Download - B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

Transcript
Page 1: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο
Page 2: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

Αγαπητοί φίλοι,

έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο B1 της σειράς İstanbul μεταφρασμένο στα ελληνικά. Το γλωσσάριο περιέχει όχι μόνο όλες τις λέξεις (ρήματα, ουσιαστικά, επίθετα) που εμφανίζονται στις 6 ενότητες του βιβλίου αλλά και τα συ-νώνυμα, τα αντίθετα καθώς και εκφράσεις και παροιμίες που περιέχουν τις λέξεις αυτές. Όλα αυτά είναι ένα πολύτιμο και απαραίτητο βοήθημα για τον σπουδα-στή της τουρκικής ώστε να αποκτήσει μία πλήρη και σφαιρική εικόνα της γλώσσας. Ευχαριστούμε το συνεργάτη-καθηγητή Γιάννη Πανουργιά που επιμε-λήθηκε την εργασία αυτή.Σας ευχαριστούμε για το ενδιαφέρον σας και την αγάπη με την οποία έχετε από καιρό αγκαλιάσει τη σειρά İstanbul.

Τίνα Ζωγοπούλου

İstanbul B1

Page 3: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

ONOMATA (Oυσιαστικά, επίθετα, αντωνυμίες κ.α.)

1. abone: συνδρομητής/ abone olmak (γίνομαι συνδρομητής), abonelik (συνδρομή)

2. acil: 1. επείγων, έκτακτος, 2. επειγόντως

3. adım: βήμα/ adım atmak (βηματίζω), adım adım (βήμα βήμα)

4. araç: 1. μέσο, 2. όχημα/ iletişim araçları (μέσα επικοινωνίας), ulaşım araçları (μέσα μεταφοράς), aracıyla (διαμέσου)

5. arıza: βλάβη, ζημιά/ arızalı (ελαττωματικός)

6. bedel: 1. αντίτιμο, αξία, 2. εξαγορά στρατιωτικής θητείας/ bedel vermek (εξαγοράζω)

7. bilek: καρπός (χεριού)/ ayak bileği (αστράγαλος)

8. borç: 1. χρέος, 2. δάνειο/ borç almak (δανείζομαι), borç istemek (ζητάω δανεικά), borç vermek (δανείζω), borçluyum (είμαι υπόχρεος)

9. boru: σωλήνας, αγωγός

10. büyüklük: 1. μεγαλείο, μεγαλοσύνη, 2. μέγεθος

11. büyüleyici: μαγευτικός, γοητευτικός/ büyü (μαγεία), büyücü (μάγος, μάγισσα), büyülemek (μαγεύω)

12. civar: γύρω (επίρρημα), τα περίχωρα/ Taksim civarı (γύρω από το Taksim), saat 18:00 civarında (γύρω στις 18:00)

13. çöp: σκουπίδι/ çöpçü (σκουπιδιάρης), çöp kutusu (κάδος απορριμάτων)

14. davranış: συμπεριφορά/ davranmak (συμπεριφέρομαι)

15. deneyim: εμπειρία, πείρα/ deneyimli (έμπειρος), denemek (δοκιμάζω), deneme (δοκιμή, απόπειρα), deney (1. πείραμα, 2. δοκιμή), συν. tecrübe (εμπειρία)

16. depozito: προκαταβολή, καπάρο

17. doğalgaz: φυσικό αέριο

18. döşeme: 1. δάπεδο, 2. ταπετσαρία, 3. επίπλωση/ döşemek (1. επιστρώνω, 2. ταπετσάρω, 3. επιπλώνω)

Ders Kitabı, B1

1η Ενότητα

19. durum: 1. κατάσταση, περίσταση 2. περίπτωση, 3. πτώση (γραμματική)/ bu durumda (σε αυτήν την περίπτωση), duruma göre (σύμφωνα με την περίσταση, ανάλογα την περίσταση), duruma bağlı (αναλόγως την περίπτωση)

20. eğitim: 1. παιδεία, 2. εκπαίδευση, 3. μόρφωση/ eğitim almak (εκπαιδεύομαι, μορφώνομαι), eğitim görmek (εκπαιδεύομαι, μορφώνομαι, σπουδάζω), eğitimli (μορφωμένος), Millî Eğitim Bakanlığı (Υπουργείο Εθνικής Παιδείας)

21. emlak: κτήμα/ emlakçı (μεσίτης), emlak ofisi (μεσιτικό γραφείο)

22. endişeli: ανήσυχος/ endişe (άγχος, αγωνία, ανησυχία), endişelenmek (αγχώνομαι, ανησυχώ)

23. etki: επιρροή, επίδραση/ etkilemek (1. επηρεάζω, 2. εντυπωσιάζω), etkilenmek (επηρεάζομαι), etkisi altında (υπό την επήρεια)

24. evlilik: γάμος, έγγαμος βίος

25. fatura: λογαριασμός, τιμολόγιο/ su faturası (λογαριασμός νερού), elektrik faturası (λογαριασμός ηλεκτρικού)

26. fiyat: τιμή/ fiyatı nedir? (ποια είναι η τιμή του; πόσο κάνει;)

27. fonksiyon: 1. λειτουργία, 2. συνάρτηση (μαθηματικά)

28. garip: περίεργος, παράξενος

29. günlük: 1. ημερήσιος, 2. ημερολόγιο/ günlük tutmak (κρατάω ημερολόγιο), günden güne (από μέρα σε μέρα), günde bir (μια φορά τη μέρα), gün boyu (όλη μέρα), günümüzde (στις μέρες μας), bu günlerde (αυτόν τον καιρό), son günlerde (τις τελευταίες μέρες), günübirlik (αυθημερόν)

30. güvenlik: ασφάλεια/ güven (εμπιστοσύνη), güvenmek (εμπιστεύομαι), güvenilir (αξιόπιστος), güvenilmez (αναξιόπιστος), güvenli (ασφαλής), güvenlik kamerası (κάμερα ασφαλείας)

31. halat: χοντρό σκοινί, καραβόσκοινο

32. ham: 1. άγουρος, 2. ακατέργαστος

33. ısıtma: θέρμανση/ ısıtmak (ζεσταίνω, θερμαίνω), ısınmak (θερμαίνομαι), ısı (θερμότητα)

Page 4: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

34. ıslak: υγρός/ ıslak mendil (υγρό μαντηλάκι), συν. yaş (υγρός)

35. içerik: περιεχόμενο/ dersin içeriği (το περιεχόμενο του μαθήματος), τα περιεχόμενα του βιβλίου λέγονται “içindekiler”

36. ihtiyaç: ανάγκη/ paraya ihtiyacım var (έχω ανάγκη από λεφτά)

37. ilan: 1. αγγελία, 2. αναγγελία, 3. δημοσίευση/ ilan etmek (1.ανακοινώνω, 2. αναγγέλλω, 3. δημοσιεύω, 4. δηλώνω), ilan panosu (πίνακας ανακοινώσεων)

38. imdat: βοήθεια/ imdat! (βοήθεια!)

39. iş bölümü: καταμερισμός εργασίας

40. işlem: 1. ενέργεια, πράξη, 2. διαδικασία/ işlemek (1. ενεργώ, κάνω, 2. εκμεταλλεύομαι, επεξεργάζομαι, 3. λειτουργώ)

41. jandarma: 1. χωροφυλακή, 2. χωροφύλακας

42. kaban: μπουφάν

43. kanat: 1. φτερό, φτερούγα, 2. παραθυρόφυλλο/ tavuk kanadı (φτερούγα κοτόπουλο), pencere kanadı (παραθυρόφυλλο)

44. kiralık: ενοικιαζόμενος/ kira (ενοίκιο), kiracı (ενοικιαστής), kiralamak (ενοικιάζω ως ενοικιαστής και ως ιδιοκτήτης), kiraya vermek (ενοικιάζω ως ιδιοκτήτης)

45. kombi: σύστημα αυτόνομης θέρμανσης, το οποίο χρησιμοποιείται και ως θερμοσίφωνας

46. konum: θέση, στάση, τοποθεσία/ συν. mevki (θέση, σημείο, τοποθεσία)

47. koza: περίβλημα, κέλυφος (σπόρου), κουκούλι εντόμου

48. lavabo: 1. νιπτήρας, 2. νεροχύτης

49. lüks: 1. πολυτελής, λουξ, 2. πολυτέλεια/ lüks araba (πολυτελές αυτοκίνητο)

50. manzara: θέα/ manzaralı (με θέα), manzarasız (χωρίς θέα), deniz manzaralı (με θέα τη θάλασσα)

51. masrafsız: ανέξοδος/ masraf (έξοδο, δαπάνη), masraflı (δαπανηρός), ev masrafları (τα έξοδα του σπιτιού)

52. mevki: 1. θέση, σημείο, 2. αρμοδιότητα

53. muhit: 1. γειτονιά, 2. περιοχή, περιβάλλον

54. müstakil: 1. ανεξάρτητος, 2. μεμονωμένος/ müstakil ev (μονοκατοικία)

55. nezih: εκλεκτός

56. ödeme: πληρωμή/ ödemek (πληρώνω), ön ödeme (προκαταβολή)

57. ömür: ζωή, βίος/ ömür boyu (για μια ζωή), ömrü boyunca (για όλη του τη ζωή), παρότι δεν έχουν ακριβώς την ίδια σημασία και χρήση, ενίοτε το “ömür” είναι συνώνυμο με το “yaşam (1. ζωή, 2. διαβίωση)” και το “hayat (ζωή)”, ενώ το καθένα χρησιμοποιείται με συγκεκριμένες εκφράσεις

58. özellik: χαρακτηριστικό, ιδιαιτερότητα/ ortak özellik (κοινό χαρακτηριστικό), kişisel özellik (ιδιαίτερο χαρακτηριστικό)

59. pazarlık: 1. παζάρι, παζάρεμα, 2. διαπραγμάτευση/ pazarlık yapmak (διαπραγματεύομαι)

60. pil: μπαταρία/ pil bitti (τέλειωσε η μπαταρία), αλλά για το τηλέφωνο χρησιμοποιούμε το “şarj bitti (τέλειωσε η μπαταρία)

