Download - Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Transcript
Page 1: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ιστορία των αρχαϊκών χρόνων (700-480 π.Χ.)Οικονομία

Page 2: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Εισαγωγή

Οι οικονομικές δομές του ελληνικού κόσμου υπέστησαν μεγάλες αλλαγές, στους τρεις αιώνες της Αρχαϊκής περιόδου (800-περίπου 480 π.Χ.). Το τέλος της βρίσκει τα ελληνικά φύλα να κατοικούν

σε μία έκταση από την αναπτυγμένη Eγγύς Aνατολή μέχρι και τις πιο απόμακρες ακτές της Mεσογείου και να εκμεταλλεύονται τις φυσικές πηγές χρησιμοποιώντας όλο και περισσότερο εξειδικευμένες μεθόδους. Με αυτόν τον τρόπο ήταν σε θέση πλέον να καλύπτουν τις ανάγκες

τους, να αυξάνουν τον αριθμό τους σταδιακά και να παράγουν ένα σεβαστό πλεόνασμα αγαθών. Ενώ όμως είναι δυνατό να καθοριστεί ο γενικός χαρακτήρας και ο ρυθμός αυτής της εξέλιξης, τα

αίτια που οδήγησαν σε αυτήν παρουσιάζουν δυσκολίες αναφορικά με τον ακριβή εντοπισμό τους.

Page 3: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ένας σημαντικός λόγος για την κατάσταση αυτή είναι η ανεπάρκεια γραπτών πηγών, σύγχρονων με τα γεγονότα. Το έργο του Ησιόδου "Έργα και Ημέραι" , όσα από τα

συγγραφικά έργα του Θέογνη έχουν διασωθεί, καθώς και αυτά του Ηροδότου -που αναφέρονται στο τέλος της

Αρχαϊκής περιόδου- είναι οι μόνες πηγές αυτής της εποχής που μπορούν να χρησιμοποιηθούν.

Τόσο ο Όμηρος, ο οποίος περιγράφει προγενέστερες περιόδους από την Αρχαϊκή, όσο και οι μεταγενέστεροι συγγραφείς Αριστοτέλης, Θουκυδίδης και όσοι ακόμη

περιλαμβάνουν στα έργα τους πληροφορίες σχετικές με οικονομικής φύσης θέματα, πρέπει να μελετιούνται με

μεγάλη προσοχή. Ωστόσο, μπορεί κανείς να απομονώσει και να μελετήσει ορισμένα στοιχεία που καθορίζουν τον

οικονομικό χαρακτήρα των αρχαϊκών ελληνικών κοινοτήτων.

Αρχαϊκός κούρος από το Πτώων της Βοιωτίας που ίσως απεικονίζει τον Απόλλωνα (περ.520

π.Χ.).

Page 4: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Βασικά είναι η ιδιοκτησία και η καλλιέργεια της γης που αποτελούν κύριες προϋποθέσεις για την απόκτηση εξουσίας. Η περιουσία που βασιζόταν στη γεωργία ήταν πρωταρχικής σημασίας

τόσο για την πολιτική όσο και για την κοινωνική θέση ενός έλληνα πολίτη. H σχέση της γαιοκτησίας με την πολιτικο-οικονομική ανεξαρτησία ενός οίκου ή μιας οικογένειας υπήρξε

πάντα αλληλένδετη στη ζωή των Eλλήνων και δεν εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Αρχαϊκή περίοδο (Αριστοτέλης, Πολιτικά 1266β14-1266β24).

Αμφορέας της Ομάδας της Μπολόνια με θέμα τον Ηρακλή που φέρνει τον Ερυμάνθιο Κάπρο στον τρομαγμένο Ευρυσθέα (520-

500).

Page 5: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Προκειμένου δε να εξηγηθεί η οικονομική επέκταση εκτός του ελλαδικού χώρου την εποχή αυτή, έχει συνδεθεί με την εμφάνιση αστικών κέντρων και την εξέλιξη των πόλεων, καθώς και με τη

συγκέντρωση της πολιτικής εξουσίας στα χέρια των τυράννων από τον 6ο αιώνα π.Χ. και ύστερα. Με τις διαδικασίες οικονομικής ανάπτυξης των ελληνικών κοινωνιών έχουν επίσης συσχετιστεί,

το αποικιακό ρεύμα, η ανάπτυξη του εμπορίου και προς το τέλος των αρχαϊκών χρόνων η εμφάνιση του νομίσματος.

Υδρία με θέμα τον Αχιλλέα που απαγάγει την Πολυξένη και τον Τρωίλο (περ.550).

Page 6: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Γεωργία - Εισαγωγή

Η κύρια πηγή εισοδημάτων, είτε αυτά προορίζονταν για εγχώρια κατανάλωση, είτε για ανταλλαγή μέσω του εμπορίου, ήταν η

γη. Η κτηνοτροφία περιοριζόταν σε συγκεκριμένες ορεινές περιοχές, λόγω

ακριβώς της γεωγραφικής τους θέσης. Οι μελετητές της Αρχαϊκής περιόδου

υποστηρίζουν ότι οι οικονομικοί λόγοι των κρίσεων του αρχαϊκού κόσμου -όπου και

όποτε οι κρίσεις αυτές μπορούσαν να εντοπιστούν και ανεξάρτητα απ' το αν ήταν

αποτέλεσμα κοινωνικής δυσαρέσκειας ή πολεμικών επιχειρήσεων- συνδέονταν άμεσα

ή έμμεσα με τη γη. Επιπλέον, όσες οικονομικές διεκδικήσεις έγιναν, για τις οποίες πληροφορούμαστε μέσα από τις

πηγές, επικεντρώνονταν γύρω από το θέμα της γης.

Αμφορέας του Ζωγράφου του Λυσιππίδη με θέμα τη μονομαχία Αχιλλέα-Μέμνωνα υπό τα βλέμματα της Θέτιδος και της Ηούς (περ.510). Σύμφωνα με

την άποψη πολλών μελετητών της μυθολογίας και αρχαιολογίας, οι εκστρατείες του Αχιλλέα γύρω από τα τρωικά εδάφη – κατά τη διάρκεια μιας εκ των οποίων φόνευσε τον σύμμαχο των Τρώων Μέμνωνα – αλλά ίσως και η ίδια

η τρωική εκστρατεία είχαν οικονομικό κίνητρο.

Page 7: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ο Ησίοδος με το έργο του Έργα και Ημέραι και ο Σόλων με όσα από τα ποιήματά του σώζονται είναι οι μόνες σύγχρονες με την εποχή πηγές που έχουμε, οι οποίες αναφέρονται στην ένταση που υπήρχε

μεταξύ των φτωχών χωρικών και των μεγάλων γαιοκτημόνων-αριστοκρατών. Πρέπει να τονιστεί βέβαια ότι τόσο ο Σόλων όσο και ο Ησίοδος αναφέρονται σε διαφορετικές περιοχές και ανήκουν σε

διαφορετικές εποχές, καθώς τους χωρίζει περίπου ένας αιώνας. Ο Ησίοδος μας δίνει πληροφορίες για τις συνθήκες γεωργίας σε μία μικρή αγροτική περιοχή της Βοιωτίας, την Άσκρα (πιθανότατα πρόκειται για

το δικό του χωριό), στις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. (Ησίοδος, Έργα και Ημέραι 383-617).

Αμφορέας με θέμα τον Ηρακλή και τη μάχη του με το Γηρυόνη

(520 π.Χ.). Ο ημίθεος αποτελούσε τον κατεξοχήν

ήρωα της Βοιωτίας, αφού είχε γεννηθεί εκεί κατά τον επικρατέστερο μύθο.

Page 8: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Οι απόψεις του Σόλωνα, όπως αυτές σώζονται στο έργο του Αριστοτέλη και του Πλούταρχου, αποτελούν μία άμεση πηγή για την Αθήνα των αρχών του 6ου αιώνα

π.Χ., πριν από την επικράτηση της τυραννίας του Πεισίστρατου (Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία 12, Πλούταρχος, Βίος Σόλωνα 13.1-3). Τα προβλήματα

ανάμεσα στους χωρικούς και στους γαιοκτήμονες, ήταν αποτέλεσμα της απληστίας των πλουσίων, οι οποίοι

είχαν παντού την εξουσία και επιδίωκαν να αυξήσουν την περιουσία τους και να μεγαλώσουν τον αριθμό του

εργατικού δυναμικού που εξαρτιόταν από αυτούς. H κατάσταση αυτή επιδεινώθηκε με την ύπαρξη

ανεκμετάλλευτων εκτάσεων, την άνιση διανομή της γης και τη μέθοδο του διαμοιρασμού της περιουσίας στους

κληρονόμους.

Μοσχοφόρος από την Ακρόπολη της Αθήνας, 570-560 π.Χ. Αθήνα, Μουσείο

Ακροπόλεως.

Page 9: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Πόλεμος

Στην Αρχαϊκή περίοδο πολεμικές συρράξεις συνέβαιναν κυρίως μεταξύ των γειτονικών πόλεων για τον έλεγχο των συνόρων. Το μεγαλύτερο όμως ποσοστό αυτών των συρράξεων είχαν τη μορφή επιδρομών. Μάλιστα ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι οι επιδρομές ήταν χαρακτηριστικό

στοιχείο του ελληνικού κόσμου από την αρχή της ιστορίας του. Δεν είναι εξακριβωμένο απόλυτα -αν και είναι πολύ πιθανόν να ίσχυε- εάν οι πολεμικές συμπλοκές για πολιτικούς λόγους είχαν και

αυτές τη μορφή ληστρικών επιδρομών (Θουκυδίδης, Iστοριών 1.2, 1.24).

Πρώιμος ερυθρόμορφος αμφορέας του Ανδοκίδη με θέμα μονομαχία ηρώων υπό τα βλέμματα της Αθηνάς και του Ερμή (520-500 π.Χ.). Οι μονομάχοι είναι

εξοπλισμένοι με όπλα σύγχρονα του αγγειογράφου.

Page 10: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Μέσω του πολέμου, η ελληνική πόλη είχε την ευκαιρία να αυξήσει τη δύναμή της αποκτώντας περισσότερες γεωργικές εκτάσεις, ενώ την ίδια στιγμή έθετε σε κίνδυνο την επιβίωση των γειτόνων

της με την καταστροφή ή την ιδιοποίηση της καλλιεργήσιμης γης τους. Επιπλέον, τα λάφυρα οποιασδήποτε μορφής αποτελούσαν σημαντική πηγή πλούτου για τους στρατούς των πόλεων.

Αμφορέας με παράσταση της Θέτιδος να παραδίδει στον Αχιλλέα τα νέα του όπλα (575-550).

Page 11: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Οι τακτικές πολεμικές εκστρατείες ήταν άλλος ένας

τρόπος, για να συμπληρωθούν οι υπάρχουσες προμήθειες

τροφίμων με την αρπαγή των ξένων, αλλά και για να

προστατευθεί η δική τους παραγωγή από οποιαδήποτε

ξένη επιβουλή. Για το χρονικό διάστημα που διαρκούσαν

αυτές, οι αγρότες ήταν παράλληλα και στρατιώτες.

Στην αρχαϊκή Ελλάδα, ειδικά μετά την επικράτηση της νέας

πολεμικής μεθόδου, της οπλιτικής φάλαγγας, οι ρόλοι

του αγρότη και του οπλίτη ήταν άμεσα συνδεδεμένοι

μεταξύ τους.

Κύλικα με παράσταση μυθικού πολεμιστή εξοπλισμένου κατά τα πρότυπα της οπλιτικής φάλαγγας (περ.560).

Page 12: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Στις περισσότερες ελληνικές πόλεις, οι ίδιοι οι πολίτες έπρεπε να προμηθεύονται τον οπλιτικό

εξοπλισμό τους, ώστε να μπορούν να συμμετέχουν σε στρατιωτικές

εκστρατείες. Η Σπάρτη αποτελούσε εξαίρεση σε αυτό μια και η ίδια η

πόλη πρόσφερε τα όπλα στους στρατιώτες της. Αναπόφευκτα, μόνον όσοι ανήκαν στα ισχυρά οικονομικά στρώματα αποτελούσαν τα μέλη των

στρατευμάτων. Αρχικά, οι αριστοκράτες συγκροτούσαν κυρίως

το ιππικό. Με τη σταδιακή όμως επικράτηση της οπλιτικής φάλαγγας

και με τις μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα στην Αθήνα, η τάξη των ζευγιτών ή διακοσιομέδιμνων αποτέλεσε πλέον

τη βάση του στρατού.

Page 13: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Οι δύο πρώτες οικονομικές τάξεις, οι πεντακοσιομέδιμνοι και οι ιππείς (τριακοσιομέδιμνοι), συνέχισαν να επανδρώνουν το ιππικό. Με τον καιρό, όμως, το σώμα των ιππέων άρχισε να χάνει την κυρίαρχη θέση που είχε στο στράτευμα και τον πρωταγωνιστικό ρόλο που έπαιζε

μέχρι τότε στις πολεμικές συγκρούσεις. Πιθανότατα, λοιπόν, ορισμένοι από τους πεντακοσιομέδιμνους και τους ιππείς να επέλεγαν ή και να αναγκάζονταν να υπηρετούν πλέον στο σώμα των οπλιτών. Από την άλλη πλευρά, οι ασθενέστερες οικονομικά τάξεις

μετείχαν ως ακροβολιστές ή ως απλοί κωπηλάτες.

Χάλκινος ελικωτός κρατήρας: Οπλίτες και τέθριππα από τον διάκοσμο του λαιμού, 550-525 π.Χ. Châtillon-sur-Seine, Musée.

Page 14: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Οπλίτες

Το πνεύμα που χαρακτηρίζει τη νέα πραγματικότητα της Αρχαϊκής περιόδου -όπως αυτή εκφράζεται μέσα από το θεσμό της πόλης- απαιτεί από το άτομο, για να μπορέσει να αποκτήσει μία θέση στον

πολιτικό της κόσμο, να λειτουργεί ως αναπόσπαστο τμήμα της, να συνεργάζεται δηλαδή και να συμπάσχει με το υπόλοιπο τμήμα των πολιτών. Αυτό το πνεύμα φαίνεται και μέσα από τη νέα τακτική

πολέμου, που εισάγεται τον 7ο αιώνα π.Χ., την οπλιτική φάλαγγα. Παλαιότερα οι μάχες είχαν τη μορφή συμπλοκών μεταξύ των ευγενών από τις αντίπαλες παρατάξεις. Τώρα απαιτούνται οι μαχητικές ικανότητες του συνόλου των πολεμιστών για τη διατήρηση της αδιάσπαστης πολεμικής παράταξης.

Αναπαράσταση Ελλήνων οπλιτών από σύλλογο ιστορικών μελετών. Είναι εμφανής ο οπλιτικός τρόπος μάχης με την πυκνή παράταξη βαριά

θωρακισμένων ασπιδοφόρων ανδρών.

Page 15: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Από τις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ., ο στρατός των περισσότερων πόλεων, όπως για παράδειγμα της Αθήνας, αποτελούνταν από οπλίτες που προμηθεύονταν οι ίδιοι τα όπλα και το φαγητό τους,

εκτός από την περίπτωση της Σπάρτης, όπου τον εξοπλισμό τον διέθετε το ίδιο το κράτος. Τη στρατιωτική εικόνα της αρχαϊκής πόλης συγκροτούσε ο πολίτης-στρατιώτης που μαχόταν ως

μέλος μιας ομάδας.

Αμφορέας της Ομάδας Ε με θέμα τον Ηρακλή που μάχεται με τον

τρισώματο γίγαντα Γηρυόνη

(περ.540). Ο Γηρυόνης

αποδίδεται ως τρεις αρχαϊκοί

οπλίτες με πλήρη οπλισμό σε

κλειστή φάλαγγα.

Page 16: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ο οπλίτης ήταν ο καθιερωμένος πεζικάριος των ελληνικών πόλεων, όπως καθιερώθηκε από τον 7ο αιώνα μέχρι και τον 4ο αιώνα π.Χ. Πήρε το όνομά του από το πλέον εμφανές κομμάτι του αμυντικού

εξοπλισμού του, την κοίλη -συνήθως κυκλική ασπίδα- που λεγόταν όπλον. Είχε διάμετρο περίπου 1 μέτρο και ήταν κατασκευασμένη από χαλκό, ξύλο και δέρμα. Τα υπόλοιπα μέρη του εξοπλισμού του αποτελούσαν ο θώρακας, οι περικνημίδες και το

κράνος, όλα κατασκευασμένα από χαλκό.

Αμφορέας του Ευθυμίδη: Ο Έκτορας με τον Πρίαμο και την Εκάβη, 510-

500 π.Χ. Μόναχο, Staatliche Antikensammlungen. Ο ήρωας απεικονίζεται ως ένας τυπικός οπλίτης της ύστερης αρχαϊκής

περιόδου με τον ανάλογο οπλισμό.

Page 17: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Για την επίθεση ήταν εξοπλισμένος με δύο δόρατα, ενώ το σπαθί δεν ήταν βασικό εξάρτημα της οπλιτικής πανοπλίας·

χρησιμοποιούνταν μόνο σε περίπτωση ανάγκης και ήταν σαφώς μικρότερο και λιγότερο σημαντικό απ' ότι στη Γεωμετρική

εποχή (Αλκαίος, αρ.357 στο Loeb I, Greek Lyric). Ο ποιητής Τυρταίος αναφέρει ότι η συμμετοχή των γυμνητών -που

μάχονταν με τόξα, βέλη και σφενδόνες- ήταν περιστασιακά αποδεκτή στην οπλιτική τακτική του πολέμου κατά την

Αρχαϊκή περίοδο. Το τόξο και η σφενδόνη χρησιμοποιήθηκαν από τον 7ο αιώνα π.Χ. και δεν αποτελούσαν στοιχεία της προ-

οπλιτικής περιόδου στην Ελλάδα.

Οπλίτης από τη Στερεά Ελλάδα κατά τα τέλη της αρχαϊκής περιόδου. Εντυπωσιακό είναι το διπλό

λοφίο, ενώ αξιοσημείωτο είναι ότι ο οπλίτης φορά πλήρη αμυντικό εξοπλισμό που αποτελείται από

ασπίδα με χάλκινη επικάλυψη (όπλον), μεταλλικές περικνημίδες, μεταλλικό θώρακα με δερμάτινα εξαρτήματα και «κλειστό» μεταλλικό κράνος.

Page 18: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Το χαρακτηριστικό της οπλιτικής φάλαγγας ήταν η συνολική παράταξη των στρατιωτών για μάχη και σίγουρα χρονολογείται πριν από την εμφάνιση του οπλιτικού εξοπλισμού στις ελληνικές

κοινότητες. Τα διάφορα εξαρτήματά του εμφανίστηκαν σταδιακά, περίπου από το 720 π.Χ. μέχρι το 650 π.Χ. Γενικά, δε μπορεί να γίνεται λόγος για συστηματικό και πλήρη οπλιτικό εξοπλισμό

νωρίτερα από το β' μισό του 7ου αιώνα π.Χ.

Αναπαράσταση οπλιτικής φάλαγγας από σύλλογο ιστορικών. Αξιοσημείωτη είναι η πανσπερμία εμβλημάτων στις ασπίδες (επισήματα).

Page 19: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Η απόκτηση της οπλιτικής πανοπλίας ήταν πραγματικός κόπος και μεγάλο

έξοδο. Απαιτούσε μεγάλες ποσότητες ακριβού μετάλλου, ένα κράμα χαλκού

και κασσίτερου, που έπρεπε να εισαχθεί από τα Βαλκάνια, τη Μικρά Ασία και την Κύπρο. Γι' αυτό το λόγο

οι οπλίτες στις περισσότερες ελληνικές πόλεις ανήκαν στις ισχυρές

οικονομικά τάξεις.

Η αναχώρηση του οπλίτη. Ο πρωταγωνιστής εξοπλίζεται με τη βοήθεια των οικείων του. Σκηνή σε ερυθρόμορφο

αμφορέα του 6ου αι.

Page 20: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Στην Αθήνα την οπλιτική φάλαγγα συγκροτούσαν οι

ζευγίτες, τα μέλη δηλαδή της κοινωνικής τάξης που παρήγαγαν

200 τουλάχιστον μεδίμνους σιτηρών ή κρασιού ετησίως.

Υπάρχει και η άποψη -που δεν είναι αποδεκτή όμως από όλους

τους ερευνητές- ότι ονομάστηκαν έτσι, γιατί μπορούσαν να

διατηρούν ένα ζευγάρι βοδιών για την καλλιέργεια των χωραφιών τους. Εξαιτίας της συμμετοχής

τους ως οπλίτες, η οικονομική και πολιτική ανεξαρτησία τους ήταν

αναπόφευκτα ζωτική για την πόλη-κράτος. Ένας ζευγίτης

χρειαζόταν το λιγότερο δώδεκα εκτάρια γης, για να παράγει τους

ζητούμενους 200 μεδίμνους σιτηρών, που θα του επέτρεπαν να

προμηθευτεί την οπλιτική πανοπλία. Ερυθρόμορφη Κύλικα του Όλτου με παράσταση

οπλίτη (περ.490). Αυτή είναι η εικόνα ενός νεαρού οπλίτη της περιόδου των Μηδικών

Πολέμων

Page 21: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Τέλος, μία άλλη άποψη ταυτίζει τους ζευγίτες με τους εκτήμορους της προ-σολωνικής εποχής, τους χρεωμένους δηλαδή αγρότες που ήταν υποχρεωμένοι να παραδίδουν το 1/6 της παραγωγής τους ως μορφή ενοικίου. Σύμφωνα με αυτήν την άποψη μετά τις μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα, αφού απελευθερώθηκαν από τα χρέη οι πρώην εκτήμοροι, συνέχισαν να καλλιεργούν μικρές

εκτάσεις γης και συγκρότησαν την τάξη των ζευγιτών.

Τυρρηνικός αμφορέας με θέμα οπλιτική

μάχη (περ.560). Ας παρατηρήσει

κανείς ότι οι στρατιώτες

αριστερά διαθέτουν την κυκλική ασπίδα

Όπλον, που ήταν η δημοφιλέστερη

και αποτελεσματικότ

ερη, ενώ η αριστερή

παράταξη την οκτώσχημη που

συνηθιζόταν στη Βοιωτία και

Λοκρίδα.

Page 22: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Η πόλη της Σπάρτης υιοθέτησε την οπλιτική φάλαγγα περίπου στα μέσα του 7ου αιώνα

π.Χ. Ένας μεγάλος αριθμός από αγαλματίδια (κατασκευασμένα μαζικά από καλούπι), που παριστάνουν οπλίτες και είναι αφιερωμένα από φτωχούς Σπαρτιάτες στο διάσημο ιερό της Αρτέμιδος Ορθίας, έχουν ερμηνευτεί ως ένδειξη μιας ενωμένης οπλιτικής τάξης με

κοινή συνείδηση.

Χάλκινο ειδώλιο νέου (περ.550-500). Πολλά ανδρικά ειδώλια

αφιερώνονταν στα κατά τόπους ιερά κατά την αρχαϊκή εποχή και

αποτελούσαν συνήθως αναθήματα πολεμιστών ή νέων που

ενηλικιώνονταν.

Page 23: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Σε αντίθεση με άλλες πόλεις όπως η Αθήνα, στη Σπάρτη λόγω της ύπαρξης των

ειλώτων, που καλλιεργούσαν την πρώην δική τους γη για λογαριασμό των

Σπαρτιατών, η τάξη των οπλιτών ήταν συνώνυμη με το σύνολο των πολιτών. Ήταν μοναδικό φαινόμενο στον ελλαδικό χώρο η

περίπτωση των σπαρτιατών πολιτών, οι οποίοι είχαν τη δυνατότητα αλλά και την

υποχρέωση να μετατρέπονται σε επαγγελματικό στρατό, όποτε εμφανιζόταν ανάγκη. Στην Αθήνα, αντίθετα, οι πολίτες δούλευαν τη γη και όσοι από αυτούς είχαν

αρκετή περιουσία να προμηθευτούν την οπλιτική πανοπλία υπηρετούσαν στην

οπλιτική φάλαγγα.

Μοντέλο Σπαρτιάτη αξιωματικού της αρχαϊκής – κλασικής περιόδου. Φέρει

πλήρη αμυντικό οπλισμό (ασπίδα με το σύμβολο των Διοσκούρων ως επίσημα,

ένδειξη ότι ανήκει στη φρουρά του βασιλιά, μεταλλικό μυώδη θώρακα,

μεταλλικές περικνημίδες και κλειστό κράνος με κάθετο λοφίο αξιωματικού)

και ξίφος.

Page 24: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Στη Σπάρτη, η πόλη προμήθευε τα όπλα στους πολίτες, στους είλωτες

και στους πρώην είλωτες, ενώ η προϋπόθεση, για να υπηρετήσουν οι πρώτοι στο οπλιτικό σώμα, ήταν η ελάχιστη συνδρομή στα συσσίτια.

