κ. καρυωτάκης

12
Κώστας Καρυωτάκης.

Transcript of κ. καρυωτάκης

Page 1: κ. καρυωτάκης

Κώστας Καρυωτάκης.

Page 2: κ. καρυωτάκης

Βιογραφικά Στοιχεία:

Γεννήθηκε στην Τρίπολη στις 30 Οκτωβρίου του 1896 και πέθανε *αυτοκτόνησε* στην Πρέβεζα την 21η

Ιουλίου του 1896.

Ήταν το δεύτερο παιδί της οικογένειας του, είχε μια μεγαλύτερη αδελφή και έναν μικρότερο αδελφό. Οιγονείς του ονομαζόταν Γεώργιος Καρυωτάκης και Αικατερίνη Σκάγιαννη.

Λόγω των συνεχών μεταθέσεων του νομομηχανικού πατέρα του, η παιδική του ηλικία χαρακτηρίστηκε σεμεγάλο βαθμό, από σύντομες παραμονές σε διάφορες πόλεις της Ελλάδος και την έλλειψη σταθερήςκατοικίας.

Παρόλα αυτά, τελείωσε το γυμνάσιο στα Χανιά, όπου σημείωσε αρκετά ικανοποιητικές επιδόσεις (ενδεικτικά αναφέρεται ο βαθμός του, «λίαν καλώς», 1913).

Άρχισε να δημοσιεύει ποιήματά του σε παιδικά περιοδικά, στην ηλικία των δεκαέξι, ενώ το όνομά τουαναφέρεται επίσης σε ένα διαγωνισμό διηγήματος της Διαπλάσεως των Παίδων.

Σπούδασε Νομική στην Αθήνα (πήρε το πτυχίο του το 1917). Από το δεύτερο κιόλας έτος του εκεί,ξεκίνησε να δημοσιεύει ποιήματα σε λαϊκά περιοδικά και εφημερίδες (όπως πχ η Ακρόπολη)

Το 1919 επιστρατεύτηκε με ολιγόμηνη αναβολή λόγω υγείας, ενώ το ίδιο έτος έλαβε άδεια δικηγόρουκαι διορίσθηκε υπουργικός γραμματέας Α’ στην Θεσσαλονίκη.

Το 1923 διορίστηκε στο Υπουργείο Υγιεινής Πρόνοιας και Κοινωνικής Αντιλήψεως όπου επέδειξεσημαντικό έργο πρότασης νόμων.

Το 1927 εξέδωσε την ποιητική Συλλογή «Ελέγεια και Σάτιρες»

Στις 21 Ιουλίου του 1928 αυτοκτόνησε, κάτω από μια ιτιά, αφού πρώτα συνέθεσε μιααποχαιρετιστήρια επιστολή.

Page 3: κ. καρυωτάκης

Χαρακτηριστικά της ποίησης του

Η ποίηση του Καρυωτάκη, χαρακτηρίζεται εκτός από την ειρωνεία και τον σαρκασμό, από μια απαισιοδοξία.

Στα ποιήματα του, υπάρχει συχνά το φαινόμενο του ενθουσιασμός που ακολουθείται στην συνέχεια από την μεγάλη απογοήτευση. Περιγράφεται σαν να κυνηγά διαρκώς το ιδανικό και τελικά να αποτυγχάνει, ενώ καταφέρνει –εσκεμμένα και μη- να κάνει τον αναγνώστη να αισθανθεί την περιπέτεια του ποιητή.

Επίσης, μια άλλη άποψη, είναι πως –ιδιαίτερα με τις Σάτιρες – πλησιάζει με την ποίησή του περισσότερο τον Καβάφη, από ότι τον Παλαμά.

Ωστόσο, αν και η ειρωνεία, ο αυτοσαρκασμός και η αποστασιοποίηση από τον περίγυρο εμφανίζονται αρχικά ως ομοιότητες των δύο αυτών ποιητών, η επιμονή και υπερβολή του ενός ως προς το δεύτερο καταλήγει τελικά να αποτελεί την πιο σημαντική διαφορά μεταξύ τους.

Αυτό συμβαίνει, γιατί σε αντίθεση με τον Καβάφη, πίσω από τον αυτοσαρκασμό του Καρυωτάκη, κρυβόταν συχνά μια περιφρόνηση τόσο για τον εαυτό του, όσο και για τους συνανθρώπους του.

Υποστηρίζεται επιπλέον πως στα ποιήματά του, δεν υπάρχει τίποτα το υλικό και πως κυριαρχεί ο ήχος.