61. sahip: 1. ιδιοκτήτης, κάτοχος, 2. αφέντης, κύριος/ ev sahibi (σπιτονοικοκύρης), sahip çıkmak (διεκδικώ), sahibinden kiralık ev (σπίτι προς ενοικίαση χωρίς τη μεσολάβηση του μεσίτη)

62. satır: σειρά, αράδα, στίχος

63. satış: πώληση/ satmak (πουλάω), satılmak (πωλούμαι), satılık (προς πώληση), satıcı (πωλητής), şatış görevlisi (υπεύθυνος πωλήσεων)

64. sızıntı: διαρροή/ gaz sızıntısı (διαρροή αερίου)

65. sigorta: ασφάλεια/ sigorta şirketi (ασφαλιστική εταιρία), sosyal sigorta (κοινωνική ασφάλιση), sigorta sözleşmesi (ασφαλιστήριο συμβόλαιο), sigortalı (ασφαλισμένος), sigortasız (ανασφάλιστος), sigorta atmak (καίγεται η ασφάλεια)

66. sözleşme: 1. συμβόλαιο, 2. σύμβαση, 3. συμφωνητικό/ sözleşmek (συμφωνώ)

67. şofben: θερμοσίφωνας

68. tarife: 1. ταρίφα, 2. δρομολόγιο

69. taşınma: μετακόμιση/ taşınmak (μετακομίζω)

70. temel: 1. βασικός, θεμελιακός, 2. βάση, θεμέλιο/ temelli (μόνιμος, μακροχρόνιος), temelli yerleşmek (εγκαθίσταμαι μόνιμα)

Page 5: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

71. tesisatçı: μάστορας, τεχνικός/ tesisat (εγκατάσταση), su tesisatçısı (υδραυλικός), elektrik tesisatçısı (ηλεκτρολόγος)

72. tuhaf: παράξενος, περίεργος/ tuhaflık (ιδιοτροπία), tuhaf şey! (παράξενο πράγμα!)

73. tüketim: κατανάλωση/ tüketmek (καταναλώνω), tüketici (1. καταναλωτικός, 2. καταναλωτής)

74. ulaşım: συγκοινωνία/ ulaşım araçları (μέσα μεταφοράς)

75. uygun: 1. κατάλληλος, βολικός 2. ταιριαστός, 3. σύμφωνος/ benim için uygun (συμφωνώ με αυτό, είμαι εντάξει με αυτό)

76. uyum: 1. αρμονία, 2. συντονισμός/ Ünlü Uyumu (Φωνηεντική Αρμονία), renk uyumu (χρωματική αρμονία)

77. vali: νομάρχης/ valilik (νομαρχία)

78. vana: βάνα, βαλβίδα

79. vergi: φόρος/ vergi dairesi (εφορία), vergi kaçakçısı (φοροφυγάς), vergi sicil belgesi (φορολογική ενημερότητα), KDV (Katma Değer Vergisi) (ΦΠΑ - Φόρος Προστιθέμενης Αξίας)

80. yakınlık: οικειότητα, εγγύτητα/ yakın (1. κοντινός, 2. κοντά), yakınlık duymak (αισθάνομαι οικειότητα)

81. yapışık: κολλητός, προσκολλημένος/ yapışmak (κολλάω, προσκολλιέμαι)

82. yuva: 1. φωλιά, 2. νηπιαγωγείο/ birinin yuvasını bozmak (χαλάω το γάμο κάποιου), yuva yapmak (φωλιάζω)

83. zam: αύξηση/ zam yapmak (κάνω αύξηση)

aΈχεις μάθει 83 Ονόματα!

ΡΗΜΑΤΑ

1. acele etmek: βιάζομαι/ acele (βιασύνη), haydi acele et! (άντε βιάσου!)

2. akıtmak: χύνω

3. atıştırmak: τσιμπολογώ (φαγητό)

4. ayırmak: 1. χωρίζω, διαχωρίζω, 2. ξεχωρίζω, 3. διαθέτω/ zaman ayırmak (διαθέτω χρόνο,

αφιερώνω χρόνο), ayrılmak (1. χωρίζω, 2. αποχωρώ, φεύγω), oda ayırtmak (κλείνω δωμάτιο), masa ayırtmak (κλείνω τραπέζι)

5. basmak: 1. πατάω, 2. πιέζω, 3.εισβάλλω/ ayak basmak (πατάω πόδι), tuşa basmak (πατάω το κουμπί), baskı (1. πίεση, 2. έκδοση, παρτίδα), 19 yaşına basmak (μπαίνω στην ηλικία των 19)

6. benzemek: 1. μοιάζω, 2. παρομοιάζω/ babana benziyorsun! (μοιάζεις του πατέρα σου!), bir şeye benzemiyor (δεν λέει τίποτα), benzer (όμοιος, παρόμοιος)

7. boşaltmak: 1. αδειάζω, 2. ξεφορτώνω

8. bozulmak: χαλάω, παθαίνω βλάβη/ bilgisayarım bozuldu (χάλασε ο υπολογιστής μου), sana bozuldum (σου θύμωσα, σου κρατάω μούτρα)

9. değerlendirmek: 1. αξιοποιώ, 2. αξιολογώ/ değer (αξία)

10. dikkat çekmek: τραβώ την προσοχή

11. doldurmak: 1. γεμίζω, 2. συμπληρώνω/ boşlukları doldurunuz (συμπληρώστε τα κενά)

12. eğmek: σκύβω/ boyun eğmek (σκύβω το κεφάλι, υποτάσσομαι)

13. fışkırmak: 1. αναβλύζω, 2. ξεφυτρώνω

14. harcamak: ξοδεύω/ harçlık (χαρτζιλίκι), harcama (έξοδο)

15. ısınmak: θερμαίνομαι/ ısıtmak (ζεσταίνω, θερμαίνω), ısı (θερμότητα)

16. ilerletmek: εξελίσσω/ ilerlemek (1. εξελισσομαι, 2. προοδεύω)

17. karşılaşmak: συναντιέμαι (τυχαία)/ rastlamak (συναντιέμαι τυχαία)

18. kopmak: 1. σπάω, 2. κόβομαι/ kıyamet koptu (έγινε χαλασμός)

19. kurtulmak: 1. σώζομαι, 2. απαλλάσσομαι, 3. ξεφεύγω/ kurtuluş (1. σωτηρία, 2. απαλλαγή, 3. απελευθέρωση), kurtarmak (σώζω)

20. önermek: προτείνω/ öneri (πρόταση), συν. tavsiye etmek (1. συστήνω, προτείνω, 2. συμβουλεύω)

21. patlamak: 1. σκάω, εκρήγνυμαι, 2. ξεφουσκώνω/ patlama (έκρηξη), patlamış mısır (ποπ-κορν), patlak lastik (σκασμένο λάστιχο)

Page 6: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

22. sığmak: χωράω

23. sıkışmak: 1. στριμώγνομαι, 2. πιέζομαι / sıkıştırmak (στριμώχνω), sıkışık (στριμωγμένος)

24. sızdırmak: 1. διαρρέω, 2. αποσπώ χρήματα/ su sızdırıyor (το νερό διαρρέει)

25. söndürmek: 1. σβήνω (μεταβατικό), κλείνω (φως - μεταβατικό)/ sönmek (σβήνω - αμετάβατο)

26. takip etmek: 1. ακολουθώ, 2. παρακολουθώ/ takip (παρακολούθηση), takipçi (1. διώκτης, 2. ακόλουθος, οπαδός)

27. tartışmak: 1. συζητώ, 2. λογομαχώ, διαπληκτίζομαι/ tartışma (1. συζήτηση, 2. λογομαχία, διαπληκτισμός)

28. telaşlanmak: πανικοβάλλομαι/ telaş (πανικός), συν. paniklemek (πανικοβάλλομαι)

29. tercih etmek: προτιμώ, επιλέγω/ tercih (προτίμηση, επιλογή)

30. teslim etmek: παραδίδω/ teslim (παράδοση, παραχώρηση), teslim olmak (παραδίνομαι), teslim ol! (παραδώσου!)

31. tıkanmak: 1. μπουκώνω, 2. φρακάρω/

boru tıkandı (βούλωσε ο σωλήνας), burnum tıkandı (είμαι μπουκωμένος), tıkalı (μπουκωμένος)

32. uğraşmak: 1. ασχολούμαι, 2. προσπαθώ/ bir şeyle uğraşmak (ασχολούμαι με κάτι), uğrasma! (μην ασχολείσαι!)

33. yadırgamak: απορώ, παραξενεύομαι

34. yansıtmak: αντικατοπτρίζω

35. yardımcı olmak: βοηθώ/ yardımcı (βοηθός), συν. yardım etmek (βοηθώ)

36. yığmak: συγκεντρώνω, συσσωρεύω

37. zenginleşmek: πλουτίζω (αμετάβατο)

aΈχεις μάθει 37 Ρήματα!

ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ

1. başının etini yemek: του πιπιλάω το μυαλό

2. kalbini fethetmek: κατακτώ την καρδιά κάποιου

aΈχεις μάθει 2 Εκφράσεις!

5

Page 7: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

2η Ενότητα

ONOMATA (Oυσιαστικά, επίθετα, αντωνυμίες κ.α.)

