Download - To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

Transcript
Page 1: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΠΟΥ ΖΩΓΡΑΦΙΖΕ ΓΑΤΕΣ

και άλλες ιστορίες

- Μετάφραση

ΔΩΡΑ ΒΟΥΚΕΛΑΤΟΥ

Εικονογράφηση

ΜΕΛΙΝΑ ,ΔΕΣΦΙΝΙΩΤΟΥ

(3)

ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ «ΕΣΤΙΑΣ» χ -

Page 2: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΠΟΥ ΖΩΓΡΑΦΙΖΕ ΓΑΤΕΣ

ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Θ

Page 3: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

8 W * W \-\ ι A-

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΠΟΥ ΖΩΓΡΑΦΙΖΕ ΓΑΤΕΣ

και άλλες ιστορίες

Μετάφραση

ΔΩΡΑ ΒΟΥΚΕΛΑΤΟΥ

Εικονογράφηση

ΜΕΛΙΝΑ ΔΕΣΦΙΝΙΩΤΟΥ

16U&M

.."f.Jpo

ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ «ΕΣΤΙΑΣ»

ΑΘΗΝΑ, 2000

Page 4: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

Πρώτη έκδοση: Νοέμβριος 2000

Τίτλος πρωτοτύπου: Lefkadios Hern,

The boy who drew cats, and other tales,

• McMillan Company, 1963

Επιμέλεια έκδοσης: Πόπη Κρίπα

Ατελιέ: ΑΛΦΑΒΗΤΟ ΑΕΒΕ

Εκτύπωση: Γραφικές Τέχνες «Corfu»

Βιβλιοδεσία: Α. Πετρέλης & Υιός

ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ «ΕΣΤΙΑΣ»

Ι.Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ & ΣΙΑΣ Α.Ε.

ISBN: 960-05-0949-2

J

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Η πηγή της νιότης

11

Η ευγνωμοσύνη του Σαμεμπίτο

17

Το αγόρι που ζωγράφιζε γάτες

27

Ουρασίμα

35

Η γριά που έχασε το κουλουράκι της

43

Η ιστορία του ιερέα Κόγκι

51

Page 5: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

I

Page 6: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

Η ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΝΙΟΤΗΣ

Πριν από πολλά πολλά χρόνια ζούσε κάπου στα βου­

νά ένας ξυλοκόπος με τη γυναίκα του. Ήταν πολύ

γέροι και δεν είχαν παιδιά. Κάθε μέρα ο άντρας πή­

γαινε μόνος του στο δάσος για να κόψει ξύλα, ενώ η

γυναίκα έμενε στο σπίτι και ύφαινε.

Μια μέρα, ο γέροντας αναζητώντας ένα συγκεκρι­

μένο είδος ξύλου, προχώρησε στο δάσος βαθύτερα απ'

όσο συνήθιζε, όταν ξαφνικά βρέθηκε στην άκρη μιας

μικρής πηγής που δεν είχε ξαναδεί ποτέ του. Το νερό

ήταν παράξενα διάφανο και καθαρό κι εκείνος διψούσε

γιατί η μέρα ήταν ζεστή κι είχε δουλέψει σκληρά.

Έτσι, έβγαλε το μεγάλο ψάθινο καπέλο του, γονάτι-

[ Π ]

Page 7: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

σε κι άρχισε να πίνει. Θα 'λεγες πως το νερό αυτό του

'δίνε μια περίεργη δύναμη.

Άϊμφνα τότε, είδε το πρόσωπο του στο νερό και

τινάχτηκε προς τα πίσω. Ήταν βέβαια το δικό του πρό­

σωπο, αλλά πολύ διαφορετικό απ' αυτό που είχε συ­

νηθίσει να βλέπει στον παλιό καθρέφτη του σπιτιού.

Ήταν το πρόσωπο ενός πολύ νέου άνδρα! Δεν πί­

στευε στα μάτια του.

Έφερε τα χέρια στο κεφάλι του που, μια στιγμή μό­

λις πιο πριν, ήταν φαλακρό. Πυκνά μαύρα μαλλιά το

σκέπαζαν τώρα. Και το πρόσωπο του είχε γίνει απαλό

σαν παιδιού* είχε χαθεί και η παραμικρή ρυτίδα.

Την ίδια στιγμή ένιωσε να τον πλημμυρίζουν και­

νούριες δυνάμεις. Κοίταξε έκπληκτος τα άκρα του,

που ο χρόνος είχε μαράνει από καιρό• τώρα ήταν κα­

λογραμμένα και δυνατά με σφιχτούς, νεανικούς μυς.

Χωρίς να το ξέρει, είχε πιει απ' την πηγή της νιό­

της, κι έτσι είχε ξανανιώσει.

Στην αρχή χοροπήδαγε και φώναζε απ' τη χαρά

του• ύστερα άρχισε να τρέχει προς το σπίτι• ήταν η

πρώτη φορά στη ζωή του που έτρεχε τόσο γρήγορα.

Όταν μπήκε στο σπίτι του, η γυναίκα του τρόμαξε,

γιατί τον πέρασε για ξένο• κι όταν της μίλησε για το

θαύμα, δεν μπόρεσε να τον πιστέψει αμέσως.

Μετά από αρκετή ώρα όμως κατάφερε να την πεί-

[12]

Page 8: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

σει οτι ο νεαρός που στεκόταν τώρα μπροστά της, ήταν

πράγματι ο άντρας της. Της είπε πού ήταν η πηγή

και της ζήτησε να τον ακολουθήσει. Εκείνη τότε είπε:

«Έγινες τόσο ωραίος και τόσο νέος που δεν μπορεί

να συνεχίσεις ν' αγαπάς μια γριά - γι' αυτό πρέπει

αμέσως να πιω απ' αυτό το νερό κι εγώ. Όμως δεν

γίνεται να λείψουμε απ' το σπίτι κι οι δύο. Περίμενε

εδώ κι εγώ θα πάω μοναχή».

Κι έφυγε, τρέχοντας για το δάσος, ολομόναχη.

Βρήκε την πηγή, γονάτισε κι άρχισε να πίνει. Ω!

Πόσο δροσερό και γλυκό ήταν αυτό το νερό! Έπινε,

έπινε, έπινε και δεν σταμάτησε παρά μόνο για ν' ανα­

σάνει.

Ο άντρας της την περίμενε ανυπόμονος• περίμενε

να τη δει να επιστρέφει μεταμορφωμένη σ' ένα όμορ­

φο, λυγερό κορίτσι. Όμως εκείνη δεν φάνηκε καθό­

λου. Ανησύχησε, κλείδωσε το σπίτι και κίνησε να τη

βρει.

Όταν έφτασε στην πηγή, δεν την είδε πουθενά.

Ετοιμαζόταν να πάρει το δρόμο της επιστροφής, όταν

άκουσε ένα σιγανό κλάμα ν' ανεβαίνει μέσα απ' τα

ψηλά χόρτα, κοντά στην πηγή. Έψαξε προς τα 'κει

και βρήκε τα ρούχα της γυναίκας του κι ένα μωρό -

ένα πολύ μικρό μωρό, μπορεί και έξι μόλις μηνών!

Η γερόντισσα είχε πιει πάρα πολύ μαγικό νερό•

114]

Η ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΝΙΟΤΗΣ

είχε πιει τόσο πολύ που γύρισε στα χρόνια της νιό­

της της και πιο πίσω ακόμα, στην ηλικία που τα παι­

διά ούτε καν μιλούν.

Πήρε το παιδάκι στα χέρια του κι αυτό τον κοίταξε μ'

ένα βλέμμα ερωτηματικό και θλιμμένο. Το βάσταξε ως

το σπίτι -ψιθυρίζοντας του κουβέντες- ενώ σκέψεις πα­

ράξενες και μελαγχολικές γύριζαν στο μυαλό του.

Page 9: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

Η ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗ ΤΟΥ ΣΑΜΕΜΠΙΤΟ

Ήταν κάποτε ένας άνθρωπος που τον έλεγαν Ταβα-

ράγια Τοτάρο και ζούσε στην επαρχία του 'Ομι. Το

σπίτι του βρισκόταν στην όχθη της λίμνης Μπίβα,

όχι πολύ μακριά απ' τον περίφημο ναό Ισιγιαμαδέρα.

Είχε κάποια περιουσία και ζούσε άνετα* ήταν όμως

στα είκοσι εννιά και δεν είχε παντρευτεί ακόμα. Η

μεγαλύτερη επιθυμία του ήταν να παντρευτεί μια

πολύ ωραία κοπέλα* δεν είχε καταφέρει όμως να βρει

ένα κορίτσι που να του αρέσει.

Μια μέρα, καθώς περνούσε απ' τη μεγάλη γέφυρα

του Σέτα, είδε ένα περίεργο πλάσμα κουλουριασμέ-

νο κοντά στο παραπέτο. Το σώμα του έμοιαζε με σώμα

[17]

Page 10: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

Λ Ε Υ Κ Α Δ Ι Ο Σ Χ Ε Ρ Ν

ανθρώπου, αλλά ήταν μαύρο σαν μελάνι• το πρόσω­

πο του έμοιαζε δαιμονικό, τα μάτια του ήταν πράσινα

σαν σμαράγδια και η γενειάδα του όμοια με δράκου.

Στην αρχή ο Τοτάρο φοβήθηκε πολύ. Αλλά τα πρά­

σινα μάτια τον κοίταξαν τόσο ευγενικά που, αν και

δίστασε λίγο στην αρχή, βρήκε ωστόσο το κουράγιο

να του μιλήσει.

Τότε κι εκείνο του είπε: «Είμαι ένα Σαμεμπίτο -

ένας Άνθρωπος Καρχαρίας της θάλασσας- και μέχρι

πριν από λίγο καιρό ήμουν στην υπηρεσία των Οκτώ

Μεγάλων Δρακοβασιλιάδων, ως κατώτερος αξιωμα­

τικός του Παλατιού. Επειδή όμως έκανα ένα μικρό

σφάλμα, όχι μόνο μ' έδιωξαν απ' το παλάτι αλλά μ'

εξόρισαν κι απ' τη θάλασσα. Από τότε τριγυρνώ σ'

αυτά εδώ τα μέρη, νηστικός και κουρασμένος. Αν έστω

και λίγο με λυπάσαι, σε ικετεύω, βοήθησε με να βρω

μια σκέπη και δώσε μου κάτι να φάω!»