Page 4: κ. καρυωτάκης

«Ελέγεια και Σάτιρες»

- από τα λίγα ποιήματα του Καρυωτάκη που παρουσιάζουν πολικό ενδιαφέρον, το οποίο για να κατανοήσουμε πρέπει πρώτα να λάβουμε υπόψην μας το σχόλιο του Τέλλου Άγρα για την μετρική του ποιητή:

«Μεικτά Μέτρα, παρατονισμοί, διασκελισμοί, μήτε ένας γνωμικός στίχος, μετάθεση της τομής, συνίζηση κακά τονισμένη, κενοί χρόνοι, χωλά μέτρα, απροσδόκητες χασμωδίες.»

- Όπως και την παρατήρηση του Βάσου Βαρίκα σχετικά με τους στιχουργικούς νεοτερισμούς του:

«Ο στίχος του Καρυωτάκη, διακρίνεται από κάτι το αυθόρμητο, το εντελώς ξένο από κάθε τεχνική επιτήδευση. Ξεπηδάει από μια βαθύτερη εσωτερική ανάγκη. Μοιάζει με την χειρονομία, με την γκριμάτσα που ,χωρίς να το θέλουμε, εντελώς ασυνείδητα σχηματίζεται.»

- Το ποίημα:

- «Λευτεριά, Λευτεριά, σχίζει, δαγκάνει

τους ουρανούς το στέμμα σου. Το φώς σου,

Χωρίς να καίει τυφλώνει το λαό σου.

Πεταλούδες χρυσές οι Αμερικάνοι,

Λογαριάζουν πόσα δολάρια κάνει

Σήμερα το υπερούσιο μέταλλό σου

Page 5: κ. καρυωτάκης

Συνέχεια…

Λευτεριά, Λευτεριά, θα σ’αγοράσουν

έμποροι και κονσόρτσια κι εβραίοι.

Είναι πολλά του αιώνος μας τα χρέη,

Πολλές οι αμαρτίες, που θα διαβάσουν

Οι γενεές, όταν σε παρομοιάσουν

με το πορτρέτο του Dorian Gray.

Λευτεριά, Λευτεριά, σε νοσταλγούνε,

Μακρινά δάση, ρημαγμένοι κήποι,

Όσοι άνθρωποι προσδέχονται τη λύπη

Σαν έπαθλο του αγώνος, και μοχθούνε,

Και τη ζωή τους εξακολουθούνε,

Νεκροί που η καθιέρωσις τους λείπει.

*Παρατηρήσεις: στο συγκεκριμένο ποίημα, υπάρχει μια μορφή σταυρωτής ομοιοκαταληξίας.

2) Χρήση καθημερινού λεξιλογίου

3) Επικράτηση ενός γενικότερου κλήματος μελαγχολίας

4)Ειρωνεία και σαρκασμός

5) Ίσως να προσπαθεί να ασκήσει κριτική στον ζωτικό ρόλο του χρήματος στην ζωή μας, την

εμποροποίηση των πάντων, και γενικότερα την υποδούλωση των ανθρώπων στις εξουσίες αυτές.

Page 6: κ. καρυωτάκης

…. Και συνεχίζουμε…

Σύμφωνα με τον Κ.Στεργιόπουλο:

«Δύο τελικά είναι οι όψεις του έργου του Καρυωτάκη, κι από την άποψη της ουσίας κι από την

άποψη της μορφής: η ρομαντική κι η ρεαλιστική, οι ελεγείες και οι σάτιρες, η ροπή προς το

αφηρημένο και η εισβολή του πραγματικού στον αφηρημένο κόσμο του. Ανάμεσα, ωστόσο, στις δύο

τούτες όψεις στέκει η συναισθηματική του βάση, η βαθιά του αισθαντικότητα, μόνιμα ταραγμένη

και διακυμαινόμενη. Αυτή γεφυρώνει την απόσταση από τον ρομαντισμό ως το ρεαλισμό του, και

δέχεται τον αντίχτυπο απ’ τον αδιάκοπο ψυχικό του κλυδωνισμό και τις αντιφάσεις του. Η

συναισθηματική βάση αντιπροσωπεύει ότι συμπαγέστερο και στερεότερο διαθέτει: το ίδιο το εγώ

του και την προσωπική του στάση απέναντι στον κόσμο, και μέσα απ’ το συναισθηματικό υπόβαθρο

βγαίνει και το ιδεολογικό του περιεχόμενο, η έκφραση

δηλαδή της απελπισίας του διαφοροποιημένη σε στάση ζωής. Τούτο αποτελεί ένα απ’ τα κυριότερα

μυστικά της διάρκειας του ποιητή κι ένα απ’ τα πιο σίγουρα κλειδιά για τη διείσδυση στα βαθύτερα