1. amaç: σκοπός, στόχος/ amaçlı (σκόπιμος), amaçsız (άσκοπος), συν. hedef (στόχος)

2. ambalaj: αμπαλάζ, συσκευασία/ ambalaj kâğıdı (χαρτί περιτυλίγματος)

3. amiral: ναύαρχος

4. arzu: επιθυμία, όρεξη/ arzu etmek (επιθυμώ, ποθώ), arzulamak (επιθυμώ, ποθώ), başka bir arzunuz var mı? (έχετε κάποια άλλη επιθυμία;)

5. asgari: ελάχιστος, κατώτατος, βασικός/ asgari ücret (ελάχιστος μισθός), asgari ceza (κατώτατη ποινή)

6. aşırı: υπερβολικός, άκρως/ aşırı sıcak (υπερβολική ζέστη)

7. ayrıntı: λεπτομέρεια/ ayrıntılı (λεπτομερής), ayrıntılara girmek (μπαίνω σε λεπτομέρειες), συν. detay (λεπτομέρεια)

8. azim: αποφασιστικότητα/ azmetmek (αποφασίζω), azimli (αποφασισμένος)

9. baskı: 1. έντυπη έκδοση, (παρτίδα), 2. εκτύπωση, 3. πίεση, καταπίεση/ yeni baskı (νέα έκδοση), dördüncü baskı (τέταρτη έκδοση), baskı altında (υπό πίεση), baskı yapmak (πιέζω, καταπιέζω)

10. başarı: επιτυχία/ başarılar dilerim! (εύχομαι καλή επιτυχία!), başarmak (πετυχαίνω), başarılı (επιτυχημένος)

11. başlık: 1. τίτλος, επικεφαλίδα, 2. κουκούλα, σκούφος, κράνος

12. beklenti: προσδοκία, προσμονή

13. benzerlik: ομοιότητα (βλ. 1η Ενότητα, Ρήματα νο. 6)

14. birey: 1. άτομο, μονάδα/ bireysel (ατομικός)

15. cazip: ελκυστικός, γοητευτικός, δελεαστικός

16. çalışan: εργαζόμενος, υπάλληλος/ çalışmak (1. δουλεύω, εργάζομαι, 2. προσπαθώ, 3. ενεργοποιούμαι),/ ders çalışmak (μελετώ), çalışkan (εργατικός, επιμελής)

17. danışman: σύμβουλος/ danışmak (συμβουλεύομαι), danışma (υποδοχή, πληροφορίες)

18. davranış: συμπεριφορά/ davranmak (συμπεριφέρομαι)

19. değişiklik: αλλαγή/ değişmek (αλλάζω, αμετάβατο), değiştirmek (αλλάζω, μεταβατικό), değişik (διαφορετικός)

20. denizaltı: υποβρύχιο

21. departman: τμήμα/ συν. bölüm (1. τμήμα, 2. κλάδος, τομέας, 3. επεισόδιο)

22. destek: στήριγμα, υποστήριξη/ destek vermek (υποστηρίζω), destek olmak (στηρίζω, υποστηρίζω), desteklemek (1. υποστηρίζω, 2. ενισχύω)

23. devlet: 1. κράτος, δημόσιο, 2. ευτυχία/ devlet adamı (πολιτικός, άνθρωπος του δημοσίου), devlet başkanı (αρχηγός του κράτους), derin devlet (βαθύ κράτος, παρακράτος), devlet kuşu (ανέλπιστη τύχη)

24. dikiş: 1. ραφή, 2. ράμμα/ dikiş dikmek (ράβω)

25. dolgun: παχουλός, εύσωμος/ dolmak (γεμίζω - αμετάβατο), doldurmak (γεμίζω - μεταβατικό), dolgun maaş (παχυλός μισθός)

26. dönüm noktası: ορόσημο/ yıldönümü (επέτειος)

27. duruş: στάση, πόζα/ durmak (1. σταματάω, 2. στέκομαι), durup dururken (στα καλά καθούμενα), durak (στάση), otobüs durağı (στάση λεωφορείου), dur! (stop! - πινακίδα, σταμάτα!)

28. düşük: πεσμένος, κατεβασμένος/ düşük ücret (χαμηλός μισθός), düşük puan (χαμηλόςβαθμός)

29. editör: επιμελητής έκδοσης

30. eksiklik: 1. έλλειψη, απουσία, 2. μειονέκτημα/ eksik (1. ελλιπής, 2. μειονέκτημα), eksi (μείον, πλην - μαθηματικό σύμβολο)

31. elverişsiz: δυσμενής

32. engel: εμπόδιο/ engel olmak (γίνομαι εμπόδιο), engeli aşmak (ξεπερνώ το εμπόδιο), engellemek (εμποδίζω)

33. engelli: μετ’εμποδίων, άτομο με ειδικές ανάγκες/ engelli koşu (αγώνας μετ’εμποδίων)

34. esnek: ελαστικός, ευλύγιστος

35. etkileyici: εντυπωσιακός, γοητευτικός (βλ. 1η Ενότητα, Ονόματα νο. 23)

Page 8: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

36. etkin: δραστήριος, ενεργητικός/ etkinlik (δραστηριότητα)

37. farklılık: διαφορά, ανομοιότητα/ fark (διαφορά), farklı (διαφορετικός), fark etmek (1. αντιλαμβάνομαι, 2. διακρίνω), fark etmez! (δεν έχει σημασία!), farkındayım (το γνωρίζω)

38. fırsat: ευκαιρία/ fırsat bulmak (βρίσκω ευκαιρία), fırsatı kaçırmak (χάνω την ευκαιρία), fırsat vermek (δίνω ευκαιρία), ilk fırsatta (με την πρώτη ευκαιρία)

39. firma: εταιρία/ συν. şirket (εταιρία)

40. fiziksel: 1. φυσικός (επίθετο), 2. σωματικός/ fizik (φυσική - η επιστήμη), fiziksel yorgunluk (σωματική κούραση)

41. fizyolojik: φυσιολογικός

42. geçici: 1. προσωρινός, 2. παροδικός, μεταβατικός/ geçici dönem (μεταβατική περίοδος)

43. geleneksel: παραδοσιακός/ gelenek (παράδοση)

44. gıda: τρόφιμα

45. girişimci: επιχειρηματίας/ girişim (1. επιχείρηση, 2. πρωτοβουλία)

46. görev: 1. καθήκον, 2. πόστο/ görevli (υπεύθυνος)

47. görünüm: εμφάνιση, παρουσία, εικόνα/ görünmek (φαίνομαι, παρουσιάζομαι)

48. görünüş: εμφάνιση, όψη

49. güç: 1. δύναμη, 2. ένταση, 3. δύσκολος/ güçlü (δυνατός), güçsüz (αδύναμος), güçlendirmek (ενδυναμώνω, ενισχύω), güç şartlarda yaşamak (ζω κάτω από δύσκολες συνθήκες), συν. kuvvet (δύναμη)

50. hedef: 1. στόχος, 2. προορισμός/ hedef almak (βάζω στόχο), hedef koymak (βάζω στόχο), hedeflemek (στοχεύω), συν. amaç (σκοπός, στόχος)

51. hizmet: 1. εξυπηρέτηση, περιποίηση, 2. υπηρεσία, 3. θητεία/ hizmet etmek (1. υπηρετώ, 2. κάνω θητεία), hizmetçi (υπηρέτης), müşteri hizmetleri (εξυπηρέτηση πελατών)

52. huy: φύση, χούι/ huy edinmek (αποκτώ χούι, αποκτώ συνήθεια), bu benim huyum (αυτό είναι το χούι μου), huylu (ιδιότροπος, οξύθυμος), huysuz (δύστροπος, στριμμένος), can çıkar huy çıkmaz (πρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι)

53. ikramiye: δώρο/ ikram (προσφορά, κέρασμα), ikram etmek (προσφέρω, κερνάω, τρατάρω)

54. itibar: 1. τιμή, εντιμότητα, 2. αξιοπρέπεια, 3. σεβασμός, 4. κύρος/ itibar etmek (εκτιμώ), itibar görmek (τιμώμαι)

55. katkı: 1. συμβολή, ενίσχυση, 2. προσθήκη/ katkıda bulunmak (συμβάλλω, ενισχύω), katkı maddesi (πρόσθετο υλικό)

56. kazanç: κέρδος, όφελος/ kazanmak (κερδίζω, 2. πετυχαίνω, 3. παίρνω) para kazanmak (παίρνω/ βγάζω λεφτά), sınavı kazanmak (περνάω τις εξετάσεις), üniversiteyi kazanmak (περνάω σε πανεπιστήμιο)

57. kişilik: 1. προσωπικότητα, 2. ατομικότητα / kişi (1. άτομο, 2. άνθρωπος), iki kişilik oda (δίκλινο δωμάτιο), kişisel (ατομικός, προσωπικός)

58. konteynır: κοντέινερ

59. korkunç: τρομακτικός/ korkmak (φοβάμαι), korku (φόβος, τρόμος), korku filmi (ταινία τρόμου), korkak (φοβιτσιάρης, δειλός)

60. liderlik: αρχηγία, ηγεσία/ lider (αρχηγός, ηγέτης)

61. maaş: μισθός/ maaş almak (παίρνω μισθό), maaş vermek (δίνω μισθό), aylık maaş (μηνιαίος μισθός)

62. macera: περιπέτεια/ maceralı (περιπετειώδης), συν. serüven (περιπέτεια)

63. memnuniyetsiz: ανικανοποίητος/ memnuniyet (ευχαρίστηση, ικανοποίηση), memnuniyetle (ευχαρίστως), memnun (ευχαριστημένος, ικανοποιημένος), memnun kalmak (μένω ευχαριστημένος), memnun oldum! (χάρηκα!)

64. mesai: ωράριο

65. organizasyon: 1. οργανισμός, 2. διοργάνωση/ düğün organizasyonu (διοργάνωση γάμου)

66. ortam: 1. περιβάλλον, ατμόσφαιρα, περίγυρος

67. ödül: 1. βραβείο, 2. έπαθλο, 3. αμοιβή/ ödül almak (βραβεύομαι), ödül vermek (βραβεύω), ödüllendirmek (βραβεύω, επιβραβεύω), ödüllü (βραβευμένος)

68. öğe: 1. στοιχείο, 2. μέλος

69. özellik: χαρακτηριστικό, ιδιαιτερότητα, ποιότητα (βλ. 1η Ενότητα, Ονόματα νο. 58)

70. özenli: επιμελής/ özen (φροντίδα, περιποίηση), özenle bakmak (φροντίζω, επιμελούμαι), özen göstermek (φροντίζω)

Page 9: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

71. özgü: χαρακτηριστικός/ İstanbul’a özgü yemekler (φαγητά της Κωνσταντινούπολης), Ayşe’ye özgü bir davranış (χαρακτηριστική συμπεριφορά της Ayşe)

72. parlak: λαμπερός, αστραφτερός/ parlamak (λάμπω, αστράφτω, ακτινοβολώ)

73. performans: 1. απόδοση, επίδοση, 2. περφόρμανς

74. planlama: σχεδιασμός/ planlamak (σχεδιάζω, προγραμματίζω), plan (σχέδιο, πλάνο), arka plan (φόντο), plan yapmak (σχεδιάζω)

75. püf noktası: κρίσιμο σημείο

76. rastgele: τυχαία, κατά τύχη/ rastlamak (συναντώ, πετυχαίνω)