Αυτή η παράκληση έγινε με τόσο παράπονο και

τόσο ταπεινά, που η καρδιά του Τοτάρο γέμισε συ­

μπόνια. «Έλα μαζί μου» είπε τότε αυτός. «Υπάρχει

στον κήπο μου μια μεγάλη και βαθειά λίμνη, όπου

μπορείς να μείνεις όσον καιρό θέλεις, κι όσο για φα­

γητό, θα 'χεις άφθονο».

Το Σαμεμπίτο ακολούθησε τον Τοτάρο στο σπίτι

του και κατά πως φάνηκε, η λίμνη του άρεσε πολύ.

[18]

Η Ε Υ Γ Ν Ω Μ Ο Σ Υ Ν Η Τ Ο Υ Σ Α Μ Ε Μ Π Ι Τ Ο

Απο 'κεί κι έπειτα, για μισό περίπου χρόνο, αυτός

ο περίεργος καλεσμένος ζούσε στη λίμνη, ενώ ο Το­

τάρο του πήγαινε κάθε μέρα το φαγητό που αρέσει

στα πλάσματα της θάλασσας.

Τον έβδομο μήνα του ίδιου χρόνου, έγινε ένα γυ­

ναικείο προσκύνημα στο μεγάλο Βουδιστικό ναό Μα­

δέρα, στη γειτονική πόλη Οτσού. Ο Τοτάρο πήγε στην

Οτσού για να δει το πανηγύρι κι απ' το πλήθος των

γυναικών και των κοριτσιών που είχαν μαζευτεί εκεί,

ξεχώρισε μια πανέμορφη κοπέλα. Φαινόταν δεκαέξι

περίπου χρόνων το πρόσωπο της ήταν φωτεινό και

αγνό σαν το χιόνι, ενώ η ομορφιά των χειλιών της έπει­

σε τον Τοτάρο πως ό,τι κι αν έλεγαν αυτά τα χείλη,

δεν μπορούσε παρά να ηχήσει «γλυκά, σαν κελάηδι­

σμα αηδονιού που τραγουδά πάνω σε δαμασκηνιά».

Ο Τοτάρο την ερωτεύτηκε αμέσως. Όταν η κοπέ­

λα έφυγε απ' το ναό, την ακολούθησε απ' την κατάλ­

ληλη απόσταση κι ανακάλυψε πως έμενε για λίγες

μέρες μαζί με τη μητέρα της, στο γειτονικό χωριό Σέτα.

Ρωτώντας μερικούς χωρικούς, έμαθε ακόμα πως την

έλεγαν Ταμάνα, πως ήταν ανύπαντρη και πως η οι­

κογένεια της δεν ήθελε να την παντρέψει με κάποιον

τυχαίο - οι δικοί της ζητούσαν ως δώρο αρραβώνα

μια κασετίνα με δέκα χιλιάδες πολύτιμα πετράδια.

Ο Τοτάρο επέστρεψε σπίτι του πολύ απογοητευ-

[19]

Page 11: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

μένος με την τελευταία αυτή πληροφορία. Όσο πε­

ρισσότερο σκεφτόταν το πρωτάκουστο δώρο που ζη­

τούσαν οι γονείς του κοριτσιού, τόσο εντονότερα ένιωθε

ότι ποτέ δεν θα μπορούσε να την κάνει γυναίκα του.

Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι υπήρχαν δέκα χιλιάδες

πολύτιμα πετράδια σ' όλη τη χώρα, μόνο ένας τρανός

πρίγκιπας μπορούσε να ελπίζει πως θα τα 'βρίσκε.

Όμως ο Τοτάρο δεν μπορούσε να βγάλει απ' το

μυαλό του την εικόνα του όμορφου αυτού πλάσμα­

τος ούτε στιγμή. Τον κυνηγούσε συνέχεια και δεν τον

άφηνε ούτε να φάει ούτε να κοιμηθεί* κι όσο οι μέρες

περνούσαν, τόσο πιο έντονη έμοιαζε να γίνεται.

Ώσπου στο τέλος ο Τοτάρο αρρώστησε πολύ• τόσο,

που δεν μπορούσε να σηκώσει το κεφάλι του απ' το

μαξιλάρι. Έτσι, έστειλε να φωνάξουν τον γιατρό.

Ο γιατρός, αφού τον εξέτασε προσεκτικά, άφησε

μια κραυγή έκπληξης. «Σχεδόν όλες οι αρρώστιες»,

είπε, «μπορούν να θεραπευτούν με κατάλληλη ιατρι­

κή θεραπεία, εκτός απ' την αρρώστια της αγάπης.

Αυτή είναι προφανώς η αρρώστια σου και δεν έχει

γιατρειά. Στα παλιά τα χρόνια ο Ρόγια-ο-Χακουγιο

πέθανε απ' αυτή την ασθένεια και πρέπει να ετοιμα­

στείς κι εσύ να πεθάνεις όπως πέθανε κι αυτός». Μ'

αυτά τα λόγια ο γιατρός έφυγε, χωρίς καν να δώσει

στον Τοτάρο κάποιο φάρμακο.

[20]

Η ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗ ΤΟΥ ΣΑΜΕΜΠΙΤΟ

Εκείνο τον καιρό ο Άνθρωπος Καρχαρίας, που ζού­

σε στη λίμνη του κήπου, έμαθε για την αρρώστια του

αφέντη του κι ήρθε να μείνει στο σπίτι για να τον

φροντίζει. Και πραγματικά, τον φρόντιζε όσο πιο

στοργικά μπορούσε, συνέχεια, μέρα-νύχτα. Δεν ήξε­

ρε όμως ούτε την αιτία, ούτε πόσο σοβαρή ήταν η

αρρώστια. Ώσπου, μια εβδομάδα περίπου αργότερα,

ο Τοτάρο, νομίζοντας πως θα πεθάνει, πρόφερε αυτά

τα αποχαιρετιστήρια λόγια.

«Πιστεύω πως όλο αυτό τον καιρό χαιρόμουν να

σε φροντίζω λόγω ενός δεσμού που υπήρχε μεταξύ

μας από κάποια προηγούμενη ζωή. Τώρα όμως είμαι

πραγματικά πολύ άρρωστος και μέρα με τη μέρα η

αρρώστια μου χειροτερεύει• η ζωή μου είναι σαν πρωι­

νή δροσοσταλιά που πεθαίνει πριν το ηλιοβασίλεμα.

Ανησυχώ λοιπόν για σένα. Γιατί στη ζωή σε κρατού­

σε η φροντίδα μου και φοβάμαι πως όταν πεθάνω δεν

θα υπάρχει κανείς που να ενδιαφέρεται για σένα και

να σε ταΐζει... Φτωχέ μου φίλε!... Αλίμονο! Σ' αυτό

το δύστυχο κόσμο οι ελπίδες και τα όνειρα μας δεν

βγαίνουν ποτέ αληθινά!»

Δεν είχε προλάβει καλά καλά ο Τοτάρο να τελειώ­

σει αυτά που έλεγε και το Σαμεμπίτο, αφήνοντας μια

παράξενη κι άγρια κραυγή πόνου, άρχισε να κλαίει

πικρά. Και καθώς έκλαιγε, μεγάλα αιμάτινα δάκρυα

[21]

Page 12: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

άρχισαν να τρέχουν απ τα πράσινα μάτια του, να χα­

ράζουν τα μαύρα του μάγουλα και στάλα στάλα να

πέφτουν στο πάτωμα. Κι ενώ πέφτοντας ήταν αιμάτι­

να, στο πάτωμα είχαν πια γίνει σκληρά, φωτεινά και

όμορφα - είχανε γίνει πετράδια ανεκτίμητης αξίας,

ρουμπίνια λαμπερά και όμορφα σαν φωτιά.

Μπροστά σ' αυτό το θαύμα, ο Τοτάρο ξαφνιάστη­

κε και χάρηκε τόσο πολύ, που ξαναβρήκε τις δυνά­

μεις του. Πετάχτηκε απ' το κρεβάτι κι άρχισε να μα­

ζεύει και να μετρά τα δάκρυα του Ανθρώπου Καρχα­

ρία, ενώ ταυτόχρονα φώναζε: «Η αρρώστια μου θερα­

πεύτηκε! Θα ζήσω! Θα ζήσω!»

Κατάπληκτος ο Άνθρωπος Καρχαρίας σταμάτησε

αμέσως να κλαίει και ζήτησε απ' τον Τοτάρο να του

εξηγήσει πώς έγινε και θεραπεύτηκε τόσο ξαφνικά.

Έτσι, ο Τοτάρο του είπε για το κορίτσι που είχε δει

στο Μιϊδέρα και για το πρωτάκουστο γαμήλιο δώρο

που ζητούσε η οικογένεια της.

«Βέβαιος», πρόσθεσε ο Τοτάρο, «ότι ποτέ μου δεν

θα 'βρισκα δέκα χιλιάδες πολύτιμα πετράδια, πίστε­

ψα πως δεν είχε κανένα νόημα να της κάνω πρόταση

γάμου. Ένιωσα τότε πολύ δυστυχισμένος και στο τέ­

λος αρρώστησα. Τώρα όμως χάρη στο γενναιόδωρο

κλάμα σου, έχω πολλά πολύτιμα πετράδια και νομί­

ζω πως θα μπορέσω να την παντρευτώ. Μόνο που τα

[22]

Page 13: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

πετράδια δεν είναι ακόμα αρκετά• σε παρακαλώ λοι­

πόν, αν έχεις την καλοσύνη, κλάψε ακόμα λίγο, για

να μαζέψουμε όλα τα πετράδια που χρειάζονται».

Σ' αυτήν όμως την παράκληση το Σαμεμπίτο κού­

νησε το κεφάλι του και έκπληκτο απάντησε σε τόνο

αυστηρό: «Νομίζεις πως μπορώ να κλαίω όποτε θέλω;

Ω, όχι! Τα πλάσματα της θάλασσας δεν κλαίνε χωρίς

να νιώθουν πραγματική λύπη. Έκλαψα για σένα για­

τί η καρδιά μου πόνεσε πραγματικά στη σκέψη ότι θα

πέθαινες. Τώρα πια δεν μπορώ να κλάψω άλλο για

σένα, γιατί μου είπες πως η αρρώστια σου θεραπεύ­

τηκε».

«Τι θα κάνω λοιπόν;» ρώτησε ο Τοτάρο με παρά­

πονο. «Αν δεν βρω τα δέκα χιλιάδες πολύτιμα πε­

τράδια, δεν μπορώ να παντρευτώ το κορίτσι!»

