στην

εσωτερική αγορά κατά την αποκατάσταση μολυσμένων τοποθεσιών, εξαιτίας των

ενδεχόμενων διασυνοριακών επιπτώσεων και των διεθνών διαστάσεων του εν

λόγω προβλήματος.

Η παρούσα στρατηγική αποτελεί μια από τις τέσσερις θεματικές στρατηγικές που

προβλέπει το έκτο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον. Είναι σαφές ότι το πνεύμα

αυτό θα συνεχιστεί και τα μέτρα θα ενταθούν δεδομένης της κατάστασης που

επικρατεί στον αγροτικό τομέα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά κυρίως λόγω των

δυσχερειών που έχουν διαμορφωθεί στην εγχώρια αγροτική παραγωγή.

β) Βιομηχανία

Η δυναμική των συνεχών αλλαγών και εξελίξεων στα θέματα του περιβάλλοντος,

δημιουργεί πολλαπλές προκλήσεις, που μπορούν να μετατραπούν σε ευκαιρίες για

την ανάπτυξη επιχειρηματικότητας και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στον

τομέα της περιβαλλοντικής βιομηχανίας. Στην αλυσίδα αξίας του τομέα της

περιβαλλοντικής βιομηχανίας εντάσσονται οι ακόλουθες τρεις διακριτές κατηγορίες

επιχειρηματικών δραστηριοτήτων:

Μελέτη, κατασκευή και προμήθεια / εγκατάσταση εξοπλισμού και υλοποίηση

έργων προστασίας περιβάλλοντος (απορρύπανσης / αντιρρύπανσης)

∆ιαχείριση – συλλογή – ανάκτηση - ανακύκλωση και επεξεργασία αποβλήτων /

απορριμμάτων

37

Παροχή περιβαλλοντικών υπηρεσιών (οικολογική σήμανση, πιστοποίηση βάσει

περιβαλλοντικών προτύπων κ.α.) προς επιχειρήσεις.

Ο τομέας χαρακτηρίζεται διαχρονικά από τάση δυναμικής επέκτασης, τόσο λόγω της

σταδιακής ανάπτυξης της συγκεκριμένης αγοράς όσο και λόγω του ευνοϊκού πλαισίου

χρηματοδοτικών ενισχύσεων. Ιδιαίτερα ανοδική πορεία εμφανίζει τα τελευταία χρόνια

ο κλάδος της διαχείρισης απορριμμάτων και της ανακύκλωσης προϊόντων. Η Ελλάδα,

ωστόσο, απέχει ακόμη σημαντικά από την επίτευξη των περισσοτέρων ποιοτικών και

ποσοτικών στόχων για την πρόληψη των περιβαλλοντικών επιπτώσεων / κινδύνων

καθώς και για τη μείωση των αποβλήτων, ενώ σημαντικές ελλείψεις παρατηρούνται

σε υποδομές εγκαταστάσεων διαχείρισης στερεών αποβλήτων και μονάδες

επεξεργασίας ειδικών αποβλήτων. Η υστέρηση είναι ιδιαίτερα εμφανής στις επιδόσεις

της χώρας ως προς τη διαχείριση των αστικών απορριμμάτων.

Επιχειρηματικές ευκαιρίες εντοπίζονται κυρίως στους ακόλουθους επιμέρους τομείς &

δραστηριότητες:

Στον ευρύτερο τομέα της ανακύκλωσης και τη διεύρυνση των εφαρμογών /

χρήσεων των ανακυκλούμενων υλικών

Στη μετατροπή και εκσυγχρονισμό των παραγωγικών διαδικασιών και

εγκαταστάσεων προς περιβαλλοντικά φιλικότερες

Στη συντήρηση των περιβαλλοντικών υποδομών

Στην αναδυόμενη αγορά «πράσινων» προϊόντων (π.χ. υλικά «πράσινης

δόμησης»)

Στην παροχή υπηρεσιών για ανάπτυξη «πράσινης επιχειρηματικότητας».

Θετική επίδραση στις προοπτικές ανάπτυξης του τομέα αναμένεται από την άσκηση

κοινωνικής πίεσης λόγω της αύξουσας περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης και την

38

επίτευξη κοινωνικής συναίνεσης σε μεγάλα έργα προστασίας περιβάλλοντος, από την

αυξανόμενη ζήτηση περιβαλλοντικών υπηρεσιών αλλά και από την πίεση για μείωση

του κόστους παραγωγής.

Θετικές εκτιμάται ότι θα είναι, επίσης, οι συνέπειες από την ανάπτυξη και εφαρμογή

καινοτομιών στις επιχειρήσεις του τομέα της διεύρυνσης του μεγέθους της

περιβαλλοντικής βιομηχανίας και της δημιουργίας νέων (κυρίως μικρομεσαίων)

επιχειρήσεων που θα διαχειριστούν αυτές τις τεχνολογικές εξελίξεις.

Σημαντικές τεχνολογικές εξελίξεις και καινοτομίες αναμένονται στον εκσυγχρονισμό

των παραγωγικών διαδικασιών με στόχο τη βελτίωση της περιβαλλοντικής τους

επίδοσης, στην ανακύκλωση και επεξεργασία στερεών και υγρών αποβλήτων και στην

εφαρμογή νέων τεχνολογιών επεξεργασίας επικίνδυνων αποβλήτων.

Αντίθετα, ανασταλτικά στην ανάπτυξη και επέκταση του τομέα επιδρούν παράγοντες

τόσο εξωτερικοί των επιχειρήσεων (θεσμικοί, οικονομικοί, κοινωνικοί) όσο και

εσωτερικοί (τεχνολογικοί, ανθρώπινου δυναμικού). Προκειμένου να αρθούν τα

εμπόδια ή οι ανασταλτικοί παράγοντες, αναγκαίες κρίνονται οι παρακάτω παρεμβάσεις

και αλλαγές.

Για την αντιμετώπιση της έλλειψης πολιτικής βούλησης, της αναποτελεσματικότητα

της δημόσιας διοίκησης και των προβλημάτων χρηματοδότησης, έχουν ήδη προταθεί

και είναι απαραίτητα τα ακόλουθα μέτρα:

Η περαιτέρω απλοποίηση στην πράξη του καθεστώτος αδειοδότησης των

περιβαλλοντικών έργων και εγκαταστάσεων

Η δημιουργία ενός ανεξάρτητου φορέα (στο πρότυπο των Νηογνωμόνων), για

τη διασφάλιση της παρακολούθησης και ελέγχου εφαρμογής του υφιστάμενου

θεσμικού πλαισίου

39

Η οργάνωση και κατάλληλη στελέχωση του Σώματος Επιθεωρητών

Περιβάλλοντος για την παρακολούθηση τήρησης των «περιβαλλοντικών

όρων» σε κάθε νέο έργο

Η ορθολογικότερη και εντατικότερη αξιοποίηση των πόρων του ΕΣΠΑ για τη

χρηματοδότηση περιβαλλοντικών έργων υποδομής

Η παρέμβαση της διοίκησης για την εξασφάλιση ρευστότητας από το

χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Για τη διαχείριση των σχέσεων με την κοινωνία και τους φορείς της και την

αποκατάσταση κλίματος εμπιστοσύνης, προτείνεται να αναλάβουν οι επιχειρήσεις

πρωτοβουλίες για το άνοιγμα και τη διεξαγωγή ενός δημόσιου διαλόγου, με επιμονή

και σταθερότητα, ώστε να επιτευχθεί κοινή αντίληψη για την κρισιμότητα των

προβλημάτων και την αποτελεσματικότητα και εφαρμογή των εναλλακτικών λύσεων.

Για την ανάπτυξη και εφαρμογή τεχνολογικών και οργανωτικών καινοτομιών –

αδιαμφισβήτητη προϋπόθεση για βιώσιμες και ανταγωνιστικές επιχειρήσεις –

προτείνονται:

i) Η ενίσχυση της ερευνητικής συνεργασίας των επιχειρήσεων του τομέα με

τα Ελληνικά Πανεπιστήμια και τα Ερευνητικά Κέντρα και μάλιστα η

ενίσχυση της εφαρμοσμένης και στοχοθετημένης έρευνας και η δέσμευση

των επιχειρήσεων για αξιοποίηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων.

ii) H συνένωση δυνάμεων και η δικτύωση των επιχειρήσεων του τομέα, π.χ.

με τη δημιουργία clusters καινοτομίας και σχημάτων Βιομηχανικής

Συμβίωσης, αλλά και η ανάληψη πρωτοβουλιών για συνεργασία με

αντίστοιχες επιχειρήσεις του εξωτερικού με στόχο τη μεταφορά

τεχνολογίας και τεχνογνωσίας.

40

γ) Τουρισμός

Ο τουρισμός βρίσκεται σε στενή εξάρτηση από το φυσικό περιβάλλον και, μάλιστα,

σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις αλληλεπιδρά με αυτό σε ποσοστό 90%. Τούτο

σημαίνει ότι το φυσικό περιβάλλον αποτελεί βασική παράμετρο της τουριστικής

ανάπτυξης μιας περιοχής, την οποία ο τουρισμός καλείται να αναδείξει και να

αξιοποιήσει διαφυλάσσοντάς την ταυτόχρονα, με σκοπό να παραχθούν οικονομικά,

κοινωνικά, πολιτισμικά και περιβαλλοντικά οφέλη. Κατά συνέπεια, αν αποσκοπούμε

στην αειφορία των ωφελειών που προέρχονται από τον τουρισμό, τότε θα πρέπει

πρωτίστως να εκμεταλλευτούμε αποτελεσματικά το διαθέσιμο φυσικό «κεφάλαιο»,

έτσι ώστε να είναι σε θέση να προσφέρει αενάως τις ίδιες τουλάχιστον υπηρεσίες. Η

λειτουργικότητα στις ανωτέρω περιπτώσεις επιτυγχάνεται όταν οι σχέσεις τουρισμού

και φυσικού περιβάλλοντος είναι αρμονικές και έχει επιτευχθεί μεταξύ τους

ισορροπία.

Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι ευρισκόμενοι οι εν λόγω παράγοντες σε κατάσταση

ισορροπίας, δεν μπορεί να επιδιωχθεί η μονομερής ανάπτυξη του τουρισμού εις

βάρος του φυσικού περιβάλλοντος, αξιώνοντας περισσότερους φυσικούς πόρους ή

υποβαθμίζοντάς τους.

Στη χώρα μας, η επιθυμητή ισορροπία δεν επιτεύχθηκε μέχρι σήμερα, ίσως και να

μην επιδιώχθηκε. Είναι χαρακτηριστική η υπέρ-συγκέντρωση τουριστών και η

σημαντική περιβαλλοντική επιβάρυνση ορισμένων περιοχών, οι οποίες αναπτύχθηκαν

επιλεκτικά και μονομερώς, σε αντίθεση με άλλες περιοχές εξίσου αξιόλογες που

παρέμειναν αναξιοποίητες και περιβαλλοντικά «άθικτες». Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι

η Ρόδος το 1999 δέχτηκε 8πλάσια τουριστική ένταση σε σχέση με την αντίστοιχη

μέση ένταση της χώρας. Η εικόνα, με κάποιες αποκλίσεις, είναι παρόμοια και στις

λοιπές παραθαλάσσιες περιοχές, αν λάβουμε υπόψη ότι το 90% του τουρισμού στη

χώρα μας έχει σαν κύριους προορισμούς τα νησιά και τον παράκτιο χώρο. Η υπέρ-

συγκέντρωση τουριστών σε ορισμένες περιοχές και η κάλυψη των αυξανόμενων

αναγκών της ζήτησης συνοδεύτηκε με αύξηση των επεμβάσεων στο φυσικό

περιβάλλον, με αποτέλεσμα την εμφάνιση σοβαρών περιβαλλοντικών επιβαρύνσεων

41

και απωλειών. Ενδεικτικά αναφέρονται η απώλεια σημαντικών εκτάσεων αμμοθινών

σε ποσοστό ~50% από το 1900-1990, ο κατατεμαχισμός τοπιακών ενοτήτων, η

καταστροφή βιοτόπων, η μείωση της βιοποικιλότητας, η ρύπανση των υδάτων και

γενικά την απαξίωση του φυσικού περιβάλλοντος, η οποία σε τελική ανάλυση

υποβαθμίζει με τη σειρά της, αν όχι αναιρεί, τις φυσικές ιδιαιτερότητες της χώρας

μας. Την κρισιμότητα της κατάστασης μπορούμε να τη συνειδητοποιήσουμε αν

λάβουμε υπόψη ότι σε επίπεδο χώρας υφίσταται ήδη ένα υψηλό ανταγωνιστικό

δυναμικό μεταξύ τουρισμού και φυσικού περιβάλλοντος, πολύ περισσότερο δε στον

παράκτιο χώρο, όπου ο τουρισμός παρουσιάζει πολλαπλάσια ένταση.

Οι περιβαλλοντικές επιβαρύνσεις επέδρασαν αρνητικά στον τουρισμό, καθόσον

επηρέασαν την ποσότητα και ποιότητα του τουριστικού «κεφαλαίου», το οποίο

άρχισε να μην ανταποκρίνεται πλέον στις συνεχώς υψηλότερες προδιαγραφές των

τουριστών. Αποτέλεσμα αυτής της διάστασης μεταξύ «πραγματικού» και

«επιθυμητού» ήταν η εμφάνιση σημείων «κόπωσης» των τουριστών, που

συνοδεύτηκε με σταδιακή εγκατάλειψη παραδοσιακών τουριστικών κέντρων και

αναζήτηση άλλων περιοχών με περισσότερο φυσικό περιβάλλον, για να επαληθευθεί

ο γενικός διευθυντής του Αυστριακού Οργανισμού Τουρισμού, ∆ρ. Κλάους, ο οποίος

πριν 20 περίπου χρόνια είχε υποστηρίξει, ότι «η επιστροφή στο φυσικό και άθικτο

περιβάλλον θα είναι πρωταρχικός παράγοντας στις τάσεις και τις επιθυμίες των

τουριστών στο εγγύς μέλλον». Η τάση αυτή εξελίσσεται αυξητικά μέχρι τις μέρες

μας.

Η συνειδητοποίηση της κατάστασης αυτής και η ανάγκη προσαρμογής στις

απαιτήσεις της ζήτησης συνέβαλαν στην εμφάνιση νέων όρων στην τουριστική

ορολογία: ήπιος, εναλλακτικός, πράσινος, αειφορικός τουρισμός, οικοτουρισμός, κ.λπ.

Όροι, που χρησιμοποιούνται κατά κόρον τα τελευταία χρόνια για να υποδηλώσουν

την εναλλακτική πρόταση τουρισμού, σε αντιδιαστολή προς τον μαζικό τουρισμό,

αλλά προφανώς είναι αναγκαία η αποσαφήνιση του πλαισίου των νέων αυτών

μορφών τουρισμού, ώστε να συνειδητοποιηθούν οι βασικές προϋποθέσεις ανάπτυξής

τους και, σε συνδυασμό με τις υπάρχουσες δυνατότητες, να καταδειχθούν οι

διαγραφόμενες προοπτικές τους.

42

Ως παράδειγμα που θα μπορούσε να αποτελέσει μια «μελέτη περίπτωσης»

αναφέρεται ο οικοτουρισμός. Ο οικοτουρισμός αποτελεί μια ειδική κατηγορία

εναλλακτικού τουρισμού, που όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, αναπτύχθηκε στις

αρχές τις δεκαετίας του ‘90. Λόγω του «νεαρού» της ηλικίας, αλλά και της φύσης

του, δεν έχει ακόμη διαμορφωθεί ένας κοινά αποδεκτός ορισμός, σε αντίθεση με τα

γενικά χαρακτηριστικά του, τα οποία θα μπορούσαν να συνοψιστούν στα εξής:

1. Περιλαμβάνει όλες τις μορφές τουρισμού που βασίζονται στη φύση, στις

οποίες το κύριο κίνητρο των τουριστών είναι η παρατήρηση και η εκτίμηση της

φύσης, καθώς επίσης και οι παραδοσιακοί πολιτισμοί που κυριαρχούν στις

φυσικές περιοχές.

2. Περιέχει επιστημονικά, εκπαιδευτικά και διερευνητικά χαρακτηριστικά.

3. Είναι συνήθως οργανωμένος σε μικρές ομάδες από εξειδικευμένες και μικρές

τοπικές επιχειρήσεις

4. Ελαχιστοποιεί τις αρνητικές επιδράσεις πάνω στο φυσικό και κοινωνικο-

οικονομικό περιβάλλον.

5. Υποστηρίζει την προστασία των φυσικών περιοχών:

- παράγοντας οικονομικά οφέλη για τις τοπικές κοινωνίες, τους

οργανισμούς και τους φορείς διαχείρισης φυσικών περιοχών που

αποσκοπούν στη διατήρηση και προστασία,

- παρέχοντας εναλλακτική απασχόληση και ευκαιρίες εισοδήματος για τις

τοπικές κοινότητες,

- αυξάνοντας την ευαισθησία των τοπικών κοινωνιών και των τουριστών

για τη διατήρηση των φυσικών και πολιτιστικών στοιχείων.

Από τα χαρακτηριστικά αυτά γίνεται σαφές ότι ο οικοτουρισμός εμφανίζεται μεν ως

τουρισμός φύσης, αλλά με στοιχεία ρυθμιστικά και με έμφαση στην αειφορία,

43

γεγονός που δίνει μια ακόμη διάσταση και προοπτική στην τουριστική ανάπτυξη

συνδυασμένη με την περιβαλλοντική μέριμνα.

8. Υπηρεσίες

Στον τριτογενή τομέα της οικονομίας θα μπορούσαν να περιληφθούν και ορισμένες

δράσεις που σχετίζονται με το περιβάλλον, αλλά έχουν ενεργοποιηθεί από το κράτος

το οποίο διαμορφώνει το ρυθμιστικό τους πλαίσιο και έχει την ευθύνη για τη

διαχείρισή τους. Υπηρεσίες όπως η προετοιμασία και σύναψη των «Πράσινων

∆ημοσίων Συμβάσεων», καθώς και η αξιολόγηση για την απονομή του Οικολογικού

Σήματος, φαίνονται κατ’ αρχήν παράπλευρες στην υπόθεση των περιβαλλοντικών

ζητημάτων της χώρας, αλλά στην ουσία μπορούν να δώσουν μεγάλη ώθηση σε

αυτά, ενώ παράλληλα, αποτελούν και ένα χώρο με προοπτικές δραστηριοποίησης

ανθρώπινου δυναμικού με διάφορα υπόβαθρα και δεξιότητες.

α) Πράσινες ∆ημόσιες Συμβάσεις (Π∆Σ)

Κάθε χρόνο, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, οι δαπάνες του δημόσιου τομέα σε αγαθά,

υπηρεσίες και έργα αποτελούν περίπου το 17% του Ευρωπαϊκού ΑΕΠ. Οι δαπάνες

αυτές αφορούν, μεταξύ άλλων, τις προμήθειες ηλεκτρονικού και ηλεκτρολογικού

υλικού, συσκευών πληροφορικής, κατασκευές, κλωστοϋφαντουργία, τρόφιμα,

ενέργεια, χαρτί, έπιπλα, μεταφορές και υλικά καθαρισμού.

Όλα αυτά τα αγαθά, υπηρεσίες και έργα έχουν σημαντικές περιβαλλοντικές

επιπτώσεις κατά την διάρκεια του συνολικού κύκλου ζωής τους, από την παραγωγή,

την χρήση έως και την απόσυρσή τους. Είναι υπεύθυνα για τις εκπομπές αερίων του

θερμοκηπίου, την ρύπανση, την μείωση της βιοποικιλότητας και την εξάντληση των

φυσικών πόρων. Οι Π∆Σ αποτελούν ένα εργαλείο που μπορεί να προσφέρει τα

απαραίτητα κίνητρα για να μειωθούν σημαντικά αυτές οι αρνητικές επιπτώσεις.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, σε συνεργασία με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς, έχει

ήδη καθορίσει κοινά κριτήρια για δέκα κατηγορίες προϊόντων και υπηρεσιών.

44

Οι φορείς του δημοσίου σε εθνικό επίπεδο είναι υπεύθυνοι για την ανάθεση και τον

τρόπο εκτέλεσης των δημοσίων συμβάσεων προμηθειών και μπορούν αλλά και πρέπει

να χρησιμοποιήσουν την ισχυρή αγοραστική τους δύναμη για να οδηγήσουν στην

αλλαγή των παραγωγικών και καταναλωτικών προτύπων, προωθώντας την πράσινη

ανάπτυξη και ταυτόχρονα την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία.

Στο πλαίσιο αυτό εμφανίστηκε ένα ισχυρό εργαλείο παρέμβασης, οι Πράσινες

∆ημόσιες Συμβάσεις (Π∆Σ). Οι Π∆Σ είναι οι διαδικασίες με τις οποίες ο δημόσιος

τομέας προμηθεύεται προϊόντα, υπηρεσίες ή εργασίες, χρησιμοποιώντας πράσινα

κριτήρια κατά την αξιολόγηση προσφορών.

Με βάση το κοινοτικό θεσμικό πλαίσιο, οι δημόσιες υπηρεσίες προμηθειών μπορούν

να χρησιμοποιούν περιβαλλοντικά κριτήρια κατά την προκήρυξη διαγωνισμών και την

αξιολόγηση των προσφορών, δεδομένου ότι ταυτόχρονα ικανοποιούνται οι βασικές

αρχές της διαφάνειας, της ισότιμης μεταχείρισης και της μη διάκρισης.

Με τις Π∆Σ, οι υπηρεσίες προμηθειών μπορούν:

να μειώσουν το ενεργειακό και οικολογικό τους αποτύπωμα, συμβάλλοντας

στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής

να μειώσουν τις επιπτώσεις στο περιβάλλον

να συμβάλλουν στην αειφορική χρήση των φυσικών πόρων

να προωθήσουν την καινοτομία και την ανταγωνιστικότητα

να λειτουργήσουν ως παράδειγμα για τον ιδιωτικό τομέα

να εξοικονομήσουν δημόσιους πόρους, λαμβάνοντας υπόψη το κόστος κύκλου

ζωής.

45

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη θεσπίσει πράσινα κριτήρια τα οποία μπορούν να

χρησιμοποιηθούν, μεταξύ άλλων, στη διαδικασία σύνταξης των προκηρύξεων και

διαγωνισμών. Παρατίθενται, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, παραδείγματα κριτηρίων

για δέκα ομάδες προϊόντων και υπηρεσιών που -λόγω των

επιπτώσεών τους στο περιβάλλον ή των περιθωρίων περιβαλλοντικής βελτίωσης, ή

του οικονομικού αντίκτυπου ή της πολιτικής ή παραδειγματικής λειτουργίας τους -

έχουν κριθεί ως τα πλέον κατάλληλα για «ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής

διάστασης» στο πλαίσιο των Π∆Σ.

Τα κριτήρια έχουν διαμορφωθεί για προϊόντα που εμπίπτουν στις ακόλουθες ομάδες

προϊόντων και υπηρεσιών:

Χαρτί για γραφή και για αντίγραφα

Προϊόντα και υπηρεσίες καθαρισμού

Γραφειακός εξοπλισμός πληροφορικής

Μεταφορές

Κατασκευές

Επίπλωση

Ηλεκτρικό ρεύμα

Υπηρεσίες επισιτισμού και τροφοδοσίας

Κλωστοϋφαντουργία

Προϊόντα και υπηρεσίες κηπουρικής

46

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Ιούλιο του 2010 κατέληξε σε 8 επιπλέον κριτήρια για τις

εξής κατηγορίες:

Υαλοπίνακες

Θερμομόνωση

Υλικά σκληρού δαπέδου

Πάνελ τοίχου

Συμπαραγωγή Θερμικής και ηλεκτρικής ενέργειας

Κατασκευή και σήμανση οδικού δικτύου

Φωτισμός οδών και σηματοδότηση

Κινητά τηλέφωνα

Για την αποτελεσματική εφαρμογή των Π∆Σ απαιτείται η εκπόνηση ενός

Εθνικού Σχεδίου ∆ράσης, το οποίο θα λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες προμηθειών

του δημοσίου, την ετοιμότητα της ελληνικής αγοράς και τις περιβαλλοντικές

επιπτώσεις. Η Ελλάδα, δυστυχώς, βρίσκεται πολύ πίσω στον σχεδιασμό και

την εφαρμογή Π∆Σ. Προκειμένου να αναπληρωθεί ο χαμένος χρόνος, να

βελτιωθεί η ποιότητα και οι περιβαλλοντικές προδιαγραφές της εγχώριας

παραγωγής, ώστε να γίνει ανταγωνιστική σε ευρωπαϊκό επίπεδο, απαιτείται η

συμβολή όλων των ενδιαφερόμενων μερών τόσο στην διαμόρφωση του

εθνικού σχεδίου δράσης, στον καθορισμό στόχων και την εφαρμογή του

σχεδίου, όσο και στην ενημέρωση της αγοράς. Ήδη κατά το πρόσφατο

διάστημα το Υπουργείο Περιβάλλοντος έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο τομέα

αυτό, διοχετεύοντας μάλιστα και κονδύλια του επιχειρησιακού του

προγράμματος ΕΠΠΕΡΑΑ στην κατάρτιση σχεδίου δράσης. Αναμένεται λοιπόν

47

ότι παρά την δύσκολη οικονομική συγκυρία, το καθεστώς των Π∆Σ θα

προχωρήσει αποτελεσματικά στο άμεσο μέλλον.

β) Οικολογικό Σήμα

Το Κοινοτικό Σύστημα απονομής του Οικολογικού Σήματος, θεσπίστηκε προκειμένου

να βοηθήσει στην διάσωση του περιβάλλοντος μέσω της χορήγησης πιστοποίησης

στα βιομηχανικά προϊόντα τα οποία καθ' όλο τον κύκλο ζωής τους έχουν λιγότερες

επιπτώσεις στο περιβάλλον. Πρόκειται για ένα εθελοντικό σύστημα, και οι παραγωγοί

ή βιομήχανοι είναι ελεύθεροι να αποφασίσουν εάν θα υποβάλουν ή όχι αίτηση για να

τους απονεμηθεί.

Η νομοθεσία η οποία διέπει το Οικολογικό Σήμα είναι ο νέος Κανονισμός (ΕΚ) 66/2010

του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2009 σχετικά

με το οικολογικό σήμα της ΕΕ (EU Ecolabel).

Το Ανώτατο Συμβούλιο Απονομής Οικολογικού Συμβουλίου (ΑΣΑΟΣ ) είναι ο εθνικός

μας αρμόδιος φορέας για την απονομή του ευρωπαϊκού οικολογικού σήματος με

Πρόεδρο τον εκάστοτε Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Περιβάλλοντος Ενέργειας

και Κλιματικής Αλλαγής - ΥΠΕΚΑ. Η λειτουργία του ΑΣΑΟΣ διέπεται από την ΚΥΑ υπ.

αρ. 86644/2482/15.09.1993 (ΦΕΚ 763/Β/1993), τον Κανονισμό (ΕΚ) υπ. αρ. 66/2010

του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2009.

Το ΑΣΑΟΣ είναι ενδεκαμελές όργανο, συγκροτείται με Απόφαση του Υπουργού ΠΕΚΑ

και αποτελείται μεταξύ άλλων και από ένα εκπρόσωπο (με τον αναπληρωτή του)

συγκεκριμένων αρμόδιων φορέων, όπως αναφέρεται στη σχετική ΚΥΑ (οι εκπρόσωποι

είναι από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, τη ΓΣΕΕ,

τον ΣΕΒ, το Γενικό Χημείο του Κράτους, , Οργάνωση Καταναλωτών, Οικολογική

Οργάνωση). Η θητεία των μελών του ΑΣΑΟΣ είναι διετής.

48

Η χρήση του ευρωπαϊκού οικολογικού σήματος προστατεύεται από:

την αγορανομική διάταξη Φ1-218/30.01.1998 (ΦΕΚ 139/Β/18.02.1998)

σχετικά με τη χρήση του όρου «οικολογικό» στην οποία αναφέρεται ότι

«απαγορεύεται η χρήση του επιθετικού προσδιορισμού «οικολογικό» ή «οίκο»

στα ελληνικά ή σε ξένη γλώσσα, κατά την διάθεση στην κατανάλωση, πώληση

και διαφήμιση κάθε είδους προϊόντος, εφόσον σε αυτό δεν έχει εκχωρηθεί ο

παραπάνω όρος ή οικολογικό σήμα», και

τις διατάξεις του νέου Κανονισμού 66/2010 (άρθρο 10 περί εποπτείας της

αγοράς και ελέγχου της χρήσης του οικολογικού σήματος της ΕΕ & άρθρο 17

περί κυρώσεων).

Το κοινοτικό σύστημα απονομής οικολογικού σήματος αποβλέπει αφενός στην

προαγωγή των προϊόντων τα οποία έχουν περιορισμένες επιπτώσεις στο περιβάλλον

σε σχέση με άλλα προϊόντα της αυτής κατηγορίας και αφετέρου, στην δημοσιοποίηση

επακριβών και επιστημονικώς διασταυρωμένων πληροφοριών και συμβουλών σε ό,τι

αφορά τα προϊόντα, προς όφελος του καταναλωτικού κοινού.

Από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού εξαιρούνται τα τρόφιμα, ποτά,

φαρμακευτικά προϊόντα, ιατροτεχνολογικά της Οδηγίας 93/43/ΕΟΚ, τα επικίνδυνα

σύμφωνα τους ορισμούς των Οδηγιών 67/548/ΕΟΚ και 1999/45/ΕΟΚ, τα προϊόντα

που παράγονται με περιβαλλοντικά επισφαλείς μεθόδους.

Το οικολογικό σήμα μπορεί να αποδοθεί σε προϊόντα που διατίθενται εντός της

Ευρωπαϊκής Ένωσης εφόσον ανταποκρίνονται σε ορισμένες απαιτήσεις σχετικά με το

περιβάλλον καθώς και στα κριτήρια που έχουν θεσπιστεί για την απονομή του

οικολογικού σήματος.

Οι περιβαλλοντικές απαιτήσεις καθορίζονται βάσει του πίνακα αξιολόγησης του

παραρτήματος Ι του σχετικού κανονισμού και υπόκεινται στις μεθοδολογικές

49

απαιτήσεις που ορίζει το παράρτημα ΙΙ. Το σήμα είναι δυνατόν να αποδοθεί σε κάθε

προϊόν που συμβάλλει ουσιαστικά στη βελτίωση βασικών οικολογικών

χαρακτηριστικών (δηλαδή στην αλληλεπίδραση με το περιβάλλον,

συμπεριλαμβανομένης της χρήσης ενέργειας και φυσικών πόρων, κατά τη διάρκεια

του κύκλου ζωής του προϊόντος).

Κατά την διαδικασία αξιολόγησης προς απονομή του σήματος, εφαρμόζονται κριτήρια

που ορίζονται ανά κατηγορίες προϊόντων και βασίζονται:

στις προοπτικές διείσδυσης του προϊόντος στην αγορά

στο κατά πόσον είναι εφικτό να πραγματοποιηθούν οι δέουσες τεχνικές και

οικονομικές προσαρμογές

στις δυνατότητες βελτίωσης του περιβάλλοντος.

Τα ως άνω κριτήρια καθιερώνονται, αξιολογούνται και αναθεωρούνται από το

συμβούλιο οικολογικής σήμανσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (CUELE) και μετά την

υιοθέτησή τους δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα προϊόντα πρέπει να ανταποκρίνονται στις εξής προϋποθέσεις:

να είναι επαρκούς βαρύτητας εντός της εσωτερικής αγοράς

να έχουν σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις

να συνεπάγονται σοβαρές προοπτικές βελτίωσης του περιβάλλοντος λόγω των

επιλογών των καταναλωτών

ένα σημαντικό μέρος των πωλήσεων να προορίζεται για τελική κατανάλωση.

50

Αίτηση για την απονομή του ευρωπαϊκού οικολογικού σήματος μπορούν αν

υποβάλουν ο παραγωγός, ο εισαγωγέας, ο φορέας παροχής υπηρεσιών, οι

ασχολούμενοι με τη λιανική διαχείριση ή την εμπορία. Οι αιτήσεις υποβάλλονται στον

αρμόδιο φορέα που ορίζεται από το κράτος μέλος στο οποίο παράγεται το προϊόν ή

διατίθεται στην αγορά για πρώτη φορά ή εισάγεται από τρίτη χώρα.

Κατά την αξιολόγηση, η αρμόδια αρχή ελέγχει κατά πόσο το προϊόν ανταποκρίνεται

στα κριτήρια του οικολογικού σήματος και αποφασίζει αν θα απονεμηθεί το σήμα

αυτό. Τέλος, ο αρμόδιος οργανισμός συνάπτει πρότυπη σύμβαση με τον αιτούντα,

όπου συμφωνούνται οι προϋποθέσεις χρήσης του σήματος. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή

και τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τη χρήση του οικολογικού σήματος, διοργανώνοντας

εκστρατείες ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης. Εξασφαλίζουν επίσης το συντονισμό

μεταξύ του κοινοτικού συστήματος και των υφισταμένων αντιστοίχων εθνικών

συστημάτων.

Είναι κατά συνέπεια σαφές, ότι η επιδίωξη του οικολογικού σήματος αποτελεί ένα

κίνητρο για επιχειρηματική δραστηριοποίηση δεδομένου ότι μαζί μ άλλες επιδόσεις η

προβολή αυτής της διάκρισης μπορεί να αποβεί σοβαρό εμπορικό πλεονέκτημα για

μια επιχείρηση. Σημειώνεται μάλιστα ότι και η προδιάθεση του κοινού είναι εξαιρετικά

θετική για προϊόντα με οικολογικά χαρακτηριστικά. Η διαδικασία έχει ξεκινήσει στη

χώρα μας και εφαρμόζεται σταδιακά με επιτυχία και προβλέπεται να έχει ακόμη

μεγαλύτερα και ουσιαστικότερα αποτελέσματα εάν υποστηριχτεί από όλους εκείνους

που είναι ευαισθητοποιημένοι με την παραγωγή και την κατανάλωση προϊόντων που

θα φέρουν το Οικολογικό Σήμα, με αποτέλεσμα να καθιερωθεί μια νέα κουλτούρα

αποδοχής του.

Επομένως, δραστηριότητες όπως η επιβράβευση των ενδιαφερομένων με την

απονομή οικολογικού σήματος δείχνουν προοπτικές εντατικοποίησης για το μέλλον,

με αποτέλεσμα να ενεργοποιούν την επιχειρηματική δραστηριότητα και την

κινητοποίηση ανθρώπινου δυναμικού γύρω από αυτές.

51

9. Επενδυτικές ευκαιρίες

α) Το γενικό πλαίσιο

Ο τομέας του περιβάλλοντος εξελίχθηκε στην Ελλάδα με ταχύ ρυθμό μάλλον

εξαιτίας των πιεστικών υποχρεώσεων συμμόρφωσης προς τις οδηγίες και τους

κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δευτερευόντως ως αποτέλεσμα

σχεδιασμού εκ μέρους των πολιτικών ηγεσιών και της δημόσιας διοίκησης,

προκειμένου να αντιμετωπίσουν έγκαιρα και προληπτικά τα θέματα προστασίας του

περιβάλλοντος. Αυτή είναι τελικά και η αιτία της καθυστέρησης των κατάλληλων

οργανωτικών και διαρθρωτικών μέτρων και της μη έγκαιρης και ορθολογικής

αξιοποίησης των διαθέσιμων πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο τομέας της περιβαλλοντικής βιομηχανίας αντιμετωπίζει σωρεία προβλημάτων στις

σημερινές συνθήκες οικονομικής ύφεσης και παρατεταμένης κρίσης. Αυτά

οφείλονται τόσο στη συρρίκνωση των δημοσίων επενδύσεων σε έργα υποδομών

περιβάλλοντος όσο και στη γενικότερη μείωση του κύκλου εργασιών των

επιχειρήσεων της αλυσίδας αξίας του κλάδου. Χαρακτηριστικό στοιχείο αποτελεί η

μείωση του όγκου των βιομηχανικών αποβλήτων ως συνέπεια της συρρίκνωσης των

πωλήσεων που αντιμετωπίζουν οι περισσότεροι βιομηχανικοί κλάδοι, όπως οι

βιομηχανίες χρωμάτων ή οι τσιμεντοβιομηχανίες λόγω της καθίζησης της

οικοδομικής δραστηριότητας. Ο τομέας της περιβαλλοντικής βιομηχανίας έχει

ωστόσο ευνοηθεί διαχρονικά από την ύπαρξη προγραμμάτων συγχρηματοδότησης

επενδύσεων και υποδομών, όπως είναι τα προγράμματα του ΕΣΠΑ.

Η έλλειψη κοινωνικής συναίνεσης για την επίλυση κρίσιμων περιβαλλοντικών

προβλημάτων (π.χ. χωροθέτηση ΧΥΤΑ / ΧΥΤΥ) αποτελεί ένα πρόσθετο ανασταλτικό

παράγοντα για την ανάπτυξη της περιβαλλοντικής βιομηχανίας στη χώρα και

υποσκάπτει πολλές πρωτοβουλίες αντιμετώπισης των σχετικών προβλημάτων.

Εντούτοις, σε πολλές περιπτώσεις ευθύνονται τόσο οι επιχειρήσεις όσο και η

πολιτεία για την αδυναμία της κοινωνίας να αντιληφθεί τις νέες ανάγκες, να

ενημερωθεί για τις σύγχρονες τεχνολογικές λύσεις και να αποδεχθεί τις αναγκαίες

52

μεταβολές στους τρόπους αντιμετώπισης των περιβαλλοντικών προβλημάτων.

Πρέπει να επισημανθεί η σπουδαιότητα της εκπαίδευσης στην ανάπτυξη της

κατάλληλης κουλτούρας και στη διαμόρφωση των κοινωνικών αντιλήψεων για το

περιβάλλον και την προστασία του. Η δημιουργία καλά ενημερωμένων και

ευαισθητοποιημένων πολιτών μέσα από το εκπαιδευτικό σύστημα αλλά και τη «δια

βίου εκπαίδευση» είναι καθοριστικής σημασίας για την ανάπτυξη κλίματος

εμπιστοσύνης μεταξύ της κοινωνίας και των επιχειρήσεων και την επίτευξη

κοινωνικής συμφωνίας.

Η δυναμική των συνεχών αλλαγών και εξελίξεων στον τομέα της περιβαλλοντικής

βιομηχανίας εξακολουθεί να δημιουργεί πολλαπλές προκλήσεις που μπορούν να

μετατραπούν σε ευκαιρίες για την ανάπτυξη επιχειρηματικότητας και τη δημιουργία

θέσεων εργασίας. Σήμερα, προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης της επιχειρηματικής

δραστηριότητας στον τομέα προκύπτουν από έναν συνδυασμό παραγόντων:

τις πιέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης για επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων

και την τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων που απορρέουν από τις υποχρεώσεις

συμμόρφωσης προς την περιβαλλοντική νομοθεσία. Επισημάνθηκε ότι το

κόστος από τη μη συμμόρφωση θα είναι υψηλότερο από το κόστος που

συνεπάγεται η υλοποίηση των σχετικών υποχρεώσεων

τις δεσμεύσεις της χώρας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την

εκπλήρωση των νέων στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη μείωση των

ρύπων, που θα επιφέρουν αύξηση της τιμής των δικαιωμάτων ρύπων και

συνεπώς του κόστους παραγωγής στην ελληνική βιομηχανία

τη θεσμοθέτηση ενός όλο και πιο αυστηρού περιβαλλοντικού πλαισίου

άσκησης των οικονομικών, παραγωγικών και αναπτυξιακών δραστηριοτήτων

σε όλους τους τομείς και την καλύτερη οργάνωση του Σώματος Επιθεωρητών

Περιβάλλοντος για την τήρηση των περιβαλλοντικών όρων και κανονισμών

53

την ένταση των ανταγωνιστικών πιέσεων για μείωση του κόστους παραγωγής,

στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης των αγορών, ειδικά για τις μεγάλες και τις

εξαγωγικές επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα π.χ. την ανάγκη υποκατάστασης α’

υλών και αξιοποίησης ανακυκλούμενων υλικών, εναλλακτικών καυσίμων κλπ.