Αυτό το μέτρο συστηματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια ή αμέσως μετά το Β' Μεσσηνιακό πόλεμο, στα χρόνια πλέον της Κλασικής περιόδου, όταν

απαιτήθηκε από το λαό και πραγματοποιήθηκε από τους

βασιλείς του, ο καταμερισμός της γης. Το αποτέλεσμα ήταν όλοι οι

πολίτες να μετατραπούν σε οπλίτες και να υποχρεωθούν να

ακολουθήσουν κοινή "αγωγή", δηλαδή εκπαίδευση, μέσα από την οποία αναπτύχθηκε η έννοια των

ομοίων.

Κύλικα του Ζωγράφου του Κλεοφράδη ή του Σωσία με θέμα την περιποίηση του τραυματισμένου Πατρόκλου από τον Αχιλλέα (500-480). Η συντροφικότητα των πολεμιστών είναι ήδη ανεπτυγμένη μέσα στο αρχαϊκό έπος και αντικατοπτρίζει πλήρως τη συντροφικότητα των πολεμιστών στον αληθινό πόλεμο. Το απόγειό

της το παρατηρούμε στους Σπαρτιάτες οπλίτες.

Page 25: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Μισθοφόροι

Οι Έλληνες και οι Κάρες ήταν οι δύο μεγαλύτερες ομάδες μισθοφόρων στην Αρχαϊκή

περίοδο. Πληροφορίες για τους δεύτερους έχουμε από το λυρικό ποιητή Αρχίλοχο, που υπήρξε ο ίδιος για κάποιο χρονικό διάστημα

μισθοφόρος στην περιοχή του βόρειου Αιγαίου και μας αναφέρει ότι οι Κάρες ήταν οι πιο διάσημοι μισθοφόροι του 7ου αιώνα π.Χ.

(Αρχίλοχος, αρ. 14 & 24 στο Loeb II, Elegy and Iambus). Η Αίγυπτος πρόσφερε ένα μόνιμο

πεδίο απασχόλησης σε αυτόν τον τομέα και οι αιγυπτιακές αρχές επέτρεπαν στους

μισθοφόρους τους να εγκατασταθούν στη χώρα καλλιεργώντας δική τους γη. Ο Ηρόδοτος περιγράφει τις συνθήκες υπό τις οποίες οι

πρώτοι έλληνες οπλίτες βρέθηκαν και εγκαταστάθηκαν στην Αίγυπτο. Αν και η

εκδοχή του διαφέρει από εκείνη του Διόδωρου του Σικελιώτη, σχετικά με το αν βρέθηκαν κατά

τύχη στην Αίγυπτο ή τους ζητήθηκε από το Φαραώ Ψαμμήτιχο να έρθουν, το σημαντικό

στοιχείο είναι ότι αυτοί οι οπλίτες αποτέλεσαν τους πρώτους έλληνες αποίκους στην Αίγυπτο. Ψηφιακή αναπαράσταση Έλληνα οπλίτη

με πλήρη οπλισμό.

Page 26: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ο Ηρόδοτος προσθέτει ότι οι Αιγύπτιοι χαρακτήριζαν τους έλληνες στρατιώτες "χαλκέους άνδρες", προφανώς εξαιτίας της εντύπωσης που προκαλούσαν, όταν εμφανίζονταν με την

οπλιτική πανοπλία (Ηρόδοτος, Ιστορίαι2.152). Το πιο γνωστό στρατόπεδο μισθοφόρων ήταν στις Δάφνες κοντά στο Νείλο. Εκτός από την έντονη παρουσία των Ελλήνων στους αιγυπτιακούς

στρατούς, αναφορές υπάρχουν και για τη συμμετοχή μισθοφόρων από τη Μικρά Ασία σε στρατούς της Ανατολής (Meiggs & Lewis, 1988:12-13, no 7).

Κρατήρας με θέμα μονομαχία πάνω από το νεκρό σώμα του Ιππόλυτου (Κόρινθος, περ.570-540 π.Χ.).

Page 27: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Με την εμφάνιση των τυραννιών στον ελλαδικό χώρο, οι έλληνες μισθοφόροι βρήκαν

νέο πεδίο απασχόλησης στις αυλές των διάφορων τυράννων. Γενικά, ορισμένοι

τύραννοι του 7ου και του 6ου αιώνα π.Χ. προσλάμβαναν μισθωμένους στρατιώτες,

κυρίως ως σωματοφύλακες. Αρχικά, προτιμούσαν να χρησιμοποιούν πολίτες στην

προσωπική τους φρουρά, όπως ο Πεισίστρατος κατά τη διάρκεια της πρώτης προσπάθειάς του να επιβληθεί στην Αθήνα. Πιθανότατα τόσο ο Θεαγένης, τύραννος των Μεγάρων, όσο και ο

Διονύσιος των Συρακουσών να συμπεριελάμβαναν μισθοφόρους στις

σωματοφυλακές τους. Σίγουρα πάντως από το β' μισό του 6ου αιώνα π.Χ., ήταν πλέον

κανόνας οι προσωπικές φρουρές των τυράννων να αποτελούνται από μισθοφόρους

στρατιώτες. Ο Πολυκράτης, τύραννος της Σάμου, μόλις κατέλαβε την εξουσία στο νησί, δανείστηκε στρατιώτες από το Λύγδαμη της

Νάξου (Ψευδο-Αριστοτέλης, Οικονομικά 1346β10) για λόγους προστασίας.

Μελανόμορφος αμφορέας με πολεμική σκηνή (περ. 500).

Page 28: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Καλλιτεχνική απεικόνιση οπλιτών της αρχαϊκής και

πρώιμης κλασικής εποχής. Το γεγονός ότι εδώ οι οπλίτες

απεικονίζονται χωρίς θώρακες οδηγεί στο συμπέρασμα πως

μάλλον πρόκειται για πεζοναύτες.

Επιπτώσεις

Ο πόλεμος στην αρχαϊκή Ελλάδα δεν είχε μόνο πολιτικό ρόλο αλλά και

οικονομικό. Λειτουργούσε ως παράγοντας που επηρέαζε άμεσα -θετικά ή αρνητικά- τους ουσιώδεις τομείς της οικονομικής ζωής (απόκτηση τροφής,

περιουσία, εργασία). Αντίθετα, δεν είναι δυνατόν να συνδεθεί άμεσα με την οικονομική ανάπτυξη των

ελληνικών πόλεων. Ωστόσο, έχει ειπωθεί ότι οι πολεμικές εκστρατείες ώθησαν την

παραγωγή όπλων σε μία διαδικασία εντατικοποίησής της, εξαιτίας βέβαια της αύξησης στη ζήτησή τους, ιδιαίτερα μετά την επικράτηση της οπλιτικής φάλαγγας. Σίγουρες πάντως αποδείξεις για αυτό το

φαινόμενο δεν υπάρχουν.

θκθκθξκθκυηκυηυηκξξηυθθθθθθθθθθθθθθθθθθθθθθθθθθθθθθθηξηξηξηηξηξηξηξηξηξθυυυυυυυθυυιυυ

υυ

Page 29: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ανεξάρτητα όμως από την ακρίβεια της παραπάνω δήλωσης, δεν μπορεί να αγνοηθεί ότι ο πόλεμος είχε ως αποτέλεσμα την αναγκαστική εκμετάλλευση του έμψυχου και άψυχου δυναμικού της

ηττημένης πόλης: την υποδούλωση, δηλαδή, του λαού και την πώληση των κατοίκων του στις αγορές δούλων, την καταστροφή των καλλιεργειών, την κλοπή προμηθειών και την απόκτηση λαφύρων.

Αρύβαλλοι με τη μορφή κεφαλής που φέρει κράνος (περ.600-550, Ανατολική Ελλάδα - Ιωνία).

Page 30: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Λάφυρα

Μία σημαντική πηγή εσόδων για τους νικηφόρους στρατούς ήταν οπωσδήποτε τα λάφυρα. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκαν οι αιχμάλωτοι και τα ανδράποδα, άτομα δηλαδή που είχαν συλληφθεί κατά τη διάρκεια πολεμικών συρράξεων και λεηλασιών σε διάφορες πόλεις και περιοχές, και προορίζονταν

κυρίως για υποδούλωση. Εκτός από το "έμψυχο υλικό", μία ακόμα ποικιλία από αντικείμενα κατέληγε στα χέρια των νικητών· ανάμεσά τους ξεχώριζαν οι δακτύλιοι (χρυσά και αργυρά

κοσμήματα), τα εκπώματα και τα ποτήρια (κύπελλα πόσης από πολύτιμα μέταλλα), τα έπιπλα (κατασκευές από πολύτιμα μέταλλα) και ο ιματισμός (υφάσματα και ρούχα πολυτελείας).

Η αναχώρηση του Αχιλλέα για τον πόλεμο. Μελανόμορφος αττικός αμφορέας (περ.550 π.Χ.).

Page 31: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Μέρος των λαφύρων κατέληγε στα διάφορα ιερά με τη μορφή ιδιωτικών ή δημόσιων αφιερωμάτων. Τα όπλα του ηττημένου στρατού ήταν από τα πιο χαρακτηριστικά αντικείμενα που

οι νικητές πρόσφεραν στους θεούς ως ένδειξη της ευγνωμοσύνης τους για τη νίκη που τους χάρισαν. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Φωκείς, σε μία μόνο περίπτωση, αφιέρωσαν στο ιερό των

Δελφών 2000 εχθρικές ασπίδες έπειτα από νίκη τους (Ιστορίαι 8.27).

Αμφορέας με θέμα τον Αχιλλέα και τον Αίαντα που παίζουν πεσσούς ενώ τους παρακολουθούν

οπλισμένοι Αχαιοί (περ.510). Τα όπλα ενός πολεμιστή που

έπεφτε στη μάχη αποτελούσαν λάφυρο (αν ήταν εχθρός) ή τιμητικό δώρο (αν ήταν φίλος), όπως

στην περίπτωση των όπλων του Αχιλλέα.

Στην παράσταση εικονίζεται τυπικός αρχαϊκός-κλασικός

οπλισμός.

Page 32: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Eπίσης, υπάρχουν και περιπτώσεις αφιέρωσης ολόκληρων εμβόλων από πολεμικά πλοία, μετά από ναυμαχίες. Ο Παυσανίας δίνει την πληροφορία ότι οι Μεγαρείς, ύστερα από τον πόλεμο με

την Αθήνα για την κυριότητα της Σαλαμίνας, γιόρτασαν τη νίκη τους με την προσφορά ενός χάλκινου εμβόλου από ένα αθηναϊκό πλοίο, που είχαν καταλάβει στο Ολυμπείο των Μεγάρων

(Αττικά 1.40.5). Αυξάνοντας τους θησαυρούς τους ορισμένα ιερά αποκτούσαν οικονομική αλλά και πολιτική δύναμη. Έτσι, αποτελούσαν με τη σειρά τους το στόχο πολεμικών συρράξεων

προκειμένου ο έλεγχός τους -και κατά συνέπεια οι θησαυροί τους- να περιέλθουν στην κατοχή της μίας ή της άλλης πόλης. Είναι γνωστό ότι στην Ελλάδα ίσχυε γενικά η αρχή για το απαραβίαστο

των ιερών και της περιουσίας τους, η οποία όμως σε περίοδο πολέμου αναιρούνταν.

Page 33: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Σόλων

Στα τέλη του 7ου-αρχές του 6ου αι. π.Χ., ορισμένοι Αθηναίοι είχαν αναγκαστεί να εκχωρήσουν τη γη τους

σε πλούσιους γαιοκτήμονες, στους οποίους υποχρεώνονταν να πληρώνουν ενοίκιο με τη μορφή

μέρους των παραγόμενων αγαθών. Όπως μας πληροφορεί ο ίδιος ο Σόλων, η νομοθεσία του Δράκοντα επέτρεπε στον πολίτη, όποτε υπήρχε

ανάγκη, να εγγυηθεί βάζοντας ως ενέχυρο το άτομό του. Στην περίπτωση όμως που οι όροι της συμφωνίας δεν ακολουθούνταν, τότε κινδύνευε να υποδουλωθεί

και να πουληθεί μακριά από την πόλη του (Παυσανίας, Αττικά 16.1, Σόλων, απόσπασμα 36,

Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία 12). Η οικονομική κατάσταση αρκετών φτωχών αθηναίων πολιτών, που

δεν είχαν καμιά πολιτική ισχύ, επιδεινωνόταν διαρκώς και πολλοί από αυτούς είχαν ήδη καταλήξει να

πουληθούν ως δούλοι. Αυτή η κατάσταση οδήγησε σε οικονομική και κοινωνική κρίση, την οποία ο Σόλων, όταν εξελέγη άρχων στα 594/3 π.Χ., προσπάθησε να

εκτονώσει. Από τις βασικές οικονομικές του μεταρρυθμίσεις ήταν η σεισάχθεια και η

κατηγοριοποίηση των πολιτικών προνομίων με βάση την περιουσία του κάθε πολίτη. Αμφορέας με θέμα τον Θησέα και το

Μινώταυρο (περ.530). Ο Θησεύς ήταν ο μεγάλος αθηναίος ήρωας.

Page 34: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Με τη "σεισάχθεια" ο Σόλων μπόρεσε, όπως ο ίδιος υποστηρίζει, να "τινάξει" από τους ώμους των φτωχών αγροτών το βάρος των χρεών. Ορισμένοι ερευνητές έχουν συνδέσει το μέτρο αυτό με τους εκτημόρους. ’λλοι πάλι υποστηρίζουν ότι σχετίζεται με όλους όσους είχαν δανειστεί και καλλιεργούσαν την γη των πλουσίων και ισχυρών με ενέχυρο την προσωπική τους ελευθερία

(δανεισμός "επί σώμασιν").

Σκύφος του Ζωγράφου του Θησέα με θέμα αγώνα Παγκρατίου (περ.500).

Page 35: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Μετά τη "σεισάχθεια", το επόμενο βήμα ήταν να διαχωρίσει τους Αθηναίους πολίτες σε κοινωνικές τάξεις με βάση τα εισοδήματά τους από την παραγωγή τους σε σιτηρά, ελαιόλαδο και

κρασί (Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία 7, Πλούταρχος, Βίος Σόλωνα 18.1-3). Έτσι, ο πληθυσμός της Αθήνας χωρίστηκε σε τέσσερις τάξεις, η κάθε μία με συγκεκριμένα πολιτικά

προνόμια. Η συμμετοχή σε κάθε τάξη καθοριζόταν από την περιουσία του κάθε πολίτη, βασισμένη σε μία σταθερή μονάδα μέτρησης της ετήσιας γεωργικής παραγωγής σε σιτηρά ή

κρασί, τη "μέδιμνο" και το "μετρητή". Οι Αθηναίοι πολίτες ανήκαν στους πεντακοσιομέδιμνους (από 500 μέδιμνους και πάνω), στους τριακοσιομέδιμνους ή ιππείς (από 300 μέδιμνους και πάνω),

και στους διακοσιομέδιμνους ή ζευγίτες (από 200 μέδιμνους και πάνω).

Πλούσιοι Αθηναίοι και Αθηναίες σε καλλιτεχνική αναπαράσταση.

Page 36: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Τέλος, όσοι είχαν περιουσία κάτω από 200 μέδιμνους κάθε χρόνο ή και καθόλου,

ανήκαν στους θήτες. Το αποτέλεσμα ήταν οι ευγενείς να αντικατασταθούν σταδιακά από μία αριστοκρατία πλουσίων, καθώς η

συμμετοχή στη νέα τάξη εξαρτιόταν πλέον από τις οικονομικές αλλαγές. Κάθε Αθηναίος επιτυχημένος οικονομικά

μπορούσε να ενταχθεί στην προνομιούχα τάξη των κυβερνώντων, ενώ όσοι έχαναν

με τον ένα ή τον άλλο τρόπο την περιουσία τους έπαυαν να ανήκουν σε αυτήν. Η εξουσία ανήκε σε όσους υπερείχαν σε

πλούτο γης.

Αμφορέας με παράσταση του Ηρακλή και της παράδοσης του

Ερυμάνθιου Κάπρου στον Ευρυσθέα (περ.510-500).

Page 37: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Πέρα από τα δύο προαναφερθέντα μέτρα, υπάρχουν αναφορές στις πηγές σχετικά και με κάποιες άλλες οικονομικές αποφάσεις του Σόλωνα, που όμως δε θεωρούνται αξιόπιστες. Ο Πλούταρχος αναφέρει στο "Βίο του Σόλωνα" ότι οι Αθηναίοι της εποχής του

διατηρούσαν μία παράδοση, σύμφωνα με την οποία ο Σόλων είχε καθιερώσει μία πολύ χαμηλότερη τιμή για το σιτάρι απ' ότι ίσχυε μέχρι τότε. Σε ένα λόγο του, ο μεταγενέστερος ρήτορας Λυσίας

αναφερόμενος στην έννοια του τόκου συνδέει την επιβολή του με το Σόλωνα. Θεωρείται πολύ πιθανόν ότι με τον τόκο ο Σόλων

προσπάθησε να εξισορροπήσει τις συνέπειες της "σεισάχθειας". Η αφαίρεση της δυνατότητας που είχε κάποιος να υποδουλώνει

εκείνους που είχαν χρέη σε αυτόν, καλυπτόταν με τη διαβεβαίωση του δικαιώματος του δανειστή να αποσπά τόκο. Το

πιο σημαντικό αποτέλεσμα των οικονομικών μεταρρυθμίσεων του Σόλωνα ήταν ότι απάλλαξαν τους ακτήμονες πολίτες από το φόβο της πιθανής υποδούλωσης (Παυσανίας, Αττικά 16.1). Αυτό είχε ως συνέπεια, ο μεγαλύτερος αριθμός αθηναίων γεωργών να

είναι ανεξάρτητοι μικρο-ιδιοκτήτες γης.

Αγιογραφία με την απεικόνιση του σοφού νομοθέτη Σόλωνα. Ο σπουδαίος αθηναίος αποτελούσε και

αποτελεί θρυλική και σεβαστή ιστορική προσωπικότητα και στους χριστιανικούς χρόνους.

Page 38: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Σεισάχθεια

Είναι γνωστό ότι με τη "σεισάχθεια" ο Σόλων έδωσε τέλος στην εξάρτηση των φτωχών αγροτών στην Αττική. Εκείνο που δεν είναι γνωστό και παραμένει θέμα διαμάχης ανάμεσα στους

ερευνητές είναι η διαδικασία που ακολούθησε προκειμένου να αποκαταστήσει όσους είχαν πέσει θύματα της αυθαιρεσίας των πλουσίων, ακριβώς γιατί δεν υπήρχαν γραπτές διατάξεις (αυτό

άλλωστε λέει και ο Σόλων σε ένα από τα ποιήματά του). Με τη "σεισάχθεια" τα χρέη ακυρώθηκαν και όσοι Αθηναίοι πολίτες είχαν δεσμευτεί να παράγουν και να προσφέρουν μερίδιο της σοδειάς

τους (εκτήμοροι) αποδεσμεύτηκαν. Όσοι πάλι είχαν καταλήξει σκλάβοι στην Αττική, επειδή ήταν χρεωμένοι, απελευθερώθηκαν και όσοι είχαν πουληθεί εκτός ελλαδικού χώρου ως δούλοι,

επέστρεψαν στην Αθήνα (Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία 6, Πλούταρχος, Βίος Σόλωνα 15.3-5).

Χάλκινο αγαλματίδιο

σειρήνας (500).

Page 39: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ιδιαίτερα, σε μια προσπάθεια να διώξει από τις συνειδήσεις των πολιτών το θεσμό του

εκτημόρου, ο Σόλων, απομάκρυνε τους όρους, τις πέτρινες ή μαρμάρινες δηλαδή πλάκες, που

σημάδευαν τα όρια της καλλιεργήσιμης έκτασης και υποδείκνυαν ότι ο καλλιεργητής της δεν είχε

δικαίωμα ιδιοκτησίας και ταυτόχρονα υπενθύμιζαν τις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει ο φτωχός αγρότης απέναντι στον ιδιοκτήτη του. Συνήθως είχαν μία σύντομη επιγραφή, η οποία

αναφερόταν στη λειτουργία του όρου. Επανέφερε όσους είχαν πουληθεί νόμιμα ή

παράνομα έξω από την Αττική και όσους είχαν εγκαταλείψει την Αθήνα λόγω ανάγκης και πιο

συγκεκριμένα εξαιτίας των χρεών τους.

Αμφορέας μελανόμορφος με θέμα τη διαμάχη του Οδυσσέα με τον Αίαντα για τα όπλα του Αχιλλέα (περ.520).

Page 40: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Επίσης, επανέφερε και τις οικογένειες όσων είχαν πουληθεί ή εξοριστεί, οι οποίες τους είχαν

ακολουθήσει από την πρώτη στιγμή της εκδίωξής τους από την Αθήνα. Υπήρχαν όμως και

περιπτώσεις οικογενειών που απομακρύνθηκαν αργότερα, καθώς οι κυβερνώντες είχαν το δικαίωμα να τιμωρήσουν με αυτό τον τρόπο τους απογόνους του κατηγορουμένου, ακόμη κι όταν ο ίδιος πλέον

δε βρισκόταν στην πόλη. Όταν επομένως μία ολόκληρη οικογένεια έφευγε από την πόλη, η γη τους κατάσχετο και έπαυε να είναι διαθέσιμη. Η

διάταξη αυτή, αν και τους επέτρεπε την επιστροφή και την επαναπόκτηση των πολιτικών δικαιωμάτων

τους, δεν τους εξασφάλιζε ωστόσο, ούτε την επιστροφή της παλιάς τους γης ούτε την απόκτηση μιας οποιοασδήποτε άλλης έκτασης στη θέση της

προηγούμενης. Τέλος, ο Σόλων απελευθέρωσε με το νόμο Περί Αμνηστίας και όσους είχαν υποδουλωθεί

μέσα στην πόλη.

Οινοχόη με θέμα την αποχώρηση του Αινεία με τον πατέρα του στον ώμο από

την Τροία (περ.510).

Page 41: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Εκτήμοροι

Οι εκτήμοροι ήταν εξαρτημένοι αγρότες που καλλιεργούσαν τη γη

των προνομιούχων με τη συμφωνία να τους δίνουν το 1/6 της παραγωγής

αντί ενοικίου. Ο Αριστοτέλης μας πληροφορεί ότι οι εκτήμοροι ή οι

νομικά εξαρτημένοι μπορούσαν να πουληθούν ως δούλοι, εάν δεν

πλήρωναν το συμφωνημένο ποσοστό (Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία 2

& 10). Η θέση του εκτημόρου μάλλον ήταν σταθερή παντού στην Αττική κατά την Αρχαϊκή εποχή. Το πιο πιθανό είναι ότι όλοι πλήρωναν ως ενοίκιο το ίδιο ποσοστό από την παραγωγή.

Πάνω σ' αυτό το θέμα όμως οι απόψεις των ερευνητών διίστανται.

Κύλικα του Βρύγου με θέμα το Διόνυσο και Σειληνούς (490-480). Η διονυσιακή λατρεία είχε τεράστια απήχηση στον αγροτικό κόσμο όλης της Ελλάδος.

Page 42: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Η κατηγορία αυτή των αγροτών σταδιακά παύει να υφίσταται. Από τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. και μετά δεν υπάρχουν πια αναφορές σε εκτημόρους. Πέρα από τη σεισάχθεια του Σόλωνα, άλλοι

λόγοι που συνέβαλαν σ' αυτήν την εξέλιξη ήταν η έλλειψη σημαντικών οικονομικών δομών -ειδικά στην παραγωγή κρασιού και λαδιού- και η επικράτηση των ανεξάρτητων αγροτικών

επιχειρήσεων.

Αμφορέας «δίγλωσσος» με

θέμα τον Ηρακλή και τον Κέρβερο (520-

500 π.Χ.). Το ίδιο θέμα έχει

αποδοθεί με ερυθρόμορφη

και μελανόμορφη

τεχνική σε καθεμιά πλευρά

του αγγείου.