Το Σαμεμπίτο έμεινε για λίγο σιωπηλό, σαν να

σκεφτόταν. Ξάφνου τότε είπε: «Άκου! Σήμερα δεν

μπορώ να κλάψω άλλο. Ας πάμε όμως αύριο μαζί στη

Μεγάλη Γέφυρα του Σέτα έχοντας μαζί μας λίγο κρασί

και μερικά ψάρια. Εκεί, μπορούμε να ξεκουραστούμε

λιγάκι• κι όσο θα πίνουμε το κρασί και θα τρώμε τα

ψάρια, θα κοιτάζω προς το παλάτι των Δράκων και θα

προσπαθήσω, φέρνοντας στο μυαλό μου τις ευτυχι­

σμένες μέρες που πέρασα εκεί, να νιώσω νοσταλγία

κι έτσι να μπορέσω να κλάψω».

[24]

Η ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗ ΤΟΥ ΣΑΜΕΜΠΙΤΟ /

Ο Τοτάρο συμφώνησε χαρούμενος.

Το άλλο πρωί, οι δυο τους, αφού πήραν άφθονο

ψάρι και κρασί μαζί τους, πήγαν στη γέφυρα του Σέτα,

ξεκουράστηκαν κι έφαγαν πλουσιοπάροχα. Το Σαμε­

μπίτο, αφού ήπιε πολύ κρασί, άρχισε να κοιτάζει προς

το Βασίλειο των Δράκων και να σκέφτεται τα περα­

σμένα. Σιγά σιγά και κάτω απ' την επήρεια του κρα­

σιού, η ανάμνηση των ευτυχισμένων ημερών γέμισε

την καρδιά του με θλίψη, τον πλημμύρισε ο πόνος

της νοσταλγίας κι έκλαψε πικρά. Έτσι, τα μεγάλα κόκ­

κινα δάκρυα που έχυνε έπεφταν πάνω στη γέφυρα

σαν Βροχή από ρουμπίνια• καθώς έπεφταν, ο Τοτάρο

τα μάζευε, τα '6αζε σε μια κασετίνα κατ τα μετρούσε,

ώσπου έφτασαν τις δέκα χιλιάδες. Τότε, έβγαλε μια

κραυγή χαράς.

Την ίδια περίπου στιγμή ακούστηκε πέρα μακριά

απ' τη λίμνη, μια υπέροχη μελωδία, κι εμφανίστηκε

στ' ανοιχτά σαν μέσα σε σύννεφο, καθώς ανέβαινε

αργά απ' το νερό, ένα παλάτι στο χρώμα του ήλιου

που βασιλεύει.

Αμέσως το Σαμεμπίτο πετάχτηκε στο παραπέτο της

γέφυρας, κοίταξε και γέλασε χαρούμενο. Γυρνώντας

τότε στον Τοτάρο είπε: «Μου φαίνεται πως στο Βασί­

λειο των Δράκων δόθηκε γενική αμνηστία γιατί βλέ­

πω τους βασιλιάδες να με καλούν. Σ' αποχαιρετώ

[25]

Page 14: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

λοιπόν. Χαίρομαι που είχα την ευκαιρία να σου στα­

θώ σαν φίλος, σε ανταπόδοση για την καλοσύνη που

μου 'δειξες».

Μ' αυτά τα λόγια πήδηξε απ' τη γέφυρα και κανείς

δεν το ξανάδε πια. Όσο για τον Τοτάρο, πήγε την

κασετίνα με τα κοσμήματα στους γονείς της Ταμάνα

και την πήρε γυναίκα του.

5&

^ "WW

ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΠΟΥ ΖΩΓΡΑΦΙΖΕ ΓΑΤΕΣ

Πριν από πολλά πολλά χρόνια, σ' ένα μικρό χωριό

της ιαπωνικής υπαίθρου, ζούσε ένας φτωχός αγρό­

της με τη γυναίκα του, ήταν πολύ καλοί άνθρωποι.

Είχαν όμως αρκετά παιδιά και δυσκολεύονταν πολύ

να τα θρέψουνε όλα. Ο μεγαλύτερος γιος, αν και δε­

κατεσσάρων μόλις ετών, ήταν αρκετά δυνατός για να

βοηθήσει τον πατέρα του• όσο για τα κοριτσάκια, έμα­

θαν να βοηθούν τη μητέρα τους σχεδόν αμέσως μό­

λις μπόρεσαν να περπατήσουν.

Όμως το τελευταίο παιδί, ένα μικρό αγόρι, δεν φαι­

νόταν να τα βγάζει πέρα με τη σκληρή δουλειά. Ήταν

πολύ έξυπνο, πιο έξυπνο απ' όλα τ' αδέρφια και τις

[ 2 7 J

Page 15: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

Α Ε Υ Κ Α Δ Ι Ο Σ Χ Ε Ρ Ν

αδερφές του. Ήταν όμως πολύ αδύνατο και μικροκα­

μωμένο και πολλοί πίστευαν ότι ποτέ δεν θα δυνά­

μωνε αρκετά. Έτσι, οι γονείς του σκέφτηκαν πως θα

'ταν καλύτερα γι' αυτό να γίνει ιερέας παρά αγρότης.

Μια μέρα το πήραν μαζί τους στο ναό του χωριού και

ρώτησαν τον καλό ηλικιωμένο ιερέα που ζούσε εκεί,

αν ήθελε να πάρει το μικρό στο ναό ως βοηθό, να του

διδάξει ό,τι πρέπει να ξέρει ένας ιερέας.

Ο γέροντας μίλησε στο αγόρι ευγενικά και του

'κάνε μερικές δύσκολες ερωτήσεις. Τόσο έξυπνες ήταν

οι απαντήσεις, που ο γέροντας συμφώνησε να πάρει

το μικρό στο ναό ως βοηθό και να του μάθει όλα όσα

έπρεπε να ξέρει ένας ιερέας.

Το αγόρι μάθαινε γρήγορα αυτά που του δίδασκε

ο γέροντας και στά περισσότερα πράγματα ήταν πολύ

υπάκουος. Είχε όμως ένα ελάττωμα. Του άρεσε να

ζωγραφίζει γάτες την ώρα της μελέτης και μάλιστα

σε μέρη όπου η ζωγραφιά μιας γάτας δεν είχε καμιά

θέση.

Όποτε βρισκόταν μόνος του, ζωγράφιζε γάτες. Τις

ζωγράφιζε στα περιθώρια των βιβλίων του ιερέα, σ'

όλα τα χωρίσματα του ναού, στους τοίχους και στις

κολόνες. Ο ιερέας του 'χε πει πολλές φορές πως αυτό

δεν ήταν σωστό* αυτός όμως δεν σταμάτησε να ζω­

γραφίζει γάτες. Η αλήθεια είναι πως τις ζωγράφιζε

[28]

Τ Ο Α Γ Ο Ρ Ι ΠΟΥ Ζ Ω Γ Ρ Α Φ Ι Ζ Ε Γ Α Τ Ε Σ

γιατί δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά. Ήταν αυτό

που λέμε «καλλιτεχνική φύση» και γι' αυτόν ακρι­

βώς το λόγο δεν ήταν πέρα για πέρα κατάλληλος για

βοηθός ιερέα - ένας καλός βοηθός έπρεπε να μελε­

τάει βιβλία.

Μια μέρα, αφού είχε ζωγραφίσει μερικές πολύ πε­

τυχημένες γάτες πάνω σ' ένα χάρτινο χώρισμα, ο γέ­

ροντας του είπε αυστηρά: «Αγόρι μου, πρέπει να φύ­

γεις αμέσως απ' αυτό το ναό. Δεν θα γίνεις ποτέ κα­

λός ιερέας, ίσως όμως γίνεις ένας μεγάλος καλλιτέ­

χνης. Και τώρα άσε να σου δώσω μια τελευταία συμ­

βουλή και φρόντισε να μην την ξεχάσεις ποτέ. Ν' απο­

φεύγεις τα μεγάλα μέρη τη νύχτα, να προτιμάς τα μι­

κρά!»

Τ ο αγόρι δεν κατάλαβε τι εννοούσε ο ιερέας λέγο­

ντας του ν' αποφεύγει τα μεγάλα μέρη τη νύχτα, και

να προτιμά τα μικρά. Το σκεφτόταν ξανά και ξανά την

ώρα που έδενε το μπογαλάκι με τα ρούχα του για να

φύγει. Ακόμα και τότε δεν είχε κατανοήσει τη συμ­

βουλή του γέροντα, αλλά φοβόταν και να του πει πε­

ρισσότερα από ένα «αντίο».

Έφυγε απ' το ναό πολύ λυπημένος κι αναρωτιό­

ταν τι έπρεπε να κάνει. Ήταν σίγουρος πως αν πή­

γαινε σπίτι ο πατέρας του θα τον τιμωρούσε για την

ανυπακοή του στον ιερέα• έτσι, φοβόταν να γυρίσει

[29]

Page 16: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

εκεί. Ξαφνικά θυμήθηκε όΐι στο επόμενο χωριό, δώ­

δεκα μίλια πιο πέρα, υπήρχε ένας πολύ μεγάλος ναός.

Είχε ακούσει πως υπήρχαν πολλοί ιερείς σ' εκείνο το

ναό, αποφάσισε λοιπόν να πάει και να τους ζητήσει

να τον πάρουν βοηθό τους.

Το αγόρι δεν ήξερε όμως πως ο μεγάλος εκείνος

ναός είχε κλείσει. Η αιτία ήταν ότι ένα δαιμόνιο είχε

διώξει τους ιερείς τρομάζοντας τους κι έτσι είχε κάνει

το μέρος δικό του. Αργότερα, μερικοί γενναίοι πολε­

μιστές πήγαν βράδυ στο ναό για να σκοτώσουν το

δαιμόνιο, αλλά κανείς δεν τους ξανάδε πια ζωντα­

νούς. Αυτά δεν τα είχε πει στο αγόρι κανένας. Έτσι

λοιπόν κι αυτό, περπάτησε όλο το δρόμο μέχρι το

χωριό, πιστεύοντας πως τον περίμενε η ευγενική

υποδοχή των ιερέων.