77. rastlantı: 1. σύμπτωση, 2. συγκυρία

78. risk: ρίσκο/ risk almak (παρακινδυνεύω, ρισκάρω), riske sokmak (διακυβεύω), riske girmek (ριψοκινδυνεύω, ρισκάρω), riskli (ριψοκίνδυνος)

79. satış: πώληση (βλ. 1η Ενότητα, Ονόματα νο. 63)

80. saygın: σεβάσμιος, σεβαστός/ saygı (σεβασμός, εκτίμηση), saygı göstermek (δείχνω σεβασμό), saygı duymak (σέβομαι, εκτιμώ), saygıdeğer (αξιοσέβαστος), saygılarımla (με εκτίμηση -σε επιστολές), sayın Ahmet Bey (αξιότιμε κύριε Ahmet)

81. seçim: 1. επιλογή, 2. εκλογή/ seçimler (εκλογές), seçmek (επιλέγω, διαλέγω), seçenek (1. επιλογή, 2. εναλλακτική λύση)

82. sorumlu: υπεύθυνος, αρμόδιος/ sorumlu olmak (είμαι αρμόδιος), sorumsuz (ανεύθυνος), sorumluluk (ευθύνη, υπευθυνότητα)

83. şart: όρος, προϋπόθεση, συνθήκη/ şartlar (οι συνθήκες), şartıyla (υπό την προϋπόθεση), bu şartlar altında (υπό αυτές τις συνθήκες)

84. şikâyetçi: παραπονιάρης, παραπονεμένος/ şikâyetçi olmak (παραπονιέμαι, διαμαρτύρομαι), şikâyet (παράπονο), şikâyet etmek (παραπονιέμαι, διαμαρτύρομαι)

85. tanım: ορισμός, περιγραφή

86. tarz: 1. στυλ, ρυθμός, 2. τρόπος

87. tehlike: κίνδυνος/ tehlikeli (επικίνδυνος), tehlikesiz (ακίνδυνος), tehlikeye atılmak/ girmek (ριψοκινδυνεύω), tehlikeyi atlatmak (ξεπερνώ τον κίνδυνο)

88. temel: 1. βασικός, θεμελιακός, 2. βάση, θεμέλιο (1η Ενότητα, Ονόματα νο. 70)

89. tempo: ρυθμός, τέμπο/ iş temposu (ο ρυθμός της δουλειάς)

90. usul: μέθοδος, τρόπος/ Türk usulü (αλά Τούρκα)

91. ücra: απομακρυσμένος, απόμακρος

92. verimsiz: 1. αντιπαραγωγικός, 2. άγονος/ verim (παραγωγή, απόδοση), verimlilik (παραγωγικότητα), verimsiz toprak (άγονη γη), αντ. verimli (1. παραγωγικός, 2. γόνιμος, καρποφόρος)

93. yağ: 1. λάδι, 2. λίπος/ yağlı (λιπαρός), zeytinyağı (ελαιόλαδο), tereyağı (βούτυρο), sıvı yağ (λάδι)

94. yaradılış: 1. δημιουργία, 2. πλάση/ yaratılmak (δημιουργούμαι), yaratmak (δημιουργώ), yaratık (πλάσμα, ον), yaratıcı (δημιουργικός)

95. yaşayış: τρόπος ζωής/ yaşayış tarzı (τρόπος ζωής)

96. yenilikçi: 1. καινοτόμος, νεωτεριστής, 2. μεταρρυθμιστής/ yenilik (1. καινοτομία, 2. μεταρρύθμιση)

97. yetenek: ταλέντο, ικανότητα, δεξιότητα, χάρισμα/ yetenekli (ταλαντούχος, ικανός, επιδέξιος), yeteneksiz (ατάλαντος, ανίκανος)

98. yetişkin: ενήλικος/ συν. erişkin (ενήλικος)

99. zafer: θρίαμβος, νίκη/ συν. galibiyet (νίκη), αντ. yenilgi (ήττα), mağlubiyet (ήττα)

100. zahmetli: κοπιαστικός, επίπονος/ zahmet (κόπος, μόχθος), zahmet etmek (κοπιάζω, μοχθώ), zahmet olmazsa (αν δεν σας κάνει κόπο), sana zahmet olacak ama… (θα σε βάλω σε κόπο αλλά…), αντ. zahmetsiz (άκοπος)

101. zorluk: δυσκολία, ζόρι/ zorluk çekmek (ταλαιπωρούμαι, δεινοπαθώ), zorluk çıkarmak (προκαλώ δυσκολίες)

aΈχεις μάθει 101 Ονόματα!

ΡΗΜΑΤΑ

1. aksamak: 1. καθυστερώ, 2. κουτσαίνω

2. artmak: αυξάνομαι/ artı (συν - μαθηματικό σύμβολο), artış (αύξηση, άνοδος), artırmak (αυξάνω, προσθέτω)

Page 10: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

3. aşmak: ξεπερνώ, υπερπηδώ/ sınırı aşmak (ξεπερνώ τα όρια), kendimi aşmak (ξεπερνώ τον εαυτό μου)

4. bahsetmek: μιλώ, συζητώ, κάνω λόγο για…/ havadan bahsetmek (συζητώ για τον καιρό)

5. belirlemek: ορίζω, καθορίζω, προσδιορίζω/ belirli (1. ορισμένος, καθορισμένος, συγκεκριμένος, 2. σαφής), Belirli Geçmiş Zaman (Συγκεκριμένος Αόριστος), belirsiz (απροσδιόριστος, ακαθόριστος, μη συγκεκριμένος, 2. αβέβαιος, ασαφής), Belirsiz Geçmiş Zaman (Μη Συγκεκριμένος Αόριστος)

6. bocalamak: ταλαντεύομαι, αμφιταλαντεύομαι

7. cesaret etmek: τολμώ/ cesaret (1. θάρρος, τόλμη, 2. θράσος), cesur (θαρραλέος, τολμηρός)

8. değerlendirmek: 1. αξιοποιώ, 2. αξιολογώ (1η Ενότητα, Ρήματα νο. 9)

9. depolamak: αποθηκεύω/ depo (1. αποθήκη, 2. ντεπόζιτο αυτοκινήτου)

10. dokunmak: ακουμπώ, αγγίζω/ bana dokunma! (μη με ακουμπάς!, μη με αγγίζεις!), lütfen dokunmayın! (παρακαλώ μην αγγίζετε!), dokunuş (άγγιγμα)

11. dönüşmek: μετατρέπομαι, μεταμορφώνομαι/ dönüştürmek (μετατρέπω, μεταμορφώνω)

12. eleştirmek: κρίνω, επικρίνω, κατακρίνω/ eleştiri (1. κριτική, 2. κρίση), eleştirici (επικριτικός), eleştirmen (κριτικός)

13. geliştirmek: εξελίσσω, βελτιώνω/ gelişmek (εξελίσσομαι, βελτιώνομαι, αναπτύσσομαι), gelişmiş (εξελιγμένος, βελτιωμένος, ανεπτυγμένος)

14. gerektirmek: χρήζω, είμαι αναγκαίος/ cesaret gerektirmek (χρειάζεται θάρρος)

15. görevlendirmek: αναθέτω, διορίζω/ görev (1. καθήκον, 2. πόστο εργασίας)

16. gütmek: βόσκω/ koyun gütmek (βόσκω πρόβατα), kin gütmek (κρατάω κακία)

17. güvenmek: εμπιστεύομαι (βλ. 1η Ενότητα, Ονόματα νο. 30)

18. ilgi çekmek: τραβώ το ενδιαφέρον

19. imza atmak: υπογράφω/ imza (υπογραφή), imzalamak (υπογράφω)

20. incelemek: 1. εξετάζω, ερευνώ 2. αναλύω/ inceleme (1. εξέταση, έρευνα, 2. ανάλυση)

21. kaçınmak: 1. ξεφεύγω, 2. απέχω/ kaçmak (δραπετεύω, ξεφεύγω, το σκάω), kaçış (απόδραση), kaçak (δραπέτης), evden kaçmak (το σκάω από το σπίτι), hapisten kaçmak (το σκάω από τη φυλακή)

22. kanıtlamak: αποδεικνύω/ kanıt (απόδειξη, στοιχείο), συν. kanıtlamak (αποδεικνύω)

23. kaptırmak: 1. με κλέβουν, μου αρπάζουν κάτι, 2. δίνω την ευκαιρία να με κλέψουν/ soyguncuya çantamı kaptırdım! (μου άρπαξε κλέφτης την τσάντα!), sıramı kaptırdım (μου πήραν τη σειρά)

24. kırılmak: 1. σπάω (αμετάβατο), 2. πληγώνομαι (συναισθηματικά)/ kırmak (1. σπάω, 2. πληγώνω - συναισθηματικά), kırık (1. σπασμένος, 2. πληγωμένος (συναισθηματικά), 3. θραύσμα, 4. ρωγμή), kırıcı (προσβλητικός), kırık not (βαθμός κάτω από τη βάση)

25. kurmak: 1. στήνω, συναρμολογώ, 2. χτίζω, ιδρύω, 3. κουρδίζω/ çadır kurmak (στήνω σκηνή), hayal kurmak (κάνω όνειρα, ονειρεύομαι), iletişim kurmak (επικοινωνώ), alarm kurmak (βάζω ξυπνητήρι), tuzak kurmak (στήνω παγίδα), şirket kurmak (ιδρύω εταιρία)

26. kurtarmak: σώζω/ cankurtaran (ναυαγοσώστης), can simidi (σωσίβιο)

27. motive etmek: παρακινώ, δίνω κίνητρο, προτρέπω, ενθαρρύνω

28. paylaşmak: μοιράζομαι/ pay (μερίδιο, μέρος)

29. rica etmek: παρακαλώ/ rica (παράκληση, αίτημα), rica ederim! (παρακαλώ! - απάντηση στο “teşekkür ederim”)

30. sağlamak: εξασφαλίζω, κατοχυρώνω/ sağlam (1. υγιής, σώος, 2. γερός, στέρεος, σταθερός, 3. βάσιμος), sağ (1. δεξιός, 2. δεξιά, 3. υγιής, γερός)