στρώματά του. Γιατί το συναισθηματικό υπόβαθρο του Καρυωτάκη γίνεται κι ο φορέας του κλίματος

της εποχής, και μέσα απ’ τη συναισθηματική του βάση και τις αντιδράσεις της αδιαλλαξίας του

εκφράζει τον καιρό του αντιπροσωπευτικά, για να καταλήξει σε γενικότερη κραυγή διαμαρτυρίας,

όχι μόνο για τη στιγμή εκείνη. Χάρη στην τιμιότητα του αισθήματος και στην εκφραστική του

οξύτητα, διατηρεί μιαν αμεσότητα, που κάνει την περίπτωσή του και μέσα στην ποίηση γεγονός

ζωής. Δεν μένει λόγος χωρίς αντίκρισμα, ούτε προφταίνει να πέσει στη φιλολογία. [...]

Τα πεζά, μαζί με τα τρία τελευταία του ποιήματα, είναι η πιο ακραία στιγμή του Καρυωτάκη, η

τελευταία φορά που “ακούει την εσωτερική του φωνή”, έχοντας συνειδητοποιήσει τις τερατώδεις

δυνατότητες του κοινωνικού μηχανισμού και των “όρων του παιγνιδιού” κι έχοντας ολότελα

αποκλειστεί».

Page 7: κ. καρυωτάκης

*Ανάλυση ποιήματος στην τάξη : «Είμαστε Κάτι…»

«Είμαστε κάτι ξεχαρβαλωμένες

Κιθάρες. Ο άνεμος, όταν περνάει,

Στίχους, ήχους παραμορφωμένους ξυπνάει

Στις χορδές που κρέμονται σαν καδένες.

Είμαστε κάτι απίστευτες αντένες

Υψώνονται σα δάχτυλα στα χάη

Στην κορυφή τους τ’άπειρο αντηχάει,

Μα γρήγορα θα πέσουνε σπασμένες

Είμαστε κάτι διάχυτες αισθήσεις,

Χωρίς ελπίδα να συγκεντρωθούμε.

Στα νεύρα μας μπερδεύεται όλη η φύσις.

Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.

Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησης

Είναι το καταφύγιο που φθονούμε.»

Page 8: κ. καρυωτάκης

«Σχόλια που έγιναν στην τάξη:»

Ως προς την μορφή, πλησιάζει το σονέτο καθώς οι δύο πρώτε στροφές είναι τετράστιχες ενώ οι δύο επόμενες τρίστιχες.:

Στις πρώτες δύο στροφές υπάρχει χρήση μεταφορικών και αλληγορικών εικόνων, ενώ στις επόμενες δύο, εκφράζονται, ξεκάθαρα πλέον, τα συναισθήματα του ποιητή.

Στο ποίημα επίσης κυριαρχεί ο Συμβολισμός, καθώς τα αντικείμενα μετατρέπονται σε σύμβολα έκφρασης των ψυχικών καταστάσεων.

Τέλος υπάρχει σταυρωτή ομοιοκαταληξία και ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος στίχος.

Σύμφωνα με το εισαγωγικό σημείωμα, το ποίημα ανήκει στην συλλογή Ελεγεία και Σάτιρες. Είναι σονέτο κι έχει γραφεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παραδοσιακής ποίησης. Αν όμως το μελετήσουμε πιο προσεκτικά, υπάρχει κάποια χαλάρωση στο ρυθμικό βάδισμα του στίχου, για να εκφράσει όλα τα αισθήματα της διάλυσης και του πόνου, που διακατέχουν την ψυχή του ποιητή.

Συμπεράνουμε λοιπόν από τα παραπάνω, πως ο Καρυωτάκης υπήρξε εκφραστής του είδους του σονέτου, αλλά και του συμβολισμού.

Page 9: κ. καρυωτάκης

…συνέχεια…

Γενικά Χαρακτηριστικά ποιητών γεννημένων στην δεκαετία του 1920 -1910…:

.Χαμηλόφωνος λυρισμός

.Η χρήση καθημερινού λεξιλογίου

.Η αίσθηση πίκρας για την απώλεια των ιδανικών

.Η αίσθηση απογοήτευση από την αδιάφορη και μίζερη ζωή της πόλης

.Η νοσταλγία των περασμένων

.Η διάθεση φυγής στη φύση και στο πραγματικό ή ονειρικό ταξίδι.