Όταν έφτασε στο χωριό είχε ήδη σκοτεινιάσει και

όλοι οι άνθρωποι κοιμόνταν είδε όμως το μεγάλο ναό

πάνω σ' ένα λόφο, στην άλλη άκρη του κεντρικού

δρόμου, κι ακόμα ότι στο ναό υπήρχε φως. Όσοι διη­

γούνται την ιστορία, λένε ακόμα πως το δαιμόνιο άφη­

νε επίτηδες εκείνο το φως, για να κάνει τους μοναχι­

κούς ταξιδιώτες ν' αναζητούν εκεί καταφύγιο. Το αγό­

ρι πήγε αμέσως στο ναό και χτύπησε την πόρτα. Μέσα

δεν ακουγόταν τίποτα. Χτύπησε και ξαναχτύπησε, και

πάλι δεν ερχόταν κανένας. Στο τέλος έσπρωξε μαλα-

[30]

Page 17: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ ΤΟ ΑΓΟΡΙ ΠΟΥ ΖΩΓΡΑΦΙΖΕ ΓΑΤΕΣ

κά την πόρτα και με μεγάλη του χαρά ανακάλυψε πως

δεν ήταν κλειστά. Έτσι, μπήκε μέσα κι είδε μια λά­

μπα να καίει* ιερέας όμως πουθενά.

Σκέφτηκε ότι πολύ σύντομα θα 'ρχόταν οπωσδή­

ποτε κάποιος ιερέας και κάθισε και περίμενε. Πρόσε­

ξε τότε πως τα πάντα μέσα στο ναό ήταν γκρίζα απ'

τη σκόνη και σκεπασμένα με πυκνούς ιστούς αράχνης.

Σκέφτηκε, λοιπόν, πως οι ιερείς θα ήθελαν οπωσδή­

ποτε ένα βοηθό για να κρατάει το μέρος καθαρό. Α­

ναρωτιόταν, μάλιστα, γιατί είχαν αφήσει τα πάντα να

σκονιστούν τόσο πολύ. Αυτό που του άρεσε περισ­

σότερο πάντως, ήταν κάτι μεγάλα άσπρα χωρίσματα,

ωραία για να ζωγραφίσει κανείς πάνω τους γάτες.

Παρόλο που ήταν κουρασμένος, άρχισε να ψάχνει για

χρώματα, κι αφού βρήκε ό,τι χρειαζόταν κι ανακάτε­

ψε λίγο μελάνι, άρχισε να ζωγραφίζει γάτες.

Ζωγράφισε πάρα πολλές γάτες πάνω στα χωρίσμα­

τα κι ύστερα άρχισε να νυστάζει πολύ, πάρα πολύ.

Ετοιμαζόταν λοιπόν να ξαπλώσει δίπλα σ' ένα απ'

αυτά τα χωρίσματα για να κοιμηθεί, όταν ξαφνικά θυ­

μήθηκε τα λόγια: «Ν' αποφεύγεις τα μεγάλα μέρη τη

νύχτα, να προτιμάς τα μικρά!»

Ο ναός ήταν πολύ μεγάλος• ήταν ολομόναχος• και

καθώς σκεφτόταν αυτά τα λόγια -αν και δεν τα κατα­

λάβαινε πέρα για πέρα- άρχισε για πρώτη φορά να φο-

[32]

βάται λίγο. Έτσι, αποφάσισε να ψάξει να βρει ένα μι­

κρό μέρος για να κοιμηθεί. Τελικά βρήκε ένα δωματιά­

κι με μια συρταρωτή πόρτα, μπήκε μέσα και κλειδώθη­

κε. Κατόπι ξάπλωσε και γρήγορα αποκοιμήθηκε.

Πολύ αργά τη νύχτα ξύπνησε από ένα φοβερό θό­

ρυβο. Κάποιος πάλευε κι έβγαζε τρομερές κραυγές.

Ήταν τόσο τρομακτικό που φοβόταν ακόμα και να

κοιτάξει από μια χαραμάδα που υπήρχε στην καμα­

ρούλα. Απόμεινε ξαπλωμένος κρατώντας την ανάσα

του απ' το φόβο του.

Το φως που υπήρχε στο ναό είχε σβήσει, αλλά οι

φρικτοί ήχοι εξακολουθούσαν και γίνονταν όλο και

πιο τρομεροί, ενώ ο ναός τρανταζόταν συθέμελα. Μετά

από πολλή ώρα έγινε ησυχία, αλλά το αγόρι δεν σά­

λευε• φοβόταν ακόμα. Δεν κουνήθηκε μέχρι που οι

αχτίδες του πρωινού ήλιου μπήκαν στο δωματιάκι απ'

τις χαραμάδες της μικρής πόρτας.

Τότε βγήκε απ' την κρυψώνα του πολύ προσεκτι­

κά και κοίταξε τριγύρω. Το πρώτο πράγμα που είδε

ήταν ότι όλο το πάτωμα του ναού ήταν σκεπασμένο

με αίμα, και στη μέση το πτώμα ενός πελώριου, τερα­

τώδη ποντικού. Ενός ποντικού δαίμονα, μεγαλύτε­

ρου κι από αγελάδα!

Όμως ποιος ή τι θα μπορούσε να τον έχει σκοτώ­

σει; Κανένας άνθρωπος ή άλλο πράγμα δεν φαινό-

[33]

Page 18: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

ταν. Ξαφνικά το αγόρι παρατήρησε ότι τα στόματα

όλων των γατιών, που είχε ζωγραφίσει το προηγού­

μενο 6ράδυ, ήταν κόκκινα και μουσκεμένα στο αίμα.

Κατάλαβε τότε πως το δαιμόνιο το είχαν σκοτώσει οι

γάτες που είχε ζωγραφίσει. Κι ακόμα, για πρώτη φορά,

κατάλαβε γιατί ο σοφός γέροντας του είχε πει ν' απο­

φεύγει τα μεγάλα μέρη τη νύχτα και να προτιμά τα

μικρά.

Από 'κει κι έπειτα το αγόρι έγινε διάσημος ζωγρά­

φος. Όσοι πηγαίνουν στην Ιαπωνία, μπορούν ακόμα

να δουν μερικές από τις γάτες που ζωγράφισε.

Ο Υ Ρ Α Σ Ι Μ Α

Πριν από χίλια τετρακόσια χρόνια, ο μικρός ψαράς,

Ουρασίμα Τάρο, ξεκίνησε με τη βάρκα του απ' την

ακτή του Σουμινόγιε. Καθώς ψάρευε, το αγόρι άφησε

τη βάρκα του να παρασυρθεί. Ήταν μια παράξενη

βάρκα, χωρίς χρώματα και πηδάλιο, σε σχήμα που

πιθανότατα δεν έχετε ξαναδεί ποτέ σας. Παρ' όλα

αυτά, μετά από χίλια τετρακόσια χρόνια, μπορεί κα­

νείς ακόμα να δει τέτοιες βάρκες, αραγμένες σε παλιά

ψαροχώρια, στις ακτές της Ιαπωνικής Θάλασσας.

Μετά από μεγάλη αναμονή, ο Ουρασίμα έπιασε

κάτι και το τράβηξε πάνω. Δυστυχώς, ήταν μονάχα

μια χελώνα.

Οι χελώνες όμως είναι αφιερωμένες στο Δράκο

Θεό της Θάλασσας κι έχουν διάρκεια φυσικής ζωής

[35]

Page 19: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

χίλια -μερικοί λένε και δέκα χιλιάδες- χρόνια. Γι' αυτό

είναι μεγάλο λάθος να τις σκοτώνει κανείς. Έτσι, το

αγόρι έλυσε απαλά το ηλασματάκι απ' την πετονιά του

και το ελευθέρωσε με μια προσευχή στους Θεούς.

Δεν έπιασε όμως τίποτε άλλο. Η μέρα ήταν πολύ

ζεστή• η θάλασσα, ο αέρας και τα πάντα τριγύρω ήταν

πολύ πολύ σιωπηλά. Έτσι, ο Ουρασίμα νύσταξε πολύ

κι αποκοιμήθηκε μέσα στη βάρκα του, που κυλούσε

πάνω στο νερό.

Καθώς κοιμόταν, περιτριγυρισμένος από θάλασσα,

ονειρεύτηκε ένα όμορφο κορίτσι ντυμένο στα κόκκι­

να και μπλε, με μακριά μαύρα μαλλιά που χύνονταν

στην πλάτη της μέχρι τα πόδια, όπως και της κόρης

ενός πρίγκιπα, πριν από χίλια τετρακόσια χρόνια.

Ήρθε γλιστρώντας πάνω στο νερό, απαλά σαν τον

αέρα, στάθηκε πάνω απ' το αγόρι που κοιμόταν στη

βάρκα, το ξύπνησε μ' ένα ελαφρό άγγιγμα και είπε:

«Μην τρομάζεις. Ο πατέρας μου, ο Δράκος Βασιλιάς

της Θάλασσας, μ' έστειλε σε σένα επειδή έχεις καλή

καρδιά. Σήμερα άφησες ελεύθερη μια χελώνα. Έτσι

τώρα θα πάμε στο παλάτι του πατέρα μου στο νησί,

όπου το καλοκαίρι δεν πεθαίνει ποτέ, κι αν θέλεις, θα

γίνω η λουλουδένια γυναίκα σου και θα ζήσουμε εκεί

για πάντα ευτυχισμένοι».

Ο Ουρασίμα την κοίταζε κι ο θαυμασμός του όλο και

[36]

ΟΥΡΑΣΙΜΑ

Ι

μεγάλωνε• ήταν ομορφότερη απ' οποιοδήποτε άλλο αν­

θρώπινο πλάσμα και δεν μπορούσε παρά να την αγαπή­

σει. Έτσι, έπιασαν από ένα κουπί ο καθένας κι άρχισαν

να κωπηλατούν μαζί και ν' απομακρύνονται. Στις δυτι­

κές ακτές μπορεί ακόμα να συναντήσει κανείς ανδρό­

γυνα να κωπηλατούν μαζί, την ώρα που οι ψαρόβαρ­

κες κινούνται αθόρυβα μες στο χρυσάφι του δειλινού.

Γλίστρησαν απαλά και γοργά προς το νότο, πάνω

στο σιωπηλό γαλάζιο νερό, ώσπου έφτασαν στο νησί

όπου το καλοκαίρι δεν πεθαίνει ποτέ και στο παλάτι

του Δράκου Βασιλιά της Θάλασσας. Εκεί, παράξενοι

υπηρέτες -πλάσματα της θάλασσας- τους υποδέχτη­

καν με ρούχα επίσημα και χαιρέτησαν τον Ουρασίμα

ως γαμπρό του Δράκου Βασιλιά.

Έτσι η κόρη του Θεού της Θάλασσας έγινε γυναίκα

του Ουρασίμα• ο γάμος έγινε με λαμπρότητα θαυμαστή

και στο παλάη του Δράκου η χαρά ήταν μεγάλη.