31. saymak: 1. μετρώ, 2. υπολογίζω, λογαριάζω, 3. θεωρώ, 4. σέβομαι/ sayı (αριθμός), sayılmak (1. μετριέμαι, 2. λογαριάζομαι, 3. θεωρούμαι), seni sayıyorum (σε σέβομαι)

32. söz tutmak: κρατώ το λόγο μου

33. şikayet etmek: παραπονιέμαι, διαμαρτύρομαι (βλ. Ονόματα νο. 84)

34. tamamlamak: ολοκληρώνω, συμπληρώνω/ tamam (1. πλήρης, ολόκληρος, 2. εντάξει)

35. tanımlamak: περιγράφω (βλ. Ονόματα νο. 85)

36. tüketmek: 1. καταναλώνω, 2. ξοδεύω, τρώω/ tüketim (κατανάλωση), tüketici (καταναλωτής),

Page 11: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

tükenmek (καταναλώνομαι, εξαντλούμαι), tükenmez (ανεξάντλητος), tükenmez kalem (στυλό)

37. ulaşmak: φτάνω/ ulaşım (συγκοινωνία)

38. uzamak: 1. μακραίνω, 2. ψηλώνω

39. yaratmak: δημιουργώ (βλ. Ονόματα νο. 94)

40. yenilemek: ανανεώνω/ yeni (1. νέος, καινούργιος, 2. μόλις)

41. yıpratmak: 1. φθείρω, 2. κουρελιάζω/ yıpranmak (1. φθείρομαι, 2. κουρελιάζομαι)

42. yol açmak: 1. ανοίγω δρόμο (και μεταφορικά), 2. προκαλώ

43. yönetmek: 1. διευθύνω, διοικώ, 2. συντονίζω,

3. σκηνοθετώ/ yönetmen (σκηνοθέτης), yönetim (διεύθυνση, διοίκηση), yönetim kurulu (διοικητικό συμβούλιο)

44. yönlendirmek: 1. κατευθύνω, καθοδηγώ, 2. μεθοδεύω

45. yüceltmek : ανυψώνω, αναδεικνύω

46. yükseltmek: 1. ανυψώνω, αναδεικνύω, 2. ανεγείρω

47. zorlamak: ζορίζω, αναγκάζω, εξαναγκάζω/ zorlayan (εξαναγκαστικός), zorla (με το ζόρι, διά της βίας), zar zor (με το ζόρι), zorlanmak (ζορίζομαι)

48. zorlaştırmak: δυσκολεύω, ζορίζω

aΈχεις μάθει 48 Ρήματα!

5

Page 12: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

3η Ενότητα

ONOMATA (Oυσιαστικά, επίθετα, αντωνυμίες κ.α.)

1. adalet: δικαιοσύνη/ adalet dağıtmak (απονέμω δικαιοσύνη), Adalet Bakanı (Υπουργός Δικαιοσύνης)

2. ahşap: ξύλινος

3. akılcı: 1. ορθολογικός, 2. ορθολογιστής

4. akik: αχάτης (πολύτιμος λίθος)

5. akuamarin: 1. γαλαζοπράσινος, 2. ακουαμαρίνα (λίθος)

6. ametist: αμέθυστος

7. antrenman: 1. άσκηση (σωματική), 2. προπόνηση/antrenör (προπονητής)

8. arkeoloji : αρχαιολογία/ arkeolog (αρχαιολόγος), arkeolojik (αρχαιολογικός)

9. aytaşı: φεγγαρόπετρα, σεληνόλιθος

10. bahane: 1. δικαιολογία, πρόσχημα, πρόφαση 2. αφορμή/ bahane bulmak (βρίσκω δικαιολογία), bahane uydurmak (προφασίζομαι), bahanesiyle (με την αφορμή, με την δικαιολογία)

11. bereket: αφθονία, ευμάρεια/ Allah bereket versin! (ο Θεός να σας έχει καλά!), kesene bereket! (έκφραση την οποία χρησιμοποιούμε όταν κάποιος μας κεράσει κάτι για να τον ευχαριστήσουμε, “αφθονία σε αυτόν που κερνάει!”)

12. biçim: 1. μορφή, σχήμα, 2. μέθοδος, τρόπος/ daire biçiminde (σε σχήμα κύκλου), biçim almak (παίρνω μορφή), biçim vermek (δίνω μορφή), ne biçim bir insan? (τι είδους άνθρωπος;)

13. biyokimya: βιοχημεία

14. boyut: διάσταση/ boyutlu (με διάσταση), üç boyutlu (τρισδιάστατος)

15. böbrek: νεφρό

16. çürük: σάπιος, σαπισμένος/ çürümek (σαπίζω, αποσυντίθεμαι)

17. dal: 1. κλαδί, 2. κλάδος, ειδικότητα

18. dalak: σπλήνα

19. damar: 1. φλέβα, αγγείο, αρτηρία, 2. λατομείο/ damarına basmak (βρίσκω το ευαίσθητο σημείο),

damarına dokunmak (θυμώνω κάποιον, χτυπάω εκεί που πονάει)

20. davetli: καλεσμένος, προσκεκλημένος/ davet (πρόσκληση), davet etmek (προσκαλώ, καλώ), davetiye (προσκλητήριο, πρόσκληση)

21. denizci: ναύτης, ναυτικός

22. dinç: γερός

23. doğurganlık: γονιμότητα/ doğurgan (γόνιμος), doğurmak (γεννώ)

24. dönem: περίοδος, εποχή/ dönem filmi (ταινία εποχής), Atatürk dönemi (κεμαλική περίοδος)

25. düşkün: 1. εξαρτημένος, 2. λάτρης, 3. χρεοκοπημένος/ alkole düşkün (είμαι εξαρτημένος από το αλκοόλ), düşkünlerevi (πτωχοκομείο)

26. düzensizlik: ακαταστασία, ανοργανωσιά/ düzensiz (ακατάστατος, ανοργάνωτος), düzen (τάξη, αρμονία), düzenli (τακτικός, οργανωμένος)

27. empati: ενσυναίσθηση

28. federasyon: ομοσπονδία/ Türkiye Futbol Federasyonu (Τουρκική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία)

29. felç: 1. παράλυση, 2. εγκεφαλικό/ felç olmak (παραλύω), felç geçirmek (παθαίνω εγκεφαλικό), çocuk felci (πολιομυελίτιδα)

30. gen: γονίδιο

31. genetik: 1. γονιδιακός, 2. γενετική

32. gerekçe: δικαιολογία, πρόφαση/ gerekçesiyle (με την δικαιολογία ότι)

33. görüş: άποψη, γνώμη, αντίληψη

34. hamur: ζύμη, ζυμάρι/ hamur açmak (ανοίγω ζύμη), hamur işleri (αρτοποιήματα)

35. hormon: 1. ορμόνη, 2. ορμονικός

36. hücre: κύτταρο/ çok hücreli organizma (πολυκύτταρος οργανισμός), tek hücreli organizma (μονοκύτταρος οργανισμός)

37. ıssız: 1. έρημος, απόμερος, 2. ήσυχος/ ıssız ada (ερημονήσι)

38. ilerleme: 1. πρόοδος, εξέλιξη, 2. ανέλιξη, προαγωγή/ ilerlemek (1. προχωρώ, 2. προοδεύω), ilerletmek (εξελίσσω)

Page 13: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

39. iyimserlik: αισιοδοξία/ iyimser (αισιόδοξος), συν. optimizm (αισιοδοξία), αντ. kötümserlik (απαισιοδοξία)

40. kalite: ποιότητα/ kaliteli (ποιοτικός), kalitesiz (χωρίς ποιότητα)

41. kaplıca: ιαματικά λουτρά

42. karaciğer: συκώτι

43. karanfil: γαρύφαλλο (λουλούδι και μπαχαρικό)

44. karbonhidrat: υδατάνθρακας

45. kas: μυς/ kaslı (μυώδης)

46. keyif: κέφι, διάθεση, όρεξη/ keyifli (κεφάτος, ορεξάτος, ευδιάθετος), keyifsiz (άκεφος, κακοδιάθετος), keyfim var/ yok (έχω/ δεν έχω κέφι), keyfim yerinde (είμαι κεφάτος, ορεξάτος), keyifler nasıl? (πώς πάνε τα κέφια;), keyfim kaçtı (δεν έχω διάθεση, δεν έχω κέφι)

47. kısım: 1. μέρος, τμήμα, 2. τομέας/ projenin bir kısmını bitirmek (τελειώνω ένα μέρος της εργασίας)

48. kolesterol: χοληστερίνη

49. komite: επιτροπή

50. konferans: 1. συνέδριο, 2. διάλεξη

51. konsantrasyon: 1. συγκέντρωση, 2. αυτοσυγκέντρωση

52. kraliyet: βασιλεία/ kral (βασιλιάς), kraliçe (βασίλισσα)

53. kramp: κράμπα/ kramp girdi (με έπιασε κράμπα)

54. kristal: 1. κρύσταλλος, 2. κρυστάλλινος

55. kuşkusuz: 1. αναμφίβολα, αναμφισβήτητα, 2. αναμφίβολος, αναμφισβήτητος/ kuşku (1. αμφιβολία, 2. αμφισβήτηση), αντ. kuşkulu (αμφίβολος)

56. kuvars: χαλαζίας

57. lohusa: λεχώνα

58. mantık: λογική/ mantıklı (λογικός), mantıksız (παράλογος)

59. mecburiyet: υποχρέωση, εξαναγκασμός / mecbur (υποχρεωμένος, αναγκασμένος), mecburi

(υποχρεωτικός), mecburen (αναγκαστικά)

60. mineral: 1. ορυκτό, 2. μεταλλικός/ mineralli su (μεταλλικό νερό)

61. molekül: μόριο/ moleküler (μοριακός)

62. nalın: τσόκαρο

63. nazar: 1. κακό μάτι, βασκανία, 2. ματιά, βλέμμα/ nazar boncuğu (μάτι-χάντρα), nazar değmek (ματιάζομαι), nazar değmesin! (να μην σε ματιάσω!)