Page 43: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Πεισίστρατος

Η Αθήνα ήταν κυρίως μία αγροτική κοινωνία και η οικονομική της σταθερότητα εξαρτιόταν από την παραγωγή των καλλιεργήσιμων εκτάσεών της. Γνωρίζουμε ότι ο Πεισίστρατος θεσμοθέτησε

κρατικά αγροτικά δάνεια με ευνοϊκούς όρους για όσους τα είχαν ανάγκη, πιθανώς χωρίς τόκο. Με αυτόν τον τρόπο, εξασφάλιζε την άμεση υποστήριξη των χωρικών προς το πρόσωπό του. Το

ακριβές ποσοστό του φόρου δεν είναι γνωστό, αλλά πρέπει να κυμαινόταν ανάμεσα στο 1/16 και 1/20 της παραγωγής. Οι αγρότες δεν εξαρτιόνταν πλέον από τους ευγενείς ή τους άλλους ισχυρούς

πιστωτές. Επίσης, ο τύραννος της Αθήνας ήταν ο πρώτος που καθιέρωσε την άμεση φορολογία στα προϊόντα που παρήγαγαν οι πολίτες. Αυτό το μέτρο υιοθετήθηκε έπειτα από τους

περισσότερους τυράννους (Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία 16.2-4, 16.6). Υπάρχει μία πιθανότητα ο Πεισίστρατος να προχώρησε στον καταμερισμό της γης, τον οποίο νωρίτερα ο

Σόλων είχε αποφύγει να πραγματοποιήσει. Αφού πρώτα κατάσχεσε την περιουσία των εχθρών του, τη μοίρασε στους φτωχούς χωρικούς. Οι πηγές, πάντως, δεν είναι ακριβείς σε αυτό το θέμα. Θα πρέπει να τονιστεί ότι, αν και οι λόγοι που ώθησαν τον Πεισίστρατο να μοιράσει τη γη ήταν

διαφορετικοί από εκείνους που έκαναν το Σόλωνα να σκεφτεί αυτό το ενδεχόμενο, η ιδέα προϋπήρχε. Ο τύραννος της Αθήνας ήθελε να κερδίσει την εύνοια των φτωχών, ενώ ο Σόλων

απέρριπτε την οικονομική ισότητα λέγοντας ότι οι θεοί δίνουν στον κάθε άνθρωπο ό,τι δικαιούται.

Πανοραμική εικόνα του Κεραμικού όπου θάβονταν οι Αθηναίοι.

Page 44: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Αριστοκράτες

Οι αριστοκράτες ήταν χωρίς αμφιβολία από τα πιο πλούσια μέλη της αρχαϊκής κοινωνίας. Η περιουσία τους οριζόταν κυρίως από τη γη που κατείχαν, αν και ορισμένοι από αυτούς πιθανόν να

ήταν αναμεμιγμένοι στο εμπόριο ή στη βιοτεχνία, τουλάχιστον έμμεσα. Ο πλούτος τους και ο έλεγχος που ασκούσαν σε θρησκευτικά ζητήματα και στα αξιώματα της πόλης τούς έδιναν την

απαραίτητη εξουσία, για να διατηρήσουν την πολιτική τους δύναμη. Αρκετά μέλη των κατώτερων τάξεων ήταν κατά κάποιο τρόπο πελάτες τους. Δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα για τον ακριβή

χαρακτήρα της πελατειακής τους σχέσης. Πιθανότατα να ήταν ολικώς ή μερικώς εξαρτημένοι από τους πλούσιους γαιοκτήμονες για λόγους προστασίας (Φώτιος, Λεξ. πελάτες, Σχολ. Πλάτωνος

Ευθύφρ. 327, Πολυδεύκης 4,165).

Χάλκινο νόμισμα από τη μικρασιατική πόλη Κύζικο στην Προποντίδα (περ.530-450).

Page 45: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Στη Βοιωτία από την εποχή του Ησιόδου, στις αρχές του 8ου αιώνα π.Χ., παρατηρείται συγκέντρωση μεγάλου τμήματος γης στα χέρια ορισμένων οικογενειών, μέσα από τη διαδικασία του γάμου, της προίκας και της διαθήκης. Αυτές οι οικογένειες, αποκτώντας οικονομική δύναμη

επιβλήθηκαν στους φτωχότερους αγρότες και σταδιακά αποτέλεσαν την αριστοκρατία της περιοχής (Ησίοδος, Έργα και Ημέραι 338-341).

Κύλικα του Ζωγράφου της Ταρκυνίας με θέμα την πρεσβεία του Ερμή, του Φοίνικα και του Οδυσσέα στον οργισμένο Αχιλλέα (Ραψωδία Θ). Περίπου 480

π.Χ.

Page 46: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Στην Αθήνα τα μέλη της αριστοκρατίας, οι ονομαζόμενοι ευπατρίδες, αντέδρασαν στην κατάργηση των χρεών,

γιατί -όπως είναι κατανοητό- τους στοίχισε οικονομικά. Θα πρέπει να τονιστεί πάντως ότι οι μεταρρυθμίσεις του

Σόλωνα αποδείχτηκαν μακροπρόθεσμα ωφέλιμες για τους πλούσιους πολίτες της Αθήνας. Διαμόρφωσαν μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων ανάμεσα στους αριστοκράτες και τους δούλους, εξασφαλίζοντας παράλληλα τη συνεχή ύπαρξή

τους. Ένα από τα καθήκοντά της πιθανώς να ήταν η σύμπραξη, σε περίπτωση ανάγκης, με τους πρώτους

εναντίον των δεύτερων. Στην περίπτωση που οι ασθενέστεροι οικονομικά Αθηναίοι ξέπεφταν σε μία κατάσταση ανάλογη με εκείνη των δούλων, τότε ο

κίνδυνος για τη δημιουργία μίας ομοιογενούς κατώτερης τάξης ήταν εμφανής. Εάν, στη συνέχεια, η τάξη αυτή

αποκτούσε συνείδηση της συλλογικής δύναμής της, αυτό θα σήμαινε και το τέλος της μορφής που είχε η αθηναϊκή κοινωνία την εποχή εκείνη. Με τη δημιουργία όμως μίας ομάδας πολιτών με καθορισμένη την κοινωνική της θέση,

οι πλούσιοι μπορούσαν να αξιοποιούν τους ξένους δούλους στο βαθμό που ήθελαν και να φοβούνται

λιγότερο για το ξέσπασμα μίας ταξικής επανάστασης.

Οινοχόη με μαύρο σώμα και ζώνη με ανθέμια (περ.500-450). Το μεγαλύτερο μέρος της κεραμικής δεν διέθετε τις εξαιρετικές παραστάσεις θεών/ηρώων ή

καθημερινής ζωής, εντούτοις μπορούσε να είναι όμορφα διακοσμημένο με διάφορα μοτίβα, αφηρημένα ή από τον φυσικό κόσμο.

Page 47: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Χωρικοί

Ίσως, η πιο σημαντική εξέλιξη την εποχή αυτή είναι ο υποβιβασμός των φτωχών αγροτών στο επίπεδο του εξαρτημένου παραγωγού από μία δευτερεύουσα ομάδα, που χρησιμοποιούσε το

πλεόνασμα της σοδειάς για μη αγροτικές δραστηριότητες. Στη Θεσσαλία, στη Σπάρτη και στην Κρήτη, οι αυτόχθονες λαοί -πενέστες, είλωτες, αφαμιώτες, μνωίτες και κλαρώτες- είχαν

υποδουλωθεί και ήταν νομικά δεμένοι με τη γη (Αριστοτέλης, Πολιτικά 1269α35-1269β10). Μόνο στις απομονωμένες ορεινές περιοχές οι αγρότες παρέμεναν ανεξάρτητοι. Αλλά στις ανοιχτές,

εύκολες σε πρόσβαση, περιοχές είχαν μεταπέσει σε απλούς χωρικούς που προμήθευαν με αγαθά τους γαιοκτήμονες.

Λατώ. Τα ερείπια της σημαντικής πόλης της ανατολικής Κρήτης.

Page 48: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Από την άλλη πλευρά, όμως αυτές οι ομάδες ήταν που στήριζαν τους θρησκευτικούς και κοινωνικούς

μηχανισμούς της πόλης. Η Σπάρτη αποτέλεσε ένα

χαρακτηριστικό παράδειγμα της εφαρμογής του καταμερισμού της

γης, ύστερα από εισβολή σε γειτονική περιοχή, και της

μετατροπής των ηττημένων κατοίκων σε είλωτες. Η ρίζα ελ- της λέξης "είλωτας" υποδηλώνει

κυρίευση ή κατάκτηση. Οι είλωτες ήταν ελληνικά φύλα,

κάτοικοι της Λακωνίας και της Μεσσηνίας. Οι Μεσσήνιοι, που

ήταν και οι περισσότεροι, υποδουλώθηκαν μετά το τέλος του Α' Μεσσηνιακού πολέμου,

γύρω στα 715 π.Χ., και η γη τους -γνωστή για τη γονιμότητά της-

μοιράστηκε ανάμεσα στους σπαρτιάτες πολίτες.

Κύλικα λακωνική με θέμα τον Δία και τον αετό του (περ.550). Τα λακωνικά εργαστήρια

αγγειοπλαστικής ήταν φημισμένα ως τα μέσα της αρχαϊκής περιόδου, «σίγησαν» όμως από τα

μέσα του 6ου αι. ίσως λόγο της μεγάλης εσωστρέφειας που χαρακτήριζε έκτοτε την

Σπαρτιατική Πολιτεία.

Page 49: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Στην Αθήνα και σε άλλες ιωνικές πόλεις, ο δυναμικός χαρακτήρας της προόδου προστάτευσε τους ανίσχυρους αγρότες από το να γίνουν είλωτες. Ανάμεσά τους όμως

υπήρχαν και ορισμένοι, που είχαν υποπέσει σε χρέη και δεν ήταν πλέον σε θέση να συντηρήσουν τις οικογένειές τους και των οποίων η θέση δεν έχει καθοριστεί ακόμα με ακρίβεια. Ήταν Αθηναίοι, πιθανώς μέλη φρατριών, φυλών ή και των

δύο, αλλά δεν ήταν πλέον ελεύθεροι. Η αύξηση του αριθμού και της δυσαρέσκειάς τους οδήγησε στη λεγόμενη "αγροτική κρίση". Οι περισσότερες πληροφορίες πάντως αναφέρονται

στην Αθήνα και στην εκτόνωση της κρίσης εκεί και σχετίζονται με το νομοθέτη Σόλωνα (Αριστοτέλης, Αθηναίων

Πολιτεία 2, Πλούταρχος, Bίος Σόλωνα 23.7-8).

Κούρος από την Ιωνία με την επιγραφή Διονύσερμος γιος του Αντήνορα (530

π.Χ.).

Page 50: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Αγροτική κρίση

Καθώς οι αγρότες εξοικειώνονταν με τις αγορές του κρασιού και του ελαιόλαδου, αρκετοί από

αυτούς έχοντας είτε μικρή είτε μεγάλη περιουσία έβαζαν ως υποθήκη τα σώματά τους (δανεισμός "επί σώμασιν"), προκειμένου να δανειστούν, για να αγοράσουν κλήματα και ελιές. Η αυξημένη συμμετοχή μικρών επενδυτών στην παραγωγή κρασιού και λαδιού φαίνεται και μέσα από το

σχόλιο του Πλούταρχου ότι "όλοι οι απλοί άνθρωποι ήταν χρεωμένοι στους πλούσιους".

Κάποιοι από αυτούς τους μικροεπενδυτές, όπως ήταν φυσικό, αποτύγχαναν στην προσπάθειά τους και μετατρέπονταν σε δούλους. Αν και αυτοί που

αποτύγχαναν αντιπροσώπευαν μια μικρή μόνο ομάδα, ο συνολικός αριθμός όσων κατέληγαν

τελικά δούλοι αυξανόταν σημαντικά.

Το μάζεμα της ελιάς. Μελανόμορφος αττικός αμφορέας από τον ζωγράφο του Αντιμένη, περίπου 520 π.Χ. Βρέθηκε στο

Vulci της Ιταλίας.

Page 51: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Είλωτες

Υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των ειλώτων και των δούλων στις περισσότερες ελληνικές πόλεις. Γενικά

ένας δούλος ήταν ιδιοκτησία του κυρίου του, ενώ αντίθετα ο είλωτας ανήκε στο κράτος των Σπαρτιατών. Είχε δηλαδή παραχωρηθεί από το κράτος σε κάποιον πολίτη, ο οποίος όμως δεν είχε το δικαίωμα να τον διαθέσει, όπως ο ίδιος επιθυμούσε. Επίσης, σε άλλες περιοχές οι δούλοι συχνά

μπορούσαν να αποκτήσουν την ελευθερία τους. Αντίθετα, στη Σπάρτη ένας είλωτας δεν ήταν δυνατό να

απελευθερωθεί, παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Με αυτόν τον τρόπο ήταν πιο ελεύθερος, αλλά ταυτόχρονα

και πιο περιορισμένος από τους δούλους της υπόλοιπης Ελλάδας (Θουκυδίδης, Ιστοριών 1.101.7-9). Στις μη σπαρτιάτικες πηγές, οι είλωτες αναφέρονται είτε ως

δούλοι, είτε ως οικέτες (στην περίπτωση που χρησιμοποιούνταν για εργασίες του οίκου), είτε ως

ανδράποδα. Πιθανότατα, είχαν εξαναγκαστεί να εγκαταλείψουν τα πατρογονικά τους μέρη και είχαν

υποχρεωθεί να ζούνε διασκορπισμένοι στη γη των κυρίων τους. Ενδεχομένως, πάλι, να τους είχε επιτραπεί η κατοχή κάποιου είδους προσωπικής περιουσίας, ίσως και ο γάμος.

Συνόδευαν τους Σπαρτιάτες στους πολέμους μεταφέροντας τον εξοπλισμό τους, ενώ για τη συντήρησή

τους υπεύθυνοι ήταν οι κύριοί τους.

Μορφή πάνω σε λαβή χάλκινης υδρίας. Έργο λακωνικού εργαστηρίου του 6ου αι.

Page 52: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Στην αρχαϊκή Σπάρτη πολιτικά δικαιώματα μπορούσαν να έχουν μόνον όσοι από τους πολίτες μπορούσαν να συμβάλουν μία συγκεκριμένη ποσότητα παραγωγής στα κοινά συσσίτια. Τα

συσσίτια ήταν ομάδες στις οποίες οι πολίτες γίνονταν δεκτοί ύστερα από ψηφοφορία. Η απόρριψη της αποδοχής στο συσσίτιο σήμαινε για τον υποψήφιο και την άρνηση απόκτησης πολιτικών

δικαιωμάτων. Κάθε μέλος ήταν υποχρεωμένο να δίνει στα συσσίτια συγκεκριμένο ποσοστό από την παραγωγή των χωραφιών τους, των λεγόμενων κλήρων. Οι κλήροι αυτοί, τους οποίους

δούλευαν οι είλωτες, διανέμονταν στους πολίτες από το κράτος των Σπαρτιατών ύστερα από τη νίκη τους ενάντια σε γειτονικούς λαούς και την προσάρτηση της γης τους. Ουσιαστικά, δηλαδή, οι

είλωτες καλλιεργούσαν τη δική τους γη για λογαριασμό άλλων.

Σκύφος από τη Λακωνία (600-575).

Page 53: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Οι Σπαρτιάτες μην έχοντας καμιά μέριμνα για τη γεωργική παραγωγή μπορούσαν να αφοσιωθούν στην τέχνη του πολέμου, η οποία συντελούσε στην κοινωνική τους καταξίωση. Ο ρόλος επομένως

των ειλώτων ήταν καθοριστικός για τη διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης στην κοινωνία των Σπαρτιατών. Είναι σωστός ο παραλληλισμός των ειλώτων με τους πενέστες της Θεσσαλίας, τους αφαμιώτες, τους μνωίτες (εκείνοι που είχαν κυριαρχηθεί;) και τους κλαρώτες (εκείνους που

ήταν δεμένοι με τη γη -τον κλάρο;) της Κρήτης, τους κορυνηφόρους της Σικυώνας, τους γυμνήτες (εκείνοι που ήταν γυμνοί, δηλαδή άοπλοι) του Άργους και τους οικιάτες της Λοκρίδας (εκείνοι

που ανήκαν στον οίκο). Οι ομάδες αυτές ήταν γηγενείς λαοί που είχαν υποπέσει στο επίπεδο του ιδιόκτητου δούλου μετά την εισβολή και κατάκτησή τους από τα δωρικά φύλα και θεωρούνταν

συνήθως μέρος της οικογενειακής περιουσίας.

Δούλοι εργάζονται στα ορυχεία. Σπάραγμα από

αγγείο του 5ου αι.

Page 54: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Περιουσία

Η περιουσία ενός πολίτη περιελάμβανε οικίες, ζώα, δούλους, αλλά κυρίως γη, καλλιεργήσιμες δηλαδή εκτάσεις. Ο τρόπος με τον οποίο

αντιλαμβανόταν τον εαυτό του σε σχέση με τους συμπολίτες του, όπως και ο τρόπος με τον οποίο γινόταν ο ίδιος αντιληπτός από το κοινωνικό

του σύνολο, βασιζόταν κατά κύριο λόγο στον αριθμό των εκτάσεων της γης που του ανήκε. Στην Αθήνα, ήδη από την εποχή του Σόλωνα, η περιουσία θεωρούνταν ότι "ανήκει στον άνδρα". Μπορούσε να κάνει

ό,τι επιθυμούσε με αυτήν κατά τη διάρκεια της ζωής του και είχε το δικαίωμα να αφήσει διαθήκη, εάν δεν είχε γιους. Το δικαίωμα να κληροδοτεί κάποιος ελεύθερα δόθηκε επίσημα από το Σόλωνα,

περιορισμένο όμως στους άντρες με νόμιμους γιους, οι οποίοι ήταν και οι φυσικοί κληρονόμοι τους. Αντίθετα, στη Σπάρτη ένας άντρας ήταν

ελεύθερος να αφήσει την περιουσία του σε όποιον επιθυμούσε. Η υιοθεσία έγινε επιτρεπτή με νόμο του Σόλωνα, αλλά μόνο σε άντρες που δεν είχαν γιους. Ο υιοθετημένος γιος κληρονομούσε το θετό του

πατέρα, του οποίου έπαιρνε και το πατρώνυμο, έχανε όμως κάθε δικαίωμα στην περιουσία του φυσικού του πατέρα. Επιπλέον, εάν ο

θετός πατέρας είχε κόρη, ο υιοθετημένος γιος ήταν πρακτικά υποχρεωμένος να την παντρευτεί. Με αυτόν τον τρόπο, ο θετός

πατέρας εξασφάλιζε την παραμονή της περιουσίας του στη δική του οικογένεια (Πλούταρχος, Βίος Σόλωνα 20.1-5, 21.1-3).

Κούρος από το Ασκληπιείο της Πάρου (περ.540).

Page 55: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Στη Βοιωτία, πάλι, η περιουσία μεταβιβαζόταν με το συνηθισμένο τρόπο, δηλαδή από τον πατέρα στους γιους του. Η περιουσία, τόσο η πατρική όσο και η προίκα της μητέρας, μοιραζόταν σε ίσα μερίδια

ανάμεσα στους γιους μετά το θάνατο του πατέρα. Εάν όμως υπήρχαν κόρες, η οικογένεια κρατούσε ένα

ποσοστό της περιουσίας για τις προίκες τους. Από τον Αριστοτέλη μαθαίνουμε για την ύπαρξη ενός

Κορίνθιου από την οικογένεια των Βακχιάδων, το Φιλόλαο, ο οποίος ήρθε στη Βοιωτία και

αναδιοργάνωσε τους νόμους περί υιοθεσίας (Αριστοτέλης, Πολιτικά 1274α31-1274β6). Σε μια

προσπάθεια να περιορίσει και να ελέγξει τη συγκέντρωση μεγάλων εκτάσεων γης σε όλο και

λιγότερα χέρια, επέτρεψε και σε μερικές περιπτώσεις επέβαλε τις υιοθεσίες. Επίσης λέγεται ότι προστάτεψε

τις γυναίκες που ήταν κληρονόμοι περιουσιών. Οι μελετητές εξηγούν αυτά τα μέτρα ως πρσπάθειες για τη διατήρηση ενός μεγάλου αριθμού κλήρων γης στα χέρια των ιδιοκτητών τους, προκειμένου να αυξηθεί ο

αριθμός των πολιτών που ήταν σε θέση να συμμετέχουν στην οπλιτική φάλαγγα.

Λήκυθος αθηναϊκή (περ. 500 π.Χ.).

Page 56: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Γυναίκες

Όπου υπάρχει αναφορά στο πρόσωπο της γυναίκας είναι πάντα σε σχέση με την αναπαραγωγή της οικογένειας, την ευθύνη του οίκου και τη συμμετοχή της στην καλλιέργεια της γης στην

περίπτωση που ήταν μέλος των φτωχότερων τάξεων. Η σύζυγος ή η κόρη ενός αριστοκράτη, αλλά και oποιουδήποτε άλλου είχε

περιουσία δεν επιτρεπόταν να δουλεύει στα χωράφια, καθώς κάτι τέτοιο ήταν υποτιμητικό και προσβλητικό για τον κύριο του

οίκου. Ό,τι ενδιαφέρον μπορεί να ειπωθεί για το ρόλο της στα οικονομικά της οικογένειας αφορά την προίκα, η οποία

περιελάμβανε ρουχισμό, στολίδια, οικιακά σκεύη, έπιπλα και χρήματα (Πλούταρχος, Βίος Σόλωνα 20.1-5, Ιππώναξ, απόσπασμα

81 στο Fowler, 1992).

Κόρη ντυμένη με πέπλο από την Ακρόπολη της Αθήνας, γύρω στο 530 π.Χ. Αθήνα, Μουσείο

Ακροπόλεως.

Page 57: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Γενικά, η προίκα λειτουργούσε ως μηχανισμός μεταβίβασης και συγκέντρωσης περιουσίας. Ειδικότερα, στην Αθήνα, η προίκα επιβαλλόταν και για τις δυνατότητες των φτωχών ανθρώπων ήταν ιδιαίτερα επαχθής, δεδομένου ότι υπήρχε ανταγωνισμός για την εύρεση συζύγου. Αυτός ήταν και ο λόγος της κατάργησης του θεσμού της προίκας από τη νομοθεσία του Σόλωνα. Ωστόσο, οι πληροφορίες που έχουμε για την προίκα στην Αθήνα

της Αρχαϊκής περιόδου είναι μηδαμινές.

Υδρία με θέμα συνάντηση γυναικών σε πηγή πόσιμου νερού (περ.510-500).

Page 58: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, οι μελετητές τείνουν να υιοθετήσουν και για την αρχαϊκή εποχή τη θέση που είχε σε γενικές γραμμές η γυναίκα στην κλασική κοινωνία. Την περίοδο εκείνη η

αθηναία δεν είχε η ίδια τον έλεγχο της περιουσίας της, αλλά ουσιαστικά ήταν επίπροικος, τη μετέφερε δηλαδή από τον πατέρα στο σύζυγό της. Γενικότερα, οι γυναίκες της Αθήνας ήταν πιο περιορισμένες από εκείνες της Σπάρτης, της Κρήτης ή της Βοιωτίας. Η προίκα στη Σπάρτη και στη Γόρτυνα της Κρήτης ήταν ιδιοκτησία των γυναικών. Αν και δεν έχουμε πληροφορίες για τη

δύναμη των γυναικών-συζύγων στη Γόρτυνα, είναι ξεκάθαρο ότι οι γυναίκες των Λακεδαιμονίων είχαν τον έλεγχο της περιουσίας τους.

Ο τοίχος πάνω στον οποίο είναι γραμμένο το κείμενο των Νόμων της Γόρτυνας. Από αυτό το αρχαιότατο νομικό κείμενο του 6ου αι. μαθαίνουμε

πολλά για τη θέση της γυναίκας στη δωρική κοινωνία τση Κρήτης.

Page 59: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Κτηνοτροφία

Ο ρόλος και η σημασία της κτηνοτροφίας στην οικονομική ζωή της ελληνικής πόλης δεν αντιστοιχούσαν σε αυτόν της γεωργίας. Γενικά υπήρχε μία ιδεολογική τάση, η οποία, ενώ συνέδεε τη

γεωργία με την ανάπτυξη του πολιτισμού, υποβίβαζε την προσφορά της κτηνοτροφίας. Πιθανότατα για τους παραπάνω λόγους οι αρχαίοι συγγραφείς, οι οποίοι ανήκαν στις προνομιούχες τάξεις, δε

θεώρησαν σημαντικό να αναφερθούν στην κτηνοτροφία. Εκτάσεις που ερημώνονταν ύστερα από καταστροφές δε χρησιμοποιούνταν από τους κατοίκους της περιοχής για γεωργική καλλιέργεια, αλλά

συνήθως μετατρέπονταν σε βοσκοτόπια, κάτι που δεν απαιτούσε ιδιαίτερη φροντίδα, για να πραγματοποιηθεί. Οι μεγαλύτεροι γαιοκτήμονες είχαν δούλους ή προσλάμβαναν επαγγελματίες

βοσκούς για τη φροντίδα των κοπαδιών τους. Εκτός από τα πουλερικά κανένα νέο είδος ζώων δεν εμφανίστηκε στον ελλαδικό χώρο, στην Αρχαϊκή

περίοδο. Η καλλιέργεια σιταριού και κριθαριού πιθανώς να αντικατέστησε σε κάποιο βαθμό την κτηνοτροφία. Από τις περιοχές της κυρίως Ελλάδας, η οικονομία της Αρκαδίας εξαιτίας της

γεωλογικής της υφής βασιζόταν κυρίως στην κτηνοτροφία.