Για τον Ουρασίμα κάθε μέρα που περνούσε ήταν

γεμάτη καινούρια θαύματα και νέες απολαύσεις• θαύ­

ματα του βυθού που του 'φερναν οι υπηρέτες του ω-

κεάνιου Θεού κι απολαύσεις αυτής της μαγεμένης

γης, όπου το καλοκαίρι δεν πεθαίνει ποτέ. Έτσι πέ­

ρασαν τρία χρόνια.

Παρ' όλα αυτά όμως, ο μικρός ψαράς ένιωθε ένα

βάρος στην καρδιά του, κάθε φορά που σκεφτόταν

[ 3 7 ]

Page 20: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

τους γονείς του, που περίμεναν μοναχοί. Έτσι, στο

τέλος, παρακάλεσε τη γυναίκα του να τον αφήσει να

γυρίσει σπίτι του για λίγο μόνο, ίσα ίσα όσο να πει

δυο κουβέντες στον πατέρα του και τη μητέρα του.

Μετά θα ξαναγύριζε βιαστικά κοντά της.

Ακούγοντας αυτά τα λόγια, η κοπέλα άρχισε να

κλαίει, και για πολλή ώρα συνέχισε να κλαίει σιωπη­

λά. Μετά του είπε: «Αφού το θέλεις πρέπει βέβαια

να πας. Φοβάμαι πολύ που φεύγεις• φοβάμαι πως ποτέ

δεν θα ξαναδούμε ο ένας τον άλλο. Θα σου δώσω όμως

να πάρεις μαζί σου ένα μικρό κουτάκι. Α ν κάνεις ό,τι

σου πω, θα σε βοηθήσει να γυρίσεις κοντά μου. Μην

το ανοίξεις. Μην το ανοίξεις σε καμιά περίπτωση, ό,τι

κι αν συμβεί! Α ν το ανοίξεις, δεν θα μπορέσεις να

επιστρέψεις και δεν θα με ξαναδείς ποτέ πια!»

Τότε του έδωσε ένα κουτάκι από λάκα, δεμένο μ' ένα

μεταξωτό κορδόνι. (Αυτό το κουτί μπορεί ακόμα σήμε­

ρα να το δει κανείς στο ναό του Καναγκάουα, δίπλα στην

ακτή* οι ιερείς του ναού κρατούν επίσης την πετονιά

του Ουρασίμα Τάρο και κάποια παράξενα κοσμήματα

που έφερε μαζί του απ' το βασίλειο του Δράκου.)

Ο Ουρασίμα, ωστόσο, καθησύχασε τη γυναίκα του

και της υποσχέθηκε ότι ποτέ, ποτέ δεν θ' άνοιγε το

κουτί. Δεν θα χαλάρωνε καν το μεταξωτό κορδόνι. Έτσι,

διασχίζοντας το καλοκαιρινό φως, άφησε πίσω του τη *•.

[38]

Page 21: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

Λ Ε Υ Κ Α Δ Ι Ο Σ Χ Ε Ρ Ν

θάλασσα που 'ναι πάντα γαλήνια -το σχήμα του νη­

σιού, όπου το καλοκαίρι δεν πεθαίνει ποτέ, ξεθώριασε

πίσω του σαν όνειρο- και είδε ξανά μπροστά του τις

κορφές των γαλάζιων 6ουνών της Ιαπωνίας να χάνο­

νται μέσα στην άσπρη λάμψη του βορινού ορίζοντα.

Τέλος, γλίστρησε ξανά στον όρμο του χωριού του.

Στεκόταν και πάλι στη γνωστή παραλία. Καθώς κοί­

ταζε όμως, ένιωσε μεγάλη αμηχανία και μια περίεργη

αμφιβολία.

Το μέρος, παρ' ότι ήταν ίδιο, ήταν συγχρόνως και

διαφορετικό. Το καλύβι των γονιών του είχε εξαφα­

νιστεί. Υπήρχε βέβαια ένά χωριό, αλλά τα σχήματα

των σπιτιών ήταν παράξενα* το ίδιο και τα δέντρα και

τα χωράφια, ακόμα και τα πρόσωπα των ανθρώπων.

Σχεδόν όλα τα χαρακτηριστικά πράγματα που θυμό­

ταν, είχαν εξαφανιστεί. Ο ναός του Σίντο φαινόταν

να 'χε ξαναχτιστεί σε καινούρια τοποθεσία. Στις γει­

τονικές πλαγιές τα δάση δεν υπήρχαν πια. Μόνο το

κελάρυσμα του μικρού χειμάρρου, που διέσχιζε το

χωριό, και το σχήμα των βουνών παρέμεναν ίδια. Όλα

τ' άλλα ήταν άγνωστα και καινούρια. Μάταια προ­

σπάθησε να βρει το σπίτι των γονιών του. Οι ψαρά­

δες τον κοιτούσαν απορημένοι, κι αυτός όμως, δεν

θυμόταν να 'χε ξαναδεί αυτά τα πρόσωπα ποτέ του.

Πέρασε τότε, στηριζόμενος σ' ένα μπαστούνι, ένας

[40]

Ο Υ Ρ Α Σ Ι Μ Α

γέροντας κι ο Ουρασίμα τον ρώτησε πώς θα μπορού­

σε να πάει στο σπίτι της οικογένειας Ουρασίμα. Ο

γέρος όμως, έκπληκτος, τον έβαλε να επαναλάβει την

ερώτηση πολλές φορές και τέλος φώναξε: «Ουρασί­

μα Τάρο! Από πού έρχεσαι και δεν ξέρεις την ιστο­

ρία; Ουρασίμα Τάρο! Πάνε πάνω από τετρακόσια χρό­

νια που πνίγηκε• στο νεκροταφείο μάλιστα υπάρχει

ένα μνημείο αφιερωμένο στη μνήμη του. Οι τάφοι

των δικών του είναι κι αυτοί στο ίδιο παλιό νεκροτα­

φείο, που δεν χρησιμοποιείται πια. Ουρασίμα Τάρο!

Πώς μπορείς να ρωτάς πού είναι το σπίτι του; Τι ανοη­

σία!» Και συνέχισε το δρόμο του κουτσαίνοντας, γε­

λώντας με την αφέλεια της ερώτησης.

Ωστόσο, ο Ουρασίμα πήγε στο νεκροταφείο του

χωριού -στο παλιό νεκροταφείο που δεν χρησιμο­

ποιούσαν πια- και βρήκε εκεί τον τάφο του, τους τά­

φους του πατέρα του, της μητέρας του και των συγ­

γενών του κι ακόμα τους τάφους πολλών άλλων αν­

θρώπων που ήξερε. Κι ήταν τόσο παλιοί, σκεπασμέ­

νοι με τόσα βρύα, που ήταν δύσκολο να διαβάσει κα­

νείς τα ονόματα στις πλάκες.

Ήταν σίγουρος πως είχε πέσει θύμα μιας περίερ­

γης ψευδαίσθησης, έτσι ξεκίνησε για την παραλία,

κρατώντας πάντα το κουτί, το δώρο της κόρης του

Θεού της Θάλασσας. Όμως, τι είδους ψευδαίσθηση

[41]

Ι

Page 22: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

ήταν αυτή; Και τι να υπήρχε τάχα στο κουτί; Και δεν

μπορούσε άραγε το περιεχόμενο του να 'ταν κι η αι­

τία της ψευδαίσθησης; Η αμφιβολία νίκησε την πί­

στη του κι απερίσκεπτα αθέτησε την υπόσχεση που

'χε δώσει στην αγαπημένη του. Έλυσε το μεταξωτό

κορδόνι κι άνοιξε το κουτί!

Αμέσως, χωρίς κανένα θόρυβο, ξεπήδησε απ' το

κουτί αέρας, λευκός και ψυχρός σαν φάντασμα, που

υψώθηκε γύρω σαν καλοκαιρινό σύννεφο, κι άρχισε

να φεύγει μακριά προς το νότο, πάνω απ' τη σιωπηλή

θάλασσα. Τίποτε άλλο δεν υπήρχε στο κουτί.

Κατάλαβε τότε, πως είχε μόλις καταστρέψει την

ευτυχία του και πως ποτέ πια δεν θα μπορούσε να

επιστρέψει στην αγαπημένη του, την κόρη του Βασι­

λιά του Ωκεανού." Έτσι, πάνω στην απελπισία του,

άρχισε να θρηνεί και να κλαίει πικρά.

Μόνο για μια στιγμή όμως, γιατί ξαφνικά άρχισε

ν' αλλάζει. Ένα ρίγος τον διαπέρασε ολόκληρο* τα

δόντια του έπεσαν το πρόσωπο του ζάρωσε• τα μαλ­

λιά του έγινα άσπρα σαν το χιόνι* τα άκρα του μαρά­

θηκαν οι δυνάμεις του τον εγκατέλειψαν σωριάστη­

κε στην άμμο άψυχος, τσακισμένος απ' το βάρος τε­

τρακοσίων χειμώνων.

Η ΓΡΙΑ ΠΟΥ ΕΧΑΣΕ

ΤΟ ΚΟΥΛΟΥΡΑΚΙ ΤΗΣ

Πριν από πολλά πολλά χρόνια, ζούσε μια αστεία

γριούλα που της άρεσε να γελά και να φτιάχνει στρογ­

γυλά κουλουράκια από ρυζάλευρο.

Μια μέρα, καθώς ετοίμαζε μερικά κουλουράκια για

το βραδινό, κάποιο της έπεσε• κύλησε μέσα σε μια

τρύπα, στο χωμάτινο πάτωμα της μικρής της κουζί­

νας κι εξαφανίστηκε. Η γριά προσπάθησε να το φτά­

σει βάζοντας το χέρι της μέσα στην τρύπα, όταν ξαφ­

νικά η γη άνοιξε και η γριούλα έπεσε μέσα.

Έπεφτε για πολλή ώρα, αλλά δεν χτύπησε καθό­

λου, κι όταν ξαναστάθηκε στα πόδια της, είδε ότι βρι­

σκόταν σ' ένα δρόμο ίδιο με το δρόμο του σπιτιού της.

[43]

Page 23: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

Α Ε Υ Κ Α Δ Ι Ο Σ Χ Ε Ρ Ν

Ήταν πολύ φωτεινά εκεί κάτω. Υπήρχαν ατέλειωτα

χωράφια με ρύζι, μα δεν έβλεπες ψυχή. Δεν ξέρω πώς

έγινε αυτό, αλλά φαίνεται πως η γριά είχε βρεθεί σε

κάποια άλλη χώρα.