64. obezite: παχυσαρκία/ obez (παχύσαρκος)

65. obur: λαίμαργος/ oburluk (λαιμαργία)

66. odun: ξύλο, κούτσουρο

67. okyanus: ωκεανός/ Pasifik Okyanusu (Ειρηνικός Ωκεανός)

68. oran: αναλογία, ποσοστό/ -e oranla (σε σύγκριση με…), İstanbul İzmir’e oranla daha kalabalık

69. ortalama: μέσος όρος

70. oyun: 1. παιχνίδι, 2. χορός, 3. θεατρικό έργο, 4. κόλπο, τέχνασμα (μεταφορικά)/ oyun oynamak (1. παίζω, 2. χορεύω, 3. δίνω παράσταση), halk oyunları (παραδοσιακοί χοροί), tiyatro oyunu (θεατρικό έργο)

71. öğün: γεύμα

72. öneri: πρόταση/ önermek (προτείνω), συν. tavsiye (1. σύσταση, πρόταση, 2. συμβουλή)

73. özgün: αυθεντικός, πρωτότυπος/ συν. orijinal (αυθεντικός, πρωτότυπος)

74. özgüven: αυτοπεποίθηση

75. peştamal: πετσέτα του χαμάμ

76. pişmanlık: μετάνοια, μεταμέλεια/ pişman olmak (μετανιώνω)

77. protein: πρωτεΐνη

78. radyasyon: ακτινοβολία

79. rapor: 1. αναφορά, 2. γνωμάτευση, 3. αναρρωτική άδεια

80. reçete: συνταγή (γιατρού)

81. rehber: ξεναγός/ rehbelik (ξενάγηση), telefon rehberi (τηλεφωνικός οδηγός)

82. rekor: ρεκόρ/ rekor kırmak (σπάω το ρεκόρ)

Page 14: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

83. röportaj: ρεπορτάζ

84. sezgi: διαίσθηση, ενόραση/ sezmek (προβλέπω, προαισθάνομαι)

85. sıkıntı: 1. στενοχώρια, 2. δυσκολία, 3. βαρεμάρα/ sıkıntı çekmek (ζω δυσκολίες, ταλαιπωρούμαι)

86. sıvı: υγρός/ sıvı sabun (υγρό σαπούνι), sıvı yağ (λάδι)

87. süreç: διαδικασία, πορεία, ροή

88. sürme: 1. οδήγηση, 2. επάλειψη, 3. όργωμα, 4. συρόμενος/ sürmek (1. διαρκώ, 2. αλείφω, 3. οδηγώ), süre (διάστημα, απόσταση, χρόνος)

89. şaşırtıcı: 1. εντυπωσιακός, 2. αναπάντεχος, 3.απίστευτος, περίεργος/ şaşırtmak (ξαφνιάζω, εκπλήσσω), şaşırmak (1. εκπλήσσομαι, ξαφνιάζομαι, 2. απορώ, μπερδεύομαι), şaşırdım! (ξαφνιάστηκα!, μου κάνει εντύπωση!)

90. şefkat: 1. στοργή, τρυφερότητα, 2. επιείκεια/ şefkatli (1. στοργικός, τρυφερός, 2. φιλεύσπλαχνος, επιεικής), şefkatsiz (άπονος, άσπλαχνος)

91. şifa: ίαση, θεραπεία/ şifa vermek (θεραπεύω), şifalı (θεραπευτικός), Allah şifa versin! (ο Θεός να σας θεραπεύσει!), acil şifalar dilerim! (εύχομαι γρήγορη ανάρρωση!)

92. tansiyon: πίεση (του αίματος)/ tansiyonu ölçmek (μετρώ την πίεση), düşük tansiyon (υπόταση), yüksek tansiyon (υπέρταση)

93. tarçın: κανέλα

94. tasarruf: 1. αποταμίευση, 2. λιτότητα, 3. κατοχή, διαχείριση, 4. νομική πράξη/ kendi tasarrufumda (στην κατοχή μου, στην διάθεση μου), tasarruf bankası (ταμιευτήριο), tasarruf etmek (εξοικονομώ, αποταμιεύω)

95. tedavi: 1. θεραπεία, ίαση 2. περίθαλψη/ tedavi etmek (1. θεραπεύω, 2. περιθάλπτω), tedavi edici (θεραπευτικός), tedavi olmak (θεραπεύομαι)

96. tedbir: μέτρο, προφύλαξη/ tedbir almak (παίρνω μέτρα, παίρνω προφύλαξη), συν. önlem (μέτρο, πρόληψη)

97. tıp: ιατρική/ Tıp fakültesi (ιατρική σχολή)

98. tutanak: πρακτικό/ tutanak tutmak (κρατώ πρακτικά)

99. tutsak: αιχμάλωτος

100. tüccar: έμπορος, 2. εμπορικός/ ticaret (εμπόριο)

101. uğraş: 1. προσπάθεια, 2. ασχολία (βλ. 1η Ενότητα, Ρήματα νο. 32)

102. uğur: τύχη / uğurlu (τυχερός, γουρλίδικος), uğursuz (γρουσούζης), senin uğuruna (για χάρη σου), uğur böceği (πασχαλίτσα)

103. uzman: ειδήμονας, ειδικός, εξειδικευμένος/ uzmanlık (ειδικότητα, εξειδίκευση)

104. virüs: ιός

105. yaratıcılık: δημιουργικότητα (βλ. 2η Ενότητα, Ονόματα νο. 94)

106. yaşam: 1. ζωή, 2. διαβίωση/ παρότι δεν έχουν ακριβώς την ίδια σημασία και χρήση, ενίοτε το “hayat” είναι συνώνυμο με το “hayat (ζωή)” και το “ömür (1. ζωή, 2. βίος)”, ενώ το καθένα χρησιμοποιείται με συγκεκριμένες εκφράσεις

107. yaşantı: ζωή, βίωμα/ yaşamak (ζω, βιώνω), yaşanmak (βιώνομαι)

108. yaygın: διαδεδομένος/ yaymak (1. εξαπλώνω, 2. διαδίδω, 3. εκπέμπω), yayılmak (1. εξαπλώνομαι, 2. διαδίδομαι)

109. yayınevi: εκδοτικός οίκος/ yayınlamak (1. εκδίδω, δημοσιεύω, 2. εκπέμπω), yayın (έκδοση, δημοσίευση, 2. μετάδοση)

110. yeşim: νεφρίτης

111. zencefil: πιπερόριζα, τζίντζερ

aΈχεις μάθει 111 Ονόματα!

ΡΗΜΑΤΑ

1. artırmak: αυξάνω, προσθέτω/ artmak (αυξάνομαι), artı (συν - μαθηματικό σύμβολο), artış (αύξηση, άνοδος)

2. batmak: 1. βυθίζομαι, βουλιάζω, 2. δύω, 3. αποτυγχάνω, 4. φαληρώ

3. benimsemek: 1. ενστερνίζομαι, υιοθετώ, 2. οικειοποιούμαι

4. beslenmek: τρέφομαι, διατρέφομαι/ beslemek (1. τρέφω, εκτρέφω, 2. ανατρέφω), besin (τροφή)

5. gerçekleşmek: πραγματοποιώ, υλοποιώ

Page 15: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

6. görev almak: αναλαμβάνω καθήκοντα

7. hedeflemek: στοχεύω (βλ. 2η Ενότητα, Ονόματα νο. 50)

8. ikna etmek: πείθω/ ikna (πειθώ), ikna olmak (πείθομαι), ikna edici (πειστικός)

9. izne çıkmak: βγαίνω σε άδεια/ izin (άδεια) izin vermek (δίνω άδεια, επιτρέπω), izin almak (παίρνω άδεια), izinli (αδειούχος), izninizle! (με την άδεια σας!)

10. kabullenmek: 1. δέχομαι, 2. παραδέχομαι / kabul (1. αποδοχή, 2. παραδοχή, 3. συγκατάθεση), kabul etmek (1. δέχομαι, 2. παραδέχομαι)

11. kavuşmak: 1. ανταμώνω, σμίγω, 2. πετυχαίνω

12. keşfetmek: ανακαλύπτω/ keşif (ανακάλυψη)

13. kutlamak: 1. γιορτάζω, 2. συγχαίρω

14. netleşmek: διευκρινίζομαι, αποσαφηνίζομαι/ net (καθαρός, ξεκάθαρος)

15. not etmek: σημειώνω/ not (1. σημείωση, 2. βαθμός, 3. μήνυμα), not bırakmak (αφήνω μήνυμα), συν. not almak (1. σημειώνω, 2. παίρνω βαθμό)

16. odaklanmak: συγκεντρώνομαι, εστιάζω την προσοχή μου/ συν. konsantre olmak (συγκεντρώνομαι)

17. ovmak: τρίβω

18. saklanmak: κρύβομαι/ saklamak (κρύβω, 2. φυλάω), sakla samanı gelir zamanı (μάθε τέχνη και άστηνε και άμα πεινάσεις πιάστηνε), saklambaç (κρυφτό)

19. tazelemek: φρεσκάρω, ανανεώνω/ çayınızı tazeleyeyim mi? (να σας βάλω και άλλο τσάι;)

20. uyarlamak: 1. διασκευάζω, 2. προσαρμόζω

21. yaramak: ωφελώ, χρησιμεύω/ yararlı (ωφέλιμος, χρήσιμος), yararsız (ανώφελος, άχρηστος)

22. yedeklemek: 1. τραβάω, ρυμουλκώ, 2. καβαλώ

23. yitirmek: χάνω/ συν. kaybetmek (χάνω)

24. yüreklendirmek: ενθαρρύνω, εμψυχώνω/ yürek (1. καρδιά, 2. ψυχή, 3. τόλμη, 4. θάρρος)

aΈχεις μάθει 24 Ρήματα!

ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ

1. açıklığa kavuşmak: διευκρινίζομαι/ açıklığa kavuşturmak (διευκρινίζω), açıklığa kavuşmamış (αδιευκρίνιστος)

2. ayakta kalmak: στέκομαι όρθιος/ lütfen, ayakta kalmayın! (σας παρακαλώ, μην στέκεστε όρθιοι!)

3. dizini dövmek: μετανιώνω

4. katkı maddesi: πρόσθετο υλικό (βλ. 2η Ενότητα, Ονόματα νο. 55)

5. şifayı kapmak: αρρωσταίνω

6. yaşam koçu: σύμβουλος διαβίωσης, life coach

aΈχεις μάθει 6 Εκφράσεις!

