Download - Η ελληνική γλώσσα στη Διασποράptde/ptde/anounc/a_tomeas/ellinikh_sth_diaspora.pdf · Σύμφωνα με τη γενική διάκριση του πότε

Transcript

Η ελληνική γλώσσα στη ΔιασποράΑ. Χατζηδάκη

Σύμφωνα με τη γενική διάκριση του πότε μια γλώσσα θεωρείται Δεύτερη και πότε Ξένη, η Ελληνική μπορεί να θεωρηθεί ότι διδάσκεται

ως Δεύτερη σε αλλόγλωσσους πληθυσμούς στην Ελλάδα και

ως Ξένη σε αλλόγλωσσους πληθυσμούς στο εξωτερικό.

Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά.

Πράγματι, στην Ελλάδα οι μαθητές που είναι φυσικοί ομιλητές μιας άλλης γλώσσας μαθαίνουν τα ελληνικά ως Δεύτερη γλώσσα.

Το ευρύτερο περιβάλλον τους παρέχει πληθώρα ερεθισμάτων και ευκαιριών για επικοινωνία, εφόσον η γλώσσα αυτή είναι η επίσημη και η κυρίαρχη στο περιβάλλον.

Ο όρος Ξένη δε δικαιολογείται (παρόλο που χρησιμοποιείται σε κάποια προγράμματα, π.χ. Μουσουλμανοπαίδων)

Σε ποιους απευθύνεται η ελληνόγλωσση εκπαίδευση στο εξωτερικό (ευθύνη του ελληνικού κράτους);

Δύο κριτήρια: εθνοπολιτισμική ταυτότητα και γλώσσα

Α) ομοεθνείς ελληνόγλωσσοι Β) ομοεθνείς χωρίς γνώση της Ελληνικής Γ) αλλοεθνείς αλλόγλωσσοι

Η εκπαιδευτική πολιτική της Ελλάδας για την ελληνόγλωσση εκπαίδευση στο εξωτερικό στηρίζεται σε τρία κριτήρια:

(α) εθνοτικό κριτήριο: η ελληνόγλωσση εκπαίδευση απευθύνεται κυρίως σε μαθητές ελληνικής καταγωγής αλλά και σε αλλοεθνείς που επιθυμούν να μάθουν ελληνικά.

(β) θεσμικό κριτήριο: η ελληνόγλωσση εκπαίδευση συνήθως διαφοροποιείται σε Α’/βάθμια και Β’/θμια βαθμίδα εκπαίδευσης και σε δύο κύριους τύπους εκπαίδευσης: Ημερήσια σχολεία και Τμήματα Διδασκαλίας της Ελληνικής

(γ) γεωγραφικό κριτήριο: κατά καιρούς λαμβάνονται ειδικά εκπαιδευτικά μέτρα για μια συγκεκριμένη χώρα διαμονής (λ.χ. Γερμανία)

Με βάση τα παραπάνω κριτήρια αλλά και άλλα: ηλικιακό κοινωνικο-πολιτισμικό, παιδαγωγικό

το Πρόγραμμα ‘’Παιδεία Ομογενών’’ διέκρινε τις εξής ομάδες-στόχους όσον αφορά τους μαθητές:

1) Ομοεθνείς μαθητές της προσχολικής και πρωτοσχολικής ηλικίας που έχουν έστω και περιορισμένη επικοινωνιακή επάρκεια στην Ελληνική.

2) Ομοεθνείς μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που έχουν έστω και περιορισμένη επικοινωνιακή επάρκεια στην Ελληνική.

3) Ομοεθνείς μαθητές της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης χωρίς καθόλου γλωσσικές και με ελάχιστες ή ‘καθόλου’ ελληνογενείς πολιτισμικές προϋποθέσεις

4) Αλλοεθνείς-αλλόγλωσσοι μαθητές της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που μαθαίνουν την Ελληνική.