Ο δρόμος στον οποίο είχε βρεθεί ήταν πολύ κατη­

φορικός. Έτσι, αφού μάταια έψαξε το κουλουράκι της,

σκέφτηκε πως θα πρέπει να 'χε κυλήσει στην κατη­

φόρα, και άρχισε να κατεβαίνει φωνάζοντας: «Το κου­

λουράκι μου, το κουλουράκι μου! Πού είναι το κου­

λουράκι μου;»

Μετά από λίγο είδε στην άκρη του δρόμου έναν

πέτρινο Τζίζο και είπε: «Ω Τζίζο, Κύριε μου, μήπως

είδες το κουλουράκι μου;» Κι ο Τζίζο απάντησε: «Ναι,

το 'δα το κουλουράκι σου, πέρασε από μπροστά μου

κυλώντας προς τα κάτω. Καλύτερα όμως να μην προ­

χωρήσεις άλλο, γιατί κάτω 'κει ζει ένα κακό Όνι, που

τρώει ανθρώπους».

Η γριά όμως γέλασε μόνο και συνέχισε να τρέχει

στον κατήφορο, φωνάζοντας: «Το κουλουράκι μου,

το κουλουράκι μου! Πού είναι το κουλουράκι μου;»

Έτσι, έφτασε σ' ένα άλλο άγαλμα του Τζίζο και το

ρώτησε: «Ω Τζίζο, ευγενικέ μου Κύριε, μήπως είδες

το κουλουράκι μου;»

Κι ο Τζίζο είπε: «Ναι, το 'δα το κουλουράκι σου

να περνά πριν από λίγο, αλλά δεν πρέπει να συνεχί-

[44]

Η Γ Ρ Ι Α Π Ο Υ Ε Χ Α Σ Ε Τ Ο Κ Ο Υ Λ Ο Υ Ρ Α Κ Ι Τ Η Σ

σεις, γιατί εκεί κάτω υπάρχει ένα κακό Όνι που τρώει

ανθρώπους».

Εκείνη όμως αρκέστηκε να γελάσει και συνέχισε

να τρέχει φωνάζοντας και πάλι: «Το κουλουράκι μου,

το κουλουράκι μου! Πού είναι το κουλουράκι μου;»

Έτσι έφτασε σ' έναν τρίτο Τζίζο και τον ρώτησε:

«Ω Τζίζο, αγαπημένε μου Κύριε, μήπως είδες το κου­

λουράκι μου;»

Ο Τζίζο όμως είπε: «Μη μιλάς πια για το κουλου­

ράκι σου. Έρχεται το Όνι. Κρύψου εδώ, πίσω απ' το

μανίκι μου και μην κάνεις θόρυβο».

Σε λίγο το Όνι έφτασε, σταμάτησε και χαιρέτησε

τον Τζίζο, λέγοντας: «Καλημέρα Τζίζό-Σαν!»

Ο Τζίζο είπε κι αυτός καλημέρα πολύ ευγενικά.

Ξαφνικά το Όνι μύρισε τον αέρα δυο-τρεις φορές

κάπως καχύποπτα και είπε δυνατά: «Τζίζο-Σαν, Τζί-

ζο-Σαν! Μου μυρίζει άνθρωπος κάπου εδώ γύρω.

Εσένα;»

«Ω!», είπε ο Τζίζο, «ίσως να σου φάνηκε».

«Όχι, όχι! » είπε το Όνι, μυρίζοντας ξανά τον αέρα.

«Μου μυρίζει άνθρωπος.»

Έτσι η γριά δεν κρατήθηκε άλλο κι άρχισε να γελά:

«Τε-χε-χε! » Τότε το Όνι, απλώνοντας το μεγάλο τρι­

χωτό του χέρι πίσω απ' το μανίκι του Τζίζο, την τρά­

βηξε έξω, ενώ εκείνη ακόμα γελούσε: «Τε-χε-χε!»

[45]

Page 24: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

«Α, χα!» φώναξε το Όνι.

Τότε ο Τζίζο είπε: «Τι θα της κάνεις της καλής

γριούλας; Δεν πρέπει να της κάνεις κακό».

«Δεν θα την πειράξω», είπε το Όνι. «Θα την πάρω

όμως σπίτι να μας μαγειρεύει».

«Τε-χε-χε!» γελούσε η γριά.

«Πολύ καλά», είπε ο Τζίζο, «θα 'σαι όμως στ' αλή­

θεια καλός μαζί της; γιατί αν δεν είσαι, θα θυμώσω

πολύ».

«Δεν θα την πειράξω», υποσχέθηκε το Όνι, «μόνο

που κάθε μέρα θα μας κάνει λίγες δουλειές. Καλημέ­

ρα Τζίζο-Σαν!»

Έτσι, το Όνι πήρε τη γριά κι αφού κατέβηκαν όλο

το δρόμο, έφτασαν σ' ένα μεγάλο, βαθύ ποτάμι, όπου

υπήρχε μια βάρκα: Την έβαλε στη βάρκα και την πέ­

ρασε στην απέναντι όχθη του ποταμού, στο σπίτι του.

Ήταν ένα πολύ μεγάλο σπίτι. Την οδήγησε κατευθείαν

στην κουζίνα και της είπε να ετοιμάσει κάτι για να δει-

πνήσουν ο ίδιος και τ' άλλα Όνι που ζούσαν μαζί του.

Της έδωσε μια μικρή ξύλινη κουτάλα για το ρύζι και

είπε: «Πρέπει πάντοτε να βάζεις ένα μόνο σπυρί ρύζι

στο τσουκάλι. Ανακατεύοντας αυτό το σπυρί μέσα στο

νερό μ' αυτή την κουτάλα, το σπυρί θ' αρχίσει να πολ­

λαπλασιάζεται, ώσπου το τσουκάλι θα γεμίσει».

Έτσι η γριά έβαλε στο τσουκάλι ένα μόνο σπυρί

[46]

Page 25: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

Λ Ε Υ Κ Α Δ Ι Ο Σ Χ Ε Ρ Ν

ρύζι, όπως της είχε πει το 'Ονι κι άρχισε να το ανακα­

τεύει με την κουτάλα. Καθώς ανακάτευε, το ένα σπυ­

ρί έγινε δύο, μετά τέσσερα, μετά οκτώ, μετά δεκαέξι,

τριάντα δύο, εξήντα τέσσερα και ούτω καθ' εξής. Κάθε

φορά που κουνούσε την κουτάλα, η ποσότητα του

ρυζιού αύξανε* σε λίγα λεπτά το μεγάλο τσουκάλι

ήταν γεμάτο.

Μετά απ' αυτό, η αστεία γριούλα έμεινε αρκετό

καιρό στο σπίτι του Όνι και μαγείρευε γι' αυτό και

για όλους τους φίλους του, κάθε μέρα. Το Όνι δεν

την πείραξε, ούτε την τρόμαξε ποτέ και το μαγείρεμα

είχε γίνει πολύ εύκολο, χάρη στη μαγική κουτάλα.

Βέβαια, επειδή τα Όνι τρώνε πολύ περισσότερο απ'

τον άνθρωπο, έπρεπε να μαγειρεύει πολύ, πάρα πολύ

μεγάλες ποσότητες ρυζιού.

Όμως ένιωθε μοναξιά κι ήθελε πάρα πολύ να επι­

στρέψει στο σπιτάκι της και να ξαναφτιάξει τα κου­

λουράκια της. Έτσι, μια μέρα που όλα τα Όνι είχαν

βγει έξω, σκέφτηκε πως ήταν ευκαιρία να το σκάσει.

Πρώτα πρώτα, πήρε τη μαγική κουτάλα και την

έβαλε κάτω απ' τη ζώνη της. Έπειτα, κατέβηκε στο

ποτάμι. Κανένας δεν την είχε δει και η βάρκα ήταν

εκεί. Μπήκε μέσα κι έσπρωξε με το κουπί, κι επειδή

μάλιστα κωπηλατούσε πολύ καλά, σύντομα άφησε

πολύ πίσω της την όχθη.

[48]

Η Γ Ρ Ι Α Π Ο Υ Ε Χ Α Σ Ε Τ Ο Κ Ο Υ Λ Ο Υ Ρ Α Κ Ι Τ Η Σ

Αλλά το ποτάμι ήταν πολύ πλατύ, δεν είχε καλά

καλά διασχίσει το ένα τέταρτο της απόστασης ώς την

άλλη όχθη, και τα Όνι γύρισαν όλα στο σπίτι.

Είδαν ότι η μαγείρισσα τους είχε φύγει και μαζί μ'

αυτήν και η μαγική κουτάλα. Έτρεξαν αμέσως στο

ποτάμι και είδαν τη γριά να κωπηλατεί γρήγορα και

ν' απομακρύνεται.

Ίσως να μην ήξεραν κολύμπι, πάντως δεν είχαν

άλλη βάρκα και σκέφτηκαν πως ο μόνος τρόπος να

πιάσουν την αστεία γριούλα ήταν να πιουν όλο το

νερό του ποταμού πριν φτάσει στην απέναντι όχθη.

Έτσι γονάτισαν κι άρχισαν να πίνουν τόσο γρήγορα,

που πριν ακόμα φτάσει η γριά στα μισά της απόστα­

σης, το νερό είχε κατέβει αρκετά.

Όμως, η γριά συνέχισε να τραβάει κουπί, ώσπου

το ποτάμι έγινε τόσο ρηχό, που τα Όνι σταμάτησαν

να πίνουν κι άρχισαν να το διασχίζουν με τα πόδια.

Τότε, πέταξε το κουπί της, έβγαλε τη μαγική κουτά­

λα απ' τη ζώνη της κι άρχισε να την κουνάει, κάνο­

ντας γκριμάτσες τόσο αστείες, που όλα τα Όνι ξέ­

σπασαν σε γέλια.

Καθώς όμως γελούσαν, άρχισαν να βγάζουν άθε­

λα τους όλο το νερό που είχαν πιει και το ποτάμι ξα­

ναγέμισε. Τα Όνι δεν μπορούσαν να περάσουν απέ­

ναντι, έτσι η αστεία γριούλα έφτασε στην άλλη πλευ-

[49]

1

Page 26: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

ρά σώα και αβλαβής κι άρχισε να τρέχει την ανηφο­

ριά όσο πιο γρήγορα μπορούσε.

Δεν σταμάτησε να τρέχει, ώσπου ξαναβρέθηκε στο

σπίτι της.

Από 'κει κι έπειτα ήταν πολύ ευτυχισμένη, γιατί

μπορούσε να φτιάχνει κουλουράκια όποτε ήθελε.