την επικράτηση νέων καταναλωτικών προτύπων (ζήτηση προϊόντων

οικολογικών / φιλικών προς το περιβάλλον) λόγω της αυξανόμενης

περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης των πολιτών, και τη συνακόλουθη ανάγκη

εφαρμογής νέων προτύπων παραγωγής που να εξυπηρετούν αυτή τη νέα

ζήτηση αλλά και την τάση υιοθέτησης της περιβαλλοντικής σήμανσης για τα

προϊόντα των επιχειρήσεων.

Οι παράγοντες αυτοί, αφενός συμβάλλουν στην ρευστότητα των εξελίξεων στον

τομέα της περιβαλλοντικής βιομηχανίας και στην ανάγκη συνεχούς

αναπροσανατολισμού και προσαρμογής των επιχειρήσεων, αφετέρου όμως

συντελούν και στη δημιουργία νέων επιχειρηματικών ευκαιριών σε μια ιδιαίτερα

δυναμική αγορά. Στο πλαίσιο αυτό, χρειάζεται ειδικότερα να επισημανθούν τα εξής:

η ανάγκη ουσιαστικής εφαρμογής της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει» που θα

βοηθήσει να αναπτυχθούν και λειτουργήσουν οι επιχειρήσεις σε πλαίσια υγιούς

ανταγωνισμού

η ανάγκη καθορισμού προδιαγραφών για τα προϊόντα που παράγονται από τις

επιχειρήσεις ανακύκλωσης – ανάκτησης υλικών και η ανάπτυξη / δημιουργία

αγορών για τα προϊόντα αυτά

η ανάγκη ανάπτυξης του τομέα της ανάκτησης με επαναχρησιμοποίηση των

υπολειμμάτων από την επεξεργασία αποβλήτων, τα οποία να οδηγούνται προς

ενεργειακή αξιοποίηση αντί σε χωματερές, συμβάλλοντας κατά αυτόν τον

τρόπο και στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου άνθρακα

54

η ανάγκη συνεργασιών και δικτύωσης των επιχειρήσεων του τομέα με στόχο

την ανάπτυξη καινοτομιών και τεχνογνωσίας

η ανάγκη αντιμετώπισης των προβλημάτων οργανωτικής επάρκειας των

ελληνικών επιχειρήσεων στην πορεία εφαρμογής περιβαλλοντικών μέτρων και

εργαλείων, όπως π.χ. η περιβαλλοντική πιστοποίηση, η ΕΚΕ, τα οικολογικά

σήματα, που κρίνονται αναγκαία για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας τους

στο διεθνή χώρο.

β) Αξιολόγηση των παραμέτρων

Οι θετικές προοπτικές ανάπτυξης της περιβαλλοντικής βιομηχανίας στην Ελλάδα

επηρεάζονται σημαντικά από συγκεκριμένους ανασταλτικούς παράγοντες, όπως οι

παρακάτω αναφερόμενοι:

Το υψηλό κόστος χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, η έλλειψη ρευστότητας

και η δυσκολία πρόσβασης σε χρηματοδοτικούς πόρους. Σε εποχές οικονομικής

ευμάρειας, οι επιχειρήσεις έτειναν σχετικά εύκολα στην υλοποίηση

«περιβαλλοντικά ορθών» επενδύσεων, ανεξάρτητα από το βαθμό της

αποδοτικότητας που αυτές μπορεί να είχαν. Οι δυσμενείς σημερινές συνθήκες,

όμως, έχουν περιορίσει σημαντικά την υλοποίηση επενδύσεων στον

περιβαλλοντικό τομέα, και καθιστούν ουσιαστικά απαγορευτική οποιαδήποτε

επένδυση που δεν συνδέεται με άμεσα οφέλη από τη μείωση του κόστους

παραγωγής ή αύξηση της παραγωγικότητας. Οι συγκεκριμένες δυσκολίες δεν

έχουν μόνο περιορίσει την επενδυτική δραστηριότητα των επιχειρήσεων, αλλά

δυσχεραίνουν και την ίδια τη λειτουργία και την επιβίωσή τους. Ήδη από το

2008, η ιδιωτική επενδυτική δραστηριότητα βρίσκεται σε συνεχή κάμψη, χωρίς

μέχρι στιγμής να διαφαίνεται ο ορίζοντας ανάκαμψης. Παράλληλα δε, η

αρνητική οικονομική συγκυρία έχει επιπτώσεις και στη συνεργασία μεταξύ των

Ελληνικών και ξένων επιχειρήσεων, με τις τελευταίες να επιβάλλουν ιδιαίτερα

δυσχερείς όρους πληρωμής, παροχής εγγυήσεων κλπ. Η έλλειψη ρευστότητας

και χρηματοδοτικών πόρων ευθύνεται εν μέρει και για τους πολύ αργούς

55

ρυθμούς απορρόφησης των διαθέσιμων πόρων του ΕΣΠΑ, αφού οι

επιχειρήσεις αδυνατούν να συνεισφέρουν την απαιτούμενη ιδιωτική

συμμετοχή. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι οι καθυστερήσεις στην

υλοποίηση των έργων υποδομής, όπως εκείνων που υλοποιούνται με τη

μορφή των συμβάσεων παραχώρησης, λόγω του προβλήματος ρευστότητας

που αντιμετωπίζουν οι Ελληνικές τράπεζες, αλλά και η περιορισμένη

ανταπόκριση επενδυτών σε ορισμένα προγράμματα ενίσχυσης ιδιωτικών

επενδύσεων (π.χ. «Πράσινη Επιχείρηση» του ΕΠΑΝ ΙΙ), στην οποία εκτιμάται

ότι συνέβαλε η αδυναμία συνεισφοράς της ιδιωτικής συμμετοχής ή / και

εξασφάλισης της τραπεζικής χρηματοδότησης.

Η αδράνεια της δημόσιας διοίκησης και η έλλειψη αποτελεσματικού

σχεδιασμού. Ενώ διαπιστώνεται διαθεσιμότητα πόρων του ΕΣΠΑ για τη

χρηματοδότηση υποδομών στον τομέα του περιβάλλοντος, η απορρόφησή

τους προσκρούει στην αδράνεια της δημόσιας διοίκησης και την έλλειψη

αποτελεσματικού σχεδιασμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η

περίπτωση του έργου κατασκευής ΧΥΤΥ και εργοστασίου επεξεργασίας

απορριμμάτων στην Κερατέα, το οποίο προκηρύχθηκε χωρίς τις απαιτούμενες

προδιαγραφές. Γενικότερα, μεγάλη υστέρηση διαπιστώνεται στην υλοποίηση

έργων διαχείρισης στερεών και υγρών αποβλήτων, όπως π.χ. στην περίπτωση

των ΧΥΤΑ, όπου η Ελλάδα υπολείπεται σημαντικά του στόχου της Οδηγίας

99/31 ΕΚ, σύμφωνα με τον οποίο, μέχρι το 2013, δεν θα επιτρέπεται οι ΧΥΤΑ

να δέχονται ποσοστό μεγαλύτερο του 50% των βιο-αποικοδομήσιμων

αποβλήτων της χώρας. Παράλληλα, εκκρεμεί ακόμη το κλείσιμο των

παράνομων ΧΑ∆Α, όταν οι άλλες Ευρωπαϊκές χώρες έχουν προ πολλού

προχωρήσει σε συστήματα ολοκληρωμένης διαχείρισης των αποβλήτων.

Αντίστοιχα, δεν μοιάζει εφικτή η επίτευξη του στόχου για ανακύκλωση του

50% των απορριμμάτων στη χώρα μας, όπως ορίζεται από την Οδηγία

2008/98 ΕΚ. Μεγάλη είναι η ευθύνη της δημόσιας διοίκησης στην παρεμπόδιση

υιοθέτησης σύγχρονων τεχνολογιών διαχείρισης των αποβλήτων, όπως στην

περίπτωση των εργοστασίων καύσης απορριμμάτων. Ενδεικτική είναι η

περίπτωση της καύσης αποβλήτων και ανάκτησης ενέργειας από την καύση,

56

την οποία έχουν επανειλημμένα επιχειρήσει να προωθήσουν Ελληνικά και ξένα

εταιρικά σχήματα, χωρίς μέχρι σήμερα να έχει εξασφαλιστεί ούτε καν η

χωροθέτηση τέτοιων εγκαταστάσεων.

Η αναποτελεσματικότητα και η έλλειψη διοικητικής υποστήριξης του

συστήματος παρακολούθησης και ελέγχου εφαρμογής της περιβαλλοντικής

νομοθεσίας. Η αναποτελεσματικότητα και η έλλειψη υποστήριξης του

συστήματος ελέγχου εφαρμογής της νομοθεσίας από τη διοίκηση, έχει

οδηγήσει στην ανάπτυξη μιας ισχυρής παραοικονομίας στον τομέα της

διαχείρισης απορριμμάτων, με τη μορφή παράνομων κυκλωμάτων που

λυμαίνονται τη διακίνηση των ανακυκλώσιμων υλικών, ενώ παράλληλα

παρατηρείται και η μη συμμόρφωση πολλών επιχειρήσεων στις

περιβαλλοντικές τους υποχρεώσεις, δημιουργώντας συνθήκες αθέμιτου

ανταγωνισμού έναντι των συμμορφούμενων επιχειρήσεων. Χαρακτηριστικό

παράδειγμα μη σωστής διαχείρισης των αποβλήτων είναι η παράνομη διάθεση

αποβλήτων ορυκτελαίων για καύση σε θερμοκήπια ή πλινθοποιεία. Η

λειτουργία της παραοικονομίας οφείλεται εν πολλοίς και στις ιδιαίτερες

συνθήκες στις οποίες αναπτύχθηκε η εγχώρια αγορά ανακύκλωσης στο

παρελθόν (κυρίως με τη μορφή «γυρολόγων» και μικροεπαγγελματιών, που ως

φαινόμενο δεν μπορεί εύκολα να εξαλειφθεί), αλλά και στα νομοθετικά κενά ή

στην αδυναμία της δημόσιας διοίκησης να προωθήσει αναγκαία περιβαλλοντικά

έργα. Ενδεικτικά αναφέρεται η απουσία εγκαταστάσεων διαχείρισης

επικίνδυνων αποβλήτων, με αποτέλεσμα η διάθεση πολλών αποβλήτων αυτής

της κατηγορίας να διενεργείται παράνομα ή εκτός περιβαλλοντικών

προδιαγραφών, με σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον και τη δημόσια υγεία.

Όλοι οι παραπάνω παράγοντες λειτουργούν σε μεγάλο βαθμό αποτρεπτικά για την

εκμετάλλευση των υφιστάμενων επιχειρηματικών ευκαιριών από νέες επιχειρήσεις, με

αποτέλεσμα να περιορίζεται η ανάπτυξη μιας υγιούς και ανταγωνιστικής αγοράς.

Εντούτοις, παρά την ύπαρξη αυτών των ανασταλτικών παραγόντων και τη μη

εκπλήρωση των προσδοκιών από την «πράσινη ανάπτυξη» της οικονομίας,

εξακολουθούν να υφίστανται θετικές προοπτικές ανάπτυξης της περιβαλλοντικής

57

βιομηχανίας στην Ελλάδα. Ο συγκεκριμένος τομέας, αν και αδιαμφισβήτητα τελεί σε

εξάρτηση από τη γενικότερη πορεία της Ελληνικής οικονομίας και επηρεάζεται από

τη χαμηλή ζήτηση που θα συνεχίσει να επικρατεί στην αγορά ως αποτέλεσμα της

οικονομικής ύφεσης, εντούτοις ενδέχεται να παρουσιάσει καλύτερες προοπτικές

ανάπτυξης σε σχέση με άλλους κλάδους, ειδικά αν επιτευχθεί σε κάποιο βαθμό η

υπέρβαση των υφιστάμενων προβλημάτων.

Στην ανάπτυξη και μεγέθυνση της αγοράς στην περιβαλλοντική βιομηχανία – αλλά

και στην ορθολογικοποίηση της – μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά οι ακόλουθοι

κρίσιμοι παράγοντες:

Η στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη μεγιστοποίηση των προσπαθειών

στον τομέα της πρόληψης δημιουργίας απορριμμάτων, την αύξηση του

ποσοστού της λιπασματοποίησης και την ενεργειακή ανάκτηση από τα

απόβλητα.

Η ορθολογικότερη και εντατικότερη αξιοποίηση των πόρων του ΕΣΠΑ για τη

χρηματοδότηση περιβαλλοντικών έργων υποδομής, όπως π.χ. τα διαθέσιμα

κονδύλια για έργα κατασκευής μικρών μονάδων βιολογικού καθαρισμού στους

ΟΤΑ με λιγότερους από 2.000 κατοίκους.

Η εξασφάλιση ρευστότητας από το χρηματοπιστωτικό σύστημα και η

διευκόλυνση της πρόσβασης των επιχειρήσεων σε υφιστάμενα και νέα

χρηματοδοτικά εργαλεία, για την υλοποίηση περιβαλλοντικών επενδύσεων.

Η έμπρακτη απόδειξη της πολιτικής βούλησης και η υποστήριξη της διοικητικής

ικανότητας για τον αποτελεσματικό και αυστηρό έλεγχο εφαρμογής της

περιβαλλοντικής νομοθεσίας, με άμεσο αντίκτυπο και στη διαμόρφωση μιας

περιβαλλοντικά ορθής επιχειρηματικής νοοτροπίας.

58

Ο εκσυγχρονισμός της νομοθεσίας π.χ. για τις μελετητικές εταιρείες και η

διαμόρφωση σύγχρονου και σταθερού πλαισίου για τις χρήσεις γης.

Η άσκηση πίεσης εκ μέρους των καταναλωτών και της κοινωνίας ευρύτερα,

π.χ. με ενίσχυση της ζήτησης για προϊόντα που παράγονται από ανακυκλώσιμα

υλικά, σε συνδυασμό και με την ενίσχυση της σχολικής εκπαίδευσης σε θέματα

περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης.

Η πίεση για μείωση του κόστους παραγωγής προκειμένου να αντιμετωπιστεί η

συρρίκνωση της καταναλωτικής ζήτησης, αλλά και η αύξηση των διεθνών

τιμών πρώτων υλών (π.χ. των πετρελαιοειδών στη βιομηχανία πλαστικών),

που δημιουργούν ισχυρά κίνητρα για αύξηση της χρήσης ανακυκλούμενων

υλικών.

Η δυναμική από τις τάσεις υλοποίησης περιβαλλοντικών έργων και ζήτησης

περιβαλλοντικών υπηρεσιών από τις επιχειρήσεις, με γνώμονα τη βελτίωση

των περιβαλλοντικών τους επιδόσεων και τη δημιουργία «πράσινου» προφίλ.

Η επίτευξη κοινωνικής συναίνεσης σε μεγάλα έργα προστασίας περιβάλλοντος.

γ) Τομείς με προοπτικές ταχείας ανάπτυξης

Οι επιχειρηματικές ευκαιρίες που διαμορφώνονται από τις τρέχουσες ανάγκες

αντιμετώπισης των περιβαλλοντικών θεμάτων στην Ελλάδα εντοπίζονται κυρίως

στους ακόλουθους επιμέρους τομείς & δραστηριότητες:

Στον ευρύτερο τομέα της ανακύκλωσης, όπου οι ελληνικές επιχειρήσεις

επιδεικνύουν ήδη πολύ καλές επιδόσεις τα τελευταία χρόνια, και όπου

διαμορφώνεται ένα ιδιαίτερα ελκυστικό πλαίσιο επενδύσεων άμεσης και

υψηλής απόδοσης. Η αξιοποίηση των ανακυκλούμενων υλικών με δημιουργία

59

προστιθέμενης αξίας θα πρέπει ενδεχομένως να αντιμετωπιστεί και με

διοικητικές παρεμβάσεις.

Ειδικότερα, στη διεύρυνση των εφαρμογών / χρήσεων των ανακυκλούμενων

υλικών. Ως χαρακτηριστικά παραδείγματα αναφέρθηκαν:

o πολλές κατηγορίες ανακυκλούμενων υλικών, όπως π.χ. τα

χρησιμοποιημένα ελαστικά, για τα οποία δεν υφίστανται δυνατότητες

αξιοποίησής τους από την εγχώρια βιομηχανία, με αποτέλεσμα να

εξάγονται και να χρησιμοποιούνται από βιομηχανίες του εξωτερικού για

την παραγωγή τελικών προϊόντων,

o η περίπτωση της τσιμεντοβιομηχανίας, όπου με την εγκατάσταση

σύγχρονων κλιβάνων μπορούν να αξιοποιηθούν ενεργειακά πολύ

μεγαλύτερες ποσότητες δευτερογενών καυσίμων προερχομένων από

επεξεργασία αποβλήτων, αφού θα έχουν αντιμετωπιστεί οι περιοριστικοί

παράγοντες των ρύπων που εμποδίζουν την αύξηση των ως άνω

ποσοτήτων μέχρι σήμερα.

Στην προσαρμογή και μετατροπή των παραγωγικών διαδικασιών, προκειμένου

να μειωθεί η κατανάλωση ενέργειας και να αξιοποιηθούν εναλλακτικές μορφές

ενέργειας (π.χ. βιομάζα)

Στον εκσυγχρονισμό και εξορθολογισμό της λειτουργίας υφιστάμενων

εγκαταστάσεων (π.χ. μονάδων βιολογικού καθαρισμού) και στη συντήρηση

των περιβαλλοντικών υποδομών (υπηρεσίες συντήρησης).

Στη διαχείριση των υδάτινων πόρων, με βασικές αρχές την εξοικονόμηση και

ανακύκλωση καθώς και την εφαρμογή των νέων ευρωπαϊκών οδηγιών.

60

Στην παροχή περιβαλλοντικών υπηρεσιών για τη διαχείριση των αποβλήτων

στον γεωργικό τομέα.

Στην αναδυόμενη αγορά των υλικών «πράσινης δόμησης» και ζήτησης

αντίστοιχων υπηρεσιών (π.χ. περιβαλλοντικοί επιθεωρητές).

Στην παροχή υπηρεσιών για ανάπτυξη «πράσινης επιχειρηματικότητας» (Green

Accounting, Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη, Πιστοποιημένα Συστήματα

Περιβαλλοντικής ∆ιαχείρισης κατά ISO 14001 και EMAS, Ευρωπαϊκά

Οικολογικά Σήματα – Ecolabel κ.α.).

Επίσης, θετικές προοπτικές εντοπίζονται σε δραστηριότητες νέων τεχνολογιών για

την κερδοφόρα αξιοποίηση αποβλήτων, δεδομένου ότι από μόνη της η συμμόρφωση

των επιχειρήσεων προς την περιβαλλοντική νομοθεσία – χωρίς την ύπαρξη άμεσου

οικονομικού οφέλους – εκτιμάται ότι δεν επαρκεί πάντα ως κίνητρο ανάπτυξης του

τομέα. Ως χαρακτηριστικό παραδείγματα αναφέρθηκαν:

Η επεξεργασία αποβλήτων βιομάζας (π.χ. υγρά απόβλητα βιομηχανίας

οπωροκηπευτικών), είτε για χρήση ως compost, είτε για ενεργειακή

αξιοποίηση, και

η αξιοποίηση των αποβλήτων μιας βιομηχανίας για τη μετατροπή τους σε

πρώτη ύλη για άλλες βιομηχανίες, από την οποία προκύπτει κέρδος για

αμφότερες. Πρόκειται για αυτό που στη σχετική βιβλιογραφία αναφέρεται ως

«Βιομηχανική Συμβίωση».

10. Εκπαίδευση

Με το Νόμο 1982/90 άρθρο 11 παρ. 13, η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση αποτελεί

τμήμα των προγραμμάτων των σχολείων της ∆ευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Ένα

χρόνο αργότερα, ο νόμος επεκτείνεται και στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Σκοπός

61

της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης είναι να συνειδητοποιήσουν οι μαθητές τη σχέση

του ανθρώπου με το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον, να ευαισθητοποιηθούν για τα

προβλήματα που συνδέονται με αυτό και να δραστηριοποιηθούν με ειδικά

προγράμματα, ώστε να συμβάλουν στη γενικότερη προσπάθεια αντιμετώπισής τους.

Στον ίδιο νόμο, προβλέπεται η λειτουργία του θεσμού των Υπευθύνων

Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης και η ίδρυση των Κέντρων Περιβαλλοντικής

Εκπαίδευσης.

Ήδη το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, με το ∆ιαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων

Σπουδών (∆ΕΠΠΣ), έχει εισαγάγει την διεπιστημονική προσέγγιση της γνώσης, τον

εμπλουτισμό των γνωστικών αντικειμένων με θέματα περιβάλλοντος και τη σύνδεση

του σχολείου με την κοινωνία. Στο πλαίσιο διαμόρφωσης του ∆ΕΠΠΣ εντάσσεται η

πιλοτική εφαρμογή του Προγράμματος «Ευέλικτη Ζώνη» όπου η Περιβαλλοντική

Εκπαίδευση αποκτά τον δικό της χρόνο στο ωρολόγιο πρόγραμμα των σχολείων για

τους εκπαιδευτικούς και στους μαθητές που θέλουν να συνδέσουν την

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση με τις φυσικές, τις ανθρωπιστικές και τις κοινωνικο-

οικονομικές επιστήμες μέσα από διερευνητικές προσεγγίσεις.

Η θεματολογία της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης πηγάζει από την αναγκαιότητα της

προστασίας του περιβάλλοντος φυσικού, ιστορικού και κοινωνικού με την προβολή

κρίσιμων θεμάτων σύμφωνα με τις τοπικές, εθνικές και παγκόσμιες προτεραιότητες,

όπως αυτές διατυπώθηκαν στη Σύνοδο Κορυφής για το περιβάλλον και την ανάπτυξη

(Agenda 21, Rio De Janeiro 1992). Ως βασικοί άξονες προτείνονται:

o Γνωστικοί (οικοδόμηση εννοιών, κατανόηση σχέσεων/ αλληλεπιδράσεων /

συνεπειών ανθρώπου -περιβάλλοντος, περιβαλλοντικών προβλημάτων, μέτρων

προστασίας κτλ.)

o Επιστημονικοί (εξοικείωση με την επιστημονική μεθοδολογία/έρευνα, κριτική και

δημιουργική προσέγγιση θεμάτων, ανάπτυξη επιστημονικής νοοτροπίας κτλ.)

62

o Συμμετοχικοί (εργασία σε ομάδες, ανάπτυξη σχέσεων συνεργασίας, σεβασμός

στις διαφορετικές απόψεις, στον τρόπο ζωής, στη δημιουργική δράση κτλ.)

o Κοινωνικοί (σύνδεση της σχολικής με την καθημερινή ζωή, καλλιέργεια

υπευθυνότητας, ικανότητα λήψης αποφάσεων και δημιουργικής παρέμβασης

κτλ.)

o Αισθητικοί (δημιουργία στενής σχέσης με τη φύση με τη μεσολάβηση όλων των

αισθήσεων κτλ.)

o Αυτομορφωτικοί (χρήση βιβλιοθήκης, τύπου, νέων τεχνολογιών, internet κτλ.)

Ενδεικτική θεματολογία για τα προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης έχει ως

εξής:

Κλιματική αλλαγή - Προστασία της ατμόσφαιρας

Ο αέρας (η ρύπανση του αέρα στις πόλεις κτλ)

Το νερό (η ρύπανση και εξάντληση των επιφανειακών και υπογείων νερών

κτλ)

Το έδαφος ( η ερημοποίηση, η διάβρωση κτλ)

Η ενέργεια (η εξάντληση των μη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, η

υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων κτλ)

Τα δάση (η προστασία και η αειφόρος διαχείριση των δασών κτλ)

Βιοποικιλότητα/ Εξαφάνιση των ειδών

∆ιαχείριση απορριμμάτων και αποβλήτων

63

Ανθρώπινες δραστηριότητες (οι δομημένοι χώροι και οι λειτουργίες που

επιτελούνται σε αυτούς, στο αστικό και περιαστικό πράσινο κτλ)

Ανθρώπινες σχέσεις (οι κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις του

αναπτυξιακού και περιβαλλοντικού προβλήματος, η ισότητα των φύλων, οι

ανθρώπινες αξίες, τα προβλήματα μειονοτήτων κτλ)

Η περιβαλλοντική εκπαίδευση ήδη από την πρωτοβάθμια κλίμακα έχει ιδιαίτερη

αξία διότι διαμορφώνει την ανάλογη ή συνείδηση από μικρή ηλικία, κατάσταση

απαραίτητη για τη στάση του πολίτη απέναντι στα περιβαλλοντικά προβλήματα,

που όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, είναι συχνά καθοριστική για την

αντιμετώπισή τους.

Εκτός όμως από αυτού του τύπου την εκπαίδευση είναι πολύ σημαντική και η

επιμορφωτική διαδικασία μέσω μεταπτυχιακών ή σεμιναριακών κύκλων

εκπαίδευσης. Οι διαδικασίες αυτές έχουν προσδίδουν στους αποδέκτες τους

επιπλέον προσόντα για αξιοποίηση στον εργασιακό τομέα. Πράγματι, όπως θα

φανεί και σε επόμενα κεφάλαια, η ενασχόληση σε τομείς επαγγελματικής

δραστηριότητας σχετικούς με το περιβάλλον απαιτούν ειδικές δεξιότητες,

διεπιστημονικού συνήθως χαρακτήρα.

Το εκπαιδευτικό σύστημα στην τριτοβάθμια κλίμακα είναι μάλλον ανεπαρκές να

καλύψει τις ανάγκες, τούτο διότι, οι γνωστικές περιοχές που συνδέονται με αυτό

είναι καινοφανείς και ουσιαστικά δεν υπήρχαν κατά την περίοδο αρχικής

κατάρτισης των προγραμμάτων σπουδών. Επιπλέον, όμως τα εκπαιδευτικά

ιδρύματα της τριτοβάθμιας έχουν συμπαγή προγράμματα σπουδών, δίνοντας

έμφαση στον κορμό των επιστημών που συνδέονται με ένα δεδομένο τίτλο

αποφοίτησης. Με εξαίρεση λοιπόν δύο πανεπιστημιακά τμήματα που δίνουν

πτυχίο περιβαλλοντολόγου, στις άλλες σχολές διδάσκονται μόνο κάποια

μεμονωμένα μαθήματα. Κατά συνέπεια, η συμπληρωματική εκπαίδευση είναι

ζωτικής σημασίας, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως και μπορεί να απαρτίζεται

από μια των ανωτέρω μορφών, από πρακτική εκπαίδευση ή από συνδυασμό τους.

64

Σύνοψη / Συμπεράσματα

Από την παράθεση των προσδιοριστικών παραγόντων και τη σύντομη συζήτηση

και αξιολόγησή τους προκύπτει εμφανώς το γενικό συμπέρασμα ότι οι

δραστηριότητες στον επιχειρηματικό τομέα του περιβάλλοντος παρουσιάζουν

εξαιρετική δυναμική και μεγάλες προοπτικές για το άμεσα μελλοντικό χρονικό

διάστημα. Οι καταγεγραμμένες σοβαρές δυσχέρειες της αγοράς υπό την σημερινή

συγκυρία της κρίσης φαίνεται ότι επηρεάζουν τον κλάδο του περιβάλλοντος σε

πολύ μικρότερο βαθμό από άλλους κλάδους γιατί:

Υπάρχουν πολλά δρομολογημένα και ώριμα έργα, για τα οποία μάλιστα

σημειώνεται ζωηρό ενδιαφέρον από τις τοπικές κοινωνίες, τις

αυτοδιοικητικές αρχές κλπ, γεγονός που αποτελεί πρόσθετο μοχλό για την

προώθησή τους.

Υπάρχουν προθεσμίες από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη

συμμόρφωση της χώρας με Οδηγίες και η αθέτηση των δεσμεύσεων, εκτός

της ηθικής πλευράς διασυρμού της Ελλάδας, επισύρει και την επιβολή

δυσβάσταχτων προστίμων και άλλων κυρώσεων.

Πολλά από τα έργα είναι ανταποδοτικά και με τις σημερινές συνθήκες αφήνουν

σημαντικά περιθώρια κέρδους, με αποτέλεσμα να ενεργοποιούν το επιχειρηματικό

ενδιαφέρον, σε εθνική και διεθνή κλίμακα, ώστε να παρακάμπτεται η στενότητα

χρηματοδοτικών δυνατοτήτων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας τέτοιας

κινητοποίησης είναι οι επενδύσεις σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και ιδιαιτέρως

σε φωτοβολταϊκά πάρκα, όπου τα εξαιρετικά υψηλά τιμολόγια που θέσπισε το

Υπουργείο Περιβάλλοντος, προκάλεσαν μια «κοσμογονική προσέλευση»

ενδιαφερομένων από την Ελλάδα και το εξωτερικό.

Κατά συνέπεια, φαίνεται ότι όλοι οι προσδιοριστικοί παράγοντες του τομέα

περιβάλλοντος θα κινηθούν ανοδικά το επόμενο χρονικό διάστημα, με

διαφορετική βεβαίως ένταση ο καθένας και με μοναδική διαφοροποίηση το

65

χρονισμό τους. Για παράδειγμα, η ωρίμανση του εγχειρήματος των Πράσινων

Συμβάσεων δεν θα είναι τόσο γρήγορη εξαιτίας του περιορισμού προϋπολογισμών

και ειδικότερα του Προγράμματος ∆ημοσίων Επενδύσεων, όσο θα είναι λόγου

χάριν η αποκατάσταση των χώρων ανεξέλεγκτης διάθεσης αποβλήτων (ΧΑ∆Α), για

τους οποίους υπάρχει «αγώνας δρόμου».

Αναλυτικότερα, η θετική εξέλιξη των προσδιοριστικών παραγόντων αναμένεται ως

εξής:

Θεσμικό πλαίσιο-Κανονισμοί

Τα χαρακτηριστικά του εθνικού θεσμικού πλαισίου σε συνδυασμό με το ευρύτερο

διεθνές, αν και συνθέτουν όπως ήδη υποστηρίχθηκε ένα πολύπλοκο σύστημα που

θέλει απλοποιήσεις, αποσαφηνίσεις και κυρίως λειτουργικότητα στην καθημερινή

πράξη της υπηρεσιακής γραφειοκρατίας, φαίνεται ότι θα αποτελέσουν κινητήρια

δύναμη για περαιτέρω επενδύσεις για την εναρμόνιση των υποδομών και των

διεργασιών με τις τρέχουσες προδιαγραφές.

Ειδικότερα, εκτιμάται ότι η επέκταση, συμπλήρωση και επικαιροποίηση του

ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου για το περιβάλλον θα προχωρήσουν ομαλά το

επόμενο διάστημα διότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Κοινοβούλιο έχουν διαρκές

πρόγραμμα, ενώ παράλληλα επεξεργάζονται τις καταγγελίες που καταφθάνουν. Με

τον τρόπο αυτό δημιουργείται μια ακολουθία χειρισμών που ξεκινά από την παροχή

διευκρινήσεων και καταλήγει στην παραπομπή του κράτους-μέλους στο ∆ικαστήριο

Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (∆ΕΚ) και στην ενδεχόμενη επιβολή προστίμου.

Ανασταλτικό παράγοντα στην σταθερή αυτή πορεία αποτελεί η καθολική αναγνώριση

του γεγονότος ότι στην οι περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής ‘Ένωσης διανύουν

περίοδο σοβαρής οικονομικής κρίσης και, κατά συνέπεια, η άκρατη πρόοδος μια

διαδικασίας εμπλουτισμού του θεσμικού πλαισίου με νέες υποχρεώσεις και

δεσμεύσεις, καθώς επίσης και η αυστηρή τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων και του

66

ελέγχου συμμόρφωσης, συνεπάγεται συχνά δυσβάσταχτες αν όχι ανέφικτες

οικονομικές θυσίες από τα κράτη μέλη.

Η ανταγωνιστική λειτουργία των παραμέτρων που αναφέρθηκαν αναφορικά με τις

εξελίξεις στο θεσμικό πλαίσιο, δηλαδή από τη μια η επιτακτική ανάγκη να

θεσμοθετηθούν μέτρα και υποχρεώσεις για την διαχρονική διαφύλαξη του φυσικού

και αστικού περιβάλλοντος και από την άλλη η δυσμενής οικονομική συγκυρία που

μεταθέτει χρονικά αυτές τις ανάγκες, φαίνεται ότι στη χώρα μας θα ισορροπήσει σε

ένα σημείο πλησιέστερο στην γρήγορη προώθηση μέτρων για την ολοκλήρωση του

θεσμικού πλαισίου. Τούτο διότι η Ελλάδα είναι συγκριτικά καθυστερημένη στο

θεσμικό πλαίσιο του περιβάλλοντος, όχι μόνον σε ότι αφορά την προστασία του,

αλλά ακόμη και τις προϋποθέσεις αξιοποίησης υλικών που εξασφαλίζουν μεν μεγάλη

εξοικονόμηση αλλά η χρησιμοποίησή τους πρέπει να πληρεί όρους και προδιαγραφές

διότι μπορεί να γίνει επικίνδυνη για το περιβάλλον. Παράδειγμα αυτών των

περιπτώσεων είναι η συμπλήρωση των Συστημάτων Εναλλακτικής ∆ιαχείρισης

αποβλήτων (δηλ. ανακύκλωσης) με προϊόντα όπως τα φάρμακα, η αξιοποίηση του

νερού από βιολογικούς καθαρισμούς για αρδευτικούς σκοπούς, η χρησιμοποίηση

λυματολάσπης, ορυκτελαίων κλπ ως δευτερογενές καύσιμο σε κλιβάνους κλπ.

Επιπλέον, ακόμη και για το ισχύον θεσμικό πλαίσιο είναι απαραίτητο να γίνουν

ρυθμίσεις, όπως τροπολογίες, ερμηνευτικές διατάξεις κλπ ώστε να καταστεί

περισσότερο λειτουργικό. Για παράδειγμα, με δεδομένο ότι είναι επιτακτική η ανάγκη

της επίσπευσης και απλούστευσης των αδειοδοτήσεων, ο νέος νόμος 1404/11 πρέπει

να συμπληρωθεί με την κατηγοριοποίηση των δραστηριοτήτων (κατηγορίες Α, Β κλπ)

ώστε να αποσαφηνιστεί το καθεστώς και να δοθεί ώθηση επιχειρηματικού

ενδιαφέροντος για επενδύσεις που έχουν τελματώσει.

Γνώσεις και τεχνολογία

Η τεχνολογική έρευνα και η παραγωγή νέας γνώσης, τόσο στο παγκόσμιο όσο και σε

ευρωπαϊκό επίπεδο αναμένεται να συνεχίσουν να αναπτύσσονται, επειδή τα

περιβαλλοντικά ζητήματα είναι ακόμη ανοιχτά, πολλές φορές μάλιστα προκύπτουν

67

τοπικά θέματα με μεγάλη οξύτητα. Ιδιαιτέρως, μάλιστα, στον τομέα της ενέργειας, η

βελτίωση των συστημάτων ώστε να γίνει οικονομικότερη η εφαρμογή τους αποτελεί

μια πρόκληση που συγκεντρώνει σημαντικό δυναμικό και προσπάθειες των R&D των

εταιρειών.

Σε ότι αφορά τη χώρα μας, στις συμβατικές επενδύσεις που αφορούν έργα

αντιρρύπανσης, όπως π.χ. βιολογικοί καθαρισμοί, κατεργασία νερού, περιορισμός

εκπομπών στη βιομηχανία κλπ, φαίνεται να διαθέτει επαρκές τεχνολογικό υπόβαθρο

διότι επί μερικές δεκαετίες επιστήμονες από διάφορους κλάδους, κυρίως μηχανικοί,

έχουν εργαστεί στον τομέα αυτό, έχουν σχεδιάσει και εκτελέσει μεγάλα έργα και

συνεχίζουν να παρακολουθούν την καλή τους λειτουργία και να καλύπτουν τη

συντήρησή τους. Σε τομείς όμως καινοφανείς το τεχνολογικό μας επίπεδο είναι

περιορισμένο και, αναγκαστικά, θα δεχτούμε τεχνογνωσία από το εξωτερικό.

Παράδειγμα τέτοιας περίπτωσης είναι η διαχείριση στερεών αστικών αποβλήτων, η

προκατεργασία των οποίων στις Μονάδες Επεξεργασίας Απορριμμάτων (στο στάδιο

δηλ. μείωση του όγκου πριν να αποτεθούν στους ΧΥΤΥ) έχει προχωρήσει τεχνολογικά

σε διάφορες χώρες του εξωτερικού που ασχολούνται με το αντικείμενο αυτό εδώ και

πολλά χρόνια. Ομοίως για το θέμα της καύσης απορριμμάτων, που στη χώρα μας

εξακολουθεί να δημιουργεί σοβαρούς προβληματισμούς εξαιτίας του κινδύνου

έκλυσης διοξινών και άλλων τοξικών ρύπων, σε περίπτωση πλημμελούς λειτουργίας

των καυστήρων.

Η υστέρηση βεβαίως αυτή αποτελεί ένα ανασταλτικό παράγοντα για τις επενδύσεις,

δεδομένου ότι ανεβάζει το κόστος επένδυσης με τις δαπάνες τεχνογνωσίας, ενώ

συχνά συνεπάγεται και έξοδα εκπαίδευσης για το προσωπικό συντήρησης κλπ. Η

θετική πλευρά αυτής της παραμέτρου είναι το γεγονός ότι μπορεί να κινητοποιήσει

επιστημονικο-τεχνικό δυναμικό προκειμένου να αφομοιωθούν οι νέες τεχνολογίες,

επομένως μπορεί έμμεσα να λειτουργήσει σε κάποιο βαθμό αναπτυξιακά στον τομέα

έρευνα-εκπαίδευση.