Η τρίτη και η τέταρτη ομάδα από άποψη γλωσσικής διδασκαλίας αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο τα ελληνικά ως Ξένη γλώσσα

Ωστόσο, οι ελληνικής καταγωγής μαθητές έχουν ‘’ακούσματα’’ και βιώματα που τους κάνουν να προσλαμβάνουν ή να θέλουν να προσλάβουν την ελληνική γλώσσα ως κάτι διαφορετικό

Δόμηση ταυτότητας, όχι απλώς εργαλείο.

‘’I went to my γιαγιά house’’ ‘’My νουνά is nice’’ ‘’We ate μαγειρίτσα for Πάσχα’’ ‘’We went to church and κοινώνησα’’

Ποιος είναι ο ρόλος της Ελληνικής στις παροικίες της Διασποράς;

Πώς διαμορφώνεται η γλωσσική και εθνοπολιτισμική κοινωνικοποίηση των παιδιών ελληνικής καταγωγής στο εξωτερικό;

Για τα παιδιά των μεταναστών που γεννήθηκαν ή μεγάλωσαν σε μία άλλη χώρα, τα Ελληνικά δεν μπορούν να θεωρούνται μητρική γλώσσα, παρά μόνον με την στενή έννοια της γλώσσας των γονέων του παιδιού.

Μπορεί επίσης κάποιοι να τη θεωρούν ‘’μητρική’’ τους γλώσσα με την έννοια ότι ταυτίζονται με τον ελληνισμό και την ελληνική κουλτούρα.

Η γλώσσα που καλύπτει όλες τις επικοινωνιακές τους ανάγκες είναι η γλώσσα που κυριαρχεί στη χώρα όπου ζούν (η γλώσσα της πλειονότητας, αγγλικά, γερμανικά, σουηδικά κλπ)

η γλώσσα μέσω της οποίας μορφώνονται και κοινωνικοποιούνται

- συνήθως είναι και η γλώσσα που κατέχουν καλύτερα .

Μαθαίνουν τα ελληνικά κυρίως μέσω της προφορικής επικοινωνίας με συγγενείς και φίλους της οικογένειας,

oι οποίοι συχνά μιλούν τοπικά ιδιώματα ή, σε κάθε περίπτωση, μια ‘’καθημερινή’’ μορφή της Ελληνικής, με συχνόχρηστες λέξεις και δομές.

Δεν εκτίθενται σε λόγο πιο ‘ακαδημαϊκό΄μέσω τύπου, τηλεόρασης, σχολείου, κλπ.

κάθε φορά που ο χρήστης συναντά νέο λεξιλογικό στοιχείο, το συνδέει με την αντίστοιχη φωνολογικά οικεία αναπαράσταση, συχνά κάνοντας λάθος σύνδεση:

απλούστατος πλούσιος παράταση παράσταση

απογείωση υπόγειο πωλητής πολιτικός

(Κατσιμαλή, 2001:95-6)

Η ελλιπής έκθεση σε γραπτό λόγο -(α) τα δίγλωσσα παιδιά τείνουν να οργανώνουν το

σύστημα της Ελληνικής με βάση φωνολογικές ενότητες, δηλαδή φράσεις και όχι μεμονωμένες λέξεις.

αποτέλεσμα να δυσκολεύονται να απομονώσουν και να χειριστούν συγκεκριμένες λέξεις και πολύ περισσότερο καταληκτικά μορφήματα και άρθρα. (*πρωταπόλα, *δεν έχει κανείσ στα προσόντα, *έχει γρασία). (Κατσιμαλή, 2001:95-6)

Η πρώτη γενιά μεταναστών (‘50, ’60): χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, χρήστες τοπικών ιδιωμάτων (λ.χ. ‘’απάντησα το δάσκαλο στο δρόμο’’, ‘’ήσαντε’’, κλπ)

Χώρα υποδοχής: διαμόρφωση νέων ‘’υβριδικών’’ ποικιλιών της Ελληνικής με πολλά ''δάνεια'' από την εκάστοτε κυρίαρχη γλώσσα.