Εξάλλου είχε και τη μαγική κουτάλα για να κάνει ρύζι.

Άρχισε λοιπόν να πουλάει τα κουλουράκια της στους

γείτονες και στους περαστικούς και πολύ σύντομα έγι­

νε πλούσια.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΙΕΡΕΑ ΚΟΓΚΙ

Πριν από χίλια περίπου χρόνια ζούσε στον περίφη­

μο ναό Μηδέρα, στην Οτσού της επαρχίας του Όμι,

ένας σοφός ιερέας που λεγόταν Κόγκι. Ήταν ένας

σπουδαίος ζωγράφος. Ζωγράφιζε το ίδιο ωραία Βού­

δες, όμορφα τοπία, ζώα και πουλιά, περισσότερο όμως

του άρεσε να ζωγραφίζει ψάρια.

Κάθε φορά που είχε καλό καιρό και τα θρησκευ­

τικά του καθήκοντα το επέτρεπαν, πήγαινε στη λί­

μνη Μπίβα κι έβαζε τους ψαράδες να του πιάσουν

ψάρια, χωρίς να τα τραυματίσουν, έτσι ώστε μετά να

τα ζωγραφίζει την ώρα που κολυμπούσαν μέσα σ'

ένα μεγάλο δοχείο με νερό. Αφού τα ζωγράφιζε και

[51]

Page 27: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

τα τάιζε σαν χαϊδεμένα παιδιά, τα ελευθέρωνε πη­

γαίνοντας τα πίσω στη λίμνη ο ίδιος. Οι ζωγραφιές

του με τα ψάρια έγιναν στο τέλος τόσο γνωστές, που

οι άνθρωποι έρχονταν από πολύ μακριά για να τις

δουν.

Αλλά την πιο ωραία του ζωγραφιά με ψάρια, δεν

την έκανε βλέποντας τα ψάρια ζωντανά, αλλά όπως

τα θυμόταν από ένα όνειρο. Μια μέρα δηλαδή, την

ώρα που καθόταν στην άκρη της λίμνης κι έβλεπε τα

ψάρια να κολυμπούν, πήρε έναν υπνάκο κι ονειρεύ­

τηκε ότι έπαιζε με τα ψάρια κάτω απ' το νερό. 'Οταν

ξύπνησε, το όνειρο ήταν ακόμα τόσο καθαρό, που

μπόρεσε να το ζωγραφίσει, κι αυτή τη ζωγραφιά, που

την κρέμασε σε μία κόγχη του δωματίου του στο ναό,

την ονόμασε Το Ψάρι του Ονείρου.

Κανείς δεν μπορούσε να πείσει τον Κόγκι να που­

λήσει κάποια από τις ζωγραφιές του με τα ψάρια.

Ήταν πρόθυμος ν' αποχωριστεί κάποιο απ' τα τοπία

του ή κάποιον από τους πίνακες που παρίσταναν που­

λιά ή λουλούδια. Έλεγε όμως ότι δεν θα πούλαγε

ζωγραφιά ζωντανού ψαριού σε άνθρωπο ικανό να σκο­

τώσει ή να φάει ψάρι. Κι επειδή οι άνθρωποι που ήθε­

λαν ν' αγοράσουν τους πίνακες του έτρωγαν όλοι τους

ψάρια, τα χρήματα τους δεν μπορούσαν να τον δε­

λεάσουν.

[52]

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΙΕΡΕΑ ΚΟΓΚΙ

Ένα καλοκαίρι ο Κόγκι αρρώστησε, μέσα σε μια

βδομάδα δεν μπορούσε πια να μιλήσει και να κου­

νηθεί καθόλου, έτσι που έλεγες πως ήταν πεθαμέ­

νος. Είχαν μάλιστα γίνει και οι ετοιμασίες για την

κηδεία του, όταν οι φίλοι του ανακάλυψαν πως το

σώμα του ήταν αρκετά ζεστό κι αποφάσισαν να ανα­

βάλουν την κηδεία για λίγο, για να παρακολουθή­

σουν την κατάσταση του σώματος αυτού, που έμοια­

ζε νεκρό.

Το απόγευμα της ίδιας μέρας ο Κόγκι ξαφνικά συ­

νήλθε και ρώτησε εκείνους που τον πρόσεχαν: «Πόσο

καιρό έμεινα έτσι, χωρίς επαφή με τον γύρω κόσμο;»

«Πάνω από τρεις μέρες», απάντησε ένας βοηθός.

«Νομίζαμε πως ήσαστε νεκρός και μάλιστα σήμερα

το πρωί οι φίλοι και οι ενορίτες σας συγκεντρώθηκαν

στο ναό για την κηδεία σας. Κάναμε όλες τις ετοιμα­

σίες, μετά όμως, βλέποντας πως το σώμα σας δεν είχε

παγώσει εντελώς, αναβάλαμε την κηδεία και τώρα

χαιρόμαστε πολύ που έγινε έτσι».

Ο Κόγκι κούνησε το κεφάλι του ικανοποιημένος.

Ύστερα είπε: «Θέλω κάποιος από σας να πάει αμέ­

σως στο σπίτι του Τάιρα νο Σούκε, όπου αυτή τη στιγ­

μή οι νέοι γλεντούν -τρώνε ψάρι και πίνουν κρασί-

και να τους πει ότι ξαναγύρισα στη ζωή και ότι τους

παρακαλώ, αν έχουν την καλοσύνη, να αφήσουν το

[ 5 3 ]

Page 28: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΑΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

γλέντι τους και να έρθουν αμέσως κοντά μου, γιατί

έχω να τους πω μια θαυμάσια ιστορία!... Ακόμα», συ­

νέχισε ο Κόγκι, «θέλω αυτός που θα πάει να δει τι

κάνουν ο Σούκε και τ' αδέρφια του• να δει αν πράγ­

ματι γλεντούν, όπως το είπα».

Τότε ένας βοηθός πήγε αμέσως στο σπίτι του Τάιρα

νο Σούκε και με έκπληξη του αντίκρισε τον Σούκε, τον

αδερφό του Τζούρο και τους βοηθούς του, να γλεντούν

όπως ακριδώς είχε πει ο Κόγκι. 'Ομως, αμέσως μόλις

άκουσαν το μήνυμα, άφησαν τα ψάρια και το κρασί κι

έφυγαν και οι τέσσερις βιαστικά για το ναό.

Ο Κόγκι ξαπλωμένος σ' ένα ντιβάνι όπου τον εί­

χαν μεταφέρει, τους υποδέχτηκε καλοσωρίζοντάς τους

μ' ένα χαμόγελο, κι αφού αντάλλαξαν μερικές ευχά­

ριστες κουβέντες, είπε στον Σούκε: «Και τώρα, φίλε,

σε παρακαλώ να μου απαντήσεις σε μερικές ερωτή­

σεις που θα σου κάνω. Πρώτα απ' όλα πες μου, αν

έχεις την καλοσύνη, αν σήμερα αγόρασες ή όχι, ένα

ψάρι από τον Μπάνσι τον ψαρά».

«Μα, ναι», απάντησε ο Σούκε. «Πώςτο ξέρετε όμως;»

«Σε παρακαλώ, μη βιάζεσαι», είπε ο ιερέας. «Αυ­

τός ο ψαράς ο Μπάνσι, πέρασε σήμερα την πόρτα της

αυλής σου, έχοντας στο καλάθι του ένα μεγάλο ψάρι,

μακρύ ίσαμε τρία μέτρα. Ήταν νωρίς τ' απόγευμα, εσύ

και ο Τζούρο είχατε μόλις αρχίσει να παίζετε χαρτιά

[54]

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΙΕΡΕΑ ΚΟΓΚΙ

και ο Καμόρι παρακολουθούσε το παιχνίδι τρώγοντας

ένα ροδάκινο, έτσι δεν είναι;»

«Έτσι», είπαν μαζί ο Σούκε και ο Καμόρι, ενώ η

έκπληξη τους όλο και μεγάλωνε.

«Όταν ο Καμόρι είδε το μεγάλο αυτό ψάρι», συ­

νέχισε ο Κόγκι, «συμφώνησε αμέσως να το αγοράσει,

κι όχι μόνο πλήρωσε το ψάρι, αλλά έδωσε στον Μπάν­

σι και μερικά ροδάκινα σ' ένα δίσκο και τρεις κούπες

κρασί. Τότε φωνάξατε το μάγειρα• ήρθε, κοίταξε το

ψάρι και το θαύμασε. Μετά, σύμφωνα με τις διαταγές

σας, το τεμάχισε και το ετοίμασε για το γλέντι σας...

Δεν έγιναν όλα όπως τα λέω;» ,

«Ναι», απάντησε ο Σούκε, «αλλά το γεγονός ότι

ξέρετε τι συνέβη στο σπίτι μας σήμερα, μας εκπλήσ­

σει. Πείτε μας παρακαλώ, πώς τα μάθατε όλα αυτά;»

«Ας πω λοιπόν την ιστορία μου», είπε ο ιερέας. «Ξέ­

ρετε ότι σχεδόν όλοι πίστευαν πως ήμουν νεκρός, ε­

σείς οι ίδιοι ήσασταν πριν λίγο εδώ για την κηδεία μου.

Πριν τρεις μέρες, όμως, δεν σκέφτηκα καθόλου πως

μπορούσα να 'μαι σοβαρά άρρωστος. Θυμάμαι μονάχα

ότι ένιωσα αδύναμος και πολύ ζεστός κι ότι θέλησα να

βγω έξω να δροσιστώ. Νομίζω μάλιστα ότι σηκώθηκα

απ' το κρεβάτι μου με μεγάλη προσπάθεια, κι ότι βγήκα

έξω στηριζόμενος σ' ένα μπαστούνι... Ίσως βέβαια όλα

αυτά να είναι η φαντασία μου, αλλά σύντομα θα κρίνετε

[55]

Page 29: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

από μόνοι σας αν λέω αλήθεια ή όχι. Θα σας διηγηθώ τα

πάντα ακριβώς όπως φαίνεται ότι συνέβησαν...