Εικόνα από το κατάφυτο όρος Μαίναλο στην καρδιά της Αρκαδίας.

Page 60: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Εμπόριο – συνθήκες

Πριν από τους Περσικούς πολέμους, το αναπτυσσόμενο ελληνικό εμπόριο επικεντρωνόταν γύρω από έναν αριθμό λιμανιών και πόλεων που εξαιτίας της γεωγραφικής τους θέσης ήταν κατάλληλα εμπορικά κέντρα. Ανάμεσά τους, τα πιο σημαντικά ήταν η Κόρινθος, η Αίγινα και η Αθήνα στην κυρίως Ελλάδα. Επιπλέον ξεχώρισαν η Μίλητος στη Μικρά Ασία, που έλεγχε το εμπόριο μεταξύ

Μικράς Ασίας και Μεσογείου, και η Ναύκρατις στην Αίγυπτο, που είχε τον έλεγχο των εμπορικών δρόμων μεταξύ Μεσογείου και Αιγύπτου (Ηρόδοτος, Ιστορίαι 2.39.6-9).

Διακοσμητικό αγγείο προοριζόμενο για εξαγωγή στην Ανατολή (6ος αι.).

Page 61: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Τέλος η Καρχηδόνα και η Μασσαλία αποτέλεσαν αξιόλογα εμπορικά κέντρα στη Δύση. Τον 6ο αιώνα π.Χ. η Κόρινθος και η Αίγινα κυριαρχούσαν στο Αιγαίο και δυτικά μέχρι τη Σικελία και

την Κάτω Ιταλία. Οι εμπορικοί σταθμοί της Σάμου, της Μιλήτου και της Χίου εκμεταλλεύονταν τις αγορές στην Εγγύς Ανατολή και στην Αίγυπτο. Οι πρώτοι Έλληνες που ασχολήθηκαν με το εμπόριο συνεργάστηκαν αρχικά με τους Φοίνικες, που είχαν ήδη καθιερωθεί ως έμποροι. Ήταν

κυρίως τυχοδιώκτες που επιδίδονταν στην αγορά και πώληση σπάνιων ειδών (Σιμωνίδης ο Κείος, απόσπασμα 16). Ωστόσο, το ελληνικό εμπόριο στηριζόταν κυρίως στους παραγωγούς και κατά

δεύτερο λόγο στην ομάδα αυτή των τυχοδιωκτών.

Λεπτομέρεια πρωτοκορινθιακής οινοχόης (625-610). Οι Κορίνθιοι πρωταγωνίστησαν στο διεθνές εμπόριο της αρχαϊκής περιόδου

εξάγοντας σε όλη τη Μεσόγειο τα περίφημα αγγεία τους και αγροτικά προϊόντα.

Page 62: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Εισαγωγές

Ανάμεσα στα διάφορα προϊόντα που εισάγονταν στον ελλαδικό χώρο, σημαντική θέση κατείχαν τα

μέταλλα, τα οποία αποτελούσαν ζωτικά είδη, καθώς σ' αυτόν υπήρχαν περιορισμένα αποθέματα

αργύρου, σιδήρου και χαλκού. Τα μέταλλα χρησιμοποιούνταν πλέον σε μεγαλύτερες

ποσότητες για την κατασκευή έργων τέχνης και κοσμημάτων, εργαλείων και όπλων. Τα ελληνικά

φύλα προμηθεύονταν χαλκό από την Κύπρο, σίδηρο από τα παράλια του Πόντου, χρυσό από τη Θάσο και διάφορα μέταλλα από την Ισπανία, τη

Συρία, την Κιλικία, την Παλαιστίνη και τη Μεσοποταμία.

Όλπη με θέμα φτερωτό νέο (πάνω) και σφίγγες (κάτω). περίπου 600 π.Χ.. Τα

διακοσμητικά θέματα που περιλαμβάνουν μυθικά τέρατα όπως οι σφίγγες

θεωρούνται επιδράσεις της τέχνης της Ανατολής στον αρχαϊκό κόσμο.

Page 63: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ιδιαίτερα, η περιοχή της Μαύρης Θάλασσας αποτέλεσε πλούσια πηγή μετάλλων, πολύτιμων και μη, για την εμπορική εκμετάλλευση των οποίων έπαιξαν ουσιαστικό ρόλο οι ελληνικές αποικίες. Οι κάτοικοι της Φώκαιας, στη Μικρά Ασία, υπήρξαν οι πιο τολμηροί από τους Ίωνες στα θαλάσσια

ταξίδια. Από το τέλος του 7ου αιώνα π.Χ., είχαν επαφές στην Ισπανία με το βασιλιά Αργανθώνιο της Ταρτησσού -μιας περιοχής γνωστής για τα μεταλλεία αργύρου- με τον οποίο εμπορεύονταν άργυρο,

κασσίτερο από τα βορειοδυτικά και ράβδους χαλκού (Ηρόδοτος, Ιστορίαι 1.163, 4.152).

Χάρτης του Ευξείνου Πόντου (Μαύρη Θάλασσα) με σημειωμένες τις σημαντικότερες ελληνικές πόλεις της αρχαιότητας.

Page 64: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ξυλεία μετέφεραν από την περιοχή της νότιας Μαύρης Θάλασσας και της Θράκης, κυρίως για τη ναυπήγηση πλοίων. Από την ίδια περιοχή έφερναν δέρματα και κερί. Οι κύριοι αγοραστές των

ειδών πολυτελείας, που αποτελούσαν μία εξίσου κερδοφόρα αγορά, ήταν τα μέλη της ανώτερης τάξης. Τα υφάσματα και τα ενδύματα πολυτελείας έρχονταν από τα βασίλεια της Ασίας, την

Αίγυπτο και την Αφρική. Η σημασία αυτού του εμπορικού είδους φαίνεται από το παράδειγμα της Μιλήτου, που είχε αναπτυγμένο εμπόριο υφασμάτων με τη Σύβαρη στην Κάτω Ιταλία. Σύμφωνα

με τον Ηρόδοτο, ήταν τόσο σημαντικό, ώστε οι Μιλήσιοι τήρησαν περίοδο πένθους, όταν η Σύβαρις καταστράφηκε στα 510 π.Χ. από την πόλη του Κρότωνα.

Αρύβαλλος με μορφές τεσσάρων κεφαλών (Ιωνία, περ. 600).

Page 65: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Με την Αίγυπτο οι Έλληνες είχαν αναπτυγμένες εμπορικές σχέσεις από την εποχή της ίδρυσης της Ναύκρατης, ενός εμπορικού σταθμού με προνόμια καθορισμένα από τις αιγυπτιακές αρχές. Αντάλλασσαν κρασί και ελαιόλαδο με σιτάρι, λινάρι και πάπυρο. Όσον αφορά το θέμα της

εισαγωγής σιτηρών από τις περιοχές της Μαύρης Θάλασσας, αν και στην επιστημονική κοινότητα υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις, τόσο η αρχαιολογία όσο και οι γραπτές πηγές δείχνουν ότι τα

σιτηρά άρχισαν να εξάγονται στα τέλη 6ου-αρχές 5ου αιώνα π.Χ.

Μελανόμορφη κύλικα λακωνικού εργαστηρίου (περ.570) με θέμα τη Σφίγγα. Ο αγγειογράφος του συγκεκριμένου αγγείου ονομάζεται συμβατικά «Ζωγράφος της

Ναύκρατης».

Page 66: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ο Ηρόδοτος, αναφερόμενος στο ίδιο θέμα, δεν επιβεβαιώνει την ύπαρξη θαλάσσιων μεταφορών σιτηρών, κατά την Αρχαϊκή περίοδο, από την αποικία Ολβία στη βόρεια Μαύρη Θάλασσα προς

την Ελλάδα. Ούτε και δηλώνει ξεκάθαρα, εάν η Ολβία επανεξήγαγε το σιτάρι που προμηθευόταν από τους Σκύθες καλλιεργητές, οι οποίοι κατοικούσαν στην περιοχή (Ηρόδοτος, Ιστορίαι 7.147). Στα τέλη λοιπόν του 6ου αιώνα π.Χ., άρχισαν οι άποικοι να εμπορεύονται σιτάρι πρώτα, για να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες και αργότερα, για να το εξάγουν στις ελληνικές πόλεις.

Μπορεί κανείς να πει με σιγουριά ότι οι ελληνικές αποικίες -τουλάχιστον της Μαύρης Θάλασσας- λειτουργούσαν ως μεσάζοντες ανάμεσα στον ελλαδικό χώρο και στους ντόπιους γείτονές τους που

καλλιεργούσαν και εμπορεύονταν σιτηρά.

Μέρος του αρχαιολογικού χώρου της Ολβίας στη σημερινή Ουκρανία η οποία ήταν μια από τις σπουδαιότερες πόλεις της Μαύρης Θάλασσας και

χώρος συνδιαλλαγής με τους ιθαγενείς λαούς της ενδοχώρας.

Page 67: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Εξαγωγές

Αγγεία Πρωτοκορινθιακής και κυρίως Κορινθιακής κεραμικής, τα οποία χρησιμοποιούνταν για τη

μεταφορά αρωμάτων, αιθέριων ελαίων, ελαιόλαδου και κρασιού, βρέθηκαν σε διάφορες περιοχές και πιστοποιούν μία εξάπλωση του εμπορίου τον 7ο αιώνα π.Χ. πέρα από τα γεωγραφικά όρια του

ελλαδικού χώρου. Η ώθηση αυτή συνεχίστηκε και τον 6ο αιώνα π.Χ., όταν η Αττική μελανόμορφη

κεραμική κατέκλυσε τις αγορές από τη Γαλλία και την Ιταλία έως τη Ρωσία και την Εγγύς Ανατολή. Σε αυτό συνέβαλε φυσικά και η ύπαρξη αποικιών και εμπορικών σταθμών που υποστήριζαν ένα δίκτυο

συναλλαγών με κέντρα τη Μίλητο, την Κόρινθο, την Αίγινα και τέλος την Αθήνα. Για παράδειγμα, αμφορείς τύπου Μασσαλίας για τη μεταφορά

κρασιού έχουν βρεθεί στην ευρύτερη περιοχή της νότιας Γαλλίας και στη νοτιοανατολική Ισπανία. Οι

λαοί της ανατολικής Γαλλίας, της νοτιοδυτικής Γερμανίας και της βορειοδυτικής Ελβετίας εισήγαγαν

κρασί, είδη πολυτελείας και αγγεία πόσης. Αρχαϊκός αμφορέας από τη

Μαύρη Θάλασσα.

Page 68: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Αρχικά, το εμπορικό αυτό δίκτυο στηριζόταν από τυχοδιώκτες -μέλη των

ανώτερων τάξεων- που μαζί με τους ανθρώπους τους ήταν υπεύθυνοι για τις συναλλαγές. Τον 6ο αιώνα π.Χ., όμως, ανεξάρτητοι ιδιοκτήτες πλοίων -που

μπορούσαν να ανήκουν και σε χαμηλότερες κοινωνικά τάξεις- έλεγχαν το

εμπόριο και όργωναν τη Μεσόγειο αναζητώντας τις ευκαιρίες απόκτησης

κέρδους. Ένα παράδειγμα προϊόντος με μεγάλη ζήτηση ήταν το κρασί της Χίου που είχε αποκτήσει φήμη από τα τέλη του 8ου

αιώνα π.Χ. Το μετέφεραν στο γνωστό λευκό χιακό αμφορέα της εποχής, που έχει

βρεθεί σε διάφορα μέρη, όπως για παράδειγμα στη Σμύρνη. Εξίσου

πολυζήτητο ήταν και το κρασί της Σάμου.

Όψη των αρχαίων τειχών της Σάμου.

Page 69: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Υπήρχαν, πάντως, και περιπτώσεις απαγόρευσης στην

εξαγωγή των προϊόντων. Αναφορές έχουν σωθεί από τις

πόλεις της Αθήνας και της Σηλυμβρίας στις θρακικές

ακτές. Στην Αθήνα επιτρεπόταν μόνον η εξαγωγή

ελαιόλαδου και στη Σηλυμβρία είχε απαγορευτεί, για κάποιο χρονικό διάστημα, η εξαγωγή σιτηρών (Ψευδο-Αριστοτέλης, Οικονομικά 1348β33-1349α3).

Πελίκη του Ζωγράφου του Αντιμένη με θέμα

αγοραπωλησία ελαιόλαδου (520-510

π.Χ.).

Page 70: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Δουλεμπόριο

Με την ανάπτυξη του εμπορίου η δουλεία γίνεται πλέον παράγοντας της ελληνικής οικονομίας. Ο Ησίοδος περιγράφει στο έργο του Έργα και Ημέραι, στα τέλη του 8ου ή στις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ., την εξέλιξη της δουλείας στην ιδιαίτερη πατρίδα του στη Βοιωτία, στο μικρό χωριό ’σκρα (Ησίοδος, Έργα και Ημέραι 405-406, 597-608). Αναφορές σε δούλους έχουμε και στη λυρική ποίηση του 7ου και 6ου αιώνα π.Χ. στα έργα του Αρχίλοχου, του Ιππώνακτα (Ιππώναξ, αρ.115

στο Fowler,1992) και του Θέογνη (Θέογνις, απόσπασμα 535-538 στο Loeb, Elegy and Iambus I).

Πιάτο βοιωτικό από την Τανάγρα της Βοιωτίας με παράσταση Σφίγγας (περ.560).

Page 71: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Το εμπόριο δουλείας περιελάμβανε εταίρες και ανειδίκευτο προσωπικό για την εργασία στα λιμάνια, στα εργαστήρια, στα καταστήματα και στα χωράφια. Επίσης, ως εργατικό δυναμικό

χρησιμοποιούνταν στα μεταλλεία, στα λατομεία, στη μεταφορά λίθων και σε άλλες οικοδομικές εργασίες. Η τιμή ενός δούλου εξαρτιόταν από το φύλο, την ηλικία, τις επαγγελματικές ικανότητές του και περισσότερο από τις σχέσεις ζήτησης και προσφοράς στην περιοχή. Ένα ψήφισμα του 6ου

αιώνα π.Χ. από την Kύζικο μάς πληροφορεί για την ύπαρξη ενός φόρου, της "ανδραποδωνίης", που πιθανότατα να σχετίζεται με τη χρήση δούλων (Pleket, 1964, no 21). Οι δούλοι προέρχονταν κυρίως από τη Λυδία, την Παφλαγονία και τη Φρυγία. Περιοχές όπως η Χίος, η Έφεσος και το

Βυζάντιο, πρωτοστάτησαν στη διεξαγωγή δουλεμπορίου.

Νόμισμα από την Κύζικο.

Page 72: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Μάλιστα, ο ιστορικός Θεόπομπος αναφέρει ότι η Χίος ήταν το πρώτο μέρος

στην Ελλάδα που χρησιμοποίησε δούλους από μη ελλαδικά μέρη. Την ίδια

στιγμή που η ελευθερία του πολίτη αποτελεί προϋπόθεση για να υπάρξει η

πόλη -αλλά και αναγκαία συνέπειά της- η υποδούλωση άλλων λαών θεωρείται απαραίτητη για την απόκτηση και

διατήρηση αυτής της ελευθερίας. Όσον αφορά την αιτιολόγηση της διαδικασίας

που οδήγησε σ' αυτό το φαινόμενο, υπάρχουν δύο βασικές προσεγγίσεις. Η πρώτη θεωρεί ότι η οικονομική πρόοδος οδήγησε στην ανάπτυξη της δουλείας, η

οποία με τη σειρά της προώθησε την εξέλιξη της δημοκρατίας. Η δεύτερη,

αντίθετα, υποστηρίζει ότι η εξέλιξη της δημοκρατίας οδήγησε στην ανάπτυξη της

δουλείας δίνοντας ώθηση έτσι στην οικονομική πρόοδο.

Η Χίος και η απέναντι ιωνική ακτή με τις ελληνικές πόλεις Κλαζομενές,

Τέω και τη Σμύρνη πολύ κοντά.

Page 73: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ως επιχειρήματα, για την πρώτη άποψη, μπορούν να χρησιμοποιηθούν, η ανάπτυξη της εμπορικής και της καλλιτεχνικής κίνησης, η μείωση του διαθέσιμου εργατικού δυναμικού και το ρεύμα του

αποικισμού από τον 8ο έως τον 6ο αιώνα π.Χ. Από την άλλη πλευρά, όσοι υποστηρίζουν τη δεύτερη, στηρίζονται στην ενίσχυση του δήμου εις βάρος της αριστοκρατίας μετά από μία σειρά

επεισοδίων με επικεφαλής διάφορους τυράννους. Τα επεισόδια αυτά ήταν αποτέλεσμα της αυξανόμενης σημασίας του ρόλου των καλλιτεχνών και του εμπορίου, καθώς και της ζήτησης

στρατιωτών μετά την επικράτηση της οπλιτικής τακτικής, ήδη από τον 7ο αιώνα π.Χ. Ροδόπις. Ο Ηρόδοτος αναφέρεται στην περίπτωση της εταίρας Ροδόπιδος από τη Θράκη, η οποία ήταν διάσημη την εποχή της βασιλείας του Άμαση, μεταξύ του 569 και 526 π.Χ. Υπήρξε σκλάβα

του Ξάνθη από τη Σάμο, ο οποίος την έφερε στην Αίγυπτο. Ο Χάραξος από τη Μυτιλήνη, αδελφός της ποιήτριας Σαπφώς, την απελευθέρωσε, αφού πλήρωσε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό

(Ηρόδοτος, Ιστορίαι 2.134-135, Στράβων, Γεωγραφικά 17.1.33).

Λήκυθος χαλκιδικού εργαστηρίου (530 π.Χ.).

Page 74: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ναυπηγική

Καθώς το εμπόριο μέσω των θαλάσσιων οδών άρχισε να παίζει σπουδαιότερο ρόλο, αποτέλεσμα ήταν να αναπτυχθεί σημαντικά και η ναυσιπλοΐα (Θέογνις, απόσπασμα 179-180 στο West, 1993).

Την περίοδο μεταξύ 700 και 480 π.Χ. παρατηρείται αυξημένη ναυτική δραστηριότητα, που χαρακτηρίζεται από την ίδρυση αποικιών στο βόρειο Αιγαίο, στα βορειοανατολικά της Μαύρης Θάλασσας και στη Δύση, καθώς και από την ανάπτυξη των εμπορικών σχέσεων με την Αίγυπτο. Τον 6ο αιώνα π.Χ., η Σπάρτη αρχίζει να αμφισβητεί τη ναυτική δύναμη της Σάμου, η οποία με τη

στήριξη του τυράννου Πολυκράτη κυριαρχεί στο Αιγαίο.

Σχεδιαστική αναπαράσταση νεωρίου για τη φύλαξη πολεμικών πλοίων.

Page 75: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Την ίδια εποχή η Αίγινα και η Αθήνα βρίσκονταν σε διαμάχη για τον έλεγχο των θαλάσσιων δρόμων της περιοχής τους. Ως αποτέλεσμα, η ναυπηγική

αναγκάστηκε να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα, αλλά και να

ανταποκριθεί στις νέες απαιτήσεις. Πληροφορίες για τα πλοία της εποχής

βρίσκονται στις περιγραφές των λυρικών ποιητών, οι οποίοι δε

διστάζουν να υιοθετήσουν τη γλώσσα των ομηρικών επών. Ο Αρχίλοχος και ο

Σόλων τα ονομάζουν ταχύτατα, ο Αλκαίος μαύρα (Αλκαίος, z 24 στο Lobel-Page, Poetarum Lesbiorum

Fragmenta, 1955). Τις πρώτες αναφορές σε τύπους πλοίων όπως είναι η

πεντηκόντορος και η τριήρης τις βρίσκουμε: για τη μεν πρώτη στον

Αρχίλοχο, όπου πληροφορούμαστε τη μεταφορά ενός πρέσβη στην Πάρο

(Αρχίλοχος, Tetram. απόσπασμα 51 στο Diehl3), και για τη δεύτερη στον

Ιππώνακτα (Ιππώναξ, Iamb.Lib.Inc. απόσπασμα 45 στο Diehl3).

Χάρτης των νησιών του Αργοσαρωνικού. Η Σαλαμίνα βρισκόταν από τον 6ο αι στα

χέρια των Αθηναίων, όμως η Αίγινα αποτελούσε παραδοσιακό πολιτικό και

οικονομικό αντίπαλο της πόλης της Παλλάδος.

Αθήνα

Κόρινθος

Αίγινα

Σαλαμίς

Τροιζήνα

Μέγαρα

Page 76: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Τα πολεμικά πλοία, οι λεγόμενες μακραί νήες, ήταν σε χρήση από τον 8ο αιώνα π.Χ. Αργότερα, ενισχύθηκαν στην πλώρη με το έμβολο, αυξάνοντας έτσι την επιθετική τους δύναμη. Από το

σημείο αυτό, ο ρόλος τους διαχωρίστηκε από εκείνον των εμπορικών πλοίων. Οι πεντηκόντοροι (με 50 κουπιά) χρησιμοποιούνταν εκτενέστατα τόσο για τη μεταφορά αγαθών όσο και σε

πολεμικές εκστρατείες, κυρίως από τους Φωκαείς (Ηρόδοτος, Ιστορίαι 1.163). Ο ρόλος τους ήταν πολύ σημαντικός, ακριβώς εξαιτίας της ικανότητας που είχαν να πλέουν σε αντίθετα θαλάσσια

ρεύματα και να αντιμετωπίζουν εχθρικά πλοία κατά μήκος επικίνδυνων ακτών και περασμάτων. Ήταν τα πιο κατάλληλα για επιδρομές, για πειρατεία και για τη μεταφορά αγαθών και

στρατευμάτων. Θεωρούνταν τα κατεξοχήν πολεμικά πλοία πριν από την εμφάνιση της τριήρους (Θουκυδίδης, Ιστοριών 1.14). Επίσης, οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν και τις τριαντακοντόρους,

πλοία δηλαδή με 30 κουπιά.

Ξύλινο μοντέλο τριήρους με τους πεζοναύτες της.

Page 77: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Τον 6ο αιώνα π.Χ., χρησιμοποιήθηκε ευρύτερα ένα νέο πολεμικό πλοίο η τριήρης, με τρεις σειρές κουπιών, και με 170 κωπηλάτες. Σύμφωνα με το Θουκυδίδη, το ναυπήγησαν πρώτοι οι Κορίνθιοι ήδη από τον 7ο αιώνα π.Χ. (Θουκυδίδης, Ιστοριών 1.13). Κατά μία άλλη και πιθανότερη άποψη, δημιουργήθηκε στην περιοχή του Αιγαίου γύρω στα 530 π.Χ., την εποχή του Πολυκράτη, και ο

σχεδιασμός του είχε επιρροές από τα πλοία των Φοινίκων. Τέλος, άλλοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι οι Κορίνθιοι ήταν αυτοί που σχεδίασαν το νέο αυτό πλοίο και ότι πιθανώς ο Πολυκράτης ήταν

ο πρώτος που χρησιμοποίησε την τριήρη στη θέση των πεντηκοντόρων.

Μοντελιστική αναπαράσταση τριήρους.

Page 78: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Τα κατεξοχήν εμπορικά πλοία, οι στρογγύλαι νήες, είχαν την πλώρη και την πρύμνη ψηλές και στρογγυλεμένες και το αμπάρι ευρύχωρο. Τον 7ο αιώνα π.Χ., απέκτησαν μεγάλα ιστία και

βοηθητικά κουπιά -αυξάνοντας έτσι την ταχύτητά τους- και εφοδιάστηκαν με άγκυρα. Το σκαρί τους παρέμεινε το ίδιο και στις επόμενες εποχές. Τα κατεξοχήν εμπορικά ονομάζονταν ολκάδες και ο Αριστοτέλης αργότερα τα παρομοίασε με μεγάλα έντομα που είχαν μικροσκοπικά φτερά.

Όστρακα με το όνομα του Θεμιστοκλέους. Μουσείο Αρχαίας Αγοράς. Ο Θεμιστοκλής θεωρείται δικαίως ο θεμελιωτής της ανυπέρβλητης ναυτικής

ισχύος των Αθηνών τον 5αι. Λόγω της στρατηγικής του επιλογής να προωθήσει στην Εκκλησία του Δήμου ψηφίσματα για την ανασύσταση και γιγάντωση του πολεμικού στόλου τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα. Η αθηναϊκή οικονομική

ηγεμονία βασίστηκε ακριβώς σε αυτόν το στόλο.