Χαρακτηριστικό κυρίως του τρόπου ομιλίας της πρώτης γενιάς, αλλά είναι μέρος του συστήματος της Ελληνικής που ακούν και χρησιμοποιούν και οι νέοι.

η κούκα (cooker), η στόφα (stove) – ΗΒ, ΗΠΑ Η ζίπα/ το ζιπ (zip) Αυστραλία, η μαρκέτα (market) Το πόξι (box), το πάσι (bus) Ηνωμένο Βασίλειο η μίνα (mina), ο πατρόνος (patron), η μουτουέλα (mutuelle), ρασίστας (rasiste) Bέλγιο μαπίζω (mop), μπουκάρω (book) … Η γιάρδα (yard =>αυλή), το ανοιχτήρι (the grand opening

= τα εγκαίνεια). Δίνω μάθημα, πίνω ένα ποτήρι, κάθομαι (για) εξετάσεις Γράφω το καθήκον μου

τα ελληνικά στα οποία εκτίθενται οι μαθητές μας είναι αναπόφευκτα διαφορετικά από τα ελληνικά που χρησιμοποιούνται στην Ελλάδα.

Με τον όρο αυτό αναφερόμαστε στη χρήση στοιχείων από τη μία γλώσσα στο περιβάλλον της άλλης ή αλλιώς,

στην εναλλαγή μεταξύ των δύο γλωσσών σε επίπεδο φράσης, πρότασης και εκφωνήματος.

Αποτελεί συχνή πρακτική στις δίγλωσσες κοινότητες και εκφράζει διάφορες λειτουργίες.

Μπορείς να συγκρίνεις, από τη στιγμή που τα βλέπεις objectivement. (= αντικειμενικά)

  Κι εγώ φέτος την πρότεινα να κάνουμε traduction

(=μετάφραση) γιατί (...) c'est plus intéressant στα ελληνικά .... (= είναι πιο ενδιαφέρον)

Και μ' έκανε introduire σε φίλους που είχε αυτή στο γαλλικό σχολείο (=με σύστησε)

Je savais plus ou moins parce que είχαμε μάθει là un peu de grammaire ...

(=ήξερα λίγο πολύ γιατί [....] εκεί λίγη γραμματική)

Μπορεί να στο λέει αυτό για πλάκα mais (...) δεν σε κάνουν considérer για Bέλγο, hein ?

(=αλλά …. θεωρούν Βέλγο, έτσι;)

(1) (Σε δραστηριότητα ζωγραφικής)Μαθ 1: Να το κάνω anmalen; (=να το βάψω;)Δασκ: Ναι.Μαθ 1: Δεν έχω braun. (= καφέ)Δασκ: Τι δεν έχεις;Μαθ 1: Braun. (στρέφεται στα άλλα παιδιά).

Wer hat ‘ne braun? (Ποιος έχει ένα καφέ;)Μαθ 2: Ich! Hier, nimm! (= Εγώ! Να, πάρε!)

(2)Μαθ: Κυρία, αύριο δεν έχω Mittagschule

(=μεσημεριανό σχολείο/μάθημα)Δασκ: Αλήθεια; Ωραία.Μαθ: Ξέρεις γιατί;Δασκ: Γιατί;Μαθ: Γιατί ο δάσκαλος ήταν krank (=άρρωστος).

Και letzte Stunde (=την τελευταία ώρα) πήγαμε να δούμε Film.

Χρειάζεται μια διαφορετική διδακτική μεθοδολογία για τους μαθητές της Ελληνικής στο εξωτερικό,

Ακόμη και εάν μιλούν ελληνικά στο περιβάλλον τους.

Έχουν διαμορφώσει ένα σύστημα της Ελληνικής που διαφέρει από την Κοινή Νέα Ελληνική και η γνώση του δεν είναι συστηματοποιημένη στο μυαλό τους.