» Μόλις βγήκα απ' το σπίτι στον καθαρό αέρα, άρ­

χισα να νιώθω πολύ ελαφρύς• ελαφρύς σαν πουλί που

ανοίγει τα φτερά του και αφήνει το δίχτυ ή το καλάθι

που το 'χάνε κλεισμένο. Περιπλανήθηκα για πολλή

ώρα, ώσπου έφτασα στη λίμνη. Τα νερά ήταν τόσο

ωραία και γαλανά, που ένιωσα μια έντονη επιθυμία

να κολυμπήσω. Έβγαλα τα ρούχα μου, έπεσα στο νερό

και άρχισα να κολυμπώ. Με έκπληξη συνειδητοποίη­

σα ότι μπορούσα να κολυμπήσω πολύ γρήγορα και

με μεγάλη επιδεξιότητα παρόλο που πάντοτε, πριν

απ' αυτή μου την αρρώστια, ήμουν πολύ κακός κο­

λυμβητής... Νομίζετε πως ό,τι σας λέω αυτή τη στιγ­

μή είναι απλώς ένα ανόητο όνειρο. Ακούστε όμως!

Καθώς απορούσα μ' αυτή την πρωτόγνωρη ικανότη­

τα μου να κολυμπώ, αντιλήφθηκα πολλά όμορφα

ψάρια να κολυμπούν χαμηλότερα και γύρω μου κι

άξαφνα ένιωσα να τα ζηλεύω για την ευτυχία τους,

γιατί όσο καλός κολυμβητής κι αν είναι ένας άνθρω­

πος, ποτέ δεν θα μπορέσει να χαρεί το νερό όπως ένα

ψάρι.

»Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ένα πολύ μεγάλο ψάρι

έβγαλε το κεφάλι του πάνω απ' το νερό μπροστά μου,

και μου μίλησε μ' ανθρώπινη φωνή λέγοντας: "Αυτή

[56]

Page 30: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

σου η επιθυμία μπορεί εύκολα να πραγματοποιηθεί.

Παρακαλώ, περίμενε εδώ μια στιγμή!" Τότε το ψάρι

ξαναβυθίστηκε στο νερό• δεν το 'βλεπα πια κι έτσι

περίμενα.

»Μετά από λίγα λεπτά αναδύθηκε απ' το βυθό της

λίμνης -καθισμένος στη ράχη του ίδιου μεγάλου ψα­

ριού που μου είχε μιλήσει- ένας άνθρωπος που φο­

ρούσε κορόνα κι επίσημα ρούχα πρίγκιπα και μου είπε:

"Έρχομαι σ' εσένα μ' ένα μήνυμα από το Δράκο Βασι­

λιά, που γνωρίζει την επιθυμία σου να χαρείς για λίγο

τον τρόπο που ζούνε τα ψάρια. Επειδή έσωσες τη ζωή

πολλών ψαριών κι επειδή έδειχνες πάντοτε συμπό­

νια στα ζωντανά πλάσματα, ο Θεός σου χαρίζει τώρα

την εμφάνιση του Χρυσού Ψαριού, για να μπορέσεις

ν' απολαύσεις τις χάρες του Υδάτινου Κόσμου. Πρέ­

πει όμως να προσέξεις να μη φας ψάρι ή οτιδήποτε

φτιάχνεται από ψάρι, όσο ωραία κι αν μυρίζει κι ακό­

μα να μη σε πιάσει ψαράς και να μη χτυπήσεις στο

σώμα με κανέναν τρόπο".

»Με αυτά τα λόγια ο αγγελιαφόρος και το ψάρι

του έφυγαν και χάθηκαν στα βαθιά νερά. Κοιτάχτηκα

και είδα ότι όλο μου το σώμα είχε σκεπαστεί με λέπια

που έλαμπαν σαν το χρυσάφι κι ότι είχα βγάλει πτε­

ρύγια. Συνειδητοποίησα τελικά ότι στην πραγματι­

κότητα είχα μεταμορφωθεί σε χρυσόψαρο. Εκείνη τη

[58]

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΙΕΡΕΑ.ΚΟΓΚΙ

στιγμή ήξερα ότι μπορούσα να κολυμπήσω και να πάω

όπου ήθελα.

»Από 'κει κι έπειτα, μου φάνηκε ότι κολύμπησα

πολύ μακριά, φτάνοντας έτσι σε πολλά ωραία μέρη.

Μ' ευχαριστούσε απλά και μόνο να κοιτάζω το φως

του ήλιου να χορεύει πάνω στο γαλάζιο νερό ή ακό­

μα να θαυμάζω την ωραία αντανάκλαση των λόφων

και των δέντρων πάνω σε ακίνητες και απάνεμες επι­

φάνειες... Θυμάμαι ιδιαίτερα την ακτή ενός νησιού -

ή του Οκιτσουσίμα ή του Τσικουμπουσίμα- που η

αντανάκλαση της στο νερό έμοιαζε με κόκκινο τοί­

χο... Μερικές φορές πλησίαζα στην ακτή τόσο πολύ

που μπορούσα να δω τα πρόσωπα και ν' ακούσω τις

φωνές των περαστικών, άλλοτε πάλι κοιμόμουν πάνω

στο νερό, ώσπου ξυπνούσα τρομαγμένος απ' τον ήχο

κάποιου κουπιού που πλησίαζε. Το βράδυ είχε ωραίο

φεγγάρι, αλλά δεν ήταν λίγες και οι φορές που με

τρόμαξαν οι φωτισμένες ψαρόβαρκες του Κατασέ, που

'βγαίναν πυροφάνι.

»Όταν ο καιρός ήταν άσχημος, πήγαινα στα βα­

θιά. Πήγαινα πολύ χαμηλά -και στα χίλια πόδια ακό­

μα- κι έπαιζα στο βυθό της λίμνης. Όταν όμως πέρα­

σαν δυο-τρεις μέρες ευχάριστης περιπλάνησης, άρ­

χισα να πεινάω πολύ κι επέστρεψα σ' αυτή τη γειτο­

νιά ελπίζοντας πως θα 'βρισκα κάτι να φάω. Εκείνη

[59]

m-

Page 31: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ

ακριβώς την ώρα έτυχε να ψαρεύει ο Μπάνσι, ο ψα­

ράς. Πλησίασα το αγκίστρι που 'χε κατεβάσει στο νερό.

Πάνω σ' αυτό υπήρχε ένα δόλωμα για ψάρια που μύ­

ριζε ωραία. Την ίδια στιγμή θυμήθηκα την προειδο­

ποίηση του Δράκου Βασιλιά κι απομακρύνθηκα κο­

λυμπώντας, λέγοντας στον εαυτό μου: "Όπως και να

'χει δεν πρέπει να φάω τροφή που να περιέχει ψάρι -

Είμαι ένας πιστός του Βούδα".

»Παρ'όλα,αυτά, μετά από λίγο η πείνα μου έγινε

τόσο έντονη, που δεν μπόρεσα ν' αντισταθώ στον

πειρασμό. Έτσι ξαναγύρισα κολυμπώντας στο αγκί­

στρι, ενώ σκεφτόμουν ότι ακόμα κι αν μ' έπιανε ο

Μπάνσι, δεν θα μου έκανε κακό γιατί ήταν φίλος μου

παλιός. Δεν κατάφερνα όμως να απαγκιστρώσω το

δόλωμα, και καθώς η μυρωδιά της τροφής μ' έκανε να

χάσω την υπομονή μου, το κατάπια ολόκληρο με μια

χαψιά. Αμέσως ο Μπάνσι τράβηξε την πετονιά του

και μ' έπιασε. Του φώναξα "Τι κάνεις; Με πονάς!"

Φαίνεται όμως ότι δεν μ' άκουγε και γρήγορα πέρασε

ένα σπάγκο μέσα απ' το στόμα μου. Μετά, με πέταξε

στο καλάθι του και μ' έφερε σπίτι σας.

»Εκεί, όταν άνοιξαν το καλάθι, είδα εσένα και τον

Τζούρο να παίζετε χαρτιά στο νότιο δωμάτιο και τον

Καμόρι να σας παρακολουθεί τρώγοντας ένα ροδάκι­

νο. Σε λίγο βγήκατε όλοι σας στη^δεράντα για να με

[60]

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΙΕΡΕΑ ΚΟΓΚΙ

δείτε και χαρήκατε πολύ που ήμουν ένα τόσο μεγάλο

ψάρι. Σας φώναξα όσο πιο δυνατά μπορούσα: "Δεν

είμαι Ψάρι! Είμαι ο Κόγκι - ο Κόγκι ο ιερέας! Σας

παρακαλώ αφήστε με να γυρίσω πίσω στο ναό!" Εσείς

όμως χειροκροτούσατε απ' τη χαρά σας και δεν δώσα­

τε καμία σημασία στα λόγια μου.

»Έτσι ο μάγειρας σας με πήγε στην κουζίνα και με

πέταξε βίαια επάνω σ' ένα σανίδι, όπου υπήρχε ένα

τρομερά κοφτερό μαχαίρι. Με το αριστερό του χέρι

με πίεσε προς τα κάτω, ενώ με το δεξί έπιασε το μα­

χαίρι• του φώναξα: "Πώς μπορείς να με σκοτώνεις τόσο

απάνθρωπα! Είμαι ένας πιστός του Βούδα! Βοήθεια!

Βοήθεια!" Την ίδια στιγμή όμως ένιωσα το μαχαίρι

να με χωρίζει στα δύο• ήταν ένας φρικτός πόνος!

Άξαφνα τότε ξύπνησα και είδα ότι βρισκόμουν εδώ,

στο ναό».

Όταν ο ιερέας τελείωσε την ιστορία του, έκπλη­

κτα τα αδέρφια άρχισαν να σκέφτονται και ο Σούκε

του είπε: «Θυμάμαι τώρα ότι είχα προσέξει πως όση

ώρα κοιτάζαμε το ψάρι, το στόμα του κουνιόταν, δεν

ακούγαμε όμως καμιά φωνή... Τώρα πρέπει να στεί­

λω στο σπίτι έναν υπηρέτη με τη διαταγή να πετάξει

τα υπολείμματα του ψαριού στη λίμνη».

Σύντομα ο Κόγκι ανάρρωσε κι έζησε τόσο που μπό­

ρεσε να κάνει πολλές ακόμα ζωγραφιές. Λένε ότι πολύ

[ 6 1 ]

Page 32: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

Λ Ε Υ Κ Α Δ Ι Ο Σ Χ Ε Ρ Ν

καιρό αφού πέθανε, μερικές από τις ζωγραφιές του με

ψάρια έτυχε κάποτε να πέσουν στη λίμνη κι ότι τα

ψάρια ξεκόλλησαν αμέσως απ' το μετάξι ή το χαρτί,

όπου ήταν ζωγραφισμένα, και κολύμπησαν πέρα μα­

κριά!

Θ

Page 33: To Agori Pou Zografize Gates - Leykadios Xern

ISBN 960-05-0949-2

7 8 9 6 0 0 " 5 0 9 4 9 6