Page 79: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Πειρατεία

Στο έργο του Θουκυδίδη υπάρχει η πληροφορία ότι κάποτε όλοι οι κάτοικοι των νησιών ήταν πειρατές (Ιστοριών 1.5,7-8). Πιθανότατα να αναφέρεται στα τέλη του 8ου αιώνα π.Χ. και κυρίως

στον 7ο αιώνα, όταν το φαινόμενο της πειρατείας είχε αποκτήσει τεράστιες διαστάσεις στις ελληνικές θάλασσες. Η πειρατεία ήταν ήδη γνωστή από τα μινωικά χρόνια (Θουκυδίδης, Ιστοριών 1.4). Οι Κρήτες, ειδικά, είχαν αποκτήσει μεγάλη φήμη ως ικανότατοι στις θαλάσσιες επιδρομές. Η

μέθοδος που ακολουθούσαν στη διεξαγωγή των πειρατικών τους επιθέσεων δημιούργησε ένα χαρακτηριστικό τύπο, εκείνον του Κρήτη πειρατή, όπως αυτός περιγράφεται στα έργα του

Ομήρου. Σε όλη τη διάρκεια της Αρχαϊκής περιόδου, οι Κρήτες πειρατές συνέχισαν να οργώνουν τις θάλασσες της Μεσογείου σε αναζήτηση κερδοφόρας λείας. Γύρω στα μέσα της Κλασικής

περιόδου, οι πειρατές της Κιλικίας επικράτησαν πλέον έναντι των Κρητών περιορίζοντας έτσι τη δράση τους. Οι κάτοικοι της Αίγινας ήταν γνωστοί στον αρχαϊκό κόσμο για τις ικανότητές τους στην "τέχνη" της πειρατείας. Η γεωγραφική θέση του νησιού εξάλλου ήταν τέτοια που επέτρεπε

τον έλεγχο του περάσματος των πλοίων στο Σαρωνικό κόλπο.

Αργυρό νόμισμα αξίας τριών οβολών από τη μακεδονική όλη Ηιώνα (περ. 500).

Page 80: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Επιδίδονταν ιδιαίτερα στην απαγωγή διάφορων άτυχων ταξιδιωτών, τους οποίους έπειτα πουλούσαν ως δούλους καθώς αυτό το είδος εμπορεύματος ήταν αρκετά επικερδές. Yπάρχουν

αναφορές για την απαγωγή της κόρης του τυράννου Πεισίστρατου από κάποιο μνηστήρα και την πώλησή της ως σκλάβα στην Aίγινα. Είναι πολύ πιθανόν ότι μέχρι το τέλος του 6ου αιώνα π.Χ.,

στην Αίγινα υπήρχε μια αρκετά δραστήρια αγορά δούλων. Καθώς, όμως, το εμπόριο αναπτυσσόταν και οι διάφορες πόλεις άρχισαν να αποκτούν στόλο και οχυρώσεις, οι Αιγινήτες

στράφηκαν στην ανταλλαγή προϊόντων λειτουργώντας οι ίδιοι ως πλανόδιοι έμποροι που μετακινούνταν από τόπο σε τόπο κυρίως στην ηπειρωτική Ελλάδα.

Σχεδιαστική αναπαράσταση τριήρους.

Page 81: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Μέθοδοι

Χαρακτηριστικό στοιχείο του εμπορίου της εποχής ήταν η αμεσότητα στις συναλλαγές, που εκφραζόταν μέσα από τον προφορικό λόγο και την απευθείας ανταλλαγή αγαθών. Για

παράδειγμα, οι έλληνες άποικοι στην περιοχή της Ολβίας, στη βόρεια Μαύρη Θάλασσα, αντάλλασσαν με τους ντόπιους κεραμική πολυτελείας, κρασί και λάδι με σiτάρι, το οποίο

στέγνωναν σε ειδικά κτήρια πριν από τη μεταφορά του. Εκτός από τη συναλλαγή στην τράπεζα και στην αγορά, εμπορικές συναλλαγές γίνονταν και με τους πλανόδιους πωλητές. Οι πιο

διάσημοι από αυτούς ήταν οι κάτοικοι της Αίγινας, που μετέφεραν τα Αιγιναία από περιοχή σε περιοχή και τα εμπορεύονταν. Τα προϊόντα αυτά ονομάστηκαν έτσι, γιατί οι πρώτοι που τα

εισήγαγαν στην κυρίως Ελλάδα ήταν οι Αιγινήτες.

Αργυρό νόμισμα αξίας δύο οβολών από τη Θάσο (περ. 500-470).

Page 82: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Τράπεζα

Η ανάπτυξη του θαλάσσιου εμπορίου ήταν δυνατή λόγω της ταυτόχρονης ανάπτυξης της "τραπεζικής" πίστωσης, η οποία σταδιακά αναδείχθηκε μέσα από δύο αρκετά διαφορετικούς

θεσμούς: το ναό και την τράπεζα χρήματος στην αγορά. Μόνο οι πλούσιοι γαιοκτήμονες ήταν σε θέση να δανείσουν όσους επιθυμούσαν να ασχοληθούν με το εμπόριο. Αυτοί διέθεταν τα

απαραίτητα κεφάλαια για την κατασκευή ή και την αγορά πλοίου και φορτίου. Πολίτες από φτωχά κοινωνικά στρώματα και πρώην αριστοκράτες που είχαν καταστραφεί οικονομικά, κατέφευγαν στο

δανεισμό, για να μπορέσουν να πραγματοποιήσουν όσα μεγαλεπήβολα σχέδια είχαν.

Εικόνα από το οικονομικό κέντρο της αρχαίας Κω. Η πόλη του ακριτικού νησιού αποτέλεσε σημαντικό κέντρο συναλλαγών για τους πληθυσμούς του Αιγαίου,

κυρίως από την κλασική εποχή και έπειτα.

Page 83: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Αγορά

Η πρώτη σίγουρη αναφορά σε εμπορική αγορά υπάρχει σε ένα ομηρικό επίγραμμα, που χρονολογείται γύρω στις αρχές του 6ου αιώνα π.Χ. Η αγορά βρισκόταν συχνά σε ένα κεντρικό

σημείο της πόλης ή κοντά στο λιμάνι, εάν βέβαια υπήρχε. Εκεί συγκεντρώνονταν διάφοροι πολίτες, αγρότες και τεχνίτες και αντάλλασσαν τα προϊόντα τους. Εκτός όμως από τις μόνιμες

αγορές μέσα στις πόλεις, υπήρχαν και οι εποχιακές. Αυτές οργανώνονταν έξω από την πόλη, για να προμηθεύουν συνήθως με αγαθά στρατούς με τους οποίους η πόλη είχε φιλικές σχέσεις, αλλά

που δεν επιθυμούσε να τους επιτρέψει την είσοδο εντός των τειχών της.

Η αγορά της αρχαίας Κορίνθου (με τα ερείπια της ρωμαϊκής εποχής). Η Κόρινθος υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες εμπορικές δυνάμεις του αρχαίου κόσμου ως την καταστροφή της από τους Ρωμαίους του 146

π.Χ.

Page 84: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Στις ελληνικές αγορές καλλιεργήθηκε το ανεξάρτητο και ανταγωνιστικό πνεύμα που ώθησε τους έλληνες εμπόρους να υιοθετήσουν από την Ανατολή νέες τεχνικές στην παραγωγή των προϊόντων τους, οι οποίες καλλιεργήθηκαν κι έφτασαν σε υψηλά επίπεδα τελειότητας από

τους ντόπιους τεχνίτες. Ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της κοκκιδωτής τεχνικής στη χρυσοχοΐα.

Αμφορέας του Ταλείδη με θέμα τη ζύγιση προϊόντων (περ.520).

Page 85: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Φόροι

Είναι γνωστό ότι στην Αρχαϊκή περίοδο η άμεση φορολογία περιελάμβανε φόρους κινητής περιουσίας, στην παραγωγή δηλαδή των προϊόντων, καθώς και διόδια. Οι έμμεσοι φόροι, από την

άλλη πλευρά, αφορούσαν την είσοδο στις αγορές και τα λιμάνια καθώς και τη χρήση τους, τη διέλευση των πυλών διάφορων πόλεων και την αγορά και πώληση εμπορικών ειδών.

Αναφέρονται και περιπτώσεις απαλλαγών. Ένα ψήφισμα του 6ου αιώνα π.Χ., από την Κύζικο, απαλλάσσει έναν πολίτη και τους απόγονους του από την καταβολή φόρων.

Σχεδιαστική αναπαράσταση αρχαίου λιμένος.

Page 86: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Αποικίες

Η λεγόμενη αποικιακή κίνηση, που διήρκησε από τα μέσα περίπου του 8ου αιώνα π.Χ. και συνεχίστηκε μέχρι τα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ., είχε ως αποτέλεσμα την ίδρυση ελληνικών πόλεων στη Σικελία, στη νότια Ιταλία, κατά μήκος της νότιας ακτής της Γαλλίας και της ανατολικής ακτής

της Ισπανίας, στη χερσόνησο της Κυρηναϊκής στη βόρεια Αφρική, κατά μήκος των θρακικών ακτών, στον Ελλήσποντο και στη Μαύρη Θάλασσα.

Page 87: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Βασικά χαρακτηριστικά του αποικισμού ήταν: πρώτον, ότι είχε το στοιχείο της οργανωμένης κίνησης με αφετηρία την

εκάστοτε μητρόπολη και δεύτερον, ότι οι αποικίες -με εξαίρεση τα εμπόρια- αποτέλεσαν πόλεις από την αρχή της ίδρυσής τους, οι οποίες μάλιστα συχνά αναπαρήγαγαν τους

θεσμούς των μητροπόλεων τους. Τα οικονομικά ενδιαφέροντα έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην

εξέλιξη του αποικισμού. Τα μέλη των υψηλότερων οικονομικά στρωμάτων αποτέλεσαν τους πρωτοπόρους,

όσον αφορά την επέκταση της Ελλάδας έξω από την περιοχή του Αιγαίου. Οι ανώτερες κοινωνικά τάξεις

αναζητούσαν "χρήματα" (χρήσιμα πράγματα), όπως ασήμι και χρυσό, εκτάσεις σιτηρών, σπίτια και ζώα, σε περιοχές

έξω από τον κυρίως ελλαδικό χώρο.

Λίθινο αγαλματίδιο Κούρου από το ιερό του Απόλλωνα στο Ιδάλιον Κύπρου (περ.600 π.Χ.).

Page 88: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Οι έλληνες άποικοι ανέπτυξαν εμπορικές συναλλαγές τόσο με τις μητροπόλεις τους, όσο και με άλλες πόλεις και αποικίες εντός και εκτός του ελληνικού κόσμου. Δε δίστασαν, επίσης, να έρθουν σε επαφή και να δημιουργήσουν εμπορικές σχέσεις με τους γείτονές τους αυτόχθονες λαούς, όπου

αυτό ήταν βέβαια εφικτό (Ηρόδοτος, Ιστορίαι 4.108.1-109.1). Στο Εμπόριο της Καταλονίας, αποικία των κατοίκων από τη Φώκαια της Μικράς Ασίας, η ελληνική και η αυτόχθονη κοινότητα κατοικούσαν στην ίδια περιοχή (Στράβων, Γεωγραφικά 3.4.8). Ωστόσο αν και περιβάλλονταν με

κοινή οχύρωση, ήταν χωρισμένες με εσωτερικό τείχος.

Κεφάλι δαιδαλικής τεχνοτροπίας από τη Νότιο Ιταλία (625).

Page 89: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Σε κάποιες περιπτώσεις, οι Έλληνες υποδούλωσαν τους αυτόχθονες και άλλοτε πάλι,

μη ελληνικά φύλα έδιωξαν τους Έλληνες από την περιοχή τους. Ως επί το πλείστον, πάντως,

είχε επέλθει μία ισορροπημένη συνύπαρξη μεταξύ των αποίκων και των αυτόχθονων λαών που κατοικούσαν στην περιοχή. Σε ελάχιστες

περιστάσεις, πραγματοποιήθηκε ακόμη και μίξη των δύο ετερογενών στοιχείων, όπως για

παράδειγμα στα Νησιά Λιπάρι, στην Κάτω Ιταλία, όπου υπήρχε μία κοινότητα που τη

συναποτελούσαν Ρόδιοι και Kνίδιοι. Από τη μια μεριά ο φόβος των ντόπιων για τις ετρουσκικές

επιδρομές και από την άλλη η έλλειψη εναλλακτικών λύσεων από τους Έλληνες

ώθησαν τις δύο ομάδες να ενωθούν. Αρχικά, διατήρησαν την πολιτιστική τους ταυτότητα, αλλά σταδιακά μέσα από τη διαδικασία της

καλλιέργειας κοινών εκτάσεων γης αφομοιώθηκαν (Στράβων, Γεωγραφικά 5.4.7).

Αρύβαλλος από τη Ρόδο σε σχήμα ποδιού (ύστερη αρχαϊκή περίοδος).

Page 90: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Οι ελληνικές αποικίες λειτούργησαν ως εμπορικά κέντρα για τους γειτονικούς αυτόχθονες πληθυσμούς. Πρόσφεραν τις υπηρεσίες μίας μεγάλης αναπτυγμένης αγοράς, ικανής να απορροφά μεγάλους αριθμούς προϊόντων -κυρίως όμως δούλων- και σε αντάλλαγμα να προμηθεύει μεγάλες

ποσότητες χρήματος -ειδικότερα μετά τον 6ο αιώνα π.Χ.- σε μορφή κερμάτων. Οι έλληνες άποικοι διέδοσαν το νόμισμα στους ντόπιους γείτονές τους. Ελληνικά νομίσματα

έχουν βρεθεί σε αρκετές κοινότητες αυτόχθονων φυλών και πιθανότατα να είχαν μεγαλύτερη αξία ως πολύτιμο αντικείμενο παρά ως χρήμα. Είναι γνωστό ότι τα κέρματα από φτηνό μέταλλο ή

χαμηλής αξίας νομίσματα είχαν ευρεία χρήση ανάμεσα στις αυτόχθονες φυλές, όπως για παράδειγμα τα δελφίνια της Ολβίας στη Μαύρη Θάλασσα.

Νομίσματα από την Ολβία σε μορφή δελφινιού. Σπάνια μορφή ελληνικού νομίσματος, προφανώς κατ’ επιρροή της πληθώρας των δελφινιών στη Μαύρη

Θάλασσα.

Page 91: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Αίτια αποικισμού

Ο καθορισμός της ουσίας του φαινομένου του αποικισμού και των παραγόντων που τον δημιούργησαν αποτελεί μέχρι και σήμερα στον ακαδημαϊκό κόσμο, ένα θέμα το οποίο προκαλεί

μία συνεχή διαμάχη. Οι μελετητές αδυνατούν να συμφωνήσουν ως προς τα αίτια που προκάλεσαν την αποικιακή κίνηση.

Ο ναός C στον Σελινούντα της Σικελίας, δωρικός περίστυλος ναός (6x17 κίονες) του 550 περίπου.

Page 92: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Μία μεγάλη κατηγορία ερευνητών εστιάζει το ενδιαφέρον της στο πρόβλημα του υπερπληθυσμού. Εδώ και αρκετά χρόνια υποστηρίζεται ότι κατά τη διάρκεια του 8ου και 7ου αιώνα π.Χ., υπήρξε

μία δραματική αύξηση του πληθυσμού στον ελλαδικό χώρο. Προκειμένου να εκτονωθεί η ένταση από αυτό το πρόβλημα, ομάδες πολιτών στάλθηκαν να ιδρύσουν αποικίες σε περιοχές, κυρίως

εκτός της Ελλάδας.Τα τελευταία όμως χρόνια δίνεται μία ιδιαίτερη έμφαση στους οικονομικούς παράγοντες.

Ζωγραφική στη νεκρόπολη

Μοντερότσι στην Ετρουρία (Β. Ιταλία).

Αυτά τα σπάνια δείγματα αρχαϊκής

ζωγραφικής σώθηκαν στους

σκοτεινούς νεκρικούς θαλάμους

των Ετρούσκων βασιλέων και

αριστοκρατών και απηχούν θαυμάσια

την ελληνική ζωγραφική της

περιόδου. Έλληνες και Ετρούσκοι είχαν μακραίωνη σχέση

άλλοτε ειρηνική και άλλοτε πολεμική.

Page 93: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ορισμένοι μελετητές υποστηρίζουν ότι ο βασικός λόγος για την εξάπλωση των

αποικιών ήταν η απόκτηση καλλιεργήσιμης γης. Άλλοι πάλι

μιλάνε για τη σημασία των μετάλλων στην Αρχαϊκή περίοδο και θεωρούν ότι η αναζήτησή της ήταν ο βασικός λόγος που προκάλεσε το αποικιακό ρεύμα.

Πάντως, η επικρατέστερη άποψη στηρίζεται και στις δύο παραπάνω θεωρίες και δέχεται ότι οι άποικοι

παρακινήθηκαν από την ανάγκη για εύρεση τόσο καλλιεργήσιμης γης όσο

και περιοχών πλούσιων σε μέταλλα, τα οποία δε διέθετε το ελληνικό υπέδαφος

(Στράβων, Γεωγραφικά 6.2.2).

Κύλικα λακωνική σε μελανόμορφο ρυθμό με θέμα ιππέα τον οποίο στεφανώνει η νίκη σε περιβάλλον από πτηνά. (περ.550-530).

Page 94: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Tέλος, μία ομάδα μελετητών εντοπίζει την αφετηρία του αποικιακού ρεύματος και στις φυσικές καταστροφές, όπως για παράδειγμα, στις συχνές ξηρασίες της εποχής, που οδηγούσαν σε κακές

σοδειές. Ισχυρίζονται ότι ο αποικισμός αποτέλεσε τη θεραπεία, όχι τόσο του φαινομένου του υπερπληθυσμού, αλλά των πληγών που προκαλούσαν οι συνεχείς αυτές καταστροφές. Πέραν όμως από αιτίες κοινωνικής και οικονομικής φύσης καθώς και από δυσμενείς

περιβαλλοντικές συνθήκες, ορισμένες περιπτώσεις αποίκισης έχουν ερμηνευτεί κυρίως ως το αποτέλεσμα πολιτικών πιέσεων.

Νόμισμα από την πόλη Έγεστα της δυτικής Σικελίας.

Page 95: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Στην κυρίως Ελλάδα, οι αναπόφευκτες δυσκολίες στη γεωργική καλλιέργεια πιθανότατα να ευνόησαν τη σκέψη γύρω από το εμπόριο. Ωστόσο, φαίνεται απίθανο οι αποικίες να ιδρύθηκαν για εμπορικούς λόγους, την ίδια στιγμή μάλιστα που οι άποικοι στάλθηκαν για ανεύρεση νέων

καλλιεργήσιμων εκτάσεων και βοσκότοπων. Συνήθως το εμπόριο με την ευρύτερη έννοιά του, ήταν το αποτέλεσμα και όχι η αιτία του

αποικιακού ρεύματος. Το εμπορικό κίνητρο δε λειτούργησε ποτέ ως ο πρώτος λόγος για την εγκαθίδρυση κοινοτήτων ή αποικιών, ούτε στη Μικρά Ασία ούτε και στη Δύση. Γενικά, πάντως, η επιτυχία του αποικιακού κινήματος οφειλόταν αρκετά στην παράλληλη ανάπτυξη του εμπορίου.

Αμφορέας χαλκιδικός με θέμα τη μάχη Ηρακλή και

Γηρυόνη (περ.540). Το συγκεκριμένο αγγείο

βρέθηκε στην Μεγάλη Ελλάδα ως προϊόν

εξαγωγής από την Εύβοια, όπως και χιλιάδες ακόμη

ολόκληρα αγγεία ή θραύσματά τους.

Page 96: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Οι έλληνες άποικοι κατοίκησαν περιοχές ανάλογες σε κλιματολογικές συνθήκες

με εκείνες της Ελλάδας. Η επιλογή αυτή τους επέτρεψε, ώστε να προσαρμοστούν

ευκολότερα οι ίδιοι, αλλά και να προσαρμόσουν τις γεωργικές τεχνικές

τους με άνεση στις καινούργιες πατρίδες τους. Η ίδρυση των αποικιών παρείχε σημαντικές υπερπόντιες αγορές και ασφαλή λιμάνια για τις θαλάσσιες

επιχειρήσεις. Κυρίως όμως αντανακλούσε τη γενικότερη εξέλιξη, που σημειώθηκε την Αρχαϊκή περίοδο

στην περιοχή του Αιγαίου. Η δημιουργία των πόλεων, η χρήση του νομίσματος και η άνοδος των τυράννων έχουν θεωρηθεί από πολλούς ως κίνητρα, αλλά και ως συνέπειες της όλης δραστηριότητας.

Υδρία του Ζωγράφου του Βατικανού με θέμα την απαγωγή της Δηιάνειρας από τον Νέσσο

(575).

Page 97: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Υπερπληθυσμός

Η πιο παλιά θεωρία, και η πιο διαδεδομένη μέχρι πρόσφατα, πρέσβευε ως αιτία του αποικισμού το πρόβλημα

του υπερπληθυσμού στον ελλαδικό χώρο. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η αύξηση

του πληθυσμού είναι σχετική και αποτελεί κυρίως ένδειξη της μείωσης του δείκτη θνησιμότητας. Επιπλέον, η άποψη

ότι οι αποικίες αποτέλεσαν μέσο εκτόνωσης του φαινομένου του

υπερπληθυσμού της εποχής δεν είναι σίγουρη. Σε αρκετές περιπτώσεις

υπερπληθυσμού έχει επισημανθεί η "μέριμνα" της φύσης (π.χ. ξέσπασμα επιδημιών για τη μείωσή του), ενώ

βέβαια δεν απουσιάζει και ο ανθρώπινος παράγοντας που αναζητά λύσεις όσο το δυνατόν πιο άμεσες και εύκολες στην

εφαρμογή τους.

Καλλιτεχνική απεικόνιση αποίκων που πλέουν προς τη Δύση.

Page 98: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Εάν υπήρχαν λοιπόν υπεράριθμοι πολίτες, η έρευνα θα είχε φέρει στο φως κάτι από όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω, ενώ η αποστολή στις αποικίες θα ακολουθούσε ως η έσχατη λύση.

Εφόσον υπήρχε πληθυσμιακή έκρηξη στον ελλαδικό χώρο η φύση και η ανθρώπινη εφευρετικότητα θα αναλάμβαναν να αντιμετωπίσουν και να ελέγξουν το πρόβλημα. Επομένως, δε

θα υπήρχαν υπεράριθμοι πολίτες, οι οποίοι θα έπρεπε να σταλούν σε αποικίες.Ένα παράδειγμα που αντιτίθεται στην άποψη αυτή είναι η περίπτωση της Αθήνας. Εδώ

παρατηρείται αύξηση του πληθυσμού την Αρχαϊκή περίοδο. Ωστόσο η πόλη, αν και δε διέθετε αρκετό εύφορο έδαφος, δε συμμετείχε στον αποικισμό. Αντίθετα επεκτάθηκε εσωτερικά, δηλαδή

από τα παράλια προς το εσωτερικό της Αττικής, για να αξιοποιήσει νέα καλλιεργήσιμα εδάφη.

Ο ναός της Αρτέμιδος στη Βραυρώνα, σημαντική τοποθεσία στην πίσω από τον Υμηττό Αττική, η οποία άκμασε κατά τους κλασικούς χρόνους.

Page 99: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Οικονομικά αίτια

Μία θεωρία, αρκετά διαδεδομένη, αναφέρει ως πρωταρχική αιτία του αρχαϊκού αποικισμού την αναζήτηση γης, δηλαδή την αναζήτηση

εύφορων καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Αυτή η άποψη στηρίζεται κυρίως στην επιλογή να

ιδρυθούν αποικίες στις περιοχές του Πόντου και της Μαύρης Θάλασσας. Οι περισσότερες αποικίες και ο μεγαλύτερος αριθμός αποίκων

ζούσαν κυρίως από τη γεωργία, γι' αυτό και το κίνητρο της πλειοψηφίας, απ' όσους

συμμετείχαν σε αυτήν τη δραστηριότητα, ήταν η απόκτηση γης για καλλιέργεια, η οποία δεν

προσφερόταν στις μητροπόλεις.

Πρωτοκορινθιακός αρύβαλλος σε μορφή γυναίκας (625-610).

Page 100: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Σε ορισμένες αποικίες, οι πρώτοι κάτοικοι ονομάστηκαν γαμόροι, εκείνοι δηλαδή που μοιράστηκαν τη γη, όπως για παράδειγμα στις Συρακούσες. Ένα άλλο παράδειγμα αφορά τους

κατοίκους της Χίου, οι οποίοι μέσα στον 7ο αιώνα π.Χ. έπλευσαν βόρεια προς τις θρακικές ακτές και ίδρυσαν τη Μαρώνεια στην περιοχή του Ισμαρού ποταμού, περιοχή που ήταν ήδη γνωστή για την εύφορη καλλιεργήσιμη γη και το κρασί της. Επίσης, το Μεταπόντιον, αποικία της Αχαΐας στη

νότια Ιταλία, είχε υιοθετήσει ως σύμβολο στο νόμισμά του το σιτάρι, τονίζοντας με αυτόν τον τρόπο τη σημασία που είχαν οι εύφορες εκτάσεις σιτηρών για την πόλη.