Όσο για τον Καρυωτάκη (Σύμφωνα με το βιογραφικό σημείωμα του σχολικού βιβλίου της Β’ Λυκείου):

Η γενιά του, σε αντίθεση με τη γενιά του Παλαμά, που παρακολουθεί τους αγώνες του έθνους κι αγωνίζεται για την αναγέννησή του, δεν κεντρίζεται από παρόμοια ιδανικά αλλά διακατέχεται από απαισιόδοξη διάθεση, ένα αίσθημα ανίας και μια ελαττωμένη αντίσταση στην πραγματικότητα. Εκείνος όμως που εξέφρασε ποιητικά με γνησιότητα, ειλικρίνεια και οξύτητα όλα αυτά τα βιώματα είναι ο Καρυωτάκης, ιδίως με την τελευταία ποιητική του συλλογή Ελεγεία και σάτιρες (1927). Γι' αυτή τη συλλογή ο Τέλλος Άγρας έγραψε χαρακτηριστικά «...κι έξαφνα στα 1927, με την τρίτη και τελευταία του ποιητική συλλογή Ελεγεία και Σάτιρες, μας εξεπέρασεν όλους αμέσως κι εξακολουθητικά...». Ξεκίνησε σαν ποιητής, που έγραφε στίχους αρμονικούς και μελωδικούς, σύμφωνα με τις αρχές του συμβολισμού. Στην τελευταία του όμως συλλογή παρατηρούμε μια σημαντική στροφή: ο στίχος του, στη ρυθμική του κυρίως έκφραση, μιμείται την ομιλία, χαλαρώνει και σπάζει, για να μπορέσει να μεταδώσει την εσωτερική διάθεση του ποιητή, που φτάνει πολλές φορές στο σαρκασμό και τη σάτιρα. Όλο του το έργο είναι συγκεντρωμένο στο Άπαντα τα ευρισκόμενα, τόμ. Α' και Β' (1965).

Page 10: κ. καρυωτάκης

Σημείωμα που εξηγούσε τους λόγους της αυτοκτονίας του:

«Είναι καιρός να φανερώσω την τραγωδία μου. Το μεγαλύτερό μου ελάττωμα στάθηκε η αχαλίνωτη

περιέργειά μου, η νοσηρή φαντασία και η προσπάθειά μου να πληροφορηθώ για όλες τις

συγκινήσεις, χωρίς τις περσότερες να μπορώ να τις αισθανθώ. Τη χυδαία, όμως, πράξη που μου

αποδίδεται τη μισώ. Εζήτησα μόνο την ιδεατή ατμόσφαιρά της, την έσχατη πικρία. Ούτε είμαι ο

κατάλληλος άνθρωπος για το επάγγελμα εκείνο. Ολόκληρο το παρελθόν μου πείθει γι' αυτό. Κάθε

πραγματικότης μου ήταν αποκρουστική. Είχα τον ίλιγγο του κινδύνου. Και τον κίνδυνο που ήρθε τον

δέχομαι με πρόθυμη καρδιά. Πληρώνω για όσους, καθώς εγώ, δεν έβλεπαν κανένα ιδανικό στη ζωή

τους, έμειναν πάντα έρμαια των δισταγμών τους ή εθεώρησαν την ύπαρξή τους παιχνίδι χωρίς

ουσία. Τους βλέπω να έρχονται ολοένα περισσότεροι μαζί με τους αιώνες. Σ' αυτούς απευθύνομαι.

Αφού εδοκίμασα όλες τις χαρές !!! είμαι έτοιμος για έναν ατιμωτικό θάνατο. Λυπούμαι τους

δυστυχισμένους γονείς μου, λυπούμαι τα αδέλφια μου. Αλλά φεύγω με το μέτωπο ψηλά. Ήμουν

άρρωστος. Σας παρακαλώ να τηλεγραφήσετε, για να προδιαθέση την οικογένειά μου, στο θείο μου

Δημοσθένη Καρυωτάκη, οδός Μονής Προδρόμου, πάροδος Αριστοτέλους, Αθήνας.

[Υ.Γ.] Και για ν' αλλάξουμε τόνο. Συμβουλεύω όσους ξέρουν κολύμπι να μην επιχειρήσουνε ποτέ να

αυτοκτονήσουν δια θαλάσσης. Όλη νύχτα απόψε, επί δέκα ώρες, εδερνόμουν με τα κύματα. Ήπια

άφθονο νερό, αλλά κάθε τόσο, χωρίς να καταλάβω πώς, το στόμα μου ανέβαινε στην επιφάνεια.

Ορισμένως, κάποτε, όταν μου δοθεί η ευκαιρία, θα γράψω τις εντυπώσεις ενός πνιγμένου.»

Page 11: κ. καρυωτάκης

…Τέλος…

Page 12: κ. καρυωτάκης