68

Φυσικοί πόροι και ανισομερής διεθνής καταμερισμός

Η ανισομερής κατανομή των φυσικών πόρων σε διεθνή κλίμακα αλλά και το

διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης στις διάφορες περιοχές, θα μπορούσε να οδηγήσει

στην εκτίμηση ότι είναι ικανή να διαιωνίζει και ίσως να εντείνει την ανισότητα, υπέρ

των βιομηχανικά και τεχνολογικά ανεπτυγμένων χωρών και εις βάρος των

περιφερειακών, που συνήθως έχουν και μειωμένες ρυπογόνες δραστηριότητες,

δημιουργώντας έτσι μια κατάσταση προνομιακή για ζητήματα περιβαλλοντικών

επενδύσεων. Σημειώθηκε, όμως ήδη, ότι η παγκοσμιότητα των περιβαλλοντικών

ζητημάτων αποτρέπει σε σημαντικό βαθμό τέτοιους κινδύνους και, κατά συνέπεια,

βελτιώνει τις προοπτικές μιας ισόρροπης ανάπτυξης. Σε κάθε περίπτωση, η

επενδυτική προοπτική μπορεί να αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ των

συμβαλλομένων μερών έτσι ώστε να υπάρχει μια δίκαιη στάθμιση των συγκριτικών

πλεονεκτημάτων ενός εκάστου. Για παράδειγμα, το μεγάλο ενεργειακό πρόγραμμα

ΗΛΙΟΣ, μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας, ενσωματώνει τα κλιματολογικά

πλεονεκτήματα της χώρας μας μαζί με τεχνογνωσία και χρηματοδότηση από τη

Γερμανία και, ανεξάρτητα των ειδικών του χαρακτηριστικών αποτελεί ένα δείγμα

τέτοιων συγκλίσεων. Κατά συνέπεια, η ανισότητες που έχουν σχολιαστεί, είναι

δυνατόν να αποβούν και θετικές από άποψη επιχειρηματικότητας, συνδυάζοντας τα

συγκριτικά πλεονεκτήματα και τις δυνατότητες που παρουσιάζουν διάφορα σημεία,

με αποτέλεσμα την μεγιστοποίηση του οικονομικού ή περιβαλλοντικού οφέλους.

Επιδράσεις στον παραγωγικό ιστό

Από την ανάλυση των σχετικών παραμέτρων στην παράγραφο 4, φαίνεται ότι όλοι οι

τομείς της εγχώριας παραγωγής μπορούν να τονωθούν σημαντικά με επενδύσεις και

έργα στον τομέα του περιβάλλοντος. Συγκεκριμένα, τα προβλήματα που έχουν

συσσωρευτεί στην αγροτική παραγωγή, η κατάσταση της βιομηχανίας, ο τουρισμός

που επιζητεί αναβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος (αντιρρύπανση, αποκατάσταση)

αλλά και του αστικού περιβάλλοντος (χωροταξία), καθώς επίσης και ευρύτερα ο

τομέας των υπηρεσιών αναμένεται να έχουν μεγάλη επιχειρηματική ώθηση μέσω

επενδύσεων του τομέα περιβάλλοντος. Ο τριτογενής τομέας, αν και παρεπόμενος,

69

αναμένεται να έχει μεγάλη συμμετοχή ως εκ της φύσεως των περιβαλλοντικών

επενδύσεων. Χαρακτηριστικά παραδείγματα κρατικής πρωτοβουλίας οι Πράσινες

∆ημόσιες συμβάσεις και το Οικολογικό Σήμα, μπορούν να ενεργοποιήσουν σημαντικό

επιστημονικό δυναμικό για μελετητικές και συμβουλευτικές δραστηριότητες.

∆εδομένου μάλιστα ότι το Υπουργείο Περιβάλλοντος έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο

τομέα αυτό διοχετεύοντας και κονδύλια του επιχειρησιακού του προγράμματος

ΕΠΠΕΡΑΑ στην κατάρτιση σχεδίου δράσης, αναμένεται ότι παρά την δύσκολη

οικονομική συγκυρία, το καθεστώς των Π∆Σ θα προχωρήσει αποτελεσματικά σε

κάποια μελλοντική φάση. Επισημαίνεται, τέλος, ο ρόλος της εκπαίδευσης δεδομένου

ότι όπως τεκμηριώθηκε στο οικείο κεφάλαιο, η εκπαιδευτική διαδικασία έχει καίρια

συμβολή στην επιχειρηματικότητα στο τομέα του περιβάλλοντος και λειτουργεί με

οριζόντιο τρόπο ενισχύοντας τους άλλους προσδιοριστικούς παράγοντες. Εκτός από

τον παιδαγωγικό της χαρακτήρα, που αναπτύχθηκε στο κεφάλαιο του εθελοντισμού,

είναι πολύ σημαντική και ως επιμορφωτική διαδικασία μέσω μεταπτυχιακών ή

σεμιναριακών κύκλων εκπαίδευσης, διότι προσδίδει στους εκπαιδευόμενους τους

επιπλέον προσόντα για αξιοποίηση στον εργασιακό τομέα.

Έχει αναφερθεί ότι η ενασχόληση σε τομείς επαγγελματικής δραστηριότητας

σχετικούς με το περιβάλλον απαιτεί ειδικές δεξιότητες, διεπιστημονικού συνήθως

χαρακτήρα. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα στην τριτοβάθμια κλίμακα είναι μάλλον

ανεπαρκές να καλύψει τις ανάγκες διότι οι γνωστικές περιοχές που συνδέονται με

αυτό είναι καινοφανείς και ουσιαστικά δεν υπήρχαν κατά την περίοδο αρχικής

κατάρτισης των προγραμμάτων σπουδών. Επιπλέον, όμως τα εκπαιδευτικά ιδρύματα

ης τριτοβάθμιας έχουν συμπαγή προγράμματα σπουδών, δίνοντας έμφαση στον

κορμό των επιστημών που συνδέονται με ένα δεδομένο τίτλο αποφοίτησης. Όπως

αναφέρθηκε και στα προηγούμενα, η εκπαίδευση στο τομέα του περιβάλλοντος

αναμένεται ως παροχή υπηρεσιών να έχει ραγδαία ανάπτυξη τα αμέσως επόμενα

χρόνια. Πρέπει να σημειωθεί ότι η πρόοδος του εκπαιδευτικού τομέα έχει αντιστοιχία

με το παραγωγικό γίγνεσθαι. Τούτο διότι, στο βαθμό που υπάρχουν δουλειές με νέες

απαιτήσεις υπάρχει και ζήτηση επιμόρφωσης και εξειδίκευσης προκειμένου οι

εργαζόμενοι να ανταποκρίνονται στις νέες απαιτήσεις. Ανάλογη συμπεριφορά του

κοινού παρατηρείται ακόμη και όταν υπάρχει προοπτική απασχόλησης. Κατά

70

συνέπεια, η μορφολογία των εκπαιδευτικών και επιμορφωτικών διαδικασιών,

αναμένεται να έχει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α) ιδιωτικό χαρακτήρα

β) να εντείνεται στο βαθμό που εντείνονται οι προοπτικές επενδύσεων και

νέων θέσεων εργασίας

γ) να έχει χαμηλή συμμετοχή στο ΑΕΠ, εξαιτίας της ήπιας κλίμακας

δραστηριοτήτων που είναι εξειδικευμένες και συχνά εξατομικευμένες.

Ιεραρχώντας, βεβαίως, τις προτεραιότητες, παρατηρούμε ότι αλλαγές στην αγροτική

παραγωγή ικανές να δώσουν ώθηση στην παραγωγικότητα και να την καταστήσουν

περιβαλλοντικά αποδεκτή, δεν μπορούν να εφαρμοστούν και να αποδώσουν άμεσα.

Τούτο οφείλεται στην έλλειψη σχεδιασμού αλλά και προσανατολισμού στις

επενδύσεις του αγροτικού τομέα. Κατά συνέπεια, οι δρομολογούμενες αλλαγές

μπορούν να υλοποιηθούν μόνον σε μεσοπρόθεσμη βάση. ενώ η βραχυπρόθεσμη

προοπτική περιλαμβάνει μικρές, μεμονωμένες παρεμβάσεις για την αξιοποίηση πόρων

των προγραμμάτων όπως το πρόγραμμα «Αλέξανδρος Μπαλτατζής». Κατ΄ αναλογία,

η μεταποίηση αντιμετωπίζει τις περιοριστικές πιέσεις της εσωτερικής αγοράς όσον

αφορά την παραγωγή νέων προϊόντων, ενώ οι εξαγωγές συμπιέζονται επίσης από την

χαμηλή μας ανταγωνιστικότητα. Πολύ καλύτερη είναι η εικόνα στον τριτογενή τομέα,

όπως δραστηριότητες όπως η μελέτη, οι συμβουλευτικές υπηρεσίες, ο τουρισμός, η

εκπαίδευση κλπ, φαίνεται αν έχουν άμεση και έντονη ανάπτυξη στα πλαίσια της

περιβαλλοντικής επιχειρηματικότητας.

Επιχειρηματικές πρωτοβουλίες και ευκαιρίες

Όπως ήδη αναπτύχθηκε στην παράγραφο 5, οι επιχειρηματικές ευκαιρίες

επεκτείνονται σε όλους τους τομείς παραγωγής και συγκεκριμένα αφορούν:

Αγροτική παραγωγή

71

Ενέργεια

Βιομηχανία

Κτήρια

Ιδιωτικές και δημόσιες μεταφορές (σιδηρόδρομος, ναυτιλία, αεροπορία)

Μεταφορικές υποδομές

Ενεργειακή αποδοτικότητα

∆ιάθεση απορριμμάτων

Τουρισμός και υπηρεσίες

Ως αντίλογος στο ανωτέρω σκεπτικό αναφέρεται συχνά το εύλογο επιχείρημα

ότι η οικονομική κρίση και ο δραστικός περιορισμός των χρηματοδοτικών

δυνατοτήτων επηρεάζει αρνητικά την επιχειρηματικότητα. Στους αρνητικούς

παράγοντες προστίθεται επίσης το καθεστώς της γραφειοκρατίας και της

θεσμικής ασάφειας που ακόμη επικρατεί στη χώρα μας, με αποτέλεσμα να

δημιουργεί αντικίνητρα στην ανάπτυξη.

Όμως, τα περιβαλλοντικά ζητήματα είναι σήμερα επιτακτική ανάγκη και

δοθέντος μάλιστα ότι πολλά από αυτά είναι και ανταποδοτικά, προσφέρονται

για συμπράξεις τύπου Σ∆ΙΤ ή συμβάσεων παραχώρησης. Επιπλέον, διάφορα

μεγάλα έργα είναι ήδη προγραμματισμένα στο ΕΣΠΑ και ειδικότερα στο

πρόγραμμα ΕΠΠΡΑΑ, με αποτέλεσμα η προώθησή τους να αποτελεί μεγάλη

ανάγκη ακόμα και για την επίτευξη των στόχων απορρόφηση που θέτει η

Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

72

Συνοψίζοντας τα επιμέρους συμπεράσματα από τις προηγούμενες ενότητες,

είναι δυνατόν να καταλήξουμε στις κυριότερες κατευθύνσεις επιχειρηματικών

ευκαιριών, που όπως αναλύθηκε αναμένονται πολλές και με πολλαπλασιαστική

επίδραση.

Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη

Η αυθόρμητη κινητοποίηση των επιχειρήσεων αλλά και η πρωτοβουλίες της

Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που κατάρτισε ανανεωμένη στρατηγική της για την

ΕΚΕ για την περίοδο 2011-2014, συνεπάγεται μια σειρά θετικών επιπτώσεων,

για παράδειγμα μέσω της καινοτομίας νέων προϊόντων και υπηρεσιών που

είναι επωφελείς για την κοινωνία αλλά και για τις ίδιες τις επιχειρήσεις, ενώ

παράλληλα διασφαλίζει την ελαχιστοποίηση και πρόληψη των αρνητικών

επιπτώσεων. Η νέα πολιτική και το πρόγραμμα δράσης για την περίοδο 2011-

2014 συγκεντρώνει όλες τις προϋποθέσεις για να δώσει μια ώθηση καλής

πίστης και έμμεσα να ενισχύσει την επιχειρηματικότητα, δεδομένου ότι συχνά

τα προσκόμματα για την πρόοδο μιας επένδυση στον τομέα του

περιβάλλοντος οφείλονται στην δυσπιστία και την αρνητική προδιάθεση των

τοπικών πληθυσμών.

Ωστόσο, η σημερινή κατάσταση στο χώρο των εταιρειών επιφέρει μια μεγάλη

ελαστικότητα στα θέματα αυτά. Οι επιχειρήσεις θα είναι κατά κανόνα

υποχρεωμένες να περιορίσουν τα προγράμματά τους σχετικά με την

προώθηση δράσεων Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης, αφενός λόγω στενότητας

οικονομικών και ανθρώπινων πόρων και αφετέρου, επειδή με την ύφεση δεν

προσδοκάται ανταποδοτικότητα στις δαπάνες για τα θέματα ΕΚΕ. Έτσι, παρά

την ισχυρή δυναμική που εμφανίζει ως εργαλείο η ΕΚΕ φαίνεται ότι άμεσα και

μεσοπρόθεσμα θα είναι στάσιμη ή θα υποχωρήσει, ενώ έχει σοβαρές

προοπτικές ανάπτυξης στο μέλλον, εφόσον στα πλαίσια μιας φυσιολογικής

αγοράς η επένδυση που γίνεται από τις επιχειρήσεις για την ΕΚΕ παρουσιάζει

73

εμφανή ανταποδοτικότητα, εξαιτίας της αύξησης του κύκλου των πωλήσεων

και της προσέλκυσης νέας, σταθερής πελατείας.

Εθελοντισμός

Ο εθελοντισμός αναγκαστικά θα ενταθεί τα επόμενα χρόνια, τόσον επειδή

αυτό αποτελεί επιλογή πολιτικής για το κράτος, όσο και επειδή η

συνειδητότητα του κοινού αυξάνεται λόγω των πιεστικών προβλημάτων. Με

τη συνεργατική δράση της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, αναμένεται η

εμπέδωση μια φιλοπεριβαλλοντικής στάση ζωής, η οποία θα έχει μικρή μεν και

έμμεση, αλλά πάντως θετική επίδραση στην επιχειρηματικότητα στον τομέα

των περιβαλλοντικών επενδύσεων. Ωστόσο, η κατάσταση που επικρατεί στον

επιχειρηματικό χώρο, αναμένεται να μειώσει τη σημασία του εθελοντισμού για

αναπτυξιακές δράσεις, εφόσον δεν θα μπορεί να βρει ουσιαστική διέξοδο σε

προγράμματα δράσης με υψηλό προϋπολογισμό. Η ανάπτυξη λοιπόν του

εθελοντισμού και η δημιουργία νέας κουλτούρας για το περιβάλλον φαίνεται

πως θα λειτουργήσει περισσότερο σε επίπεδο συμβολικών εκδηλώσεων, σε

συνεργασία των ενεργών πολιτών με αυτοδιοικητικούς, πολιτιστικούς και

συναφείς φορείς, μέσα δημοσιότητας κλπ.

Επάρκεια και δυνατότητες του ανθρώπινου δυναμικού

Ικανοποιητική κρίνεται η προσφορά ανθρώπινου δυναμικού με τις απαραίτητες

τυπικές γνώσεις – ειδικά των ειδικοτήτων πανεπιστημιακής εκπαίδευσης –

ωστόσο σημαντική έλλειψη εμφανίζεται σε άτομα με επάρκεια πρακτικής

εμπειρίας, στα οποία εστιάζει σήμερα η ζήτηση των επιχειρήσεων.

∆ιαπιστώνονται, επομένως, σημαντικές ελλείψεις στην προσφορά

εξειδικευμένου και έμπειρου προσωπικού, οι οποίες συνδέονται άμεσα με την

υστέρηση της χώρας στην ανάπτυξη της περιβαλλοντικής βιομηχανίας,

γεγονός που δυσχεραίνει την απόκτηση τεχνογνωσίας. Η υστέρηση αυτή, σε

συνδυασμό με την αύξηση της εξειδίκευσης των απασχολούμενων στις

επιχειρήσεις του περιβαλλοντικού κλάδου, ενόψει μάλιστα μιας επενδυτικής

74

εντατικοποίησης σε θέματα νέων τεχνολογιών, συνεπάγεται την ανάγκη

καταγραφής και τυποποίησης των γνωστικών προδιαγραφών καθώς και της

απαιτούμενης εμπειρίας του ανθρώπινου δυναμικού.

Μια σύντομη επισκόπηση δείχνει ότι η απουσία μιας μακροπρόθεσμης

στρατηγικής στην εκπαιδευτική πολιτική της χώρας, είχε ως αποτέλεσμα την

αστοχία συγχρονισμού της προσφοράς και ζήτησης εργασίας στο βιομηχανικό

τομέα. ∆ιαπιστώνεται, αφενός υπερπροσφορά εξειδικευμένου ανθρώπινου

δυναμικού (π.χ. μηχανικοί) που δεν μπορεί να απορροφηθεί από την

περιορισμένης κλίμακας Ελληνική βιομηχανία και αναγκάζεται να στραφεί στο

εξωτερικό για εύρεση εργασίας, και αφετέρου έλλειψη επαρκώς ειδικευμένων

τεχνιτών.

Τα τελευταία χρόνια, έχουν παρθεί σημαντικές πρωτοβουλίες, κυρίως από τα

Πανεπιστήμια και ΤΕΙ της χώρας για να ενισχυθούν θεσμικά οι δεσμοί τους με

την αγορά εργασίας. Οι πρωτοβουλίες αυτές εντάσσονται στις ∆ομές

Απασχόλησης και Σταδιοδρομίας (∆ΑΣΤΑ) όπου ανήκουν τα Γραφεία

∆ιασύνδεσης, τα Γραφεία Πρακτικής Άσκησης και οι Μονάδες Καινοτομίας και

Επιχειρηματικότητας (ΜΟΚΕ). Τα Γραφεία ∆ιασύνδεσης λειτουργούν ως ο

συνδετικός κρίκος των νέων πτυχιούχων αλλά και των φοιτητών με την αγορά

εργασίας. Ο θεσμός της πρακτικής άσκησης φέρνει σε επαφή τους σπουδαστές

με τον εν δυνάμει επαγγελματικό τους χώρο ενώ και οι επιχειρήσεις έχουν την

ευκαιρία να γνωρίσουν το μελλοντικό προσωπικό τους σε πραγματικές

συνθήκες εργασιακού περιβάλλοντος. Οι Μονάδες Καινοτομίας και

Επιχειρηματικότητας στοχεύουν στο να μπορέσουν οι φοιτητές να

κατανοήσουν τις ευκαιρίες, τις προοπτικές και τη δυνατότητα ανάληψης

επιχειρηματικών και καινοτομικών πρωτοβουλιών και να αναπτύξουν τις

απαιτούμενες ικανότητες για να φέρουν τις προσπάθειες αυτές εις πέρας με

επιτυχία.

Βέβαια, οι πρωτοβουλίες αυτές δεν έχουν ακόμη αποδώσει όσα αναμενόταν. Οι

επιχειρήσεις δεν γνωρίζουν τις πραγματικές δυνατότητες των Πανεπιστημίων

75

και τα οφέλη από τη συνεργασία των δυο φορέων ενώ τα Πανεπιστήμια δεν

γνωρίζουν τις πραγματικές ανάγκες των επιχειρήσεων. Στο βαθμό που

σταδιακά θα εδραιωθεί η αμοιβαία κατανόηση και η εμπιστοσύνη, είναι

σίγουρο ότι θετικές θα είναι οι επιπτώσεις στην προσφορά του αναγκαίου

ανθρώπινου δυναμικού, από το εκπαιδευτικό σύστημα.

Ειδικά στον τομέα του περιβάλλοντος, γεγονός είναι ότι τα ΑΕΙ / ΤΕΙ της

χώρας καθυστέρησαν να προσαρμοστούν στις μεταβαλλόμενες εκπαιδευτικές

ανάγκες σε περιβαλλοντικά θέματα, οι οποίες μόλις τώρα φαίνεται να

αντιμετωπίζονται με την εισαγωγή περιβαλλοντικών μαθημάτων σε

πανεπιστημιακές σχολές. Ενδεικτική είναι η πρόθεση εισαγωγής σχετικών

σεμιναρίων συνεχιζόμενης εκπαίδευσης από το ΕΜΠ. Στην Ελλάδα, επίσης, δεν

πιστοποιείται ακόμη η απόκτηση επαγγελματικών προσόντων στον τομέα, στο

πλαίσιο προγραμμάτων συνεχιζόμενης εκπαίδευσης, όπως πραγματοποιείται

π.χ. από τη ∆ιεθνή Ένωση για τη ∆ιαχείριση των Στέρεων Αποβλήτων (ISWA)

για την ειδικότητα του “Waste Manager”.

Η αναντιστοιχία της παρεχόμενης εκπαίδευσης με τις αναγκαίες γνώσεις για

τους εργαζόμενους του τομέα, ανέδειξαν την ανάγκη παροχής προγραμμάτων

μετεκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού καθώς, στις τρέχουσες συνθήκες

της οικονομικής συγκυρίας, παρατηρείται μεγάλη κινητικότητα των

εργαζόμενων αλλά και ενασχόληση με νέα αντικείμενα όπως π.χ. επεξεργασία

απορριμμάτων στη βιομηχανία πλαστικών ή διαχείριση της εφοδιαστικής

αλυσίδας με ανακυκλούμενες α’ ύλες.

Η επικαιροποίηση των προγραμμάτων σπουδών, επομένως, και η εφαρμογή

προγραμμάτων συνεχιζόμενης εκπαίδευσης – ιδίως ενδοεπιχειρησιακών

σεμιναρίων - αλλά και με ιδία πρωτοβουλία των εργαζομένων, αποτελούν

ουσιαστικά μέτρα για την ενδυνάμωση και αναβάθμιση των εργαζομένων στον

τομέα.

76

Είναι διαπιστωμένο, όμως, ότι πολύ συχνά η συνεχιζόμενη εκπαίδευση που

παρέχεται στους εργαζόμενους (τόσο τους αποφοίτους ΑΕΙ, όσο και τους

τεχνίτες) είναι ελλιπής και χαμηλής ποιότητας. Το πρόβλημα αυτό θα πρέπει να

αντιμετωπισθεί αποφασιστικά και άμεσα. Στην κατεύθυνση αυτή, κρίνεται

απαραίτητη η εμβάθυνση της συνεργασίας βιομηχανίας και ΑΕΙ, προκειμένου

να αναπτυχθούν νέα κατάλληλα εκπαιδευτικά προγράμματα και να

προσαρμοστούν τα υφιστάμενα στις απαιτήσεις της αγοράς για όλες τις

βαθμίδες του ανθρώπινου δυναμικού στη βιομηχανία.

Τέλος, το μικρό μέγεθος της ελληνικής αγοράς και η απουσία έργων σε

συγκεκριμένους τομείς τεχνολογίας (π.χ. αποτέφρωση αποβλήτων),

δυσχεραίνουν τη δυνατότητα κάλυψης όλων των ειδικοτήτων που απαιτούνται

για την ανάπτυξη της εγχώριας περιβαλλοντικής βιομηχανίας. Η εξειδίκευση

του ανθρώπινου δυναμικού θα πραγματοποιηθεί συνεπώς, σε μεγάλο βαθμό,

μέσα από την απόκτηση εργασιακής εμπειρίας και τεχνογνωσίας σε έργα του

εξωτερικού ή μέσω της ανάπτυξης συνεργασιών με ξένες εταιρίες. Για τους

ίδιους λόγους του περιορισμένου μεγέθους της εγχώριας αγοράς, το

εκπαιδευτικό σύστημα αδυνατεί να καλύψει όλο το φάσμα των ειδικοτήτων

που θα απαιτηθούν από την περιβαλλοντική βιομηχανία, με αποτέλεσμα να

καθίσταται επιτακτική η θέσπιση προτεραιοτήτων στους τομείς όπου

διαπιστώνονται οι μεγαλύτερες ανάγκες σε εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό.

77

ΕΚΤΊΜΗΣΗ ΕΞΈΛΙΞΗΣ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΤΙΚΏΝ ΠΑΡΑΓΌΝΤΩΝ – ΠΙΘΑΝΌΤΕΡΟ ΣΕΝΆΡΙΟ

ΕΞΈΛΙΞΗΣ ΤΟΥ ΤΟΜΈΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΆΛΛΟΝΤΟΣ

Οι δυνατές προβλέψεις για την εξέλιξη των προσδιοριστικών παραγόντων

(παραμέτρων) του τομέα του Περιβάλλοντος, κατά την επόμενη δεκαετία,

αποτυπώνονται στον ακόλουθο πίνακα, προκειμένου να διαμορφωθεί το πιθανότερο

σενάριο εξέλιξής τους, ήτοι η πρόταση για την εξέλιξη του τομέα.

Παράμετρος της μελλοντικής εξέλιξης

του τομέα Ύφεση Στασιμότητα Αύξηση

Θεσμικό πλαίσιο - Κανονισμοί

Γνώσεις και τεχνολογία

Επιχειρηματικές πρωτοβουλίες-Χρηματοδότηση

Φυσικοί πόροι και ανισομερής διεθνής καταμερισμός

Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη

Εθελοντισμός

Επιδράσεις στον εθνικό παραγωγικό ιστό

Υπηρεσίες

Επενδυτικές ευκαιρίες

Εκπαίδευση

78

δυνητική εξέλιξη του κάθε προσδιοριστικού παράγοντα

πιθανότερη εξέλιξη κάθε προσδιοριστικού παράγοντα (το σύνολό τους

διαμορφώνει το πιθανότερο σενάριο εξέλιξης του τομέα)

Με βάση την πιθανότερη εξέλιξη των επιμέρους προσδιοριστικών παραγόντων

προτείνεται ως πιθανότερο σενάριο εξέλιξης του τομέα Περιβάλλοντος το Σενάριο

«Ανάπτυξη με χρονική κλιμάκωση των δράσεων», το οποίο προσδιορίζεται ως

ακολούθως:

Η ελληνική οικονομία αναμένεται να παρουσιάσει στασιμότητα την επόμενη

δεκαετία, με τις επιχειρήσεις όλων των τομέων παραγωγής να συνεχίζουν να

αντιμετωπίζουν προβλήματα επιβίωσης και να αναζητούν τρόπους ενίσχυσης της

ανταγωνιστικότητάς τους, κυρίως με μείωση του κόστους παραγωγής. Ειδικότερα

στην πρωτογενή παραγωγή υπάρχει ακόμη πρόβλημα προσανατολισμού και οι

πρόσφατες πολιτικές στροφής των αγροτών στην επιχειρηματικότητα με τις ΑΠΕ

αποδείχτηκε πολλαπλά επιζήμια. Η μεταποίηση αντιμετωπίζει επίσης προβλήματα

ανταγωνιστικότητας, αγοράς, υποδομών και χώρων υποδοχής, ενώ η

περιβαλλοντική συμμόρφωση (εκπομπές, απόβλητα, αδειοδοτήσεις κλπ)

συνιστούν ένα πρόσθετο εμπόδιο λειτουργίας εφόσον κατά κανόνα απαιτούν νέες

δαπάνες. Τέλος, ο τομέας των υπηρεσιών είναι φυσικό να παρακολουθεί την

ύφεση εφόσον είναι ταγμένος να προετοιμάζει και να εξυπηρετεί παραγωγικές

λειτουργίες. Ωστόσο, ειδικά για τις επιχειρήσεις του τομέα περιβάλλοντος θα

υπάρξει ανάπτυξη για τους λόγους που επισημάνθηκαν στα προηγούμενα

κεφάλαια και συνοψίζονται επιγραμματικά ως εξής:

α) Νομικές επιπτώσεις και κυρώσεις από Ε.Ε

β) Υλοποίηση καθυστερημένων δημόσιων έργων αντιρρύπανσης για τα οποία

κινητοποιούνται οι τοπικές κοινωνίες

79

γ) Υλοποίηση ιδιωτικών έργων και δράσεων ως προϋπόθεση λειτουργίας των

επιχειρήσεων

δ) Επιτακτική ανάγκη απορρόφησης πόρων ΕΣΠΑ κοντά στο πέρας της

προγραμματικής περιόδου του

ε) Ελκυστικότητα επενδύσεων λόγω ανταποδοτικότητας.

Η οικονομία σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα παρουσιάσει επίσης ύφεση τουλάχιστον τα

αμέσως επόμενα χρόνια και στις μεν κεντροευρωπαϊκές χώρες δεν εφαρμόζονται

οι ειδικοί λόγοι που σημειώθηκαν για την Ελλάδα ώστε να αποτελέσει αιχμή ο

τομέας του περιβάλλοντος, ενώ σε χώρες όπως οι πρώην ανατολικές συντρέχουν

οι λόγοι αυτοί ενδεχομένως και σε ψηλότερο βαθμό από τη χώρα μας. Το

γεγονός αυτό επιτρέπει την υπόθεση ότι θα είναι δυνατή επέκταση της

περιβαλλοντικής επιχειρηματικότητας και σε χώρες του εξωτερικού.

Επισημαίνεται ότι ο επιχειρηματικός κλάδος του τομέα περιβάλλοντος και οι

αντίστοιχες αναπτυξιακές-επενδυτικές δράσεις έχουν μια αλληλουχία, δεδομένου

ότι οφείλουν να εκπορεύονται από μια ενιαία πολιτική και να υπακούουν στο

ισχύον θεσμικό πλαίσιο. Ωστόσο, ορισμένες στρεβλώσεις που έχουν συσσωρευτεί

και αναλύθηκαν στα προηγούμενα κεφάλαια, καθώς επίσης και η ειδικότερη

συγκυρία της οικονομικής κρίσης θα έχουν ως αποτέλεσμα την τμηματική

εφαρμογή ενός προγράμματος το οποίο θα κλιμακωθεί χρονικά μέσα στην

επόμενη δεκαετία προτάσσοντας τις ανελαστικές προτεραιότητες καθώς και

εκείνες για τις οποίες υπάρχει το πλεονέκτημα της άμεσης χρηματοδότησης.

Αναφέρεται, τέλος, ο ειδικός ρόλος της έρευνας ως διαδικασίας που μπορεί να

προσφέρει συγκριτικά πλεονεκτήματα στην περιβαλλοντική επιχειρηματικότητα

(π.χ. διαχείριση αστικών αποβλήτων), ενώ για την δική της λειτουργία απασχολεί

προσωπικό και αξιοποιεί κονδύλια από ευρωπαϊκούς πόρους και, κατά συνέπεια,

μπορεί να θεωρηθεί ότι σε κάποιο βαθμό συμβάλλει στην επιχειρηματικότητα.

80

Τέλος, για την στάθμιση της επιρροής των επιμέρους προσδιοριστικών

παραγόντων στα βασικά επαγγέλματα του τομέα, προτείνεται η χρήση των

ακόλουθων συντελεστών βαρύτητας (οι συντελεστές σε παρένθεση αποτυπώνουν

την πρόβλεψη βαρύτητας σε ευρωπαϊκό επίπεδο με ένα παράγοντα μετατροπής

0.6 για την Ελλάδα) :

ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΣ

ΒΑΡΥΤΗΤΑΣ

Θεσμικό πλαίσιο - Κανονισμοί 15% (25%)

Γνώσεις και τεχνολογία 8%(15%)

Επιχειρηματικές πρωτοβουλίες-

Χρηματοδότηση 12%(20%)

Φυσικοί πόροι και ανισομερής διεθνής

καταμερισμός 6%(10%)

Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη 10%

Εθελοντισμός 3%

Επιδράσεις στον εθνικό παραγωγικό ιστό 20%

Υπηρεσίες 6%

Επενδυτικές ευκαιρίες 10

Εκπαίδευση 10

Σύνολο 100%

81

Επιμόρφωση νέων στην Περιβαλλοντική Διαχείριση-Ενεργοποίηση κινήτρων, επαγγελματικού προσανατολισμού και

δυνατοτήτων απασχόλησης

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ-ΝΕΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ

82

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΙ ΚΛΑΔΟΙ ΚΑΙ ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΟΥ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Γενικά

Το υπάρχον ανθρώπινο δυναμικό, ιδιαιτέρως σε επίπεδο πανεπιστημιακής

εκπαίδευση, φαίνεται ικανοποιητικό διαθέτοντας τις απαραίτητες τυπικές γνώσεις.

Παράλληλα, σημαντική έλλειψη εμφανίζεται σε άτομα με επάρκεια πρακτικής

εμπειρίας, στα οποία εστιάζει σήμερα η ζήτηση των επιχειρήσεων. ∆ιαπιστώθηκαν,

δηλαδή, σημαντικές ελλείψεις στην προσφορά εξειδικευμένου και έμπειρου

προσωπικού, οι οποίες συνδέονται άμεσα με την καθυστέρηση της χώρας στην

ανάπτυξη των απαραίτητων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, στον κλάδο του

περιβάλλοντος και, σε συνδυασμό με άλλες στρεβλώσεις, δεν επέτρεψαν την

ανάπτυξη εκτεταμένης εγχώριας τεχνογνωσίας ούτε την δημιουργική αφομοίωση της

ξένης τεχνογνωσίας.

Η εικόνα όμως αυτή, σε συνδυασμό με την αύξηση της εξειδίκευσης των

απασχολούμενων στις επιχειρήσεις του περιβαλλοντικού κλάδου, ενόψει μάλιστα μιας

επενδυτικής εντατικοποίησης σε θέματα νέων τεχνολογιών, συνεπάγεται την ανάγκη

λήψης άμεσων μέτρων που θα ξεκινούν από την καταγραφή και τυποποίηση των

γνωστικών προδιαγραφών καθώς και της απαιτούμενης εμπειρίας του ανθρώπινου

δυναμικού, θα προχωρούν στην κατάρτιση εύστοχων προγραμμάτων εκπαίδευσης ή

επιμόρφωσης και θα περιλαμβάνουν την γρήγορη και αποτελεσματική υλοποίησή

τους. Η δημιουργία ενός πυρήνα κατάλληλα καταρτισμένου ανθρώπινου δυναμικού

είναι η βάση και για την περαιτέρω «εκπαίδευση στην πράξη» νέων ομάδων

εργαζομένων που πρόκειται να απασχοληθούν στον τομέα περιβάλλοντος.

Εκπαιδευτικές δράσεις και συνεργασίες

Είναι προφανές ότι ο σχεδιασμός εκπαιδευτικών δράσεων απαραίτητων για την

ανταπόκριση του εργατικού δυναμικού στις νέες ανάγκες πρέπει να ξεκινά από την

τριτοβάθμια κλίμακα. Εκτός, όμως από την προπτυχιακή εκπαίδευση είναι πολύ

83

σημαντική και η επιμορφωτική διαδικασία μέσω μεταπτυχιακών ή σεμιναριακών

κύκλων εκπαίδευσης. Οι διαδικασίες αυτές έχουν προσδίδουν στους αποδέκτες τους

επιπλέον προσόντα για αξιοποίηση στον εργασιακό τομέα.

Είναι γνωστές οι συζητήσεις που ξεκίνησαν πριν από δέκα περίπου χρόνια για δύο

κύκλους σπουδών, με στόχο την πρόσδοση επαγγελματικών προσόντων σε ένα

πρώτο, σύντομο κύκλο προπτυχιακών σπουδών που θα ακολουθείται από ένα

δεύτερο τύπου Master, για εμβάθυνση στην επιστήμη. Τα ελληνικά πανεπιστήμια

αντέδρασαν έντονα σε μια τέτοια προοπτική, αλλά η αντιπαλότητα με το Υπουργείο

Παιδείας (που συχνά πήρε μαχητικές μορφές), οδήγησε και σε μια στατικότητα όσον

αφορά τα γνωστικά αντικείμενα με έκδηλη την απροθυμία να γίνει αναδιαρθρώσεις

και εκσυγχρονισμοί στα εκπαιδευτικά προγράμματα.

Σήμερα, υπάρχουν τρία πανεπιστημιακά τμήματα που δίνουν πτυχίο

περιβαλλοντολόγου, στο Πολυτεχνείο Ξάνθης (∆ημοκρίτειο Πανεπιστήμιο) και στο

Πολυτεχνείο Κρήτης (στα Χανιά) με την ειδικότητα του Μηχανικού, ενώ το

Πανεπιστήμιο Αιγαίου, στη Μυτιλήνη διαθέτει τμήμα περιβάλλοντος. Επίσης, ορισμένα

πανεπιστημιακά τμήματα έχουν εισαγάγει στον τίτλο τους τον τομέα περιβάλλον αλλά

ως συνοδευτικό της προηγούμενης θεματολογίας τους. Για παράδειγμα το Γεωλογικό

τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών έχει επεκταθεί στο «Γεωπεριβάλλον», ενώ κάποια

τμήματα του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών έχουν περιλάβει περιοχές όπως

Αγροτικό Περιβάλλον και Υδάτινο Περιβάλλον. Σε διάφορα άλλα τμήματα, κυρίως

πολυτεχνικών σχολών, διδάσκονται απλώς κάποια μεμονωμένα μαθήματα.

Παραπλήσια είναι η εικόνα και στα ΤΕΙ, παρότι σε αυτό το χώρο είναι

καταγεγραμμένη μια μεγαλύτερη ευελιξία γνωστικών αντικειμένων από ότι στα

πανεπιστήμια εξαιτίας της παραδοσιακής αποστολής των ΤΕΙ να δίνουν έμφαση στην

επαγγελματική κατάρτιση, γεγονός που ορισμένες φορές οδήγησε σε ακρότητες.

Υπάρχει Τμήμα περιβάλλοντος στο ΤΕΙ Ιονίων Νήσων, στη Ζάκυνθο, Τμήμα Φυσικών

Πόρων και Περιβάλλοντος στο ΤΕΙ Κρήτης στα Χανιά, ενώ στο ΤΕΙ ∆. Μακεδονίας

στη Κοζάνη υπάρχουν δύο σχετικά τμήματα για Αντιρρύπανση και Γεωτεχνία και

Περιβάλλον. Κατά συνέπεια, η συμπληρωματική εκπαίδευση είναι ζωτικής σημασίας,

84

όπως αναφέρθηκε προηγουμένως και μπορεί να απαρτίζεται από μια των ανωτέρω

μορφών, από πρακτική εκπαίδευση ή από συνδυασμό τους.

Ο ρόλος της έρευνας

Έχει ήδη επισημανθεί ότι το μικρό μέγεθος της Ελληνικής αγοράς και η καθυστέρηση

έργων σε συγκεκριμένους τομείς περιβάλλοντος, με προεξάρχοντα αυτόν τη

διαχείρισης στερεών αποβλήτων, δυσχεραίνουν τη δυνατότητα κάλυψης όλων των

ειδικοτήτων που απαιτούνται για την ανάπτυξη της εγχώριων περιβαλλοντικών

επιχειρήσεων, γεγονός που θα έδινε την ευκαιρία να λειτουργούν σε κάποιο βαθμό

«ως σχολεία».

Ορισμένες μάλιστα πρωτοβουλίες είναι απαραίτητα να υποστηριχθούν από κρατικά

προγράμματα, ώστε να διευκολυνθεί η πρόοδός τους, εφόσον ούτε τα ιδρύματα αλλά

ούτε και οι επιχειρήσεις έχουν την άνεση να δαπανήσουν εκ των προτέρων χρήματα

Πράγματι, κάποιες δράσεις του ΕΣΠΑ, όπως η "ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ 2011 - Συμπράξεις

Παραγωγικών και Ερευνητικών Φορέων σε Εστιασμένους Ερευνητικούς και

Τεχνολογικούς Τομείς" μοιάζουν με προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση που

προσβλέπουν στη συνεργασία επιχειρήσεων και ερευνητικών οργανισμών, μέσω των

από κοινού ερευνητικών και τεχνολογικών έργων για την πράσινη ανάπτυξη, την

ανταγωνιστικότητα, την εξωστρέφεια των επιχειρήσεων και τη βελτίωση της

ποιότητας ζωής των πολιτών. Απευθύνονται δηλαδή σε συμπράξεις επιχειρήσεων,

ερευνητικών οργανισμών, Πανεπιστημίων και άλλων δημόσιων και ιδιωτικών φορέων

και στοχεύει, μεταξύ άλλων, στην κινητοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων για την

έρευνα.