Αργυρό νόμισμα από την πόλη Μεταπόντιον στη Λουκανία της Μεγάλης Ελλάδος. Παρατηρεί κανείς τα αρχικά ΜΕ δίπλα στο στάχυ

της οπίσθιας όψης.

Page 101: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Τα τελευταία χρόνια, επίσης, έχει δοθεί έμφαση στη σημασία των μετάλλων για την ανάπτυξη των ελληνικών πόλεων και η γεωγραφική θέση των αποικιών μελετάται σε συνδυασμό με τις όποιες

πηγές μετάλλων -πολύτιμων και μη- υπήρχαν κοντά τους. Για παράδειγμα, η επιλογή των αποικιών στη Μαύρη Θάλασσα συσχετίζεται με τις πλούσιες σε αποθέματα μετάλλων περιοχές

της βόρειας Μικράς Ασίας, της Αρμενίας και του Καυκάσου (Ηρόδοτος, Ιστορίαι 4.86).

Ο κόσμος κατά τον ιστορικό Ηρόδοτο είναι όπως περίπου τον φαντάζονταν οι περισσότεροι Έλληνες την αρχαϊκή και κλασική

εποχή.

Page 102: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Πολιτικά αίτια

Επειδή τα πολιτικά δικαιώματα στην αρχαϊκή πόλη σχετίζονταν κυρίως με την ιδιοκτησία ή

την ελεύθερη χρήση της γης, ήταν αναπόφευκτη και η εμφάνιση ορισμένων

κρίσιμων προβλημάτων στις μητροπόλεις. Οι κάτοικοι ήθελαν τα δικά τους αγροτεμάχια. Στις μητροπόλεις αναπτύχθηκε ένα αίσθημα

δυσαρέσκειας λόγω των αγροτικών χρεών και της εκμετάλλευσης ή και υποδούλωσης των αδύναμων αγροτικών μελών. Αυτό οδήγησε σε ένταση ανάμεσα στους ευγενείς και σε

φιλόδοξους άντρες που ανήκαν σε κατώτερες κοινωνικά τάξεις.

Αμφορέας του Εξηκία, πιθανόν με παράσταση αριστοκρατών σε

τέθριππο. (περ.530).

Page 103: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Το κλίμα αυτό οδήγησε σε παραδείγματα επιβαλλόμενης αποίκισης περιοχών. Οι ανεπιθύμητοι πολίτες υποχρεώνονταν να συμμετάσχουν σε αποικιακές αποστολές προκειμένου να

απομακρυνθεί ο κίνδυνος πιθανών αναταραχών. Μία τέτοια περίπτωση είναι εκείνη της ίδρυσης της πόλης του Tάραντα στην Kάτω Iταλία στα 708 με 706 π.X. από μία ομάδα νέων που

αναφέρονται στις πηγές ως Παρθενίαι. Κατά τη διάρκεια του Α' Μεσσηνιακού πολέμου, γυναίκες και κόρες των Σπαρτιατών απέκτησαν νόθα παιδιά, πιθανότατα από είλωτες.

Ο Τάραντας ήταν η μοναδική αποικία της Σπάρτης στην Μεγάλη Ελλάδα. Ιδρύθηκε το 706 π.Χ. και εγκαταστάθηκαν σε αυτή Σπαρτιάτες άποικοι. Οι άποικοι έδωσαν στην πόλη το όνομα του ήρωα Τάραντα, γιου του θεού Ποσειδώνα και μίας τοπικής νύμφης. Ο Τάραντας εξελίχθηκε σε κυρίαρχη

πόλη της Νότιας Ιταλίας επιβάλλοντας σταδιακά την κυριαρχία του και στις γειτονικές πόλεις. Αποτέλεσε επίσης πολύ σημαντικό εμπορικό κέντρο της δυτικής

Μεσογείου. Η κυριαρχία του Τάραντα στην νότια Ιταλία απειλήθηκε τον 3ο αιώνα π.Χ. από τους Ρωμαίους, οπότε

συμμάχησε με τον βασιλιά της Ηπείρου, Πύρρο για να τους αντιμετωπίσει. Οι Ρωμαίοι κατέλαβαν τελικά την πόλη

λίγα χρόνια μετά τους Πυρρικούς πολέμους το 272 π.Χ. Οι Ρωμαίοι μετά την κατάληψη της πόλης κατέστρεψαν τα

τείχη της. Κατά την διάρκεια του Β' Καρχηδονιακού Πολέμου ο Τάραντας υπέστη μεγάλες καταστροφές από τον στρατό του Αννίβα. Στην εικόνα, το έμβλημα της

πόλης του Τάραντα σήμερα, με εμφανές το ελληνικό όνομα της πόλης και τον επώνυμο ήρωα πάνω σε δελφίνι.

Page 104: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Όταν αυτά μεγαλώνοντας απαίτησαν να τους δοθούν πολιτικά δικαιώματα και δεν έγινε αποδεκτό το αίτημά τους, οργάνωσαν συνωμοσία, η οποία όμως αποκαλύφτηκε. Προκειμένου να

αποφευχθούν πολιτικές ταραχές στη Σπάρτη, υποχρεώθηκαν από τις σπαρτιατικές αρχές να αποχωρήσουν και να ιδρύσουν την αποικία του Τάραντα (Στράβων, Γεωγραφικά 6.3.2-3).

Κύλιξ λακωνική με θέμα το κυνήγι του Καλυδώνιου Κάπρου (περ.550).

Page 105: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Η επιβαλλόμενη αποίκιση μπορούσε να πάρει και άλλη μορφή όπως φαίνεται από

την περίπτωση της πόλης της Κυρήνης, που ιδρύθηκε από κατοίκους της Θήρας, οι

οποίοι είχαν επιλεγεί από την κάθε οικογένεια του νησιού. Γενικότερα, εκείνοι

που είχαν την εξουσία σίγουρα επωφελήθηκαν από την απομάκρυνση

κάποιων φτωχών πολιτών προς τις αποικίες, ατόμων δηλαδή που δεν είχαν καθόλου

περιουσία, για να μπορέσουν να επιβιώσουν στις μητροπόλεις τους. Παρ' όλο που αυτές

οι ομάδες πολιτών δεν είχαν πολιτική δύναμη, η δυσαρέσκειά τους θα επηρέαζε σίγουρα τις πολιτικές εξελίξεις, ιδιαίτερα

στις μικρότερες κοινότητες.

Κούρος της Θήρας (περ.590-570). Πρόκειται για έναν από τους

αρχαιότερους κούρους που έχουν σωθεί σε καλή κατάσταση.

Page 106: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Δούλοι

Στις περιοχές όπου εγκαταστάθηκαν οι έλληνες άποικοι, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι αυτόχθονες λαοί μετέπεσαν σε υπόδουλο πληθυσμό που χρησιμοποιήθηκε ως εργατικό δυναμικό. Αποδείξεις

βέβαια για μεγάλο αριθμό ιδιόκτητων δούλων στις αποικίες δεν υπάρχουν. Η Ηράκλεια του Πόντου, στα βορειο-ανατολικά του Βοσπόρου, αποικήθηκε από Βοιωτούς και

Μεγαρείς. Οι άποικοι είχαν έρθει σε συμφωνία με τους ντόπιους, τους Μαριανδυνούς, ότι θα τους παρείχαν ό,τι χρειάζονταν -και κυρίως προστασία- με αντάλλαγμα να τους υπηρετούν

παραμένοντας συνεχώς στη δική τους γη.

Η Ηράκλεια η Ποντική ήταν χτισμένη στις ακτές της Βιθυνίας στη Μικρά Ασία, στις εκβολές του ποταμού

Λύκου.Η Ηράκλεια ιδρύθηκε στα

560-558 π.Χ. ως αποικία των Μεγάρων. Οι άποικοι

υπέταξαν τους αυτόχθονες κατοίκους αλλά συμφώνησαν

μαζί τους να μην τους πουλήσουν ως σκλάβους. Από την Ηράκλεια καταγόταν ο φιλόσοφος Ηρακλείδης ο Ποντικός και ο ιστορικός

συγγραφέας Μέμνων ο Ηρακλείδης, που έζησε τον

1ο αιώνα μ.Χ.

Page 107: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ένα άλλο παράδειγμα, που μας αναφέρει ο Ηρόδοτος, αφορά τις Συρακούσες, αποικία της Κορίνθου. Οι μεγάλοι γαιοκτήμονες της συγκεκριμένης περιοχής χρησιμοποιούσαν τους

λεγόμενους Κιλλύριους ή Καλλικύριους ή Κιλλικύριους στην καλλιέργεια των χωραφιών τους. Αυτοί ήταν αυτόχθονες πληθυσμοί και στη συγκεκριμένη περίπτωση πολύ περισσότεροι από τους κατακτητές τους. Eπίσης, οι Κάρες είχαν τους Λέλεγες -τους πρώτους κατοίκους της περιοχής- ως δούλους (οικέτες), όπως άλλωστε και οι κάτοικοι της Κυζίκου, οι οποίοι είχαν υποδουλώσει τους γείτονές τους Δολιόνες και Μυδοναίους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, πάντως, οι αυτόχθονες φυλές κατάφερναν και παρέμεναν ανεξάρτητες. Όπου συνέβαινε το αντίθετο, οι λαοί αυτοί φαίνεται ότι

διατηρούσαν το δικαίωμα της χρήσης της δικής τους γης με αντάλλαγμα όμως, την πληρωμή κάποιας εισφοράς. Παρατηρείται λοιπόν ένας διαφορετικός τρόπος εκμετάλλευσης, που θυμίζει

περισσότερο εκείνον που ακολουθεί μια νικηφόρα πόλη ενάντια στην ηττημένη, παρά εκείνον που υφίσταντο οι είλωτες της Σπάρτης ή οι δούλοι της Αθήνας.

Νόμισμα από τον Ακράγαντα, τη μεγάλη πόλη της Σικελίας. Διακρίνονται τα αρχικά ΑΚΡΑ στην εμπρόσθια όψη.

Page 108: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Η αποικία

Η τυπική αποικία ήταν κατά βάση μία αγροτική κοινότητα. Οι περισσότερες ελληνικές αποικίες ιδρύθηκαν ως αυτόνομες πόλεις υπό την αιγίδα κάποιας μητρόπολης, η οποία προμήθευε τον ιδρυτή (οικιστής) και πιθανότατα τα πλοία και τους τεχνίτες για την ίδρυση της αποικίας. Ο στόχος κάθε πόλης ήταν η αυτάρκεια. Για αυτόν το λόγο, κατελάμβαναν και καλλιεργούσαν

αρκετή γη, ώστε να είναι σε θέση να εξασφαλίσουν στον πληθυσμό τους αρκετή τροφή.Δεν υπάρχουν πληροφορίες για το σύστημα διάθεσης της γης στις νέες αποικίες.

Η πηγή Αρέθουσα στις Συρακούσες,

εμβληματικό μνημείο της μακραίωνης

ιστορίας της μεγάλης αυτής ελληνικής

αποικίας στη Δύση.

Page 109: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Είναι πολύ πιθανόν ότι οι συνθήκες διέφεραν από τη μία αποικία στην άλλη. Δεν είναι γνωστό, εάν οι κλήροι μοιράζονταν στους κατοίκους ισότιμα, ούτε επίσης είναι σαφής η "τύχη" της γης σε ορισμένες

περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα σε αυτή του θανάτου του ιδιοκτήτη της. Όπως και να είχαν τα πράγματα, δεν ήταν δυνατόν τελικά να αποφευχθούν οι ανισότητες στις αποικίες, όπως αυτές που σημειώθηκαν ανάμεσα στους πρώτους αποίκους και σ’ όσους ήρθαν για εγκατάσταση αργότερα.

Αμφορέας του Ζωγράφου του Μονάχου 1410 με παράσταση Αμαζόνων ως συμμάχων των Τρώων (520-500).

Page 110: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Συνήθως, οι κάτοικοι μίας αποικίας είχαν κοινό τόπο καταγωγής και η αποικία-πόλη που ίδρυαν είχε σχέσεις με μία μόνο μητρόπολη. Παραδείγματα αποτελούν οι περισσότερες αποικίες της

Κορίνθου ( Αμβρακία, Κέρκυρα, Ποτίδαια, Συρακούσες), της Χαλκίδας (Ζάγκλη, Ρήγιο, Λεοντίνοι, Κατάνη κ.ά.), της Ερέτριας (Μεθώνη, Μένδη, κ.ά.), της Μιλήτου ( Άβυδος,

Απολλωνία Ποντική, Κύζικος, Οδησσός, Ολβία, Σινώπη, κ.ά.), των Μεγάρων (Βυζάντιο, Χαλκηδόνα, Σηλυμβρία, κ.ά.) και άλλων πόλεων. Υπήρξαν όμως και περιπτώσεις μικτών

αποικιών που ονομάστηκαν έτσι, επειδή ιδρύθηκαν από κατοίκους διαφορετικών ελληνικών πόλεων, όπως η Γέλα στη Σικελία -που ιδρύθηκε από Ρόδιους και Κρήτες- ή η Κύμη και οι

Πιθηκούσσες στην Κάτω Ιταλία από Χαλκιδαίους και Ερετριείς.Εκτός από τη γεωργία, άλλες πηγές εσόδων για ορισμένες αποικίες ήταν η πειρατεία και η αλιεία. Για παράδειγμα, στην

περιοχή της Μαύρης θάλασσας, η αφθονία θαλάσσιων και ποταμίσιων ψαριών ευνόησε την ανάπτυξη εμπορίου παστών ή λιαστών ειδών, όπως ο τόνος και η ρέγγα.

Το ελληνικό θέατρο της σπουδαίας πόλης Κατάνης στη Σικελία.

Page 111: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Εμπορικός σταθμός

Η ισχυρή τάση για ανεξαρτησία της κάθε πόλης και το κόστος της μεταφοράς προϊόντων από τη στεριά οδήγησε στην ανάπτυξη πολλών μικρών οικονομικών κέντρων κατά μήκος των ακτών του Αιγαίου. Τα εμπόρια ή εμπορικοί σταθμοί δημιουργήθηκαν σίγουρα τον 7ο αιώνα π.Χ., ίσως και νωρίτερα, από τα τέλη ήδη του 8ου αιώνα, εάν θεωρήσουμε ότι η κοινότητα της Αλ Μίνα στη Συρία ανήκε σε αυτήν την

κατηγορία. Οι εμπορικοί σταθμοί υποστήριζαν, τουλάχιστον αρχικά, οικονομικές συναλλαγές στις οποίες η τιμή δεν είχε αποκτήσει κυρίαρχο ρόλο. Το πιο διάσημο "εμπόριο" ήταν η Ναύκρατις, που ιδρύθηκε στο Δέλτα του Νείλου στην Αίγυπτο, στα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ. Οι αιγυπτιακές αρχές

επέτρεψαν και υποχρέωσαν τους Έλληνες να εγκατασταθούν μόνο στην περιοχή αυτή, πιθανότατα για να μπορούν να τους ελέγχουν ευκολότερα. Οι έμποροί της φορολογούνταν για την εισαγωγή ελληνικών

προϊόντων όπως ελαιόλαδο, ξυλεία, αργυρά, χρυσά και ξύλινα αντικείμενα, στην πόλη. Επίσης, φορολογούνταν και τα προϊόντα που παρήγαγαν οι ίδιοι οι κάτοικοι στη Ναύκρατη.

Εικόνα του αρχαιολογικού χώρου της Αλ Μινα όπως εξελίχθηκε κατά τη ρωμαιοκρατία.

Page 112: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Πρέπει να τονιστεί ότι ήταν διαφορετική από τις περισσότερες ελληνικές πόλεις και δε συνδεόταν με μία ή περισσότερες μητροπόλεις, καθώς δεν ήταν ιδρυμένη αποικία. Είναι πολύ πιθανόν ότι η

ελληνική κοινότητα στη Ναύκρατη αποτελούνταν αρχικά από εμπόρους που έρχονταν από διαφορετικές ελληνικές πόλεις. Αργότερα, πρέπει να ανέπτυξαν την πόλη Nαύκρατις, ξεχωριστά

από την εμπορική παροικία.

Αμφορέας της ομάδας του Λέαγρου με θέμα τον ήρωα Μέμνωνα και τους πολεμιστές του (περ.520). Ο ήρωας ερχόταν από την Αιθιοπία για να βοηθήσει

τους Τρώες όμως έχασε τη ζωή του από τον Αχιλλέα.

Page 113: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ο κόσμος στη Ναύκρατη ήταν οργανωμένος γύρω από το κοινό ελληνικό ιερό Ελλήνιο και τα

ξεχωριστά ιερά των Μιλήσιων, των Σαμιωτών και των Αιγινητών. Το Ελλήνιον είχε ιδρυθεί από

κοινού από τη Χίο, την Τέω, τη Φώκαια, τις Κλαζομενές, τη Ρόδο, την Κνίδο, τη Φάσηλη και τη Μυτιλήνη. Συνολικά, 12 πόλεις μοιράζονταν το ιερό (Ηρόδοτος, Ιστορίαι 2.178-179). Τα ιερά αυτά ήταν αναγνωρισμένα από τους Αιγύπτιους.

Οι έμποροι από τη Μίλητο, τη Σάμο και την Αίγινα έλεγχαν την αγορά και το εμπόριο στη Ναύκρατη, και κατ' επέκταση το εμπόριο σε

ολόκληρη την Αίγυπτο. Άλλοι εμπορικοί σταθμοί ήταν τα "εμπόρια" της Φώκαιας και της

Μιλήτου κατά μήκος της ακτής της Μικράς Ασίας και η αιγινήτικη κοινότητα των Κυδωνιών

στην Κρήτη, της οποίας ο πληθυσμός περιείχε και ντόπιους Κρητικούς. Ακόμη σταθμοί

υπήρχαν στον Πόντο και στη Μαύρη Θάλασσα.

Σύμφωνα με τον Αθήναιο η ζωή στην Ναυκράτιδα είχε όλες τις ανέσεις της και οι κάτοικοί της λάτρευαν την θεά Αφροδίτη. Αρχαιολογικές ανασκαφές που

διενεργήθηκαν το 1884/85 από τον αρχαιολόγο Φλάιντερς Πέτρι κοντά στο Nebireh στην διώρυγα του Abu-Dibab, 75 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της

Αλεξάνδρειας έφεραν στο φως πολλούς αρχαίους ναούς του Απόλλωνα, του Δία, της Αθηνάς, του Άμωνα, μια παλαίστρα, ένα κάστρο και μια βιοτεχνία για

φυλαχτάρια. Σήμερα ο αρχαιολογικός τόπος σκεπάζεται από τα νερά μιας λίμνης.

Page 114: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ο πληθυσμός ενός εμπορικού κέντρου αποτελούνταν από μόνιμους κατοίκους και από ταξιδιώτες που κατοικούσαν εκεί για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Εξαιτίας της κινητικότητας των

πληθυσμών, η οποία γενικότερα χαρακτηρίζει τους εμπορικούς σταθμούς, δεν είναι εφικτή η ακριβής σκιαγράφηση της πληθυσμιακής σύνθεσής του.

Παράσταση οικονομικών συναλλαγών. Ο βασιλιάς Αρκεσίλας της αποικίας της Κυρήνης στη Λιβύη επιβλέπει τις εμπορικές

δραστηριότητες του βασιλείου του . Ελληνικός αμφορέας της αρχαϊκής εποχής από την Ετρουρία (560 π.Χ.).

Page 115: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Κοινότητες μισθοφόρων

Πρόκειται για μικρές κοινότητες, αρχικά, οι οποίες αργότερα εξελίχτηκαν σε μεγαλύτερες πόλεις. Οι

κάτοικοί τους ήταν έλληνες μισθοφόροι στρατιώτες, που δεν είχαν όμως σταλεί από κάποια πόλη, για να τις

ιδρύσουν. Ο μεγαλύτερος αριθμός τους δημιουργήθηκε στην Αίγυπτο, επειδή οι περισσότεροι

μισθοφόροι προσλαμβάνονταν εκεί, ως μέλη των αιγυπτιακών στρατευμάτων.

Oι Δάφνες, που έχουν ταυτιστεί με το Tel Defenneh, είναι μία από τις πιο διάσημες κοινότητες μισθοφόρων στην Αίγυπτο. Η Μέμφις επίσης αναφέρεται από τον Ηρόδοτο ως η περιοχή όπου μεταφέρθηκαν Έλληνες

και Kάρες μισθοφόροι, στην περίοδο ανάμεσα στο 570 και 526 π.Χ. (Ηρόδοτος, Ιστορίαι 2.154). Αλλά και στην περιοχή της Ελεφαντίνης, όπου ήταν πιθανή η παρουσία Ελλήνων, εικάζεται ότι υπήρχαν τέτοιες

κοινότητες. Ο βασιλιάς Ψαμμήτιχος της

Αιγύπτου (664-610), εργοδότης πολλών ελλήνων μισθοφόρων, κάνει προσφορές στο θεό Ρα.

Ανάγλυφο στον τάφο του Παμπασά.

Page 116: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Η μητρόπολη

Η μητρόπολη ήταν μία οποιαδήποτε πόλη του κύριου ελλαδικού κορμού, που λειτουργώντας ουσιαστικά ως μητέρα-πατρίδα έστελνε κατοίκους στη νέα αποικία. Σε ορισμένες περιπτώσεις υπήρχαν

παραπάνω από μία μητροπόλεις, που μπορούσαν να είναι: είτε πόλεις της κυρίως Ελλάδας (π.χ. η Τανάγρα και τα Μέγαρα που ίδρυσαν την Ηρακλεία Ποντική), είτε νεοσύστατες αποικίες (π.χ. η

Κέρκυρα -αποικία της Κορίνθου- που ίδρυσε την Επίδαμνο), είτε ένας συνδυασμός και των δύο (π.χ. η Κέρκυρα -νεοσύστατη αποικία- κι η Κόρινθος, που ίδρυσαν την Απολλωνία στην Ιλλυρία και τα

Μέγαρα, το Βυζάντιο κι η Χαλκηδόνα, που ίδρυσαν τη Μεσημβρία στη Μαύρη Θάλασσα).

Η κρήνη του Θεαγένη στα

Μέγαρα ήταν η βασική

δημόσια κρήνη της πόλης

αυτής.

Page 117: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Οι σχέσεις μεταξύ μητρόπολης και αποικίας εξαρτιόνταν κάθε φορά από τη χρονική στιγμή και

από τις συνθήκες που επικρατούσαν. Τα αρχαιολογικά, κυρίως, ευρήματα υποδηλώνουν

την ύπαρξη σχέσης μεταξύ μιας αποικίας και της μητρόπολής της, τουλάχιστον στον πολιτιστικό τομέα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση του Τάραντα στην Κάτω Ιταλία, ο

οποίος φαίνεται στα τέλη της Αρχαϊκής περιόδου να έχει υποστεί επιρροές από τη μητρόπολή του, τη Σπάρτη. Επίσης, η πόλη της Δικαίας -αποικία

της Ερέτριας στη Μακεδονία- όταν έκοψε νομίσματα, επέλεξε να χρησιμοποιήσει τα ίδια σύμβολα με εκείνα της μητρόπολής της (την

αγελάδα και το χταπόδι). Από την άλλη πλευρά η Κέρκυρα και οι Συρακούσες, αποικίες και οι δύο

της Κορίνθου, αντιπροσωπεύουν ένα σχεδόν αποκλειστικό παράδειγμα στενής πολιτικής,

πλέον, σχέσης μεταξύ μητρόπολης και αποικιών (Θουκυδίδης, Ιστοριών 1.24.1-26.2).

Δορυφορική φωτογραφία της Κέρκυρας.

Page 118: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Νομίσματα

Τα αρχαιολογικά ευρήματα από τις ανασκαφές στο ναό της Άρτεμης στην Έφεσο τοποθετούν την έναρξη της κοπής νομισμάτων, στα τελευταία χρόνια του 7ου αιώνα π.Χ. Στις αρχαίες πηγές, ως

πιθανοί εφευρέτες του νομίσματος παρουσιάζονται ο Φείδων -ο βασιλιάς του Άργους- η Δημοδίκη από την Κύμη -σύζυγος του βασιλιά Μίδα- ο Εριχθόνιος και ο Λύκος από την Αθήνα, οι Λυδοί

και οι Νάξιοι. Ως πραγματικοί πάντως εφευρέτες του νομίσματος θεωρούνται οι Λυδοί, οι οποίοι χρησιμοποίησαν για τις πρώτες κοπές ένα πολύτιμο μέταλλο, το ήλεκτρο. Επρόκειτο για ένα

κράμα χρυσού και αργύρου, που βρισκόταν στην άμμο του ποταμού Πακτωλού, ο οποίος πήγαζε από το όρος Τμώλο και διέσχιζε την πρωτεύουσα Σάρδεις, στη Λυδία. Ο Ηρόδοτος δηλώνει ότι οι

Λυδοί ήταν, επίσης, οι πρώτοι που έκοψαν νομίσματα από χρυσό και άργυρο. Ενδεχομένως να αναφέρεται στις μεταγενέστερες διμεταλλικές κοπές του Κροίσου. Στην Ελλάδα, τα πρώτα

νομίσματα κατασκευάστηκαν από άργυρο προμηθευμένο από τα μεταλλεία του Λαυρίου (Αττική) και από τη βόρεια Ελλάδα.