5

Page 16: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

4η Ενότητα

ONOMATA (Oυσιαστικά, επίθετα, αντωνυμίες κ.α.)

1. anadili: μητρική γλώσσα

2. analiz: ανάλυση/ analiz etmek (αναλύω)

3. bağlılık: 1. συνοχή, 2. αφοσίωση, δεσμός/ bağlı (συνδεδεμένος), sana bağlı (εξαρτάται από σένα), bağ (δεσμός, σύνδεσμος)

4. belirgin: σαφής, ξεκάθαρος

5. çağ: 1. εποχή, περίοδος, 2. αιώνας/ Orta Çağ (Μεσαίωνας), Altınçağ (Χρυσός Αιώνας)

6. çizelge: 1. διάγραμμα, 2. φόρμα

7. dağcılık: ορειβασία/ dağcı (ορειβάτης), dağ (βουνό, όρος), dağ etekleri (πρόποδες του βουνού), dağ yamacı (βουνοπλαγιά), dağa çıkmak (ανεβαίνω το βουνό)

8. denge: ισορροπία/ dengeli (ισορροπημένος), dengesiz (1. ανισόρροπος, 2. αναποφάσιστος)

9. gerçekçi: ρεαλιστής/ gerçek (1. αλήθεια, πραγματικότητα, 2. αληθινός, πραγματικός), gerçekten mi? (αλήθεια;), συν. realist (ρεαλιστής)

10. harita: χάρτης/ İstanbul haritası (χάρτης της Κωνσταντινούπολης)

11. işlem: 1. διαδικασία, 2. ενέργεια, πράξη

12. işlev: 1. λειτουργία, 2. ρόλος

13. jest: χειρονομία

14. kazanç: 1. κέρδος, 2. εισόδημα/ kazanmak (κερδίζω, 2. πετυχαίνω, 3. παίρνω), para kazanmak (παίρνω λεφτά), sınavı kazanmak (περνάω τις εξετάσεις), üniversiteyi kazanmak (περνάω σε πανεπιστήμιο)

15. koordinasyon: συντονισμός

16. mekanizma: μηχανισμός

17. mesafe: απόσταση/ mesafe koymak (παίρνω απόσταση), mesafeli (απόμακρος)

18. mimik: έκφραση προσώπου, μορφασμός

19. monte: συναρμολογημένος/ monte etmek (συναρμολογώ)

20. ölçüt: 1. μέτρο, κριτήριο, γνώμονας, 2. κανόνας/ ölçmek (μετρώ)

21. platform: πλατφόρμα

22. siyaset: πολιτική/ siyasetçi (πολιτικός - επάγγελμα), siyasal (πολιτικός - επίθετο), συν. politika (πολιτική)

23. somut: 1. συγκεκριμένος, 2. χειροπιαστός

24. soyut: αφηρημένος

25. strateji: στρατηγική/ stratejik (στρατηγικός)

26. süngerli: sünger (σφουγγάρι), süngerci (σφουγγαράς), süngersi (σπογγοειδής)

27. tablo: 1. πίνακας ζωγραφικής, 2. πίνακας ανακοινώσεων

28. tekerleme: γλωσσοδέτης

29. telaffuz: 1. άρθρωση, 2. προφορά/ telaffuz etmek (προφέρω), συν. aksan (προφορά)

30. ustalık : μαστοριά, επιδεξιότητα/ usta (1. μάστορας, 2. δάσκαλος)

31. uyumlu: 1. ταιριαστός, 2. αρμονικός, 3. συντονισμένος, 4. συμβατός (βλ. 1η Ενότητα, Ονόματα νο. 76)/ uymak (ταιριάζω, αρμόζω)

32. uzay: διάστημα/ uzay aracı (διαστημόπλοιο), uzay gemisi (διαστημόπλοιο), uzaylı (εξωγήινος)

33. üretken: 1. παραγωγικός, 2. γόνιμος/ üretmek (παράγω, κατασκευάζω), üretim (παραγωγή), üretici (1. παραγωγικός, 2. παραγωγός), ürün (προϊόν), deniz ürünleri (θαλασσινά)

34. varlık: 1. οντότητα, ον, ύπαρξη, 2. περιουσία, υπάρχοντα

35. veri: δεδομένο

36. verimli: 1. παραγωγικός, αποδοτικός, 2. γόνιμος/ verim (παραγωγή, απόδοση), αντ. verimsiz(1. μη αποδοτικός, 2. άγονος)

37. yaklaşım: 1. προσέγγιση, 2. αντίληψη/ yaklaşmak (πλησιάζω, προσεγγίζω)

38. yokuş: 1. ανηφόρα, 2. κατηφόρα

39. yorucu: κουραστικός/ yormak (κουράζω), yorulmak (κουράζομαι), yorgun (κουρασμένος),

Page 17: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

yorgunluk (κούραση)

40. zekâ: νοημοσύνη, ευφυΐα, διάνοια, μυαλό/ zeki (έξυπνος, νοήμων)

41. zihin: 1. νους, πνεύμα, 2. διανόηση/ zihni (διανοητικός, νοητικός)

aΈχεις μάθει 41 Ονόματα!

ΡΗΜΑΤΑ

1. algılamak: αντιλαμβάνομαι/ algılanmak (γίνομαι αντιληπτός), algı (αντίληψη)

2. kaynaklanmak: 1. πηγάζω, 2. προέρχομαι/ kaynak (πηγή)

3. köreltmek: αμβλύνω

4. saptamak: εξακριβώνω, προσδιορίζω/ saptanmak (εξακριβώνομαι, προσδιορίζομαι)

5. sönmek: σβήνω (αμετάβατο) (βλ. 1η Ενότητα, Ρήματα νο. 25)

6. tespit etmek: προσδιορίζω, εξακριβώνω, διαπιστώνω/ tespit (διαπίστωση, εξακρίβωση)

7. yorumlamak: σχολιάζω/ yorumlama (σχολιασμός), yorum (σχόλιο), yorum yapmak (σχολιάζω), yorum yok (ουδέν σχόλιον)

aΈχεις μάθει 7 Ρήματα!

ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ

1. ağırlık vermek: βαραίνω

2. hatır sormak: ρωτάω τι κάνει κάποιος

3. istekte bulunmak: 1. έχω την επιθυμία για κάτι, 2. ζητώ

4. mantık yürütmek: λογικεύω (κάποιον)

aΈχεις μάθει 4 Εκφράσεις!

5

Page 18: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

5η Ενότητα

ONOMATA (Oυσιαστικά, επίθετα, αντωνυμίες κ.α.)

1. anonim: ανώνυμος/ anonim şirket (ανώνυμη εταιρία)

2. çekirge: ακρίδα

3. detoks: αποτοξίνωση

4. inanç: 1. πίστη, 2. πεποίθηση, 3. δοξασία/ inançlı (πιστός), batıl inanç (πρόληψη, δεισιδαιμονία), inanmak (πιστεύω), inandırmak (πείθω), inandırıcı (πειστικός), inanış (δοξασία)

5. karamsarlık: απαισιοδοξία/ karamsar (απαισιόδοξος), συν. kötümserlik (απαισιοδοξία), pesimizm (απαισιοδοξία, πεσιμισμός), αντ. iyimserlik (αισιοδοξία), optimizm (αισιοδοξία)

6. kasaba: κωμόπολη

7. kutsal: άγιος, ιερός/ kutsal su (αγιασμός)

8. martı: γλάρος

9. piyango: 1. λαχείο, κλήρος, 2. λοταρία, λότο/ milli piyango (εθνικό λαχείο), piyango çekmek (κληρώνω)

10. slogan: σλόγκαν, σύνθημα/ slogan atmak (φωνάζω σύνθημα)

11. şerit: λωρίδα, ζώνη, κορδέλα

12. talihsiz: άτυχος, κακότυχος/ talih (1. τύχη, 2. μοίρα), συν. şanssız (άτυχος), αντ. talihli (τυχερός, καλότυχος)

13. tebessüm: χαμόγελο/ tebessüm etmek (χαμογελώ)

14. tekne: σκάφος/ balıkçı teknesi (ψαρόβαρκα)

15. teori: θεωρία

16. tesadüf: σύμπτωση/ tesadüfen (τυχαία, συμπτωματικά)

17. toksin: τοξίνη

18. tura: 1. κορόνα (όψη του νομίσματος), 2. στοίβα, δεμάτι/ yazı tura (κορώνα γράμματα), yazı tura atmak (ρίχνω κορώνα γράμματα)

19. yonca: τριφύλλι/ 4 yapraklı yonca (τετράφυλλο τριφύλλι)

aΈχεις μάθει 19 Ονόματα!

ΡΗΜΑΤΑ

1. arınmak: 1. εξαγνίζομαι, 2. διυλίζομαι

2. çıldırtmak: τρελαίνω/ çıldırmak (τρελαίνομαι), çılgın (τρελός)

3. hâlsiz kalmak: εξαντλούμαι

4. hayal kurmak: κάνω όνειρα, ονειρεύομαι (μεταφορικά)

5. olgunlaşmak: ωριμάζω/ olgun (ώριμος, γινωμένος)

6. öfkelenmek: θυμώνω (αμετάβατο), νευριάζω (αμετάβατο)/ öfke (θυμός, οργή), öfkelendirmek (θυμώνω - μεταβατικό, νευριάζω - μεταβατικό, εξοργίζω)

aΈχεις μάθει 6 Ρήματα!

ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ

1. batıl inanç: πρόληψη, δεισιδαιμονία (βλ. Ονόματα νο. 4)

2. can atmak: λαχταρώ, ανυπομονώ

3. gözden çıkarmak: 1. θυσιάζω, 2. ξεγράφω

4. iç hesaplaşma: εσωτερική διαμάχη

5. iç çekmek: αναστενάζω

6. konsantre olmak: συγκεντρώνομαι/ συν. odaklanmak (συγκεντρώνομαι)

7. tadını çıkarmak: απολαμβάνω

8. vicdan muhasebesi: αυτοκριτική, ενδοσκόπηση, απολογισμός

aΈχεις μάθει 8 Εκφράσεις!

5

Page 19: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

6η Ενότητα

ONOMATA (Oυσιαστικά, επίθετα, αντωνυμίες κ.α.)