Στον τομέα του περιβάλλοντος, ένα καλό παράδειγμα για την ανάπτυξη cluster

καινοτομίας είναι οι κλάδοι που εντάσσονται στην αλυσίδα αξίας των κατασκευών και

δομικών υλικών, στην κατεύθυνση παραγωγής προϊόντων περιβαλλοντικά φιλικών

και ενεργειακά αποδοτικών με στόχο την προστασία του περιβάλλοντος και την

αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Η ουσιαστική ανάπτυξη, όμως, τέτοιων

συνεργασιών προϋποθέτει αφενός την αποφασιστική χρηματοδοτική συμμετοχή του

85

ιδιώτη επιχειρηματία και αφετέρου τον αυστηρό έλεγχο των αποτελεσμάτων κάθε

ερευνητικού έργου που υλοποιείται με συνεργασία ιδρυμάτων και επιχειρήσεων.

Το ανθρώπινο δυναμικό στις επιχειρήσεις του τομέα περιβάλλοντος

Από την ανάλυση που προηγήθηκε είναι φυσικό να αναμένεται αισθητή αύξηση των

θέσεων εργασίας στις επιχειρήσεις του περιβαλλοντικού τομέα κατά την επόμενη

πενταετία, δεδομένης της υστέρησης που εμφανίζει η ανάπτυξη του συγκεκριμένου

κλάδου στη χώρα μας αλλά και των σημαντικών περιθωρίων ανάπτυξης που

τεκμηριώνονται από την ανάλυση των σχετικών παραμέτρων. Ενδεικτική είναι η

υστέρηση της χώρας μας ως προς την εφαρμογή των υποχρεώσεων που απορρέουν

από την Οδηγία 98/2008/ΕΚ για τη διαχείριση των στερεών αποβλήτων (π.χ. στον

τομέα της ανακύκλωσης) και η οποία καθιστά επιτακτική την ανάπτυξη της

επενδυτικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας τα επόμενα χρόνια. Θα πρέπει,

όμως, να επισημανθεί ότι η επενδυτική δραστηριότητα και η δημιουργία νέων θέσεων

εργασίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εξασφάλιση ρευστότητας και

τραπεζικής χρηματοδότησης των επιχειρήσεων, αλλά και από την εφαρμογή της

αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει».

Οι μεταβολές στην απασχόληση και στην ζήτηση ειδικοτήτων εκτιμάται ότι θα

προκύψουν από την «πράσινη ανάπτυξη» που είναι πια μια διεθνής πραγματικότητα.

Είναι αναμενόμενο να δημιουργήσουν τόσο νέες θέσεις εργασίας με διαφοροποιημένα

απαιτούμενα προσόντα όσο και ανάγκη απασχόλησης νέων ειδικοτήτων. Ενδεικτική

είναι η περίπτωση των μονάδων ανακύκλωσης, όπου η υιοθέτηση νέων τεχνολογιών

θα αντικαταστήσει τη διαδικασία χειρονακτικής διαλογής των υλικών και θα απαιτήσει

νέες ειδικότητες χειριστών. Σύμφωνα με την μελέτη της CEDEFOP «Green skills and

Environmental awareness in vocational Education and Training” – National Report for

Greece, Discussion Document», το 2010, η αναμενόμενη απασχόληση στο τομέα θα

μπορούσε να ταξινομηθεί σε τρεις διακριτές κατηγορίες ειδικοτήτων:

86

Ειδικότητες με αυξανόμενη ζήτηση αλλά χωρίς σημαντικές διαφοροποιήσεις ως

προς τη φύση και τις απαιτήσεις του επαγγέλματος, π.χ. εργάτες για μόνωση κτιρίων,

μέσου επιπέδου ικανοτήτων και εκπαίδευσης.

Ειδικότητες με αύξηση ή όχι της ζήτησης, αλλά με διαφοροποίηση στα

καθήκοντα, τις ικανότητες και τις εξειδικεύσεις (qualifications), π.χ. μηχανικοί

περιβάλλοντος, υψηλού επιπέδου ικανοτήτων και εκπαίδευσης.

Ειδικότητες εντελώς νέες που προκύπτουν από «πράσινες» οικονομικές

δραστηριότητες και που συνδέονται ή όχι με κάποια υπάρχουσα, π.χ. επιθεωρητές

περιβάλλοντος, μέσου επιπέδου ικανοτήτων και εκπαίδευσης ή συλλογείς

ανακυκλούμενων υλικών, χαμηλού επιπέδου ικανοτήτων και εκπαίδευσης.

Συνολικά, σημαντικές εκτιμάται ότι θα είναι οι αλλαγές στο προφίλ των εργαζομένων

του τομέα, στην κατεύθυνση των «πράσινων» εξειδικεύσεων (skills). Σύμφωνα με

τον ορισμό του CEDEFOP, «πράσινες» εξειδικεύσεις είναι οι γνώσεις, ικανότητες

(abilities), αξίες και συμπεριφορές που είναι αναγκαίες για να ζήσουμε, να

συμβάλουμε στην ανάπτυξη της και να υποστηρίξουμε μια κοινωνία που θα μειώνει

την επίπτωση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στο περιβάλλον».

Οι πλέον θετικές προοπτικές για δημιουργία θέσεων εργασίας διαφαίνονται σε νέες

παραγωγικές διεργασίες και τεχνολογικές εφαρμογές. Ως ενδεικτικά παραδείγματα

αναφέρονται η διαχείριση υγρών αποβλήτων και η επεξεργασία λυματολάσπης και

αποβλήτων για την παραγωγή compost ή την ενεργειακή αξιοποίηση, στο βαθμό που

το εθνικό θεσμικό πλαίσιο προσαρμοστεί ώστε να μπορέσουν να αναπτυχθούν αυτές

οι δραστηριότητες στη χώρα μας (π.χ. θέσπιση προδιαγραφών για την ενεργειακή

αξιοποίηση αποβλήτων στις τσιμεντοβιομηχανίες).

Η ζήτηση ανθρώπινου δυναμικού εκτιμάται ότι θα εστιαστεί σε εξειδικευμένο και

έμπειρο τεχνικό προσωπικό και των τεσσάρων βαθμίδων:

87

διπλωματούχους μηχανικούς ΑΕΙ, όπου είναι αρκετό το διαθέσιμο δυναμικό

αλλά υπάρχει έλλειψη εμπειρίας σε σχεδιασμό και επίβλεψη σχετικών εγκαταστάσεων

τεχνολόγους μηχανικούς όπου γίνεται προσπάθεια εξειδίκευσης

τεχνίτες και

χειριστές για τους οποίους αναγκαία είναι η εκπαίδευση στις σύγχρονες

εγκαταστάσεις.

Ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα για την ανάπτυξη του κατάλληλου ανθρώπινου

δυναμικού είναι το θεσμικό πλαίσιο άσκησης των τεχνικών επαγγελμάτων

(Ν.3982/2011) και οι εξειδικεύσεις που αναμένονται με την έκδοση των αντίστοιχων

Προεδρικών ∆ιαταγμάτων. Είναι αναγκαίο, το πλαίσιο αυτό να ανταποκρίνεται στις

σύγχρονες απαιτήσεις της παραγωγής έργων και προϊόντων και της παροχής

υπηρεσιών, εγκαταλείποντας τις αγκυλώσεις του παρελθόντος.

Στις μεγάλες επιχειρήσεις, η ανάπτυξη περιβαλλοντικών καινοτομιών και αντίστοιχων

δραστηριοτήτων είναι προϋπόθεση βιωσιμότητας τους στο διεθνή ανταγωνισμό. Σ’

αυτές, υπάρχει κυρίως ανάγκη για πρόσθετες και όλο και πιο εξειδικευμένες γνώσεις

των υψηλόβαθμων στελεχών τους. Στο πεδίο των μελετών και της δραστηριότητας

R&D, μπορεί η βασική ειδικότητα να είναι π.χ. Χημικός Μηχανικός αλλά να υπάρχει

απαίτηση εξειδίκευσης (qualification) στο σχεδιασμό αποτεφρωτήρων (incinerators) ή

σε γνώσεις του θεσμικού πλαισίου (νομο-μηχανικός).

Σημαντικά περιθώρια απασχόλησης εξειδικευμένου προσωπικού (υψηλότερων αλλά

και χαμηλότερων βαθμίδων) εκτιμάται ότι προκύπτουν και για τις μικρομεσαίες

επιχειρήσεις, οι οποίες εμφανίζουν δυναμική ανάπτυξη στο χώρο της ανακύκλωσης

και της γεωργίας (π.χ. με την αξιοποίηση αποβλήτων ελαιουργείων). Σ’ αυτές,

υπάρχει ανάγκη διάχυσης της υφιστάμενης τεχνογνωσίας από άλλες Ευρωπαϊκές

88

χώρες για την αντιμετώπιση περιβαλλοντικών θεμάτων και γι’ αυτό σημαντικός θα

είναι ο ρόλος εξειδικευμένων εξωτερικών συμβούλων σε περιβαλλοντικά θέματα.

Τυπικά προσόντα και δεξιότητες

Στη συνέχεια γίνεται μια καταγραφή των ειδικοτήτων που αναμένεται ότι θα έχουν

ζήτηση σύμφωνα με το σενάριο που αναδείχτηκε από την ανάλυση και τη στάθμιση

των προσδιοριστικών παραγόντων για την εξέλιξη των επιχειρήσεων του κλάδου του

περιβάλλοντος. Οι επαγγελματικές ειδικότητες αντιστοιχούν σε μια ορθολογική

στελέχωση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που προβλέπεται να έχουν έξαρση

σύμφωνα με το ανωτέρω σενάριο. Ωστόσο, αποφεύγεται η καταγραφή νέων

ειδικοτήτων με τίτλο ταυτόσημο με την περιγραφή εργασίας του καθενός στελέχους.

Τούτο θα δημιουργούσε μια σωρεία νέων γνωστικών αντικειμένων και θα μπορούσε

να εκληφθεί ως πρόταση για ίδρυση νέων τμημάτων πανεπιστημιακής ή τεχνολογικής

εκπαίδευσης. Μια τέτοια προσέγγιση όμως είναι απολύτως άκαιρη, διότι σήμερα

συζητείται πολύ σοβαρά η συγχώνευση και η κατάργηση τμημάτων επειδή κατά την

περίοδο 2000-2003 ιδρύθηκαν πολλά με άκριτο συχνά τρόπο. Αποτέλεσμα είναι να

μην έχουν σήμερα περιεχόμενο και να μην μπορούν ουσιαστικά να λειτουργήσουν.

Έτσι, εκτός από οικονομικούς λόγους, όλοι σχεδόν οι συντελεστές υπουργείο

παιδείας, καθηγητές, φοιτητές, δεν προκρίνουν τέτοιες λύσεις.

Αντίθετα, η ακαδημαϊκή κοινότητα επιμένει στον σχεδιασμό και υλοποίηση συμπαγών

κύκλων σπουδών με την προσδοκία να αποκτήσουν οι φοιτητές ένα ισχυρό γνωστικό

υπόβαθρο στη βασική τους επιστήμη, ενώ στη συνέχεια και προκειμένου να

αποκτήσουν επαγγελματικές δεξιότητες ακολουθούν μεταπτυχιακά, κύκλοι

συνεχιζόμενης εκπαίδευσης, απλά επιμορφωτικά σεμινάρια ή εκπαίδευση στην πράξη.

Οι Πίνακες που ακολουθούν έχουν καταρτιστεί με τη ιεραρχική σειρά βαρύτητας των

διαφόρων επιμέρους περιβαλλοντικών δράσεων. Συγκεκριμένα, όπως δείχνει ο

ακόλουθος Πίνακας, στην Ευρωπαϊκή Ένωση η διαχείριση απορριμμάτων, οι υδατικοί

πόροι, η ανακύκλωση και η επεξεργασία λυμάτων κατέχουν τον κύριο όγκο

δραστηριοτήτων από άποψη κύκλου εργασιών και απασχόλησης προσωπικού, ενώ

89

ακολουθούν όλες οι υπόλοιπες δράσεις (π.χ. βιομηχανικά, ιατρικά και επικίνδυνα

απόβλητα, εξυγίανση εδαφών, χωροταξικές και πολεοδομικές παρεμβάσεις, νομικές

ενέργειες , φυσικό περιβάλλον κλπ).

Κλάδος Κύκλος εργασιών

(δις €)

Απασχολούμενοι

(χιλ.)

∆ιαχείριση στερεών

αποβλήτων 92,2 1.467

∆ιαχείριση υδάτινων πόρων 63,3 704

Ανακύκλωση υλικών 54,8 512

∆ιαχείριση υγρών αποβλήτων 34,3 303

Λοιποί κλάδοι 74,5 455

Σύνολο 319 3.441

Ακολουθούν Πίνακες με τα σχετικά επαγγέλματα.

90

α/α

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΑ

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΣΤΕΡΕΩΝ

ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ

ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΕΣ ΑΠΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

1 Μελέτη Χώρων Υγειονομικής Ταφής (ΧΥΤ)

Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός Πολιτικός Μηχανικός Μηχανικός Μεταλλείων-Μεταλλουργός Μηχανικός Περιβάλλοντος Μηχανικός Χωροταξίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης Γεωλόγος Χημικός Μηχανικός Επικοινωνιολόγος Κοινωνιολόγος Τεχνολόγος Τοπογραφίας Τεχνολόγος Γεωπληροφορικής & Τοπογραφίας Τεχνολόγος Γεωτεχνολογίας & Περιβάλλοντος Μηχανολόγος Μηχανικός Τεχνολόγος πολιτικός έργων υποδομής Τεχνολόγος φυσικών πόρων και περιβάλλοντος Υγιεινολόγος Μηχανικός Τεχνολόγος Διοίκησης. Συστημάτων Εφοδιασμού Τεχνολόγος Μηχανικός Βιοσυστημάτων Τεχνολογίας Δημόσιας Υγιεινής Ενεργειακός Μηχανικός Τεχνολόγος Βιομηχανικού Σχεδιασμού Μηχανικός Ενεργειακής Τεχνολογίας Τεχνολόγος Ηλεκτρολόγος Μηχανικός Τεχνολόγος Μηχανολόγος Μηχανικός Μηχανικός Παραγωγής & Διοίκησης Υπεύθυνος Marketing (για compost, RDF) Τεχνολόγος Ηλεκτρολόγος Μηχανικός Τεχνολόγος Μηχανολόγος Μηχανικός Μηχανικός Ενεργειακής Τεχνολογίας Τεχνολόγος Διοίκησης. Συστημάτων Εφοδιασμού Τεχνικός αερίων καυσίμων (βιοαέριο) Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων Τεχνίτης μηχανολογικών εγκαταστάσεων & κατασκευών Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων Τεχνίτης Ηλεκτρολογικών Εργασιών Τεχνίτης Ηλεκτρολογικών Εγκαταστάσεων Τεχνίτης Μηχανολογικών Εγκαταστάσεων & Κατασκευών

2

Κατασκευή-Επίβλεψη έργων ΧΥΤ Εργολήπτες και Επιβλέποντες

3 Λειτουργία και συντήρηση ΧΥΤ Προσωπικό στελέχωσης

4

Μελέτη Μονάδων Επεξεργασίας Απορριμμάτων (ΜΕΑ) Μελετητές

5

Κατασκευή-Λειτουργία-Συντήρηση ΜΕΑ

Εργολήπτες-Στελέχωση Εργοστασίου

91

1 Ανακύκλωση υλικών συσκευασίας (χαρτί -

αλουμίνιο-γυαλί - πλαστικά)

Μηχανολόγος Μηχανικός Χημικός Χημικός Μηχανικός Ηλεκτρολόγος Μηχανικός Τεχνολόγος Ηλεκτρολόγος Μηχανικός Τεχνολόγος Ηλεκτρολόγος Μηχανικός Μηχανικός Ενεργειακής Τεχνολογίας Τεχνολόγος Ηλεκτρολόγος Μηχανικός Μηχανικός Αυτοματισμού Μηχανικός Περιβάλλοντος Μηχανικός Φυσικών Πόρων & Περιβάλλοντος Μηχανικός Τεχνολογίας Πετρελαίου & Φυσικού Αερίου Τεχνολόγος Μηχανολόγος Μηχανικός Μηχανικός Μεταλλουργός Τεχνολόγος Υλικών Απόφοιτος Επιστήμης και Τεχνικής Υλικών Τεχνολόγος Περιβάλλοντος Τεχνολόγος Επιστήμης Υλικών Απόφοιτος Επιστήμης και Τεχνικής Υλικών Τεχνολόγος Υποδομών και Δομικών Έργων Μηχανικός Μεταλλουργός Τεχνολόγος Οχημάτων Τεχνολόγος Μηχανολογίας Τεχνολόγος Αυτοματισμού Τεχνικός Αυτοματισμών Ερευνητικές ομάδες

2 Ανακύκλωση αποβλήτων

ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού (ΑΗΗΕ)

3 Ανακύκλωση Ορυκτελαίων

4 Ανακύκλωση ελαστικών

5 Ανακύκλωση υλικών

εκσκαφών και κατεδαφίσεων

6

Λοιπά συστήματα ανακύκλωσης (οχήματα, συσσωρευτές, στήλες,

λαμπτήρες κλπ)

α/α ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ

ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΕΣ ΑΠΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

92

α/α

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΚΛΑΔΟΥ ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ

ΛΥΜΑΤΩΝ

ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΕΣ ΑΠΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΙΠΕΔΟ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

1

Επεξεργασία λυμάτων Μελέτη-κατασκευή-

λειτουργία-συντήρηση ΕΕΛ και δικτύων αποχέτευσης

Πολιτικός Μηχανικός Μηχανολόγος Μηχανικός Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός Χημικός Μηχανικός Τεχνολόγος Αντιρύπανσης Τεχνολόγος Γεωτεχνολογίας και Περιβάλλοντος Τεχνολόγος Μηχανολογίας και Υδατικών Πόρων Γεωπόνος Βιολόγος

1 Διαχείριση Υδατικών

Πόρων – Εγγειοβελτιωτικά Έργα

Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός Πολιτικός Μηχανικός Μηχανικός Μεταλλείων-Μεταλλουργός Μηχανικός Περιβάλλοντος Γεωλόγος Απόφοιτος Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης Τεχνολόγος Πολιτικός Έργων Υποδομής Τεχνολόγος Πολιτικός Δομικών Έργων Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων Απόφοιτος Διαχείρισης Περιβάλλοντος & Φυσικών Πόρων Τεχνίτης μηχανολογικών Εγκαταστάσεων & Κατασκευών Τεχνολόγος Αρχιτεκτονικής Τοπίου Τεχνολόγος Ηλεκτρολόγος Μηχανικός Τεχνολόγος Μηχανολόγος Μηχανικός Μηχανικός Ενεργειακής Τεχνολογίας Μηχανολόγος Μηχανικός Ηλεκτρολόγος Μηχανικός Χημικός Μηχανικός Χημικός Τεχνολόγος Μηχανολόγος Μηχανικός

2 Διαχείριση Υδατικών

Πόρων – Αντιπλημμυρικά Έργα

3 Διαχείριση Υδατικών Πόρων – Κατεργασία

νερού

α/α

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ

ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ

ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΕΣ ΑΠΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΙΠΕΔΟ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

93

α/α

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΚΛΑΔΟΥ ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ

ΛΥΜΑΤΩΝ

ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΕΣ ΑΠΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΙΠΕΔΟ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

2 Ανακύκλωση νερού από βιολογικούς καθαρισμούς

Τεχνολόγος Μηχανολογίας και Υδατικών Πόρων Χημικός Μηχανικός Περιβάλλοντος Μηχανικός Υγιεινής και Ασφάλειας Τεχνολόγος Χημικός

3 Διαχείριση βιομηχανικών

και επικινδύνων αποβλήτων

α/α

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ

ΣΕ ΛΟΙΠΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ

ΔΡΑΣΕΙΣ

ΕΙΔΙΚΟΤΗΕΣ ΑΠΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΙΠΕΔΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

94

1

Λοιπές περιβαλλοντικές δραστηριότητες και

επιχειρήσεις (Μ.Π.Ε, αδειοδότηση, αυθαίρετα, κατεργασία βιομάζας, παραγωγή

βιοκαυσίμων, εξυγίανση εδαφών, αποκαταστάσεις

ΧΑΔΑ, διαχείριση νοσοκομειακών αποβλήτων

κλπ)

Μηχανικός Περιβάλλοντος Μηχανολόγος Μηχανικός Πολιτικός Μηχανικός Αρχιτέκτονας Μηχανικός Τοπογράφος Μηχανικός Χημικός Μηχανικός Γεωτεχνικός (Γεωλόγοι, Μεταλλειολόγοι, Ορυκτών Πόρων) Νομικός Ενεργειακός Μηχανικός Τεχνολόγος Αρχιτεκτονικής Τοπίου Τεχνολόγος Γεωτεχνολογίας και Περιβάλλοντος Τεχνολόγος Αντιρύπανσης Τεχνολόγος Φυσικών πόρων και Περιβάλλοντος Τεχνολόγος Ενεργειακός Μηχανικός Ενεργειακής Τεχνολογίας (ΑΠΕ) Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων Τεχνίτης Ηλεκτρολογικών Εγκαταστάσεων Τεχνίτης Μηχανολογικών Εγκαταστάσεων & Κατασκευών

95

α/α

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΑ

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΣΤΕΡΕΩΝ

ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΣΧΟΛΙΑ

1

Μελέτη Χώρων Υγειονομικής Ταφής

(ΧΥΤ)

Μελέτες χωροθέτησης με περιβαλλοντικά κριτήρια. Συγκριτική αξιολόγηση περιβαλλοντικής; όχλησης και κινδύνου.

Γεωτεχνικές και συγκοινωνιακές μελέτες.

Μελέτη του έργου ΧΥΤ, χωρητικότητα, μορφολογία, μελέτες οικοδομικών εργασιών και οδοποιΐας

Αξιολόγηση κοινωνικών επιπτώσεων Επικοινωνιακή πολιτική και διαχείριση δημοσίων σχέσεων

Μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Αδειοδότηση

2

Κατασκευή-Επίβλεψη έργων ΧΥΤ

Εργολήπτες και Επιβλέποντες

Συνεργεία τοπογραφικών εργασιών

Εργολήπτες χωματουργικών Συνεργεία δομικών έργων και οδοποιΐας Επίβλεψη, Ποιοτικός έλεγχος, Πιστοποίηση εργασιών

3 Λειτουργία και συντήρηση ΧΥΤ

Προσωπικό στελέχωσης

Φύλαξη και ασφάλεια του χώρου

Διοίκηση προσωπικού Συντονισμός και επίβλεψη χωματουργικών μηχανημάτων Προγραμματισμός εργασιών και εφοδιαστική Υγιεινολογική διασφάλιση. Τήρηση περιβαλλοντικών όρων

4

Μελέτη Μονάδων Επεξεργασίας

Απορριμμάτων (ΜΕΑ) Μελετητές

Επιλογή τεχνολογίας προκατεργασίας απορριμμάτων

Μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Αδειοδότηση (περιβαλλοντική, εγκατάστασης και λειτουργίας)

Επιλογή μηχανολογικού εξοπλισμού Δυναμικότητα. Εκτίμηση ισοζυγίων Αρχιτεκτονικές μελέτες. Βιοκλιματικός σχεδιασμός Στατικές και ηλεκτρομηχανολγικές μελέτες

5

Κατασκευή-Λειτουργία-Συντήρηση ΜΕΑ

Εργολήπτες-Στελέχωση Εργοστασίου

Πολιτικός Μηχανικός

Χημικός Μηχανικός Μηχανολόγος Μηχανικός Μηχανικός Παραγωγής & Διοίκησης Υπεύθυνος Marketing (για compost, RDF) Τεχνολόγος Ηλεκτρολόγος Μηχανικός Δομικά έργα. Διαμόρφωση περιβάλλοντος χώρου. Αρχιτεκτονική τοπίου

Εγκατάσταση και λειτουργία μηχανολογικού εξοπλισμού Ενεργοποίηση λειτουργίας και επίβλεψη Συντήρηση εγκαταστάσεων Τήρηση κανόνων υγιεινής και ασφάλειας Ποιοτικός έλεγχος προϊόντων (RDF, Compost) Marketing για προώθηση προϊόντων Έρευνα για βελτιστοποίηση της ποιότητας προϊόντων και της λειτουργίας του εργοστασίου

96

1 Ανακύκλωση υλικών συσκευασίας (χαρτί -

αλουμίνιο-γυαλί - πλαστικά)

Έρευνα αγοράς. Νομικό πλαίσιο. Σύναψη συμβάσεων.

Οργάνωση και Διοίκηση παραγωγής σε ΚΔΑΥ. Εφοδιαστική.

Προμήθεια εξοπλισμού (κάδοι, οχήματα). Αποκομιδή. Διακίνηση ανακυκλώσιμου υλικού

Έρευνα για την βέλτιστη αξιοποίηση των ανακυκλώσιμων.

2 Ανακύκλωση αποβλήτων

ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού (ΑΗΗΕ)

Έρευνα αγοράς. Νομικό πλαίσιο. Τιμολόγηση. Οργάνωση παραγωγής-αποσυναρμολόγησης.

Μελέτη και κατασκευή εργοστασίων ανακύκλωσης.

Αξιολόγηση τεχνολογιών για εγκαταστάσεις “turn-key”. Μεταφορά τεχνογνωσίας.

Marketing προϊόντων.

α/α ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΑ

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΣΧΟΛΙΑ

97

Έρευνα για την βέλτιστη αξιοποίηση των ανακυκλώσιμων.

3 Ανακύκλωση Ορυκτελαίων

Έρευνα αγοράς για διαθεσιμότητα α’ ύλης. Θεσμικό πλαίσιο. Συμβάσεις προμηθειών με μεγάλους καταναλωτές (π.χ. ένοπλες δυνάμεις).

Έρευνα για την αναγέννηση ορυκτελαίων. Έρευνα για τη χρήση ως δευτερογενές καύσιμο

4 Ανακύκλωση ελαστικών

Νομικό πλαίσιο-Συμβάσεις Μελέτη γραμμής κατεργασίας και αποθήκευσης. Διαδικασίες τεμαχισμού, μεταφοράς και απόθεσης.

Μελέτη και επίβλεψη τήρησης κανόνων υγιεινής και ασφάλειας.

Έρευνα για πιθανές νέες αγορές των ανακυκλωμένου ελαστικού. Κατάρτιση προδιαγραφών.

5 Ανακύκλωση υλικών

εκσκαφών και κατεδαφίσεων

Διερεύνηση της χωροθέτησης μονάδων ανακύκλωσης. Μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Αδειοδότηση. Οικονομοτεχνικές μελέτες κόστους-οφέλους. Διακίνηση υλικών.

6

Λοιπά συστήματα ανακύκλωσης (οχήματα, συσσωρευτές, στήλες,

λαμπτήρες κλπ)

Έρευνα αγοράς. Νομικό πλαίσιο και διατάξεις. Δημιουργία κινήτρων Προβολή της ανακύκλωσης. Εθελοντισμός. Έρευνα για αξιοποίηση προϊόντων. Μελέτες σκοπιμότητας για θεσμοθέτηση νέων Συστημάτων Εναλλακτικής Διαχείρισης.

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΚΛΑΔΟΥ ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ

ΛΥΜΑΤΩΝ

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΣΧΟΛΙΑ

1

Επεξεργασία λυμάτων Μελέτη-κατασκευή-

λειτουργία-συντήρηση ΕΕΛ και δικτύων αποχέτευσης

Μελέτες χωροθέτησης με περιβαλλοντικά και οικονομοτεχνικά κριτήρια. Συγκριτική αξιολόγηση περιβαλλοντικής όχλησης και ευχέρειας μεταφοράς λυμάτων

Μελέτη του έργου ΕΕΛ, δυναμικότητα, τεχνολογία.

Μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Αδειοδότηση.

1 Διαχείριση Υδατικών

Πόρων – Εγγειοβελτιωτικά Έργα

Υδρολογικές μελέτες. Διαχειριστικά σχέδια υδατικών πόρων Υδραυλικές μελέτες Γεωτεχνικές και στατικές μελέτες

2 Διαχείριση Υδατικών

Πόρων – Αντιπλημμυρικά Έργα

Μελέτες απορροής και αποστράγγισης Μελέτες και κατασκευές φραγμάτων Μελέτες και κατασκευές δικτύων αξιοποίησης νερών Νομική συμμόρφωση

3 Διαχείριση Υδατικών Πόρων – Κατεργασία

νερού

Μελέτη και κατασκευή εργοστασίων επεξεργασίας νερού. Διυλιστήρια

Μελέτες κόστους οφέλους αφαλατώσεων. Περιβαλλοντικές επιπτώσεις και αδειοδότηση αφαλάτωσης.

Μελέτες σκοπιμότητας προσωρινών παρεμβάσεων. Ταχυδιυλιστήρια, διυλιστήρια καθίζησης κλπ

α/α

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ

ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΣΧΟΛΙΑ

98

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΚΛΑΔΟΥ ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ

ΛΥΜΑΤΩΝ

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΣΧΟΛΙΑ

Αρχιτεκτονική, στατική και ηλεκτρομηχανολογική μελέτη. Κατασκευή ΕΕΛ. Επιλογή και εγκατάσταση ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού. Ενεργοποίηση και παρακολούθηση της λειτουργίας.

Ποιοτικός έλεγχος νερών. Χημικές αναλύσεις

2 Ανακύκλωση νερού από βιολογικούς καθαρισμούς

Παρακολούθηση συμμόρφωσης με προδιαγραφές Μελέτη καταλληλότητας απόνερων για άρδευση Υδραυλικές μελέτες για τη μεταφορά

3 Διαχείριση βιομηχανικών

και επικινδύνων αποβλήτων

Παρακολούθηση νομοθετικού πλαισίου. Επιθεώρηση διακύμανσης ρύπων. Μελέτες για συνεχή καταγραφή της ρύπανσης.

Σχεδιασμός και κατασκευή μονάδας προ-επεξεργασίας αποβλήτων.

Σχεδιασμός και κατασκευή χώρων και δεξαμενών προσωρινής αποθήκευσης επικινδύνων αποβλήτων

Παρακολούθηση τελική διάθεσης, μεταφοράς κλπ

Διερεύνηση δυνατοτήτων αξιοποίησης αποβλήτων σε δίκτυο βιομηχανικής συμβίωσης

1 Λοιπές περιβαλλοντικές Νομικό πλαίσιο(περιβάλλον, πολεοδομία, ενέργεια)

Έρευνα αγοράς. Διαθεσιμότητα γεωργικών παραπροϊόντων. Μελέτες σκοπιμότητας. Τεχνολογίες αντιρρύπανσης (μολυσμένα εδάφη, νερά λιμνών κλπ). Μελέτες και εργολαβίες αποκατάστασης (ΧΑΔΑ, λατομεία κλπ). Τεχνολογίες διαχείρισης ειδικών αποβλήτων (ιατρικά και νοσοκομειακά, ληγμένα φάρμακα κλπ) Υπηρεσίες διαχείρισης ειδικών αποβλήτων

α/α

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΑΣΙΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ

ΣΕ ΛΟΙΠΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ

ΔΡΑΣΕΙΣ

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΣΧΟΛΙΑ

99

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ

Περιβαλλοντικοί μελετητές, νομοθεσία για τις ΜΠΕ, σύνταξη και υποβολή μελετών,

Ειδικοί περιβαλλοντικής αποκατάστασης: καταγραφή και ανάλυση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, εκτίμηση περιβαλλοντικών κινδύνων,

Κοινωνιολόγοι ειδικοί στην περιβαλλοντική διαβούλευση:

Τεχνολόγοι οικολογίας και περιβάλλοντος

Τεχνικοί ελέγχου ρύπανσης και εγκαταστάσεων

Εγκαταστάτες αντιρρυπαντικών συστημάτων

Χειριστές αποτεφρωτήρα

Χειριστές εγκαταστάσεων χώρων υγειονομικής ταφής απορριμμάτων (ΧΥΤΑ)

Εργάτες στην ανακύκλωση, στην ανάκτηση και επαναχρησιμοποίηση των απορριμμάτων

Ειδικοί περιβαλλοντικής προστασίας:

Περιβαλλοντικοί ελεγκτές

Χειριστές εγκαταστάσεων διαχείρισης αποβλήτων και απορριμμάτων

Χειριστές εγκαταστάσεων ανακύκλωσης υλικών

Τεχνικός Ελέγχου Μόλυνσης

∆ικηγόρος Περιβαλλοντικού ∆ικαίου

Τεχνικός ελέγχου ρύπανσης και εγκαταστάσεων αντιρρύπανσης

100

Τεχνολόγος αντιρρύπανσης

Υπεύθυνος αποκατάστασης περιβαλλοντικά υποβαθμισμένων ζωνών, όπως χωματερές & λατομεία

Υπεύθυνος παρακολούθησης υδάτινων αποδεκτών και ποιότητας πόσιμου νερού

Εργάτες απομάκρυνσης επικίνδυνων υλικών

Αναλυτές εμπορίας εκπομπών άνθρακα

Ειδικοί στην περιβαλλοντική πιστοποίηση

Οικονομολόγοι του Περιβάλλοντος

Σχεδιαστές Περιβαλλοντικής αποκατάστασης

Βιομηχανικοί οικολόγοι-Σύμβουλοι βιομηχανικής συμβίωσης ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΣΕ ΒΑΣΙΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ

1. Μηχανικός Περιβάλλοντος

Η παρακολούθηση, μέτρηση, αξιολόγηση και αντιμετώπιση των προβλημάτων που

δημιουργεί η ανθρώπινη παρέμβαση στο περιβάλλον είναι το αντικείμενο της

εργασίας του. Ο μηχανικός περιβάλλοντος ασχολείται κυρίως με το σχεδιασμό και την

εφαρμογή προγραμμάτων για την προστασία, ανάπτυξη και διαχείριση του

περιβάλλοντος, την εκπόνηση ή τον έλεγχο προγραμμάτων διαχείρισης φυσικών ή

ανθρωπογενών περιβαλλοντικών συστημάτων και τη μελέτη περιβαλλοντικών

επιπτώσεων τεχνικών έργων ή άλλων δραστηριοτήτων με βάση την ισχύουσα

νομοθεσία, αλλά και το επίπεδο ειδίκευσής του. Ειδικότερα, ο μηχανικός

περιβάλλοντος ενημερώνει και ευαισθητοποιεί τους αρμόδιους φορείς για

περιβαλλοντικά θέματα, συλλέγει στοιχεία, εκπονεί μελέτες και τις παρουσιάζει σε

εμπλεκόμενους φορείς, σχεδιάζει, εφαρμόζει και ελέγχει προγράμματα για την

προστασία του περιβάλλοντος. Ακόμη, διαμορφώνει την πολιτική των εταιρειών ή

υπηρεσιών σε θέματα περιβάλλοντος και τέλος, ενημερώνεται σχετικά με τη

νομοθεσία που αφορά τον τομέα του. Ο μηχανικός περιβάλλοντος για την εργασία

του χρησιμοποιεί χάρτες και εξειδικευμένα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών.

101

2. Μηχανικός Αντιρρύπανσης

Ο Μηχανικός Αντιρρύπανσης πρέπει διαθέτει το επιστημονικό υπόβαθρο και τις

απαραίτητες τεχνολογικές γνώσεις και δεξιότητες, ώστε να μπορεί να αναγνωρίσει, να

αποφύγει ή και να περιορίσει τις επιπτώσεις που επιφέρουν τα περιβαλλοντικά

προβλήματα. Ειδικότερα, γνωστικές και εργασιακές απαιτήσεις για το επάγγελμα αυτό

είναι οι ακόλουθες:

Οργανώνει, επιβλέπει, διεξάγει, επεξεργάζεται και αξιολογεί μετρήσεις και

πειράματα σε όλες τις κατηγορίες ρυπαντών.

Εγκαθιστά και συντηρεί όργανα, συσκευές και συστήματα σε εγκαταστάσεις

αντιρρύπανσης.

Μελετά, σχεδιάζει και επιβλέπει τη λειτουργία συστημάτων και εγκαταστάσεων

αντιρρύπανσης.

Μελετά τη βελτιστοποίηση μεθόδων, διαδικασιών και εγκαταστάσεων ελέγχου

της ρύπανσης.

∆ιενεργεί εκτιμήσεις και πραγματογνωμοσύνες που αναφέρονται σε συσκευές,

συστήματα και εγκαταστάσεις αντιρρύπανσης

Εκπονεί ή αξιολογεί μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων.

Εμπορεύεται και διακινεί εξοπλισμό, όργανα, υλικά και εξαρτήματα που

χρησιμοποιούνται σε συστήματα και εγκαταστάσεις αντιρρύπανσης.

Απασχολείται στην εκπαίδευση, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, και να

συμμετέχει σε προγράμματα εφαρμοσμένης έρευνας σε θέματα διαχείρισης

ρύπων και προστασίας του περιβάλλοντος.

102

Παρακολουθεί τις μεταβολές των σχετικών κανονισμών και νομοθετικών

ρυθμίσεων και ελέγχει την εφαρμογή τους.

Παρακολουθεί τις τεχνολογικές εξελίξεις και ενημερώνει τους ενδιαφερόμενους

δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς.

Ασχολείται με την έρευνα, την ανάπτυξη και την καινοτομία σε όλους τους

τομείς της ειδικότητάς του.

Εργάζεται συλλογικά και ομαδικά, πάνω σε σύνθετα τεχνικο-οικονομικά θέματα

της ειδικότητάς του

3. Περιβαλλοντικός Μελετητής

Ο Περιβαλλοντικός Μελετητής είναι επιφορτισμένος με τον σχεδιασμό και τον

συντονισμό κατάρτισης μελετών για το Περιβάλλον και ειδικότερα των Μελετών

Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) καθώς και των Στρατηγικών Μελετών

Περιβαλλοντικής Εκτίμησης (ΣΜΠΕ). Αντικείμενο όμως του Περιβαλλοντικού

Μελετητή είναι ο εντοπισμός και η ανάλυση ευρύτερων περιβαλλοντικών

προβλημάτων ώστε να οδηγηθεί στην πρόσληψη και την αποκατάσταση. Γνωστικό

υπόβαθρο για τις εργασίες αυτές αποτελεί η γνώση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας

(σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο), καθώς και η λειτουργία των ειδικότερων

διατάξεων που έχουν κατά καιρούς εκδοθεί και βρίσκονται σε ισχύ. Είναι επίσης

απαραίτητη η γνώση των βασικών διαδικασιών δημιουργίας ρύπανσης και

περιβαλλοντικής όχλησης από διαδικασίες όλων των τομέων παραγωγής, δηλ.

αγροτικών, μεταποιητικών καθώς και εκείνων που προέρχονται από υπηρεσίες,

συγκοινωνία κλπ. Τέλος, είναι απαραίτητη η γνώση των βασικών αντιρρυπαντικών

τεχνολογιών δεδομένου ότι κατά την κατάρτιση των οικείων μελετών πρέπει να

γίνεται αναφορά και στα μέτρα που θα λάβει ο επενδυτής προκειμένου να ανασχέσει

τις δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον που θα προέλθουν από την επικείμενη

δραστηριότητα.