Λυδιακό χρυσό νόμισμα.

Page 119: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Είναι γενικά αποδεκτό ότι το παλαιότερο νομισματοκοπείο στον κυρίως ελλαδικό χώρο βρισκόταν στο νησί της Αίγινας. Οι έρευνες υποδεικνύουν ότι τα νομίσματα του νησιού ανήκουν στα χρόνια

μετά το 550 π.Χ. Η εμφάνισή τους δεν μπορεί να συνδεθεί με την παράδοση που αναφέρει το βασιλιά του Άργους Φείδωνα ως εκείνον που έκοψε τα πρώτα νομίσματα στην Ελλάδα και η

οποία χρονολογείται στις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. (Ηρόδοτος, Ιστορίαι 6.127.10-12). Αρχικά, οι μελετητές υποστήριξαν ότι το νόμισμα είχε οικονομική λειτουργία, ως σταθερό μέσο μέτρησης για την εξυπηρέτηση του εμπορίου. Ήταν απόλυτα φυσικό να θεωρηθεί ότι η εμφάνισή του -

υπηρετώντας αυτόν ακριβώς το σκοπό- αποδείκνυε την ύπαρξη εξέλιξης των συναλλαγών στην Αρχαϊκή περίοδο και την αρχή μίας νομισματικής οικονομίας.

Αργότερα όμως, διαπιστώθηκε ότι η παραπάνω άποψη δεν ήταν τόσο απλή, αλλά αντίθετα παρουσίαζε μία πολυπλοκότητα που επέβαλλε την επαναξιολόγησή της. Οι πρώτες πληροφορίες, σχετικά με τη μετάβαση από το στάδιο της απλής ανταλλαγής προϊόντων σε εκείνο της χρήσης

του χρήματος, παρατηρούνται σε κείμενα του Αριστοτέλη. Στα σχετικά αποσπάσματα φαίνεται να αποδίδει μία ηθική εξήγηση στο ρόλο του νομίσματος, συνδεδεμένη άμεσα με το σύνολο των

αξιών των αρχαϊκών κοινοτήτων.

Το τυπικό αιγινήτικο νόμισα, η αργυρή

χελώνη, ήταν ίσως το πρώτο

νόμισμα ευρείας

κυκλοφορίας στον ελληνικό

κόσμο.

Page 120: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Εκτός από αυτό διαπιστώνεται ότι κατά τις πρώτες κοπές νομισμάτων σε αρκετές πόλεις

λείπουν οι μικρές υποδιαιρέσεις. Επίσης, όπου υπάρχουν μεγάλες υποδιαιρέσεις, όπως στις

πόλεις της Σικελίας, τα νομίσματα κυκλοφορούσαν κυρίως στην περιοχή όπου

είχαν κοπεί. Αυτό θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως ένδειξη ότι -αρχικά τουλάχιστον- το νόμισμα

δε χρησιμοποιήθηκε στη διευκόλυνση του εμπορίου, τοπικού ή υπερπόντιου. Οι μόνες περιπτώσεις που παρατηρείται μία -έστω και

έμμεση- σχέση μεταξύ εμπορίου και νομισμάτων είναι εκείνες της Αθήνας και των παραλιακών πόλεων της Θράκης και της Μακεδονίας. Οι

πόλεις αυτές εξήγαγαν νομίσματα στην Ανατολή και στην Αίγυπτο, όχι όμως ως χρήμα αλλά ως

αντικείμενα αξίας κατασκευασμένα από άργυρο.

Κούρος του Metropolitan Museum of Art, New York, Fletcher Fund

(περ.600-590).

Page 121: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Η εφεύρεση και η εξάπλωση του νομίσματος θα πρέπει να τοποθετηθεί σε ένα ευρύτερο πλαίσιο κοινωνικών σχέσεων και αξιών, που αναπτύχθηκαν την Αρχαϊκή περίοδο. Οι νόμοι είχαν αρχίσει να κωδικοποιούνται, προκειμένου να σταματήσει η αυθαίρετη ερμηνεία τους. Μέσα σ' αυτό το

κλίμα της εποχής, το νόμισμα απέκτησε πλέον μία νομική βάση.

Ζωγραφική στη νεκρόπολη Μοντερότσι στην Ετρουρία (περ.500). Εικόνα συμποσίου.

Page 122: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Προκερματική εποχή

Προτού αρχίσουν να χρησιμοποιούνται συστηματικά τα νομίσματα, η αξία των συναλλαγών μετριόταν σε είδος, ανάλογα με την περιοχή. Έτσι, στην Αθήνα του Δράκοντα, στον πρώτο γραπτό

νομικό κώδικα στα 621-620 π.Χ., ορισμένα αδικήματα τιμωρούνταν με πρόστιμα που είχαν ως μέτρο αξίας το βου. Στην εποχή του Σόλωνα o μέδιμνος αποτελούσε μάλλον ένα σταθερό μέτρο,

όπου η περιουσία κάθε πολίτη -ανεξάρτητα από την πηγή της- υπολογιζόταν σε μεδίμνους σιτηρών ή κρασιού. Στην περίφημη επιγραφή του 3ου αιώνα π.Χ. από τη Γόρτυνα της Κρήτης, όπου υπάρχουν

αναφορές στο νομικό κώδικα που ίσχυε τον 6ο αιώνα π.Χ., αναγράφεται ότι τα πρόστιμα και οι καταθέσεις έπρεπε να υπολογίζονται σε λέβητες, δηλαδή σε μεταλλικά δοχεία.

Μέρος της επιγραφής της Γόρτυνας, του αρχαιοτέρου σωζόμενου ελληνικού γραπτού νόμου.

Page 123: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Τα νομίσματα αντικατέστησαν ένα παλαιότερο σύστημα συναλλαγών που βασιζόταν σε σιδερένιους οβελούς. Οι οβελοί αυτοί έμοιαζαν με τις μαγειρικές σούβλες και χρησιμοποιούνταν τόσο για το ψήσιμο των ζώων όσο και ως μέσο συναλλαγής. Το πάχος τους ήταν πολύ λεπτό και έτσι κάποιος ήταν σε θέση να κρατήσει έξι συγχρόνως. Υποστηρίζεται ότι η λέξη οβολός -που

αναφέρεται στη μικρότερη υποδιαίρεση της δραχμής- προέρχεται από τους οβελούς, ενώ η λέξη δραχμή προέρχεται από το δράττω-δράξ, μία χούφτα δηλαδή από έξι οβελούς.

Έξι οβολοί που σώζονται στο Νομισματικό Μουσείο Αθηνών και η σχεδιαστική τους αναπαράσταση.

Page 124: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Από τη στιγμή που το μέταλλο χρησιμοποιήθηκε, για να διευκολύνει την ανταλλαγή προϊόντων, μετατράπηκε σε ένα είδος χρήματος. Όταν αργότερα χρησιμοποιήθηκε ως μία συγκεκριμένη

μονάδα βάρους, απέκτησε την έννοια του χρήματος όπως αυτή είναι κατανοητή στην εποχή μας. Τέλος, από τη στιγμή που το μέταλλο σφραγίστηκε με κάποιο έμβλημα έγινε νόμισμα, δηλαδή

κέρμα, και η χρήση του ήταν ανάλογη με τη σημερινή.

Αμφορέας του Ζωγράφου του Αντιμένη με θέμα αγώνα πυγμαχίας (520-510).

Page 125: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Πρώτες χρήσεις

Από τη στιγμή που δημιουργούνται οι πόλεις ως γεωγραφικά-οικονομικά κέντρα, εμφανίζονται και τα νομίσματα ως μέσο συναλλαγής. Αφότου εμφανίστηκαν τον 7ο αιώνα π.Χ. στη δυτική Μικρά Ασία, διαδόθηκαν στον ελλαδικό χώρο γύρω στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ., εποχή που εμφανίζονται και οι πρώτες κοπές ασημένιων νομισμάτων στην Κάτω Ιταλία, στη Σικελία, στη

Βόρεια Ελλάδα και στα περισσότερα κράτη της Κεντρικής Ελλάδας. Τα νομίσματα αποτελούσαν ένα οικονομικό μέσο και μετά το 600 π.Χ. Έτσι, η εμφάνισή τους δεν μπορεί να θεωρηθεί ως η αιτία για την επικράτηση της τυραννίας ή για οποιαδήποτε άλλη οικονομική ή κοινωνική κρίση

της εποχής αυτής.

Νόμισμα από ελληνική πόλη της Μικράς Ασίας (τέλη 7ου αι.).

Page 126: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Οι πρώτες κοπές ήταν υψηλής αξίας και ήταν χρήσιμες μόνο σε μεγάλες αγορές. Για παράδειγμα ο στατήρας, το συνηθισμένο νόμισμα από ήλεκτρο βάρους 14-16 γραμμαρίων, ανάλογα με το

σύστημα βάρους της κάθε περιοχής, μπορούσε να αντιπροσωπεύει το μηνιαίο μισθό ενός μισθοφόρου. Πάντως, οι κοπές μικρότερων υποδιαιρέσεων στην περιοχή της Ιωνίας άρχισαν

σχετικά νωρίς. Η αξία των περισσότερων λυδικών νομισμάτων -με το σύμβολο της κεφαλής του λέοντα από την Έφεσο- ισοδυναμούσε με το 1/3 της αξίας του στατήρα. Υπήρχαν και μικρότερες ακόμη υποδιαιρέσεις που έφταναν μέχρι και το 1/48 ή και το 1/96 του στατήρα. Τα νομίσματα του ελληνικού κόσμου, ιδιαίτερα στην αρχή της κυκλοφορίας τους, χαρακτηρίζονται από μία τεράστια

ποικιλία στην επιλογή εμβλημάτων. Ο ζωικός κόσμος της στεριάς, της θάλασσας και του αέρα εκπροσωπείται πλήρως, ενώ δε λείπουν τα φυτά, οι ανθρώπινες και οι θεϊκές μορφές.

Παραδείγματα εμβλημάτων αποτελούν ο ταύρος, το ελάφι, ο λέοντας, ο πετεινός, ο γρύπας, το δελφίνι, η φώκια, το στάχυ, το ρόδο, διάφορες ανθρωπόμορφες θεότητες κ.ά. Τα πρώτα

νομίσματα είχαν σημασία, πιθανότατα, εξαιτίας της αξίας τους ως αντικείμενα κατασκευασμένα από πολύτιμο μέταλλο.

Νόμισμα της αρχαίας Εφέσου από ήλεκτρο (620 π.Χ.).

Page 127: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Αυτή η αντίληψη ίσχυε στους Έλληνες, αλλά και ιδιαίτερα στους λαούς που ζούσαν γύρω από τις ελληνικές αποικίες. Όταν άρχισαν τα νομίσματα να χρησιμοποιούνται ως μέσο συναλλαγών, εκείνα που είχαν ευρύτερη χρήση ήταν όσα είχαν φτιαχτεί από απλό μέταλλο. Τα λεγόμενα

δελφίνια ή νομίσματα ιχθύων από χαλκό της Ολβίας, στη Μαύρη Θάλασσα, ήταν διαδεδομένα στους λαούς της γύρω περιοχής, στις αρχές του 6ου αιώνα π.Χ. Επίσης, τα μικρά ασημένια

νομίσματα που έχουν βρεθεί σε μεγάλες ποσότητες στην περιοχή της Κολχίδας, τα κολχικά, είχαν κοπεί στην αποικία Φάσις στην ανατολική Μαύρη Θάλασσα. Η περιεκτικότητά τους σε άργυρο

ποίκιλλε σε τέτοιο βαθμό, ώστε να συμπεραίνουμε μάλλον χρησιμοποιούνταν ως χρήμα.

Χάλκινο νόμισμα σε μορφή δελφινιού από την αποικία της Ολβίας στον Εύξεινο Πόντο.

Page 128: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Εφαρμογές

Οι πρώτοι που προώθησαν την κυκλοφορία του νομίσματος ήταν πιθανότατα τα μέλη της αριστοκρατίας και το διέθεσαν για την κατασκευή και τη συντήρηση των ναών. Αργότερα, με την αύξηση των οικοδομικών έργων αυξήθηκαν και οι ανάγκες σε νομίσματα για τις πληρωμές των

γλυπτών και των υπόλοιπων καλλιτεχνών, αλλά και για την αγορά μετάλλων, ξυλείας και κεραμίδων. Η σημασία της εφεύρεσης και της εξάπλωσης του νομίσματος σχετίζεται με την

ομαλοποίηση της κοινωνικής ζωής της πόλης, την ανάπτυξη και τη ρύθμιση του φορολογικού συστήματος του κράτους (πρόστιμα, φόροι, διόδια) και τη χρηματοδότηση των μισθοφορικών

στρατών. Ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στη λειτουργία του ως πολιτειακό σύμβολο, καθώς η κοπή νομισμάτων με το σύμβολο της πόλης αποτελούσε διακήρυξη της πολιτικής ανεξαρτησίας της.

Σπάνιο αργυρό νόμισμα από τη Σαλαμίνα της Κύπρου (τέλη 6ου αι. π.Χ.).

Page 129: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Αίγινα

Το νησί της Αίγινας ήταν η πρώτη περιοχή του ελλαδικού χώρου που έκοψε ασημένια νομίσματα, τους στατήρες, γύρω στα 575 π.Χ. Ως σύμβολο για τις πρώτες κοπές επιλέχτηκε η θαλάσσια

χελώνα και αργότερα η χερσαία. Ο άργυρος για τα πρώτα νομίσματα της Αίγινας προερχόταν είτε από τα μεταλλεία του Λαυρίου είτε από τη Σίφνο. Η πρωτοβουλία αυτή πιθανότατα να σχετίζεται

με το γεγονός ότι, καθώς το νησί υπήρξε η μοναδική ελληνική παρουσία στην ίδρυση της εμπορικής κοινότητας της Ναυκράτιδος στο Δέλτα του Νείλου, οι Αιγινήτες είχαν έρθει σε επαφή

με τους λαούς της Ανατολής και κυρίως με τους Λυδούς, οι οποίοι εφηύραν το νόμισμα. Οι χελώνες της Αίγινας αποτέλεσαν ένα από τα πιο διαδεδομένα νομίσματα του ελληνικού κόσμου, για περίπου τετρακόσια χρόνια, και έχουν βρεθεί σε περιοχές όπως η Αίγυπτος και η Περσέπολη.

Η μονάδα βάρους των αιγινήτικων νομισμάτων, με το δίδραχμο στατήρα να ζυγίζει 12-13 γραμμάρια, χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα κι από άλλες πόλεις στην Ελλάδα, στην Κρήτη και στη

Μικρά Ασία. Είναι γνωστό ότι προτού οι πόλεις της Κρήτης κόψουν τα δικά τους νομίσματα τον 5ο αιώνα π.Χ., χρησιμοποιούσαν ως επίσημο νόμισμα του νησιού τους, εκείνο της Αίγινας.

Ορισμένες από τις χελώνες πιθανώς να είχαν κοπεί στις Κυδωνιές, μία κρητική περιοχή που είχαν καταλάβει και αποικίσει οι Αιγινήτες (Ηρόδοτος, Ιστορίαι 3.59). Μετά την Αίγινα, ακολούθησαν

η Κόρινθος και η Αθήνα στην κοπή ασημένιων νομισμάτων στο χώρο της κυρίως Ελλάδας.

Χαρακτηριστικά νομίσματα

των Αιγηνιτών.

Page 130: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Αθήνα

Ανάμεσα στα πιο σημαντικά αρχαϊκά νομίσματα της κυρίως Ελλάδας, τόσο από ιστορικής όσο και από καλλιτεχνικής πλευράς

ήταν εκείνα της Αθήνας. Τα πρώτα νομίσματα, τα λεγόμενα εραλδικά ή "Wappenmuenzen", πρέπει να κόπηκαν την εποχή του Πεισιστράτου (560-527 π.Χ.), ενώ στην εποχή του γιου του Ιππία ανήκουν οι πρώτες σειρές των διάσημων γλαυκών. Τα εραλδικά

νομίσματα -που ονομάστηκαν έτσι, επειδή οι περισσότεροι μελετητές πιστεύουν ότι συνδέονται με τα εμβλήματα σημαντικών οικογενειών- είναι σπάνια, γιατί οι σειρές τους ήταν περιορισμένης

κοπής. Ελάχιστες φορές βρέθηκαν εκτός Αττικής, πιθανότατα, επειδή χρησιμοποιούνταν κυρίως σε τοπικές αγορές. Είναι κυρίως δίδραχμα και ακολουθούσαν την ευβοϊκή μονάδα βάρους, ζύγιζαν δηλαδή περίπου 8,5 γραμμάρια. Είχαν ως εμβλήματα ποικίλους,

δυσδιάκριτους όμως τύπους, όπως για παράδειγμα τον αμφορέα, τη γλαύκα, την προτομή αλόγου, τον τροχό, τον αστράγαλο, το κεφάλι

ταύρου. Αργότερα όμως αντικαταστάθηκαν από ευδιάκριτους εθνικούς τύπους -όπως της Αθηνάς και του ιερού συμβόλου της,

της γλαύκας- και ισχυροποιήθηκαν με την επιγραφή ΑΘΕ, δηλαδή "των Αθηναίων", με στόχο τη διάδοση του αθηναϊκού νομίσματος

στις ξένες αγορές.

Αθηναϊκή «εραλδική» δραχμή της εποχής των Πεισιστρατιδών (περίπου 520 π.Χ.).

Page 131: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Η Αθήνα παρουσίασε έντονο συντηρητισμό όσον αφορά το έμβλημα στα ασημένια νομίσματά της. Διατήρησε και στις μεγάλες αλλά και στις μικρές

υποδιαιρέσεις της το ίδιο έμβλημα, το οποίο αποτελούσε το κεφάλι της προστάτιδας θεάς της

Αθηνάς και η γλαύκα που συνδέεται με τη θεά της σοφίας. Το αθηναϊκό ασημένιο νόμισμα ήταν γνωστό

για την καθαρότητά του και το ακριβές του βάρος. Πηγή προέλευσης για το μέταλλό του ήταν τα πλούσια

μεταλλεία αργύρου του Λαυρίου, στη νότια Αττική (Ηρόδοτος, Ιστορίαι 7.144). Το νομισματοκοπείο της

Αθήνας βρισκόταν στη νοτιοανατολική γωνία της Αρχαίας Αγοράς. Η γλαύκα, που ήταν αποδεκτή

παντού και συχνά συναντάται και σε άλλα νομίσματα, έχει εντοπιστεί στην Αίγυπτο, στην Κυρήνη, στη

Νότια Ιταλία και στη Σικελία.

Ο σπουδαίος αθηναίος Αριστείδης, επονομαζόμενος Δίκαιος λόγω της ακεραιότητας του χαρακτήρα του,

αποτέλεσε μια από τις μεγάλες προσωπικότητες της πόλης της Παλλάδας στην αυγή του 5ου αι.

Page 132: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Άλλες πόλεις

Η Κόρινθος, όπως και η Αίγινα, ανταγωνιζόταν στο εμπόριο την Αθήνα. Άρχισε να κόβει νομίσματα, γύρω πιθανότατα στο 500 π.Χ. Αρκετοί μελετητές έχουν υποστηρίξει ότι τα πρώτα κορινθιακά νομίσματα ανήκουν στην εποχή του τυράννου Κύψελου γύρω στο 620 π.Χ., αλλά

σίγουρες αποδείξεις γι' αυτό δεν υπάρχουν. Ο κορινθιακός στατήρας είχε ίσο βάρος με το αθηναϊκό δίδραχμο (8,5 γραμμάρια) και η τρίτη υποδιαίρεσή του ήταν ίση με το τρίδραχμο. Δεν ήταν κυλινδρικός, όπως της Αίγινας και της Αθήνας, αλλά αντίθετα αποτελούνταν από επίπεδους δίσκους. Ως σύμβολο η Κόρινθος είχε επιλέξει τον Πήγασο και το αρχικό γράμμα του ονόματος

της πόλης της, το αρχαϊκό κόππα.

Κορινθιακή δραχμή της κλασικής εποχής με την κεφαλή της Αθηνάς και τον Πήγασο.

Page 133: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Η Ερέτρια και η Χαλκίδα, οι δύο μεγαλύτερες πόλεις της Εύβοιας με έντονη δραστηριότητα στον αποικισμό, έκοψαν νομίσματα στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. Το τρίδραχμο της Χαλκίδας, με

σύμβολο το τέθριππο, ένα άρμα με τέσσερα άλογα, ήταν ίσο σε βάρος με το αθηναϊκό τετράδραχμο. Από την πλευρά τους οι Ερετριείς είχαν υιοθετήσει ως εμβλήματα για τα δικά τους

νομίσματα την αγελάδα και το χταπόδι. Παραδείγματα ομοσπονδιακού νομίσματος έχουμε από τις πόλεις της Βοιωτίας, της Φωκίδας και της Αρκαδίας, από τον 6ο αιώνα π.Χ. και μετά. Οι βοιωτικές πόλεις υιοθέτησαν την οχτάσχημη ασπίδα ως κοινό τους έμβλημα. Το κεντρικό

νομισματοκοπείο βρισκόταν στη Θήβα και ο ρόλος αυτού του νομίσματος ήταν να υπογραμμιστεί η πολιτική ηγεμονία των Θηβών στις υπόλοιπες βοιωτικές πόλεις. Για τους Φωκείς ήταν μία

ευκαιρία να τονίσουν την ανεξαρτησία τους από τους Θεσσαλούς τυράννους, ενώ στην περίπτωση των Αρκάδων εξέφραζε την προσπάθειά τους να αψηφήσουν την ισχύ και την επιρροή της

Σπάρτης, ιδιαίτερα στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ.

Χαλκιδική δραχμή της κλασικής εποχής με την κεφαλή της νύμφης Χαλκίδος και τον αετό να κατασπαράσσει φίδι.

Page 134: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Στη βόρεια Ελλάδα -μία περιοχή πλούσια σε μεταλλεία αργύρου και χρυσού στον αρχαίο κόσμο- η πρώτη πόλη που έκοψε νομίσματα ήταν η Άκανθος, στην περιοχή της Χαλκιδικής, γύρω στα τέλη του

6ου αιώνα. Τα τετράδραχμά της, με έμβλημά τους το λιοντάρι που επιτίθεται σε έναν ταύρο, ακολουθούσαν το αττικό μέτρο βάρους. Η πρώτη από τις πόλεις της Θράκης που έκοψε νομίσματα ήταν τα Άβδηρα, αποικία της ιωνικής πόλης Τέως, τα οποία είχαν υιοθετήσει το ίδιο έμβλημα -το γρύππα- με

τη μητρόπολή τους. Τα οχτάδραχμα των Αβδήρων ήταν τα βαρύτερα στον τότε ελληνικό κόσμο και ζύγιζαν 29-30 γραμμάρια. Στο δυτικό κόσμο, και συγκεκριμένα στην Ιταλία, η κοπή νομισμάτων

ξεκίνησε στα τελευταία χρόνια του 6ου αιώνα π.Χ. Η Ιμέρα και ο Σελινούς προμηθεύονταν άργυρο για τις δικές τους κοπές πιθανότατα από ισπανικά ορυχεία. Η τεχνική που ακολουθήθηκε αρχικά από τις πόλεις της Κάτω Ιταλίας έχει μία ιδιαιτερότητα που δε συναντάται αλλού στον ελληνικό κόσμο της

εποχής. Το κέρμα αποτελούνταν από δύο αρκετά λεπτές μεταλλικές επιφάνειες, τον εμπροσθότυπο (η εμπρόσθια όψη) όπου το κυρίως έμβλημα ήταν αποτυπωμένο σε ανάγλυφο και τον οπισθότυπο (η πίσω

όψη) όπου το ίδιο έμβλημα επαναλαμβανόταν σε κοίλη μορφή.

Δραχμή των Αβδήρων της κλασικής εποχής με τον γρύπα, παραδοσιακό έμβλημα της πόλης και την κεφαλή του Απόλλωνος σε τετράγωνο

πλαίσιο.