1. ağırlama: περιποίηση (φιλοξενία)

2. anayasa: σύνταγμα/ anayasal (συνταγματικός), anayasaya aykırı (αντισυνταγματικός)

3. aşama: επίπεδο, στάδιο

4. atılgan: παράτολμος, ριψοκίνδυνος/ atılmak (1. πετιέμαι, 2. ρίχνομαι, εξορμώ)

5. bağımsız: ανεξάρτητος/ bağımsızlık (ανεξαρτησία), bağımsızlık savaşı (πόλεμος ανεξαρτησίας), bağımlılık (εθισμός, εξάρτηση), bağımlı (εθισμένος, εξαρτημένος), internete bağımlıyım (είμαι εξαρτημένος από το ίντερνετ)

6. birim: μονάδα

7. bürokratik: γραφειοκρατικός/ bürokrasi (γραφειοκρατεία)

8. cıvıl cıvıl: τιτιβίζοντας

9. çarpıcı: φανταχτερός, εντυπωσιακός/ çarpmak (χτυπώ), göz çarpıcı (φανταχτερός, που χτυπάει στο μάτι)

10. çıkar: όφελος, συμφέρον/ çıkarını düşünmek (σκέφτεται το συμφέρον του)

11. ekonomik: οικονομικός/ ekonomi (οικονομία)

12. felaket: καταστροφή, συμφορά

13. gelenek: παράδοση/ geleneksel (παραδοσιακός)

14. görenek: έθιμο

15. güçlü: δυνατός/ güç (δύναμη), συν. kuvvetli (δυνατός), αντ. güçsüz (αδύναμος), kuvvetsiz (αδύναμος)

16. harem: χαρέμι

17. huzur: ηρεμία, γαλήνη, άνεση/ huzurlu (ήρεμος, γαλήνιος, άνετος), huzursuz (ανήσυχος)

18. ibadet: 1. λατρεία, 2. προσκύνημα/ ibadet etmek (λατρεύω, προσκυνώ)

19. içtenlik: ειλικρίνεια, εγκαρδιότητα/ içten söylemek (το λέω ειλικρινά)

20. ifade: 1. έκφραση (προσώπου, λό), 2.

διατύπωση/ ifade etmek (εκφράζω, διατυπώνω), ifadesiz (ανέκφραστος)

21. ikiyüzlü: διπρόσωπος

22. ilgi: ενδιαφέρον/ ilgili (σχετικός), ilgilenmek (ασχολούμαι, ενδιαφέρομαι)

23. işteş: αλληλοπαθής/ işteş fiil (αλληλοπαθές ρήμα)

24. karşılıklı: αμοιβαίος

25. kayıtsız: 1. μη εγγεγραμμένος, ακαταχώρητος, 2. αδιάφορος, απαθής/ αντ. kayıtlı (εγγεγραμμένος, καταχωρημένος)

26. kin: μίσος, κακία, μνησικακία/ kin beslemek (τρέφω μίσος), kin gütmek (κρατάω κακία), kin tutmak (κρατάω κακία), kindar (μνησίκακος)

27. kişisel: ατομικός, προσωπικός/ kişi (1. άτομο, 2. άνθρωπος), kişilik (1. προσωπικότητα, 2. ατομικότητα), iki kişilik oda (δίκλινο δωμάτιο)

28. komik: αστείος

29. kurum: ίδρυμα, φορέας

30. kül: στάχτη/ kül tablası (σταχτοδοχείο), küllük (σταχτοδοχείο), Kül Kedisi (Σταχτοπούτα)

31. madde: 1. ύλη, 2. στοιχείο, 3. άρθρο/ maddi (υλικός), anayasa maddesi (άρθρο συντάγματος)

32. mangal: 1. μαγκάλι, 2. μπάρμπεκιου/ mangal yapmak (κάνω μπάρμπεκιου)

33. muhtaç: 1. φτωχός, 2. στερημένος/ sevgiye muhtaç (στερημένος από αγάπη), συν. yoksul (φτωχός), fakir (φτωχός)

34. nadir: σπάνιος/ nadiren (σπάνια)

35. nefret: μίσος/ nefret etmek (μισώ)

36. nimet: 1. αγαθό, 2. ευτυχία, 3. ευεργεσία

37. öğretim: διδασκαλία/ öğretmek (διδάσκω)

38. ölçülü: 1. μετρημένος, 2. λογικός (βλ. Ενότητα 4, Ονόματα, νο. 20)

39. önlem: μέτρο, πρόληψη/ önlem almak (παίρνω προληπτικά μέτρα)

40. sakar: αδέξιος

41. sakin: ήρεμος, ήσυχος, 2. κάτοικος/ sakinlik

Page 20: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

(ηρεμία, ησυχία), αντ. sinirli (εκνευρισμένος)

42. samimiyet: 1. οικειότητα, 2. ειλικρίνεια/ samimi (1. οικείος, εγκάρδιος, 2. ειλικρινής), samimiyiz (είμαστε κοντά)

43. saygı: σεβασμός, εκτίμηση/ saygı göstermek (δείχνω σεβασμό), saygı duymak (σέβομαι, εκτιμώ), saygıdeğer (αξιοσέβαστος), saygılarımla (με εκτίμηση - σε επιστολές), saygılı (ευσεβής), saygısız (ασεβής)

44. selamlık: ανδρωνίτης

45. seminer: σεμινάριο

46. sırdaş: έμπιστος, αυτός που του λέμε τα μυστικά μας

47. sistem: σύστημα

48. sohbet: κουβέντα, συζήτηση/ sohbet etmek (κουβεντιάζω, συζητώ)

49. soy: σόι, οικογένεια/ soyadı (επίθετο, επώνυμο)

50. sülale: 1. συγγενείς, 2. οικογένεια/ συν. akrabalar (συγγενείς), aile (οικογένεια)

51. unsur: 1. στοιχείο, 2. συστατικό/ συν. öğe (στοιχείο)

52. üstünlük: 1. ανωτερότητα, υπεροχή 2. πλεονέκτημα/ συν. avantaj (πλεονέκτημα)

53. vefa: εμπιστοσύνη

54. vize: βίζα/ vize başvurusu (αίτηση για βίζα), vizeye başvurmak (κάνω αίτηση για βίζα), vize sınavı (εξετάσεις εξαμήνου)

55. zahmet: κόπος, μόχθος/ zahmetli (κοπιαστικός, επίπονος), zahmetsiz (άκοπος) zahmet etmek (κοπιάζω, μοχθώ), zahmet olmazsa

aΈχεις μάθει 55 Ονόματα!

ΡΗΜΑΤΑ

1. çekinmek: 1. δειλιάζω, φοβάμαι, 2. διστάζω, ντρέπομαι

2. dinmek: σταματώ, σιωπώ/ yağmur dindi (η βροχή σταμάτησε)

3. esirgemek: προστατεύω/ συν. korumak (προστατεύω)

4. incitmek: 1. τραυματίζω, πληγώνω, 2. προσβάλλω

5. inkâr etmek: 1. αρνούμαι, απαρνούμαι, 2. διαψεύδω

6. katlanmak: αντέχω, υπομένω, ανέχομαι

7. kötüleşmek: χειροτερεύω/ αντ. iyileşmek (καλυτερεύω)

8. küsmek: κακιώνω/ Mehmet’e küstüm! (έχω θυμώσει με τον Mehmet), küs (κακιωμένος), Mehmet ile küsüz (δεν μιλιόμαστε με τον Mehmet)

9. rahatlamak: ηρεμώ, ησυχάζω/ rahat (1. άνετος, βολικός, ήρεμος 2. άνεση), rahat ol! (ηρέμησε!), rahatlık (άνεση, βολή, ησυχία), rahatlatmak (ηρεμώ - μεταβατικό, καθησυχάζω), rahatlatıcı (1. χαλαρωτικός, 2. καθησυχαστικός), rahatsız (1. ενοχλημένος, 2. ανήσυχος, 3. άβολος), rahatsız etmek (ενοχλώ), rahatsız olmak (ενοχλούμαι)

10. sarsılmak: 1. δονούμαι, 2. ταράζομαι, συγκλονίζομαι

11. yoğunlaşmak: 1. πυκνώνω (αμετάβατο), 2. συγκεντρώνομαι/ yoğun (1. πυκνός, συχνός 2. πολύ απασχολημένος), yoğunum (έχω πολύ δουλειά), yoğun bakım (εντατική, νοσοκομείο)

aΈχεις μάθει 11 Ρήματα!

ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ

1. alçak gönüllü: σεμνός, ταπεινός

2. ayakta durmak: στέκομαι όρθιος

3. aynı çatı altında (yaşamak): (ζω) κάτω από την ίδια στέγη

4. bir çuval inciri berbat etmek: επίσης, “bir çuval inciri mahvetmek”, τα κάνω θάλασσα

5. üstünlük kurmak: εξασφαλίζω την ανωτερότητα μου (σε σχέση με άλλους)

6. dert yanmak: λέω τον πόνο μου

7. eli boş gitmek: πηγαίνω με άδεια χέρια

8. fazla gelmek: περισσεύω / fazla (πάρα πολύ, πολύ)

9. hoş karşılamak: αντιμετωπίζω με επιείκεια

10. içini boşaltmak: ανακουφίζομαι, ξελαφρώνω

Page 21: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο

11. kara günler: δύσκολες, στενάχωρες ημέρες

12. kârlı çıkmak: βγαίνω κερδισμένος

13. kendini dışarı atmak: βγαίνω έξω (για να αποφύγω κάτι, για να πάρω αέρα)

14. kuşak çatışması: σύγκρουση γενεών

15. peşinden koşmak: τρέχω πίσω από κάποιον / κάτι

16. sıkı fıkı olmak: έρχομαι πολύ κοντά με κάποιον, γινόμαστε κολλητοί

17. uygun görmek: θεωρώ κατάλληλο, εγκρίνω

18. vaaz vermek: κάνω κήρυγμα

19. yakından tanımak: γνωρίζω κάποιον από κοντά

20. yol açmak: 1. ανοίγω δρόμο, 2. προκαλώ

aΈχεις μάθει 20 Εκφράσεις!

5

Page 22: B1 - Perugia...Αγαπητοί φίλοι, έχετε μπροστά σας το πλήρες λεξιλόγιο του βιβλίου που καλύπτει το επίπεδο