103

4. Ειδικός Περιβαλλοντικής Προστασίας-Επιθεωρητής

Αντικείμενο της εργασίας του είναι η συστηματική παρακολούθηση του

περιβάλλοντος και η εξεύρεση τρόπων βελτίωσής του. Πιο συγκεκριμένα, ο

επιθεωρητής προστασίας του περιβάλλοντος επιβλέπει την ανάπτυξη του

περιβάλλοντος σε μια συγκεκριμένη περιοχή και φροντίζει, μέσα στα πλαίσια των

κανονισμών και της νομοθεσίας, να προστατεύεται το περιβάλλον και οι φυσικοί του

πόροι. ∆ιεξάγει τακτικές επιθεωρήσεις σε διάφορες περιοχές για τη διαπίστωση

περιβαλλοντικών προβλημάτων και, αν χρειαστεί, προτείνει τρόπους και μεθόδους

πιθανής επίλυσης των προβλημάτων αυτών. Σε περιπτώσεις καταχρηστικών ή

παράνομων ανθρώπινων επεμβάσεων στο περιβάλλον, συντάσσει εμπεριστατωμένες

μελέτες και εκθέσεις, ενημερώνει τις τοπικές αρχές και τους αρμόδιους φορείς στους

οποίους υπάγεται η συγκεκριμένη περιοχή και προτείνει την επιβολή προστίμου, γιατί

δεν τηρήθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι και περιορισμοί. Η σύνταξη οδηγών για την

προστασία και χρησιμότητα του περιβάλλοντος, η παροχή πληροφοριών σε

κατασκευαστικές και τεχνικές εταιρείες αναφορικά με τους περιβαλλοντικούς

περιορισμούς που χρειάζεται να τηρούν και η ορθή χρήση των εκτάσεων γης, είναι

ακόμη μερικές από τις δραστηριότητες με τις οποίες είναι επιφορτισμένος ο ειδικός.

Τέλος, η οργάνωση, η εποπτεία και η διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών και

τοπίων που αποτελούν τεράστιο πλούτο της χώρας μας, όπως είναι οι εθνικοί δρυμοί,

τα θαλάσσια πάρκα, οι υδροβιότοποι κ.ά., και η διαπραγμάτευση με ιδρύματα και

εταιρείες για τη διατήρηση των απαραίτητων αρχείων, ώστε να εξακριβώνεται η

τήρηση των περιβαλλοντικών όρων αποτελούν ενέργειες που αποσκοπούν στην

προστασία, ανάπτυξη και διαχείριση του περιβάλλοντος. Το οικολογικό περιβάλλον

είναι ένας παράγοντας που αποκτά ιδιαίτερη σημασία μέρα με τη μέρα για τον

σύγχρονο άνθρωπο. Πολλές επιχειρήσεις προκαλούν προβλήματα στο περιβάλλον με

την αλόγιστη εκμετάλλευσή του και τη ρύπανσή του, γεγονός που μαρτυρά την

ανάγκη ύπαρξης θεσμών και φορέων για την προστασία του. Για το σκοπό αυτό η

Πολιτεία ανέπτυξε ένα ολόκληρο θεσμικό πλαίσιο με κανονισμούς και νόμους που

αποσκοπούν στη διατήρηση της ισορροπίας και της καλής λειτουργίας των

οικοσυστημάτων της χώρας μας.

104

5. Ειδικός Περιβαλλοντικής Αποκατάστασης.

Οι ειδικοί για την περιβαλλοντική αποκατάσταση μπορεί να είναι επιστήμονες

διαφόρων ειδικοτήτων κατά βάση όμως μηχανικοί ειδικότερα στην περίπτωση που η

περιβαλλοντική αποκατάσταση συνεπάγεται μεγάλα και σύνθετα έργα. Επίσης, η

κατηγορία αυτή επαγγέλματος προϋποθέτει συνήθως την συνεργασία μιας ομάδας.

Ειδικότερες γνωστικές απαιτήσεις αυτού του επαγγέλματος είναι η δυνατότητα

καταγραφής και ανάλυσης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που έχουν ήδη

επισυμβεί, η εκτίμηση περιβαλλοντικών κινδύνων που δεν είναι εμφανείς, η πρόταση

οικονομοτεχνικά εφικτών λύσεων και η επιλογή της επικρατέστερης με κριτήρια

θεσμικά, κοινωνικά κλπ. Στο αντικείμενο του ειδικού περιβαλλοντικής αποκατάστασης

εμπίπτει και η κατά δυνατόν ενσωμάτωση κοινωφελών σκοπών στους

αποκαθιστάμενους χώρους (π.χ. δημιουργία πάρκων, τόπων αναψυχής και άθλησης

κλπ).

6. Κοινωνιολόγος Ειδικός στην Περιβαλλοντική Διαβούλευση:

Αντικείμενο της εργασίας του είναι η μελέτη των σχέσεων του φυσικού και

δομημένου περιβάλλοντος με τον κοινωνικό περίγυρο. Πιο συγκεκριμένα, ο

Κοινωνιολόγος με ειδίκευση στην Κοινωνιολογία του Περιβάλλοντος εξετάζει τη σχέση

αλληλεπίδρασης μεταξύ κοινωνίας και περιβάλλοντος και διερευνά τις ατομικές και

κοινωνικές συμπεριφορές (π.χ. περιβαλλοντικές αξίες και πεποιθήσεις) απέναντι στο

περιβάλλον. Ακόμη, διερευνά τον πολιτικό ρόλο που παίζουν οι περιβαλλοντικές

οργανώσεις σε τοπικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο για την πρόληψη περιβαλλοντικών

καταστροφών και αναλύει τις διάφορες μορφές περιβαλλοντικής πολιτικής που

αναπτύσσονται σήμερα στα πλαίσια της Ε.Ε. για την προστασία του φυσικού,

κοινωνικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος. Ιδιαίτερο αντικείμενο της εργασίας

του αποτελεί στις μέρες μας η διερεύνηση του χάσματος μεταξύ περιβαλλοντικής

συνείδησης και περιβαλλοντικής συμπεριφοράς καθώς και η εξέλιξή της ως

αποτέλεσμα επηρεασμού της από τα ΜΜΕ. Τέλος, αναλύει τα προβλήματα και τις

συγκρούσεις που προκύπτουν από την εφαρμογή περιβαλλοντικής πολιτικής σε

105

τοπικό, εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο και συμμετέχει σε ειδικές

διεπιστημονικές επιτροπές προκειμένου να βοηθά στη χάραξη γενικότερης πολιτικής

σε θέματα περιβάλλοντος. Ο ρόλος της ειδικότητας αυτής είναι μεγάλος για την

λελογισμένη προβολή για κατασκευές έργων σε τοπικές κοινωνίες. Για παράδειγμα

έργα αντιρρύπανσης, Μονάδες Επεξεργασίας Αποβλήτων, Χώροι Υγειονομικής Ταφής

κλπ. Σημαντικός είναι και ο ρόλος για ιδιωτικά έργα π.χ. εξορύξεις, βιομηχανική

δραστηριότητα, διότι μέχρι στιγμής ούτε η πολιτικές ηγεσίες, ούτε η ακαδημαϊκή

κοινότητα έχουν κατορθώσει να αποκτήσουν ένα πειστικό λόγο στην περιβαλλοντική

διαβούλευση.

7. Δικηγόρος Περιβαλλοντικής Νομοθεσίας

Αντικείμενο της εργασίας του είναι η προστασία του περιβάλλοντος από πλευράς

συνταγματικού και διοικητικού δικαίου. Εκπροσωπεί και υπερασπίζεται φορείς και

αποδέκτες των δικαιωμάτων επί του περιβάλλοντος από άποψη νομικής ισχύος και

ένδικης προστασίας. Αναλαμβάνει την επίλυση σύγκρουσης μεταξύ προστασίας

περιβάλλοντος και προστασίας της ιδιοκτησίας σύμφωνα με την αρχή της βιώσιμης

ανάπτυξης. Μελετά την προστασία του περιβάλλοντος εκ των έσω διατάξεων

προστασίας της προσωπικότητας, περί αδικοπραξιών, γειτονικού δικαίου και

κατάχρησης δικαιώματος. Εκπονεί μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων

συνεργαζόμενος με άλλους επιστήμονες, εξετάζει τη νομολογία του Συμβουλίου της

Επικρατείας για την προστασία της φύσης και συλλέγει πληροφοριακό υλικό

αναφορικά με την προστασία του πρασίνου και την ευθύνη αποζημίωσης για

περιβαλλοντικές βλάβες. Συνεπώς, αντικείμενο των ενδιαφερόντων του αποτελεί και

η ανάπτυξη επιχειρηματολογίας και η παρουσίαση προτάσεων μέσω ειδικών νόμων

στην πολιτεία για την προστασία του περιβάλλοντος και την ασφαλιστική κάλυψη των

οικολογικών ζημιών. Τέλος, συνεργάζεται με άλλους επαγγελματίες που συντελούν

στη διεξαγωγή της δίκης, όπως δικαστές, εισαγγελείς, συνηγόρους υπεράσπισης,

πραγματογνώμονες, μάρτυρες, ανακριτές, δικαστικούς γραμματείς κ.ά. προκειμένου

να φέρει σε πέρας στο έργο του.

106

8. Τεχνικός Ελέγχου Ρύπανσης και Εγκαταστάσεων Αντιρρύπανσης

Οι επαγγελματικές υποχρεώσεις αυτής της ειδικότητας αναφέρονται στους παρακάτω

τομείς:

Παρακολούθηση καλής λειτουργίας, βαθμονόμησης και συντήρησης του

εξοπλισμού (οργάνων, συσκευών)

Λήψη και συλλογή μετρήσεων

Επεξεργασία μετρήσεων και εξαγωγή συμπερασμάτων

Παρακολούθηση της καλής λειτουργίας, της συντήρησης και του ελέγχου των

εγκαταστάσεων αντιρρύπανσης

Έλεγχος των εγκαταστάσεων αντιρρύπανσης με βάση τις ισχύουσες

περιβαλλοντικές διατάξεις και οδηγίες.

9. Εγκαταστάτης Αντιρρυπαντικών Συστημάτων

Ο εν λόγω εργαζόμενος πρέπει να είναι απόφοιτος τουλάχιστον από ΙΕΚ και μπορεί να

απασχολείται ως μισθωτός σε σχετικές επιχειρήσεις ή ως ελεύθερος επαγγελματίας ή

ως υπαλληλικό προσωπικό σε τεχνική υπηρεσία (κυρίως ∆ΕΥΑ στην τοπική

αυτοδιοίκηση). Πρέπει να έχει γνώση των τεχνικών χαρακτηριστικών των

κοινόχρηστων αντιρρυπαντικών συστημάτων και ειδικότερα της λειτουργίας και της

συντήρησής τους, καθώς επίσης και των δυνατοτήτων ανταπόκρισής τους στις

παρούσες και μελλοντικές ανάγκες μιας δραστηριότητας (π.χ. αέριες εκπομπές από

βιομηχανίες, όγκος αστικών λυμάτων και εποχική του διακύμανση κλπ). Στο

αντικείμενο του εγκαταστάτη αντιρρυπαντικών συστημάτων εμπίπτει και η

δυνατότητα να εντοπίζει και να αναλύει πιθανές αλληλεπιδράσεις της λειτουργίας των

εγκαθιστάμενων συστημάτων με οχλήσεις που προέρχονται από την ίδια ή από

107

γειτονικές δραστηριότητας και είναι δυνατόν να διαταράξουν την ομαλή της

λειτουργία ή την αποδοτικότητά της.

10. Τεχνικός Συντήρησης Βιολογικών Καθαρισμών

Ο Τεχνικός Συντήρησης Βιολογικών Καθαρισμών πρέπει να έχει μορφωτικό επίπεδο

τουλάχιστον αποφοίτου ΙΕΚ. ∆εδομένης της πανελλαδικής εμβέλειας των

συστημάτων επεξεργασίας αστικών λυμάτων καθώς και της εφαρμογής τους σε

πολλές βιομηχανίες, ο ανωτέρω επαγγελματίας πρέπει να είναι σε θέση:

o Να μελετά και να πιστοποιεί την καλή λειτουργία των Κέντρων Επεξεργασίας

Λυμάτων (ΚΕΛ)

o Να εντοπίζει σημεία όπου υπάρχει πρόβλημα με αποτέλεσμα την πλημμελή

λειτουργία

o Να προτείνει παρεμβάσεις για την αποκατάσταση της λειτουργικότητας του

συστήματος και να υλοποιεί εκείνες που προκρίνονται

o Να λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα προληπτικής συντήρησης

o Να παρακολουθεί και να μελετά τις δυνατότητες αναβάθμισης των

συστημάτων με την εισαγωγή μονάδων νέας τεχνολογίας ή με την αναβάθμιση

των υπαρχουσών

11. Τεχνικός Ανακύκλωσης Υλικών

Αντικείμενο της εργασίας του είναι ο σχεδιασμός και η παρακολούθηση της συλλογής,

μεταφοράς, μεταφόρτωσης ανακυκλώσιμων αποβλήτων καθώς και ο σχεδιασμός και

η προώθηση προαπαιτούμενων δράσεων όπως η διαλογή στην πηγή, η οργάνωση

συστημάτων εναλλακτικής διαχείρισης κλπ. Κυριότερο καθήκον της ειδικότητας αυτής

αποτελεί η ανακύκλωση και η επαναχρησιμοποίηση των υλικών είτε με την

108

επαναφορά τους ως πρώτων υλών ή με άλλες εναλλακτικές πορείες, όπως ενεργειακή

αξιοποίηση. Ειδικότερα, ο τεχνικός ανακύκλωσης υλικών ασχολείται με την

επανεπεξεργασία των συσκευασιών ή άλλων απορριμμάτων με σκοπό την ίδια ή άλλη

χρήση, συμπεριλαμβανομένης της οργανικής ανακύκλωσης από την οποία παράγεται

κομπόστ, με κλασική χρήση την εδαφοβελτίωση. Ειδικότερα, η οργανική ανακύκλωση

συνίσταται στην επεξεργασία των βιοαποικοδομήσιμων μερών των αποβλήτων

συσκευασίας υπό αερόβιες συνθήκες (λιπασματοποίηση) ή αναερόβιες συνθήκες

(βιομεθανοποίηση). Ο τεχνικός ανακύκλωσης υλικών μπορεί, επίσης, να συμμετέχει

σε προγράμματα ανακύκλωσης υλικών σε εθνικό επίπεδο αναλαμβάνοντας με άλλους

ειδικούς την παροχή συμβουλών και υπηρεσιών και την εκπόνηση μελετών σε θέματα

σχεδιασμού, ανάπτυξης και χρηματοδότησης συστημάτων περιβαλλοντικής

διαχείρισης καθώς και διαχείρισης ποιότητας, διαχείρισης στερεών αποβλήτων κ.ά.,

και με διττό στόχο: την ευαισθητοποίηση των πολιτών στα θέματα αυτά και την

προστασία του περιβάλλοντος.

12. Τεχνικός Διαχείρισης και Ανακύκλωσης Ειδικών Αποβλήτων

(βιομηχανικά κλπ)

Οι ασφαλείς τρόποι διάθεσης και διαχείρισης των αποβλήτων σε στερεή, υγρή ή αέρια

μορφή είναι το αντικείμενο της εργασίας του. Ειδικότερα, ο επαγγελματίας αυτός, σε

συνεργασία με εξειδικευμένους μηχανικούς περιβάλλοντος, τοξικολόγους, χημικούς

μηχανικούς κ.ά., οργανώνει, συντονίζει και επιβλέπει τις διαδικασίες ασφαλούς

διάθεσης ειδικών αποβλήτων , όπως είναι τα βιομηχανικά στερεά ή υγρά απόβλητα,

τα νοσοκομειακά και ιατρικά απόβλητα κλπ. Παράλληλα, πρέπει να διαθέτει

δεξιότητες για να αξιοποιεί τεχνολογίες επεξεργασίας και απορρύπανσης αερίων και

υγρών βιομηχανικών λυμάτων, εξυγίανσης ρυπασμένων εδαφών και απομόνωσης

των αποβλήτων με την ταφή τους σε στεγανοποιημένους χώρους ή ενθυλάκωσης /

καθήλωσης αποβλήτων σε στερεοποιημένες μήτρες. Ακόμη, ταξινομεί τα απόβλητα

με βάση τα φυσικά και τα χημικά τους χαρακτηριστικά, μετρά τις παραμέτρους

ρύπανσης του περιβάλλοντος, επεξεργάζεται και αξιολογεί τα αποτελέσματα των

μετρήσεων σε σχέση με τα υπάρχοντα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος και

εκπομπών, ενημερώνει και ευαισθητοποιεί τους αρμόδιους φορείς για περιβαλλοντικά

109

θέματα, συλλέγει στοιχεία, εκπονεί μελέτες για τις επιπτώσεις της και τις παρουσιάζει

στους εμπλεκόμενους φορείς. Ως ελεύθερος επαγγελματίας πρέπει να έρχεται σε

επαφή με βιομηχανίες, εταιρείες παραγωγής ρύπων, βιοτεχνίες, εργοστάσια και

μεγάλες μονάδες παραγωγής, συλλέγει στοιχεία για τον τύπο και την ποσότητα των

αποβλήτων τους, πραγματοποιεί μετρήσεις και προτείνει τρόπους διαχείρισης των

αποβλήτων σε συνεργασία με τους μηχανικούς, αλλά και εξειδικευμένες εταιρείες

διαχείρισης αποβλήτων και ανακύκλωσης υλικών.

13. Τεχνικός Ελέγχου Μόλυνσης Εδαφών

Η παρατήρηση, η μέτρηση, η αξιολόγηση και η αντιμετώπιση των προβλημάτων που

δημιουργεί στο έδαφος (και στο υπέδαφος) η ανθρώπινη παρέμβαση είναι το

αντικείμενο της εργασίας του. Ο ειδικός επεξεργασίας μολυσμένων εδαφών έχει ως

κύρια ενασχόληση το σχεδιασμό και την εφαρμογή προγραμμάτων επεξεργασίας των

εδαφών για την προστασία, την ανάπτυξη και τη διαχείρισή τους από ραδιενεργά

απόβλητα, βιομηχανικά λύματα, τοξικές και άλλες χημικές ουσίες που μπορεί να

αποβούν επικίνδυνες για τη ζωή του ανθρώπου, αλλά και το περιβάλλον. Ειδικότερα,

ο ειδικός αυτός πραγματοποιεί μετρήσεις παραμέτρων μόλυνσης των εδαφών,

επεξεργάζεται και αξιολογεί τα αποτελέσματα των μετρήσεων σε σχέση με τα

υπάρχοντα πρότυπα (όρια) ποιότητας, ενημερώνει και ευαισθητοποιεί τους αρμόδιους

φορείς, συλλέγει στοιχεία, εκπονεί μελέτες και τις παρουσιάζει σε εμπλεκόμενους

φορείς. Ακόμη, σχεδιάζει και προτείνει τρόπους προστασίας του εδάφους, αναλύει

την επικινδυνότητά του για την υγεία του ανθρώπου, εκτιμά τις επιπτώσεις της

εδαφικής μόλυνσης στη γεωργική παραγωγή και στους υδροφόρους ορίζοντες και

εισηγείται τη λήψη μέτρων για την πρόληψη ή την αντιμετώπιση περιστατικών

ρύπανσης καθώς και για τη ριζική εξυγίανση των εδαφών. Στα πλαίσια της εργασίας

του πραγματοποιεί χαρτογραφήσεις και δειγματοληψίες εδαφών, εργαστηριακές

δοκιμές για την τοξικότητα ορυκτών και άλλων στοιχείων του εδάφους και ελέγχους

για τη μόλυνση των υπόγειων υδάτων. Συνεργάζεται με άλλους επαγγελματίες

(μηχανικούς, χημικούς, γεωλόγους κ.ά.) και χρησιμοποιεί ειδικά όργανα και εργαλεία,

όπως γεωραντάρ, μαγνητόμετρα, ηλεκτρονικό υπολογιστή και διάφορες συσκευές για

τον προσδιορισμό των φυσικών ιδιοτήτων του εδάφους.

110

14. Τεχνικός Έργων Τοπίου και Περιβάλλοντος

Η ανωτέρω ειδικότητα συνεργάζεται στενά με την ειδικότητα 4 (ειδικός

περιβαλλοντικής αποκατάστασης) που όπως ήδη αναφέρθηκε απαιτεί τη συγκρότηση

διεπιστημονικών ομάδων. Η αποστολή όμως του εν λόγω τεχνικού είναι ευρύτερη και

για αναπλάσεις, αστικού κυρίως χαρακτήρα. Επομένως, η δημιουργική κατασκευή

πλατειών, πάρκων, κήπων και λοιπών χώρων αναψυχής και πρασίνου, καθώς και

περιβαλλόντων χώρων κτιρίων αποτελεί το κύριο αντικείμενο της εργασίας του. Πιο

συγκεκριμένα, ο τεχνικός έργων τοπίου και περιβάλλοντος, συνδυάζοντας γνώσεις

γεωπονίας, ανθοκομίας και αρχιτεκτονικού σχεδιασμού έχει τη δυνατότητα να

διακρίνει τη δυναμική ανάπτυξης ενός τοπίου που μελετά, καταφέρνοντας μοναδικό

συνδυασμό του φυτικού υλικού με τις ανθρώπινες κατασκευές. Για το σκοπό αυτό

φροντίζει για την αναπαραγωγή, τη μεταφύτευση, το κλάδεμα και τη συντήρηση των

ανθοκομικών φυτών και δένδρων που βρίσκονται σε πλατείες και πάρκα, ώστε να

δημιουργεί ένα περιβάλλον υψηλής αισθητικής, εναρμονισμένο στις σύγχρονες

απαιτήσεις του ανθρώπου και φυσικά στο ευρύτερο τοπίο. Σχεδιάζοντας το χώρο με

γνώμονα αφενός την προστασία του περιβάλλοντος και αφετέρου τη λειτουργικότητα

και την αξιοποίηση όλης της έκτασης, αποσκοπεί στη δημιουργία καλαίσθητων και

χρηστικών εξωτερικών χώρων που δένουν αρμονικά το φυσικό περιβάλλον και τις

ανθρώπινες κατασκευές. Ειδικά σε περιοχές με έντονο το αστικό στοιχείο και μεγάλη

συγκέντρωση πληθυσμού σε μεγάλα και πυκνοδομημένα αστικά κέντρα, η ανάγκη για

επαφή με την φύση αυξάνει και θα πρέπει ο συγκεκριμένος ειδικός,

εκμεταλλευόμενος τα φυσικά χαρακτηριστικά (γεωμορφολογία, μικροκλίμα, οδικούς

άξονες και άλλα στοιχεία που μπορούν να επηρεάσουν την περιοχή μελέτης), να

δημιουργήσει όχι απλά πράσινους χώρους αλλά νέους, καλαίσθητους, υψηλής

αισθητικής και αξίας, εναρμονισμένους στο τρόπο και ρυθμό ζωής μας. Τέλος, ο

συγκεκριμένος επαγγελματίας είναι υποχρεωμένος να φροντίζει για τη συντήρηση

των μηχανημάτων και εργαλείων που χρησιμοποιεί για τις ανθοκηπευτικές

καλλιέργειες και να συνεργάζεται με εξειδικευμένους επιστήμονες (γεωπόνους,

τεχνολόγους φυτικής παραγωγής, αρχιτέκτονες τοπίου κ.ά.) για την αισθητική

αναβάθμιση του τοπίου και τη διευκόλυνση του έργου του.

111

15. Υπεύθυνος Παρακολούθησης Υδάτινων Αποδεκτών και Ποιότητας

Πόσιμου Νερού

Αντικείμενο της εργασίας του είναι ο σχεδιασμός, η υλοποίηση και η παρακολούθηση

υδραυλικών έργων σε συνδυασμό με τη λήψη των απαραίτητων μέτρων την ποιοτική

κατάσταση του πόσιμου νερού καθώς και για την προστασία του περιβάλλοντος.

Ειδικότερα, ασχολείται με τη μηχανική μελέτη του χώρου όπου προβλέπεται να

κατασκευαστεί ένα υδραυλικό έργο, συντάσσει τεχνικές εκθέσεις και ασχολείται με

όλες τις διαδικασίες για την επιτυχή ολοκλήρωση του έργου, σύμφωνα με τα

πρότυπα και τις προδιαγραφές ασφαλείας. Είναι δυνατόν να αναλαμβάνει τη

διεκπεραίωση διάφορων υδραυλικών έργων, όπως η κατασκευή υδρευτικών

εγκαταστάσεων και αποχετευτικών συστημάτων (με αγωγούς υπό πίεση και

αντλιοστάσια), λαμβάνοντας υπόψη τις παροχετευτικές απαιτήσεις των οικιστικών

μονάδων, καθώς και των αγροτικών ή κτηνοτροφικών αναγκών. Μελετά τους κύριους

τύπους υδροφόρων υδάτων, σχεδιάζει τα συστήματα υδροληψίας με βάση τη

διαθεσιμότητα των επιφανειακών ή υπόγειων υδάτινων πόρων, υπολογίζει τις ανάγκες

για τη δημιουργία συστημάτων αποθήκευσης και μεταφοράς υδάτινων πόρων,

προβλέπει την εγκατάσταση μονάδων καθαρισμού και βελτίωσης της ποιότητας του

νερού, ενώ προβαίνει και στην οικονομική ανάλυση ολόκληρου του συστήματος

διαχείρισης των τεχνικών έργων. Παράλληλα, στις αρμοδιότητές του εντάσσεται ο

σχεδιασμός περιβαλλοντικών μελετών για την πρόληψη ή την αποκατάσταση της

ρύπανσης των υδάτων από σημειακές και επιφανειακές πηγές ρύπανσης αξιοποιώντας

επιστημονικές θεωρίες και πραγματοποιώντας μετρήσεις για τον υπολογισμό της

αραίωσης των ρύπων και της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης από τη διάθεση λυμάτων

σε ποτάμια, σε λίμνες και στη θάλασσα μέσω υποβρύχιων αγωγών και διαχυτήρων.

Επίσης, ασχολείται με την Υδραυλική της ρύπανσης κυρίως του υπόγειου υδροφόρου

ορίζοντα, με έμφαση στη ρύπανση του υπόγειου εδάφους από παλαιές χωματερές και

μέτρα αποκατάστασης. Έργο του αποτελεί η άντληση, η επεξεργασία, και η

απομάκρυνση πτητικών με υποπίεση, η πλύση του εδάφους, η εκχύλιση με διαλύτες,

η θερμική εκρόφηση, η χημική αφαλογόνωση, η βιοεξυγίανση, καθώς και η εφαρμογή

112

κι άλλων σύγχρονων τεχνολογιών εξυγίανσης εδαφών και υπόγειων υδάτων από

επικίνδυνα απόβλητα.

16. Ειδικός στην Περιβαλλοντική Πιστοποίηση

Ο Ειδικός περιβαλλοντικής πιστοποίησης μπορεί να λειτουργήσει ως ελεύθερος

επαγγελματίας (σύμβουλός) ή ως μισθωτός σε επιχείρηση και έχει αποστολή την

αξιολόγηση σκοπιμότητας και εφικτότητας για την απόκτηση συγκεκριμένης

πιστοποίησης (π.χ. Οικολογικό σήμα-Eco Label, EMAS, ISO κλπ) για συγκεκριμένη

επιχείρηση ή συγκεκριμένο προϊόν. Το κοινοτικό σύστημα απονομής πιστοποίησης

αποβλέπει στην τήρηση όρων και προτύπων περιβαλλοντικά παραδεκτών καθώς και

στην προαγωγή των προϊόντων τα οποία έχουν περιορισμένες επιπτώσεις στο

περιβάλλον σε σχέση με άλλα προϊόντα της αυτής κατηγορίας. Στόχος επίσης είναι η

δημοσιοποίηση επακριβών και επιστημονικώς διασταυρωμένων πληροφοριών και

συμβουλών σε ό,τι αφορά διαδικασίες και προϊόντα, προς όφελος του καταναλωτικού

κοινού. Ο Ειδικός περιβαλλοντικής πιστοποίησης πρέπει επίσης να είναι σε θέση να

αναλύει:

τις προοπτικές διείσδυσης του προϊόντος στην αγορά

την εφικτότητα να πραγματοποιηθούν οι δέουσες τεχνικές και οικονομικές

προσαρμογές

τις δυνατότητες βελτίωσης του περιβάλλοντος. και συμβολής στην αειφορία

17. Οικονομολόγος του Περιβάλλοντος

Η ειδικότητα αυτή αναλύει την οικονομική πλευρά διαφόρων περιβαλλοντικών

δράσεων που μπορεί να περιλαμβάνουν έργα αντιρρύπανσης και περιβαλλοντική

προστασίας ή ακόμη επενδυτικά έργα με δεδομένες περιβαλλοντικές επιπτώσεις που

χρειάζονται άμεση αποκατάσταση (π.χ. εκχερσώσεις και αναδάσωση κλπ). Στο

αντικείμενο του Οικονομολόγου Περιβάλλοντος εμπίπτουν και τα ζητήματα της

113

«Πράσινης Ανάπτυξης» τα οποία χρήζουν εκάστοτε οικονομικής ανάλυσης, σε σχέση

με τις λοιπές τεχνικές, οικονομικές και κοινωνικές παραμέτρους. Ειδικότερα, ο

Οικονομολόγος Περιβάλλοντος σχεδιάζει και αναλύει λαμβάνοντας υπόψη την

προστασία του περιβάλλοντος και τη βιωσιμότητα. Εξετάζει και υποδεικνύει τις

δυνατότητας ανάπτυξης των παραγωγικών δομών της οικονομίας παράλληλα με τη

δημιουργία υποδομών για μία ευαίσθητη στάση απέναντι στο φυσικό περιβάλλον και

στα οικολογικά προβλήματα (όπως ορίζουν παραδοσιακές επιστήμες σαν τη

γεωγραφία). Μέσα στο πλαίσιο της ενασχόλησης της ανωτέρω ειδικότητας είναι και η

μελέτη των επιπτώσεων του μακροπρόθεσμου αποτελέσματος της περιβαλλοντικής

υποβάθμισης καθώς και η εκτίμηση των δυνατοτήτων του κατά περίπτωση του

οικοσυστήματος να υποστηρίξει τις αξιολογούμενες δραστηριότητες χωρίς την

εμφάνιση πρόσκαιρων ή μόνιμων περιβαλλοντικών προβλημάτων.

18. Αναλυτής Εμπορίας Εκπομπών Άνθρακα

Είναι καινοφανής ειδικότητα και ασχολείται με το διεθνές εμπόριο εκπομπών αερίων

θερμοκηπίου. Η εν λόγω ειδικότητα απαιτεί γνώσεις, εμπειρία και κυρίως, στενή

παρακολούθηση του θεσμικού πλαισίου και των κανονιστικών αποφάσεων που

λαμβάνονται και τίθενται σε ισχύ. Πρέπει να έχει τις δυνατότητες καταγραφής και

παρακολούθησης των κυριότερων ρυπογόνων μονάδων (κυρίως από τον βιομηχανικό

χώρο). Επίσης, πρέπει να διαθέτει εικόνα της πορείας επιχειρήσεων ομοειδών

κλάδων με αυτούς που παρακολουθεί για την περίπτωση αγοραπωλησίας

δικαιωμάτων. Τέλος, πρέπει να έχει μεγάλη εξοικείωση με τις διαδικτυακές

ηλεκτρονικές εφαρμογές, δεδομένου ότι το σύστημα εμπορίας ρύπων βασίζεται σε

αυτές τις τεχνολογίες.

19. Τεχνολόγος Περιβάλλοντος και Οικολογίας

Ο τεχνολόγος οικολογίας και περιβάλλοντος ασχολείται με τις σχέσεις, τις

αλληλεπιδράσεις και τις ισορροπίες ανάμεσα στους ζωντανούς οργανισμούς και το

περιβάλλον. Το αντικείμενό του είναι η ορθή διαχείριση και προστασία του

περιβάλλοντος και ειδικότερα η μελέτη, έρευνα, διοίκηση, διαχείριση και εφαρμογή

114

προγραμμάτων έργων, πολιτικών και σχεδίων σε ό,τι αφορά την προστασία και

διατήρηση των οικοσυστημάτων, την ορθή λειτουργία μονάδων αντιρρύπανσης και

την εφαρμογή καθαρών τεχνολογιών. Επίσης, ασχολείται με θέματα περιβαλλοντικής

μηχανικής, δηλαδή με την εφαρμογή επιστημονικών μεθόδων και τεχνικών

προσδιορισμού, μέτρησης, παρακολούθησης και αντιμετώπισης της ανθρώπινης

παρέμβασης στο φυσικό περιβάλλον, καθώς και με τη μελέτη και εφαρμογή

επιστημονικών αποτελεσματικών μεθόδων πρόληψης, προστασίας και ποιοτικής

διαχείρισης των φυσικών πόρων αλλά και με την αξιολόγηση και τον έλεγχο της

εφαρμογής των διεθνών κανόνων και προτύπων στο πεδίο του.

20. Βιομηχανικός Οικολόγος-Σύμβουλος Βιομηχανικής Συμβίωσης

Ειδικότερη περίπτωση οικολογικής ανάλυσης αποτελεί το πεδίο βιομηχανικής

δραστηριότητας με επιδράσεις άμεσες και ορατές (π.χ. η εκπομπή αερίων ρύπων) ή

μακροχρόνιες και αδιόρατες (όπως η ρύπανση του υδροφόρου ορίζοντα, εδαφών,

γενετικές αλλοιώσεις σε οργανισμούς, χρόνιες παθήσεις εργαζομένων και

παρακείμενων πληθυσμών κλπ). Κατά συνέπεια, η εν λόγω ειδικότητα πρέπει να

εξυπηρετείται από επιστημονικό προσωπικό με αντικείμενο τη μελέτη, έρευνα,

διαχείριση και εφαρμογή του σχεδιασμού για προστασία και διατήρηση των

οικοσυστημάτων, την ορθή λειτουργία μονάδων αντιρρύπανσης και την εφαρμογή

καθαρών τεχνολογιών και πρωτίστως τη διαφύλαξη της ανθρώπινης υγείας και

ασφάλειας (σε συνεργασία με το μηχανικό υγιεινής και ασφάλειας).

Σημαντικός καινοφανής τομέας που μπορεί να καλύψει και ο βιομηχανικός οικολόγος

είναι αυτός της «Βιομηχανικής Συμβίωσης». Απαιτούνται βασικές γνώσεις λειτουργιών

της βιομηχανικής δραστηριότητας με έμφαση στα απόβλητα και τις πρώτες ύλες

επιχειρήσεις που βρίσκονται εγκατεστημένες σε χώρους υποδοχής ή σε μικρές

αποστάσεις μεταξύ τους. Η αρχή της «Βιομηχανικής Συμβίωσης» είναι να

αξιοποιούνται τα απόβλητα της μιας βιομηχανικής δραστηριότητας ως πρώτη ύλης

άλλης (με καθόλου ή με μικρή προκατεργασία) οπότε προκύπτει αμοιβαίο όφελος. Ο

σύμβουλος Βιομηχανικής Συμβίωσης πρέπει να μπορεί να καταγράψει, να αναλύσει

και αξιολογήσει οικονομοτεχνικά αυτές τις δυνατότητες.

115

Ακολουθούν ορισμένες ειδικότητες που μπορούν να καλυφθούν από προσωπικό με

μορφωτικό επίπεδο υποχρεωτικής εκπαίδευσης, οποίες ωστόσο απαιτούν

οπωσδήποτε επιμορφωτικές διαδικασίες που θα πρέπει να προηγούνται της

απασχόλησης ή και να παρέχονται μέσω της εργασίας στην πράξη.

o Χειριστές εγκαταστάσεων διαχείρισης αποβλήτων και απορριμμάτων

o Χειριστές εγκαταστάσεων ανακύκλωσης υλικών

o Χειριστές αποτεφρωτήρα

o Εργάτες στην ανακύκλωση, στην ανάκτηση και επαναχρησιμοποίηση των

απορριμμάτων

o Εργάτες απομάκρυνσης επικίνδυνων υλικών

116

ΒΑΣΙΚΆ ΕΠΑΓΓΈΛΜΑΤΑ – ΕΙΔΙΚΌΤΗΤΕΣ Τα επαγγέλματα – ειδικότητες του τομέα του Περιβάλλοντος, για τα οποία αναμένονται μεταβολές στις απαιτούμενες γνώσεις – δεξιότητες κατά την επόμενη δεκαετία, με βάση το επικρατέστερο σενάριο εξέλιξης του τομέα, είναι τα ακόλουθα: α/α ΒΑΣΙΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ -

ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΕΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

1 Μηχανικός Περιβάλλοντος

Έχει ως αντικείμενο την παρακολούθηση, μέτρηση, αξιολόγηση και αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργεί η ανθρώπινη παρέμβαση στο περιβάλλον. Ασχολείται κυρίως με το σχεδιασμό και την εφαρμογή προγραμμάτων για την προστασία, ανάπτυξη και διαχείριση του περιβάλλοντος, την εκπόνηση ή τον έλεγχο προγραμμάτων διαχείρισης φυσικών ή ανθρωπογενών περιβαλλοντικών συστημάτων και τη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων τεχνικών έργων ή άλλων δραστηριοτήτων με βάση την ισχύουσα νομοθεσία.

2 Μηχανικός Απορρύπανσης

Ο Μηχανικός Απορρύπανσης διαθέτει γνώσεις και δεξιότητες, ώστε να είναι σε θέση να αναγνωρίσει, να αποφύγει ή και να περιορίσει τις επιπτώσεις που επιφέρουν τα περιβαλλοντικά προβλήματα. Ειδικότερα, οργανώνει, επιβλέπει, διεξάγει, επεξεργάζεται και αξιολογεί μετρήσεις. Ταυτόχρονα εγκαθιστά και συντηρεί όργανα, συσκευές και συστήματα σε εγκαταστάσεις απορρύπανσης, μελετά τη βελτιστοποίηση μεθόδων ,διενεργεί εκτιμήσεις καθώς και σχετικές πραγματογνωμοσύνες.

3 Περιβαλλοντικοί Μελετητές

Είναι επιφορτισμένος με τον σχεδιασμό και τον συντονισμό κατάρτισης μελετών για το Περιβάλλον και ειδικότερα των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) καθώς και των Στρατηγικών Μελετών Περιβαλλοντικής Εκτίμησης (ΣΜΠΕ). Αντικείμενό του είναι επίσης και ο εντοπισμός και η ανάλυση ευρύτερων περιβαλλοντικών προβλημάτων ώστε να οδηγηθεί στην πρόληψη και την αποκατάσταση.

4 Ειδικός Περιβαλλοντικής Προστασίας-Επιθεωρητής

Έχει ως αποστολή του τη συστηματική παρακολούθηση του περιβάλλοντος και την εξεύρεση τρόπων βελτίωσής του, δηλαδή επιβλέπει την περιβαλλοντική ανάπτυξη και προστασία. Παράλληλα διεξάγει επιθεωρήσεις για

117

εντοπισμό τυχόν περιβαλλοντικών προβλημάτων ενώ προτείνει τρόπους και μεθόδους πιθανής επίλυσης των προβλημάτων αυτών. Σε περιπτώσεις καταχρηστικών ή παράνομων ανθρώπινων επεμβάσεων στο περιβάλλον, δύναται να συντάσσει εμπεριστατωμένες μελέτες και εκθέσεις για την εφαρμογή της κείμενης νομοθεσίας.