Page 135: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Πολιτειακή οργάνωση

Ο μετασχηματισμός των μεγάλων ελληνικών κοινοτήτων από τη χαλαρή δομή του έθνους στην πιο συγκροτημένη μορφή της πόλεως συνέβη, πριν από το 700 π.Χ. Η πόλις όμως του 8ου αιώνα

π.Χ. δεν ήταν ακόμη η πόλη με τη γνωστή έννοια, με την οποία γινόταν αυτή αντιληπτή και κατανοητή την κλασική περίοδο. Θα ακολουθούσαν όπως ήταν επόμενο αρκετές διαδικασίες

μέχρι να φτάσουμε σ' αυτό το σημείο. Επιπλέον, η έννοια του να είναι κάποιος πολίτης μίας πόλης απέκτησε πολιτική ή και οικονομική σημασία, μετά το τέλος του 7ου αιώνα π.Χ.

Τα θεμέλια του δωρικού ναού της Σικυώνας,

σημαντικής πόλης της βορειοανατολικής

Πελοποννήσου

Page 136: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Θα πρέπει να τονιστεί ότι το έθνος την εποχή αυτή συνυπάρχει ως πολιτικό σύστημα με την πόλη και είναι δυνατόν να οριστεί ευκολότερα μέσα από μία σύγκρισή του με αυτήν. Ενώ λοιπόν οι

πόλεις συγκροτούνταν γύρω από ένα αστικό κέντρο, δε συνέβαινε το ίδιο και στην περίπτωση των εθνών. Σε ένα έθνος ο πληθυσμός ζούσε σκορπισμένος σε χωριά καλύπτοντας λίγο-πολύ μία ευρεία περιοχή. Η γεωγραφική αυτή επέκταση, μερικές φορές λειτουργούσε ως καθοριστικός

παράγοντας για την ανυπαρξία συγκεντρωτισμού στα έθνη.

Αμφορέας από την ομάδα της Μήδειας με θέμα τον Ηρακλή εναντίον των Αμαζόνων (περ.520). Ο Ηρακλής ήταν ο «εθνικός ήρωας» πολλών επιμέρους

ελληνικών εθνών.

Page 137: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Επίσης, με μόνη εξαίρεση τους Λοκρούς και τους Αχαιούς, τα έθνη δε συμμετείχαν στον

αποικισμό της Αρχαϊκής περιόδου. Ήταν όμως σε θέση να συγκεντρώσουν στρατό, να κηρύξουν τον πόλεμο, να επιβάλουν φόρους, να κόψουν νομίσματα και να νομοθετήσουν, λειτουργώντας έτσι όπως οι πόλεις. Η βασική

διαφορά τους ήταν ότι το έθνος δε στηριζόταν στο σώμα των πολιτών.

Ο θεσμός της δουλείας των ίδιων των πολιτών συνέχισε να ισχύει στο έθνος, ενώ,

επειδή ερχόταν σε σύγκρουση με την ιδεολογία της πόλεως, στην περίπτωσή της καταργήθηκε. Υποστηρίζεται ότι για πρώτη φορά αυτήν την εποχή, η πόλις στήριξε την εξέλιξή της στη χρήση ιδιόκτητων δούλων,

ως εργατικό δυναμικό από μη ελλαδικές περιοχές.

Παναθηναϊκός αμφορέας με παράσταση αθλητών του άλματος να προπονούνται υπό τον ήχο του

αυλού.

Page 138: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Η οικονομία της αρχαϊκής πόλης είχε κυρίως αγροτικό χαρακτήρα και η γεωργία λειτούργησε ως η ουσιαστική πηγή τόσο για την επιβίωση της

μεγάλης μάζας των πολιτών όσο και για τον πλουτισμό της πλειοψηφίας των ευπόρων. Ένας άλλος παράγοντας που συνέβαλε στην ανάπτυξη

της οικονομίας της πόλης ήταν η έντονη δραστηριότητα που εκδηλώθηκε στην

κατασκευή δημόσιων κτηρίων στο άστυ, καθώς και στην οργάνωση θρησκευτικών γιορτών

ιδιαίτερα την εποχή που είχαν επικρατήσει οι τυραννίες. Οι κατασκευές υδραγωγείων και

πηγών στα αστικά κέντρα χρονολογούνται στα τέλη 7ου-αρχές 6ου αιώνα π.Χ. και

σηματοδοτούν την ουσιαστική πλέον εμφάνιση των πόλεων. Γνωρίζουμε, για παράδειγμα, ότι η

Αθήνα αυτήν την εποχή εξελίχτηκε από ένα σύνολο διασκορπισμένων χωριών σε ένα αστικό

σύμπλεγμα με κέντρο την αγορά.

Κεφάλι κούρου από το Δίπυλο στον Κεραμεικό, 610-600 π.Χ. Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.

Page 139: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Η εγκαθίδρυση των δημόσιων και θρησκευτικών κέντρων της

πραγματοποιήθηκε την εποχή της τυραννίας των Πεισιστρατιδών, στα μέσα του 6ου αιώνα. Την ίδια εποχή οι έμποροι και οι τεχνίτες ζούσαν σε αστικά κέντρα και όχι πλέον σε αγροτικούς οικισμούς.

Μέχρι το 500 π.Χ. ο ρόλος τους δεν ήταν τόσο καθοριστικός στην εξέλιξη της οικονομίας των πόλεων, καθώς στις περισσότερες από αυτές η οικονομία

βασιζόταν στους ίδιους τους κατοίκους και στους δούλους. Εφόσον στις

περισσότερες περιπτώσεις, η ελληνική πόλις ήταν απαλλαγμένη από την ευθύνη

της προμήθειας του οπλιτικού εξοπλισμού, ισχυρή οικονομική βάση

χρειαζόταν κυρίως για την κατασκευή και την οργάνωση στόλου -από την περίοδο

των τυραννίδων και ύστερα- αλλά και για την προσφορά δημόσιων γευμάτων και

δώρων στους νικητές των αγώνων. Υδρία με θέμα ένα τέθριππο με τον ηνίοχό του (περ.550). Οι αγώνες τεθρίππων ήταν από τους δημοφιλέστερους στην αρχαία

Ελλάδα.

Page 140: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Τα έσοδα προέρχονταν από τους δασμούς του ελλιμενισμού, από τα τέλη της Αγοράς, από την ενοικίαση της δημόσιας γης και από ένα σύνολο έμμεσων -και αργότερα άμεσων- φόρων σχετικών με τη γαιοκτησία. Από τις παραπάνω πηγές εσόδων η πιο αποδοτική ήταν η φορολογία της αγοράς και των λιμανιών. Η πόλη σε αντιστάθμισμα αυτής της εκμετάλλευσης παρείχε τη σταθεροποίηση των

μέτρων και σταθμών της, την κοπή των νομισμάτων και τη βελτίωση της ύδρευσης και των λιμανιών της με κατασκευές έργων κοινωφελούς χαρακτήρα. Παραδείγματα αποτελούν ο δίολκος της

Κορίνθου, το περίφημο όρυγμα της Σάμου, έργο του Ευπαλίνου, και ο μόλος της Δήλου.

Ο δίολκος του Ισθμού, έργο μεγάλης αξίας για την οικονομία της Κορίνθου.

Page 141: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Τυραννία και οικονομία

Σε γενικές γραμμές τα στοιχεία που έχουμε για την οικονομική βάση της τυραννίας είναι λίγα. Ο

Θουκυδίδης αναφέρει τους τυράννους ως υπεύθυνους για την επιβολή άμεσου φόρου στην παραγωγή από την καλλιέργεια των χωραφιών. Γενικά, λέγεται ότι

ζητούσαν μεταξύ του 1/12 και του 1/20 του προϊόντος (Θουκυδίδης, Ιστοριών 1.17 & 18).

Στην Αθήνα προκειμένου να συγκεντρώσουν οι Πεισιστρατίδες όσο το δυνατόν περισσότερες εξουσίες, ενίσχυσαν πιο ουσιαστικά την κοινότητα των πολιτών από ό,τι παλαιότερα ο Σόλωνας με τις μεταρρυθμίσεις του. Eφάρμοσαν διάφορα μέτρα για να ενοποιήσουν το

κράτος, δημιούργησαν κάποια μορφή δημόσιου ταμείου, θεσμοθέτησαν κρατικές λατρείες και

δημόσιες τελετές.

Κόρη από την Ακρόπολη των Αθηνών. Χρονολογείται στην Εποχή του

Πεισιστράτου και των γιών του (περ.530-520).

Page 142: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

H συνολική αντίληψη που είχε ο Πεισίστρατος για τη διακυβέρνηση της πόλης

επικεντρωνόταν κυρίως στη μείωση της δύναμης της τοπικής αριστοκρατίας και στην ισχυροποίηση της εξουσίας του κράτους σε ένα πρόσωπο, τον τύραννο. Αυτή φαινόταν

στα μέτρα που καθιερώθηκαν, και είχαν σκοπό να αυξήσουν το συγκεντρωτισμό του κράτους και να ενθαρρύνουν τα άτομα μέσα από την ιδιότητα του πολίτη να ταυτίζονται

με αυτό. Ανάμεσά τους ήταν και η προώθηση της κατασκευής δημόσιων κτιρίων και η

εγκαθίδρυση των Παναθηναίων, που αποτέλεσε ένα θεσμό με ευρεία αποδοχή,

κύρος και μεγάλα κέρδη, αλλά κι ένα ουσιαστικό βήμα προς τη δημιουργία κοινής

συνείδησης.

Τελικός αρματοδρομίας. Ψευδοπαναθηναϊκός αμφορέας του

Ευφίλιτου, περ. 500 π.Χ., Γλυπτοθήκη του Μονάχου.

Page 143: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ο Πεισίστρατος οργάνωσε την αγορά, κατασκεύασε το πρώτο πώρινο υδραγωγείο των Αθηνών που υδροδοτούσε την Εννεάκρουνο (Θουκυδίδης, Ιστοριών 2.15.3-5, Παυσανίας, Αττικά 14.1), επέκτεινε το Ελευσίνιο Τελεστήριο, ανακατασκεύασε το ναό της Αθηνάς Πολιάδος κι άρχισε τις

εργασίες του Ολυμπιείου. Ο γιος του, ο Ίππαρχος, ανέλαβε την κατασκευή του τείχους του περίβολου της Ακαδημίας (Ηρόδοτος, Ιστορίαι 1.59-64).

Η εξωτερική του πολιτική έχει ερμηνευτεί ως ένδειξη μίας συνειδητής προσπάθειάς του να δώσει ώθηση στο εμπόριο της πόλης του. Επανεκατέλαβε το Σίγειο στα παράλια της Μικράς Ασίας -

απέναντι από τη Λήμνο- κι έστειλε αποίκους στη Χερσόνησο, απέναντι από την Ίμβρο, πιθανώς για να ελέγξει την είσοδο προς τη Μαύρη Θάλασσα.

Αμφορέας με θέμα Κενταύρους σε κυνηγετική σκηνή (περ.540).

Page 144: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ανάλογη τακτική ακολούθησαν και άλλοι διάσημοι τύραννοι της εποχής. Ο γνωστός

δίολκος της Κορίνθου κατασκευάστηκε την εποχή του Περιάνδρου, από την οικογένεια

των Κυψελιδών. Στη Σάμο, το διάσημο Όρυγμα του Ευπαλίνου ολοκληρώθηκε, όταν ο τύραννος Πολυκράτης είχε την εξουσία. Το υδραγωγείο στα Μέγαρα, έργο και αυτό του Ευπαλίνου, ανήκει στα χρόνια του Θεαγένη.

Σε γενικές γραμμές, η τυραννία βοήθησε στην ανάπτυξη μιας πολιτειακής συνείδησης με την

κατασκευή ναών και δημόσιων κτηρίων, με την προώθηση θρησκευτικών γιορτών και

δημοφιλών λατρειών (π.χ. προς το Διόνυσο), καθώς και με τη δημιουργία νομίσματος. Η

εξαγωγή κεραμικής αυξήθηκε την εποχή της τυραννίας. Αυτό θα μπορούσε να υπονοεί και

μία γενικότερη αύξηση στις εμπορικές συναλλαγές άλλων προϊόντων (Αριστοτέλης,

Πολιτικά 1313β18-1313β32).

Οινοχόη κορινθιακή (περ.600-575).

Page 145: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Τεχνικά έργα

Ο Περίανδρος κυβέρνησε την Κόρινθο ως τύραννος, από τo 627 μέχρι τo 587 π.Χ. Ο πατέρας του, ο Κύψελος, τον οποίο και διαδέχτηκε μετά το θάνατό του, είχε καταλάβει την εξουσία μετά

από πραξικόπημα εναντίον των Βακχιάδων, της βασιλικής οικογένειας

που μέχρι τότε κυβερνούσε την Κόρινθο (Ψευδο-Αριστοτέλης,

Οικονομικά 1346α25-1346β5). Λέγεται ότι ο Περίανδρος εμπόδισε τους

κατοίκους της πόλης να έχουν δούλους, επειδή φοβόταν ότι, εάν δεν

απασχολούνταν με τις δουλειές τους, θα είχαν χρόνο να συνωμοτούν εναντίον του. Στη διάρκεια της

τυραννίας του κατασκευάστηκαν σπουδαία έργα υποδομής, όπως το

λιμάνι στο Λέχαιο -στα τέλη του 7ου αιώνα- και ο δίολκος.

Τα ίχνη του διόλκου σήμερα.

Page 146: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ο δίολκος κατασκευάστηκε στις αρχές του 6ου αιώνα π.Χ., για να βοηθήσει και, αναμφίβολα, να αντλήσει έσοδα από τη μεταφορά των εμπορευμάτων μέσω του Ισθμού. Τα πλοία δεν ήταν

υποχρεωμένα πια να πλέουν γύρω από την Πελοπόννησο κάνοντας ένα ταξίδι τριών εβδομάδων κάτω από αντίξοες συνθήκες. Τα αρχαιολογικά λείψανα

του διόλκου δε δίνουν στοιχεία σχετικά με τον ακριβή ρόλο του, δηλαδή για το αν η μετακίνηση αφορούσε εμπορικά ή πολεμικά πλοία. Πιθανότατα, πάντως,

να εξυπηρετούσε και τις δύο κατηγορίες, αφού ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι ήταν δυνατόν να

χρησιμοποιηθεί ο δίολκος για να μεταφερθεί μία τριήρης (Θουκυδίδης,

Ιστοριών 3.15.1). Ουσιαστικά, επρόκειτο για μία τροχήλατη οδό, η

οποία χρησίμευε για τη μεταφορά των πλοίων από τη μία μεριά του Ισθμού

στην άλλη. Δορυφορική φωτογραφία του Ισθμού της Κορίνθου. Παράλληλα με τη σημερινή διώρυγα

είχε χαραχθεί ο δίολκος ίχνη του οποίου σώζονται σήμερα.

Page 147: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Συνήθιζαν πρώτα να ξεφορτώνουν το σκάφος και μετά να το τοποθετούν στο δίολκο, για τη

μεταφορά του. Σε περιπτώσεις μικρών εμπορικών πλοίων, η διαδικασία της

ξεφόρτωσης δεν ήταν απαραίτητη. Ενδεχομένως στην πορεία ο δίολκος να περιέπεσε σε αχρηστία, καθώς το μέγεθος του μέσου

εμπορικού σκάφους σταδιακά μεγάλωνε.Το έργο αυτό ήταν σαφώς πιο χρήσιμο στις άλλες ελληνικές πόλεις απ' ότι στην ίδια την Κόρινθο, η οποία είχε ήδη στη διάθεσή της λιμάνια και στις δύο πλευρές του Ισθμού, το

Λέχαιο και τις Κεγχρεές. Βέβαια, σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης θα ήταν σε θέση να ενισχύσει

γρήγορα το στόλο της στον ένα κόλπο, μεταφέροντάς τον από τον άλλον. Και οι

σύμμαχοί της, ασφαλώς, θα το έβρισκαν χρήσιμο για τη γρήγορη και ασφαλή μεταφορά των

προϊόντων και του στρατού τους.

Ο ρόλος του διόλκου ξαναζωντάνεψε μέσα από το θαυμάσιο σχετικό ντοκιμαντέρ που επιμελήθηκαν

επιστήμονες του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.

Page 148: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Ο Πολυκράτης ήταν αριστοκρατικής καταγωγής και κυβέρνησε τη Σάμο ως τύραννος, περίπου από το 538

μέχρι το 522 π.Χ. (Στράβων, Γεωγραφικά 14.1.16, Ηρόδοτος, Ιστορίαι 3.39). Μόλις κατέβαλε την

εξουσία, εξόρισε τους πιο επικίνδυνους από τους αριστοκράτες αντιπάλους του και επέβαλε

οικονομικούς περιορισμούς στα εισοδήματα των υπόλοιπων ευγενών. Λέγεται ότι ήταν πολύ πλούσιος

και ζούσε στην πολυτέλεια. Έτσι, ήταν σε θέση να πείσει το Δημόδοκο, γνωστό γιατρό της εποχής, να

πάει στη Σάμο προσφέροντάς του ως μισθό δύο τάλαντα, ενώ μέχρι τότε πληρωνόταν από τον

Πεισίστρατο με εκατό μνες. Προώθησε ένα μεγάλο αριθμό δημόσιων έργων, ανάμεσά τους μία Αγορά

και το πασίγνωστο στην εποχή του Ευπαλίνειο Όρυγμα. Επρόκειτο για ένα έργο που ανέλαβε να

σχεδιάσει και να εκτελέσει ο μηχανικός Ευπαλίνος από τα Μέγαρα και που είχε ως στόχο την ύδρευση της πόλης της Σάμου. Ήταν μία σήραγγα, μήκους 1

χιλιομέτρου, σκαμμένη στο βουνό πάνω από την πόλη. Οι εργασίες στο όρυγμα είχαν αρχίσει και από

τις δύο άκρες και οι δύο ομάδες εργατών συναντήθηκαν στη μέση της διαδρομής, με μόνη

απόκλιση περίπου 1,80 μέτρα.

Η νήσος Σάμος σε σύγχρονο

χάρτη.

Page 149: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Στην εποχή του χρονολογούνται η κατασκευή του λιμανιού της πόλης της

Σάμου και της τάφρου γύρω από το τείχος της πόλης, καθώς και η

προσπάθεια ανακατασκευής του Ηραίου, του φημισμένου ναού που είχε αρχικά σχεδιαστεί από τους Ροίκο και Θεόδωρο και που ολοκληρώθηκε στα

ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια (Ηρόδοτος, Ιστορίαι 3.60). Στα χρόνια

του σχεδιάστηκε ένας νέος τύπος πλοίου, η λεγόμενη Σάμαινα. Ήταν μία

διήρης με αμβλεία πλώρη, που λειτουργούσε τόσο ως εμπορικό όσο και ως πολεμικό πλοίο (Αθήναιος,

Δειπνοσοφιστές 540δ-ε).

Ξύλινο μοντέλο αρχαίας διήρους με την κεφαλή της Αθηνάς στο ιστίο ως

έμβλημα.

Page 150: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Τα κείμενα της παρουσίασης βασίζονται κατεξοχήν:

Α) Στο συλλογικό έργο: Ελληνική Ιστορία (επιμ. Μ. Σακελλαρίου, Χρ. Μαλτέζου, Αλ. Δεσποτόπουλος), τ.1 (Προϊστορία και Αρχαϊκοί Χρόνοι), εκδ. Εκδοτική Αθηνών και «Η

Καθημερινή», Αθήνα 2010, σ.σ. 74-106

Β) Στα άρθρα της ιστοσελίδας του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού www.ime.gr/chronos/04 (Αρχαϊκή Περίοδος)

Γ) Στα άρθρα της ιστοσελίδας http://www.greek-language.gr/Resources/ancient_greek/history/art/

(Ιστορία της αρχαίας ελληνικής τέχνης)

Page 151: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ (ΠΡΩΤΟΤΥΠΗ Ή ΜΕΤΑΦΡΑΣΜΕΝΗ)

Andrewes A, Η Αρχαία Ελληνική Κοινωνία, μτφρ. Ανδρέας Παναγόπουλος, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1983

Bengtson Henry, Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδος, μτφρ. Ανδρέας Γαβρίλης, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα 1970

Boardman John, Οι αρχαίοι Έλληνες στην υπερπόντια εξάπλωσή τους, μτφρ. Ηλίας Ανδρεάδης, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1996

Boardman John, Αθηναϊκά μελανόμορφα αγγεία, μτφρ. Όλγα Χατζηαναστασίου, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1980

Boardman John, Αθηναϊκά ερυθρόμορφα αγγεία – αρχαϊκή περίοδος, μτφρ. Ελευθερία Παπουτσάκη-Σερμπέτη, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1985

Boardman John, Ελληνική πλαστική – αρχαϊκή περίοδος, μτφρ. Εύα Σημαντώνη-Μπουρνιά, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1982

Botsford G.W και Robinson C.A., Αρχαία Ελληνική Ιστορία, τ.1-2, μτφρ. Σωτήρης Τσιτσώνης, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1977-79

Ελλάς (συλλογικό έργο), Ιστορία και Πολιτισμός του Ελληνικού Έθνους, εκδ. Πάπυρος, Αθήνα 1998

Flaceliere Robert, Ο Δημόσιος και Ιδιωτικός Βίος των Αρχαίων Ελλήνων, μτφρ. Γεράσιμος Βανδώρος, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 1995

Page 152: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Glotz Gustave, Η Ελληνική Πόλις, μτφρ. Αγνή Σακελλαρίου, εκδ. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1989

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (συλλογικό έργο), τ. Β’, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1970

Κοκκορού-Αλευρά Γεωργία, Η Τέχνη της Αρχαίας Ελλάδας. Σύντομη Ιστορία (1050-50 π.Χ.), εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1991

Λάζος Χρήστος, Ναυτική Τεχνολογία στην Αρχαία Ελλάδα, εκδ. Αίολος, Αθήνα 1996

Manfredi Valerio Massimo, Οι Έλληνες της Δύσης, μτφρ. Βανέσα Λάππα, εκδ. Λιβάνη, Αθήνα 1997

Μπαμπινιώτης Γεώργιος, Συνοπτική Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα 1985

Page 153: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Μπαμπινιώτης Γεώργιος (επιμ.), Η Γλώσσα της Μακεδονίας – η αρχαία Μακεδονική και η ψευδώνυμη γλώσσα των Σκοπίων, εκδ. Ολκός, Αθήνα 1992

Parke H.W, Οι Εορτές στην Αρχαία Αθήνα, μτφρ. Χαράλαμπος Ορφανός, εκδ. Δαίδαλος-Ιωαν. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα 2000

Παπαχατζής Νικόλαος, Η θρησκεία στην αρχαία Ελλάδα, εκδ. Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1987

Παπαχατζής Νικόλαος, Παυσανίου Ελλάδος Περιήγησης: Κορινθιακά-Λακωνικά, Μεσσηνιακά-Ηλιακά, Αχαϊκά-Αρκαδικά, Βοιωτικά-Φωκικά, Αττικά, εκδ. Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 2002 (επανέκδοση)

Προμπονάς Ιωάννης, Ελληνική Επική Ποίηση, από τα μυκηναϊκά χρόνια ως σήμερα, Αθήνα 1990

Ραμού-Χαψιαδή Άννα, Από τη φυλετική στην πολιτική κοινωνία. Πολιτειακή εξέλιξη της Αθήνας, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1982

Σημαντώνη-Μπουρνιά Εύα, Αρχαιολογικός Άτλας του Αιγαίου από την προϊστορία ως την ύστερη αρχαιότητα, Αθήνα 1998

Τραυλός Ιωάννης, Πολεοδομική εξέλιξις των Αθηνών, εκδ. Καπόν, Αθήναι 1993( Β’ έκδοση)

Page 154: Aρχαϊκή εποχή (β.οικονομία)

Περιοδικά

Περιοδικό Στρατιωτική Ιστορία, εκδόσεις Περισκόπιο/ Γνώμων: Επιλεγμένα άρθρα

Περιοδικό Ιστορικά Θέματα, εκδόσεις Περισκόπιο/ Γνώμων: Επιλεγμένα άρθρα

Περιοδικό Στρατιωτική Ιστορία, σειρά Μεγάλες Μάχες, εκδόσεις Περισκόπιο/ Γνώμων: Επιλεγμένα άρθρα

Περιοδικό Ιστορικά Θέματα, σειρά Παγκόσμια Ιστορία/ Γνώμων: Επιλεγμένα άρθρα

Περιοδικό Corpus, εκδόσεις Περισκόπιο: Επιλεγμένα άρθρα

Περιοδικό Αρχαιολογία και Τέχνες: Επιλεγμένα άρθρα

Ιστοσελίδες

www.ime.gr/chronos (Ελληνική Ιστορία)

http://www.greek-language.gr/Resources/ancient_greek/history/art (Ιστορία της αρχαίας ελληνικής τέχνης)

http://www.ehw.gr/ehw/forms( Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού)

www.wikipedia.org (Λήμματα για την αρχαία Ελλάδα)

http://www2.egeonet.gr (Πολιτιστική πύλη του Αρχιπελάγους του Αιγαίου)