5 Ειδικός Περιβαλλοντικής Αποκατάστασης.

Περιλαμβάνει επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων, κυρίως μηχανικούς, όταν η περιβαλλοντική αποκατάσταση συνεπάγεται μεγάλα και σύνθετα έργα. Απαιτείται η δυνατότητα καταγραφής και ανάλυσης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που έχουν ήδη επισυμβεί, η εκτίμηση περιβαλλοντικών κινδύνων που δεν είναι εμφανείς, η πρόταση οικονομοτεχνικά εφικτών λύσεων και η επιλογή της επικρατέστερης με κριτήρια θεσμικά, κοινωνικά κλπ.

6 Κοινωνιολόγος - Ειδικός στην Περιβαλλοντική Διαβούλευση

Αντικείμενό του είναι η μελέτη των σχέσεων του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος με την κοινωνία, δηλαδή εξετάζει τη σχέση αλληλεπίδρασης μεταξύ κοινωνίας και περιβάλλοντος ενώ παράλληλα διερευνά τις σχετικές ατομικές και κοινωνικές συμπεριφορές. Ιδιαίτερο αντικείμενο αρμοδιότητας του αποτελεί επίσης η τεκμηριωμένη προβολή της σκοπιμότητας όσο αφορά την κατασκευή έργων (π.χ. ΧΥΤΑ, ιδιωτικά έργα κλπ) στις τοπικές κοινωνίες με τη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ περιβαλλοντικής συνείδησης και περιβαλλοντικής συμπεριφοράς.

7 Δικηγόρος Περιβαλλοντικής Νομοθεσίας

Αντικείμενο της εργασίας του είναι η προστασία του περιβάλλοντος τόσο από πλευράς συνταγματικού όσο και διοικητικού δικαίου. Παράλληλα, εκπροσωπεί και υπερασπίζεται φορείς και αποδέκτες των δικαιωμάτων επί του περιβάλλοντος, αναλαμβάνει την επίλυση διαφορών, συνεργάζεται με μελετητές περιβάλλοντος και λειτουργεί ως σύμβουλος της περιβαλλοντικής νομιμότητας.

8 Τεχνικός Ελέγχου Ρύπανσης και Εγκαταστάσεων Αντιρρύπανσης

Είναι επιφορτισμένος με την συνεχή παρακολούθηση της καλής λειτουργίας και συντήρησης του εξοπλισμού σχετικών εγκαταστάσεων, τη διεξαγωγή και αξιολόγηση

118

μετρήσεων και την πιστοποίηση της συμμόρφωση των εγκαταστάσεων και των λειτουργιών σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

9 Εγκαταστάτης Αντιρρυπαντικών Συστημάτων

Πρέπει να έχει γνώσεις των τεχνικών χαρακτηριστικών των κοινόχρηστων αντιρρυπαντικών συστημάτων και ειδικότερα της λειτουργίας και της συντήρησής τους, καθώς επίσης και των δυνατοτήτων ανταπόκρισής τους στις παρούσες και μελλοντικές ανάγκες μιας δραστηριότητας. Ζητείται, επίσης, η δυνατότητα να εντοπίζει και να αναλύει πιθανές αλληλεπιδράσεις της λειτουργίας των εγκαθιστάμενων συστημάτων με γειτονικές οχλήσεις.

10 Τεχνικός Συντήρησης Βιολογικών Καθαρισμών

Πρέπει να είναι σε θέση να μελετά και να πιστοποιεί την καλή λειτουργία των Κέντρων Επεξεργασίας Λυμάτων (ΚΕΛ), να εντοπίζει σημεία πλημμελούς λειτουργίας, να προτείνει παρεμβάσεις για την αποκατάσταση της λειτουργικότητας, να λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα προληπτικής συντήρησης και να μελετά τις δυνατότητες αναβάθμισης εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού

11 Τεχνικός Ανακύκλωσης Υλικών

Έχει ως αντικείμενο το σχεδιασμό και την παρακολούθηση της συλλογής, μεταφοράς, μεταφόρτωσης ανακυκλώσιμων αποβλήτων καθώς και το σχεδιασμό και προώθηση προαπαιτούμενων δράσεων, όπως η διαλογή στην πηγή, η οργάνωση συστημάτων εναλλακτικής διαχείρισης κλπ. Κυριότερο καθήκον του είναι η ανακύκλωση και η επαναχρησιμοποίηση των υλικών.

12 Τεχνικός Διαχείρισης και Ανακύκλωσης Ειδικών Αποβλήτων (βιομηχανικά κλπ.)

Οργανώνει, συντονίζει και επιβλέπει τις διαδικασίες ασφαλούς διάθεσης ειδικών αποβλήτων, όπως είναι τα βιομηχανικά, νοσοκομειακά κλπ. Αναγκαίο είναι να διαθέτει δεξιότητες για να αξιοποιεί τεχνολογίες επεξεργασίας και απορρύπανσης αερίων και υγρών βιομηχανικών λυμάτων, εξυγίανσης ρυπασμένων εδαφών και απομόνωσης των αποβλήτων με την ταφή τους σε στεγανοποιημένους χώρους ή ενθυλάκωσης / καθήλωσης αποβλήτων σε στερεοποιημένες μήτρες.

13 Τεχνικός Ελέγχου Μόλυνσης Εδαφών

Έργο του είναι η παρατήρηση, η μέτρηση, η αξιολόγηση και η αντιμετώπιση των προβλημάτων που παρουσιάζει το έδαφος. Ως κύρια παράλληλη ενασχόληση έχει το σχεδιασμό και την εφαρμογή προγραμμάτων επεξεργασίας των εδαφών για την προστασία, την ανάπτυξη και τη διαχείρισή τους από ραδιενεργά απόβλητα, βιομηχανικά

119

λύματα, τοξικές και άλλες χημικές ουσίες.

14 Τεχνικός Έργων Τοπίου και Περιβάλλοντος

Η αποστολή του αφορά αποκαταστάσεις αλλά και αναπλάσεις, αστικού κυρίως χαρακτήρα, όπως πλατειών, πάρκων, κήπων και λοιπών χώρων αναψυχής και πρασίνου, καθώς και του περιβάλλοντος χώρου διαφόρων κτηρίων.

15 Υπεύθυνος Παρακολούθησης Υδάτινων Αποδεκτών και Ποιότητας Πόσιμου Νερού

Αντικείμενο της εργασίας του είναι ο σχεδιασμός, η εκτέλεση και η παρακολούθηση της λειτουργίας υδραυλικών έργων σε συνδυασμό με τη λήψη των απαραίτητων μέτρων για την ποιοτική κατάσταση του πόσιμου νερού καθώς και για την προστασία του περιβάλλοντος. Ειδικότερα, συντάσσει μηχανικές μελέτες, τεχνικές εκθέσεις και παρακολουθεί τα έργα σύμφωνα με τα πρότυπα και τις προδιαγραφές ασφαλείας.

16 Ειδικός στην Περιβαλλοντική Πιστοποίηση

Βασικό έργο του είναι να αναλύει τις προοπτικές διείσδυσης προϊόντων στην αγορά, την εφικτότητα να πραγματοποιηθούν οι δέουσες τεχνικές και οικονομικές προσαρμογές, τις δυνατότητες βελτίωσης του περιβάλλοντος και συμβολής στην αειφορία. Παράλληλα, οφείλει να γνωρίζει την νομοθεσία και τις σχετικές διαδικασίες υποβολής και αξιολόγησης των αιτήσεων για απονομή περιβαλλοντικών σημάτων και πιστοποιήσεων.

17 Οικονομολόγος του Περιβάλλοντος

Αναλύει την οικονομική πλευρά περιβαλλοντικών δράσεων, π.χ. έργων αντιρρύπανσης και περιβαλλοντική προστασίας ή ακόμη επενδυτικών έργων. Στις αρμοδιότητεςτου εμπίπτουν επίσης ζητήματα της «Πράσινης Ανάπτυξης» τα οποία χρήζουν ενίοτε οικονομικής ανάλυσης, σε σχέση με τις λοιπές τεχνικές, οικονομικές και κοινωνικές παραμέτρους.

18 Αναλυτής Εμπορίας Εκπομπών Άνθρακα

Ασχολείται με το διεθνές εμπόριο εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και πρέπει να διαθέτει γνώσεις, εμπειρία και, κυρίως, παρακολουθεί συνεχώς το θεσμικό πλαίσιο και τις σχετικές κοινοτικές αποφάσεις. Πρέπει να έχει δυνατότητες καταγραφής και παρακολούθησης των κυριότερων ρυπογόνων μονάδων καθώς των επιχειρήσεων ομοειδών κλάδων για επιτυχείς αγοραπωλησίες δικαιωμάτων

19 Τεχνολόγος Περιβάλλοντος και Οικολογίας

Ασχολείται με τις σχέσεις, τις αλληλεπιδράσεις και τις ισορροπίες ανάμεσα στους ζωντανούς οργανισμούς και το περιβάλλον, δηλαδή με την ορθή διαχείριση και προστασία του περιβάλλοντος και ειδικότερα τη μελέτη, την έρευνα, τη διοίκηση, τη διαχείριση και εφαρμογή προγραμμάτων, έργων, πολιτικών και σχεδίων σε ό,τι αφορά την προστασία και διατήρηση των οικοσυστημάτων, την ορθή λειτουργία μονάδων αντιρρύπανσης και την εφαρμογή

120

καθαρών τεχνολογιών.

20 Βιομηχανικός Οικολόγος-Σύμβουλος Βιομηχανικής Συμβίωσης

Έχει ως αντικείμενο του τη μελέτη, έρευνα, διαχείριση και εφαρμογή του σχεδιασμού για προστασία και διατήρηση των οικοσυστημάτων, την ορθή λειτουργία μονάδων αντιρρύπανσης, την εφαρμογή καθαρών τεχνολογιώνκαι πρωτίστως τη διαφύλαξη της ανθρώπινης υγείας και ασφάλειας (σε συνεργασία με το μηχανικό υγιεινής και ασφάλειας). Για τη «Βιομηχανική Συμβίωση» απαιτούνται βασικές λειτουργικές με έμφαση στα απόβλητα και τις πρώτες ύλες βιομηχανιών σε χώρους υποδοχής.

21 Επαγγέλματα εφαρμογών στον τομέα του Περιβάλλοντος

Χειριστές εγκαταστάσεων διαχείρισης αποβλήτων και απορριμμάτων

Χειριστές εγκαταστάσεων ανακύκλωσης υλικών Χειριστές αποτεφρωτήρα Εργάτες στην ανακύκλωση, στην ανάκτηση και

επαναχρησιμοποίηση των απορριμμάτων

Επισημαίνεται ότι, στο πλαίσιο του Μηχανισμού Παραγωγής Πληροφόρησης σε θέματα τεχνολογικών τάσεων, αγορών εργασίας, επαγγελμάτων και ειδικοτήτων έμφαση δίνεται στα κύρια (τεχνικά) επαγγέλματα του τομέα του Περιβάλλοντος και όχι σε επαγγέλματα που σχετίζονται με τις επιχειρησιακές λειτουργίες της χρηματοοικονομικής διαχείρισης, της διοικητικής υποστήριξης, της διαχείρισης προϊόντων (αποθήκευση, διανομή), της προώθησης προϊόντων και των πωλήσεων που καλύπτουν οριζόντια το σύνολο σχεδόν των τομέων οικονομικής δραστηριότητας.

121

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ Ε-432

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

1.

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤ

ΙΚΗ

ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ

1.

Νόμος

1650/1986

(ΦΕΚ 160Α/18-

10-1986)

Για την προστασία του περιβάλλοντος

2.

Νόμος

2947/2001

(ΦΕΚ 228Α/9-

10-2001)

Θέματα Ολυμπιακής Φιλοξενίας, Έργων Ολυμπιακής

Υποδομής και άλλες διατάξεις.

Άρθρο 9: Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών

Περιβάλλοντος (Ε.Υ.Ε.Π.)

3.

Νόμος

2242/1994

(ΦΕΚ 162Α/3-

10-1994)

Πολεοδόμηση περιοχών δεύτερης κατοικίας σε

Ζώνες Οικιστικού Ελέγχου, προστασία φυσικού

δομημένου περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις

4.

Νόμος

3010/2002

(ΦΕΚ 91 Α/25-4-

2002)

Εναρμόνιση του Ν. 1650/1986 με τις Οδηγίες

97/11/Ε.Ε. και 96/61 Ε.Ε., διαδικασία οριοθέτησης

και ρυθμίσεις θεμάτων για τα υδατορέματα και άλλες

διατάξεις

5.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

25535/3281/20

02 (ΦΕΚ

1463Β/20-11-

2002)

Έγκριση περιβαλλοντικών όρων από τον Γενικό

Γραμματέα της Περιφέρειας των έργων και

δραστηριοτήτων που κατατάσσονται στην

υποκατηγορία 2 της Α' κατηγορίας σύμφωνα με την

υπ'αρ. ΗΠ 15393/2332/2002 ΚΥΑ «Κατάταξη

δημοσίων και ιδιωτικών έργων σε κατηγορίες κλπ (Β'

1022)

122

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

6.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

15393/2332/20

02 (ΦΕΚ

1022Β/5-8-

2002)

Κατάταξη δημοσίων και ιδιωτικών έργων και

δραστηριοτήτων σε κατηγορίες σύμφωνα με το

άρθρο 3 του Ν.1650/1986 όπως αντικαταστάθηκε

με το άρθρο 1 του Ν. 3010/2002 «Εναρμόνιση του

Ν. 1650/86 με τις Οδηγίες 97/11/ΕΕ και

96/61/ΕΕκ.α. (Α'91)

7.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

11014/703/Φ10

4/2003 (ΦΕΚ

332Β/20-3-

2003)

∆ιαδικασία Προκαταρκτικής Περιβαλλοντικής

Εκτίμησης και Αξιολόγησης (Π.Π.Ε.Α.) και Έγκρισης

Περιβαλλοντικών Όρων (Ε.Π.Ο.) σύμφωνα με το

άρθρο 4 του 1650/1986 (Α' 160) όπως

αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του Ν.3010/2002

«Εναρμόνιση του Ν. 1650/1986 με τις Οδηγίες

97/11/ΕΕ και96/61/ΕΕ και άλλες διατάξεις» (Α' 91)

8.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

1726/2003

(ΦΕΚ 552Β/ 8-

5-2003)

∆ιαδικασία προκαταρκτικής περιβαλλοντικής

εκτίμησης και αξιολόγησης, έγκρισης

περιβαλλοντικών όρων, καθώς και έγκρισης

επέμβασης ή παραχώρησης δάσους ή δασικής

έκτασης στα πλαίσια της έκδοσης άδειας

εγκατάστασης σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από

Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

9.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

37111/2021/20

03 (ΦΕΚ 1391

Β/29-9-2003)

Καθορισμός τρόπου ενημέρωσης και συμμετοχής

του κοινού κατά την διαδικασία έγκρισης

περιβαλλοντικών όρων των έργων και

δραστηριοτήτων σύμφωνα με την παράγραφο 2 του

άρθρου 5 του Ν. 1650/1986 όπως αντικαταστάθηκε

με τις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 3 του Ν.

3010/2002

123

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

10.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

13727/724/200

3 (ΦΕΚ

1087Β/5-8-

2003)

Αντιστοίχηση των κατηγοριών των βιομηχανικών και

βιοτεχνικών δραστηριοτήτων με τους βαθμούς

όχλησης που αναφέρονται στα πολεοδομικά

διατάγματα

11.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

69269/5387/19

90 (ΦΕΚ

678Β/25-10-

1990)

Κατάταξη έργων και δραστηριοτήτων σε κατηγορίες,

περιεχόμενο Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων

(Μ.Π.Ε.),καθορισμός περιεχομένου ειδικών

περιβαλλοντικών μελετών (Ε.Π.Μ) και λοιπές

συναφείς διατάξεις, σύμφωνα με το Ν.1650/1986

12.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

1661/1994

(ΦΕΚ 786Β/20-

10-1994)

Τροποποίηση και συμπλήρωση των διατάξεων της

υπ' αρ. 69269/5387 Κοινής Απόφασης Υπουργών

Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ∆ημοσίων Έργων και

Τουρισμού

13. ......

Προεδρικό

Διάταγμα

256/1998 (ΦΕΚ

190Α/12-8-

1998)

Συμπλήρωση των διατάξεων του Π.∆. 541/1978 (Α'

116) «Περί κατηγοριών μελετών»

124

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

14.

Εγκύκλιος οικ.

122343/19-1-

2004

(ΥΠΕΧΩΔΕ)

∆ιευκρινίσεις σχετικά με θέματα ορισμού, κατάταξης

και διαδικασιών κατά την περιβαλλοντική

αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων, σύμφωνα

με τις διατάξεις του Ν. 1650/1986, όπως

τροποποιήθηκε από το Ν.3010/2002

15.

Εγκύκλιος οικ.

117266/27-5-

2003

(ΥΠΕΧΩΔΕ)

Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 12 παρ. 3 της

ΚΥΑ Η.Π 11014/703/Φ/104/ΦΕΚ332/Β/2003 όσον

αφορά την υποχρέωση ενημέρωσης των αρμοδίων

αρχών για τις απορρίψεις ρύπανσης (εκπομπών και

αποβλήτων) από τις δραστηριότητες του

παραρτήματος II του άρθρου 5 της υπ' αριθμ. Η.Π

15393/2332/2002 ΚΥΑ (Β' 1022)

16.

Εγκύκλιος οικ.

122859/2-2-

2004

(ΥΠΕΧΩΔΕ)

Περιεχόμενο φακέλου για την εφαρμογή του άρθρου

13 της ΚΥΑ Η.Π. 11014/703/14.3.03 (ΦΕΚ

332Β/2003)

17. ......

Εγκύκλιος οικ.

130884/26-2-

2004

(ΥΠΕΧΩΔΕ)

∆ιευκρινίσεις σχετικά με τον Πίνακα 9 της ΚΥΑ

15393/2332/02 (Βιομηχανικές Εγκαταστάσεις)

ΙΙ.

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ

ΚΑΙ

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

ΤΩΝ ΥΔΑΤΩΝ

18.

Νόμος

1739/1987

(ΦΕΚ 201 Α/20-

11 -1987)

Διαχείριση των υδατικών πόρων και άλλες

διατάξεις

19.

Νόμος

3199/2003

(ΦΕΚ 280Α/9-

12-2003)

Προστασία και διαχείριση των υδάτων - Εναρμόνιση

με την Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού

Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 23ης Οκτωβρίου

2000

125

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

20.

Προεδρικό

Διάταγμα

256/1989 (ΦΕΚ

121 Α/11-5-

1989)

Άδεια χρήσης νερού

21.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

Φ16/6631/1989

(ΦΕΚ 428Β/2-6-

1989)

Προσδιορισμός κατώτατων και ανώτατων ορίων των

αναγκαίων ποσοτήτων για την ορθολογική χρήση

νερού στην άρδευση

22.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

Φ16/5813/1989

(ΦΕΚ 383Β/24-

5-1989)

Άδεια εκτέλεσης έργου, αξιοποίησης υδατικών

πόρων από νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, που

δεν περιλαμβάνονται στο δημόσιο τομέα και από

φυσικά πρόσωπα

23.

Προεδρικό

Διάταγμα

43/2002 (ΦΕΚ

43Α/7-3-2002)

Κατάταξη των κύριων ξενοδοχειακών καταλυμάτων

σε κατηγορίες με σύστημα αστέρων και τεχνικές

προδιαγραφές αυτών (ύδρευση)

24.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

Υ2/2600/2001

(ΦΕΚ 892Β/11-

7-2001)

«Ποιότητα του νερού ανθρώπινης κατανάλωσης», σε

συμμόρφωση προς την Οδηγία 98/83/ΕΚ του

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 3ης

Νοεμβρίου 1998

126

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

25.

Προεδρικό

Διάταγμα

55/1998 (ΦΕΚ

58Α/20-3-1998)

Προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος

26.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

5673/400/1997

(ΦΕΚ 192Β/14-

3-1997)

Μέτρα και όροι για την επεξεργασία αστικών λυμάτων

27.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

19661/1982/19

99 (ΦΕΚ

1811Β/29-9-

1999)

Τροποποίηση της 5673/400/1997 κοινής Υπουργικής

Απόφασης «Μέτρα και όροι για την επεξεργασία

αστικών λυμάτων» (Β' 192) - Κατάλογος

ευαίσθητων περιοχών για την διάθεση αστικών

λυμάτων σύμφωνα με το άρθρο 5 (παρ. 1) της

απόφασης αυτής

28.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

48392/939/200

2 (ΦΕΚ 405Β/3-

4-2002)

Συμπλήρωση της 19661/1982/1999 κοινής

υπουργικής απόφασης «Τροποποίηση της

5673/400/1997 κοινής υπουργικής απόφασης ...

κ.λ.π. (Β' 192). Κατάλογος ευαίσθητων περιοχών για

την διάθεση αστικών λυμάτων σύμφωνα με το

άρθρο 5 (παρ. 1) της απόφασης αυτής (Β' 1811) και

ειδικότερα του άρθρου 2 (παραγ. Β) αυτής

127

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

29.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

16190/1335/19

97 (ΦΕΚ

519Β/25-6-

1997)

Μέτρα και όροι για την προστασία των νερών από

την νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης

30.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

19652/1906/19

99 (ΦΕΚ

1575Β/5-8-

1999)

Προσδιορισμός των νερών που υφίστανται,

νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης - Κατάλογος

ευπρόσβλητων ζωνών, σύμφωνα με τις

παραγράφους1 και 2 αντίστοιχα του άρθρου 4 της

υπ' αριθμ. 16190/1335/1997 κοινής Υπουργικής

Απόφασης «Μέτρα και όροι για την προστασία των

νερών από την νιτρορύπανση γεωργικής

προέλευσης» (Β' 519). Τροποποίηση των άρθρων 3,

4, 5 και 8 της απόφασης αυτής

31.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

20419/2522/20

01 (ΦΕΚ

1212Β/18-9-

2001)

Συμπλήρωση της οικ. 19652/1906/1999 κοινής

Υπουργικής Απόφασης με θέμα «Προσδιορισμός των

νερών που υφίστανται νιτρορύπανση γεωργικής

προέλευσης - Κατάλογος ευπρόσβλητων ζωνών,

σύμφωνα με τις παραγράφους1 και 2 αντίστοιχα του

άρθρου 4 της υπ' αριθ. 16190/1335/1997 κοινής

Υπουργικής απόφασης (Β' 519) ... αυτής» (Β' 575)

128

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

32.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

46399/4352/19

86 (ΦΕΚ

438Β/3-7-1986)

Απαιτούμενη ποιότητα των επιφανειακών νερών που

προορίζονται για: «πόσιμα», «κολύμβηση»,

«διαβίωση ψαριών σε γλυκά νερά» και «καλλιέργεια

και αλιεία οστρακοειδών», μέθοδοι μέτρησης,

συχνότητα δειγματοληψίας και ανάλυση των

επιφανειακών νερών που προορίζονται για πόσιμα,

σε συμμόρφωση με τις οδηγίες του Συμβουλίου των

Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 75/440/ΕΟΚ, 76/160/ΕΟΚ,

78/659/ΕΟΚ, 79/923/ΕΟΚ και 79/869/ΕΟΚ

33.

Προεδρικό

Διάταγμα

1180/1981

(ΦΕΚ 293 Α/6-

10-1981)

Περί ρυθμίσεως θεμάτων αναγομένων εις τα της

ιδρύσεως και λειτουργίας βιομηχανιών, βιοτεχνιών,

πάσης φύσεως μηχανολογικών εγκαταστάσεων και

αποθηκών και της εκ τούτων διασφαλίσεως

περιβάλλοντος εν γένει

34.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση Ε1β.

221/1965 (ΦΕΚ

138Β/24-2-

1965)

Περί διαθέσεως λυμάτων και βιομηχανικών

αποβλήτων

ΙΙΙ.

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ

ΣΤΕΡΕΩΝ ΚΑΙ

ΑΛΛΩΝ

ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ

35.

Νόμος

2939/2001

(ΦΕΚ 179 Α/6-

8-2001)

Συσκευασίες και εναλλακτική διαχείριση των

συσκευασιών και άλλων προϊόντων - Ίδρυση Εθνικού

Οργανισμού εναλλακτικής ∆ιαχείρισης Συσκευασιών

και άλλων Προϊόντων (Ε.Ο.Ε.∆.Σ.Α.Π) και άλλες

διατάξεις

129

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

36.

Κοινή Υπουργική

Απόφαση

106453/2003

(ΦΕΚ 391 Β/4-

4-2003)

Έγκριση του συλλογικού συστήματος Εναλλακτικής

∆ιαχείρισης Συσκευασιών «Σ.Σ.Ε.∆. - ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ»

37.

Κοινή Υπουργική

Απόφαση

105857/2003

(ΦΕΚ 391 Β/4-

4-2003)

Έγκριση του συλλογικού συστήματος Εναλλακτικής

∆ιαχείρισης Συσκευασιών «ΚΕΝΤΡΟ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗΣ

∆ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ»

38.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

50910/2727/20

03 (ΦΕΚ

1909Β/22-12-

2003)

Μέτρα και Όροι για τη ∆ιαχείριση Στερεών

Αποβλήτων. Εθνικός και Περιφερειακός Σχεδιασμός

∆ιαχείρισης

39.

Εγκύκλιος

123067/10-2-

2004

(ΥΠΕΧΩΔΕ)

Περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων: Συλλογή -

Μεταφορά - Αποθήκευση Αποβλήτων και

Αποκατάσταση Χώρων Ανεξέλεγκτης ∆ιάθεσης

Απορριμμάτων

40.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

114218/1997

(ΦΕΚ

1016Β/17-11-

1997)

Κατάρτιση πλαισίου Προδιαγραφών και γενικών

προγραμμάτων

130

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

41.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

29407/3508/20

02 (ΦΕΚ

1572Β/16-12-

2002)

Μέτρα και όροι για την υγειονομική ταφή των

αποβλήτων

42.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

37591/2031/20

03 (ΦΕΚ

1419Β/1-10-

2003)

Μέτρα και όροι για την διαχείριση ιατρικών

αποβλήτων από υγειονομικές μονάδες

43.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

3418/07/2002

(ΦΕΚ 712Β/11-

6-2002)

Μέτρα και όροι για τις λιμενικές εγκαταστάσεις

παραλαβής αποβλήτων που παράγονται στα πλοία

και καταλοίπων φορτίων

44. .....

Προεδρικό

Διάταγμα

82/2004 (ΦΕΚ

712Β/11-6-

2002)

Αντικατάσταση ης 98012/2001/1996 ΚΥΑ

«Καθορισμός μέτρων και όρων για τη διαχείριση των

χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων» (Β΄40) «Μέτρα,

όροι και πρόγραμμα για την εναλλακτική διαχείριση

των Αποβλήτων Λιπαντικών Ελαίων»

45.

Προεδρικό

Διάταγμα

109/2004 (ΦΕΚ

75 Α/5-3-2004)

Μέτρα και όροι για την εναλλακτική διαχείριση των

μεταχειρισμένων ελαστικών των οχημάτων.

Πρόγραμμα για την εναλλακτική τους διαχείριση

131

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

46.

Προεδρικό

Διάταγμα

115/2004 (ΦΕΚ

80Α/5-3-2004)

Αντικατάσταση της 73537/1438/1995 κοινής

υπουργικής απόφασης «∆ιαχείριση των ηλεκτρικών

στηλών και συσσωρευτών που περιέχουν ορισμένες

επικίνδυνες ουσίες» (Β'781) και 19817/2000 κοινής

υπουργικής απόφασης «Τροποποίηση της

73537/1995 κοινής υπουργικής απόφασης κ.λ.π.»

(Β' 963). «Μέτρα, όροι και πρόγραμμα για την

εναλλακτική διαχείριση των χρησιμοποιημένων

Ηλεκτρικών Στηλών και Συσσωρευτών»

47.

Προεδρικό

Διάταγμα

116/2004 (ΦΕΚ

81 Α/5-3-2004)

Μέτρα, όροι και πρόγραμμα για την εναλλακτική

διαχείριση των οχημάτων στο τέλος του κύκλου

ζωής τους, των χρησιμοποιημένων ανταλλακτικών

τους και των απενεργοποιημένων καταλυτικών

μετατροπέων σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της

Οδηγίας 2000/53/ΕΚ «για τα οχήματα στο τέλος

του κύκλου ζωής τους» του Συμβουλίου της 18ης

Σεπτεμβρίου2000

48.

Προεδρικό

Διάταγμα

117/2004 (ΦΕΚ

82Α/5-3-2004)

Μέτρα, όροι και πρόγραμμα για την εναλλακτική

διαχείριση των αποβλήτων ειδών ηλεκτρικού και

ηλεκτρονικού εξοπλισμού, σε συμμόρφωση με τις

διατάξεις των Οδηγιών 2002/95 «σχετικά με τον

περιορισμό της χρήσης επικίνδυνων ουσιών σε είδη

ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού»

και2002/96 «σχετικά με τα απόβλητα ειδών ηλεκτρι-

κού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού» του Συμβουλίου

της 27ης Ιανουαρίου 2003»

132

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

49.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

80568/4225/19

91 (ΦΕΚ

641Β/7-8-1991)

Μέθοδοι, όροι και περιορισμοί για την

χρησιμοποίηση στη γεωργία της ιλύος που

προέρχεται από την επεξεργασία οικιακών και

αστικών λυμάτων

1.1.1.1 IV.

ΔΙΑΧΕΙ

ΡΙΣΗ

ΤΟΞΙΚ

ΩΝ –

ΕΠΙΚΙΝ

ΔΥΝΩΝ

ΑΠΟΒΛ

ΗΤΩΝ

50.

Κοινή Υπουργική

Απόφαση

19396/1546/19

97 (ΦΕΚ

604Β/18-7-

1997)

Μέτρα και όροι για τη διαχείριση επικινδύνων

αποβλήτων

1.1.1.2 51.

Κοινή Υπουργική

Απόφαση

2487/455/1999

(ΦΕΚ 196Β/8-3-

1999)

Μέτρα και όροι για την πρόληψη και τον περιορισμό

της ρύπανσης του περιβάλλοντος από την

αποτέφρωση επικίνδυνων αποβλήτων

1.1.1.3 52.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

7589/731/2000

(ΦΕΚ 514Β/11-

4-2000)

Καθορισμός μέτρων και όρων για τη διαχείριση των

πολυχλωροδιφαινυλίων και των

πολυχλωροτριφαινυλίων (ΡCΒ/ΡCΤ)

133

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

1.1.1.4 53.

Κοινή Υπουργική

Απόφαση

18083/1098Ε.10

3/2003 (ΦΕΚ

606Β/15-5-2003)

Σχέδια διάθεσης / απολύμανσης συσκευών που

περιέχουν ΡCΒ - Γενικές κατευθύνσεις για τη

συλλογή και μετέπειτα διάθεση συσκευών και

αποβλήτων με ΡCΒ, σύμφωνα με το άρθρο 7 της

κοινής υπουργικής απόφασης 7589/731/2000 (Β'

514)

1.1.1.5 54.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

4859/726/2001

(ΦΕΚ 253Β/9-3-

2001)

Μέτρα και περιορισμοί για την προστασία του

υδάτινου περιβάλλοντος από απορρίψεις και

ειδικότερα καθορισμός οριακών τιμών ορισμένων

επικίνδυνων ουσιών που υπάγονται στον Κατάλογο

II της οδηγίας 76/464/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 4ης

Μαίου 1976

1.1.1.6 55.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

18186/271/198

8 (ΦΕΚ 126Β/3-

3-1988)

Μέτρα και περιορισμοί για την προστασία του

υδάτινου περιβάλλοντος και ειδικότερα καθορισμός

οριακών τιμών των επικινδύνων ουσιών στα υγρά

απόβλητα

1.1.1.7 56.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

55648/2210/19

91 (ΦΕΚ

323Β/13-5-

1991)

Μέτρα και περιορισμοί για την προστασία του

υδάτινου περιβάλλοντος και ειδικότερα καθορισμός

οριακών τιμών των επικίνδυνων ουσιών στα υγρά

απόβλητα

134

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

1.1.1.8 57.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

90461/2193/19

94 (ΦΕΚ

843Β/11-11-

1994)

Συμπλήρωση του παραρτήματος του άρθρου 12 της

υπ' αριθ. 55648/2210/1991 Κοινής Υπουργικής

Απόφασης «Μέτρα και περιορισμοί για την

προστασία του υδάτινου περιβάλλοντος και

ειδικότερα καθορισμός οριακών τιμών των

επικίνδυνων ουσιών στα υγρά απόβλητα» (Β' 323)

1.1.1.9 58.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

72751/3054/19

85 (ΦΕΚ

665Β/1-11-

1985)

Τοξικά και επικίνδυνα απόβλητα και εξάλειψη

πολυχλωροδιαφαινυλίων και πολυχλωροτριφαινυλίων

σε συμμόρφωση προς τις οδηγίες 78/319/ΕΟΚκαι

76/403/ΕΟΚ των Συμβουλίων της 20-3-1978 και 6-4-

1976

1.1.1.10 59.

Κοινή Υπουργική

Απόφαση

26857/553/198

8 (ΦΕΚ 196Β/6-

4-1988)

Μέτρα και περιορισμοί για την προστασία των

υπόγειων νερών από απορρίψεις ορισμένων

επικίνδυνων ουσιών

1.1.1.11 60.

Πράξη

Υπουργικού

Συμβουλίου

144/1987 (ΦΕΚ

197Α/11-11-

1987)

Προστασία του υδάτινου περιβάλλοντος από τη

ρύπανση που προκαλείται από ορισμένες επικίνδυνες

ουσίες που εκχέονται σ' αυτό και ειδικότερα

καθορισμός οριακών τιμών ποιότητας του νερού σε

κάδμιο, υδράργυρο και εξα-χλωροκυκλοεξάνιο (ΗCΗ)

135

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

1.1.1.12 61.

Πράξη

Υπουργικού

Συμβουλίου

73/1990 (ΦΕΚ

90Α/11-7-1990)

Καθορισμός των κατευθυντήριων και οριακών τιμών

ποιότητας των νερών από απορρίψεις ορισμένων

επικινδύνων ουσιών, που υπάγονται στον κατάλογο Ι

του παραρτήματος Α του άρθρου 6 της αριθ. 144/2-

11-1987 Πράξης του Υπουργικού Συμβουλίου

1.1.1.13 62.

Πράξη

Υπουργικού

Συμβουλίου

255/1994 (ΦΕΚ

123Α/21-7-

1994)

Συμπλήρωση του παραρτήματος του άρθρου 6 της

υπ' αριθ. 73/29.6.1990 Πράξης Υπουργικού

Συμβουλίου «Καθορισμός των κατευθυντηρίων και

οριακών τιμών ποιότητας των νερών από απορρίψεις

ορισμένων επικινδύνων ουσιών που υπάγονται στον

κατάλογο Ι του Παραρτήματος Α του «άρθρου 6

της υπ'αριθ. 144/2.11.1987 Πράξης του υπουργικού

Συμβουλίου (Α' 197/1987)

1.1.1.14 63.

Πράξη

Υπουργικού

Συμβουλίου

2/2001 (ΦΕΚ

15Α/2-2-2001)

Καθορισμός των κατευθυντηρίων και οριακών τιμών

ποιότητας των νερών από απορρίψεις ορισμένων

επικίνδυνων ουσιών που υπάγονται στον Κατάλογο II

της οδηγίας 76/464/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 4ης

Μαΐου 1976

1.1.1.15 64.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

50388/2704/Ε1

03/2003 (ΦΕΚ

1866Β/12-12-

2003)

Τροποποίηση και συμπλήρωση της Πράξης

Υπουργικού Συμβουλίου 2/1.2.2001 «Καθορισμός

των κατευθυντηρίων και οριακών τιμών ποιότητας

των νερών από απορρίψεις ορισμένων επικίνδυνων

ουσιών που υπάγονται στον Κατάλογο II της

Οδηγίας 76/464/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 4ης Μαίου

1976 (Α' 15)»

136

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

1.1.1.16 V.

ΕΛΕΓΧΟ

Σ ΤΗΣ

ΑΤΜΟΣ

ΦΑΙΡΙΚ

ΗΣ

ΡΥΠΑΝ

ΣΗΣ

65.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

3277/209/2000

(ΦΕΚ 180Β/17-

2-2000)

Καθορισμός γενικών αρχών και αρμοδίων

υπηρεσιών, για την εκτίμηση και τη διαχείριση της

ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος

66.

Πράξη

Υπουργικού

Συμβουλίου

34/2002 (ΦΕΚ

125Α/5-6-

2002)

Οριακές και κατευθυντήριες τιμές ποιότητας της

ατμόσφαιρας σε διοξείδιο του θείου, διοξείδιο του

αζώτου και οξειδίων του αζώτου, σωματιδίων και

μολύβδου

67.

Πράξη

Υπουργικού

Συμβουλίου

98/1987 (ΦΕΚ

135Α/28-7-

1987)

Οριακή τιμή ποιότητας της

ατμόσφαιρας σε μόλυβδο

68.

Πράξη

Υπουργικού

Συμβουλίου

99/1987 (ΦΕΚ

135Α/28-7-

1987)

Οριακές και κατευθυντήριες τιμές ποιότητας της

ατμόσφαιρας σε διοξείδιο του θείου και αιωρούμενα

σωματίδια

137

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

69.

Πράξη

Υπουργικού

Συμβουλίου

25/1988 (ΦΕΚ

52Α/22-3-

1988)

Οριακές και κατευθυντήριες τιμές ποιότητας της

ατμόσφαιρας σε διοξείδιο του αζώτου και

τροποποίηση των με αριθ. 98 και 99/10.7.87

Πράξεων του Υπουργικού Συμβουλίου

70.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

9238/332/20

04 (ΦΕΚ

405Β/27-2-

2004)

Οριακές και κατευθυντήριες τιμές ποιότητας της

ατμόσφαιρας σε βενζόλιο και μονοξείδιο του άνθρακα

71.

Πράξη

Υπουργικού

Συμβουλίου

5/2003 (ΦΕΚ

58Α/5-3-

2003)

Έγκριση Εθνικού Προγράμματος μείωσης εκπομπών

αερίων φαινομένου θερμοκηπίου (2000-2010)

σύμφωνα με το άρθρο τρίτο (παράγραφος 3) του Ν.

3017/2002 (ΦΕΚ Α' 117)

72.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

11641/1942/

2002 (ΦΕΚ

832Β/2-7-

2002)

Μέτρα και όροι για τον περιορισμό των εκπομπών

πτητικών οργανικών ενώσεων (ΠΟΕ) που οφείλονται

στη χρήση οργανικών διαλυτών σε ορισμένες

δραστηριότητες και εγκαταστάσεις

138

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

73.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

58751/2370/19

93 (ΦΕΚ

264Β/15-4-

1993)

Καθορισμός μέτρων και όρων για τον περιορισμό της

ατμοσφαιρικής ρύπανσης που προέρχεται από

μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης

74.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

76802/1033/

1996 (ΦΕΚ

596Β/19-7-

1996)

Τροποποίηση και συμπλήρωση της 58751/2370/1993

κοινής υπουργικής απόφασης «Καθορισμός μέτρων

και όρων για τον περιορισμό της ατμοσφαιρικής

ρύπανσης που προέρχεται από μεγάλες

εγκαταστάσεις καύσης (Β'264)»

75.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

11294/1993

(ΦΕΚ

264Β/15-4-

1993)

Όροι λειτουργίας και επιτρεπόμενα όρια εκπομπών

αερίων αποβλήτων από βιομηχανικούς λέβητες,

ατμογεννήτριες, ελαιόθερμα και αερόθερμα που

λειτουργούν με καύσιμο μαζούτ, ντίζελ ή αέριο

76.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

11535/1993

(ΦΕΚ 328Β/6-

5-1993)

Επιτρεπόμενα είδη καυσίμων στις βιομηχανικές,

βιοτεχνικές και συναφείς εγκαταστάσεις στους

αποτεφρωτήρες νοσηλευτικών μονάδων και μέτρα

για τις ανοικτές εστίες καύσης

139

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

77.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

10315/1993

(ΦΕΚ

369Β/24-5-

1993)

Ρύθμιση θεμάτων σχετικών με τη λειτουργία των

σταθερών εστιών καύσης για τη θέρμανση κτιρίων

και νερού

1.1.1.16.1 78.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

37393/2028/

2003 (ΦΕΚ

1418Β/1-10-

2003)

Μέτρα και όροι για τις εκπομπές θορύβου στο

περιβάλλον από εξοπλισμό προς χρήση σε

εξωτερικούς χώρους

79.

Προεδρικό

Διάταγμα

85/1991 (ΦΕΚ

38Α/18-3-1991)

Προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους

που διατρέχουν λόγω της έκθεσης τους στο θόρυβο

κατά την εργασία, σε συμμόρφωση προς την οδηγία

86/188/ΕΟΚ

80.

Υπουργική

Απόφαση

17252/1992

(ΦΕΚ

395Β/19-6-

1992)

Καθορισμός δεικτών και ανωτάτων επιτρεπομένων

ορίων θορύβου που προέρχεται από την

κυκλοφορία σε οδικά και συγκοινωνιακά έργα

140

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

81.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

56206/1613/

1986 (ΦΕΚ

570Β/9-9-

1986)

Προσδιορισμός της ηχητικής εκπομπής των

μηχανημάτων και συσκευών εργοταξίου σε

συμμόρφωση προς τις οδηγίες 79/113/ΕΟΚ,

81/1051/ΕΟΚ και 85/405/ΕΟΚ του Συμβουλίου

της 19ης ∆εκεμβρίου 1978, της 7ης

∆εκεμβρίου 1981 και της 11ης Ιουλίου1985

1.1.

1.16

.2

82.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

69001/1921/

1988 (ΦΕΚ

751Β/18-10-

1988)

Έγκριση τύπου ΕΟΚ για την οριακή τιμή στάθμης

θορύβου μηχανημάτων και συσκευών εργοταξίου και

ειδικότερα των μηχανοκινήτων αεροσυμπιεστών, των

πυργογερανών, των ηλεκτροπαραγωγών ζευγών

συγκόλλησης, των ηλεκτροπαραγωγών ζευγών

ισχύος και των φορητών συσκευών θραύσης

σκυροδέματος και αεροσφυρών

VI. ΦΥΣΙΚΟ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 83.

Νομοθετικό

Διάταγμα

191/1974 (ΦΕΚ

350Α/20-11-

1974)

Περί κυρώσεως της εν Ραμσάϊρ του Ιράν κατά την

2αν Φεβρουαρίου 1971 υπογραφείσης ∆ιεθνούς

Συμφωνίας ενδιαφέροντος υγροτόπων ιδία ως

υγροβιότοπων

84.

Νόμος

1751/1988

(ΦΕΚ 26Α/9-2-

1988)

Κύρωση Πρωτοκόλλου τροποποιητικού της

Σύμβασης Ραμσάϊρ 1971 για την προστασία των

διεθνούς ενδιαφέροντος υγροτόπων ιδία ως

υγροβιότοπων

85.

Νόμος

1335/1983

(ΦΕΚ 32Α/14-3-

1983)

Κύρωση ∆ιεθνούς Σύμβασης για τη διατήρηση της

άγριας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος της

Ευρώπης

141

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

86.

Νόμος

2204/1994

(ΦΕΚ 59Α/15-4-

1994)

Κύρωση Σύμβασης για την βιολογική ποικιλότητα

87.

Κοινή

Υπουργική

Απόφαση

33318/3028/19

98 (ΦΕΚ

1289Β/28-12-

1998)

Καθορισμός μέτρων και διαδικασιών για τη

διατήρηση των φυσικών οικοτόπων (ενδιαιτημάτων)

καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας

Ι. Γενικά

88.

Απόφαση

76/161/ΕΟΚ/8.

12.1975 (D)

Περί θεσπίσεως κοινής διαδικασίας για την σύνταξη

και συνεχή ενημέρωση καταλόγου πηγών

πληροφορήσεως σχετικά με το περιβάλλον μέσα

στην Κοινότητα. (ΕΕ L 031/5.2.1976, σ. 8)

89.

Οδηγία

85/337/ΕΟΚ/27

.6.1985 (L)

Για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων

σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο

περιβάλλον. (ΕΕ L 175/5.7.1985, σ. 40)

90.

Απόφαση

86/479/ΕΟΚ/18

.9.1986 (D)

Σχετικά με τη σύσταση συμβουλευτικής επιτροπής

για την προστασία του περιβάλλοντος στις ζώνες

που απειλούνται άμεσα (περίπτωση Λεκάνης της

Μεσογείου). (ΕΕ L 282/3.10.1986, σ. 23)

91.

Κανονισμός

1210/90/ΕΟΚ/7

.5.1990 (R)

Για την ίδρυση του ευρωπαϊκού δικτύου

πληροφοριών και παρατηρήσεων σχετικά με το

περιβάλλον. (ΕΕ L 120/11.5.1990, σ. 1)

92.

Κανονισμός

793/93/ΕΟΚ/23

.3.1993 (R)

Για την αξιολόγηση και τον έλεγχο των κινδύνων

από τις υπάρχουσες ουσίες. (ΕΕ L 084/5.4.1993, σ.

1)

142

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

93.

Οδηγία

96/61/ΕΚ/24.9.

1996 (L)

Σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο

της ρύπανσης. (ΕΕ L 257/10.10.1996, σ. 32)

94.

Οδηγία 97/11

/ΕΚ/3.3.1997

(L)

Περί τροποποιήσεως της Οδηγίας 85/337/ΕΟΚ για

την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων δημοσίων

και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον. (ΕΕ Ι

073/14.3.1997, σ. 5)

95.

Απόφαση

97/264/ΕΚ/1

6.4.1997 (D)

Για την αναγνώριση των διαδικασιών πιστοποίησης

σύμφωνα με το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΟΚ)

αριθ.1836/93 του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου

1993, για την εκούσια συμμετοχή επιχειρήσεων του

βιομηχανικού τομέα σε κοινοτικό σύστημα

οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (ΕΕ

L 104/22.4.1997, σ. 35)

96.

Απόφαση

97/265/ΕΚ/1

6.4.1997 (D)

Για την αναγνώριση του διεθνούς προτύπου Ι5Ο

14001:1996 και του ευρωπαϊκού προτύπου ΕΝ 15Ο

14001:1996, που θεσπίζουν προδιαγραφές για

συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης, σε

συμφωνία με το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΟΚ)

αριθ. 1836/93 της 291<: Ιουνίου 1993 σχετικά με την

εκούσια συμμετοχή επιχειρήσεων του βιομηχανικού

τομέα σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης

και οικολογικού ελέγχου. (ΕΕ L 104/22.4.1997, σ.

37)

97.

Απόφαση

2179/98/ΕΚ/

24.9.1998 (D)

Περί αναθεωρήσεως του προγράμματος της

Ευρωπαϊκής Κοινότητας σχετικά με την πολιτική και

τη δράση για το περιβάλλον και τη βιώσιμη

ανάπτυξη «Στόχος η αειφορία». (ΕΕ L

275/10.10.1998, σ. 1)

143

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

98.

Κανονισμός

2161/1999/12.

10.1999 (R)

Σχετικά με την επιβολή πρόσθετων απαιτήσεων

διεξαγωγής δοκιμών στους εισαγωγείς ή

παρασκευαστές ορισμένης ουσίας προτεραιότητας,

όπως προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ.

793/93 του Συμβουλίου για την αξιολόγηση και τον

έλεγχο των κινδύνων από τις υπάρχουσες ουσίες.

(ΕΕ L 265/13.10.1999, σ. 11)

99.

Κανονισμός

1655/2000/ΕΚ/

17.7.2000 (R)

Σχετικά με το χρηματοδοτικό μέσον για το

περιβάλλον (LIFE). (ΕΕ L 192/28.7.2000, σ. 1)

100.

Κανονισμός

2493/2000/7.1

1.2000 (R)

Σχετικά με τα μέτρα για την προώθηση της πλήρους

ενσωμάτωσης της περιβαλλοντικής διάστασης στη

διαδικασία ανάπτυξης των αναπτυσσόμενων χωρών.

(ΕΕ L97/21.7.2001, σ. 30)

101.

Απόφαση

2001/681/ΕΚ

/7.9.2001 (D)

Σχετικά με κατευθύνσεις για την εφαρμογή του

κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 761/2001 του Ευρωπαϊκού

Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την εκούσια

συμμετοχή οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα

οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου

(ΕΕ L 247/17.9.2001, σ. 24)

102.

Απόφαση

2001/792/ΕΚ

/23.10.2001

(D)

Περί κοινοτικού μηχανισμού για τη διευκόλυνση της

ενισχυμένης συνεργασίας στις επεμβάσεις βοήθειας

της πολιτικής προστασίας ας. (ΕΕL 297/15.11.2001,

σ. 7)

103.

Οδηγία

2001/42/ΕΚ/

27.6.2001 (L)

Σχετικά με την εκτίμηση των περιβαλλοντικών

επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων.

(ΕΕ L 197/21.7.2001, σ. 30)

144

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

104.

Κανονισμός

761/2001/ΕΚ/1

9.3.2001 (R)

Για την εκούσια συμμετοχή οργανισμών σε

κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και

οικολογικού ελέγχου (ΕΜΑ3). (ΕΕ L 114/24.4.2001,

σ. 1)

105.

Κανονισμός

2592/2001/ΕΚ/

28.12.2001 (R)

Περί επιβολής περαιτέρω απαιτήσεων σε ό,τι αφορά

τις πληροφορίες και τις δοκιμές, στους παραγωγούς

και τους εισαγωγείς ορισμένων ουσιών

προτεραιότητας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ)

αριθ.793/93 του Συμβουλίου για την αξιολόγηση και

τον έλεγχο των κινδύνων από τις υπάρχουσες

ουσίες. (ΕΕ L 345/29.12.2001, σ. 25)

106.

Απόφαση αριθ.

466/2002/ΕΚ/1

.3.2002 (D)

Σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικού προγράμματος

δράσης για την προαγωγή των μη κυβερνητικών

οργανώσεων που αναπτύσσουν δραστηριότητα

κυρίως στον τομέα της προστασίας του

περιβάλλοντος, (ΕΕ L 075/16.3.2002, σ. 1)

107.

Απόφαση

1600/2002/ΕΚ/

22.7.2002 (D)

Για τη θέσπιση του έκτου κοινοτικού προγράμματος

για το περιβάλλον, (ΕΕ L 242/10.9.2002, σ. 1)

108.

Κανονισμός

1217/2002/ΕΚ7

5.7.2002 (R)

Με το οποίο απαιτείται από τους εισαγωγείς ή τους

παρασκευαστές ορισμένων ουσιών του ΕΙΝΕCS να

υποβάλουν ορισμένες πληροφορίες και να

διενεργούν ορισμένες δοκιμές σύμφωνα με τον

κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ.793/93 του Συμβουλίου. (ΕΕ

L 177/6.7.2002, σ. 6)

145

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

109.

Οδηγία

2003/35/ΕΚ/26.

5.2003 (L)

Σχετικά με τη συμμετοχή του κοινού στην

κατάρτιση ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων

που αφορούν το περιβάλλον και με την

τροποποίηση όσον αφορά τη συμμετοχή του

κοινού και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, των

οδηγιών 85/337/ΕΟΚ και 96/61/ΕΚ του

συμβουλίου. (ΕΕ L156/25.6.2003, σ. 17)

110.

Οδηγία

2003/4/ΕΚ/28.

1.2003 ()

Για την πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές

πληροφορίες και για την κατάργηση της Οδηγίας

90/313/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 41/14.2.2003. σ.

1)

ΙΙ.

ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟ

ΣΗΜΑ 111.

Απόφαση

94/10/ΕΚ/21.1

2.1993 (D)

Περί τυποποιημένου εντύπου περιληπτικών

στοιχείων για την κοινοποίηση των αποφάσεων

απονομής του οικολογικού σήματος της Κοινότητας.

(ΕΕ L 007/11.1.1994, σ. 17)

112.

Απόφαση

1999/847/ΕΚ/9

.12.1999 (D)

Σχετικά με τη θέσπιση κοινοτικού προγράμματος

δράσης στον τομέα της πολιτικής άμυνας. (ΕΕ L

327/21.12.1999, σ. 53

113.

Απόφαση

2000/728/ΕΚ/1

0.11.2000 (D)

Για τον καθορισμό του τέλους αίτησης και του

ετησίου τέλους για το κοινοτικό οικολογικό σήμα.

(ΕΕ L 293/22.11 -2000, σ. 18)

114.

Απόφαση

2000/729/ΕΚ/1

0.11.2000 (D)

Σχετικά με πρότυπη σύμβαση για τους όρους χρήσης

του κοινοτικού οικολογικού σήματος. (ΕΕ L

293/22.11.2000, σ. 20)

115.

Απόφαση

2000/730/ΕΚ/1

0.11.2000 (D)

Για τη θέσπιση του συμβουλίου οικολογικής

σήμανσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του

εσωτερικού κανονισμού του. (ΕΕ L 293/22.11.2000,

σ. 24)

146

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

116.

Απόφαση

2000/731/ΕΚ/1

0.11.2000 (D)

Για τη θέσπιση του εσωτερικού κανονισμού του

φόρουμ διαβούλευσης για το αναθεωρημένο

κοινοτικό σύστημα οικολογικής σήμανσης. (ΕΕ L

293/22.11.2000, σ. 31)

117.

Κανονισμός

1980/2000/ΕΚ/

17.7.2000 (R)

Περί αναθεωρημένου κοινοτικού συστήματος

απονομής οικολογικού σήματος. (ΕΕ L

237/21,9.2000, σ. 1)

118.

Απόφαση

2001/405/ΕΚ/4

.5.2001 (D)

Για τον καθορισμό οικολογικών κριτηρίων απονομής

του κοινοτικού οικολογικού σήματος σε προϊόντα

από χαρτί υγείας. (ΕΕ L 142/29.5.2001, σ. 10)

119.

Απόφαση

2001/523/ΕΚ/2

7.6.2001 (D)

Για τον καθορισμό οικολογικών κριτηρίων για την

απονομή του κοινοτικού οικολογικού σήματος σε

προϊόντα καθαρισμού εγκαταστάσεων υγιεινής (ΕΕ L

189/11.7.2001,σ.25)

120.

Απόφαση

2001/607/ΕΚ/1

9.7.2001 (D)

Για τον καθορισμό οικολογικών κριτηρίων για την

απονομή του κοινοτικού οικολογικού σήματος σε

απορρυπαντικά πιάτων (ΕΕ L 214/8.8.2001,σ.30)

121.

Απόφαση

2001/687/ΕΚ/2

8.8.2001 (D)

Περί καθορισμού οικολογικών κριτηρίων για την

απονομή του κοινοτικού οικολογικού σήματος σε

φορητούς υπολογιστές (ΕΕ L 242/12.9.2001, σ. 11)

122.

Απόφαση

2001/688/ΕΚ/2

8.8.2001 (D)

Περί καθορισμού οικολογικών κριτηρίων για την

απονομή του κοινοτικού οικολογικού σήματος σε

βελτιωτικά του εδάφους και καλλιεργητικά μέσα (ΕΕ

L 242/12.9.2001, σ. 17)

123.

Απόφαση

2001/689/ΕΚ/2

8.8.2001 (D)

Περί καθορισμού οικολογικών κριτηρίων για την

απονομή του κοινοτικού οικολογικού σήματος σε

πλυντήρια πιάτων (ΕΕ L 242/12.9.2001, σ. 17)

147

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

124.

Απόφαση

2002/18/ΕΚ/21

.12.2001 (D)

Για τη θέσπιση του προγράμματος εργασίας της

Κοινότητας για το οικολογικό σήμα. (ΕΕ L

007/11.1.2002, σ. 28)

125.

Απόφαση

2002/231/ΕΚ/1

8.3.2002 (D)

Για καθορισμό οικολογικών κριτηρίων για την

απονομή του κοινοτικού οικολογικού σήματος σε

είδη υπόδησης και τροποποίησης της απόφασης

1999/179/ΕΚ (ΕΕ L 077/20.3.2002, σ. 50)

126.

Απόφαση

2002/255/ΕΚ/2

5.3.2002 (D)

Για τη θέσπιση οικολογικών κριτηρίων για την

απονομή του κοινοτικού οικολογικού σήματος σε

τηλεοπτικούς δέκτες. (ΕΕ L 087/4.4.2002, σ. 53)

127.

Απόφαση

2002/272/ΕΚ/2

5.3.2002 (D)

Με την οποία καθιερώνονται οικολογικά κριτήρια για

την απονομή του κοινοτικού οικολογικού σήματος

στις σκληρές επενδύσεις δαπέδου. (ΕΕ L

094/11.4.2002, σ. 13)

128.

Απόφαση

2002/371/ΕΚ/1

5.5.2002 (D)

Με την οποία θεσπίζονται οικολογικό κριτήρια για

την απονομή του κοινοτικού οικολογικού σήματος

για τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και

τροποποιείται η απόφαση 1999/178/ΕΚ. (ΕΕ L

133/18.5.2002, σ. 29)

129.

Απόφαση

2002/739/ΕΚ/3

.9.2002 (D)

Για θέσπιση αναθεωρημένων οικολογικών κριτηρίων

απονομής του κοινοτικού οικολογικού σήματος σε

χρώματα και βερνίκια εσωτερικού χώρου και την

τροποποίηση της απόφασης 1999/10/ΕΚ. (ΕΕ L

236/4.9.2002, σ. 4)

130.

Απόφαση

2002/741

/ΕΚ/4.9.2002

(D)

Για θέσπιση αναθεωρημένων οικολογικών κριτηρίων

απονομής του κοινοτικού οικολογικού σήματος στο

χαρτί φωτοαντιγραφικό και γραφής και για

τροποποίηση της απόφασης 1999/554/ΕΚ. (ΕΕ L

237/5.9.2002, σ. 6)

148

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

131.

Απόφαση

2002/747/ΕΚ/4

.9.2002 (D)

Για τη θέσπιση των οικολογικών κριτηρίων απονομής

του κοινοτικού οικολογικού σήματος στους

ηλεκτρικούς λαμπτήρες και την τροποποίηση της

απόφασης 1999/568/ΕΚ. (ΕΕ L 242/10.9.2002, σ.

44)

132.

Απόφαση

2003/31/ΕΚ/29

.11.2003 (D)

Για καθορισμό αναθεωρημένων οικολογικών

κριτηρίων απονομής του κοινοτικού οικολογικού

σήματος σε απορρυπαντικά πιάτων και την

τροποποίηση της απόφασης 1999/427/ΕΚ. (ΕΕ L

009/15.1.2003, σ. 11)

133.

Απόφαση

2003/121/ΕΚ/1

1.2.2003 (D)

Για τον καθορισμό οικολογικών κριτηρίων για την

απονομή του κοινοτικού οικολογικού σήματος σε

ηλεκτρικές σκούπες. (ΕΕ L 047/21.2.2003, σ. 56)

134.

Απόφαση

2003/200/ΕΚ/1

4.2.2003 (D)

Για τη θέσπιση αναθεωρημένων οικολογικών

κριτηρίων για την απονομή του κοινοτικού

οικολογικού σήματος σε απορρυπαντικά πλυντηρίων

και για την τροποποίηση της απόφασης

1999/476/ΕΚ. (ΕΕ L 076/22.3.2003, σ. 25)

135.

Απόφαση

2003/287/ΕΚ/1

4.4.2003 (D)

Για καθορισμό των οικολογικών κριτηρίων σχετικά

με την απονομή του οικολογικού σήματος της

Κοινότητας για υπηρεσίες τουριστικών καταλυμάτων.

(ΕΕ L. 102/24.4.2003, σ. 82)

ΙΙΙ.

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ

ΚΑΙ

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

ΥΔΑΤΩΝ

136.

Οδηγία

75/440/ΕΟΚ/16

.6.1975 (L)

Περί της απαιτουμένης ποιότητος των υδάτων

επιφάνειας που προορίζονται για την παραγωγή

ποσίμου ύδατος στα κράτη μέλη. (ΕΕ L

194/25.7.1975. σ. 26

137.

Οδηγία

76/160/ΕΟΚ/8.

12.1975 (L)

Περί της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης. (ΕΕ L

031/5.2.1976, σ. 1)

149

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

138.

Οδηγία

76/464/ΕΟΚΜ.5

.1976 (L)

Περί ρυπάνσεως που προκαλείται από ορισμένες

επικίνδυνες ουσίες που εκχέονται στο υδάτινο

περιβάλλον της Κοινότητας. (ΕΕ L

129/18.5.1976,0.23)

139.

Απόφαση

77/795/ΕΟΚ/12

.12.1977 (D)

Περί καθιερώσεως κοινής διαδικασίας ανταλλαγής

πληροφοριών για την ποιότητα των γλυκών

επιφανειακών υδάτων της Κοινότητας. (ΕΕ L

334/24.12.1977, σ. 29)

140.

Οδηγία

79/869/ΕΟΚ/9.

10.1979 (L)

Περί των μεθόδων μετρήσεως και περί της

συχνότητας των δειγματοληψιών και της αναλύσεως

των επιφανειακών υδάτων τα οποία προορίζονται για

την παραγωγή ποσίμου ύδατος στα Κράτη Μέλη. (ΕΕ

L 271/29.10.1979, σ. 44)

141.

Οδηγία

79/923/ΕΟΚ/30

.10.1979 (L)

Περί της απαιτουμένης ποιότητας των υδάτων για

οστρακοειδή. (ΕΕ L 281/10.11.1979, σ. 47)

142.

Οδηγία

80/68/ΕΟΚ/17.

12.1979 (L)

Περί προστασίας των υπογείων υδάτων από τη

ρύπανση που προέρχεται από ορισμένες

επικίνδυνες ουσίες. (ΕΕ L 020/26.1.1980,σ.43)

143.

Απόφαση

80/686/ΕΟΚ/25

.6.1980 (D)

Περί συστάσεως Συμβουλευτικής Επιτροπής στον

τομέα του ελέγχου και της μειώσεως της ρυπάνσεως

που προξενείται από την έκχυση υδρογονανθράκων

στην θάλασσα. (ΕΕ L 188/22-7.1980, σ. 11)

144.

Οδηγία

80/68/ΕΟΚ/17.

12.1979 (L)

Περί προστασίας των υπογείων υδάτων από τη

ρύπανση που προέρχεται από ορισμένες επικίνδυνες

ουσίες (ΕΕ L 020/26.1.1980, σ. 43)

145.

Οδηγία

80/778/ΕΟΚ/15

.7.1980 (L)

Περί της ποιότητας του ποσίμου νερού. (ΕΕ L

229/30.8,1980, σ. 11)

150

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

146.

Οδηγία

82/176/ΕΟΚ/22

.3.1982 (L)

Περί των οριακών τιμών και των ποιοτικών στόχων

για τις απορρίψεις υδραργύρου από το βιομηχανικό

τομέα της ηλεκτρόλυσης των χλωριούχων αλάτων

αλκαλίων. (ΕΕ L 081/27.3.1982, σ. 29)

147.

Οδηγία

83/513/ΕΟΚ/26

.9.1983 (L)

Για τις οριακές τιμές και τους ποιοτικούς στόχους για

τις απορρίψεις του καδμίου. (ΕΕ L 291/24.10.1983,

σ. 1)

148.

Οδηγία

84/491/ΕΟΚ/9.

10.1984 (L)

Σχετικά με τις οριακές τιμές και τους ποιοτικούς

στόχους για τις απορρίψεις του

εξαχλωροκυκλοεξανίου. (ΕΕ L 274/17.10.1984, σ.

11)

149.

Οδηγία

86/280/ΕΟΚ/12.

6.1986 (L)

Σχετικά με τις οριακές τιμές και τους ποιοτικούς

στόχους για τις απορρίψεις ορισμένων επικινδύνων

ουσιών που υπάγονται στον κατάλογο Ι του

παραρτήματος της οδηγίας 76/464/ΕΟΚ. (ΕΕ L

181/4,7.1986, σ. 16)

150.

Οδηγία

88/347/ΕΟΚ/16

.6.1988 (L)

Για την τροποποίηση του παραρτήματος Π της

οδηγίας 86/280/ΕΟΚ σχετικά με τις οριακές τιμές και

τους ποιοτικούς στόχους για τις απορρίψεις

ορισμένων επικινδύνων ουσιών που υπάγονται στον

κατάλογο Ι του παραρτήματος της οδηγίας

76/464/ΕΟΚ (ΕΕ L 158/25.6.1988,σ.35)

151.

Οδηγία

91/271/ΕΟΚ/21

.5.1991 (L)

Για την επεξεργασία των οστικών λυμάτων. (ΕΕ L

135/30.5.1991, σ. 40)

152.

Οδηγία

91/676/ΕΟΚ/12.

12.1991 (L)

Για την προστασία των υδάτων από τη

νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης. (ΕΕ L

375/31.12.1991, σ. 1)

151

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

153.

Οδηγία

91/692/ΕΟΚ/23

.12.1991 (L)

Πα την τυποποίηση και τον εξορθολογισμό των

εκθέσεων που αφορούν την εφαρμογή ορισμένων

οδηγιών για το περιβάλλον. (ΕΕ

L377/31.12.1991,0.48)

154.

Απόφαση

92/446/ΕΟΚ/27

.7.1992 (D)

Περί των ερωτηματολογίων για τις οδηγίες που

αφορούν τον τομέα των υδάτων. (ΕΕ L

247/27.8.1992, σ. 10)

155.

Απόφαση

93/481/ΕΟΚ/28

.7.1993 (D)

Περί των σχημάτων για την έκθεση των εθνικών

προγραμμάτων που προβλέπονται στο άρθρο 17

της οδηγίας 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου. (ΕΕ L

226/7.9.1993, σ. 23)

156.

Οδηγία

93/75/ΕΟΚ/13.

9.1993 (L)

Για τις ελάχιστες προδιαγραφές που απαιτούνται

για τα πλοία τα οποία κατευθύνονται σε ή

αποπλέουν από κοινοτικούς λιμένες

μεταφέροντας επικίνδυνα ή ρυπογόνα

εμπορεύματα. (ΕΕ L 247/5.10.1993, σ. 19)

157.

Οδηγία

98/83/ΕΚ/3.11.

1998 (L)

Σχετικά με την ποιότητα του νερού ανθρώπινης

κατανάλωσης. (ΕΕ L 330/5.12.1998, σ. 32)

158.

Απόφαση

2850/2000/ΕΚ/

20.12.2000 (D)

Για τη θέσπιση κοινοτικού πλαισίου συνεργασίας

στον τομέα της ακούσιας ή εκούσιας θαλάσσιας

ρύπανσης. (ΕΕ L. 332/28.12.2000,σ. 1)

159.

Οδηγία

2000/60/ΕΚ/23.

10.2000 (L)

Για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον

τομέα της πολιτικής των υδάτων. (ΕΕ L

327/22.12.2000, σ. 1)

152

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

160.

Απόφαση

2455/2001/ΕΚ/

20.11.2001 (D)

Για τη θέσπιση του καταλόγου ουσιών

προτεραιότητας στον τομέα της πολιτικής των

υδάτων και τροποποίησης της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.

(ΕΕ L 331/15.12.2001, σ. 1)

161.

Οδηγία

2002/59/ΕΚ/27

.6.2002 ()

Πα τη δημιουργία κοινοτικού συστήματος

παρακολούθησης της κυκλοφορίας των πλοίων και

ενημέρωσης και την κατάργηση της οδηγίας

93/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 208/5.8.2002, σ.

10)

162.

Οδηγία

2002/915/ΕΚ/1

8.11.2002 (D)

Σχετικά με αίτημα παρέκκλισης από διατάξεις του

Παραρτήματος III παράγραφος 2 του άρθρου 9

της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου

αναφορικά με την προστασία των υδάτων από

νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης. (ΕΕ L

319/23.11.2002, σ. 24)

163.

Κανονισμός

2099/2002/ΕΚ/

5.11.2002 (R)

Για την επιτροπή ασφαλείας στην ναυτιλία και

πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία (CΟ33) και

για την τροποποίηση των κανονισμών για την

ασφάλεια στη ναυτιλία και την πρόληψη της

ρύπανσης από τα πλοία. (ΕΕ L 324/29.11.2002, σ.

1)

164.

Οδηγία

84/2002/ΕΚ/5.1

1.2002 (L)

Για την τροποποίηση των οδηγιών για την ασφάλεια

στη ναυτιλία και την πρόληψη της ρύπανσης από τα

πλοία. (ΕΕ L 324/29.11.2002, σ. 10)

153

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

IV.

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ

ΣΤΕΡΕΩΝ ΚΑΙ

ΑΛΛΩΝ

ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ

165.

Οδηγία

75/442/ΕΟΚ/15

.7.1975 (L)

Περί των στερεών αποβλήτων. (ΕΕ L194/25.7.1975,

σ. 39)

166.

Απόφαση

76/431/ΕΟΚ/21

.4.1976 (D)

Περί συστάσεως Επιτροπής ∆ιαχειρίσεως Αποβλήτων.

(ΕΕ L 115/1.5.1976, ο. 73)

167.

Οδηγία

86/278/ΕΟΚ/12

.6.1986 (L)

Σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος και

ιδίως του εδάφους κατά τη χρησιμοποίηση της ιλύος

καθαρισμού λυμάτων στη γεωργία. (ΕΕ L

181/4.7.1986, σ. 6)

168.

Οδηγία

94/62/ΕΚ/20.12

.1994 (L)

Για τις συσκευασίες και τα απορρίμματα

συσκευασίας. (ΕΕ L 365/31.12.1994, σ. 24)

169.

Απόφαση

97/129/ΕΚ/28.

1.1997 (D)

Για τον καθορισμό συστήματος αναγνώρισης των

υλικών συσκευασίας σύμφωνα με την οδηγία

94/62/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του

Συμβουλίου για τις συσκευασίες και τα απορρίμματα

συσκευασιών. (ΕΕ L 050/20.2.1997, σ. 28)

170.

Απόφαση

97/138/ΕΚ/3.2.

1997 (D)

Πα τον καθορισμό των πινάκων του συστήματος

βάσεων δεδομένων σύμφωνα με την οδηγία

94/62/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του

Συμβουλίου για τις συσκευασίες και τα απορρίμματα

συσκευασιών. (ΕΕ L 052/22.2.1997, σ. 22)

171.

Οδηγία

1999/31/ΕΚ/26.

4.1999 (L)

Περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων. (ΕΕ L

182/16.7.1999, σ. 1)

154

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

172.

Απόφαση

1999/177/ΕΚ/8

.2.1999 ()

Σχετικά με την καθιέρωση των όρων παρέκκλισης

για τις πλαστικές παλέτες και κιβώτια όσον αφορά τα

επίπεδα συγκέντρωσης που καθορίζει η οδηγία

94/62/ΕΚ για τις συσκευασίες και τα απόβλητα

συσκευασιών. (ΕΕ L 056/4.3.1999, σ. 47)

173.

Απόφαση

2000/738/ΕΚ/1

7.11.2000 (D)

Αφορά το ερωτηματολόγιο σχετικά με τις εκθέσεις

των κρατών μελών περί της εφαρμογής της οδηγίας

1999/31/ΕΚ για την υγειονομική ταφή των

αποβλήτων. (ΕΕ L 298/25.11.2000, σ. 24)

174.

Οδηγία

2000/53/ΕΚ/18.

9.2000 (L)

Για τα οχήματα στο τέλος του κύκλου ζωής τους-

∆ηλώσεις της Επιτροπής. (ΕΕ L 269/21.10.2000, σ.

34)

175.

Οδηγία

2000/59/ΕΚ/27.

11.2000 (L)

Σχετικά με τις λιμενικές εγκαταστάσεις παραλαβής

αποβλήτων πλοίου και καταλοίπων φορτίου. (ΕΕ L

332/28.12.2000, σ. 81)

176.

Οδηγία

2000/76/ΕΚ/4.1

2.2000 (L)

Για την αποτέφρωση αποβλήτων. (ΕΕ L

332/28.12.2000, σ. 91)

177.

Απόφαση

2001/171/ΕΚ/1

9.2.2001 (D)

Για τον καθορισμό των όρων παρέκκλισης όσον

αφορά τις γυάλινες συσκευασίες σε σχέση με τα

επίπεδα συγκέντρωσης βαρέων μετάλλων που

θεσπίζονται στην οδηγία 94/62/ΕΚ σχετικά με τις

συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας. (ΕΕ

L 062/2.3.2001, σ. 20)

155

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

178.

Απόφαση

2001/524/ΕΚ/2

8.6.2001 (D)

Σχετικά με την δημοσίευση των στοιχείων

αναφοράς των προτύπων ΕΝ 13428:2000, ΕΝ

13429:2000, ΕΝ 13430:2000, ΕΝ 13431:2000 και

ΕΝ 13432:2000 στην Επίσημη Εφημερίδα των

Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στο πλαίσιο της εφαρμογής

της οδηγίας 94/62/ΕΚ για τις συσκευασίες και τα

απορρίμματα συσκευασίας. (ΕΕ L 190, 12.7.2001, σ.

21)

179.

Απόφαση

2001/753/ΕΚ/1

7.10.2001 (D)

Σχετικά με το ερωτηματολόγιο για τις εκθέσεις των

κρατών μελών περί της εφαρμογής της οδηγίας

2000/53.ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του

Συμβουλίου για τα οχήματα στο τέλος του κύκλου

ζωής τους. (ΕΕ L 282/26.10.2001, σ. 77)

180.

Απόφαση

2002/151/ΕΚ/1

9.2.2002 (D)

Σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για το

πιστοποιητικό καταστροφής που εκδίδεται σύμφωνα

με το άρθρο 5 παράγραφος 3 της οδηγίας

2000/53/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του

Συμβουλίου για τα οχήματα στο τέλος της διάρκειας

της ζωής τους, (ΕΕ L 050/21.2.2002, σ. 94)

181.

Οδηγία

2002/96/ΕΚ/27

.1.2003 (L)

Σχετικά με τα απόβλητα ειδών ηλεκτρικού και

ηλεκτρονικού εξοπλισμού (ΑΗΗΕ)-Κοινή δήλωση

του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και

της Επιτροπής όσον αφορά το Άρθρο 9. (ΕΕ L.

037/13.2.2003, σ. 24)

182.

Κανονισμός

2150/2002/25.

11.2002 (R)

Για τις στατιστικές των αποβλήτων. (ΕΕ L

332/9.12.2002, σ. 1)

156

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

183.

Απόφαση

2003/33/ΕΚ/19

.12.2002 (D)

Για τον καθορισμό κριτηρίων και διαδικασιών

αποδοχής των αποβλήτων στους χώρους

υγειονομικής ταφής σύμφωνα με το άρθρο 16 και το

παράρτημα II της οδηγίας 1999/31/ΕΚ. (ΕΕ L

011/16.1,2003, σ. 27).

184.

Απόφαση

2003/138/ΕΚ/2

7.2.2003 (D)

Γιο τη θέσπιση προτύπων κωδικοποίησης για τα

κατασκευαστικά στοιχεία και τα υλικά, δυνάμει της

οδηγίας 2000/53/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

και του Συμβουλίου για τα οχήματα στο τέλος της

ζωής τους. (ΕΕ L 053/6.2.2003, σ. 58)

V. ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ

ΤΟΞΙΚΩΝ –

ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΝ

ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ

185.

Οδηγία

75/439/ΕΟΚ/16

.6.1975 (L)

Περί διαθέσεως των χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων.

(ΕΕ L 194/25.7.1975, σ. 23)

186.

Οδηγία

78/176/ΕΟΚ/20

.2.1978 (L)

Περί των αποβλήτων που προέρχονται από τη

βιομηχανία διοξειδίου του τιτανίου. (ΕΕ L

054/25.2.1978, σ. 19)

187.

Οδηγία

91/157/ΕΟΚ/18

.3.1991 (L)

Για τις ηλεκτρικές στήλες και τους συσσωρευτές που

περιέχουν ορισμένες επικίνδυνες ουσίες. (ΕΕ L

078/26.3.1991, σ. 38)

188.

Οδηγία

91/689/ΕΟΚ/12

.12.1991 (L)

Για τα επικίνδυνα απόβλητα. (ΕΕ L 377/31.12.1991,

σ. 20)

189.

Οδηγία

91/692/ΕΟΚ/23

.12.1991 (L)

Για την τυποποίηση και τον εξορθολογισμό των

εκθέσεων που αφορούν την εφαρμογή ορισμένων

οδηγιών για το περιβάλλον. (ΕΕ L 377/31.12.1991,

σ. 48)

157

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

190.

Οδηγία

93/86/ΕΟΚ/4.1

0.1993 (L)

Περί προσαρμογής στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας

91/157/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τις ηλεκτρικές

στήλες και τους συσσωρευτές που περιέχουν

ορισμένες επικίνδυνες ουσίες. (ΕΕ L 264/23,10.1993,

σ. 51)

191.

Κανονισμός

259/93/ΕΟΚ/1.

2.1993 ()

Σχετικά με την παρακολούθηση και τον έλεγχο των

μεταφορών αποβλήτων στο εσωτερικό της

Κοινότητας καθώς και κατά την είσοδο και έξοδο

τους. (ΕΕ L 030/6.2.1993, σ. 1)

192.

Απόφαση

94/741/ΕΚ/24.

10.94 (D)

Σχετικά με τα ερωτηματολόγια των εκθέσεων των

κρατών μελών που αφορούν την εφαρμογή

ορισμένων οδηγιών στον τομέα των αποβλήτων

(εφαρμογή της οδηγίας 91/692/ΕΟΚ του

συμβουλίου). (ΕΕ L 296/17.11.1994, σ. 42)

193.

Απόφαση

94/774/ΕΚ/24.

11.1994 (D)

Σχετικά με το τυποποιημένο έγγραφο

παρακολούθησης που αναφέρεται στον κανονισμό

(ΕΟΚ) αριθ. 259/93 του Συμβουλίου σχετικά με την

παρακολούθηση και τον έλεγχο των μεταφορών

αποβλήτων στο εσωτερικό της Κοινότητας καθώς και

έξοδο τους. (ΕΕ L 310/3.12.1994, σ. 70)

194.

Οδηγία

94/67/ΕΚ/16.1

2.1994 (L)

Για την αποτέφρωση των επικίνδυνων αποβλήτων.

(ΕΕ L 365/31.12.1994, σ. 34)

195.

Απόφαση

96/302/ΕΚ/17.4

.1996 (D)

Για τη θέσπιση της μορφής υπό την οποία πρέπει

να παρέχονται οι πληροφορίες σύμφωνα με το

άρθρο 8 παράγραφος 3 της οδηγίας

91/689/ΕΟΚτου Συμβουλίου σχετικά μετά

επικίνδυνα απόβλητα. (ΕΕ L 116/11.5.1996, σ.

26)

158

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

196.

Οδηγία

96/59/ΕΚ/16.9.

1996 (L)

Για τη διάθεση των πολυχλωροδιφαινυλίων και

των πολυχλωροτριφαινυλίων (ΡCΒ/ΡCΤ). (ΕΕ L

243/24.9.1996, σ. 31)

197.

Απόφαση

97/283/ΕΚ/21.

4.1997 (D)

Για τις εναρμονισμένες μεθόδους μετρήσεων της

κατά μάζα συγκέντρωσης διοξινών και φουρανίων

στις ατμοσφαιρικές εκπομπές σύμφωνα με το άρθρο

7 παράγραφος 2 της οδηγίας 94/67/ΕΚ σχετικά με

την αποτέφρωση των επικίνδυνων αποβλήτων. (ΕΕ

L 113/30.4.1997, σ. 11)

198.

Απόφαση

97/622/ΕΚ/27.

5.1997 (D)

Όσον αφορά τα ερωτηματολόγια για τις εκθέσεις

των κρατών μελών σχετικά με την εφαρμογή

ορισμένων οδηγιών στον τομέα των αποβλήτων

(εφαρμογή της οδηγίας 91/692/ΕΟΚ του

Συμβουλίου). (ΕΕ L 256/19.9.1997, σ. 13)

199.

Απόφαση

97/640/ΕΚ/22.

9.1997 (D)

Για την εξ' ονόματος της Κοινότητας έγκριση μιας

τροποποίησης της σύμβασης για τον έλεγχο της

διασυνοριακής διακίνησης επικίνδυνων αποβλήτων

και της διάθεσης τους (Σύμβαση Βασιλείας), όπως

καθορίσθηκε στην απόφαση III/1 της

συνδιάσκεψης των συμβαλλομένων μερών. (ΕΕ L

272/4.10.1997, σ. 45)

200.

Απόφαση

98/184/ΕΚ/25.

2.1998 (D)

Περί ερωτηματολογίου για την κατάρτιση των

εκθέσεων των κρατών μελών σχετικά με την

εφαρμογή της οδηγίας 94/67/ΕΚ του συμβουλίου για

την αποτέφρωση των επικίνδυνων αποβλήτων

(εφαρμογή της οδηγίας 91/692/ΕΚ του

συμβουλίου). (ΕΕ L 067/7.3.1998, σ. 48)

159

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

201.

Απόφαση

1999/412/ΕΚ/3

.6.1999 (D)

Σχετικά με ερωτηματολόγιο για τις υποχρεώσεις

αναφοράς των κρατών μελών δυνάμει του άρθρου

41 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ.

259/93 του Συμβουλίου. (ΕΕ L 156/23.6.1999, σ.

37)

202.

Κανονισμός

1420/1999/ΕΚ/

29.4.1999 (R)

Περί των κοινών κανόνων και διαδικασιών για τις

μεταφορές ορισμένων αποβλήτων προς ορισμένες

χώρες εκτός ΟΟΣΑ. (ΕΕ L 166/1.7.1999, σ. 6)

203.

Κανονισμός

1547/1999/ΕΚ/

12.7.1999 (R)

Πα τον καθορισμό των διαδικασιών ελέγχου στο

πλαίσιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 259/93 του

Συμβουλίου που εφαρμόζονται στις αποστολές

ορισμένων αποβλήτων προς ορισμένες χώρες για τις

οποίες δεν ισχύει η απόφαση C(92)39 τελικό, του

ΟΟΣΑ. (ΕΕ L 185/17.7.1999, σ.1)

204.

Απόφαση

2000/532/ΕΚ/3

.5.2000 (D)

Για αντικατάσταση της απόφασης 94/3/ΕΚ για τη

θέσπιση καταλόγου αποβλήτων σύμφωνα με το

άρθρο 1 στοιχείο α) της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του

Συμβουλίου και της απόφασης 94/904/ΕΚ του

Συμβουλίου για την κατάρτιση καταλόγου

επικινδύνων αποβλήτων κατ' εφαρμογή του άρθρου

1 παράγραφος 4 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ του

Συμβουλίου για τα επικίνδυνα απόβλητα. (ΕΕ L

226/6.9.2000, σ. 3)

205.

Απόφαση

2001/68/ΕΚ/16.

1.2001 (D)

Πα τη θέσπιση δυο μεθόδων μέτρησης αναφοράς

για τα ΡCΒ σύμφωνα με το άρθρο 10 στοιχείο α)

της οδηγίας 96/59/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με

τη διάθεση των πολυχλωροδιφαινυλίων και των

πολυχλωροτριφαινυλίων (ΡCΒ/ΡCΤ) (ΕΕ L

023/25.1.2001, σ. 31)

160

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

206.

Οδηγία

2002/95/ΕΚ/27

.1.2003 (L)

Σχετικά με τον περιορισμό της χρήσης ορισμένων

επικινδύνων ουσιών σε είδη ηλεκτρικού και

ηλεκτρονικού εξοπλισμού. (ΕΕ L 037/13.2.2003, σ.

19)

VI. ΕΛΕΓΧΟΣ

ΤΗΣ

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚ

ΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ

207.

Οδηγία

80/779/ΕΟΚ/15

.7.1980 (L)

Περί των οριακών τιμών και των ενδεικτικών τιμών

της ποιότητας της ατμόσφαιρας για το διοξείδιο του

θείου και τα αιωρούμενα σωματίδια. (ΕΕ L

229/30.8.1980, σ. 30)

208.

Οδηγία

82/884/ΕΟΚ/3.

12.1982 (L)

Για την οριακή τιμή του μολύβδου που περιέχεται

στην ατμόσφαιρα. (ΕΕ L 378/31-12.1982, σ. 15)

209.

Οδηγία

84/360/ΕΟΚ/28

.6.1984 (L)

Σχετικά με την καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής

ρύπανσης από βιομηχανικές εγκαταστάσεις. (ΕΕ L

188/16.7.1984, σ. 20)

210.

Οδηγία

85/203/ΕΟΚ/7.

3.1985 (L)

Σχετικά με τις προδιαγραφές ποιότητας του αέρα για

το διοξείδιο του αζώτου. (ΕΕ L 087/27.3.1985, σ. 1)

211.

Απόφαση

86/277/ΕΟΚ/12

.6.1986 (D)

Για τη σύναψη του πρωτοκόλλου στη σύμβαση του

1979 για τη διαμεθοριακή ρύπανση της ατμόσφαιρας

σε μεγάλη απόσταση, το οποίο αναφέρεται στη

μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση του προγράμματος

συνεργασίας για τη συνεχή παρακολούθηση και την

εκτίμηση της μεταφοράς σε μεγάλη απόσταση των

ατμοσφαιρικών ρύπων στην Ευρώπη (ΕΜΕΡ). (ΕΕ L

181/4.7.1986, σ. 1)

161

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

212.

Κανονισμός

1696/1987/ΕΟΚ

/10.6.1987 (R)

Σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογής του

κανονισμού (ΕΟΚ) αριθμ. 3528/86 του συμβουλίου

για την προστασία των δασών στην Κοινότητα από

την ατμοσφαιρική ρύπανση (απογραφή, δίκτυο

παρατηρήσεων, απολογισμοί). (ΕΕ L

161/22.6.1987, σ. 1)

213.

Οδηγία

89/369/ΕΟΚ/8.

6.1989 (L)

Σχετικά με την πρόληψη της ατμοσφαιρικής

ρύπανσης που προκαλείται από τις νέες

εγκαταστάσεις καύσης αστικών απορριμμάτων. (ΕΕ L

163/14.6.1989, σ. 32)

214.

Οδηγία

89/429/ΕΟΚ/21

.6.1989 (L)

Σχετικά με τη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης

που προκαλείται από τις νέες εγκαταστάσεις καύσης

αστικών απορριμμάτων. (ΕΕ L 203/15.7.1989, σ. 50)

215.

Απόφαση

93/389/ΕΟΚ/24

.6.1993 (D)

Για ένα μηχανισμό παρακολούθησης των εκπομπών

CΟ2 και άλλων αερίων που συμβάλλουν στο

φαινόμενο του θερμοκηπίου μέσα στην κοινότητα.

(ΕΕ L 167/9.7.1993, σ. 31)

216.

Οδηγία

93/76/ΕΟΚ/13.

9.1993 (L)

Για περιορισμό των εκπομπών διοξειδίου του

άνθρακος με τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης

(SΑ\/Ε). (ΕΕ L 237/22.9.1993, σ. 28)

217.

Κανονισμός

926/93/ΕΟΚ71.

4.1993 (D)

Για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ)

αριθ.1696/87 σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες

εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3528/86

του Συμβουλίου για την προστασία των δασών

στην Κοινότητα από την ατμοσφαιρική ρύπανση.

(ΕΕ L 100/26.4.1993, σ. 1)

162

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

218.

Κανονισμός

1091/ΕΚ/29.4.1

998 (R)

Κανονισμός που καθορίζει ορισμένες λεπτομέρειες

εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθμ. 3528/86

του συμβουλίου για την προστασία των δασών στην

Κοινότητα από την ατμοσφαιρική ρύπανση. (ΕΕ L

125/18.5.1994, σ. 1)

219.

Οδηγία

96/511/ΕΚ729.

7.1996(L)

Σχετικά με τα ερωτηματολόγια τα προβλεπόμενα

στις οδηγίες 80/779/ΕΟΚ, 82/884/ΕΟΚ, 84/360/ΕΟΚ

και 85/203/ΕΟΚ του Συμβουλίου. (ΕΕ L

213/22.8.1996, σ. 16)

220.

Οδηγία

96/62/ΕΚ/27.9.

1996 (L)

Για την εκτίμηση και τη διαχείριση της ποιότητας

του αέρα του περιβάλλοντος. (ΕΕ L 296/21.11.1996,

σ. 55)

221.

Απόφαση

97/101/ΕΚ/27.

1.1997 (D)

Για την καθιέρωση διαδικασίας για την αμοιβαία

ανταλλαγή πληροφοριών και δεδομένων που

προέρχονται από τα δίκτυα πληροφοριών και

δεδομένων που προέρχονται από τα δίκτυα και τους

μεμονωμένους σταθμούς μέτρησης της ρύπανσης

του αέρα του περιβάλλοντος στα κράτη μέλη. (ΕΕ L

035/5.2.1997, σ. 14)

222.

Οδηγία

1999/13/11.3.1

999 (L)

Για τον περιορισμό των εκπομπών πτητικών

οργανικών ενώσεων που οφείλονται στη χρήση

οργανικών διαλυτών σε ορισμένες δραστηριότητες

και εγκαταστάσεις. (ΕΕ L 085/29.3.1999, σ. 1)

223.

Οδηγία

1999/30/ΕΚ/22.

4.1999 (L)

Σχετικά με τις οριακές τιμές διοξειδίου του θείου,

διοξειδίου του αζώτου και οξειδίων του αζώτου,

σωματιδίων και μολύβδου, στον αέρα του

περιβάλλοντος. (ΕΕ L 163/29.6.1999, σ. 41)

163

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

224.

Κανονισμός

2278/1999/ΕΚ/

21.10.1999 (R)

Σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογής του

κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ., 3528/86 του Συμβουλίου

για την προστασία των δασών στη Κοινότητα από

την ατμοσφαιρική ρύπανση. (ΕΕ L 279/29.10.1999,

σ. 3)

225.

Απόφαση

2000/541/ΕΚ/6

.9.2000 (D)

Σχετικά με τα κριτήρια αξιολόγησης των εθνικών

σχεδίων βάσει του άρθρου 6 της οδηγίας 1999/13/ΕΚ

του Συμβουλίου (ΕΕ L 230/12.9.2000,σ. 16)

226.

Κανονισμός

2037/2000 Ο/Ε

Κ/29.6.2000 (R)

Για τις ουσίες που καταστρέφουν την στιβάδα του

όζοντος. (ΕΕ L 244/29.9.2000, σ. 1)

227.

Οδηγία

2000/69/ΕΚ/16.

11.2000 (L)

Για οριακές τιμές βενζολίου και μονοξειδίου του

άνθρακα στον αέρα του περιβάλλοντος (ΕΕ L

313/13.12.2000, σ. 12)

228.

Οδηγία

2000/76/ΕΚ/4.1

2.2000 (L)

Για την αποτέφρωση των αποβλήτων. (ΕΕ L

332/28.12.2000, σ. 91)

229.

Απόφαση

2001/677/ΕΚ/1

0.8.2001 (D)

Σχετικά με μορφότυπο της έκθεσης προς

συμπλήρωση από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το

άρθρο 9 της οδηγίας 1999/94/ΕΚ (ΕΕ L 237/6.9.2001,

σ. 5)

230.

Απόφαση

2001/839/ΕΚ/8

.11.2001 (D)

Για τη θέσπιση ερωτηματολογίου το οποίο

χρησιμοποιείται κατά την υποβολή ετήσιας έκθεσης

σχετικά με την εκτίμηση της ποιότητας του αέρα του

περιβάλλοντος, στο πλαίσιο των οδηγιών 96/62/ΕΚ

και 1999/30/ΕΚ του Συμβουλίου. (ΕΕ L

319/4.12.2001, σ. 45)

231.

Οδηγία

2001/80/ΕΚ/23.

10.2001 (L)

Για τον περιορισμό των εκπομπών στην ατμόσφαιρα

ορισμένων ρύπων. (ΕΕ L 309/27.11.2001, σ. 1)

164

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

232.

Οδηγία

2001/81/ΕΚ/23.

10.2001 (L)

Σχετικά με εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών για

ορισμένους ατμοσφαιρικούς ρύπους. (ΕΕ L

309/27.11.2001, σ. 22)

233.

Απόφαση

2002/529/ΕΚ/2

7.6.2002 (D)

Περί ερωτηματολογίου σχετικά με τις εκθέσεις των

κρατών μελών που αφορούν την εφαρμογή της

οδηγίας 1999/13/ΕΚ για τον περιορισμό των

εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων που

οφείλονται στη χρήση οργανικών διαλυτών σε

ορισμένες δραστηριότητες και εγκαταστάσεις. (ΕΕ L

172/2.7.2002, σ. 57)

234.

Απόφαση

2002/654/ΕΚ/1

2.8.2002 (D)

Για τη σύσταση μηχανισμού χορήγησης

ποσοστώσεων στους παραγωγούς και στους

εισαγωγείς υδροχλωροφθορανθράκων για τα έτη

2003 έως 2009 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ)

αριθ. 2037/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και

του Συμβουλίου. (ΕΕ L 220/15.8.2002, σ. 59)

235.

Οδηγία

2002/3/ΕΚ/12.2

.2002 (L)

Σχετικά με το όζον στον ατμοσφαιρικό αέρα. (ΕΕ L

067/9.3.2002, σ. 14)

236.

Οδηγία

2002/91/ΕΚ/16.

12.2002 (L)

Για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων. (ΕΕ L

001/4.1.2003, σ. 65

237.

Οδηγία

2003/87/ΕΚΜ3.

10.2003 (L)

Σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας

δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός

της κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας

96/61/ΕΚ του Συμβουλίου. (ΕΕ L 275/25.10.2003, σ.

32)

165

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

238.

Απόφαση

2003/37/ΕΚ/16

.1.2003 (D)

Που αφορά κατευθύνσεις σχετικά με προσωρινή

μέθοδο αναφοράς για τη δειγματοληψία και μέτρηση

των ΑΣ2,5 στο πλαίσιο της οδηγίας 1999/30/ΕΚ. (ΕΕ

L 012/17.1.2003, σ. 31)

239.

Απόφαση

2004/156/ΕΚ/2

9.1.2004 (D)

Περί θεσπίσεως κατευθυντηρίων γραμμών για την

παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά

με τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου κατ' εφαρμογή

της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού

Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. (ΕΕ L

059/26.2.2004, σ. 1)

240.

Απόφαση

280/2004/ΕΚ/1

1.2.2004 (D)

Για μηχανισμό παρακολούθησης των εκπομπών

αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του

θερμοκηπίου στην Κοινότητα και εφαρμογής του

πρωτοκόλλου του Κιότο. (ΕΕ L 049/19.2.2004, σ. 1)

ΚΑΥΣΙΜΑ

241.

Οδηγία

80/1268/ΕΟΚ/1

6.12.1980 (L)

Περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών

μελών σχετικά με την κατανάλωση καυσίμων των

οχημάτων με κινητήρα. (ΕΕ L 375/31.12.1980,

σ.36)

242.

Οδηγία

93/12/ΕΟΚ/23.

3.1993 (L)

Σχετικά με την περιεκτικότητα ορισμένων υγρών

καυσίμων σε θείο. (ΕΕ L 074/27.3.1993, σ. 81)

243.

Οδηγία

93/116/ΕΚ/17.1

2.1993 (L)

Για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της

οδηγίας 80/1268/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με

την κατανάλωση καυσίμων των οχημάτων με

κινητήρα. (ΕΕ L 329/30,12.1993, σ. 39)

166

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

244.

Οδηγία

94/63/ΕΚ/20.12

.1994 (L)

Για τον έλεγχο των εκπομπών πτητικών οργανικών

ουσιών (VΟC) που προέρχονται από την αποθήκευση

βενζίνης και τη διάθεση της από τις τερματικές

εγκαταστάσεις στους σταθμούς διανομής καυσίμων.

(ΕΕ L 365.31.12.1994, σ. 24)

245.

Οδηγία

98/70/ΕΚ/13.10

.1998 (L)

Σχετικά με την ποιότητα των καυσίμων βενζίνης και

ντίζελ και την τροποποίηση της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ

του Συμβουλίου. (ΕΕ L 350/28.12.1998,σ.58)

246.

Οδηγία

1999/32/ΕΚ/26.

4.1999 (L)

Σχετικά με τη μείωση της περιεκτικότητας

ορισμένων υγρών καυσίμων σε θείο και για την

τροποποίηση της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ. (ΕΕ L

121/11.5.1999, σ. 13)

247.

Απόφαση

2002/159/ΕΚ/1

8.2.2002 (D)

Περί ενιαίου εντύπου για την υποβολή

συνοπτικών εθνικών δεδομένων σχετικά με την

ποιότητα των καυσίμων (ΕΕ L 53/23.2.2002,σ.

30)

248.

Απόφαση

2003/3/ΕΚ/17.

12.2002 (D)

Επί αιτήματος της Ελλάδας να επιτραπεί η χρήση

βαρέος μαζούτ μέγιστης περιεκτικότητας σε θείο

3% κατά μάζα σε τμήμα της επικράτειας της

(απορρίπτει το αίτημα) (ΕΕ L 004/9.1.2003, σ. 16)

249.

Οδηγία

2003/30/ΕΚ/8.5

.2003 (L)

Σχετικά με την προώθηση της χρήσης βιοκαυσίμων

ή άλλων καυσίμων για μεταφορές (ΕΕ L

123/17.5.2003, σ. 40)

167

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

ΟΧΗΜΑΤΑ

250.

Οδηγία

72/306/ΕΟΚ/2.

8.1972 (L)

Περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών

μελών των αναφερομένων στα μέτρα που πρέπει να

ληφθούν κατά των εκπομπών μολυνόντων αερίων

που προέρχονται από πετρελαιοκινητήρες

προοριζόμενους για την προώθηση των

οχημάτων.(ΕΕ L 190/20.8.1972,σ. 1)

251.

Οδηγία

77/102/ΕΟΚ

/30.11.1976 (L)

Περί προσαρμογής στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας

70/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 20ης Μαρτίου

1970 «Περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των

κρατών μελών που αφορούν στα μέτρα που πρέπει

να ληφθούν κατά της μολύνσεως του αέρος από τα

αέρια τα προερχόμενα από κινητήρες με

επιβαλλόμενη ανάφλεξη με τους οποίους είναι

εφοδιασμένα τα οχήματα με κινητήρα» (ΕΕ L

032/3.2.1977,σ. 32)

252.

Οδηγία

77/537/ΕΟΚ/28

.6.1977 (L)

Περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών

μελών των αναφερομένων στα μέτρα που πρέπει να

ληφθούν κατά των εκπομπών μολύνοντων αερίων

που προέρχονται από πετρελαιοκινητήρες

προοριζόμενους για την προώθηση των γεωργικών ή

δασικών ελκυστήρων με τροχούς. (ΕΕ L

220/29.8.1977, σ. 38)

253.

Οδηγία

88/76/ΕΟΚ/3.1

2.1987 (L)

Για την τροποποίηση της οδηγίας 70/220/ΕΟΚ για

την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών

όσον αφορά τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν κατά

της μόλυνσης του αέρος από τα αέρια που

προέρχονται από τους κινητήρες οχημάτων. (ΕΕ L)

036/9.2.1988,0. 1)

168

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

254.

Οδηγία

88/77/ΕΟΚ/3.1

2.1988 (L)

Για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών

μελών σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν

κατά των εκπομπών αερίων ρύπων από

ντιζελοκινητήρες προοριζόμενους να τοποθετηθούν

σε οχήματα. (ΕΕ L 036/9.2.1988, σ. 33)

255.

Οδηγία

88/436/ΕΟΚ/16

.6.1988 (L)

Για την τροποποίηση της οδηγίας 70/220/ΕΟΚ περί

προσέγγισης των νομοθεσιών των κρατών μελών οι

οποίες αφορούν τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν

κατά της μόλυνσης του αέρος από τα αέρια που

προέρχονται από κινητήρες με τους οποίους είναι

εφοδιασμένα τα οχήματα με κινητήρα (Περιορισμός

των εκπομπών ρυπογόνων σωματιδίων από τους

κινητήρες ντήζελ). (ΕΕ L 214/6.8.1988,σ. 1)

256.

Οδηγία

89/458/ΕΟΚ/18

Τ.1989 (L)

Για την τροποποίηση, όσον αφορά τα ευρωπαϊκά

πρότυπα εκπομπής για αυτοκίνητα κυβισμού

μικρότερου των 1.400 cmι3, της οδηγίας

70/220/ΕΟΚ περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών

των κρατών μελών σχετικά με τα μέτρα που πρέπει

να ληφθούν κατά της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από

εκπομπές οχημάτων με κινητήρα. (ΕΕ L

226/3.8.1989, σ. 1)

257.

Οδηγία

91/441/ΕΟΚ/26

.6.1991 (L)

Για την τροποποίηση της οδηγίας 70/220/ΕΟΚ

σχετικά με την προσέγγιση των νομοθεσιών των

κρατών μελών για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν

κατά της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από τις εκπομπές

των οχημάτων με κινητήρα. (ΕΕ L 242/30.8.1991, σ,

1)

169

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

258.

Οδηγία

93/59/ΕΟΚ/28.

6.1993 (L)

Για την τροποποίηση της οδηγίας 70/220/ΕΟΚ για

την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών

σχετικό με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν κατά

της ρύπανσης του αέρα από τις εκπομπές των

οχημάτων με κινητήρα. (ΕΕ L 186/28.7.1993, σ. 21)

259.

Οδηγία

94/12/ΕΚ/23.3.

1994 (L)

Περί των μέτρων που πρέπει να ληφθούν κατά της

ατμοσφαιρικής ρύπανσης από τις εκπομπές των

οχημάτων με κινητήρα και περί τροποποίησης της

οδηγίας 70/220/ΕΟΚ. (ΕΕ L 100/19,4.1994, σ. 42)

260.

Οδηγία

96/44/ΕΚ/1.7.1

996 (L)

Για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της

οδηγίας 70/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με την

προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών

σχετικά με τα προς λήψη μέτρα κατά της

ατμοσφαιρικής ρύπανσης από τις εκπομπές

μηχανοκινήτων οχημάτων, (ΕΕ L 210/20.8.1996, σ.

25)

261.

Οδηγία

97/20/ΕΚ/18.4.

1997 (L)

Για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της

οδηγίας 72/306/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την

προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών

σχετικά με τα ληπτέα μέτρα κατά της εκπομπής

αερίων και σωματιδιακών ρύπων προερχομένων από

κινητήρες εσωτερικής καύσης που τοποθετούνται σε

μη οδικά κινητά μηχανήματα. (ΕΕ L 125/16.5.1997,

σ. 21)

262.

Οδηγία

97/68/ΕΚ/16.12

.1997 (L)

Για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών

μελών σχετικά με τα ληπτέα μέτρα κατά της

εκπομπής αερίων και σωματιδιακών ρύπων

προερχομένων από κινητήρες εσωτερικής καύσης

που τοποθετούνται σε μη οδικά κινητά

μηχανήματα. (ΕΕ L 059/27,2.1998, σ. 1)

170

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

263.

Οδηγία

98/69/ΕΚ/13.1

0.1998 (L)

Σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν κατά

της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από τις εκπομπές των

οχημάτων με κινητήρα και με τροποποίηση της

οδηγίας 70/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου. (ΕΕ L

350/28.12.1998, σ. 1)

264.

Οδηγία

1999/94/ΕΚ/13

.12.1999 (L)

Για τις πληροφορίες που πρέπει να τίθενται στη

διάθεση των καταναλωτών σχετικά με την οικονομία

καυσίμου και τις εκπομπές CΟ2 όσον αφορά την

εμπορία νέων επιβατηγών αυτοκινήτων. (ΕΕ L

012/18.1.2000, σ. 16)

265.

Οδηγία

1999/96/ΕΚ/13.

12.1999 (L)

Για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών

μελών σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν

κατά των εκπομπών αερίων και σωματιδιακών

ρύπων από κινητήρες ανάφλεξης με συμπίεση που

χρησιμοποιούνται σε οχήματα καθώς και των

εκπομπών αερίων ρύπων από κινητήρες

επιβαλλόμενης ανάφλεξης που τροφοδοτούνται με

φυσικό αέριο ή υγραέριο και χρησιμοποιούνται σε

οχήματα, και σχετικά με την τροποποίηση της

οδηγίας 88/77/ΕΟΚ (ΕΕ L 044/16.2.2000, σ. 1)

266.

Οδηγία

2000/25/ΕΚ/22.

5.2000 (L)

Σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν κατά

των εκπομπών ρυπογόνων αερίων και σωματιδίων

από κινητήρες προοριζόμενους για την πρόωση

γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων, και για την

τροποποίηση της οδηγίας 74/150/ΕΟΚ του

Συμβουλίου. (ΕΕ L 173/12.7.2000, σ. 1)

171

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

267.

Οδηγία

2000/25/ΕΚ/22

.5.2000 (L)

Σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν κατά

των εκπομπών ρυπογόνων αερίων και σωματιδίων

από κινητήρες προοριζόμενους για την πρόωση

γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων, και για την

τροποποίηση της οδηγίας 74/150/ΕΟΚ του

Συμβουλίου. (ΕΕ L 173/12,7.2000,σ. 1)

268.

Απόφαση αριθ.

1753/2000/ΕΚ/

22.6.2000 (D)

Για την καθιέρωση συστήματος παρακολούθησης των

μέσων όρων των ειδικών εκπομπών CO2 από τα νέα

επιβατηγά αυτοκίνητα. (ΕΕ L 202/10.8.2000, σ. 1)

269.

Οδηγία

2001/27/ΕΚ/10

.4.2001 (L)

Για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της

οδηγίας 88/77/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την

προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών

σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν κατά

των εκπομπών αερίων και σωματιδιακών ρύπων από

τους κινητήρες ανάφλεξης με συμπίεση που

χρησιμοποιούνται σε οχήματα , καθώς και κατά των

εκπομπών αερίων ρύπων από κινητήρες επι-

βαλλόμενης ανάφλεξης που τροφοδοτούνται με

φυσικό αέριο ή υγραέριο και χρησιμοποιούνται σε

οχήματα. (ΕΕ L 107/18.4.2001, σ. 10)

270.

Οδηγία

2002/88/ΕΚ/9.1

2.2002 (L)

Τροποποιεί την οδηγία 97/68/ΕΚ για την προσέγγιση

των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα

ληπτέα μέτρα κατά της εκπομπής αερίων και

σωματιδιακών ρύπων προερχομένων από κινητήρες

εσωτερικής καύσης που τοποθετούνται σε μη οδικά

κινητά μηχανήματα. (ΕΕ L 035/11.2.2003, σ. 28)

VII ΘΟΡΥΒΟΣ 271.

Οδηγία

80/51/ΕΟΚ/20.

12.1979 (L)

Περί περιορισμού του θορύβου που προκαλείται από

υποηχητικά αεροσκάφη. (ΕΕ L 018/24.1.1980, σ. 26)

172

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

272.

Οδηγία

86/594/ΕΟΚ/1.

12,1986 (L)

Αφορά τον αερόφερτο θόρυβο που εκπέμπουν οι

οικιακές συσκευές. (ΕΕ L 344/6.12.1986, σ. 24)

273.

Οδηγία

89/629/ΕΟΚ/4.

12.1989 (L)

Για τον περιορισμό του θορύβου που προκαλείται

από τα υποηχητικό αεριωθούμενα πολιτικά

αεροπλάνα. (ΕΕ L 363/13.12.1989, σ. 27)

274.

Οδηγία

92/14/ΕΟΚ/2.3.

1992 (L)

Πα τον περιορισμό της χρησιμοποίησης των

αεροπλάνων που υπάγονται στο παράρτημα 16 της

σύμβασης για τη διεθνή πολιτική αεροπορία, τόμος

1, δεύτερο μέρος, κεφάλαιο 2, δεύτερη έκδοση

(1988). (ΕΕ L 076/23.3.1992, σ. 21)

275.

Οδηγία

2000/14/ΕΚ/8.

5.2000 (L)

Για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών

μελών σχετικά με την εκπομπή θορύβου στο

περιβάλλον από εξοπλισμό προς χρήση σε

εξωτερικούς χώρους. (ΕΕ L 162/3.7.2000, σ. 1)

276.

Οδηγία

2002/30/ΕΚ/26

.3.2002 (L)

Περί της καθιέρωσης των κανόνων και διαδικασιών

για τη θέσπιση περιορισμών λειτουργίας σε

συνάρτηση με τον προκαλούμενο θόρυβο στους

κοινοτικούς αερολιμένες. (ΕΕ L 085/28.3.2002, σ.

40)

277.

Οδηγία

2002/49/ΕΚ/25.

6.2002 (L)

Σχετικά με την αξιολόγηση και τη διαχείριση του

περιβαλλοντικού Θορύβου-∆ηλώσεις της Επιτροπής

στην επιτροπή συνδιαλλαγής για την έκθεση σχετικά

με την αξιολόγηση και τη διαχείριση του

περιβαλλοντικού θορύβου. (ΕΕ L 189/18.7.2002, σ.

12)

278.

Κανονισμός

1592/2002/ΕΚ/

15.7.2002 (R)

Για κοινούς κανόνες στον τομέα της πολιτικής

αεροπορίας και για την ίδρυση ευρωπαϊκού

οργανισμού ασφάλειας της αεροπορίας. (ΕΕ L

240/7.9.2002, σ. 1)

173

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

ΟΧΗΜΑΤΑ

279.

Οδηγία

70/157/ΕΟΚ/6.

2.1970 (L)

Περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών

μελών που αναφέρονται στο αποδεκτό ηχητικό

επίπεδο και στη διάταξη εξατμίσεως των οχημάτων

με κινητήρα. (ΕΕ L 042/23.2.1970, σ. 16)

280.

Οδηγία

73/350/ΕΟΚ/7.

11.1973 (L)

Περί προσαρμογής στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας

του Συμβουλίου της 6ης Φεβρουαρίου 1970 περί

προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών

που αναφέρονται στο αποδεκτό ηχητικό επίπεδο και

στη διάταξη εξατμίσεως των οχημάτων με κινητήρα.

(ΕΕ L 321/22.11.1973, σ. 33)

281.

Οδηγία

84/372/ΕΟΚ/3.

7.1984 (L)

Πα την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της

οδηγίας 70/157/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί

προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών

που αναφέρονται στο αποδεκτό ηχητικό επίπεδο και

στη διάταξη εξατμίσεως των οχημάτων με κινητήρα.

(ΕΕ L 196/26.7.1984, σ. 47)

282.

Οδηγία

84/424/ΕΟΚ/3.

9.1984 (L)

Για την τροποποίηση της οδηγίας 70/157/ΕΟΚ για

την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών

που αναφέρονται στο αποδεκτό ηχητικό επίπεδο και

στη διάταξη εξάτμισης των οχημάτων με κινητήρα,

(ΕΕ L 238/6.9.1984, σ. 31)

283.

Οδηγία

92/97/ΕΟΚ/10.

11.1992 (L)

Πα την τροποποίηση της οδηγίας 70/157/ΕΟΚ περί

προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών

που αναφέρονται στην αποδεκτή ηχοστάθμη και

στις διατάξεις εξατμίσεως των οχημάτων με

κινητήρα. (ΕΕ L 371/19.12.1992, σ. 1)

174

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

284.

Οδηγία

96/20/ΕΚ/27.3.

1996 (L)

Για την προσαρμογή στη τεχνική πρόοδο της οδηγίας

70/157/ΕΟΚ του συμβουλίου σχετικά με την

αποδεκτή ηχητική στάθμη και το σύστημα εξάτμισης

των μηχανοκινήτων οχημάτων.(ΕΕ L 092/13.4.1996,

σ. 23)

VIII ΦΥΣΙΚΟ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ 285.

Οδηγία

78/659/ΕΟΚ/18

.7.1978 (L)

Περί της ποιότητας των γλυκών υδάτων που έχουν

ανάγκη προστασίας ή βελτιώσεως για τη διατήρηση

της ζωής των ιχθύων. (ΕΕ L 222/14.8.1978,σ. 1)

286.

Οδηγία

79/409/ΕΟΚ/2.

4.1979 (L)

Περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών.

(ΕΕ L 103/25.4.1979, σ. 1)

287.

Κανονισμός

348/81

/ΕΟΚ/20.1.1981

(R)

Περί κοινού καθεστώτος που εφαρμόζεται στις

εισαγωγές των προϊόντων που προέρχονται από

κητοειδή. (ΕΕ L 039/12.2.1981 σ.1)

288.

Οδηγία

83/129/ΕΟΚ/28

.3,1983 (L)

Σχετικά με την εισαγωγή στα κράτη μέλη δερμάτων

ορισμένων νεογνών φώκιας και προϊόντων που

προέρχονται απ' αυτά. (ΕΕ L 091/9.4.1983,σ. 30)

289.

Οδηγία

92/43/ΕΟΚ/21.

5.1992 (L)

Πα τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων

καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας.

(ΕΕ L 206/22.7.1992, σ. 7)

290.

Κανονισμός

804/94/ΕΚ/11.

4.1994 (R)

Περί ορισμένων λεπτομερών κανόνων εφαρμογής

του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ.2158/92 του

Συμβουλίου όσον αφορά τα συστήματα

πληροφόρησης για τις πυρκαγιές των δασών.

291.

Κανονισμός

338/97/ΕΚ/9.1

2.1996 (R)

Για την προστασία των ειδών άγριας πανίδας και

χλωρίδας με τον έλεγχο του εμπορίου τους. (ΕΕ L

061/3.3.1997, σ. 1)

175

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

292.

Απόφαση

97/266/ΕΚ/18.

12.1996 (D)

Όσον αφορά έντυπο πληροφοριών για τους

προτεινόμενους τόπους Νatura 2000. (ΕΕ L.

107/24.4.1997, σ. 1)

293.

Οδηγία

98/145/ΕΚ/12.2

.1998 (L)

Σχετικά με την έγκριση, εξ' ονόματος της Κοινότητας

της τροποποίησης των παραρτημάτων Ι και II της

σύμβασης της Βόννης περί της διατήρησης των

αποδημητικών ειδών που ανήκουν στην άγρια

πανίδα, όπως αποφασίσθηκε στη Πέμπτη συνεδρίαση

της διάσκεψης των μερών της σύμβασης. (ΕΕ L

046/17.2.1998, σ. 6

294.

Απόφαση

98/746/ΕΚ/21.

12.1998 (D)

Για την έγκριση εξ ονόματος της Κοινότητας, των

τροποποιήσεων των παραρτημάτων II και III της

σύμβασης της Βέρνης σχετικά με τη διατήρηση της

άγριας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος στην

Ευρώπη που ενεκρίθη κατά την δέκατη έβδομη

συνεδρίαση της μόνιμης Επιτροπής της σύμβαση. (ΕΕ

L 358/31.12.1998, σ. 114)

295.

Οδηγία

1999/22/ΕΚ/29.

3.1999 (L)

Για την διατήρηση άγριων ζώων στους ζωολογικούς

κήπους (ΕΕ L 094/9.4.1999, σ. 24)

296.

Κανονισμός

1727/1999/ΕΚ/

28.7.1999 (R)

Για ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογής του

κανονισμού (ΕΟΚ) αριθμ. 2158/92 του Συμβουλίου

για την πυροπροστασία των κοινοτικών δασών. (ΕΕ L

203/3.8.1999, σ. 41)

297.

Κανονισμός

249472000/ΕΚ/

7.11.2000/ (R)

Σχετικά με τα μέτρα για την προώθηση της

διατήρησης και της αειφόρου διαχείρισης τροπικών

και άλλων δασών στις αναπτυσσόμενες χώρες (ΕΕ L

288/15.11.2000, σ. 6)

176

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ A/A ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑ ΤΙΤΛΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

298.

Κανονισμός

1035/2001/ΕΚ/

22.5.2001 (R)

Για τη θέσπιση συστήματος τεκμηρίωσης των

αλιευμάτων του Dissostichus spp. (ΕΕ L

145/31.5.2001, σ. 1)

299.

Κανονισμός

1808/2001/ΕΚ/

30.8.2001 (R)

Περί των λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού

(ΕΚ) αριθμ. 338/97 του Συμβουλίου για την

προστασία των ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας

με τον έλεγχο του εμπορίου τους. (ΕΕ L

250/19.9.2001, σ. 1)

300.

Απόφαση

2002/11/ΕΚ/28

.12.2001 (R)

Για θέσπιση του καταλόγου των τόπων κοινοτικής

σημασίας για την μακρονησιώτικη βιογεωγραφική

περιφέρεια, δυνάμει της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του

Συμβουλίου (ΕΕ L 005/9.1.2002. σ. 16)

301.

Κανονισμός

349/2003/ΕΚ/2

5.2.2003 (R)

Για αναστολή εισαγωγής στην Κοινότητα δειγμάτων

από ορισμένα είδη άγριας πανίδας και χλωρίδας. (ΕΕ

L 051/26.2.2003, σ. 3)

302.

Κανονισμός

2152/2003/17.

11.2003 (R)

Για την παρακολούθηση των δασών και των

περιβαλλοντικών επιδράσεων στην Κοινότητα. (ΕΕ L

324/11.12.2003, σ. 1)